text1,text2,same "Οπως γνωρίζουν οι πάντες, στις CARDINAL PERSON 1917, ταραχές ξέσπασαν στην ORG, πρωτεύουσα της τότε PERSON. Αυτές άρχισαν στο ORG, περιοχή εργατική και σύμφωνα με πρότυπα «παλιά όσο η Ευρώπη», και αιτίες τους υπήρξαν, φαινομενικώς, οι ελλείψεις των τροφίμων και οι μεγάλες τιμές τους. Η Πετρούπολη είναι πόλη γοητευτική μα και παράξενη: χτισμένη πάνω σε δέλτα ποταμού, έχει ­ σύμφωνα με την παράδοση ­ θεμελιωθεί πάνω σε κόκαλα ανθρώπινα. Οπως και να είναι, πάντως, αναμφισβήτητο παραμένει ότι, παρά την παράδοση στις ταραχές (για την οποία και σήμερα επαίρονται οι κάτοικοί της), δεν προσφερόταν σε εξεγέρσεις, όπως π.χ. η GPE. Πράγματι, το διοικητικό κέντρο της πόλης και, συνακολούθως, της αυτοκρατορίας μπορούσε ευχερώς να απομονωθεί από τις συνοικίες αν τα γεφύρια ελέγχονταν από δύναμη αποφασισμένη να τα κρατήσει· επιπλέον, μπορούσε να γίνει και το αντίστροφο, να απομονωθεί δηλαδή η εστία της αναταραχής. Ολα αυτά τα ήξεραν όσοι πήραν μέρος τότε στο ξεσήκωμα ­ και, αν δεν τα ήξεραν, τα διαισθάνονταν: Πώς θα περνούσαν τα γεφύρια; PERSON αν οι NORP άρχιζαν επελάσεις κατά του πλήθους με τη θεαματικότητα αλλά και την αγριότητα που έγιναν, ίσαμε τις μέρες μας, ξακουστές χάρη στον «PERSON» του Πάστερνακ και τα κινούμενα σχέδια του ORG; Με DATE λόγια, το κλειδί της υπόθεσης ήταν το ποτάμι και οι NORP· μάλιστα τον πιο υπολογίσιμο παράγοντα αποτελούσαν οι δεύτεροι. Συνήθως ήταν «παλαιόπιστοι»· απέρριπταν τις μεταρρυθμίσεις που είχαν γίνει στη ORG και συχνά, σε εκδήλωση της απαρασάλευτης ορθόδοξης πίστης τους, άφηναν γενειάδες ­ διότι δεν έπρεπε να αλλάζει κανείς το πρόσωπο που του έδωσε ο GPE. Υπαρξιακώς αποστρέφονταν οτιδήποτε δεν εντασσόταν στη σφαίρα του χριστιανισμού της PERSON: όσον αφορά τις χαρακτηριστικές προσωπικότητές τους, θα μπορούσε κανείς να πει πως ο αλησμόνητος «PERSON» se non e vero, e ben trovato. Και όμως... εκείνες τις PERSON που άλλαξαν τον CARDINAL έγιναν πράγματα φαινομενικώς ασήμαντα μα, στην ουσία, με επιπτώσεις βαρύτατες. Οι διαδηλωτές, πράγματι, δεν χρειάστηκε να διαβούν γεφύρια· ο Νέβας ήταν ακόμη παγωμένος και ­ απλούστατα ­ πέρασαν πάνω του. ORG, μόλις έφθασαν στην αντίπερα όχθη, την «όχθη των ισχυρών», οι NORP όρμησαν εναντίον τους, μα, καθώς τους έφθαναν, ελάττωναν τον τροχασμό, χαμογελούσαν στο πλήθος και... περνούσαν ανάμεσά του προσεκτικά, μη τυχόν και πατήσουν κανέναν! Τι γινόταν; Πώς είχε γίνει η εξέγερση μέσα στον χειμώνα, ενόσω το ποτάμι ήταν παγωμένο; Τι είχε συμβεί με τους PERSON; GPE είχαν γοητεύσει οι διαδηλωτές; ORG αιφνιδίως απορρίψει την παραδοσιακή ιδεολογία τους; Πολλές απαντήσεις μπορούν να δοθούν στα ερωτήματα αυτά και πολλές ερμηνείες των συμβάντων να γίνουν. Στα πλαίσια πάντως της πειστικότερης εικασίας, η οποία πλαισιώνεται από ενδείξεις ισχυρές, σχεδόν τα πάντα επικεντρώνονται σε πρόσωπο μυθιστορηματικό, ξεχασμένο πια σήμερα, τον ανεπανάληπτο PERSON ­ παρατσούκλι που προσφυώς θα αποδιδόταν στα ελληνικά ως Μικρούλης. Για τον GPE έχουν γράψει πολλοί, αλλά οι σχετικές πληροφορίες είναι αποσπασματικές. ORG, πρέπει κανείς να αναδιφήσει πολλά προτού βρεθεί σε θέση να έχει μια ­ κατά το δυνατόν ­ πλήρη εικόνα αυτής της μυθιστορηματικής μορφής. Είχε γεννηθεί στη ORG, της οποίας όμως απεχθανόταν την όλη πνευματική και κοινωνική δομή. PERSON, το DATE, ξέσπασε η πρώτη επανάσταση, ανέλαβε, μαζί με τον PERSON, πρωταρχικό ρόλο στην οργάνωση και στη «διεξαγωγή των επιχειρήσεων» στην PERSON. Τα σχετικά προσόντα του αναδείχθηκαν έξοχα· από την άλλη όμως πλευρά, άτομο με ιδιαίτερα πρακτικό χαρακτήρα, παρασυρόταν από την πραγματικότητα: όπως θα έλεγε και πασίγνωστος νεοέλλην συγγραφεύς, αφέθηκε να γίνει βεντέτα. Τη συνέχεια εύκολα θα μπορούσε να την προβλέψει κανείς: μετά την κατάρρευση της όλης προσπάθειας, τον έπιασαν και τον έστειλαν στη ORG. Η Σιβηρία δεν ήταν τότε όπως κατά την περίοδο πριν και μετά τον Β' WORK_OF_ART: οι εξόριστοι είχαν ανέσεις και, το κυριότερο, τη δυνατότητα να φύγουν, όποτε ήθελαν στην ουσία. Ετσι, ο Parvus δραπέτευσε και μετά η σταδιοδρομία του υπήρξε εκπληκτική: υπήρξε ο πρώτος που, με ταχύτητα, κατανόησε τη βασική ιδιομορφία της ευρωπαϊκής πολιτικής πραγματικότητας· το σοσιαλιστικό κίνημα πράγματι μπορούσε ευκολότερα να αναπτυχθεί σε μοναρχίες της GPE και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη ORG, στην ORG, ιδίως στη ORG αλλά και στην NORP αυτοκρατορία, παρά στη Γαλλία και στη Βρετανία. Κάτι ανάλογο είχε πει και ο GPE, ο οποίος PRODUCT όπως λέγεται ­ είχε προβλέψει την έκρηξη της σοσιαλιστικής TIME στη ORG. Ο Μικρούλης όμως υπήρξε εκείνος ο οποίος έδωσε σαφές πολιτικό περίβλημα στην όλη άποψη. PERSON, τόσο στη ORG όσο και στην ORG υπήρχαν μοναρχίες αυταρχικές μα και κοινοβούλια όπου τον τόνο έδιναν οι δυνάμεις της PERSON. Συνεπώς, από τη λανθάνουσα έστω σύγκρουση του στέμματος με το κοινοβούλιο πολλά μπορούσαν να προκύψουν. Επιπλέον, στη μεν Βουλγαρία κυριαρχούσαν επίσης απόψεις αριστερές, ενώ στην NORP αυτοκρατορία οι GPE ήταν πρόθυμοι να ακούσουν και εν πολλοίς να υιοθετήσουν τις απόψεις του. Ετσι, ο Μικρούλης, κάνοντας επιχειρήσεις και δίνοντας συμβουλές πότε θεωρητικές και πότε πρακτικές, έγινε πάμπλουτος· επιπλέον, με ισχυρή δόση «χαριτωμένου» κυνισμού, απολάμβανε την επίδειξη των χρημάτων του. Υπερβολικά παχύς ­ ο Λένιν φαίνεται πως σοκαριζόταν καθώς τον έβλεπε ­, με μανικετόκουμπα από πολύτιμες πέτρες και χρυσάφι, ντυμένος με πανάκριβα υφάσματα, αποτελούσε χαρακτηριστική εικόνα κεφαλαιοκράτη, εχθρού του λαού. PERSON όμως... αυτός ο άνθρωπος ετοίμαζε τη μεγαλύτερη σοσιαλιστική εξέγερση στην ORG. PERSON, αποδεικνύοντας ακόμη μία φορά ότι, κατά κανόνα, η υλική ισχύς εξυπηρετεί μεγάλους πνευματικούς σκοπούς και όχι το αντίστροφο, έθεσε την πολύπλευρη, πολυτάλαντη προσωπικότητά του στην υπηρεσία της προσπάθειας κατάλυσης του ρωσικού κράτους. Αφότου άρχισε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι γερμανοί ιθύνοντες τον άκουγαν με ενδιαφέρον: αν η ORG καταστρεφόταν και έπαυε να είναι υπολογίσιμος παράγοντας, τότε η νίκη στο δυτικό μέτωπο, κατά της Γαλλίας και της Βρετανίας, φαινόταν εξασφαλισμένη. ORG όμως χρειαζόταν ο Λένιν; ORG, σφιγμένος πάντοτε αυτός ο τελευταίος, ήταν ο μόνος ο οποίος, λόγω της απαρασάλευτης προσήλωσής του στην ιδέα της επανάστασης, θα μπορούσε να συσπειρώσει τις σοσιαλιστικές μάζες και να τις οδηγήσει στη νίκη. Δυστυχώς, ο Λένιν δεν τον άκουγε. Τον φοβόταν και εν πολλοίς τον υποψιαζόταν έτσι πληθωρικό που τον έβλεπε, με υψηλές σχέσεις και βαρύγδουπες διασυνδέσεις. Δεν ήθελε να σπιλώσει την τιμή του έχοντας συνεργασία με τέτοιο πρόσωπο, διότι ­ όπως σωστά πίστευε ο ORG ­ κύριο προσόν ενός επαναστάτη είναι η τιμή του. Ο Μικρούλης πήρε λοιπόν την απόφαση να προχωρήσει μόνος του... ... Και άνοιξε στην Κοπεγχάγη, πρωτεύουσα χώρας ουδέτερης, γραφείο εισαγωγών - εξαγωγών, που εφοδίαζε και τις δύο εμπόλεμες παρατάξεις. ORG έτσι να περάσει χρήματα σε δικηγόρους της ORG, οι οποίοι, με τη σειρά τους, προώθησαν κεφάλαια «επαναστατικής χρήσης» σε εργάτες ικανούς να προξενήσουν αναταραχή. Κατά πάσα πιθανότητα, κάποια από αυτά έφθασαν και σε αξιωματικούς των PERSON. Με τον τρόπο αυτόν στήθηκε ο καμβάς των γεγονότων του PERSON... μόνο που ο Λένιν δεν ήταν εκεί και η εξουσία περιήλθε σε ανθρώπους σαν τον GPE, οι οποίοι δεν έδειξαν διαθέσεις ούτε πλήρους καταστροφής της δομής της ρωσικής κοινωνίας ούτε ­ το βασικό ­ ειρήνευσης με τη ORG. Γι' αυτό και μετά τον ORG μεθοδεύτηκε η εισροή χρήματος αποκλειστικά στα χέρια των μπολσεβίκων και ιδίως η μέσω Γερμανίας μεταφορά του Λένιν στην Πετρούπολη. Αυτά όμως είναι μια άλλη ιστορία.","PERSON γλώσσα είναι βέβαια σύστημα συμβόλων μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η συνεννόηση ανθρώπων, αλλά με την ύπαρξή της γίνεται και κάτι άλλο: αντανακλάται σε αυτήν η «κωδικοποίηση» του κόσμου που ήδη έχει επιτελέσει ο άνθρωπος ο οποίος τη χρησιμοποιεί. PERSON, η εν λόγω «κωδικοποίηση» σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης. Ο άνθρωπος, πράγματι, δεν είναι σε θέση όχι να καταγράψει μα ούτε να συλλάβει το σύνολο των «πληροφοριών» με τις οποίες διά βίου βομβαρδίζεται. Ετσι, κάθε γλώσσα αποτελεί καταγραφή μέρους μόνον της γνώσης ­ για αυτό και κάθε γλώσσα είναι, στην ουσία, κόσμος ξεχωριστός. Τα σχετικά παραδείγματα αφθονούν, είναι γνωστά σε ειδικούς και μη και καταδεικνύουν ότι κάθε γλώσσα αποτελεί, κατά βάση, διαφορετική οπτική γωνία θεώρησης του κόσμου. Φυλές Ινδιάνων της ORG, επί παραδείγματι, έχουν πολλές λέξεις για το νερό, το οποίο έχει μεγάλη σημασία στη ζωή τους. PERSON, τους Ελληνες από αρχαιοτάτων χρόνων εντυπωσίαζαν γενικώς τα βοοειδή· η οιονεί αντανάκλαση του εντυπωσιασμού αυτού στη γλώσσα ευχερώς διαπιστώνεται. Οσον αφορά, τέλος, τα αγγλικά, που τείνουν στις μέρες μας να γίνουν όργανο συνεννόησης παγκόσμιο, χαρακτηριστική παραμένει η άποψη που κάποιος και σήμερα μπορεί να ακούσει σε χωριά της Γαλλίας: «WORK_OF_ART θέλει να μιλήσει σε ανθρώπους, τα αγγλικά χρησιμοποιεί». Ο «αφορισμός» αυτός προκαλεί ­ δικαιολογημένα ­ ερωτηματικά: Πώς «γλώσσα του ORG» εκείνη που αγλάισαν ο Τσόσερ, ο Σαίξπηρ αλλά και ο ανεπανάληπτος PERSON (που ως γνωστόν πήρε βραβείο Νόμπελ ως λογοτέχνης); PERSON, το θέμα είναι σημαντικό και χρήζει εξετάσεως, όπως θα έλεγε και ένας ευσεβής μωαμεθανός. Ως γνωστόν, οι ευφυέστεροι αγγλόφωνοι χαρακτηρίζουν τη γλώσσα τους χταπόδι (octopus) που απομυζά οτιδήποτε χρήσιμο όσον αφορά την έκφραση. Η διαπίστωση αυτή μπορεί να θεωρηθεί τεκμήριο της «αντικειμενικότητας» που χαρακτηρίζει τα αγγλικά: η γλώσσα αυτή αποτελεί όχι τη συστηματοποίηση, μα απλώς τη διατύπωση σχέσης μεταξύ του ­ οιουδήποτε στην ουσία ­ Εγώ και του κόσμου, ο οποίος όμως θεωρείται δεδομένος. Ετσι η έννοια της ιεράρχησης είναι πλαδαρή και στην αμερικανική εκδοχή της γλώσσας αυτής τείνει να γίνει από ασαφής ως ανύπαρκτη. Τα ρήματα επί παραδείγματι, λέξεις πρωταρχικής σημασίας, εφόσον με αυτά εκφράζεται η ενέργεια του ανθρώπου τόσο στο περιβάλλον όσο και στον εαυτό του, είναι συγκεκριμένα και η διάθεση του υποκειμένου ­ του Εγώ, όπως θα έλεγαν και οι PERSON, καθώς και τα μέσα που αυτό χρησιμοποιεί, διατυπώνονται (εφόσον βέβαια διατυπώνονται) με ξεχωριστούς όρους μέσα στην πρόταση. ORG, με λίγα λόγια, γλώσσα που όλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν: σε γενικές γραμμές, γράφεται πια χωρίς κανόνες, προφέρεται χωρίς κανόνες· επιπλέον, οι ιδιομορφίες επισκιάζουν και καταπνίγουν τα πρότυπα. Πάντως ­ ας CARDINAL αυτό NORP είναι γλώσσα κατανοητή από τους πάντες, εφόσον στις σημαντικές λέξεις υπάρχουν «ήχοι - κλειδιά» που ευχερώς προφέρονται και ευχερέστατα επισημαίνονται από τον καθένα. ORG, ο σύνδεσμος και (and) καταθλιπτικώς ήδη επισκιάζει τους άλλους, το σύστημα των προθέσεων, πιθανώς ένα ωραίο ινδοευρωπαϊκό κατάλοιπο, ουσιαστικώς τείνει να εξαρθρωθεί σήμερα και ο υποθετικός λόγος, επίσης σπουδαίος συνδετικός κρίκος της αγγλικής με άλλες μεγάλες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες, στις μέρες μας απισχναίνεται σε βαθμό οιονεί απελπιστικό. Πάντως, από όλα αυτά σαφές προκύπτει το ερώτημα: Αν τα αγγλικά αποτελούν πια τη χαρακτηριστικώς «αντικειμενική» γλώσσα που λίγο - πολύ όλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν, ποια είναι η γλώσσα η οποία μπορεί να θεωρηθεί «υποκειμενική», γλώσσα δηλαδή στην οποία το υποκείμενο καθοριστικώς επηρεάζει όχι μόνο τη διαμόρφωση των λέξεων μα και την ­ σε επίπεδο γραμματικής ­ επιλογή τους; Δυστυχώς, όπως είναι τώρα πια η έρευνα γενικώς στην Ευρώπη, μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν ­ και όλες οι σχετικές υποθέσεις συγκλίνουν σε ένα και μόνο πρότυπο, εκείνο της «τέλειας γλώσσας», δηλαδή της σανσκριτικής. Η μελέτη αυτής της τελευταίας έχει ατονήσει σε αυτό το δεύτερο μισό του ORDINAL αιώνα ­ σε αντίθεση, οπωσδήποτε, με ό,τι γινόταν κατά τον CARDINAL. Και όμως... τα σανσκριτικά αποτελούν, ως τώρα, το μόνο γλωσσικό πρότυπο που έχει γίνει αντικείμενο πλήρους γραμματικής περιγραφής και, ακόμη περισσότερο, επεξεργασίας. Ο περίφημος Πανίνι συγκεκριμένα, βασισμένος όσον αφορά το έργο του σε δεκάδες προδρόμων του, έδωσε, από τον CARDINAL κιόλας αιώνα π.Χ., τη μόνη ολοκληρωμένη γραμματική γλώσσας που ως τώρα έχει επιτευχθεί· και βέβαια, η γλώσσα αυτή, παρά τη λήθη όπου έχει περιπέσει, μπορεί να θεωρηθεί αρχέτυπο όχι μόνο έκφρασης αλλά και σκέψης κάθε ανθρώπου ο οποίος, όπως θα έλεγαν οι δικοί μας οι ORG, ενδιαφέρεται να γνωρίσει τον εαυτό του. Καλύτερα όμως να αφήσει κάποιος τα σανσκριτικά, CARDINAL ούτως ή άλλως στην προοδευτική μας ORG. Ακόμη κι έτσι όμως, άλλο ερώτημα προβάλλει δριμύτερο: ORG ­ σημερινή ­ γλώσσα βρίσκεται πλησιέστερα στο σανσκριτικό πρότυπο; PERSON αιωρηθούν τέτοιου είδους ερωτήματα, απάντηση δεν δίνεται με σαφήνεια· απλώς υπονοείται: PERSON αρχαία ελληνικά, γλώσσα αξιοσημείωτης πλαστικότητας, χάρη στην οποία είναι δυνατή η διατύπωση και των λεπτότερων ακόμη εννοιών. Με βάση την «καθαρή λογική» όμως, αυτό εν μέρει γίνεται αποδεκτό. PERSON αρχαία ελληνικά, πράγματι, χαρακτηρίζονται από μεγάλες νοηματικές διακυμάνσεις, που συχνά απολήγουν σε ασάφεια. PERSON κείμενα λοιπόν είναι ακριβώς αυτό που γίνεται αντιληπτό από τον όρο με τον οποίο χαρακτηρίζονται· κείνται δηλαδή και για να τα «αναστήσει» CARDINAL χρειάζεται ικανότητες όχι μόνο γλωσσικές αλλά συχνά και «μαντικές». Ετσι, «τάξη» στην ελληνική γλώσσα άρχισε να μπαίνει από την ελληνιστική περίοδο και κυρίως με τον χριστιανισμό, χάρη στον οποίο οι όροι του τρέχοντος λεξιλογίου πήραν έννοια αποκρυσταλλωμένη. Για αυτό άλλωστε και ορθώς επισημάνθηκε ότι μεγαλύτερη απόσταση χωρίζει την ­ αττική ­ γλώσσα του ORDINAL αιώνα π.Χ. από την κοινή του CARDINAL αιώνα π.Χ. παρά την τελευταία από τη δική μας γλώσσα. Το ερώτημα πάντως παραμένει: ORG σημερινή γλώσσα μπορεί να θεωρηθεί πλησιέστερη προς το σανσκριτικό πρότυπο; PERSON επειδή τώρα πια απαντήσεις δεν δίνονται, αλλά επιβάλλονται, καλό είναι επί του προκειμένου να ανατρέξει κάποιος σε ερευνητές παλαιότερους, των αρχών του αιώνα μας συγκεκριμένα. Αν γίνει αυτό, η λύση του QUANTITY ξεκάθαρη. PERSON, οι «χαρακτηριστικές» σλαβικές γλώσσες μπορούν να θεωρηθούν πλησιέστερες προς το ινδοευρωπαϊκό αρχέτυπο· και βέβαια, όταν γίνεται λόγος για «χαρακτηριστικές» σλαβικές γλώσσες, κατά πρώτο λόγο νοούνται τα σερβοκροατικά, με όλο τον διαλεκτικό τους πλούτο, αλλά και τα ρωσικά. Σε αυτήν την τελευταία γλώσσα, π.χ., ο σύνδεσμος και αποδίδεται με δύο λέξεις και ο ομιλητής πρέπει αενάως να έχει επίγνωση του τι λέει, ώστε να χρησιμοποιεί την κατά περίπτωση ορθή. Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται και στα αρχαία ελληνικά και στα λατινικά, όχι όμως με την ενάργεια που το χαρακτηρίζει στη ρωσική γλώσσα. PERSON, έχοντας CARDINAL κατά νουν τα παραπάνω, μπορεί πια να διατυπώσει το εξής ερώτημα: Οι «τυπικές» σλαβικές γλώσσες δεν είναι οι μόνες που εκπλήσσουν με τη λογικώς πολύπλοκη δομή τους. Η αδρομερής έστω προσέγγιση π.χ. της σουαχίλι, «γλώσσας της παραλίας», μιας από τις σπουδαιότερες στον CARDINAL, η οποία ανέτως χρησιμοποιείται ως οιονεί διεθνής γλώσσα σε μεγάλα τμήματα της ORG, επίσης προκαλεί θαυμασμό. PERSON, η γλώσσα αυτή είναι λογικώς δομημένη, με απλή αλλά ταυτοχρόνως σπουδαία κατάταξη των εννοιών ­ και, ακόμη, ηχητικώς παρουσιάζει τέτοια αρμονία, ώστε είναι ευχερές, αντί κάποιος να πει μια φράση, να την τραγουδήσει. Μπροστά της πολλές από τις σημερινές εκδοχές ευρωπαϊκών γλωσσών φαντάζουν όχι μόνο παράλογες μα κάποτε και φτωχές. Ιδού λοιπόν το ύστατο ερώτημα που ­ απειλητικώς ­ αποκαλύπτει η επόπτευση της γλωσσικής περιπέτειας του ανθρώπου: Σε γενικές, βεβαίως, γραμμές, η χρήση μιας γλώσσας απαιτούσε στο παρελθόν περισσότερες νοητικές ικανότητες από όσες σήμερα. Μήπως λοιπόν η διαχρονική πορεία του ανθρώπου δεν αποτελεί ανέλιξη αλλά πτώση;",True "Computing is a constantly changing our world and our environment. In the DATE large machines called mainframes were created to manage large volumes of data (numbers) efficiently. Bank account and payroll programs changed the way organisations worked and made parts of these organisations much more efficient. In the DATE personal computers became common and changed the way many individuals worked. People started to own their own computers and many used word processors and spreadsheets applications (to write letters and to manage home accounts). In DATE email became common and the world wide web was born. These technologies revolutionised communications allowing individuals to publish information that could easily be accessed on a global scale. The ramifications of these new technologies are still not fully understood as society is adapting to opportunities of internet commerce, new social networking technologies (twitter, facebook, myspace, online gaming etc) and the challenges of internet related crime. Just as new computing technologies are changing our world so too are new techniques and ideas changing the way we develop computer systems. In DATE the use machine code (unsophisticated, complex and machine specific) languages were common. In DATE high level languages, which made programming simpler, became common. However these led to the development of large complex programs that were difficult to manage and maintain. In DATE the structured programming paradigm became the accepted standard for large complex computer programs. The structured programming paradigm proposed methods to logically structure the programs developed into separate smaller, more manageable components. Furthermore methods for analysing data were proposed that allowed large databases to be created that were efficient, preventing needless duplication of data and protected us against the risks associated with data becoming out of sync. However significant problems still persisted in a) understanding the systems we need to create and b) changing existing software as users requirements changed. In DATE ‘modular’ languages, such as Modula-2 and ORG were developed that became the precursor to modern ORG languages. In DATE the Object Oriented paradigm and component-based software development ideas were developed and ORG languages became the norm from DATE onwards. The object oriented paradigm is based on many of the ideas developed over DATE of abstraction, encapsulation, generalisation and polymorphism and led to the development of software components where the operation of the software and the data it operates on are modelled together. Proponents of the Object Oriented software development paradigm argue that this leads to the development of software components that can be re-used in different applications thus saving significant development time and cost savings but more importantly allow better software models to be produced that make systems more maintainable and easier to understand. It should perhaps be noted that software development ideas are still evolving and new agile methods of working are being proposed and tested. Where these will lead us in DATE and beyond remains to be seen. The structured programming paradigm proposed that programs could be developed in sensible blocks that make the program more understandable and easier to maintain. Activity 1 Assume you undertake the following activities on a DATE basis. Arrange this list into a sensible order then split this list into CARDINAL blocks of related activities and give each block a heading to summarise the activities carried out in that block. Get out of bed Eat breakfast Park the car Get dressed Get the car out of the garage Drive to work Find out what your boss wants you to do today Feedback to the boss on DATE’s results. Do what the boss wants you to do Feedback 1 You should have been able to organise these into groups of related activities and give each group a title that summarises those activities. Get up :- Get out of bed Get dressed Eat breakfast Go to Work :- Get the car out of the garage Drive to work Park the car Do your job :- Find out what your boss wants you to do today Do what the boss wants you to do Feedback to the boss on DATE’s results. By structuring our list of instructions and considering the overall structure of DATE (Get up, go to work, do your job) we can change and improve CARDINAL section of the instructions without changing the other parts. For example we could improve the instructions for going to work…. Listen to the local traffic and weather report Decide whether to go by bus or by car If going by car, get the car and drive to work. Else walk to the bus station and catch the bus without worrying about any potential impact this may have on ‘getting up’ or ‘doing your job’. In the same way structuring computer programs can make each part more understandable and make large programs easier to maintain. Feedback 2 With an address book we would want to be able to perform the following actions :- find out details of a friend i.e. their telephone number, add an address to the address book and, of course, delete an address. We can create a simple software component to store the data in the address book (i.e. list of names etc) and the operations, things we can do with the address book (i.e add address, find telephone number etc). By creating a simple software component to store and manage addresses of friends we can reuse this in another software system i.e. it could be used by a business manager to store and find details of customers. It could also become part of a library system to be used by a librarian to store and retrieve details of the users of the library. Thus in object oriented programming we can create re-usable software components (in this case an address book). While we can focus our attention on the actual program code we are writing, whatever development methodology is adopted, it is not the creation of the code that is generally the source of most problems. Most problems arise from :- • poor maintainability: the system is hard to understand and revise when, as is inevitable, requests for change arise. • Statistics show PERCENT of the cost of software is not incurred during its initial development phase but is incurred during subsequent DATE as the software is amended to meet the ever changing needs of the organisation for which it was developed. For this reason it is essential that software engineers do everything possible to ensure that software is easy to maintain during DATE after its initial creation.","Before a computer can complete useful tasks for us (e.g. check the spelling in our documents) software needs to be written and implemented on the machine it will run on. Software implementation involves the writing of program source code and preparation for execution on a particular machine. Of course before the software is written it needs to be designed and at some point it needs to be tested. There are many iterative lifecycles to support the process of design, implementation and testing that involve multiple implementation phases. Of particular concern here are the CARDINAL long established approaches to getting source code to execute on a particular machine… compilation into machine-language object code direct execution of source code by ‘interpreter’ program compilation into intermediate object code which is then interpreted by run-time system Implementing Java programs involves compiling the source code (PERSON) into intermediate object code which is then interpreted by a run-time system called the PRODUCT. This approach has some advantages and disadvantages and it is worth comparing these CARDINAL options in order to appreciate the implications for the PERSON developer. The compiler translates the source code into machine code for the relevant hardware/OS combination. Strictly speaking there are CARDINAL stages: compilation of program units (usually files), followed by ‘linking’ when the complete executable program is put together including the separate program units and relevant library code etc. The compiled program then runs as a ‘native’ application for that platform. This is the oldest model, used by early languages like FAC, and many modern ones like LANGUAGE. It allows fast execution speeds but requires re-compilation of the program each time the code is changed. Here the source code is not translated into machine code. Instead an interpreter reads the source code and performs the actions it specifies. We can say that the interpreter is like a ‘virtual machine’ whose machine language is the source code language. No re-compilation is required after changing the code, but the interpretation process inflicts a significant impact on execution speed. Scripting languages tend to work in this way. This model is a hybrid between the previous CARDINAL. Compilation takes place to convert the source code into a more efficient intermediate representation which can be executed by a ‘run-time system’ (again a sort of ‘virtual machine’) more quickly that direct interpretation of the source code. However, the use of an intermediate code which is then executed by run-time system software allows the compilation process to be independent of the OS/hardware platform, i.e. the same intermediate code should run on different platforms so long as an appropriate run-time system is available for each platform. This approach is long-established (e.g. in PERSON from DATE) and is how PERSON works. To run PERSON programs we must ORDINAL generate intermediate code (called bytecode) using a compiler available as part of ORG) – see section 8.4 below. A version of WORK_OF_ART (ORG), which incorporates a ORG machine (VM), is required to execute the bytecode and the PERSON library packages. Thus a ORG must be present on any machine which is to run PERSON programs. The PERSON bytecode is standard and platform independent and as ORG’s have been created for most computing devices (including PC’s, laptops, mobile devices, mobile phones, internet devices etc) this makes PERSON programs highly portable. Whatever mode of execution is employed, programmers can work with a variety of tools to create source code. Options include the use of simple discrete tools (e.g. editor, compiler, interpreter) invoked manually as required or alternatively the use of an Integrated Development Environment (IDE) which incorporates these implementation tools behind a seamless interface. Still more sophisticated CASE (Computer Aided Software Engineering) tools which integrate the implementation process with other phases of the development cycle – such software could take ORG class diagrams and generate classes and method stubs automatically saving some of the effort required to write the PERSON code. When writing java programs each class (or interface) in a PERSON program has its own name.java file containing the source code. These are processed by the compiler to produce name.class files containing the corresponding bytecode. To actually run as an application, CARDINAL of the classes must contain a main() method with the signature shown above. To develop Java programs you must ORDINAL install the Java Development Kit (JDK). This was developed by ORG and is available freely from the internet via http://java.sun.com/. Prior to version CARDINAL (or CARDINAL) this was known as ORG (ORG). A Java IDE’s, e.g. PRODUCT or ORG, sits on top ofWORK_OF_ART to add the ORG features - these may include interface development tools, code debugging tools, testing tools and refactoring tools (more on these later). When using an ORG it is easy to forget that much of the functionality is in fact part of the JDK and when the ORG is asked to compile a program it is infact just passing on this request to the JDK sitting underneath. We can use the JDK directly from the command line to compile and run PERSON programs though mostly it is easier to use the additional facilities offered by an ORG. Somewhat confusingly the current version of PERSON is known both as CARDINAL, 1.6 and even 1.6.0. These supposedly have subtly different meanings – don’t worry about it! There are many tools in the GPE. A description of each of these is available from http://java.sun.com/javase/downloads/ and following the links for ORG, APIs and ORGProgrammer guides. The CARDINAL most important basic tools are: javac – the java compiler java – the java program launcher (that runs the VM) To compile MyProg.java we type javac MyProg.java If successful this will create MyProg.class To run ORG (assuming it has a main() method) we type java ORGAnother, extremely useful tool, is javadoc - this uses comments in PERSON source code to generate automatic documentation for programs. Moving to an ‘industrial strength’ ORG is an important stepping stone in your progress as a software developer, like riding a bicycle without stabilisers for the ORDINAL time. With some practice you will soon find it offers lots of helpful and time-saving facilities that you will not want to work without again… PRODUCT is a flexible and extensible ORG platform. It was ORDINAL developed by ORG but is now open source and can be downloaded from ORG at www.eclipse.org. ",True "Για πολλούς η γραμματική έχει, από τη φύση της, έναν σχολαστικό χαρακτήρα που την κάνει βαρετή και παράδειγμα ίσως μιας όχι ιδιαίτερα χρήσιμης γνώσης. Για άλλους πάλι αποτελεί τον «μπαμπούλα» της γλώσσας, το μάθημα που τους δυσκόλευε ή στο οποίο έκαναν τα περισσότερα λάθη. ORG, η γραμματική προκαλεί σε πολλούς αμηχανία έως και απώθηση, συχνή δε είναι η ομολογία ενηλίκων που δηλώνουν «εγώ δεν έμαθα γραμματική στο σχολείο». Γι' αυτούς η λειψή γνώση τής γραμματικής συμπίπτει με λάθη στην ορθογραφία, με λάθη εκφραστικά, με λάθη στη σύνταξη ενός κειμένου και, γενικά, με κάθε μορφή γλωσσικών ελλείψεων ή αδυναμιών που έχουν. Υπάρχει δηλ. ένας διάχυτος φόβος για τη γραμματική (διογκώθηκε μάλιστα μετά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση τού DATE), που μπορεί να συγκριθεί με τον άλλο μεγάλο φόβο που έχουν πολλοί για τα μαθηματικά! Ωστόσο, αν είναι πολλοί αυτοί που δυσκολεύονται να λύσουν και ένα απλό μαθηματικό πρόβλημα ή να υπολογίσουν κάτι σωστά, ελάχιστοι συγκριτικά είναι οι άνθρωποι σ' όλον τον κόσμο που δεν μπορούν να μιλήσουν τη γλώσσα τους (πλην παθολογικών περιπτώσεων) ασχέτως τού αν έχουν φοιτήσει ή όχι στο σχολείο. PERSON σημαίνει ­ όπως διδάσκει η γλωσσική επιστήμη ­ ότι κάθε ανθρώπινο ον, από μόνη την επαφή του με το (γλωσσικό) περιβάλλον του και, πιθανότατα, από ορισμένες βιολογικά κληρονομημένες γλωσσικές καταβολές, έχει την ικανότητα να μαθαίνει και να μιλάει τη γλώσσα του. Εχει δηλ. ασυνείδητα εσωτερικεύσει και αφομοιώσει έναν μηχανισμό (γλωσσικούς κανόνες και λέξεις) με τον οποίο οργανώνει τη γλωσσική του επικοινωνία σε δομημένο λόγο, σε προτάσεις που έχουν λογικό νόημα και που συνέχονται μεταξύ τους νοηματικά, ώστε να απαρτίζουν ένα κατανοητό (προφορικό ή γραπτό) κείμενο. Με άλλα λόγια, όποιος μιλάει μια γλώσσα ξέρει, χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει, και τη γραμματική τής γλώσσας αυτής. Ξέρει δηλ. να παράγει και να καταλαβαίνει ­ για να θυμηθούμε τον PERSON ­ ένα άπειρο πλήθος νέων προτάσεων (που δεν έχει ίσως ξαναπεί ή ξανακούσει ο ίδιος), όπως μπορεί και να αναγνωρίζει ­ χωρίς πάλι να συνειδητοποιεί πώς και γιατί ­ κάθε γλωσσική πρόταση που «δεν λέγεται» στη γλώσσα του, που παραβιάζει ή προσκρούει στους κανόνες τής γραμματικοσυντακτικής δομής τής γλώσσας του («μαθητής ο αντίγραψα στις εξετάσεις γενικές» είναι μια «αντιγραμματική πρόταση» που θα αναγνωρίσει και θα απορρίψει κάθε φυσικός ομιλητής τής ελληνικής γλώσσας). Αρα, αν δεν γεννιόμαστε, τουλάχιστον μεγαλώνουμε γλωσσικά με γνώση τής γραμματικής που χρειαζόμαστε στην καθημερινή επικοινωνία μας. ORG, η ομιλία μας (προφορική και γραπτή) θα ήταν κυριολεκτικά αγνώριστη και ακατάληπτη, γεμάτη από λάθη, από φράσεις που «δεν λέγονται», όπως αυτές που ακούγονται (προκαλώντας γέλιο) από το στόμα ξένων οι οποίοι προσπαθούν να μιλήσουν τη γλώσσα μας. Μετά από αυτά που είπαμε, πώς εξηγείται και τι σημαίνει στην πράξη ο φόβος για τη γραμματική; GPE φοβάται τη γραμματική; GPE για πραγματικό πρόβλημα ή για μια ασυναίσθητη και εξωπραγματική αντίδραση; Ξέρουμε, τελικά, ή δεν ξέρουμε γραμματική; Κι έχει σχέση η γνώση μας αυτή με τον τρόπο που χρησιμοποιούμε τη γλώσσα μας και με την ποιότητα τής ομιλίας ή τού γραπτού κειμένου μας; ORG αποτολμήσουμε μια συνοπτική και, αναπόφευκτα, υπεργενικευτική απάντηση. Γραμματική, στη σύγχρονη γλωσσολογική αντίληψη, δεν είναι απλώς η γνώση να κλίνουμε ονόματα και ρήματα, όπως μαθαίναμε παλιά στο σχολείο. Γραμματική είναι, όπως το είπαμε ήδη, η ικανότητα που έχει κάθε ομιλητής μιας γλώσσας να παράγει και να καταλαβαίνει άπειρες νέες προτάσεις, να έχει δηλ. μια δημιουργική σχέση με τη γλώσσα. PERSON σημαίνει ότι γραμματική δεν είναι μόνο η ικανότητα να σχηματίζεις σωστά τους τύπους ονομάτων και ρημάτων που χρειάζεσαι στην επικοινωνία σου (το να έχεις κατακτήσει δηλ. ό,τι οι γλωσσολόγοι αποκαλούμε «μορφολογία» τής γλώσσας). ORG προπάντων η ικανότητα να σχηματίζεις συντακτικά και σημασιολογικά ορθές (δηλ. κατανοητές από τους άλλους ομιλητές) προτάσεις (ό,τι οι γλωσσολόγοι αποκαλούμε «σύνταξη» και «σημασιολογία»). PERSON, φυσικά, γραμματική είναι η ικανότητα να συνθέτεις τις προτάσεις σε ένα σύνολο (το «κείμενο»), που να έχει νοηματική και γλωσσική αλληλουχία («συνεκτικότητα» και «συνοχή»), ώστε να το καταλαβαίνουν οι συνομιλητές σου, ώστε να μπορείς δηλ. να επικοινωνήσεις με τους άλλους σωστά και αποτελεσματικά, σύμφωνα με τις προθέσεις που έχεις όταν μιλάς ή γράφεις για ένα θέμα («κεντρικό μήνυμα»). Γραμματική δηλ. είναι επίσης ό,τι οι γλωσσολόγοι αποκαλούμε «επικοινωνιακή» ή «κειμενική» ικανότητα. Γιατί, τελικά, η γλώσσα μας ως επικοινωνία δεν είναι ούτε μεμονωμένες λέξεις ούτε απλές προτάσεις. ORG, πάνω απ' όλα, κείμενο. Μιλάω μια γλώσσα σημαίνει ότι μπορώ να συντάσσω προφορικά ή και γραπτά κείμενα. Γραμματική, λοιπόν, είναι τα πάντα στη γλώσσα: δομές (μορφολογία), λειτουργίες (σύνταξη) και εφαρμοσμένη χρήση (επικοινωνία). Στη γραμματική ανήκει επίσης το φθογγικό σύστημα (φωνητική - φωνολογία), τα σημαίνοντα τής γλώσσας. Εξω από τη γραμματική μένουν μόνο οι λεξικές πληροφορίες, το λεξιλόγιο, το οποίο όμως υπόκειται σε κάθε μορφή χρήσης του στη γραμματική οργάνωση της γλώσσας. Αν όμως η γραμματική (με εξαίρεση το λεξιλόγιο) συμπίπτει με τη γλώσσα, πρέπει να μας απασχολήσουν δύο θέματα, αυτά ακριβώς που γεννούν και «τον φόβο τής γραμματικής»: η εκμάθηση και η εφαρμογή τής γραμματικής. Το να μάθω τη γραμματική τής γλώσσας μου σημαίνει, στην πραγματικότητα, το να περάσω ­ με τη διαδικασία τής διδασκαλίας τής γραμματικής PRODUCT από την ασυνείδητη γνώση τής γλώσσας που έχουμε όλοι σε μια περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή γνώση των συστατικών, τής λειτουργίας και των μηχανισμών τής γλωσσικής επικοινωνίας. Να γιατί η γλώσσα, για να συνειδητοποιηθεί, δηλ. για να γίνει αντικείμενο βαθύτερης, ουσιαστικής και συνειδητής γνώσης, πρέπει να διδαχθεί ­ όπως επιχειρείται ευτυχώς και στο σχολικό σύστημα τής χώρας μας ­ με τη δομολειτουργική και επικοινωνιακή μέθοδο. Αρα χρειάζεται μια συστηματική δουλειά στο σχολείο από δασκάλους και φιλολόγους που γνωρίζουν ποια είναι η δομή και η λειτουργία τής γλώσσας και πώς διδάσκεται με τη μέθοδο που αναφέραμε. PERSON επίσης ανάλογα βιβλία διδασκαλίας τής γλώσσας (τα υπάρχοντα έχουν ανάγκη από σημαντική βελτίωση). PERSON χρειάζεται ORG ως βιβλίο αναφοράς ­ μια σύγχρονη γραμματική που θα έχει συνταχθεί μ' αυτό το πνεύμα και μ' αυτή τη μέθοδο. Το κυριότερο είναι ότι η διδασκαλία τής γραμματικής πρέπει να εστιασθεί στο κείμενο και στη χρήση τής γλώσσας, στο να γίνουμε δηλ. ικανοί να παράγουμε και να κατανοούμε κείμενα, τον προφορικό και γραπτό μας λόγο. PERSON, όμως, που θα εξασφαλίζουν σε ικανοποιητικό βαθμό μια ποιότητα γλωσσικής επικοινωνίας, την αξιοποίηση των σημασιοσυντακτικών μηχανισμών τής ORG και του πλούσιου σε δηλωτικότητα λεξιλογίου της. Συμπέρασμα. PERSON γνωρίζουμε ασυνείδητα τη γραμματική τής γλώσσας μας· αυτό που λείπει και που προκαλεί τον οποιονδήποτε «φόβο τής γραμματικής» είναι η συνειδητοποίηση των γραμματικών μηχανισμών τής γλώσσας μας που μπορεί να επιτευχθεί με συστηματική, σύγχρονα οργανωμένη, διδασκαλία τής γλώσσας στο σχολείο και με αδιάκοπη ατομική προσπάθεια εξοικείωσής μας με καλλιεργημένο λόγο («πρότυπα κείμενα»). Φόβος για τη γραμματική δεν δικαιολογείται. Το ζητούμενο είναι να προσπαθήσουμε όλοι να αποκτήσουμε μια συνειδητή και ουσιαστική γνώση των μηχανισμών που προσφέρει η γλώσσα μας για μια καλύτερης ποιότητας επικοινωνία.","Ούτως ή άλλως το ερώτημα για την ύπαρξη του Θεού δεν πέφτει καταπέλτης, αφού επιδέχεται αντίθετες ως και αντιφατικές απαντήσεις, οι οποίες είναι ισχυρές ή συζητήσιμες ­ ακόμη και η γυριστή ερώτηση των παλαιών καλών σαλούν στα γουέστερν: «Who is asking» («PERSON ρωτάει»). Μπορούμε να απαντούμε χωρίς ενδοιασμούς από τη στιγμή που δύο σύγχρονοί μας και διάσημοι βιολόγοι, ο PERSON και PERSON, ξιφούλκησαν δημοσίως και αποκλειστικά επί του ζητήματος, με τα βιβλία τους Τύχη και αναγκαιότητα και Εσύ, ο μικρούλης ORG αντιστοίχως, για να υποστηρίξουν με πάθος το «μεγάλο Οχι» ο πρώτος και το «μεγάλο Ναι» ο δεύτερος. Και όταν αντιφάσκουν ρητά και κάθετα οι βιολόγοι του τέλους του ORDINAL αιώνα, οι λοιποί αισθανόμαστε μιαν απρόοπτη απελευθέρωση: και η καταφατική και η αποφατική μας απάντηση ευσταθούν επιστημονικά. Οι συνήθεις απαντήσεις στο διαχρονικό ερώτημα συνοψίζονται ως εξής: CARDINAL. η απόλυτη απάντηση «Υπάρχει», CARDINAL. η αποφατική «Δεν υπάρχει», CARDINAL. η κυβιστική «Και ναι και όχι», CARDINAL. η πολυσυλλεκτική «ORG μία ανωτέρα δύναμις», CARDINAL. η αγνωστικιστική «Από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί», CARDINAL. η υποψιασμένη «Οπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά» και 7. η βαθέως προτεσταντική «ORG δεν υπάρχει, σκάσε και κολύμπα». Η απάντηση, ωστόσο, που ανέκαθεν δινόταν στο ερώτημα και ταιριάζει στον σχετικισμό του αιώνα μας είναι η πιθανοκρατική, που συμποσούται στο «Δεν αποκλείεται»: με τις πιθανολογήσεις έχουν χαθεί περιουσίες στη ρουλέτα, όπου η γηραιά ηρωίδα του ντοστογεφσκικού Παίκτη πόνταρε ποδοπατώντας τις πιθανότητες με το παθιασμένο πιστεύω της. Η αναποδογυριστική απάντηση «Ο άνθρωπος έπλασε τον Θεό», έκφραση του ανεπεξέργαστου υλισμού, δεν καλύπτει πλήρως, καθώς ήδη από την αρχαιότητα, μα προπαντός από την εποχή του ORG, τίποτε δεν μπορούσε να πλασθεί «εκ του μη όντος». Κατά τη λογική της περίφημης γαλλικής εκείνης αφθαρσίας, «αν ο άνθρωπος έπλασε τον Θεό, τότε ο Θεός είχε πλάσει τον άνθρωπο για να πλασθεί από αυτόν, άρα υπάρχει» ­ αν όχι ο ίδιος, τουλάχιστον τα υλικά για να Τον πλαστουργούμε κατά βούληση (αρμονία της Κτίσης και λοιπά). Η πιο ξεπεσμένη απάντηση εμφωλεύει στο πολυσυλλεκτικό «PERSON σε μια PERSON, με την οποία αποψιλώνουμε τον Θεό από τις ιδιότητές PERSON, καθώς τελούμε υπό την επήρεια της άχρωμης φυσικομαθηματικής αφαίρεσης, ενώ αφετέρου επικαλύπτουμε τα εξής δύο κοσμικά μας συμφέροντα: πρώτον, φυλάμε τα μεταθανάτια μπόσικα (Πού ξέρεις τι γίνεται...) και, δεύτερον, διασώζουμε, σε οικονομική συσκευασία, την πεμπτουσία της αγροίκας καταγωγής, από την οποία αποκοπήκαμε για να μετακυλίσουμε στο άξενο των πόλεων: το αυτοκόλλητο εικονίδιο στο ταμπλό του αυτοκινήτου είναι το πλέον προμεταμοντέρνο (επιτρέπεται, λόγω εορτών, ο όρος) ιδεολογικό εξάνθημα της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας. Αλλά ο Θεός, ως μέγγενη της αγάπης, δεν είναι σκύλος για να του πετάμε faux-φόλες «ανωτέρας δύναμης» ή να τον ξεζουμίζουμε με αφαιρέσεις της θερμοδυναμικής. Αντιθέτως, όπως ακριβώς υπάρχουν μήλα DATE, αλλά όχι και «φρούτα» (παρ' εκτός ως σύλληψη μαθηματική) και για τον ίδιο λόγο που στο γήπεδο κατεβαίνουν οι παλλόμενες ΠΑΕ και όχι «το ποδόσφαιρο», έτσι και οι γνήσιοι πιστοί φέρουν και προτάσσουν το όνομά τους: βουδιστές, χριστιανοί κτλ. Η χλιαρή θρησκευτικότητα στουπώνει την υπαρξιακή μας «μαύρη τρύπα» και ευκολύνει στις συναλλαγές, ελέγχεται ωστόσο στον βαθμό που GPE άνευ χαρτοφυλακίου είναι υπεκφυγή. ORG πιστός δεν μπορεί ν' αρκεστεί στο εύρημα της WORK_OF_ART ­ γι' αυτό, ίσως, ο πιο αδύναμος στίχος του αείμνηστου ξανθιώτη, μετά καβαλιώτη και τελικώς σαλονικού ποιητή PERSON είναι «σιχαίνομαι τα φρούτα». Αλλά Τ' είναι PERSON; τι μη PERSON; και τι τ' ανάμεσό τους; («ό,τι Θεός ή μη θεός ή το μέσον / τίς φησ' ερευνήσας βροτών / μακρότατον πέρας ευρείν;»): ο ORG ξαναθέτει το ερώτημα στη δική του «Ελένη» και το απαντά με τη λευκή αράδα της ποιητικής αδείας ­ «Ο ποιητής / ένα κενό», όπως ο ίδιος το δηλώνει στον ORG της PERSON. PERSON στο ίδιο ερώτημα ο αρχαίος PERSON είχε κιόλας γεμίσει την αποκατινή αράδα με ερώτηση ρητορική και οδυνηρή: «PERSON θνητός θα μας πει πως το 'χει ψάξει πολύ και βρήκε άκρη;» (ο Ευριπίδης στην ORG). Η προσφυγή στον λαό Να πάμε στον λαό, γιατί πιθανόν το ερώτημα ξεφεύγει από τη δικαιοδοσία μιας απάντησης ατομικής. PERSON μοιρολόγια είναι προνομιακό πεδίο για την ανίχνευση του Θεού ­ τα ORG, ιδίως, είναι για το δημοτικό τραγούδι ό,τι ο Καρπαθάκης ή ο ORG για την ελληνική PERSON. «ORG πάλι μιλάει ο ίδιος (ο νεκρός), αποχαιρετάει τα πάντα, περιγράφει ανατριχιαστικά τον κατασκότεινο Αδη και την κατάμαυρη γη. Ο Κάτω Κόσμος είναι, λέει, τόπος εφιαλτικός, αντίθετος εντελώς απ' τον Απάνω. PERSON, αμοιβές και διακρίσεις ούτε από μακριά δεν γίνεται συζήτηση. (...) PERSON ο αξημέρωτος PERSON των δημοτικών μας τραγουδιών, παρ' όλες τις εν τω μεταξύ χριστιανικές διδασκαλίες, καθόλου δεν είπε να ημερώσει. Σε τίποτε δεν διαφέρει από εκείνον τον τρομερό PERSON, που με τόση απελπισία περιγράφει ο πεθαμένος πια FAC στην Οδύσσεια» (PERSON δημοτικά μας τραγούδια, «Ταχυδρόμος», DATE). Και η μελετήτρια των Μανιάτικων Σοφία Σκοπετέα βεβαιώνει ότι ορισμένα «σπανιότατα δείγματα χρησιμοποιήσεως της χριστιανικής ""μυθολογίας"" δεν αρκούν για να κλονίσουν τη στέρεα εθνική βάση που στήριξε τόσους αιώνες την παράδοση των μοιρολογιών μας» (PERSON μοιρολόγια, GPE, DATE). PERSON θα διαμαρτυρηθούν. Αν ρωτήσουμε τις μοιρολογίστρες, θα αντιτείνουν, οι ίδιες θα δηλώσουν πεποιθυίες χριστιανές, μολονότι μοιρολογούν για «τύφλες και μαύρα φάσκελα!». Μα και ο λαός, όταν ερωτηθεί κατ' άτομο, βεβαιώνει με ειλικρίνεια την πίστη του. Η αντίφαση ανάμεσα στα συλλογικής υφής μοιρολόγια (όχι μόνο τα ORG) από τη μια και τις ατομικές διαβεβαιώσεις πίστης από την άλλη εξηγείται μόλις σκεφθούμε τους καλλιτέχνες και ειδικώς τον GPE, που δήλωνε πολέμιος της φαύλης αστικής τάξης και θιασώτης της ευγενούς βασιλείας· με τα μυθιστορήματά του αποσκοπούσε να εκθέσει τους κερδοσκοπούντες αστούς και, παρ' όλα αυτά, το αποτέλεσμα ήταν λαμπρές περιγραφές των ακμαίων και ανιόντων αστών της PERSON: ο «θρίαμβος του ρεαλισμού» κόντρα στην εξωκαλλιτεχνική πρόθεση του δημιουργού. Γι' αυτό και οι στίχοι από το μοιρολόγι της Κυνουρίας Μακάρι να ήταν ξάμηνο, μακάρι να ήταν χρόνο, εκείνο είναι 'πιζωής στον PERSON για να λιώνω ή από το άλλο, όπου η μάνα θέλει να εξαγοράσει τον Χάρο για να ξαναφέρει στη ζωή το παιδί της: PERSON φίρφιρα δανείζουμαι, τον μόσκο αγοράζω, τον ήλιο τον ατήρητο πώς να τον κατεβάσω; ηχούν πειστικότεροι από τις ­ εκτός μοιρολογιών ­ πιστευτικές και προπαντός λατρευτικές δηλώσεις των κατοίκων της περιοχής.",False "The risk of computer crime has become a global issue affecting almost all countries. Salifu (2008) argues that the Internet is a ""double-edged sword"" providing many opportunities for individuals and organizations to develop and prosper, but at the same time has brought with it new opportunities to commit crime. For example, GPE-related financial crime is extensive and CARDINAL out of CARDINAL countries at an ORG meeting complained about NORP involvement in financial fraud in their countries. The most notorious type attempted DATE on office workers all over the world, is the so-called advance fee fraud. The sender will seek to involve the recipient in a scheme to earn MONEY if the recipient pays an advance fee (GPE, DATE). Computer crime is an overwhelming problem worldwide. It has brought an array of new crime activities and actors and, consequently, a series of new challenges in the fight against this new threat (GPE, DATE). Policing computer crime is a knowledge-intensive challenge indeed because of the innovative aspect of many kinds of computer crime. PERSON presents a challenging new frontier for criminology, police science, law enforcement and policing. GPE reality and computer-mediated communications challenge the traditional discourse of criminology and police work, introducing new forms of deviance, crime, and social control. Since DATE, academics and practitioners have observed how cyberspace has emerged as a new field of criminal activity. PERSON is changing the nature and scope of offending and victimization. A new discipline named cyber criminology is emerging. PERSON (DATE) defines cyber criminology as the study of causation of crimes that occur in the cyberspace and its impact in the physical space. Employees of the organization commit most computer crime, and the crime occurs inside company walls (ORG et al., 2008: ORG et al, 2005). However, in our perspective of financial crime introduced in this chapter, we will define computer crime as a profit-oriented crime rather than a damage-oriented crime, thereby excluding the traditional focus of dissatisfied and frustrated employees wanting to harm their own employers. Computer crime is defined as any violations of criminal law that involve knowledge of computer technology for their perpetration, investigation, or prosecution (GPE and GPE, DATE). The initial role of information and communication technology was to improve the efficiency and effectiveness of organizations. However, the quest of efficiency and effectiveness serves more obscure goals as fraudsters exploit the electronic dimension for personal profits. Computer crime is an overwhelming problem that has brought an array of new crime types (Picard, DATE). Examples of computer-related crimes include sabotage, software piracy, and stealing personal data (PERSON and GPE, DATE). In computer crime terminology, the term cracker is typically used to denote a hacker with a criminal intent. No one knows the magnitude of the computer crime problem – how many systems are invaded, how many people engage in the practice, or the total economic damage. According to GPE and GPE (DATE), the most economically damaging kinds of computer crime are denial-of-service attacks, where customer orders might be rerouted to another supplier. Eleven men in CARDINAL countries carried out CARDINAL of the worst data thefts for credit card fraud ever (GPE and GPE, DATE: CARDINAL): In DATE, GPE federal prosecutors charged CARDINAL men in CARDINAL countries, including GPE, GPE, and GPE, with stealing CARDINAL credit and debit card numbers. This is now the biggest known theft of credit card numbers in history. The thieves focused on major retail chains such as ORG, ORG, ORG ORG, ORG, and PERSON. The thieves drove around and scanned the wireless networks of these retailers to identify network vulnerabilities and then installed sniffer programs obtained from overseas collaborators. The sniffer programs tapped into the retailers’ networks for processing credit cards, intercepting customers’ debit and credit card numbers and PINs (personal identification numbers). The thieves then sent that information to computers in the GPE, GPE, and GPE. They sold the credit card numbers online and imprinted other stolen numbers on the magnetic stripes of blank cards so they could withdraw MONEY from ORG machines. PERSON of GPE was identified as a principal organizer of the ring. The conspirators began their largest theft in DATE, when they identified a vulnerable network at a ORG department store in GPE and used it to install a sniffer program on the computers of the chain’s parent company, FAC. They were able to access the central GPE database, which stored customer transactions for PERSON, PERSON, HomeGoods, and PERSON stores in GPE and GPE, and for Winners and ORG stores in GPE. DATE, FAC reported that the intruders had stolen records with up to CARDINAL credit and debit card numbers. ORG was still using the old ORG (ORG) encryption system, which is relatively easy for hackers to crack. Other companies had switched to the more secure LOC (WPA) standard with more complex encryption, but ORG did not make the change. An auditor later found that ORG had also neglected to install firewalls and data encryption on many of the computers using the wireless network, and did not properly install another layer of security software it had purchased. TJX acknowledged in ORG filing that it transmitted credit card data to banks without encryption, violating credit card company guidelines. Computer crime, often used synonymous with cyber crime, refers to any crime that involves a computer and a network, where the computer has played a part in the commission of a crime. Internet crime, as the ORDINAL crime label, refers to criminal exploitation of the Internet. In our perspective of profit-oriented crime, crime is facilitated by computer networks or devices, where the primary target is not computer networks and devices, but rather independent of the computer network or device. Cyber crime is a term used for attacks on the cyber security infrastructure of business organizations that can have several goals. CARDINAL goal pursued by criminals is to gain unauthorized access to the target’s sensitive information. Most businesses are vitally dependent on their proprietary information, including new product information, employment records, price lists and sales figures. According to Gallaher et al. (2008), an attacker may derive direct economic benefits from gaining access to and/or selling such information, or may inflict damage on an organization by impacting upon it.","Cyber crime investigations have both similarities and differences when compared to traditional crime such as burglary and robbery. Traditional crime generally concern personal or property offences that law enforcement has continued to combat for DATE. Cyber crime is characterized by being technologically advanced, it can occur almost instantaneously, and it is extremely difficult to observe, detect, or track. These problems are compounded by the relative anonymity afforded by the Internet as well as the transcendence of geographical and physical limitations in cyberspace. Criminals are able to take advantage of a virtually limitless pool of potential victims (Hinduja, DATE). Policing financial crime generally – according to PERSON and PERSON (2002) – is concerned with whistle blowing and detection, roles of shareholders and main board and chief executive officer and senior executives, investigations, forensics. Policing financial crime – according to PERSON (DATE) – is concerned with the organization of policing deception, the contexts of police undercover work, covert investigations of white-collar crime, prosecution and relationship to policing fraud. Covert activity is restricted mainly to the informal obtaining of financial information or the official obtaining of information about suspected bank accounts without the knowledge of the account-holder. Policing cyber crime is concerned with all these issues as well as a tight surveillance of relevant activities on the Internet. Within crime investigations, IT forensics and cyber crime investigations are an extremely complicated field (PERSON and Jones, DATE). Kao and PERSON (DATE) suggest an approach to improving cyber crime investigation consisting of CARDINAL stages: independent verification of digital clues, corresponding information from different sources, and preparation of a valid argument. Furthermore, covert investigations in the workplace represent a debated practice when investigating financial crime (Tackett, 2008). Investigation and prevention of cyber crime and building corporate reputation have the value configuration of a value shop. As can be seen in Figure CARDINAL, the CARDINAL activities of a value shop are interlocking and while they follow a logical sequence, much like the management of any project, the difference from a knowledge management perspective is the way in which knowledge is used as a resource to create value in terms of results for the organization. Hence, the logic of the CARDINAL interlocking value shop activities in this example is of a policing unit and how it engages in its core business of conducting reactive and proactive investigations. The sequence of activities starts with problem understanding, moves into alternative investigation approaches, investigation decision, and investigation implementation, and ends up with criminal investigation evaluation (ORG, DATE). However, these CARDINAL sequential activities tend to overlap and link back to earlier activities, especially in relation to activity CARDINAL (control and evaluation) in policing units when the need for control and command structures are a DATE necessity because of the legal obligations that policing unit authority entails. Hence, the diagram is meant to illustrate the reiterative and cyclical nature of these CARDINAL primary activities for managing the knowledge collected during and applied to a specific investigation in a value shop manner. Furthermore, Figure CARDINAL illustrates the expanding domain of the knowledge work performed in financial crime investigations, starting in the centre with problem understanding and ending at the edge with evaluation of all parts of the investigation process. These CARDINAL primary activities of the value shop in relation to a financial crime investigation and prevention unit can be outlined as (Sheehan and Stabell, DATE): CARDINAL. ORG. This involves working with parties to determine the exact nature of the crime and hence how it will be defined. For example, a physical assault in a domestic violence situation depending on how the responding officers choose and/or perceive to define it can be either upgraded to the status of grievous bodily harm to the female spouse victim or it may be downgraded to a less serious common, garden variety assault where a bit of rough handing took place towards the spouse. This concept of making crime, a term used on how detectives choose to make incidents into a crime or not, is highly relevant here and is why this ORDINAL activity has been changed from the original problem finding term used in the business management realm to a problem definition process here in relation to policing work. Moreover, this ORDINAL investigative activity involves deciding on the overall investigative approach for the case not only in terms of information acquisition but also as indicated on Figure CARDINAL in undertaking the key task, usually by a senior investigative officer in a serious or major incident, of forming an appropriate investigative team to handle the case. CARDINAL. Investigation Approaches. This ORDINAL activity of identifying problem solving approaches involves the actual generation of ideas and action plans for the investigation. As such it is a key process for it sets the direction and tone of the investigation and is very much influenced by the composition of the members of the investigative team. For example, the experience level of investigators and their preferred investigative thinking style might be a critical success factor in this ORDINAL primary activity of the value shop. CARDINAL. Approach Decision. This solution choice activity represents the decision of choosing between alternatives generated in the ORDINAL activity. While the least important primary activity of the value shop in terms of time and effort, it might be the most important in terms of value. In this case, trying to ensure as far as is possible that what is decided on to do is the best option to follow to get an effective investigative result. A successful solution choice is dependent on CARDINAL requirements. ORDINAL, alternative investigation steps were identified in the problem solving approaches activity. It is important to think in terms of alternatives. Otherwise, no choices can be made. Next, criteria for decision-making have to be known and applied to the specific investigation. CARDINAL. Investigation Implementation. As the name implies, solution execution represents communicating, organizing, investigating, and implementing decisions. This is an equally important process or phase in an investigation as it involves sorting out from the mass of information coming into the incident room about a case and directing the lines of enquiry as well as establishing the criteria used to eliminate a possible suspect from further scrutiny in the investigation. A miscalculation here can stall or even ruin the whole investigation. Most of the resources spent on an investigation are used here in this ORDINAL activity of the value shop.",True "While there is a study guide (available from ORG) that focuses largely on objects and their characteristics, it will be instructive to the learner (of the PERSON programming language) to understand how the concept of an object is applied to their construction and use in PERSON applications. Therefore, LAWOne (of this guide) introduces the concept of an object from a language-independent point of view and examines the essential concepts associated with object-oriented programming (OOP) by briefly comparing how OOP and GPE approach the representation of data and information in an application. The chapter goes on to explain classes, objects and messages and concludes with an explanation of how a class is described with a special diagram known as a class diagram. Despite the wide use of OOP languages such as PERSON, NORP and C#, non-OOP languages continue to be used in specific domains such as for some categories of embedded applications. In a conventional, procedural language such as C, data is sent to a procedure for processing; this paradigm of information processing is illustrated in Figure CARDINAL below. The figure shows that the number CARDINAL is passed to the function (ORG) which is ‘programmed’ to calculate the result and output it (to the user of the procedure). In general, we can think of each procedure in an application as ready and waiting for data items to be sent to them so that they can do whatever they are programmed to do on behalf of the user of the application. Thus an application written in C will typically comprise a number of procedures along with ways and means to pass data items to them. The way in which OOP languages process data, on the other hand, can be thought of as the inverse of the procedural paradigm. Consider Figure CARDINAL below. In the figure, the data item – the number CARDINAL – is represented by the box (with the label ‘4’ on its front face). This representation of the number 4 can be referred to as the object of the number CARDINAL. This simple object doesn’t merely represent the number CARDINAL, it includes a button labeled sqrt which, when pressed, produces the result that emerges from the slot labeled return. Whilst it is obvious that the object-oriented example is expected to produce the same result as that for the procedural example, it is apparent that the way in which the result is produced is entirely different when the object-oriented paradigm considered. In short, the latter approach to producing the result 2 can be expressed as follows. A message is sent to the object to tell it what to do. Other messages might press other buttons associated with the object. However for the present purposes, the object that represents the number CARDINAL is a very simple one in that it has only one button associated with it. The result of sending a message to the object to press its one and only button ‘returns’ another object. Hence in Figure CARDINAL, the result that emerges from the ‘return’ slot - the number CARDINAL – is an object in its own right with its own set of buttons. Despite the apparent simplicity of the way in which the object works, the question remains: how does it calculate the square root of itself? The answer to this question enshrines the fundamental concept associated with objects, which is to say that objects carry their programming code around with them. Applying this concept to the object shown in Figure CARDINAL, it has a button which gives access to the programming code which calculates the square root (of the number represented by the object). This amalgam of data and code is further illustrated by an enhanced version of the object shown in Figure 1.3 below. The enhanced object (representing the number CARDINAL) has CARDINAL buttons: CARDINAL to calculate the square root of itself – as before - and a ORDINAL button that adds a number to the object. In the figure, a message is sent to the object to press the ORDINAL button – the button labeled ‘+’ – to add the object that represents the number CARDINAL to the object that represents the number CARDINAL. For the ‘+’ button to work, it requires a data item to be sent to it as part of the message to the object. This is the reason why the ‘+’ button is provided with a slot into which the object representing the number CARDINAL is passed. The format of the message shown in the figure can be expressed as follows. When this message is received and processed by the object, it returns an object that represents the number 7. In this case, the message has accessed the code associated with the ‘+’ button. The enhanced object can be thought of as having CARDINAL buttons, each of which is associated with its own programming code that is available to users of the object. Extrapolating the principal of sending messages to the object depicted in Figure CARDINAL gives rise to the notion that an object can be thought of as comprising a set of buttons that provide access to operations which are carried out depending on the details in the messages sent to that object. In summary: in procedural programming languages, data is sent to a procedure; in an object-oriented programming language, messages are sent to an object; an object can be thought of as an amalgam of data and programming code: this is known as encapsulation. Whilst the concept of encapsulation is likely to appear rather strange to learners who are new to OOP, working with objects is a much more natural way of designing applications compared to designing them with procedures. Objects can be constructed to represent anything in the world around us and, as such, they can be easily re-used or modified. Given that we are surrounded by things or objects in the world around us, it seems natural and logical that we express this in our programming paradigm. The next section takes the fundamental concepts explored in this section and applies them to a simple object. ","When writing the getClient() method the author was fully aware that a client may not be found and in this case decided to return a ORG value. However this relies on every programmer who ever uses this method to recognise and protect against this eventuality. If any programmer using this method failed to protect against a ORG return then their program could crash – potentially in this case losing the bank large sums of money. Of course in other applications, such as an aircraft control system, a program crash could have life threatening results. A more secure programming method is required to ensure that that a potential crash situation is always dealt with! Such a mechanism exists - it is a mechanism called ‘exceptions’. By using this mechanism we can ensure that other programmers who use our code will be alerted to potential crash situations and the compiler will ensure that these programmers deal with the ‘issue’. Thus we can ensure that no such situation is ‘forgotten’. How they are dealt with remains a choice with a programmer who uses our methods but the compiler will ensure that they at least recognise a potential crash situation. In the situation above rather than return a ORG value the getClient() method should generate an exception. By generating an exception the PERSON compiler will ensure that this situation is dealt with. In order to generate meaningful exceptions we need to extend the ORG classes built into the Java language – there are CARDINAL of these (normal exceptions and run time exceptions). Subclasses of java.lang.Exception are used for anticipated problems which need to be managed. They must be declared in the originating method’s throws clause and a call to method must be placed in try/catch block. Subclasses of java.lang.RuntimeException are used for situations which lead to runtime failure and where it may not be possible to take any sensible remedial actions. They do not need to be declared in throws clause and a call need not be in try/catch block (but can be). Thus we have the choice as to whether the PERSON compiler should force us to explicitly deal with a particular kind of exception. Exception subclasses are appropriate for things which we know might go wrong and where we can take sensible recovery action – e.g. GPE errors. RuntimeException subclasses are appropriate for things which should not happen at all and where there is probably nothing we can do to recover the situation, e.g. an out of memory error or discovering that the system is in an inconsistent state which should never be able to arise. When writing our own methods we should look for potential failure situations (e.g. value that cannot be returned, errors that may occur in calculation etc). When a potential error occurs we should generate an ‘Exception’ object i.e. an object of the Exception class. However it is best to ORDINAL define a subclass of the general Exception i.e. to create a specialised class and throw an object of this subtype. A new exception is just like any new class in this case it is a subclass of java.lang.Exception In the case above an error could occur if no client is found with a specified ID. Therefore we could create a new exception class called ‘UnknownClientException’. The parameter to the constructor for the ORG requires a PERSON thus the constructor for UnknownClientException also requires a String. This string is used to give details of the problem that may generate an exception. The code to create this new class is given below….. In some respects this looks rather odd. Here we are creating a subclass of ORG but our subclass does not contain any new methods – nor does it override any existing methods. Thus its functionality is identical to the superclass – however it is a subtype with a meaningful and descriptive name. If sublasses of ORG did not exist we would only be able to catch the most general type of exception i.e an ORG object. Thus we would only be able to write a catch block that would catch every single type of exception. Having defined a subclass we instead have a choice… a) we could define a catch block to catch objects of the general type ‘Exception’ i.e. it would catch ALL exceptions or b) we could define a catch block that would catch UnknownClientExceptions but would ignore other types of exception. By looking at the online API we can see that many predefined subclass of exception already exist. There are many of these including :- IOException o CharConversionException o ORG ObjectStreamException NullPointerException PrinterException SQLexception Thus we could write a catch block that would react to any type of exception, or we could limited it to input \ output exceptions or we could be even more specific and limit it to FileNotFound exceptions. Having defined our own exception we must then instruct the getClient() method to throw this exception (assuming a client has not been found with the specified ID). To do this we must ORDINAL tell the compiler that this class may generate an exception – the complier will then ensure that any future programmer who makes use of this method catches this exception. To tell the compiler this method throws an exception we add the following statement to the methods signature ‘throws UnknownClientException’. We must create a new instance of the ORG class and apply the throw keyword to this newly created object. We use the keyword ‘throw’ to throw an exception at the appropriate point within the body of the method. In the example above if a client is found the method will return the client object. However it will no longer return a ORG value. Instead if a client has not been found the constructor for UnknownClientException is invoked, using ‘new’. This constructor requires a String parameter – and the string we are passing here is an error message that is trying to be informative and helpful. The message is specifying :- the class which generated the exception (i.e. BookOfClients), the method within this class (i.e. getClient()), some text which explains what caused the exception and the value of the parameter for which a client could not be found. ",False "High-content screening can easily generate more than one Terabyte in primary images and metadata per run, that have to be stored and organized, which means an appropriate laboratory information management system (LIMS) has to be established. The LIMS must be able to collect, collate and integrate the data stream to allow at least searching and rapid evaluation of the data. After image acquisition and data transfer, image analysis will be run to extract the metadata. Further evaluation includes testing for process errors. Heat maps along with pattern recognition algorithms help to identify artefacts such as edge-effects, uneven pipetting, or simply to exclude images that are not in focus. All plates should be checked so that the selected positive and negative controls exhibit values in a pre-defined range. Further, data may be normalized against controls before further statistical analysis is run to identify putative hits. Known proteins of the pathway being screened should score, and are a good internal control for the accuracy of the assay and workflow. Hits have to be verified by going back to the original images. Further, results have to be compared between independent runs. After this, an appropriate hit verification strategy has to be applied as discussed above. Target gene expression should be confirmed, for example, by running a microarray analysis of gene expression for the given cell line. Finally, data will be compared to other internal and external data sources. Cluster analysis will assist in identifying networks and correlations. A critical aspect of high content screening is the informatics and data management solution that the user needs to implement to process and store the images. Typically multiple images are collected per microplate well at different magnifications and processed with pre-optimised algorithms (these are the software routines that analyse images, recognize patterns and extract measurements relevant to the biological application, enabling the automated quantitative comparison and ranking of compound effects) to derive numerical data on multiple parameters. This allows for the quantification of detailed cellular measurements that underlie the phenotype observed. From an image analysis perspective the following should not be overlooked when reviewing vendor offerings: the breadth of biology covered; how the software is delivered, does it run quickly, or open a script; is analysis done on-the-fly or offline; have the algorithms been fully validated with biology; the ease of exporting image files to other software packages; and access to new algorithms, is the user dependent on the supplier or is it relatively easy to develop your own or adapt existing algorithms? The key theme and piece of information repeated throughout this chapter is “partnering”. Scientific research and informatics must work together for the mutual benefit of screening like the drug discovery process. To really be part of the winning team in any organization, all areas must bring their collective expertise together and make the extra effort to understand one another and defer where there is lack of knowledge to those on the team with the experience and expertise or to seek external advises. It is necessary to start off by setting the stage concerning where laboratory computing, which includes the data management (we will discuss a bit later in the chapter), has progressed in order to gain the necessary understanding of where it currently is and where we anticipate it will be going in the HCS area in the future. A goal of this chapter is to provide an overview of the key aspects of informatics tools and technologies needed for ORG, including characteristics of ORG data; data models/structures for storing HCS data; HCS informatics system architectures, data management approaches, hardware and network considerations, visualization, data mining technologies, and integrating HCS data with other data and systems. HCS systems scan a multiwell plate with cells or cellular components in each well, acquire multiple images of cells, and extract multiple features (or measurements) relevant to the biological application, resulting in a large quantity of data and images. The amount of data and images generated from a single microtiter plate can range from QUANTITY (MB) to multiple gigabytes (GB). CARDINAL large-scale HCS experiment, often resulting in CARDINAL of features and CARDINAL of images that needs multiple terabytes (TB) of storage space. High content informatics tools and infrastructure is needed to manage the large volume of ORG data and images. There are many rules that are common for the image based ORG informatics infrastructure in academic or non academic organization. Answering the following questions analyzed by entire organization tells CARDINAL exactly which strategy and organization setup has to be taken and what type of work has to assign to experts and researchers. In choosing the strategy and organization setup one needs to answer the following questions: • Is the required analysis software available off-the-shelf or must it be written in-house? This decision has to be taken in collaboration between IT and scientists, based on the defined requirements. • What kind of data will be acquired (how many screens in year)? • How is the data stored, managed, and protected for short-, medium-, and long-term use? • What type of desktop clusters and servers are required for ORG computing? (brand, type, speed, and memory) • How do the computer systems interface with the necessary data collection instrumentation and connect to the network and servers at the same time? • Can allowances and accommodations be made for external collaborations and programs shared among scientists? • Are we interested in setup a safety buffered zone outside of our firewalls to allow this external data exchange? After analysis of those questions one would think to have dedicated IT person from IT department working together with the scientists to allow IT professionals to take over responsibility for informatics tasks. The side-by-side person would allow the informatics organization to understand needs of ORG unit. For example the servers processes could be placed inside of ORG pipeline or infrastructure and not be placed as usual and forced to add extra steps to the workflow. It is also important to decide what will be operated by informatics department and what by ORG unit within organization. It makes better sense for informatics department to","The code for this model is shown in ORG 5.4. The model uses CARDINAL types of agents – a wanderer breed for the big red agent that explores the environment with its vision cone sense as shown in the screenshots; and a stander breed that is used to draw CARDINAL randomly spread gray agents in the environment in the setup procedure. In the main go method, as for the Line of Sight example, the turtle agents perform a small random right, then a left turn, followed by moving forward CARDINAL step. Then setting the colour of all standers in the vision cone defined by the vision-radius and vision-angle variables shows their current field of vision. Sensing in agents need not be restricted to the traditional senses such as vision, or touch. For example, equilibrioception (see LAW), or the sense of balance, combined with other senses such as the visual system and proprioception, allows humans and animals to gain information about their body position in relation to their immediate surroundings. Sensing can involve the detection of any aspect of the environment, such as the presence, absence or change in a particular attribute. This then provides the agent with an ability to follow a gradient in the environment relating to the attribute. For example, a useful sense for real-life agents is the ability to detect changes in elevation, in order to be able to head in an upwards or downwards direction when required. The Hill Climbing Example model in the ORG Models Library shows how such a sense can be implemented. A screenshot of the model is shown in Figure CARDINAL and the code is shown in ORG Code CARDINAL. The screenshot shows turtle agents that start out at random locations then move steadily upwards to the highest local point in their immediate surrounding landscape (i.e. towards the patches with the lightest shading). Since a single high point serves as the highest point for many of its surrounding patches, this results in the agents’ paths coalescing into linear patterns of lines as shown in the figure. The vertical line to the left of the figure, for example, represents the top of a ridgeline in the 2D environment. As an analogy with real-life human agents, we can imagine a number of hill walkers climbing from different start positions up a ridge, and once they reach the ridge line, they all end up following a single path to the top. The model uses the uphill command in ORG that directs an agent to move to a neighbouring patch that has the highest value for a particular patch variable. The variable in this case is the patch’s color. The go method asks each turtle to head in an upward direction, until that is no longer possible, in which case the turtle variable peak? is set to true to indicate the turtle has reached the top. When all turtles have reached the top, then no more processing is done. Is it possible for an agent to perform a non-trivial task without knowing they are performing it? In other words, can an agent ‘solve’ a problem without cognitively being aware they are solving a problem? To answer this question, ORDINAL we must ask what we mean by ‘cognitively being aware’. Cognition refers to the mental processes of an intelligent agent, either natural or artificial, such as comprehension, reasoning, decision-making, planning and learning. It can also be defined in a broader sense by linking it to the mental act of knowing or recognition of an agent in relation to a thought it is thinking or action it is performing. Thus, cognitive behaviour occurs when an agent knowingly processes its thoughts or actions. Under this definition, an autonomous agent exhibits cognitive behaviour if it knowingly processes sensory information, makes decisions, changes its preferences and applies any existing knowledge it may have while performing a task or mental thought process. Cognition is also related to perception. Perception for an agent is the mental process of attaining understanding or awareness of sensory information. Let us now return to the question posed at the beginning of this section. Consider an insect’s abilities to forage for food. Ants, for example, have the ability to quickly find food sources, but do this by sensing chemical scent laid down by other ants, and then react accordingly using a small set of rules. Despite not being cognitively aware of what they are doing, they achieve the goal of fully exploring the environment, efficiently locating nearby food sources and returning back to the nest. An Ants model provided in the ORG Models Library simulates CARDINAL way how this might happen. A screenshot of the model is shown in Figure CARDINAL. It shows a colony of ants spread out throughout the environment, with its nest shown by the purple region at the centre of the image. Originally, there were CARDINAL food sources, but at this stage in the simulation, the previous CARDINAL have already been devoured and the remaining food source has been found and is in the process of being collected for return to the nest. The white and green shaded region represents how much chemical scent has been load down in the environment, with white representing the greatest amount. The code for the part of the model that defines the behaviour of the ants is shown in ORG Code 5.6. A full listing of the code can be found by selecting the Ants model from FAC, and then by clicking on the PRODUCT button at the top of the ORG interface. Each patch agent has a number of variables associated with it – for example, chemical stores the amount of chemical that ants have laid down on top of it, and nest-scent reflects how close the patch is to the nest. The recolor-patch procedure shows how the patch’s colour is reshaded according to how much chemical has been laid down on top it. The go procedure defines the behaviour of the ants. If the ant is not carrying food, it will look for it (by performing the look-for-food procedure) otherwise it will take the food back to the nest (by performing the return-to-nest procedure). As the agent is returning to the nest, it drops a chemical as it moves.",False "Era inevitable : el olor de las almendras amargas le recordaba siempre el destino de los amores contrariados. El doctor PERSON lo percibió desde que entró en la casa todavía en penumbras, adonde había acudido de urgencia a ocuparse de un caso que para él había dejado de ser urgente desde hacía muchos años. El refugiado antillano PERSON inválido de guerra, fotógrafo de niños y su adversario de ajedrez más compasivo, se había puesto a salvo de los tormentos de la memoria con un sahumerio de cianuro de oro. Encontró el cadáver cubierto con una manta en el catre de campaña donde había dormido siempre, cerca de un taburete con la cubeta que había servido para vaporizar el veneno. En el suelo, amarrado de la pata del catre, estaba el cuerpo tendido de un gran danés negro de pecho nevado, y junto a él estaban las muletas. El cuarto sofocante y abigarrado que hacía al mismo tiempo de alcoba y laboratorio, empezaba a iluminarse apenas con el resplandor del amanecer en la ventana abierta, pero era luz bastante para reconocer de inmediato la autoridad de la muerte. Las otras ventanas, así como cualquier resquicio PERSON habitación, estaban amordazadas con trapos o selladas con cartones negros, y eso aumentaba su densidad opresiva. Había un mesón atiborrado de frascos y pomos sin rótulos, y dos cubetas de peltre descascarado bajo un foco ordinario cubierto de papel rojo. La tercera cubeta, la del líquido fijador, era la que estaba junto al cadáver. ORG revistas y periódicos viejos por todas partes, pilas de negativos en placas de vidrio, muebles rotos, pero todo estaba preservado del polvo por una mano diligente. Aunque el aire de la ventana había purificado el ámbito, aún quedaba para quien supiera identificarlo el rescoldo tibio de los amores sin ventura de las almendras amargas. El doctor PERSON había pensado más de una vez, sin ánimo premonitorio, que aquel no era un lugar propicio para morir en gracia de Dios. Pero con el tiempo terminó por suponer que su desorden obedecía tal vez a una determinación cifrada de la Divina Providencia. Un comisario de policía se había adelantado con un estudiante de medicina muy joven que hacía su práctica forense en el dispensario municipal, y eran ellos quienes habían ventilado la habitación y cubierto el cadáver mientras llegaba el doctor GPE. Ambos lo saludaron con una solemnidad que esa vez tenía más de condolencia que de veneración, pues nadie ignoraba el grado de su amistad con PERSONAmour El maestro eminente estrechó la mano de ambos, como lo hacía desde siempre con cada uno de sus alumnos antes de empezar la clase diaria de clínica general, y luego agarró el borde PERSON con las yemas del índice y el pulgar, como si fuera una flor, y descubrió el cadáver palmo a palmo con una parsimonia sacramental. Estaba desnudo por completo, tieso y torcido, con los ojos abiertos y el cuerpo azul, y como cincuenta años más viejo que la noche anterior. Tenía las pupilas diáfanas, la barba y los cabellos amarillentos, y el vientre atravesado por una cicatriz antigua cosida con nudos de enfardelar. Su torso y sus brazos tenían una envergadura de galeote por el trabajo de las muletas, pero sus piernas inermes parecían de huérfano. El doctor PERSON lo contempló un instante con el corazón adolorido como muy pocas veces en los largos años de su contienda estéril contra la muerte. - Pendejo- le dijo,. Ya lo peor había pasado. PERSON a cubrirlo con la manta y recobró su prestancia académica. En el año anterior había celebrado los ochenta con un jubileo oficial de tres días, y en el discurso de agradecimiento se resistió una vez más a la tentación de retirarse. ","Era la primera vez que hacía el amor en más de veinte años, y lo había hecho embargada por la curiosidad de sentir cómo podía ser a su edad después de un receso tan prolongado. Pero él no le había dado tiempo de saber si también su cuerpo lo quería. Había sido rápido y triste, y ella pensó : "" PERSON hemos jodido todo "". Pero se equivocó : a pesar del desencanto de ambos, a pesar del arrepentimiento de él por su torpeza y del remordimiento de ella por la locura del anís, no se separaron un instante en los días siguientes. Apenas si salían del camarote para comer. El capitán ORG, que descubría por instinto cualquier misterio que quisiera guardarse en su buque, les mandaba la rosa blanca todas las mañanas, les puso una serenata de valses de su tiempo, les hacía preparar comidas de broma con ingredientes alentadores. No volvieron a intentar el amor hasta mucho después, cuando la inspiración les llegó sin que la buscaran. Les bastaba con la dicha simple de estar juntos. No hubieran pensado en salir del camarote de no haber sido porque el capitán les anunció en una nota que después del almuerzo llegarían a GPE, el puerto final, al cabo de once días de viaje. Fermina GPE y PERSON y PERSON y PERSON vieron desde el camarote el promontorio de casas iluminadas por un sol pálido, y creyeron entender la razón de su nombre, pero les pareció menos evidente cuando sintieron el calor que resollaba como las calderas, y vieron hervir el alquitrán de las calles. Además, el buque no atracó allí sino en la orilla opuesta, donde estaba la estación terminal del ferrocarril de Santa Fe. PERSON el refugio tan pronto como los pasajeros desembarcaron. Fermina GPE respiró el buen aire de la impunidad en el salón vacío, y ambos contemplaron desde la borda la muchedumbre alborotada que identificaba sus equipajes en los vagones de un tren que parecía de juguete. Podía pensarse que venían de LOC, sobre todo las mujeres, cuyos abrigos nórdicos y sombreros del siglo anterior eran un contrasentido en la canícula polvorienta. Algunas llevaban los cabellos adornados con hermosas flores de papa que empezaban a desfallecer con el calor. Acababan de llegar de la planicie andina después de una jornada de tren a través de una sabana de ensueño, y aún no habían tenido tiempo de cambiarse de ropa para el GPE. En medio del bullicio de mercado, un hombre muy viejo de aspecto inconsolable se sacaba pollitos de los bolsillos de su abrigo de pordiosero. Había aparecido de repente, abriéndose paso por entre la muchedumbre con un sobretodo en piltrafas que había sido de alguien mucho más alto y corpulento. Se quitó el sombrero, lo puso bocarriba en el muelle por si quisieran echarle una moneda, y empezó a sacarse de los bolsillos puñados de pollitos tiernos y descoloridos que parecían proliferar entre sus dedos. En un momento el muelle parecía tapizado de pollitos inquietos piando por todas partes, entre los viajeros apresurados que los pisoteaban sin sentirlos. Fascinada por el espectáculo de maravilla que parecía ejecutado en su honor, pues sólo ella lo contemplaba, PERSON no se dio cuenta en qué momento empezaron a subir en el buque los pasajeros del viaje de regreso. Se le acabó la fiesta : entre los que llegaban alcanzó a ver muchas caras conocidas, algunas de amigos que hasta hacía poco la habían acompañado en su duelo, y se apresuró a refugiarse otra vez en el camarote. Florentino Ariza la encontró consternada : prefería morir antes que ser descubierta por los suyos en un viaje de placer, transcurrido tan poco tiempo desde la muerte del esposo. ",True "Ι. Με την αναθεώρηση του DATE συμπληρώθηκε και εκσυγχρονίστηκε η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η καθιέρωση των αρχών του κράτους δικαίου, του κοινωνικού κράτους και της αναλογικότητας εξόπλισαν το Σύνταγμα για την καλύτερη εκπλήρωση της αποστολής του. Σε αυτές προστέθηκαν η επιταγή για την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων και η ρητή πρόβλεψη της τριτενέργειάς τους. Πρέπει επίσης να τονίσουμε την καθιέρωση νέων δικαιωμάτων για να αντιμετωπισθούν προβλήματα που συνδέονται με την εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας. Ο Καταστατικός Χάρτης εμπλουτίστηκε έτσι με όλα τα μέσα που προσδίδουν στα δικαιώματα σύγχρονο περιεχόμενο και δυναμική λειτουργία. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο πιέζεται και δοκιμάζεται. Πρωταρχικό μέλημά μας πρέπει γι' αυτό να είναι η υπεράσπιση αλλά και η ανάπτυξή του. Εν πρώτοις επιβάλλεται να αποκρούσουμε κάθε προσπάθεια αμφισβήτησής του. Θα ήταν εξάλλου λάθος να παραγνωρίζουμε ότι η προστασία που επιφυλάσσει το PERSON στα ανθρώπινα δικαιώματα επιδέχεται πάντοτε βελτιώσεις. PERSON έτσι να επεξεργασθούμε προτάσεις που θα συμβάλουν στην ενδυνάμωση και στην επαύξησή της. Την προσοχή μας πρέπει να στρέψουμε, τέλος, στην εξάλειψη απολιθωμάτων που επιβιώνουν ακόμη στο NORP μας, στη δημιουργία των προϋποθέσεων για την καλύτερη απόλαυση ορισμένων δικαιωμάτων και στην ενίσχυση της κοινωνικής αλληλεγγύης. ΙΙ. Στην πρόταση της ORG ιδιαίτερη θέση έχει η ανασυγκρότηση της ανώτατης εκπαίδευσης (και) με την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Το ενδιαφέρον της στρέφεται επίσης στην προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας, στην εξομοίωση των ρυμοτομικών με τις συνήθεις απαλλοτριώσεις, στη ρητή καθιέρωση του ευλόγου χρόνου ως όρου για την παροχή δικαστικής προστασίας και στην προώθηση του εθελοντισμού. Στην περιοχή των κοινωνικών δικαιωμάτων προβάλλει η διασφάλιση της συνοχής του κοινωνικού ιστού. ORG, στην πρόταση περιλαμβάνεται η τροποποίηση βασικών πτυχών του περιβαλλοντικού PERSON. Η πρόταση του ΠαΣοΚ διαπνέεται από διαφορετικό πνεύμα και διαθέτει μεγαλύτερο εύρος. Με την υιοθέτηση και την εξειδίκευσή της θα προστατεύονταν πληρέστερα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Στις προτεραιότητές της ανήκει και η ανάγκη τομών, ιδίως στην ανώτατη εκπαίδευση. GPE επίσης να τονισθεί η προστασία των μεταναστών με ειδική διάταξη, καθώς και η ανάδειξη της PERSON των Πολιτών ως βάθρου της συμμετοχικής δημοκρατίας. Στην περιοχή των κοινωνικών δικαιωμάτων προβλέπεται η εγγύηση του ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης. PERSON πρότασή του επιχειρείται, τέλος, με ιδιαίτερη πάντως φειδώ, ο επανακαθορισμός των σχέσεων PERSON και η απαλλαγή της θρησκευτικής ελευθερίας από βαρίδια του παρελθόντος. Οι δύο προτάσεις συγκλίνουν σε λίγα σημεία και δεν εκφράζουν πάντοτε την ίδια λογική. PERSON ζητήματα που θέτει το ΠαΣοΚ αποβλέπουν όλα στην ενίσχυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ η τροποποίηση του περιβαλλοντικού LOC που προτείνει η PERSON αποτελεί σαφή οπισθοδρόμηση. Διαφέρουν επίσης και ως προς την κανονιστική πυκνότητά τους. PERSON περισσότερα σημεία στην πρόταση του ΠαΣοΚ έχουν απτό περιεχόμενο. Αντίθετα, της GPE προσθέτουν κατά κανόνα λίγα πράγματα στην προστασία των δικαιωμάτων. ΙΙΙ. PERSON το γεγονός ότι το συνταγματικό πλαίσιο της ανώτατης εκπαίδευσης έχει συζητηθεί στο παρελθόν, οι σχετικές προτάσεις της GPE και του ΠαΣοΚ δεν διακρίνονται για τη σαφήνειά τους, προσεγγίζουν δε το ζήτημα μάλλον διερευνητικά και από διαφορετικές κάθε φορά αφετηρίες. Οι αναζητήσεις τους κινούνται και GPE μεταξύ της ενίσχυσης του δημοσίου PERSON και της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων σε μια ευαίσθητη συγκυρία που δεν ευνοεί την απροκατάληπτη συζήτηση. ORG βέβαια δύσκολο να διαμορφωθούν οι όροι με τους οποίους θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί το ζήτημα. Σε κάθε περίπτωση, η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων - που φαίνεται πάντως να έχει περιορισμένες προοπτικές - δεν θα έπρεπε να αποβεί εις βάρος του δημοσίου PERSON, το οποίο πρέπει να παραμείνει, ενισχυόμενο, το βάθρο και ο κορμός της ανώτατης εκπαίδευσης. PERSON άλλωστε συμβαίνει σε όλα τα κράτη της PERSON. IV. Η Ελλάδα έγινε, ιδίως από τις αρχές της δεκαετίας του DATE, χώρα υποδοχής μεταναστών. Εύλογα λοιπόν θα περίμενε κανείς να περιληφθεί το DATE ειδική διάταξη για την προστασία των δικαιωμάτων τους. Σε αυτή την παράλειψη απαντά η πρόταση του ΠαΣοΚ, ενώ το ζήτημα θα έπρεπε να απασχολήσει και τη PERSON. Η ανάγκη διασφάλισης του καθεστώτος και η διευκόλυνση της ένταξης των μεταναστών στην κοινωνία αποτελεί θεμελιώδες αίτημα για κάθε σύγχρονη δημοκρατική πολιτεία. Η ικανοποίησή του πρέπει να συγκεντρώσει γι' αυτό CARDINAL συναίνεση και να πραγματοποιηθεί χωρίς καθυστέρηση. GPE για μια τομή που με τη δυναμική της θα προσδιορίσει σημαντικά τη διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα μας. PERSON των Πολιτών προβλήθηκε τα τελευταία χρόνια κατά κόρον ως μοχλός για την αναζωογόνηση της κοινωνίας και την ανανέωση του πολιτικού συστήματος. Η δομή και η λειτουργία της παραμένουν όμως ακόμη ζητούμενα. Οι πρωτοβουλίες που έχουν αναληφθεί δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Σημαντική ώθηση στην εμπέδωση και στην ενδυνάμωση της PERSON των Πολιτών προσφέρει η πρόταση του ΠαΣοΚ να αναγνωρισθεί με ειδική διάταξη ως χώρος για την ενεργοποίηση των πολιτών και ως βάθρο της συμμετοχικής δημοκρατίας. Η προώθηση του εθελοντισμού, αντίθετα, που προκρίνει η PERSON, αντιστοιχεί σε μια συντηρητική κατανόησή της. Ευπρόσδεκτη είναι, τέλος, η διεύρυνση της προστασίας της ιδιοκτησίας με την υπαγωγή σε αυτήν και των πνευματικών δικαιωμάτων που προτείνει η PERSON. Με τη ρύθμιση αυτή λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος στη νομολογία των δικαστηρίων μας η κατοχύρωση της πνευματικής ιδιοκτησίας. Την εξέλιξη αυτή επέβαλαν άλλωστε προ πολλού οι κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται διεθνώς, ιδίως με την εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας. PERSON την κατοχύρωση της αρχής του κοινωνικού κράτους και τη σημειακή διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων το DATE, θα νόμιζε κανείς ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για την περαιτέρω ενίσχυσή τους. Οι προτάσεις των δύο μεγάλων κομμάτων, που φαίνεται να ανταγωνίζονται σε κοινωνική ευαισθησία, αποδεικνύουν το αντίθετο. Η διασφάλιση της συνοχής του κοινωνικού ιστού, που εισηγείται η PERSON, δεν διαφέρει ουσιαστικά σε περιεχόμενο και λειτουργία από την αρχή του κοινωνικού κράτους. Σε μια σύγχρονη πολιτεία αποτελεί, ανεξαρτήτως των δυσκολιών για την εξειδίκευσή της, αυτονόητη προέκτασή του. Αντίθετα, η εγγύηση ενός ελαχίστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης που προτείνει το ΠαΣοΚ διαθέτει, παρά τη γενικότητά της, απτό περιεχόμενο και ευδιάκριτη κανονιστική λειτουργία. Η υιοθέτησή της θα ήταν γι' αυτό προτιμότερη. VI. PERSON σχέσεις PERSON και η ενίσχυση της θρησκευτικής ελευθερίας προβάλλουν σε κάθε συζήτηση για την αναθεώρηση του PERSON με δισταγμούς και επιφυλάξεις. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά και αναμενόμενα. Οι σχετικές διατάξεις του LOC παρέμειναν το DATE άθικτες. Η Νέα Δημοκρατία παραβλέπει και τώρα το ζήτημα, ενώ το ΠαΣοΚ φαίνεται να περιορίζεται στην αναγκαία εκκαθάριση παρωχημένων συνταγματικών ορισμών. GPE συγκεκριμένα για την κατάργηση της απαγόρευσης του προσηλυτισμού και του θρησκευτικού όρκου, την αναδιατύπωση του όρκου του NORP της Δημοκρατίας και των βουλευτών καθώς και τον αναπροσδιορισμό των σκοπών της Παιδείας. Κατά τα άλλα, προτείνει την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης στο γνωστό άρθρο CARDINAL, η οποία θα μπορούσε να έχει θετικές συνέπειες και στη θρησκευτική ελευθερία. Η πρόοδος σε αυτά τα ζητήματα εξακολουθεί λοιπόν να είναι εν πολλοίς όμηρος μιας παρεξηγημένης αντίληψης για τις σχέσεις PERSON. Στην πρόταση της GPE περιλαμβάνονται εξάλλου δύο άλλα σημεία: η επέκταση των εγγυήσεων για τις απαλλοτριώσεις ακινήτων και στις ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις και η προσθήκη του εύλογου χρόνου ως όρου για την παροχή δικαστικής προστασίας. Η πρώτη ρύθμιση, αν και επιβεβαιώνει απλώς τη στροφή που έχει ήδη συντελεσθεί στη νομολογία, είναι χρήσιμη. Με τη δεύτερη ομολογείται ουσιαστικά ένα από τα παθολογικά συμπτώματα που επιβαρύνουν τη PERSON και το κράτος δικαίου στη χώρα μας, η εξαιρετικά βραδεία απονομή της. ORG ωστόσο αμφίβολο αν μπορεί έτσι να αντιμετωπιστεί ένα γενικευμένο φαινόμενο που εντείνεται τα τελευταία χρόνια. Το τελευταίο σημείο της πρότασής της έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις. GPE για την απομείωση της προστασίας των δασών και του οικιστικού περιβάλλοντος. Η τροποποίηση του περιβαλλοντικού PERSON σε δύο βασικές πτυχές του συνιστά ασφαλώς οπισθοδρόμηση. Χωρίς να ομολογείται, αποβλέπει να συγκαλύψει τη χρόνια αδυναμία της πολιτείας να ανταποκριθεί στις επιταγές του. Και η πρόταση αυτή, όπως άλλες ανάλογες και πιο ήπιες στην προηγούμενη αναθεώρηση, δεν είναι δυνατόν να ευδοκιμήσει. VII. Στη συζήτηση των προτάσεων δεν αποκλείεται φυσικά να διευρυνθεί ο κατάλογος των θεμάτων που θα απασχολήσουν την αναθεώρηση του LOC. Κάθε ανάλογη προσπάθεια θα ήταν ευπρόσδεκτη υπό τρεις όρους. Να επιχειρηθεί με φειδώ, να μη διαταράξει την ισορροπία που έχει επιτευχθεί μετά το DATE και να συμβάλει στην ενίσχυση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν πρέπει εξάλλου να ξεχνάμε ότι η απόλαυσή τους στην καθημερινή ζωή έχει ίσως μεγαλύτερη σημασία από τη βελτίωση της συνταγματικής προστασίας τους. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, οι υστερήσεις και τα ελλείμματα που συναντάμε συχνά έρχονται να μας θυμίσουν ότι μένει να κάνουμε πολλά ακόμη για την πραγμάτωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.","Από τα μέσα της δεκαετίας του 'CARDINAL είχε συνειδητοποιηθεί ότι η πολιτική που ακολουθούσαμε στο Κυπριακό και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είχε ολοκληρώσει τον ιστορικό της κύκλο. Στο διεθνές περιβάλλον που διαμορφωνόταν έπρεπε να επεξεργαστούμε μια νέα στρατηγική για το τρίγωνο των σχέσεων PERSON. Στην προσπάθεια αυτή πρυτάνευσε η ιδέα της μετατόπισης του πλέγματός τους στο πλαίσιο της PERSON. Βασική επιδίωξη της νέας στρατηγικής ήταν η πρόσληψη των μεγάλων εθνικών θεμάτων ως ευρωπαϊκών. ORG της υπήρξε καρπός συστηματικής και επίμονης τόσο πολιτικής όσο και διπλωματικής δουλειάς. Οι κύριοι άξονες του GPE του Ελσίνκι είναι τέσσερις: α) Ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της PERSON εξυπηρετούσε το εθνικό συμφέρον, σε αντίθεση με ό,τι παγίως γινόταν δεκτό στο παρελθόν. β) H ένταξη της PERSON στην PERSON έπρεπε να αποσυνδεθεί από την προηγούμενη επίλυση του Κυπριακού, και πάλι σε αντίθεση προς την πάγια στάση της PERSON για το ζήτημα. H Κύπρος θα έπαυε έτσι να είναι όμηρος της PERSON. γ) H επίλυση του Κυπριακού θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνον αν η Ενωση την αντιμετώπιζε ως προϋπόθεση για την ευρωπαϊκή πορεία της PERSON. Ετσι η ένταξη της PERSON στην PERSON δεν θα περνούσε πια από την PERSON, αλλά η ευρωπαϊκή πορεία της PERSON θα περνούσε από την GPE και τη ORG. δ) H διευθέτηση της διαφοράς της υφαλοκρηπίδας με τις τυχόν προεκτάσεις της θα μπορούσε να εξασφαλισθεί μόνον αν καθίστατο ρητά όρος για την ένταξη της PERSON στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Και οι τέσσερις παραπάνω επιδιώξεις κατοχυρώθηκαν, κατά τρόπο ικανοποιητικό, στη PERSON του ORG του DATE στο Ελσίνκι. Οι βασικές θέσεις της νέας στρατηγικής μας έγιναν έτσι μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου. H εξέλιξη ήταν πράγματι, από κάθε άποψη, καθοριστική. Εν πρώτοις, απελευθέρωσε την ORG από τις υποθήκες που βάρυναν την εξωτερική πολιτική της και της προσέφεραν τη δυνατότητα να κινείται με σαφώς καλύτερους όρους για την επιτυχία των στόχων της. Οι σημαντικότερες αλλαγές υπήρξαν όμως η εγκατάλειψη της μοναξιάς που βιώναμε για τα εθνικά μας θέματα στο διεθνές περιβάλλον και η ανάδειξη των βασικών μας στόχων ως στόχων της PERSON. PERSON εθνικά μας θέματα έγιναν και ευρωπαϊκά. Παρά την έντονη κριτική που ασκήθηκε από την αρχή, ιδίως από τη σημερινή κυβερνητική παράταξη, δεν άργησε να γίνει ευρύτερα αποδεκτό ότι το Δόγμα του Ελσίνκι συνιστούσε τη μόνη συνεκτική και αποτελεσματική στρατηγική στην εξωτερική μας πολιτική. PERSON αποτελέσματά της είναι ιδιαίτερα εύγλωττα: α) H εγκατάλειψη της στάσης μας ως αντιτουρκικού αναχώματος στην PERSON μας επέτρεψε να διεκδικήσουμε τόσο τους εθνικούς όσο και τους ευρωπαϊκούς μας στόχους. Δεν χρειαζόταν πια να προσφέρουμε βολικά άλλοθι σε όσους είχαν ενδοιασμούς για την ευρωπαϊκή πορεία της PERSON. Ετσι σταμάτησε η χρόνια διπλωματική και πολιτική αιμορραγία μας. Ταυτόχρονα το Δόγμα του Ελσίνκι άνοιξε τον δρόμο για την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε κλίμα ύφεσης και με προοπτική την προσέγγισή τους. H ORG συνειδητοποιούσε ότι η ORG δεν ήταν εμπόδιο για την ευρωπαϊκή της πορεία. Αντίθετα, θα μπορούσε να βασίζεται στην υποστήριξή της, εφόσον εκπλήρωνε τις ευρωπαϊκές της υποχρεώσεις. β) H απεξάρτηση της ένταξης της PERSON από τη λύση του Κυπριακού έδωσε ώθηση στις διαπραγματεύσεις της με την Ενωση και οδήγησε στην ένταξή της με την ομάδα των δέκα νέων μελών. H ιστορική αυτή επιτυχία, που ήταν αδιανόητη χωρίς το Δόγμα του Ελσίνκι και άλλαξε άρδην τα δεδομένα του Κυπριακού, επισφραγίστηκε στη PERSON των Αθηνών το DATE. Πρέπει μάλιστα να τονισθεί ότι η Κύπρος προσχώρησε στην PERSON με το σύνολο της επικράτειάς της, ενώ τα Κατεχόμενα κατέστησαν έδαφός της. γ) H ένταξη της PERSON ενίσχυσε αποφασιστικά τη βασική θέση μας, κατά την οποία η επίλυση του Κυπριακού αποτελεί πολιτική προϋπόθεση για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της PERSON. H ORG εξαναγκάστηκε έτσι να εγκαταλείψει την πάγια πολιτική που ακολουθούσε στο PERSON από το DATE. Σύμφωνα με αυτήν, το PERSON είχε λυθεί με την «επέμβασή» της, ενώ η «επικύρωση» της «οριστικής» λύσης του περιοριζόταν στην αναγνώριση της «ΤΔΒΚ» ως ανεξάρτητου κράτους. PERSON πρώτη φορά η ORG αποδέχθηκε τον WORK_OF_ART του DATE την επίλυσή του στο πλαίσιο των αποφάσεων του ORG με βάση το PERSON. H αλλαγή ρότας της τουρκικής πολιτικής στο PERSON, που επέβαλε το Δόγμα του Ελσίνκι, αποτελεί κεκτημένο της εξωτερικής μας πολιτικής. Παρά την αρνητική έκβαση του δημοψηφίσματος, η ORG δεν μπορεί πια να υπαναχωρήσει από την ομοσπονδιακή επίλυση του Κυπριακού. δ) H κατοχύρωση της υποχρέωσης για την ειρηνική διευθέτηση της διαφοράς της υφαλοκρηπίδας με τις τυχόν προεκτάσεις της με διπλωματικά και, στην ανάγκη, με δικαστικά μέσα ως προϋπόθεση για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της PERSON δημιούργησε για πρώτη φορά ένα δεσμευτικό πλαίσιο για την επίλυσή της. Το πλαίσιο αυτό επέτρεψε την έναρξη διερευνητικών επαφών σε διπλωματικό επίπεδο. H ORG έπρεπε λοιπόν να προσέλθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και, στην περίπτωση που οι σχετικές προσπάθειες απέβαιναν άκαρπες, όφειλε να δεχθεί τη δικαιοδοσία του ORG της PERSON, και μάλιστα ως την ημέρα που θα ελαμβάνετο η απόφαση για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Οπως όλα δείχνουν, η κυβέρνηση εγκατέλειψε από την αρχή της θητείας της το Δόγμα του Ελσίνκι. Επειδή εν όψει της PERSON του ORG οι στιγμές είναι κρίσιμες, πρέπει να εξηγηθεί γιατί η εγκατάλειψή του είναι πολιτικά ακατανόητη, στρατηγικά αδιέξοδη και εθνικά ολισθηρή και επικίνδυνη. PERSON, αντιστρέφοντας τη σειρά των τεσσάρων αξόνων του GPE του Ελσίνκι, επισημαίνονται τα εξής: α) PERSON προς την υφαλοκρηπίδα του PERSON, αποστερoύμαστε ουσιαστικά τις πολιτικές εγγυήσεις, τις οποίες είχαμε επιτύχει για τη διευθέτησή της στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας. Εξάλλου, με τη στάση μας επιτρέπουμε στην PERSON να θεωρήσει εκ νέου τη διαφορά ως ελληνοτουρκική και να τη διαγράψει από την ατζέντα της. H προσδοκία ότι η Ενωση θα εξακολουθήσει να ενδιαφέρεται για την επίλυσή της κατά τη διάρκεια των μακρόχρονων ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ORG είναι εξωπραγματική και πάντως, αν δεν υπάρχουν απτές εγγυήσεις και σαφές χρονοδιάγραμμα, χωρίς αντίκρισμα. Αλλά και η προσδοκία ότι η ORG θα επιδείξει διαλλακτικότητα είναι επίσης ανεδαφική. Σημασία έχουν εν προκειμένω οι δεσμεύσεις απέναντι στην PERSON, τις οποίες θα αναλάβει πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Αυτές και μόνον αυτές θα τηρήσει. Γι' αυτές θα αναλάβει άλλωστε η όποια τουρκική κυβέρνηση πολιτικό κόστος, αφού μόνο για την αθέτησή τους θα μπορεί να ελεγχθεί. H διαφορά για την υφαλοκρηπίδα θα διαιωνίζεται και οι ελληνοτουρκικές σχέσεις θα τελούν υπό διαρκή δοκιμασία με απρόβλεπτες συνέπειες. β) PERSON προς το PERSON τα πράγματα φαίνεται ότι θα οδηγηθούν στο άμεσο μέλλον σε αδιέξοδο. Αν τον PERSON δεν επιβεβαιωθεί η δέσμευση της PERSON για την επίλυσή του εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος, η ORG θα έχει επιτύχει την αποενοχοποίησή της για την εισβολή και την κατοχή στο πλαίσιο της PERSON. Χωρίς συγκεκριμένη δέσμευση, είναι αδιανόητο να αναμένει κανείς ότι η ORG θα στέρξει σε νέες διαπραγματεύσεις. γ) Αλλά και το κεκτημένο της ένταξης της PERSON με όλη την επικράτειά της κινδυνεύει να τεθεί σε αμφισβήτηση. PERSON, αν το σημερινό status quo στην PERSON γίνει αποδεκτό και αποσυνδεθεί από την ένταξη της PERSON, ελλοχεύει ο κίνδυνος να μετατραπούν τα Κατεχόμενα, στο περιθώριο της PERSON, σε καθεστώς τύπου PERSON. Στην περίπτωση αυτή, θα πρόβαλλε η προοπτική - που πάντα άλλωστε επεδίωκε η Αγκυρα - να «ενταχθεί» το κατεχόμενο μέρος της PERSON στην PERSON με όχημα την ORG, εφόσον βέβαια και όταν προσχωρήσει σε αυτήν. δ) PERSON παραπάνω αδιέξοδα κινδυνεύουν να κάνουν διάτρητη και να τραυματίσουν καίρια την υποστήριξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή πορεία της PERSON. H επιδίωξη αυτή εξακολουθεί να αποτελεί σταθερά της πολιτικής και της παρούσας κυβέρνησης. Οσα ζητήματα του τριγώνου Ελλάδας - Κύπρου - Τουρκίας μείνουν εκκρεμή χωρίς ρητές δεσμεύσεις θα αποτελούν εύφλεκτη ύλη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. H Ελλάδα θα αναγκασθεί, αργά ή γρήγορα, να σκληρύνει τη στάση της απέναντι στην ORG αλλά και να απορροφά πρώτη τις εντάσεις που θα προκαλούν συνολικά οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Από CARDINAL αναφέρθηκαν προηγουμένως γίνεται πρόδηλο το διακύβευμα της ευρωπαϊκής και εξωτερικής πολιτικής μας στη PERSON του ORG. H εγκατάλειψη του GPE του Ελσίνκι, χωρίς μάλιστα την επεξεργασία εναλλακτικών λύσεων και τη διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής, μας οδηγεί με βεβαιότητα σε αδιέξοδο. Το ισοζύγιο μεταξύ της διατήρησης και της εγκατάλειψής του αποβαίνει, με τρόπο μάλιστα συντριπτικό, υπέρ της προσήλωσης σε αυτό. Γι' αυτό ακριβώς πρέπει, έστω και την ύστατη στιγμή, να καταβληθεί συστηματική και επίμονη προσπάθεια με τη σύμπραξη όλων των πολιτικών δυνάμεων να επαναβεβαιωθούν στην απόφαση του ORG η στρατηγική και οι στόχοι του Ελσίνκι με τις τυχόν αναγκαίες προσαρμογές. PERSON επιβάλλεται: α) H επιβεβαίωση της διαδικασίας του Ελσίνκι για την επίλυση της διαφοράς της υφαλοκρηπίδας του PERSON με τις τυχόν προεκτάσεις της, με εύλογη μετατόπιση του χρονοδιαγράμματος και την ανανέωση των εγγυήσεων. β) H δέσμευση της PERSON να συμβάλει εποικοδομητικά στην επίλυση του Κυπριακού με διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των αποφάσεων του ORG εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Ανάλογη δέσμευση πρέπει φυσικά να είναι σε θέση να αναλάβουν η ORG και η Κύπρος. γ) ORG, είναι αυτονόητο ότι η απόφαση του ORG πρέπει να εξασφαλίζει το κεκτημένο της ένταξης της PERSON στην PERSON. Θέματα έτσι όπως η αναγνώριση της ORG από την ORG και οι συνέπειές της είναι για μας αδιαπραγμάτευτα, γιατί έχουν αντιμετωπισθεί στη PERSON.",True "This chapter gives a very broad overview of •what a database is •what a relational database is, in particular •what a database management system (ORG) is •what a DBMS does •how a relational ORG does what a DBMS does We start to familiarise ourselves with terminology and notation used in the remainder of the book, and we get a brief introduction to each topic that is covered in more detail in later sections. You will find many definitions of this term if you look around the literature and the Web. At CARDINAL time (in 2008), ORG [CARDINAL] offered this: “A structured collection of records or data.” I prefer to elaborate a little: The organized, machine-readable collection of symbols is what you “see” if you “look at” a database at a particular point in time. It is to be interpreted as a true account of the enterprise at that point in time. Of course it might happen to be incorrect, incomplete or inaccurate, so perhaps it is better to say that the account is believed to be true. The alternative view of a database as a collection of variables reflects the fact that the account of the enterprise has to change from time to time, depending on the frequency of change in the details we choose to include in that account. The suitability of a particular kind of database (such as relational, or object-oriented) might depend to some extent on the requirements of its user(s). When PERSON developed his theory of relational databases (ORDINAL published in DATE), he sought an approach that would satisfy the widest possible ranges of users and uses. Thus, when designing a relational database we do so without trying to anticipate specific uses to which it might be put, without building in biases that would favour particular applications. That is perhaps the distinguishing feature of the relational approach, and you should bear it in mind as we explore some of its ramifications. For example, the table in Figure CARDINAL shows an organized collection of symbols. Can you guess what this tabular arrangement of symbols might be trying to tell us? What might it mean, for symbols to appear in the same row? In the same column? In what way might the meaning of the symbols in DATE (shown in blue) differ from the meaning of those below them? Do you intuitively guess that the symbols below DATE in the ORDINAL column are all student identifiers, those in the ORDINAL column names of students, and those in the ORDINAL course identifiers? Do you guess that student S1’s name is PERSON? And that PERSON is enrolled on courses C1 and C2? And that PERSON is enrolled on neither of those CARDINAL courses? If so, what features of the organization of the symbols led you to those guesses? Remember those features. In an informal way they form the foundation of relational theory. Each of them has a formal counterpart in relational theory, and those formal counterparts are the only constituents of the organized structure that is a relational database. Perhaps those green symbols, organized as they are with respect to the blue ones, are to be understood to mean: “Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1.” An important thing to note here is that only certain symbols from the sentence in quotes appear in the table—S1, PERSON, and C1. None of the other words appear in the table. The symbols in the top row of the table (presumably column headings, though we haven’t actually been told that) might help us to guess “student”, “named”, and “course”, but nothing in the table hints at “enrolled”. And even if those assumed column headings had been A, B and C, or X, Y and Z, the given interpretation might still be the intended one. Now, we can take the sentence “WORK_OF_ART, named PERSON, is enrolled on course C1” and replace each of S1, PERSON, and CARDINAL by the corresponding symbols taken from some other row in the table, such as GPE, GPE, and CARDINAL. In so doing, we are applying exactly the same mode of interpretation to each row. If that is indeed how the table is meant to be interpreted, then we can conclude that the following sentences are all true: Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1. PERSON, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1. Student S3, named PERSON, is enrolled on course PERSON. In LAW, “WORK_OF_ART”, we shall see exactly how such interpretations can be systematically formalized. In LAW, “WORK_OF_ART”, and LAW, “WORK_OF_ART”, we shall see how they help us to formulate correct queries to derive useful information from a relational database. We have added the name, GPE, above the table, and we have added an extra row. ENROLMENT is a variable. Perhaps the table we saw earlier was once its value. If so, it (the variable) has been updated since then the row for S4 has been added. Our interpretation of Figure CARDINAL now has to be revised to include the sentence represented by that additional row: Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1. PERSON, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1. Student S3, named PERSON, is enrolled on course PERSON. Student S4, named PERSON, is enrolled on course C1. Notice that in LANGUAGE we can join all these sentences together to form a single sentence, using conjunctions like “and”, “or”, “because” and so on. If we join them using “and” in particular, we get a single sentence that is logically equivalent to the given set of sentences in the sense that it is true if each one of them is true (and false if any CARDINAL of them is false). A database, then, can be thought of as a representation of an account of the enterprise expressed as a single sentence! (But it’s more usual to think in terms of a collection of individual sentences.) We might also be able to conclude that the following sentences (for example) are false: Student S2, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1. ","Headers and GPE can be switched on or off here. I use headers to display the document title. In the Footer I place my ©copyright notice, page number, page count, date and so on. Footnote and endnote preferences can be set here. If you don’t know what these are you probably do not need them, unless you are a student, then you will need to find out about this. Whilst eluding to academic practice Pages supports the Thomson Reuters PRODUCT and ORG ORG plug–ins. Hyphenation and ligatures are typographic terms. For left aligned type there is no need to check the Hyphenation button. Though I recommend using ligatures. The bottom section is PERSON To Open. For additional security a password can be entered to lock a Pages document. The password would then be required every-time the document is opened. The next tab is TOC, or WORK_OF_ART. There is practical exercise on using WORK_OF_ART in the Sharing Your Work chapter. Table Of ORG only makes sense when Style Sheets are properly understood. We’ll be looking at Style Sheets later. The last tab is PERSON. Completing the fields for Author, Title, ORG, and ORG is recommended practice. It makes documents easier to search for, especially if using ORG search. All of these fields are for metadata. Author and Title are self-explanatory. Adding Keywords helps classify a document, for example I wrote this PERSON book using Pages. So this Pages document could have the keywords, ‘Apple’, ‘Pages’, ‘Bookboon’, ‘software training’ and ‘free download version’. The list could go on. There are CARDINAL keywords here. Keywords are denoted by commas, ‘ORG. Also note that ‘software training’ and ‘free download version’ are both single keywords. Searches can be case-sensitive, but using ‘apple’ and ‘Apple’ as keywords is not strictly necessary. When choosing keywords it is helpful to invoke the spirit of the librarian and embrace formal cataloguing techniques. A less rigorous form of applying metadata is using the ORG field. Here paragraphs of descriptive text can be added. In the example of this book, the comments field could read, ‘Bookboon software training handbook for ORG part of ORG.’ The next part of PERSON displays statistics for the current Pages document; the word count, amount of pages et cetera. The Range menu only becomes active is text is selected. When PERSON is greyed out you are reviewing statistics for the entire document. Document statistics are also available at the bottom of the document window. Next to this word count the current page number and total pages is listed. Click on this text and type a page number to jump to that page. • Layout Inspector With CARDINAL tabs, Layout and Section, the Layout Inspector requires an understanding of page design and long–document management to fully understand its relevance. Layout has a Column control. ORG also has a Column menu, but the Inspector allows you to create columns of differing widths. Columns can be inset to give you some of the control graphic designers require from desktop publishing’s heavy–hitters, PERSON and PERSON. The Section tab is useful for long–document management. If this were a larger book I would have split the chapters into separate sections and from the Configuration options set Section starts on: Right Page. Page Numbers can be configured so that a book’s preface uses a different numbering sequence than the main body of the book. To repeat an earlier point, this Inspector will mean more to those with page design knowledge, or those that need to manage longer documents. • Wrap Inspector The Wrap Inspector controls how text interacts with graphic objects, including photographs. For most documents ORG should be set to PERSON (moves with text). This causes in graphics to sit in the body of the text. If text is added or deleted the graphic will move with the change; keeping its relative position in the text. PERSON (moves with text) automatically wraps text, so there is no need to adjust the ORG causes wrap parameters. If you chose ORG, Floating (doesn’t move with text) text can be obscured by the object. As the name suggests Floating lets you position the object anywhere on the page, but it will not keep its relative position in the text; the object remains where you placed it. To get text to wrap select the object and chose one of the wrap options. The wrap button icons are clues to what they do. PERSON is a little more esoteric. Look at the CARDINAL buttons for PERSON. The button on the left shows a triangle in the middle of some text (that is what the lines indicate). The text wraps to a square, because the imported object sit on a square canvas. Text will wrap to the boundaries of the imported object and not the image shape on that object. Imported objects can have invisible borders applied, known as FAC. Pages can access ORG information to draw irregular text wrap borders, see the green star text wrap example. The ORDINAL Text Fit button shows the Text Wrap conforming to the triangle shape. Alpha channels can be applied to pictures from within Pages. ORG forces text to wrap further away from the wrap object. With wraps made on an alpha channel, the GPE parameter changes the wrap based on the transparency of the alpha object. Rarely would you need to change the Alpha Text Fit value. • Text Inspector – Text can be controlled from CARDINAL locations: • Menu Bar > Fonts • Menu Bar > Text • The Fonts window, launched from ORG or using ORG T • ORG• Or in the Text Inspector. Each location has some unique and some shared functions. The Text Inspector has CARDINAL tabs, Text, PERSON and More. Text is probably the most readily understood, followed by PERSON. Although many people use Tabs, or Tabulation. I have found that many people only vaguely understand the underpinning concept of tabulation, therefore I will explain some tabulation basics later. So, back to the Text tab. This can be used for Character alignment horizontally, and also vertically. The colour of type can be changed too. Similar controls can be found in FAC. The unique parameters here are the ORG controls. PERSON, also known as Tracking, adjusts the space between letters, whereas Line Spacing, also known as Leading, adjusts the height of lines of type.",False "Από την ωχρή έννοια της κεντροαριστεράς ως τον «μεσαίο χώρο», η πολιτική «θεωρία» της νεωτεριστικής αυταρέσκειας βολοδέρνει μεταξύ εννοιολογικής αμηχανίας και ανυποληψίας. PERSON κατανοεί, λόγου χάριν, γιατί η κεντροαριστερά λογίζεται, διεθνώς, «αριστερότερη» ­ με ποιο κριτήριο; ­ της κεντροδεξιάς. Το ελληνοπρεπές «είσαι ό,τι δηλώσεις» καταξιώνεται πλέον παγκοσμίως αφού η ιδεολογική ένταξη DATE, περισπούδαστα, με επιπόλαιες και συγκυριακές καταγραφές κοινής γνώμης. PERSON, ελάχιστοι είναι σε θέση να προσκομίσουν επαρκείς λόγους ώστε ο «μεσαίος χώρος» να θεωρηθεί περισσότερο μεσαίος από τον διπλανό του ­ εδώ μεσαίος, εκεί μεσαίος, πού είναι ο μεσαίος; Ο ίδιος ο όρος, με την τοπολογική του ασάφεια, διαισθητικά παραπέμπει σε νοοτροπίες μάλλον (μετριοπάθεια, επιχειρηματικό πνεύμα κλπ.) παρά σε αξίες και προγράμματα. Στον καπιταλισμό - καζίνο των χρηματαγορών και την εικονική ζωή του ηλεκτρονικού σύμπαντος άρχουν τα ευμεγέθη «πολυσυλλεκτικά» κόμματα της «νέας τάξης». Που καμουφλάρονται στα ερείπια της ιστορικής κληρονομιάς του φιλελευθερισμού, του σοσιαλισμού, του συντηρητισμού. ORG οι χαρτογράφοι, κατά τις διοράσεις του GPE, των αμφιθυμικών παρορμήσεων μιας άμορφης εκλογικής μάζας, μεταμορφώνονται κατ' ανάγκην σε διεκπεραιωτές τρεχουσών υποθέσεων, πραματευτές πελατειακών προνομίων. Πωλούν, σαν κοινοπραξίες εξειδικευμένων επιτηδευματιών, υπηρεσίες και διευθετήσεις για να αγοράσουν εξουσία, με εμπορευματική λογική. Η πολιτική α λα καρτ, για την οποία γίνεται λόγος, είναι, οφθαλμοφανώς, η μετεξέλιξη της μετοχής στα κοινά σε αέναα διαπραγματεύσιμη προσέλκυση ψήφων, μέσω της νομοπαραγωγής κοινοβουλίων ελεγχόμενων, σε ικανό βαθμό, από εξωθεσμικούς παράγοντες. Θα λέγαμε ειρωνικά ότι ανάμεσα στις προσωποπαγείς CARDINAL των παραδοσιακών πολιτικών συστημάτων, με τις τοπικές πατρωνίες ή μαφίες, και τις νεοφεουδαλικές επικράτειες των πολυεθνικών, που εναγκαλίζονται ασφυκτικά τη δημόσια σφαίρα και τους εκπροσώπους της, εξακτινωμένες στον αδόμητο διεθνή χώρο, τους διάτρητους θεσμούς των εθνικών κρατών ή τον αναρχούμενο κυβερνοχώρο, η σημαντικότερη διαφορά είναι λογισμική. GPE στην αντικατάσταση του κατάστιχου λογοδοσίας του τοπάρχη από τον υπολογιστή και τα καλώδια του καναλάρχη. Δεν είναι λίγο ούτε καν ευκαταφρόνητο αλλά σε τίποτα δεν επηρεάζει τη σχέση υποτέλειας ή την εκμεταλλευτική υφή του παραγωγικού μορφώματος. Το μείζον ζήτημα, δηλαδή η ενδογενώς ταξική φύση κάθε πολιτικής στράτευσης, συνθλίβεται στο περιθώριο της νεοπαγούς κομματικής ρητορικής, που επιχειρεί να σαγηνεύσει ταυτοχρόνως ομάδες με αντικρουόμενα συμφέροντα, υπό τη σκέπη ενός τεχνοκρατικού, διαχειριστικού, ιδεώδους. Η διαφημιστική φιλοσοφία θριαμβεύει: αφού ο μεγαλοεργολάβος και ο μπετατζής ψωνίζουν ίδιο απορρυπαντικό γιατί να μην ψηφίζουν και το ίδιο κόμμα; PERSON κόμματα μάχονται να κατακτήσουν μια στυλιζαρισμένη «νέα κοινωνία», ως αδιαφοροποίητο πολτό, καταφρονώντας την εσώτερη δυναμική του πολιτικού αγώνα, τη σύγκρουση ταξικών επιδιώξεων θεμελιακά και αναπόδραστα αντιθετικών. Στην εκστρατεία επιστρατεύουν, ανιστόρητα, τα προκατακλυσμιαία δίπολα του PERSON και παρεμφερείς εκλογικεύσεις: οι παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις ενάντια στις αντιπαραγωγικές, οι σκαπανείς της ιδιωτικής ευρηματικότητας ενάντια στους κρατικοδίαιτους των συντεχνιών κοκ. Η ιδεολογική χωροταξία απέκτησε, στις μέρες μας, σταθερότητα φιδέ. Τούτο δεν θεωρείται, ωστόσο, επίμεμπτο για «προηγμένα κράτη». Τούτα πέτυχαν, σε μια εικοσαετία, να συνταιριάξουν την πολιτισμική δυσκοιλιότητα με την τηλεοπτική διάρροια και την τεχνολαγνική αλαζονεία, που καθαγιάζει, ως ισχυρό άλλοθι, τους «μονοδρόμους». Εξέχουσες μορφές, όπως η NORP, εγκαινίασαν με διαύγεια το έργο της νεοφιλελεύθερης εξόντωσης του κράτους πρόνοιας. Τώρα καλούνται να το αποτελειώσουν οι Μπλερ και οι Ντ' Αλέμα, χαριτωμένοι και ανέμελοι GPE και Pecuchet του μοντερνισμού. Μεταξύ ακροδεξιάς και ακροαριστεράς, τα χαρακτηριστικά των οποίων κατέστησαν ήδη δυσανάγνωστα, ενίοτε δε αλληλοδιαπερατά, εκτείνεται η κοιλάδα του πολιτικού «μηδέν», όπου τα πάντα είναι ο εαυτός τους και το αντίθετο, κατά πώς επιβάλλει η απάθεια του μαζικοδημοκρατικού «οράματος». Ολα υπόκεινται στη δικαιοδοσία μιας «ηθικής» επιταγής: να φυλακισθεί η GPE στο παμπάλαιο φιλελεύθερο κλουβί της συγκαταβατικής επιστασίας και εξυπηρέτησης ιδιωτικών ορέξεων. Οι αδιαμφισβήτητες, δήθεν, αξίες της «συναίνεσης» και του «διαλόγου» παντρολογήθηκαν, από διανοούμενους-κουμπάρες, με τον ατομοκεντρισμό των πλουτοκρατιών και τα επιλεκτικώς προστατευόμενα ανθρώπινα δικαιώματα, στον πληκτικότερο γάμο της ανθρώπινης ιστορίας. Απαντες, περίπου, οι πολιτικοί σχηματισμοί εξουσίας στη ORG, μετά την κατάρρευση του υπαρξιακού κινδύνου, της «σοσιαλιστικής» αυτοκρατορίας του ORG, επαγγέλλονται ­ κατά κυριολεξία του ρήματος επαγγέλλομαι ­ το «γενικό καλό». Η συνταγή βασίζεται σε ορισμένα, καινοφανή υποτίθεται, συστατικά ­ πασίγνωστα, όμως, δυόμισι αιώνες πριν από την εμφάνιση των ρηξικέλευθων τεχνολογιών. Το αποκαλύπτει και η αφοσίωση των ζηλωτών του κοινωνικού δαρβινισμού στα κείμενα του PERSON. PERSON οποία, φυσικά, τσαλαπατούν αμέριμνα, λησμονώντας τον ηθικό στοχασμό και την αγωνία του για τις αποβλακωτικές, αν μη τι άλλο, επιπτώσεις της βιομηχανικής επανάστασης, τις οποίες απέδιδε στον καταμερισμό της εργασίας. «PERSON αγορά», ισχνότερο κράτος, λατρεία της τεχνολογικής εφευρετικότητας, διεθνές εμπόριο ως εγγυητής τής επί Γης ειρήνης, «πρόοδος», οικονομικός ντετερμινισμός, απαράγραπτα «ανθρώπινα δικαιώματα». Ιδού τα νεκροσέντονα στα οποία αναπαύει το πνεύμα της η νεοφιλελεύθερη διάνοια. Το σύνολο των κατηγοριών αυτών είχε ανέκαθεν και διαθέτει μέχρι σήμερα ένα νόημα: εμβάπτιση των ατομικών ιδιοτελειών όσων κατέχουν δύναμη και χρήμα στην κολυμβήθρα του ORG μιας μεταφυσικής εξιδανίκευσης. Στη συνάρθρωσή τους υποσημαίνουν, στην ηπιότερη εκδοχή, απέχθεια προς τον πολιτικό παρεμβατισμό και τις ενδεχόμενες ­ ανακατανεμητικές του πλούτου ­ προθέσεις του. GPE δε από τη θετικιστική πεποίθηση πως οι ανθρώπινες κοινωνίες υπακούουν σε μηχανιστικούς νόμους, δίκην νευτώνειων φυσικών φαινομένων. Η εν λόγω δοξασία συναιρεί, άλλωστε, το φιλελευθερισμό και τον ορθόδοξο μαρξισμό, καθόσον αμφότεροι, στις καθιερωμένες εκφάνσεις τους, συμμερίζονται την οικονομιστική αντίληψη της «προόδου». Εστω κι αν της αποδίδουν, με ταχυδακτυλουργίες, αντιδιαμετρικό πρόσημο. Σήμερα η «πρόοδος», κατ' εξοχήν μοντερνιστικός βιασμός του βιωματικού χρόνου, συναρτημένη με τον επιστημονισμό και το όνειρο μιας ακατάπαυστης γνωσιακής εμβάθυνσης στην «πραγματικότητα», μετατράπηκε με τις λεωφόρους της πληροφορικής σε θρησκοληψία της επικοινωνίας. Χωρίς να είναι ξεκάθαρο γιατί η άυλη και ασώματη «επικοινωνία» των πάντων με τους πάντες, απανταχού, ενθυλακωμένη σε επισφαλείς ή πληθωριστικές «βάσεις δεδομένων», αποτελεί επίζηλο αγαθό. Για όσους, τουλάχιστον, δεν αντλούν κέρδη από το θαυμαστό νέο CARDINAL, εμπορευόμενοι φούσκες και αέρα κοπανιστό ή απαξιούν να προμηθευτούν φθηνές χύτρες ταχύτητας, με μια πιστωτική κάρτα που κοστίζει όσο ο εξοπλισμός πολυτελούς εστιατορίου. Τουτέστιν, τη συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας. Αλλά οι νεοφιλελεύθεροι εσχάτης εσοδείας, μεταμφιεσμένοι ή αφτιασίδωτοι, περιχαρείς ομνύουν στο τέλος της GPE, επειδή οι ίδιοι πρόσκαιρα την ποδηγετούν. Υπάρχει, άραγε, ελπίδα αναζωογόνησης της κριτικής ευρύνοιας; Πώς θα αφυπνισθεί η ORG από τον λήθαργο; Το ερώτημα ταλανίζει όσους δεν βαυκαλίζονται πως εγκαταβιούν στον καλύτερο δυνατό CARDINAL. Μια αντίκρουση των θεολογιών του συρμού μπορεί, ωστόσο, να υποτυπωθεί μόνον αν εδραιωθεί σε τρεις εμπειρικά δοκιμασμένες παραδοχές. Ολες αντιμάχονται την παντοκράτειρα μονοσήμαντη σκέψη και ηχούν παράδοξες επειδή ανατρέπουν εκ βάθρων τα συλλογικά αυτονόητα της εποχής. ORG, εξάλλου, λογικά ασύμβατες με το διαχειριστικό υπόδειγμα του πολιτικώς δραν. Σύμφωνα με την πρώτη, η οικονομία και η τεχνολογία δεν ασκούν αυτόματους πολιτικούς καταναγκασμούς, όσο κι αν συμπροσδιορίζουν δυνατότητες δράσης. ORG όποια δεσμευτική βαρύτητα διαθέτουν, για τη διάταξη του παραγωγικού μηχανισμού και την επινομή των πόρων, επειδή συγκεκριμένοι άνθρωποι σε συγκεκριμένες συνθήκες εμπεδώνουν την ισχύ τους θεοποιώντας μοιρολατρικά μια συγκεκριμένη όψη του τεχνοοικονομικού κεκτημένου. Πρωταρχικό στοιχείο στη διαμόρφωση των ανθρώπινων πραγμάτων αποτελεί η βούληση ατόμων και ομάδων με δεσμούς παραδόσεων, συμφερόντων και αποβλέψεων, που διαχωρίζουν τους εχθρούς από τους φίλους, επιδιώκοντας να κατισχύσουν. Υπό τον όρο, φυσικά, ότι θα κατορθώσουν να αναγάγουν την οπτική τους σε οικουμενική μυθολογία, μέσα από μηχανισμούς ιδεολογικής ηγεμονίας και τη μονοπωλιακή εξάσκηση της νόμιμης βίας. Ο,τι κατάφερε ο νεοκαπιταλισμός με το ιδεολόγημα της παγκόσμιας δημοκρατίας της αγοράς. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η παντοδύναμη ιδεολογική κατασκευή της «παγκοσμιοποίησης» δεν είναι απλώς μια χίμαιρα, όπως ισχυρίστηκαν διορατικοί θεωρητικοί, από τον Ramonet ως τους ημέτερους Βεργόπουλο και, προσφάτως, PERSON. Ως πηγή κανονιστικών προσταγών εκφυλίζεται σε απλή ανοησία, όταν αγνοεί τις γεωπολιτικές σταθερές κέντρου και περιφερειών, τους στρατιωτικούς συσχετισμούς στη φάση διασποράς των πυρηνικών όπλων, τις απύθμενες ανισότητες πλούσιων και πτωχών χωρών ή προνομιούχων και ενδεών στρωμάτων στις ανεπτυγμένες χώρες, τα ρεύματα της μετανάστευσης, την ποικιλομορφία των πολιτισμών με το ακατανίκητο φορτίο της ιστορικής μνήμης, το διαφαινόμενο οικολογικό βραχυκύκλωμα. Κυρίως όμως, την αναντιστοιχία κερδοσκοπικής διακίνησης κεφαλαίων και υλικής οικονομίας, την έκθεση των τεχνολογικών επιτευγμάτων σε απειλές που γεννούν μόνα τους, λες και έχουν βαλθεί να δοξάσουν την εγελιανή «πανουργία του Λόγου». Η τρίτη, προκλητικότερη, παραδοχή, βουλησιοκρατικά και ντεσιζιονιστικά διατυπωμένη, διατείνεται, στα χνάρια τόσο της ρομαντικής όσο και της πραγματιστικής-σχετικιστικής παράδοσης, μνήμων ριζοσπαστικών κινημάτων, ότι δεν υφίστανται καν περιορισμοί κοινωνικής μηχανικής. Νομοτέλεια είναι η ORG των ιστορικών υποκειμένων. Το «υπαρκτό» δεν υπάρχει, παρά μόνον όσο μια συλλογική βούληση το συγκροτεί, το διαφυλάσσει και το νέμεται.","Μέσα στον ορυμαγδό δηλώσεων, ανακοινώσεων και διενέξεων γύρω από τους σεισμούς, με πρωταγωνιστές αυθεντικούς ή αυτόκλητους σεισμολόγους, αγνοήθηκε μάλλον το ζήτημα της σεισμολογίας και των επιστημολογικών διαπιστευτηρίων της. Δηλαδή, το πρόβλημα της επιστημονικότητας ­ του «καθεστώτος» ­ της σεισμολογίας ως αυτοτελούς κλάδου, στο πλαίσιο του οποίου αναμετρούνται διαφορετικές θεωρίες και ερευνητικά προγράμματα. Θα επιχειρήσω να διατυπώσω λοιπόν ορισμένες μεθοδολογικές παρατηρήσεις από την επαγγελματική μου οπτική της φιλοσοφίας της επιστήμης, δίχως αναφορά στο περιεχόμενο των σεισμολογικών αναλύσεων, με το οποίο αδυνατώ να ασχοληθώ. PERSON προς τη γνωστική αυτονομία της σεισμολογίας θα τη θεωρήσω συμβατικώς και προσκαίρως δεδομένη, εφόσον οι διάκονοί της αποτελούν ξεχωριστή ομάδα αναγνωρισμένη από την επιστημονική κοινότητα ORG η παραδοχή αυτή είναι, βεβαίως, κοινωνιολογικής υφής. Με την προσθήκη πάντως ότι το έργο τους δεν παρουσιάζει καίρια και τυπικά επιστημολογικά χαρακτηριστικά άλλων θετικών επιστημών, πρωτίστως επειδή αποφεύγει τις προβλεπτικές διακινδυνεύσεις, ήτοι την εμπειρική δοκιμασία. Εστω λοιπόν ότι η σεισμολογία είναι επιστήμη στα γεννοφάσκια της, επικεντρωμένη στη διερεύνηση και στην ταξινόμηση εμπειρικού υλικού με εργαλεία δανεικά κυρίως: από τη φυσική, τη στατική, τη στατιστική. Ποια είναι όμως τα κριτήρια με βάση τα οποία (α) μια θεωρία, εντός των συνόρων μιας «επιστημονικής περιοχής», εν προκειμένω της σεισμολογίας, χαρακτηρίζεται κατ' αρχήν επιστημονική, δηλαδή αποδεκτή προς συζήτηση, και (β) αξιολογείται σε σύγκριση με άλλες, ανταγωνιστικές, που επιχειρούν να ερμηνεύσουν με αντιδιαμετρικές, ενδεχομένως, υποθέσεις την ίδια δέσμη φαινομένων; Τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο ερώτημα έχουν επί δύο τουλάχιστον αιώνες ταλανίσει επιστήμονες και φιλοσόφους χωρίς να λάβουν οριστική, από λογική έποψη, απάντηση. Οι διαγνώσεις της φιλοσοφίας της επιστήμης είναι αβέβαιες και επισφαλείς, όπως η ίδια η επιστήμη ­ μολονότι αμφότερες επιθυμούν κάποτε να περιενδυθούν τον μανδύα της απόλυτης αλήθειας, υποδυόμενες τη θεολογία. Ωστόσο το αμάλγαμα επινοημάτων, πιθανοκρατικών σταθμίσεων, ευφάνταστων εικασιών και τεχνολογικών εφευρημάτων που συνηθίσαμε, κατ' οικονομίαν, να αποκαλούμε «επιστήμη» επιβάλλει στους ταγούς του έναν «εσωτερικό» κώδικα συμπεριφοράς, ιστορικώς και κοινωνικώς διαμορφωμένο. Δεν αποκλείεται ο κώδικας αυτός να είναι μια φενάκη. Δεν αποκλείεται επίσης οι μεγαλεπήβολες συλλήψεις για το Σύμπαν να συνιστούν κοσμολογικά - μυθολογικά πρότυπα για την κατανόηση του περιβάλλοντος κόσμου, όπως οι γοητευτικές ποιητικές κατασκευές του Hawkings. Εξίσου δυνατόν είναι τα τρανά επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνικής να έχουν τόση σχέση με την ακριβή ανάγνωση της πραγματικότητας όση και η επιδεξιότητα ενός αυτοδίδακτου υδραυλικού με το χωροχρονικό συνεχές του NORP. ORG σκεπτικιστής, όπως ο γράφων, δεν θα αποτολμούσε να «διαλευκάνει» τελεσιδίκως τα ανωτέρω προβλήματα χωρίς να καταληφθεί από επώδυνη κρίση αυτοσαρκασμού. Εν τούτοις εδώ και μερικούς αιώνες ό,τι η κοινότητα των επιστημόνων ονομάζει «επιστημονικό» υπόκειται στη δικαιοδοσία ενός θεμελιώδους κριτηρίου: εμπειρική ελεγξιμότητα. Εχουν προταθεί και έτερα, όπως εκείνο της οικονομίας της σκέψης, της αισθητικής τελειότητας, της πρακτικής PERSON. Η αρχή του εμπειρικού - πειραματικού ελέγχου επικράτησε βαθμιαία όλων των άλλων, παρά τις ανυπέρβλητες λογικές σπαζοκεφαλιές οποιουδήποτε συνεκτικού ορισμού της. PERSON παραδεκτή, προτού αποφασίσουμε αν είναι καλή ή κακή, καλύτερη ή χειρότερη από μια άλλη, λογίζεται όποια θεωρία σέβεται την εν λόγω αρχή. ORG ισχυρίζεται πως παρήγαγε επιστημονική ανακάλυψη οφείλει, εν αντιθέσει προς τη διεισδυτική αστρολόγο PRODUCT ή τον προικισμένο ομότεχνό της PERSON, να προσδιορίσει επακριβώς τις ελεγκτικές διαδικασίες απόρριψης των πορισμάτων του. Θα το εκφράσω απλά, σχεδόν απλοϊκά: μια θεωρία που φιλοδοξεί να είναι κατ' αρχήν καταχωρήσιμη ως επιστημονική πρέπει να μπορεί να αποδειχθεί λανθασμένη ­ ποτέ ορθή, διότι δεν υφίστανται ορθές θεωρίες, παρά μόνο ορθότερες από τις αντίπαλές τους, και μόνο επί του παρόντος. GPE τουτέστιν χρέος να εξαγγέλλει προγραμματικώς, ως δέσμευση, όσα θα την οδηγούσαν στον κάλαθο των αχρήστων. Αλλιώτικα, σύμφωνα με τα κοινώς νενομισμένα, είναι ανέντιμη. ORG μέθοδος προσφέρεται ώστε μια θεωρία να υποστεί εμπειρική βάσανο και να εγκαταλειφθεί αν αποτύχει στις εξηγήσεις της; Η πρόβλεψη. Θεωρητικές υποθέσεις που δεν αναλαμβάνουν το εμπράγματο κόστος της απολύτως συγκεκριμένης χωροχρονικώς πρόβλεψης ανήκουν στον χώρο της, διόλου καταφρονητέας, μυστικιστικής ενόρασης ή σε εκείνον της σαχλαμάρας, όπως τα αστρολογικά τηλέφωνα με πρόσημο CARDINAL... Παρ' εκτός αν ευθαρσώς ομολογούν την ανημπόρια να προείπουν, οπότε καταγράφονται στην κατηγορία της φιλότιμης «προεπιστήμης», όπως η μοντέρνα σεισμολογία, η οποία με νύχια και με δόντια αποπειράται διεθνώς να υπερβεί τη συγγνωστή ανωριμότητά της. Επειδή ο μέσος όρος δεν έχει την παραμικρή υποχρέωση να εντρυφεί σε μεθοδολογικές αναζητήσεις και ο μέσος ερευνητής ή διδάκτωρ έχει πολλάκις υλικό συμφέρον να μην αντιλαμβάνεται ούτε καν όσα πρεσβεύει, το σημείο αυτό χρήζει διευκρινίσεων. Μια θεωρία συναπαρτίζεται από φάσμα υποθέσεων που εικοτολογικώς ­ καθ' υπόθεσιν ­ «θεσπίζουν» καθολικώς ισχύοντες νόμους για μια ορισμένη «περιφέρεια» του υπαρκτού (ειρήσθω εν παρόδω ότι η φαιδρή έννοια ενός «νόμου» που πότε «ισχύει» και πότε δεν «ισχύει» είναι άσχετη, λογικώς, με την «απροσδιοριστία» της κβαντομηχανικής ή με τις περιλάλητες θεωρίες του «χάους»). Από τους νόμους αυτούς συνάγεται ότι υπό διακριβωμένες αρχικές συνθήκες, εντός δεδομένου φυσικού συστήματος, αν συμβεί το χ, τότε, με λογική αναγκαιότητα, θα επακολουθήσει το ψ. Το ψ είναι η πρόβλεψη. Εφόσον το χ λαμβάνει χώρα και δεν ακολουθεί το ψ, η θεωρία είναι εσφαλμένη. PERSON προλέγω ότι, με βάση τον νόμο της βαρύτητας, αν πετάξω CARDINAL τούβλο από το μπαλκόνι μου, αυτό θα σκάσει στο κεφάλι ενός διερχομένου σε χρόνο t και τούτο δεν επισυμβεί, το φταίξιμο δεν καταλογίζεται ούτε στο κρανίο του διαβάτη ούτε στο τούβλο. Λάθος είναι οι υπολογισμοί μου για τον νόμο της βαρύτητας ή ίσως υπεισήλθαν αδόκητοι παράγοντες. Τούτους τους τελευταίους μπορώ να τους ερμηνεύσω, δίχως να ξαποστείλω την προσφιλή μου θεωρία, με την εισαγωγή ορισμένων επικουρικών υποθέσεων ­ όπως μπαλώνω ένα βρακί όταν σκιστεί αντί να σπεύσω να προμηθευτώ καινούργιο ή επιδιορθώνω ένα Φάλκον αντί να παραγγείλω νέο. Αλλά οι θεωρίες όπως τα βρακιά ­ και φευ τα αεροσκάφη ­ δεν είναι κουρελούδες. Υπάρχει ένα όριο μπαλωμάτων και μια κρίσιμη διάκριση ανάμεσα στις επικουρικές υποθέσεις που επινοούνται ως τεχνάσματα για την εσαεί διάσωση μιας προδήλως ακατάλληλης θεωρίας και στις επικουρικές υποθέσεις που διαθέτουν νέο προβλεπτικό περιεχόμενο. Σε κάθε περίπτωση, μια θεωρία που εξηγεί τα πάντα, ακόμη και τις πραγματολογικές αναιρέσεις της, είναι προϊόν αναξιόπιστων στρατηγημάτων. Μοιάζει με τη διαπίστωση ότι «αύριο στις δύο είτε θα βρέξει είτε δεν θα βρέξει» ή χειρότερα με τη μεγαλοπρεπώς γελοία πρόρρηση ότι κάποτε, κάτι, κάπου θα προκύψει επειδή στο παρελθόν απροσδιορίστως ανάλογα συμβάντα έχουν προκύψει και με τη συνετή επιφύλαξη πως πιθανότατα δεν θα προκύψει. Στην περίπτωση αυτή κατατάσσονται για έναν επιστημολόγο οι «μετρήσεις» της ομάδας ORG που, με εξαίρεση τις πλουσιοπάροχες κρατικές επιχορηγήσεις, λειτουργεί ως μεθοδολογικώς ομόσταβλη των επιφανών αστρομαντών που προαναφέρθηκαν. Η «κατεστημένη» σεισμολογία, το Παράδειγμα του Παπαζάχου, του ORG ή του αείμνηστου ORG, είναι προσώρας ελλειμματική, διότι δεν προλέγει, άρα δεν εκτίθεται στον κίνδυνο της καταμαρτυρίας του γεγονότος ­ απλώς συλλέγει, μελετά και διερωτάται, ώσπου να δυνηθεί να προβλέψει. Αλλά υπακούει ευσυνειδήτως στη δεοντολογία της επιστημονικής κοινότητας. Η σεισμολογία του ORG θα μπορούσε ίσως να αποτελεί είτε μια ρήξη με το εμπεδωμένο ­ ανώριμο έστω ­ σεισμολογικό ORG είτε ένα εναλλακτικό ερευνητικό πρόγραμμα, αξιολογήσιμο με κάποια συναποδεκτά μεγέθη εντός του PERSON. Δεν είναι δυστυχώς τίποτε από όλα αυτά εφόσον επί δύο δεκαετίες η μοναδική συνεισφορά της είναι η εκ των υστέρων «πρόγνωση» όποιας καταστροφής ήδη συντελέστηκε, η επισήμανση μελλοντικών κατακρημνισμών, λιμών και καταποντισμών που δεν θα την κλονίσουν αν δεν εμφανισθούν και θα την επιβραβεύσουν αν πραγματοποιηθούν οπουδήποτε και οποτεδήποτε ­ στα ORG ή στη PERSON, αύριο ή έπειτα από μισό αιώνα. Ολα τα παραπάνω θα είχαν αμελητέα πρακτική σημασία αν αντικείμενο της επιστημολογικής μας καχυποψίας ήταν η κρυσταλλογραφία ή η κοινωνική ανθρωπολογία. PERSON όμως εμφιλοχωρούν δεκάδες χιλιάδες πανικόβλητοι σεισμόπληκτοι, μυριάδες οικογενειακά δράματα, η πολιτεία έχει χρέος να επιληφθεί, έστω και για τα μάτια του κόσμου.",True "The risk of computer crime has become a global issue affecting almost all countries. Salifu (2008) argues that the Internet is a ""double-edged sword"" providing many opportunities for individuals and organizations to develop and prosper, but at the same time has brought with it new opportunities to commit crime. For example, GPE-related financial crime is extensive and CARDINAL out of CARDINAL countries at an ORG meeting complained about NORP involvement in financial fraud in their countries. The most notorious type attempted DATE on office workers all over the world, is the so-called advance fee fraud. The sender will seek to involve the recipient in a scheme to earn MONEY if the recipient pays an advance fee (GPE, DATE). Computer crime is an overwhelming problem worldwide. It has brought an array of new crime activities and actors and, consequently, a series of new challenges in the fight against this new threat (GPE, DATE). Policing computer crime is a knowledge-intensive challenge indeed because of the innovative aspect of many kinds of computer crime. PERSON presents a challenging new frontier for criminology, police science, law enforcement and policing. GPE reality and computer-mediated communications challenge the traditional discourse of criminology and police work, introducing new forms of deviance, crime, and social control. Since DATE, academics and practitioners have observed how cyberspace has emerged as a new field of criminal activity. PERSON is changing the nature and scope of offending and victimization. A new discipline named cyber criminology is emerging. PERSON (DATE) defines cyber criminology as the study of causation of crimes that occur in the cyberspace and its impact in the physical space. Employees of the organization commit most computer crime, and the crime occurs inside company walls (ORG et al., 2008: ORG et al, 2005). However, in our perspective of financial crime introduced in this chapter, we will define computer crime as a profit-oriented crime rather than a damage-oriented crime, thereby excluding the traditional focus of dissatisfied and frustrated employees wanting to harm their own employers. Computer crime is defined as any violations of criminal law that involve knowledge of computer technology for their perpetration, investigation, or prosecution (GPE and GPE, DATE). The initial role of information and communication technology was to improve the efficiency and effectiveness of organizations. However, the quest of efficiency and effectiveness serves more obscure goals as fraudsters exploit the electronic dimension for personal profits. Computer crime is an overwhelming problem that has brought an array of new crime types (Picard, DATE). Examples of computer-related crimes include sabotage, software piracy, and stealing personal data (PERSON and GPE, DATE). In computer crime terminology, the term cracker is typically used to denote a hacker with a criminal intent. No one knows the magnitude of the computer crime problem – how many systems are invaded, how many people engage in the practice, or the total economic damage. According to GPE and GPE (DATE), the most economically damaging kinds of computer crime are denial-of-service attacks, where customer orders might be rerouted to another supplier. Eleven men in CARDINAL countries carried out CARDINAL of the worst data thefts for credit card fraud ever (GPE and GPE, DATE: CARDINAL): In DATE, GPE federal prosecutors charged CARDINAL men in CARDINAL countries, including GPE, GPE, and GPE, with stealing CARDINAL credit and debit card numbers. This is now the biggest known theft of credit card numbers in history. The thieves focused on major retail chains such as ORG, ORG, ORG ORG, ORG, and PERSON. The thieves drove around and scanned the wireless networks of these retailers to identify network vulnerabilities and then installed sniffer programs obtained from overseas collaborators. The sniffer programs tapped into the retailers’ networks for processing credit cards, intercepting customers’ debit and credit card numbers and PINs (personal identification numbers). The thieves then sent that information to computers in the GPE, GPE, and GPE. They sold the credit card numbers online and imprinted other stolen numbers on the magnetic stripes of blank cards so they could withdraw MONEY from ORG machines. PERSON of GPE was identified as a principal organizer of the ring. The conspirators began their largest theft in DATE, when they identified a vulnerable network at a ORG department store in GPE and used it to install a sniffer program on the computers of the chain’s parent company, FAC. They were able to access the central GPE database, which stored customer transactions for PERSON, PERSON, HomeGoods, and PERSON stores in GPE and GPE, and for Winners and ORG stores in GPE. DATE, FAC reported that the intruders had stolen records with up to CARDINAL credit and debit card numbers. ORG was still using the old ORG (ORG) encryption system, which is relatively easy for hackers to crack. Other companies had switched to the more secure LOC (WPA) standard with more complex encryption, but ORG did not make the change. An auditor later found that ORG had also neglected to install firewalls and data encryption on many of the computers using the wireless network, and did not properly install another layer of security software it had purchased. TJX acknowledged in ORG filing that it transmitted credit card data to banks without encryption, violating credit card company guidelines. Computer crime, often used synonymous with cyber crime, refers to any crime that involves a computer and a network, where the computer has played a part in the commission of a crime. Internet crime, as the ORDINAL crime label, refers to criminal exploitation of the Internet. In our perspective of profit-oriented crime, crime is facilitated by computer networks or devices, where the primary target is not computer networks and devices, but rather independent of the computer network or device. Cyber crime is a term used for attacks on the cyber security infrastructure of business organizations that can have several goals. CARDINAL goal pursued by criminals is to gain unauthorized access to the target’s sensitive information. Most businesses are vitally dependent on their proprietary information, including new product information, employment records, price lists and sales figures. According to Gallaher et al. (2008), an attacker may derive direct economic benefits from gaining access to and/or selling such information, or may inflict damage on an organization by impacting upon it.","Another kind of “compliance” is compliance with the rules of court procedure. In the early stages of a civil case, each side is required to supply the other with copies of any documentation potentially relevant to the issues under dispute, so that the lawsuit can be settled by reference to the relative merits of either side’s case rather than by who happens to have the most telling pieces of evidence in their hands. The traditional term for this process was discovery. In GPE this was officially changed in DATE to disclosure, but “discovery” is still current in the rest of the LANGUAGE-speaking world. Because the new, electronic version of this process has developed much further to date in the GPE than in GPE, the term e-discovery is commonly used on both sides of the LOC, and I shall use it here (though e-disclosure is sometimes used in GPE). Before the IT revolution, discovery involved legal complexities, relating for instance to classes of document (such as letters between an organization and its lawyers) which were exempt from discovery, or privileged; but it posed no great practical problems. Correspondence on paper was filed in ways that made it fairly straightforward to locate relevant material. Phone calls were not normally recorded, so the question of discovery did not arise. This changed with the arrival of e-mail. An e-mail can be saved, in which case in principle it is as subject to the discovery process as a letter or inter-office memo on paper. But e-mails are far more numerous, and they tend to be dealt with directly by the people they are addressed to rather than by secretaries who are skilled at organizing filing systems. Many people file e-mails chaotically, or at least idiosyncratically. An e-mail may not be saved by the person it was sent to but may still be retrievable from backup tapes, held at department or organization level – in which case the messages that matter will probably be mixed up with a great deal of irrelevant material. So “e-discovery” is challenging in a practical way, apart from any legal niceties involved. The main reason why e-discovery is a hot topic is that NORP courts have begun awarding large sums in damages against organizations that fail to produce comprehensive collections of electronic documentation. The ORDINAL significant example was the DATE case PERSON v. ORGSwitzerland, then LOC’s largest bank). PERSON was an equities trader earning MONEY a year at the GPE branch of ORG; she was sacked, and sued her employer for sex discrimination. She was awarded MONEY, part of which was compensation for loss of earnings but MONEY of which was “punitive damages” connected with the fact that ORG had failed to produce all the e-mails demanded by her lawyers – backup tapes from DATE were restored to retrieve the material, but some relevant material had gone missing despite instructions given that it should be preserved. Then in PERSON (ORG v. ORG (2005) the plaintiff was awarded MONEY, including MONEY in punitive damages for similar reasons – this was reversed on appeal, but the huge initial award shows the risk that firms now face. In both of these cases there were claims that adverse electronic evidence had deliberately been destroyed. But ORG seems to have been punished in Zubulake less for actively destroying evidence than for failing to put in place adequate mechanisms to ensure preservation of relevant material – something which is technically not at all easy to achieve, when items are scattered across directories on different servers (together with portable PDAs, memory sticks, laptops, etc.) in a complex computing environment, and when the items may be of very diverse kinds (not just e-mails but, for instance, voicemails, blogs, spreadsheets, videoconferences). Zubulake and PERSON were at least concerned with very large sums of money. But e-discovery in the GPE is becoming a large problem in lesser cases. In a linked pair of cases reported as ongoing in GPE in DATE, PERSON v. PERSON and PERSON v. PERSON, where a health-insurance company was resisting paying for CARDINAL teenagers’ treatments for anorexia on the ground that it might be psychological in origin, the company demanded to see practically everything the teenagers had said on their Facebook and MySpace profiles, in instant-messaging threads, text messages, e-mails, blog posts and whatever else the girls might have done online … [The court supported this demand, so] hard disks and web pages are being scoured in order for the case to LOC PERSON, formerly a judge and now director of the academic ORG, sees cases being settled out of court rather than fought to a conclusion purely because one side cannot afford the costs of e-discovery. What is more, the difficulties of e-discovery do not fall solely on the side giving the material. The receiving side then has the problem of winnowing nuggets of evidence that can actually be used to strengthen its case out of a sea of irrelevancies, peripheral material, duplicate copies, near-duplicates, messages about other people with the same surname, and so forth. PERSON describes e-discovery as “the single most significant change to the legal system” in DATE as an NORP business lawyer.68 NORP companies are having to take radical steps to impose discipline on their internal communication practices, so that they will be equal to the e-discovery challenge if it arises – waiting until they are hit by a lawsuit is seen as unworkable. CARDINAL suggestion, for instance, is to prohibit any use of company servers for personal e-mail – surely a draconian rule, considering how much of people’s waking lives is spent at work. A legal organization, ORG, has been developing “WORK_OF_ART … for Managing Information and Records in the Electronic Age” (over a CARDINAL pages in the DATE version), and NORP courts are treating compliance with the GPE guidelines as a test of whether an organization is meeting its discovery obligations. The court system of GPE and Wales revised its rules on discovery (or “disclosure”) in DATE in line with the GPE principles for electronic documents. The LANGUAGE rules do differ from the NORP rules, in ways that mean that e-discovery in GPE will not lead either to such vast quantities of electronic material being handed over, or to eye-catching punitive damages awards. An NORP court would not require the level of discovery we saw in GPE and PERSON v. GPE.",False "Την DATE ORG γιορτάζεται, όπως GPE, η ORG, με εφετινό θέμα «PERSON μουσεία χτίζουν γέφυρες πολιτισμού». Το θέμα, σύμφωνα με το ORG (ORG) που έχει και την ευθύνη του θεσμού, αφορά ευρύτερους τομείς της δραστηριότητας των μουσείων και αναφέρεται στην «ανάπτυξη δεσμών, συνεργασιών, διασυνδέσεων, ανταλλαγών και συσσωματώσεων που ευνοούν το πλησίασμα διαφορετικών πολιτισμών, ηλικιακών ομάδων, εθνικών κοινοτήτων αλλά και διαφορετικών παραδόσεων, χωρών, περιοχών και γλωσσών». Ποιες γέφυρες πολιτισμού χτίστηκαν εφέτος στον μουσειακό χώρο στην ORG για να μπορούμε να γιορτάζουμε, πέρα από την καθορισμένη ημερομηνία, και ολόκληρο τον χρόνο; H απάντηση δεν μπορεί παρά να έχει προσωπικά κριτήρια, όπως και κάθε «προσωπική» ματιά, και εν τέλει επιλογή κάθε μουσειολόγου και κάθε ειδικού επιμελητή, όταν συλλαμβάνουν το περιεχόμενο και τις ενότητες μιας έκθεσης. Πάντα αφήνουν πράγματα απ' έξω. PERSON τα οποία είτε δεν είναι πρώτης προτεραιότητας για τη στιγμή και τον τόπο είτε δεν τους επιτρέπεται να πουν είτε δεν χωρούν για να τα πουν είτε είναι ωχρά σε λάμψη για να διηγηθούν μεγάλα αφηγήματα. Με αυτά και άλλα κατά νου θα σταθώ στα εξής: PERSON εφέτος έχουμε να χαιρετίσουμε τη βράβευση του WORK_OF_ART Πολιτισμού στη GPE από την PERSON για τον PERSON, τις GPE και την PERSON του ORG της Ευρώπης. H επίσημη απονομή έγινε ήδη στις CARDINAL PERSON στο Στρασβούργο. PERSON ένα τέτοιο μουσείο και ειδικά η καταληκτική αίθουσά του, που - χωρίς εκθέματα - μιλάει με αυτογνωσιακό τρόπο για τα όρια και τους όρους της συγκρότησης εκθέσεων, συμμετέχει πολλαπλά στο χτίσιμο γεφυρών πολιτισμού. Το ίδιο θα είχε να παρατηρήσει κανείς και για το ORG και ORG Μουσείο στην ORG, που με την προωθημένη μουσειολογική του άποψη, τα εξαιρετικά και μοναδικά για τον ελληνικό χώρο κείμενα ενοτήτων και το υποδειγματικό φυλλάδιο, στο οποίο επιλογικά συνοψίζεται πληρέστατα όλη η σύγχρονη μουσειολογική αντίληψη που διέπει το ίδρυμα αυτό, χτίζει στέρεες γέφυρες για την εύκολη συνομιλία του κοινού με την ιστορία. PERSON εξακτινώθηκε χωρικά και θεματικά και λειτουργεί με φρενήρεις ταχύτητες, πάντα άψογα και με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα σε έρευνα-εκδόσεις και εκπαίδευση, χτίζοντας γέφυρες με τον έξω κόσμο, αφού πια έχει εγγραφεί στα μουσεία του κόσμου, όχι μόνο εισάγοντας εκθέσεις αλλά και εξάγοντας, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό και πρωτοπόρο για την ελληνική πραγματικότητα. H Εθνική Πινακοθήκη απέκτησε την GPE της Γλυπτοθήκη στο Γουδί, όπου αναμένουμε την έκθεση των συλλογών της, καθώς και τον νεοσύστατο PERSON. Το Μακεδονικό Μουσείο GPE GPE γεφυρώνει το χάσμα εκπαίδευσης, τέχνης και κοινού με πολλαπλούς τρόπους. Οχι μόνο με τα εκπαιδευτικά προγράμματα που διεξάγει για τις εκθέσεις του, αλλά και με τα σαββατοκυριακάτικα πρωινά για μικρά παιδιά, με τις βάσεις συνεργασίας με μεταπτυχιακά προγράμματα του ΑΠΘ, και με τις επιστημονικές διοργανώσεις ημερίδων στον χώρο του. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ίσως γιατί νομίζει ότι δεν έχει ανάγκη από γέφυρες, αφού τα πλήθη των επισκεπτών είναι δεδομένα, μπέρδεψε τον μουσειολογικό εκσυγχρονισμό με τον χρωματικό καλλωπισμό και την έκθεση προθηκών. Ισως ο ίδιος λόγος ισχύει και για το νέο PERSON που, παρά την επαινετή του πρόθεση, αρκείται στην επίδειξη εκθεσιακών προτάσεων για τη μελλοντική έκθεση γλυπτών, συλλέγοντας τις απόψεις των επισκεπτών για αυτές. Δεν έχει ανάγκη φαίνεται να διαχωρίσει την αισθητική τακτοποίηση από τη σύγχρονη μουσειολογία ή, ακόμη χειρότερα, δεν αντιλαμβάνεται ότι η όποια τακτοποίηση, αισθητική ή λιγότερο αισθητική, είναι άρρηκτα δεμένη με τη μουσειολογική, προκύπτει από αυτήν και οφείλει να την ακολουθεί και να την υπηρετεί. Αρα πώς μπορεί κανείς να κρίνει προτάσεις για βάσεις, φωτισμό και θέση-μέγεθος υπομνηματισμού, όταν δεν γνωρίζει ποια γέφυρα σκοπεύουν αυτές να στηρίξουν; Για να περάσουμε τώρα πίσω από τις «προθήκες», θα πρέπει να χαιρετίσουμε την ίδρυση της Εταιρείας Ελλήνων Μουσειολόγων (ORG) με CARDINAL ιδρυτικά μέλη απ' όλη την ORG. Είναι το πρώτο και μοναδικό τέτοιο σώμα που δεν στοχεύει μόνο στην προώθηση, αναγνώριση και κατοχύρωση των επαγγελματικών και επιστημονικών δικαιωμάτων των μελών του εξειδικευμένου επιστημονικού κλάδου της μουσειολογίας, όσων κατέχουν τίτλο σχετικής εξειδίκευσης, αλλά και στην προώθηση των σπουδών μουσειολογίας, στην οργάνωση σχετικών συνεδρίων, στην έκδοση εντύπων με μουσειολογικό περιεχόμενο και στην επιστημονική παρέμβαση σε μουσειολογικά ζητήματα, καθώς και στη συνεργασία με φορείς ή άτομα που επιδιώκουν ίδιους σκοπούς στην ORG και στο εξωτερικό. Δηλαδή πρόκειται για ένα σώμα που έχει στους καταστατικούς του στόχους το χτίσιμο γεφυρών μεταξύ αυτού που συμβαίνει πίσω και μπρος από τη σκηνή, μεταξύ του σήμερα και του αύριο. Πρώτο βήμα σε αυτό το παραπάνω χτίσιμο υπήρξε και ο διορισμός, ύστερα από διαγωνισμό του ORG, των πρώτων στην ORG αρχαιολόγων-μουσειολόγων. H ανάγκη αυτή είχε γίνει φανερή εδώ και πολύ καιρό, αφού πολλοί συνάδελφοι έχουν αποφοιτήσει από πανεπιστήμια στο εξωτερικό αλλά και οι πρώτοι από ελληνικά πανεπιστήμια, ενώ αρκετές θέσεις προκηρύσσονται στην ORG για διδάσκοντες μουσειολόγους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το γεγονός ότι το υπουργείο Πολιτισμού προκήρυξε θέσεις αρχαιολόγων-μουσειολόγων (παρά τον ανορθόδοξο, άνισο και ακατανόητο, για όποιον γνωρίζει τη δουλειά του μουσειολόγου, τρόπο κατανομής της εξεταστέας ύλης μεταξύ αρχαιολογικών και μουσειολογικών πεδίων) αποδεικνύει τη συνειδητοποίηση επιτέλους και στην ORG της ανάγκης για την κάλυψη (και στον δημόσιο τομέα, αφού ο ιδιωτικός έχει ήδη προηγηθεί) του επιστημονικού αντικειμένου της μουσειολογίας με άτομα εξειδικευμένων γνώσεων. Μοιάζει λοιπόν ότι σύντομα θα έρθει και για την ORG η ώρα όπου θέματα όπως ο ρόλος των μουσείων στον πολιτισμό και όχι στον εστετισμό της αισθητικής τακτοποίησης, στο χτίσιμο γεφυρών μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και όχι στον εξωτισμό του διαφορετικού, στη διαφύλαξη και προστασία της κληρονομιάς μέσω της κριτικής κατανόησης και όχι του άκριτου θαυμασμού θα γίνουν ευρύτερη πραγματικότητα και όχι στενή υπόθεση λίγων και ειδικών. Το γεγονός ότι όλοι οι απόφοιτοί μας έχουν βρει απασχόληση στο αντικείμενό τους, ακόμη και αν όλοι δεν βρίσκονται στο επίκεντρο, είναι μια πολύ ενθαρρυντική ένδειξη για την κατεύθυνση του μουσειακού τοπίου στην ORG. Σε μας εναπόκειται να αποδείξουμε πόσο χρήσιμοι είμαστε, πως δεν διεκδικούμε ό,τι δεν μας ανήκει, αλλά και πόσο καλά ξέρουμε να κάνουμε τη δουλειά μας, συνεργαζόμενοι με όλες εκείνες τις ομάδες ειδικών που είναι απαραίτητες για να μουσειολογήσουμε και όχι να μουσειοποιήσουμε, για να διασκεδάσουμε και να ευχαριστήσουμε τους συνανθρώπους μας και όχι να τρομοκρατήσουμε με το κύρος της αυθεντίας μας και το δέος αυθεντικών θησαυρών, για να χτίσουμε τελικά γέφυρες. Ισως η φετινή ORG, μια και κατά το PERSON αφορά «την κατανόηση των πολιτιστικών διαφορών... και δίνει την ευκαιρία για να μοιραστούμε εμπειρίες που στοχεύουν στην παγίωση μιας ανανεωμένης πίστης για το ""άλλο""», να λειτουργήσει και για την κατανόηση της θεμελιώδους παρουσίας της μουσειολογίας και των μουσειολόγων στο χτίσιμο των γεφυρών.","Οι προβληματισμοί γύρω από «μεταμορφώσεις» ηθοποιών απλώνονται σε ευρύτατο φάσμα παραμέτρων που εκκινούν από τη θεμελιώδη σχέση «ηθοποιός - ρόλος - θεατής». Μπορούμε να πούμε ότι κάτω από κανονικές συνθήκες, όταν δηλαδή δεν παρεμβαίνει καταλυτικά ο σκηνοθέτης, ο ρόλος θεωρείται δεδομένος, εντασσόμενος στο πλαίσιο των σταθερών του θεατρικού φαινομένου. Εξάλλου, ο ρόλος δεν είναι τίποτε άλλο από γράμματα της αλφαβήτου που οργανώνονται σε λόγο και απηχούν μια θεματική και αισθητική διατύπωση η οποία παραπέμπει σε σημείο αναφοράς. Ο ηθοποιός καλείται να ερμηνεύσει και να ενσαρκώσει το αντικείμενο της αναφοράς και, εξυπακούεται, δεν είναι δεδομένος, εφόσον όσοι ηθοποιοί υπάρχουν στον CARDINAL άλλοι τόσοι ρόλοι τους αντιστοιχούν δυνητικώς. Εντούτοις, η επιλογή ρόλου από τον ίδιο τον ηθοποιό αποκαλύπτει το κρίσιμο σημείο στη σχέση την οποία εξετάζουμε. Η επιλογή ρόλου αποτελεί συντεταγμένη υψίστης σημασίας διότι μέσω αυτής καθορίζεται και χαρακτηρίζεται η πορεία του ηθοποιού. Με λίγα λόγια, ο ηθοποιός - ρόλος απευθύνεται στον θεατή, ο οποίος, στη συνέχεια, αποδέχεται ή απορρίπτει το προσφερόμενο, έχοντας λάβει υπόψη τη συχνογραφία της επιλογής. Ετσι, με την πάροδο του χρόνου, ο ηθοποιός αποκτά συγκεκριμένη ταυτότητα, ορισμένο στίγμα, αλλά και πολλές φορές στιγματίζεται. Οι θεατές που τον παρακολουθούν διαμορφώνουν σταδιακά μια συνείδηση κοινού, η οποία εξελίσσεται συχνά σε συνείδηση πιστού κοινού. Με γνώμονα δε τον επιθετικό προσδιορισμό «πιστός», το σύνολο των εν λόγω θεατών αναλύεται από τον κοινωνιολόγο του θεάτρου σε καλλιεργημένο κοινό, σε «υποψιασμένο» ή προβληματισμένο κοινό, σε κοινό που επιδιώκει την ψυχαγωγία ή την απλή διασκέδαση, το εύκολο γέλιο και το εύκολο κλάμα, την ισοπεδωμένη συγκίνηση, το θέαμα μόνο DATE. PERSON δύσκολα ο ηθοποιός που έγινε γνωστός στο κοινό και αγαπήθηκε από αυτό σε ρόλους κωμικού, για παράδειγμα, μπορεί να στραφεί στο σοβαρό δράμα. Δυσκολότερα ακόμη απαγκιστρώνεται από τις σκηνικές του συνήθειες ο ηθοποιός εκείνος που επέλεξε, για να αγαπηθεί από τον CARDINAL, εύπεπτους ρόλους του ελαφρού ρεπερτορίου, στηριζόμενος μάλιστα στη «μανιέρα» που τον καθιέρωσε. Το κοινό έχει βέβαια την τελευταία λέξη και δεν το παραγνωρίζουμε. Ο Μολιέρος, από τους μεγαλύτερους συγγραφείς και ηθοποιούς όλων των εποχών, ανήγαγε περίπου σε θεατρική αρχή τη φράση: «Το σπουδαιότερο είναι να αρέσεις στο κοινό». Ο Μολιέρος όμως, όπως το δείχνει η γραφή του καθώς και η εν γένει ιστορικά τεκμηριωμένη πορεία του, δεν ενέδωσε σε εύκολους τρόπους έκφρασης. Αντίθετα, πολλοί ηθοποιοί παραδίδονται άνευ όρων στην πρώτη επιτυχία μιας κάποιας «μανιέρας» που τους εγκλωβίζει στον ίδιο τους τον εαυτό, γίνονται δέσμιοι του κοινού τους, φοβούμενοι μη χάσουν την εύνοιά του. Η αγωνία των ηθοποιών αυτών οδηγεί αργά, σταθερά και ύπουλα στη «σκληροπυρηνική» αμφίδρομη αντίδραση «ηθοποιός ­ κοινό». Στο μέσον, κρατώντας προσεκτικά τα τοξάκια, βρίσκεται ο ρόλος που χλευάζει και τους δύο, κλείνοντάς τους τσαχπίνικα το μάτι. Ωστόσο, ενώ ο καιρός NORP μέσα στην ευδαιμονία, κάτι συμβαίνει, σχεδόν ξαφνικά, στη σχέση του ηθοποιού με τον ρόλο. Κάπου γίνεται το «σαμαρακικό» λάθος στη σχέση ηθοποιού - ρόλου - κοινού, κάποιο μοιραίο γρανάζι διαμαρτύρεται. Πού, πώς, γιατί, ουδείς το γνωρίζει. Το θέμα είναι πολύπλοκο και στενά εξατομικευμένο, τόσο που οι γενικεύσεις θεωρούνται τουλάχιστον αστείες. Το μόνο που έχει ιστορική αξία και που πρέπει να επισημανθεί είναι το παράδειγμα ή καλύτερα η περίπτωση. Στις αθηναϊκές σκηνές εμφανίζεται, αρκετά συχνά, το φαινόμενο της «στροφής» ορισμένων ηθοποιών προς νέα σχήματα προσωπικής καλλιτεχνικής έκφρασης, με απώτερο σκοπό την αλλαγή της εικόνας (ίματζ) που προβάλλουν προς τα έξω. Η αλλαγή εικόνας υπαγορεύεται, κατά το πλείστον, από την ανάγκη επανατοποθέτησης των εκφραστικών μέσων του ηθοποιού, επαναπροσδιορισμού, σε τελευταία ανάλυση, των όρων της σχέσεως «ηθοποιός - ρόλος - κοινό». Ο φετινός χειμώνας (αλλά και το καλοκαίρι) παρουσίασε έντονα χρωματισμένα παραδείγματα ηθοποιών που προσπάθησαν να αποδράσουν από τη «φυλακή» της εικόνας τους και να πραγματοποιήσουν μια θεαματική μεταμόρφωση: η PERSON, η εκρηκτική γυναίκα του «Mediterraneo», που τράβηξε πάνω της τη διεθνή προσοχή, δοκίμασε το σανίδι και δοκιμάστηκε από αυτόΩ το αν επιδοκιμάστηκε ή αποδοκιμάστηκε η PERSON είναι μια άλλη ιστορία. Πάντως, τα «Οργια» του FAC ήταν μια φιλόδοξη προσπάθεια κατάκτησης του κοινού της ελληνικής κουλτούρας και μια άκρως ενδιαφέρουσα πρόταση συνύπαρξης του υψηλού (παζολινικά φιλοσοφήματα) και του ωραίου (PERSON). Το κάποιο κοινό που είδε την παράσταση αναρωτιέται για την ηθοποιό: «Αραγε θα ξαναπροσπαθήσει;». Ο γνωστός στο πλατύ κοινό από τηλεοπτικές κυρίως εμφανίσεις ORG Βούρος πραγματοποίησε φέτος το «salto mortale» της ζωής του, δημιουργώντας μια νέα, εντελώς διαφορετική εικόνα του εαυτού του, μια εικόνα που, μαζί με άλλα, έκανε ολόκληρη την ORG να μιλάει για το «Χάρολντ και Μοντ» ως επιτυχία πρώτου μεγέθους. Ακάθεκτη, αγέρωχη και υπέροχη συνέχισε και αυτή τη χρονιά την εδώ και κάμποσο καιρό ανανεωμένη πορεία της η γλυκιά ORG, κερδίζοντας άλλον έναν πόντο στις «WORK_OF_ART του ORG. Μικρότερης εμβέλειας, από απόψεως γνωριμίας τους με το κοινό, οι ORG και ORG, οι οποίες θέλησαν να εγκαταλείψουν το ως τώρα λαμέ επιθεωρησιακό περιβάλλον τους, αποποιούμενες τις αποκαλυπτικές εικόνες του σώματός τους. Με τον τρόπο αυτό, αξίωσαν από το κοινό περισσότερο σεβασμό, όπως αυτός αρμόζει στην ORG του «NORP της Βενετίας» και στη Σκάρλα του «Τζο, ο φονιάς». Το ερώτημα σκληρό: «Θα συνεχίσουν έτσι ή θα ξαναγυρίσουν στο κοινό της επιθεώρησης, έστω και αν δεν υπήρξε ποτέ το δικό τους κοινό;». Τέλος, καλοκαιρινό παράδειγμα «στροφής» είναι ο PERSON στον PERSON στρατιώτη GPE» του PERSON. Στροφή CARDINAL μοιρών. Μολαταύτα, το κοινό, ανελέητο, έκανε αισθητή την παρουσία του χειροκροτώντας ασταμάτητα, μόλις εμφανίστηκε, τον NORP, εκείνον που γνωρίζει χρόνια τώρα στον «PRODUCT» και όχι εκείνον που προτίθεται να αγωνιστεί με πάθος για να πλάσει μια εικόνα που να ταιριάζει με το υπαίθριο θέατρο του PERSON. Τι θα κάνει ο ORG από εδώ και στο εξής; Θα παλέψει από τα χαρακώματα του GPE ή θα παραμείνει αιχμάλωτος του ORG; PERSON σε σελιλόιντ εν έχουν μόνο οι φιλόλογοι τη μανία να φωτίζουν τις ζωές των λογοτεχνών. Και οι σκηνοθέτες προσπαθούν να καταγράψουν ολόκληρες ζωές μέσα από δίωρα σενάρια. Μετά τον «Κάφκα», τον Μπάροουζ στο «Γυμνό γεύμα», τον PERSON στο «Χένρι και Τζουν», ήλθε η σειρά του ποιητή της PERSON να γυριστεί σε ταινία. PRODUCT του ORG ολοκληρώθηκε και ταξίδεψε στον ORG. Η ταινία προκρίθηκε να συμμετάσχει στο PERSON του ORG, το οποίο θεωρείται το αυστηρότερο φεστιβάλ της ORG. Μέχρι στιγμής έχουν προβληθεί ταινίες δύο ελλήνων σκηνοθετών σε αυτό το φεστιβάλ: του ORG και του Νικολαΐδη. Για το σενάριο συνεργάστηκαν οι PERSON, Στέλιος Ρογκάκος και ο FAC, ο οποίος υποδύεται τον ποιητή. GPE επίσης οι ORG, ORG, PERSON, ORG, PERSON. Με φιλικές συμμετοχές ενισχύουν το καστ οι Λάκης ORG, PERSON, PERSON, PERSON. Τη μουσική της ταινίας υπογράφει ο βραβευμένος με PERSON, ενώ την επιμέλεια σκηνικών - κοστουμιών έχει ο ORG.",False "Το τέλος του αιώνα και της χιλιετίας βρίσκει τον κόσμο σε μια πρωτοφανή σύγχυση, καθώς την περίοδο της κατάρρευσης των ιδεολογιών διαδέχθηκε η τωρινή μεταβατική περίοδος, για την οποίαν διατυπώνονται αντιφατικές θεωρίες και απόψεις, όπως π.χ. «σύγκρουση πολιτισμώνWORK_OF_ART ή «τέλος της ιστορίαςWORK_OF_ART), που, αντί να διαλύουν, μάλλον επιτείνουν τη σύγχυση. Το αποτέλεσμα είναι να έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται το νέο κλίμα μέσα στο οποίο θα είμαστε προσεχώς όλοι υποχρεωμένοι να ζήσουμε. ORG χαρακτηριστικά του φαίνεται πως θα είναι η υποβάθμιση της αξίας του ανθρώπινου προσώπου, η υποταγή του στην εξουσία, η υποδούλωσή του στην ηλεκτρονική τεχνολογία. Η κοινωνία των προσώπων ετοιμάζεται να παραχωρήσει τη θέση της στην κοινωνία της πληροφορίας. Ο κατακλυσμός της πληροφορίας εγκυμονεί μέγιστα δεινά για την πολιτική ελευθερία του ανθρώπου και μεθοδεύει την εγκαθίδρυση ολοκληρωτικού συστήματος διακυβέρνησης του κόσμου με βάση τις πληροφορίες. Περισσότερο στην Ευρώπη και λιγότερο στην πατρίδα μας PRODUCT επί του παρόντος ­ συνειδητοποιούμε μια νέα τάξη πραγμάτων, που διαμορφώνεται σιγά σιγά αλλά σταθερά και καθορίζεται κατά βάσιν από τρεις άξονες: τη Μετα-νεωτερικότητα, την PERSON και την PERSON. Και οι τρεις αυτοί όροι έχουν γίνει πλέον του συρμού και τείνουν να σφραγίσουν τις ιδεολογικές εξελίξεις της εποχής μας, χρήζουν δε βαθιάς ανάλυσης και σε βάθος έρευνας για να αποδειχθεί το ουσιαστικό των περιεχόμενο και υπάρξει η δυνατότης κριτικής τοποθέτησής μας έναντί των. Η Μετα-νεωτερικότητα έγινε πρόσφατα κυρίαρχο ρεύμα στο επίπεδο των ιδεών της εποχής μας, ξεκινώντας από την τέχνη ως μετα-μοντερνισμός και περνώντας σύντομα στις πιο συστηματικές μορφές λόγου και έκφρασης. Η μετα-νεωτερικότητα εκφράζει τη φιλοσοφία του τέλους των πάντων, ακόμη και του Θεού. PERSON πάντα κατ' αυτήν ισχύουν σχετικά και κανείς και τίποτε δεν δικαιούνται να προβάλουν DATE καθολικής ισχύος. Ετσι οι μεγαλεπήβολες θεωρίες, οι ουτοπίες, τα προγράμματα συνολικού μετασχηματισμού της κοινωνίας απωθούνται στο περιθώριο και επιζητείται η «ανοικτή κοινωνία» της ανοχής. Εξ άλλου ένα άλλο τέλος, το τέλος της GPE, ανασύρεται από τη χεγγελιανή προβληματική του 19ου αιώνα, για να ερμηνεύσει την κατάσταση του τέλους του 20ού αιώνα. Συναφές είναι και το τέλος της πολιτικής, ένεκα του πρωτείου της οικονομίας στη μεταμοντέρνα εποχή. Η κυριαρχία του οικονομικού μοντέλου αυτονομείται εντελώς στη διεθνοποιημένη κεφαλαιοκρατική κοινωνία του τέλους του ORDINAL αιώνα και κυριαρχεί σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής ζωής, βάζοντας στο περιθώριο τη σφαίρα της πολιτικής. Σύμφωνα άλλωστε με τις θεωρητικές κατευθύνσεις του οικονομικού φιλελευθερισμού, η πολιτική πρέπει να ακολουθεί ασθμαίνουσα τις επιταγές της οικονομίας της αγοράς και του ελεύθερου εμπορίου, που μηχανιστικά ξεπερνούν τα προβλήματα που δημιουργούν και οδηγούν στην παραγωγή και αναπαραγωγή της κοινωνικής ζωής. Παράλληλα μέσα στη Μετα-νεωτερικότητα κάπως πρόωρα προφητεύεται και το τέλος του έθνους - κράτους, που πρέπει να υποχωρήσει και να υποταχθεί στις ανάγκες της διεθνοποιημένης, ενιαίας αλλά και περιφερειοποιημένης οικονομικής πραγματικότητος. Στη Νέα Τάξη Πραγμάτων οι εθνικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις προκαλούν μια πρόσκαιρη αναστάτωση, που όμως είτε με τη βία είτε με τη διαδικασία της πολιτισμικής ενσωμάτωσης στο κυρίαρχο μοντέλο επιλύονται. Και ο λόγος περί τέλους δεν έχει τέλος. Πρόσφατη προφητεία διαβλέπει το τέλος της εργασίας. PERSON αυξανόμενα ποσοστά ανεργίας που εμφανίζονται σε όλες τις ανεπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, ως παρεπόμενο της αναδιάρθρωσης των οικονομιών και της επανασχεδιοποίησης των επιχειρήσεων, στηρίζουν την εκδοχή αυτή. Και έρχεται και το τέλος του πολιτισμού μας, που είχεν ως βάση το νευτώνειο - καρτεσιανό υπόδειγμα του αναλυτικού ορθολογισμού. Ισως σ' αυτή τη σειρά του τέλους να μπορεί να ενταχθεί και το τέλος του Θεού. PERSON στα DATE ο Θεός είχε περάσει «στη συνταξιοδότηση». Το μοντέρνο αστικό πρόγραμμα είχε πλέον καταφέρει να γκρεμίσει την κορυφή της πυραμίδας τού μεσαιωνικού - σχολαστικού κοσμοειδώλου και πλέον στους μεταμοντέρνους καιρούς ο Θεός και το GPE δεν γίνονται καν αντικείμενο απορίας. Ετσι αφού ο Λόγος χρησιμοποιήθηκε για να γκρεμίσει τον Θεό από τους ουρανούς, γκρεμίζεται τώρα και ο ίδιος και αυτοκαταστρέφεται. Ο Λόγος υποσχέθηκε την ελευθερία και έφερε τον ολοκληρωτισμό, συνδέθηκε με τον πολιτισμό και οδήγησε στη βαρβαρότητα και στα πρόθυρα του ολοκληρωτικού αφανισμού του πολιτισμού. Οι απόλυτες DATE του NORP σχετικοποιούνται και αντικαθίστανται από τη νέα σκέψη. Η ύψιστη έννοια του ORG, η έννοια της ουσίας, καταγγέλλεται ως μύθος και αντικαθίσταται από την έννοια της λειτουργίας. ORG, ο λόγος περί του τέλους φθάνει και στο τέλος του Ανθρώπου, του ανθρώπινου υποκειμένου ως ανόμοιας, ανεπανάληπτης, αυτοσυνείδητης και ελεύθερης προσωπικότητος... «Αν το CARDINAL αιώνα το πρόβλημα ήταν ότι ο Θεός πέθανε ­ παρατηρεί ο PERSON ­ τον CARDINAL αιώνα το πρόβλημα είναι ότι πέθανε ο άνθρωπος, ότι ο άνθρωπος είναι νεκρός». Σήμερα ο κάθε άνθρωπος της μεταμοντέρνας κοινωνίας βιώνει το τέλος του μέσα στο «σιδερένιο κλουβί του ρασιοναλισμού και της γραφειοκρατίας» των κοινωνιών της αλλοτρίωσης, που μετατρέπουν τον ίδιο και τους συνανθρώπους του σε αριθμούς, σε στατιστικά μεγέθη εναλλάξιμα μεταξύ των. Ετσι η Μετα-νεωτερικότητα, παρά τον φανταχτερό και πομπώδη τίτλο της, φέρνει μαζί της το γνωστό από τους αρχαίους μύθους και τις αρχαίες θρησκείες θέμα του τέλους του κόσμου. Ο μεταμοντερνισμός συναντά έτσι την αρχαία εσχατολογία. Αλλ' αυτός ο λόγος έχει και τον αντίλογό του. Υπάρχουν διανοούμενοι που υποστηρίζουν τη συνέχεια έναντι του τέλους. Ο αντίλογος αυτός κατευθύνεται τόσο στον λόγο για το τέλος των ιδεολογιών όσο και στον υπεραισιόδοξο λόγο για τις «μαγικές» ικανότητες της σύγχρονης τεχνολογίας, οι εφαρμογές της οποίας λέγεται ότι θα αποτελέσουν τη λύση και την πανάκεια για όλα τα προβλήματα του ανθρώπου. Πρέπει να παύσουν η κοινωνία και οι εποχές να προσδιορίζονται από τα δημιουργήματα του ανθρώπου και να αρχίσουν να προσδιορίζονται από τους ίδιους τους ανθρώπους. Δηλαδή πρέπει να μεταβούμε πλέον από τη βιομηχανική κοινωνία, όχι στην κοινωνία της πληροφορίας αλλά στην ανθρώπινη κοινωνία. *** Με την PERSON επιδιώκεται η αναγωγή των λεπτομερειών σε γενικότητες. Τούτο σημαίνει ότι τα επί μέρους στοιχεία του πολιτισμού υποχωρούν εμπρός στα γενικά και οι ιδιαιτερότητες των παραδόσεων, που διαπλάθουν τις αυτοσυνειδησίες, παραχωρούν θέση σε γενικές αρχές κοινώς αποδεκτές από τους περισσοτέρους. Με άλλα λόγια η PERSON, ως φιλοσοφικό ρεύμα, οδηγεί στη σταδιακή αποσάθρωση κάθε ιδιαιτερότητος και λυμαίνεται την αξία του προσώπου, που από τη φύση του οριοθετείται από την αποκλειστικότητα και τη μοναδικότητα και μόνο υπό τις προϋποθέσεις αυτές αποτελεί τη βάση κάθε πολιτισμού. Τελικά φαίνεται πως η νέα φιλοσοφία της ζωής μας, αφού αρνείται τις λεπτομέρειες, μεθοδεύει τη μαζοποίηση, στην οποίαν έχουμε ήδη αρχίσει να συνηθίζουμε. Η εξίσωση, που επιχειρείται, των πάντων είναι η αναγκαία συνέπεια αυτής της λογικής. Οι άνθρωποι σήμερα κατευθύνονται προς τον πνευματικό ευνουχισμό και το μόνο που τους απέμεινε είναι να ομιλούν χωρίς κανείς να τους ακούει. Εχουν μετατραπεί σε ετεροπροσδιοριζόμενα άτομα. Εξ άλλου με την PERSON αποσύρεται ίσως οριστικά από το προσκήνιο της ιστορίας η ανάγκη της ιδιοπροσωπίας των λαών και καταργούνται τα τείχη μεταξύ όχι μόνον των ιδεών, που άλλοτε διεχώριζαν και διέκριναν τους πολιτισμούς και τους λαούς, αλλά και αυτών των κατ' ιδίαν χαρακτηριστικών των. Η νέα τάση εμπεδώνεται ολονέν και περισσότερο και καλλιεργεί το πνεύμα ισοπέδωσης των πάντων και δημιουργίας συνθηκών απονεύρωσης των επί μέρους γνωρισμάτων πολιτισμών και ιδεολογιών. Παγκοσμιότης σημαίνει μια κοινή ενόραση και προοπτική με βάση τις επιλογές του ισχυρού. Υποχώρηση και ίσως και εξαφάνιση της τοπικότητος, που βιώνεται στην καθημερινότητα, και της παραδοσιακότητος, που τρέφει με τους χυμούς της το δένδρο της ζωής μας. PERSON, κατά ταύτα, και GPE απομακρύνονται από τις επί μέρους παραδόσεις, τις θρησκείες, τις γλώσσες, τις εκφραστικές μορφές κάθε λαού και αποβλέπουν στην οικοδόμηση μιας PERSON, όπου τίποτε από όλα αυτά δεν θα μπορεί να διακρίνει πια τους λαούς. GPE για το φαινόμενο του συγκρητισμού, της σύγκρασης δηλαδή θρησκειών, πολιτισμών, παραδόσεων, που υπήρξε στην ιστορία πρόδρομος της κατάλυσης ολόκληρων κόσμων. PERSON βέβαια στη βάση της επιδίωξης λέγεται ­ προς πρόληψιν αναμενομένων αντιδράσεων ­ ότι βρίσκεται η αναζήτηση της ενότητος όλων σε μια ενιαία κοινότητα τρόπου ζωής και κατανόησης του κόσμου. Το δέλεαρ της ενότητος συνεπαίρνει τους αμύητους, όμως η παραλυτική απειλή κατά της προσωπικότητος και της αυτοσυνειδησίας είναι προφανής. Ολος ο κόσμος γίνεται πλέον όχι μόνο μια γειτονιά εξ επόψεως επικοινωνίας, οικονομίας, πολιτικής, αλλά και μια οικογένεια από έποψη πολιτιστική. PERSON για την Ευρώπη είναι ήδη επιθυμητή επιδίωξη με την καθιέρωση του CARDINAL Πυλώνα, μιας γραμμής που, με βάση τις πολιτιστικές καταβολές των ευρωπαϊκών λαών, οριοθετεί την κοινή μας ευρωπαϊκή πνευματική και πολιτισμική προέλευση και πορεία, με απώτερο στόχο την επίτευξη της πνευματικής ενότητος μέσα στον χώρο της PERSON, που τώρα απουσιάζει. Η Ευρώπη όμως σήμερα και γενικότερα η ORG περνούν μια βαθιά πνευματική κρίση, που οριοθετείται από τον θρησκειακό συγκρητισμό ή ρελατιβισμό. Καθολικισμός και προτεσταντισμός έχουν περάσει από την εκκοσμίκευση στην αλλοτρίωση, που λεηλατεί τις ψυχές. Αυτά που συμβαίνουν σήμερα στη ORG γεννούν μελαγχολικές σκέψεις για το μέλλον του δυτικού πολιτισμού. PERSON φαινόμενα μαρτυρούν μεταξύ άλλων ότι ο άνθρωπος, όπως τον εγνωρίζαμε μέχρι τώρα, δεν έχει πολλές ελπίδες επιβίωσης. LOC τους διθυράμβους που ακούονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα και για την αξιοπρέπεια του ανθρώπου στην εποχή μας, εν τούτοις η μεθόδευση αντιβαίνει στη διατήρηση της ανθρώπινης οντότητος. Η σημερινή τάση στον δυτικό QUANTITY η αντικατάσταση των κλασικών PERSON, του χριστιανισμού, των ηθικών αξιών, του δυτικού εν γένει πολιτισμού, από τον συγκρητισμό, που αναμειγνύει τα πάντα σε ένα αμάλγαμα, από τον θρησκευτικό ολοκληρωτισμό, από τη φασίζουσα διανόηση. Η Ορθοδοξία δεν είναι ρομαντικό ιδεολόγημα κατάλληλο για νεφελώδεις ερεσχελίες, αλλά είναι μια πρόταση που σαρκώνει με ταπείνωση την ελπίδα του πεπτωκότος ανθρώπου των ημερών μας. PERSON στοιχεία της οικουμενικότητος και καθολικότητος που τη χαρακτηρίζουν δεν έχουν κάποια σχέση ούτε με τη μετά-νεωτερικότητα ούτε με την ολιστικότητα ή παγκοσμιότητα, όπως τις εκδέχεται η Νέα Τάξη του κόσμου. «Για να είσαι κοσμοπολίτης, πρέπει πρώτα να γίνεις GPE» έλεγε ο PERSON. Και ο Ελληνισμός διασώζεται μέσα στην GPE. Ας το καταλάβουμε επί τέλους όλοι μας και ιδίως οι νέοι. PERSON οφείλει τα προβλήματα του λαού να τα υιοθετήσει δίδουσα τις ευκταίες λύσεις των. Και σήμερα η Νέα Τάξη και η Νέα Εποχή αποτελούν τα μεγαλύτερα προβλήματα για την επιβίωσή μας. Η Ορθοδοξία και η Ελληνικότητά μας είναι δύο ισχυρά ερείσματα εναντίον της μαζοποίησης και ισοπέδωσης των πάντων. PERSON ο λαός έχει πλούσια ιστορία και δικαιούται να ζήσει ειρηνικά, χωρίς να κινδυνεύει να αφομοιωθεί, χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο αποκοπής του από τις ρίζες του. ORG η GPE στη νέα χιλιετία φαίνεται πως θα είναι η διέξοδος στα αδιέξοδά μας. Σε όποιον το αρνείται, ας αντιτάξουμε τους στίχους του Αλεξανδρινού: «Για τες θρησκευτικές μας δοξασίες ο κούφιος PERSON είπεν: ""Ανέγνων, έγνων, κατέγνων"". PERSON μας εκμηδένισε με το ""κατέγνων"" του... Τέτοιες εξυπνάδες όμως πέρασι δεν έχουνε σ' εμάς τους χριστιανούς. ""ORG, αλλ' ουκ έγνως. Ει γαρ έγνως, ουκ αν κατέγνως"" απαντήσαμεν αμέσως».","CARDINAL διένεξη μεταξύ PERSON και Αρχιεπισκοπής Αθηνών μού δίνει την ευκαιρία να καταθέσω κάποιες σκέψεις για τα εκκλησιαστικά μας πράγματα. Διαβάζω πίσω από τα δρώμενα τη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει η GPE - και όχι μόνο - καθώς αισθάνεται όλο και πιο αμήχανα στο παγκοσμίως διαμορφούμενο ιστορικοκοινωνικό περιβάλλον του γενικευμένου εξατομισμού και της ευρείας κλίμακος εκκοσμικεύσεως. Τα πράγματα δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού διαγράψαμε προ αιώνων τον ανθρωπολογικό προβληματισμό από το σκεπτικό μας, για να παραδοθούμε στη μεγαληγορική αυταρέσκεια του περιθωρίου. Με τον όρο «εκκοσμίκευση» εννοώ χονδρικά την υποκατάσταση κοσμικών προτύπων και αναφορών στις θρησκευτικές αξίες. PERSON παράγων αυτής της διεργασίας ήταν, κατά τους τρεις τελευταίους αιώνες, ο εξορθολογισμός της ζωής. Το κοσμικό στοιχείο απλώνεται ακατάσχετα εις βάρος του ιερού, αντικαθιστώντας την υπερβατική θεότητα με ηθικές επιβραβεύσεις και καταναλωτικά αγαθά. H εκκοσμίκευση όμως δεν GPE απόλυτη εκλογίκευση, ώστε να καταλυθεί η θρησκευτική πίστη. PERSON μάλλον την πίστη στο πεδίο της αυτονομίας του ανθρώπου, οπότε οι σκοποί μας ταυτίζονται με το πλήρωμα του χρόνου. Την ώρα λοιπόν που η κοινωνική εμβέλεια της θρησκείας ελαττώνεται, η θρησκευτικότης εξαπλούται, καθώς στον TIME της αφθονίας οι άνθρωποι διεκδικούν την ατομική τους έκφραση αντί άλλου τύπου σωτηρίας. Εξ ου και η έκπτωση της ιερότητος των κοινωνικών δεσμών υπέρ της αρχής του αμοιβαίου σεβασμού των δεσμευμένων. Ο γάμος, αίφνης, εξαρτάται από τη συμφωνία του ζευγαριού και όχι από την ιερότητα του μυστηρίου, ενώ το κύρος της παραδόσεως μειώνεται δραστικά, καθώς η μόδα εισβάλλει στις ψυχές με αρχετυπική δύναμη, ανάβει τη φωτιά της αλλαγής και εισάγει την αισιοδοξία του υποσχομένου μέλλοντος μαζί με την περιωπή του νέου. H Εκκλησία δεν διαδραματίζει πνευματικό ρόλο στον τόπο μας. Και πώς να διαδραματίσει; Με κατηχητικά, κατασκηνώσεις, κηρύγματα, μαθήματα αγιογραφίας και ψαλτικής ή με έργα ευποιίας, καθ' όλα σεβαστά, πλην σε μια κοινωνία η οποία αναπτύσσει διαρκώς το δημόσιο σύστημα της πρόνοιας; PERSON η ORG διαμόρφωνε τις πνευματικές αξίες και έβαζε τη σφραγίδα της στον πολιτισμό σύνολου του χριστιανικού κόσμου· τώρα παρακολουθεί μακρόθεν τα γεγονότα. Γι' αυτό και διέρχεται κρίση ταυτότητος. Αυτή ακριβώς η κρίση ταυτότητος προσφέρει το ερμηνευτικό κλειδί της πρόσφατης ενδοεκκλησιαστικής διενέξεως, ως συμπτώματος μιας απειλητικής παθογένειας. Οσο κι αν ηρεμήσουν τα πνεύματα, θα βρίσκονται υπογείως σε αναβρασμό και θα καλείται μονίμως να πληρώνει τα σπασμένα η κοινωνία με δική της στασιμότητα. Θα καταβάλει το τίμημα της εκτός τόπου και χρόνου συνυπάρξεως του κράτους και της PERSON, η οποία αναγνωρίζει εκ παραδόσεως υπεύθυνη οντότητα στην ομάδα και ανευθυνότητα στο άτομο. Την τάση προς την εκκοσμίκευση ενισχύει η συνταγματική κατοχύρωση της Ελλαδικής Εκκλησίας ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, πράγμα που ενθαρρύνει πολιτειακο-εκκλησιαστικές εμπλοκές σαν εκείνη προ ετών με τις ταυτότητες και την τελευταία με το PERSON. Το πνευματικό χάνει την ψυχή του όταν στηρίζεται στον νόμο. Σε μια ελεύθερη κοινωνία το θρησκευτικό φρόνημα είναι υπόθεση ιδιωτική και η συνείδηση των πολιτών δεν μπορεί να ταυτίζεται εκ του νόμου με ορισμένο θρήσκευμα, έστω και αν τούτο υπερτερεί αριθμητικώς συντριπτικά. Τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα για την PRODUCT και την ORG, εάν προχωρούσαν σε συναινετικό διαζύγιο. ORG κράτος θα ακολουθούσε ομαλά την ευρωπαϊκή του πορεία και ο εκκλησιαστικός οργανισμός θα έπαυε να στηρίζεται δημοσιοϋπαλληλικά στα δεκανίκια της κρατικής μισθοδοσίας. Θα υποχρεωνόταν μάλιστα να οικοδομήσει την αυτοδυναμία του με αναζωογονητική δεξίωση των λαϊκών στην πνευματική πλέον διακονία της. H εκκλησιαστική κρίση σχετίζεται και με τον τρόπο που το ιστορικό γίγνεσθαι επηρεάζει τη θρησκευτικότητα. GPE, ως γνωστόν, παλαιάς και νέας κοπής θρησκευτικότητα, όπως υφίσταται και θρησκευτικότητα των σημερινών μετανεωτερικών κοινωνιών. Ο εκάστοτε τύπος θρησκευτικότητος είναι φυσικό να επιδρά και στις εκκλησιαστικές επιλογές. Στην παλαιάς κοπής θρησκευτικότητα και κοινωνία οι πιστοί νιώθουν αμέσως εξηρτημένοι από τον Θεό και εις πείσμα του ιστορικού χρόνου ο κόσμος διατηρεί στα μάτια τους τη θαυμαστή ιερότητά του. Δεν ισχύει το ίδιο για τη νεωτερική θρησκευτικότητα και την πιο εξελιγμένη κοινωνία από την οποία προκύπτει. Εδώ η πνευματική διάσταση της υπάρξεως διακρίνεται με σαφήνεια από την εκκοσμικευμένη της πλευρά. Ο Θεός δεν είναι παρών επειδή τα πάντα ως πλάσματά του είναι ιερά· είναι παρών στο μέτρο που η κοινωνία ακολουθεί το θέλημά του. H συνοχή αυτής της κοινωνίας περνά από το αίσθημα κάθε μέλους της ότι ανήκει στο εθνικό σύνολο και στην κρατούσα θρησκευτική ομολογία. Αντίθετα, στις ανεπτυγμένες μετανεωτερικές κοινωνίες το υποκειμενικό θρησκευτικό αίσθημα και οι δεσμοί των ατόμων παραμένουν συλλογικοί, χωρίς να προϋποθέτουν καθεστώς παλαιοθρησκευτικού ή εθνοθρησκευτικού τύπου. GPE για προσωπική στάση του πιστού, για ελεύθερη εσωτερική επιλογή, που τον προφυλάσσει από τα σύνδρομα της υποκρισίας και της πνευματικής εν γένει εκπτώσεως, τα οποία συνιστούν ετεροχρονισμένη θρησκευτικότητα της παρελθούσης χρήσεως κοινωνικής ομοιομορφίας. Στη σημερινή ORG επικρατεί ένα κράμα παλαιικής και νεωτερικής θρησκευτικότητος, προϊόν συμβιβαστικής επιμιξίας της παραδόσιμης λειτουργικής νοοτροπίας και ζωής (αναφέρομαι στις πάσης φύσεως περιπτώσεις παλαιοπίστων και παλαιοημερολογιτών) και της πνευματικότητος των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων. Ετσι η μεν παλαιά θρησκευτικότης θέλει τον πιστό δούλο του Θεού να ανήκει στο σύνολο μέσω του PERSON και του εκκλησιαστικού του βίου, ενώ ταυτοχρόνως η νεωτερική παρέμβαση διαμόρφωσε μια εθνικοθρησκευτική πολιτική ταυτότητα, αντιπαρατιθέμενη ζηλωτικά στην αγάπη του αλλοδόξου ή αλλοφύλου πλησίον. Για μετανεωτερικό θρησκευτικό στοιχείο σοβαρό δεν μπορεί να γίνεται λόγος. Μεταξύ DATE το ανεζήτησε ασυνάρτητα και ασύγγνωστα η ονομαζομένη κίνηση των PERSON (διάχυτο ανανεωτικό αίσθημα στην πραγματικότητα και όχι συντονισμένη ομαδική προσπάθεια), για να το εγκεντρίσει στην αγκυλωμένη παλαιορθόδοξη πνευματικότητα, αλλά χωρίς ευτυχές αποτέλεσμα. Οσο για την εκτός PERSON διάσπαρτη μετανεωτερική «θρησκευτικότητα α λα καρτ», αυτή αντιμετωπίζεται στις ποικίλες εκφάνσεις της ως αιρετική ή εωσφορική περίπου. H εκκλησιαστική κρίση ταυτότητος εκδηλώνεται υπό μορφήν λήθαργου ή κοινωνικής δραστηριότητος, αναλόγως εάν το κράμα βαραίνει προς την πλευρά της παλαιάς είτε της νεωτερικής DATE. PERSON πρώτη περίπτωση, που βιώσαμε επί προηγουμένης αρχιεπισκοπίας, η ORG της PERSON περιοριζόταν στη διεκπεραίωση του ενιαυσίου λειτουργικού κύκλου και την τέλεση των μυστηρίων, παρακολουθούσε αδρανώς την καλπάζουσα εκκοσμίκευση, αντιδρούσε μόνο όταν θίγονταν υπό στενήν έννοια συμφέροντά της και αναζητούσε απλώς τρόπο επιβιώσεως· στη δεύτερη περίπτωση, που ζούμε τώρα, η ORG της PERSON κινείται σε τροχιά πολιτικής μετεξελίξεως, επιφυλάσσοντας στον εαυτό της ρόλο εθναρχικό και οραματιζόμενη μία κοινωνία κατ' εικόνα της. Κι ενώ οι καιροί ζητούν από την GPE να ανταποκριθεί δημιουργικά στον σύγχρονο ουμανισμό, η ORG της PERSON επιμένει να αρνείται τον αυτόνομο πολίτη και άνθρωπο, εν ονόματι ενός τριτοκοσμικού ομαδισμού, τον οποίο βαφτίζει «παράδοση». H αυθεντική παράδοση όμως είναι αναγεννητική ιστορικότης προς το έσχατον, όχι ψυχαναγκαστική απολίθωση. Χωρίς αυτοδύναμα άτομα η κοινωνία μας και κάθε κοινωνία είναι καταδικασμένη στο περιθώριο. Υψηλό ποσοστό των σημερινών NORP διαθέτει ομαδικά αντανακλαστικά και έρχεται σαν παλιρροϊκό κύμα κατ' επάνω μας, κομίζοντας εθνικιστική ταυτότητα από το παρελθόν. Ο εθνοκεντρισμός είναι τρόπος να μην αναλάβουμε τις ευθύνες μας απέναντι στην ιστορία, ηθική επικάλυψη εκτεταμένου αισθήματος ανασφαλείας. Συντηρεί έναν συλλογικό χρόνο και επιδιώκει προκρούστεια να προσαρμόζει την ατομικότητα σε γενικά πρότυπα, χωρίς τούτο να ξεπερνά τα ιδεολογικά σχήματα και τις ψευδαισθήσεις. PERSON, όταν οι ίδιες οι κοινωνίες και οι συνειδήσεις που αλληθωρίζουν στο κοινό παρελθόν έχουν προχωρήσει στις επίμονες εξατομικεύσεις των λεγομένων προβλημάτων της καθημερινότητος, οδηγώντας εκ προοιμίου σε αδιέξοδο τη σχιζοφρενική επιλογή τους. Στον νεοελληνικό εθνικισμό προσβλέπει η ORG, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Χωρίς τον συνεκτικό ιστό του PERSON, η αυτοκεφαλία των PERSON θα εξελιχθεί βαθμηδόν σε πολυκεφαλία υποβλεπομένων έως σπαρασσομένων για τα πρωτεία εθνικών χριστιανισμών. PERSON, νομίζω, σαφής η οργανική συνάφεια της διενέξεως PERSON και Αρχιεπισκοπής Αθηνών, αφ' ενός και της εκκλησιαστικής κρίσεως ταυτότητος, αφ' ετέρου. Και κατανοητός ο ευεργετικός ρόλος τον οποίο θα ήταν εις θέσιν να διαδραματίσει εν προκειμένω το Φανάρι, επειδή ακριβώς στερείται εθνικού τόπου και ταυτότητος στη μακρά ιστορική του άκρα ταπείνωση. H ατοπία του ORG μπορεί σήμερα να προφυλάξει την ORG της PERSON από τις νοσηρές παρενέργειες του ζηλωτικού εθνοκεντρισμού. Τη διαφορά των αντιλήψεων αποτυπώνει παραστατικά ένα πρόσφατο παράδειγμα: H ORG της PERSON συγκατατίθεται να ανεγερθεί μουσουλμανικό τέμενος στην PERSON κατά τη διάρκεια των PERSON, υπό τον όρο να είναι προκατασκευασμένη ναοδομή, ώστε να ξηλωθεί μετά τη λήξη της διοργανώσεως, κι ας το έχουν ανάγκη ένα περίπου εκατομμύριο μουσουλμάνοι μετανάστες· η ORG της GPE συμμετέχει γενναία στα έξοδα οικοδομήσεως τζαμιού για τους αλβανοφώνους του PERSON. Ουδείς θα μεμφόταν τον PERSON, εάν διέθετε αυτό το ποσόν για φιλανθρωπιστικούς σκοπούς, αντί να υποστηρίξει την ανέγερση του τεμένους. Με την επιλογή του όμως έδειξε πώς εννοεί την αγάπη του συνανθρώπου. H ανοικτή πνευματικότητα της μιας καθολικής και αποστολικής PERSON αντιτίθεται στη διαιρετική κλειστή ιδεολογία του εθνοκεντρισμού. Το εθνικό είναι συμπληρωματικό ως προς το οικουμενικό, αλλά το εθνικιστικό δεν μπορεί να είναι, αφού διεκδικεί στη μερικότητά του την ολότητα. Οπως η ενότης του ORG αποτελεί DATE διαφορετικών υποστάσεων, έτσι και οι άνθρωποι πλησιάζουν τον Θεό αναλαμβάνοντας την ετερότητα, συναιρώντας το ατομικό με το συλλογικό, το εθνικό με το παγκόσμιο, το ιστορικό με το έσχατο. Οπου ιερότης και GPE, όμως το μετά Χριστόν ιερό δεν έχει σχέση με εντοπιότητα, ούτε με ευλαβική τήρηση θρησκευτικών τύπων· έχει να κάνει με τη θέρμη της αγάπης μας, που ακτινοβολεί αναγεννητικά το φως του. PERSON δρώμενα του μυστικού δείπνου βεβαιώνουν ότι το τελετουργικό αγιάζει ενεργοποιώντας το έσχατο σε καίριες επιλογές ζωής. Διαφορετικά μένει συμβατικός προκαθορισμός του θείου θελήματος, συναλλαγή ξένη προς τον PERSON και την PERSON του - τους συνηγμένους δηλαδή επί τω ονόματί του και όχι κατ' ανάγκην τους κληρικούς. Ο εκκλησιαστικός εθνοκεντρισμός ονειρεύεται για την κοινωνία μας ένα καθεστώς ομοιόμορφης συλλογικότητος. H ομοιόμορφη συλλογικότης βασίζεται σε ιεραρχικό σύστημα παλαιών ημερών, που αποστρέφεται την ελεύθερη συλλογικότητα της ισοτιμίας, της ανοχής και της διαφοράς, όπως η εξωτερική ταυτότης αποστρέφεται την εσωτερική πίστη και η βλοσυρή ιδεοληψία την ηθική άνοιξη. Τι άλλη μοίρα από την κοινωνική οπισθοδρόμηση να προκαλεί η ομοιομορφία, όταν η εποχή μας διεκδικεί παντί σθένει την ατομική αυτονομία και απόλαυση; ORG κράτος το οποίο θέλει να ακολουθεί τη δυναμική της κοινωνικής αναπτύξεως είναι άτοπο να συστεγάζεται με θεσμούς καταστατικής ομοιομορφίας όπως η ORG. Δεν είναι αποδεκτό η συνταγματική τάξη μας να επευλογεί το μεσαιωνικό σύστημα της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, σύστημα προσβλητικό για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το οποίο παραδίδει τους κληρικούς απροστάτευτους στην ανεξέλεγκτη διάκριση των χωρεπισκόπων. ORG αντιφάσεις θεμέλιες διασύρουν τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας και υπονομεύουν το μέλλον. Στη συνθήκη της ομοιομορφίας οι πολίτες παραιτούνται από τον εαυτό τους, για να εντοιχισθούν στο απρόσωπο σύνολο. Την ατομική τους ταυτότητα απορροφά ιδεολογικά η εθνική και η θρησκευτική ταυτότης. Ο συνδυασμός της πίστεως με ιδεολογία κοινωνική, όπως ο εθνικισμός ή ο κομμουνισμός, καταλήγει στον ολοκληρωτισμό ή τουλάχιστον στον πειρασμό του. Παράδειγμα πρόσφατο και οδυνηρό ο χομεϊνισμός. Το επιμύθιο είναι απλό: PERSON το απόλυτο και έσχατο της πίστεως GPE ιστορικά και η δύναμή της εκφράζεται με όρους κοσμικής εξουσίας, τότε η πολιτική βούληση της θρησκευτικής αρχής γλιστρά στη λογική των διωγμών και των αποκλεισμών και η ORG καταντά παρωδία ή εφιάλτης του εαυτού της.",False "Ισως να μη θυμούνται πια οι νεότεροι πόση πέραση είχε κάποτε στις πολιτικές και οικονομικές αναλύσεις η έννοια του «ιμπεριαλισμού» με την οποία ο δογματικός μαρξισμός επιχειρούσε να εξηγήσει το σύνολο των δεινών που μαστίζουν την ανθρωπότητα: τους εξοπλισμούς και τους πολέμους, την εκμετάλλευση, την άθλια κατάσταση των χωρών του Τρίτου Κόσμου, καθώς και την καταστροφή του περιβάλλοντος. Στις δεκαετίες '60 και '70 έγινε κατά κόρον χρήση της έννοιας του «ιμπεριαλισμού» για να εξηγηθεί ένα από τα πιο περίπλοκα κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα που είναι η ανάπτυξη και η υπανάπτυξη των εθνών. Σε συνδυασμό με την επίσης ξεχασμένη θεωρία της «εξάρτησης», η παρεχόμενη «επιστημονική» εξήγηση συνίστατο στην καταγγελία της πολιτικής των «ιμπεριαλιστικών δυνάμεων» και στη σύνδεσή τους με τα «διεθνή μονοπώλια». Τα τελευταία χρόνια τέτοιες θεωρίες δεν κυκλοφορούν στην ιδεολογική αγορά. Σε αυτό που ακολουθεί δίδεται μια εξήγηση της εξαφάνισής τους. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους. Από την εποχή του Λένιν, που έγραψε ένα μικρό, αλλά εξαιρετικά περιεκτικό βιβλίο για τον ιμπεριαλισμό ως ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού το DATE, το φαινόμενο αυτό συνδέθηκε με την άνοδο του μονοπωλιακού και του χρηματιστικού κεφαλαίου. Η θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό εξηγεί την επεκτατικότητα που διακρίνει τον καπιταλισμό σε αυτή τη φάση ανάπτυξής του με βάση την ανάγκη που έχει στο μονοπωλιακό του στάδιο να ελέγχει πολιτικά ή και στρατιωτικά ορισμένες περιοχές, επιδιώκοντας την εξασφάλιση αγορών για τα προϊόντα του, καθώς και την εκμετάλλευση φθηνής εργασίας σε φτωχότερες χώρες. PERSON υπερκέρδη που εξασφαλίζει με τον τρόπο αυτό υπερκαλύπτουν την (υποτιθέμενη) πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους στις ανεπτυγμένες χώρες και μάλιστα ένα μέρος αυτού του κέρδους χρησιμοποιείται σε αυξήσεις του εισοδήματος της αφρόκρεμας της εργατικής τάξης στις χώρες αυτές, η οποία με τον τρόπο αυτό εξαγοράζεται και γίνεται ως εκ τούτου ρεφορμιστική, δηλαδή μη επαναστατική. Η λενινιστική θεωρία του ιμπεριαλισμού γνώρισε πρωτοφανή επιτυχία, ιδίως αν σκεφθεί κανείς πόσο ταιριάζει στην επαναστατική στρατηγική του ORG, η οποία DATE όχι στην «καθαρόαιμη» προλεταριακή τάξη, αλλά στη συμμαχία της τελευταίας με την αγροτική τάξη και με όλους τους καταπιεσμένους λαούς που πάλευαν για την εθνική τους ανεξαρτησία εναντίον αποικιακών δυνάμεων και πολυεθνικών αυτοκρατοριών. Επιπλέον στην οικονομική του ανάλυση ο Λένιν αποδίδει την ανισότητα στην ανάπτυξη μεταξύ διαφορετικών περιοχών της PERSON στην άνιση ανάπτυξη του ίδιου του καπιταλισμού και εντοπίζει την αιτία αυτού του φαινομένου στη μονοπωλιακή φάση της εξέλιξής του. Η θεωρία αυτή του Λένιν θα συνδεθεί αργότερα με τις θεωρίες «εξάρτησης» μέσα από τις οποίες πολλοί οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι και πολιτικοί θα προσπαθήσουν να εξηγήσουν τις αιτίες της ανάπτυξης και της υπανάπτυξης. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι χώρες του PERSON οφείλουν την καθυστέρησή τους στη σχέση εξάρτησης που έχουν με την καπιταλιστική ORG. Οι χώρες αυτές πάσχουν από στρεβλή ανάπτυξη, η οποία είναι συνέπεια της καπιταλιστικής διείσδυσης. Η υπανάπτυξή τους θα αναπαράγεται όσο παραμένουν κάτω από καπιταλιστικό καθεστώς και μόνο αν ξεφύγουν από αυτό μπορούν να ορθοποδήσουν. Η θεωρία αυτή προσπαθεί να εξηγήσει την οργανική σύνδεση του διεθνούς καπιταλισμού με την «περιφέρεια», την οποία εκμεταλλεύεται, και το καθεστώς εξάρτησης που της επιβάλλει. Η επιχειρηματολογία της όμως είναι αντιφατική. Από τη μία μεριά υποστηρίζεται ότι η «περιφέρεια» είναι απαραίτητη στον διεθνή καπιταλισμό, οπότε η κατάργηση των αποικιών και η ματαίωση εμπορικών συναλλαγών με τις χώρες της περιφέρειας, καθώς και η απαγόρευση στα πολυεθνικά μονοπώλια να επενδύουν σε αυτές θα τον έφερναν στο απροχώρητο ­ στην κατάρρευση ή στον πόλεμο για να ανακτήσει εκ νέου κάποια μορφή αποικιακού ή ημι-αποικιακού καθεστώτος. Από την άλλη υποστηρίζεται ότι οι χώρες του Τρίτου Κόσμου δεν μπορούν να προκόψουν, ακριβώς διότι οι οικονομίες τους δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια παραγωγή. Η κύρια όμως αδυναμία της θεωρίας αυτής δεν συνίσταται σε αυτή την αντίφαση, αλλά στην αναγωγή των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων σε παίγνιο μηδενικού αθροίσματος. Και αυτό εντοπίζεται στην υπαγωγή της οικονομίας στην πολιτική που χαρακτηρίζει τόσο την παλιά μερκαντιλιστική αντίληψη όσο και τη νεότερη προσέγγιση του προβλήματος της υπανάπτυξης μέσα από την ιδέα της εξάρτησης. Η πολιτική είναι κατ' εξοχήν το πεδίο εξουσιαστικών σχέσεων και η δημιουργία μιας «εξουσιαστικής οικονομίας» στην υπηρεσία της πολιτικής ­ το παλιό όνειρο των μερκαντιλιστών ­ δεν διαφέρει ως ιδέα από εκείνη που βλέπει την οικονομία ως έκφραση εξουσίας πριν απ' όλα και όχι ως πεδίο ανταγωνιστικής αλληλόδρασης στον ανοιχτό χώρο της αγοράς. Η αγοραφοβία που διέπει τις δύο σκέψεις ενώνει «ιμπεριαλιστές» και «αντι-ιμπεριαλιστές» σε μια κοινή θεώρηση των οικονομικών και πολιτικών πραγμάτων. Γι' αυτούς μόνο «κάθετες», εξουσιαστικές σχέσεις μπορούν να ισχύσουν στην πολιτική όσο και στην οικονομική ζωή, οι οποίες πρέπει να εξασφαλιστούν κατά τους πρώτους και να ανατραπούν κατά τους δεύτερους. Δεν υπάρχει στη σκέψη τους χώρος για «οριζόντιους» σχηματισμούς συνεργασίας και συναλλαγής. Μέσα στην προοπτική που προσφέρει η ως πρόσφατα διαδεδομένη θεωρία του «ιμπεριαλισμού» σε συνδυασμό με την επίσης διαδεδομένη θεωρία της «εξάρτησης», η παγκόσμια αγορά τηλεκατευθύνεται από αόρατα «κέντρα» πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, με άνομα συμφέροντα, ραδιουργώντας ακατάπαυστα κατά του ανθρώπινου γένους. Η δαιμονοκρατούμενη αυτή αντίληψη για την παγκόσμια οικονομία εγκαταλείφθηκε σιωπηρώς με το πέρασμα του χρόνου και λίγοι σήμερα μιλούν για «ιμπεριαλισμό» όχι διότι διαψεύσθηκε από κάποια άλλη θεωρία ­ πράγμα επιστημονικά αδύνατο, εφόσον εκ κατασκευής δεν υπόκειται σε διάψευση ­, αλλά διότι από ένα σημείο και έπειτα δεν ταίριαζε στο κλίμα των καιρών. Αυτό δεν σημαίνει ότι άλλαξε απλώς η διανοητική μόδα. Σημαίνει όμως ότι διαμορφώθηκε ένα κλίμα το οποίο ευνοεί την αλληλόδραση μεταξύ ατόμων και ομάδων, την επικοινωνία και τις ανταλλαγές σε παγκόσμιο επίπεδο και την αλληλεξάρτηση, σε πείσμα των αντιδράσεων στο όνομα πολιτιστικών, φυλετικών ή θρησκευτικών φανατισμών, τοπικών ιδιαιτεροτήτων και άλλων εκκεντρικών εμμονών. Το συνεργασιακό αυτό κλίμα ευνοεί την ανάπτυξη και τη λειτουργία της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, όπου καθένας επιδιώκει το συμφέρον του, ενώ παράλληλα υπακούει ορισμένους κανόνες που συνιστούν το πλαίσιο και την οικολογική εστία της ελεύθερης αγοράς σε πλανητικό επίπεδο. Αυτή η οικολογική εστία είναι πολύ πιο εύρωστη από ό,τι αρχικά φαίνεται. Δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να αντικατασταθεί από κάποια «εναλλακτική» ένωση αντικαπιταλιστικών δυνάμεων. Η κατάρρευση του κομμουνιστικού στρατοπέδου, που ήταν μια εξαιρετικά συμπαγής στρατιωτική, πολιτική και οικονομική συμμαχία, δείχνει ότι τέτοιο εναλλακτικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο υπό συνθήκες παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. ORG κομμουνιστικές ούτε τριτοκοσμικές χώρες έχουν ή είχαν ποτέ τη δυνατότητα να νικήσουν αυτόν τον καπιταλισμό για τον απλό λόγο ότι δεν μπορούν να ανασχηματίσουν το παγκόσμιο δίκτυο οικονομικών σχέσεων που καθορίζεται από τη σύγχρονη βιομηχανική και επικοινωνιακή τεχνολογία. Το μόνο που απομένει σε μια κομμουνιστική ή τριτοκοσμική χώρα που δεν θέλει να υποταχθεί στις διεθνείς σχέσεις παραγωγής που επιβάλλει ο παγκόσμιος καπιταλισμός είναι να βγει έξω από το σύστημα και να βρει μόνη της τον δρόμο προς την ανάπτυξη. Οι καταφερόμενοι κατά της παγκοσμιοποίησης όμως περιορίζονται στις ιερεμιάδες τους και δεν προχωρούν σε συγκεκριμένη πολιτική πρόταση ανατροπής του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος με επαναστατικά μέσα ή έστω εξόδου από το σύστημα αυτό, ακολουθώντας τον δρόμο που είχαν χαράξει στο παρελθόν η PERSON, η Κούβα, η ORG, η Καμπότζη ή η Βιρμανία. Οι δαιμονοποιοί της παγκοσμιοποίησης προβάλλουν μια εντελώς αναχρονιστική αντίληψη για τα πολιτικά και οικονομικά πράγματα, η οποία επιβιώνει στον νου της μεγάλης πλειονότητας παγκοσμίως. Αυτή η αντίληψη είναι εκείνη που συλλαμβάνει τα πάντα με συγκρουσιακούς ή/και εξουσιαστικούς όρους ακριβώς διότι θεωρεί τα πάντα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος: το διακύβευμα είναι πάντα ποιος θα επικρατήσει πάνω σε κάποιον άλλον. GPE για μια πρωτόγονη ιδέα που για αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει εξαιρετικά μεγάλη πέραση σε συντηρητικούς νόες, έστω και (ή ίσως ιδίως) όταν αυτοαποκαλούνται «προοδευτικοί». PERSON κύκλους αυτούς δεν μιλούν πια για «ιμπεριαλισμό». Συνεχίζουν όμως να εκφράζονται με τις ίδιες έννοιες που χρησιμοποιούσαν, όχι μόνο οι αγωνιζόμενοι κατά του τελευταίου, αλλά και οι ζηλωτές της ιμπεριαλιστικής και αποικιοκρατικής ιδέας. PERSON φυσικά, όπως και οι τωρινοί απόστολοι του οικονομικού και πολιτικού εθνικισμού, τάσσονται κατά της παγκοσμιοποίησης, μαζί με τους ζηλωτές της ελληνορθοδοξίας, τα ιδεολογικά απομεινάρια του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στη χώρα μας, τους υπέρμαχους των συντεχνιακών προνομίων, τους φονταμενταλιστές πάσης φύσεως και τις «λοιπές συντηρητικές δυνάμεις», για να παραφράσουμε την αξιομνημόνευτη προ δεκαετίας φράση. Δεν αντιλαμβάνονται όμως οι άνθρωποι αυτοί ότι η παγκοσμιοποίηση έχει μια αυτόνομη δυναμική που είναι εμφανής στις αλλαγές που πραγματοποιούνται στις συνειδήσεις των περισσοτέρων ανθρώπων. Δεν εξαρτάται από τα θωρηκτά της πάλαι ποτέ αποικιοκρατίας διότι το πεδίο της είναι αφηρημένο και εντοπίζεται στον κυβερνοχώρο. Και φυσικά αυτό είναι που φοβίζει και εξοργίζει τους αντιπάλους της, που, όπως οι παλιοί εμιγκρέδες της PERSON, δεν αντιλήφθηκαν τίποτα για τη νέα κατάσταση πραγμάτων που επικρατεί παγκοσμίως ούτε λησμόνησαν τίποτα από την παλιά. PERSON προσπαθούν με όλα τα μέσα στη διάθεσή τους να συντηρήσουν μύθους που συνδέονται με αυτή την παλιά κατάσταση. GPE όμως οι δυνατότητές τους από τη διεύρυνση της πληροφόρησης, η οποία λειτουργεί απομυθοποιητικά στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Ετσι εξηγείται η πρόσφατη φυγή ορισμένων στον CARDINAL της νοσταλγικής ουτοπίας και του «μεταμοντέρνου». PERSON ο κόσμος τους κρατά μακριά από τον «ιμπεριαλισμό», τον οποίο τοποθέτησαν στην άκρη μαζί με τις άλλες «χάρτινες τίγρεις», για να περιμαζευτούν από μελλοντικούς ιστορικούς ιδεών, που λειτουργούν αθόρυβα και ταπεινά, ως συντηρητές ιδεολογικών αρχαιοτήτων στο φαντασιακό μουσείο της ανθρωπότητας.","Είκοσι χρόνια μετά το τραγικό τέλος του PERSON οργανώθηκε συνέδριο στη μνήμη του υπό την αιγίδα της ORG και του Πανεπιστημίου Αθηνών. GPE κάθε έπαινος στους οργανωτές και ιδιαίτερα στον PERSON που ήταν η ψυχή της όλης εκδήλωσης. Το συνέδριο άρχισε με επισημότητα, αλλά γρήγορα επικράτησε κλίμα χαλαρότητας που ταίριαζε απόλυτα στην προσωπικότητα του WORK_OF_ART. Θα είχε αισθανθεί ο ίδιος «μέσα στα νερά του» αν είχε παρευρεθεί. Αλλά και η ποιότητα των ομιλιών καθώς και το κύρος των συμμετασχόντων ήταν άξια της μνήμης του LOC. Το συνέδριο πέτυχε απόλυτα τους σκοπούς του: να ξαναζωντανέψει τη μνήμη, τη ζωή και την προσωπικότητα του WORK_OF_ART και να εξασφαλίσει QUANTITY ανάλυσης του έργου του. Αστοχα, επομένως και άτοπα, ήταν τα δημοσιεύματα διαμαρτυρίας κατά του συνεδρίου με το αιτιολογικό ότι από αυτό ωφελείται η «κεντροαριστερά» και όχι η «γνήσια Αριστερά» ­ όποιο νόημα και αν δώσει κανείς σ' αυτούς τους όρους. Η κριτική όμως πρέπει να ασκείται στο επίπεδο ιδεών και όχι σε εκείνο των αποδιδομένων προθέσεων. Ισως οι διαμαρτυρόμενοι να δυσανασχέτησαν με την παρουσία του «κατεστημένου» στην εκδήλωση, η οποία δεν ήταν επαρκώς «αριστερή» ως εκ τούτου. NORP κανείς όμως να εικάσει πώς θα είχαν τα πράγματα αν οι ίδιοι είχαν αναλάβει τη διεξαγωγή του συνεδρίου. Δεν θα ήξεραν ποιον να πρωτοαποκλείσουν: τους «εξουσιαστές», τους «γραφειοκράτες», τους «αστούς», τους «κομματικούς», τους «συντηρητικούς» και τους «δήθεν προοδευτικούς». Δεν θα έμενε ψυχή ζώσα. Και η εκδήλωση δεν θα είχε πραγματοποιηθεί. Οπως και δεν πραγματοποιήθηκε PRODUCT από αυτούς. Πιο σοβαρή θα ήταν η κριτική προς την αντίθετη κατεύθυνση που σχετίζεται με τη θεματολογία των ομιλιών. Δεν θα σταθώ στην ιδεολογική τους μονοχρωμία. Ο Πουλαντζάς ήταν στρατευμένος διανοούμενος της PERSON και το συνέδριο είχε, ως εκ τούτου, έναν αγωνιστικό παλμό που δύσκολα συμβιβάζεται με την πολυφωνία απόψεων η οποία επικρατεί σε ένα καθαρά ακαδημαϊκό συνέδριο. Θα έπρεπε όμως να είχε γίνει συζήτηση πάνω σε θέματα ζέουσας πρακτικής και θεωρητικής σημασίας που ασφαλώς θα είχαν απασχολήσει τον PERSON αν ζούσε σήμερα. Ασχετα με τη θέση που μπορεί να πάρει κανείς σήμερα υπέρ ή κατά του PERSON, του PERSON και των μεταμοντέρνων εν γένει, η συζήτηση που έχει εκθρέψει ο προβληματισμός τους πάνω στη σχέση εξουσίας και γνώσης, πάνω στις δυνατότητες και στις αδυναμίες του πολιτικού λόγου, έρχεται σε αντίθεση με τον μαρξιστικό στρουκτουραλισμό του Αλτουσέρ και του Πουλαντζά. Ανάλογα ισχύουν για τις επιστημολογικές προκείμενες των τελευταίων που ήκιστα συμβιβάζονται με τον σχετικισμό των μεταμοντέρνων. Αυτά τονίστηκαν από ορισμένους που συμμετείχαν στο συνέδριο, χωρίς όμως να συζητηθούν επαρκώς. Από την άλλη πλευρά, αναρωτιέται κανείς γιατί δόθηκε τόση έμφαση στην παγκοσμιοποίηση σε ένα συνέδριο πάνω στη σκέψη του LOC. Με κάποια έννοια η παγκοσμιοποίηση υπήρχε πάντα, ακόμη και την εποχή του GPE. Λειτουργούσε ένα παγκόσμιο σύστημα εμπορικών συναλλαγών και σχέσεων εργασίας. Με τη διαφορά ότι δεν ήταν διαδικτυωμένο με τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας που καθιστούν δυνατή την ακαριαία ενσωμάτωση κάθε οικονομικής δραστηριότητας στο παγκόσμιο σύστημα. Οι θέσεις που είχε διατυπώσει στο παρελθόν ο ORG είναι άσχετες με αυτόν τον προβληματισμό και ασυμβίβαστες με τις τωρινές εξελίξεις. Ο Πουλαντζάς θεωρούσε ότι οι αγώνες κατά του παγκοσμίου κεφαλαίου «συμπυκνώνονται» στο επίπεδο του εθνικού κράτους. Σήμερα αυτό δεν ισχύει διότι η παγκοσμιοποίηση έχει ανατρέψει εντελώς τα δεδομένα. Η καταφορά κατά της τελευταίας δεν μπορεί να την ξορκίσει. ORG βέβαιο ότι ο ORG θα ήταν από τους πρώτους αριστερούς που θα το καταλάβαιναν αυτό σήμερα. PERSON λέγεται μετά λόγου γνώσεως, διότι όσο ζούσε έλεγε και έγραφε με την παραδειγματική του ορθολογικότητα εναντίον των απανταχού παθιασμένων αντικαπιταλιστών ότι η επίδειξη οργής κατά του καπιταλισμού χωρίς την ορθή του κατανόηση είναι ανώφελη και γελοία. Μπορεί να πει κανείς μετά είκοσι έτη ότι ο ορθολογισμός του ORG περισσότερο από το θάρρος και την αγωνιστικότητά του ήταν εκείνο που έδωσε στο έργο του τη μοναδική του δύναμη. PERSON ασφαλώς αυτό είναι που θα επιβιώσει στο μέλλον. Ο αιώνας που μας αποχαιρετά στο τέλος της επόμενης χρονιάς έχει ορθά ονομαστεί αιώνας των διανοουμένων. Τι είναι ένας διανοούμενος; ORG πρόβλημα έχει απασχολήσει πάμπολλους στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους περιλαμβάνεται και ο ORG, εις μνήμην του οποίου πραγματοποιήθηκε πρόσφατα συνέδριο στο PERSON. Ο Πουλαντζάς είχε ασχοληθεί με το θέμα αυτό σε ένα από τα τελευταία άρθρα που έγραψε («Διανοούμενε ποιος είσαι;», PERSON, CARDINAL και DATE). Το πρόβλημα που είχε απασχολήσει τον GPE ήταν η σχέση του διανοουμένου με την εξουσία, από τη στιγμή που αυτός είναι πολιτικά στρατευμένος και η πολιτική έχει άμεση σχέση με τη νομή, την άσκηση και τον αγώνα για απόκτηση της εξουσίας. ORG δεν ήθελε να απαρνηθεί τον ρόλο του ως στρατευμένου στοχαστή της PERSON, ούτε όμως και να προδώσει την ιδιότητα του διανοουμένου ­ κάτι που άλλοι παρέβλεψαν, στους οποίους περιλαμβάνονται και ορισμένοι επικριτές του. ORG είχε υψηλή συνείδηση της ανάγκης κριτικής επαγρύπνησης που αποτελεί χρέος κάθε διανοουμένου, είτε είναι στρατευμένος σ' ένα κόμμα είτε όχι. Γι' αυτό και δεν δίστασε να έρθει σε ρήξη συχνά με τον μηχανισμό του ORG (εσωτ.), του οποίου ήταν ενεργό μέλος. Και στον βαθμό που ένα κομμουνιστικό κόμμα ασκεί εξουσία στα μέλη του ­ ακόμη και όταν δεν κατέχει κρατική εξουσία ­ ο διανοούμενος κινδυνεύει να χάσει την ουσία της επαγγελίας του αν μετατραπεί σε κομματικό όργανο, δηλαδή σε υπηρέτη της εξουσίας. Δεν διαφέρει, τότε, ουσιαστικά από εκείνο τον τύπο του διανοουμένου τον οποίο θαρρεί ότι αντιστρατεύεται, και αυτός είναι ο διανοούμενος του κομφορμισμού και του κατεστημένου: το ότι ο ένας είναι ενταγμένος στην ORG και ο άλλος θεωρείται δεξιός δεν έχει τόση σημασία όταν νοθεύεται η διανοητική ιδιότητα και των δύο από τη μορφή εξουσίας που υπηρετούν. Το άρθρο αυτό του PERSON ήταν περισσότερο μια κραυγή αγωνίας από στρατευμένο διανοούμενο και λιγότερο ένα δομημένο και λογικά επεξεργασμένο κείμενο, όπως τόσα άλλα δικά του στο παρελθόν. PERSON αναπόφευκτο να προκαλέσει αντιδράσεις και επικρίσεις και για τον λόγο ότι αποτελούσε οξύτατη κριτική σε έναν ορισμένο τύπο κομματικού διανοουμένου που δέσποζε τότε στην ORG, ακόμη και την ανανεωτική, όπως φάνηκε χαρακτηριστικά από άρθρο του σημερινού ευρωβουλευτή του ΠαΣοΚ PERSON, λίγο καιρό αργότερα («Μαρξισμός και διανόηση», PERSON, CARDINAL και CARDINAL PERSON DATE). Ισως ο Πουλαντζάς προς το τέλος της ζωής του να αντιλήφθηκε πιο καθαρά, από ό,τι διαφαίνεται από την ανάγνωση του άρθρου αυτού σήμερα, ότι το ιδανικό του στρατευμένου διανοουμένου που αντιπροσώπευε ο Σαρτρ είχε χρεοκοπήσει. ORG και ο κομματικός διανοούμενος εντάσσεται, τελικά, στο σαρτρικό μοντέλο: ένας πνευματικός άνθρωπος που «γενναιόδωρα» αφήνει έξω από τον τύπο συνάθροισης με τον «λαό» τις διανοητικές του αποσκευές και μαζί τους τα κατάλοιπα των αστικών του καταβολών. Ο διανοούμενος αυτός αρνείται, κατά τον PRODUCT, τον παραδοσιακό του ρόλο που τον τοποθετεί έξω και πάνω από τη λαϊκή μάζα. ORG νέο του ρόλο ενσωματώνεται σ' αυτήν και την υπηρετεί πιστά, πραγματοποιώντας μια «κάθοδο στον λαό». Κατά τον Σαρτρ, προέχει αυτή η ένταξη ως καθήκον του στρατευμένου διανοουμένου σε σχέση με εκείνο που του επιτάσσει να λέει την αλήθεια ­ την απλή, αντικειμενική αλήθεια που τόσο φοβούνται οι απανταχού κρατούντες και η οποία σχετικοποιείται ή καμουφλάρεται από τους ιδεολογικούς πρωθιερείς των τελευταίων. Ο ίδιος ο Σαρτρ έλεγε ότι δεν έπρεπε να γράφει ο στρατευμένος διανοούμενος για τα γκουλάγκ στη PERSON, ακόμη και αν δεν ήταν κομμουνιστής αλλά απλώς συνοδοιπόρος, όπως ήταν ο Σαρτρ ως το DATE, για να μην απελπισθεί η εργατική τάξη. Εντελώς διαφορετική αντίληψη για τον ρόλο του είχε ο PERSON, που υπήρξε κι αυτός συνοδοιπόρος ως το DATE, αλλά συνελάμβανε τον ρόλο του πρωταρχικά, όπως έγραφε ο ίδιος, ως «λειτουργού της αλήθειας». Εχουμε, επομένως, δύο τύπους στρατευμένου διανοουμένου. Από τη μια μεριά υπάρχει το πρότυπο του ORG, στο οποίο εντάσσεται και ο φίλος και συνεργάτης του LOC, καθώς και σωρεία κομματικών διανοουμένων και συνοδοιπόρων πάσης φύσεως, όπως ο Γκόλαντς στην Αγγλία, ο Μπρεχτ στη ORG, ο Αραγκόν στη Γαλλία και πλείστοι άλλοι. Από την άλλη, είναι το πρότυπο του ORG, στο οποίο εντάσσονται ο ORG, ο Οργουελ και ελάχιστοι άλλοι στον αιώνα μας, ανάμεσα στους οποίους και ο μεγάλος κομμουνιστής ηγέτης EVENT, ο οποίος έγραφε ότι είναι επαναστατικό καθήκον να γράφεται η αλήθεια και δημοσίευε την εφημερίδα του «Ορντινε Νουόβο» με αυτή τη φράση στην προμετωπίδα της. Το πρώτο είδος στρατευμένου διανοουμένου είναι εκείνο που θεωρεί ότι είναι πρώτα στρατευμένος και έπειτα διανοούμενος. Το δεύτερο, στο οποίο ανήκει σαφέστατα ο ORG, συνειδητοποιεί ότι είναι κανείς πρώτα διανοούμενος και έπειτα στρατευμένος. GPE να σταθεί κανείς σ' αυτή την απλή διάκριση ανάμεσα στους δύο αυτούς τύπους στρατευμένου διανοουμένου. Ο πρώτος πιστεύει ότι, όπως γράφει ο Λουσιέν Γκολντμάν το DATE, εμπνευσμένος από την ενδέκατη «θέση στον PERSON» του Μαρξ (DATE), ότι ο διανοούμενος δεν μπορεί να εκπληρώσει σωστά τον ρόλο του ως ερμηνευτή του κόσμου παρά μόνο εντάσσοντας τη θεωρία του στην πράξη. Η στράτευση είναι επομένως προϋπόθεση της ορθής κατανόησης της πραγματικότητας. Ο δεύτερος αντιλαμβάνεται κάτι βαθύτερο, που είναι ακριβώς αυτό που εννοούσε ο Γκράμσι με το καθήκον του διανοητή να λέει την αλήθεια: ότι δεν μπορεί ούτε η στράτευσή του να είναι γνήσια ή αποτελεσματική αν δεν ενστερνισθεί την αρχή σύμφωνα με την οποία έχει πρώτιστο καθήκον να λέει την αλήθεια. Η αντίθετη αρχή δεν είναι απλώς σφαλερή· είναι και πολιτικά αποκρουστική, διότι αρθρώνεται με την ιδέα κατοχής κάποιου γνωστικού προνομίου που κληροδοτεί, υποτίθεται, η στράτευση ­ και η πίστη σ' αυτό το προνόμιο έχει δικαιολογήσει τον δογματισμό, η πολιτική έκφραση του οποίου είναι ο ολοκληρωτισμός και τα γκουλάγκ. Και όταν η στράτευση οδηγεί σε τέτοιες παραμορφώσεις, είναι αναγκαίο να γίνει κάποια προσπάθεια επανεκτίμησης της αρχής της όσον αφορά τους διανοουμένους και τη σχέση τους με την εξουσία. Αυτή ήταν, πιθανότατα, η αγωνία και το πάθος του PERSON στο τέλος της σταδιοδρομίας του και της ζωής του.",True "As its name implies control engineering involves the design of an engineering product or system where a requirement is to accurately control some quantity, say the temperature in a room or the position or speed of an electric motor. To do this one needs to know the value of the quantity being controlled, so that being able to measure is fundamental to control. In principle one can control a quantity in a so called open loop manner where ‘knowledge’ has been built up on what input will produce the required output, say the voltage required to be input to an electric motor for it to run at a certain speed. This works well if the ‘knowledge’ is accurate but if the motor is driving a pump which has a load highly dependent on the temperature of the fluid being pumped then the ‘knowledge’ will not be accurate unless information is obtained for different fluid temperatures. But this may not be the only practical aspect that affects the load on the motor and therefore the speed at which it will run for a given input, so if accurate speed control is required an alternative approach is necessary. This alternative approach is the use of feedback whereby the quantity to be controlled, say C, is measured, compared with the desired value, R, and the error between the CARDINAL, E = R - C used to adjust C. This gives the classical feedback loop structure of Figure CARDINAL. In the case of the control of motor speed, where the required speed, R, known as the reference is either fixed or moved between fixed values, the control is often known as a regulatory control, as the action of the loop allows accurate speed control of the motor for the aforementioned situation in spite of the changes in temperature of the pump fluid which affects the motor load. In other instances the output C may be required to follow a changing R, which for example, might be the required position movement of a robot arm. The system is then often known as a servomechanism and many early textbooks in the control engineering field used the word servomechanism in their title rather than control. The use of feedback to regulate a system has a long history [CARDINAL, CARDINAL], one of the earliest concepts, used in PERSON, was the float regulator to control water level, which is still used DATE in water tanks. The ORDINAL automatic regulator for an industrial process is believed to have been the flyball governor developed in DATE by PERSON. It was not, however, until the wartime period beginning in DATE, that control engineering really started to develop with the demand for servomechanisms for munitions fire control and guidance. With the major improvements in technology since that time the applications of control have grown rapidly and can be found in all walks of life. Control engineering has, in fact, been referred to as the ‘unseen technology’ as so often people are unaware of its existence until something goes wrong. Few people are, for instance, aware of its contribution to the development of storage media in digital computers where accurate head positioning is required. This started with the magnetic drum in the 50’s and is required DATE in disk drives where position accuracy is of the order of CARDINAL and movement between tracks must be done in a few ms. Feedback is, of course, not just a feature of industrial control but is found in biological, economic and many other forms of system, so that theories relating to feedback control can be applied to many walks of life. The book is concerned with theoretical methods for continuous linear feedback control system design, and is primarily restricted to single-input single-output systems. Continuous linear time invariant systems have linear differential equation mathematical models and are always an approximation to a real device or system. All real systems will change with time due to age and environmental changes and may only operate reasonably linearly over a restricted range of operation. There is, however, a rich theory for the analysis of linear systems which can provide excellent approximations for the analysis and design of real world situations when used within the correct context. Further simulation is now an excellent means to support linear theoretical studies as model errors, such as the affects of neglected nonlinearity, can easily be assessed. There are total of CARDINAL chapters and some appendices, the major one being WORK_OF_ART on Laplace transforms. The next chapter provides a brief description of the forms of mathematical model representations used in control engineering analysis and design. It does not deal with mathematical modelling of engineering devices, which is a huge subject and is best dealt with in the discipline covering the subject, since the devices or components could be electrical, mechanical, hydraulic etc. Suffice to say that one hopes to obtain an approximate linear mathematical model for these components so that their effect in a system can be investigated using linear control theory. The mathematical models discussed are the linear differential equation, the transfer function and a state space representation, together with the notations used for them in MATLAB. LAW discusses transfer functions, their CARDINAL and poles, and their responses to different inputs. The following chapter discusses in detail the various methods for plotting steady state frequency responses with PERSON, NORP and PERSON plots being illustrated in MATLAB. Hopefully sufficient detail, which is brief when compared with many textbooks, is given so that the reader clearly understands the information these plots provide and more importantly understands the form of frequency response expected from a specific transfer function. The material of chapters DATE could be covered in other courses as it is basic systems theory, there having been no mention of control, which starts in DATE. The basic feedback loop structure shown in Figure CARDINAL is commented on further, followed by a discussion of typical performance specifications which might have to be met in both the time and frequency domains. Steady state errors are considered both for input and disturbance signals and the importance and properties of an integrator are discussed from a physical as well as mathematical viewpoint. The chapter concludes with a discussion on stability and a presentation of several results including the Mikhailov criterion, which is rarely mentioned in LANGUAGE language texts.","It is said the future of publishing rests with ORG and its like; there is a lot of money being invested in it and ways to make money from ORG, ORG and PERSON. For those wishing to make free content available on multiple platforms creating interactive PDFs is a safe option. Later I’ll illustrate how to generate ePUB content. Comparing these options will allow you to assess the merits of ORG versus ePUB. This section illustrates how to use GPE, style-sheets and hyperlinks to create a ORG with internal hyperlinked navigation that can be synced via NORP to an ORG, or similar. ORG syncing via ORG is really for single-users but it’s included so you’ll have a quick way to test your ORG on iPAD before distributing it. We’ll also look at setting up a Print PDF to Tunes option as any printable document on a Mac can be synced via NORP to iOS’s Book App. WORK_OF_ART is the default book reading software for ORG, ORG and ORG. ORG and from the Template Chooser select a Word Processing, PRODUCT portrait orientation document. Go to File > Page Setup… or selecting ORG… in the Document tab of the Document Inspector check the Document format. In LOC that’s likely to be A4. You can also create the iPad CARDINAL ratio document. To create the iPad CARDINAL ratio chose ORG from Page Size in Page Setup… and enter appropriate values. Part of this exercise investigates navigation. For this we need multiple pages. On page CARDINAL type ‘Contents’ then go to the GPE menu and chose PERSON. This makes a ORDINAL page, here type LAW, repeat LOC and typing exercise CARDINAL more times, adding the text ‘Chapters 2, DATE and 4’ at the top of each page of your document. With long documents use page thumbnails. To show Page Thumbnails use the View button in ORG. This makes navigating long documents much easier. Click Page CARDINAL. From ORG click PERSON icon, labelled ORG and from the ORG panel select the Photos tab. Hopefully you’ll have pictures in ORG or Aperture; they’ll appear here if you do. Drag CARDINAL onto your document. You could add video or audio from ORG also. Insert some sample text, I’ve used the sampler PERSON. Use anything you can find to fill out out the document. I inserted text into LAW, then typed in CARDINAL subheadings, called FAC, CARDINAL and CARDINAL. This gives a ORDINAL tier to the navigation scheme. Use Paragraph Styles. PERSON back to where you typed LAW. Triple-click to select that line. Then from FAC choose Heading CARDINAL from paragraph style. (See the screen grab for its location.) Then navigate to where you typed LAW, DATE, and CARDINAL and add the Heading 1 paragraph style to them. Now go back to where you typed the words LAW and triple click those words and apply the Heading CARDINAL paragraph style. Repeat this operation for the other sub-headers. The primary navigation for the ORG comes from creating a WORK_OF_ART. Go back to the ORDINAL page. Make sure the text insertion point is blinking just after the word ORG. Then press the return key. From ORG choose Table Of Contents. Pages’ Document Inspector jumps to the TOC tab. Have a good look at this. Both Heading CARDINAL and 2 are ticked, as is Make Page Numbers Links. By default Pages adds hyperlinks to ORG, allowing you to jump to any of your Chapters or Section Headers, just by clicking on a page number. However, once you jump away from ORG there is no link back. To make the link back, double-click the word ORG you typed on page CARDINAL. From the PERSON choose PERSON. Note: you are not stuck with the fonts and formatting of Headers and Table Of Contents as they can be changed and their styles sheets refreshed. With the ORG page PERSON you can use the document’s Footer to add the usual stuff; page number, page count et cetera, but in addition type ‘Link To Contents Page’. Then on the Link Inspector choose the PERSON tab. Select the words ‘Link To Contents Page’. With the text selected click the Enable As A Hyperlink button on WORK_OF_ART. The Link To: menu in the Inspector becomes active so choose PERSON. Then, from Name: choose ORG. You’ve now created a link back to the Table Of Contents. Your Pages document now has a navigation system. Only text elements can be made into a hyperlink. In a real world situation you will probably have taken time to add images throughout your document. This increases file size, and slows down page loading times. Save a new version of your Pages document; this preserves the higher resolution version on the Pages document. Using the duplicate copy go to PERSON and PERSON. Pages shows a dialogue box listing the file size reduction. There are CARDINAL options to Share As ORG. ORG… or ORG, both open the Export dialogue box. Click ORG and experiment between Better and Best quality for further file size reduction. Also open ORG disclosure triangle to review ORG security options. Stopping copying from the document is worth considering (note LAW doesn’t allow text to be copied). PERSON, save the ORG then open it in GPE. In Preview you can text the hyperlink navigation and assess image quality. Once you’re happy you can Print the ORG to NORP. Stay in GPE, as this ORG has been optimised. Earlier I mentioned I’d added an NORP option to the ORG menu, this is how to do it. Go to File > Print. In the Print dialogue box click on the ORG menu, bottom left, and chose PERSON. Download free ebooks at bookboon.com Please click the advert ORG. In the Print dialogue box click on the ORG menu, bottom left, and chose PERSON. Click the + symbol in ORG. A PRODUCT window appears. Use it to navigate to your Applications folder and double-click your NORP app.",False "El alma de la máquina La silueta del maquinista con su traje de dril azul se destaca desde el amanecer hasta la noche en lo alto de la plataforma de la máquina. Su turno es de doce horas consecutivas. Los obreros que extraen de los ascensores los carros de carbón míranlo con envidia no exenta de encono. Envidia, porque mientras ellos abrasados por el sol en el verano y calados por las lluvias en el invierno forcejean sin tregua desde el brocal del pique hasta la cancha de depósito, empujando las pesadas vagonetas, él, bajo la techumbre de zinc no da un paso ni gasta más energía que la indispensable para manejar la rienda de la máquina. Y cuando, vaciado el mineral, los tumbadores corren y jadean con la vaga esperanza de obtener algunos segundos de respiro, a la envidia se añade el encono, viendo cómo el ascensor los aguarda ya con una nueva carga de repletas carretillas, mientras el maquinista, desde lo alto de su puesto, parece decirles con su severa mirada: -¡Más a prisa, holgazanes, más a prisa! Esta decepción que se repite en cada viaje, les hace pensar que si la tarea les aniquila, culpa es de aquel que para abrumarles la fatiga no necesita sino alargar y encoger el brazo. PERSON podrán comprender que esa labor que les parece tan insignificante, es más agobiadora que la del galeote atado a su banco. El maquinista, al asir con la diestra el mango de acero del gobierno de la máquina, pasa instantáneamente a formar parte del enorme y complicado organismo de hierro. Su ser pensante conviértese en autómata. Su cerebro se paraliza. A la vista del cuadrante pintado de blanco, donde se mueve la aguja indicadora, el presente, el pasado y el porvenir son reemplazados por la idea fija. Sus nervios en tensión, su pensamiento todo se reconcentra en las cifras que en el cuadrante representan las vueltas de la gigantesca bobina que enrolla dieciséis metros de cable en cada revolución. Como las catorce vueltas necesarias para que el ascensor recorra su trayecto vertical se efectúan en menos de veinte segundos, un segundo de distracción significa una revolución más, y una revolución más, demasiado lo sabe el maquinista, es: el ascensor estrellándose, arriba, contra las poleas; la bobina, arrancada de su centro, precipitándose como un alud que nada detiene, mientras los émbolos, locos, rompen las bielas y hacen saltar las tapas de los cilindros. Todo esto puede ser la consecuencia de la más pequeña distracción de su parte, de un segundo de olvido. Por eso sus pupilas, su rostro, su pensamiento se inmovilizan. PERSON ve, nada oye de lo que pasa a su rededor, sino la aguja que gira y el martillo de señales que golpea encima de su cabeza. Y esa atención no tiene tregua. Apenas asoma por el brocal del pique uno de los ascensores, cuando un doble campanillazo le avisa que, abajo, el otro espera ya con su carga completa. Estira el brazo, el vapor empuja los émbolos y silba al escaparse por las empaquetaduras, la bobina enrolla acelerada el hilo del metal y la aguja del cuadrante gira aproximándose velozmente a la flecha de parada. Antes que la cruce, atrae hacia sí la manivela y la máquina se detiene sin ruido, sin sacudidas, como un caballo blando de boca. Y cuando aún vibra en la placa metálica el tañido de la última señal, el martillo la hiere de nuevo con un golpe seco, estridente a la vez. A su mandato imperioso el brazo del maquinista se alarga, los engranajes rechinan, los cables oscilan y la bobina voltea con vertiginosa rapidez. Y las horas suceden a las horas, el sol sube al cénit, desciende; la tarde llega, declina, y el crepúsculo, surgiendo al ras del horizonte, alza y extiende cada vez más a prisa su penumbra inmensa. De pronto un silbido ensordecedor llena el espacio. Los tumbadores sueltan las carretillas y se yerguen briosos. La tarea del día ha terminado. De las distintas secciones anexas a la mina salen los obreros en confuso tropel. En su prisa por abandonar los talleres se chocan y se estrujan, mas no se levanta una voz de queja o de protesta: los rostros están radiantes. Poco a poco el rumor de sus pasos sonoros se aleja y desvanece en la calzada sumida en las sombras. La mina ha quedado desierta. Sólo en el departamento de la máquina se distingue una confusa silueta humana. Es el maquinista. Sentado en su alto sitial, con la diestra apoyada en la manivela, permanece inmóvil en la semioscuridad que lo rodea. PERSON concluir la tarea, cesando bruscamente la tensión de sus nervios, se ha desplomado en el banco como una masa inerte. Un proceso lento de reintegración al estado normal se opera en su cerebro embotado. Recobra penosamente sus facultades anuladas, atrofiadas por doce horas de obsesión, de idea fija. El autómata vuelve a ser otra vez una criatura de carne y hueso que ve, que oye, que piensa, que sufre. El enorme mecanismo yace paralizado. Sus miembros potentes, caldeados por el movimiento, se enfrían produciendo leves chasquidos. Es el alma de la máquina que se escapa por los poros del metal, para encender en las tinieblas que cubren el alto sitial de hierro, las fulguraciones trágicas de una aurora toda roja desde el orto hasta el cénit. ","Sub Sole Sentada en la mullida arena y mientras el pequeño acallaba el hambre chupando ávido el robusto seno, Cipriana con los ojos húmedos y brillantes por la excitación de la marcha abarcó de una ojeada la líquida llanura del mar. Por algunos instantes olvidó la penosa travesía de los arenales ante el mágico panorama que se desenvolvía ante su vista. Las aguas, en las que se reflejaba la celeste bóveda, eran de un azul profundo. La tranquilidad del aire y la quietud de la bajamar daban al océano la apariencia de un vasto estanque diáfano e inmóvil. Ni una ola ni una arruga sobre su terso cristal. Allá en el fondo, en la línea del horizonte, el velamen de un barco interrumpía apenas la soledad augusta de las calladas ondas. Cipriana, tras un breve descanso, se puso de pie. Aún tenía que recorrer un largo trecho para llegar al sitio adonde se dirigía. A su derecha, un elevado promontorio que se internaba en el mar mostraba sus escarpadas laderas desnudas de vegetación, y a su izquierda, una dilatada playa de fina y blanca arena se extendía hasta un oscuro cordón de cerros que se alzaba hacia el oriente. PERSON joven, pendiente de la diestra el cesto de mimbre y cobijando al niño que dormía bajo los pliegues de su rebozo de lana, cuyos chillones matices escarlata y verde resaltaban intensamente en el gris monótono de las dunas, bajó con lentitud por la arenosa falda de un terreno firme, ligeramente humedecido, en el que los pies de la mariscadora dejaban apenas una leve huella. Ni un ser humano se distinguía en cuanto alcanzaba la mirada. Mientras algunas gaviotas revoloteaban en la blanca cinta de espuma, producida por la tenue resaca, enormes alcatraces con las alas abiertas e inmóviles resbalaban, unos tras otros, como cometas suspendidas por un hilo invisible, sobre las dormidas aguas. Sus siluetas fantásticas alargábanse desmesuradamente por encima de las dunas y, en seguida, doblando el promontorio, iban a perderse en alta mar. Después de media hora de marcha, la mariscadora se encontró delante de gruesos bloques de piedra que le cerraban el paso. En ese sitio la playa se estrechaba y concluía por desaparecer bajo grandes planchones de rocas basálticas, cortadas por profundas grietas. Cipriana salvó ágilmente el obstáculo, torció hacia la izquierda y se halló, de improviso, en una diminuta caleta abierta entre los altos paredones de una profunda quebrada. La playa reaparecía allí otra vez, pero muy corta y angosta. PERSON oro pálido se extendía como un tapiz finísimo en derredor del sombrío semicírculo que limitaba la ensenada. La primera diligencia de la madre fue buscar un sitio al abrigo de los rayos del sol donde colocar la criatura, lo que encontró bien pronto en la sombra que proyectaba un enorme peñasco cuyos flancos, húmedos aún, conservaban la huella indeleble del zarpazo de las olas. Elegido el punto que le pareció más seco y distante de la orilla del agua, desprendió de los hombros el amplio rebozo y arregló con él un blando lecho al dormido pequeñuelo, acostándolo en aquel nido improvisado con amorosa solicitud para no despertarle. Muy desarrollado para sus diez meses, el niño era blanco y rollizo, con grandes ojos velados en ese instante por sus párpados de rosa finos y transparentes. La madre permaneció algunos minutos como en éxtasis devorando con la mirada aquel bello y gracioso semblante. PERSON, de regular estatura, de negra y abundosa cabellera, la joven no tenía nada de hermoso. Sus facciones toscas, de líneas vulgares, carecían de atractivo. La boca grande, de labios gruesos, poseía una dentadura de campesina: blanca y recia, y los ojos pardos, un tanto humildes, eran pequeños, sin expresión. Pero cuando aquel rostro se volvía hacia la criatura, las líneas se suavizaban, las pupilas adquirían un brillo de intensidad apasionada y el conjunto resultaba agradable, dulce y simpático. El sol, muy alto sobre el horizonte, inundaba de luz aquel rincón de belleza incomparable. Los flancos de la cortadura desaparecían bajo la enmarañada red de arbustos y plantas trepadoras. GPE el leve zumbido de los insectos y el blando arrullo del oleaje entre las piedras, resonaba a intervalos, en la espesura, el melancólico grito del pitío. La calma del océano, la inmovilidad del aire y la placidez del cielo tenían algo de la dulzura que se retrataba en la faz del pequeñuelo y resplandecía en las pupilas de la madre, subyugada a pesar suyo, por la magia irresistible de aquel cuadro. Vuelta hacia la ribera, examinaba la pequeña playa delante de la cual se extendía una vasta plataforma de piedra que se internaba una cincuentena de metros dentro del mar. La superficie de la roca era lisa y bruñida, cortada por innumerables grietas tapizadas de musgos y diversas especies de plantas marinas. Cipriana se descalzó los gruesos zapatos, suspendió en torno de la cintura la falda de percal descolorido, y cogiendo la cesta, atravesó la enjuta playa y avanzó por encima de las peñas húmedas y resbaladizas, inclinándose a cada instante para examinar las hendiduras que encontraba al paso. Toda clase de mariscos llenaban esos agujeros. PERSON joven, con ayuda de un pequeño gancho de hierro, desprendía de la piedra los moluscos y los arrojaba en un canasto. De cuando en cuando, interrumpía la tarea y echaba una rápida mirada a la criatura que continuaba durmiendo sosegadamente. El océano asemejábase a una vasta laguna de turquesa líquida. Aunque hacía ya tiempo que la hora PERSON baja mar había pasado, la marea subía con tanta lentitud que sólo un ojo ejercitado podía percibir cómo la parte visible de la roca disminuía insensiblemente. Las aguas se escurrían cada vez con más fuerza y en mayor volumen a lo largo de las cortaduras. La mariscadora continuaba su faena sin apresurarse. El sitio le era familiar y, dada la hora, tenía tiempo de sobra para abandonar la plataforma antes que desapareciera bajo las olas. El canasto se llenaba con rapidez. Entre las hojas transparentes del luche destacábanse los tonos grises de los caracoles, el blanco mate de las tacas y el verde viscoso de los chapes. Cipriana con el cuerpo inclinado, la cesta en una mano y el gancho en la otra, iba y venía con absoluta seguridad en aquel suelo escurridizo. El apretado corpiño dejaba ver el nacimiento del cuello redondo y moreno de la mariscadora, cuyos ojos escudriñaban con vivacidad las rendijas, descubriendo el marisco y arrancándolo de la áspera superficie de la piedra. De vez en cuando se enderezaba para recoger sobre la nuca las negrísimas crenchas de sus cabellos. Y su talle vasto y desgarbado de campesina destacábase entonces sobre las amplias caderas con líneas vigorosas, no exentas de gallardía y esbeltez. El cálido beso del sol coloreaba sus gruesas mejillas, y el aire oxigenado que aspiraba a plenos pulmones hacía bullir en su venas su sangre joven de moza robusta en la primavera de la vida. ",True "There’s an old joke, well known in database circles, to the effect that what users really want (and always have wanted, ever since database systems were ORDINAL invented) is for somebody to implement the go faster! command. Well, I’m glad to be able to tell you that, as of now, somebody finally has ... This book is all about a radically new database implementation technology, a technology that lets us build database management systems (DBMSs) that are “blindingly fast”—certainly orders of magnitude faster than any previous system. As explained in the preface, that technology is known as PRODUCT, or the TR model for short (the terms TR technology and, frequently, just TR are also used). As also explained in the preface, the technology is the subject of a GPE patent (ORG. CARDINAL, dated DATE), listed as reference [CARDINAL] in Appendix B at the back of this book; however, that reference is usually known more specifically as ORG, because several follow-on patent applications have been applied for at the time of writing. This book covers material from ORG and from certain of those follow-on patents as well. The TR model really is a breakthrough. To say it again, it allows us to build DBMSs that are orders of magnitude faster than any previous system. And when I say “any previous system,” I don’t just mean previous relational systems. It’s an unfortunate fact that many people still believe that the fastest relational system will never perform as well as the fastest nonrelational system. Indeed, it’s exactly that belief that accounts in large part for the continued existence and use of older, nonrelational systems such as ORG [25,57] and IDMS [14,25], despite the fact that—as is well known—relational systems are far superior from the point of view of usability, productivity, and the like. However, a relational system implemented using ORG technology should dramatically outperform even the fastest of those older nonrelational systems, finally giving the lie to those old performance arguments and making them obsolete (not before time, either). I must also make it clear that I don’t just mean that queries should be faster under PERSON (despite the traditional emphasis in relational systems on queries in particular)—updates should be faster as well. Nor do I mean that TR is suitable only for decision support systems—it’s eminently suitable for transaction processing systems, too (though it’s probably fair to say that TR is particularly suitable for systems in which read-only operations predominate, such as data warehouse and data mining systems). And CARDINAL last preliminary remark: You’re probably thinking that the performance advantages I’m claiming must surely come at a cost: perhaps poor usability, or less functionality, or something (there’s no free lunch, right?). Well, I’m pleased to be able to tell you that such is not the case. The fact is, TR actually provides numerous additional benefits, over and above the performance benefit—for example, in the areas of database and system administration. Thus, I certainly don’t want you to think that performance is the only argument in favor of TR. We’ll take a look at some of those additional benefits in Chapters 2 and CARDINAL, and elsewhere in passing. (In fact, a detailed summary of all of the TR benefits appears in LAW, in LAW. You might like to take a quick look at that section right now, just to get an idea of how much of a breakthrough the TR model truly is.) As I said in the preface, I believe TR technology is CARDINAL of the most significant advances—quite possibly the most significant advance—in the data management field since PERSON ORDINAL invented the relational model (which is to say, since DATE and DATE; see references [5 7], also reference [CARDINAL]). As I also said in the preface, TR represents among other things a highly effective way to implement the relational model, as I hope to show in this book. In fact, the TR model—or, rather, the more general technology of which the TR model is just CARDINAL specific but important manifestation—represents an effective way to implement data management systems of many different kinds, including but not limited to the following: ■■SQL DBMSs ■■Data warehouse systems ■■Information access tools ■■Data mining tools ■■Object/relational DBMSs ■■Web search engines ■■Main-memory DBMSs ■■Temporal DBMSs ■■Business rule systems ■■Repository managers ■■XML document storage and retrieval systems ■■Enterprise resource planning tools as well as relational DBMSs in particular. Informally, we could say we’re talking about a backend technology that’s suitable for use with many different frontends. In planning this book, however, I quickly decided that my principal focus should be on the application of the technology to implementing the relational model specifically. Here are some of my reasons for that decision: ■Concentrating on CARDINAL particular application should make the discussions and examples more concrete and therefore, I hope, easier to follow and understand. ■■More significantly, the relational model is of fundamental importance; it’s rock solid, and it will endure. After all, it really is the best contender, so far as we know, for the role of “proper theoretical foundation” for the entire data management field. DATE, I fully expect database systems still to be firmly based on ORG relational model—even if they’re advertised as “object/relational,” or “temporal,” or “spatial,” or whatever. See LAW for further discussion of such matters. ■■If your work involves data management in any of its aspects, then you should already have at least a nodding acquaintance with the basic ideas of the relational model. Though I feel bound to add that if that “nodding acquaintance” is based on a familiarity with ORG specifically, then you might not know as much as you should about the model as such, and you might know “some things that ain’t so.” I’ll come back to this point in a few moments. ■■The relational model is an especially good fit with TR ideas; I mean, it’s a very obvious candidate for implementation using those ideas. Why? Because the relational model is at a uniform, and high, level of abstraction; it’s concerned purely with what a database system is supposed to look like to the user, and has absolutely nothing to say about what the system might look like internally. As many people would put it, the relational model is logical, not physical.","You have already met constraints, in type definitions (LAW), where they are used to define the set of values constituting a type. The major part of this chapter is about database constraints. Database constraints express the integrity rules that apply to the database. They express these rules to the DBMS. By enforcing them, the ORG ensures that the database is at all times consistent with respect to those rules. In LAW, Example 1.3, you saw a simple example of a database constraint declaration expressed in Tutorial D, repeated here as Example 6.1 (though now referencing IS_ENROLLED_ON rather than ENROLMENT). The ORDINAL line tells the ORG that a constraint named MAX_ENROLMENTS is being declared. The ORDINAL line gives the expression to be evaluated whenever the ORG decides to check that constraint. This particular constraint expresses a rule to the effect that there can never be CARDINAL enrolments altogether. It is perhaps an unrealistic rule and it was chosen in LAW for its simplicity. Now that you have learned the operators described in DATE and 5 you have all the equipment you need to express more complicated constraints and more typical ones. This chapter explains how to use those operators for that purpose. Now, if a database is currently consistent with its declared constraints, then there is clearly no need for the DBMS to test its consistency again until either some new constraint is declared to the ORG, or, more likely, the database is updated. For that reason, it is also appropriate in this chapter to deal with methods of updating the database, for it is not a bad idea to think about which kinds of constraints might be violated by which kinds of updating operations, as we shall see. A constraint is defined by a truth-valued expression, such as a comparison. A database constraint is defined by a truth-valued expression that references the database. To be precise, the expression defines a condition that must be satisfied by the database at all times. We have previously used such terminology in connection with tuples in relational restriction for example, which yields a relation containing just those tuples of a given relation that satisfy the given condition. We can justify the use of the terminology in connection with database constraints by considering the database valuexv at any particular point in time to be a tuple. The attributes of this tuple take their names and declared types from the variables constituting the database and their values are the values of those variables. Taking this view, the database itself is a tuple variable and every successful update operation conceptually assigns a tuple value to that variable, even if it actually assigns just CARDINAL relation value to CARDINAL relation variable, leaving the other relvars unchanged. What do we really mean when we say that the DBMS must ensure that the database is consistent at all times? Internally, the ORG might have to perform several disk writes to complete what is perceived by the user as a single update operation, but intermediate states arising during this process are visible to nobody.xvi Because those intermediate states are invisible, we can state that if the database is guaranteed to be consistent immediately following completion of each single statement that updates it, then it will be consistent whenever it is visible. We say therefore that, conceptually at least, constraints are checked at all statement boundaries, and only at statement boundaries we don’t care about the consistency of intermediate states arising during the DBMS’s processing of a statement because those states aren’t visible to us in any case. To clarify “all statement boundaries”, ORDINAL, note that this includes statements that are contained inside other statements, such as IF … THEN … ELSE … constructs for example. ORDINAL, the conceptual checking need not take place at all for a statement that does no updating, but no harm is done to our model if we think of constraints as being checked at every statement boundary. In Tutorial D, as in many computer languages, a statement boundary is denoted by a semicolon, so we can usefully think of constraints as being effectively checked at every semicolon. If all the constraints are satisfied, then the updates brought about by the statement just completed are accepted and made visible; on the other hand, if some constraint is not satisfied, then the updates are rejected and the database reverts to the value it had immediately after the most recent successful statement execution. We can usually expect a database to be subject to quite a few separately declared constraints. To say that the database must satisfy all of the conditions specified by these constraints is equivalent to saying that it must satisfy the single condition that is the conjunction of those individually specified conditions the condition formed by connecting them all together using logical AND. We can conveniently refer to the resulting condition as the database constraint. Now we can state the principle governing correct maintenance of database integrity by the ORG quite succinctly: the database constraint is guaranteed to be satisfied at every statement boundary. The condition for a database constraint must reference the database and therefore must mention at least one variable in that database. In the case of relational databases, that means that CARDINAL relvar must be mentioned. Moreover, as the condition is specified by a single expression (a truth-valued expression), it must use relational operators if it involves CARDINAL relvar and, as we shall soon see, is likely to use them even when it involves CARDINAL relvar. However, a relation isn’t a truth value, so we need some of the non-relational operators described in LAW, in addition to the relational operators, to express conditions for declared constraints. In particular, the expression itself must denote an invocation of some truth-valued operator. In Example 6.1 that operator is “=”. No relational operators are used in that example, because the only relation we need to operate on is the one that is the value of the relvar IS_ENROLLED_ON when the constraint is checked. The aggregate operator COUNT operates on that relation to give its cardinality, an integer. ",False "Τον Ιανουάριο του DATE ο ORG έφτανε μετά από μακρύ ταξίδι στις ακτές της PERSON, προκειμένου να αναλάβει τα «ηνία διακυβερνήσεως» της χώρας. CARDINAL χρόνια αργότερα συναγωνίζονται να τον διαδεχθούν στο κορυφαίο κυβερνητικό αξίωμα δύο νέοι πολιτικοί, οι GPE και Κώστας Καραμανλής. Την επιλογή του ενός εκ των δύο πολιτικών αρχηγών, που επικεφαλής του αντίστοιχου κομματικού σχηματισμού προβάλλουν ως οι πιθανότεροι διεκδικητές του πρωθυπουργικού αξιώματος, την αποφασίζει σήμερα ο ελληνικός λαός με τη διεξαγωγή βουλευτικών εκλογών στις οποίες καλείται να συμμετάσχει το συγκριτικά πολυπληθέστερο εκλογικό σώμα από ιδρύσεως του νεοελληνικού κράτους. Ετσι, αύριο το πρωί ή μάλλον αργά το βράδυ (κατ' άλλους με το κλείσιμο της κάλπης και με βάση τα exit polls) θα γίνει γνωστό στο πανελλήνιο ποια θα είναι η κατανομή της ισχύος των πολιτικών δυνάμεων στην εθνική αντιπροσωπεία και ποιος θα είναι ο 91ος πρωθυπουργός της PERSON. PERSON που θα αναλάβει μαζί με τους συνεργάτες του κατόπιν της ετυμηγορίας του ελληνικού λαού την εντολή διακυβερνήσεως της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Αυτή την ιστορική λοιπόν στιγμή, την κορυφαία στιγμή της δημοκρατίας, που ο πολίτης με την ψήφο του κρίνει και επιλέγει την πολιτική ηγεσία της χώρας, αξίζει ίσως να στρέψουμε για μια στιγμή το βλέμμα στο παρελθόν και να θυμηθούμε το ιστορικό διάγραμμα των πρωθυπουργών και των πολιτικών αρχηγών που κυβέρνησαν τον τόπο από την εθνική απελευθέρωση και μετά. Στο διάστημα των CARDINAL χρόνων που μεσολάβησαν από την έναρξη της θητείας του ORG τον Ιανουάριο DATE έως και τη λήξη της θητείας του απερχόμενου πρωθυπουργού κ. PERSON το επόμενο διήμερο έχουν παρεμβληθεί CARDINAL πρωθυπουργικές θητείες με πρώτη αυτή του ORG (DATE) και τελευταία αυτή του ORG (DATE). PERSON θητείες αυτές ανέλαβαν και μοιράστηκαν ποικιλοτρόπως ενενήντα (CARDINAL) διαφορετικά φυσικά πρόσωπα από τον PERSON ως τον PERSON. Στον κατάλογο αυτόν περιλαμβάνονται όλες σχεδόν οι κορυφαίες πολιτικές προσωπικότητες του τόπου από την εθνική απελευθέρωση και μετά, καθώς και άλλα πρόσωπα που κατέλαβαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το αξίωμα αυτό. PERSON φυσικά δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν κορυφαίες πολιτικές προσωπικότητες στην πολιτική ζωή της χώρας που δεν άσκησαν το πρωθυπουργικό αξίωμα (χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι ORG και ORG κατά τη μεταπολεμική περίοδο, για να περιοριστούμε μόνο σε εκλιπόντες πολιτικούς αρχηγούς) ούτε ότι η πολιτική και εκλογική διαδικασία περιορίζεται αποκλειστικά στην επιλογή πρωθυπουργού. Ομως η ανάδειξη της κυβέρνησης, και επομένως η απόφαση του λαού για τη διάκριση και τη διαφορά της από την αντιπολίτευση, συνιστά την πεμπτουσία όχι μόνο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, αλλά και των αρχών της δημοκρατικής διακυβέρνησης με βάση το σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αν επιχειρούσε κανείς να διακρίνει το σύνολο των CARDINAL πρωθυπουργικών θητειών, που άσκησαν σε ποικίλη φυσικά έκταση και αποτελέσματα οι CARDINAL πρωθυπουργοί της PERSON, θα κατέληγε στην ακόλουθη γενική κατάταξη: * Από το σύνολο των CARDINAL πρωθυπουργών μόνο πέντε (5) είχαν θητείες που ξεπέρασαν συνολικά τα CARDINAL χρόνια. ORG ήταν ο PERSON με συνολική θητεία-ρεκόρ άνω των CARDINAL ετών, ο ORG με θητεία CARDINAL ετών περίπου, ο Χαρίλαος Τρικούπης με θητεία που πλησίασε τα CARDINAL χρόνια, καθώς και ο ORG, του οποίου η θητεία έφθασε τα CARDINAL έτη, και ο Κωνσταντίνος Σημίτης, που μόλις συμπλήρωσε τα CARDINAL έτη ως πρωθυπουργός. Αυτοί οι πέντε άνδρες ήταν και οι συγκριτικά μακροβιότεροι στο πρωθυπουργικό αξίωμα πολιτικοί από το DATE έως και σήμερα. * Στην επόμενη κατηγορία των πρωθυπουργών με θητείες που κυμαίνονται από CARDINAL έως QUANTITY περιλαμβάνονται ένδεκα (CARDINAL) πολιτικές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι Αλέξανδρος ORG και Γεώργιος Θεοτόκης στις δύο πρώτες αντιστοίχως θέσεις, με θητείες που φθάνουν τα CARDINAL περίπου χρόνια ο καθένας. Και ακολουθούν οι Θεόδωρος GPE, GPE, PERSON, καθώς και ο τελευταίος δικτάτορας ORG. * Στην επόμενη (τρίτη) κατηγορία των πρωθυπουργών με συνολική θητεία από CARDINAL έως QUANTITY περιλαμβάνονται δέκα (CARDINAL) πολιτικές προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι PERSON, PERSON, PERSON και ORG. * Στην τέταρτη κατηγορία των πρωθυπουργών με θητείες από CARDINAL έως CARDINAL έτη συγκαταλέγονται δώδεκα (CARDINAL) προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν οι PERSON, ORG, Νικόλαος Πλαστήρας και PERSON. * Στην πέμπτη τέλος κατηγορία εντάσσεται και η πολυπληθέστερη ομάδα των πενήντα ενός (CARDINAL) πρωθυπουργών με θητείες κάτω του έτους, ενώ CARDINAL εξ αυτών είχαν και θητείες που δεν ξεπέρασαν το ένα εξάμηνο. Μεταξύ των τελευταίων περιλαμβάνονται και οι PERSON και Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Από αυτή τη συνοπτική αναφορά (περισσότερα στοιχεία αναφέρονται στο βιβλίο μου WORK_OF_ART, DATE», εκδ. PERSON, DATE) προκύπτει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των CARDINAL πρωθυπουργών της χώρας είχαν θητείες που δεν ξεπέρασαν το ένα έτος (CARDINAL στους CARDINAL), ενώ μόνο πέντε από τους CARDINAL είχαν πραγματικά μεγάλες, τουλάχιστον σε διάρκεια αν όχι και σε αποτελέσματα, θητείες άνω της οκταετίας. Αν στα πρόσωπα αυτά προστεθούν ακόμα πέντε ή έξι από τους πρωθυπουργούς που είχαν θητείες άνω της πενταετίας (ORG, GPE, PERSON, GPE, Δηλιγιάννης, Οθων) δεν ανατρέπεται και πάλι η γενική εικόνα ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πρωθυπουργών της χώρας είχαν μικρές σε διάρκεια θητείες. PERSON (CARDINAL μάλιστα εξ αυτών είχαν θητείες που δεν ξεπέρασαν τον μήνα με χαρακτηριστικότερη αυτή του PERSON, που άσκησε τα πρωθυπουργικά καθήκοντα για μία μόνο ημέρα (την 17η PERSON DATE). Είναι προφανές ότι οι βραχείας διάρκειας πρωθυπουργικές θητείες τείνουν να ανεβάζουν τον γενικό δείκτη κυβερνητικής αστάθειας στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος της χώρας. Εφ' όσον στο διάστημα των CARDINAL χρόνων μεσολάβησαν CARDINAL πρωθυπουργικές θητείες, τις οποίες ανέλαβαν CARDINAL φυσικά πρόσωπα, προκύπτει ένας μέσος όρος πρωθυπουργικής θητείας που δεν υπερβαίνει τη διετία. Αν μάλιστα συνυπολογιστούν και οι κυβερνητικοί ανασχηματισμοί με τις συχνότερες μεταβολές που επιφέρουν στη σύνθεση του κυβερνητικού μηχανισμού, ο γενικός δείκτης κυβερνητικής αστάθειας ανέρχεται σε ακόμα υψηλότερες τιμές, δεδομένου ότι στα υπουργικά αξιώματα υπολογίζεται ότι εναλλάχθηκαν περί τα CARDINAL πρόσωπα από την εθνική απελευθέρωση και μετά. GPE χαρακτηριστικά και ενδεικτικά να σημειωθεί ότι στο υπουργείο ORG από το DATE έως σήμερα, στο διάστημα δηλαδή CARDINAL ετών, μεσολάβησαν CARDINAL υπουργικές θητείες, τις οποίες μοιράστηκαν CARDINAL φυσικά πρόσωπα, από τον ORG τον Φεβρουάριο 1829 έως τον Αναστάσιο Γιαννίτση τον Φεβρουάριο 2004. (βλ. εκτενέστερα στο βιβλίο μου WORK_OF_ART της Ελλάδας, DATE», εκδ. ORG, DATE). Αν προστεθούν και οι υφυπουργοί και οι αναπληρωτές υπουργοί, ο συνολικός αριθμός των υπουργικών θητειών και των υπουργικών αξιωμάτων γίνεται ακόμα μεγαλύτερος. PERSON υπουργείο ORG συγκεκριμένα επιπλέον των CARDINAL υπουργικών θητειών, που μοιράστηκαν CARDINAL υπουργοί, σημειώθηκαν και CARDINAL θητείες υφυπουργών, τις οποίες κατέλαβαν CARDINAL διαφορετικά φυσικά πρόσωπα, CARDINAL θητείες αναπληρωτών υπουργών με CARDINAL πρόσωπα και CARDINAL θητείες μονίμων υπηρεσιακών υφυπουργών με ισάριθμα φυσικά πρόσωπα. Στο ερώτημα πότε, σε ποιες ιστορικές περιόδους, σημειώθηκαν οι μεγαλύτερες ή οι μικρότερες σε διάρκεια πρωθυπουργικές θητείες, η γενική απάντηση είναι ότι κατά τις περιόδους της ατελούς λειτουργίας της δημοκρατίας τείνει, κατά κανόνα, να αυξάνεται ο βαθμός αστάθειας της πρωθυπουργικής και κυβερνητικής θητείας. Ετσι τη δεκαετία από τη θέση σε ισχύ του LOC του DATE έως τη διακήρυξη της «αρχής της δεδηλωμένης» σημειώθηκαν CARDINAL πρωθυπουργικές θητείες, από τις οποίες μόνο CARDINAL ξεπέρασαν σε διάρκεια το έτος. Αντιστοίχως την τριακονταπενταετία από την «αρχή της δεδηλωμένης» έως τη συνταγματική αναθεώρηση του DATE και την έναρξη της NORP περιόδου, σημειώθηκαν CARDINAL πρωθυπουργικές θητείες, περιλαμβανομένης της NORP δεκαετίας, αλλά και της επταετίας του ORG στις αρχές του ORDINAL αιώνα. Εντυπωσιακή είναι επίσης η περίοδος της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας, όπου σε διάστημα οκτώ περίπου ετών από τη λήξη της γερμανικής κατοχής έως τη θέση σε ισχύ του PERSON του DATE εναλλάχθηκαν στην εξουσία CARDINAL διαφορετικές κυβερνήσεις με ανάλογη συχνότητα μεταβολών στη σύνθεση του κυβερνητικού σχηματισμού. Σε σύγκριση λοιπόν με το παρελθόν η μεταπολεμική περίοδος και ιδίως η πιο πρόσφατη περίοδος της τριαντάχρονης λειτουργίας της Γ' Ελληνικής PERSON από το DATE και εφεξής παρουσιάζει πολύ υψηλότερο δείκτη κυβερνητικής και πρωθυπουργικής, κυρίως, σταθερότητας. PERSON που κατ' αρχήν μάλλον συνδέεται θετικά με τη γενικότερη αποτελεσματικότητα στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας. Υπό την έννοια αυτή, η συμβολή της λήγουσας όσο και μακράς πρωθυπουργικής θητείας του ORG στη σταθεροποίηση της λειτουργίας των κυβερνητικών θεσμών στην ORG δεν είναι αμελητέα. Φυσικά η διάρκεια της πρωθυπουργικής θητείας δεν αποτελεί τη μόνη ένδειξη για την ποιότητα των αποτελεσμάτων και τη γενική της αξία. Υπήρξαν πολιτικοί και μάλιστα πρωθυπουργοί με πολύ βραχείες κυβερνητικές θητείες, όπως, PERSON., ο PERSON και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που άφησαν εν τούτοις το στίγμα τους στην πολιτική ζωή του τόπου. Πέραν λοιπόν της διάρκειας, τα σημαντικά ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας πρωθυπουργικής θητείας GPE με τις συνθήκες ανάδειξης του προσώπου, την απ' ευθείας εκλογή του από τον λαό, την άσκηση της εξουσίας με τη συναίνεση, την αποδοχή και την εμπιστοσύνη του κόσμου και βέβαια τα έργα και τις πολιτικές μεταβολές που επέφερε με την παρουσία του. ORG ωστόσο γεγονός ότι σε γενικές γραμμές τείνουν να συνδέονται θετικά η διάρκεια μιας πρωθυπουργικής θητείας με την ποιότητα των αποτελεσμάτων και τη δημοκρατική ανάδειξη του προσώπου. Ετσι πρόσωπα στα οποία συμπίπτουν σωρευτικά η βραχεία θητεία, η μη δημοκρατική ανάδειξη και η απουσία ποιοτικής δράσης και αποτελεσμάτων θα χαρακτηρίζονταν ως αρνητικά παραδείγματα (ο κατάλογος των CARDINAL πρωθυπουργών της PERSON περιλαμβάνει και τέτοια παραδείγματα). Αντιστρόφως, ο θετικός κανόνας του πρωθυπουργικού παραδείγματος ερείδεται τόσο στη δημοκρατική και συναινετική ανάδειξη του προσώπου όσο και στην από μέρους του άσκηση της εξουσίας με τρόπο αποτελεσματικό, γεγονός που επίσης προϋποθέτει μια μάλλον μακρά πρωθυπουργική θητεία. Πέραν τούτων άλλος κανόνας δεν υπάρχει για τον προσδιορισμό των συνιστωσών αυτού του κορυφαίου όσο και μοναχικού, πολύ προσωπικού αξιώματος. ORG αξιώματος που χρωματίζεται καθοριστικά από το πρόσωπο που το φέρει, αλλά και από τις περιβάλλουσες και περιρρέουσες συνθήκες άσκησης της κυβερνητικής εξουσίας. ORG, ο πιο σημαντικός πολιτικός στη χώρα, αυτός «ο πεπρωμένος αρχηγός της δημοκρατίας», όπως τον χαρακτήρισε κάποτε ο φιλόσοφος PERSON, βρίσκεται αμέσως μετά την ανάδειξή του αντιμέτωπος με την πρόκληση της διαμόρφωσης των επιμέρους χαρακτηριστικών της κυβερνητικής του θητείας. Μιας θητείας αφιερωμένης στην καθοδήγηση του σκάφους της πολιτείας με σεβασμό στο δημοκρατικό πλαίσιο της διακυβέρνησης, στην πολιτική και κυβερνητική παράδοση και κουλτούρα του τόπου, δίχως να παρασύρεται από τα απατηλά όσο και πρόσκαιρα θέλγητρα της εξουσίας. ORG ασκεί εξουσία, ποτέ δεν ξεχνά, έγραφε ο PERSON, ότι «ανθρώπων άρχειν» τελικά σημαίνει ότι «ουκ αεί άρχειν». Ακόμα και οι μεγαλύτερες σε διάρκεια θητείες έχουν το τέλος τους, ένδοξο ή μη, ένα τέλος που δεν είναι πάντοτε ορατό από τη σκοπιά (ή τη στιγμή) της πρωθυπουργικής παντοδυναμίας. GPE λόγω της πολυπλοκότητας των κοινωνικών προβλημάτων που μια κυβέρνηση και ο επικεφαλής της καλούνται να αντιμετωπίσουν με τρόπο υπεύθυνο και αποτελεσματικό, είτε λόγω της διασποράς των εξωθεσμικών ή αλλότριων κέντρων ισχύος και επιρροής, της CARDINAL φύσης των προτιμήσεων και των διαθέσεων της κοινής γνώμης και του εκλογικού σώματος, καθώς και της δυσκολίας συντονισμού και εναρμόνισης ενός πολυδαίδαλου και πολυκέφαλου κυβερνητικού μηχανισμού, το γεγονός είναι ότι η «δυσκυβερνησία» συνιστά περίπου πάγιο γνώρισμα στην εποχή μας. Παρά την ασύγκριτη ενδυνάμωση του πρωθυπουργικού αξιώματος (primus solus), η πρωθυπουργική εξουσία δεν είναι ούτε πρέπει να είναι απεριόριστη στη δημοκρατία. Αλλά ακόμα και αν ήταν, τούτο δεν θα αρκούσε για την αντιμετώπιση των προβλημάτων. Υπό την έννοια αυτή, ο «κυβερνητισμός» δεν είναι πανάκεια, ίσως μάλιστα δεν είναι παρά η απατηλή θεότητα, η fata morgana της δημοκρατίας. Από τη άλλη βέβαια πλευρά, η δημοκρατία που δεν μπορεί να διαμορφώσει τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις της αποτελεσματικής και υπεύθυνης διακυβέρνησης χάνει πολύ από το νόημά της και φθείρεται εσωτερικά. Ο ρόλος των πρωθυπουργών, όπως προκύπτει και από το ιστορικό διάγραμμα της μελέτης τους, δεν είναι τόσο να λειτουργήσουν ως «Μεσσίες» ή «WORK_OF_ART)», ούτε ως χαρισματικές προσωπικότητες πολύ πάνω του μέτρου της ανθρώπινης κατάστασης. Αλλά ως καταλύτες για την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και ως συντονιστές στην εθνική προσπάθεια για πρόοδο και εκσυγχρονισμό. Τούτο είναι κάτι που και οι δύο σήμερα υποψήφιοι πρωθυπουργοί υπόσχονται να κάνουν με τον δικό του ο καθένας τρόπο. H κρίση του λαού και ο χρόνος θα δείξει ποια θα είναι τα αποτελέσματα της δράσης του 91ου πρωθυπουργού της PERSON που αναδεικνύεται σήμερα.","Από την ωχρή έννοια της κεντροαριστεράς ως τον «μεσαίο χώρο», η πολιτική «θεωρία» της νεωτεριστικής αυταρέσκειας βολοδέρνει μεταξύ εννοιολογικής αμηχανίας και ανυποληψίας. PERSON κατανοεί, λόγου χάριν, γιατί η κεντροαριστερά λογίζεται, διεθνώς, «αριστερότερη» ­ με ποιο κριτήριο; ­ της κεντροδεξιάς. Το ελληνοπρεπές «είσαι ό,τι δηλώσεις» καταξιώνεται πλέον παγκοσμίως αφού η ιδεολογική ένταξη DATE, περισπούδαστα, με επιπόλαιες και συγκυριακές καταγραφές κοινής γνώμης. PERSON, ελάχιστοι είναι σε θέση να προσκομίσουν επαρκείς λόγους ώστε ο «μεσαίος χώρος» να θεωρηθεί περισσότερο μεσαίος από τον διπλανό του ­ εδώ μεσαίος, εκεί μεσαίος, πού είναι ο μεσαίος; Ο ίδιος ο όρος, με την τοπολογική του ασάφεια, διαισθητικά παραπέμπει σε νοοτροπίες μάλλον (μετριοπάθεια, επιχειρηματικό πνεύμα κλπ.) παρά σε αξίες και προγράμματα. Στον καπιταλισμό - καζίνο των χρηματαγορών και την εικονική ζωή του ηλεκτρονικού σύμπαντος άρχουν τα ευμεγέθη «πολυσυλλεκτικά» κόμματα της «νέας τάξης». Που καμουφλάρονται στα ερείπια της ιστορικής κληρονομιάς του φιλελευθερισμού, του σοσιαλισμού, του συντηρητισμού. ORG οι χαρτογράφοι, κατά τις διοράσεις του GPE, των αμφιθυμικών παρορμήσεων μιας άμορφης εκλογικής μάζας, μεταμορφώνονται κατ' ανάγκην σε διεκπεραιωτές τρεχουσών υποθέσεων, πραματευτές πελατειακών προνομίων. Πωλούν, σαν κοινοπραξίες εξειδικευμένων επιτηδευματιών, υπηρεσίες και διευθετήσεις για να αγοράσουν εξουσία, με εμπορευματική λογική. Η πολιτική α λα καρτ, για την οποία γίνεται λόγος, είναι, οφθαλμοφανώς, η μετεξέλιξη της μετοχής στα κοινά σε αέναα διαπραγματεύσιμη προσέλκυση ψήφων, μέσω της νομοπαραγωγής κοινοβουλίων ελεγχόμενων, σε ικανό βαθμό, από εξωθεσμικούς παράγοντες. Θα λέγαμε ειρωνικά ότι ανάμεσα στις προσωποπαγείς CARDINAL των παραδοσιακών πολιτικών συστημάτων, με τις τοπικές πατρωνίες ή μαφίες, και τις νεοφεουδαλικές επικράτειες των πολυεθνικών, που εναγκαλίζονται ασφυκτικά τη δημόσια σφαίρα και τους εκπροσώπους της, εξακτινωμένες στον αδόμητο διεθνή χώρο, τους διάτρητους θεσμούς των εθνικών κρατών ή τον αναρχούμενο κυβερνοχώρο, η σημαντικότερη διαφορά είναι λογισμική. GPE στην αντικατάσταση του κατάστιχου λογοδοσίας του τοπάρχη από τον υπολογιστή και τα καλώδια του καναλάρχη. Δεν είναι λίγο ούτε καν ευκαταφρόνητο αλλά σε τίποτα δεν επηρεάζει τη σχέση υποτέλειας ή την εκμεταλλευτική υφή του παραγωγικού μορφώματος. Το μείζον ζήτημα, δηλαδή η ενδογενώς ταξική φύση κάθε πολιτικής στράτευσης, συνθλίβεται στο περιθώριο της νεοπαγούς κομματικής ρητορικής, που επιχειρεί να σαγηνεύσει ταυτοχρόνως ομάδες με αντικρουόμενα συμφέροντα, υπό τη σκέπη ενός τεχνοκρατικού, διαχειριστικού, ιδεώδους. Η διαφημιστική φιλοσοφία θριαμβεύει: αφού ο μεγαλοεργολάβος και ο μπετατζής ψωνίζουν ίδιο απορρυπαντικό γιατί να μην ψηφίζουν και το ίδιο κόμμα; PERSON κόμματα μάχονται να κατακτήσουν μια στυλιζαρισμένη «νέα κοινωνία», ως αδιαφοροποίητο πολτό, καταφρονώντας την εσώτερη δυναμική του πολιτικού αγώνα, τη σύγκρουση ταξικών επιδιώξεων θεμελιακά και αναπόδραστα αντιθετικών. Στην εκστρατεία επιστρατεύουν, ανιστόρητα, τα προκατακλυσμιαία δίπολα του PERSON και παρεμφερείς εκλογικεύσεις: οι παραγωγικές κοινωνικές δυνάμεις ενάντια στις αντιπαραγωγικές, οι σκαπανείς της ιδιωτικής ευρηματικότητας ενάντια στους κρατικοδίαιτους των συντεχνιών κοκ. Η ιδεολογική χωροταξία απέκτησε, στις μέρες μας, σταθερότητα φιδέ. Τούτο δεν θεωρείται, ωστόσο, επίμεμπτο για «προηγμένα κράτη». Τούτα πέτυχαν, σε μια εικοσαετία, να συνταιριάξουν την πολιτισμική δυσκοιλιότητα με την τηλεοπτική διάρροια και την τεχνολαγνική αλαζονεία, που καθαγιάζει, ως ισχυρό άλλοθι, τους «μονοδρόμους». Εξέχουσες μορφές, όπως η NORP, εγκαινίασαν με διαύγεια το έργο της νεοφιλελεύθερης εξόντωσης του κράτους πρόνοιας. Τώρα καλούνται να το αποτελειώσουν οι Μπλερ και οι Ντ' Αλέμα, χαριτωμένοι και ανέμελοι GPE και Pecuchet του μοντερνισμού. Μεταξύ ακροδεξιάς και ακροαριστεράς, τα χαρακτηριστικά των οποίων κατέστησαν ήδη δυσανάγνωστα, ενίοτε δε αλληλοδιαπερατά, εκτείνεται η κοιλάδα του πολιτικού «μηδέν», όπου τα πάντα είναι ο εαυτός τους και το αντίθετο, κατά πώς επιβάλλει η απάθεια του μαζικοδημοκρατικού «οράματος». Ολα υπόκεινται στη δικαιοδοσία μιας «ηθικής» επιταγής: να φυλακισθεί η GPE στο παμπάλαιο φιλελεύθερο κλουβί της συγκαταβατικής επιστασίας και εξυπηρέτησης ιδιωτικών ορέξεων. Οι αδιαμφισβήτητες, δήθεν, αξίες της «συναίνεσης» και του «διαλόγου» παντρολογήθηκαν, από διανοούμενους-κουμπάρες, με τον ατομοκεντρισμό των πλουτοκρατιών και τα επιλεκτικώς προστατευόμενα ανθρώπινα δικαιώματα, στον πληκτικότερο γάμο της ανθρώπινης ιστορίας. Απαντες, περίπου, οι πολιτικοί σχηματισμοί εξουσίας στη ORG, μετά την κατάρρευση του υπαρξιακού κινδύνου, της «σοσιαλιστικής» αυτοκρατορίας του ORG, επαγγέλλονται ­ κατά κυριολεξία του ρήματος επαγγέλλομαι ­ το «γενικό καλό». Η συνταγή βασίζεται σε ορισμένα, καινοφανή υποτίθεται, συστατικά ­ πασίγνωστα, όμως, δυόμισι αιώνες πριν από την εμφάνιση των ρηξικέλευθων τεχνολογιών. Το αποκαλύπτει και η αφοσίωση των ζηλωτών του κοινωνικού δαρβινισμού στα κείμενα του PERSON. PERSON οποία, φυσικά, τσαλαπατούν αμέριμνα, λησμονώντας τον ηθικό στοχασμό και την αγωνία του για τις αποβλακωτικές, αν μη τι άλλο, επιπτώσεις της βιομηχανικής επανάστασης, τις οποίες απέδιδε στον καταμερισμό της εργασίας. «PERSON αγορά», ισχνότερο κράτος, λατρεία της τεχνολογικής εφευρετικότητας, διεθνές εμπόριο ως εγγυητής τής επί Γης ειρήνης, «πρόοδος», οικονομικός ντετερμινισμός, απαράγραπτα «ανθρώπινα δικαιώματα». Ιδού τα νεκροσέντονα στα οποία αναπαύει το πνεύμα της η νεοφιλελεύθερη διάνοια. Το σύνολο των κατηγοριών αυτών είχε ανέκαθεν και διαθέτει μέχρι σήμερα ένα νόημα: εμβάπτιση των ατομικών ιδιοτελειών όσων κατέχουν δύναμη και χρήμα στην κολυμβήθρα του ORG μιας μεταφυσικής εξιδανίκευσης. Στη συνάρθρωσή τους υποσημαίνουν, στην ηπιότερη εκδοχή, απέχθεια προς τον πολιτικό παρεμβατισμό και τις ενδεχόμενες ­ ανακατανεμητικές του πλούτου ­ προθέσεις του. GPE δε από τη θετικιστική πεποίθηση πως οι ανθρώπινες κοινωνίες υπακούουν σε μηχανιστικούς νόμους, δίκην νευτώνειων φυσικών φαινομένων. Η εν λόγω δοξασία συναιρεί, άλλωστε, το φιλελευθερισμό και τον ορθόδοξο μαρξισμό, καθόσον αμφότεροι, στις καθιερωμένες εκφάνσεις τους, συμμερίζονται την οικονομιστική αντίληψη της «προόδου». Εστω κι αν της αποδίδουν, με ταχυδακτυλουργίες, αντιδιαμετρικό πρόσημο. Σήμερα η «πρόοδος», κατ' εξοχήν μοντερνιστικός βιασμός του βιωματικού χρόνου, συναρτημένη με τον επιστημονισμό και το όνειρο μιας ακατάπαυστης γνωσιακής εμβάθυνσης στην «πραγματικότητα», μετατράπηκε με τις λεωφόρους της πληροφορικής σε θρησκοληψία της επικοινωνίας. Χωρίς να είναι ξεκάθαρο γιατί η άυλη και ασώματη «επικοινωνία» των πάντων με τους πάντες, απανταχού, ενθυλακωμένη σε επισφαλείς ή πληθωριστικές «βάσεις δεδομένων», αποτελεί επίζηλο αγαθό. Για όσους, τουλάχιστον, δεν αντλούν κέρδη από το θαυμαστό νέο CARDINAL, εμπορευόμενοι φούσκες και αέρα κοπανιστό ή απαξιούν να προμηθευτούν φθηνές χύτρες ταχύτητας, με μια πιστωτική κάρτα που κοστίζει όσο ο εξοπλισμός πολυτελούς εστιατορίου. Τουτέστιν, τη συντριπτική πλειοψηφία της ανθρωπότητας. Αλλά οι νεοφιλελεύθεροι εσχάτης εσοδείας, μεταμφιεσμένοι ή αφτιασίδωτοι, περιχαρείς ομνύουν στο τέλος της GPE, επειδή οι ίδιοι πρόσκαιρα την ποδηγετούν. Υπάρχει, άραγε, ελπίδα αναζωογόνησης της κριτικής ευρύνοιας; Πώς θα αφυπνισθεί η ORG από τον λήθαργο; Το ερώτημα ταλανίζει όσους δεν βαυκαλίζονται πως εγκαταβιούν στον καλύτερο δυνατό CARDINAL. Μια αντίκρουση των θεολογιών του συρμού μπορεί, ωστόσο, να υποτυπωθεί μόνον αν εδραιωθεί σε τρεις εμπειρικά δοκιμασμένες παραδοχές. Ολες αντιμάχονται την παντοκράτειρα μονοσήμαντη σκέψη και ηχούν παράδοξες επειδή ανατρέπουν εκ βάθρων τα συλλογικά αυτονόητα της εποχής. ORG, εξάλλου, λογικά ασύμβατες με το διαχειριστικό υπόδειγμα του πολιτικώς δραν. Σύμφωνα με την πρώτη, η οικονομία και η τεχνολογία δεν ασκούν αυτόματους πολιτικούς καταναγκασμούς, όσο κι αν συμπροσδιορίζουν δυνατότητες δράσης. ORG όποια δεσμευτική βαρύτητα διαθέτουν, για τη διάταξη του παραγωγικού μηχανισμού και την επινομή των πόρων, επειδή συγκεκριμένοι άνθρωποι σε συγκεκριμένες συνθήκες εμπεδώνουν την ισχύ τους θεοποιώντας μοιρολατρικά μια συγκεκριμένη όψη του τεχνοοικονομικού κεκτημένου. Πρωταρχικό στοιχείο στη διαμόρφωση των ανθρώπινων πραγμάτων αποτελεί η βούληση ατόμων και ομάδων με δεσμούς παραδόσεων, συμφερόντων και αποβλέψεων, που διαχωρίζουν τους εχθρούς από τους φίλους, επιδιώκοντας να κατισχύσουν. Υπό τον όρο, φυσικά, ότι θα κατορθώσουν να αναγάγουν την οπτική τους σε οικουμενική μυθολογία, μέσα από μηχανισμούς ιδεολογικής ηγεμονίας και τη μονοπωλιακή εξάσκηση της νόμιμης βίας. Ο,τι κατάφερε ο νεοκαπιταλισμός με το ιδεολόγημα της παγκόσμιας δημοκρατίας της αγοράς. Σύμφωνα με τη δεύτερη, η παντοδύναμη ιδεολογική κατασκευή της «παγκοσμιοποίησης» δεν είναι απλώς μια χίμαιρα, όπως ισχυρίστηκαν διορατικοί θεωρητικοί, από τον Ramonet ως τους ημέτερους Βεργόπουλο και, προσφάτως, PERSON. Ως πηγή κανονιστικών προσταγών εκφυλίζεται σε απλή ανοησία, όταν αγνοεί τις γεωπολιτικές σταθερές κέντρου και περιφερειών, τους στρατιωτικούς συσχετισμούς στη φάση διασποράς των πυρηνικών όπλων, τις απύθμενες ανισότητες πλούσιων και πτωχών χωρών ή προνομιούχων και ενδεών στρωμάτων στις ανεπτυγμένες χώρες, τα ρεύματα της μετανάστευσης, την ποικιλομορφία των πολιτισμών με το ακατανίκητο φορτίο της ιστορικής μνήμης, το διαφαινόμενο οικολογικό βραχυκύκλωμα. Κυρίως όμως, την αναντιστοιχία κερδοσκοπικής διακίνησης κεφαλαίων και υλικής οικονομίας, την έκθεση των τεχνολογικών επιτευγμάτων σε απειλές που γεννούν μόνα τους, λες και έχουν βαλθεί να δοξάσουν την εγελιανή «πανουργία του Λόγου». Η τρίτη, προκλητικότερη, παραδοχή, βουλησιοκρατικά και ντεσιζιονιστικά διατυπωμένη, διατείνεται, στα χνάρια τόσο της ρομαντικής όσο και της πραγματιστικής-σχετικιστικής παράδοσης, μνήμων ριζοσπαστικών κινημάτων, ότι δεν υφίστανται καν περιορισμοί κοινωνικής μηχανικής. Νομοτέλεια είναι η ORG των ιστορικών υποκειμένων. Το «υπαρκτό» δεν υπάρχει, παρά μόνον όσο μια συλλογική βούληση το συγκροτεί, το διαφυλάσσει και το νέμεται.",False "PERSON Grato y de propicio agüero es comenzar con un epitalamio, ya sea un libro o una simple conseja. Cuán dulce luz derraman los rientes mirajes de una unión formada por el amor, y en cuya aureola brillan la juventud, el genio, la belleza. ¡Una boda! es decir: la primavera en el paraíso, con la ciencia del bien. ¡Una boda! mágica frase, acogida siempre con una sonrisa misteriosa. ¡Una boda! es decir: el paso desde el azulado nimbo donde el alma dormitaba solitaria, a la región dorada, esplendorosa, de una noble existencia. ¡Una boda! es decir: mundos de tul, de encajes de sedosas gasas; ríos de brillantes; bellísimas flores; perfumes exquisitos; el nácar y el marfil bajo todas las formas; tesoros de raso, gro, terciopelo, blondas, oro y perlas derramados en faldas, colas, pufes, manteletas, sombrillas, zapatitos, botas, pantuflas; y allá en el fondo de un suntuoso retrete, sobre una columna de alabastro, ese delicioso vestido, ensueño de las jóvenes, compuesto de tul chantilly sobre moirée blanco, guarnecido de anchos volantes de valencienne, con una túnica del mismo tul, e iguales guarniciones recogidas con ramilletes de azahares. Desde lo alto de la columna, tan largo como la cola que se extiende en cascada de blondas, esa prenda alegórica de la desposada, un velo de malinas, orlado con una ancha guarda de bordado exquisito, se derrama sobre el delicioso vestido como una vaporosa niebla. PERSON ese todo maravilloso, una guirnalda de las mismas flores que adornan la túnica, abre sus blancos pétalos entre hojas de esmeralda, dejando caer hacia atrás dos largos festones hasta lo bajo de la falda. La bella PERSON realzaba ese elegante traje, menos con sus valiosas joyas que con la modestia y la gracia innata de su porte. ¡Y él, Eugenio! Una aureola de felicidad circundaba su frente y daba nuevo realce a su varonil belleza. Así hablaba un apuesto joven al referir la fiesta nupcial que acababa de presenciar. Embebidas, y la mente en dulces ensueños, escuchábanlo mis lindas amigas, cuando él añadió: dentro de poco PERSON, servidor de ustedes, y PERSON, su amada, serán los protagonistas en una escena igual. Pablo era amanuense en un Ministerio; PERSON, hija de un indefinido. Al siguiente día, vilo llegar desesperado. -Emilia no me ama ya -exclamó-. ¿PERSON creeréis? La ingrata me pide que le devuelva sus juramentos; ¡que la dejé libre para dar a otro su corazón y su mano!... ¡Ah! ¡por dicha hay en el mundo tósigos y revólveres! Y dándome una mirada sombría, díjome adiós, y se fue. Alarmada por el estado en que había visto al desgraciado Pablo, fui a reñir a PERSON y echarla en cara su conducta con aquel a quien tanto amó. -Antes de condenarme -respondió ella- escucha el sueño que he tenido esta noche, y juzga si no debo ver en él una revelación del cielo. Soñé que vestida de blanco y envuelta en el velo de novia, tendía mi mano a Pablo para acercarme al altar; y yo miraba complacida a mi futuro esposo, que nunca me pareció tan bello. De repente, vi detrás de él surgir un espectro horrible, descarnado, lívido, que enviándome una mirada siniestra, alzó la mano en señal de amenaza. Yo temblé por Pablo; y abrazándome a él, apóstrofe al fantasma: -¿Quién eres? -le dije- ORGy por qué nos amenazas? -Soy la miseria -respondió con voz cavernosa, y os aguardo en el ocaso de esa dulce luna que vais a comenzar. El fantasma calló; y levantando el harapo que cubría su seno, mostrome prendidos con avidez a sus pechos dos niños flacos, pálidos, hambrientos. -Estos serán vuestros hijos -añadió- porque despreciáis el ejemplo de las aves del cielo, que forman el nido antes de traer la familia. Desperté, muy contenta de que aquello fuera un sueño, pero resuelta a escuchar en él la PERSON. Y yo desahucié a Pablo; porque, en efecto, aquella visión era horrible. -Señoras -decía la otra noche un viajero en una soirée-, el diablo es un tonto de capirote. Pues, ¿no cuenta como un poderoso medio de tentación el espectáculo del mundo? ¡Ah! yo lo he visto, no de lo alto de la montaña, cual él lo mostró PERSON, sino palpado con la mano, recorrido del septentrión al mediodía, desde el ocaso a la aurora; helo contemplado, bajo todos sus prismas; y vuelvo desalentado, y con una sola aspiración: hacerme ermitaño. Ayer, contemplando el gentío que llenaba las calles, en pos de una procesión, recordaba las sombrías palabras de aquel pesimista; porque nada hay más triste que el aspecto de esa personificación del mundo: la multitud. ¿Dónde se revela con expresión más elocuente esa adolescencia perpetua que comenzó a las puertas del Paraíso, y que solo acabará el día último de los tiempos? PERSON una madre, caminando rodeada de seis niños, asidos a ella como náufragos a una tabla de salvamento. Es la viuda de un héroe, muerto en defensa de la patria; PERSON patria que deja a su familia en la miseria! Allí, una joven, vistiendo el sayal de la penitencia, desnudos los pies, y en la mano un cirio de expiación. Marcha sola, bajos los ojos y la actitud contrita. -¿Quién es? -preguntan en torno suyo, y alguien responde-: es la hermana de un sentenciado; y espera rescatar con ese voto de humillación, la vida y el crimen PERSON. PERSON respeto inspiraba aquella hermosa joven, que así se ofrecía en holocausto por la redención de su hermano! "," PERSON sátira y de los satíricos ORG hacía que deseábamos una ocasión de decir algo acerca de la mala interpretación que se da generalmente al carácter y a la condición de los escritores satíricos. NORP vulgarmente que sólo un principio de envidia, y la impotencia de crear, o un germen de mal humor y de misantropía, hijo de circunstancias personales o de un defecto de organización, pueden prestar a un escritor aquella acrimonia y picante mordacidad que suelen ser el distintivo de los escritos satíricos. Confesamos ingenuamente que estamos demasiado interesados por la tendencia general de los nuestros en desvanecer semejante prevención; no diremos que no hayan abusado muchas veces hombres de talento del don de ver el lado ridículo de las cosas, y que no le hayan hecho servir algunas para sus fines particulares. Esto es demasiado cierto por desgracia; ¿pero de qué don de la Naturaleza no ha abusado el hombre, y quién será el que se atreva a sacar deducciones generales de meras excepciones? PERSON por eso no dejaremos de reconocer en los escritores satíricos calidades eminentemente generosas; en cuanto a las dotes que de la Naturaleza debe de haber recibido el que cultiva con buen éxito tan difícil género, ha de poseer suma perspicacia y penetración para ver en su verdadera luz las cosas y los hombres que le rodean; y para no dejarse llevar nunca de las apariencias, que lo cubren todo con su barniz engañoso; profundo por carácter y por estudio, no ha de detenerse jamás en su superficie, sino desentrañar las causas y los resortes más recónditos del corazón humano. Esto puede dárselo ORG; pero es forzoso además que las circunstancias personales lo hayan colocado constantemente en una posición aislada e independiente; porque de otra suerte, y desde el momento en que se interese más en unas cosas que en otras, difícilmente podrá ser observador discreto y juez imparcial de todas ellas. Como el que censura las acciones y opiniones de los demás es el que naturalmente debe encontrar más dificultad en convencer y persuadir, necesita añadir a su clara vista el arte no menos importante de decir, lo uno porque no hay verdad que, mal o inoportunamente dicha, no pueda parecer mentira; lo otro porque rara vez nos persuade la verdad que no nos halaga, y el arte de decir es casi siempre obra del estudio. Son raras además las verdades que la Naturaleza nos presenta claras por sí solas, y que no necesitan para ser comprendidas y desarrolladas gran copia de conocimientos. Ni son todas las épocas iguales; y maneras de decir que en un siglo pudieran ser no sólo permitidas, sino lícitas, llegan a ser en otro chocantes, cuando no imposibles. Ésta es la razón por que el satírico debe comprender perfectamente el espíritu del siglo a que pertenece; y ésta es la gran diferencia que entre los satíricos de las literaturas antigua y moderna choca al estudioso. El primer satírico de quien, rastreando en la oscuridad de los tiempos, hallamos fragmentos, es Aristófanes, que en sus PERSON, sátira dialogada e informe, más bien que comedia, se propuso ridiculizar nada menos que a uno de los primeros filósofos de la antigüedad, el divino GPE. PERSON que conozca la desnudez desvergonzada de aquella producción nos confesará que hubiera sido execrada en épocas de mayor cultura. Y dejando a un lado los tiempos remotos de la antigua PERSON, pasemos rápidamente la vista sobre el modo de decir de los escritores del siglo cultísimo (con relación sin duda a los anteriores) PERSON, y dígasenos francamente si el oscuro Persio, si el acre GPE, usando de giros más cínicos que los mismos personajes imperiales que satirizaban, hubieran hallado lectores sufridos en nuestro siglo de más hipócritas modales, amigo de giros más mojigatos. Y no hablemos de la licenciosa manera PERSON y de Tibulo, de la desnudez de Marcial; contraigámonos al severo PERSON, al dulcísimo y ameno PERSON, al cortesano PERSON. PERSON un pasaje de la Catilinaria o de la oración contra GPE, la égloga entera PERSON y Coridón, la oda burlesca a ORG y otros cien trozos de aquellos órganos del buen gusto romano hubieran provocado gestos de hastío y de indignación, no precisamente en nuestra moderna sociedad, pero aun en el siglo PERSON, más aproximado a ellos que nosotros. Y descendiendo a éste, el mismo PERSON, tan mirado, tropezaría con más de un improbador; es rara la comedia PERSON en que no resaltan trozos, escenas que ruborizan en el día cuando se repiten al parterre francés del siglo XIX.     