index num_words_total_L1 num_words_total_L2 title_L1 title_L2 abstract_L1 abstract_L2 1 275 255 The school of work, in which my diploma thesis is referred to, is a new educational system with especially pioneering ideas for that era. Its ideas are completely different from those the old educational system represents, in which, as we all know, the teacher plays the most important role in the educational procedure and the pupil follows after him. In this new school, we meet the pupil – centered approach, as it is called, in which the pupil is in the centre of the classroom, discusses with the teacher, explores by himself, is activated, is developed and evolved as a personality. It is important that through the school of work, a new person is created who is able to respond to the needs imposed by society in order to participate in the social rights. There were enough people who tried to promote these ideas in Europe, the place where the school of work appeared for the first time. George Kerschensteiner was one of them, who emphasized the importance of manual professional work, explaining that the man is half without it. John Dewey, Maria Montessori, Ovide Decroly and Hugo Gaudig were all the others who tried to apply the ideas of the school of work. Later, these ideas started to become known in Greece, where some educators attempted to apply them to schools too. Theodoros Kastanos, in the beginning, promoted them to the teachers’ schools of that era, and Alexandros Delmouzos to the Senior Primary Girl’s School of Volos. Finally, Miltos Koundouras, Nikos Exarchopoulos and Spiros Kalliafas, whose work we analyse in the diploma thesis, were the rest representatives of the school of work in Greece Το σχολείο εργασίας, στο οποίο αναφέρεται η εργασία μου, είναι ένα νέο παιδαγωγικό σύστημα, με ιδιαίτερα πρωτοποριακές ιδέες για την εποχή εκείνη. Οι ιδέες του είναι τελείως διαφορετικές από τις ιδέες που εκπροσωπεί το παλιό εκπαιδευτικό σύστημα, στο οποίο, όπως γνωρίζουμε πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία έχει ο δάσκαλος και έπειτα ο μαθητής. Στο νέο αυτό σχολείο, συναντούμε την μαθητοκεντρική προσέγγιση, όπως ονομάζεται, στην οποία ο μαθητής βρίσκεται στο κέντρο της τάξης, συζητά με το δάσκαλο, εξερευνεί μόνος του, δραστηριοποιείται, αναπτύσσεται και εξελίσσεται ως προσωπικότητα. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι μέσα από το σχολείο εργασίας, δημιουργείται ένας άνθρωπος ικανός να ανταποκριθεί στις ανάγκες που επιβάλλει η κοινωνία, να μπορεί να συμμετέχει στα κοινωνικά «πρέπει». Στην Ευρώπη, το μέρος όπου εμφανίστηκε το σχολείο εργασίας, υπήρχαν αρκετοί οι οποίοι επιχείρησαν να προωθήσουν τις ιδέες αυτές. Ένας από αυτούς ήταν ο George Kerschensteiner, ο οποίος τόνισε τη σημαντικότητα της χειρωνακτικής επαγγελματικής εργασίας, με την αιτιολογία ότι χωρίς αυτήν ο άνθρωπος είναι μισός. Οι υπόλοιποι που προσπάθησαν να εφαρμόσουν τις ιδέες του σχολείο εργασίας ήταν οι: John Dewey, Maria Montessori, Ovide Decroly και Hugo Gaudig. Λίγο αργότερα, οι ιδέες αυτές άρχισαν να γίνονται γνωστές και στον ελληνικό χώρο, όπου έγινε προσπάθεια από ορισμένους παιδαγωγούς να εφαρμοστούν οι ιδέες και στα σχολεία. Ο Θεόδωρος Κάστανος, ξεκινώντας, προώθησε τις αρχές αυτές στα Διδασκαλεία της εποχής, ενώ ο Αλέξανδρος Δελμούζος στο Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείου του Βόλου. Τέλος, οι υπόλοιποι εκπρόσωποι του σχολείου εργασίας στην Ελλάδα ήταν ο Μίλτος Κουντουράς, ο Νίκος Εξαρχόπουλος και ο Σπύρος Καλλιάφας, τους οποίους αναλύουμε μέσα στην εργασία. 2 208 248 Study of elementary students' arguments for concepts and phenomena of the Natural Sciences during experiments: the case of electricity Μελέτη της επιχειρηματολογίας μαθητών δημοτικού για έννοιες και φαινόμενα των φυσικών επιστημών κατά τη διάρκεια πειραμάτων: η περίπτωση του ηλεκτρισμού This paper seeks to study the arguments developed by the students of the sixth grade in their participation in experimental applications related to electricity. The sample consisted of 19 pupils of the 6th grade and the didactic experiment was selected as a research process. The survey data constituted the 726 comments the students produced in their written answers to the worksheets they filled in. Both the oral comments at each child and the collective written comments were recorded and analyzed in terms of the purpose of the research. Oral comments were analyzed depending on their kind according to the categories proposed by Clark & Sampson (2008) and the arguments made in both the oral, and the worksheets were evaluated on the modified Louca & Hammer framework. The analysis of the data revealed that students were actively involved in discussions when conducting experiments, and making a variety at comments, the majority of which are “organizational” and “allegations”. Even though students don't present many counter-arguments that are a sign of a higher-quality of argumentation, they argue often using many comments that reinforce the conversation and many allegations with or without justification Η παρούσα εργασία επιδιώκει να μελετήσει την επιχειρηματολογία που αναπτύσσουν οι μαθητές της Στ΄ Δημοτικού κατά τη συμμετοχή τους σε πειραματικές εφαρμογές που αφορούν τον ηλεκτρισμό. Το δείγμα αποτέλεσαν 19 μαθητές της Στ΄ Δημοτικού και ως ερευνητική διαδικασία επιλέχθηκε το διδακτικό πείραμα. Τα δεδομένα της έρευνας αποτέλεσαν τα 726 σχόλια που παρήγαγαν οι μαθητές στις μεταξύ τους συζητήσεις κατά τη διεξαγωγή των πειραμάτων και οι γραπτές τους απαντήσεις στα φύλλα εργασίας που συμπλήρωσαν. Τόσο τα προφορικά σχόλια κάθε παιδιού όσο και τα συλλογικά γραπτά σχόλια καταγράφηκαν και αναλύθηκαν ως προς τις διαστάσεις της επιχειρηματολογίας που αποτέλεσε και τον σκοπό της έρευνας. Τα προφορικά σχόλια αναλύθηκαν ως προς το είδος τους με βάση τις κατηγορίες των Clark & Sampson (2008) και τα επιχειρήματα που παρήχθησαν τόσο στις προφορικές συζητήσεις όσο και στα φύλλα εργασίας αξιολογήθηκαν με βάση το τροποποιημένο πλαίσιο των Louca & Hammer (όπ. αναφ. στο Ευαγόρου, Λουκά & Ζαχαρία, 2008). Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι οι μαθητές συμμετέχουν ενεργά στις συζητήσεις όταν εκτελούν πειράματα και εκφέρουν ποικίλα σχόλια, με την πλειοψηφία των οποίων να είναι «οργανωτικά» και «ισχυρισμοί». Αν και οι μαθητές δεν παράγουν πολλές αντικρούσεις, οι οποίες αποτελούν δείγματα υψηλής ποιότητας επιχειρηματολογίας, ωστόσο φαίνεται να αναπτύσσουν επιχειρηματολογία σε ένα ικανοποιητικό βαθμός καθώς χρησιμοποιούν σχόλια που προάγουν τη συζήτηση μέσα στην ομάδα και διατυπώνουν ισχυρισμούς με ή χωρίς αιτιολόγηση για να υποστηρίξουν την άποψη τους 3 299 324 Studying fifth grade students’ argumentation on factors affecting dissolving Διερεύνηση της επιχειρηματολογίας μαθητών Ε΄ τάξης δημοτικού σχολείου σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάλυση The international educational community has shown an increasing interest in scientific argumentation in the past two decades. This interest has been especially visible in the science education community. The development of scientific argumentation by students in science teaching contributes effectively to learning. The students’ ability to develop scientific arguments is influenced among others by the understanding of the subject for which the argument is developed. Better students’ conceptual understanding of a topic leads to the production of more qualitative arguments on the subject. The present research is focused on the study of the contribution of a teaching intervention on fifth-grade primary school students’ argumentation ability about factors that influence the solubility of a solid in a liquid solvent. A combination of quantitative and qualitative methods was followed for this research. Specifically, the research design was based on a pre-experimental design of one experimental group with pre and post control and on a quasi experimental design. The data were collected through tests, before and after the teaching intervention, in which 27 students took part, as well as through carrying out interviews with 12 students, in order to clarify those investigated in the tests. Data analysis showed that before the teaching intervention, the frequency with which students produce components in their arguments is moderate and the quality of these components is quite low, whereas after the teaching intervention, the frequency with which students produce components to their arguments is high and the quality of these components remains low. In addition, the students’ argumentation ability after the teaching intervention is significantly better than their argumentation ability before the teaching intervention. Finally, students who were taught the particle theory of matter have significantly better argumentation ability compared with students who were not taught it Η διεθνής εκπαιδευτική κοινότητα έχει δείξει έντονο ενδιαφέρον για την επιστημονική επιχειρηματολογία τις δύο τελευταίες δεκαετίες, κάτι που είναι ιδιαίτερα ορατό και στην εκπαιδευτική κοινότητα των Φυσικών Επιστημών. Η ανάπτυξη της επιστημονικής επιχειρηματολογίας από τους μαθητές κατά τη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών συμβάλλει ουσιαστικά στη μάθηση. Η ικανότητα των μαθητών για ανάπτυξη επιστημονικής επιχειρηματολογίας επηρεάζεται –μεταξύ άλλων- από την κατανόηση του θέματος για το οποίο αναπτύσσεται η επιχειρηματολογία. Πληρέστερη εννοιολογική κατανόηση ενός θέματος από τον μαθητή οδηγεί σε παραγωγή πιο ποιοτικών επιχειρημάτων για το θέμα. Η παρούσα έρευνα εστιάζει στη μελέτη της συμβολής μιας διδακτικής παρέμβασης στην ικανότητα επιχειρηματολογίας των μαθητών της Ε΄ τάξης του δημοτικού σχολείου ως προς τους παράγοντες που επηρεάζουν τη διάλυση ενός στερεού σε υγρό διαλύτη. Για τους σκοπούς της έρευνας ακολουθήθηκε o συνδυασμός της ποσοτικής και της ποιοτικής μεθόδου. Ειδικότερα, ο σχεδιασμός της έρευνας στηρίχθηκε σε ένα προ-πειραματικό σχέδιο μιας πειραματικής ομάδας με έλεγχο πριν και μετά, καθώς και σε ένα οιονεί πειραματικό σχέδιο. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσα από τεστ, πριν και μετά την παρέμβαση, στα οποία πήραν μέρος 27 μαθητές, καθώς και μέσα από τη διεξαγωγή συνεντεύξεων σε 12 μαθητές, για τη διευκρίνιση των όσων διερευνώνται στα τεστ. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι πριν τη διδακτική παρέμβαση, η συχνότητα με την οποία οι μαθητές παράγουν συστατικά στοιχεία στα επιχειρήματά τους είναι μέτρια και η ποιότητα αυτών των συστατικών στοιχείων είναι αρκετά χαμηλή, ενώ μετά τη διδακτική παρέμβαση, η συχνότητα με την οποία οι μαθητές παράγουν συστατικά στοιχεία στα επιχειρήματά τους είναι μεγάλη και η ποιότητα αυτών των συστατικών στοιχείων παραμένει χαμηλή. Επιπλέον, η ικανότητα επιχειρηματολογίας των μαθητών μετά τη διδακτική παρέμβαση είναι σημαντικά καλύτερη σε σχέση με την ικανότητα επιχειρηματολογίας τους πριν τη διδακτική παρέμβαση. Τέλος, οι μαθητές που διδάχτηκαν τη σωματιδιακή θεωρία της ύλης παρουσιάζουν σημαντικά καλύτερη ικανότητα επιχειρηματολογίας σε σχέση με τους μαθητές που δεν το διδάχτηκαν 4 243 253 Βέλτιστες πολιτικές και στρατηγικές εξοικονόμησης νερού στον αγροτικό τομέα Water is a social good which cannot be substituted and plays a crucial role in the survival, health and economic development. Its extensive use, however, has led to his shortage which threatens many areas. Rural sector contributes more than any other sector in the consumption of water resources. Therefore, the rational management of water resources that is used in the primary sector constitutes a basic priority in our current society. By comprehending the importance of protection and maintenance of the aquatic environment, the European Union (E.U.) has established regulations on the protection of water with the highlight being the Water Directive Framework (W.D.F.). Moreover, the establishment of the new Common Agriculture Policy (C.A.P.) enhance the importance of protection and rational management of water resources in the primary sector. At national level, it is observed an intensive legislative activity during the last decade. The aim of this study is to examine the existing European and National legislative framework in terms of it’s the developed policies and strategies and the promotion of innovative actions aiming to reduce the water use in the agricultural sector. The practices that are developed in the current study aim to increase the water productivity. It is observed therefore, that even if most of the practices are qualified by regulations, there exist some gaps in the existing institutional framework. Finally, some proposals are presented aiming to the modification or the creation of regulations with regard to the implementation of these practices. Το νερό είναι ένα κοινωνικό αγαθό, αναντικατάστατο για την επιβίωση, την υγεία και την οικονομική ανάπτυξη, Η εκτεταμένη χρήση του όμως, έχει επιφέρει την έλλειψή του η οποία απειλεί πλέον πολλές περιοχές. Ο αγροτικός τομέας συντελεί περισσότερο από κάθε άλλον τομέα στην κατανάλωση των υδατικών πόρων. Η ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων που χρησιμοποιούνται στον πρωτογενή τομέα λοιπόν αποτελεί βασική προτεραιότητα της σημερινής κοινωνίας μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) κατανοώντας την σπουδαιότητα της προστασίας διατήρησης του υδατικού περιβάλλοντος προχώρησε από νωρίς στη θέσπιση νομοθετημάτων για την προστασία των υδάτων, με αποκορύφωμα την Οδηγία – Πλαίσιο για τα ύδατα. Επιπλέον, με την θέσπιση της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής προάγεται η σημασία της προστασίας και της ορθολογικής διατήρησης των υδατικών πόρων στον πρωτογενή τομέα. Σε εθνικό επίπεδο, παρατηρείται έντονη νομοθετική δραστηριότητα, αναφορικά με την ορθολογική διαχείριση των υδάτων, την τελευταία δεκαετία. Σκοπός της μεταπτυχιακής εργασίας είναι να διερευνηθεί κατά ποσό η υπάρχουσα Ευρωπαϊκή και Εθνική νομοθεσία είναι εφάμιλλη των πολιτικών και στρατηγικών εξοικονόμησης νερού που έχουν αναπτυχθεί, όπως επίσης και κατά πόσο συμβαδίζει με τις καινοτόμες ιδέες που έχουν αναπτυχθεί έχοντας ως στόχο την μείωση χρήσης ύδατος στον αγροτικό τομέα. Οι πρακτικές που αναπτύσσονται στην παρούσα εργασία, στηρίζονται στην αύξηση της παραγωγικότητας του νερού. Παρατηρείται λοιπόν, πως παρόλο που οι περισσότερες πρακτικές προκρίνονται από την νομοθεσία, υπάρχουν κενά και ελλείψεις στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο. Παρουσιάζονται τέλος, κάποιες προτάσεις σχετικά με την τροποποίηση ή την δημιουργία νομοθετημάτων με σκοπό την ενίσχυση της χρήσης των εν λόγω πρακτικών. 5 220 195 Η επίδραση διατροφικών παρεμβάσεων σε κλινικές παραμέτρους ασθενών με αυτισμό. Background: Autism is a group of neurodevelopmental disorders associated with significant social and financial burden. In recent years there has been an increasing interest in the use of dietary interventions as a complementary therapeutic option for these patients. It is speculated that such interventions can have a positive effect on the course of these patients. Objective: The aim of this systematic review is to provide literature data about the effect of specific dietary interventions on clinical aspects of patients with autism. Methods: A literature search was conducted using Pubmed as the medical database source. No year-of-publication restriction was placed. Prospective studies conducted in children and adults and evaluating changes in clinical aspects of autism were considered. Results: A total of 36 eligible prospective studies were selected. Types of dietary interventions evaluated in these studies included amino acids, fatty acids, vitamins/minerals, as well as specific diets (free of gluten/casein, ketogenic). N- acetylcysteine was shown to exert a beneficial effect on symptoms of irritability. On the other hand, literature data about the rest of dietary interventions was either few or controversial. No moderate or serious adverse events were reported in any of the above studies. Conclusions: Current literature data is encouraging. More randomized clinical trials are needed to more clearly confirm the effect of specific dietary interventions on clinical aspects of autism. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ο αυτισμός είναι μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που συνεπάγεται σημαντική οικονομική και κοινωνική επιβάρυνση. Τα τελευταία χρόνια διατυπώνεται η υπόθεση ότι συγκεκριμένες διατροφικές παρεμβάσεις μπορούν να έχουν θετικά αποτελέσματα στους ασθενείς αυτούς. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας συστηματικής ανασκόπησης είναι να παρουσιάσει βιβλιογραφικά δεδομένα σχετικά με την επίδραση συγκεκριμένων διατροφικών παρεμβάσεων σε κλινικές παραμέτρους ατόμων με αυτισμό. ΜΕΘΟΔΟΣ: Ως βασική πηγή αναζήτησης χρησιμοποιήθηκε το Pubmed. Δεν τέθηκε χρονικός περιορισμός ως προς το έτος δημοσίευσης των μελετών. Αξιολογήθηκαν μελέτες προοπτικές, που έχουν διεξαχθεί σε πληθυσμούς παιδιών και ενηλίκων και αξιολογούν τη μεταβολή κλινικών παραμέτρων του αυτισμού. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Αξιοποιήθηκαν συνολικά 36 προοπτικές μελέτες που διερευνούσαν την επίδραση που είχε στα συμπτώματα του αυτισμού η χορήγηση αμινοξέων, λιπαρών οξέων, βιταμινών/ιχνοστοιχείων, καθώς και η εφαρμογή συγκεκριμένων μορφών δίαιτας (ελεύθερη καζεΐνης/γλουτένης, κετογονική). Η N-acetylcysteine βρέθηκε ότι ελαττώνει σημαντικά τα συμπτώματα της ευερεθιστότητας στα παιδιά αυτά. Για τις υπόλοιπες διαιτητικές παρεμβάσεις τα βιβλιογραφικά δεδομένα είναι είτε λίγα είτε διφορούμενα. Ανεπιθύμητες ενέργειες μέτριας ή σοβαρής βαρύτητας δεν παρατηρήθηκαν. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Τα υπάρχοντα δεδομένα είναι ενθαρρυντικά. Απαιτούνται περισσότερες τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες προκειμένου να τεκμηριωθεί ακριβέστερα η επίδραση συγκεκριμένων διατροφικών παρεμβάσεων σε κλινικές παραμέτρους του αυτισμού. 6 249 289 Introduction: Historically, religious belief and religious sentiment were not only a very important part of everyday human’s life, but also a factor that played a significant role in the course of human history. Although it has been argued over the years in psychiatric practice and research, recently there has been a reverse and an increasing interest in psychiatric study and psychiatric science. Purpose: The purpose of this paper is a) contributing to the understanding of the impact of different dimensions of religiosity on mental health and thus on the quality of life of the individual and b) on highlighting the interaction of Orthodox faith with mental health or mental illness. Methods: The methodology followed was the review of the relevant Greek and international literature, searching articles (among several selected the103 most relevant) and 15 books in electronic and printed form. Searched studies from electronic databases: Pubmed, Heal link, Medline, Scopus, with keywordslike: mental health, mental illness, Religion, religiosity, Orthodox faith. Results - Conclusions: Research demonstrates important associations between religiosity and well-being; religious faith is an important coping mechanism for managing stressful life events. Furthermore, religiosity can play an important role in the process of recovering from mental illness as well as providing a protective function against exclusion, isolation and discrimination. Despite this, there is a religiosity gap between mental health clinicians and their patients. Realizing this need, mental health professionals working in this field need to understand the religious values of patients and incorporate them in assessment and treatment. Εισαγωγή: Ιστορικά η θρησκευτική πίστη, το θρησκευτικό συναίσθημα δεν αποτελούσε μόνο ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της καθημερινής ανθρώπινης ζωής, αλλά ήταν και μια παράμετρος που έδρασε καταλυτικά στην πορεία της ιστορίας της ανθρωπότητας. Αν και διαχρονικά φαίνεται ότι αμφισβητείται στην ψυχιατρική πράξη και έρευνα, τα τελευταία έτη παρατηρείται μια μεταστροφή και αύξηση του ενδιαφέροντος για μελέτη και έρευνα στα πλαίσια της ψυχιατρικής επιστήμης. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι, αφενός η συμβολή στην κατανόηση της επίδρασης των διαφόρων διαστάσεων της θρησκευτικότητας στην ψυχική υγεία και κατ’ επέκταση στην ποιότητα ζωής του ατόμου και αφετέρου η ανάδειξη της αλληλεπίδρασης της Ορθόδοξης πίστης με την ψυχική υγεία ή την ψυχική ασθένεια. Υλικό-Μέθοδος: Για τη συγγραφή της εργασίας, η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε είναι η ανασκόπηση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας, ελληνικής και διεθνούς, η αναζήτηση επιστημονικών άρθρων και διδακτορικών διατριβών σε ηλεκτρονική μορφή. Μεταξύ αυτών επιλέχθηκαν, να χρησιμοποιηθούν 103 άρθρα τα οποία αναζητήθηκαν στις εξής ψηφιακές βιβλιογραφικές βάσεις δεδομένων: Pubmed, Heal link, Medline, Scopus. Επίσης χρησιμοποιήθηκε υλικό και από 15 συγγράμματα σε έντυπη μορφή και μια διδακτορική διατριβή. Η αναζήτηση έγινε με τις εξής λέξεις κλειδιά: ψυχική υγεία, ψυχική νόσος, Θρησκεία, θρησκευτικότητα, Ορθόδοξη πίστη. Αποτελέσματα - Συμπεράσματα: Η έρευνα καταδεικνύει σημαντική συσχέτιση μεταξύ θρησκευτικότητας και ευημερίας, αφού η θρησκευτική πίστη αποτελεί μηχανισμό αντιμετώπισης και διαχείρισης των αγχωδών συμβάντων ζωής. Επιπλέον, η θρησκευτικότητα μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία ανάκαμψης από ψυχικές ασθένειες, καθώς και να παρέχει στους πάσχοντες προστατευτικό δίκτυο ενάντια στον αποκλεισμό, την απομόνωση και τις διακρίσεις. Παρ 'όλα αυτά, υπάρχει ένα χάσμα απόψεων και πεποιθήσεων μεταξύ των κλινικών ιατρών ψυχικής υγείας και των ασθενών τους. Κατανοώντας αυτή την ανάγκη, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας πρέπει να ενσωματώσουν στην διαδικασία αξιολόγησης και θεραπείας τις θρησκευτικές αναζητήσεις των ασθενών τους. 7 211 254 Η αξιολόγηση της σχολικής επίδοσης των μαθητών: απόψεις υποψήφιων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης School assessment is a difficult but also important issue for education. For this very reason many research and bibliographic sources have appeared in recent years. Teachers start using new ways and methods of assessment to attract their student’s interest. To do this, however, educators need to be well informed about each method they will use in the classroom to produce the right results. In our country, for many years, teachers have been using the traditional way of assessing, although in recent years more and more teachers are looking for alternative ways. The purpose of our research was to investigate the views of students on school assessment. In particular, 50 questionnaires were distributed to students of the Alexandroupolis Faculty of Education Department of Primary Education who completed their practice. The questions related to the objectives of the evaluation, the ways they evaluated their students, the way they expressed their judgment, and finally the factors that helped them to evaluate the students. The results of the survey showed that the students assessed to identify the weaknesses of their teaching. In addition, multiple choice questions were used by students more. To express their judgment they used the written scale of letters. Finally, the collaboration with their fellow students helped them to evaluate their pupils Η σχολική αξιολόγηση είναι ένα δύσκολο αλλά και συνάμα σημαντικό ζήτημα για την εκπαίδευση. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί πολλές έρευνες και βιβλιογραφικές πηγές. Οι εκπαιδευτικοί προσπαθώντας να ελκύσουν το ενδιαφέρον των μαθητών τους ξεκινούν να χρησιμοποιούν καινούργιους τρόπους και μεθόδους αξιολόγησης. Για να γίνει όμως αυτό οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι καλά ενημερωμένοι για την κάθε μέθοδο που θα χρησιμοποιήσουν μέσα στην τάξη ώστε να επιφέρει τα κατάλληλα αποτελέσματα. Στην χώρα μας, για πολλά χρόνια οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούσαν τον παραδοσιακό τρόπο αξιολόγησης παρ’ όλα αυτά τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που αναζητούν εναλλακτικούς τρόπους. Στην έρευνα που διεξήχθη στο πλαίσιο της πτυχιακής μας εργασίας σκοπός μας ήταν να διερευνήσουμε τις απόψεις των υποψήφιων εκπαιδευτικών για την σχολική αξιολόγηση. Συγκεκριμένα μοιράστηκαν 50 ερωτηματολόγια σε φοιτητές του παιδαγωγικού τμήματος Αλεξανδρούπολης που ολοκλήρωσαν την πρακτική τους άσκηση. Οι ερωτήσεις αφορούσαν τους στόχους της αξιολόγησης, τους τρόπους με τους οποίους αξιολόγησαν τους μαθητές τους, τον τρόπο έκφρασης της αξιολογικής τους κρίσης και τέλος τους παράγοντες που τους βοήθησαν να αξιολογήσουν τους μαθητές. Από τα δεδομένα της έρευνας προέκυψαν τα εξής αποτελέσματα: Αρχικά οι φοιτητές αξιολόγησαν για να εντοπίσουν τα αδύναμα στοιχεία της διδασκαλίας τους. Έπειτα οι φοιτητές χρησιμοποίησαν περισσότερο μέσα στην τάξη τις ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής ενώ για να εκφράσουν την αξιολογική τους κρίση την γραπτή κλίμακα γραμμάτων. Τέλος ο παράγοντας που τους βοήθησε περισσότερο για την αξιολόγηση των μαθητών τους είναι η συνεργασία με συμφοιτητές τους 8 179 170 Καλές πρακτικές διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000 στην Ευρώπη Τhe management of NATURA 2000 Network’s protected areas encompasses a wide range of challenges which may affect the conservation of species and habitats, the perceptions concerning the cost – benefit ratio of protected areas, as well as conflicts of interest. Network’s primary objective is to ensure conservation of biodiversity at a satisfactory level, or at least, to prevent the deterioration of the natural environment. This postgraduate study examines the good management practices in 15 NATURA 2000 Network sites. Furthermore, it explores the management trends and challenges in three protected areas of interest in Greece. The results demonstrate a variety of approaches to preserve habitats and endangered species, to encourage partnerships between stakeholders, to support local communities, to highlight comparative advantages of protected areas, and limitations on protection of Network sites in Greece. The analysis of these cases indicated that management trends of examined protected areas are primarily focused on solving problems and facing threats against species and habitats, rather than on preventing. In addition, the cases analyzed underline the increasing need to promote the already successful good management practices. Η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών του Δικτύου NATURA 2000 περικλείει ένα ευρύ φάσμα προκλήσεων που δύνανται να επηρεάσουν τη διατήρηση ειδών και οικοτόπων, τις αντιλήψεις περί κόστους – οφέλους των προστατευόμενων περιοχών ή τις συγκρούσεις συμφερόντων. Πρωταρχικός στόχος της λειτουργίας του Δικτύου είναι η διασφάλιση της διατήρησης της βιοποικιλότητας σε ικανοποιητικό επίπεδο ή, το ελάχιστο, η πρόληψη της επιδείνωσης. Στην εργασία αυτή εξετάζονται οι καλές πρακτικές διαχείρισης 15 περιοχών του Δικτύου. Επίσης, διερευνώνται οι διαχειριστικές τάσεις και οι προκλήσεις σε τρεις προστατευόμενες περιοχές ενδιαφέροντος στην Ελλάδα. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν πληθώρα προσεγγίσεων για τη διατήρηση οικοτόπων και απειλούμενων ειδών, την ενθάρρυνση των συμπράξεων μεταξύ εμπλεκομένων, τη στήριξη των τοπικών κοινοτήτων, την ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των προστατευόμενων περιοχών, αλλά και περιορισμούς στην άσκηση προστασίας στις περιοχές του Δικτύου στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου, συμπεραίνεται πως οι τάσεις στη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών που εξετάστηκαν είναι κατά κύριο λόγο βελτιωτικές παρά προληπτικές, ενώ υπογραμμίζεται η αυξανόμενη ανάγκη προώθησης των ήδη επιτυχημένων πρακτικών. 9 105 101 The purpose of this paper is to present the main implications of the installation of refugees from the Asia Minor Disaster in the region of Rodopi. The Rodopi prefecture, due to its proximity to Eastern Thrace, welcomed a large number of refugees and was therefore affected both by population, social and cultural as well as by economic parameters. This paper will examine the consequences of the establishment of refugees across the country, but mainly the consequences in the Prefecture of Rodopi. The impacts of the refugee facility will be examined at various levels, how they affected the Rhodope region and significantly determined its subsequent course. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιαστούν οι βασικότερες συνέπειες από την εγκατάσταση των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής στην περιοχή της Ροδόπης. Ο νομός Ροδόπης λόγω της εγγύτητας του με την Ανατολική Θράκη υποδέχτηκε μεγάλο αριθμό προσφύγων και ως εκ τούτου επηρεάστηκε τόσο πληθυσμιακά, κοινωνικά και πολιτιστικά, όσο και ως προς οικονομικές παραμέτρους. Στην εργασία αυτή θα εξεταστούν οι συνέπειες της εγκατάστασης των προσφύγων σε ολόκληρη τη χώρα, αλλά κυρίως τις συνέπειες στο Νομό Ροδόπης. Θα εξεταστούν οι επιπτώσεις της προσφυγικής εγκατάστασης σε διάφορα επίπεδα, πώς αυτές επηρέασαν την περιοχή της Ροδόπης και καθόρισαν σε σημαντικό βαθμό τη μετέπειτα πορεία της. 10 297 294 Development and evaluation of a teaching learning sequence (TLS) for the interpretation of melting using particle theory by elementary students Σχεδιασμός, ανάπτυξη, εφαρμογή και αξιολόγηση διδακτικής μαθησιακής σειράς για την ερμηνεία της τήξης από μαθητές δημοτικού με χρήση της σωματιδιακής θεωρίας της ύλης Particle theory and its use for the interpretation of phenomena is considered to be too difficult, especially for primary students. That΄s why some researchers suggest the delay of its introduction in primary education. The aim of this work is to examine through the design and implementation of a Teaching-Learning Sequence (TLS) the degree of its effectiveness in understanding the submicro level and the students’ ability to interpret physical phenomena at this level. Particularly, the main purpose of this research is to examine the extent to which students can understand the submicro level in order to interpret an unknown phenomenon. The research was based on two applications and the sample was consisted of 6th grade students from two different schools. The research tools which were used (both in the pilot and in the main application) were the questionnaire and the interview, while the analysis of the data was based on the qualitative method and in particular, on the content analysis. The results obtained through the research confirmed the effectiveness of this TLS. A number of students, showed that they understood the submicro level and the design of models, knowledge that they many of them used in order to interpret other technological Problems-unknown phenomena. The main conclusion of this research is that submicro level and its use to interpret phenomena could be included in Primary School’s curriculum. Although submicro level is a quite complex issue to be understood by primary students, the existence of a properly designed teaching method, as it was proved by the present research, can lead primary students not only to understand particle theory but also to use it in order to explain other physical phenomena Η σωματιδιακή θεωρία και η χρήση της για την ερμηνεία φαινομένων θεωρείται με βάση την υπάρχουσα βιβλιογραφία ένα κομμάτι που δυσκολεύει τους μαθητές. Γι΄ αυτό από ορισμένους ερευνητές προτείνεται η καθυστέρηση εισαγωγής της διδασκαλίας της σωματιδιακής θεωρίας στο σχολείο. Στόχος της συγκριμένης εργασίας είναι να εξετάσει μέσα από το σχεδιασμό και εφαρμογή μιας Διδακτικής Μαθησιακής Σειράς (ΔΜΣ) το βαθμό της αποτελεσματικότητάς της για την κατανόηση του μικρόκοσμου για την ερμηνεία φαινομένων, καθώς και το βαθμό που οι μαθητές μπορούν να μεταφέρουν τις γνώσεις τους γα το μικρόκοσμο για την ερμηνεία ενός άγνωστου φαινομένου. Η έρευνα στηρίχθηκε σε δύο εφαρμογές, ενώ και στις δύο εφαρμογές το δείγμα αποτέλεσαν μαθητές της ΣΤ Τάξης από διαφορετικά σχολεία. Τα εργαλεία της έρευνας αποτελέσαν τόσο στην πιλοτική όσο και στην κανονική εφαρμογή το ερωτηματολόγιο και η συνέντευξη και για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ποιοτική μέθοδος και ειδικότερα η ανάλυση περιεχομένου. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν μέσα από την έρευνα ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης ΔΜΣ. Ένας ικανοποιητικός αριθμός μαθητών όπως φάνηκε μέσα από τις απαντήσεις τους έδειξε να αντιλαμβάνεται το μικρόκοσμο και τον τρόπο σχεδιασμού μοντέλων, γνώσεις που αρκετοί από αυτούς κατάφεραν να μεταφέρουν και στο κομμάτι της ερμηνείας του τεχνολογικού προβλήματος-άγνωστης κατάστασης. Το κυριότερο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η συγκεκριμένη έρευνα είναι ότι η εισαγωγή του μικρόκοσμου και η χρήση του για ερμηνεία φαινομένων είναι εφικτό να γίνει και στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών του Δημοτικού Σχολείου. Διότι όσο σύνθετη και αν είναι η έννοια του μικρόκοσμου η ύπαρξη μιας κατάλληλα σχεδιασμένης πορείας εισαγωγής σε αυτόν, καθιστά όπως αποδείχτηκε από την παρούσα έρευνα δυνατή την κατανόησή του ακόμα και από μαθητές δημοτικού 11 183 182 Immunomodulation of antibiotics via Neutrophil Extracellular Traps Under certain inflammatory stimuli, neutrophils produce Neutrophil Extracellular Traps (NETs) which are fibrous structures composed by nuclear DNA and granular cytoplasmic and nuclear proteins. Bearing in mind that macrolides antibiotics have immunomodulatory activity and NETs have an important antimicrobial activity, we investigated whether one of the immunomodulatory activities of macrolides antibiotics in vitro is the formation of Neutrophil extracellular traps. Methods Healthy neutrophils were treated with clarithromycin in vitro in order to examine the production of NETs. Moreover, we examined whether Clarithromycin induced-NETs are decorated with LL-37 antimicrobial peptide with Confocal Microscopy. In addition, NETs produced by clarithromycin were used in Acinetobacter baumannii cultures in order to examine their antimicrobial potential. Results. Macrolides antibiotics and especially clarithromycin induce the formation of NETs. Clarithromycin induced-NETs are decorated with LL-37. NETs produced by clarithromycin are able to decrease the growth of Acinetobacter baumannii cultures. This decrease can be reversed by using anti-LL-37 neutralizing antibody. The formation of NETs constitutes a major immunomodulatory activity of macrolides antibiotics and in addition these NETs have antimicrobial function via LL-37 antimicrobial peptide. Με το κατάλληλο φλεγμονώδες ερέθισμα τα ουδετερόφιλα παράγουν εξωκυττάριες ινώδεις δομές (Neutrophil Extracellular Traps- NETs) που αποτελούνται από DNA και πρωτεΐνες. Έχοντας κατά νου ότι τα μακρολιδικά αντιβιοτικά έχουν ανοσοτροποποιητική δράση και τα NETs έχουν σημαντική αντιμικροβιακή δραστικότητα, διερευνήσαμε εάν μία από τις ανοσοτροποποιητικές δράσεις των μακρολιδίων αντιβιοτικών in vitro είναι ο σχηματισμός των NETS. Μέθοδοι. Υγιή ουδετερόφιλα επωάστηκαν με κλαριθρομυκίνη in vitro για να εξεταστεί η δημιουργία NETs. Επιπλέον, τα NETs που παράγονται από τη κλαρυθρομυκίνη εξετάστηκαν με συνεστιακό μικροσκόπιο για το αν περιέχουν το αντιμικροβιακό πεπτίδιο LL-37. Επιπρόσθετα, τα NETs που παράγονται από τη κλαρυθρομυκίνη χρησιμοποιήθηκαν σε καλλιέργειες Acinetobacter baumannii για να εξεταστεί το αντιμικροβιακό του δυναμικό. Αποτελέσματα.Τα μακρολιδικά αντιβιοτικά και κυρίως η κλαριθρομυκίνη προκαλούν το σχηματισμό των NETs. Τα NETs που παραγονται από κλαρυθρομυκίνη είναι διακοσμημένα με LL- 37 . Επίσης, τα NETs αυτά αναστέλλουν την ανάπτυξη του Acinetobacter baumannii. Αυτή η μείωση μπορεί να ανασταλεί χρησιμοποιώντας αντίσωμα ενάντια στο αντιμικροβιακό πεπτίδιο LL-37. Ο σχηματισμός των NETs αποτελεί μια από τις κύριες ανοσοτροποποιητικές δράσεις των μακρολιδικών αντιβιοτικών και επιπλέον αυτά τα NETs έχουν αντιμικροβιακή δράση μέσω του πεπτιδίου LL-37. 12 303 366 Μελέτη της αντιπολλαπλασιαστικής ικανότητας των αιθέριων ελαίων και των εκχυλισμάτων διαβροχής των αρωματικών φυτών Cinnamomum zeylanicum, Pistacia lentiscus var. Chia και Illicium verum Aromatic plants were already known in ancient times for their therapeutic and analgesic properties. Nowadays, there has been a trend towards exploring the biological capacities of the essential oils and the extracts of these aromatic plants. Cinnamomum zeylanicum, also known as "true" cinnamon, is one of the two species of cinnamon. Pistacia lentiscus var Chia is endemic to southern Chios and its resin is the well-known mastic gum. Illicium verum, the "star anise", is widely used as a spice in daily life.The aim of this study was to investigate the antiproliferative properties of the essential oil and extracts derived from the aromatic plants Cinnamomum zeylanicum, Pistacia lentiscus var Chia and Illicium verum, as well as the protective effect of the essential oil of Cinnamomum zeylanicum against DNA damage caused by H2O2 and its role in the induction of apoptosis. The antiproliferative properties were investigated using the SRB assay against human hepatocellular carcinoma HepG2 cells, skin malignant cells, A375 and human keratinocytes, HaCaT. The protective activity of cinnamon oil against oxidative stress in human immortalized T leukocytes, Jurkat, was examined using the Comet assay (single cell electrophoresis assay) while the mechanism of the induction of apoptotic pathway was estimated using Western blot.The essential oils of these aromatic plants were more cytotoxic in comparison to the extracts, with cinnamon oil being the most potent. Cinnamon essential oil exhibited cancer specificity and cytoprotective activity against oxidative DNA damage. Finally, it induced the programmed cell death through activation of the caspase cascade. Taken together, the essential oils and the extracts from Cinnamomum zeylanicum, Pistacia lentiscus var Chia and Illicium verum possess significant antiproliferative activities, in vitro, with cinnamon oil being the most effective. The cancer specificity and cytoprotective properties against oxidative stress displayed by cinnamon oil, highlight its potential as a promising therapeutic agent, warranting further investigation. Τα αρωματικά φυτά ήταν ήδη γνωστά από την αρχαιότητα για τις θεραπευτικές και αναλγητικές τους ιδιότητες. Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται συνεχώς αυξανόμενο επιστημονικό ενδιαφέρον για την εξερεύνηση των βιολογικών δράσεων των αιθέριων ελαίων και των εκχυλισμάτων των αρωματικών αυτών φυτών. Το αρωματικό φυτό Cinnamomum zeylanicum είναι γνωστό ως "αληθινή" κανέλα και αποτελεί το ένα από τα δύο κύρια είδη της κανέλας. Το φυτό Pistacia lentiscus var Chia αναπτύσσεται αποκλειστικά στη βόρεια Χίο και η ρητίνη του είναι η κοινή μαστίχα. Το αρωματικό φυτό Illicium verum, γνωστό ως "αστεροειδής γλυκάνισος", χρησιμοποιείται παγκοσμίως στην καθημερινή ζωή ως μπαχαρικό. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί η αντιπολλαπλασιαστική ικανότητα των αιθέριων ελαίων και των εκχυλισμάτων διαβροχής των φυτών Cinnamomum zeylanicum, Pistacia lentiscus var. Chia και Illicium verum, καθώς και η δραστικότητα του αιθέριου ελαίου του φυτού Cinnamomum zeylanicum τόσο ενάντια στην καταστροφή του DNA που προκαλείται από την παρουσία H2O2 όσο και στον τρόπο επαγωγής της απόπτωσης. Οι αντιπολλαπλασιαστικές δράσεις των ουσιών εκτιμήθηκαν με την μέθοδο SRB σε ανθρώπινα κύτταρα ηπατικού καρκινώματος, HepG2, δερματικού μελανώματος, A375 και σε φυσιολογικά ανθρώπινα κερατινοκύτταρα, HaCaT. Η προστατευτική δράση του αιθέριου ελαίου της κανέλας εναντίον του οξειδωτικού στρες παρουσία Η2Ο2 σε ανθρώπινα αθανατοποιημένα Τ κύτταρα Jurkat, εκτιμήθηκε με την τεχνική Comet (single cell electrophoresis assay), ενώ ο τρόπος δράσης της στον μηχανισμό του προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου ελέγχθηκε με ανοσοαποτύπωση κατά Western. Τα αιθέρια έλαια των αρωματικών φυτών ήταν αυτά που εμφάνισαν την ισχυρότερη αντιπολλαπλασιαστική δράση συγκριτικά με τα εκχυλίσματα διαβροχής, με το αιθέριο έλαιο της κανέλας να εμφανίζεται ως το πιο δραστικό. Το έλαιο της κανέλας εμφάνισε καρκινική ειδικότητα και προστατευτική ικανότητα ενάντια στο οξειδωτικό στρες. Τέλος, επάγει τον προγραμματισμένο κυτταρικό θάνατο, μέσω ενεργοποίησης του καταρράκτη των κασπασών. Συμπερασματικά, τα αιθέρια έλαια των φυτών Cinnamomum zeylanicum, Pistacia lentiscus var Chia και Illicium verum εμφάνισαν σημαντική αντιπολλαπλασιαστική δράση, in vitro, με το έλαιο της κανέλας να ξεχωρίζει. Η καρκινική ειδικότητα και ο προστατευτικός μηχανισμός δράσης της εναντίον του οξειδωτικού στρες, κατατάσσουν το αιθέριο έλαιο της κανέλας ως ένα πολλά υποσχόμενο θεραπευτικό μέσο με ανάγκη, φυσικά, για περαιτέρω διερεύνηση των ιδιοτήτων της. 13 172 181 In this thesis, we attempt to study the procedure of teaching and learning mathematical concepts and procedures, which are based on learning theories, requirements of new technological environment and findings of researches carried out in recent years. The aim of our research was to create teaching scenarios utilizing new technologies, which are based on the principles of Constructivism. After studying many researchers’, psychologists’ and mathematics’ theoretical views, related to teaching and learning Mathematics and the new Curricula for Mathematics in Primary Education- which place particular emphasis on using tool software during the training session- we developed six (6) teaching scenarios which are related to modules that are taught in Math class at Elementary School. In each of these scenarios a variety of activities are recommended. These activities have been created based on using either educational software or computer games. They, also, include pictures and examples. Therefore, our research is divided into two main parts. The first part includes the review of relevant literature and the second part presents the drafted teaching scenarios Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η μελέτη της διδασκαλίας και της μάθησης μαθηματικών εννοιών και διαδικασιών, με βάση τις εξελίξεις στις θεωρίες μάθησης, τις απαιτήσεις του νέου τεχνολογικού περιβάλλοντος και τα συμπεράσματα ερευνών και διδακτικών παρεμβάσεων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια. Στόχος της έρευνάς μας ήταν να δημιουργήσουμε σενάρια διδασκαλίας με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, βασισμένα στις αρχές του Κονστρουκτιβισμού. Αφού, λοιπόν, μελετήσαμε αφενός τις θεωρητικές απόψεις πολλών ερευνητών, ψυχολόγων και μαθηματικών γύρω από ζητήματα που σχετίζονται με τη διδασκαλία και τη μάθηση αφετέρου τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών για τα Μαθηματικά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση- τα οποία δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση ψηφιακών εργαλείων κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας- αναπτύξαμε έξι (6) σενάρια διδασκαλίας, τα οποία αφορούν σε ενότητες που διδάσκονται στο μάθημα των Μαθηματικών στο Δημοτικό Σχολείο. Σε κάθε ένα απ’ αυτά προτείνονται ποικίλες δραστηριότητες με πλήθος εικόνων και παραδειγμάτων, που υλοποιούνται με τη χρήση είτε εκπαιδευτικών λογισμικών είτε ψηφιακών παιχνιδιών. Η έρευνά μας, επομένως, χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη. Στο πρώτο μέρος περιλαμβάνεται η ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας και στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται τα σενάρια διδασκαλίας που εκπονήσαμε 14 351 385 Defining learning style in order to differentiate-personalize teaching: Το μαθησιακό στυλ ως προϋπόθεση για τη διαφοροποίηση-εξατομίκευση της διδασκαλίας: Heterogeneity in modern school classes forces the pursuit of ways of teaching which can deal most effectively with the needs of every student. The method of differentiated teaching - through the implementation of proper strategies and techniques –can give a solution to the difficulties faced by teachers of both general and special education. By respecting the differentiation of students, this method promotes learning via adjustments of the curriculum and creates a learning environment which allows the development of the dynamic of every student and helps knowledge become understandable and accessible. Differentiated teaching, as suggested, is based on the differentiation of the students which is found in three fields: the level of learning readiness, the different interests and the different learning style of each student. The learning style (which is the special way that each person uses in order to learn) is in the centre of this assignment, as its role in the process of teaching and learning is being examined. For the research part of the assignment the “action-research” method has been used. The learning style of a particular student of an inclusion class has been looked into and teaching interventions have been planned in the field of Mathematics according to it. Then, the teaching interventions were fulfilled in the classroom with the use of differentiated strategies and techniques. The data corpus was based on the observation of the teacher-researcher, her notes on her personal journal and the questionnaires and worksheets that were given to the student. The help of an objective critic –friend’s observations was also important. According to the results, a lesson plan based on both the use of differentiated strategies/techniques and the student’s learning style can, not only offer teachers important information about their students and knowledge for their own professional evolvement, but also have quite positive results in students’ acquisition and consolidation of new knowledge. The environment of the inclusion class is the most appropriate place for the implementation of such a teaching process since the teacher can work with one student individually, as well as, with small groups. Η ανομοιογένεια των σύγχρονων σχολικών τάξεων επιβάλλει την αναζήτηση τρόπων διδασκαλίας που να καλύπτουν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται τις ανάγκες όλων των μαθητών. Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας μέσω της εφαρμογής κατάλληλων στρατηγικών και τεχνικών μπορεί να δώσει τη λύση στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί τόσο στο χώρο της γενικής αγωγής, όσο και στο χώρο της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης. Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας, σεβόμενη την διαφορετικότητα των μαθητών, προωθεί τη μάθηση μέσω προσαρμογών του αναλυτικού προγράμματος δημιουργώντας ένα μαθησιακό περιβάλλον που καθιστά τη γνώση κατανοητή και προσβάσιμη και επιτρέπει την ανάπτυξη του δυναμικού του κάθε μαθητή. Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας, όπως προτείνεται, γίνεται με βάση τη διαφορετικότητα των μαθητών, η οποία εντοπίζεται σε τρεις τομείς: το επίπεδο της μαθησιακής ετοιμότητας, τα διαφορετικά ενδιαφέροντα και το διαφορετικό μαθησιακό στυλ του κάθε μαθητή. Το μαθησιακό στυλ συγκεκριμένα, δηλαδή ο ξεχωριστός τρόπος που χρησιμοποιεί ο κάθε άνθρωπος για να μαθαίνει, βρίσκεται στο κεντρικό σημείο αυτής της εργασίας, καθώς αυτό που διερευνάται είναι ο ρόλος που παίζει στη διαδικασία της διδασκαλίας και της μάθησης. Για το ερευνητικό μέρος της εργασίας, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έρευνας-δράσης. Σχεδιάστηκε διδακτική παρέμβαση για μαθητή τμήματος ένταξης στο γνωστικό αντικείμενο των μαθηματικών, με βάση το μαθησιακό στυλ, το οποίο διερευνήθηκε με τη χρήση ενός ερωτηματολογίου. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε η διδακτική παρέμβαση, σε εξατομικευμένο επίπεδο με τη χρήση στρατηγικών και τεχνικών διαφοροποίησης, η οποία συνολικά διήρκησε πέντε διδακτικές ώρες. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσω της παρατήρησης της εκπαιδευτικού-ερευνήτριας κατά τη διάρκεια της διδακτικής παρέμβασης, των σημειώσεων του προσωπικού ημερολογίου, των ερωτηματολογίων και των φύλλων εργασίας που δόθηκαν στο μαθητή. Χρήσιμη αποδείχθηκε και η συμβολή του κριτικού φίλου που πρόσφερε χρήσιμες παρατηρήσεις από τη δική του αποστασιοποιημένη σκοπιά. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, ο σχεδιασμός της διδασκαλίας με τη χρήση τεχνικών και στρατηγικών διαφοροποίησης και λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα του μαθησιακού στυλ αποτελεί μια διαδικασία που, εκτός του ότι προσφέρει σημαντικές πληροφορίες στον εκπαιδευτικό για τους μαθητές του και γνώσεις για την επαγγελματική εξέλιξη του ίδιου, μπορεί να έχει αρκετά θετικά αποτελέσματα στην απόκτηση και εμπέδωση καινούριων γνώσεων από πλευράς των μαθητών. Το περιβάλλον του τμήματος ένταξης αποτελεί ίσως το ιδανικό μέρος για την εφαρμογή μιας διδασκαλίας σχεδιασμένης με αυτόν τον τρόπο, καθώς ο εκπαιδευτικός εργάζεται είτε σε εξατομικευμένο επίπεδο, είτε με μικρές ομάδες μαθητών. 15 320 389 Η επίδραση της ακεταζολαμίδης στην ενδοφθάλμια πίεση και στην αιματική κυκλοφορία του οφθαλμού με τη χρήση της αγγειογραφίας οπτικής συνοχής Glaucoma is a progressive optic neuropathy associated with gradual visual loss. It is one of the most important causes of blindness worldwide. Early diagnosis and treatment is required to inhibit or slow disease progression effectively. Diagnosis of glaucoma is based on clinical examination, perimetry and optical coherence tomography which allows assessment of the thickness of retinal nerve fiber layer and the ganglion cell complex. The management of glaucoma is mainly based on intraocular pressure reduction using various methods, with both systemic and topical drugs being most commonly used. Acetazolamide is a systemically administered agent that plays an important role in the treatment of glaucoma, although its use is also indicated in a variety of pathological conditions such as intracranial hypertension, epilepsy, altitude sickness and metabolic alkalosis. It is a carbonic anhydrase inhibitor which helps reducing intraocular pressure by decreasing the production of aqueous humor. Reduction of intraocular pressure results also in an increase in ocular perfusion pressure and consequently improvement in ocular microcirculation. The involvement of the aforementioned hemodynamic parameters in glaucoma has been investigated in detail. OCT - Angiography is a new non-invansive technology that could contribute to expand current knowledge in glaucoma pathophysiology. This study aims to investigate the effect of acetazolamide on intraocular pressure as well as the possible change in retinal and choroidal hemodynamic parameters using OCT - Angiography. We conducted an observational cross-sectional study, in which 250 mg acetazolamide was orally administrated to 45 healthy volunteers. Macular and peripapillary blood flow in retinal and choroidal circulation were measured before and approximately 70 minutes post acetazolamide administration. Intraocular pressure and systemic blood pressure were also measured at the same time points. Our findings showed no statistically significant change in retinal and choroidal vessel densities in the macular, optic nerve head and peripapillary region. Orally administrated acetazolamide does not significantly increase ocular blood flow but it contributes to the reduction of both intraocular and systemic blood pressure. Το γλαύκωμα αποτελεί μια προοδευτική οπτική νευροπάθεια που σχετίζεται με σταδιακή απώλεια της όρασης. Είναι μια από τις σημαντικότερες αιτίες τύφλωσης παγκοσμίως, ενώ η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία του, συμβάλλει σημαντικά στην καθυστέρηση ή και στην αναστολή της εξέλιξής του. Η διάγνωση του γλαυκώματος βασίζεται στην κλινική εξέταση, στην περιμετρία καθώς και στην τομογραφία οπτικής συνοχής, αξιολογώντας το πάχος της στιβάδας των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς και του συμπλόκου των γαγγλιακών κυττάρων. Η αντιμετώπιση του γλαυκώματος βασίζεται κυρίως στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης με διάφορες μεθόδους, με τη συστηματική και τοπική φαρμακευτική αγωγή να αποτελεί τις συνηθέστερες. Η ακεταζολαμίδη είναι μια συστηματικώς χορηγούμενη ουσία που παίζει σημαντικό ρόλο στη θεραπεία του γλαυκώματος, αν και η χρήση της ενδείκνυται επίσης σε πληθώρα άλλων παθολογικών καταστάσεων όπως η ενδοκράνια υπέρταση, η επιληψία, η νόσος των ορέων και η μεταβολική αλκάλωση. Είναι ένας αναστολέας του ενζύμου της καρβονικής ανυδράσης, ο οποίος συμβάλλει στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης μειώνοντας την παραγωγή του υδατοειδούς υγρού. Η μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης οδηγεί επίσης σε αύξηση της οφθαλμικής πίεσης διήθησης και συνεπώς στη βελτίωση της οφθαλμικής μικροκυκλοφορίας. Η συμμετοχή των προαναφερθεισών αιμοδυναμικών παραμέτρων στο γλαύκωμα έχει μελετηθεί διεξοδικά. Στη διεύρυνση της γνώσης αυτής σχετικά με την παθοφυσιολογία του γλαυκώματος μπορεί να συμβάλλει και η νέα μη επεμβατική τεχνολογία της αγγειογραφίας οπτικής συνοχής. Αυτή η έρευνα στοχεύει στη μελέτη της επίδρασης της ακεταζολαμίδης στην ενδοφθάλμια πίεση καθώς και στην πιθανή μεταβολή των αμφιβληστροειδικών και χοριοειδών αιμοδυναμικών παραμέτρων χρησιμοποιώντας την αγγειογραφία οπτικής συνοχής. Ως εκ τούτου, πραγματοποιήσαμε μια συγχρονική μελέτη παρατήρησης, στην οποία 250 mg ακεταζολαμίδης χορηγήθηκαν από του στόματος σε 45 υγιείς εθελοντές. Η ροή του αίματος στην ωχρά κηλίδα και στην περιθηλαία περιοχή τόσο στην αμφιβληστροειδική όσο και στην χοριοειδική κυκλοφορία μετρήθηκε πριν και περίπου 70 λεπτά μετά τη χορήγηση της ακεταζολαμίδης. Η ενδοφθάλμια πίεση και η συστηματική αρτηριακή πίεση μετρήθηκαν επίσης στα ίδια χρονικά σημεία. Τα ευρήματά μας έδειξαν ότι δεν υπάρχει στατιστικώς σημαντική μεταβολή της αμφιβληστροειδικής και χοριοειδικής αγγειακής πυκνότητας στην ωχρά κηλίδα, στην κεφαλή του οπτικού νεύρου και στην περιθηλαία περιοχή. Η από του στόματος χορηγούμενη ακεταζολαμίδη δεν αποδείχθηκε να αυξάνει σημαντικά τη ροή του αίματος στον οφθαλμό, αλλά φαίνεται να συμβάλλει στη μείωση τόσο της ενδοφθάλμιας όσο και της συστηματικής αρτηριακής πίεσης. 16 171 157 Social Values and illustration in the 5th and 6th Grade Literature Book in Primary Education Οι κοινωνικές αξίες και η εικονογράφηση στο εγχειρίδιο λογοτεχνίας της Ε΄και Στ΄τάξης του Δημοτικού Σχολείου The purpose of this project is the recording, study and presentation of social values, as well as the illustration as it is reflected in the anthology of literary texts of the 5th and 6th grade. The method which is used is content analysis. The research has a qualitative and quantitative approach. The resulting social values are family love, friendship, acceptance of the other, protection of the environment, love for animals, love for the homeland and love for Greek culture. The main conclusion of the research is that the texts of the book present to children, to a large extent, traditional values such as family love and love for the Greek culture, but they also keep up to date with the new realities of this era, promoting values such as acceptance of the person next to us and protection of the environment. The illustration is dominated by The Mother, as well as the elements of Greek culture. Σκοπός της εργασίας είναι η καταγραφή, η μελέτη και η παρουσίαση των κοινωνικών αξιών και της εικονογράφησης όπως αποτυπώνονται στο ανθολόγιο λογοτεχνικών κειμένων της Ε’ και Στ’ δημοτικού. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται είναι η ανάλυση περιεχομένου. Η έρευνα έχει ποιοτική και ποσοτική προσέγγιση. Οι κοινωνικές αξίες που προκύπτουν είναι η οικογενειακή αγάπη, η φιλία, η αποδοχή του άλλου, η προστασία του περιβάλλοντος, η αγάπη για τα ζώα, η αγάπη για την πατρίδα και η αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό. Βασικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ότι τα κείμενα του βιβλίου παρουσιάζουν, σε μεγάλο βαθμό, στα παιδιά παραδοσιακές αξίες όπως είναι η οικογενειακή αγάπη και η αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό αλλά συμβαδίζουν και με τα νέα δεδομένα της εποχής προβάλλοντας αξίες όπως είναι η αποδοχή του άλλου και η προστασία του περιβάλλοντος. Στην εικονογράφηση κυριαρχεί η μητέρα καθώς και στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού. 17 136 173 Προκαταρκτική ανάλυση της έκφρασης του γονιδίου HSPC280 κατά την εμβρυογένεση του ανθρώπου HSPC280, is a low molecular weight, non typical winged helix protein whose role remains unknown. During mouse embryogenesis, HSPC280 gene expression is localized primarily in the subventricular zone of the ventral telencephalon, in the cortical plate of the developing cortex and in the subventricular zone of the cortex. In this work a preliminary analysis of the expression pattern of the human HSPC280 gene was carried out at the 12 th week of gestation. The human sections that were used were obtained from the «Zagreb Collection of human brains». HSPC280 RNA is located in both the cortical plate of the developing cortex and cells of the cortical and ganglionic eminences’ neuroepithelium. Compared to the mouse, the pattern of expression in the human embryo, at least at this stage, appears to be conserved only in the cortical plate. Η HSPC280, είναι μια πρωτεΐνη μικρού μοριακού βάρους με τρισδιάστατη διαμόρφωση φτερωτής έλικας, της οποίας ο ρόλος παραμένει άγνωστος. Κατά την εμβρυογένεση του ποντικού, το γονίδιο HSPC280, εντοπίζεται κυρίως στην υποκοιλιακή ζώνη των γαγγλιονικών προεξοχών, στην φλοιϊκή πλάκα και στην υποκοιλιακή ζώνη του αναπτυσσόμενου φλοιού. Στην παρούσα προκαταρκτική ανάλυση, μελετήθηκε το πρότυπο έκφρασης του γονιδίου HSPC280 στην ανάπτυξη του ανθρώπου και συγκεκριμένα κατά την 12η εβδομάδα αυτής. Οι ανθρώπινες τομές, που χρησιμοποιήθηκαν, προέρχονται από την «Zagreb Collection of human brains». Το HSPC280 εντοπίζεται, κατά την 12η εβδομάδα της εμβρυϊκής ανάπτυξης του ανθρώπου, στην φλοιϊκή πλάκα του αναπτυσσόμενου φλοιού, καθώς και σε κύτταρα του νευροεπιθηλίου του φλοιού και των γαγγλιονικών προεξοχών. Συγκριτικά με τον ποντικό, το πρότυπο έκφρασης φαίνεται να είναι συντηρημένο στον αναπτυσσόμενο φλοιό, σε ό, τι αφορά την έκφραση στη φλοιϊκή πλάκα, αλλά σε αντίθεση με το έμβρυο του ποντικού, παρατηρείται έκφραση στην κοιλιακή ζώνη (νευροεπιθήλιο) του φλοιού και των γαγγλιονικών προεξοχών και όχι στην υποκοιλιακή ζώνη των γαγγλιονικών προεξοχών. 18 14 14 Ο ρόλος του εποπτικού υλικού και άλλων μέσων στη διδασκαλία και μάθηση των μαθηματικών Mathematics education -- Education and instruction in mathematics -- Teaching methods and classroom techniques 19 132 135 Renewable energy sources--Government policy--European Union countries The renewables sector has grown rapidly between 2005 and 2017. In the current thesis applied policies and incentives for the promotion of renewables are analyzed, as well as the characteristics of each subsector are analyzed (solar, wind, biofuel, geothermal and hydroelectric sectors). Main conclusions include that the growth is driven by the expansion of the wind and the photovoltaics sector. However, for certain sectors there has been a decrease in the growth rate, while for others there is a long way for their energy potential to be covered. Nonetheless, it is estimated that the 2020 target for the renewables share in gross energy consumption (20%) will be reached. Such will be the case for the midterm 2030 if rational and sustainable policies are to be applied. Ο τομέας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έχει σημειώσει σημαντική διεύρυνση καθ’ όλο το διάστημα μεταξύ 2005 και 2017. Στην παρούσα εργασία αναλύθηκαν οι εφαρμοσμένες πολιτικές, οι πρακτικές και τα χαρακτηριστικά των επιμέρους τομέων του κλάδου, δηλαδή εκείνων της ηλιακής ενέργειας, της αιολικής ενέργειας, της ενέργειας από βιορευστά, καθώς και της γεωθερμικής και υδροηλεκτρικής ενέργειας. Βασικά συμπεράσματα της εργασίας είναι ότι η ανάπτυξη καθοδηγείται από τη διεύρυνση του τομέα της αιολικής ενέργειας και των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Ωστόσο, σε ορισμένους κλάδους παρατηρείται είτε επιβράδυνση είτε ότι έχει αξιοποιηθεί ελάχιστο ποσοστό του δυναμικού για παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας. Εν τούτοις, ο στόχος του 2020 για τη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στη συνολική ενεργειακή κατανάλωση σε ποσοστό 20% εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί και ότι με την εφαρμογή ορθολογικών και βιώσιμων πολιτικών ο ενδιάμεσος στόχος για το 2030 είναι ρεαλιστικός. 20 104 107 Breast milk is one of the most basic elements of raising a toddler. The benefits are immense and include both physical and mental and mental advantages. Doctors highly recommend to new moms to make breastfeeding their child. In fact, in recent years a new debate has opened up on public breastfeeding. Now, thousands of new mothers have the ability to breastfeed their infants at any time and in any place they are, without encountering legal consequences. The aim of this work is to present the issue of breast milk. The issues of the history of breastfeeding, anatomy and breastfeeding techniques are presented at work. Το μητρικό γάλα αποτελεί ένα από τα βασικότερα στοιχεία ανατροφής ενός μικρού παιδιού. Τα οφέλη είναι τεράστια και περιλαμβάνουν τόσο σωματικά όσο και ψυχικά και νοητικά πλεονεκτήματα. Οι γιατροί συστήνουν ανεπιφύλακτα σε νέες μητέρες να προβούν στο θηλασμό του παιδιού τους. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχει ανοίξει μία νέα συζήτηση που αφορά το δημόσιο θηλασμό. Πλέον, χιλιάδες νέες μητέρες έχουν τη δυνατότητα να θηλάσουν τα βρέφη τους, ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε μέρος βρίσκονται, δίχως να αντιμετωπίζουν νομικές συνέπειες. Στόχος της παρούσης εργασίας είναι η παρουσίαση του ζητήματος του μητρικού γάλακτος. Στην εργασία παρουσιάζονται τα ζητήματα της ιστορίας του θηλασμού, της ανατομίας αλλά και τεχνικών θηλασμού. 21 44 54 In this essay is presented an educational material for the education of young children (aged 4-8 years old) about urban environment and related environmental problems of the city of Alexandroupolis. The activities of this educational material cold be applied in a Natural History Museum Στην εργασία αυτή σχεδιάστηκε προτεινόμενο εκπαιδευτικό υλικό για την εκπαίδευση των μικρών παιδιών σε προβλήματα που αφορούν το αστικό περιβάλλον αξιοποιώντας το μουσείο ως χώρο μη τυπικής εκπαίδευσης. Οι δραστηριότητες που διαμορφώθηκαν είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε χώρους μη τυπικής εκπαίδευσης όπως το Μουσείο φυσικής ιστορίας. Οι προτεινόμενες δραστηριότητας αφορούν την πόλη τη Αλεξανδρούπολης 22 279 291 Ανοσοϊστοχημική έκφραση και πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης MAGE-C1 στον καρκίνο του παγκρέατος Aim: The aim of the present research study was to investigate the immunohistochemical expression of the MAGE-C1 protein in pancreatic cancer. Furthermore, to investigate the possible association of this expression with various clinicopathological parameters, such as age, stage, grade and survival, as well as the possible association with the disease prognosis.Materials and methods: The material investigated in the present research study consists of 53 paraffin blocks. It concerns tissues derived from patients with pancreatic adenocarcinoma. The immunohistochemical study was performed, using the biotin- streptavidin technique.Results: A mild positive expression of the MAGE-C1 protein was observed in 20 patients (37.7%), while no expression was observed in the remaining 33 patients (62.3%). Moderate or high expression was not observed in any of the 53 patients. A statistically significant association of the MAGE-C1 expression was observed with age (p<0.0001), patient survival (p<0.0001), grade (p<0.0001) and stage (p<0.0001). The log-rank analysis showed statistically significant difference in the survival of patients with mild expression of MAGE-C1, compared to the survival of patients with no MAGE-C1 expression (p<0.0001). Carcinomas with mild expression of MAGE-C1 are associated with worse prognosis. Furthermore, the absence of chemotherapy treatment is associated with worse prognosis, according to the log-rank analysis (p=0.00112).Conclusions: In the present study, mild immunohistochemical expression of the MAGE-C1 protein was demonstrated in patients with pancreatic cancer. Despite the limited number of cases, it emerges from this study that MAGE-C1 protein could form a significant prognostic marker in pancreatic cancer. However, the conduction of further research studies is awaited, with large numbers of patients, aiming for the employment of the MAGE-C1 protein, as well as other cancer antigens, in both the prognosis and the treatment of pancreatic cancer. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας ήταν να μελετηθεί η ανοσοϊστοχημική έκφραση της πρωτεΐνης MAGE-C1 στον καρκίνο του παγκρέατος. Επιπλέον, να διερευνηθεί η πιθανή συσχέτιση της έκφρασης αυτής με διάφορους κλινικοϊστοπαθολογικούς παράγοντες, όπως η ηλικία, το στάδιο της νόσου, ο ιστολογικός βαθμός διαφοροποίησης και η επιβίωση καθώς και η πιθανή συσχέτιση με την πρόγνωση της νόσου.Υλικά και μέθοδος: Το υλικό που μελετήθηκε στην παρούσα ερευνητική εργασία αφορά 53 κύβους παραφίνης. Πρόκειται για ιστούς οι οποίοι προήλθαν από ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα του παγκρέατος. Για την ανοσοϊστοχημική μελέτη ακολουθήθηκε η τεχνική βιοτίνης-στρεπταβιδίνης.Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε ήπια θετική έκφραση της MAGE-C1 σε 20 ασθενείς (37.7%) και απουσία έκφρασης στους υπόλοιπους 33 ασθενείς (62.3%). Μέτρια ή υψηλή έκφραση δεν παρατηρήθηκε σε κανέναν από τους 53 ασθενείς. Παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C1 με την ηλικία (p<0.0001), την επιβίωση των ασθενών (p<0.0001), το βαθμό διαφοροποίησης (p<0.0001) και το στάδιο της νόσου (p<0.0001). Ο έλεγχος log-rank έδειξε στατιστικά σημαντική διαφορά της επιβίωσης των ασθενών με ήπια έκφραση της MAGE-C1 σε σχέση με την επιβίωση των ασθενών χωρίς έκφραση της MAGE-C1 (p<0.0001). Τα καρκινώματα με ήπια έκφραση της MAGE-C1 σχετίζονται με χειρότερη πρόγνωση. Επίσης, η μη υποβολή σε χημειοθεραπεία σχετίζεται με χειρότερη πρόγνωση, σύμφωνα με τον έλεγχο log-rank (p=0.00112).Συμπεράσματα: Στην παρούσα μελέτη παρουσιάστηκε ήπια ανοσοϊστοχημική έκφραση της πρωτεΐνης MAGE-C1 σε ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος. Παρά τον περιορισμένο αριθμό περιστατικών, από τη μελέτη αυτή προκύπτει ότι η πρωτεΐνη MAGE-C1 μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό προγνωστικό δείκτη στον καρκίνο του παγκρέατος. Αναμένεται, ωστόσο, η διεξαγωγή περαιτέρω ερευνητικών μελετών, με μεγάλους αριθμούς ασθενών, με στόχο την αξιοποίηση της πρωτεΐνης MAGE-C1, καθώς και άλλων καρκινικών αντιγόνων, τόσο στην πρόγνωση, όσο και στη θεραπεία του καρκίνου του παγκρέατος. 23 237 260 Προωθώντας τη δημιουργικότητα στην εκπαίδευση: απόψεις εκπαιδευτικών The aim of this research was to highlight the benefits that education could receive if creativity was a part of every one of her aspect, through the exploration of it’s conceptual, historical and scientific dimension as well as the teacher’s views on creativity’s contribution to the teaching and pedagogical process. The survey, which was accomplished by primary school teachers, teaching in the urban area of Alexandroupolis during the school year 2016 - 2017, revealed that: 1. Teachers consider that creativity is a pre-existing charisma and a personality characteristic. 2. They noted that the creative result is more likely to be accomplished by constant working and thinking than momentary inspiration and luck. 3. Teachers, despite their focus on the inherent nature of creativity, have argued that education can help to strengthen and cultivate it. 4. With regard to the creative person’s profile, teachers argued that he/she is not afraid to make mistakes, that he/she has curiosities, originality and imaginative thinking. 5. The contribution of education in enhancing student’s creativity is emphasized by teachers. They argue that school is the ideal environment to enhance a student’s creativity and gives more creative opportunities to children than the Kindergarten, but they are disappointed by the content of school books and curriculum. 6. About the educational methods that they are using during their lesson it must be said that the working in pairs and lecture are the two most preferred teaching methods Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν να σημειώσει τα οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει η εκπαίδευση με την ένταξη της δημιουργικότητας στην κάθε πτυχή της, μέσα από τη διερεύνηση της εννοιολογικής, ιστορικής και επιστημονικής της διάστασης αλλά και των απόψεων των εκπαιδευτικών για τη συμβολή της στη διδακτική και παιδαγωγική διαδικασία. Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε, στην οποία συμμετείχαν εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που υπηρετούν σε σχολεία της αστικής περιοχής της Αλεξανδρούπολης τη σχολική χρονιά 2016 – 2017, προέκυψε ότι: 1. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν τη δημιουργικότητα ένα προϋπάρχον χάρισμα και χαρακτηριστικό της προσωπικότητας του ατόμου. 2. Σημείωσαν ότι είναι πιο πιθανή η παραγωγή ενός δημιουργικού αποτελέσματος από τη συνεχή εργασία και σκέψη παρά από τη στιγμιαία έμπνευση και τύχη. 3. Οι εκπαιδευτικοί παρόλη την επικέντρωσή τους στην έμφυτη ύπαρξη της δημιουργικότητας στο άτομο υποστήριξαν ότι η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλλει στην ενίσχυση και την καλλιέργειά της. 4. Σχετικά με το προφίλ του δημιουργικού ατόμου έκαναν λόγο για την απουσία του φόβου του για το λάθος, ότι διακατέχεται από περιέργεια, από πρωτοτυπία και φαντασία στη σκέψη. 5. Η συμβολή της εκπαίδευσης στην ενίσχυση της δημιουργικότητας του μαθητή, τονίζεται από τους εκπαιδευτικούς. Υποστηρίζουν ότι το σχολείο είναι το ιδανικό περιβάλλον για αυτή την ενέργεια, ότι δίνει περισσότερες ευκαιρίες δημιουργικής έκφρασης στα παιδιά από ότι το Νηπιαγωγείο, αλλά δηλώνουν απογοητευμένοι από το περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων και του Αναλυτικού Προγράμματος 6. Όσον αφορά τις μεθόδους διδασκαλίας που οι ίδιοι εφαρμόζουν κατά τη διδασκαλία τους κυρίαρχη είναι η συνεργατική ανά δύο μαθητές και η μετωπική διδακτική μέθοδος 24 277 308 Διαφορές στη δομή του οπτικού δίσκου, όπως μετρώνται με το Heidelberg Retina Tomography μεταξύ ατόμων με και χωρίς αποφολίδωση σε μή γλαυκωματικούς συμμετέχοντες στην μελέτη Thessaloniki Eye Study Aim: The aim of the present study is to record the characteristics of the morphology and the parameters of the optic disc in a non-glaucoma population with pseudoexfoliation and in a non-glaucoma population without pseudoexfoliation. The objective is also to compare the HRT parameters between the group of participants with pseudoexfoliation and the group of participants without pseudoexfoliation. Material and Method: The data used in this study is derived from the Thessaloniki Eye Study population study. The protocol included demographics, medical and ophthalmic history, blood pressure measurement, dietary habits and lifestyle habits, visual acuity measurement, slit lamp test, and HRT imaging. The selection of the 2 groups of the analysis was based on the existence of pseudoexfoliation or not. The two groups were compared in terms of demographics, somatometric data and intraocular pressure as well as HRT parameters. The correlations found between HRT parameters and pseudoexfoliation in single-factor analysis was weighted for potential confounding factors in a multifactorial model. As a level of statistical significance, the p value was set p <0.05. esults: In the analysis were included 1175 participants in the Thessaloniki Eye Study. People with pseudoexfoliation had statistically significantly older age as well as higher intraocular pressure than non pseudoexfoliative. There was no statistically significant correlation in both the mono-factorial and multifactorial correlation model of HRT and parameters in the pseudoexfoliation group. Conclusions: In line with existing literature, people with pseudoexfoliation syndrome were older and have increased intraocular pressure. Our findings show that there are no structural differences in the optic nerve between healthy individuals with pseudoexfoliation and without. Consequently, structural predisposition could not explain the higher risk of glaucoma development in patients with pseudoexfoliation. Σκοπός: Ο στόχος της παρούσας μελέτης είναι η καταγραφή των χαρακτηριστικών της μορφολογίας και των παραμέτρων του οπτικού δίσκου σε μη γλαυκωματικό πληθυσμό με ψευδοαποφολίδωση και σε μη γλαυκωματικό πληθυσμό χωρίς ψευδοαποφολίδωση. Στόχο επίσης αποτελεί η σύγκριση των παραμέτρων του HRT μεταξύ της ομάδας των συμμετεχόντων με ψευδοαποφολίδωση και της ομάδας των συμμετεχόντων χωρίς ψευδοαποφολίδωση Υλικό και μέθοδος: Τα δεδομένα που αξιοποιήθηκαν στην μελέτη αυτή προέρχονται από την πληθυσμιακή μελέτη Thessaloniki Eye Study. Το πρωτόκολλο περιελάμβανε λήψη δημογραφικών στοιχείων, ιατρικού και οφθαλμικού ιστορικού, μέτρηση αρτηριακής πίεσης, καταγραφή διατροφικών συνηθειών και συνηθειών τρόπου ζωής, μέτρηση οπτικής οξύτητας, εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία και απεικόνιση με HRT. Η επιλογή των 2 ομάδων της ανάλυσης έγινε βάσει της ύπαρξης ψευδοαποφολίδωσης η μη. Οι 2 ομάδες συγκρίθηκαν ως προς τα δημογραφικά στοιχεία, τα σωματομετρικά δεδομένα και την ενδοφθάλμια πίεση καθώς επίσης και ως προς τις παραμέτρους του HRT. Οι συσχετίσεις που βρέθηκαν μεταξύ των παραμέτρων του HRT και της ύπαρξης ψευδοαποφολίδωσης στην μονοπαραγοντική ανάλυση σταθμίστηκαν για πιθανούς συγχυτικούς παράγοντες σε πολυπαραγοντικό μοντέλο. Ως επίπεδο στατιστικής σημανικότητας τέθηκε το p<0.05.Αποτελέσματα:. Στην ανάλυση περιλήφθησαν 1175 συμμετέχοντες στο Thessaloniki Eye Study. Τα άτομα με ψευδοαποφολίδωση είχαν στατιστικά σημαντικά μεγαλύτερη ηλικία καθώς και υψηλότερη ενδοφθάλμια πίεση σε σχέση με τους μη ψευδοαποφολιδωτικούς. Τόσο στο μονοπαραγοντικό όσο και στο πολυπαραγοντικό μοντέλο συσχέτισης των παραμέτρων του HRT και της ψευδοαποφολίδωσης δεν αναδείχθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση. Συμπεράσματα: Σε συμφωνία με την ήδη υπάρχουσα βιβλιογραφία τα άτομα με ψευδοαποφολίδωση εμφανίζουν τόσο μεγαλύτερη ηλικία όσο και ενδοφθάλμια πίεση. Τα ευρήματα μας δείχνουν ότι δεν υπάρχουν δομικές διαφορές του οπτικού νεύρου μεταξύ υγιών ατόμων με ψευδοαποφολίδωση και χωρίς. Συνεπώς δομική προδιάθεση δεν θα μπορούσε να εξηγήσει τον αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης γλαυκώματος σε ασθενείς με ψευδοαποφολίδωση. 25 241 268 Καταγραφή, ανάλυση και προτάσεις βελτιστοποίησης της αλυσίδας παραγωγής, τυποποίησης και διακίνησης οίνου και αποσταγμάτων It is a fact that in recent decades wine production in Greece has improved to a great extent and especially in terms of the quality of Greek wines. This major change has been brought about, by both the entry of technology into wine production and the specialization of staff in the handling of technological assets. Thus, from the early stages of wine production, that is, from the implantation of the vine, the harvesting of the grape marc to the slimming, fermentation, bottling, aging and preservation of wine, technology appears with excellent results in the final product. Naturally, none of the above would have the slightest significance if the human factor did not play its own role. In both production and consumption, people seem to be the dominant element, since they demonstrate their love and preference for this product, which has been presented centuries ago, since antiquity. It is remarkable that in recent years in Greece the quantities of wine production have increased as demand seems to increase continuously while the production and consumption of distillation products are stable with increasing trends which are very likely to happen because of technological development. Due to technological development many and important changes that are taking place need to conform with the specialization of staff in the use of technology means in order to improve certain sectors with a view to gradual and continuous development. Definitely there is room for further developments and more improvement Είναι γεγονός ότι τις τελευταίες δεκαετίες η παραγωγή κρασιών στην Ελλάδα έχει βελτιωθεί κατά ένα μεγάλο βαθμό και ιδιαίτερα ως προς την ποιότητα των ελληνικών οίνων. Αυτή η μεγάλη αλλαγή επήλθε τόσο από την είσοδο της τεχνολογίας στην παραγωγή οίνου όσο και από την εξειδίκευση του προσωπικού στο χειρισμό των τεχνολογικών αποκτημάτων. Έτσι από τα αρχικά στάδια της οινοπαραγωγής, δηλαδή από την εμφύτευση του αμπελιού, τη συλλογή των στέμφυλων έως τη γλευκοποίηση, τη ζύμωση, την εμφιάλωση, την παλαίωση και διατήρηση του οίνου, η τεχνολογία κάνει αισθητή την παρουσία της με εξαιρετικά αποτελέσματα στο τελικό προϊόν. Βεβαίως τίποτε εκ των άνωθεν δεν θα είχε την παραμικρή σημασία αν δεν έπαιζε το δικό του ρόλο ο ανθρώπινος παράγοντας. Τόσο στην παραγωγή όσο και στην κατανάλωση ο άνθρωπος φαίνεται να είναι το κυρίαρχο στοιχείο αφού αποδεικνύει την αγάπη του και την προτίμησή του για το προϊόν αυτό που παρουσιάζεται αιώνες πριν, ήδη απο την αρχαιότητα. Αξιοσημείωτο είναι ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα έχουν αυξηθεί οι ποσότητες παραγωγής οίνου, καθώς η ζήτηση φαίνεται να αυξάνεται ολοένα και περισσότερο ενώ η παραγωγή και κατανάλωση προϊόντων απόσταξης, όπως η ρετσίνα και το τσίπουρο φαίνεται να παρουσιάζει μία σταθερότητα με αυξανόμενες τάσεις που είναι πολύ πιθανό να οφείλεται στην τεχνολογική εξέλιξη. Οι πολλές και σημαντικές αλλαγές που συμβαίνουν λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης είναι απαραίτητο να συμβαδίζουν με την εξειδίκευση του προσωπικού στη χρησιμοποίηση των τεχνολογικών μέσων, για τη βελτίωση ορισμένων τομέων, με σκοπό τη σταδιακή και συνεχή εξέλιξη. Το σίγουρο είναι ότι υπάρχει έδαφος για περαιτέρω ανάπτυξη και περισσότερες βελτιώσεις 26 318 296 The course of religious in the analytical curriculum and textbooks of religious education in elementary school from 1974 to 2018 Το μάθημα των Θρησκευτικών στα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά εγχειρίδια των Θρησκευτικών του δημοτικού σχολείου από το 1974 ως το 2018 The present study analyses the lesson of religious education, as it is presented through school textbooks and analytical programs from the post-occupation until the modern era. More specifically, it focuses on the changes that have been observed in the religious class both in terms of the organization of the objectives and in terms of the content and teaching methods that have been applied throughout the course's development. As far as the structure of the work is concerned, it consists of two parts, the theoretical and the research. The first part is the theoretical. It is divided into three chapters and focuses firstly on the study of religious education in Greece, then there is an account about the analytical programs and how they have evolved over time and finally is presented a thorough investigation of the course of religious in primary school, putting emphasis on the study of the content, objectives and methods applied to the teaching of this course. The second part, which covers the research section, focuses on the study of the research questions that have been raised, while the content analysis is used as the main methodological tool in order to study the objectives, content and methods applied to the teaching of the religious lesson. In particular, a detailed review of the textbooks of the last classes of the primary school is carried out and even a comparison is made in order to study the changes that have taken place, both in the content and in the teaching methods applied. The changes that investigated are placed in the general context of the study of textbooks and curriculum. Finally, the aim of the study is to present the course, advance and modification of teaching methods, as they appear in the analytical programs of the period under study. Η παρούσα μελέτη ερευνά το μάθημα των θρησκευτικών, όπως αυτό παρουσιάζεται μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια και τα αναλυτικά προγράμματα από τη μεταπολίτευση μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. Πιο συγκεκριμένα επικεντρώνεται στις αλλαγές που έχουν παρατηρηθεί στο μάθημα των θρησκευτικών τόσο ως προς την οργάνωση των στόχων όσο και ως προς το περιεχόμενο και τις μεθόδους διδασκαλίας που εφαρμόστηκαν σε όλη την πορεία εξέλιξης του μαθήματος. Όσον αφορά τη δομή της εργασίας αυτή αποτελείται από δυο μέρη, το θεωρητικό και το ερευνητικό. Το πρώτο μέρος, είναι το θεωρητικό. Διαιρείται σε τρία κεφάλαια και εστιάζει αρχικά στη μελέτη της θρησκευτικής εκπαίδευσης στον ελλαδικό χώρο, κατόπιν γίνεται λόγος για τα αναλυτικά προγράμματα και πώς αυτά έχουν εξελιχθεί μέσα στο χρόνο ενώ τέλος παρουσιάζεται διεξοδικά η διερεύνηση του μαθήματος των θρησκευτικών στο δημοτικό σχολείο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη μελέτη του περιεχομένου, των σκοπών και των μεθόδων που εφαρμόστηκαν στη διδασκαλία του συγκεκριμένου μαθήματος. Το δεύτερο μέρος, το οποίο καλύπτει το ερευνητικό κομμάτι, επικεντρώνεται στη μελέτη των ερευνητικών ερωτημάτων που έχουν τεθεί, ενώ ως κύριο μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποιείται η ανάλυση περιεχομένου προκειμένου να μελετηθούν οι σκοποί, το περιεχόμενο και οι μέθοδοι που εφαρμόστηκαν στη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών. Ειδικότερα, γίνεται αναλυτική επισκόπηση των σχολικών εγχειριδίων των τελευταίων τάξεων του δημοτικού σχολείου και μάλιστα γίνεται σύγκριση προκειμένου να μελετηθούν οι αλλαγές που έχουν λάβει χώρα, τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στις μεθόδους διδασκαλίας που εφαρμόστηκαν. Οι αλλαγές που διερευνώνται τίθενται στο γενικότερο πλαίσιο μελέτης των σχολικών εγχειριδίων και των αναλυτικών προγραμμάτων. Τέλος στόχος της εργασίας είναι να παρουσιάσει την πορεία, την εξέλιξη και την τροποποίηση των μεθόδων διδασκαλίας, όπως αυτές εμφανίζονται στα αναλυτικά προγράμματα της υπό μελέτη περιόδου. 27 237 219 This present paper studies the educators’ attitude concerning the integration of digital educational games in the educational process. More specifically, the attitude of the educators towards the digital educational games, their opinions about the use of digital educational games in the teaching process and their contribution in this are looked into. The difficulties which the teaching professionals face in their use, the educators’ opinions in their integration in the school syllabus and finally the role of the educator during the use of DEG are also looked into. This project is divided into two basic parts. In the “theoretic part”, in which information about the games (typical, serious, electronic, digital, educational), their characteristics (positive, negative), the role of the teacher website examples of digital educational games as well as a bibliographical reviews with scientific research which has preceded concerning this topic are cited. In the second part, the “research”, the methodology of the study, which was performed through semi-constructed interviews, the analysis of the collected data and finally the discussion of the findings and the ascertainments which have been deduced are presented. From the analysis of the interviews, it has been found that the educators are positive towards the use of digital educational games taking into account the success rate of their educating goals and their teaching in general, however they face particular difficulties during the integration and use of the digital educational games in the teaching process. Η παρούσα εργασία μελετά τις στάσεις των εκπαιδευτικών για την ένταξη των ψηφιακών εκπαιδευτικών παιχνιδιών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα, διερευνώνται η στάση των εκπαιδευτικών απέναντι στα ψηφιακά εκπαιδευτικά παιχνίδια, οι απόψεις τους για τη χρήση των ψηφιακών εκπαιδευτικών παιχνιδιών στη διδακτική πράξη και η συμβολή τους σε αυτή. Επίσης μελετώνται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευτικοί κατά τη χρήση τους, οι απόψεις των εκπαιδευτικών για την ένταξή τους στο σχολικό πρόγραμμα και τέλος ο ρόλος του εκπαιδευτικού κατά τη χρήση των ΨΕΠ. Η εργασία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη. Στο «θεωρητικό μέρος», στο οποίο παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με τα παιχνίδια (τυπικά, σοβαρά, ηλεκτρονικά, ψηφιακά εκπαιδευτικά), τα χαρακτηριστικά τους (θετικά και αρνητικά),τον ρόλο του δασκάλου, παραδείγματα ιστοσελίδων από ψηφιακά εκπαιδευτικά παιχνίδια καθώς και μία βιβλιογραφική ανασκόπηση με επιστημονικές έρευνες που έχουν προηγηθεί σχετικές με το θέμα της εργασίας. Στο δεύτερο μέρος, το «ερευνητικό», παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας, η οποία διεξήχθη μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων, η ανάλυση των συλλεχθέντων δεδομένων και τέλος η συζήτηση των ευρημάτων και οι διαπιστώσεις που εξήχθησαν. Από την ανάλυση των συνεντεύξεων, διαπιστώθηκε πως οι εκπαιδευτικοί είναι θετικοί ως προς την χρήση των ψηφιακών εκπαιδευτικών παιχνιδιών λαμβάνοντας υπόψη το ποσοστό επιτυχίας των διδακτικών τους στόχων και της διδασκαλίας τους συνολικά, ωστόσο αντιμετωπίζουν ορισμένες δυσκολίες κατά την ένταξη και χρήση των ψηφιακών εκπαιδευτικών παιχνιδιών στην διδακτική πράξη. 28 11 9 Χαρτογράφηση και ψηφιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών του Ν. Ροδόπης Mapping and digitizing of protected areas in the prefecture of Rodopi 29 200 184 Μελέτη του βιοχημικού μονοπατιού της ξηρανθεκτικότητας στο Zea mays The product of the Pti gene is a serine/threonine kinase, which interacts with the kinase coded by the Pto gene during plant responses to abiotic stresses. Additionally, a positive correlation has been found between the expression of the ZmPti1 gene of Zea mays and the tolerance of inbred lines exhibited during limited irrigation. The objective of this study was to assess the level of ZmPti1 expression in corn hybrids, that were the result of crossing these tolerant and sensitive inbred lines, and to evaluate the possible ZmPti1 connection with drought tolerance in plants. During the experiment, extraction of total RNA from plant leaves, cDNA synthesis and the Real-Time PCR techniques were used so as to be ascertained the level of ZmPti1 expression in the different genotypes. It was observed that, under water stress, the drought tolerant hybrid 2 had expressed the gene in question in a higher degree, while the sensitive hybrid 8 had under-expressed it. Furthermore, when a tolerant inbred line had been cross-fertilized with a sensitive one, the produced hybrid (4) presented enhanced gene expression compared to the cross of two sensitive lines (8), but it did not reach the level of the cross between two tolerant lines Το προϊόν έκφρασης του γονιδίου Pti1 αποτελεί μια κινάση σερίνης/θρεονίνης, η οποία αλληλεπιδρά με την κινάση του γονιδίου Pto κατά την απόκριση των φυτών σε βιοτικές καταπονήσεις. Ωστόσο, έχει διαπιστωθεί θετική σύνδεση της έκφρασης του ομόλογου γονιδίου του (ZmPti1) στον αραβόσιτο με την ανθεκτικότητα καθαρών σειρών σε συνθήκες μειωμένης άρδευσης. Σκοπός της εργασίας ήταν η αξιολόγηση του επιπέδου έκφρασης του γονιδίου ZmPti1 σε υβρίδια καλαμποκιού, που προέκυψαν από διασταυρώσεις ανθεκτικών και ευαίσθητων καθαρών σειρών, και του βαθμού σύνδεσής του με την ανθεκτικότητα των φυτών στην ξηρασία. Κατά τη διεξαγωγή του πειράματος πραγματοποιήθηκε εξαγωγή του συνολικού RNA από τα δείγματα, σύνθεση του αντίστοιχου cDNA και αντίδραση Real Time PCR, ώστε να βρεθεί το επίπεδο έκφρασης του γονιδίου ZmPti1. Παρατηρήθηκε ότι το ανθεκτικό στη μειωμένη άρδευση, υβρίδιο 2, εκφράζει σε υψηλότερο επίπεδο το εν λόγω γονίδιο, ενώ στο ευαίσθητο υβρίδιο 8 το ZmPti1 υποεκφράζεται. Επιπλέον, στην περίπτωση της διασταύρωσης μιας ανθεκτικής καθαρής σειράς με μια ευαίσθητη, το υβρίδιο (4) που προκύπτει παρουσιάζει ενισχυμένη έκφραση του γονιδίου σε σύγκριση με το υβρίδιο που προέρχεται από δύο ευαίσθητες σειρές 30 154 176 Ποιοί είναι οι καλύτεροι προγνωστικοί παράγοντες για την πρόβλεψη του σοβαρού συνδρόμου υπερδιέγερσης ωοθηκών Controlled ovarian stimulation aims to produce as many follicles as possible, with the aim of increasing the number of oocytes to be collected. In some cases, however, it becomes particularly aggressive, with the more serious complication being the Ovarian Hyperstimulation Syndrome (OHSS), which is potentially life-threatening.The incidence of severe OHSS is between 0.008% - 10%. OHSS is classified on the basis of its clinical expression in the following categories: Mild, Moderate and Severe. However, it is also classified on the basis of its onset expressed time, in early and late OHSS. Some of the Symptoms expressed during OHSS are, inter alia, ovarian enlargement, ascites and thrombo¬embolic events. Although the pathophysiology of OHSS has not yet been fully understood, it seems that hCG and Vascular Endothelial Growth Factor (VEGF) play an essential role in the expression of OHSS. Anti Mullerian Hormone and the Antral Follicle Count (AFC) number seem to offer a greater predictive value. Η ελεγχόμενη ωοθηκική διέγερση στοχεύει στην παραγωγή όσο το δυνατών περισσότερων ωοθυλακίων, με σκοπό τον αυξημένο αριθμό ωαρίων προς συλλογή. Σε κάποιες περιπτώσεις ωστόσο γίνεται ιδιαίτερα επιθετική, με σοβαρότερη επιπλοκή της το Σύνδρομο Υπερδιέγερσης Ωοθηκών (Ovarian Hyperstimulation Syndrome-OHSS), το οποίο αποτελεί δυνητικά απειλητική, για την ζωή της γυναίκας. Η επίπτωση της σοβαρής μορφής OHSS κυμαίνεται μεταξύ 0,008% - 10%. Η ταξινόμηση του OHSS γίνεται βάση της κλινικής εικόνας του στις κλινικές κατηγορίες Mild (Ήπιο), Moderate (μέτριο) και Severe (σοβαρό), αλλά και βάση του χρόνου εμφάνισης του, σε πρώιμο και όψιμο OHSS . Στα συμπτώματα του Συνδρόμου συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η διόγκωση των ωοθηκών, η συλλογή ασκητικού υγρού, και τα θρομβο-εμβολικά επεισόδια. Αν και η παθοφυσιολογία του OHSS δεν έχει γίνει ακόμη πλήρως κατανοητή, φαίνεται πως ουσιαστικό ρόλο στην εκδήλωση του συνδρόμου, παίζει η hCG και ο αγγειακός-ενδοθηλιακός αυξητικός παράγον (VEGF). Στην πρόγνωση του συνδρόμου τη μεγαλύτερη προγνωστική αξία φαίνεται να έχουν η Αντιμυλλέριος ορμόνη (AMH) και o Αριθμός ωοθυλακίων με άντρο ^FC). 