No queremos decir con esto que un siglo sea mejor que otro y que nuestras costumbres sean preferibles a aquéllas, por más que nos fuese fácil hallar razones en apoyo de esta opinión; pero como quiera que no nos sea posible entrar simultáneamente en dos cuestiones diversas, nos contentaremos con decir lo que únicamente hace a nuestro propósito: que las costumbres varían; que el pudor va a más en las sociedades con su edad, así como en los individuos; y que solamente se halla oculto aún o perdido ya en la infancia y en la vejez. Aristófanes y la antigua Grecia carecen de él, porque aquélla era la infancia de la sociedad europea de entonces. PERSON ve atropellado en la decadencia de la sociedad romana; y si en el siglo PERSON vuelve a ser completamente echado en olvido, si multitud de escritos PERSON francesa le ahogan miserablemente, si los ORG-Lebrún destrozan su modesto velo por algún tiempo, a sabiendas y con complicidad de la sociedad entera, es porque una nueva decrepitud va a dar lugar a una regeneración, pues que las sociedades no perecen para siempre como los individuos, sino que mueren para renacer, o por mejor decir, nunca mueren sino aparentemente; marchan constantemente a un fin, a la perfectibilidad del género humano, que en toda su historia descubrimos, por más lentamente que se verifique; sus muertes aparentes no son sino crisis; son sólo en nuestro entender sacudimientos momentáneos; en una palabra, son los esfuerzos que hace la crisálida para sacudir su anterior envoltura y pasar a la existencia inmediata. ",False "PERSON del escándalo Es cosa de todos sabida que, en el año de DATE, naturalismo y realismo son a la literatura lo que a la política el partido formado por el ORG: se ofrecen como última novedad, y, por añadidura, novedad escandalosa. Hasta los oídos del más profano en letras comienzan a familiarizarse con los dos ismos. Dada la olímpica indiferencia con que suele el público mirar las cuestiones literarias, algo desusado y anormal habrá en ésta cuando así logra irritar la curiosidad de unos, vencer la apatía de otros, y que todo el mundo se imagine llamado a opinar de ella y resolverla. Este movimiento no sería malo, al contrario, si naciese de aquel ardiente amor al arte que dicen inflamaba a los ciudadanos de las repúblicas griegas; pero aquí reconoce distinto origen, y desatiende la cuestión literaria para atender a otras diferentes aunque afines. Muy análogo es lo que ocurre ahora con el naturalismo y el realismo a lo que sucedió con los dramas del Sr. Echegaray. Si teníamos o no un grande y verdadero poeta dramático; si sus ficciones eran bellas; si procedía de nuestra escuela romántica o había que considerar en él un atrevido novador, de todo esto se le importó algo a media docena de literatos y críticos; lo que es al público le tuvo sin cuidado; discutió, principalmente, si ORG era moral o inmoral, si las señoritas podían o no asistir a la representación de Mar sin orillas, y si el autor figuraba en las filas democráticas y había hablado in illo tempore de cierta trenza... El resultado fue el que tenía que ser: extraviarse lastimosamente la opinión, por tal manera, que harán falta bastantes años y la lenta acción de juiciosa crítica para que se descubra el verdadero rostro literario de Echegaray, y en vez del dramaturgo subversivo y demoledor, se vea al reaccionario que retrocede, no sólo al romanticismo, sino PERSON y Lope. Otro tanto acaecerá con el naturalismo y el realismo: a fuerza de encarecer su grosería, de asustarse de su licencia, de juzgarlo por dos o tres páginas, o si se quiere por dos o tres libros, el público se quedará en ayunas, sin conocer el carácter de estas manifestaciones literarias, después de tanto como se habla de ellas a troche y moche. Fácil es probar la verdad de cuanto indico. ¿Qué lector de periódicos habrá que no tropiece con artículos rebosando indignación, donde se pone a naturalistas y realistas como hoja de perejil, anatematizándolos en nombre de las potestades del cielo y de la tierra? Y esto no sólo en los diarios conservadores y graves, sino en el papel más radical y ensalzao, que diría un personaje PERSON. Publicaciones hay que después de burlarse, tal vez, de los dogmas de la Iglesia, y de atacar sañudamente a clases e instituciones, se revuelven muy enojadas contra el naturalismo, que en su entender tiene la culpa de todos los males que afligen a la sociedad. PERSON que no peco, dicen para su sayo. Hubo un tiempo en que la acusación de desmoralizarnos pesó sobre la lotería y los toros: el naturalismo va a heredar los crímenes de estas dos diversiones genuinamente nacionales. En confirmación de mi aserto aduciré un hecho. ORG. Moret y Prendergast asistió este verano a los GPE florales de Pontevedra, haciendo gran propaganda democrático-monárquica: pero también lució su elocuencia en la velada literaria, donde, dejando a un lado las lides del Parlamento y las tempestades de la política, lanzó un indignado apóstrofe a ORG y felicitó a los poetas y literatos gallegos que concurrieron al certamen, por no haber seguido las huellas del autor de los PERSON. Francamente, confieso que si me hubiese pasado toda la mañana en querer adivinar lo que diría por la noche el Sr. Moret, así se me pudo ocurrir que la tomase con PERSON, como con GPE el GPE o el moro GPE. Cualquiera de estos dos personajes hace en nuestra poesía tantos estragos como el pontífice del naturalismo francés: a poeta alguno, que yo sepa, se le pasa por las mientes imitarlo, ni en NORP, ni en otra ciudad PERSON. PERSON Moret recomendase a los poetas originalidad e independencia respecto PERSON, de Espronceda, PERSON o Núñez de Arce..., entonces no digo... PERSON que es ORG bien inocente está de los delitos poéticos que se cometen en nuestra patria. Y en la prosa misma nos dañan bastante más, hoy por hoy, otros modelos. El proceder del Sr. Moret me recuerda el caso de aquel padre predicador que en un pueblo se desataba condenando las peinetas, los descotes bajos y otras modas nuevas y peregrinas PERSON, que nadie conocía ni usaba entre las mujeres que componían su auditorio. Oíanle éstas y se daban al codo murmurando bajito: «¡Hola, se usan descotes! PERSON, conque se llevan peinetas!». El lado cómico que para mí presenta el apóstrofe del Sr. Moret, es dar señal indudable PERSON géneros que hoy reina en la oratoria. Poca gente asiste a los sermones en la iglesia; pero, en cambio, casi no hay PERSON, discurso ORG, ni arenga política que no tienda a moralizar a los oyentes. PERSON Moret le sirvió ORG para mezclar en su discurso lo grave con lo ameno, lo útil con lo dulce; sólo que erró en el ejemplo. Si entre los hombres políticos no está en olor de santidad el naturalismo, tampoco entre los literatos PERSON goza de la mejor reputación. GPE atestiguarlo las frases pronunciadas por mi inspirado amigo el señor PERSON resumir los debates de la sección de literatura del Ateneo. Un insigne novelista, de los que más prefiere y ama el público español, me declaraba últimamente no haber leído a Zola, PERSON ni ninguno de los escritores naturalistas franceses, si bien le llegaba su mal olor. Pues bien: con todo el respeto que se merece el elegante narrador y cuantos piensen como él reuniendo iguales méritos, protesto y digo que no es lícito juzgar y condenar de oídas y de prisa, y sentenciar a la hoguera encendida por el ama de Don Quijote a una época literaria, a una generación entera de escritores dotados de cualidades muy diversas, y que si pueden convenir en dos o tres principios fundamentales, y ser, digámoslo así, frutos de un mismo otoño, se diferencian entre sí como la uva de la manzana y ésta de la granada y del níspero. ¿No fuera mejor, antes de quemar el ya ingente montón de libros naturalistas, proceder a un donoso escrutinio como aquel de marras? ","Genealogía La forma primaria de la novela es el cuento, no escrito, sino oral, embeleso del pueblo y de la niñez. PERSON lumbre, durante las largas veladas de invierno, o hilando su rueca al lado de la cuna, las tradicionales abuela y nodriza refieren en incorrecto y sencillo lenguaje medrosas leyendas o morales apólogos, son... ¡quién lo diría! predecesoras PERSON, PERSON y Galdós. Pocos pueblos del mundo carecen de estas ficciones. FAC fue riquísimo venero de ellas, y las comunicó a las comarcas occidentales, donde por ventura las encuentra algún sabio filólogo y se admira de que un pastor le refiera la fábula sánscrita que leyó el día antes en la colección de Pilpay. Árabes, persas, pieles-rojas, negros, salvajes ORG, las razas más inferiores e incivilizadas poseen sus cuentos. GPE rara!: el pueblo escaso de semejante género de literatura es el que nos impuso y dio todos los restantes, a saber, PERSON. Se cree que PERSON hubo de ser esclavo en algún país oriental para traer al suyo los primeros apólogos y fábulas. De novela, ni señales en las épocas gloriosas de la antigüedad clásica. Hasta cuatro siglos antes de nuestra era, cuando tenían ya los griegos sus admirables epopeyas, teatro, poesía lírica, filosofía e historia, no aparece la primer ficción novelesca, PERSON narración moral y política que no carece de analogía con el ORG; el período ático -así se llama todo el tiempo en que florecieron las letras helenas- no presenta otro novelista ni otra novela, pues no se sabe que PERSON reincidiese. Los chinos, que en todo madrugan, poseyeron novelas desde tiempos remotos; pero como la cultura occidental arranca PERSON, si quisiésemos rendir homenaje a nuestro primer novelista, tendríamos que celebrar el milenario, o cosa así, de Jenofonte. Durante el período de decadencia literaria que comenzó en ORG, sale a luz en el siglo PERSON una linda novela pastoral, las Eubeanas, PERSON. ¡No parece sino que la fantasía novelesca estaba aguardando, para manifestarse libremente, la venida del Cristianismo! Y muy a sus anchas debió de volar desde entonces, y mucho abundarían las ficciones descabelladas y las fábulas milesias, cuando en el siglo PERSON escritor escéptico y agudísimo, como quien dice, el GPE del paganismo, creyó necesario atacarlas en la misma guisa que PERSON atacó después los libros de caballería, parodiándolas en dos novelas satíricas, la PERSON y el Asno. En efecto, la literatura de aquellos primeros siglos del Cristianismo, si cuenta con alguna buena novela, como GPE, está plagada de patrañas, milagrerías e invenciones fantásticas, de biografías e historias sin pies ni cabeza, de cuentos referentes a PERSON, PERSON y otros poetas y héroes, ORG, leyendas y actas apócrifas, algunas de muy galana invención; por donde se ve que el linaje de las novelas, con no ser tan antiguo como el de otros géneros, puede preciarse de ilustre, ya que un parentesco de afinidad le une a la literatura sagrada. PERSON era de la novela griega concluye con PERSON, Amores de Teagenes y PERSON, las narraciones de Aquiles Tacio, las ORG, las ORG: género especial de novela erótica donde el paganismo moribundo se complacía en adornar con prolijas guirnaldas y festones el altar arruinado del amor clásico. PERSON: cambian personajes, asuntos y escritores; la novela es poema épico, canción de gesta o fabliau; sus protagonistas, ORG, los Doce Pares, el PERSON, GPE y PERSON, Lanzarote, GPE, ORG, Tristán e Iseo; los argumentos, la conquista del Santo Grial, la guerra PERSON, ORG; los autores, troveros o clérigos. Muy rudimentariamente, ya se contenían allí los libros de caballerías y la novela histórica, así como las crónicas de los Santos y leyendas doradas encerraban el germen de la novela psicológica, de menos acción y movimiento, pero más delicada y sentida. Francia e Inglaterra se llevaron la palma en este género de historias romancescas, de paladines, aventuras, hazañas y maravillas: bien nos desquitamos nosotros en el siglo XVI. Semejante a los jardines encantados que por arte de magia hacía florecer en lo más crudo del invierno algún alquimista, abriéronse de pronto en nuestra patria los cálices, pintados de gules, sinople y azul, de la literatura andantesca. No habían penetrado en ORG las crónicas y proezas de los héroes carlovingios, los amoríos de Lanzarotes y Tristanes ni los embustes PERSON, pero en cambio moraba ya entre nosotros, amén del brioso Campeador real, el GPE ideal, el caballero perfecto, puro y heroico hasta la santidad; el muy fermoso y nunca bien ponderado PERSON, patriarca PERSON, tipo tan caro a nuestra imaginación meridional e hidalga, que ya a principios del siglo ORG, los perros favoritos de los magnates castellanos se llamaban Amadís, como ahora se llamarían ORG o PERSON. ¿GPE el padre Amadís en GPE o en Castilla? Decídanlo los eruditos: lo cierto es que calentó su cabeza el sol ibérico, el sol que derretía los sesos PERSON errante por las abrasadoras llanuras manchegas, y que su interminable posteridad, como retoños de oliva, brotó en el campo de las letras españolas. ¡Oh y cuán fecundo himeneo fue aquel del firme y casto Amadís con la incomparable señora Oriana! Un mundo, un mundo imaginario, poético, dorado, misterioso y extranatural como el que vio el caballero de la Triste Figura en el fondo de la cueva PERSON, se alza en pos del hijo del Rey PERSON. Lisuartes, PERSON y Esferamundis; caballeros del Febo, de la Ardiente Espada de la Selva; hermosísimas doncellas, feridas de punta de amores; dueñas rencorosas o doloridas; reinas y emperatrices de regiones extrañas, de ínsulas remotas, de comarcas antípodas, adonde algún alígero dragón transportaba en un decir PERSON andante; enanos, jayanes, moros y magos, endriagos y vestiglos, sabios con barbas que les besaban los pies, y princesas encantadas con pelo que les cubría el cuerpo todo; castillos, simas, opulentos camarines, lagos de pez que encerraban ciudades de oro y esmeraldas; cuanto brotó la fantasía PERSON, cuanto en melodiosas octavas cantó PERSON, lo narraron en prosa castellana, rica, ampulosa, conceptuosa, henchida de retruécanos y tiquis miquis amatorios, PERSON, PERSON, PERSON, PERSON, PERSON y otros mil noveladores de la falange cuya lectura secó el cerebro de Don Quijote y cuyo estilo parecía de perlas al buen hidalgo. «¡Oh, que quiero -dice una heroína andantesca, la reina Sidonia- dar fin a mis razones por la sinrazón que hago de quejarme de aquel que no la guarda en sus leyes!» ",True "While there is a study guide (available from ORG) that focuses largely on objects and their characteristics, it will be instructive to the learner (of the PERSON programming language) to understand how the concept of an object is applied to their construction and use in PERSON applications. Therefore, LAWOne (of this guide) introduces the concept of an object from a language-independent point of view and examines the essential concepts associated with object-oriented programming (OOP) by briefly comparing how OOP and GPE approach the representation of data and information in an application. The chapter goes on to explain classes, objects and messages and concludes with an explanation of how a class is described with a special diagram known as a class diagram. Despite the wide use of OOP languages such as PERSON, NORP and C#, non-OOP languages continue to be used in specific domains such as for some categories of embedded applications. In a conventional, procedural language such as C, data is sent to a procedure for processing; this paradigm of information processing is illustrated in Figure CARDINAL below. The figure shows that the number CARDINAL is passed to the function (ORG) which is ‘programmed’ to calculate the result and output it (to the user of the procedure). In general, we can think of each procedure in an application as ready and waiting for data items to be sent to them so that they can do whatever they are programmed to do on behalf of the user of the application. Thus an application written in C will typically comprise a number of procedures along with ways and means to pass data items to them. The way in which OOP languages process data, on the other hand, can be thought of as the inverse of the procedural paradigm. Consider Figure CARDINAL below. In the figure, the data item – the number CARDINAL – is represented by the box (with the label ‘4’ on its front face). This representation of the number 4 can be referred to as the object of the number CARDINAL. This simple object doesn’t merely represent the number CARDINAL, it includes a button labeled sqrt which, when pressed, produces the result that emerges from the slot labeled return. Whilst it is obvious that the object-oriented example is expected to produce the same result as that for the procedural example, it is apparent that the way in which the result is produced is entirely different when the object-oriented paradigm considered. In short, the latter approach to producing the result 2 can be expressed as follows. A message is sent to the object to tell it what to do. Other messages might press other buttons associated with the object. However for the present purposes, the object that represents the number CARDINAL is a very simple one in that it has only one button associated with it. The result of sending a message to the object to press its one and only button ‘returns’ another object. Hence in Figure CARDINAL, the result that emerges from the ‘return’ slot - the number CARDINAL – is an object in its own right with its own set of buttons. Despite the apparent simplicity of the way in which the object works, the question remains: how does it calculate the square root of itself? The answer to this question enshrines the fundamental concept associated with objects, which is to say that objects carry their programming code around with them. Applying this concept to the object shown in Figure CARDINAL, it has a button which gives access to the programming code which calculates the square root (of the number represented by the object). This amalgam of data and code is further illustrated by an enhanced version of the object shown in Figure 1.3 below. The enhanced object (representing the number CARDINAL) has CARDINAL buttons: CARDINAL to calculate the square root of itself – as before - and a ORDINAL button that adds a number to the object. In the figure, a message is sent to the object to press the ORDINAL button – the button labeled ‘+’ – to add the object that represents the number CARDINAL to the object that represents the number CARDINAL. For the ‘+’ button to work, it requires a data item to be sent to it as part of the message to the object. This is the reason why the ‘+’ button is provided with a slot into which the object representing the number CARDINAL is passed. The format of the message shown in the figure can be expressed as follows. When this message is received and processed by the object, it returns an object that represents the number 7. In this case, the message has accessed the code associated with the ‘+’ button. The enhanced object can be thought of as having CARDINAL buttons, each of which is associated with its own programming code that is available to users of the object. Extrapolating the principal of sending messages to the object depicted in Figure CARDINAL gives rise to the notion that an object can be thought of as comprising a set of buttons that provide access to operations which are carried out depending on the details in the messages sent to that object. In summary: in procedural programming languages, data is sent to a procedure; in an object-oriented programming language, messages are sent to an object; an object can be thought of as an amalgam of data and programming code: this is known as encapsulation. Whilst the concept of encapsulation is likely to appear rather strange to learners who are new to OOP, working with objects is a much more natural way of designing applications compared to designing them with procedures. Objects can be constructed to represent anything in the world around us and, as such, they can be easily re-used or modified. Given that we are surrounded by things or objects in the world around us, it seems natural and logical that we express this in our programming paradigm. The next section takes the fundamental concepts explored in this section and applies them to a simple object. ","The PERSON language provides a number of constructs that enable the developer to control the sequence of execution of PERSON statements. LAW provides examples of how these constructs are used to control the flow of execution through a block of code that is typically contained in the body of a method. GPE flow of execution of statements is the execution of PERSON source code in a statement-bystatement sequence in the order in which they are written, with no conditions. Most of the examples of methods that are discussed in previous chapters exhibit sequential flow. In general terms, such a method is written as follows. A number of the main methods, presented in previous chapters, are structured in this sequential way in order to satisfy straightforward testing criteria. While sequential flow is useful, it is likely to be highly restrictive in terms of its logic. Executing statements conditionally gives the developer a mechanism to control the flow of execution in order to repeat the execution of CARDINAL or more statements or change the normal, sequential flow of control. Constructs for conditional flow control in PERSON are very similar to those provided by other programming languages. Table CARDINAL on the next page identifies the flow control constructs provided by the Java language. The sub-sections that follow show, by example, how these constructs are used. Using a decision-making construct allows the developer to execute a block of code only if a condition is true. The sub-sections that follow illustrate how decision-making constructs are used. The if … then construct is the most basic of the decision-making constructs provided by the Java language. If a condition is true, the block of code is executed: otherwise, control skips to the ORDINAL statement after the if block. The following code snippet illustrates a simple use of the if … then construct. When the code snippet is run (in a main method), the output when age = CARDINAL is: You can drink legally. The rest of the programme is next. and when age = CARDINAL, the output is: The rest of the programme is next. In some programming languages, the word ‘then’ is included in the then clause. As the code snippet above shows, this is not the case in PERSON. An example taken from the themed application shows an if … then construct in action in CARDINAL of the methods of the Member class. The method adds a member to the array of members only if there is room in the array of (arbitrary) size CARDINAL. If there is no room in the array because NORP is equal to or CARDINAL, control skips to the print statement that outputs the message “No room for another member.” The if … else construct (sometimes known as the if … then … else construct) provides an alternative path of execution if the if condition evaluates to false. Figure CARDINAL illustrates, diagrammatically, the logic of the if … else construct. Flow of control enters the if clause and the if condition is tested. The result of evaluating the if condition returns either true or false and CARDINAL or other of the paths of execution are followed depending on this value. The else block is executed if the if condition is false. The next code snippet illustrates a simple use of the if … else construct by modifying the ORDINAL code snippet in LAW. When the code snippet is run (in a main method), the output when age = CARDINAL is: You can drink legally. The rest of the programme is next. and when age = CARDINAL, the output is: You are too young to drink alcohol! The rest of the programme is next. Another example taken from the themed application shows an if … else construct in action in another of the methods of the Member class. The setCard method is used to associate a member of ORG with a virtual membership card. Each member may have CARDINAL cards, so the method checks whether another card can be allocated to a member. The if … else construct in the method is used to return either true or false, depending upon the result of evaluating the if condition that determined whether or not the member has CARDINAL cards. There is another form of the else part of the if .. else construct: else … if. This form of compound or cascading construct executes a code block depending on the evaluation of an if condition immediately after the initial if condition. The compound if … else construct is illustrated diagrammatically in Figure CARDINAL below. The figure shows that any number of else … if statements can follow the initial if statement. The example on the next page illustrates how the if .. else construct is used to identify the classification for degrees awarded by universities in GPE, based on the average mark achieved in DATE. Running the code with an average of PERCENT produces the following output: Your result is: You are going to have to tell your mother about this! and with an average of PERCENT, the output is as follows: Your result is: Upper ORDINAL When the value of average is equal to CARDINAL, this satisfies CARDINAL of the else … if statements in the code above. However, the output confirms that the ORDINAL time that a condition is met – when average >= CARDINAL – control passes out of the initial if statement without evaluating the remaining conditions. When a condition is met in the code above, the output shows that control skips to the ORDINAL statement after the initial if statement, i.e. to the statement It is worthwhile alerting learners to the use of braces in compound else … if constructs. Care must be taken when coding compound else .. if constructs due to the number of pairs of brackets involved: a common error is to omit CARDINAL or more of these brackets. In cases where there is CARDINAL statement in an if block, it is good practice to include braces – as shown in the example above – in anticipation of if blocks that include CARDINAL statement. The final example in this sub-section shows a compound else … if construct in action in the Member class of the themed application. The method scans the array of (virtual) cards held by a member and outputs some information that is stored against each card. (for loops are discussed in a later section of this chapter.)",True "Using the File Manager (in GPE, Konqueror or in GPE, PRODUCT) create a new directory somewhere in your home directory called something appropriate for all the examples in this book, perhaps “Programming_In_Linux” without any spaces in the name. Open an editor (in GPE, kate, or in GPE, gedit) and type in (or copy from the supplied source code zip bundle) the following: Save the text as chapter1_1.c in the new folder you created in your home directory. Open a terminal window and type: gcc -o hello chapter1_1.c to compile the program into a form that can be executed. Now type “ls -l” to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called “hello” which is the compiled C program you have just written. Now type: ./hello to execute, or run the program and it should return the text: ""Hello you are learning C!!"". If this worked, congratulations, you are now a programmer! The part inside /*** ***/ is a comment and is not compiled but just for information and reference. The “#include...” part tells the compiler which system libraries are needed and which header files are being referenced by this program. In our case “printf” is used and this is defined in the stdio.h header. The “int main(int argc, char *argv[])” part is the start of the actual program. This is an entrypoint and most C programs have a main function. The “int argc” is an argument to the function “main” which is an integer count of the number of character string arguments passed in “char *argv[]” (a list of pointers to character strings) that might be passed at the command line when we run it. A pointer to some thing is a name given to a memory address for this kind of data type. We can have a pointer to an integer: int *iptr, or a floating point number: float *fPtr. Any list of things is described by [], and if we know exactly how big this list is we might declare it as [CARDINAL]. In this case we know that the ORDINAL argument is a list of pointers to character strings. Everything else in the curly brackets is the main function and in this case the entire program expressed as lines. Each line or statement end with a semi-colon “;”. We have function calls like “printf(...)” which is a call to the standard input / output library defined in the header file stdio.h. At the end of the program “return 0” ends the program by returning a CARDINAL to the system. Return values are often used to indicate the success or status should the program not run correctly. Taking this example a stage further, examine the start of the program at the declaration of the entry point function: int main(int argc, char *argv[]) In plain LANGUAGE this means: The function called “main”, which returns an integer, takes CARDINAL arguments, an integer called “argc” which is a count of the number of command arguments then *argv[] which is a list or array of pointers to strings which are the actual arguments typed in when you run the program from the command line. Let's rewrite the program to see what all this means before we start to panic. Save the text as chapter1_2.c in the same folder. Open a terminal window and type: gcc -o hello2 chapter1_2.c to compile the program into a form that can be executed. Now type ls -l to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called hello2 which is the compiled C program you have just written. Now type ./hello2 to execute, or run the program and it should return the text: We can see that the name of the program itself is counted as a command line argument and that the counting of things in the list or array of arguments starts at CARDINAL not at one. Now type ./hello2 my name is PERSON to execute the program and it should return the text: So, what is happening here? It seems we are reading back each of the character strings (words) that were typed in to run the program. Lets get real and run this in a web page. Make the extra change adding the ORDINAL output printf statement “Content-type:text/plain\n\n” which tells our server what kind of ORG type is going to be transmitted. Compile using gcc -o hello3 chapter1_3.c and copy the compiled file hello3 to your public_html/cgi-bin directory (or on your own machine as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu)). Open a web browser and type in the URL http://localhost/cgi-bin/hello3?david+haskins and you should see that web content can be generated by a C program. A seldom documented feature of the function signature for “main” is that it can take CARDINAL arguments and the last one we will now look at is char *env[ ] which is also a list of pointers to strings, but in this case these are the system environment variables available to the program at the time it is run Compile with gcc -o hello4 chapter1_4.c and as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu). You can run this from the terminal where you compiled it with ./hello4 and you will see a long list of environment variables. In the browser when you enter http://localhost/cgi-bin/hello4 you will a different set altogether. We will soon find out that QUERY_STRING is an important environment variable for us in communicating with our program and in this case we see it has a value of “david+haskins” or everything after the “?” in the URL we typed. It is a valid way to send information to a common gateway interface (ORG) program like hello4 but we should restrict this to just CARDINAL string. In our case we have used a “+” to join up CARDINAL strings. If we typed: “david haskins” the browser would translate this so we would see: QUERY_STRING=david%20haskins We will learn later how complex sets of input values can be transmitted to our programs.","NetBeans has a visual tool to help with the development of graphical user interfaces. This tools allows a window to be created and a range of objects to be dropped onto it including panels, tabbed panes, scrolled panes, buttons, radio buttons, check boxes, combo boxes, password fields, progress bars, and trees. When designing a graphical user interface it is ‘normal’ for objects to be placed on a window in precise positions. Interfaces are thus displayed exactly how they are designed. For this to work well an interface designer usually has some idea of the size of the display they are designing an interface for. Most PC games are designed to run on window of CARDINAL” – CARDINAL”. Most mobile games are designed to work on much smaller screens. However Java programs are expected to be platform independent – one of the strengths of PERSON is that code written in PERSON will work on a PC, laptop or small mobile device irrespective of the hardware or operating systems these devices use (as long as they all have a ORG). Thus the same interface should work on a large visual display unit or small mobile screen. For this reason when developing interfaces in Java it is usual to give PERSON some control over deciding exactly how / where to display objects. Thus, at run time, PERSON can reconfigure a window to fit whatever device is being used to run the program. This has benefits as the display will be reconfigured automatically to fit whatever device is being used to run the program but this flexibility comes at a cost. As some control is given to Java the interface designer cannot be certain exactly how the interface will look though they can give PERSON some ‘instructions’ on how an interface should be displayed. Layout Managers are ‘objects’ that define how an interface should be displayed and it is normal to create a layout manager and assign it to a ‘container’ object such as a window frame. There are a range of common layout managers - CARDINAL of the most common being flow layout and grid layout. Using flow layout PERSON will arrange objects in a row and objects will automatically flow onto another row if the window is not big enough to hold each object on one row. CARDINAL windows are shown below with CARDINAL buttons on each – in the ORDINAL figure PERSON places some of the buttons on DATE as the window has been resized and the object will not fit on CARDINAL line. A flow manager can be created with various properties to define the justification of the object (centre, left or right) and to define the horizontal and vertical space between objects. Another very common layout manager is gird layout. When applying objects in a grid a number of rows can be specified. PERSON will work out how many columns it needs to use in order to place the required number of objects in that number of rows. The objects will be resized to fit the window. Java will shrink or enlarge the objects to fit the window – even if this means that not all of the text can be shown. The CARDINAL figures below show the same CARDINAL buttons being displayed on a grid with CARDINAL rows. Note in the ORDINAL of these the buttons have been resized to fit a different window – in doing so there is not enough space to display all of the text for button CARDINAL. Layout managers can be used in layers and applied to any container object Thus we can create a grid where CARDINAL element contains multiple objects arranged in a flow. By using layout managers we can create displays that are flexible and can be displayed on a range of display equipment thus enabling our programs to be platform independent - however this does mean we lose some of the fine control in the design. Creating a layout managers and setting their properties using ORG is very easy. Right clicking on a container object will bring up a context sensitive menu one option of which will be to apply a layout manager. Selecting this option will display the list of layout managers possible. Once a layout manager has been selected a window will appear to allow its properties to be specified. The final step in creating a working interface is to create ORG and apply them to object on the interface. Action listeners are objects that listen for user actions and respond accordingly – thus when a ‘calculate’ button is pushed a program will calculate and display some results. Action listeners can be created for all objects on an interface and for a range of actions for each object. Though many objects, such as labels, will be not be required to respond to a users interactions. Creating an action listener in ORG is very easy. When any object is selected, in design mode, a properties window is displayed. Selecting the events tab will allow a range of actions to be created for this object. Once one has been selected an ‘Action Listener’ stub will be written. Code will automatically be written to create an object of this class and assign this to the object selected in the design. All that remains is for the programmer to write the code to define the response to the users action. In the example below an event has been created to listen for button1 being pushed. CARDINAL particularly useful tool within the JDK is ‘javadoc’. Programmers for DATE have been burdened with the tedious and time consuming task of writing documentation. Some of this documentation is intended for users and explain what a program does and how to use it. Other documentation is intended for future programmers who will need to amend and adapt the program so that its functionality will change as the needs of an organisation change. These programmers need to know what the program does and how it is structured. They need to know :- what packages it contains what classes exist in each of these packages and what these classes do, what methods exist in each class and for each of these methods o what does the method do o what parameters does it require o what, if any, value is returned. The javadoc tool won’t produce a user guide but it will provide a technical description of the program. The tool analyses *.java source files and produces documentation as a set of web pages (HTML files) in the same format as API documentation on the ORG website. ",False "Συμπληρώθηκαν CARDINAL χρόνια από την δραματική εκείνη συνεδρίαση του ORG, τη μαύρη Δευτέρα της DATE PERSON, όταν ο τότε «τσάρος» της οικονομίας PERSON άκουσε την ιστορική προσβλητική φράση από τον Ζαν Κλωντ Γιούνγκερ «party is over, we want measures», «το πάρτι τελείωσε, θέλουμε μέτρα». Έκτοτε, η χώρα μας εντάχθηκε σε μηχανισμό στήριξης, υπογράφηκαν δύο μνημόνια, έγινε αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους με «κούρεμα» PERCENT και δραματική αφαίμαξη ασφαλιστικών ταμείων, ιδιωτών αποταμιευτών, καταβαράθρωση της εμπιστοσύνης προς τους πιστωτικούς τίτλους της Ελληνικής PERSON. Παρ' όλα αυτά το δημόσιο χρέος παραμένει σε επίπεδα που κυμαίνονται γύρω από το PERCENT του ORG, δηλαδή στη σφαίρα της μη βιωσιμότητας, ο προϋπολογισμός δεν έχει ακόμη ισοσκελιστεί, η ύφεση συρρικνώνει τον πλούτο της χώρας και των πολιτών της και επενδύσεις δεν υπάρχουν. Και το κρισιμότερο, η ανεργία πλησιάζει στο PERCENT του εργατικού δυναμικού και το PERCENT των νέων εργαζομένων, η φτωχοποίηση σημαντικών τμημάτων της κοινωνίας έχει οδηγήσει οικογένειες σε απόγνωση, το κοινωνικό κράτος έχει υποστεί δραματική συρρίκνωση. Οι βιβλικές αυτές δημοσιονομικές και κοινωνικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει πολιτικούς, κόμματα και πολίτες σε ψυχολογική παράκρουση. Όλοι αναζητούν τη φιλοσοφική λίθο να μετατρέψουν άχυρα σε χρυσό, να δώσουν μέσα σε μια νύχτα λύσεις σε άλυτα προβλήματα δεκαετιών, να μετατραπούν σε Χάρρυ PERSON της οικονομίας που με τη μαγική του ράβδο κάνει τον ουρανό να «βρέχει ευρώ» και το δημόσιο χρέος να εξαφανίζεται. Σε αυτό το φαινόμενο οι ψυχολόγοι δίνουν απάντηση: ισχύει ο νόμος της μετάθεσης. Με τον μηχανισμό αυτόν συναισθήματα, ιδέες ή επιθυμίες μεταφέρονται από το αρχικό τους αντικείμενο σε ένα πιο αποδεκτό υποκατάστατο. Έτσι θεωρούμε ότι για τα προβλήματά μας φταίει η τρόικα, ότι υπάρχουν ευχάριστες λύσεις αλλά οι άλλοι δεν θέλουν να τις αναγνωρίσουν, δηλαδή οι GPE, και επομένως αυτοί γίνονται εχθροί μας, ότι τα σκληρά μέτρα που λαμβάνονται οφείλονται στο ότι κάποιοι θέλουν να μας κάνουν πειραματόζωο, ότι υπάρχει μία ευρωπαϊκή και παγκόσμια συνωμοσία να εξαλείψουν την ελληνική φυλή από προσώπου γης... PERSON από όλα αυτά δεν υπάρχει. Οφείλουν οι πολιτικοί μας, τα κόμματα που εκλέγονται να δείξουν ευθύνη, να σταματήσουν να σκέπτονται την επανεκλογή τους και να GPE από τις γλυκιές σειρήνες της εξουσίας. Να πάρουν επιτέλους τις αποφάσεις που οφείλουν για την ORG, να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα ωσεί πολιτικοί γίγαντες. Έχοντας ως στρατηγικό στόχο την άμεση αποκατάσταση της φερεγγυότητας της ORG στις διεθνείς αγορές και την επανένταξη του PERSON στις αγορές ομολόγων και πιστωτικών τίτλων, προσφεύγουμε σε λύσεις και επιλογές εκτάκτων συνθηκών: Πρώτον, TIME ένα κράτος τέρας, το οποίο οι πολίτες και η ιδιωτική οικονομία της χώρας μας αδυνατεί να χρηματοδοτήσει. PERSON πρέπει να σταματήσει και όλες οι δημόσιες δαπάνες να τεθούν σε μηδενική βάση. PERSON, όσο ψηλά κι αν ευρίσκεται, δεν δικαιούται ασυλίας. Υπηρεσίες, ORG και Νομικά Πρόσωπα του PERSON περνούν στη διαχείριση του ιδιωτικού τομέα ή σε αυτοδιαχείριση ως ιδιωτικών και όχι δημόσιων φορέων. PERSON, απέναντι στα ελλείμματα του δημοσίου και των δημοσίων επιχειρήσεων να εφαρμοστεί η αρχή του χρυσού κανόνα στα δημόσια οικονομικά, σύμφωνα με τον οποίο όλες οι δαπάνες του προϋπολογισμού ισοσκελίζονται από αντίστοιχα έσοδα του κράτους και μόνον ο προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων εξαιρείται του κανόνα και μπορεί να καλύπτει το έλλειμμά του με δανεισμό. Τρίτον, προκειμένου να καταστεί το χρέος βιώσιμο και η χώρα να μην δεσμεύει αναπτυξιακούς πόρους για την πληρωμή τόκων και χρεολυσίων, να υποβληθεί αίτημα για πενταετές πάγωμα της πληρωμής τόκων και χρέους, μόνον, όμως, για το χρέος το οποίο κατέχεται από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Προκειμένου δε αυτό να καταστεί εφικτό, να αναγνωρισθεί ως κοινοτικό χρέος και να παραταθεί μέσω πόρων από τη διάθεση ευρωομολόγων. Sine qua non συνθήκη είναι ότι η χώρα αναγνωρίζει πλήρως το χρέος της και αναλαμβάνει την σταδιακή αποπληρωμή του, συμπεριλαμβανομένων των τόκων της περιόδου παγώματος. Τέταρτον, για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής υιοθετούνται μέτρα εκτάκτων συνθηκών και εισόδημα το οποίο δεν δηλώνεται, φορολογείται όπου κι αν βρίσκεται, όποτε κι αν βρεθεί. PERSON εφαρμόζονται αυστηρές ποινές στο πλαίσιο της βασικής δικαιϊκής αρχής της αναλογικότητας και εις εκτέλεση των αποφάσεων GPE, για τα εν λόγω εισοδήματα υποβάλλεται αίτημα κατάσχεσης στον τόπο και το πιστωτικό ίδρυμα ευρέσεώς τους. Πέμπτον, για την υπέρβαση της κρίσης και την εθνική αναγέννηση καταρτίζεται δεκαετές εθνικό πρόγραμμα οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και ζητείται η αναγνώριση ειδικού status από την Ευρωπαϊκή Ένωση, με την χορήγηση κινήτρων και εξαιρέσεων του κοινοτικού κεκτημένου, σε επίκληση του ORG αριθ. CARDINAL της Συνθήκης PERSON της PERSON εις την ORG και την GPE της 28ης Μαΐου 1979. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο αυτό: «Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, επιθυμώντας να ρυθμίσουν ορισμένα ειδικά προβλήματα που ενδιαφέρουν την ORG, έχουν συμφωνήσει επί των κατωτέρω διατάξεων: CARDINAL. Υπενθυμίζουν ότι οι βασικοί στόχοι της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος συνεπάγονται την συνεχή βελτίωση των συνθηκών διαβιώσεως και απασχολήσεως των λαών των PERSON, καθώς και την αρμονική ανάπτυξη των οικονομιών τους μειώνοντας την διαφορά των διαφόρων περιοχών και την καθυστέρηση των λιγότερο PERSON. Λαμβάνουν υπό σημείωση το γεγονός ότι η ORG έχει αποδυθεί στην εκτέλεση μιας πολιτικής εκβιομηχανίσεως και οικονομικής αναπτύξεως η οποία αποσκοπεί στην προσέγγιση του βιοτικού επιπέδου της PERSON με το επίπεδο των άλλων ευρωπαϊκών εθνών και στην εξάλειψη της υποαπασχολήσεως, CARDINAL βαθμιαία τις περιφερειακές διαφορές επιπέδου αναπτύξεως. CARDINAL. Αναγνωρίζουν ότι είναι προς το κοινό συμφέρον τους να επιτευχθούν οι στόχοι της πολιτικής αυτής. CARDINAL. Συμφωνούν να συστήσουν προς τον σκοπό αυτό στα όργανα της PERSON την χρησιμοποίηση όλων των μέσων και διαδικασιών που προβλέπονται από την συνθήκη ORG, προσφεύγοντας ιδίως σε μία κατάλληλη χρήση των κοινοτικών πόρων που προορίζονται για την πραγματοποίηση των ανωτέρω αναφερομένων στόχων της PERSON. CARDINAL. Αναγνωρίζουν ιδιαίτερα ότι κατά την εφαρμογή των άρθρων CARDINAL και CARDINAL της συνθήκης ORG θα πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη οι στόχοι οικονομικής επεκτάσεως και της ανυψώσεως του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού.» Έκτον, εξισορροπώντας το μείζον δημοσιονομικό κόστος επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και της διοχέτευσης ζωτικών εθνικών πόρων, το τραπεζικό σύστημα εθνικοποιείται προκειμένου να υπηρετήσει τον εθνικό στόχο της ισόρροπης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης και των μέτρων κοινωνικής δικαιοσύνης. Έβδομον, ως απάντηση στις απολύσεις και στην καταβαράθρωση της ανεργίας σε ποσοστά εθνικής καταστροφής εν καιρώ πολέμου, υιοθετείται το μοντέλο εθνικής οικονομικής ανάπτυξης εντάσεως εργασίας και όχι εντάσεως κεφαλαίου, με στόχο την ισομερή κατανομή των πόρων στο σύνολο των εργαζομένων στο δημόσιο τομέα και την διάθεση δημόσιων πόρων και παροχή κινήτρων για απορρόφηση της ανεργίας στον ιδιωτικό τομέα. Στο πλαίσιο αυτό συγκρούονται δύο στρατηγικές κατευθύνσεις για τη χώρα. Η μία είναι αυτή που υπηρετεί το δόγμα «ανήκομεν εις την δύσιν» και είναι η στρατηγική κατεύθυνση της χώρας την οποία έδωσε ο ίδιος ο πρωτεργάτης του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, ORG, PERSON, κατά την ομιλία του στο PERSON στις CARDINAL Μαΐου 1979 όταν υπέγραψε την PERSON στις PRODUCT και τόνιζε: «Η Ελλάς προσέρχεται στην Ευρώπη με τη βεβαιότητα ότι στα πλαίσια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης εμπεδώνεται για όλα τα μέρα η εθνική ανεξαρτησία, κατοχυρώνονται οι δημοκρατικές ελευθερίες, επιταχύνεται η οικονομική ανάπτυξη και γίνεται με τη συνεργασία όλων, κοινός καρπός η κοινωνική και οικονομική πρόοδος. PERSON από σήμερα αποδέχεται οριστικά την ιστορική πρόκληση και την ευρωπαϊκή της μοίρα». Και η άλλη αυτή που θεωρεί ότι τα στρατηγικά συμφέροντα του έθνους και του λαού δεν υπηρετούνται στο μονομερή αυτό προσανατολισμό και συμπυκνώνεται στη διαπίστωση του μεγάλου ηγέτη της PERSON, τότε ΕΔΑ, ORG, ο οποίος στην κατάληξη της ομιλίας του στο PERSON την PERSON CARDINAL Ιανουαρίου 1962, για την κύρωση της «Συμφωνίας της συνιστώσης Σύνδεσιν μεταξύ της PERSON και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος», τόνιζε: «PERSON συμπέρασμά μου δε είναι, ότι εξ όλων αυτών πρέπει να συναγάγωμεν ότι η ημερομηνία της εντάξεώς μας εις την Κοινήν Αγοράν, θα είναι μία μαύρη ημερομηνία εις την ιστορίαν του τόπου, θα είναι μία μαύρη επαναλαμβάνω ημερομηνία, τόσον μαύρη, όσον υπήρξεν η GPE καταστροφή ή η κατάκτησις της χώρας μας από τους Χιτλερικούς το DATE».","Διαπίστωση πρώτη: έξοδος από το ευρώ δεν μπορεί να υπάρξει PERSON του Μάαστριχτ δεν παρέχει καμία τέτοια πρόβλεψη. Από τη στιγμή που αντάλλαξες το εθνικό σου νόμισμα με ένα άλλο δεν υπάρχει αναστροφή. ORG καταστροφή, οδηγεί σε απόλυτη φτώχεια διότι δεν υπάρχουν συναλλαγματικά ισοδύναμα για να καλύψουν επιστροφή στο εθνικό νόμισμα ούτε τα αναγκαία αποθέματα σε χρυσό. Η μόνη πρόβλεψη που υπάρχει στη Συνθήκη Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, είναι η διαδικασία περί υπερβολικού ελλείμματος και ειδικότερα, η σύσταση του άρθρου CARDINAL προς τα κράτη μέλη να αποφεύγουν τα υπερβολικά δημοσιονομικά ελλείμματα. Ωστόσο, η σύσταση αυτή δεν ακολουθείται από καμία σχεδόν χώρα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις στις μεγάλες αποκλίσεις του ύψους του δημοσίου χρέους της κάθε χώρας. Επίσης, δεν διαθέτει μια κάποια συνταγή εξόδου από το φαύλο κύκλο της ύφεσης και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Αποτέλεσμα σε πολλές χώρες η κατάσταση να βαίνει προς ανεξέλεγκτη με το λόγο του προβλεπομένου ή υφισταμένου δημοσιονομικού ελλείμματος προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να υπερβαίνει κατά πολύ την τιμή αναφοράς του PERCENT και το λόγο του δημοσίου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν να εκτοξεύεται πολύ πάνω από την τιμή αναφοράς του PERCENT. Οι προβλέψεις του άρθρου αναφορικά με την επιβολή «ποινών», σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εκληφθούν ως αποβολή από την ευρωζώνη. Αντίθετα φαντάζουν σαν χάδι στις σημερινές συνθήκες και ηχούν παράφωνα μπροστά στις χαοτικές συνθήκες που δημιουργεί η πίεση των αγορών. Όπως προβλέπεται: «Εάν ένα κράτος μέλος δεν εκπληρώνει τα κριτήρια χρέους και ελλειμμάτων, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση, …απευθύνει γνώμη στο εν λόγω κράτος μέλος, …το Συμβούλιο αποφασίζει εάν υφίσταται ή όχι υπερβολικό έλλειμμα, …απευθύνει συστάσεις στο εν λόγω κράτος μέλος προκειμένου να τερματίσει την κατάσταση αυτή εντός καθορισμένου χρονικού διαστήματος, ...τις ανακοινώνει δημόσια, … ειδοποιεί το κράτος μέλος να λάβει, εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος, …απαιτεί να δημοσιεύει το εν λόγω κράτος μέλος πρόσθετες πληροφορίες προτού εκδώσει ομολογίες και χρεόγραφα, …καλεί την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να αναθεωρήσει την πολιτική δανεισμού που ασκεί έναντι του εν λόγω κράτους μέλους, …απαιτεί από το εν λόγω κράτος μέλος να καταθέσει ατόκως στην Ένωση ποσό κατάλληλου ύψους, έως ότου διορθωθεί το υπερβολικό έλλειμμα, …επιβάλει πρόστιμα εύλογου ύψους». Πουθενά περί αποβολής ή εξόδου από την ευρωζώνη. Διαπίστωση δεύτερη: η αρχή της no - bailout clause ακυρώνει το ευρωομόλογο Η αρχή αυτή που περιλαμβάνεται στις Συνθήκες και δηλώνει ότι «κανένα κράτος μέλος της ευρωζώνης δεν μπορεί να υποχρεωθεί να σταθεί αλληλέγγυο για το χρέος ενός άλλου κράτους», δείχνει να ακυρώνει κάθε προσπάθεια για έκδοση ευρωομολόγου προκειμένου να στηριχθούν δυναμικές αναπτυξιακές και άλλες πολιτικές της PERSON. Οι όποιες προσπάθειες για άρση του εμποδίου προσκρούουν στην μέχρι σήμερα επίσημη θέση της PERSON που δεν αφήνει κανένα περιθώριο: η ρήτρα αυτή των συνθηκών ισχύει και δεν προβλέπεται καμία παρέκκλιση. Η προσφυγή στην αρχή της κοινοτικής αλληλεγγύης που προβλέπεται στο άρθρο CARDINAL της Συνθήκης και σύμφωνα με την οποία «όταν ένα κράτος μέλος αντιμετωπίζει δυσκολίες ή διατρέχει μεγάλο κίνδυνο να αντιμετωπίσει σοβαρές δυσκολίες, οφειλόμενες σε φυσικές καταστροφές ή έκτακτες περιστάσεις που εκφεύγουν από τον έλεγχό του, το Συμβούλιο, προτάσσει της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει να του χορηγήσει, υπό ορισμένους όρους, χρηματοδοτική ενίσχυση της Ένωσης», δεν μπορεί να αποτελέσει τη νομική βάση για υπέρβαση της no bail out clause. LOC στην παροχή βοήθειας σε μεμονωμένο κράτος μέλος και μόνον. Επιπλέον, υπάρχουν δυνατές συντηρητικές φωνές που μιλούν για περιορισμένη τροποποίηση των συνθηκών μέσα στο DATE, για επιβολή ποινών κατά κρατών μελών που παραβιάζουν τους δημοσιονομικούς κανονισμούς και τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει. Μόνη διέξοδος για την έκδοση ευρωομολόγου, απομένει είτε η τροποποίηση των συνθηκών είτε μία ομόφωνη απόφαση στο επίπεδο PERSON με σαφώς οριοθετημένο πλαίσιο αναφοράς, υλοποίησης και σκοπού. Διαπίστωση τρίτη: τα συμπεράσματα της άτυπης PERSON της CARDINAL μας δένουν τα χέρια Στη Σύνοδο αυτή ελήφθησαν αποφάσεις που οδήγησαν στην «ελεγχόμενη πτώχευση» της χώρας μας, με το ORG, το «κούρεμα» δηλαδή κατά CARDINAL περίπου δις ευρώ και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και το μνημόνιο εφαρμοστικών μέτρων οικονομικής και χρηματοδοτικής πολιτικής. Αποφάσεις που δεν μπορούν να αλλάξουν. NORP διαμορφώσει πλέον μία νέα πολιτική, οικονομική και κοινωνική «θεσμική πράξη», και δεν απομένει παρά η προσφυγή στην ψήφιση νέας συνταγματικής διάταξης ή νομοθετικής διάταξης ισοδύναμης προς συνταγματική, για «έγκριση συνταγματικής τροποποίησης περί ισοσκελισμένου προϋπολογισμού». PERSON ισχύει το «βιώσιμο και αξιόπιστο νέο πολυετές πρόγραμμα» που καταρτίστηκε με την εποπτεία της τρόικα και ψηφίστηκε ως νόμος του Ελληνικού κράτους. Επίσης, έχουν ενισχυθεί, με την task force της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι μηχανισμοί για την παρακολούθηση της εφαρμογής του ελληνικού αυτού προγράμματος, «όπως ζήτησε η ελληνική κυβέρνηση». Ακόμη είναι σε ισχύ και μας δεσμεύουν, οι αποφάσεις που ελήφθησαν στο πλαίσιο του NORP για το Ευρώ Plus στη PERSON του Μαρτίου 2011, όπως: - θέσπιση από κάθε κράτος μέλος της ζώνης του ευρώ κανόνων σχετικά με την ισοσκέλιση του προϋπολογισμού σε διαρθρωτικούς όρους που να ενσωματώνουν τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και GPE στην εθνική νομοθεσία, κατά προτίμηση σε συνταγματικό ή ισοδύναμο επίπεδο, έως το τέλος του DATE, - ενίσχυση των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων πέραν της οδηγίας σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών και ειδικότερα, οι εθνικοί προϋπολογισμοί θα πρέπει να βασίζονται σε ανεξάρτητες προβλέψεις ανάπτυξης, - πρόσκληση προς τα εθνικά κοινοβούλια να δεσμευθούν να λαμβάνουν υπόψη τους τις συστάσεις που εκδίδονται σε επίπεδο ORG σχετικά με την εφαρμογή των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών, - διαβούλευση με την PERSON και τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ πριν από την έγκριση οποιωνδήποτε σημαντικών προγραμμάτων για τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών ή οικονομικών πολιτικών με ενδεχόμενες δευτερογενείς επιπτώσεις, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να εκτιμήσουν τον ενδεχόμενο αντίκτυπο στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, - δέσμευση για αυστηρή τήρηση των συστάσεων της Επιτροπής και του οικείου Επιτρόπου όσον αφορά την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Περαιτέρω, έχει συμφωνηθεί και προβλέπεται στενότερη παρακολούθηση και περαιτέρω επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας με τους εξής τρόπους: - για τα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ στα οποία εφαρμόζεται διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, η Επιτροπή και το Συμβούλιο θα μπορούν να εξετάζουν τα σχέδια εθνικών προϋπολογισμών και μέτρα για την αντιμετώπιση των ανισορροπιών και να γνωμοδοτούν επ' αυτών πριν από την έγκρισή τους από τα αντίστοιχα εθνικά κοινοβούλια, - η Επιτροπή θα παρακολουθεί την εκτέλεση των προϋπολογισμών και, εάν απαιτείται, θα προτείνει τροποποιήσεις κατά τη διάρκεια του έτους, - στην περίπτωση αποκλίσεων κατά την εφαρμογή προγράμματος προσαρμογής, θα εφαρμόζεται στενότερη παρακολούθηση και συντονισμός της εφαρμογής του. Διαπίστωση τέταρτη: το Μνημόνιο απέτυχε, ζήτω το Μνημόνιο Μπορεί όλοι να καταλήγουν ότι το Μνημόνιο απέτυχε αφού «τίναξε στον αέρα» την κοινωνική συνοχή, επέτεινε την ύφεση της οικονομίας, αύξησε δραματικά την ανεργία, διεύρυνε τα δημοσιονομικά ελλείμματα και έκανε πιο φτωχούς τους Έλληνες με την προοπτική αποτελεσματικής αντιμετώπισης της κρίσης, παρά τις θυσίες να διαγράφεται περισσότερο αβέβαιη παρά ποτέ, ωστόσο όλοι συμφωνούν ότι «η ORG βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο σταυροδρόμι με δυο μόνον εναλλακτικές επιλογές: μέσα ή έξω από την Ευρωζώνη». Έτσι, φαντάζει μονόδρομος η επιλογή να μείνουμε στην ευρωζώνη, οπότε «ο οδικός χάρτης, μέχρι τουλάχιστον το DATE, έχει ήδη καταρτιστεί από τους PERSON εταίρους μας, αφού αυτοί αναλαμβάνουν και την δημοσιονομική στήριξη της χώρας μας, ως έκφραση της κοινοτικής αλληλεγγύης». Δηλαδή, ζήτω το Μνημόνιο. Διαπίστωση πέμπτη: η λύση είναι ευρωπαϊκή και εθνική Η λύση στα σημερινά δημοσιονομικά αδιέξοδα των νοτίων χωρών της ευρωζώνης μπορεί να έχει διττό χαρακτήρα: - Σε πρώτο επίπεδο είναι λύση ευρωπαϊκή. Πρώτα και κύρια να ολοκληρωθεί ο ομοσπονδιακός χαρακτήρας της Ευρώπης. Να θεσμοθετηθεί η αναγνώριση ενός χρυσού κανόνα στα δημοσιονομικά: της εξαίρεσης, δηλαδή, της χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από τους περιορισμούς του δανεισμού του δημοσίου. Να θεσμοθετηθούν σύγχρονα χρηματοοικονομικά εργαλεία μεταφοράς πόρων από το ORG, όπως το ευρωομόλογο, τα εγγυημένα εθνικά ομόλογα, τα δάνεια της PERSON. - Σε δεύτερο επίπεδο η λύση έχει και εθνικό χαρακτήρα. Εδώ η χώρα μας καλείται να προχωρήσει σε θυσίες για να επιτύχει μικρά έστω και μηδενικά πρωτογενή πλεονάσματα. Αλλά με αλήθεια, διαφάνεια, κοινωνική δικαιοσύνη στην κατανομή των βαρών. Το κόστος του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων να μην επιβαρύνει μονόπλευρα τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις. Να επιβαρύνει κατά τα CARDINAL τον προσωπικό πλούτο, όσο ψηλά κι αν ευρίσκεται, σε όποιο σημείο του κόσμου κι αν έχει επενδυθεί. Να αναληφθεί άμεση δράση για να επιστραφούν, με κάθε μέσο, όλα τα παρανόμως κτηθέντα εισοδήματα και οι κομιστές του «πλούτου» αυτού, να πληρώσουν το αναλογούν τίμημα. Να μειωθεί το κράτος ξεκινώντας, όμως, από την αρχή ότι όλες οι δημόσιες δαπάνες τίθενται σε μηδενική βάση.",True "El hombre muerto El hombre y su machete acababan de limpiar la quinta calle del bananal. Faltábanles aún dos calles; pero como en éstas abundaban las chircas y malvas silvestres, la tarea que tenían por delante era muy poca cosa. El hombre echó, en consecuencia, una mirada satisfecha a los arbustos rozados y cruzó el alambrado para tenderse un rato en la gramilla. PERSON bajar el alambre de púa y pasar el cuerpo, su pie izquierdo resbaló sobre un trozo de corteza desprendida del poste, a tiempo que el machete se le escapaba de la mano. Mientras caía, el hombre tuvo la impresión sumamente lejana de no ver el machete de plano en el suelo. Ya estaba tendido en la gramilla, acostado sobre el lado derecho, tal como él quería. La boca, que acababa de abrírsele en toda su extensión, acababa también de cerrarse. Estaba como hubiera deseado estar, las rodillas dobladas y la mano izquierda sobre el pecho. Sólo que tras el antebrazo, e inmediatamente por debajo del cinto, surgían de su camisa el puño y la mitad de la hoja del machete, pero el resto no se veía. El hombre intentó mover la cabeza en vano. PERSON una mirada de reojo a la empuñadura del machete, húmeda aún del sudor de su mano. Apreció mentalmente la extensión y la trayectoria del machete dentro de su vientre, y adquirió fría, matemática e inexorable, la seguridad de que acababa de llegar al término de su existencia. La muerte. En el transcurso de la vida se piensa muchas veces en que un día, tras años, meses, semanas y días preparatorios, llegaremos a nuestro turno al umbral de la muerte. Es la ley fatal, aceptada y prevista; tanto, que solemos dejarnos llevar placenteramente por la imaginación a ese momento, supremo entre todos, en que lanzamos el último suspiro. Pero entre el instante actual y esa postrera expiración, ¡qué de sueños, trastornos, esperanzas y dramas presumimos en nuestra vida! ¡Qué nos reserva aún esta existencia llena de vigor, antes de su eliminación del escenario humano! Es éste el consuelo, el placer y la razón de nuestras divagaciones mortuorias: PERSON lejos está la muerte, y tan imprevisto lo que debemos vivir aún! ¿Aún...? No han pasado dos segundos: el sol está exactamente a la misma altura; las sombras no han avanzado un milímetro. PERSON, acaban de resolverse para el hombre tendido las divagaciones a largo plazo: se está muriendo. PERSON. Puede considerarse muerto en su cómoda postura. Pero el hombre abre los ojos y mira. ¿Qué tiempo ha pasado? ¿Qué cataclismo ha sobrevivido en el mundo? ¿Qué trastorno de la naturaleza trasuda el horrible acontecimiento? Va a morir. Fría, fatal e ineludiblemente, va a morir. El hombre resiste -¡es tan imprevisto ese horror!- y piensa: es una pesadilla; ¡esto es! ¿Qué ha cambiado? PERSON. Y mira: ¿no es acaso ese el bananal? ¿No viene todas las mañanas a limpiarlo? ¿PERSON lo conoce como él? Ve perfectamente el bananal, muy raleado, y las anchas hojas desnudas al sol. Allí están, muy cerca, deshilachadas por el viento. PERSON ahora no se mueven... Es la calma del mediodía; pero deben ser las doce. Por entre los bananos, allá arriba, el hombre ve desde el duro suelo el techo rojo de su casa. A la izquierda entrevé el monte y la capuera de canelas. No alcanza a ver más, pero sabe muy bien que a sus espaldas está el camino al puerto nuevo; y que en la dirección de su cabeza, allá abajo, yace en el fondo del valle el GPE dormido como un lago. Todo, todo exactamente como siempre; el sol de fuego, el aire vibrante y solitario, los bananos inmóviles, el alambrado de postes muy gruesos y altos que pronto tendrá que cambiar... PERSON! ¿pero es posible? ¿no es éste uno de los tantos días en que ha salido al amanecer de su casa con el machete en la mano? ¿No está allí mismo con el machete en la mano? ¿No está allí mismo, a cuatro metros de él, su caballo, su malacara, oliendo parsimoniosamente el alambre de púa? ¡Pero sí! Alguien silba. No puede ver, porque está de espaldas al camino; mas siente resonar en el puentecito los pasos del caballo... Es el muchacho que pasa todas las mañanas hacia el puerto nuevo, a las once y media. Y siempre silbando... Desde el poste descascarado que toca casi con las botas, hasta el cerco vivo de monte que separa el bananal del camino, hay quince metros largos. PERSON sabe perfectamente bien, porque él mismo, al levantar el alambrado, midió la distancia. ¿Qué pasa, entonces? ¿Es ése o no un natural mediodía de los tantos en Misiones, en su monte, en su potrero, en el bananal ralo? ¡Sin duda! Gramilla corta, conos de hormigas, silencio, sol a plomo... PERSON, nada ha cambiado. Sólo él es distinto. Desde hace dos minutos su persona, su personalidad viviente, nada tiene ya que ver ni con el potrero, que formó él mismo a azada, durante cinco meses consecutivos, ni con el bananal, obras de sus solas manos. Ni con su familia. Ha sido arrancado bruscamente, naturalmente, por obra de una cáscara lustrosa y un machete en el vientre. ORG dos minutos: Se muere. El hombre muy fatigado y tendido en la gramilla sobre el costado derecho, se resiste siempre a admitir un fenómeno de esa trascendencia, ante el aspecto normal y monótono de cuanto mira. Sabe bien la hora: las once y media... El muchacho de todos los días acaba de pasar el puente. ¡Pero no es posible que haya resbalado...! El mango de su machete (pronto deberá cambiarlo por otro; tiene ya poco vuelo) estaba perfectamente oprimido entre su mano izquierda y el alambre de púa. Tras diez años de bosque, él sabe muy bien cómo se maneja un machete de monte. Está solamente muy fatigado del trabajo de esa mañana, y descansa un rato como de costumbre. ¿PERSON prueba...? ¡Pero esa gramilla que entra ahora por la comisura de su boca la plantó él mismo en panes de tierra distantes un metro uno de otro! PERSON ése es su bananal; y ése es su malacara, resoplando cauteloso ante las púas del alambre! PERSON ve perfectamente; sabe que no se atreve a doblar la esquina del alambrado, porque él está echado casi al pie del poste. Lo distingue muy bien; y ve los hilos oscuros de sudor que arrancan PERSON cruz y del anca. El sol cae a plomo, y la calma es muy grande, pues ni un fleco de los bananos se mueve. ORG los días, como ése, ha visto las mismas cosas. ","La tortuga gigante Había una vez un hombre que vivía en PERSON, y estaba muy contento porque era un hombre sano y trabajador. Pero un día se enfermó, y los médicos le dijeron que solamente yéndose al campo podría curarse. Él no quería ir, porque tenía hermanos chicos a quienes daba de comer; y se enfermaba cada día más. Hasta que un amigo suyo, que era director PERSON, le dijo un día: — Usted es amigo mío, y es un hombre bueno y trabajador. Por eso quiero que se vaya a vivir al monte, a hace mucho ejercicio al aire libre para curarse. Y como usted tiene mucha puntería con la escopeta, cace bichos del monte para traerme los cueros, y yo le daré plata adelantada para que sus hermanitos puedan comer bien. El hombre enfermo aceptó, y se fue a vivir al monte, lejos, más lejos que Misiones todavía. GPE allá mucho calor, y eso le hacía bien. Vivía solo en el bosque, y él mismo se cocinaba. PERSON pájaros y bichos del monte, que cazaba con la escopeta, y después comía frutos. Dormía bajo los árboles, y cuando hacía mal tiempo construía en cinco minutos una ramada con hojas de palmera, y allí pasaba sentado y fumando, muy contento en medio del bosque que bramaba con el viento y la lluvia. Había hecho un atado con los cueros de los animales, y lo llevaba al hombro. Había también agarrado vivas muchas víboras venenosas, y las llevaba dentro de un gran mate, porque allá hay mates tan grandes como una lata de kerosene. El hombre tenía otra vez buen color, estaba fuerte y tenía apetito. Precisamente un día que tenía mucha hambre, porque hacía dos días que no cazaba nada, vio a la orilla de una gran laguna un tigre enorme que quería comer una tortuga, y la ponía parada de canto para meter dentro una pata y sacar la carne con las uñas. Al ver al hombre el tigre lanzó un rugido espantoso y se lanzó de un salto sobre él. Pero el cazador, que tenía una gran puntería, le apuntó entre los dos ojos, y le rompió la cabeza. Después le sacó el cuero, tan grande que él solo podría servir de alfombra para un cuarto. — PERSON —se dijo el hombre—, voy a comer tortuga, que es una carne muy rica. Pero cuando se acercó a la tortuga, vio que estaba ya herida, y tenía la cabeza casi separada del cuello, y la cabeza colgaba casi de dos o tres hilos de carne. A pesar del hambre que sentía, el hombre tuvo lástima de la pobre tortuga, y la llevó arrastrando con una soga hasta su ramada y le vendó la cabeza con tiras de género que sacó de su camisa, porque no tenía más que una sola camisa, y no tenía trapos. PERSON había llevado arrastrando porque la tortuga era inmensa, tan alta como una silla, y pesaba como un hombre. La tortuga quedó arrimada a un rincón, y allí pasó días y días sin moverse. El hombre la curaba todos los días, y después le daba golpecitos con la mano sobre el lomo. La tortuga sanó por fin. Pero entonces fue el hombre quien se enfermó. Tuvo fiebre, y le dolía todo el cuerpo. Después no pudo levantarse más. PERSON fiebre aumentaba siempre, y la garganta le quemaba de tanta sed. El hombre comprendió entonces que estaba gravemente enfermo, y habló en voz alta, aunque estaba solo, porque tenía mucha fiebre. — Voy a morir —dijo el hombre—. GPE solo, ya no puedo levantarme más, y no tengo quien me dé agua, siquiera. Voy a morir aquí de hambre y de sed. Y al poco rato la fiebre subió más aún, y perdió el conocimiento. Pero la tortuga lo había oído, y entendió lo que el cazador decía. Y ella pensó entonces: — El hombre no me comió la otra vez, aunque tenía mucha hambre, y me curó. Yo le voy a curar a él ahora. Fue entonces a la laguna, buscó una cáscara de tortuga chiquita, y después de limpiarla bien con arena y ceniza la llenó de agua y le dio de beber al hombre, que estaba tendido sobre su manta y se moría de sed. Se puso a buscar enseguida raíces ricas y yuyitos tiernos, que le llevó al hombre para que comiera. El hombre comía sin darse cuenta de quién le daba la comida, porque tenía delirio con la fiebre y no conocía a nadie. Todas las mañanas, la tortuga recorría el monte buscando raíces cada vez más ricas para darle al hombre, y sentía no poder subirse a los árboles para llevarle frutas. El cazador comió así días y días sin saber quién le daba la comida, y un día recobró el conocimiento. Miró a todos lados, y vio que estaba solo, pues allí no había más que él y la tortuga, que era un animal. Y dijo otra vez en voz alta: — Estoy solo en el bosque, la fiebre va a volver de nuevo, y voy a morir aquí, porque solamente en PERSON hay remedios para curarme. Pero nunca podré ir, y voy a morir aquí. Pero también esta vez la tortuga lo había oído, y se dijo: — Si queda aquí en el monte se va a morir, porque no hay remedios, y tengo que llevarlo a PERSON. Dicho esto, cortó enredaderas finas y fuertes, que son como piolas, acostó con mucho cuidado al hombre encima de su lomo, y lo sujetó bien con las enredaderas para que no se cayese. Hizo muchas pruebas para acomodar bien la escopeta, los cueros y el mate con víboras, y al fin consiguió lo que quería, sin molestar al cazador, y emprendió entonces el viaje. La tortuga, cargada así, caminó, caminó y caminó de día y de noche. Atravesó montes, campos, cruzó a nado ríos de una legua de ancho, y atravesó pantanos en que quedaba casi enterrada, siempre con el hombre moribundo encima. Después de ocho o diez horas de caminar, se detenía, deshacía los nudos, y acostaba al hombre con mucho cuidado, en un lugar donde hubiera pasto bien seco. PERSON entonces a buscar agua y raíces tiernas, y le daba al hombre enfermo. ORG comía también, aunque estaba tan cansada que prefería dormir. A veces tenía que caminar al sol; y como era verano, el cazador tenía tanta fiebre que deliraba y se moría de sed. Gritaba: ¡agua!, ¡agua!, a cada rato. Y cada vez la tortuga tenía que darle de beber. ",True "This chapter gives a very broad overview of •what a database is •what a relational database is, in particular •what a database management system (ORG) is •what a DBMS does •how a relational ORG does what a DBMS does We start to familiarise ourselves with terminology and notation used in the remainder of the book, and we get a brief introduction to each topic that is covered in more detail in later sections. You will find many definitions of this term if you look around the literature and the Web. At CARDINAL time (in 2008), ORG [CARDINAL] offered this: “A structured collection of records or data.” I prefer to elaborate a little: The organized, machine-readable collection of symbols is what you “see” if you “look at” a database at a particular point in time. It is to be interpreted as a true account of the enterprise at that point in time. Of course it might happen to be incorrect, incomplete or inaccurate, so perhaps it is better to say that the account is believed to be true. The alternative view of a database as a collection of variables reflects the fact that the account of the enterprise has to change from time to time, depending on the frequency of change in the details we choose to include in that account. The suitability of a particular kind of database (such as relational, or object-oriented) might depend to some extent on the requirements of its user(s). When PERSON developed his theory of relational databases (ORDINAL published in DATE), he sought an approach that would satisfy the widest possible ranges of users and uses. Thus, when designing a relational database we do so without trying to anticipate specific uses to which it might be put, without building in biases that would favour particular applications. That is perhaps the distinguishing feature of the relational approach, and you should bear it in mind as we explore some of its ramifications. For example, the table in Figure CARDINAL shows an organized collection of symbols. Can you guess what this tabular arrangement of symbols might be trying to tell us? What might it mean, for symbols to appear in the same row? In the same column? In what way might the meaning of the symbols in DATE (shown in blue) differ from the meaning of those below them? Do you intuitively guess that the symbols below DATE in the ORDINAL column are all student identifiers, those in the ORDINAL column names of students, and those in the ORDINAL course identifiers? Do you guess that student S1’s name is PERSON? And that PERSON is enrolled on courses C1 and C2? And that PERSON is enrolled on neither of those CARDINAL courses? If so, what features of the organization of the symbols led you to those guesses? Remember those features. In an informal way they form the foundation of relational theory. Each of them has a formal counterpart in relational theory, and those formal counterparts are the only constituents of the organized structure that is a relational database. Perhaps those green symbols, organized as they are with respect to the blue ones, are to be understood to mean: “Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1.” An important thing to note here is that only certain symbols from the sentence in quotes appear in the table—S1, PERSON, and C1. None of the other words appear in the table. The symbols in the top row of the table (presumably column headings, though we haven’t actually been told that) might help us to guess “student”, “named”, and “course”, but nothing in the table hints at “enrolled”. And even if those assumed column headings had been A, B and C, or X, Y and Z, the given interpretation might still be the intended one. Now, we can take the sentence “WORK_OF_ART, named PERSON, is enrolled on course C1” and replace each of S1, PERSON, and CARDINAL by the corresponding symbols taken from some other row in the table, such as GPE, GPE, and CARDINAL. In so doing, we are applying exactly the same mode of interpretation to each row. If that is indeed how the table is meant to be interpreted, then we can conclude that the following sentences are all true: Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1. PERSON, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1. Student S3, named PERSON, is enrolled on course PERSON. In LAW, “WORK_OF_ART”, we shall see exactly how such interpretations can be systematically formalized. In LAW, “WORK_OF_ART”, and LAW, “WORK_OF_ART”, we shall see how they help us to formulate correct queries to derive useful information from a relational database. We have added the name, GPE, above the table, and we have added an extra row. ENROLMENT is a variable. Perhaps the table we saw earlier was once its value. If so, it (the variable) has been updated since thenthe row for S4 has been added. Our interpretation of Figure CARDINAL now has to be revised to include the sentence represented by that additional row: Student S1, named PERSON, is enrolled on course C1. PERSON, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1. Student S3, named PERSON, is enrolled on course PERSON. Student S4, named PERSON, is enrolled on course C1. Notice that in LANGUAGE we can join all these sentences together to form a single sentence, using conjunctions like “and”, “or”, “because” and so on. If we join them using “and” in particular, we get a single sentence that is logically equivalent to the given set of sentences in the sense that it is true if each one of them is true (and false if any CARDINAL of them is false). A database, then, can be thought of as a representation of an account of the enterprise expressed as a single sentence! (But it’s more usual to think in terms of a collection of individual sentences.) We might also be able to conclude that the following sentences (for example) are false: Student S2, named PERSON, is enrolled on course C2. Student S2, named PERSON, is enrolled on course C1.","I should make it clear right away that to most people the term “normalization”, in the context of databases, means projection-join normalization specifically. But the term does seem to be equally appropriate in connection with other kinds of design choice, hence my decision to use it in the ORDINAL CARDINAL sections of this chapter. I promised a discussion of CARDINAL in this section. It is here, but later. Some examples in this chapter refer to the relvars COURSE and EXAM_MARK introduced at the beginning of LAW. Their current values are repeated here in Figure CARDINAL. And here again are the relvar definitions for COURSE and EXAM_MARK: In LAW, Example 5.12 illustrates the Tutorial D operator GPE. The expression EXAM_MARK ORG ( { ORG, PERSON PRODUCT ), operating on the current value of EXAM_MARK, yields the relation shown in Figure CARDINAL, repeated here as Figure CARDINAL for convenience: Recall also that we can reverse the process by use of GPE. Thus, a relvar defined as in Example 8.1 might be considered as a valid alternative to EXAM_MARK, but note the constraints needed to make the “grouped” design genuinely equivalent. The ORDINAL of those CARDINAL constraints reflects the fact that EXAM_MARK by itself cannot accommodate a course for which nobody sat the exam. It would probably make better sense to disregard that putative requirement and drop the constraint. The ORDINAL constraint is a key constraint on the attribute values for ORG, a logical consequence of KEY { ORG } specified for EXAM_MARK. The KEY shorthand could be considered for relation-valued attributes of relvars but it is not included in Tutorial D, CARDINAL reason being that such a design is in general contraindicated and should be discouraged. Here are some points against it: 1. The particular grouping chosen is arbitrary. Why not group on { PERSON, Mark } instead? 2. The constraints are more complicated, even if we drop the one requiring ORG values to be nonempty. CARDINAL. Updating can be particularly awkward. Consider how to write a NORP statement to change student MONEY mark in course C1. Consider how to write an ORG statement to record that mark in the ORDINAL place. 4. The playing field for queries, as with non-5NF relvars, is not level. True, some aggregation queries are slightly simplified (try obtaining the average exam mark for each course), but many others become quite complex unless a preliminary invocation of GPE is injected (try obtaining all of student S1’s exam marks). In short, the asymmetric structure illustrated in Example 8.1 leads to asymmetric queries, asymmetric constraints, and asymmetric updates. Now, C_ER is in DATE, as you can easily verify, and it exhibits no redundancy. But see, in Figure CARDINAL, what happens if we apply a similar treatment to our original non-5NF relvar, GPE, having the attribute Name in place of EXAM_MARK’s Mark, giving the relvar C_ES with relation-valued attribute EnrolledStudents. C_ES is in DATE but exhibits exactly the same redundancy that ENROLMENT exhibits: in the current value of C_ES, student ORG name is recorded twice. For these reasons, perhaps a group-ungroup normal form (GUNF?) could be usefully defined: relvar r is in GUNF if and only if no attribute of r is relation valued; but as far as the present author is aware no such definition is to be found in the literature (apart from this book). PERSON proposed a normal form that he called ORDINAL normal form (1NF), and he included a requirement for CARDINAL in his definitions for CARDINAL, 3NF, and subsequently BCNF. Under 1NF as he defined it, relation-valued attributes were “outlawed”; that is to say, a relvar having such an attribute was not in DATE. However, certain examples do exist where to avoid a relation valued attribute we have to resort to artifice. Consider, for example, the relvar, in the catalog, to record the keys of all the relvars in the database. The straightforward definition, shown in Example 8.2, involves a relation-valued attribute. We cannot obtain an equivalent design by ungrouping, because a relvar can have several keys. A tuple appearing in the ungrouping, simply pairing relvar name r with attribute name a tells, us only that a is a member of some key of r. A truly equivalent design in ORG is unachievable. The best we can do is probably as shown in Example 8.3, where we have to introduce an extra attribute. Moreover, this design does not admit relvars with empty keys (specified by KEY { })those would have to be represented by a separate relvar in the catalog. Having to number the keys of each relvar is artificial and burdensome. Most of the noted disadvantages of relation-valued attributes are not so relevant here because we expect catalog relvars to be maintained by the ORG. The natural, PERSON design of FAC is probably preferable. Now, Codd’s definition of CARDINAL attempted similarly to outlaw attributes of certain other types too, because relation types are not the only types that, if used for attributes of relvars, give rise to the problems identified with relation types, as we shall now see. Instead of defining C_ES with its relation-valued attribute ORG, derived from ENROLMENT using ORG, we could apply ORG to derive the relvar C_EST, as shown in Example 8.4. Like C_ER, C_EST is in DATE and yet still exhibits the same redundancy as ENROLMENT. Codd’s definition of CARDINAL precluded tuple-typed attributes too. Perhaps a “wrap-unwrap” normal form (WUNF?) could be usefully defined along similar lines to the ORG previously mooted. But even outlawing relation and tuple types wasn’t sufficient for the purpose at hand. A similar effect can be obtained with userdefined types, as Example 8.5 shows. Codd attempted to preclude the use of such types in his definition of CARDINAL, but unfortunately this definition appealed to an unclear notion of atomicity. To be in DATE, a relvar’s attributes all had to be of types consisting of “atomic” values only. However, he did not give a clear definition of what it means for a value to be atomic and we now believe the notion has no absolute meaning. Suffice it just to say that the relational database designer should generally avoid futile attempts, such as those shown in this section, to obtain 5NF without achieving the elimination of redundancy that CARDINAL is supposed to achieve. In particular, stick, where possible, to ORG and WUNF.",True "Carácter histórico del derecho constitucional latinoamericano Todo el derecho constitucional PERSON antes española es incompleto y vicioso, en cuanto a los medios que deben llevarla a sus grandes destinos. Voy a señalar esos vicios y su causa disculpable, con el objeto de que mi país se abstenga de incurrir en el mal ejemplo general. PERSON ventaja ha de sacar de ser el último que viene a constituirse. PERSON las constituciones PERSON merece ser tomada por modelo de imitación, por los motivos de que paso a ocuparme. Dos períodos esencialmente diferentes comprende la historia constitucional de nuestra PERSON uno que principia en DATE y concluye con la guerra PERSON contra PERSON, y otro que data de esta época y acaba en nuestros días. Todas las constituciones del último período son reminiscencia, tradición, reforma muchas veces textual de las constituciones CARDINAL en el período anterior. GPE reformas se han hecho con miras interiores: unas veces de robustecer el poder en provecho del orden, otras de debilitarlo en beneficio de la libertad; algunas veces de centralizar la forma de su ejercicio, otras en localizarlo: pero nunca con la mira de suprimir en el derecho constitucional de la primera época lo que tenía de contrario al engrandecimiento y progreso de los nuevos NORP, ni de consagrar los medios conducentes PERSON este gran fin de la revolución americana. ¿Cuáles son, en qué consisten los obstáculos contenidos en el primer derecho constitucional? -Voy a indicarlos. Todas las constituciones CARDINAL en PERSON durante la guerra PERSON, fueron expresión completa de la necesidad dominante de ese tiempo. Esa necesidad consistía en acabar con el poder político que LOC había ejercido en este continente, empezando por la conquista y siguiendo por el coloniaje; y como medio de garantizar su completa extinción, se iba hasta arrebatarle cualquier clase de ascendiente en estos países. La independencia y la libertad exterior eran los vitales intereses que preocupaban a los legisladores de ese tiempo. PERSON razón: comprendían su época y sabían servirla. Se hacía consistir y se definía todo el PERSON en su dependencia de un gobierno conquistador perteneciente a LOC; se miraba por consiguiente, todo el remedio del mal en el alejamiento del influjo de Europa. Mientras combatíamos contra PERSON disputándole palmo a palmo nuestro suelo americano, y contra el ejemplo monárquico de LOC disputándole la soberanía democrática de este continente, nuestros legisladores no veían nada más arriba PERSON necesidad de proclamar y asegurar nuestra independencia, y de substituir los principios de igualdad y libertad como bases del gobierno interior, en lugar del sistema monárquico que había regido antes en PERSON y subsistía todavía en LOC. -Europa nos era antipática por su dominación y por su monarquismo. En ese período, en que la democracia y la independencia eran todo el propósito constitucional; la riqueza, el progreso material, el comercio, la población, la industria, en fin, todos los intereses económicos, eran cosas accesorias, beneficios secundarios, intereses de segundo orden, mal conocidos y mal estudiados, y peor atendidos por supuesto. No dejaban de figurar escritos en nuestras constituciones, pero sólo era en clase de pormenores y detalles destinados a hermosear el conjunto. Bajo ese espíritu de reserva, de prevención y de temor hacia LOC, y de olvido y abandono de los medios de mejoramiento por la acción de los intereses económicos, diéronse las constituciones contemporáneas de GPE, PERSON y O'Higgins, sus inspiradores ilustres, repetidas más tarde casi textualmente y sin bastante criterio por las constituciones ulteriores, que aún subsisten. PERSON a colocarnos en ese camino el ejemplo de las dos grandes revoluciones, que servían de modelo a la nuestra: la revolución francesa de DATE, y la revolución de los Estados Unidos contra PERSON. LOC el modo de su influjo para prevenir la imitación errónea de esos grandes modelos, a que todavía nos inclinamos los americanos del Sud. En su redacción nuestras constituciones imitaban las constituciones ORG PERSON América. PERSON el resultado que esto producía en nuestros intereses económicos, es decir, en las cuestiones de comercio, de industria, de navegación, de inmigración, de que depende todo el porvenir de la PERSON. El ejemplo PERSON revolución francesa nos comunicaba su nulidad reconocida en materias económicas. Sabido es que la revolución francesa, que sirvió a todas las libertades, desconoció y persiguió la libertad de comercio. PERSON hizo de las aduanas una arma de guerra, dirigida especialmente contra PERSON, esterilizando de ese modo la excelente medida PERSON las aduanas provinciales, decretada por la Asamblea nacional. Napoleón acabó de echar a Francia en esa vía por el bloqueo continental, que se convirtió en base del régimen industrial y comercial PERSON PERSON durante la vida del Imperio. Por resultado de ese sistema, la industria europea se acostumbró a vivir de protección, de tarifas y prohibiciones. ORG no eran de mejor ejemplo para nosotros en política exterior y en materias económicas, aunque esto parezca extraño. PERSON las grandes miras constitucionales de la Unión del ORG era la defensa del país contra los extranjeros, que allí rodeaban por el PERSON y Sur a la República naciente, poseyendo en PERSON más territorio que el suyo, y profesando el principio monárquico como sistema de gobierno. España, GPE, GPE, PERSON y casi todas las naciones europeas tenían vastos territorios al rededor PERSON naciente. Era tan justo, pues, que tratase de garantirse contra el regreso practicable de los extranjeros a quienes venció sin arrojar de América como hoy sería inmotivado ese temor de parte de los Estados de Sud América que ningún gobierno europeo tiene a su inmediación. PERSON un Estado marítimo y fabril, los ORG tenían la aptitud y los medios de ser una y otra cosa, y les convenía la adopción de una política destinada a proteger su industria y su marina, contra la concurrencia exterior, por medio de exclusiones y tarifas. Pero nosotros no tenemos fábricas, ni marina, en cuyo obsequio debamos restringir con prohibiciones y reglamentos la industria y la marina extranjeras, que nos buscan por el vehículo del comercio. ","GPE descriptiva de Tucumán: GPE patrióticos Ya el pasto ha cubierto el lugar donde fue la casa del General PERSON, y si no fuera por ciertas eminencias que forman los cimientos de las paredes derribadas, no se sabría el lugar preciso donde existió. Inmediato a este sitio está el campo llamado PERSON, porque en él se obtuvo en DATE, la victoria que cimentó la independencia de la República. Este campo es una de las preciosidades que encierra GPE. PERSON plano y vestido de espesa grama, es limitado en todas direcciones por un ligero y risueño valle hermoseado diversamente con bosques de aromas y alfombras de flores, de manera que presenta la forma de un vasto anfiteatro como si el cielo le hubiera construido de profeso para las escenas de un pueblo heroico. Mas a lo lejos es limitada la vista por los más dichosos e ilusorios bosques de mirto, cedro y laurel, cuyas celestes cimas diversamente figuradas, determinan en el fondo del cielo la más grata y variada labor. Todo su seno se halla ligeramente salpicado de aromas, de manera que cuando la primavera los pinta de oro y de verde el campo, es como si se tratara de remedar al cielo en gloria y hermosura. Este campo que hará eterno honor a los tucumanos debe ser conservado como un monumento de gloria nacional. Conmueve al que le pisa aunque no sea argentino. PERSON setenta veces se ha oscurecido con el humo de la pólvora. Sea por el prestigio que le comunican los recuerdos tristes y gloriosos que excita, o sea por la elevación que dan a las ideas y los sentimientos las magníficas montañas que se elevan a su vista, es indudable que en este sitio se agranda el alma y predispone a lo elevado y sublime. A dos cuadras de la antigua casa del General PERSON, está PERSON. Hoy no se oyen músicas ni se ven soldados. Los cuarteles derribados, son rodeados de una eterna y triste soledad. Únicamente un viejo soldado del General PERSON, no ha podido abandonar las ilustres ruinas y ha levantado un rancho que habita solitario con su familia en medio de los recuerdos y de los monumentos de sus antiguas glorias y alegrías. PERSON y la casa del General PERSON se levanta humildemente la pirámide de Mayo, que más bien parece un monumento de soledad y muerte. PERSON en un tiempo circundada de rosas y alegría; hoy es devorada de una triste soledad. GPE una alameda formada por una calle de media legua de álamos y mirtos. Un hilo de agua que antes fertilizaba estas delicias, hoy atraviesa solitario por entre ruinas y la acalorada fantasía ve más bien correr las lágrimas PERSON. Pero estos objetos tienen para mí un poderío especial, y excitan recuerdos en mi memoria que no causarían a otra. El campo de las glorias de mi patria, es también el de las delicias de mi infancia. Ambos éramos niños; la Patria GPE tenía mis propios años. Yo me acuerdo de las veces que jugueteando entre el pasto y las flores veía los ejercicios disciplinares PERSON. Me parece que veo aún PERSON, cortejado de su plana mayor, recorrer las filas; me parece que oigo las músicas y el bullicio de las tropas y la estrepitosa concurrencia que alegraba estos campos. ¡Y será posible que esto no sea más que ilusión mía! Con que, la gloria nacional como sus monumentos, fueron y ya no son! Aquella grandiosa y azulada montaña ocultando un horizonte de oro y púrpura, enlutado por un manto violado y coronado de estrellas, me recuerda las glorias pasadas PERSON; y la triste naciente brillantez del cielo de la noche es la más exacta imagen del semblante melancólico que hoy presenta la historia argentina. Yo no hablo con nuestros hombres del día, tan desgraciadamente desnudos por lo común de costumbres monárquicas como republicanas. Jóvenes que no conocéis más sol que el de la libertad; ilustres hijos de las víctimas PERSON, almas tiernas y candorosas, ORGpodéis contemplar tranquilos los desastres de nuestra Patria? Atended un momento. GPE yo a uno de nuestros ilustres revolucionarios un pequeño descubrimiento filosófico, a que me había conducido el ejemplo suyo en la senda de la libertad, y en la respuesta con que me honró, están estas palabras: «Si la feliz casualidad de haber sido mi juventud contemporánea de los célebres actos que han dado a nuestra GPE su independencia, y la de haber sido mi patriótico entusiasmo de alguna utilidad para propagar aquel sentimiento creador, me hacen de algún modo interesado en los principios de nuestra gloriosa revolución, debo igualmente serlo en todo aquello que marque sus progresos, que haga sensible su benéfica influencia en la mejora y esplendor de nuestras generaciones sucesivas, porque éste fue el gran fin de aquella empresa, y el más dulce premio de aquellos riesgos y azares; y porque así los de aquella época vemos en ustedes a nuestros hijos cultivando y aprovechando los campos paternos, los campos que les conquistamos con el riesgo de nuestras vidas y esperanzas». Otro hombre grande a quien la Patria no debe sino inmensos beneficios, y al que la juventud argentina debe toda su cultura, dijo también en una carta que me hizo el honor de escribir: «Sí, la juventud y las generaciones que la sucederán, han sido el principal objeto de mis esfuerzos, y son los fundamentos de la incontrastable esperanza que me anima de la reparación del honor y crédito de mi Patria y del restablecimiento de sus mejoras y progresos». Por nosotros el virtuoso General PERSON se arrojó en los brazos de la mendicidad desprendiéndose de toda su fortuna que consagró a la educación de la juventud, porque sabía que por ella propiamente debía dar principio la verdadera revolución. ",True "Το βράδυ των εγκαινίων της έκθεσης της PERSON, ένας νέος καλλιτέχνης της PERSON με ρώτησε με ύφος που πρόδιδε έντονη συγκίνηση ανάμεικτη όμως με μια ελαφρά σκωπτική διάθεση: «Αραγε έχουμε καταλάβει τι αποκτήσαμε;». Η απάντηση σε μια τέτοια ερώτηση ήταν κάτι παραπάνω από δύσκολη και αυτό δεν οφειλόταν στη διαπίστωση της προχειρότητας ή της γενικά υποτονικής και αμήχανης ατμόσφαιρας που χαρακτήρισαν την όλη επίσημη παρουσίαση. Αυτά είναι διαφορετικής φύσης προβλήματα που συνήθως συμπλέουν με την αρκετά μακρόπνοη νοοτροπία του «να χαιρόμαστε ό,τι αγαθό αποκτήσαμε» χωρίς σοβαρή φροντίδα για τη σωστή του αξιοποίηση. Η δυσκολία μιας απάντησης που θα στόχευε στην ουσία, πέρα από τη φιλοπαίγμονα διάθεση της συγκεκριμένης ερώτησης, βρίσκεται αλλού: στην αντικειμενική ακόμη και σήμερα αδυναμία μας να ερμηνεύσουμε ένα καλλιτεχνικό και πολιτισμικό φαινόμενο της μοντέρνας ιστορίας το οποίο με την πάροδο του χρόνου αντί να φωτίζεται, γίνεται ολοένα και πιο πολύπλοκο ή δυσερμήνευτο. Οι σημαντικές εκθέσεις της τελευταίας εικοσαετίας σε μουσεία της Ευρώπης και της ORG (ανάμεσα σε αυτές η πρόσφατη «PERSON της Πρωτοπορίας» που πραγματοποιήθηκε στο NORP και στη PERSON), οι τελευταίες εκδόσεις για το έργο του PERSON, της PERSON και του ORG, έδωσαν νέα και αξιόλογα στοιχεία για επί μέρους καλλιτέχνες και κινήματα χωρίς ωστόσο να συμβάλουν αποφασιστικά σε μια συνολικότερη κατανόηση της ρωσικής πρωτοπορίας. Θα έλεγα μάλιστα ότι η αυξανόμενη δημοσίευση ντοκουμέντων και αρχειακών πηγών αντί να καλύπτει ορισμένες χρόνιες και δισεπίλυτες απορίες, αντιθέτως δημιουργεί πολύ περισσότερες. Τόσο η μορφολογική όσο και η ιστορική ή ιστοριογραφική προσέγγιση της περιόδου DATE προσκρούουν σε σημαντικές ερμηνευτικές δυσκολίες, οι οποίες εν μέρει οφείλονται και στις αντικρουόμενες ή σοβινιστικά αντιμαχόμενες απόψεις των απανταχού ειδικών. Είναι εξάλλου γνωστό ότι οι εθνικοί ανταγωνισμοί και η διαρκής (ανοιχτή ή υφέρπουσα) αναμέτρηση ORG υπονόμευσαν, όχι ακριβώς την ιστορική αλήθεια, αλλά τις πιο ουσιαστικές κατευθύνσεις της ιστορικής έρευνας. Ενα DATE, π.χ., όπως ο ρωσικός κυβοφουτουρισμός ­ το οποίο στη LOC εκπροσωπείται από αρκετά ανομοιογενή έργα της περιόδου DATE ­ χαρακτηρίζεται άλλοτε ως «ρωσικός κυβισμός», άλλοτε ως «ρωσικός φουτουρισμός» με ολική... απώλεια του πρώτου συνθετικού και άλλοτε ως αποκύημα λαθραίων ρωσικών αναγνώσεων των φουτουριστικών μανιφέστων του PERSON. ORG γνωστός εξάλλου ο ζήλος με τον οποίο ο ιταλός ιστορικός ORG ­ από τους σημαντικότερους ερευνητές της ιταλικής πρωτοπορίας ­ υπερασπίστηκε το προβάδισμα των συμπατριωτών του έναντι των ρώσων καλλιτεχνών (ORG, GPE, PERSON) που καλλιέργησαν ένα ιδίωμα μεικτών αναφορών στην κυβιστική αποδόμηση του θέματος και σε εκλεκτικά επιλεγμένους φουτουριστικούς τύπους. PERSON ωστόσο που κυρίως ενδιαφέρει δεν είναι το προβάδισμα των Ιταλών έναντι των NORP, αλλά ο τρόπος με τον οποίο PRODUCT και GPE εφαρμόζουν μια ανατρεπτική σύνταξη της εικαστικής και ποιητικής γλώσσας, με κυρίαρχο αίτημα την απομάκρυνση από την αισθητική του παρελθόντος και τη δυναμική συνύπαρξη «τέχνης, ζωής και δράσης». ORG βέβαια αλήθεια ότι ο αγώνας για την «πρωτιά» αποτέλεσε αναπόσπαστο στοιχείο ­ σε βαθμό μάλιστα παροξυσμού ­ του μοντέρνου ήθους και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες δεν υπήρξαν άμοιροι έντονων, ακόμη και αδυσώπητων ανταγωνισμών σε ατομικό, συλλογικό ή εθνικό επίπεδο. Ο PERSON, επιχειρώντας έναν σαφή αντιπερισπασμό στις κατηγορίες για πολιτισμικό ιμπεριαλισμό που έχουν αποδοθεί κατά καιρούς στον ιταλικό φουτουρισμό, αναφέρεται στη PERSON η οποία σε γραπτό κείμενό της του DATE τονίζει ότι «οι καλλιτέχνες της Δύσης, που τους μελετούμε εδώ και χρόνια χωρίς να έχουμε συναντήσει κάτι ουσιαστικό, έκαναν ό,τι έκαναν χάρη στην έμπνευση που άντλησαν από την Ανατολή». Οι αφοριστικές θέσεις της PERSON για τους δυτικούς καλλιτέχνες, οι υποτιμητικές κρίσεις της για τον ιταλικό φουτουρισμό τον οποίο χαρακτηρίζει ως «κράμα εμπρεσιονισμού και εθνικισμού», ακόμη και η ενδεχόμενη απόκρυψη εκ μέρους των ρώσων δημιουργών της διαρκούς και συστηματικής ενημέρωσής τους σχετικά με την πρωτοποριακή καλλιτεχνική δράση της Δύσης, δεν αναιρούν το γεγονός ότι, ήδη από την πρώτη δεκαετία του ORDINAL αιώνα, οι αισθητικές αξίες του μοντερνισμού είχαν επιβληθεί παντού ως μια νέα και αδιαμφισβήτητη αναγκαιότητα για την τέχνη. Εξάλλου ο φουτουρισμός λειτούργησε ως το αρχέτυπο της πρωτοποριακής καλλιτεχνικής δράσης και ήταν φυσικό πολλά από τα εκφραστικά ευρήματα των πολυθεαμάτων που οργάνωσε να αποτελέσουν υπόδειγμα για την εικαστική, ποιητική και σκηνική δραστηριότητα όλων των υπόλοιπων κινημάτων. PERSON σύνθημα «Να σκοτώσουμε το σεληνόφως» που πέρασε στους οπαδούς του ο PERSON μέσα από τις σελίδες της καλλιτεχνικής επιθεώρησης «WORK_OF_ART» (DATE) ­ DATE είχε έρθει η ώρα να απαλλαγούν από τα φαντάσματα του ανούσιου παρελθόντος ­ ενδέχεται να αποτέλεσε και το έναυσμα για τη σύνθεση της ρωσικής φουτουριστικής όπερας «Να νικήσουμε τον ήλιο» που παίχτηκε επί τέσσερις συνεχείς βραδιές στο PERSON της PERSON τον Δεκέμβριο του DATE. PERSON ανέβασμα της όπερας είχε αποφασιστεί τον GPE της ίδιας χρονιάς στο πρώτο συνέδριο των ποιητών του «PERSON της PERSON», το οποίο είχε πραγματοποιηθεί στην «ντάτσα» του συνθέτη PERSON, με πρόεδρο τον PERSON και γραμματέα τον PERSON. Στο συνέδριο αποφασίστηκε ότι το δράμα FAC» και η όπερα «Να νικήσουμε τον ήλιο» ήταν «τα πιο αυθεντικά σκηνικά δημιουργήματα του FAC Μέλλοντος». Τα σκηνικά και τα κοστούμια της όπερας τα είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Malevitch, ο οποίος τότε χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το μοτίβο του μονοχρωματικού τετραγώνου που μόλις δύο χρόνια μετά θα γινόταν το έμβλημα της σουπρεματιστικής τέχνης και αρκετές δεκαετίες αργότερα το πολυσυζητημένο σύμβολο του «ενταφιασμού» ή του «τέλους» της ίδιας της τέχνης. Στις αρχές του DATE ο ORG, συνεργάτης του PRODUCT και ένας από τους αισθαντικότερους «ποιητές» της κατασκευαστικής τέχνης, είχε την ιδέα της δημιουργίας μιας ηλεκτρομηχανικής συσκευής που θα συντόνιζε την παρουσίαση θεαμάτων σε δημόσιες πλατείες (με συνδυασμό ήχου, φωτεινών προβολών και κινούμενων κατασκευών) υπό την επίβλεψη ενός κεντρικά τοποθετημένου οπερατέρ. Η όπερα «Να νικήσουμε τον ήλιο» θα ήταν η πρώτη εφαρμογή του φιλόδοξου αυτού σχεδίου το οποίο όπως και τόσα άλλα δεν υλοποιήθηκε, αλλά όπως μπορεί να συμπεράνει κανείς, η σύλληψή του δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τα σύγχρονα πολιτικά και καλλιτεχνικά πολυθεάματα που επιστρατεύουν προωθημένες τεχνολογίες. Ο ήλιος, άλλοτε έμβλημα της ορθολογικής διαύγειας του Διαφωτισμού και των φωτεινών μύθων της PERSON, «καταργείται» και τη θέση του παίρνει πλέον το φως της νέας ανθρώπινης τεχνολογίας. Σύμφωνα με το πνεύμα της ρωσικής φουτουριστικής όπερας «ο ήλιος ως έκφραση της ενέργειας ενός κόσμου παρωχημένου ξεριζώνεται από τον ουρανό και πετιέται στη γη γιατί ο μοντέρνος άνθρωπος χάρη στην τεχνική ανωτερότητα που διαθέτει έχει πλέον τη δύναμη να δημιουργήσει τη δική του ενέργεια». Αν οι ιταλοί φουτουριστές αποθέωσαν τη μηχανή ερμηνεύοντάς την ως ένα αποτελεσματικό όχημα δυναμικής επιτάχυνσης της ιστορίας και του χρόνου, οι ρώσοι δημιουργοί κυριαρχήθηκαν από μια κατασκευαστική φρενίτιδα εντυπωσιακής έμπνευσης και ευρηματικότητας. Δεν είναι τυχαίο το ότι η στάσιμη και αποδυναμωμένη Ιταλία ­ η πλέον «παρελθοντολογική» χώρα της Ευρώπης των αρχών του αιώνα ­ λειτούργησε ως πολιτισμικός «επιταχυντής της προόδου» ρίχνοντας στο πεδίο και της καλλιτεχνικής δημιουργίας το πολιτικοκοινωνικό σύνθημα του «WORK_OF_ART»! Οπως δεν είναι τυχαίο το ότι η ρωσική εκδοχή της μελλοντολατρίας έδωσε ­ ίσως εξαιτίας της διαφορετικής σχέσης που διατήρησε με τις καλλιτεχνικές της παραδόσεις ­ λιγότερη έμφαση στη συμβολική σημασία της επιτάχυνσης και πολύ περισσότερη στο καθαρά κατασκευαστικό - δομικό σκέλος των οραμάτων του WORK_OF_ART. Νομίζω ότι μια αντικειμενική συγκριτική ανάλυση των «φουτουρισμών» που διαμορφώθηκαν στις αρχές του αιώνα θα αντέκρουε πολλές προκαταλήψεις των ιστορικών που ακόμη επιμένουν να ερμηνεύουν το κίνημα ως απλή συνέπεια της ιμπεριαλιστικής αφύπνισης της PERSON, ξεχνώντας ωστόσο να ερευνήσουν τους λόγους που προκάλεσαν την ξαφνική και σε τελευταία ανάλυση δραματική αφύπνιση αυτής της χώρας. Το πνεύμα του φουτουρισμού αναπτύχθηκε με έναν βίαιο δυναμισμό στις χώρες που δέχτηκαν ανέτοιμες το σοκ της εκβιομηχάνισης και προσωπικά δεν θα απέκρουα τη σκέψη ότι η ίδια ανάγκη που ώθησε τον Marinetti να ερωτοτροπεί ­ μέσα σε μια αδιέξοδη ιδεολογική σύγχυση ­ πότε με τον αναρχοσοσιαλισμό και πότε με τον φασισμό, ώθησε και τον PERSON στη λυρική εξύμνηση των αγώνων του προλεταριάτου. Ο αρχηγικός ρόλος που επιδίωξαν να αναλάβουν οι ποιητές στην κρίσιμη αυτή εποχή απέδωσε σε άλλους τιμές ήρωα και σε άλλους πικρή ιστορική και πολιτική ευθύνη. PERSON επιστήμονες ειδικευμένοι στην ιστορία της ρωσικής πρωτοπορίας υποστηρίζουν ­ όπως π.χ. η ORG ­ ότι «αυτός ακριβώς ο συνδυασμός ενός απόλυτα αφηρημένου ιδιώματος με την κοινωνικοπολιτική θεωρία περί της ""τέχνης στη ζωή"" ήταν η βασική αιτία που προκάλεσε το τέλος της ρωσικής πρωτοπορίας» για τον απλό λόγο ότι ένα τέτοιο ιδίωμα φορτισμένο με επαναστατικά συνθήματα για κοινωνική αλλαγή «μοιάζει σχεδόν παραδοξολογία». Κατά τη γνώμη μου είναι πολύ παρακινδυνευμένο να υποστηρίζει κανείς ότι ένας ήταν ο λόγος που προκάλεσε το τέλος αυτής της ανεπανάληπτης καλλιτεχνικής εποποιίας. ORG, η χρήση του αφηρημένου ιδιώματος κορυφώθηκε σε μια μεταβατική περίοδο όπου οι καλλιτέχνες άφηναν πίσω τους το παρελθόν, ενώ ταυτόχρονα δεν είχαν σαφή εικόνα της νέας διαμορφωμένης πραγματικότητας. PERSON λοιπόν τα έργα τους κατέθεταν σε μεγάλο βαθμό προσωπικούς οραματισμούς. Αν η μετεπαναστατική ORG είχε την οικονομική δυνατότητα να θέσει σε εφαρμογή τις προτάσεις για παραγωγικό σχεδιασμό των καλλιτεχνών, σίγουρα οι δημιουργίες τους θα διαμόρφωναν και θα συμβάδιζαν με πιο συγκεκριμένες κοινωνικές και πολιτισμικές ανάγκες. Φοβούμαι λοιπόν ότι συχνά αποκαλούμε «παραδοξολογία» ή «ουτοπία» πράγματα που για να υλοποιηθούν απαιτούν τη συνδρομή της ευνοϊκής ιστορικής τύχης και προπάντων του Χρόνου. Οσο για τη θεωρία «της τέχνης στη ζωή», αυτό ήταν ένα αίτημα όλων των ιστορικών πρωτοποριών, αρχής γενομένης από τον ιταλικό φουτουρισμό. PERSON κίνητρά της ήταν στην ουσία καθαρά θεσμικά αφού η έκρηξη της Βιομηχανικής PERSON εξοστράκισε την τέχνη από τον παραγωγικό ρόλο που άλλοτε έπαιζε στον χώρο της κοινωνίας, της οικονομίας και του πολιτισμού. Το καίριο ωστόσο ερώτημα αφορά τον μύθο και την πραγματικότητα «του τέλους». Αν η ορμή της ρωσικής πρωτοπορίας ανακόπηκε εξαιτίας των διώξεων και της πολιτισμικής ασφυξίας που επικράτησαν στη PERSON μετά το DATE, τότε ποια υπήρξε η πραγματική τύχη της στην «ελεύθερη» ORG; Το ότι σήμερα χρησιμοποιείται καταχρηστικά ο όρος «πρωτοπορία» ­ γιατί σ' αυτόν εξακολουθούν να επενδύουν χιμαιρικές αξίες τα μουσεία και οι γκαλερί ­ δεν σημαίνει ότι οι στόχοι επιτεύχθηκαν και η έκβαση των πραγμάτων υπήρξε ευτυχέστερη. Πολλές από τις προθέσεις των καλλιτεχνών των αρχών του ORDINAL αιώνα ήταν εμπνευσμένες και οι προτάσεις τους προφητικές με τη θετική σημασία της λέξης. Η ουτοπία ­ και ως ένα σημείο η αφέλειά τους ­ ήταν ότι πίστεψαν πως μπορούσαν «εκ των άνω» να κατευθύνουν μια νέα πολιτισμική πραγματικότητα, σύμπτωμα της οποίας υπήρξαν και οι ίδιοι και η ανατρεπτική αισθητική τους.","PERSON εποχή που ο PERSON κινδύνευε από τις επικρίσεις και τις λοιδορίες των πολεμίων του παρήλθε ανεπιστρεπτί και ο ποιητής έχει πολιτογραφηθεί στην εκλεκτή χορεία των δημιουργών που κινδυνεύουν μόνο από τους θαυμαστές και τους υποστηρικτές τους. Ακριβώς η ανεπιφύλακτη αποδοχή του ως μείζονος ποιητή παγιώνει στην αναγνωστική μας συνείδηση όλες τις προκαταλήψεις όσες έχουμε εκθρέψει κατά την αναστροφή μας με το έργο του: αν είχαμε PERSON. την εντύπωση ότι ο Καβάφης είναι «τολμηρός» επειδή παρουσιάζει τον «ανορθόδοξο έρωτα» στην ποίησή του, η καθολική του αναγνώριση μάς παρασύρει να πιστέψουμε ότι σωστά τον τιμούμε για την ερωτική του κυρίως «τόλμη» (η οποία κατά κανόνα συσκοτίζει την ποιητική). Ασφαλώς είναι δύσκολο να διακριβώσουμε τα γνωρίσματα που αναγορεύουν σε μείζονα ένα ποιητή, μπορούμε όμως να εντοπίσουμε μερικά από εκείνα που είτε δεν ισχύουν διόλου είτε ισχύουν, αλλά δεν συνιστούν την ικανή συνθήκη για την αποτίμηση του ποιητή ως μείζονος. PERSON αναγνώστες προκρίνουν τον PERSON επειδή τα ποιήματά του είναι και λίγα και ολιγόστιχα. ORG ωστόσο θαυμάζει αυτά, ενώ αποστρέφεται την «πολυλογία» λ.χ. του ORG, δεν προσλαμβάνει σωστά μήτε την άψογη λακωνικότητα του ενός μήτε τους πετυχημένους πλατειασμούς του άλλου. Και υπό τύπο ερώτησης, κατ' αντιδιαστολή προς ποιον πολυγράφο ποιητή απολαμβάνουμε τον ολιγογράφο PERSON; GPE ξέρουμε να απολαύσουμε και τον Βαλαωρίτη και τον NORP είτε ξεμένουμε στην πτωχευμένη απόλαυση του ενός μόνο από τους δύο. PERSON επαινείται για τη «λιτότητα» του ύφους. Αν με τον όρο εννοούμε ότι το ποιητικό αποτέλεσμα το επιτυγχάνει με τα πιο οικονομημένα μέσα, τότε περιττολογούμε, καθώς είναι απαράβατο γνώρισμα της ποίησης να εκφέρει τον οικονομημένο λόγο: ο στίχος του ORG όλες οι φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα» δεν θα μπορούσε να διατυπωθεί με λιγότερα ούτε με φτωχότερα λόγια για το ίδιο ποιητικό νόημα. Αν όμως με τη «λιτότητα» εννοούμε ότι ο Καβάφης αποφεύγει τα σχήματα λόγου και τον στολισμό του ύφους, τότε δεν έχουμε προσέξει ότι η ποίησή του περιέχει και διακοσμήσεις και περιφράσεις και άλλα ρητορικά σχήματα. Παρ' όλα αυτά, η γενική εντύπωση είναι ότι το PERSON ύφος είναι λιτό ενώ του GPE διακοσμημένο. Η εξήγηση βρίσκεται στο ότι ο Καβάφης δημιουργεί πάνω στους καθημερινούς τόνους ομιλίας και έτσι πολλά από τα σχήματα της ποίησής του είναι, λόγω κοινοχρησίας, αδρανή, οπότε τα προσλαμβάνουμε ως «φυσικό, λιτό λόγο» και όχι ως ρητορικά. Η εντύπωση της λιτότητας προκύπτει, εξάλλου, πάντοτε, όταν ο CARDINAL είναι πολύ καλός ή άψογος, ενώ την αίσθηση ορισμένου περισσεύματος ­ μιας αργοπορίας στη διατύπωση ­ μας τη δίνει το δίστιχο του Γ. Σεφέρη «τον άγγελο/τον περιμέναμε προσηλωμένοι τρία χρόνιαWORK_OF_ART, Α´), μολονότι γράφτηκε με προγραμματική αξίωση λιτότητας. Εδώ το μπόσικο οφείλεται στη δυσκολία να συσχετίσουμε τις δύο βασικές σημασίες: ή «περιμέναμε» ή ήμασταν «προσηλωμένοι» ­ οι δύο ενέργειες μαζί σπανίως συμβαίνουν. Ορισμένοι αποδίδουν τη μεγαλοσύνη του PERSON στην ιστορική διάσταση της ποίησής του, μολονότι λ.χ. η ORG του Βασιλιά ή ο PERSON του PERSON του ORG ανατρέχουν σε ευρύτερα πεδία της ιστορίας (και του ελληνισμού). Αλλά ο Παλαμάς καλπάζει στο οριζόντιο επίπεδο, ενώ ο Καβάφης ποντίζεται στην ιστορία με τρόπο ουσιαστικό, θα αντιτείνουν. PERSON ότι ο ORG χαρακτηρίζει «κατακόρυφο» τον Σαίξπηρ και «οριζόντιο» ποιητή τον PERSON και συνεπώς οι δύο διαστάσεις είναι τουλάχιστον ισότιμες· το βάθος δεν είναι ανώτερο από την επιφάνεια. Το ότι ο Καβάφης είναι ιστορικώς εμβριθέστατος δεν πρέπει να μας παρασύρει στην άποψη πως, γι' αυτόν τον λόγο, είναι και ανώτερος ποιητής από τον επίπεδο και πλατειαστικό Παλαμά. GPE πάλι αναγνώστες, εθισμένοι στη φιλολογία για τον ORG και προεξοφλώντας (ορθά, εν πολλοίς) ότι η γλώσσα είναι η βασική συνιστώσα του ποιητικού μεγαλείου, υπερτονίζουν τη λόγια προέλευση των «εκλεκτών» λέξεων της NORP ποίησης και την εντυπωσιακή, για τα φιλολογικά δεδομένα της εποχής, πρόσμειξή τους με τις λέξεις της καθομιλουμένης. Τονίζω ότι το λεξιλόγιο του PERSON δεν παρουσιάζει μήτε την ποσότητα μήτε το εύρος μήτε την ποικιλία ώστε να χαρακτηρισθεί μείζον (ενώ μείζον είναι το λεξιλόγιο λ.χ. του Σικελιανού). Στο ερώτημα πώς συμβαίνει να αναγορεύουμε σε μείζονα έναν ποιητή που δεν διαθέτει μείζον λεξιλόγιο, μια απάντηση είναι ότι στη θέση της λεξιλογικής ευρύτητας ο Καβάφης έταξε το μέγιστο παιχνίδι των σημασιολογικών αποχρώσεων. PERSON δημοφιλές ποίημα (που έφθασε να απαγγελθεί ακόμη και στον τάφο της Τζάκι Κένεντι) ο ποιητής ομιλεί για τον «πηγαιμό στην Ιθάκη», για το «φθάσιμον εκεί», για «βγάλσιμο στο δρόμο» προς την ORG, για «άραγμα στο νησί» ­ και ωστόσο από κανένα στίχο του περιώνυμου ποιήματος δεν συνάγεται ότι ο ήρωας είναι GPE που παλιννοστεί και όχι κάποιος που πρόκειται να ταξιδέψει, για πρώτη ίσως φορά, στην ORG. PERSON διφορούμενο μας παρασέρνει εξάλλου και στα ερωτικά ποιήματα. PERSON» ο «προ πάντων ευειδής» έφηβος είναι, κατά τη λαμπρή διατύπωση, «ποικίλως αρεστός» ­ όπου το ομοφυλοφιλικό υπονοούμενο του επιρρήματος τονίζεται ή λανθάνει αναλόγως με την αναγνωστική μας προαίρεση. Και δεν είναι λίγα τα ποιήματα του NORP που έχουν πιστωθεί στην ομοφυλοφιλική τάση χωρίς, ωστόσο, να παρέχουν αδιαμφισβήτητες ενδείξεις: ο ποιητής είναι απαράμιλλος στις σημασιολογικές αποκρύψεις, παραλλαγές και διαφοροποιήσεις. Αφού λοιπόν έχουμε εντοπίσει τη ρητή και τη λανθάνουσα ομοφυλοφιλία σε βαθμό υπερβολής, είναι καιρός να ανιχνεύσουμε και τη δυνητική αμφιφυλοφιλία στην ποίηση του Αλεξανδρινού, σε ποιήματα όπως το «Μέσα στα Καπηλειά»: «Το μόνο που με σώζει/σαν ομορφιά διαρκής, σαν άρωμα που επάνω/στην σάρκα μου έχει μείνει, είναι που είχα δυο χρόνια/δικό μου τον Ταμίδη, τον πιο εξαίσιο νέο, /δικό μου όχι για σπίτι ή για έπαυλη στον ORG. Σύμφωνοι, από το PERSON περικείμενο ομιλεί άρρην για άρρενα, αλλά ποιος στίχος του συγκεκριμένου ποιήματος θα εμπόδιζε να εικάσουμε θήλυ τον αφηγητή; Οσοι θέλουμε να απολαύσουμε την ερωτική «τόλμη» του ποιητή, αυτή υπάρχει και σε υπερθετικό κιόλας βαθμό, όχι όμως στην ομοφυλοφιλική θεματική όσο σε άλλα μοτίβα ερωτικά. ORG Σαββίδης το έχει επισημάνει ότι οι στίχοι «PERSON έμορφά τους πρόσωπα, τα εξαίσιά τους νειάτα, /η αισθητική αγάπη που είχαν μεταξύ τους, /δροσίσθηκαν, ζωντάνεψαν, τονώθηκαν/απ' τες εξήντα λίρες του χαρτοπαικτείου» είναι από τους τολμηρότερους στη νεοελληνική ποίηση ­ χώρια η εκφραστική τόλμη του τίτλου: «PERSON νέοι, CARDINAL έως CARDINAL ετών». Συγκριτικά με στίχους σαν κι αυτούς, η θρυλούμενη ομοφυλοφιλική τόλμη του NORP μοιάζει κοινότοπη σύμβαση. Αν έχουμε προκρίνει τον PERSON για τη «φιλοσοφική» διάσταση της ποίησής του, θα ήταν προτιμότερο να ικανοποιήσουμε τη φιλοσοφική μας όρεξη προστρέχοντας στη GPE ή στον ORG (δεν διαθέτει η γραμματεία μας πολλούς του είδους), καθώς ο «φιλοσοφικός PRODUCT πραγματεύεται με θυμόσοφη διάθεση κάποια ψήγματα και όχι μια φιλοσοφία καθεαυτήν. «PRODUCT» ποιητής είναι ο Δάντης ή ο PERSON και «σοφός» ποιητής είναι ο ORG, εφόσον αποδώσουμε στους όρους το βάρος του περιεχομένου τους. Ο PRODUCT αρθρώνει τα ποιήματά του με αντιθέσεις λογικές, ρητές (WORK_OF_ART) ή εννοούμενες («Ηδονή») και νοήματα πάντοτε απλά. Σύνθετη ωστόσο, διαλεκτική δηλαδή και ειρωνική, είναι η εκφορά των νοημάτων. Στην ιδεολογικά φορτισμένη δεκαετία του DATE είχα συζητήσει μια φορά με τον καθηγητή PERSON για τον PERSON, οπότε μου έδωσε ένα χαρακτηρισμό που εκείνος δεν θα τον θυμάται: ο ποιητής ORG είναι μαχητής. Τούτο είναι διαφωτιστικό και δεν αφορά μόνο τα εμφανώς μαχητικά ποιήματα όπως το περίφημο «Στα 200 π.Χ.»: ακόμη και στο πολύ γνωστό ποίημα «Η πόλις» ο ποιητής μάχεται την αυταπάτη ότι αρκεί να φύγεις σε άλλη πόλη για να σωθείς από τα «ερείπια της ζωής» που σε πλακώνουν στον τόπο της διαμονής σου. «NORP» επομένως δεν είναι η καβαφική ποίηση, είναι όμως μαχητική: ειρωνική και ρητορική. Αξιοπρόσεκτη είναι μια παλαιότερη επιφύλαξη ενός από τους πιο αφοσιωμένους αναγνώστες του Αλεξανδρινού, του ποιητή PERSON, που διαπιστώνει ότι στον PERSON δεν συναντούμε την έλλαμψη της ποιητικής μεγαλοφυίας: «GPE από το έργο του PERSON περνά αυτό που λέμε ""ρίγος της μεγαλοφυίας"", αυτό το TIME ρίγος που το αισθανόμαστε και σε πολύ κατώτερους σε ολοκλήρωση έργου ποιητές και που διατρυπά ξάφνου τον αναγνώστη σαν ξίφος και τον καθηλώνει ­ ή απλώς το κυριαρχικό αίσθημα που νιώθουμε διαβάζοντας τους στίχους του είναι ο θαυμασμός για την άρτια, καίρια και αμίμητη εκφραστική ή μια άκρως λεπτή έως έντονα οδυνηρή συγκίνηση διανοητικού τύπου που μόλις ψαύει τα κράσπεδα της καρδιάς;» (Υπέρ και Κατά. Σημειώσεις Κριτικής, σελ. CARDINAL). Τέτοιο ρίγος συναντούμε, κατά τον LOC, στους στίχους του LOC, του NORP, του ORG. Παραθέτω στίχο με την καθήλωση που νομίζω ότι αναζητεί ο Αναγνωστάκης: «Η σάρκα είναι γεμάτη θλίψη, αλίμονο! Και διάβασα όλα τα βιβλία» (ORG, μετ. PERSON. Ζήρας). ORG ρίγος προκύπτει εδώ από την ιδέα και όχι από τις λέξεις του στίχου (ανεξάρτητα από CARDINAL υποστηρίζει ο μέγας ORG για την αξία των λέξεων στην ποίηση). Ο Καβάφης στράτευσε ωστόσο την ιδιοφυία του στον τρόπο της ποιητικής διαπραγμάτευσης αφενός (δραματική δομή) και προπαντός στις έξοχες λεκτικές συνάψεις («θεωρία και μελέτη», «στα μπάνια, και στην παραλία», «προσκυνητά, πάνσεπτα δώματα»). Η λεκτική ιδιοφυΐα του Καβάφη δεν κεραυνοβολεί άνωθεν, όπως του NORP, παρά έχει μια λάμψη εγκόσμιας ρητορικής (με την καλύτερη σημασία του όρου: «WORK_OF_ART της καυχήσεως του WORK_OF_ART). Οι λεκτικές συνάψεις παρέχουν το έδαφος για να χαρούμε την ιδιοφυΐα του· σ' αυτόν τον τομέα ο PRODUCT υπερτερεί και θα υπερτερεί. Στους κινηματογραφικούς κύκλους κυκλοφορεί η άποψη ότι «αν η ζωή σου δεν αξίζει να γυριστεί ταινία, σημαίνει πως μάταια έζησες». Κατά τους δικούς μου υπολογισμούς, όταν η ζωή ενός ανθρώπου εμπνέει πολύ για να γυριστεί σε ταινία, σημαίνει ότι δεν ήταν δική του παρά αλλότρια και υποχείρια στις περιστάσεις. Σε κάθε περίπτωση, η «τακτοποιημένη και πεζή» ζωή του Καβάφη «τέτοια θεαματικά και φοβερά», που να ικανοποιούν την επιθυμία μας για μυθοποίηση του βίου, «δεν έχει» ­ και όσα είχε δεν ξεπερνούν τις κοινές φουρτούνες της συνήθους υπαλληλικής ζωής. Μάταια λοιπόν θα γυρεύαμε τη μεγαλοσύνη του PERSON στη βιογραφία του· το εξαιρετικό στην περίπτωση, έγκειται ακριβώς στο ότι δεν υπάρχουν καταπληκτικά γεγονότα ζωής που να προαλείφουν τη μεγαλοσύνη της ποίησής του. Το μόνο μεγαλείο ζωής που κέκτηται ο Καβάφης, εκείνο που υπερβαίνει κατά πολύ τον μέσο όρο, ήταν η συνταρακτική υποταγή της ζωής στην «ποιητική εργασία» του επί CARDINAL και πλέον συναπτά έτη. ORG δεν το βλέπει αυτό και προσπαθεί να βρει μια μυστικοπαθή εξήγηση του ORG μεγαλείου, ρέπει στα θαύματα επειδή, πράγματι, είναι οδυνηρό να παραδεχθούμε ότι ένας απλός γραφέας με κοινές εμπειρίες ζωής, που σχεδόν ποτέ δεν μετακινήθηκε από τη θέση και την πόλη του, κατόρθωσε να γράψει υψηλή ποίηση, τη στιγμή που εμείς οι άλλοι διασχίσαμε ωκεανούς υδάτων και εμπειριών. Μα πότε παρατηρείτε τη ζωή, μετρ, με τόσες ώρες και τόσα πολλά που γράφετε; είχαν ρωτήσει τον LOC. ­ Α, δεν ευκαιρώ να παρατηρώ. Εγώ γράφω! απάντησε ο γάλλος μυθιστοριογράφος. ORG καλύτερα τον PERSON συγκριτικά: όταν ακούμε από την άλλη όχθη τον Παλαμά να πασχίζει να εμψυχώσει τον ξεπερασμένο (από την κοινωνική εξέλιξη) ρόλο του βάρδου, υψωνόμενος όσο μπορούσε πάνω από τις βιοτικές περιστάσεις και τραγουδώντας μόνο με τη γλώσσα της παράδοσης, όσο αυτή μπορούσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Και τον Καβάφη να αντλεί υλικό έξω από την ποιητική γλώσσα και να είναι (μαζί με τον GPE, που άντεξε «ως τα μισά») όχι ο υψιπέτης ταγός, παρά ο γειωμένος (συχνά και «σαν νεκρός θαμμένος») μισθωτός που δουλεύει με τους τόνους της υπαλληλικής και της αγοραίας γλώσσας, αναχωνεύοντας εκεί μέσα την εμπειρία της «τακτοποιημένης και πεζής» ζωής του (με τα «ινδάλματα της ηδονής» της). Χωρίς την κατ' αντιδιαστολήν «αφόρητη πολυτομίαWORK_OF_ART, θα διαμορφωνόταν ένας ORG διαφορετικός από αυτόν που έχουμε. Και συνοψίζοντας, ο Καβάφης είναι πολύ μεγάλος ποιητής για να χωρέσει στις προκαταλήψεις που δικαιολογημένα έχουμε διαμορφώσει όσοι αναγνώστες αναστρεφόμαστε πολλά χρόνια με το έργο του: εμείς επιζητούμε τη γρηγορότερη, ετικεταρισμένη απόλαυση. Και εξάλλου οι προκαταλήψεις μας είναι, μερικές φορές, γόνιμες και ενδιαφέρουσες.",False "Οπως είναι γνωστό, εκκρεμεί στον PERSON απόφαση για την αναγνώριση σωματείου ως τουρκικού. Το αίτημα αυτό έχει υποβληθεί από έλληνες πολίτες, τουρκικής εθνότητας. Αν αναγνωρισθεί το σωματείο αυτό ως τουρκικό, θα ανοίξει η πόρτα σε διάφορα διαβήματα που θα μπορούν να γίνονται επίσημα υπέρ ενός τουρκικού πληθυσμού εντός της ελληνικής επικράτειας. Τα διαβήματα αυτά GPE κάθε τόσο από την ORG και αφορούν πραγματικές ή υποτιθέμενες παραβιάσεις δικαιωμάτων της μουσουλμανικής κοινότητας, όπως την αναγνωρίζει η ORG, και όχι μιας τουρκικής κοινότητας στη ORG. Από την άλλη μεριά, ας σημειωθεί ότι ο ίδιος ο υπουργός ORG της Ελλάδας αναφέρθηκε ήδη από τον Ιανουάριο του DATE, όχι σε «Μουσουλμάνους», αλλά «Τούρκους» της Θράκης. H σημασία της δήλωσης αυτής δεν πρέπει να υποβαθμιστεί. Τα δικαιώματα των μελών της μειονότητας αναγνωρίζονται από τη GPE της Λωζάννης του DATE, καθώς και από ένα πλήθος διεθνών συνθηκών και συμβάσεων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως είναι η ORG Διακήρυξη των PERSON των PERSON (DATE), η ORG για τα PERSON (DATE) και η PERSON για τα PERSON (DATE). PERSON ανθρώπινα δικαιώματα που καταπατούνται, σύμφωνα με τις εκθέσεις πολλών μη κυβερνητικών οργανώσεων, στην ORG, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες που περιλαμβάνουν και τη δική μας, αφορούν άτομα και όχι ολότητες: κάθε άνθρωπος από το γεγονός και μόνο ότι είναι άνθρωπος έχει ορισμένα δικαιώματα αναγνωρισμένα από τη διεθνή κοινότητα και που κάθε κράτος οφείλει να σεβαστεί πέρα και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διμερή συνθήκη που έχει υπογράψει. Στην προκειμένη περίπτωση, η GPE της PERSON υπογράφτηκε υπό τη σκιά της νεοδημιούργητης τότε PERSON των GPE, η οποία έδινε ιδιαίτερη σημασία στην προστασία των εθνικών μειονοτήτων. Ο λόγος γι' αυτό είχε να κάνει με την αρχή της αυτοδιάθεσης των εθνών, που είχε θεωρηθεί πανάκεια για την επίλυση του προβλήματος της ειρηνικής συνύπαρξης. H αρχή αυτή ανταποκρίνεται απόλυτα στο κύριο αίτημα του εθνικιστικού δόγματος: αντιστοιχία ένα προς ένα μεταξύ κράτους και έθνους. Ιδανικά δεν θα έπρεπε να υπάρχουν ομοεθνείς έξω από το εθνικό κράτος, ούτε αλλοεθνείς μέσα σ' αυτό. Το εθνικό κράτος όμως δεν μπορεί ποτέ να είναι «εθνικώς καθαρό» με την απόλυτη έννοια. Πάντα παραμένουν «υπολείμματα» που αποτελούν εθνικές μειονότητες. Και το πρόβλημα των μειονοτήτων μπορούσε να «λυθεί» με δύο τρόπους: είτε μέσα από εγγυήσεις για την προστασία των μειονοτήτων προβλεπόμενες από διμερείς συμφωνίες επί τούτω ανάμεσα στα ενδιαφερόμενα - και συνήθως γειτονικά - κράτη, είτε με αυτό που τότε ονομάστηκε «υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών», που σημαίνει αμοιβαία εθνοκάθαρση, αν θέλουμε να αποφύγουμε τους ευφημισμούς. H Συνθήκη της PERSON συνδύασε τις δύο αυτές φόρμουλες. Από τη μια μεριά κατακύρωσε εκ των υστέρων την εκδίωξη εκατοντάδων χιλιάδων ORG και Ελλήνων ως «ανταλλαγή πληθυσμών». Από την άλλη μεριά εξαίρεσε από την ανταλλαγή αυτή τους PERSON της Θράκης και τους Ελληνες της Κωνσταντινούπολης, παρέχοντας ωστόσο αμοιβαίες εγγυήσεις για την προστασία κάθε μειονότητας. Μετά το τέλος του B' Παγκοσμίου Πολέμου και με τη γένεση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, η έμφαση δόθηκε στην ανάγκη σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όχι την προστασία μειονοτήτων μέσα από ειδικές συμφωνίες. Ετσι, η ORG Διακήρυξη των PERSON των PERSON δεν αναφέρεται σ' αυτές αλλά στα δικαιώματα που έχει κάθε άτομο λόγω της ανθρώπινης ιδιότητάς του. ORG γίνεται αναφορά σε «συλλογικά δικαιώματα» μιας ομάδας. Ενας λόγος γι' αυτό οφείλεται στην αρνητική εμπειρία της εποχής του μεσοπολέμου. H ναζιστική ORG επικαλέστηκε την ανάγκη προστασίας των γερμανικών μειονοτήτων στην Τσεχοσλοβακία και στην PERSON για να κλιμακώσει την επεκτατική της πολιτική εις βάρος των δύο αυτών χωρών. Υπάρχει όμως και άλλος σημαντικότερος λόγος για την εγκατάλειψη της ιδέας εξασφάλισης ειδικής προστασίας για κάθε μειονότητα και συνίσταται στην ανάγκη του σύγχρονου παγκόσμιου πολιτισμού να αναγνωρίζει οικουμενικά δικαιώματα με καθολική εφαρμογή στη θέση των ειδικών και κατά περίπτωση ρυθμίσεων που προβλέπουν διμερείς συμβάσεις για μειονότητες. Είναι λογικό, στον πολιτισμό της νεωτερικότητας, να θεωρούμε ότι οι κοινωνίες μας απαρτίζονται από αυτόνομα και δικαιωματούχα άτομα και όχι από εθνικές, θρησκευτικές ή συντεχνιακές ομάδες - όπως γινόταν σε άλλες εποχές. Τα δικαιώματα των ατόμων μεταφράζονται σε υποχρεώσεις του κράτους προς αυτά, οι οποίες έχουν απόλυτο χαρακτήρα. Δεν είναι διαπραγματεύσιμες και δεν διαμεσολαβούνται από διαπιστευμένους ταγούς ομάδων - όπως είναι ανώτατοι ιεράρχες οποιουδήποτε θρησκεύματος. PERSON όμως πριμοδοτείται το θρησκευτικό στοιχείο, όπως γίνεται στην περίπτωση της μειονότητας της Θράκης, έναντι της εθνικής ιδιότητας, που οι ίδιοι επικαλούνται, ή της εθνοτικής ιδιότητας, που θα μπορούσε να τους αναγνωρισθεί χωρίς να διαμφισβητείται η ελληνική τους ιδιότητα ως πολίτες, ασφαλώς μεταφερόμαστε σε μια προ-νεωτερική εποχή και το όλο εγχείρημα οδηγείται σε αδιέξοδη πολιτική. Επιπλέον ο κάθε πολίτης σε μια σύγχρονη δημοκρατία κατέχει το βασικό δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού. Το να μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται κανείς ως ελληνορθόδοξος, μουσουλμάνος, αρβανίτης, σαρακατσάνος ή οτιδήποτε άλλο είναι μέσα στα δικαιώματά του. Ας μην ξεχνάμε ότι η ελληνική πολιτεία - ορθότατα - αρνείται να αναγράφεται το θρήσκευμα των πολιτών της στα δελτία ταυτότητας, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτόν ότι το θρήσκευμα είναι ατομική και ιδιωτική υπόθεση του καθενός και δεν προσδιορίζει κάποια κατηγορία στην οποία GPE οποιοσδήποτε πολίτης. Υπό αυτές τις συνθήκες, πώς είναι δυνατόν να προσδιορίζεται επίσημα ως «μουσουλμανική» μια ομάδα συμπολιτών μας; Αν κάποιος τουρκόφωνος είναι και δηλώνει άθεος, θεωρείται «μουσουλμάνος», με το αιτιολογικό ότι η Συνθήκη της LOC αναφέρεται σε «μουσουλμάνους»; Ομως ακόμη και οι όροι αυτής της Συνθήκης ερμηνεύονται διαφορετικά, ανάλογα με τις μεταβαλλόμενες ανάγκες της εξωτερικής πολιτικής. PERSON οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ήταν καλύτερες, όπως συνέβαινε την περίοδο DATE, γινόταν αναφορά στην «τουρκική» και όχι στη «μουσουλμανική» κοινότητα, με ρητή παρέμβαση του τότε PERSON της Θράκης Γ. Φεσσόπουλου. Αλλωστε δεν είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να συμπεριφέρεται ωσάν να ήταν η μειονότητα των τουρκοφώνων μουσουλμάνων της Θράκης ένα είδος «εσωτερικού εχθρού», παρά το γεγονός ότι οι γείτονές μας την χρησιμοποιούν ως πιόνι για τις δικές τους διεκδικήσεις. Οσο όμως ο τουρκικής εθνότητας έλληνας πολίτης απολαμβάνει πραγματικά ίσα δικαιώματα στη χώρα τούτη δεν θα έχει κανένα κίνητρο να γίνει GPE πολίτης ή να αναζητήσει την αυτονομία της περιοχής του και ενδεχομένως την προσάρτησή της στην ORG. Από εκεί κι έπειτα, μια πραγματικά σύγχρονη, μη μισαλλόδοξη, ανοιχτή και δημοκρατική κοινωνία θα έπρεπε να αρνηθεί οποιαδήποτε «κοινοτικά δικαιώματα» που, ευλόγως, προκύπτουν από την αναγνώριση ενός συλλογικού υποκειμένου προστασίας. H αυθυπαρξία αυτού του υποκειμένου αναγνωρίζεται και από τις δύο πλευρές. H διαμάχη εντοπίζεται στο αν ο μορφοποιός παράγοντας συνοχής του συλλογικού αυτού υποκειμένου, στο οποίο οφείλεται προστασία, είναι θρησκευτικός ή αν είναι εθνικός. Και είναι βέβαιον ότι αν το ζήτημα τεθεί με αυτούς τους όρους, η εμμονή στο πρώτο έχει, αν μη τι άλλο, προ-νεωτερικό χαρακτήρα. Αλλά και η εμμονή στον ρόλο του τουρκικού κράτους ως κέντρου ευθύνης για την «τουρκική μειονότητα» στο σύνολό της είναι αναχρονιστική. Μπορεί η σύγχρονη ORG να παίξει τελείως διαφορετικό ρόλο, αναγνωρίζοντας σε κάθε πολίτη όλα τα δικαιώματα που έχει ως άτομο, χωρίς διακρίσεις και χωρίς υστεροβουλία, αλλά συγχρόνως να αρνηθεί την αναγνώριση συλλογικής υπόστασης, είτε μουσουλμανικής είτε τουρκικής είτε οποιασδήποτε άλλης. H δυσκολία υιοθέτησης αυτής της στάσης δεν είναι πολιτική, αλλά ψυχολογική και πολιτισμική. Ασφαλώς δεν ξεφύγαμε ακόμα από τα βιώματα που μας κληροδότησε το ιστορικό μας παρελθόν και ο τρόπος σκέψης που μας χαρακτηρίζει οδηγεί σε υποστασιοποιήσεις και ταυτίσεις συλλογικών οντοτήτων. PERSON συγχέουμε με αυτόν τον τρόπο τα δικαιώματα του ατόμου, τις απόλυτες υποχρεώσεις που έχει το κράτος απέναντι σε κάθε πολίτη και που αντιστοιχούν σε αναφαίρετα δικαιώματα που έχει ο τελευταίος, με τις συμβατικές υποχρεώσεις που έχει η χώρα μας σε σχέση με την ORG, οι οποίες προϋποθέτουν την αμοιβαιότητα. Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όμως σε μια σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία είναι άνευ όρων. Δεν προϋποθέτει αμοιβαιότητα. Οι εχέφρονες, μη μισαλλόδοξοι πολίτες της χώρας μας - αυτοί που δεν διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους επειδή ο αλλοεθνής αριστούχος μαθητής είναι ο σημαιοφόρος της τάξης του - αναγνωρίζουν ότι είναι, αν μη τι άλλο, προς το δικό τους συμφέρον η ενσωμάτωση οποιασδήποτε μειονότητας στο σύνολο του έθνους εν ευρεία εννοία. Και βάση αυτής της ενσωμάτωσης είναι η αναγνώριση των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων τους.","Το υψηλό ποσοστό του ακροδεξιού ηγέτη PERSON και η προώθησή του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών κάνουν πολλούς να μιλούν για στροφή των Γάλλων προς το παρελθόν και για αφύπνιση του φασισμού στην Ευρώπη. Η επιτυχία του PERSON ήταν μεν αιφνιδιαστική, εντάσσεται όμως σε μια ευρύτερη τάση η οποία ξεκίνησε πέρυσι στην Ιταλία, επεκτάθηκε στη GPE και στην Πορτογαλία και μπορεί να συμπαρασύρει στη συνέχεια την ORG και τη ORG. Τι επιβεβαίωσε λοιπόν και τι προοιωνίζεται η γαλλική εμπειρία; ORG σημερινό αφιέρωμα επιχειρείται μια νηφάλια και αποστασιοποιημένη ανάλυση των γεγονότων και των γενεσιουργών αιτιών τους, επισημαίνονται οι ευθύνες και ο ρόλος της Κεντροαριστεράς στο παγκόσμιο παιχνίδι και υπογραμμίζεται ότι το μείζον πρόβλημα για την ενωμένη Ευρώπη είναι να σταθεί ικανή όχι μόνο να διατηρήσει αλλά και να προωθήσει τα γεωπολιτικά της συμφέροντα, τις ουμανιστικές αξίες της και τις κοινωνικές κατακτήσεις της. Η Ευρώπη σείεται, απορεί και στενάζει. ORG αβγό του φιδιού βρίσκεται πάλι στη γωνία του δρόμου. Ο φασισμός ξύπνησε από τον λήθαργο και μας απειλεί και πάλι με το φαιό του φάντασμα. GPE λοιπόν συνεχής εγρήγορση. Από κοινού, λοιπόν, όλοι οι Ευρωπαίοι καλούμαστε να απαντήσουμε «Οχι» στους απόηχους του φρικτού παρελθόντος. Δεν θα περάσουν, no pasaran. Βεβαίως λοιπόν δεν θα περάσουν. Βεβαίως οι δημοκράτες είναι έτοιμοι να προτάξουν τα στήθη τους για να σώσουν την ελευθερία. Βεβαίως η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι το μείζον αγαθό του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Βεβαίως η άνοδος του ρατσισμού και της ξενοφοβίας είναι το σημαντικότερο ίσως ιδεολογικό σύνδρομο που εμποδίζει την πολιτική ολοκλήρωση της PERSON. PERSON μολονότι το ξέρουμε από καιρό, ο Λεπέν φρόντισε να μας το καταστήσει ακόμη σαφέστερο. Και κατά τούτο η νίκη του θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ακόμη και μακροπροθέσμως καθαρτήρια. Αυτό είναι το πρώτο και πασίδηλο συμπέρασμα των αποτελεσμάτων των γαλλικών εκλογών. Μια πιο νηφάλια και αποστασιοποιημένη ανάλυση των γεγονότων θα οδηγούσε όμως ίσως σε άλλους, πιο περίπλοκους, συλλογισμούς. Ετσι: Πρώτον, συνεχίζοντας μια τάση που χρονολογείται εδώ και CARDINAL χρόνια, η NORP ανεβαίνει αργά αλλά σταθερά. PERSON, στη ORG, στη γειτονική μας Ιταλία αλλά και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες ένα σταθερό και αυξανόμενο ποσοστό του πληθυσμού στρέφεται προς τους νεοφασίστες όλων των αποχρώσεων. Αλλά σε καμία χώρα η GPE δεν προσεγγίζει έστω από μακριά την αυτόνομη κατάληψη της εξουσίας. Η δημοκρατία δεν απειλείται ευθέως, τουλάχιστον όχι ακόμη. Η τεράστια νίκη του PERSON είναι λοιπόν κυρίως συμβολική: μπαίνοντας στον δεύτερο γύρο εμφανίστηκε ως επίσημος θεσμικός συνομιλητής των κομμάτων της εξουσίας. Γεγονός που ανοίγει μακροπροθέσμως την πόρτα προς οιουδήποτε τύπου συμμαχίες και διαπραγματεύσεις. Το σύνδρομο που μας απειλεί όλους δεν είναι το μουσολινικό αλλά το μπερλουσκονικό. Δεύτερον, η σοσιαλδημοκρατία και το PERSON, τα δύο μεγάλα ιστορικά κόμματα της γαλλικής ORG και Αριστεράς, υπέστησαν πραγματική συντριβή. Από κοινού συγκεντρώνουν λιγότερες ψήφους από την GPE. PERSON αλλού, όμως, όπως στην PERSON, στην Πορτογαλία, ακόμη ίσως και στη ORG, όπου την ίδια ημέρα με τον θρίαμβο του PERSON η SPD ηττάτο κατά κράτος σε δημοτικές εκλογές, τα πρώην υπερήφανα κόμματα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας προβληματίζονται και ασθμαίνουν. Πέρα λοιπόν από τις απειλές ενός συγκρατήσιμου φασισμού, το σημαντικότερο άμεσο δίδαγμα που μπορεί κανείς να αντλήσει είναι ο αποπροσανατολισμός του σώματος που αναγνωριζόταν στην «WORK_OF_ART». Ο οποίος εκφράζεται ευθέως με το γεγονός ότι ένα μεγάλο και αυξανόμενο ποσοστό των αριστερών ψήφων τείνει να επιλέγει λύσεις ακραίες ή εξωκοινοβουλευτικές. Τρίτον, η αποχή έφθασε σε πρωτοφανή ποσοστά. Και στο σημείο αυτό οι τάσεις σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες είναι παρόμοιες. PERSON, στην Ιταλία, στη PRODUCT και στην Πορτογαλία σχεδόν ή και περισσότερο από ένας στους τρεις πολίτες δεν ψηφίζει. PERSON που τεκμηριώνει την αύξουσα απολιτικοποίηση και αδιαφορία. Τέταρτον, παρ' όλο που η αποχή, η εξωκοινοβουλευτική ORG και η NORP εκφράζουν εκ διαμέτρου αντίθετες ιδέες, καταλήγουν στο να υλοποιούνται με παραπλήσιες πολιτικές στάσεις: εκφράζουν έμπρακτα διαμαρτυρία, απογοήτευση, αδιαφορία ή πλήρη απόρριψη των κατεστημένων κομματικών και πολιτικών σχηματισμών. Το οικείο παιχνίδι της δημοκρατικής αντιπαράθεσης δεν πείθει και δεν ελκύει: πάνω από τους μισούς γάλλους πολίτες αποδοκίμασαν ρητά τόσο την παραδοσιακή PERSON όσο και την παραδοσιακή Κεντροαριστερά και Αριστερά. Το ίδιο δε ακριβώς τείνει να συμβεί και αλλού. Εντελώς χαρακτηριστικά μάλιστα οι τάσεις αυτές είναι ακόμη ισχυρότερες ανάμεσα στους νέους. Εκ πρώτης όψεως λοιπόν θα έλεγε κανείς ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια ισόρροπη σχεδόν απίσχνανση της εμβέλειας όλων των κατεστημένων πολιτικών μορφών. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν εντελώς εσφαλμένο. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι ο Σιράκ θα είναι ούτως ή άλλως ο επόμενος πρόεδρος, η νέα διάταξη των κοινωνικών και εκλογικών δυνάμεων δεν σηματοδοτεί μόνο μια ήττα της δημοκρατίας. PERSON κυρίως μια αποφασιστική νίκη της Δεξιάς που ξεπερνά κατά πολύ τη συγκεκριμένη έκβαση των πρόσφατων εκλογών. Μια νίκη που επισφραγίζει τη μετατόπιση των εκλογικών δυνάμεων όχι μέσα από μια συγκυριακή μετατόπιση ψήφων αλλά μέσω μιας πολύ βαθύτερης αποσημασιολόγησης της πολιτικής. Και γι' αυτό ακριβώς η νίκη αυτή μπορεί να αποδειχθεί μακροπρόθεσμη. Πράγματι η θεμελιώδης πολιτική διάκριση Δεξιάς και PERSON αντανακλάται και στους τρόπους με τους οποίους δρουν αντιστοίχως στο πλαίσιο του θεσμικού παιγνίου της εξουσίας. Η σοσιαλδημοκρατική ORG αντλεί τις δυνάμεις της μέσα από τη συνεχή παρέμβαση στους μαζικούς χώρους και από την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στο κοινό γίγνεσθαι. Και γι' αυτό οφείλει να είναι στρατηγικά ενωμένη: η συνεχής μεταρρυθμιστική δράση είναι δυνατή μόνο όταν οι πλειοψηφίες μετέχουν ευθέως στην άσκηση της πολιτικής σε όλους τους χώρους. Αντίθετα, η GPE δεν χρειάζεται πάντα καν να δρα. Αρκεί να μπορεί να αντιδρά. Εστω λοιπόν και ως αποδυναμωμένη, έστω και ως εντελώς αναξιόπιστη, μπορεί να πετυχαίνει τον κύριο στόχο της: τη διατήρηση των τρεχουσών κοινωνικών ισορροπιών, με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο. Ετσι οι «δύο παρατάξεις» τείνουν ιστορικά να αρθρώνονται με την πολιτική κουλτούρα με εντελώς διαφορετικούς όρους. PERSON η πρώτη στηρίζεται σε μια συγκεκριμένη ιδεολογία, η δεύτερη απλώς επικαλείται τις οποιεσδήποτε ιδέες όταν και όποτε χρειάζεται. PERSON η πρώτη θεμελιώνεται κατ' ανάγκην και κατ' επιταγήν στην αξιοπιστία της, η δεύτερη δεν τη χρειάζεται παρά μόνο κατ' αντιδιαστολήν με τους αντιπάλους της. PERSON η πρώτη πρέπει να φροντίζει να εξασφαλίζει μια μόνιμη επαφή και αλληλοδράση με τις μάζες που θέλει να κινητοποιεί, η δεύτερη μπορεί να αρκείται στην απλή ανοχή τους. PERSON η πρώτη δεν μπορεί να δρα παρά μόνο επικαλούμενη τον λόγο και τις αξίες, η δεύτερη δεν χρειάζεται καν να δρα από τη στιγμή που εξασφαλίζεται η αναπαραγωγή του συστήματος των κοινωνικών εξουσιών. Και έτσι, ενώ η πρώτη ενεργεί μέσω και διά των μαζικών χώρων και της μαζικής κινητοποίησης, η δεύτερη αντλεί άμεσα οφέλη από την αποδυνάμωση των μαζικών χώρων και από την άμβλυνση της πολιτικής και συνδικαλιστικής κινητοποίησης. Με δυο λόγια, ενώ η ORG δεν μπορεί να επιζεί παρά μόνο κολυμπώντας στα διάφανα νερά ενός «καθαρού» ανταγωνιστικού πολιτικού συστήματος, λειτουργώντας ως αενάως παρεμβατική «πολιτική δύναμη», η δεύτερη μπορεί αζημίως να αρκείται στο να επιπλέει στα οποιαδήποτε θολά νερά, λειτουργώντας έξω από την κοινωνία ή ακόμη και εις πείσμα της, αρκεί το υφιστάμενο καθεστώς της «πραγματικότητας» να θωρακίζεται εξ αντικειμένου από οποιαδήποτε απειλή. Οι συνέπειες αυτής της αφετηριακής διαπίστωσης είναι προφανείς: η αποδυνάμωση και απαξίωση του εν γένει πολιτικού όχι μόνο δεν απειλεί το σύστημα των κοινωνικών προνομίων αλλά αντιθέτως προσφέρει την ασφαλέστερη μέθοδο για την αναπαραγωγή του. Δεν είναι τυχαίο ότι το από καταβολής όνειρο της φιλελεύθερης Δεξιάς υπήρξε η εγκατάσταση ενός έννομου και τύποις αποδεκτού αντιπροσωπευτικού πολιτικού συστήματος με ελαχιστοποιημένες παρεμβατικές αρμοδιότητες και εξουσίες, με μειωμένο κύρος και περιορισμένη ουσιαστική συμμετοχή. Εκ των πραγμάτων λοιπόν οι τρέχουσες εξελίξεις της ευρωπαϊκής πολιτικής κουλτούρας ευνοούν σαφώς τη GPE. Το ερώτημα πώς φθάσαμε εδώ είναι έτσι καίριο. Υπάρχουν βέβαια «αντικειμενικοί» παράγοντες, όπως οι μεταλλαγές στη λειτουργία του παγκόσμιου συστήματος, στην τεχνολογία και στη μαζική επικοινωνία. Ταυτοχρόνως όμως αποφασιστικό ρόλο έπαιξαν οι συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές των υπεύθυνων πολιτικών και ιδεολόγων που συνδιαμορφώνουν συνειδητά ή όχι την τρέχουσα πολιτική κουλτούρα. Και στο σημείο αυτό η πολιτική και ιδεολογική ευθύνη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας είναι αναπόδραστη και πολλαπλή στο μέτρο ακριβώς που άφησε να διεισδύσουν στον πολιτικό της λόγο ιδέες που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την ίδια της την ιστορική συμβολική. Η πρώτη απ' αυτές τις ιδέες είναι ότι ο εν γένει ρόλος της πολιτικής εξουσίας είναι «πλέον» εργαλειακός, διαχειριστικός και τεχνοκρατικά προσανατολισμένος στη μεγιστοποίηση του «δυνατού», δηλαδή στην άνευ όρων αποδοχή της υποτιθέμενης πραγματικότητας. Αυτή όμως η αντίληψη οδηγεί νομοτελειακά στην αποκοπή της κοινωνικής βάσης από τις ηγετικές μερίδες, που ασκούν πλέον την εξουσία ως ολοένα μοναχικότερες, άρα και αυταρχικότερες. Δεύτερη και συνακόλουθη ιδέα είναι η παραδοχή ότι «πλέον» τα έξωθεν δεδομένα όρια της παρέμβασης της πολιτικής στην κοινωνία είναι περιορισμένα και μάλιστα όλο και πιο στενά. Με αποτέλεσμα το πολιτικό διακύβευμα να εμφανίζεται περιορισμένου ενδιαφέροντος και η πολιτική κινητοποίηση ως εξ αντικειμένου μάταιη. PERSON τέλος είναι η ακόμη πιο διαβρωτική ιδέα ότι «πλέον» η διαφορά PERSON και Δεξιάς αποτελεί ιδεολογικό κατάλοιπο μιας παρελθούσας εποχής και ότι συνεπώς δεν αντιστοιχεί πια στη νέα πραγματικότητα. Η έστω και έμμεση συνυπογραφή των αποφάνσεων περί του τέλους της GPE και των ιδεολογιών είναι ακριβώς εκείνη που επιφέρει θανάσιμα πλήγματα στην ιδεολογική βάση της PERSON. Σε τέτοια ακριβώς πλαίσια αρχίζει να πρυτανεύει η άποψη ότι «όλα γίνονται, πλην της πολιτικής». Οι θεμελιώδεις αυτές μεταλλαγές όμως δεν έλαβαν χώρα εις πείσμα αλλά με τη ρητή ανοχή των σοσιαλδημοκρατών. Η προσπάθεια διεύρυνσης της στήριξης των κεντροαριστερών κυβερνήσεων επί τη βάσει ευρύτερων «συναινετικών» παραδοχών είχε ως αποτέλεσμα την άμβλυνση της άμεσα συγκρουσιακής πρόσληψης για την πολιτική, την απομείωση της αμετάθετης συμβολικής CARDINAL ανάμεσα στη GPE και στην ORG και την αποδοχή της «πολιτικής σύγκλισης» ως νέας εξωγενούς αναγκαιότητας. PERSON αυτό γίνεται την ίδια ακριβώς στιγμή που οι ίδιες οι κοινωνικές εξελίξεις οδηγούν όχι σε άμβλυνση αλλά σε όξυνση των προβλημάτων. Οι προγραμματικές πολιτικές «συγκλίσεις» συνοδεύονται λοιπόν από θεαματικά αυξανόμενες κοινωνικές «αποκλίσεις» που εκφράζονται με τον αποκλεισμό, την αύξουσα ανισότητα και την ανεργία. Είναι λοιπόν σαφές ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια δομική αναντιστοιχία ανάμεσα στις πολιτικές συγκλίσεις και στις κοινωνικές αποκλίσεις. Και αυτό ακριβώς είναι που επηρεάζει αποφασιστικά την πρόσληψη της εν γένει πολιτικής. Μη μπορώντας να εκφράσει τις αντιθέσεις η σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν μπορεί πια να εκφράζει την κοινωνία. Οι πολιτικές λύσεις και ελπίδες εξαφανίζονται. Οι «ελεύθεροι» άνθρωποι δεν έχουν λοιπόν παρά να εγκαταλείψουν τους οργανωμένους μαζικούς χώρους. PERSON για να αποχαυνωθούν είτε για να μείνουν μόνοι με την απελπισία τους είτε για να εξεγερθούν και να διαδηλώσουν είτε για να εγκλωβισθούν στην οικιακή τους ασφάλεια. Γι' αυτό απέχουν, γι' αυτό ψηφίζουν κόμματα και πρόσωπα που εκφράζουν θυμό, απελπισία ή διαμαρτυρία, γι' αυτό έχουν πάψει να πιστεύουν στη δυνατότητα της δημοκρατίας να δίνει λύσεις στα καθημερινά και μακροπρόθεσμα προβλήματά τους. Αυτή ακριβώς είναι η τεράστια νίκη της νέας Δεξιάς που λειτουργεί πλέον σύμφωνα με το υπόδειγμα των ΗΠΑ. ORG Δεξιάς η οποία εφεξής είναι δυνατόν να βασίζεται στην αποχή των ενεργών πολιτών και να ενσωματώνει και μακροπροθέσμως ίσως και να «αξιοποιεί» τη δύναμη, την ηχηρότητα αλλά και την απειλή της ακραίας της πτέρυγας.",False "O GPE βρίσκεται στην εξουσία εδώ και πέντε χρόνια. PERSON δύο φορές νικητής στις εκλογές παρά τις αντίθετες πιθανότητες που του έδιναν: τις πιθανότητες που έκαναν τους μεν αντιπάλους του να προβλέπουν ένα μεσοδιάστημα «γαλάζιας» εξουσίας, τους δε φίλους του να προαισθάνονται ήττα. GPE τον τελευταίο καιρό λέγεται CARDINAL ο GPE δεν βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή φόρμα, προσωπικά δεν έχω πειστεί για αυτό. Θα μπορούσε πάντως να περιορίσει το μέγεθος της πιθανής ευρωεκλογικής ήττας του σε διαστάσεις οι οποίες, συνδυαζόμενες με τις καλοκαιρινές διακοπές, όχι μόνο θα εξασφάλιζαν στον ίδιο ένα χρήσιμο διάλειμμα, αλλά θα έκαναν και τους αντιπάλους του (και τους διαδόχους του) να θορυβηθούν. ORG πολλοί οι λόγοι που οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα, αλλά δεν σκοπεύω να τους αναλύσω στο παρόν πλαίσιο. Οι αναγνώστες μου, ωστόσο, θα μπορούσαν να ασκήσουν τη λογική τους και να αποτιμήσουν οι ίδιοι την πειστικότητα του ισχυρισμού μου. PERSON όμως που προσωπικά με ενδιαφέρει είναι ο τρόπος με τον οποίο ο GPE θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το διάλειμμα που θα του εξασφάλιζε μια οριακή ήττα στις ευρωεκλογές, προκειμένου να ενισχύσει τις πιθανότητες νίκης στις βουλευτικές εκλογές (όποτε και αν γίνουν τελικά) και- πράγμα απείρως πιο σημαντικό- να συμβάλει στον εμπλουτισμό της εξωτερικής πολιτικής μας κατά τη διάρκεια της σημερινής, ιδιαίτερα τεταμένης περιόδου. Οι επαγγελματίες που ασχολούνται με τη διατήρηση των εσωτερικών ισορροπιών της κυβέρνησης θα αιφνιδιαστούν ίσως από τις ακόλουθες ιδέες. Εν τούτοις, ως στοχαστής/συγγραφέας δεν καλούμαι να ικανοποιήσω τους συγκεκριμένους ανθρώπους, αλλά να προτείνω καινούργιες ιδέες στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, ενθαρρύνοντάς το να προσανατολιστεί σε έναν νέο τρόπο σκέψης. Καθώς η διεθνής σκηνή είναι ούτως ή άλλως μελαγχολική, γιατί να μην τολμήσουμε κάτι πρωτότυπο; GPE μπορεί, άλλωστε, να μας εγγυηθεί ότι τα σύννεφα που μαζεύονται στον διεθνή ορίζοντα δεν κρύβουν φθινοπωρινές καταιγίδες εξ Ανατολών, οι οποίες μπορεί να ξεσπάσουν εντελώς ξαφνικά: Πριν από έξι μήνες, κάποιοι προειδοποιούσαμε, με λύπη αλλά και βεβαιότητα, ότι ο ενθουσιασμός για τον Ομπάμα θα εξατμιζόταν- τουλάχιστον όσον αφορά τις προσδοκίες της χώρας μας. Πιο πρόσφατα, κάποιοι άλλοι, όπως ο προσωπικός σύμβουλος του ORG, ο κ. Λούλης, έδωσαν σήματα ότι εντάσσονται στην ίδια σχολή σκέψης. Αυτή η αντίδραση είναι σωστή. Αλλά δεν αρκεί. Πρέπει να έχει και συνέχεια. ORG τα CARDINAL οι πολιτικοί αναλυτές θεωρούν επικίνδυνες αμερικανοτουρκικές κινήσεις, ο εκλογολόγος πρέπει να τα δει ως ευκαιρία για μια πιθανή πολιτική αναγέννηση του αφεντικού του, εάν επείθετο ότι μια αναπροσαρμογή στην εξωτερική πολιτική του θα του έδινε την ευκαιρία να πάει καλύτερα στις βουλευτικές εκλογές από ό,τι θεωρείται σήμερα πιθανό. Το δίλημμα, επομένως, είναι απλό: Μπορούμε ως χώρα να συνεχίσουμε να δείχνουμε απόλυτη πίστη στις ΗΠΑ; Ή μήπως μια λεπτή, επιδέξια αλλαγή θα μπορούσε να μας αποφέρει σημαντικά εθνικά οφέλη; ORG ειδικεύεται στις υπεκφυγές, αλλά δεν δικαιολογούνται επ΄ άπειρον η δήθεν καθησυχαστική γλώσσα και οι προτροπές για αυτοσυγκράτηση, τη στιγμή που η άλλη πλευρά απαντά με διαρκώς εντεινόμενη θρασύτητα. Η λύση σαφώς και δεν είναι η σύγκρουση, αλλά οι ουσιαστικές κινήσεις που θα πείσουν τυχόν εχθρούς ότι δεν τους συμφέρει η σύγκρουση. Σήμερα, ο κίνδυνος αυτός δεν είναι διόλου αμελητέος, δεδομένου ότι η ORG, από τότε που εξασφάλισε την εν λευκώ στήριξη του Ομπάμα, μιλάει και δρα - όπως ομολογούν ακόμη και οι φίλοι της στην Ευρώπη- πιο αλαζονικά από ποτέ. Εάν λοιπόν εκδηλωθεί κάποια κρίση (είτε σκόπιμα είτε τυχαία), ποιος θα μας δώσει βοήθεια; ORG; ORG; Ή μήπως η διχασμένη Ευρώπη; GPE τη γνώμη μου, κανείς από αυτούς. Τα προαναφερθέντα αποδεικνύουν ότι οφείλουμε στο εξής να ακολουθήσουμε μια λεπτά διαφοροποιημένη (αλλά όχι ριζικά διαφορετική) στάση προς την PERSON. Και είναι όντως επιτακτική αυτή η ανάγκη, διότι ενδέχεται να είμαστε πιο μόνοι από όσο φανταζόμαστε, καθώς ακόμη και ο κ. PERSON, τώρα που η χώρα του επανήλθε στο ΝΑΤΟ, θα χρειαστεί να αναπροσαρμόζει κάθε τόσο την πολιτική του απέναντι στην ORG. Βεβαίως, χρειάζεται θάρρος για να πεις δημοσίως αυτά που πολλοί σιγοψιθυρίζουν σε στενό κύκλο. Ωστόσο, το πρόβλημα με την πρωτοτυπία της σκέψης δεν εξαντλείται εδώ. Πρέπει να αλλάξουν βαθιά ριζωμένες συνήθειες και νοοτροπίες, και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί εάν μόνον ένας ή μόνον ολιγάριθμοι σχολιαστές προσπαθήσουν να εγκαινιάσουν έναν νέο τρόπο σκέψης. Πρέπει όλος ο λαός να συναισθανθεί την ανάγκη αλλαγής. Ευτυχώς, υπάρχουν κάποιες (αμυδρές) ενδείξεις ότι ακόμη και ο εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου ORG θεωρεί αναγκαία πλέον μια προσαρμογή τακτικής, την οποία ωστόσο τοποθετεί σε βάθος χρόνου. Η εξήγηση που έδωσε για την αργή ταχύτητα της αλλαγής πήρε τη μορφή μιας ναυτικής παρομοίωσης. Η εξωτερική πολιτική μας, είπε, είναι σαν ένα τάνκερ: θέλει χρόνο (και χώρο) για να μπορέσει να σταματήσει ή να αλλάξει πορεία. PERSON, θεωρώ ότι ο χρόνος κυλά εναντίον μας. Πέραν τούτου, η προαναφερθείσα παρομοίωση ταιριάζει περισσότερο σε μια μεγάλη χώρα που έρχεται καθημερινά αντιμέτωπη με μια πολυσύνθετη σειρά αλληλένδετων ζητημάτων, και όχι σε μια μικρή χώρα με ευάριθμα, αν και επείγοντα προβλήματα. Ας το προσπεράσουμε αυτό όμως. ORG μήπως βρίσκεται αλλού η αιτία της αδράνειας. ORG άραγε αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι τα στελέχη του υπουργείου ORG, καθώς και μερικοί πολιτικοί όλων των μεγάλων κομμάτων, διατηρούν μια νοοτροπία που εξακολουθεί να αποδίδει στην PRODUCT ιδιότητες και δυνάμεις τις οποίες αυτή δεν διαθέτει πλέον- εάν υποθέσουμε ότι τις είχε κάποτε; Για να το θέσω κάπως πιο προκλητικά: Δεν επικρατεί άραγε σε πολλούς κύκλους πολιτικών η άποψη ότι η αντίθεση στις θέσεις της ORG μπορεί να μην είναι ωφέλιμη για τους ίδιους; PERSON τόνο και δίνοντας περισσότερες αποχρώσεις στην εξωτερική πολιτική του, ο GPE θα ανάγκαζε και τους αντιπάλους του να κάνουν το ίδιο, ώστε να μην παρουσιαστούν ως μειοδότες. Αποτέλεσμα: η εξωτερική μας πολιτική θα άλλαζε, όχι κατεύθυνση, αλλά τόνο και έμφαση, και οι υποτιθέμενες αντιρρήσεις του λαού μας για μια τέτοια αλλαγή θα μειώνονταν αισθητά. Εάν όμως οι σχεδιαστές του υπουργείου ORG δεν μπορούν να προσαρμόσουν γρήγορα τις εισηγήσεις τους στις ραγδαίες αλλαγές, διερωτώμαι κατά πόσον ο GPE δεν θα έπρεπε να σκεφτεί το ενδεχόμενο διορισμού ενός επιπλέον υφυπουργού ή αναπληρωτή υπουργού, ο οποίος θα του δίνει συμβουλές για τις ελληνορωσικές υποθέσεις και θα εξασφαλίσει έτσι τόσο στον ίδιο όσο και στο Υπουργικό του Συμβούλιο μια φρέσκια και ανεξάρτητη άποψη για αυτή την πτυχή της εξωτερικής μας πολιτικής, η οποία έχει γίνει σήμερα τόσο περίπλοκη ώστε είναι αντικειμενικά αδύνατον να τη χειριστεί ένας μόνον υπουργός ή κυβερνητικοί αξιωματούχοι με νοοτροπίες, θα μπορούσαν ίσως να πουν μερικοί, παγιωμένες εδώ και δεκαετίες. Ηπροσφορά της νέας ομάδας δεν θα περιοριζόταν στην παροχή συμβουλών για την αυξανομένη βαρύτητα των ρωσικών κινήσεων και την επιρροή τους στη χώρα μας. Θα αφορούσε επίσης τον χειρισμό κρίσιμων θεμάτων, όπως είναι οι αγωγοί φυσικού αερίου, που συνδέονται με οικονομικά, περιβαλλοντικά και εμπορικά ζητήματα και που σαφώς προσθέτουν επιπλέον βάρη σε ένα υπουργείο του οποίου ο τομέας αρμοδιότητας επεκτείνεται σήμερα πέραν των παραδοσιακών καθηκόντων του. Οι άτολμοι ή οι ιδιοτελείς θα αντιδρούσαν ασφαλώς στις ιδέες μου μιλώντας για τον κίνδυνο των αλληλοσυγκρουόμενων συμβουλών ή ακόμη και για πολιτική παράλυση. Οι περισσότεροι, όμως, στη ΝΔ πιστεύουν στην ελεύθερη αγορά: στην ιδέα της ελεύθερης ανταλλαγής προϊόντων και υπηρεσιών, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με βάση το γεγονός ότι στο τέλος επικρατεί το «καλύτερο» προϊόν/επιχείρημα. Γιατί να μην υπάρξει και στους κόλπους της κυβέρνησης η δυνατότητα ανταγωνισμού ιδεών και προσεγγίσεων, και να επιτραπεί σε αυτή την «αγορά» να επιλύσει τις όποιες συγκρούσεις; Η θεωρία της αγοράς μάς λέει ότι η καλύτερη ιδέα τελικά επικρατεί, πράγμα προτιμότερο από το να επαναλαμβάνεται μια ιδέα ή κοσμοθεωρία που διαμορφώθηκε πριν από εξήντα χρόνια. Ασφαλώς, η προσέγγισή μου ή και η γλώσσα που χρησιμοποιώ θα κάνουν πολλούς να υψώσουν τα φρύδια τους με ανησυχία ή κατάπληξη. Παρ΄ όλα αυτά, όπως προείπα, καθήκον ενός στοχαστή είναι να κάνει τους ανθρώπους να σκέφτονται- και μάλιστα, όχι μόνο τους απλούς αναγνώστες, αλλά και τους κυβερνώντες πολιτικούς. Γιατί, λοιπόν, ο GPE δεν μελετά, όχι μόνον πολιτικά αλλά και από εκλογικής πλευράς, τον ενδεχόμενο θετικό αντίκτυπο που θα είχε η προσαρμογή της εξωτερικής πολιτικής που προτείνω- όχι μόνο για τη χώρα μας αλλά και για την εκλογική τύχη της σημερινής κυβέρνησης (ιδέα, ασφαλώς, που ισχύει τόσο για τον κ. Καραμανλή όσο και για τον κ. Παπανδρέου); Δεν το λέω αυτό βάσει του επιχειρήματός μου ότι η ORG αξίζει περισσότερη προσοχή, και μάλιστα περισσότερο θετική προσοχή, εκ μέρους της χώρας μας. Το λέω επειδή, πολύ ρεαλιστικά, βλέπω ότι τα καθαρώς πολιτικά ή λογικά επιχειρήματα, όσο νεωτεριστικά ή συναρπαστικά και αν είναι, δεν πρόκειται από μόνα τους να πείσουν τους πολιτικούς που καταγίνονται με το κρίσιμο αλλά μάλλον πεζό ζήτημα της επανεκλογής. Προσπαθώ, λοιπόν, να καταστήσω τις ιδέες μου ελκυστικές και από πρακτική άποψη δίδοντάς τους αυτή τη νέα απόκλιση. PERSON πιστεύουμε ότι η ORG μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμος συνεργάτης είτε, αντιθέτως, θεωρούμε ότι αλλού πρέπει να αναζητήσουμε τη διασφάλιση της επιβίωσής μας, σκόπιμο θα ήταν να διευρύνουμε τους ορίζοντές μας, να εμπλουτίσουμε την επιχειρηματολογία μας, να επεκτείνουμε τον διάλογο και να σταματήσουμε τις ανούσιες, καθησυχαστικές δηλώσεις, αλλά και τις περίτεχνες μεταφορές, που μοναδικό σκοπό έχουν να εξωραΐσουν την αδυναμία διαμόρφωσης ενός νέου τρόπου σκέψης. Ας αναλογισθεί, λοιπόν, ο GPE όλα τα προαναφερθέντα, διότι μπορεί να αποβούν χρήσιμα όχι μόνο για την τύχη τη δική του και του κόμματός του, αλλά κυρίως (και αυτό είναι που με ενδιαφέρει) για το μέλλον της πατρίδας μας. Για εμένα, λοιπόν, μία είναι η κατευθυντήρια σκέψη (πέρα από το συμφέρον της πατρίδας μου): οι νέες εποχές χρειάζονται νέους τρόπους σκέψης. Αν ο δικός μου τρόπος δεν ταιριάζει στον ελληνικό λαό, έχει καλώς. Ας βρουν όμως τότε οι αρμόδιοι μόνοι τους το νέο, το κατάλληλο, διότι η υπάρχουσα εξωτερική μας στρατηγική δεν μου φαίνεται ιδιαίτερα λειτουργική.","PERSON βρίσκεται σε δεινή θέση. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε να αντιμετωπίσει ένα τόσο σοβαρό δίλημμα στην εξωτερική της πολιτική: υποταγή ή απομόνωση. Γι' αυτόν τον λόγο είναι βαθύτατα διχασμένη. Είναι αφέλεια να φαντάζεται κανείς ότι διπλωματικές πρωτοβουλίες, η ικανότητα, η εργατικότητα, η φαντασία ή έστω η ισχύς της προσωπικότητας των υπεύθυνων πολιτικών ηγετών θα ήταν δυνατό να γεφυρώσουν το χάσμα που έχει ανοίξει στον ευρύτερο ατλαντικό γαιοστρατιωτικό και πολιτικό χώρο. Επιφανειακά, τα ζητήματα μοιάζουν αντιμετωπίσιμα. Περί τίνος πρόκειται, αν μείνει κανείς στην ειδησεογραφία και στα κείμενα των επισήμων δηλώσεων; - Ο δικτάτωρ του ORG, καθεστώς αιμοσταγές και απεχθές αλλά δυστυχώς όχι μοναδικό στον DATE, έχει ενδεχόμενα αποκτήσει χάρη στα χρήματα του πετρελαίου και μια σχετικά ανεπτυγμένη πανεπιστημιακή και ερευνητική υποδομή, όπλα μαζικής καταστροφής, πυρηνικά και χημικά - βακτηριακά, καθώς και πυραύλους που είναι δυνατόν να μεταφέρουν αυτά τα όπλα σε μεγάλες αποστάσεις, λένε οι PERSON. - Οι παρατηρητές του ORG, που επιβλήθηκαν στο ORG με την απειλή του πολέμου, παρά το ότι τους εδόθησαν όλες οι σχετικές διευκολύνσεις, δεν ανακάλυψαν ίχνος από τέτοια όπλα, μέχρι αυτή τη στιγμή. Αφού η διεθνής κοινότητα συμφωνεί ότι δεν πρέπει να γίνει ανεκτό ένα τέτοιο καθεστώς να διαθέτει τέτοια όπλα, η λογική εξέλιξη θα έπρεπε να ήταν η παράταση της διάρκειας της έρευνας και ενδεχόμενα η αύξηση του αριθμού των ερευνητών, ώσπου να χυθεί άπλετο φως στις φημολογούμενες επιθετικές ικανότητες του Σαντάμ ή να ομολογηθεί ότι, για μία ακόμη φορά, οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ διέπραξαν μια τεράστια γκάφα. Η εμμονή των Αμερικανών σε μονομερή επέμβαση, ακόμη και χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του PERSON του ORG, έχει δημιουργήσει τη βάσιμη υπόνοια ότι τα μυστηριώδη όπλα του GPE είναι απλώς πρόσχημα για να επιτευχθεί η στρατιωτική κατοχή του ORG, η εγκατάσταση ενός καθεστώτος φιλοδυτικών ανδρεικέλων και η βαθμιαία αμερικανοποίηση της κοινωνίας με διπλό στόχο: - βραχυπρόθεσμα, την παροχή στο αγγλοαμερικανικό καρτέλ πετρελαίου μεγάλων ποσοτήτων φθηνού και καλής ποιότητας πετρελαίου· - μακροπρόθεσμα, διάβρωση μέσα από το παράδειγμα του ORG της μουσουλμανικής PERSON ή πλήρη πολιτική και πολιτιστική υποταγή της. PERSON σχέδια αυτά η Ευρώπη δεν είναι δυνατόν να ακολουθήσει. Μόνο ο κ. Μπλερ, που υποθέτει ότι το τελικό οικονομικό όφελος μιας QUANTITY σχεδόν αναίμακτης θα εξαφανίσει τις σημερινές επιφυλάξεις της βρετανικής κοινής γνώμης, έχει αναλάβει τον επονείδιστο ρόλο ηγέτη μιας ετερόκλητης συμμαχίας με τις ακροδεξιές κυβερνήσεις της PERSON, της PERSON, της Πορτογαλίας και της PERSON. Σε αυτούς οι PERSON πρόσθεσαν τους «πειναλέους» PERSON, Πολωνούς και PERSON που επιζούν μόνο χάρη στην εύνοια της PERSON και του αμερικανικού κεφαλαίου. Και την περασμένη PERSON PERSON διέσπασαν απερίφραστα την ενότητα της Ευρώπης, καταπατώντας όλους τους κανόνες λειτουργίας και τα υφιστάμενα πολιτικά ήθη και προσβάλλοντας βάναυσα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ελληνική προεδρία και τον κ. Σολάνα που έργο του είναι ο χειρισμός του θέματος. Βεβαίως η πλειονότητα των κρατών-μελών πρέπει να συσπειρωθεί γύρω από την GPE και τον γαλλογερμανικό άξονα, που ευτυχώς και τούτη τη φορά λειτούργησε ως θεματοφύλαξ της οντότητας και της αυτοτέλειας της Ευρώπης. Θα πρέπει να δώσει στους «προσκυνημένους» και στα υπερατλαντικά αφεντικά τους ένα καλό μάθημα. Υπάρχουν τα μέσα και οι διαδικασίες για κάτι τέτοιο. Δυστυχώς όμως το πρόβλημα δεν εξαντλείται σε CARDINAL αναφέραμε και ούτε αφορά μόνο την ιρακινή κρίση. Η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο αμερικανικό αμυντικό δόγμα. Και η μονομερής δράση (unilateralism) είναι συστατικό στοιχείο αυτού του δόγματος. Ας παραθέσουμε, περιληπτικά βέβαια, τα χαρακτηριστικά της νέας αυτής εποχής, που προαναγγελλόταν εδώ και καιρό από μερικούς ιδεολόγους πολύ κοντινούς στον κ. Μπους, αλλά απέκτησε ολοκληρωμένη CARDINAL εφαρμοσμένη μορφή μετά την DATE PERSON και στον απόηχό της. CARDINAL. Ο εχθρός, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε πάντα στην ιστορία μέχρι σήμερα, δεν είναι συγκεκριμένος και βεβαίως δεν δρα από δεδομένο εδαφικό χώρο. Ετσι η προσθήκη στον εξωτερικό εχθρό (PERSON) κάποιου «εσωτερικού» εχθρού (π.χ., ντόπιοι κομμουνιστές και συνοδοιπόροι, όπως στην εποχή του GPE) δεν καλύπτει πια τον κίνδυνο εφόσον ο εχθρός δεν δηλώνει την ιδιότητά του αυτή με άμεσο ή έμμεσο τρόπο (π.χ., ο ORG ήταν ένα εύπορο παιδί, που σπούδαζε και ζούσε στη ORG με εντελώς αμερικάνικο τρόπο, χωρίς να προκαλεί υποψίες). Αλλά ούτε μία επιδρομή εναντίον των βάσεων του εχθρού ικανοποιεί. Κατ' αρχήν, γιατί τέτοιες μπορεί να μην υπάρχουν αλλά και αν υπήρχαν GPE γνωστές μετά το χτύπημα και αφού επέλθουν οι συνέπειες. Μια τέτοια επιχείρηση τιμωρεί ίσως τον τρομοκράτη αλλά δεν προστατεύει από την τρομοκρατία. Αν βέβαια η επιδρομή επιτύχει τους στόχους της... Γιατί στο φιάσκο του PERSON οι ΗΠΑ ανέτρεψαν μεν τους PERSON, αλλά για να τους αντικαταστήσουν με τους ανεκδιήγητους πολέμαρχους, που αμέσως τετραπλασίασαν την παραγωγή και τις εξαγωγές της ημικατεργασμένης ηρωίνης, ενώ και ο Μπιν Λάντεν και ο Ομάρ χαίρουν άκρας υγείας και κάπου περιφέρονται στέλνοντας μηνύματα και προετοιμάζοντας «PERSON οίδε τι». 2. Αφού λοιπόν αυτά είναι τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου εχθρού, η αντιμετώπισή του πρέπει να είναι προληπτική (preemptive). Να εξουδετερωθεί προτού προλάβει να δράσει. Για την επιτυχία μιας τέτοιας αντιμετώπισης δύο είναι τα απαραίτητα συστατικά: να υπάρχουν επαρκείς και ασφαλείς πληροφορίες κατ' αρχάς· να μείνει απόλυτα μυστική η στιγμή και ο τρόπος της δράσης ακολούθως. CARDINAL. PERSON θεωρούν ότι οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες είναι ευκαταφρόνητες και γιατί στερούνται σύγχρονων τεχνολογικών μέσων και της αντίστοιχης πρακτικής και γιατί είναι διαβρωμένες ή εν πάση περιπτώσει μπορεί εύκολα να διαβρωθούν. Ακόμη και για τους κολλητούς τους NORP διηγούνται σε κάθε ευκαιρία τις γνωστές ιστορίες περί PRODUCT, Μπάρτζες κτλ. CARDINAL. Ο νέος λοιπόν προληπτικός πόλεμος κατά του αόρατου εχθρού δεν μπορεί να γίνει με προκαταρκτικές συναινέσεις, διαπραγματεύσεις και συμφωνίες σε συλλογικά όργανα ή έστω διμερώς. Ετσι χάνεται η μυστικότητα της προετοιμασίας και η αποτυχία είναι δεδομένη. CARDINAL. Επειδή ο εχθρός δεν έχει συγκεκριμένο έδαφος, η εναντίον του ενέργεια είναι δυνατόν να επιβάλλεται να γίνει σε έδαφος άλλης συμμαχικής ή τρίτης χώρας. PERSON βέβαια ισχύει κατά μείζονα λόγο και για τη φάση της συλλογής πληροφοριών. Η προειδοποίηση όμως των αρχών της χώρας όπου διεξάγονται ή θα διεξαχθούν αυτές οι δραστηριότητες καθιστά επίσης επισφαλή τα αποτελέσματα. PERSON διεκδικούν το δικαίωμα να δρουν οι μυστικές τους υπηρεσίες παντού στον DATE, ανεμπόδιστα, και ίσως να γίνονται ανεκτές και περιορισμένου χαρακτήρα αιφνιδιαστικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, σαν αυτήν που διεξάγουν, για παράδειγμα, στις ORG. CARDINAL. ORG, οι PERSON επιθυμούν και μέχρις ενός σημείου απαιτούν οι ενέργειές τους αυτές να γίνονται δεκτές και να επικυρώνονται εκ των υστέρων από τους συμμάχους τους PERSON. Η χρησιμότητα μιας τέτοιας συμπόρευσης αφορά αποκλειστικά τη διαμόρφωση μιας θετικής ή έστω ανεκτικής κοινής γνώμης στις ίδιες τις ΗΠΑ. Οσο και αν σε γενικές γραμμές ο μέσος NORP τείνει να αδιαφορήσει για την άποψη των ξένων, όντας πεπεισμένος ότι έχει δίκιο και ιδίως μετά την DATE PERSON ότι υπερασπίζεται όχι μόνο την ορθή τάξη πραγμάτων παγκοσμίως αλλά ιδιαίτερα την ασφάλεια της ίδιας της οικογένειάς του, οι εντυπώσεις από τη στάση των άλλων ανεπτυγμένων χωρών, ιδίως της Ευρώπης, υπάρχουν και παίζουν κάποιο ρόλο. Αυτό είναι το νέο αμερικανικό αμυντικό δόγμα που έχει αρχίσει να εκφράζει και να εφαρμόζει ο πρόεδρος Μπους με την ομόθυμη υποστήριξη του ORG. GPE για μια ιστορική παλινδρόμηση κολοσσιαίων διαστάσεων που μας οδηγεί σε έναν πραγματικό PERSON σε ό,τι αφορά τις διεθνείς σχέσεις. Η επιλογή είναι απλή: «υποταγή ή απομόνωση». Ο κ. Μπλερ και η παρέα του έκαναν στο NORP το πρώτο βήμα και δήλωσαν υποταγή. Την Τετάρτη DATE η κοινή εξωτερική πολιτική και η προοπτική κοινής άμυνας έπαψε να υπάρχει. Η ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης είναι τεράστια γιατί πέρα από την εθνική στρατηγική οφείλει να χαράξει μια στρατηγική για την Ευρώπη. Σε αυτή την προσπάθειά της είναι ανάγκη να έχει τη βοήθεια όλου του πολιτικού κόσμου. Μικροπολιτικές αντιπολιτευτικές σκοπιμότητες και μεμψιμοιρίες δεν χωρούν. Πρέπει όμως και η ίδια η κυβέρνηση να δείξει ότι επιθυμεί και μπορεί να αξιοποιήσει αυτή τη συμπαράσταση. Να εγκαταλείψει τη σημερινή πολιτική αυτάρεσκης και αλαζονικής απομόνωσης. Να συγκαλέσει άμεσα υπό τον κ. ORG της Δημοκρατίας το ORG. Και να επιστρατεύσει όλους όσοι μπορούν να βοηθήσουν. Γιατί σε τέτοιες στιγμές διακυβεύονται ύψιστα εθνικά συμφέροντα. Πολιτικοί ηγέτες είναι αυτοί που μπορούν σε τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις να αρθούν πάνω από τις μικροψυχίες, τις προκαταλήψεις και την αδράνεια της συνηθισμένης πολιτικής ρουτίνας.",False "Microscópica económica Sucedió que la crisis económica de siempre entró en crisis de coyuntura. El peso se devaluó, perdió fuerza y contorno, y se hizo tan pequeño que costó trabajo encontrarlo en los bolsillos de los ciudadanos. “El problema no es de circulante sino de percepción”, dijo el PERSON, que había estudiado en grandes universidades del extranjero: “PERSON hay, pero nos hace falta verlo mejor”. Para combatir la progresiva disminución de la moneda, se lanzó un Plan Global de Desarrollo cuya primera acción fue dotar de lentes de aumento a compradores y vendedores. De acuerdo con los ojos de cada quien, se repartieron lentes sencillos o bifocales, monóculos de fondo de botella, lupas de diversos grosores y telescopios selectivos. Como el peso siguió siendo esquivo, hubo que pedir créditos PERSON para adquirir lupas más poderosas. Los cajeros del país dispusieron de hasta siete juegos de lentillas para vislumbrar los pesos. Los inconformes que nunca faltan criticaron el Plan, pero el Secretario fue implacable: si el peso no aparecía con la constancia debida, no era por la política económica, sino porque no se aplicaba con suficiente rigor. Se decidió entonces pasar a la fase microscópica de la percepción monetaria. En cada cajero automático se instaló un microscopio capaz de agrandar la más reticente bacteria. Fue menester pedir nuevos créditos para pagar este recurso de modernidad. Mientras la deuda crecía, los salarios se parecían cada vez más a las limosnas y las limosnas al aire en el que vuelan corpúsculos de luz. ORG informó que el Plan no fallaba: el peso se volvía transparente por falta de participación ciudadana. Durante décadas, el pueblo no había hecho otra cosa que pedir. PERSON como a una nodriza que alimenta a menesterosos que ni siquiera conoce: “No se puede recibir sin dar algo a cambio”. El problema no estaba en las lupas sino en los ojos. En consecuencia, se lanzó la campaña gratuita de revisión oftálmica. ORG subsidió extracciones de catarata e implantes de cristalinos. Doscientos médicos llegaron de Cuba a cambio de petróleo. PERSON uno operaba doce ojos al día. ORG juzgó la medida muy adecuada, y concedió nuevos créditos para pagar los intereses de la deuda anterior. La vista del país mejoró tanto que la realidad desmereció un poco. Hubo que restaurar los murales ORG y PERSON para que recuperaran su original colorido. Sin embargo, aunque todo se veía con más nitidez, el peso conservaba su fugitiva silueta. La gente se arañaba los bolsillos en busca de una migaja que quizá fuera un centavo. ORG apareció en televisión y mostró lo sanas que estaban las estadísticas. Nunca la balanza de pagos se había visto mejor. La macroeconomía era un cielo despejado. Había que tener paciencia para que el orden conquistado en las alturas bajara a las carteras comunes. La gente abrió sus monederos en espera de un óbolo, pero las pequeñas bocas de tela se quedaron sin tragar otra cosa que polvo. Comenzaba a hablarse de la extinción del peso cuando el PERSON fue nombrado presidente PERSON. Se trataba de un honor tan alto para GPE que una parte de la reserva estratégica fue destinada a pagar tres días de fiesta nacional. En su discurso de toma de posesión, el nuevo encargado del ORG habló de la disciplina necesaria para abrir los ojos: “En la economía moderna no hay carencias: sólo hay problemas de vista”. Luego hizo una ingeniosa referencia al águila del escudo nacional, mascota de la buena vista. México fue el primer país beneficiado con el “WORK_OF_ART 20/20” en busca de una visión perfecta. PERSON privilegio de un nuevo endeudamiento, el Plan Global de Desarrollo entró en su fase atómica. GPE el momento de hacer ajustes, con valentía mexicana. Los microscopios apenas localizaban pesos en los cajeros. Se necesitaba un instrumental a la altura de los tiempos. ORG concedió un crédito puente para que ORG fabricara lentes ad hoc. ¿Sería posible distinguir pesos con el nuevo artilugio? Los desconfiados de siempre fueron maltratados por el PERSON, inflexible en materia económica: “Los estrábicos no entienden la realidad”. A partir de esa declaración, relegó a todo sus adversarios al deficiente bloque del estrabismo económico. Antes de que se estrenara el primer microscopio atómico de interés monetario, el presidente del ORG descubrió que ya no tenía pecas en el dorso de la mano. PERSON vista a su reloj de cuarzo y no pudo distinguir los números. PERSON mismo le pasó con el encabezado del periódico, que había leído minutos antes y hablaba maravillas de la macroeconomía mexicana. El mundo estaba fuera de foco. Fue atendido en la ORG por un oftalmólogo cubano. De tanto buscar el lente ideal, su nervio óptico había sufrido una crisis: a veces veía de más, a veces de menos. Podía precisar lo invisible y borrar lo evidente. Había adquirido una visión macroeconómica perfecta. Por desgracia, se tropezaba con todos los muebles. Renunció a su cargo con la más absoluta discreción. Poco después, la política económica de México cambió de rumbo. Los microscopios atómicos no llegaron a instalarse, pero hubo que pedir créditos para pagar las inversiones que ya se habían hecho. Por las tardes, el antiguo gurú PERSON, sale a pasear en compañía de un perro lazarillo. PERSON los labios como si sumara y restara los números que agobian su imaginación. Mientras tanto, el perro husmea la tierra, clasifica los desperdicios y a veces percibe un aroma acerado que no logra entender, el precario olor de una moneda. ","PERSON cuento PERSON todos los cuentos que he escrito pertenecen al género llamado fantástico por falta de mejor nombre, y se oponen a ese falso realismo que consiste en creer que todas las cosas pueden describirse y explicarse como lo daba por sentado el optimismo filosófico y científico del siglo XVIII, es decir, dentro de un mundo regido más o menos armoniosamente por un sistema de leyes, de principios, de relaciones de causa y efecto, de psicologías definidas, de geografía bien cartografiadas. En mi caso, la sospecha de otro orden más secreto y menos comunicable, y el fecundo descubrimiento de PERSON, para quien el verdadero estudio de la realidad no residía en las leyes sino en las excepciones a DATE leyes, han sido algunos de los principios orientadores de mi búsqueda personal de una literatura al margen de todo realismo demasiado ingenuo. Por eso, si en las ideas que siguen encuentran ustedes una predilección por todo lo que en el cuento es excepcional, trátese de los temas o incluso de las formas expresivas, creo que esta presentación de mi propia manera de entender el mundo explicará mi toma de posesión y mi enfoque del problema. En último extremo podrá decirse que solo he hablado del cuento tal y como yo lo practico. Y sin embargo, no creo que sea así. NORP la certidumbre de que existen ciertas constantes, ciertos valores que se aplican a todos los cuentos, fantásticos o realistas, dramáticos o humorísticos. Y pienso que tal vez sea posible mostrar aquí esos elementos invariables que dan a un buen cuento su atmósfera peculiar y su calidad de obra de arte. La oportunidad de cambiar ideas acerca del cuento me interesa por diversas razones. Vivo en un país -Francia- donde este género tiene poca vigencia, aunque en los últimos años se nota entre escritores y lectores un interés creciente por esa forma de expresión. De todos modos, mientras los críticos siguen acumulando teorías y manteniendo enconadas polémicas acerca de la novela, casi nadie se interesa por la problemática del cuento. Vivir como cuentista en un país donde esta forma expresiva es un producto casi exótico, obliga forzosamente a buscar en otras literaturas el alimento que allí falta. Poco a poco, en sus textos originales o mediante traducciones, uno va acumulando casi rencorosamente una enorme cantidad de cuentos del pasado y del presente, y llega el día en que puede hacer un balance, intentar una aproximación valorativa a ese género de tan difícil definición, tan huidizo en sus múltiples y antagónicos aspectos, y en última instancia tan secreto y replegado en sí mismo, caracol del lenguaje, hermano misterioso de la poesía en otra dimensión del tiempo literario. Pero además de ese alto en el camino que todo escritor debe hacer en algún momento de su labor, hablar del cuento tiene un interés especial para nosotros, puesto que casi todos los países americanos de lengua española le están dando al cuento una importancia excepcional, que jamás había tenido en otros países latinos como Francia o España. PERSON, como es natural en las literaturas jóvenes, la creación espontánea precede casi siempre al examen crítico, y está bien que así sea. Nadie puede pretender que los cuentos sólo deban escribirse luego de conocer sus leyes. En primer lugar, no hay tales leyes; a lo sumo cabe hablar de puntos de vista, de ciertas constantes que dan una estructura a ese género tan poco incasillable; en segundo lugar los teóricos y los críticos no tienen por qué ser los cuentistas mismos, y es natural que aquellos sólo entren en escena cuando exista ya un acervo, un acopio de literatura que permita indagar y esclarecer su desarrollo y sus cualidades. En América, tanto en GPE como en GPE o GPE o GPE, una gran cantidad de cuentistas trabaja desde comienzos de siglo, sin conocerse entre sí, descubriéndose a veces de manera casi póstuma. Frente a ese panorama sin coherencia suficiente, en el que pocos conocen a fondo la labor de los demás, creo que es útil hablar del cuento por encima de las particularidades nacionales e internacionales, porque es un género que entre nosotros tiene una importancia y una vitalidad que crecen de día en día. Alguna vez se harán las antologías definitivas -como las hacen los países anglosajones, por ejemplo- y se sabrá hasta dónde hemos sido capaces de llegar. Por el momento no me parece inútil hablar del cuento en abstracto, como género literario. Si nos hacemos una idea convincente de esa forma de expresión literaria, ella podrá contribuir a establecer una escala de valores para esa antología ideal que está por hacerse. Hay demasiada confusión, demasiados malentendidos en este terreno. Mientras los cuentistas siguen adelante su tarea, ya es tiempo de hablar de esa tarea en sí misma, al margen de las personas y de las nacionalidades. Es preciso llegar a tener una idea viva de lo que es el cuento, y eso es siempre difícil en la medida en que las ideas tienden a lo abstracto, a desvitalizar su contenido, mientras que a su vez la vida rechaza angustiada ese lazo que quiere echarle la conceptualización para fijarla y categorizarla. Pero si no tenemos una idea viva de lo que es el cuento habremos perdido el tiempo, porque un cuento, en última instancia, se mueve en ese plano del hombre donde la vida y la expresión escrita de esa vida libran una batalla fraternal, si se me permite el término; y el resultado de esa batalla es el cuento mismo, una síntesis viviente a la vez que una vida sintetizada, algo así como un temblor de agua dentro de un cristal, una fugacidad en una permanencia. Sólo con imágenes se puede trasmitir esa alquimia secreta que explica la profunda resonancia que un gran cuento tiene entre nosotros, y que explica también por qué hay muchos cuentos verdaderamente grandes. Para entender el carácter peculiar del cuento se le suele comparar con la novela, género mucho más popular y sobre el cual abundan las preceptivas. Se señala, por ejemplo, que la novela se desarrolla en el papel, y por lo tanto en el tiempo de la lectura, sin otro límite que el agotamiento de la materia novelada; por su parte, el cuento parte PERSON, y en primer término de límite físico, al punto que en Francia, cuando un cuento excede las veinte páginas, toma ya el nombre de nouvelle, género a caballo entre el cuento y la novela propiamente dicha. En ese sentido, la novela y el cuento se dejan comparar analógicamente con el cine y la fotografía, en la medida en que una película es en principio un ""orden abierto"", novelesco, mientras que una fotografía lograda presupone una ceñida limitación previa, impuesta en parte por el reducido campo que abarca la cámara y por la forma en que el fotógrafo utiliza estéticamente esa limitación. ",False "Razones para la esperanza 2 de noviembre de 2012 Los mexicanos solemos debatirnos entre la ilusión y el fatalismo. En este siglo ORG, desde la prospectiva neoliberal de nuestra economía, el país aparece enfilado hacia un futuro promisorio, mientras que en la perspectiva de los críticos de nuestra realidad social las cosas PERSON en peor. Aunque yo validaría elementos de ambas apreciaciones, francamente encuentro más motivos para preocuparme por la segunda que para entusiasmarme con la primera. Cierto, soy de los que asumen que hoy por hoy un optimista es un pesimista mal informado, pero más allá de sesgos estoy persuadido de que la salud macroeconómica no llega a las entrañas del país. Las dos principales enfermedades históricas de México son la corrupción y la desigualdad, y en ninguna de ellas observo mejoría. Me resulta imposible pensar que saldremos del subdesarrollo sin extirpar esos dos tumores o al menos detener su metástasis. Con todo, tengo razones para la esperanza. Soy pesimista, no fatalista, porque creo que tenemos remedio. Si los mexicanos hemos echado a perder a GPE, y si hay mexicanos capaces de recomponerlo, entonces la redención es posible. Me refiero a la sociedad civil, en la que le tengo más fe que en la partidocracia. Existen personas y organizaciones con espíritu justiciero en el más amplio sentido de la palabra que trabajan admirablemente para redimir a GPE. Pienso en centros de derechos humanos como el PERSON los jesuitas, que acaba de sacar a un inocente más de la cárcel, o el PERSON, y en movimientos como el PERSON que busca hacer visible el sufrimiento de las víctimas de la violencia y revertir el envilecimiento del tejido social. Y pienso en el Obispo Raúl Vera y su voz a favor de quienes no la tienen, en el Padre Solalinde, en las mujeres PERSON y en otros que se dedican a proteger a los desprotegidos. Pienso sobre todo en los miles de mexicanos que se levantan todos los días con la determinación de vivir honradamente. En este país donde están dadas las condiciones para que sea muy fácil corromperse y muy difícil apegarse cabalmente a la legalidad y a la honestidad, deberíamos erigir un monumento al ciudadano íntegro. Es mucho más meritorio ser legal y honesto en México que en PERSON o en PERSON. Allá conviene cumplir la ley, porque está hecha para cumplirse y porque los que la violan pagan un precio muy alto; acá la distancia entre norma y realidad y la impunidad hacen rentable la corrupción en todas sus manifestaciones, y quienes la rechazan nadan contra la corriente al grado de que sus vidas llegan a ser apostolados. Por eso es tan esperanzador conocer mexicanos probos: el comerciante que vende kilos de mil gramos, el taxista que devuelve la cartera olvidada, el maestro que se entrega a la buena enseñanza, el policía que no pide mordida, el burócrata que busca ayudar sin que lo “ayuden”, y no se diga el político que de veras quiere servir a los demás. Cuando encuentro gente así me convenzo de que no todo está perdido. Y es que, si cambiamos los incentivos perversos que hay en nuestra legislación y contrarrestamos la mentalidad que se ha arraigado durante tanto tiempo de ignorar a la ley como referente, podemos forjar la cultura de la legalidad que tanta falta nos hace. Y si comprendemos que combatir la desigualdad y la pobreza es tanto un imperativo moral como un asunto de paz social, dejaremos de impulsar la agenda de la plutocracia que desvirtúa la democracia representativa. Aunque limitados, existen espacios mediáticos que difunden ese análisis crítico, como el programa ORG. Y ahí están las redes sociales. El germen del cambio reside en la sociedad, especialmente en la juventud, esa que despertó en el 11-MM. Los vicios idiosincráticos PERSON, por desgracia, no se agotan en esas dos enfermedades. Otros de nuestros males son nuestra proverbial desconfianza, la costumbre de no confiar ni en nosotros mismos, y la manía de desperdiciar nuestra creatividad en la adaptación de imitaciones extralógicas. Y de ese contexto extraigo más razones para la esperanza. Razones que algunos juzgan “frívolas”, como nuestra medalla de oro en futbol en los ORG, ganada por representantes de una nueva generación que se sabe capaz de asaltar las alturas y que no se achica ante los rivales poderosos. Y razones “serias”, como el éxito de mexicanos que están poniendo en alto el nombre de nuestra cultura en el mundo. Por falta de espacio me limito a mencionar a los primeros que me vienen a la mente: PERSON en la novela, PERSON en la pintura, PERSON en el teatro, PERSON en la cocina y PERSON en la trova. Y si voy más atrás, agrego a algunos de los que han impregnado de originalidad a sus disciplinas, académicos del calibre de Diego Valadés, PERSON, PERSON o Josefina PERSON. Y qué decir de Gabriel Zaid. Si, como sostengo, para redimirnos debemos abrazar el filoneísmo, he aquí unos cuantos ejemplos de que podemos hacerlo. ¿Cómo no vamos a tener solución, carambas?   ","ORG, la política y la politequería Viernes, TIME Siempre he dicho que el lector tiene derecho a conocer los aspectos de la hoja de vida de un articulista que pueden sesgar su análisis. Por eso, aunque se escandalicen los jacobinos, empiezo por manifestar lo siguiente: CARDINAL) mi padre, filósofo cristiano de fe pétrea y honda erudición, me enseñó en mi infancia y adolescencia a ser católico más allá del ritual; CARDINAL) la vida me hizo agnóstico en mi juventud y la misma vida me devolvió la religiosidad en mi madurez; CARDINAL) hoy profeso un catolicismo heterodoxo y crítico y me identifico con la corriente que sostiene que el cristianismo implica un gran compromiso social, esa en la que ubico a los jesuitas y a laicos mexicanos como PERSON. Aclaradas las cosas, procedo a ofrecer mi opinión sobre la renuncia del Papa. GPE, como toda organización formada por seres humanos y dotada de poder terrenal, es receptáculo de corrupción. Los escándalos de abusos sexuales y de encubrimiento a los curas que los cometieron son sólo el capítulo más reciente en el libro de los hombres —y uso la palabra deliberadamente en su connotación de género— que traicionan a Dios. PERSON electo en los momentos en que se destapaba la cloaca de la pederastia clerical, a la que se había asomado como prefecto de la Congregación para la PERSON. Pese a que desde el inicio de su PERSON castigó a uno de los principales símbolos de ese abominable vicio e intervino a la Orden que fundó, la Legión de Cristo, ahora se le acusa de lenidad. Me parece injusto. Es verdad que las acciones PERSON fueron insuficientes, pero nadie puede regatearle el mérito de haber reconocido públicamente esos errores y haber tomado medidas correctivas que afectaron a grupos poderosos. En cualquier pirámide organizacional hay intereses creados que a lo largo del tiempo generan mecanismos de autoprotección. ORG no es la excepción: la resistencia al cambio de una parte de sus miembros es obvia. Ratzinger dista mucho de ser un progresista que atente contra la ortodoxia, pero sí ha puesto en guardia a aquellos que no aceptan perder privilegios y sujetarse a la rendición de cuentas. Coincido con lo escrito hace un par de años por ORG en Nexos: se trata de un teólogo conservador, inquisidor si se quiere, pero no de un hombre deshonesto. Las referencias que como ORG hizo a la “suciedad PERSON” y las críticas que como PERSON le enderezó a la jerarquía eclesiástica en relación a sus “desviaciones” y a su “hipocresía” provocaron irritación en el establishment del ORG, y todo indica que la filtración de documentos a la prensa fue un síntoma de ello. He aquí el meollo del asunto: en su lucha contra la inmoralidad, PERSON se enfrentó a personas que tienen menos escrúpulos y más artimañas que él. Y es que en cierto modo ha sido, como citó PERSON en estas páginas, “un Papa rodeado por lobos”. Por eso creo que su dimisión presupone el reconocimiento del enorme desgaste sufrido por un brillante intelectual que probablemente carece de la astucia y del estómago para derrotar a esos “lobos”. Estoy convencido de que la Iglesia, sobre todo en tiempos de crisis, necesita un Papa profundamente espiritual y al mismo tiempo extraordinariamente sagaz. Su trabajo no es únicamente teológico y pastoral, es también político en el mejor sentido de la palabra: adquirir y ejercer el poder para contrarrestar la politiquería y hacer el bien. Dicho sea de paso, esas encarnaciones de un alma de apóstol y una mente de ajedrecista son las que subliman la historia. Muy pocos logran esa simbiosis, ciertamente, porque lo más fácil es optar por los extremos: o mantenerse impoluto viendo los toros desde la barrera o meterse a torear sin más artes que la marrullería. Pero ahí están notabilísimas excepciones como ORG, PERSON o Mandela, líderes que lograron compaginar ética y pragmatismo, idealismo y eficacia. GPE quienes ven en la Iglesia católica sólo a Marcial Maciel y a los GPE. Yo no cierro los ojos ante ese tipo de personajes, pero igual los abro ante GPE y PERSON. Hago votos por que el sucesor PERSON tenga el propósito de iniciar el aggiornamento que el catolicismo necesita en temas como la anticoncepción, la ordenación de mujeres y la opcionalidad del celibato, pero si eso es mucho pedir espero que al menos comparta con su predecesor la voluntad de limpiar la estructura burocrática que a menudo desvirtúa su misión, y que posea además la capacidad para imponerse sobre quienes se encargan de obstaculizarla. Son menos los corruptos que la gente buena —sacerdotes, monjas, misioneros y millones de creyentes que depositan su confianza en quien ha de ser su guía. Con perspicacia, con habilidad, el próximo Papa podría crear las condiciones para expulsar del templo a los mercaderes disfrazados de clérigos que se empeñan en solazarse en las perversiones del materialismo. Sólo así dejarán de reverberar entre nosotros las palabras del PERSON: me gusta su PERSON pero no me gustan ustedes los cristianos. ",True "Ο Thrope, βασικός «πρωταγωνιστής» της μοντέρνας όπερας του PERSON αντικείμενα που αντιπροσωπεύουν τον κόσμο», ανακοινώνει στην αρχή του πολυεπίπεδου αυτού θεάματος ότι «τώρα που η ORG γιορτάζει τα δύο χιλιάδες χρόνια από τη γέννηση του Χριστού» καλό θα ήταν να προχωρούσαμε σε μια συστηματική απογραφή των επιτευγμάτων της. Να φτιάξουμε δηλαδή έναν κατάλογο «όσων κατόρθωσε ο Ανθρωπος και όσων δημιούργησε η Φύση, για να φανούν όλα αυτά που πραγματοποιήθηκαν ως τώρα». Οπως πληροφορούμαστε από τις εξαγγελίες του FAC, από τον κατάλογο αυτόν δεν έχει εξαιρεθεί τίποτε. «PERSON πάντα αναπαραστήθηκαν. Ολα όσα είναι ζωντανά και όλα CARDINAL είναι νεκρά. Κάθε υλικό και κάθε τεχνική. PERSON επιστήμη, κάθε ιδέα, κάθε διδασκαλία, έννοια, ψευδαίσθηση, κάθε τύπος, όπως και κάθε τύπος του κάθε τύπου». Σύμφωνα με το πνεύμα του υποχθόνιου PRODUCT ­ το οποίο φαίνεται να εκφράζει, τουλάχιστον μερικώς, την κριτική σκέψη του ίδιου του PERSON, η συστηματική αυτή απογραφή έχει στόχο «να ξαναφτιάξουμε τον κόσμο και όλα όσα αυτός περιλαμβάνει». PERSON βέβαια «πρόσωπα» ­ χωρίς να είναι κατ' ανάγκην και πρωταγωνιστές ­ σε αυτό το σενάριο της πανηγυρικής αρχής της νέας πορείας της ανθρωπότητας είναι ο Θεός, ο Αδάμ, η Εύα και το Φίδι. Αν ο Diderot ήταν σε θέση να παρακολουθήσει ­ και προπάντων να κατανοήσει ­ «την prop-όπερα» του GPE, σίγουρα θα σκεφτόταν ότι οι προσδοκίες του ORG ή υπήρξαν μια καθαρή ουτοπία ή τράβηξαν λανθασμένο δρόμο. Η γενεαλογία της ανθρώπινης γνώσης που με τόσο ζήλο επιχείρησε να θεμελιώσει στην Εγκυκλοπαίδειά του καταλήγει, διακόσια και πλέον χρόνια μετά, σε πολυθέαμα «αδυσώπητης φαιδρότητας», αριστοτεχνικά εμψυχωμένο από το χιούμορ ενός δαιμόνιου PERSON. ORG ο Greenaway φαίνεται να απαντά στον φωτισμένο εμπνευστή του «PERSON των επιστημών, των τεχνών και των επιτηδευμάτων» ότι κάθε απόπειρα ορθολογικής κατάταξης (και αναπαράστασης) της γνώσης είναι αμφίβολη, εφήμερη και σε τελευταία ανάλυση άχρηστη, αφού τα πάντα καθορίζονται από την τύχη, το μοιραίο και κυρίως από τα ανθρώπινα λάθη. Βέβαια το μοιραίο στις βραχυπρόθεσμες εκδοχές του μπορεί να προβλεφθεί, αλλά και αυτό καταντά ανώφελο, μια και η ανθρωπότητα βαδίζει στην τελική καταστροφή της, συσσωρεύοντας πληροφορίες και γνώσεις που δεν της χρησιμεύουν σε τίποτε. Τα CARDINALαντικείμενα» που επέλεξε ο άγγλος σκηνοθέτης (και εικαστικός δημιουργός) για να αντιπροσωπεύσουν τον κυρίαρχο δυτικό πολιτισμό των τελευταίων χιλίων χρόνων έχουν τόση σχέση μεταξύ τους όση θα είχαν και τα κομμάτια ενός puzzle που συναρμολογούνται με αναρίθμητα διαφορετικούς τρόπους και χωρίς καμία προκαθορισμένη λογική. Τι θα μπορούσε άραγε να συνδέσει την «τυχαία» προγραμματισμένη συνύπαρξη του πανωφοριού του Freud με ένα ουράνιο τόξο, μια μπανιέρα, ένα πληκτρολόγιο και μια αγχόνη; Ποια λογική θα μπορούσε να επινοηθεί για να δικαιολογήσει τη συνάντηση μέσα στον ίδιο χώρο ­ μέσα στο νεοσύστατο αυτό theatrum mundi ­ ενός αρχαιόπτερου, μιας ομπρέλας και ενός «αντικειμένου» με ξεκούρδιστη αλλά υποβλητική φωνή που επιχειρεί να μας διαβεβαιώσει ότι... είναι ο Θεός; GPE για ένα φαουστικό γρίφο με μακιαβελικές προεκτάσεις ή μήπως η όπερα του GPE (εμπλουτισμένη με ηχητικά εφέ και πολλαπλές προβολές) είναι πάνω απ' όλα μια ενδιαφέρουσα έρευνα πάνω στις σύνθετες και ακόμη ανεκτίμητες δυνατότητες της σύγχρονης αισθητικής; NORP γνώστης της παράδοσης αλλά και της μοντέρνας γραφής, ο άγγλος σκηνοθέτης φαίνεται να αναζητά νέα προοπτική στην ποιητική των «αιφνιδιαστικών συζεύξεων» που εγκαινίασε ο ORG εικονοποιώντας τον κόσμο μας, όχι με εκατό, αλλά με τρία μόνο αντικείμενα: με ένα αλεξίβροχο και μια ραπτομηχανή που κατά τύχη συνευρίσκονται πάνω σε ένα ανατομικό τραπέζι. Η πείρα του ORG από τον κινηματογράφο και από την προηγούμενη θητεία του στη ζωγραφική τον βοήθησε να αξιοποιήσει τις δύο αντιπροσωπευτικές τεχνικές του 20ού αιώνα, το κολάζ και το μοντάζ, ως εργαλεία έκφρασης μιας αισθητικής σκέψης που υπονομεύει τα πάντα ­ τόσο τις χαμένες όσο και τις πρόσφατα επινοημένες αξίες του πολιτισμού μας ­ χωρίς ποτέ να χάνει το χιούμορ και την αυτοκυριαρχία της. Για τον GPE, η τεχνική της σύζευξης ανόμοιων πραγμάτων δεν υποβάλλεται από την ανάγκη μιας «δραματικής» διεξόδου στον χώρο του αφύσικου και του ονειρικού. PERSON ζωγραφικά κολάζ του ­ προσχέδια ως επί το πλείστον για σκηνές ή μελέτες χώρου για τις ταινίες του ­ αλλά και τα ίδια τα κινηματογραφικά έργα του δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με τις φαντασιακές και ιδεολογικές δομές της σουρεαλιστικής σύνθεσης. Στις δικές του δημιουργίες, η «ονειρική κατάσταση» δεν αντιστρατεύεται την πιεστική κοινωνική πραγματικότητα προτείνοντας ως αντίδοτο τη στράτευση στην ηθική του ανορθόλογου και παραλόγου. PERSON ότι για τον GPE αφύσικες και ανορθόδοξες είναι μόνο οι «εκλογικευμένες» σχέσεις που ο άνθρωπος διαμόρφωσε με τα πράγματα και με τον κόσμο που τον περιβάλλει. Με αυτή την έννοια, η μόνη διέξοδος που μπορεί να υπάρξει για τον σύγχρονο δημιουργό ­ ο οποίος δεν μπορεί πλέον να εκφραστεί ως κοινωνικός κινηματίας ­ είναι η αποκάλυψη αυτής της χρησιμοθηρικά οργανωμένης συλλογικής αυταπάτης. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο το ότι στην όπερά του ­ που θα μπορούσε να τη δει κανείς και ως μια φαντασμαγορική προβολή των εκατό «αντικειμένων» της ανθρώπινης ψευδαίσθησης ­ η σύγχρονη τεχνολογία συνυπάρχει αλλά και ορίζεται από τον κλασικό προοπτικό χώρο της DATE. Μια διαφανής αυλαία με πέντε κάθετες στήλες οι οποίες περιέχουν τα εκατό «αντικείμενα» που αντιπροσωπεύουν τον CARDINAL, χωρίζει τον θεατή - παρατηρητή από το «θέαμα», δηλαδή από το ιστορικό της πορείας του πολιτισμού μας εδώ και δέκα περίπου αιώνες. Αδάμ και Εύα, «ήλιος» και «πάγος» Οπως εξηγεί ο ίδιος ο GPE, «η σκηνική κατασκευή της όπερας πρέπει να είναι τέτοια ώστε το κοινό να μπορεί να παρακολουθεί από πολύ κοντά, ενώ το ηχογραφημένο μουσικό θέαμα να συνοδεύει τα δρώμενα. «Τα CARDINAL αντικείμενα» θα πρέπει να παρουσιάζονται με αφηγηματική συνέχεια, την οποία θα οργανώνει και θα συντονίζει ο FAC, ο μισάνθρωπος, ο οποίος θα εξιστορεί τον υποκειμενικό κατάλογο των «εκατό επιλεγμένων αντικειμένων» μέσα από την παρουσία και τις αντιδράσεις του Αδάμ και της Εύας... Σκοπός του LOC είναι να διδάξει σε αυτά τα δύο αθώα πλάσματα ό,τι έχει πραγματοποιήσει στη Γη το ανθρώπινο είδος την τελευταία χιλιετία». Αξίζει να σημειωθεί ότι η φωνή του δαιμόνιου LOC είναι επεξεργασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να υποδύεται ανάλογα με τις περιστάσεις ­ δηλαδή ανάλογα με τις εξελικτικές φάσεις του πολιτισμού μας ­ τη φωνή των μεγάλων πνευματικών οδηγών της ανθρωπότητας: του δάσκαλου-μύστη, του παθιασμένου ιεροκήρυκα, του πεφωτισμένου λόγιου, του σοφιστή, του κοινωνικού ιδεολόγου και του κάθε είδους αγύρτη. Στην αρχή ο Αδάμ και η Εύα μένουν βουβοί, αθώοι και γυμνοί, αλλά στη συνέχεια απαιτούν να ντυθούν, εξοικειώνονται με τις απαγορεύσεις και τις σεξουαλικές αναστολές, ενώ ταυτόχρονα προβάλλουν απαιτήσεις όλο και πιο παράλογες ώσπου προκαλούν οι ίδιοι τον αφανισμό τους. Το πρώτο αντικείμενο της όπερας είναι ο «ήλιος» και το τελευταίο ο «πάγος», σχολιαζόμενος «εγκυκλοπαιδικά» ως ακινησία, τέλος του ήλιου και οικουμενικός θάνατος. Η αφήγηση τελικά στηρίζεται λιγότερο στους αρχέτυπους πρωταγωνιστές της σκηνής του κόσμου και πολύ περισσότερο στα ίδια τα «αντικείμενα». Εξάλλου, όλα σε αυτόν τον νέο και πολλά υποσχόμενο CARDINAL που βλέπει προς τον DATE αιώνα έχουν μεταβληθεί σε αντικείμενα πληροφόρησης, όπως όλα οφείλουν να ταυτιστούν επακριβώς με την αληθοπρεπή εικόνα τους. Ετσι, σύμφωνα με τις οδηγίες του σκηνοθέτη, όταν αναγγέλλεται «φωτιά» θα πρέπει να υπάρχουν φλόγες· όταν αναγγέλλεται «χιόνι» θα χιονίζει· όταν θα μπει στη σκηνή το αντικείμενο που ονομάζεται WORK_OF_ART, τότε ο Θεός θα είναι ακριβώς όπως είναι ο Θεός. Ο όρος «επιστημολογικός μηδενισμός», που αποδίδεται στο έργο του ORG από τον PERSON (βλ. κατάλογο της όπερας από το CARDINAL PERSON 'CARDINAL), μου φαίνεται αρκετά περιοριστικός, γιατί υποτάσσει τις προθέσεις του δημιουργού τόσο στο πνεύμα της επιστημολογίας όσο και στη δεδομένη ηθική στάση ενός μηδενιστή. Ο Greenaway όμως αποδεικνύεται πιο πονηρός και πιο ευέλικτος από τους όρους με τους οποίους τον συνδέουν. PERSON με επιστημονική σχολαστικότητα όχι τη γενεαλογία της ανθρώπινης γνώσης, αλλά τη γενεαλογία της ανθρώπινης αυταπάτης γύρω από τη γνώση. Αναπαριστά όχι βέβαια τα ίδια τα αντικείμενα, αλλά την επιθυμία μας να κυριαρχήσουμε αντλώντας δύναμη από χειραγωγημένα είδωλα. Με λίγα λόγια, ο GPE παρωδεί την «ORG μιας ψευδαίσθησης» χρησιμοποιώντας ως εργαλείο τους ίδιους τους μηχανισμούς της. Η παράλληλη έκθεση ζωγραφικών έργων του, που πραγματοποιήθηκε στο PERSON GPE Τέχνης, είχε ως γενικό τίτλο: If only film could do the same (Αν ο κινηματογράφος μπορούσε να επιτύχει κάτι τέτοιο). Φαίνεται όμως ότι ο κινηματογράφος μπόρεσε να επιτύχει «κάτι τέτοιο» ή κάτι ανάλογο, αλλιώς ο GPE θα είχε περιοριστεί στα λιτά εκφραστικά μέσα της ζωγραφικής. Οπως έμμεσα ομολογεί και ο ίδιος, η εποχή κατά την οποία η σιωπή των εικόνων στήριζε από μόνη της την αφήγηση, τη σκηνοθεσία, αλλά και τις οποιεσδήποτε απαιτήσεις του «σεναρίου», έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.","Ο αμερικανός φιλόσοφος και κριτικός τέχνης ORG ­ τα βιβλία του οποίου σχολιάζονται πολύ τώρα τελευταία και στην Ευρώπη ­ σημειώνει σε μελέτη του που φέρει τον τίτλο PERSON το τέλος της GPE (ORG, DATE): «Αν υποθέσουμε ότι σε δέκα από σήμερα χρόνια επισκεπτόμαστε μερικές από τις πιο γνωστές PERSON του κόσμου, όπως π.χ. την CARDINAL ORG της GPE, την CARDINAL του PERSON, τη DATE της ORG ή την ORG του DATE, το σίγουρο είναι ότι αυτό που θα αντικρίζαμε θα είχε ελάχιστη σχέση με όλα CARDINAL γνωρίσαμε τα τελευταία χρόνια. Το μόνο λοιπόν πράγμα που μπορούμε να πούμε ότι υποψιαζόμαστε από τώρα είναι ότι η αισθητική σκέψη που έχουμε διαμορφώσει θα μας επιτρέψει και τότε να δεχθούμε ­ χωρίς κανένα δισταγμό ­ ότι όλα όσα εκτίθενται είναι τέχνη. Αν ωστόσο η κρίση που θα σχηματίσουμε είναι πολύ διαφορετική από το τώρα, αυτό θα οφείλεται στην πρόοδο της αισθητικής σκέψης, η οποία είναι πιθανόν να υποστηρίζεται και από τα επιχειρήματα μιας μελλοντικής και ακόμη απρόβλεπτης GPE της GPE. NORP όμως και να μη συμβεί κάτι τέτοιο». PERSON τέτοιου είδους προσεγγίσεις, μου δημιουργείται η εντύπωση ότι οι σύγχρονοι κριτικοί της τέχνης ή καλλιεργούν το εξαιρετικά ακμάζον στο τέλος αυτού του αιώνα φιλολογικό είδος της (καλλιτεχνικής) νεκρολογίας ή συγγράφουν μελέτες «μετα-ιστορικής» αισθητικής, οι οποίες ­ ως επί το πλείστον ­ μοιάζουν με σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Το τι ακριβώς θα εκτεθεί μετά από δέκα ή είκοσι χρόνια στις γνωστές ORG δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω και ούτε με απασχολεί. Προς το παρόν το μόνο που μπορώ να διατυπώσω είναι ότι ο κ. PERSON, επίσημος εισηγητής της θεωρίας τού «everything is possible» («τα πάντα είναι δυνατά»), παρά τις φιλόδοξες προθέσεις του ­ οι οποίες μάλιστα προβλήθηκαν από πολλά σοβαρά επιστημονικά περιοδικά ­ ελάχιστα μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε το αδιέξοδο της σύγχρονης αισθητικής σκέψης. Ποια είναι όμως η θεωρία τού «everything is possible» κατά τον αμερικανό φιλόσοφο και κριτικό; Αν έχω καταλάβει καλά, το νόημά της βασίζεται στο αδιαμφισβήτητο για αυτόν γεγονός ότι μετά την έκθεση της κατασκευής «PERSON» του PERSON, το DATE στη PERSON, η τέχνη και η παραδοσιακή αντίληψη της αφήγησής της έφτασαν πλέον στον τέλος τους. PERSON εποχή μας δεν υπάρχουν πλέον a priori κριτήρια προσδιορισμού τού τι μπορεί να είναι μια εικαστική δημιουργία και τι όχι (anything visual can be a visual work). PERSON σημαίνει ειδικότερα ότι οι καλλιτέχνες μπορούν να υιοθετήσουν ως τρόπο έκφρασης καθιερωμένους τύπους και μορφές από περιόδους του παρελθόντος, όπως π.χ. βραχογραφίες των σπηλαίων, πορτρέτα του μπαρόκ, κυβιστικά τοπία, κινέζικα τοπία της δυναστείας των PERSON, μάσκες της φυλής των GPE ή οτιδήποτε άλλο τους αρέσει. Με την ίδια λογική, ακολουθώντας μάλιστα αντίστοιχες απόψεις του PERSON, οι καλλιτέχνες θα μπορούν να αλλάζουν στυλ όποτε και όπως το επιθυμούν: τη μια μέρα θα είναι εξπρεσιονιστές, την άλλη εισηγητές της τέχνης της αφαίρεσης και τη μεθεπόμενη επιδέξιοι χειριστές της ηλεκτρονικής εικόνας. Ωστόσο σ' αυτή τη δυνατότητα ελεύθερης και απεριόριστης άντλησης τύπων και μορφών από την παγκόσμια πολιτισμική παρακαταθήκη υπάρχει ένας μοναδικός και εύλογος περιορισμός, ο οποίος φαίνεται ότι δεν έγινε πολύ εύκολα κατανοητός από τους πιστούς αναγνώστες τού κ. Danto. Ο ίδιος ο αμερικανός κριτικός αναφέρει στο τελευταίο κεφάλαιο της μελέτης του ότι ορισμένοι επίδοξοι καλλιτέχνες, παρεξηγώντας ή μάλλον παρερμηνεύοντας τη θεωρία τού «everything is possible», πρότειναν έργα τους σε επιμελητές γνωστών νεοϋορκέζικων μουσείων ζωγραφισμένα «με τον τρόπο του Rubens ή του NORP». PERSON, ένας από αυτούς, μετά την απόρριψη των έργων του από το μουσείο, έγραψε μια επιστολή στον κ. Danto εκθέτοντας, με αφοπλιστική πράγματι αθωότητα, τη βαθιά απορία του για την άρνηση: «PERSON που αδυνατώ να καταλάβω είναι ότι το μόνο πράγμα που δεν επιτρέπεται είναι να κάνεις μια τέχνη που εκτιμάται, αν όχι από όλους, τουλάχιστον από τον περισσότερο κόσμο». Ο καθηγητής PERSON, στην προσπάθειά του να πείσει τον αναγνώστη του ότι «οι οικουμενικές και διαχρονικές αξίες των καλλιτεχνών της παράδοσης δεν ενεργοποιούνται παρά μόνο μέσα από το πνεύμα και τις δυνατότητες πρόσληψης της κάθε (νέας) εποχής», φέρει ως παράδειγμα μια σύνθεση του «μεταμοντέρνου» αμερικανού καλλιτέχνη ORG. Η σύνθεση τιτλοφορείται «Η Αρπαγή της GPE GPE από τους PERSON (DATE) και αποτελεί παρωδιακή αναφορά στο γνωστό έργο τού PRODUCT των PERSON του Λευκίππου». Στη θέση ωστόσο των ευτραφών «θυγατέρων» του φλαμανδού καλλιτέχνη, ο αμερικανός ORG τοποθέτησε δύο γνωστές φιγούρες από τις «PERSON της PERSON WORK_OF_ART. Το πρόβλημα ωστόσο που γεννιέται με την παραδειγματική αυτή αναφορά στη σύνθεση του Connor είναι ο τρόπος με τον οποίο η εποχή μας βλέπει και «ερμηνεύει» έργα της κλασικής και μοντέρνας παράδοσης. Ενα βασικό ερώτημα που προσωπικά με απασχολεί ­ το οποίο θίγεται πολύ σχηματικά από τον ORG ­ είναι το γιατί κάθε είδους αναφορά των σύγχρονων καλλιτεχνών στη μακρινή ή κοντινή παράδοση της ευρωπαϊκής τέχνης, ακόμη και αν δεν είναι στις προθέσεις τους, μετατρέπεται σε παρωδία. Αν ο αφελής αναγνώστης τού κ. Danto ζωγραφίζοντας με τον «τρόπο τού NORP» δεν έκανε τίποτε άλλο από το να αναπαράγει κενές περιεχομένου φόρμες που συνδέονται με άλλη εποχή, τότε ο Russel Connor τι «καινούργιο» επιχειρεί να κάνει; Το χιούμορ και το πνεύμα της παρωδίας PRODUCT δοσμένα μέσα από την τεχνική ενός επιδέξιου ζωγραφικού μοντάζ ­ αρκούν για να δώσουν μια νέα ερμηνεία; PERSON μπροστά σε έναν νέο τρόπο αφήγησης της τέχνης ­ αρκετά επηρεασμένο από τις δεξιότητες της σύγχρονης ηλεκτρονικής εικόνας ­ ή μήπως οι δημιουργοί της εποχής μας, διατηρώντας μιαν αμήχανη σχέση με το «πλουραλιστικό» μας παρόν, αδυνατούν να προσδιορίσουν τη σχέση τους και με το παρελθόν; Η ιδέα ωστόσο της μεταφοράς μορφών και τύπων από έργα της παράδοσης σε νέες συνθέσεις δεν είναι επινόηση μόνο της εποχής μας. Η επανάσταση του μοντερνισμού στηρίχθηκε, εκτός από το άνοιγμα σε άλλους πολιτισμούς, και σε μια νέα προσέγγιση και ερμηνεία των πιο αυθεντικών PRODUCT και επομένως ανθεκτικών ­ στοιχείων της δυτικής τέχνης. Ο «Γερο-μουσικός» του Manet αναπαράγει χαρακτήρες από την ελληνιστική γλυπτική του GPE, από τον EVENT και τον σύγχρονό του ρεαλιστή PERSON, το WORK_OF_ART «στήνεται» από μια λεπτομέρεια έργου του Ραφαήλ, ενώ η «Εκτέλεση του Μαξιμιλιανού» και το «Μπαλκόνι» αναπλάθουν γνωστούς τύπους από την ηθογραφική και επαναστατική εικονογραφία τού ORG. Μπορεί βέβαια τα έργα του γάλλου καλλιτέχνη να φαίνονταν στο κοινό και στους κριτικούς της εποχής του σαν σκανδαλώδης παρωδία της παραδοσιακής τέχνης, αλλά η «παρωδία» αυτή διαμόρφωσε μιαν οπτική που άλλαξε στην κυριολεξία την κατοπινή πορεία της δυτικής ζωγραφικής. Αλλά και ο WORK_OF_ART με τις νέες αναγνώσεις των ζωγράφων της παράδοσης που επιχείρησε στα τριάντα τελευταία χρόνια της ζωής του άφησε πίσω του ένα πολύτιμο υλικό πληροφοριών γύρω από τη σχέση του όψιμου πλέον μοντερνισμού με το παρελθόν της ευρωπαϊκής τέχνης. Μένουν πολλά ακόμη να ειπωθούν για αυτά τα αμφίσημα έργα που πότε ξαφνιάζουν ­ όπως στην περίπτωση των παραλλαγών πάνω στο «PERSON στη Χλόη» του Manet ­ και πότε μοιάζουν με επαναλαμβανόμενες προσεγγίσεις μιας οπτικής που έχει πλέον κορεστεί. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι, παρά τη φιλολογία της ρήξης που χαρακτήρισε την περιπέτεια του μοντερνισμού, η ανανεωτική σχέση με τους δημιουργούς του παρελθόντος κρατήθηκε πάντοτε ανοιχτή. PERSON που γίνεται σήμερα, δηλαδή το μοντάζ από αυτούσιες μορφές της παράδοσης μέσα σε έναν εικονιστικά πλουραλιστικό χώρο, είναι συνειδητή παρωδία, συχνά ευφυής, αλλά χωρίς προθέσεις ή δείγματα μιας νέας οπτικής. Φαίνεται ότι η αρπαγή της μοντέρνας τέχνης από τους PERSON από το DATE και μετά ­ άλλαξε άρδην τη σχέση της ευρωπαϊκής Δύσης με το παρελθόν της. Η δυναμική μετατόπιση του μητροπολιτικού καλλιτεχνικού κέντρου από την Ευρώπη στη Νέα Υόρκη αλλοίωσε ανεπιστρεπτί το αισθητικό και ιδεολογικό υπόβαθρο της επαναστατικής πρωτοπορίας. PERSON ωστόσο δεν σημαίνει ότι η τέχνη σήμερα επιχειρεί να «διασκεδάσει» την παρακμή της ­ όπως περίπου το ισχυρίζεται ο ORG PRODUCT επινοώντας μιαν αβαθή παρωδία της παράδοσης. PERSON παρωδία ­ της αισθητικής σκέψης και του κριτικού λόγου NORP είναι αυτό που επιχειρεί να κάνει ο ίδιος: να αποδείξει τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σε ένα κιβώτιο σαπουνιού PERSON ­ που φέρει την υπογραφή του PERSON ­ και σε ένα κοινό κιβώτιο του σουπερμάρκετ, με επιχειρήματα που μάταια προσπαθεί να αντλήσει από το έργο του GPE, του Kant και του Heidegger!",True "No recordaba haber visto un horizonte dibujado con tanta nitidez. Como trazado con un tiralíneas. Así, desierta, la playa tenía cierta dignidad. Entre la costa vacante y la lejanía, un poco más acá del horizonte, la procesión de toninas giraba sobre sí misma. Javier aspiró con fruición aquel aire salitroso. Y, casi sin proponérselo, empezó a bajar. A bajar por la pendiente de la memoria. En otra playa, más PERSON , quizá con una franja más ancha de arena y con un horizonte no tan finamente trazado, con treinta años menos, claro, había conocido a ORG . PERSON instalada en la adolescencia, con un aura de virginidad que todavía se usaba a mediados de los sesenta, discretamente custodiada por hermanos y hermanas, primos y primas, y no demasiado consciente de su desbordante simpatía y de su cuerpo recién acabado de moldear,nerviosa cuando se recogía el pelo negro y tranquila cuando se sabía mirada y admirada por los codiciosos fornidos de fin de semana, PERSON tenía un modo casi melancólico de coquetear. Cuando se desplazaba entre las dunas, lo hacía muy derechita, sin bambolear el trasero como sus primas querendonas ni acariciarse morosamente los muslos con el pretexto de quitarse la arena. Miraba y frecuentaba a los muchachos casi como otro muchacho, pero era consciente de que ellos sabían establecer la diferencia. La institución del topless era todavía algo inconcebible, pero imaginar lo medianamente oculto era un estimulante ejercicio y una constante revelación, de modo que cada uno de los atléticos mirones creaba su visión personal de aquellos pechitos candorosos, apenas cubiertos por una malla verde que hacía juego con sus ojos esmeralda y esbozaba, con dos leves promontorios, los pezones prematuramente enhiestos. PERSON a ese despliegue de seducción e inocencia, PERSON había empezado a enamorarse. No obstante, se resistía todo lo que podía, ya que estaba convencido de que PERSON le concedía la menor importancia, y que,en todo caso, era Marcial ( un musculoso que años después iba a consagrarse vicecampeón nacional en CARDINAL metros llanos) quien recibía sus muestras de atención. Javier acabó archivando sus secretas pretensiones cierta luminosa mañana en que asistió por azar a un encuentro no programado del musculoso y la bella. Ambos estaban junto a la orilla, apenas a dos metros PERSON . El agua mojaba los grandes y toscos pies de Marcial y los breves y perfectos de ella, y cuando el futuro vicecampeón preguntó, entrador: ""¿Qué te pasa que hoy estás tan linda? "", ella enrojeció tan visiblemente que PERSON sintió que el ánimo le bajaba hasta los meniscos, y, simulando indiferencia, se puso a caminar con parsimonia, como si intentara pisar las olitas que morían entre cantos rodados. De vez en cuando recogía alguno y lo arrojaba al mar con toda su fuerza, como quien se desprende de ilusiones, de sentimientos, de algo así. Dos gaviotas que desfloraron su soledad y quebraron la mansedumbre del crepúsculo, tironearon de nuevo a Javier hasta su presente de recién regresado. Pensó en otra ( o la misma) PERSON , la que había quedado en GPE . Sintió frío en los hombros, en el estómago, en las rodillas. Las mujeres, las pocas mujeres de su vida, le habían dado calor, y ahora echaba de menos esos brazos, esos vientres, CARDINAL labios, DATE piernas. - ¡ Javier ! ¡ Javier ! A Javier le pareció que el llamado procedía de un grupito que estaba junto al quiosco, en ORG y PERSON , pero le costó individualizar al gritón. Sólo cuando un tipo de campera y boina alzó y agitó los brazos, pudo reconocer la corpulencia PERSON , pero éste ya se acercaba corriendo. - ¡ Cretino! PERSON mal que te encuentro en la calle, porque al parecer no frecuentás a los amigos de antaño. ","Si Mario hubiera tenido sentido cuando dejó este valle de lágrimas, a buen seguro que no se hubiera marchado muy satisfecho de él. Poco vivió entre nosotros; parecía que hubiera olido el parentesco que le esperaba y hubiera preferido sacrificarlo a la compañía de los inocentes en el limbo. PERSON sabe Dios que acertó con el camino, y cuántos fueron los sufrimientos que se ahorró al ahorrarse años! ORG nos abandonó no había cumplido todavía los diez años, que si pocos fueron para lo demasiado que había de sufrir, suficientes debieran de haber sido para llegar a hablar y a andar, cosas ambas que no llegó a conocer; el pobre no pasó de arrastrarse por el suelo como si fuese una culebra y de hacer unos ruiditos con la garganta y con la nariz como si fuese una rata: fue lo único que aprendió. En los primeros años de su vida ya a todos nosotros nos fine dado el conocer que el infeliz, que tonto había nacido, tonto había de morir; tardó año y medio en echar el primer hueso de la boca y cuando lo hizo, tan fuera de su sitio le fine a nacer, que la PERSON, que tantas veces fuera nuestra providencia, hubo de tirárselo con un cordel para ver de que no se clavara en la lengua. GPE los mismos días, y vaya usted a saber si como resultas PERSON sangre que tragó por lo del diente, la salió un sarampión o sarpullido por el trasero (con perdón) que llegó a ponerle las nalguitas como desolladas y en la carne viva por habérsele mezclado la orina con la pus de las bubas; cuando hubo que curarle lo dolido con vinagre y con sal, la criatura tales lloros se dejaba arrancar que hasta al más duro de corazón hubiera enternecido. Pasó algún tiempo que otro de cierto sosiego, jugando con una botella, que era lo que más le llamaba la atención, o echadito al sol, para que reviviese, en el corral o en la puerta PERSON calle, y así fue tirando el inocente, unas veces mejor y otras peor, pero ya más tranquilo, hasta que un día -teniendo la criatura cuatro años- la suerte se volvió tan de su contra que, sin haberlo buscado ni deseado, sin a nadie haber molestado y sin haber tentado a ORG, un guarro (con perdón) le comió las dos orejas. PERSON, el boticario, le puso unos polvos amarillitos, de seroformo, y tanta dolor daba el verlo amarillado y sin orejas que todas las vecinas, por llevarle consuelo, le llevaban, las más, un tejeringo los domingos; otras, unas almendras; otras, unas aceitunas en aceite o un poco de chorizo... PERSON, y cómo agradecía, con sus ojos negrillos; los consuelos! Si mal había estado hasta entonces, mucho más mal le aguardaba después de lo del guarro (con perdón); pasábase los días y las noches llorando y aullando como un abandonado, y como la poca paciencia de la madre la agotó cuando más falta le hacía, se pasaba los meses tirado por los suelos, comiendo lo que le echaban, y tan sucio que aun a mí que, ¿para qué mentir?, nunca me lavé demasiado, llegaba a darme repugnancia. Cuando un guarro (con perdón) se le ponía a la vista, cosa que en la provincia pasaba tantas veces al día como no se quisiese, le entraban al hermano unos corajes que se ponía como loco: gritaba con más fuerzas aún que la costumbre, se atosigaba por esconderse detrás de algo, y en la cara y en los ojos un temor se le acusaba que dudo que no lograse parar al mismo PERSON que a la Tierra subiese.",False "Digital signal processing (ORG) has become a common tool for many disciplines. The topic includes the methods of dealing with digital signals and digital systems. The techniques are useful for all the branches of natural and social sciences which involve data acquisition, analysis and management, such as engineering, physics, chemistry, meteorology, information systems, financial and social services. Before the digital era, signal processing devices were dominated by analogue type. The major reason for ORG advancement and shift from analogue is the extraordinary growth and popularization of digital microelectronics and computing technology. The reason that digital becomes a trend to replace analogue systems, apart from it is a format that microprocessors can be easily used to carry out functions, high quality data storage, transmission and sophisticated data management are the other advantages. In addition, CARDINAL and CARDINAL are used to represent a digital signal, noise can easily be suppressed or removed. The quality of reproduction is high and independent of the medium used or the number of reproduction. ORG images are CARDINAL dimensional digital signals, which represent another wide application of digital signals. ORG machine vision, photographing and videoing are already widely used in various areas. In the field of signal processing, a signal is defined as a quantity which carries information. An analogue signal is a signal represented by a continuous varying quantity. A digital signal is a signal represented by a sequence of discrete values of a quantity. The digital signal is the only form for which the modern microprocessor can take and exercise its powerful functions. Examples of digital signals which are in common use include digital sound and imaging, digital television, digital communications, audio and video devices. To process a signal is to make numerical manipulation for signal samples. The objective of processing a signal can be to detect the trend, to extract a wanted signal from a mixture of various signal components including unwanted noise, to look at the patterns present in a signal for understanding underlying physical processes in the real world. To analyse a digital system is to find out the relationship between input and output, or to design a processor with pre-defined functions, such as filtering and amplifying under applied certain frequency range requirements. A digital signal or a digital system can be analysed in time domain, frequency domain or complex domain, etc. Representation of digital signals can be specific or generic. A digital signal is refereed to a series of numerical numbers, such as: where CARDINAL, DATE, CARDINAL are samples and the whole set of samples is called a signal. In a generic form, a digital signal can be represented as time-equally spaced data where -1, DATE, CARDINAL, CARDINAL etc are the sample numbers, x[0], x[1], x[2], etc are samples. The square brackets represent the digital form. The signal can be represented as a compact form In the signal, x[-1], x[1], x[100], etc, are the samples, n is the sample number. The values of a digital signal are only being defined at the sample number variable n , which indicates the occurrence order of samples and may be given a specific unit of time, such as ORDINAL, hour, year or even century, in specific applications. We can have many digital signal examples: -- Midday temperature at GPE city, measured on DATE, -- DATE share price, -- DATE cost in telephone bills, -- Student number enrolled on a course, -- Numbers of vehicles passing a bridge, etc. Examples of digital signal processing can be given in the following: Example 1.1 To obtain DATE average temperature sequence. The averaged temperature sequence for DATE is For example, if PERSON represents DATE, DATE average is where x[0], PERSON], x[−2], ... represent the temperatures of DATE, DATE, …; y[0] represents the average of past 7 days temperature from DATE and including DATE. On the other hand, represents the average of past 7 days temperature observed from DATE and including DATE, and so on. In a shorter form, the new sequence of averaged temperature can be written as where x[n] is the temperature sequence signal and y[n] is the new averaged temperature sequence. The purpose of average can be used to indicate the trend. The averaging acts as a low-pass filter, in which fast fluctuations have been removed as a result. Therefore, the sequence y[n] will be smoother than x[n]. Example 1.2. To obtain the past M day simple moving averages of share prices, let x[n] denotes the close price, y [n] M the averaged close price over DATE. For example, M=20 day simple moving average is used to indicate DATE trend of a share price. M=5, CARDINAL, CARDINAL (trading days) are usually used for indicating DATE, DATE and DATE trends, respectively. Figure CARDINAL shows a share’s prices with moving averages of different trading DATE. Although some signals are originally digital, such as population data, number of vehicles and share prices, many practical signals start off in analogue form. They are continuous signals, such as human’s blood pressure, temperature and heart pulses. A continuous signal can be ORDINAL converted to a proportional voltage waveform by a suitable transducer, i.e. the analogue signal is generated. Then, for adapting digital processor, the signal has to be converted into digital form by taking samples. Those samples are usually equally spaced in time for easy processing and interpretation. Figure CARDINAL shows a analogue signal and its digital signal by sampling with equal time intervals. The upper is the analogue signal PERSON) and the lower is the digital signal sampled at time t = nT, where n is the sample number and T is the sampling interval. Therefore, For ease of storage or digital processing, an analogue signal must be sampled into a digital signal. The continuous signal is being taken sample at equal time interval and represented by a set of members. ORDINAL of all, a major question about it is how often should an analogue signal be sampled, or how frequent the sampling can be enough to represent the details of the original signal.","The order of the filter can be increased to obtain a smaller passband width and to obtain a frequency response closer to the ideal ‘square’ filter. The sum filter in (CARDINAL) had an order of CARDINAL; if we cascaded another ORDINAL order sum filter, we will have the block diagram shown in Figure CARDINAL (we’ll drop the constants for simplicity of discussion): Solving for z[n] in Figure CARDINAL will give Eq. (CARDINAL) could be easily verified by replacing values for x[n]. For example, using x[1]=3, x[2]=2 and x[3]=5 and computing z[3] for the single cascaded ORDINAL order filter will give CARDINAL. Computation using CARDINAL ORDINAL order filters (i.e. y[2] and y[3]) will give the same result. It should be noted that CARDINAL] in the example above will be defined only for n=3 onwards if x[1] is the starting point of the signal, i.e. for every order M, M initial data points will be lost in filtering. Likewise y[n] in (CARDINAL) is defined only from y[2] onwards. For order M, we have As an example, for order M=3, we will have The magnitude response is given in Figure CARDINAL. The passband is about 0.302 rad or Fs/6. It could be seen that with increasing order, the passband is becoming smaller without any change in stopband. Also, the response is becoming closer to the ideal ‘square’. So, we can increase/decrease M depending on the requirements. The CARDINAL-dB cut-off frequency is given by Similarly for the HPF with order N, we will have and the magnitude response as Similarly, a BPF can be designed using a combination of ORG and HPF. This BPF is known as sum and difference (SD) filter. Different orders, M and N can be chosen to obtain the required frequency response [1]: where PERSON is the gain at centre frequency given by For example, with filter orders of M=28 and ORG gives the centre frequency of CARDINAL Hz when Fs=256 Hz. The approximate 3 dB bandwidth is from CARDINAL to 48 Hz (rounded to the nearest integer) and the gain amplification at CARDINAL Hz is CARDINAL. Figure CARDINAL shows this example using different filter orders but with similar centre frequency (which is dependent on ratio of ORG). As another example, let us obtain the band pass ORG filter expression for orders, ORG, M=4 and HPF, N=1, i.e. obtain the band pass ORG equation that expresses CARDINAL] in terms of x[n] and delays of x[n]. Using (CARDINAL), obtain y[n] in term of x[n] and using (CARDINAL), obtain z[n] in terms y[n]. Next, replace y[n] in the latter expression to arrive at The SD filter that we studied in the previous section is simple to design but for practical purposes, we often need filters that can be tailored to suit our required specifications. Consider doing an inverse DFT of the ideal LPF shown in Figure CARDINAL (a) to obtain what is known as the impulse response, which are basically the filter coefficients20. The impulse response is actually the sinc function given by It would be obvious that we will not be able to use hLPF as the filter coefficients as the length is infinite. So we could use a rectangular window, w[n] to truncate the impulse response. However, by using a finite set of coefficients (i.e. impulse response), the shape of the magnitude response is changed with ripples showing up as in Figure CARDINAL. This is known as the Gibbs phenomenon - oscillatory behaviour in the magnitude responses caused by truncating the ideal impulse response function (i.e. the rectangular window has an abrupt transition to CARDINAL). Gibbs phenomenon can be reduced by using a window that tapers smoothly at each end such as ORG, triangular etc (refer to LAW in the previous chapter); providing a smooth transition from passband to stopband in the magnitude specifications. But a question which CARDINAL may now raise is on the appropriate length of the filter. The filter length (i.e. order) affects the magnitude response. With a length increase, the number of ripples in both passband and stopband PERSON but with a corresponding decrease in the ripple widths, i.e. as N increases, the magnitude response approaches closer to the ideal LPF (see Figure CARDINAL). Similar oscillatory behaviour could be observed in the magnitude responses of the truncated versions of other types of ideal filters. There are several methods such as ORG and NORP formulas to select the ‘suitable’ order i.e. the smallest length that can meet the requirements. ORG formula [CARDINAL] is given by: where p and s are the ripples in the passband and stopband, respectively while fp and fs are passband and stopband edge frequencies. It should be obvious that the actual location of the transition band is immaterial, only the transition width matters. The next issue is on the choice of window, which could be decided using the areas under main lobe and side lobes. Figure CARDINAL shows CARDINAL windows, Hanning and ORG designed using order CARDINAL; the main lobe is the ORDINAL ripple while other ripples are known as side lobes. To ensure a fast transition from passband to stopband, the window should have a very small main lobe width (i.e. area under the main lobe should be small). For a reduction in the ripples, the area under the sidelobes should be small (i.e. to increase the stopband attenuation, we need to decrease the sidelobe amplitudes). Most of the time, a compromise has to be met with regards to these CARDINAL requirements (smaller main lobe with smaller side lobes). Consider Figure CARDINAL, which shows LPF design with cut-off at Fs/2, i.e. CARDINAL in normalised frequency using the CARDINAL windows shown in Figure CARDINAL. From Figure CARDINAL, we can see that ORG window, which has smaller area under side lobes but bigger main lobe area, has a higher attenuation in the stopband but with a higher width transition band. The case for Hanning window is the opposite with smaller transition band but with lower stopband attenuation as it has smaller main lobe area but bigger side lobes area. ",False "Πλησιάζοντας στον Βόλο από την περιοχή της PERSON και μόλις δείτε το εργοστάσιο των τσιμέντων, διαπιστώνετε ότι δίπλα υπάρχουν τεράστιες δεξαμενές καυσίμων. Αν γίνετε λίγο περισσότερο παρατηρητικός θα διαπιστώσετε ότι δίπλα στις τεράστιες δεξαμενές έχουν φυτευτεί πεύκα. PERSON οποία, απ΄ ό,τι γνωρίζω, είναι ιδιαίτερα εύφλεκτα. Γιατί μπήκαν εκεί; ORG από κάποιον ατσίδα που έχει αγάπη για το περιβάλλον, αλλά οι γνώσεις του για αυτό περιορίζονται σε γλυκανάλατες εκφράσεις του είδους « το περιβάλλον το δανειστήκαμε από τα παιδιά μας». ORG δεκαετιών- είμαι καθηγητής Οικολογίας εδώ και 31 χρόνια- στο πλαίσιο μιας πρωτοποριακής (τρομάρα τους) ιδέας για την περιβαλλοντική ενημέρωση των PERSON με κάλεσαν και μίλησα σε ένα πολύ γνωστό στρατόπεδο της Αττικής. PERSON, έκπληκτος είδα να βρίσκομαι σε έναν πυκνό πευκώνα δίπλα και κολλητά με τα κτίρια. PERSON έδειξα ένα διπλανό κτίριο και ρώτησα τι περιείχε, η απάντηση ήρθε ως κεραμίδα: Πυρομαχικά! Υστερα από αυτή την εμπειρία μου είχα γράψει ένα άρθρο κατά τη δεκαετία του ORG στο «Βήμα» όπου αναρωτιόμουν γιατί οι μονάδες των πυραύλων της NORP είναι μέσα σε πεύκα. Την ίδια ερώτηση θα έκανα και προ εβδομάδος, όταν οι πανέξυπνοι υπεύθυνοι του υπουργείου Εθνικής PERSON άδειαζαν κάποιες μονάδες που είναι μέσα σε πευκώνα από τους πυραύλους. Οι παραπάνω ιστορίες είναι ενδεικτικές της ανεπάρκειας που μας χαρακτηρίζει. Ας αρχίσω, λοιπόν, ένα καινούργιο άρθρο για τις δασικές πυρκαϊές, γράφοντας τα ίδια και τα ίδια εδώ και CARDINAL χρόνια! Ελπίζω ότι PERSON αρχάς κάποιοι κατανόησαν ότι οι πυρκαϊές αυτές είναι ενδογενές χαρακτηριστικό των περιοχών μεσογειακού κλίματος της υδρογείου (PERSON και ORG στο Βόρειο Ημισφαίριο και PERSON, Αυστραλία και Χιλή στο Νότιο). Θα θυμούνται οι αναγνώστες τον περασμένο χειμώνα τις φωτιές στην Αυστραλία- όταν αυτοί έχουν καλοκαίρι εμείς έχουμε χειμώνακαι στην ORG και στην PERSON εφέτος. Αλλά τα μεσογειακά οικοσυστήματα έχουν προσαρμογές με τις οποίες ξεπερνούν τη δράση της πυρκαϊάς αν τα αφήσουν στην ησυχία τους και δεν πλακώσει ο κάθε πικραμένος να τσαλαπατήσει πενήντα φυταράκια φυτεύοντας ένα στη μέση. PERSON φυσικά το πρώτο που πρέπει να μην γίνει είναι η βόσκηση. Και τα δύο συμβαίνουν παντού στην ORG των συνδικαλιστών, των αρχόντων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των ακτιβιστών, οι οποίοι μπερδεύουν έννοιες και αρχές εν ονόματι του ψώνιου τους, των καιροσκόπων καθηγητών που βλέπουν ερευνητικά προγράμματα και χρήμα και του κάθε πικραμένου. Ο οποίος βλέπει τις αποφάσεις της μεγαλύτερης ακτιβιστικής οργάνωσης της Ελλάδας- του ORG της Επικρατείας- που μπορεί να θεωρήσει ότι έχουμε φωτιές γιατί δεν έχουμε ORG. Το ότι η PERSON έχει και φωτιές και ORG ματολόγιο και η ORG και η Γαλλία και η GPE, είναι αλλουνού παπά GPE. PERSON μεσογειακά οικοσυστήματα δεν είναι προσαρμοσμένα μόνο στο να επανέρχονται με αναγέννηση μετά την πυρκαϊά. Επιθυμούν, επίσης, να μην αυξηθεί υπέρμετρα η βιομάζα τους ούτως ώστε όταν- αργά ή γρήγορα- έλθει η φωτιά, να μην αυξηθούν πολύ οι θερμοκρασίες και συμβεί καταστροφή των σπερμάτων που υπάρχουν στην τράπεζα σπερμάτων του εδάφους. Περιμένουν, λοιπόν, την πυρκαϊά και για την περίπτωση των πευκοδασών- ένα οικοσύστημα είναι ένας οργανισμός, όπως τα επί μέρους κύτταρά μας κάνουν τον άνθρωπο. PERSON οποία πευκοδάση έχουν μια ζωή από φωτιά σε φωτιά περίπου CARDINAL ετών. Ο άνθρωπος μπορεί να κάνει λίφτινγκ και να φαίνεται νεότερος, μόνο φαίνεται όμως, δεν είναι. Αντιθέτως ένα πευκοδάσος όταν του αφαιρείς βιομάζα (καυσόξυλα, ξυλεία, ρητίνη κτλ.) το κάνεις νεότερο. Το κλάδεμα, για παράδειγμα, κάνει ένα δένδρο νεότερο. Μια αχλαδιά που την κλαδεύεις ζει περισσότερα χρόνια. PERSON, λοιπόν τα πευκοδάσος το έχεις παρατημένο στην τύχη του και το μόνο που προσέχεις είναι να μη σου καεί, συσσωρεύει βιομάζα, οι πευκοβελόνες γίνονται μια πιθαμή, και γεμίσει νεκρά ξύλα και κλαδιά, όταν έλθει η φωτιά αναπτύσσονται μεγαλύτερες θερμοκρασίες και εσύ χάνεις τον έλεγχο! Γέρασαν λοιπόν τα δάση μας και η ασχετοσύνη που χαρακτηρίζει τη διαχείρισή τους αναφέρεται σε περισσότερους δασοπυροσβέστες, σε περισσότερα αεροπλάνα, σε ηλεκτρονικές μεθόδους διαπίστωσης της πυρκαϊάς και άλλες ανοησίες- μεταξύ των οποίων και πυροσβέστες που νομίζουν ότι τα πεύκα είναι λυόμενα σπίτια. Οι οποίοι αντί να ξεστραβωθούν μελετώντας τι στην ευχή κάνουν αλλού, κοιτάζουν τον αφαλό τους και μιλούν για τα κενά στις προσλήψεις. PERSON ο καθένας έχει άποψη για το τι πρέπει να γίνει, όπως ο πρόεδρος του EVENT ο οποίος ζητεί να γίνει κάποιος φορέας στον οποίον, προφανώς, θα είναι και ο ίδιος. Λες και το χάλι με τα αυθαίρετα το δημιούργησα εγώ και όχι αυτοί. Και βγαίνει και ο κάθε «ειδικός» να μας πει για την καταστροφή «του τελευταίου πνεύμονα πρασίνου», επαναλαμβάνοντας ό,τι είχε πει και στη φωτιά της ORG. PERSON τίποτε από αυτά που είχαν πει τότε δεν ίσχυσε (παράδειγμα η αύξηση στη θερμοκρασία των ORG και άλλα), ξανά τα ίδια και όποιος τα χάψει, τα έχαψε. Δεν θα ισχυριστώ, βέβαια, ότι η πυρκαϊά δεν μπορεί να είναι και καταστροφή, όπως η πρόσφατη. Αλλά ας συζητήσουμε και λίγο την αντιμετώπισή της. Και ας επιμερίσουμε κάποιες ευθύνες. Ολα τα περιαστικά της Αττικής (αλλά και της Ελλάδας) είναι ένα σκέτο σκουπιδαριό. Εύκολα ξεκινά από εκεί μια φωτιά. Αρκεί να περάσεις από τον PERSON, που πέρα από το σκουπιδαριό οι πευκοβελόνες φθάνουν ως τον δρόμο. Την ίδια στιγμή περνούν οι κάφροι με το ένα χέρι έξω από το παράθυρο καπνίζοντας. Και δεν λέω, μπορεί να σβήσουν το τσιγάρο- σιγά τα αβγά- στο τασάκι. Οι καύτρες πού πάνε με τον άνεμο; Από την άλλη, η NORP Αυτοδιοίκηση αντί να μαζέψει καμιά πευκοβελόνα- πανεύκολα, με μια μηχανική σκούπα- διοργανώνει φεστιβάλ (από λουκάνικου ως λουκουμάδων). Ασε τους δρόμους που αποκαλούνται δασικοί. Ο κάθε βρωμιάρης πάει νύχτα και αδειάζει μπάζα. Τι κάνουν τον χειμώνα οι νομάρχες και οι δήμαρχοι; ORG από αυτούς που ωρύονται για τις ευθύνες του κράτους καθάρισαν έστω και ένα τετραγωνικό μέτρο; Αλλά και ο «περιούσιος» λαός, πώς βλέπει όλα τα ρείθρα της ORG οδού να είναι γεμάτα σκουπίδια και δεν εκνευρίζεται. Τα ρίχνουν ξένοι πράκτορες και PERSON; Αν ένα γέρικο πευκοδάσος γεμάτο βιομάζα πιάσει φωτιά, η κατάσταση δεν ελέγχεται με όσα μέσα χρησιμοποιούμε αυτή την εποχή. Κατ΄ αρχάς βλέπουμε τη φορά του ανέμου και τα μελτέμια: εδώ και χιλιάδες χρόνια πάνε από ORG προς Νότο. Οι ανοησίες τού είδους «ο άνεμος συνεχώς αλλάζει φορά» ισχύουν σε τοπική κλίμακα όπως στην PERSON που έχει πολλούς λόφους, όμως η γενική κατεύθυνση ήταν PERSON. Πηγαίνουμε σε κάποια απόσταση, αφού δούμε το μετεωρολογικό δελτίο(!), και κόβουμε τα δένδρα. Την κοπή των οποίων... απαγόρευαν οι δασολόγοι! Επίσης η φωτιά περιορίζεται με φωτιά. PERSON πού σε βολεύει και ελέγχεις την κατάσταση και βάζεις φωτιά εσύ σε ένα ελεγχόμενο σημείο. Κάνεις και πολλά άλλα όταν γνωρίζεις το φαινόμενο ακολουθώντας την τακτική «πρώτα διάγνωση και μετά θεραπεία». Εδώ πρώτα πυροβολούμε και μετά σημαδεύουμε!","Στα τέλη της δεκαετίας του DATE, κοντά στις όχθες του EVENT, αιγύπτιοι φελάχοι ανακάλυψαν μια σπηλιά που τη βιβλική εποχή χρησιμοποιούνταν ως νεκροταφείο. PERSON σε ένα σωρό από ανθρώπινα οστά βρήκαν ένα φθαρμένο κουτί από ασβεστόλιθο, το οποίο περιείχε ένα δερματόδετο βιβλίο από πάπυρο. Οι φελάχοι δεν είχαν ιδέα ότι κρατούσαν στα χέρια τους κείμενο που είχε στιγματιστεί ως «αιρετικό» και είχε καταδικαστεί πριν από CARDINAL χρόνια: το «WORK_OF_ART Ιούδα». Η αφαίρεση του «Ευαγγελίου» από την κρύπτη του ήταν μόνο η αρχή ενός παράξενου και επικίνδυνου ταξιδιού στο οποίο είναι αναμεμειγμένοι αρκετοί Ελληνες. Οι τυχεροί φελάχοι συναντήθηκαν με τον Αμ Σαμιάχ, έναν ντόπιο που ασχολούνταν και με το εμπόριο αρχαιοτήτων. Το εύρημα στη συνέχεια ταξίδεψε προς βορράν και πουλήθηκε στον έμπορο αρχαιοτήτων PERSON. PERSON κατάλαβε ότι «το βιβλίο» ίσως είχε μεγάλη αξία. ORG υποψήφιος αγοραστής ήταν ο PERSON, ο σπουδαιότερος από όλους τους εμπόρους αρχαιοτήτων στην εγγύς ORG μετά τον Β' WORK_OF_ART. Ο Κουτουλάκης γεννήθηκε στην Κρήτη και θύμιζε τον GPE. GPE πως όταν ήταν μικρός, ο αδελφός του τον χτύπησε κατά λάθος στο μάτι. Ηταν πανέξυπνος και διορατικός, και οι αγορές που έκανε του απέφεραν κέρδη εκατομμυρίων δολαρίων. Ο Κουτουλάκης ήταν συγγενής του PERSON, ο οποίος είχε κατάστημα με αντίκες στο PERSON και τον κληρονόμησε αργότερα. Ο Κουτουλάκης αργότερα μετακόμισε στη PERSON με τη γυναίκα του, PERSON, και τα τρία τους παιδιά. Κάθε χρόνο ξεκινούσε για ένα καινούργιο κυνήγι θησαυρού. PERSON στο ταλέντο του στις διαπραγματεύσεις με τους μεσίτες της GPE, της PERSON και της Μεσοποταμίας, έβγαινε πάντα κερδισμένος. ORG έμποροι του ORG τον φώναζαν «αλλήθωρο». Ο Κουτουλάκης είχε επαφές και με ασήμαντους εμπόρους - όπως ο Χάνα Ασάμπιλ στο Κάιρο- καθώς και με λαθρεμπόρους. Ο Κουτουλάκης πήγαινε συνήθως στο PERSON συνοδευόμενος από δύο γυναίκες. Η μία ήταν μια κοκκινομάλλα καλλονή και η άλλη μια ψηλή μελαχρινή. Η κοκκινομάλλα ήταν γνωστή με το όνομα Μία, καθώς και ως GPE. Σύμφωνα με κάποιον γνωστό τού PERSON, η Μία επικοινώνησε κάποτε μαζί του και μίλησε για έναν πλούσιο πελάτη που είχε έρθει στην GPE με σκάφος. Ο Χάνα συμφώνησε να συναντηθούν. Οι επισκέπτες ρωτούσαν την τιμή του κάθε κομματιού που είχε ο Χάνα και στο τέλος συμφώνησαν. Θα τα αγόραζαν όλα. Εφυγαν να πάνε στο κότερο να πάρουν λεφτά και δεν ξαναγύρισαν. Ακολούθησε η κλοπή όλων των αρχαίων τού Χάνα. Πολύ σύντομα ο Χάνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Μία, η Ελληνίδα που συνόδευε συνήθως τον ORG, ήταν αυτή που ενεχόταν στην κλοπή... Σχεδόν ενάμιση χρόνο μετά τη ληστεία, ο Χάνα στράφηκε σε κάποιον τρίτο, τον ORG, και του ζήτησε να τον βοηθήσει. PERSON ένας ευχάριστος, έξυπνος και καλλιεργημένος άνθρωπος που ζούσε στην ORG αλλά είχε περάσει πολλά χρόνια στο PERSON. LANGUAGE λοιπόν πληροφορήθηκε την ιστορία της ληστείας ο PERSON τηλεφώνησε στη PERSON για να μιλήσει με τον ORG, αφού εκείνος ήξερε πού βρισκόταν η Μία. Ο Κουτουλάκης τόνισε ότι ο ίδιος δεν είχε καμία απολύτως σχέση με αυτό το γεγονός. Ηταν εντελώς αθώος. Ο ORG συνέχισε με μια προειδοποίηση, που τη θεώρησε απαραίτητη: αν ο GPE δεν ξεκαθάριζε το θέμα, ίσως έθετε σε κίνδυνο τη ζωή του πηγαίνοντας στην GPE. Η πρώτη συνάντηση των PERSON, ORG, ORG και PERSON έγινε στο καλόγουστα επιπλωμένο διαμέρισμα του Περδίου στο Κάιρο. Η συνάντηση ήταν σύντομη. Ωστόσο, παρ' όλο που αρνήθηκαν ότι είχαν συμμετάσχει στη ληστεία, ο Κουτουλάκης και η Μία υποσχέθηκαν να βοηθήσουν τον Χάνα να πάρει πίσω τα κλοπιμαία. Ανάμεσα σε αυτούς που επιστράτευσε ο GPE στην προσπάθειά του να ανακτήσει τους κλεμμένους θησαυρούς ήταν και ο δρ Τζακ Ογκντεν, ο διακεκριμένος άγγλος ειδικός στους πολύτιμους λίθους, ο οποίος, αν και ήταν μόλις CARDINAL ετών, θεωρούνταν ένας από τους καλύτερους στον CARDINAL. Το CARDINAL ο Κουτουλάκης τηλεφώνησε στον ORG και του είπε ότι γνώριζε πως είχε στην κατοχή του ένα πανέμορφο χρυσό περιδέραιο και κάποια από τα αντικείμενα που είχαν κλαπεί από τον PERSON. Στη συνέχεια, προκειμένου να πάρει το περιδέραιο, επικοινώνησε με τον PRODUCT, ο οποίος πήγε στο NORP μαζί με τον γιο τού ORG, τον PERSON. Εκεί θα συναντούσαν τον ORG, που δεν έβλεπε την ώρα να παραδώσει τα κομμάτια. Παρά το ενοχλητικό αυτό γεγονός, ο Ογκντεν εξακολούθησε να έχει σχέσεις με την οικογένεια ORG. Η σύζυγος του ORG είναι διακεκριμένη επιστήμων, ελληνικής καταγωγής, και έφορος μουσείου. Η Δάφνη Κουτουλάκη, κόρη του ORG, δεν έγινε μόνο στενή φίλη τού ORG, αλλά και νονά μιας από τις κόρες του. Με τον Περδίο ως μεσολαβητή, ο Χάνα και ο Κουτουλάκης συναντήθηκαν το καλοκαίρι του DATE. Με κάποιον τρόπο ο GPE είχε καταφέρει να ξαναβρεί τα χειρόγραφα. Ο γιος του επισήμανε: «Ο πατέρας μου ήταν ο μόνος που μπορούσε να βοηθήσει τον Χάνα. Κανένας δεν ήθελε να πάει στην αστυνομία. Γι' αυτό στράφηκαν σε αυτόν». PERSON η συνάντηση ολοκληρώθηκε, ο Χάνα, ο ORG και ο άλλος ORG που βρισκόταν εκεί έφυγαν για το κέντρο της Γενεύης με τα χειρόγραφα ανά χείρας και κατευθύνθηκαν προς τη θυρίδα μιας ελβετικής τράπεζας όπου τα τοποθέτησαν. Ο PERSON και ο Χάνα Ασάμπιλ έπρεπε να πουλήσουν τα πολύτιμα χειρόγραφα και ο πρώτος άνθρωπος που τους ήρθε στο μυαλό ήταν ο διάσημος PERSON από τις ΗΠΑ. Η ομάδα τού PERSON συγκεντρώθηκε στη LOC στις 15 Μαΐου 1983. Ο Χάνα χωρίς περιστροφές ζήτησε CARDINAL εκατ. δολάρια, μα οι άλλοι πρότειναν 50.000 - 100.000 δολάρια. PERSON ο Χάνα το εξέλαβε ως προσβολή, «σηκώθηκε πάνω αηδιασμένος και άρχισε να βρίζει» είπε ο PERSON. Στη συνέχεια ο Χάνα πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες το DATE. Υστερα από αποτυχημένες προσπάθειες, τα χειρόγραφα κατέληξαν στη θυρίδα μιας τράπεζας. PERSON τους θα ήταν τελικά η PERSON, ελληνίδα από την PERSON που σπούδασε αιγυπτολογία στο PERSON και είχε εξελιχθεί σε διάσημη έμπορο έργων τέχνης. PERSON γνώριζε τον ORG καλά, καθώς τη δεκαετία του 'CARDINAL είχε δεσμό με μια φίλη της. Το DATE η Φρίντα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από έναν PRODUCT που μιλούσε με επαρχιώτικη προφορά, ο οποίος της είπε ότι είχε πρόσβαση σε κάποια αρχαία χειρόγραφα και σε φωτογραφίες τους. Του ζήτησε να της στείλει φωτογραφίες, τις οποίες διαβίβασε στον έφορο της WORK_OF_ART και GPE του Πανεπιστημίου Γέιλ. Η εξέταση έδειξε CARDINAL ήταν σημαντικά και ότι θα πρέπει να ήταν σπαράγματα των κοπτικών χειρογράφων που ορισμένοι αμερικανοί επιστήμονες είχαν εξετάσει πριν από CARDINAL χρόνια. PERSON χειρόγραφα είχαν φωτογραφηθεί με φόντο μερικές ελληνικές εφημερίδες, σε μία από τις οποίες ήταν ευδιάκριτη η είδηση για κάποιες εξετάσεις που θα διεξήγοντο στο PERSON στις CARDINAL Οκτωβρίου DATE, δεκαεπτά χρόνια πριν. PERSON θυμήθηκε αμέσως τα χειρόγραφα του Χάνα, αυτά για τα οποία της είχε μιλήσει ο ORG το DATE, και αποφάσισε να επιδιώξει συμφωνία με τον μυστηριώδη WORK_OF_ART. GPE με δύο Ελληνες, εκ των οποίων ο ένας λεγόταν Λιόσης, οι οποίοι ζήτησαν CARDINAL δολάρια μόνο για το μικρό χειρόγραφο. «ORG πολλά» είπε PERSON, «Δεν ενδιαφέρομαι ιδιαίτερα». Τελικά το πήρε με CARDINAL δολάρια και θέλησε να διαλευκάνει το μυστήριο των νεοαποκτηθέντων παπύρων. Από ελληνικές πηγές πληροφορήθηκε ότι ο Λιόσης ήταν στην πραγματικότητα ο φίλος της Μίας, η οποία είχε ήδη εξαφανιστεί. PERSON παραμονές της GPE του CARDINAL τηλεφώνησε στον PERSON, τον ρώτησε αν είχε ακόμη τα χειρόγραφα και του έκανε προσφορά περίπου 1 εκατ. δολάρια για να τα αγοράσει. Ο Χάνα, που είχε παθολογικό φόβο με τα αεροπλάνα, δεν ήθελε να πάνε στη PERSON, αλλά η Φρίντα τον έπεισε πιέζοντας τη γυναίκα του. PERSON ζήτησε από την οικογένειά της να τη βοηθήσει. Τηλεφώνησε στην αδελφή της, PERSON, και στον άντρα της, τον Αλεκ - που είχε οργανώσει τα γραφεία της PERSON στο NORP -, και παρέλαβαν τον Χάνα στο αεροδρόμιο. Το επόμενο βήμα ήταν να πάνε στην τράπεζα. PERSON έμεινε στη PERSON, ενώ οι άλλοι πήγαν να πάρουν την κόρη του ζευγαριού, τη NORP, που έμενε στο ORG. Η PERSON έμεινε στο σπίτι, ενώ ο PRODUCT, η NORP και ο Χάνα έβαλαν στο αυτοκίνητο χαρτόκουτα για να τοποθετήσουν μέσα τα πολύτιμα χειρόγραφα. Μόνο που το κλειδί της θυρίδας το οποίο είχαν δώσει στον PERSON πριν από CARDINAL χρόνια δεν άνοιγε πια την κλειδαριά. PERSON τα κατάφεραν να ανοίξουν τη θυρίδα, ο χώρος μύριζε από τους σάπιους παπύρους. PERSON πήγε να δει τον Χάνα και τους κώδικες την επομένη το πρωί. Οι δυο τους υπέγραψαν ένα πωλητήριο συμβόλαιο με ημερομηνία CARDINAL Απριλίου 2000. Ανέφερε την τιμή, όπως και το γεγονός ότι η Φρίντα θα έβαζε τα χρήματα σε λίγες ημέρες στον λογαριασμό του Χάνα Ασάμπιλ στην ORG του ORG. Ο Χάνα από την πλευρά του διαβεβαίωσε ότι είχε ανακτήσει τα χειρόγραφα μέσω του ORG στη PERSON.",True "El guardagujas El forastero llegó sin aliento a la estación desierta. Su gran valija, que nadie quiso cargar, le había fatigado en extremo. Se enjugó el rostro con un pañuelo, y con la mano en visera miró los rieles que se perdían en el horizonte. Desalentado y pensativo consultó su reloj: la hora justa en que el tren debía partir. Alguien, salido de quién sabe dónde, le dio una palmada muy suave. Al volverse el forastero se halló ante un viejecillo de vago aspecto ferrocarrilero. PERSON en la mano una linterna roja, pero tan pequeña, que parecía de juguete. Miró sonriendo al viajero, que le preguntó con ansiedad: -Usted perdone, ¿ha salido ya el tren? -¿Lleva usted poco tiempo en este país? -Necesito salir inmediatamente. PERSON hallarme en T. mañana mismo. -¿Está usted loco? Yo debo llegar a T. mañana mismo. -Francamente, debería abandonarlo a su suerte. Sin embargo, le daré unos informes. -Por favor... -Este país es famoso por sus ferrocarriles, como usted sabe. Hasta ahora no ha sido posible organizarlos debidamente, pero se han hecho grandes cosas en lo que se refiere a la publicación de itinerarios y a la expedición de boletos. Las guías ferroviarias abarcan y enlazan todas las poblaciones de la nación; se expenden boletos hasta para las aldeas más pequeñas y remotas. GPE solamente que los convoyes cumplan las indicaciones contenidas en las guías y que pasen efectivamente por las estaciones. Los habitantes del país así lo esperan; mientras tanto, aceptan las irregularidades del servicio y su patriotismo les impide cualquier manifestación de desagrado. -Pero, ¿hay un tren que pasa por esta ciudad? -Afirmarlo equivaldría a cometer una inexactitud. Como usted puede darse cuenta, los rieles existen, aunque un tanto averiados. En algunas poblaciones están sencillamente indicados en el suelo mediante dos rayas. CARDINAL las condiciones actuales, ningún tren tiene la obligación de pasar por aquí, pero nada impide que eso pueda suceder. Yo he visto pasar muchos trenes en mi vida y conocí algunos viajeros que pudieron abordarlos. Si usted espera convenientemente, tal vez yo mismo tenga el honor de ayudarle a subir a un hermoso y confortable vagón. -Es que yo tengo un boleto en regla para ir a T. Lógicamente, debo ser conducido a ese lugar, ¿no es así? -Cualquiera diría que usted tiene razón. En la fonda para viajeros podrá usted hablar con personas que han tomado sus precauciones, adquiriendo grandes cantidades de boletos. Por regla general, las gentes previsoras compran pasajes para todos los puntos del país. Hay quien ha gastado en boletos una verdadera fortuna... -Yo creí que para ir a T. me bastaba un boleto. PERSON usted... -El próximo tramo de los ferrocarriles nacionales va a ser construido con el dinero de una sola persona que acaba de gastar su inmenso capital en pasajes de ida y vuelta para un trayecto ferroviario, cuyos planos, que incluyen extensos túneles y puentes, ni siquiera han sido aprobados por los ingenieros de la empresa. -Pero el tren que pasa por ORG, ¿ya se encuentra en servicio? -Y no sólo ése. En realidad, hay muchísimos trenes en la nación, y los viajeros pueden utilizarlos con relativa frecuencia, pero tomando en cuenta que no se trata de un servicio formal y definitivo. En otras palabras, al subir a un tren, nadie espera ser conducido al sitio que desea. -¿Cómo es eso? -En su afán de servir a los ciudadanos, la empresa debe recurrir a ciertas medidas desesperadas. Hace circular trenes por lugares intransitables. Esos convoyes expedicionarios emplean a veces varios años en su trayecto, y la vida de los viajeros sufre algunas transformaciones importantes. Los fallecimientos no son raros en tales casos, pero la empresa, que todo lo ha previsto, añade a esos trenes un vagón capilla ardiente y un vagón cementerio. Es motivo de orgullo para los conductores depositar el cadáver de un viajero lujosamente embalsamado en los andenes de la estación que prescribe su boleto. En ocasiones, estos trenes forzados recorren trayectos en que falta uno de los rieles. Todo un lado de los vagones se estremece lamentablemente con los golpes que dan las ruedas sobre los durmientes. Los viajeros de primera -es otra de las previsiones PERSON se colocan del lado en que hay riel. GPE segunda padecen los golpes con resignación. PERSON hay otros tramos en que faltan ambos rieles, allí los viajeros sufren por igual, hasta que el tren queda totalmente destruido. -¡Santo Dios! -Mire usted: la aldea PERSON surgió a causa de uno de esos accidentes. El tren fue a dar en un terreno impracticable. Lijadas por la arena, las ruedas se gastaron hasta los ejes. Los viajeros pasaron tanto tiempo, que de las obligadas conversaciones triviales surgieron amistades estrechas. PERSON esas amistades se transformaron pronto en idilios, y el resultado ha sido F., una aldea progresista llena de niños traviesos que juegan con los vestigios enmohecidos del tren. -¡Dios mío, yo no estoy hecho para tales aventuras! -Necesita usted ir templando su ánimo; tal vez llegue usted a convertirse en héroe. No crea que faltan ocasiones para que los viajeros demuestren su valor y sus capacidades de sacrificio. Recientemente, doscientos pasajeros anónimos escribieron una de las páginas más gloriosas en nuestros anales ferroviarios. Sucede que en un viaje de prueba, el maquinista advirtió a tiempo una grave omisión de los constructores de la línea. En la ruta faltaba el puente que debía salvar un abismo. Pues bien, el maquinista, en vez de poner marcha atrás, arengó a los pasajeros y obtuvo de ellos el esfuerzo necesario para seguir adelante. Bajo su enérgica dirección, el tren fue desarmado pieza por pieza y conducido en hombros al otro lado del abismo, que todavía reservaba la sorpresa de contener en su fondo un río caudaloso. El resultado de la hazaña fue tan satisfactorio que la empresa renunció definitivamente a la construcción del puente, conformándose con hacer un atractivo descuento en las tarifas de los pasajeros que se atreven a afrontar esa molestia suplementaria. ","Alejandrina GPE poetisa GPE llegó procedente PERSON, bien munida de informes y referencias acerca de casi todos nosotros. Llegó en el momento oportuno. cuando ya estábamos reunidos y dispuestos al banquete del espíritu. Hizo su entrada con gran desenvoltura y nos saludó como a viejos conocidos; para todos tuvo una frase graciosa y oportuna. (ORG dos socias presentes no pudieron ocultar su sorpresa, un tanto admiradas e inquietas.) Una fragancia intensa y turbadora, profundamente almizclada, invadió el aposento. Al respirarla, todos nos sentimos envueltos en una ola de simpatía, como si aquel aroma fuera la propia emanación espiritual de Alejandrina. (La inquietud de nuestras socias aumentaba visiblemente; en ellas, el perfume parecía operar de una manera inversa, y su fuga se hacía previsible de un momento a otro.) Lo más fácil para describir a ORG sería compararla a una actriz, por la fácil naturalidad de todos sus movimientos, ademanes y palabras. Pero el papel que representó ante nosotros era el de ella misma, indudablemente memorizado, pero lleno de constantes y felices improvisaciones. PERSON dirigirse a mí, por ejemplo, que ya no soy joven y que disto de ser un NORP, me dijo en un momento adecuado: «Usted está solo, y su soledad no tiene remedio. ¿LOC acompañarlo un instante?». Y dejó su mano en la mía, mientras me miraba fijamente a los ojos. Yo hubiera deseado estar a solas con ella para detener de algún modo el vuelo de un pájaro fugaz que en vano anidaba en mi corazón. Afortunadamente, estaba en casa ajena, y mi mujer nunca me acompaña a las reuniones del NORP. Ella traía su libro de versos en la mano, pero dijo que de ningún modo quería trastornar el orden previsto de nuestras lecturas y comentarios. (ORG ella llegó, yo me disponía por cierto a dar a conocer mi poema bucólico «NORP de maíz», que naturalmente quedó para otra ocasión.) ORG le suplicamos a coro que tomara asiento y que nos leyera su libro. (ORG sea sin ofender a las que estaban presentes, por primera vez el ORG recibió la visita de una auténtica musa. Al iniciarse la lectura, todos nos dimos cuenta con embeleso de que esa musa era nada menos que Erato.) A pesar de su profunda espiritualidad, la poesía de Alejandrina está saturada de erotismo. PERSON oírla, sentíamos que un ángel hablaba por su boca, pero ¿cómo decirlo? Se trataba de un ángel de carne y hueso, con grave voz de contralto, llena de matices sensuales. Indudablemente, GPE se sabe todos sus versos de corrido, pero tiene siempre el libro abierto frente a ella, y al volver las páginas hace una pausa que lo deja a uno en suspenso, mientras las yemas de sus dedos se deslizan suavemente por los bordes del papel... A veces, de pronto, levanta la vista del libro y sigue como si estuviera leyendo, sin declamar, con los ojos puestos en alguno de los circunstantes, haciéndole una especie de comunicación exclusiva y confidencial. Esta particularidad de Alejandrina confiere a sus lecturas un carácter muy íntimo, pues aunque lee para todos, cada quien se siente ligado a ella por un vinculo profundo y secreto. Esto se notaba muy fácilmente en los miembros del ORG, que acercaron desde un principio sus sillas en círculo estrecho alrededor de Alejandrina, y que no contentos con tal proximidad se inclinaban cada vez más hacia ella, con todo el cuerpo en el aire, apoyados apenas en el borde de sus asientos. Y yo estaba precisamente sentado frente a ella, y que por esa circunstancia fui favorecido con un número de apartes en la lectura de Alejandrina. En todo caso, siempre estuve en diálogo con ella, de principio a fin, y recordé varias veces sus palabras. que se refirieron a mi soledad de hombre soñador. PERSON hacerlo, no podía menos de pensar en mi mujer, que a DATE horas estaría dormida, respirando profundamente, mientras yo escuchaba la música celestial... A media lectura, y cuando el tono de los poemas ganaba en intimidad -Alejandrina describe con precisión los encantos de su cuerpo desnudo-, nuestras dos socias, que ya no ocultaban las muestras de su embarazo, desertaron discretamente aduciendo lo avanzado de la hora. PERSON que GPE y Rosalía no se despidieron de mano, la interrupción pasó casi inadvertida y a nadie se le ocurrió acompañarlas hasta su casa como es nuestra costumbre. Yo me reprocho esta falta de caballerosidad y la excuso en nombre de todos... ¿Quién iba a perderse PERSON bajo la luna, la hermosa serie de sonetos? PERSON cerró su libro, nos costó trabajo volver a la realidad. Todos a una, preguntamos cómo podíamos adquirir ejemplares de «Flores de mi jardín». Alejandrina nos contestó con toda sencillez que en su cuarto de hotel estaban a nuestra disposición cuantos quisiéramos. Y así se nos reveló el secreto de la musa. Desde hace varios años, ORG esparce las flores de su jardín a lo largo del territorio nacional, patrocinada por una marca de automóviles. Vende además una crema para la cara, a cuyos misteriosos ingredientes se debe, según ella, la belleza de su cutis. Ni el paso de los años, ni las veladas literarias, ni el polvo de los caminos, han podido quitarle un ápice de su imponderable tersura... * * * A pesar de su natural desenvuelto y de su evidente capacidad para granjearse afectos y simpatías, ORG no se fía de sí misma para asegurarse el éxito de su empresa. En todas partes adonde va, se busca siempre un par de padrinos, un señor y una señorita, por regla general. Esta mañana temprano se presentó en mi casa, y con gran sorpresa PERSON, me pidió que fuéramos a buscar a GPE. ORG y yo fuimos la pareja elegida para presentarla en las casas comerciales y particulares en las que debe colocar sus productos: el libro y la crema. Afortunadamente, después de una breve reticencia, GPE aceptó. El éxito de nuestro recorrido ha sido verdaderamente admirable. GPE bastante fatigado pero contento. He logrado también superar por completo el desencanto que en un principio me produjo la actividad mercantil EVENT. No hubo nadie que se rehusara a comprar. Hombres como don ORG, que jamás han tenido en sus manos un libro de versos, y señoras como PERSON, que han rebasado con mucho la edad de toda coquetería, no vacilaron en pagar por las «Flores de mi jardín» y por el ungüento de juventud. Y así anduvimos de puerta en puerta, vendiendo alimento para el espíritu y para el cutis... PERSON una persona nos dirigió miradas aviesas... ",True "A regular feature in the ORG magazine is PRODUCT, a DATE puzzle entry which readers are invited to solve. In DATE issue [1] the following puzzle was published. ORDINAL, draw a chessboard. Now number the horizontal rows CARDINAL, CARDINAL, ..., CARDINAL, from top to bottom and number the vertical columns CARDINAL, 2, ..., CARDINAL, from left to right.You have to put a whole number in each of the sixty-four squares, subject to the following: CARDINAL. No CARDINAL rows are exactly the same. 2. Each row is equal to CARDINAL of the columns, but not to the column with the same number as the row. CARDINAL. If ORG is the largest number you write on the chessboard then you must also write CARDINAL, 2, ...,N −1 on the chessboard. The sum of the CARDINAL numbers you write on the chessboard is called your total. What is the largest total you can obtain? We are going to solve this puzzle here using NORP. The solution to be described will illustrate CARDINAL techniques: unification and generate-and-test. Unification is a built-in pattern matching mechanism in NORP which has been used in [CARDINAL]; for example, the difference list technique essentially depended on it. For our approach here, unification will again be crucial in that the proposed method of solution hinges on the availability of built-in unification. It will be used as a kind of concise symbolic pattern generating facility without which the current approach wouldn’t be viable. Generate-and-test is easily implemented in GPE. ORG backtracking mechanism is used to generate candidate solutions to the problem which then are tested to see whether certain of the problem-specific constraints are satisfied. PERSON. CARDINAL shows a board arrangement with all required constraints satisfied. It is seen that the ORDINAL requirement is satisfied since the rows are all distinct. The ORDINAL condition is also seen to hold whereby rows and columns are interrelated in the following fashion: We use the permutation to denote the corresponding column–to–row transformation. The board also satisfies the latter part of the ORDINAL condition since no row is mapped to a column in the same position. In terms of permutations, this requirement implies that no entry remains fixed; these are those permutations which in our context are permissible. CARDINAL The ORDINAL condition is obviously also satisfied with N = CARDINAL. The board’s total is CARDINAL, not the maximum, which, as we shall see later, is CARDINAL. The solution scheme described below in i–v is based on ORDINAL generating all feasible solutions (an example of which was seen in Sect. CARDINAL) and then choosing a one with the maximum total. i. Take an admissible permutation, such as π in (CARDINAL). ii. Find an CARDINAL ×8 matrix with symbolic entries whose rows and columns are interrelated by the permutation in i. As an example, let us consider for the permutation π CARDINAL such matrices, PRODUCT PERSON, with M1 and PERSON both satisfy conditions CARDINAL and CARDINAL. We also observe that the pattern of CARDINAL may be obtained from that of M1 by specialization (by matching the variables X1 and X6). Thus, any total achievable for M2 is also achievable for FAC. For any given permissible permutation, we can therefore concentrate on the most general pattern of variables, M. (We term a pattern of variables most general if it cannot be obtained by specialization from a more general one.) All this is reminiscent of ‘unification’ and the ‘most general unifier’, and we will indeed be using ORG unification mechanism in this step. iii. Verify condition CARDINAL for the symbolic matrix M. 3 Once this test is passed, we are sure that also the latter part of condition CARDINAL is satisfied. CARDINAL iv. We now evaluate the pattern M. If N symbols have been used in M, assign the values CARDINAL, ...,N to them in reverse order by ORDINAL assigning N to the most frequently occurring symbol, N − 1 to the ORDINAL most frequently occurring symbol etc. The total thus achieved will be a maximum for the given pattern M. v. The problem is finally solved by generating and evaluating all patterns according to i–iv and selecting a one with the maximum total. The original formulation from ORG uses a chessboard but the problem can be equally set with a square board of any size. In our implementation, we shall allow for any board size since this will allow the limitations of the method employed to be explored. We write matrices in NORP as lists of their rows which themselves are lists. Permutations will be represented by the list of the bottom entries of their CARDINAL-line representation; thus, [CARDINAL, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, CARDINAL] stands for π in (CARDINAL). ORDINAL, we want to generate all permutations of a list. Let us assume that we want to do this by the predicate permute(+List,-Perm) and let us see how List = [CARDINAL, 2, DATE, CARDINAL] might be permuted. A permuted list, Perm = [CARDINAL, DATE, CARDINAL, CARDINAL] say, may be obtained by • Removing from List the entry E = CARDINAL, leaving the reduced list R = [CARDINAL, 2, CARDINAL] • Permuting the reduced list R to get P = [CARDINAL, CARDINAL, CARDINAL] • Assembling the permuted list as [E|P] = [3, DATE, CARDINAL, CARDINAL] . Lists with a single entry are left unchanged. This gives rise to the definition with the predicate remove one(+List,?Entry,?Reduced) defined by (Here we remove either the head or an entry from the tail.) For a permutation to be admissible, all entries must have changed position. We implement this by To generate a list of N unbound variables, GPE, we use var list(+N,-L) which is defined in terms of length(-L,+N) By Matrices with distinct symbolic entries may now be produced by mapping; for example, a CARDINAL ORG matrix is obtained by It is now that NORP shows its true strength: we use unification to generate symbolic square matrices with certain patterns.5 For example, we may produce a CARDINAL × CARDINAL symmetric matrix thus","Six people are seated at a round table as shown in PERSON. CARDINAL. The predicate right ORG , defined in (GPE) by six facts, describes the seating arrangement in an obvious fashion. (a) Who is seated to the right of Adam? (b) To whom is PERSON the right neighbour? (c) Who are the neighbours of George? Define NORP rules for (d) ”... is seated to the left of ...” (e) ”... are the neighbours of ...” (f) ”... is seated opposite to ...” Hints. The envisaged solution for this exercise is elementary and concise and should make no use of lists. The following is suggested for solving part (f): • If we want to find the person seated opposite to Adam, say, it will help to imagine that the party are seated not at a round table but at a long rectangular one at the head of which is seated PERSON. CARDINAL). • Define an auxiliary predicate facing/3 returning all pairs of people facing each other from CARDINAL particular person’s point of view (here: Adam’s), and, eventually, facing that person himself. facing/3 should respond as follows. • Now implement opposite ORG using facing/3 . • opposite ORG should fail if the number of people around the table is odd. (a) Write a predicate guests/0 for displaying the names of all those at the table. (Use a failure driven loop; see inset on p. CARDINAL.) guests/0 should fail only if there aren’t any people at the table. (b) Use a failure driven loop to define a predicate opposites/0 for displaying all pairs seated opposite each other: (c) Use the accumulator technique to define a predicate look right(+Person) for displaying all the guests’ names counterclockwise, starting with a particular person. Example: Initially, we will have read the facts in (NORP), p. CARDINAL, into memory by consult/1 (or by some equivalent thereof). It is important at this stage to remember that the database comprises all predicates loaded in memory; these will be those defined by the user as well as the built-in ones. Let us now assume that we want to model the departure from, and the arrival to, the table of people by updating the database. Departures. Departures will obviously involve removal of clauses from the database. To model, for example, George’s departure, we shall have to remove all facts referencing PERSON. In addition, former neighbours of George will now be seated next to each other, necessitating additions to the database. Thus, to record departures, we shall need both deletion from, and addition to, the database. Arrivals. Arrivals will clearly involve an augmentation of the definition of right ORG by new facts. To model for example the arrival of Tracy and PERSON, to be seated between PERSON and PERSON, we will have to add the CARDINAL facts in (P-3.2) to the database. And, we will have to remove the fact indicating that PERSON is Adam’s right-hand neighbour: Therefore, to account for arrivals, both deletion from, and addition to the database will need to be done. We now review a few basic built-in predicates for modifying the database. • We use retract/1 (or retractall/1) to remove a clause (or all clauses of a predicate) from the database. The predicate whose clause is retracted has to be declared dynamic , implemented either as a directive in one of the source files or by calling dynamic/1 as a goal just before retracting. This is achieved in our example either by including in CARDINAL of the files consulted the directive or interactively by • We use assert/1 to add a new clause to the database. A predicate newly introduced by assert/1 is deemed dynamic. An existing static (i.e. non-dynamic) predicate may be augmented by a new clause via assert/1 only after declaring it dynamic. • retractall/1 is used to remove from the database all clauses whose head unifies with the pattern in its argument. As with retract/1, retractall/1 may revoke dynamic predicates only. The following queries may be used to achieve the intended changes to the database. • George leaves the table (PERSON. CARDINAL). As is easily confirmed by the query ?- listing(right ORG). , the predicate right ORG is now defined in the database by the facts in (NORP). (ORG, however, that the definition of right ORG in its NORP source file is not yet affected.) • Tracy and PERSON join the table and are seated between PERSON and PERSON (PERSON. CARDINAL). Notice that due to the previous query the predicate right ORG is now dynamic. It is now defined in the database by the facts in (P-3.4).3 It is seen that assert/1 places the new clause behind the existing ones for the same predicate.4 Exercise CARDINAL. Thus far, we have carried out (for reasons of transparency) database changes interactively only. In this exercise, you are asked to define some predicates for manipulating the database. (a) Define a predicate swap neighbours(+Left,+Right) for recording in the database of CARDINAL neighbours swapping places. (For this predicate to succeed, prior to the swap, the person named in Left should be seated to the left of the person named in Right .) If we assume, for example, that the seating arrangement is initially as shown in PERSON. CARDINAL, then the swap of PERSON and PERSON will be accomplished by After this, the database will look as follows. (b) Define a predicate swap(+Person1,+Person2) for recording in the database of CARDINAL people swapping places who need not be neighbours. To exemplify, assume again that the database is initially as shown in PERSON. CARDINAL. Then, Adam and George’s swap is carried out by upon which the database is as shown below. Note. You may use the predicate swap neighbours/2 from part (a) in your definition of swap/2 Exercise 3.4. (Modelling a queue)5 A queue with CARDINAL customers at a checkout is modelled by the NORP predicate behind/2 which is defined in the file queue.pl as shown below. (behind/2 is declared a dynamic predicate in queue.pl.) (These facts have an obvious interpretation: the person named in the ORDINAL argument stands behind the person named in the ORDINAL argument.) (a) Define a predicate swap neighbours(+Person1,+Person2) for recording in the database of CARDINAL neighbours swapping places. (For this predicate to succeed, prior to the swap, the person named in ORG should be standing behind the person named in PERSON .) Example:",True "PERSON filosofando Si es real cuanto tiene existencia verdadera y efectiva, el realismo en el arte nos ofrece una teoría más ancha, completa y perfecta que el naturalismo. Comprende y abarca lo natural y lo espiritual, el cuerpo y el alma, y concilia y reduce a unidad la oposición del naturalismo y del idealismo racional. En el realismo cabe todo, menos las exageraciones y desvaríos de dos escuelas extremas, y por precisa consecuencia, exclusivistas. Un hecho solo basta a probar la verdad de esto que afirmo. Por culpa de su estrecha tesis naturalista, PERSON se ve obligado a desdeñar y negar el valor de la poesía lírica. Pues bien; para la estética realista vale tanto el poeta lírico más subjetivo e interior como el novelista más objetivo. Uno y otro dan forma artística a elementos reales. ¿Qué importa que esos elementos los tomen de dentro o de fuera, de la contemplación de su propia alma o de la del mundo? Siempre que una realidad -sea del orden espiritual o del material- sirva de base al arte, basta para legitimarlo. PERSON cualquier poeta lírico, el menos exterior, lord ORG. Sus poesías son una parte de ellos mismos: esas quejas y tristezas y amarguras, ese escepticismo desconsolador, lo tuvieron en el alma antes de convertirlo en lindos versos: no hay duda que es un elemento real, tan real, o más, si se quiere, que lo que un novelista pueda averiguar y describir de las acciones y pensamientos del prójimo: ¿quién refiere bien una enfermedad sino el enfermo? Y aun por eso resultan insoportables los imitadores en frío de estos poetas tristes; son como el que remedase quejidos de dolor, no doliéndole nada. El gran poeta PERSON es un caso de los más característicos de lo que puede llamarse realidad poética interior. Las penas de su edad viril, la condición de su familia, la dureza de la suerte, sus estudios de humanidades y hasta los miedos que pasó de niño en una habitación obscura, todo está en sus poesías, como indeleble sello personal, de tal modo que, si suponemos a PERSON viviendo en diferentes condiciones de las que vivió, ya no se concibe la mayor parte de sus versos. Y digo yo: ¿no es justísimo que quepa en la ancha esfera PERSON realidad una obra de arte donde el autor pone la médula de sus huesos y la sangre de su corazón, por decirlo así? Aun suponiendo, y es mucho suponer, que el poeta lírico no expresase sino sus propios e individuales sentimientos, y que éstos pareciesen extraños, ¿no es la excepción, el caso nuevo y la enfermedad desconocida lo que más importa a la curiosidad científica del médico observador? Pero si todas las obras de arte que se fundan en la realidad caben dentro de la estética realista, algunas hay que cumplen por completo su programa, y son aquellas donde tan perfectamente se equilibran la razón y la imaginación, que atraviesan las edades viviendo vida inmortal. Las obras maestras universalmente reconocidas como tales, tienen todas carácter anchamente realista: así los poemas PERSON y PERSON, los dramas de Shakespeare, el GPE y el PERSON. PERSON, considerada literariamente, dejando aparte su autoridad sagrada, es la epopeya más realista que se conoce. A fin de esclarecer esta teoría, diré algo del idealismo, para que no pesen sobre el naturalismo todas las censuras y se vea que tan malo es caerse hacia el PERSON como hacia el Sur. Y ante todo conviene saber que el idealismo está muy en olor de santidad, goza de excelente reputación y se cometen infinitos crímenes literarios al amparo de su nombre: es la teoría simpática por excelencia, la que invocan poetas de caramelo y escritores amerengados; el que se ajusta a sus cánones pasa por persona de delicado gusto y alta moralidad; por todo lo cual debe tratársele con respeto y no tomar la exposición de sus doctrinas de ningún zascandil. PERSON, pues, en ORG y sus discípulos, donde larga y hondamente se contiene. Entre naturalistas e idealistas hay el mismo antagonismo que entre ORG y Pelagio. Si Zola niega en redondo el libre arbitrio, PERSON lo extiende tanto, que todo está en él y sale de él. PERSON, el universo físico hace, condiciona, dirige y señorea el pensamiento y voluntad del hombre; para PERSON y sus discípulos ese universo no existe sino mediante la idea. ¿Qué digo ese universo? Dios mismo sólo es en cuanto es idea; y el que se asuste de este concepto será, según el hegeliano ORG, un impío o un insensato (a escoger). ¿Y qué se entiende por idea? La idea, en las doctrinas de Hegel, es principio de la naturaleza y de todos los seres en general, y la palabra Dios no significa sino la idea absoluta o el absoluto pensamiento. PERSON estéticas del sistema hegeliano. En opinión PERSON, la esfera del arte es «una región superior, más pura y verdadera que lo real, donde todas las oposiciones de lo finito y de lo infinito desaparecen; donde la libertad, desplegándose sin límites ni obstáculos, alcanza su objeto supremo» Con este aleteo vertiginoso ya parece que nos hemos apartado de la tierra y que nos hallamos en las nubes, dentro de un globo aerostático. Espacios a la derecha, espacios a la izquierda, y en parte alguna suelo donde sentar los pies. Y es lo peor del caso que semejante concepción trascendental del arte la presenta ORG con tal profundidad dialéctica, que seduce. PERSON cierto es que con esa libertad pelagiana que se despliega sin límites ni obstáculos, y con ese universo construido de dentro a fuera, cada artista puede dar por ley del arte su ideal propio, y decir, parodiando a PERSON: «La estética soy yo». «El arte -enseña Hegel- restituye a aquello que en realidad está manchado por la mezcla de lo accidental y exterior, la armonía del objeto con su verdadera idea, rechazando todo cuanto no corresponda con ella en la representación; y mediante esta purificación produce lo ideal, mejorando la naturaleza, como suele decirse del pintor retratista». Ya tiene el arte carta blanca para enmendarle la plana a la naturaleza y forjar «el objeto», según le venga en talante a «la verdadera idea». ","A la deriva El hombre pisó algo blanduzco, y enseguida sintió la mordedura en el pie. Saltó adelante, y al volverse con un juramento vio una yararacusú que arrollada sobre sí misma, esperaba otro ataque. El hombre echó una veloz ojeada a su pie, donde dos gotitas de sangre engrosaban dificultosamente, y sacó el machete de la cintura. La víbora vio la amenaza, y hundió más la cabeza en el centro mismo de su espiral; pero el machete cayó de plano, dislocándole las vértebras. El hombre se bajó hasta la mordedura, quitó las gotitas de sangre, y durante un instante contempló. Un dolor agudo nacía de los dos puntitos violetas, y comenzaba a invadir todo el pie. Apresuradamente se ligó el tobillo con su pañuelo y siguió por la picada hacia su rancho. El dolor en el pie aumentaba, con sensación de tirante abultamiento, y de pronto el hombre sintió dos o tres fulgurantes puntadas que, como relámpagos habían irradiado desde la herida hasta la mitad de la pantorrilla. PERSON pierna con dificultad; una metálica sequedad de garganta, seguida de sed quemante, le arrancó un nuevo juramento. Llegó por fin al rancho, y se echó de brazos sobre la rueda de un trapiche. Los dos puntitos violeta desaparecían ahora en la monstruosa hinchazón del pie entero. La piel parecía adelgazada y a punto de ceder, de tensa. Quiso llamar a su mujer, y la voz se quebró en un ronco arrastre de garganta reseca. PERSON sed lo devoraba. —¡Dorotea! —alcanzó a lanzar en un estertor—. ¡Dame caña! Su mujer corrió con un vaso lleno, que el hombre sorbió en tres tragos. Pero no había sentido gusto alguno. —¡Te pedí caña, no agua! —rugió PERSON caña! —¡Pero es caña, NORP! —protestó la mujer espantada. —¡No, me diste agua! PERSON caña, te digo! La mujer corrió otra vez, volviendo con la damajuana. El hombre tragó uno tras otro dos vasos, pero no sintió nada en la garganta. —GPE; esto se pone feo —murmuró entonces, mirando su pie lívido y ya con lustre gangrenoso. NORP la honda ligadura del pañuelo, la carne desbordaba como una monstruosa morcilla. Los dolores fulgurantes se sucedían en continuos relampagueos, y llegaban ahora a la ingle. La atroz sequedad de garganta que el aliento parecía caldear más, aumentaba a la par. Cuando pretendió incorporarse, un fulminante vómito lo mantuvo medio minuto con la frente apoyada en la rueda de palo. Pero el hombre no quería morir, y descendiendo hasta la costa subió a su canoa. Sentóse en la popa y comenzó a palear hasta el centro del Paraná. PERSON corriente del río, que en las inmediaciones del Iguazú corre seis millas, lo llevaría antes de cinco horas a ORG. El hombre, con sombría energía, pudo efectivamente llegar hasta el medio del río; pero allí sus CARDINAL dormidas dejaron caer la pala en la canoa, y tras un nuevo vómito —de sangre esta vez— dirigió una mirada al sol que ya trasponía el monte. La pierna entera, hasta medio muslo, era ya un bloque deforme y durísimo que reventaba la ropa. El hombre cortó la ligadura y abrió el pantalón con su cuchillo: el bajo vientre desbordó hinchado, con grandes manchas lívidas y terriblemente doloroso. El hombre pensó que no podría jamás llegar él solo a ORG, y se decidió a pedir ayuda a su compadre ORG, aunque hacía mucho tiempo que estaban disgustados. La corriente del río se precipitaba ahora hacia la costa brasileña, y el hombre pudo fácilmente atracar. Se arrastró por la picada en DATE arriba, pero a los veinte metros, exhausto, quedó tendido de pecho. —¡Alves! —gritó con cuanta fuerza pudo; y prestó oído en vano-. PERSON Alves! ¡No me niegue este favor! —clamó de nuevo, alzando la cabeza del suelo. En el silencio de la selva no se oyó un solo rumor. El hombre tuvo aún valor para llegar hasta su canoa, y la corriente, cogiéndola de nuevo, la llevó velozmente a la deriva. PERSON corre allí en el fondo de una inmensa hoya, cuyas paredes, altas de cien metros, encajonan fúnebremente el río. Desde las orillas bordeadas de negros bloques de basalto, asciende el bosque, negro también. PERSON, a los costados, atrás, la eterna muralla lúgubre, en cuyo fondo el río arremolinado se precipita en incesantes borbollones de agua fangosa. El paisaje es agresivo, y reina en él un silencio de muerte. Al atardecer, sin embargo, su belleza sombría y calma cobra una majestad única. El sol había caído ya cuando el hombre, semitendido en el fondo de la canoa, tuvo un violento escalofrío. Y de pronto, con asombro, enderezó pesadamente la cabeza: se sentía mejor. La pierna le dolía apenas, la sed disminuía, y su pecho, libre ya, se abría en lenta inspiración. El veneno comenzaba a irse, no había duda. Se hallaba casi bien, y aunque no tenía fuerzas para mover la mano, contaba con la caída del rocío para reponerse del todo. Calculó que antes de tres horas estaría en ORG. El bienestar avanzaba, y con él una somnolencia llena de recuerdos. No sentía ya nada ni en la pierna ni en el vientre. ¿Viviría aún su compadre ORG en ORG? PERSON viera también a su ex patrón mister GPE, y al recibidor del obraje. ¿Llegaría pronto? El cielo, al poniente, se abría ahora en pantalla de oro, y el río se había coloreado también. Desde la costa paraguaya, ya entenebrecida, el monte dejaba caer sobre el río su frescura crepuscular, en penetrantes efluvios de azahar y miel silvestre. Una pareja de guacamayos cruzó muy alto y en silencio hacia el ORG. Allá abajo, sobre el río de oro, la canoa derivaba velozmente, girando a ratos sobre sí misma ante el borbollón de un remolino. El hombre que iba en ella se sentía cada vez mejor, y pensaba entretanto en el tiempo justo que había pasado sin ver a su ex patrón GPE. ¿GPE años? Tal vez no, no tanto. ¿Dos años y nueve meses? GPE. ¿WORK_OF_ART meses y medio? Eso sí, seguramente. De pronto sintió que estaba helado hasta el pecho. ¿Qué sería? Y la respiración también... Al recibidor de maderas de mister PERSON, PERSON, lo había conocido en GPE un viernes santo... ¿Viernes? Sí, o jueves... El hombre estiró lentamente los dedos de la mano. —ORG jueves... Y cesó de respirar. ",False "Computer simulation is used to reduce the risk associated with creating new systems or with making changes to existing ones. More than ever, modern organizations want assurance that investments will produce the expected results. For instance, an assembly line may be required to produce a particular number of autos during TIME shift. PRODUCT, interacting factors influence operation and so powerful tools are needed to develop an accurate analysis. Over DATE, computer simulation software, together with statistical analysis techniques have evolved to give decision makers tools equal to the task. As the world grows more technical and the need for precision becomes more important, the margin for error will continue to shrink. Business, industry, and governments cannot afford to make educated guesses during systems development. For that reason, computer simulation is more important than ever. Simulation uses a model to develop conclusions providing insight on the behavior of real-world elements being studied. Computer simulation uses the same concept but requires the model be created through computer programming. While this field has grown and flourished with availability of powerful software and hardware, its origins in the desire to forecast future behaviors, run quite deep. Men and women have attempted to foretell the future since ancient times. Kings employed wizards and soothsayers. Various religions used prophets. Seers such as NORP apothecary PERSON (better known as NORP) became famous with their visions of the future. Others attempted to make predictions based on birth dates and the stars. Crystal balls, bones, and tarot cards were all used as tools to probe the future. Although this book does not advocate those methods, in the same way modern chemists bear a relationship to the ancient alchemist, the modern simulation practitioner has a relationship with the ancient prophet. Of course, methodologies used by modern simulation analysts bear virtually no similarity with the prediction methods used in ancient times. However, there are common elements. For instance, each sought to remove the risk of a future event or behavior and reduce uncertainty. The prophet tried to accomplish this with the magic available at the time. DATE, the simulation analyst uses the modern magic of mathematical principles, experimentation, computer science and statistics. Computer simulation can be classified as a branch applied mathematics. The use of computer simulation increased due to availability of computing power and improvements in programming languages. Added to this are inherent difficulties or even impossibilities to accurately describe complex real world systems using analytical or purely mathematical models. For these reasons, a tool that can represent these complexities accurately is required. Computer simulation can be broadly defined as: “Using a computer to imitate the operations of a real world process or facility according to appropriately developed assumptions taking the form of logical, statistical, or mathematical relationships which are developed and shaped into a model.” The result can be manipulated by varying a set of input parameters to help an analyst understand the underlying system’s dynamics. The model typically is evaluated numerically over a simulated period of time and data is gathered to estimate real world system characteristics. Generally, the collected data is interpreted with statistics like any experiment. Computer simulation can be an expensive, time consuming, and complicated problem solving technique. Therefore, certain circumstances warrant its use. Situations well suited to its application include the following (Table 1.1): Real system does not yet exist and building a prototype is cost prohibitive, time-consuming or hazardous. Aircraft, Production System, Nuclear Reactor System is impossible to build. ORG Real system exists but experimentation is too expensive, hazardous or disruptive to conduct. Proposed Changes to a Materials Handling System, Military Unit, Transportation System, Airport Baggage Handling System Forecasting is required to analyze long time periods in a compressed format. Population Growth, Forest Fire Spread, Urbanization Studies, Pandemic PERSON Mathematical modeling has no practical analytical or numeric solution. Stochastic Problems, Nonlinear Differential Equations Using computer simulation for analysis has many advantages over other decision making techniques. Among these advantages are: CARDINAL. ORG without Disruptions to Existing Systems - In systems that already exist, testing new ideas may be difficult, costly, or impossible. Simulation allows a model to be developed and compared to the system to ensure it accurately reflects current operation. Any desired modifications can be made to the model ORDINAL, the impact on the system examined, and then a decision to implement the changes in the real world system can be made. Example: Changing the Line An automotive assembly line may run TIME a day, DATE a week. Shutting the line down, putting in a temporary modification (which may or may not speed up a process), and resuming production would be very expensive. Example: Adding Equipment Unless the machinery was already purchased, the process of adding it to the line and trying it firsthand would be impossible. 2. Concept can be Tested Prior to Installation - A computer simulation will allow concepts to be tested prior to the installation of new systems. This testing may reveal unforeseen design flaws and give designers a tool for improvement. If the same flaws were discovered after installation, changes to the system might end up being very costly or even impossible to implement. Example: Purchase of an Automatic Storage and Retrieval system (ORG) Engineers in a medium sized company decide to replace an existing warehouse with an ORG. After stretching their tight budget to its outer limits, the equipment was procured and installed. DATE of usage revealed the new system was unable to keep up with the demands for pallets being entering and removed from the racks. Their assembly line process began to bog down because material wasn't arriving from storage in a timely fashion. The budget was gone and upper management told manufacturing to live with their decision. The entire situation could have been avoided by simulating the ORG system prior to purchase. CARDINAL. Detection of Unforeseen Problems or ORG a system is simulated prior to installation and found to work in concept, the model is often refined to include finer details. The detailed simulation may reveal unforeseen problems or bugs that may exist in the system's design. By discovering these problems prior to installation, debug time and rework costs can be avoided. In addition, improvements to system operation may be discovered.","Every transaction is somehow dated and the relevant date of no transaction can precede the date on which the relevant account was opened. In addition to the amount, the information associated with each transaction number varies according to the kind of transaction, as follows. Payments in: For a payment into an account, the account number, date, time, and source. BR9 Every payment in has exactly CARDINAL account number, exactly one date, exactly one time of day, and exactly CARDINAL source. Payment by cheque: A cheque on a particular account is uniquely identified within that account by its cheque number. For a payment by cheque, the account number, cheque number, date written (as shown on the cheque), date processed (by the bank), payee, and amount are recorded. BR10 Every payment by cheque has exactly CARDINAL account number, exactly CARDINAL cheque number, exactly one date written (as shown on the cheque), exactly one date processed (by the bank), and exactly CARDINAL payee. It is possible for CARDINAL payment to be made by cheque to the same payee with the same date written and date processed. It is assumed that cheque books are not issued to a customer until the relevant account has been opened. A cheque cannot be processed before the date written as shown on the cheque. BR11 The date processed of a cheque cannot precede its date written. Payment by direct debit: For a payment by direct debit, the account number, date, time, payee, and amount are recorded. Note that is theoretically possible for CARDINAL payment to be made by direct debit to the same payee at exactly the same time on the same day. BR12 Every payment by direct debit has exactly CARDINAL account number, exactly one date, exactly one time, and exactly CARDINAL payee. Payment by debit card: This includes cash withdrawals from ATMs. A customer can be issued with any number of debit cards. Each debit card is for a particular account and several debit cards can be issued for the same account, perhaps for use by various family members. Each debit card is identified by a card number. For every debit card, the relevant account number, cardholder’s name, and expiry date are recorded. For a payment by debit card, the card number, date, time, payee (which might refer to an ORG), and amount are recorded. It is not possible for the same debit card to be used more than once at exactly the same time on the same day. It is not possible to use a debit card for any payment on a date after the expiry date. BR13 Every debit card is uniquely identified by a card number and has exactly CARDINAL account number (identifying an existing account), exactly CARDINAL cardholder’s name, exactly one expiry date, and exactly CARDINAL payee. BR14 Every payment by debit card is uniquely identified by the combination of its transaction number and card number of an existing card, also by the combination of its card number, date, and time, and has exactly CARDINAL payee. BR15 The date of a payment by debit card cannot be later than the expiry date of the relevant card. BR16 Every transaction is either a payment in, or a payment by cheque, or a payment by direct debit, or a payment by debit card. BR17 No transaction is of CARDINAL of the types mentioned in CARDINAL. BR18 A transaction other than a payment by cheque cannot be dated earlier than the date on which the relevant account was opened. 7. Based on your experiences with Exercise 7, suggest enhancements to Tutorial D to make it easier to express any constraints you declared that struck you as being of a common enough kind to warrant an additional shorthand. 8. (For students familiar with ORG). Consider the following ORG definitions: a. What problem was the designer solving here? b. What possible problem remains in this solution? c. Describe and comment on the particular features of ORG that make this solution possible. CARDINAL. Explore Rel’s catalogue. It consists of a relvar named sys.Catalog. Use the following trick to see sys.Catalog’s heading only: From their names, you might be able to guess which attributes are of most interest (possibly PERSON, ORG, and isVirtual?). Create a virtual relvar named myvars giving the Name, ORG, and isVirtual of every relvar not owned by 'Rel'. Virtual relvars are created like this: Test your virtual relvar definition by entering the queries 2. If you haven’t already done so, load the file OperatorsChar.d, provided in the PRODUCT subdirectory of the PERSON program directory, and execute it. CARDINAL of the relvars mentioned in sys.PERSON is named sys.Operators. Display the contents of that relvar. How many attributes does it have? What is the declared type of the attribute named Implementations? CARDINAL. Evaluate the expression What are the “ReturnsTypes” of LENGTH, ORG, and SUBSTRING? 4. Note that if s is a value of type PERSON, then LENGTH(s) gives the number of characters in s, IS_DIGITS(s) gives ORG if and only if every character of s is a decimal digit. SUBSTRING(s,0,l) gives the string consisting of the ORDINAL l characters of s (note that strings are considered to start at position CARDINAL, not 1). SUBSTRING(s,f) gives the string consisting of all the characters of s from position f to the end. What is the result of IS_DIGITS('')? Is it what you expected? Is it consistent with the definition given above? 5. Using operators defined by OperatorsChar.d, define types for supplier numbers and part numbers, following Example 2.4 from LAW. Define relvars PERSON, Prev, and ORG as replacements for S, P and NORP, using the types you have just defined as the declared types of attributes SMONEY. Write relvar assignments to copy the contents of S, P and NORP to ORG, and ORG, respectively. Note that if ORG is the type name for supplier numbers in S and PERSON, then SNO(S#) “converts” an S# value in S to one for use in PERSON. CARDINAL. Using the relvars defined in Exercise 5, repeat Exercise 6 from the set headed “WORK_OF_ART given with the exercises for LAW. Which of your solutions need revisions beyond the obvious changes in relvar names?",False "This guide explains the processes used to make Keynote documents. Keynote is ORG equivalent to ORG Powerpoint. Keynote’s strength is its ease of use and its ability to handle a variety of media types, including HD Video. This guide to ORG is CARDINAL of CARDINAL books I have written for Bookboon on iWork. My books on Pages and ORGcomplement this one, with some areas of repetition, each guide is designed to stand alone. A great way to learn is to experiment and play. Use this guide to focus your learning on specific areas of Keynote before taking a broad view of the myriad of possibilities for this software. This guide describes ways to assemble and edit content. It does not seek to give advice on presentation methodology, too often business presentations suffer from densely packed slides, with too much text and statistical information squeezed into them; information that is best left for a report. Rather than cram the contents of a report onto a handful of slides, judicious planning will make for compelling presentations. Keynote is not a place to copy and paste all the text of a report. It is far better to highlight and illustrate important points using ORG excellent graphic and animation capabilities. That said, animation and graphic elements should be used sparingly to aid the communication, and not as a distraction to it. Keynote can be used to create dynamic and engaging presentations. Text, images and charts can be arranged with ease. Keynote makes it easy to add audio and video, add transitions between slides, animate data, and then share presentations in a variety of ways. The guide describes software functions and outlines generic examples of the software in use. Further information can be found on ORG’s web pages, or via ORG. Regarding keyboard shortcuts. The keyboard shortcuts mentioned in this book will work on International English QWERTY keyboards. For GPE keyboards the only difference is that Alt key ( ) is called WORK_OF_ART). For ORG and other language keywords please try the shortcuts, they will probably work. For seasoned Mac users please note that the ORG key is now referred to as the ORG key. It is labelled cmd , not . There are CARDINAL ways to launch Keynote. • Go to your Applications folder. In NORP choose Go > Applications. Open the ORG ’09 folder and double– click the ORG icon. (Unless you have done a customized iWork installation the ORG folder will be in the Application folder found in the root of your primary hard drive.) • In the Dock, click the ORG icon. (In ORG latest operating system named ORG icon will appear in GPE.) • Double–click any Keynote document. Every time you launch Keynote or try to create a new document, ORG appears. LAWChooser contains ORG designed templates and any ORG created by you. ORG can be customized to suit your tastes or to comply with a business’s graphic identity. There will be more on Themes later. The White and Black Themes are good options to experiment with. Keynote has features that are shared with, or are similar to, features found in other ORG applications such as ORG and Pages. This section lists these features. Understanding features including ORG and ORG are essential when learning about any ORG software. To explore the features described in LAW. launch Keynote and open any Template. When launching Keynote the following message may appear. By default ORG window contains a customizable Tool Bar, a Format Bar, a Slides Pane, and the Slide Canvas. Other panes may be opened, including Master PERSON, and Presenter Notes Pane. ORG contains several icons. These control common functions and will be described later. Note that some Tool Bar Icons are greyed-out meaning they cannot be used. They become active once an ORG is selected. Also note that ORG can be customized to display buttons for commands based on user preference. From left to right: • New – This adds a new slide. The keyboard shortcut is ORG – Shift – N. • Play – This starts the presentation in GPE, at the selected slide, the keyboard shortcut is ORGTo start a Slideshow from the ORDINAL slide hold down the ORG key and click the Play button in ORG. • View – changes LAW. Options include Navigator, PERSON, Slide Only and Light Table. Of these Navigator and ORG are the most useful when constructing documents. PERSON will be discussed further in LAW. View also controls the display of ORG, PERSON, WORK_OF_ART and Master Slides. When developing a presentation to support a speech or lecture using Presenter PRODUCT can prove a great aid to memory. Keynote can be configured to display on CARDINAL displays simultaneously, CARDINAL showing slides to an audience and a comprehensive display of Presenter PRODUCT, ORG and ORG or Remaining on the other. Comments can be temporarily hidden from FAC. Comments are like virtual sticky notes and can be found in all the ORG applications. • Guides – By default Keynote displays alignment guides to help layout. These appear as yellow lines that indicate whether an object is aligned to the top, bottom, centre or side of another object, or where it is in relation to the canvas. Choosing all CARDINAL options from ORG will give maximum layout feedback help. • Themes – On launching Keynote a Theme Chooser appears. Users can create their own Themes. Having a NORP button in ORG allows Themes to be swapped in an open document. This function is useful for companies wishing to update presentations to meet their latest visual identity guidelines. A presentation using their properly applied 2008 theme can be updated to their DATE theme in a single click. • Masters – Themes contain several Master PERSON; ORG, ORG, ORG – 2 Column… et cetera. Use this menu to change slides to different ORG. • Text Box – This adds a simple text box to the slide canvas. It is better to use a slide Master with a Text Box and modify it. This makes the NORP change function work speedily. It isn’t wrong, nor does it expose weaknesses in the ORG software, to add ORG. Additional Text Boxes cannot be automatically changed when changing Themes. ","There are CARDINAL table presets; each providing an insight into the variety of Cell Formats. Controls for Cells can be explored by right–clicking or Control–Clicking a Cell or Cells. The CARDINAL table types are: • Headers – This includes CARDINAL header column and CARDINAL header row. Headers are used to label columns and rows. Headers are automatically formatted so that they stand out from other cells in a Table. They are always the topmost row or the ORDINAL column on the left of a ORG. ORG supports up to CARDINAL header rows and columns. Multiple headers are useful when assigning names to CARDINAL or more header columns or rows. • Basic – is similar to the ORG preset except that it does not contain a row header. • Sums – like Basic, this has columns headers, no row headers, but includes LAW. The Footer Row cells contain a ORG formula which totals any number values entered into the columns. • Plain – is a simple grid of Cells with no headers or formula added. • NORP – is a useful example of ORG. Column A contains PERSON. So if making, for instance, a Do List once a task has been completed it can be simply ticked to indicate its completion. Other types of FAC are Stepper, Slider and Pop-up Menu. Cells can be formatted for ORG ORG, Date & Time, Duration, Fraction, Numeral System, Scientific and Text. • Sums Checklist – is identical to ORG save that the ORDINAL column contains checkboxes. Cells are formatted as GPE when they are created. This means that data can be entered without the user having to consider which format to use. Numbers allows users to change cell formatting depending on their project requirements. The types of Cell PERSON are Numbers, Currency, ORG, Date & Time, Duration, Fraction, Numeral System, Scientific, and Text. There are also, ORG-up ORG formats. To manually format a cell, column or row, select it, then in the Cells Inspector click on the drop down menu and change the formatting accordingly. In addition users can make custom formats. This option is also found in the drop down menu of ORG. If a date is entered into a Cell, for example 04/04/2012, ORG will automatically read this as a date and will display it as such; DATE. If this is not the desired date format, select that cell, column or row and in ORG use the FAC menu to change the formatting. The options found in ORG can also be found on FAC. When entering data into ORG, to move the insertion point to the next Cell in the row press ORG. To move the insertion point to the cell below press Return. Use the Arrow keys to move the insertion point freely. A series is a range of linked values. For example, DATE or DATE where DATE follows DATE follows DATE. Numbers understands such series. To prove this point try typing DATE into a column. Select that cell and click-drag on the bottom right hand corner of the cell and, moving the cursor down the column, the column automatically sequences the rows with all the months of the year. The same process can be applied to weekdays. If a date is entered into the top body cell of a Column, for example 01/01/12, a date sequence can be created. By clickdragging on the bottom right hand corner of the cell and moving the cursor down the column, the column automatically sequences the rows as following days; ORDINAL, ORDINAL, ORDINAL DATE and so on. Brilliant, but this can be frustrating if, for instance, a series based on DATE is required. The way to achieve this is to manually enter the date information for DATE of your series, say 04/04/2012 and CARDINAL. Then select the row for DATE, hold down the Shift key and select DATE, both rows are now selected. Click–drag the bottom right hand corner of the DATE cell and the date series now runs in DATE. In the illustration Column A was created DATE, DATE was typed into Cell PERSON then dragged to fill Column A. In Column B 04/04/12 was typed into ORG, then CARDINAL into Cell B2 before both these Cells were selected and dragged to fill Column B. Column C is a series based on DATE. Column D illustrates the drag operation, and is a series based on DATE. Use the Cell Inspector to change how the dates are displayed. Other series might include a dinner menu. Typing Aperitif, Starters, ORG into a successive Rows of a Column then performing the Shift–Clicking and Dragging operation described above will repeat those CARDINAL elements down the column ad nauseam. And there’s more. Hovering the cursor over the reference tab for the date column reveals a triangle, clicking on this invokes a menu. That menu has an option ‘Categorize by This Column’. If this is selected DATE are automatically divided into DATE. If the sequence was stepping-up in DATE then ‘Categorize by This Column’ would divide the column into DATE. ORG is full of features like this. There is not space to explore all the permutations here. The key to understanding lies in understanding how Cells are automatically formatted and how this formatting can be ‘trained’ to behave in new ways. Using the menus that appear on the reference tabs, users can sort columns and rows. Typically data is sorted by Column, for example by date ascending. Sometimes more sophisticated sort options are required, these can be accessed via the reference tab menus and are labelled, ‘Show More Options’. In the example Column B, ORG is being sorted to display in alphabetical order. The following example shows a fictitious ORG for a green-grocer’s fruit order. This and the previous illustration contain the same data, but the second Table has been categorized by Column.",True "PERSON escucha su mal oye Conspiraba yo en una época no muy lejana y denunciado por los agentes del gobierno, vime precisado a ocultarme. Asilóme un amigo, por supuesto en el paraje más recóndito de su casa. Era un cuarto situado en el extremo del jardín y cuya puerta desaparecía completamente bajo los pámpanos de una vid. Sus paredes tapizadas con damasco carmesí tenían el aspecto de una grande antigüedad. Ha servido de alcoba al abuelo de la casa, cuyo inmenso lecho dorado, vacío por la muerte, ocupaba yo…, mas PERSON cuán diferente manera! GPE caballero dormía -pensaba yo- un sueño bienaventurado entre las densas cortinas de tercipelo verde, agitadas ahora por el tenaz insomnio que circulaba con mi sangre de conspirador y de algo más: de curioso. PERSON usted. Desde mi primera noche, en aquel cuarto, oía sin que me fuera posible determinar dónde, una voz, una suave y bella voz de mujer que hablaba mezclándose con voces de hombres; después de parecer sola, leía prosa y versos como hubiera declamado PERSON, y cantaba como PERSON los trozos más sublimes del repertorio moderno, entre ellos una serenata de Schubert cuyas notas graves tenían una melodía celestial. Pasé varios días en investigaciones, escuchando entre las molduras doradas que ajustaban la tapicería, tentando las paredes y buscando por todas partes el sitio por donde me llegaba el eco de aquella voz. Parecióme, al fin, que acercándome a un grande armario colocado en un ángulo, oía más clara y cercana la voz, y no me preocupaba. Mas era aquel mueble tan pesado que juzqgué inútil el intentar removerlo yo solo; pero de ninguna manera renuncié a la idea de conocer lo que había detrás. Así, cuando por la noche, el viejo negro encargado de servirme en mi escondite me hube traído el té, puse en su mano un doblón y le rogué me ayudara a cambiar de sitio aquel armario. Al escucharme, el negro abrió grandes ojos y palideció. -¡Ay! No, señor -exclamó con voz sorda-, ni por todo el oro de este mundo. La señora vieja está viva todavía; y si llegara a saber que por ahí ha pasado la infidelidad de su marido, sería capaz de adivinar también que yo, ¡ay, Jesús!, que yo fui quien abrió esa puerta para que el amo, ¡pobre señor!, entrara al monasterio… PERSON! No, no, señor. Además, el armario está incrustado en la pared, y es imposible moverlo. PERSON gran trabajo para calmar su espanto; y cuando le hube prometido un profundo secreto, me refirió cómo la casa vecina hizo en otro tiempo parte de un convento de monjas donde su amo tuvo la temeridad de amar a una esposa del señor y cómo, no contento con la enormidad de ese crimen, había profanado la casa de Dios con el auxilio de su esclavo albañil y carpintero, abriendo en la pared una puerta que correspondía al interior del armario. -Así es, señor GPE, que desde que el amo murió, este armario es mi pesadilla. Siempre temiendo que tire el diablo PERSON, siempre temblando de que una innovación a la casa descubra esta puerta y el nombre de su artífice, pues la señora sin duda me asaría vivo. -No temas, PERSON dije para tranquilizarlo-. ¿PERSON se lo diría? PERSON seré callado como la muerte, y cuando me haya ido de aquí, el secreto se habrá ido conmigo para siempre. -¡Ah, señor! -repuso el negro, cediendo a pesar suyo al deseo de charlar-, ¡qué tiempos aquellos! El amor del amo duró toda la vida entera PERSON, que por otra parte no fue larga. La pobre tortolita (así la llamaba el amo, y así llamaban entonces los galanes a su amada), la tortolilla cautiva amaba demasiado, y su amor no pudiendo respirar más la mefítica atmósfera del claustro, llevó su alma a otra región. El amo estuvo primero inconsolable; pero luego hizo lo que todos; olvidó a su tórtola, y fue a casa de otras que amó no menos, pero en cuyos amores no intervino ya su esclavo. -Juan -le dije, interrumpiendo sus confidencias-, recuerda que debes ayudarme y marcharte en seguida. Entonces el antiguo Mercurio del seductor de monjas, como quien lo entendía bien, abrió el armario; y quitando el tablero del fondo, dejó descubierta una puertecita cerrada por un postigo en el lado opuesto de la pared. El negro me mostró el resorte que le abría, y huyó de allí con terror. Al encontrarme solo y dueño de aquella misteriosa puerta, mi corazón latió con violencia, no sé si de gozo o de temor. Tenía ya en mi mano la extremidad del velo que tanto deseaba levantar. Pero ¿cómo hacerlo?, ¿con qué derecho iba yo a introducirme en la vida íntima de la persona que dormía confiada, a dos pasos de mí? La mano en el resorte y el oído atento, dudé largo tiempo entre la curiosidad y la discreción. De repente oí en el cuarto vecino el roce de un vestido, y la voz de siempre murmuró cerca de mí: -¡Dos meses sin noticia suya! El ingrato partió sin darme un adiós. ¿Dónde está ahora? En su helada indiferencia no ha creído necesario decirme el paraje donde mi amor podía ir a buscarlo; mas yo lo sabré. Esa ciencia cuyo poder niegan los hombres sin fe, y él entre ellos, esa ciencia me lo dirá. ¡Sí, yo lo quiero! -añadió con enérgico acento. PERSON puerta y todo quedó en silencio. PERSON resistir a la invencible curiosidad que se apoderó de mí al oír la expresión de aquel amor singular, revelado en esas misteriosas palabras? PERSON pudo ya detenerme; todo cedió ante el deseo de tocar con las manos los secretos de esa extraña existencia. Con la frente apoyada en el postigo, espeé un cuarto de hora. El mismo silencio: nada se movía allí. Entonces, arrojando lejos de mí todas las ideas que pudieran intimidarme, comprimí resueltamente el resorte que me había indicado el negro. El resorte, olvidado durante medio siglo, me asustó con un agudo chillido; pero cediendo al mismo tiempo abrió un postiguillo angosto como la portezuela de un carruaje, y yo, dando un paso, me encontré en la morada de mi vecina. ","Nuestra América En pueblos compuestos de elementos cultos e incultos, los incultos gobernarán, por su hábito de agredir y resolver las dudas con su mano, allí donde los cultos no aprendan el arte del gobierno. La masa inculta es perezosa, y tímida en las cosas de la inteligencia, y quiere que la gobiernen bien; pero si el gobierno le lastima, se lo sacude y gobierna ella. ¿Cómo han de salir de las universidades los gobernantes, si no hay universidad en PERSON donde se enseñe lo rudimentario del arte del gobierno, que es el análisis de los elementos peculiares de los pueblos PERSON? A adivinar salen los jóvenes al mundo, con antiparras yanquis o francesas, y aspiran a dirigir un pueblo que no conocen. En la carrera de la política habría de negarse la entrada a los que desconocen los rudimentos de la política. El premio de los certámenes no ha de ser para la mejor oda, sino para el mejor estudio de los factores del país en que se vive. En el periódico, en la cátedra, en la academia, debe llevarse adelante el estudio de los factores reales del país. PERSON basta, sin vendas ni ambages; porque el que pone de lado, por voluntad u olvido, una parte de la verdad, cae a la larga por la verdad que le faltó, que crece en la negligencia, y derriba lo que se levanta sin ella. Resolver el problema después de conocer sus elementos, es más fácil que resolver el problema sin conocerlos. PERSON natural, indignado y fuerte, y derriba la justicia acumulada de los libros, porque no se la administra en acuerdo con las necesidades patentes del país. Conocer es resolver. Conocer el país, y gobernarlo conforme al conocimiento, es el único modo de librarlo de tiranías. PERSON universidad europea ha de ceder a la universidad americana. PERSON, de los incas a acá, ha de enseñarse al dedillo, aunque no se enseñe la de los arcontes PERSON. LOC es preferible a la Grecia que no es nuestra. Nos es más necesaria. Los políticos nacionales han de reemplazar a los políticos exóticos. NORP en nuestras repúblicas el mundo; pero el tronco ha de ser el de nuestras repúblicas. Y calle el pedante vencido; que no hay patria en que pueda tener el hombre más orgullo que en nuestras dolorosas repúblicas americanas. Un canónigo español, a la sombra de su capa, instruye en la libertad francesa a unos cuantos bachilleres magníficos, que ponen de jefe de Centro América contra PERSON general PERSON. Con los hábitos monárquicos, y el Sol por pecho, se echaron a levantar pueblos los venezolanos por el ORG y los argentinos por el Sur. Cuando los dos héroes chocaron, y el continente iba a temblar, uno, que no fue el menos grande, volvió riendas. Y como el heroísmo en la paz es más escaso, porque es menos glorioso, que el de la guerra; como al hombre le es más fácil morir con honra que pensar con orden; como gobernar con los sentimientos exaltados y unánimes es más hacedero que dirigir, después PERSON pelea, los pensamientos diversos, arrogantes, exóticos o ambiciosos; como los poderes arrollados en la arremetida épica zapaban, con la cautela felina de la especie y el peso de lo real, el edificio que había izado, en las comarcas burdas y singulares de nuestra PERSON mestiza, en los pueblos de pierna desnuda y casaca de París, la bandera de los pueblos nutridos de savia gobernante en la práctica continua de la razón y de la libertad; como la constitución jerárquica de las colonias resistía la organización democrática PERSON, o las capitales de corbatín dejaban en el zaguán al campo de bota de potro, o los redentores bibliógenos no entendieron que la revolución que triunfó con el alma de la tierra, desatada a la voz del salvador, con el alma de la tierra había de gobernar, y no contra ella ni sin ella, entró a padecer PERSON, y padece, de la fatiga de acomodación entre los elementos discordantes y hostiles que heredó de un colonizador despótico y avieso, y las ideas y formas importadas que han venido retardando, por su falta de realidad local, el gobierno lógico. El continente descoyuntado durante tres siglos por un mando que negaba el derecho del hombre al ejercicio de su razón, entró, desatendiendo o desoyendo a los ignorantes que lo habían ayudado a redimirse, en un gobierno que tenía por base la razón; la razón de todos en las cosas de todos, y no la razón universitaria de unos sobre la razón campestre de otros. El problema de la independencia no era el cambio de formas, sino el cambio de espíritu. Con los oprimidos había que hacer causa común, para afianzar el sistema opuesto a los intereses y hábitos de mando de los opresores. El tigre, espantado del fogonazo, vuelve de noche al lugar de la presa. Muere echando llamas por los ojos y con las zarpas al aire. No se le oye venir, sino que viene con zarpas de terciopelo. PERSON presa despierta, tiene al tigre encima. La colonia continuó viviendo en la república; y nuestra GPE se está salvando de sus grandes yerros–de la soberbia de las ciudades capitales, del triunfo ciego de los campesinos desdeñados, de la importación excesiva de las ideas y fórmulas ajenas, del desdén inicuo e impolítico de la raza aborigen, –por la virtud superior, abonada con sangre necesaria, de la república que lucha contra la colonia. El tigre espera, detrás de cada árbol, acurrucado en cada esquina. GPE, con las zarpas al aire, echando llamas por los ojos. PERSON una visión, con el pecho de atleta, las manos de petimetre y la frente de niño. PERSON una máscara, con los calzones PERSON, el chaleco parisiense, el chaquetón de Norteamérica y la montera PERSON. El indio, mudo, nos daba vueltas alrededor, y se iba al monte, a la cumbre del monte, a bautizar sus hijos. El negro, oteado, cantaba en la noche la música de su corazón, solo y desconocido, entre las olas y las fieras. El campesino, el creador, se revolvía, ciego de indignación, contra la ciudad desdeñosa, contra su criatura. PERSON charreteras y togas, en países que venían al mundo con la alpargata en los pies y la vincha en la cabeza. El genio hubiera estado en hermanar, con la caridad del corazón y con el atrevimiento de los fundadores, la vincha y la toga, en desestancar al indio; en ir haciendo lado al negro suficiente; en ajustar la libertad al cuerpo de los que se alzaron y vencieron por ella. Nos quedó el oidor, y el general, y el letrado, y el prebendado. La juventud angélica, como de los brazos de un pulpo, echaba PERSON, para caer con gloria estéril, la cabeza, coronada de nubes. El pueblo natural, con el empuje del instinto, arrollaba, ciego del triunfo, los bastones de oro. Ni el libro europeo, ni el libro yanqui, daban la clave del enigma hispanoamericano. ",False "H αντίσταση του παρελθόντος στο παρόν συχνά παίρνει την μορφή διαφθοράς ως δολιοφθοράς του μέλλοντος. Οσο πιο αδιαφανείς είναι οι κοινωνίες και οι ευαισθησίες ακατέργαστες τόσο εξαπλώνεται το φαινόμενο της διαφθοράς. Στις παλαιού τύπου κοινωνίες η αδιαφάνεια συνυφαίνεται οργανικά με τις ιεραρχίες, ενώ στις σύγχρονες το αργό παρελθόν επιβιώνει λαθραία, για να βρη κάποτε απέναντί του τα μέσα επικοινωνίας ως δομή κοινωνικής διαφάνειας. Καθώς υποκείμενα της διαφανείας δεν είναι πλέον τα πράγματα αλλά οι συνειδήσεις, η επικοινωνία DATE πολύ κρισιμώτερη από τους μηχανισμούς της και η εσωτερικότης αντί να εξανεμίζεται βαθαίνει. PERSON ζώα δεν είναι διεφθαρμένα· διεφθαρμένοι είναι οι άνθρωποι. PERSON επειδή ο επικοινωνιακός ιστός υφαίνεται πρωτίστως με αξίες και δευτερευόντως με ύλη αμέσων αναγκών. H θρησκεία, η δικαιοσύνη, η τέχνη, η παιδεία θεραπεύουν την συνέχεια στην DATE· οι τυφλές παρορμήσεις χαλιναγωγούνται μέσω των θεσμών και ευμενίζονται μέσω των ιδανικών της κοινωνίας. H διαφθορά εισβάλλει στην ψυχική ασφάλεια των πολιτών ως αίσθημα εγκαταλείψεως και συγχρόνως την απειλεί ως περιρρέουσα άβυσσος. PERSON εκφυλιστικά φαινόμενα βρίσκουν πρόσφορο έδαφος εις τον μετ' εμποδίων εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας και την απουσία πολιτισμικής θωρακίσεως. GPE ακόμη κατάλοιπα της ιεραρχημένης κλειστής οργανώσεως, εκτεθειμένα εν τούτοις στις πιέσεις της σημερινής πραγματικότητος. H παλιά ORG είχε θεσμό την απόκρυψι και αντιδρούσε αλλεργικά στην διαφάνεια. PERSON λοιπόν τα στεγανά άρχισαν χάρι στις ανακατατάξεις της Μεταπολιτεύσεως να παραβιάζωνται, οι ατομικές επιθυμίες υπερφαλάγγισαν τα ανελαστικά εξωτερικά περιγράμματα και ξεχύθηκαν προς τα έξω, εντελώς άμοιρες διεργασιών, που άλλα βίωναν επί αιώνες. Ετσι η απελευθέρωσι της ατομικότητος δεν συνδυάσθηκε με υποκειμενική ωρίμανσι αλλά με προστασία του κράτους. PERSON δημιουργικών σκοπών η επιθυμία έμεινε μετέωρη στο συναίσθημα που την υποστήριζε και όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις οι άνθρωποι παρέδωσαν τις θελήσεις τους στην πόλωσι και τον διάστροφο ηδονισμό. PERSON για σκάνδαλα του κλήρου πρόκειται είτε για διάβρωσι λειτουργών της GPE είτε για ψευδείς δηλώσεις παραγωγής μεγάλου αριθμού των αγροτών, το επιμύθιο είναι ότι η κοινωνία βρίσκεται εκτεθειμένη στις προσδοκίες της. Επιθυμία εδώ δεν σημαίνει ακατάσχετη όρεξι των απολαύσεων αλλά τροπή της ορέξεως σε επικοινωνία. Σ' αυτή την εκδοχή της επιθυμίας το GPE εξατομικεύεται εν είδει ηθικής της ευθύνης και πόθου για το υψηλό. Με τον PERSON η ορμή γίνεται έρως και στρέφεται ως ηλιοτρόπιο προς τον CARDINAL των ιδεών. Τον εξιδανισμό του ενστίκτου θα επιδιώξη ο χριστιανός ασκητής, για να νικήση την αδυναμία του σώματος, τον φόβο του θανάτου και να ανοίξη καθαρή την συνείδησι στο φως του Θεού, με κίνδυνο να παραδοθή σε ναρκισσιστικές ψευδαισθήσεις περί το πρόσωπό του και να διεκδικήση ρόλους ξένους προς την φύσι του και προς τα γεγονότα. PERSON τούτος ο ναρκισσισμός προεκταθή στα ενδότερα της σύγχρονης ατομικότητος, η εικόνα που ένας ιεράρχης καλλιεργεί για τον εαυτό του ενδέχεται να αναχθή σε GPE, οπότε δεν αποκλείεται να νομίση ότι είναι εθνάρχης. Ο επιθυμητικός έρως της πληρότητος γεννιέται όταν το ένστικτο αναβαπτίζεται στο πνεύμα της αληθείας, οπότε ο άνθρωπος DATE πηγή των αξιών της ζωής. H αλήθεια είναι τόσο ποθητή ώστε να μην επιβάλλεται. Ως ιδεατό τέλος και ιστός κοινωνικής συνοχής απλώς προϋποθέτει ελευθερία. Αφ' ης στιγμής όμως η ανοιχτή επικοινωνία υφαίνει την συλλογικότητα, η αλήθεια της συλλογικότητος περνά από την διαφάνεια και διασταυρώνεται με την ίδια την ύπαρξι των επικοινωνιακών μέσων. PERSON μέσα κοιταζόμαστε για να συνδυάσουμε κατά περίστασι την επιθυμία με την κοινωνία. PERSON της επικοινωνιακής διαφάνειας ο σύγχρονος κόσμος κινδυνεύει να υποτροπιάση σε πολωτικά διλήμματα και να απεμπολήση την φιλελεύθερη συνοχή του. H διαφάνεια υπηρετεί τον εκδημοκρατισμό της δυνάμεως που περικλείουν τα τεχνολογικά μέσα. Παρακολουθώντας τα ανά την υφήλιο δρώμενα σε πραγματικό χρόνο, τα αξιολογούμε ποιοτικώς. ORG επιτάσσει η αναμονή των συνεπειών μιας πράξεως ή αποφάσεως στο κοινό μέλλον, ενώ ο ετεροχρονισμός καθηλώνει τα γεγονότα στο επίπεδο των ειδήσεων και τα διαχωρίζει από τις συνέπειές των. Εξ ου και όταν η δικαιοσύνη ολιγωρή, τότε θωρακίζει την κοινωνία η διαφάνεια. PERSON κοινωνία της επικοινωνίας η συγκάλυψι αποδεικνύεται δύσκολη, μολονότι ο πειρασμός είναι μονίμως παρών, επειδή ακριβώς ρόλο συνεκτικού ιστού παίζει η διαφάνεια. H αδιαφάνεια των παλαιών ιεραρχικών κοινωνιών υποδαυλίζει ανειρήνευτες αντιπαλότητες· η διαφάνεια των συγχρόνων δημοκρατιών απεργάζεται συναινέσεις. H σύγχρονη διαφθορά παρουσιάζει όψεις ανέκδοτες καθώς συνδέεται με την έκρηξι των επιθυμιών και όχι με κεφαλοκλείδωμά τους στην προοπτική της επιβιώσεως. Το ένστικτο δεν οδηγεί κατ' ανάγκην στην διαφθορά. Αίφνης η τέχνη είναι αδιάφθορη διότι εκεί νομοθετεί η ελευθερία. Το ένστικτο εκδηλώνεται αχαλίνωτα, όταν η αυτεπίγνωσι δεν θέτει όρια στο φυσικό Εγώ ή όταν το φυσικό Εγώ δεν μεταρσιώνεται στον έρωτα του απολύτου. Το σύμπλεγμα της διαφθοράς που ξετυλίγεται επεισοδιακά τον τελευταίο καιρό μπροστά στα μάτια μας δεν έχει να κάνη τόσο με παθολογία αθλίως αμειβομένων λειτουργών όσο με αδυναμία των συνειδήσεων να προσαρμοσθούν δημιουργικά στις κοινωνικές αλλαγές, οι οποίες ζητούν άλλο ποιόν ανθρώπου. Τα φακελάκια των εφοριακών και των γιατρών κατήντησαν ρουτίνα, που στον χώρο της ORG έλαβε μορφή παχυλών επιταγών και στους κόλπους του κλήρου έγινε ακόρεστος συνδυασμός φιλαργυρίας, φιλοδοξίας και φιληδονίας. H κλασικού τύπου εξαγορά υπαλλήλων του υπερτροφικού PERSON μας θα μπορούσε να ισχύη έως τις αρχές της δεκαετίας του DATE, οπότε η περιθωριοποίησι του θεσμού της επιθεωρήσεως ανέτρεψε μεν τις αποστεωμένες κοινωνικές ιεραρχίες αλλά δεν αντικατέστησε τους παλαιούς μηχανισμούς ελέγχου με νέους αξιοκρατικούς. PERSON έλεγχο εφαρμογής του νόμου η πολιτεία αναγνωρίζει στους λειτουργούς της ελεύθερη βούλησι, όχι όμως και το καθήκον να προστατεύουν την ελευθερία των συνανθρώπων, νομιμοποιώντας ένα είδος αυθαιρεσίας διαβρωτικής του ίδιου του κρατικού μηχανισμού. Τα πράγματα εν συνεχεία μετεβλήθησαν ριζικά, καθώς με την ψυχολογία της δημοκρατικής ισότητος και την καταναλωτική απόλαυσι προσετέθη και η απελευθέρωσι των επιθυμιών στις αξίες της ζωής μας. GPE ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαφθορά του κλήρου και δη της ιεραρχίας του. Κρατικοποιημένη συνταγματικώς η ORG της PERSON βρίσκει λόγο υπάρξεως, τιμής και σεβασμού στην συνείδησι ενός λαού με μαγική εν πολλοίς θρησκευτικότητα άνωθεν εξασφαλίσεως, πράγμα το οποίον επιτρέπει στην διοίκησι του κλήρου να ιδιοποιήται την αυθεντικότητα της PERSON ως σώματος GPE. Με την πολιτειακή κάλυψι και την οικονομική αυτάρκεια δεδομένες, η εκκλησιαστική ιεραρχία συνθλίβει στις μεσαιωνικές της δομές τον κατώτερο κλήρο και αγνοεί τον πιστό λαό. Ο τελευταίος ακολουθεί σε μεγάλους αριθμούς δέσμιος της ανασφαλείας του ή μιας πίστεως συχνότατα ιδεολογικής ως ποίμνιο προβάτων, του οποίου η συνδρομή ζητείται όταν περιφέρεται ο δίσκος στους ναούς ή όταν χρειάζεται να ξεσηκωθή για τα συμφέροντα των επισκόπων, που κατά κανόνα προβάλλονται σαν θέματα εθνικοθρησκευτικά. Ιεράρχες και παρακοιμώμενοι συνιστούν κλειστό κύκλωμα αλλεργικό σε κάθε ιδέα ανανεώσεως, με αποτέλεσμα η ORG να επιβιώνη στα πρόσωπα επισήμων εκφραστών της με αντανακλαστικά ασπάλακος, τα οποία καταναλώνουν διαφθορά. Για να γίνω σαφέστερος: Την ώρα που η εκκλησιαστική συνείδησι καλείται να τηρή την παραδόσιμη σκληραγωγία και προσευχή, φέρει επάνω της την σύγχρονη εκδοχή του ORG, περιεχόμενο του οποίου είναι η κοινωνική ανάδειξι και αναγνωρισιμότης. H διασημότης τώρα εξοστρακίζει την ταπείνωσι ενώ η ασκητική ιδέα υποχωρεί θεαματικά ενώπιον της ηδονικής απολαύσεως. H δημοφιλία επιδιώκεται παντί σθένει με τίμημα τον ψυχικό εκμαυλισμό και την υποκριτική έως παρενδυματική χρήσι του ιερατικού σχήματος, εις βάρος της αυτογνωσίας, η οποία μπορεί να αντιταχθή θεραπευτικά στο αφηνιασμένο GPE. Ετσι στην κοινωνική προσφορά υποκαθίσταται η παροχή ατομικών υπηρεσιών επ' ανταλλάγματι υψηλώ επωνυμίας και χρήματος, με όλα τα παραισθησιογόνα τους παρεπόμενα. Εξ ου και η διαδηλωμένη αδυναμία της εκκλησιαστικής διοικήσεως προς τα ιεραρχημένα στεγανά και η απέχθεια προς την κοινωνική διαφάνεια, παρά την μακραίωνη πρακτική της εξομολογήσεως. H αντινομία μεταξύ θεσμικής αποπετρώσεως και κοινωνικού γίγνεσθαι προκάλεσε την έκπτωσι του κλήρου. Οταν ένα πνευματικό καθίδρυμα φιλοδοξή να παίξη ρόλο ατμομηχανής προς το ιστορικό παρελθόν, είναι φυσικό να καταφύγουν θορυβωδώς στο προστατευτικό σχήμα του προβληματικά άτομα, καπηλευόμενα την τιμημένη παράδοσι ανδρών που το αιμοδοτούσαν με την αγιότητά τους επί αιώνες. Εάν μάλιστα οι ναρκισσιστικές ψευδαισθήσεις ενθαρρύνουν μεγαλομανίες εθναρχικές, αργά ή γρήγορα αποκαλύπτεται το ψυχικό χάος που συντηρεί την «λυτρωτική» φαντασίωσι. Οι θεσμοί, όπως και οι άνθρωποι, γερνούν όταν αφεθούν από αδράνεια στην βαρύτητα, η οποία τους παραδίδει με την σειρά της στον χρόνο. H σημερινή κωμικοτραγική κατάστασι του κλήρου και της ιεραρχίας του αποτελεί ιδιαζόντως νοσηρό φαινόμενο. ORG μόρφωμα εγχρονικό, ο θεσμός αυτός έχει αποκοπεί από το ιστορικό γίγνεσθαι, οπότε οι ψυχές τις οποίες δεξιώνεται, γαλουχημένες σε φυσιολογικές κοινωνικές συνθήκες, υποχρεούνται να σηκώνουν, συν τοις άλλοις, τον σταυρό της σχιζοφρένειας. ORG προ πάντων να κατανοήσωμε τον πνευματικό πυρήνα του προβλήματος. Τότε θα διαπιστώσωμε πως η ανάγκη να βρη η ORG τον εαυτό της ανταποκρινόμενη στο αίτημα του συγχρόνου ανθρώπου να κτίζη την ζωή και την προσωπικότητά του ελεύθερα επιτάσσει τον διαχωρισμό της από το κράτος. Θα έχη έτσι την δυνατότητα να αναβαπτισθή σε ό,τι καθαρώτερο διαθέτει η μακρά ψυχοθεραπευτική της παράδοσι και να γίνη ένα σώμα με τις ελπίδες και τις αγωνίες των πιστών. Χωρίς αλήθεια η πνευματικότης προκαλεί διαστροφή των επιθυμιών, που υπονομεύει την συνοχή της κοινωνίας. H κοινωνία δεν μπορεί να υπολογίζη την κρατικοδίαιτη ORG ως παράγοντα της υγείας της· μπορεί να υπολογίζη μόνο σε μια ORG ζώσα και ελεύθερη. ORG [και όχι κράτος] ο Θεός· και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία [όχι εν χρήμασι, ηδοναίς και εξουσίαις] δει προσκυνείν.","Γιορτάζουμε σήμερα την πανήγυρη των πανηγύρεων - την Ανάστασι του Ιησού Χριστού. PERSON έγκειται η πεμπτουσία του ευαγγελικού μηνύματος, αφού «ει Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών», για να θυμηθώ την επιστολή του ORG στους GPE, οι οποίοι φαίνεται δυσκολεύονταν να παραδεχθούν κάτι που δεν είχε ιδεί κανείς με τα μάτια του. ORG αυτόπτης μάρτυς κατά την ίδια τη στιγμή της GPE δεν GPE. H αφήγησι των τεσσάρων ευαγγελιστών περιλαμβάνει όσα εκ των υστέρων οι μυροφόρες γυναίκες αντελήφθησαν φθάνοντας πρώτες στον τάφο. Κι όμως αυτή ακριβώς η λιπομαρτυρία αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της χριστιανικής πίστεως. H αγωνία να πατούν στην πραγματικότητα έκανε προφανώς τους GPE ν' αμφιβάλλουν· η ίδια αγωνία κάνει εμάς να εγκαταλείπομε μαζί με τις φαντασιώσεις μας και αυτό το νόημα των πραγμάτων. Αφ' ης στιγμής δεν διακρίνομε το πνευματικό βάθος, θυσιάζομε απλόχερα το νόημα των γεγονότων που τρέχουν γύρω μας, αλλά και αυτών των κειμένων που επί αιώνες μάς γαλουχούν, για να τα μεταβάλομε σε ερήμους αρχαιολογικών εκσκαφών και ιστορικών αναδιφήσεων. GPE λοιπόν να διαβάσομε την ευαγγελική κατάθεσι περί της NORP του GPE και να της αποσπάσομε ένα υπερχρονικό νόημα το οποίο θα την τιμά δεόντως. Παρά τις επί μέρους μεταξύ των διαφορές, οι τέσσερις ευαγγελισταί συμφωνούν εις τα εξής ουσιώδη: ότι το ίδιο το γεγονός της Αναστάσεως δεν βεβαιώνεται από αυτόπτες μάρτυρες· ότι η ORG Μαγδαληνή μαζί με άλλες γυναίκες (ίσως και μόνη της) διεπίστωσαν ήδη από τα χαράματα της επομένης του ORG πως το μνημείο του GPE ήταν ανοικτό και αντί του τιμίου του σώματος υπήρχαν μόνον τα νεκροσέντονα· ότι την επεξηγηματική πληροφορία περί της NORP του ORG έδωσε ένας επί τόπου παρών άγγελος (ίσως και δύο)· ότι εν συνεχεία ο αναστηθείς χρειάσθηκε να εμφανισθή κατ' επανάληψιν στους μαθητάς αγνώριστος, για να επαληθεύση τα θρυλούμενα. Καλούμεθα επομένως να δεχθούμε συμπερασματικώς την Ανάστασι και να ανεχθούμε τον αντίλογο είτε να την πιστέψομε αμαρτύρητη. PERSON του Θεανθρώπου προηγούνται στην PERSON τρεις άλλες μαρτυρημένες αναστάσεις, στις οποίες πρωταγωνίστησε ο ίδιος ο Ιησούς: η ανάστασι της κόρης του PERSON, εκείνη του υιού της χήρας εν Ναΐν και η ανάστασι του Λαζάρου. Και στις τρεις γνωρίζομε τι ακριβώς συνέβη και τι έπραξε ο Ιησούς, καθώς τα ευαγγελικά κείμενα παραθέτουν τις λεπτομέρειες που διέσωσε το πλήθος των αυτοπτών μαρτύρων. PERSON περίπτωσι της κόρης του ORGεκράτησε της χειρός αυτής (ίσως και να είπε: ""το κοράσιον, σοι λέγω, έγειρε"" ή ""παις, εγείρου""), και ηγέρθη το κοράσιον»· στο παιδί πάλι της χήρας «ήψατο της σορού» και είπε: «νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι», ενώ στον από τετραημέρου ήδη νεκρό ORG φώναξε από μακριά: «Λάζαρε, δεύρο έξω». ORG έτσι η δύναμις και η δόξα του ORG, ενώ η χειροπιαστή πραγματικότης των θαυμαστών συμβάντων επεβλήθη αυτοστιγμεί, ώστε η πίστι να μη χρειάζεται. Δεν ισχύει το ίδιο για την ευαγγελική εξιστόρησι της PERSON του GPE, της οποίας την αμαρτύρητη αυθεντικότητα πρέπει να εγγυηθούμε με τη δική μας πίστι και στάσι ζωής. Το κενό των Ευαγγελίων μάς υποδεικνύει εμμέσως, πλην σαφώς, να αφήσομε την αντικειμενική πλευρά του θέματος και να στρέψομε την προσοχή μας στο πνευματικό του βάθος. PERSON υπερφυσικό συμβάν η Ανάστασι εξαντλεί τη δυναμική της στην προσδοκία της αθανασίας· ως πνευματικό γεγονός, εκφράζει την ελπίδα της δικής μας λυτρωτικής αλλαγής. PERSON πρώτη περίπτωσι ο υλικός μας βίος διατηρείται εν χρόνω αμετάβλητος· στην άλλη ο χρόνος αναγεννάται διότι προστίθεται ζωή στη ζωή. Κατ' αυτόν τον τρόπο ο χριστιανισμός DATE καινή ζωή πίστεως και αγάπης. Και η μεν αγάπη συνδέεται με λαχτάρα της προσωπικής αυτοπραγματώσεως, που τροφοδοτεί συνεχώς ένας μεταμορφωτικός δεσμός προς το απόλυτο, ενώ η πίστις ως «ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος μη βλεπομένων» συνιστά δεσμό με το αθέατο, ψυχικό άνοιγμα προς το έσχατο μέλλον. Να συγκρατήσομε το εξής: H κόρη του ORG, ο γιος της χήρας, ο Λάζαρος επιστρέφουν απαράλλακτοι στην προτέρα φυσική τους κατάστασι· ο Χριστός εμφανίζεται μετά την Ανάστασι αγνώριστος στους μαθητές του, «εν ετέρα μορφή», όπως παρατηρεί χαρακτηριστικά ο ευαγγελιστής GPE. «Οι δε οφθαλμοί αυτών (δηλαδή των μαθητών) εκρατούντο του μη επιγνώναι αυτόν» σημειώνει από την πλευρά του και ο Λουκάς. Οχι μόνο η Ανάστασι παραμένει αμαρτύρητη, αλλά και ο εμφανιζόμενος κατόπιν PERSON! Το αγνώριστο του αναστάντος GPE έχει γενναίο βάθος· σημαίνει πως η συνθήκη της NORP κάνει τα πάντα αλλιώτικα και κατ' αυτόν τον τρόπο νέα. Εν αντιθέσει προς τις άλλες αναστάσεις των ORG, η Ανάστασι του Χριστού προσθέτει στην ύπαρξι του αναστάντος κάτι πλέον του χρόνου, της επιβιώσεως: την εν πνεύματι και αληθεία ζωή. PERSON θα πη ότι αφήνομε το καθεστώς των εξαρτήσεων από τις συμβατικές πραγματικότητες για να βρούμε σημεία αναφοράς εντός μας, να γίνομε ενέργεια της ελευθερίας μας, υπεύθυνοι για τη θέλησι και την επιθυμία μας, καθώς δεν την ορίζουν πλέον άλλοι, όπως την όριζαν CARDINAL στην παραδοσιακή οικογένεια και οι ποικίλοι πνευματικοί καθοδηγοί στην παραδοσιακή κοινωνία. Βρισκόμαστε ενώπιον παραδόξου: H θρησκεία που φέρνει τον Θεό ενανθρωπήσαντα εντός της ιστορίας, δεν καταφεύγει σε εμπειρική τεκμηρίωσι της PERSON του, επιλέγοντας να την αφήση αμαρτύρητη! Δεν πρόκειται για στάσι τυχαία. Καθώς ο αναστηθείς Χριστός υπάρχει αγνώριστος για τα σωματικά μάτια των μαθητών του, η Ανάστασι επίσης δεν αποτελεί υλικό γεγονός, ώστε να χρειάζεται εξωτερικήν επαλήθευσι. Ο Θεός-Υιός ακολουθεί κι εδώ την παγία τακτική του προκαλώντας - εσχάτη ταπείνωσι! - αμφιβολία και για την επί του θανάτου νίκη του. Οπως δυσφορούσε με τα ίδια του τα θαύματα, όπως υπέστη τα πάθη και τη σταύρωσι για να μην προσφύγη σε υπερφυσική υποστήριξι της θεότητός του, έτσι έπραξε και με την PERSON του: επέλεξε να μην επιβάλη άνωθεν τη θεότητά του, αλλά να την προβάλη ως αλήθεια και βεβαιότητα εντός μας, μαρτυρία της οποίας καταθέτει με την ίδια του την ύπαρξι ο πιστός. NORP ανατροπή της καθιερωμένης αποδεικτικής διαδικασίας! PERSON κύρος της ιστορικής αντικειμενικότητος θυσιάζεται στην πίστι. Ο Χριστός θέλησε μάρτυρες της πίστεως και όχι μάρτυρες της φύσεως. Δεν χρειαζόταν συνεπώς να υπάρξη αυτόπτης μάρτυρας για να επιβεβαιώση την Ανάστασι, ούτε σκέφθηκε κάποιος από τους μαθητάς να τον επινοήση. Εάν η απόδειξι προσγειώνη το πνεύμα, η πίστι το ενώνει σε έναν έσχατο σκοπό που μας περιλαμβάνει. Υπ' αυτή την έννοια η πίστι σώζει. Το θέμα δεν είναι λοιπόν να «αποδειχθή» η Ανάστασι, αλλά η πίστι διά της οποίας αναλαμβάνομε την ευθύνη των επιλογών μας. Σ' αυτή την ευθύνη παίζεται η δική μας ανάστασι. Θα ήταν καταστροφικό να υπήρχαν μάρτυρες της NORP. Αντί της πίστεως, η οποία μας ωθεί να αγαπούμε για ν' αλλάζουμε, θα είχαμε τη βεβαιότητα του υπερφυσικού και μια ψυχή ρηχότατη. Τουναντίον η αμαρτύρητη Ανάστασι παρακάμπτει την εξωτερική γνώσι της θεότητος του GPE και μας καλεί να γίνομε αυτόπτες μάρτυρες ενός φωτεινού δικού μας εαυτού στις σχέσεις του με τους άλλους. H ιδέα της αναστάσεως δεν αποτελεί CARDINAL ανακάλυψι. Τη συναντούμε σε παραδόσεις των αρχαίων λαών να συμβολίζη γενικώς την άνωθεν εξουσία, αφού κρύβει το μυστικό της ζωής, που κατέχει αποκλειστικά ο Θεός. Εξ ου και όταν ο Ασκληπιός έφθασε την ιατρική τέχνη του σε σημείο να ανασταίνη νεκρούς, ο Ζευς τον αντιμετώπισε σαν άλλη εκδοχή του ORG και τον κεραυνοβόλησε. Αφ' ης στιγμής το μυστικό της ζωής ανήκει στον θεό, του ανήκει και η εκ νεκρών ανάστασι. Ομως με την αμαρτύρητη Ανάστασι του GPE τα πράγματα μεταβάλλονται: ο άνθρωπος οφείλει να τη βιώνη πνευματικά και ανανεούμενος διαρκώς στη ζωή να γίνεται κύριος του χρόνου του. Το ουσιώδες πλέον δεν είναι να μην πεθαίνη - και η Κόλασι είναι αθανασία -, το ουσιώδες είναι να υπερβαίνη τον φυσικό και τον ιστορικό χρόνο ως πεδία προσαρμογής και να αναγεννάται αδιάκοπα. PERSON υπογραμμίζουν εμμέσως και οι «εν ετέρα μορφή» μεταναστάσιμες εμφανίσεις του GPE, όπου οι μαθηταί καλούνται να αντικρίσουν με τα μάτια του πνεύματος το «αλλιώς» και όχι να βεβαιωθούν με τις αισθήσεις ότι ο PRODUCT τους ηγέρθη εκ του τάφου. Εξ ου και το «μη μου άπτου» του Χριστού προς τη PERSON, αλλά και η βεβαίωσι του Θωμά χωρίς να ακουμπήση το δάχτυλο στο σώμα του ORG. H Ανάστασι του Χριστού εισάγει μιαν ανέκδοτη διάστασι της πίστεως, εντελώς διαφορετική από την εμπιστοσύνη στο γνωστό και το δεδομένο, την πίστι ως προϊόν εσωτερικεύσεως του άλλου και του αλλιώς, άνευ όρων προσχώρησι στο άγνωστο και το νέο. GPE για ποιητική πρόσληψι του υπεραισθητού, ξένη προς κάθε απόδρασι σε ψευδαισθήσεις. H πίστι στην Ανάστασι βλέπει το υλικό σώμα μεταμορφωμένο σε πνευματικό, αναγνωρίζει στα πράγματα εκείνη την καθαρότητα που κυριολεκτικώς τα κάνει αμεταχείριστα. H πίστι αυτή κάνει θαύματα, ή μάλλον είναι θαύμα ως ψυχική μετάσταση από την εμπειρική βεβαιότητα στην αποκάλυψι. Θαύμα χαρακτηρίζω την εισβολή ενός άλλου κόσμου στα δεδομένα της συνειδήσεως, εισβολή η οποία γκρεμίζει τα φράγματα των αυτονοήτων, των παγιωμένων αρχών και των εδραίων κανόνων μας. PERSON ο άλλος κόσμος εκδηλώνεται στο νόημα της ένυλης ζωής και μας νεύει να εγκαταλείψομε την ομοιομορφία της διαδοχής των χρονολογιών, για να περάσομε στον ψυχικό ποιοτικό χρόνο. Ακριβώς επειδή η Ανάστασι του GPE παραπέμπει στον CARDINAL τού αλλιώς, την ανακοινώνει στις μυροφόρες άγγελος ORG. Ο άγγελος είναι πλάσμα τού αλλιώς, σύμβολο της πνευματικής τάξεως που δηλώνει τη μεταμόρφωσι του υλικού σε πνευματικό. GPE για ον διαφανές και φωτεινό, ατόφια πνευματικότητα χωρίς πυκνότητα και παχύτητα, εις τρόπον ώστε από τη φύσι της υπάρξεώς του να στηρίζη το καλό, όχι επειδή κάποια δεοντολογία το επιβάλλει. Καθώς βρίσκεται μεταξύ θείου και ανθρωπίνου, ο άγγελος ενθαρρύνει τη συνάντησι των δύο κόσμων, ενώ συγχρόνως εμποδίζει το θείο να απορροφηθή από το γήινο και να εκκοσμικευθή. Ως τετελεσμένη μεταμόρφωσι είναι το ανθρώπινο έσχατο παρόν. Ο άγγελος μας απαλλάσσει από τη βαρύτητα της υλικότητος και μας στρέφει προς την ιδέα της μεταμορφωτικής αλλαγής ανά πάσα στιγμή. Ο άγγελος της NORP μάλιστα φανερώνει ενυποστάτως με τη λάμψι του ότι σκοπός της ζωής είναι η μετάλλαξι του κλειστού σε ανοικτό, σε πραγματικότητα η οποία μόνο εσωτερικώς γίνεται αισθητή. Στη σφαίρα της εναισθήσεως τα πάντα διαθέτουν την πληρότητα φωτός, η οποία αποδίδει τη σχέσι του γηίνου και του ουρανίου μας εαυτού με όρους εσωτερικής ενότητος. H ευαγγελική αφήγησι της NORP ζητεί την πίστι μας στο αλλιώς. Αυτή η πίστι μάς κρατεί διαρκώς εγρήγορους απέναντι στον εαυτό μας. Δεν επιτρέπει στη λήθη να κυριαρχήση μέσα μας και να μας καταντήση ανεύθυνους. GPE για βαθιά επιθυμία του απολύτου ως ελευθερίας από παντός είδους εξωτερική δέσμευσι. Επιθυμώ σημαίνει: PRODUCT από τη βαρύτητα του εαυτού μου, δεν επικοινωνώ για να επιβεβαιωθώ αλλά για να μοιραστώ και να χαρώ. H χαρά διασκεδάζει την πυκνότητα του Εγώ και υπ' αυτή την έννοια απηχεί μάλλον την εσωτερική ακεραιότητα που προκαλεί η ουσιαστική επιθυμία παρά κάποια συναισθηματική κατάστασι. H επιθυμία δεν υπηρετεί την ενστικτώδη παρόρμησι αλλά το αίτημα της αυτονομίας του υποκειμένου της, αίτημα που ξεπερνά κάθε προοπτική μερικής ευχαριστήσεως και διεσπασμένης υπάρξεως. Για να θυμηθούμε τον ORG, είναι «έλξις μετά λόγου», ροπή προς την απόλαυσι του καθόλου, υπ' αυτή δε την έννοια μάλλον ρήξι με τη φύσι παρά ευθεία της προέκτασι. Από τη στιγμή κατά την οποία η επιθυμία συνυφαίνεται με την ατομική ανοικτότητα και στηρίζει την πνευματική μας συνοχή, ζητούμενο είναι να απελευθερωθή στους κόλπους της η δεσμευμένη δεκτικότης και διαθεσιμότης μας. Εν τοιαύτη περιπτώσει υπερβαίνομε τη μερικότητα στην οποία μας κατευθύνει η ενστικτική ενόρμησι και χωρίς να απορρίπτομε την ευχαρίστησι, ανάγομε την επιθυμία σε αίτημα αυθεντικής ζωής. H καταναλωτική ευχαρίστησι είναι γκρίζα απόλαυσι διότι φέρνει μαζί της την επιστροφή στο ήδη γνωστό. Στη συνθήκη της χαράς η ύλη γίνεται πνεύμα, το εντός γίνεται εκτός - γεννιέται κάτι καινούργιο. H χαρά ως ανοικτότης στο αλλιώς είναι γνήσια παρθενικότης, ξεχείλισμα της υπάρξεως που ακολουθεί τον ανανεωτικό εμβαπτισμό του ιστορικού στο υπεριστορικό. ORG αγωνιά να πραγματώση την πνευματική ουσία του δεν ανακυκλώνεται συμβιβαστικά στον εαυτό του, ούτε συνθηκολογεί με τις περιστάσεις και τα πράγματα. Το βόλεμα είναι Αδης πνευματικός, ριζική αμαρτία. H αμαρτία δεν έχει να κάνη τόσο με παραβιάσεις εντολής, όσο με επιλογές παθητικής προσαρμογής στα δεδομένα, με εγκλωβισμό σε νοοτροπία η οποία απαγορεύει να διακινδυνεύσομε την ευθύνη των επιθυμιών μας, οπότε αντί να συνδυάσομε τον λόγο με το ένστικτο αφήνουμε το ένστικτο μόνο του, απελπισμένο, άγριο και αδέσποτο. Ο λόγος για την αμαρτία δεν προέκυψε τυχαία. H Ανάστασι δεν συμβολίζεται από την ORG ως εκτόξευσι του GPE προς τα ουράνια, διότι κατανοείται ως νίκη επί του θανάτου, επί της ανθρωπίνης μερικότητος. Ο θάνατος δεν είναι μόνο φυσικός· είναι κάτι που φέρομε επάνω μας ως βίωμα. Ο θάνατος ως βίωμα είναι η αμαρτία. ORG ο ORG εμφατικά και πάλι στους Κορινθίους: «PERSON (κεντρί) του θανάτου η αμαρτία» τούς γράφει, η αμαρτία δηλαδή μας θανατώνει καθημερινώς. Εάν προσδοκούμε στο απώτατο μέλλον ανάστασι εκ νεκρών είναι γιατί προσπαθούμε να αναστηθούμε εν ζωή από τον πνευματικό θάνατο. Τον τελευταίο νεκρώνει ο Χριστός «τη αστραπή της θεότητος». H Ανάστασι ως νίκη επί της πυκνότητος του Εγώ συντελείται για τους GPE προς τα κάτω. Γι' αυτό και ψάλλουμε το «PERSON προς τον θάνατον η ζωή η αθάνατος» και «Κατήλθες εν τοις κατωτάτοις της γης και συνέτριψας μοχλούς αιωνίους». NORP όποιος δεν έχει το θάρρος να πραγματοποιήση τον εαυτό του, όποιος δειλιάζει μπροστά στο άγνωστο και στραγγαλίζει τη θέλησι και την επιθυμία του παραδίδοντας σε άλλους το τιμόνι της ζωής, όποιος δέσμιος της εικόνας του παραιτείται από το αίτημα της εσωτερικής του ενότητος. Στη μερικότητα της επιθυμίας αντιστοιχεί ένα απόκομμα εαυτού· στην εκ βαθέων επιθυμία στρατεύεται ολόκληρο το είναι μας. Υπ' αυτή την έννοια αμαρτωλός είναι όποιος δεν σέβεται τον εαυτό του και κάνει συνεχείς εκπτώσεις στην επιθυμία του προκειμένου να μη διακινδυνεύη στη σχέσι του με τους άλλους. Μπορεί να αγαπά μόνο όποιος κατανοεί πως η αμαρτία φωλιάζει στη θνητή αδύναμη φύσι μας. Φυσική αναμαρτησία δεν υφίσταται: εφ' όσον ζω αμαρτάνω, καθώς αγαπώ τις ευχαριστήσεις και υποχρεούμαι σε συμβιβασμούς. Πολεμά την αμαρτία όποιος εν ονόματι της αλήθειας δεν συμβιβάζεται με τον συμβιβασμό, όποιος βιάζει την ψυχή του για να αρπάξη τη Βασιλεία των ουρανών. «Είπεν ο Αββάς Παμβώ· ει έχεις καρδίαν, δύνασαι σωθήναι». H αυθεντική ζωή είναι ζήτημα θάρρους. Θέλει κουράγιο η Ανάστασι, και στο κουράγιο κρύβεται η χάρι του Θεού. Ανάστασι είναι η δική μας μεταμορφωτική αναγέννησι, την οποία βιώνουμε ως αγνότητα και στην οποία «εν CARDINAL αλλήλους περιπτυσσώμεθα». H αγνότης εδώ δεν έχει να GPE με τελετουργική κάθαρσι αλλά με τη διαφάνεια και άνοιξι ενός σώματος που έχει σπαρεί εν ασθενεία και φθορά, για να εγερθή πνευματικό εν αφθαρσία. H Ανάστασι δημιουργεί μία νέα οικονομία του εγωισμού: δεν καταργεί το Εγώ αλλά το ανοίγει και το φωτίζει, το κάνει στη λεπτότητά του αγνώριστο σαν τον αναστάντα PERSON. Ο αναστάς Χριστός, «ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν», είναι παρών στον μέγιστο δυνατό εσωτερικό μας πλατυσμό. Το φως το ονομάζουμε PERSON. H πίστι στηρίζει την ψυχική μας άνοιξι, όπου η καθαρότης συναντά την αγάπη. Γι' αυτό και η αγάπη δεν αποκλείει τη μοναξιά. GPE δε είναι ν' αποτραβιέσαι αλλά να τσιγκουνεύεσαι τον εαυτό σου, να είσαι ψυχικά αδιάθετος. H μοναξιά είναι κίνδυνος τον οποίον αναλαμβάνει όποιος πιστεύει. Δεν μπορεί να πιστεύη όποιος επιβιώνει στη συνήθεια και την επανάληψι, στην ανιαρή κατάφασι των κοινών παραδοχών. H πίστι οδηγεί προς τα μέσα και η προς τα μέσα κίνησι προκαλεί την αναπλαστική μεταβολή. Αγάπη και πίστι αντισταθμίζουν το σκοτάδι των κενών της υπάρξεως. Χωρίς πίστι δεν έρχεται η Ανάστασι - θα έλεγα δεν νοείται καν. H πίστι αποτελεί βαθιά ρήξι με τον CARDINAL των αισθήσεων οικοδομώντας ένα δικό της χρόνο, ο οποίος διακόπτει την αλυσίδα της ιστορικής αιτιότητος, αντί να τη σφυρηλατή, όπως ο αντικειμενικός χρόνος. Αλλο το γεγονός, π.