31 244 211 Secondary School Control Mechanisms during Dictatorship (1967-1974) Μηχανισμοί ελέγχου στο Δευτεροβάθμιο Σχολείο κατά την περίοδο της Δικτατορίας (1967-1974) This project focuses on the mechanisms controlling school and out- of- school life, which were practised by the dictatorial regime, during their rule from 1967-1974, in Secondary Education. The major historic events of the 1950’s and 1960’s, which led to the establishment of the dictatorship and the implementation of such rules concerning shools, were approached through a bibliographic research. The dictatorship of April 21st was presented as the ideological heir of the ideology of Nationalism of the post-war right wing party and Anti- Communism. In particular, in the field of education, immediately after acquiring power, significant innovations of the 1964 reformation were abolished with a series of Compulsory laws. However, soon, more liberal options were sought and adopted, very similar to those of 1964, proving that their abolition in 1967 was purely reactionary. At the same time, this research, through the study of unpublished archival records of the Feres High School, while trying to answer concerning questions, it also highlighted the ways in which dictatorship tried to direct the everyday life and function of the school, both in an on- school and out- of school level and , revealing at the same time their effort to control the ideological orientation of both students and teachers of Secondary Education. Last but not least, an attempt was made to interpret the reactions of students and teachers to the attempted ideological manipulation and school controlling imposed by the dictatorial regime. Η παρούσα εργασία διερευνά τους μηχανισμούς ελέγχου της ενδοσχολικής και εξωσχολικής ζωής, που εφάρμοσε το δικτατορικό καθεστώς κατά την περίοδο 1967-1974 στο Δευτεροβάθμιο Σχολείο. Μέσα από τη βιβλιογραφική επισκόπηση προσέγγισε τα κυριότερα ιστορικά γεγονότα των δεκαετιών 1950 και 1960, που προετοίμασαν και οδήγησαν στην εγκαθίδρυση του καθεστώτος και στην εκπαιδευτική πολιτική που αυτό εφάρμοσε. Η δικτατορία της 21ης Απριλίου παρουσιάστηκε ως κληρονόμος της ιδεολογίας της Εθνικοφροσύνης της μεταπολεμικής δεξιάς και του Αντικομμουνισμού. Ειδικότερα, στο χώρο της εκπαίδευσης, αμέσως μετά την επιβολή της, με μια σειρά αναγκαστικών νόμων κατήργησε σημαντικές καινοτομίες της μεταρρύθμισης του 1964. Σύντομα, όμως, αναζητήθηκαν και υιοθετήθηκαν πιο φιλελεύθερες επιλογές, πολύ κοντά σε αυτές του 1964, γεγονός που αποδείκνυε ότι η κατάργησή τους το 1967 είχε καθαρά αντιδραστικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, η έρευνα, μέσα από τη μελέτη αδημοσίευτου αρχειακού υλικού του Εξατάξιου Γυμνασίου Φερών, επιχειρώντας να απαντήσει στα ερευνητικά ερωτήματα, ανέδειξε τους τρόπους με τους οποίους η Δικτατορία προσπάθησε να κατευθύνει την καθημερινή ζωή και δράση του σχολείου, τόσο σε ενδοσχολικό όσο και σε εξωσχολικό επίπεδο, καταδεικνύοντας ταυτόχρονα και την προσπάθεια ιδεολογικού προσανατολισμού μαθητών και εκπαιδευτικών της Μέσης Εκπαίδευσης. Τέλος, επιχείρησε να ερμηνεύσει την αντίδραση εκπαιδευτικών και μαθητών στην απόπειρα ιδεολογικής χειραγώγησης και ελέγχου του Σχολείου από τη Δικτατορία. 32 236 227 Βιοσιμότητα των καρκινικών κυττάρων OVCAR-5 ΚΑΙ sk-ov-3 με διαφορετικά καλλιεργητικά μέσα Cell cultures represent one of the most valuable tools in the field of applied biosciences. Until their massive application began, experimental approaches in cellular and molecular biology were limited to studies in whole animals or tissues which could not be preserved for a long period of time. The development of cell cultures, facilitated researchers and allowed the study of cellular mechanisms and functions in vitro. SK-OV-3 and OVCAR-5 cell lines are derived from ovarian cancer cells. These cell lines are widely used in research projects in order to obtain a better understanding on how cancer cells function, as well as in the development of new anti-cancer agents. The purpose of this essay was to culture the selected SK-OV-3 and OVCAR-5 cell lines in five different media, in order to find which is the most suitable for each cell line. To assess the effectiveness of each media, SK-OV-3 and OVCAR-5 cell were cultured for 48 hours under controlled environmental conditions of temperature, humidity and CO2, in one medium at a time. After a 48 hours incubation, both cell number and cell vitality were counted. For the purposes of this essay, the following culture media were chosen: DMEM (Dulbecco’s Modified Eagle’s Medium), RPMI-1640 (Roswell Park Memorial Institute Medium), G-IVFTM, G-1 PLUSTM και G-2TM. After a statistic analysis of the results of this experimental approach, it is evident that DMEM was the most suitable medium for both cell lines. Οι κυτταροκαλλιέργειες αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία στον χώρο των εφαρμοσμένων βιολογικών επιστημών. Έως ότου ξεκινήσει η ευρεία εφαρμογή τους, οι μελέτες κυτταρικής και μοριακής βιολογίας περιορίζονταν σε πειραματόζωα ή σε ιστούς, οι οποίοι όμως δεν διατηρούνταν για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Η ανάπτυξη των κυτταροκαλλιεργειών διευκόλυνε τους ερευνητές και επέτρεψε την in vitro μελέτη των κυτταρικών μηχανισμών και λειτουργιών καθώς και την ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Οι κυτταρικές σειρές SK-OV-3 και OVCAR-5 προέρχονται από καρκινικά κύτταρα ωοθηκών και είναι από τις πιο συχνά χρησιμοποιούμενες στην έρευνα για την κατανόηση της συμπεριφοράς των καρκινικών κυττάρων και την ανάπτυξη αντικαρκινικών φαρμάκων. Για την εκπόνησης αυτής της πτυχιακής εργασίας, επιλέχθηκαν οι κυτταρικές σειρές SK-OV-3 και OVCAR-5 και καλλιεργήθηκαν με μια σειρά από διαφορετικά καλλιεργητικά μέσα, προκειμένου να βρεθεί ποιο είναι το καταλληλότερο για την κάθε κυτταρική σειρά. Ως καταληκτικά σημεία ορίσθηκαν ο πολλαπλασιασμός και η ζωτικότητα των κυττάρων μετά από καλλιέργεια 48 ωρών σε ελεγχόμενες συνθήκες θερμοκρασίας, υγρασίας και CO2, σε καθένα από τα καλλιεργητικά μέσα. Για τους σκοπούς της εργασίας χρησιμοποιήθηκαν τα εξής καλλιεργητικά μέσα : Dulbecco’s Modified Eagle’s Medium (DMEM), Roswell Park Memorial Institute Medium (RPMI-1640), G-IVFTM, G-1 PLUSTM και G-2TM. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων της πειραματικής διαδικασίας έδειξε ότι το DMEM ήταν το θρεπτικό μέσο που ανταπεξήρθε καλύτερα στις ανάγκες των δύο κυτταρικών σειρών. 33 352 367 Pain is an unpleasant feeling, a universal, timeless phenomenon, which is inherent in each person’s whole life, regardless of gender, age, social and economical situation, cultural values or priorities. People have tried to explain it using logic or religion. By logic: pain is the most important defense mechanism that nature gave us, because it functions as an “alarm system”. Approaching pain through logic, medical science has shown great advances: there have been developed many ways of approaching, understanding and analyzing pain, using different tech-nics, methods, scales, instruments but also creating medicines, therapies and surgeries to treat differently each kind of pain - from the simplest to the most complicated and persistent/chronic pain. Bioethics of pain - since pain is a subject of research in the Bioethics field - goes through the medical science and is connected with the theological science as well. Using each religious ideology, people try to give meaning to the purpose of pain’s existence and through that, to their own existence, to the way their afterlife could be effected - here lies the difference be¬tween science and religion, since science serves people only until their death, but religion gets to the physical death and mainly continues even after that. Each religion explains pain with different ways - from “punishment” to “gift” - and certainly has various ways of dealing with it. That became abundantly clear, while analyzing in this study the five biggest religions-the- ologies of the world: Christianity, Islam, Hinduism, Bubbhism and Judaism. In all the religions, the main corridor is the existence of pain and the absolute purpose is the salvation of each person’s soul and the reception from the pain. That can be achieved - according to the religious ideologies - either by following and completely obeying the laws, in order to please the God and not be punished with pain/challenges (Islam, Judaism), either by reaching “nirvana”, that means the end of torture/pain and consequently escape from a circle of torture with rebirth (Buddhism), either by achieving “moxa”/freedom, using the pain (Hinduism), or facing pain as a gift, aiming spiritual growth, blessing and finally theosis (Christianity). Ο πόνος είναι μία δυσάρεστη αίσθηση, ένα πανανθρώπινο, διαχρονικό φαινόμενο, το οποίο είναι σύμφυτο με όλη τη διάρκεια της ζωής κάθε ανθρώπου, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης, πολιτιστικών αξιών ή προτεραιοτήτων. Ο άνθρωπος προσπάθησε να το εξηγήσει είτε λογικά, είτε μέσω της θρησκείας. Με βάση τη λογική λοιπόν: ο πόνος θεωρείται ως ο πιο σημαντικός αμυντικός μηχανισμός της φύσης, καθώς λειτουργεί ως "κώδωνας κινδύνου". Προσεγγίζοντας λογικά τον πόνο, η επιστήμη της Ιατρικής έχει παρουσιάσει τεράστια πρόοδο: έχει αναπτύξει πολλούς τρόπους προσέγγισης, αντίληψης και ανάλυσης του πόνου μέσω διάφορων τεχνικών, μεθόδων, κλιμάκων, οργάνων, καθώς και παρασκευές φαρμάκων, θεραπειών και επεμβάσεων για το διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης της εκάστοτε κατηγορίας πόνου -από τον πιο απλό έως τον πιο σύνθετο και επίμονο/χρόνιο πόνο. Η βιοηθική του πόνου -μιας και ο πόνος αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης του κλάδου της Βιοηθικής- περνάει από την Ιατρική και συνδέεται με την επιστήμη της Θεολογίας. Μέσω της εκάστοτε θρησκευτικής ιδεολογίας, ο άνθρωπος προσπαθεί να νοηματοδοτήσει το σκοπό της ύπαρξης του πόνου και μέσω αυτού, της ίδιας του της ύπαρξης, το πώς θα επηρεάσει τη μετα-θανάτια ζωή του- εδώ είναι και η διαφορά της επιστήμης- θρησκείας· η επιστήμη υπηρετεί τον άνθρωπο μόνο μέχρι το θάνατό του, ενώ η θρησκεία φτάνει στο σωματικό θάνατο, αλλά κυρίως συνεχίζει και μετά από αυτόν. Η κάθε θρησκεία ερμηνεύει τον πόνο με διάφορους τρόπους από "τιμωρία" έως "δώρο" και φυσικά έχει και διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης. Αυτό έγινε απόλυτα κατανοητό, αναλύοντας σε αυτή τη μελέτη τις πέντε μεγαλύτερες θρη- σκείες- θεολογίες του κόσμου: τον Χριστιανισμό, τον Ισλαμισμό, τον Ινδουισμό, το Βουδισμό και τον Ιουδαϊσμό. Σε όλες τις θρησκείες κεντρικός άξονας είναι η ύπαρξη του πόνου, και απόλυτος σκοπός το να σωθεί η ψυχή του εκάστοτε ανθρώπου και η λύτρωσή του από τους πόνους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί -σύμφωνα με τις θρησκευτικές ιδεολογίες- είτε ακολουθώντας και τηρώντας απόλυτα τους νόμους, ώστε να ευχαριστήσουν το Θείο οι άνθρωποι και να μην τους τιμωρήσει με πόνους/δοκιμασίες (Ισλαμισμός, Ιουδαϊσμός), είτε κατακτώντας τη "Νιρβάνα" που σημαίνει τέλος των βασάνων/πόνων και κατά συνέπεια απόδραση από έναν κύκλο βασανισμού με την αναγέννηση (Βουδισμός), είτε κατακτώντας τη "μόξα"/απελευθέρωση εκμεταλλευόμενος τους πόνους (Ινδουισμός), είτε βλέποντας ως δώρο τους πόνους με σκοπό την πνευματική ανέλιξη, τον καθαγιασμό και τελικά τη θέωση (Χριστιανισμός). 34 129 151 Investigating 4th grade students’ statistical thinking when engaged in data collection and analysis processes Διερεύνηση της στατιστικής σκέψης μαθητών της Δ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου κατά τη συμμετοχή τους σε διαδικασίες συλλογής και ανάλυσης δεδομένων Mass media present statistical information about various issues on a daily basis. Young children are very much a part of our data-driven society and they are required to develop skills to evaluate the information they receive, to organize and make decisions based on this information. The purpose of the present study was to investigate student’s statistical thinking skills while participating in data collection and analysis activities. Results report on the different survey questions posed by students, their predictions related to the expected answers, the ways in which they choose to represent their findings and their interpretation skills. The findings verify that elementary students’ participation in such activities can enhance the development of their statistical thinking. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης παρουσιάζουν καθημερινά στατιστικές πληροφορίες για ένα πλήθος ζητημάτων. Οι μαθητές, ως αποδέκτες αυτών των πληροφοριών και μελλοντικοί ενεργοί πολίτες, καλούνται να αναπτύξουν ικανότητες για να αξιολογούν τις πληροφορίες που δέχονται, να τις οργανώνουν και να μπορούν να λάβουν αποφάσεις στηριζόμενοι σε αυτές. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσει τη στατιστική σκέψη μαθητών της Δ’ τάξης του δημοτικού σχολείου καθώς συμμετέχουν σε δραστηριότητες συλλογής και ανάλυσης δεδομένων. Τα αποτελέσματα παρουσιάζουν τα διαφορετικά είδη ερωτήσεων που διατυπώνουν οι μαθητές, τις υποθέσεις που κάνουν για τις απαντήσεις που αναμένεται να συλλέξουν, τους τρόπους που επιλέγουν να αναπαραστήσουν τα δεδομένα τους και τις ικανότητες ερμηνείας δεδομένων των μαθητών. Τα ευρήματα της έρευνας επιβεβαιώνουν πως η συμμετοχή των μαθητών σε αντίστοιχες δραστηριότητες ευνοεί την ανάπτυξη της στατιστικής σκέψης των παιδιών. 35 268 268 The purpose of this paper is to explore how Panagiotis Kanellopoulos comprehends the content of humanitarian education. In this effort, since we confirm that the first manifestation of humanism takes place in ancient Greece, either in the context of philosophical thought or through its application to the contents of democratic regime and democratic education, we focus on some central moments of its modern versions, in order to see if its original manifestations remained unchanged. Thus, we have come to realize that Kanellopoulos' way of understanding the meaning of humanism integrates him into an aspect of modern humanism, that is to say, liberal humanism. Subsequently, we found that Kanellopoulos understands humanism and the education that corresponds to its ideals (focusing the interest of his research on the 20thcentury) as consciousness, freedom and democracy as well. He understands, therefore, that the central purpose of humanism is to grant freedom of conscience to the individual, freedom to social life, and he recognizes, of course, that they can only take place in the context of the exercise of democracy at the level of political life. We have, therefore, found that, in general terms, Kanellopoulos understands the content of humanism in the exact same way as the ancient Greeks. The only difference is that he attributed all those that should be attributed, in strengthening its importance to the modern world and Christianity. Finally, by examining how Kanellopoulos understands the possibility of eliminating inhumanity, as he has always been a political man, from a practical standpoint, we have found that for him only freedom and moral courage of a democratic man can resist malefaction. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος κατανοεί το περιεχόμενο της ανθρωπιστικής παιδείας. Στην προσπάθειά μας αυτή, αφού επαναβεβαιώσαμε ότι η πρώτη εμφάνισή του ανθρωπισμού λαμβάνει χώρα στην αρχαία Ελλάδα, είτε στο πλαίσιο της φιλοσοφικής σκέψης είτε μέσα από την εφαρμογή του στα περιεχόμενα του δημοκρατικού πολιτεύματος και της δημοκρατικής παιδείας, σταθήκαμε σε κάποιες κεντρικές στιγμές των σύγχρονων εκδοχών του, προκειμένου να διαπιστώσουμε εάν το αρχικό του πνεύμα παρέμενε αναλλοίωτο ή είχε ήδη παραλλαχθεί. Έτσι οδηγηθήκαμε να διαπιστώσουμε, επίσης, ότι ο τρόπος με τον οποίο κατανοεί το νόημα του ανθρωπισμού ο Κανελλόπουλος τον εντάσσει σε μια πτυχή του σύγχρονου ανθρωπισμού, δηλαδή στον φιλελεύθερο ανθρωπισμό. Ακολούθως, διαπιστώσαμε ότι ο Κανελλόπουλος κατανοεί τον ανθρωπισμό και την παιδεία που του αντιστοιχεί (εστιάζοντας το ερευνητικό ενδιαφέρον του στον 20ο αιώνα)ως συνείδηση, ως ελευθερία και ως δημοκρατία. Βλέπει δηλαδή πως κεντρικός σκοπός του ανθρωπισμού είναι η απόδοση ελευθερίας συνειδήσεως στο άτομο, ελευθερίας στην κοινωνική ζωή και, βεβαίως, αναγνωρίζει ότι αυτά δεν μπορεί παρά να λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο της άσκησης της δημοκρατίας στο επίπεδο της πολιτικής ζωής. Διαπιστώσαμε, επομένως, ότι ο Κανελλόπουλος κατανοεί το περιεχόμενο του ανθρωπισμού με τον ίδιο γενικά τρόπο που το κατανόησε και η αρχαία Ελλάδα. Με τη μόνη διαφορά ότι αποδίδει τα δέοντα, ως προς την ενίσχυση της σημασίας του στον σύγχρονο κόσμο, και στον χριστιανισμό. Τέλος, εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο ο Κανελλόπουλος κατανοεί τη δυνατότητα εξάλειψης της απανθρωπίας, καθώς διακατεχόταν πάντοτε, ως πολιτικός άνδρας, και από μια πρακτική βλέψη, διαπιστώσαμε ότι γι’ αυτόν μόνο η ελευθερία και το ηθικό σθένος του δημοκρατικού ανθρώπου μπορούν να αντισταθούν στο κακό. 36 326 305 Διερεύνηση των σχέσεων μεταξύ συμπεριφορών φιλικών προς το περιβάλλον, ουσιαστικοποίησης και ιστορικού κοινωνικής τιμωρίας The main point of this dissertation is the emerging of new affective techniques to promote environmental friendly behaviors. Many studies have tried to indicate predictive factors for the display of positive social behaviors (Thøgersen, 1994; Goldenhar & Connell). However, this paper is focusing on the discovery of regulatory factors from the point of view of behavior analysis. The process of discovering new techniques is taking place through the highlighting of the relationship between environmental friendly behaviors, essentialism and the history of social punishment of each individual. The attempt to correlate these three concepts was actualized with the distribution of three scales to a sample of 130 individuals, in a form of a pre-test (MacCallum, Browne & Sugawara, 1996). The aim of the pre-test was to uncover concepts and tendencies that should be explored further. The distributed scales are: Essentialism scale, social punishment scale and environmental attitudes scale (Ugulu, Sahin & Baslar, 2013). The latter scale was translated from English to Greek for the purpose of the study. The proper procedure was followed (World Health Organization, 2009). The scale distribution was achieved both electronically and physically in two samples. The main hypothesis of this study was that the higher scores in the social punishment scales would correlate with a higher score in the essentialism scale and a lower score in the environmental attitudes scale. Also, higher scores in the essentialism scale should correlate with lower score at the environmental scales. Lastly, higher scores in the essentialism scale should correlate with a higher certainty rate in the same scale. The results of the study showed a positive correlation between the social punishment score and the essentialism score and a negative correlation between the social punishment score and the environmental attitudes score. All other hypotheses had no significant statistical proof. Based on the above results it is clear that some original hypotheses were confirmed and that it would be interesting to reprise this experiment with a larger group sample. Ο βασικός σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάδειξη αποτελεσματικών τακτικών για την προώθηση συμπεριφορών φιλικών προς το περιβάλλον. Πολλές μελέτες έχουν αφιερωθεί στην ανάδειξη προβλεπτικών παραγόντων για την επίδειξη κοινωνικά επιθυμητών συμπεριφορών (Thøgersen, 1994; Goldenhar & Connell, 1993). Ωστόσο, η παρούσα εργασία θα επικεντρωθεί στην εξεύρεση κανονιστικών παραγόντων από την σκοπιά της ανάλυσης συμπεριφοράς. H διερεύνηση αποτελεσματικότερων τεχνικών γίνεται μέσω της εξερεύνησης της συσχέτισης μεταξύ συμπεριφορών φιλικών προς το περιβάλλον, της ουσιαστικοποίησης και του ιστορικού κοινωνικής τιμωρίας του κάθε ατόμου. Η διερεύνηση αυτή επιτεύχθηκε μέσω της χορήγησης τριών κλιμάκων σε ένα δείγμα 132 ατόμων. Η χορήγηση αυτή έγινε με την μορφή pre-test και για να αναδείξει τυχόν τάσεις που αξίζει να διερευνηθούν περαιτέρω. Χορηγήθηκαν οι εξής κλίμακες: κλίμακα ουσιαστικοποίησης, κλίμακα ιστορικού κοινωνικής τιμωρίας και κλίμακα συμπεριφορών φιλικών προς το περιβάλλον (Environmental attitude scale) (Ugulu, Sahin & Baslar, 2013). Η τελευταία κλίμακα μεταφράστηκε από τα αγγλικά στα ελληνικά σύμφωνα με την ενδεδειγμένη διαδικασία (World Health Organization, 2009). Η χορήγηση των κλιμάκων έγινε ηλεκτρονικά και γραπτά. Η βασική υπόθεση της έρευνας είναι ότι το υψηλό ιστορικό κοινωνικής τιμωρίας θα σχετίζεται με την υψηλότερη τάση για ουσιαστικοποίηση και την χαμηλότερη τάση για συμπεριφορές φιλικές προς το περιβάλλον. Άλλη μια υπόθεση της έρευνας είναι ότι η ουσιαστικοποίηση θα σχετίζετε αρνητικά με την τάση επίδειξης φιλικών προς το περιβάλλον συμπεριφορών. Τέλος, το υψηλότερο σκορ ουσιαστικοποίησης θα συσχετίζεται με υψηλότερο σκορ βεβαιότητας στην ίδια κλίμακα. Τα αποτελέσματα της παραπάνω προ-έρευνας κατέδειξαν μια θετική συσχέτιση μεταξύ ιστορικού κοινωνικής τιμωρίας και ουσιαστικοποίησης καθώς και μια αρνητική συσχέτιση μεταξύ ιστορικού κοινωνικής τιμωρίας και περιβαλλοντικών στάσεων. Όλες οι άλλες μετρήσεις δεν είχαν στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα. Με βάση τα παραπάνω φαίνεται να επιβεβαιώνονται οι αρχικές υποθέσεις τους πειράματος και θα ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η διενέργεια του πειράματος με μεγαλύτερο δείγμα. 37 315 394 Η συμβολή της οπτικής τομογραφίας συνοχής σε ασθενείς με διάγνωση οπτικής νευροπάθειας AIM. To evaluate the contribution of the Optical Coherence Tomography (OCT) in the diagnosis and follow up of the retinal structural changes and their correlation with abnormalities of the visual function in patients with demyelinating diseases of the central nervous system, ischaemic optic neuropathies and papilledema. It is also attempted to establish its value in the differential diagnosis of optic neuropathies with similar clinical pictures. MATERIAL AND METHOD. A Pubmed search was done using the MΕSH terms: multiple sclerosis, retinal nerve fiber layer, optic neuritis, optical coherence tomography, ischemic optic neuropathy, papilledema. The search returned 460 papers. The papers that was not written in English and were not relevant to the aim of the study (i.e. they did not correlate the disease entity with the OCT) were excluded. RESULTS. Eighty one papers were reviewed including prospective and retrospective studies, dated from 1988 to 2015. All articles compared patients with an established optic neuropathy who were compared to a normal control group. The course of the disease is characterized from an increase of the retinal nerve fiber layer thickness in the acute setting, followed by a decrease of the RNFL thickness when the optic nerve atrophy sets in. The OCT showed thinning of the RNFL in all affected eyes which was not always accompanied by a deterioration of the visual function. DISCUSSION. The OCT can demonstrate and quantify the changes of the RNFL and the optic disc and correlate the structural changes to the various parameters of the visual function. It can thus provide insight in the understanding of the pathophysiology, prognosis and management of the optic neuropathies. CONCLUSION. Optical coherence tomography is an invaluable tool for the clinician that boasts an extremely high resolution to near histological level. It is easy to use, non invasive and has high reproducibility. These characteristics make it ideal in the diagnosis, follow up and management of the optic neuropathies. Α. ΣΚΟΠΟΣ . Να αξιολογηθεί η συμβολή της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (OCT) στη διάγνωση και την παρακολούθηση των αρχιτεκτονικών αλλαγών στις στιβάδες του αμφιβληστροειδούς και τον συσχετισμό τους με την κλινική εικόνα και με τις αλλαγές στην οπτική λειτουργία σε ασθενείς που πάσχουν από απομυελινωτικές παθήσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος, από ισχαιμικού τύπου οπτικές νευροπάθειες και από οίδημα οπτικών δίσκων σε έδαφος ενδοκράνιας υπέρτασης. Επιπλέον, να καταδειχθεί η χρησιμότητά του στη διαφοροδιάγνωση παθήσεων με παρόμοια κλινική εικόνα. Β. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ. Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση άρθρων στο Pubmed , χρησιμοποιώντας τους όρους MESH (MESH TERMS): multiple sclerosis, retinal nerve fiber layer, optic neuritis, optical coherence tomography, ischemic optic neuropathy, papilledema. Η αναζήτηση απέδωσε 460 αποτελέσματα. Από το σύνολο αυτό αποκλείστηκαν όσα άρθρα δεν ήταν γραμμένα στην αγγλική γλώσσα και όσα δεν ήταν σχετικά με το σκοπό της έρευνας, δηλαδή δεν είχαν ως αντικείμενο την συσχέτιση κάθε νόσου με την οπτική τομογραφία συνοχής. Γ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Μελετήθηκαν 81 άρθρα, που περιλαμβάνουν αναδρομικές και προοπτικές μελέτες, χρονολογίας από το 1988 μέχρι το 2015. Σε όλα τα άρθρα εξετάστηκαν ασθενείς με διαγνωσμένη οπτική νευροπάθεια σε σύγκριση με υγιή άτομα. Με τη χρήση οπτικής τομογραφίας συνοχής υπολογίστηκε το πάχος της στιβάδας των νευρικών ινών περιθηλαία στους προσβεβλημένους και μη οφθαλμούς ασθενών, καθώς και σε οφθαλμούς υγιών ατόμων. Η πορεία στο πάχος της στιβάδας των νευρικών ινών αποδεικνύεται ότι εξαρτάται από την υποκείμενη νόσο και χαρακτηρίζεται από αρχική αύξηση και στη συνέχεια από σταδιακή μείωση του πάχους της στιβάδας κατά τη φάση της ατροφίας του οπτικού νεύρου. Το OCT κατέδειξε μείωση του πάχους της στιβάδας των νευρικών ινών σε όλους τους προσβεβλημένους οφθαλμούς, χωρίς όμως αυτό απαραίτητα να συνοδεύεται από διαταραχές στην οπτική λειτουργία των ασθενών. Δ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ. Το OCT καταδεικνύει και ποσοτικοποιεί τις μεταβολές της στιβάδας των νευρικών ινών και του οπτικού δίσκου, συμβάλλει στη συσχέτιση της βλάβης με την κλινική συμπτωματολογία του ασθενούς και ανοίγοντας ένα παράθυρο στην κατανόηση της παθοφυσιολογίας, στην πρόγνωση και αντιμετώπιση των οπτικών νευροπαθειών. Ε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Η οπτική τομογραφία συνοχής αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για τον κλινικό ιατρό που έχει πολύ υψηλή ανάλυση και ακρίβεια, ώστε να μπορεί να παρέχει ανάλυση των δομών του αμφιβληστροειδούς σε ιστολογικό επίπεδο. Είναι πολύ εύκολο στη χρήση του και έχει μεγάλη επαναληψιμότητα, ώστε συμβάλλει με αυτό τον τρόπο στην διάγνωση, διαφοροδιάγνωση και παρακολούθηση των ασθενών με οπτική νευροπάθεια. 38 256 258 The present theoretical and research dissertation deals with the issue of school conflicts management by the school principal. The main target of this dissertation is to record and examine the views of elementary school principals on the types, causes and consequences of these conflicts, as well as the role they assume themselves and they methods they use. After the extensive theoretical analysis, the research study followed with ten interviews from elementary school principals of the municipality of Evros, Xathi and Kavala. The methodology followed for the analysis of the research material was content quality analysis. The results of the study showed that conflicts occur often in the school environment and that they can be interpersonal, among groups, between groups and people and between the school community and parents. The reasons for them vary and depend on the population group in which the conflict occurs. It has been argued that conflicts induce a negative impact on all the members of the school unit, yet, through the proper management, these consequences can be reduced and may even induce positive effects for the school unit. The principal emerged as the appropriate person handling conflict in the school environment, usually assuming the role of the mediator. Factors that strengthen the principal in effectively handling conflict include in communication skills, leadership and management administration skills, education and experience. The choice of the management technique depends on the type, the causes and the members of the conflict. Nonetheless, the method of co-operation was deemed as the most constructive one for handling conflict. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι η διαχείριση των σχολικών συγκρούσεων από τον διευθυντή. Βασικός σκοπός της εργασίας ήταν να καταγραφούν και να διερευνηθούν οι απόψεις των διευθυντών δημοτικών σχολείων σχετικά με τα είδη, τα αίτια και τις συνέπειες των συγκρούσεων, καθώς και με το ρόλο που αναλαμβάνουν οι ίδιοι στη διαχείριση και τις τεχνικές που χρησιμοποιούν. Μετά την εκτενή θεωρητική ανάλυση του θέματος, ακολούθησε η ερευνητική μελέτη με τη διεξαγωγή δέκα συνεντεύξεων από διευθυντές δημοτικών σχολείων των νομών Έβρου, Ξάνθης και Καβάλας. Η μεθοδολογία με την οποία έγινε η ανάλυση του ερευνητικού υλικού ήταν η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι συγκρούσεις συμβαίνουν συχνά στο σχολικό χώρο και μπορεί να είναι διαπροσωπικές, ομαδικές, ομάδων και ατόμων και της σχολικής κοινότητας με τους γονείς. Τα αίτια αυτών ποικίλουν και εξαρτώνται από την πληθυσμιακή ομάδα στην οποία προκύπτει η σύγκρουση. Υποστηρίχθηκε πως οι συγκρούσεις επιφέρουν αρνητικές συνέπειες σε όλα τα μέλη της σχολικής μονάδας, ωστόσο μέσω της κατάλληλης διαχείρισης μπορούν να μειωθούν οι συνέπειες αυτές και ενδέχεται να δημιουργηθούν και θετικές επιπτώσεις για τη σχολική μονάδα. Ο διευθυντής αναδείχθηκε ως το αρμόδιο πρόσωπο διαχείρισης συγκρούσεων στο χώρο του σχολείου και συνήθως αναλαμβάνει το ρόλο του διαμεσολαβητή. Ως παράγοντες που ενισχύουν τον διευθυντή στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των συγκρούσεων παρουσιάστηκαν οι επικοινωνιακές, ηγετικές και διοικητικές δεξιότητες, η επιμόρφωση και η εμπειρία. Η επιλογή της τεχνικής διαχείρισης των συγκρούσεων εξαρτάται από το είδος, τα αίτια και τα μέλη της σύγκρουσης. Παρόλα αυτά η τεχνική της συνεργασίας αναγνωρίστηκε ως η πιο εποικοδομητική μέθοδος αντιμετώπισης συγκρούσεων. 39 210 213 The Administrative staff of the Secretariat and their contribution to the proper functioning of the Academic Departments Οι Διοικητικοί Yπάλληλοι των Γραμματειών και η συμβολή τους στην εύρυθμη λειτουργία των πανεπιστημιακών τμημάτων This dissertation, both in the theoretical and the research part, aims to demonstrate the active role of the administrative staff of the Academic Departments. Its main objective is to determine their importance and contribution, as well as the positive and negative aspects regarding their status, according to the views of the Academic Teaching Staff who collaborate with the administrative staff at multiple levels.Αn attempt is also made to clarify their role, list the difficulties, underline the specific nature of the services provided and identify the weaknesses for the purpose of improving the work offered, recording the needs, training of the staff members and ensuring the full cooperation of the parties involved in terms of empathy and feedback. All the above data were analyzed in semi- structured interviews with twelve active members of the Teaching and Research Staff of the four Academic Departments based in Alexandroupolis. The findings and the conclusions drawn demonstrate the significant contribution of the administrative staff members to the proper and unobstructed functioning of the Academic Departments and provide evidence that they form a critical part of the organisation called Academic Institution, which should have legal, labour and moral support. Στην παρούσα εργασία τόσο στο θεωρητικό όσο και στο ερευνητικό της μέρος γίνεται μια προσπάθεια ανάδειξης του ρόλου των διοικητικών υπαλλήλων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων. Κύριος σκοπός της εργασίας είναι να διαπιστωθεί η σημασία, η συμβολή, οι θετικές και αρνητικές συνιστώσες που συνδέονται με το ρόλο που διαδραματίζουν, έτσι όπως εκφράζονται μέσα από τις απόψεις των μελών ΔΕΠ των πανεπιστημιακών τμημάτων οι οποίοι συνεργάζονται πολυεπίπεδα με τους διοικητικούς υπαλλήλους. Επιχειρείται η διερεύνηση του ρόλου τους, η καταγραφή των δυσχερειών που υπάρχουν, η ανάδειξη της ιδιαιτερότητας των υπηρεσιών που παρέχονται και η διαπίστωση των αδυναμιών που υφίστανται με σκοπό την βελτίωση του προσφερόμενου έργου, την καταγραφή των αναγκών, την επιμόρφωση των υπαλλήλων στο αντικείμενο εργασίας τους, την αγαστή συνεργασία των εμπλεκόμενων μελών σε επίπεδο ενσυναίσθησης και ανατροφοδότησης. Όλα αυτά διερευνήθηκαν μέσω ημιδομημέμης συνέντευξης που πραγματοποιήθηκε από δώδεκα εν ενεργεία μέλη ΔΕΠ των τεσσάρων Τμημάτων με έδρα την πόλη της Αλεξανδρούπολης. Οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα που προέκυψαν καταδεικνύουν το σημαντικό ρόλο των διοικητικών υπαλλήλων των Πανεπιστημιακών Τμημάτων για την εύρυθμη και απρόσκοπτη λειτουργία τους και πιστοποιούν ότι αυτοί αποτελούν ένα ζωτικής σημασίας κομμάτι του οργανισμού που ονομάζεται Πανεπιστημιακό Ίδρυμα το οποίο πρέπει να υποστηρίζεται και νομοθετικά και εργασιακά και ηθικά. 40 247 233 The Bulgarian occupation and the civil war in the region of drama through secondary sources and oral testimonies Η βουλγαρική κατοχή και ο εμφύλιος στην περιοχή της Δράμας μέσα από δευτερογενείς πηγές και προφορικές μαρτυρίες This essay examines the period of civil war (1946-1949) in the region of Drama, based on secondary sources and oral testimonies. It is devided in two parts, the third bulgarian occupation and the civil war. It starts with a reference to the Bulgarian Occupation (1941-1944) of Eastern Macedonia and Thrace and focuses on “the events of Drama” (September-October 1941), the uprising of a group of people against the ruthless bulgarian authorities, which led to terrifying retaliation, such as the massacre of the Doxato village. The second part refers to the civil war and is devided in three parts, the period before civil war occurred, the period of civil war and finally, it’s implications on greek society. It discusses how the events of 1945 and 1946 (Dekemvriana, treaty of Varkiza and the elections of March 1946) played a decisive role in the uprising of civil war, the consequences of which were tragic, not only to the two opponent sides, but to the greek society in general: population repositions and displacements, between them kids (paidomazoma), exiles and imprisonments. The four oral testimonies, which come from a sample of four people, two of them residents of Ftelia village and two of them residents of Makriplagi village, who were 10 years old the decade of 1940, enlight the way which the events were experienced and interpreted by the everyday people of the region. Η εργασία αυτή εξετάζει, μέσα από δευτερογενείς πηγές και προφορικές μαρτυρίες, την περίοδο της βουλγαρικής κατοχής και του εμφυλίου πολέμου (1946-1949) στην περιοχή της Δράμας. Χωρίζεται σε δύο μέρη, την κατοχή και τον εμφύλιο. Εκκινώντας από την περίοδο της βουλγαρικής κατοχής (1941-1944) στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, εστιάζει στα «γεγονότα της Δράμας» (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 1941), όπως έχει επικρατήσει να αναφέρονται τα αντίποινα που επέφερε η εξέγερση μιας ομάδας κατοίκων στη σκληρή βουλγαρική κατοχή, ανάμεσά τους και η σφαγή του Δοξάτου. Το δεύτερο μέρος, που αναφέρεται στον εμφύλιο πόλεμο, χωρίζεται σε τρία μέρη, την προ του εμφυλίου πολέμου περίοδο, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου και τέλος, τις επιπτώσεις του στην ελληνική κοινωνία. Εξετάζει πώς τα γεγονότα του 1945 και 1946 (Δεκεμβριανά, συμφωνία της Βάρκιζας και οι εκλογές του Μαρτίου του 1946) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο ξέσπασμα του εμφυλίου, οι επιπτώσεις του οποίου ήταν τραγικές, όχι μόνο για τις δύο αντίπαλες πλευρές αλλά και για την ελληνική κοινωνία γενικότερα: μετακινήσεις και εκτοπίσεις πληθυσμών, ανάμεσά τους και παιδιών, εξορίες και φυλακίσεις. Οι τέσσερις προφορικές μαρτυρίες-οι οποίες προέρχονται από δύο κατοίκους του χωριού Φτελιά και δύο κατοίκους του χωριού Μακρυπλάγι, ηλικίας 10, περίπου, ετών τη δεκαετία του 1940- φωτίζουν τον τρόπο με τον οποίο βιώθηκαν και ερμηνεύτηκαν τα γεγονότα από τους συγκεκριμένους μάρτυρες, απλούς κατοίκους των χωριών αυτών. 41 221 241 This master thesis addresses the issue of ready-to-eat salads consumption, with a specific objective being the bibliographic search of modern scientific data on important aspects of the subject as well as the perspective of consumers. Literature show that contamination of vegetables contained in ready-made salads can occur at all stages of the production process, while moisture conditions in the packaging favor the further increase in the microbial load that may be present on the vegetables. Chlorine disinfection poses risks, but remains the only reliable solution on an industrial scale. The market for ready-made salads in Greece is around 30 million euros and has an upward trend, with only five companies sharing the market. The survey was conducted using a questionnaire of close type questions. Results have shown that ready-made salads have been established in a portion of consumers. There has also been a lack of consumer knowledge on many key issues regarding ready-made salads. The parameter that seemed statistically best linked to the consumption of ready-made salads and the habits of consumers around them, for example whether they wash or not, was the profession. Maintaining freshness and improving product quality could have a positive impact on consumers buying more ready-made salads. Tasty innovations should not be expected to attract more consumers. Finally, lower incomes are more conducive to consuming ready-made salads Η παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή πραγματεύεται το θέμα της κατανάλωσης των έτοιμων σαλατών από τους καταναλωτές, ως επιμέρους στόχος τέθηκε η βιβλιογραφική αναζήτηση των σύγχρονων επιστημονικών δεδομένων επί σημαντικών πτυχών του εν λόγω θέματος. Τα βιβλιογραφικά δεδομένα δείχνουν πως η αλλοίωση και η μόλυνση των λαχανικών που εμπεριέχονται στις έτοιμες σαλάτες μπορεί να συμβεί σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας, ενώ παράλληλα οι συνθήκες υγρασίας μέσα στη συσκευασία ευνοούν την περαιτέρω αύξηση του μικροβιακού φορτίου που μπορεί να υπάρχει πάνω στα λαχανικά. Η απολύμανση με χλώριο εγκυμονεί κινδύνους, αλλά παραμένει η μόνη αξιόπιστη λύση σε βιομηχανική κλίμακα. Η αγορά των έτοιμων σαλατών στην Ελλάδα είναι της τάξης των 30 περίπου εκατομμυρίων ευρώ και έχει ανοδική τάση, ενώ την αγορά μοιράζονται μόλις πέντε εταιρίες. Η έρευνα διεξήχθη με τη χρήση ερωτηματολογίου. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι έτοιμες σαλάτες έχουν εδραιωθεί σε μια μερίδα των καταναλωτών. Επίσης, διαπιστώθηκε έλλειψη γνώσης από μέρους των καταναλωτών σε πολλά καίρια ζητήματα γύρω από τις έτοιμες σαλάτες. Η παράμετρος που στατιστικά φάνηκε να συνδέεται καλύτερα με την κατανάλωση των έτοιμων σαλατών και τις συνήθειες των καταναλωτών γύρω από αυτές, για παράδειγμα αν τις πλένουν ή όχι, ήταν το επάγγελμα. Η διατήρηση της φρεσκάδας και η βελτίωση στην ποιότητα των προϊόντων, θα μπορούσε να επηρεάσει θετικά τους καταναλωτές στο να αγοράσουν περισσότερες έτοιμες σαλάτες. Οι γευστικοί νεωτερισμοί δεν θα πρέπει να αναμένεται ότι θα προσελκύσουν περισσότερους καταναλωτές. Τέλος, τα χαμηλότερα εισοδήματα είναι πιο πρώιμα να καταναλώσουν έτοιμες σαλάτες 42 438 412 Μηχανισμοί εκμάθησης νέων λέξεων από παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας Fast-mapping has been suggested by recent researches as a cognitive mechanism that allows children to approximate - guess the meaning of a new word ,based on extra linguistic information that are connected with the words usage (for example a picture or a gesture), from the context of that word or comparing it with its opposite, already known, without being given any direct explanation of the meaning of the word. Fast mapping mechanism, is followed both cognitively and chronically by “extended mapping”. Extended mapping is the deeper comprehension and elaboration of the word that contributes to its preservation in long-term memory (consolidation). One of the factors that contributes to the extended mapping and the preservation of new words in the memory is considered to be the repeated exposure of children in these words. This semi-experimental research investigates the possibility of acquisition of new vocabulary of primary school pupils, through fast and extended mapping mechanisms in school narrative activities. More specifically, in this research 96 students participated from A till C grade of primary school split into four groups. In the first place, all groups participated in the same procedure. That was the “fast mapping” of four (pseudo)words which have been presented in the context of a story while reviewing a related book with images. Two weeks later we repeated telling exactly the same story to the first group of students (A), and a different story with the same (pseudo)words to the second (B), while the third group (control group), received no interaction (0 ). An additional group of children accidentally participated in both interventions (AB). All children, a week later, without prior exposure to the new pseudo words were subjected to a memory/recognition test of those (pseudo)words. Initially, the results of fast mapping are presented by age / grade of the children, which emerge statistically significant developmental differences in the performance of children. Additionally, the effect of non-identical reinforcement interventions that explores the differences between the four semi-experimental groups is also part of our study. The results show the statistically significant superiority of children who attended all interventions (AB), followed by children who observed the same story twice (A). The children who attended two different stories (B) did not present positive results as the first group (A) and, finally, the smallest success rate occurred in the control group (0) through which the successful preservation in memory of (pseudo) words was measured as they had only recorded through fast mapping without some sort of reinforcement of a memory trace. The discussion about the results is based on previous findings, but also in relation to their potential applications in educational practice Η ‘γρήγορη χαρτογράφηση’ (fast-mapping) έχει προταθεί από πρόσφατες έρευνες ως ένας γνωστικός μηχανισμός που επιτρέπει στα παιδιά να προσεγγίσουν – υποθέσουν την έννοια μιας νέας λέξης με βάση τις εξωγλωσσικές πληροφορίες που συνοδεύουν την παραγωγή της (π.χ. κάποια εικόνα ή χειρονομία), από τα συμφραζόμενα της λέξης αυτής ή αντιπαραβάλλοντάς την με αντίθετες, ήδη γνώστες, χωρίς να τους δίνεται καμία άμεση εξήγηση για το νόημά της. Ο μηχανισμός της γρήγορης χαρτογράφησης ακολουθείται γνωστικά και χρονικά από την ‘εκτεταμένη χαρτογράφηση’ (extended mapping), δηλαδή την βαθύτερη επεξεργασία και κατανόηση των λέξεων με αποτέλεσμα τη διατήρησή τους στην μακρόχρονη μνήμη. Μία από τις παραμέτρους που θεωρείται πως συντελεί στη εκτεταμένη χαρτογράφηση και διατήρηση των νέων λέξεων στη μνήμη είναι η επαναλαμβανόμενη έκθεση των παιδιών στις λέξεις αυτές. Στην ημιπειραματική έρευνα που παρουσιάζουμε μελετάται η δυνατότητα πρόσκτησης νέου λεξιλογίου από μαθητές πρώτης σχολικής ηλικίας, μέσω μηχανισμών γρήγορης και εκτεταμένης χαρτογράφησης, στα πλαίσια σχολικών αφηγηματικών δραστηριοτήτων. Πιο συγκεκριμένα, στην έρευνα συμμετείχαν 96 μαθητές Α’-Γ’ Δημοτικού χωρισμένοι σε τέσσερις ομάδες. Όλες οι ομάδες συμμετείχαν αρχικά στην ίδια δοκιμασία ‘γρήγορης χαρτογράφησης’ τεσσάρων ψευδολέξεων οι οποίες τους παρουσιάστηκαν στα πλαίσια της αφήγησης μίας ιστορίας με παράλληλη επισκόπηση του αντίστοιχου εικονοβιβλίου. Δύο εβδομάδες αργότερα, στην πρώτη ομάδα μαθητών επαναλήφθηκε η αφήγηση της ίδιας ακριβώς ιστορίας (Α), στη δεύτερη ομάδα πραγματοποιήθηκε αφήγηση μίας διαφορετικής ιστορίας που περιείχε τις ίδιες ψευδολέξεις (Β), ενώ στην τρίτη ομάδα (ομάδα ελέγχου) δεν πραγματοποιήθηκε καμία παρέμβαση (0). Μία επιπρόσθετη ομάδα παιδιών συμπτωματικά συμμετείχε και στις δύο παρεμβάσεις (ΑΒ). Όλα τα παιδιά, μία εβδομάδα αργότερα, δίχως να προηγηθεί νέα έκθεσή τους στις ψευδολέξεις αυτές, υποβλήθηκαν σε μία δοκιμασία αναγνώρισης των ψευδολέξεων. Αρχικά, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της δοκιμασίας γρήγορης χαρτογράφησης ανά ηλικία/τάξη των παιδιών, όπου διαφαίνονται στατιστικά σημαντικές αναπτυξιακές διαφορές στην επίδοση των παιδιών. Στη συνέχεια μελετάται η επίδραση των διαφορετικών ενισχυτικών παρεμβάσεων με διερεύνηση των διαφορών μεταξύ των τεσσάρων ημιπειραματικών ομάδων. Τα αποτελέσματα δείχνουν την στατιστικά σημαντική υπεροχή των παιδιών που παρακολούθησαν όλες τις παρεμβάσεις (ΑΒ), ακολουθούμενα από τα παιδιά που παρακολούθησαν την ίδια ιστορία δύο φορές (Α). Με μικρότερο ποσοστό επιτυχίας ακολουθούν τα παιδιά που παρακολούθησαν δύο διαφορετικές ιστορίες (Β) ενώ, τέλος, το μικρότερο ποσοστό επιτυχίας σημειώθηκε από την ομάδα ελέγχου (0) μέσω της οποίας μετρήθηκε η επιτυχής διατήρηση στη μνήμη των ψευδολέξεων όπως είχαν καταγραφεί μόνο μέσω της γρήγορης χαρτογράφησης, χωρίς κάποιου είδους ενίσχυση του μνημονικού ίχνους. Τα πιλοτικά αυτά αποτελέσματα συζητούνται με βάση προγενέστερα σχετικά ευρήματα, αλλά και σε σχέση με πιθανές εφαρμογές τους στην εκπαιδευτική πρακτική 43 149 135 The theme of this study is the fate of the Spanish Civil War children and the policies that were developed in order to protect them and educate them politically. After a brief reference to the historical context that led to the outbreak of the civil war (1936-1939), they are mentioned the attempts made by both sides (Nationalists and Republicans) for organizing the welfare services and for transferring children to safer zones respectively. Furthermore, they are explained the circumstances under which the organization “Social Relief” (Auxilio Social) was created by the Nationalists and the ‘children's colonies’ on the Mediterranean coast were founded by the Republicans, referring to the ideological context behind these attempts of social relief. In conclusion, it is also analyzed the transfer of 33,000 children in foreign countries (Great Britain, France, Belgium, USSR and Mexico) by the Republicans and the life of these ‘exiled’ children after the war. Αντικείμενο της εργασίας είναι η τύχη των παιδιών του Ισπανικού Εμφυλίου και οι πολιτικές που αναπτύχθηκαν για την προστασία και την ιδεολογική διαπαιδαγώγησή τους. Μετά από μία σύντομη αναφορά στα ιστορικά γεγονότα που οδήγησαν στο ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου (1936-1939), εξετάζονται οι απόπειρες που έγιναν και από τις δύο πλευρές (Εθνικιστές και Δημοκρατικούς) για την οργάνωση υπηρεσιών πρόνοιας και για την μετακίνηση των παιδιών σε ασφαλέστερα μέρη. Παρουσιάζονται οι συνθήκες δημιουργίας της «Κοινωνικής Πρόνοιας» (Auxilio Social) από τους Εθνικιστές και των ‘παιδικών αποικιών’ στις ακτές της Μεσογείου από τους Δημοκρατικούς, καθώς και τα ιδεολογικά συμφραζόμενα που βρίσκονται πίσω από αυτές τις απόπειρες κοινωνικής πρόνοιας. Μελετάται επίσης η μεταφορά 33.000 παιδιών σε χώρες του εξωτερικού (Μ.Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, ΕΣΣΔ και Μεξικό) από τους Δημοκρατικούς και η πορεία των ‘εξόριστων’ αυτών παιδιών μετά το τέλος του πολέμου. 44 172 197 Σχέση μεταξύ σιωπηρής εισρόφησης και πνευμονίας μετά το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο This review tergets to clarify the association between silent aspiration and post-stroke pneumonia. The majority of researches conclude that silent aspiration increases significantly the odds of post-stroke pneumonia. However, the biggest part of studies refers to aspiration in general, which has also been proved to increase the risk of pneumonia after stroke, without making discrimination between silent and overt. Current studies claim that the frequency of pneumonia will be notably decreased with elimination of aspiration and not with the prescription of proper antibiotics. As a result, protecting patients from the development of pneumonia, the length of hospital stay, morbidity and mortality will be decreased, too. Future research studies need to be conducted as to be clarified which test is the most credible and valid for the detection of silent aspiration and which is also the most effective treatment method for it. To conclude further research is needed because the phenomenon of silent aspiration is poorly understood and as well as its impact on post-stroke patients. Key words: silent aspiration, dysphagia, pneumonia, stroke. Η παρούσα ανασκόπηση έχει ως στόχο την εξακρίβωση της σχέσης που υφίσταται μεταξύ της σιωπηρής εισρόφησης και της πνευμονίας που προκύπτει μετά από ένα Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ). Η πλειονότητα των ερευνών καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η σιωπηρή εισρόφηση αυξάνει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα πνευμονίας μετά από ένα ΑΕΕ. Ωστόσο, το μεγαλύτερο κομμάτι των μελετών αναφέρεται γενικά στην εισρόφηση, η οποία αποδεικνύεται ότι επίσης αυξάνει τον κίνδυνο για εμφάνιση πνευμονίας μετά το ΑΕΕ, χωρίς να γίνεται διάκριση μεταξύ σιωπηρής και έκδηλης. Νεότερα ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι τα ποσοστά της πνευμονίας θα ελαττωθούν σημαντικά με την εξάλειψη της εισρόφησης και όχι τόσο με τη χορήγηση κατάλληλων αντιβιοτικών. Επομένως, προστατεύοντας τον ασθενή από την ανάπτυξη της πνευμονίας θα μειωθούν επίσης οι ημέρες νοσηλείας, η νοσηρότητα και η θνησιμότητα. Μελλοντικές έρευνες χρειάζεται να αποσαφηνίσουν ποια είναι η πιο αξιόλογη και έγκυρη δοκιμασία για την εντόπιση της σιωπηρής εισρόφησης, όπως και ποια είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος θεραπείας της. Συνοψίζοντας, κρίνεται αναγκαία η διεξαγωγή μεγαλύτερου αριθμού ερευνών, που θα βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση του φαινομένου της σιωπηρής εισρόφησης και των επιπτώσεών της σε ασθενείς που έχουν υποστεί ένα ΑΕΕ. 45 310 363 "Not a drop of water in the sea": water management policies in Cyprus in the 20th century and their economic and social contexts. “Ούτε μια σταγόνα νερού στη θάλασσα”: Πολιτικές διαχείρισης του νερού στην Κύπρο κατά τον 20ό αιώνα και τα οικονομικά και κοινωνικά τους συμφραζόμενα. Cyprus’ water resources have always been exclusively indigenous and limited, while also being depended from imponderable factors. Both the authorities and the citizens were forced to face the island’s aquatic issues and implement integrated water management policies in order to ensure their existence over time. Taking into consideration the value and the multifaceted importance of water to human life and health, its management issues are of great importance both from a biological survival perspective as well as the development of international geo-strategic policies. The main goals of this study are to examine the policies developed by the decision makers of the island during the 20th century, the economic context related to these decisions but also the consequences of these policies on the Cypriot citizens. Furthermore, it will be examined whether these policies met the expectations of the local population or whether they further complicated the already problematic water supply balance issue. The results of the study demonstrate that the water supply issue was identified in time by the competent authorities after 1960. Using the assistance of international organizations, they launched water resource assessment projects and then proceeded to implement a long-term programme with the slogan «Not a single drop of water in the sea». Despite the remarkable work done on the island, a uniform and comprehensive water management policy has never been implemented. Most actions were taken to deal with only part of the issue with the aim to increase water intake. The management of the island’s water resources has not always been wise. Private, state and church authorities, community councils and lobbies imposed their own wants as they had opposing interests; as a result the common good and the sustainable use of water were not prioritised. Οι υδάτινοι πόροι της Κύπρου υπήρξαν αποκλειστικά αυτόχθονες και περιορισμένοι, ενώ επιπλέον εξαρτιόνταν από αστάθμητους παράγοντες. Οι αρμόδιες αρχές αλλά και οι πολίτες ήταν αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουν διαχρονικά το υδατικό πρόβλημα και να εφαρμόζουν ολοκληρωμένες πολιτικές διαχείρισης των υδάτων ώστε να διασφαλίσουν την ύπαρξή τους στο πέρασμα του χρόνου. Δεδομένης της αξίας και της πολυδιάστατης σημασίας που έχει το νερό για τον άνθρωπο, τα θέματα διαχείρισής του αποκτούν τεράστια σημασία τόσο για την βιολογική επιβίωσή του όσο και για την χάραξη διεθνών στρατηγικών πολιτικών. Η λήψη κατάλληλων μέτρων διαχείρισης και η εφαρμογή πολιτικών που σχετίζονταν με τους υδάτινους πόρους και την αξιοποίησή τους αποτέλεσε ζήτημα που μέχρι και σήμερα συνεχίζει να απασχολεί και να προβληματίζει πολλές χώρες, μια εκ των οποίων και η Κύπρος. Κύριος στόχος αυτής της εργασίας είναι να εξεταστούν οι πολιτικές που ανέπτυξαν οι εκάστοτε ιθύνοντες κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα στο νησί και μέσω αυτών να διαφανούν τόσο το οικονομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνονταν οι αποφάσεις όσο και οι επιπτώσεις που αυτές είχαν στην τοπική κοινωνία. Επίσης, θα εξεταστεί κατά πόσο οι πολιτικές αυτές υπήρξαν αντάξιες των προσδοκιών- των αρμόδιων που τις εισηγήθηκαν αλλά και των επηρεαζόμενων πολιτών- ή προκάλεσαν επιπλέον περιπλοκές στο ήδη προβληματικό υδατικό ισοζύγιο. Τα αποτελέσματα της μελέτης καταδεικνύουν πως το υδατικό πρόβλημα διαγνώστηκε από τις αρμόδιες υπηρεσίες μετά το 1960 και αναζητήθηκαν άμεσα λύσεις. Αξιοποιώντας την βοήθεια διεθνών οργανισμών προώθησαν σχέδια αξιολόγησης των υδάτινων πόρων και στη συνέχεια προχώρησαν στην εφαρμογή μακροπρόθεσμου προγράμματος με το σύνθημα “Ούτε μια σταγόνα νερού στη θάλασσα”. Παρά το αξιόλογο έργο που επιτελέστηκε, στο νησί ποτέ δεν εφαρμόστηκε ενιαία και ολοκληρωμένη πολιτική επί των υδάτων. Γίνονταν ως επί το πλείστον ενέργειες για να αντιμετωπιστεί μέρος του ζητήματος και όχι η ολότητά του με στόχο την αύξηση του υδατικού εισοδήματος. Η διαχείριση των υδατικών πόρων του νησιού αρκετές φορές δεν ήταν αξιοκρατική, καθότι αναμιγνύονταν ιδιώτες, κοινοτικά συμβούλια, ομάδες πίεσης, και κρατικοί και εκκλησιαστικοί παράγοντες, οι οποίοι παρεμπόδιζαν την εφαρμογή ορισμένων πολιτικών που θα εξασφάλιζαν την αειφορική χρήση του νερού αφού αποτελούσαν τροχοπέδη στα δικά τους συμφέροντα. 46 263 262 Psychological Classroom climate and friendly relations of pre-adolescent students Ψυχολογικό Κλίμα της τάξης και φιλικές σχέσεις προεφήβων των μαθητών The purpose of this research was the study of relationships among the dimensions of Psychological Classroom Climate (Interpersonal Relations, Personal Development, System Maintenance and Change) and of the positive dimensions (Validation and Caring, Help and Guidance, Intimate Exchange, Companionship and Recreation, Conflict Resolution) and of the negative dimension (Conflict and Betrayal) the friendly relationships of pre-adolescent students. Moreover, a basic aim of the research was the study of the effect of gender and age (class of attendance) in the variables under study. The research tool of this study was the anonymous questionnaire completed by 351 pre-adolescent students (168 boys, 183 girls) of the fifth and sixth grade of primary school. The results of this research showed that there was no gender difference, neither in the three dimensions of the Psychological Classroom Climate, nor in the dimensions of friendly relations. In addition, no significant differences were evident regarding participants' age (class attendance) on the dimensions of the Psychological Classroom Climate and the positive dimensions of the friendly relations. Nevertheless, there was an age difference in the negative dimension of friendly relations, with students of the sixth grade of Primary school reporting more conflicts in the friendships compared to the fifth graders. Besides, significant positive correlations were obtained among Interpersonal Relations, Personal Development, System Maintenance and Change and the positive dimensions of friendly relations, along with a significant positive correlation of Personal Development with the negative dimensions of friendly relations. The findings of this study are discussed for implementation by educators and also for future studies. Σκοπός της παρούσας έρευνας υπήρξε η μελέτη των σχέσεων μεταξύ των διαστάσεων του Ψυχολογικού Κλίματος της τάξης (Διαπροσωπικές Σχέσεις, Προσωπική Ανάπτυξη, Συντήρηση και Μεταλλαγή του Συστήματος) και των θετικών διαστάσεων (Φροντίδα και Αναγνώριση, Βοήθεια και Καθοδήγηση, Οικεία Ανταλλαγή, Παρέα και Επανασύνδεση, Επίλυση Συγκρούσεων) και της αρνητικής διάστασης (Σύγκρουση και Προδοσία) των φιλικών σχέσεων των προεφήβων μαθητών. Επίσης, βασικός στόχος της έρευνας αποτέλεσε η επίδραση του φύλου και της ηλικίας (τάξη φοίτησης) στις υπό μελέτη μεταβλητές. Το ερευνητικό εργαλείο της μελέτης αποτέλεσε το ανώνυμο ερωτηματολόγιο, το οποίο απάντησαν 351 προέφηβοι μαθητές (168 αγόρια, 183 κορίτσια) της Ε’ και Στ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι δεν υφίσταται διαφυλική διαφοροποίηση, τόσο για τις τρείς διαστάσεις του Ψυχολογικού Κλίματος της τάξης, όσο και για τις διαστάσεις των φιλικών σχέσεων. Επίσης, δεν αναδείχθηκε σημαντική διαφοροποίηση των απαντήσεων των συμμετεχόντων ως προς την ηλικία (τάξη φοίτησης) για τις διαστάσεις του Ψυχολογικού κλίματος της τάξης και των θετικών διαστάσεων των φιλικών σχέσεων. Ενώ, διαπιστώθηκε ηλικιακή διαφοροποίηση στην αρνητική διάσταση των φιλικών σχέσεων, με τους μαθητές της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου να δηλώνουν περισσότερες συγκρούσεις στις φιλίες τους σε σύγκριση με τους μαθητές της Ε’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Επιπλέον, διαπιστώθηκαν σημαντικές θετικές συσχετίσεις μεταξύ των Διαπροσωπικών Σχέσεων, της Προσωπικής Ανάπτυξης, της Συντήρησης και Μεταλλαγής του Συστήματος με τις θετικές διαστάσεις των φιλικών σχέσεων, παράλληλα αναδείχθηκε σημαντική θετική συσχέτιση της Προσωπικής Ανάπτυξης με την αρνητική διάσταση των φιλικών σχέσεων. Τα πορίσματα της συγκεκριμένης μελέτης συζητιούνται για εφαρμογή από τους εκπαιδευτικούς και για μελλοντικές έρευνες. 47 98 131 Ο ρόλος του εκπαιδευτικού πληθυσμού στην προώθηση περιβαλλοντικών πρακτικών The purpose of this study was to explore environmental education practices as they arise from the titles of the Environmental Education programs that were implemented in public primary schools of the Prefecture of Xanthi starting from 2013-14 schoolyear until 2016-2017. Additionally, it is attempted to find out the tendency of teachers to implement Environmental Education programs following the removal of Flexible Zone hours from the timetable during the very last year. An attempt is made to investigate whether themes of programs being developed have been influenced by the thematic year of the “Decade of Education for Sustainable Development”. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η καταγραφή των φιλοπεριβαλλοντικών πρακτικών ,όπως αυτές προκύπτουν από τους τίτλους των προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που υλοποιήθηκαν στα δημοτικά σχολεία του Ν. Ξάνθης το διάστημα που ξεκινά από το σχολικό έτος 2013-14 έως και το 2016-17. Επιπρόσθετα, γίνεται προσπάθεια να καταγραφεί ποια είναι η τάση των εκπαιδευτικών για την εφαρμογή προγραμμάτων μετά την κατάργηση των ωρών της Ευέλικτης Ζώνης από το ωρολόγιο πρόγραμμα την τελευταία υπό μελέτη χρονιά. Διερευνάται ο αριθμός εκπονημένων προγραμμάτων ανά θεματική κατηγορία, ανά σχολική χρονιά και συγκριτικά μεταξύ τους, καθώς και ο συνολικός αριθμός των εκπαιδευτικών ανά έτος και συγκριτικά. Γίνεται προσπάθεια να ερευνηθεί αν η θεματολογία των εκπονούμενων προγραμμάτων έχει επηρεαστεί από τη θεματολογία της «Δεκαετίας της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη». 48 187 141 Hemolytic anemia is a serious disease entity. In this thesis a review of drug induced hemolytic anemia (DIHA) is performed based on the available medical literature. Specifically, the mechanisms of its induction, the responsible drugs, the diagnosis and its treatment are outlined. DIHA is a relatively rare complication. Four mechanisms for its induction have been implicated. The mechanism of immune complexes, drug absorption, non-immunogenic protein absorption or erythrocyte membrane disorder and autoimmune hemolytic anemia, with the first being the most common. There are more than 125 pharmaceuticals involved in DIHA in the literature, with the most common being cephalosporins and in particular cefotetan and ceftriaxone. Diagnosis is made by serological screening with direct antiglobulin test and with discovery of antibodies against the offending drug. Therapeutically, immediate discontinuation of the responsible drug in most cases leads to complete remission, while transfusion of packed erythrocytes may be necessary in more severe cases. Due to its rarity, DIHA is often overlooked by clinicians. The purpose of this work is to highlight the risk of this serious complication, and the need for appropriate differential diagnosis and serological testing in such cases. Η αιμολυτική αναιμία αποτελεί σοβαρή νοσολογική οντότητα. Στην παρούσα εργασία γίνεται μία αναδρομική μελέτη της βιβλιογραφίας για την φαρμακευτικά επαγόμενη αιμολυτική αναιμία. Συγκεκριμένα, περιγράφονται οι μηχανισμοί πρόκλησης της, τα φάρμακα που ενοχοποιούνται, η διάγνωση αλλά και η θεραπεία της. Η ΦΕΑΑ είναι μια σχετικά σπάνια επιπλοκή. Έχουν ενοχοποιηθεί τέσσερις μηχανισμοί πρόκλησης. Ο μηχανισμός ανοσοσυμπλεγμάτων, ο μηχανισμός προσρόφησης φαρμάκου, ο μηχανισμός μη ανοσολογικής προσρόφησης πρωτεϊνών η διαταραχής ερυθροκυτταρικής μεμβράνης και η αυτοάνοση αιμολυτική αναιμία, με πιο συχνό τον πρώτο. Βιβλιογραφικά αναφέρονται πάνω από 125 φάρμακα που εμπλέκονται σε ΦΕΑΑ, με συχνότερες τις κεφαλοσπορίνες και συγκεκριμένα την κεφοτετάνη και την κεφτριαξόνη. Η διάγνωση γίνεται μέσω ορολογικού ελέγχου και ανεύρεσης αντισωμάτων έναντι του φαρμάκου ενώ θεραπευτικά, αν χρειάζεται, γίνεται μετάγγιση. Η διακοπή του φαρμάκου οδηγεί σχεδόν πάντα σε πλήρη ύφεσή της ΦΕΑΑ. Λόγω της σπανιότητα της, η ΦΕΑΑ συχνά υποδιαγιγνώσκεται από τους κλινικούς γιατρούς. 49 261 304 Student evaluation is an important and complex issue in education, as claimed by bibliographical references and research reports. This issue is of great concern to public opinion, school factors, researchers and decision-makers at all levels of education. For a long time, in our country there has been stagnation in the educational field, as regards the assessment, for several reasons. Today it is necessary to give a boost in order to improve the way and methods of evaluation in primary education. Teachers try to develop these methods and seek the introduction of a more objective and effective evaluation. In this thesis, are highlighted objects and stages of evaluation, as well as the traditional and modern assessment methods, so that teachers can evaluate the academic performance of their students and the relationship between assessment and grades, based on the modern Greek system. Our research aims to explore the views of teachers about student assessment in primary schools of Alexandroupolis. The specific object of the research is to determine the assessment reasons, periods, methods, frequency of tests and grading, according to the teachers. Our research, carried out with a questionnaire to 66 teachers of primary education in the area of Alexandroupolis, exemptions showed that: i. The prevalent reason assessment is to identify possible difficulties of students. ii. The evaluation is mainly applied during and at the end of the school year. iii. Teachers prefer to assess students through oral examinations or tests in summary. Also, common is the use of the work folder. iv. Descriptive rating is applied by many teachers, regardless the class Η αξιολόγηση της επίδοσης του μαθητή αποτελεί ένα βασικό και πολυσύνθετο ζήτημα στον τομέα της εκπαίδευσης, όπως υποστηρίζει πλήθος βιβλιογραφικών και ερευνητικών αναφορών. Το ζήτημα αυτό απασχολεί έντονα την κοινή γνώμη, τους συντελεστές του σχολείου, τους ερευνητές και τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης. Στη χώρα μας για μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρξε στασιμότητα στον εκπαιδευτικό χώρο όσον αφορά την αξιολόγηση για διάφορους λόγους. Σήμερα είναι απαραίτητο να δοθεί μία ώθηση για τη βελτίωση του τρόπου και των μεθόδων αξιολόγησης στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να εξελίξουν τους τρόπους και τις μεθόδους αξιολόγησης των μαθητών επιζητώντας έτσι την καθιέρωση μιας πιο αντικειμενικής και αποτελεσματικής αξιολόγησης. Στο πλαίσιο της παρούσας πτυχιακής εργασίας τονίζονται και εξετάζονται οι στόχοι και τα στάδια της αξιολόγησης, οι παραδοσιακές και σύγχρονες μέθοδοι που εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί, για να αξιολογήσουν τη σχολική επίδοση των μαθητών τους, καθώς επίσης και η σχέση της βαθμολόγησης με την αξιολόγηση, με βάση τα σύγχρονα ελληνικά δεδομένα. Η έρευνά μας αποσκοπεί στην διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών σχετικά με τη διαδικασία της αξιολόγησης των μαθητών των δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης. Οι επιμέρους στόχοι της έρευνας είναι να προσδιοριστούν σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς οι λόγοι αξιολόγησης των μαθητών από τους εκπαιδευτικούς, οι χρονικές φάσεις και οι μέθοδοι αξιολόγησης, η συχνότητα χρήσης των σύγχρονων τεστ αξιολόγησης και οι τρόποι βαθμολόγησης των μαθητών. Από την έρευνα μας, που πραγματοποιήθηκε σε 66 εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, προέκυψε ότι: i. ο επικρατέστερος λόγος αξιολόγησης των μαθητών είναι ο εντοπισμός πιθανών δυσκολιών των μαθητών, ii. η αξιολόγηση εφαρμόζεται κυρίως κατά τη διάρκεια και στο τέλος της σχολικής χρονιάς, iii. οι εκπαιδευτικοί προτιμούν να αξιολογούν τους μαθητές μέσα από προφορικές εξετάσεις ή ανακεφαλαιωτικά διαγωνίσματα, ενώ συχνή είναι και η χρήση του φακέλου εργασιών και τέλος iv. η περιγραφική βαθμολόγηση εφαρμόζεται από πολλούς εκπαιδευτικούς ανεξαρτήτως τάξης 50 247 308 Since the first Neonatal Intensive Care Unit was founded, in 1960, the advance of Medicine has provided extremely premature and critically ill newborns with a higher quality medical care. Due to the forementioned advance, though, healthcare professionals were faced with critical dilemmas and questioning. The greatest dilemma is whether it would be beneficial for a newborn with a small chance of survival or a low life-quality to be administered a cure, so as to be maintained in life or would it be better if it was left to die? The withdrawal of a cure does not mean that a newborn will be left to die helpless, but on the contrary, it means that it will receive palliative care. The science of Bioethics plays a fundamental role in guiding and aiding healthcare professionals and parents in making life decisions for their children, with more emphasis made on the criterion of the best-interest. The drafting of the Groningen protocol aimed to aid decision-making with regard to those critical cases. Nonetheless, a great deal of the scientific community stood against that protocol as it is in contrast with the plethora of articles on human rights and the principles of bioethics as well. The decision on each case should be individualized, considering these factors, so that the physician can offer the maximum attention, staying focused on the Hippocratic oath and glancing towards the future of this small being and therefore its existence, since it is unable to participate in that decision. Από την ίδρυση της πρώτης Μονάδας Εντατικής Θεραπείας Νεογνών, το 1960, έως και σήμερα η πρόοδος της Ιατρικής έχει συμβάλλει σημαντικά, ώστε τα εξαιρετικά πρόωρα και τα βαρέως πάσχοντα νεογνά να λαμβάνουν υψηλής ποιότητας ιατρική φροντίδα. Η πρόοδος αυτή, ωστόσο, έφερε τους επαγγελματίες υγείας αντιμέτωπους με σοβαρά διλήμματα και προβληματισμούς όπως το βιοηθικό δίλημμα της διατήρησης της ανθρώπινης ζωής με κάθε κόστος και συνέπεια με την εφαρμογή υποστηρικτικών για τη ζωή πρακτικών ή την εφαρμογή ορίων στη παροχή των επεμβατικών και σωτήριων για τη ζωή τεχνικών και το πέρασμα στην παρηγορητική - ανακουφιστική φροντίδα με στόχο την ελαχιστοποίηση του πόνου προκειμένου η κατάσταση της υγείας του νεογέννητου να εξελιχθεί χωρίς παρεμβάσεις. Σε κάθε περίπτωση όμως η διακοπή ή η μη παροχή εντατικής θεραπείας δεν σημαίνει βέβαια εγκατάλειψη του νεογνού αλλά το πέρασμα στην παρηγορητική - ανακουφιστική φροντίδα. Η θεραπεία αυτή επικε-ντρώνεται τόσο στο νεογνό όσο και στην οικογένεια και στοχεύει κυρίως στην ανακούφιση του νεογνού από τον πόνο και στην βελτίωση των συνθηκών καθώς οδεύει προς το τέλος. Η επιστήμη της Βιοηθικής διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην καθοδήγηση και τη διευκόλυνση των επαγγελματιών υγείας και των γονέων, ώστε να λάβουν τις αποφάσεις που αφορούν ην πορεία της ζωής των παιδιών τους, με περισσότερη έμφαση να δίνεται στο κριτήριο του βέλτιστου συμφέροντος. Η σύνταξη του πρωτοκόλλου του Groningen είχε σκοπό να διευκολύνει τη λήψη αποφάσεων όσον αφορά στις συγκεκριμένες κρίσιμες περιπτώσεις. Παρ’ όλα αυτά, ένα μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας τέθηκε ενάντιά του, καθώς έρχεται αντίθετο με πληθώρα άρθρων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και με τις αρχές της βιοηθικής. Η απόφαση για κάθε περίπτωση πρέπει να εξατομικεύεται λαμβάνοντας υπόψη τους παράγοντες αυτούς ώστε ο γιατρός να προσφέρει τα μέγιστα, προσηλωμένος στον Ιπποκράτειο όρκο και με το βλέμμα στραμμένο προς το μέλλον της μικρής ύπαρξης, που χωρίς να μπορεί να συμμετάσχει στην απόφαση κρίνεται η όλη μετέπειτα ύπαρξή της. 51 265 304 Συγκριτική μελέτη του κεντρικού και περιφερικού πάχους κερατοειδούς, μετρημένο με οπτικό τομογράφο συνοχής και με τοπογράφο Scheimpflug σε μάτια υγιή, με κερατόκωνο, μετά από διαθλαστική επέμβαση και επέμβαση κερατόκωνου This work is divided into two parts, the first aims in understanding and description of a basic anatomical structure of the eye: the cornea, and the second one, through the research study carried out: in comparison of central and peripheral corneal pachymetry, measured by Fourier-domain Optical Coherence Tomography (AS-SD OCT) and Scheimpflug topography (Pentacam) in healthy, keratoconic, post-laser in situ keratosmileusis and post-Athens Protocol eyes. The first part of the thesis summarizes the anatomical part of the eye and the cornea, reports the various diseases of the cornea and especially the concept of keratoconus. The methods of cornea examination and most of the diagnostic machines which are available in today’s market are also described, as well as the ways to treat cornea abnormalities and diseases, either in conventional or surgical ways. Significant reference is made to refractive operations with laser correction of cornea abnormalities and diseases, such as keratoconus, but also to basic principles of Optical Coherence Tomography (OCT) and Scheimpflug Topography (Pentacam), as the two main diagnostic machines used on a daily basis in examination of cornea surface. The second part presents the purpose of the research, the methodology used to collect and process the data, the results and the conclusions based on the statistical analysis regarding a quantitative research. Finally, based on the findings of this thesis, it is a general consensus that the combination of Optical Coherence Tomography and Scheimpflug Topography is considered ideal for cornea examination, monitoring degenerative diseases such as keratoconus and for their use as tools of preoperative and postoperative evaluation of cornea surface in refractive and keratoconic operations. Η εργασία αυτή χωρίζεται σε δύο μέρη, το πρώτο μέρος αποσκοπεί στην κατανόηση και περιγραφή μιας βασικής ανατομικής δομής του οφθαλμού: τον κερατοειδή, και το δεύτερο μέρος μέσω της ερευνητικής μελέτης που εκπονήθηκε: στην σύγκριση της κεντρικής και περιφερικής παχυμετρίας του κερατοειδή, μετρημένη με Fourier-domain Οπτικό Τομογράφο Συνοχής (AS-SD OCT) και τοπογράφο με κάμερα Scheimpflug (Pentacam), σε μάτια υγιή, με κερατόκωνο, μετά από διαθλαστική επέμβαση και επέμβαση κερατόκωνου με την μέθοδο Athens Protocol. Κατά την συγγραφή του πρώτου μέρους, αναφέρονται συνοπτικά τα ανατομικά μέρη του οφθαλμού και του κερατοειδή, παρατίθενται οι διάφορες παθήσεις του κερατοειδή και αναλύεται η έννοια του κερατόκωνου. Ακόμη, περιγράφονται οι τρόποι μέτρησης ελέγχου της κερατοειδικής επιφάνειας με τα διάφορα διαγνωστικά μηχανήματα που υπάρχουν στην σημερινή αγορά, καθώς και οι τρόποι αντιμετώπισης ανωμαλιών και παθήσεων του κερατοειδούς είτε με συμβατικούς τρόπους είτε χειρουργικά. Σημαντική αναφορά γίνεται στις διαθλαστικές επεμβάσεις διόρθωσης αμετρωπιών και παθήσεων όπως ο κερατόκωνος, αλλά και στις αρχές λειτουργίας των μηχανημάτων της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (OCT) και της Τοπογραφίας Scheimpflug (Pentacam), ως τα δύο βασικά διαγνωστικά μηχανήματα που χρησιμοποιούνται κατά κόρον στην καθημερινή εξέταση της κερατοειδικής επιφάνειας. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται ο σκοπός της έρευνας, η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για την συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων, τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα με βάση την στατιστική ανάλυση που είναι ανάλογη της ποσοτικής έρευνας. Τέλος, με βάση τα ευρήματα της εργασίας αυτής, γίνεται κατανοητό ότι ο συνδυασμός της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής και της Τοπογραφίας Scheimpflug θεωρείται ιδανικός για την εξέταση του κερατοειδούς, την παρακολούθηση εκφυλιστικών παθήσεων όπως ο κερατόκωνος αλλά και για την χρήση τους ως εργαλεία στην προεγχειρητική και μετεγχειρητική εκτίμηση της κερατοειδικής επιφάνειας στις διαθλαστικές επεμβάσεις και στις επεμβάσεις κερατόκωνου. 52 664 683 Επίδραση ελεύθερων και ακινητοποιημένων προβιοτικών καλλιεργειών σε ποιοτικά χαρακτηριστικά γαλακτοκομικών προϊόντων και προϊόντων κρέατος Nowadays, probiotic foods have gained great interest, as consumers are interested in foods that contribute to the prevention and/or treatment of the diseases. The term probiotic is derived from synthetic "pro" and "biotic", which means "for life". A variety of microorganisms has been studied for potential probiotic properties. Most strains with probiotic activity belonging to the genera Lactobacillus and Bifidobacterium. However, the potential probiotic role of other microorganisms is under investigation. The aim was to study the effect of free and immobilized probiotic cultures Lactobacillus plantarum 2035 and Lactobacillus plantarum T571 on the qualitative characteristics (sugars, organic acids and volatile compounds) of dairy products (yogurt , ariani and feta cheese) and meat products (dry fermented sausages). For this purpose, yogurt containing free probiotic Lactobacillus plantarum 2035 cells was prepared. The addition of the probiotic culture resulted in decrease in the concentration of sugars, while an increase in the concentration of organic acids was observed. Lactic acid, a fermentation product of probiotic cells, from a maximum concentration value 16,24 g/Kg in yogurt without probiotic cells, reached its maximum value 18,21 g/Kg in yogurt with probiotic cells. With gas chromatography/mass spectrometry (GC/MS), the profile of volatile compounds was observed and the major categories that were identified were volatile organic acids and carbonyl compounds. The addition of probiotic culture led to increase in the concentration of both volatile organic acids and carbonyl compounds. Furthermore, ariani containing free probiotic Lactobacilus plantarum 2035 cells was prepared. The addition of the probiotic culture led to reduction in concentration of sugars, while the concentration of organic acids was increased. Lactic acid, with a maximum concentration 20.54 g / L in ariani without probiotic culture, reached its maximum concentration 22,15 g / L, in ariani with probiotic culture. About the volatile compounds that were identified with gas chromatography/mass spectrometry (GC/MS), carbonyl compounds was the major class of volatile compounds that were identified and a decrease in their concentration was observed, compared with those that did not contain the probiotic culture. At the same time, feta cheese with both free and immobilized Lactobacillus plantarum T571 cells was producted. The addition of free Lactobacillus plantarum T571 cells led to an increase of the total concentration of organic acids. Lactic acid, from a maximum concentration value 0,72 g / 100 g of feta cheese without probiotic cells, reached its maximum value 0,84 g / 100 g of feta cheese with probiotic cells. In the sugars, many variations of their concentration were observed. Among the volatile compounds that were identified with gas chromatography/mass spectrometry (GC/MS), esters, carbonyl compounds and alcochols were found. The effect of the probiotic culture led to a reduction on esters’ concentration and to an increase on carbonyl compounds’ concentration. Alcohols’ concentration was increased in those products which were maintained at 12oC and reducted in those maintained at 4oC, compared with those that did not contain probiotic culture. On the other hand, immobilized Lactobacillus plantarum T571 cells were added to feta type cheese. In both products preserved at 4oC and at 12oC, sugars’ concentration was decreased and organic acids’ was increased (1,18 g/ 100 g of feta cheese, lactic acid’s maximum value concentration). As for the volatile compounds were identified with gas chromatography/mass spectrometry (GC/MS), esters, carbonyl compounds and alcochols were found. At the products maintained at 4oC, esters’ and carbonyl compounds’ concentration was increased, while alcohols’ concentration was decreased, compared with products without probiotic cells. Similarly, at the products maintained at 12oC, concentration of esters, carbonyl compounds and alcohols was decreased. Finally, dry fermented sausages with free Lactobacillus plantarum 2035 cells were prepared. No effect to the concentration of both sugars and organic acids was observed (Lactic acid’s maximum concentration value was 3,06 g/ 100 g of sausage without probiotic cells and the corresponding maximum value in sausage with probiotic cells was 3,41 g/ 100 g of sausage). With gas chromatography/mass spectrometry (GC/MS), esters, carbonyl compounds and alcohols were detected, the total concentration of which was decreased at products with probiotic culture. Τα προβιοτικά τρόφιμα έχουν αποκτήσει μεγάλο ενδιαφέρον στις μέρες μας, καθώς οι καταναλωτές ενδιαφέρονται για τρόφιμα που συμβάλλουν στην πρόληψη ή/και πιθανόν στη θεραπεία διάφορων ασθενειών. Ο όρος προβιοτικός προέρχεται από τα συνθετικά ‘προ’ και ‘βίος’, που σημαίνει ‘για τη ζωή’. Ποικιλία μικροοργανισμών έχει μελετηθεί για πιθανές προβιοτικές ιδιότητες. Τα περισσότερα μικροβιακά στελέχη με προβιοτική δραστηριότητα ανήκουν στα γένη Lactobacillus και Bifidobacterium. Εντούτοις, ο πιθανός προβιοτικός ρόλος κι άλλων μικροοργανισμών βρίσκεται υπό έρευνα. Σκοπός της διπλωματικής εργασίας ήταν η μελέτη της επίδρασης ελεύθερων ή ακινητοποιημένων προβιοτικών καλλιεργειών Lactobacillus plantarum 2035 και Lactobacillus plantarum T571 στα ποιοτικά χαρακτηριστικά (σάκχαρα, οργανικά οξέα και πτητικά παραπροϊόντα) γαλακτοκομικών προϊόντων (γιαούρτι, αριάνι και τυρί τύπου φέτας) και προϊόντων κρέατος (ξηρά ζυμωμένα λουκάνικα). Γι’ αυτό τον σκοπό παρασκευάστηκε γιαούρτι με ελεύθερη καλλιέργεια Lactobacillus plantarum 2035. Η προσθήκη της προβιοτικής καλλιέργειας είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση στη συγκέντρωση σακχάρων, ενώ η συγκέντρωση των οργανικών οξέων αυξήθηκε. Το γαλακτικό οξύ, προϊόν της ζύμωσης των προβιοτικών κυττάρων, από μέγιστη τιμή συγκέντρωσης 16,24 g/Kg στο γιαούρτι χωρίς προβιοτική καλλιέργεια, έφτασε στη μέγιστη τιμή 18,21 g/Kg στο γιαούρτι με προβιοτική καλλιέργεια. Με αέρια χρωματογραφία/φασματοσκοπία μάζας (GC/MS) μελετήθηκε το προφίλ των πτητικών ενώσεων και οι σημαντικότερες κατηγορίες που ταυτοποιήθηκαν ήταν τα πτητικά οργανικά οξέα και οι καρβονυλικές ενώσεις. Η προσθήκη της προβιοτικής καλλιέργειας οδήγησε στην αύξηση της συγκέντρωσης, τόσο των πτητικών οργανικών οξέων όσο και των καρβονυλικών ενώσεων. Επιπροσθέτως, παρασκευάστηκε αριάνι με ελεύθερη προβιοτική καλλιέργεια Lactobacillus plantarum 2035. Η προβιοτική καλλιέργεια επέφερε μείωση στη συγκέντρωση των σακχάρων, ενώ αντίθετα, η συγκέντρωση των οργανικών οξέων αυξήθηκε. Το γαλακτικό οξύ, με μέγιστη τιμή συγκέντρωσης 20,54 g/L στο αριάνι χωρίς προβιοτική καλλιέργεια, φτάνει στη μέγιστη τιμή συγκέντρωσης 22,15 g/L, στο αριάνι με προβιοτική καλλιέργεια. Σχετικά με τις πτητικές ενώσεις που ταυτοποιήθηκαν με αέρια χρωματογραφία/φασματοσκοπία μάζας (GC/MS), οι καρβονυλικές ενώσεις ήταν η κύρια κατηγορία πτητικών ενώσεων που προσδιορίστηκαν και σημειώθηκε μείωση στη συγκέντρωση τους. Παράλληλα, τα ελεύθερα και ακινητοποιημένα κύτταρα δοκιμάστηκαν στην παραγωγή προβιοτικού τυριού τύπου φέτας. Η προσθήκη ελεύθερων κυττάρων L. plantarum T571, οδήγησε σε αύξηση της συνολικής συγκέντρωσης των οργανικών οξέων. Το γαλακτικό οξύ, από τη μέγιστη τιμή συγκέντρωσης 0,72 g/100 g φέτας, στα προϊόντα χωρίς ελεύθερη προβιοτική καλλιέργεια, φτάνει στη μέγιστη τιμή 0,84 g/100 g φέτας, στα προϊόντα με ελεύθερη προβιοτική καλλιέργεια. στα σάκχαρα παρατηρήθηκαν διακυμάνσεις στα επίπεδά της κατά τη διάρκεια του χρόνου ωρίμανσης. Ανάμεσα στις πτητικές ενώσεις που ταυτοποιήθηκαν με αέρια χρωματογραφία/ φασματοσκοπία μάζας (GC/MS), βρέθηκαν εστέρες, αλκοόλες και καρβονυλικές ενώσεις. Η επίδραση της καλλιέργειας είχε ως συνέπεια τη μείωση της συγκέντρωσης των εστέρων, την αύξηση της συγκέντρωσης των καρβονυλικών ενώσεων, ενώ η συγκέντρωση των αλκοολών αυξήθηκε στα προϊόντα που συντηρήθηκαν στους 12°C και μειώθηκε σε αυτά που συντηρήθηκαν στους 4°C, συγκριτικά με αυτά που δεν περιείχαν προβιοτική καλλιέργεια. Από την άλλη μεριά, έγινε επίσης, προσθήκη της προβιοτικής καλλιέργειας ακινητοποιημένης σε πρωτεΐνη τυρογάλακτος. Τόσο στα προϊόντα που συντηρήθηκαν στους 4°C, όσο και σε αυτά που συντηρήθηκαν στους 12°C, η συγκέντρωση των οργανικών οξέων αυξήθηκε (1,18 g/100 g φέτας η μέγιστη συγκέντρωση του γαλακτικού οξέος) και των σακχάρων μειώθηκε. Όσο αφορά τις πτητικές ενώσεις που ταυτοποιήθηκαν με αέρια χρωματογραφία/ φασματοσκοπία μάζας (GC/MS), η προσθήκη της ακινητοποιημένης σε πρωτεΐνη τυρογάλακτος προβιοτικής καλλιέργειας οδήγησε σε διαφορετικά αποτελέσματα ανάμεσα στα προϊόντα που συντηρήθηκαν στους 4°C, και σε αυτά που συντηρήθηκαν στους 12°C. Ανιχνεύθηκαν εστέρες, καρβονυλικές ενώσεις και αλκοόλες. Στα προϊόντα που συντηρήθηκαν στους 4°C, σημειώθηκε αύξηση στη συγκέντρωση των εστέρων και των καρβονυλικων ενώσεων, ενώ μειώθηκε η συγκέντρωση των αλκοολών. Αντίστοιχα, στα προϊόντα που συντηρήθηκαν στους 12°C, παρατηρήθηκε μείωση στη συγκέντρωση εστέρων καρβονυλικών ενώσεων και αλκοολών. Τέλος, παρασκευάστηκαν ξηρά ζυμωμένα λουκάνικα με προσθήκη ελεύθερης προβιοτικής καλλιέργειας Lactobacillus plantarum 2035. Όπως παρατηρήθηκε η προσθήκη της προβιοτικής καλλιέργειας δεν επηρέασε τη συνολική συγκέντρωση των οργανικών οξέων και των σακχάρων (3,06 g/100 g λουκάνικου, η μέγιστη τιμή συγκέντρωσης γαλακτικού οξέος, σε λουκάνικο χωρίς προβιοτική καλλιέργεια, ενώ 3,41 g/100 g λουκάνικου, η αντίστοιχη τιμή στα λουκάνικα με προβιοτική καλλιέργεια. Η ταυτοποίηση των πτητικών ενώσεων έγινε με αέρια χρωματογραφία/φασματοσκοπία μάζας (GC/MS) και εντοπίστηκαν εστέρες, καρβονυλικές ενώσεις και αλκοόλες, η συνολική συγκέντρωση των οποίων αυξήθηκε στα προϊόντα με προβιοτική καλλιέργεια. 53 166 183 The present bachelor thesis discusses primary education teachers’ attitudes and practices regarding the teaching of Physical Sciences in elementary school. Particularly, issues related to the teaching strategies and aids used by teachers, as well as difficulties that both teachers and their students are faces with during these lessons are being extensively investigated. The dissertation is divided into two main sections. The “theoretical section” provides information about the Physical Sciences, Science Education, the content and purposes of teaching Science in Greek elementary education as well as a literature review on research referring to the same topic. In the second part, the “research” is being presented; the research methodology that carried out through semi-structed interviews, the data analysis and finally the research findings. The data analysis indicated that teachers are interested in maximizing the effectiveness of their teaching, using active learning methods and contemporary educational aids. Interestingly, as regard the difficulties that hinder their work, teachers seem to overcome them on their own initiatives, eliminating any negative consequence. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις στάσεις και τις πρακτικές εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών στο δημοτικό σχολείο. Συγκεκριμένα διερευνώνται, σε βάθος, θέματα σχετικά με τις μορφές και τα μέσα διδασκαλίας που χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί καθώς και με τις δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι και οι μαθητές τους. Η εργασία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη. Στο «θεωρητικό μέρος», στο οποίο παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με τις Φυσικές Επιστήμες, τη Διδακτική τους, το περιεχόμενο και τους στόχους της διδασκαλίας τους στην ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και μία βιβλιογραφική ανασκόπηση, σε συναφείς με το παρόν θέμα, επιστημονικές έρευνες. Στο δεύτερο μέρος, το «ερευνητικό», παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας, η οποία διεξήχθη μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων, η ανάλυση των συλλεχθέντων δεδομένων και τέλος η συζήτηση των ευρημάτων και οι διαπιστώσεις που εξήχθησαν. Από την ανάλυση των συνεντεύξεων, διαπιστώθηκε πως οι εκπαιδευτικοί ενδιαφέρονται για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας της διδασκαλίας τους, χρησιμοποιώντας ενεργητικές μεθόδους και σύγχρονα μέσα διδασκαλίας. Τέλος, σχετικά με τις δυσκολίες που δυσχεραίνουν το έργο τους, οι ίδιοι φάνηκε να τις ξεπερνούν με δικές τους πρωτοβουλίες, εξαλείφοντας τις όποιες αρνητικές συνέπειες. 54 299 310 Language assessment in the early school-age: language sample analysis Η γλωσσική αξιολόγηση κατά την πρώτη σχολική ηλικία: ανάλυση γλωσσικών δειγμάτων The evaluation of primary school-age children’s language development constitutes an important need for both the clinical and educational practice. Language Sample Analysis (LSA) is considered a method of language assessment with the highest ecological validity. In addition, LSA is considered to provide the most detailed information concerning almost all aspects of young children´s language development. This specific language assessment method aims at creating suitable conditions which would encourage the child to communicate naturally. Thus, the collected language sample for analysis and evaluation should be representative. In the bibliography, one can find several language development indexes (e.g., Mean Length of Utterance (MLU), Number of Different Words (NDW), and Clausal Density) pertinent to LSA for multiple languages. Additionally, the available age-standardized scores allow the comparison of the verbal ability of each child with that of typically developing children matched on age. As far as we know, until now there has been no structured elicitation and analysis of the previously mentioned indexes in Greek language. The overall aim of this study is the elicitation, recording and analysis of language samples from 57 children of the first and second grade of Primary School by means of an elicitation protocol including conversation, image description, and storytelling. The playful procedures were conducted on an individual basis and lasted approximately 10-15 minutes per child. Τhis pilot study provides data on these indexes in Greek-speaking children during their early school years. Due to the limited sample of the present study, but also to the important individual differences that are expected for these ages, the differences between first and second graders are not deemed significant. These results are discussed in relation to equivalent results in other languages, and constitute an initial base for further research on Greek language assessment Η αξιολόγηση της γλωσσικής ανάπτυξης παιδιών πρώτης σχολικής ηλικίας αποτελεί σημαντική ανάγκη της κλινικής και της εκπαιδευτικής πρακτικής. Ως μέθοδος γλωσσικής αξιολόγησης με την μεγαλύτερη οικολογική εγκυρότητα, θεωρείται η ανάλυση γλωσσικών δειγμάτων (ΑΓΔ), ενώ παράλληλα θεωρείται ως η μέθοδος που μπορεί να παρέχει τις πιο λεπτομερειακές πληροφορίες σχετικά με όλες σχεδόν τις διαστάσεις της γλωσσικής ανάπτυξης των μικρών παιδιών. Αποσκοπεί στη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών που θα ωθήσουν το παιδί να εκφραστεί λεκτικά όσο το δυνατόν πιο ελεύθερα και φυσικά, ώστε να συλλεχθεί ένα επαρκές και αντιπροσωπευτικό γλωσσικό δείγμα προς ανάλυση και αξιολόγηση. Στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με την ΑΓΔ συναντά κανείς αρκετούς γλωσσικούς δείκτες (π.χ. Μέσο Μήκος Εκφωνήματος, Συνολικός αριθμός Λέξεων, Αριθμός Διαφορετικών Λέξεων, κ,ά.) των οποίων η αναπτυξιακή ευαισθησία έχει αναδειχθεί, ενώ σε πολλές γλώσσες υπάρχουν διαθέσιμα σταθμισμένα κριτήρια αναφοράς ανά ηλικία που καθιστούν εφικτή τη σύγκριση του γλωσσικού επιπέδου κάθε παιδιού με αυτού των τυπικά αναπτυσσόμενων συνομήλικων παιδιών. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, απ’ όσο γνωρίζουμε δεν έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα μας κάποια συστηματική καταγραφή και ανάλυση των δεικτών αυτών σε ελληνόφωνα παιδιά. Στόχος της μελέτης που παρουσιάζουμε είναι η εκμαίευση, καταγραφή και ανάλυση γλωσσικών δειγμάτων από 57 μαθητές A’ και Β΄ Δημοτικού μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες (ελεύθερη συζήτηση, περιγραφή εικόνας και αφήγηση σύντομης ιστορίας) οι οποίες πραγματοποιήθηκαν ατομικά και είχαν διάρκεια 10-15 λεπτών. Η πιλοτική αυτή διερεύνηση παρέχει στοιχεία σχετικά με τις τιμές των προαναφερθέντων δεικτών σε ελληνόφωνα παιδιά κατά την πρώτη σχολική ηλικία. Λόγω του περιορισμένου δείγματος της παρούσας πιλοτικής μελέτης, αλλά και των μεγάλων ατομικών διαφορών που είναι αναμενόμενες στις ηλικίες αυτές, οι διαφορές που καταγράφονται μεταξύ των παιδιών Α και Β Δημοτικού δεν αναδεικνύονται στατιστικά σημαντικές. Τα αποτελέσματα αυτά συζητούνται σε σχέση με αντίστοιχα αποτελέσματα μελετών που έχουν διενεργηθεί για την ανάπτυξη άλλων γλωσσών και αποτελούν μία αρχική βάση για περεταίρω μελέτες στην Ελληνική γλώσσα 55 326 314 Έκφραση IL-6 σε πειραματικό μοντέλο οξείας παγκρεατίτιδας σε επίμυες μετά από χορήγηση per os eugenol Introduction: The experimental model of acute pancreatitis along with the sequential inflammatory alterations is the subject of interest of many surveys. The cascade that is activated during this process induces damages locally and systematically. Objective: The present protocol aims to look into the possible protective and antioxidant activity of eugenol in pancreas after a special experimental model of acute pancreatitis, going deeper into the histological injuries, the immunohistochemical expression of IL-6 and the serum measurement of it. Methods and material: 120 rats were used, divided into 3 groups: 20 only laparotomy-sham, 51 control group (acute pancreatitis) and 49 eugenol group (acute pancreatitis plus giving per os eugenol). Investigation of 5 pathological injuries (extravasation, duct dilation, edema, necrosis, inflammatory infiltration), immunohistochemical expression of IL-6 and quantitative calculation of it. Blood sample and pancreatic tissue were analyzed after euthanasia at 6,12,24,48 and 72 hours respectively. Results: Acute pancreatitis led to several histological injuries in the pancreatic tissue, almost at all times, especially after euthanasia at 24, 48 and 72 hours, as it was recorded statistically significant difference higher for each injury (extravasation, duct dilation, edema, necrosis, inflammatory infiltration) among sham and control group, regarding almost all of them injuries. Our outcome in the statistical comparison between sham and eugenol group showed statistically significant down-regulation at 24 and 72 hours regarding the eugenol group in duct dilation (p24=0,022,p72=0,011), in edema (p24=0,022,p72=0,028), in necrosis (p24=0,039,p72<0,001) and in inflammatory infiltration (p72<0,001). Between those two groups (control-eugenol), immunohistochemical expression of IL-6 was lower, significant lower in eugenol at 48 (p<0,001) and at 72 hours (p=0,003). Finally serum IL-6 measurement was similar to immunohistochemical expression with statistically significant steep downgrade in the eugenol group comparing with control group.Conclusion: Our study was in favor of the known histological injuries triggered by acute pancreatitis, while it is presumed the antioxidant and cytoprotective prospectives of eugenol, with the reversion of them especially after 24 hours. Cutting down of immunohistochemical and serum IL-6 verifies the above inference. Εισαγωγή: Το πειραματικό μοντέλο πρόκλησης οξείας παγκρεατίτιδας με τις επακόλουθες φλεγμονώδεις αλλοιώσεις αποτελεί αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνών. Ο καταρράκτης που ενεργοποιείται προκαλεί βλάβες τόσο σε τοπικό, όσο και συστηματικό επίπεδο. Σκοπός: Το παρόν πειραματικό πρωτόκολλο έχει ως στόχο τη διερεύνηση πιθανής προστατευτικής και αντιοξειδωτικής δράσης της ευγενόλης στο πάγκρεας, μετά από πειραματική πρόκληση οξείας παγκρεατίτιδας, μελετώντας τις ιστολογικές αλλοιώσεις, την έκφραση της IL-6 ανοσοϊστοχημικά και ποσοτικά. Υλικά και μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 120 επίμυες κατανεμημένοι σε τρεις ομάδες: 20 απλή λαπαροτομία-Sham, 51 ομάδα ελέγχου-control (οξεία παγκρεατίτιδα) και 49 ομάδα ευγενόλης (οξεία παγκρεατίτιδα και χορήγηση per os ευγενόλης). Μελέτη 5 παθολογοανατομικών βλαβών (εξαγγείωση, διάταση πόρων, οίδημα, νέκρωση, φλεγμονώδης διήθηση), ανοσοϊστοχημική έκφραση IL-6 και μέτρηση IL-6 στον ορό πραγματοποιήθηκε στις ώρες ευθανασίας 6,12,24,48,72. Αποτελέσματα: Η οξεία παγκρεατίτιδα προκάλεσε αρκετές ιστολογικές αλλοιώσεις στο παρέγχυμα σχεδόν σε όλες τις ώρες μέτρησης, κυρίως μετά την πρόκληση ευθανασίας στις 24 48 και 72 ώρες, που καταγράφηκαν στη σύγκριση της ομάδας sham με την control (εξαγγείωση, διάταση πόρων, οίδημα, νέκρωση, φλεγμονώδης διήθηση), με στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα σε κάθε ώρα, συγκεκριμένα για την κάθε μία. Η στατιστική σύγκριση της ομάδας ευγενόλης με την control απέδειξε στατιστικά σημαντική μείωση στις 24 και 72 ώρες της διάτασης (p24=0,022,p72=0,011), του οιδήματος (p24=0,022,p72=0,028), της νέκρωσης (p24=0,039, p72<0,001) και της φλεγμονώδους διήθησης (p72<0,001). Μεταξύ των δύο αυτών ομάδων μελέτη της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης IL-6 ανέδειξε στατιστικά σημαντική μείωση της στις 48 (p<0,001) και στις 72 ώρες (p=0,003) στην ομάδα της ευγενόλης. Τέλος ακολουθώντας τα ανωτέρω, η ποσοτική μέτρηση IL-6 έδειξε στατιστικά σημαντική μείωση στην ομάδα ευγενόλης στις 48 ώρες (p<0,001). Συμπεράσματα: Η παρούσα μελέτη συνηγορεί στην εμφάνιση ιστολογικών αλλοιώσεων μετά από πρόκληση οξείας παγκρεατίτιδας, ενώ συμπεραίνεται επίσης και η αντιοξειδωτική και κυτταροπροστατευτική δράση της ευγενόλης με αναστροφή αυτών, κυρίως μετά τις 24 ώρες. Ελάττωση της ανοσοϊστοχημικής και ποσοτικής έκφρασης της IL-6 επιβεβαιώνει το συμπέρασμα αυτό. 56 413 518 Μελέτη της πιθανής κυτταροπροστατευτικής δράσης φυσικών προϊόντων βασισμένων σε μελισσοκομικά παράγωγα έναντι του επαγόμενου απο υπεριώδη ακτινοβολία οξειδωτικού στρές UV radiation contributes to the skin senescence, and this procedure is described by the term photo ageing. UV radiation leads to the generation of Reactive Oxygen Species, ROS and Reactive Nitrogen Species, RNS. When the balance of generating and removing ROS/RNS by the human body is disturbed, oxidative stress takes place. Oxidative stress plays an important role in skin senescence. It leads to cell death and destruction of the extracellular matrix, which are two of the most common features of the senescent skin. UV radiance also upregulates the generation of Matrix Metalloproteinases (MMPs), a big family of zinc-requiring endoproteases that have the ability to degrade all proteins of the extracellular matrix. Bee products are used since ancient times in traditional medicine. Ever since, their antioxidant, anti-carcinogenic, anti-inflammatory and antimicrobial activity is well known. The scope of this study was to evaluate the possible beneficial activity of bee-based products against UV-induced oxidative stress. On that purpose, we studied 17 samples of honey, 12 samples of honey extracts, 3 samples of royal jelly and 16 samples of propolis extracts of different Greek geographical and seasonal origin. First, we examined the cytotoxity of the various bee-based products by Sulforhodamine Β Assay and estimated their non-cytotoxic range of concentrations, causing less than 10% of cell viability loss in human keratinocytes (HaCat). Next, we evaluated the potential cytoprotective effects of these bee-based products against UV- induced oxidative stress within the range of non-cytotoxic concentrations. For this purpose, HaCat cells were exposed to UV radiation in the presence or absence of selected bee-based products and levels of DNA damage was determined by applying the single cell electrophoresis assay (comet assay). Selected honey and propolis extracts appeared to attenuate UV-induced oxidative damage and exert cytoprotective effects. These cytoprotective effects were associated with the ability of certain bee-based preparations to down-regulate the induction of gene expression of MMPs following UV radiation as detected by real time-PCR analysis. In conclusion, this study provides evidence for the potential photochemopreventive effect of bee-derived products. Our data suggest that treatment of human keratinocytes with certain propolis and honey extracts 70 | 88 attenuated UV-mediated DNA damage and caused down-regulation of certain MMPs that are important for the degradation of extracellular matrix proteins. These results suggest that certain bee-derived preparations may be useful against UV-mediated damages to human skin. More in-depth studies are required to assess the characterization of the bioactive constituents of these preparations and their effectiveness in the prevention of UVB-mediated damage and photoaging. Ο όρος φωτογήρανση επινοήθηκε για να τονιστεί η σημασία της UV ακτινοβολίας στη διαδικασία της γήρανσης του δέρματος. Η UV ακτινοβολία καθοδηγεί το σχηματισμό ενεργών μορφών οξυγόνου (Reactive Oxygen Species, ROS) και αζώτου (Reactive Nitrogen Species, RNS). Όταν διαταράσσεται η ισορροπία μεταξύ της παραγωγής ROS/RNS και της ικανότητας του οργανισμού να τις απομακρύνει, δημιουργείται οξειδωτικό στρες. Το οξειδωτικό στρες διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη γήρανση του δέρματος. Οδηγεί σε κυτταρικό θάνατο και καταστροφή μέρους της εξωκυττάριας μήτρας, δύο από τα πιο χαρακτηριστικά σημάδια του γηρασμένου δέρματος. Η UV ακτινοβολία επίσης προάγει την παραγωγή Μεταλλοπρωτεϊνασών εξωκυττάριου χώρου (Matrix Metalloproteinases, MMPs) μία μεγάλη οικογένεια εξαρτωμένων από ψευδάργυρο ενδοπρωτεασών που έχουν την ικανότητα να αποικοδομούν όλες τις πρωτεΐνες της εξωκυττάριας μήτρας. Τα μελισσοκομικά παράγωγα χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα στην παραδοσιακή ιατρική. Ήδη από τότε πιθανολογούνται οι αντιοξειδωτικές, οι αντικαρκινικές, οι αντιφλεγμονώδεις και οι αντιμικροβιακές ιδιότητές τους. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμηθούν οι πιθανές ευεργετικές δράσεις συγκεκριμένων μελισσοκομικών παραγώγων έναντι του οξειδωτικού στρες που επάγεται από τη UV ακτινοβολία. Προς το σκοπό αυτό, παραλάβαμε 17 δείγματα μελιού, 12 δείγματα εκχυλίσματος μελιού, 3 δείγματα βασιλικού πολτού και 16 δείγματα εκχυλίσματος πρόπολης από διαφορετικές γεωφραφικές περιοχές της Ελλάδας και διαφορετική εποχική περίοδο συγκομιδής. Η μελέτη ξεκίνησε με εξέταση όλων αυτών των δειγμάτων ως προς την κυτταροτοξικότητά τους, με την τεχνική Sulforhodamine Β Assay. Χάρη σε αυτήν την πειραματική ενότητα, εκτιμήθηκαν οι μη κυτταροτοξικές συγκεντρώσεις των δειγμάτων, που επιτρέπουν >90% βιωσιμότητα σε ανθρώπινα κερατινοκύτταρα HaCat. Σε επόμενο βήμα, εκτιμήθηκε η πιθανή κυτταροποστατευτική δράση επιλεγμένων δειγμάτων, ενάντια στις επαγόμενες από UVB ακτινοβολία DNA βλάβες με τη χρήση της τεχνικής Comet assay. Εν συνεχεία, πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση της ικανότητας καταστολής των επιπέδων MMPs κατόπιν επαγωγής τους με UVC ακτινοβολία σε HaCat κύτταρα παρουσία ή απουσία συγκεκριμένων μελισσοκομικών παρασκευασμάτων με PCR πραγματικού χρόνου. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν ήταν ποικίλα. Σε γενικές γραμμές τα μελισσοκομικά παράγωγα που εξετάστηκαν δεν έδειξαν σημαντική κυτταροτοξική δράση. Όσον αφορά στην προστασία από βλάβες του ΌΝΑ, φάνηκε πως τα εκχυλίσματα μελιού και πρόπολης είναι αρκετά υποσχόμενα προς αυτήν την κατεύθυνση ενώ ο βασιλικός πολτός δεν έδειξε κάποια ιδιαίτερη προστασία. Όσον αφορά στη μείωση της επαγωγής των MMPs έπειτα από έκθεση σε UVC ακτινοβολία HaCat κυττάρων, τέσσερα από τα εκχυλίσματα μελιού και ένα εκχύλισμα πρόπολης πράγματι κατάφεραν να αναστείλουν την επαγωγή της γονιδιακής έκφρασης των MMPs μετά την ακτινοβόληση με UV. Εν κατακλείδι, η παρούσα μελέτη παρέχει ενδείξεις για τον πιθανό προστατευτικό ρόλο των μελισσοκομικών παραγώγων. Τα δεδομένα μας δείχνουν ότι η θεραπεία των ανθρώπινων κερατινοκυττάρων με συγκεκριμένα εκχυλίσματα μελιού και πρόπολης εξασθένησαν την μεσολαβούμενη από UV ακτινοβολία βλάβη του DNA και προκάλεσαν μείωση της έκφρασης συγκεκριμένων MMPs που είναι υπεύθυνες για την αποικοδόμηση των πρωτεϊνών του εξωκυττάριου χώρου. Αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι συγκεκριμένα μελισσοκομικά παράγωγα μπορεί να φανούν χρήσιμα ενάντια στις μεσολαβούμενες από UV ακτινοβολία βλάβες του ανθρώπινου δέρματος. Κρίνεται απαραίτητη η πραγματοποίηση περισσότερων εν τω βάθει μελετών με σκοπό τον χαρακτηρισμό των βιοδραστικών συστατικών αυτών των παραγώγων και της αποτελεσματικότητάς τους στην αποφυγή της μεσολαβούμενης από UV ακτινοβολία βλάβης και της φωτογήρανσης. 57 288 272 The school awared area as an alternative instrument of education and teaching Ο σχολικός αύλειος χώρος ως εναλλακτικό μέσο εκπαίδευσης και διδασκαλίας School yard is a basic supplement to the school building, where several of the school's functions take place. In these functions of the school, the students are the protagonists and for this reason it is advisable for the school yard to be a functional and attractive place where students will be given a variety of stimuli. However, in today's school, outdoor schooling is characterized by the lack of opportunities for developing creative activities and lack of vegetation, which has an impact on students' psychosomatic development. This research was conducted to assess the current situation of school bulwarks and to make suggestions for improving them. For the collection of the necessary data, a survey was carried out on the primary education teachers of the Prefecture of Evros, who were asked to express their views through the completion of a structured questionnaire. The analysis of the results showed that the participating teachers are aware of the environmental issue, they are informed about the environmental issues from different sources and they are involved in environmental education programs in their workplace. In particular, 55.7% of teachers agree to participate in actions related to the protection of the natural environment and 62.9% of the respondents claim that outdoor space contributes decisively to the outcome of environmental programs. Moreover, the overwhelming majority of the sample (80,0%) has dealt with the functional and aesthetic quality of the school yard. These teachers want the garden courtyard covered with plants, consisting of kiosks, fountains, tables and benches made of natural or plastic material. Besides, 73.6% of the sample indicates that the school yard is a recreational space as well as a process and learning space Ο αύλειος χώρος αποτελεί βασικό συμπλήρωμα του σχολικού κτιρίου, όπου λαμβάνουν χώρα αρκετές από τις λειτουργίες του σχολείου. Σ' αυτές τις λειτουργίες του σχολείου πρωταγωνιστές είναι οι μαθητές και για αυτό το λόγο κρίνεται σκόπιμο η σχολική αυλή να είναι ένας λειτουργικός και ελκυστικός χώρος, όπου θα παρέχονται στους μαθητές ποικίλα ερεθίσματα. Όμως, στο σημερινό σχολείο ο υπαίθριος σχολικός χώρος χαρακτηρίζεται από την έλλειψη ευκαιριών για την ανάπτυξη δημιουργικών δραστηριοτήτων και την έλλειψη βλάστησης, γεγονός που έχει αντίκτυπο στην ψυχοσωματική ανάπτυξη των μαθητών. Η παρούσα έρευνα πραγματοποιήθηκε για να εκτιμηθεί η υφιστάμενη κατάσταση των σχολικών αυλών και να ακολουθήσουν προτάσεις για τη βελτίωσή τους. Για τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων πραγματοποιήθηκε έρευνα στους εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Έβρου από τους οποίους ζητήθηκε να εκφράσουν τις απόψεις τους μέσα από την συμπλήρωση δομημένου ερωτηματολογίου. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προέκυψε ότι οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί γνωρίζουν για το περιβαλλοντικό ζήτημα, ενημερώνονται για τα περιβαλλοντικά θέματα από διαφορετικές πηγές και στον εργασιακό τους χώρο ασχολούνται με προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Συγκεκριμένα, το 55,7% των εκπαιδευτικών συμφωνούν να συμμετέχουν σε δράσεις που αφορούν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και το 62,9% των ερωτηθέντων υποστηρίζει ότι ο υπαίθριος χώρος συμβάλλει καθοριστικά στο αποτέλεσμα των περιβαλλοντικών προγραμμάτων. Ακόμη, η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος (80,0%) έχει ασχοληθεί με τη λειτουργική και αισθητική ποιότητα της σχολικής αυλής. Οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί επιθυμούν τη σχολική αυλή καλυμμένη από φυτά και αποτελούμενη από κιόσκια, βρύσες, τραπεζάκια και παγκάκια από φυσικό ή πλαστικό υλικό. Άλλωστε, το 73,6% του δείγματος δηλώνει ότι η σχολική αυλή είναι ψυχαγωγικός χώρος καθώς και χώρος διαδικασίας και μάθησης 58 124 138 Μελέτη του αρωματισμένου ελαιολάδου με εκχύλισμα αιθέριων ελαίων και βοτάνων The object of the research was the aroma of olive oil as well as the beneficial characteristics that the various essential oils and herbs add to its aromatization, others of which have antioxidant properties, which protect the valuable ingredients that olive oil contains from the oxidative stress owing to environmental conditions and storage time, while others with antibacterial properties that protect the consumer by preventing a pathogen s or potentially pathogenic microorganisms from the oil content. Also, the flavor of olive oil is becoming more and more acceptable because it contributes to a product with strong antioxidant action but also to beneficial effects on the health of consumers, ie it is essentially a functional food because of its nutritional and medicinal qualities, human organism Αντικείμενο έρευνας αποτέλεσε ο αρωματισμός του ελαιολάδου, καθώς επίσης και τα ευεργετικά χαρακτηριστικά που προσδίδουν τα διάφορα αιθέρια έλαια και βότανα κατά τον αρωματισμό του, από τα οποία άλλα έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες, τα οποία προστατεύουν τα πολύτιμα συστατικά που περιλαμβάνει το ελαιόλαδο από το οξειδωτικό στρές που οφείλετε λόγω των περιβαλλοντικών συνθηκών και της χρονικής διάρκειας αποθήκευσης του,ενώ υπάρχουν άλλα με αντινικροβιακές ιδιότητες τα οποία προστατεύουν τον καταναλωτή, αποτρέποντας την ύπαρξη παθογόνων ή δυνητικά παθογόνων μικροοργανισμών από το περιεχόμενο του ελαιολάδου. Επίσης ο αρωματισμός του ελαιολάδου γίνεται ολοένα και πιο αποδεκτός, διότι συμβάλλει σε ένα προϊόν με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, αλλά και με ευεργετικές επιδράσεις για την υγεία των καταναλωτών,δηλαδή αποτελεί επί υης ουσίας λειτουργικό τρόφιμο λόγω των θρεπτικών – ιαματικών ιδιοτήτων του, που παρέχει στον ανθρώπινο οργανισμό 59 214 210 Communication strategies for livestock development, after the financial crisis Στρατηγικές επικοινωνίας για την κτηνοτροφική ανάπτυξη, μετά από οικονομική κρίση In this thesis there was made an attempt to investigate the information and communication needs of the North Evros’ breeders, in times of financial crisis, which is accentuated by the emergence of murrains the last five years, in order to effectively cope with the loss of their income and their animal capital. Furthermore an attempt was made to list the carriers and the media they use, and their reliability in the dissemination of information so that the results will be a useful tool for competent carriers to design communication strategies that cater to the real needs and problems of local farmers. At the same time there was made an attempt to outline the social profile of farmers and record the characteristics of farms that dominate the region. After analyzing the data we conclude that the local farmers are facing significant problems when it comes to being informed on livestock issues, and if we want animal husbandry to decisively contribute to local financial development, we must in every way strengthen this factor. At the same time the central government and the local government as well ought to take a more active role in leading the local livestock to growth and attract young people to the profession Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έγινε μια προσπάθεια να διερευνηθούν οι ανάγκες πληροφόρησης και ενημέρωσης των κτηνοτρόφων του Β. Έβρου, σε περίοδο οικονομικής κρίσης, η οποία επιτείνεται από την εμφάνιση των επιζοωτιών την τελευταία πενταετία, προκειμένου να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικότερα την απώλεια των εισοδημάτων τους και του ζωικού τους κεφαλαίου. Επιπλέον, έγινε μια προσπάθεια να καταγραφούν οι φορείς και τα μέσα ενημέρωσης που χρησιμοποιούν, καθώς και η αξιοπιστία τους στην διάδοση των πληροφοριών, με σκοπό τα αποτελέσματα να αποτελέσουν ένα χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των αρμόδιων φορέων για το σχεδιασμό στρατηγικών επικοινωνίας που θα ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες και στα προβλήματα των κτηνοτρόφων της περιοχής. Παράλληλα επιχειρήθηκε η σκιαγράφηση του κοινωνικού προφίλ των κτηνοτρόφων και η καταγραφή των χαρακτηριστικών των εκμεταλλεύσεων που κυριαρχούν στην περιοχή. Μετά την ανάλυση των δεδομένων συμπεραίνουμε ότι οι κτηνοτρόφοι της περιοχής αντιμετωπίζουν σημαντικά προβλήματα στην ενημέρωση – πληροφόρηση για κτηνοτροφικά θέματα και, αν θέλουμε η κτηνοτροφία να συμβάλλει καθοριστικά στην τοπική οικονομική ανάπτυξη, θα πρέπει να ενισχύσουμε με κάθε τρόπο αυτόν τον παράγοντα. Παράλληλα θα πρέπει η κεντρική διοίκηση, αλλά και η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβουν έναν πιο δραστήριο ρόλο που θα οδηγήσει την κτηνοτροφία της περιοχής σε αναπτυξιακή τροχιά και θα προσελκύσει νέους ανθρώπους στο επάγγελμα 60 399 311 Pain, Bioethics and Social Insurance are interconnected universal concepts that relate to and follow human beings from their very conception to their very death. According to them several rules are being enacted, that regulate the social, economic and moral legal relations between people depending on the place of living, the geographical area, beliefs, religion and current trends. The law of Social Insurance, being the only institution of solidarity, protects people from pain and sudden events which would force them to live marginalized. It guarantees their minimum income and establishes procedures and therapeutic means for their health’s restoration and their reintegration in society and in the productive process which will lead to their self-realization. Moreover, it is a safety net, a shield for the global citizen and promotes the right to Not Endure Damage, the rights in social justice, of wide access to healthcare for all, in equal treatment, in equal distribution of the available resources, all of which constitute the core of Bioethics. These rights come to life with the adoption of provisions in the Law of Social Insurance, as it applies today being the result of struggles, since the 19th century, for universal goods by organized social classes within the industrial revolution and of the well practiced administration.Moreover, it is a safety net, a shield for the global citizen and promotes the right to Not Endure Damage, the rights in social justice, of wide access to healthcare for all, in equal treatment, in equal distribution of the available resources, all of which constitute the core of Bioethics. These rights come to life with the adoption of provisions in the Law of Social Insurance, as it applies today being the result of struggles, since the 19th century, for universal goods by organized social classes within the industrial revolution and of the well practiced administration.Moreover, it is a safety net, a shield for the global citizen and promotes the right to Not Endure Damage, the rights in social justice, of wide access to healthcare for all, in equal treatment, in equal distribution of the available resources, all of which constitute the core of Bioethics. These rights come to life with the adoption of provisions in the Law of Social Insurance, as it applies today being the result of struggles, since the 19th century, for universal goods by organized social classes within the industrial revolution and of the well practiced administration. Ο Πόνος, η Βιοηθική και η Κοινωνική Ασφάλιση είναι αλληλένδετες οικουμενικές έννοιες .Παρακολουθούν κι επενδύουν στον άνθρωπο από τη σύλληψη του μέχρι και το θάνατο του. Στα πλαίσια τους θεσπίζονται κανόνες που ρυθμίζουν έννομες σχέσεις κοινωνικές, οικονομικές και ηθικές ανάλογα με τον τόπο κατοικίας, τη γεωγραφική περιοχή, τις πεποιθήσεις, τη θρησκεία και τις τάσεις της εποχής. Το Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης ως ο μοναδικός θεσμός αλληλεγγύης, προστατεύει το άτομο από τον πόνο, από έκτακτα γεγονότα στη ζωή που το εξωθούν στο περιθώριο. Εγγυάται το ελάχιστο εισόδημα και προβλέπει διαδικασίες και θεραπευτικά μέσα για την αποκατάσταση της υγείας, την επανένταξη στην κοινωνία και στην παραγωγική διαδικασία που θα οδηγήσουν στην αυτοπραγμάτωση του. Το δίκαιο αποτελεί το δίχτυ ασφαλείας, την ομπρέλα του παγκοσμιοποιημένου πολίτη και προάγει το δικαίωμα της Μη Πρόκλησης Βλάβης, της καθολικής πρόσβασης στην υγεία, το δικαίωμα στην κοινωνική δικαιοσύνη, στην περίθαλψη, στην ίση μεταχείριση, στην ίση κατανομή διαθέσιμων πόρων .Ως δικαιώματα αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Βιοηθικής. Καθιερώνονται μέσα από την επιταγή των διατάξεων του Δικαίου της Κοινωνικής Ασφάλισης. Γεννήθηκαν από διεκδικητικές μάχες για πανανθρώπινα αγαθά το 19ο αιώνα από οργανωμένες κοινωνικές τάξεις στη βιομηχανική επανάσταση κι ανδρώθηκαν από καλές πρακτικές εφαρμογές της χρηστής διοίκησης Η Βιοηθική και η Κοινωνική Ασφάλιση ακουμπούν σε ζητήματα δημόσιας πολιτική. Υπάρχει ηθική ευθύνη της γενιάς μας έναντι μελλοντικών γενεών είτε πρόκειται για μεταφορά πόρων στη νέα γενιά είτε για το πλαίσιο αξιών της κοινωνίας . Μεταλαμπαδεύει στους νέους την αξιοπρέπεια και το σεβασμό του ατόμου .Κοινωνεί τη γνώση που συντελεί στην πρόοδο της επιστήμης ,παραδίδει εργαλεία και πόρους. Δεσμεύεται η κοινωνία από πολιτικές επιλογές. Πόσα παράδειγμα αγαθά που αναγνωρίστηκαν ως βιώσιμη ανάπτυξη θα καταναλώσει για να προάγει την ιατρική ηθική; Ποιες πολιτικές θα προωθήσουν τη δημοκρατία στην κοινωνία; Ποιοί πολιτικοί και πόσο έντιμα θα διαχειριστούν δημόσια πράγματα,, .πόρους και υπηρεσίες, προκειμένου να επιτευχθεί η ευζωία των πολιτών για την οποία κι εκλέχθηκαν από τους ψηφοφόρους τους. 61 238 278 The contribution of a Teaching-Learning Sequence in knowledge acquisi-tion and attitudes formulation of grade 6 students regarding the Mediter-ranean lagoon ecosystem Η συμβολή μιας Διδακτικής Μαθησιακής Ακολουθίας με αντικείμενο το Μεσογειακό λιμνοθαλάσσιο οικοσύστημα στην απόκτηση γνώσεων και διαμόρφωση στάσεων μαθη-τών Στ’ Δημοτικού The present study aims to investigate the level of Elementary school students’ environmental knowledge and attitudes towards the wetlands through the implementation of a Learning-Teaching Sequence (LTS). More specifically, the LTS, which lasted seven months, was ap-plied to a sample of 20 6-grade students and included (a) an initial assessment of their knowledge in terms of the coastal Mediterranean ecosystems in general, and the Greek lagoon ecosystems in particular, as well as the degree of their pro-environmental attitudes by using a specially designed questionnaire, (b) a corresponding evaluation after the implementation of certain teaching interventions within the school having as a basis the use of a digital educa-tional material about the structure and function of lagoon ecosystems, and (c) a final examina-tion, immediately after the end of their outdoor activities, to determine the degree of possible effect of a specialized “field trip” approach. Research results revealed that mainly students’ knowledge, as well as their attitudes, were limited before the beginning of the LTS as it was expected for a rather non-familiar issue. Both the level of their environmental attitudes and knowledge, immediately after the didactic intervention in the classroom and the outdoor ac-tivities in a nearby lagoon ecosystem, showed a statistically significant increase, pointing out the special pedagogic value of a carefully designed and well-organized Learning-Teaching Sequence. Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στη διερεύνηση και ενδυνάμωση των περιβαλλοντικών γνώ-σεων και στάσεων μαθητών Δημοτικού ως προς τα υγροτοπικά περιβάλλοντα με την εφαρμο-γή μιας οργανωμένης Διδακτικής Μαθησιακής Ακολουθίας (ΔΜΑ). Πιο συγκεκριμένα, αξιο-ποιήθηκε δείγμα 20 μαθητών της τελευταίας τάξης του Δημοτικού στους οποίους εφαρμόστη-κε μία προσεκτικά σχεδιασμένη ΔΜΑ που διήρκησε επτά μήνες και η οποία περιλάμβανε (α) την αρχική αποτύπωση, με τη βοήθεια ειδικά σχεδιασμένου ερωτηματολογίου, των γνώσεων τους γύρω από ζητήματα που άπτονται των εκβολικών Μεσογειακών οικοσυστημάτων με ε-στίαση στα ελληνικά λιμνοθαλάσσια οικοσυστήματα και του βαθμού των φιλοπεριβαλλοντι-κών στάσεων τους, (β) την εκ νέου αποτύπωσή τους μετά τη διενέργεια στοχευμένων διδα-κτικών παρεμβάσεων εντός σχολικής μονάδας με βασικό άξονα την αξιοποίηση ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού με αντικείμενο τη δομή και λειτουργία των λιμνοθαλάσσιων οικοσυ-στημάτων και (γ) την τελική εξέτασή τους αμέσως μετά το πέρας και των υπαίθριων ασκήσε-ων, προκειμένου να διαπιστωθεί και ο βαθμός πιθανής επίδρασης μιας εξειδικευμένης προ-σέγγισης στο πλαίσιο της μεθόδου «μετακίνηση στο προς μελέτη πεδίο». Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν με τρόπο εμφανή ότι κυρίως οι γνώσεις αλλά και οι στάσεις των μα-θητών του δείγματός μας ήταν ιδιαίτερα περιορισμένες πριν την έναρξη της ΔΜΑ, όπως εξάλ-λου και αναμένονταν για ένα αντικείμενο όχι ιδιαίτερα οικείο. Τόσο ο βαθμός των φιλοπερι-βαλλοντικών τους στάσεων όσο και το επίπεδο των γνώσεων τους μετά τη διδακτική παρέμ-βαση εντός τάξης με την αξιοποίηση του ψηφιακού εκπαιδευτικού υλικού, καθώς και μετά την ολοκλήρωση και των υπαίθριων ασκήσεων σε λιμνοθαλάσσιο οικοσύστημα της περιοχής τους, εμφάνισαν στατιστικώς σημαντική αύξηση, αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη παιδαγωγική αξία που έχει μία προσεκτικά σχεδιασμένη και σωστά οργανωμένη Διδακτική Μαθησιακή Ακολουθία. 62 440 459 Μελέτη επιβίωσης στην παιδική οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία με βάση την ανταπόκριση στην χημειοθεραπεία Aim: The purpose of this project is to study the survival of the pediatric patients with acute lymphoblastic Leukemia (ALL), regarding the presence of different prognostic factors. Methodology: We studied retrospectively the data of the children with ALL, who were treated at the Paediatric Oncology Department of the General Hospital Hippokrateio of Thessaloniki from June 2010 until December 2018. All the patients were treated according to the ALLIC - BFM 2009 Protocol. The statistical analysis was performed with the statistical software SPSS. Results: In the study participated 76 patients, 40 (52.63%) of which were boys and 36 (47.37%) were girls. The median age at diagnosis was 5.03 years, with range from 1.2 years to 13.9 years. 42/76 patients (55.26%) were 1-5 years old, while 34/76 patients (44.74%) were >6 years old. The immunophenotypic analysis showed that 68/76 patients (89.47%) had B-ALL, 7/76 (9.21%) T-ALL, while 1/26 patients (1.32%) suffered from biphenotypic ALL. Regarding the categorisation into risk groups, 28/76 (36.84%) patients had low risk ALL, 31/76 (40.79%) had moderate risk ALL and finally 17/76 (22.37%) had high risk ALL. 69/76 (90.79%) of the patients were prednisone good responders (PGR) on day 8 of the treatment. 44/76 patients (57.89%) had MRD <0.01% on d15, while 70/76 patients (92.11%) had achieved remission on day 33. The study patients with WBC>20,000/mm3 at diagnosis were 22 (28.95%) and with WBC>50,000mm3 were 12 (15.79%). 24/76 patients (31.58%) had high hyperdiploeidy (HeH) and 16/76 patients (21.05%) were positive for the TEL-AML 1 chimeric gene, both of which are associated with favourable outcome. Event Free Survival (EFS) and Overall Survival (OS) for the whole sample were 85.53% and 89.47%, respectively. The adverse prognostic factors, which were studied in this paper (T-ALL, high-risk ALL, PPR, MRD>0.01% on d15) and especially MRD>0.01% on d33 had negative impact to the survival of our patients. In the contrary, the presence of favourable prognostic factors (B-ALL, low-risk ALL, PGR, MRD<0.01% on d15, HeH and the presence of the TEL-AML 1 chimeric gene) and especially MRD<0.01% on d33 improved even more the already high survival. Conclusions: The survival of children with ALL has improved significantly in the recent decades, with the implementation of established therapeutic protocols and the classification of the patients into risk groups according to the clinical, laboratory, molecular and cytogenetic features of the disease. In particular, the Minimal Residual Disease (MRD) on day 33 of the treatment is the most 28 important independent prognostic factor that significantly affects the OS and EFS of the patients. In the future, the individualization of the therapy will help to further improve the survival and to reduce toxicity and further complications of the treatment. Σκοπός: Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της επιβίωσης των παιδιατρικών ασθενών με Οξεία Λεμφοβλαστική Λευχαιμία (ΟΛΛ) σε σχέση με την παρουσία διαφόρων προγνωστικών παραγόντων. Υλικό και μέθοδοι: Έγινε αναδρομική μελέτη των δεδομένων των παιδιών με ΟΛΛ που νοσηλεύτηκαν στην Παιδοογκολογική κλινική του ΠΓΝΘ Ιπποκρατείου από Ιούνιο του 2010 έως και το Δεκέμβριο του 2018. Όλοι οι ασθενείς αντιμετωπίστηκαν με το χημειοθεραπευτικό πρωτόκολλο ALL-IC BFM 2009. Η στατιστική ανάλυση έγινε μέσω του στατιστικού πακέτου SPSS. Αποτελέσματα: Στη μελέτη συμμετείχαν 76 ασθενείς, εκ των οποίων 40 (52,63%) ήταν αγόρια και 36 (47,37%) ήταν κορίτσια. Η μέση ηλικία κατά τη διάγνωση ήταν έτη, με εύρος από 1,2 έτη έως 13,9 έτη. Σαράντα δύο ασθενείς (42/76, 55,26%) ήταν ηλικίας 1-5 ετών, ενώ 34/76 ασθενείς (44,74%) ήταν >6ετών. Από την ανοσοφαινοτυπική ανάλυση προέκυψε ότι Β-ΟΛΛ αφορούσε 68/76 ασθενείς (89,47%), Τ-ΟΛΛ 7/76 ασθενείς (9,21%), ενώ από διφαινοτυπική ΟΛΛ έπασχε 1/76 ασθενείς (1,32%). Στο πλαίσιο της κατανομής σε ομάδες κινδύνου, 28/76 (36,84%) των ασθενών ήταν χαμηλού κινδύνου, 31/76 (40,79%) μέτριου κινδύνου και τέλος 17/76 (22,37%) ήταν υψηλού κινδύνου ασθενείς. Εξήντα εννέα (69/76, 90,79%) ήταν καλοί απαντητές στην πρεδνιζόνη (Prednisone Good Responder) την 8η μέρα της θεραπείας. Σαράντα τέσσερις ασθενείς (44/76, 57,89%) είχαν MRD <0,01% την 15η ημέρα θεραπείας, ενώ 70/76 ασθενείς (92,11%) παρουσίασαν ύφεση της νόσου την 33η μέρα. Οι ασθενείς της μελέτης με WBC>20.000/mm3 τη στιγμή της διάγνωσης ήταν 22 (28,95%) και με WBC>50.000mm3 ήταν 12 (15,79%). Είκοσι τέσσερις ασθενείς (24/76, 31,58%) είχαν υψηλή υπερδιπλοειδία (51-67 χρωμοσώματα) (High hyperdiploidy, HeH) και 16/76 των ασθενών (21,05%) ήταν θετικοί ως προς το χιμαιρικό γονίδιο TEL-AML 1, παράγοντες που και οι δύο σχετίζονται με ευνοϊκή έκβαση. Η ελεύθερη συμβαμάτων επιβίωση (Event Free Survival, EFS) και η συνολική επιβίωση (Overall Survival, OS) ανήλθαν στο 85,53% και 89,47% αντίστοιχα. Οι δυσμενείς προγνωστικοί παράγοντες που μελετήθηκαν σε αυτή την έρευνα (Τ-ΟΛΛ, νόσος υψηλού κινδύνου, PPR, MRD>0,01% την d15) και ιδίως η MRD>0,01% την d33 είχαν αρνητική επίδραση στην επιβίωση των ασθενών μας. Αντιθέτως, η παρουσία ευνοϊκών προγνωστικών παραγόντων (Β-ΟΛΛ, νόσος χαμηλού κινδύνου, PGR, MRD<0,01% την d15, HeH, η παρουσία του χιμαιρικού γονιδίου TEL-AML 1) και ιδιαίτερα η MRD<0,01% την d33, βελτίωναν περαιτέρω την ήδη υψηλή επιβίωση. Συμπεράσματα: Η επιβίωση των παιδιών με ΟΛΛ έχει βελτιωθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες με την εφαρμογή καθιερωμένων θεραπευτικών πρωτοκόλλων και την κατάταξη των ασθενών σε ομάδες κινδύνου με βάση κλινικοεργαστηριακά, μοριακά και κυτταρογενετικά χαρακτηριστικά της νόσου. Ιδιαίτερα η ελάχιστη υπολειπόμενη νόσος (MRD) την ημέρα 33 από την έναρξη της θεραπείας αποτελεί τον πιο ισχυρό ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα που επηρεάζει σημαντικά την OS και την ΕFS των ασθενών. Μελλοντικά η εξατομίκευση της θεραπείας, θα συνδράμει στην περαιτέρω βελτίωση της επιβίωσης και στην ελάττωση της τοξικότητας και των απώτερων επιπλοκών της αγωγής. 63 183 210 Primary education teachers’ training: the example of the "Major Training Programme" Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης: το παράδειγμα του "Μείζονος Προγράμματος Επιμόρφωσης" This project aims to highlight the importance of training teachers, exploring the example of Major Training Programme. First of all, there is a conceptual approach to the training and a record of definitions that have been occasionally given. Then, follows a short historical overview of the course of teacher’s training with regard to primary school teachers in our country. The aims and objectives, basic principles, institutions, forms, necessity, methods as well as various training programmes are highlighted. Regarding these programmes, therefore, we focused our study on the example of Major Training Programme. In particular, we talked about general elements that teachers of Primary Education (IP 70), the interdependence of education of teachers, students and cultural programmes implemented in schools. In addition, a summary of the results of this programme was presented related to teachers, directors, supervisors, school directors and education officials. In conclusion, all above mentioned have been presented and some general observations on the Major Programme Training and a possible use of it by teachers in the future have been made Η παρούσα πτυχιακή εργασία θέτει ως στόχο να επισημάνει τη σημασία της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, διερευνώντας το παράδειγμα του Μείζονος Προγράμματος Επιμόρφωσης. Αρχικά, γίνεται μια εννοιολογική προσέγγιση της επιμόρφωσης και μια καταγραφή ορισμών που δόθηκαν κατά καιρούς. Έπειτα, ακολουθεί μια σύντομη ιστορική αναδρομή της πορείας του θεσμού της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χώρα μας. Τονίζονται ιδιαίτερα οι σκοποί και οι στόχοι, οι βασικές αρχές, οι φορείς, οι μορφές, η αναγκαιότητα, οι μέθοδοι, καθώς και διάφορα προγράμματα επιμόρφωσης. Αναφορικά με τα προγράμματα αυτά λοιπόν, εστιάσαμε την μελέτη μας στο παράδειγμα του Μείζονος Προγράμματος Επιμόρφωσης. Συγκεκριμένα, αναφερθήκαμε σε γενικά στοιχεία αυτού, σε εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΠΕ 70) και στην αλληλεξάρτηση εκπαίδευσης και τεχνών (κινηματογράφος, εικαστικά, θέατρο, λογοτεχνία και μουσική). Ακόμη, έγινε παρουσίαση θεμάτων αξιοποίησης της ομάδας στη σχολική τάξη και της αλληλεπίδρασης εκπαιδευτικών και μαθητών και πολιτιστικών προγραμμάτων που υλοποιούνται στο σχολικό περιβάλλον. Επιπλέον, έγινε μια σύνοψη των αποτελεσμάτων του προγράμματος αυτού, τα οποία σχετίζονται με εκπαιδευτικούς, διευθυντές, προϊσταμένους, σχολικούς συμβούλους και στελέχη εκπαίδευσης. Εν κατακλείδι, καταγράφηκαν τα συμπεράσματα, στα οποία συνοψίζονται όλα όσα έχουν προαναφερθεί και διατυπώνονται κάποιες γενικές διαπιστώσεις σχετικά με το Μείζον Πρόγραμμα Επιμόρφωσης και μια πιθανή αξιοποίησή του από τους εκπαιδευτικούς στο μέλλον 64 424 447 Ανοσοϊστοχημική μελέτη και προγνωστική αξία της έκφρασης της Hepatoma-up regulated protein(HURP) στο αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου: AIM: The aim of this study was to assess the immunohistochemical expression and the prognostic value of HURP protein in endometrial adenocarcinoma. Endometrial adenocarcinoma is the most common cancer of the female reproductive organs, especially in menopausal women. Almost 16.5% of endometrial carcinoma cases will lead to the death of the patient. A number of different cancer biomarkers can be used for early detection of the cancer. In this study, the HURP (Hepatoma Up-Regulated Protein) protein was examined for its value as a cancer biomarker and its association with a number of clinicohistopathological parameters. HURP is a MAP protein, first associated with hepatocellular carcinoma. According to literature, HURP seems to play a crucial role in cell division. This protein is part of a Ran-dependent multicomponent complex, which is essential for the successful spindle assembly. More specifically, its role is apparent during the polymerization of spindle microtubules and of free tubulin. Additionally, HURP participates in chromosome alignment and segregation. In cases where a deviation from the normal expression levels of HURP is apparent, aneuploidies are usually caused. These aneuploidies are often related to a number of different types of cancer. MATERIALS & METHODS: In this study, we examined the expression of HURP protein, in 31 patients suffering from endometrial adenocarcinoma, using immunohistochemistry. Several clinicohistopathological parameters were associated with HURP expression, such as age of patients, stage, depth and histological grade, type of the tumor, as well as the survival of patients. RESULTS: Expression of HURP was observed in all the examined cancerous tissues. More specifically, 41.9% of the patients showed low expression levels, 22.6% medium expression levels and 35.5% showed high expression levels of the protein. In addition, there was a statistically significant correlation with all examined clinicohistopathological factors. Correlation was observed with age, histological type, grade, stage, depth of myometrium invasion, as well as with the survival of patients. Additional, overexpression of HURP protein was associated with older age (63.6% of patients >60 years), non-endometrioid type carcinomas (90.9%), advanced stages of the disease (100% in stages II-III), tumor invasion in the overall thickness of the myometrium (100%) and shorter survival (mean 34.73 ± 7.87 years). CONCLUSIONS: In conclusion, according to our research results (despite the fact that the number of cases was limited) it is apparent that HURP can be an important prognostic factor in endometrial carcinoma. This fact renders the need to conduct further research studies in order to utilize HURP protein imperative, both on the prognosis of the cancer and the development of effective therapies for the successful treatment of endometrial adenocarcinoma. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η ανοσοϊστοχημική μελέτη και προγνωστική αξία της έκφρασης της πρωτεΐνης HURP στο αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου. Το αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου αποτελεί τον συχνότερο τύπο κακοήθειας που εμφανίζεται στο γεννητικό σύστημα των θηλέων, ιδιαίτερα στην κατηγορία των γυναικών που βρίσκονται στην εμμηνόπαυση. Περίπου το 16.5% των περιπτώσεων καρκίνου ενδομητρίου θα οδηγήσει σε θάνατο. Για την έγκαιρη διάγνωση της νόσου μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφοροι βιοχημικοί καρκινικοί δείκτες. Στην παρούσα εργασία εξετάστηκε η πρωτεΐνη HURP (Hepatoma Up-Regulated Protein) ως καρκινικός δείκτης και ο συσχετισμός της έκφρασης της σε σχέση με διάφορους κλινικοϊστοπαθολογικούς παράγοντες. Η HURP είναι μια MAP πρωτεΐνη, η οποία αναγνωρίστηκε αρχικά λόγω της υπερέκφρασης της στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Γενικά, φαίνεται να κατέχει σημαντικό ρόλο στην διαδικασία της κυτταρικής διαίρεσης. Συγκεκριμένα, δρα ως τμήμα ενός Ran-εξαρτώμενου πολυπρωτεϊνικού συμπλόκου με στόχο την επιτυχή συναρμολόγηση της μιτωτικής ατράκτου. Ο ρόλος της HURP κατά τη διάρκεια του κυτταρικού κύκλου εμφανίζεται τόσο στον πολυμερισμό των μικροσωληνίσκων της μιτωτικής ατράκτου όσο και της ελεύθερης τουμπουλίνης. Ακόμα, η HURP συμμετέχει στη στοίχιση και το διαχωρισμό των χρωμοσωμάτων. Σε περιπτώσεις που η έκφραση της απέχει από τα φυσιολογικά επίπεδα παρατηρείται ανευπλοειδία, η οποία σχετίζεται συχνά με την εμφάνιση διαφόρων μορφών καρκίνου. ΥΛΙΚΑ & ΜΕΘΟΔΟΙ: Στη συγκεκριμένη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τομές ιστού από 31 ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου, στις οποίες ανιχνεύτηκε η έκφραση της HURP με τη βοήθεια της ανοσοϊστοχημικής μεθόδου αβιδίνης-βιοτίνης. Εξετάστηκαν κλινικοϊστοπαθολογικές παράμετροι, όπως η ηλικία των ασθενών, το στάδιο και ο βαθμός διαφοροποίησης της νόσου, το βάθος διήθησης του μυομητρίου, ο τύπος του καρκινώματος καθώς και η επιβίωση των ασθενών. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Θετική έκφραση της HURP παρατηρήθηκε σε όλους τους εξεταζόμενους καρκινικούς ιστούς. Συγκεκριμένα, 41.9% των ασθενών παρουσίαζε ήπια έκφραση, 22.6% μέτρια και 35.5% των ασθενών έντονη έκφραση της HURP. Επιπρόσθετα, παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση με όλους τους εξεταζόμενους κλινικοϊστοπαθολογικούς παράγοντες. Δηλαδή, παρατηρήθηκε συσχέτιση με την ηλικία, τον ιστολογικό τύπο, τον βαθμό διαφοροποίησης, το στάδιο της νόσου, το βάθος διήθησης του μυομητρίου, καθώς και την επιβίωση των ασθενών. Υπερέκφραση της πρωτεΐνης σχετίζεται με μεγαλύτερη ηλικία (63.6% των ασθενών >60 ετών), μη-ενδομητριοειδούς τύπου καρκινώματα (90.9%), προχωρημένο στάδιο της νόσου (100% στα στάδια ΙΙ-ΙΙΙ), την διήθηση όγκου στο ολικό πάχος του μυομητρίου (100%) και την μικρότερη επιβίωση (κατά μέσο όρο 34.73±7.87 έτη). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης μας (παρά τον περιορισμένο αριθμό περιστατικών) προκύπτει ότι η πρωτεΐνη HURP μπορεί να αποτελέσει έναν σημαντικό προγνωστικό δείκτη στο καρκίνωμα του ενδομητρίου. Κάτι τέτοιο καθιστά επιτακτική την ανάγκη διεξαγωγής περεταίρω ερευνητικών μελετών, με στόχο την αξιοποίηση της πρωτεΐνης HURP, τόσο στην πρόγνωση, όσο και στην ανάπτυξη θεραπευτικών πρωτοκόλλων με στόχο την αποτελεσματική αντιμετώπιση του αδενοκαρκινώματος του ενδομητρίου. 65 134 140 Relational aggression, executive functions and Theory of Mind in preadolescent students Επιθετικότητα σχέσεων, εκτελεστικές λειτουργίες και Θεωρία του Νου σε προέφηβους μαθητές The purpose of the present study was to investigate the relationship among Relational Aggression (Proactive and Reactive), Executive Functions (Inhibition, Memory and Shifting) and Theory of Mind in 97 preadolescent students (55.7% girls) of the 5th and 6th grade of Elementary School using individual tests and a self-report questionnaire. Data analyses revealed positive correlations between Proactive Relational Aggression, Reactive Relational Aggression, Memory and Shifting, whereas Proactive Aggression had negative correlations with Inhibition. Furthermore, there were significant correlations between Theory of Mind and Inhibition. The study also showed that Proactive Relational Aggression was predicted by Reactive Relational Aggression, Inhibition and Memory, whereas Reactive Relational Aggression was predicted only by Proactive Relational Aggression. Findings are discussed in terms of their practical applications in school life. Αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της Επιθετικότητας Σχέσεων (Προληπτικής και Αντιδραστικής), των Εκτελεστικών Λειτουργιών (Αναστολής, Μνήμης και Εναλλαγής) και της Θεωρίας του Νου σε 97 προέφηβους μαθητές (55.7% κορίτσια) Ε’ και Στ’ τάξης Δημοτικού Σχολείου, μέσω ατομικών δοκιμασιών και ερωτηματολογίου αυτοαναφοράς. Οι στατιστικές αναλύσεις έδειξαν πως η Προληπτική Επιθετικότητα Σχέσεων συσχετίστηκε θετικά με την Αντιδραστική Επιθετικότητα Σχέσεων, με την Μνήμη και με την Εναλλαγή, ενώ συσχετίστηκε αρνητικά με την Αναστολή. Παράλληλα, αναδείχθηκαν σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στην Θεωρία του Νου και στην Αναστολή. Ως προβλεπτικοί παράγοντες για τις δύο μορφές επιθετικότητας αναδείχθηκαν: για την Προληπτική Επιθετικότητα Σχέσεων η Αντιδραστική Επιθετικότητα Σχέσεων, η Αναστολή και η Μνήμη, ενώ για την Αντιδραστική Επιθετικότητα Σχέσεων μόνο η Προληπτική Επιθετικότητα Σχέσεων. Τα ευρήματα της έρευνας προεκτείνονται στην σχολική ζωή. 66 325 342 Purpose of this study is to review of various investigations aimed at discovering correlations between subclinical hypothyroidism (SCH) and infertility in women. Infertility for a couple is the inability to get pregnant after a year of sexual intercourse without contraceptive precautions. In recent 50 to 60 years have witnessed a significant reduction in human fertility, which affects about 10% of couples. In women with unexplained infertility especially those with luteal phase of the cycle failure, the Subclinical Hypothyroidism (SCH) may be the main causative agent. The subclinical hypothyroidism is a disease of the thyroid gland, which in most cases occurs without symptoms. In disease generating mechanism implicated mainly two factors, prolonged exposure to iodine and anti-thyroid antibodies (Anti TPO). Generally considered to be an early phase of thyroid disease over time for 37% of cases will be transferred to a conventional clinical hypothyroidism. The high levels of thyroid stimulating hormone (TSH) in the SCH affecting many functions of the female reproductive system such as ovulation, leading to failure of fertilization and implantation and also may lead to miscarriages and late complications of pregnancy. This is explained by the interaction of anti-thyroid antibodies with receptors for thyroid hormones in endometrial cells. Also in hypothyroidism, the hypothalamic-pituitary-gonadal can affect the peripheral metabolism of sex steroids, such that decrease fertility and cause menstrual disorders. A reliable method of detecting subclinical hypothyroidism is considered with TRH stimulation test with respect to a single measurement value for TSH in serum. Researchers propose a testing TRH stimulation in women suffering from disorders of ovulation, which have normal levels of TSH key, to enable the thyroxine treatment in cases with abnormal. Levothyroxine is used as a drug of choice in the treatment of subclinical hypothyroidism, whose therapeutic benefits in relation to the treatment of infertility in these patients has proven in many clinical studies. However, studies are still needed in order to fully clarify the role of subclinical hypothyroidism in female Infertility. Η παρούσα εργασία ύστερα από ανασκόπηση διαφόρων ερευνών στοχεύει στην ανακάλυψη συσχέτισης μεταξύ υποκλινικού υποθυρεοειδισμού (SCH) και υπογονιμότητας στις γυναίκες. Υπογονιμότητα είναι η αδυναμία επίτευξης εγκυμοσύνης σε ένα ζευγάρι μετά από ένα έτος σεξουαλικών επαφών χωρίς αντισυλληπτικές προφυλάξεις. Κατά τα τελευταία 50 με 60 χρόνια έχει παρατηρηθεί σημαντική μείωση της ανθρώπινης γονιμότητας, η οποία πλήττει περίπου το 10% των ζευγαριών. Στις γυναίκες με ανεξήγητη υπογονιμότητα ειδικά σε αυτές με ανεπάρκεια ωχρινικής φάσης του κύκλου, ο SCH μπορεί να αποτελεί τον κυριότερο αιτιολογικό παράγοντα. Ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός είναι μια πάθηση του θυρεοειδούς αδένα που στις περισσότερες περιπτώσεις εκδηλώνεται χωρίς συμπτώματα. Στο μηχανισμό δημιουργίας της νόσου ενοχοποιούνται κυρίως δυο παράγοντες, η παρατεταμένη έκθεση στο ιώδιο και η παρουσία αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων (Anti TPO). Γενικώς θεωρείται ότι είναι μια πρώιμη φάση θυρεοειδοπάθειας που με την πάροδο του χρόνου το 37% των περιπτώσεων θα μεταπέσουν σε κλασσικό κλινικό υποθυρεοειδισμό. Τα υψηλά επίπεδα της θυρεοτρόπου ορμόνης (ΤSH) στο SCH επηρεάζουν πολλές λειτουργίες του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος όπως την ωορρηξία, που οδηγεί σε αποτυχία της γονιμοποίησης και της εμφύτευσης καθώς επίσης μπορεί να οδηγήσει σε αποβολές και σε όψιμες επιπλοκές της κύησης. Το γεγονός αυτό εξηγείται με την αλληλεπίδραση των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων με τους υποδοχείς των θυρεοειδών ορμονών στα κύτταρα του ενδομητρίου. Επίσης ο υποθυρεοειδισμός, στον άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-γονάδων μπορεί να επηρεάσει το περιφερικό μεταβολισμό των στεροειδών του φύλου, με τέτοιο τρόπο ώστε να μειώσει τη γονιμότητα και να προκαλέσει διαταραχές της εμμήνου ρύσεως. Μια αξιόπιστη μέθοδος ανίχνευσης του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού θεωρείται η δοκιμασία διέγερσης με TRH σε σχέση με μέτρηση μόνο μιας τιμής TSH του ορού. Οι ερευνητές προτείνουν την εκτέλεση δοκιμών διέγερση TRH στις γυναίκες που πάσχουν από διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας, που έχουν φυσιολογικά βασικά επίπεδα TSH, ώστε να καταστεί δυνατή η θεραπεία με θυροξίνη σε περιπτώσεις με μη φυσιολογικά αποτελέσματα Η λεβοθυροξίνη χρησιμοποιείται ως φάρμακο εκλογής στη θεραπεία του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού, της οποίας τα θεραπευτικά του οφέλη ως προς την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας στους ασθενείς αυτούς αποδείχτηκε σε πολλές κλινικές μελέτες. Ωστόσο χρειάζονται ακόμη μελέτες προκειμένου να αποσαφηνιστεί πλήρως ο ρόλος του υποκλινικού υποθυρεοειδισμού στη γυναικεία υπογονιμότητα. 67 271 262 Purpose: In this study, the role of silibinin on modulating important epigenetic regulators in prostate cancer cells was investigated in order to better understand silibinin’s pleiotropic antiproliferative effects. Methodology: Sulforhodamine B (SRB) assay was used to determine the cytotoxic profile of silibinin in prostate cancer cells DU145. Real time quantitative PCR was used to determine mRNA levels of members of the complex PRC2: EZH2, SUZ12, and EED, mRNA levels of gene HOXA9 which is downstream target of methyltransferase EZH2, and the expression levels of the p53 gene at different time points following incubation with increasing concentrations of silibinin in DU145 cells. For the SRB assay, DU145 cells were incubated with increasing concentrations of silibinin (18.75, 37.5 75 and 150 μg/ml) for 48 hours. For real time quantitative PCR, DU145 cells were incubated with 25, 50 or 75 μg/ml of silibinin for 24, 48 and 72 hours. Results: According to the results of the SRB assay, the EC50 value for silibinin in DU145 cells was determined to be 34,7 ± 2,3 mg/ml. Based on the real time quantitative PCR results, both a dose-dependent and a time-dependent reduction was observed in the expression levels of the complex members PRC2, as well as the HOXA9 gene, which is a downstream target of EZH2. Moreover, a significant increase in the expression levels of the p53 gene was also noticed. Conclusion: Silibinin exerts antiproliferative effects in prostate cancer DU145 cells inducing cell death. The antiproliferative effects of silibinin in prostate cancer cells may be mediated by changes in gene expression patterns of important epigenetic modulators (EZH2, EED, SUZ12), involved in chromatin configuration that affect gene expression. Σκοπός: Στην παρούσα εργασία, επιχειρείται να διερευνηθεί η επίδραση της σιλιμπινίνης σε μόρια, τα οποία εμπλέκονται στη διαμόρφωση της χρωματινικής δομής και κατά επέκταση στην επιγενετική ρύθμιση, στον καρκίνο του προστάτη, προκειμένου να κατανοήσουμε τις πλειοτροπικές αντιπολλαπλασιαστικές επιδράσεις της. Μεθοδολογία: Χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της σουλφοροδαμίδης Β (SRB assay) προκειμένου να προσδιοριστεί το κυτταροτοξικό προφίλ σιλιμπινίνης σε καρκινικά κύτταρα προστάτη DU145. Για το σκοπό αυτό, DU145 κύτταρα επωάστηκαν για 48 ώρες με αυξανόμενες συγκεντρώσεις σιλιμπινίνης (18,75, 37,5, 75 και 150 μg/ml) και προσδιορίστηκε η κυτταρική βιωσιμότητα. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε μελέτη γονιδιακής έκφρασης, χρησιμοποιώντας την τεχνική real time quantitative PCR και προσδιορίστηκαν τα επίπεδα mRNA των μελών του συμπλόκου PRC2: ΕΖΗ2, SUZ12, και ΕΕD, τα επίπεδα mRNA του γονιδίου HOXA9 το οποίο αποτελεί καθοδικό στόχο της μεθυλοτρανσφεράσης ΕΖΗ2, καθώς και τα επίπεδα έκφρασης του γονιδίου της p53 έπειτα από διαφορετικές χρονικές επιδράσεις, με αυξανόμενες συγκεντρώσεις σιλιμπινίνης (25, 50 και 75 mg/ml) για 24, 48 και 72 ώρες, σε καρκινικά κύτταρα προστάτη DU145. Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του SRB assay, η τιμή του EC50 για την σιλιμπινίνη, στα κύτταρα DU145, εκτιμήθηκε σε 34,7±2,3 μg/ml. Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της real time quantitative PCR, παρατηρείται τόσο δοσοεξαρτώμενη όσο και χρονοεξαρτώμενη μείωση της έκφρασης των μελών του συμπλόκου PRC2, καθώς και του γονιδίου HOXA9, που αποτελεί καθοδικό στόχο της EZH2. Παράλληλα, παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των επιπέδων έκφρασης του γονιδίου της p53. Συμπέρασμα: Η σιλιμπινίνη ασκεί αντιπολλαπλασιαστική δράση στα DU145 κύτταρα που ενδεχομένως να μεσολαβείται από τη μεταβολή της έκφρασης σημαντικών μορίων (ΕΖΗ2, ΕED, SUZ12) που εμπλέκονται στην χρωματινική διαμόρφωση και επηρεάζουν τα πρότυπα γονιδιακής έκφρασης. 68 264 245 Τhe speech of Greek political parties regarding the education of refugee children” Ο λόγος των ελληνικών πολιτικών κομμάτων αναφορικά με την εκπαίδευση των παιδιών των προσφύγων Ιn the last two years, a particularly increased flux of refugees and migrant populations from the Middle East area has been recorded in Greece. Refugees with Greece intermediate station they want to go a safer place of EU, because they are seeking safer than residence from their homelands. The initially temporary stay of refugees acquired permanent character, after to the mistaken actions by North and Central Europe, resulting in a problem of management by the responsible mechanisms, feelings of imprisonment on refugees, feelings insecure in the residents and the increase of rachitic incidents. For the stay of refugees in Greece, majority of the Greek state, they were interested and ways of integrating them into the general population and covering basic needs, such as children's education, have been sought. However, the being of a far-right party in the Hellenic Parliament resulted, to the negative words about refugee issue. In this undergraduate thesis, done research about explores the positions and representations of four political parties of the Greek Parliament with regard to the education of the children of refugees. From the speech analysis and extracts to conclude excerpts from the positions of Ministers and Greek Members at a plenary session of the Hellenic Parliament, there is a will and effort to integrate refugee children into the education system. However, the management that follow are not really relevant, and in conjunction with the existence of right-wing voices, not all human rights of this vulnerable population are covered, an issue that needs to be addressed immediately. Τα τελευταία 2 χρόνια καταγράφεται στην Ελλάδα μία ιδιαίτερα αυξημένη ροή προσφυγικών και μεταναστευτικών πληθυσμών από την περιοχή της Μέσης Ανατολής, που με ενδιάμεσο σταθμό την Ελλάδα επιθυμούν να βρεθούν σε χώρες της Βόρειας και Κεντρικής Ευρώπης αναζητώντας ένα ασφαλέστερο τόπο διαμονής από τις πατρίδες τους. Η αρχικά προσωρινή διαμονή των προσφύγων απέκτησε πιο μόνιμα χαρακτηριστικά ύστερα από λανθασμένες ενέργειες των κρατών μελών της Ε.Ε, και δημιουργήθηκαν προβλημάτων διαχείρισης του από τους αρμόδιους μηχανισμούς, αισθήματα εγκλωβισμού στους πρόσφυγες, ανασφάλειας στους μόνιμους κατοίκους της χώρας, και την ανάπτυξη ρατσιστικών εκδηλώσεων. Η παραμονή των προσφύγων στην Ελλάδα απασχόλησε την πλειονότητα της ελληνικής πολιτείας και αναζητήθηκαν τρόποι ένταξής τους στο γενικό πληθυσμό και κάλυψη βασικών αναγκών, όπως η εκπαίδευση των παιδιών. Ωστόσο η ύπαρξη ακροδεξιού κόμματος στην ελληνική βουλή είχε ως συνεπεία και τις αρνητικές δηλώσεις για το προσφυγικό ζήτημα. Στην παρούσα εργασία διερευνώνται οι θέσεις και οι αναπαραστάσεις τεσσάρων πολιτικών κομμάτων του ελληνικού Κοινοβουλίου, αναφορικά με την εκπαίδευση των παιδιών των προσφύγων. Όπως προέκυψε μέσα από την ανάλυση λόγου, αποσπασμάτων, από τοποθετήσεις Υπουργών και Βουλευτών των κομμάτων, σε μία συνεδρίαση της ολομέλειας της Βουλής, υπάρχει, θέληση και προσπάθεια για ένταξη των παιδιών προσφυγόπουλων στο εκπαιδευτικό σύστημα. Ωστόσο οι χειρισμοί οι οποίοι ακολουθούνται δεν αποδεικνύουν έμπρακτα το ενδιαφέρον και σε συνδυασμό με την ύπαρξη ακροδεξιών φωνών δεν καλύπτονται όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα του ευάλωτου αυτού πληθυσμού, ένα ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα 69 129 122 This paper examined the importance of transplant consensus. What we need to keep in mind is that in recent years, several European countries have introduced the system of presumed consensus. In particular, in Greece, until 1st of June, 2013, the system of consensus in conjunction with the donor card was prevailed, where the family of the decedent had the decisive role in every possibility. The system of presumed consent has advantages but also several drawbacks. Because of this, the intervention of the legislator in the consensus does not reach the goal of increasing the available organs, but other interventions are needed, mainly at the organizational / state level, at the level of the culture of society and citizens, but also at the level of attitude of the medical staff. Στο παρόν πόνημα εξετάστηκε η σημασία της συναίνεσης στον τομέα των μεταμοσχεύσεων. Αυτό που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι πως τα τελευταία χρόνια, διάφορες ευρωπαϊκές χώρες έχουν εισαγάγει το σύστημα της εικαζόμενης συναίνεσης. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα μέχρι την 1η Ιουνίου του 2013 ίσχυε το σύστημα της δηλούμενης συναίνεσης σε συνδυασμό με την κάρτα δωρητή, όπου η οικογένεια του θανούντος είχε τον αποφασιστικό ρόλο σε κάθε πιθανό ενδεχόμενο. Το σύστημα της εικαζόμενης συναίνεσης παρουσιάζει πλεονεκτήματα αλλά και αρκετά μειονεκτήματα. Εξαιτίας αυτού, η επέμβαση του νομοθέτη στον τρόπο συναίνεσης δε φτάνει για την επίτευξη του στόχου της αύξησης των διαθέσιμων οργάνων, αλλά χρειάζονται κι άλλες παρεμβάσεις κυρίως σε επίπεδο οργανωτικό/κρατικό, σε επίπεδο νοοτροπίας της κοινωνίας και πολιτών αλλά και σε επίπεδο νοοτροπίας του ιατρικού προσωπικού. 70 150 124 Professional development of administration and leading staff in education: theory and research Η επαγγελματική ανάπτυξη των στελεχών εκπαίδευσης: θεωρία και πράξη The aim of present Master’s Dissertation is the Administration and Leading Staff’s professional development in education based in theoretical and research data. Firstly, the content of professional development is approached and the necessity, the basic elements ant the most popular models of professional development according to Greek and foreign bibliography are mentioned. In addition, the content of training is approached and especially the need of Administration and Leading Staff’s training in education is emphasized in order to perform their duties efficiently as the legislature requests. In the empirical part of this dissertation, the professional development, training chances and the Administration and Leading Staff’s role in education are examined through semi-structured interviews with participating Administration and Leading Staff in Xanthi. The findings of the survey may be useful to Administration and Leading Staff in education, teachers and other researchers Η παρούσα εργασία σκοπεύει να προσεγγίσει θεωρητικά και ερευνητικά την επαγγελματική ανάπτυξη των Στελεχών εκπαίδευσης. Αρχικά, προσεγγίζεται η έννοια της επαγγελματικής ανάπτυξης και επισημαίνονται η αναγκαιότητα, τα βασικά χαρακτηριστικά και τα επικρατέστερα μοντέλα της σε Ελλάδα και εξωτερικό. Επίσης, προσεγγίζεται η έννοια της επιμόρφωσης και τονίζεται η ανάγκη επιμορφωτικής στήριξης των Στελεχών εκπαίδευσης στις μέρες μας, προκειμένου να ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντα που προβλέπει η νομοθεσία. Στο ερευνητικό μέρος, διερευνήθηκαν μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εν ενεργεία Στελεχών εκπαίδευσης του Νομού Ξάνθης σχετικά με τις προσπάθειές τους να εξελιχθούν επαγγελματικά, την επιμόρφωση και το ρόλο τους στην εκπαιδευτική διοίκηση. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για Στελέχη της εκπαίδευσης, εκπαιδευτικούς και άλλους ερευνητές 71 226 244 Information is a very important capital for governments and local administrations. The most efficient method of information management is open data. Nowadays, governments recognize the benefits of making the data open to the public. The first steps for open data in Greece have been implemented by DIAYGEIA and GEODATA and it is obvious that the adaptation of this method brings radical changes and reforms on the public sector. However, Greece is still in the start of this movement. The open data movement can be efficient in all fields of life such as economics, finance, education, labor, healthcare, agriculture and environment. Especially for environment, the use of open data can play a decisive role in the sustainable development. This work focuses on the water utilities sector. Water utilities should follow specific publication patterns for “opening their data” to their customers. In order to propose an integrated monitoring for open data in the water utility sector, in Greece, initially the existing status should be recorded down. For this reason, all web pages of the Greek water utilities have been visited and evaluated based on the amount of information they provide to their customers. This is the base of the subsequent analysis. Typically, information about pricing, balance sheets, water quality control, etc. is coded. The sample consists of the two semi-privatized companies and 118 Municipal enterprises operating in Greece. Η πληροφόρηση είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο για τις κυβερνήσεις και τις τοπικές διοικήσεις. Η πιο αποτελεσματική μέθοδος διαχείρισης της πληροφορίας είναι τα ανοιχτά δεδομένα. Σήμερα, οι κυβερνήσεις αναγνωρίζουν τα οφέλη του να είναι τα στοιχεία τους ανοικτά στο κοινό. Τα πρώτα βήματα για τα ανοιχτά δεδομένα στην Ελλάδα έχουν εφαρμοστεί στις ιστοσελίδες DIAYGEIA και GEODATA και είναι προφανές ότι η προσαρμογή της μεθόδου αυτής επιφέρει ριζικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στον δημόσιο τομέα. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι ακόμα στην αρχή αυτού του κινήματος. Η κίνηση ανοιχτών δεδομένων μπορεί να είναι αποτελεσματική σε όλους τους τομείς της ζωής, όπως η οικονομία, η χρηματοδότηση, η εκπαίδευση, η εργασία, η υγειονομική περίθαλψη, η γεωργία και το περιβάλλον. Ειδικά για το περιβάλλον, η χρήση των ανοιχτών δεδομένων μπορεί να διαδραματίσει ένα αποφασιστικό ρόλο στην αειφόρο ανάπτυξη. Αυτή η εργασία εστιάζεται στον τομέα των εταιριών ύδρευσης. Οι εταιρίες ύδρευσης θα πρέπει να ακολουθήσουν συγκεκριμένα πρότυπα δημοσίευσης για "το άνοιγμα των δεδομένων τους’’ στους πελάτες τους. Προκειμένου να προταθεί μια ολοκληρωμένη παρακολούθηση για τα ανοιχτά δεδομένα στον τομέα του νερού στην Ελλάδα, αρχικά η υφιστάμενη κατάσταση καταγράφηκε. Για το λόγο αυτό, όλες οι ιστοσελίδες των ελληνικών εταιρειών ύδρευσης καταγράφηκαν και αξιολογήθηκαν με βάση την ποσότητα των πληροφοριών που παρέχουν στους πελάτες τους. Αυτή είναι η βάση για την επακόλουθη ανάλυση. Η καταγραφή των πληροφοριών έγινε ανάλογα με την τιμολόγηση, τους ισολογισμούς, τον έλεγχο της ποιότητας του νερού, κλπ. Το δείγμα μας αποτελείται από δύο ημι-ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις και 118 Δημοτικές επιχειρήσεις. 72 239 258 Δυνατότητες διείσδυσης της αβαθούς γεωθερμίας σε κτιριακές εγκαταστάσεις στη Θράκη Over the last years of efforts to find economic and environmental friendly technical solutions regarding high efficiency heating/cooling systems has led to the implementation of geothermal systems. The shallow geothermal systems belong to renewable energy resources booming in recent years for both the efficient resources of renewable energy and for their respect for the environment. This Thesis was conducted as part of the graduate program of study Environmental Engineering and Science of the Democritus University of Thrace and aimed to investigate the potential penetration of shallow geothermal energy in buildings in the region of Thrace. After having informed respondents about the installation and O&M cost, with the use of a detailed questionnaire through scenarios aimed their intention to install the shallow geothermal energy systems in existing houses, in newly built houses and subsidize the cost of installation. The research was carried out through personal interviews in 309 residents of the region based on a fully structured questionnaire. The lack of information has resulted in a very few number of shallow geothermal installations. About 39% of respondents state that they are willing to make an installation in their existing houses, 91% in newly built houses and 89% if there were subsidized by 50%. Finally the main reasons affecting the positive responses towards the installation of geothermal energy to their homes have to do with money savings compared to conventional systems, the parenthood, the high annual heating costs and family income. Οι πολύχρονες προσπάθειες για εύρεση οικονομικότερης και φιλικότερης προς το περιβάλλον λύσης συστημάτων κλιματισμού υψηλής απόδοσης μας οδήγησαν στην εφαρμογή γεωθερμικών συστημάτων για θέρμανση, ψύξη και ζεστό νερό χρήσης. Τα συστήματα αβαθούς γεωθερμίας ανήκουν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που γνωρίζουν μεγάλη άνθηση τα τελευταία χρόνια τόσο για της αποδοτικότερες μορφές ενέργειας όσο και για τον σεβασμό τους προς το περιβάλλον. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών Περιβαλλοντική Μηχανική και Επιστήμη του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και είχε ως σκοπό να διερευνήσει τις δυνατότητες διείσδυσης της αβαθούς γεωθερμίας σε κτηριακές εγκαταστάσεις της Θράκης. Ενημερώνοντας τους ερωτηθέντες για το κόστος και την μελέτη της εγκατάσταση, οι διεξοδικές ερωτήσεις μέσω των τριών σεναρίων είχαν ως στόχο την πρόθεση του κοινού για την τοποθέτηση των συστημάτων αβαθούς γεωθερμίας σε υπάρχον κατοικίες, σε νεόκτιστες κατοικίες και με επιδότηση του κόστους της τοποθέτησης. Η έρευνα υλοποιήθηκε με προσωπικές συνεντεύξεις 309 κατοίκων της γύρω περιοχής, βασισμένη σε ένα πλήρως δομημένο ερωτηματολόγιο. Η μεγάλη έλλειψη πληροφόρησης έχει αποφέρει μηδαμινές εγκαταστάσεις συστημάτων αβαθούς γεωθερμίας, με το 39% των ερωτηθέντων να είναι έτοιμοι να προβούν σε εγκατάσταση στις υπάρχον κατοικίες τους, το 91% να τοποθετούσε σε νεόκτιστη κατοικία και το 89% να προέβαινε στην τοποθέτηση αν υπήρχε επιδοτούμενο πρόγραμμα 50% από το κράτος. Τέλος οι κύριοι λόγοι που επηρεάζουν τις θετικές απαντήσεις των ερωτηθέντων για να εγκαταστήσουν γεωθερμία στις κατοικίες τους έχουν να κάνουν με την εξοικονόμηση χρημάτων σε σχέση με τα συμβατικά μέσα, η ύπαρξη παιδιών, το υψηλό ετήσιο κόστος θέρμανσης και το οικογενειακό εισόδημα. 73 285 311 Endometriosis is defined as the presence of endometrial tissue (stroma and glands) outside the uterus, which induces a local inflammatory response. It is a chronic condition that depends on estrogen that affects women of fertile age, and is associated with pelvic pain and infertility. Eventually, in recent years, evidence has emerged to support the relevant effect of endometriosis not only in reducing fertility but also in affecting the outcome of pregnancy. Typicaly, pregnancy has been thought to have a positive effect on endometriosis and its painful symptoms due not only to the interruption of ovulation that prevents endometrial tissue bleeding but also to various metabolic, hormonal, immunological, and vascular changes. Finally, there is a growing literature in the role of endometriosis in the impact on pregnancy development and its effects, as well as the impact of pregnancy on endometriosis. Causes of the effects of endometriosis on pregnancy include disorders of the endocrine system, impaired immune response both locally and systemically, ectopic endometrial tissue hemorrhage, molecular and functional abnormalities of the eutopic endometrium, pathological placentalization, and the decidualization of endometrial tissue due to changes in the hormonal environment that characterizes pregnancy. Some of the obstetric complications that occur in women with endometriosis in pregnancy are miscarriages, premature birth, placenta praevia, small for gestational age newborns , obstetrical bleeding, and caesarean section. These complications are an issue that has not been adequately studied, and remain unknown to the majority of obstetricians. Therefore, knowledge about the effect of pregnancy on the progression of endometriosis is important to properly guide women with endometriosis. This is especially important as the coexistence of endometriosis and pregnancy is becoming more widespread due to the increasing success rates of modern assisted reproduction technology. Η ενδομητρίωση ορίζεται ως η παρουσία ενδομητρικού ιστού στρω-μάτων και αδένων έξω από τη μήτρα, που προκαλεί τοπική φλεγμο-νώδη απόκριση. Πρόκειται για μια χρόνια κατάσταση που εξαρτάται από τα οιστρογόνα, επηρεάζει τις γυναίκες σε γόνιμη ηλικία και σχε-τίζεται με τον πυελικό πόνο και την υπογονιμότητα. Τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται στοιχεία για την επίδραση της ενδομητρίωσης όχι μόνο στη μείωση της γονιμότητας αλλά και στην επίδραση της στην έκβαση της εγκυμοσύνης.Παραδοσιακά, θεωρήθηκε ότι η εγκυμοσύνη έχει θετική επίδραση στην ενδομητρίωση και τα επώδυνα συμπτώματά της, όχι μόνο λόγω της παρεμπόδισης της ωορρηξίας που αναστέλλει την αιμορραγία του ενδομητριωτικού ιστού αλλά και των μεταβολικών, ορμονικών, ανοσολογικών και αγγειογενετικών αλλαγών που σχετί-ζονται με την εγκυμοσύνη. Ωστόσο, ολοένα εμπλουτίζεται η βιβλιο-γραφία σχετικά με το ρόλο της ενδομητρίωσης όσον αφορά την εξέλιξη της εγκυμοσύνης και τα αποτελέσματά της, καθώς και την επίδραση της εγκυμοσύνης στην ενδομητρίωση. Η ενδομητρίωση επιδρά στην κύηση μέσω διαταραχών του ενδοκρινικού συστήματος και της ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού τόσο σε τοπικό όσο και σε συστηματικό επίπεδο, της αιμορραγίας από τον έκτοπο ενδομη-τριωσικό ιστό, των μοριακών και λειτουργικών ανωμαλιών του ευτοπικού ενδομητρίου, της παθολογικής πλακουντοποίησης και της φθαρτοποίησης του ενδομητριωτικού ιστού λόγω μεταβολών του ορμονικού περιβάλλοντος που χαρακτηρίζει την εγκυμοσύνη. Κάποιες από τις μαιευτικές επιπλοκές που εμφανίζονται σε γυναίκες με ενδομητρίωση στην κύηση περιλαμβάνουν τις αποβολές, τον πρόωρο τοκετό, τον προδρομικό πλακούντα, την γέννηση νεογνών με μικρό βάρος για την ηλικία κύησης τους, τις μαιευτικές αιμορραγίες, και την ανάγκη για εκτέλεση καισαρικής τομής. Οι επιπλοκές αυτές αποτελούν ένα πεδίο που δεν έχει μελετηθεί επαρκώς, και παραμένει άγνωστο για την πλειονότητα των μαιευτήρων. Ως εκ τούτου, η γνώση σχετικά με την επίδραση της εγκυμοσύνης στην εξέλιξη της ενδομη-τρίωσης είναι σημαντική ώστε να πραγματοποιείται σωστή καθοδή-γηση των γυναικών με ενδομητρίωση. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς η συνυπάρχουσα εμφάνιση ενδομητρίωσης και εγκυμοσύνης γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη λόγω των αυξανόμενων ποσοστών επιτυχίας της σύγχρονης τεχνολογίας υποβοηθούμενης. 74 340 396 Έκφραση γονιδίων σε κοκκώδη κύτταρα μικρών και μεγάλων ωοθυλακίων έπειτα από διέγερση The normal ovarian function depends on the interactions between different factors that are expressed in the hypothalamus, hypophysis and the ovary. Basic regulator of this process is the ovarian follicle. Ovarian follicles are consisted of theca cells, granulosa cells and the developing oocyte. The nonstop communication between the different follicular cells is necessary for the process of folliculogenesis and ovulation. The maturation procedure of ovarian follicles (folliculogenesis) is regulated by factors secreted from granulosa cells and the enclosed oocyte. Factors secreted from the different follicular cell types depend on the phase of follicular development. Gonadotropins’ effect on the antral developing follicles results in changes on the phenotype of granulosa cells and gene expression. Follicular size is considered to affect the mature state of the oocyte recovered and its competence to be fertilized. Antral follicles >18mm contain mature oocytes with better chance for fertilization compered to small follicles (<12mm).The different hyperstimulation protocols used in assisted reproduction target to the recovery of mature oocytes. Nevertheless, sometimes this is not what usually occurs. For this reason, we sought to investigate the gene profile of granulosa cells recovered from small and big follicles from women resorted to assisted reproduction techniques. We hope for the discovery of new markers that will help us understand the process of folliculogenesis and increase the recovery of mature oocytes. The current master thesis was based on the experimental data of a study that took place in the department of Assisted Reproduction, in the University Hospital of Ioannina. RNA was extracted from granulosa cells and was analysed with the microarray technique. Genes that were differentially expressed between the two cell populations were looked into for their role in folliculogenesis Many genes were found to differ in expression between small and big follicles. Some of these genes effect known functions, whilst others have not yet been correlated to folliculogenesis. Most of the genes regulate functions such as cell proliferation, apoptosis, steroidogenesis, immune response and inflammation. Genes correlated to immune response and inflammation seem to have a role in folliculogenesis and ovulation Η φυσιολογική λειτουργία των ωοθηκών εξαρτάται από την αλληλεπίδραση παραγόντων που εκφράζονται από τον υποθάλαμο, την υπόφυση και την ωοθήκη. Κύριος ρυθμιστής αυτής της λειτουργίας είναι το ωοθυλάκιο. Το ωοθυλάκιο αποτελείται από τα κύτταρα θήκης, στιβάδες κοκκωδών κυττάρων και το αναπτυσσόμενο ωοκύτταρο. Η αδιάλειπτη επικοινωνία μεταξύ των κυττάρων αυτών είναι απαραίτητη για την ωοθυλακιογένεση και ωοθυλακιορρηξία. Η ωοθυλακιογένεση αποτελεί τη διαδικασία ωρίμανσης του ωοθυλακίου και ρυθμίζεται από παράγοντες που εκκρίνονται τόσο από τα κοκκώδη κύτταρα αλλά και το ωάριο. Οι παράγοντες που εκκρίνονται από τα επιμέρους κύτταρα των ωοθυλακίων εξαρτώνται από τη φάση της ωοθυλακικής ανάπτυξης. Κατά τη φάση σχηματισμού του άντρου στα αναπτυσσόμενα ωοθυλάκια, η επίδραση των γοναδοτροπινών επιφέρει αλλαγές στο φαινότυπο των κοκκωδών κυττάρων αλλά και των γονιδίων που εκφράζουν. Το μέγεθος του ωοθυλακίου έχει συσχετιστεί με το στάδιο ωρίμανσης του ωαρίου που ανακτάται και την ικανότητά του να γονιμοποιηθεί. Ωοθυλάκια με άντρο και διάμετρο >18mm περιέχουν ώριμα ωάρια, με μεγαλύτερες πιθανότητες για γονιμοποίηση, σε αντίθεση με τα μικρά ωοθυλάκια (<12mm). Τα διάφορα πρωτόκολλα διέγερσης που χρησιμοποιούνται στις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν ως στόχο την ανάκτηση ώριμων ωαρίων. Επειδή αυτό δεν επιτυγχάνεται πάντα, συλλέγονται ωάρια σε διαφορετικά στάδια ωρίμανσης. Γι’ αυτό το λόγο, θεωρήθηκε σκόπιμο να μελετηθεί το γονιδιακό προφίλ έκφρασης των τοιχωματικών κοκκωδών κυττάρων μικρών και μεγάλων ωοθυλακίων γυναικών που έχουν καταφύγει στη λύση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για την απόκτηση υγειών απογόνων, με σκοπό την εύρεση δεικτών που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαδικασία της ωοθυλακιογένεσης και να αυξήσουμε τον αριθμό των ώριμων ωοκυττάρων. Η παρούσα βιβλιογραφική πτυχιακή εργασία στηρίχτηκε στα αποτελέσματα μελέτης που διεξάχθηκε στο Τμήμα Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ιωαννίνων. Πιο συγκεκριμένα, απομονώθηκε RNΑ από τκοκκώδη κύτταρα μικρών και μεγάλων ωοθυλακίων και μελετήθηκε με την τεχνική των μικροσυστοιχιών. Τα γονίδια που βρέθηκε ότι η έκφρασή τους διαφέρει σημαντικά στους δύο αυτούς πληθυσμούς διερευνήθηκαν βιβλιογραφικά για το ρόλο τους στην οθυλακιογένεση.Μία πληθώρα γονιδίων φαίνεται να διαφοροποιείται σημαντικά στην έκφραση μεταξύ μικρών και μεγάλων ωοθυλακίων. Πολλά από αυτά τα γονίδια επιτελούν γνωστές λειτουργίες, ενώ άλλα δεν είχαν συσχετιστεί ποτέ μέχρι σήμερα με την ωοθυλακιογένεση. Οι κυριότερες λειτουργίες των γονιδίων που αναφέρονται αφορούν στον πολλαπλασιασμό κυττάρων, την απόπτωση, την στεροειδογένεση, την ανοσολογική απάντηση και τη φλεγμονή. Μάλιστα, τα γονίδια που σχετίζονται με την ανοσολογική απάντηση και τη φλεγμονή φαίνεται να κατέχουν σημαντικό ρόλο στην ωοθυλακιογένεση και την ωοθυλακιορρηξία. 75 267 272 Exploration of the views of the teaching staff, kindergarten teachers and their assistants, in a Danish forest kindergarten regarding sustainability and sustainable schools Διερεύνηση των απόψεων του εκπαιδευτικού προσωπικού, νηπιαγωγών και των βοηθών τους, ενός νηπιαγωγείου του δάσους της Δανίας ως προς την αειφορία και το αειφόρο σχολείο The purpose of this master thesis is to examine the views of the teaching staff, kindergarten teachers and their assistants in a Danish forest kindergarten regarding sustainability and sustainable school. Then, the views and practices of the teaching staff regarding the characteristics of the three pillars of the sustainable school as well as their views regarding the connection of the forest school with the sustainable school are examined. In addition, the present study explores the views and experiences of this specific teaching staff on education / training in sustainable education. Ιn the context of the research, the interview was considered as the most appropriate method of data collection and the qualitative analysis was considered as the strategy for the analysis of the collected data. Thus, 6 interviews were conducted in the kindergarten area and 3 through Skype. The results show that the teaching staff of this particular Danish kindergarten understands both the concept of sustainability and the sustainable school mainly in terms of natural environment. Regarding the three pillars of the sustainable school, the answers of the participants revealed that they know and apply some of the important practices of the sustainable school, but not all of them. Subsequently, the connection between the forest school and the sustainable school is also perceived in environmental terms. Finally, the majority of the respondents answered that they have never been educated or trained in sustainable education, but it seemed very positive about doing so in the future. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας είναι να εξετάσει τις απόψεις του εκπαιδευτικού προσωπικού, νηπιαγωγών και των βοηθών τους, ενός νηπιαγωγείου του δάσους της Δανίας ως προς την αειφορία και το αειφόρο σχολείο. Εν συνεχεία ερευνούνται οι απόψεις και οι πρακτικές του εκπαιδευτικού προσωπικού ως προς τα χαρακτηριστικά των τριών πυλώνων του αειφόρου σχολείου, καθώς επίσης και οι απόψεις τους ως προς τη σύνδεση του σχολείου του δάσους με το αειφόρο σχολείο. Ακόμη, η παρούσα μελέτη διερευνά τις απόψεις και τις εμπειρίες του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού προσωπικού για την εκπαίδευση/επιμόρφωση ως προς την εκπαίδευση για την αειφορία. Ως καταλληλότερη μέθοδος συλλογής δεδομένων στα πλαίσια της έρευνας κρίθηκε η συνέντευξη και ως στρατηγική ανάλυσης των συλλεχθέντων δεδομένων η ποιοτική ανάλυση. Έτσι, πραγματοποιήθηκαν 9 συνεντεύξεις από τις οποίες οι 6 έγιναν στο χώρο του νηπιαγωγείο και οι υπόλοιπες 3 μέσω Skype με τη χρήση ανοιχτής κάμερας. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι το εκπαιδευτικό προσωπικό του συγκεκριμένου νηπιαγωγείου του δάσους της Δανίας αντιλαμβάνεται τόσο την έννοια της αειφορίας όσο και του αειφόρου σχολείου κυρίως με όρους φυσικούς περιβάλλοντος. Ως προς τους τρεις πυλώνες του αειφόρου σχολείου οι απαντήσεις των συμμετεχόντων αποκάλυψαν ότι γνωρίζουν και εφαρμόζουν κάποιες από τις πιο σημαντικές πρακτικές του αειφόρου σχολείου, όχι όμως όλες. Η σύνδεση του σχολείου του δάσους και του αειφόρου σχολείου γίνεται, επίσης, αντιληπτή με όρους φυσικού περιβάλλοντος. Τέλος, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων απάντησε ότι δεν είχε λάβει κάποια εκπαίδευση/επιμόρφωση ως προς την εκπαίδευση για την αειφορία, όμως φάνηκε πολύ θετική στο να λάβει μελλοντικά. 