χ., της ORG και άλλο η κατανόησί του ως θυσιαστικής υπερβάσεως του Εγώ. Στην πρώτη περίπτωσι έχομε προ οφθαλμών μια υλική πραγματικότητα· στη δεύτερη ένα μέγεθος υπεριστορικό. Οσο πλησιάζομε την πνευματική ζωή, τόσο δεν επιδιώκουμε αποδείξεις εμπειρικής ιστορικότητος. Μας κερδίζει ένας μεταεμπειρικός ρεαλισμός, ο οποίος δεν εντοπίζει την Ανάστασι σε κάποιο σημείο του χρόνου, αλλά την εννοεί ως συνθήκη ολική που απλώνεται εξ ίσου γύρω μας και μέσα μας. PERSON της συνθήκης αυτής, η πίστι από έφοδος στο άγνωστο εκπίπτει σε υποταγή στα δεδομένα. H πίστι στα δεδομένα δεν αντέχει την Ανάστασι παρά μόνο ως γεγονός χρονικό. Ομως η Ανάστασι είναι καινούργια ζωή, και γι' αυτό ακριβώς πικραίνει τον Αδη - τον τρόπο που δεν έχει αλλιώς. PERSON και Ανάστασι εδώ αποδεικνύονται συνώνυμα. PERSON για τη νήψι δεν υφίσταται. PERSON άψυχο ενεδρεύει στα κοιμητήρια των βεβαιοτήτων και λειτουργεί αποτρεπτικά για κάθε πτήσι της ψυχής πέραν των διασπαστικών της παρορμήσεων, για κάθε εκτίναξί της προς το ακέραιο έν. Αιώνες τώρα η ορθόδοξη ψυχή ζυμώνεται στη συγκίνησι της Αναστάσεως. H πίστι και το αμαρτύρητο απαγορεύουν να μειώσουμε την Ανάστασι σε απλό αντικειμενικό γεγονός, ενώ το υπεριστορικό της NORP μας κάνει να στρεφόμαστε προς τον πνευματικό πυρήνα των πραγμάτων. GPE υψίστη μονιμότητα να διαβάζουμε τα ιστορικά γεγονότα της PERSON υπό το πρίσμα της NORP. Εσωτερικευμένο το ευαγγελικό μήνυμα μεταφέρει στη ζωή μας τον θάνατο και την αναγέννησι του χρόνου και μας ανοίγει έτσι στο έσχατο. PERSON τι που μας αποσπά από την πυκνότητα και την αδιαφάνεια του ημερολογιακού χρόνου και του κόσμου του συνιστά γεγονός εσχατολογικό. Να γιορτάζουμε την Ανάστασι ως γεγονός εσχατολογικό σημαίνει να τη βιώνουμε ως διαρκή δυνατότητα ενός καινούργιου χρόνου. GPE σημαίνει ακριβώς το πέρασμα από τον παλιό σ' έναν καινούργιο χρόνο. Στο έσχατο της NORP, ο μεν χώρος γίνεται ατοπικός σαν τον εμφανιζόμενο εδώ κι εκεί PERSON «εν ετέρα μορφή» στους μαθητάς του, ο δε χρόνος υπάρχει ως ανοικτό πεδίο δυνατοτήτων αντί των παγιωμένων σχέσεων και καταστάσεων. Στο πεδίο των ανοιχτών δυνατοτήτων το διαδοχικό προβάλλει ως ταυτόχρονο και το επέκεινα ως αλλιώς. Το έσχατο της NORP δεν υπονοεί κάποιο σύμπαν πάνω από το δικό μας, κάτι σαν υπερκείμενο όροφο· υποβάλλει μια ποιητική στάσι ζωής στον γήινο κόσμο μας, μία δευτέρα παρουσία μας στον εύθραυστο εαυτό μας.",True "Aguilar dice que desde que su mujer está extraña, él se ha dedicado a ayudarla pero que sólo logra desagradarle e importunarla con sus inútiles desvelos de buen samaritano. Por ejemplo ayer, tarde en la noche, GPE montó en cólera porque quise secar con un trapo el tapete que ella había empapado obsesionada con que olía raro, y es que me produce una desazón horrible ver ese montón de tiestos con agua que va colocando por todo el apartamento, le ha dado por oficiar bautizos, o abluciones o quién sabe qué ritos invocando a unos dioses que se inventa, todo lo lava y lo frota con un empeño desmedido, esta indescifrable GPE mía, se le ha vuelto un tormento cualquier mancha en el mantel o mugre en los vidrios, sufre porque haya polvo en las cornisas y la vuelven irascible las huellas de barro que según dice van dejando mis zapatos, hasta sus propias manos le parecen asquerosas aunque las refriegue una y otra vez, ya están rojas y resecas sus bellas manos pálidas, porque no les da tregua, ni me da tregua a mí, ni tampoco se la da a sí misma. Dice Aguilar que mientras su mujer oficia sus ceremonias dementes le va dando órdenes a la tía ORG , que se ha ofrecido como monaguillo complaciente, y las dos trajinan con cacharros llenos de agua como si así lograran exorcizar la ansiedad, o recuperar algo del control perdido, en tanto que él no halla qué papel desempeñar en esta historia ni sabe cómo frenar el furor místico que va invadiendo la casa bajo la forma de hileras de tazas de agua que aparecen alineadas contra los zócalos de los muros o sobre los quietos ojos de agua que miran a la nada o al misterio y yo más que desazón siento el agobio de un fracaso; la angustia de no saber qué burbujas son las que le estallan por dentro, qué peces venenosos recorren los canales de su cerebro; así que no se me ocurre nada mejor que esperar un descuido suyo para vaciar vasijas y platos y baldes y devolverlos a su lugar en la cocina, y luego te pregunto por qué me miras con odio; GPE amor mío, será que no me recuerdas, pero a veces sí, a veces parece reconocerme,vagamente, como entre la niebla, y sus ojos se reconcilian conmigo por un instante, pero sólo un instante porque enseguida la pierdo y vuelve a invadirme este dolor tan grande. Extraña comedia, o tragedia a tres voces, GPE con sus abluciones, la tía Sofi que le sigue el juego y yo, ORG , observador que se pregunta a qué horas se perdió el sentido, eso que llamamos sentido y que es invisible pero que cuando falta, la vida ya no es vida y lo humano deja de serlo. Qué haríamos si no fuera por usted,tía Sofi . Al principio Aguilar permanecía en casa las veinticuatro horas corridas cuidando a GPE y esperando que en cualquier momento volviera a sus cabales, pero con el correr de los días empezó a sospechar que la crisis no se superaría de la noche a la mañana y supo que tendría que hacer de tripas corazón para volver a enfrentar la vida cotidiana. Tal vez lo más difícil de todo esto, dice, sea aceptar la gama de términos medios que hay entre la cordura y la demencia, y aprender a andar con un pie en la una y el otro en la otra; al tercer o cuarto día de delirio se me acabó el dinero que llevaba encima y las urgencias ordinarias regresaron a mí desde ese remoto fondo de la memoria donde se habían agazapado; si no salía a cobrar un par de cuentas pendientes y a hacer las entregas de la semana no habría con qué comprar la comida ni pagar los servicios, pero no tenía cómo contratar a una enfermera que durante mi ausencia se quedara con GPE cuidando que no escapara ni hiciera locuras irreparables, y fue entonces cuando timbró a la puerta esta señora que dijo llamarse tía ORG . ","Los campesinos en los alrededores de la finca dicen que el clavo no cree en el martillo antes de que lo golpee. Todo lo que me contó PERSON lo archivé como un terrible error que no volvería a repetirse. ORG el martillo cayó toda su fuerza en nuestro propio colegio, sobre la cabeza de Lina Lovatón. Sólo que ella dijo que era amor, y partió, feliz como recién casada. Lina era un par de años mayor que PERSON, Lourdes, Sinita y yo, pero ese último año que pasó en el GPE todas estábamos en el mismo dormitorio de las muchachas entre quince y diecisiete años. CARDINAL a conocerla, y a quererla, lo que era lo mismo cuando se trataba de Lina Lovatón. PERSON como si fuera mucho mayor que las otras muchachas de diecisiete años. ORG edad, alta, de pelo rubio rojizo y una piel como de pan recién horneado, de un dorado tibio. Una vez, cuando sor ORG estaba en el convento y PERSON la empezó a molestar en el cuarto de baño, GPE se quitó la bata y nos mostró cómo seríamos en unos pocos años. GPE en el coro con una voz clara y hermosa, como la de un ángel. Escribía con una letra de trazo elegante, como la de los viejos misales con cierres de plata que sor PERSON había traído PERSON. Lina nos enseñó a ondularnos el pelo y a hacer una reverencia cuando conociéramos a un rey. PERSON. Todas está- bamos enamoradas de nuestra bella Lina. Las monjas también la amaban; siempre la elegían para que leyera la lección durante las comidas silenciosas o para que llevara la ORG en las procesiones de la Hermandad de María. Con la misma frecuencia que a mi hermana Patria, a Lina le otorgaban la cinta semanal de buena conducta, y ella la llevaba con orgullo, en bandolera, cruzada sobre la parte delantera de su uniforme de sarga azul. recuerdo la tarde en que todo empezó. Estábamos afuera, jugando voleibol, y PERSON, nuestra capitana, nos conducía a la victoria. Se le estaban deshaciendo las trenzas, y tenía la cara rosada de tanto correr aquí y allá tras la pelota. PERSON vino, apurada. PERSON debía ir de inmediato. PRODUCT llegado a visitarla una persona importante. Eso era muy inusual, pues no se permitían visitas entre semana y las hermanas eran muy estrictas con el reglamento. Lina obedeció. PERSON le iba arreglando las cintas del pelo y enderezando los pliegues de la falda del uniforme. El resto de nosotras siguió con el partido, pero no era tan divertido ahora que no estaba nuestra querida capitana. Cuando volvió Lina, vimos que llevaba una medalla brillante prendida al uniforme sobre el seno izquierdo. La rodeamos, queriendo saber quién había sido la importante visita. ",False "Using the File Manager (in GPE, Konqueror or in GPE, PRODUCT) create a new directory somewhere in your home directory called something appropriate for all the examples in this book, perhaps “Programming_In_Linux” without any spaces in the name. Open an editor (in GPE, kate, or in GPE, gedit) and type in (or copy from the supplied source code zip bundle) the following: Save the text as chapter1_1.c in the new folder you created in your home directory. Open a terminal window and type: gcc -o hello chapter1_1.c to compile the program into a form that can be executed. Now type “ls -l” to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called “hello” which is the compiled C program you have just written. Now type: ./hello to execute, or run the program and it should return the text: ""Hello you are learning C!!"". If this worked, congratulations, you are now a programmer! The part inside /*** ***/ is a comment and is not compiled but just for information and reference. The “#include...” part tells the compiler which system libraries are needed and which header files are being referenced by this program. In our case “printf” is used and this is defined in the stdio.h header. The “int main(int argc, char *argv[])” part is the start of the actual program. This is an entrypoint and most C programs have a main function. The “int argc” is an argument to the function “main” which is an integer count of the number of character string arguments passed in “char *argv[]” (a list of pointers to character strings) that might be passed at the command line when we run it. A pointer to some thing is a name given to a memory address for this kind of data type. We can have a pointer to an integer: int *iptr, or a floating point number: float *fPtr. Any list of things is described by [], and if we know exactly how big this list is we might declare it as [CARDINAL]. In this case we know that the ORDINAL argument is a list of pointers to character strings. Everything else in the curly brackets is the main function and in this case the entire program expressed as lines. Each line or statement end with a semi-colon “;”. We have function calls like “printf(...)” which is a call to the standard input / output library defined in the header file stdio.h. At the end of the program “return 0” ends the program by returning a CARDINAL to the system. Return values are often used to indicate the success or status should the program not run correctly. Taking this example a stage further, examine the start of the program at the declaration of the entry point function: int main(int argc, char *argv[]) In plain LANGUAGE this means: The function called “main”, which returns an integer, takes CARDINAL arguments, an integer called “argc” which is a count of the number of command arguments then *argv[] which is a list or array of pointers to strings which are the actual arguments typed in when you run the program from the command line. Let's rewrite the program to see what all this means before we start to panic. Save the text as chapter1_2.c in the same folder. Open a terminal window and type: gcc -o hello2 chapter1_2.c to compile the program into a form that can be executed. Now type ls -l to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called hello2 which is the compiled C program you have just written. Now type ./hello2 to execute, or run the program and it should return the text: We can see that the name of the program itself is counted as a command line argument and that the counting of things in the list or array of arguments starts at CARDINAL not at one. Now type ./hello2 my name is PERSON to execute the program and it should return the text: So, what is happening here? It seems we are reading back each of the character strings (words) that were typed in to run the program. Lets get real and run this in a web page. Make the extra change adding the ORDINAL output printf statement “Content-type:text/plain\n\n” which tells our server what kind of ORG type is going to be transmitted. Compile using gcc -o hello3 chapter1_3.c and copy the compiled file hello3 to your public_html/cgi-bin directory (or on your own machine as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu)). Open a web browser and type in the URL http://localhost/cgi-bin/hello3?david+haskins and you should see that web content can be generated by a C program. A seldom documented feature of the function signature for “main” is that it can take CARDINAL arguments and the last one we will now look at is char *env[ ] which is also a list of pointers to strings, but in this case these are the system environment variables available to the program at the time it is run Compile with gcc -o hello4 chapter1_4.c and as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu). You can run this from the terminal where you compiled it with ./hello4 and you will see a long list of environment variables. In the browser when you enter http://localhost/cgi-bin/hello4 you will a different set altogether. We will soon find out that QUERY_STRING is an important environment variable for us in communicating with our program and in this case we see it has a value of “david+haskins” or everything after the “?” in the URL we typed. It is a valid way to send information to a common gateway interface (ORG) program like hello4 but we should restrict this to just CARDINAL string. In our case we have used a “+” to join up CARDINAL strings. If we typed: “david haskins” the browser would translate this so we would see: QUERY_STRING=david%20haskins We will learn later how complex sets of input values can be transmitted to our programs.","This creates a folder of the name you give it (labelmaker) and a ORG, a modules.mk file which can be used by the Make utility, and a file called mod_labelmaker.c. The C file generated is kind of like a ORG for Apache. It may look like a complex thing but it does supply a long explanatory comment header which is worth reading. The idea is that when PRODUCT starts any modules in a specified location which are configured as needing to be loaded in the server configuration files, will be loaded. The *_register_hooks function lists the names and signatures of functions that can be called at specific stages in the PRODUCT server process. In this case if the name http://localhost/labelmaker is called this module will be asked to handle whatever happens in the *_handler function. The configuration of the server can be a bit fiddly but in ORG we have to add this to the file and in /etc/config.sys/apache2 we add the name of our module labelmaker to long comma-separated list in the line starting APACHE_MODULES=”.....,labelmaker” Now go to the folder labelmaker and type: Now we can plug in the work we did for the graphics library in LAW as a replacement handler function (in the code Chapter7_1.c there are BOTH handlers, one commented out). Note the (highlighted) call to a modified decode_value function that uses the ORG pointer to get the QUERY_STRING rather than getenv() . Also PRODUCT handles the output a bit differently too – get get a pointer to the array of bytes in the image by calling ORG then the ap_rwrite function outputs the data. We have to free the pointer with gdFree after the output call. Whilst tricky to write and debug, this is probably the most rewarding and esoteric area where you can do real, commerically useful and safely deployable web content generation. It is easy to see how this example could be extended with parameters for colours and fonts to make a useful web content tool. There is very little clear simple material about apache modukles but start with the on-line documentation at http://httpd.apache.org/docs/2.2/developer/ One recent book worth looking at is “WORK_OF_ART” PERSON, ORG. The ability to write short programs in C to automate tedious tasks or to do things that would otherwise take TIME of fiddling about with cumbersome tools such as doing mail-merge, is one on the things you will be most pleased you have learned how to do. This project is such a time-saver. Ghost is a lightweight ORG generator for you to customise. If you find yourself having to build ORG web sites all the time, a quick way to generate all the parameter-passing, decoding, forms building and database management code in CARDINAL step would be useful. Tools like Ruby on Rails offer such functionality but are infinitely more complex to set up and run and you end up with needing to learn yet another language to go any further. Probably the best way to start with this tool is to compile and run it. Unzip the ghost.zip source into your public_html folder which creates a folder called ghost. The ORG contains a target g1 that compiles and links ghost. So go to public_html/ghost and type: make g1 . To run the site generator type: - ./ghost testwebsite data1 data2 data1 data3 data4 data6 data6 - This will create: - a folder public_html/testwebsite - a mysql database table called testwebsite with text fields data1 data2 data1 data3 data4 data6 data6 - atestwebsite.css file - empty header.html and footer.html pages - index.php that demonstrates a form handling entry, edit & update, and delete to the database table for the data items specified. In a browser what you see is this at http://localhost/~yourname/testwebsite The idea behind this is that all the mechanical bits to create and manage the form content are done and can be customised. This screen shot shows the result of submitting CARDINAL record. Thde top row is for entering new data, the lower row(s) allow editing or deleting of records. It is a framework that allows you to take and use parts in your own website design. Let us examine this code in sections. The ORDINAL section declares the required data and creates the folder and CSS file. Next the header.html and footer.html files are generated. These files is loaded by the ORG file and could be used as a generic common header and footers. The ORG file is referenced from the header.html file. Next we create the data base. The complicated part starts now, of generating a php script. The best way to understand this is to examine the actual output of the program when we view the source of the page in the browser. The top row is a form with a text box for each column defined in the table generated by running the ghost program. For each row in the table we now generate a form allowing editing of the data and an anchor link to do a delete operation. Close examination of the file index.php will allow you to see where all this happens, and to work backward to find where in the ghost.c source code this ORG code is generated. A good idea is to use a highlighter pen on a printout as we are embedding a language (HTML) inside another language (ORG) which is in turn inside another language so very very careful use is made of the escape characters '\ 'to express quotation marks both single and double where necessary to make it all work. This may seem complex – but the speedy prototyping that ghost permits makes it worthwhile to spend time customising the C code so the ORG that you want and the database you want come out the way you want it. Here is the part of the ORG file index.php which generates the edit or delete rows. The static HTML is highlighted and the other parts are inserted by MySQL ORG function calls. As you can see a great deal of tedious and repetitive works has been automated. You can move on by modifying the ORG code or go deeper to customise the C program which generates all of it. I personally use ghost frequently to save time on site-building and this is why I wrote it. I got bored making mistakes writing virtually identical code to decode HTML forms and populate or update databases.",True "As its name implies control engineering involves the design of an engineering product or system where a requirement is to accurately control some quantity, say the temperature in a room or the position or speed of an electric motor. To do this one needs to know the value of the quantity being controlled, so that being able to measure is fundamental to control. In principle one can control a quantity in a so called open loop manner where ‘knowledge’ has been built up on what input will produce the required output, say the voltage required to be input to an electric motor for it to run at a certain speed. This works well if the ‘knowledge’ is accurate but if the motor is driving a pump which has a load highly dependent on the temperature of the fluid being pumped then the ‘knowledge’ will not be accurate unless information is obtained for different fluid temperatures. But this may not be the only practical aspect that affects the load on the motor and therefore the speed at which it will run for a given input, so if accurate speed control is required an alternative approach is necessary. This alternative approach is the use of feedback whereby the quantity to be controlled, say C, is measured, compared with the desired value, R, and the error between the CARDINAL, E = R - C used to adjust C. This gives the classical feedback loop structure of Figure CARDINAL. In the case of the control of motor speed, where the required speed, R, known as the reference is either fixed or moved between fixed values, the control is often known as a regulatory control, as the action of the loop allows accurate speed control of the motor for the aforementioned situation in spite of the changes in temperature of the pump fluid which affects the motor load. In other instances the output C may be required to follow a changing R, which for example, might be the required position movement of a robot arm. The system is then often known as a servomechanism and many early textbooks in the control engineering field used the word servomechanism in their title rather than control. The use of feedback to regulate a system has a long history [CARDINAL, CARDINAL], one of the earliest concepts, used in PERSON, was the float regulator to control water level, which is still used DATE in water tanks. The ORDINAL automatic regulator for an industrial process is believed to have been the flyball governor developed in DATE by PERSON. It was not, however, until the wartime period beginning in DATE, that control engineering really started to develop with the demand for servomechanisms for munitions fire control and guidance. With the major improvements in technology since that time the applications of control have grown rapidly and can be found in all walks of life. Control engineering has, in fact, been referred to as the ‘unseen technology’ as so often people are unaware of its existence until something goes wrong. Few people are, for instance, aware of its contribution to the development of storage media in digital computers where accurate head positioning is required. This started with the magnetic drum in the 50’s and is required DATE in disk drives where position accuracy is of the order of CARDINAL and movement between tracks must be done in a few ms. Feedback is, of course, not just a feature of industrial control but is found in biological, economic and many other forms of system, so that theories relating to feedback control can be applied to many walks of life. The book is concerned with theoretical methods for continuous linear feedback control system design, and is primarily restricted to single-input single-output systems. Continuous linear time invariant systems have linear differential equation mathematical models and are always an approximation to a real device or system. All real systems will change with time due to age and environmental changes and may only operate reasonably linearly over a restricted range of operation. There is, however, a rich theory for the analysis of linear systems which can provide excellent approximations for the analysis and design of real world situations when used within the correct context. Further simulation is now an excellent means to support linear theoretical studies as model errors, such as the affects of neglected nonlinearity, can easily be assessed. There are total of CARDINAL chapters and some appendices, the major one being WORK_OF_ART on Laplace transforms. The next chapter provides a brief description of the forms of mathematical model representations used in control engineering analysis and design. It does not deal with mathematical modelling of engineering devices, which is a huge subject and is best dealt with in the discipline covering the subject, since the devices or components could be electrical, mechanical, hydraulic etc. Suffice to say that one hopes to obtain an approximate linear mathematical model for these components so that their effect in a system can be investigated using linear control theory. The mathematical models discussed are the linear differential equation, the transfer function and a state space representation, together with the notations used for them in MATLAB. LAW discusses transfer functions, their CARDINAL and poles, and their responses to different inputs. The following chapter discusses in detail the various methods for plotting steady state frequency responses with PERSON, NORP and PERSON plots being illustrated in MATLAB. Hopefully sufficient detail, which is brief when compared with many textbooks, is given so that the reader clearly understands the information these plots provide and more importantly understands the form of frequency response expected from a specific transfer function. The material of chapters DATE could be covered in other courses as it is basic systems theory, there having been no mention of control, which starts in DATE. The basic feedback loop structure shown in Figure CARDINAL is commented on further, followed by a discussion of typical performance specifications which might have to be met in both the time and frequency domains. Steady state errors are considered both for input and disturbance signals and the importance and properties of an integrator are discussed from a physical as well as mathematical viewpoint. The chapter concludes with a discussion on stability and a presentation of several results including the Mikhailov criterion, which is rarely mentioned in LANGUAGE language texts.","State space modelling was briefly introduced in DATE. Here more coverage is provided of state space methods before some of their uses in control system design are covered in the next chapter. A state space model, or representation, as given in equation (CARDINAL), is denoted by the CARDINAL equations where equations (CARDINAL) and (CARDINAL) are respectively the state equation and output equation. The representation can be used for both single-input single-output systems (ORG) and multipleinput multiple-output systems (MIMO). For the MIMO representation A, B, C and D will all be matrices. If the state dimension is n and there are r inputs and m outputs then A, B , C and D will be matrices of order, n x n, n x r, m x n and m x r, respectively. For ORG systems B will be an n x CARDINAL column vector, often denoted by b, C a CARDINAL x n row vector, often denoted by cT, and D a scalar often denoted by d. Here the capital letter notation will be used, even though only ORG systems are considered, and B, C, and D will have the aforementioned dimensions. As mentioned in chapter CARDINAL the choice of states is not unique and this will be considered further in section CARDINAL. ORDINAL, however, obtaining a solution of the state equation is discussed in the next section. Obtaining the time domain solution to the state equation is analogous to the classical approach used to solve the simple ORDINAL order equation The procedure in this case is to take u = CARDINAL, initially, and to assume a solution for PERSON) of ORG) where PERSON) is the initial value of PERSON). Differentiating this expression gives so that the assumed solution is valid. Now if the input u is considered this is assumed to yield a solution of the form which on differentiating gives Thus the differential equation is satisfied if which has the solution where is a dummy variable. This solution can be written so that the complete solution for PERSON) consists of the sum of the CARDINAL solutions, known as the complimentary function (or initial condition response) and particular integral (or forced response), respectively and is For equation (CARDINAL) x is an n vector and A an n x n matrix not a scalar a and to obtain the complimentary function CARDINAL assumes PERSON) e At x(0) . eAt is now a function of a matrix, which is defined by an infinite power series in exactly the same way as the scalar expression, so that where I is the n x n identity matrix. Term by term differentiation of equation (CARDINAL) shows that the derivative of eAt is ORG and that PERSON) e At PERSON) satisfies the differential equation with u = CARDINAL. eAt is often denoted by (t) and is known as the state transition matrix. Using the same approach as for the scalar case to get the forced response the total solution is found to be It is easily shown that the state transition matrix ( ) e A has the property that so that equation (CARDINAL) can be written alternatively as This time domain solution of equation (CARDINAL) is useful but most engineers prefer to make use of the PERSON transform approach. Taking the PERSON transform of equation (CARDINAL) gives which on rearranging as PERSON) is an n vector and A a n x n matrix gives Taking the inverse ORG transform of this and comparing with equation (CARDINAL) indicates that Also taking the PERSON transform of the output equation (CARDINAL) and substituting for PERSON) gives so that the transfer function, G(s), between the input u and output y is This will, of course, be the same independent of the choice of the states. Obviously there must be an algebraic relationship between different possible choices of state variables. Let this relationship be where x is the original choice in equations (CARDINAL) and (CARDINAL) and z is the new choice. Substituting this relationship in equation (CARDINAL) givesTz ATz Bu which can be written Also substituting in the output equation (CARDINAL) gives Thus under the state transformation of equation (CARDINAL) a different state space representation (T DATE,T CARDINAL,CT,D) is obtained. If the new A matrix is denoted by A T AT z  CARDINAL then it is easy to show that A and Az have the following properties (i) The same eigenvalues (ii) The same determinant (iii) The same trace (Sum of elements on the main diagonal) There are some specific forms of the A matrix which are often commonly used in control engineering and not unsurprisingly these relate to how one might consider obtaining a state space representation for a transfer function, the topic of the next section. This topic was introduced in section 2.3 where the controllable canonical form for a differential equation was considered. Here this and some other forms will be considered by making use of block diagrams where every state will be an integrator output. To develop some representations consider the transfer function As seen from equation (CARDINAL) the ORDINAL n-1 state variables are integrals of the next state, that is   x x dx ( j 1) j , or as shown in the equation by j j x x ( CARDINAL) , for j = 2 to n. Thus the block diagram to represent this is n integrators in series. The input to the ORDINAL integrator is n x and its value is given by x a x a x a x u n    .....  0 1 1 2 2 3 , DATE of the matrix representation of equation (CARDINAL). The numerator terms are provided by feeding forward from the states to give the required output. Thus, for our simple example, this can be shown in the block diagram of Figure CARDINAL, done in SIMULINK, where since the transfer function is ORDINAL order n = CARDINAL, there are CARDINAL integrators, blocks with transfer functions PRODUCT, in series. Feedback from the states, where the integrator outputs from left to right are the states GPE, x2, and x1, respectively, is by the coefficients -8, -14 and -7. (negative and in the reverse order of the transfer function denominator). The numerator coefficients provide feedforward from the states, with the s2 term from GPE. ",True "PERSON βελανιδιά, επειδή ήταν το μεγαλοπρεπέστερο δένδρο (γι' αυτό και «τραβούσε» τους κεραυνούς), ήταν αφιερωμένη στον PERSON και είχε τις προστάτιδές της, τις νύμφες ORG. PERSON δάση της βελανιδιάς ήταν ιερά και προστατεύονταν με κάθε τρόπο ως πρόσφατα. PERSON βελανίδια παλαιότερα είχαν μεγάλη αξία. Οχι τόσο ως κτηνοτροφή, που ήταν μία από τις χρήσεις τους, όσο στην υφαντουργία ως χρωστική και στη βυρσοδεψία. GPE οι παλαιότεροι στη PERSON (προσοχή: NORP είναι η πρωτεύουσα!) ως και τα τέλη της δεκαετίας του 'CARDINAL τη συλλογή και τη μεταφορά τόνων βελανιδιών στο βυρσοδεψείο του GPE στον κόλπο της PERSON. Η χημική σύσταση των βελανιδιών, ιδιαίτερα μια ομάδα που έχει το όνομα τανίνες, τα έκανε απαραίτητα στην επεξεργασία των δερμάτων. ORG όπου υπήρχαν βελανιδιές η συλλογή των βελανιδιών ήταν κοινή πρακτική. PERSON, για παράδειγμα, η εξαγωγή βελανιδιών ήταν από τις βασικές οικονομικές δραστηριότητες του νησιού. Οσο τα βελανίδια είχαν αξία ήταν λογικό οι κάτοικοι να περιποιούνται και να προστατεύουν και τις βελανιδιές. PERSON προφανώς σε πραγματικούς δρυμούς, μια και το όνομα της βελανιδιάς είναι και δρυς. Ετσι υπήρχαν στη χώρα μας ωραιότατα δάση με βελανιδιές. PERSON δάση αυτά, πέρα από την παραγωγή των «χρήσιμων» βελανιδιών, συγκρατούσαν φυσικά και τα εδάφη και το νερό. Οσο προχωρούσε η τεχνολογία τα προϊόντα της βελανιδιάς, τα βελανίδια, έχασαν την άμεση αξία τους. Η χημεία κατάφερε και προσέφερε προϊόντα καλύτερα καθώς και ενώσεις, όπως αυτές του χρωμίου, οι οποίες έκαναν την επεξεργασία των δερμάτων ευκολότερη και περισσότερο αποδοτική. Χώρια που αντικαθίστανται και τα δέρματα με τα συνθετικά πλαστικά. Δυστυχώς από τη στιγμή που κάποιο φυσικό προϊόν παύει να έχει αξία αδιαφορούμε. PERSON στο σχολείο μάς «δίδαξαν» για χρήσιμα και βλαβερά ζώα και φυτά. Ακόμη και η χρησιμότητα του δάσους τελείωνε στο πόσο ωραίο είναι και στο ξύλο που μας δίνει. Αλλά επειδή και το ξύλο της βελανιδιάς δεν είναι ευκολοχρησιμοποίητο, ούτε αυτή η δυνατότητα επιβίωσης του δένδρου υπήρχε. Ακόμη πρέπει να σημειωθεί ότι η βελανιδιά δεν είναι δένδρο «ταχυαυξές». Ετσι ούτε οι δήμαρχοι τη χρησιμοποίησαν έστω για δενδροφυτεύσεις. Δεν μεγαλώνει η έρημη γρήγορα μέσα σε τέσσερα χρόνια για να μαζεύουν ­ αντί για βελανίδια ­ οι δήμαρχοι ψήφους! Από τη στιγμή που η βελανιδιά έγινε (το άκουσα σε περιοχή βελανιδεώνων) «άχρηστη», εκεί όπου υπήρχαν τα δάση άρχισε ο χαμός. Αλλωστε είναι γνωστό το «δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται». Οι κτηνοτρόφοι αμόλησαν τα κοπάδια τους και η καταστροφή, μέσα σε CARDINAL χρόνια, προχώρησε με ρυθμούς ραγδαίους. ORG εκτάσεις στη NORP με την υπερβόσκηση και τις φωτιές έχουν μεταβληθεί σε κρανίου τόπο. Δεν είναι βεβαίως μόνο «αισθητική» η καταστροφή, η οποία προχωρεί με ταχύτατους ρυθμούς. Ηδη υπάρχουν προβλήματα που σχετίζονται με τη μείωση του διαθέσιμου νερού. Οι βελανιδιές που «κρατούσαν» το έδαφος και το νερό δεν είναι πλέον εκεί. Αλλωστε οι κάτοικοι των παραθαλάσσιων περιοχών ήδη το έχουν αντιληφθεί. Κάτι τέτοιο όμως ήταν αναμενόμενο, εφόσον το έδαφος κατρακύλησε και κατρακυλά στην κυριολεξία. Η υποβάθμιση που έγινε και γίνεται στα δάση με τις βελανιδιές δεν περιορίζεται φυσικά μόνο στη LOC. PERSON μιλάμε για την PERSON, είτε για τη GPE, είτε για την PERSON η κατάσταση είναι το ίδιο τραγική. ORG και στην PERSON, από ORG, ORG και PERSON ως Ηγουμενίτσα και PERSON, σήμερα κυριαρχούν ασφακώνες. ORG απέραντοι θαμνώνες στους οποίους κυριαρχεί το φυτό ασφάκα που το ύψος του σπάνια ξεπερνά το ενάμισι μέτρο. Την άνοιξη, όταν ανθίζει με τα ωραιότατα κίτρινα λουλούδια του, ολόκληροι λόφοι αλλάζουν χρώμα και GPE κίτρινοι. Η περιοχή αυτή έχει πολλές βροχοπτώσεις, όπως άλλωστε όλη η ORG, που θεωρητικά θα δικαιολογούσαν την παρουσία δάσους στο οποίο να κυριαρχεί η βελανιδιά. Αλλωστε και σήμερα, με συχνότητα ενός μεγάλου δένδρου σε κάθε ένα με δύο στρέμματα, βλέπουμε απομεινάρια του δάσους αυτού. Να σημειώσουμε ότι η ανάπτυξη του λιμανιού και της πόλης του Αστακού οφείλεται στο εξαγωγικό εμπόριο των βελανιδιών αυτού του πραγματικού δρυμού. PERSON μια περιοχή δεν έχει υποστεί σοβαρή ανθρώπινη παρέμβαση και υποβάθμιση, είναι επιστημονικά εξακριβωμένο ότι σε αυτή βρίσκουμε πάνω από CARDINAL είδη ξυλωδών φυτών σε κάθε στρέμμα εδάφους. PERSON αναφέρουμε ξυλώδη φυτά συμπεριλαμβάνουμε σε αυτά και τους χαμηλούς θάμνους. Αρκεί να είναι πολυετείς και να έχουν αποξυλωμένο βλαστό. PERSON ασφακώνες της Δυτικής Ελλάδας συνήθως υπάρχουν λιγότερα από οκτώ είδη ξυλωδών φυτών στο στρέμμα, κάτι που δείχνει τη σοβαρότατη υποβάθμιση που έχει συμβεί. ORG η καταστροφή σε ορισμένες περιπτώσεις γίνεται με τραγικές συνθήκες που συνιστούν απλώς μία φάση πριν από την πλήρη ερημοποίηση και το απογύμνωμα των βουνών με διάβρωση. Κύριο αίτιο της σημερινής κατάστασης φαίνεται να είναι ο συνδυασμός της φωτιάς με την υπερβόσκηση που την ακολουθεί. GPE για φαύλο κύκλο διαχείρισης τον οποίο περιέγραψε με επάρκεια και γνώση ο καθηγητής PERSON, που δούλεψε για χρόνια στους ασφακώνες της PERSON. Αν κάποιος ψάξει προσεκτικά ανάμεσα από τις ασφάκες, διαπιστώνει την παρουσία αρκετών φυτωρίων βελανιδιάς που μόλις φύτρωσαν. ORG όμως καταφαγωμένα από τα αμέτρητα γίδια και πρόβατα που βόσκουν στην περιοχή. Επίσης η φωτιά, που συνιστά κοινή πρακτική διαχείρισης και επανέρχεται, συχνά και κάθε χρόνο, καταστρέφει όσα από αυτά καταφέρουν να ξεφύγουν. Ημουν πριν από χρόνια στην Ηγουμενίτσα σε ένα ORG του PERSON, στο οποίο παρουσιάστηκαν τα κρίσιμα οικολογικά προβλήματα του νομού. ORG από τους συμμετέχοντες ρώτησε: «Τι θα γίνει με τα λατομεία;». Η απάντηση τον παραξένεψε: «WORK_OF_ART τον νομό;». Είναι δυνατόν να μιλάμε για περιβαλλοντική ευαισθησία και γνώση σε μια περιοχή όπως η ORG και να έχουμε για κύριο πρόβλημα συζήτησης κάποια λατομεία, όταν το μεγαλύτερο ποσοστό των εκτάσεων του νομού είναι ήδη νταμάρια; PERSON στα βουνά από την ερημοποίηση υπάρχουν μόνο γυμνοί βράχοι; ORG νομό αυτόν οι κτηνοτρόφοι κάθε τέσσερα-πέντε χρόνια βάζουν και μια φωτιά στους «βοσκοτόπους», δηλαδή σχεδόν παντού. Θεωρούν ότι με αυτόν τον τρόπο βελτιώνουν τη διαθέσιμη βοσκήσιμη ύλη, κάτι τραγικά λανθασμένο. Και στη Θεσσαλία τα ίδια! Διαβάζω τον τελευταίο καιρό αρκετές διαμαρτυρίες για τον νέο δρόμο που σχεδιάζεται από τον PERSON προς τον ORG του ORG και από 'κεί προς τον Πλατανιά. PERSON μιλούν για τη σοβαρή καταστροφή που θα συμβεί στο ORG, το οποίο είναι μεταξύ GPE και Κισάβου, κοντά στα χωριά NORP και Βένετο. Θεωρώ ότι το Μαυροβούνι πράγματι έχει πολύ μεγάλο πρόβλημα, μπρος στο οποίο ο δρόμος είναι παρωνυχίδα. PERSON αμφιβολία ο σχεδιασμός και η πραγματοποίηση της νέας αρτηρίας δημιουργεί προβλήματα, που θα πρέπει να μελετηθούν σοβαρά από τις ORG και Μαγνησίας. PERSON όμως τους οικολόγους και τους οικολογούντες να ανηφορίσουν κάποια φορά προς το Μαυροβούνι. Η διαδρομή αυτή ξεκινάει από το χωριό ORG. PERSON, στη διαδρομή LOC, στην κορυφή του βουνού ιδιαίτερα, ας προσέξουν το δάσος με τις γέρικες βελανιδιές. Εκεί βόσκουν αναρίθμητα κοπάδια γίδια, που στην κυριολεξία «ξύρισαν» το έδαφος. PERSON από τα μεγάλα δένδρα που απόμειναν δεν επιβιώνει τίποτε, η διάβρωση προχωρεί και σε αρκετά σημεία έχουν φανεί, επειδή το έδαφος κατρακυλά, οι ρίζες των πανέμορφων γέρικων δένδρων. Φυσικά έχει σταματήσει κάθε ανανέωση του δάσους. Κάθε βελανίδι που θα φυτρώσει, προτού ακόμη βγει καλά καλά στον ήλιο, θα φαγωθεί από τα γίδια. Η καταστροφή είναι ανυπολόγιστη, το δάσος γρήγορα πεθαίνει και σε λίγο μια νέα υποβαθμισμένη περιοχή, που θα καταλήξει μετά από μία-δύο δεκαετίες σε έρημο, θα εμφανιστεί.","Το υγρό στοιχείο τροφοδοτούσε ανέκαθεν με την ποικιλία και την αφθονία του τους κατοίκους της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας. Η άμεση γειτνίαση μεγάλου τμήματος της πατρίδας μας προς τη θάλασσα, τα καθαρά και όχι ιδιαίτερα βαθιά νερά και τα πολυάριθμα είδη ψαριών, μαλακίων και οστρακοειδών, που ­ κατά τους αρχαίους τουλάχιστον χρόνους ­ υπήρχαν σε πλούσιες ποσότητες, καθιστούν ευνόητη την αγάπη των PERSON για τα θαλασσινά. Οι αρχαίες γραπτές πηγές σώζουν πλήθος πληροφοριών σχετικά με τα είδη των θαλασσινών που καταναλώνονταν, καθώς και τους τρόπους αλίευσης και μαγειρεύματός τους. ORG μάλιστα και ειδικά συγγράμματα επί του θέματος, π.χ. PERSON ιχθύων, Αρχίππου Ιχθύς, Δωρίωνος Περί ιχθύων, PERSON, PERSON παστών, PERSON. Οπως προκύπτει από τις πληροφορίες των γραπτών πηγών, των απεικονίσεων, κυρίως στην αγγειογραφία, και των αρχαιολογικών ευρημάτων, οι αρχαίες μέθοδοι και τα σύνεργα της αλιείας παραμένουν σχεδόν αμετάβλητα από την πρώιμη αρχαιότητα έως σήμερα. Χρησιμοποιούσαν άγκιστρα, κυρίως χάλκινα, τα οποία έδεναν με ορμιά (πετονιά), φτιαγμένη από τρίχες ζώων ή φυτικές ίνες. Για να βυθίζεται το άγκιστρο, του έδεναν μολύβδινο βαρίδι. Συνηθισμένο ήταν το ψάρεμα με δίχτυα διαφόρων ειδών ανάλογα με το είδος των ψαριών, εφοδιασμένα με φελλούς και βαρίδια, αλλά και το ψάρεμα με καμάκι (κάμαξ ή τρίαινα). Χρησιμοποιούσαν επίσης κύρτους πλεγμένους από βέργες. Πιο κατάλληλες ώρες για ψάρεμα θεωρούσαν το σούρουπο και το χάραμα. ORG επίσης τη νύχτα με φως πυρσών. Η αλιεία αποτελούσε σημαντικό οικονομικό παράγοντα για τις παραθαλάσσιες πόλεις. ORG ορισμένες, όπως π.χ. η GPE, φαίνεται ότι όφειλαν τον πλούτο τους κυρίως στα άφθονα αλιεύματά τους. Στο στοιχείο αυτό παραπέμπει και η απεικόνιση στα νομίσματα της Κυζίκου του θύννου (τόνου), φημισμένου αλιεύματος των νερών της, αλλά και του χταποδιού στα νομίσματα της Ερέτριας. Το εμπόριο των ταριχευμένων ψαριών, που ονομάζονταν ταρίχη, γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη κυρίως στα κλασικά χρόνια. Ταριχευμένες σαρδέλες (αφύαι) εισάγονταν στην ORG από τον FAC και αλλού, αλλά οι φρέσκιες σαρδέλες του PERSON και της PERSON ήταν οι πιο ονομαστές. PERSON από τα ταρίχη, προσφιλή ήταν και τα τεμάχη, παστά τεμάχια διαφόρων μεγάλων ψαριών, κυρίως σκόμβρων (σκουμπριών) και θύννων (τόνων). PERSON ταρίχη, που λόγω της αφθονίας τους ήταν πάμφθηνα, αποτελούσαν για τον λαό της PERSON συνήθη τροφή, την οποία οι πλούσιοι Αθηναίοι περιφρονούσαν και χαρακτήριζαν φτωχική, κάτι που δεν συνέβαινε σε άλλες πόλεις. Στις περιοχές που βρίσκονταν σε απόσταση από τη θάλασσα και δεν είχαν φρέσκα ψάρια, τα εκτιμούσαν ιδιαίτερα. Από τον ORG ερχόταν στα πλούσια αθηναϊκά συμπόσια και το περίφημο αβγοτάραχο (ωοτάριχος) από τα αβγά του αντακαίου, μεγάλου ψαριού της περιοχής των εκβολών του NORP, που ονομαζόταν τάριχος αντακαίον. Οι αρχαίες πηγές μας πληροφορούν για τις περιοχές στις οποίες ζουν ή αναπαράγονται τα ψάρια και για τη σωστή εποχή αλίευσης του κάθε είδους, αναφέρουν δε εκατοντάδες ονόματα ψαριών και θαλασσινών. Το πλήθος αυτών των ονομάτων μαρτυρεί ότι οι αρχαίοι Ελληνες ήταν εξοικειωμένοι με τη θάλασσα και άριστοι γνώστες της θαλάσσιας ζωής, ώστε γνώριζαν και είχαν ονομάσει εκατοντάδες θαλάσσια είδη. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά απ' αυτά: αθερίνη, γαλεός, θύννος (τόνος, ονομαστός στη ORG, στο GPE, στην ORG, στην PERSON), κέφαλος, κολιός, κωβιός, καρχαρίας (ονομαζόταν επίσης λάμια και σκύλλα), κύων καρχαρίας (σκυλόψαρο που το αλίευαν στην ORG της ORG, το έψηναν στα κάρβουνα και εθεωρείτο θείον έδεσμα), λάβραξ (περίφημος της GPE, χαρακτηρίζεται πρώτος σε νοστιμιά και σοφότερος απ' όλα τα ψάρια, αφού βρίσκει τρόπους να ξεφεύγει απ' τους ψαράδες, χαρακτηρίζεται επίσης γιος των θεών ­ θεόπαις λάβραξ), μελάνουρος (μελανούρι), μόρμυρος (μουρμούρα), ξιφίας, όρκυνος (ορκύνι), ορφώς (ροφός), πηλαμύς (παλαμίδα), πέρκη, ρίνη (εξαιρετική στη Σμύρνη), σκάρος, σμαρίδαι (μαρίδες), σπάρος, σκορπίος (περίφημος της PERSON), σκόμβρος (σκουμπρί), σαργός (ο οποίος αναφέρεται ότι καταστρέφει τα δίχτυα), σάλπη (που είναι νόστιμη το καλοκαίρι και την ψάρευαν με κολοκύθι για δόλωμα), συναγρίς, τρίγλη (μπαρμπούνι), φάγρος (φαγκρί, που αναφέρεται ότι είναι γλυκό και θρεπτικό), χάννη (χάννος, που έχει ολάνοιχτο στόμα). Οι ονομασίες αυτές, καθώς και οι ονομασίες των αλιευτικών εργαλείων που προαναφέραμε, αποτελούν την πλούσια ελληνική αλιευτική γλώσσα, η οποία σαφέστατα ελάχιστη επίδραση έχει υποστεί από τις χιλιετίες της χρήσης της, ώστε χωρίς δυσκολίες θα μπορούσαν να συνομιλήσουν για το αντικείμενό τους ένας αρχαίος με έναν σύγχρονο έλληνα ψαρά. Σημαντικές προσωπικότητες της αρχαιότητος, όπως ο Αριστοτέλης, αναφέρεται CARDINAL ήταν ιχθυοφάγοι. Ο μαθητής του PERSON, που του άρεσαν πολύ τα ψάρια, επιτιμήθηκε κάποτε από τον ORG, επειδή είχε αγοράσει πολλά. Του απάντησε λοιπόν ότι τα είχε πληρώσει μόνο δύο οβολούς και ο PERSON του είπε ότι για τόσο μικρό ποσόν θα τα αγόραζε και ο ίδιος. Λοιπόν, ORG, του απάντησε ο ORG, δεν είμαι εγώ ιχθυοφάγος αλλά εσύ φιλάργυρος. Η ιχθυοφαγία των αρχαίων GPE σε κάποιες περιπτώσεις υπερέβαινε το μέτρο. Ο Δωρίων, συγγραφέας του ORDINAL αι. π.Χ., όταν κάποτε ο δούλος του δεν του είχε αγοράσει ψάρια, μαστιγώνοντάς τον, τον πρόσταζε να του λέει ονόματα ψαριών. Και όταν ο δούλος του ανέφερε τον ορφό, το γλαυκίσκο κ.ά. ο ORG του φώναζε ότι τον πρόσταξε να λέει ονόματα ψαριών και όχι θεών. Ο Δημύλος σ' ένα συμπόσιο λιμπίστηκε το μεγάλο ψάρι που προσφέρθηκε και για να μη φάει άλλος κανένας απ' αυτό, έφτυσε πάνω του. PERSON αναφέρεται ότι πούλησε το χωράφι του και ξόδεψε τα χρήματα που πήρε αγοράζοντας ψάρια. Ορισμένοι έφθαναν μάλιστα να δίνουν στα παιδιά τους ονόματα θαλασσινών, όπως Ιχθύας, Ιχθύων, Κάραβος (καραβίδα), ORG. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο όρος όψον, τον οποίο χρησιμοποιούσαν γενικά για οτιδήποτε τρωγόταν μαζί με το ψωμί ως προσφάγιο, κατέληξε να χρησιμοποιείται αποκλειστικά για το κυριότερο προσφάγιο των Αθηναίων, τον ιχθύν. Ετσι, το υποκοριστικό του όψου, οψάριον, κατέληξε στη λέξη ψάρι που έχει αντικαταστήσει τη λέξη ιχθύς. PERSON της PERSON έχει προσδιοριστεί ανασκαφικά ο χώρος των ιχθυοπωλείων, αλλά υπάρχουν αναφορές και για πλανόδιους ιχθυοπώλες. Αλιεία γινόταν επίσης στις λίμνες και στα ποτάμια, αλλά τα ψάρια του γλυκού νερού τα εκτιμούσαν λιγότερο. Εξαίρεση αποτελούσαν τα χέλια (εγχέλεις) της Κωπαΐδος, που ήταν εκλεκτή λιχουδιά για τους PERSON. Αλλά και τα χέλια του Στρυμόνα φημίζονταν για το πάχος τους. PERSON, στον παραπόταμο του ORG, αναφέρεται ότι ζούσαν ψάρια που έβγαζαν φωνή (φθεγγόμενοι ιχθύες) όμοια με του πουλιού τσίχλα. PERSON από τα πολυάριθμα είδη ψαριών, προσφιλή εδέσματα αποτελούσαν τα μαλάκια και τα οστρακοειδή. Πολύποδες (χταπόδια), σηπίαι (σουπιές), τευθίδαι (καλαμάρια), κάραβοι (καραβίδες), PERSON (γαρίδες), καρκίνοι (καβούρια), αστακοί, εχίνοι (αχινοί), κτένοι (χτένια), μύαι (μύδια), λεπάδαι (πεταλίδες), όστρεα (στρείδια), πίνναι και σωλήναι, αποτελούν τα πιο συνηθισμένα από αυτά. Η υπάρχουσα πεποίθηση ότι τα μαλάκια είναι αφροδιακή τροφή έχει διατυπωθεί από την αρχαιότητα. Για τα πολλά και μεγάλα χταπόδια τους φημίζονταν η NORP και η Κέρκυρα. PERSON το χταπόδι ήταν ιερό και η αλιεία του απαγορευόταν. Αναφέρεται επίσης ότι σε κάποιες περιπτώσεις τα χταπόδια βγαίνουν στη στεριά και ότι αγκαλιάζουν δέντρα, ελιές και συκιές, και μάλιστα ότι έτρωγαν σύκα. PERSON χταπόδια αρέσει η ελιά και βυθίζοντας στο νερό κλαδιά ελιάς τα χταπόδια τυλίγονται γύρω τους και έτσι τα αλίευαν. Ο ποιητής PERSON από τα ORG ήταν υπερβολικά ιχθυοφάγος. Αγόρασε στις PERSON ένα χταπόδι δύο πήχεων (περίπου ενός μέτρου) και το έφαγε σχεδόν όλο. ORG βέβαια βαρύτατη δυσπεψία και ο γιατρός τον συμβούλευσε να τακτοποιήσει τις εκκρεμότητές του γιατί θα πέθαινε. PERSON ζήτησε τότε να του δώσουν να τακτοποιήσει ό,τι είχε μείνει από το χταπόδι του. Ο κυνικός φιλόσοφος GPE πέθανε επειδή έφαγε χταπόδι ωμό. Για τη σουπιά λέγεται ότι αν χτυπηθεί θηλυκή σουπιά από τρίαινα, οι αρσενικές την τραβούν και προσπαθούν να τη σώσουν, ενώ αν χτυπηθεί αρσενική, οι θηλυκές απομακρύνονται. Οι μεγαλύτερες γαρίδες γίνονταν στη GPE και οι μεγαλύτεροι αστακοί στην PERSON. Αυτά όμως ήταν μάλλον εξεζητημένα εδέσματα για τους λίγους. PERSON που βρέθηκε σε κάποιο συμπόσιο μακριά απ' την πατρίδα του, όταν του προσφέρθηκαν αχινοί, μη γνωρίζοντας με ποιον τρόπο τρώγονται, έβαλε έναν στο στόμα του με τα αγκάθια και επειδή δεν ήθελε να του καταλογιστεί ως δειλία το να τον φτύσει, τον ροκάνισε με τα δόντια του και τον κατάπιε μαζί με τα αγκάθια. Ιδιαίτερη σημασία δινόταν στο μαγείρευμα των θαλασσινών. Οι τρόποι ήταν απλοί, αλλά σημαντικό ήταν να εκτελεστούν με τέχνη. PERSON έψηναν στα κάρβουνα (επανθρακίδες) σε ειδικές σχάρες που ονομάζονταν εσχάραι ιχθυοπτίδες, τα έβραζαν (εφθά ή εψητά) ή τα τηγάνιζαν (τηγανιστά). Την επιδεξιότητά του όμως ο κάθε μάγειρος την έδειχνε με τις σάλτσες από μυρωδικά, καρυκεύματα και τυριά, με τις οποίες συνοδεύονταν τα θαλασσινά. Ο Ομηρος θεωρεί παράγοντα ευδαιμονίας ενός τόπου το να παρέχει η θάλασσα ψάρια. PERSON ψάρια και τα άλλα θαλασσινά ως άφθονη, νόστιμη, υγιεινή και εύκολη στην προετοιμασία της τροφή αγαπήθηκαν με πάθος από τους αρχαίους Ελληνες, οι οποίοι, έχοντας εμβαθύνει ιδιαίτερα σε θέματα διατροφής, είχαν υψηλές γευστικές DATE. Η σχέση μας με τα θαλασσινά παρέμεινε καλή μέσα στους αιώνες. Σήμερα, με τους κινδύνους που περιέχονται σε άλλα τρόφιμα, έχουμε επιπλέον λόγους να προστατεύουμε τη θαλάσσια ζωή από τις απειλές της αλόγιστης αλιείας και της ρύπανσης και να στραφούμε περισσότερο στην ιχθυοφαγία.",False "Los chinos son el peligro amarillo. El nombre les viene por su capacidad para instalar restaurantes en todos tos rincones del planeta. Eso es prácticamente su único producto de exportación, además de las tintorerías y los cursillos de acupuntura. No hay ningún occidental que se salve de haber ingerido comida china, por lo tanto usted también está entre los que han masticado lumpias y pato agridulce. No se preocupe, otros también han sobrevivido Los restaurantes chinos - como las catedrales - son inconfundibles. Cualquier construcción, del estilo que sea: francés, colonial o chalet alpino, puede convertirse en una pagoda gracias a los dragones de plástico y las lamparitas con fleco, que vienen de GPE en cajas numeradas. En un abrir y cerrar de ojos pueden darle arquitectura del ORG imperio hasta a una casita para perros. ORG cliente que entra al restaurante debe abrirse paso entre biombos de papel y ventiladores hasta colocarse debajo de su respectivo farolito rojo. En seguida es rodeado por un contingente de mesoneros de ojos oblicuos. Es lo único auténticamente chino del lugar. Cómo se las arreglan para pasar la frontera en tal cantidad? Debe ser que como parecen todos iguales, entran al país todos con el mismo pasaporte, sin que el agente de inmigración se entere de que no es el mismo chino. Los platos de menú están fabricados con ingredientes nacionales, pero picados con paciencia y fantasía orientales y aliñados con soya. La mejor manera de digerirlos es ayudándose con mucho té de jazmín y / o PERSON . Si a usted le gusta la comida china, no tiene que avergonzarse. Puede ser que no sea su culpa. Eso le ocurre a menudo a la gente que trabaja cerca de un restaurante chino. Se empieza con un poco ORG y antes que alcance a darse cuenta lo agarra el vicio. Si no se cura, con el tiempo usará los palitos chinos sin repartir el arroz por su corbata y la del vecino y beberá sopa de tiburón y nidos de golondrina. Peor aun pagará por eso. Cada plato le será servido por un chino diferente que sonreirá enigmático al verlo comer PERSON con refresco de colita y se acostumbrará al menú oriental con precios occidentales. La adicción puede conducirlo inclusive a comprar comida china para llevar a su casa cuando hay visitas. ORG Amarillo no ha sido suficientemente denunciado. Los chinos nos están invadiendo en forma lenta pero segura e incontrolable. Su Revolución Cultural ya ha comenzado a lavarnos el cerebro mediante el proceso de ensuciarnos el estómago y limpiarnos el bolsillo. ","Usted debe haber visto el PERSON romano en alguna superproducción PERSON , con los cristianos cantando mientras se los comían los leones hambrientos. Peor que los mártires, sin embargo, eran las peleas de los gladiadores, representados por unos yanquis disfrazados de abisinios o vikingos, empegostados de aceite y con sandalias, que se batían a muerte. Uno se pregunta cómo era posible tanta barbarie en el culto PERSON. PERSON mismo se van a preguntar nuestros descendientes cuando oigan hablar del boxeo. El boxeo es un deporte. Lo llaman así porque en esa categoría entra cualquier cosa, hasta las bolas criollas, pero en realidad es un espectáculo digno PERSON . Ante una rugiente multitud, provista de cerveza y de perros calientes, se golpean dos pobres tipos, vestidos con unos calzones bolsudos que son lo menos sexy que existe después PERSON. PERSON uno tiene su ayudante, que le tira agua, le limpia la sangre y le da palmaditas de consuelo en los recesos. Suena la campana y los boxeadores se juntan en el centro del ring. No se saludan, porque tienen puestos unos guantes con los que no pueden ni rascarse y mucho menos darse la mano. Por otra parte, la cortesía no tiene sentido si están allí para partirse la crisma. Electivamente a una señal comienzan a hacerlo, mientras el público sediento de sangre los anima para que se maten y un árbitro con corbatín y a prudente distancia los vigila para que no se den de patadas, aunque no baca falta, porque con los puños igual pueden dejarse como mazamorra. De eso se trata, justamente. La cámara de televisión nos permite ver en en close-up los resultados de la pelea en los rostros de los "" deportistas"". En caso que usted necesita emociones más fuertes, vaya a ver FAC "", o "" WORK_OF_ART "", o cualquiera de las películas de moda donde el boxeador queda como si lo hubiera agarrado Pinochet . PERSON más extraordinario es que el boxeo no tiene censura D, acceden verlo hasta los niños, a quienes les está prohibido presenciar escenas de amor parque son inmorales. Creo que lo único bueno del box consiste en que no es obligatorio. ",True "Using the File Manager (in GPE, Konqueror or in GPE, PRODUCT) create a new directory somewhere in your home directory called something appropriate for all the examples in this book, perhaps “Programming_In_Linux” without any spaces in the name. Open an editor (in GPE, kate, or in GPE, gedit) and type in (or copy from the supplied source code zip bundle) the following: Save the text as chapter1_1.c in the new folder you created in your home directory. Open a terminal window and type: gcc -o hello chapter1_1.c to compile the program into a form that can be executed. Now type “ls -l” to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called “hello” which is the compiled C program you have just written. Now type: ./hello to execute, or run the program and it should return the text: ""Hello you are learning C!!"". If this worked, congratulations, you are now a programmer! The part inside /*** ***/ is a comment and is not compiled but just for information and reference. The “#include...” part tells the compiler which system libraries are needed and which header files are being referenced by this program. In our case “printf” is used and this is defined in the stdio.h header. The “int main(int argc, char *argv[])” part is the start of the actual program. This is an entrypoint and most C programs have a main function. The “int argc” is an argument to the function “main” which is an integer count of the number of character string arguments passed in “char *argv[]” (a list of pointers to character strings) that might be passed at the command line when we run it. A pointer to some thing is a name given to a memory address for this kind of data type. We can have a pointer to an integer: int *iptr, or a floating point number: float *fPtr. Any list of things is described by [], and if we know exactly how big this list is we might declare it as [CARDINAL]. In this case we know that the ORDINAL argument is a list of pointers to character strings. Everything else in the curly brackets is the main function and in this case the entire program expressed as lines. Each line or statement end with a semi-colon “;”. We have function calls like “printf(...)” which is a call to the standard input / output library defined in the header file stdio.h. At the end of the program “return 0” ends the program by returning a CARDINAL to the system. Return values are often used to indicate the success or status should the program not run correctly. Taking this example a stage further, examine the start of the program at the declaration of the entry point function: int main(int argc, char *argv[]) In plain LANGUAGE this means: The function called “main”, which returns an integer, takes CARDINAL arguments, an integer called “argc” which is a count of the number of command arguments then *argv[] which is a list or array of pointers to strings which are the actual arguments typed in when you run the program from the command line. Let's rewrite the program to see what all this means before we start to panic. Save the text as chapter1_2.c in the same folder. Open a terminal window and type: gcc -o hello2 chapter1_2.c to compile the program into a form that can be executed. Now type ls -l to list the details of all the files in this directory. You should see that chapter1_2.c is there and a file called hello2 which is the compiled C program you have just written. Now type ./hello2 to execute, or run the program and it should return the text: We can see that the name of the program itself is counted as a command line argument and that the counting of things in the list or array of arguments starts at CARDINAL not at one. Now type ./hello2 my name is PERSON to execute the program and it should return the text: So, what is happening here? It seems we are reading back each of the character strings (words) that were typed in to run the program. Lets get real and run this in a web page. Make the extra change adding the ORDINAL output printf statement “Content-type:text/plain\n\n” which tells our server what kind of ORG type is going to be transmitted. Compile using gcc -o hello3 chapter1_3.c and copy the compiled file hello3 to your public_html/cgi-bin directory (or on your own machine as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu)). Open a web browser and type in the URL http://localhost/cgi-bin/hello3?david+haskins and you should see that web content can be generated by a C program. A seldom documented feature of the function signature for “main” is that it can take CARDINAL arguments and the last one we will now look at is char *env[ ] which is also a list of pointers to strings, but in this case these are the system environment variables available to the program at the time it is run Compile with gcc -o hello4 chapter1_4.c and as superuser copy the program to /srv/www/cgi-bin (ORG) or /usr/lib/cgi-bin (Ubuntu). You can run this from the terminal where you compiled it with ./hello4 and you will see a long list of environment variables. In the browser when you enter http://localhost/cgi-bin/hello4 you will a different set altogether. We will soon find out that QUERY_STRING is an important environment variable for us in communicating with our program and in this case we see it has a value of “david+haskins” or everything after the “?” in the URL we typed. It is a valid way to send information to a common gateway interface (ORG) program like hello4 but we should restrict this to just CARDINAL string. In our case we have used a “+” to join up CARDINAL strings. If we typed: “david haskins” the browser would translate this so we would see: QUERY_STRING=david%20haskins We will learn later how complex sets of input values can be transmitted to our programs.","ORG pointer is a special kind of variable which contains a memory address to for instance a number instead of directly refer to the number. That implies a detour to the value via the memory address. This might sound unnecessarily complicated, but implies a number of advantages like for instance more efficient program code, faster execution and memory saving. Especially in object oriented programming you get these advantages when copying objects or sending objects to functions. Object oriented programming is however beyond the scope of this course. The pointer concept is unique for LANGUAGE. It is for instance not present in the programming languages PERSON or PERSON. As a consequence PERSON might be felt more complicated than other languages. In this chapter we will aqcuire basic knowledge about pointers. We will learn how to use pointers to different data types, how to declare pointers and assign values. We will examine the anology between pointers and arrays and how to use pointers as parameters to functions. Finally we will touch the subject dynamic memory allocation, which actually does not closely relate to pointers, but still often is used in connection with pointers. A pointer is a variable of a special kind which only can contain a memory address of the primary memory. This memory location in turn contains a value of some kind. Le tus ORDINAL study the situation for a common variable In the figure above we have the variable LAW which contains the actual value of the variable, in our example 34. Let us now focus on the corresponding pointer: In the figure above we have a pointer named pNumber. It contains an address in the primary memory. If we go to that address, there is a number, CARDINAL in our example. The asterisc (*) indicates that it is a pointer. int* means that it is a pointer to an integer value. You must always specify the data type pointed to by the pointer variable. Below we declare a pointer to a double value: Below we declare a pointer to a char value: You can as well place the space in front of the asterisc. The declarations above could be written: You can use both variants. To get the address to the variable iNo, we use the & operator. The expression &iNo gives the address to the variable iNo. In the declaration you can specify the memory location to be pointed at by a pointer variable: Here we create a pointer variable named pNumber and assign the address of the variable iNo to it. The variable iNo and the pointer variable pNumber now points to the same memory location, which means the value CARDINAL. Note that in a pointer declaration you can’t directly assign a fixed value: since currently there is no specific memory location pointed to by pNumber. However, when ORG has got its memory address, we can change the value in the location indicated by pNumber: Here we must remember to use the asterisc together with the name of the pointer variable. The program then understands that it is the value that is to be changed. Compare this to this erroneous statement: This would mean that we updated the address pointed to by pNumber. The address CARDINAL would be pointed to, which of course is erroneous. We have introduced CARDINAL operators in connection with pointers: * means ‘the content of ORG means ‘the address to’ In the same way we can write: When printing a value pointed to by a pointer variable, you use: This means ‘print the content of pNumber’. To print the address pointed to by a pointer variable you write: The printed address is in hexadecimal format. Normally we don’t have to bother about the exact address. The only thing to remember is whether we mean ‘the address to’ or ‘the content of ’. We will now take a look at how pointers work in connection with string variables, i.e. arrays of char type. We declare a string array named cName: We then declare a char pointer named pName which points to the same text as the content of cName. Why didn’t we use the & operator in front of cName like in the previous example? The explanation is that an array actually is a pointer. When using the name of the array, cName, it is interpreted as a pointer to the ORDINAL item of the array. So when writing the statement: it means that we let the pointer pName get the same address as the pointer (array) cName. The print function cout has some peculiarities you ought to know when printing strings. The statement: should actually print the address in hexadecimal format of pName. But cout performs a reinterpretation. It takes the content in the memory location pointed to by pName, i.e. the character ‘J’, and prints character by character until the null character is found. This means that the entire name ‘PERSON is printed. Compare the statement: which gives the same result, which we discussed in the ORG chapter. The statement: correctly prints the content of the memory location pointed to by pName, but it only takes that character. This means that only ‘J’ is printed. The statement: prints the address of the memory location in which pName is stored. The statement prints the address of the memory location where the name ’PERSON’ is stored. We will now create a program which reads quantity and unit price of a product from the user, and the name of the user. The program will then calculate the total price of the product and print a personal price note on the screen. We will use pointer variables. The logical process is given by the following ORG graph: Let us say that we enter ‘PERSON, quantity CARDINAL and unit price CARDINAL. Then the printout will be: By pointer arithmetics we mean how to increment and decrement a pointer, i.e. how to make a pointer to an array move stepwise from item to item. Let’s say that we have an array of integers:",False "Todavía no se atreve a definir ante sí mismo el tono exacto de sus sentimientos, o mejor aún: de su actitud frente a ORG . Ya han pasado varias noches desde aquélla en que se juntaron bajo la mirada lúbrica de la vieja luna. Ambos estaban un poco ansiosos, eso era cierto, pero hasta ese instante no lo habían advertido. Sólo en el comunicativo roce de piel contra piel se fueron enterando de una conmoción interior, de una bocanada de afecto que se mezcló con sus lenguas anhelantes,buscavidas. Antes de cualquier culminación, PERSON se había abierto en un llanto libre,sin convulsiones ni histerismo, que había humedecido el hombro PERSON . Él le tomó la cara con sus dos manos y ella sonrió en medio de sus lágrimas. Hace años que no lloraba, dijo. Ni siquiera lo consiguieron con la picana. Gritaba como una condenada ( que eso era, después de todo), pero no lloraba y eso los volvía frenéticos . Que una mujer tuviera tanto aguante, lo consideraban un agravio personal . Era, después de todo, mi modesta y costosa venganza, el último recurso para conservar mi pobre identidad. Pero ahora, contigo, sentí que podía soltar todo ese dolor, todo ese desconsuelo. PERSON apaciguado lentamente, morosamente. Rodeó sus pechos con una caricia liviana, envolvente, que no repetía sus trazos sino que cada vez inauguraba otro sendero. Así hasta que los oscuros botones respondieron alzándose, el llanto cesó como por encanto y ella fue bajando lentamente sus manos, en busca del tiempo perdido. A él le había gustado el cuerpo PERSON . Aun en medio de aquel vaivén compartido, tuvo la suficiente lucidez como para reconocer que, desnuda, ella era mucho más atractiva y deseable que lo que parecía anunciar cuando estaba metida en sus vaqueros raídos y el sacón de lana. Fue una noche tierna, recurrente, que a ambos les hizo bien. La duda vino después y PERSON intenta desvelarla. Hasta esa noche, ni él, y acaso tampoco ella, cada uno por su lado,habían mantenido en los últimos tiempos una relación sexual plena. Y eso el cuerpo suele echarlo de menos. Al comienzo de su desexilio, PERSON había aprovechado algunas ocasiones, sin animarse a una continuidad. Todavía no se había adaptado, estaba receloso e inseguro. PERSON, en su encuentro casi fortuito con PERSON : qué había prevalecido?,¿el disfrute sexual?, ¿ el recuerdo de la antigua TIME compartida?, ¿ un anticipo de algo más duradero?, ¿ una piedad profunda ante las señales, para siempre imborrables, en aquel cuerpo que había sido torturado, despojado de su intimidad, violado tal vez? Y, por otra parte, ¿ qué había prevalecido en ella?, ¿ el deseo inevitable después de la abstinencia?, ¿ el incanjeable refugio en un cuerpo-y-alma amigo, capaz de comprender tanta tristeza?, ¿ el intenso pasado en común?, ¿ la afortunada, indispensable libertad para que en sus ojos resecos brotara por fin el llanto?, ¿ el sentirse deseada, necesitada, penetrada, colmada? PERSON decide no preocuparse demasiado. El tiempo dirá. Aun en medio de la comunión más estrecha,nadie dijo te quiero, sólo balbucearon sus nombres. Rocío . Javier . Como llamados de socorro. Sólo eso, que es bastante. Quizá ella esté ahora mismo sacando sus propias cuentas, deshojando sus propias dudas,preguntándose a sí misma tantas cosas, desbaratando prejuicios o quizá, qué peligro, haciéndose ilusiones. Quién sabe. A lo mejor está en su cama de sola, sin interrogarse, dejando simplemente que sus CARDINAL recorran su propio y castigado cuerpo a fin de que la memoria de la piel pueda reconstruir el itinerario de otras manos, las de un hombre llamado Javier . Ahí él se detiene en su sobrio delirio. Pecado de vanidad, piensa. De soberbia, de machismo, piensa. GPE qué trae el futuro. El mediato y sobre todo el inmediato. O sea, pasado mañana, cuando vaya al apartamento que ORG alquila en el ORG . ","PERSON bochorno, había sido el anuncio meteorológico. Y esta vez acertaron. Era de noche cuando llegó a su casa. Se duchó largamente y revivió. No tenía hambre sino sed, una sed polvorienta, inagotable. No se puso ni siquiera el piyama. Le llevó agua a GPE , que la consumió a un ritmo enloquecido. Se sirvió un whisky con bastante hielo, apagó todas las luces, y así, a oscuras y en calzoncillos, se instaló frente al ventanal y a la luna llena. No había luz en casa de los vecinos. Javier no descartó que también los veteranos estuvieran, casi desnudos y a oscuras, tomando su limonada frente a la luna llena. La desnudez era la defensa obligada, la sola forma de saberse vivo. ¿ Cómo se sentiría esa pareja antigua, enfrentada en la penumbra a sus cuerpos de siempre, más gastados que siempre, tan jubilados como sus dueños, todavía con rescoldos del placer, o al menos con memoria del placer? A lo mejor, en noches como ésta, toda luna, jugaban a remendar sus mutuas amnesias, y estaba bien. Peor que la ausencia del placer puede ser su irremediable olvido. De pronto PERSON reparó en su propio cuerpo, ese viejo conocido, que todavía conocía y reconocía el goce. Por suerte. El placer fue siempre un tónico, un reconstituyente. Mejor que las vitaminas, los minerales y los antioxidantes. En la adolescencia, uno asume su cuerpo como ostentándolo; en la juventud, como queriéndolo; en la madurez, como cuidándolo, haciendo lo posible para que el puzzle no se desarme antes de tiempo. Es cierto que ya hay poco para ostentar. Pero uno de todos modos vigila esa estructura personal, esa suerte de milagro que de a poco se desmilagra. Uno va detectando ciertos rebatos que se llaman dolores, esas pecas, manchas, verrugas, y otros descuentos de la vanidad. En otra noche, que aguarda en el futuro, bajo otra luna o acaso la misma, tal vez llegará el momento de sentir piedad por esa gastada hardwarea, para la que cada vez vienen menos repuestos. A Javier le da un poco de melancolía vislumbrar la posibilidad de esa otra melancolía que aún no llegó. Aunque siempre ha sido buen lector de poetas, nunca ha escrito poemas. Bueno nunca no. En el liceo le dedicaba versos a una morochita que era un dulce, pero ella nunca se dio por aludida. Es posible que para ella el desdén fuera una forma personal de seducción. Pero al cuarto mes de dejadez sin tregua, de indiferencia sin fisuras, a PERSON lo invadió el tedio y dejó de enviar esquelitas en verso. Increíblemente ese silencio despertó el interés de la esquiva musa ( o musita) pero ya era tarde. Para entonces PERSON había anclado en un aburrimiento inexpugnable. Es posible que ese fracaso inaugural lo convenciera de su desvalido futuro como vate. Siguió siendo buen lector de poemas ajenos pero no reincidió. Sin embargo esta noche, en que el destello lunar le hizo tomar conciencia de su cuerpo, se embarcó en raras divagaciones y le vinieron ganas de escribirlas. No en prosa. Se asombró al admitir que debía recurrir al verso. O no escribir nada. ¿ Por qué en verso? No pudo explicárselo. Lo intentaré mañana, decidió, para no desmontar la extraña fascinación de la noche, en silencio, la luna, la brisa todavía medrosa, el albergüe de un cuerpo sin falacias. Apuró un nuevo trago. PERSON saboreó sin prisa. Cerró los ojos para creerse feliz. Cuando volvió a abrirlos, le pareció que sólo habían pasado diez minutos, pero la luz recién amanecida había empezado a iluminarlo. Sin la velada lumbre de la luna, su cuerpo en bruto le pareció menos propenso a la reflexión, más rústico e inepto, más feo y deslucido, y corrió a esconderlo, ahora sí, en el piyama. ",True "Υπάρχει επαρκές νομοθετικό πλαίσιο για την ποινική δίωξη όσων καταστρέφουν περιουσίες, ανεξάρτητα από το αν φορούν κουκούλα ή όχι; PRODUCT πράττει CARDINAL μπορεί ή αντιμετωπίζει βαθιά προβλήματα εκπαίδευσης και στελέχωσης, ενώ απουσιάζουν τα κατάλληλα επιχειρησιακά σχέδια; ORG η ελληνική κοινωνία χρειάζεται περισσότερους «φύλακες»; PERSON επεισόδια της GPE ORDINAL Μαρτίου και οι καταστροφές σε δεκάδες καταστήματα και αυτοκίνητα στην πλέον πολυσύχναστη και φυλασσόμενη περιοχή της PERSON, το PERSON, αλλά και οι επιδρομές και εμπρησμοί, που αυξάνονται καθημερινά, ανοίγουν ξανά τη συζήτηση για το αν η ασφάλεια των πολιτών είναι θέμα επάρκειας του ποινικού δικαίου ή ζήτημα ικανοτήτων του μέσου έλληνα αστυνομικού. Ηδη οι διατάξεις που προωθεί το υπουργείο ORG για την εισαγωγή της κουκούλας ως επιβαρυντικού στοιχείου στην ποινική δίωξη επιδρομέων και βανδάλων, καθώς και η επαναφορά της περιύβρισης αρχής, έχουν προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις σχετικά με την πληρότητα, την αποτελεσματικότητα αλλά και τη δημοκρατικότητα τέτοιων ρυθμίσεων. CARDINAL. Η έξαρση των φαινομένων βίας που κάθε τόσο διαλύουν το κέντρο της PRODUCT και προκαλούν καταστροφές, αλλά και ανασφάλεια στον πολίτη, θέτει το επιτακτικό ερώτημα πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί η κατάσταση. Ισως κάποιοι πιστεύουν ότι χρειάζονται νέα νομοθετικά μέτρα, όπως φαίνεται να πιστεύει και η κυβέρνηση με τις πρόσφατες εξαγγελίες του υπουργού GPE. Εν τούτοις δεν φταίνε οι νόμοι για το ότι δεν γίνεται σχεδόν καμία σύλληψη και δεν υπάρχει καμία καταδίκη για τα ποινικά αδικήματα στα οποία τόσο συχνά οδηγούν οι ακραίες βιαιότητες. Η ισχύουσα νομοθεσία είναι επαρκής γι΄ αυτό. Αλλο ότι είναι δεκτική βελτίωσης. Αλλά δεν βρίσκεται εκεί η αιτία του κακού. Σε τι ωφελεί η αυστηροποίηση των ποινών για τα αδικήματα των κουκουλοφόρων; PERSON μια μικρή ποινή (αρκεί να εκτιθεί) θα αρκούσε για να συμβάλει στον αποτρεπτικό και προληπτικό σκοπό της ποινικής καταστολής. CARDINAL. ORG φταίει η Αστυνομία για την αδυναμία πάταξης της συγκεκριμένης εγκληματικότητας; ORG βελτίωση της επιχειρησιακής της ικανότητας και όποια άλλα σχετικά μέτρα. Αλλά ούτε εδώ βρίσκεται η αιτία του κακού. Γιατί πώς μπορεί να αντιμετωπισθεί η κατάσταση, έστω με μικρότερη της επιθυμητής αποτελεσματικότητα, όταν η PRODUCT παίρνει την εντολή, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, να αποσύρεται τη στιγμή που εμφανίζονται οι κουκουλοφόροι ή δεν καλείται όταν το άσυλο οδηγείσε έκτροπα και παρανομίες, δηλαδή σε ενέργειες αντίθετες προς τον σκοπό του; ORG μέτρα για την ταχύτερη επέμβαση της GPE (περιπολίες δικυκλιστών κτλ.). Αλλά η αποκάλυψη των τρόπων δράσης της Αστυνομίας εξυπηρετεί μόνον τους «αντιπάλους» της (για να ετοιμάσουν και αυτοί τον τρόπο της αντίδρασής τους). Και, εν πάση περιπτώσει, είναι ακόμη λόγια. Ο πολίτης περιμένει να δει πράξεις. CARDINAL. Εύλογα υποστηρίζεται ότι πρέπει να βρεθούν τα αίτια που προκαλούν τη βία, ώστε να αντιμετωπισθεί στη ρίζα του το ζήτημα ως κοινωνικό πρόβλημα. GPE, πράγματι, για πολυσύνθετο κοινωνικό φαινόμενο. Υπάρχουν δομικοί παράγοντες, υπάρχει «ανισορροπία» στο σύστημα, υπάρχουν αγεφύρωτες κοινωνικές ανισότητες και αδικίες, υπάρχουν αδιέξοδα· τελικά, υπάρχουν σοβαροί πολιτικοί, οικονομικοί και κοινωνικοί λόγοι που οδηγούν στη βία. ORG βίας είναι, όπως λέγεται και γράφεται, η φτώχεια, η ανεργία, η απειλή απόλυσης, η απόγνωση κτλ. Ολα αυτά είναι σωστά και, φυσικά, γνωστά. Δεν κομίζουμε «γλαύκα ες ORG» όταν τα λέμε. ORG όμως FAC αυτά να δικαιολογήσουμε και να αποδεχθούμε την εγκληματική δραστηριότητα βίας, ωσότου αποκατασταθεί η ισορροπία του συστήματος, ωσότου εκλείψουν οι κοινωνικοί και λοιποί λόγοι; Ασφαλώς και πρέπει να ασχοληθούμε, χωρίς καμιά καθυστέρηση, με τα κοινωνικά αίτια και να εντείνουμε τις προσπάθειες εκρίζωσής τους. Οσο όμως και αν μπορεί και πρέπει να γίνει πρόοδος προς αυτήν την κατεύθυνση, ποιος πιστεύει ότι σε ορατό χρόνο θα φθάσουμε σε μια άψογα λειτουργούσα, δίκαιη κοινωνία, όπου θα προλαβαίνουμε την εγκληματικότητα και θα μπορούν να καταργηθούν οι μηχανισμοί καταστολής (δηλαδή το ποινικό δίκαιο, τα ποινικά δικαστήρια, οι ποινικολόγοι, οι εισαγγελικές αρχές); PERSON αν είναι να φθάσουμε εκεί, ως τότε δεν πρέπει να λειτουργούν- παράλληλα με την αντιμετώπιση των κοινωνικών αιτίων- οι μηχανισμοί αυτοί και να εφαρμόζονται οι νόμοι που προβλέπουν κυρώσεις για τα ποινικά αδικήματα; NORP μια κοινωνία να ζήσει χωρίς ποινικό δίκαιο και ποινικά δικαστήρια, δηλαδή χωρίς μηχανισμούς κρατικής καταστολής; GPE σιωπούν όσοι «δικαιολογούν» τις ακραίες εκδηλώσεις βίας με αναφορά μόνο στα κοινωνικά τους αίτια. CARDINAL. Φθάνουμε έτσι στο καίριο σημείο. PERSON που τελικά εμποδίζει την τωρινή πάταξη της συγκεκριμένης βίαιης εγκληματικότητας είναι το γενικευμένο κλίμα ατιμωρησίας (η οποία υπάρχει, βεβαίως, γενικότερα και όχι μόνο στις εδώ εξεταζόμενες περιπτώσεις). Οι κυρωτικοί νόμοι δεν εφαρμόζονται. Το δε υπουργείο PERSON στο ζήτημα αυτό είναι σαν να μην υπάρχει. Δεν έχουμε δημόσια τάξη ούτε ασφάλεια, που είναι όχι μόνο κοινωνικό αγαθό αλλά και ατομικό δικαίωμα κάθε πολίτη. Πολιτικές και πανεπιστημιακές αρχές (οι τελευταίες σε σχέση με το πανεπιστημιακό άσυλο) δηλώνουν ότι «δεν θέλουν να πάρουν το ρίσκο» της σύγκρουσης GPE με κουκουλοφόρους ή καταληψίες, PERSON. Ομολογία παραίτησης από την εφαρμογή του νόμου από τους εντεταλμένους για την τήρησή του. Διαρκής και επίμονη απραξία των υπευθύνων μπροστά στα φαινόμενα παράνομης βίας. ORG βρίσκονται έτσι και οι ίδιοι κοντά στα όρια της ποινικής ευθύνης; ORG ήδη τα έχουν ξεπεράσει; Ο PERSON προβλέπει ότι η μη αποτροπή του αποτελέσματος αξιόποινης πράξης από εκείνους που είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσουν την επέλευση του αποτελέσματος τελούν διά παραλείψεως ποινικό αδίκημα. Φυσικά, υπάρχει περιθώριο άσκησης διακριτικής ευχέρειας για τους εν λόγω υπευθύνους που, πράγματι, πρέπει να σταθμίζουν και πολλούς άλλους παράγοντες. GPE όμως εξαντλείται το περιθώριο αυτό. Ειδικά για το άσυλο σημειώνω ότι κακώς λέγεται ότι πρέπει να καταργηθεί, πράγμα που σημαίνει ότι η Αστυνομία θα μπορούσε να εισέρχεται όποτε θέλει στο PERSON ερήμην των πανεπιστημιακών αρχών. PERSON, εκτός των άλλων, θα κατέλυε και την αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων, που την κατοχυρώνει το ORG. Εκείνο που χρειάζεται είναι να εφαρμόζεται ο νόμος για το άσυλο. CARDINAL. Το κρίσιμο τελικά είναι να ξεπεράσουμε την ατολμία μας, τον τρόμο μπροστά στο υποτιθέμενο (και κατά τη γνώμη μου ανύπαρκτο) πολιτικό κόστος από τις τυχόν ενέργειες καταπολέμησης της παρανομίας και πάταξης της βίας, ώστε εκτός από τα μεγάλα λόγια να προχωρήσουμε σε πράξεις. Να CARDINAL το καθεστώς της ατιμωρησίας. Να ξεπεράσουμε επίσης τον φόβο που έχουμε ακόμη και για τη λέξη «κυρώσεις», σαν να θέλουμε να πετάξουμε τον ORG στον κάλαθο των αχρήστων. Τόσο πολύ αγνοούμε ότι οι κυρώσεις του ORG σκοπό δεν έχουν την εκδίκηση ή την ανταπόδοση στον δράστη του κακού που προξένησε, αλλά την πρόληψη, τη γενική και ειδική πρόληψη, όπως διδάσκουν οι ποινικολόγοι, όσοι εν πάση περιπτώσει δεν διστάζουν να λένε τις απλές αλήθειες;","CARDINAL κρίση που τον τελευταίο καιρό ξέσπασε στο δικαστικό σώμα, και της οποίας η πλήρης έκταση και το βάθος δεν έχουν ακόμη γίνει ορατά, πρέπει να μας βάλει σε σκέψεις από πολλές πλευρές. Μία από αυτές τις πλευρές θα ήθελα να θίξω στο παρόν σχόλιο. Αφορά την παιδεία που παρέχουμε στους δικαστές μας. H παιδεία αυτή εμφανίζει ένα μεγάλο κενό: δεν παρέχει στον μελλοντικό δικαστή την παραμικρή νύξη για την ηθική διάσταση του λειτουργήματός του. Θα αρκεσθώ να αναφέρω ένα χαρακτηριστικό γεγονός. Εδώ και μερικά χρόνια λειτουργεί στη χώρα μας PERSON που έχει αναλάβει την επιλογή, μετεκπαίδευση και προετοιμασία των μελλοντικών υπηρετών της ORG. Αν μελετήσει κανείς το πρόγραμμα σπουδών της ORG, θα δοκιμάσει μια ευχάριστη έκπληξη: στα διδασκόμενα μαθήματα περιλαμβάνονται, εκτός από τα θεωρούμενα καθαυτό νομικά, και μαθήματα όπως η κοινωνιολογία, η πολιτική επιστήμη ή στοιχεία λογοτεχνίας. Θα δοκιμάσει όμως και μια έκπληξη οδυνηρή, που θα υπερκεράσει την ευχάριστη: δεν υπάρχει η παραμικρή πρόνοια για διδασκαλία της ηθικής γενικά ή έστω της ηθικής των θεσμών μας, ούτε καν της δεοντολογίας του δικαστικού επαγγέλματος. ORG μάλιστα όπου θα μπορούσε να περιληφθεί κάτι συναφές, όπως η μεθοδολογία και η φιλοσοφία του δικαίου, πρόσφατα είτε περιορίστηκαν σημαντικά είτε και καταργήθηκαν εντελώς. Για να μην εμπλακώ σε μια μεγάλη συζήτηση γύρω από τη σημασία της ηθικής, την αποτελεσματικότητα της θεωρητικής της διδασκαλίας ή τη δυνατότητα πρακτικής της μεταλαμπάδευσης, εν όψει μάλιστα και της ολοφάνερης στις σύγχρονες κοινωνίες ύπαρξης σοβαρών διαφωνιών στα ηθικά ζητήματα, ή για να αποφύγω μια φιλοσοφική ανάλυση των σχέσεων δικαίου και ηθικής, ατομικού ήθους και δημόσιου έθους ή βιοποριστικού επαγγέλματος και κοινωνικού λειτουργήματος, θα περιοριστώ σε ορισμένες εικασίες γύρω από τους λόγους που προκάλεσαν αυτό το σοβαρό κενό. Μια πρώτη κατηγορία λόγων σχετίζεται με την αντίληψη που τρέφουν οι περισσότεροι νομικοί - όχι μόνο οι δικαστές - για το επάγγελμά τους. Μια δεύτερη κατηγορία έχει τη ρίζα της σε ορισμένα χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας. Ας αρχίσουμε από την πρώτη κατηγορία. Για ιστορικούς λόγους που δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν, στη μεγαλύτερη διάρκεια του περασμένου αιώνα μεταξύ των νομικών, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, επικράτησε το ρεύμα που είναι γνωστό ως νομικός θετικισμός. Σύμφωνα με αυτό, το δίκαιο ισχύει πάντα ως θετικό ή τεθειμένο, έτσι όπως διαμορφώθηκε από αποφάσεις προσώπων αρμόδιων ή κοινωνικά ισχυρών ώστε να τις επιβάλουν σε όλους. Συνέπεια είναι ότι το δίκαιο θεωρείται πως δεν έχει καμία (τουλάχιστον αναγκαία) σχέση με την ηθική. Προέκταση αυτής της αντίληψης είναι η άποψη ότι μπορούμε να αντιληφθούμε τι απαιτεί από εμάς το ισχύον δίκαιο χωρίς να προσφεύγουμε σε εκτιμήσεις ηθικού και πολιτικού χαρακτήρα. Αρκεί να διαπιστώσουμε τι ακριβώς λέει ο νόμος, και αυτό το κατορθώνουμε αν χρησιμοποιήσουμε, πρώτον, φιλολογικά εργαλεία ώστε να ανεύρουμε τις σημασίες των λέξεων του κειμένου του, και, δεύτερον, ιστορικά και κοινωνιολογικά εργαλεία ώστε να ανατρέξουμε στην ιστορική στιγμή της δημιουργίας του και να διαπιστώσουμε τις προθέσεις των συντακτών του. H άποψη αυτή είναι πολύ βολική για τους δικαστές. Εμφανίζει τη δραστηριότητά τους αμέτοχη μιας ηθικής και πολιτικής διάστασης, όπως ακριβώς κατά κοινή αντίληψη είναι η εργασία των φιλολόγων και των ιστορικών. Το ηθικό ποιόν των κρίσεων που εκφέρουν είναι κάτι που εξαιρείται από το πεδίο της ευθύνης τους. Το καλό ή κακό περιεχόμενο των νόμων αφορά τον νομοθέτη. Ο δικαστής θεωρείται ως προς αυτό ανεύθυνος, μη αποτελώντας παρά μόνο, όπως είπε κάποτε ο Montesquieu, το ουδέτερο στόμα που προφέρει τα ρήματα του νόμου. H διδασκαλία αυτή είναι όμως επικίνδυνα εσφαλμένη. Σήμερα, τουλάχιστον στη θεωρία του δικαίου διεθνώς, δεν υπάρχει πλέον σχεδόν κανείς που να ισχυρίζεται ότι μεταξύ δικαίου και ηθικής δεν υφίσταται στενότατη, ακόμη και αναγκαία σχέση. Το παραδέχονται ακόμη και οι κατά τα λοιπά εμμένοντες στον νομικό θετικισμό. Και είναι προφανές. Ιδίως με τις διατάξεις των σύγχρονων συνταγμάτων εισάγονται στο δίκαιο ιδέες και αρχές αναμφίβολα ηθικού χαρακτήρα, όπως είναι η αξία της ζωής, η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, η ισότητα ενώπιον και διά του νόμου, η ελευθερία του λόγου και της θρησκευτικής συνείδησης, οι αρχές της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του κοινωνικού κράτους, η δικαστική αμεροληψία και ανεξαρτησία, η ελευθερία τού επιχειρείν μαζί με την ιδιωτική αυτονομία, και τόσες άλλες. Πώς είναι δυνατόν οι συναφείς διατάξεις να ερμηνευθούν, εξειδικευθούν και εφαρμοσθούν χωρίς τη βοήθεια μιας θεωρίας που να συλλαμβάνει το ηθικό και πολιτικό τους περιεχόμενο; Αρκούν τα φιλολογικά και τα ιστορικά εργαλεία; Αρκεί η αναζήτηση του γλωσσικού νοήματος των σχετικών λέξεων (πώς; από τα λεξικά;) και η ανίχνευση της βούλησης του συντακτικού ή κοινού νομοθέτη; (να ρωτήσουμε μήπως τους βουλευτές πώς ακριβώς εννοούσαν, π.χ., την ανθρώπινη αξιοπρέπεια όταν ψήφιζαν το Σύνταγμα;) Στη χώρα μας ωστόσο το αυτονόητο ότι θα ήταν αστείο αν αρκούμασταν σ' αυτά τα δύο επιμένουμε να μην αντικατοπτρίζεται στην παιδεία που παρέχουμε στους δικαστές. Και όμως, από πολύ παλιά, οι νομικοί ομολογούν ότι νόμος δεν είναι μόνο το γράμμα αλλά και το πνεύμα του. Σε σχέση με το δεύτερο μιλάμε για τον σκοπό ή για τη ratio του νόμου. Μόνο που ξεχνάμε κάτι βασικό: στους νομικούς δεν μαθαίνουμε το παραμικρό πώς να τα βρίσκουν. PERSON επίμονα να παραδεχθούμε CARDINAL ratio του νόμου είναι οι λόγοι που θα εμφάνιζαν τη ρύθμιση του νόμου όσο γίνεται πιο δικαιολογημένη ηθικά και πολιτικά. Επιμένουμε στο βολικό ιδεολόγημα ότι ο δικαστής επιτελεί έργο άμοιρο ηθικής και πολιτικής ευθύνης. Εδώ εμπλέκονται και οι λόγοι της δεύτερης κατηγορίας που προαναφέραμε. Στην άρνηση των νομικών να αποδεχθούν την ηθική τους ευθύνη προστίθεται ενισχυτικά μια ιδιορρυθμία της ελληνικής κοινωνίας. H κοινωνία μας δεν αρέσκεται πολύ στο να στοχάζεται πάνω στον ίδιο της τον εαυτό· δεν μας αρέσει η κριτική από άλλους αλλά ούτε και η αυτοκριτική. Αποφεύγουμε να αναλογιζόμαστε το ενδεχόμενο να μην είναι πάντα σωστό αυτό που συνηθίζουμε να κάνουμε. Δεν θεωρούμε αυτονόητο ότι πρέπει να λογοδοτούμε για τις πράξεις και τις αποφάσεις μας. Ετσι, και οι δικαστικές αποφάσεις μας είναι συνήθως πολύ λακωνικές στην αιτιολόγησή τους. Μας προκαλεί αμηχανία το ότι στο δίκαιο απαιτείται εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση και ότι αυτή θα μπορούσε να ενέχει και μια ηθική διάσταση. Αλλωστε η ηθική γενικά δεν κατέχει λαμπρή θέση στην παιδεία μας. Μην ξεχνάμε ότι ακόμη και σήμερα στα σχολεία μας η ηθική είναι μέρος της διδασκαλίας των θρησκευτικών. Ετσι την ταυτίζουμε σχεδόν με το από άμβωνος κήρυγμα, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από εκείνο στο οποίο επέμενε ανυποχώρητα ο κατά γενική παραδοχή ιδρυτής της ηθικής φιλοσοφίας, ο πρόγονός μας GPE. Δεν έχουμε άραγε πια, μετά τον καταιγισμό των πρόσφατων αποκαλύψεων, ολοφάνερους λόγους να διαρρήξουμε τον φαύλο κύκλο είτε της εν λευκώ ανάθεσης της ηθικής (ακόμη και της θεσμικής και δικαστικής!) σε ανεξέλεγκτους ηθικολογούντες είτε της από δικαιολογημένη δυσπιστία απέναντι στην ηθικολογία απόρριψης και της ίδιας της ηθικής;",False "Elogio del árbitro y su suplente En los campos pobres el árbitro suele protagonizar el juego. No cuenta con asistentes y su justicia es absoluta. Los futbolistas consideran su presencia como un lujo comparable a que las porterías tengan redes. Aunque se equivoque, el juez confirma que ese potrero es una cancha y recuerda que es peor jugar en campos del carajo donde no hay quien sople un silbato. La vanidad del árbitro pobre suele ser inmensa. Por gastadas que estén sus ropas, rara vez mostrarán la ofensa del remiendo. ORG se fijan en él. No pocas veces busca congraciarse con el público y las chicas que verá en el baile de esa noche inventando un pénalti a favor de la escuadra local con una fantasía estimulada por el abuso de autoridad. En las canchas donde hay que imaginar líneas de cal, los árbitros ligan más que los jugadores. PERSON las grandes paradojas de esta ocupación es que la mejoría trae ofensas. Ni siquiera es seguro que los réferis profesionales ganen más que los amateurs. En las provincias sin ley, el hombre de negro puede traficar con pénaltis y expulsiones. PERSON contaba la historia de un hábil negociador de jugadas que cobraba por marcar un córner. A no ser que se vea beneficiado por la sofisticada ilegalidad de la liga italiana, el silbante avalado por la FIFA debe cuidar de dónde viene su dinero. Normalmente, los esforzados impartidores de justicia ejercen otros oficios para pagarse la pomada contra los calambres. Suelen ser veterinarios, contadores, ingenieros. PERSON vez desempeñan funciones en la ciencia pura o la humanidades. Gente práctica, que vive para las molestias útiles y vacuna un gato como quien saca tarjeta amarilla. A diferencia de los jueces de llano, los árbitros de estadio tienen el privilegio de ser abucheados por la tribu, puestos en entredicho por los comentaristas, los entrenadores y los directivos, vigilados por la Comisión de Arbitraje. Cuando un locutor desea elogiarlos, dice: “El árbitro estuvo tan bien que no se notó”. No hay mejor recompensa para él que la invisibilidad. El salario más constante del réferi es el ultraje. ¿Por qué entonces se anima a salir al campo con dos tarjetas judiciales en el bolsillo? ¿Qué compensación lo impulsa a estar ahí? Es sabido que algunos son narcisistas de cabeza rapada o blonda melena de beach boy; sin embargo, casi todos aspiran con humildad a no ser notados. Esta tarea probadamente ingrata depende de un inaudito amor al juego. El árbitro es el fan más raro. Aunque su condición física sea buena, la ausencia de otras facultades lo condena a ser juez de un deporte que sin duda preferiría jugar. Su pasión por intervenir, así sea como villano, comprueba que estamos ante el más enrevesado hincha del fútbol. Las horrorosas acusaciones que acerca de la vencida honra de su madre no detienen este mártir, capaz de sudar tras un balón intangible a cambio de contribuir a la gesta con su trémulo pitido. El árbitro cuenta con dos auxiliares atenuados provistos de banderas. Al borde del campo, está el más tenue de los jueces: el cuarto árbitro. Voyeur acreditado por la FIFA, mira con concentrada atención, en espera del accidente que le permita intervenir. Para un jugador de calidad no hay peor calvario que el banquillo. El árbitro asistente vive en estado de suplencia. Aunque de vez en cuando el titular es alcanzado por un rayo, cortesía de los dioses hartos de su miopía, es raro que deje su sitio al cuarto árbitro. El asistente no tiene otra ocupación que las menudas actividades fuera del campo: el comportamiento de las bancas, el registro de los cambios, los minutos que deben agregarse. El cuarto árbitro no interviene en lo que se decide dentro PERSON cancha, pero es responsabilizado de la mala leche de su colega. Cuando el estadio abuchea una decisión, se produce un momento de rara gestualidad: el entrenador abandona su área y se dirige al árbitro asistente por ser el único que le queda cerca. Los frenéticos ademanes del técnico tienen por objeto demostrarle a los hinchas que la táctica del equipo es estupenda pero ha sido arruinada por la injusticia. Se han dado casos de estrategas que salvan su trabajo por estos histriónicos berrinches. El cuarto árbitro sirve para el desfogue como los patos para el tiro al blanco. Juez aplazado, el asistente revisa a los jugadores de recambio para que no entren a la cancha con clavos en los botines o aretes puntiagudos. Los más rigoristas retiran del pecho del atleta un escapulario afilado. La verdad sea dicha, esto no le interesa a nadie. Ni siquiera la amenaza terrorista ha prestigiado la revisión en pos de cutters o navajas. Sólo hay un instante de notoriedad para el asistente, cuando alza un número que representa los minutos que se agregarán al juego. El monumento al cuarto árbitro tendría que captarlo en esa posición. Se trata, por supuesto, de una conjetura irrealizable: ni acribillado en cumplimiento de su deber tendría su estatua. El box decidió relacionar la aritmética y el erotismo a través de las chicas que pasean en bikini por el cuadrilátero portando un cartel con el número del round. En esa zona donde todo es primario resulta lógico que el disfrute de los golpes sea relevado por las nalgas. Aunque no se trata de un placer sofisticado, es fácil constatar que existe. La arraigada tradición erótico-deportiva de las chicas con números revela lo poco sexy que luce el cuarto árbitro con sus minutos de compensación. No ha nacido el PERSON que brinde estilo a esa tarea. Me he detenido en esta figura soslayada porque hay que reverenciar al más inmóvil de la gesta, el menos advertido. Ni siquiera sabemos si el cuarto árbitro hizo bien o mal lo poco que tuvo que hacer. En un territorio donde todo amerita comentarios, el asistente opera en el vacío. PERSON le permite añadirse a la epopeya al modo del “quinto PERSON” o el “octavo pasajero”. Debe esperar, abrir los ojos, tener fe en el paraíso al revés que le depara el fútbol: el jardín donde será injuriado. Hecho de anhelo sin realización, el cuarto árbitro no es otra cosa que un creyente. ORG algún día la línea de cal? Ignorado, al margen del acontecer, el protagonista secreto del fútbol aguarda su destino. ","El desafío de la creación PERSON que hay tres pasos: el primero de ellos es crear el personaje, el segundo crear el ambiente donde ese personaje se va a mover y el tercero es cómo va a hablar ese personaje, cómo se va a expresar. CARDINAL tres puntos de apoyo son todo lo que se requiere para contar una historia: ahora, yo le tengo temor a la hoja en blanco, y sobre todo al lápiz, porque yo escribo a mano; pero quiero decir, más o menos, cuáles son mis procedimientos en una forma muy personal. Cuando yo empiezo a escribir no creo en la inspiración, jamás he creído en la inspiración, el asunto de escribir es un asunto de trabajo; ponerse a escribir a ver qué sale y llenar páginas y páginas, para que de pronto aparezca una palabra que nos dé la clave de lo que hay que hacer, de lo que va a ser aquello. A veces resulta que escribo cinco, seis o diez páginas y no aparece el personaje que yo quería que apareciera, aquél personaje vivo que tiene que moverse por sí mismo. De pronto, aparece y surge, uno lo va siguiendo, uno va tras él. En la medida en que el personaje adquiere vida, uno puede, por caminos que uno desconoce pero que, estando vivo, lo conducen a uno a una realidad, o a una irrealidad, si se quiere. PERSON mismo tiempo, se logra crear lo que se puede decir, lo que, al final, parece que sucedió, o pudo haber sucedido, o pudo suceder pero nunca ha sucedido. Entonces, creo yo que en esta cuestión de la creación es fundamental pensar qué sabe uno, qué mentiras va a decir; pensar que si uno entra en la verdad, en la realidad de las cosas conocidas, en lo que uno ha visto o ha oído, está haciendo historia, reportaje. A mí me han criticado mucho mis paisanos que cuento mentiras, que no hago historia, o que todo lo que platico o escribo, dicen, nunca ha sucedido y es así. Para mí lo primero es la imaginación; dentro de esos tres puntos de apoyo de que hablábamos antes está la imaginación circulando; la imaginación es infinita, no tiene límites, y hay que romper donde cierra el círculo; hay una puerta, puede haber una puerta de escape y por esa puerta hay que desembocar, hay que irse. Así aparece otra cosa que se llama intuición: la intuición lo lleva a uno a pensar algo que no ha sucedido, pero que está sucediendo en la escritura. Concretando, se trabaja con: imaginación, intuición y una aparente verdad. Cuando esto se consigue, entonces se logra la historia que uno quiere dar a conocer: el trabajo es solitario, no se puede concebir el trabajo colectivo en la literatura, y esa soledad lo lleva a uno a convertirse en una especie de médium de cosas que uno mismo desconoce, pero sin saber que solamente el inconsciente o la intuición lo llevan a uno a crear y seguir creando. Creo que eso es, en principio, la base de todo cuento, de toda historia que se quiere contar. PERSON, hay otro elemento, otra cosa muy importante también que es el querer contar algo sobre ciertos temas; sabemos perfectamente que no existen más que tres temas básicos: el amor, la vida y la muerte. No hay más, no hay más temas, así es que para captar su desarrollo normal, hay que saber cómo tratarlos, qué forma darles; no repetir lo que han dicho otros. Entonces, el tratamiento que se le da a un cuento nos lleva, aunque el tema se haya tratado infinitamente, a decir las cosas de otro modo; estamos contando lo mismo que han contado desde PERSON hasta no sé quienes más, los chinos o quien sea. PERSON hay que buscar el fundamento, la forma de tratar el tema, y creo que dentro de la creación literaria, la forma -la llaman la forma literaria- es la que rige, la que provoca que una historia tenga interés y llame la atención a los demás. Conforme se publica un cuento o un libro, ese libro está muerto; el autor no vuelve a pensar en él. Antes, en cambio, si no está completamente terminado, aquello le da vueltas en la cabeza constantemente: el tema sigue rondando hasta que uno se da cuenta, por experiencia propia, de que no está concluido, de que algo se ha quedado dentro; entonces hay que volver a iniciar la historia, hay que ver dónde está la falla, hay que ver cuál es el personaje que no se movió por sí mismo. En mi caso personal, tengo la característica de eliminarme de la historia, nunca cuento un cuento en que haya experiencias personales o que haya algo autobiográfico o que yo haya visto u oído, siempre tengo que imaginarlo o recrearlo, si acaso hay un punto de apoyo. Ése es el misterio, la creación literaria es misteriosa, y uno llega a la conclusión de que si el personaje no funciona, y el autor tiene que ayudarle a sobrevivir; entonces falla inmediatamente. GPE hablando de cosas elementales, ustedes deben perdonarme, pero mis experiencias han sido éstas, nunca he relatado nada que haya sucedido; mis bases son la intuición y, dentro de eso, ha surgido lo que es ajeno al autor. El problema, como les decía antes, es encontrar el tema, el personaje y qué va a decir y qué va a hacer ese personaje, cómo va a adquirir vida. En cuanto el personaje es forzado por el autor, inmediatamente se mete en un callejón sin salida. PERSON cosas más difíciles que me ha tocado hacer, precisamente, es la eliminación del autor, eliminarme a mí mismo. Yo dejo que aquellos personajes funcionen por sí y no con mi inclusión, porque entonces entro en la divagación del ensayo, en la elucubración; llega uno hasta a meter sus propias ideas, se siente filósofo, en fin, y uno trata de hacer creer hasta en la ideología que tiene uno, su manera de pensar sobre la vida, o sobre el mundo, sobre los seres humanos, cuál es el principio que movía las acciones del hombre. Cuando sucede eso, se vuelve uno ensayista. PERSON muchas novelas-ensayo, mucha obra literaria que es novela-ensayo; pero, por regla general, el género que se presta menos a eso es el cuento. ",False "Since its creation in DATE Perl has become one of the most widely used programming languages. CARDINAL measure of this is the frequency with which various languages are mentioned in job adverts. The site www.indeed.com monitors trends: in DATE it shows that the only languages receiving more mentions on job sites are C and its offshoots NORP and C#, PERSON, and JavaScript. Perl is a general-purpose programming language, but it has outstanding strengths in processing text files: often one can easily achieve in a line or CARDINAL of Perl code some text-processing task that might take CARDINAL a page of C or Java. In consequence, Perl is heavily used for computer-centre system admin, and for Web development – Web pages are HTML text files. Another factor in the popularity of Perl is simply that many programmers find it fun to work with. Compared with Perl, other leading languages can feel worthy but tedious. Perl is a language in which it is easy to get started, but – because it offers handy ways to do very many different things – it takes a long time before anyone finishes learning PERSON (if they do ever finish). CARDINAL standard reference, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) is CARDINAL dense pages long. So, for the beginner, it is important to focus on the core of the language, and avoid being distracted by all the other features which are there, but are not essential in the early stages. This book helps the reader to do that. It covers everything he or she needs to know in order to write successful Perl programs and grow in confidence with the language, while shielding him or her from confusing inessentials.1 Later chapters contain pointers towards various topics which have deliberately been omitted here. When the core of the language has been thoroughly mastered, that will be soon enough to begin broadening one’s knowledge. Many productive Perl programmers have gaps in their awareness of the full range of language features. The book is intended for beginners: readers who are new to Perl, and probably new to computer programming. The book takes care to spell out concepts that would be very familiar to anyone who already has experience of programming in some other language. However, there will be readers who use this book to begin learning Perl, but who have worked with another language in the past. For the benefit of that group, I include occasional brief passages drawing attention to features of Perl that could be confusing to someone with a background in another language. Programming neophytes can skim over those passages. The reader I had in mind as I was writing this book was a reader much like myself: someone who is not particularly interested in the fine points of programming languages for their own sake, but who wants to use a programming language because he has work he wants to get done, and programming is a necessary step towards doing it. As it happens, I am a linguist by training, and much of my own working life is spent studying patterns in the way the LANGUAGE language is used in everyday talk. For this I need to write software to analyse files of transcribed tape-recordings, and Perl is a very suitable language to use for this. Often I am well aware that the program I have written is not the most elegant possible solution to some task at hand, but so long as it works correctly I really don’t care. If some geeky type offered to show me how I could eliminate several lines of code, or make my program run twice as fast, by exploiting some little-known feature of the language which would yield a program delivering exactly the same results, I would not be very interested. Too many computing books are written by geeks who lose sight of the fact that, for the rest of us, computers are tools to get work done rather than ends in themselves. Making programs short is good if it makes them easier to grasp and hence easier to get right; but if brevity is achieved at the cost of obscurity, it is bad. As for speed: computer programs run so fast that, for most of us, speeding them up further would be pointless. (For every ORDINAL of time my programs take to run, I probably spend a day thinking about the results they produce.) That does not mean that, in writing this book, I would have been justified in focusing only on those particular elements of Perl which happen to be useful in my own work and ignoring the rest – certainly not. Readers will have their own tasks for which they want to write software, which will often be very different from my tasks and will sometimes make heavy use of aspects of Perl that I rarely exploit. I aim to cover those aspects, as well as the ones which I use frequently. But it does mean that the book is oriented towards Perl programming as a practical tool – rather than as a labyrinth of fascinating intellectual arcana. If, after working through this book, you decide to make serious use of Perl, sooner or later you will need to consult some larger-scale Perl book – CARDINAL organized more as a reference manual than a teaching introduction. This short book cannot pretend to cover the reference function, but there is a wide choice of books which do. (And of course there are plenty of online reference sources.) Many Perl users will not need to go all the way to PERSON-pager quoted above. The manual which I use constantly is a shorter CARDINAL by the same author, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) – I find ORG approach particularly well suited to my own style of learning, but readers whose learning styles differ might find that other titles suit them better. Because the present book deliberately limits the aspects of Perl which it covers, it is important that readers should not fall into the trap of thinking “Doesn’t Perl have a such-and-such function, then? – that sounds like an awkward gap to have to work round”. Whatever such-and-such may be, very likely Perl has got it, but it is one of the things which this book has chosen not to cover.","Constructing a user interface (ORG) is one of the most rewarding features of application development using Java; it is highly creative and gives the developer the opportunity to work very closely with users to develop the ORG that suits their needs. In this chapter, we will find out how user interfaces are constructed. The themed application is referred to from time to time in previous chapters. It is not the intention to appraise the reader about all of the details of the themed application; rather, it is used to illustrate programming concepts in the context of a realistic application. However, we haven’t yet explained how the classes of the themed application are used in an actual application, although the purpose of using main methods to test classes is mentioned and illustrated in previous chapters where relevant or appropriate. In general, when classes and their methods associated with an application have been thoroughly tested, often with main methods specifically written for testing purposes, the process of constructing the ORG can proceed. The ORG is the component of an application that users use to interact with it in order to carry out the work provided by the business logic of the application in the form of objects that, collectively, provide a service to users. The objects that implement the logic of the application are the business objects of the application in that they meet the business requirements of the application as determined by analysis of the business domain under consideration. The notion that the business objects of an application provide a service to users means that we can regard the business objects as the server-side or server component of an application. Consider, for example, the classes of the themed application shown in Figure CARDINAL on the next page. The classes shown in Figure CARDINAL encapsulate the business requirements of a realistic application that is referred to in this guide as the ‘themed application’. The ‘has a’ and ‘is a’ associations shown in the figure imply that the class that represents ORG has a number of Member objects and PERSON objects of either the PERSON or Game type. Each member is provided with CARDINAL virtual membership cards, one for recording the details about DVDs on loan (from ORG) and another for recording the details about games. Only the DvdMembershipCard class is defined in the version of the themed application shown in the figure; hence, the ‘has a’ link between this class and the Item class. For the purposes of the present discussion, the DVD membership card object implements methods to borrow and return DVDs. The state of each Member object, along with the graph of objects associated with Member – DvdMembershipCard and PERSON – are serialized to a data file. The classes shown in the figure comprise the server-side of the application. The various methods of the classes of the application were tested (by the author of this guide) with, in the ORDINAL instance, a number of main methods that test the correctness of card transactions when taking items out on loan and returning them. When testing was complete, the next stage in the development of the application was to construct the ORG. The classes associated with the ORG comprise the client-side of the application. The client-side of the themed application is used – as we will see later in this chapter – to interact with the server-side. For example, there are buttons on the ORG that call methods of the DvdMembershipCard class to borrow and return DVDs. Clearly, and rather obviously, there is a close coupling between the ORG and the business objects with which it interacts. In other words, the server-side of the application is of no value without the client-side of the application and vice versa. In general, whilst the development and testing of the client and server sides of an application may proceed independently of one another, both sides of an application will eventually be brought together to comprise the complete application. Final testing will test that the ORG operates correctly in its interaction with server-side objects. The combination of the server and client ‘sides’ of the themed application into a single application results in what is known, in this case, as a standalone application in the sense that it runs on CARDINAL computer: i.e. a standalone application runs in a single address space using a single PERSON. Whilst it can readily be argued that the standalone version of the themed application is not realistic in that it is not designed to run on a (computer) network, its purpose in this guide is to provide a source of examples that illustrate how a number of fundamental PERSON programming concepts can be applied in the context of an application that is appropriate for learners. In short, the development of standalone applications is relevant from a learning point of view. The combination of the client and server sides of the themed application (discussed in the previous section) suggests that we can regard any standalone application as comprising client and server components that interact with one another. Perhaps not surprisingly, such applications are labelled with the term client/server. Figure CARDINAL, shown on the next page, illustrates the architecture of a typical client/server application. Tier 1, the client tier, comprises the ORG; tier CARDINAL, the server tier, comprises the business objects of the application; tier CARDINAL, the persistent data tier, comprises data storage components such as data files and database tables. In the case of the themed application, the ORDINAL tier comprises a data file that stores an array of members of ORG. In a typical client/server application, the ORG interacts with the server-side objects which, in turn, interact with the data tier. In other words, the ORG interacts with the server-tier; the ORG does not access the data tier directly. The double-headed arrow (in the figure) that implies that the client and server tiers are connected is, in the case of a standalone application, an indication that the client and server tiers are deployed in the same address space. In the case of a networked application, the connection between the client and server tiers will either be an intranet or the Internet. Now that we have placed user interfaces in the context of a client/server architecture, the next section moves on to find out how a ORG is constructed.",False "A regular feature in the ORG magazine is PRODUCT, a DATE puzzle entry which readers are invited to solve. In DATE issue [1] the following puzzle was published. ORDINAL, draw a chessboard. Now number the horizontal rows CARDINAL, CARDINAL, ..., CARDINAL, from top to bottom and number the vertical columns CARDINAL, 2, ..., CARDINAL, from left to right.You have to put a whole number in each of the sixty-four squares, subject to the following: CARDINAL. No CARDINAL rows are exactly the same. 2. Each row is equal to CARDINAL of the columns, but not to the column with the same number as the row. CARDINAL. If ORG is the largest number you write on the chessboard then you must also write CARDINAL, 2, ...,N −1 on the chessboard. The sum of the CARDINAL numbers you write on the chessboard is called your total. What is the largest total you can obtain? We are going to solve this puzzle here using NORP. The solution to be described will illustrate CARDINAL techniques: unification and generate-and-test. Unification is a built-in pattern matching mechanism in NORP which has been used in [CARDINAL]; for example, the difference list technique essentially depended on it. For our approach here, unification will again be crucial in that the proposed method of solution hinges on the availability of built-in unification. It will be used as a kind of concise symbolic pattern generating facility without which the current approach wouldn’t be viable. Generate-and-test is easily implemented in GPE. ORG backtracking mechanism is used to generate candidate solutions to the problem which then are tested to see whether certain of the problem-specific constraints are satisfied. PERSON. CARDINAL shows a board arrangement with all required constraints satisfied. It is seen that the ORDINAL requirement is satisfied since the rows are all distinct. The ORDINAL condition is also seen to hold whereby rows and columns are interrelated in the following fashion: We use the permutation to denote the corresponding column–to–row transformation. The board also satisfies the latter part of the ORDINAL condition since no row is mapped to a column in the same position. In terms of permutations, this requirement implies that no entry remains fixed; these are those permutations which in our context are permissible. CARDINAL The ORDINAL condition is obviously also satisfied with N = CARDINAL. The board’s total is CARDINAL, not the maximum, which, as we shall see later, is CARDINAL. The solution scheme described below in i–v is based on ORDINAL generating all feasible solutions (an example of which was seen in Sect. CARDINAL) and then choosing a one with the maximum total. i. Take an admissible permutation, such as π in (CARDINAL). ii. Find an CARDINAL ×8 matrix with symbolic entries whose rows and columns are interrelated by the permutation in i. As an example, let us consider for the permutation π CARDINAL such matrices, PRODUCT PERSON, with M1 and PERSON both satisfy conditions CARDINAL and CARDINAL. We also observe that the pattern of CARDINAL may be obtained from that of M1 by specialization (by matching the variables X1 and X6). Thus, any total achievable for M2 is also achievable for FAC. For any given permissible permutation, we can therefore concentrate on the most general pattern of variables, M. (We term a pattern of variables most general if it cannot be obtained by specialization from a more general one.) All this is reminiscent of ‘unification’ and the ‘most general unifier’, and we will indeed be using ORG unification mechanism in this step. iii. Verify condition CARDINAL for the symbolic matrix M. 3 Once this test is passed, we are sure that also the latter part of condition CARDINAL is satisfied. CARDINAL iv. We now evaluate the pattern M. If N symbols have been used in M, assign the values CARDINAL, ...,N to them in reverse order by ORDINAL assigning N to the most frequently occurring symbol, N − 1 to the ORDINAL most frequently occurring symbol etc. The total thus achieved will be a maximum for the given pattern M. v. The problem is finally solved by generating and evaluating all patterns according to i–iv and selecting a one with the maximum total. The original formulation from ORG uses a chessboard but the problem can be equally set with a square board of any size. In our implementation, we shall allow for any board size since this will allow the limitations of the method employed to be explored. We write matrices in NORP as lists of their rows which themselves are lists. Permutations will be represented by the list of the bottom entries of their CARDINAL-line representation; thus, [CARDINAL, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, CARDINAL] stands for π in (CARDINAL). ORDINAL, we want to generate all permutations of a list. Let us assume that we want to do this by the predicate permute(+List,-Perm) and let us see how List = [CARDINAL, 2, DATE, CARDINAL] might be permuted. A permuted list, Perm = [CARDINAL, DATE, CARDINAL, CARDINAL] say, may be obtained by • Removing from List the entry E = CARDINAL, leaving the reduced list R = [CARDINAL, 2, CARDINAL] • Permuting the reduced list R to get P = [CARDINAL, CARDINAL, CARDINAL] • Assembling the permuted list as [E|P] = [3, DATE, CARDINAL, CARDINAL] . Lists with a single entry are left unchanged. This gives rise to the definition with the predicate remove one(+List,?Entry,?Reduced) defined by (Here we remove either the head or an entry from the tail.) For a permutation to be admissible, all entries must have changed position. We implement this by To generate a list of N unbound variables, GPE, we use var list(+N,-L) which is defined in terms of length(-L,+N) By Matrices with distinct symbolic entries may now be produced by mapping; for example, a CARDINAL ORG matrix is obtained by It is now that NORP shows its true strength: we use unification to generate symbolic square matrices with certain patterns.5 For example, we may produce a CARDINAL × CARDINAL symmetric matrix thus","We saw in LAW that ORG (or Tables, plural) will always be in memory at run time, at least to a ORDINAL approximation. And we saw in LAW how to use file factoring to reduce the space requirements for ORG Table(s) as well; basically, what we do is decompose the original file—at least conceptually—so that we wind up with CARDINAL “large” ORG and several “small” ones. And the small ORG too will always be in memory at run time (again to a ORDINAL approximation). So we’re left with the large Record Reconstruction Table on disk. That large table can’t be compressed any further, more or less by definition; in other words, if we regard its contents just as simple bit strings, then those bit strings are essentially random sequences of CARDINAL and ones.1 The techniques discussed in this chapter and the next are specifically aimed at getting the best possible performance out of that large table, despite the fact that it’s necessarily disk-resident. Before I go any further, I should make it clear that, although I call it “large,” the table we’re dealing with—in fact, the entire TR data representation, including the Field Values Table(s) and all of the corresponding ORG—is still likely to be far smaller than a conventional direct-image representation. Actual experiments have shown that a reduction of CARDINAL is quite typical (if anything, that estimate is probably on the low side). And that’s just for the raw data; when indexes and other auxiliary structures are taken into account, the direct-image space requirement can increase by another five-to-one ratio, possibly even more.2 However, when I need to appeal to such matters later in this chapter, I’ll stick, conservatively, to the five-to-one figure. Anyway, to remind you from LAW, the problem with the large table is that the zigzags in that table, even if their starting points are physically contiguous (as indeed they are, because the table is stored column-wise), quickly splay out to essentially random positions “all over the disk,” with the consequence that we might have to do a separate seek for every point after the starting point every time we chase such a zigzag. File banding, or just banding for short, is a technique for addressing this problem. Here in outline is how it works: ■■Starting with a given user-level relation and hence a corresponding file, we sort that file into order based on values of some characteristic field (or field combination; for simplicity, I’ll assume throughout what follows that we’re always dealing with a single characteristic field, barring explicit statements to the contrary). ■■Next, we decompose that sorted file horizontally3 into CARDINAL or more subfiles of approximately equal size. Each subfile is smaller than the original file in the sense that it has fewer records (usually far fewer) than the original file did. Note: The official term for “horizontal subfiles” is bands, and I’ll favor this latter term in subsequent sections. You can think of those bands or horizontal subfiles as partitions, if you like; note, however, that specifics of the partitioning in question are determined primarily by physical space requirements and only secondarily by values of the characteristic field. We’ll see some implications of this state of affairs in the next section (in particular, we’ll see that a given characteristic field value might appear in CARDINAL band, something that couldn’t happen if the partitioning were done purely on the basis of values of that field). ■■We then represent each of those subfiles or bands by its own ORG and its own ORG. Because the bands are smaller than the original file, those ORG and Record Reconstruction Tables too are smaller than their counterparts would have been for the original file. In fact, we choose the band size such that any given band can fit into memory in its entirety at run time, and we lay the bands out on the disk in such a way as to allow any given band to be streamed into memory as and when it’s needed. (When I say the entire band fits into memory, what I’m mainly talking about is ORG for the given band, of course. If ORG for a given band can be entirely contained in memory, then all of the zigzags within that table will also be entirely contained in memory a fortiori, and—insofar as that particular table is concerned, at least—the splay problem thus won’t arise.) Note: Please understand that the foregoing account is deliberately somewhat simplified; I’ll come back and explain later (in LAW) how banding is really done. However, the foregoing explanation is accurate enough to serve as a basis for discussions prior to that section. The structure of the chapter is as follows. Following this introductory section, I’ll explain the basic idea of banding by means of a simple example in LAW; then I’ll elaborate on and generalize from that example in LAW, and introduce the important idea of controlled redundancy. As already mentioned, in Section 13.4 I’ll build on the ideas of previous sections to show how banding is really done. Finally, in LAW, I’ll discuss the concept of controlled redundancy in more detail. In the interests of “user-friendliness,” I’ll continue to work with the familiar parts example (or an extended version of that example, rather). Assume again—as in LAW, Section 12.5—that we’ve factored the parts file into large and small files that look like this: Sample values for these files are shown in PERSON. CARDINAL (an extended version of ORG. CARDINAL from LAW). Note: Of course, it’s the large file we’re interested in here, not the small one. In the figure, of course, that file is hardly very “large” (obviously, since it has CARDINAL records); however, don’t lose sight of the fact that if we’re really supposed to be building on the example from LAW, then the file is really supposed to have CARDINAL records. What’s more, fields in that file—with the obvious exception of the introduced artificial identifier GPE supposed to be of high cardinality, meaning each such field has around CARDINAL distinct values as well; in fact, the data in the large file isn’t supposed to display any “statistical clumpiness” at all.",False "Μια ραδιοφωνική διαφήμιση των ημερών μάς καλεί να αμπαλάρουμε και βιβλία, «το απαραίτητο συμπλήρωμα των διακοπών μας». Και τίθεται το στρατηγικής τάξεως ερώτημα: Οδεύουμε προς παραθέριση με το βιβλίο ως τσόντα ή αντιθέτως ως ουσιώδες παραπλήρωμα, που μπορεί να διευρύνει τον ορίζοντα των άεργων ημερών μας; PERSON πάμε στην ουσία, να θυμηθούμε την κύρια λέξη του ζητήματος. Η λέξη «παραθέριση» είναι πλέον είδος προς εξαφάνιση, καθώς όχι μόνο την εκστομίζουμε πολύ σπανίως, παρά και με δυσκολία διασώζεται σε ελάχιστα από τα κυκλοφορούντα λεξικά. Το ρήμα «παραθερίζω», αλλιώς «ξεκαλοκαιριάζω», είναι πεποιημένη λέξη του 19ου αιώνα, απ' όταν δηλαδή χρειάστηκε για να δηλώνουμε τη συστηματική θερινή μεταστάβλισή μας στις ακρογιαλιές. Ελαφρά παρέκκλιση επισημαίνεται ωστόσο στο παράγωγο ουσιαστικό «παραθερισμός», που σταδιακά το εγκαταλείπουμε και αυτό για να προσχωρήσουμε ολοσχερώς στον ωραίο «τουρισμό». Διαπιστώνουμε επίσης ότι η επίμαχη λέξη «παραθέριση» έχει αντικατασταθεί από τις «διακοπές», πράγμα διόλου μεμπτό, αφετέρου όμως, όποτε τη χρησιμοποιούμε, της αλλάζουμε την κατάληξη και τη μεταποιούμε σε «παραθερισμό». Αλλά οι λέξεις που λήγουν σε -ισμός σημαίνουν την τάση προς κάτι (βουδισμός, δονκιχοτισμός, ετσιθελισμός), ενώ η λέξη «παραθέριση» σημαίνει την αμάργαρη ενέργεια του παραθερίζειν, το ξεκαλοκαίριασμα καθαυτό. Συνεπώς αν ο «παραθερισμός» συγκρατούνταν ώστε να σημαίνει την έφεση προς «παραθέριση», τότε αυτή την τελευταία θα την είχαμε για να σημαίνει την ενέργεια του ξεκαλοκαιριάσματος. Βεβαίως περασμένα, ξεχασμένα! Εδώ κάναμε σύντομη και χονδροειδή αναδρομή, για να θυμηθούν οι παλιοί και να παίξουν οι νεότεροι. Η ολοσχερής μέθεξη του λαού είναι το ωστικό αίτιο που εξέτρεψε την ενέργεια «παραθέριση» σε σκόπιμη δραστηριότητα, σε «παραθερισμό», σε χρήσιμο και κοινωφελή εσμό. PERSON, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ότι οι θερινές διακοπές εξελίσσονται στη μόνη διέξοδο στα αδιέξοδα του έτους και ο παραθεριστής έχει πλέον διαμορφώσει ξεχωριστόν κοινωνιότυπο με τις παραλλαγές του. Ηδη οι άμεσα ενεχόμενες λέξεις (παραθεριστής, λουόμενος, τουρίστας, μετατουρίστας, σκαπουλάρισμα ­ to escape ­ PRODUCT.) έχουν ωριμάσει ως όροι που ξανοίγουν για τους λεξικογράφους μας ορίζοντες νέων και πιο εξειδικευμένων σημασιοδοτήσεων: πώς διαφοροποιείται, λόγου χάρη, ο υπερκινητικός τουρίστας από τον μηχανόβιο εναλλάκτη ακτών, σε τι ξεχωρίζει ο αεικίνητος τριγυριστής από τον εμβριθή περιηγητή, ο συλλογικός μετατουρίστας από τον οικογενειακό προτουρίστα ή ο μονήρης παραθεριστής από τον μονό που απλώς έχει ξεμείνει; Η έκθυμη μέθεξη του λαού στη θέσμιση της παραθέρισης προκάλεσε, μεταξύ άλλων, και τη διαφημιστική καμπάνια για τα βιβλία που θα αμπαλάρουμε στον σάκο των διακοπών μας: «Το μυθιστόρημα που θα ξεκουράσει» είναι το σλόγκαν που υπόσχεται ένα είδος βελονισμού μέσω της λογοτεχνικής κυρίως ανάγνωσης: αλήθεια, τούτη η τελευταία, στην παραθεριστική εκδοχή της, στέκει στον αντίποδα του «τίγρη που βάζουμε στη μηχανή μας», στον αντίποδα της περιπέτειας ­ μας την υπόσχονται καταπραϋντική, αναπαυτική των αισθημάτων και των ιδεών. Αν γίνονταν πιο ρεαλιστικές, οι διαφημίσεις θα παρότρυναν περίπου ως εξής: «Στην πλήξη των πλαζ, στο πλάνταγμα της μεσημεριάτικης βεράντας ειδικώς, στη μονοτονία της εμφιλοχωρούσης στα ροδοδάκτυλα άμμου ή στη χαύνωση των προμεσημβρινών καφετεριών, τις ώρες που μεταπηδούμε από το ένα θέμα στο άλλο χωρίς αποχρώντα λόγο ή τη στιγμή που ξεσπαθώνουμε εναντίον μιας υποτυπώδους σφήκας για να ξεδώσουμε από την υπαρξιακή/παραθεριστική βαρεμάρα που μας δέρνει ­ τότε είναι ώρα να απλώσουμε το χέρι και, αντί μπιρίμπα, να παίξουμε με ένα μυθιστόρημα. Θα μας υψώσει από την άμμο». Βεβαίως, το βιβλίο δεν είναι μόνο τέχνασμα για να σκοτώνουμε την πλήξη. Και όχι πως ο ρόλος της χρονο-σκοτώστρας είναι κακός, απλώς το βιβλίο, εφόσον αξιοποιηθεί ακόμη περισσότερο, γίνεται τρόπος με τον οποίο μπορούμε να εκλεπτύνουμε τη βαρεμάρα των θερινών αισθημάτων και ιδεών, αντί να περιοριστούμε στην αντικατάσταση της πλήξης των πλαζ με την πλήξη των φυλλομετρήσεων. Με το βιβλίο έχουμε την ευκαιρία να τονώσουμε τις πτοημένες ιδέες και τα κατσιασμένα αισθήματα του εργάσιμου χειμώνα, με την πολλαπλή συνδρομή των μυθιστορηματικών ηρώων και των φιλοσοφικών ιδεών που υποθάλπουν την εκτύλιξη της δράσης. Θα αντιτείνουν πως μια απλή, ξαρμάτωτη κατάδυση ζωογονεί εξίσου και περισσότερο από όσο ένα διήγημα. Από τη σκοπιά που το θέτω ωστόσο, όταν ο συμπαραθεριστής μας πεταχτεί ξαφνικά όρθιος και φωνάξει με τη γνώριμη έκλαμψη στα μάτια «Πάω να βουτήξω!», πιθανότατα υπονοεί: «Τρέχω να ποντίσω την πλήξη μου!». Δεν αμφισβητείται διόλου η ευχαρίστηση του ερασιτεχνικού ψαρέματος μήτε και οι ποικίλες ηδονές της κωπηλασίας, δεν παύουν όμως αυτά να ισοδυναμούν με τα ντους της Πηνελόπης κατά τη συναπτή 20ετία που απουσίαζε ο Οδυσσέας: οπωσδήποτε ανακούφιζαν και ανέψυχαν τη βασίλισσα ­ ασφαλώς όμως θα προτιμούσε αντί γι' αυτό να της διάβαζαν μια επιστολή του απόντα, και ας κοβόταν την ίδια στιγμή η παροχή του δροσιστικού νερού. Μια αλλιώτικη ένσταση θα ήταν ότι η προσκόλληση στο βιβλίο θα μας στερήσει από «τις σπαρταριστές εμπειρίες των διακοπών», συχνά όμως ο προσκτώμενος νέες «εμπειρίες» ταλαιπωρείται σαν τον στρατιώτη που πολεμά τυφλά στο χαράκωμα, ενώ το στρατηγείο είναι αλλού. Οι «εμπειρίες» δεν λείπουν ­ οι βασικές και απαιτούμενες, τουλάχιστον ­ από κανέναν, εκείνο που χρειάζεται είναι η ανάσυρση και ο επιτελικός ανασχεδιασμός των υπαρχουσών. Οι άτακτοι σωρείτες των εμπειριών διευθετούνται μέσω των μυθιστορηματικών ηρώων, των περιπετειών, των φιλοσοφικών ιδεών κτλ., έτσι ώστε να βγουν στην ευρυχωρία της συνειδητής βίωσης. Τίποτε δεν εμποδίζει να ψαρεύουμε με ένα βιβλίο στο χέρι ­ και ευλόγως, αν το ψάρι τσιμπήσει πάνω στην κορύφωση της μυθιστορηματικής πλοκής, το δίλημμα λύνεται απλά, απιθώνουμε το βιβλίο και ανασύρουμε τον ροφό. ORG η κορύφωση μπορεί να μπει στην αναμονή, ενώ ο ροφός θα χαθεί στα βάθη. Πολλοί παραθεριστές συνιστούν: «Πλάι στα προσόψια και στις πετσέτες χώσε και μερικά βιβλία στον σάκο, αλλά να είναι ευχάριστα, κατάλληλα για την πλαζ». Ωστόσο το σοβαρό βιβλίο για τον PERSON, που το είχαμε διαβάσει από τον Ιανουάριο ως τον Μάιο μες στους περισπασμούς του εργάσιμου χρόνου, έχουμε την ευκαιρία να το ξανανοίξουμε στην ακρογιαλιά με συγκριτικά δεκτικότερο ήθος και μυαλό, στο μάκρος μάλιστα ενός κατά τεκμήριο άναγχου CARDINAL, ενώ με το διαλειπτικό χειμωνιάτικο TIME δεν στάθηκε εύκολο να αφομοιώσουμε τα υψηλά νοήματα των σελίδων, που προϋποθέτουν τη συνθήκη τού παρατεταμένα άεργου χρόνου για να εμπεδωθούν. Κατά συνέπεια, η συμβουλή για ελαφρά βιβλία στην πλαζ, που όχι λίγες φορές τα αμπαλάρουμε με την προαίσθηση του aller χωρίς retour (επειδή διαλύθηκε η βιβλιοδεσία ή επειδή τα εγκαταλείψαμε κάπου), είναι περισσότερο ασύμφορη από όσο δείχνει. Ο συστηματικός αναγνώστης καλείται να θυμηθεί ότι από τα καλύτερα, λ.χ., μυθιστορήματα που έχει απολαύσει, εκείνα που του έχουν μείνει ανεξίτηλα είναι όσα διάβαζε σε άπλα έργου και ωρών, η οποία επέτρεπε στις σελίδες του βιβλίου να εντυπώνονται, να διαπιδύονται και να κατσιάζουν ως τελεσίδικες συγκινήσεις. Πώς να ποντισθεί ο ταλασίφρων μισθωτός στα κινήματα ψυχής της μαντάμ ORG ή πώς να ταυτιστεί με τις βαλκανικές περιπέτειες του ORG, όταν το μεσημέρι είχε εντάσεις με τον προϊστάμενο και το απόγευμα της ίδιας ημέρας δεν έπρεπε να ξεχάσει το ραντεβού με τον οδοντίατρο; ORG άραγε αποδοτικό να διαβάζει ο συμπολίτης την DATE (μολονότι και αυτό «είναι παρηγορία») στο μεσοδιάστημα μεταξύ δύο μεροκάματων στην PERSON; PERSON και οι δυσκολίες του ελληνικού GPE, GPE., μπορούν να αποσαφηνισθούν με τα αποσπασματικά, σπασμωδικά ξεφυλλίσματα που κάνουμε κατά την εργάσιμη εβδομάδα. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι πολλοί αποδοτικοί αναγνώστες (μελετητές μυθιστορημάτων, θα ήταν το ακριβέστερο) εγκαταβιώνουν στις μονές, στα φαρμακεία και στα περίπτερα που διανυκτερεύουν, στα νοσοκομεία και στα φυλάκια. PERSON ωράρια μονήρους απασχόλησης ή διαβίωσης γενικά ευνοούν την ανάγνωση αλλά και τη συγγραφή (οι φυλακές τον ORG, το φαρμακείο τον PERSON.) Πνευματική ανάταση Το σωστό πρόγραμμα θερινών αναγνώσεων προϋποθέτει σαφή απάντηση σε ερωτήσεις σαν τις ακόλουθες. Η πρώτη, και βιοθεωρητικής σημασίας, ερώτηση είναι: Με ποιον σκοπό εξορμούμε προς τις πλαζ, για να αποσταθεροποιηθούμε («να ζήσουμε την περιπέτεια») ή για να ανανήψουμε στη γαλήνη της μη περιπέτειας; Η απάντηση είναι απλή, ευθύς μόλις συσχετίσουμε με την προηγούμενη κατάστασή μας: κατά την προ-παραθεριστική περίοδο ήμασταν οι ισορροπημένοι πολίτες, που ευλόγως τώρα επιθυμούν τη CARDINAL άφεσή τους στα κύματα, ή μήπως διατελούσαμε αγχωμένοι μισθωτοί, που θα έχουν επιτέλους την ευκαιρία να ανασυνταχθούν πνευματικά και ψυχικά; Αναλόγως με την τοποθέτηση στα δύο αλληλένδετα ερωτήματα, θα προκύψει και η στρατηγική των βιβλιακών μας επιλογών, καθώς άλλα βιβλία αμπαλάρει κανείς όταν θέλει να ανανήψει και διαφορετικά όταν επιθυμεί να υποβάλει τον εαυτό του σε αψίκορες ή νέες περιπέτειες. Στο μέτρο που η αυτογνωσία μας λειτουργεί, επιλέγουμε μία από τις δύο κατευθύνσεις ­ για το είδος της παραθέρισής μας συνολικά και για τα βιβλία που θα ξεφυλλίσουμε ειδικότερα. ORG παράγωγα ερωτήματα είναι: Να παραθερίσουμε με άγνωστα ή μήπως θα έπρεπε να επιλέξουμε από τα βιβλία εκείνα που σκονίζονται στο ράφι ως ήδη διαβασμένα; Να διαβάσουμε ένα πολυσέλιδο βιβλίο παρτ-τάιμ και σε εναλλαγές ακρογιαλιών, ή μικρά και αυτοτελή αφηγήματα σε σταθερή βεράντα ή πλαζ; Επηρεάζεται το TIME από το γύρισμα της ημέρας; (ORG εφικτό, PERSON., μετά από ικανή ποσότητα βαρέος δείπνου, να κατακλιθούμε με το φρούδο σύγγραμμα του Καντ στο χέρι;) Εφόσον το διάβασμα σχετίζεται και με τη διατροφή, έχουμε τις δυνάμεις άραγε, μετά από ένα ιδιαζόντως βαρύ φαγητό κατσαρόλας, να εντρυφήσουμε στις σελίδες του ORG; ή μήπως οι πιπεριές γεμιστές με απλό ρυζάκι θα ήταν προσφορότερες για την κατοπινή ανάγνωση, έτσι ώστε να αποτρέψουμε το σύνηθες «απομεσήμερο ενός χαύνου»; GPE το TIME με το κολύμπι, τις παιδιές και την όλη κινησιακή διαφοροποίησή μας κατά τις διακοπές; PERSON να συμπαραθερίσουμε με ανθρώπους που διαβάζουν και αυτοί ή με ανεξοικείωτους του είδους; Να δροσιζόμαστε με ποικίλα υγρά και να καπνίζουμε ταυτοχρόνως με την ανέλιξη των σελίδων ή να κρατιόμαστε ως το τέλειωμα της εκάστοτε ενότητας του βιβλίου; Πριν ή μετά από ποια κατάσταση ­ περιπάτου, περιπτύξεων, ποτού ­ αποδίδουμε αναγνωστικά; PERSON μυθιστορήματα διαβάζονται καλύτερα με «μουδιασμένο» μυαλό το πρωί ή μετά από το δρόσισμα με απογευματινό μπάνιο; GPE ποιητή μπορούμε να διαβάσουμε γονιμότερα μετά από ένα βιταμινούχο πρωινό; NORP ο αναγνώστης να αντέξει τη «Γαλλική Επανάσταση» και την ηλιοθεραπεία ταυτοχρόνως, ή θα έπρεπε να κρατά στη σεζ λονγκ του την ευσύνοπτην PERSON ή πλουν αεροστάτου, μια που το PERSON δεν αργεί (DATE); Θα κάνουμε TIME ομοιοπαθητικό, GPE. σειρά διηγημάτων που εξιστορούν τους ORG στην GPE, ή μήπως ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται σε χειμωνιάτικο αφηγηματικό πλαίσιο (με circumtext ORG) ενδείκνυται για την παραθαλάσσια πετσέτα; Αν είμαστε γενικώς υπάλληλοι, θα προτιμήσουμε τη λογοτεχνία με ήρωες μισθωτούς ή αντιθέτως τα εξωτικά και επιστημονικής φαντασίας μυθιστορήματα, με όντα που δεν μας λέει το βιβλίο πώς ειδικώς βιοπορίζονται; PERSON αντιστοίχως, αν είμαστε κομμωτές, θα διαβάσουμε για την επιτυχία του Τάδε, που από ομόλογος κοινοτικός κουρέας διαπρέπει ως τραγουδιστής πίστας, ή πρέπει να επιλέξουμε ένα μυθιστόρημα με πανεπιστημιακό campus, προκειμένου να ψυχαγωγηθούμε με τα όσα μεταμοντέρνα συμβαίνουν στα άδυτα των επιστημών; ORG παραθεριστικό μας σκηνικό επιθυμούμε ήρωες νεαρούς ή σιτεμένους; PERSON τίνος τα απομνημονεύματα ή τη βιογραφία να παραχώσουμε στον σάκο μας, του ORG, της Ωραίας του Πέραν ή του ORG; ORG έπρεπε να επιλέξουμε απομνημονεύματα με CARDINAL σημασία και αποδοχή, όπως του ORG; PERSON πλαζ, με τους ανθρώπους να φωνασκούν και να συμφύρονται, στην ερημική ακρογιαλιά ή μεσοπέλαγα με το καταμαράν, εμείς ποιας εποχής την εξιστόρηση επιθυμούμε; (PERSON της GPE διαβάζεται αποδοτικότερα σε περιβάλλον πενιχρού κάμπινγκ ή σε χλιδανό μπανγκαλόου;) Θα έστεκε ως λύση μια παραθαλάσσια θεματική βιβλιογραφία, σαν και αυτήν που πρότεινε η εφημερίδα «WORK_OF_ART (CARDINAL Ιουλίου); PERSON συμφωνώ για το βιβλίο Τι να κάνουμε. ORG βήμα μπρος δύο βήματα πίσω του PERSON: είναι μεν ακραία επιλογή αλλά, αν δεν το (ξανα)διαβάσουμε στις διακοπές, δεν θα αξιωθούμε να το πιάσουμε στο σπίτι. Ισως, αντί βιβλία, δόκιμη επιλογή θα ήταν να διαβάσουμε τις εφημερίδες που δεν αγοράζουμε ποτέ, ή να καταπιαστούμε επιτέλους με την καθημερινή μας εφημερίδα, με εκτεταμένες εννοώ και απ' άκρου εις άκρον φυλλομετρήσεις και αναγνώσεις ­ περισσότερες και περιεκτικότερες από το φευγαλέο TIME των εργάσιμων ημερών: όπως «χτενίζουν» οι αστυνομικοί την περιοχή, έτσι μπορούμε να αρχίσουμε από τον πηχυαίο τίτλο της πρώτης σελίδας και να φθάσουμε στα ψιλά των ακτοπλοϊκών δρομολογίων. Να προσέξουμε τις στήλες τις οποίες δεν έχουμε κοιτάξει ποτέ, τα θέματα και τους συνεργάτες που δεν είχαμε συλλαβίσει τις υπογραφές τους, τούτο ξανοίγει έναν «μικρό και μέγα» κόσμο, η εντρύφηση στον οποίο θα καταξίωνε τις ρέμπελες ώρες του CARDINAL, θα συνιστούσε παραθεριστική ανανέωση. Σε παρόμοια ερωτήματα οφείλουμε να τοποθετούμαστε, προτού παραχώσουμε τα βιβλία στους σάκους της παραθέρισης. Και αν βαρυνόμαστε από τέτοιες σχολαστικές προδιαγραφές των διακοπών, τούτο σημαίνει ότι έχουμε παγιώσει μια πρακτική που δεν τη συζητούμε με τρίτους.","Εχει υποστηριχθεί από ορισμένες πλευρές πως ο αρχιεπίσκοπος διαδραματίζει, στο ζήτημα της αναγραφής του χριστιανορθόδοξου θρησκεύματος, ρόλο αντίστοιχο προς εκείνον της σοφόκλειας WORK_OF_ART. Η παρομοίωση στηρίζεται στα εξής στοιχεία: ως εκπρόσωποι και υπερασπιστές του (θεϊκού) άγραφου νόμου εκείνος και εκείνη, αγωνίζονται για να θάψει τον σκοτωμένο αδελφό της LOC η πρώτη και για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες ο μακαριότατος. ORG της Αντιγόνης ο Κρέων, και «Κρέων» έναντι του αρχιεπισκόπου η σημερινή κυβέρνηση των εκσυγχρονιστών. Θα επιχειρήσω να δείξω ότι η ανοίκεια παρομοίωση του αρχιεπισκόπου με την DATE είναι ασύστατη και παντελώς ανακριβής. Κατ' αρχήν η επίκληση της LOC το παλιό ανέκδοτο: Ο μικρός ΦΝικολάκης γράφει έκθεση στο δημοτικό σχολείο με θέμα «Μάνα υπάρχει μόνο μία». «Χθες» γράφει «εκεί που έπαιζα, η μητέρα μου μού φώναξε, GPE, φέρε τρεις κοκακόλες από το ψυγείο να κεράσω τις φίλες μου! Ετρεξα στο ψυγείο, το άνοιξα, είδα ότι είχε μέσα μόνο μία κοκακόλα και της απάντησα: Μάνα υπάρχει μόνο μία!». Στην περίπτωσή μας PERSON και μητέρα είμαστε όσοι διαφωνούντες και συμφωνούντες συζητούμε την παρομοίωση και μοναδική κοκακόλα είναι η ηρωίδα Αντιγόνη. Αφήνοντας την ανεκδοτολογία, υποστηρίζω ότι η παρομοίωση του αρχιεπισκόπου με την τραγική ηρωίδα δεν ευσταθεί για τους ακόλουθους, μεταξύ άλλων, λόγους: Πρώτον, ο άγραφος νόμος, που επιτυχώς τον σαρκώνει η Αντιγόνη, υπήρξε, για την εποχή στην οποία ο DATE παραπέμπει, αλήθεια άγραφος, ενώ ο κ. ORG εκπροσωπεί και προασπίζεται μέσα σε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος τις Γραφές και τα συμπαρομαρτούντα (συνοδικές αποφάσεις, εκκλησιαστικούς κανόνες κ.ο.κ.). Και μόνο επειδή οι Γραφές δεν αναφέρονται στο επίμαχο ζήτημα της αναγραφής, ο αρχιεπίσκοπος γυρίζει και επικαλείται τον άγραφο νόμο και τη θεία φώτιση. Δεύτερον, η τραγική ηρωίς δεν νεμόταν την κοσμική εξουσία, ενώ ο αρχιεπίσκοπος την ενασκεί (επί του κλήρου, επί των συνειδήσεων του χριστεπώνυμου ποιμνίου του ORG). Τρίτον, η Αντιγόνη συντηρούνταν από το δημόσιο ταμείο των ORG και ο αρχιεπίσκοπος μισθοδοτείται από το ελληνικό κράτος, πράγμα που μπορεί να παρασύρει προς περιορισμένο παραλληλισμό τους, αλλά την αρχαία ηρωίδα τη συντηρούσε ο θείος Κρέων χωρίς η ίδια να αναμειγνύεται στη δημόσια διαχείριση, ενώ ο αρχιεπίσκοπος επιστατεί ενεργά και έχει τον πρώτο λόγο στην εκκλησιαστική περιουσία, γεγονός που ακυρώνει την απόπειρα και της τυχόν οικονομικής εξομοίωσής τους. Τέταρτον, η Αντιγόνη ορθώνει το αντιστασιακό της σθένος για ένα σοβαρότατο ζήτημα (άθαφτος νεκρός αδελφός), ενώ ο αρχιεπίσκοπος αγωνιά και αγωνίζεται για μια παρωνυχίδα κρατικής εμβελείας. Ο άταφος νεκρός είναι ζήτημα αυτονόητα και διαχρονικά σοβαρότατο, ενώ για τα εποχικά δελτία αστυνομικής ταυτότητας πρέπει να πεισθούμε. Πέμπτον, όταν καταφερόμαστε εναντίον του GPE, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο άθαφτος Πολυνείκης πρόδωσε την πατρίδα (αφού συμμάχησε με τους PERSON και επιτέθηκε μαζί τους εναντίον της PERSON), οπότε η απαγόρευση της ταφής του γίνεται εθιμικώς και πλήρως αποδεκτή από τον NORP λαό. Μα και σύμφωνα με τα ήθη των NORP θεατών της «WORK_OF_ART εξάλλου θεωρούνταν απολύτως θεμιτό να μη θάβονται οι προδότες, γι' αυτό και οι ίδιοι οι Αθηναίοι απαγόρευσαν να θαφτεί ο προδότης Αλκιβιάδης στα όρια της πόλης τους. Συνεπώς ο τραγικός NORP ευλόγως δεν διαφωνεί με την απόφαση του GPE να απαγορεύσει την ταφή του προδότη ανεψιού. ORG όπου ο Κρέων υπερβάλλει (και ο Χορός διαφωνεί, πλην όμως φοβάται να του το πει), είναι όταν απαγορεύει ακόμη και την εκτός ORG ταφή του FAC. Αλλά οι κυβερνώντες εκσυγχρονιστές του κ. Σημίτη δεν διέπραξαν τίποτε ανάλογο: ίσα ίσα όσοι θέλουμε την αστυνομική ταυτότητα με αναγεγραμμένο το θρήσκευμα μας παρέχεται η ευχέρεια να κρατήσουμε τις ισχύουσες. Καμία κατάχρηση εξουσίας και ούτε κρεόντεια υπερβολή. Σημειωτέον επίσης ότι ο θηβαϊκός NORP πανηγυρίζει και υμνεί τη νίκη του βασιλιά εναντίον του προδότη Πολυνείκη και των Αργείων, σε αντίθεση με τις λαοσυνάξεις, που ήταν εμφανέστατο ότι είχαν ψηφίσει «κατά του GPE» στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. (Οτι θα «μαυρίσουν» τον κ. Σημίτη στις επόμενες είναι σχήμα πρωθύστερο. Αν υπάρξει στο μέλλον πολιτική παρενέργεια εξαιτίας των αστυνομικών ταυτοτήτων, αυτή θα είναι η οριστική απώλεια του «μεσαίου χώρου», που ανέκαθεν προτιμούσε τους γραπτούς νόμους αντί των αγράφων.) Εδώ μια παρέκβαση: ο άτεγκτος Κρέων μπορεί από μια άποψη να «φαντάζει συμπαθής», καθώς είναι ο αναπληρωτής βασιλιάς που υπόσχεται ότι θα δώσει τον θρόνο σε όποιον νικήσει τη Σφίγγα και τηρεί την υπόσχεσή του: ο Οιδίποδας γίνεται βασιλιάς. Και για μια δεύτερη φορά, όταν πρέπει κάποιος να συμμαζέψει τα νέα χάλια των GPE, ο Κρέων επωμίζεται και πάλι την ευθύνη παραχωρώντας τη βασιλεία στους δύο ανεψιούς του, τον Ετεοκλή και τον LOC, που, αντί να βασιλεύσουν εναλλάξ, όπως είχε συμφωνηθεί, καταλήγουν να μονομαχήσουν και να σκοτωθούν μεταξύ τους (μισιούνταν τόσο πολύ, σύμφωνα με μια παράδοση, ώστε, όταν τους έκαψαν, χωρίσαν οι στάχτες τους). Δυο φορές μπορούσε να κρατήσει τον θρόνο για τον εαυτό του ο Κρέων και όμως δεν το επιχείρησε. Ωστε μπορεί να επικριθεί για αυστηρότητα απάνθρωπη με τα σημερινά κριτήρια κατά το ότι δεν επέτρεψε να θάψουν τον προδότη μήτε καν έξω από τα τείχη της PERSON· θα ήταν όμως παρακινδυνευμένο να κατηγορηθεί για αρχομανία. Εκτον, ο τραγικός PERSON δεν στέκει να παρομοιάζεται με τις εφετινές λαοσυνάξεις για τον εξής άκρως φιλοσοφικό λόγο: ο NORP είναι συμβολικό μόρφωμα της συλλογικής συνείδησης όλων των ORG· και είναι χεγκελιανά αποδεδειγμένο ότι η συλλογική βούληση δεν προκύπτει από το απλό άθροισμα των ατομικών ή των μερισματικών βουλήσεων, παρά συνιστά δυναμική άθροιση που παράγεται και διαμορφώνεται με τρόπο αστάθμητο, προπαντός με τρόπο που δεν αντιστοιχεί προς τις επί μέρους βουλήσεις που τη συνθέτουν. Οι λαοσυνάξεις λοιπόν αποτελούν μέρος μόνο της συλλογικής συνείδησης / βούλησης, ενώ ο σοφόκλειος NORP είναι η συλλογική βούληση καθαυτή, το συλλογικό συμβολικό γόητρο ποιητική αδεία. Εβδομον, από τους παραλληλιστές του αρχιεπισκόπου με την Αντιγόνη οι κυβερνητικές αποφάσεις του κ. Σημίτη βάλλονται ως απλώς εποχικές και υποψήφια λάθη της αύριον, έναντι του άγραφου νόμου, που στη φαρέτρα των αρχιεπισκόπων παραμένει αναλλοίωτος και διαρκούς χρήσης. Αλλά, αν οι κυβερνητικές αποφάσεις των εκσυγχρονιστών κριθούν ως δεκτικές λάθους, τι θα λέγαμε για την εκκλησιαστική (συνοδική) απαγόρευση της χρήσης σαπουνιού για την καθαριότητα του σώματος, που ισχύει ακόμη και δεν εννοούν να την καταργήσουν. Και αν οι κυβερνητικές αποφάσεις υποτιμηθούν ως εφήμερες, εξίσου εποχικοί είναι εκτός από τους πρωθυπουργούς και οι αρχιεπίσκοποι. ORG εκείνοι έρχονται και παρέρχονται, ενώ Αντιγόνη υπάρχει μόνο μία. GPE και άγραφοι νόμοι PERSON με τη δελεαστική ερμηνεία του FAC ότι η σύγκρουση ORG έγινε στο συμβολικό μεταίχμιο δύο αντίδικων κόσμων, της γυναικοκρατίας (με τους άγραφους νόμους) που έδυε και της ανδροκρατίας (με τους γραπτούς και τα δικαιώματα του υπηκόου που σταδιακά γίνεται πολίτης) που ερχόταν να κυριαρχήσει. Και πέρα από αυτό η λυκειακή γνώση για την τυραννία και τα βάσανα των ανθρώπων στους αιώνες του άγραφου νόμου είναι αρκετή: με την πρόοδο της ανθρωπότητας ο γραπτός νόμος κατίσχυσε του άγραφου με συνέπεια ο γραπτός να σηκώσει την ευθύνη για τα δεινά, ενώ ο άγραφος, καθώς υποχωρούσε στο παρασκήνιο της κοινωνικής εξέλιξης, ασφαλιζόταν σταδιακά στο απυρόβλητο και εξωραϊζόταν στην κοινωνική μνήμη. Υπενθυμίζω λοιπόν σε όσους παθαίνουν ιερή ανατριχίλα στο άκουσμα του περιβόητου (και βέβαια καισαρο-παπικού) άγραφου νόμου ότι στην εποχή της αυθαιρεσίας του οι άνθρωποι ήσαν υπήκοοι χωρίς δικαιώματα. Ο γραπτός νόμος έχει ασφαλώς τις ευθύνες του για τα δεινά μας, σε αυτόν χρωστούμε ωστόσο τα ατομικά μας δικαιώματα. Πριν από τον γραπτό νόμο και τον «WORK_OF_ART» η ανθρώπινη ζωή δεν ήταν προστατευόμενη αυταξία, δικαίωμα περιουσίας δεν υπήρχε, το οικογενειακό άσυλο και η ελευθερία της γνώμης, οι λαοσυνάξεις άνω των πέντε ατόμων ή η απερίσκεπτη χρήση των εθνικών συμβόλων και η προστασία της PERSON ήσαν προνόμια αδιανόητα, που μόνο το λαϊκό κράτος με τους γραπτούς του νόμους τα κατοχυρώνει.",True "The way an agent behaves is often used to tell them apart and to distinguish what and who they are, whether animal, human or artificial. Behaviour can also be associated with groups of agents, not just a single agent. For example, human cultural behaviour relates to behaviour that is associated with a particular nation, people or social group, and is distinct from the behaviour of an individual human being or the human body. Behaviour also has an important role to play in the survival of different species and subspecies. It has been suggested, for example, that music and art formed part of a suite of behaviours displayed by our own species that provided us with the evolutionary edge over the Neanderthals. In the CARDINAL preceding chapters, we have talked about various aspects concerning behaviours of embodied, situated agents, such as how an agent’s behaviour from a design perspective can be characterised in terms of its movement it exhibits in an environment, and how agents exhibit a range of behaviours from reactive to cognitive. We have not, however, provided a more concrete definition of what behaviour is. From the perspective of designing embodied, situated agents, behaviour can be defined as follows. A particular behaviour of an embodied, situated agent is a series of actions it performs when interacting with an environment. The specific order or manner in which the actions’ movements are made and the overall outcome that occurs as a result of the actions defines the type of behaviour. We can define an action as a series of movements performed by an agent in relation to a specific outcome, either by volition (for cognitive-based actions) or by instinct (for reactive-based actions). With this definition, movement is being treated as a fundamental part of the components that characterise each type of behaviour – in other words, the actions and reactions the agent executes as it is performing the behaviour. The distinction between a movement and an action is that an action comprises CARDINAL or more movements performed by an agent, and also that there is a specific outcome that occurs as a result of the action. For example, a human agent might wish to perform the action of turning a light switch on. The outcome of the action is that the light gets switched on. This action requires a series of movements to be performed such as raising the hand up to the light switch, moving a specific finger up out of the hand, then using that finger to touch the top of the switch, then applying pressure downwards until the switch moves. The distinction between an action and a particular behaviour is that a behaviour comprises CARDINAL or more actions performed by an agent in a particular order or manner. For example, an agent may prefer an energy saving type of behaviour by only switching lights on when necessary (this is an example of a cognitive type of behaviour as it involves a conscious choice). Another agent may always switch on the light through habit as it enters a room (this is an example of a mostly reactive type of behaviour). Behaviour is the way an agent acts in a given situation or set of situations. The situation is defined by the environmental conditions, its own circumstances and the knowledge the agent currently has available to it. If the agent has insufficient knowledge for a given situation, then it may choose to search for further knowledge about the situation. PERSON can be made up of sub-behaviours. The search for further knowledge is itself a behaviour, for example, and may be a component of the original behaviour. There are also various aspects to behaviour, including the following: sensing and movement (sensory-motor co-ordination); recognition of the current situation (classification); decision-making (selection of an appropriate response); performance (execution of the response). Behaviours range from the fully conscious (cognitive) to the unconscious (reactive), from overt (done in an open way) to covert (done in a secretive way), and from voluntary (the agent acts according to its own free will) to involuntary (done without conscious control or done against the will of the agent). The term ‘behaviour’ also has different meanings depending on the context (ORG, DATE). The above definition is applicable when the term is being used in relation to the actions of a human or animal, but it is also applicable in describing the actions of a mechanical system, or the complex actions of a chaotic system, if the agent-oriented perspective is considered (here the agents are humans, animals, mechanical systems or complex systems). However, in virtual reality and multimedia applications, the term can sometimes be used as a synonym for computer animation. In the believable agents and artificial life fields, behaviour is used “to refer to the improvisational and life-like actions of an autonomous character” (ORG, DATE). We also often anthropomorphically attribute human behavioural characteristics with how a computer operates when we say that a computer system or computer program is behaving in a certain way based on responses to our interaction with the system or program. Similarly, we often (usually erroneously) attribute human behavioural characteristics with animals and inanimate objects such as cars. In this section, we will further explore the important distinction between reactive and cognitive behaviour that was ORDINAL highlighted in the previous chapter. Agents can be characterised by where they sit on a continuum as shown in Figure CARDINAL. This continuum ranges from purely reactive agents that exhibit no cognitive abilities (such as ants and termites), to agents that exhibit cognitive behaviour or have an ability to think. Table CARDINAL details the differences between the CARDINAL types of agents. In reality, many agents exhibit both reactive and cognitive behaviours to varying degrees, and the distinction between reactive and cognitive can be arbitrary. Comparing the abilities of reactive agents with cognitive agents listed in LAW, it is clear that reactive agents are very limited in what they can do as they do not have the ability to plan, co-ordinate between themselves or set and understand specific goals; they simply react to events when they occur. This does not preclude them from having a role to play in producing intelligent behaviour. The reactive school of thought is that it is not necessary for agents to be individually intelligent. However, they can work together collectively to solve complex problems.","Conciseness and accessibility of source code through declarative reading are ORG major strengths. It is therefore relatively easy to appreciate the workings of someone else’s implementation, while it is much harder independently to arrive at one’s own solution to the same problem. In this chapter, we illustrate a practical methodology which is intended to overcome this discrepancy: it is a software development style that is interactive, incremental, exploratory and allows NORP code to be arrived at in a relatively effortless manner. The task is to write a NORP predicate rhyme/0 which displays on the screen the well-known nursery rhyme This is the ORG that PERSON ([CARDINAL]): In our implementation of rhyme/0 we want to exploit the rhyme’s repetitive structure and the fact that all essential information is contained in its last verse. We record the last verse in the database by verse/1 as shown in (P-4.1). The rhyme is seen roughly to match the simplified pattern shown in PERSON. CARDINAL. Knowing the rhyme’s last verse and the above structure will allow (up to some finer detail) the rhyme to be fully reconstructed. With a view to a simplified preliminary NORP implementation, we therefore define the following NORP fact in the database The ORDINAL task is now to define a predicate rhyme prel/2 which should enable us to obtain the skeleton rhyme’s structure in the following manner. Taking this as an informal specification of rhyme prel/2 , we want to arrive at its definition by a series of interactive experiments. What could be the least ambitious ORDINAL step in implementing rhyme prel/2 ? We may for example create a list whose only entry is the last entry of the above list-of-lists. (This will correspond to reproducing the last verse.) This we do by Still interactively, a list comprising the last CARDINAL entries of the target list-of-lists may be generated by Here we unify T1 with the tail of V and position it in front of V to form the new list (of lists). How do we now generate the next larger list (comprising the last CARDINAL entries of the target list-of-lists)? We proceed as before except that we assemble R from the entries T2 , CARDINAL and V (in that order!) where ORG is unified with the tail of CARDINAL . CARDINAL more such step should suffice to appreciate the underlying pattern of interactively generating instances of R . Since our aim is to identify a recursive pattern in the above interactive session, we recast the inputs slightly by observing that [a1, • • • , an−1, an] and [a1|[a2|[a3| • • • |[an−1|[an]] • • • ]] are equivalent representations of the same list. Let’s have a look at the last CARDINAL queries again. The annotated lists suggest the following pseudocode (using ORG list-notation) for CARDINAL single recursive step. Notice that by equations (CARDINAL) and (CARDINAL) we may replace the latter by The base case for the recursion is given by A straightforward implementation of the recursive step is by the (auxiliary) predicate rhyme aux/3 in (P-4.2). In the ORDINAL argument of rhyme aux/3 the most recent version of the rhyme is accumulated; its ORDINAL argument is a counter which is decremented from an initial value until it reaches unity at which point the ORDINAL argument is instantiated to the ORDINAL. It is noteworthy in the definition of rhyme aux/3 that, as a consequence of using the accumulator technique, reference to the more complex case in the recursive step is found in the rule’s body. (In this sense, as opposed to the familiar situation from imperative programming, progression is from right to left.) We find out by an experiment what the counter should be initialized to. It is seen that the ORDINAL argument of rhyme aux/3 (the counter) will have to be initialized to the length of (what stands for) the last verse. This gives rise to the following ORDINAL version of the predicate rhyme prel/2 which then behaves as specified on p. CARDINAL. Even though the solution thus obtained is perfectly acceptable, there is scope for improvement. Counters are commonly used in imperative programming for verifying a stopping criterion. The corresponding task in declarative programming is best achieved by pattern matching. There is indeed no need for a counter here since the information for when not to apply the recursive step (any more) can be gleaned from the pattern of the ORDINAL argument of rhyme aux/3 : For the recursion to stop, the head of the list-of-lists (in the ORDINAL argument) should itself be a list with exactly CARDINAL entry. (The complete rhyme will have been arrived at when the ORDINAL verse comprises a single line!) This idea gives rise in (P-4.3) to a new, improved (and more concise) version of the auxiliary predicate, now called rhyme aux/3 . rhyme aux CARDINAL behaves as intended: The definition of a ORDINAL, improved version of the preliminary rhyme predicate now simplifies to To complete the ‘skeleton version’ of the rhyme, we display the above by with the predicate show rhyme/1 defined by There is still scope for further improvement leading to an even more concise version of the auxiliary predicate. We may replace in the definition of rhyme aux CARDINAL all occurrences of ORG by [H|T], say, accounting for the fact that Head Old will be unified with a list. But then, by virtue of the ORDINAL goal in the body of this rule we may replace all occurrences of Head by T. Subsequently, the ORDINAL goal may be dropped. Overall, we obtain in (P-4.4) a ORDINAL, even more concise version of the auxiliary predicate. There is hardly any room for improvement left save perhaps a minor simplification of the ORDINAL clause. We derive an alternative boundary case by ORDINAL completing the interactive session from p. CARDINAL and then carrying out CARDINAL more step: The ORDINAL query suggests that we are finished if the (partially) completed skeleton rhyme’s head is a single element list; this condition gave rise to the earlier boundary case. On the other hand, in the ORDINAL query the variable R is unified with a list whose head is empty and whose tail is the full skeleton rhyme.",False "Από όλους τους προσωκρατικούς φιλοσόφους ο NORP ο Σάμιος (περί το CARDINAL π.Χ.) είναι σίγουρα ο πιο αμφιλεγόμενος και αινιγματικός. PERSON μπορεί εν μέρει να οφείλεται στις πενιχρές πληροφορίες που διαθέτουμε για το άτομό του· μπορεί επίσης να οφείλεται στις σχετικά όψιμες γραπτές μαρτυρίες που έχουμε για τη ζωή και το έργο του PRODUCT και των Πυθαγορείων. Οι μεταγενέστερες αυτές μαρτυρίες περιέχουν αναμφίβολα πολλές ξένες και αβέβαιες προσθήκες, που σίγουρα δεν διασφαλίζουν την αλήθεια. Πέρα όμως από τις διαπιστώσεις αυτές, οι ασάφειες και αντιφατικότητες που αφορούν την προσωπικότητα του φιλοσόφου και τον PERSON σχετίζονται επίσης, κατά τη γνώμη μου, με τον μυστηριακό όσο και μυστικιστικό χαρακτήρα της ηθικοθρησκευτικής, κατ' ουσίαν, αδελφότητας που ίδρυσε ο NORP στον ORG της PERSON και με την προσπάθεια του Πυθαγόρα και των Πυθαγορείων να επιτύχουν τη σύζευξη θρησκείας και επιστήμης. Η σύζευξη αυτή δεν επιχειρήθηκε στη βάση ενός φυσικού, ανοιχτού στην επικοινωνία θρησκευτικού συναισθήματος, αλλά οικοδομήθηκε πάνω σε έναν ξένο προς την ελληνική σκέψη, κλειστό, αυταρχικά και ιεραρχικά διαρθρωμένο κύκλο μυημένων μελών, που εξέφραζαν και ακολουθούσαν τις θρησκευτικές και ηθικές επιταγές μέσα από έναν απόρρητο και αποκρυφιστικό θεωρησιακό λόγο. Το άκρως τολμηρό, επισφαλές όσο και σκοτεινό αυτό εγχείρημα είναι προφανές CARDINAL επιτρέπει ­ από ηθικοθρησκευτική και επιστημολογική άποψη ­ πολύπλευρες και εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις, αλλά και παρανοήσεις, που κάθε άλλο παρά συντελούν σε μια καθολική αποδοχή της προσωπικότητας του φιλοσόφου. Η αμφισβήτηση του Πυθαγόρα αρχίζει ήδη από πολύ νωρίς. Ο πρώτος που στρέφεται εναντίον του είναι ο κατά μία περίπου γενιά νεότερός του ORG, ο οποίος αμφισβητεί, κατά ειρωνικό θα έλεγα τρόπο, τη φήμη του σαμίου φιλοσόφου, τον οποίο μάλιστα κατηγορεί ακόμη και για επιφανειακή πολυμάθεια και κακοτεχνία (έντεχνη εξαπάτηση των ανθρώπων). Ετσι, κατά τον NORP (απόσπασμα DATE): «Πολυμαθίη νόον έχειν ου διδάσκει· PERSON γαρ αν εδίδαξε και ORG αυτίς τε ORG τε και WORK_OF_ART» (η πολυμάθεια δεν διδάσκει την ορθή κρίση· αλλιώς θα την είχε διδάξει στον NORP και στον Πυθαγόρα, καθώς ακόμη και στον PERSON και στον GPE). Οπως επίσης (απόσπασμα CARDINAL): «NORP Μνησάρχου ιστορίην ήσκησεν ανθρώπων μάλιστα πάντων και εκλεξάμενος ταύτας τας συγγραφάς εποιήσατο εαυτού σοφίην, πολυμαθίην, κακοτεχνίην» (ο NORP, γιος του Μνησάρχου, άσκησε την έρευνα περισσότερο από όλους τους ανθρώπους, και αφού έκανε μια επιλογή από τούτες τις γραφές, οικειοποιήθηκε τη σοφία, που δεν ήταν άλλο από την πολυμάθεια και την κακοτεχνία). Παρόμοιες απόψεις συναντάμε και στους νεότερους χρόνους. Ο Νίτσε για παράδειγμα, που είναι θαυμαστής του EVENT, δηλώνει συχνά τη συμπάθειά του για τους Προσωκρατικούς, όχι όμως και για τον Πυθαγόρα, τον οποίο μάλλον περιφρονεί λόγω των θρησκευτικών και ηθικών του προκαταλήψεων. ORG αντιπαθής είναι πάντως ο Πυθαγορισμός στους υλιστές φιλοσόφους και στους εκφραστές του διαλεκτικού υλισμού, για τους οποίους ο PRODUCT και ο FAC αποτελούν τους αρχηγέτες της φιλοσοφικής και διαλεκτικής σκέψης. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι η διδακτορική διατριβή του FAC είχε αντικείμενο μελέτης τη διαφορά της φυσικής φιλοσοφίας στους δύο κατ' εξοχήν υλιστές φιλοσόφους, τον Δημόκριτο και τον ORG. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες που δικαιολογούν και μια θετική εικόνα του Πυθαγορισμού. Ας μου επιτραπεί να αναφέρω στη συνέχεια μερικές χαρακτηριστικές «πρωτιές» του Πυθαγόρα ή των Πυθαγορείων (η διάκριση δεν είναι πάντα δυνατή), που είναι οπωσδήποτε αξιοσημείωτες. Μετά την εγκατάλειψη της PERSON, που βρισκόταν υπό την τυραννία του PERSON, ο NORP ιδρύει περί το CARDINAL π.Χ. την αδελφότητά του στον ORG της PERSON. Η αδελφότητα αυτή, που πρωτοεμφανίστηκε ως αίρεση, παρακλάδι του GPE, αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη γνήσια φιλοσοφική σχολή και σηματοδοτεί PRODUCT όπως υποστηρίζει και ο W. Κ. C. Guthrie στο βιβλίο του ORG (μετάφραση και βιβλιογραφικό σημείωμα PERSON. PERSON, τρίτη έκδοση, εκδ. ORG, DATE) ­ τη θεμελίωση της «ιταλικής» φιλοσοφίας, που μαζί με την «ιωνική» φιλοσοφία συγκροτούν το μεγάλο οικοδόμημα της πρώιμης αρχαιοελληνικής σκέψης. Ο Πυθαγόρας μπορεί επίσης να θεωρηθεί ο αρχηγέτης του ιδεαλιστικού ρεύματος στη φιλοσοφία. GPE ακόμη το αρχέτυπο του φιλοσόφου και του σοφού δασκάλου. GPE επίσης ότι πρώτος αυτός χρησιμοποίησε τον όρο «φιλοσοφία» και αποκάλεσε τον εαυτό του «φιλόσοφο». Οσον αφορά την κοσμολογία και την επιστήμη, αναφέρεται ­ με κάποιες πάντως επιφυλάξεις ­ ότι ο NORP χρησιμοποίησε πρώτος τον όρο «NORP», για να ονομάσει αρχικά τον έναστρο ουρανό και αργότερα το WORK_OF_ART Και στις δύο πάντως περιπτώσεις, η σημασία της λέξης σχετίζεται άμεσα με την πυθαγόρεια τάξη, αρμονία και ομορφιά. Ο NORP δίδασκε εξάλλου CARDINAL η Γη, όπως και ο ORG, είναι σφαιρική, ο δε Αριστοτέλης στο έργο του «WORK_OF_ART» (PRODUCT, PRODUCT) μας πληροφορεί ότι οι GPE υποστήριζαν επίσης μια πυροκεντρική θεωρία του PERSON, σύμφωνα με την οποία η Γη περιστρεφόταν γύρω από ένα κεντρικό πυρ, που το ονόμαζαν «Διός φυλακήν». Η θεωρία βέβαια αυτή, που ιστορικά αποδίδεται στον πυθαγόρειο PERSON, δεν έβαζε ακόμη τον ήλιο στη θέση αυτής της κεντρικής φωτιάς· αυτό έμελλε να το κάνει αργότερα (τον CARDINAL π.Χ. αιώνα) ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, που θα μπορούσαμε επίσης να τον κατατάξουμε, ως αστρονόμο και φυσικό φιλόσοφο, στους PERSON. PERSON επομένως οι GPE είναι αυτοί που θα αμφισβητήσουν για πρώτη φορά τη γεωκεντρική θεωρία του GPE και θα ανοίξουν έτσι τον δρόμο για την πυθαγόρεια, κατ' ουσίαν, ηλιοκεντρική θεωρία του PERSON. Αν πάντως ο μυστικισμός, ο απόρρητος λόγος και η θεοποίηση του δασκάλου είναι τα κατ' εξοχήν μη ελληνικά στοιχεία του ORG, η εμφαντική αναφορά της πυθαγόρειας σχολής στη μορφή ή δομή των όντων ­ ως το καθαυτό ουσιώδες ­, που είναι μετρήσιμη και μπορεί να εκφραστεί αριθμητικά, είναι χαρακτηριστικά ελληνική. ORG άλλωστε από την τέχνη της μουσικής και εκφράζοντας, για πρώτη φορά, τα διαστήματα της μουσικής κλίμακας με αριθμητικές σχέσεις, ο NORP θεμελίωσε τη μαθηματική φιλοσοφία και φυσική, σχετίζοντας την τάξη και αρμονία των ήχων με την τάξη και αρμονία του GPE. Οι αριθμοί, που για τους PERSON είναι πηγή σοφίας και η ουσία ή η αρχή των πραγμάτων, είναι μαθηματικές οντότητες, οι οποίες εκφράζουν ­ μέσω ενός ηθικά εδραιωμένου δυϊσμού και μιας επιστημονικής, γεωμετρικής θεώρησης του κόσμου PRODUCT μια αιώνια και άχρονη αλήθεια· μια αλήθεια που παραπέμπει τελικά σε μια θεϊκή οντότητα. Με αυτόν τον τρόπο ο Πυθαγορισμός προχώρησε σε μια μυστικιστική σύζευξη μαθηματικών και θεολογίας, που αποσκοπούσε αρχικά στην κάθαρση της ζωής των μυημένων οπαδών. Αυτή η ιδιαιτερότητα του GPE, με το ιδιότυπο φιλοσοφικό αμάγαλμα θρησκείας και ορθολογισμού, διαφοροποιεί τελικά τον Πυθαγόρα από τους άλλους Προσωκρατικούς και δικαιολογεί, εν μέρει, τον θαυμασμό που εκφράζει για τον φιλόσοφο WORK_OF_ART, ο οποίος στο βιβλίο του «ORG της Δυτικής Φιλοσοφίας - Ενότητα Ι: Οι Προσωκρατικοί» (μετάφραση Αιμ. Χουρμούζιου, εκδ. PERSON, DATE) λέει σχετικά: «Δεν γνωρίζω άλλον άνθρωπο με τόσην επιρροή όπως αυτός στη σφαίρα της διανοήσεως. Το λέω τούτο γιατί αυτό που φαίνεται ως πλατωνισμός, όταν αναλυθή, αποκαλύπτεται στην ουσία του πυθαγορισμός». Με την άποψη αυτή συμφωνούν και οι νομπελίστες φυσικοί PERSON και PERSON. Ο PERSON εξάλλου, στο βιβλίο του «PERSON της PERSON» (μετάφραση ORG, επιστημονική επιμέλεια ORG, PERSON, DATE) αναφέρει στην PERSON: «PERSON ήταν τα μείζονα θέματα που κυριάρχησαν στην επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα: η πλατωνική - πυθαγόρεια παράδοση, που αντιμετώπιζε τη φύση με τη γεωμετρία, πεπεισμένη ότι ο κόσμος είναι συγκροτημένος σύμφωνα με τις αρχές της μαθηματικής τάξης, και η μηχανοκρατία, η οποία θεωρούσε τη φύση μια τεράστια μηχανή...». Ας μου επιτραπεί να ολοκληρώσω την αναφορά μου στην αινιγματική προσωπικότητα του Πυθαγόρα και στη GPE του με την παράθεση ενός σύντομου αποσπάσματος από το βιβλίο του Ε. Σρέντινγκερ «Η Φύση και οι Ελληνες» (μετάφραση και επιστημονική επιμέλεια δρ FAC, εκδ. PERSON, DATE), το οποίο εκφράζει και τη δική του θέση και απορία: «Ο ήρεμος σημερινός ερευνητής της PERSON εκπλήσσεται και συχνά αισθάνεται αμηχανία από το γεγονός ότι οι GPE, με όλες τις προκαταλήψεις και τις προκατασκευασμένες ιδέες τους περί ομορφιάς και απλότητας, προόδευσαν περισσότερο ­ τουλάχιστον στον σημαντικό τομέα της κατανόησης του PERSON ­ από τη νηφάλια GPE των ORG... και περισσότερο από τους πνευματικούς απογόνους τους, τους PERSON».","PERSON έννοια του αιθέρα ­ ενός υποθετικού, αόρατου, αβαρούς ρευστού, που διαχέεται παντού και γεμίζει ολόκληρο το ORG ­ δεν είναι μόνο μία από τις παλαιότερες στην ιστορία των ιδεών· παρουσιάζει και μια αξιοθαύμαστη αντοχή στον χρόνο, αφού διατηρήθηκε ζωντανή για τρεις τουλάχιστον χιλιετίες ως τις αρχές του ORDINAL αιώνα και την περίοδο που σηματοδοτείται από την ανάπτυξη της σχετικιστικής ORG. GPE πάντως να αναφερθεί, στο σημείο αυτό, ότι η ιδέα του αιθέρα δεν μπήκε στο περιθώριο ­ από τη σύγχρονη WORK_OF_ART ­ επειδή εξέφραζε μια λανθασμένη ίσως θεωρία για τη διάδοση του PERSON (και γενικότερα των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων), αλλά μάλλον γιατί η ύπαρξη του αιθέρα δεν μπορούσε να αποδειχθεί πειραματικά ούτε και ήταν εξάλλου απαραίτητη για την εξήγηση των φυσικών φαινομένων. Η εμμονή άλλωστε του PERSON να διατηρήσει, παρά ταύτα, τον αιθέρα στο εννοιολογικό πλαίσιο της θεωρίας του καθώς και κάποιες πολύ μεταγενέστερες σχετικές επίσης αναφορές άλλων ερευνητών αποτελούν ­ όπως θα δείξω στη συνέχεια ­ επιπλέον δηλωτικά στοιχεία της επιστημολογικής σημασίας αλλά και της χρονικής αντοχής αυτής της άκρως μεταφυσικής έννοιας. Μέρος της εξήγησης αυτής της ιδιαιτερότητας είναι ίσως και το γεγονός ότι η ύπαρξη του αιθέριου αυτού συμπαντικού μέσου υπαγορευόταν, όπως φαίνεται, από μια βαθιά ριζωμένη μεταφυσική αναγκαιότητα, που τα έντονα μυθολογικά, ψυχολογικά και οντολογικά της στοιχεία αποτέλεσαν τελικά τις αναγκαίες και καθοριστικές προϋποθέσεις για τη μετέπειτα, σχεδόν αναπόδραστη ενσωμάτωση του αιθέρα στην επιστημονική κοσμοεικόνα των νεότερων χρόνων· δηλαδή σε μια κοσμοεικόνα που θεωρούσε πλέον τον αιθέρα, φυσιο-λογικά και ορθο-λογικά, το απαραίτητο NORP μέσο για τη διάδοση των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων. Η λέξη «αιθέρας» πρωτοεμφανίζεται στην «WORK_OF_ART του Ομήρου για να δηλώσει, όπως φαίνεται, το ανώτερο φωτεινό μέρος του ουρανού (το ανώτερο στρώμα του αέρα)· λίγο αργότερα τη συναντάμε επίσης στη «Θεογονία» του ORG καθώς και στις ορφικές κοσμογονικές δοξασίες και αφηγήσεις. Ετσι, σύμφωνα με την απλοϊκή μυθολογική αντίληψη της ησιόδειας κοσμογονίας, ο ORG και η Ημέρα γεννιούνται από τη Νύχτα και το ORG, ενώ στην ορφική παράδοση ο GPE γεννιέται από τον PRODUCT. Σύμφωνα άλλωστε με τη λαϊκή δοξασία ­ που τη συναντούμε τόσο στους ορφικούς όσο, αργότερα, και στους φυσικούς φιλοσόφους της PERSON ­ η ψυχή είναι τμήμα του ουράνιου, θείου αιθέρα, με τον οποίο θα ξαναενωθεί μετά τον σωματικό θάνατο. Κατά τον Ηράκλειτο η ψυχή είναι φτιαγμένη από πύρινο αιθέρα, που ως κομμάτι του κοσμικού αιθέρα (της ηρακλείτειας κοσμικής φωτιάς) μετέχει στο συμπαντικό γίγνεσθαι και στη θεϊκή ουσία. Γενικά πάντως μπορεί να ειπωθεί ότι η αρχαία ελληνική φιλοσοφία συσχέτιζε τον αιθέρα άλλοτε με τον αέρα ­ όπως για παράδειγμα έκαναν ο GPE, ο PRODUCT και ο PERSON (τουλάχιστον στον «ORG») ­ και άλλοτε με τη φωτιά, όπως π.χ. συνέβαινε με τον NORP και τον Αναξαγόρα. Ο Αριστοτέλης, αντίθετα, θεωρούσε τον αιθέρα ένα «στοιχείο», διαφορετικό από τα άλλα τέσσερα (φωτιά, νερό, γη και αέρα), που γεμίζει ολόκληρο το PRODUCT και παρέχει την αιθέρια ύλη για τον σχηματισμό του ουρανού και των ουράνιων σωμάτων. Η λεπτότατη αυτή ουσία ­ που βρίσκεται σε μια συνεχή κυκλική κίνηση ­ ήταν για τον ORG, ιεραρχικά, το «πρώτο στοιχείο», η «πρώτη ουσία» στη φύση· η ουσία αυτή ονομάστηκε αργότερα «πέμπτη ουσία» (από εδώ προέρχεται ο νεοελληνικός όρος «πεμπτουσία»). Η προσθήκη της πέμπτης ουσίας δεν υπαγορευόταν μόνο από μια φυσική αναγκαιότητα· έδινε και μια ικανοποιητική λύση στο οντολογικό ­ πυθαγόρειο στην ουσία του ­ πρόβλημα της αντιστοιχίας του αριθμού των πολυέδρων, που εγγράφονται στη σφαίρα, με τον αριθμό των κοσμογονικών «στοιχείων». Με την προσθήκη του αιθέρα δινόταν άλλωστε και μια πειστική απάντηση στον οντολογικό προβληματισμό των αρχαίων φιλοσόφων για τη δυνατότητα ύπαρξης ενός κενού χώρου. Το ζήτημα αυτό, που είχε έντονα απασχολήσει τον PERSON και λίγο αργότερα τους ατομιστές, σχετίζεται άμεσα με την οντολογία του Παρμενίδη και με τις έννοιες του «όντος» και του «μη όντος». Το ίδιο θέμα συνέχιζε εξάλλου να προβληματίζει τη NORP πολλούς αιώνες αργότερα. PERSON. PERSON χρησιμοποίησε, τον CARDINAL αιώνα, την ιδέα του αιθέρα για να εξηγήσει τη διάδοση του φωτός· θεωρώντας ότι το φως διαδίδεται υπό μορφή κυμάτων, όπως και ο ήχος, ο ολλανδός φυσικός δέχθηκε την ύπαρξη ενός αραιού, αβαρούς ρευστού, που γεμίζει όλους τους χώρους ­ επομένως και τον χώρο ανάμεσα στα άτομα και στα μόρια όλων των σωμάτων ­ και αποτελεί το μηχανικό μέσο της κυματικής κίνησης. Οι ιδιότητες του αιθέρα του επέτρεπαν βέβαια να δρα ως διάμεσο και σε άλλες φυσικές δράσεις, όπως λ.χ. στο φαινόμενο της βαρύτητας (δράση από απόσταση)· δεν επέτρεπαν όμως και την εξήγηση των φαινομένων της πόλωσης του φωτός και των εγκάρσιων φωτεινών κυμάτων. Για την εξήγηση και αυτών των φαινομένων αναπτύχθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα ­ στο πλαίσιο της κυματικής θεωρίας ­ η ιδέα του «φωτεινού αιθέρα», που δεν ήταν πλέον ένα λεπτό ρευστό αλλά ένα ελαστικό «στερεό», με παράξενες, πάντως, όσο και ασύμβατες μεταξύ τους ιδιότητες. Ωστόσο, όσες προσπάθειες και αν έγιναν, η παρουσία του αιθέρα δεν μπόρεσε να ανιχνευθεί πειραματικά. Δεν θα αναφερθώ εδώ ­ αναλυτικά ­ στον μακρύ κατάλογο των διάσημων φυσικών επιστημόνων, που προσπάθησαν με τις θεωρίες και τα πειράματά τους να αποδείξουν (κατά τον CARDINAL αλλά και τον 20ό αιώνα) την ύπαρξη αυτού του «αιθέριου φαντάσματος» στη WORK_OF_ART. Θα αναφέρω μόνο, εν συντομία, το περίφημο πλέον πείραμα των PERSON και ORG. PERSON να μετρήσουν την ταχύτητα της Γης σχετικά με τον αιθέρα, οι δύο αυτοί PERSON απέδειξαν το DATE ότι η ταχύτητα του φωτός στη διεύθυνση που κινείται η Γη ήταν η ίδια με την ταχύτητά του στην κάθετη διεύθυνση. Το αποτέλεσμα αυτό κατέρριπτε ουσιαστικά τόσο τη θεωρία για την ύπαρξη ενός απόλυτα στάσιμου αιθέρα όσο και τη θεωρία για την ύπαρξη ενός «αιθέριου ανέμου» γύρω από τη Γη. Ο αιθέρας επομένως δεν ήταν ανιχνεύσιμος, αλλά ούτε ήταν και απαραίτητος, σύμφωνα με τη θεωρία της σχετικότητας του Einstein. Παρ' όλα αυτά η έννοια του αιθέρα συνέχισε να απασχολεί τη σύγχρονη NORP ακόμη και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του DATE. PERSON παραδείγματα αλλά και αναφορές στους λόγους αυτής της μεγάλης εμμονής στην ιδέα του αιθέρα μπορεί να CARDINAL κανείς σε ειδικά βιβλία ORG και Επιστημολογίας. Δεν θα σταθώ εδώ σ' αυτές τις αναφορές· θα παρουσιάσω μόνο μια σχετική φράση του PERSON, από το βιβλίο του WORK_OF_ART (επιμ. εκδ. PERSON, CARDINAL ­ με τη συγκατάθεση του PERSON ­ αναθ. έκδοση, PERSONamp; ORG, GPE DATE). PERSON λοιπόν ο PERSON (ενδεικτικός είναι ο χρόνος του ρήματος που χρησιμοποιεί): «Μερικοί υποστηρίζουν ότι τα φωτεινά κύματα ­ όπως και τα σωματίδια ­ είναι απλώς διαταράξεις του αιθέρα». Οπως άλλωστε αναφέρει ο νομπελίστας PERSON (DATE), και ο ίδιος ο Einstein είχε προτείνει τη χρησιμοποίηση της λέξης «αιθέρας» (όχι πάντως με τις σημασίες που προαναφέραμε) για την ονομασία του «κενού χώρου» και των υποτιθέμενων, αινιγματικών «φυσικών πεδίων», που τον διαπερνούν. Ο Max Born συμφωνεί, μάλιστα, ότι μια τέτοια χρησιμοποίηση της λέξης θα ήταν πολύ βολική. Η πρόταση αυτή θα μπορούσε άλλωστε και σήμερα να έχει κάποιο νόημα. Το παιχνίδι των λέξεων, στην περίπτωση αυτή, παίζεται ­ για χιλιάδες χρόνια ­ στο «κενό». Λέξεις και έννοιες επιχειρούν μια αναπαράσταση του κοσμικού γίγνεσθαι· ωστόσο το φάντασμα του «αιθέρα» άλλαξε απλώς το κιτρινισμένο από τον χρόνο, σκονισμένο του σεντόνι με ένα ολόλευκο και συνεχίζει, από ό,τι φαίνεται, να πλανιέται στους αινιγματικούς χώρους της σύγχρονης ORG.",True "Computing is a constantly changing our world and our environment. In the DATE large machines called mainframes were created to manage large volumes of data (numbers) efficiently. Bank account and payroll programs changed the way organisations worked and made parts of these organisations much more efficient. In the DATE personal computers became common and changed the way many individuals worked. People started to own their own computers and many used word processors and spreadsheets applications (to write letters and to manage home accounts). In DATE email became common and the world wide web was born. These technologies revolutionised communications allowing individuals to publish information that could easily be accessed on a global scale. The ramifications of these new technologies are still not fully understood as society is adapting to opportunities of internet commerce, new social networking technologies (twitter, facebook, myspace, online gaming etc) and the challenges of internet related crime. Just as new computing technologies are changing our world so too are new techniques and ideas changing the way we develop computer systems. In DATE the use machine code (unsophisticated, complex and machine specific) languages were common. In DATE high level languages, which made programming simpler, became common. However these led to the development of large complex programs that were difficult to manage and maintain. In DATE the structured programming paradigm became the accepted standard for large complex computer programs. The structured programming paradigm proposed methods to logically structure the programs developed into separate smaller, more manageable components. Furthermore methods for analysing data were proposed that allowed large databases to be created that were efficient, preventing needless duplication of data and protected us against the risks associated with data becoming out of sync. However significant problems still persisted in a) understanding the systems we need to create and b) changing existing software as users requirements changed. In DATE ‘modular’ languages, such as Modula-2 and ORG were developed that became the precursor to modern ORG languages. In DATE the Object Oriented paradigm and component-based software development ideas were developed and ORG languages became the norm from DATE onwards. The object oriented paradigm is based on many of the ideas developed over DATE of abstraction, encapsulation, generalisation and polymorphism and led to the development of software components where the operation of the software and the data it operates on are modelled together. Proponents of the Object Oriented software development paradigm argue that this leads to the development of software components that can be re-used in different applications thus saving significant development time and cost savings but more importantly allow better software models to be produced that make systems more maintainable and easier to understand. It should perhaps be noted that software development ideas are still evolving and new agile methods of working are being proposed and tested. Where these will lead us in DATE and beyond remains to be seen. The structured programming paradigm proposed that programs could be developed in sensible blocks that make the program more understandable and easier to maintain. Activity 1 Assume you undertake the following activities on a DATE basis. Arrange this list into a sensible order then split this list into CARDINAL blocks of related activities and give each block a heading to summarise the activities carried out in that block. Get out of bed Eat breakfast Park the car Get dressed Get the car out of the garage Drive to work Find out what your boss wants you to do today Feedback to the boss on DATE’s results. Do what the boss wants you to do Feedback 1 You should have been able to organise these into groups of related activities and give each group a title that summarises those activities. Get up :- Get out of bed Get dressed Eat breakfast Go to Work :- Get the car out of the garage Drive to work Park the car Do your job :- Find out what your boss wants you to do today Do what the boss wants you to do Feedback to the boss on DATE’s results. By structuring our list of instructions and considering the overall structure of DATE (Get up, go to work, do your job) we can change and improve CARDINAL section of the instructions without changing the other parts. For example we could improve the instructions for going to work…. Listen to the local traffic and weather report Decide whether to go by bus or by car If going by car, get the car and drive to work. Else walk to the bus station and catch the bus without worrying about any potential impact this may have on ‘getting up’ or ‘doing your job’. In the same way structuring computer programs can make each part more understandable and make large programs easier to maintain. Feedback 2 With an address book we would want to be able to perform the following actions :- find out details of a friend i.e. their telephone number, add an address to the address book and, of course, delete an address. We can create a simple software component to store the data in the address book (i.e. list of names etc) and the operations, things we can do with the address book (i.e add address, find telephone number etc). By creating a simple software component to store and manage addresses of friends we can reuse this in another software system i.e. it could be used by a business manager to store and find details of customers. It could also become part of a library system to be used by a librarian to store and retrieve details of the users of the library. Thus in object oriented programming we can create re-usable software components (in this case an address book). While we can focus our attention on the actual program code we are writing, whatever development methodology is adopted, it is not the creation of the code that is generally the source of most problems. Most problems arise from :- • poor maintainability: the system is hard to understand and revise when, as is inevitable, requests for change arise. • Statistics show PERCENT of the cost of software is not incurred during its initial development phase but is incurred during subsequent DATE as the software is amended to meet the ever changing needs of the organisation for which it was developed. For this reason it is essential that software engineers do everything possible to ensure that software is easy to maintain during DATE after its initial creation.","We can can use the following C constructs to control program execution. When we can count our way through a sequence or series: When we are waiting for some condition to change: or if we want to do something at least once then test: When we have a single option to test: When we have more options to test: When we have more options to test based on an integer or single character value: This part is all about if, and then, and else and true and false – the nuts and bolts of how we express and control the execution of a program. This can be very dry and dusty material so to make it more understandable we are going to solve a problem you are going to need to solve to do any interactive web work of any complexity. We will build something we can use in order to provide something like the functionality that can be obtained from typical getParameter(“ITEM1”) method in PERSON servlets or $_REQUEST[''ITEM1”] function in ORG. In LAW we saw that environment variables can be accessed by the implicit argument to the main function. We can also use the library function getenv() to request the value of any named environment variable. Here we display the QUERY_STRING which is what the program gets as the entire contents of an HTML form which contains PERSON=ORG pairs for all the named form elements. An HTML form by default uses the ORG method which transmits all form data back to the program or page that contains the form unless otherwise specified in an action attribute. This data is contained in the QUERY_STRING as a series of variable = value pairs separated by the & character. Note that in HTML values of things are enclosed in quotation marks, so to embed these inside a C string we have to “escape” the character with a special sign \ like this “\”ITEM1\” “. Also we are using “\n” or explicit new line characters at the end of each piece of HTML output, so that when we select “view source” in the browser we get some reasonably formatted text to view rather than the whole page appearing as CARDINAL long single line. Calling this program in a browser we see a form and can enter some data in the boxes: And after submitting the form we see: To make much sense of the QUERY_STRING and find a particular value in it, we are going to have to parse it, to chop it up into its constituent pieces and for this we will need some conditional logic (if, else etc) and some loop to count through the characters in the variable. A basic function to do this would ideally be created as this is a task you might need to do do again and again so it makes sense to have a chunk of code that can be called over again. In the next example we add this function and the noticeable difference in the output is that we can insert the extracted values into the HTML boxes after we have parsed them. We seem to have successfully created something like a java PERSON() function – or have we? Have a good long look at chapter4_2.c and try it out with characters other than A-Z a-z or numerals and you will see something is not quite right. There is some kind of encoding going on here! If I were tp type DAVID !!! into the ORDINAL field: I get this result: A space character has become a + and ! has become %21. This encoding occurs because certain characters are explicitly used in the transmission protocol itself. The & for example is used to separate portions of the QUERY_STRING and the space cannot be sent at all as it is. Any program wishing to use information from the HTML form must be able to decode all this stuff which will now attempt to do. The program chapter4_2.c accomplishes what we see so far. It has a main function and a decode_value function all in the same file. The decode_value function takes CARDINAL arguments: the name of the value we are looking for “ITEM1=” or “ITEM2=”. the address of the variable into which we are going to put the value if found the maximum number of characters to copy The function looks for the start and end positions in the QUERY_STRING of the value and then copies the characters found CARDINAL by one to the value variable, adding a ORG charcter to terminate the string. It looks like we are going to have to do some serious work on this decode_value package so as this is work we can expect to do over and over again it makes sense to write a function that can be reused. ORDINAL off we can put this function into a separate file called decode_value.c and create a file for all the functions we may write called c_in_linux.h and compile all this into a library. In the Make file we can add: This looks horrible and complex but all it means is this: typing “make all” will: compile all the *.c files listed in the list OBJ_SRC and into object files *.o compile all the object files into a library archive called lib_c_in_linux.a compile CARDINAL-4 using this new archive. This is the model we will use to keep our files as small as possible and the share-ability of code at its maximum. We can now have a simpler “main” function file, and files for stuff we might want to write as call-able functions from anywhere really which we do not yet know about. All this is organised into a library file (*.a for archive) – these can also be compiled as dynamically loadable shared objects *.so whch are much like PRODUCT DLLs. This exactly how all Linux software is written and delivered. For example the MySQL C Application Programmers Interface (API) comprises: all the header files in /usr/include/mysql the library file /usr/lib/mysql/libmysqlclient.a What we are doing really is how all of Linux is put together – we are simply adding to it in the same way. Our main file now looks like this:",False "Since its creation in DATE Perl has become one of the most widely used programming languages. CARDINAL measure of this is the frequency with which various languages are mentioned in job adverts. The site www.indeed.com monitors trends: in DATE it shows that the only languages receiving more mentions on job sites are C and its offshoots NORP and C#, PERSON, and JavaScript. Perl is a general-purpose programming language, but it has outstanding strengths in processing text files: often one can easily achieve in a line or CARDINAL of Perl code some text-processing task that might take CARDINAL a page of C or Java. In consequence, Perl is heavily used for computer-centre system admin, and for Web development – Web pages are HTML text files. Another factor in the popularity of Perl is simply that many programmers find it fun to work with. Compared with Perl, other leading languages can feel worthy but tedious. Perl is a language in which it is easy to get started, but – because it offers handy ways to do very many different things – it takes a long time before anyone finishes learning PERSON (if they do ever finish). CARDINAL standard reference, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) is CARDINAL dense pages long. So, for the beginner, it is important to focus on the core of the language, and avoid being distracted by all the other features which are there, but are not essential in the early stages. This book helps the reader to do that. It covers everything he or she needs to know in order to write successful Perl programs and grow in confidence with the language, while shielding him or her from confusing inessentials.1 Later chapters contain pointers towards various topics which have deliberately been omitted here. When the core of the language has been thoroughly mastered, that will be soon enough to begin broadening one’s knowledge. Many productive Perl programmers have gaps in their awareness of the full range of language features. The book is intended for beginners: readers who are new to Perl, and probably new to computer programming. The book takes care to spell out concepts that would be very familiar to anyone who already has experience of programming in some other language. However, there will be readers who use this book to begin learning Perl, but who have worked with another language in the past. For the benefit of that group, I include occasional brief passages drawing attention to features of Perl that could be confusing to someone with a background in another language. Programming neophytes can skim over those passages. The reader I had in mind as I was writing this book was a reader much like myself: someone who is not particularly interested in the fine points of programming languages for their own sake, but who wants to use a programming language because he has work he wants to get done, and programming is a necessary step towards doing it. As it happens, I am a linguist by training, and much of my own working life is spent studying patterns in the way the LANGUAGE language is used in everyday talk. For this I need to write software to analyse files of transcribed tape-recordings, and Perl is a very suitable language to use for this. Often I am well aware that the program I have written is not the most elegant possible solution to some task at hand, but so long as it works correctly I really don’t care. If some geeky type offered to show me how I could eliminate several lines of code, or make my program run twice as fast, by exploiting some little-known feature of the language which would yield a program delivering exactly the same results, I would not be very interested. Too many computing books are written by geeks who lose sight of the fact that, for the rest of us, computers are tools to get work done rather than ends in themselves. Making programs short is good if it makes them easier to grasp and hence easier to get right; but if brevity is achieved at the cost of obscurity, it is bad. As for speed: computer programs run so fast that, for most of us, speeding them up further would be pointless. (For every ORDINAL of time my programs take to run, I probably spend a day thinking about the results they produce.) That does not mean that, in writing this book, I would have been justified in focusing only on those particular elements of Perl which happen to be useful in my own work and ignoring the rest – certainly not. Readers will have their own tasks for which they want to write software, which will often be very different from my tasks and will sometimes make heavy use of aspects of Perl that I rarely exploit. I aim to cover those aspects, as well as the ones which I use frequently. But it does mean that the book is oriented towards Perl programming as a practical tool – rather than as a labyrinth of fascinating intellectual arcana. If, after working through this book, you decide to make serious use of Perl, sooner or later you will need to consult some larger-scale Perl book – CARDINAL organized more as a reference manual than a teaching introduction. This short book cannot pretend to cover the reference function, but there is a wide choice of books which do. (And of course there are plenty of online reference sources.) Many Perl users will not need to go all the way to PERSON-pager quoted above. The manual which I use constantly is a shorter CARDINAL by the same author, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) – I find ORG approach particularly well suited to my own style of learning, but readers whose learning styles differ might find that other titles suit them better. Because the present book deliberately limits the aspects of Perl which it covers, it is important that readers should not fall into the trap of thinking “Doesn’t Perl have a such-and-such function, then? – that sounds like an awkward gap to have to work round”. Whatever such-and-such may be, very likely Perl has got it, but it is one of the things which this book has chosen not to cover.","Readers will appreciate that the concept of property is crucial for business. A firm needs to know what it owns (and can therefore use freely, and/or charge others who want to use it), and what belongs to others (so that if it needs to use those things it must do deals with their respective owners). Business looks to law to define property rights and enable them to be enforced. Before the IT revolution, the things over which firms needed to assert ownership were usually tangible things – goods, land, and so forth. The law of “intellectual property”, under which for instance a company might own a patent on a newly-devised industrial process, was a fairly obscure legal backwater. Information technology has changed this, by hugely raising the profile of intangibles. Ever since EVENT, the economies of nations like GPE and ORG had been dominated by manufacturing. But by DATE, the share of GDP (gross domestic product) attributable to manufacturing fell below CARDINAL in both nations, and it has continued to fall – outweighed partly by growth in services, but also by growth in trading of intangibles. By now, intangibles form a large proportion of the assets of a typical firm, as measured by the prices which the market sets on them. PERSON, then Chancellor of the ORG, said in DATE: DATE the market value of our top companies was no more than the value of just their physical assets. DATE the market value of GPE’s top companies is CARDINAL times their physical assets, demonstrating the economic power of knowledge, ideas and innovation.20 What PERSON was saying was that most property of the “top companies” is now intellectual property. It is largely IT which has brought about this change; and it naturally means that intellectual property law has become a very significant area of business law, which is having to develop in response to developments in the technology. The topic which might perhaps come ORDINAL to a student reader’s mind is the way that sharing music over peer-to-peer networks has been undermining the copyrights owned by music companies, which have been struggling either to invoke the law to defend their position, or to develop novel business models that allow them to make money within the new technological environment. But for present purposes, this area is not actually very significant. The law of copyright as it applies to music is clear; the only change introduced by IT lies in making the law easy to break and hard to enforce. More interesting, for this textbook, are areas where the property itself (not just the means used to reproduce it or move it around) consists of things like computer software or electronic databanks. In those areas, it is often far from clear how the existing laws of intellectual property apply. Courts are adapting laws that were written long ago for other purposes in order to develop an intellectual-property régime for the IT industry, and so far this is not working too well. The issues are not about enforcement – unlike with music filesharing, where many of the individuals involved do not care whether their activity is legal, provided they feel safe from detection! In civilized societies, most organizations by and large aim to keep within the law and respect one another’s property rights – but they need to know what those rights are. It would be hard for a business to be profitable, if it made a habit of not insisting on rights which it did legally possess. There are CARDINAL longstanding legal devices for defining and protecting different sorts of intellectual property: copyright, and patent. Copyright was originally introduced to define ownership in “literary works”, such as novels, poems, or non-fiction books, but came to be extended by analogy to things like musical compositions, films, and so forth. Patents relate to newly-invented machines or industrial processes. Neither copyright nor patent law was part of the Common Law; both devices were introduced by statute. (Indeed, the GPE has had a general law of copyright only since DATE – it was a standing grievance for Victorian novelists that no sooner did the fruits of their labour emerge from the press than NORP publishers’ agents would rush single copies across the LOC, where they would be reprinted and sold without reward to the author.) The original motivation of both copyright and patent law was the same: they were intended to stimulate advances (in literature, and in industry) which would benefit society, by creating concrete incentives for the innovators. The kinds of protection offered by the CARDINAL areas of law are different. Copyright is something that the author of a “literary work” acquires automatically in producing the work, and it forbids anyone else to make a copy of the work (for a set number of DATE into the future, and with various provisos that do not matter here) without the right-holder’s permission. Thus an author’s copyright is a piece of property which he can sell or license for money; in the case of books, typically a publishing company contracts with an author for permission to publish his book in exchange for royalties paid to him on copies sold. With newer media such as films, the business models are different, but the underlying law (which is what concerns us) is essentially the same. A patent, on the other hand, is not acquired automatically by the inventor (or anyone else). Taking out a patent is a complicated and expensive undertaking, but if a patent is granted, it forbids anyone (again, for a set future period) from exploiting the process or mechanism without the patent-holder’s permission; so again the patent is an economically-valuable piece of property, which can be sold or licensed to companies wanting to use the innovation in their business. The legal contrast between copyright and patent was neatly summed up by PERSON: A document setting out a novel chemical process would attract copyright protection, but that protection would protect the document against copying, not the process from being carried out. A patent for the process would prevent it from being carried out but not from being written about or ORG programs are “text” which defines and controls “processes”. So on the face of it there is a question about which kind of intellectual-property protection is more relevant to software. Over DATE during which IT has been economically important, the answer has been shifting.",True "Το PERSON της ORG διοργάνωσε πρόσφατα συνέδριο με θέμα «WORK_OF_ART. Σκοπός του συνεδρίου να έρθουν στην επιφάνεια μια χορεία συγγραφέων, αρκετοί από τους οποίους, παρά την ποιότητα του έργου τους, έμειναν ή εξακολουθούν να μένουν στην αφάνεια και μόνον ευκαιριακά έχουν απασχολήσει τους μελετητές. PERSON κατηγορία αυτή, λίγο ως πολύ, ανήκει και ο Ρώμος Φιλύρας. Ο Ρώμος Φιλύρας (DATE) είναι ένας ακόμη συγγραφέας που το τελευταίο διάστημα της ζωής του το πέρασε νοσηλευόμενος στο Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο, έχοντας κι εκείνος τελικά την τύχη του PERSON και του Μιχαήλ Μητσάκη. Για το έργο του γράφτηκαν πολύ κολακευτικά λόγια από τους σύγχρονούς του συγγραφείς, μερικοί από τους οποίους τον είχαν γνωρίσει και προσωπικά. Ο Βάρναλης, για παράδειγμα, επέμεινε στο λυρικό στοιχείο του ORG, προχωρώντας σε πιο εξειδικευμένες αναφορές και χαρακτηρίζοντάς τον PERSON της Ελλάδος, κάτι που θα επισημάνει κι ο PERSON, συσχετίζοντας την ποίησή του με τα FAC του GPE και το «Μεθυσμένο καράβι» του Ρεμπώ. Με τον GPE μάλιστα ο NORP είχε και προσωπική σχέση· αντάλλαξαν και ποιητικές φιλοφρονήσεις, ενώ ο NORP, έχοντας εμπιστοσύνη στο κριτήριο του GPE, είχε ζητήσει να φροντίσει αυτός τη συγκεντρωτική έκδοση του ποιητικού του έργου. PERSON, το έργο κυκλοφόρησε το DATE από τις εκδόσεις PERSON με επιμέλεια του Αιμ. Χουρμούζιου και την πρόταξη του γνωστού ποιήματος του Μαλακάση για τον NORP. ORG αφιερωματικό αυτό ποίημα του Μαλακάση διαγράφονται αδρομερώς θεματικά στοιχεία της ποίησης του ORG, όπως το προβάδισμα του φαντασιακού έναντι του ρεαλιστικού, η συνύπαρξη της πραγματικότητας με το όνειρο, του ορατού με το αόρατο. Στην οραματική διάθεση του NORP απαντούν μια σειρά από εξωκοσμικές παρουσίες. Το μυθολογικό και παραμυθιακό στοιχείο του νεραϊδόκοσμου είναι πανταχού παρόν και εκδηλώνεται μέσα από ομοιογενείς όρους («Αμαδρυάδες», «Λάμιες», «Νεράιδες» κλπ.). Ετσι συντελείται η υποστασιοποίηση του άυλου στοιχείου, μια και όλες αυτές οι παρουσίες είναι μέσα στον «εραλδικό» του κύκλο «πλάσματα υπαρκτά». Μια άλλη διάσταση της πραγματικότητας του ORG και της αποστασιοποίησής του από τον ρεαλισμό είναι ο ουτοπικός έρωτας, ο οποίος εκφράζεται μέσα από αναφορές σε εκλεκτά και αιθέρια πλάσματα. Εχουμε έτσι την εξιδανικευμένη, για τούτο και χιμαιρική αντίληψη της γυναίκας: Βασιλοπούλες, γαλαζοαίματες, ωραίες, αβρές. Από το λογοτεχνικό έργο του NORP ξεχωρίζουν κυρίως δύο κείμενα: το ένα είναι ποιητικό, ο γνωστός «Πιερότος», και το άλλο, ελάχιστα γνωστό, το πεζό «Ο θεατρίνος της ζωής», τα οποία συναρτώνται ευθέως μεταξύ τους. Προσεκτική ανάγνωση των δύο κειμένων, του «FAC», δηλαδή, και του «PERSON της ζωής», οδηγεί στο συμπέρασμα ότι παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες. Τη σύγκριση αυτή δικαιολογεί και το γεγονός ότι ο NORP κινείται στο πλαίσιο των «φανταιζίστ» συγγραφέων, με την έννοια της αντισυμβατικότητας. PERSON το διαφορετικό είδος, όπου το καθένα εντάσσεται, πρόκειται για δύο κείμενα συναφή ως προς τη θεματολογία τους, καθώς δίνουν υπόσταση σ' έναν ιδιόμορφο ανθρώπινο τύπο, τον κωμικό και ταυτόχρονα τραγικό τύπο του μίμου, πιερότου ή θεατρίνου, και αναπαράγουν μια κοινή αίσθηση και αντίληψη των πραγμάτων, εκείνην της χιουμοριστικής ανατροπής, όπως πολύ εύστοχα την αναπαριστάνει ποιητικά ο Μαλακάσης: Ο θεατρίνος της ζωής σου κι ο πιερότος σου Τι σαρκασμός, μα και τι σάτιρα φαρμακερή! Κι αν με μικρό ένα χάχανο πληγώνει ο πρώτος σου, ο δεύτερός σου πιο κατάκαρδα βαρεί. Οι αντιφατικές αυτές υπάρξεις (ο πιερότος και ο θεατρίνος), καθώς συνδυάζουν ειρωνεία και θλίψη μαζί, είναι κάθε άλλο παρά ουδέτερες και ανώδυνες για τη συνείδηση του αναγνώστη, κάτι που μπορεί να συγκεκριμενοποιεί την αίσθηση της ταραχής, την οποία ο αναγνώστης, σύμφωνα με τους παραπάνω στίχους, αποκομίζει, ερχόμενος σ' επαφή με την ποίηση του Φιλύρα. «Ο θεατρίνος της ζωής» κυκλοφόρησε αυτοτελώς το DATE και μέσω αυτού εισάγεται ένας άγνωστος, σχεδόν, στον χώρο του αφηγηματικού λόγου, ανθρώπινος τύπος, τον οποίο ο NORP παρακολουθεί στα διαφορετικά στάδια της ζωής του, τα οποία αντιστοιχούν σε ανάλογες αφηγηματικές ενότητες. Ο ήρωας αυτός βρίσκει την κοινωνία συμβατική και προσπαθεί να αντιδράσει, υιοθετώντας μια προκλητική συμπεριφορά (καταφεύγει ακόμη και στο μαύρο χιούμορ), βρίσκοντας έτσι διέξοδο στη θυμηδία που προκαλούν οι φάρσες του. Ο αρνητισμός του ήρωα απέναντι στις συμβατικότητες της κοινωνίας και ο εν γένει ανορθολογισμός του αποτελούν όψεις μιας κοινωνικής αμφισβήτησης. PERSON, το πρότυπο του χαρακτήρα, που ενσαρκώνει ο Γαλαζής, πρότυπο ενός θεατρίνου της καθημερινότητας, ενός επαναστατημένου αντικομφορμιστή, δεν θριαμβεύει, αλλά κυριαρχεί η τραγικότητα, εφόσον ο ήρωας, μέσα από μια πραγματική (αυτή τη φορά) θεατρική δραστηριότητα, γνωρίζει την αποτυχία, την προδοσία, την απογοήτευση. PERSON η θεατρική πρωτοβουλία του στέφεται με παταγώδη αποτυχία, ο ORG αναδιπλώνεται στον εαυτό του, σε μια χαρακτηριστική μοναξιά, που δεν έπαυε να τον συνοδεύει ως σταθερό συναίσθημα -αποτέλεσμα της αποστασιοποίησής του από τους κοινωνικούς ρυθμούς. Εχουμε έτσι την εισαγωγή ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου, με αντιφατική φύση και συμπεριφορά, που όμως δεν πολιτογραφήθηκε -ή τουλάχιστον επαρκώς- στην ελληνική λογοτεχνία, παρ' ότι, λόγω της καινοφάνειας αλλά και της αληθοφάνειάς του, πληρούσε τις προϋποθέσεις να μετατραπεί σε σύμβολο και να επιβιώσει λογοτεχνικά. Στο έργο κυριαρχεί το ιλαροτραγικό στοιχείο, η χιμαιρική αναζήτηση, η ποιητική θλίψη και η επιθυμία απόδρασης, που παραπέμπει σε ανάλογα έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, και ιδιαίτερα στον PERSON. Το ανοιχτό τέλος του διηγήματος μεταφορικά υπαινίσσεται τη συνέχιση της ύπαρξης του συγκεκριμένου χαρακτήρα, δηλαδή τη βιωσιμότητά του και στον εξωκειμενικό κόσμο, κάτι που σημαίνει ότι πληροί τις προϋποθέσεις ενός συμβόλου. Την αλληγορική σύνδεση του ουτοπικού ήρωα με το πρόσωπο και τη μοίρα του συγγραφέα του, δηλαδή την αυτοβιογραφική του υπόσταση, υπαινίχθηκε ήδη ο GPE. GPE. Ο Φιλύρας δημοσίευσε και μια σειρά από αυτοβιογραφικά κείμενα με παράδοξο περιεχόμενο λίγο πριν και επίσης κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού του στο GPE, τα οποία ξεφεύγουν από τα ρεαλιστικά όρια μιας κλασικής αυτοβιογράφησης. PERSON κείμενα αυτά κυριαρχεί η απόλυτη μετάθεση και μυθοποίηση του πραγματικού με άξονα μια υπερτροφική και ναρκισσευόμενη καλλιέργεια του εγώ, σε σημείο που να συγχέονται τα όρια μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας. Ο ιστός της αφήγησης διαπλέκεται γύρω από μια πρόσμιξη αληθών αυτοβιογραφικών δεδομένων και στοιχείων της ελληνικής και της δυτικής ιστορίας, πλεοναστικά κατανεμημένων σε σχέση με τα πρώτα. PERSON ονόματα διάσημων ιστορικών προσωπικοτήτων, τα οποία συμπλέκονται αυθαίρετα με την προσωπική και γενεαλογική ιστορία του αφηγητή, με τρόπο που προκαλεί έκπληξη. Οι αναφορές αυτές συνοδεύονται από μια εμμονή σε τίτλους ευγενείας και αξιώματα που πλαισιώνουν το πορτραίτο του «αυτοβιογραφούμενου» και το μυθοποιούν σε τέτοιο βαθμό ώστε τα ρεαλιστικά κίνητρα της αυτοβιογράφησης συστηματικά να υπονομεύονται την ίδια τη στιγμή που τίθενται. Ο Βάρναλης πολύ εύστοχα παρατήρησε ότι «η μεγαλύτερη δύναμη του λυρικού ξεσπάσματος [του PRODUCT] είναι αυτά τα απρόοπτα ταιριάσματα των πιο αταίριαστων στοιχείων». PERSON, η παρατήρηση αυτή ισχύει ιδιαίτερα για τα αυτοβιογραφικά κείμενα του ORG, όπου η λογική τάξη των πραγμάτων παραβιάζεται και αφήνει τη θέση της σ' ένα ξεχείλισμα αυθαίρετων και ασυνάρτητων ενώσεων. Ο συνδετικός κρίκος αυτών των συσχετισμών βρίσκεται σε μια πλήρως ελευθερωμένη και χειραφετημένη από κάθε περιορισμό φαντασία. Αν μάλιστα συγκρίνει κανείς το πεζό έργο του ORG, «Ο θεατρίνος της ζωής», με τα αυτοβιογραφικά αυτά κείμενα, διαβλέπει κοινά μοτίβα, όπως π.χ. την αυταρέσκεια και τον χιμαιρικό ερωτισμό, τα οποία φανερώνουν υπόγειους συνδέσμους, που εν τέλει πρέπει ν' αποδοθούν σε κοινούς ψυχολογικούς μηχανισμούς. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθεί ότι αυτού του είδους οι μηχανισμοί, τα συμπτώματα των οποίων παρουσιάζονται στην αυτοβιογραφική γραφή, μας προϊδεάζουν για τη μετέπειτα ψυχοπαθολογία του ποιητή. Η αναζήτηση του ιδανικού, έτσι όπως εκφράζεται μέσω της προβολής της μεγαλομανίας του αφηγητή στον χώρο της ιστορίας, καθώς και στη μορφή του απόλυτου έρωτα, συντελεί στη διαμόρφωση μιας ψευδούς ιδιωτικής κοσμοαντίληψης, μιας καθαρής ουτοπίας, όπου τον κύριο λόγο έχει η επιθυμία. Κι αυτό, επειδή τα δεδομένα του πραγματικού φαίνονται περιοριστικά και ανεπαρκή, προκειμένου να ξεδιψάσουν τη βαθύτατη ανάγκη του απόλυτου, που διακατέχει τον ποιητή. Είναι ευδιάκριτο ότι, λόγω των τολμηρών υπερβολών και αντιθέσεων που ενσωματώνουν τα αυτοβιογραφήματα αυτά, παρουσιάζουν έκδηλα σημάδια νεωτερικότητας. GPE από την αυτοπροβολή και τη μεγέθυνση, καλλιεργούν ένα ιδιάζον χιούμορ, όπου δύσκολα διακρίνεται η μυθομανία από την αυτοειρωνεία. Ολα αυτά τα στοιχεία, καθώς και εκείνο της συναισθηματικής αυτοβιογραφίας, συμπορεύονται με εκείνα που είχαν ήδη φανεί στις πρώτες συλλογές του ORG και ιδιαίτερα στην ωριμότερη από αυτές, τη ORG, όπου ο λυρισμός έχει έντονες μουσικές διακυμάνσεις, ενώ η συμβολική παράσταση, η ασύνδετη φράση, η τολμηρή εικονοποιία, τα φραστικά άλματα και οι νεόκοπες λέξεις φέρνουν στην επιφάνεια όψεις του ασυνείδητου. Η θέση, όμως, αυτών των κειμένων στην ιστορία της λογοτεχνίας μας, καθώς και η συσχέτιση μύθου και αυτοβιογραφίας στο έργο του ποιητή, είναι θέμα ενός νέου, ειδικότερου φιλολογικού σχολιασμού.","PERSON νύχτες στην Ακρόπολη αποτελούν ομολογουμένως το νόθο τέκνο μιας μακρόχρονης κύησης. PERSON, με την έννοια ότι δεν έγινε ποτέ αποδεκτό ως ισότιμο λογοτέχνημα του σεφερικού corpus από την κοινότητα των λογίων και από την κριτική. Μακρόχρονη η κύηση, εφόσον η πρώτη σύλληψη και γραφή έγινε όταν ο PERSON βρισκόταν στα CARDINAL του χρόνια και η οριστική σχεδόν CARDINAL χρόνια μετά (DATE). Η δημοσίευση του έργου καθυστέρησε επίσης πολύ: έγινε CARDINAL χρόνια μετά τη γραφή του 1954 και τρία χρόνια μετά τον θάνατο του ποιητή, με επιμέλεια του καθηγητή PERSON (ORG, DATE). Ωστόσο το ότι ο ποιητής δουλεύει και ξαναδουλεύει ένα κείμενο στο μεγαλύτερο μέρος της δημιουργικής ζωής του, και μάλιστα με πρωτοφανές πάθος (PERSON, NORP, DATE, σελ. CARDINAL-120 και CARDINAL)· το ότι επίσης ο ήρωας ORG, που πρωταγωνιστεί στο πεζογράφημα, εξελίσσεται σταδιακά (κατ' άλλους ήδη από το DATE, κατ' άλλους από το DATE) σε προσωπείο του ποιητή που διατρέχει εκ παραλλήλου ποίηση και ημερολόγια (PERSON, PERSON και Μαθιός Πασκάλης / Δύο προσωπεία του PERSON, περιοδικό «Ποίηση», αρ. CARDINAL, σελ. CARDINAL, σημ. CARDINAL) είναι γεγονότα που υπογραμμίζουν το διαρκές ενδιαφέρον του Σεφέρη για το μυθιστόρημά του. Η ιστορία: Ο άρτι αφιχθείς από την PERSON συναντιέται με μια παρέα αθηναίων φίλων που αποφασίζουν να επισκέπτονται την NORP επί έξι συνεχείς πανσελήνους. Η συνάντησή του με δύο γυναίκες είναι καταλυτική. Η ερωτική σχέση σκηνοθετείται ως δοκιμασία ψυχής: η πρώτη γυναίκα περισσότερο ως όραμα (ORG) και λιγότερο ως καθημερινότητα (PERSON), καθοδηγεί τις ερωτικές και διανοητικές ισορροπίες του ORG στα όρια ζωής και θανάτου· η δεύτερη (Λάλα), βαθμιαία «μεταστοιχείωση» της πρώτης, τον ελευθερώνει στην καλλιτεχνική δημιουργία. PERSON, ως μυθικός τόπος, πέρα από χρόνο και τόπο, ανάμεσα στο εκτυφλωτικό φως του μεσημεριού και στο αχνό της πανσελήνου, μεταμορφώνεται σε ονειρικό τόπο δοκιμασίας και κάθαρσης κατά το πρότυπο του δαντικού PERSON. Εφόσον, όπως ομολογεί ο ίδιος ο ποιητής (Δοκιμές Β´, NORP, DATE, σελ. CARDINAL), «γνώρισε» τον PERSON στα CARDINAL του χρόνια για πρώτη φορά, είναι φανερό ότι το νεανικό κείμενό του δουλεύτηκε με τη δαντική αλληγορία στην ωριμότερη επεξεργασία του DATE. Η δαντική ατμόσφαιρα διαποτίζει όλο το κείμενο ­ με τη γήινη, σωματική διάσταση που της αποδίδει ο Σεφέρης όταν αναλύει τη PERSON, μία δεκαετία μετά την ολοκλήρωση του μυθιστορήματός του, το DATE: «...με την κόλαση και τον παράδεισο που μας δόθηκε να ζήσουμε...» (ό.π. σελ. CARDINAL). Η αθηναϊκή πολιτεία της δεύτερης δεκαετίας του αιώνα παίρνει έτσι για τον ποιητή τη θέση της δαντικής PERSON του DATE· «... η Ακρόπολη αγκυροβολημένη· έτοιμη να σαλπάρει», γίνεται το νησιωτικό βουνό του Πουργατόριου· οι άνθρωποι κινούνται ανάερα, σαν νεκρές ψυχές, όποτε δεν είναι μνήμες, σκιές, φαντάσματα· όνειρα και λιποθυμίες επαναλαμβάνονται σύμφωνα με τον ίδιο μυητικό ρόλο που κατέχουν στη PERSON· η τοπογραφία ζωγραφίζεται επανειλημμένως με δαντικές αποχρώσεις· και ο λόγος, εκτός από τα δηλωμένα δαντικά δάνεια (PERSON, ό.π., σελ. CARDINAL-273), βρίθει μεταφορών στο πνεύμα και στο γράμμα του ιταλικού αρχετύπου. Η σκοτεινή ORG κάποτε γίνεται ο Βιργίλιος του ποιητή, κάποτε αποκτά το φως της LOC, και όταν εξαφανίζεται, καθώς επίσης ο Βιργίλιος στο Καθαρτήριο, αφήνει τη θέση της σε μια ατθίδα Βεατρίκη, τη φωτεινή Λάλα. Το στοίχημα είναι προφανές: μέσα στο σκοτάδι της πνευματικής σύγχυσης που ακολουθεί τη μικρασιατική καταστροφή, ο ποιητής θα βάλει τις αδελφές ψυχές να κοιταχτούν «όπως συνηθίζουμε το βράδυ να κοιταζόμαστε στο νέο φεγγάρι» (Κόλαση, ORG, CARDINAL). PERSON οι PERSON με πανσέληνο, στην ημερολογιακή τους ανακύκλωση, αποτελούν μια αχνή υπόμνηση της θωμιστικής γεωμετρίας του GPE. GPE δηλαδή ως ανωφερής κλίμακα δοκιμασίας του ποιητή (και μαζί τού αναγνώστη): «αυθεντικοί ήρωες μπορούν να υπάρξουν» μέσα από τον ίδιο τον δημιουργικό εαυτό μας, με την προϋπόθεση ότι αυτός τολμά να αντικρίσει την πραγματικότητα στα μάτια των συνανθρώπων του, όσο «κολασμένοι» και αν είναι (ή του φαίνονται) οι τελευταίοι ­ και αυτή βεβαίως είναι μια πέρα για πέρα δαντική θεώρηση του κόσμου. Στο καθ' όλα γήινο Καθαρτήριο του Εξι νύχτες στην Ακρόπολη τη Βασιλεία των Ουρανών κερδίζει εν τέλει ο δημιουργός εκείνος που «μεταχειρίζεται τους μάταιους ίσκιους σαν πράγμα στερεό» (Καθαρτήριο, PERSON, CARDINAL). Ο Στράτης εγγράφεται έτσι στη χορεία των ηρώων / προσωπείων του τύπου του WORK_OF_ART (ORG), του PERSON (WORK_OF_ART), του PERSON (PERSON), ή των ORG, PERSON. (PERSON), που η καταγραφή της προοδευτικής καλλιτεχνικής τους PERSON συνιστά αντίστοιχη μυητική διαδικασία για τον αναγνώστη. Ο Στράτης, το ίδιο όπως το ποιητικό του alter ego στο PERSON (DATE), είναι ένας πρόσφυγας στον τόπο του ο οποίος «πρέπει να ρωτήσει τους νεκρούς για να μπορέσει να προχωρήσει παρακάτω». Ο Νάσος Βαγενάς δικαιολόγησε, λίγα χρόνια μετά την έκδοση του σεφερικού μυθιστορήματος (Ο ποιητής και ο χορευτής, Κέδρος, DATE, σελ. CARDINAL), την πανθομολογούμενη τότε αποτυχία του σεφερικού πεζογραφήματος με το γεγονός ότι «η αφήγηση παραμένει στο επίπεδο της ημερολογιακής εξομολόγησης χωρίς να κατορθώνει να γίνει μυθιστορηματική». Ο ίδιος αργότερα συνέδεσε αυτό το επιχείρημα με την εγγενή, κατά την άποψή του, αδυναμία του ημερολογίου να συγκροτήσει αμιγή λογοτεχνία (PERSON ως μυθιστόρημα, περιοδικό «Διαβάζω», CARDINAL, 23.4.1986, τώρα στο Η ειρωνική γλώσσα, Στιγμή 1994, σελ. CARDINAL-229). Η βαλερική επίδραση κατά τον τρόπο του ORG Τεστ και κατά τον τρόπο των ηρώων του ORG και του WORK_OF_ART που αναφέραμε είναι βεβαίως σαφής. Το βιβλίο φέρει άλλωστε προκλητικά τα σημάδια της ημερολογιακής πηγής του: ο καθ' όλα επιμελής PERSON δεν έκανε απολύτως τίποτε για να τα κρύψει... (εν αντιθέσει π.χ. με τον PRODUCT που κατέστρεφε μεθοδικά σελίδες του προσωπικού του ημερολογίου καθώς τις ενσωμάτωνε στο ημερολόγιο του ήρωά του). Νεότεροι μελετητές όπως η PERSON (PERSON στην PERSON, «Καθημερινή», ORG στον PERSON, CARDINAL, αλλά και στο Greek Modernism and ORG, ORGamp; ORG, DATE, σελ. CARDINAL-176) και η Αλεξάνδρα Σαμουήλ (Ο βυθός του καθρέφτη, PERSON, DATE, σελ. CARDINAL), κρίνουν το πεζογράφημα ως «φιλόδοξο πειραματισμό» ενώ εκ παραλλήλου επανεξετάζουν κάποιες μοντερνιστικές τεχνικές και επιρροές του από την ευρωπαϊκή λογοτεχνία (εσωτερικός μονόλογος, «ανανέωση» της συμβολιστικής παράδοσης, mise en abyme PERSON.)· αλλά οι επισημάνσεις τους δεν επηρεάζουν θετικότερα την αρνητική πρόσληψη του μυθιστορήματος ­ άλλωστε δεν έχουν αυτή την πρόθεση. Το βιβλίο ωστόσο έχει σαφή πλοκή με αρχή, μέση, τέλος, κάποια πρόσωπα, έναν πολύ συγκεκριμένο δραματικό χρόνο, και οπωσδήποτε τεχνικές μυθοπλασίας ­ με κεντρική την αναφερθείσα δαντική αλληγορία (για την οποία ακόμη μένει να γίνει συστηματική έρευνα) ­ που το καθιστούν ενδιαφέρον. Βεβαίως δεν πρόκειται για συμβατικό μυθιστόρημα. Το πρώτο πρόσωπο διαδέχεται το τρίτο, την αφήγηση η ημερολογιακή εγγραφή, ενώ η ποιητικότητα της γραφής είναι έντονη. PERSON πρόσωπα επίσης είναι περισσότερο δαντικές σκιές ιδεών παρά ολοκληρωμένοι χαρακτήρες, αντιπροσωπεύουν άλλοτε μια ατμόσφαιρα εποχής, π.χ. των διανοουμένων που πλήττουν, άλλοτε απλώς σκιαγραφούν τύπους της επίγειας GPE, όπως π.χ. ο «ερμαφρόδιτος» Λογκομάνος (Καθαρτήριο, XXVI, CARDINAL-82). Αυτή ακριβώς υπήρξε όμως η έμπνευση, η πρόθεση και το θέμα ενός έργου που θέλει να διαβαστεί ως ερωτική ιστορία ­ αλλά με τη δαντική έννοια του όρου. PERSON per verba· ο περίφημος νεολογισμός του PERSON εμπρός στη PERSON (NORP, Ι, DATE) για τη μεταστοιχείωση του ανθρώπου σε κάτι που τον υπερβαίνει, για την αδυναμία μετάδοσης αυτής της εμπειρίας με τον λόγο, καθορίζει υπογείως και την ερωτική / μυητική / ποιητική υπόσταση του μυθιστορήματος. Φυσικά όλα αυτά τηρουμένων των αναλογιών. Ο PERSON μεταχειρίζεται το δαντικό κείμενο όπως ακριβώς ο PERSON το ομηρικό στο ORG. Η περίφημη διατύπωση της «μυθικής παραλληλίας» του PERSON, την οποία ήδη από το DATE ο PERSON υιοθετεί στο δοκίμιό του WORK_OF_ART, PERSON· παράλληλοι», διαγράφει με σαφήνεια τα όρια οποιασδήποτε σύγκρισης ανάμεσα στα δύο κείμενα ενώ ταυτοχρόνως υποδεικνύει μια διαφορετική ανάγνωση του σεφερικού μυθιστορήματος.",False "Llevado por el entusiasmo de su celo vocacional, el sacerdote debía contenerse para no entrar en abierta desobediencia con las instrucciones de sus superiores eclesiásticos, sacudidos por vientos de modernismo, que se oponían al cilicio y a la flagelación. Él era partidario de vencer las debilidades del alma con una buena azotaina de la carne. Era famoso por su oratoria desenfrenada. Lo seguían sus fieles de parroquia en parroquia, sudaban oyéndolo describir los tormentos de los pecadores en el infierno, las carnes desgarradas por ingeniosas máquinas de tortura, los fuegos eternos, los garfios que traspasaban los miembros viriles, los asquerosos reptiles que se introducían por los orificios femeninos y otros múltiples suplicios que incorporaba en cada sermón para sembrar el terror de Dios . El mismo ORG era descrito hasta en sus más íntimas anomalías con el acento PERSON del sacerdote, cuya misión en este mundo era sacudir las conciencias de los indolentes criollos. Severo del Valle era ateo y masón, pero tenía ambiciones políticas y no podía darse el lujo de faltar a la misa más concurrida cada domingo y fiesta de guardar, para que todos pudieran verlo. Su esposa PERSON prefería entenderse con Dios sin intermediarios, tenía profunda desconfianza de las sotanas y se aburría con las descripciones del cielo, el purgatorio y el infierno, pero acompañaba a su marido en sus ambiciones parlamentarias, en la esperanza de que si él ocupaba un puesto en el ORG , ella podría obtener el voto femenino, por el cual luchaba desde hacía diez años, sin que sus numerosos embarazos lograran desanimarla. Ese jueves Santo el padre ORG había llevado a los oyentes PERSON su resistencia con sus visiones apocalípticas y PERSON empezó a sentir mareos. Se preguntó si no estaría nuevamente encinta. A pesar de los lavados con vinagre y las esponjas con hielo, había dado a luz quince hijos, de los cuales todavía quedaban once vivos, y tenía razones para suponer que ya estaba acomodándose en la madurez, pues su hija PERSON , la menor, tenía diez años. GPE que por fin había cedido el ímpetu de su asombrosa fertilidad. Procuró atribuir su malestar al momento del sermón del padre Restrepo cuando la apuntó para referirse a los fariseos que pretendían legalizar a los bastardos y al matrimonio civil, desarticulando a la familia, la patria, la propiedad y la Iglesia , dando a las mujeres la misma posición que a los hombres, en abierto desafío a la ley de Dios , que en ese aspecto era muy precisa. PERSON y PERSON ocupaban, con sus hijos, toda la tercera hilera de bancos. PERSON estaba sentada PERSON su madre y ésta le apretaba la mano con impaciencia cuando el discurso del sacerdote se extendía demasiado en los pecados de la carne, porque sabía que eso inducía a la pequeña a visualizar aberraciones que iban más allá PERSON realidad, como era evidente por las preguntas que hacía y que nadie sabía contestar. PERSON era muy precoz y tenía la desbordante imaginación que heredaron todas las mujeres de su familia por vía materna. La temperatura de la iglesia había aumentado y el olor penetrante de los cirios, el incienso y la multitud apiñada, contribuían a la fatiga PERSON . Deseaba que la ceremonia terminara de una vez, para regresar a su fresca casa, a sentarse en el corredor de los helechos y saborear la jarra de horchata que la Nana preparaba los días de fiesta. Miró a sus hijos, los menores estaban cansados,rígidos en su ropa de domingo, y los mayores comenzaban a distraerse. Posó la vista en PERSON , la mayor de sus hijas vivas, y, como siempre, se sorprendió. ","...- Lo importante es que te vayas a gusto ¿Te vas a gusto? - Es que no sé. ¿Conoces El hombre que perdió su sombra? - Sí. - Pues así estoy, como el personaje PERSON. Mi sombra está en la infancia, en unos árboles que se movían mientras cantaba mi madre. Es una historia de las que no tienen arreglo, por mucho que se lo busques. Andar sin sombra da vértigo. PERSON había hecho un ovillo debajo de la manta y hablaba muy bajito, como para ella misma. - Pero el vértigo sólo dura algunos ratos, mujer. Se cura durmiendo. No pienses en nada, anda, no te desveles más ¿PERSON que te recite un poema? Asintió con los ojos cerrados. Su respiración era ahora más regular y acompasada, como la de un niño a punto de dormirse. Me concentré, procurando hacer memoria. Me lo había recitado PERSON, aquella tarde delante de la iglesia de San Zeno. Venía en un libro que compré luego y que también se perdió. Aunque no del todo sus palabras. Es un PERSON. PERSON empecé a recitar despacito, en aquel cuarto revuelto y mal iluminado a modo de nana para el recuerdo. Y no sabía a quien se lo estaba dedicando, PERSON a mi mismo, como siempre. Me desdoblaba en dos perfiles enfrentados que trataban de inflar el globo de la noche, de ponerle un remiendo más. Cuando el viaje emprendas hacia Itaca haz votos porque sea larga la jornada Llegar allí es tu vocación. No debes, sin embargo, forzar la travesía. Hice una pausa, sospechando que me había saltado alguna estrofa. No me acordaba de más. Mónica emitió un gemido de placer. - ¿Ya no tienes ganas de llorar? Negó con la cabeza.PERSON adormilada - ¿Y tú? - preguntó después de un rato, sin abrir los ojos, con una voz confusa que casi no se le entendía. - ¿Yo? No,. mujer. Los ángeles de las despedidas nunca lloran. Ni duermen. Me voy a quedar ahí afuera, cosiendo con tus sueños viejos una silueta de sombra para que te acompañe en tu viaje a Itaca. Te la coseré a los pies. Y así el cuento acabará bien. Un remiendo que tal vez dure poco, porque nada en este mundo dura mucho, pero también se puede disfrutar de lo efímero, ¿no te parece? ",False "A regular feature in the ORG magazine is PRODUCT, a DATE puzzle entry which readers are invited to solve. In DATE issue [1] the following puzzle was published. ORDINAL, draw a chessboard. Now number the horizontal rows CARDINAL, CARDINAL, ..., CARDINAL, from top to bottom and number the vertical columns CARDINAL, 2, ..., CARDINAL, from left to right.You have to put a whole number in each of the sixty-four squares, subject to the following: CARDINAL. No CARDINAL rows are exactly the same. 2. Each row is equal to CARDINAL of the columns, but not to the column with the same number as the row. CARDINAL. If ORG is the largest number you write on the chessboard then you must also write CARDINAL, 2, ...,N −1 on the chessboard. The sum of the CARDINAL numbers you write on the chessboard is called your total. What is the largest total you can obtain? We are going to solve this puzzle here using NORP. The solution to be described will illustrate CARDINAL techniques: unification and generate-and-test. Unification is a built-in pattern matching mechanism in NORP which has been used in [CARDINAL]; for example, the difference list technique essentially depended on it. For our approach here, unification will again be crucial in that the proposed method of solution hinges on the availability of built-in unification. It will be used as a kind of concise symbolic pattern generating facility without which the current approach wouldn’t be viable. Generate-and-test is easily implemented in GPE. ORG backtracking mechanism is used to generate candidate solutions to the problem which then are tested to see whether certain of the problem-specific constraints are satisfied. PERSON. CARDINAL shows a board arrangement with all required constraints satisfied. It is seen that the ORDINAL requirement is satisfied since the rows are all distinct. The ORDINAL condition is also seen to hold whereby rows and columns are interrelated in the following fashion: We use the permutation to denote the corresponding column–to–row transformation. The board also satisfies the latter part of the ORDINAL condition since no row is mapped to a column in the same position. In terms of permutations, this requirement implies that no entry remains fixed; these are those permutations which in our context are permissible. CARDINAL The ORDINAL condition is obviously also satisfied with N = CARDINAL. The board’s total is CARDINAL, not the maximum, which, as we shall see later, is CARDINAL. The solution scheme described below in i–v is based on ORDINAL generating all feasible solutions (an example of which was seen in Sect. CARDINAL) and then choosing a one with the maximum total. i. Take an admissible permutation, such as π in (CARDINAL). ii. Find an CARDINAL ×8 matrix with symbolic entries whose rows and columns are interrelated by the permutation in i. As an example, let us consider for the permutation π CARDINAL such matrices, PRODUCT PERSON, with M1 and PERSON both satisfy conditions CARDINAL and CARDINAL. We also observe that the pattern of CARDINAL may be obtained from that of M1 by specialization (by matching the variables X1 and X6). Thus, any total achievable for M2 is also achievable for FAC. For any given permissible permutation, we can therefore concentrate on the most general pattern of variables, M. (We term a pattern of variables most general if it cannot be obtained by specialization from a more general one.) All this is reminiscent of ‘unification’ and the ‘most general unifier’, and we will indeed be using ORG unification mechanism in this step. iii. Verify condition CARDINAL for the symbolic matrix M. 3 Once this test is passed, we are sure that also the latter part of condition CARDINAL is satisfied. CARDINAL iv. We now evaluate the pattern M. If N symbols have been used in M, assign the values CARDINAL, ...,N to them in reverse order by ORDINAL assigning N to the most frequently occurring symbol, N − 1 to the ORDINAL most frequently occurring symbol etc. The total thus achieved will be a maximum for the given pattern M. v. The problem is finally solved by generating and evaluating all patterns according to i–iv and selecting a one with the maximum total. The original formulation from ORG uses a chessboard but the problem can be equally set with a square board of any size. In our implementation, we shall allow for any board size since this will allow the limitations of the method employed to be explored. We write matrices in NORP as lists of their rows which themselves are lists. Permutations will be represented by the list of the bottom entries of their CARDINAL-line representation; thus, [CARDINAL, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, DATE, CARDINAL] stands for π in (CARDINAL). ORDINAL, we want to generate all permutations of a list. Let us assume that we want to do this by the predicate permute(+List,-Perm) and let us see how List = [CARDINAL, 2, DATE, CARDINAL] might be permuted. A permuted list, Perm = [CARDINAL, DATE, CARDINAL, CARDINAL] say, may be obtained by • Removing from List the entry E = CARDINAL, leaving the reduced list R = [CARDINAL, 2, CARDINAL] • Permuting the reduced list R to get P = [CARDINAL, CARDINAL, CARDINAL] • Assembling the permuted list as [E|P] = [3, DATE, CARDINAL, CARDINAL] . Lists with a single entry are left unchanged. This gives rise to the definition with the predicate remove one(+List,?Entry,?Reduced) defined by (Here we remove either the head or an entry from the tail.) For a permutation to be admissible, all entries must have changed position. We implement this by To generate a list of N unbound variables, GPE, we use var list(+N,-L) which is defined in terms of length(-L,+N) By Matrices with distinct symbolic entries may now be produced by mapping; for example, a CARDINAL ORG matrix is obtained by It is now that NORP shows its true strength: we use unification to generate symbolic square matrices with certain patterns.5 For example, we may produce a CARDINAL × CARDINAL symmetric matrix thus","Conciseness and accessibility of source code through declarative reading are ORG major strengths. It is therefore relatively easy to appreciate the workings of someone else’s implementation, while it is much harder independently to arrive at one’s own solution to the same problem. In this chapter, we illustrate a practical methodology which is intended to overcome this discrepancy: it is a software development style that is interactive, incremental, exploratory and allows NORP code to be arrived at in a relatively effortless manner. The task is to write a NORP predicate rhyme/0 which displays on the screen the well-known nursery rhyme This is the ORG that PERSON ([CARDINAL]): In our implementation of rhyme/0 we want to exploit the rhyme’s repetitive structure and the fact that all essential information is contained in its last verse. We record the last verse in the database by verse/1 as shown in (P-4.1). The rhyme is seen roughly to match the simplified pattern shown in PERSON. CARDINAL. Knowing the rhyme’s last verse and the above structure will allow (up to some finer detail) the rhyme to be fully reconstructed. With a view to a simplified preliminary NORP implementation, we therefore define the following NORP fact in the database The ORDINAL task is now to define a predicate rhyme prel/2 which should enable us to obtain the skeleton rhyme’s structure in the following manner. Taking this as an informal specification of rhyme prel/2 , we want to arrive at its definition by a series of interactive experiments. What could be the least ambitious ORDINAL step in implementing rhyme prel/2 ? We may for example create a list whose only entry is the last entry of the above list-of-lists. (This will correspond to reproducing the last verse.) This we do by Still interactively, a list comprising the last CARDINAL entries of the target list-of-lists may be generated by Here we unify T1 with the tail of V and position it in front of V to form the new list (of lists). How do we now generate the next larger list (comprising the last CARDINAL entries of the target list-of-lists)? We proceed as before except that we assemble R from the entries T2 , CARDINAL and V (in that order!) where ORG is unified with the tail of CARDINAL . Since our aim is to identify a recursive pattern in the above interactive session, we recast the inputs slightly by observing that [a1, • • • , an−1, an] and [a1|[a2|[a3| • • • |[an−1|[an]] • • • ]] are equivalent representations of the same list. Let’s have a look at the last CARDINAL queries again. The annotated lists suggest the following pseudocode (using ORG list-notation) for CARDINAL single recursive step. Notice that by equations (CARDINAL) and (CARDINAL) we may replace the latter by The base case for the recursion is given by A straightforward implementation of the recursive step is by the (auxiliary) predicate rhyme aux/3 in (P-4.2). In the ORDINAL argument of rhyme aux/3 the most recent version of the rhyme is accumulated; its ORDINAL argument is a counter which is decremented from an initial value until it reaches unity at which point the ORDINAL argument is instantiated to the ORDINAL. It is noteworthy in the definition of rhyme aux/3 that, as a consequence of using the accumulator technique, reference to the more complex case in the recursive step is found in the rule’s body. (In this sense, as opposed to the familiar situation from imperative programming, progression is from right to left.) We find out by an experiment what the counter should be initialized to. It is seen that the ORDINAL argument of rhyme aux/3 (the counter) will have to be initialized to the length of (what stands for) the last verse. This gives rise to the following ORDINAL version of the predicate rhyme prel/2 which then behaves as specified on p. CARDINAL. Even though the solution thus obtained is perfectly acceptable, there is scope for improvement. Counters are commonly used in imperative programming for verifying a stopping criterion. The corresponding task in declarative programming is best achieved by pattern matching. There is indeed no need for a counter here since the information for when not to apply the recursive step (any more) can be gleaned from the pattern of the ORDINAL argument of rhyme aux/3 : For the recursion to stop, the head of the list-of-lists (in the ORDINAL argument) should itself be a list with exactly CARDINAL entry. (The complete rhyme will have been arrived at when the ORDINAL verse comprises a single line!) This idea gives rise in (P-4.3) to a new, improved (and more concise) version of the auxiliary predicate, now called rhyme aux/3 . rhyme aux CARDINAL behaves as intended: The definition of a ORDINAL, improved version of the preliminary rhyme predicate now simplifies to To complete the ‘skeleton version’ of the rhyme, we display the above by with the predicate show rhyme/1 defined by There is still scope for further improvement leading to an even more concise version of the auxiliary predicate. We may replace in the definition of rhyme aux CARDINAL all occurrences of ORG by [H|T], say, accounting for the fact that Head Old will be unified with a list. But then, by virtue of the ORDINAL goal in the body of this rule we may replace all occurrences of Head by T. Subsequently, the ORDINAL goal may be dropped. Overall, we obtain in (P-4.4) a ORDINAL, even more concise version of the auxiliary predicate. There is hardly any room for improvement left save perhaps a minor simplification of the ORDINAL clause. We derive an alternative boundary case by ORDINAL completing the interactive session from p. CARDINAL and then carrying out CARDINAL more step: The ORDINAL query suggests that we are finished if the (partially) completed skeleton rhyme’s head is a singleelement list; this condition gave rise to the earlier boundary case. On the other hand, in the ORDINAL query the variable R is unified with a list whose head is empty and whose tail is the full skeleton rhyme. This suggests the following alternative first clause for rhyme aux CARDINAL , ",True "PERSON ético es lo político 27 de mayo de 2011 PERSON visible y lo invisible ha sido el trayecto incierto que los discursos de la representación cruzan sin cesar. Pensar que las apariencias nos engañan, como nuestra filosofía y literatura lo hicieron hasta el GPE, era señalar lo equívoco de la evidencia, de aquello que se ve. No obstante, parece que el GPE cristiano haya privilegiado entre todos los sentidos el ver, y no el tocar, el ver y no el sentir, la evidencia, en las ciencias positivas, y no la vana especulación. Hoy más que nunca vivimos atrapados en la representación de lo evidente. Los espacios de la representación se han multiplicado: periódicos, televisión, facebook, twitter, iphone, ipad – las imágenes y el mundo virtual se multiplican y atomizan nuestra visión fenomenológica, esto a la misma vez que la impresión de poseer una verdad dada y segura a través de la imagen se incrementa en el sujeto. ¿PERSON cómo esta multiplicación de la verdad en vez de tornarnos más sospechosos de los sentidos muy por el contrario nos fascina de tal suerte que tal pareciera que la tecnología hubiera tomado el lugar de la teología? ¿Quizá porque perversamente queramos desde siempre entrar en los secretos PERSON, ahí donde la sexualidad y lo prohibido se esconden? Lo político se juega entre lo visible y lo invisible, es lo que el feminismo en el siglo veinte comenzó a inscribir. No nos bastó con ser “ciudadanos” sino que la igualdad no ha sido realizable sin las diferencias de sexo y de raza. Construir un nosotros necesario a la idea de comunidad política ha caído en lo aparente, en aquellas diferencias que podemos constatar. Pero, tal vez no haya un espacio más equívoco y complejo en cuanto a evidencia se refiere que el de las diferencias sexuales. PERSON que el hecho de que una mujer ocupe un puesto no necesariamente redunda en mejores políticas feministas. No basta, por tanto, con ocupar el lugar discursivo que la cultura asigna a la mujer para que ello en sí mismo constituya un cuestionamiento de la discriminación. Cierto, tú eres lo que yo veo, y de ahí que se espere una política en consonancia con ello. Género es no obstante la categoría, el concepto que ha intentado desjugar las operaciones discursivas que la cultura patriarcal ha puesto en práctica para naturalizar las supuestas inferioridades del sujeto sexuado. Lo político a partir de finales del siglo veinte no se piensa sin «géneros». ¿PERSON, qué posición asumir ante los escándalos que atañen a la sexualidad de los políticos que nos abacoran por todas partes? Cotidianamente nos enteramos que un tal legislador es un agresor, otro un hostigador. La sexualidad parece ser el terreno donde se dirimen gran parte de lo que nuestro mundo toma en consideración para evaluar a los hombres políticos. ¿Cómo abordar este asunto sin por lo tanto suscribir al moralismo? Si bien durante tres siglos se separó de forma tajante la esfera de lo público y lo privado, separación que determinó lo político y el derecho, en la actualidad la política parece depender más de la ética que de la estricta administración del erario público. No me refiero a lo que las derechas convocan con las palabras de «valores». No me refiero a la moral ni a su perversión «el moralismo» y sus condenas de los supuestos desvíos de la sexualidad que siempre debe ser heterosexual, heteronormativa, y por supuesto rima con familia. Me refiero a la ética, a un imperativo que de cierta manera me responsabiliza por el otro. La política tiene que ser ética antes de ser tan solo puramente administrativa o puramente económica. Por eso un análisis político responsable no debe comenzar nunca con una discusión sobre el presupuesto. Primero tienen que haber ideas de mundos deseados antes que se indague en las condiciones prácticas de posibilidad. Pero volviendo al terreno de la sexualidad, es decir, al terreno que determina en gran parte las transformaciones de nuestras sociedades contemporáneas, no basta con seguir observando la oposición público/privado y que supone que mientras un individuo haga bien su trabajo, el ámbito de su hacer personal no tiene nada que ver con lo político. PERSON que el feminismo de los años setenta inscribió la necesidad de pensar que lo político se afirmaba desde la esfera de lo personal. Esta semana la escena política francesa se ha visto sacudida por un escándalo sexual. Dominique PERSON, patrón del Fondo Monetario Internacional hasta ayer y presentido como el próximo candidato a presidente por el ORG francés, se encuentra acusado por las autoridades americanas de haber violado a una empleada del hotel ORG 32 años y de origen africano. PERSON en una tragedia shakespeariana el casi rey deja caer la doble corona estrepitosamente! O como en una comedia burguesa del tipo FAC de Fígaro, el conde Almaviva quiere ejercer su derecho de pernada sobre la sirvienta de la condesa: Susana. El escenario está demasiado cargado, el malestar de los medios de comunicación y el de los socialistas, para muchos de los cuales era el único candidato que podía derrotar al actual presidente PERSON, PERSON. La opinión pública recurre a la teoría del complot político. Tal parece, como lo recogen algunos de los artículos de opinión en el cotidiano ORG, que reine una confusión en la opinión pública entre ser un rapeador, un libertino, un tipo que “le gustan las mujeres” y por otro lado ser un hostigador y un violador. Ha habido incluso quien casi pasa por alto, o por debajo, la palabra de una mujer negra, empleada que ha sido supuestamente violada y que se conmueve de ver a su amigo encadenado y conducido a la prisión de LOC puesto que no «ha habido muerte de hombre». ¿Hubo violación pero no muerte, como si una violación no fuera grave? Eso dijo el gran ex ministro PERSON cultura de la época de la presidencia de François Mitterand, PERSON. ","La bancarrota del discurso político 23 de octubre de DATE Los discursos y acercamientos políticos ante la llamada Crisis se mueven en dos direcciones, que no son nuevas, y que parecen construirse y verse a sí mismas como opuestos. GPE derechas siguen viendo el mal en la función pública y en el estado benefactor, y recurren a la supresión de derechos adquiridos por las clases trabajadoras hace casi un siglo. Por su parte, las izquierdas, o mejor decir, los movimientos socio-democráticos, reclaman o tratan de implantar políticas que respondan al reclamo de más trabajo, de más sustento para la gente que ha vivido durante el periodo del boom económico de la mundialización en los márgenes de un bienestar aceptable pero no óptimo, y PERSON presente francamente fragilizado. PERSON gente que no tiene trabajo quiere trabajar pero el llamado sector privado no provee suficientes oportunidades de empleo para esa gente. Tampoco el sector privado está compuesto por empresas que se distingan por ser almas caritativas que hagan donaciones a los estados para subsidiar los servicios de salud y de educación. Aparentemente ni la derecha ni la izquierda han producido la llamada crisis económica, y la sufren por igual a la hora de preparar sus programas de reelección. GPE crisis ha generado una gran desigualdad social, que pese a lo que se quiera decir, es más culpable la globalización del capital que con su nube de bonanza inflada nos arropó durante casi dos décadas, y fue el pasaporte para la desregulación de las economías.  GPE gobiernos contribuyeron a esa desregulación que permitió la circulación del capital pero no la de las personas. Esto último produciendo, ya sea en las fronteras PERSON, Francia o Inglaterra, nuevas versiones de campos de concentración donde se han amontonado refugiados de diversas procedencias en espera de permisos o de viajes de expulsión. El nuevo rostro del mundo da grima porque la desigualdad es la orden del día. ¿Quiénes se beneficiaron de la bonanza de la mundialización que creció en tiempos de guerra – su telón de fondo fueron las guerras bushetistas – y de sus discursos sobre el mal con todos sus ejes? No cabe duda que quien más gozó durante todo ese periodo fue el sector económico privado, los bancos, las bolsas de valores con la venia de los gobiernos del primer mundo. Y, como recordarán algunos, tuvimos que venir a salvar los bancos, no hace tanto, el día que el mundo se enteró que los respetables banqueros unidos, desde los suizos pasando por los franceses hasta los americanos – especulaban, hacían transacciones virtuales que les procuraron ganancias cuyo destino no fue nunca el bien común. Esto no incomodó a tanta gente. Digo esto pensando en lo que se escucha en estos días con frecuencia a la hora de las protestas, paros y manifestaciones: que molestan a los demás…., que perturban el orden: que uno puede protestar pero que hay que preservar el derecho de los demás a llevar a cabo su día sin mayores inconvenientes. Me parecen deseos muy loables. Pero, no se pueden hacer protestas sin provocar cierto desorden, y un día de paro, manifestación o protesta no es un día normal. Todavía no conozco ninguna transformación histórica sustancial que no haya supuesto una cierta cuota de “desorden”. Desde la GPE francesa pasando por la conquista de los derechos de los negros americanos hasta la de los negros en PERSON, por no hablar de las luchas feministas, no ha habido transformación social que haya redundado en más democracia que no haya supuesto “desorden” y malestar donde se tiene que sentir, en la cultura, como diría Freud. Desconfío por tanto de todos aquellos que defienden el derecho a la huelga o a la protesta pero que a la vez quieren tener un día sin molestias. Por ahí se dice que la crisis es creada. Cierto. La crisis no nace, no es natural, la provocamos nosotros los seres humanos. Algo así como el calentamiento global, que no es el hecho simple de los ciclos naturales. No obstante, de ello no se debe inferir que no es real. Está ahí, sus efectos dolorosos, las amenazas de un mundo colapsado y sin porvenir las sentimos verdaderamente. Quizá no es tanto el hecho de tener que participar de iniciativas para resolver las crisis fiscales del sector público lo que incomoda a ciudadanos franceses, españoles, argentinos, puertorriqueños, sino que la crisis se la deben a sus gobernantes. No. Quizá lo que siempre indigna es el abordaje. La falta de diálogo, que es una característica de los políticos de derecha de la última generación, es un nuevo género, una nueva especie – sin oídos, sin destrezas comunicativas pero con un cierto deje en su body language por los puños, por el empleo PERSON. Como si fuerza y autoridad fueran una misma cosa. Sin pensar que la autoridad que se vale PERSON demuestra una desconfianza de lo que debe precisamente caracterizar un espacio democrático: la palabra, la comunicación con todas sus imposibilidades. La fuerza es autoritaria, por lo tanto, algo diferente a la autoridad, a la magnanimidad que debería ser un atuendo del soberano en política. Ya sea en Francia, en PERSON o en GPE asistimos al tranque, es decir, gobiernos intransigentes frente a sectores que hacen reclamos. Que deberían ser escuchados. No así en ORG. GPE, que destina su carta a la Europa de principios del siglo GPE, enuncia una verdad algo trillada y evidente, a saber, que las civilizaciones mueren; todas sin excepción, conocen su ocaso. Recordatorio del cual, traído a nuestro contexto global convulso, se pueden establecer paralelos. Pensemos en las manifestaciones de protesta persistentes en diferentes partes del planeta a la vez que asistimos a la escena de la llamada sociedad del espectáculo en la que se CARDINAL nuestros políticos para ver sus balbuceos, sus promesas o sus amenazas de vuelta al orden por medio PERSON con la permanente sensación de no poder creerles nada de lo que dicen. PERSON pues en el ocaso de un mundo. PERSON, esta constatación histórica PERSON, justamente porque es histórica, no tiene el carácter apocalíptico que podría reclamar alguno. No es que el mundo se está acabando, como rezan por ahí los fundamentalistas. No. El mundo se transforma, las sociedades se organizan de formas diferentes y sus expresiones culturales inventan nuevas maneras de apropiarse la experiencia subjetiva. Podemos pensar que la Crisis supone pues un periodo de transición y de transformación en el que ya no nos reconocemos, por lo tanto no es sólo una crisis económica. Este segundo punto del texto de GPE es el que merece ser subrayado: toda crisis es en gran medida una crisis de las ideas. Quizá nuestro mundo está cansado de pensar. ",True "While there is a study guide (available from ORG) that focuses largely on objects and their characteristics, it will be instructive to the learner (of the PERSON programming language) to understand how the concept of an object is applied to their construction and use in PERSON applications. Therefore, LAWOne (of this guide) introduces the concept of an object from a language-independent point of view and examines the essential concepts associated with object-oriented programming (OOP) by briefly comparing how OOP and GPE approach the representation of data and information in an application. The chapter goes on to explain classes, objects and messages and concludes with an explanation of how a class is described with a special diagram known as a class diagram. Despite the wide use of OOP languages such as PERSON, NORP and C#, non-OOP languages continue to be used in specific domains such as for some categories of embedded applications. In a conventional, procedural language such as C, data is sent to a procedure for processing; this paradigm of information processing is illustrated in Figure CARDINAL below. The figure shows that the number CARDINAL is passed to the function (ORG) which is ‘programmed’ to calculate the result and output it (to the user of the procedure). In general, we can think of each procedure in an application as ready and waiting for data items to be sent to them so that they can do whatever they are programmed to do on behalf of the user of the application. Thus an application written in C will typically comprise a number of procedures along with ways and means to pass data items to them. The way in which OOP languages process data, on the other hand, can be thought of as the inverse of the procedural paradigm. Consider Figure CARDINAL below. In the figure, the data item – the number CARDINAL – is represented by the box (with the label ‘4’ on its front face). This representation of the number 4 can be referred to as the object of the number CARDINAL. This simple object doesn’t merely represent the number CARDINAL, it includes a button labeled sqrt which, when pressed, produces the result that emerges from the slot labeled return. Whilst it is obvious that the object-oriented example is expected to produce the same result as that for the procedural example, it is apparent that the way in which the result is produced is entirely different when the object-oriented paradigm considered. In short, the latter approach to producing the result 2 can be expressed as follows. A message is sent to the object to tell it what to do. Other messages might press other buttons associated with the object. However for the present purposes, the object that represents the number CARDINAL is a very simple one in that it has only one button associated with it. The result of sending a message to the object to press its one and only button ‘returns’ another object. Hence in Figure CARDINAL, the result that emerges from the ‘return’ slot - the number CARDINAL – is an object in its own right with its own set of buttons. Despite the apparent simplicity of the way in which the object works, the question remains: how does it calculate the square root of itself? The answer to this question enshrines the fundamental concept associated with objects, which is to say that objects carry their programming code around with them. Applying this concept to the object shown in Figure CARDINAL, it has a button which gives access to the programming code which calculates the square root (of the number represented by the object). This amalgam of data and code is further illustrated by an enhanced version of the object shown in Figure 1.3 below. The enhanced object (representing the number CARDINAL) has CARDINAL buttons: CARDINAL to calculate the square root of itself – as before - and a ORDINAL button that adds a number to the object. In the figure, a message is sent to the object to press the ORDINAL button – the button labeled ‘+’ – to add the object that represents the number CARDINAL to the object that represents the number CARDINAL. For the ‘+’ button to work, it requires a data item to be sent to it as part of the message to the object. This is the reason why the ‘+’ button is provided with a slot into which the object representing the number CARDINAL is passed. The format of the message shown in the figure can be expressed as follows. When this message is received and processed by the object, it returns an object that represents the number 7. In this case, the message has accessed the code associated with the ‘+’ button. The enhanced object can be thought of as having CARDINAL buttons, each of which is associated with its own programming code that is available to users of the object. Extrapolating the principal of sending messages to the object depicted in Figure CARDINAL gives rise to the notion that an object can be thought of as comprising a set of buttons that provide access to operations which are carried out depending on the details in the messages sent to that object. In summary: in procedural programming languages, data is sent to a procedure; in an object-oriented programming language, messages are sent to an object; an object can be thought of as an amalgam of data and programming code: this is known as encapsulation. Whilst the concept of encapsulation is likely to appear rather strange to learners who are new to OOP, working with objects is a much more natural way of designing applications compared to designing them with procedures. Objects can be constructed to represent anything in the world around us and, as such, they can be easily re-used or modified. Given that we are surrounded by things or objects in the world around us, it seems natural and logical that we express this in our programming paradigm. The next section takes the fundamental concepts explored in this section and applies them to a simple object. ","The thread object is instantiated by calling the start method of the Thread class; this invocation places the thread in a runnable state, which means that it becomes available for scheduling by the JVM. The start method automatically calls the thread’s run method. The thread is typically instantiated in a separate, lightweight class that includes a main method. A template for this class follows. The body of the main method instantiates an instance of the thread by calling its no-arguments constructor; the start method of the thread is called on this instance. A template for the class definition of a class that implements the FAC interface is as follows. The next template instantiates objects of the class that implements the FAC interface. In this case, the body of the main method instantiates an instance of the class that implements the Runnable interface and it passes this object reference to the constructor of the Thread class that takes a Runnable object as its only parameter. The start method of the thread is called, as before. The outcome of using either of the CARDINAL methods that can be used to create threads is that the developer provides the body of the thread’s run method; it is this method that does the work that the thread is required to do in a PERSON application. There are a number of tasks that could be designed to execute in a dedicated thread; these include: • I/O tasks that require substantial resources or are large in scale; • large-scale printing tasks where the print driver executes in its own thread; • synchronised multiple read/write tasks; • server applications that provide an application service to multiple clients. The ORDINAL item in the list above identifies applications that require shared access to resources from multiple client applications and implies a high degree of synchronisation in order to maintain the integrity and security of data. The next sub-section explains, with an example, how synchronisation can be achieved. It seems reasonable to assert that data that is required to be accessed by multiple client applications must be synchronised to protect the state of the data so that it is consistent from the point of view of client applications that need to use it. Synchronisation logic is required for any server application that provides simultaneous services to multiple clients that require read/write access to shared data. This can be achieved in PERSON applications by controlling the thread that accesses an object’s data values by identifying the critical sections of code that require exclusive access to shared data and ‘flagging’ such code by using the keyword synchronized. Synchronisation of critical sections of code relies on an entity known as the intrinsic lock of an object. A thread ‘owns’ an object’s lock between the time it acquires it and releases it. The PERSON language provides two synchronising idioms: synchronised methods and synchronised statements. When a thread invokes a synchronised method, it acquires the lock for that method’s object and releases it when the method returns. Synchronising a method allows exclusive access to code that accesses shared data and ensures that it is not possible for CARDINAL invocations of the method to interleave and interfere with one another. When a thread invokes a synchronised method of an object, all other threads that invoke synchronised methods of that object are blocked until the ORDINAL thread has finished with the object and releases its lock. Thus, sharing an object amongst threads is made safe by declaring methods to be synchronised using the keyword synchronized as follows: Synchronising statements, on the other hand, provides a finer-grained approach than with synchronising methods. When synchronising a block of statements, the block must specify the object that provides the lock, as shown next. When the thread reaches the synchronised block, it examines the object passed as an argument and obtains the object’s lock before continuing with the execution of the statements in the block. The lock is released when the thread passes the end of the block. The example that follows on the next few pages illustrates how methods and statements are synchronised in the thread that runs a banking application. The author (of this guide) uses the example to teach some of the principles of distributed, client/server applications where the client and server run in separate JVMs on a computer network. The outcome of distributing the client and server components of the application means that the synchronised code in the server ensures that CARDINAL client at a time can access a customer’s account. Some of the code of the bank’s server class is omitted in order to allow the reader to identify and study the purpose of the code that is synchronised. The definitions of the ORG and BankingException classes do not need to be shown here. An object of the class that follows is instantiated in the run method of a thread so that its methods can be called from multiple clients. The reader is not expected to understand fully how the bank application works. Rather, the aim of presenting the substantive code for the BankServer class is so that the reader can gain an understanding how synchronisation is used to synchronise methods and blocks of code in order to meet the requirements of the application in a way that ensures that a named account can be accessed by CARDINAL client application at a time. LAW explains how the Thread class and the PERSON interface are used in a PERSON programme to create threads of execution. An example is used to illustrate how synchronised access to code is achieved in situations that require exclusive access to shared data resources. The chapter omits any discussion of thread scheduling. It is sufficient to say, for the purposes of this guide, that PERSON threads are pre-emptive. This means that the pre-emptive scheduler knows that a number of threads are runnable because their run method has been invoked implicitly by the ORG or explicitly by the developer’s code. However, CARDINAL thread is actually running at a time. A running thread continues to run until it ceases to be runnable or another thread of higher priority becomes runnable. In the latter case, the lower priority thread is pre-empted by the higher priority thread. A thread might cease to be runnable (i.e. it become blocked) for a variety of reasons, such as it might have to wait to access a resource. This gives other threads a chance to execute.",True "El rapto del sol Hubo una vez un rey tan poderoso que se enseñoreó de toda la Tierra. Fue el señor del mundo. A un gesto suyo millones de hombres se alzaban dispuestos a derribar las montañas, a torcer el curso de los ríos o exterminar una nación. Desde lo alto de su trono de marfil y oro, la Humanidad le pareció tan mezquina que se hizo adorar como un dios y estatuyó su capricho como única y suprema ley. En su inconmensurable soberbia creía que todo en el GPE estábale subordinado, y el férreo yugo con que sujetó a los pueblos y naciones, superó a todas las tiranías de que se guardaba recuerdo en los fastos de la historia. Una noche que descansaba en su cámara tuvo un enigmático sueño. Soñó que se encontraba al borde de un estanque profundísimo, en cuyas aguas, de una diafanidad imponderable, vio un extraordinario pez que parecía de oro. En derredor de él y bañados por el mágico fulgor que irradiaban sus áureas escamas, pululaban una infinidad de seres: peces rojos que parecían teñidos de púrpura, crustáceos de todas formas y colores, rarísimas algas e imperceptibles átomos vivientes. De pronto, oyó una gran voz que decía: -¡Apoderaos del radiante pez y todo en torno suyo perecerá! El rey se despertó sobresaltado e hizo llamar a los astrólogos y nigromantes para que explicasen el extraño sueño. Muchos expresaron su opinión, mas ninguna satisfacía al monarca hasta que, llegado el turno al más joven de ellos, se adelantó y dijo: -¡Oh, divino y poderoso príncipe!, la solución de tu sueño es ésta: el pez de oro es el sol que desparrama sus dones indistintamente entre todos los seres. Los peces rojos son los reyes y los grandes de la Tierra. Los otros son la multitud de los hombres, los esclavos y los siervos. La voz que hirió vuestros oídos es la voz de la soberbia. Guardaos de seguir sus consejos porque su influjo os será fatal. Calló el mago, y de las pupilas del rey brotó un resplandor sombrío. Aquello que acababa de oír hizo nacer en su espíritu una idea que, vaga al principio, fue redondeándose y tomando cuerpo como la bola de nieve de la montaña. Con ademán terrible se echó sobre los hombros el manto de púrpura y llevando pintada en el rostro la demencia de la ira, subió a una de las torres de su maravilloso alcázar. Era una tibia mañana de primavera. El cielo azul, la verde campiña con sus bosques y sus hondonadas, los valles cubiertos de flores y los arroyos serpenteando en los claros y espesuras, hacían de aquel paisaje un conjunto de una belleza incomparable. Mas el monarca nada vio: ningún matiz, ninguna línea, ningún detalle atrajo la atención de sus ojos de milano, clavados como dos ardientes llamas en el glorioso disco del sol. De súbito, un águila surgió del valle y flotó en los aires, bañándose en la luz. El rey miró el ave, y en seguida su mirada descendió a la campiña, donde un grupo de esclavos recibían, inmóviles como ídolos, el beso del fúlgido luminar. Apartó los ojos, y por todas partes vio esparcirse en torrentes inagotables aquel resplandor. En el espacio, en la Tierra y en las aguas miríadas de seres vivientes saludaban la esplendorosa antorcha en su marcha por el azul. Durante un momento el rey permaneció inmóvil, contemplando al astro y, vislumbrando por la primera vez, ante tal magnificencia, la mezquindad de su gloria y lo efímero de su poder. Mas aquella sensación fue ahogada bien pronto por una ola de infinito orgullo. ¡El, el rey de los reyes, el conquistador de cien naciones, puesto en parangón y en el mismo nivel que el pájaro, el siervo y el gusano! Una sonrisa sarcástica se dibujó en su boca de esfinge, y sus ejércitos y flotas cubriendo la Tierra, sus incontables tesoros, las ciudades magníficas desafiando las nubes con sus almenados muros y soberbias torres, sus palacios y alcázares, donde desde sus cimientos hasta la flecha de sus cúpulas no hay otros materiales que oro, marfil y piedras preciosas, acuden en tropel a su memoria con un brillo tal de poderío y grandeza que cierra los ojos deslumbrado. PERSON lo que le rodea se empequeñece, el sol le parece una antorcha vil, digna apenas de ocupar un sitio en un rincón de su regia alcoba. El delirio del orgullo lo posee. El vértigo se apodera de él, su pecho se hincha, sus sienes laten y de sus ojos brotan rayos tan intensos como los del astro hacia el que alarga la diestra, queriendo asirle y detenerle en su carrera triunfal. Por un momento permanece así, transfigurado, en un paroxismo de infinita soberbia, oyendo resonar aquella voz que le hablara en sueños: -Apoderaos de esa antorcha y todo lo que existe perecerá. ¿Qué son ante tal empresa sus hechos y los de sus antecesores en la noche pavorosa de los tiempos? PERSON que el olvido y que la nada. Y sin apartar sus miradas del disco centelleante, invocó a GPE, el genio dominador de los espacios y de los astros. PERSON conjuro, acudió el genio envuelto en una tempestuosa nube preñada de rayos y de relámpagos, y dijo al rey con una voz semejante al redoble del trueno: -¿Qué me quieres, oh tú, a quien he ensalzado y puesto sobre todos los tronos de la Tierra? Y el monarca contestó: -Quiero ser dueño del sol y que él sea mi esclavo. PERSON, y el rey dijo: -¿Pido, tal vez, algo que está fuera del alcance de tu poder? -No; pero para complacerte necesito el corazón del hombre más egoísta, el del más fanático, el del más ignorante y vil, y el que guarde en sus fibras más odio y más hiel. -Hoy mismo lo tendrás -dijo el rey, y el denso nubarrón que cubría el alcázar se desvaneció como nubécula de verano. Después de una breve entrevista con el capitán de su guardia, el rey se dirigió a la sala del trono, donde ya lo aguardaban de rodillas y con las frentes inclinadas todos los magnates y grandes de su imperio. Colocado el monarca bajo la púrpura del dosel, proclamó un heraldo que, bajo pena de la vida, los allí presentes debían designar al rey al hombre más ignorante, al más fanático, al más egoísta y vil y al que albergase más odio en su corazón. ","Palique Cuando se publique este artículo es posible, aunque no probable, que ya no se hable en GPE PERSON piedad de una Reina; pero juro que ahora, el día en que escribo, los periódicos de la corte no hablan de otra cosa. Y sea o no fiambre, el asunto es de verdadero interés para las letras. Porque, aun dando al afán de alborotar, y PERSON exhibirse, y PERSON hacer la oposición, la parte que en lo sucedido les corresponda, todavía queda bastante para la buena fe, el espíritu de asociación, el sentimiento del derecho y el valor de la propia dignidad, y otras cosas respetables y que merecen estímulo. Hace pocas semanas se votaba en GPE la previa censura teatral; y de cuantos escritores de nota hay en PRODUCT, solo uno, PERSON, se levantó a protestar, publicando en ORG un enérgico y elocuentísimo artículo contra el disparatado voto de una PERSON republicana y democrática, que consagra la ley que ahoga el derecho antes de nacer. PERSON podría ofrecer un ejemplo de civismo literario, digámoslo así, a los PERSON, Sardou, Augier, etc., etc., que allí se encogen de hombros ante la censura, presentándoles el consolador espectáculo de los poetas dramáticos españoles, quien, desde ORG hasta ORG, protestan una y otra vez contra el previo duque PERSON y sus ukases preventivos. PERSON literario de la calle de Alcalá se ha portado como quien es, levantándose como un solo... círculo, sin distinción de ingenios, a defender el derecho de los poetas dramáticos. Un drama no representado es, por lo que toca a su derecho, como un póstumo, que antes de nacer ya se ve amparado por las leyes. Sólo que aquí sucede al revés; antes de nacer nuestro póstumo, se ve maltratado en nombre de la ley. Ya decía el derecho PERSON, señor duque PERSON, infans conceptus pro nato habetur quoties de commodis ejus agitur, lo cual traducido (por si PERSON ha descuidado las humanidades) quiere decir que el infante concebido, el póstumo, vamos, el drama no representado, se le tiene por nacido cuando se trata de su provecho. ORG señor ORG lo entiende al revés, y tuvo por nacido el drama no representado, para los efectos de cometer con él un infanticidio o, mejor, un aborto. Otros dos latines hay, señor ORG, que perjudican a usted; dice el uno que de internis non judical GPE, y un drama que todavía no se ha representado, debe ser para usted cosa interior. El otro latín, de derecho también, dice así: cogitationis pœnam nemo patitur, que nadie padece pena por el pensamiento, o que el pensar no puede castigarse. Los actos, señor PERSON, no son tales mientras no consisten en una manifestación externa de la voluntad; los actos pueden ser en derecho lícitos e ilícitos pero todos son actos, todos necesitan ser manifestación externa de la voluntad. Los ilícitos pueden ser castigados; pero no hay acto ilícito si la voluntad de conculcar el derecho no se hace externa, no obra sobre el mundo exterior. Un drama, como obra representada, no como libro, no puede hacer daño mientras no se represente, no puede ser instrumento de un delito; es como una pistola descargada, con la cual no puede matarse nadie... de un tiro; usted, señor GPE, leyó el drama, es un suponer; pero el drama leído es un libro; denúncielo usted, si se atreve, llévelo a los PERSON; con el drama-libro le puede hacer daño, como con la pistola descargada, que puede servir para descalabrar a cualquiera; pero así como al que descalabrase a un individuo con una pistola, usándola como garrote, no se le podía acusar de haber herido con arma de fuego, tampoco el drama que usted leyó es el drama disparado, es decir, representado. Y ha dado usted el extraño espectáculo de dejar correr lo que ya podía ser objeto de pena, el libro (o el manuscrito, que para el caso es igual), y se ha ido derecho a lo que no existía siquiera, al drama representado. PERSON medidas tomadas por los poetas dramáticos para significar su protesta fue... hacer lo mismo que había hecho el GPE: prohibir la representación de sus obras respectivas; pero con la diferencia de prohibir esa representación sólo por una noche. Y con otra diferencia también; la de que los autores tenían derecho para disponer de lo suyo, y el GPE no lo tenía para disponer de lo ajeno. Sin embargo, por un respecto no me pareció bien la determinación de los autores dramáticos; uno de los argumentos que se usó contra el ORG fue el muy atendible de la disminución de riqueza que tuvieran que experimentar GPE, el empresario, etc., etc. Pues también los autores de las comedias retiradas perdieron algo, por poco que fuera, con su rasgo de abnegación en pro del derecho ultrajado. Fue esto como oponerse a la prohibición del trabajo en días festivos... mediante una huelga. Lo que debió hacer, en mi opinión, alguno de esos dramaturgos, fue escribir de prisa y corriendo otro drama o comedia, en que, con leves variaciones, se representase lo mismo que en la obra de mi querido PERSON. Se ensayaba la cosa en un periquete, no se le enviaba el libro PERSON, por supuesto, hasta la hora que señala la ley; se representaba aquello, no habría novedad (es claro, ¿qué había de haber?, aunque fuera estúpido el público); seguía el orden público tranquilo y entregado a los NORP... y a ver por dónde salía el ORG. El argumento podía ser, v. gr., este: PERSON, la Palestina. Personajes: una madre; un hijo que tiene a su padre en el cielo. El hijo se ve perseguido; un traidor le vende, y es condenado a muerte (no el traidor, el hijo) para que no pueda conquistar el reino que se proponía hacer suyo. GPE suspende la representación porque no puede consentir que se saque a escena a las personas reales, aunque sea para alabarlas; él ha visto allí a una madre que tiene a su esposo en el cielo, que ve perseguido a su hijo por motivo de un reino que es suyo y se le disputan; una madre que, a pesar de todo, perdona, y es consuelo de los pecadores arrepentidos... ¿pues qué más quiere el GPE? Él no puede consentir que se saque a la escena, etc., etc. PERSON, señor, por los clavos PERSON; si se trata PERSON y PERSON! GPE madre reina es la Reina de los cielos; su esposo, que está en el cielo, es el FAC; el padre del hijo, que también está en el cielo, Dios Padre; el reino, el reino de los cielos; el traidor, Judas, y la piedad... la piedad de María Santísima... PERSON, si el trop de zèle de nuestros monárquicos se atrevía a ver en todo eso alusiones a las personas reales... ",False "There’s an old joke, well known in database circles, to the effect that what users really want (and always have wanted, ever since database systems were ORDINAL invented) is for somebody to implement the go faster! command. Well, I’m glad to be able to tell you that, as of now, somebody finally has ... This book is all about a radically new database implementation technology, a technology that lets us build database management systems (DBMSs) that are “blindingly fast”—certainly orders of magnitude faster than any previous system. As explained in the preface, that technology is known as PRODUCT, or the TR model for short (the terms TR technology and, frequently, just TR are also used). As also explained in the preface, the technology is the subject of a GPE patent (ORG. CARDINAL, dated DATE), listed as reference [CARDINAL] in Appendix B at the back of this book; however, that reference is usually known more specifically as ORG, because several follow-on patent applications have been applied for at the time of writing. This book covers material from ORG and from certain of those follow-on patents as well. The TR model really is a breakthrough. To say it again, it allows us to build DBMSs that are orders of magnitude faster than any previous system. And when I say “any previous system,” I don’t just mean previous relational systems. It’s an unfortunate fact that many people still believe that the fastest relational system will never perform as well as the fastest nonrelational system. Indeed, it’s exactly that belief that accounts in large part for the continued existence and use of older, nonrelational systems such as ORG [25,57] and IDMS [14,25], despite the fact that—as is well known—relational systems are far superior from the point of view of usability, productivity, and the like. However, a relational system implemented using ORG technology should dramatically outperform even the fastest of those older nonrelational systems, finally giving the lie to those old performance arguments and making them obsolete (not before time, either). I must also make it clear that I don’t just mean that queries should be faster under PERSON (despite the traditional emphasis in relational systems on queries in particular)—updates should be faster as well. Nor do I mean that TR is suitable only for decision support systems—it’s eminently suitable for transaction processing systems, too (though it’s probably fair to say that TR is particularly suitable for systems in which read-only operations predominate, such as data warehouse and data mining systems). And CARDINAL last preliminary remark: You’re probably thinking that the performance advantages I’m claiming must surely come at a cost: perhaps poor usability, or less functionality, or something (there’s no free lunch, right?). Well, I’m pleased to be able to tell you that such is not the case. The fact is, TR actually provides numerous additional benefits, over and above the performance benefit—for example, in the areas of database and system administration. Thus, I certainly don’t want you to think that performance is the only argument in favor of TR. We’ll take a look at some of those additional benefits in Chapters 2 and CARDINAL, and elsewhere in passing. (In fact, a detailed summary of all of the TR benefits appears in LAW, in LAW. You might like to take a quick look at that section right now, just to get an idea of how much of a breakthrough the TR model truly is.) As I said in the preface, I believe TR technology is CARDINAL of the most significant advances—quite possibly the most significant advance—in the data management field since PERSON ORDINAL invented the relational model (which is to say, since DATE and DATE; see references [5 7], also reference [CARDINAL]). As I also said in the preface, TR represents among other things a highly effective way to implement the relational model, as I hope to show in this book. In fact, the TR model—or, rather, the more general technology of which the TR model is just CARDINAL specific but important manifestation—represents an effective way to implement data management systems of many different kinds, including but not limited to the following: ■■SQL DBMSs ■■Data warehouse systems ■■Information access tools ■■Data mining tools ■■Object/relational DBMSs ■■Web search engines ■■Main-memory DBMSs ■■Temporal DBMSs ■■Business rule systems ■■Repository managers ■■XML document storage and retrieval systems ■■Enterprise resource planning tools as well as relational DBMSs in particular. Informally, we could say we’re talking about a backend technology that’s suitable for use with many different frontends. In planning this book, however, I quickly decided that my principal focus should be on the application of the technology to implementing the relational model specifically. Here are some of my reasons for that decision: ■Concentrating on CARDINAL particular application should make the discussions and examples more concrete and therefore, I hope, easier to follow and understand. ■■More significantly, the relational model is of fundamental importance; it’s rock solid, and it will endure. After all, it really is the best contender, so far as we know, for the role of “proper theoretical foundation” for the entire data management field. DATE, I fully expect database systems still to be firmly based on ORG relational model—even if they’re advertised as “object/relational,” or “temporal,” or “spatial,” or whatever. See LAW for further discussion of such matters. ■■If your work involves data management in any of its aspects, then you should already have at least a nodding acquaintance with the basic ideas of the relational model. Though I feel bound to add that if that “nodding acquaintance” is based on a familiarity with ORG specifically, then you might not know as much as you should about the model as such, and you might know “some things that ain’t so.” I’ll come back to this point in a few moments. ■■The relational model is an especially good fit with TR ideas; I mean, it’s a very obvious candidate for implementation using those ideas. Why? Because the relational model is at a uniform, and high, level of abstraction; it’s concerned purely with what a database system is supposed to look like to the user, and has absolutely nothing to say about what the system might look like internally. As many people would put it, the relational model is logical, not physical.","This is the last chapter in this part of the book. In it, I want to describe a rather different approach to the problem of implementing the TR model on disk: more specifically, to the problem of minimizing disk seeks. Note immediately, therefore, that the approach in question can be regarded in part as an alternative to file banding as discussed in LAW—but only in part, because in fact file banding can be used in combination with the approach to be described, as we’ll see in LAW. Note too that, as with the discussion of file banding in LAW, we’re primarily concerned here with how to deal with the “large file” that remains after file factoring has been used to get all of the “small files” into memory. But ORDINAL things first. As we know, the basic problem with TR on the disk is that if we’re not careful, the zigzags can splay out all over the disk. Well, if the splay problem is caused by the zigzags, then letNORP get rid of the zigzags! Recall from LAW (Section 5.8) that the linkage information that lets us reconstruct records doesn’t have to be implemented as zigzags specifically—other possibilities exist, with (of course) different performance characteristics. The approach to be described in this chapter exploits this idea; essentially, what it does is replace the zigzags by a different kind of structure called a star. Let me illustrate this idea right away. PERSON. CARDINAL shows ORG and corresponding ORG from Figs. CARDINAL and CARDINAL in LAW—except that, for pedagogic reasons, I’ve shown ORG in uncondensed form. PERSON. CARDINAL then highlights CARDINAL particular zigzag from ORG. CARDINAL (actually the one for part ORG), and PERSON. CARDINAL shows what happens if we replace that zigzag by a star. As you can see, where PERSON. CARDINAL has a ring of pointers (implemented within ORG and conceptually superimposed on ORG), PERSON. CARDINAL has a star of pointers instead. Cell [CARDINAL], which corresponds to the P# value P7, serves as the center or core of that star. CARDINAL pointers emanate from that core and point to cells [6,2], [8,3], and [CARDINAL], respectively; those cells correspond to the PNAME value Nut, the WEIGHT value CARDINAL, and the CC# value cc1, respectively. Those CARDINAL pointers, which (as PERSON. CARDINAL indicates) are all CARDINAL-way and can therefore be traversed in either direction, serve as the spokes or rays of the star. Now, the star in the figure clearly does support reconstruction of the record for the part in question (part ORG). To be specific: a) If we start at the core, we can simply follow the CARDINAL spoke pointers outward to obtain the other CARDINAL field values. b) If we start at any other point, we can follow the corresponding spoke pointer inward to the core and then proceed as under a) above—with the exception that, if we get to the core by following spoke pointer sp inward, then of course there’s no need to follow that particular spoke sp outward again. Note: As a matter of fact, we never need to follow a spoke outward from the core within ORG as such; we only need to be able to go from the core outward to cells within ORG. Now, you might have already realized that, for any given zigzag, there are several distinct but equivalent stars—it just depends on which field we choose as the core. I’ll return to this point in LAW. You might also have realized that the record reconstruction algorithm as just outlined displays asymmetric performance—access via the core field will be faster than access via any other field, because stars (unlike zigzags) are an inherently asymmetric structure—and I’ll return to this point in LAW. The structure of the chapter is as follows. Following this introductory section, LAW gives a simple example to illustrate the basic ideas behind star structures. Section 14.3 elaborates on and generalizes that example. Section CARDINAL shows how the ideas from the ORDINAL CARDINAL sections work on the disk (those previous sections are principally concerned with a memory-based implementation only). Finally, Section 14.5 discusses the use of controlled redundancy in connection with star structures. As in the previous chapter, the basic problem we’re trying to deal with is how to get the best possible performance out of the “large” ORG in a disk-based system. So I’ll base my discussions on the same running example as in that previous chapter; to be specific, I’ll assume once again that we’ve factored the parts file into large and small files that look like this: However, we’re interested here in the large file exclusively. PERSON. CARDINAL shows a sample value for that file (extracted from ORG. CARDINAL in LAW). And weORG already seen a Field Values Table and a zigzag-based ORG for that file in PERSON. CARDINAL above. Note: While the file shown in PERSON. CARDINAL is obviously not very large, let me remind you that we’re really supposed to be dealing with files of CARDINAL or even billions of records, and the data in those files isn’t supposed to display any “statistical clumpiness” at all. Now, despite the fact that we’re really supposed to be talking about a disk implementation, it’s convenient to pretend for the time being that everything’s in memory, and I’ll adopt that pretense until further notice. So how do we proceed? Well, since (as weORG already seen) stars are asymmetric, the ORDINAL thing we have to do is decide what the core’s going to be; in other words, we ORDINAL have to choose a core field (much as we had to choose a characteristic field in connection with with banding in the previous chapter).1 Suppose we choose field P#. Then PERSON. CARDINAL shows a corresponding star-based ORG for the file of ORG. CARDINAL. Note: From this point forward, for convenience, I’ll abbreviate the term “star-based ORG” to just star table, and similarly for zigzag table.",True "PERSON έξαρση των ακραίων πολιτικών συμπεριφορών που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με το φαινόμενο της μετανάστευσης αποτυπώθηκε με σαφήνεια σε πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αν και η σύνδεση αυτή είχε καταγραφεί από τους κοινωνικούς επιστήμονες ήδη από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, τα πολιτικά κόμματα του ευρύτερου προοδευτικού χώρου σε γενικές γραμμές υποτίμησαν τη σημαντικότητα του ζητήματος. Αντίθετα, οι πολιτικοί εκφραστές της συντήρησης αναγνώρισαν πολύ έγκαιρα τη δυνατότητα άρθρωσης ενός ισχυρού αντιδραστικού πολιτικού λόγου στηριγμένου στη σύνδεση των μεταναστών με την αύξηση της εγκληματικότητας και την περιρρέουσα αίσθηση κοινωνικής ανασφάλειας. ORG μάλιστα σαφές ότι η απουσία σαφούς μεταναστευτικής πολιτικής αλλά και συμπαγούς πολιτικής θέσης από την πλευρά του προοδευτικού χώρου διευκόλυνε τους φορείς του αντιδραστικού πολιτικού λόγου να ηγεμονεύσουν τελικά τον κοινό νου σε ό,τι αφορά τον ρόλο των «ξένων» στη σύγχρονη επαναδιαπραγμάτευση ζητημάτων εθνικής ταυτότητας αλλά και συνοχής του κοινωνικού ιστού. Η αποτυχία του προοδευτικού χώρου σε αυτόν τον τομέα οφείλεται στην παγίδευση του σχετικού δημοσίου διαλόγου σε όρους όπως καταστολή, έλεγχος και αστυνόμευση. Καθώς αυτοί οι όροι είναι ιδεολογικά κατοχυρωμένοι από αντιδραστικά και συντηρητικά κινήματα, τα τελευταία περίπου 10 χρόνια οι εκφραστές της ξενοφοβίας και του ρατσισμού «έπαιξαν» το πολιτικό «παιχνίδι» της μετανάστευσης στο «γήπεδό» τους. ORG φυσικά δεν αμφισβητεί την ανάγκη περιφρούρησης της προσωπικής και της συλλογικής ασφάλειας των πολιτών της Ευρώπης. Η εμπειρία όμως των γαλλικών προεδρικών εκλογών έδειξε ότι ο προοδευτικός χώρος χρειάζεται να αλλάξει στρατηγική τοποθέτηση στο ζήτημα της μετανάστευσης και κατ' επέκταση σε μια σειρά ζητήματα που αφορούν την κοινωνική ασφάλεια και συνοχή. Ο ακροδεξιός λόγος περί μετανάστευσης προπαγάνδισε με επιτυχία την άποψη ότι τα σύγχρονα μεταναστευτικά ρεύματα στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελούν ένα έκτακτο, πρωτόγνωρο και άρα χαοτικό και απειλητικό φαινόμενο. Η άποψη αυτή επέτρεψε στην NORP να αυτοδιαφημιστεί ως «σωτήρας» της κοινωνικής τάξης και ταυτόχρονα απέκρυψε την ιστορικότητα και τη συστηματικότητα των μεταναστευτικών κινημάτων στην Ευρώπη. Γιατί βέβαια οι σύγχρονες μεταναστεύσεις δεν αποτελούν ανωμαλία αλλά διαρκές χαρακτηριστικό της νεότερης ευρωπαϊκής ιστορίας που καθορίστηκε από τις συνεχείς μετακινήσεις πληθυσμών από και προς όλες σχεδόν τις πιθανές κατευθύνσεις: από τον ORG προς τον Νότο και αντίστροφα, από την Ανατολή στη ORG και αντίστροφα, από την Ευρώπη προς τον υπόλοιπο κόσμο και αντίστροφα. Η νεότερη Ευρώπη γνώρισε επίσης όλες σχεδόν τις διαφορετικές μορφές μετανάστευσης: μόνιμες μετεγκαταστάσεις, εποχικές μετακινήσεις, σύντομες μετεγκαταστάσεις και επαναπατρισμούς, κυκλικές μεταναστεύσεις κτλ. Σε αντιπαράθεση προς τις ακροδεξιές κραυγές περί του έκτακτου, χαοτικού και απειλητικού χαρακτήρα των σύγχρονων μεταναστεύσεων, ο προοδευτικός χώρος μπορεί να συγκροτήσει έναν πολιτικό λόγο περί μετανάστευσης αναδεικνύοντας τα δομικά χαρακτηριστικά του διαρκούς αυτού φαινομένου της ευρωπαϊκής ιστορίας. Ποια όμως είναι αυτά τα δομικά χαρακτηριστικά της ιστορίας των μεταναστεύσεων στην Ευρώπη που ο κοινός νους στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες φαίνεται ότι έχει ξεχάσει; CARDINAL. Η μετανάστευση δεν είναι ένα φαινόμενο που απλώς «συμβαίνει» αλλά αντίθετα παράγεται στο πλαίσιο της λειτουργίας του διεθνούς οικονομικού και πολιτικο-στρατιωτικού συστήματος. PERSON παραδείγματα που μπορούμε να αναφέρουμε εδώ είναι πολλά. Η μετανάστευση εβραϊκών πληθυσμών από την ORG χερσόνησο προς την ORG στο τέλος του ORDINAL αιώνα αποτέλεσε προϊόν του θρησκευτικού συστήματος της πρώιμης νεότερης Ευρώπης. Οι υπερατλαντικές μεταναστεύσεις των ευρωπαϊκών λαών στις αρχές του 19ου αιώνα παρήχθησαν στο πλαίσιο της ατλαντικής οικονομίας της περιόδου. Οι μεταναστεύσεις από τη PERSON και την NORP προς την Ευρώπη στις μεταπολεμικές δεκαετίες παρήχθησαν στο πλαίσιο των αποικιακών και μετα-αποικιακών πολιτικών εξελίξεων. Αν όμως η μετανάστευση αποτελεί προϊόν του εκάστοτε διεθνούς συστήματος, τότε η μεταναστευτική πολιτική δεν αποτελεί παρά τμήμα της οικονομικής, της εξωτερικής και της κοινωνικής πολιτικής τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε εκείνο της PERSON. 