76 516 586 Μελέτη της χρήσης της μεθόδου μέτρησης αναπνευστικής λειτουργίας Tidal breathing πρό και μετά χορήγησης νεφελοποιούμενης σαλβουταμόλης στη διάγνωση βρογχικού άσθματος σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Asthma is a heterogeneous disease, usually characterized by chronic inflammation of the airways. While in older children and adults the diagnosed is easily confirmed, in preschoolers laboratory investigation is difficult, mainly because of the reduced level of cooperation of the patient . Various newer methods have been proposed , in an attempt of overcoming this obstacle with varied literature and clinical documentation. Aim: the aim of this study was to examine the diagnostic accuracy of the use of lung function measurement method during tidal breathing before and after administration of salbutamol on the diagnosis and monitoring of childhood asthma in preschool children, 2 to 7 years. Moreover the correlation of asthma incidence with predisposing factors such as the coexistence of allergic rhinitis and breastfeeding is also studied. Methods: From September 2013 up to May 2016, 155 pediatric patients in Paediatric Respiratory were examined at the outpatient clinic of the University Hospital of Alexandroupolis Evros (PGNA), of which 91 boys and 64 girls, with an average age 3,98 ± 1,34 mean SD. 155 of these children with their parents completed a questionnaire on bronchial asthma, vaccinations, breastfeeding , allergic rhinitis ,used medication. Moreover their anthropometric parameters (height and weight) were assessed. Result: The assessment was feasible for all children of the study with no adverse events or necessity of the stop the test. In 155 children measured the average value of VPEF / V1, and the reversibility that were respectively: 39.62 ± 10.35 In 12 children aged 5-7 years who did spirometry before and after bronchodilator on the same day the reversibility of FEV1 was similar to that of VPEF / V1, p = 0.4. The children with bronchial asthma without medication had mean VPEF / V1 of 46,6 ± 6,2, while those receiving treatment was 40,05 ± 10,5. Children with bronchial asthma and concomitant allergic rhinitis over those with asthma only showed the [62] following values of VPEF / V1. In the absence of allergic rhinitis VPEF / V1 recorded 45,5 ± 11,2 versus 40,1 ± 10,3 in children with allergic rhinitis, p = 0. 2. Patients who had reversibility> 10% (R> 10%) had the lower VPEF / V1 values averaging 34,1 ± 8,9 versus those with R <10% of average VPEF / V1 value 43,41 ± 9 , 7 (p <0.001). In 20 of the total of 155 participants repeated monitoring of respiratory function in a second visit to the clinic. The VPEF1 at the first visit 20 these patients averaged 42,47 ± 11,25 and at the second visit 43,14 ± 11,22, with p = 0.8. At the same set of patients we retested the reversibility and recorded it 11,3 ± 14,4 at the first visit vs. 17,20 ± 29,9 at the second visit, p = 0,4. Conclusions: In conclusion we could say that the method of tidal breathing is a safe reproducible method of recording and monitoring BA in preschool children as it can record effectively the bronchodilator effect of salbutamol and highlight the relationship of asthma with co-morbidities such as allergic rhinitis and to highlight the effectiveness of the administered the asthma treatment Το άσθμα είναι μια ετερογενής νόσος, που συνήθως χαρακτηρίζεται από χρόνια φλεγμονή των αεραγωγών. Παρότι στα μεγαλύτερα παιδιά και στους ενήλικες η διάγνωση τίθεται εύκολα, στα παιδιά προσχολικής ηλικίας η εργαστηριακή διερεύνησή της είναι δυσχερέστερη, λόγω κυρίως του μειωμένου επιπέδου συνεργασίας ασθενή και εξεταστή. Διάφορες νεότερες μέθοδοι έχουν προταθεί τα τελευταία χρόνια, σε μια προσπάθεια υπερκέρασης αυτού του εμποδίου με ποικίλη βιβλιογραφική και κλινική τεκμηρίωση. Σκοπός: της εργασίας αυτής ήταν να εξεταστεί η διαγνωστική ακρίβεια της χρήσης της μεθόδου μέτρησης αναπνευστικής λειτουργίας κατά την ήρεμη αναπνοή (tidal breathing) προ και μετά χορήγησης νεφελοποιούμενης σαλβουταμόλης, ως προς τη διάγνωση και παρακολούθηση του παιδικού βρογχικού άσθματος σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, 2 έως 7 ετών. Παράλληλα εξετάζεται η συσχέτιση της επίπτωσης του άσθματος με προδιαθεσικούς παράγοντες όπως η συνύπαρξη αλλεργικής ρινίτιδας και ο μητρικός θηλασμός. Μέθοδος: Από το Σεπτέμβρη του 2013 έως και το Μάιο του 2016 εξετάσθηκαν 155 παιδιατρικοί ασθενείς στο Παιδοπνευμονολογικό εξωτερικό ιατρείο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου στην Αλεξανδρούπολη (ΠΓΝΑ), εκ των οποίων τα 91 αγόρια και τα 64 κορίτσια. με μέση ηλικία 3,98 ± 1,34 mean SD. Τα 155 αυτά παιδιά μαζί με τους γονείς τους , συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με το βρογχικό άσθμα, όπως εάν είναι πλήρη εμβολιασμένα για την ηλικία τους, εάν θηλάσανε αποκλειστικά και πόσο διάστημα, εάν εκδήλωσαν αλλεργική ρινίτιδα και πόσο συχνά, εάν χρησιμοποίησαν φαρμακευτική αγωγή στο σπίτι με βρογχοδιασταλτικά, πόσα από αυτά είχαν είδη διαγνωστεί από πριν με άσθμα, τα σωματομετρικά τους μεγέθη ( ύψος και βάρος) και τέλος 20 από αυτά τα παιδιά μετρήθηκαν 2η φορά σε επίσκεψη του ιατρείου μετά από 3 μήνες. Αποτέλεσμα: Η μέτρηση ήταν εφικτή σε όλα τα παιδιά της μελέτης χωρίς ανεπιθύμητα συμβάματα ή αναγκαιότητα διακοπής της μέτρησης. Στα 155 παιδιά που μετρήθηκαν η μέση τιμή των VPEF/ V1 , και της αναστρεψιμότητας αυτής ήταν αντίστοιχα:39.62±10.35 Στα 12 παιδιά ηλικίας 5-7 ετών τα οποία έκαναν και σπιρομέτρηση πρό και μετά βρογχοδιαστολή την ίδια ημέρα η αναστρεψιμότητα της FEV1 ήταν παρόμοια με αυτήν της VPEF/ V^ ρ=0.4. Τα παιδιάμε ΒΑ και χωρίς φαρμακευτική αγωγή είχαν μέση τιμή VPEF/ V1 46,6 ± 6,2, ενώ αυτά που λάμβανα ν αγωγή είχαν τιμή 40,05 ± 10,5. Τα παιδιά με ΒΑ και συνυπάρχουσα αλλεργική ρινίτιδα έναντι αυτών με άσθμα μόνο παρουσίαζαν τις παρακάτω τιμές των VPEF/ V1 , σε μη ύπαρξη αλλεργικής ρινίτιδας καταγράφηκε 45,5 ± 11,2 έναντι 40,1 ± 10,3 στα παιδιά με αλλεργική ρινίτιδα, p =0,2. Οι ασθενείς οι οποίοι είχαν αναστρεψιμότητα>10% ( R >10%) είχαν πιο χαμηλές τιμές VPEF/ V1 με μέση τιμή 34,1 ± 8,9 έναντι αυτών με R <10% με μέση τιμή VPEF/ V1 43,41± 9,7 (ρ <0.001).Σε 20 από το σύνολο των 155 συμμετεχόντων επαναλήφθηκε ο έλεγχος της αναπνευστικής λειτουργίας σε μία δεύτερη επίσκεψη στο ιατρείο. Η VPEF1 στην πρώτη επίσκεψη των 20 συγκεκριμένων ασθενών είχε μέση τιμή 42,47 ± 11,25 και στη δεύτερη επίσκεψη 43,14 ± 11,22, με ρ=0.8. Στο ίδιο σύνολο επανελέγχθηκε και η Revearsibility των ασθενών με μέση τιμή κατά την 1η επίσκεψη 11,3 ± 14,4 έναντι 17,20 ± 29,9, που εμφάνισαν οι ασθενείς κατά τη 2η επίσκεψη, με p= 0,4. Συμπεράσματα: Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι η μέθοδος tidal breathing είναι μία ασφαλής επαναλήψιμη μέθοδος καταγραφής και του ΒΑ σε παιδιά προσχολικής ηλικίας αφού μπορεί να καταγράψει το βρογχοδιασταλτικό αποτέλεσμα της σαλβουταμόλης να αναδείξει τη σχέση του άσθματος με συνοσηρότητες όπως η αλλεργική ρινίτιδα και να αναδείξει την αποτελεσματικότητα της χορηγούμενης αντιασθματικής αγωγής. 77 183 219 Μελέτη της αντιβακτηριακής και αντιοξειδωτικής δράσης αιθέριων ελαίων από αρωματικά φυτά της μεσογειακής χλωρίδας During the last few years, there is a growing interest among scientists towards essential oils, since it has been shown that many essential oils have strong antimicrobial properties. In terms of this study, we have studied 15 different essential oils which have been derived from Greek herbs. In particular, those essential oils derive from Salvia triloba, Origanum vulgare ssp. Hirtum, Thymus vulgaris, Origanum dictamus, Lavandula angustifolia, Aloysia citrodora, Mentha pulegium, Rosmarinus officinalis, Mentha piperita, Satureja thymbra, Melissa officinalis and also from a mixture of herbs. They were tested for their antibacterial action using Disc diffusion assay, where 6mm discs were impregnated with a dilution of essential oil at two different concentrations. The bacteria used were Gram(+), Staphylococcus aureus and 3 Gram(-), Klebsiella pneumonia, Pseudomonas aeruginosa and Escherichia coli. Moreover, essential oils were tested for their antioxidant activity using the free radical DPPH method as well as the lipid peroxidation of linelaic acid method using AAPH. The essential oils that were found to have strong antibacterial and antioxidant activity were those deriving from Origanum dictamus, Satureja thymbra, Thymus vulgaris and Origanum vulgare ssp. Hirtum. Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον πολλών επιστημόνων έχει στραφεί στα αιθέρια έλαια διαφόρων φυτών, καθώς πλέον έχει αποδειχθεί ότι πολλά από αυτά διαθέτουν ισχυρές αντιμικροβιακές ιδιότητες. Εδώ μελετήθηκαν 16 αιθέρια έλαια, τα οποία προέρχονται από διάφορα αρωματικά φυτά της Ελλάδας. Τα αιθέρια έλαια που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από τα φυτά Salvia triloba (φασκόμηλο), Origanum vulgare ssp. Hirtum (ρίγανη), Thymus vulgaris (θυμάρι), Origanum dictamus (δίκταμο), Lavandula angustifolia (λεβάντα), Aloysia citrodora (λουΐζα), Mentha pulegium (φλισκούνι), Rosmarinus officinalis (δενδρολίβανο), Mentha piperita (μέντα), Satureja thymbra (θρούμπι), Melissa officinalis (μελισσόχορτο), καθώς και από μείγμα αρωματικών φυτών. Ελέγχθηκε η αντιμικροβιακή τους δράση με την μέθοδο Disc diffusion assay σε δύο διαφορετικές συγκεντρώσεις (πυκνή και αραιή), κατά την οποία, δίσκοι διαμέτρου 6mm εμποτίστηκαν με διάλυμα αιθέριου ελαίου σε DMSO. Τα βακτήρια που χρησιμοποιήθηκαν για να ελεγχθεί η αντιβακτηριακή δράση των αιθερίων ελαίων ήταν Gram(+), Staphylococcus aureus, και 3 Gram(-), Klebsiella pneumonia, Pseudomonas aeruginosa και Escherichia coli. Ελέγχθηκε επίσης η αντιοξειδωτική ικανότητα των αιθερίων αυτών ελαίων με τη μέθοδο που χρησιμοποιεί τη σταθερή ελεύθερη ρίζα DPPH και με την μέθοδο της λιπιδικής υπεροξείδωσης του λινελαϊκού οξέος από το AAPH. Ισχυρή αντιβακτηριακή και αντιοξειδωτική δράση παρουσίασαν τα αιθέρια έλαια από Origanum dictamus (δίκταμο), Satureja thymbra (θρούμπι), Thymus vulgaris (θυμάρι) και Origanum vulgare ssp. Hirtum (ρίγανη). 78 61 67 Προεκλαμψία σε κυήσεις μετά απο θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής The aim of this study was to analyse the association of preeclampsia and assisted reproduction. The factors, they are examined, pertain to women who are turned to assisted reproduction or they are related to the techniques applied. In conclusion, some of these factors have a significant impact on the disease rates, while others are less important or not important at all. Σκοπός της διπλωματικής αυτής εργασίας, ήταν η διερεύνηση της συσχέτισης της νόσου της προεκλαμψίας με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Εξετάστηκαν παράγοντες που αφορούν τις γυναίκες που απευθύνονται στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή αλλά και παράγοντες που αφορούν τις ίδιες τις τεχνικές που εφαρμόζονται. Συμπερασματικά φαίνεται ότι κάποιοι από τους παράγοντες αυτούς επηρεάζουν σημαντικά τα ποσοστά της νόσου ενώ άλλοι λιγότερο έως καθόλου. 79 225 230 Humor in the work of E. Trivizas and its comprehension from children in preschool age Το χιούμορ στο έργο του Ε. Τριβιζά και η πρόσληψή του από παιδιά προσχολικής ηλικίας The present work is about the humor in Trivizas’s works of children's literature and the purpose is to uncover the way in which children understand the kind and techniques of humor used by this exact children’s literature’s author and conclude to if the humor used is suitable for this age. For this purpose, in this work the theoretical background concerning humor, its definition, its categories, humor in children’s literature and the techniques used in Trivizas’s work are presented. All these elements are essential for the following research. In order to check the understanding of humor by children in the preschool age, a fieldwork took place in a kindergarten in the city of Drama, in which the reading of 5 selected books took place for 5 days in an all-day class, by separating the students in toddlers and pretense. During the reading recording was held in order to note down the humoristic phrases that make children laugh. Also, observation was held in tables, in which selected phrases from the aforementioned books were written down. Subsequently, there are the results follow and the conclusions that come from the research. It is clear that, in the end, Trivizas’s humor in the selected books is suitable rather for older children and not preschool ones. Η παρούσα εργασία έχει ως κεντρικό άξονα το χιούμορ του Τριβιζά στα βιβλία παιδικής λογοτεχνίας και στόχος είναι να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο τα παιδιά προσλαμβάνουν τα είδη και τις τεχνικές χιούμορ του συγκεκριμένου συγγραφέα παιδικής λογοτεχνίας και να καταλήξει στο αν τελικά το χιούμορ του είναι κατάλληλο για παιδιά προσχολικής ηλικίας. Η εργασία περιλαμβάνει το θεωρητικό πλαίσιο περί χιούμορ, τον ορισμό του, τα είδη του, το χιούμορ στην παιδική λογοτεχνία αλλά και τεχνικές του Τριβιζά που χρησιμοποιεί στο έργο του. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι απαραίτητα για την έρευνα η οποία ακολουθεί. Προκειμένου να εξεταστεί η πρόσληψη του χιούμορ από τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, έγινε μια έρευνα πεδίου σε νηπιαγωγείο της Δράμας, κατά την οποία έγινε ανάγνωση πέντε επιλεγμένων βιβλίων παιδικής λογοτεχνίας για πέντε μέρες σε ολοήμερο τμήμα του νηπιαγωγείου, χωρίζοντας τα παιδιά σε νήπια και προνήπια. Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης, πραγματοποιήθηκε μαγνητοφώνηση ώστε να καταγραφούν οι χιουμοριστικές φράσεις στις οποίες γελούν τα παιδιά και παρατήρηση με σχάρες παρατήρησης όπου ήταν αποτυπωμένες επιλεγμένες χιουμοριστικές φράσεις από τα βιβλία που επιλέχθηκαν. Στη συνέχεια ακολουθούν τα αποτελέσματα και εν τέλει τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα, όπου φαίνεται ότι τελικά το χιούμορ του Τριβιζά στα επιλεγμένα βιβλία είναι κατάλληλο μάλλον, βάσει του περιορισμένου δείγματος παιδιών, για παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας και όχι προσχολικής 80 66 83 Η διδασκαλία της ανάγνωσης και της γραφής στη μέθοδο Montessori και ο ρόλος του εκπαιδευτικού This thesis aims to study the method of teaching reading and writing in the Montessori method and the contribution of the educator to it. The study is based on a literature review of her work - with emphasis on the method of reading and writing, as conceived and applied by her - and on fieldwork by observing activities of reading and writing in a Montessori preschool. Η παρούσα πτυχιακή εργασία, έχει ως στόχο τη μελέτη της διδασκαλίας της γραφής και της ανάγνωσης στη μέθοδο Μοντεσσόρι και τη συμβολή του εκπαιδευτικού σε αυτήν. Η εργασία στηρίχθηκε τόσο σε βιβλιογραφική ανασκόπηση του παιδαγωγικού της έργου – με έμφαση στη μέθοδο γραφής και ανάγνωσης, όπως τη συνέλαβε και την εφάρμοσε η ίδια – όσο και σε επιτόπια έρευνα με παρατήρηση δραστηριοτήτων γραφής και ανάγνωσης σε μοντεσσοριανό νηπιαγωγείο 81 219 218 Τhe role of the school head in preventing and handling school violence (bullying) Η συμβολή του διευθυντή σχολικής μονάδας στην πρόληψη και αντιμετώπιση της επιθετικότητας στο σχολείο In the recent years, the aggression in the school environment is a phenomenon that keeps on rising. Characterized as one multifaceted form of behavior its causes vary and the number of people involved in it is high. Therefore the school and more specifically the school head, as the senior member, ought to take matters in hand regarding aggressive behaviors by adopting various strategies of prevention and handling. The purpose of this dissertation is to thoroughly examine the school head’s role in the school’s operation by concentrating on the importance of creating a harmonic and safe ambiance. Through the theoretical approach conducted found that the school head is required to be in constant contact with both the teachers and the parents of the children involved in aggresive incidents in schools, as his counseling action will lead to eradicate the phenomenon. Furthermore, the cooperation between the school head and all students of the school unit is considered to be necessary whether or not the students are associated with the incident as their personal confessions will aid the school head’s work. As a result, his interventions will prevent the reappearance of aggression and develop a positive and friendly environment, thereby contributing in the effective operation of the school unit Η επιθετικότητα στα πλαίσια του σχολικού περιβάλλοντος αποτελεί ένα φαινόμενο που βρίσκεται σε έξαρση τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηρίζεται ως μία πολυεπίπεδη μορφή συμπεριφοράς που τα αίτια της ποικίλουν και ο αριθμός των ατόμων που εμπλέκονται σε αυτήν είναι υψηλός. Έτσι, λοιπόν, το σχολείο και πιο συγκεκριμένα ο διευθυντής, ως βασικό και ανώτατο μέλος του, οφείλει να αναλάβει τη διαχείριση επιθετικών συμπεριφορών υιοθετώντας ποικιλόμορφες στρατηγικές πρόληψης και αντιμετώπισης. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να εξεταστεί διεξοδικά ο ρόλος του διευθυντή στη λειτουργία του σχολείου δίνοντας βαρύτητα στη δημιουργία ενός αρμονικού και ασφαλούς κλίματος. Μέσω της θεωρητικής προσέγγισης που πραγματοποιήθηκε διαπιστώθηκε ότι ο διευθυντής είναι αναγκαίο να βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία τόσο με τους εκπαιδευτικούς όσο και με τους γονείς των παιδιών που συμμετέχουν σε περιστατικά επιθετικής συμπεριφοράς στο χώρο του σχολείου, καθώς η συμβουλευτική του δράση θα οδηγήσει στην εξάλειψη του φαινομένου. Επιπλέον, κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία του διευθυντή με όλους τους μαθητές της σχολικής μονάδας είτε αυτοί συνδέονται άμεσα με το περιστατικό είτε όχι καθώς οι προσωπικές ομολογίες τους θα βοηθήσουν το έργο του. Κατά συνέπεια, οι παρεμβάσεις του θα αποτρέψουν την επανεμφάνιση της επιθετικότητας και θα αναπτύξουν ένα θετικό και φιλικό κλίμα, συμβάλλοντας κατά αυτόν τον τρόπο στην αποτελεσματική λειτουργία της σχολικής μονάδας 82 203 213 Traditional fairytale, Social values, Children's drawings, Edutainment Eλληνικό παραδοσιακό παραμύθι και κοινωνικές αξίες: Διδακτικές προσεγγίσεις που συνδυάζουν παραδοσιακά και σύγχρονα εκπαιδευτικά εργαλεία στο πλαίσιο του ¨Edutainment¨ (education and entertainment) Our society today is characterized by the coexistence of many different cultures. The school can contribute to the cultivation of a behavior that contains elements of love, kindness, offer to the fellow human being, acceptance and respect for diversity. The present study was done in preschool children and was chosen as a teaching tool the Greek traditional fairy tale, which due to its simplicity and directness can be a bridge of communication between different peoples and cultures and a mean of transmitting diachronic social values. The purpose of this paper was to present and study social values in the Greek traditional fairy tale. The educational intervention was carried out using modern educational applications in the context of edutainment (education plus entertainment) and combining them with traditional educational tools such as children's drawings. This combination, in the evaluation phase, has been shown to lead to better learning outcomes in formal education. The above study found that modern children need to such teaching practices to activate their creativity. Within the context of "edutainment," with the active participation of pupils and keeping their interest alive, it was observed that it is possible to internalize social values from preschool children. Η κοινωνία μας σήμερα χαρακτηρίζεται από τη συνύπαρξη πολλών και διαφόρων πολιτισμών. Το σχολείο μπορεί να συνεισφέρει στην καλλιέργεια μιας συμπεριφοράς, η οποία να εμπεριέχει στοιχεία αγάπης, καλοσύνης, προσφοράς προς τον συνάνθρωπο, αλλά και αποδοχής, σεβασμού της διαφορετικότητας. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η παρουσίαση και η μελέτη των κοινωνικών αξιών στο ελληνικό παραδοσιακό παραμύθι. Η μελέτη στην παρούσα εργασία έγινε σε παιδιά προσχολικής ηλικίας και επιλέχτηκε ως διδακτικό εργαλείο το ελληνικό παραδοσιακό παραμύθι, το οποίο, λόγω της απλότητας και αμεσότητάς του, μπορεί να αποτελέσει γέφυρα επικοινωνίας διαφορετικών λαών και πολιτισμών και μέσο μετάδοσης διαχρονικών κοινωνικών αξιών. Η εκπαιδευτική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε αξιοποιώντας σύγχρονες εκπαιδευτικές εφαρμογές, στο πλαίσιο του “edutainment” (education plus entertainment), συνδυάζοντάς τες με παραδοσιακά εκπαιδευτικά εργαλεία, όπως είναι οι ζωγραφιές των παιδιών. Ο συνδυασμός αυτός, στη φάση της αξιολόγησης, αποδείχτηκε ότι μπορεί να επιφέρει καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα και στην τυπική εκπαίδευση. Από την παραπάνω μελέτη διαπιστώθηκε ότι τα σύγχρονα παιδιά επιζητούν τέτοιες διδακτικές πρακτικές, που να ενεργοποιούν τη δημιουργικότητά τους. Μέσα στο πλαίσιο του “edutainment,” με την ενεργό συμμετοχή των μαθητών και διατηρώντας το ενδιαφέρον τους ζωντανό, παρατηρήθηκε ότι είναι δυνατή η εσωτερίκευση κοινωνικών αξιών από παιδιά προσχολικής ηλικίας. 83 166 169 Αξιολόγηση ζυμωτικής ικανότητας γαλακτικών βακτηρίων για παραγωγή πιθανού προβιοτικού ροφήματος This research was intended to evaluate the possible probiotic effect of various lactic acid bacteria strains which were isolated from kefir grains and the fermentative capacity some of them so as to produce a potential probiotic beverage. Thus, different batches of anaerobic fermentation of pomegranate juice took place and the influence of pH, as long as the initial concentration of sugars (oBe) were determined. Furthermore, the viability of lactic acid bacteria was examined during fermentation as long as storage at 4ºC for 5 or 6 weeks. According to the results, pH should be above 3,5 in order the viability of the studied strains to vary at satisfactory levels, while ºBe should be around 5-5,5 in order the population to be at high levels (more than 6 logcfu/ml). Also, the strain 5 was identified as Lactobacillus paracasei through molecular analyses (Multiplex PCR). Generally, the pomegranate juice is a good fermentation substrate and could be applied for probiotic beverage at low alcoholic degrees, but further investigation is needed. Η παρούσα ερευνητική εργασία είχε σαν σκοπό να αξιολογήσει την πιθανή προβιοτική ικανότητα ορισμένων στελεχών που απομονώθηκαν από κόκκους kefir καθώς και τη ζυμωτική ικανότητα αυτών έτσι ώστε να παραχθεί ένα πιθανά προβιοτικό ρόφημα. Έτσι, διάφορες παρτίδες αναερόβιων ζυμώσεων χυμού ροδιού έλαβαν χώρα, όπου εξετάστηκε η επίδραση του pH καθώς και η αρχική συγκέντρωση σακχάρων (ºBe). Επιπλέον, εκτιμήθηκε η βιωσιμότητα των γαλακτικών βακτηρίων κατά τη διάρκεια της ζυμώσης, αλλά και κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης στους 4ºC για 5 ή 6 εβδομάδες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η τιμή του pH πρέπει να είναι πάνω από 3,5 για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα σε ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ το oBe γύρω στο 5-5,5 κρατά το πληθυσμό σε υψηλά επίπεδα (πάνω από 6 logcfu/ml). Επίσης πραγματοποιήθηκαν μοριακές αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες ταυτοποιήθηκε το στέλεχος 5 ως Lactobacillus paracasei. Σε γενικές γραμμές, το ρόδι αποτελεί ένα καλό υπόστρωμα ζύμωσης και θα μπορούσε να γίνει εμπορευματοποίηση του παραγόμενου προϊόντος, αλλά περαιτέρω έρευνα είναι απαραίτητη. 84 180 157 Inventory and study of printed educational material of Greek archaeological museums Καταγραφή και μελέτη του έντυπου εκπαιδευτικού υλικού ελληνικών αρχαιολογικών μουσείων The current paper focuses on the register and study of printed educational material of Greek archaeological museums. In the first part of the paper, the reader is shortly informed about what a museum is the application of educational programs in Museums and also the relationship between Museum and School as well as Museum and society in general. In the second chapter, are presented the educational programs that can be applied into pre-school education such as Museum loan kit, printed material and digital applications. Furthermore, there is an extensive report about the methodology that was used during the research elaboration, for example, the research tools, the means and methods and the restrictions that came up. Additionally, in the following chapter, basic information is given about the most important museums of the country. In the fifth and final chapter, the evaluation of the research is presented. Last but not least, are given the conclusions and proposals that resulted through the extensive study of the related museum web pages and scientific bibliography. Η παρούσα εργασία εστιάζει στην καταγραφή και μελέτη του έντυπου εκπαιδευτικού υλικού ελληνικών αρχαιολογικών μουσείων. Στο πρώτο μέρος της εργασίας, ο αναγνώστης πληροφορείται συνοπτικά για το τι είναι μουσείο, την εφαρμογή εκπαιδευτικών προγραμμάτων στα μουσεία και τη σχέση του μουσείου με το σχολείο, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζονται τα εκπαιδευτικά προγράμματα και δίνεται έμφαση στις εκπαιδευτικές εφαρμογές, που μπορούν να αξιοποιηθούν στην προσχολική εκπαίδευση, όπως η μουσειοβαλίτσα, το έντυπο εκπαιδευτικό υλικό και οι ψηφιακές εφαρμογές. Στην συνέχεια, παρουσιάζεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την εκπόνηση της έρευνας, τα ερευνητικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν, τα μέσα αλλά και οι περιορισμοί που προέκυψαν. Παρουσιάζονται τα αρχαιολογικά μουσεία της χώρας και τα εκπαιδευτικά προγράμματα που υλοποιούν. Στο επόμενο κεφάλαιο, επιχειρείται η αξιολόγηση των δεδομένων που προέκυψαν από την καταγραφή. Τέλος, παρατίθενται τα συμπεράσματα, τα οποία δομήθηκαν μέσα από την έρευνα και δίνονται μερικές προτάσεις για περαιτέρω διερεύνηση. 85 144 159 This paper refers to the phenomenon of school violence and bullying, especially, to the association between teachers and this phenomenon. The causes and consequences of the phenomenon and the forms of school violence and bullying are attributed. The special features of an effective teacher, in order to promote positive social behaviors are analyzed. Teachers’ purpose is to be role models. In addition, problems between teachers and other school society members and problems in cooperation between teachers and parents are referred. At the same time, the preventive measures for teachers and parents are described in their majority. There is a referation to the interventional action programs that have been implemented in several countries and in Greece, as well. Finally, there is also a referation to the organizations that could give information for precautionary measures for incidents and unpleasant situations of this kind to be dealed Η παρούσα εργασία αναφέρεται στο φαινόμενο της ενδοσχολικής βίας και του σχολικού εκφοβισμού (bullying) και ειδικότερα στη σχέση του εκπαιδευτικού με το φαινόμενο αυτό. Αποδίδονται οι αιτίες και οι συνέπειες του φαινομένου και οι μορφές που εκδηλώνεται η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός. Αναλύονται χαρακτηριστικά γνωρίσματα που χρειάζεται να έχει ένας εκπαιδευτικός, για να είναι αποτελεσματικός και να έχει τη δυνατότητα να προωθεί τις θετικές κοινωνικές συμπεριφορές. Σκοπός του εκπαιδευτικού είναι να λειτουργεί σαν πρότυπο μίμησης. Αναφέρονται, επιπλέον, τα προβλήματα που υπάρχουν ανάμεσα στο εκπαιδευτικό και στα άλλα μέλη της σχολικής κοινότητας όπως και τα προβλήματα που υπάρχουν ανάμεσα στη συνεργασία γονέων και εκπαιδευτικών. Παράλληλα περιγράφονται τα μέτρα πρόληψης που αφορούν τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς στην πλειοψηφία τους. Αναφέρονται ακόμη τα παρεμβατικά προγράμματα δράσης που έχουν υλοποιηθεί σε διάφορες χώρες και στην Ελλάδα. Τέλος, γίνεται αναφορά στους οργανισμούς, που μπορεί να απευθυνθεί κάποιος για να ενημερωθεί για μέτρα πρόληψης προκειμένου να αντιμετωπίσει τέτοιου είδους περιστατικά και δυσάρεστες καταστάσεις 86 185 199 Μελέτη της επαγωγής των SMAD-ανεξάρτητων μονοπατιών στη μεταγωγή του σήματος από την Ακτιβίνη Α στα ενδοθηλιακά κύτταρα A great deal of studies have shown that Activin acts as a growth factor, but also as a cytokine with paracrine and autocrine activity. It is characterized as an anti-angiogenic factor, as the Activin administration in endothelial cells during incubation suspends their proliferation. According to our experimental data, it has become clear that the role of activin differs from the role of TGF-β. However, the bibliography about how Activin's mechanisms act is incomplete. The main concern of the present study was to investigate the phosphorylation levels of the molecules which are involved in Activin signal transduction via SMAD-independent signaling pathways. Thus, the effect of Activin on phosphorylation levels of kinases such as AKT, ERK and MAPK kinase p38 was studied in HUVE cells. The results showed that Activin A induces the phosphorylation of the non-SMAD signaling factors. It appears that this effect is primarily influenced by the clathrin-mediated pathway and less by the macropinocytosis. Finally, it appears that the response of Activin A depends on the percentage saturation of the endothelial cells in the culture dish as well as the time the experiment is conducted. Πλήθος μελετών έχουν αποδείξει πως η Ακτιβίνη δρα ως αυξητικός παράγοντας, αλλά και ως κυτταροκίνη με παρακρινική και αυτοκρινική δράση. Χαρακτηρίζεται ως αντιαγγειογενετικός παράγοντας, καθώς κατά την επώαση ενδοθηλιακών κυττάρων με Ακτιβίνη αναστέλλεται ο πολλαπλασιασμός τους. Σύμφωνα με πειραματικά δεδομένα του εργαστηρίου μας έχει γίνει σαφές πως ο ρόλος της Ακτιβίνης διαφέρει από το ρόλο του TGF-β. Όμως, τα δεδομένα στη βιβλιογραφία σχετικά με τον τρόπο δράσης της κρίνονται ελλιπή. Κύριο μέλημα της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση των επιπέδων φωσφορυλίωσης μορίων τα οποία μετέχουν στη μεταγωγή του σήματος της Ακτιβίνης μέσω SMAD-ανεξάρτητων σηματοδοτικών μονοπατιών. Έτσι, μελετήθηκε σε κύτταρα HUVE η επίδραση της Ακτιβίνης στη φωσφορυλίωση κινασών όπως οι AKT, ERK αλλά και της MAPK κινάσης p38. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η Ακτιβίνη Α φαίνεται να επιδρά σε non-SMAD σηματοδοτικούς παράγοντες επάγοντας τη φωσφορυλίωσή τους. Φαίνεται ότι αυτή η επίδραση μεσολαβείται κατά κύριο ρόλο από την κλαθρινο-εξαρτώμενη οδό και σε μικρότερο βαθμό από τη μακροπινοκυττάρωση. Τέλος, φαίνεται ότι η απόκριση της Ακτιβίνης Α εξαρτάται από το ποσοστό κορεσμού των ενδοθηλιακών κυττάρων στο τρυβλίο, καθώς και από τη χρονική στιγμή διεξαγωγής του πειράματος. 87 151 159 Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών σε μουσειακά εκπαιδευτικά προγράμματα The present research deals with the use of drama techniques in museum educational programs in order to reveal the beneficial role of these techniques both to the animators and to the participants. In the research there has been used the research method of Case Study and in particular the research tools of open observation, the questionnaire, the discussion, and finally the animator's calendar. Our sample was random and consisted of eleven-year-old children. The research was held in the Historical Museum of Alexandroupolis, with the presence of two non-participatory observers who recorded the events. After processing the data we received, we came to the conclusion that the children had complete information about a part of their city history and experienced feelings of love for it, they perceived the difficulties, anxieties and pain of their ancestors and tried to put themselves in these positions and finally developed a positive attitude towards the Museum Η παρούσα έρευνα πραγματεύεται το ζήτημα της αξιοποίησης των θεατρικών τεχνικών σε μουσειακά εκπαιδευτικά προγράμματα, προκειμένου να φανερωθεί ο ευεργετικός ρόλος αυτών των τεχνικών τόσο προς τους εμψυχωτές όσο και προς τους συμμετέχοντες. Αξιοποιήθηκε η ερευνητική μέθοδος της Μελέτης Περίπτωσης (Case Study) και ειδικότερα τα ερευνητικά εργαλεία της ανοιχτής παρατήρησης, του ερωτηματολογίου, της συζήτησης και τέλος, το ημερολόγιο του εμψυχωτή. Το δείγμα μας ήταν ευκολίας και αποτελείτο από παιδιά ηλικίας έντεκα ετών. Η διεξαγωγή της έρευνας έλαβε χώρα στο Ιστορικό Μουσείο Αλεξανδρούπολης, με την παρουσία δύο μη συμμετοχικών παρατηρητών που κατέγραφαν τα τεκταινόμενα. Μετά την επεξεργασία των δεδομένων, καταλήξαμε στα συμπεράσματα ότι τα παιδιά απέκτησαν μια ολοκληρωμένη πληροφόρηση για ένα μέρος της ιστορίας της πόλης τους και βίωσαν αισθήματα αγάπης γι’ αυτήν, αντιλήφθηκαν τις δυσκολίες, τις αγωνίες και τον πόνο των προγόνων τους και προσπάθησαν να θέσουν τους εαυτούς στους σε αυτές τις θέσεις και τέλος, ανέπτυξαν θετική στάση προς το Μουσείο 88 215 226 Natural gas pipelines--Design and construction--Environmental aspects--Greece--Region of Eastern Macedonia and Thrace Διερεύνηση του βαθμού ενημέρωσης και της στάσης των πολιτών για την κατασκευή του αγωγού ΤΑP και την αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών διέλευσής του This thesis focuses on the investigation of the level of information and civil attitudes according the construction of Trans Adriatic Pipeline of natural gas (TAP) and sustainable development of transit areas in the phase before and during the construction . Develops the data collected from the crossing regions, particularly in the region of Eastern Macedonia and Thrace, Greece, using questionnaires and field contacts with residents in areas with neutral attitude but also in areas, environmentally burdened with reactions and concerns about effects of the project. The sample are 355 questionnaires to a reference area of 550 .000 inhabitants The responses indicate that the degree of public information in all areas was average and satisfactory and that the relevant public reactions to environmental issues were not related to the amount of information, but to other criteria as local peculiarities and -where there are no major concerns- the value of compensation for the land owners and the geopolitical importance of the project. As for the actions of the Consortium of the Pipeline is considered that moved at a reasonable basis . Gaps observed to the timely updating of areas disagreed with the pipeline route and to very low use of social networks on the communication project. Η παρούσα διατριβή επικεντρώνεται στη διερεύνηση του βαθμού ενημέρωσης και της στάσης των πολιτών για την κατασκευή του Διαδριατικού Αγωγού Φυσικού Αερίου (TAP) και στην αειφόρο ανάπτυξη των περιοχών διέλευσής του, στη φάση πριν και κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Αναπτύσσει τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τις περιοχές διέλευσης και κυρίως στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, στην Ελλάδα, με τη χρήση ερωτηματολογίων και επιτόπιων επαφών με κατοίκους σε περιοχές που εμφανίζουν ουδέτερη στάση αλλά και σε περιοχές, περιβαλλοντικά επιβαρυμένες, με αντιδράσεις και ανησυχίες για τις επιπτώσεις του έργου. Το δείγμα αποτελούν 355 ερωτηματολόγια σε μια περιοχή 600 .000 κατοίκων Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι ο βαθμός ενημέρωσης του κοινού σε όλες τις περιοχές υπήρξε μέσος και ικανοποιητικός και ότι οι αντιδράσεις του ενδιαφερόμενου κοινού για τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν συναρτάται με το βαθμό ενημέρωσης ή άλλα κριτήρια όσο με τις τοπικές ιδιαιτερότητες και -sτις περιπτώσεις που δεν υπάρχουν μεγάλες ανησυχίες- με την τιμή αποζημίωσης των ιδιοκτητών γης και την γεωπολιτική σημασία του έργου. Ως προς τις ενέργειες της Κοινοπραξίας του αγωγού κρίνεται ότι κινήθηκαν σε λογική βάση ενώ παρατηρήθηκαν κενά στην έγκαιρη ενημέρωση των περιοχών που διαφωνούν με την όδευση του αγωγού και πολύ χαμηλή χρήση των κοινωνικών δικτύων στη διαδικασίας ενημέρωσης. 89 217 194 Διαταραχές αιματολογικών παραμέτρων στο σύνδρομο άπνοιας του ύπνου Obstructive sleep apnea syndrome is a common disorder characterized by episodes of complete or partial airway obstruction during sleep and is associated with increased morbidity and mortality. Aim of this study, was to identify whether the leucocytes, the platelets are increased in patients with OSAS, to explore possible associations between those hematological parameters and the severity of OSAS. Recently diagnosed with polysomnography consecutive OSAS patients were included. Hematological parameters regarding leucocytes and platelets were analyzed from all patients and possible associations between those parameters and severity of OSAS were examined. Included were 836 patients (614 male and 222 women) referred to our sleep unit with symptoms indicative of sleep related breathing disorders who underwent polysomnography. According to AHI subjects were divided in four groups group 1 served as control, group 2 with mild OSAS (AHI 5-15/h), group 3 with moderate OSAS (AHI 15-30/h) and group 4 with severe OSAS (>30/h). Increased number of leucocytes (p<0,004), neutrophils (p<0,037)and platelet distribution width (p<0,016) were noticed. Number of leucocytes were significantly differed between groups 1-3 (p<0,008) as well as platelet distribution width between groups 0-2 (p<0,014). In conclusion, number of leucocytes and platelet distribution width were found to be elevated in OSAS patients. Those results demonstrate that OSAS is related to systematic inflammation exposing patients to increased morbidity and mortality. Το σύνδρομο απνοιών κατά τον ύπνο είναι μια συχνή διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια πλήρους ή μερικής απόφραξης των ανώτερων αεραγωγών και συνδέεται με πολλές συνοσηρότητες και παρουσιάζει αυξημένη θνητότητα. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανεύρεση διαταραχών στις αιματολογικές παραμέτρους των ασθενών και η πιθανή συσχέτιση τους με τη βαρύτητα του συνδρόμου. Στη μελέτη συμπεριελήφθησαν 836 ασθενείς, 614 άνδρες και 222 γυναίκες, που υπεβλήθησαν σε πλήρη εργαστηριακό έλεγχο και πολυυπνογραφία. Οι ασθενείς χωρίστηκαν με βάση τον δείκτη απνοιών-υποπνοιών (AHI) σε 4 ομάδες (ομάδα 1: υγιείς μάρτυρες, ομάδα 2: ήπιο ΣΑΥ, ομάδα 3: μέτριο ΣΑΥ και ομάδα 4: σοβαρό ΣΑΥ). Στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ όλων των ομάδων πρόεκυψαν στο συνολικό αριθμό των λευκοκύτταρων (p<0,004), στον αριθμό των ουδετερόφιλων (p<0,037) και στο εύρος κατανομής των αιμοπεταλίων (p<0,016). Με τη σύγκριση των ομάδων μεταξύ τους προκύπτει στατιστικά σημαντική διαφορά στον αριθμό των λευκοκυττάρων ανάμεσα στις ομάδες 1-3 (p<0,008) και στο εύρος κατανομής αιμοπεταλίων ανάμεσα στις ομάδες 0-2 με (p<0,014).Συμπερασματικά, από τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας προκύπτει ότι ο αριθμός των λευκοκυττάρων και το εύρος κατανομής των αιμοπεταλίων είναι αυξημένοι καταδεικνύοντας τη σχέση ΣΑΥ και συστηματικής φλεγμονής. 90 279 309 Μελέτη των επιπέδων των ειδικών Ige αλλεργιογόνων (Rast test) του ορού, στην παρακολούθηση ασθενών με τροφική αλλεργία Introduction: Food allergy is defined as an abnormal immune response to food. It is a complex situation affected by many different factors. A wide variety of food can cause allergy. The organism reactions to various food allergens are also diverse: respiratory, dermatological and gastrointestinal. Aim: The aim of this thesis is to study the rate of food allergens factors in adults, so as, according to the results of the nutritional factor, to change and facilitate monitoring person by medical specialists. Patients and Method: To achieve this, 165 patients aged 16 to 62 years were tested. 87 patients were men and 78 patients were women, coming from the Pathology Clinics and Pulmonary Clinic of the University General Hospital of Alexandroupolis and from external doctors. Patients were studied mainly for the group that associated with food allergens and some patients for combined groups from the list of allergens. The method that was used for determination of allergens called radio-immuno method (RAST test), and concerns the quantification of IgE antibodies to the specific allergen. Results: The majority of patients, 45%, presented intolerance to pollen on factors T9 and W19 and mites on factors D1 and D2. 38% of patients presented intolerance to various foods such as cow's milk to the factor F2, egg to the factors F1 (white) and F75 (saffron) and nuts to the factor F13. Finally, 14% of patients whose requested combination of food and other allergens were found positive effects on the combined factors and 3% had negative values allergens that requested by clinicians. Conclusions: The identification of various types of allergens by RAST method is an accurate and sensitive test that helps in the diagnosis and proper treatment. Εισαγωγή: Η τροφική αλλεργία ορίζεται ως μια ανώμαλη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος στα τρόφιμα. Είναι μια περίπλοκη κατάσταση που επηρεάζεται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες. Μια μεγάλη ποικιλία τροφίμων μπορεί να προκαλέσει αλλεργία. Οι αντιδράσεις των οργανισμών σε διάφορα αλλεργιογόνα τροφίμων είναι επίσης ποικίλες: αναπνευστική, δερματολογική και γαστρεντερική. Σκοπός: Στην τρέχουσα διπλωματική εργασία γίνεται μελέτη του ποσοστού των παραγόντων αλλεργιογόνων τροφίμων σε ενήλικες, έτσι ώστε, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του θρεπτικού παράγοντα, να αλλάξουν και να διευκολυνθεί η παρακολούθηση ασθενών από ιατρούς ειδικούς. Ασθενείς και Μέθοδος: Για τον σκοπό αυτό εξετάστηκαν 165 ασθενείς ηλικίας από 16 έως 62 ετών. Οι 87 ήταν άνδρες και οι 78 γυναίκες, προερχόμενοι από τις Παθολογικές κλινικές και την Πνευμονολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης (ΠΓΝΑ) κατά κύριο λόγο και από εξωτερικούς ιατρούς. Οι ασθενείς μελετήθηκαν κυρίως για την ομάδα που σχετίζεται με τα τροφικά αλλεργιογόνα και μερικοί ασθενείς για συνδυασμένες ομάδες από την λίστα αλλεργιογόνων .Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό των αλλεργιογόνων αποκαλείται ραδιοαλλεργοπροσροφητική μέθοδος (RAST test) και αφορά την ποσοτικοποίηση των IgE αντισωμάτων για τα συγκεκριμένα αλλεργιογόνα. Αποτελέσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών, 45%, παρουσίασαν δυσανεξία στη γύρη στους παράγοντες T9 και W19 και στα ακάρεα στους παράγοντες D1 και D2. Το 38% παρουσίασε δυσανεξία σε διάφορες τροφές όπως το γάλα της αγελάδας στον παράγοντα F2, το αυγό στους παράγοντες F1 (ασπράδι) και F75 (κρόκος) και σε ξηρούς καρπούς στον παράγοντα F13. Τέλος στο 14% των ασθενών που ζητήθηκε συνδυασμός τροφικών και λοιπών αλλεργιογόνων βρέθηκαν θετικά αποτελέσματα ως προς τους συνδυασμένους παράγοντες και 3% εμφάνισαν αρνητικές τιμές στα αλλεργιογόνα που ζητήθηκαν από τους κλινικούς ιατρούς. Συμπεράσματα: Ο προσδιορισμός των διαφόρων τύπων αλλεργιογόνων με την μέθοδο RAST είναι μια ακριβής και ευαίσθητη εξέταση η οποία βοηθάει στην διάγνωση και την ορθή διαχείριση της νόσου. 91 198 199 Diabetes is a condition in which the body is unable to maintain normal blood sugar levels. There are three types of diabetes: type 1 diabetes, type 2 diabetes and gestational diabetes. The aim of this study is to analyze the effects of diabetes on infertility. In order to achieve the purpose of the work, a relevant literature review was conducted. In the present work, the concept of diabetes mellitus is first analyzed, based on gestational diabetes, as well as its complications in mother, fetus and newborn. Next, the concept of infertility is introduced. The specific part of the work deals with the effects of diabetes on infertility and is divided into two parts: the effects on male infertility and the effects on female infertility. Finally, the present study presents its conclusions. If diabetes is not adequately controlled, it can affect the chances of having a baby. In women, diabetes can lead to irregular or non-existent menstrual cycles, while in men it can cause problems getting and maintaining erections and lower levels of testosterone (the male hormone). It can also increase the risk of miscarriage and childbirth, caesarean section and the baby in need of intensive care after birth. Ο διαβήτης είναι μια κατάσταση όπου το σώμα δεν μπορεί να διατη-ρήσει τα επίπεδα σακχάρου στο φυσιολογικό εύρος. Υπάρχουν τρεις τύποι: διαβήτης τύπου 1, διαβήτης τύπου 2 και διαβήτης κύησης. Η παρούσα έρευνα έχει ως σκοπό την ανάλυση της επιπτώσεις του σακχα-ρώδη διαβήτη στην υπογονιμότητα. Για την επίτευξη του σκοπού της εργασίας έγινε βιβλιογραφική ανασκόπηση σχετικών ερευνών. Στην παρούσα εργασία, αρχικά, αναλύεται η έννοια του σακχαρώδη διαβήτη, δίνοντας βάση στον διαβήτη της κύησης, καθώς και των επιπλοκών του σε μητέρα, έμβρυο και νεογνό. Στην συνέχεια, παρουσιάζεται η έννοια της υπογονιμότητας. Το ειδικό μέρος της εργασίας αφορά τις επιπτώσεις του σακχαρώδη διαβήτη στην υπογο-νιμότητα και χωρίζεται σε δυο μέρη: τις επιπτώσεις στην ανδρική υπογονιμότητα και τις επιπτώσεις στην γυναικεία υπογονιμότητα. Τέλος, η παρούσα έρευνα παρουσιάζει τα συμπεράσματά της. Στην περίπτωση που ο διαβήτης δεν ελέγχεται επαρκώς, μπορεί να επηρε-άσει την πιθανότητα γέννησης μωρού. Στις γυναίκες, ο διαβήτης μπο-ρεί να οδηγήσει σε ακανόνιστους ή ανύπαρκτους κύκλους της εμμήνου ρύσεως, ενώ στους άνδρες μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στη λήψη και τη διατήρηση των στύσεων και χαμηλότερα επίπεδα τεστο-στερόνης (η ανδρική ορμόνη). Μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο αποβολής και τοκετού, καισαρική τομή και το μωρό που χρειάζεται εντατική φροντίδα μετά τη γέννηση. 92 191 204 Primary school teachers’ conceptions about the inclusive education of children with mild mental retardation in mathematics Αντιλήψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συνεκπαίδευση των παιδιών με ήπια νοητική υστέρηση στα μαθηματικά Children with mild to moderate mental retardation constitute a separate group of students with particular interest as to how they participate in the general school mathematics lesson. The research described in this report studies the conceptions of general education primary teachers regarding the co-education of children with mild mental disabilities in mathematics. The literature section discusses the definition and the characteristics of these children, the importance of their co-education, the curricula concerning them and the practices and tools used by teachers in designing a lesson based on math problems solving so to ensure their participation. The empirical part presents the methodology and the results of the study, in which the 80 primary teachers answered to the questions of an online questionnaire that was constructed for the purposes of the study. The results showed that teachers believe that inclusive education is important for children with mild mental disabilities, support it in various ways, not always compatible with modern literature and rely on their teaching mathematics based on problem solving approaches and the use of hands-on materials. Τα παιδιά με ελαφρά-ήπια νοητική υστέρηση αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία μαθητών με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναφορικά με το πώς συμμετέχουν στο καθημερινό μάθημα των μαθηματικών στο σχολείο.. Η έρευνα, η οποία αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εργασίας, μελετά τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών της γενικής εκπαίδευσης αναφορικά με τη συνεκπαίδευση των παιδιών με ήπια νοητική αναπηρία και τη συμμετοχή τους στο μάθημα των μαθηματικών. Στο βιβλιογραφικό μέρος συζητούνται ο ορισμός και τα χαρακτηριστικά των παιδιών αυτής της κατηγορίας, η σημαντικότητα της συνεκπαίδευσης τους, τα αναλυτικά προγράμματα για τα παιδιά αυτά και οι πρακτικές και τα μέσα που χρησιμοποιούν οι δάσκαλοι στο σχεδιασμό ενός μαθήματος μέσω της επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων έτσι ώστε να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή τους. Στο εμπειρικό μέρος, παρουσιάζονται η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα της έρευνας, στην οποία συμμετείχαν 80 εκπαιδευτικοί, οι οποίοι απάντησαν στις ερωτήσεις ενός ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου που κατασκευάστηκε για τους σκοπούς της μελέτης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν πως η συνεκπαίδευση είναι σημαντική για τα παιδιά με ήπια νοητική αναπηρία, την υποστηρίζουν με διάφορους τρόπους, όχι πάντοτε συμβατούς με την σύγχρονη βιβλιογραφία και επενδύουν στη διδασκαλία των μαθηματικών στην επίλυση προβλήματος και στη χρήση χειραπτικών υλικών. 93 180 164 Purpose: The study of ultra wide field fluorescein angiography in patients with intermediate, posterior uveitis and panuveitis and the presence of findings in the periphery of the retina that would not be detected with conventional fluorescein angiography, as well as the contribution of the findings to the change of the treatment course of the patients. Method: This is a retrospective study. It includes 69 patients and 121 eyes with intermediate, posterior uveitis and panuveitis. Ultra wide field fluorescein angiographies of each patient were studied for peripheral vasculitis, ischemia, neovascularization, and choroidal lesions in areas beyond 75 ° covered by conventional fluorescein angiography. The therapeutic approach of patients based on their findings or their absence was also studied. Results: Presence in 52 eyes of at least one form of peripheral lesion and change of therapeutic approach in 31 of them. Statistically significant result with p <0.00001. Conclusions: Ultra wide field fluorescein angiography is an extremely useful diagnostic test for the detection of active disease in patients with intermediate, posterior uveitis and panuveitis, and the test results significantly guide the therapeutic approach. Σκοπός: Η μελέτη της πανοραμικής φλουοροαγγειογραφίας σε ασθενείς με διάμεση , οπίσθια ραγοειδίτιδα και πανραγοειδίτιδα και η παρουσία ευρημάτων στην περιφέρια του αμφιβληστροειδούς τα οποία δεν θα ήταν ανυχνεύσιμα με την συμβατική φλουροαγγειογραφία, καθώς και η συμβολή των ευρημάτων αυτών στην θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών. Μέθοδος: Η παρούσα είναι μια αναδρομική μελέτη .Περιλαμβάνει 69 ασθενείς και 121 οφθαλμούς πάσχοντες από διάμεση , οπίσθια ραγοειδίτιδα και πανραγοειδίτιδα. Οι πανοραμικές φλουροαγγειογραφίες κάθε ασθενή μελετήθηκαν για περιφερική αγγειίτιδα, ισχαιμία, νεοαγγείωση και αλλοιώσεις χοριοειδούς σε περιοχές πέραν των 75ο που καλύπτει η συμβατική φλουροαγγειογραφία. Επίσης μελετήθηκε η θεραπευτική προσέγγιση των ασθενών βασει των ευρημάτων ή της μη παρουσίας τους. Αποτελέσματα: Παρουσία σε 52 οφθαλμούς έστω μιας μορφής περιφερικής αλλοίωσης και αλλαγή της θεραπευτικής προσέγγισης σε 31 εξ αυτών . Σημαντικό στατιστικά αποτέλεσμα με p<0.00001. Συμπεράσματα: Η πανοραμική φλουοροαγγειογραφία είναι μια εξαιρετικά χρήσιμη διαγνωστική εξέταση για αναγνώριση ενεργού νόσου σε ασθενείς με διάμεση, οπίσθια ραγοειδίτιδα και πανραγοειδίτιδα και τα αποτελέσματα της εξέτασης κατευθύνουν σε σημαντικό βαθμό την θεραπευτική προσέγγιση. 94 205 215 Music as a means of teaching has occupied researchers in recent years mainly because it is a common language with which we have been in contact since infancy, but also to investigate its positive effects within one teaching hour. The main purpose of this research is to study the views of teachers of primary school units, who use music, about how much this can help to get faster, but also more pleasantly to an effective teaching. In the first part, the theoretical, the concept of music and its uninterrupted relationship with the daily, but also educational life of people, as well as its role as a factor in the management of a class, is approached. In the second part, the research, through semi-structured interviews, explored the views of primary school teachers, who are in active employment, on the contribution of music to a teaching. The findings of this research may also be useful to other researchers. This research has shown that the contribution of music is undeniable and its use only positive elements can have. In addition, the inadequate training of teachers on the use of music is evident and the immediate investigation in this topic is highlighted with additional research in the Greek area. Η μουσική ως μέσο μιας διδασκαλίας έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια τους ερευνητές κυρίως διότι πρόκειται για μία κοινή γλώσσα με την οποία ερχόμαστε σε επαφή από τη βρεφική μας ηλικία, αλλά και για να ερευνηθούν οι θετικές της επιδράσεις μέσα σε μία διδακτική ώρα. Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη των απόψεων εκπαιδευτικών των σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι χρησιμοποιούν τη μουσική, σχετικά με το πόσο μπορεί να βοηθήσει αυτή ώστε να φτάσουμε πιο γρήγορα, αλλά και πιο ευχάριστα σε μία αποτελεσματική διδασκαλία. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, προσεγγίζεται η έννοια της μουσικής και η αδιάλειπτη σχέση της με την καθημερινή, αλλά και εκπαιδευτική ζωή των ανθρώπων, καθώς επίσης και ο ρόλος της ως παράγοντας διαχείρισης μιας τάξης. Στο δεύτερο μέρος, το ερευνητικό, μέσα από ημι-δομημένες συνεντεύξεις διερευνήθηκαν απόψεις εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι βρίσκονται εν ενεργεία, σχετικά με τη συμβολή της μουσικής σε μια διδασκαλία. Οι διαπιστώσεις της έρευνας αυτής ίσως χρησιμεύσουν και σε άλλους ερευνητές. Η παρούσα έρευνα έδειξε πως η συμβολή της μουσικής είναι αναμφισβήτητη και η χρήση της μόνο θετικά στοιχεία μπορεί να έχει. Επιπλέον, γίνεται εμφανής η ανεπαρκής κατάρτιση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σχετικά με τη χρήση της μουσικής και τονίζεται η άμεση διερεύνηση σε αυτή τη θεματική με επιπλέον έρευνες στον ελληνικό χώρο. 95 183 209 Καταγραφή και αποτίμηση του ρόλου των Κοινωνικών Δομών των ΟΤΑ στην αντιμετώπιση της Επισιτιστικής Κρίσης The dawn of the 21st century finds the global community faces a perpetual battle against the crisis. Economic crisis, social crisis, environmental crisis. The deterioration of the climatic conditions, land degradation and value, the dramatic lack of awareness of the real problem, the lack of awareness and consciousness and the expected inaction led the UN General Assembly to declare the decade "Decade of Deserts and Battle against Desertification ". Climate change, water crisis and natural food crisis. Nine billion population expects to feed. This paper attempts to outline the global image of the malnutrition problem and the policies and directions given by all stakeholders to address it. Alongside is a detailed breakdown of social structures of local authorities in Greece involved in the formulation of social policy in the food sector issue, considering the dimensions it has taken in recent years of economic crisis. Concluding noted once again that the outcome in the treatment of social problems would be better if the work produced by each organization complements the work of others and not be implemented in parallel, fragmented and potentially surplus this Η χαραυγή του 21ου αιώνα βρίσκει την παγκόσμια κοινότητα αντιμέτωπη με μια αέναη μάχη κατά των κρίσεων. Κρίση οικονομική, κρίση κοινωνική, κρίση περιβαλλοντική. Η επιδείνωση των κλιματολογικών συνθηκών, η υποβάθμιση της γης και της αξίας της, η δραματική έλλειψη επίγνωσης του πραγματικού προβλήματος, η απουσία συνείδησης και συναίσθησης και η αναμενόμενη απραξία, οδήγησαν την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών να κηρύξει την επόμενη δεκαετία «Δεκαετία των Ερήμων και της Μάχης κατά της Ερημοποίησης» Κλιματική αλλαγή, κρίση του νερού και φυσικά επισιτιστική κρίση. Εννιά δισεκατομμύρια πληθυσμός αναμένει να τραφεί. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται να σκιαγραφηθεί η παγκόσμια εικόνα του προβλήματος του υποσιτισμού καθώς και οι πολιτικές και κατευθύνσεις που δίδονται από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς για την αντιμετώπισή του. Παράλληλα γίνεται αναλυτική καταγραφή των κοινωνικών δόμων των ΟΤΑ στην Ελλάδα που εμπλέκονται στην χάραξη κοινωνικής πολιτικής στον τομέα του διατροφικού ζητήματος, εξετάζοντας τις διαστάσεις που αυτό έχει λάβει τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης. Καταλήγοντας διαπιστώνεται για ακόμη μια φορά ότι το αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων θα ήταν καλύτερο αν το έργο που παράγεται από κάθε φορέα συμπληρώνει το έργο των υπολοίπων και όχι να υλοποιείται παράλληλα, αποσπασματικά και ενδεχομένως πλεονασματικά με αυτό 96 305 306 The purpose of this postgraduate diploma thesis is to investigate -as practicable- if there is a morality in the term “cremation” and to all that envelop the cremation. Namely, if it is appropriate according to the social standards of our country and which are the moral barriers that are contained to it.Initially is cited the clarification of the term “crema-tion”, when is conducted, which is the process and which is also the place where it is conducted. It happens a flashback of the cremation all over the world, starting from the ancient years (The age of the stone) and ending to the contemporary years, particularizing finally to the data that dominated especially till today in the Greek area. Afterwards, it is created a comparison of the cremation’s advantages and disadvantages. About the advantages, it is reported to the law of the human rights and personal liberty and also some practical reasons that impel the crema-tion. The cremation’s main disadvantages come about the theological approach of the subject from the side of the Orthodox Church.For the implementation of this essay, draw upon information mostly from theological, historical, sociological and legal Greek-language books, however from historical foreign-language books. Important information is also come about theological web pages.The inferences that originated from the comparison of the cremation’s advantages and disadvantages, point out how much serious and difficult social affair is the cremation. Both of the cremation’s defenders and enemies have respected reasons to defend their opinion with brave. The conclusion of this research has to do with the moral dilemmas, which is a result from a sequence of philosophical questions. The aim is to demystify whether is right to proceed in a cremation. Finally, it is difficult to be visible if the crema-tion is moral, so the Greek Orthodox society is hard pressed to accept it inside of. Ο σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής διατριβής, είναι να διερευνηθεί -όσο αυτό είναι εφικτό-, αν υπάρχει ηθικότητα στον όρο «αποτέφρωση» και σε ό,τι περιβάλλει αυτήν. Δηλαδή, αν είναι πρέπουσα σύμφωνα με τα ισχύοντα κοινωνικά πρότυπα της χώρας μας και ποιοι είναι οι ηθικοί φραγμοί που έγκεινται σε τούτη. Σε πρώτη φάση παρατίθεται η αποσαφήνιση του όρου «αποτέφρωση», πότε τελείται, ποια είναι η διαδικασία της, καθώς επίσης και η τοποθεσία στην οποία διεξάγεται. Γίνεται μια ιστορική αναδρομή της καύσης των νεκρών σε παγκόσμιο επίπεδο, ξεκινώντας από τα αρχαία χρόνια (Λίθινη εποχή) και καταλήγοντας στα νεότερα χρόνια, εντρυφώντας εν τέλει στα δεδομένα που επικρατούν συγκεκριμένα στον ελληνικό χώρο μέχρι σήμερα. Εν συνεχεία γίνεται μια αντιπαραβολή των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων της αποτέφρωσης. Σχετικά με τα πλεονεκτήματα, γίνεται λόγος για το νομικό πλαίσιο περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ατομικής ελευθερίας, ενώ αναφέρονται και κάποιοι πρακτικοί λόγοι που ευνοούν την καύση, ενώ τα κύρια μειονεκτήματα αυτής, προέρχονται από την θεολογική προσέγγιση του θέματος από τη σκοπιά της Ορθόδοξης Εκκλησίας.Για την υλοποίηση αυτού του πονήματος, αντλήθηκε υλικό ως επί το πλείστον από ελληνόγλωσσα βιβλία, θεολογικού, ιστορικού, κοινωνιολογικού και νομικού περιεχομένου, αλλά και από ξενόγλωσσα βιβλία κυρίως ιστορικού περιεχομένου. Σημαντικές πληροφορίες επίσης, προέρχονται από θεολογικού περιεχομένου ηλεκτρονικούς διαδικτυακούς συνδέσμους. Τα συμπεράσματα που εξήχθησαν από την αντιπαράθεση των υπέρ και των κατά της καύσης των νεκρών, υποδεικνύουν πόσο σοβαρό και δύσκολο κοινωνικό θέμα αποτελεί η αποτέφρωση. Και οι υπέρμαχοι και οι πολέμιοι της καύσης των νεκρών, έχουν σεβαστούς λόγους ώστε να υποστηρίξουν σθεναρά τη γνώμη τους. Ο επίλογος όλης αυτής της έρευνας, είναι τα ηθικά διλήμματα που «γεννήθηκαν», μέσα από μια σειρά φιλοσοφικών ερωτημάτων, ούτως ώστε να διαλευκανθεί κατά πόσο είναι πρέπον να προχωρούμε σε αποτέφρωση των νεκρών. Τελικά, είναι δύσκολο να διαφανεί αν είναι ηθική η καύση των νεκρών, γι’ αυτό και η ελληνική ορθόδοξη κοινωνία κωλύεται να την αποδεχτεί στους κόλπους της. 97 210 210 Antimicrobial susceptibility tests of ten common antibiotics against twenty clinical strains of Klebsiella spp, isolated from different nosocomial units in public hospitals were entered our study. The purpose of the study was to compare the resistance of microbial strains against common antibiotics in order to have a gloomy picture of the current situation in antibiotic resistance and estimating of their spreading into the environment which makes an important public health issue. In this vein, a total of 20 Klebsiella spp strains were studied against 10 common antibiotics, using the Kirby-Bauer diffusion method by the use of commercially available cellulose disks with known antibiotic concentrations. The antibiotic cellulose disks were placed on the surface of Petri dishes coated with Muller-Hinton agar spreaded with 108 cells of the microbial strain per mL (or 0.5 units by MacFarland population density). Following our results ,most microbial strains were shown resistant or multi-resistant to at least 3 antibiotics. Tigecycline was the most effective drug, as no resistance was observed. The multi-resistance observed by clinical strains is the most important issue of our study .Moreover, as dispersion of antibiotic resistant strains in the environment was recorded in recent years, it is obvious that a public education campaign must be done in order to safeguard public health Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία ειδίκευσης παρουσιάζονται αποτελέσματα που προέκυψαν από τις δοκιμές ευαισθησίας δέκα κοινών αντιβιοτικών, έναντι είκοσι κλινικών στελεχών του είδους Klebsiella spp, τα οποία απομονώθηκαν από κλινικά δείγματα διαφόρων μονάδων υγείας, κυρίως δημόσιων νοσοκομείων. Σκοπός της εργασίας ήταν η σύγκριση της ανθεκτικότητας που είχαν τα στελέχη του μικροβίου αυτού ως προς τα κοινά αντιβιοτικά που χορηγήθηκαν στους ασθενείς , έτσι ώστε να μελετηθεί ο βαθμός διασποράς των ανθεκτικών στελεχών στο περιβάλλον και η επικινδυνότητά τους. Συνολικά πραγματοποιήθηκε έλεγχος ανθεκτικότητας 20 κλινικών στελεχών της Klebsiella spp σε 10 κοινά αντιβιοτικά, με τη μέθοδο Kirby-Bauer, δηλαδή τη διάχυση αντιβιοτικών από εμπορικά διαθέσιμους χάρτινους δίσκους συγκεκριμένων συγκεντρώσεων. Οι δίσκοι αυτοί τοποθετήθηκαν στην επιφάνεια τρυβλίων Petri με Muller-Hinton agar και επιστρώθηκαν με 108 κύτταρα του υπό μελέτη μικροοργανισμού ανά mL (ή 0,5 μονάδων κατά MacFarland πυκνότητας πληθυσμού). Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι τα περισσότερα στελέχη του μικροβιακού είδους αποδείχθηκαν ανθεκτικά ή πολυανθεκτικά σε τουλάχιστον 3 αντιβιοτικά. Η τιγεκυκλίνη ήταν το πιο αποτελεσματικό φάρμακο, καθώς δεν παρατηρήθηκε ανθεκτικό στέλεχος κατά τη χορήγησή του. Η υψηλή αντοχή των κλινικών αυτών στελεχών είναι η πλέον σημαντική παρατήρηση της έρευνας και η διασπορά των αντιβιοάντοχων γενοτύπων μικροοργανισμών στο περιβάλλον η οποία καταγράφεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, συνεχίζει να αποτελεί έναν σοβαρό κίνδυνο για την δημόσια υγεία 98 330 341 Η ανοσοϊστοχημική έκφραση και η πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης ΜΤΑ-1 στον καρκίνο του παγκρέατος Pancreatic cancer represents 2.7% of all new cancer cases in the United States of America and 4% of deaths caused of malignant neoplasmatic disease worldwide. MTA1 has been identified as a metastasis promoting gene, and its gene expression is correlated with serosal invasion and lymph node metastasis in pancreatic cancer. We examined, with immunohistochemical methods, MTA 1 protein expression levels in pancreatic cancer tissues of 51 patients who underwent surgery for pancreatic cancer. The levels of MTA 1 protein were compared with the age of the patients, their survival and prognosis. Also, we studied clinical and histopathological factors such as the degree of tumor differentiation and its stage in correlation with MTA 1 protein levels. In parallel, there was correlation between the expression of the ΜΤΑ 1 protein and the aforementioned factors regarding survival rate. Furthermore, we independently correlated the patient’s survival in relation to whether they had underwent chemotherapy or not. According to the results, we found low, moderate or high expression of MTA 1 levels in 48 out of 51 cancer tissues. Specifically, 49.0% of patients had low expression, 33.3% moderate and 11.8% high expression of MTA 1. Regarding the expression of MTA 1 protein in correlation with various clinical and histopathological factors, a statistically significant correlation was observed with the degree of differentiation (p = 0.0068) and with the stage of the disease (p = 0.0173), but not with on survival (p = 0.0740) or the age of these (p = 0.1547). Finally, it was found that over expression of the MTA 1 protein is a prognostic factor for shorter survival in patients with pancreatic cancer (average 4.67 ± 0.95 months). In conclusion, according to the results of our study, MTA 1 protein may constitute an important prognostic marker in pancreatic cancer. A conclusion which is consistent with previous references and experimental studies carried out at international level and could serve as a basis for further research in order to improve prognosis and treatment of pancreatic cancer. Ο καρκίνος του παγκρέατος αντιπροσωπεύει το 2.7% του συνόλου των νέων περιπτώσεων καρκίνου στις Η.Π.Α και το 4% των θανάτων από κακοήθη νεοπλασματική νόσο παγκοσμίως. Η πρωτεΐνη MTA1 έχει ταυτοποιηθεί ως γονίδιο μετάστασης- προώθησης, ενώ τα επίπεδα έκφρασής της σχετίζονται με την ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων καθώς και των λεμφαδενικών μεταστάσεων στον καρκίνο του παγκρέατος. Στο παρόν πειραματικό μοντέλο μελετήθηκε με τη μέθοδο της ανοσοϊστοχημείας η έκφραση της πρωτεΐνης MTA 1 σε παγκρεατικούς καρκινικούς ιστούς 51 ασθενών που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση για καρκίνο του παγκρέατος.Τα επίπεδα της πρωτεΐνης ΜΤΑ 1 συσχετίστηκαν με κλινικούς και ιστοπαθολογικούς παράγοντες όπως ηλικία, φύλο, βαθμό διαφοροποίησης του όγκου και στάδιο νόσου. Παράλληλα, έγινε συσχέτιση της έκφρασης της πρωτεΐνης ΜΤΑ 1 και των προαναφερθέντων παραγόντων με την επιβίωση των ασθενών, Επίσης, συσχετίσαμε ξεχωριστά την παράμετρο υποβολής των ασθενών σε χημειοθεραπεία ή μη σε σχέση με την επιβίωσή τους.Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης μας, παρατηρήθηκε χαμηλή, μέτρια ή υψηλή έκφραση των επιπέδων ΜΤΑ 1 σε 48 από 51 καρκινικούς ιστούς. Συγκεκριμένα, 49,0% των ασθενών είχαν χαμηλή έκφραση, 33,3% μέτρια και 11,8% υψηλή έκφραση της ΜΤΑ 1. Όσον αφορά την έκφραση της πρωτεΐνης ΜΤΑ 1 σε συσχέτιση με διάφορους κλινικούς και ιστοπαθολογικούς παράγοντες, μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση παρατηρήθηκε με τον βαθμό διαφοροποίησης ( p = 0,0068) και με το στάδιο της νόσου (p = 0,0173), αλλά όχι με την επιβίωση (ρ = 0,0740) ή την ηλικία των ασθενών (p = 0,1547). Τέλος, διαπιστώθηκε ότι τα υψηλά επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης ΜΤΑ 1 είναι προγνωστικός παράγοντας για μικρότερα ποσοστά επιβίωσης σε ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος (μέσος όρος 4.67 ± 0,95 μήνες). Ενόψει των ανωτέρω, η πρωτεΐνη ΜΤΑ 1 δύναται να αποτελεί έναν σημαντικό προγνωστικό δείκτη για το αδενοκαρκίνωμα του παγκρέατος. Συμπέρασμα που αν και ταυτίζεται, εν μέρει, με προηγούμενες αναφορές και πειραματικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε διεθνές επίπεδο θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω έρευνας με στόχο τη μελλοντική αξιοποίηση της τόσο στην πρόγνωση, όσο και στην αποτελεσματικότερη θεραπεία της νόσου. 99 319 355 Συχνότητα των πολυμορφισμών CYP1A2*1F και CYP3A5*3 σε ψυχιατρικούς ασθενείς κυπριακής καταγωγής. Psychiatry is the medical specialty that deals with the diagnosis, treatment and prevention of human mental, emotional and behavioral disorders. The most common mental disorders are depression, schizophrenia, bipolar disorder and alcohol dependence. It is known that most drugs, including psychiatric, show great diversity in different patients regarding the efficacy and the toxicity. This diversity often depends on polymorphisms in genes involved in metabolism. The fields of Pharmacogenetics and Pharmacogenomics focus on identifying the genetic basis of diatomic differences observed in the process of drug metabolism, aiming at not only maximizing the efficacy, but also minimizing the side effects. Cytochrome P450 is a large superfamily of enzymatic proteins, found in fungi, yeasts, plants and mammals. The cytochrome P450 enzymes are involved in the metabolism of many drugs and xenobiotics and catalyze chemical reactions essential for the organism, such as the biosynthesis of steroids and hormones. These enzymes are characterized by great diversity and are often responsible for the differences in drug metabolism from patient to patient. Cytochrome CYP1A2 (alleles *1F and *1A) participate in the metabolism of several psychiatric drugs, such as antidepressants (fluvoxamine, mirtazapine, agomelatine, melatonin), antipsychotics (clozapine, olanzapine) and anxiolytics (bromazepam, alprazolam). Cytochrome CYP3A5 (alleles *1 and *3) is also responsible for the metabolism of psychiatric drugs, such as antidepressants (agomelatine, mirtazapine), antipsychotics (risperidone, quetiapine) and anxiolytics (bromazepam, midazolam). The purpose of this study was the calculation of the allele frequencies of CYP1A2*1F and CYP3A5*3 in 108 psychiatric patients of cypriot origin. The methods used were the isolation of genomic DNA from whole blood, PCR-RFLP, electrophoresis on agarose gel and observing results to UV light. According to the results, the frequency of CYP1A2*1F is 69.4%, while the frequency of CYP3A5*3 is 89.4%. These results are consistent with similar studies in Greek and in other Caucasian populations. Statistically significant is the association of depression with the genotype of the CYP1A2*1F (2,22% *1A/*1A, 37,78% *1A/*1F, 60,0% *1F/*1F, p= 0,029). Η Ψυχιατρική είναι ο κλάδος της Ιατρικής που ασχολείται με τη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψη ψυχικών, συναισθηματικών και συμπεριφορικών διαταραχών του ανθρώπου. Οι ψυχικές ασθένειες είναι σύνηθες με την κατάθλιψη, τη σχιζοφρένεια, τη διπολική διαταραχή και την εξάρτηση από το αλκοόλ να είναι κάποιες από τις πιο συχνές. Είναι γνωστό ότι τα περισσότερα φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων και των ψυχιατρικών, εμφανίζουν μεγάλη ποικιλομορφία σε διαφορετικούς ασθενείς ως προς την αποτελεσματικότητα και την τοξικότητά τους. Για αυτή την ποικιλομορφία συχνά οφείλονται πολυμορφισμοί στα γονίδια που εμπλέκονται στο μεταβολισμό τους. Οι κλάδοι της Φαρμακογενετικής και της Φαρμακογονιδιωματικής αποσκοπούν στην ταυτοποίηση της γενετικής βάσης των διατομικών διαφορών που παρατηρούνται στη διαδικασία του μεταβολισμού των φαρμάκων, με απώτερο στόχο τη μεγιστοποίηση του αποτελέσματος και την παράλληλη ελαχιστοποίηση των παρενεργειών. Το κυτόχρωμα P450 είναι μια μεγάλη υπεροικογένεια ενζυμικών πρωτεϊνών, που συναντάται σε μύκητες, ζύμες, φυτά και θηλαστικά. Τα ένζυμα του κυτοχρώματος P450 εμπλέκονται στο μεταβολισμό πολλών φαρμάκων και ξενοβιοτικών και καταλύουν χημικές αντιδράσεις ζωτικής σημασίας για τον οργανισμό, όπως η βιοσύνθεση στεροειδών και ορμονών. Τα ένζυμα αυτά χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλομορφία και συχνά ευθύνονται για τις διατομικές διαφορές στο μεταβολισμό των φαρμάκων. Το κυτόχρωμα CYP1A2 (αλληλόμορφα *1F και *1A) συμμετέχει στο μεταβολισμό αρκετών ψυχιατρικών φαρμάκων, όπως τα αντικαταθλιπτικά (φλουβοξαμίνη, μιρταζαπίνη, αγομελατίνη, μελατονίνη), τα αντιψυχωσικά (κλοζαπίνη, ολανζαπίνη) και τα αγχολυτικά (βρωμαζεπάμη, αλπραζολάμη). Το κυτόχρωμα CYP3A5 (αλληλόμορφα *1 και *3) ευθύνεται επίσης για το μεταβολισμό ψυχιατρικών φαρμάκων, όπως τα αντικαταθλιπτικά (αγομελατίνη, μιρταζαπίνη), τα αντιψυχωσικά (ρισπεριδόνη, κουετιαπίνη) και τα αγχολυτικά (βρωμαζεπάμη, μιδαζολάμη). Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν ο υπολογισμός της συχνότητας των αλληλομόρφων CYP1A2*1F και CYP3A5*3 σε 108 ψυχιατρικούς ασθενείς κυπριακής καταγωγής. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν ήταν η απομόνωση γενωμικού DNA από ολικό περιφερικό αίμα, η PCR-RFLP, η ηλεκτροφόρηση σε πήκτωμα αγαρόζης και η παρατήρηση των αποτελεσμάτων σε φως UV. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η συχνότητα του CYP1A2*1F είναι 69,4%, ενώ η συχνότητα του CYP3A5*3 ανέρχεται στο 89,4%. Τα αποτελέσματα αυτά συμφωνούν με αντίστοιχες μελέτες στους Έλληνες και σε άλλους καυκάσιους πληθυσμούς. Σημαντική στατιστικά είναι και η συσχέτιση της κατάθλιψης με το γονότυπο του CYP1A2*1F (2,22% *1A/*1A, 37,78% *1A/*1F, 60,0% *1F/*1F, p=0,029). 100 308 359 Ο ρόλος της β-HCG και της AFP του ορού στην διάγνωση και παρακολούθηση ασθενών με καρκίνο όρχεως με την ανοσοραδιολογική μέθοδο IRMA INTRODUCTION: Testicular cancer is a serious disease affecting young men. Due to patient mortality, new cancer markers have been used for early diagnosis of recurrence, for better prognosis as well as for improving the quality of life of patients. Such biomarkers are β-HCG and AFP. ΑΙΜ: The present study evaluated the values of β-HCG and AFP as prognostic markers in the follow-up of patients with testicular cancer. PATIENTS AND METHODS: To collect the results, we studied 25 male patients aged 17-45 years (mean age 32 ± 7 years). The patients came mainly from the Urological and the Oncology Clinic of University General Hospital of Alexandroupolis. 23 of the above patients underwent unilateral orchectomy and were under observation. The patient's sera were stored at -80 °C in order to assess β-HCG and AFP levels. Hormone and protein measurements were performed at the Nuclear Medicine Laboratory at the Department of Immunoassays (RIA Unit) located at University General Hospital of Alexandroupolis. Radioimmunoassay was used. RESULTS: Our results indicate that 52% of patients with testicular cancer have high levels of both β-HCG and AFP compared to the normal range (from 0-5 mg/ml for β- HCG and from 0 -7 mg/ml for AFP). STATISTICAL ANALYSIS: Statistical analysis of the results was done with Student-test (x2 test) and the correlation of indices was done with Pearson Correlation. CONCLUSIONS: The results of the study suggest that patients with recurrent disease and metastases to the lungs and / or bone were found to have high β-HCG values. Also, patients with recurrent disease showed low β-HCG values and patients with metastases had high rates of AFP. In addition, the combination of the two indicators increases the sensitivity and specificity of the diagnosis. Finally, estimating β-HCG levels is an inexpensive, accurate and sensitive method for monitoring patients with testicular cancer and can be used as a prognostic factor. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ο καρκίνος των όρχεων είναι μια σοβαρή νόσος που προσβάλλει νέους άνδρες. Λόγω της θνητότητας των ασθενών νέοι καρκινικοί δείκτες έχουν χρησιμοποιηθεί για την έγκαιρη διάγνωση των υποτροπών της νόσου, για την καλύτερη πρόγνωση της νόσου καθώς επίσης και για την βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Τέτοιοι βιοδείκτες είναι η β-HCG και η AFP. ΣΚΟΠΟΣ: Με τη παρούσα μελέτη εκτιμήθηκαν οι τιμές της β-HCG και της AFP ως προγνωστικοί παράγοντες στην παρακολούθηση ασθενών με καρκίνο των όρχεων. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Για την συγκέντρωση των αποτελεσμάτων μελετήσαμε 25 άνδρες ασθενείς ηλικίας από 17-45 ετών (μέσο όρο ηλικίας 32±7 έτη). Οι ασθενείς προέρχονταν κυρίως από την Πανεπιστημιακή Ουρολογική κλινική και την Ογκολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης. 23 από τους παραπάνω ασθενείς είχαν υποβληθεί σε ετερόπλευρη ορχεκτομή και βρίσκονταν σε παρακολούθηση. Οι οροί των ασθενών αποθηκεύθηκαν στους -80 oC προς εκτίμηση των επιπέδων της β-HCG και της AFP. Οι μετρήσεις της ορμόνης και της πρωτεΐνης πραγματοποιήθηκαν στο εγαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής στο τμήμα των ανοσοραδιομετρήσεων (τμήμα RIA) που είναι εγκατεστημένο στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η ραδιοανοσομετρική μέθοδος RIA. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τα αποτελέσματά μας προκύπτει ότι το 52% των ασθενών με καρκίνο του όρχεως παρουσιάζουν υψηλά επίπεδα τόσο β-HCGόσο και AFPσε σχέση με το φυσιολογικό εύρος τιμών (από 0-5 τη β-HCGκαι από 0-7 τη AFP). ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με Student- test (x2 test) και η συσχέτιση των δεικτών έγινε με ^PearsonCorrelation. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας συμπεραίνεται ότι υψηλές τιμές της β-HCG παρουσίασαν οι ασθενείς που ειχαν υποτροπή της νόσου και μετάσταση στους πνεύμονες ή/και στα οστά. Επίσης, χαμηλές τιμές της β-HCG εμφανίζουν οι ασθενείς που είχαν ύφεση της νόσου και υψηλές τιμές της AFP εμφανίζουν οι ασθενείς που είχαν μεταστάσεις. Επιπρόσθετα, ο συνδυασμός των δύο δεικτών αυξάνει την ευαισθησία και την ειδικότητα της διάγνωσης. Τέλος, η εκτίμηση των επιπέδων της β-HCG είναι μια φθηνή, ακριβής και ευαίσθητη μέθοδος για την παρακολούθηση των ασθενών με καρκίνο των όρχεων και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προγνωστικός παράγοντας. 101 275 275 The study is a literature review of the evolution of medical science from antiquity until today. Since ancient times people tried to find ways of dealing with diseases. Early approaches focused on the use of herbs with healing properties, in other cases they believed that disease came from the gods and therefore their treatment depended on divine intervention. Later, people began to rely more on their own abilities, on plants with medicinal properties and minor operations. Before the Middle Ages the first hospitals began to operate according with the first experiments concerning the understanding of the nature of disease and how the human body works. Some diseases associated with mental causes and the importance of prevention has emerged in the treatment of diseases. Since then the evolution of medicine was rapid, research and laboratory testing of active substances led to the use of specific drugs. The development of medical science is based on the cooperation and research work of scientists from different fields such as medicine, chemistry, biology, combined with technology. Looking back to history can we claim that we have eventually conquer pain? We assume that the "old" man had essentially the same body, the same character and behavior of the 20th century counterpart. It also seems safe to assume that the experience of pain has always been a reality and that the search for relief of pain was always a natural reaction. A brief description of these ancient civilizations will be useful in understanding the state of health and the relief of pain in prehistoric societies in Mesopotamia, India, Egypt, China, Ancient Greece, the Roman era, the Middle Ages to the 20th century. Η εργασία αποτελεί μια βιβλιογραφική επισκόπηση της εξέλιξης της ιατρικής επιστήμης από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Από την αρχαιότητα οι άνθρωποι προσπαθούσαν να βρουν τρόπους αντιμετώπισης των ασθενειών. Οι πρώτες προσεγγίσεις αφορούσαν κυρίως τη χρήση βοτάνων με θεραπευτικές ιδιότητες, σε άλλες περιπτώσεις πίστευαν ότι οι ασθένειες προέρχονταν από τους θεούς και επομένως η θεραπεία τους εξαρτιόταν από τη θεϊκή παρέμβαση. Αργότερα, οι άνθρωποι άρχισαν να βασίζονται περισσότερο στις δικές τους ικανότητες, τα φυτά με θεραπευτικές ιδιότητες και στις μικροεπεμβάσεις. Πριν τον μεσαίωνα άρχισαν να λειτουργούν τα πρώτα νοσοκομεία, ξεκίνησαν πειράματα που αφορούσαν την κατανόηση της φύσης των ασθενειών αλλά και της λειτουργίας του ανθρώπινου σώματος. Συνδέθηκαν οι ασθένειες με ψυχικά αίτια και αναδείχθηκε η σημασία της πρόληψης στην αντιμετώπιση των ασθενειών. Από τότε μέχρι σήμερα η εξέλιξη της ιατρικής ήταν ραγδαία, η έρευνα και οι εργαστηριακές δοκιμές δραστικών ουσιών οδήγησαν στη χρήση εξειδικευμένων φαρμάκων. Η εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης βασίζεται στη συνεργασία και το ερευνητικό έργο επιστημόνων από διαφορετικούς τομείς όπως της ιατρικής, χημείας, βιολογίας, σε συνδυασμό με την τεχνολογία. Μπορούμε σήμερα κοιτάζοντας πίσω την ιστορία να πούμε ότι έχουμε τελικά κατακτήσει το πόνο; Υποθέτουμε ότι ο «παλαιός» άνθρωπος είχε ουσιαστικά τον ίδιο οργανισμό, την ίδια φυσιογνωμία και συμπεριφορά με του 20ου αιώνα ομόλογό του. Φαίνεται εξίσου ασφαλές να υποθέσουμε ότι το βίωμα του πόνου ανέκαθεν ήταν μια πραγματικότητα και ότι η αναζήτηση για ανακούφιση από αυτόν ήταν πάντα μια φυσική αντίδραση. Μια σύντομη περιγραφή αυτών των αρχαίων πολιτισμών θα είναι χρήσιμη στην κατανόηση της κατάστασης της ιατρικής και της ανακούφισης του πόνου στις προϊστορικές κοινωνίες, στη Μεσοποταμία, Ινδία, Αίγυπτο, τη Κίνα, την Αρχαία Ελλάδα, τη Ρωμαϊκή εποχή, το Μεσαίωνα μέχρι και τον 20ο αιώνα. 102 180 183 Investigating the role of the ion channels KCNA3 and KCNj8 in T cell differentiation Ion channels play key roles in several fundamental cell functions and have been implicated in the cause of a variety of diseases. Recently, the role of ion channels in immunity has gained interest; however, the role of individual ion channels in T cell differentiation is not well understood. This study demonstrates that two potassium channels, KCNA3 and KCNj8 promote the dysfunction ("exhaustion”) of CD8 T cells during chronic infection. More specifically, enhanced forced expression of KCNA3 and KCNj8 enhance the differentiation of a terminally exhausted ("Tex”) CD8 T cell population, as shown by increased expression of surface inhibitory receptors. The role of these potassium channels in CD8 T cell differentiation appeared to be specific for T cell differentiation in chronic infection, since there was not a significant role in T cell differentiation upon acute infection. Since potassium channels are membrane proteins and can be druggable targets, this study suggests a promising approach for optimizing current immunotherapy strategies providing new druggable targets for chronic infections and cancer. Ol δίαυλοι ιόντων διαδραματίζουν καίριους ρόλους σε αρκετές θεμελιώδεις κυτταρικές λειτουργίες και φαίνεται πως εμπλέκονται στους παράγοντες που προκαλούν ποικίλες παθήσεις. Πρόσφατα, το ενδιαφέρον έχει στραφεί στο ρόλο των διαύλων ιόντων στην ανοσία. Ωστόσο, ο ρόλος καθενός διαύλου ξεχωριστά δεν έχει ακόμη πλήρως κατανοηθεί όσον αφορά στη διαφοροποίηση Τ λεμφοκυττάρων. Η παρούσα μελέτη δείχνει πως δύο δίαυλοι ιόντων καλίου, οι KCNA3 και KCNj8 προάγουν μια δυσλειτουργία των CD8 Τ λεμφοκυττάρων που ονομάζεται «εξάντληση» ("exhaustion”) σε συνθήκες χρόνιας λοίμωξης. Πιο συγκεκριμένα, πρόκληση ενισχυμένης έκφρασης των KCNA3 και KCNj8, ενισχύουν τη διαφοροποίηση ενός τελικά διαφοροποιημένου υποπληθυσμού εξαντλημένων ("Tex”) CD8 T λεμφοκυττάρων, όπως δείχθηκε από την αυξημένη έκφραση απαγορευτικών ("inhibitory") υποδοχέων επιφανείας. Ο ρόλος αυτών των διαύλων ιόντων καλίου στη διαφοροποίηση των CD8 T λεμφοκυττάρων φάνηκε να είναι συγκεκριμένα για τη χρόνια λοίμωξη καθώς δεν υπήρξε σημαντικός ρόλος στη διαφοροποίηση των CD8 T λεμφοκυττάρων κατά την οξεία λοίμωξη. Καθώς οι δίαυλοι ιόντων καλίου είναι μεμβρανικές πρωτεΐνες και μπορούν να λειτουργήσουν ως στόχοι φαρμακευτικών ουσιών, αυτή η μελέτη προτείνει μια υποσχόμενη προσέγγιση για βελτιστοποίηση των τρεχόντων στρατηγικών ανοσοθεραπείας παρέχοντας νέους φαρμακολογικούς στόχους για χρόνιες λοιμώξεις και καρκίνο. 103 289 282 Χαρτογράφηση βλάστησης με πολυφασματικές δορυφορικές εικόνες πολύ υψηλής ευκρίνειας In the era we live in, it becomes more and more necessary the need to obtain qualitative and measuring information of an object or a phenomenon without the physical contact with it. In that context, the science of remote sensing and its techniques, concerning the collection, processing and use of data relating to the natural environment and human activities in it, could help. The subject of this thesis is the mapping of vegetation using multispectral satellite images of very high resolution and the detection of the changes on it, between two different periods of time. Initially, a chapter contains a review of basic remote sensing and digital sensing concepts and also functions and capabilities of the available software are recorded. A description of methods of digital image processing and specifically of the technical classification is following, while various algorithms of supervised and unsupervised classification are presented. Subsequently, a recording of the functions and the capabilities of the available remote sensing are presented. In the next chapter, the Municipality of Nafpaktia is presented, concerning the geographical position, natural environment and climatic data of the region. The next step was the selection and the data download. For this purpose, were used remotely sensed data from the satellite receiver Quickbird 2 and specifically remote sensing image obtained at two time periods (2003, 2009). Both images were corrected geometrically within the coordinate system WGS84, while the digital pre-processing includes radiometric correction, noise reduction, and production of digital mosaic, geometric correlation and the use of the algorithm for radiometric normalization. Finally, the main conclusions resulting from the paper are presented in the thesis. The conclusion are relating to the effectiveness of digital image classification techniques when running in a large set of practical applications Στην εποχή που διανύουμε γίνεται όλο και πιο απαραίτητη η ανάγκη απόκτησης ποιοτικής και μετρητικής πληροφορίας ενός αντικειμένου ή ενός φαινομένου χωρίς τη φυσική επαφή με αυτό. Σε αυτό το πλαίσιο έρχεται η επιστήμη της Τηλεπισκόπησης και οι τεχνικές της, που αφορούν την συλλογή, επεξεργασία και αξιοποίηση δεδομένων που σχετίζονται με το φυσικό περιβάλλον και τις δραστηριότητες του ανθρώπου σε αυτό. Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η χαρτογράφηση της βλάστησης αξιοποιώντας πολυφασματικές δορυφορικές εικόνες πολύ υψηλής ευκρίνειας και η ανίχνευση των μεταβολών της, μεταξύ δύο διαφορετικών χρονικών στιγμών. Αρχικά, παρατίθεται ένα κεφάλαιο το οποίο περιέχει μια ανασκόπηση βασικών εννοιών τηλεπισκόπησης και ψηφιακής τηλεπισκόπησης και καταγράφονται οι λειτουργίες και οι δυνατότητες των λογισμικών που υπάρχουν. Στη συνέχεια, γίνεται μια περιγραφή των μεθόδων ψηφιακής επεξεργασίας εικόνας και συγκεκριμένα των τεχνικών ταξινόμησης, ενώ παράλληλα παρουσιάζονται αναλυτικά οι διάφοροι αλγόριθμοι επιβλεπόμενης και μη επιβλεπόμενης ταξινόμησης. Ακολουθεί μια καταγράφη των λειτουργιών και δυνατοτήτων των τηλεπισκοπικών δορυφόρων που υπάρχουν. Στο επόμενο κεφάλαιο παρουσιάζεται η περιοχή μελέτης του Δήμου Ναυπακτίας ως προς τη γεωγραφική θέση της, το φυσικό περιβάλλον και τα κλιματολογικά στοιχεία της περιοχής.Έπειτα έγινε η επιλογή και η λήψη των δεδομένων. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν τηλεπισκοπικά δεδομένα από τον δορυφορικό δέκτη Quickbird 2και συγκεκριμένα τηλεπισκοπική απεικόνιση που λήφθηκε σε δύο χρονικές περιόδους (2003 και 2009). Και οι δύο εικόνες διορθώθηκαν γεωμετρικά στο σύστημα συντεταγμένων WGS84, ενώ η ψηφιακή προεπεξεργασία συμπεριλαμβάνει ραδιομετρικές διορθώσεις, μείωση θορύβου, πραγωγή ψηφιακών μωσαϊκών, γεωμετρικό συσχετισμό και χρήση αλγορίθμου για ραδιομετρική ομαλοποίηση. Τέλος, αναφέρονται τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν από την σύνταξη της εργασίας και αφορούν την αποτελεσματικότητα των ψηφιακών τεχνικών ταξινόμησης εικόνας κατά την εκτέλεση τους σε ένα μεγάλο σύνολο πρακτικών εφαρμογών 104 93 98 Endometrial injury has been suggested as an intervention to increase the receptiveness of endometrium and as a consequence the probability of pregnancy in women undergoing assisted reproductive technologies, such as in vitro fertilization (IVF). Multiple studies have been performed to investigate the effect of endometrial scratching on pregnancy and live birth rates in women undergoing one or more IVF/ICSI cycles. Due to the heterogeneity in both the method and population being scratched, as well as because of the small study populations, it remains unclear which group of women would benefit from the procedure. Ο μηχανικός τραυματισμός το ενδομήτριου έχει προταθεί σαν μια τεχνική για να βελτιώσει την δεκτικότητα του ενδομήτριου και σαν συνέπεια την πιθανότητα επίτευξης κύησης με τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART). Αρκετές έρευνες έχουν διεξαχθεί για να εξετάσουν την επίδραση του ενδομήτριου scratching στα ποσοστά των κυήσεων και ολοκληρωμένων γεννήσεων σε γυναίκες που υποβάλλονται σε έναν ή περισσότερους κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης IVF/ICSI . Εξαιτίας της ετερογένειας στις μεθόδους και στο πληθυσμό γυναικών που υποβάλλονται στο ενδομήτριο scratching, αλλά και λόγω των μικρών μεγεθών εξεταζόμενων πληθυσμών, παραμένει ακόμα αδιευκρίνιστο ποια ή ποιες συγκεκριμένες υποομάδες γυναικών μπορεί να ωφεληθούν από την διαδικασία. 105 278 260 The use of drama techniques for the development of environmental consciousness in an educational museum environment Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών για τη διαμόρφωση περιβαλλοντικής συνείδησης σε εκπαιδευτικό μουσειακό περιβάλλον In the present work we study the formation of environmental consciousness using drama techniques in a museum environment. According to the study of the relevant literature, theatrical techniques are emerging as important tools for the teaching of Environmental Education as they provide the appropriate conditions for experiential and multisensory learning so that children understand the importance of the environment for humans, become aware of the causes and the consequences of environmental problems and to understand the importance of individual responsibility and personal commitment to environmental protection. At the same time, according to the theory of Museum Education, the implementation of educational programs in a museum environment creates favourable conditions for the acquisition of social and psychomotor skills, cultivation of critical thinking and emotional development. The main purpose of this research is to explore the framework for the application of the theatrical techniques at the Pandrosos Natural History Museum for the formation of environmental consciousness in children aged from 8 to 11 years old. The research method used is action research. According to the results of the study, it was realized that children understood the basic content of Environmental Education, the nature and causes of environmental problems, became aware of their consequences, increased their interest and their willingness to act in terms of finding ways of addressing them, and recognized co-operation and collective action as necessary tools for implementing actions to protect the environment. At the same time, it became evident that the museum environment was working positively and favourably in the realization of the objectives of the didactic interventions that took place. Στην παρούσα εργασία μελετάται η διαμόρφωση της περιβαλλοντικής συνείδησης μέσα από την αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών σε μουσειακό περιβάλλον. Σύμφωνα με την μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας, οι θεατρικές τεχνικές αναδεικνύονται ως σημαντικά εργαλεία για την διδασκαλία της Περιββαλοντικής Εκπαίδευσης καθώς παρέχουν τις κατάλληλες συνθήκες βιωματικής και πολυαισθητηριακής μάθησης έτσι ώστε τα παιδιά να κατανοήσουν τη σημασία του περιβάλλοντος για τον άνθρωπο, να ευαισθητοποιηθούν σχετικά με τις αιτίες και τις συνέπειες των περιβαλλοντικών προβλημάτων και να αντιληφθούν τη σημασία της ατομικής ευθύνης και προσωπικής δέσμευσης υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος. Παράλληλα, σύμφωνα με τη θεωρία της Μουσειοπαιδαγωγικής, η υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε μουσειακό περιβάλλον δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την απόκτηση κοινωνικών και ψυχοκινητικών δεξιοτήτων, καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και συναισθηματικής ανάπτυξης. Βασικός σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση του πλαισίου εφαρμογής των θεατρικών τεχνικών στο μουσείο Φυσικής Ιστορίας Πανδρόσου για την διαμόρφωση περιβαλλοντικής συνείδησης σε παιδιά ηλικίας 8 έως 11 ετών. Η ερευνητική μέθοδος που αξιοποιήθηκε είναι η έρευνα-δράση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, έγινε αντιληπτό ότι τα παιδιά κατανόησαν το βασικό περιεχόμενο της Περιββαλοντικής Εκπαίδευσης, τη φύση και τις αιτίες των περιβαλλοντικών προβλημάτων, ευαισθητοποιήθηκαν ως προς τις συνέπειές τους, αύξησαν το ενδιαφέρον τους και τη διάθεση τους για δράση ως προς την εξεύρεση τρόπων αντιμετώπισης, και αναγνώρισαν την συνεργατικότητα και τη συλλογική δράση ως απαραίτητα εργαλεία για την υλοποίηση δράσεων υπέρ της προστασίας του περιβάλλοντος. Παράλληλα, έγινε εμφανές ότι το μουσειακό περιβάλλον λειτούργησε θετικά και ευνοϊκά ως προς την υλοποίηση των στόχων των διδακτικών παρεμβάσεων που πραγματοποιήθηκαν. 106 321 312 Secondary education students' understanding of electricity using simulation software Kατανόηση θεμάτων ηλεκτρισμού απο μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με χρήση λογισμικού προσομοίωσης Concepts regarding Electricity are physical concepts for which there can be no direct visual contact. When dealing with such abstract concepts of Physics, students have already formed intuitive misconceptions that often prove to be very resistant to modification. Research has documented the positive effect of using models and simulations in approaching such misconceptions. Teaching Electricity by using didactic practices based on visualization of electrical phenomena promotes the transition of students' way of thinking from intuitive to scientific and thus enhances the acquisition of stable scientifically consistent cognitive models. The present paper endeavors to compare the teaching of electricity by using two different methods, analogous models and simulations. The target group consists of students who attend the 2nd grade of Music School Lyceum in the region of Thrace and was divided into two parts. Students who had chosen the direction of Humanities Studies constituted the first group while those who chose the direction of Positive Studies constituted the second group. All students were asked to fill in a questionnaire of 17 questions which was handed to them twice, once before and once after the teaching interventions. Complementary, 11 students were asked to analyze their reasoning for six selected questions of the questionnaire. The research aimed to test whether teaching subjects of Electricity by using models and simulations, help students to improve their performance on questions related to these subjects. Furthermore, differences between the students of the two groups were investigated, regarding both their performance and their point of view on individual issues of electricity. The current research resulted in confirming the positive effect of the visualization of electrical phenomena when teaching Electricity since both groups recorded a statistically significant improvement in their overall performance. Differences between students of the two groups were found in dealing with complex topics of electricity and mainly in questions that required investigation of natural phenomena through mathematical reasoning. Οι έννοιες του ηλεκτρισμού ανήκουν στην κατηγορία των φυσικών εννοιών για τις οποίες δεν μπορεί να υπάρξει άμεση οπτική επαφή. Σε τέτοιου είδους αφηρημένες έννοιες της φυσικής, οι μαθητές φέρουν από τον πρότερο βίο τους κάποιες λανθασμένες διαισθητικές αντιλήψεις που συχνά αποδεικνύονται πολύ ανθεκτικές σε τροποποιήσεις. Ερευνητικά έχει καταγραφεί η θετική επίδραση των μοντέλων και των προσομοιώσεων στην αντιμετώπιση τέτοιων αντιλήψεων. Μέσα από διδακτικές πρακτικές που βασίζονται στην οπτικοποίηση των ηλεκτρικών φαινομένων, μπορεί να ενισχυθεί η μετάβαση των μαθητών από το διαισθητικό τρόπο σκέψης στον επιστημονικό και η απόκτηση σταθερών, αλλά και επιστημονικά συνεπών, νοητικών μοντέλων. Η παρούσα εργασία αφορά τη διδασκαλία του ηλεκτρισμού, μέσα από αναλογικά μοντέλα και προσομοιώσεις, σε δύο ομάδες μαθητών της Β΄ Λυκείου που φοιτούν σε ένα Μουσικό Σχολείο στην περιοχή της Θράκης. Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε όλους τους μαθητές που είχαν επιλέξει την κατεύθυνση ανθρωπιστικών σπουδών ενώ η δεύτερη αυτούς που επέλεξαν την κατεύθυνση θετικών σπουδών. Όλοι οι μαθητές συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο 17 ερωτήσεων τόσο πριν όσο και μετά τις διδακτικές παρεμβάσεις ενώ 11 μαθητές, κληθήκαν να περιγράψουν αναλυτικά τους συλλογισμούς τους για έξι επιλεγμένες ερωτήσεις του ερωτηματολογίου. Στόχος της έρευνας που πραγματοποιήθηκε, ήταν να ελέγξουμε αν η διδασκαλία των θεμάτων του ηλεκτρισμού, μέσα από μοντέλα και προσομοιώσεις, βοηθάει τους μαθητές να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους σε ερωτήματα που σχετίζονται με τα θέματα αυτά. Επιπλέον, διερευνήθηκε αν υπάρχουν διαφοροποιήσεις μεταξύ των μαθητών των δύο ομάδων, τόσο στις επιδόσεις τους, όσο και στον τρόπο αντιμετώπισης των επιμέρους θεμάτων του ηλεκτρισμού. Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν την θετική επίδραση της οπτικοποίησης των ηλεκτρικών φαινομένων στη διδασκαλία του ηλεκτρισμού, αφού και στις δύο ομάδες καταγράφηκε στατιστικά σημαντική βελτίωση στις συνολικές τους επιδόσεις. Διαφοροποιήσεις μεταξύ των μαθητών των δύο ομάδων διαπιστώθηκαν στα σύνθετα θέματα του ηλεκτρισμού και κυρίως σε ερωτήματα που απαιτούσαν τη διερεύνηση φυσικών φαινομένων μέσα από μαθηματικούς συλλογισμούς. 107 201 197 Cystic Fibrosis (CF) is a genetic disorder that mostly affects the lungs, but also problems the pancreas and intestine. It is inherited in an autosomal recessive manner and caused by mutations in the Cystic Fibrosis Transmembrane conductance Regulator gene (CFTR), which translates a receptor that normally regulates Cl- levels. It is the most common hereditary disease among people of Northern European ancestry and especially in Greek population is estimated that about one child per week is born with the disease cystic fibrosis (1 : 2500). There is currently no available therapy, although the average lifetime with various therapeutic approaches has reached 42-50 years in developed countries. In Greece, it is estimated to be about 25 years. The characterization of mutations in the CFTR gene which cause the disease shows that it can help to approach targeted treatments. In this study, we examined Single Nucleotide Polymorphisms (SNPs) founded in the CFTR gene with Next-Generation Sequencing (NGS) for 366 Greeks which are cystic fibrosis carriers and 10 patients of the Greek population. The determination of haplotypes for the CFTR gene which dominate the Greek population will be the basic research for the development of pharmacogenomics and leading to found an appropriate therapeutic approach. H κυστική ίνωση είναι μια γενετική διαταραχή που επηρεάζει κυρίως τους πνεύμονες, αλλά δημιουργεί, επίσης, προβλήματα στο πάγκρεας και το έντερο. Πρόκειται για μια αυτοσωμική υπολειπόμενη νόσο που δημιουργείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο Cystic Fibrosis Transmembrane conductance Regulator (CFTR), το οποίο εκφράζει έναν υποδοχέα που φυσιολογικά ρυθμιζει τα επίπεδα Cl-. Αποτελεί το πιο διαδεδομένο κληρονομικό νόσημα στους Ευρωπαίους και ιδιαίτερα στον Ελληνικό πληθυσμό εκτιμάται ότι περίπου ένα παιδί ανά εβδομάδα γεννιέται με τη νόσο της κυστικής ίνωσης (1:2500). Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει διαθέσιμη θεραπεία παρόλο που ο μέσος όρος ζωής με διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις έχει φτάσει στα 42-50 στις ανεπτυγμένες χώρες. Στην Ελλάδα, εκτιμάται ότι είναι περίπου 25 χρόνια. Ο χαρακτηρισμός των μεταλλαγών στο γονίδιο CFTR που προκαλούν την ασθένεια δείχνει ότι μπορεί να βοηθήσει στη δημιουργία στοχευμένης θεραπείας. Στην παρούσα εργασία, μελετήθηκαν μονονουκλεοτιδικοί πολυμορφισμοί (Single Nucleotide Polymorphisms - SNPs) που βρέθηκαν στο γονίδιο CFTR σε δεδομένα αλληλούχισης επόμενης γενιάς (Next Generation Sequencing – NGS) 366 Ελλήνων που είναι φορείς της κυστικής ίνωσης και 10 ασθενών του Ελληνικού πληθυσμού. Ο προσδιορισμός των απλοτύπων για το γονίδιο CFTR που κυριαρχούν στον Ελληνικό πληθυσμό θα αποτελέσει βασική έρευνα για την εξέλιξη της φαρμακογονιδιωματικής και την εύρεση κατάλληλης θεραπευτικής προσέγγισης. 108 216 203 This thesis attempts, by selecting primary quantitative data, to investigate the identity and attitudes of volunteers of community clinics as starting points or expressions of social and political collective action a period of crisis. The impact of this crisis is twofold: the number of people without access to public health institutions are dramatically expanding, and also the individuals who are mobilized to create health structures and operate on a volunteer and collective basis, in order to provide free medical assistance to those in need, is also widespreading. Specifically volunteers of Social Clinic of Solidarity in Thessaloniki (SSC) are selected as research team and a group of volunteers of Municipalities Clinics is selected as a team for comparisons. Among the actual results of the research the most important findings are that volunteers of Social Clinic of Solidarity in Thessaloniki (SSC), do not have a common professional background. Not all are health professionals and this is related to their character, decision-making and direct democratic functioning. In addition, volunteers from non-institutional clinics have more years of voluntary contributions. Finally, the influence of gender on the answers of volunteers in relation to the formation of their attitudes appears. The work concludes with the discussion of these findings with regard to the importance of volunteering and the theory of social capital. Η συγκεκριμένη διπλωματική επιχειρεί μέσω της άντλησης ποσοτικών δεδομένων να διερευνήσει την ταυτότητα και τις στάσεις των εθελοντών κοινωνικών ιατρείων τα οποία αποτελούν σημεία αφετηρίας μιας νέας μορφής κοινωνικής και πολιτικής συλλογικής δράσης και διέπονται από την αξία του πνεύματος του εθελοντισμού σε περιόδους κρίσης. Μιας κρίσης που αφενός επεκτείνει με διάφορους τρόπους και τραγικά τον αριθμό των ανθρώπων που δεν έχουν δυνατότητα πρόσβασης σε φορείς της δημόσιας υγείας και αφετέρου οδηγεί στην ενεργοποίηση πολιτών ώστε να δράσουν εθελοντικά με σκοπό την κάλυψη αναγκών υγείας. Πιο συγκεκριμένα επιλέχθηκαν εθελοντές του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης οι οποίοι αποτέλεσαν την ερευνητική ομάδα και εθελοντές δημοτικών κοινωνικών ιατρείων οι οποίοι αποτέλεσαν την ομάδα σύγκρισης. Ανάμεσα στα αποτελέσματα της έρευνας, τα πιο σημαντικά δείχνουν πως οι εθελοντές των κοινωνικών ιατρείων αλληλεγγύης δεν έχουν κοινό επαγγελματικό υπόβαθρο, δεν είναι όλοι υγειονομικοί και αυτό σχετίζεται με τον χαρακτήρα τους, την λήψη αποφάσεων και την αμεσοδημοκρατική λειτουργία τους. Επιπλέον οι εθελοντές των μη θεσμικών ιατρείων έχουν περισσότερα έτη εθελοντικής συνεισφοράς. Τέλος διαφαίνεται η επιρροή του φύλου στις απαντήσεις των εθελοντών σε σχέση με την διαμόρφωση των στάσεων τους. Η εργασία ολοκληρώνεται με τη συζήτηση τα ευρημάτων αυτών σε σχέση με τη σημασία του εθελοντισμού και τη θεωρία του κοινωνικού κεφαλαίου. 109 179 181 The developments in the medicine sector, the continuous advance of the services, the increasing number of the professionals in medicine, the undeniable maintenance of the patient's dignity and rights and especially these of the child's, consist some of the main reasons that drove to the creation of the new Code of Professional Conduct. Undeniably, issues related to ethics and conduct in clinical act play a significant role to the improvement of the care quality. Every pediatrics' decision for the examination or the treatment of an incident should be supported with logical and illustrative arguments. The pediatrician apart from the care provision to the healthy and sick child is called in collaboration with the parents to play both the role of children's counsel and also act as the state's consultant for the defence of their rights. While concluding, I would like to mention the important role the assurance of human rights in chilhood , because without it, the individual is not in a position to relish its rights and to utilize the chances as an equal member of the society. Οι εξελίξεις στον τομέα της υγείας , η συνεχιζόμενη ανάπτυξη των υπηρεσιών, ο αυξανόμενος αριθμός των επαγγελματιών υγείας, η αναμφισβήτητη διατήρηση της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων του ασθενή και ιδιαίτερα του ανήλικου, αποτελούν μερικούς από τους ύριους λόγους που οδήγησαν και στη δημιουργία του νέου Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Αναμφισβήτητα, ζητήματα που σχετίζονται με την ηθική και δεοντολογία στην κλινική πράξη παίζουν καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της ποιότητας φροντίδας. Κάθε παιδιατρική απόφαση για τη διερεύνηση ή τη θεραπεία ενός περιστατικού πρέπει να μπορεί να υποστηριχθεί με λογικά και εναργή επιχειρήματα. Ο παιδίατρος εκτός από την παροχή φροντίδας στο υγιές και άρρωστο παιδί, καλείται σε συνεργασία με την οικογένεια να παίξει και το ρόλο του συνηγόρου των παιδιών και λειτουργεί ως σύμβουλος της πολιτείας στην προάσπιση των συμφερόντων τους. Κλείνοντας θα ήθελα να αναφέρω τον σημαντικό ρόλο που έχει η διασφάλιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην παιδική ηλικία, διότι χωρίς αυτήν , το άτομο δεν μπορεί παρά να μειονεκτεί και ως ενήλικος πολίτης εφόσον δεν θα είναι σε θέση ν’ απολαμβάνει τα δικαιώματα του και ν’ αξιοποιεί τις ευκαιρίες ως ισότιμο μέλος της κοινωνίας. 110 180 174 Exploring the adoption determinants for the tree cultivations in the prefecture of Evros Διερεύνηση παραγόντων υιοθέτησης δενδροκομικών καλλιεργειών στο νομό Έβρο In the present work, the positions and views of farmers were recorded and analyzed on the extent to which they are willing to adopt horticulture as well as what factors influence their decision. The survey came from a suitably structured questionnaire through personal interviews with 100 people in the North Evros. In addition, data from farmers and farms were collected from its database of the Farm Accountancy Data Network (F.A.D.N.), RICA. The results showed that the majority of the respondents; cultivate cotton and sunflower but they are not happy with the price of the products even though there is no problem selling them. The majority would not choose a horticultural crop mainly because of the geographical location of Evros. The adoption of a horticulture is influenced by high profitability, low production costs, better product price and lower labor costs. Consequently, they would opt seedlings from a domestic nursery or farm store but would include the cultivation in a management plan as well as adopting modern cultivation practices Στην παρούσα εργασία, πραγματοποιήθηκε η καταγραφή και ανάλυση των θέσεων και απόψεων αγροτών με γεωργικές εκμεταλλεύσεις σχετικά με τον βαθμό που είναι διατεθειμένοι να υιοθετήσουν δενδροκομικές καλλιέργειες καθώς και ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την απόφαση τους. Η έρευνα προήρθε από κατάλληλα δομημένο ερωτηματολόγιο μέσω προσωπικών συνεντεύξεων σε 100 άτομα του Β. Έβρου. Επιπλέον συλλέχθηκαν δεδομένα γεωργών και γεωργικών εκμεταλλεύσεων από την βάση δεδομένων του Δικτύου Γεωργικής Λογιστικής Πληροφόρησης (ΔΙ.ΓΕ.Λ.Π) RICA. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων καλλιεργεί βαμβάκι και ηλίανθο αλλά δεν είναι ευχαριστημένοι με την τιμή των προϊόντων παρόλο που δεν υπάρχει πρόβλημα πώλησης τους. Η πλειοψηφία δεν θα επέλεγε μια δενδροκομική καλλιέργεια κυρίως λόγο γεωγραφικής τοποθεσίας του Ν. Έβρου. Η υιοθέτηση μιας δενδροκομικής καλλιέργειας επηρεάζεται από την υψηλή κερδοφορία, το χαμηλό κόστος παραγωγής, την καλύτερη τιμή προϊόντος και το χαμηλό κόστος εργασίας. Ως επακόλουθο, θα επέλεγαν δενδρύλλια από φυτώριο του εσωτερικού ή από κατάστημα γεωργικών εφοδίων αλλά θα συμπεριλάμβαναν την καλλιέργεια σε κάποιο πρόγραμμα διαχείρισης καθώς επίσης θα υιοθετούσαν σύγχρονες καλλιεργητικές πρακτικές 111 378 408 The aim of this study is to investigate sleep structure abnormalities in patients suffering from Juvenile Absence Epilepsy (JAE) and to identify possible differences between pharmacoresistant JAE patients and JAE patients who remain seizure free. For this reason, sleep NREM macrostructure and microstructure were analysed according to Rechtshaffen & Kales; 1968 and Terzano; 1985 criteria, respectively, in 7 patients with pharmacoresistant JAE patients and 5 seizure free JAE patients. Moreover, focal and generalized epileptiform discharges of both pharmacoresistant and seizure free JAE patients were classified into those occurring within Phase A (CAP-A) or B (CAP-B) and those presenting at the boundary of Phase B to A (CAP B->A) or Phase A to B (CAP A->B). Result analysis did not reveal any statistically significant differences regarding sleep macrostructure parameters between pharmacoresistant and seizure free JAE patients. In contrast, pharmacoresistant JAE patients exhibit sleep microstructure abnormalities, as evidenced by statistically significant increased CAP rate values. Consequently, it could be suggested that pharmacoresistance is related to sleep instability (i.e. increased CAP rate). Increased CAP rate values seem to be related exclusively to the amount of epileptic discharges recorded during periods of sleep instability, i.e. CAP sequences, especially in stage II sleep, whereas there is no correlation with the amount of epileptic discharges within periods of sleep stability, i.e. Non-CAP periods. Moreover, increased CAP rate values seem to be solely related to the quantity of epileptic discharges within phase B (CAP-B) and the transitional boundary from phase B to A (CAP-B->A). Therefore, the hypothesis of "increased epileptic pressure", as originally formulated in pharmacoresistant patients suffering from Juvenile Myoclonic Epilepsy (Bonakis & Koutroumanidis, 2009), is also confirmed in the respective JAE population. According to this hypothesis pharmacoresistance is associated with the catalysis of inhibitory GABAergic mechanisms that result in the generation of new epileptiform discharges within resting phase CAP-B and the subsequent disruption of phase CAP-B continuity by these discharges that results in the generation of new CAP-A phases and increased CAP-rate, i.e. sleep instability. Finally, it is proposed that monitoring of CAP rate values and epileptiform discharge quantity within phase B (CAP-B) and in the transition from phase B to A (CAP B-> A) in sleep stage II could be used as sensitive and objective index of clinical response to anticonvulsant treatment. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι αφενός η εκτίμηση των διαταραχών της αρχιτεκτονικής του ύπνου σε ασθενείς με Νεανική Επιληψία με Αφαιρέσεις (Juve nile Absence Epilepsy - JAE) αφετέρου η ανάδειξη πιθανών διαφορών μεταξύ φαρμακοανθεκτικών ασθενών με JAE και ασθενών με JAE που παραμένουν ελεύθεροι κρίσεων. Για το λόγο αυτό, αναλύθηκε η μακροαρχιτεκτονική του ύπνου κατά Rechtshaffen & Kales;1968 και η μικροαρχιτεκτονική αυτού κατά Terzano;1985 σε ΗΕΓραφήματα NREM ύπνου, που καταγράφηκαν, αποκλειστικά για κλινικούς σκοπούς, σε 7 ασθενείς με φαρμακοανθεκτική JAE και σε 5 ασθενείς με JAE που παραμένουν ελεύθεροι κρίσεων για διάστημα 2-5 ετών. Επίσης, οι εστιακές και οι γενικευμένες επιληπτικές εκφορτίσεις των φαρμακοανθεκτικών και μη ασθενών ταξινομήθηκαν σε εκείνες που παρουσιάζονται εντός των φάσεων Α (CAP-A) ή Β (CAP-B) και σε εκείνες που εκδηλώνονται στο όριο της φάσης Β προς Α (CAP B->A) ή στο όριο της φάσης Α προς Β (CAP-A->B). Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές σχετικά με τις παραμέτρους της μακροαρχιτεκτονικής του ύπνου μεταξύ φαρμακοανθεκτικών και μη ασθενών. Αντίθετα, παρουσιάζονται διαταραχές της μικροαρχιτεκτονικής του ύπνου στους ασθενείς με φαρμακοανθεκτική JAE, όπως υποδηλώνεται από την στατιστικά σημαντική αύξηση των τιμών της παραμέτρου CAP rate σε αυτούς σε σύγκριση με τους ασθενείς που παραμένουν ελεύθεροι κρίσεων. Συνεπώς, μπορεί να θεωρηθεί πως η φαρμακοανθεκτικότητα σχετίζεται με την υπνική αστάθεια (αύξηση CAP rate). Η αύξηση δε του CAP rate φαίνεται πως σχετίζεται αποκλειστικά με την ποσότητα των επιληπτικών εκφορτίσεων που καταγράφονται εντός των περιόδων υπνικής αστάθειας, δηλαδή των αλληλουχιών CAP, ιδίως στο στάδιο ΙΙ του ύπνου, ενώ, αντίθετα, δεν παρουσιάζεται συσχέτιση με την ποσότητα των επιληπτικών εκφορτίσεων εντός των περιόδων υπνικής σταθερότητας Non-CAP. Επιπλέον, σχετίζεται με την κατανομή των επιληπτικών εκφορτίσεων εντός της φάσης Β (CAP- B) και στο μεταβατικό όριο της φάσης Β προς Α (CAP-B->A). Συνεπώς, επιβεβαιώνεται η υπόθεση «περί αυξημένης επιληπτικής πίεσης» στους φαρμακοανθεκτικούς ασθενείς, όπως αυτή είχε αρχικά διατυπωθεί στους ασθενείς με Νεανική Μυοκλονική Επιληψία (Bonakis & Koutroumanidis; 2009), καθώς και στους ασθενείς με JAE η φαρμακοανθεκτικότητα σχετίζεται με την κατάλυση των ανασταλτικών GABAεργικών μηχανισμών γέννησης επιληπτικών εκφορτίσεων εντός της φάσης ηρεμίας Β και με συνακόλουθη διάσπαση της συνέχειας αυτής της φάσης μέσω πρόκλησης από τις επιληπτικές εκφορτίσεις νέων φάσεων Α. Τέλος, προτείνεται η παρακολούθηση των μεταβολών των τιμών της παραμέτρου CAP rate και της ποσότητας των επιληπτικών εκφορτίσεων στη φάση Β (CAP-B) και στο όριο της φάσης Β προς Α (CAP B->A) στο στάδιο ΙΙ του ύπνου καθώς αυτοί υποδεικνύονται ως αντικειμενικοί δείκτες κλινικής ανταπόκρισης στην εκάστοτε αντιεπιληπτική αγωγή. 112 185 201 Είναι η παρουσία μιας ωοθήκης επιζήμιος παράγοντας για την έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης; Several women with unilateral oophorectomy sellect medically assisted reproduction techniques to have offspring. Thus, the question arised is whether the presence of one ovary could reduce the response to follicular stimulation and reduce the possibilities of a successful implantation and pregnancy. The unilateral oophorectomy during the reproductive life of a woman has an adverse effect on the ovarian reserve of women who seek treatment. The basic value of FSH in women with one ovary is significantly higher. The total dose of gonadotropin used during follicular stimuation is greater, while estradiol levels, the number of follicles and the obtained oocytes are lower in women with one ovary. Nevertheless, the percentage of fertilization and clinical pregnancy in women with one ovary is similar to women with two ovaries, thus emphasizing that unilateral oophorectomy within ART affects the quantity but not the quality of ovarian reserves. It appears that the unilateral oophorectomy may adversely affect the fertility of women who have already limited ovarian reserve, ie those that are at the end of their 30s to the beginning of their 40s and have elevated FSH or reduced AMH. Αρκετές γυναίκες με ετερόπλευρη ωοθηκεκτομή καταφεύγουν στις τεχνικές ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για την απόκτηση απογόνων. Γεννάται λοιπόν το ερώτημα εάν η παρουσία μίας ωοθήκης μπορεί να μειώσει την ανταπόκριση στην ωοθυλακική διέγερση και αν μειώνονται οι πιθανότητες επιτυχούς εμφύτευσης και κύησης. Η ετερόπλευρη ωοθηκεκτομή κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ζωής της γυναίκας έχει δυσμενή επίδραση στις ωοθηκικές εφεδρείες γυναικών που αναζητούν θεραπεία. Η βασική τιμή FSH σε γυναίκες με μια ωοθήκη είναι σημαντικά μεγαλύτερη. Η συνολική δόση γοναδοτροπινών που χρησιμοποιείται κατά την διέγερση είναι μεγαλύτερη, ενώ τα επίπεδα οιστραδιόλης , ο αριθμός των ωοθυλακίων και των ληφθέντων ωαρίων είναι μικρότερος στις γυναίκες με μια ωοθήκη. Το ποσοστό γονιμοποιήσεων και κλινικών κυήσεων στις γυναίκες με μια ωοθήκη είναι όμως παρόμοιο με τις γυναίκες με δύο ωοθήκες, υπογραμμίζοντας έτσι ότι η ετερόπλευρη ωοθηκεκτομία στα πλαίσια ART επηρεάζει την ποσότητα αλλά όχι την ποιότητα των ωοθηκικών εφεδρειών. Φαίνεται λοιπόν ότι η ετερόπλευρη ωοθηκεκτομία μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη γονιμότητα γυναικών που έχουν ήδη περιορισμένες ωοθηκικές εφεδρείες, δηλαδή αυτές που είναι στο τέλος της δεκαετίας των 30 με αρχή της δεκαετίας των 40 και έχουν αυξημένες τιμές βασικής FSH και ελαττωμένες ΑΜΗ. 113 302 296 Vaccination is widely regarded as one of the most successful achie-vements of medicine. It is estimated that prevents 2.5 million deaths caused by contagious diseases each year. Many vaccines (but not all) provide protection even to individuals who have not been vaccinated. They can lower the incidence of a disease in a community, benefiting the population as a whole. High vaccination rates are required to establish and maintain herd immunity. For public health officials, it is crucial to achieve that critical threshold of immunity in order to prevent the spread of an infectious illness. In that case, the benefits also extend to those who cannot themselves be vaccinated. Vaccine hesitancy is not a new phenomenon. It goes back to the first days of immunization. The most important factors influencing vaccine hesitancy are: complacency about the perceived severity of a disease and the susceptibility to it; convenience regarding the accessibility and availability of vaccination; and confidence. The last concerns the effectiveness and safety of vaccines as well as the general mistrust in public authorities and the religious beliefs of the individual.Mandatory vaccination policy is a tool for several governments in order to maximize vaccine uptake. Ethical considerations are increasingly visible in discussions regarding the design and implementation of vaccine programs. In the field of Bioethics, the four principles approach, i.e. respect for autonomy, beneficence, non-maleficence and justice, leads to conclusions regarding the coerciveness. The evaluation of programs depends on the benefits of vaccinations, the public consent, the available choices for opting-out and the sanctions for omission. Evaluating the mandatory and voluntary immunization programs of several countries based on the vaccination coverage rates, we highlight the most important factors which lead to maximal vaccine uptake, such as well organized public health services, trusting relationships between healthcare providers and patients and well researched educational interventions. Ο εμβολιασμός αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της Ιατρικής. Εκτιμάται ότι προλαμβάνει 2,5 εκατομμύρια θανάτους από μεταδιδόμενες ασθένειες ετησίως. Πολλά εμβόλια (αλλά όχι όλα) προστατεύουν έναντι της νόσου όχι μόνο το εμβολιαζόμενο άτομο αλλά το κοινωνικό σύνολο. Σε υψηλά εμβολιαστικά ποσοστά επιτυγχάνεται ο στόχος της συλλογικής ανοσίας, κατά συνέπεια η έκθεση στον οργανισμό που προκαλεί τη νόσο γίνεται σπάνια. Για τους φορείς της Δημόσιας Υγείας είναι κρίσιμη η επίτευξη της συλλογικής ανοσίας, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία όχι μόνο όσων έχουν εμβολιασθεί, αλλά και όσων για διάφορους λόγους δεν μπορούν να εμβολιαστούν. Από την εποχή της διενέργειας των πρώτων εμβολιασμών εμφανίστηκε το φαινόμενο της εμβολιαστικής διστακτικότητας. Κύριες αιτίες που την προκαλούν είναι ο εφησυχασμός του πληθυσμού, διάφοροι πρακτικοί λόγοι που παρεμποδίζουν την εύκολη διενέργεια των εμβολιασμών και η έλλειψη εμπιστοσύνης του κοινού. Η εμπιστοσύνη σχετίζεται με την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των εμβολίων, καθώς και τη σχέση των πολιτών με το κράτος και τη θρησκεία. Η θεσμοθέτηση των υποχρεωτικών εμβολιαστικών προγραμμάτων από πολλές κυβερνήσεις συνεισφέρει στην προσπάθεια επίτευξης των εμβολιαστικών στόχων. Εξετάζοντας την υποχρεωτικότητα με βάση τις αρχές της Βιοηθικής, συγκεκριμένα την αρχή της αυτονομίας, της ωφέλειας, της αποφυγής βλάβης και της δικαιοσύνης, εξάγουμε συμπεράσματα σε σχέση με το εάν και πότε είναι αιτιολογημένη η επιβολή. Για την αξιολόγηση των προγραμμάτων, σημαντικοί παράγοντες είναι το όφελος που προκύπτει από τον εμβολιασμό, η διασφάλιση ευρείας κοινωνικής συναίνεσης, η ύπαρξη δυνατότητας επιλογής και οι επιπτώσεις που προβλέπονται για την εμβολιαστική παράλειψη. Μελετώντας τα εμβολιαστικά προγράμματα, υποχρεωτικά και μη, διαφόρων χωρών και κρίνοντάς τα ως προς την επίτευξη των εμβολιαστικών στόχων, αναδεικνύονται τα κρίσιμα εκείνα στοιχεία που ενισχύουν τον εμβολιασμό. Σε αυτά συγκαταλέγονται η άρτια λειτουργία των δομών υγείας, η σχέση εμπιστοσύνης ασθενούς-γιατρού και η διαρκής και καλά μελετημένη ενημέρωση τόσο των επαγγελματιών υγείας, όσο και του ευρύτερου κοινού. 114 147 154 Tracing cognitive, social and cultural aspects of their mathematical education Ανιχνεύοντας γνωστικές, κοινωνικές και πολιτισμικές παραμέτρους της μαθηματικής τους εκπαίδευσης Mathematics offers tο the individual the opportunity to describe and understand the complex reality and is related but not exclusively dependent on his/her education. In everyday life many students easily calculate, process and solve problems that require mathematical knowledge and skills. The attractiveness of the socio-cultural nature of the mathematical knowledge as well as the experiences of the author of this work with Roma students in the context of his Practicum gave rise to its implementation. The paper examines the socio-cultural factors that shape the performance and participation of Roma students in the mathematics classroom. The data derived from observing eight Roma students at public schools in Thrace. The results of the data analysis reveal significant barriers to accessing mathematical knowledge by the students of this group, mainly because of low expectations, social inequalities and cultural differences Τα μαθηματικά παρέχουν στο άτομο τη δυνατότητα να περιγράψει και να κατανοήσει την πολύπλοκη πραγματικότητα που το περιβάλλει και αυτό συνδέεται αλλά δεν εξαρτάται αποκλειστικά από την εκπαίδευσή του. Στην καθημερινή ζωή πολλοί μαθητές υπολογίζουν με ευκολία, επεξεργάζονται και επιλύουν προβλήματα, τα οποία απαιτούν μαθηματικές γνώσεις και δεξιότητες. Η ελκυστικότητα του κοινωνικο-πολιτισμικού χαρακτήρα της μαθηματικής γνώσης και οι εμπειρίες του συγγραφέα της παρούσας εργασίας με μαθητές Ρομά στο πλαίσιο της Πρακτικής του Άσκησης αποτέλεσαν την αφορμή της εκπόνησής της. Η εργασία εξετάζει τους κοινωνικό-πολιτισμικούς παράγοντες που διαμορφώνουν την επίδοση και τη συμμετοχή Ρομ μαθητών στην τάξη των μαθηματικών. Τα δεδομένα προέρχονται από τις παρατηρήσεις οχτώ ρομά μαθητών σε τάξεις μαθηματικών σε δημόσια σχολεία της Θράκης. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των δεδομένων αναδεικνύουν σημαντικά εμπόδια πρόσβασης στη μαθηματική γνώση από τους μαθητές της συγκεκριμένης ομάδας, κυρίως για λόγους χαμηλών προσδοκιών, κοινωνικών ανισοτήτων και πολιτισμικών διαφορών 115 241 277 The cause of this particular research is to answer the question if students of Medical School of Alexandroupolis deal with the same situations as students in global level. MATERIAL OF THE RESEARCH: A sample of 200 students of Medical School of Alexandroupolis from 2nd to 6th year of studies. For the collection of the questionnaire helped the students in charge of each year. The first part contained an inventory of personal questions about the relationships the students developed with their family and friends. The second part collected data of the emotional state and in the third part questions about the growth of stress during the Academic year. For the statistical analysis of the data was used the statistic package SPSS. RESULTS: The results that aroused from this research were no different of the results of previous studies. Loneliness and melancholy are in high percentage, as good as bad mood with change of sleep and eating habits.The new responsibilities in University, the partnerships with new people and the heavy duties they are called to fulfill, has as a result an increase of stress. CONCLUSIONS: Students face heavy stress due to their age and the problems they have to deal with, away from their families in combination with the pressure of their studies. These two factors create many stressful emotional feelings. The University has to develop stable structures to support the students with specialized stuff so their lives become more easy and effective. Εισαγωγή: Σε πολλές μελέτες έχει βρεθεί ότι οι καταστάσεις που βιώνουν οι φοιτητές σ΄αυτό το μεταβατικό στάδιο της ζωής τους, έχει επιπτώσεις στην ψυχοσωματική υγεία τους με την ανάπτυξη συναισθημάτων και έντονου στρες. Σκοπός : Ο σκοπός της συγκεκριμένης έρευνα ήταν να απαντήσει αν υπάρχουν και στους φοιτητές του Τμήματος Ιατρικής Αλεξ/πολης όλα εκείνα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι φοιτητές σε παγκόσμιο επίπεδο. Υλικό. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 200 φοιτητές του Τμήματος Ιατρικής Αλεξ/πολης από το Β Έτος έως και το ΣΤ΄ Έτος. Στη συλλογή των ερωτηματολογίων βοήθησαν οι υπεύθυνοι τω από το αντίστοιχο έτος σπουδών. Το πρώτο μέρος περιελάμβανε στοιχεία προσωπικού ενδιαφέροντος καταγραφής στοιχείων και σχέσεων που έχουν αναπτύξει τόσο με την οικογένεια όσο και φιλικό περιβάλλον. Το δεύτερο μέρος συλλέχτηκαν πληροφορίες συναισθηματικής φύσεως και τέλος στο τρίτο μέρος ερωτήσεις για την ανάπτυξη του στρες κατά την διάρκεια του Ακαδημαϊκού Έτους. Για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε του στατιστικό πακέτο SPSS. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα που αναδείχθηκαν από την παρούσα εργασία δεν διέφεραν από τα γενικώς γνωστά αποτελέσματα που έχουν αναδειχθεί από παλιότερες μελέτες. Η μοναξιά και μελαγχολία που νιώθουν, είναι σε αρκετά μεγάλο ποσοστό, όπως επίσης η κακή διάθεση που νιώθουν και οι αλλαγές τόσο του ύπνου όσο και των διατροφικών συνηθειών. Οι καινούργιες ευθύνες στο Πανεπιστήμιο, η δουλειά με νέους ανθρώπους που δεν γνώριζαν αλλά και ο αυξημένος φόρτος εργασίας είχαν ως αποτέλεσμα το στρες να είναι έντονο. Συμπεράσματα. Οι φοιτητές αντιμετωπίζουν έντονα προβλήματα που σχετίζονται τόσο λόγω της ηλικίας στην οποία βρίσκονται όσο και λόγων των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν λόγω της απομάκρυνσης από την οικογένεια αλλά και τον φόρτο εργασίας. Ο συνδυασμός αυτός των δύο παραγόντων δημιουργεί πολλά προβλήματα στους φοιτητές ψυχολογικής φύσης. 116 336 343 Nature is the source of inspiration and the field of research for all the aspects of human activities. The same occurs not only for Science but Art too. This mutual starting point defines the mutual elements that inhere to both of them, even if they seem so different. Because, when someone refers to Geometry and Art, especially in education, usually they don’t combine harmonically these two sectors, although the new Analytical Programs are interdisciplinary. In this study we suppose that these two sectors are closely inherent and we try to find out the previous correlation. Geometric patterns are already used from the first signs of human life and activities that appear in illustrations as well in general constructions (construction of tools and homes, wall paintings in caves). Geometry constitutes the base for every design whether it is clearly artistic (Painting, Sculpture, Engraving, Architecture, Design), or it is clearly structural and functional. Initially, in the first part of the study an investigation takes place about geometric patterns in nature and Art. We continue with the delimitation of the notion of the basic geometric schemas (circle, square, and triangle) as well, a short recursion in the past that looks into the sectors in which Art reclaims Geometry. Some remarkable artistic movements constitute a significant point in our study, referring also to their important representatives. In the second part a harmonic affinity between Geometry and Art is attempted at primary school. The connection of Geometry as a special branch of Mathematics and the subjects of Aesthetic Education (Artistic, Theatrical and Musical Education), by the teachers provokes numerous difficulties in understanding and the way of teaching to students. Nevertheless, the new school books are interdisciplinary structured and facilitate this coexistence. Researches prove that the combination of both induce beneficial results in studying and the development of the intelligence of students. In the current search we study the correspondences in school and teaching books of Mathematics and Visual Arts and we suggest some interdisciplinary activities that could conduce to this cause H φύση είναι η πηγή έμπνευσης και το πεδίο έρευνας για όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας. Το ίδιο ισχύει για την Επιστήμη όσο και την Τέχνη. Η κοινή αυτή αφετηρία καθορίζει τα κοινά στοιχεία που ενυπάρχουν και στις δυο, όσο κι αν αυτές φαντάζουν από πρώτη άποψη τόσο διαφορετικές. Διότι όταν κάποιος κάνει λόγο για Γεωμετρία και Τέχνη, ιδιαίτερα στην εκπαίδευση, συνήθως δεν συνδέει αρμονικά αυτούς τους δύο τομείς, παρόλο που τα νέα Αναλυτικά Προγράμματα είναι διαθεματικά (Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.), 2003). Στην παρούσα μελέτη υποθέτουμε ότι αυτοί οι δύο τομείς είναι άμεσα συνυφασμένοι και προσπαθούμε να εξακριβώσουμε τον παραπάνω συσχετισμό. Ήδη από τα πρώτα δείγματα της ανθρώπινης ζωής και σε δραστηριότητες που εμφανίζονται γίνεται χρήση των γεωμετρικών μοτίβων τόσο στις απεικονίσεις όσο και στις διάφορες κατασκευές (κατασκευή εργαλείων και σπιτιών, τοιχογραφίες σε σπηλιές). Η Γεωμετρία αποτελεί τη βάση για κάθε σχεδιασμό είτε είναι καθαρά καλλιτεχνικός (Ζωγραφική, Γλυπτική, Χαρακτική, Αρχιτεκτονική, Design), είτε καθαρά κατασκευαστικός και λειτουργικός. Αρχικά, στο πρώτο μέρος της εργασίας πραγματοποιείται μία διερεύνηση γεωμετρικών μοτίβων στη φύση και στην Τέχνη. Ακολουθεί η οριοθέτηση της έννοιας των βασικών γεωμετρικών σχημάτων (κύκλος, τετράγωνο, τρίγωνο) καθώς και μία σύντομη αναδρομή στο παρελθόν που εξετάζει τους τομείς στους οποίους η Τέχνη αξιοποιεί τη Γεωμετρία. Σημαντικό σταθμό στην εργασία μας θα αποτελέσουν κάποια αξιοσημείωτα καλλιτεχνικά κινήματα, με αναφορά στους σημαντικούς εκπροσώπους τους. Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η αρμονική σχέση της Γεωμετρίας και της Τέχνης στο Δημοτικό σχολείο. Η σύνδεση της Γεωμετρίας ως ιδιαίτερου κλάδου των Μαθηματικών με τα μαθήματα της Αισθητικής Αγωγής (Εικαστική, Θεατρική και Μουσική Αγωγή) από τους δασκάλους, προκαλεί αρκετές δυσκολίες ως προς την κατανόηση και τον τρόπο διδασκαλίας στους μαθητές. Ωστόσο, τα νέα σχολικά εγχειρίδια είναι διαθεματικά δομημένα και διευκολύνουν αυτή τη συνύπαρξη. Έρευνες αποδεικνύουν ότι ο συνδυασμός και των δύο επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στη μάθηση και την ανάπτυξη της ευφυΐας των μαθητών. Στην παρούσα έρευνα μελετούμε τις αντιστοιχίες που υπάρχουν στα σχολικά, διδακτικά εγχειρίδια των Μαθηματικών και των Εικαστικών (Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων (ΟΕΔΒ, 2007) και προτείνουμε κάποιες διαθεματικές δραστηριότητες που θα μπορούσαν να συμβάλλουν γι’ αυτό το σκοπό 117 185 226 Μελέτη της διατροφικής συμπεριφοράς σε δείγμα πληθυσμού στο Ν. Έβρου σε σχέση με την κατανάλωση συμπληρωμάτων διατροφής The dietary behavior of a population is an element of the overall state of its health. Using nutritional supplements is a practice which is used, to some extent, in order to enhance health. The aim of this study was to record the views and practices on nutritional supplements in a population sample from the administrative district of Evros, Greece. For this purpose, a questionnaire was drawn up and was addressed to a random sample of 110 individuals of the above population. Results were evaluated in relation to existing literature to draw conclusions on nutritional behavior in the area regarding dietary supplements. Based on the results of this study, we could conclude that the use of food supplements is generally not widespread in the specimen of the area tested. Knowledge about supplements is obtained, to its greatest share, by the media, internet, and friends and in only a small percent by authorized people. Since dietary supplements aren’t "innocent" but should follow the rules for the use of drugs based on individual needs, their intake should be introduced after the expert's recommendation and under his continuous supervision Η διατροφική συμπεριφορά ενός πληθυσμού αποτελεί στοιχείο της γενικότερης κατάστασης της υγείας του. Η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής αποτελεί μια πρακτική η οποία χρησιμοποιείται σε κάποιο βαθμό για ενίσχυση της κατάστασης της υγείας. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης ήταν να καταγράψει την άποψη αλλά και την πρακτική όσον αφορά τα συμπληρώματα διατροφής σε δείγμα πληθυσμού από τον Ν. Έβρου. Για τον λόγο αυτό, συντάχθηκε ερωτηματολόγιο το οποίο απευθύνθηκε σε 110 άτομα σε τυχαίο δείγμα πληθυσμού. Πραγματοποιήθηκε επεξεργασία και αξιολόγηση των αποτελεσμάτων σε σχέση και με την υπάρχουσα βιβλιογραφία προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα για την διατροφική συμπεριφορά στην περιοχή αναφορικά με τα συμπληρώματα διατροφής. Με βάση τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι η χρήση των συμπληρωμάτων διατροφής γενικά δεν είναι διαδεδομένη στο δείγμα της περιοχής που εξετάστηκε. Η πληροφόρηση υπάρχει, αλλά προέρχεται στο μεγαλύτερο ποσοστό της, όπως η περισσότερη γνώση σήμερα από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, το διαδίκτυο, τους φίλους και σε κάθε περίπτωση από μη εξουσιοδοτημένα γι’ αυτό άτομα. Δεδομένου ότι τα συμπληρώματα διατροφής δεν είναι «αθώα» αλλά θα πρέπει να ακολουθούν τους κανόνες χρήσης των φαρμάκων με βάση τις ατομικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες του καθενός, η οποιαδήποτε λήψη τους θα πρέπει να γίνεται μετά από σύσταση του ειδικού και κάτω από την επίβλεψή του 118 117 153 ένα σύγχρονο πρόβλημα μηχανισμοί και δυνατότητες αντιστροφής του χρόνου Advanced maternal age leads to diminished ovarian reserve and oocytes of lower quality. Older women often persue motherhood with donor oocyte because of this fact. After 35 years of age, fertility decline is accelerated. Time has a destructive impact on the oocyte secreting phenotype, its structure, the integrity of the genetic information it carries and its functionality. Reversing that impact was considered impossible, however recently, breakthrough procedures in oocyte manipulation have been evolved, in an effort to optimize aged oocyte’s quality. This new approach makes it possible for carriers of mitochondrial diseases to have a healthy child that shares their DNA but also offers the possibility to rejuvenate aspiring mothers’ own oocytes, before resorting to oocyte donors. Με την πρόοδο της ηλικίας, η ποσότητα και η ποιότητα των ωαρίων μειώνεται. Αυτό, οδηγεί γυναίκες μεγαλύτερες σε ηλικία να αναζητήσουν ωάρια δότριας προκειμένου να γίνουν μητέρες. Ειδικά από την ηλικία των 35 και μετά, η γονιμότητα της γυναίκας μειώνεται επιταχυνόμενα. Οι επιδράσεις του χρόνου στο ωάριο είναι καταστροφικές, τόσο ως προς τον εκκριτικό του φαινότυπο, όσο και ως προς την δομή, την ακεραιότητα του γενετικού του υλικού και την λειτουργικότητα του. Η αντιστροφή των επιδράσεων αυτών και η ανανέωση των ωαρίων αποτελούσε μέχρι πρόσφατα φαντασία, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, έγιναν οι πρώτες επεμβάσεις στο ωάριο με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας του. Η νέα αυτή προσέγγιση, μας δίνει τη δυνατότητα να προσφέρουμε στο ζευγάρι βιολογικούς απογόνους που δεν πάσχουν από κληρονομούμενα μιτοχονδριακά νοσήματα ενώ παράλληλα μας επιτρέπει να του προσφέρουμε την επιλογή της ανανέωσης των ωαρίων πριν προσφύγουμε σε προσπάθεια με ωάριο δότριας. 119 133 130 Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από το Σχολικό Σύμβουλο The topic which the present theoretical and practical study deals with is the evaluation of teachers from School Counselors. Basic aim of this study was to be recorded and to be investigated the opinions of teachers in Primary Education reference to the evaluation of teachers from School Counselors. Within the framework of the practical investigation of the topic were conducted four semi-structured interviews with teachers from the prefectures of Xanthi and Kavala. Efforts were made in order to be recorded the expectations of teachers from the process of their evaluation, to be investigated even if in who degree the interpersonal relations between evaluator and appraised influence the objectivity in the process of evaluation and to be recorded the proposals of teachers on the process and the content of evaluation of the School Counselors. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από τους Σχολικούς Συμβούλους. Βασικός σκοπός της εργασίας ήταν να καταγραφούν και να διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από τους Σχολικούς Συμβούλους. Στα πλαίσια της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθηκαν τέσσερις ημιδομημένες συνεντεύξεις από εκπαιδευτικούς των Νομών Ξάνθης και Καβάλας. Έγινε προσπάθεια να καταγραφούν οι προσδοκίες των εκπαιδευτικών από τη διαδικασία αξιολόγησής τους, να διερευνηθεί αν και σε ποιο βαθμό οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ αξιολογητή και αξιολογούμενου επηρεάζουν την αντικειμενικότητα στη διαδικασία της αξιολόγησης καθώς επίσης να καταγραφούν οι προτάσεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη διαδικασία και το περιεχόμενο της αξιολόγησής τους από τους Σχολικούς Συμβούλους. 120 294 320 Διερεύνηση των αντιλήψεων και της συμπεριφοράς μαθητών και εκπαιδευτικών σε ενεργειακά/ βιοκλιματικά σχεδιασμένο σχολείο (βιοκλιματικό) ή ενεργειακά αναβαθμισμένο Energy saving is the first priority issue of modern times and is achieved through energy upgrading or the construction of new bioclimatic buildings. Especially in the case of schools, energy planning or energy upgrading can be work demonstratively and exemplary, and if combined with appropriate environmental education, we estimate that there is a strong perspective for changing pupils' perceptions, attitudes and behavior in energy issues in a positive direction. This research explores the perceptions, attitudes and behaviors of pupils and teachers, as well as the factors that influence their formation. In particular, the research concerns the importance and impact of Environmental Education and the Experience of teachers and pupils in a bioclimatic or energy-upgraded school. We then explore how and to what extent this knowledge and experience is transferred to and influenced by parents and the wider society. The survey was conducted in the first half of 2017 in High schools and Lyceums in Halkidiki, among members of the whole school community - mainly teachers - and discussions were conducted through focus groups with teachers and research through questionnaires, separate for teachers and pupils. The data were statistically analyzed and the results largely confirmed the original research assumptions, based on both literature and focal point approaches. The main conclusions are summarized in the previous experience of energy upgrading affecting knowledge and in turn behavior in energy issues. Environmental education with a focus on energy functions catalytically in the pursuit of perceptions and attitudes, but also in changing behavior, which requires a long, persistent and targeted effort. Energetically designed or upgraded schools eventually have the potential and the prospect - but under basic terms and conditions - to serve as a demonstration and to set an example for residential and other buildings, public and private. Η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελεί τη σύγχρονη εποχή ζήτημα πρώτης προτεραιότητας και επιτυγχάνεται μέσω ενεργειακής αναβάθμισης ή με την κατασκευή νέων βιοκλιματικών κτιρίων. Ειδικά στην περίπτωση των σχολείων, μπορεί να λειτουργήσει επιδεικτικά και παραδειγματικά ο ενεργειακός σχεδιασμός ή μια ενεργειακή τους αναβάθμιση, που εφόσον συνδυαστεί με κατάλληλη περιβαλλοντική εκπαίδευση, εκτιμούμε πως υπάρχει σοβαρή προοπτική για αλλαγή αντιλήψεων, στάσης και συμπεριφοράς των μαθητών στα ενεργειακά θέματα σε μια θετική κατεύθυνση. Με την παρούσα έρευνα γίνεται διερεύνηση των αντιλήψεων, στάσεων και συμπεριφορών μαθητών και εκπαιδευτικών, καθώς και των παραγόντων που επιδρούν στη διαμόρφωση αυτών. Ειδικότερα η διερεύνηση αφορά τη σημασία και επίδραση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και της βιωματικής εμπειρίας σε ένα βιοκλιματικό ή ενεργειακά αναβαθμισμένο σχολείο. Στη συνέχεια διερευνούμε πώς και σε ποιο βαθμό αυτές οι γνώσεις και η βιωματική εμπειρία μεταφέρονται και επιδρούν στους γονείς και την ευρύτερη κοινωνία. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το πρώτο εξάμηνο του 2017 σε Γυμνάσια και Λύκεια της Χαλκιδικής, μεταξύ μελών όλης της σχολικής κοινότητας – κυρίως όμως εκπαιδευτικών – και διενεργήθηκαν συζητήσεις μέσω μονάδων εστίασης με εκπαιδευτικούς και έρευνα μέσω ερωτηματολογίων, ξεχωριστών για εκπαιδευτικούς και μαθητές. Τα δεδομένα αναλύθηκαν στατιστικά και τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν σε μεγάλο βαθμό τις αρχικές ερευνητικές υποθέσεις, που στηρίχτηκαν τόσο σε στοιχεία της σχετικής βιβλιογραφίας όσο και στις προσεγγίσεις των μονάδων εστίασης. Τα βασικά συμπεράσματα συνοψίζονται στο ότι η προγενέστερη εμπειρία ενεργειακής αναβάθμισης επιδρά στις γνώσεις και αυτές με τη σειρά τους στη συμπεριφορά σε ενεργειακά θέματα. Η περιβαλλοντική εκπαίδευση με εστίαση στην ενέργεια λειτουργεί καταλυτικά στην επιζητούμενη διαμόρφωση αντιλήψεων και στάσεων, αλλά και στην αλλαγή συμπεριφοράς, για την οποία όμως απαιτείται μακρόχρονη, επίμονη και στοχευμένη προσπάθεια. Τα ενεργειακά σχεδιασμένα ή αναβαθμισμένα σχολεία έχουν τελικά τη δυνατότητα και την προοπτική – όμως υπό βασικούς όρους και προϋποθέσεις - να λειτουργήσουν επιδεικτικά και να αποτελέσουν παράδειγμα για τις κατοικίες και τα υπόλοιπα κτίρια, δημόσια και ιδιωτικά. 121 108 127 Ενημέρωση παιδιών και εφήβων με καρκίνο τελικού σταδίου για την επερχόμενη έκβαση Introduction: Childhood cancer is a sad announcement for both the child himself and the parents. There are tumors that occur in childhood and adolescence. Their consequences are both physical and psycho-logical. Purpose: The purpose of this work is to review the current literature on childhood and adolescent cancer and the support of children with terminal cancer. Method: We reviewed medical and nursing books written in Greek and foreign languages, as well as articles from nursing journals. Conclusions: A child with terminal cancer should be treated as a whole, and we should focus not only on his physical, but also on his physiological symptoms and those of his family. Εισαγωγή: Ο παιδικός καρκίνος αποτελεί μια θλιβερή ανακοίνωση τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τους γονείς του. Υπάρχουν όγκοι που εμφανίζονται στην παιδική και εφηβική ηλικία. Οι επιπτώσεις τους δεν είναι μόνο σωματικές, αλλά και ψυχολογικές. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανασκόπηση της τρέχουσας βιβλιογραφίας σχετικά με τον παιδικό και εφηβικό καρκίνο και την υποστήριξη των παιδιών με καρκίνο τελικού σταδίου. Μέθοδος: Ανασκοπήθηκαν ιατρικά και νοσηλευτικά συγγράμματα ελληνόγλωσσα και ξενόγλωσσα και νοσηλευτικά άρθρα. Συμπεράσματα: Το παιδί με καρκίνο τελικού σταδίου θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ολότητα και δεν θα πρέπει να γίνεται εστίαση μόνο στα σωματικά, αλλά και στα ψυχολογικά συμπτώματα, τόσο του ίδιου όσο και του οικογενειακού του περιβάλλοντος. 122 264 265 Animals in illustrated children's books of ecological interest to Greek and foreign writers from 2006 to 2016 Τα ζώα σε εικονογραφημένα παιδικά βιβλία οικολογικού ενδιαφέροντος Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, από το 2006 έως το 2016 Animals as symbols in the field of mythology and allegorical narratives are a popular technique of indirect message transmission that has survived over the centuries. Since modern times is characterized by transitivity on every level, it is important to explore the symbolic character of animals in children's literature, especialy in the field of environmental education and ecology. The present research focuses on the anthropomorphic animal figures as presented in children's illustrated ecological books of Greek and foreign authors from the decade 2006-2016. The exploration of anthropomorphism in the appearance of animals as children's heroes is considered a starting point for studies on empathy as well as on the humanitarian values imprinted through the above technique in children's narratives. The present work analyzes the content of 10 books with ecological interests, whose leading heroes are animals, and are addressed to the 6 to 9 year old audience. This work is an extension of the diploma thesis of Charitou A., an alternative proposal aimed at highlighting humanitarian values and empathy; attitudes promoted through anthropomorphic heroes. The findings of our research have highlighted the contribution of anthropomorphism to the cultivation of empathy and humanitarian values by matching the vision of the reader with that of the hero by setting the proper framework for dealing with the problems that the second faces. The parallel contribution of anthropomorphic heroes to the ecological expression in children's literature, to delectation, spiritual culture and environmental education is a lucrative ground that calls for further exploration. Τα ζώα ως σύμβολα στο χώρο της μυθοποιίας και των αλληγορικών αφηγήσεων αποτελούν μια προσφιλή τεχνική μετάδοσης έμμεσων μηνυμάτων η οποία έχει διασωθεί στο πέρας των αιώνων. Καθώς η σύγχρονη εποχή χαρακτηρίζεται από μεταβατικότητα παντός επιπέδου, είναι σημαντική η διερεύνηση του συμβολικού χαρακτήρα των ζώων στα παιδικά λογοτεχνικά έργα, και συγκεκριμένα στο χώρο της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και της οικολογίας. Η παρούσα έρευνα εστιάζει στις ανθρωπομορφισμένες φιγούρες των ζώων, όπως αυτές παρουσιάζονται στα παιδικά εικονογραφημένα βιβλία οικολογικού ενδιαφέροντος, Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, της δεκαετίας 2006 - 2016. Η διερεύνηση του ανθρωπομορφισμού στις εμφανίσεις των ζώων ως ήρωες παιδικών βιβλίων, θεωρείται ένα σημείο εκκίνησης για τη μελέτη της ενσυναίσθησης καθώς και των ανθρωπιστικών αξιών τα οποία αποτυπώνονται μέσω της παραπάνω τεχνικής στις παιδικές αφηγήσεις. Η παρούσα εργασία συνίσταται από την ανάλυση περιεχομένου 10 βιβλίων οικολογικού ενδιαφέροντος με πρωταγωνιστές ζώα, τα οποία απευθυνονται στο ηλικιακό κοινό από 6 έως 9 ετών και αποτελεί προέκταση της διπλωματικής εργασίας της Χαρίτου Α., μία εναλλακτική πρόταση η οποία στοχεύει στην ανάδειξη των ανθρωπιστικών αξιών και της ενσυναίσθησης· στάσεις που προωθουνται μέσω των ανθρωπομορφισμένων ηρώων. Τα ευρήματα της έρευνας ανέδειξαν τη συμβολή του ανθρωπομορφισμού στην καλλιέργεια ενσυναίσθησης και ανθρωπιστικών αξιών, μέσω της ταύτισης του ορίζοντα του αναγνώστη με αυτή του ήρωα, θέτοντας το κατάλληλο πλαίσιο πραγμάτευσης των προβληματικών τις οποίες ο δεύτερος αντιμετωπίζει. Η παράλληλη συμβολή των ανθρωπομορφισμένων ηρώων, κατά την οικολογική έκφανση της παιδικής λογοτεχνίας, στην τέρψη, την πνευματική καλλιέργεια και την περιβαλλοντική παιδεία αποτελεί ένα προσοδοφόρο έδαφος το οποίο χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. 123 349 393 Ιστική έκφραση της glycoprotein nonmetastatic melanoma B (GPNMB) στο ήπαρ και στο νεφρό σε πειραματικό μοντέλο επίμυος – ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος με χορήγηση σιλιμπιλίνης In the current study we examined expression of glycoprotein non metastatic melanoma b (GPNMB) in experimental model of ischemia – reperfusion liver and kidney with and without silibilin use. 63 Wistar rats were separated in 9 groups. 1 group served as sham group, 4 groups were controls and 4 groups were treated with silibilin. Sham team underwent laparotomy only. The other teams underwent laparotomy, ischemia – reperfusion f 45 mins and euthanasia at 60, 120, 180 and 240 mins. Liver and kidney were immunohistochemically examined for GPNMB expression in 1 4 points scale (0, +, ++ and +++). Results were subjected to statistical analysis. Literature was reviewed concerning GPNMB expression in various models alongside with histochemical, biochemical and clinical results. Results of this study were correlated with those of the literature.According to our study, GPNMB expression increases in an ischemia – reperfusion model to the liver as well as to the kidney. Increase is time – dependent while silibilin seem to exert protective effect both to liver and kidney. Results were statistically important concerning GPNMB expression to experimental teams in comparison to sham team. Importantly results were statistically important concerning comparison between two arms of the study. Intravenous silibilin amplifies GPNMB expression as well as between groups of the same arm as well as between arms. In summary current study contributes at studying of expression of GPNMB in a model never studied before but clinically important, as is liver ischemia – reperfusion, its study in a time – dependent model and inclusion of an arm with use of a liver – protecting agents as is silibilin. Findings of this study are in correlation and complete those of the literature. Future directions include a more complete characterization of GPNMB expression with addition immunohistochemical techniques. More importantly the arm of the study for the liver potentially can be applied to humans in hepatectomy operations with vascular occlusion. Limitations of this study include the relatively little number of animals, that was still proven sufficient for definition of statistical importance as well as non measurement of soluble GPNMB in correlation with tissue GPNMB. Στην παρούσα μελέτη μελετήσαμε την έκφραση της γλυκοποπρωτεΐνης μη μεταστατικού μελανώματος β (glycoprotein non metastatic melanoma b, GPNMB) σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας – επαναιμάτωσης ήπατος – νεφρού με και χωρίς την χρήση σιλιμπιλίνης. 63 Wistar rats χωρίστηκαν σε 9 ομάδες, 1 ομάδα sham, 4 ομάδες controls και 4 ομάδες στις οποίες χορηγήθηκε σιλιμπιλίνη. Στην ομάδα sham διενεργήθηκε μόνο λαπαροτομία. Στις υπόλοιπες ομάδες διενεργήθηκε λαπαροτομία, ισχαιμία – επαναιμάτωση διάρκειας 45 λεπτών και ευθανασία στα 60, 120, 180 και 240 λεπτά. Ακολούθως έγινε λήψη του ήπατος και των νεφρών και ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης της GPNMB σε 4βάθμαι κλίμακα (0, +, ++, +++). Τα αποτελέσματα υποβλήθηκαν σε στατιστική ανάλυση. Έγινε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με την έκφραση της GPNMB και τα ιστοπαθολογικά, βιοχημικά και κλινικά συμπεράσματα. Τα συμπεράσματα της μελέτης συσχετίσθηκαν με αυτά της βιβλιογραφίας. Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης μας, η GPNMB αυξάνεται σε μοντέλο ισχαιμίας- επαναιμάτωσης τόσο στον νεφρό όσο και στο ήπαρ. Η αύξηση είναι χρονοεξαρτώμενη, δηλαδή αυξάνει με τον χρόνο ισχαιμίας ενώ η σιλιμπιλίνη φαίνεται να ασκεί προστατευτική δράση τόσο στο ήπαρ όσο και στο νεφρό. Τα αποτελέσματα ήταν στατιστικώς σημαντικά όσον αφορά την έκφραση της αύξησης της GPNMB σε σχέση με την ομάδα Sham, αλλά και την αύξηση της έκφρασης της GPNMB ανάμεσα στις ομάδες του κάθε σκέλους της μελέτης. Η ενδοφλέβια έγχυση σιλιμπιλίνης αμβλύνει την έκφραση της GPNMB τόσο ανάμεσα στις ομάδες του κάθε σκέλους όσο και ανάμεσα στις ομόλογες ομάδες των σκελών της μελέτης. Η παρούσα μελέτη συμβάλει στην μελέτη της έκφρασης της GPNMB σε μια πειραματική διάταξη η οποία δεν είχε μελετηθεί ξανά αλλά έχει συχνές και σημαντικές κλινικές εφαρμογές, όπως η ισχαιμία – επαναιμάτωση ήπατος, την μελέτη της έκφρασής της σε μοντέλο χρονοεξαρτώμενο αλλά και ύπαρξη σκέλους μελέτης με χρήση του ηπατοπροστατευτικού σιλιμπιλίνη. Τα ευρήματα της μελέτης μας βρίσκονται σε συνάφεια και συμπληρώνουν αυτά της βιβλιογραφίας. Μελλοντικές κατευθύνσεις περιλαμβάνουν τον πληρέστερο χαρακτηρισμό της έκφρασης της GPNMB με επιπλέον ιστοχημικές μεθόδους. Επιπλέον το σκέλος της μελέτης που αφορά το ήπαρ έχει εν δυνάμει εφαρμογή σε ανθρώπους σε επεμβάσεις ηπατεκτομής με αγγειακό αποκλεισμός. Περιορισμοί της μελέτης περιλαμβάνουν τον σχετικά μικρό αριθμό πειραματόζωων, ο οποίος όμως αποδείχθηκε επαρκής για τον χαρακτηρισμό στατιστικών σημαντικοτήτων και την μη μέτρηση της διαλυτής GPNMB σε συνάρτηση με την ιστική. 124 260 291 Μελέτη της μέτρησης της ενδοφθάλμιας πίεσης ασθενών μετά από βιτρεκτομή και ένθεση ελαίου σιλικόνης με τη χρήση τονόμετρου επαφής και αέρος Purpose: To assess the accuracy of intraocular pressure measurements (IOP), using air tonometer (NT) and applanation tonometer Goldmann (GAT) in eyes after vitrectomy were as a tamponade silicone oil was used. Additionally, the relative comparison with control eyes, meaning normal eyes. Method: In this prospective comparative study, IOP was measured by GAT and air tonometer in 22 eyes with silicone oil tamponade one month after vitrectomy and other 22 without any treatment control eyes. Furthermore, pachymetry of the cornea (CCT), and axial length (AL) were measured. Results: A statistically significant difference between the measurements with contact tonometer and air tonometer was found in eyes with silicone. Specifically GAT 19.64 +/- 5.67 mmHg and the air tonometer the average intraocular pressure was 15.86 +/- 4.19 mmHg (p = 0.0001319276). There was no statistically significant difference in both control eyes tonometry techniques. The GAT measurements: mean GAT normal eye 16.41 +/- 2.26 mmHg. Measurements air tonometer (NT): NT average normal eye 16.09 +/- 2.51 mmHg. P = 0.1483589. Not disclosed in statistically significant difference between the measurements of the two techniques in eyes of patients associated with the corneal thickness (p = 0.5804673), gender (p = 0.138), age (p = 0.5708729), and what the type of lens (p = 0.795). Conclusion: The IOP measurements with the GAT and NT techniques show a good reliability in the control eyes. The difference in the measurements of GAT and the NT is statistically significant in the eyes after vitrectomy were silicone oil tamponade was used. These findings indicate that GAT overestimates IOP in this situation. Σκοπός: Να αξιολογηθεί η ακρίβεια στις μετρήσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ), με τη χρήση τονομέτρου αέρος (NT) και τονομέτρου επιπεδώσεως Goldmann (GAT) σε οφθαλμούς που μετά από υαλοειδεκτομή έγινε χρήση ως μέσω επιπωματισμού έλαιο σιλικόνης. Επιπρόσθετα, η σχετική σύγκριση με οφθαλμούς ελέγχου. Δηλαδή φυσιολογικούς οφθαλμούς. Μέθοδος: Σε αυτήν την προοπτική συγκριτική μελέτη, η ΕΟΠ μετρήθηκε με GAT και αεροτονόμετρο σε 22 οφθαλμούς με επιπωματισμό με έλαιο σιλικόνης ένα μήνα μετά την υαλοειδεκτομή και σε άλλους 22 χωρίς κάποια θεραπεία οφθαλμών ελέγχου. Επιπλέον, μετρήθηκαν η παχυμετρία του κερατοειδούς (CCT) και το αξονικό μήκος (AL). Αποτελέσματα: Βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων με τονόμετρο επαφής και του αεροτονόμετρου σ^υς οφθαλμούς με σιλικόνη. Συγκεκριμένα, με την GAT η μέση ενδοφθάλμια πίεση ήταν 19.64 +/- 5.67 mmHg και με το αεροτονόμετρο η μέση ενδοφθάλμια πίεση ήταν 15.86 +/- 4.19 mmHg (p=0.0001319276). Δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά στις δύο τεχνικές τονομέτρησης στους οφθαλμούς ελέγχου. Οι μετρήσεις GAT: μέση GAT φυσιολογικών οφθαλμών 16.41 +/- 2.26 mmHg. Οι μετρήσεις NT: μέση NT φυσιολογικών οφθαλμών 16.09 +/- 2.51 mmHg. p=0.1483589. Δεν αποκαλύφθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων των δύο τεχνικών στους οφθαλμούς των ασθενών που να σχετίζονται με το πάχος κερατοειδούς (p=0.5804673), το φύλο (p=0.138), την ηλικία (p=0.5708729) και το είδος του φακού (p=0.795) που είχε ο κάθε οφθαλμός. Συμπέρασμα: Οι μετρήσεις της ενδοφθάλμιας πίεσης με τις τεχνικές GAT και NΤ εμφανίζουν μια καλή αξιοπιστία στους οφθαλμούς ελέγχου. Η διαφορά στις μετρήσεις της GAT και του ΝT είναι στατιστικά σημαντικές στους οφθαλμούς που μετά από υαλοειδεκτομή έγινε χρήση ως μέσο επιπωματισμού έλαιο σιλικόνης. Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η GAT υπερεκτιμά την ΕΟΠ σε αυτή την κατάσταση. 125 149 176 Investigation of the Attitudes of Primary Education Teachers towards the Learning and Teaching of Concepts and Procedures of Statistics Διερεύνηση των στάσεων των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης απέναντι στη μάθηση και τη διδασκαλία εννοιών και διαδικασιών της Στατιστικής This research examines the attitudes of primary school teachers regarding Statistics and its teaching. 136 teachers serving in primary schools in the Prefecture of Evros participated in the study. Teachers' attitudes towards Statistics, as well as the relationship between attitudes and years of service, the level of study and the pre-existing knowledge of Statistics were explored. Experienced teachers declare positive attitudes towards the teaching of Statistics. They also state quite positive attitudes about their knowledge of Statistics, as well as their behavior towards it, while their emotions towards Statistics are more neutral. Finally, teachers who have more years of service and higher academic qualifications seem to express more positive attitudes towards teaching Statistics, while there is no differentiation of attitudes regarding whether they have attended Statistics courses in the past. Η παρούσα έρευνα μελετά τις στάσεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με τη Στατιστική και τη διδασκαλία της. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας έλαβαν μέρος 136 εκπαιδευτικοί, οι οποίοι υπηρετούν σε δημοτικά σχολεία του νομού Έβρου. Διερευνήθηκαν τόσο οι στάσεις που υιοθετούν οι εκπαιδευτικοί απέναντι στη Στατιστική όσο και οι σχέσεις ανάμεσα στις στάσεις και τα έτη προϋπηρεσίας, το επίπεδο σπουδών καθώς και την προϋπάρχουσα γνώση σχετικά με τη Στατιστική. Οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί δηλώνουν αρκετά θετικές στάσεις απέναντι στη διδασκαλία της Στατιστικής. Επίσης, δηλώνουν αρκετά θετικές στάσεις αναφορικά με τις γνώσεις τους για τη Στατιστική, καθώς και τη συμπεριφορά τους απέναντι σε αυτήν, ενώ τα συναισθήματα τους απέναντι στη Στατιστική εμφανίζονται πιο ουδέτερα. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί που διαθέτουν περισσότερα χρόνια υπηρεσίας και αναπτυγμένα ακαδημαϊκά προσόντα φαίνεται να εκφράζουν πιο θετικές στάσεις απέναντι στη διδασκαλία της Στατιστικής, ενώ δεν παρατηρείται να υπάρχει διαφοροποίηση των στάσεων τους αναφορικά με το εάν έχουν παρακολουθήσει μαθήματα Στατιστικής στο παρελθόν. 126 170 175 Stereotyping and multiculturalism in kindergarten educators discourse regarding the Muslim minority of Thrace Στερεοτυποποίηση και πολυπολιτισμικότητα στο λόγο των νηπιαγωγών για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης The present paper aims to study stereotypes and prejudice in a multicultural society from the perspective of educationalists towards the Muslim minority of Thrace. Furthermore, it makes reference to sensitive social issues that have to do with national conscience and beliefs of pre-school educators as far as minority population is concerned. A basic aim is the diminishing of inequality and prejudice as well as the acceptance of a multicultural context. The survey was carried out using qualitative methods and data were analyzed using thematic analysis. The sample exclusively contains women preschool teachers in the area of Alexandroupolis, who were asked through semi-structured interviews to answer questions regarding the Muslim minority of Thrace. Answers are based on their own experiences and their ideologies. Research is connected with the educational procedure, due to the specific sample used, as well as with the plan of the interview that incorporates questions that regard the educational as well as the social context Η παρούσα εργασία έχει ως αντικείμενο τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, δηλαδή την πολιτιστική ποικιλομορφία που επικρατεί, από την σκοπιά των εκπαιδευτικών απέναντι στη συγκεκριμένη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Επίσης, αναφέρεται σε ευαίσθητα κοινωνικά θέματα, που αφορούν την εθνική συνείδηση και τις αντιλήψεις των νηπιαγωγών για την μειονότητα αυτή. Ως στόχος, είναι η μείωση των ανισοτήτων και των προκαταλήψεων, καθώς και η αποδοχή ενός πολυπολιτισμικού πλαισίου. Το ερευνητικό μέρος πραγματοποιήθηκε μέσα από την ποιοτική μέθοδο, συγκεκριμένα αποτελεί μία εθνογραφική μελέτη και τα δεδομένα που συλλέχθηκαν αποτελούν μέρος της θεματικής ανάλυσης. Το δείγμα αποτελείται αποκλειστικά από γυναίκες νηπιαγωγούς στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, οι οποίες κλήθηκαν μέσω των ημι-δομημένων συνεντεύξεων να απαντήσουν σε ερωτήματα που αφορούν την συγκεκριμένη μειονότητα της Θράκης. Οι απαντήσεις βασίζονται στις εμπειρίες και στις ιδεολογίες τους. Η έρευνα μας συνδέεται με την εκπαιδευτική διαδικασία, λόγω του δείγματος, αλλά και του πλάνου της συνέντευξης που συγχωνεύει ερωτήσεις που αφορούν τόσο το εκπαιδευτικό όσο και το κοινωνικό πλαίσιο 127 187 174 The aim of this work is to show this educational system, which operated on the basis of the needs of the people and the will to create the new man, who was at the center of the construction of the whole socialist system. In order to achieve the goal of this dissertation, based on the bibliography, a historical review of the evolution of the educational system before the October Revolution until the 1930s is first made. After this throwback, I quote the characteristics of the Soviet educational system, which are the curriculum they followed, the method of introduction to education, the educational structures, etc. Following this chapter, I add the basic child psychological perceptions of Soviet psychologists and educators about the development and education of the child. In addition, I am referring to the characteristics which the Soviet teacher had to possess and then the characteristics of the new man who was formed by the education system, therefore by the teachers themselves. Closing, I pay tribute to some of the most important educators who existed in the Soviet Union by presenting pieces of their life and work. Στόχος αυτής της εργασίας είναι η προβολή αυτού του εκπαιδευτικού συστήματος, που λειτουργούσε με βάση των αναγκών του λαού και τη θέληση για τη δημιουργία του νέου ανθρώπου, που έμπαινε στο κέντρο της οικοδόμησης ολόκληρου του σοσιαλιστικού συστήματος. Για να επιτευχθεί ο στόχος της πτυχιακής εργασίας, βάσει της βιβλιογραφίας, γίνεται αρχικά μία ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη του εκπαιδευτικού συστήματος πριν από την Οκτωβριανή Επανάσταση έως τη δεκαετία του 30’. Μετά την ιστορική αναδρομή, παραθέτω τα χαρακτηριστικά του σοβιετικού εκπαιδευτικού συστήματος, δηλαδή το αναλυτικό πρόγραμμα που ακολουθούσαν, ο τρόπος εισαγωγής στην εκπαίδευση, τις εκπαιδευτικές δομές κ.λπ. Στη συνέχεια αυτού του κεφαλαίου, προσθέτω τις βασικές παιδοψυχολογικές αντιλήψεις των σοβιετικών ψυχολόγων και παιδαγωγών σχετικά με την ανάπτυξη και την μόρφωση του παιδιού. Επιπρόσθετα, αναφέρομαι στα χαρακτηριστικά που έπρεπε να κατέχει ο σοβιετικός εκπαιδευτικός και στη συνέχεια τα χαρακτηριστικά του νέου ανθρώπου που διαμορφώνονταν από το εκπαιδευτικό σύστημα, επομένως από τους ίδιους τους δασκάλους. Κλείνοντας, αποδίδω τιμή σε κάποιους από τους πιο σπουδαίους παιδαγωγούς που υπήρξαν στη Σοβιετική Ένωση παρουσιάζοντας κομμάτια της ζωής τους και το έργο τους. 128 167 195 As a woman approaches menopause her fertility declines markedly, but the risk for an unwanted pregnancy remains. There are now several safe and effective methods of hormonal contraception for use after the age of 35 and it is now known that contraceptive tablets also offer non-contraceptive benefits. They are divided into 3 main categories: combined estrogen and progestogen- containing tablets, progestogen-only tablets, and emergency contraceptive tablets. The newer lower-dose contraceptive tablets used have fewer side effects, but the risk of deep vein thrombosis, stroke and myocardial infarction remains high after the age of 35. Recent data from the world literature indicate that combined contraceptive tablets should be administered with caution when considering family history, family history, obesity, and smoking factors, while tablets containing only progestogen and recommendations for use after the age of 35. In any case, for the use of birth control pills after the age of 35 it is necessary to take into account the risk factors and compare them with the benefits they provide. Καθώς μια γυναίκα οδεύει προς την εμμηνόπαυση η γονιμότητα μειώνεται αισθητά, ο κίνδυνος όμως για μία ανεπιθύμητη κύηση παραμένει υπαρκτός. Σήμερα υπάρχουν αρκετές ασφαλείς και αποτελεσματικές μέθοδοι ορμονικής αντισύλληψης για χρήση μετά την ηλικία των 35 ετών και είναι πλέον γνωστό ότι τα αντισυλληπτικά δισκία προσφέρουν και μη αντισυλληπτικά οφέλη. Διακρίνονται σε 3 κύριες κατηγορίες: τα συνδυασμένα δισκία που περιέχουν οιστρογόνο και προγεσταγόνο, τα δισκία που περιέχουν μόνο προγεσταγόνο και τα δισκία της επείγουσας αντισύλληψης. Τα νεώτερα χαμηλότερης δοσολογία αντισυλληπτικά δισκία που χρησιμοποιούνται εμφανίζουν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, ωστόσο ο κίνδυνος εμφάνισης εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, εγκεφαλικών επεισοδίων και εμφράγματος του μυοκαρδίου παραμένει υψηλός μετά την ηλικία των 35 ετών. Τα πρόσφατα δεδομένα της παγκόσμιας βιβλιογραφίας αναφέρουν για τα συνδυασμένα αντισυλληπτικά δισκία ότι θα πρέπει να χορηγούνται με προσοχή όταν υπεισέρχονται στο προφίλ της γυναίκας οι παράγοντες οικογενειακό ιστορικό, παχυσαρκία και κάπνισμα, ενώ τα δισκία περιέχοντα μόνο προγεσταγόνο, καθώς και τα δισκία επείγουσας αντισύλληψης δεν έχουν ιδιαίτερες συστάσεις χρήσης μετά την ηλικία των 35 ετών. Σε κάθε περίπτωση, για τη χρήση των αντισυλληπτικών δισκίων μετά την ηλικία των 35 ετών είναι αναγκαίο να συνυπολογίζονται οι παράγοντες κινδύνου και να συγκρίνονται με τα οφέλη που παρέχουν. 129 230 220 The euthanasia conundrum is an issue that troubles humanity since the dawn of time. The historical course of euthanasia’s public acceptance presents ups and downs in a cyclical fashion due to the influence of certain historic events. The issue of euthanasia is multifaceted and as a result it has many subcategories with the main distinction between the consent of the patient and the way the act of euthanasia is being carried through. The decision of euthanasia as well as the act of it is something that weighs down the relatives of the patient as well as the doctors. In an effort to lessen the burden, the advanced health directives appeared with the purpose of giving the patient, the ability to give directions in relation with some scenarios in which they would seek to die. Since their appearance the directives are improving and becoming more clear. Bioethics are being ruled by four basic principles, justice, autonomy, beneficence and nonmaleficence. The existence of these principles leads the doctors and scientists to act with respect towards their patients, treat them equally and act only with their best interest in mind. In most of the countries the issue of legalization of euthanasia is nebulous at best. Despite the legalized practices in countries like the Netherlands and Belgium in most of the countries the legislation is not clear, something that reflects on the public opinion. Το ζήτημα της ευθανασίας απασχολεί την ανθρωπότητα από τις απαρχές της. Ιστορικά η αποδοχή της από την κοινή γνώμη παρουσιάζει μία κυκλική πορεία η οποία επηρεάζεται από τα εκάστοτε ιστορικά γεγονότα. Η ευθανασία αποτελεί ένα πολυεπίπεδο ζήτημα και ως τέτοιο διαχωρίζεται σε πολλές υποκατηγορίες αναλόγως με την μέθοδο εκτέλεσης της ή τη συναίνεση του ασθενή. Η απόφαση της πράξης της ευθανασίας όσο και η εκτέλεση της αποτελεί ένα γεγονός το οποίο προσθέτει τεράστιο ψυχικό βάρος τόσο στην οικογένεια όσο και στους ιατρούς. Ένα μέσο το οποίο διευκολύνει την διαδικασία αυτή είναι οι προγενέστερες οδηγίες που επιτρέπουν στον ασθενή να δώσει ο ίδιος κατευθύνσεις σχετικά με υποθετικά σενάρια στα οποία θα επιζητούσε τον θάνατο. Οι οδηγίες αυτές από την εμφάνιση τους μέχρι και σήμερα βελτιώνονται και γίνονται σαφέστερες. Το πεδίο της βιοηθικής διέπεται από τέσσερις βασικές αρχές, αυτές της δικαιοσύνης, της αυτονομίας, της αγαθοεργίας και της μη βλάβης. Η ύπαρξη των αρχών αυτών συνιστά την ισόνομη αντιμετώπιση των ασθενών, τον σεβασμό της θέλησης τους καθώς και το χρέος των ιατρών και επιστημόνων να δρουν με σκοπό την ευμάρεια των ασθενών τους. Νομικά το ζήτημα της ευθανασίας είναι θολό στις περισσότερες χώρες. Παρά την νομιμοποίηση της σε χώρες όπως η Ολλανδία και το Βέλγιο στις περισσότερες χώρες δεν υπάρχει ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζει την κοινή γνώμη επι του θέματος. 130 9 11 Child misbehavior from the perspective of Primary Education teachers: Η μαθητική αταξία απο τη σκοπιά των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης: 131 271 233 Οικογένειες παιδιών με νοητική υστέρηση και διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού The Birth of a child, is in most families a pleasant event which brings about changes in both its structure and function. However, the arrival of a child with autism and a mental disability usually causes a variety of problems and reactions accompanied by fear and despair. The above mentioned disorders are diagnosed by an interdisciplinary team and the presentation of the results is suggested to contain honest and sincere information so as to help the family members cope with the difficulties they will be facing. The above mentioned developmental disorders accompany the person throughout their life and depending on their severity make them more or less dependent on third parties. Diagnosing and communicating the disorder is a pivotal point in their dealing with the new reality. Adapting to this new reality is a painstaking process for the family due to the fact that its members have to deal with both emotional and practical matters that will arise. The social and psychological support that the family can obtain from its surroundings and from each individual member, strengthens its resilience and makes it more capable of absorbing the challenges that emerge over time. The acceptance of the problem by the parents is crucial not only for their own mental health but also for the person who suffers and is in need of a family support framework. The search for additional support structures for the implementation of Community programs and the upgrading of school services make parents key contributors for shaping the preconditions and solid foundations for a better quality of life for their offspring and therefore for every child with similar problems. Η γέννηση ενός παιδιού στις περισσότερες οικογένειες αποτελεί ένα ευχάριστο γεγονός επιφέροντας αλλαγές τόσο στη δομή όσο και στη λειτουργία τους. Ο ερχομός όμως ενός παιδιού με αυτισμό ή με νοητική υστέρηση προκαλεί συνήθως ποικίλα προβλήματα και αντιδράσεις που συνοδεύονται από φόβο και απόγνωση. . Οι παραπάνω δύο αναπτυξιακές διαταραχές συνοδεύουν το άτομο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του και ανάλογα με τη βαρύτητά τους το καθιστούν λιγότερο ή περισσότερο εξαρτημένο από τρίτους Η διάγνωση και η ανακοίνωση της διαταραχής αποτελούν κομβικό σημείο της αντιμετώπισης της νέας πραγματικότητας. Τα μέλη της οικογένειας πρέπει να διαχειριστούν τόσο τα συναισθήματα όσο και τα πρακτικά θέματα που θα προκύψουν και Η προσαρμογή της οικογένειας σ’ αυτήν τη νέα πραγματικότητα αποτελεί μια διαδικασία επίπονη.Η κοινωνική και ψυχολογική υποστήριξη που μπορεί να αντλήσει η οικογένεια από τον περίγυρο της και από κάθε μέλος της ξεχωριστά ενισχύουν την ανθεκτικότητά της και την καθιστούν περισσότερο ικανή να απορροφήσει τους «κραδασμούς» που αναδύονται με τον χρόνο. Η αποδοχή του προβλήματος εκ μέρους των γονέων είναι καθοριστική τόσο για την δική τους ψυχική υγεία όσο και του ατόμου που πάσχει και έχει ανάγκη από το οικογενειακό υποστηρικτικό πλαίσιο. Η αναζήτηση πρόσθετων υποστηρικτικών δομών για υλοποίηση κοινοτικών προγραμμάτων και για αναβάθμιση των σχολικών υπηρεσιών καθιστά τους γονείς βασικούς συντελεστές διαμόρφωσης προϋποθέσεων και στέρεων βάσεων μιας ποιοτικότερης ζωής για το παιδί τους. 132 196 191 Teachers talk about the phenomenon of classism in education within economical crisis Δάσκαλοι και καθηγητές μιλούν για την ταξική προκατάληψη στα πλαίσια του σχολείου την εποχή της κρίσης This paper constitutes a first attempt in empirical qualitive research. The theme of discuss in this paper is the theory of classism and especially, classism in education. The subject matter regards the presence of this phenomenon in greek school and especially within the socio-economic context that economical crisis has put us into. Firstly, theories about social class have been listed into this paper. Subsequently, the theme of classism and further the theme of classism in education is mentioned. For the deeper analysis of classism in education, a qualitative research has been done. Teachers of primary and high school have been interviewed and they talked about the theme of classism in education. Endly, a discourse analysis of the teachers' speech has been done. The way of which the speak about social class and classism in education has been examined. In conclusion, the main find of this research is that the teachers tried to show that both school as institution and themselves as teachers do not carry any class barriers or class prejudice. Additional, economical crisis is looming in children's behaviour and not in their apperance. Η πτυχιακή εργασία αυτή αποτελεί μια πρώτη απόπειρα στην διεκπεραίωση της εμπειρικής, ποιοτικής έρευνας. Η εργασία περιστρέφεται γύρω απο το θέμα του ταξισμού και ειδικότερα στον τομέα της εκπαίδευσης. Αυτό που εξετάζει είναι η παρουσία του φαινομένου αυτού στο ελληνικό σχολείο και ιδιαίτερα στο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο στο οποίο μας έχει τοποθετήσει η οικονομική κρίση της χώρας των τελευταίων ετών. Αρχικά, παραθέτονται κάποιες θεωρίες γύρω απο τις κοινωνικές τάξεις. Στη συνέχεια, αναφέρεται το θέμα της ταξικής προκατάληψης/ταξισμού και ειδικότερα στην εκπαίδευση. Για την ανάλυση του φαινομένου αυτού, πραγματοποιήθηκε μια ποιοτική έρευνα υπό την μορφή της συνέυντεξης σε εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι μιλούν για το θέμα αυτό. Τέλος, αναλύεται ο λόγος των εκπαιδευτικών και εξετάζεται ο τρόπος με τον οποίον μιλούν γύρω απο τις κοινωνικές τάξεις και το θέμα του ταξισμού στην εκπαίδευση. Συμπερασματικά, το βασικό εύρημα της έρευνας αποτελεί η προσπάθεια των εκπαιδευτικών να δείξουν οτι οι ίδιοι αλλά και το σχολείο δεν φέρουν ταξικούς φραγμούς ή προκαταλήψεις και ότι η κρίση διαφαίνεται περισσότερο στην συμπεριφορά των παιδιών παρά στην εξωτερική τους εμφάνιση. 