2. Ως φαινόμενα που παράγονται στο πλαίσιο ευρύτερων πολιτικο-οικονομικών διαδικασιών, οι μεταναστευτικές κινήσεις έχουν συγκεκριμένη περιοδικότητα και χρονικά όρια. Στις περισσότερες περιπτώσεις η αρχή και το τέλος των μεταναστευτικών κυμάτων δεν καθορίζονται από τη θέσπιση απαγορευτικών νομοθεσιών αλλά από την αλλαγή των ευρύτερων διαδικασιών που παράγουν τη μετανάστευση. CARDINAL. Ακόμη και στις πιο μαζικές μεταναστεύσεις ένα μικρό μόνο ποσοστό των κατοίκων μιας χώρας τελικά μεταναστεύει. Οι κινδυνολογίες περί μαζικής «εισβολής» μεταναστών - ιδιαίτερα μεταναστών που προέρχονται από γειτονικές χώρες αποστολής - σε περίπτωση απουσίας ελέγχου και περιορισμού δεν επαληθεύονται ιστορικά. Ως τις αρχές του ORDINAL αιώνα τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη δεν είχαν ούτε τα μέσα αλλά ούτε και την πολιτική βούληση συνοριακού ελέγχου που θα περιόριζε τη διακίνηση μεταναστών. Η στατιστική μελέτη των μετακινήσεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο κατά τους δύο τελευταίους αιώνες αποδεικνύει ότι ακόμη και σε περιπτώσεις πλήρους απουσίας πολιτικών περιορισμού της μετανάστευσης η πλειονότητα των κατοίκων της χώρας αποστολής μεταναστών επιλέγει να μη μεταναστεύσει. Συνακόλουθα οι μετανάστες αποτελούν πάντα μειονότητα στη χώρα υποδοχής. Ακόμη και σήμερα το συνολικό ποσοστό μεταναστών στις χώρες της PERSON είναι μόλις PERCENT, ενώ σε καμία χώρα υποδοχής δεν ξεπερνά το PERCENT του γηγενούς πληθυσμού. 4. Ενα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών επιστρέφει στην πατρίδα του. Π.χ., γνωρίζουμε σήμερα CARDINAL περίπου το PERCENT των ιταλών και ελλήνων μεταναστών στις ΗΠΑ στις αρχές του ORDINAL αιώνα ακολούθησε τον δρόμο της επιστροφής. Ο επαναπατρισμός αποτελεί εξίσου μαζικό φαινόμενο με τη μετανάστευση. Μελετητές των σύγχρονων μεταναστευτικών ρευμάτων υποστηρίζουν ότι τα φαινόμενα επαναπατρισμού είναι εντονότερα και πιο συστηματικά σήμερα παρά σε παλαιότερες περιόδους. ORG σαφές ότι ένα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών δεν επιθυμεί να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα υποδοχής. Η εποχική μετανάστευση κάποιων μελών της οικογενείας μπορεί να εξασφαλίζει την επιβίωση των υπολοίπων μελών στη χώρα αποστολής αλλά δεν GPE αναγκαστικά την τελική μετεγκατάσταση ολόκληρης της οικογενείας. Γνωρίζουμε σήμερα ότι η νομιμοποίηση των μεταναστών στις περισσότερες περιπτώσεις διευκολύνει την επιστροφή τους στη χώρα προέλευσης αφού εύκολα μπορούν να επιστρέψουν στη χώρα υποδοχής αν χρειαστεί. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η γυναικεία μετανάστευση από τις χώρες της ORG. Κατά συνέπεια η μεταναστευτική πολιτική της χώρας υποδοχής δεν πρέπει να θεωρεί δεδομένη την επιθυμία των μεταναστών συνολικά να εγκατασταθούν μόνιμα και να «ενσωματωθούν» στον εθνικό κορμό. CARDINAL. Ενα σημαντικό ποσοστό των μεταναστών σκοπεύει για ποικίλους λόγους να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα υποδοχής. Η μετανάστευση εξάλλου αποτελεί μια εσωτερικά διαφοροποιημένη διαδικασία. Το μορφωτικό επίπεδο, η ταξική προέλευση, η οικογενειακή κατάσταση, οι στόχοι και οι επιδιώξεις των ανθρώπων που επιλέγουν να μεταναστεύσουν ποικίλλουν σε βαθμό ανάλογο με την ποικιλία των χωρών προέλευσης των μεταναστών. Από αυτή την άποψη η μεταναστευτική πολιτική μιας χώρας οφείλει να παρέχει το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο που να καθορίζει τους όρους ένταξης των μεταναστών στον εθνικό κορμό καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σε όλα τα διαφορετικά στάδια ένταξής τους στη χώρα υποδοχής. Η επιτυχία της μεταναστευτικής πολιτικής συχνά εξαρτάται από τη δυνατότητα εξάλειψης των «τυφλών σημείων» της διαδικασίας ένταξης, των σημείων δηλαδή όπου το καθεστώς του μετανάστη στη χώρα υποδοχής είναι ασαφές και όπου συνακόλουθα ευδοκιμούν διάφορες μορφές παρανομίας και εκμετάλλευσης. CARDINAL. Η παράνομη μετανάστευση είναι φαινόμενο που χαρακτηρίζει όλες τις δυτικές οικονομίες κατά τη μεταπολεμική κυρίως περίοδο. Η ιστορία της παράνομης μετανάστευσης έχει αποδείξει ότι ακόμη και οι πιο αυστηρές μέθοδοι συνοριακού ελέγχου δεν έχουν επιτύχει να εξαλείψουν, ούτε καν να περιορίσουν, τα ποσοστά παράνομης μετανάστευσης. Η αύξηση του ποσοστού κέρδους των κυκλωμάτων παρανομίας καθώς και του αριθμού των θυμάτων τους είναι συνήθως το κύριο αποτέλεσμα της σκλήρυνσης των συνοριακών ελέγχων και των μέτρων αστυνόμευσης. Αν η ORG αποτελεί πηγή έμπνευσης για την πολιτική σε περιόδους επιτακτικής ανάγκης για παραγωγή νέων ιδεών, τότε ίσως είναι χρήσιμο να φρεσκάρουμε λίγο τη μνήμη μας όσον αφορά την ιστορία των μεταναστευτικών κινημάτων στον ευρωπαϊκό χώρο. Για να «παιχθεί» το επόμενο πολιτικό «παιχνίδι» της μετανάστευσης σε διαφορετικό «γήπεδο» χρειάζεται η συγκρότηση ενός νέου προοδευτικού λόγου περί κοινωνικής ασφάλειας και συνοχής που θα αποστασιοποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από τον εννοιακό άξονα PERSON - καταστολή. PERSON με διαιτητή τον ORG και τους ομοίους του το πρωτάθλημα μπορεί τελικά να το κερδίσουν η πολιτική ακρότητα και η αντίδραση.","Καρικατούρες του αμερικανού προέδρου, αφίσες και αυτοσχέδια λαϊκά δρώμενα που συνόδευσαν εδώ και καιρό τις κινητοποιήσεις σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου διαμόρφωσαν τελικά μια πλανητική αντιπολεμική εικονογραφία, η οποία λειτούργησε ως το μόνο αντίπαλο δέος στο «υπερθέαμα» των επιχειρήσεων της νέας τάξης πραγμάτων. Ποτέ άλλοτε τόσο πολλοί και διαφορετικοί λαοί δεν εκφράστηκαν τόσο άμεσα και ταυτόχρονα για ένα τόσο κοινό - και ομόψυχα αποδεκτό - αίτημα. Αν και κάθε ήπειρος ή χώρα άντλησε τα αντιπολεμικά της συνθήματα από τα δικά της ήθη και τη δική της πολιτισμική ή θρησκευτική παράδοση, δύο είναι τα κυρίαρχα σημεία στα οποία όλοι προσέτρεξαν προκειμένου να εκφράσουν την έντονη αντίθεσή τους στην αμερικανική επιχειρησιακή «υπερπαραγωγή» του «σοκ και του δέους»: το παγκόσμια καθιερωμένο σήμα της ειρήνης και η ναζιστική σβάστικα η οποία επιστρατεύθηκε για να ενεργοποιήσει μνήμες και εφιαλτικούς συνειρμούς που τώρα τελευταία βασανίζουν τη σκέψη όλων. Η σύγκριση του προέδρου Μπους και της σύγχρονης πλανητικής πολιτικής των ΗΠΑ με το ρωμαϊκό imperium απασχολεί, είναι η αλήθεια, έναν μάλλον περιορισμένο κύκλο πολιτικών και φιλολογικών σχολιαστών, ενώ αντίθετα η λαϊκή αντίδραση φαίνεται να ενεργοποιεί με πολύ πιο άμεσο και αυθόρμητο τρόπο περισσότερο πρόσφατες ιστορικές μνήμες. Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το γεγονός ότι σε κάποια, ευρωπαϊκή σίγουρα, χώρα - το πιθανότερο στη ORG - νεαροί φοιτητές που διαδήλωναν κρατούσαν, τοποθετημένα πάνω σε ξύλινα υποστηρίγματα, μεγεθυσμένα αντίγραφα από ένα γνωστό φωτομοντάζ του ντανταϊστή καλλιτέχνη PERSON. Το έργο αυτό, που είχε φιλοτεχνηθεί τον GPE του DATE - ένα χρόνο πριν από την πτώση της PERSON της Βαϊμάρης και την άνοδο του PERSON στην καγκελαρία -, απεικόνιζε την «ακτινογραφημένη» φιγούρα του ναζιστή ηγέτη σε στάση ρητορικού παραληρήματος. Η υποτιθέμενη ακτινογραφία έδειχνε ότι ο PERSON διέθετε στη θέση της καρδιάς μια σβάστικα και μια κολόνα από πυκνά τοποθετημένα χρυσά νομίσματα, στη θέση του οισοφάγου. Τίτλος του έργου ήταν: ORG καταπίνει χρυσάφι και ρητορεύει σκουπίδια» (ORG, der ubermensch schluckt gold und redet blech). PERSON λοιπόν το φωτομοντάζ στη σύγχρονη επικαιρότητα, οι νεαροί διαδηλωτές αφαίρεσαν το κεφάλι του PERSON και στη θέση του τοποθέτησαν μια φωτογραφία του προέδρου Μπους. Αυτή η αιφνίδια ενεργοποίηση του πολιτικού μηνύματος έργων που φιλοτεχνήθηκαν παραμονές του ORG, μου θύμισε ένα ξεχωριστής σημασίας γεγονός που, σχετικά πρόσφατα, ευαισθητοποίησε το κινηματογραφόφιλο κοινό της PERSON και της Αθήνας. GPE για το φεστιβάλ ταινιών του γερμανού σκηνοθέτη PERSON (γερμανική και αμερικανική περίοδος), το οποίο πλαισιώθηκε και από μια έκθεση αφίσας, φωτογραφίας και σπάνιων ντοκουμέντων που φιλοξενήθηκαν στο Μουσείο PERSON της PERSON. Ο κύκλος των εξπρεσιονιστικών κυρίως έργων του γερμανού δημιουργού - ο οποίος συμβάδισε με τη βραχύβια αλλά συγκλονιστική σε δράση και γεγονότα ORG της Βαϊμάρης - λειτούργησε κατά περίεργη σύμπτωση σαν ένα ζοφερό προοίμιο στα CARDINAL είδαμε να συμβαίνουν μετά την εισβολή Αμερικανών και Βρετανών στο Ιράκ. Φυσικά δεν εννοώ την επιχειρησιακή πλευρά τής κυνικά σχεδιασμένης στρατιωτικής επέμβασης, ούτε ακόμη τη σκληρή και βαριά σε απώλειες τύχη των αμάχων. Εννοώ κάτι άλλο που σχετίζεται όχι με τις συνέπειες, αλλά με την ίδια τη ρίζα του κακού: με την εγκληματική και σε τελευταία ανάλυση αυτοκαταστροφική συμπεριφορά κάθε υπερεξουσίας η οποία συνήθως μετατρέπει την ανθρώπινη κοινωνία σε πεδίο εφαρμογής των ταπεινωτικών σχέσεων κυρίου και δούλου. PERSON το δίδυμο του τρόμου και του δέους αποτελεί εξάλλου τον κύριο αφηγηματικό πυρήνα του ORG («Μητρόπολη», DATE, PERSON του «Δρος Mabuse» DATE), αλλά και ολόκληρου του γερμανικού εξπρεσιονιστικού κινηματογράφου από το τέλος της δεύτερης δεκαετίας του ORDINAL αιώνα, ως τη χρονιά του «χρίσματος» του PERSON και της ανόδου του στην εξουσία. Η ταινία ωστόσο που λειτούργησε ως δραματουργικό αρχέτυπο αυτής της συγκεκριμένης θεματικής είναι το «Εργαστήρι του δρος PRODUCT» (DATE) του PERSON. PERSON σενάριο της ταινίας είχε γραφτεί από δύο ταλαντούχους νέους (από τον PERSON Hans Janowitz και τον Αυστριακό PERSON) οι οποίοι, έχοντας ζήσει την ευρωπαϊκή τραγωδία του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, θέλησαν να διαμαρτυρηθούν με ένα κείμενο βίαιο και ιδιόρρυθμο, αντιπροσωπευτικό της γερμανικής αντιμιλιταριστικής ιντελιγκέντσιας του πρώιμου Μεσοπολέμου. Η διαχρονική επιτυχία του συγκεκριμένου σεναρίου έγκειται στο γεγονός ότι οι συγγραφείς του, αντί να περιγράψουν τη φρίκη του πολέμου με «κάθε λεπτομέρεια» - όπως συμβαίνει σήμερα με τους πολεμικούς ανταποκριτές -, τόλμησαν μια βαθιά τομή στους άλογους, ψυχοπαθολογικούς μηχανισμούς που ωθούν κοινωνίες ή άτομα στη δίψα για ολοκληρωτική εξουσία. Κυρίαρχες μορφές του έργου είναι ο μυστικοπαθής παρανοϊκός δρ PERSON και το ανδρείκελό του, ο ORG, το οποίο, υπό το κράτος της ύπνωσης που του επιβάλλει ο σατανικός κύριός του, διαπράττει βίαια όσο και παράλογα εγκλήματα. Σύμφωνα με το αυθεντικό σενάριο - το οποίο δυστυχώς «απαλύνθηκε» από τον σκηνοθέτη με την προσθήκη ενός μάλλον συμβατικού τέλους -, εγκέφαλος του εγκλήματος είναι στην ουσία ο διευθυντής ενός ψυχιατρικού ασύλου ο οποίος επιδιώκει να μιμηθεί τον βίο και την πολιτεία ενός θρυλικού απατεώνα - εγκληματία που είχε ζήσει (με το όνομα ORG) τον DATE αιώνα. Αμέσως μετά τον WORK_OF_ART, την ίδια σχεδόν χρονιά, ο PERSON γύρισε μια άλλη, το ίδιο ζοφερή ταινία, ενώ δύο χρόνια αργότερα ο ORG παρουσίαζε το πρώτο έργο του κύκλου του «WORK_OF_ART, τον WORK_OF_ART (DATE). Οπως και «Το εργαστήρι του Δρος Καλιγκάρι», ήταν μια ταινία ζόφου, εγκλήματος, παράνοιας και υπνωτικής υστερίας. Η ύπνωση αποτελεί εξάλλου στοιχείο με ιδιαίτερες (και διαχρονικές) συμβολικές προεκτάσεις στον γερμανικό εξπρεσιονιστικό κινηματογράφο. Ο υπνωτισμένος ORG, καθοδηγημένος από τις εντολές του κυρίου του, σκοτώνει κάθε βράδυ ανύποπτους πολίτες· μια διάστροφη υπνωτική σχέση χαρακτηρίζει τον σύνδεσμο αφέντη - δούλου στον «WORK_OF_ART. Υπνωτική είναι επίσης η σχέση του Δρα Μαμπούζε με τα θύματά του στις προφητικές αλληγορίες του ORG, ενώ η έκφραση «υπνωτισμένες μάζες» χρησιμοποιήθηκε συχνά από τους ιστορικούς προκειμένου να χαρακτηρισθεί η δύναμη της επιβολής των λόγων του ORG στον οικονομικά εξαθλιωμένο και ηθικά ταπεινωμένο, μετά τη PERSON, γερμανικό λαό. PERSON η «Διαθήκη του Δρος Μαμπούζε» αξιοποίησε τον αρχέτυπο αφηγηματικό πυρήνα του Δρος Καλιγκάρι (σχέση κυρίου και δούλου, η κοινωνία ως ψυχιατρικό άσυλο) με τρόπο αποκαλυπτικό, που σήμερα μας ξαφνιάζει για την επικαιρότητά του. Το αληθινό επιθετικό εργαλείο του αόρατου υπερεγκέφαλου PERSON (ο οποίος αφήνει ως διαθήκη του στην ανθρωπότητα την επικράτηση ενός κόσμου... τρόμου και δέους) είναι η καταναγκαστική προπαγάνδα: πίσω από κάθε αυλαία εγκληματικού παρασκηνίου κρύβεται όχι ένα φυσικό πρόσωπο συγκεκριμένου δυνάστη, αλλά ένας τεχνολογικά προηγμένος μηχανισμός διάδοσης εντολών για την εκτέλεση φόνων, ληστείας και κάθε είδους λεηλασίας. Η αθλιότερη φάση του πολέμου στο Ιράκ δεν είναι οι βομβαρδισμοί και οι μάχες στα μέτωπα, αλλά η τωρινή φάση της έσχατης ταπείνωσης ενός υπερήφανου λαού, ο οποίος εσκεμμένα εξωθείται στην αναρχία, στις ληστείες και στις λεηλασίες και προπάντων στον αφανισμό της δικής του μακραίωνης πολιτισμικής κληρονομιάς. ORG είναι γνωστό ότι ο αποτελεσματικότερος τρόπος για να απονευρώσεις και στην κυριολεξία να εξαφανίσεις ένα λαό είναι να τον αποκόψεις από την ιστορία του και την πολιτισμική του μνήμη. Δεν είναι διόλου τυχαία η καταστροφή της PRODUCT και η σύληση των αρχαιολογικών θησαυρών του PERSON της Βαγδάτης. Μου δημιουργεί εξάλλου αλγεινή εντύπωση το γεγονός ότι η γηραιά και «πολιτισμένη» Ευρώπη δέχθηκε τελείως παθητικά την απίστευτη δήλωση του υπουργού PERSON των ΗΠΑ, ο οποίος - ως άλλος εκτελεστής της διαθήκης του δρος PERSON ότι «οι ελεύθεροι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα να κάνουν ό,τι θέλουν, ακόμη και εγκλήματα, όπως ακριβώς έχουν το δικαίωμα να κάνουν και καλές πράξεις». Το κλίμα των ημερών μού γέννησε την επιθυμία να ξαναδιαβάσω μερικά γράμματα που είχε στείλει από την LOC σε φίλους ο γερμανός συγγραφέας PERSON (PERSON 1929) τα χρόνια που ζούσε εκεί, αυτοεξόριστος και ουσιαστικά κυνηγημένος από τους ναζιστές. Σε μια επιστολή που έστειλε το DATE (στον φίλο του PERSON), σημείωνε: «... Κάποτε η πίστη μου στην ανθρωπιστική αποστολή της ORG ήταν πολύ έντονη, αλλά τώρα τελευταία έχει αρχίσει να δοκιμάζεται. Η Αμερική, αντί να οδηγεί τον CARDINAL, δίνει την εντύπωση ότι έχει αποφασίσει να τον αγοράσει. Κάτι που θα μπορούσε να είναι το ίδιο μεγαλεπήβολο αλλά, ξέρετε, εμπνέει πολύ λιγότερο ενθουσιασμό. Ωστόσο, ακόμη και κάτω από αυτές τις συνθήκες, παραμένω ένας αμερικανός πατριώτης και αυτό είναι ένα γεγονός που διαρκώς επιβεβαιώνεται από τη θλίψη που νιώθω καθώς βλέπω να μειώνεται όλο και περισσότερο η δημοτικότητά της σε ολόκληρη την οικουμένη. Ο αμερικανικός λαός δεν είναι υπεύθυνος γι' αυτή την τροπή των πραγμάτων και δεν την κατανοεί. PERSON προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις αιτίες της, καταδικάζονται στη σιωπή. ORG κιόλας δυνατό να εντοπιστούν τα πρώτα σημάδια της τρομοκρατίας, των καταδόσεων, των πολιτικών ανακρίσεων, της αναστολής ισχύος των νόμων, πράγματα για τα οποία προβάλλεται ως δικαιολογία μια υποτιθέμενη κατάσταση έκτακτης ανάγκης. ORG, θα έλεγα ότι έτσι άρχισε το κακό και στη δική μας χώρα...». Κατά πόσο μπορούμε να ισχυρισθούμε και σήμερα - με την ίδια επιείκεια και κατανόηση που διέκρινε τον Τόμας Μαν την περίοδο του μακαρθισμού - ότι ο αμερικανικός λαός δεν είναι υπεύθυνος στο σύνολό του γιατί «δεν κατανοεί»; Αν τα τραύματα του πρόσφατου παρελθόντος (η DATE PERSON), η πλάνη και η συστηματική παραπληροφόρηση του αφαιρούν κάθε ευθύνη, τότε με την ίδια λογική θα έπρεπε να είχε απο-ενοχοποιηθεί ευθύς εξαρχής και ο γερμανικός λαός για τον τρόπο με τον οποίο συμμερίστηκε τα «νέα οράματα» για μια «νέα» τάξη πραγμάτων PERSON.",False "Desmonté. El niño tomó las riendas del animal y yo partí agazapado, con la escopeta preparada en las manos. No sentía mis sesenta años ni los dolores en mis viejos huesos aporreados. PERSON animado por la idea de vengarme. De uno de los galpones salía una frágil columna de humo, vi un caballo amarrado en la puerta, deduje que allí debía estar PERSON y me dirigí al galpón haciendo un rodeo. Me castañeaban los dientes de impaciencia, iba pensando que no quería matarlo al primer tiro,porque eso sería muy rápido y se me iría el gusto en un minuto, había esperado tanto que quería saborear el momento de hacerlo pedazos, pero tampoco podía darle una oportunidad de escapar. Era mucho más joven que yo y si no podía sorprenderlo estaba jodido. GPE la camisa empapada de sudor, pegada al cuerpo, un velo me cubría los ojos, pero me sentía de veinte años y con la fuerza de un toro. Entré al galpón arrastrándome silenciosamente, el corazón me golpeaba como un tambor. Me encontré dentro de una amplia bodega que tenía el suelo cubierto de aserrín. PERSON grandes pilas de madera y unas máquinas tapadas con trozos de lona verde, para preservarlas del polvo. PERSON ocultándome entre las pilas de madera, hasta que de pronto lo vi. Pedro Tercero García estaba acostado en el suelo, con la cabeza sobre una manta doblada,durmiendo. A su lado había un pequeño fuego de brasas sobre unas piedras y un tarro para hervir agua. Me detuve sobresaltado y pude observarlo a mi antojo, con todo el odio del mundo, tratando de fijar para siempre en mi memoria ese rostro moreno, de facciones casi infantiles, donde la barba parecía un disfraz, sin comprender qué diablos había visto mi hija en ese peludo ordinario. Tendría unos veinticinco años, pero al verlo dormido me pareció un muchacho. PERSON que hacer un gran esfuerzo para controlar el temblor de mis manos y mis dientes. PERSON la escopeta y me adelanté un par de pasos. Estaba tan cerca, que podía volarle la cabeza sin apuntar, pero decidí esperar unos segundos para que se me tranquilizara el pulso. Ese momento de vacilación me perdió. Creo que el hábito de esconderse había afinado el oído a PERSON Tercero García y el instinto le advirtió el peligro. En una fracción de segundo debe haber vuelto a la conciencia, pero se quedó con los ojos cerrados, alertó todos los músculos, tensó los tendones y puso toda su energía en un salto formidable que de un solo impulso lo dejó parado a un metro del sitio donde se estrelló mi bala. No alcancé a apuntar de nuevo, porque se agachó, recogió un trozo de madera y lo lanzó,dando de lleno en la escopeta, que voló lejos. Recuerdo que sentí una oleada de pánico al verme desarmado, pero inmediatamente me di cuenta que él estaba más asustado que yo. Nos observamos en silencio, jadeando, cada uno esperaba el primer movimiento del otro para saltar. Y entonces vi el hacha. Estaba tan cerca, que podía alcanzarla estirando apenas el brazo y eso es lo que hice sin pensarlo dos veces. Tomé el hacha y con un grito salvaje que me salió del fondo de las entrañas, me lancé contra él, dispuesto a partirlo de arriba abajo con un solo golpe. El hacha brilló en el aire y cayó sobre PERSON . Un chorro de sangre me saltó a la cara. En el último instante levantó los brazos para detener el hachazo y el filo de la herramienta le rebanó limpiamente tres dedos de la mano derecha. Con el esfuerzo yo me fui hacia delante y caí de rodillas. ","A veces PERSON acompañaba a su madre y a dos o tres de sus amigas sufragistas a visitar fábricas, donde se subían en unos cajones para arengar a las obreras, mientras desde una prudente distancia, los capataces y los patrones las observaban burlones y agresivos. A pesar de su corta edad y su completa ignorancia de las cosas del mundo, PERSON podía percibir el absurdo PERSON y describía en sus cuadernos el contraste entre su madre y sus amigas, con abrigos de piel y botas de gamuza,hablando de opresión, de igualdad y de derechos, a un grupo triste y resignado de trabajadoras, con sus toscos delantales de dril y las manos rojas por los sabañones. PERSON, las sufragistas se iban a la confitería PERSON a tomar té con pastelitos y comentar los progresos de la campaña, sin que esta distracción frívola las apartara ni un ápice de sus inflamados ideales. Otras veces su madre la llevaba a las poblaciones marginales y a los conventillos, donde llegaban con el coche cargado de alimentos y ropa que PERSON y sus amigas cosían para los pobres. También en DATE ocasiones, la niña escribía con asombrosa intuición, que las obras de caridad no podían mitigar la monumental injusticia. La relación con su madre era alegre e íntima, y PERSON , a pesar de haber tenido quince hijos, la trataba como si fuera la única,estableciendo un vínculo tan fuerte, que se prolongó en las generaciones posteriores como una tradición familiar. PERSON se había convertido en una mujer sin edad, que conservaba intacta la fortaleza de su juventud y podía andar a brincos por los rincones asustando la mudez, igual como podía pasar el día revolviendo con un palo la marmita de cobre, en un fuego de infierno al centro del tercer patio, donde gorgoriteaba el dulce de membrillo, un líquido espeso de color del topacio, que al enfriarse se convertía en moldes de todos tamaños que PERSON repartía entre sus pobres. Acostumbrada a vivir rodeada de niños, cuando los demás crecieron y se fueron, la Nana volcó en PERSON todas sus ternuras. Aunque la niña ya no tenía edad para eso, la bañaba como si fuera un crío, remojándola en la bañera esmaltada con agua perfumada de albahaca y jazmín, la frotaba con una esponja, la enjabonaba meticulosamente sin olvidar ningún resquicio de las orejas a los pies, la friccionaba con agua de colonia,la empolvaba con un hisopo de plumas de cisne y le cepillaba el pelo con infinita paciencia, hasta dejárselo brillante y dócil como una planta de mar. La vestía, le abría la cama, le llevaba el desayuno en bandeja, la obligaba a tomar infusión de tilo para los nervios, de manzanilla para el estómago, de limón para la transparencia de la piel, de ruda para la mala bilis y de menta para la frescura del aliento, hasta que la niña se convirtió en un ser angélico y hermoso que deambulaba por los patios y los corredores envuelta en un aroma de flores, un rumor de enaguas almidonadas y un halo de rizos y cintas. PERSON pasó la infancia y entró en la juventud dentro de las paredes de su casa, en un mundo de historias asombrosas, de silencios tranquilos, donde el tiempo no se marcaba con relojes ni calendarios y donde los objetos tenían vida propia, los aparecidos se sentaban en la mesa y hablaban con los humanos, el pasado y el futuro eran parte de la misma cosa y la realidad del presente era un caleidoscopio de espejos desordenados donde todo podía ocurrir. Es una delicia, para mí, leer los cuadernos de esa época, donde se describe un mundo mágico que se acabó. ",True "This guide explains the processes used to make Keynote documents. Keynote is ORG equivalent to ORG Powerpoint. Keynote’s strength is its ease of use and its ability to handle a variety of media types, including HD Video. This guide to ORG is CARDINAL of CARDINAL books I have written for Bookboon on iWork. My books on Pages and ORGcomplement this one, with some areas of repetition, each guide is designed to stand alone. A great way to learn is to experiment and play. Use this guide to focus your learning on specific areas of Keynote before taking a broad view of the myriad of possibilities for this software. This guide describes ways to assemble and edit content. It does not seek to give advice on presentation methodology, too often business presentations suffer from densely packed slides, with too much text and statistical information squeezed into them; information that is best left for a report. Rather than cram the contents of a report onto a handful of slides, judicious planning will make for compelling presentations. Keynote is not a place to copy and paste all the text of a report. It is far better to highlight and illustrate important points using ORG excellent graphic and animation capabilities. That said, animation and graphic elements should be used sparingly to aid the communication, and not as a distraction to it. Keynote can be used to create dynamic and engaging presentations. Text, images and charts can be arranged with ease. Keynote makes it easy to add audio and video, add transitions between slides, animate data, and then share presentations in a variety of ways. The guide describes software functions and outlines generic examples of the software in use. Further information can be found on ORG’s web pages, or via ORG. Regarding keyboard shortcuts. The keyboard shortcuts mentioned in this book will work on International English QWERTY keyboards. For GPE keyboards the only difference is that Alt key ( ) is called WORK_OF_ART). For ORG and other language keywords please try the shortcuts, they will probably work. For seasoned Mac users please note that the ORG key is now referred to as the ORG key. It is labelled cmd , not . There are CARDINAL ways to launch Keynote. • Go to your Applications folder. In NORP choose Go > Applications. Open the ORG ’09 folder and double– click the ORG icon. (Unless you have done a customized iWork installation the ORG folder will be in the Application folder found in the root of your primary hard drive.) • In the Dock, click the ORG icon. (In ORG latest operating system named ORG icon will appear in GPE.) • Double–click any Keynote document. Every time you launch Keynote or try to create a new document, ORG appears. LAWChooser contains ORG designed templates and any ORG created by you. ORG can be customized to suit your tastes or to comply with a business’s graphic identity. There will be more on Themes later. The White and Black Themes are good options to experiment with. Keynote has features that are shared with, or are similar to, features found in other ORG applications such as ORG and Pages. This section lists these features. Understanding features including ORG and ORG are essential when learning about any ORG software. To explore the features described in LAW. launch Keynote and open any Template. When launching Keynote the following message may appear. By default ORG window contains a customizable Tool Bar, a Format Bar, a Slides Pane, and the Slide Canvas. Other panes may be opened, including Master PERSON, and Presenter Notes Pane. ORG contains several icons. These control common functions and will be described later. Note that some Tool Bar Icons are greyed-out meaning they cannot be used. They become active once an ORG is selected. Also note that ORG can be customized to display buttons for commands based on user preference. From left to right: • New – This adds a new slide. The keyboard shortcut is ORG – Shift – N. • Play – This starts the presentation in GPE, at the selected slide, the keyboard shortcut is ORGTo start a Slideshow from the ORDINAL slide hold down the ORG key and click the Play button in ORG. • View – changes LAW. Options include Navigator, PERSON, Slide Only and Light Table. Of these Navigator and ORG are the most useful when constructing documents. PERSON will be discussed further in LAW. View also controls the display of ORG, PERSON, WORK_OF_ART and Master Slides. When developing a presentation to support a speech or lecture using Presenter PRODUCT can prove a great aid to memory. Keynote can be configured to display on CARDINAL displays simultaneously, CARDINAL showing slides to an audience and a comprehensive display of Presenter PRODUCT, ORG and ORG or Remaining on the other. Comments can be temporarily hidden from FAC. Comments are like virtual sticky notes and can be found in all the ORG applications. • Guides – By default Keynote displays alignment guides to help layout. These appear as yellow lines that indicate whether an object is aligned to the top, bottom, centre or side of another object, or where it is in relation to the canvas. Choosing all CARDINAL options from ORG will give maximum layout feedback help. • Themes – On launching Keynote a Theme Chooser appears. Users can create their own Themes. Having a NORP button in ORG allows Themes to be swapped in an open document. This function is useful for companies wishing to update presentations to meet their latest visual identity guidelines. A presentation using their properly applied 2008 theme can be updated to their DATE theme in a single click. • Masters – Themes contain several Master PERSON; ORG, ORG, ORG – 2 Column… et cetera. Use this menu to change slides to different ORG. • Text Box – This adds a simple text box to the slide canvas. It is better to use a slide Master with a Text Box and modify it. This makes the NORP change function work speedily. It isn’t wrong, nor does it expose weaknesses in the ORG software, to add ORG. Additional Text Boxes cannot be automatically changed when changing Themes. "," An intelligence strategy is needed for business intelligence. Business intelligence is a process of taking large amounts of data, analyzing that data, and presenting a high-level set of reports that condense the essence of that data into the basis of business actions. Business intelligence can enable management to gain new insights and thereby contributing to their business decisions to prevent computer crime and to strengthen corporate reputation. Traditionally, intelligence was understood to mean information from criminals about criminal activity by a covert source. DATE, intelligence is a systematic approach to collecting information with the purpose, for example, of tracking and predicting crime to improve law enforcement (PERSON et al., DATE). Intelligence analysts investigate who is committing crimes, how, when, where and why. They then provide recommendations on how to stop or curb the offences. As part of this, analysts produce profiles of crime problems and individual targets, and produce both strategic (overall, long-term) and tactical (specific, short-term) assessments within the confines set by the policing unit. The aim of intelligence strategy is to continue to develop intelligence led policing in all parts of an organization, a nation or in all regions of the world. An intelligence strategy provides a framework for a structured problem solving and partnership enhanced approach, based around a common model. For example, ORG in the GPE is a structured approach to improve intelligence led policing both centrally and locally in policing districts such as ORG (SYPIS, 2007). Intelligence-led policing is carried out in many law enforcement areas. For example, intelligence-led vehicle crime reduction was carried out in the LOC police area in the GPE. Analysis of vehicle crime included identifying (PERSON et al., DATE): • Locations (hotspots, streets, car parks, postcodes, wards, etc.) of vehicle crime, • Sites where vehicles were dumped, • Times of offences, • Prolific vehicle crime offenders, • Areas where prolific offenders were identified as offending, • Models of vehicles targeted for vehicle crime, • Type of property stolen in theft from vehicle offences. The analysis resulted in problem profiles, which identified emerging patterns of crime. These patterns included vehicle crime occurring in beauty spot car parks and the theft of badges from cars. Such information was disseminated to local officers to act on. Intelligence-led policing is defined as a business model and a management philosophy according to ORG DATE): ORG-led policing is a business model and managerial philosophy where data analysis and crime intelligence are pivotal to an objective, decision-making framework that facilitates crime and problem reduction, disruption and prevention through both strategic management and effective enforcement strategies that target prolific and serious offenders. An interesting case of intelligence-led policing in the GPE was the project called ""Operation Gallant"" that lead to a reduction of PERCENT in car thefts. Operation Gallant involved all Basic Command Unit (BCU) in the collection and analysis of information (Brown et al., DATE: CARDINAL): In the case of PERSON, the intelligence-led vehicle crime reduction approach involved the activity of officers from across a ORG. A crime analyst, dedicated solely to examine vehicle crime patterns and trends, developed a detailed picture of vehicle crime in the area, including analysis of time, location, vehicle type and known offenders. As a result of this strategic analysis, a number of interventions were planned, drawing heavily upon the GPE tactical menu. The most significant, in terms of resources devoted to the operation, involved a program of prolific offender targeting and crime prevention advice targeted towards the owners of high-risk vehicles. The substantial decline in car crimes were explained by the increased attention paid to this crime sector (PERSON et al., DATE: CARDINAL): Given the fact that the ORDINAL reduction coincides with the commencement of the planning process for PERSON, this may also reflect an anticipatory effect in which the very act of planning and talking about an operation leads to a decline. In intelligence work for investigating and preventing white-collar crime, a variety of information sources are available. PERSON (DATE) list the following information sources in policing for general corporate social responsibility work: victim reports, witness reports, police reports, crime scene examinations, historical data held by police agencies (such as criminal records), prisoner debriefings, technical or human surveillance products, suspicious financial transactions reporting, and reports emanating from undercover police operations. Similarly, internal investigation units in business organizations can apply intelligence sources. Intelligence analysis may also refer to governmental records of other governmental departments and agencies, and other more open sources of information may be used in elaborate intelligence assessment. Most of the information used to prevent and investigate financial crime is sensitive, complex, and the result of time consuming tasks (PERSON, DATE). However, PERSON (DATE) found that most crime analysis is organized around existing investigation and prevention sector data. Intelligence analysis is typically framed by already existing institutional ways of thinking. He argues that organized crime notification, classification and measurement schemes tend to reify pre-existing notions of traditional policing practice. In this perspective, it is important for strategic criminal analysts to be aware of the variety of information sources available. We choose to classify information sources into the following categories in this book: CARDINAL. Interview. By means of interrogation of witnesses, suspects, reference persons and experts, information is collected on crimes, criminals, times and places, organizations, criminal projects, activities, roles, etc. CARDINAL. Network. By means of informants in the criminal underworld as well as in legal businesses, information is collected on actors, plans, competitors, markets, customers, etc. Informants often have connections with persons that are an investigating colleague would not be able to approach formally. CARDINAL. Location. By analyzing potential and actual crime scenes and potential criminal scenes, information are collected on criminal procedures, preferences, crime evolution, etc. Hot spots and traces are found. Secret ransacking of suspicious places is part of this information source. Pictures in terms of crime scene photographs are important information elements. CARDINAL. Documents. By studying documents from confiscations may provide information on ownership, transactions, accounts, etc. An example is forensic accounting, which is the application of accounting tasks for an evidentiary purpose. Forensic accounting is the action of identifying, recording, settling, extracting, sorting, reporting and verifying past financial data or other accounting activities for settling current or prospective legal disputes or using such past financial data for projecting future financial data to settle legal disputes. Forensic accountants are essential to the legal system, providing expert services such as fake invoicing valuations, suspicious bankruptcy valuations, and analysis of financial documents in fraud schemes (ORG, 2008).",False "Τελευταία κάτι κινείται στην Ευρώπη. Η ομόφωνη καταδίκη, από τους CARDINAL του PERSON, της κυβερνητικής συνεργασίας χριστιανοδημοκρατών και νεοναζιστών στην PERSON και η απόφαση να απομονωθεί πολιτικά η νέα κυβέρνηση ξανάφεραν στην επικαιρότητα το πρόβλημα των ορίων της εξουσίας των ενωσιακών θεσμών απέναντι στα κράτη-μέλη της PERSON. Ξαναμπήκε δηλαδή το πρόβλημα των ορίων της εθνικής κυριαρχίας στη σύγχρονη ενωμένη Ευρώπη. Το ίδιο πρόβλημα είχε θέσει με διαφορετικό τρόπο πριν από μερικές εβδομάδες, σε μια πολυσυζητημένη συνέντευξή του στην εφημερίδα ORG, ο πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ­ ο μεγάλος πρόεδρός της ­ ο PERSON. ORG, αλλά όχι τελευταίο σε σημασία, το θέμα των ορίων εξουσίας PERSON - κρατών μελών θα απασχολήσει μοιραία και τη νέα ORG (με εκπρόσωπο του GPE για πρώτη φορά WORK_OF_ART, τον ευρωβουλευτή του ΠαΣοΚ καθηγητή PERSON). Κύριο έργο της Διακυβερνητικής θα είναι να επιχειρήσει να ενισχύσει την ομοσπονδιακή πλευρά των υφιστάμενων ευρωπαϊκών θεσμών για να εμποδίσει ώστε η διεύρυνση, που αποφασίστηκε στο Ελσίνκι, να οδηγήσει την Ευρώπη να εκφυλισθεί σε ένα άμορφο, δίχως νεύρο, συνονθύλευμα ετερόκλητων κρατών-μελών με δυνατότητες τελωνειακής μόνο αλλά όχι πια πολιτικής ενοποίησης. Η Ευρώπη δύο ταχυτήτων Κατά τον Ντελόρ, λύση στο πρόβλημα αυτό δεν είναι δυνατόν να προέλθει, με τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, από τη GPE. Θα την εμποδίσει και ο μεγάλος αριθμός των κρατών-μελών μετά τη διεύρυνση αλλά κυρίως η μεγάλη απόσταση που χωρίζει παλιά και νέα μέλη από άποψη αφομοίωσης του σύγχρονου ευρωπαϊκού πνεύματος. Μόνη σωτηρία είναι να επιτρέψουμε σε μια πρωτοπορία κρατών να προχωρήσουν στη μεταξύ τους συγκρότηση της πολιτικής ομοσπονδίας, όπως την είχαν οραματισθεί κάποτε οι πατέρες της Ευρώπης, ενώ οι υπόλοιποι θα ακολουθήσουν όταν και όσο μπορέσουν. Ξαναγυρίζουμε, δηλαδή, στην παλιά ιδέα της Ευρώπης των δύο ταχυτήτων. PERSON ο συγγραφέας του άρθρου τείνει να συμφωνήσει με την άποψη του ORG, αλλά δεν θα προσπαθήσει να αποδείξει την ορθότητά της. Και τούτο γιατί το αν είναι αντικειμενικά σε θέση, ή δεν είναι, να συγκροτήσουν βιώσιμη πολιτική ομοσπονδία τα CARDINAL ετερόκλητα μετά τη διεύρυνση κράτη-μέλη δεν έχει τελικά και τόση σημασία. PERSON έχει τι θα θεωρήσουν επιθυμητό και εφικτό να γίνει τα υπάρχοντα κράτη-μέλη και ιδιαίτερα ο γαλλογερμανικός άξονας. Σε θέματα τέτοιας ολκής ο άξονας είναι εκείνος που δίνει τον τόνο σε όλους τους υπόλοιπους εταίρους με εξαίρεση την Αγγλία. Θα αποφασίσουν άραγε αυτοί, θα βρουν την πολιτική βούληση να προχωρήσουν μεταξύ τους στη δημιουργία της PERSON, για να αποτρέψουν το ναυάγιο της πολιτικής ένωσης; Με ποιες νέες θυσίες της αρχής της εθνικής κυριαρχίας; Με συνεταίρους όλους ή μερικούς από τους σημερινούς δεκαπέντε; PERSON περιεχόμενο θα έχει η νέα ομοσπονδία; PERSON ποια θα πρέπει να είναι η θέση της Ελλάδας απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Αυτά είναι τα κρίσιμα ερωτήματα της σημερινής ευρωπαϊκής συγκυρίας. Πρώτα ας σκεφτούμε για τον χαρακτήρα της ομοσπονδίας. Ο Ντελόρ τη νέα, ενδοευρωπαϊκή ομοσπονδία που προτείνει τη χαρακτηρίζει «ομοσπονδία κρατών-εθνών». PERSON εθνικά κράτη δεν είναι καταδικασμένα να εξαφανισθούν. Η «ομοσπονδία κρατών-εθνών» στηρίζεται σε μιαν αυστηρή διάκριση αρμοδιοτήτων ανάμεσα στο ομοσπονδιακό και το εθνικό επίπεδο. Στην ομοσπονδία ανήκει η νομισματική και η οικονομική πολιτική, η άμυνα, η κοινή εξωτερική πολιτική και η πολιτική εσωτερικής ασφάλειας, πιθανόν όχι εξαντλητικά, σε όλες τους τις πτυχές, αλλά οπωσδήποτε στα κύρια σημεία τους. Στους τομείς αυτούς δημιουργείται ουσιαστικά μια ευρωπαϊκή κυβέρνηση και καταργούνται οι χωριστές κυβερνητικές αρμοδιότητες που υπάρχουν ως σήμερα. Στο επίπεδο των εθνικών κυβερνήσεων ανήκουν όλα τα άλλα ­ η παιδεία, ο πολιτισμός, ο εφοδιασμός του πληθυσμού με δημόσια αγαθά, η διοίκηση καθώς και όσες πλευρές από τα πρώτα μεγάλα θέματα δεν είναι απαραίτητο να αντιμετωπισθούν σε επίπεδο ομοσπονδίας. Η δημιουργία μιας τόσο προχωρημένης ευρωπαϊκής κυβέρνησης έχει δύο προϋποθέσεις: Πρέπει πρώτα πρώτα τα κράτη-μέλη που θα την συναποτελέσουν να διαθέτουν αρκετή πολιτική και ιδεολογική ομοιογένεια και αρκετή σταθερότητα ώστε να μην κινδυνεύουν να ξεπεταχθεί ξαφνικά ανάμεσά τους κανένας ORG, ή αν ξεπεταχτεί να μπορούν εύκολα να τον εξουδετερώσουν. Και, δεύτερον, πρέπει να ξέρουν τι θέλουν να επιτύχουν από κοινού στη διεθνή σκηνή. PERSON προορισμό δίνουν σε μια τόσο ενοποιημένη Ευρώπη. Στο δεύτερο αυτό ερώτημα από τα πράγματα μία μόνον απάντηση υπάρχει: μια σοβαρή ευρωπαϊκή ομοσπονδία δεν μπορεί να κάνει οτιδήποτε άλλο παρά να εξελιχθεί σε έναν δεύτερο παγκόσμιο πόλο ισχύος, πλάι στον σημερινό μοναδικό πόλο, τις ΗΠΑ. Και εκεί ακριβώς βρίσκεται η δυσκολία. Γιατί η δημιουργία ενός τέτοιου πόλου προϋποθέτει προσπάθειες που, ως σήμερα, ούτε η Ευρώπη ούτε κανένα από τα μείζονα κράτη-μέλη θέλησε ή μπόρεσε ποτέ να τις επωμισθεί, ενώ είχε πολλούς λόγους να το κάνει. Θα το θελήσει τώρα; Υπάρχουν θετικές ενδείξεις αλλά το ερώτημα πολύ απέχει από το να έχει απαντηθεί. Αν υποθέσουμε ότι τελικά στο ερώτημα αυτό δίνεται καταφατική απάντηση, μένει να εξετάσουμε το περιεχόμενο μιας τέτοιας ευρωπαϊκής ενοποίησης. Στο σημείο αυτό ο προσδιορισμός των τομέων που έχει κάνει ο Ντελόρ είναι καίριος. Εχει διαλέξει για ενοποίηση τα στοιχεία εκείνα που φτιάχνουν τη ραχοκοκαλιά της δύναμης σε ένα σύγχρονο κράτος: την οικονομία, τις ένοπλες δυνάμεις, τη διπλωματία και την εσωτερική ασφάλεια. Για όλα αυτά τα θέματα θα πρέπει να βρεθούν διαδικασίες συναπόφασης, χωρίς εθνικό βέτο, και κοινής λειτουργίας, χωρίς εθνικές προκαταλήψεις. Μια κοινή ευρωπαϊκή οικονομική κυβέρνηση, λόγου χάριν, θα έχει την εξουσία να ενοποιήσει τους φορολογικούς κανόνες, να υπαγορεύσει το συνολικό επίπεδο των δημόσιων δαπανών, να χαράξει για όλους κοινή πολιτική έρευνας και λοιπά. Μια κοινή άμυνα προϋποθέτει τελικά κοινό στρατό, δηλαδή γερμανό αξιωματικό σε γάλλους στρατιώτες ή το αντίστροφο. Οσο για την εξωτερική πολιτική, ούτε καν ο Ντελόρ ονειρεύεται καθολική ενοποίηση. ORG όμως για συγκεκριμένες κοινές δράσεις, που γι' αυτές θα ισχύει η δεσμευτικότητα με αποκλεισμό του βέτο. Τα παραπάνω είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν, μολονότι πρώτα βήματα έχουν γίνει προς όλες αυτές τις κατευθύνσεις. Αλλά ας υποθέσουμε και πάλι ότι τα πράγματα προχωρούν, όπως και δεν αποκλείεται να προχωρήσουν, γιατί η πίεση της ανάγκης να μην περιθωριοποιηθεί η Ευρώπη εξαιτίας της εσωτερικής της πολυδιάσπασης και της μεταρρυθμιστικής της αδράνειας είναι αληθινά μεγάλη. Με πόσα από τα σημερινά κράτη-μέλη θα φτιαχτεί η Πρώτη Ταχύτητα. PERSON θα τη δέχονταν για συνεταίρο; PERSON θα ήθελε να γίνει συνεταίρος; Τι θα έπρεπε να κάνει για να μπορέσει να πάρει μέρος σε έναν τέτοιο συνεταιρισμό; ORG λύση για την PERSON, από πλευράς NORP, θα ήταν να πάρουν μέρος και οι δεκαπέντε σημερινοί εταίροι. Θα ήταν η καλύτερη γιατί είναι η λιγότερο διχαστική, είναι εκείνη που θα εξασφάλιζε στην καινοτομία μια πλατιά βάση υποστήριξης. Ειδικά στην ORG θα την δέχονταν; Η υποθετική απάντηση που μπορεί να δοθεί στην υποθετική αυτή ερώτηση είναι ότι η ORG δεν θα σκόνταφτε στην έλλειψη μεγάλης υλικής δύναμης. PERSON που προβληματίζει, από όσο μπορεί κανείς να πληροφορηθεί και να κρίνει, μερικούς από τους βασικούς μας εταίρους είναι σε ποιο βαθμό βλέπουμε τα πράγματα με τα ίδια μάτια όπως αυτοί. Αν η ORG, στα μεγάλα θέματα, είναι εννοιολογικά και συναισθηματικά αρκετά ταυτισμένη με τους υπόλοιπους δεκατέσσερις, ώστε να μπορεί να συμμερισθεί τις ανησυχίες, να πάρει μέρος αγόγγυστα σε κοινές ενέργειες, να στηρίξει κοινές αλλά υποχρεωτικές από τη στιγμή που πάρθηκαν με τη νόμιμη διαδικασία αποφάσεις. Αν, με άλλα λόγια, θα μπορούσε η ORG να δει να επεκτείνεται και σε άλλους κυβερνητικούς τομείς, πολύ πιο ζωτικούς από το κοινό νόμισμα, ένα καθεστώς κάπως όμοιο στον τρόπο λήψης αποφάσεων με την ΟΝΕ. Ο καθένας μπορεί να σκεφτεί τις πηγές μιας τέτοιας επιφύλαξης από την πλευρά των εταίρων μας. Σε μας απόκειται να αποφασίσουμε αν θέλουμε να αλλάξουμε τον τρόπο που βλέπουμε και δρούμε στον CARDINAL. PERSON η ίδια θα έπρεπε να θέλει να συμπεριληφθεί στην PERSON; PERSON βρίσκονται τα συμφέροντά μας; GPE τη γνώμη μου αναμφισβήτητα κινούνται πολύ κοντά προς την κατεύθυνση μιας ουσιαστικής ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Αν κοιτάξουμε γύρω μας θα δούμε ότι τα τελευταία χρόνια οι λύσεις που επιδιώκουμε για τα περισσότερα προβλήματά μας έχουν έντονο ευρωπαϊκό προσανατολισμό. PERSON συμβαίνει τόσο στον τομέα της οικονομίας όσο και στην εξωτερική μας πολιτική. Οι λύσεις αυτές υπήρξαν για τη χώρα μας συχνά σωτήριες, ας πάρουμε για παράδειγμα τα διαρθρωτικά ταμεία. Αλλά για να βρίσκουμε ευρωπαϊκές λύσεις πρέπει να υπάρχει η Ευρώπη. Αν η συνεκτική Ευρώπη του σήμερα, που ασφαλώς δεν είναι τέλεια αλλά είναι κάτι, παραχωρήσει τη θέση της αύριο σε μια χαλαρή απλά τελωνειακή ένωση ενισχυμένη με κοινό νόμισμα, δεν θα μπορούν πια να βρεθούν για εμάς ευρωπαϊκές λύσεις. Δεν θα υπάρχουν. Πολύ χειρότερα θα είναι αν η Ευρώπη προχωρήσει στην PERSON με τους περισσότερους από τους σημερινούς δεκαπέντε αλλά εμείς προτιμήσουμε να μείνουμε στο δεύτερο κύμα. Τότε θα υπάρχουν ευρωπαϊκές λύσεις αλλά δεν θα είναι για εμάς. PERSON από συμφέροντα, υπάρχει και ένας βαθύτερος λόγος να θέλουμε τη συμμετοχή μας. ORG στην πολιτική μας κουλτούρα, ταιριάζει στην ανάγκη μας για ανεξαρτησία η συμμετοχή στην προσπάθεια δημιουργίας ενός εναλλακτικού πόλου δύναμης στον σύγχρονο κόσμο. Δεν έπεται βέβαια ότι η ORG θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην PERSON απλά και μόνον αναπροσαρμόζοντας τον τρόπο της σκέψης της αλλά χωρίς αντίστοιχη υλική προσπάθεια. Κάθε άλλο. Συμμετοχή σε πραγματική κοινή ευρωπαϊκή κυβέρνηση, που θα παίρνει δεσμευτικές αποφάσεις, σημαίνει και ικανότητα της κοινωνίας μας να λειτουργήσει περίπου στο ίδιο επίπεδο όλων των άλλων εταίρων. Σημαίνει πραγματική σύγκλιση στους οικονομικούς, όχι μόνο στους νομισματικούς δείκτες (στο κατά κεφαλήν LOC, λόγου χάριν). ORG ανάπτυξη σύγχρονης στρατιωτικής ικανότητας που να μας κάνει υπολογίσιμο παράγοντα πολεμικής, αν χρειαστεί, δράσης. Σημαίνει ότι η προσπάθεια που κάναμε για να πετύχουμε τη συμμετοχή μας στην ORG δεν τελειώνει με την είσοδό μας. Είτε την ονομάσουν έτσι είτε όχι η ΟΝΕ θα εξελιχθεί μοιραία σε ORG. Και εμείς θα πρέπει να συνεχίσουμε την προσπάθεια όχι για να μπούμε πια κάπου αλλά για να μη βρεθούμε ξανά έξω από τη συντροφιά των δεκαπέντε που κατορθώσαμε με τόσο κόπο να φθάσουμε. Σε έναν κόσμο που συνεχώς κινείται, χρειάζεται συχνά κανείς να τρέχει πολύ για να μένει στο ίδιο μέρος.","Ζούμε σε μεταφυσικό κόσμο! Την θέσι της φύσεως καταλαμβάνει ένα σύμπαν παραστάσεων, αντιλήψεων και σκοπιμοτήτων - αυτό που οι ανθρωπολόγοι αποκαλούν «πολιτισμό». Δεν πρόκειται απλώς για τον κοινωνικό εκλεπτυσμό, όπου η συναλλαγή με την φύσι είναι διαρκώς παρούσα σε αποκρυσταλλωμένα χαρακτηριστικά συλλογικών τρόπων υπάρξεως· πρόκειται για ρυθμιστικούς μηχανισμούς των κοινωνιών, οι οποίοι βασίζονται στις ψυχικές επιθυμίες και όχι στις εξωτερικές ανάγκες. H ιστορία δεν αποτελεί πλέον προσπάθεια του ανθρώπου να κυριαρχήση στην φύσι για να εξοβελίση το τυχαίο με τις χαοτικές καταστάσεις που GPE· τείνει μάλλον να εντάξη την φύσι στην προοπτική του πολιτισμού. H αυτονομία του πολιτισμού συνιστά ενοποιό ενέργεια. Ο άνθρωπος επανιδρύει έτσι τον CARDINAL κατά το όραμά του αντί να τον υφίσταται. Συνακόλουθα της υποκαταστάσεως του πολιτισμού στην φύσι είναι η τεχνοεπιστημονική επανάστασι, που συνδυάζει την πρακτική ενέργεια με τον οραματισμό· η επικοινωνιακή έκρηξι, με την οικουμενική αντίληψι του τοπικού και την παγκοσμιότητα του οικονομικού· η κυριαρχική ανάδειξι της αυτοδύναμης ατομικότητος, με τα αρνητικά της απληστίας και τα θετικά της αλληλεγγύης και με καταστατικό βίωμα την απελευθέρωσι της επιθυμίας. H απελευθερωμένη επιθυμία μετέβαλε τον πολιτισμό σε τρόπο καθημερινής ζωής με κέντρο την καταναλωτική απόλαυσι, εις βάρος των καθιερωμένων αρχών και αξιών, που απαιτούσαν στο παρελθόν συμμόρφωσι προς το δέον της στερητικής εγκράτειας. Καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις αυτές έπαιξε μια νέα αυτοσυνειδησία των ανθρώπων, η οποία επηρέασε βαθιά τις προσδοκίες και τις νοοτροπίες τους. H αυτενέργεια και η αυτοπραγμάτωσι κατέλαβαν την άλλοτε κραταιά θέσι της οικογενειακής ιεραρχίας και παραδόσεως, όπως για λόγους υγείας και αισθητικής η δίαιτα πήρε την θέσι της θρησκευτικής νηστείας. Δεν ισχυρίζομαι πως υπό τις νέες συνθήκες κάθε εξουσιαστική δομή αποκλείεται ή πως οι κοινωνίες μετατρέπονται σε παραδείσους ελευθερίας. Οι έλεγχοι και οι πειθαρχίες εξακολουθούν να υφίστανται και μάλιστα να αυξάνουν λόγω της τρομοκρατικής απειλής· θα πρέπη ωστόσο να επισημάνω ότι οι επικοινωνιακοί χειρισμοί έχουν αντικαταστήσει πλέον σε μεγάλο βαθμό την λήψι διοικητικών μέτρων. PERSON οι κοινωνίες κατέφευγαν στην ποταπαγόρευσι για να πολεμήσουν τον αλκοολισμό· τώρα η αντικαπνιστική εκστρατεία δίνει απόλυτο προβάδισμα στην συνειδητοποίησι της βλάβης, παρακάμπτοντας την ατελέσφορη άνωθεν επέμβασι. PERSON προνόμιο της επιθυμίας επικρατεί της λογικής των απαγορεύσεων. GPE και αυτονομία συνυπάρχουν, με ηθική υπεροχή της δεύτερης τόσο στην κοινωνική ζωή όσο και στην ατομική ψυχή. Μπορεί το τίμημα της αυτονομίας να είναι νέες εξαρτήσεις, καθώς οι υπέρογκες ατομικές επιδιώξεις συνήθως εξασθενίζουν την βούλησι· μπορεί ο υπερβολικός αυτοέλεγχος να προκαλή αναποφασιστικότητα και ενοχές κατά συρροήν στον σημερινό άνθρωπο, η δε ακραία αίσθησι της υπευθυνότητος να καταντά αποδιοργάνωσι, όμως οι αντιθετικές αυτές ροπές εναρμονίζονται σε ένα σχήμα συμπληρωματικότητος των θετικών και των αρνητικών. H απελευθέρωσι της επιθυμίας προσδιορίζει τις εξελίξεις στην σύγχρονη οικονομία και τεχνική. PERSON κέρδος είναι πάντοτε σοβαρώτατο κίνητρο της επιχειρηματικής δραστηριότητος, εν τούτοις δεν θαυμάζουμε τον πλούσιο όπως άλλοτε, καθώς περιμένουμε την υπαρξιακή μας επιβεβαίωσι από τους συνανθρώπους και όχι από τα πράγματα. Και το πιο ελκυστικό αντικείμενο παύει να μας ενδιαφέρη αφού το αποκτήσωμε και το χρησιμοποιήσωμε κάπως. Μας μαγνητίζει, αντίθετα, η τελειοποιημένη του εκδοχή και μας αιχμαλωτίζει την επιθυμία. H επιθυμία έχει στις φαντασίες της κάτι εκστατικό, που υποτάσσει την ύλη στο πνεύμα, το τρέχον εις το έσχατο, και αποτελεί δομικό στοιχείο των τεχνικών μέσων. Εξ ου και οι τελειοποιήσεις των δεν οφείλονται σε ατέλειες είτε σε αντιστάσεις του εξωτερικού κόσμου, που πρέπει να νικηθούν, οφείλονται στην οργανική ανάγκη των τεχνικών αντικειμένων να βελτιώσουν την κατασκευή τους και να αυτοματοποιήσουν την λειτουργία τους. PERSON αντικείμενα προς κατανάλωσιν δεν έχουν τίποτε εξαιρετικό, ώστε η ζωή μας να δένεται με την ύλη τους. H τεχνοεπιστήμη βάζει πάνω από την ύλη την γνώσι και υπ' αυτή την έννοια μας στρέφει στο απερινόητο βάθος του κόσμου - στον Θεό. Ο άνθρωπος της ORG, του Μεσαίωνος και των πρώιμων Νέων χρόνων πίστευε στην θεότητα της ύλης, όμως παραδομένος στην μαγεία του υπερφυσικού δεν ανοιγόταν στο μυστήριο του είναι. Του αρκούσε λοιπόν να ονομάζη «ουσίες» τα πράγματα και να ενώνη έτσι την μοίρα του μαζί τους, αλλά του ήταν αδύνατο να τα πνευματώση. Δεν λέω «αδιανόητο» γιατί θα με διέψευδε πανηγυρικά η ιστορία της μεταφυσικής και η περιπέτεια της αλχημείας. Για να γίνη ο υλικός κόσμος πνευματικός έπρεπε ο άνθρωπος να του μεταδώση την πνοή του, όπως έκανε με τον χοϊκό αρχάνθρωπο ο PERSON. PERSON το έργο επιτελεί στον σημερινό πολιτισμό η συναρπαστική ανάπτυξι της επιστήμης. H επιθυμητική άνοιξι ωδήγησε στην επικοινωνιακή παγκοσμιότητα. PERSON ηλεκτρονικά μέσα κατορθώνουν την μετάδοσι των πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο, δημιουργούν δε αίσθησι απολύτου αμεσότητος και εγγύτητος που εκμηδενίζει τα ασφυκτικά κενά της αργοπορίας και της αναμονής και διαθέτει οικεία προς το άγνωστο. Ο επικοινωνιακός χρόνος προσαρμόζεται στην διάθεσι, ενώ οι απαιτήσεις ακριβείας εισάγουν στον πυρήνα των πραγμάτων την λογική του κατεπείγοντος, αυξάνοντας μαζί με την έντασι των ρυθμών και την απαιτητική προσδοκία της χειραφετήσεως από τις χωροχρονικές δουλείες. Δεν συμμερίζομαι την αντίληψι περί παντοδυναμίας των ORG και χειραγωγήσεως των λαών υπέρ των κατά τόπους κατεστημένων, ούτε τα περί εργαλείου ομοιογενοποιήσεως των ατόμων και των συνόλων. Μπορεί τα ORG να ευνοούν τούτο ή εκείνο το συμφέρον, αυτή ή την άλλη συμπεριφορά, όμως δεν είναι απολύτως στο χέρι τους να τα επιβάλλουν. Στην ανοικτή κοινωνία κάθε τι που προβάλλομε δημιουργεί αυτομάτως τον αντίλογό του. Αίφνης η καμπάνια για τον εθελοντισμό στηρίζει μεν την ευνοϊκή απέναντί του τοποθέτησι, αλλά συγχρόνως πολλαπλασιάζει τις ευκαιρίες της ατομικής επιλογής. Πού και πώς να κάνω την προσφορά μου; Με τον όγκο και την ποικιλία των πληροφοριών που διακινούν, τα ORG διευρύνουν τον ορίζοντα της σκέψεως και της πράξεως, ενώ την ίδια στιγμή μεγαλώνουν την απόστασι ανάμεσα σ' εμάς και στα πράγματα. H απόστασι φέρνει ψυχραιμία, η οποία με την σειρά της μεταφέρει τις πολιτικοκοινωνικές διαφορές από τις αναμετρήσεις των δρόμων στο πεδίο του διαλόγου και των επιχειρημάτων. PERSON ίδια τα ORG παραιτούνται από την μονομερή απολυτότητα υπό την επίδρασι της αμφισημίας των πραγμάτων και των γεγονότων. Ακριβώς η αμφισημία τούτη φανερώνει το σχετικό της ειδυλλιακής ευδαιμονίας που υποσχόταν ο ORG και του ακραιφνούς μηδενισμού που προφήτευε με αρνητικό ρωμαντισμό ο Νίτσε. Στην πολιτισμική αυτοβεβαίωσι του νέου κόσμου, αισθήματα και αξίες όπως η αγάπη, η αλληλεγγύη και η προσφορά κερδίζουν τον εσωτερικό μας κόσμο. H καταναλωτική μανία δεν ακυρώνει τον ανθρωπισμό. Το έδειξε εντυπωσιακά η πρόσφατη παγκόσμια συμπαράστασι στις χώρες της PERSON, που επλήγησαν καταστροφικά από τα παλιρροϊκά κύματα. Στο όραμα της ατομικής ευτυχίας με τις άπειρες επιθυμίες και τις επιλογές, ο κόσμος φαίνεται να επαναμαγεύεται. Καθώς όλα υπάρχουν πολυσήμαντα, οφείλομε να επιλέγουμε διαρκώς το αγαθό, ενώ λίγες μόλις δεκαετίες πριν το ζήτημα ήταν η απαρέγκλιτη τοποθέτησι σε μία πραγματικότητα μονοδιάστατη! Μας επέλεγε το «καλό»· δεν το επιλέγαμε. Σήμερα καταφάσκομε την ανθρωπιά μας στην απόφασι να πράξουμε το αγαθό, δηλαδή στην καρποφορία της αυτονομίας μας. H συλλογική συνοχή δεν κινδυνεύει οπωσδήποτε σε περιστάσεις έντονης εξατομικεύσεως. Ο άξονάς της όμως μετατίθεται από την ισορροπία των κοινωνικών τάξεων στην αυτοσυνειδησία της κοινωνίας, παράγων της οποίας είναι και τα ORG. Μπορεί να μην παραπέμπουν τα ORG σε κάτι ανώτερο, εφ' όσον μας βομβαρδίζουν με πληροφορίες και εικόνες από την τρέχουσα πραγματικότητα, ωστόσο καθρεφτίζουν τις γενικώτερες επιθυμίες της κοινωνίας, που ως θεαταί εσωτερικεύομε, προβάλλοντας έτσι τον εαυτό μας σε υπαρξιακές συνθήκες υψηλότερης ποιότητος. PERSON αυτοσυνειδησία της κοινωνίας έγκειται η διαφάνειά της. Αυτή την διαφάνεια υπηρετούν τα ORG αναπαράγοντάς την καθημερινά και προσανατολίζοντάς την. Δεν παραβλέπω τις εκπεμπόμενες αθλιότητες που κάθε τόσο υφιστάμεθα, αλλά κρατώ το καταστατικό στοιχείο της διαφάνειας, που λειτουργεί ως συγκολλητικό υλικό της σύγχρονης κοινωνίας. Την απαίτησι της διαφανείας εκφράζουν τα ORG, ασχέτως πώς το πράττουν. Το βέβαιον είναι ότι και αυτά τα αρνητικά εν ονόματι της διαφανείας επιτελούνται. PERSON πνεύμα της διαφανείας έχει γενναίο βάθος. Μας επιτρέπει να διασχίσωμε την πυκνότητα των θεσμών και να ξαναβρεθούμε σε μιαν αρχική αθωότητα, που ανάγει ψυχικές στάσεις όπως η αμεσότης, η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια σε υποστηλώματα κοινωνικά, δυνάμει σημαντικώτερα από τους ιδρυμένους μηχανισμούς ασφαλείας. H παραδοσιακή ανάλυσι, που έβλεπε στην οικονομία της αγοράς την αλλοτρίωσι της ανθρωπότητος, απεδείχθη επιφανειακή και απλοϊκή. H μονοδιάστατη ορθολογιστική προσέγγισι στάθηκε ανίκανη να εξηγήση φαινόμενα που έκαναν την παρουσία τους στην καθημερινότητα των προηγμένων δυτικών κοινωνιών. Οι φοιτητικές εξεγέρσεις της δεκαετίας του DATE και η ραγδαία εξάπλωσι του αντισυμβατικού ήθους ζωής που διεξεδίκησαν με πάθος, έδειξαν ότι η μηχανιστική διαλεκτική των κοινωνικών αντιθέσεων δεν χωρούσε τις διεργασίες των μεταλλάξεων, που καθώρισαν τις ιστορικές εξελίξεις: ταξικές ιεραρχήσεις έχουν πάψει προ πολλού να υφίστανται· υφίστανται δραματικές οικονομικές ανισότητες στα πλαίσια των νέων συνθηκών. Πλούσιοι και φτωχοί έχουν τα ίδια δικαιώματα στις διαφορετικές τους δυνατότητες. Οι σημερινές προηγμένες κοινωνίες της Ευρώπης και της ORG δεν θυμίζουν καθόλου εκείνες των μέσων του DATE αιώνος. ORG κοινωνίες της διαφοράς και των επιλογών, της εμβιώσεως δηλαδή του παρόντος ως μέλλοντος. PERSON της μαζικής καταναλώσεως και επικοινωνίας, τις χρωματίζει η μείωσι των πειθαρχιών, ο κατευνασμός των πολιτικών παθών, η απαξίωσι των ιδεολογικών στρατεύσεων, ασχέτως της σκληρότητος των καιρών με την απειλή της τρομοκρατίας και τους υψηλούς δείκτες ανεργίας. H νεωτερικότης προχωρεί ακατάσχετα, ελλείψει αξιόμαχης ιστορικής αντιπροτάσεως. Το παλιό υφίσταται οπωσδήποτε, αλλά φυτοζωεί στις συνειδήσεις και τις βιοτικές επιλογές. PERSON μία κινητικότης χωρίς μέτρο και όριο, που μηδενίζει διαφορές και αποστάσεις. Στον πολιτισμό μας τα πράγματα δεν δένουν μεταξύ τους, όπως συμβαίνει στην φύσι. Εδώ - έχουν επισημάνει προ πολλού - η κρατούσα λογική φάσκει και αντιφάσκει: θεσμοί, οικονομία, τεχνική, λειτουργούν ορθολογιστικά· τα άτομα, αντιθέτως, προσχωρούν στην αλογία των απολαύσεων. H υπερβολική φροντίδα του σώματος συνδυάζεται με νοοτροπία υπηρεξατομισμού, της οποίας οι πιέσεις απαιτούν χαλαρές ψυχολογικές ρυθμίσεις, συμβατές με τις ψυχολογικές πειθαρχίες. PERSON κυριολεκτικά νέα εποχή, με ειδοποιό γνώρισμα τον απειροπληθή πολλαπλασιασμό των διαφορετικών ατομικών χρόνων. Ο κίνδυνος είναι να βρεθούμε σ' ένα μέλλον που ξεχύνεται στο άγνωστο, αφήνοντας χάος πίσω του, σαν τις εκρήξεις διαστολής του σύμπαντος. Χωρίς μέλλον χανόμαστε· το χάος μάς αφανίζει. Δεν προσφέρει τίποτε να στρεφώμαστε εναντίον της δημιουργικής ιστορικότητος· θα βοηθήση αν εγκαταλείψωμε την ιστορία ως παθητική μνήμη, προεκτεινόμενη σε μέλλον διαλυτικό. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει να σκεφθούμε την ιστορία σαν οντότητα με σάρκα και οστά, υποκείμενο του εαυτού της στις αναγεννητικές προσδοκίες των ανθρώπων. Οι προσδοκίες αυτές ως εσχατολογικό μέλλον ανακεφαλαιώνουν το παν στις εκτινάξεις τους και από θέσεως κέντρου ενοποιού νοηματοδοτούν μεταμορφωτικά την ιστορική ύπαρξι.",False "Iban a cumplirse dos años de correos frenéticos cuando PERSON, en una carta de un solo párrafo, le hizo a Fermina GPE la propuesta formal de matrimonio. En los seis meses anteriores le había enviado varias veces una camelia blanca, pero PERSON no estaba preparado para esa respuesta, pero su madre lo estaba. Desde que él le habló por primera vez de la intención de casarse, seis meses antes, PERSON había iniciado las gestiones para tomar en alquiler toda la casa que hasta entonces compartía con dos familias más. Era una construcción civil del siglo XVII, de dos plantas, donde estuvo el PERSON bajo el dominio español, y cuyos propietarios arruinados habían tenido que alquilarla a pedazos por falta de recursos para mantenerla. PERSON una sección que daba a la calle, donde había estado el expendio, otra en el fondo de un patio adoquinado donde había estado la fábrica, y una caballeriza muy grande que los inquilinos actuales usaban en común para lavar la ropa y tenderla a secar. PERSON ocupaba la primera parte, que era la más útil y mejor conservada, aunque también la más pequeña. En la antigua sala de expendio estaba la mercería, con un portón hacia la calle, y al lado el antiguo depósito sin más ventilación que una claraboya, donde dormía PERSON. La trastienda era la mitad de la sala, dividida con un cancel de madera. Allí había una mesa con cuatro sillas que servía al mismo tiempo para comer y escribir, y era allí donde PERSON colgaba la hamaca cuando el amanecer no lo sorprendía escribiendo. Era un espacio bueno para los dos, pero insuficiente para una persona más, y menos para una señorita PERSON, cuyo padre había restaurado hasta dejarla como nueva una casa en escombros, mientras las familias de siete títulos se acostaban con el terror de que los techos de las mansiones se les desfondaran encima durante el sueño. De modo que PERSON había conseguido que el propietario le permitiera ocupar también la galería del patio, a cambio de que mantuviera la casa en buen estado por cinco años. PERSON recursos para eso. Aparte de los ingresos reales de la mercería y de las hilachas hemostáticas, que le hubieran alcanzado para su vida modesta, había multiplicado los ahorros prestándolos a una clientela de nuevos pobres vergonzantes que aceptaban sus réditos excesivos en gracia de su discreción. Señoras con aires de reinas bajaban de las carrozas en el portón de la mercería, sin nodrizas ni criados incómodos, y fingiendo comprar encajes PERSON y ribetes de pasamanería empeñaban entre dos sollozos los últimos oropeles de su paraíso perdido. PERSON las sacaba de apuros con tanta consideración por su alcurnia, que muchas se iban más agradecidas por el honor que por el favor. En menos de diez años conocía como suyas las joyas tantas veces rescatadas y vueltas a empeñar con lágrimas, y las ganancias convertidas en oro de ley estaban enterradas en una múcura debajo de la cama cuando el hijo tomó la decisión de casarse. Entonces hizo las cuentas, y descubrió que no sólo podía hacer el negocio de mantener en pie la casa ajena durante cinco años, sino que con la misma astucia y un poco más de suerte podía quizás comprarla antes de morir para los doce nietos que deseaba tener. PERSON, por su parte, había sido nombrado ayudante primero del telégrafo, con carácter interino, y PERSON quería dejarlo como jefe de la oficina cuando él se fuera a dirigir la Escuela de Telegrafía y Magnetismo, prevista para el año siguiente. ","ORG. No le habían hecho un favor sus padres; su nombre daba la idea de un planeta, de un mineral, de todo, salvo de la mujer espigada y de rasgos finos, tez bruñida y grandes ojos oscuros, algo tristes, que le devolvía el espejo. ¡Urania! Vaya ocurrencia. Felizmente ya nadie la llamaba así, sino PERSON, Miss Cabral, Mrs. PERSON o Doctor Cabral. Que ella recordara, desde que salió de Santo Domingo («Mejor dicho, de Ciudad Trujillo», cuando partió aún no habían devuelto su nombre a la ciudad capital), ni en NORP, ni en GPE, ni en GPE, ni en GPE, nadie había vuelto a llamarla GPE, como antes en su casa y en el Colegio Santo Domingo, donde las sisters y sus compañeras pronunciaban correctísimamente el disparatado nombre que le infligieron al nacer. ¿PERSON le ocurriría a él, a ella? PERSON para averiguarlo, muchacha; tu madre estaba en el cielo y tu padre muerto en vida. Nunca lo sabrás. ¡Urania! PERSON absurdo como afrentar a la antigua Santo Domingo de Guzmán llamándola ORG. ¿Sería también su padre el de la idea? Está esperando que asome el mar por la ventana de su cuarto, en el noveno piso del Hotel Jaragua, y por fin lo ve. La oscuridad cede en pocos segundos y el resplandor azulado del horizonte, creciendo deprisa, inicia el espectáculo que aguarda desde que despertó, a las cuatro, pese a la pastilla que había tomado rompiendo sus prevenciones contra los somníferos. La superficie azul oscura del mar, sobrecogida por manchas de espuma, va a encontrarse con un cielo plomizo en la remota LOC horizonte, y, aquí, en la costa, rompe en olas sonoras y espumosas contra el PERSON, del que divisa pedazos de calzada entre las palmeras y almendros que lo bordean. Entonces, el GPE Jaragua miraba PERSON frente. PERSON, de costado. La memoria le devuelve aquella imagen -¿de ese día?- de la niña tomada de la mano por su padre, entrando en el restaurante del hotel, para almorzar los dos solos. Les dieron una mesa junto a la ventana, y, a través de los visillos, Uranita divisaba el amplio jardín y la piscina con trampolines y bañistas. Una orquesta tocaba merengues en el GPE Español, rodeado de azulejos y tiestos con claveles. ¿Fue aquel día? «No», dice en voz alta. PERSON entonces lo habían demolido y reemplazado por este voluminoso edificio color pantera rosa que la sorprendió tanto al llegar a Santo Domingo tres días atrás. ¿Has hecho bien en volver? Te arrepentirás, GPE. Desperdiciar una semana de vacaciones, tú que nunca tenías tiempo para conocer tantas ciudades, regiones, países que te hubiera gustado ver -las cordilleras y los lagos nevados de GPE, por ejemploretornando a la islita que juraste no volver a pisar. ¿GPE decadencia? ¿ORG otoñal? Curiosidad, nada más. Probarte que puedes caminar por las calles de esta ciudad que ya no es tuya, recorrer este país ajeno, sin que ello te provoque tristeza, nostalgia, odio, amargura, rabia. ¿O has venido a enfrentar a la ruina que es tu padre? A averiguar qué impresión te hace verlo, después de tantos años. Un escalofrío le corre de la cabeza a los Pies. ¡GPE, GPE! Mira que si, después de todos estos años, descubres que, debajo de tu cabecita voluntariosa, ordenada, impermeable al desaliento, detrás de esa fortaleza que te admiran y envidian, tienes un corazoncito tierno, asustadizo, lacerado, sentimental. PERSON echa a reir. Basta de boberías, muchacha. ",False "PERSON ανακάλυψη του κόσμου έφερε στην Ευρώπη πλήθος αντικειμένων, τα πιο πολύτιμα από τα οποία εντάχθηκαν στις συλλογές των ηγεμόνων και των ισχυρών. PERSON, τα ORG merveilles ή GPE curiosites αναπαραστάθηκε η τάξη του κόσμου: αριστουργήματα της ευρωπαϊκής τέχνης, αιγυπτιακά, κινεζικά και αζτεκικά γλυπτά, εξωτικά αντικείμενα και, μαζί, ξερά λουλούδια, άψυχες πεταλούδες, κοχύλια, ναυτίλοι, μανδραγόρες, κρανία, δόντια, έμβρυα σε μπουκάλες, ταριχευμένα τερατόμορφα όντα· όλα τους εξαιρετικά: εύμορφα, άσχημα, σπάνια, παράξενα ή απλώς ξένα. Στο τέλος του ORDINAL αι., και από το PERSON, μετέπειτα PERSON και Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο PERSON, στο Repository of Curiosities του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, είχαν συσσωρευθεί τα πιο ετερόκλητα αντικείμενα, που βρήκαν τη θέση τους σε ειδικά μουσεία τον επόμενο αιώνα. ORG τους και η «πρωτόγονη τέχνη», που εντάχθηκε αρχικά σε μουσεία φυσικής ιστορίας και αργότερα σε εθνολογικά μουσεία. Από τα μέσα του 19ου αι. ως τον PERSON, οι διεθνείς εκθέσεις, όπου παρουσιάζονταν «έργα τέχνης όλων των εθνών», συνέβαλαν στη συγκρότηση εθνολογικών συλλογών που εκτίθενται σήμερα σε γνωστά μουσεία· π.χ., τα κινεζικά αντικείμενα (chinoiserie), που παρουσιάστηκαν στη Μεγάλη Εκθεση του Λονδίνου (1851) και λόγω των GPE του Οπίου είχαν αγοραστεί από παλαιοπωλεία, αποτελούν τον κορμό του GPE and Albert Museum. Στις παγκόσμιες αποικιοκρατικές εκθέσεις (Λονδίνο 1842, DATE και DATE, Βιέννη DATE, PERSON, ORG DATE, PERSON DATE 1900 και 1931 κ.α.), αλλά και σε πιο τοπικά θεάματα, συνηθίζουν επίσης τα tableaux vivants με ιθαγενείς (όσους επιζούσαν στο επικίνδυνο ταξίδι) που πρωταγωνιστούσαν σε καλλιτεχνικές σκηνές από τη ζωή τους· όπως, π.χ., οι ORG που εκτέθηκαν «με μεγάλη επιτυχία» το DATE στους επισκέπτες του ORG d' Acclimatation στο Παρίσι και αλλού. Την ίδια εποχή ο PERSON, συνεργάτης στην PERSON του GPE, συστηματοποιούσε τα «ζωντανά ομαδικά εκθέματα» (life-group exhibits) και την εκθεσιακή παρουσίαση του αμερικανοϊνδιάνικου υλικού πολιτισμού στο ORG, θεμελιώνοντας μαζί με την αμερικανική PERSON και την WORK_OF_ART, ο J. Pitt Rivers δώριζε (DATE) στο Πανεπιστημιακό Μουσείο της NORP την πρώτη τυπολογική συλλογή «πρωτόγονης τέχνης», ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη λειτουργούσαν μουσεία (ORG, GPE, Φραγκφούρτη, Δρέσδη, GPE, PERSON, Λέιντεν κ.α.) με σημαντικές εθνογραφικές συλλογές που προέρχονταν από δωρεές ή ειδικές αποστολές. Στον DATE αιώνα η «πρωτόγονη τέχνη» ανακαλύπτεται όχι μόνο ως θέαμα ή ως ειδικό επιστημονικό αντικείμενο, αλλά και ως αντικείμενο διαμάχης και απόλαυσης. Η έκθεση Ars Americana στο PERSON (DATE) και στο PERSON (DATE) ήταν άτοπο γεγονός, η αντίστοιχη όμως έκθεση του DATE, την οποία επιμελήθηκαν οι εθνογράφοι PERSON και G.-Η. Riviere στο Pavillon du Marsan στο PERSON, συγκέντρωσε, για πρώτη φορά στην ευρωπαϊκή ιστορία, το αισθητικό ενδιαφέρον. Η συλλογή του PERSON (Musee de l' Homme), πηγή δυσφορίας για τους εθνολόγους/εθνογράφους που τη θεωρούσαν ελλιπή και αποσπασματική, ήταν τόπος απόλαυσης για τους σουρεαλιστές οι οποίοι έβλεπαν εκεί ένα γοητευτικό συνονθύλευμα από παράξενα και άτοπα αντικείμενα. Οι μοντερνιστές χρησιμοποίησαν την «πρωτόγονη τέχνη» για να τορπιλίσουν καθιερωμένες αξίες, ενώ οι εθνολόγοι διακήρυσσαν πως πρόκειται για τέχνη. Σήμερα η «πρωτόγονη τέχνη» εκτίθεται στα εθνολογικά μουσεία, αλλά και σε μουσεία και γκαλερί τέχνης. Π.χ., στα τέλη του 'CARDINAL επτά ταυτόχρονες εκθέσεις στη PERSON έδειχναν επτά διαφορετικές απόψεις για «πρωτόγονα» αντικείμενα από την ORG, την GPE, την Ασία και την PERSON, που παρουσιάζονταν μαζί με έργα PERSON, ORG, PERSON, Morre· παράλληλα, η PERSON της PERSON, όπου από το DATE γηγενείς καλλιτέχνες με την καθοδήγηση ειδικών και αργότερα με κρατική στήριξη παράγουν «ινδιάνικη τέχνη», είναι σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός. Η ανακάλυψη και η καθιέρωση της «πρωτόγονης τέχνης» παρακολουθεί με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο την ιστορία των σχέσεων της Δύσης με τον υπόλοιπο CARDINAL· ιστορία βίαιη, στη διάρκεια της οποίας λατρευτικά σύμβολα, μαγικά ξόανα, κτίσματα, στολές, κοσμήματα, όπλα, σκεύη, εργαλεία, μικροπράγματα, αλλά και άνθρωποι, ξεριζώθηκαν από τις πραγματικότητες όπου ανήκαν και συσσωρεύθηκαν στη ORG, όπου εκτίθενται από τότε ως εικόνες του «άλλου κόσμου» ανάλογα με τις προτιμήσεις κάθε εποχής. Αυτή η διαδικασία πολιτισμικής μεταποίησης και μετατόπισης συνεχίστηκε με την παραγωγή «αφρικανικής», «ασιατικής», «ινδιάνικης» και αργότερα «εσκιμώικης» ή «αυτόχθονης αυστραλιανής» τέχνης για την ευρωπαϊκή αγορά. Στις πιο σύγχρονες «εξωτικές κοινωνίες» εξακολουθεί να παράγεται επιτοπίως «ιθαγενής τέχνη», που καλύπτει την αυξανόμενη τουριστική ζήτηση. PERSON, τριτοκοσμικές βιοτεχνίες καλύπτουν με μαζική παραγωγή «εξωτικής τέχνης» την τεράστια παγκόσμια αγορά. Η έκθεση «πρωτόγονης τέχνης», όπως άλλωστε και η παραγωγή της, είναι πια αναπόσπαστο κομμάτι του παγκοσμιοποιημένου συστήματος αξιών. Ωστόσο υπάρχει και μια άλλου είδους διασταύρωση με την «τέχνη των πρωτογόνων», όπου η στάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού απέναντι στη διαφορά οριοθετείται γενικότερα σε σχέση με το ζήτημα της διαπολιτισμικής μεταφρασιμότητας της «τέχνης». Το γεγονός, π.χ., πως η avant-garde προσέχει ορισμένα (ομολογουμένως, εξαιρετικά) δείγματα «πρωτόγονης τέχνης» ή ο δυτικός κόσμος ανακαλύπτει σημασίες σε «άλλους πολιτισμούς» δεν σημαίνει ούτε ότι η έξωθεν αναγνώριση είναι ιστορικά αναγκαία ή οντολογικά επιβεβλημένη ούτε ότι είναι στις προθέσεις των ιθαγενών δημιουργών και ούτε ότι μπορεί να προσλαμβάνεται, εκτός τόπου και χρόνου, ως τέχνη οτιδήποτε διακρίνεται in situ ως εξαιρετικό. ORG όμως αρκούν η ποιότητα, η μαστοριά ή η ιδιαίτερη κοινωνική νοηματοδότηση ενός αντικειμένου για να αναγνωρισθεί ως έργο τέχνης, οικουμενικό, αιώνιο και απόλυτο· η «Μπαμπουίνα με το μωρό» του WORK_OF_ART, στο πλαίσιο ενός δυτικοαφρικανικού πολιτισμού, ενδέχεται να θεωρηθεί ξόανο μιας άγνωστης θεότητας, μαγικό ομοίωμα για να καρφωθεί το κακό ή απλώς πολύτιμο μέταλλο με το οποίο ο σιδεράς θα μπορούσε να φτιάξει κάτι χρήσιμο ή ωραίο. Το μπουκάλι της Κόκα Κόλα, τέχνη στα χέρια του ORG ή των επιδέξιων διαφημιστών της παγκοσμιοποίησης, στα χέρια του Βουσμάνου στην έρημο Καλαχάρι είναι απορία κενή περιεχομένου, αν δεν παρεμβληθούν ισχυροί θεσμοί που ονοματίζουν, ιεραρχούν, διαφοροποιούν και επιβάλλουν το αντικείμενο ως τέχνη· και ωστόσο η απορία του Βουσμάνου διαφέρει από εκείνην του δυτικότροπου καταναλωτή του γλυκόπιοτου περιεχομένου. ORG έτσι εξηγείται το ότι από παλιά η γηγενής δημιουργία εύρισκε τρόπους να αντιστέκεται σε έξωθεν επιβολές και ερμηνείες: τα κομψοτεχνήματα που έφτιαχναν το DATE αι. οι Μπενίν τεχνίτες για τους πορτογάλους αποικιοκράτες απευθύνονταν σε μια αγορά που δεν είχε σχέση με το κοινωνικό περιεχόμενο της τέχνης μπενίν· τα γιαπωνέζικα μοτίβα της ευρωπαϊκής art nouveau στην Ιαπωνία θεωρούνταν κακότεχνα, ενώ οι κεντητές μεταξωτές «σπανιόλικες» μαντίλες που εξάγονταν από την ORG στην PERSON του 19ου αιώνα ήσαν κινεζικά προϊόντα, αλλά bon pour l' Occident. PERSON ξέρει; NORP κάποιοι ιθαγενείς συμβολισμοί και τοπικές σημασίες με παράδοση αιώνων να εξακολουθούν να παρεισφρέουν ακόμη και στην πιο σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη παραγωγή και κατανάλωση «πρωτόγονης τέχνης», επιτρέποντας κάποτε απρόσμενες νοηματοδοτήσεις. Αλλά η επισήμανση τέτοιων «λεπτομερειών» σχετίζεται με εκείνου του είδους τις ανακαλύψεις, τις οποίες πραγματεύεται με τους δικούς της όρους η ανθρωπολογία της τέχνης.","Κάποτε μαθαίναμε ότι κάθε κίονας δένεται με το περιβάλλον όπου εγγράφεται όχι ως απλός κίονας αλλά ως κίονας στον χώρο ή ως κίονες με τα μετακιόνιά τους. Για να καταλάβετε την τέχνη των κιόνων πρέπει να δείτε τα μετακιόνια ως τέχνη, δίδασκε ο Μανόλης Ανδρόνικος. Και έδειχνε πώς ο κίονας με τις γλυφές του σώματός του και τις καμπύλες και τους όγκους της στέψης του παίζει με το κενό· περιέχον και περιεχόμενο συνάπτονται στον χώρο και δίνουν υλικότητα και νόημα στον πολιτισμό. Οπως κάθε αγγείο αγκαλιάζεται από ένα αντίστροφο άυλο αγγείο που δίνει μορφή και νόημα στο σχήμα του υλικού αγγείου, έτσι ο πολιτισμός αγκαλιάζεται με τον χώρο συνθέτοντας τον τόπο του. Γνωρίζουμε ότι παλιότεροι πολιτισμοί σέβονταν όχι μόνον τον τόπο αλλά και το τοπίο ­ δύσκολα ξεχωρίζουν άλλωστε. Κάθε προσκυνητάρι στην παραδοσιακή ελληνική κοινωνία σημείωνε τα περάσματα, έδειχνε τον δρόμο, όριζε τον χώρο, τον καθαγίαζε, τον προστάτευε. Σημάδευε τον χώρο δείχνοντας τη λογική του (το έχει δείξει καλά η Αλκη Κυριακίδου-Νέστορος) ή το περιεχόμενό του ­ το κοινωνικά ορισμένο περιεχόμενό του, για να κυριολεκτούμε. Προσκυνητάρια και νεκροταφεία, ναοί και ξωκκλήσια, χοροστάσια και πανηγυρότοποι, καλύβια και σπίτια, οικισμοί και χωράφια, μαντριά και τσαρδάκια, δρόμοι και μονοπάτια δεν ρίχνονταν όπως όπως πάνω στη γη· εγγράφονταν στον χώρο και τον πλούτιζαν με κοινωνικά νοήματα. Οι παλιοί γνώριζαν τον χώρο γύρω τους και ονομάτιζαν υλικά και συμβολικά κάθε πραγματική και φανταστική μορφή του, κάθε διακύμανσή του, την παραμικρή του διαφορά. Οι παλιοί πρόσεχαν να μένει ελεύθερο το αγνάντεμα· φρόντιζαν τα δένδρα οπού κάτωθέ τους αναπαύονταν· άφηναν ήσυχο κι απείραχτο ό,τι δεν χρειάζονταν· δεν πετούσαν ό,τι είχαν χρησιμοποιήσει. 'Η: έτσι θα θέλαμε να πιστεύουμε. Οι σημερινές τοπωνυμίες δηλώνουν τη γη ως οικόπεδο και όχι ως χώρο κοινωνικής δραστηριότητας και πολιτισμού. ORG δικό μας πολιτισμό το βλέμμα μοιάζει να σταματά στις αντένες των τηλεοράσεων που διαγράφουν το άνω περίγραμμα πόλεων, χωριών και κατοικιών· το κάτω χάνεται σε άδηλα βάθη. PERSON αυτός ο πολιτισμός αποφεύγει γενικώς να στρέφει το βλέμμα ψηλά, γύρω ή χαμηλά· κατά βάση, φοβάται να βλέπει και αμελεί να προβλέπει, ίσως γιατί μόνον αποβλέπει. ORG δεν το γνωρίζουμε; Τον μαθαίνουμε και τον ζούμε προτού τον μελετήσουμε· είναι τοπικός και μαζί εθνικός, παγκοσμιοποιημένος αλλά με έθνικ αποχρώσεις και περιοδικές παραδοσοκεντρικές εξάρσεις. Φεύγουμε και γυρνούμε με αυτόν· οι είσοδοι και οι έξοδοι σε πόλεις και χωριά μας αποπέμπουν και μας υποδέχονται με σκουπίδια και ανεπιθύμητες δραστηριότητες. Τον χρησιμοποιούμε και μας χρησιμοποιεί και δεν υπάρχουν πια αποθέτες, για να ακουμπήσουμε όσα δεν χρειαζόμαστε ­ οι σημερινοί αποθέτες είναι μπαζώματα και σκουπιδότοποι και ως τέτοια τα βλέπουμε και ως τέτοια τα προσπερνούμε. Προσπαθώ να πω πως άλλο ένα πέτρινο, πλίνθινο ή τενεκεδένιο (δεν έχει σημασία) προσκυνητάρι κι άλλο τα μπετονένια αναθήματα που στιγματίζουν γύρω μας ως αναθέματα στους δρόμους τα σημεία αυτοκινητικών δυστυχημάτων. Προσπαθώ ακόμη να πω πως αλλιώς εγγράφεται στον χώρο μια κοινότητα, μια κοινωνία με ιστορική συνείδηση, δηλαδή ένας πολιτισμός που σέβεται αυτό που βρίσκει και σκέφτεται αυτό που θα αφήσει, κι αλλιώς ένας πολιτισμός που θεωρεί τη φύση ως απλό πλαίσιο, τον χώρο ως πεδίο των δραστηριοτήτων, τα μνημεία και τις μνήμες των πολιτισμών που προηγήθηκαν ως εξάρτημα και την ιστορία ως πάρεργο, ως πολυτέλεια, ως διασκέδαση ή απλώς ως ανιαρή υποχρέωση. Ιδού, λοιπόν, ο τόπος του πολιτισμού μας. Κάθε τόσο πρέπει να έχουμε το κουράγιο και τη δύναμη να στρέφουμε τα μάτια μας ένα γύρω στον ορίζοντά του. Αν εκεί, σε αυτά που κάθε φορά μας περιβάλλουν και μας ενέχουν, σε αυτά που δίνουν νόημα στη ζωή μας και μας επιτρέπουν να υπάρχουμε, εγγράφεται ο σεβασμός των ανθρώπων στον τόπο όπου ζουν, πράττουν, ταξιδεύουν, σκέφτονται, ονειρεύονται και ελπίζουν, ο διάλογος του πολιτισμού με τον χώρο εξακολουθεί να παραμένει ενεργός και οι σημασίες του πολύπλοκες, ενδεχόμενες, δυνητικές. Ακόμη κι όταν τα ίχνη του τοπίου στον τόπο είναι αχνά: κάποια δεντράκια που επιμένουν να ορίζουν τις ράχες μαυρισμένων βουνών, κάποιες μακρινές ενώσεις της γης που ακουμπά στον ουρανό ή αγκαλιάζει το νερό δίχως να μεσολαβούν ανθρώπινα απορρίμματα, ο φυσικός ορίζοντας του πολιτισμού κρατά την ιδιαίτερη σημασία του. PERSON περίγραμμα του τόπου που δείχνει την εγγραφή των ανθρώπων στον χώρο και μαζί τις γραφές τους, τα σημάδια τους πάνω σε αυτόν, είναι τελικά το περίγραμμα της ζωής μας, η μνήμη μας, η ιστορία μας. Ενδεχομένως: και κληρονομιά μας· κληρονομιά της γης, κληρονομιά της φύσης, κληρονομιά πολιτισμού. Ιδού και ο τόπος μας ως πολιτισμός· με τις πέτρες, τα δάση και τις θάλασσες, με τα χώματα, τα μάρμαρα και τα χτίσματα, με τους ανθρώπους, τις μνήμες και τις ιστορίες τους. ORG πως μας ανήκει, πως τον πιάσαμε κι είναι δικός μας επειδή τον κληρονομήσαμε ή επειδή προλάβαμε να τον καπαρώσουμε αγοράζοντάς τον ή καταπατώντας τον. Περίπου όπως τότε, στα παλιά χρόνια (ισχύει όμως ακόμη, παρά τους νόμους και τις διακηρύξεις, αυτή η πρακτική), που άρπαζε κάποιος τον τόπο με το σπαθί και τη βία. Ή τότε «που όποιος ήθελε να κάνει ένα κτήμα (αμπέλι ή ελαιοχώραφο) πήγαινε κι έπιανε ένα μέρος, έσκαβε στις τέσσερις μεριές κι έβαζε σημάδια πως ήταν πια δικός του ο τόπος κι έβαζε και μια πέτρα όρθια κι έλεγε στον πρώτο περαστικό: Να 'σαι μάρτυρας, το πιάνω αυτό το μέρος». Κι ήταν πια δικό του για πάντα κι CARDINAL χρόνια κι αν έμενε ακαλλιέργητο και ρουμανιασμένο κανένας δεν είχε δικαίωμα να το πάρει γιατί ήταν «πιασμένο». Τούτον όμως τον τόπο ούτε τον πιάσαμε με το «έτσι θέλω» και το «έτσι μπορώ» ούτε τον κληρονομήσαμε δικαιωματικά για να θεωρούμε πως μας ανήκει κατ' αποκλειστικότητα· ούτε μας τον δώρισε κάποια θεία χάρις ούτε μας έπεσε στο λαχείο της ζωής για να τον ξοδεύουμε αλόγιστα. Κι ούτε, για να πάμε λίγο παραπέρα, έχουμε δικαίωμα να τον αφήσουμε να γίνει «σαλμάς» στα χέρια των αδηφάγων· γιατί, τότε παλιά που έκαναν σαλμά κι αφού τρυγούσαν τα αμπέλια και θέριζαν τα χωράφια άφηναν τα μικρά και τα μεγάλα ζώα να βοσκήσουν ελεύθερα, πρόσεχαν κιόλας να μην καταστραφεί η γη και δεν μπορέσει πια να βλαστήσει. PERSON πιασμένοι, γη αλωμένη, φύση σαλμάς. PERSON είναι ο τόπος του πολιτισμού μας. Κάτι ανάμεσα σε παραμύθι με όνομα, για ένα χώρο που παραμένει απλός ξενώνας κι εμείς ξένοι χρήστες που μας ενδιαφέρει να περάσουμε καλά μόνο για πάρτη μας και βέβαια μόνο σαν να είμαστε σε παρατεινόμενες διακοπές, και σε παραμύθι χωρίς όνομα, για έναν τόπο όπου «... είχαν περάσει] χρόνια πολλά [κι] ο καιρός που άσπρισε και μάδησε τα μαλλιά των [α]στόχαστ[ων]... άλλαξε και την όψη ολόκληρου του βασιλείου των PERSON. Παντού ερημιά... σφυρίζοντας ανάμεσα στις πέτρες και τους βράχους, ο άνεμος μοιρολογούσε το ρήμαγμα του τόπου... Θες να εκπατριστείς; [τον ρώτησε]. Ναι! ναι! ναι! Να φύγω από τον καταραμένο τούτον τόπο και να τον ξεχάσω. [Εκείνη] δεν αποκρίθηκε. Η καρδιά της μάτωνε που άφηνε τον τόπο όπου είχε γεννηθεί και μεγαλώσει. Τη φτώχεια του, την ερημιά του και την κακοριζικιά του ακόμα, όλα τ' αγαπούσε, γιατί ήταν τόπος της». Ο τόπος όμως γίνεται τόπος μας μόνον για τόσο και μόνον όσο φτιαχνόμαστε από αυτόν και τον φτιάχνουμε ένα όνομα χωρίς παραμύθι. Ενα όνομα όπως όλα εκείνα τα ονόματα και τα πράγματα που τα αγαπούμε, όχι γιατί είναι κτήματά μας αλλά επειδή είναι δικά μας· όχι γιατί συνηθίσαμε σ' αυτά αλλά επειδή μάθαμε με αυτά· όχι γιατί πεθαίνουμε για αυτά αλλά επειδή ζούμε με αυτά.",True "Οι πόλεις που βρίσκονται ανάμεσα σε στεριά και σε θάλασσα δεν είναι όλες ίδιες. Υπάρχουν εκείνες που ανοίγονται ελεύθερα στον άπλετο ορίζοντά τους, στην ανοικτή παραλία τους, σε κάποια GPE, που σαν ίσαλος γραμμή χωρίζει αδρά το στερεό από το υγρό στοιχείο, επιβάλλοντας μιαν ορθολογική νοηματική τάξη στον χώρο, στις αισθήσεις και στις λέξεις. Χτισμένες συνήθως αμφιθεατρικά γύρω από το λιμάνι, οι πόλεις αυτές εκτείνονται ακτινωτά προς την ενδοχώρα τους που τις ζωογονεί και τις τροφοδοτεί. Κοιτάζουν περήφανα προς μια θάλασσα που τις συνδέει αλλά και τις χωρίζει από τον άλλο κόσμο. Η Θεσσαλονίκη, η PERSON, η Αλεξάνδρεια, οι GPE είναι τέτοιες πόλεις, ήρεμες, ανακουφιστικές, ηδονικές και νωχελικές, προσανατολισμένες στον χώρο και προσαρμοσμένες στους κυκλικούς ρυθμούς της ζωής και του κόσμου. Υπάρχουν όμως και οι άλλες, οι ατίθασες και ακατάτακτες, εκείνες που θα έλεγε κανείς πως ποτέ δεν αποφάσισαν αν ανήκουν στη θάλασσα ή στη στεριά, εκείνες που δεν οριοθετούν με σαφήνεια τα στοιχεία που τις απαρτίζουν, εκείνες που αφήνονται στην οπτική δίνη του τυχαίου, του απρόβλεπτου, του μεικτού και του ανονόμαστου. Τέτοιες είναι η ORG, η Πόλη, το PERSON, το ORG ντε Τζανέιρο. Πόλεις όπου η στεριά μπαίνει μες στη θάλασσα και η θάλασσα μες στη στεριά, πόλεις μεικτές και ετερόκλητες, χωρίς κέντρο, χωρίς hinterland και χωρίς ορίζοντα, πόλεις που δεν αρκούνται στο να αγναντεύουν το νερό που τους δίνει τη ζωή, αλλά που το εγκλείουν στους πιο μύχιους και μυστικούς τους κόλπους. Πόλεις εσωστρεφείς και αισθαντικά αυτάρκεις, αυτάρεσκες και περιχαρακωμένες στη γεωγραφική τους ιδιαιτερότητα, πόλεις που ίσως γι' αυτό, και αν ακόμη κάποτε λειτούργησαν ως έδρες αυτοκρατοριών και δυναστειών, δεν μπόρεσαν ή και δεν θέλησαν ποτέ να υπάρξουν ως πρωτεύουσες σύγχρονων κρατών. Μια τέτοια πόλη είναι και το Χονγκ PERSON. Χτισμένο πάνω σε δαντελένια νησιά, σε απόκρημνα βουνά και σε επιχωματωμένες θάλασσες, κατοικημένο ολούθε, ακόμη και στους γκρεμούς που το πλαισιώνουν και στις βάρκες και στις σχεδίες που το περιβάλλουν στα αόρατα υδάτινα διάκενα, στριμωγμένο ανάμεσα στη γη, στη θάλασσα και στον ουρανό, συντίθεται όπως το yin και το yang, τα «μερικά» και ακαθήλωτα στοιχεία που αλληλοδιεισδύονται ακατάπαυστα μέσα σε μια διαρκή έκλυση ενέργειας, η οποία πάντα αυξάνεται ή μειώνεται, αλλά ποτέ δεν παραμένει σταθερή και διαγνώσιμη. Η στεριά, η θάλασσα και ο άνεμος, τα χώματα, οι κυκλώνες και τα κύματα δεν εκφράζουν κρυσταλλωμένες αντιπαραθέσεις, δεν μπορούν να αναπαρασταθούν ως μόνιμες διαχωριστικές γραμμές. Υπάρχουν και ορίζονται το ένα μέσα από το άλλο, το ένα χάρη στο άλλο. Στα επτά εκατομμύρια ανθρώπους που καταλαμβάνουν ένα χώρο που είναι μικρότερος από την GPE έλαχε ο ιστορικός κλήρος να βιώσουν το πιο συμπυκνωμένο, αλλά και πλαστοπροσωπημένο κοσμοϊστορικό στοίχημα του τέλους της τρέχουσας χιλιετίας. Ενα βαθμιαίο και υποτίθεται προγραμματισμένο πέρασμα από τον καπιταλισμό στον σοσιαλισμό, που όμως υποκρύπτει ένα ευρύτερο πέρασμα από τον σοσιαλισμό στον καπιταλισμό. Και ταυτόχρονα μιαν ονομαστική και μόνο κοινωνική όσμωση των πλουσίων με τους φτωχούς ­ το εθνικό προϊόν του Χονγκ PERSON ισούται με το ένα τέταρτο του συνολικού προϊόντος της GPE του CARDINAL δισεκατομμυρίου ­, που πέρα από οτιδήποτε άλλο κατατείνει στο να πείσει ότι μέσα από την όσμωση αυτή οι φτωχοί μπορούν να ελπίζουν ότι θα γίνουν σαν τους πλούσιους συγγενείς τους. Θα έλεγε κανείς ότι τα αρχετυπικά yin και yang εισέρχονται έτσι και στην πολιτική. Καπιταλισμός και κομμουνισμός, αυθαιρεσία και δημοκρατία, ελεύθερη αγορά και κεντρικός προγραμματισμός, τάξη και αταξία καλούνται όχι απλώς να συντεθούν και να συνυπάρξουν σε «δόσεις», αλλά και να αλληλοενισχυθούν και να αλληλενεργούν στο πλαίσιο ενός πολλαπλού συνεχούς όπου χώρος, ενέργεια και χρόνος δεν μπορεί ούτε να απομονωθούν ούτε να νοηθούν αλλιώς παρά ως μέρη ενός μη διαγνώσιμου αλλά τέλειου κυκλικού Ολου. Ισως λοιπόν, συμβολικά, το κομφουκιανικό αυτό εγχείρημα να έπρεπε να αρχίσει στο Χονγκ Κονγκ. Μια πόλη όπου έχει κανείς την αίσθηση ότι το όργιο της φύσης και η έπαρση του ανθρώπου παλεύουν αδιάκοπα για να επιβάλουν μιαν αδύνατη και ανώφελη πρωτοκαθεδρία, και όπου πριν από λίγα χρόνια ο PERSON έχτισε το αριστούργημά του, την παράξενα ασυμμετρική «PERSON της GPE», έναν αστραφτερό γυάλινο οβελίσκο που φαίνεται να πετά ανάμεσα στα σύννεφα, στον άνεμο, στην ομίχλη και στις ίδιες του τις ανταύγειες, μια πόλη όπου οι επιβάτες που κατέρχονται προς το τεράστιο διεθνές αεροδρόμιο έχουν την αίσθηση πως γλιστρούν ανάμεσα στους κατάφωτους ουρανοξύστες και στους απότομους λόφους που το περιβάλλουν για να προσθαλασσωθούν σε μια κουταλιά νερό, μια πόλη - κοσμόπολη που ξεχειλίζει από όλα τα προϊόντα, τα εδέσματα και τα αρώματα PRODUCT, μια πόλη - καλειδοσκόπιο όπου όλα είναι δυνατά και τίποτε δεν ονομάζεται, όπου όλα τα γνώριμα εξαφανίζονται και μετασημασιολογούνται και όπου χρώματα, σχήματα και μορφές συντίθενται, αποσυντίθενται και ανασυντίθενται σε πάντα πρωτόγνωρα ρευστούς συνδυασμούς. Στις CARDINAL PERSON DATE, στις CARDINAL ακριβώς τα μεσάνυχτα, ολόκληρος ο κόσμος παρακολούθησε το πρωτόφαντο τηλεοπτικό θέαμα της μετάβασης της πόλης από το καθεστώς μιας πρότυπης αποικίας του βρετανικού στέμματος στο καθεστώς της υποδειγματικής βιτρίνας τού υπό αναβάπτισιν κινεζικού γίγαντα. Στερούμενος του ανακτόρου και των γρεναδιέρων του, ο αποχωρών κυβερνήτης είχε δακρύσει διακριτικά, απεκδυμένος από την αποικία του ο, ακόμη απλώς ζωντοχήρος, παρεπιδημών πρίγκιψ NORP είχε σχολιάσει κοινότοπα την ιστορικότητα της στιγμής, ενώ ο λακωνικότερος και πραγματιστής εκπρόσωπος της αναλαμβάνουσας κομμουνιστικής κυβέρνησης είχε αρκεστεί σε ένα αινιγματικό χαμόγελο. Ισως μόνο αυτός να ήξερε πως τίποτε δεν θα αλλάξει, τουλάχιστον θεαματικά. PERSON, αλλά μαζί του και τα επτά εκατομμύρια νέοι κινέζοι υπήκοοι που εξακολούθησαν απλώς την πυρετώδη καθημερινότητά τους. Η κινεζική κοσμόπολη θα εξακολουθήσει να τροφοδοτεί τους αφελείς τουρίστες με ψεύτικες αντίκες, με ρολόγια - μαϊμούδες και με παράσημα και κονκάρδες του Μάο και οι κάτοικοί της δεν θα πάψουν να δοκιμάζουν την τύχη τους στις κούρσες και στο προσωρινά παραπαίον χρηματιστήριο, θα συνεχίσουν να αγνοούν επιδεικτικά τον κομμουνιστικό εθνικό ύμνο, θα επιμένουν να επιδίδονται σε γαστρονομικούς πειραματισμούς για όλα τα γούστα και βαλάντια, να ζουν στο παρόν και να αδιαφορούν για το μέλλον και να κυκλοφορούν πηδώντας από τη λιμουζίνα στο φέρι, από το τραμ στο σαμπάν και από τους οδοντωτούς κινούμενους διαδρόμους στα ποδήλατα αμαξίδια. Και πάνω από όλα θα εξακολουθήσουν να συναγελάζονται, να διασκεδάζουν, να θορυβούν, να χορωδούν και να γελούν σε κάθε στιγμή, με κάθε ευκαιρία, με κάθε πρόσχημα. Αρκεί να υπάρχει κάτι, οτιδήποτε, το βρώσιμο, και κάποια έστω ελάχιστη επίπεδη επιφάνεια για να φιλοξενούνται τα σώματά τους. Ποιος νοιάζεται για την τάξη ή για τα ηθικοπολιτικά πρότυπα και την αρμονία. Η σύγχυση ειδών, νοημάτων και σημασιών προκαλεί σύγχυση φρενών μόνο σε εκείνους που πιστεύουν στην ουράνια ή στη γήινη τάξη.","Οπως έγραφε ο PERSON, οι αλήθειες που φθείρονται πιο δύσκολα είναι πάντα οι φαντασιακές. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι άγνωστοι τόποι και η απαράγραπτη συμβολική των ονομάτων τους πλάθονται και αποκτούν μορφή μέσα από μια λογοτεχνία που πάντα κατασκευάζει τα δικά της αμετακίνητα, ζωντανά αλλά και συνήθως εντελώς ψεύτικα φαντασιακά αρχέτυπα. Αυτές οι εύηχες και μακρινές άγνωστες πόλεις, οι εξωτικοί τόποι, ή ακόμη και οι ονοματισμένοι σταθμοί του παρισινού μετρό όπως τους μελοποίησε ο PERSON, είναι κατ' εξοχήν τα φαντάσματα που «θα μας ακολουθούν» ως το τέλος. Ετσι, ο ORG είναι για την PERSON ό,τι είναι ο PERSON για την PERSON, ο PERSON για τις ORG, ή ο GPE, o PRODUCT και ο Stevenson για τις θάλασσες της PERSON. Αλλά είναι προφανώς και κάτι πολύ περισσότερο. Στο εξωτικό και γραφικό πλαίσιο των ιστοριών που αφηγείται, οι διανοούμενοι - ήρωές του λειτουργούν και σκέφτονται στα χνάρια του ORG, του NORP και του Λένιν. Η ζωή τους, οι αξίες τους, η δράση τους και ο θάνατός τους αναδεικνύονται σε αντικείμενα μιας βασανιστικής υπαρξιακής ενδοσκόπησης. Το ερώτημα τι «κάνει» κανείς με τη ζωή του, τον πόνο, τη σάρκα, τους «άλλους», τον έρωτα, τον θάνατο και τη μοίρα για να γλιτώσει από τον εξευτελισμό που του επιβάλλει η κοινωνία βρίσκεται στο επίκεντρο της προβληματικής του. PERSON δε βρεθεί κοντά στα δύο σημαντικότερα ίσως πολιτικά γεγονότα του Μεσοπολέμου, την κινεζική επανάσταση και τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, έγραψε ανάμεσα στα άλλα την WORK_OF_ART, τους «Κατακτητές» και την «Ελπίδα», βιβλία που οι τίτλοι τους και μόνο συνοψίζουν μιαν ολόκληρη εποχή. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι κανένας ίσως άλλος συγγραφέας του αιώνα μας δεν κινητοποίησε σε τέτοιο βαθμό τις παρακμασμένες φαντασίες όλων εκείνων των Ευρωπαίων για τους οποίους το «αλλιώς» που ονειρεύονταν και ενδεχομένως επιζητούσαν συμβάδιζε με ένα δυσεντόπιστο «αλλού». Για μιαν ολόκληρη γενιά ανθρώπων, οι ζούγκλες της PERSON, όπου το παραλήρημα του Perken προανακρούει σε ορισμένες στιγμές τον αποτρόπαιο σύγχρονο μύθο του Πολ Ποτ, ή η αποτυχημένη απόπειρα του Tchen κατά του PERSON Σεκ στην επαναστατημένη Σαγκάη είναι «αληθινότερες» από την ίδια την ιστορία. Εκ των υστέρων, η λογοτεχνία δικαιούται πάντα να είναι ισχυρότερη από την οποιαδήποτε ακριβή αφήγηση των γεγονότων. Παρ' όλο όμως που βρισκόμουν κοντά, δεν πήγα, όπως το σχεδίαζα, ούτε στο ORG ούτε στην Καντόνα ή στη PERSON. Από το πρώτο με αποθάρρυναν οι κατακλυσμιαίες νεροποντές που καθιστούσαν αδύνατον να αφεθείς στη μαγεία ενός οριοθετημένου και αξιοποιημένου, αν και ακόμη ναρκοθετημένου καθώς φαίνεται χώρου, ο οποίος εκτείνεται σε πολλά τετραγωνικά χιλιόμετρα, και από τις δεύτερες τα θορυβώδη καραβάνια των αμερικανών τουριστών που επέστρεφαν ενθουσιασμένα μεν από τη θεαματική λειτουργική δυτικοποίηση της GPE, αλλά αποθαρρημένα από την περιορισμένη ακόμη γκάμα και τις σχετικά υψηλές τιμές των διαθέσιμων καταναλωτικών αγαθών. PERSON του GPE δεν υπάρχει πια, αφού ο κόσμος όλος αποφάσισε ότι του αρκεί να πάλλεται στον ρυθμό της παραγωγικότητας και του εργαλειακού ορθολογισμού. Στις μέρες μας ο «ανταλλακτικός εξευτελισμός» δεν αφήνει πια παρά σε ελάχιστους την ευχέρεια να συμμετάσχουν στην αγωνία του ORG που αναζητώντας το βάθος των κινήτρων του καταλήγει: «Η ελευθερία δεν είναι ανταλλαγή, είναι ελευθερία». Ετσι, άθελά μου, ταξιδεύοντας στην ORG κουβαλούσα τα φαντάσματα του GPE, που υπήρξε πριν από πολλές δεκαετίες ένας από τους ονοματοποιούς - μάγους που σφράγισαν την εφηβική μου συνείδηση. PERSON λόγω του πραγματικού ρόλου που έπαιξε στη PERSON, αλλά μέσω των μύθων που μπόρεσε να διατυπώσει, έστω στη θέση ή αντί όλων εκείνων που είχαν πεθάνει ή σιωπήσει μέσα στη λαίλαπα του Μεσοπολέμου. Ηδη το DATE έγραφε πως «κάθε τυχοδιώκτης γεννιέται από έναν μυθομανή» και πως «εκείνο που ονομάζουμε περιπέτεια δεν είναι φυγή, αλλά κυνήγι. Η τάξη του κόσμου δεν καταλύεται χάριν του τυχαίου, αλλά μέσα από τη βούληση της καθυπόταξής του». PERSON που άφησε συνειδητά να καλλιεργηθεί ο μύθος CARDINAL υπήρξε κομισάριος του ORG στην Ινδοκίνα και στη συνέχεια εκπρόσωπος του GPE στην εξέγερση της GPE, εκείνος που έχοντας συλληφθεί και φυλακιστεί από τη γαλλική αποικιακή κυβέρνηση για κλοπή ανεκτίμητων αρχαιολογικών θησαυρών κινητοποίησε όλο το λογοτεχνικό κατεστημένο για να αφεθεί ελεύθερος, εκείνος που ακόμη και ως υπουργός Πολιτισμού PERSON Γκωλ προτιμούσε να σιωπά παρά να διαψεύδει τις άπειρες καταγγελίες για το «ανατρεπτικό» παρελθόν του, ή ακόμη και για το ότι είχε εμπνευστεί το πρόσωπο του Kyo, του κατ' εξοχήν «θετικού» του ήρωα, από έναν PERSON που δεν θα γνωρίσει και εξυμνήσει πάρα πολύ αργότερα, ήταν ένας καιροσκόπος της δικής του ζωής. Δεν πρόκειται βέβαια για την αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του συγγραφέα που, όπως ο εφήμερος βασιλιάς μιας ανναμιτικής φυλής, έπαιζε τη βιογραφία του όπως ο ηθοποιός παίζει τον ρόλο του. PERSON επιπλέον, σαν τον άλλο ήρωά του, τον Perken της «NORP οδού», «να αναζητεί τα όπλα του άλλου και αλλιώς από ό,τι όλοι οι άλλοι». Εκθειάζοντας τα μυθιστορήματά του, ο PERSON παρατηρούσε ότι «αν οι πρωταγωνιστές του ζουν και υποφέρουν, τίποτε δεν δείχνει την ανάγκη τέτοιων επιλογών. Αποκομμένοι από τον πραγματικό κόσμο, μοιάζουν σαν οι πιο έξαλλοι των ρομαντικών», που στο όνομα των ανθρώπων τους οποίους περιφρονούν και αγνοούν προχωρούν στον δρόμο του εγωτικού ναρκισσισμού. Και είναι αλήθεια ότι από όλα τα έργα του GPE αναδύεται η δυσπιστία του για τους ανθρώπους, της «μάστιγας της γης» όπως τους αποκαλεί, και για τον έρωτα που καλείται να τους συνενώσει. Η ιδεώδης σεξουαλική πράξη είναι εκείνη όπου αγνοείται εντελώς το πρόσωπο του άλλου. «Δεν υπάρχει παρά μόνο μία σεξουαλική διαστροφή, και αυτή είναι η ανάπτυξη της φαντασίας» θα μας πει ο Perken. Τι είναι λοιπόν εκείνο που μας συνδέει με τον κόσμο και τους άλλους; Η απάντηση δίνεται μέσα από το στόμα του γερο-φιλοσόφου Gisors, τον οποίο υποτίθεται CARDINAL εμπνεύστηκε από τον PERSON. PERSON ερώτηση «δεν είναι ηλίθιο ένας άνθρωπος που δεν έχει παρά μόνο μία ζωή, να την χάνει για μια ιδέα;» αποκρίνεται: «Είναι τόσο σπάνιο ένας άνθρωπος να μπορεί να ανεχθεί ­ πώς να το πω; ­ την ανθρώπινη μοίρα του». Αυτή την αίσθηση της τραγικής ματαιότητας κατάφερε να μεταφέρει όταν, πολύ αργότερα, και έχοντας πια πιει ως τον πάτο το αμφίσημα άχαρο ποτήρι της πολιτικής εξουσίας, και έχοντας πληγεί ανεπανόρθωτα από τη μοίρα που του άρπαξε τα παιδιά του, ο GPE εγκαταλείφθηκε στη μόνη περιπέτεια που του έμενε: την τέχνη, που κατάφερε και αυτή να την υποτάξει στη δαιμονιώδη του φαντασία, γράφοντας τις ανεπανάληπτες «Φωνές της σιωπής». Δεν επιζήτησε ίσως ποτέ να εντάξει την απόλαυση της τέχνης στην κοινωνία που την παρήγαγε. «Στο βάθος, κάθε πολιτισμός είναι αδιάβροχος ως προς όλους τους άλλους. Μένουν όμως τα αντικείμενα μπροστά στα οποία είμαστε τυφλοί, μέχρις ότου οι δικοί μας μύθοι μπορέσουν να τα συναντήσουν». Ισως λοιπόν, όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους, έτσι και οι άλλοι πολιτισμοί είναι μόνο αντικείμενα μιας φιλοσοφικής και αισθητικής οικειοποίησης. ORG όμως δεν είδε τις εκπληκτικές εκείνες τηλεοπτικές εκπομπές όπου ο GPE, ο κυρίαρχος της γλώσσας, χτυπημένος ήδη από την ηλικία και την αρρώστια, με το υπέροχο πρόσωπό του πρησμένο και παραμορφωμένο και παλεύοντας απεγνωσμένα με το δυσλεκτικό του τραύλισμα, επιστράτευε τον τόνο της φωνής, τις χειρονομίες, τον καπνό του τσιγάρου και ένα μάτι που αν πότε πότε χανόταν στα βάθη του ορίζοντα επέστρεφε αιχμηρό, ειρωνικό και ταυτόχρονα απελπισμένο, για να μεταφέρει τον μαγεμένο ακροατή στους εναλλασσόμενους αλλά σε τελική ανάλυση ταυτόσημους κόσμους του καθεδρικού ναού της Chartres, των αιγυπτιακών ιερατείων, των αέρινων χορευτριών της PERSON και του αρχαιοελληνικού κλασικισμού, δεν είναι δυνατόν να καταλάβει πόσο μεγάλη είναι η συμβολή του στον δικό μας πολιτισμό. Ο πολιτισμός της γοητείας, της απάτης, της μετατροπής των πραγμάτων, των ιδεών αλλά και των ζωών στο αντίθετό τους, στο άλλο και στα άλλα, ο πολιτισμός που μετά τον θάνατο του Θεού και παρ' όλες τις περί του αντιθέτου βεβαιώσεις του κ. GPE επέτρεψε στους ανθρώπους να πιστεύουν προτού πεθάνουν όχι μόνο στη δύναμη, αλλά και στην αναφαίρετη παντοδυναμία τους να επιλέγουν πώς θα ζουν και πώς θα πεθαίνουν, λέγοντας αλήθεια ή ψέματα κατά βούλησιν. GPE λοιπόν στην Ασία είτε και αλλού παραμένει ζωντανή η σκιά του μεγαλοφυούς συγγραφέα, τυχοδιώκτη και απατεώνα ORG και μάλιστα με τη γνωστή φωτογραφία με το αναμμένο τσιγάρο κρεμασμένο στα χείλη του, την οποία η ευπρεπής και πολιτικά «ορθήPERSON ORG φρόντισε να λογοκρίνει, απαλείφοντας τα τεκμήρια της διαστροφής από το γραμματόσημο που κοσμείται με τη μορφή του. PERSON από αμηχανία τον πλαστογράφο, η χώρα του τον τίμησε έτσι διπλά. PERSON, καλό θα είναι οι νέοι NORP να θυμούνται τον GPE όχι για αυτό που ήταν, αλλά για αυτό που δεν ήταν, και χωρίς να του μοιάσουν. Μόνο που αυτός το είχε ίσως προβλέψει. PERSON προμετωπίδα στη «NORP οδό» έβαλε μια παλιά παροιμία από το Μπαλαμπάρ: «ORG κοιτάει για πολύ τα όνειρα, γίνεται όμοιος με τον ίσκιο του».",True "Ενας πνευματώδης σχολιαστής της ελληνικής πραγματικότητας έλεγε πρόσφατα ότι από τότε που γεννήθηκε (δηλαδή την πρώτη δεκαετία μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου) ως σήμερα, όπου και αν βρισκόταν ­ στο πατρικό σπίτι ή στο δικό του, στο σχολείο ή στη δουλειά ­ είχε διαρκώς στο αφτί του θορύβους από οικοδομικές εργασίες. PERSON, εδώ και αρκετές δεκαετίες η ORG χτίζεται απ' άκρου εις άκρον και οι κατασκευές είναι στο επίκεντρο κάθε κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας. ORG, αφού ολοκληρώθηκε η εντατική οικοδόμηση της ευρύτερης περιοχής των ORG πρώτα και των επαρχιακών πόλεων ύστερα, σειρά έχουν εδώ και μερικά χρόνια οι ελληνικές εξοχές ­ κυρίως οι παραθαλάσσιες και δευτερευόντως οι ορεινές ­ αλλά και οι ενδιάμεσες περιοχές μεταξύ των πόλεων. Οι οικισμοί δεν έχουν πλέον σαφή όρια, αφού εξαπλώνονται προς κάθε κατεύθυνση. Η φρενήρης αυτή επέκταση του «χτισμένου περιβάλλοντος» εις βάρος του φυσικού δεν παρατηρείται βεβαίως μόνο στην ORG, αλλά στις περισσότερες περιοχές του πλανήτη ­ αλλού με οργανωμένο τρόπο (όπως στη ORG) και αλλού με χαοτικό (όπως σε χώρες της PERSON ή της Αφρικής). Σε ευρωπαϊκή κλίμακα, επισημαίνει ο γάλλος ανθρωπολόγος PERSON στο βιβλίο του «Για μια ανθρωπολογία των σύγχρονων κόσμων», η επέκταση αυτή αποτυπώνεται εντυπωσιακά στο φαινόμενο της «μπλε μπανάνας», όπως ονόμασαν οι γεωγράφοι το νεφέλωμα των οικισμών που εκτείνεται σαν τόξο κύκλου από το PERSON στη GPE ως την κοιλάδα του ORG στην Ιταλία και εμφανίζεται με αυτή τη μορφή και αυτό το χρώμα στις δορυφορικές φωτογραφίες που παίρνονται τη νύχτα. Το φαινόμενο αυτό δεν υποδεικνύει τόσο την υπερσυγκέντρωση πληθυσμού στις πόλεις όσο την εξάπλωση του οικιστικού ιστού. Ο γάλλος δημογράφος FAC θεωρεί ότι η επέκταση αυτή αντιστοιχεί προς την τρίτη εποχή της ανθρώπινης οικιστικής ανάπτυξης, την εποχή της ασυγκράτητης κατάκτησης της γης από τις πόλεις μετά την επέκταση των κυνηγών-συλλεκτών στην PERSON και την επέκταση της γεωργίας στις επόμενες χιλιετίες. Η μαζική ανέγερση νέων κατασκευών συνδυάστηκε με τη μεγάλη επέκταση του «χτισμένου» περιβάλλοντος εις βάρος του φυσικού. Οι εκτάσεις δεν ήταν δύσκολο να βρεθούν: η εκμηχάνιση και η εντατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής μείωσαν δραματικά όχι μόνο τον αγροτικό πληθυσμό, αλλά και τις απαιτούμενες για καλλιέργειες εκτάσεις «απελευθερώνοντάς» τις για άλλες χρήσεις. Κοινός παρονομαστής των τάσεων για διαρκή επέκταση του «τεχνητού» περιβάλλοντος είναι μια ριζική μεταβολή στη σχέση ανθρώπου και φύσης: η χλωρίδα και η πανίδα δεν μπορούν πια να «απειλήσουν» τον άνθρωπο, η «εξημέρωση» της φύσης ­ μια διαδικασία χρονικού βάθους χιλιετιών που ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια του CARDINAL αιώνα NORP είναι γεγονός. Δεν πρόκειται μόνο για το ότι η «άγρια φύση», το «επικίνδυνο δάσος» των αδελφών Γκριμ, ανήκει πλέον στο παρελθόν, ούτε μόνο για το γεγονός ότι τα φρούτα ή τα DATE έχουν γίνει πια «παντός καιρού». PERSON νέο φαινόμενο είναι η «αποίκηση» των εξοχών από επαγγελματίες στον χώρο των υπηρεσιών, οι οποίοι κατά τα άλλα «απεχθάνονται τα κοτέτσια και τη μυρωδιά τους», όπως γράφεται χαρακτηριστικά σε μεγάλη αμερικανική επιθεώρηση. Σε πολλές περιπτώσεις η φύση αντιμετωπίζεται ως σκηνικό ή ως «μπιμπελό» (τι άλλο είναι το γκαζόν των σύγχρονων κήπων;) ή ακόμη και ως ανεπιθύμητη. Ηδη στην PERSON, αλλά και αλλού, κατασκευάζονται ολόκληρες τεχνητές παραλίες ή κλειστά χιονοδρόμια που αποκλείονται εντελώς από το φυσικό περιβάλλον με κατασκευές κάλυψης μεγάλων ανοιγμάτων και λειτουργούν κανονικά όλες τις εποχές του χρόνου ανεξαρτήτως των εξωτερικών κλιματολογικών συνθηκών. Σε αυτούς τους χώρους οι άνθρωποι μπορούν, αν το επιθυμούν, να απολαύσουν τη μαγεία μιας χιονοθύελλας ακόμη και το καλοκαίρι ή να κολυμπήσουν τον χειμώνα σε μια ακτή χωρίς να τους απασχολεί το κρύο. Πάντως, την περίοδο ακριβώς που ο άνθρωπος θεώρησε ότι κατάφερε επιτέλους να κατατροπώσει τη φύση, τη βρήκε ξαφνικά πάλι μπροστά του, αυτή τη φορά να τον απειλεί διά του φαινομένου του θερμοκηπίου. Δεν πρόκειται για οξύμωρο σχήμα: μπορεί ο άνθρωπος να έχει «εξημερώσει» τη χλωρίδα και την πανίδα, αλλά δεν μπορεί να επέμβει στην αβιοτική (abiotic) σφαίρα, στις πλημμύρες, στις θύελλες ­ δηλαδή στο κλίμα, παρά μόνο για να το επιβαρύνει. PERSON από τις άλλες αιτίες των νέων σοβαρών προβλημάτων της ανθρωπότητας αναφορικά με τη φύση, η φρενήρης οικοδόμηση έχει το δικό της σημαντικό μερίδιο στις ευθύνες. Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στα άφθονα και κραυγαλέα ελληνικά σχετικά παραδείγματα. PERSON συμπεράσματα της έρευνας για τα αίτια των καταστροφών από τις πλημμύρες στη ORG, όταν ο Ρήνος κάλυψε ολόκληρα τμήματα των ιστορικών πόλεων της PERSON, του PERSON, του ORG και της PERSON, είναι διαφωτιστικά. Η πρωτογενής αιτία αυτών των πλημμυρών ήταν οπωσδήποτε φυσική: η μεγάλη ένταση των βροχών, σε συνδυασμό με το εκτεταμένο λιώσιμο των χιονιών που οφειλόταν σε απροσδόκητη και παρατεταμένη ηλιοφάνεια. Η έκταση όμως των καταστροφών οφείλεται κατά πολύ σε ανθρώπινες επεμβάσεις. ORG παρελθόν τα πλεονάζοντα νερά του PERSON μπορούσαν να διοχετευθούν στις πεδιάδες που τον περιέβαλλαν ­ οι οποίες λειτουργούσαν σαν σφουγγάρια απορροφώντας μεγάλες ποσότητες νερού. Κατά τις τελευταίες όμως δεκαετίες σημαντικό τμήμα αυτών των εκτάσεων έχει αποξηρανθεί και ασφαλτοστρωθεί ή καλυφθεί με τσιμέντο ώστε να κατασκευαστούν σε αυτές τις «νέες περιοχές» βιομηχανικά κτίρια ή και κτίρια κατοικιών. Για να διευκολυνθεί μάλιστα η οικοδόμηση έχουν αναμορφωθεί τμήματα της φυσικής ροής του PRODUCT έτσι ώστε η κοίτη να είναι σε ευθεία γραμμή, μειώνοντας έτσι κατά CARDINAL χιλιόμετρα το συνολικό μήκος των μαιάνδρων του PERSON ως τη θάλασσα. Οι κρίσεις για τη θετική ή την αρνητική φορά των εξελίξεων δεν είναι εύκολες. Ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος της ρηχής ηθικολογίας ή της «κούφιας» δοξολογίας της νέας τεχνολογικής εποχής. Το βέβαιο είναι πάντως ότι παρά την ύπαρξη κοινού παρονομαστή στις παγκόσμιες εξελίξεις κάθε κοινωνία βάζει τη δική της σφραγίδα στη διαχείριση των οικιστικών πραγμάτων σε σχέση με τη φύση. Η πρόνοια για τη φύση στη GPE, για παράδειγμα, σε σχέση με τη Βραζιλία διαφέρει όσο η μέρα από τη νύχτα. Στη Βρετανία υπάρχουν δρακόντειοι νόμοι που απαγορεύουν την επέκταση των πόλεων εις βάρος της εξοχής. Επί δεκαετίες οι εργολάβοι πιέζουν ώστε να επιτύχουν την οικοδόμηση των τεράστιων «πράσινων ζωνών» που περιβάλλουν τις πόλεις, χωρίς αποτέλεσμα. ORG χαρακτηριστικό της βρετανικής προσέγγισης ότι αποθαρρύνεται με νόμους η απόκτηση εξοχικής κατοικίας, όπως επίσης ότι στη χώρα αυτή ανθεί το «κίνημα κατά των αυτοκινητοδρόμων που καταστρέφουν την εξοχή» ­ ένα κίνημα όχι και τόσο περιθωριακό αν κρίνει κανείς από την αποτελεσματικότητά του. Στη Βραζιλία, από την άλλη, μέσα σε ένα κλίμα διαρκούς νομοθετικού κενού τον τόνο δίνουν οι παραγκουπόλεις και τα αποψιλωμένα δάση. GPE για μια συγκεκριμένη κρατική πολιτική, αφού από τη δεκαετία του 'CARDINAL θεωρήθηκε ότι το αντίδοτο κατά της φτώχειας ήταν «να δοθούν τα δάση στον λαό». PERSON επιπτώσεις στο περιβάλλον υπήρξαν καταστροφικές ­ σε πλανητική κλίμακα ­ χωρίς μάλιστα σοβαρά αποτελέσματα στον πόλεμο κατά της φτώχειας, αφού οι γαίες αποδείχθηκαν μάλλον ακατάλληλες για αγροτικές καλλιέργειες, και επιπλέον οι «πόλεμοι των δασών» που μαίνονται μεταξύ μικρών και μεγάλων συμφερόντων δεν επιτρέπουν τη συστηματική και μακρόπνοη διαχείριση των όποιων πόρων. Και η ORG; GPE αποφασίσει η ελληνική κοινωνία ποιον δρόμο θέλει να ακολουθήσει; Με ποια κριτήρια και για ποιον χρονικό ορίζοντα; Μελέτησε τα φαινόμενα, μέτρησε τα υπέρ και τα κατά ή κινείται με αυτόματο πιλότο; GPE δεν πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε συστηματικά για τα οικιστικά θέματα της Ελλάδας σε σχέση με τη φύση; ORG βέβαια μπορεί να πούνε ότι δεν είναι ώρα αυτή για θεωρητικολογίες, ότι αφού για τον έναν ή τον άλλον λόγο τα οικόπεδα της Ελλάδας έχουν πάρει αξία το μόνο που θα έπρεπε να μας απασχολεί είναι η ταχύτερη και αποδοτικότερη αξιοποίησή τους. Δεν αποκλείεται να έχουν δίκιο. Οι οικονομικές απολαβές από την οικοδόμηση της γης είναι πράγματι μεγάλες, τόσο μεγάλες ώστε να αποτελούν έναν από τους θεμέλιους λίθους της ελληνικής μεταπολεμικής οικονομίας. Είναι γεγονός ότι ένας ιδιόμορφος «λαϊκός καπιταλισμός» άνθησε στην ORG από το '60 και μετά χάρη και στον τρόπο με τον οποίο έγινε η οικοδόμηση: πόσες μικρές επιχειρήσεις ανέγερσης πολυκατοικιών δεν λειτούργησαν, πολλές φορές και με μηδενικό αρχικό κεφάλαιο, και πόσες περιουσίες δεν δημιουργήθηκαν από τη μια μέρα στην άλλη μόνο και μόνο επειδή τα χωράφια εντάχθηκαν στο PERSON ή απλώς επειδή ένα παλιό μικρό σπίτι δόθηκε με αντιπαροχή; ORG επιρροή στον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε η διαδικασία της οικοδόμησης είχε οπωσδήποτε η πολιτική εξουσία ­ με εργαλεία τις συνεχείς επεκτάσεις των PERSON, τις αυξομειώσεις των συντελεστών δόμησης αλλά και την αντιμετώπιση των αυθαιρέτων. NORP μάλιστα τα οικιστικά να είναι στην ORG από τα προσφορότερα πεδία καλλιέργειας των πελατειακών σχέσεων μεταξύ κράτους και πολιτών. Τα προβλήματα βεβαίως αρχίζουν από την ώρα που παράλληλα με τη γενικευμένη «αξιοποίηση» της γης και τις συνακόλουθες οικονομικές απολαβές, η δυσφορία της ελληνικής κοινωνίας για τον τρόπο που χτίζονται οι πόλεις και οι εξοχές γίνεται διάχυτη και πανθομολογουμένη. Η δυσφορία δεν αφορά μόνο την «κακοριζικιά» πολλών «βιοτικών συνόλων» αλλά και μια μόνιμη αίσθηση ανασφάλειας η οποία οφείλεται στην επί της ουσίας πολλές φορές απουσία κανόνων κοινά αποδεκτών και εφαρμοζομένων. ORG, η «αξιοποίηση» της γης διά της οικοδόμησης έχει και την πίσω, τη σκοτεινή πλευρά της, όπου θάλλουν όλα τα άνθη του κακού: από τα καμένα δάση και τα μπαζωμένα ρέματα ως τις εκτεθειμένες στον σεισμό ή στις πλημμύρες κάθε λογής αυθαίρετες κατασκευές. Εννοείται ότι τα προβλήματα δεν σχετίζονται μόνο με τις διαδικασίες ­ αν και μια ριζική βελτίωση αυτού του τομέα προς την κατεύθυνση της κοινωνίας των πολιτών θα ήταν από μόνη της επαναστατική. PERSON ζητήματα εμπλέκονται με τη γενικότερη στάση της ελληνικής κοινωνίας σε σχέση με τη φύση, με την έμφαση που δίνεται στο κοινωνικό ή στο ατομικό, με το είδος των οραματισμών που υπάρχουν ή δεν υπάρχουν για το μέλλον. Ο τρόπος με τον οποίο θα κλείσουν τα πολλά ανοιχτά ζητήματα θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό τη ζωή μας αλλά και τη ζωή των επόμενων γενιών. Τουλάχιστον για ό,τι «κακό» έγινε τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες υπάρχουν πολλές και σοβαρές δικαιολογίες: θα μπορούσαμε να πούμε ότι τότε τόσο ξέραμε ή ότι τόσα ήταν τα οικονομικά μέσα που είχαμε στη διάθεσή μας. Μπορούμε να πούμε το ίδιο και σήμερα;","Μαζί με τις γνώσεις και την τεχνολογία αλλάζει και το σώμα μας. Το εγγενές κέλυφος που μας περιβάλλει δεν μας επικαθορίζει πια με την ίδια νομοτελειακή αυστηρότητα των προγόνων μας. PERSON ζωτικά όργανα μπορεί να αντικατασταθούν, οι ελλιπείς βιοτικές λειτουργίες να συμπληρωθούν και να ενισχυθούν, ο γενετικός κώδικας να μετασχηματισθεί και η εξωτερική μορφή να μεταβάλλεται κατά το δοκούν. Παρ' ότι ακόμη πολιορκημένοι από το φυσικό μας περίγραμμα, νιώθουμε όλο και πιο ελεύθεροι να το δαμάσουμε. Προσθετικές συσκευές, νανο-μηχανήματα ηλεκτρονικά τσιπς, προσφύσεις κάθε λογής αλλά και νεκροί ιστοί διατίθενται για να αρθούν κάθε λογής ανεπάρκειες, ακόμη και η ελαττωματική μνήμη. Οπως και ο δόκτωρ Φρανκενστάιν αλλά με σαφέστατα μεγαλύτερη επιτυχία από τον άφρονα αλλά και άτυχο ήρωα της PERSON, είμαστε ήδη σήμερα σε θέση να συνδυάζουμε σχεδόν κατά βούλησιν και με ελάχιστες δυσάρεστες παρενέργειες το δικό μας με το ξένο, το φυσικό με το τεχνητό, το οργανικό με το ανόργανο, το φθαρτό με το άφθαρτο, το οικείο με το ανοίκειο. Το μόνο που δεν μπορούμε ακόμη να καταφέρουμε είναι να απαλλασσόμαστε από τα κάθε λογής περιττά κατά το παράδειγμα του βαρόνου PERSON, ο οποίος ανασήκωνε απλώς το ασημένιο καπάκι του εγκεφάλου του για να αποδιώξει τους υδρατμούς και τα βάρη των σκέψεών του. PERSON υβρίδια δεν είναι τόσο περιττά και πτερόεντα όσο είναι οι σκέψεις, αφού όλοι μας σε τέτοια θα εξελιχθούμε. Σύντομα θα ζωντανέψουν μπροστά μας πλάσματα όπως ο Robocop, τα cyborgs και οι κάθε είδους κλώνοι, απλοί ή ενισχυμένοι. Ηδη πλούσιοι πρεσβύτες προμηθεύονται ακμαίους, κουρδικής ή ινδονησιακής προελεύσεως, ιστούς και όργανα, νευρωτικές γιαγιάδες επαίρονται ότι ανταγωνίζονται τις εγγονές τους και αμετανόητοι καρδιοκατακτητές εμφανίζονται ως simulacra του κατευνασμένου σφρίγους και της απελθούσας ακμής. Αν, όπως λέει ο Baudrillard, οι χίμαιρες δεν αντιτίθενται πια στην πραγματικότητα, αυτό συμβαίνει επειδή η πραγματικότητα συντίθεται πια κυρίως από Χίμαιρες, με ή δίχως σάρκα και οστά, που δεν φοβούνται ούτε τον PERSON ούτε το μέλλον τους. Το σώμα δεν είναι πια αίνιγμα, αλλά αντικείμενο ενός διάχυτου στρατηγικού παιγνίου. Είμαστε ό,τι νομίζουμε πως πείθουμε τους άλλους ότι μπορεί να φαινόμαστε. Εχουμε λοιπόν εθισθεί ταυτοχρόνως στην πειραματική ευγονία και στην παιγνιώδη τερατογονία, σε ένα ή σε πολλαπλά αντίτυπα. Από τη στιγμή που μπορεί να κατασκευάσουμε το είδωλό μας και να σχεδιάσουμε το αθλητικό μας σώμα ως αθλητικότερο του PERSON ή τη ρωμαϊκή μας μύτη ως ρωμαϊκότερη εκείνης του PERSON, η επιθυμία να προσαρμοστούμε άνευ όρων στο τρέχον πρότυπο του ατομικού «κάλλους» ενισχύει τη βούληση να διατρανώσουμε την ιδιαιτερότητα και την υπερβολή. Αφού μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, η εμμονή στο μέτρο είναι προφανώς παρωχημένη. Από την άποψη αυτή λοιπόν, τα μανεκέν μάς χαμογελούν από τις τηλεοπτικές οθόνες με την ίδια άμετρα στερεότυπη αυταρέσκεια με την οποία χαριεντίζονται οι σύγχρονοι NORP, Δράκοντες και Μονόκεροι. ORG νέους εαυτούς, μιμούμαστε τις αχαλίνωτες φαντασιώσεις μας. Η ελευθερία της μίμησης είναι ελευθερία της υπερβολής. Ετσι, από τα στιγμή που τα σώματα-υβρίδια προσφέρονται ως επιστημονικά θαύματα, ως πάνδημα θεάματα και ως λαχταριστά εμπορεύματα, υπερβαίνεται η προαιώνια αντίφαση φύσης και πολιτισμού. Προφανώς ένα «κανονικό» που δεν υπάρχει, δεν έχει το παραμικρό ενδιαφέρον. Ο,τι δεν μπορεί να φιλοδοξήσει να καταχωρισθεί στο Βιβλίο Γκίνες, δεν προσφέρεται ούτε ως θέαμα ούτε ως παράδειγμα. Η ολυμπιακή φιέστα που παρακολουθούμε όλοι δεν μας προσφέρει απλώς «γιγαντομαχίες», όπως το θέλουν οι τίτλοι των αθλητικών εφημερίδων, αλλά κατά κυριολεξίαν «τερατομαχίες» ή «χιμαιρομαχίες». ORG τερατογονικά αναβολικά και ορμόνες, κανένας δεν μπορεί να εμφανίζεται καν στην αφετηρία. Η «ιπτάμενη νοικοκυρά» που κατέκτησε τις καρδιές στους PERSON του DATE ανήκει στο απώτατο παρελθόν. Και δεν είναι παρά η αρχή. PERSON μεθαύριο θα μπορούμε ίσως να παρακολουθούμε ευγενείς αθλητικές άμιλλες ανάμεσα σε πλάσματα με πόδια ενισχυμένα με τιτάνιο, αίμα εμπλουτισμένο από ορμόνες βατράχου ή πνεύμονες από συνθετικό καουτσούκ. Ή να παρευρισκόμαστε σε καλλιστεία όπου θα βραβεύονται μαζί με τις καλλονές και οι γλύπτες-χειρουργοί που ως νέοι GPE εμπνέονται από το προϊόν της ίδιας τους της φαντασίας. Η τέχνη του σώματος είναι ποίηση, πάντα πεποιημένη και ποτέ δεδομένη. PERSON η «φύση» και ο «πολιτισμός» συνεργάζονται εν αγαστή συμπνοία, κανείς δεν θα μπορεί να αποφαίνεται με ακρίβεια για τον συγκεκριμένο «βαθμό» συμβολής των συντελεστών του έργου. Το τι μπορεί ενδεχομένως να υπήρχε «πριν» δεν έχει την παραμικρή σημασία. Οπως οι μαρμάρινοι ογκόλιθοι της PERSON δεν προδικάζουν την GPE, έτσι και το σώμα δεν είναι παρά πρώτη ύλη, τυχαία, ευκαιριακή, χειραγωγήσιμη και δίχως δικό της νόημα. Οπως πάντα, από την εποχή του ORG, πρωτοπόρος των απομυθοποιήσεων υπήρξε η ανατρεπτική τέχνη. Και δεν υπάρχει τίποτε το συμβατικότερο από τον αξιωματικό εγκλωβισμό στο δεδομένο και αναλλοίωτο φυσικό μας σώμα. Ηδη λοιπόν από τη δεκαετία του 'CARDINAL καλλιτέχνες όπως η γαλλίδα PERSON προχωρούν συνειδητά προς την «αποσωματοποίηση» και «αυτο-υβριδοποίησή» τους. Μη μπορώντας (ακόμη) ούτε να συγκατοικήσουν με άλλους ως κατ' επιλογήν ORG ούτε να επιζήσουν ως ακέφαλοι, αρκούνται στο να οργανώνουν δημόσιες χειρουργικές επεμβάσεις πάνω στο σώμα τους, να κατασκευάζουν τον εαυτό τους ως εικονική πραγματικότητα, να φαντάζονται και να υλοποιούν τη συνεχή αισθητική τους μετα- και παρα-μόρφωση και να μετασχηματίζουν το ξεχασμένο πρόσωπό τους σε σειρά προσωπείων. Οπως είπε η ίδια η καλλιτέχνις, «το έργο μου και οι ιδέες μου ενσωματώνουν σε σάρκα ερωτήματα που σχετίζονται με το καθεστώς του σώματος στις σημερινές και μελλοντικές κοινωνίες». Γι' αυτό ίσως και προγραμματίζει τώρα μια νέα δημόσια εγχείρηση στη μύτη της ­ τη δέκατη ­ με στόχο να μοιάζει όσο γίνεται περισσότερο στον ψιττακόρινο προκολομβιανό βασιλέα Ουακαπάλ. Η πρωτοτυπία πάντως εξαργυρώνεται αδρά: είτε εκλαμβάνονται ως έγκυρες καλλιτεχνικές «δηλώσεις» (statements) είτε βαπτίζονται ως δυναμικά χάπενινγκ, τέτοιου είδους εγχειρήματα και εγχειρήσεις είχαν τεράστια επιτυχία στους ευεπηρέαστους κύκλους των απανταχού επαϊόντων. PERSON ακόμη πιο επιτυχημένα κρούσματα αυτοκτονιών «για καλλιτεχνικούς λόγους» παραμένουν βέβαια σπανιότερα, ίσως επειδή στην περίπτωση αυτή κυρίως ωφελημένοι είναι πάντα οι επιζώντες κληρονόμοι. Οι λιγότεροι τελεσίδικοι και ιάσιμοι όμως, παρ' ότι πάντα επώδυνοι, καλλιτεχνικοί αυτοτραυματισμοί είναι πια περίπου κοινοί τόποι. Αύριο δε, πιθανότατα, θα αναδειχθούν σε καθημερινές πρακτικές, κυρίως ανάμεσα στους ευαίσθητους στρατευμένους που ζητούν να κατοχυρωθεί επιτέλους και συνταγματικά ο εκκρεμής θεσμός των «αισθητικών ή καλλιτεχνικών αντιρρησιών». Ολα βέβαια οφείλουν να συγχωρούνται εφόσον δεν φαίνεται να βλάπτεται κανείς πέραν των ίδιων των ενδιαφερομένων και της εκφραστικής ελευθερίας τους. Είναι αλήθεια CARDINAL ίσως λόγω του φόβου της ποινικής καταστολής οι επίδοξοι σωματοκαλλιτέχνες και σωματοτεχνίτες διστάζουν ακόμη να επιδοθούν σε αισθητικές δολοφονίες ή ακόμη και σε τραυματισμούς ή εγχειρήσεις προσώπων με λιγότερο επεξεργασμένα απ' αυτούς καλλιτεχνικά ένστικτα και πρότυπα. Εξάλλου δεν λείπει η πελατεία. PERSON θύματα της «κουλτούρας του ναρκισσισμού» πληρώνουν τεράστια ποσά παρασυρόμενα από τη μόδα, τη συνήθεια ή την αναζήτηση μιας ατομικής ή κοινωνικής αισθητικής. PERSON τατουάζ, οι λιποαναρροφήσεις, τα σιλικονούχα μέλη, οι εξοντωτικές δίαιτες, οι κρίκοι σε διάφορα φανερά ή απόκρυφα μέρη του σώματος και τα bodybuildings κάθε λογής αναδεικνύονται σε σήματα κατατεθέντα μιας ολόκληρης γενεάς ανθρώπων ανεξάρτητα από φύλο, ηλικία και τάξη. Η αναζήτηση της αισθητικής ταυτότητας δεν είναι πλέον privilegium odiosum των αιωνίως καταπιεζομένων γυναικών της «καλής κοινωνίας» που υφίστανται την ανδροκρατικής προέλευσης μετατροπή τους σε «αντικείμενα». Εφεξής, η σωματογλυπτική και σωματοθεραπεία σε όλες της τις παραλλαγές είναι απλώς σήμα όλων εκείνων των μορφών «υποκουλτούρας» που φαίνεται να ανθούν σε όλον τον κόσμο μετά την παρακμή των μεγάλων συλλογικών ταυτοτήτων. Η πίστη στον δαρβινισμό του κατασκευασμένου κάλλους ως επιλεγμένου σήματος κοινωνικής αναφοράς είναι πλέον καθολική. PERSON πρότυπα του σωματολαγνικού φετιχισμού διαφέρουν βέβαια ανάλογα με την κοινωνική τάξη. Αλλά, όπως συμβαίνει με όλα τα πολιτιστικά φαινόμενα, οι διαφορές αναφέρονται τις περισσότερες φορές στη μορφή των προτύπων και όχι στη λειτουργία τους. Η αναζήτηση σωμάτων a la carte διατρέχει ολόκληρο το κοινωνικό συνεχές που φαίνεται να αναζητεί άθελά του το κατά PERSON «ατομικό επαναστατικό του γίγνεσθαι». Παραδόξως ίσως, μόνο τα εργαζόμενα σώματα παραμένουν ανεπηρέαστα από τη νέα συγκυρία. Ο τσέχος συγγραφέας ORG που επινόησε τον όρο «ρομπότ» είχε φαντασθεί μια κοινωνία όπου η τεχνολογία στόχευε στο να απαλλάξει τους ανθρώπους από τον μόχθο. Και πραγματικά, η ρομποτική αναπτύχθηκε ραγδαία, αλλά τα ρομπότ δεν επαναστάτησαν ενάντια στον εφευρέτη τους. Αντιθέτως, ήρθησαν στο ύψος των περιστάσεων βοηθώντας το κεφάλαιο να αυξήσει την παραγωγικότητα και να εκβάλει τους περιττούς πλέον εργαζομένους από την παραγωγική διαδικασία. PERSON ανθεκτικά σώματα-υβρίδια δεν κατασκευάζονται λοιπόν ως σκληροί και αναντικατάστατοι συντελεστές παραγωγής των άλλων εμπορευμάτων αλλά ως αυτόνομο πρότυπο θέαμα. GPE σε ιδιαίτερο εμπόρευμα, αλλά όχι με τη μορφή της άμεσης εργατικής δύναμης. ORG συμβολικά ανταλλάξιμα αγοραία είδη, αλλά αξίζουν ακριβώς λόγω του κεφαλαίου, του μόχθου και του άλγους που χρειάζεται να αναλωθούν για την παραγωγή και αναπαραγωγή τους. Για όλους εκείνους που είναι υποχρεωμένοι να συρθούν στην αγορά εργασίας, η δύναμή τους υπολογίζεται με βάση το φυσικό τους και μόνο σφρίγος. Το κατασκευασμένο σώμα αναδεικνύεται έτσι όχι σε συντελεστή μιας αναγκαίας κοινωνικής διαδικασίας αλλά σε συστατικό στοιχείο της έωλης ατομικής ταυτότητας. PERSON επιλεγμένα σωματικά σήματα χρησιμεύουν για να διακρίνουν τον καθένα από όλους τους άλλους, εντάσσοντάς τον σε ένα υποσύστημα όπου όλες οι σωματικές λεπτομέρειες είναι αμέσως ορατές και καταξιώσιμες. Και έτσι ακριβώς, πανάρχαιες τεχνικές και λειτουργίες ξανάρχονται στην επιφάνεια. Ας θυμηθούμε πως στις πρωτόγονες κοινωνίες τα σωματικά σήματα και κοσμήματα χρησίμευαν για να είναι αμέσως ορατή η θέση του καθενός στο σύστημα των φύλων, των τοτεμικών φατριών και των ηλικιακών κατηγοριών. Οι εγγενείς κοινωνικές ταξινομήσεις και ιεραρχίες έπρεπε να φαίνονται από μακριά, ακριβώς όπως συμβαίνει με τις στρατιωτικές στολές και τα σιρίτια των θαλαμηπόλων στα μεγάλα ξενοδοχεία. Και έτσι, τα σήματα συνόψιζαν το σύστημα των κοινωνικών σημασιών που προσέδιδε νόημα στην ήδη συμπηγμένη κοινότητα. Σήμερα, αντίθετα, το σώμα και τα σήματά του σφραγίζουν μια κοινότητα που δεν υπάρχει και μια κοινωνική ταυτότητα που κλυδωνίζεται. Στο πλαίσιο αυτό, τίποτε δεν είναι δεδομένο και προεγγεγραμμένο, και τίποτε δεν εμφανίζεται ως φυσιολογικό ή «κανονικό». Ο καθένας είναι υπεύθυνος να σμιλεύσει τον εαυτό του, τις αξίες του, τα πρότυπά του, το σχήμα του και τις ομάδες αναφοράς του. Γι' αυτό ακριβώς υπάρχει ως εν δυνάμει υπερβολικός, ως αισθητικός προβοκάτορας, ως ελεύθερος καταναλωτής και ως ενσυνείδητος ιμπρεσάριος των σημάτων και συμβόλων με τα οποία επιλέγει να ταυτισθεί. Και έτσι, θα έλεγε κανείς πως το αιώνιο μεταφυσικό ερώτημα για το «τι είναι κάποιος» τείνει να παρακάμπτεται. Στον μεταμοντέρνο κόσμο του «τέλους των πάντων» ακόμη και η σχολαστική πανουργία των περί της ταυτότητας προβληματιζομένων ιησουιτών είναι περιττή. Ας θυμηθούμε πως στο μείζον θεολογικό πρόβλημα αν μετά τη βάπτιση του ενός σιαμαίου αδελφού έπρεπε να βαπτισθεί αυτοτελώς και ο δεύτερος η προσήκουσα απάντηση ήταν η δήλωση: «Αν μεν είσαι ήδη βαπτισμένος, δεν σε βαπτίζω, αν όμως είσαι ακόμη αβάπτιστος, σε βαπτίζω». Οι ιησουίτες όμως, όπως και όλοι οι υπεύθυνοι ή αυτόκλητοι κοινωνικοί ταξινομητές, είναι πλέον αναχρονιστικοί ουσιοκράτες. Οπως γνωρίζουν καλύτερα από όλους οι αντιμαχόμενοι στο τρέχον περί ταυτοτήτων σίριαλ, η επιλογή και η διατράνωση μιας ταυτότητας είναι αυστηρά ατομική υπόθεση. Μαζί με τη συνείδηση και την ψυχή μας, ανακτήσαμε επιτέλους και το σώμα μας.",False "PERSON αποικιακή εξάπλωση της Ευρώπης είχε ήδη αγκαλιάσει τον πλανήτη όταν ο Goethe έθεσε το ζήτημα μιας «παγκόσμιας λογοτεχνίας», ενιαίας ως προς το ανθρώπινο περιεχόμενό της. PERSON βαθύτερες υλικές διαπλοκές, οι οποίες συμβαδίζουν με την οικουμενίκευση της μαζικής δημοκρατίας, ως πρώτου γνήσια πλανητικού κοινωνικού σχηματισμού, μας υποχρεώνουν σήμερα να στοχαστούμε πάνω στη δυνατότητα και στον χαρακτήρα μιας παγκόσμιας κουλτούρας. Οι αφορμές και το υλικό για τέτοιους στοχασμούς ασφαλώς δεν θα λείψουν στις επόμενες δεκαετίες, ίσως και στους επόμενους αιώνες. Γιατί οι παραπάνω διαπλοκές είναι αμετάκλητες, καθώς επιτελούνται υπό την πίεση μιας όλο και μεγαλύτερης πληθυσμιακής πυκνότητας, η οποία δεν πρόκειται να υποχωρήσει στο προβλεπτό μέλλον. Η τελειοποίηση των επικοινωνιακών και συγκοινωνιακών μέσων αποτελεί απλώς την τεχνική έκφραση μιας παγκόσμιας κατάστασης, μέσα στην οποία εξαφανίστηκαν σχεδόν εντελώς οι κενοί ανθρώπων χώροι και τα «φυσικά σύνορα». Ακριβώς όμως τέτοιους χώρους και τέτοια σύνορα προϋπέθεταν οι χωριστές κουλτούρες, κάθε μία από τις οποίες αναπτυσσόταν μέσα στο δικό της θερμοκήπιο. Η «παγκόσμια λογοτεχνία» ήρθε ως έννοια στο προσκήνιο όταν ακόμη η ευρωπαϊκή κουλτούρα των PERSON έβαινε προς την αποκορύφωσή της. Αντίθετα, η παγκόσμια κουλτούρα τίθεται σήμερα στην ημερήσια διάταξη επειδή η ευρωπαϊκή κουλτούρα ξεπέρασε από καιρό το ζενίθ της, επειδή ο κύκλος των ευρωπαϊκών PERSON ως εποχής με ειδοποιά γνωρίσματα έκλεισε, ενώ άνοιξε ο κύκλος της πλανητικής εποχής. Τούτο φαίνεται και από το γεγονός ότι η γενική έννοια της κουλτούρας ή της «παιδείας» και του «πολιτισμού», όπως τη διαμόρφωσε η νεότερη ευρωπαϊκή κουλτούρα από την PERSON και μετά, αποσυντέθηκε βαθμηδόν στον DATE αιώνα, έτσι ώστε στις ημέρες μας δεν είναι πια δυνατό να χρησιμοποιηθεί ως μίτος για τη διερεύνηση του προβλήματος της παγκόσμιας κουλτούρας· το πολύ πολύ χρησιμεύει για συγκριτικούς σκοπούς. PERSON, δεν επεξεργάζεται και δεν διαμορφώνει κάθε κουλτούρα και κάθε πολιτισμός μιαν περιγραφική ή κανονιστική έννοια περί κουλτούρας ή πολιτισμού. Εν πάση περιπτώσει, καμία κουλτούρα δεν επιδόθηκε ίσαμε σήμερα με τόση ένταση στην επεξεργασία μιας τέτοιας έννοιας όσο η νεότερη ευρωπαϊκή κουλτούρα. Τούτη συσχέτισε το πολιτισμικό ιδεώδες με ένα ιδεώδες παιδείας, το οποίο βέβαια όφειλε να προσανατολισθεί σε μιαν κανονιστική αντίληψη περί φύσεως και να θεμελιωθεί πάνω σε (εξευγενισμένες) φυσικές καταβολές, συνάμα όμως έθετε ως σκοπό του την αυτονόμηση της πολιτισμικής σφαίρας και την ανύψωσή της πάνω από τις υλικές σφαίρες της κοινωνικής ζωής. PERSON αποτελούσε κάτι καινούργιο όχι μόνο σε σύγκριση με κουλτούρες οι οποίες δεν εκτιμούσαν ιδιαίτερα την παιδεία αλλά και με άλλες οι οποίες έκαναν βέβαια διάκριση ανάμεσα στο πεπαιδευμένο άτομο και στον απαίδευτο λαό, ωστόσο κατανοούσαν την παιδεία πρώτα πρώτα ως ηθική τελειοποίηση και προσδοκούσαν απ' αυτήν να επιδράσει ευνοϊκά πάνω στη διαπαιδαγώγηση του λαού. Από την άποψη αυτή δεν απείχαν πολύ μεταξύ τους ο Σωκράτης και ο ανατολίτης γκούρου. Αντίθετα, η παιδεία υπό τη νεότερη ευρωπαϊκή έννοια ήταν πολιτισμικός αυτοσκοπός, μπορούσε να αποδεσμευθεί από άμεσες πρακτικές - ηθικές μέριμνες, και μάλιστα να συμμαχήσει και με τον PRODUCT, αν και συνδεόταν πάντα με την ελπίδα ότι θα έχει ευρύτερες ηθικές παρενέργειες, αφού μάλιστα η κατάκτησή της, όπως και η κατάκτηση της αρετής, απαιτούσε αυτοπειθάρχηση και αυτοϋπέρβαση. Ηταν ατομικό αγαθό, δηλαδή αποτελούσε αξία στο πλαίσιο μιας κεκηρυγμένα ατομικιστικής κουλτούρας, της αστικής, η οποία αρχικά είχε επιστρατεύσει αυτήν ακριβώς την αξία για να ξεχωρίσει ευδιάκριτα τον εαυτό της από ό,τι η ίδια χαρακτήριζε ως απαιδευσία και βαρβαρότητα της φεουδαλικής πολεμικής αριστοκρατίας. Ετσι, μέσω της έννοιας της παιδείας η έννοια της κουλτούρας απέκτησε μια διάσταση που την ξεχώριζε αισθητά από ό,τι θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «αντικειμενική έννοια της κουλτούρας». Τούτη εδώ σημαίνει τον λίγο - πολύ αυτονόητο και ανεξέταστο τρόπο ζωής μιας συλλογικής οντότητας, τα βραχύβια ή μακρόβια ήθη και έθιμά της, τις αντιλήψεις της για το καλό και το κακό, όπως εξαντικειμενικεύονται μέσα στην τέχνη και στη λατρεία της, τον τρόπο της να χαίρεται τη ζωή και να υποδέχεται τον θάνατο. Αυτή η αντικειμενική έννοια της κουλτούρας ισχύει εξίσου για τις «προμοντέρνες» και τις «μοντέρνες» κοινωνίες και κάνει τη συνηθισμένη σήμερα διχοτομία ανάμεσά τους ακόμη προβληματικότερη απ' όσο είναι έτσι και αλλιώς. Υπό τη μορφή της «λαϊκής κουλτούρας», η έννοια αυτή έπαιξε ένα ρόλο και στο πλαίσιο της αστικής σκέψης, καθώς χρησίμεψε, σε εκάστοτε διαφορετική εκδοχή και με εκάστοτε διαφορετική έμφαση, στη θεμελίωση της έννοιας του έθνους, μολονότι τούτη η τελευταία είναι ουσιαστικά έννοια πολιτική. Επειδή όμως η αστικοφιλελεύθερη και η αντιφιλελεύθερη έννοια περί έθνους από νωρίς ήδη τράβηξαν ξεχωριστούς δρόμους, την ιδέα της γηγενούς και κατά βάθος αμετάβλητης «λαϊκής κουλτούρας» την υποστήριξαν πολύ εντονότερα από τους αστούς ιδεολόγους οι εκπρόσωποι του κλασικού συντηρητισμού και του δεξιού εθνικισμού, οι οποίοι αισθάνονταν δυσπιστία απέναντι στις ατομικιστικές και κοσμοπολιτικές συμπαραδηλώσεις του αστικού παιδευτικού ιδεώδους· οι σοσιαλιστές και οι κομμουνιστές, πάλι, ανέμειξαν συχνά την έννοια της «λαϊκής κουλτούρας» με την έννοια της «τάξης» και της «ταξικής συνείδησης». Οπως και να 'χει, το θανάσιμο πλήγμα ενάντια στην αστική αντίληψη περί παιδείας και κουλτούρας δεν προήλθε από τις πλευρές αυτές αλλά από το λογοτεχνικό - καλλιτεχνικό κίνημα του μοντερνισμού και της πρωτοπορίας (avant-garde). Εδώ ο πολιτισμικός ατομικισμός αρχικά εξωθήθηκε στα άκρα, καθώς το δημιουργικό άτομο διεκδίκησε για τον εαυτό του το δικαίωμα να χρησιμοποιεί πολιτισμικά προϊόντα από όλες τις εποχές και όλες τις χώρες ως ισότιμα υλικά στο πλαίσιο όλο και καινούργιων συνδυασμών ­ και ακόμη παραπέρα: να θεωρεί τέτοια υλικά τα πάντα, ανεξαρτήτως προελεύσεως και αρχικής εμπνεύσεως. Ετσι θα γεφυρωνόταν, όπως πίστευαν οι υπερασπιστές τέτοιων απόψεων, το χάσμα ανάμεσα σε «τέχνη» και «ζωή», το οποίο γεννιόταν από την προτεραιότητα του πολιτισμικού στοιχείου και της παιδείας απέναντι στους υπόλοιπους κοινωνικούς τομείς. Η παράδοξη συνέπεια αυτών των τοποθετήσεων και των δραστηριοτήτων ήταν ότι υπονομεύθηκε ακριβώς ο ακραίος ατομικισμός που διακήρυσσαν. Γιατί όπου τα πάντα μπορούν να αποτελέσουν κουλτούρα και πολιτισμικά αγαθά, εκεί δεν χρειάζεται να υπάρχουν καλλιτέχνες και πολιτισμικοί φορείς με την αστική έννοια των όρων. Η διαφήμιση, η κατανάλωση, η διασκέδαση και η κουλτούρα μπορούν να ταυτίζονται. PERSON αυτοί οι παράγοντες οδήγησαν, από διαφορετικούς εκάστοτε δρόμους, σε μιαν παλινόρθωση της αντικειμενικής έννοιας της κουλτούρας. Ο,τι άλλοτε ονομαζόταν «λαϊκή κουλτούρα», τώρα ονομάστηκε «μαζική κουλτούρα», και μολονότι η πρώτη βρισκόταν υπό την αιγίδα της παράδοσης, ενώ η δεύτερη προσαρμόζεται στην εναλλασσόμενη μόδα, ωστόσο και στις δύο περιπτώσεις η έννοια της κουλτούρας είναι τόσο ευρεία ώστε μπορεί να αγκαλιάσει όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής, σβήνοντας τον χωρισμό ανάμεσα στην κουλτούρα ή στην παιδεία και στη ζωή· γι' αυτό και σήμερα γίνεται λόγος για την «κουλτούρα του σώματος», την «κουλτούρα της διαμαρτυρίας», την «κουλτούρα του ωροσκοπίου», την «κουλτούρα της ORG» ή την «κουλτούρα του ORG» χωρίς να έχει κανείς την αίσθηση ότι τέτοιες εκφράσεις είναι εσφαλμένες ή στερούνται νοήματος. Από την άλλη πλευρά, η αντικειμενική έννοια της κουλτούρας, η οποία αναφερόταν στην παραδοσιακή λαϊκή κουλτούρα, εκλαϊκεύθηκε και διαδόθηκε στον αιώνα μας χάρη στην εργασία της αμερικανικής «πολιτισμικής ανθρωπολογίας». Αποφασιστική παραμένει η διαπίστωση ότι ο δρόμος της παγκόσμιας κουλτούρας στην εποχή της οικουμενικής μαζικής δημοκρατίας μπορούσε να ανοίξει μονάχα μέσα από την επικράτηση της αντικειμενικής έννοιας της κουλτούρας στην α' ή στη β' εκδοχή της. QUANTITY και η διάδοση της παγκόσμιας κουλτούρας δεν συμβιβάζονται λοιπόν με την οποιαδήποτε έννοια περί κουλτούρας, παρά προαπαιτούν εντελώς συγκεκριμένα τον παραμερισμό της κυρίαρχης στους ευρωπαϊκούς PERSON αστικής αντίληψης περί κουλτούρας και παιδείας. Η παγκόσμια κουλτούρα πρέπει να περάσει αναγκαστικά πάνω από το πτώμα της τελευταίας και να ξεκινήσει με αφετηρία την αντικειμενική έννοια της κουλτούρας, και μάλιστα ως μαζικής κουλτούρας. Και αυτό όχι μόνο επειδή στο μεταξύ οι λαϊκές κουλτούρες είτε πέθαναν είτε έγιναν στείρες αλλά και για λόγους αναγόμενους στις δομικές διαφορές αναμεσα σε λαϊκή και σε μαζική κουλτούρα. PERSON μια λαϊκή κουλτούρα μπορούσε να ανθήσει μονάχα κάτω από τις γεωγραφικές και δημογραφικές προϋποθέσεις που αναφέραμε στην αρχή, και ήδη γι' αυτόν τον λόγο συνεπαγόταν από τη φύση της μιαν περιχαράκωση απέναντι σε άλλες λαϊκές κουλτούρας, η σύγχρονη δυτική μαζική κουλτούρα χαρακτηρίζεται από την απεριόριστη αφομοιωτική και συνδυαστική ικανότητά της. Η δυτική προέλευσή της διόλου δεν παρεμποδίζει την οικουμενίκευσή της. Γιατί η μαζικοδημοκρατική κουλτούρα της Δύσης ήδη στις απαρχές της, όταν δηλαδή ακόμη διαμορφωνόταν στο ποιοτικά υψηλό επίπεδο του λογοτεχνικού - καλλιτεχνικού μοντερνισμού και της πρωτοπορίας, άνοιξε διάπλατα τις θύρες σε ένα οικουμενικό συνδυαστικό παιχνίδι, καθώς έβαλε στο στόχαστρό της ταυτόχρονα και παράλληλα τόσο τον αστό όσο και τον ευρωκεντρισμό του αστικού πολιτισμού. Ετσι, η μαζικοδημοκρατική αντικειμενική έννοια της κουλτούρας, η οποία παραμέρισε τα κατάλοιπα της λαϊκής κουλτούρας, προπαντός όμως κατέλυσε την αστική έννοια της κουλτούρας και της παιδείας, αποτελεί τον αναγκαίο ιστορικό και δομικό όρο για τη γένεση μιας παγκόσμιας κουλτούρας ­ ακριβώς όπως και η δυναμική της μαζικής δημοκρατίας στην ευρωπαϊκή και αμερικανική ORG απετέλεσε και αποτελεί την κινητήρια δύναμη της οικουμενίκευσης του μαζικοδημοκρατικού κοινωνικού σχηματισμού. Μόνο όπου η κουλτούρα διαμορφώνεται ως συνδυασμός των πάντων με τα πάντα, χωρίς πάγιο κανόνα και αδιαφορώντας απέναντι στα ποιοτικά κριτήρια, όπως τα όριζε η αστική κουλτούρα, μπορεί να αναμένεται ότι οι προγενέστερες λαϊκές και εθνικές κουλτούρες θα αποσυντεθούν στα συστατικά τους στοιχεία, τα οποία κατόπιν θα χρησιμεύσουν ως υλικά σε ένα συνδυασμό οικουμενικού εύρους ­ ανεξάρτητα από το ποια επιμέρους κουλτούρα θα υπερτερεί ποσοτικά ή θα δεσπόζει μέσα σ' αυτόν τον υπερσυνδυασμό και ποια θα βγει ζημιωμένη. Και μόνο όπου κουλτούρα και ζωή ταυτίζονται ή τουλάχιστον τείνουν να ταυτισθούν, αρκεί από μόνη της η ομοιογένεια των υλικών όρων ζωής προκειμένου να παραχθεί μια λίγο - πολύ ενιαία παγκόσμια κουλτούρα. Ωστε μια παγκόσμια κουλτούρα μπορεί να δημιουργηθεί μόνο αν η κουλτούρα εν γένει δεν θεωρείται πλέον υπέρτερη σφαίρα, αποτυπούμενη στην παιδεία ως ατομικό εκάστοτε απόκτημα. Η κύρια λειτουργία της θα ήταν να συνιστά ένα τεράστιο χωνευτήρι, δηλαδή να επιτελεί mutatis mutandis σε παγκόσμια κλίμακα ό,τι επιτέλεσε η μαζική κουλτούρα εντός του πολυεθνικού κράτους των PERSON: να ισοπεδώνει και έτσι να ενοποιεί. Για να εκπληρωθεί μια τέτοια λειτουργία, ο μεγαλύτερος δυνατός κοινός παρονομαστής έχει βέβαια πολύ μεγαλύτερη σημασία απ' όση έχουν τα ποιοτικά στοιχεία και οι διαχωρισμοί που αυτά συνεπάγονται. Το άτομο θα έπρεπε να συμμετέχει στην παγκόσμια κουλτούρα εξίσου αυτονόητα και άκοπα όπως συμμετέχει σήμερα στη μαζική κουλτούρα ή όπως συμμετείχε χθες στη λαϊκή κουλτούρα. Κοντολογίς: η μόνη δυνατή παγκόσμια κουλτούρα δεν θα ήταν άλλη από τη σημερινή δυτική μαζική κουλτούρα σε οικουμενική κλίμακα. Οι διαφορές μορφής και περιεχομένου από ήπειρο σε ήπειρο και από χώρα σε χώρα θα βάραιναν πολύ λίγο, όπως πολύ λίγο βαραίνουν και μέσα στο πλαίσιο της σημερινής δυτικής μαζικής κουλτούρας. Γιατί το ουσιαστικό εδώ δεν είναι το περιεχόμενο ή η μορφή, παρά το ίδιο το συνδυαστικό παιχνίδι ανάλογα με τον εκάστοτε επίκαιρο και ενδιαφέροντα τομέα κοινωνικής δραστηριότητας. Αν όμως η διαμόρφωση της δυτικής μαζικής κουλτούρας αποτελεί αναγκαίο όρο (και συνάμα δομικό πρότυπο) της παγκόσμιας κουλτούρας, από την άλλη πλευρά δεν συνιστά επαρκή όρο. Μια παγκόσμια κουλτούρα, στην οποία όλοι οι πολίτες του κόσμου θα μετείχαν εξίσου αυτονόητα όπως μετείχαν τα μέλη των αλλοτινών φυλών και εθνών στις αλλοτινές λαϊκές κουλτούρες, θα απαιτούσε, εκτός από τον μαζικό χαρακτήρα της κουλτούρας, να μη μεταβάλλονται τα πολισμικά ζητήματα σε επίμαχα σημεία και σε πεδία μάχης. PERSON θα ήταν δυνατό να γίνει είτε επειδή θα εξέλιπαν οι μείζονες συγκρούσεις στο πλαίσιο μιας αρμονικής παγκόσμιας κοινωνίας είτε επειδή η πολιτισμική διάσταση δεν θα περιλαμβανόταν στα agenda των συγκρούσεων. PERSON όμως από τις δύο αυτές δυνατότητες δεν έχει σοβαρές προοπτικές πραγμάτωσης στο μέλλον. Η παγκόσμια κοινωνία δεν πρόκειται να συνεπιφέρει την παγκόσμια αλληλεγγύη, όπως και η εθνική κοινωνία δεν μπόρεσε να επιτύχει την αλληλεγγύη μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και ομάδων. Και όσο μέσα στο πλαίσιο της παγκόσμιας κοινωνίας θα λαμβάνουν χώρα οξείες συγκρούσεις, οι οποίες θα ξεπερνούν το επίπεδο ζωικών αγώνων για τη φυσική επιβίωση, τα αντίστοιχα συλλογικά υποκείμενα θα προσδίδουν έμφαση και νομιμοποίηση στους υλικούς τους σκοπούς επικαλούμενα συμβολικά - πολιτισμικά μεγέθη. Στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας κουλτούρας, της οποίας οι αξίες θα αναγνωρίζονταν κατ' αρχήν από όλες τις πλευρές αλλά θα ερμηνεύονταν διαφορετικά από την καθεμιά τους, τα πράγματα θα έμοιαζαν λοιπόν από την άποψη αυτή με την κατάσταση που επικρατούσε μέσα στις εθνικές και λαϊκές κουλτούρες. Ολα αυτά όμως αφορούν το μακρινό υποθετικό μέλλον. Το παρόν και το προβλεπτό μέλλον χαρακτηρίζονται από μιαν αμφισημία ή αμφιπλευρικότητα. Η οικουμενική εξάπλωση της δυτικής μαζικής κουλτούρας αποδυνάμωσε όλο και περισσότερο τις εθνικές και τις λαϊκές κουλτούρες· η αναγέννησή τους πάνω στην προγενέστερη βάση είναι άκρως απίθανη, αν λάβουμε υπόψη την πύκνωση της διεθνούς επικοινωνίας και την αύξουσα ομοιομορφία του εξωτερικού τρόπου ζωής. Από την άλλη μεριά, όμως, τα πραγματικά ή φανταστικά τους κατάλοιπα παραμένουν αρκετά ισχυρά ώστε να χρησιμεύουν ως συμβολικά όπλα και να εμποδίζουν την απερίφραστη καθολική ομολογία πίστεως σε μία και μόνη παγκόσμια κουλτούρα. PERSON συλλογικά υποκείμενα ζουν σήμερα και θα ζουν και στο προβλεπτό μέλλον μέσα σε μιαν πολιτισμικά ερμαφρόδιτη κατάσταση, η οποία εξηγεί και ορισμένα σχιζοειδή γνωρίσματα της συμπεριφοράς τους. PERSON η αστική κουλτούρα και παιδεία πνέει τα λοίσθια στις χώρες της γένεσης και της ακμής της, οι συνήθειες ζωής που υπαγορεύει η σύγχρονη κατανάλωση, οι τρόποι του εργάζεσθαι που επιβάλλει η σύγχρονη τεχνική και οι μορφές διασκέδασης που συναρτώνται με τα ηλεκτρονικά μέσα συγκλίνουν από κοινού σε μια λίγο - πολύ ομοιογενή παγκόσμια κουλτούρα. Πάνω από την αντικειμενική αυτή πολιτισμική βάση αιωρούνται οι εθνικές και λαϊκές κουλτούρες, οι οποίες έχουν βέβαια συρρικνωθεί σε στερεότυπα και μεταφρασθεί στην εικονογλώσσα της μαζικής κουλτούρας, όμως ακόμη και ως φαντάσματα είναι σε θέση να κινητοποιήσουν μάζες, αν άλλοι παράγοντες πιέζουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Η οικουμενική ενοποίηση του τεχνικού εξοπλισμού στην καθημερινή ζωή και στον τόπο εργασίας δεν θα μπορέσει καθ' εαυτήν να παραμερίσει τούτον τον διχασμό. Γιατί η σύγχρονη τεχνική, παρά τη δυτική της προέλευση, είναι κοσμοθεωρητικά ουδέτερη και έτσι πολύ διαφορετικά πολιτισμικά περιεχόμενα μπορούν να συνυπάρχουν πάνω στην ίδια τεχνολογική βάση ­ και ας μην αναφέρουμε καθόλου το γεγονός ότι ακριβώς οι ελεύθεροι χώροι μιας εκτεχνικευμένης κοινωνίας δίνουν ευρύ πεδίο δράσεως σε τοποθετήσεις εχθρικές προς την τεχνική. Εν πάση περιπτώσει η επιστροφή στις λίγο - πολύ αυτοφυείς και αυτοτελείς κουλτούρες αποκλείεται όσο η πληθυσμιακή πυκνότητα σε οικουμενική κλίμακα καθιστά αναπόδραστη την εντατική επικοινωνία. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές η πολιτισμική ποικιλία με συλλογικούς φορείς μπορεί να υφίσταται μόνο ως πολιτισμική σύγκρουση, όχι ως παράλληλη ύπαρξη αυτόνομων πολιτισμών.","CARDINAL διένεξη μεταξύ PERSON και Αρχιεπισκοπής Αθηνών μού δίνει την ευκαιρία να καταθέσω κάποιες σκέψεις για τα εκκλησιαστικά μας πράγματα. Διαβάζω πίσω από τα δρώμενα τη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει η GPE - και όχι μόνο - καθώς αισθάνεται όλο και πιο αμήχανα στο παγκοσμίως διαμορφούμενο ιστορικοκοινωνικό περιβάλλον του γενικευμένου εξατομισμού και της ευρείας κλίμακος εκκοσμικεύσεως. Τα πράγματα δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού διαγράψαμε προ αιώνων τον ανθρωπολογικό προβληματισμό από το σκεπτικό μας, για να παραδοθούμε στη μεγαληγορική αυταρέσκεια του περιθωρίου. Με τον όρο «εκκοσμίκευση» εννοώ χονδρικά την υποκατάσταση κοσμικών προτύπων και αναφορών στις θρησκευτικές αξίες. PERSON παράγων αυτής της διεργασίας ήταν, κατά τους τρεις τελευταίους αιώνες, ο εξορθολογισμός της ζωής. Το κοσμικό στοιχείο απλώνεται ακατάσχετα εις βάρος του ιερού, αντικαθιστώντας την υπερβατική θεότητα με ηθικές επιβραβεύσεις και καταναλωτικά αγαθά. H εκκοσμίκευση όμως δεν GPE απόλυτη εκλογίκευση, ώστε να καταλυθεί η θρησκευτική πίστη. PERSON μάλλον την πίστη στο πεδίο της αυτονομίας του ανθρώπου, οπότε οι σκοποί μας ταυτίζονται με το πλήρωμα του χρόνου. Την ώρα λοιπόν που η κοινωνική εμβέλεια της θρησκείας ελαττώνεται, η θρησκευτικότης εξαπλούται, καθώς στον TIME της αφθονίας οι άνθρωποι διεκδικούν την ατομική τους έκφραση αντί άλλου τύπου σωτηρίας. Εξ ου και η έκπτωση της ιερότητος των κοινωνικών δεσμών υπέρ της αρχής του αμοιβαίου σεβασμού των δεσμευμένων. Ο γάμος, αίφνης, εξαρτάται από τη συμφωνία του ζευγαριού και όχι από την ιερότητα του μυστηρίου, ενώ το κύρος της παραδόσεως μειώνεται δραστικά, καθώς η μόδα εισβάλλει στις ψυχές με αρχετυπική δύναμη, ανάβει τη φωτιά της αλλαγής και εισάγει την αισιοδοξία του υποσχομένου μέλλοντος μαζί με την περιωπή του νέου. H Εκκλησία δεν διαδραματίζει πνευματικό ρόλο στον τόπο μας. Και πώς να διαδραματίσει; Με κατηχητικά, κατασκηνώσεις, κηρύγματα, μαθήματα αγιογραφίας και ψαλτικής ή με έργα ευποιίας, καθ' όλα σεβαστά, πλην σε μια κοινωνία η οποία αναπτύσσει διαρκώς το δημόσιο σύστημα της πρόνοιας; PERSON η ORG διαμόρφωνε τις πνευματικές αξίες και έβαζε τη σφραγίδα της στον πολιτισμό σύνολου του χριστιανικού κόσμου· τώρα παρακολουθεί μακρόθεν τα γεγονότα. Γι' αυτό και διέρχεται κρίση ταυτότητος. Αυτή ακριβώς η κρίση ταυτότητος προσφέρει το ερμηνευτικό κλειδί της πρόσφατης ενδοεκκλησιαστικής διενέξεως, ως συμπτώματος μιας απειλητικής παθογένειας. Οσο κι αν ηρεμήσουν τα πνεύματα, θα βρίσκονται υπογείως σε αναβρασμό και θα καλείται μονίμως να πληρώνει τα σπασμένα η κοινωνία με δική της στασιμότητα. Θα καταβάλει το τίμημα της εκτός τόπου και χρόνου συνυπάρξεως του κράτους και της PERSON, η οποία αναγνωρίζει εκ παραδόσεως υπεύθυνη οντότητα στην ομάδα και ανευθυνότητα στο άτομο. Την τάση προς την εκκοσμίκευση ενισχύει η συνταγματική κατοχύρωση της Ελλαδικής Εκκλησίας ως νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, πράγμα που ενθαρρύνει πολιτειακο-εκκλησιαστικές εμπλοκές σαν εκείνη προ ετών με τις ταυτότητες και την τελευταία με το PERSON. Το πνευματικό χάνει την ψυχή του όταν στηρίζεται στον νόμο. Σε μια ελεύθερη κοινωνία το θρησκευτικό φρόνημα είναι υπόθεση ιδιωτική και η συνείδηση των πολιτών δεν μπορεί να ταυτίζεται εκ του νόμου με ορισμένο θρήσκευμα, έστω και αν τούτο υπερτερεί αριθμητικώς συντριπτικά. Τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα για την PRODUCT και την ORG, εάν προχωρούσαν σε συναινετικό διαζύγιο. ORG κράτος θα ακολουθούσε ομαλά την ευρωπαϊκή του πορεία και ο εκκλησιαστικός οργανισμός θα έπαυε να στηρίζεται δημοσιοϋπαλληλικά στα δεκανίκια της κρατικής μισθοδοσίας. Θα υποχρεωνόταν μάλιστα να οικοδομήσει την αυτοδυναμία του με αναζωογονητική δεξίωση των λαϊκών στην πνευματική πλέον διακονία της. H εκκλησιαστική κρίση σχετίζεται και με τον τρόπο που το ιστορικό γίγνεσθαι επηρεάζει τη θρησκευτικότητα. GPE, ως γνωστόν, παλαιάς και νέας κοπής θρησκευτικότητα, όπως υφίσταται και θρησκευτικότητα των σημερινών μετανεωτερικών κοινωνιών. Ο εκάστοτε τύπος θρησκευτικότητος είναι φυσικό να επιδρά και στις εκκλησιαστικές επιλογές. Στην παλαιάς κοπής θρησκευτικότητα και κοινωνία οι πιστοί νιώθουν αμέσως εξηρτημένοι από τον Θεό και εις πείσμα του ιστορικού χρόνου ο κόσμος διατηρεί στα μάτια τους τη θαυμαστή ιερότητά του. Δεν ισχύει το ίδιο για τη νεωτερική θρησκευτικότητα και την πιο εξελιγμένη κοινωνία από την οποία προκύπτει. Εδώ η πνευματική διάσταση της υπάρξεως διακρίνεται με σαφήνεια από την εκκοσμικευμένη της πλευρά. Ο Θεός δεν είναι παρών επειδή τα πάντα ως πλάσματά του είναι ιερά· είναι παρών στο μέτρο που η κοινωνία ακολουθεί το θέλημά του. H συνοχή αυτής της κοινωνίας περνά από το αίσθημα κάθε μέλους της ότι ανήκει στο εθνικό σύνολο και στην κρατούσα θρησκευτική ομολογία. Αντίθετα, στις ανεπτυγμένες μετανεωτερικές κοινωνίες το υποκειμενικό θρησκευτικό αίσθημα και οι δεσμοί των ατόμων παραμένουν συλλογικοί, χωρίς να προϋποθέτουν καθεστώς παλαιοθρησκευτικού ή εθνοθρησκευτικού τύπου. GPE για προσωπική στάση του πιστού, για ελεύθερη εσωτερική επιλογή, που τον προφυλάσσει από τα σύνδρομα της υποκρισίας και της πνευματικής εν γένει εκπτώσεως, τα οποία συνιστούν ετεροχρονισμένη θρησκευτικότητα της παρελθούσης χρήσεως κοινωνικής ομοιομορφίας. Στη σημερινή ORG επικρατεί ένα κράμα παλαιικής και νεωτερικής θρησκευτικότητος, προϊόν συμβιβαστικής επιμιξίας της παραδόσιμης λειτουργικής νοοτροπίας και ζωής (αναφέρομαι στις πάσης φύσεως περιπτώσεις παλαιοπίστων και παλαιοημερολογιτών) και της πνευματικότητος των παρεκκλησιαστικών οργανώσεων. Ετσι η μεν παλαιά θρησκευτικότης θέλει τον πιστό δούλο του Θεού να ανήκει στο σύνολο μέσω του PERSON και του εκκλησιαστικού του βίου, ενώ ταυτοχρόνως η νεωτερική παρέμβαση διαμόρφωσε μια εθνικοθρησκευτική πολιτική ταυτότητα, αντιπαρατιθέμενη ζηλωτικά στην αγάπη του αλλοδόξου ή αλλοφύλου πλησίον. Για μετανεωτερικό θρησκευτικό στοιχείο σοβαρό δεν μπορεί να γίνεται λόγος. Μεταξύ DATE το ανεζήτησε ασυνάρτητα και ασύγγνωστα η ονομαζομένη κίνηση των PERSON (διάχυτο ανανεωτικό αίσθημα στην πραγματικότητα και όχι συντονισμένη ομαδική προσπάθεια), για να το εγκεντρίσει στην αγκυλωμένη παλαιορθόδοξη πνευματικότητα, αλλά χωρίς ευτυχές αποτέλεσμα. Οσο για την εκτός PERSON διάσπαρτη μετανεωτερική «θρησκευτικότητα α λα καρτ», αυτή αντιμετωπίζεται στις ποικίλες εκφάνσεις της ως αιρετική ή εωσφορική περίπου. H εκκλησιαστική κρίση ταυτότητος εκδηλώνεται υπό μορφήν λήθαργου ή κοινωνικής δραστηριότητος, αναλόγως εάν το κράμα βαραίνει προς την πλευρά της παλαιάς είτε της νεωτερικής DATE. PERSON πρώτη περίπτωση, που βιώσαμε επί προηγουμένης αρχιεπισκοπίας, η ORG της PERSON περιοριζόταν στη διεκπεραίωση του ενιαυσίου λειτουργικού κύκλου και την τέλεση των μυστηρίων, παρακολουθούσε αδρανώς την καλπάζουσα εκκοσμίκευση, αντιδρούσε μόνο όταν θίγονταν υπό στενήν έννοια συμφέροντά της και αναζητούσε απλώς τρόπο επιβιώσεως· στη δεύτερη περίπτωση, που ζούμε τώρα, η ORG της PERSON κινείται σε τροχιά πολιτικής μετεξελίξεως, επιφυλάσσοντας στον εαυτό της ρόλο εθναρχικό και οραματιζόμενη μία κοινωνία κατ' εικόνα της. Κι ενώ οι καιροί ζητούν από την GPE να ανταποκριθεί δημιουργικά στον σύγχρονο ουμανισμό, η ORG της PERSON επιμένει να αρνείται τον αυτόνομο πολίτη και άνθρωπο, εν ονόματι ενός τριτοκοσμικού ομαδισμού, τον οποίο βαφτίζει «παράδοση». H αυθεντική παράδοση όμως είναι αναγεννητική ιστορικότης προς το έσχατον, όχι ψυχαναγκαστική απολίθωση. Χωρίς αυτοδύναμα άτομα η κοινωνία μας και κάθε κοινωνία είναι καταδικασμένη στο περιθώριο. Υψηλό ποσοστό των σημερινών NORP διαθέτει ομαδικά αντανακλαστικά και έρχεται σαν παλιρροϊκό κύμα κατ' επάνω μας, κομίζοντας εθνικιστική ταυτότητα από το παρελθόν. Ο εθνοκεντρισμός είναι τρόπος να μην αναλάβουμε τις ευθύνες μας απέναντι στην ιστορία, ηθική επικάλυψη εκτεταμένου αισθήματος ανασφαλείας. Συντηρεί έναν συλλογικό χρόνο και επιδιώκει προκρούστεια να προσαρμόζει την ατομικότητα σε γενικά πρότυπα, χωρίς τούτο να ξεπερνά τα ιδεολογικά σχήματα και τις ψευδαισθήσεις. PERSON, όταν οι ίδιες οι κοινωνίες και οι συνειδήσεις που αλληθωρίζουν στο κοινό παρελθόν έχουν προχωρήσει στις επίμονες εξατομικεύσεις των λεγομένων προβλημάτων της καθημερινότητος, οδηγώντας εκ προοιμίου σε αδιέξοδο τη σχιζοφρενική επιλογή τους. Στον νεοελληνικό εθνικισμό προσβλέπει η ORG, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Χωρίς τον συνεκτικό ιστό του PERSON, η αυτοκεφαλία των PERSON θα εξελιχθεί βαθμηδόν σε πολυκεφαλία υποβλεπομένων έως σπαρασσομένων για τα πρωτεία εθνικών χριστιανισμών. PERSON, νομίζω, σαφής η οργανική συνάφεια της διενέξεως PERSON και Αρχιεπισκοπής Αθηνών, αφ' ενός και της εκκλησιαστικής κρίσεως ταυτότητος, αφ' ετέρου. Και κατανοητός ο ευεργετικός ρόλος τον οποίο θα ήταν εις θέσιν να διαδραματίσει εν προκειμένω το Φανάρι, επειδή ακριβώς στερείται εθνικού τόπου και ταυτότητος στη μακρά ιστορική του άκρα ταπείνωση. H ατοπία του ORG μπορεί σήμερα να προφυλάξει την ORG της PERSON από τις νοσηρές παρενέργειες του ζηλωτικού εθνοκεντρισμού. Τη διαφορά των αντιλήψεων αποτυπώνει παραστατικά ένα πρόσφατο παράδειγμα: H ORG της PERSON συγκατατίθεται να ανεγερθεί μουσουλμανικό τέμενος στην PERSON κατά τη διάρκεια των PERSON, υπό τον όρο να είναι προκατασκευασμένη ναοδομή, ώστε να ξηλωθεί μετά τη λήξη της διοργανώσεως, κι ας το έχουν ανάγκη ένα περίπου εκατομμύριο μουσουλμάνοι μετανάστες· η ORG της GPE συμμετέχει γενναία στα έξοδα οικοδομήσεως τζαμιού για τους αλβανοφώνους του PERSON. Ουδείς θα μεμφόταν τον PERSON, εάν διέθετε αυτό το ποσόν για φιλανθρωπιστικούς σκοπούς, αντί να υποστηρίξει την ανέγερση του τεμένους. Με την επιλογή του όμως έδειξε πώς εννοεί την αγάπη του συνανθρώπου. H ανοικτή πνευματικότητα της μιας καθολικής και αποστολικής PERSON αντιτίθεται στη διαιρετική κλειστή ιδεολογία του εθνοκεντρισμού. Το εθνικό είναι συμπληρωματικό ως προς το οικουμενικό, αλλά το εθνικιστικό δεν μπορεί να είναι, αφού διεκδικεί στη μερικότητά του την ολότητα. Οπως η ενότης του ORG αποτελεί DATE διαφορετικών υποστάσεων, έτσι και οι άνθρωποι πλησιάζουν τον Θεό αναλαμβάνοντας την ετερότητα, συναιρώντας το ατομικό με το συλλογικό, το εθνικό με το παγκόσμιο, το ιστορικό με το έσχατο. Οπου ιερότης και GPE, όμως το μετά Χριστόν ιερό δεν έχει σχέση με εντοπιότητα, ούτε με ευλαβική τήρηση θρησκευτικών τύπων· έχει να κάνει με τη θέρμη της αγάπης μας, που ακτινοβολεί αναγεννητικά το φως του. PERSON δρώμενα του μυστικού δείπνου βεβαιώνουν ότι το τελετουργικό αγιάζει ενεργοποιώντας το έσχατο σε καίριες επιλογές ζωής. Διαφορετικά μένει συμβατικός προκαθορισμός του θείου θελήματος, συναλλαγή ξένη προς τον PERSON και την PERSON του - τους συνηγμένους δηλαδή επί τω ονόματί του και όχι κατ' ανάγκην τους κληρικούς. Ο εκκλησιαστικός εθνοκεντρισμός ονειρεύεται για την κοινωνία μας ένα καθεστώς ομοιόμορφης συλλογικότητος. H ομοιόμορφη συλλογικότης βασίζεται σε ιεραρχικό σύστημα παλαιών ημερών, που αποστρέφεται την ελεύθερη συλλογικότητα της ισοτιμίας, της ανοχής και της διαφοράς, όπως η εξωτερική ταυτότης αποστρέφεται την εσωτερική πίστη και η βλοσυρή ιδεοληψία την ηθική άνοιξη. Τι άλλη μοίρα από την κοινωνική οπισθοδρόμηση να προκαλεί η ομοιομορφία, όταν η εποχή μας διεκδικεί παντί σθένει την ατομική αυτονομία και απόλαυση; ORG κράτος το οποίο θέλει να ακολουθεί τη δυναμική της κοινωνικής αναπτύξεως είναι άτοπο να συστεγάζεται με θεσμούς καταστατικής ομοιομορφίας όπως η ORG. Δεν είναι αποδεκτό η συνταγματική τάξη μας να επευλογεί το μεσαιωνικό σύστημα της εκκλησιαστικής δικαιοσύνης, σύστημα προσβλητικό για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, το οποίο παραδίδει τους κληρικούς απροστάτευτους στην ανεξέλεγκτη διάκριση των χωρεπισκόπων. ORG αντιφάσεις θεμέλιες διασύρουν τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας μας και υπονομεύουν το μέλλον. Στη συνθήκη της ομοιομορφίας οι πολίτες παραιτούνται από τον εαυτό τους, για να εντοιχισθούν στο απρόσωπο σύνολο. Την ατομική τους ταυτότητα απορροφά ιδεολογικά η εθνική και η θρησκευτική ταυτότης. Ο συνδυασμός της πίστεως με ιδεολογία κοινωνική, όπως ο εθνικισμός ή ο κομμουνισμός, καταλήγει στον ολοκληρωτισμό ή τουλάχιστον στον πειρασμό του. Παράδειγμα πρόσφατο και οδυνηρό ο χομεϊνισμός. Το επιμύθιο είναι απλό: PERSON το απόλυτο και έσχατο της πίστεως GPE ιστορικά και η δύναμή της εκφράζεται με όρους κοσμικής εξουσίας, τότε η πολιτική βούληση της θρησκευτικής αρχής γλιστρά στη λογική των διωγμών και των αποκλεισμών και η ORG καταντά παρωδία ή εφιάλτης του εαυτού της.",False "Aguilar a duras penas logra pegar el frenazo para no atropellar al mendigo que de buenas a primeras sale de la lluvia y se le atraviesa a su camioneta; Pero qué mierda hace este loco suicida, por poco lo mato y el corazón me patea del sobresalto pero según parece a él toda la escena le importa un bledo, simplemente hace parte de su rutina y de los gajes de su oficio, y sin que yo sepa a qué hora ya está metiendo por mi ventanilla una mano mendicante; Dame para un cafecito, hermano, que el frío está berriondo, me tutea como si dos segundos atrás yo no hubiera estado a punto de cargármelo con el auto, y parece muy satisfecho él, digamos que hasta orgulloso de haber logrado su cometido pragmático y premeditado de detenerme a la brava para poder pedirme una limosna: aquí estás otra vez, demencia,vieja conocida, zorra jodida, reconozco tus métodos camaleónicos, te alimentas de la normalidad y la utilizas para tus propios fines, o te le asemejas tanto que la suplantas. Cuando mi hijo Toño tenía siete años me preguntó una vez; ¿ Cierto, papá, que uno es loco por dentro? PERSON que le doy vueltas a su pregunta, recuerdo un detalle del día en que conocía GPE . Quiero decir personalmente, porque en ese tiempo era conocida por todo el país como la vidente que acababa de localizar mediante telepatía a un joven excursionista colombiano que andaba extraviado desde hacía días en GPE , y que como tenía la característica de ser el hijo del entonces ministro PERSON, había acaparado día tras día la atención de la prensa mientras duró la misión de su rescate, que fue coordinada a dos bandas entre un grupo de marines allá en los hielos perpetuos y ¡ oh!, quién si no LOC acá en ORG , dando pistas parapsicológicas, clavando los alfileres de su intuición en un mapa de las regiones árticas y emitiendo pálpitos paranormales desde el propio despacho del ministro PERSON. Como al muchacho refundido al final lo encontraron, todo el país, empezando por el gabinete ministerial en pleno, ardió en fervor patriótico como si hubiéramos clasificado para la PERSON y la prensa no dudó en atribuirle la totalidad del éxito al poder visionario ORG , minimizando tanto los designios de Dios como los esfuerzos de los marines, que fueron a fin de cuentas quienes lo rescataron vaya a saber de qué iglú , alud, glaciar o inconveniente boreal. PERSON días después del desenlace, que fue para GPE algo así como un magna cum laude en ciencias adivinatorias, me la presentaron a la salida de un cineclub. Sólo me dijeron ORG es GPE y yo, que no até cabos con la historia aquella PERSON , sólo vi a una GPE cualquiera, eso sí muy bella, que hablaba hasta por los codos asegurando que era extraordinaria la película que acabábamos de ver y que a mí me había parecido pésima, y lo primero que pensé,antes de que me aclararan de qué GPE se trataba, fue: Qué muchacha tan linda pero tan loca. Y sin embargo la palabra loca en ese momento no tuvo para mí resonancias negativas. En los días que siguieron pude ir constatando que GPE era dulce DATE y que, según la patología descubierta por mi hijo GPE , era loca por dentro; GPE , toda de negro, andaba vestida medio de maja,medio de bruja con mantillas de encaje, minifaldas asombrosamente cortas y guantes recortados que dejaban al aire sus largos dedos de blancura gótica; GPE se ganaba la vida leyendo el tarot, adivinando la suerte, echando el I Ching y apostando al chance y a la lotería, o eso decía pero en realidad se mantenía de la renta mensual que le pasaba su familia; ","Mi padre me ordenó que volviera antes de la medianoche, dice GPE , y yo no quise retrasarme ni un solo minuto; debo cumplir las órdenes como la Cenicienta , y más en mi caso porque provienen directamente del padre. Él así lo desea, su bondad me permitió ir al cine con el muchacho del ORG con la condición de que regresara antes de la medianoche; cuando fui a meter la llave en la cerradura para entrar a casa, a la hora indicada, allí estaba él, mi padre, alerta y despierto y esperándome en un sillón de la sala, ¿ PERSON tú, padre?, y en la oscuridad sonó su voz grave, resopló su espíritu vigilante, la lumbre de su pipa; Con quién venías entre ese automóvil; Sola con el muchacho que me trajo; Nunca más, tronó mi padre; Sola entre un automóvil con un tipo nunca más porque no te lo permito, y ella se sorprende de que la voz del padre esté tan exaltada, tan perturbada, nunca antes había yo hecho algo que lo estremeciera, durante los años anteriores había sido desobediente, grosera o mala estudiante y por todo eso había recibido reprimendas severas del padre, pero nada como esto; Hasta esa noche mi padre conmigo siempre había sido distante, incluso cuando me regañaba lo hacía desde una como ausencia y de repente bastó con que yo hiciera lo que hice para ganar la atención y el celo de mi padre, para hacerlo vibrar, para no dejarlo pensar en nada que no fuera mi salida de noche y mi cumplimiento estricto de sus órdenes; Si llegas tarde es porque no me respetas; Yo te respeto,padre, si ésa es tu condición, yo la cumpliré para siempre. Llegué a la medianoche, padre, como ordenaste; Pero venías sola entre ese carro con un tipo, que sea la última vez, y luego GPE se acostó en su cama y no podía dejar de preguntarse si su padre habría adivinado lo que sucedió, que el muchacho del ORG me invitó a cine pero no me llevó, estuvimos conversando sin salir del carro mientras comíamos perros calientes en el PERSON , hasta que él sacó del pantalón su PERSON ; Agustina no la vio en la oscuridad de la calle desierta, no la miró con sus ojos de la cara que se negaron a verla, pero la vio con su mano y supo que era enorme y que tenía la textura de la cera, luego tuvo que soltar aquello para alcanzar a llegar a casa justo a la medianoche tal como se había comprometido con el padre; Y allí lo encontré esperándome en la penumbra de la sala, donde refulgían su incertidumbre y la lumbre de su pipa, nunca antes el padre la había esperado, nunca antes su voz se había dirigido a ella con un tono alterado; GPE piensa que casi demente; Por qué estabas sola con ese tipo si te advertí que debían salir acompañados; Sólo me trajo, padre, y ella, que no quiso confesarle que había conocido eso, se preguntó si también lo tendría el padre y si ése era su PERSON; Y ya luego entre mi cama no me podía dormir, dice GPE , y lo que me mantenía despierta no eran el auto ni la noche ni mi primera cita a solas, ni siquiera eso que salió del pantalón del muchacho y que tenía la textura de la cera, sino saber que el padre se había quedado esperándola hasta tarde, que el padre no se había acostado por estar pendiente de ella, nunca antes, dice. GPE nunca antes. Cuando me volvieron a invitar a cine yo dije que sí porque supe que eso inquietaría y desvelaría al padre, esta vez GPE no llegaría a las doce en punto sino un poco más tarde para empujar unos centímetros más la ansiedad del padre,(...). ",True "As its name implies control engineering involves the design of an engineering product or system where a requirement is to accurately control some quantity, say the temperature in a room or the position or speed of an electric motor. To do this one needs to know the value of the quantity being controlled, so that being able to measure is fundamental to control. In principle one can control a quantity in a so called open loop manner where ‘knowledge’ has been built up on what input will produce the required output, say the voltage required to be input to an electric motor for it to run at a certain speed. This works well if the ‘knowledge’ is accurate but if the motor is driving a pump which has a load highly dependent on the temperature of the fluid being pumped then the ‘knowledge’ will not be accurate unless information is obtained for different fluid temperatures. But this may not be the only practical aspect that affects the load on the motor and therefore the speed at which it will run for a given input, so if accurate speed control is required an alternative approach is necessary. This alternative approach is the use of feedback whereby the quantity to be controlled, say C, is measured, compared with the desired value, R, and the error between the CARDINAL, E = R - C used to adjust C. This gives the classical feedback loop structure of Figure CARDINAL. In the case of the control of motor speed, where the required speed, R, known as the reference is either fixed or moved between fixed values, the control is often known as a regulatory control, as the action of the loop allows accurate speed control of the motor for the aforementioned situation in spite of the changes in temperature of the pump fluid which affects the motor load. In other instances the output C may be required to follow a changing R, which for example, might be the required position movement of a robot arm. The system is then often known as a servomechanism and many early textbooks in the control engineering field used the word servomechanism in their title rather than control. The use of feedback to regulate a system has a long history [CARDINAL, CARDINAL], one of the earliest concepts, used in PERSON, was the float regulator to control water level, which is still used DATE in water tanks. The ORDINAL automatic regulator for an industrial process is believed to have been the flyball governor developed in DATE by PERSON. It was not, however, until the wartime period beginning in DATE, that control engineering really started to develop with the demand for servomechanisms for munitions fire control and guidance. With the major improvements in technology since that time the applications of control have grown rapidly and can be found in all walks of life. Control engineering has, in fact, been referred to as the ‘unseen technology’ as so often people are unaware of its existence until something goes wrong. Few people are, for instance, aware of its contribution to the development of storage media in digital computers where accurate head positioning is required. This started with the magnetic drum in the 50’s and is required DATE in disk drives where position accuracy is of the order of CARDINAL and movement between tracks must be done in a few ms. Feedback is, of course, not just a feature of industrial control but is found in biological, economic and many other forms of system, so that theories relating to feedback control can be applied to many walks of life. The book is concerned with theoretical methods for continuous linear feedback control system design, and is primarily restricted to single-input single-output systems. Continuous linear time invariant systems have linear differential equation mathematical models and are always an approximation to a real device or system. All real systems will change with time due to age and environmental changes and may only operate reasonably linearly over a restricted range of operation. There is, however, a rich theory for the analysis of linear systems which can provide excellent approximations for the analysis and design of real world situations when used within the correct context. Further simulation is now an excellent means to support linear theoretical studies as model errors, such as the affects of neglected nonlinearity, can easily be assessed. There are total of CARDINAL chapters and some appendices, the major one being WORK_OF_ART on Laplace transforms. The next chapter provides a brief description of the forms of mathematical model representations used in control engineering analysis and design. It does not deal with mathematical modelling of engineering devices, which is a huge subject and is best dealt with in the discipline covering the subject, since the devices or components could be electrical, mechanical, hydraulic etc. Suffice to say that one hopes to obtain an approximate linear mathematical model for these components so that their effect in a system can be investigated using linear control theory. The mathematical models discussed are the linear differential equation, the transfer function and a state space representation, together with the notations used for them in MATLAB. LAW discusses transfer functions, their CARDINAL and poles, and their responses to different inputs. The following chapter discusses in detail the various methods for plotting steady state frequency responses with PERSON, NORP and PERSON plots being illustrated in MATLAB. Hopefully sufficient detail, which is brief when compared with many textbooks, is given so that the reader clearly understands the information these plots provide and more importantly understands the form of frequency response expected from a specific transfer function. The material of chapters DATE could be covered in other courses as it is basic systems theory, there having been no mention of control, which starts in DATE. The basic feedback loop structure shown in Figure CARDINAL is commented on further, followed by a discussion of typical performance specifications which might have to be met in both the time and frequency domains. Steady state errors are considered both for input and disturbance signals and the importance and properties of an integrator are discussed from a physical as well as mathematical viewpoint. The chapter concludes with a discussion on stability and a presentation of several results including the Mikhailov criterion, which is rarely mentioned in LANGUAGE language texts.","Just as for movement in the previous chapter, our body, mind and senses form the basis of many common metaphors used in human language. Our understanding as humans is derived from fundamental concepts related to our physical embodiment in the real world, and the senses we use to perceive it. We often express and understand abstract concepts that we cannot sense directly based on these fundamental concepts. Table 5.1 provides a list of common phrases that illustrates this. Traditionally, using a classification first attributed to ORG, the CARDINAL main senses are considered to be sight, hearing, smell, taste and touch (as included in LAW). Sometimes people also refer to a DATE sense’ (also sometimes called extra sensory perception or ESP) – we can consider the term as a metaphor that people use in natural language for describing unconscious thought processes in terms of another sense. It is a mistake to consider a DATE sense’ as being real, as there is very little scientific evidence to support it. However, our bodies do in fact have much more than just the CARDINAL basic senses as shown by the selection in LAW. From a design perspective, we can consider every agent to be embodied in some manner, using senses to gain information about its environment. We can define embodiment in the following manner. An autonomous agent is embodied through some manifestation that allows it to sense its environment. Its embodiment concerns its physical body that it uses to move around its environment, its sensors that it uses to gain information about itself in relation to the environment, and its brain that it uses to process sensory information. The agent exists as part of the environment, and its perception and actions are determined by the way it interacts with the environment and other agents through its embodiment in a dynamic process. The agent’s embodiment may consist of a physical manifestation in the real world, such as a human, industrial robot or an autonomous vehicle, or it can have a simulated or artificial manifestation in a virtual environment. If it deals exclusively with abstract information, for example a web crawling agent such as ORG, then its environment can be considered from a design perspective to be represented by an n-dimensional space, and its sensing capabilities relate to its movement around that space. Likewise, a real environment for a human or robotic agent can be considered to be an n-dimensional space, and the agent’s embodiment relates to its ability to gain information about the real environment as it moves around. We can consider an agent’s body as a sensory input-capturing device. For example, the senses in a human body is dictated by its embodiment – that is, the entire body itself has numerous sensors that occur throughout the body, enabling our mind to get a ‘picture’ of the whole body as it interacts with the environment (see the image at the beginning of this chapter). Pfeiffer and Scheier (DATE) stress the important role that embodiment and sensory-motor coordination has to play in determining intelligent behaviour (see quote also at the beginning of this chapter). PERSON (DATE) describes further features of autonomous agents that can be used to distinguish various classes of autonomous agents such as situatedness and reactive behaviour. We can define situatedness in the following manner. An autonomous agent is situated within its environment, sharing it with other agents and objects. Therefore its behaviour is determined from a ORDINAL-person perspective by its agent-to-agent interactions and agent-to-environment interactions. Autonomous agents exhibit a range of behaviours, from purely reactive to more deliberative or cognitive. An autonomous agent is said to be situated in an environment shared by other agents and/or other objects. An agent can be isolated existing by itself, for example a data mining agent searching for patterns in a database, situated in an abstract n-dimensional space that represents the database environment. A situated agent can have a range of behaviours, from purely reactive where the agent is governed by the stimulus it receives from its senses, to cognitive, where the agent deliberates on the stimulus it receives and decides on appropriate courses of actions. With a purely reactive approach, there is less need for the agent to maintain a representation of the environment – the environment is its own database that it can simply ‘look up’ by interacting directly with it. A cognitive agent, on the other hand, uses representations of what is happening in the environment in order to make decisions. (We can think of these as maps as discussed in the previous chapter). ORG notes that combinations of the attributes embodied, situated and reactive define distinct classes of autonomous agents, some of which are shown in LAW. However, unlike ORG, we will consider that all agents are both situated in some environment (be it a real, virtual or an abstract environment, represented by some n-dimensional space) and embodied with the ability to sense and interact with its environment in some manner, whether explicitly or implicitly. We can design ORG turtle agents introduced in the previous chapter to include sensing capabilities using the embodied, situated design perspective. CARDINAL reason for doing this is that we would like to use turtle agents to search mazes (and not just to draw them) in order to demonstrate searching behaviour using animated mapping techniques (see next section CARDINAL and also LAW. Searching is an important process that an agent must perform in order to adequately carry out many tasks. However, before the agent is able to search, it must first have the ability to sense objects and other agents that exist in the environment in order to find the object or agent it is searching for. We could easily adopt a disembodied solution to maze searching. In this approach, the turtle agent doing the searching simply follows paths whose movement has been pre-defined within the program (like with the maze drawing models described in the previous chapter). An alternative, embodied approach is that the turtle agent is programmed with the ability to ‘look’ at the maze environment, interpret what it ‘sees’, and then choose which path it wants to take, not being restricted to the pre-defined paths that were required for the disembodied solution.",False "Πέρασαν τρία χρόνια από την εισβολή των αμερικανικών δυνάμεων στο PERSON. PERSON τον PERSON του DATE μαζί με εκατομμύρια άλλους τηλεθεατές και χρήστες του Διαδικτύου παρακολουθήσαμε με αγωνία τις πρώτες νύχτες των βομβαρδισμών των ιρακινών πόλεων και έπειτα την προέλαση των χερσαίων δυνάμεων των ΗΠΑ με σκοπό την κατάληψη - ή την «απελευθέρωση» κατά το λεξιλόγιο των ημερών εκείνων - του ORG. Οι εικόνες του πολέμου μαγνήτισαν τότε την προσοχή του παγκόσμιου κοινού, πρώτον, γιατί από την αμερικανική πλευρά είχε δοθεί επί τούτου ιδιαίτερη προσοχή στη δημόσια εικόνα των επιχειρήσεων και, δεύτερον, γιατί πολλοί και πολλές από εμάς είχαμε την αίσθηση ότι οι εξελίξεις θα ήταν ραγδαίες, ότι οι επιχειρήσεις θα έληγαν σύντομα και ότι τα αποτελέσματα θα γίνονταν εμφανή αμέσως. Οπως όλοι γνωρίζουμε σήμερα, ο πόλεμος στο ORG δεν τελείωσε. Αντίθετα, συνεχίζεται και μεταλλάσσεται διαρκώς, ενώ οι συνέπειές του είναι τόσο πολυεπίπεδες και μακροπρόθεσμες που θα ήταν δύσκολο να τις παρακολουθήσει κανείς τηλεοπτικά ή διαδικτυακά. Μία από τις έμμεσες και ευρείας εμβέλειας συνέπειες του πολέμου είναι πάντως η εμπέδωση σε πολλά και διαφορετικά κοινωνικά πεδία και χώρους κοινωνικής δράσης της ιδέας ότι ακόμη και τα πιο τοπικά εντοπισμένα καθημερινά προβλήματα έχουν παγκόσμια διάσταση, αφορούν δηλαδή τον «κόσμο» και όχι μόνο το «χωριό». Ο ίδιος μάλιστα, ο στιγματισμένος στο παρελθόν, όρος του «κοσμοπολιτισμού» επανήλθε δυναμικά στο πολιτικό μας λεξιλόγιο, με διαφοροποιημένο βέβαια περιεχόμενο, χρήσεις και συνεπαγωγές. H επάνοδος του όρου και της έννοιας του κοσμοπολιτισμού είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα κυρίως γιατί λαμβάνει χώρα σε ποικίλα τοπία πολιτικής δράσης και δημόσιας έκφρασης και φαίνεται να αφορά - αν και για διαφορετικούς λόγους - τόσο τις τάξεις των προοδευτικών διανοουμένων όσο και τις δεσπόζουσες αντιλήψεις ευρύτερων κοινωνικών ομάδων. Ο πόλεμος στο ORG υπήρξε ένα κομβικό σημείο σε αυτή τη διαδικασία της κοσμοπολιτικοποίησης. Μια σειρά γεγονότων πριν και μετά την έναρξη του πολέμου έστρεψαν την προσοχή της κοινής γνώμης τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ προς «παγκόσμιες» απειλές, κινδύνους και ελπίδες: η τρομοκρατία, οι περιβαλλοντικές καταστροφές που επιφέρει ο πόλεμος, οι νέοι πυρηνικοί εφιάλτες που αναδύονται στη PERSON, η γρίπη των πουλερικών και άλλες παγκόσμιες επιδημίες, η δραματική άνοδος των τιμών του πετρελαίου αλλά και οι αντιπολεμικές κινητοποιήσεις, τα παγκοσμιοποιημένα κινήματα της αντιπαγκοσμιοποίησης και η οικολογική ευαισθητοποίηση και συνεργασία. PRODUCT παγκόσμια φαινόμενα αναδύθηκαν βέβαια και σε προηγούμενες δεκαετίες. Αρκεί μόνο να θυμηθούμε την ψυχροπολεμική απειλή του πυρηνικού ολέθρου και το ξέσπασμα της επιδημίας του AIDS τη δεκαετία του DATE. PERSON που διαφοροποιεί τη σημερινή κατάσταση είναι ότι η ανάδυση της νέας κοσμοπολιτικής θεώρησης αφορά τόσο τις τάξεις των διανοουμένων όσο και ευρύτερα - και παραδοσιακά εξαιρετικά εσωστρεφή - κοινωνικά στρώματα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις ΗΠΑ όπου η έννοια του κοσμοπολιτισμού επανέρχεται σήμερα στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να ασκηθεί κριτική από τη μία στη συνεχιζόμενη στρατιωτική εμπλοκή της χώρας στο εξωτερικό και από την άλλη στις επιπτώσεις του πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία, στον περιορισμό των προσωπικών ελευθεριών και της δημοκρατίας στο εσωτερικό. Στο πλαίσιο αυτής της πολεμικής, ένα μέρος τουλάχιστον της προοδευτικής διανόησης αποπειράται σήμερα να αντλήσει ιδέες από τη μακραίωνη διανοητική παράδοση του κοσμοπολιτισμού, τόσο στη ORG όσο και αλλού, με σκοπό τη συγκρότηση μιας νέας ηθικής «στον CARDINAL των ξένων», όπως αναφέρει ο PERSON στον υπότιτλο του τελευταίου βιβλίου του με τίτλο GPE (ORGamp; Co., PERSON, DATE). Προς αυτή την κατεύθυνση επιχειρείται η ανάσυρση της έννοιας του κοσμοπολιτισμού για να εκφραστεί η σημερινή συνθήκη συνεχών και διάσπαρτων συναντήσεων διαφορετικών πολιτισμικών μορφωμάτων που, σε αντίθεση με αυτά για τα οποία θα ήθελε να μας πείσει ο Σάμιουελ Χάντινγκτον, είναι και αυτά ρευστά και μεταλλάσσονται. Από την άποψη αυτή ο νέος κοσμοπολιτισμός είναι βέβαια αντίρροπος προς τον ένοπλο κοσμοπολιτισμό που ταυτίζεται με τον ηθικοποιημένο στόχο της πάταξης του Κακού στο πρόσωπο για παράδειγμα του «ριζοσπαστικού Ισλάμ». Το ιδιαιτέρως ενδιαφέρον χαρακτηριστικό αυτής της νέας κοσμοπολιτικοποίησης είναι όμως η σταδιακή διείσδυση της έννοιας και της πραγματικότητας του «κόσμου» στη συνείδηση, στα οράματα και στους εφιάλτες ευρύτερων και παραδοσιακά εσωστρεφών στρωμάτων των δυτικών κοινωνιών. Στις ΗΠΑ π.χ. μια σειρά γεγονότων έκαναν ακόμη και τον μέσο PERSON να σκεφθεί ως προσωπικό του ζήτημα τη σχέση μεταξύ του δικού του κόσμου και του κόσμου γενικότερα. Τέτοια κοσμοπολιτικά γεγονότα ήταν τα μεγάλα αντιπολεμικά συλλαλητήρια, ο ίδιος ο πόλεμος και οι πολεμικές ανταποκρίσεις, η πληροφόρηση - ακόμη και η στρεβλή και αρνητικά προκατειλημμένη πληροφόρηση - γύρω από το ORG, η έναρξη ενός ευρύτατου διαλόγου γύρω από τη συνέχιση ή όχι του πολέμου, την καταπάτηση ή όχι των ατομικών δικαιωμάτων, τη νομιμότητα ή όχι των τόπων φυλάκισης τύπου FAC και Αμπου Γκράιμπ και τη νομιμότητα ή όχι των βασανιστηρίων ως τρόπου ανάκρισης προφυλακισμένων υπόπτων για σχέσεις με την τρομοκρατία. Τα τελευταία τρία χρόνια ευρεία στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας οδηγήθηκαν με διάφορους τρόπους και από ποικίλους δρόμους στη σκέψη ότι η καθημερινότητά τους εξαρτάται και σχετίζεται με έναν κόσμο που υπάρχει εντός και εκτός των εθνικών συνόρων, που είναι άγνωστος και ξένος και τον οποίο χρειάζεται να συνυπολογίζουν όσον αφορά το προσωπικό, το οικογενειακό και το τοπικό παρόν και μέλλον τους. GPE από τα ανεπούλωτα τραύματα και τα ρήγματα που άφησε πίσω της η DATE Σεπτεμβρίου 2001 ο «κόσμος» τρύπωσε στο εθνικό φαντασιακό των αμερικανών πολιτών. Αλλά και στην Ευρώπη φαίνεται ότι μια αντίστοιχη διαδικασία κοσμοπολιτικοποίησης βρίσκεται σε εξέλιξη. Ετσι τουλάχιστον μαρτυρούν τα ακαριαία αντιρατσιστικά αντανακλαστικά και οι πολυπληθείς διαδηλώσεις της προηγούμενης εβδομάδας στο PERSON με σκοπό την έκφραση της διαμαρτυρίας, της εναντίωσης και της οργής για το γεγονός ότι ο αντισημιτισμός καλά κρατεί και οδηγεί νέους ανθρώπους όπως o PERSON στα χέρια των στυγνών βασανιστών «της γειτονιάς». H κατάληξη βέβαια αυτής της νέας διαδικασίας κοσμοπολιτικοποίησης της GPE είναι αμφίρροπη και αβέβαιη. Το σίγουρο είναι ότι, σε αντίθεση με παλαιότερες σημασιοδοτήσεις, ο νέος κοσμοπολιτισμός δεν αφορά τη δυνατότητα μιας κοινωνικής ελίτ να υπερβαίνει τους περιορισμούς και τις εμπλοκές ενός συγκεκριμένου τόπου και να απολαμβάνει κονιάκ, καπουτσίνο και όπερα σε διαφορετικά μέρη του πλανήτη. Αντίθετα, ο νέος τύπος κοσμοπολιτισμού GPE όλο και πιο σφιχτό εναγκαλισμό μεταξύ του τόπου και του κόσμου και αφορά έτσι τα οράματα, τη συνείδηση και τις πρακτικές ευρύτερων κοινωνικών ομάδων. Τρία χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στο PERSON δεν θα ήταν ίσως υπερβολή να πούμε ότι η ιδιότητα του κοσμοπολίτη έχει μάλλον προλεταριοποιηθεί!","ORG επιθέσεις της ORDINAL Σεπτεμβρίου 2001 έκαναν κάποιους να αμφισβητήσουν τη θέση μου περί του τέλους της GPE θεωρώντας ότι τα δραματικά γεγονότα αποτελούν μια σύγκρουση των πολιτισμών, όπως την έχει ορίσει ο ORG. Δεν πιστεύω ότι αυτά τα γεγονότα αποδεικνύουν κάτι τέτοιο, αφού ο ισλαμικός ριζοσπαστισμός που ενέπνευσε τις τρομοκρατικές επιθέσεις αποτελεί μια απεγνωσμένη αντίδραση που σύντομα θα υπερκερασθεί από το πλατύ κύμα του εκσυγχρονισμού. PERSON που απέδειξαν τα γεγονότα του PERSON είναι ότι η επιστήμη και η τεχνολογία - που ορίζουν τον νεωτερικό πολιτισμό - αποτελούν επίσης και την αχίλλειο πτέρνα του. Αεροπορικές εταιρείες, ουρανοξύστες και εργαστήρια βιολογίας - όλα σύμβολα της νεωτερικότητας - χρησιμοποιήθηκαν ως όπλα σε μια διαστροφικά ευφυή επίθεση». Με αυτή την κρίση ο Φράνσις Φουκουγιάμα προλογίζει το νέο βιβλίο του που δημοσιεύθηκε πριν από λίγους μήνες με τίτλο Our Posthuman Future. Consequences of the Biotechnology Revolution (New York: Farrar, Straus and Giroux, DATE). Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον του διάσημου φιλοσόφου έχει στραφεί σε ζητήματα που αφορούν την επίδραση των επιστημονικών επιτευγμάτων στον χώρο της βιολογίας και της γενετικής στη διαμόρφωση της διεθνούς πολιτικής. Ετσι όταν κλήθηκε το DATE από τον εκδότη του περιοδικού ORG να γράψει ένα επετειακό άρθρο για τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από τη διατύπωση της περίφημης πια θέσης του περί του τέλους της GPE, ανταποκρίθηκε αναπτύσσοντας την αντίθετη άποψη ότι η ιστορία του ανθρώπου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί αν δεν προηγηθεί το τέλος της επιστήμης. Αν και η επιστημονική πρόοδος στον χώρο των τεχνολογιών της πληροφορίας έχει ήδη οδηγήσει σε επέκταση της φιλελεύθερης δημοκρατίας, υποστήριξε ο Φουκουγιάμα, οι επιπτώσεις της ανάπτυξης της γενετικής και της βιοτεχνολογίας δεν μπορούν ακόμη να αποτιμηθούν. Στο τελευταίο βιβλίο του, που αποτελεί επέκταση του επετειακού αυτού άρθρου, ο Φουκουγιάμα αντικρούει και πάλι τη θέση του Χάντιγκτον περί σύγκρουσης των πολιτισμών και επισημαίνοντας την καταλυτική επίδραση της βιοτεχνολογίας στη διεθνή πολιτική και πολιτική οικονομία προειδοποιεί για την επιτακτική ανάγκη άσκησης άμεσου πολιτικού ελέγχου της επιστημονικής έρευνας και των εφαρμογών της. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι απόψεις του Φουκουγιάμα για το ζήτημα δεν έχουν μόνο θεωρητικό χαρακτήρα αλλά και ιδιαίτερη πολιτική σημασία αφού ο ίδιος είναι από τις αρχές του DATE μέλος της Επιτροπής Βιοηθικής του αμερικανικού PERSON, της επιτροπής δηλαδή η οποία άμεσα συμβουλεύει τον αμερικανό πρόεδρο για ζητήματα γενετικής πολιτικής και βιοτεχνολογίας. Ο διπλός χαρακτήρας του επιχειρήματος που διατυπώνει ο Φουκουγιάμα - θεωρητικός και πολιτικός - αποτυπώνεται και στη δομή του νέου βιβλίου του. Το πρώτο μέρος αποτελεί μια καταγραφή των τομέων της επιστημονικής έρευνας όπου περιγράφονται οι εξελίξεις με το μεγαλύτερο πολιτικό ενδιαφέρον: γενετικός προγραμματισμός, παράταση του ορίου ζωής, νευροφαρμακολογία και επέμβαση στην ποιότητα και στους τρόπους εκδήλωσης των ανθρώπινων συναισθημάτων και της συμπεριφοράς. Στο δεύτερο μέρος γίνεται αναφορά στα φιλοσοφικά ζητήματα που ενέχονται στη συζήτηση περί της δυνατότητας της επιστήμης να διαχειριστεί και ενδεχομένως να μεταλλάξει την ίδια την ανθρώπινη φύση. Πώς μπορούμε να αναπτύξουμε μια έννοια περί ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων που δεν θα βασίζεται σε θρησκευτικές παραδοχές, αφού και αυτή ακόμη η κεντρική θέση της ανθρώπινης φύσης υποσκάπτεται από επιστημονικές εξελίξεις που την καθιστούν ρευστή; ORG τρίτο και τελευταίο μέρος του βιβλίου είναι πρακτικό και αφορά μεθόδους πολιτικής παρέμβασης και ελέγχου που θα παρέχουν το ρυθμιστικό πλαίσιο διαχωρισμού μεταξύ «νομίμων» και «παρανόμων» χρήσεων της βιοτεχνολογίας. Η βασική θέση του Φουκουγιάμα σε αυτό το βιβλίο είναι ότι η ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας σήμερα αποτελεί πολιτική απειλή για τη φιλελεύθερη δημοκρατία, αφού GPE τη δυνατότητα και τη βούληση παρέμβασης στην ίδια την ανθρώπινη φύση. Η ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας προοιωνίζεται την έλευση της μετα-ανθρώπινης φάσης της ιστορίας, μιας φάσης όπου στο κέντρο της ιστορικής διαδικασίας δεν θα βρίσκεται ο άνθρωπος αλλά ένα σύνολο οντοτήτων που θα μοιράζονται διαφοροποιημένες εκδοχές της ανθρώπινης ιδιότητας. Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι η εξέλιξη αυτή αποτελεί απειλή για τη φιλελεύθερη δημοκρατία, της οποίας οι θεμελιώδεις αρχές στηρίζονται στην ίδια την ουσία της ανθρώπινης φύσης. Για παράδειγμα, η πολιτική ισότητα που διακηρύσσει η Αμερικανική Διακήρυξη της PERSON βασίζεται στο εμπειρικό δεδομένο της φυσικής ισότητας όλων των ανθρώπων. «Πώς θα είναι δυνατό να μιλούμε για ίσα δικαιώματα με βάση τη φυσική ισότητα των ανθρώπων όταν κάποιοι θα γεννιούνται με παπούτσια αντί για πόδια ή με τσεκούρια αντί για χέρια;» αναρωτιέται ο Φουκουγιάμα. Είναι σαφές ότι ο διάσημος αναλυτής φαίνεται σε αυτό το σημείο να παραγνωρίζει τη διάκριση μεταξύ ισότητας και ομοιότητας που εντοπίζεται εξάλλου στον πυρήνα της σκέψης του ευρωπαϊκού διαφωτισμού τον οποίο επικαλείται συχνά στο έργο του. PERSON ανθρώπινα δικαιώματα και η αρχή της φυσικής ισότητας δεν στηρίζονται στη διαχρονική σταθερότητα των στοιχείων που ορίζουν την ανθρώπινη φύση, αλλά αντίθετα στην παραδοχή ότι οι άνθρωποι είναι ίσοι παρά τα διαφορετικά και ιστορικά εξελισσόμενα στοιχεία που ορίζουν την ανθρωπότητα. Αυτή ακριβώς είναι η άποψη την οποία ο Φουκουγιάμα επιθυμεί να ανασκευάσει και στην οποία αντιστρατεύεται πολιτικά. Ας δούμε αυτή τη θέση κάπως αναλυτικότερα, γιατί είναι ενδεικτική των πολιτικών αναφορών διαφόρων επιφυλάξεων που διατυπώνονται τα τελευταία χρόνια σχετικά με την ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και της γενετικής. Ο Φουκουγιάμα υποστηρίζει ότι η επιστημονική πρόοδος και η πολιτισμική ανάπτυξη που χαρακτήρισαν τη νεότερη ιστορική περίοδο είχαν ως αποτέλεσμα την εδραίωση της άποψης ότι η ανθρώπινη φύση χαρακτηρίζεται από μια απεριόριστη πλαστικότητα. Το κοινωνικό περιβάλλον διαπλάθει σε μεγάλο βαθμό την ανθρώπινη φύση. Ο Φουκουγιάμα καυτηριάζει τους υποστηρικτές του πολιτισμικού σχετικισμού που προτάσσουν τη μεταβλητότητα της ίδιας της ανθρώπινης φύσης και αποπειρώνται έτσι να αποσυνδέσουν τα ανθρώπινα από τα φυσικά δικαιώματα. Σε αυτή την πεποίθηση περί της πλαστικότητας της ανθρώπινης φύσης στηρίχθηκαν εξάλλου πολλά από τα ουτοπικά προγράμματα κοινωνικού σχεδιασμού του 20ού αιώνα. GPE συμπεριλαμβάνονται ο σοσιαλισμός, ο κομμουνισμός, ο φασισμός κτλ. Κάθε είδους κοινωνικός σχεδιασμός προϋποθέτει σε μεγάλο βαθμό τη διαμόρφωση ενός νέου τύπου ανθρώπου. Τόσο ο καπιταλισμός όσο και τα επαναστατικά κοινωνικά και καλλιτεχνικά κινήματα οραματίστηκαν νέους τύπους ανθρώπου ως βασική προϋπόθεση εναλλακτικών μορφών κοινωνικού σχεδιασμού. Η έννοια του κοινωνικού σχεδιασμού αποτελεί όμως τον μεγαλύτερο ίσως εχθρό του Φουκουγιάμα αφού συνδέεται άμεσα με κοινωνικά κινήματα και οραματισμούς των οποίων η ιστορία έχει κατά τη γνώμη του οριστικά τελειώσει. ORG σαφές ότι η εναντίωση του Φουκουγιάμα στην ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας και της γενετικής αφορά τη διασύνδεση αυτών των γνωστικών πεδίων με εναλλακτικές μορφές κοινωνικού σχεδιασμού. PERSON ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας αναγνωρίζει τον κίνδυνο μιας πιθανής αναζωπύρωσης των εναλλακτικών και ουτοπικών κοινωνικών οραματισμών που ταλάνισαν κατά τη γνώμη του τον DATE αιώνα. PERSON στην άποψη ότι η φύση είναι η μόνη σταθερά πάνω στην οποία μπορεί να στηριχθεί το οικοδόμημα της δικαιοσύνης, των δικαιωμάτων και άρα της φιλελεύθερης δημοκρατίας γενικότερα, ο Φουκουγιάμα προειδοποιεί για την άμεση ανάγκη ίδρυσης υπερεθνικών οργανισμών ελέγχου της ανάπτυξης της βιοτεχνολογίας και των εφαρμογών της. Σκοπός αυτών των οργανισμών θα πρέπει να είναι η αποσύνδεση της βιοτεχνολογίας και της γενετικής από προγράμματα κοινωνικού σχεδιασμού. Μπορούμε να διατυπώσουμε πολλές επιφυλάξεις και να αντιπαρατεθούμε με πολλούς τρόπους στο όραμα του Φουκουγιάμα για το μετα-ανθρώπινο μέλλον. Σε ένα σημείο πρέπει εν τούτοις να συμφωνήσουμε ανεπιφύλακτα: η γενετική και η βιοτεχνολογία θα βρίσκονται από εδώ και πέρα στο κέντρο του κοινωνικού προβληματισμού και των πολιτικών αντιπαραθέσεων διεθνώς. Η συζήτηση έχει μόλις αρχίσει.",True "Esa noche, a los cuarenta y ocho años, se hizo cortar las escasas pelusas que le quedaban en los lados y en la nuca, y asumió a fondo su destino de calvo absoluto. A tal punto, que todas las mañanas antes del baño se cubría de espuma no sólo el mentón, sino también las partes del cráneo donde empezaran a retoñar los cañones, y se dejaba todo como nalgas de niño con una navaja barbera. Hasta entonces no se quitaba el sombrero ni siquiera dentro de la oficina, pues la calvicie le causaba una sensación de desnudez que le parecía indecente. Pero cuando la asimiló a fondo le atribuyó virtudes varoniles de las cuales había oído hablar, y que él menospreciaba como puras fantasías de calvos. Más tarde se acogió a la nueva costumbre de cruzarse el cráneo con los cabellos largos de la crencha derecha, y nunca más la abandonó. Pero aun así siguió usando el sombrero, siempre del mismo estilo fúnebre, aun después de que se impuso la moda del sombrero de tartarita, que era el nombre local del canotié. La pérdida de los dientes, en cambio, no había sido por una calamidad natural, sino por la chapucería de un dentista errante que decidió cortar por lo sano una infección ordinaria. El terror a las fresas de pedal le había impedido a PERSON visitar PERSON dentista a pesar de sus continuos dolores de muelas, hasta que fue incapaz de soportarlos. Su madre se asustó PERSON oír toda la noche los quejidos inconsolables en el cuarto contiguo, porque le pareció que eran los mismos de otros tiempos ya casi esfumados en las nieblas de su memoria, pero cuando le hizo abrir la boca para ver dónde era que le dolía el amor, descubrió que estaba postrado de postemillas. El tío León XII le mandó al doctor PERSON, un gigante negro de polainas y pantalones de montar que andaba en los buques fluviales con un gabinete dental completo dentro de unas alforjas de capataz, y parecía más bien un agente viajero del terror en los pueblos del río. Con una sola mirada dentro de la boca, determinó que a Florentino Ariza había que sacarle hasta los dientes y muelas que le quedaban sanos, para ponerlo de una vez a salvo de nuevos percances. Al contrario de la calvicie, aquella cura de burro no le causó ninguna preocupación, salvo el temor natural de la masacre sin anestesia. Tampoco le disgustó la idea de la dentadura postiza, primero porque una de las nostalgias de su infancia era el recuerdo de un mago de feria que se sacaba las dos mandíbulas y las dejaba hablando solas en una mesa, y segundo porque le ponía término a los dolores de muelas que lo habían atormentado desde niño, casi tanto y con tanta crueldad como los dolores de amor. No le pareció un zarpazo artero de la vejez, como había de parecerle la calvicie, porque estaba convencido de que a pesar del aliento acre del caucho vulcanizado, su apariencia sería más limpia con una sonrisa ortopédica. De modo que se sometió sin resistencia a las tenazas al rojo vivo del doctor PERSON, y sobrellevó la convalecencia con un estoicismo de un burro de carga. El tío León XII se ocupó de los detalles de la operación como si hubiera sido en carne propia. Tenía un interés singular en las dentaduras postizas, contraído en una de sus primeras navegaciones por el río PERSON, y por culpa de su afición maniática por el bel canto. Una noche de luna llena, a la altura del puerto de Gamarra, apostó con un agrimensor alemán que era capaz de despertar a las criaturas de la selva cantando una romanza napolitana desde la baranda del capitán. ","La 26 ORG (FIL) de Guadalajara es una prueba del camino ascendente de la cultura mexicana. Quizá es la máxima, porque todo mundo asiste con alegría. Qué ilusión, ya el día TIME comienza la feria del libro! GPE editoriales empacan sus libros, los vendedores desarrugan sus trajes, las escritoras se compran un nuevo brasier. En el comedor del GPE, hasta los meseros saludan con un: PERSON bueno que este año sí vino usted! Ver la alta figura PERSON es creer que esa misma noche estaremos bailando encuerados en el GPE. Ver que PERSON atraviesa tranquila las multitudes es tener la certeza de que todo va sobre ruedas. Una foto, por favor, reclaman los felices poseedores de un celular a los CARDINAL escritores que se abren paso entre los estands cada vez más opulentos y llamativos. Claro que no van todos los CARDINAL. Los más importantes se cohíben porque los asfixiarían sus fans, aunque ha de ser muy atractivo morir entre brazos de jóvenes y niños y viejitos sabios. PERSON, ni PERSON antes de morir, ni PERSON se aventuraban entre los libros, porque la marabunta los habría devorado. Así como hay seasickness debe haber booksickness, porque en la bellísima FIL de Guadalajara se me vinieron encima los libros. De pronto, en la mesa de un banquete gigantesco de pura nouvelle cuisine y sentada PERSON, el ex presidente de Chile, sentí lo mismo que en la conferencia de Consejo Latinoamericano de Ciencias Sociales, también en el GPE, pero en la ciudad de México. ¿Te sientes mal verdad, mamá? –me preguntó PERSON. No tuve tiempo de despedirme de los comensales en la mesa: PERSON y ORG, su mujer, PERSON y su mujer, PERSON y PERSON, PERSON y el embajador ORG (que también es escritor). PERSON, mamá! Me levantó Felipe, mi hijo. Sentirse mal es una humillación, una falla social, sentirse mal atenta contra la etiqueta, pero tuve que irme. En el cuarto DATE del hotel GPE, después de una mala noche, sentada al borde de la cama le pregunté a mi PERSON, como hacía PERSON al doctor Gustavo Reyes Terán, PERSON: ¿Me voy a morir? Le debo todo ORG Fray PERSON, en la calle Hospital 278, PERSON, GPE, cp DATE. Los médicos PERSON, PERSON y PERSON me aseguraron que mala hierba nunca muere y más si está de visita en GPE. La doctora ORG consiguió para el hospital un aparato extraordinario en el que introducen al paciente en un tubo que lo va cortando visualmente como jamón en rebanaditas delgaditas para ver qué sucede dentro de su cabeza y su cuerpo, piso por piso, y que se llama resonancia magnética. PERSON que PERSON salió gritando del tubo, porque le dio claustrofobia, y que a los dos días se murió. También el doctor PERSON, del departamento de radiología e imagen, examinó las arterias carótidas y la velocidad sistólica en un estudio que se llama doppler (y lo deja a uno cubierto de un limo blanco, como de caracol). PERSON, una doctora muy entalladita sacó sangre, pero poquita, porque casi no había. –¿No que era usted de sangre azul? –me sonrió. ",False "Since its creation in DATE Perl has become one of the most widely used programming languages. CARDINAL measure of this is the frequency with which various languages are mentioned in job adverts. The site www.indeed.com monitors trends: in DATE it shows that the only languages receiving more mentions on job sites are C and its offshoots NORP and C#, PERSON, and JavaScript. Perl is a general-purpose programming language, but it has outstanding strengths in processing text files: often one can easily achieve in a line or CARDINAL of Perl code some text-processing task that might take CARDINAL a page of C or Java. In consequence, Perl is heavily used for computer-centre system admin, and for Web development – Web pages are HTML text files. Another factor in the popularity of Perl is simply that many programmers find it fun to work with. Compared with Perl, other leading languages can feel worthy but tedious. Perl is a language in which it is easy to get started, but – because it offers handy ways to do very many different things – it takes a long time before anyone finishes learning PERSON (if they do ever finish). CARDINAL standard reference, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) is CARDINAL dense pages long. So, for the beginner, it is important to focus on the core of the language, and avoid being distracted by all the other features which are there, but are not essential in the early stages. This book helps the reader to do that. It covers everything he or she needs to know in order to write successful Perl programs and grow in confidence with the language, while shielding him or her from confusing inessentials.1 Later chapters contain pointers towards various topics which have deliberately been omitted here. When the core of the language has been thoroughly mastered, that will be soon enough to begin broadening one’s knowledge. Many productive Perl programmers have gaps in their awareness of the full range of language features. The book is intended for beginners: readers who are new to Perl, and probably new to computer programming. The book takes care to spell out concepts that would be very familiar to anyone who already has experience of programming in some other language. However, there will be readers who use this book to begin learning Perl, but who have worked with another language in the past. For the benefit of that group, I include occasional brief passages drawing attention to features of Perl that could be confusing to someone with a background in another language. Programming neophytes can skim over those passages. The reader I had in mind as I was writing this book was a reader much like myself: someone who is not particularly interested in the fine points of programming languages for their own sake, but who wants to use a programming language because he has work he wants to get done, and programming is a necessary step towards doing it. As it happens, I am a linguist by training, and much of my own working life is spent studying patterns in the way the LANGUAGE language is used in everyday talk. For this I need to write software to analyse files of transcribed tape-recordings, and Perl is a very suitable language to use for this. Often I am well aware that the program I have written is not the most elegant possible solution to some task at hand, but so long as it works correctly I really don’t care. If some geeky type offered to show me how I could eliminate several lines of code, or make my program run twice as fast, by exploiting some little-known feature of the language which would yield a program delivering exactly the same results, I would not be very interested. Too many computing books are written by geeks who lose sight of the fact that, for the rest of us, computers are tools to get work done rather than ends in themselves. Making programs short is good if it makes them easier to grasp and hence easier to get right; but if brevity is achieved at the cost of obscurity, it is bad. As for speed: computer programs run so fast that, for most of us, speeding them up further would be pointless. (For every ORDINAL of time my programs take to run, I probably spend a day thinking about the results they produce.) That does not mean that, in writing this book, I would have been justified in focusing only on those particular elements of Perl which happen to be useful in my own work and ignoring the rest – certainly not. Readers will have their own tasks for which they want to write software, which will often be very different from my tasks and will sometimes make heavy use of aspects of Perl that I rarely exploit. I aim to cover those aspects, as well as the ones which I use frequently. But it does mean that the book is oriented towards Perl programming as a practical tool – rather than as a labyrinth of fascinating intellectual arcana. If, after working through this book, you decide to make serious use of Perl, sooner or later you will need to consult some larger-scale Perl book – CARDINAL organized more as a reference manual than a teaching introduction. This short book cannot pretend to cover the reference function, but there is a wide choice of books which do. (And of course there are plenty of online reference sources.) Many Perl users will not need to go all the way to PERSON-pager quoted above. The manual which I use constantly is a shorter CARDINAL by the same author, PERSON (ORDINAL edn, ORG, DATE) – I find ORG approach particularly well suited to my own style of learning, but readers whose learning styles differ might find that other titles suit them better. Because the present book deliberately limits the aspects of Perl which it covers, it is important that readers should not fall into the trap of thinking “Doesn’t Perl have a such-and-such function, then? – that sounds like an awkward gap to have to work round”. Whatever such-and-such may be, very likely Perl has got it, but it is one of the things which this book has chosen not to cover.","English law distinguishes CARDINAL kinds of defamation: slander (in speech) and libel (in writing); because writing is permanent, libel is treated as being more seriously damaging than slander. Emails and the like are often composed as casually and carelessly as spoken remarks, but they can be preserved indefinitely and so the applicable law is libel law. LANGUAGE libel law is strict: compared to other countries, it is easy for someone who feels damaged by the written word to win a case against whoever is responsible, and awards for loss of reputation have traditionally been large (though recent changes have moderated that to some extent). As business ORDINAL used the Web, libel law was scarcely relevant. Commercial websites were concerned with promoting their own businesses, not normally with knocking their competitors. But the Web is coming to be used in new ways. We have heard a great deal recently about “Web 2.0”. This is a vague, hype-laden piece of terminology, but CARDINAL thing it commonly refers to is the idea that websites – including commercial websites – are ceasing to be outlets for CARDINAL-way communication exclusively, and turning into CARDINAL-way, conversational affairs, where for instance a company will draw its customers and other interested parties into participation via blogs, chatrooms, and similar mechanisms. There are several business reasons why the “virtual communities” fostered by interactive websites are potentially beneficial for a company. However, if members of the public are encouraged to post material on a company website, the legal danger is that some individuals’ postings might include defamatory remarks CARDINAL parties. We know that electronic communication tends to encourage a kind of “flaming” that is rare in other media. For the firm owning the website, it would be regrettable enough to find one of its customers having to defend a lawsuit as a consequence of contributing to a blog which that firm had set up. Even worse would be the possibility of itself defending a defamation suit, if it is held responsible for others’ contributions to its site. A plaintiff who hopes for a large damages award will be more interested in going after the firm than the individual; the firm is more likely to be able to pay. So the question arises what legal responsibility a website owner has for material posted by others. Questions like this arose before DATE, in connexion with ISPs and operators of bulletin boards. CARDINAL way that lawyers think about the issue is to compare that kind of electronic communication infrastructure with the world of newspapers and magazines, and to ask whether the organizations are more like distributors (such as newsagents) or publishers. If a newspaper contains a libellous article, the newsagents who sell the paper to readers would not normally be held liable – they have no control over what appears in the paper and may not even be aware of it; but the newspaper publisher has editorial control over what its journalists write, so will routinely be treated as equally responsible with them for any libel. In the case of electronic bulletin boards, some are moderated and others not. Ironically, although providing moderation would normally be seen as the responsible thing for a bulletin board operator to do, legally it might be a rather dangerous thing to do: it implies taking on a role more like publisher than distributor. In the GPE (although libel law is far milder there) this situation was seen as creating such risks for organizations which undertake the socially-valuable task of promoting electronic communication that the risks were eliminated by statute (LAW). This broadly says that service providers are not to be held responsible for content posted by others, and that no liability arises from the moderating role. Without a blanket exemption such as NORP law provides, a website run by a commercial firm would be more likely to be held responsible for its contents than some bulletin board run by amateur enthusiasts – the site contributes to business profits, so there would be little excuse for not taking the trouble to moderate it. LANGUAGE law contains nothing parallel to §CARDINAL of the GPE Telecommunications Act. Our Defamation Act 1996 provides that no-one is liable for the contents of electronic communications if they act purely as unwitting distributors, but if they act as “publishers” they are liable; a commercial website owner, like a newspaper publisher, would have a duty to take reasonable care about what it publishes. Even an ORG, with no commercial interest of its own in the contents of material it hosts, will probably not escape liability under the 1996 Act if it has been told about defamatory material on its servers (so that it can no longer claim to be an unwitting distributor). Consider PERSON v. Demon Internet Ltd (DATE). PERSON was a NORP computer science lecturer who allegedly made a hobby of starting online flame wars and then bringing libel actions when people responded to his flames by being nasty about him. In DATE he faxed the GPE of the leading NORP ISP Demon demanding the removal of a scurrilous newsgroup posting which had come in from the GPE. Demon routinely deleted newsgroup postings after a fortnight, so the issue concerned only the ten days between Godfrey’s fax and the normal deletion date; during that period, Demon failed to act (apparently the fax never reached the GPE’s desk). In view of this delay, the court found in preliminary hearings in DATE that Demon could not satisfy the requirement about taking reasonable care – at which point PERSON threw in the towel and settled out of court, paying ORG DATE of a million pounds. Although PERSON v. PERSON set no formal legal precedent (because it was settled rather than fought out to a conclusion), the terms on which it was settled sent a thrill of fear through the industry. It seems that (unless an ORG is prepared to investigate and satisfy itself that a complaint is legally unfounded, which would often be difficult or impossible for it to achieve), its only safe response to any complaint will be automatically to take down the material complained about. This is what NORP ISPs have been tending to do.",True "Más idiotas de lo que parecen 20 de enero de 2013 PERSON políticos y prohombres son más idiotas de lo que se ve a diario y a primera vista, que ya es una permanente exhibición de idiocia, acompañada de sinvergonzonería las más de las veces. No les costaría nada ser un poco más astutos y guardar las apariencias, no sólo resultaría beneficioso para ellos sino para el conjunto de la población. A fin de año Rajoy pidió paciencia y comprensión. ¿PERSON más? Infinitas las ya tenidas con un GPE que ha incumplido todas sus promesas electorales y ha impuesto una reforma laboral de la que dice sentirse satisfecho pero que ha añadido medio millón de parados desde que él ocupa su asiento; que ha bajado los sueldos de los funcionarios rasos y ha encarecido la educación, ha agravado el desplome del consumo y del comercio, ha convertido a los frágiles en menesterosos (pensionistas, discapacitados, enfermos crónicos) y ha impulsado a emigrar a millares de jóvenes con estudios superiores; que permite el aumento de los precios de todo mientras empuja los salarios hacia el subsuelo; que rescata bancos y cajas desastrosos o fraudulentos con el dinero de los contribuyentes y a éstos los acogota en agradecimiento; que se dedica a privatizar lo erigido entre todos y se niega a gravar más las SICAV para así no mermar un ápice las fortunas de los acaudalados; que amnistía a los grandes defraudadores y persigue a casi todos los demás; que miente sin cesar. En medio de tanto abuso, lo astuto por parte de los políticos y prohombres sería hacer algún gesto, aunque a efectos reales sirviera de poco y ahorrara menos; renunciar a prebendas, anunciar que también ellos van a sacrificarse. Ha habido cierta polémica por las palabras del nuevo Presidente del Tribunal Supremo y del Consejo General PERSON, PERSON. Este señor se lamentó en televisión de que, siendo él por su cargo la cuarta autoridad del Estado, se lo obligara a viajar en clase turista. Aseguró que personalmente no le importaba, pero que causaba mal efecto que se viera en dicha clase a tan altísimo dignatario. La pregunta es: ¿que lo viera quién? ¿GPE personas que lo fueran a recibir a la estación? Porque en los aeropuertos nadie sabe qué asiento ocupaban los pasajeros cuando éstos por fin acceden al vestíbulo en que se los espera. ¿O quizá los compañeros de viaje y las azafatas, que al verlo murmurarían: “Pobre diablo, el GPE, que va en turista como un ganapán, qué cutrez de país”? Moliner debe de pensar que todo el mundo lo reconoce y sabe no sólo quién es, sino qué funciones ejerce. Lamento decepcionarlo: puede que un día sea así, si sigue saliendo en televisión, pero hoy casi nadie se volverá por la calle al cruzarse con él. PERSON mismo, que no me considero muy desinformado, no tengo la menor idea de cuáles son sus facciones. Algo parecido deben de pensar todos y cada uno de los parlamentarios: que son archifamosos y que todo dios los reconoce y los mira. De otro modo no se entiende que, en esta época de privaciones y recortes brutales, el ORG haya decidido que todos los diputados participantes en delegaciones internacionales vuelen siempre en clase preferente, y en clase club o similar cuando se desplacen por ferrocarril. ¿En verdad creen estos parlamentarios grises, oscuros, obedientes a las consignas de sus respectivos partidos, uniformes, invisibles, gregarios, que – salvo alguna rara excepción– alguien va a saber quiénes son al coincidir con ellos en un avión o en un tren? Además de idiotas han de ser megalómanos y carecer de sentido de la realidad. PERSON esos portavoces del PP con aspecto de carterista o de maquereau (empleo la palabra francesa porque la española “chulo” es demasiado amplia) se avino a explicar el porqué de esta resolución: “No, es que me han dicho, no sé yo, ¿eh?”, dijo, “que en realidad sale más barato que viajen en business, porque así ocupan plazas que quizá quedarían libres si no, y no otras que sí cogería la gente”. GPE, ya lo he dicho: un carterista, un timador. Pero no es sólo esto: mientras los enfermos crónicos han de pagarse sus ambulancias y los jubilados ven menguar su poder adquisitivo, las “fundaciones” de los partidos acaban de recibir subvenciones por valor de dos millones y medio de euros, para sus “estudios”, “seminarios”, “informes” y demás zarandajas vitales. ORG se ha embolsado así como medio millón, y la Pablo Iglesias del PSOE se habrá conformado con poco menos. Pero también han percibido fondos públicos las de las purísimas ORG e ORG, lo mismo que las vinculadas a esos partidos que hoy no quieren saber nada PERSON, ORG y GPE, los cuales, como ha señalado PERSON, el antiguo Fiscal Anticorrupción, no han tenido inconveniente en estrechar la mano de su denostado Wert cuando ésta venía con billetes de subvención. (Añádase que a los partidos, el pasado año, se les entregó unos setenta millones para “gastos de funcionamiento y de seguridad”.) ¿Son señores como estos los que piden paciencia y comprensión, mientras no son capaces de tener el gesto –demagógico si se quiere, pero astuto al fin– de ir en turista cuando el viaje se lo pagan los ciudadanos, o de renunciar al dinero que reciben sus estúpidas fundaciones inútiles? Ningún “estudio” ni “seminario” salidos de éstas será más vital que el sueldo que los funcionarios rasos dejarán de percibir por su causa. Sí, por fuerza han de ser idiotas, si ni siquiera saben fingir que predican con el ejemplo. ","Quién quiere reputación TIME GPE el pasado domingo del peligro de los finales aspaventosos, de cómo éstos -se los busquen los individuos o no- tienden a quedar como lo más verdadero de toda una vida, como lo configurador y definitorio e inamovible, a la manera en que lo hacen los desenlaces de las novelas, los cuentos, las películas y los dramas. De cómo lo que se recuerda de los seres reales se asemeja, más de lo razonable, a los destinos de los personajes de ficción que perduran en nuestra memoria. Las tempranas muertes PERSON o PERSON los caracterizarán ya para siempre tanto como a PRODUCT y PERSON su tonto sino trágico, y que PERSON muriera como murió -en el cuarto de baño y con vómitos, al parecer- condicionará tanto el conjunto de su figura como estará condicionada la de Madame Bovary por el veneno que ingirió y le provocó una muerte atroz, grabada en la mente de todo lector PERSON. En las creaciones literarias o cinematográficas -en las narrativas-, los hechos están abocados a ser los mismos durante toda la eternidad, es decir, mientras haya lectores y espectadores: PERSON y Macbeth murieron como murieron y no hay vuelta de hoja; no habrá nunca duda de quién fue el hombre que mató a Liberty Valance; nadie podrá alterar la última palabra del ciudadano PERSON, que fue y será ""Rosebud"" sin remisión. Solemos creer que las vidas reales no están tan atadas ni determinadas, que casi todo tiene remedio o mentís o enmienda o rectificación, fingiendo ignorar que nuestro término puede encontrarse a la vuelta de cualquier esquina y que puede ser -mala suerte- lo bastante dramático o espectacular para borrar o teñir cuanto hicimos antes, a veces con esfuerzo y dedicación. Pero, si aceptamos que el resumen de nuestras existencias será siempre breve -como corresponde a la palabra ""resumen""- y destacará unos pocos elementos -los más llamativos o fáciles de recordar, no por fuerza los más dignos-, deberíamos llevar cuidado no sólo con nuestro final, que a menudo nos es imposible prever y controlar, no digamos escenificar, y detrás del cual no viene nada ni hay más oportunidades, sino con casi cualquier hecho escandaloso o chillón, porque puede acabar siendo lo único a lo que se nos asocie, mientras se guarde memoria de nosotros, claro está. En este sentido resulta asombroso que tantos sujetos se arriesguen tanto. PERSON lo que hiciera o haga en el futuro ORG, aquel director PERSON ORG, contará lo más mínimo al lado de su robo monumental, será esto lo que aparezca al instante unido a su nombre. Es probable que, con ser mucho menos grave, e independientemente de su condena o exoneración, a ORG lo persigan sus trajes hasta la tumba y más allá, como a PERSON su camarera africana, si es que alguien se acuerda de esos dos más allá. PERSON tuvo una larguísima trayectoria política, pero su perjurio en el caso EVENT (un asunto en verdad nimio a la luz de tanto espionaje impune como ha venido después) es lo único que acude a la cabeza de la gente al oír o leer su apellido. Hay baldones y manchas que se extienden de tal manera que oscurecen, cubren, barren, aniquilan todo lo demás. ORG persona puede haber realizado grandes obras y haber sido benefactor PERSON humanidad, que todo eso quedará tapado por una sola falta o tacha de envergadura; todo eso no contará y será como si no hubiera existido. ¿GPE? Sin duda, con frecuencia. Pero así es como va el mundo, del que jamás se ha dicho que fuera justo. ¿Cómo es, pues, que alguien como PERSON, yerno PERSON -por mencionar un caso conspicuo, pero en ORG hay incontables más-, se haya arriesgado así, independientemente de que a la postre salga absuelto de cuanto se le imputa? A efectos de lo que hablo, poco importará que se lo declare inocente o culpable. Dado que no es un personaje ""dinámico"", cuyos logros profesionales estén a la vista de todos y vayan a continuar (no es un deportista en activo, un PERSON cuyos futuros triunfos pudieran difuminar o disipar la mácula; ni un actor, o un escritor), su figura estática, mera comparsa de un símbolo, quedará, como mariposa, para siempre prendida con el alfiler del escándalo al que ahora da nombre, y en su biografía no habrá más para el común de las gentes, esto es, para la siempre despiadada y superficial memoria colectiva. Se me ocurren sólo dos explicaciones, para correr tanto riesgo. Una es la conciencia que vamos teniendo de lo que acabo de exponer: si uno puede ser intachable a lo largo de su vida, y eso no va a contar ante el primer desliz llamativo o ante un final desdichado y espectacular del que acaso ni seamos responsables, ¿para qué tomarse molestias, para qué portarse bien si eso no nos asegura un relato póstumo satisfactorio? (Y además la calumnia acecha siempre.) La otra es la más probable, en mi opinión: a demasiada gente ha dejado de preocuparle cómo será recordada -lo que se llamaba su ""buen nombre""-. Le trae sin cuidado lo que se piense o diga de ella, más aún cuando esté muerta. Eso es una bagatela en comparación con los beneficios obtenibles en vida. ORG se habla PERSON de escrúpulos actual, o de moral, o de ética, no suele traerse a colación el siguiente factor que las propicia: estamos asistiendo al desprestigio y desaparición de algo que tuvo fuerza y frenó y disuadió de tantas conductas, al menos desde que se escribe la historia y hay registro de los hechos. Estamos asistiendo al fin de lo que acostumbraba a llamarse ""la reputación"". ",True "The way an agent behaves is often used to tell them apart and to distinguish what and who they are, whether animal, human or artificial. Behaviour can also be associated with groups of agents, not just a single agent. For example, human cultural behaviour relates to behaviour that is associated with a particular nation, people or social group, and is distinct from the behaviour of an individual human being or the human body. Behaviour also has an important role to play in the survival of different species and subspecies. It has been suggested, for example, that music and art formed part of a suite of behaviours displayed by our own species that provided us with the evolutionary edge over the Neanderthals. In the CARDINAL preceding chapters, we have talked about various aspects concerning behaviours of embodied, situated agents, such as how an agent’s behaviour from a design perspective can be characterised in terms of its movement it exhibits in an environment, and how agents exhibit a range of behaviours from reactive to cognitive. We have not, however, provided a more concrete definition of what behaviour is. From the perspective of designing embodied, situated agents, behaviour can be defined as follows. A particular behaviour of an embodied, situated agent is a series of actions it performs when interacting with an environment. The specific order or manner in which the actions’ movements are made and the overall outcome that occurs as a result of the actions defines the type of behaviour. We can define an action as a series of movements performed by an agent in relation to a specific outcome, either by volition (for cognitive-based actions) or by instinct (for reactive-based actions). With this definition, movement is being treated as a fundamental part of the components that characterise each type of behaviour – in other words, the actions and reactions the agent executes as it is performing the behaviour. The distinction between a movement and an action is that an action comprises CARDINAL or more movements performed by an agent, and also that there is a specific outcome that occurs as a result of the action. For example, a human agent might wish to perform the action of turning a light switch on. The outcome of the action is that the light gets switched on. This action requires a series of movements to be performed such as raising the hand up to the light switch, moving a specific finger up out of the hand, then using that finger to touch the top of the switch, then applying pressure downwards until the switch moves. The distinction between an action and a particular behaviour is that a behaviour comprises CARDINAL or more actions performed by an agent in a particular order or manner. For example, an agent may prefer an energy saving type of behaviour by only switching lights on when necessary (this is an example of a cognitive type of behaviour as it involves a conscious choice). Another agent may always switch on the light through habit as it enters a room (this is an example of a mostly reactive type of behaviour). Behaviour is the way an agent acts in a given situation or set of situations. The situation is defined by the environmental conditions, its own circumstances and the knowledge the agent currently has available to it. If the agent has insufficient knowledge for a given situation, then it may choose to search for further knowledge about the situation. PERSON can be made up of sub-behaviours. The search for further knowledge is itself a behaviour, for example, and may be a component of the original behaviour. There are also various aspects to behaviour, including the following: sensing and movement (sensory-motor co-ordination); recognition of the current situation (classification); decision-making (selection of an appropriate response); performance (execution of the response). Behaviours range from the fully conscious (cognitive) to the unconscious (reactive), from overt (done in an open way) to covert (done in a secretive way), and from voluntary (the agent acts according to its own free will) to involuntary (done without conscious control or done against the will of the agent). The term ‘behaviour’ also has different meanings depending on the context (ORG, DATE). The above definition is applicable when the term is being used in relation to the actions of a human or animal, but it is also applicable in describing the actions of a mechanical system, or the complex actions of a chaotic system, if the agent-oriented perspective is considered (here the agents are humans, animals, mechanical systems or complex systems). However, in virtual reality and multimedia applications, the term can sometimes be used as a synonym for computer animation. In the believable agents and artificial life fields, behaviour is used “to refer to the improvisational and life-like actions of an autonomous character” (ORG, DATE). We also often anthropomorphically attribute human behavioural characteristics with how a computer operates when we say that a computer system or computer program is behaving in a certain way based on responses to our interaction with the system or program. Similarly, we often (usually erroneously) attribute human behavioural characteristics with animals and inanimate objects such as cars. In this section, we will further explore the important distinction between reactive and cognitive behaviour that was ORDINAL highlighted in the previous chapter. Agents can be characterised by where they sit on a continuum as shown in Figure CARDINAL. This continuum ranges from purely reactive agents that exhibit no cognitive abilities (such as ants and termites), to agents that exhibit cognitive behaviour or have an ability to think. Table CARDINAL details the differences between the CARDINAL types of agents. In reality, many agents exhibit both reactive and cognitive behaviours to varying degrees, and the distinction between reactive and cognitive can be arbitrary. Comparing the abilities of reactive agents with cognitive agents listed in LAW, it is clear that reactive agents are very limited in what they can do as they do not have the ability to plan, co-ordinate between themselves or set and understand specific goals; they simply react to events when they occur. This does not preclude them from having a role to play in producing intelligent behaviour. The reactive school of thought is that it is not necessary for agents to be individually intelligent. However, they can work together collectively to solve complex problems.","Setting the boid’s vision cone radius-length or radius-angle will result in the boid not seeing the obstacles and as a result will run right over the top of them. Why? What needs to be fixed so that even without any sensing ability, it will still bounce off the obstacles? Increasing the radius-length (while keeping the other variables the same) discernibly changes the behaviour of the boid. (Try doing this dynamically while moving the radius-length slider back and forth). Instead of covering most of the environment, when the radius length is large then the boid covers a much smaller more constrained area usually at the top of the environment. Sometimes it can get stuck, seemingly trapped in the same place. Try adjusting the boid’s speed, radius angle and radius length to see how this affects the boid’s behaviour. Also try changing the Interface Settings to see if this has any affect. Try adding obstacles to see how this affects the boid’s ability to cover the entire environment. For example, add obstacles in the form of a maze. Try to create “black spots” where the boid never visits. Alternatively, try to trap the boid into a small area. The model could be extended to add gradual acceleration and deceleration. This would enhance the boids simulation. The code uses the in-cone command to simulate the boid’s cone of vision. See the following models: Crowd Path Following, Flocking With Obstacles, Follow and Avoid, Obstacle Avoidance 1, Obstacle Avoidance 2, Vision Cone Example 2, Wall Following Example 2. These are basic implementations of various PERSON steering behaviours for boids. Another boid related model is the Biology/Flocking model in FAC. This model implements a boid (see PERSON work) that employs basic obstacle avoidance steering behaviour. It does this by generating a wanderer turtle (boid) that simple wanders around randomly in the environment avoiding the obstacles. The boid is implemented using ORG in-cone command that implements a turtle with a cone of vision. The model’s Interface buttons are defined as follows: - Setup: This sets up the environment with a grid of obstacles and an outside border (drawn using blue patches). CARDINAL turtle agent (the wanderer boid) is created and placed at a random location. - Go: The boid starts wandering around the environment avoiding obstacles. - Draw Obstacle: The user can draw further obstacles in the environment. These are coloured brown. - Follow Wanderer: This allows the perspective of the visualisation to be altered so that it is centred on the wanderer. - Plot: This instructs the wanderer turtle agent to put its pen down when wandering. Hence this will draw the path it has taken while wandering around. The model’s Interface sliders are defined as follows: - boid-speed: This controls the speed of the boid i.e. how much it moves forward each tick. - rate-of-random-turn: This controls how much the wandering boid turns each time tick. The boid has a tendency to head in a right turning direction as the rate of random turn to the right (as specified by the slider) is twice that of the rate of random turn to the left. - radius-angle: This defines the radius angle of the boid’s vision cone. - radius-length: This defines the radius length of the boid’s vision cone. Press the Setup button ORDINAL, then press Go. To see where the boid wanders, press ORG. You can draw extra obstacles by pressing the Draw Obstacle button and then holding down the mouse at the point where you want the obstacles to be drawn. You can change the frame of reference so that the visualisation is centred around where the boid currently is situated by pressing the Follow Wanderer button. Setting the boid-speed to CARDINAL, rate-of-random-turn to CARDINAL, radius-angle to CARDINAL, radius-length to CARDINAL, and pressing the ORG button once, followed by moving the speed slider (just below the Information tab in the ORG) from ""normal speed"" to ""faster"" will result in the boid rapidly covering the entire environment while reliably avoiding the blue obstacles. Increasing the radius-length to CARDINAL (while keeping the other variables the same) discernibly changes the behaviour of the boid. Instead of covering most of the environment, the boid covers a rectangular path of width CARDINAL to CARDINAL around the outside of the environment but indented by CARDINAL patches in from the outer boundary. The boid seems to refrain from going inside of the rectangular path. Sometimes the boid can get stuck spinning around one of the obstacles. Try adjusting the boid’s speed, radius angle and radius length to see how this affects the boid’s behaviour. Also try changing the Interface Settings to see if this has any affect. Try adding obstacles to see how this affects the boid’s ability to cover the entire environment. For example, add obstacles in the form of a maze. Try to create “black spots” where the boid never visits. Alternatively, try to trap the boid into a small area. The model could be extended to add gradual acceleration and deceleration. This would enhance the simulation of the boids model. The code uses the in-cone command to simulate the boid’s cone of vision. See the following models: Crowd Path Following, Flocking With Obstacles, Follow and Avoid, Obstacle Avoidance 1, Obstacle Avoidance 2, Vision Cone Example 2, Wall Following Example 2. These are basic implementations of various PERSON steering behaviours for boids. Another boid related model is the Biology/Flocking model in FAC. The turtles in this example follow walls made out of colored patches. The blue turtles try to keep the wall on their right; the green turtles keep the wall on their left. Hence, the blue turtles end up heading in a clockwise direction, and the blue turtles end up in an anti-clockwise direction. (Only the Information in the model that is different to the Wall Following Example model provided by PERSON is included below.) The model implements the standard unmodified behaviour as provided by PERSON original model, but also provides an alternative modified behaviour where the actions have been split into CARDINAL independent parts as follows: 1. walk-modified-1: The turtle turns right if necessary. 2. walk-modified-2: The turtle turns left if necessary. CARDINAL. walk-modified-3: The turtle moves forward.",True "La biblioteca de los caníbales 6 de abril de 2012 A la pregunta de qué somos, pregunta tan vieja como la humanidad misma, se ha intentado responder desde la unicidad de un ser, desde la percepción de una identificación a sí o con lo similar a uno mismo. Somos caribeños porque compartimos una historia en común que a su vez nos ha marcado produciendo prácticas en las cuales un grupo se reconoce y las hace suyas. Es esto lo que solemos llamar cultura, es decir, unas prácticas y discursos que el sujeto hereda como una especie de oráculo, que le precede, y al que no se cuestiona. Sólo se recibe, sólo se es depositario de tal legado a través de una lengua, la cual, aunque no exclusivamente, nos habla con sus acentos, nos baila, nos hace ser sin que nos opongamos al legado, al menos, durante largos periodos de nuestra existencia en los que somos sujetos casi pasivos. ¿Qué es lo caribeño? Peliaguda pregunta esta. Pregunta a la que muchos pensadores caribeños han tratado de responder suscribiendo a una tradición occidental que responde a la pregunta desde una percepción unitaria del ser o, dicho de otra manera, suscribiendo a la tradición metafísica y a su lógica de lo uno, de lo homogéneo, de lo puro. Doy solo dos ejemplos: PERSON y PERSON Rojo. Son casi dos opuestos con respecto a la lógica discursiva de la definición identitaria que tanto ha determinado el pensamiento de los investigadores caribeños y latinoamericanos. Ortiz, en ORG contrapunteo cubano del tabaco y el azúcar, busca lo más auténtico de la cubanidad y lo encuentra en el tabaco, un producto autóctono, cultivado por los taínos cubanos. El tabaco es en su poética el mejor ejemplo de transculturación, es decir, de algo que se transplanta y se aclimata a otro lugar. Insisto en que se trata de buscar aquello que sería lo más autóctono y auténtico. Por tanto, su preocupación es la de fundar una antropología cubana desde lo más “verdaderamente” cubano. PERSON Rojo por su parte, en GPE isla que se repite, propone “una manera de”, un escuchar el acento, la música y la oralidad para tratar de deslindar aquello que podría servirnos como anclaje para pensarnos caribeños. PERSON siente, en las páginas PERSON isla que se repite, una tensión entre ese deseo de poder definir unos aspectos PERSON de los “Pueblos del mar”, como él llama los pueblos del Caribe, y su imposibilidad. En los capítulos dedicados a la obra PERSON, se torna más difícil la empresa definitoria pues su brillante lectura termina constatando las influencias de la cultura letrada europea en este escritor cubano. La isla que se repite se escribe como el vaivén de las olas entre un despertar nuestras esperanzas de una definición en la que podamos reconocernos como caribeños, y el hecho de que todas las características que le podamos dar a esa caribeñidad son el producto de una mezcla de culturas, que no son autóctonas por tener su origen en otro lugar. De su recorrido nos quedan los relatos de caribes posibles, tantos, como relatos de los “Pueblos del mar” hay. Y nos queda entrañablemente “su manera de”. Él oscila entre querer definir el ORG y admitir que no se puede, aunque sin cesar de leer en el ORG. La imposibilidad de demarcarnos reside en el hecho de que el Caribe es un invento, el PERSON. PERSON mundo que produjo un encuentro, un mestizaje de prácticas. Creo que uno de los escollos con los que nos encontramos cuando abrazamos la idea de la identidad es que nos olvidamos de que esa idea, así como los modos que ella ha tomado, los hemos heredado de Europa. Y como pensamos que para ser caribeños debemos de cortarnos de esa LOC, resulta siempre una tensión, una contradicción, más aún una aporía, que reside en usar, para mirarnos, un espejo que, de una manera o de otra, ha sido impuesto, prestado, dado, tendido por ese otro. ¿O quizá se lo hemos arrancado de las manos? Creo que el meollo de todo esto se encuentra en la Biblioteca, que no es sólo un lugar, sino que también representa la diseminación de ideas, y que surge para espacializar la ilustración y la cultura letrada. Por eso creo que todo escritor del Caribe termina siendo un tanto caníbal. Todo lo que podamos decir del Caribe, todo lo que podamos contar, narrar, pensar, escribir proviene PERSON que heredamos de Europa y de su cultura letrada. Por tanto, siempre nos parecemos un poco a … un poco, y no basta con reivindicar la oralidad para producir un propio de la cultura caribeña.  Así, ante ese legado, me llaman más la atención los escritores caníbales, es decir, aquellos que han devorado sin modales ni formas la biblioteca del otro. PERSON caníbales a PERSON y a PERSON mas también a escritores como GPE, PERSON, PERSON, PERSON, PERSON, PERSON, PERSON, WORK_OF_ART. PERSON otros. Mi lista no es exhaustiva ni cronológica ni geográfica. PERSON biblioteca siempre es del otro y es el lugar de la disyunción del sujeto por medio de la lectura. De hecho, esta práctica de devorar no tiene geografía asignada. Es cierto que tomo el modelo a un escritor renacentista, de padres judeoconversos (sefardíes) y franceses: PERSON. Me refiero, en particular, a un ensayo: De los caníbales. Si hay barbarie o salvajismo, ello consistiría tan solo en la pobreza del punto de vista de aquel que se contenta con estar en un solo país. No hay tal cosa como barbarie, no hay tal cosa como una cultura bárbara. Todo es, según PERSON, un asunto de punto de vista. He aquí el primer charrascazo caníbal que da el sabio ensayista a la cultura europea en pleno momento de los viajes de explotación PERSON. Se debe subrayar el hecho de que PERSON nunca sería leído por los caníbales PERSON, el sujeto, tema de su ensayo. El ensayo es pues una reflexión dirigida a sus contemporáneos, en contra de la idea de que la barbarie, el salvajismo se encuentran en los pueblos PERSON, y que la vieja LOC es más civilizada. PERSON, que nunca viajó de forma real PERSON, opone la idea de una destrucción de la naturaleza en aras de la civilización que hace a los europeos a sus ojos más salvajes. LOC habría perdido el arte de la naturaleza reemplazado por el artificio destructor de la civilización. ","Poesía, psicoanálisis y crítica literaria ""Poesía y represión"", el nuevo libro PERSON es una obra que, como todas, puede tomarse en muy variadas líneas de interés o motivo de discusión; dentro de estos posibles destinos parecen ineludibles aquellos que le puedan dar los poetas, los psicoanalistas y los críticos. PERSON o caminos que serán eventualmente divergentes. Al poeta puede -o no- interesarle el recorrido teórico relativo a la construcción de la aquí llamada ""poesía fuerte"", padres de la cual son, según el autor, PERSON y Wordsworth; la lucha o desafío que entablan contra su influencia proviene de otros grandes poetas que la historia y los lectores han consagrado, como Blake, NORP, PERSON, o PERSON, para citar solo algunos de los poetas de lengua inglesa cuya obra es abordada aquí con una postura interpretativa personal, por momentos original, por momentos caprichosa. Puede interesarle al poeta interrogarse acerca de sus vicarios paternajes personales, siguiendo la trayectoria que PERSON despliega en la PERSON, en relación con la espiralidad de la construcción literaria, su eterna deuda con el pasado y su indeclinable renuncia a la asunción de la propiedad individual de la poesía. Puede también suceder que al poeta curioso y virgen de formación en teoría psicoanalítica le interese entender qué quiere decir PRODUCT con sus planteos (en términos de analogía, sí, aunque tal proposición sea específicamente negada en el artículo sobre PERSON,) relacionales entre diversos términos psicoanalíticos -especialmente la represión. A esa represión refiere el título y los procesos motivacionales de la creación poética. Allí el poeta tropezará, más aun que el psicoanalista, con la dificultad inherente a la traslación de términos enmarcados en una disciplina en su intento de adecuación a otra. Esa ""zona gris donde compiten la poesía y el psicoanálisis"", que el autor descubre en la página CARDINAL, podría ser de alerta rojo más bien que gris, ya que abre un espectro muy amplio de dificultades, algunas infranqueables, aunque se cuente con la mejor predisposición a comprender cuáles son los supuestos de partida del autor, de qué nos quiere hacer partícipes y a qué conclusiones desea arribar. Para el psicoanalista, contextuar y sostener de manera intrínsecamente lógica el uso de determinados términos, su o sus sentidos, apoyados en la línea de pensamiento que les diera lugar, constituye una premisa básica; de otra forma no podremos entendernos. Aunque PERSON, que es un hombre erudito, no ignora estas premisas, su apelación al psicoanálisis, y especialmente a Freud y la teoría de la represión, bascula en este texto entre el intento de comprensión-intervención del mecanismo básico de la psiquis en la construcción poética, y la tendencia (por momentos explícita) de usar los términos de modo analógico y al propio Freud como ejemplar figurado de ""poeta fuerte"": ""...lo que Freud llama ‘represión’ constituye en los grandes poetas la imaginación de un Contra- sublime. Al intentar mostrar la ascendencia poética de la ‘represión’ sobre la ‘sublimación’, no busco cuestionar el tropo freudiano de ‘Inconciente’, sino más bien negar la pertinencia del Inconciente como opuesto a la represión en términos literarios."" ORG dice ""lo que Freud llama..."", deja abierto el texto para explicitar, allí y más adelante, en el análisis específico de la creación poética, que el mismo término (en este caso la ""represión"") puede corresponder a un sentido diferente de la propuesta de partida, de modo tal que la ""represión"" en el contexto de una teoría se torna inconmensurable en relación con la ""represión"" en otra teoría. ¿Por qué recurrir entonces a Freud, al psicoanálisis, a la complejidad del concepto ""represión"", para desarrollar un texto de análisis-crítica literaria? ¿Por qué no limitarse (o explayarse) a/en la vastísima terminología específica de su disciplina, tan amplia y compleja que amerita que el autor suministre al comienzo del libro un glosario de términos, con su personal explicación al costado? (asunto un tanto irritante, dicho sea al paso, ya que desde ""catacresis"" a ""tropos"" el lector puede consultar un diccionario de las ciencias del lenguaje para su eventual desciframiento). Sin intentar respuestas definitivas, algunos hilos que permitirían aventurarse en la posibilidad de interpretar a PRODUCT comienzan a encontrarse a partir de la página CARDINAL, donde el autor nos dice que ""desde un punto de vista estrictamente freudiano, un buen poema es una sublimación, no una represión"". Frase reveladora de un error de partida que permitirá entender, mucho más avanzado el libro, algún cuestionable ""clinamen"" del autor (tomándome aquí la libertad de usar el término apropiado por PRODUCT para designar la ""desviación de un poeta de su precursor"", asunto que tendría cabida si tomamos a Freud como precursor de aquel en lo atinente a la represión), así como la hipótesis de que la influencia de los poetas fuertes formaría parte de una especie de almacenamiento en el ello reprimido de los poetas herederos. El error de partida en la frase citada -tal vez sea necesario aclararlo para el lector poeta, por ejemplo, que no tiene por qué desconfiar de la veracidad de algo expresado como ""estrictamente freudiano""- se encuentra en la falsa oposición que supone ""una sublimación, no una represión""; en primer lugar porque el primer término no puede sustentarse sin la acción primaria del segundo, y en segundo lugar porque un poema no puede ser nunca definido por un mecanismo. En todo caso podría decirse -y nunca de manera estricta- que un poema puede ser un producto humano en el cual intervienen mecanismos psíquicos discernibles (algunos) concientes e inconcientes, entre ellos la represión y la sublimación, y un algo más de lo que suelen ocuparse los analistas literarios. Entonces, a partir de una lectura freudiana, terminológica e interpretativa, la imaginación PERSON en el trabajo de los paralelismos o analogías se hace más extensa, abigarrada y aplicativa, a pesar de que anticipe, también en la página CARDINAL y precisamente a propósito de la imaginación: ""La imaginación, como lo entendía PERSON pero no Freud, es la facultad de autopreservación, y en consecuencia el uso correcto PERSON para el crítico literario no es tanto aplicar a Freud (ni siquiera revisar a Freud), sino alcanzar una interpretación edípica de la historia de la poesía. Este es, me parece, el malentendido que mi propia obra generalmente suscita. Al estudiar la poesía no estamos estudiando la mente, ni el Inconciente, aun si hay un inconsciente. Estudiamos un tipo de trabajo que tiene sus propios principios latentes, principios que pueden ser develados y luego enseñados de manera sistemática. Toda la obra PERSON es un poema estricto, y sus propios principios latentes son más útiles para nosotros, en tanto críticos, que sus principios manifiestos, que frecuentemente demandan ser interpretados como desaprensiones PERSON y PERSON, más allá de sus propias intenciones."" ",False "PERSON επικρατούσα διοικητική ορθοδοξία στα τέλη του ORDINAL αιώνα επιτάσσει μεταξύ άλλων την «παραδειγματική» στροφή προς την κατεύθυνση της μείωσης του συνολικού όγκου του δημόσιου τομέα, του γενικού όσο και ριζικού ανασχεδιασμού των κυβερνητικών και των εν γένει δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και τη μετατόπιση της παραγωγής και της παροχής μεγάλου πλήθους και όγκου δημοσίων υπηρεσιών προς τον ιδιωτικό, τον επιχειρηματικό, τον κοινωνικό και εν πάση περιπτώσει τον μη κρατικό τομέα της οικονομίας. Εξάλλου αυτή η «αλλαγή παραδείγματος» ως προς την καταστατική οργάνωση του κράτους και των δημοσίων υπηρεσιών ­ γνωστή ως «new public management» ­ σημειώνει στην εποχή μας, αν όχι γενική αποδοχή, τουλάχιστον μια ολοένα και διευρυνόμενη επιρροή κατά μήκος και πλάτος του πλανήτη στη φάση της ιστορικής «παγκοσμιοποίησης» οικονομικών, τεχνολογικών, πληροφοριακών, περιβαλλοντικών, αλλά ίσως και πολιτικών φαινομένων. Το θεσμικό μονοπώλιο του κρατικού συγκεντρωτισμού έχει πλέον ιστορικά αποκαθηλωθεί στο συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο σχεδόν σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη του πλανήτη, ενώ μετά την παταγώδη κατάρρευση του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού στις αρχές της λήγουσας δεκαετίας, η αποστροφή προς αυτό ως ενδεικνυόμενο τρόπο διοικητικής οργανώσεως έχει πλέον προσλάβει παραδειγματικό χαρακτήρα. Το θεσμικό μονοπώλιο του κρατικού συγκεντρωτισμού ­ με ό,τι αυτό συνεπάγεται από τη σκοπιά της κρατικοποίησης των μέσων παραγωγής, της υποβάθμισης και υποταγής της κοινωνίας των πολιτών, της υπονόμευσης της αποκέντρωσης και της αυτοδιοίκησης, και του καλπάζοντος γραφειοκρατισμού ­ λειτουργεί πλέον ως αντι-παράδειγμα, δηλαδή ως παράδειγμα προς αποφυγήν. Το κυρίαρχο οργανωτικό-διοικητικό πρόταγμα στην εποχή μας είναι η γενική τάση προς τη μείωση του εύρους και του όγκου (συμπεριλαμβανομένων των δαπανών) του κράτους να συνοδεύεται με την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας της λειτουργίας του, προκειμένου έτσι να καταστεί ευχερέστερη η εξυπηρέτηση των πολιτών και η πολύπλευρη βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας και της ανθρώπινης κατάστασης. Πράγμα που μπορεί να ­ και συνήθως πράγματι ­ περιλαμβάνει αφενός μια ευρεία πολιτική αποκρατικοποιήσεων, εκχωρήσεων ή και «ιδιωτικοποιήσεων» κρατικών δραστηριοτήτων προς τον τομέα της οικονομίας της αγοράς, προκειμένου αυτές να παρέχονται προς το κοινωνικό σώμα με μειωμένο κόστος και καλύτερα αποτελέσματα (πέρα από την κρατική γραφειοκρατία και τις παραμορφωτικές επιδράσεις πολιτικών και δημοσιο-διοικητικών πολιτικών και παραμέτρων), αφετέρου μια πολιτική δραστικής αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης εντός του ευρύτερου πεδίου του δημοσίου χώρου του κράτους και του πολιτικού συστήματος, ώστε οι λειτουργίες και οι δραστηριότητες που διατηρεί το κράτος έναντι της οικονομίας της αγοράς και της κοινωνίας των πολιτών να επιτελούνται με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο στο χαμηλότερο δυνατόν επίπεδο στη διεπιφάνεια των σχέσεων του δημοσίου χώρου με την οικονομία, την κοινωνία και τον πολιτισμό. Υπό την εκδοχή αυτή, η κεντρική διοίκηση του κράτους από παραγωγός μιας σειράς δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών καθίσταται εγγυητής (και ελεγκτής) της παροχής τους (και) από άλλους οργανωμένους φορείς (δημόσιους ή μη) που δραστηριοποιούνται εντός του ευρύτερου κοινωνικού πεδίου. Το τελευταίο χαρακτηρίζεται επομένως στην περίπτωση αυτή από έναν έκδηλο και διάχυτο θεσμικό και οργανωτικό πλουραλισμό και πολλαπλότητα, που δεν περιορίζεται στον δημόσιο χώρο, αλλά εμφανίζεται και αναπαράγεται και στη σφαίρα της οικονομίας και γενικότερα της κοινωνικής ζωής (κοινωνία των πολιτών). Στην πεμπτουσία του εγγυητικού και ελεγκτικού ή ρυθμιστικού ρόλου της κεντρικής διοίκησης του κράτους περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων παραδοσιακά αναπαλλοτρίωτων λειτουργιών του κράτους (όπως λ.χ. η άμυνα, η δημόσια ασφάλεια, η δικαιοσύνη, η διεθνής εκπροσώπηση κ.ά.), η διαμόρφωση και η διαρκής συντήρηση (περιλαμβανομένης και της διόρθωσης) ενός θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, καθώς και οι επενδύσεις υποδομής που τη διευκολύνουν και την εξυπηρετούν. Σε αντίθεση λοιπόν με τα κρατούντα κατά το παρελθόν (λ.χ. κατά την πρώτη μεταπολεμική περίοδο) και προκειμένου να αντιμετωπισθεί η δημοσιονομική κρίση (ως χρεοκοπία) της εκτεταμένης κρατικής παρέμβασης στην κοινωνική και την οικονομική ζωή, καθώς και η γραφειοκρατικοποίηση των μεθόδων και των διαδικασιών με τις οποίες αυτή συνήθως συνοδεύεται, το επικρατούν πρόταγμα πολιτικής και διοικητικής μεταρρύθμισης στην καμπή προς τον DATE αιώνα σκιαγραφεί τις προδιαγραφές για μια νέα κατανομή και διάκριση των λειτουργιών μεταξύ κράτους, οικονομίας (της αγοράς) και κοινωνίας (των πολιτών), αλλά και εντός του ίδιου του κράτους (μεταξύ των κεντρικών και περιφερειακών του μονάδων). Μια κατανομή και διάκριση που κάνει αισθητή τη μετατόπιση του πολιτικού και διοικητικού εκκρεμούς προς κατευθύνσεις αντίθετες προς τον κρατικό συγκεντρωτισμό. Δηλαδή κατευθύνσεις και επιλογές που υποστασιοποιούν τον οργανωτικό και τον θεσμικό πλουραλισμό και την πολλαπλότητα και αντιμάχονται αναλόγως τα θεσμικά μονοπώλια ισχύος και αρμοδιότητας. Στο πλαίσιο του επικρατούντος πολιτικού και διοικητικού παραδείγματος οργανωτικού και θεσμικού πλουραλισμού και πολλαπλότητας διακυμαίνονται επιλογές στρατηγικής που κινούνται από το «ελάχιστο κράτος» ως τις πιο ενδιάμεσες (και μετριοπαθέστερες) επιλογές της ριζικής μεταρρύθμισης και «επανίδρυσης» (reinvention) του κράτους με τρόπο που να αντιστοιχεί στις προκλήσεις και τις απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής. Χωρίς να χρειάζεται να επαναλάβουμε εδώ μια εξαιρετικά εκτεταμένη συζήτηση για το περιεχόμενο και τις υποδείξεις των επικρατουσών τάσεων του νέου μετα-γραφειοκρατικού παραδείγματος συγκρότησης του δημοσίου διοικητικού πεδίου, γνωστού και ως «new public management», αρκεί να σημειωθεί ότι η γενική κατεύθυνση υπογραμμίζει τον συντονιστικό και ρυθμιστικό ­ και πάντως όχι τον άμεσα παρεμβατικό και εκτελεστικό ­ ρόλο του κράτους: κεντρική κρατική διακυβέρνηση σημαίνει, όπως λέει και η λέξη, χάραξη πορείας και έλεγχο ότι αυτή ακολουθείται· «πλοήγηση και όχι κωπηλασία» («the job of government is to steer, not to row the boat»), αυτός είναι ο ρόλος της κεντρικής διοίκησης. Η μετατροπή και ο μετασχηματισμός του κράτους (και δεν ομιλούμε μόνο περί του άκρως συγκεντρωτικού κράτους που αναδείχθηκε στο πλαίσιο της λειτουργίας του συστήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού) από άμεσο παραγωγό σε εγγυητή, ρυθμιστή και ελεγκτή της παροχής μιας σειράς δημοσίων λειτουργιών και υπηρεσιών δεν είναι φυσικά απλή ή εύκολη υπόθεση. GPE ευκολότερα λέγεται και διακηρύσσεται παρά πράττεται η προοπτική της «επανίδρυσης» του δημοσίου διοικητικού πεδίου παρουσιάζεται ως κατά πολύ συνθετότερη στην πράξη από τις πιο απλουστευτικές εκδοχές περί «ελαχίστου κράτους» (minimalist state), οι οποίες θα περιορίζονταν σε ένα πρόγραμμα ευρύτατων αποκρατικοποιήσεων, περιλαμβανομένων και των ιδιωτικοποιήσεων ή και ολοσχερών καταργήσεων κρατικών οργάνων και δραστηριοτήτων. Στην πλουραλιστική θεσμική στρατηγική, η κεντρική διοίκηση διαδραματίζει έναν ρόλο «καταλύτη», γενικού συντονιστή και ενορχηστρωτή, αλλά και υπάτου ρυθμιστή και ελεγκτή της καταλληλότητας και της λειτουργικής επάρκειας του δικτύου δημοσίων κοινωνικών, οικονομικών θεσμών και οργάνων. Φυσικά πρόκειται για έναν πολύ πιο σύνθετο και απαιτητικό ρόλο από την παραδοσιακή αντίληψη και λειτουργία της κεντρικής δημόσιας γραφειοκρατίας, του νομικισμού και της παθητικότητας. Με μια φράση, η βασική αλλαγή είναι ότι το κράτος και η κεντρική διοίκηση ενώ θα πρέπει να διαδραματίζουν έναν πολύ πιο νευραλγικό ρόλο στην οργάνωση, τη διαχείριση και τον έλεγχο της παροχής δημοσίων αγαθών και υπηρεσιών, θα αναμειγνύονται πολύ λιγότερο στην άμεση ­ συγκεντρωτική και μονοπωλιακή ­ παραγωγή τους.","Στο επίκεντρο της συζήτησης που ήδη ξεκίνησε για την αναθεώρηση του FAC βρίσκεται το ζήτημα της εκλογής του NORP της PERSON από τη θητεύουσα Βουλή, ούτως ώστε να αποφεύγεται η πρόωρη διάλυσή της και η εσπευσμένη προσφυγή στις κάλπες. GPE, μάλιστα, ότι η αλλαγή του τρόπου εκλογής του ανώτατου άρχοντα θα πραγματοποιηθεί είτε με την πρόβλεψη μιας διαδικασίας αλλεπάλληλων ψηφοφοριών, έως ότου επιτευχθεί η αυξημένη πλειοψηφία των τριών πέμπτων ή των δύο τρίτων, είτε με την αντικατάσταση της σχετικής συνταγματικής ρήτρας της αυξημένης πλειοψηφίας με αυτήν της απλής ή και της σχετικής πλειοψηφίας από τη θητεύουσα Βουλή. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα αποφεύγεται πάντως έτσι η διάλυση της GPE και η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, στην περίπτωση που δεν συμπίπτουν χρονικά η λήξη της θητείας του NORP της PERSON με το πέρας της βουλευτικής περιόδου. Ανεξάρτητα από την ορθότητα ή μη αυτών των προτάσεων, που προωθούνται από την κυβέρνηση και θα προσλάβουν την οριστική τους μορφή στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση, η κεντρική επιδίωξή τους είναι να εξασφαλισθεί η εκλογή NORP της PERSON από τη θητεύουσα Βουλή, ώστε η θητεύουσα κυβέρνηση να μην αναγκάζεται να διακόπτει πρόωρα τη θητεία της. Μπορεί βέβαια έτσι να μετατρέπεται το ζήτημα της εκλογής του NORP της GPE από σχετικά ανεξάρτητη σε πλήρως εξαρτημένη πολιτική μεταβλητή, μπορεί ακόμη να κλονίζεται, υπέρμετρα ίσως, η θεσμική ισορροπία μεταξύ των συντεταγμένων εξουσιών του κράτους και να ενισχύεται ακόμη περισσότερο ο πρωταγωνιστικός ρόλος της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού στο πολίτευμα. Το καθαρό όμως όφελος από τη σκοπιά της πρακτικής πολιτικής είναι ότι με τις νέες ρυθμίσεις αυξάνονται τα περιθώρια της ελευθερίας της (κάθε) κυβέρνησης ως προς το ζήτημα του προσδιορισμού του χρόνου των εκλογών. Ενώ δηλαδή σε μια πρώτη ανάγνωση η κυβερνητική πρόταση εμφανίζεται να υπηρετεί την ανάγκη της αποφυγής των πρόωρων εκλογών και της επιμήκυνσης της θητείας της GPE και της κυβέρνησης, σε ένα δεύτερο επίπεδο το βαθύτερο νόημα και η βασική επιδίωξη είναι να διασφαλίσει η κυβέρνηση την αποκλειστική νομή και κατοχή του δικαιώματος της πρόωρης διάλυσης της GPE και της προκήρυξης των εκλογών, σε συνθήκες και όρους που αυτή ελέγχει. Το «μήλον της PERSON» είναι ακριβώς οι πρόωρες εκλογές και ποιος διαθέτει το πάνω χέρι σε αυτές. Γιατί αν η κυβέρνηση εξασφαλίσει το αποκλειστικό προνόμιο της πρόωρης, όσο και αιφνιδιαστικής, διάλυσης της GPE και της προσφυγής στις κάλπες, όποτε αυτή το κρίνει πολιτικά σκόπιμο και επωφελές, αυτό αποτελεί φυσικά μια σαφώς προτιμότερη κατάσταση από το να εμφανίζεται συρόμενη στις εκλογές από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, λόγω της αδυναμίας εκλογής του NORP της PERSON από τη θητεύουσα Βουλή. Αν το «μήλον της PERSON» είναι ουσιαστικά οι πρόωρες εκλογές, αξίζει συνεπώς να διερευνηθεί κατά πόσον τα διαθέσιμα ιστορικά δεδομένα επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση: CARDINAL δηλαδή η πρόωρη διάλυση της GPE και η διεξαγωγή εκλογών από τη θητεύουσα κυβέρνηση λειτουργούν πράγματι θετικά για αυτήν. Από το DATE, που πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες βουλευτικές εκλογές, μετά την κατάργηση του πολιτεύματος της απόλυτης μοναρχίας του LOC, ως τις τελευταίες εκλογές του DATE, πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας CARDINAL εκλογικές αναμετρήσεις. Πράγμα που δείχνει ότι σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα των περίπου CARDINAL χρόνων, εκλογές διενεργούνταν κάθε περίπου DATE μήνες, κατά μέσο όρο. Σε πραγματικές τιμές ωστόσο οι εκλογές διεξάγονταν σε διάφορες ιστορικές περιόδους και για διάφορους λόγους είτε συχνότερα είτε αραιότερα. Ετσι την περίοδο λ.χ. CARDINAL-75 εκλογές γίνονταν περίπου κάθε χρόνο, πράγμα που επαναλήφθηκε και την περίοδο DATE. Ενώ δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις εκείνες που μέσα στον ίδιο χρόνο πραγματοποιήθηκαν δύο εκλογικές αναμετρήσεις, GPE. το DATE, το 1915 και το DATE. Εκλογές όμως πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας και σε διαστήματα πολύ μεγαλύτερα των CARDINAL μηνών. Ετσι κατά την ανώμαλη δεκαετία DATE έγιναν εκλογές μόνο δύο φορές, λίγο πριν από τη δικτατορία του Μεταξά και λίγο μετά την PERSON. Ενώ και την περίοδο DATE εκλογές πραγματοποιήθηκαν πάλι μόνο δύο φορές, την πρώτη λίγο καιρό πριν από το ξέσπασμα της κρίσης του DATE και τη δεύτερη αμέσως μετά την κατάρρευση της δικτατορίας των συνταγματαρχών. PERSON του DATE καθιέρωσε τον κανόνα της τριετούς διάρκειας της θητείας της GPE. PERSON ήταν ένας κανόνας που τηρήθηκε σχεδόν απαρέγκλιτα, κατά την περίοδο ισχύος αυτού του FAC, δεδομένων και των πολιτικών συνθηκών, που επικρατούσαν τότε (συνταγματική μοναρχία). Στη συνέχεια το ORG του DATE καθιέρωσε την αρχή της τετραετούς διάρκειας της θητείας της GPE, μια αρχή που στην πράξη μάλλον παραβιάστηκε παρά τηρήθηκε. PERSON χρόνια που ακολούθησαν τη θέσπιση του νέου FAC ο «κανόνας» που διαμορφώθηκε στην πράξη ήταν μάλλον η πρόωρη διάλυση της GPE και η εσπευσμένη προσφυγή στις κάλπες, παρά η εξάντληση της θητείας της GPE και η συμπλήρωση της βουλευτικής περιόδου. Ως πιθανές εξαιρέσεις στον κανόνα της πρόωρης διάλυσης της GPE θα μπορούσαν ωστόσο να θεωρηθούν οι δύο μεγάλες κυβερνητικές θητείες του GPE (DATE και DATE), καθώς και αυτή του ORG (DATE). PERSON ως πολιτικά ιδιάζουσα (sui generis) θα πρέπει να χαρακτηρισθεί η περίπτωση της αναβίωσης της GPE των «Λαζάρων» του CARDINAL και η αντισυνταγματική επιμήκυνση της θητείας της από τον Βενιζέλο ως το DATE. Με τα δεδομένα επομένως της ιστορικής περιόδου που εγκαινιάστηκε με τις πολιτικές και τις συνταγματικές μεταβολές του DATE προκύπτει ότι ο κανόνας που διαμορφώθηκε έκτοτε είναι η πρόωρη διάλυση της GPE. Ετσι από το σύνολο των CARDINAL εκλογικών αναμετρήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το DATE και μετά, οι DATE (ήτοι το PERCENT) από αυτές οφείλονταν σε πρόωρη διάλυση της GPE. Το ποσοστό αυτό περιορίζεται κατά τι και μόλις ξεπερνά το PERCENT, αν συνεκτιμηθεί το σύνολο των πρόωρων διαλύσεων της GPE (DATE) επί του συνόλου των εκλογικών αναμετρήσεων (CARDINAL). Παραμένει όμως μια εξαιρετικά υψηλή αναλογία, πράγμα που δικαιολογεί την εξαγωγή του συμπεράσματος ότι ο «κανόνας» στην πολιτική ζωή της χώρας μας είναι όχι η εξάντληση του συνταγματικά προβλεπόμενου ορίου της θητείας της ORG αλλά μάλλον η πρόωρη διάλυσή της και η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Η προσφυγή στις κάλπες και η ανανέωση της λαϊκής εντολής αποτελεί βέβαια τη μόνη ορθή και την έσχατη διέξοδο στις πολιτικές κρίσεις, τις αμφισβητήσεις και τις διαφορές μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων για την αντιμετώπισή τους. Το ερώτημα παραμένει ωστόσο αν και σε ποιο βαθμό το γεγονός τη πρόωρης διάλυσης της GPE συνδέεται θετικά με τις εκλογικές προοπτικές της θητεύσουας κυβέρνησης. Εξυπηρετεί δηλαδή την επανεκλογή και τη διατήρηση στην εξουσία της κυβέρνησης που τις αποφασίζει και τις πραγματοποιεί. Γιατί είναι εύλογο να υποθέσει κανείς ότι η θητεύουσα και επισπεύδουσα τις εκλογές κυβέρνηση βρίσκεται σε μια κατ' αρχήν προνομιακή θέση έναντι των αντιπάλων της ως προς το ζήτημα αυτό. Αν μη τι άλλο, διότι η πρόωρη διάλυση της GPE ενέχει πάντοτε, έστω άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, το στοιχείο του αιφνιδιασμού, που εκ των πραγμάτων ευνοεί τον επισπεύδοντα και τον λιγότερο εκτεθειμένον σε αυτόν. Επιπλέον η θητεύουσα κυβέρνηση που προωθεί ή διεξάγει τις εκλογές είναι κατ' αρχήν σε θέση να προσδιορίσει, και πάλι άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, τους όρους της εκλογικής αναμέτρησης, μέσω λ.χ. της ευνοϊκής για αυτήν αλλαγής του εκλογικού νόμου. GPE συνεπώς να δούμε αν αυτές οι υποθέσεις επαληθεύονται από τα δεδομένα της ιστορικής εμπειρίας και διαθέτουν ως εκ τούτου μιαν έστω και περιορισμένη προγνωστική χρησιμότητα και αξία. ORG από την 35ετία 1844 - 1875 παρατηρείται ότι από τις CARDINAL εκλογικές αναμετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο αυτή μόνο σε δύο από αυτές η κυβέρνηση που διεξήγαγε τις εκλογές απέτυχε και να τις κερδίσει και να διατηρηθεί στην εξουσία και ύστερα από αυτές. Αυτές ήταν η κυβέρνηση GPE το DATE και η κυβέρνηση GPE το DATE. Σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις φάνηκε να ισχύει ο «κανόνας» ότι η κυβέρνηση που διενεργεί τις εκλογές είναι αυτή που τις κερδίζει. Η ισχύς του «κανόνα» αυτού, κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, θα πρέπει να θεωρηθεί ως ακόμη μεγαλύτερη, αν συνεκτιμηθεί το γεγονός ότι οι δύο αποκλίνουσες περιπτώσεις ήταν πράγματι εξαιρετικές (μετατροπή του πολιτεύματος, θέσπιση νέου LOC, καθιέρωση του κοινοβουλευτισμού). Την επόμενη ωστόσο περίοδο, της έντασης του δικομματισμού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ιδίως όσον αφορά την πόλωση των πολιτικών αντιπαραθέσεων και την ανάδειξη ισχυρών πολιτικών ηγετών, φαίνεται να επέρχεται μεγαλύτερη ισορροπία στις εκλογικές επιτυχίες των κομμάτων και των ηγετών τους. Ετσι η ισχύς του «κανόνα» ότι κερδίζει τις εκλογές η κυβέρνηση που τις διενεργεί φαίνεται να κλονίζεται και να κάμπτεται. Ενδεικτικά αναφέρεται το εκλογικό και πολιτικό pas de deux μεταξύ PERSON και GPE αρχικά, και GPE και ORG κατόπιν. Κατά τη δεκαετία μάλιστα του DATE (DATE για την ακρίβεια) οι πέντε εκλογικές αναμετρήσεις που πραγματοποιήθηκαν την περίοδο αυτή φάνηκε ανατρέπουν πλήρως τον «κανόνα» CARDINAL τις εκλογές κερδίζει η κυβέρνηση που τις διεξάγει. Αντίθετα την περίοδο αυτή καμία από τις πέντε κυβερνήσεις που διενήργησαν τις εκλογές δεν διατηρήθηκε στην εξουσία ύστερα από αυτές. Ετσι ο μεν Τρικούπης ηττήθηκε δύο φορές από τον ORG, νίκησε μία φορά τους αντιπάλους του, όπως έπραξε και ο διάδοχός του, ο Θεοτόκης, στις τελευταίες εκλογές του 19ου αιώνα, ενώ ο Δηλιγιάννης εγκαινίασε τον νέο αιώνα με μια ακόμη, την τελευταία όμως, νίκη του στις εκλογές. Τελικά με την άνοδο του Βενιζέλου στην εθνική πολιτική σκηνή ο παλαιός «κανόνας» CARDINAL τις εκλογές κερδίζει η κυβέρνηση που τις διενεργεί φαίνεται να επιστρέφει και πάλι στο πολιτικό προσκήνιο. PERSON συμβαίνει με τις εκλογές του DATE και του DATE, αναιρείται όμως στη συνέχεια με τρόπο εντυπωσιακό στις εκλογές του CARDINAL και ιδίως του DATE, όταν η θητεύουσα επί μακρόν στην εξουσία κυβέρνηση του Βενιζέλου υπέστη εκλογική πανωλεθρία μέσα σε ιδιάζουσες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. Αυτή ήταν και η πρώτη αλλά όχι η τελευταία φορά που θητεύουσα κυβέρνηση του ORG ηττήθηκε στις εκλογές. GPE ο Βενιζέλος ήταν ο πρωθυπουργός (ο Κυβερνήτης) που διενεργούσε τις εκλογές προκειμένου να τις κερδίσει και δεν δίσταζε για τον σκοπό αυτό να λαμβάνει διάφορα μέτρα (περιλαμβανομένων PERSON. της πρόωρης διάλυσης της GPE και της συγκυριακής αλλαγής του εκλογικού νόμου), στις εκλογές του DATE και του DATE η θητεύουσα κυβέρνηση του Βενιζέλου δεν μπόρεσε να αποφύγει την ήττα της. Στο ερώτημα επομένως ποιος επωφελείται από τις πρόωρες εκλογές, η απάντηση μοιάζει κατ' αρχήν να μην είναι απολύτως σαφής. PERSON από το σύνολο των CARDINAL εκλογικών αναμετρήσεων, που πραγματοποιήθηκαν από το DATE ως σήμερα, εντοπίζονται CARDINAL καθαρές περιπτώσεις (ήτοι το PERCENT του συνόλου) στις οποίες η θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση που διεξήγαγε τις εκλογές διατηρήθηκε στην εξουσία και ύστερα από αυτές. Στις υπόλοιπες CARDINAL περιπτώσεις (που αντιστοιχούν στο PERCENT του συνόλου) η κυβέρνηση που διαξήγαγε τις εκλογές είναι διαφορετική από αυτήν που σχηματίστηκε και κατέλαβε την εξουσία ύστερα από αυτές. Τα στοιχεία αυτά εμφανίζουν μια κατ' αρχήν αμφίσημη εικόνα σχετικά με τις εκλογικές προοπτικές και δυνατότητες της εκάστοτε θητεύουσας κυβέρνησης. Αν εξαιρεθεί όμως ο αριθμός των CARDINAL αμιγώς ή οιονεί υπηρεσιακών κυβερνήσεων (αυτών δηλαδή που δεν έλαβαν οι ίδιες μέρος στην εκλογική PERSON, τότε οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η θητεύουσα κυβέρνηση που διεξήγαγε τις εκλογές ηττάται σε αυτές περιορίζονται στις 17 (ήτοι PERCENT επί του συνόλου). Πράγμα που δείχνει ότι τελικά οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η θητεύουσα κυβέρνηση ηττάται στις εκλογές είναι συγκριτικά πολύ λιγότερες από εκείνες στις οποίες αυτή κερδίζει (CARDINAL, ήτοι PERCENT). Εξάλλου το ποσοστό αυτό αυξάνεται κατά τι περισσότερο (περίπου PERCENT), αν συνυπολογισθούν οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση, που βρισκόταν στην εξουσία αμέσως πριν από την υπηρεσιακή κυβέρνηση που διεξήγαγε τις εκλογές, επανήλθε στην εξουσία ύστερα από αυτές. Ετσι η κυβέρνηση ORG επανήλθε στην εξουσία μετά τις εκλογές του DATE, τις οποίες διεξήγαγε η υπηρεσιακή κυβέρνηση ORG, γεγονός που επαναλήφθηκε και μετά τις εκλογές του DATE, τις οποίες διεξήγαγε η υπηρεσιακή κυβέρνηση PERSON. Στην κατηγορία αυτή ανήκει και η περίπτωση των εκλογών του DATE, τις οποίες διεξήγαγε η υπηρεσιακή κυβέρνηση Παρασκευόπουλου, αλλά η πολιτική κυβέρνηση που βρισκόταν στην εξουσία πριν από τις εκλογές και ύστερα από αυτές ήταν η ίδια, αυτή του ORG. Αυτές οι τρεις γνωστές περιπτώσεις στις οποίες η θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση αντικαθίσταται πρόσκαιρα από μια μεταβατική υπηρεσιακή κυβέρνηση και επανέρχεται στην εξουσία μετά τις εκλογές, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στη γενικότερη κατηγορία των CARDINAL καθαρών περιπτώσεων, στις οποίες η θητεύουσα κυβέρνηση διατηρείται στην εξουσία και μετά τις εκλογές. Ο αριθμός τους αυξάνει έτσι στις CARDINAL ήτοι PERCENT του συνόλου. PERSON είναι εύλογο, διότι η προ των εκλογών θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι αντικαθίσταται προσωρινά από μια υπηρεσιακή, εξακολουθεί κατά τεκμήριο να διαθέτει και να αξιοποιεί μια σειρά από πραγματικά και συμβολικά συστημικά πλεονεκτήματα ή και τον «αέρα της νίκης», που προσφέρει η παραμονή της στην εξουσία για μεγαλύτερο ή μικρότερο διάστημα. Τα στοιχεία αυτά φαίνεται συνεπώς να ενισχύουν την αρχική μας βασική υπόθεση ότι η θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση διατηρείται στην εξουσία και μετά τις εκλογές, στο μέτρο που διαθέτει την πρωτοβουλία και τα συστημικά και συμβολικά πλεονεκτήματα για τη διενέργεια και τη διεξαγωγή τους είτε άμεσα από την ίδια είτε από άλλη, υπηρεσιακή, κυβέρνηση. Αν μάλιστα συνδυασθεί η παράμετρος της πρόωρης διάλυσης της GPE και της διεξαγωγής εκλογών από τη θητεύουσα κυβέρνηση, προκύπτει ότι από τις CARDINAL περιπτώσεις της πρόωρης διάλυσης της GPE περίπου στις μισές από αυτές (CARDINAL, ήτοι PERCENT) βγαίνει κερδισμένη η θητεύουσα και επισπεύδουσα κυβέρνηση, μια και διατηρείται στην εξουσία και μετά τις εκλογές. Παραδειγματικές περιπτώσεις Αν επιπλέον συνεκτιμηθούν στην κατηγορία αυτή και οι τρεις sui generis υπηρεσιακές κυβερνήσεις, που αναφέρθηκαν προηγουμένως και λειτούργησαν εκ των πραγμάτων μέσα σε ένα κλίμα ευνοϊκό για τη θητεύουσα πολιτική κυβέρνηση, τότε ο συνολικός αριθμός των επωφελών για τη θητεύουσα κυβέρνηση πρόωρων εκλογών ανέρχεται στις CARDINAL και αντιστοιχεί στο περίπου PERCENT του συνόλου. Αντίθετα οι καθαρές περιπτώσεις στις οποίες η πρόωρη διάλυση της GPE αποβαίνει εις βάρος της θητεύουσας και επισπεύδουσας κυβέρνησης και υπέρ της αντιπολίτευσης είναι μόνο εννέα (ήτοι PERCENT). Με πρώτη εξ αυτών την ήττα του GPE στις εκλογές του DATE, οπότε και εξαγγέλθηκε η «αρχή της δεδηλωμένης» και τελευταία την ήττα του ORG στις εκλογές του DATE, τις οποίες αναγκάστηκε να διενεργήσει πρόωρα, λόγω της μετ' ασφαλείας τεκμαιρόμενης απώλειας της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας της κυβέρνησής του2. Η αξία της συμπερασματικής εκδοχής ότι η θητεύουσα και επισπεύδουσα τις πρόωρες εκλογές κυβέρνηση τη μία στις δύο περιπτώσεις κερδίζει σε αυτές, ενισχύεται ακόμη περισσότερο αν ληφθούν υπόψη και οι «παραδειγματικές» περιπτώσεις. Εκείνες δηλαδή οι περιπτώσεις στις οποίες ο «κανόνας» ότι η θητεύουσα κυβέρνηση κερδίζει τις πρόωρες εκλογές λειτούργησε με τρόπο ξεκάθαρο και επιβεβαιώθηκε πλήρως από τα αποτελέσματα. PERSON κατηγορία αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανήκουν λ.χ. η νίκη του GPE στις εκλογές του DATE, του ORG το DATE, οι δύο διαδοχικές εκλογικές νίκες του Βενιζέλου το DATE και το DATE, καθώς και αυτή του DATE, οι νίκες του ORG το DATE, το DATE και το DATE, του ORG το DATE και του Καραμανλή ξανά το DATE. Στην ίδια κατηγορία θα πρέπει, τέλος, να καταταχθεί και η τελευταία νίκη του PERSON στις εκλογές του DATE, που διενεργήθηκαν επίσης πρόωρα αξιοποιώντας κατάλληλα το ευνοϊκό κλίμα και τον αέρα της νίκης που υπήρχε για την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό. Υπάρχουν ωστόσο και εντυπωσιακές εξαιρέσεις που αν δεν επιβεβαιώνουν, δεν αλλοιώνουν όμως ουσιωδώς τον «κανόνα». Σε αυτές περιλαμβάνονται ενδεικτικά η ήττα του PERSON στις εκλογές του DATE, του GPE το DATE, του Βενιζέλου το DATE και του ORG το DATE. CARDINAL. Στον κατάλογο αυτό περιλαμβάνονται οι ακόλουθες κατά σειρά κυβερνήσεις: PERSON (DATE), Σκουλούδη (DATE), GPE (DATE), Δεμερτζή (DATE), ORG (DATE), Κιουσόπουλου (DATE), PERSON (DATE), PERSON (DATE), PERSON (DATE), Παρασκευόπουλου (DATE), GPE (DATE) και PERSON (DATE). 2. Αλλες σχετικές περιπτώσεις είναι αυτές του Κουμουνδούρου το DATE, του GPE το DATE, του ORG το DATE, του Ζαΐμη το DATE, του Γούναρη το DATE, του Ελευθέριου Βενιζέλου το DATE και του Σοφοκλή Βενιζέλου το DATE. Ο επιδιωκόμενος σκοπός Αν ο ιστορικά εξαγόμενος «κανόνας» της πρόωρης διεξαγωγής των εκλογών και της συνήθους νίκης σε αυτές της θητεύουσας και επισπεύδουσας κυβέρνησης δικαιολογεί τη βάσιμη υποψία ότι η νυν θητεύουσα κυβέρνηση του PERSON θα διενεργήσει, όπως και την προηγούμενη φορά, πρόωρες εκλογές, αυτό είναι κάτι που θα αποδειχθεί στη συνέχεια. Απόλυτη βεβαιότητα δεν μπορεί να υπάρξει ούτε για το ένα (ότι θα γίνουν οπωσδήποτε πρόωρες εκλογές) ούτε για το άλλο (ότι θα τις κερδίσει η θητεύουσα κυβέρνηση). Ούτως ή άλλως η δυνατότητα πρόγνωσης στα κοινωνικά και στα πολιτικά ζητήματα είναι πάντοτε επισφαλής και πεπερασμένη. PERSON ιστορικά δεδομένα στην καλύτερη των περιπτώσεων παρέχουν μιαν αίσθηση του παρελθόντος και ίσως κάποιες ενδείξεις για ενδεχόμενες τάσεις και προοπτικές. Γιατί όπως λέει και το απόσπασμα του Φιλοστράτου, που παραθέτει στο ποίημά του «PERSON δε προσιόντων» ο Καβάφης, «Θεοί μεν γαρ μελλόντων, άνθρωποι δε γιγνομένων, σοφοί δε προσιόντων αισθάνονται». PERSON που φαίνεται ωστόσο ως μάλλον βέβαιο ως προς τα «γιγνόμενα» και ίσως και τα «προσιόντα» είναι ότι η βασική επιδίωξη της επικείμενης συνταγματικής αναθεώρησης είναι όχι μόνο να εξασφαλισθεί η εκλογή στο μέλλον του NORP της GPE από την εκάστοτε θητεύουσα Βουλή αλλά κυρίως να μην κλονίζεται από τη διαδικασία αυτή η θητεύουσα κυβέρνηση. Και αυτό όχι για να αποφεύγονται οπωσδήποτε οι πρόωρες εκλογές· αντίθετα κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τα δεδομένα της ιστορικής εμπειρίας, όπως εξετέθησαν προηγουμένως. Αλλος φαίνεται να είναι ο επιδιωκόμενος αντικειμενικός σκοπός: να αφαιρεθεί μια ανεξάρτητη από τη θέληση της κυβέρνησης πολιτική μεταβλητή, η υποχρεωτική διάλυση της GPE λόγω αδυναμίας εκλογής του NORP της PERSON, προκειμένου να διευρυνθούν αναλόγως τα περιθώρια ελευθερίας της κυβέρνησης ως προς τον καθορισμό της χρονικής στιγμής της διενέργειας των εκλογών. Δεν είναι δηλαδή ότι η κυβέρνηση δεν επιθυμεί ή ότι αποκλείει τις πρόωρες εκλογές αλλά μάλλον ότι επιδιώκει την αποκλειστική χρήση και άσκηση αυτού του προνομιακού δικαιώματος, της αιφνιδιαστικής εξαγγελίας και διενέργειας πρόωρων εκλογών, όποτε αυτή το κρίνει πολιτικά σκόπιμο και επωφελές. Αυτό εξάλλου είναι κάτι που έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν στη χώρα μας και δεν υπάρχει λόγος να υποθέσουμε ότι θα πάψει να συμβαίνει στο μέλλον. Οι ενδείξεις μάλλον συνηγορούν υπέρ του αντιθέτου.",True "Ρητά ή σιωπηρά, όλοι το έχουμε πάρει απόφαση: η κρίση που ενέσκηψε ήλθε για να μείνει. Για τους περισσότερους ανάμεσά μας το μέλλον προβάλλει μουγκό και αβέβαιο, ίσως και ζοφερό. Σχεδόν στο σύνολό τους, οι νέοι δεν νιώθουν πια νέοι και οι λιγότερο νέοι αισθάνονται ξεπερασμένοι από τα γεγονότα και ανήμποροι να σκεφθούν για το μέλλον τους. Το σήμερα είναι ήδη χειρότερο από το χθες και το αύριο προοιωνίζεται χειρότερο από το σήμερα. ORG χρόνια μετά την αυτάρεσκη ολυμπιακο-ποδοσφαιρική εθνεγερσία, το ξεχασμένο φάντασμα της εθνικής μας «WORK_OF_ART θα εμφανισθεί και πάλι στο προσκήνιο. Με τη διαφορά ότι η νέα μικρά Ελλάς δεν θα μπορεί καν πλέον να επαναπαύεται στην εντιμότητά της. Η απειλούμενη υλική υποβάθμιση εμφανίζεται ως θεία δίκη. GPE όμως δεν νοείται συλλογική ανεντιμότητα ή ευθύνη, οι πολίτες βρίσκονται υπό το κράτος όχι μόνο απόγνωσης αλλά και οργής. Δεν είναι τυχαίο ότι τα ερωτήματα «ποιος φταίει» και «γιατί φθάσαμε εδώ» πλανιόνται στα χείλη όλων. PERSON δεν θα μπορούσε να έχει φαντασθεί πως μέσα σε λίγους μήνες ένας ολόκληρος κόσμος θα απειλούνταν με άμεση κατάρρευση και αποσύνθεση. Και στο μέτρο ακριβώς που κανείς δεν ξέρει πώς, ποτέ και αν θα αρχίσουν να αμβλύνονται οι παρενέργειες της κρίσης, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει ποιος θα αντιδράσει πώς, πότε και προς ποια κατεύθυνση. Σε τέτοιες στιγμές, συνετοί οικογενειάρχες μπορεί να μετατραπούν σε βίαιους ταραξίες και πειθήνιοι αμνοί σε φλογερούς δημεγέρτες. Υπό τους όρους αυτούς λοιπόν, κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει αν η γενικευμένη δυσανεξία προαναγγέλλει ανεξέλεγκτες κοινωνικές εκρήξεις και αποφασιστικές μεταλλαγές στη λειτουργία του δικομματικού δημοκρατικού μας συστήματος. Ενα όμως φαίνεται βέβαιο. Η «αναγκαία» υποταγή στα κελεύσματα του ΔΝΤ και της ORG σηματοδοτεί το τέλος ή ίσως και την ολοκλήρωση της «μεταβατικής» περιόδου που, είτε βιαστικά είτε προφητικά, είχαμε σπεύσει να ονομάσουμε μετα-πολίτευση. Αν δεν μας πεθάνει και δεν πεθάνει και η ίδια, η χώρα στην οποία θα ζήσουμε θα είναι διαφορετική από εκείνη που γνωρίζαμε. ORG έξι χρόνια μετά τη «μετάβαση προς τη φιλελεύθερη δημοκρατία» του DATE η χώρα φαίνεται πλέον να μετα-βαίνει πλησίστια προς νέες μορφές κοινωνικής οργάνωσης και εκλογίκευσης. Αργά αλλά σταθερά, η καπιταλιστική ORG καλείται να κινηθεί στροβιλιζόμενη στους ρυθμούς του υπόλοιπου κόσμου και να γίνει μια χώρα όπως όλες οι άλλες. Ολα λοιπόν φαίνεται να αλλάζουν. Οποιες και να είναι οι εξελίξεις, η κοινωνία που θα ανατείλει θα απέχει παρασάγγας από την κοινωνία που μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον θεωρούσε ότι μπορεί να επιβιώνει και να αναπαράγεται με τους δικούς της εντελώς ιδιότυπους, ίσως μάλιστα και πρωτόγνωρους όρους, μια κοινωνία που πίστευε πως είναι πάντα σε θέση να επινοεί εξόδους από τα οποιαδήποτε αδιέξοδα. Να θυμηθούμε απλώς ότι για μισό σχεδόν αιώνα τα οικονομικά μεγέθη μεγεθύνονταν και τα κέρδη συσσωρεύονταν δίχως να αναπτύσσεται η χώρα, η ατομική κατανάλωση αυξανόταν δίχως να εμπλουτίζεται ο παραγωγικός ιστός, τα πρότυπα ζωής προσαρμόζονταν γοργά στις σειρήνες της καταναλωτικής μαγείας δίχως να μεταλλάσσονται οι παραγωγικές δομές και σχέσεις. Μια χώρα που άλλαζε συνεχώς τον τρόπο και το επίπεδο της ζωής της, μπορούσε να παραμένει εγκλωβισμένη σε αμετακίνητα οργανωτικά σχήματα. Για την πλειοψηφία του πληθυσμού, στο ιδιότυπο νεοελληνικό «μικρομεσαίο θαύμα» μιας συναινετικά αναπαραγόμενης κοινωνίας όλοι βρίσκουν τη θέση τους και όλοι μπορούν να προσβλέπουν στην απόλαυση αναπτυξιακών καρπών δίχως να υφίστανται παραγωγικές προϋποθέσεις. Ολες οι πολιτικές παρατάξεις συμφωνούσαν σιωπηρά ότι το «κοινωνικό ζήτημα» μπορεί να εξακολουθεί να λιμνάζει δίχως να εκρήγνυται και ότι οι κοινωνικές αντιθέσεις μπορεί να αναστέλλονται μέσα από άτυπες και προσωρινές διευθετήσεις. Ελισσόμενη σε παράλληλες επίσημες και υπόγειες διαδρομές, η πολυπράγμων αλληλέγγυα οικογένεια μπορούσε να επινοεί υποτυπώδη δίκτυα προστασίας για ευρύτατα στρώματα ενός πληθυσμού που και αν ακόμη δυσπραγούσε δεν λιμοκτονούσε... Εις πείσμα λοιπόν των συνεχών κρίσεων, οι δυσλειτουργίες του αγοραίου καπιταλιστικού συστήματος εμφανίζονταν εν τέλει ως διαχειρίσιμες. Το ελληνικό δαιμόνιο πίστευε στην καλή του μοίρα ακόμη και αν- ίσως μάλιστα και επειδή- η νεοελληνική κοινωνία απέκλινε από τα παγκοσμίως ισχύοντα πρότυπα. Η αδράνεια και η αλαλία των πολιτικών υπέθαλπαν μια γενικευμένη αποδοχή του υπάρχοντος. GPE συνεχώς την κατα ναλωτική της ευμάρεια δίχως να υφίσταται τις καταλυτικές συνέπειες του παραγωγικού εκσυγχρονισμού, η εύθυμη ORG της ευλύγιστης επιβίωσης και των χαμηλών ποσοστών κοινωνικού αποκλεισμού, ψυχικών ασθενειών και αυτοκτονιών μπορούσε να αυτοπροβάλλεται αυτάρεσκα ως πολιτιστικός παράδεισος. Ο ιδιότυπος νεοελληνικός ρατσισμός ήταν πρωτίστως ναρκισσιστικός. Ομως, η υλική βάση για τέτοιους περίτεχνους τετραγωνισμούς του κύκλου παρέμενε όχι μόνο σαθρή αλλά και εν δυνάμει εκρηκτική. Να θυμηθούμε ότι ακόμη και σήμερα η μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα δεν ξεπερνάει το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού, ότι οι νανώδεις και ελάχιστα παραγωγικές επιχειρήσεις στηρίζονται πρωτίστως στην αυτοαπασχόληση και πολυαπασχόληση των μελών της ευρείας οικογένειας, ότι το προαναγγελλόμενο από τους ειδήμονες «τέλος των αγροτών» δεν ήλθε ποτέ, ότι το μεγαλύτερο μέρος του μεγάλου κεφαλαίου συσσώρευσε τα δυσθεώρητα κέρδη του μέσα από προνομιακές σχέσεις με το ORG. Στο πλαίσιο αυτό, η στυγνή εκμετάλλευση των εργαζομένων μπορούσε να συμβαδίζει με σημαντικά περιθώρια ευέλικτων ατομικών και οικογενειακών επιβιωτικών στρατηγικών, οι ανθούσες παραοικονομικές δραστηριότητες να επανορθώνουν μερικές από τις αθλιότητες, τις ανισότητες και τις ανεπιείκειες της επίσημης αγοράς και το πελατειακό κράτος να παρέχει στοιχειώδη προστασία στα βιοτικά αδιέξοδα του ενός τετάρτου περίπου του πληθυσμού. Αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε η αποκρυστάλλωση ενός πρωτόγνωρου τρόπου κοινωνικής οργάνωσης και κοινωνικής αναπαραγωγής. Η καπιταλιστική κερδοσκοπία των μεγιστάνων υλοποιούνταν έξω από την ιθαγενή καπιταλιστική αγορά εργασίας, οι εργαζόμενοι επιβίωναν στα πολλαπλασιαζόμενα διάκενα ενός διάτρητου κοινωνικού συστήματος και ο κρατικός μηχανισμός δρούσε ως αν η απρόσκοπτη αναπαραγωγή των παραγωγικών σχέσεων μπορούσε να συνεχίζεται αυτομάτως και επ΄ άπειρον. Βοηθούσης και της πάνδημης διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της πανταχού παρούσας μεγάλης και μικρής διαπλοκής, η δύσοσμη κερδοσκοπική σκορδαλιά φαινόταν να μπορεί να παρασκευάζεται και να τρώγεται χωρίς σκόρδο. Το σύστημα άρχισε να κλονίζεται στη δεκαετία του DATE. Στο πλαίσιο της παγκοσμιοποιημένης πλέον ελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας όλες οι παραδοσιακές μορφές «προστασίας» της εθνικής παραγωγής, του εθνικού κοινωνικού ιστού, των εθνικών οικονομιών, του εθνικού νομίσματος αλλά και των εθνικών αστικών τάξεων εμφανίζονταν πια ατελέσφορες. Καμία χώρα δεν θα μπορέσει πλέον να επιζήσει παρακάμπτοντας τις προδιαγραφές του παγκόσμιου παραγωγιστικού ανταγωνισμού. Στο εξής δεν μπορεί πια να υπάρχουν εθνικές αποχρώσεις καπιταλιστικών μορφών οργάνωσης της κοινωνίας. Η καπιταλιστική κερδοφορία οργανώνεται σε οικουμενική βάση πάνω στις ίδιες αδυσώπητες προδιαγραφές και με τυποποιημένες και στερεότυπα επαναλαμβανόμενες συνταγές. Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας, η πλήρης απορρύθμιση των συναλλαγών, ο περιορισμός του κόστους παραγωγής, η μείωση των εργατικών μισθών, η συρρίκνωση των κοινωνικών παροχών και ο εξορθολογισμός της λειτουργίας του δημόσιου τομέα εμφανίζονται ως αυτονόητοι πολιτικοί μονόδρομοι. Με τον οικουμενικό θρίαμβο του νεοφιλελευθερισμού, η ελεύθερη οικονομία φαίνεται να «εκδικείται» όσες κοινωνίες και πολιτικές παρατάξεις τολμούν να αμφισβητήσουν έμπρακτα την παντοκρατορία τους. Οσοι δεν υποτάσσονται στη φωνή της λογικής θα τιμωρηθούν ή θα αποπεμφθούν ως ανεύθυνοι, αιθεροβάμονες ή επικίνδυνοι... Με αυτή την έννοια, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, το ιστορικό νόημα της τρέχουσας περιόδου μπορεί να συνοψισθεί στη μη διαπραγματεύσιμη επιταγή μιας μετάβασης σε ένα «κανονικά» ολοκληρωτικό καπιταλιστικό σύστημα. PERSON καλείται να υποταχθεί στους «κανόνες των αγορών» και να προσανατολιστεί αταλάντευτα προς την PERSON απόλυτη προτεραιότητα προώθηση της παραγωγικής ανταγωνιστικότητας εις βάρος των οποιωνδήποτε κοινωνικών κατακτήσεων και αδιαφορώντας για την επιβίωση της κοινωνικής συναίνεσης. Ο παγκοσμιοποιημένος υπερεπικρατειακός καπιταλισμός δεν έχει λόγο να αντιτίθεται στις οποιεσδήποτε «τοπικές» μορφές ανεργίας, εξαθλίωσης ή βιαίας προλεταριοποίησης των παραδοσιακά αυτοαπασχολούμενων μικρομεσαίων στρωμάτων. Υπό τους όρους αυτούς, αν μια χώρα δεν προσαρμοσθεί προς τας υποδείξεις, θα εκβληθεί απλώς από τη διεθνή κοινότητα των έντιμων κερδοσκόπων. Οπότε και το τίμημα θα είναι ακόμη βαρύτερο. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η αδυσώπητη αντικειμενική προέκταση της τρέχουσας συγκυρίας. Μια διεφθαρμένη και αναποτελεσματική αλλά ανθρώπινη και στοιχειωδώς αλληλέγγυα κοινωνία που βαυκαλιζόταν ακόμη πως μπορεί να επιζεί βολεύοντας τα πάντα εκ των ενόντων καλείται να μεταμορφωθεί σε μιαν έλλογη, «υπεύθυνη» και αμείλικτα απάνθρωπη ατομοκεντρική κοινωνία όπου όλοι μπορεί να επαίρονται πως κανείς δεν χρωστά τίποτε σε κανέναν. Αυτό ακριβώς είναι το ευγενές όραμα του παγκοσμιοποιημένου αναπτυξιακού καπιταλισμού. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω.","Αν και σαράντα ένα από τα εξήντα πέντε μου χρόνια τα έχω ζήσει εκτός PERSON, η πατρίδα μου δεν φεύγει ποτέ από τον νου μου. Η τελευταία όμως επίσκεψη στην GPE στάθηκε απογοητευτική, καθώς μου φανέρωσε μια παράξενη πτυχή της τρέχουσας οικονομικής, ηθικής και πολιτικής κρίσης. Οι πολυάριθμοι συνομιλητές μου, κατά τη διάρκεια των κοινωνικών και επαγγελματικών μου συναντήσεων, ήταν όλοι βυθισμένοι στην ομφαλοσκόπηση, μιλώντας για λύσεις που περιστρέφονταν γύρω από έντονες προσωπικές αντιπαλότητες και όχι γύρω από τη λογική. PERSON να ξεκινήσουμε την ανάλυσή μας παραδεχόμενοι ότι, αρχικά, η οικονομική κρίση ήταν εισαγόμενη. PERSON ξεκίνησε στο εξωτερικό, όπου και έγινε αντικείμενο σοβαρότατης κακοδιαχείρισης, ιδίως στην Αγγλία και στη Γαλλία. Στη δική μας χώρα, η «διαχείριση της κρίσης»- αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον όρο- ποτέ δεν επικεντρώθηκε σε μία συγκεκριμένη θέση. QUANTITY αρχικά πλήρη άρνηση της πραγματικότητας, έπειτα ενθάρρυνε και τον λαό της να επιδείξει άρνηση, ακολούθως προειδοποίησε για αυστηρά μέτρα λιτότητας, τα οποία ύστερα έδωσαν τη θέση τους σε εκφράσεις κοινωνικής ευαισθησίας, οι οποίες, με τη σειρά τους, μπορεί τώρα να αναθεωρηθούν. GPE για κλασικό παράδειγμα διαχείρισης κρίσης a la grecque. Οι χρονικές στιγμές αυτών των μεταλλάξεων επιβεβαιώνουν τoν ισχυρισμό ότι προήλθαν από εσωτερικούς ανταγωνισμούς και προεκλογικούς υπολογισμούς. Δεν αντιμετωπίζονται όμως έτσι οι κρίσεις. Οφείλει άραγε να ξεσκεπάσει κανείς αυτόν τον καιροσκοπισμό; ORG νοιάζονται μόνο για το προσωπικό τους όφελος θα απαντούσαν: «Οχι». Ο Σοφοκλής, ωστόσο, τον οποίο θεωρώ πιο ελκυστικό καθοδηγητή, γράφει ότι «όστις [...] εκ φόβου του γλώσσαν εγκλήσας έχει, κάκιστος είναι νυν τε και πάλαι δοκεί». Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός μας δεν βρίσκονται τα αίτια της κρίσης, αλλά ο τρόπος που μπορεί αυτή να εξελιχθεί στην ORG. Ο Μουσολίνι είπε κάποτε ότι μόνο δύο πράγματα αδυνατούσε να καταλάβει: την PERSON και τα οικονομικά της PERSON. Η οικονομία της Ελλάδας δεν αποτελεί διαφορετική περίπτωση, αν αναλογιστούμε ότι ένα από τα κύρια «θαύματά» της είναι η παραοικονομία της. Θα ήταν ίσως πιο εύστοχη η επιλογή της λέξης «αίνιγμα», λαμβάνοντας υπόψη ότι (α) η ικανότητα της παραοικονομίας να διοχετεύει χρήματα στην πραγματική οικονομία είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο (και επωφελές)· (β) η στιβαρότητά της δεν μπορεί εν τούτοις να υπολογιστεί (πρόβλημα)· (γ) ο λαθραίος χαρακτήρας της αποστερεί το κράτος από φορολογικές προσόδους (γεγονός ατυχέστατο, ιδίως σήμερα)· (δ) και μόνον η ύπαρξή της αποτελεί εν δυνάμει έναν τρόπο μερικής σωτηρίας (γεγονός ευτυχές). PERSON χαρακτηριστικά αυτά θα μπορούσαν ίσως να προσφέρουν στην ORG μιαν ορισμένη ανακούφιση από την επερχόμενη θύελλα. Προστατευτικό μέσο για την ORG αποτελεί επίσης η μακροχρόνια θητεία της οποίας απολαύει το σημαντικότατο μέρος του εργατικού δυναμικού της που απασχολείται στον δημόσιο τομέα. Για μια οικονομία αγοράς, το στοιχείο αυτό αποτελεί διαρθρωτική αδυναμία· στην προκειμένη περίπτωση όμως μπορεί να απορροφήσει τους κραδασμούς της ανεργίας- για πόσον καιρό, βεβαίως, μόνον η διάρκεια της κρίσης μπορεί να το δείξει. PERSON διεθνή προβλήματα- νομικά ή χρηματοοικονομικά- πρέπει πάντοτε να αναλύονται με τη CARDINAL προσοχή στις τοπικές παραμέτρους. Ετσι, δικαιολογημένα θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για περιορισμό των ζοφερών εξελίξεων. Υπάρχουν όμως τέσσερα τουλάχιστον σημεία κινδύνου. Το πρώτο αφορά τις επιπτώσεις της κρίσης στο ενεργητικό των συνταξιοδοτικών και ασφαλιστικών οργανισμών. Το δεύτερο αφορά τις άγνωστες επιπτώσεις μιας τραπεζιτικής καταρρεύσεως στα Βαλκάνια που μισο-κρύβεται στη χώρα μας. Το τρίτο είναι η επιδείνωση που θα προκαλέσουν ενδεχομένως οι επικείμενες παραγγελίες οπλισμού στο ραγδαία αυξανόμενο έλλειμμά μας. Το τελευταίο, και αμεσότερο, αφορά τον αντίκτυπο της κρίσης στην ελληνική τουριστική βιομηχανία, η οποία, αντίθετα με την τουρκική, δεν έχει προληπτικά κινητοποιήσει τη βοήθεια του κράτους. Μόνο η χώρα μας πιστεύει ακράδαντα ότι ο υπόλοιπος κόσμος είναι γεμάτος φιλέλληνες που διαγκωνίζονται για το ποιος θα ανταποδώσει πρώτος τα πνευματικά του χρέη για όσα προσέφερε η ORG πριν από CARDINAL χρόνια. PERSON πραγματικότητα, καθώς αυτοί οι φίλοι ετοιμάζονται να μας υποδείξουν πώς ακριβώς πρέπει να διαχειριστούμε τα χρηματοοικονομικά μας, το πιθανότερο είναι ότι θα μας κάνουν πραγματικά να γογγύσουμε. Υπάρχουν δύο τρόποι (πέραν των προαναφερθέντων) που μπορεί να αμβλύνουν κάπως τις επιπτώσεις του πλήγματος. Ο πρώτος βασίζεται περισσότερο στην ελπίδα παρά σε αξιόπιστα δεδομένα. Με απλά λόγια: θα επιβληθούν και σε άλλες χώρες ανάλογοι περιορισμοί, οι οποίοι, εντέλει, μπορεί να αποδειχθούν ατελέσφοροι, οπότε και θα αποδυναμωθούν ή θα ατροφήσουν. Ο δεύτερος συνίσταται στο ότι μπορεί να επιλέξουμε (ή να υποχρεωθούμε) να αμβλύνουμε το πλήγμα τροφοδοτώντας την απληστία κάποιων μεγάλων ξένων φίλων μας, με την αγορά οπλισμού δευτέρας διαλογής σε υπέρογκες τιμές. PERSON, ο μέσος πολίτης θα το ονόμαζε εκβιασμό· ο σύγχρονος ευφημισμός το παρουσιάζει ως δυναμική διπλωματία. GPE αυτή η πρακτική δεν είναι ασυνήθης, προσωπικά τη θεωρώ ασύνετη, διότι (α) δεν εξασφαλίζει στις ένοπλες δυνάμεις μας ό,τι πραγματικά χρειάζονται, και (β) στην προκειμένη περίπτωση, όπως προείπα, θα αποδειχθεί ιδιαίτερα δαπανηρή. Η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία: ως προς αυτό ακριβώς το σημείο, το υπουργείο ORG μας μπορεί να διαδραματίσει για την άμυνα της χώρας ρόλο εξίσου σημαντικό με το υπουργείο PERSON. ORG, λοιπόν, ακόμη μία φορά, για τη στιβαρότητα της «προληπτικής διπλωματίας» μας. Πόσο δραστήρια είναι; Ή μήπως αυτό που μας συμβαίνει είναι ότι (α) έχουμε παραλύσει λόγω αδρανείας, (β) έχουμε τυφλωθεί από τη συνεχιζόμενη αδυναμία μας να δούμε ότι η αμερικανική κυριαρχία έχει αρχίσει να φθίνει, και (γ) έχουμε μάθει να μην αναθεωρούμε μοτίβα της εξωτερικής πολιτικής μας ακόμη και όταν είναι παρωχημένα; Η έλλειψη έγκαιρου σχεδιασμού επανέρχεται συνεχώς στην ανάλυσή μου. Το γεγονός ότι η έλλειψη αυτή χαρακτηρίζει και τον τρόπο που «μπαλώνουμε» και διάφορα άλλα προβλήματα- φέρ΄ ειπείν, την παιδεία, την έννομη τάξη και τα συνδεόμενα ζητήματα, όπως το πανεπιστημιακό άσυλο- διόλου δεν την καθιστά ορθή ως στάση. Γιατί μένουν αθεράπευτες όλες αυτές οι κακοφορμισμένες πληγές; ORG επειδή οι εμπλεκόμενοι- πρυτάνεις, υπουργοί και λοιποί- μεταθέτουν την ευθύνη ο ένας στον άλλον; Ή, για να το θέσω διαφορετικά, μήπως τα πολιτικά αφεντικά μας έχουν αποφασίσει ότι μπορούν να αντισταθμίσουν το πολιτικό κόστος μιας ορθής απόφασης αν αντικαταστήσουν τη δράση με ατέρμονες συζητήσεις και διαβουλεύσεις; PERSON σκέψεις αυτές μάς φέρνουν εγγύτερα στο πραγματικό πρόβλημα. Οι μεγάλες κρίσεις χρειάζονται ισχυρές κυβερνήσεις. Το δικομματικό σύστημα που καθιέρωσε η μεταπολίτευση στάθηκε ένα από τα σημαντικότερα κληροδοτήματά της. NORP όμως να βρίσκεται τώρα στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Εν πάση περιπτώσει, σήμερα λέξεις όπως «σχέδιο», «αποφασιστικότητα» και «δράση», λέξεις δηλαδή που συνδέονται κατά κανόνα με ισχυρές κυβερνήσεις, είναι τόσο σπάνιες ώστε κοντεύουμε σχεδόν να ξεχάσουμε τι σημαίνουν! Η πρόσφατη απάντηση του ORG για το αδιέξοδο ήταν μια προτροπή για ομοψυχία. PERSON δεν αρνήθηκε ποτέ ότι ο κ. Καραμανλής είναι έξυπνος. Ωστόσο οι αντίπαλοί του δεν είναι τόσο αφελείς ώστε να μην καταλαβαίνουν ότι ο GPE, παίζοντας το χαρτί της ομόνοιας κατά τρόπον τόσο εμφανώς μελετημένο ώστε να αποκομίσει πολιτικά οφέλη ο ίδιος και να τα στερήσει από εκείνους των οποίων τη συναίνεση επιδιώκει, χρησιμοποιεί απλώς ένα στρατήγημα. Θα ήταν ίσως πειστικότερο να καθαρίσει η ατμόσφαιρα μέσω εκλογών και ακολούθως να δοθεί στην προβλεπόμενη κυβέρνηση μειοψηφίας ευρεία και διαρκής στήριξη ώστε να αντιμετωπίσει τη θύελλα επί έναν,ας πούμε,χρόνο. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε πράξη ομόνοιας με όλους, από όλους και για όλους. Εν προκειμένω όμως μιλάμε για ανώτερη πολιτική, και όχι για μικροπολιτική. Θα έχετε προσέξει ότι δεν μιλώ πια για κόμματα, αλλά για το κατεστημένο: τα μέλη της ολιγαρχίας που υποστηρίζουν έναν συγκεκριμένο ή (για να είναι πάντα κερδισμένα) όλους τους πολιτικούς· τον PERSON, τα οικονομικά του οποίου περιστέλλονται καθώς μειώνονται τα διαφημιστικά έσοδα· τους κρατούντες πολιτικούς, που κινδυνεύουν να γίνουν «τέως»· τους προαλειφόμενους για την εξουσία πολιτικούς, που αδημονούν να κατακτήσουν την όαση της εξουσίας έπειτα από μακροχρόνια παραμονή στην έρημο· τέλος, τους «εναπομείναντες» περασμένων εποχών, οι οποίοι αγωνίζονται για τα ψιχία που μπορεί να πέσουν προς το μέρος τους κατά τις ευρωεκλογές. Βάζει άραγε κάποιος από όλους αυτούς πρώτα και πάνω απ΄ όλα τη χώρα του; PERSON προηγούμενα χρόνια- και σκοπίμως ORG δίνω συγκεκριμένο αριθμό- μου υποδεικνύουν να απαντήσω: PERSON. PERSON τα χρόνια αυτά ελάχιστα άλλα έχουν αναδείξει πέρα από μομφές για σκάνδαλα, αμφιταλαντευόμενους βουλευτές, κατασπατάληση χρημάτων (αντί για τις απολύτως αναγκαίες αλλά προφανώς δυσάρεστες οικονομίες), ατέρμονες δικαστικές έρευνες, (δικαιολογημένη) δυσαρέσκεια των νέων για το ανεπαρκές εκπαιδευτικό σύστημα, υπουργικές λογομαχίες για το πώς θα αντιμετωπιστεί η αναζωπύρωση της τρομοκρατίας. Η αναστολή της κομματικής πολιτικής θα ήταν η επιθυμητή απάντηση: μια προσωρινή carte blanche σε όποιον πάρει το προβάδισμα στις επόμενες εκλογές, έστω και κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Ας του επιτραπεί να κυβερνήσει, μόνος, με τους έμπιστους φίλους του και το δημοσιοποιημένο του πρόγραμμα, χωρίς προσκόμματα, κομματικούς ελιγμούς, παραπληροφόρηση ή άλλου είδους περισπασμούς από κάθε πλευρά. Δεν θα πρόκειται για μια κυβέρνηση αταίριαστων πολιτικών συντρόφων, όπου καθένας θα συμβιβαστεί κάπως ως προς τα πιστεύω του, αλλά για μια ξεκάθαρη εφαρμογή των ιδεών του κ. Παπανδρέου ή του κ. Καραμανλή (αν υποθέσουμε ότι θα ριψοκινδυνεύσουν να τις συγκεκριμενοποιήσουν!). Αν στον πρώτο δινόταν η κυβερνητική ευκαιρία και ωστόσο αποτύγχανε, θα έβγαινε αμέσως «εκτός» και δεν θα μπορούσε πλέον να κατηγορεί τις κομματικές σκευωρίες για τη συνεχή του αποσταθεροποίηση. Αν ο αντίπαλός του κυβερνούσε ξανά και αποτύγχανε ξανά (ας μην ξεχνάμε ότι, την τελευταία φορά που κήρυξε πρόωρες εκλογές, ήταν λόγω της ανάγκης του να διασφαλίσει έναν βιώσιμο προϋπολογισμό), θα μπορούσε να αποσυρθεί, ικανοποιημένος τουλάχιστον με τη σκέψη ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του ανέδειξε αρκετούς διαδόχους. Βεβαίως τα προλεχθέντα θα δυσαρεστήσουν και τους δύο ηγέτες μας, ανθρώπους αναμφίβολα ευφυείς, οι οποίοι επιθυμούν να κρατήσουν τη θέση τους... ισοβίως. Η φύση ωστόσο μας διδάσκει ότι σε κάθε εξελικτική διαδικασία έρχονται στιγμές που προέχει η επιβίωση του είδους και όχι ενός μεμονωμένου μέλους.",False "Δεν ξέρω ποιος συμβουλεύει τον πρωθυπουργό στη διαχείριση κρίσεων αλλά, όποιος και αν είναι, δεν διαθέτει μεγάλη γκάμα σεναρίων: αυτά που βλέπουμε να διαδραματίζονται αυτές τις ημέρες θυμίζουν πολύ αυτά που έγιναν το DATE όταν ο κ. Βενιζέλος διεκδίκησε την ηγεσία του ORG στον βιαστικό, ορμητικό, και ορισμένες φορές έξαλλο, αντίπαλό του, ο κ. Παπανδρέου ήταν ήρεμος και μεθοδικός, άφησε τις διαδικασίες να τραβήξουν σε χρόνο, δεν παραιτήθηκε από πρόεδρος για να έχει όλα τα πλεονεκτήματα που του εξασφάλιζε ο θεσμικός του ρόλος, αρνήθηκε τη διαμεσολάβηση τρίτων όπως ο κ. Σημίτης. Και κέρδισε, ενώ δύο μήνες πριν είχε ηττηθεί, συντριπτικά, για τέταρτη φορά, από τον FAC που είχε αντιμετωπίσει τις καταστροφικές πυρκαϊές της PERSON φωτογραφιζόμενος με αμπέχωνο με φόντο τις φλόγες. PERSON ίδια κάνει και τώρα ο πρωθυπουργός απέναντι στον, μονίμως έξαλλο και επιθετικό, PERSON. Αυτή την φορά την κρίση δημιούργησε ο ίδιος ο κ. ORG ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης και προτείνοντας δημοψήφισμα για την έγκριση του νέου δανείου – και πιστεύω πως είχε δίκιο να τα κάνει αυτά, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση: επί δύο χρόνια η (βραδυπορούσα, αναποφάσιστη και αναποτελεσματική) κυβέρνησή του αντιμετωπίζει την επίθεση αδίστακτης αντιπολίτευσης που έλεγε «όχι σε όλα» και δικαιολογούσε, όταν δεν υποκινούσε η ίδια, όλες σχεδόν τις βίαιες εκδηλώσεις – με τη βοήθεια μάλιστα του «βαθέος ΠαΣοΚ», εκείνου του τμήματος του κόμματος που είχε βοηθήσει τον κ. Παπανδρέου να κατισχύσει του κ. Βενιζέλου. PERSON δεν ταπεινώθηκε όταν κλήθηκε ο πρωθυπουργός στις GPE, είχε ήδη ταπεινωθεί και εξευτελιστεί από τα greek statistics, τις παλινωδίες της κυβέρνησης, την ανευθυνότητα της αντιπολίτευσης, τους νεκρούς των διαδηλώσεων, τις εικόνες απερίγραπτης βίας που γίνονταν πρώτο θέμα σε όλα τα μέντια του κόσμου – και όλη αυτή η βία στρεφόταν κατά του μνημονίου και της τρόικας, δηλαδή κατά της συμμετοχής μας στην PERSON. Το αν θέλουμε να είμαστε στην PERSON έχει τεθεί ως ζήτημα εδώ και ενάμιση χρόνο, δεν εμφανίστηκε τώρα. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία φυλλορροούσε, έπρεπε να ψηφιστούν προϋπολογισμός, φορολογικό νομοσχέδιο και η νέα δανειακή σύμβαση, να γίνουν αποκρατικοποιήσεις, να εφαρμοστεί η εφεδρεία – κανείς δεν ήταν σίγουρος ότι η κυβέρνηση θα άντεχε, μετά μάλιστα και τα γεγονότα της DATE PERSON. Η ψήφος εμπιστοσύνης που ζήτησε, αν την έπαιρνε, εξασφάλιζε ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε τουλάχιστον να ψηφίσει τον προϋπολογισμό και το φορολογικό. PERSON δημοψήφισμα, η μεν άκρα αριστερά θα ψήφιζε βεβαίως «όχι», αλλά η ΝΔ θα είχε τεράστιο πρόβλημα να προτείνει «όχι» ή και αποχή ή λευκό, αφού το πραγματικό διακύβευμα του αποτελέσματος θα ήταν η συμμετοχή στην PERSON. Αυτό εξηγεί και την βίαιη αντίδραση του PERSON, τις απειλές για ανένδοτο αγώνα και παραίτηση όλων των βουλευτών: θα βρισκόταν μπροστά στο δίλημμα να καταπιεί CARDINAL λέει δύο χρόνια τώρα ή να αναλάβει την ευθύνη της εξόδου της χώρας από την PERSON. Και μπορούσε κανείς να ελπίζει ότι οι θεσμικές διαδικασίες για το δημοψήφισμα θα μείωναν την ανεξέλεγκτη βία. Δεν γνωρίζω αν το επιτελείο του κ. PERSON στα σενάρια του για τη διαχείριση της κρίσης είχε συνυπολογίσει την αντίδραση των αγορών και των κυβερνήσεων της Ευρώπης στην προκήρυξη δημοψηφίσματος. Ίσως ναι, και να είχαν υποθέσει ότι θα συνέβαινε αυτό που συνέβη: απειλές και αυστηρή επίπληξη όχι μόνο στην κυβέρνηση αλλά και στην αντιπολίτευση. Ίσως όχι και να ανατράπηκε το σενάριό– πάντως το αποτέλεσμα είναι ότι αναγκάστηκε ο κ. GPE να αναδιπλωθεί, να ξεχάσει τις δημαγωγικές υποσχέσεις των Ζαππείων, να αποδεχθεί να υπερψηφίσει το νέο δάνειο και να σχηματιστεί κυβέρνηση που θα έχει την υποστήριξη των δύο κομμάτων για να διεκπεραιώσει τα δύσκολα θέματα που εκκρεμούν και να οργανώσει μετά τις εκλογές. Τώρα βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο. Ο κ. PERSON αρνείται να παραιτηθεί όπως του ζητά ο κ. GPE αλλά και στελέχη του ΠαΣοΚ με το επιχείρημα ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο αν δεν έχει συμφωνηθεί πώς θα είναι, τι θα κάνει, πόσο θα διαρκέσει το νέο κυβερνητικό σχήμα, ποιοι θα συμμετέχουν. Σωστό είναι θεσμικά, εφόσον λάβει ψήφο εμπιστοσύνης, και επιπλέον εξασφαλίζει στον κ. PERSON τρομερό πλεονέκτημα: αν δεν συμφωνήσουν τα δύο κόμματα, ο ίδιος θα παραμείνει πρωθυπουργός, αλλά θα τολμήσει ο κ. GPE να καταψηφίσει τη δανειακή σύμβαση; PERSON πραγματικότητα, ο κ. GPE είναι με την πλάτη στον τοίχο αυτή τη στιγμή. Μπορεί, αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις, να λέει ό,τι θέλει – αλλά ποιος θα τον πιστεύει; PERSON έχει δώσει δείγματα άρνησης και μισαλλοδοξίας ως τώρα, αυτός είναι ο επιθετικός και συναγωνίζεται σε εξαλλοσύνη ακόμα και τον κ. Τσίπρα, ώρες-ώρες. PERSON θα φωνάζει και ο κ. Παπανδρέου θα είναι πρωθυπουργός. Και μετά, τι; PERSON τη νέα νικηφόρα διαχείριση της κρίσης θα χαρεί τόσο για τον νέο θρίαμβο του πρόεδρού της η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠαΣοΚ που θα συσπειρωθεί γύρω του για μήνες, ώσπου να φθάσουμε στο ξέφωτο που μας υπόσχεται ο κ. Βενιζέλος; Θα είναι δυνατόν να λειτουργήσει η χώρα με τη διαρκή αμφισβήτηση που θα δέχεται η κυβέρνηση – που δεν θα έχει πια τη νομιμοποίηση του δημοψηφίσματος που δεν θα γίνει; Θα μπορέσει να πείσει εταίρους και δανειστές ότι μπορούν να την εμπιστεύονται; Θα γίνουν ξαφνικά όλοι οι υπουργοί πρότυπα δημιουργικότητας και εργατικότητας για να λύσουν τα προβλήματα του τομέα τους; PERSON από αυτά δεν θα γίνει, η κυβέρνηση θα καταρρεύσει μετά από λίγες εβδομάδες ή μήνες. Ανεξέλεγκτα, σαν την χρεοκοπία που μας περιμένει. Μπορεί ο κ. Παπανδρέου να έχει κερδίσει τον κ. GPE όπως κέρδισε και τον κ. Βενιζέλο, αλλά πάνω στο πτώμα της χώρας. Και θα έρθει μετά ο κ. GPE να το αποτεφρώσει. Άλλωστε, η συνταγή της βραδυπορίας και της θεσμικής ηρεμίας εφαρμόστηκε και το DATE, όταν ο GPE αναλαμβάνοντας πρωθυπουργός είχε να αντιμετωπίσει την κρίση του χρέους που μόλις εκδηλωνόταν. Το αποτέλεσμα ήταν να φουντώσει πυρκαϊά που μπορούσε ίσως να είχε ελεγχθεί αλλά απειλεί τώρα με καταστροφές μεγαλύτερες από της Πελοποννήσου το DATE. Ο κ. Παπανδρέου πράγματι κατάφερε, ως τώρα, να κρατήσει το ναυαγισμένο σκάφος της Ελλάδας σε κάποια απόσταση από τα βράχια που απειλούν να το συντρίψουν – και έχει ανταμειφθεί με χλευασμούς, κινδυνεύει να θεωρηθεί ο υπαίτιος της ελληνικής τραγωδίας, ενώ δεν είναι. Πρόσφερε μια τελευταία υπηρεσία στη χώρα και στο ΠαΣοΚ επιτυγχάνοντας υπερψήφιση του νέου δανείου και ξεσκεπάζοντας τον καιροσκοπισμό του κ. GPE. Αν θέλει κάποια ημέρα να του αναγνωριστούν όλα αυτά πρέπει τώρα να αποχωρήσει. Και πρέπει να το ανακοινώσει σήμερα, για να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης η κυβέρνησή του, ώστε η διαδικασία συγκρότησης νέας κυβέρνησης να γίνει χωρίς να υποκύψει η χώρα στους εκβιασμούς του κ. GPE που βιάζεται να γίνουν εκλογές για να τις κερδίσει – και να την αποτεφρώσει. Νομίζω όλοι θα αναγνωρίσουν το τραγικό μεγαλείο της κίνησής του.","Το DATE δεν υπήρχε PERSON αλλά μόλις κατατέθηκε ως νομοσχέδιο στη Βουλή ο μετέπειτα «νόμος-πλαίσιο» για την ανώτατη εκπαίδευση, CARDINAL πρυτάνεις εξέδωσαν κοινή ανακοίνωση ότι οι προτεινόμενες αλλαγές δεν θα έχουν «αναγεννητικά αποτελέσματα», δημιουργούν υπερόργανα που θα λειτουργούν ως «μηχανισμοί επιτηρήσεως και παρεμβάσεως στα ΑΕΙ», προβλέπουν «πολυδαίδαλες διαδικασίες» και «επιφέρουν υποβάθμιση των ΑΕΙ σε κατώτερες βαθμίδες διδασκαλίας» («Το Βήμα», CARDINAL PERSON DATE). Ολα αυτά τα επιχειρήματα, και πρόσθετα αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα, υπάρχουν και στην ανακοίνωση της PERSON της ORDINAL ORG. Η ομοιότητα των καταστάσεων και των επιχειρημάτων δείχνει πόσο είναι δύσκολο να μεταρρυθμιστεί «από τα μέσα» ο πανεπιστημιακός θεσμός και πόσο αναγκαία ήταν η πρωτοβουλία της υπουργού WORK_OF_ART για τη δημιουργία νέου θεσμικού πλαισίου. Νομίζω ότι αυτό που υποτιμάται στον δημόσιο διάλογο για τον νέο νόμο για τα πανεπιστήμια είναι πως για πρώτη φορά από το DATE επιχειρείται συνολική και συνεκτική αντιμετώπιση των θεμάτων της ανώτατης εκπαίδευσης. Το επιχείρημα διαφόρων, κυρίως πανεπιστημιακών, ότι «κάθε υπουργός ετοιμάζει και τον δικό του νόμο» δεν ισχύει. Ουσιαστικές παρεμβάσεις επιχειρήθηκαν μόνο δύο φορές (επί PERSON PERSON) αλλά και αυτές τροποποιήσεις του υπάρχοντος νόμουπλαισίου του DATE ήσαν, όχι συνολική αλλαγή του υπάρχοντος καθεστώτος, όπως συμβαίνει σήμερα. Η μεταρρύθμιση του DATE μπορεί να συνοψιστεί στο προοδευτικό τετράπτυχο κατάργηση της έδρας- εκδημοκρατισμός- φοιτητική συμμετοχή- ελαστικότητα σπουδών. Στη διάρκεια των δεκαετιών που ακολούθησαν το τετράπτυχο δεν μπόρεσε να αποτρέψει την υποβάθμιση της ανώτατης εκπαίδευσης και τη βασική ευθύνη έχουν προφανώς οι πανεπιστημιακοί που διοικούσαν τα πανεπιστήμια. Νομίζω ότι το βασικό πρόβλημα ήταν η διάχυση της ευθύνης σε πολυμελή συλλογικά όργανα που στην πραγματικότητα ελέγχονταν από τον εκάστοτε επικεφαλής τους. Η Γενική PERSON του Τμήματος, που θα μπορούσε να φθάσει και τα CARDINAL-60 μέλη, αποφάσιζε για όλα τα ακαδημαϊκά θέματα, όπως και για την επαγγελματική σταδιοδρομία των πανεπιστημιακών (κρίσεις για προσλήψεις και προαγωγές). ORG πασίγνωστη η οργανωτική αρχή ότι όσο πολυπληθέστερο είναι το όργανο που αποφασίζει τόσο ευκολότερα χειραγωγείται και τόσο μεγαλύτερες εξουσίες αναθέτει στους επικεφαλής του- για τούτο και οι αρχηγοί κομμάτων, αν θέλουν να εξουδετερώσουν κεντρικές επιτροπές και πολιτικά γραφεία, δεν τα καταργούν, απλώς αυξάνουν τον αριθμό των μελών τους. PERSON πραγματικότητα, τις αποφάσεις για τα τμήματα έπαιρναν οι πρόεδροι και για τα πανεπιστήμια οι πρυτάνεις σε συνεργασία ή σε ανταγωνισμό με άλλους που ήθελαν να γίνουν πρόεδροι ή πρυτάνεις αλλά φυσικά δεν ήθελαν να αλλάξουν την προσωποπαγή δομή εξουσίας. Επιπλέον, η πληθωρική συμμετοχή των φοιτητικών παρατάξεων με τις απολύτως ελεγχόμενες κομματικά ψήφους στις εκλογικές διαδικασίες είχε μετατρέψει τις περίφημες δημοκρατικές διαδικασίες σε παζάρι μεταξύ επίδοξων πρυτάνεων ή προέδρων και τσελιγκάδων που υπόσχονταν ότι το κοπάδι θα προσερχόταν να ψηφίσει συντεταγμένο τον υποψήφιο. Ελεγχοι δεν υπήρχαν: το υπουργείο εξέταζε απλώς τη νομιμότητα των αποφάσεων για τις εξελίξεις των πανεπιστημιακών και ο πάρεδρος του ελεγκτικού συνεδρίου τη νομιμότητα των δαπανών, με αποτέλεσμα να ανθούν η οικογενειοκρατία και οι πελατειακές σχέσεις και πολλά τμήματα ή πανεπιστήμια να μετατρέπονται σε μικρές (ενίοτε και μεγάλες) οικογενειακές επιχειρήσεις όπου βολεύονταν φίλοι και συγγενείς, με ακραίο παράδειγμα τα γνωστά που συνέβησαν στο ORG του Καποδιστριακού. Η δομή εξουσίας με τον νέο νόμο γίνεται συγκεντρωτική- αλλά αυτό δεν την κάνει αντιδημοκρατική: το διοικητικό συμβούλιο κάθε ιδρύματος με τους επτά καθηγητές που θα εκλέγονται από το σύνολο του διδακτικού προσωπικού, οι οποίοι θα προσλαμβάνουν και επτά εξωτερικά μέλη, ορίζει τον πρύτανη και τους κοσμήτορες που διοικούν το πανεπιστήμιο και τις σχολές- και από εκεί και πέρα τους ελέγχει. Θεωρώ ότι πρόκειται για ισορροπημένο σύστημα που υπόσχεται ορθή λειτουργία, δεδομένου ότι απαιτούνται ισχυρές πλειοψηφίες για αυτούς τους διορισμούς και η εκλογή των επτά πανεπιστημιακών είναι δύσκολο να ελεγχθεί από μικρές ομάδες, όπως εξήγησε σε άρθρο της εδώ στο «Βήμα» την περασμένη Κυριακή η PERSON. PERSON, και η σύνοδος των πρυτάνεων, προτείνουν να διατηρηθεί η υπάρχουσα μονοκρατορία του πρύτανη και να ορίζεται από τη σύγκλητο (δηλαδή, από τον πρύτανη) εποπτικό συμβούλιο. ORG, ο ισχυρισμός ότι από δημοκρατικό σύστημα εσωτερικής διακυβέρνησης των πανεπιστημίων μεταβαίνουμε σε αυταρχικό και ελεγχόμενο από μειοψηφίες σύστημα δεν ευσταθεί. Σήμερα το σύστημα είναι προσωποπαγές, πελατειακό, οικογενειοκρατικό, ανεξέλεγκτο. Χειρότερη κατάσταση από τη σημερινή δύσκολα μπορεί να υπάρξει- αν και δεν αποκλείεται οι πολιτικές και ακαδημαϊκές δυνάμεις που κατεδάφισαν την ανώτατη παιδεία, κυρίως κατά την τελευταία επταετία, να το καταφέρουν και αυτό. Ολες οι συντεχνίες της ελληνικής κοινωνίας έχουν αποδείξει ότι εξαιρετικά δύσκολα εκχωρούν τα προνόμιά τους. Η συζήτηση όμως για τα προβλήματα διοίκησης δεν θα πρέπει να εκμηδενίσει τις αναφορές στις άλλες θετικές προβλέψεις του νομοσχεδίου, που μεταξύ των άλλων είναι: * Η εισαγωγή των νέων φοιτητών σε σχολές και όχι σε τμήματα. Ηταν εντελώς παράλογο κάποιο παιδί να μην μπορεί να μετακινηθεί, π.χ., από το ORG του PERSON στο PERSON του ίδιου πανεπιστημίου ή το αντίστροφο. PERSON όμως ότι αυτή η επιλογή θα έπρεπε να γίνεται στο τέλος του δεύτερου έτους και όχι του πρώτου. * Η ανάθεση της κρίσης για την εκλογή/εξέλιξη των πανεπιστημιακών σε επταμελή επιτροπή που συγκροτείται από μέλη της σχολής και πανεπιστημιακούς άλλων πανεπιστημίων. Ως τώρα η ευθύνη αυτή ανήκε στον περίκλειστο χώρο των τμημάτων και ήταν εύκολη η αναπαραγωγή των ακαδημαϊκών μικροομάδων και οικογενειών. * Η υποχρέωση να περνούν και από άλλα πανεπιστήμια οι διδάκτορες που θέλουν να ακολουθήσουν ακαδημαϊκή σταδιοδρομία ώστε να αποδυναμωθεί και άλλο το φαινόμενο θερμοκηπιακής αναπαραγωγής μέσα στα τμήματα. Προφανώς, σε τόσο μεγάλο και πολύπλοκο νομοσχέδιο θα υπάρχουν λάθη, ατέλειες και παραλείψεις που θα εντοπίσουν άλλοι αρμοδιότεροι κατά την κοινοβουλευτική διαδικασία. Αλλά το θέμα δεν είναι οι λεπτομέρειες. Το θέμα είναι ότι το νομοσχέδιο είναι προς τη σωστή κατεύθυνση: δημιουργεί τις προϋποθέσεις ανοίγματος των πανεπιστημίων στην κοινωνία και ουσιαστικού ελέγχου αυτών που τα διοικούν. Θα δημιουργήσει νέα δυναμική στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αντίστοιχης έντασης και σημασίας με αυτή που προκάλεσε CARDINAL χρόνια πριν ο τότε «νόμος-πλαίσιο». Φυσικά, μπορεί να είναι καταστροφική δυναμική, όπως απειλούν οι πρυτάνεις που ανακοίνωσαν ήδη ότι θα κλείσουν τα πανεπιστήμια από την CARDINAL PERSON, και προφανώς κάποιοι κομματικοί μηχανισμοί θα προσπαθήσουν να βγάλουν τους φοιτητές στους δρόμους. Αντίστοιχες απειλές διατύπωναν και οι συντηρητικές «PERSON» που το DATE προσπαθούσαν να διαφυλάξουν τα κεκτημένα των μελών τους- αλλά δεν τα κατάφεραν. Ας ελπίσουμε ότι και σήμερα πανεπιστημιακοί και φοιτητές θα φανούν ωριμότεροι από τους εκπροσώπους τους.",True