133 303 327 Constrained induced therapy για την αποκατάσταση της αφασίας σε ελληνόφωνους ασθενείς με ΑΕΕ The present research study completed a census, in which participated 39 speech therapists from Athens, Patras and Crete. Through the census, it is observed the level of knowledge of the “Constrained Induced Aphasia Therapy” method, by the speech therapists - whether the specific method is used for the restoration of anomia of the aphasia and it is observed which method of treatment applies the most by the speech therapists in the specific named areas of Greece.At the same time, this present research study examines a method of treating for aphasia, in comparison with existing therapeutic techniques. The patients, who took part in the research, were evaluated with a weighted rating tool, the Boston Naming Test, in the comprehension of speech and the naming of images. The study dealt with naming, through the “Constrained Induced Aphasia Therapy”. After completing the initial evaluation, the 12 patients were divided into two groups of six persons and a three week restoration program was started. They received an individualized treatment program. The A team completed a “Constrained Induced Aphasia Therapy” program with limited gestation and facial expressions with intensive sessions in collaboration with a therapist and a key conversational partner, in alteration.The B team, the control group, completed traditional therapy. After three weeks, the patients were re-evaluated and a statistical analysis was carried out, along with a comparison of the results. For the control group (B team) the results did not show a statistical significant difference in any of the categories the participants were evaluated in nor in the types of mistakes after the completion of the therapy. The A team, the team who completed the CIAT, improved in two of the three activities of the ”BOSTON NAMING TEST” and in periphrasis, as well as showing a significant decrease of phonological paraphasias of the participants in this group. Η παρούσα ερευνητική εργασία πραγμάτωσε μία απογραφή (census), στην οποία συμπεριλήφθησαν 39 λογοθεραπευτές από την Αθήνα, την Πάτρα και την Κρήτη. Μέσω της απογραφής παρατηρείται το επίπεδο της γνώσης της μεθόδου «Constrained Induced Aphasia Therapy» των λογοθεραπευτών, το κατά πόσο η συγκεκριμένη μέθοδος χρησιμοποιείται για την αποκατάσταση της ανομίας στην αφασία και παρατηρείται ποιά μέθοδος θεραπείας για την ανομία εφαρμόζεται περισσότερο από τους λογοθεραπευτές σε αυτές τις περιοχές. Παράλληλα η παρούσα ερευνητική εργασία εξετάζει εμπράκτως τη μέθοδο θεραπείας «Constrained Induced Aphasia Therapy» για την βελτίωση της ανομίας στην αφασία, συγκριτικά με τις ήδη υπάρχουσες θεραπευτικές τεχνικές. Για την περάτωση του δεύτερου σκέλους της μελέτης, εφαρμόστηκε η «Constrained Induced Aphasia Therapy» σε αφασικούς ασθενείς με έλλειμμα στην ανάκληση των λέξεων. Οι 12 ασθενείς που πήραν μέρος στην έρευνα αξιολογήθηκαν με σταθμισμένο αξιολογητικό εργαλείο, το Boston Naming Test, στην κατανόηση του προφορικού λόγου και την κατονομασία εικόνων. Η εργασία ασχολήθηκε με την μελέτη της κατονομασίας μέσω της μεθόδου «Constrained Induced Αphasia Therapy». Μετά την ολοκλήρωση της αρχικής αξιολόγησης, οι 12 ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες των έξι ατόμων και ξεκίνησαν πρόγραμμα αποκατάστασης της αφασίας, διάρκειας τριών εβδομάδων, όπου δέχθηκαν εξατομικευμένο θεραπευτικό πρόγραμμα. Η Α ομάδα παρακολούθησε πρόγραμμα «Constrained Induced Αphasia Therapy», θεραπεία περιορισμού χειρονομιών και μορφασμών με εντατικές συνεδρίες, με συνεργασία θεραπευτή και «συνεργάτη ομιλίας» (key conversational partner) σε εναλλαγή. Η Β ομάδα, η ομάδα ελέγχου, παρακολούθησε παραδοσιακή θεραπεία. Με το πέρας των τριών εβδομάδων οι ασθενείς επαναξιολογήθηκαν και πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση, καθώς και σύγκριση των αποτελεσμάτων. Για την ομάδα ελέγχου (Β ομάδα) τα αποτελέσματα δεν έδειξαν καμία στατιστικά σημαντική διαφορά σε καμία από τις κατηγορίες που εξετάστηκαν τα άτομα και σε κανένα είδος λαθών μετά το πέρας της θεραπείας. Η Α ομάδα, η ομάδα που παρακολούθησε την CIAT παρουσίασε βελτίωση στις δύο από τις τρεις δραστηριότητες του Boston Naming Test και την περίφραση, καθώς επίσης μειώθηκαν σημαντικά οι φωνολογικές παραφασίες των ασθενών της ομάδας Α. 134 180 188 Vitamin D is a secosteroid considered as a vitamin as well as a hormone. It has attracted attention in various fields of research, both because of reported deficiency in a large part of the population and because of its ability to regulate the molecular pathways associated with chronic and inflammatory diseases. The biological effects of vitamin D are mediated through the vitamin D receptor (VDR), a transcription factor found in the nuclei of target cells and mediates genomic actions of vitamin D. This transcription factor is expressed in various tissues, including those of the reproductive system in both sexes, suggesting that vitamin D is involved in the reproduction of women and men. Current research on the role of vitamin D in the reproductive systems of male and female, as the regulation of folliculogenesis, physiology and pathogenesis of endometrial, placental or sperm parameters suggest that vitamin D plays an important role in human reproductive processes. However, so far there are no studies to indicate that vitamin D supplements can positively affect the reproductive function and fertility of the male and female. Η βιταμίνη D είναι ένα σεκοστεροϊδές που θεωρείται βιταμίνη όσο και ορμόνη. Έχει προσελκύσει την προσοχή σε διάφορους τομείς έρευνας, τόσο λόγω της ανεπάρκειας της σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού όσο και λόγω της δυνατότητάς της να ρυθμίζει τις μοριακές οδούς που σχετίζονται με χρόνιες και φλεγμονώδεις παθήσεις. Οι βιολογικές δράσεις της βιταμίνης D ασκούνται μέσω του υποδοχέα βιταμίνης D (VDR) ενός μεταγραφικού παράγοντα που βρίσκεται στους πυρήνες των κυττάρων- στόχων και διαμεσολαβεί στη γονιδιωματική δράση της βιταμίνης D. Αυτός ο μεταγραφικός παράγοντας εκφράζεται σε διάφορους ιστούς, συμπεριλαμβανομένων αυτών του αναπαραγωγικού συστήματος και στα δύο φύλα, υποδηλώνοντας ότι η βιταμίνη D εμπλέκεται στην αναπαραγωγή των γυναικών και των ανδρών. Η τρέχουσα έρευνα σχετικά με τον ρόλο της βιταμίνης D στα αναπαραγωγικά συστήματα του άρρενος και του θήλεος, όπως η ρύθμιση της ωοθυλακιογένεσης, η φυσιολογία και η παθογένεια του ενδομητρίου και του πλακούντα ή οι παράμετροι του σπέρματος, υποδηλώνουν ότι η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στις ανθρώπινες αναπαραγωγικές διεργασίες. Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν μελέτες που να αναφέρουν ότι τα συμπληρώματα βιταμίνης D μπορούν να επιδράσουν θετικά στην αναπαραγωγική λειτουργία και στην γονιμότητα του άρρενος και του θήλεος. 135 391 379 Η επίδραση της μοντελοποίησης εγκεφαλικού ανευρύσματος από δεδομένα μαγνητικής αγγειογραφίας και ψηφιακής αφαιρετικής αγγειογραφίας στις αιμοδυναμικές παραμέτρους που προκύπτουν από υπολογιστικά μοντέλα προσομοίωσης The etiology of the condition of the cerebral aneurysm remains largely unknown even today. This illness occurs in a vast percentage of the population .On the basis of statistical studies 1 to 50 people in the United States is faced with the condition of the cerebral aneurysm. With the evolution of technology new medical imaging methods developed capable to describe the cerebral aneurysm with greater sensitivity and accuracy compared to previous imaging techniques. The most recent surveys of the cerebral aneurysms, focus on studying hemodynamic parameters related to the creation and rupture of aneurysms. In this dissertation project an attempt is made to compare the hemodynamic parameter wall shear stress between two 3D models of the same cerebral aneurysm. The comparison is made from the simulation of these two models on a computer via a software program which is based on the laws of fluid dynamics. The two models accrue from different imaging techniques, the first from magnetic angiography and the second from digital subtracted angiography. The purpose of this project is to investigate the correlation between the two imaging methods with the hemodynamic parameter WSS. The first chapter of the project gives an overview of the condition of the cerebral aneurysm. Moreover, available treatment options for the condition of the cerebral aneurysm are mentioned in great detail along with the complications which may appear after the rupture of cerebral aneurysms, the results of ISAT trial and three imaging techniques used to locate cerebral aneurysms.The second chapter is an introduction to the laws and the concepts of fluid dynamics. The applications of fluid dynamics in other scientific areas are mentioned, with emphasis on medicine, and the concept of computing fluid dynamics is thoroughly explained. The third chapter mentions the purpose of this dissertation project.The fourth chapter mentions the methodologies for the procedures of the simulation, computational modeling and meshing of two 3D models of the same cerebral aneurysm. Also, the computer software used for these procedures is mentioned. In the fifth chapter the results of computational modeling, meshing and simulation of these two 3D models are listed together with a brief analysis for these results. The sixth chapter contains the explanation for the assumptions applied to obtain the results along with the conclusions of the project and suggestions for future research. Lastly, the seventh chapter mentions the bibliography of the project. Μέχρι και σήμερα, η αιτιολογία της πάθησης του εγκεφαλικού ανευρύσματος παραμένει σε μεγάλο βαθμό αδιευκρίνιστη. Η πάθηση αυτή εμφανίζεται σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Με βάση στατιστικές μελέτες 1 στους 50 ανθρώπους νοσεί λόγω εγκεφαλικού ανευρύσματος στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας, έχουν αναπτυχθεί νέες ιατρικές απεικονιστικές μέθοδοι ικανές να περιγράψουν τα εγκεφαλικά ανευρύσματα με μεγαλύτερη ευαισθησία και ακρίβεια σε σχέση με παλαιότερες απεικονιστικές τεχνικές. Οι πιο πρόσφατες έρευνες που αφορούν τα εγκεφαλικά ανευρύσματα επικεντρώνονται στη μελέτη αιμοδυναμικών παραμέτρων που σχετίζονται με τη δημιουργία και τη ρήξη των εγκεφαλικών ανευρυσμάτων. Στη παρούσα πτυχιακή άσκηση γίνεται μια προσπάθεια σύγκρισης της αιμοδυναμικής παραμέτρου της διατμητικής τάσης (WSS) ανάμεσα σε δύο τρισδιάστατα μοντέλα του ίδιου εγκεφαλικού ανευρύσματος. Η σύγκριση γίνεται μετά από την προσομοίωση των δύο μοντέλων σε ηλεκτρονικό υπολογιστή μέσω λογισμικού προγράμματος το οποίο βασίζεται στους νόμους της ρευστομηχανικής. Τα δύο μοντέλα προκύπτουν από διαφορετικές τεχνικές απεικόνισης ,το πρώτο από μαγνητική αγγειογραφία και το δεύτερο από ψηφιακή αφαιρετική αγγειογραφία. Ο σκοπός της άσκησης είναι να ερευνήσει τη συσχέτιση των δύο αυτών απεικονιστικών μεθόδων με την αιμοδυναμική παράμετρο WSS. Στο πρώτο κεφάλαιο της πτυχιακής άσκησης δίνεται μια γενική εικόνα για τη πάθηση του εγκεφαλικού ανευρύσματος. Αναλύονται οι διαθέσιμες θεραπευτικές μεθοδολογίες για την αντιμετώπισή του ,οι επιπλοκές που εμφανίζονται μετά τη ρήξη του, τα αποτελέσματα της μελέτης ISAT και τρεις ιατρικές απεικονιστικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται για το εντοπισμό των εγκεφαλικών ανευρυσμάτων. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται μια εισαγωγή στους νόμους και τις έννοιες της ρευστομηχανικής. Αναφέρονται οι εφαρμογές της με έμφαση στην ιατρική και εξηγείται η έννοια της υπολογιστικής ρευστομηχανικής. Στο τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται ο σκοπός της εργασίας . Στο τέταρτο κεφάλαιο αναγράφονται αναλυτικά οι μεθοδολογίες για τις διαδικασίες της προσομοίωσης, μοντελοποίησης και πλεγματοποίησης των δύο 3D μοντέλων του εγκεφαλικού ανευρύσματος. Ακόμα, αναφέρονται τα λογισμικά προγράμματα που χρησιμοποιήθηκαν. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρατίθενται τα αποτελέσματα των διαδικασιών μοντελοποίησης, πλεγματοποίησης και προσομοίωσης των δύο 3D μοντέλων του εγκεφαλικού ανευρύσματος. Επιπλέον, γίνεται μια σύντομη ανάλυση αυτών των αποτελεσμάτων. Στο έκτο κεφάλαιο εξηγούνται οι παραδοχές που εφαρμόστηκαν ώστε να προκύψουν τα αποτελέσματα. Αναφέρονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν και δίνεται μια κατεύθυνση για μελλοντική έρευνα. Τέλος, στο έβδομο κεφάλαιο αναφέρεται η βιβλιογραφία. 136 372 370 The mathematical discourse of 2nd grade secondary school students about the concept of function: Ο μαθηματικός λόγος των μαθητών της Β΄ τάξης γυμνασίου για την έννοια της συνάρτησης: The fundamental importance of understanding the concept of function for the mathematical development of the student and the multifaceted difficulty observed in learning it form the basis of the present study. Utilizing a multiple case study in its empirical part, the study attempts to detect the character of mathematical discourse and, through it, the understandings of three students of the 2nd grade of secondary school, after having completed their introduction to the concept of function. The research questions of the study concerned the properties of the students' mathematical discourse for the concept of function, as they are recognized by the Commognitive Theoretical Framework (commognition) for learning, their understandings in combination with the properties of the mathematical discourse that frames the emergence and the objectification processes that are distinguished in their mathematical discourse. The data collection tool was a booklet with mathematical tasks on the concept of function. The data came from the oral thoughts of the students when asked to get involved in these tasks. Techniques of content analysis and discourse analysis were used for data analysis. The results for the characteristics of mathematical discourse showed that the students mainly use informal vocabulary, their visual mediators are the representations of the function, but they work well with some of them, they tend to ritual processes, but appropriate prompts can create opportunities for participation in more exploratory thinking, and their ability to produce endorsed narratives is remarkably limited. Regarding their understandings, it turned out that they have not sufficiently understood the condition that makes a matching a function, their meaning for the function is as a process, but they respond positively to the challenge of gradually interpreting it as an object, and they move with moderate flexibility between representations. Operational adequacy in optical mediators and the type of routines seemed to differ between satisfactory adequate understandings (satisfactory operational adequacy and exploration) and unsatisfactory adequate understandings (unsatisfactory operational adequacy and rituals). Their mathematical discourse turned out to be non-objectified, but it became apparent that operationally adequate visual mediators, exploratory characteristics in actions and the ability to produce narratives, even if not endorsed, enhance the processes of objectification in their thinking. Η θεμελιώδης σημασία της κατανόησης της έννοιας της συνάρτησης για τη μαθηματική εξέλιξη του μαθητή και η πολύπλευρη δυσχέρεια που παρατηρείται στη μάθησή της αποτελούν τη βάση της παρούσας μελέτης. Αξιοποιώντας μια πολλαπλή μελέτη περίπτωσης στο εμπειρικό της μέρος, η μελέτη επιχειρεί να ανιχνεύσει τον χαρακτήρα του μαθηματικού λόγου και μέσα από αυτόν τις κατανοήσεις τριών μαθητριών της Β΄ τάξης του Γυμνασίου, όταν έχουν ολοκληρώσει την εισαγωγή τους στην έννοια της συνάρτησης. Τα ερευνητικά ερωτήματα της εργασίας αφορούσαν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του μαθηματικού λόγου των μαθητριών για την έννοια της συνάρτησης, όπως αυτά αναγνωρίζονται από το Επικοινωνιογνωστικό Θεωρητικό Πλαίσιο (commognition) για τη μάθηση, τις κατανοήσεις τους σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά του μαθηματικού λόγου που πλαισιώνει την ανάδυσή τους και τις διεργασίες αντικειμενοποίησης που διακρίνονται στον μαθηματικό λόγο τους. Το μέσο για τη συλλογή των δεδομένων ήταν ένα φυλλάδιο με μαθηματικά έργα σχετικά με την έννοια της συνάρτησης. Τα δεδομένα προέκυψαν από τις προφορικά εκφρασμένες σκέψεις των μαθητριών, όταν κλήθηκαν να εμπλακούν με τα έργα αυτά. Για την ανάλυση των δεδομένων αξιοποιήθηκαν τεχνικές της ανάλυσης περιεχόμενου και της ανάλυσης λόγου. Τα αποτελέσματα για τα χαρακτηριστικά του μαθηματικού λόγου ανέδειξαν ότι οι μαθητές χρησιμοποιούν κυρίως ανεπίσημο λεξιλόγιο, οι οπτικοί διαμεσολαβητές τους είναι οι αναπαραστάσεις της συνάρτησης, αλλά λειτουργούν επαρκώς με κάποιες από αυτές, τείνουν προς τελετουργικές διαδικασίες, αλλά κατάλληλες προτροπές μπορούν να δημιουργήσουν ευκαιρίες για συμμετοχή σε πιο εξερευνητική σκέψη, και η ικανότητα τους να παράξουν επικυρωμένες αφηγήσεις είναι αξιοσημείωτα περιορισμένη. Σχετικά με τις κατανοήσεις τους, αναδείχθηκε ότι δεν έχουν κατανοήσει επαρκώς τη συνθήκη που καθιστά συνάρτηση μια αντιστοίχιση, η νοηματοδότηση τους για τη συνάρτηση είναι ως διαδικασία, αλλά ανταποκρίνονται θετικά στην πρόκληση σταδιακά να τη νοηματοδοτήσουν ως αντικείμενο, και μετακινούνται με μέση ευελιξία μεταξύ των αναπαραστάσεων. Η λειτουργική επάρκεια στους οπτικούς διαμεσολαβητές και ο τύπος των ρουτινών φάνηκε να διαφέρει μεταξύ των ικανοποιητικά επαρκών κατανοήσεων (ικανοποιητική λειτουργική επάρκεια και εξερευνήσεις) και των μη ικανοποιητικά επαρκών κατανοήσεων (μη ικανοποιητική λειτουργική επάρκεια και τελετουργίες). Ο μαθηματικός λόγος τους αναδείχθηκε μη αντικειμενοποιημένος, αλλά έγινε εμφανές ότι λειτουργικά επαρκείς οπτικοί διαμεσολαβητές, εξερευνητικά χαρακτηριστικά στις ενέργειες και ικανότητα παραγωγής αφηγήσεων, έστω και μη επικυρωμένων, ενισχύουν τις διεργασίες αντικειμενοποίησης στη σκέψη τους. 137 301 306 The Principal’s role in the utilization of Information and Communication Technologies (ICT) in Secondary Special Education School Units Ο ρόλος του Διευθυντή στην αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.) σε σχολικές μονάδες Ειδικής Αγωγής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης On elaborating the specific exploratory study, an approach to the issue of the Principal’s role in the utilization of ICTs in Secondary Special Education School Units was attempted. The main purpose of the thesis is to investigate the principals’ and the special education teachers’ views on the importance of the principal’s role in the utilization of ICTs in Special Education and Training concerning the integration of ICTs, not only in the educational process, but also in the educational organization and administration of the school unit. It is a qualitative survey using a semi-structured interview, which was applied to a research sample of two Principals and eight special education teachers, who teach in Secondary Special Education School Units in the city of Alexandroupolis. The survey reveals that the positive attitude of the sample towards the use of ICTs in teaching students with special educational needs, creates a promising and optimistic disposition towards New Technologies, leading to their innovative use to an important extent in teaching, as well as in school life in general. All Principals strive forcefully to provide a better learning environment for their students and a productive environment for both themselves and their colleagues. Notwithstanding, it is evident that the Principals’ and Educators’ views regarding the Principal’s role of the school unit in promoting the utilization of ICTs in teaching are associated only with the provision of the necessary technological equipment and its maintenance, and not with the professional empowerment of teachers. Furthermore, the results depicted the teachers’ educational needs concerning the utilization of ICTs in the current trends and methodologies in Special Education, as well as the Principals’ inadequate knowledge in the use of information systems (myschool) and general administration issues. Στα πλαίσια της εκπόνησης της παρούσας διερευνητικής μελέτης επιχειρήθηκε η προσέγγιση του θέματος του ρόλου του Διευθυντή στην αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. σε σχολικές μονάδες Ειδικής Αγωγής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΣΜΕΑΕ). Βασικός σκοπός της εργασίας αποτελεί η διερεύνηση των απόψεων των Διευθυντών και των ειδικών εκπαιδευτικών σχετικά με τη σπουδαιότητα του ρόλου του Διευθυντή στην αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση ως προς την ενσωμάτωση των Τ.Π.Ε. στην εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και στην εκπαιδευτική οργάνωση και διοίκηση της σχολικής μονάδας. Πρόκειται για ποιοτική έρευνα με χρήση ημιδομημένης συνέντευξης, η οποία εφαρμόστηκε σε ερευνητικό δείγμα δυο Διευθυντών και οκτώ ειδικών εκπαιδευτικών που διδάσκουν σε σχολικές μονάδες Ειδικής Αγωγής της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην πόλη της Αλεξανδρούπολης. Η έρευνα κατέγραψε ότι οι θετικές στάσεις του δείγματος απέναντι στη χρήση των Τ.Π.Ε. στη διδασκαλία μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αναπτύσσει ένα ευνοϊκό και θετικό κλίμα απέναντι στις Νέες Τεχνολογίες που οδηγεί στην καινοτόμο χρήση τους σε μεγάλο βαθμό στη διδακτική πράξη αλλά και στο σύνολο της σχολικής ζωής. Οι Διευθυντές καταβάλλουν έναν συνεχή αγώνα για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μαθησιακό περιβάλλον στους μαθητές τους και ένα παραγωγικό περιβάλλον στους ίδιους αλλά και τους συναδέλφους τους. Ωστόσο, γίνεται φανερό ότι οι απόψεις που υιοθετούν οι Διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί αναφορικά με το ρόλο του Διευθυντή της σχολικής μονάδας στην προώθηση της αξιοποίησης των Τ.Π.Ε. στη διδακτική πράξη συνδέονται μόνο με την εξασφάλιση του αναγκαίου τεχνολογικού εξοπλισμού και τη συντήρηση του και όχι της επαγγελματικής ενδυνάμωσης των εκπαιδευτικών. Επιπρόσθετα, τα αποτελέσματα προέβαλαν τις επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών ως προς την αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στις σύγχρονες τάσεις και τις πρακτικές της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης αλλά και το επιμορφωτικό έλλειμμα των Διευθυντών για τη χρήση των πληροφοριακών συστημάτων (myschool) και γενικότερα για θέματα διοίκησης. 138 177 196 During fertilization, the male gamete contributes 50% of the genetic material;the male factor is essential in both physical and assisted fertilization. Achieving pregnancy by using assisted reproductive methods depends to a large extent on the sperm quality. The male factor is the cause of at least 40% of infertility problems. Several medical conditions affecting the state of men's fertility are now treated by the use of assisted reproduction techniques. Many laboratory tests have been developed to examine the characteristics of the semen in an attempt to assess and, possibly, predict fertility. The concentration, motility and morphology of sperm are the main parameters in the evaluation of sperm quality and the main criteria for choosing the appropriate method of assisted reproduction. Assisted reproduction techniques aim at increasing the probability of fertilization by bringing spermatozoa closer (or even within) the oocytes, thus bypassing some functional deficits of male gametes. The combination of the rapid development of assisted reproductive methods and understanding the factors that affect the fertility of the male gamete, have enabled infertile men to have biological progeny. Δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια γονιμοποίησης ο αρσενικός γαμέτης συνεισφέρει το 50% του γενετικού υλικού, γίνεται κατανοητό ότι ο ανδρικός παράγων είναι σημαντικός τόσο στη φυσική και όσο και στην υποβοηθούμενη γονιμοποίηση.Η επίτευξη της εγκυμοσύνης με την χρήση των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ποιότητα του σπέρματος. Ο ανδρικός παρά-γοντας αποτελεί σήμερα την αιτία για το τουλάχιστον 40% των προ-βλημάτων υπογονιμότητας. Αρκετές παθήσεις που επηρεάζουν την κατάσταση της γονιμότητας των ανδρών τώρα αντιμετωπίζονται με την χρήση μεθόδων της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Έχουν ανα-πτυχθεί πολλές εργαστηριακές δοκιμές για την εξέταση των χαρα-κτηριστικών του σπέρματος σε μια προσπάθεια να εκτιμηθεί και ενδεχομένως να προβλεφθεί η γονιμότητα. Η συγκέντρωση, η κινη-τικότητα και η μορφολογία του σπέρματος αποτελούν τις κύριες παρα-μέτρους αξιολόγησης της ποιότητας του σπέρματος και το βασικό κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης μεθόδου υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Οι τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στοχεύουν στην αύξηση της πιθανότητας γονιμοποίησης φέρνοντας τα σπερματοζωάρια πιο κοντά (ή ακόμη και εντός) των ωοκυττάρων, παρακάμπτοντας έτσι κάποια λειτουργικά ελλείμματα των αρσενικών γαμετών. Ο συνδυασμός της ραγδαίας ανάπτυξης των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αλλά και της κατανόησης των παραγόντων που επιδρούν στην γονιμότητα του αρσενικού γαμέτη, επέτρεψε στους υπογόνιμους άνδρες να αποκτήσουν βιολογικούς απογόνους. 139 1024 979 Συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας εργασίας σε νοσοκομειακό προσωπικό παιδιατρικών και παιδοχειρουργικών κλινικών Introduction: The medical and nursing stuff working in pediatric and pediatric surgery medical facilities faces challenges and problems pertaining to the occupational safety and hygiene. There are studies highlighting that the harsh hygiene and safety conditions being faced by this group of professionals , has a negative impact on their health. Furthermore , it seems that this situation has a profounder impact on the younger half of this group of health professionals working at pediatric hospitals and especially so , those of them that employ poor copying strategies. Occupational hygiene and safety in a pediatric and pediatric surgery clinic have to do with a multitude of factors like exposure to biological agents ( infections) , noise , ionizing and electromagnetic radiation, chemicals, mechanical and ergonomic issues, working hours related circadian rhythm violations, copying with emotional and physical exhaustion and many more. Studies have demonstrated the need to procure the medical society with evidence based strategies to optimize the documentation of the impact of those factors both qualitatively and quantitatively in order to find ways to blur their impact as well on medical and nursing stuff and on patients. There is an abundance of data in medical literature that highlights the medical institutions workplace as an overly noxious factor to those working there. The cumulative effect of the unique working conditions in medical facilities combined with the high prevalence of the work burnout syndrome , have a negative impact on the health of the medical and nursing stuff and diminish the satisfaction they enjoy by practicing in their field respectively. Moreover , It seems that on top of these, this abovementioned cumulative effect is analogous in its severity with the number and the severity of medical errors in medical clinics, with the discontentment of patients receiving treatment and possibly with a worsening of their prognosis ( raise in morbidity and mortality). Purpose of study: The purpose of this study is to investigate the working hygiene and safety conditions of medical and nursing stuff of pediatric and pediatric surgery clinics in Athens , Greece. Specifically we shall study the training of the medical and nursing stuff in issues regarding occupational hygiene and safety and we shall try to identify noxious factors like biological , chemical , ergonomic and physical ones in this workplace. Finally we aim to determine the prevalence of workplace related stress and work burnout syndrome of the medical and nursing stuff of those clinics . Our hope is to shed light to the unique characteristics of hygiene and safety of these clinics taking into account the special structural and operational qualities of the Greek healthcare system. The goal is to detect possible areas of intervention and standardization of practices and procedures for the benefit of both the medical and nursing stuff as well as of the patient’s. Material and methodology: This is a contemporary analysis study that studies 100 medical and nursing professionals working in pediatric and pediatric surgery clinics of Athens , Greece. For the conduct of the study , a two part standardized questionnaire was distributed to medical and nursing personnel of the pediatric and pediatric surgery clinics of "Agia Sofia” and "P.A. Kyriakou” pediatric hospitals. The first part of the questionnaire was comprised of 44 questions regarding demographic data and exposure data to physical , chemical , ergonomic and biologic noxious factors. The second part was comprised of questions that aim to score the work burnout of the personnel. The questions were based on the Likert scale. The collected data were analyzed via the SPSS program in order to identify the factors affecting the health and safety of the studied population. Results: From the data procured by this study , it seems that the health of the medical and nursing stuff of the clinics included in the study , is satisfactory. Just 9.375% of those included in the study reported poor health in regards of the workplace environment. It seems that there is an abundance of self-protection equipment and correct implementation of hygiene and safety protocols as well as optimal workplace layout in both pediatric and pediatric surgery clinics of the public hospitals that were studied ( 57.29% of those asked reported good to optimal workplace layout). From the study , it is also found that the majority of those involved , are satisfied from their workplace conditions and suffer from less burnout compared to their colleagues according to international literature. A cardinal issue highlighted from the study is the presence of work related musculoskeletal problems in the personnel of the clinics that were studied. It seems that the positioning of the medical and nursing stuff during their working hours is not optimal and that leads to a multitude of bodily complains that affect their work performance. There is a strong correlation ( p<0.05 ) between sitting position at the workplace with age as well as working hours. There is a strong correlation between age and musculoskeletal complains too. Another finding of the study is the interconnection between age of the stuff and the positive impact on patients, the disappointment from the work quality. It seems that the major defining factors affecting workplace hygiene and safety of the medical and nursing stuff of the pediatric and pediatric surgery clinics that were studied are the age of the personnel , the weekly working hours and the parenthood of the stuff. Indeed being a parent and having to take care of your children seems to have a strong correlation ( p<0.05) with impersonal behavior towards patients on behalf of the worker feelings of inadequate treatment and services provided and less positive impact on patient mood. Conclusion: The issue of providing optimal occupational hygiene and safety for those working at pediatric and pediatric surgery clinics is multifactorial. The protection of the health provider’s health and well-being is crucial for the quality and safety of the health services being provided. Work burnout prevention and the avoidance of exposure of the medical and nursing personnel to workplace stress and hazards , contribute to life quality improvement for the healthcare system personnel in and out of the workplace and promotes the delivery of quality healthcare services. Εισαγωγή: Το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό που υπηρετεί σε παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές αντιμετωπίζει προκλήσεις και προβλήματα που σχετίζονται με τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας. Μελέτες κατέδειξαν ότι οι δυσχερείς συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας της συγκεκριμένης ομάδας του πληθυσμού επηρεάζουν αρνητικά την υγεία των εργαζομένων. Η κατάσταση αυτή φαίνεται πως επηρεάζει περισσότερο τους νεαρότερους, ηλικιακά, επαγγελματίες υγείας στο χώρο του παιδιατρικού νοσοκομείου και ιδιαίτερα εκείνους που χρησιμοποιούν περισσότερο μη παραγωγικές στρατηγικές αντιμετώπισης. Η υγιεινή και η ασφάλεια σε μια παιδιατρική ή μια παιδοχειρουργική κλινική έχουν να κάνουν με πλειάδα παραγόντων, όπως η έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες (λοιμώξεις), θόρυβο, ιοντίζουσα και ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, χημικούς παράγοντες, μηχανικούς- εργονομικούς, η παραβίαση των κιρκάδιων ρυθμών λόγω των ωραρίων, η αντιμετώπιση της ψυχοσωματικής εξάντλησης και της συναισθηματικής εξουθένωσης και άλλα. Μελέτες έχουν καταδείξει την ανάγκη ανάπτυξης, βασισμένων σε δεδομένα, στρατηγικών για την καλύτερη δυνατή καταγραφή της επίδρασης όλων αυτών των παραγόντων στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό με στόχο την άμβλυνση των επιπτώσεών τους προς όφελος τόσο των εργαζομένων όσο και των ασθενών. Πράγματι, διεθνή βιβλιογραφικά δεδομένα αναδεικνύουν το χώρο της υγείας ως εξαιρετικά επιβαρυντικό για τους υπηρετούντες σε αυτόν. Το αθροιστικό αποτέλεσμα των ιδιαιτέρων συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας, σε συνδυασμό με τον υψηλό επιπολασμό του συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout syndrome), φαίνεται πως επηρεάζουν αρνητικά την υγεία των εργαζομένων και την ικανοποίησή τους από το λειτούργημά τους ενώ παράλληλα αυξάνουν τον αριθμό και τη σοβαρότητα των σφαλμάτων, μειώνουν την ικανοποίηση των ασθενών από τις παρεχόμενες υπηρεσίες και πιθανόν επιβαρύνουν την πρόγνωσή τους (αύξηση νοσηρότητας- θνησιμότητας). Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που υπηρετεί σε παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές. Ειδικότερα, θα εξετασθεί ο βαθμός εκπαίδευσης του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού σε θέματα ασφάλειας και υγιεινής στο χώρο εργασίας και θα γίνει προσπάθεια καταγραφής κάποιων βιολογικών, μηχανικών-εργονομικών, χημικών και φυσικών παραγόντων κινδύνου στο περιβάλλον εργασίας. Τέλος, θα διερευνηθεί ο επιπολασμός και οι επιπτώσεις του εργασιακού stress και της επαγγελματικής εξουθένωσης στη συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού. Προσδοκία μας είναι η παρούσα εργασία να φωτίσει τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας των παιδιατρικών και παιδοχειρουργικών κλινικών, όπως αυτές λειτουργούν στην ελληνική πραγματικότητα, με την ελπίδα να ανιχνευθούν πιθανές ευκαιρίες παρέμβασης, συστηματοποίησης και τυποποίησης πρακτικών και διαδικασιών προς όφελος τόσο του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού όσο και των παιδιατρικών ασθενών. Υλικό- Μεθοδολογία: Πρόκειται για μια συγχρονική αναλυτική μελέτη, τον πληθυσμό της οποίας αποτέλεσαν 100 εργαζόμενοι (ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό) που υπηρετεί σε παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές. Για τις ανάγκες της έρευνας διανεμήθηκε στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό των παιδιατρικών και παιδοχειρουργικών κλινικών των γενικών νοσοκομείων παίδων «η Αγία Σοφία» και «Π. και Α. Κυριακού», σταθμισμένο ερωτηματολόγιο, αποτελούμενο από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος συμπεριλαμβάνονται 44 σταθμισμένες ερωτήσεις με δημογραφικά χαρακτηριστικά κι ερωτήσεις που αφορούν σε έκθεση σε φυσικούς, χημικούς, βιολογικούς, μηχανικούς/εργονομικούς και οργανωτικούς παράγοντες επαγγελματικού κινδύνου ενώ στο δεύτερο μέρος εμπεριέχεται μια κλίμακα/ερωτηματολόγιο score εκτίμησης της επαγγελματικής εξουθένωσης του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού. Οι ερωτήσεις δημιουργήθηκαν με βάση την κλίμακα Likert. Για να σχολιαστούν τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη συλλογή των ερωτηματολογίων έγινε στατιστική ανάλυση αυτών μέσω του στατιστικού προγράμματος SPSS, ώστε να συμπεράνουμε ποιοι παράγοντες επηρεάζουν, τελικά, έντονα την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων στις παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές. Αποτελέσματα: Συνολικά, από την παρούσα μελέτη φαίνεται πως η ποιότητα της υγείας των εργαζομένων σε παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές είναι γενικά ικανοποιητική. Μόνο ένα ποσοστό εργαζομένων της τάξεως του 9,375% δηλώνει μέτρια έως πτωχή ποιότητα υγείας σε ό,τι αφορά το εργασιακό τους περιβάλλον. Σε αυτό, φαίνεται πως σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν η επαρκής διαθεσιμότητα μέτρων ατομικής προστασίας και ο ορθός σχεδιασμός του χώρου εργασίας στις παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές των δύο δημόσιων νοσοκομείων που έλαβαν μέρος στη μελέτη (το 57.29% των ερωτηθέντων δηλώνει αρκετά ως πολύ καλό σχεδιασμό του χώρου εργασίας). Επιπλέον, όπως προκύπτει, οι εργαζόμενοι στις παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές είναι ικανοποιημένοι από το εργασιακό τους περιβάλλον και βιώνουν λιγότερο έντονα την επαγγελματική εξουθένωση σε σχέση με συναδέλφους τους, όπως προκύπτει από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας. Τα μυοσκελετικά προβλήματα, όπως προκύπτει και από την παρούσα μελέτη, φαίνεται πως κατέχουν σημαντική θέση σε ό,τι αφορά την υγεία των εργαζομένων αφού όπως προκύπτει, η στάση του σώματος κατά την εργασία δεν είναι η ιδανική, γεγονός που οδηγεί σε μυοσκελετικές ενοχλήσεις επηρεάζοντας την απόδοση των εργαζομένων στην εργασία τους. Η καθιστή στάση του σώματος κατά την εργασία φαίνεται να έχει ισχυρή συσχέτιση (p<0,05) με την ηλικία καθώς και με τις ώρες απασχόλησης, όπως ισχυρή συσχέτιση φαίνεται να υπάρχει μεταξύ της ηλικίας και των μυοσκελετικών ενοχλήσεων. Επίσης, θετική συσχέτιση υπάρχει μεταξύ της ηλικίας και του αισθήματος θετικής επιρροής στους ασθενείς, του αισθήματος απογοήτευσης από την εργασία. Τέλος, βασικοί καθοριστές σε ό,τι αφορά τις συνθήκες υγείας των εργαζομένων στις παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές είναι η ηλικία των εργαζομένων, οι ώρες εβδομαδιαίας απασχόλησης και η ύπαρξη κι επιστασία παιδιών. Ιδιαίτερα για την ύπαρξη κι επιστασία παιδιών φαίνεται να σχετίζεται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό (p<0,05) με το αίσθημα απρόσωπης συμπεριφοράς στους ασθενείς κατά την εργασία, το αίσθημα αποτελεσματικής αντιμετώπισης των ασθενών και τη θετική επιρροή στη διάθεση των ασθενών. Πράγματι το να είναι κανείς γονέας και να πρέπει να φροντίσει δικά του παιδιά , έχει ισχυρή συσχέτιση με απρόσωπη συμπεριφορά απέναντι στους ασθενής εκ μέρους του εργαζόμενου , με αισθήματα ανεπαρκούς προσφοράς και αναποτελεσματικότητας των θεραπειών καθώς και με μειωμένη επίδραση στη θετική διάθεση των ασθενών. Συμπεράσματα: Το ζήτημα της εξασφάλισης συνθηκών υγείας και ασφάλειας για τους εργαζόμενους επαγγελματίες υγείας στις παιδιατρικές και παιδοχειρουργικές κλινικές είναι πολυπαραγοντικό. Η προστασία της υγείας των επαγγελματιών υγείας αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας για την ποιότητα και την ασφάλεια των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Η πρόληψη της ψυχικής και συναισθηματικής επιβάρυνσης των επαγγελματιών υγείας και η αποφυγής έκθεσης του προσωπικού σε βλαπτικούς για την υγεία του παράγοντες συντελούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής εντός κι εκτός του χώρου εργασίας αλλά, επιπλέον, εξασφαλίζει καλύτερη ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών. 140 198 223 The thesis deals with the adverse effects in the cardiovascular system that cause the antitumor therapies. The high incidence of cancer combined with the development of new therapies and the increase in the expected life of cancer patients make the management of side effects a major challenge for clinical medicine. The range of adverse events in the cardiovascular system is wide and includes many medical incidents summarized. The study focuses on cardiotoxicity caused by two main drug agents used in the treatment of various types of cancer, anthracyclines and anti- HER2 agents. The guidelines of International Medical Societies and international literature to draw conclusions on risk factors, better monitoring of patients and their management before and during antineoplastic treatment with either anthracyclines, treatment with trastuzumab in adults. Finally, the same parameters are considered in the pediatric population that received anthracyclines or/and trastuzumab. The field of cardio-oncology dealing with cardiotoxicity, both clinical and research, has contributed to the early diagnosis and evaluation and proper management of patients so as to achieve the best possible treatment of cancer while minimizing the risk of developing cardiotoxicity. However, more research findings are needed in the future to answer clinical and research questions. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις ανεπιθύμητες ενέργειες που προκαλούν στο καρδιαγγειακό σύστημα οι αντινεοπλασματικές θεραπείες. Η υψηλή επίπτωση των νεοπλασιών συνδυαστικά με την εξέλιξη νέων θεραπειών και την αύξηση του προσδόκιμου ζωής των ασθενών που αντιμετωπίζουν τον καρκίνο, καθιστούν τη διαχείριση των ανεπιθύμητων ενεργειών μια σημαντική πρόκληση για την κλινική ιατρική. Το φάσμα των ανεπιθύμητων ενεργειών από το καρδιαγγειακό σύστημα είναι ευρύ και περιλαμβάνει πολλές νοσολογικές οντότητες οι οποίες αναφέρονται συνοπτικά. Στην εργασία, η μελέτη εστιάζεται στην καρδιοτοξικότητα που προκαλείται από δύο κύριες κατηγορίες φαρμακευτικών παραγόντων που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση διαφόρων ειδών καρκίνου, στις ανθρακυκλίνες και τους παράγοντες αντι-ΗΕΡ2. Μελετήθηκαν οι κατευθυντήριες οδηγίες Διεθνών Ιατρικών Εταιρειών και η διεθνής βιβλιογραφία με σκοπό την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου, τη βέλτιστη παρακολούθηση των ασθενών καθώς και τη διαχείριση αυτών πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της αντινεοπλασματικής θεραπείας, είτε στη θεραπεία με ανθρακυκλίνες, είτε στη θεραπεία με τραστουζουμάμπη σε ενήλικες. Τέλος, εξετάζονται οι ίδιες παράμετροι στον παιδιατρικό πληθυσμό που έλαβε ανθρακυκλίνες ή και τραστουζουμάμπη. Ο τομέας της καρδιο-ογκολογίας που ασχολείται με την καρδιοτοξικότητα, κλινικά και ερευνητικά, έχει συμβάλει στην έγκαιρη διάγνωση και αξιολόγηση, καθώς και στη σωστή διαχείριση των ασθενών έτσι ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη αντιμετώπιση του καρκίνου ταυτόχρονα με την ελαχιστοποίηση του κινδύνου ανάπτυξης καρδιοτοξικότητας. Παρόλα αυτά, απαιτούνται περισσότερα ερευνητικά ευρήματα στο μέλλον για να απαντηθούν κλινικά και ερευνητικά ερωτήματα. 141 149 169 Μελέτη κυτταρικών σειρών που εκφράζουν την πρωτεΐνη core του ιού της ηπατίτιδας C There has been a significant progress in understanding viral mechanisms of Hepatitis C virus, through decades. However, there is no effective therapy of hepatitis C for all the HCV-infected individuals. This is observed due to the fact that, the virus can produce a lot of genotypes and subtypes. Thus, it can defeat the immune system of the host, resist the treatment, multiply and infect new cells. The core protein of HCV, is a structural protein that plays an important role in viral life cycle. Moreover, it seems to interact with cell particles. An essential cell function, that many viruses use for their own purpose, is the nucleocytoplasmic transport. The aim of this project is to study the expression of core protein either in stable lines or in transient transfected cells. The next step of our study would be the study of the effect of core expression on nucleocytoplasmic transport. Τα τελευταία χρόνια, πολλές μελέτες έχουν πραγματοποιηθεί για τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV) και ενώ έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος, δεν έχει βρεθεί ακόμη αποτελεσματική θεραπεία για τη λοίμωξη. Αυτό οφείλεται στην εμφάνιση πολλών γονοτύπων και υποτύπων του ιού. Ο ιός καταφέρνει να ξεφύγει από την άμυνα του ξενιστή του, να πολλαπλασιαστεί και να μολύνει νέα κύτταρα. Η δομική πρωτεΐνη core φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στο κύκλο ζωής του ιού της ηπατίτιδας C. Εκτός, από το σχηματισμό του καψιδίου, φαίνεται να εμπλέκεται σε πολλά στάδια κατά την παραγωγή του μολυσματικού ιού, καθώς επίσης και να αλληλεπιδρά με συστατικά του κυττάρου-ξενιστή. Μια σημαντική λειτουργία του κυττάρου που επανειλημμένα χρησιμοποιούν πολλοί ιοί, είναι η πυρηνοκυτταροπλασματική μεταφορά. Στη παρούσα εργασία μελετάται η έκφραση της πρωτείνης core του HCV, διαφόρων γονοτύπων είτε σε καρκινικές κυτταρικές σειρές είτε σε κύτταρα που έχουν διαμολυνθεί παροδικά (transient transfection), με σκοπό στη συνέχεια να μελετηθεί η επίδραση αυτής της πρωτεΐνης στην πυρηνοκυτταροπλασματική μεταφορά. 142 261 235 The Teachers’ Association and it’s contribution to decision making - το παράδειγμα των Συλλόγων Διδασκόντων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης The law 1566/1985 gave for the first time a reference to the Teachers' Association and it is defined that it is an administrative body of each school of Primary and Secondary Education. With its meetings, decisions are made that define basic operational issues (grades, promotions, dismissals, student penalties) for the proper functioning of the educational community, responsibilities are shared and participation in trainings is decided. At the decision-making level, teachers do not have the capacity for creative flexibility of courses and remain committed to the top level of administration. The education systems are undergoing reforms in order to fulfill their role, however they have no effect because instead of creating the planned mobilization within the schools, they activate the immobility of the education systems. There are three basic models of decision making: authoritarian, advisory, and participatory. Educational decisions are divided, depending on the level of hierarchy within which they are taken, into strategies, management and operations. There are two fundamental elements that constitute the core of the concept of leadership, the influence of the leader and volunteering to participate in the whole effort in order to achieve the common goals. In order for the school to stand out, it requires the adoption of a participatory decision-making model that will contribute to the modernization of the school and to the personal upgrading of teachers. The institution of the Teachers' Association is an important administrative body and its participation in decision-making contributes to the direction of change and improvement of the educational system. Με τον νόμο 1566/1985 έχουμε για πρώτη φορά αναφορά στον Σύλλογο Διδασκόντων και ορίζεται πως αυτός αποτελεί όργανο διοίκησης κάθε σχολείου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Με τις συνεδριάσεις του, λαμβάνονται αποφάσεις που ορίζουν βασικά θέματα λειτουργίας (βαθμολογίες, προαγωγές, απολύσεις, ποινές μαθητών) εύρυθμης λειτουργίας της εκπαιδευτικής κοινότητας, καταμερίζονται αρμοδιότητες και αποφασίζεται η συμμετοχή σε επιμορφώσεις. Σε επίπεδο λήψης αποφάσεων, οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν την ευχέρεια για δημιουργική ευελιξία των μαθημάτων και παραμένουν δεσμευμένοι από το ανώτερο επίπεδο διοίκησης. Τα εκπαιδευτικά συστήματα προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να ανταποκριθούν στον ρόλο τους, ωστόσο δεν έχουν αποτέλεσμα γιατί αντί να δημιουργήσουν την προβλεπόμενη κινητοποίηση μέσα στα σχολεία, ενεργοποιούν την ακινησία των εκπαιδευτικών συστημάτων. Υπάρχουν τρία βασικά μοντέλα λήψης αποφάσεων: το αυταρχικό, το συμβουλευτικό και το συμμετοχικό. Οι εκπαιδευτικές αποφάσεις διακρίνονται, ανάλογα με το επίπεδο ιεραρχίας στα πλαίσια του οποίου λαμβάνονται, σε στρατηγικές, διαχειριστικές και λειτουργικές. Δύο είναι τα θεμελιώδη στοιχεία που συνιστούν τον πυρήνα της έννοιας της ηγεσίας, η επιρροή του ηγέτη και ο εθελοντισμός να συμμετέχουν στην όλη προσπάθεια προκειμένου να επιτευχθούν οι κοινοί στόχοι. Για να αναδειχθεί η σχολική μονάδα απαιτεί την υιοθέτηση ενός συμμετοχικού μοντέλου λήψης αποφάσεων που θα συμβάλλει στον εκσυγχρονισμό της σχολικής μονάδας και στην προσωπική αναβάθμιση των εκπαιδευτικών. Ο θεσμός του Συλλόγου Διδασκόντων αποτελεί σημαντικό διοικητικό όργανο και η συμμετοχή του στη λήψη αποφάσεων συμβάλλει στην κατεύθυνση της αλλαγής και της βελτίωσης του εκπαιδευτικού συστήματος. 143 321 316 The function of the Primary Education institution in the years of the great economic recession, from 2010 to 2015 Η λειτουργία του θεσμού της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, από το 2010 έως το 2015 The economic crisis that began to afflict western societies since 2008 and has been plaguing Greece from 2010 to today, is a violent factor of social change that affects negatively all aspects of society and by extension the whole of formal education, especially primary. This paper seeks to investigate and present analytically the institution of primary education in the years of the great economic recession, from 2010 to 2015. In order to make this research was used the method of field research and as a research tool was used an online questionnaire, posted on the Internet. The sample was consisted of 72 primary schools teachers from various parts of Greece. Followed by a quantitative analysis of data that is obtained from closed questions and a qualitative analysis of open questions which were collected during the period from February to April 2016. The results were presented in this study show that the recent economic crisis affected greatly and negatively the logistics and the supportive – secondary sectors of schools of research subjects. Also, little or no recruitment of permanent teaching staff during the years of crisis have a very significant negative impact of the functioning of primary schools. However, mergers and schools deletions did not affect in the same way and with the same intensity all primary schools in research. In addition, the financial crisis has little impact on educational work. In contrast, the consequences at the "good spirits" of teachers are significant. It was also found that students encounter few difficulties with both the feeding and with the necessary study skills at school. There are behavior problems in students, such as anger, fear, etc. Moreover, according to the teachers of the sample, it has been developed a wide network of voluntary actions as a means of mitigating the effects of the crisis. Η οικονομική κρίση που πλήττει τις δυτικές κοινωνίες από το 2008 και ταλανίζει την Ελλάδα από το 2010 έως σήμερα, αποτελεί βίαιο παράγοντα κοινωνικής μεταβολής που επιδρά αρνητικά σε όλο το φάσμα της κοινωνίας και κατ’ επέκταση στο σύνολο της τυπικής εκπαίδευσης και κυρίως την Πρωτοβάθμια. Η παρούσα εργασία επιδιώκει τη διερεύνηση και την αναλυτική παρουσίαση της λειτουργίας του θεσμού της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, από το 2010 έως το 2015. Για την πραγματοποίηση της έρευνας χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος επισκόπησης πεδίου και ως ερευνητικό εργαλείο ένα ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 72 εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ακολούθησε ποσοτική ανάλυση των δεδομένων από τις κλειστές ερωτήσεις και ποιοτική ανάλυση των ανοιχτών ερωτήσεων που συλλέχθηκαν κατά τη χρονική περίοδο από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο του 2016. Τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται στην παρούσα μελέτη δείχνουν ότι η πρόσφατη οικονομική κρίση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό αρνητικά την υλικοτεχνική υποδομή και τους υποστηρικτικούς – δευτερογενείς τομείς των σχολικών μονάδων των υποκειμένων της έρευνας. Επίσης, οι ελάχιστες ή μηδαμινές προσλήψεις μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού κατά τα χρόνια της κρίσης επιδρούν σε πολύ μεγάλο βαθμό αρνητικά στη λειτουργία των δημοτικών σχολείων. Εντούτοις, οι συγχωνεύσεις και οι καταργήσεις σχολείων δεν επηρέασαν με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια ένταση όλα τα δημοτικά σχολεία της έρευνας. Επιπρόσθετα, η οικονομική κρίση ασκεί μικρή επίδραση στο εκπαιδευτικό έργο. Αντιθέτως, σημαντικές είναι οι αρνητικές επιπτώσεις στην "καλή διάθεση" των εκπαιδευτικών. Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι μαθητές αντιμετωπίζουν λίγες δυσκολίες τόσο με τη σίτιση τους όσο και με τα απαραίτητα εφόδια φοίτησης τους στο σχολείο. Υπάρχουν προβλήματα συμπεριφοράς στους μαθητές, όπως θυμός, φόβος κ.α. Τέλος, σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς του δείγματος έχει αναπτυχθεί ένα ευρύ δίκτυο εθελοντικών δράσεων ως μέσο άμβλυνσης των επιπτώσεων της κρίσης. 144 286 328 Εκτίμηση του χώρο-χρονικού δυναμικού επιφανειακών υδάτων με τη χρήση δορυφορικών εικόνων LANDSAT και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών The classification of the various types of coverage of the Earth's surface, the study and analysis of the spatiotemporal changes are one of the most common applications of the science of remote sensing. The aim of the thesis was to evaluate a range of different approaches and methods for classification of multispectral of medium spatial resolution satellite images, to implement the best method to detect changes in spatiotemporal inland distribution. For the evaluation of results, used images from the satellite LANDSAT 5, which is the most widely used data sources for remote sensing. The study area in which testing of classifiers were the Central and Eastern Macedonia. In these areas there are a number of very important ecologically, environmentally and economically water bodies. The most important are Volvi lake, Koronia lake, technical Kerkini lake, Strymon river and his Delta, Nestos river and his Delta which consist of many small lakes and lagoons such as Vistonida lake. For the purposes of labor used and evaluated a number of indices such as NDWI, MNDWI, NDVI, NDPI, AWEI, SAVI, TCP and different classification algorithms as maximum likelihood (Maximum Likelihood-ML) and methods of the Classification Tree and Logistic Regression. Then comparing all methods and the assessment of their accuracy according to the Kappa. The purpose of checking the accuracy was to showcase the best method in order, applying it in other locations. The conclusion is that the salinity and purity of water significantly affects the results of all the methods used, others in greater or lesser degree. Also it can not be used a method to all areas of mainland Greece because each region has different morphological and climatic characteristics and we would each method adapted specifically on an area Η ταξινόμηση των διάφορων τύπων κάλυψης της επιφάνειας της Γης καθώς και η μελέτη και η ανάλυση των χωροχρονικών τους αλλαγών είναι από τις πιο κοινές εφαρμογές της επιστήμης της Τηλεπισκόπησης. Σκοπός της διατριβής ήταν η αξιολόγηση μιας σειράς διαφορετικών προσεγγίσεων και μεθόδων ταξινόμησης πολυφασματικών δορυφορικών εικόνων μέσης χωρικής ευκρίνειας, με στόχο την εφαρμογή της βέλτιστης μεθόδου για τον εντοπισμό των αλλαγών στη χωροχρονική κατανομή εσωτερικών υδάτων. Για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων, χρησιμοποιήθηκαν εικόνες από το δορυφόρο LANDSAT 5, ο οποίος είναι από τις πιο ευρέως χρησιμοποιούμενες πηγές δεδομένων για την τηλεπισκόπηση. Η περιοχή μελέτης στην οποία έγιναν οι δοκιμές των ταξινομητών είναι η Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία. Στις περιοχές αυτές υπάρχουν μια σειρά ιδιαίτερα σημαντικών από οικολογική, περιβαλλοντική και οικονομική σκοπιά υδάτινα σώματα. Από τα πιο σημαντικά είναι οι λίμνες Βόλβη, Κορώνεια, η τεχνική λίμνη Κερκίνη, ο ποταμός Στρυμόνας και το Δέλτα του, ο ποοταμός Νέστος καθώς και το Δέλτα του, το οποίο αποτελείται και πολλες μικρές λίμνες και λιμνοθάλασσες, όπως η λίμνη Βιστωνίδα. Για τους σκοπούς της εργασίας χρησιμοποιήθηκαν και αξιολογήθηκαν μια σειρά από δείκτες όπως ο NDWI, MNDWI, NDVI, NDPI, AWEI, SAVI, TCP και διαφορετικοί αλγόριθμοπι ταξινόμησης όπως της μέγιστης πιθανοφάνειας (Maximum Likelihood-ML) και οι μέθοδοι των Δέντρων Ταξινόμησης και της Λογιστικής Παλινδρόμησης. Στην συνέχεια έγινε σύγκριση όλων των μεθόδων και η εκτίμηση της ακρίβειας τους σύμφωνα με το συντελεστή Kappa. Σκοπός του ελέγχου της ακρίβειας ήταν για την ανάδειξη της καλύτερης μεθόδου με σκοπό, την εφαρμογή της στις υπόλοιπες περιοχές της Ελλάδας. Το συμπέρασμα είναι ότι η αλατότητα και η καθαρότητα των υδάτων επηρεάζει σημαντικά τα αποτελέσματα όλων των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν, άλλες σε μεγαλύτερο και άλλες σε μικρότερο βαθμό. Επίσης δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια μέθοδος για όλες τις περιοχές της Ηπειρωτικής Ελλάδας διότι η κάθε περιοχή έχει διαφορετικά μορφολογικά και κλιματικά χαρακτηριστικά και καλό θα ήταν η κάθε μέθοδος να προσαρμόζεται συγκεκριμένα πάνω σε μια περιοχή 145 303 285 The educational process during the civil war period. An analysis of the educational process in the case of the democratic army of Greece Η εκπαιδευτική διαδικασία την περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Ανάλυση της μορφωτικής διεργασίας στην περίπτωση του δημοκρατικού στρατού Ελλάδος The paper studies the views and actions of the Greek left party, in terms of the education context, during the years 1944-1949. After first outlining the historical context of the German (fascist) Occupation period, thereafter, it thoroughly depicts the period of the Greek Civil War. During this period, the Greek left party, attempted to play, it can be said played, a major role in the social and national developments of the country. From 1942 to 1944 it starred at the organization of the National Resistance, settled up the National Liberation Front (EAM), the Hellenic People's Liberation Army (ELAS), the Unified Pan-Hellenic Youth Organization (EPON) and later the "Mountain’s Government", The National Liberation Commission, the Democratic Army of Greece, and therefore rebuilding and running institutions on popular bases. Among these institutions was the educational one. During the Civil War, the Left party attempted to seize power, or at least to exercise power in parts of the Greek territory, and reopened certain institutions, amongst them the educational. Therefore, the educational actions that the Left has undertaken to reconstruct the educational institution are described, in the areas under its control, such as the operation of schools, the establishment of teacher education schools, the organization of teaching conferences, the publication of school manuals, the operation of illiterate schools and others. The research was made throughout the study of books, prints, mainly newspapers and magazines, published by the left at that time, as well as interviews taken from people, that took place onto the educational process, during this period. The work concludes by drawing conclusions about the relationship between the views and actions of the Greek left party for education within a Marxist pedagogy context Η εργασία μελετά τις απόψεις και τις δράσεις της ελληνικής αριστεράς για την εκπαίδευση, στα χρόνια 1944-1949. Αφού πρώτα σκιαγραφεί το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου της Κατοχής, μετέπειτα, αποτυπώνει ενδελεχώς την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Κατά την περίοδο αυτή η ελληνική αριστερά επιχείρησε να παίξει και έπαιξε σε μεγάλο βαθμό πρωταγωνιστικό ρόλο στα κοινωνικά και εθνικά τεκταινόμενα της χώρας. Από το 1942 μέχρι το 1944 πρωταγωνίστησε στην οργάνωση της Εθνικής Αντίστασης, συγκρότησε το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), τον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό (ΕΛΑΣ), την Ενιαία Πανελλαδική Οργάνωση Νέων (ΕΠΟΝ) και αργότερα την «κυβέρνηση του βουνού», την Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος, και προέβη στη ανασύσταση και λειτουργία θεσμών πάνω σε λαϊκές βάσεις. Ανάμεσα στους θεσμούς αυτούς ήταν και ο εκπαιδευτικός. Την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου η αριστερά επιχείρησε να καταλάβει την εξουσία, ή τουλάχιστον να ασκήσει εξουσία σε μέρος της ελληνικής επικράτειας, και προέβη ξανά στη λειτουργία ορισμένων θεσμών, ανάμεσά τους και εκπαιδευτικών. Περιγράφονται έτσι, οι εκπαιδευτικές δράσεις στις οποίες η αριστερά προέβη για την ανασυγκρότηση του εκπαιδευτικού θεσμού στις περιοχές που βρίσκονταν κάτω από τον έλεγχό της, όπως η λειτουργία των σχολείων, η ίδρυση σχολών εκπαίδευσης δασκάλων, η οργάνωση διδασκαλικών συνεδρίων, η έκδοση σχολικών εγχειριδίων, η λειτουργία σχολών αναλφάβητων κ.ά. Η έρευνα έγινε μέσα από τη μελέτη βιβλίων, εντύπων, κυρίως εφημερίδων και περιοδικών, που εξέδιδε η αριστερά την εποχή αυτή, καθώς και σε συνεντεύξεις ατόμων οι οποίο ήταν μέρος (κυρίως μαθητές) της εκπαιδευτικής διαδικασίας εκείνης της περιόδου. Η εργασία κλείνει με την εξαγωγή συμπερασμάτων για τη σχέση των απόψεων και των δράσεων της ελληνικής αριστεράς για την εκπαίδευση με τη μαρξιστική παιδαγωγική 146 238 257 Συσχετισμός του πολυμορφισμού rs7216389 (ORMDL-3) με τη βαρύτητα εκδήλωσης άσθματος και τον έλεγχό του με φαρμακευτική θεραπεία σε παιδιατρικό πληθυσμό Introduction·. Asthma is a chronic disease of the airways which affects people from all ages worldwide. Usually its symptoms begin in childhood. The incidence of asthma has increased in recent decades. The graveness and progression of asthma is a result of both genetic and environmental factors. Aim: To study the frequency of genetic polymorphism rs7216389 C>T in a cohort of Greek asthmatic children. Furthermore, another aim of this study was to investigate the possible association of this polymorphism with asthma control as evidenced by the Global Initiative for Asthma (GINA) scale and the Childhood Asthma Control Test (C-ACT) questionnaire. Patients and methods: 127 Greek asthmatic children with average age 8.4 years were included in this study. Children were not receiving any anti-asthmatic treatment. Anthropometric and biochemical measurements were available for each patient. Genomic DNA was isolated from peripheral blood and a homemade PCR-RFLP method was used for genotyping rs7216389 C>T polymorphism. Results: Frequencies of rs7216389 genotypes CC, CT and TT were 30.7%, 43.3% and 26.0% respectively. A significant association between CT+TT genotypes and better control of asthma was found (according to GINA scale (P=0.033)). However, the rs7216389 C>T polymorphism was not associated with any other of the parameters studied, which were daily and nocturnal symptoms, and limitation of activities due to asthma. Conclusion: Rs7216389 C>T may have a protective role in asthma control and it may correlate with better response to anti-asthmatic treatment in a Greek pediatric population. Εισαγωγή: Το άσθμα είναι μια χρόνια νόσος των αεραγωγών που παγκοσμίως προσβάλλει άτομα όλων των ηλικιών. Πολύ συχνά τα συμπτώματα της νόσου αρχίζουν στην παιδική ηλικία. Η συχνότητα εμφάνισης του άσθματος έχει αυξηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Η σοβαρότητα και εξέλιξη της νόσου είναι αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης γενετικών παραγόντων και περιβαλλοντικής έκθεσης. Σκοπός: Η μελέτη της συχνότητας του γενετικού πολυμορφισμού rs7216389 C>T σε παιδιά ελληνικής καταγωγής με βρογχικό άσθμα που δεν λάμβαναν αντι-ασθματική θεραπεία. Ένας επιπλέον σκοπός της εργασίας ήταν η μελέτη του πολυμορφισμού αυτού σε σχέση με τον έλεγχο του άσθματος χρησιμοποιώντας την κλίμακα GINA και τα ερωτηματολόγια C-ACT. Ασθενείς και μέθοδοι: Στη μελέτη έλαβαν μέρος 127 παιδιά ελληνικής καταγωγής μέσης ηλικίας 8,4 έτη, τα οποία πάσχουν από άσθμα και δεν λάμβαναν αντι-ασθματική θεραπεία. Πραγματοποιήθηκαν ανθρωπομετρικές και βιοχημικές μετρήσεις καθώς και απομόνωση γενωμικού DNA. Η γονοτύπηση του πολυμορφισμού rs7216389 C>T πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο PCR-RFLP. Αποτελέσματα: Οι συχνότητες εμφάνισης των γονοτύπων rs7216389 CC, CT και TT ήταν 30,7%, 43,3% και 26,0% αντίστοιχα. Παρατηρήθηκε συσχέτιση των γονοτύπων rs7216389 CT+TT με τον καλύτερο έλεγχο του άσθματος (καλύτερη ανταπόκριση στη θεραπεία του κατά GINA (P=0,033)). Δεν παρατηρήθηκε συσχετισμός του πολυμορφισμού rs7216389 C>T με τα καθημερινά και νυχτερινά συμπτώματα που παρουσιάζουν τα παιδιά με άσθμα, καθώς και με τον περιορισμό των δραστηριοτήτων τους λόγω του άσθματος. Συμπέρασμα: Ο πολυμορφισμός rs7216389 C>T φαίνεται να έχει προστατευτικό ρόλο στον έλεγχο του άσθματος και την καλύτερη ανταπόκριση στη φαρμακευτική θεραπεία σε παιδιατρικό πληθυσμό ελληνικής καταγωγής. 147 164 172 Juvenile delinquency is a phenomenon that concerns not only the scientific community but also the whole society. A minor is a personality under formation, something that imposes increased state attention. At this sensitive stage in the life, the minor should enjoy special and personalized treatment, which will meet his special needs. This need has led our Greek legislation to special legislative provisions that require education against punishment and a law of protection and prevention of no stigma, with the aim of integration of the minor into society. This project at hand presents the special legal provisions of the Greek Juvenile Law, the special institutions involved in the criminal justice system, the peculiarities in the administration of justice, the legal consequences provided and the way of dealing with juvenile delinquency by the Greek legal system. This paper work, concludes by highlighting the importance of education for the young offenders in the last case of their incarceration and the role that the teacher plays in this. Η παραβατικότητα των ανηλίκων αποτελεί ένα φαινόμενο που απασχολεί όχι μόνο την επιστημονική κοινότητα αλλά και ολόκληρη την κοινωνία. Ο ανήλικος είναι μια προσωπικότητα «υπό διαμόρφωση», κάτι που επιβάλλει την αυξημένη προσοχή της πολιτείας. Σε αυτό το ευαίσθητο στάδιο της ζωής του θα πρέπει να «απολαμβάνει» μια ειδική και εξατομικευμένη μεταχείριση, η οποία θα ανταποκρίνεται στις ειδικές του ανάγκες. Το γεγονός αυτό οδήγησε την ελληνική νομοθεσία στη θέσπιση ειδικών νομοθετικών προβλέψεων που επιτάσσουν τη διαπαιδαγώγηση έναντι της τιμωρίας και σε ένα δίκαιο προστασίας και πρόληψης, όχι στιγματισμού, με σκοπό την κοινωνική επανένταξη του ανηλίκου. Στην παρούσα εργασία αναλύονται οι ειδικές νομοθετικές προβλέψεις του ελληνικού δικαίου για τους ανήλικους παραβάτες, οι ειδικοί θεσμοί που συμμετέχουν στην ποινική διαδικασία, οι ιδιαιτερότητες στην απονομή της δικαιοσύνης, οι έννομες συνέπειες που προβλέπονται και ο τρόπος αντιμετώπισης της ανήλικης παραβατικότητας από την ελληνική έννομη τάξη. Η εργασία ολοκληρώνεται με την επισήμανση της σημασίας που έχει η εκπαίδευση για τους νέους παραβάτες στην έσχατη περίπτωση του εγκλεισμού τους και του ρόλου που διαδραματίζει ο εκπαιδευτικός στην περίπτωση αυτή. 148 316 340 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Galectin-3 στο καρκίνωμα του μαστού: Breast cancer is considered to be the second most common cause of death in female population and an ever-increasing disease, characterized already as a modern epidemic. The necessity of developing therapeutic and diagnostic methods is more than ever crucial, thus bringing predictive biomarkers to the forefront of medical research. Such biomarker is the Gal-3 protein. Gal-3 belongs to the lectin family and is encoded by the LGALS3 gene. Overexpression and nuclear-to-cytoplasm translocation of Gal-3 is a common characteristic in various neoplastic progressions, such as ovarian, lung and breast cancer. In this thesis, we conducted an immunohistochemical study on the expression of Gal-3 in breast cancer samples, focusing also on its correlation with clinical-histopathological parameters. The experiments were conducted on 26 samples obtained from patients with breast carcinoma, of which 24 belonged to female and 2 to male patients. During them, the indirect immunohistochemistry method with the anti-Gal-3 antibody was carried out, along with a correlation study on the Gal-3 expression with a series of clinical-histopathological parameters. The statistical analysis particularly showed that the overexpression of Gal-3 is related to the type of carcinoma, the grade of differentiation and the lymph node metastases. Gal-3 was found to be overexpressed in G3-differentiated cancers, whereas no statistical significance was observed in parameters such as age, sex and expression of progesterone receptors, HER2 and KI67. However, HER2 was an independent prognostic factor for the expression for our protein. Based on our results, we conclude that the Gal-3 protein is a good prognostic marker for breast carcinoma and could possibly be used as a therapeutic target against this type of malignancy. However, not only further research on breast cancer is necessary in order to develop individualized treatment and eliminate this disease, but also even more studies need to be conducted regarding the Gal-3 biomarker to understand its role in the development of mammary carcinoma, as well as other types of cancer. Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου στο γυναικείο πληθυσμό και μια συνεχώς αυξανόμενη σε συχνότητα ασθένεια, έχοντας αποκτήσει επιδημικό χαρακτήρα. Η αναγκαιότητα ανάπτυξης θεραπευτικών και διαγνωστικών μεθόδων είναι επιτακτική και για το λόγο αυτό παίζουν σημαντικό ρόλο οι προγνωστικοί βιοδείκτες, όπως η πρωτεΐνη Gal-3. Η πρωτεΐνη αυτή ανήκει στην οικογένεια των λεκτινών και κωδικοποιείται από το γονίδιο LGALS3. Η υπερέκφραση και η μετατόπισή της από τον πυρήνα στο κυτταρόπλασμα είναι χαρακτηριστικό διαφόρων ειδών καρκίνου, όπως των ωοθηκών, του πνεύμονα, αλλά και του καρκίνου του μαστού. Έτσι, σκοπός της παρούσας πτυχιακής εργασίας ήταν η ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης αυτής σε δείγματα καρκίνου μαστού και η συσχέτισή της με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων, ελήφθησαν 26 δείγματα ασθενών με καρκίνωμα του μαστού, από τα οποία τα 24 ανήκαν σε γυναίκες και τα 2 σε άνδρες. Σε αυτά πραγματοποιήθηκε η μέθοδος της έμμεσης ανοσοϊστοχημείας με το αντίσωμα anti-Gal-3 και στη συνέχεια, έγινε συσχέτιση της έκφρασης της Gal-3 με μια σειρά κλινικοϊστοπαθολογικών παραγόντων. Συγκεκριμένα, η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι η αυξημένη έκφραση της Gal-3 σχετίζεται με τον τύπο του καρκινώματος, το βαθμό διαφοροποίησης και τις λεμφαδενικές μεταστάσεις. Διαπιστώθηκε ότι η Gal-3 υπερεκφράζεται σε καρκίνωματα με βαθμό διαφοροποίησης G3, ενώ παράλληλα δεν παρατηρείται στατιστική σημαντικότητα σε παραμέτρους όπως η ηλικία, το φύλο, η έκφραση των προγεστερονικών υποδοχέων, η έκφραση του HER2 και του KI67. Ωστόσο, ο HER2 αποτέλεσε ανεξάρτητο προγνωστικό παράγοντα ως προς την έκφραση της πρωτεΐνης μας. Με βάση τα αποτελέσματά μας, συμπεραίνουμε πως η πρωτεΐνη Gal-3 αποτελεί έναν καλό προγνωστικό δείκτη για το καρκίνωμα του μαστού και πιθανώς να μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικός στόχος για την αντιμετώπιση αυτού του τύπου κακοήθειας. Ωστόσο, σημαντική κρίνεται η ανάγκη περεταίρω έρευνας γύρω από τον καρκίνο του μαστού, ώστε να εξελιχθεί η εξατομικευμένη θεραπεία και να εξαλειφθεί η ασθένεια αυτή. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να διεξαχθούν περισσότερες μελέτες πάνω στο βιοδείκτη Gal-3, ώστε να κατανοηθεί ο ρόλος του στην ανάπτυξη του μαστικού καρκινώματος, καθώς και σε άλλους καρκινικούς τύπους. 149 308 334 Teachers' views towards the geography education in the Rhodopes' minority primary schools Απόψεις εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία της γεωγραφίας στα μειονοτικά σχολεία του νομού Ροδόπης Minority education is a real challenge for both teachers and field specialists. An area between science and politics where scientists are called upon to improve the effectiveness of the education system without any room for error in a climate of intense political controversy. Especially since the end of the 1990s the Greek governments have made great efforts to improve the education of minority children. This effort is accompanied by a rich research activity aimed at enriching the relevant literature and research data. Most studies rightly focus on the main problem of minority education: language and intercultural issues in education. However, the Greek curriculum of minority schools includes also very important non-linguistic lessons such as history, geography and social and political education. This paper deals with the subject of geography education. An attempt is made to record the views and perceptions of teachers about the teaching of the geography lesson. Specifically, it focuses on how teachers selecting school curriculum and checking the case of coincidence of minority school curriculum with general public schools curriculum. The paper is divided into four parts: the first part refers to geography education and curriculum subjects. The second describes the legal status of minority schools and issues of minority education. In the third part there is a very brief presentation of the manuals of minority schools regarding the geographical content. The last part is an empirical part that includes research methodology, analysis and presentation of research data, the part of the discussion and conclusions and is completed with the researcher's proposals. This is a qualitative research based on semi-structured interviews as a data collection tool and the research data is then analyzed in thematic sections. The sample of the survey is a teachers of the primary minority schools of the Rhodope region. Η μειονοτική εκπαίδευση αποτελεί μια πραγματική πρόκληση για τους εκπαιδευτικούς αλλά και για τους ειδικούς επιστήμονες χώρου. Ένας χώρος, μεταξύ επιστήμης και πολιτικής, όπου οι επιστήμονες καλούνται να βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος, χωρίς περιθώρια λάθους, σε ένα κλίμα έντονης πολιτικής διαμάχης. Κυρίως, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 η ελληνική πολιτεία καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για τη βελτίωση της εκπαίδευσης των παιδιών της μειονότητας. Η προσπάθεια αυτή συνοδεύεται από μια πλούσια ερευνητική δραστηριότητα, με σκοπό τον εμπλουτισμό της βιβλιογραφίας και των ερευνητικών δεδομένων σχετικά με το χώρο. Οι περισσότερες μελέτες εστιάζουν δικαίως στο βασικότερο πρόβλημα της μειονοτικής εκπαίδευσης: στη γλώσσα και στα θέματα της διαπολιτισμικότητας. Ωστόσο, το ελληνόγλωσσο αναλυτικό πρόγραμμα των μειονοτικών σχολείων περιλαμβάνει εξίσου πολύ σημαντικά μη γλωσσικά μαθήματα όπως η ιστορία, η γεωγραφία και η κοινωνική και πολιτική αγωγή. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το θέμα της διδασκαλίας της γεωγραφίας και του γνωστικού τη περιεχομένου. Γίνεται μια προσπάθεια να καταγραφούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη διδασκαλία του μαθήματος της γεωγραφίας. Συγκεκριμένα εστιάζει στον τρόπο επιλογής της σχολικής ύλης και στον έλεγχο της περίπτωσης σύμπτωσης της σχολικής ύλης των μειονοτικών σχολείων με τα δημόσια δημοτικά σχολεία. Η εργασία χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: στο πρώτο μέρος γίνεται αναφορά σε θέματα διδακτικής της γεωγραφίας και των αναλυτικών προγραμμάτων. Το δεύτερο μέρος περιγράφει με συντομία το καθεστώς που διέπει την οργάνωση και τη λειτουργεία των μειονοτικών σχολείων και θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης. Στο τρίτο μέρος γίνεται μια πολύ σύντομη παρουσίαση των εγχειριδίων των μειονοτικών σχολείων όσον αφορά τη γεωγραφική σχολική ύλη. Το τελευταίο μέρος αναφέρεται στο ερευνητικό μέρος που περιλαμβάνει τη μεθοδολογία της έρευνας, την ανάλυση και την παρουσίαση του υλικού της έρευνας, τη συζήτηση και τα συμπεράσματα και ολοκληρώνεται με τις προτεινόμενες προτάσεις. Πρόκειται για μια ποιοτική έρευνα που βασίζεται σε ημιδομημένες συνεντεύξεις, ως εργαλείο συλλογής των ερευνητικών δεδομένων, τα οποία στη συνέχεια αναλύονται σε θεματικές ενότητες. Συμμετέχοντες της έρευνας αποτελούν εκπαιδευτικοί των μειονοτικών δημοτικών σχολείων του νομού Ροδόπης. 150 125 147 Μελέτη της προσκόλλησης του προβιοτικού στελέχους Lactobacillus paracasei Κ5 σε κύτταρα του εντέρου Nowadays there is a growing interest in developing foods containing probiotic microorganisms and the financial benefits of this market are rapidly increasing. A microorganism needs to fulfill a list of criteria in order to get characterized as probiotic. One of the criteria is the adhesion capacity to colonic epithelium. The aim of the present study was to investigate the adhesion ability of Lactobacillus paracasei K5 to colon cancer cells. Lactobacillus paracasei K5 was recently isolated from feta cheese and is considered as a potentially probiotic strain. To evaluate the adhesion ability, in vitro methods such as microbial analysis and live confocal fluorescent microscopy, were applied. The results showed that Lactobacillus paracasei K5 possesses considerable adhesion ability to colon cells in comparison to known probiotics strains. Τα προβιοτικά είναι ένας τομέας της Βιομηχανίας Τροφίμων ο οποίος αναπτύσσεται με ταχύς ρυθμούς. Ολοένα και περισσότερα τρόφιμα εμπλουτίζονται με προβιοτικούς μικροοργανισμούς και η οικονομική αξία του παραπάνω τομέα παραγωγής τροφίμων είναι ταχέως εξελισσόμενη. Ένας μικροοργανισμός για να χαρακτηριστεί προβιοτικός θα πρέπει να πληροί ένα σύνολο κριτηρίων εκ των οποίων ένα είναι η ικανότητα προσκόλλησης του στο εντερικό επιθήλιο. Στα πλαίσια αυτής της πτυχιακής εργασίας μελετήθηκε η ικανότητα προσκόλλησης του μικροοργανισμού Lactobacillus paracasei K5 σε καρκινικά κύτταρα του εντέρου. Ο Lactobacillus paracasei K5 απομονώθηκε από το τυρί φέτα και έχει επιδείξει προβιοτικό δυναμικό. Η μελέτη της προσκόλλησης πραγματοποιήθηκε μέσω μικροβιολογικών αναλύσεων αλλά και με την χρήση μικροσκοπίας φθορισμού. Τα αποτελέσματα έδειξαν πώς ο Lactobacillus paracasei K5 έχει την ικανότητα να προσκολλάται στα εντερικά κύτταρα σε ποσοστό που είναι συγκρίσιμο με ήδη μελετημένους προβιοτικούς μικροοργανισμούς. 151 298 316 Sustainable urban development--Gοvernment policy--Iasmos (Rhodope, Greece) Αποτίμηση της εφαρμογής του Ν. 2508/97 για τη βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας After many decades of moving back and front, it is now evident that the State's intention is to organize the land and maritime area with management plans. This management was stated with hierarchical organized spatial plans and was implemented in the late 1990s by the Law 2508/97 for the sustainable development of cities and settlements. The Law 2508/97 was innovative in two aspects, it has covered an important part of Greece's land area with spatial plans (General Urban Plans – G.U.P. and Open City Spatial and Housing Organisation Plan -O.C.S.H.O.P) and it has introduced sustainable development as a term and condition for further management of land area. The continuation of the existence of this Law through its incorporation into the later laws, proves that all the values and ideas embodied are still up-to-date. The Municipality of Iasmos, through the implementation of its G.U.P. to its Κapodistrian part, is an example of managing both the urban and the non-urban space of its territory. Chapter A of the present thesis develops the relationship between spatial planning and sustainable development. Chapter B gives a historical overview of the Greek State's efforts through legislation to lay down rules and restrictions on the construction and use of land. Chapter D describes the provisions of the Law 2508/97, while Chapter E describes its evolution and the form it has taken and is currently in force. Chapters F and G describe the G.U.P of Iasmos and the earlier environmental restrictions applicable to the region. From Annexes 1 and 2 (G.U.P. implementation plan and questionnaire) as well as from the G.U.P. presentation, problems, failures and delays in its implementation are identified, and conclusions are drawn on the best achievement of sustainable development and spatial planning when transformed into a G.U.P. Μετά από πολλές δεκαετίες παλινδρομήσεων, διαφαίνεται πλέον η πρόθεση του κράτους να οργανώσει τον χερσαίο αλλά και τον θαλάσσιο χώρο με διαχειριστικά σχέδια. Η διαχείριση αυτή ειπώθηκε με μια πυραμίδα ιεραρχημένων χωρικών σχεδίων και τέθηκε σε εφαρμογή στα τέλη της δεκαετίας του ’90 με πρώτο το Ν.2508/97 για τη βιώσιμη ανάπτυξη πόλεων και οικισμών. Ο Ν. 2508/97 ήταν καινοτόμος σε δύο σημεία του, κάλυψε με χωρικά σχέδια (Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια - Γ.Π.Σ. και Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης – Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π.) σημαντικό μέρος του χερσαίου χώρου της Ελλάδας και εισήγαγε τη βιώσιμη ανάπτυξη ως όρο και προϋπόθεση στην περαιτέρω διαχείριση του χώρου. Η συνέχιση της ύπαρξής του μέσα από την ενσωμάτωσή του σε μεταγενέστερους νόμους δείχνει ότι το πνεύμα που πρέσβευε εξακολουθεί να είναι επίκαιρο. Ο Δήμος Ιάσμου με το Γ.Π.Σ. που εφάρμοσε στο καποδιστριακό του τμήμα ήταν ένας από τους Δήμους που μέσω του συγκεκριμένου εργαλείου επιδίωξε την οργάνωση και διαχείριση τόσο του αστικού/οικιστικού όσο και του εξωαστικού χώρου. Στο Κεφάλαιο Α της παρούσας εργασίας αναπτύσσεται η σχέση μεταξύ χωρικού σχεδιασμού και αειφόρου ανάπτυξης. Στο Κεφάλαιο Β γίνεται μια ιστορική αναδρομή των προσπαθειών του Ελληνικού Κράτους μέσα από νομοθετήματα να θέσει κανόνες και περιορισμούς στη δόμηση και τις χρήσεις γης. Στο Κεφάλαιο Δ γίνεται περιγραφή των διατάξεων του Ν. 2508/97, ενώ στο κεφάλαιο Ε περιγράφεται η μετεξέλιξή του και η μορφή που έλαβε και ισχύει σήμερα. Στα Κεφάλαια ΣΤ και Ζ περιγράφεται το Γ.Π.Σ. Ιάσμου και οι προγενέστερες αυτού περιβαλλοντικές δεσμεύσεις που ισχύουν για την περιοχή. Από τα Παραρτήματα 1 και 2 (πρόγραμμα υλοποίησης Γ.Π.Σ. και ερωτηματολόγιο) όπως και από την παρουσίαση του Γ.Π.Σ. προκύπτουν και τα προβλήματα, αστοχίες και καθυστερήσεις που εντοπίζονται στην εφαρμογή του και διατυπώνονται τα συμπεράσματα για τη βέλτιστη συμπόρευση της βιώσιμης ανάπτυξης και του χωρικού σχεδιασμού όταν αυτός μετουσιώνεται σε ένα Γ.Π.Σ. 152 91 113 Prolactin is a polypeptide hormone that is secreted by pituitary and other organs or systems such as CNS, uterus and placenta. Its structure exhibits little homology with growth hormone (GH) and human place-ntal galactogen (hPL).The present study aims to highlight the rela-tionship between prolactin in man and its effect on male infertility. This relationship arises from the study and comparison of previous studies on the relationship of prolactin to man. However, to date no studies have been conducted that accurately demonstrate the effect of the hormone on sperm parameters and infertility. Η προλακτίνη είναι μια πολυπεπτιδική ορμόνη που εκκρίνεται κατά ώσεις από την υπόφυση αλλά και από άλλα όργανα ή συστήματα όπως το ΚΝΣ, η μήτρα και ο πλακούντας. Η δομή της παρουσιάζει μια μικρή ομολογία με την αυξητική ορμόνη (GH) και το ανθρώπινο λακουντιακό γαλακτογόνο (hPL). Η παρούσα εργασία έχει σαν σκοπό να αναδείξει τη σχέση που έχει η προλακτίνη στον άνδρα αλλά και την επίδραση αυτής στην ανδρική υπογονιμότητα. Η σχέση αυτή προκύπτει μέσα από τη μελέτη και τη σύγκριση προγενέστερων μελετών σχετικά με την σχέση της προλακτίνης στον άνδρα. Εντούτοις μέχρι σήμερα δεν έχουν γίνει μελέτες που να αποδεικνύουν επακριβώς την επίδραση της ορμό-νης στις παραμέτρους του σπέρματος και την υπογονιμότητα. 153 217 205 Teacher’s views on the influence of the Homeric and Pre- classical age at school today Απόψεις εκπαιδευτικών για την επιρροή της ομηρικής και προκλασικής εποχής στο σχολείο σήμερα The purpose of the present study is to delve into education in Homeric and Pre- classical times. It proceeds to a comparative analysis of education as it has been formulated nowadays. In parallel it studies the individual differences and similarities, as education is deemed to be vital, intertemporally. The roles of both the educator and learner have been subjected to dramatic changes compared to the past years. These adaptations concern the value system, attitudes and even mentalities. The procedure I have followed in the first part of the study is a bibliographical research while in the second part I have conducted a qualitative one, utilizing the means of interview data as my collection method. The sample comprises seven teachers currently in office and the study their views concerning the student attitudes during the referred periods and school currently. Initially the research content of the thesis is introduced the educational models, the values and attitudes that are cultivated in by the educational system. Subsequently the opinions of the educators in office are outlined regarding the impact of Homeric and Pre- classical contemporary schools. The influences concern the educational models, their content and the attitudes that are promoted through the Athenian and Spartan paradigms. Η παρούσα εργασία εξετάζει την εκπαίδευση στην ομηρική και προκλασική εποχή. Προχωρά σε σύγκρισή της με την εκπαίδευση όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα. Παράλληλα μελετά τις επιμέρους διαφορές και ομοιότητες, καθώς φαίνεται ότι η εκπαίδευση αποτελεί θέμα ζωτικής σημασίας στη διαχρονία. Ο ρόλος του εκπαιδευτικού και του μαθητή έχουν υποστεί ριζικές αλλαγές σε σύγκριση με τα παλαιότερα χρόνια. Οι αλλαγές αφορούν στις αξίες, τις στάσεις, ακόμα και τον τρόπο σκέψης τους. Η μέθοδος που ακολούθησα στο πρώτο μέρος είναι βιβλιογραφική έρευνα και στο δεύτερο η ποιοτική έρευνα, χρησιμοποιώντας ως μέθοδο συλλογής δεδομένων τη συνέντευξη. Το δείγμα αποτέλεσαν επτά εν ενεργεία εκπαιδευτικοί και η έρευνα αποτυπώνει τις αντιλήψεις τους σχετικά με τη θέση του μαθητή κατά τις εξεταζόμενες περιόδους, αλλά και το σχολείο σήμερα. Αρχικά παρουσιάζεται το περιεχόμενο της πτυχιακής εργασίας, τα πρότυπα της αγωγής και οι αξίες και οι στάσεις που το εκπαιδευτικό σύστημα καλλιεργεί στους εκπαιδευομένους. Στη συνέχεια, διατυπώνονται οι θέσεις εν ενεργεία εκπαιδευτικών σχετικά με τον αντίκτυπο της ομηρικής και προκλασικής εκπαίδευσης, όπως αυτές ανιχνεύονται στο σύγχρονο σχολείο. Οι επιδράσεις αφορούν τα πρότυπα της αγωγής, το περιεχόμενο και τις στάσεις που προωθεί μέσα από τα παραδείγματα της Αθήνας και της Σπάρτης. 154 318 319 Educational and teaching interventions in the course of History in C Primary, using drama techniques cultivating empathy in children. Εκπαιδευτικές και διδακτικές παρεμβάσεις στο μάθημα της Ιστορίας στη Γ΄ Δημοτικού, με τη χρήση θεατρικών τεχνικών για την καλλιέργεια ενσυναίσθησης στα παιδιά. This paper is an action research in order to investigate the impact of theatrical techniques on the cultivation of empathy, in students of the 3rd grade, in the history lesson. Empathy is a multidimensional concept that has occupied scientists in various fields of science. It is an important part of the social and emotional development of the individual, as it influences his behavior towards others and the quality of his social relationships. Particularly in the field of Pedagogy and Education, there has been much talk in recent years about the need to cultivate empathy through teaching. One of the ways proposed for this approach is the use of alternative teaching methods and didactic approaches. Within this search, among others, it has been proposed to apply the Theatrical Techniques to teaching. Theatrical Techniques are considered to be an excellent pedagogical - didactic tool in the hands of the teacher in order to cultivate empathy. This paper studies specifically the application of Theatrical Techniques in the context of History lesson in order to cultivate empathy, in general, and historical empathy, in particular. History is a field in which many approaches have been developed in terms of its role in school, politics and society, its didactic methodology, and even its content. At the same time, the concept of empathy has taken on a particular content in History teaching. Research has supported the idea that the use of such techniques can significantly help in the development of empathy, historical empathy and historical understanding. The research was carried out on pupils of the 3d Grade in Primary School, through the teaching of various theatrical techniques in the history lesson. The results of the survey reveal that the use of these techniques can greatly help in empathy development and achieve historical understanding through historical empathy. Η ενσυναίσθηση αποτελεί μια πολυδιάστατη έννοια, η οποία έχει απασχολήσει τους επιστήμονες σε διάφορους τομείς του επιστητού. Αποτελεί σημαντικό κομμάτι της κοινωνικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του ατόμου, καθώς επηρεάζει τη συμπεριφορά του έναντι των άλλων και την ποιότητα των κοινωνικών του σχέσεων. Ιδιαίτερα στο χώρο της Παιδαγωγικής και της Εκπαίδευσης, τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος για την ανάγκη καλλιέργειας της ενσυναίσθησης, μέσα από τη διδασκαλία. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια έρευνα δράσης με σκοπό τη διερεύνηση της επίδρασης των θεατρικών τεχνικών στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, σε μαθητές της Γ΄ Δημοτικού, στο μάθημα της Ιστορίας. Η Ιστορία αποτελεί ένα γνωστικό αντικείμενο για το οποίο πολλές προσεγγίσεις έχουν αναπτυχθεί ως προς το ρόλο του στο σχολείο, την πολιτική και την κοινωνία, τη διδακτική του μεθοδολογία, ακόμα και το περιεχόμενό του. Παράλληλα, η έννοια της ενσυναίσθησης έχει προσλάβει ιδιαίτερο περιεχόμενο στους κόλπους της Διδακτικής της Ιστορίας. Έρευνες έχουν υποστηρίξει την ιδέα ότι η χρήση τέτοιων τεχνικών μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης, της ιστορικής ενσυναίσθησης και της ιστορικής κατανόησης. Ένας από τους τρόπους που έχουν προταθεί για αυτή την προσέγγιση είναι η χρήση εναλλακτικών μεθόδων διδασκαλίας και διδακτικών προσεγγίσεων. Στο πλαίσιο αυτής της αναζήτησης, έχει προταθεί η εφαρμογή θεατρικών τεχνικών. Οι θεατρικές τεχνικές θεωρείται ότι μπορεί να αποτελέσουν ένα εξαιρετικό παιδαγωγικό – διδακτικό εργαλείο στα χέρια του εκπαιδευτικού για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. Η παρούσα εργασία μελετά συγκεκριμένα την εφαρμογή θεατρικών τεχνικών στο πλαίσιο του μαθήματος της Ιστορίας με σκοπό την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, γενικότερα και της ιστορικής ενσυναίσθησης, ειδικότερα. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε μαθητές της Γ΄ τάξης Δημοτικού, μέσω πραγματοποίησης διδασκαλιών με τη χρήση θεατρικών τεχνικών στην Ιστορία. Από τα αποτελέσματα διαφαίνεται ότι η χρήση των συγκεκριμένων τεχνικών μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης και την επίτευξη της ιστορικής κατανόησης, μέσω της ιστορικής ενσυναίσθησης. 155 355 368 Social responsibility of business--Law and legislation--Greece-Xanthi This thesis explores the theme of CSR, a concept associated with businesses and represents a new field of research and study. If we could clarify the concept we would say that it is "the voluntary commitment of businesses to contribute to economic development while improving the quality of life of workers and society in general» (World Business Council for Sustainable Development, 1998). Furthermore, this thesis answers the following research questions: a) to what extend do the information of lawyers for corporate social responsibility (CSR), affects their perception of the compulsory nature of CSR, b) to what extend do the information of lawyers for CSR, affects their perception of the voluntary nature of CSR, c) to what extend do they consider relevant mandatory application of CSR, said it would cause barriers to business operation, d) to what extend do people consider important the voluntary nature of CSR, consider that caused obstacles from the compulsory nature of CSR and e) to what extend do the sex and the age is linked to the perception of lawyers on voluntary or mandatory character of CRS. The data collection takes place in the course of the last months of 2015 lawyers in the city of Xanthi. Some of the main findings of the thesis, shows that the lawyers of Xanthi, consider that CSR is so important that it should be mandatory implemented by companies because of improved quality of the natural environment, the secured compliance with the requirements of the market and environmental legislation, and improving the image and competitiveness of the company through new innovations and redesign environmental policies. Conversely, a significant obstacle to the mandatory application of it is reduced confidence against state policy, bureaucracy and business reluctance to implement new legislation. On the other hand, lawyers believe that the voluntary side of CSR is possible to improve the reputation of the company, to increase its share of the market and its competitiveness. The development of the relationship of trust with the client becomes crucial, and staff awareness on environmental issues seems to be an important incentive for the implementation of CSR. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία ερευνά το θέμα της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, μιας έννοιας που συνδέεται με τις επιχειρήσεις και αποτελεί ένα νέο πεδίο έρευνας και μελέτης. Αν μπορούσαμε να αποσαφηνίσουμε την έννοια της θα λέγαμε ότι είναι «η εθελοντική δέσμευση των επιχειρήσεων για να συμβάλουν στην οικονομική ανάπτυξη με παράλληλη βελτίωση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων και της κοινωνίας γενικότερα» (Παγκόσμιο Επιχειρηματικό Συμβούλιο για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, 1998). Ακόμη, η εργασία απαντά τα εξής επιστημονικά ερωτήματα: α) κατά πόσο η ενημέρωση των δικηγόρων για θέματα ΕΚΕ, επηρεάζει την αντίληψή τους για τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, β) κατά πόσο η ενημέρωση των δικηγόρων για θέματα ΕΚΕ, επηρεάζει την αντίληψή τους για τον εθελοντικό χαρακτήρα της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, γ) κατά πόσο αυτοί θεωρούν σημαντική την υποχρεωτική εφαρμογή της ΕΚΕ, θεωρούν ότι θα προκληθούν εμπόδια στη λειτουργία των επιχειρήσεων, δ) κατά πόσο αυτοί που θεωρούν σημαντικό τον εθελοντικό χαρακτήρα της ΕΚΕ, θεωρούν ότι θα προκληθούν εμπόδια από τον υποχρεωτικό χαρακτήρα της ΕΚΕ και ε) κατά πόσο το φύλο και η ηλικία συνδέεται με την αντίληψη των δικηγόρων περί εθελοντικού ή υποχρεωτικού χαρακτήρα της ΕΚΕ. Η απάντηση αυτών των ερωτημάτων πραγματοποιήθηκε με έρευνα που διεξήχθη σε δικηγόρους που δραστηριοποιούνται στην πόλη της Ξάνθης. Η έρευνα διήρκησε το τελευταίο εξάμηνο του 2015. Ορισμένα σημαντικά ευρήματα της εργασίας, δείχνουν ότι οι δικηγόροι της Ξάνθης, θεωρούν ότι η ΕΚΕ είναι τόσο σημαντική, ώστε θα πρέπει να εφαρμοστεί υποχρεωτικά από τις επιχειρήσεις λόγω της βελτίωσης της ποιότητας του φυσικού περιβάλλοντος, της εξασφαλισμένης συμμόρφωσης με τη τις απαιτήσεις της αγοράς και την περιβαλλοντική νομοθεσία, καθώς και της βελτίωσης της εικόνας και του ανταγωνισμού της επιχείρησης, μέσω νέων καινοτομιών και επανασχεδιασμού περιβαλλοντικών πολιτικών. Αντίθετα, σημαντικό εμπόδιο στην υποχρεωτική εφαρμογή της, κρίνεται η μειωμένη εμπιστοσύνη απέναντι στην κρατική πολιτική, η μεγάλη γραφειοκρατία και η απροθυμία των επιχειρήσεων να εφαρμόσουν νέες νομοθεσίες. Από την άλλη πλευρά, οι δικηγόροι πιστεύουν ότι ο εθελοντικός χαρακτήρας της ΕΚΕ, είναι δυνατόν να βελτιώσει την καλή φήμη της επιχείρησης, να αυξήσει το μερίδιό της στην αγορά, καθώς και την ανταγωνιστικότητά της. Η ανάπτυξη της σχέσης εμπιστοσύνης με τον πελάτη αναδεικνύεται ζωτικής σημασίας, καθώς και η ευαισθητοποίηση του προσωπικού σε θέματα περιβάλλοντος φαίνεται να αποτελεί σημαντικό κίνητρο για την εφαρμογή της ΕΚΕ. 156 155 172 Μελέτη της έκφρασης των υποδοχέων των κυτταροκινών σε ανθρώπειους υποεπιθηλιακούς μυοϊνοβλάστες πνεύμονα Idiopathic pulmonary fibrosis, IPF, is a disease of unknown etiology characterized by chronic deposition of fibrous tissue, which results in the alteration of the architecture of the lung and ultimately in death. Myofibroblasts play an important role in the pathogenesis of the disease. Myofibroblasts, under the influence of pre-fibrotic and pro-inflammatory factors, differentiate and produce fibrous molecules, such as collagen. In this work, the expression of cytokine receptors in human subepithelial lung myofibroblasts and the modification of this expression after stimulation with pro-inflammatory cytokines is studied. It was found that IL-1a and TNF-a when they act alone or in combination reduce the expression levels of the mRNA of IFNGR1 and IFNGR2. The combination of the two cytokine appears to increase the mRNA levels of IL13RA2 and IL22R. IL-1a increases the mRNA levels of IL10RA, while TNF-a increases the mRNA levels of IL10RΒ. Finally, the combination of cytokine increases the mRNA levels of TGFBR1 and TGFBR2. Η Ιδιοπαθής Πνευμονική Ίνωση (Idiopathic Pulmonary Fibrosis, IPF) είναι μια νόσος άγνωστης αιτιολογίας που χαρακτηρίζεται από χρόνια εναπόθεση ινώδους ιστού, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της αρχιτεκτονικής του πνεύμονα και εν τέλει στον θάνατο. Σημαντικό ρόλο στην παθογένεια της νόσου παίζουν οι μυοϊνοβλάστες. Οι μυοϊνοβλάστες, υπό την επίδραση προ-ινωτικών και προ-φλεγμονωδών παραγόντων, διαφοροποιούνται και παράγουν ινώδη μόρια, όπως είναι το κολλαγόνο. Στην παρούσα εργασία, μελετάται η έκφραση των υποδοχέων των κυτταροκινών σε ανθρώπειους υποεπιθηλιακούς μυοϊνοβλάστες πνεύμονα και η τροποποίηση της έκφρασης αυτής κατόπιν διέγερσης με προ-φλεγμονώδεις κυτταροκίνες. Βρέθηκε ότι η IL-1α και ο TNF-α όταν δρούν μόνες τους ή σε συνδυασμό μειώνουν τα επιπέδα έκφρασης του mRNA των IFNGR1 και IFNGR2. Ο συνδυασμός των δύο κυτταροκινών φαίνεται ότι αυξάνει τα επίπεδα mRNA της IL13RA2 και της IL22R. H IL-1α αυξάνει τα επίπεδα mRNA της IL10RA, ενώ ο TNF-α αυξάνει τα επίπεδα mRNA της IL10RΒ. Τέλος, ο συνδυασμός των κυτταροκινών αυξάνει τα επίπεδα mRNA της TGFBR1 και της TGFBR2. 157 132 197 A leisure time workshop for teenagers in order to create a pop up performance in the context of a museum education application at the Ethnological Museum of Thrace. Ένα εργαστήριο ελεύθερου χρόνου για εφήβους, με σκοπό τη δημιουργία μιας pop up performance, στα πλαίσια μιας μουσειοπαιδαγωγικής εφαρμογής στο Εθνολογικό Μουσείο Θράκης. The role of museums today has been adapted so it can meet the needs of its multidimensional audience. Museum pedagogy gives the same acknowledgement to the cognitive as well as the emotional dimension of learning within the museum. This case study presents the designing, implementing and evaluating of a leisure workshop to create a pop up performance among teenagers at a museum. For this, a workshop for teens titled "Memory Box, Creating a Performance" was designed and implemented. The sample of the survey was 6 students of middle school. The tools used to collect data were the questionnaire, participatory observation and the semi-structured interview. Ο ρόλος των μουσείων σήμερα έχει προσαρμοστεί έτσι ώστε να μπορεί να καλύπτει τις εκάστοτε ανάγκες του πολυδιάστατου πλέον κοινού του. Η Μουσειοπαιδαγωγική δίνει την ίδια βαρύτητα στην γνωστική, αλλά και στην συναισθηματική διάσταση τής μάθησης μέσα στο μουσείο. Η παρούσα μελέτη αφορά μία μελέτη περίπτωσης, η οποία έχει ως σκοπό το σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση ενός εργαστηρίου ελευθέρου χρόνου με σκοπό τη δημιουργία μιας pop up performance σε κοινό εφήβων σε ένα μουσείο. Για αυτό, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε ένα εργαστήριο ελεύθερου για εφήβους με τίτλο «Memory Box, δημιουργία μιας performance». Το δείγμα της έρευνας ήταν έξι μαθητές εσπερινού γυμνασίου της Αλεξανδρούπολης. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη συλλογή δεδομένων ήταν το ερωτηματολόγιο, η συμμετοχική παρατήρηση και η ημιδομημένη συνέντευξη. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εφαρμογής έδειξαν την πετυχημένη εφαρμογή του εργαστηρίου σε εφήβους και πως η επιτέλεση μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο σε μουσειοπαιδαγωγικές δράσεις και επιπλέον πως η συνδυαστική χρήση άτυπων και μη τυπικών μορφών μάθησης μπορεί να λειτουργήσει ως μέσο αυτοέκφρασης και επικοινωνίας μεταξύ εφήβων και της τοπικής κοινωνίας. 158 172 187 Ανάπτυξη μοριακής μεθόδου για την ανίχνευση και ταυτοποίηση στελεχών Saccharomyces pastorianus και Saccharomyces cerevisiae της ζυθοποίησης με τη χρήση της τεχνικής RAPD-PCR A lot of Saccharomyces pastorianus and Saccharomyces cervisiae strains are used in the brewing of beer products. The aim of the present study was the design of a specific Multiplex PCR, which could be used in the quality control of the brewing products. A series of RAPD-PCR reactions was carried out, in which 100 random decamer RAPD primers were used and their ability to hybridize in several DNA regions of the aforementioned strains was examined, in order to spot distinctive band profiles. The results of the research revealed 2 RAPD primers, responsible for the observation of a characteristic band profile for one of the Saccharomyces cerevisiae strains used in this experiment. The bands were then extracted from the agarose gels, cleaned up and inserted into specific cloning vectors, in order to be sequenced. The sequencing' s results would then be used in order to design specific primers, based on the polymorphic sites of the studied strain. These primers could be used for the detection of this strain in a simple PCR reaction. Πολλά στελέχη Saccharomyces pastorianus και Saccharomyces cerevisiae χρησιμοποιούνται στην παραγωγή μπύρας τύπου "Lager". Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η ανάπτυξη μιας εξειδικευμένης αντίδρασης Multiplex PCR, η οποία μπορεί να ενταχθεί στον ποιοτικό έλεγχο των προϊόντων ζυθοποίησης. Για το λόγο αυτό, διεξήχθη μια σειρά αντιδράσεων RAPD (Random Amplified Polymorphic DNA)-PCR (Polymerase Chain Reaction), στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν 100 τυχαίοι, δεκαμερείς RAPD εκκινητές και ελέγχθηκε η ικανότητά τους να υβριδοποιούνται σε περιοχές του DNA των 11 συγγενικών στελεχών ζυμομυκήτων και να δημιουργούν χαρακτηριστικά για την μεταξύ τους διάκριση πρότυπα ζωνώσεων. Αποτέλεσμα της έρευνας ήταν να βρεθούν 2 εκκινητές, για τους οποίους ένα στέλεχος Saccharomyces cervisiae εμφανίζει ένα χαρακτηριστικό πρότυπο ζωνώσεων, το οποίο το διακρίνει από τα υπόλοιπα στελέχη. Στη συνέχεια, οι ζωνώσεις απομονώθηκαν και εισήχθησαν σε ειδικούς φορείς κλωνοποίησης, με τελικό στόχο την αλληλούχισή τους. Τα αποτελέσματα της αλληλούχισης θα αποτελέσουν τη βάση για τον σχεδιασμό ειδικών εκκινητών, βασισμένων στην πολυμορφική θέσητου υπό μελέτη στελέχους, οι οποίοι θα χρησιμοποιούνται για την ανίχνευσή του σε μια απλή αντίδραση PCR. 159 256 231 Φαρμακοεπιδημιολογική ανάλυση των πιθανών αλληλεπιδράσεων συγχορηγούμενων φαρμάκων στους ασθενείς Drug interactions are increasingly more and more common in daily clinical practice mostly due to polypharmacy, new pharmaceutical agents available and population ageing. All the above causes may contribute to reduced medicines efficacy or appearance of adverse drug reactions thus compromising patients’ pharmacotherapy and wellbeing. Aim To identify potential drug-drug interactions (DDIs) encountered in prescription medicines at a community pharmacy and assess their clinical significance according to a verified database. Methods. A retrospective observational study took place at a community pharmacy during which all medicines dispensed between January 2012 and December 2018 were examined to identify polypharmacy and potential drug-drug interactions (DDIs). The detection and assessment of interactions was conducted with Lexicomp Online while the consequent statistical analysis was made at SPSS. Results.In total, 616 patients were included in the study and 179 potential drug - drug interactions were identified with Lexicomb. Polypharmacy was found in 52,1% of patients while 39,8% of those patients showed an interaction either of D or X category. We also found a positive correlation between number of drugs per patient and potential drug-drug interactions (OR = 4,83, 95% CI 3,33 - 7,00). Conclusions. The amount of drug-drug interactions we identified, either D or X, is considered high for the volume of prescription medicines we examined. Even though the clinical significance of each one of these interactions may not be well-established, their detection is of vital importance for patients’ quality of life. Further research incorporating additional variables and in larger sample is required in order to contribute to improve provided pharmaceutical care. Οι φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις αποτελούν μια πραγματικότητα εδώ και πολλά χρόνια. Η αυξανόμενη χρήση φαρμάκων, οι νέοι θεραπευτικοί παράγοντες που υπεισέρχονται στη φαρμακοθεραπεία, καθώς και η πολυφαρμακία αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης αλληλεπιδράσεων αποτελώντας μια σημαντική αιτία που μπορεί να βλάψει τον ασθενή. Σκοπός. Η συγκεκριμένη μελέτη έχει ως σκοπό την αξιολόγηση των πιθανών αλληλεπιδράσεων συγχορηγούμενων φαρμάκων που προκύπτουν από τη χρήση αυτών από τους ασθενείς ενός κοινοτικού φαρμακείου. Μέθοδοι. Πραγματοποιήθηκε μια αναδρομική μελέτη παρατήρησης των φαρμάκων που συνταγογραφήθηκαν στους ασθενείς ενός κοινοτικού φαρμακείου το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2012 - Δεκέμβριος 2018 προκειμένου να ανιχνευθεί η πολυφαρμακία και η ύπαρξη πιθανών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των φαρμάκων που χρησιμοποίησαν. Οι πιθανές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις, και το ρίσκο που υπάρχει από τη συγχορήγηση των φαρμάκων αξιολογήθηκαν με το Lexicomp Online, ενώ η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με το SPSS. Αποτελέσματα Καταγράφηκαν 616 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια και αναγνωρίστηκαν 179 πιθανές αλληλεπιδράσεις φαρμάκων κατηγορίας D και X, όπως αυτές ορίζονται από το Lexicomp. Οι αλλήλεπιδράσεις τύπου Χ έχουν μεγάλο ρίσκο και καλό είναι να αποφεύγονται, ενώ οι D εμφανίζουν κλινικά σημαντική αλληλεπίδραση και η συγχορήγησή τους πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά. Στο 52,1% των ασθενών εμφανίζεται πολυφαρμακία και το 39,8% έχει κάποια πιθανή αλληλεπίδραση των παραπάνω κατηγοριών. Βρέθηκε συσχέτιση μεταξύ του αριθμού των φαρμάκων που συνταγογραφήθηκαν και της εμφάνισης κάποια πιθανής αλληλεπίδρασης (OR = 4,83, 95% CI 3,33 - 7,00). 160 220 224 The present research focuses on the presentation of plants and animals and the relationships that humans develop with them on themes and motifs of the Greek fairy tale. The research is part of the field of Literary Folklore and seeks to cover part of the need for studies related to the Greek folktale. The fairy tales were examined using the method of qualitative content analysis as well as the text analysis method, following the literary and anthropological approach. The themes and motifs that were examined were selected from fairy tales belonging to the types 300-749, according to the Classification of Aarne-Thompson-Uther. Τhe main conclusions of the thesis are as follows: • The concept of nature has emerged through an undoubtedly rich, quality and different educational material, such as the folk, fairy tale. • The ecological dimension of the folk fairy tale was demonstrated, through the material collected, studied and presented. • The didactic value of the folk fairy tale has been confirmed and extended, while the opportunity for its pedagogical utilization was demonstrated in a new light, since all of the above are elements, which the teacher can exploit, since, as such, help to make it easier for the child to perceive the fairy tale messages about nature and relationship with humans and can help shape similar attitudes and behaviors. Η παρούσα ερευνητική εργασία πραγματεύεται τον τρόπο παρουσίασης των φυτών και των ζώων και των σχέσεων που αναπτύσσει ο άνθρωπος με αυτά σε θέματα και μοτίβα του ελληνικού, λαϊκού, μαγικού παραμυθιού. Η εν λόγω έρευνα εντάσσεται στον κλάδο της Φιλολογικής Λαογραφίας και επιδιώκει να καλύψει ένα μέρος της ανάγκης για μελέτες σχετικές με το ελληνικό, λαϊκό, μαγικό παραμύθι. Το προς μελέτη υλικό επιλέχθηκε από παραμύθια που ανήκουν στους τύπους 300-749, σύμφωνα με την ταξινόμηση των Aarne-Thompson- Uther. Τα παραμύθια εξετάστηκαν με τη μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου και με την κλασική μέθοδο ανάλυσης κειμένων, ακολουθώντας τη φιλολογική και ανθρωπολογική προσέγγιση. Σχετικά με τον γενικότερο προβληματισμό της εργασίας, συμπερασματικά φαίνονται τα παρακάτω: • Αναδείχθηκε η έννοια της φύσης μέσα από ένα αναμφίβολα πλούσιο, ποιοτικό και διαφορετικό εκπαιδευτικό υλικό, όπως είναι το λαϊκό, μαγικό παραμύθι. • Καταδείχθηκε, μέσα από το υλικό που συλλέχθηκε, μελετήθηκε και παρουσιάστηκε, η οικολογική διάσταση του λαϊκού παραμυθιού. • Επιβεβαιώθηκε και επεκτάθηκε η λογοτεχνική και διδακτική αξία του λαϊκού μαγικού παραμυθιού, ενώ αναδείχθηκε η δυνατότητα για την παιδαγωγική αξιοποίησή του υπό ένα νέο πρίσμα, αφού όλα τα παραπάνω αποτελούν στοιχεία, τα οποία ο εκπαιδευτικός μπορεί να εκμεταλλευτεί, εφόσον, ως τέτοια, βοηθούν στην ευκολότερη πρόσληψη από το παιδί των μηνυμάτων του παραμυθιού που αφορούν στη φύση και στη σχέση της με τον άνθρωπο και μπορούν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση ανάλογων στάσεων και συμπεριφορών 161 242 281 In the present study an attempt is made to study and investigate the relationship between the existence of a stroke and the appearance of a sleep disorder. Stroke is the irreversible damage to the cerebral parenchymal vasculature resulting from discontinuation of blood supply to the affected area or from bleeding as a result of rupture of a vessel. In recent years, several studies have been studying the onset of sleep disorders following a stroke, a link that is the case hypothesis of this work. This hypothesis is controlled by providing a questionnaire based on the PSQI, Berlin, STOPBang, and RLS scales for Restless Legs Syndrome in 30 patients. The results of the research revealed a correlation between the quality and duration of sleep, the high BMI, the high blood pressure and diabetes with the high chance of sleep apnea and OSA. According to the results of Berlin test 60% of the patients had High risk of Sleep Apnea. On STOPBang questionnaire results showed that 36,6% of the patients had high risk of OSA and 43,3% of the patients had intermediate risk of OSA. Also, 16,7% had restless legs syndrome. Finally, 96,7% of the patients had satisfying sleep during their hospitalization while 26,7% of the patients during their hospitalization had trouble sleeping caused by the medical intervention. In the period of hospitalization, the patients said that their total daily sleep ranged from 6 hours/day to 16 hours/day with an average of 10 hours/day. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια μελέτης και διερεύνησης της σχέσης ανάμεσα στην ύπαρξη ενός αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και την εμφάνιση κάποιας διαταραχής ύπνου. Ως αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ) ορίζεται η μη αναστρέψιμη βλάβη του εγκεφαλικού παρεγχύματος αγγειακής αιτιολογίας, που πηγάζει από την διακοπή της παροχής του αίματος στην πάσχουσα περιοχή ή από αιμορραγία, ως αποτέλεσμα της ρήξης ενός αγγείου. Τα τελευταία χρόνια, αρκετές έρευνες μελετούν την εμφάνιση διαταραχών ύπνου, μετά από την ύπαρξη ενός αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, μια σύνδεση που αποτελεί την υπόθεση της εν λόγω εργασίας. Η υπόθεση αυτή ελέγχθηκε μέσω χορήγησης ερωτηματολογίου που στηρίζεται στις κλίμακες PSQI, Berlin, STOPBang και φύλλου ερωτήσεων για το Σύνδρομο Ανήσυχων Άκρων (RLS), σε 30 ασθενείς. Τα αποτελέσματα της έρευνας έφεραν στο φως μια συσχέτιση ανάμεσα στην ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου, τον υψηλό δείκτη μάζας σώματος, την αρτηριακή υπέρταση και τον σακχαρώδη διαβήτη με την αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης συνδρόμου άπνοιας ύπνου. Πιο συγκεκριμένα το 60% των ασθενών σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν στο ερωτηματολόγιο Berlin εμφανίζουν υψηλό κίνδυνο εμφάνισης υπνικής άπνοιας. Ακόμη, στο ερωτηματολόγια STOPBang το 36,6% των ασθενών χαρακτηρίζονται σύμφωνα με την βαθμολόγηση, ως υψηλού κινδύνου εμφάνισης αποφρακτικής άπνοιας ύπνου, το 43,3% ως ενδιάμεσου κινδύνου και μόλις το υπόλοιπο 20% ως χαμηλού κινδύνου. Ποσοστό 16,7% διαπιστώθηκε ότι έχει σύνδρομο ανήσυχων άκρων. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ασθενών σε ποσοστό 96,7% δήλωσαν ότι κοιμούνται ικανοποιητικά κατά τη διάρκεια της νοσηλείας ενώ σε ποσοστό 26,7% οι ασθενείς απάντησαν πως επηρεάστηκε αρνητικά η επάρκεια του ύπνου τους κατά την διάρκεια της νοσηλείας τους από τη νοσηλευτική παρέμβαση. Ενώ τέλος κατά τη διάρκεια της νοσηλείας, η συνολική διάρκεια ύπνου κυμαινόταν από 6 ώρες έως και 16 ώρες, με μέση διάρκεια τις 10 ώρες 162 606 561 Μελέτη της φαρμακοκινητικής του μεθοξυ- ισοβούτυλο - ισονιτριλίου (MIBI) επισημασμένου με 99mTc στη στεφανιαία νόσο και στους παραθυρεοειδείς αδένες. The present thesis is concerned with the pharmacokinetics of the radiodrug 99mTc-MIBI. The pharmacokinetic parameters of the radiodrug are presented as well as its use in coronary artery disease and parathyroid cancer. It is crucial that we understand the specific anatomic, histological and functional traits of the affected organs. The cardiovascular system consists of the heart, which functions as a suction and pressure pump, and the three types of blood vessels. The anatomic and histological characteristics of the myocardium and the blood vessels, as well as the neurosis of the cardiovascular system are extensively discussed in the first section of the present thesis. Moreover, the physiology of the heart muscle and the way a myocardial fiber is excited are presented. The stages of the energy potentials, the heart cycle as well as the mechanism proposed by Frank and Starling are also discussed. The cardiovascular system is plagued by a wide variety of diseases that the present thesis takes into regard. Special emphasis is placed upon coronary artery disease, as atherosclerosis is a widespread phenomenon in the Western World. Atherosclerosis is an inflammatory disease of the arterial wall, which is characterised by the accumulation of lipids in the arterial subenthothelial space, leading to ischemia and necrosis. We discuss the way atheromatic plaques are formed and the implication of metalloproteinases, as well as other important molecules that have a role to play. As therapeutic approaches, a healthy lifestyle is suggested, but there are also pharmaceutical and surgical ways of treatment. Special reference is attributed to HMG - CoA anagogase inhibitors. The parathyroid glands are endocrine glands with no anatomic correlation to the rest of the endocrine glands. Functionally, they are responsible for the regulation of the calcium and phosphorus levels in the serum as well as for ostogenesis. Normally, they excrete the peptide hormone parathormone, which acts in synergy with calcitonin, the peptide hormone excreted by the thyroid. Furthermore, the diseases that affect the parathryroid glands are discussed briefly. However, we elaborate on parathyroid carcinoma, as an unusual form of cancer, which can cause primary hyperparathyroidism. The majority of parathyroid malignancies are a challenge to diagnose, due to the fact that they do not present distinctive and specific histological characteristics. The genetic factors and potential biomarkers are also discussed. Imaging techniques are the way diagnostic tests take place in nuclear medicine. With the use of the proper radiodrug and the detection of its distribution in the organism, the biochemistry of the tissue of interest is observed. These tests can take place either in vivo or in vitro. The imaging is possible through the gamma camera, whose basic characteristics are presented in the present thesis. We also discuss briefly the imaging techniques nuclear medicine employs, elaborating on the principles upon which the SPECT imaging technique is based, as well as its primary applications. The radiodrug 99mTc - MIBI was developed as a myocardial perfusion agent. It has the advantage of producing less background in the produced images. Somewhere along the process it was found that it has the capacity to accumulate in tumour cells as well. The present thesis analyses the pharmacokinetics of the radiodrug 99mTc - MIBI. It is administered as a single - dose intravenous injection, in order to detect ischemic damage and occlusions, which appear as cold spots, as well as to diagnose parathyroid carcinoma. It accumulates in the mitochondrial stroma, passing quickly from the systemic circulation to the heart and tumour cells. 99mTc - MIBI is excreted in both bile and urine, having undergone hepatic and renal metabolism. Lastly, the clinical importance of 99mTc - MIBI as an imaging agent in nuclear medicine is discussed. Η παρούσα εργασία ασχολείται με τη φαρμακοκινητική του ραδιοφαρμάκου 99mTc-MIBI. Παρουσιάζονται οι φαρμακοκινητικές παράμετροί του και η χρησιμότητά του στη στεφανιαία νόσο και τον καρκίνο των παραθυρεοειδών αδένων. Σημαντική κρίνεται η κατανόηση των ιδιαίτερων ανατομικών, ιστολογικών και λειτουργικών χαρακτηριστικών των συζητούμενων οργάνων. Το καρδιαγγειακό σύστημα συνίσταται από την καρδία, τον κοίλο μυ που λειτουργεί ως αντλία εισρρόφησης και πίεσης, και τους τρεις τύπους αιμοφόρων αγγείων. Τα ανατομικά και ιστολογικά χαρακτηριστικά της καρδιάς και των αιμοφόρων αγγείων, καθώς επίσης και η νεύρωση του καρδιαγγειακού συστήματος παρουσιάζονται αναλυτικά στην πρώτη ενότητα της εργασίας. Ακόμη, παρουσιάζεται η φυσιολογία του καρδιακού μυός και πώς διεγείρεται εκπολωτικά μία μυοκαρδιακή ίνα. Γίνεται αναφορά στις φάσεις του δυναμικού ενέργειας, τον καρδιακό κύκλο καθώς επίσης στον νόμος της καρδιάς των Frank και Starling. Το καρδιαγγειακό σύστημα μαστίζεται από μία πληθώρα παθήσεων, που παρουσιάζονται αναφορικά στην παρούσα διπλωματική εργασία. Ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στη στεφανιαία νόσο, καθώς η αθηροσκλήρωση αποτελεί ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο στο Δυτικό κόσμο. Η αθηροσκλήρωση είναι φλεγμονώδης πάθηση του αρτηριακού τοιχώματος κατά την οποία λιπίδια εναποτίθενται στον αρτηριακό υποενδοθηλιακό χώρο, οδηγώντας σε ισχαιμική βλάβη και νέκρωση. Παρουσιάζεται η πορεία προς το σχηματισμό των αθηρωματικών πλακών καθώς επίσης και η εμπλοκή των μεταλλοπρωτεϊνασών αλλά και άλλων μορίων με καίριο ρόλο. Ως θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη στεφανιαία νόσο προτείνονται η αλλαγή του τρόπου ζωής, φαρμακευτική αγωγή, αλλά και χειρουργικές επεμβάσεις. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους αναστολείς της HMG - CoA αναγωγάσης. Οι παραθυρεοειδείς αδένες ανήκουν στους ενδοκρινείς αδένες και δεν εμφανίζουν ανατομική συσχέτιση με τους υπόλοιπους ενδοκρινείς αδένες του οργανισμού. Από λειτουργικής απόψεως, είναι υπεύθυνοι για τη ρύθμιση των επιπέδων ασβεστίου και φωσφόρου στο πλάσμα και την οστεογένεση. Φυσιολογικά εκκρίνουν την πεπτιδική ορμόνη παραθορμόνη, η οποία δρα σε συνέργεια με την πεπτιδική ορμόνη του θυρεοειδούς αδένα καλσιτονίνη. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στις παθήσεις των παραθυρεοειδών αδένων με ιδιαίτερη έμφαση στο καρκίνωμα των παραθυρεοειδών αδένων, ως μίας ασυνήθους μορφή κακοήθειας, που συχνά προκαλεί πρωτοπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό. Η διάγνωση της πλειοψηφίας των κακοηθειών των παραθυρεοειδών αδένων είναι δύσκολή καθώς δεν εμφανίζουν διακριτικά ιστολογικά χαρακτηριστικά. Παρουσιάζονται γενετικά - 6 - χαρακτηριστικά και μόρια που μπορούν να λειτουργήσουν ως βιοδείκτες για τον καρκίνο των παραθυρεοειδών αδένων. Στην πυρηνική ιατρική οι διαγνωστικές εξετάσεις είναι απεικονιστικές με τη χορήγηση ραδιοφαρμάκων και την παρατήρηση της κατανομής τους με στόχο την απεικόνιση της βιοχημείας του ιστού τόσο in vivo όσο και in vitro. Το κύριο απεικονιστικό εργαλείο είναι η γ κάμερα, της οποίας παρουσιάζονται τα βασικά χαρακτηριστικά. Αναφορά γίνεται και στις απεικονιστικές τεχνικές που αξιοποιεί η πυρηνική ιατρική, με ιδιαίτερη έμφαση στις αρχές λειτουργίας και τις κύριες εφαρμογές της μεθόδου SPECT. Το ραδιοφάρμακο 99mTc - MIBI αναπτύχθηκε με σκοπό την απεικόνιση του μυοκαρδίου, έχοντας το πλεονέκτημα ότι δεν παράγει υψηλά ποσοστά θορύβου. Στην πορεία βρέθηκε ότι έχει την ιδιότητα να συγκεντρώνεται και στους όγκους. Η χορήγηση γίνεται ως μία ενδοφλέβια δόση με σκοπό τον εντοπισμό ισχαιμικών περιοχών και εμφράκτων στη στεφανιαία νόσο, που εμφανίζονται ως ψυχρά σημεία, αλλά και η για τη διάγνωση του καρκίνου των παραθυρεοειδών αδένων. Έχει βρεθεί ότι το ραδιοφάρμακο συγκεντρώνεται κυρίως στο μιτοχονδριακό στρώμα, περνώντας ταχύτατα από τη συστημική κυκλοφορία στο μυοκάρδιο και τα κύτταρα των όγκων. Το 99mTc-MIBI απεκκρίνεται τόσο στη χολή, όσο και στα ούρα, περνώντας από μεταβολισμό στο ήπαρ και τους νεφρούς. Τέλος, παρουσιάζεται η κλινική σημασία του ραδιοφαρμάκου 99mTc-MIBI ως απεικονιστικού στην πυρηνική ιατρική. 163 295 283 Τα σχολικά εγχειρίδια και οι απόψεις των μαθητών της περιόδου 1950 - 1960 This report was devised as part of the undergraduate curriculum of the Department of Primary Education of Democritus University of Thrace, during the academic year 2015-2016. The survey conducted aims to highlight the views of students, who studied in primary school the period between 1950 and 1960, on the textbooks they used at that time. During the decades in question several political events occurred, as well as several reforms in education directly affected by the above developments. The reforms of 1952 and 1964 as well as the period of dictatorship served as landmarks in Education. The course of school textbooks in the aforementioned decades was remarkable, because, through the textbooks an effort was made for the dissemination of necessary messages, at that time, in order to create Greek citizens with the sense of morality. For the empirical approach to the subject, the research tool utilized was the interview. The sample consists of fifteen people who went to the Primary school during the period in question. The participants came from the areas of Chrysoupoli, Alexandroupolis, Serres and Drama. The results of the interviews showed that the books were distributed basically free and the textbook of the first grade was the one that was imprinted in the memories of most respondents. In addition, all agreed on the presence of colorful illustrations and intense religious element in them, other than that, the reference to the family life, the nation and the society was extensive, but not in the political situation of the time. Regarding the language used both for writing and for teaching, this was mainly the demotic. Finally, the situations presented in the books, in the opinion of interviewees, were corresponded to the reality of the time, while the values acquired from the elementary school were numerous Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια του προπτυχιακού προγράμματος σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016. Σκοπός της έρευνας είναι να αναδειχθούν οι απόψεις των μαθητών που φοίτησαν στο Δημοτικό σχολείο τη χρονική περίοδο 1950-1960, για τα αναγνωστικά που χρησιμοποίησαν τότε. Στις υπό μελέτη δεκαετίες, συντελέστηκαν αρκετά πολιτικοοικονομικά γεγονότα καθώς και αρκετές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, που επηρεάζονταν άμεσα από τις εξελίξεις των πρώτων. Σταθμοί για την Παιδεία στάθηκαν οι μεταρρυθμίσεις του 1952, του 1964 και η περίοδος της Δικτατορίας. Αξιοσημείωτη ήταν η πορεία των σχολικών εγχειριδίων στις προαναφερθείσες δεκαετίες, διότι μέσα από τα αναγνωστικά καταβαλλόταν προσπάθεια διάδοσης, των απαιτούμενων για την εποχή, μηνυμάτων για τη διαμόρφωση ηθικών Ελλήνων πολιτών. Για την εμπειρική προσέγγιση του θέματος, το ερευνητικό εργαλείο που αξιοποιήθηκε είναι η συνέντευξη. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από δεκαπέντε άτομα που πήγαν στο Δημοτικό την εξεταζόμενη χρονολογία. Οι συμμετέχοντες προέρχονται από τις περιοχές της Χρυσούπολης, της Αλεξανδρούπολης, των Σερρών και της Δράμας. Τα αποτελέσματα των συνεντεύξεων έδειξαν πως τα βιβλία διανέμονταν κατά βάση δωρεάν και το Αλφαβητάριον της Α’ Δημοτικού ήταν αυτό που είχε εντυπωθεί στις μνήμες των περισσότερων ερωτηθέντων. Επιπλέον, όλοι συμφώνησαν στην ύπαρξη έγχρωμης εικονογράφησης και έντονου θρησκευτικού στοιχείου σε αυτά. Εκτενής υπήρξε, εκτός των άλλων, η αναφορά στην οικογενειακή ζωή, στο έθνος, στην κοινωνία, αλλά όχι στην πολιτική πραγματικότητα της εποχής. Αναφορικά με τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε τόσο για τη γραφή όσο και για τη διδασκαλία, ήταν κατά κύριο λόγο η δημοτική. Κλείνοντας, οι καταστάσεις που παρουσιάζονταν στα βιβλία, κατά τη γνώμη των συνεντευξιαζόμενων, ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, ενώ πολλές ήταν και οι αξίες που απέκτησαν από το Δημοτικό σχολείο 164 441 375 The present project aims at the study, as well as at the detailed presentation of the social values in the Junior High School book of the Greek Literature. More specifically, the socialization and the pedagogy of the social values are presented on the one hand and on the other hand the role of the textbook in the contemporary multi-cultural societies. The methodology is based on the analysis of the content and particularly on the combination of the research tools, such as the qualitative research, the quantitative and on the study of illustration. The research started in November 2017 and it was completed in August 2018. From the research it is concluded that the textbook constitutes a carrier of timeless and contemporary social values, presenting an intercultural character capable of strengthening multi-cultural practices. The structure of the textbook regarding the genre of passages corresponds to the percentage of 63% prose in the majority. Poetry comes after that in the percentage of 28%, while the rest percentage is divided into other genres, such as folk songs and songs of the thieves, theatrical plays and folk tales. This appropriation presents the intertextuality and the cross-thematic program of Literature which constitutes the art of speech. The texts are in accordance with the objectives of the School Curriculum and Cross-thematic Curriculum Framework and these aims are associated with the transmission of values. The references to the social values take place directly reaching the percentage of 77% compared to the references made indirectly which reach 23%, a fact that reinforces the conclusion above. On the other hand, the illustration of the textbook is less than half of the book and more specifically the 56% has not got pictures contrary to the 44%. From them the 60% represents the category “visual arts”. The dominant social value of the textbook in the percentage of 58% is the acceptance of the other. This precedence propels the intercultural principle of the equality of the different backgrounds of the individuals, looking for the equal treatment and opportunities in life. The acceptance of the other is distinguished in various fields , such as the national, cultural, language, religious diversity, refugees, immigrants, people with special needs and the elderly. The conclusion of the above is the concept of diversity, which has a strong position in the needs of the society and mainly in the educational system .In conclusion, on the one hand the school book as a means and on the hand the way of teaching, constitute the fields of study in order for the social values to be taught to the students, so that the different civilizations can coexist harmoniously succeeding social cohesion. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό τη μελέτη καθώς και την αναλυτική παρουσίαση των κοινωνικών αξιών στο εγχειρίδιο των Κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας της Α΄ Γυμνασίου. Ειδικότερα, παρουσιάζεται αφενός η κοινωνικοποίηση και η διδακτική των κοινωνικών αξιών και αφετέρου ο ρόλος του σχολικού εγχειριδίου στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες. Η μεθοδολογία βασίζεται στην ανάλυση περιεχομένου και πιο συγκεκριμένα στον συνδυασμό των ερευνητικών εργαλείων όπως η ποιοτική έρευνα, η ποσοτική και η μελέτη εικονογράφησης. Η έρευνα ξεκίνησε τον Νοέμβρη του 2017 και ολοκληρώθηκε τον Αύγουστο του 2018. Από την έρευνα συνάγεται το συμπέρασμα πως το σχολικό εγχειρίδιο αποτελεί φορέα διαχρονικών και σύγχρονων κοινωνικών αξιών παρουσιάζοντας έναν διαπολιτισμικό χαρακτήρα ικανό για την ισχυροποίηση πολυπολιτισμικών πρακτικών. Η δομή του σχολικού εγχειριδίου ως προς τα είδη κειμένων αναλογεί στη πλειοψηφία σε πεζά με ποσοστό 63%. Αμέσως μετά ακολουθούν τα ποιήματα με 28% ενώ το υπόλοιπο ποσοστό μοιράζεται σε άλλα είδη όπως κλέφτικο και δημοτικό τραγούδι, θεατρικό έργο και λαϊκό παραμύθι. Αυτή η κατανομή παρουσιάζει τη διακειμενικότητα και τη διαθεματικότητα της λογοτεχνίας που αποτελεί τη τέχνη του λόγου. Τα κείμενα εναρμονίζονται με τους στόχους του Αναλυτικού Προγράμματος και του Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγράμματος Σπουδών, οι οποίοι σχετίζονται με τη μετάδοση αξιών. Οι αναφορές των κοινωνικών αξιών γίνονται με άμεσο τρόπο φτάνοντας το ποσοστό 77% έναντι αυτών με έμμεσο τρόπο που αφορά το 23%, γεγονός που ενισχύει το παραπάνω συμπέρασμα. Από την άλλη πλευρά, η εικονογράφηση του σχολικού εγχειριδίου είναι λιγότερη από το μισό του βιβλίου και πιο συγκεκριμένα, το 56% δεν έχει εικόνες σε αντίθεση με το 44%. Από αυτές το 60% εκπροσωπεί τη κατηγορία «εικαστικά έργα». Κυρίαρχη κοινωνική αξία στο σχολικό εγχειρίδιο με ποσοστό 58% είναι η αποδοχή του Άλλου. Αυτό το προβάδισμα προωθεί τη διαπολιτισμική αρχή της ισότητας των διαφορετικών υπόβαθρων των ατόμων αναζητώντας την ίση μεταχείριση και ευκαιρία στη ζωή. Η αποδοχή του Άλλου διακρίνεται σε διάφορα είδη όπως την εθνική, πολιτισμική, γλωσσική, θρησκευτική ετερότητα, πρόσφυγας-μετανάστης, άτομα ειδικής αγωγής και τη τρίτη ηλικία. Απόρροια των παραπάνω γίνεται, η έννοια της ετερότητας που κατέχει ισχυρή θέση στις ανάγκες της κοινωνίας και κυρίως του εκπαιδευτικού συστήματος. Τέλος, αφενός το σχολικό εγχειρίδιο ως μέσο και αφετέρου ο τρόπος διδασκαλίας αποτελούν τα πεδία έρευνας για την διδαχή των κοινωνικών αξιών σε μαθητές με σκοπό την αρμονική συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών δηλαδή την κοινωνική συνοχή. 165 228 219 Νομοθεσία σχετικά με την έναρξη συστημάτων ανακύκλωσης με διαλογή στην πηγή από Δήμους The European and Greek legislation concerning to the collection, recycling and the recovery of various waste streams is recorded in this dissertation. The legislation, which is recorded, is based on recycling by means of separating at source, which in turn suggests a new system of recycling, an alternative and complementary stage as part of the overall management of solid waste. Through this practice, waste is required to be collected separately at its production site prior to any recovery operations and where possible, should not be mixed with other waste or materials that bear different properties. Furthermore, the legislation regarding the jurisdiction of Municipalities as part of the collection and recycling of waste is examined as is upgraded by the revised National Plan of Waste Management the time horizon being that of the year 2020. The objective of this dissertation is to compare these two pieces of legislation, to ascertain any harmonization of the Greek legislation towards the Eyropean one and whether they overlap in any way. Additionally, findings from the Hellenic Recycling Agency (HRA) regarding the objectives attained by Greece in terms of collection, recovery and recycling of individual waste streams for the years 2011 until 2015 are also cited with a view to ascertain any achievement of these objectives based on existing legislation, to state tha causes of non-accomplishment and to associate them with the economic recession. Στην παρούσα εργασία καταγράφεται η ευρωπαϊκή και η ελληνική νομοθεσία που διέπει τη συλλογή, την ανακύκλωση και την ανάκτηση των διαφόρων ρευμάτων αποβλήτων. Καταγράφεται η νομοθεσία βάσει της οποίας επιβάλλεται η ανακύκλωση με διαλογή στην πηγή, η οποία συνιστά ένα νέο σύστημα ανακύκλωσης, ένα εναλλακτικό και συμπληρωματικό στάδιο στο πλαίσιο της συνολικής διαχείρισης των στερεών αποβλήτων, με την οποία επιβάλλεται η χωριστή συλλογή των αποβλήτων στον τόπο παραγωγής τους πριν από οποιαδήποτε εργασία ανάκτησης και η κατά το δυνατόν μη ανάμειξή τους με άλλα απόβλητα ή με άλλα υλικά που φέρουν διαφορετικές ιδιότητες. Καταγράφεται, επίσης, η νομοθεσία σχετικά με την αρμοδιότητα των Δήμων στο πλαίσιο της συλλογής και ανακύκλωσης των απορριμμάτων, όπως αυτή αναβαθμίζεται από το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων με χρονικό ορίζοντα το έτος 2020. Σκοπός της εργασίας συνιστά η σύγκριση των δύο νομοθεσιών, η διαπίστωση της τυχόν εναρμόνισης της ελληνικής προς την ευρωπαϊκή νομοθεσία και η τυχόν αλληλοεπικάλυψή τους. Παρατίθενται, επίσης, στοιχεία από τον ΕΟΑν σχετικά με τους επιτευχθέντες από την Ελλάδα στόχους συλλογής, ανάκτησης και ανακύκλωσης των επιμέρους ρευμάτων αποβλήτων για τα έτη 2011 έως 2015, με σκοπό να διαπιστωθεί η τυχόν επίτευξή τους βάσει της κείμενης νομοθεσίας, να παρατεθούν οι λόγοι της μη επίτευξης και να συσχετισθούν με την οικονομική κρίση. 166 214 239 Η μέθοδος της απευαισθητοποίησης και επαναπροσαρμογής μέσω οφθαλμικών κινήσεων (eye movement desensitization and reprocessing, EMDR) The present thesis explores the integration of the «Eye Movement Desensitization and Reprocessing» (EMDR) method in the treatment protocol for people suffering from trauma, focusing more on the Post-traumatic Stress Disorder (PTSD). Through a bibliography review, the association between trauma and its neuropshysiological effects, and symptoms and neurobiology of PTSD as well, with EMDR method was explored. According to bibliography, the effectiveness of the EMDR method in the treatment of PTSD has been strongly proven. The achievement of therapeutic effects, occurs in a shorter time compared to other therapeutic approaches and can be applied to children and adolescents with safety and efficacy. Neurophysiological studies indicate the positive effect of EMDR at physiological function, and at specific structures of the brain which are associated with cognitive processing and integration of trauma. The therapeutic benefits of the method extend beyond the psychiatric disorders and to the treatment of emotional and cognitive effects of chronic pain. A comprehensive review of the comparative results of EMDR with other treatments, mainly with cognitive-behavioral therapy is provided. The results demonstrate the value of the EMDR method in treating post- traumatic symptoms, and depressive consequential effects caused by a traumatic experience. Further research is necessary to identify sufficiently and clearly the active mechanisms that mediate the association between treatment and outcome. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή διερευνάται η ενσωμάτωση της μεθόδου «Απευαισθητοποίησης και Επανεπεξεργασίας μέσω των οφθαλμικών κινήσεων» - (EMDR), στο θεραπευτικό πρωτόκολλο των ατόμων με τραύμα, εστιάζοντας περισσότερο στη διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD). Συντελείται μια ανασκόπηση της βιβλιογραφίας που διερευνά τη σύνδεση του τραύματος και των νευροφυσιολογικών επιπτώσεών του, καθώς και τα συμπτώματα και τη νευροβιολογία της PTSD, με τη μέθοδο EMDR. Οι μελέτες αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της μεθόδου EMDR στη θεραπεία της PTSD. Η επίτευξη των θεραπευτικών αποτελεσμάτων, επέρχεται σε συντομότερο χρονικό διάστημα σε σύγκριση με άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, ενώ ενδείκνυται η εφαρμογή της σε παιδιά και εφήβους με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα. Νευροφυσιολογικές μελέτες, δείχνουν την θετική επίδραση της μεθόδου τόσο σε επίπεδο φυσιολογίας, όσο και σε επίπεδο αλλαγής της λειτουργίας συγκεκριμένων δομών του εγκεφάλου που σχετίζονται με τη γνωστική επεξεργασία και την ενσωμάτωση της τραυματικής εμπειρίας. Τα θεραπευτικά οφέλη της μεθόδου, επεκτείνονται πέραν των ψυχιατρικών διαταραχών και στην αντιμετώπιση των συναισθηματικών και γνωστικών συνιστωσών του χρόνιου πόνου. Επίσης παρουσιάζεται μια εκτενής ανασκόπηση των συγκριτικών αποτελεσμάτων της μεθόδου με άλλες θεραπείες, και κυρίως με τη γνωσιακή- συμπεριφορική θεραπεία. Τα αποτελέσματα των ερευνών, καταδεικνύουν την αξία της μεθόδου EMDR, στην αντιμετώπιση των μετατραυματικών συμπτωμάτων και των συνεπαγόμενων καταθλιπτικών επιπτώσεων που επιφέρει μια τραυματική εμπειρία. Καθίσταται αναγκαία η έρευνα για να προσδιοριστούν επαρκώς και με σαφήνεια οι δραστικοί μηχανισμοί που μεσολαβούν στη σχέση θεραπείας και αποτελέσματος. 167 241 278 Καταγραφή και πρόγνωση των ΑΕΕ στο νοσοκομείο Δράμας (Βασισμένη σε νοσοκομειακά δεδομένα) Introduction: Stroke is the 1nd cause of non-traumatic disability and the 3nd cause of death in Europe. In Greece only a few epidemiological studies have been performed. Our study aims in recording all stroke patients admitted to Drama Regional Hospital for one year (2014). Methods: all patients were registered with acute stroke diagnosis. The type, etiology, disability (mRS score), hospitalization duration and risk factors were recorded. Results: In total 325 stroke were observed per 100.000 people per year. 92% had ischemic stroke and 8% hemorrhagic. Mean age was 75.5 years ±7.7. Stroke were classified as: lacunar (55.7%), cardioembolic (22.9%), large vessels (8.6%), other cause (1.5%) and cryptogenic (0.7%) mean duration of hospitalization was 4.9 days±1.5 in ischemic strokes and 13.5 days±2.2 in hemorrhagic strokes. Total in-hospital mortality was 7.8%. mRS score in ischemic strokes was higher in men than women (3.5-2.9 ±1.1). as far as risk factors are concerned, men had higher rates of diabetes (38%-20%), smoking (21%-8%) and atrial fibrillation (31%-6%) than women. Mortality was also higher in men compared with women in ischemic (4.6%-1.4%) and hemorrhagic strokes (41%-8%). An important proportion of patients had transient ischemic attack (15.6%) and atrial fibrillation (18%). In multiple regression analysis men and atrial fibrillation were statistically significant determinants of mRS score (p<0.05). Results: Stroke incidence in Drama was found similar to other greek studies, but with smaller mortality rates. Ischemic strokes seem to exert more severe disability and mortality to men than women. Εισαγωγή: Τα Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια-ΑΕΕ αποτελούν την 1η αιτία μη τραυματικής αναπηρίας και την 3η αιτία θανάτου. Στην Ελλάδα έχουν διεξαχθεί ελάχιστες επιδημιολογικές μελέτες για τα ΑΕΕ. Η μελέτη μας αφορά την καταγραφή των ΑΕΕ στη Δράμα για ένα έτος (2014). Υλικό-μέθοδοι: Καταγράφηκαν όλοι οι ασθενείς που εισήχθησαν στο Νοσοκομείο Δράμας με διάγνωση οξύ ΑΕΕ. Μελετήθηκε το είδος, η αιτιολογία, η κλίμακα mRS, η διάρκεια νοσηλείας και η παρουσία παραγόντων κινδύνου. Αποτελέσματα: Καταγράφηκαν 325 ΑΕΕ ανά 100.000 κατοίκους/έτος. Το 92% είχε ισχαιμικό ΑΕΕ και το 8% αιμορραγικό ΑΕΕ. Η μέση ηλικία ήταν 75.5 ±7.7 έτη. Τα ΑΕΕ ταξινομήθηκαν ως μικρών αγγείων (55.7%), καρδιοεμβολικά (22.9%), μεγάλων αγγείων (8.6%), άλλης αιτίας (1.5%) και κρυπτογενή (0.7%). Η μέση διάρκεια νοσηλείας ήταν 4.9 ημέρες±1.5 στα ισχαιμικά ΑΕΕ και 13.5±2.2 στα αιμορραγικά ΑΕΕ. Η συνολική νοσοκομειακή θνητότητα ήταν 7.8%. H κλίμακα mRS ήταν μεγαλύτερη στους άνδρες με ισχαιμικό ΑΕΕ (mRS: 3.3±1.1) σε σχέση με τις γυναίκες (mRS: 2.9±1.1). Όσον αφορά τους παράγοντες κινδύνου, βρέθηκε υπεροχή των ανδρών έναντι των γυναικών στο διαβήτη (38%-20%), στο κάπνισμα (21%-8%) και στην κολπική μαρμαρυγή (31%-6%). Η θνησιμότητα ήταν επίσης, μεγαλύτερη στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες και στα ισχαιμικά (4.6%-1.4%) και στα αιμορραγικά ΑΕΕ (41%-8%). Σημαντικό είναι το ποσοστό των παροδικών ΑΕΕ (15.6%) και η παρουσία κολπικής μαρμαρυγής (18%). Σε πολυπαραγοντική παλίνδρομη ανάλυση βρέθηκε ότι στα ισχαιμικά ΑΕΕ το ανδρικό φύλο και η παρουσία κολπικής μαρμαρυγής επηρεάζουν την κλίμακα mRS (p<0.05) Συμπεράσματα: Η επίπτωση των ΑΕΕ στη Δράμα φάνηκε παραπλήσια με άλλες ελληνικές μελέτες, αλλά η θνητότητα εκτιμήθηκε μικρότερη. Τα ισχαιμικά ΑΕΕ εμφανίζουν βαρύτερη αναπηρία και θνησιμότητα στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες. 168 211 245 Εμφάνιση της διηθητικής φυσαλίδας σε διάφορους τύπους αντιγλαυκωματικών επεμβάσεων Glaucoma is an irreversible disease that progressively leads to vision loss. The diseases of glaucoma refers to a variety of eye diseases with common feature of increasing intraocular pressure, due to decreased outflow of the aqueous humor of eye, causing lesions in optic nerve. Glaucoma is classified into two main categories, primary and secondary glaucoma. Many diagnostic methods have been developed for the diagnosis of glaucoma, of which very important are Biomicroscopic Ultrasound (UBM) and Anterior Segment Optical Coherence Tomography (AS-OCT), which are helpful diagnostic methods for digital imaging of the glaucoma. Glaucoma treatment aims to reduce intraocular pressure (IOP) and can be performed either pharmacologically, or with laser or finally with surgery. The most common surgical method for the last 50 years is that of trabeculectomy, which regulates the infiltration-drainage of aqueous humor through a bleb above the conjunctiva. This bleb also determines the success of the operation postoperatively. Any complication that may occur regarding the infiltration bleb leads to failure to regulate the intraocular pressure and therefore should be monitored early postoperatively with various methods. The best methods for imaging of the bleb structure are the methods mentioned above, UBM and AS-OCT, in which prognostic characteristics of the bleb have been developed predicting the patient's postoperative procedure in glaucoma. Το γλαύκωμα είναι μια ασθένεια η οποία προοδευτικά οδηγεί σε απώλεια της όρασης και είναι μη αναστρέψιμη. Προκαλείται από βλάβη στο οπτικό νεύρο και εξ αιτίας της αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης, λόγω της απορρύθμισης της εκροής του υδατοειδούς υγρού του οφθαλμού. Το γλαύκωμα κατατάσσεται σε δύο κατηγορίες, στα πρωτογενή και η πραγματική αιτία εμφάνισης τους δεν είναι γνωστή και στα δευτερογενή γλαυκώματα. Πλέον έχουν αναπτυχθεί πολλές μέθοδοι εξέτασης για τη διάγνωση του γλαυκώματος, από τις οποίες πολύ σημαντικές είναι η Βιομικροσκοπική Υπερηχογραφία (UBM) και η Οπτική Τομογραφία Συνοχής Προσθίου Ημιμορίου (AS-OCT), οι οποίες ανήκουν στις διαγνωστικές εξετάσεις απεικόνισης του προσθίου θαλάμου του οφθαλμού. Η θεραπευτική αντιμετώπιση του γλαυκώματος στοχεύει στη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης και μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε φαρμακευτικά, είτε με λέιζερ είτε χειρουργικά. Η πιο διαδεδομένη χειρουργική μέθοδος εδώ και 50 χρόνια είναι αυτή της τραμπεκουλεκτομής κατά την οποία ρυθμίζεται η διήθηση-αποχέτευση του υδατοειδούς υγρού μέσω μια φυσαλίδας επάνω από τον επιπεφυκότα. Η φυσαλίδα αυτή καθορίζει και την επιτυχία της επέμβασης μετεγχειρητικά. Η κάθε επιπλοκή που μπορεί να προκύψει σχετικά με την διηθητική φυσαλίδα οδηγεί σε αποτυχία ρύθμισης της ενδοφθάλμιας πίεσης και για αυτό θα πρέπει να παρακολουθείται από νωρίς μετεγχειρητικά με διάφορες μεθόδους. Οι καλύτερες μέθοδοι απεικόνισης της δομής της φυσαλίδας είναι οι μέθοδοι που αναφέραμε πιο πάνω, η UBM και η AS-OCT και κατά τις οποίες έχουν αναπτυχθεί προγνωστικά χαρακτηριστικά της φυσαλίδας προβλέποντας τη μετεγχειρητική πορεία του ασθενή στην ασθένεια του γλαυκώματος. 169 340 378 Μελέτη των επιπέδων των αυτοαντισωμάτων Anti-GAD και ΑΙΑ σε σύγκριση με την ινσουλίνη του ορού σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, με ανοσοραδιολογικές μεθόδους IRMA Diabetes mellitus is a very common metabolic disorder in the general population. It is a chronic disease and affects many systems of the human body, often at the same time. Most diabetic patients are divided into two categories: diabetes type 1 and diabetes type 2. With this study will be evaluated the levels of autoantibodies Anti-GAD, AIA, as well as of insulin, in the serum of patients suffering from various clinical stages diabetes mellitus, in order to correlate with the severity of the disease and to contribute to improving patient monitoring (follow up). We studied 68 patients, 45 of them men and 23 women, aged 18-75 years (mean age 52 ± 9 years) suffering from diabetes. Twenty-three of the patients have diabetes type 1 and 45 diabetes type 2. Thirty-five patients, mainly suffering from diabetes type 2, had apparent complications of the disease (diabetic neuropathy, diabetic nephropathy, leg ulcers, retinopathy and ischemic heart failure). 60% of the patients received antidiabetic pills and 40% of the patients received insulin. The level determination was carried out by radioimmunoassay techniques RIA and IRMA using kits produced by the American company Beckman Coulter. Statistic analysis was done with x -test (student test) and showed that 47,8% of patients with diabetes type 1 have increased Anti-GAD antibodies and 11% of diabetes type 2 patients, too. On the other hand 44,4% of patients with diabetes type 2 have increased AIA autoantibodies, in comparison to 26% of patients with diabetes type 1. Through the study of the results we came to the conclusion that patients with diabetes type 1 have mainly increased Anti-GAD antibodies. A small percentage of them (especially those treated with insulin) showed increased AIA. Patients with diabetes type 2 have increased autoantibodies AIA and to a lesser extent increased Anti-GAD. In addition, patients with complications have mainly increased Anti-GAD and AIA antibodies, either individually or in combination. In conclusion, it is useful to evaluate the level of Anti-GAD and AIA antibodies, as they can be useful markers for the diagnosis and classification of diabetes. Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί πολύ συχνή μεταβολική διαταραχή στο γενικό πληθυσμό. Πρόκειται για χρόνια νόσο και επηρεάζει πολλά και συχνά ταυτόχρονα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού. Οι περισσότεροι διαβητικοί ασθενείς χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: στο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 (Τ1ΣΔ) και στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (Τ2ΣΔ). Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην αξιολόγηση των τιμών των αυτοαντισωμάτων Anti-GAD, AIA και της ινσουλίνης στον ορό ασθενών πασχόντων από σακχαρώδη διαβήτη διαφόρων κλινικών σταδίων, προκειμένου να συσχετιστούν με τη βαρύτητα της νόσου αρχικά και να συμβάλλουν στη βελτίωση της παρακολούθησης των ασθενών (follow up). Μελετήσαμε 68 ασθενείς, 45 εκ των οποίων άνδρες και 23 γυναίκες, ηλικίας 18-75 ετών (μέση ηλικία 52±9 έτη) πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη. Οι 23 παρουσιάζουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και οι 45 σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Τριανταπέντε ασθενείς κυρίως πάσχοντες από διαβήτη τύπου 2 παρουσιάζουν και εμφανείς επιπλοκές της νόσου (διαβητική νευροπάθεια, διαβητική νεφροπάθεια, άτονα έλκη, αμφιβληστροειδοπάθεια και ισχαιμική καρδιακή ανεπάρκεια). Το 60% των ασθενών λαμβάνει αντιδιαβητικά χάπια και το 40% ινσουλίνη. Ο προσδιορισμός των τιμών των αυτοσαντισωμάτων και της ινσουλίνης πραγματοποιήθηκε με ανοσοραδιομετρικές μεθόδους RIA και IRMA με χρήση kit της αμερικανικής εταιρείας Beckman Coulter. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με το x2-test (student test) και προέκυψε ότι το 47,8% των ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 παρουσιάζουν αυξημένα Anti-GAD αντισώματα, με το αντίστοιχο ποσοστό στους ασθενείς με διαβήτη τύπου 2 να είναι 11%. Από την άλλη μεριά το 44,4% των πασχόντων με διαβήτη τύπου 2 εμφανίζει αυξημένα ΑΙΑ αυτοαντισώματα, εν αντιθέσει με το 26% των διαβητικών ασθενών τύπου 1. Μέσα από μελέτη των αποτελεσμάτων καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως οι ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 παρουσιάζουν κυρίως αυξημένα Anti-GAD αντισώματα. Μικρό ποσοστό (κυρίως αυτοί που ελάμβαναν θεραπεία με ινσουλίνη, γεγονός ενδεικτικό αντίδρασης στη θεραπεία)εμφάνισε αυξημένα ΑΙΑ, ενώ οιασθενείς με διαβήτη τύπου 2 παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό αυξημένα AIA αυτοαντισώματα και σε μικρότερο βαθμό αυξημένα Anti-GAD. Επιπλέον οι ασθενείς που εμφανίζουν επιπλοκές εμφανίζουν κυρίως αυξημένα Anti-GAD και ΑΙΑ αντισώματα, είτε μεμονωμένα, είτε σε συνδυασμό. Εν κατακλείδι λοιπόν θεωρείται χρήσιμο να αξιολογούνται τα Anti-GAD και ΑΙΑ αντισώματα, καθώς μπορούν να αποτελέσουν χρήσιμους δείκτες για τη διάγνωση και την ταξινόμηση των διαβητικών ασθενών. 170 136 134 This diploma thesis researches the plays of the three great tragedians of Ancient Greece: Aischylos (Io in Prometheus Bound, Kassandra in Agamemnon), Sophocles (Ajax), Euripides (Hercules in Hercules Furens, Orestes in Orestes and Iphigenia in Tauris, Pentheus and Agave in The Bacchae, Medea). Approaching the psychopathological manifestations of the tragic heroes, through the colourful descriptions, the thesis investigates the cultural prism by witch the ancient Greeks looked the madness and the madman. Particular emphasis is given on the medical, philosophical and religious background that is reflected by the dramas, as well as by other ancient texts. As much as it is possible, the thesis attempts to subsume these descriptions in the currents and in the Τragedy‘s synchronous diagnostic classifications. In addition, it consist a review of the up-today psychological approaches in the greek and international literature. Η παρούσα μελέτη ασχολείται με τα έργα των τριών μεγάλων τραγωδών, του Αισχύλου (Ιώ στον Προμηθέα Δεσμώτη, Κασσάνδρα στον Αγαμέμνονα), του Σοφοκλή (Αίας) και του Ευριπίδη (Ηρακλής στον Ηρακλή μαινόμενο, Ορέστης στο ομώνυμο δράμα και στην Ιφιγένεια εν Ταύροις, Πενθέας και Αγαύη στις Βάκχες, Μήδεια). Προσεγγίζοντας τις ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις των τραγικών ηρώων, μέσα από τις γλαφυρές περιγραφές, διερευνά το πολιτισμικό πρίσμα υπό το οποίο έβλεπαν την τρέλα και τον φορέα της οι αρχαίοι Έλληνες. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στο ιατρικό, φιλοσοφικό και θρησκευτικό υπόβαθρο που αντανακλάται από τα δράματα, καθώς και από άλλα κείμενα της εποχής.Στον βαθμό του εφικτού, επιχειρεί να εντάξει τις αυτές τις περιγραφές τόσο στις σημερινές όσο και στις σύγχρονες της τραγωδίας διαγνωστικές κατηγοριοποιήσεις. Συνάμα αποτελεί και μια ανασκόπηση των έως τώρα ψυχολογικών προσεγγίσεων που έχουν κατατεθεί στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. 171 275 290 Παρεντερική διατροφή στα πρόωρα νεογνά υπολειπόμενης ενδομήτριας ανάπτυξης Introduction: Childbirths that are either completed before the 37th week of pregnancy or last less than 259 days are considered premature. Intrauterine growth restriction (IUGR) refers to embryos that fail to reach their predetermined growth. IUGR is associated with perinatal mortality and morbidity, is the second cause of death, after prematurity, and is one of the most common and complex problems of modern obstetrics. Aim: The purpose of this systematic review is to present and analyze literature data on parenteral nutrition of newborn infants with IUGR. Methodology: The PubMed website was utilized as a primary source of research for scientific studies. No time limitation was set as for the publication year. Studies written in English and Greek were evaluated. Results: Parenteral nutrition is indicated in neonates with IUGR and usually peripheral catheterization of the central vein is preferred. Its essential ingredients include water, amino acids, lipids, carbohydrates, electrolytes, trace elements and vitamins. In neonates with IUGR, energy requirements, carbohydrates and amino acids are usually increased. Possible complications that may occur are catheter-related, metabolic and infections, and the last ones appear to be the most dangerous. Conclusions: Data from bibliography indicate that parenteral nutrition is indicated in neonates with IUGR, both because of their low weight and of the possible poor development of their gastrointestinal system. Choosing the appropriate mode of administration may reduce the risk of complications. Their demands in energy, carbohydrates and amino acids are increased due to their intense physical and neurological development. Complications are an integral part of parenteral nutrition and for this reason, both the benefits and risks of parenteral nutrition should be taken into account before a decision is made. Εισαγωγή: Οι τοκετοί που είτε ολοκληρώνονται πριν την 37η εβδομάδα κύησης, είτε διαρκούν λιγότερο από 259 μέρες χαρακτηρίζονται ως πρόωροι. Η υπολειπόμενη ενδομήτρια ανάπτυξη (ΥΕΑ) αφορά έμβρυα που αποτυγχάνουν να φτάσουν την προκαθορισμένη τους ανάπτυξη. Η YEA σχετίζεται με την περιγεννητική θνησιμότητα και νοσηρότητα, είναι η δεύτερη αιτία θανάτου μετά την προωρότητα και είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα και πολύπλοκα προβλήματα της σύγχρονης μαιευτικής. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας συστηματικής ανασκόπησης είναι να παρουσιάσει και να αναλύσει δεδομένα της βιβλιογραφίας σχετικά με την παρεντερική σίτιση των νεογνών με υπολειπόμενη ενδομήτρια ανάπτυξη. Μεθοδολογία: Ως βασική πηγή αναζήτησης επιστημονικών άρθρων χρησιμοποιήθηκε ο ιστότοπος του PubMed και δεν τέθηκε χρονικός περιορισμός, ως προς το έτος δημοσίευσής τους. Αξιολογήθηκαν μελέτες γραμμένες στην αγγλική και ελληνική γλώσσα. Αποτελέσματα: Η παρεντερική σίτιση ενδείκνυται σε νεογνά με ΥΕΑ και συνήθως επιλέγεται ο περιφερικός καθετηριασμός της κεντρικής φλέβας. Τα βασικά συστατικά της περιλαμβάνουν νερό, αμινοξέα, λιπίδια, υδατάνθρακές, ηλεκτρολύτες, ιχνοστοιχεία και βιταμίνες. Σε νεογνά με ΥΕΑ, συνήθως οι απαιτήσεις σε ενέργεια, υδατάνθρακες και αμινοξέα είναι αυξημένες. Οι πιθανές επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν είναι μεταβολικές, σχετιζόμενες με τον καθετήρα, καθώς και λοιμώξεις, οι οποίες αποτελούν και τις πιο επικίνδυνες. Συμπεράσματα: Τα βιβλιογραφικά δεδομένα δείχνουν ότι η παρεντερική σίτιση ενδείκνυται σε νεογνά με ΥΕΑ, τόσο λόγω του χαμηλού τους βάρους, όσο και της πιθανής ελλιπούς ανάπτυξης του γαστρεντερικού τους συστήματος και η επιλογή του κατάλληλου τρόπου χορήγησης δύναται να μειώσει τον κίνδυνο επιπλοκών. Οι απαιτήσεις των νεογνών με ΥΕΑ σε ενέργεια, υδατάνθρακες και αμινοξέα είναι αυξημένες, λόγω της έντονης σωματικής και νευρολογικής τους ανάπτυξης. Οι επιπλοκές είναι αναπόσπαστο κομμάτι της παρεντερικής σίτισης και για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν τόσο τα οφέλη, όσο και οι κίνδυνοι της παρεντερικής διατροφής. 172 638 818 Πληθυσμιακή φαρμακοκινητική ανάλυση των εχινοκανδινών σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς Anidulafungin (ANF), an echinocandin-class antifungal, is considered to be initial therapy for invasive candidiasis. Although echinocandins have shown an ideal pharmacologic profile, with limited adverse reactions and drug-drug interactions, as well as low exposure variability among patient populations, dose optimization may be considered, in the context of the increasing antifungal resistance and the unstable nature of ICU patients. Thus, aim of our study is to develop a pharmacokinetic model, which describes Anidulafungin pharmacokinetics in critically ill patients, and identify covariates. Methods. Pharmacokinetic data were obtained by two clinical studies, conducted at the Intensive Care Units of Attikon and Ippokrateion University Hospitals of Athens. A total of 192 plasma samples were collected from 13 patients, receiving ANF upon proven invasive candidiasis, as an empiric treatment or prophylaxis. ANF was administered as a short-term intravenous infusion in a dose of 100mg once a day, while 9 patients received a loading dose of 200mg on the first day. A dense sample strategy, which included a pre-dose sample and 5 to 7 samples in a 24 hour time interval after the start of infusion, was followed. Plasma Anidulafungin concentrations were measured with a validated HPLC-fluorescence plasma assay method. We performed the population PK analysis, using non-linear mixed effects modelling in NONMEM® (version 7.3) and the FOCEI method. The development of the base model included the implementation of 1-compartment, 2-compartment and 3-compartment structural PK forms, as well as the use of additive, proportional and combined models to describe the residual variability. Inter-individual variability (IIV) was modelled using an exponential function, and then subsequently an inter-occasion variability (IOV) component was taken into consideration. Covariates including body weight, height. BMI, BSA, Creatinine Clearance and age, in addition to ICU specific covariates as the SOFA Score and APACHE II score were examined. Models have been evaluated based on the criteria of successful minimization, assessment of diagnostic plots and visual predictive checks, and bootstrap as a measure of the estimation precision. The selection of the covariates on the PK parameters was based on the Likelihood Ratio Test with a significance level of 0.05. A Monte Carlo simulation was performed using the developed PK model to calculate the probability of target attainment for ANF, administered in a 100 mg dose once a day. Regarding the PD target, we used the mean 24-h ƒAUC/MIC values, 20.6, 7.0 and 7.6, associated with the stasis endpoint against C. albicans, C. glabrata and C. parapsilosis, respectively.Results. A two-compartment model, with first-order elimination and proportional residual error, was found to best describe the time course of plasma Anidulafungin concentrations in the specific population. The estimates of the PK parameters (inter-individual variability calculated as CV %) were: Clearance (CL) = 0.8 L/h (33%), central volume of distribution (V1) = 11.8 L (62%), peripheral volume of distribution (V2) = 18.7 L/h (31%), and inter-compartmental clearance (Q) = 4.61 L/h. A significant inter-occasion variability was estimated for Clearance and Central Volume to be 25% (%CV) and 42% (%CV) respectively. SOFA score was found to be statistically significant covariate for CL. An increase in SOFA score from 7 to 17 is found to result in a 60 % reduction on the Clearance estimation. Probability of target attainment was estimated for increasing MIC values, showing a rapid drop of PTA for MICs ≥ 0.06, with the 100mg/day regimen.Conclusions. A model was developed for Anidulafungin PK in ICU patients, based on dense data. The pronounced inter-individual and inter-occasion variability in the exposure of ICU patients to ANF which was observed, concerns us about the dosing of Anidulafungin in ICU patients. Further analysis, could examine the influence of time-varying covariates on PK parameters and explain the observed inter-occasion variability. Poor clinical performance indicated by the low Probability of Target Attainment questions the adequacy of Aninulafungin for the treatment of infections with resistant Candida strains and is consistent with recent studies. Η Ανιδουλαφουνγκίνη, ένα αντιμυκητιασικό φάρμακο της κατηγορίας των εχινοκανδινών, θεωρείται σήμερα αρχική θεραπεία της διηθητικής καντιντίασης και καντινταιμίας. Αν και η εχινοκανδίνες έχουν επιδείξει ένα ιδανικό φαρμακολογικό προφίλ, με περιορισμένες ανεπιθύμητες ενέργειες και φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις, καθώς και σχετικά μικρή μεταβλητότητα στην ολική έκθεση του γενικού πληθυσμού τον ασθενών στο φάρμακο, στρατηγική για την προσαρμογή της δόσης μπορεί να χρειάζεται στο έδαφος της αυξανόμενης αντοχής στα αντιμυκητιασικά, καθώς και για τους βαρέως πάσχοντες ασθενείς της ΜΕΘ, που χαρακτηρίζονται από αστάθεια. Έτσι, στόχος της παρούσας εργασίας είναι η ανάπτυξη ενός πληθυσμιακού φαρμακοκινητικού μοντέλου για την περιγραφή της φαρμακοκινητικής της Ανιδουλαφουνγκίνης στους βαρέως πάσχοντες ασθενείς και η διερεύνηση συμμεταβλητών, χαρακτηριστικών που μπορούν να εξηγήσουν την μεταβλητότητα των φαρμακοκινητικών παραμέτρων.Μέθοδοι – Εργαλεία.Τα φαρμακοκινητικά δεδομένα μία κλινικής μελέτης που πραγματοποιήθηκε στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) των δύο Πανεπιστημιακών Νοσοκομείων της Αθήνας «Ιπποκράτειον» και «Αττικόν» συγκεντρώθηκαν προς ανάλυση. Ένα σύνολο 205 δειγμάτων πλάσματος συλλέχθηκαν από 13 ασθενείς που λάμβαναν ανιδουλαφουνγκίνη ως θεραπεία επί αποδεδειγμένης διηθητικής καντιντίασης, ως εμπειρική θεραπεία ή προφύλαξη. Η ανιδουλαφουνγκίνη χορηγήθηκε ως μικρής διάρκειας ενδοφλέβια έγχυση. Το δοσολογικό σχήμα ήταν 100mg ανά 24 ώρες, ενώ 9 από τους ασθενείς έλαβαν δόση εφόδου 200mg, ακολουθούμενη από δόσεις συντήρησης 100mg ανά 24 ώρες. Το πρωτόκολλο ακολουθεί μία στρατηγική πυκνής δειγματοληψίας, που περιλάμβανε την συλλογή δειγμάτων ακριβώς πριν από την δόση και 5 έως 7 δείγματα στην χρονική περίοδο των 24 ωρών μετά την δόση. Η μέτρηση των συγκεντρώσεων της ανιδουλαφουνγκίνης στο πλάσμα έγινε με μία επικυρωμένη μέθοδο HPLC με ανιχνευτή φθορισμού. Η πληθυσμιακή φαρμακοκινητική ανάλυση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την πληθυσμιακή προσέγγιση, όπως υλοποιείται και εφαρμόζεται με την ανάπτυξη μη-γραμμικών μοντέλων μικτών επιδράσεων στο λογισμικό NONMEM® (version 7.3; Icon Development Solutions, Hanover, MD, USA). Κατά την ανάπτυξη του βασικού μοντέλου ελέγχθηκε η προσαρμογή του μονο-διαμερισματικού, δι-διαμερισματικού και τρι-διαμερισματικού φαρμακοκινητικού δομικού μοντέλου στα δεδομένα καθώς και διαφορετικά μοντέλα σφάλματος για την περιγραφή της υπολειπόμενης ανεξήγητης μεταβλητότητας (residual unexplained variability). Η διατομική μεταβλητότητα (inter-individual variability) εντάχθηκε στο μοντέλο ως εκθετική συνάρτηση, ενώ ένα επιπλέον επίπεδο μεταβλητότητας, η ενδοατομική μεταβλητότητα (inter-occasion variability) διερευνήθηκε για να εκφράσει τις αλλαγές στις φαρμακοκινητικές παραμέτρους που παρατηρούνται στον ίδιο ασθενή, αλλά σε διαφορετικές περιόδους δειγματοληψίας. Για την επίδοση τους ως συμμεταβλητές των φαρμακοκινητικών παραμέτρων της κάθαρσης και του όγκου κατανομής διερευνήθηκαν δημογραφικά χαρακτηριστικά όπως το σωματικό βάρος, το ύψος, ο δείκτης μάζας σώματος (ΒΜΙ) και η επιφάνεια σώματος (BSA), μετρήσεις από τις εξετάσεις αίματος, όπως η κάθαρση κρεατινίνης και σχετικοί με την ΜΕΘ δείκτες όπως τα SOFA και APACHE II score. Τα μοντέλα αξιολογήθηκαν βάσει των κριτηρίων της επιτυχούς εκτίμησης των παραμέτρων, με την αξιολόγηση διαγνωστικών γραφικών παραστάσεων και με μεθόδους που βασίζονται σε προσομοιώσεις, όπως τα VPC και bootstrap, που αξιολογούν την ακρίβεια και σταθερότητα του μοντέλου. Η επιλογή των συμμεταβλητών των φαρμακοκινητικών παραμέτρων έγινε βάσει του Ελέγχου του Λόγου Πιθανοφανειών (Likelihood Ratio Test) για επίπεδο εμπιστοσύνης 0.05. Πραγματοποιήθηκαν προσομοιώσεις Monte Carlo, για δόσεις χορήγησης 100mg και 200mg ανά ημέρα, χρησιμοποιώντας το φαρμακοκινητικό μοντέλο που αναπτύχθηκε για τον υπολογισμό της πιθανότητας επίτευξης του στόχου (Probability of Target Attainment) σε αυξανόμενες τιμές MIC. Ο φαρμακοκινητικός – φαρμακοδυναμικός στόχος, αντλήθηκε από την βιβλιογραφία και ήταν οι τιμές 24-h ƒAUC/MIC, 20.6, 7.0 and 7.6, που σχετίζονται με το σημείο καμπής στην μείωση του μικροβιακού φορτίου ενάντια στα στελέχη C. albicans, C. glabrata και C. parapsilosis, αντίστοιχα. Αποτελέσματα. Το μοντέλο που περιγράφει καλύτερα τα δεδομένα συγκέντρωσης στο πλάσμα του συγκεκριμένου πληθυσμού ασθενών είναι το διδιαμερισματικό φαρμακοκινητικό μοντέλο με πρωτοταξική απομάκρυνση και αναλογικό μοντέλο σφάλματος. Οι πληθυσμιακές μέσες τιμές των φαρμακοκινητικών παραμέτρων, καθώς και η διατομική μεταβλητότητα (IIV εκφρασμένη ως CV%) τους εκτιμήθηκαν ως εξής: η κάθαρση CL=0.8 L/h (IIV 33%), όγκος κατανομής του κεντρικού διαμερίσματος V1=11.8 L (IIV 62%), όγκος κατανομής του περιφερειακού διαμερίσματος V2=18.7 L/h (IIV 31%) και η κάθαρση μεταξύ των διαμερισμάτων Q=4.61 L/h. Η ενδοατομική μεταβλητότητα μεταξύ των διαφορετικών περιόδων δειγματοληψίας εκτιμήθηκε και είναι 25% (CV) για την κάθαρση και 42% (CV) για τον όγκο κατανομής τους κεντρικού διαμερίσματος. Ο δείκτης της βαρύτητας της νόσου SOFA score βρέθηκε να είναι στατιστικά σημαντική συμμεταβλητή για την κάθαρση CL. Μία αύξηση της τιμής του SOFA score από το 7 στο 17 σχετίζεται με μία μείωση 60% στην εκτίμηση της κάθαρσης. Ο υπολογισμός της πιθανότητας επίτευξης του φαρμακοκινητικού – φαρμακοδυναμικού στόχου (PTA) φτωχή ανταπόκριση της θεραπείας με την υφιστάμενη δοσολογία του φαρμάκου ενάντια στα στελέχη Candida με MIC ≥ 0.06. Συμπεράσματα. Ένα πληθυσμιακό μοντέλο αναπτύχθηκε για την περιγραφή της φαρμακοκινητικής της ανιδουλαφουνγκίνης στους βαρέως πάσχοντες ασθενείς της ΜΕΘ. Η σημαντική διατομική και ενδοατομική μεταβλητότητα που παρατηρήθηκε θέτει ερωτήματα για την επάρκεια της υφιστάμενης δοσολογίας της ανιδουλαφουνγκίνης σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών. Περαιτέρω μελέτη χρειάζεται για να διερευνηθεί η επίδραση διαφορετικών παραγόντων που μεταβάλλονται στον χρόνο στις φαρμακοκινητικές παραμέτρους και να εντοπισθούν πηγές της σημαντικής ενδοατομικής μεταβλητότητας. Η εκτίμηση της πιθανότητας επίτευξης του φαρμακοκινητικού – φαρμακοδυναμικού στόχου δείχνει ότι μία αύξηση της δόσης είναι πιθανά αναγκαία για την θεραπεία λοιμώξεων από ανθεκτικά στελέχη Candida με MIC≥0.06. 173 286 317 Στάσεις και αναπαραστάσεις γονιών-φροντιστών σχετικά με τη σεξουαλικότητα παιδιών και νεαρών ενηλίκων με διαταραχή αυτιστικού φάσματος Sexuality refers to a wide range of behaviors that are not exclusively related to sex, and is an integral part of everyone’s life and self. However, a few years ago for people with any disability sexuality was a taboo and usually the expression of sexuality was limited, as the prevailing view perceive people with disabilities as "childlike". More specifically, with regard to autism, the study of sexuality is limited. The objective of this study is, on the one hand, to approach the issue through the perspective of both the parents and caregivers (professionals) and by the people with autism (adolescents and young adults) and on the other hand to compare these three perspectives. The results do not reflect a particularly conservative views, but this does not mean that there is no room for improvement. In most cases of the caregivers and parents, sexuality in children and young adults with autism is recognized as a right and it is accepted, but also raises concerns (for example, fear of sexual abuse) and difficulties both for parents and individuals themselves. Parents sometimes underestimate the sexual experiences of children or do not have particularly high expectations for their sexual-romantic life, although they wish to engage their children in sexual relations. Also, both professionals and parents are proponents of providing sex education but their ignorance about the issue seems to be an obstacle to dealing with the issue of sexuality. The role of education is therefore particularly important for children - young adults with autism and their parents - professionals in order to enhance the healthy expression of sexuality and the development of romantic and sexual relationships for people with autism and to minimize the difficulties and concerns that this entails. Η σεξουαλικότητα αφορά ένα μεγάλο εύρος συμπεριφορών, που δε σχετίζονται αποκλειστικά με το σεξ, και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής και του εαυτού κάθε ανθρώπου. Ωστόσο, πριν κάποια χρόνια, για τα άτομα με οποιαδήποτε αναπηρία η σεξουαλικότητα αποτελούσε ένα απαγορευμένο θέμα και συνήθως η έκφραση της περιοριζόταν, καθώς η επικρατούσα άποψη αντιλαμβανόταν τα άτομα με αναπηρία ως «αιώνια παιδιά». Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά στον αυτισμό, η μελέτη της σεξουαλικότητας είναι περιορισμένη. Στόχοι της παρούσας εργασίας είναι αφενός η προσέγγιση του θέματος μέσα από την οπτική τόσο των γονέων και των φροντιστών (επαγγελματιών) όσο και των ίδιων των ατόμων με αυτισμό (εφήβους και νεαρούς ενήλικες) μέσα από την ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας και αφετέρου η σύγκριση των στάσεων-αναπαραστάσεων των τριών ομάδων. Δεν παρατηρούνται ιδιαίτερα συντηρητικές απόψεις, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων των επαγγελματιών-γονέων φαίνεται πως η σεξουαλικότητα στα παιδιά και στους νεαρούς ενήλικες με αυτισμό αναγνωρίζεται ως δικαίωμα και γίνεται αποδεκτή αλλά ταυτόχρονα προκαλεί ανησυχίες (για παράδειγμα φόβο για κακοποίηση) και δυσκολίες τόσο στους γονείς όσο και στα ίδια τα άτομα. Οι γονείς μάλιστα κάποιες φορές υποτιμούν τις σεξουαλικές εμπειρίες των παιδιών του ή δεν εμφανίζουν ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες για τη σεξουαλική - ρομαντική τους ζωή, αν και επιθυμούν την εμπλοκή των παιδιών τους σε σεξουαλικές σχέσεις. Επίσης, τόσο οι επαγγελματίες όσο και οι γονείς είναι υπέρμαχοι της παροχής σεξουαλικής εκπαίδευσης αλλά η άγνοια τους γύρω από το θέμα φαίνεται να αποτελεί ένα βασικό εμπόδιο στην ενασχόληση με το ζήτημα της σεξουαλικότητας. Επομένως, είναι ιδιαίτερα σημαντικός ο ρόλος της εκπαίδευσης τόσο στα παιδιά - νεαρούς ενήλικες με αυτισμό όσο και στους γονείς - επαγγελματίες, ώστε να ενισχυθεί η υγιής έκφραση της σεξουαλικότητας και η ανάπτυξη ρομαντικών και σεξουαλικών σχέσεων στα άτομα με αυτισμό και να ελαχιστοποιηθούν οι δυσκολίες και οι ανησυχίες που αυτή συνεπάγεται. 174 327 334 Ο ρόλος του μικροβιώματος στον σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ ως στόχος νεότερων θεραπευτικών προσεγγίσεων BACKGROUND: Type II Diabetes Mellitus (TIIDM), a disease caused by a combination of genetic and environmental factors, has become a major health issue worldwide as it tends to reach pandemic proportions. Recent evidence suggests the association between the gut microbiome, as an environmental factor, and several diseases including TIIDM. OBJECTIVE: The aim of the present study is the systematic review and presentation of literature data about the role of the gut microbiome in TIIDM, as well as the assessment of its role as a potential therapeutic target for TIIDM. METHODS: The Pubmed web database was used as a source for literature search to find studies investigating the association between gut microbiome and TIIDM in humans as well as randomized clinical trials investigating the effect of probiotic, prebiotic, symbiotic and fecal transplantation intervention on TIIDM parameters. RESULTS: A total of 56 studies were selected. The main points of the 23 observational studies about the association between the intestinal microbiome and TIIDM are: the existence of compositional changes of the gut microbiota more frequently observed in genus Lactobacillus, Bifidobacterium, Bacteroides as well as in the ratio of Firmicutes/Bacteroidetes phylum, the difference in short-chain fatty acids (SCFA) production, the association of specific bacteria as well as gut microbiota metabolites with TIID parameters and finally the association of gut microbiota changes with increased production of inflammatory markers and markers of response to oxidative stress. Beneficial effect on at least one TIIDM parameter was shown in 22 out of 33 randomized clinical trials (percentage 66,7%), on ΗbA1c in 9 out of 20 studies (45%) and on inflammatory markers in 9 out of 18 studies (50%).CONCLUSIONS: An association between TIIDM and compositional as well as functional changes of gut microbiome results from the current literature data. Nevertheless, whether those changes contribute as a causal factor in TIIDM onset remains to be proved. Further randomized clinical trials are required to confirm the effect of interventional methods modifying the gut microbiota composition on TIIDM parameters. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου ΙΙ (ΣΔτΙΙ), μια νόσος η οποία οφείλεται σε συνδυασμό γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων, τείνει να λάβει στις μέρες μας διαστάσεις πανδημίας αποτελώντας μείζον πρόβλημα υγείας παγκοσμίως. Στοιχεία πρόσφατων μελετών δείχνουν ότι το εντερικό μικροβίωμα, ως περιβαλλοντικός παράγοντας, συσχετίζεται με διάφορες ασθένειες μεταξύ των οποίων και ο ΣΔτΙΙ. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπό της παρούσας μελέτης αποτελεί η συστηματική ανασκόπηση και παρουσίαση βιβλιογραφικών δεδομένων για τον ρόλο του εντερικού μικροβιώματος στον ΣΔτΙΙ καθώς και για το αν αυτός ο ρόλος μπορεί να αποτελέσει στόχο νεότερων θεραπευτικών προσεγγίσεων για τη συγκεκριμένη νόσο. ΜΕΘΟΔΟΣ: Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων Pubmed χρησιμοποιήθηκε ως πηγή αναζήτησης για την ανεύρεση μελετών που διερευνούν τη σχέση του εντερικού μικροβιώματος με τον ΣΔτΙΙ στον άνθρωπο καθώς και τυχαιοποιημένων κλινικών μελετών που διερευνούν την επίδραση της παρέμβασης με προβιοτικά, πρεβιοτικά, συμβιοτικά και μεταμόσχευση κοπράνων σε παραμέτρους του ΣΔτΙΙ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Συνολικά αξιοποιήθηκαν 56 μελέτες. Τα κυριότερα σημεία συσχέτισης του εντερικού μικροβιώματος με τον ΣΔτΙΙ από τα αποτελέσματα 23 μελετών παρατήρησης είναι: η ύπαρξη μεταβολών στη σύνθεση της εντερικής μικροχλωρίδας συχνότερα εντοπιζόμενες για τα γένη Lactobacillus, Bifidobacterium, Bacteroides καθώς και για την αναλογία των φύλων Firmicutes/Bacteroidetes, η διαφορά στην παραγωγή λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου, η συσχέτιση συγκεκριμένων βακτηρίων καθώς και μεταβολιτών της εντερικής μικροχλωρίδας με παραμέτρους της νόσου και τέλος η συσχέτιση των μεταβολών αυτών με αυξημένη παραγωγή δεικτών φλεγμονής και δεικτών απάντησης στο οξειδωτικό στρες. Ευνοϊκή επίδραση σε μία τουλάχιστον παράμετρο του ΣΔτΙΙ διαπιστώθηκε σε 22 από τις 33 μελέτες παρέμβασης (ποσοστό 66,7%), στη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη σε 9 από 20 μελέτες (45%) και στους δείκτες φλεγμονής σε 9 από 18 μελέτες (50%). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Από τα μέχρι τώρα δεδομένα διαπιστώνεται συσχέτιση του ΣΔτΙΙ με αλλαγές τόσο στη σύνθεση όσο και στη λειτουργία του εντερικού μικροβιώματος. Ωστόσο μένει να αποδειχθεί αν οι αλλαγές αυτές συμβάλλουν ως αιτία στην εμφάνιση της νόσου. Περισσότερες τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες απαιτούνται για την τεκμηρίωση της επίδρασης των παρεμβάσεων τροποποίησης της εντερικής μικροχλωρίδας σε παραμέτρους του ΣΔτΙΙ. 175 266 259 The use of learning trajectories in the teaching of fractions in the 5th grade of the Greek Primary School Η αξιοποίηση των τροχιών μάθησης στη διδασκαλία των κλασμάτων στην E΄ τάξη του Δημοτικού Σχολείου Learning trajectories constitute a hypothesis and a description of students’ thinking path during the learning of a mathematical concept and consist of three parts: the learning goal, the developmental path and the didactical tasks. Their use in mathematics education is related to instruction, curriculum and assessment. This study, using the method of multiple case study, investigates the use of learning trajectories in the teaching of fractions through the implementation of the new Curriculum of Mathematics by three teachers of the 5th grade of the Greek primary school. Particularly, the research questions are, firstly, the teachers’ understanding of the concept of learning trajectories and, secondly, the ways they use learning trajectories, according to the way these are presented in the new Curriculum of Mathematics. The results derived from two semi-structured interviews with the three teachers and a non-participant observation of their lesson. It seemed that the teachers’ understanding about the concept of trajectories and its use have some facts in common with the relevant bibliography but they don’t coincide. Basically, learning trajectories seem to be understood by them as a way to organize the scholar mathematical content. In addition, it is shown that the three teachers used the fraction learning trajectory in their teaching, which is obvious not only in lesson planning but also in its implementation. However, the use of the trajectory seems to be more essential substantive in the cases that the students’ previous knowledge and thinking, and not just their difficulties, were taken into consideration. Οι τροχιές μάθησης αποτελούν περιγραφές και υποθέσεις για την πορεία σκέψης που ακολουθούν οι μαθητές κατά τη μάθηση μιας έννοιας και απαρτίζονται από τρία μέρη: τον μαθηματικό στόχο, την αναπτυξιακή διαδρομή και το σύνολο των διδακτικών έργων. Η αξιοποίησή τους στη μαθηματική εκπαίδευση αφορά τόσο τη διδασκαλία όσο και τα αναλυτικά προγράμματα και την αξιολόγηση. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, αξιοποιώντας τη μέθοδο της πολλαπλής μελέτης περίπτωσης, πραγματεύεται την αξιοποίηση των τροχιών μάθησης στη διδασκαλία των κλασμάτων μέσα από την εφαρμογή του νέου Προγράμματος Σπουδών για τα Μαθηματικά από τρεις εκπαιδευτικούς της Ε τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Τα ερευνητικά ερωτήματα της εργασίας ήταν πρώτον οι νοηματοδοτήσεις των εκπαιδευτικών ως προς την έννοια της τροχιάς μάθησης και διδασκαλίας και δεύτερον οι τρόποι με τους οποίους οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι αξιοποιούν τις τροχιές μάθησης και διδασκαλίας στην τάξη, όπως αυτές παρουσιάζονται στο νέο Πρόγραμμα Σπουδών για τα Μαθηματικά. Τα δεδομένα προέκυψαν από ημι-δομημένες συνεντεύξεις με τους εκπαιδευτικούς και μη συμμετοχική παρατήρηση των διδασκαλιών τους και τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι οι νοηματοδοτήσεις των εκπαιδευτικών για την έννοια και την εφαρμογή της παρουσιάζουν κοινά σημεία με τη βιβλιογραφία αλλά δεν ταυτίζονται, ενώ κατά βάση οι τροχιές μάθησης αποτελούν για τις εκπαιδευτικούς έναν τρόπο οργάνωσης του περιεχομένου των σχολικών μαθηματικών. Ακόμα, φάνηκε ότι αξιοποίησαν την τροχιά των κλασμάτων στη διδασκαλία τόσο κατά τον σχεδιασμό όσο και κατά την υλοποίησή της, ενώ η αξιοποίηση αποδείχθηκε πιο ουσιαστική σε περιπτώσεις που λαμβάνονταν υπόψη οι προϋπάρχουσες γνώσεις και η γενικότερη σκέψη των μαθητών. 176 221 242 Understanding addition and subtraction of fractions in visual basic learning environment Κατανόηση της πρόσθεσης και της αφαίρεσης κλασμάτων σε περιβάλλον μάθησης visual basic The development of the Technologies of Information and Communication Technology (ICT) has brought significant changes in different areas of our lives. The invasion of computers in all aspects of human activity makes imperative the insertion of computers in education. Many researchers have investigated the use of computers and especially in the teaching of mathematics. This is due to the fact that mathematics is seen as one of the most useful subjects of compulsory education and is often a subject considered as difficult by many students. Thus, it was necessary to search for new teaching approaches to facilitate the learning of mathematical ideas and to improve students’ performance and the educational software was seen as a very useful tool to this purpose. The present report is an effort to develop helpful educational software for teaching addition and subtraction of fractions according to the new curriculum for the last two primary school grades. We chose this topic because we noted from the review of the relevant literature that many students have difficulties in operations with fractions, even after the end of their compulsory education. So, we wanted to consider first the difficulties of the students and then develop software that will help them overcome their difficulties in understanding fractional concepts and operations H εξέλιξη των Τεχνολογιών της Πληροφορικής και της Επικοινωνίας (ΤΠΕ) έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο τρόπο ζωής του ανθρώπου σε διάφορους τομείς της ζωής μας. Η εισβολή των Η/Υ σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας κάνει επιτακτική την ανάγκη εισαγωγής των Η/Υ στην εκπαίδευση. Πολλοί ερευνητές έχουν ασχοληθεί με την αξιοποίηση των Η/Υ και ειδικότερα στη διδασκαλία των μαθηματικών. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα μαθηματικά αποτελούν ένα από τα πιο χρήσιμα μαθήματα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και στο ότι τα μαθηματικά συχνά είναι ένα μάθημα το οποίο θεωρείται δύσκολο και δυσνόητο από τους μαθητές. Έτσι, κρίθηκε αναγκαίο να αναζητηθούν νέες διδακτικές προσεγγίσεις που να διευκολύνουν την μάθηση των μαθηματικών ιδεών και να βελτιώνουν την επίδοση των μαθητών και το εκπαιδευτικό λογισμικό θεωρήθηκε ένα πολύ σημαντικό εργαλείο. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια ανάπτυξης ενός βοηθητικού εκπαιδευτικού λογισμικού για την διδασκαλία της πρόσθεσης και της αφαίρεσης κλασμάτων σύμφωνα με το Νέο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών για τις δυο τελευταίες τάξεις του δημοτικού. Η επιλογή του συγκεκριμένου αντικειμένου οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως διαπιστώνεται από την ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας, πολλοί μαθητές παρουσιάζουν δυσκολίες στις πράξεις με τα κλάσματα ακόμη και μετά το πέρας των υποχρεωτικών τους σπουδών. Έτσι θελήσαμε να εξετάσουμε αρχικά τις δυσκολίες των μαθητών και στη συνέχεια να αναπτύξουμε ένα εκπαιδευτικό λογισμικό που θα βοηθά τους μαθητές να ξεπεράσουν τις δυσκολίες τους στην κατανόηση των κλασματικών εννοιών και πράξεων 177 273 302 This research paper describes the definition of the word fetus, its moral and legal rights in both natural and civil law. Additionally, the rights of the mother and the parents’ rights in general are being mentioned, both in the pregnancy progression and in its termination. This paper is divided into five chapters. The first chapter includes the definition of the fetus in the light of history. The pregnancy termination is being defined, separating it into therapeutic and selective, quoting examples. Parents' rights to pregnancy termination as well as the role of the health professionals are also being addressed. The second chapter deals with these issues in the light of religion. There is no unified religious beliefs in the definition of the fetus and the dilemma of abortion. The third chapter deals with all these issues from the perspective of medicine. Information about the 17-week fetus, medical ethics, and examples of pregnancy termination are given. In the fourth chapter there is a reference to the international law and the interpretation of these laws around the world regarding these issues. The fifth chapter mentions Greece's legal framework for abortion sentences as is defined by Article 304 of the Penal Code. Furthermore, the case of Cyprus is also being mentioned. In conclusion, the big question is the determination of the exact point in time when the fetus becomes a whole being and when exactly has the right to live. This question has formed many contradictions between the opponents of abortion and its advocates. The only thing that is certain is that the fetus is something precious and its rights should be protected by any means necessary. Σε αυτήν την βιβλιογραφική εργασία παραθέτονται ο ορισμός του εμβρύου, τα ηθικά και νομικά του δικαιώματα τόσο στο φυσικό όσο και στο αστικό δίκαιο. Επιπρόσθετα θίγονται και τα δικαιώματα της ιδίας της μητέρας και των γονέων γενικά, τόσο στην εξέλιξη της εγκυμοσύνης όσο και στον τερματισμό της. Η εργασία αυτή χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τον ορισμό του εμβρύου υπό το πρίσμα της ιστορίας. Ορίζεται ο τερματισμός της κύησης, διαχωρίζοντας τον σε θεραπευτικό και σε εκλεκτικό, παραθέτοντας παραδείγματα. Θίγονται επίσης και τα δικαιώματα των γονέων στον τερματισμό της κύησης καθώς και ο ρόλος του επαγγελματία υγείας. Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται το θέμα υπό το πρίσμα της θρησκείας. Δεν υπάρχει μια ενιαία θρησκευτική πεποίθηση για τον ορισμό του εμβρύου και το δίλημμα των αμβλώσεων.Το τρίτο κεφάλαιο εξετάζει όλα αυτά τα ζητήματα υπό το πρίσμα της ιατρικής. Δίνονται πληροφορίες για το έμβρυο των 17 εβδομάδων, την ιατρική δεοντολογία καθώς και παραδείγματα διαφόρων λόγων τερματισμού μιας κύησης. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται μια αναφορά του διεθνούς δικαίου και η σημασία της ερμηνείας των νόμων ανά τον κόσμο για τα ζητήματα αυτά. Το πέμπτο κεφάλαιο αναφέρει το νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας για τις ποινές όσον αναφορά την άμβλωση, που καθορίζεται από το άρθρο 304 του Ποινικού Κώδικα καθώς και την περίπτωση της Κύπρου. Το πέμπτο κεφάλαιο αναφέρει το νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας για τις ποινές όσον αναφορά την άμβλωση, που καθορίζεται από το άρθρο 304 του Ποινικού Κώδικα καθώς και την περίπτωση της Κύπρου. Συμπερασματικά, το μεγάλο ερώτημα που τίθεται είναι η εξακρίβωση του χρονικού σημείου εκείνου όπου το έμβρυο γίνεται ένα όν που έχει το δικαίωμα στη ζωή. Αυτό το ερώτημα έχει δημιουργήσει πολλές αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους πολέμιους της άμβλωσης και τους υπέρμαχους αυτής. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το έμβρυο είναι κάτι το πολύτιμο του οποίου τα δικαιώματα θα πρέπει να διασφαλιστούν. 178 358 372 Μεταβολές στις δομές του οφθαλμού κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης Pregnancy is regarded to be a great challenge for the woman’ s body. A significantly large number of hormonal changes cause modifications in anatomy, metabolism and function of the most organs of the pregnant woman’ s body, for example the cardiovascular, respiratory, endocrinological and the urogenital system. In this way, the human organism is prepared for the embryo’s implantation, development and protection and finally for the delivery. The eye and the entire vision system is one of these organs that is undergoing important changes during pregnancy. Most of these changes are normal, asymptomatic and fully reversible or even protective from already existing ophthalmic diseases. However, pathological changes sometimes can also occur, as part of aggravation of already existing ophthalmic pathology or as part of the clinical appearance of a new one. In addition, these pathological modifications could be a manifestation of a general pregnancy - related pathology or of a systemic disease, extremely dangerous for the pregnant woman’s well being and of course for the embryo’s physiological development. This particular literature review focuses mainly on the physiological changes of the eye structures during pregnancy, as they have been observed and published the last five years with the additional and priceless help of the modern ophthalmological imaging techniques. Moreover, the syndrome of preeclampsia - eclampsia, which is tightly connected with pregnancy, is being especially mentioned and particularly its characteristics, clinical signs and mainly its ophthalmic complications. It is really important that these changes are described and fully understood, so that the ophthalmologist who examines the pregnant woman, either routinely or for specific ophthalmological symptoms, could be able to use as baseline the physiological modifications of the ocular structures and distinguish them from the pathological ones. Having this valuable knowledge, the doctor could reassure the pregnant woman and protect her from pointless and potentially dangerous diagnostic examinations and medical therapies, when of course it comes to physiological ocular changes. More importantly though, as far as pathological changes are concerned, the ophthalmologist could be able to proceed to further investigation, diagnose and treatment, where this is necessary, preventing thus impairment of vision, but mostly protecting the pregnant woman’s and embryo’s health. Η εγκυμοσύνη αποτελεί μια μεγάλη πρόκληση για το σώμα της γυναίκας. Ένας καταρράκτης ορμονικών μεταβολών προκαλεί αλλαγές στην ανατομία, μεταβολισμό και λειτουργία των περισσότερων οργάνων των συστημάτων της εγκύου, όπως για παράδειγμα του καρδιαγγειακού, του αναπνευστικού, του ενδοκρινολογικού και του ουροποιογεννητικού συστήματος. Κύριος λόγος και τελικός στόχος όλων αυτών των αλλαγών είναι να προετοιμαστεί ο οργανισμός της εγκύου για την υποδοχή, ανάπτυξη και προστασία του εμβρύου τους επόμενους μήνες, αλλά και για τον τοκετό. Ο οφθαλμός και ολόκληρο το σύστημα της όρασης ανήκει στην κατηγορία των οργάνων αυτών που υφίστανται σημαντικές μεταβολές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι περισσότερες από τις μεταβολές αυτές είναι φυσιολογικές, σχεδόν ασυμπτωματικές και πλήρως αναστρέψιμες ή ακόμα και προστατευτικές έναντι ήδη υπάρχουσας οφθαλμικής νόσου. Παρ'όλα αυτά, παρατηρούνται ενίοτε και παθολογικές μεταβολές, που περιλαμβάνουν είτε επιδείνωση ήδη υπάρχουσας οφθαλμικής παθολογίας, είτε εμφάνιση νέας οφθαλμικής παθολογίας. Οι αλλαγές αυτές δύναται να αποτελούν περαιτέρω κομμάτι γενικότερης παθολογίας της κύησης και συστηματικών νόσων, επικίνδυνων για την υγεία της εγκύου αλλά και τη φυσιολογική εξέλιξη και επιβίωση του εμβρύου. Η συγκεκριμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση εστιάζει στις φυσιολογικές κυρίως μεταβολές των δομών του οφθαλμού, όπως έχουν καταγραφεί και δημοσιευθεί τα τελευταία πέντε έτη με την ανεκτίμητη βοήθεια και των σύγχρονων απεικονιστικών μεθόδων στην οφθαλμολογία. Επιπλέον, γίνεται ιδιαίτερη μνεία στο - μοναδικά συνδεδεμένο με την εγκυμοσύνη - σύνδρομο της προεκλαμψίας - εκλαμψίας και τα χαρακτηριστικά του, την κλινική του εικόνα και κυριότερα τις οφθαλμικές του εκδηλώσεις και επιπλοκές. Είναι πράγματι εξαιρετικά σημαντικό να καταγραφούν και να κατανοηθούν αυτές οι μεταβολές, ώστε να είναι σε θέση ο οφθαλμίατρος που θα υποδεχθεί την εγκυμονούσα γυναίκα που προσέρχεται για οφθαλμολογική εξέταση, είτε ρουτίνας, είτε αιτιώμενη οφθαλμολογικά σύμπτώματα, να χρησιμοποιήσει ως βάση τις φυσιολογικές μεταβολές και να τις διακρίνει από τις παθολογικές μεταβολές των δομών του οφθαλμού. Έχοντας αυτή την απαραίτητη γνώση θα είναι δυνατό να καθησυχάσει την έγκυο και να την προστατεύσει από άσκοπες και δυνητικά επικίνδυνες διαγνωστικές εξετάσεις και φαρμακευτικές αγωγές, όταν πρόκειται για φυσιολογικές μεταβολές. Πιο σημαντικό όμως, όταν πρόκειται για παθολογικές μεταβολές, θα μπορεί να προχωρήσει άμεσα σε περαιτέρω διερεύνηση, διάγνωση και αντιμετώπιση, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο, προλαμβάνοντας έτσι διαταραχές του συστήματος της όρασης, αλλά κυρίως προστατεύοντας τη γενικότερη υγεία της εγκύου και του εμβρύου. 179 309 346 Γλαύκωμα σε μυωπικούς ασθενείς διαγνωστική αξία SD-OCT Posterior Pole Asymmetry Analysis (PPAA) και RNFL thickness Glaucoma represents a group of diseases characterized by optic neuropathy. The modern view is that glaucoma is a multifactorial disease. Whatever the rationale mechanism is, retinal ganglion cell axons lead to apoptosis, and this damage extends from the optic disc to the brain's visual centers, causing characteristic visual field defects. We use the term preperimetric glaucoma to define those cases that have begun to cause lesions in the optic nerve without yet being visible in the patient's visual field and therefore not perceived by him. In these cases it is now possible to detect them using Optical coherence tomography and in particular the method of measuring thickness of peripapillary retinal nerve fibers, contributing to the early diagnosis and prevention of glaucoma. In the case of myopic patients, their anatomical variations (tilting, torsion, thinning of peripapillary nerve fiber layer) question the reliability of measuring the thickness of peripapillary retinal nerve fibers as a method for early diagnosis. In the context of investigating an alternative method for early diagnosis of glaucoma in myopia, we tested the method of measuring posterior pole retinal thickness and asymmetry of thickness between hemispheres, factors that are not affected by the anatomical features of myopia. Recent research indicates that the mid-circumference of posterior pole may not be taken into account, and suggests that posterior pole is divided into zones, of which only the central (zone 3) is reliable in estimating asymmetry. The following study examined the diagnostic value of posterior pole retinal thickness and posterior pole (central zone) asymmetry analysis in the diagnosis of glaucoma in myopic patients and compared it with the diagnostic value of peripapillary retinal nerve fiber layers’ thickness. All three methods have proven to be reliable and useful tools in the clinical diagnosis of preperimetric glaucoma in myopic patients but posterior pole central zone asymmetry analysis seems to be the most accurate. Το γλαύκωμα αντιπροσωπεύει μια ομάδα παθήσεων που χαρακτηρίζονται από οπτική νευροπάθεια Η σύγχρονη άποψη είναι ότι το γλαύκωμα είναι μια πολυπαραγοντική πάθηση. Όσοι και όποιοι και αν είναι οι μηχανισμοί αιτιολογίας, οι νευράξονες των γαγγλιακών κυττάρων αμφιβληστροειδούς καταλήγουν σε απόπτωση και η βλάβη αυτή εκτείνεται από τον οπτικό δίσκο έως τα κέντρα όρασης του εγκεφάλου δημιουργώντας χαρακτηριστικά σκοτώματα στο οπτικό πεδίο. Χρησιμοποιούμε τον όρο προπεριμετρικό γλαύκωμα για να ορίσουμε τις περιπτώσεις εκείνες που έχουν αρχίσει να δημιουργούνται αλλοιώσεις στο οπτικό νεύρο χωρίς ακόμα να είναι εμφανείς στο οπτικό πεδίο του ασθενούς και άρα μη αντιληπτές από τον ίδιο. Τις περιπτώσεις αυτές πλέον είναι δυνατόν να τις ανιχνεύσουμε με την χρήση της Οπτικής τομογραφίας συνοχής και ιδιαιτέρως με την μέθοδο μέτρησης του πάχους περιθηλαίων νευρικών ινών, συμβάλλοντας στην έγκαιρη διάγνωση γλαυκώματος και στην πρόληψή του. Στην περίπτωση των μυωπικών ασθενών, οι ανατομικές τους παραλλαγές (κλίση, συστροφή, λέπτυνση περιθηλαίας στιβάδας νευρικών ινών) καθιστούν αμφισβητούμενη την αξιοπιστία της μέτρησης του πάχους περιθηλαίων νευρικών ινών ως μέθοδο πρώιμης διάγνωσης καθώς η οπτική θηλή ενός μυωπικού οφθαλμού πολύ συχνά εμφανίζει ανατομικές ιδιομορφίες εκτός της βάσης δεδομένων των φυσιολογικών (μορφολογικά) οπτικών δίσκων. Στα πλαίσια διερεύνησης εναλλακτικής μεθόδου πρώιμης διάγνωσης γλαυκώματος στους μύωπες δοκιμάστηκε η μέθοδος μέτρησης πάχους αμφιβληστρειδούς του οπισθίου πόλου και ασυμμετρίας πάχους μεταξύ των ημισφαιρίων, παράγοντες που δεν επηρεάζονται από την ανατομική ιδιομορφία του μυωπικού οπτικού δίσκου. Πρόσφατες έρευνες αναδεικνύουν πως η μέση περιφέρεια του οπίσθιου πόλου ίσως δεν θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψιν και προτείνουν τον διαχωρισμό του οπισθίου πόλου σε ζώνες, εκ των οποίων μόνο η κεντρική (ζώνη 3) αναδεικνύεται αξιόπιστη στη εκτίμηση της ασυμμετρίας. Στην ακόλουθη έρευνα μελετήθηκε η διαγνωστική αξία του πάχους αμφιβληστροειδούς οπισθίου πόλου και της ασυμμετρίας πάχους κεντρικής μοίρας οπισθίου πόλου στον εντοπισμό γλαυκώματος σε μύωπες ασθενείς και συγκρίθηκε με αυτήν του πάχους περιθηλαίων νευρικών ινών. Και οι τρείς μέθοδοι αναδείχθηκαν έγκυρα και αξιόπιστα βοηθητικά εργαλεία στην κλινική διάγνωση του προπεριμετρικού γλαυκώματος σε μύωπες ασθενείς με την μέτρηση ασυμμετρίας πάχους κεντρικής μοίρας οπισθίου πόλου να φαίνεται η πιο ακριβής. 180 171 199 Aesthetic, pedagogical and ideological approaches to prologues of school plays in Greece from 1896 to 1974 Αισθητικές, παιδαγωγικές και ιδεολογικές προσεγγίσεις σε προλόγους θεατρικών έργων του σχολικού θεάτρου στην Ελλάδα από το 1896 έως το 1974 The history of drama for adolescent audiences in Greece is rooted in the recent past. In 1896 the first serious attempts are evident in the works of GrigoriosXenopoulos, who is considered the pioneer in childhood drama. Other enlightened authors,likeEfrosiniLondou – Dimitrakopoulou, AntigoniMetaxa, VasilisRotas, SteliosSperantsas and many others from the fields of education and literature followed in his footsteps. These people, through personal work, set the foundations on which the childhood drama is based on until today.From 1896 until 1974 Greece went through a turbulent period which left its mark on all areas of development. However, through the sadness of this period the childhood drama continued to exist affected by and affecting the society then. The prologues of childhood theatrical plays have a lot to offer both in the field of education and how it formed over the years and the ideology and aesthetics which characterized the dramatically way it was written in the Greek society Η ιστορία της δραματουργίας για ανήλικο κοινό στην Ελλάδα έχει τις ρίζες της στο πρόσφατο παρελθόν. Μόλις το 1896 διαφαίνονται οι πρώτες σοβαρές απόπειρες με το έργο του Γρηγόριου Ξενόπουλου ο οποίος θεωρείται πρωτεργάτης της παιδικής δραματουργίας. Τα χνάρια του Ξενόπουλου ακολούθησαν και άλλοι πεφωτισμένοι του χώρου όπως η Ευφροσύνη ΛόντουΔημητρακοπούλου, η Αντιγόνη Μεταξά, ο Βασίλης Ρώτας, ο Στέλιος Σπεράντσας αλλά και πολλοί άλλοι από το χώρο της εκπαίδευσης καθώς και της λογοτεχνίας, οι οποίοι με προσωπική δουλειά έθεσαν τα θεμέλια πάνω στα οποία μέχρι και σήμερα στηρίζεται η παιδική δραματουργία. Η Ελλάδα από το 1896 έως και το 1974 διένυσε μια ταραχώδη περίοδο που άφησε το στίγμα της σε όλους τους τομείς ανάπτυξης. Ωστόσο, μέσα στην κατήφεια αυτής της περιόδου το παιδικό θέατρο δεν έπαψε να υφίσταται επηρεασμένο αλλά και επηρεάζοντας την τότε κοινωνία. Οι πρόλογοι των παιδικών θεατρικών έργων έχουν πολλά να μας προσφέρουν τόσο για τον τομέα της εκπαίδευσης και πως αυτός διαμορφώθηκε μέσα στα χρόνια όσο και για την ιδεολογία και την αισθητική που χαρακτήριζαν τη συγγραφική πένα των δραματουργών για παιδιά της ελληνικής κοινωνίας 181 254 264 This diploma thesis was accomplishes at the laboratory of Genetics of Medical school of Democritus University of Thrace under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris. The purpose of this research was to study the effect of natural mineral Zeolite on human chromosomes. Zeolite is a rock found on many soils of the earth and is widely used in livestock and farming as well as medicine. It displays a variety of physical properties that make it so special but also so used. In order to test the effect of this mineral, solutions containing different concentrations of 10 mg/ml, 200 μg/ml and 4 μg/ml were prepared as well as solutions with filtered and unfiltered Zeolite. Furthermore, the effect of camptothecin drug (CPT) in cooperative with Zeolite was studied. CPT belongs to the category of antineoplastic drugs and it is reported that induces sister chromatid exchanges. Three markers were used for the evaluation of cultures: SCEs as a genotoxicity index, the Proliferation Rate Index (PRI) as a marker of cytostatics, and the Mitotic Index (MI) as a marker of cytotoxicity.In the results observed an unexpected increase in sister chromatid exchanges, while in collaboration with camptothecin SCEs was declined. Cytostaticity of cells must be proportional to the concentration since high concentration of Zeolite leads to high cytostatics, while low concentration causes acceleration. As far as Mitotic Index is concerned, the results showed significantly lower prices when Zeolite was added. Last but not least, it is obvious that filtration differentiates the properties of Zeolite leading to lower changes. Η παρούσα πτυχιακή εργασία εκπονήθηκε στο εργαστήριο Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης υπό τον επιβλέποντα καθηγητή Θεόδωρο Σ. Λιαλιάρη. Σκοπός της παρούσας ερευνητικής εργασίας ήταν να μελετηθεί η δράση σκευασμάτων Ζεόλιθου σε ανθρώπινα χρωμοσώματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ζεόλιθος είναι ένα πέτρωμα το οποίο απαντάται σε πολλά εδάφη της γης και παρουσιάζει ευρεία χρήση τόσο στον τομέα της κτηνοτροφίας και της γεωργίας όσο και της ιατρικής. Εμφανίζει μία ποικιλία από φυσικές ιδιότητες οι οποίες τον καθιστούν τόσο ξεχωριστό αλλά και συνάμα τόσο χρησιμοποιούμενο. Προκειμένου να ελεγχθεί η δράση της ουσίας παρασκευάστηκαν διαλύματα που περιείχαν διαφορετικές συγκεντρώσεις 10 mg/ml, 200 μg/ml και 4 μg/ml καθώς και διαλύματα με διηθημένο και μη διηθημένο Ζεόλιθο. Επιπροσθέτως, μελετήθηκε η επίδραση του φαρμάκου καμπτοθεκίνη (CPT) σε συνδυασμό με τον Ζεόλιθο. Η CPT ανήκει στην κατηγορία των αντινεοπλασματικών φαρμάκων και από σχετικές μελέτες έχει αποδεχθεί η δράση που ασκεί στην αύξηση των χρωματιδιακών ανταλλαγών. Για την αξιολόγηση των καλλιεργειών χρησιμοποιήθηκαν τρείς δείκτες: οι χρωματιδιακές ανταλλαγές (SCEs) ως δείκτης γονοτοξικότητας, ο Δείκτης Ρυθμού Πολλαπλασια¬σμού (ΔΡΠ) ως δείκτης κυτταροστατικότητας και ο Μιτωτικός Δείκτης (ΜΔ) ως δείκτης κυτταροτοξικότητας. Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκε μη αναμενόμενη αύξηση των χρωματιδιακών ανταλλαγών, δηλαδή αύξηση της γονοτοξικότητας, ενώ σε συνδυασμό με την CPT οι χρωματιδιακές ανταλλαγές μειώθηκαν. Η κυτταροστατικότητα των κυττάρων φαίνεται να είναι ανάλογη της συγκέντρωσης, αφού υψηλή συγκέντρωση διαλύματος Ζεόλιθου οδήγησε σε υψηλή κυτταροστατικότητα, ενώ η χαμηλή συγκέντρωση σε επιτάχυνση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Τέλος, ο Μιτωτικός Δείκτης παρουσίασε σημαντικά χαμηλότερες τιμές με την προσθήκη Ζεόλιθου. Αξίζει να σημειωθεί πως είναι φανερό ότι η διήθηση μεταβάλει τις ιδιότητες του Ζεόλιθου οδηγώντας σε μικρότερες μεταβολές. 182 209 220 Συχνότητα εμφάνισης του παρασίτου Demodex σε παιδιά με βλεφαρίτιδα PURPOSE: Parasite Demodex, as a cause of blepharitis, is frequently found in the eyelashes of patients. The aim of this study is to calculate the incidence of its occurrence in pediatric patients with blepharitis. In addition, the association of Demodex with age, gender, and local immunosuppression is another issue we will try to address. METHODS: A cross-sectional study was investigated in pediatric patients. From thirty patients with symptomatology and a clinical presentation of blepharitis, four eyelash samples were epilated and examined under the light microscopy. We calculated the incidence of this parasite and correlated it with some demographic data (age, sex) and data from their medical history (local immunosuppression from cortisone or cyclosporine eye drops in the last 3 months). RESULTS: Demodex was found in 23.3% of patients with blepharitis. For patients with a median age of 10 years, no statistically significant relationship between demodex and age (Pv = 0.471> 0.05) and local immunosuppression (Pv = 0.581> 0.05) was observed, as well as between the two sexes (boys 31.3% vs girls 14.3%). CONCLUSION: Our data reveal a high prevelence of Demodex in patients aged less than 16 years. None statistically significant relationship was found between parasite Demodex and age, gender and local immunosuppression, which appear to be independent variables. ΣΚΟΠΟΣ: Το παράσιτο Demodex, ως ένα αίτιο βλεφαρίτιδας, ανευρίσκεται συχνά στις βλεφαρίδες των ασθενών. Σκοπός της μελέτης αυτής είναι ο υπολογισμός της συχνότητας εμφάνισής του σε παιδιατρικούς ασθενείς με βλεφαρίτιδα. Επιπλέον, η συσχέτιση του Demodex με τους παράγοντες ηλικία, φύλο και τοπική ανοσοκαταστολή αποτελεί ένα ακόμα αντικείμενο που θα προσπαθήσουμε να εξακριβώσουμε. ΜΕΘΟΔΟΣ: Πραγματοποιήθηκε μια συγχρονική μελέτη παρατήρησης σε παιδιατρικούς ασθενείς. Συμμετείχαν 30 ασθενείς με συμπτωματολογία και κλινική εικόνα βλεφαρίτιδας, από τους οποίους ελήφθη δείγμα 4 βλεφαρίδων, το οποίο και μικροσκοπήθηκε για την ανεύρεση του παρασίτου Demodex. Στη συνέχεια, υπολογίσαμε τη συχνότητα εμφάνισης του παρασίτου αυτού και προβήκαμε σε συσχετίσεις με κάποια δημογραφικά δεδομένα (ηλικία, φύλο) και δεδομένα από το ατομικό ιστορικό τους (τοπική ανοσοκαταστολή από χρήση κολλυρίων κορτιζόνης ή κυκλοσπορίνης το τελευταίο τρίμηνο). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Το Demodex ανευρέθηκε στο 23,3% των παιδιών με βλεφαρίτιδα. Για ασθενείς με διάμεση ηλικία τα 10 έτη δεν παρατηρείται στατιστικά σημαντική σχέση του Demodex με την ηλικία (Pv=0.471>0.05) και την τοπική ανοσοκαταστολή (Pv=0.581>0.05), όπως επίσης και ανάμεσα στα δύο φύλα (αγόρια 31.3% vs κορίτσια 14.3%). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Τα δεδομένα μας αποκαλύπτουν ένα σχετικά υψηλό ποσοστό του Demodex σε ασθενείς ηλικίας μικρότερης των 16 ετών. Καμία στατιστικά σημαντική σχέση δε φάνηκε να υπάρχει για τους παράγοντες ηλικία, φύλο και τοπική ανοσοκαταστολή, οι οποίοι φαίνεται να αποτελούν ανεξάρτητες μεταβλητές. 183 166 191 Teachers’ education and training in Greece and Great Britain from the end of the 19th century until today Η εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε Ελλάδα και Mεγάλη Βρετανία από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα In this final project report it is attempted to research the teachers’ education and training both in Greece and in Great Britain from the end of 19th century until today. At first, the history of teacher training is described in Greece mentioning the existence of the academies, which had been educating teachers. Then the teachers training college is described, which had been operating until 1967. After that the function of the Faculties in Education is mentioned and all the reformative effects- changes, which the governments carried out, are analyzed. Furthermore, for each of the educational institutes the admission requirements and the curriculum are thoroughly described. Moreover, the English teachers’ education is presented in all the areas of Great Britain (Scotland, England, and Northern Ireland). The second chapter focuses on the teachers’ training on the aforementioned countries. The final chapter emphasizes on a comparative approach between the two countries Στην παρούσα βιβλιογραφική έρευνα διερευνάται η εκπαίδευση και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών της Ελλάδας και της Μεγάλης Βρετανίας από τα τέλη του 19ου αιώνα έως σήμερα. Αρχικά αναλύεται η ιστορία της εκπαίδευσης των δασκάλων στην Ελλάδα ξεκινώντας από την ύπαρξη των διδασκαλείων, που αναλάμβαναν σε πρώιμο στάδιο την κατάρτιση τους, των Παιδαγωγικών Ακαδημιών ύστερα, φτάνοντας μέχρι και τα σημερινά παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής εκπαίδευσης. Περιγράφεται όλο το φάσμα των μεταρρυθμιστικών αλλαγών, που επιχειρήθηκαν από τις εκάστοτε κυβερνήσεις κατά την διάρκεια των πολυτάραχων χρόνων της ελληνικής ιστορίας. Επίσης, για τα εκάστοτε εκπαιδευτικά ιδρύματα αναφέρεται αναλυτικά το πρόγραμμα σπουδών και οι προϋποθέσεις εισαγωγής σε αυτά. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η εκπαίδευση των Άγγλων εκπαιδευτικών επιχειρώντας μια ιστορική αναδρομή και εξέταση των εκπαιδευτικών πραγμάτων και συζητείται η εκπαιδευτική κατάσταση σε όλες τις περιοχές της Μεγάλης Βρετανίας (Σκωτίας, Αγγλίας-Ουαλίας, Βόρειας Ιρλανδίας). Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται η αποτύπωση της επικρατούσας κατάστασης για την επιμόρφωση και επιπλέον κατάρτιση των εκπαιδευτικών των δύο χωρών. Ενώ το τρίτο και τελευταίο μέρος εστιάζει στη συγκριτική προσέγγιση της εκπαίδευσης και επιμόρφωσης των δύο χωρών 184 89 101 Κατασκευή μοριακού εργαλείου ανίχνευσης της ενεργότητας της NS3 πρωτεάσης του ιού του δυτικού Νείλου The purpose of this research is the construction of a molecular tool for the detection of the West Nile Virus NS3 protease activity. The experiment consists of the construction of a recombinant plasmid which contains the West Nile Virus NS4 protein gene, the green fluorescent protein (GFP) gene and a nuclear localization signal (NLS) and the transfection of an eukaryotic cell line that contains the non-structural proteins of the west Nile virus with the plasmid. The observation and evaluation of the end results was achieved using a confocal microscope. Ο σκοπός της εργασίας είναι η κατασκευή ενός μοριακού εργαλείου ανίχνευσης της ενεργότητας της NS3 πρωτεάσης της του ιού του δυτικού Νείλου. Το πείραμα αποτελείται από την κατασκευή ενός ανασυνδυασμένου πλασμιδίου που θα περιέχει το γονίδιο της πρωτεΐνης NS4 του ιού του δυτικού Νείλου, το γονίδιο της πράσινης φθορίζουσας πρωτεΐνης (GFP) και ένα σήμα πυρηνικού εντοπισμού (NLS) και τη μόλυνση ευκαρυωτικής κυτταρικής σειράς που περιλαμβάνει τις μη δομικές πρωτεΐνες του ιού με το πλασμίδιο. Η παρατήρηση και η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση συνεστιακού μικροσκοπίου. 185 179 171 The urban environment in children’s books of Greek and foreign authors in the last decade for children between the ages of four and seven Το αστικό περιβάλλον σε παιδικά βιβλία ελλήνων και ξένων συγγραφέων της τελευταίας δεκαετίας (2007 – 2017) για παιδιά τεσσάρων έως επτά ετών In this project children-stories with environmental content about the cities were analysed. The way that the urban environment and the environmental problems modern cities face are presented was broadened. The environmental problems were examined so as to catalogue the causes, their negative consequences and the ways of dealing with them. Simultaneously the heroes of the stories and role they play in the creation and the confrontation of the urban environmental problems were recorded. The main environmental problems that were brought up in the analysed stories are soil contamination, water and air pollution as well as noise pollution, the greenhouse effect, the extinction of the species and deforestation (reduction of the green areas). In most of the books that were analysed the causes and the negative effects are presented and are proposed ways of facing the issues that are examined. The heroes of the fairy-tales are either human beings or any other species with human-like features. Στην εργασία αυτή πραγματοποιήθηκε ανάλυση παιδικών ιστοριών περιβαλλοντικού περιεχομένου σχετικά με την πόλη. Διερευνήθηκε ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται το περιβάλλον της πόλης και τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες πόλεις. Τα περιβαλλοντικά προβλήματα εξετάστηκαν ώστε να καταγραφούν οι αιτίες που τα προκαλούν, οι επιπτώσεις τους και οι τρόποι αντιμετώπισής τους. Παράλληλα καταγράφηκαν οι ήρωες των ιστοριών και ο ρόλος που αυτοί διαδραματίζουν στη δημιουργία και την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων του αστικού περιβάλλοντος. Τα κυριότερα περιβαλλοντικά προβλήματα που αναφέρονται στις ιστορίες που αναλύθηκαν είναι η ρύπανση του εδάφους, του νερού, της ατμόσφαιρας, καθώς επίσης και η ηχορύπανσης, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η εξαφάνισης των ειδών και η αποψίλωση (μείωση του πρασίνου). Στα περισσότερα από τα βιβλία που αναλύθηκαν παρουσιάζονται οι αιτίες, οι επιπτώσεις και προτείνονται τρόποι αντιμετώπιση των προβλημάτων που εξετάζουν. Οι ήρωες των παραμυθιών είτε είναι ανθρώπινα όντα είτε άλλοι βιολογικά είδη με ανθρώπινα χαρακτηριστικά. 186 172 144 The role of the Dean in the School’s management and administration - The subject that this study deals with is the of the Dean in the School’s management and administration. The main purpose of this thesis is to probe the views of Deans and academic fellows on the role of the Dean of the School in the administrative hierarchy of higher education. In the context of the subject’s research, nine semi-structured interviews were conducted, which five of them were from Deans, three men and two women, and four of them were Academic Fellows’, three men and one woman from the Democritus University of Thrace. An attempt was made to identify the way of their election, their duties and responsibilities, the difficulties that they meet up with, the leadership style they, the interpersonal relationships with both faculty members as well as with all those who are involved in the university management. The research findings may appear useful not only to those who are involved with the university sector, but also to other researchers. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι ο θεσμός του Κοσμήτορα Πανεπιστημιακής Σχολής. Βασικός σκοπός της εργασίας ήταν να διερευνηθούν και να καταγραφούν οι απόψεις των Κοσμητόρων και των μελών Δ.Ε.Π. σχετικά με το ρόλο των Κοσμητόρων στη διοικητική ιεραρχία της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθηκαν εννιά ημιδομημένες συνεντεύξεις, πέντε από Κοσμήτορες, τρεις άνδρες και δύο γυναίκες και τέσσερις από μέλη Δ.Ε.Π., τρεις άνδρες και μία γυναίκα, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Έγινε προσπάθεια να ανιχνευθούν ο τρόπος εκλογής τους, τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες τους, τα εμπόδια που ίσως συναντούν, τα στυλ ηγεσίας που εμφανίζουν, οι διαπροσωπικές σχέσεις τόσο με τα μέλη Δ.Ε.Π., όσο και μεταξύ όλων των εμπλεκομένων στη διοίκηση των πανεπιστημίων. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορεί να φανούν χρήσιμες όχι μόνο σε αυτούς που εμπλέκονται στον Πανεπιστημιακό τομέα, αλλά και για άλλους ερευνητές. 187 322 346 The development of autonomous learning of students in Distance Education: Η ανάπτυξη αυτόνομης μάθησης των φοιτητών στα πλαίσια της εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης: The beginning of the 21st century is marked by rapid and very significant changes in various fields, both internationally and locally. The successive technological changes make education and training of people indispensable for the social and professional development of the individual. The labor market, in order to cope with the technological and economic changes, is increasing its demands, creating competitive conditions for organizations as well as employees of organizations. The educational field could not of course be left unaffected by all these changes. A person’s professional development and specialization are integral to the Knowledge Society, which is shaped by a constantly changing work environment. Due to the increased obligations of modern humans, a new form of education is deemed imperative, which will give them flexibility in both space and time of study. For this reason, distance learning has become increasingly popular in recent years, making adult students more competitive in the professional field through the acquisition of new knowledge and further training. The object of the present research is to investigate the development of students’ autonomous learning in distance education. For the specific reason, thirteen (13) either undergraduate or postgraduate adult students studying solely through distance education were asked about:  The quality of the collaboration between the teacher and them  The influence of the physical distance on the effectiveness of education  The degree to which student autonomous learning is achieved Data were obtained through qualitative research, using the structured interview method as a research tool. The results of the survey after data collection showed that the majority of the students believe that:  The collaboration between students and teachers is quite good and there is effective communication  The majority of teachers contribute to the development of student self-learning  Autonomous learning is an essential component of effective distance education and contributes to the subsequent educational development of students Η έναρξη του 21ου αιώνα σηματοδοτείται από ραγδαίες, ταχύτατες και πολύ σημαντικές αλλαγές σε διάφορους τομείς, τόσο σε διεθνές όσο και σε τοπικό επίπεδο. Οι αλλεπάλληλες τεχνολογικές μεταβολές καθιστούν την εκπαίδευση και την κατάρτιση των ανθρώπων απαραίτητα συστατικά για την κοινωνική και επαγγελματική εξέλιξη του ατόμου. Η αγορά εργασίας, προκειμένου να ανταπεξέλθει στις τεχνολογικές και οικονομικές αλλαγές, αυξάνει τις απαιτήσεις της, δημιουργώντας ανταγωνιστικές συνθήκες όσον αφορά τους οργανισμούς αλλά και τους εργαζομένους των οργανισμών. Ο εκπαιδευτικός τομέας δεν θα μπορούσε φυσικά να μείνει ανεπηρέαστος από όλες αυτές τις μεταβολές. Η επαγγελματική ανάπτυξη και η εξειδίκευση ενός ατόμου θεωρούνται αναπόσπαστα στοιχεία της Κοινωνίας της Γνώσης, η οποία διαμορφώνεται σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο εργασιακό περιβάλλον. Λόγω των αυξημένων υποχρεώσεων του σύγχρονου ανθρώπου, κρίνεται επιτακτική μία νέα μορφή εκπαίδευσης, η οποία θα τους παρέχει ευελιξία ως προς το χώρο αλλά και ως προς το χρόνο μελέτης. Για το λόγο αυτό, η εξ αποστάσεως εκπαίδευση λαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις τα τελευταία χρόνια, καθιστώντας τους ενήλικες σπουδαστές ανταγωνιστικούς στον επαγγελματικό τομέα, μέσω της απόκτησης νέων γνώσεων και της περαιτέρω εκπαιδευτικής κατάρτισης. Αντικείμενο της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση της ανάπτυξης αυτόνομης μάθησης των φοιτητών στα πλαίσια της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η άποψη 13 φοιτητών που φοιτούν είτε σε προπτυχιακό είτε σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, αποκλειστικά μέσω εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σχετικά με:  Τη ποιότητα της συνεργασίας ανάμεσα στον διδάσκοντα και σε αυτούς  Την επιρροή της απόστασης στην αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης  Το βαθμό στον οποίο επιτυγχάνεται η αυτόνομη μάθηση των φοιτητών Τα στοιχεία αντλήθηκαν μέσω ποιοτικής έρευνας, έχοντας ως ερευνητικό εργαλείο τη μέθοδο της δομημένης συνέντευξης. Τα αποτελέσματα της έρευνας μετά τη συλλογή δεδομένων, έδειξαν ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων φοιτητών θεωρεί πως:  Η συνεργασία ανάμεσα στους φοιτητές και τους διδάσκοντες είναι αρκετά καλή και υπάρχει αποτελεσματική επικοινωνία  Η πλειοψηφία των διδασκόντων συμβάλει στην ανάπτυξη αυτόνομης μάθησης των φοιτητών  Η αυτόνομη μάθηση αποτελεί βασικό συστατικό της αποτελεσματικής εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και συμβάλει στη μετέπειτα εκπαιδευτική ανάπτυξη των φοιτητών 188 258 299 Κλιματολογική μελέτη της υγρασίας του εδάφους στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με χρήση δορυφορικών δεδομένων The thesis focuses on the study of the variability of soil moisture using satellite data for Europe with emphasis on the Mediterranean and Greece. Soil moisture is a key variable of the climate system and plays an important role in climate change. The variability is examined using satellite observations from the Advanced Microwave Scanning Radiometer - EOS (AMSR-E), which is a passive microwave instrument on AQUA satellite with time resolution of 1 day and spatial resolution of 25 km x 25 km for the period 2003-2010, and through simulations of a set of regional climate models of SRES program and IPCC scenario A1B for the period 1950-2100. Firstly, the information of soil moisture is summarizing as well as its characteristics and the measuring methods thereof. The data and methodology that are used in this thesis are presented in the second chapter as well as the satellite as a source of data and the ENSEMBLES project as the source of the scenario. Then the variability level of soil moisture is shown through maps and diagrams on an annual, seasonal and monthly patterns for the period 2003-2010 by satellite data from the Internet based NASA’s project "GIOVANNI". After this, soil drought is a key on the levels of soil moisture and analyzed through the dry days per area with maps and tables on an annual and seasonal basis. Finally, the fifth chapter analyzes the model of anthropogenic scenario on climate change which is used to examine the planned changes of soil moisture in the entire area of the 21st century. Η ανά χείρας μεταπτυχιακή εργασία επικεντρώνεται στη μελέτη της διακύμανσης της υγρασίας του εδάφους μέσω δορυφορικών δεδομένων για την περιοχή της Ευρώπης με έμφαση στη λεκάνη της Μεσογείου και στον Ελλαδικό χώρο και συγκεκριμένα στην ΑΜ-Θ. Η υγρασία του εδάφους αποτελεί βασική μεταβλητή του κλιματικού συστήματος και παίζει σημαντικό ρόλο στην κλιματική αλλαγή. Η μεταβλητότητά της εξετάζεται με τη χρήση δορυφορικών παρατηρήσεων από το Advanced Microwave Scanning Radiometer - EOS (AMSR-E), όργανο παθητικών μικροκυμάτων που βρίσκεται στον δορυφόρο AQUA με την χρονική ανάλυση 1 ημέρας και χωρική ανάλυση 25 km x 25 km για την περίοδο 2003-2010, καθώς και μέσω προσομοιώσεων από ένα σύνολο περιοχικών κλιματικών μοντέλων του προγράμματος SRES για το IPCC και του σεναρίου Α1Β για την περίοδο 1950-2100. Αρχικά, συνοψίζονται όλες οι πληροφορίες περί υγρασίας εδάφους και των χαρακτηριστικών της καθώς επίσης και των μεθόδων μέτρησης αυτής. Τα δεδομένα και η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκαν για την παρούσα μεταπτυχιακή εργασία παρουσιάζονται στο δεύτερο κεφάλαιο καθώς γίνεται παρουσίαση του δορυφόρου που αποτελεί πηγή των δεδομένων όπως επίσης και του προγράμματος ENSEMBLES που αποτελεί την πηγή του ανθρωπογενούς σεναρίου. Εν συνεχεία, παρουσιάζεται η διακύμανση των τιμών της εδαφικής υγρασίας μέσω χαρτών και διαγραμμάτων σε ετήσια, εποχιακά και μηνιαία μοτίβα για την περίοδο 2003-2010 μέσω των δορυφορικών δεδομένων από την διαδικτυακή βάση της NASA “GIOVANNI”. Η ξηρασία του εδάφους στη συνέχεια αποτελεί βασικό γνώμονα για τα επίπεδα της υγρασίας του εδάφους και αναλύεται μέσω των ξηρών ημερών ανά περιοχή σε χάρτες και πίνακες σε ετήσια και εποχιακή βάση. Τέλος, στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύεται το μοντέλο του ανθρωπογενούς σεναρίου για την κλιματική αλλαγή το οποίο χρησιμοποιείται για να εξετάσει τις προβλεπόμενες αλλαγές της υγρασίας του εδάφους σε όλη την περιοχή της Ευρώπης του 21ου αιώνα. 189 264 237 confidence of final year pre-service teachers of PTDE DUTH 2019-2020 XThe work was conducted in the framework of the academic year 2019-2020 at the Department of Primary Education (PTDE) of Democritus University of Thrace (DUTH), in order to study the confidence of the final-year undergraduates’ Technological Knowledge (TK) and the Technological Pedagogical Content Knowledge (TPACK). For thιs study a questionnaire was used. The sample of the research was 112 the final-year undergraduates of the PTDE DUTH 2019-2020. According to the results, the students possess personal computer and continuous access to the internet, but lack of technical knowledge. Half of them hold computer literacy certification and the same percent select to attend more computer lessons apart from the compulsory one, during their studies at the PTDE. They feel comfortable with digital technology, but they are not informed about its latest developments and prefer to achieve more personal goals through it than professional, whereas low percentage of them would choose web2.0 tools for their lesson. These results support the need for further enhancement of their TK. As far as the TPACK is concerned, over half of the students declare confident at helping their future students to use the digital technologies in specific learning procedures. Moreover, almost at majority, they declare that they are confident at integrating the digital technologies in their classroom. There is a divergence between the TK and the TPACK of the students, which may lead to its further investigation. This work is a rough depiction towards the confidence of the final year students of the PTDE, DUTH and contributes towards informing the interested. Η εργασία διεξήχθη στο πλαίσιο της ακαδημαϊκής περιόδου 2019-2020 στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΠΤΔΕ) του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ), με σκοπό να μελετήσει την αυτοπεποίθηση των τελειόφοιτων φοιτητών ως προς την Τεχνολογική Γνώση (ΤΓ) και την Τεχνολογική Παιδαγωγική Γνώση Περιεχομένου (ΤΠΓΠ). Για τις ανάγκες της έρευνας συγκροτήθηκε ένα ερωτηματολόγιο κλειστού τύπου. Το δείγμα της έρευνας ήταν 112 τελειόφοιτοι φοιτητές του ΠΤΔΕ, ΔΠΘ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι φοιτητές διαθέτουν υπολογιστή και διαρκή πρόσβαση στο διαδίκτυο αλλά έχουν ελλιπείς τεχνικές γνώσεις. Οι μισοί έχουν πιστοποιητικό στους Η/Υ και κατά το ίδιο ποσοστό παρακολουθούν πέρα από το υποχρεωτικό και μαθήματα επιλογής στο ΠΤΔΕ. Νοιώθουν άνετα με την τεχνολογία αλλά δεν ενημερώνονται για τις εξελίξεις της και επιλέγουν περισσότερο την επίτευξη ατομικών παρά επαγγελματικών στόχων δια μέσου αυτής, ενώ χαμηλά ποσοστά αυτών θα επέλεγαν εφαρμογές web 2.0 στο μάθημά τους. Τα παραπάνω αναδεικνύουν την ανάγκη για εμπλουτισμό της ΤΓ τους. Όσο αφορά στην ΤΠΓΠ οι φοιτητές, πάνω από τους μισούς, δηλώνουν ότι έχουν αυτοπεποίθηση στο να βοηθήσουν τους μελλοντικούς μαθητές τους να αξιοποιήσουν τις ψηφιακές τεχνολογίες σε συγκεκριμένες μαθησιακές διαδικασίες. Επίσης, σχεδόν σε πλειοψηφία δηλώνουν ότι έχουν αυτοπεποίθηση στο να εντάξουν τις ψηφιακές τεχνολογίες στην τάξη τους. Σημειώνεται μια απόκλιση ανάμεσα στην ΤΓ και στην ΤΠΓΠ η οποία τροφοδοτεί περαιτέρω έρευνες για την εμβάθυνση σε αυτή. Η εργασία αποτελεί μια πρώτη αποτύπωση προς την κατεύθυνση της αυτοπεποίθησης των τελειόφοιτων φοιτητών του ΠΤΔΕ ΔΠΘ και συμβάλλει στην ενημερότητα των ενδιαφερομένων. 190 127 141 The purpose of the present study is to examine the association between victimization and depressive symptoms in pre-adolescents. The sample of the study consisted of 228 students attending the fifth and sixth public primary school grades. Participants were almost equally distributed with regards to gender and grade level. The most important findings are: a) direct and indirect relational victimization are related more to self-reported depressive symptoms than physical victimization, b) gender differences were found in the association between victimization and depressive symptoms, as victimization has a stronger relationship with the depressive symptoms in boys than in girls. Finally, recommendations, emerged from the findings, are provided for prevention of the phenomenon at schools, in order to minimize the negative effects of victimization and the depressive symptoms in children Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ θυματοποίησης και καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε μαθητές και μαθήτριες της Ε΄ και Στ΄ τάξης του Δημοτικού σχολείου. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 228 μαθητές Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού (10-13 ετών) και χαρακτηρίζεται σχετικά ισομερές ως προς το φύλο και την τάξη φοίτησης. Τα σημαντικότερα ευρήματα της έρευνας είναι: α) η άμεση και έμμεση θυματοποίηση σχέσεων συνδέονται περισσότερο με τις αυτοαναφορές των παιδιών για εκδήλωση καταθλιπτικών συμπτωμάτων από ότι η σωματική μορφή, β) εντοπίζονται διαφυλικές διαφορές στη σχέση μεταξύ θυματοποίησης και καταθλιπτικών συμπτωμάτων, καθώς στα αγόρια η θυματοποίηση φαίνεται να σημειώνει μεγαλύτερη συσχέτιση με τα καταθλιπτικά συμπτώματα από ότι στα κορίτσια. Τέλος, γίνονται προτάσεις για την αξιοποίηση και εφαρμογή των ευρημάτων στο χώρο της εκπαίδευσης, έτσι ώστε να μειωθούν τα περιστατικά θυματοποίησης και οι αρνητικές τους επιπτώσεις, όπως αυτή της εκδήλωσης καταθλιπτικών συμπτωμάτων 191 172 128 The present thesis is a systematic literature review of the impact oxidative stress could have on male infertility. Specifically, information will be presented concerning the etiology of infertility, the diagnostic algorithms used to detect it, the clinical evaluation and the laboratoty tests performed for infertility diagnosis. The various types of free radicals and their modes of production will be discussed in detail, in order to follow the correlation between male infertility and oxidative stress. There will be presented all the normal and patholological roles of free radicals on sperm function and production and their effect on sperm parameters and male reproductive hormones. As a significant subcategory of male infertility is associated with oxidative stress, the issue will be discussed in detail and there will be proposed the performance of a specialized test for its diagnosis. In addition, a detailed report of the existing enzymatic and non-enzymatic antioxidant agents will be given. Finally, based on the currently existing literature data, concluding remarks and indications for better management of male infertility will be presented. Στην παρούσα διπλωματική εργασία συζητητούνται τόσο θέματα που άπτονται της ανδρικής υπογονιμότητας, του οξειδωτικού στρες και της μεταξύ τους σχέσης. Όσον αφορά την υπογονιμότητα, διερευνάται σε επίπεδο αιτιολογίας, διαγνωστικού αλγόριθμου, κλινικής εξέτασης και εργαστηριακής διάγνωσης. Αναφέρονται αναλυτικά τα διάφορα είδη ελεύθερων ριζών και οι τρόποι παραγωγής τους, και ακολουθεί η συσχέτιση της ανδρικής υπογονιμότητας με το οξειδωτικό στρες. Διατυπώνονται όλες οι φυσιολογικές και παθολογικές δράσεις των ελεύθερων ριζών και η επίπτωση που έχουν στις παραμέτρους των σπερματοζωαρίων και στις ανδρικές αναπαραγωγικές ορμόνες. Σημαντική υποκατηγορία ανδρικής υπογονιμότητας αποτελεί η ανδρική υπογονιμότητα σχετιζόμενη με οξειδωτικό στρες η οποία συζητείται και προτείνεται εξειδικευμένη εξέταση για την διάκρισή της. Γίνεται αναλυτική αναφορά των υπαρχόντων ενζυμικών και μη ενζυμικών αντιοξειδωτικών παραγόντων, και τέλος παρατείθονται τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την διπλωματική αυτή εργασία. 192 186 209 The present study aims to examine the readiness of teachers and primary schools concerning crisis management. Crises, which a school might face, can be caused by natural disasters (earthquake, fire, flood), human action (divorce, domestic abuse, violence among students) and death. Central objectives of the present research are to demonstrate the more frequent causes of school crisis, to examine teachers’ views in regard to crisis management and their readiness in case a school crisis arises. For this purpose, a research has been conducted on a sample of 50 teachers from 5 primary schools belonging in the Municipality of Alexandroupolis. The research tool used was a questionnaire as it is a valid and reliable tool in educational research. The results of the study reveal that teachers have faced at least one school crisis at their schools. A divorce between parents is the most common crisis teachers have to face while natural disasters are less likely to appear. Teachers actually consider themselves as the most appropriate to face a crisis. The school readiness for crisis management includes mostly action plans for crises which cοme up from natural disasters Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην διερεύνηση της ετοιμότητας των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με την διαχείριση κρίσεων. Οι κρίσεις, τις οποίες μπορεί να αντιμετωπίσει μια σχολική μονάδα, είναι αυτές που προέρχονται από φυσικές καταστροφές (σεισμός, πυρκαγιά, πλημμύρα), από ανθρώπινη ενέργεια (διαζύγιο, ενδοσχολική ή ενδοοικογενειακή βία) και από ανωτέρα βία (θάνατος μαθητή ή γονέα ή εκπαιδευτικού). Κεντρικοί στόχοι της μελέτης αυτής είναι να αναδείξει τις συχνότερες αιτίες πρόκλησης κρίσεων στην σχολική κοινότητα, να εξετάσει τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών γύρω από το θέμα, καθώς και την ετοιμότητά τους σε περίπτωση που ξεσπάσει κάποια κρίση. Για το λόγο αυτό, διενεργήθηκε έρευνα σε δείγμα 50 εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από πέντε δημοτικά σχολεία του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν το ερωτηματολόγιο, καθώς αποτελεί ένα έγκυρο και αξιόπιστο εργαλείο στην εκπαιδευτική έρευνα. Τα αποτελέσματα της έρευνας μας δείχνουν πως οι εκπαιδευτικοί έχουν αντιμετωπίσει έστω μία κρίση στην σχολική μονάδα, όπου εργάζονται. Η συχνότερη από τις κρίσεις αυτές είναι το διαζύγιο γονέων, ενώ η σπανιότερη οι φυσικές καταστροφές. Παρατηρήθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν τους εαυτούς τους αρμόδια άτομα να αντιμετωπίσουν μια κρίση. Αναφορικά με την ετοιμότητα του σχολείου για τη διαχείριση κρίσεων, διαπιστώνεται πως υπάρχουν σχέδια δράσης και ομάδες διαχείρισης κρίσεων κυρίως για κρίσεις που προέρχονται από φυσικές καταστροφές 193 363 385 Pre-school and primary school pupils’ views on the socio - financial crisis Η νοηματοδότηση της κοινωνικο – οικονομικής κρίσης από παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας The aim of this study is to explore the ways in which pre-school and primary school children understand and make sense of social phenomena such as the current financial crisis. More specifically, it explores the children’s perceptions on the ways they learn about this phenomenon their feelings about it, the causes of this crisis as they are perceived by the children, as well as their views on how to cope with it. Finally, the study explores the degree of differentiation of children’s views according to age. The study included 40 pre-school and primary school children aged 5-13 (21 boys and 19 girls), which were identified through the "snowball technique" in the area of Thessaloniki. The interview process lasted 45-60 minutes and was done using the mobile phone recorder. Children were asked to tell what they know about the economic crisis, what is happening in an area that is affected by the economic crisis, the protagonists of the crisis as well as their feelings about it. Data were subjected to a thematic analysis. The results have shown that most children of all ages are able to speak and on the social and individual aspects of the crisis. Children perceive the financial crisis as a social reality with increasing difficulties and problems experienced by themselves or their parents at an individual, social, economic, living and psychological level (eg financial distress, loss of essential goods, lack of money, loss of work, unemployment). Also, the attitudes expressed by children about the phenomenon of the financial crisis are almost entirely negative. According to the data, the children were informed about the financial crisis mostly by their family environment and the media and less so by the school environment. It is generally accepted by children that the financial crisis has had a serious impact on society and on their families, such as unemployment, lower incomes, and the difficulty of people to meet their financial obligations. Occupational and financial instability seem to cause on the children insecurity, frustration, anger and tension. According to children’s views, they also have a significant impact on both psychological well-being and family relationships. Η παρούσα μελέτη έχει ως στόχο τη διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας αντιλαμβάνονται, κατανοούν και ερμηνεύουν κοινωνικά φαινόμενα, όπως είναι η οικονομική κρίση. Επίσης, διερευνώνται οι αντιλήψεις των παιδιών για την κρίση, οι τρόποι εξοικείωσής τους με το φαινόμενο της κρίσης, τα συναισθήματα που δημιουργεί η οικονομική κρίση στα παιδιά, οι διαφορές στις απόψεις των παιδιών ανάλογα με την ηλικία τους, οι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτήν κατά την άποψη των παιδιών, καθώς και οι αντιλήψεις των παιδιών για την αντιμετώπισή της. Στη μελέτη πήραν μέρος 40 παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας 5-12 χρόνων (22 αγόρια και 18 κορίτσια) τα οποία εντοπίστηκαν μέσω της «τεχνικής της χιονοστιβάδας» από την περιοχή της Θεσσαλονίκης. Η διαδικασία των συνεντεύξεων διήρκησε 45-60 λεπτά της ώρας και έγινε με τη χρήση του μαγνητοφώνου κινητού τηλεφώνου. Ζητήθηκε από τα παιδιά να πουν τι γνωρίζουν για την οικονομική κρίση, τι συμβαίνει σε μία περιοχή η οποία πλήττεται από την οικονομική κρίση και ποιοι σχετίζονται με την οικονομική κρίση. Τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε θεματική ανάλυση και κατηγοριοποίηση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα περισσότερα παιδιά όλων των ηλικιών είναι σε θέση να μιλήσουν και να αναφερθούν σε κοινωνικές και σε ατομικές πτυχές του φαινομένου της κρίσης. Όλα τα παιδιά αντιλαμβάνονται την οικονομική κρίση ως μια κοινωνική πραγματικότητα με αυξανόμενες δυσκολίες και προβλήματα, που βιώνουν τα ίδια ή οι γονείς τους σε ατομικό, κοινωνικό, οικονομικό, βιοτικό και ψυχολογικό επίπεδο (π.χ. οικονομική δυσπραγία, απώλεια βασικών αγαθών, έλλειψη χρημάτων, απώλεια εργασίας, ανεργία). Επίσης, οι στάσεις που υιοθετούνται από τα παιδιά για το φαινόμενο της οικονομικής κρίσης είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου αρνητική. Όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά πληροφορήθηκαν για την οικονομική κρίση, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις τους, φαίνεται ότι έχουν ενημερωθεί για την κρίση από το οικογενειακό περιβάλλον τους, από τα ΜΜΕ και σε μικρότερο βαθμό από το σχολικό χώρο. Κατά γενική ομολογία των παιδιών η οικονομική κρίση έχει επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία αλλά και στην ίδια τους την οικογένεια, όπως είναι η ανεργία, τα μειωμένα εισοδήματα και η δυσκολία των ανθρώπων να ανταπεξέλθουν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Η επαγγελματική και οικονομική αστάθεια προκαλεί ανασφάλεια, απογοήτευση, θυμό, εντάσεις και απογοήτευση και επηρεάζει σημαντικά τόσο την ψυχολογική κατάσταση όσο και τις οικογενειακές σχέσεις. 194 366 391 κλινική σημασία των επιγενετικών βιοδεικτών SOX-17, WIF-1 και WNT5a The topic of this project is the evaluation of the clinical importance of some epigenetic biomarkers of Wnt pathway (SOX-17, WIF-1, WNT5a) in non-small cell lung cancer (NSCLC). It is a fact that lung cancer is the cause of death for more than 1 million people worldwide. The survival rates mostly depend on early diagnosis, which leads into the direct beginning of proper treatment. As a result, it deems necessary to search for new, non-invasive and reliable molecular (genetic or/and epigenetic) cancer markers, that provide appropriate prognostic information. Cell-free DNA is a promising non-invasive biomarker. It has been found that circulating cell- free DNA in cancer patient’s blood is not only connected with tumor existence but also has the ability to maintain all the genetic and epigenetic characteristics of the tumor. Furthermore, DNA methylation is one of the most common epigenetic phenomena that take place in the mammal’s genome and the changes in methylation profile are typical in cancer cells. In order to examine methylation, the first step was the extraction of the cell- free DNA from 49 lung cancer patient’s serum, from which, 28 were metastatic and the other 21 were adjuvant patients. The next step was the chemical treatment of the extracted DNA with sodium bisulfite (bisulfite conversion). The final step was Methylation Specific quantitative Real time PCR (qMSP) in order to analyze the methylation patterns of SOX-17, WIF-1 and WNT5a genes. The results showed that SOX-17 was methylated in 57.14% of the patients, WIF-1 was methylated in 16.32% of the patients and WNT5a was methylated in 30.61% of the patients. These results were statistically correlated with the clinicopathological features of the patients. It has been found that the methylation of these genes was not correlated with the clinical characterististics or the progression free survival of metastatic patients. On the other hand, in adjuvant patients was found that only the methylation of SOX-17 gene was correlated with the histological type of cancer, the relapse and the lower rates of survival. In conclusion, it is obvious that Wnt pathway plays a critical role in oncogenesis and it would be advisable, if more samples were tested so as to clarify the exact role of these genes. Το θέμα της παρούσας εργασίας πραγματεύεται την αξιολόγηση ορισμένων γονιδίων του μονοπατιού Wnt ως επιγενετικών βιοδεικτών και της κλινικής τους σημασίας στη διαχείριση του καρκίνου του πνεύμονα. Συγκεκριμένα, μελετήθηκε η μεθυλίωση στους προμότορες των γονιδίων SOX-17, WIF-1, WNT5a, που αποτελούν μέλη του μονοπατιού Wnt. Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί αίτιο θανάτου για περισσότερους από 1 εκατομμύριο ανθρώπους παγκοσμίως. Οι πιθανότητες επιβίωσης βασίζονται σε μεγάλο ποσοστό στην έγκαιρη διάγνωση. Πράγματι, η έγκαιρη και ακριβής διάγνωση συνεπάγεται τη γρήγορη έναρξη της κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής. Κρίνεται επομένως αναγκαία η ανεύρεση νέων, μη επεμβατικών αξιόπιστων και έγκυρων μοριακών (γενετικών ή/και επιγενετικών) δεικτών καρκίνου, που να παρέχουν την κατάλληλη προγνωστική και προβλεπτική πληροφορία. Το κυκλοφορούν ελεύθυρο κυττάρων DNA (cell-free, cfDNA) αποτελεί έναν πολλά υποσχόμενο μη επεμβατικό βιοδείκτη. Έχει βρεθεί ότι το cfDNA στο αίμα ασθενών με καρκίνο συνδέεται άμεσα με την ύπαρξη του όγκου ενώ από την άλλη έχει την ιδιότητα να διατηρεί όλα τα γενετικά και επιγενετικά χαρακτηριστικά του όγκου. Επιπλέον, η μεθυλίωση του DNA αποτελεί ένα από τα συχνότερα επιγενετικά φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο γονιδίωμα των θηλαστικών και οι αλλαγές στο πρότυπο μεθυλίωσης είναι πολύ συχνές σε καρκινικά κύτταρα. Για την παρούσα μελέτη,αρχικά πραγματοποιήθηκε απομόνωση του cfDNA από τον ορό 49 ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα εκ των οποίων οι 28 ήταν μεταστατικοί, ενώ οι υπόλοιποι 21 ήταν ασθενείς με εξαιρέσιμο NSCLC που έλαβαν επικουρική θεραπεία (adjuvant). Έπειτα ακολούθησε χημική επεξεργασία του DNA με όξινο θειώδες νάτριο (bisulphite conversion) ώστε να καταστεί δυνατή η ανίχνευση της μεθυλίωσης του DNA. Τέλος, με την εφαρμογή MSP- Real-time PCR (qMSP) μελετήθηκε το «προφίλ» μεθυλίωσης των γονιδίων SOX-17, WIF-1 και WNT5a Τα αποτελέσματα έδειξαν μεθυλίωση των γονιδίων αυτών σε ποσοστά 57,14%, 16,32% και 30,61% αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα αυτά ελέγχθηκαν περεταίρω στατιστικά για πιθανή σημαντική συσχέτιση τους με τα κλινικοπαθολογικά χαρακτηριστικά των ασθενών. Βρέθηκε ότι η μεθυλίωση σε κανένα από τα τρία γονίδια δε σχετίζεται με τη γενική εικόνα των μεταστατικών ασθενών αλλά ούτε και με το χρονικό διάστημα της εξέλιξης της νόσου. Αντιθέτως βρέθηκε ότι στους adjuvant ασθενείς μόνο η μεθυλίωση του γονιδίου SOX-17 σχετίζεται με τον ιστολογικό υπότυπο του όγκου, την εμφάνιση υποτροπής και τα μειωμένα ποσοστά επιβίωσης. Συμπερασματικά, είναι προφανές ότι το μονοπάτι Wnt έχει κρίσιμο ρόλο στην καρκινογένεση, ωστόσο σκόπιμο θα ήταν να μελετηθούν περισσότερα δείγματα ώστε να εξακριβωθεί πλήρως ο ρόλος των συγκεκριμένων γονιδίων. 195 203 219 Metacognition, executive control and performance in mathematics during the school age Μεταγνώση, εκτελεστικός έλεγχος και επίδοση σε μαθηματικά έργα κατά τη σχολική ηλικία Τhis study investigates the effect of executive function and metacognitive awareness on problemsolving during childhood. Fifteen students, aged from 11 to 12 years old, were tested ontwo cognitive tasks, which addressed to the quantitative capacity. The first cognitive task included 4 tasks of operations and the second one 7 tasks of ratio.For the determination of the level of executive control, we managed to usea different form of the DCCS test,the Visually Cued Color-Shape Task, which revealed the level of their executive function based on their conservation errors. In addition, in order to determine the participants’ metacognitive awareness of the cognitive processing tasks we resorted to the thinking aloud method. All participants were examined individually. The results showed that the 11-12 years old children, who established a high cognitiveperformanceaccomplished a higher level of executive function than those whomanageda lower level of cognitive performance. Finally, the results confirmed the effect of metacognitive awareness on the effective solving problems. The results are discussed in the light of current literature on the structure of the cognitive system but also on contemporary views on the relation between the executive function and the metacognitive awareness of cognitive activities H παρούσα μελέτη διερευνά την επίδραση που ασκεί ο εκτελεστικός έλεγχος και η μεταγνωστική ενημερότητα στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων κατά τη σχολική ηλικία. Στην έρευνα συμμετείχαν 15 μαθητές ηλικίας 11-12 χρόνων. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μία συστοιχία 2 γνωστικών έργων ποσοτικής-συσχετικής ικανότητας, όπου το ένα περιλάμβανε 4 υποέργα πράξεων και το άλλο 7 υποέργα αναλογίας. Για τον προσδιορισμό του επιπέδου του εκτελεστικού ελέγχου των συμμετεχόντων χρησιμοποιήθηκε μιά παραλλαγή του τεστ DCCS, το τεστ Οπτικής Ανίχνευσης Σχήματος-Χρώματος,και συγκεκριμένα για να καθοριστεί το επίπεδο εκτελεστικού ελέγχου λήφθηκαν υπόψη τα λάθη διατήρησης στα οποία υπέπεσε ο κάθε μαθητής. Επίσης, για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των γνωστικών έργων ακολουθήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με βάση την τρέχουσα βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις για τη σχέση μεταξύ εκτελεστικού ελέγχου και μεταγνωστικής ενημερότητας αναφορικά με τη γνωστική δραστηριότητα. Φάνηκε ότι τα παιδιά ηλικίας 11-12 ετώνμε υψηλή ως προς το Μ.Ο της τάξης επίδοση παρουσιάζουν και υψηλό επίπεδο εκτελεστικού ελέγχου, ενώ οι μαθητές που συγκέντρωσαν χαμηλή βαθμολογία στα γνωστικά έργα, δε φαίνεται να έχουν φτάσει στο ίδιο επίπεδο εκτελεστικού ελέγχου. Τέλος, φάνηκε η επίδραση της ενσυνειδησίας στην αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων 196 256 269 Video tutorials design for the use of ICT in education through WizIQ software Σχεδίαση βιντεομαθημάτων (video tutorials) για τη χρήση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση μέσω του λογισμικού WizIQ Educational institutions are facing new challenges in constantly mutating needs in the educational process. The distance education by combining synchronous and asynchronous learning methods is gaining ground among learners. The trainer has to select from a set of offered tools that fits more in his temperament and covers teaching methods preferred by him. This thesis focuses on educational software wizIQ which offers both free and paid services. His comparative advantage is that it can operate entirely online without burdening users with concerns about compatibility and possible updates. For the description of the software was preferred a comprehensive pathway approach that serves both the trainer and the trainee. In each case presented the process from both sides concerned. Benefits of wizIQ divided into two major sections and in this way are presented in the text below. Learning (Learn) and Teaching (Teach) contain all the individual features. The notion of organized course structure is inserted, what does it comprises and how does that serves the flow of instruction and interaction with stakeholders. When the user is choosing an account at registration process the wizIQ interface is configured accordingly. As a result the user acquires the ability for specific actions. These actions concern both him and the other participants of the course. The online courses, the test, the content library, opportunities of promotion and publishing courses and finally the connection of the above are just some of the elements that make wizIQ stands out from competition Οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί έρχονται αντιμέτωποι με νέες προκλήσεις που αφορούν διαρκώς μεταλλασσόμε-νες ανάγκες στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η εκπαίδευση από απόσταση με τον συνδυασμό σύγχρονων και ασύγχρονων μεθόδων μάθησης κερδίζει συνεχώς έδαφος στις προτιμήσεις των εκπαιδευομένων. Ο εκπαιδευτής είναι υποχρεωμένος να επιλέξει από ένα σύνολο προσφερόμενων εργαλείων αυτό που ταιριάζει περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία του και καλύπτει τις μεθόδους διδασκαλίας που προτιμά. Η εργασία επικεντρώνεται στο εκπαιδευτικό λογισμικό WizIQ, το οποίο προσφέρει τις υπηρεσίες του τόσο δωρεάν όσο και επί πληρωμή. Το συγκριτικό του πλεονέκτημα είναι ότι μπορεί να λειτουργήσει εξ’ ολοκλήρου διαδικτυακά, μη επιβαρύνοντας τους χρήστες με προβληματισμούς σχετικά με συμβατότητα και πιθανές ενημερώσεις. Προτιμήθηκε μία σφαιρική μέθοδος προσέγγισης που εξυπηρετεί τόσο τον εκπαιδευτή όσο και τον εκπαιδευόμενο. Σε κάθε περίπτωση παρουσιάζεται η διαδικασία και από τις δύο εμπλεκόμενες μεριές. Οι παροχές του wizIQ χωρίζονται σε δύο μεγάλες ενότητες και κατ’ αυτό τον τρόπο παρουσιάζονται και στο κείμενο που ακολουθεί. Η Μάθηση (Learn) και η Διδασκαλία (Teach) εμπεριέχουν όλες τις επιμέρους δυνατότητες του. Εισάγεται η έννοια της οργανωμένης δομής μαθήματος, τι περιλαμβάνει και πως εξυπηρετεί τη ροή διδασκαλίας και την αλληλεπίδραση της με τους ενδιαφερόμενους. Επιλέγοντας έναν λογαριασμό ο χρήστης κατά την εγγραφή του, διαμορφώνεται το περιβάλλον εργασίας ανάλογα και αποκτάει τη δυνατότητα για συγκεκριμένες ενέργειες. Οι ενέργειες αυτές αφορούν τόσο τον ίδιο όσο και τους υπόλοιπους συμμετέχοντες ενός μαθήματος. Τα διαδικτυακά μαθήματα, τα test, η βιβλιοθήκη περιεχομένων, οι ευκαιρίες προβολής και δημοσίευσης μαθημάτων, καθώς και ο τρόπος σύνδεσης όλων των παραπάνω είναι μόνο μερικά από τα στοιχεία που ξεχωρίζουν το wizIQ από τον ανταγωνισμό 197 307 320 Introduction: The compilation and execution of DNR instructions has become a topic of many controversies, both among clinicians as well as other groups of people (eg human rights groups, ecclesiastical organi-zations, etc.). The most important questions that arise are when a therapeutic intervention such as CPR is considered pointless and who is responsible for making that decision. The present research paper is a literature review of existing research and scientific data regarding DNR commands and the bioethical dimensions of the subject. Aims & obj-ectives: The purpose of this research is to construct the most complete record of the most current available data regarding DNR commands, the history of the process in Greece and abroad as well as the bioethical framework around this issue. Methodology: Online research was carried out in PubMed, Embase, and Google scholar search engines in July and August 2018. The search included a combination of the various terms in Greek and English to identify and display articles that would be as relevant as possible to the topic of the review. Articles obliged to the inclusion criteria were approved for inclusion in the study. Results: 120 articles were retrieved. 80 of these were considered as eligible sources from the title and summary presented for general information, and 10 of them were selected to be included in the bibliographic review, while the remaining 70 articles were rejected. Conclusions: Age, the severity of the condition, the general health of the patient, socio-economic, religious, cultural and ethnic factors were significantly associated with the increased likelihood of consent to a DNR instruction. This study also concludes that both patients and their relatives consider that they should receive more information about DNR commands, with the pros and cons of implementing life-saving practices of patients at high risk of cardiac arrest and have a more active involvement in making any decision. Εισαγωγή: Η σύνταξη και εκτέλεση των εντολών DNR έχει γίνει θέμα πολλών αντιπαραθέσεων, τόσο ανάμεσα σε κλινικούς όσο και σε άλλες ομάδες ανθρώπων (π.χ. ομάδες υπεράσπισης ανθρώπινων δικαιωμάτων, εκκλησιαστικές οργανώσεις κτλ). Τα βασικότερα ερωτήματα που εγείρονται είναι πότε μια θεραπευτική παρέμβαση όπως η ΚΑΡΠΑ χαρακτηρίζεται ως άσκοπη και ποιος είναι υπεύθυνος για την λήψη αυτής της απόφασης. Η παρούσα ερευνητική εργασία είναι μια βιβλιογραφική ανασκόπηση των υπαρχόντων ερευνητικών και επιστημονικών δεδομένων αναφορικά με τις εντολές DNR και τις βιοηθικές διαστάσεις του θέματος. Σκοπός: Σκοπός της εκπόνησης της παρούσας έρευνας είναι να γίνει μια όσο το δυνατόν πληρέστερη καταγραφή των νέων δεδομένων σχετικά με τις εντολές DNR, της ιστορίας της διαδικασίας στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό καθώς και το βιοηθικό πλαίσιο γύρω από το συγκεκριμένο θέμα.MΜεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκαν αναζητήσεις στις μηχανές αναζήτησης PubMed, Embase και Google scholar, την περίοδο Ιουλίου και Αυγούστου 2018. Η αναζήτηση συμπεριλάμβανε συνδυασμό των διάφορων όρων στην ελληνική και αγγλική γλώσσα, ώστε να αναγνωριστούν και να εμφανιστούν άρθρα που θα πλησίαζαν όσο το δυνατό περισσότερο το θέμα της ανασκόπησης. Τα άρθρα που εναρμονίζονταν με τα κριτήρια συμπερίληψης εγκρίθηκαν για την ένταξη τους στην έρευνα. Αποτελέσματα: Από την αναζήτηση που πραγματοποιήθηκε προέκυψαν 120 άρθρα. 80 από αυτά κρίθηκαν ως επιλέξιμες πηγές από τον τίτλο και την περίληψη που παρουσιάζονταν για την άντληση γενικών πληροφοριών ενώ 10 από αυτά επιλέχθηκαν για να συμπεριληφθούν στην βιβλιογραφική ανασκόπηση, ενώ τα υπόλοιπα 70 άρθρα απορρίφθηκαν. Συμπεράσματα: η γήρανση, η σοβαρότητα της πάθησης, η γενικότερη υγεία του ασθενούς, κοινωνικοοικονομικοί, θρησκευτικοί, πολιτισμικοί και εθνοτικοί παράγοντες συνδέθηκαν σημαντικά με την αυξανόμενη πιθανότητα συγκατάθεσης σε μια εντολή DNR. Επίσης από την παρούσα έρευνα προκύπτει το συμπέρασμα ότι τόσο οι ασθενείς και όσο και οι συγγενείς τους, θεωρούν ότι θα έπρεπε να δέχονται περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις εντολές DNR, με τα προτερήματα και μειονεκτήματα της εφαρμογής πρακτικών διατήρησης της ζωής ασθενών με υψηλό ρίσκο καρδιακής ανακοπής και να έχουν πιο ενεργό συμμετοχή στην λήψη οποιασδήποτε απόφασης. 198 202 176 Regulatory policies in the European Union and the United States to address the discharge of the Estrogens 17a- Ethinyl Estradiol and 17b-Estradiol into the aquatic environment Comprehensive studies have already proven the adverse effects of micropollutants οn the aquatic matrices. Due to the fact that they are ubiquitous and persistent, they end up in waters causing irreversible harm to organisms at extremely low levels. Among them the natural hormone 17-beta-estradiol (E2) along with the synthetic hormone 17-alpha-ethinylestradiol (EE2), have received significant attention since they were included on a European “Watch List” which requires their monitoring EU wide with the aim of providing adequate evidence for their regulation in the future. Similarly, screening surveys for their occurrence are being implemented in the public water systems along the USA with the view of collecting sufficient data for their future prioritization, while smaller scale strategies have begun to be adopted in several countries world wide. The present dissertation provides initially a general overview of the sources, occurrence and effects of E2 and EE2 on the aquatic environment and illustrates the regulatory policies adopted by the EU and the USA, as well as other countries’ existing initiatives, regarding the release of these estrogens into the waters. Οι δυσμενείς συνέπειες των μικρορυπαντών στα υδάτινα στρώματα έχουν ήδη αποδειχθεί με εμπεριστατωμένες μελέτες. Εξαιτίας του γεγονότος ότι βρίσκονται παντού και είναι ανθεκτικοί, καταλήγουν στα ύδατα προκαλώντας, σε εξαιρετικά μικρές συγκεντρώσεις, ανεπανόρθωτη βλάβη στους οργανισμούς. Ανάμεσά τους, η φυσική ορμόνη 17β οιστραδιόλη (Ε2) και η συνθετική ορμόνη 17α αιθυνυλοιστραδιόλη (ΕΕ2) έχουν αποτελέσει αντικείμενα ιδιαίτερης προσοχής, λόγω του ότι συμπεριλήφθηκαν στην ευρωπαϊκή «»Λίστα Επιτήρησης», η οποία απαιτεί την παρακολούθηση τους με σκοπό να παρέχει επαρκή στοιχεία για την νομοθέτησή τους στο μέλλον. Παρομοίως, έλεγχοι διαλογής των ουσιών αυτών έχουν επιβληθεί στα δημόσια συστήματα ύδρευσης στις ΗΠΑ, με απώτερο σκοπό τη συλλογή επαρκών δεδομένων για τη μελλοντική τους κατάταξη στις ουσίες προτεραιότητας, ενώ μικρότερης κλίμακας στρατηγικές έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται σε διάφορες χώρες παγκοσμίως. Η παρούσα διπλωματική εργασία παρέχει αρχικά μια γενική επισκόπηση των πηγών προέλευσης, των συνεπειών και της εμφάνισης της Ε2 και της ΕΕ2 στο υδάτινο περιβάλλον και παρουσιάζει τις νομοθετικές πρακτικές που ακολουθούνται από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, καθώς και τις υπάρχουσες πρωτοβουλίες άλλων χωρών, σχετικά με την απόρριψή των ουσιών αυτών στα ύδατα. 199 166 172 exploring the potential of 5th grade students in solving problems within the classroom μια μελέτη των δυνατοτήτων και των δυσκολιών μαθητών Ε΄ τάξης στο πλαίσιο επίλυσης προβλημάτων στην τάξη Developing problem-solving skills and abilities is a central targeting of mathematical education, especially in fields like Geometry, because of the systemic way of thinking it supports. The aim of this paper is to investigate the potential and difficulties of th grade students in solving problems with angles and triangles in a classroom environment. In the empirical part, a study was carried out involving 119 students from seven schools in the prefectures of Evros and Rodopi. The students dealt with investigative tasks in an open classroom learning environment, while elements of their mathematical activity were provided by the class teachers in a semi-structured interview. The results of the research showed that students' performance, thinking, difficulties and approaches to solving geometry problems did not differ essentially, fluctuated at low levels and were influenced by factors such as existed knowledge, level of linguistic development and the level of challenge promoted by the classroom established mathematical culture Η ανάπτυξη δεξιοτήτων και ικανοτήτων επίλυσης προβλήματος αποτελεί κεντρική στόχευση της μαθηματικής εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σε πεδία όπως η Γεωμετρία, εξαιτίας του συστηματικού τρόπου σκέψης που υποστηρίζει. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των δυνατοτήτων και των δυσκολιών μαθητών της Ε΄ τάξης κατά την επίλυση προβλημάτων με γωνίες και τρίγωνα σε περιβάλλον τάξης. Στο εμπειρικό μέρος πραγματοποιήθηκε έρευνα στην οποία συμμετείχαν 119 μαθητές από επτά τμήματα σχολείων στους νομούς Έβρου και Ροδόπης. Οι μαθητές ασχολήθηκαν με έργα διερευνητικού χαρακτήρα σε ανοικτό περιβάλλον μάθησης στην τάξη, ενώ στοιχεία για τη δραστηριοποίησή τους στα μαθηματικά δόθηκαν από τους εκπαιδευτικούς των τμημάτων στο πλαίσιο μιας ημι-δομημένης συνέντευξης. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι επιδόσεις, ο τρόπος σκέψης, οι δυσκολίες και οι προσεγγίσεις των μαθητών στην επίλυση προβλημάτων γεωμετρίας δεν διέφεραν ουσιαστικά, κυμαίνονταν σε χαμηλά επίπεδα και επηρεάζονταν από παράγοντες όπως οι προηγούμενες γνώσεις, το επίπεδο γλωσσικής ανάπτυξης και το επίπεδο πρόκλησης που η ‘μαθηματική κουλτούρα’ της τάξης πριμοδοτεί. 200 262 342 Εκτίμηση της ποιότητας ζωής ασθενών με εξιδρωματικού τύπου ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας Aim of this study is to assess how the quality of life in Neovascular Age-related Macular Degeneration (NVAMD) patients is affected by visual acuity (VA), the presence of bilateral NVAMD or not and the number of anti-Vascular Endothelial Growth Factor (anti-VEGF) injections. The identification of parameters (demographics, general health) that could be associated with the Quality of Life (QoL) in NVAMD patients was also assessed. This is a case-serves analysis of 157 patients treated for NVAMD. 17 subjects were excluded from the final analysis. 140 subjects participated in the study and quality of life was evaluated using the NEI-VFQ-25 questionnaire. For the first part of the analysis all 140 subjects were analyzed. Gender was significantly associated with the QoL (P=0.022) as females showed lower values of the global index than males. Worst Eye Visual Acuity was also negatively associated with QoL (P=0.000).For the second part of the analysis 25 subjects presenting with bilateral NVAMD were excluded from the analysis. Both treated (P=0.024) and untreated eye VA (P=0.003) were significantly associated with the QoL.Several factors (age, hypertension, hypercholesterolemia, smoking) included in the analysis were not associated with the QoL of life in NVAMD patients. VA of both the treated and the untreated eye (in subjects presenting with unilateral NVAMD) were associated with the global index, therefore the recommended treatment and follow up protocol is absolutely justified in these cases. Moreover, the number of injections was not associated with the global index (in either of the analyses) suggesting that there is no significant burden on the quality of life because of the treatment applied. Σκοπός της μελέτης είναι να αξιολογηθεί η επίδραση που ασκεί η οπτική οξύτητα, η αμφοτερόπλευρη προσβολή, καθώς και ο αριθμός των ενέσεων στον πάσχοντα οφθαλμό στην σχετιζόμενη με την όραση ποιότητα ζωής των ασθενών που πάσχουν από εξιδρωματικού τύπου Ηλικιακή Εκφύλιση Ωχράς Κηλίδας (ΗΕΩ). Επίσης, επιχειρείται ο προσδιορισμός παραμέτρων (δημογραφικών, γενική υγεία) που είναι πιθανόν να έχουν θετική ή αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής των συγκεκριμένων ατόμων. Πρόκειται για μία μελέτη ανάλυσης σειράς ασθενών στην οποία αρχικά συμπεριλήφθησαν 157 ασθενείς με εξιδρωματικού τύπου ΗΕΩ. Από αυτούς εξαιρέθηκαν από την τελική ανάλυση 17 ασθενείς που δεν πληρούσαν τα κριτήρια εισαγωγής. Και οι 140 συμπλήρωσαν το National Eye Institute-Visual Function Questionnaire-25 (NEI-VFQ-25), ένα ερωτηματολόγιο που αξιολογεί την σχετική με την υγεία και την όραση ποιότητα ζωής. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το φύλο (Ρ=0.022) επηρεάζει την ποιότητα ζωής των ασθενών με ΗΕΩ, και μάλιστα οι γυναίκες φαίνεται να έχουν χειρότερη ποιότητα ζωής συγκριτικά με τους άντρες ασθενείς. Επίσης, η οπτική οξύτητα του οφθαλμού με την χειρότερη όραση (Ρ=0.000) φάνηκε να έχει αρνητική επίπτωση στην βαθμολογία. Πιο συγκεκριμένα, όσο αυξάνεται η τιμή της οπτικής οξύτητας μετρημένης με τον πίνακα logMAR, τόσο μειώνεται η ποιότητα ζωής. Ακολούθως, εξαιρέθηκαν 25 ασθενείς με αμφοτερόπλευρη νόσο και μια δεύτερη στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε. Για το σύνολο των 115 ασθενών παρατηρήθηκε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στην οπτική οξύτητα του πάσχοντος οφθαλμού (Ρ=0.024) και την οπτική οξύτητα του συνοδού (υγιούς) οφθαλμού (Ρ=0.003) με την ποιότητας της ζωής. Το φύλο δεν φάνηκε να επιδρά. Και στις δύο αναλύσεις η ηλικία, το κάπνισμα, και οι συστηματικοί παράγοντες υπέρταση και υπερχοληστερολαιμία δεν φάνηκαν να επιβαρύνουν. H οπτική οξύτητα των δύο οφθαλμών ξεχωριστά (στους ασθενείς με ετερόπλευρη νόσο) σχετίζεται με την ποιότητα ζωής, και ως εκ τούτου η θεραπεία που συστήνεται και το πρωτόκολλο που ακολουθείται είναι απόλυτα δικαιολογημένο σε αυτές τις περιπτώσεις. Επιπλέον, ο αριθμός των ενέσεων δεν επηρέαζε σε καμία από τις δύο αναλύσεις τα συνολικά σκορ, γεγονός που σημαίνει πως δεν υπάρχει σημαντική επιβάρυνση πάνω στην ποιότητα ζωής εξαιτίας της θεραπείας που εφαρμόζεται. 201 595 635 Φαρμακοεπαγρύπνηση καινοτόμων θεραπειών σε ασθενείς με ιδιοπαθή πνευμονική ίνωση Idiopathic pulmonary fibrosis (IPF) is the most common idiopathic interstitial pneumonia with poor prognosis and median survival of 3-5 years after diagnosis. Pirfenidone and nintentanib received approval in 2011 and 2014 respectively by the FDA and the EMA for the treatment of IPF. Pirfenidone has been shown to attenuate the proliferation of fibroblasts and inhibits the TGF-beta and collagen production. In Europe it is administered in patients with mild to moderate disease. The recommended dosage is three caps per day (caps Pirfenidone 267 mgr, S: 3*3). Nintedanib is an intracellular inhibitor that targets multiple tyrosine kinases and acts through the regulation of PDGF receptors, FGF and VEGF, by inhibiting the proliferation and migration of fibroblasts and fibroblast migration into myofibroblasts. The recommended dosage is two caps per day (caps Nintedanib 150 mg, S:1*2). The purpose of this retrospective study was to observe and record side effects and efficacy of pirfenidone and nintentanib, administered in IPF patients and it was held in the Interstitial Lung Diseases Unit of 1st Academic Department of Pneumonology, National and Kapodistrian University of Athens, SOTIRIA Hospital. The diagnosis of IPF was assessed according to the 2011 ATS/ERS/JRS/ALAT guidelines. For pirfenidone, data from 59 patients (45 men) with mild to moderate disease who received treatment for the period February 2012 to February 2016, with an average age of 66.1 years (range 44-79) were recorded. The comorbidities included hypertension (n = 11 37.28%), cardiovascular diseases, such as coronary heart disease, arrthythmias and atrial fibrillation (n=18, 30.50%) and diabetes mellitus (n=10, 16.94%). For nintentanib data from 80 patients (58 males) who received the treatment, through NPU program [11 out of 80 patients (13.75%) had severe IPF (FVC<50% and/or DLco<35%)], for the period from October 2014 to February 2016, with an average age of 74.2 years (range: 50-90) were recorded. The comorbidities included cardiovascular diseases, such as coronary heart disease, atrial fibrillation and heart failure (n=28, 35.00%), gastroesophageal reflux disease (n=24, 30.00%) and arterial hypertension (n=23, 28.75%). The data recorded on safety included adverse events and efficacy of both drugs was evaluated based on the functional tests (FVC, DLCO) of the patients. Of the 59 patients who received pirfenidone, 45 (76.27%) experienced adverse drug reactions. Side effects include photosensitivity rash (n=5, 8.47%), gastric discomfort (n=7, 86%), and pruritus (n=11, 18.64%). In 11 (18.64%) the dosage was reduced (caps Pirfenidone 267 mg, S: 2*3), 7 (11.86%) discontinued due to adverse drug reactions, 4 (6.77%) discontinued for personal reasons and 3 (5.08%) died due to progression of disease or other causes. The mean exposure with pirfenidone for the period February 2012 to February 2016 was 19.80 months. Of the 80 patients who received nintentanib, 58 (72.50%) experienced adverse drug reactions. The main side effects were diarrhea (40 patients, 50.00%) [mild (n=19, 23.75%), moderate (n=4, 17.50%) and severe (n=11, 13.75%)], vomiting (n=11, 13.75%), nausea (n=16, 20.00%), weight loss (n=18, 22.50%) and anorexia (n=17, 21.25%). In 24 (30.00%) the dosage was reduced (caps Nintedanib 100 mg, S: 1*2], 18 (22.50%) discontinued due to adverse drug reactions, 5 (6.25%) required hospitalization and 10 (12.50%) died due to progression of disease or other causes. The mean exposure with nintentanib for the period October 2014 to February 2016 was 7.01 months. Regarding efficacy, no statistically significant changes in pulmonary function tests were observed (FVC, DLCO). In conclusion, we believe that pirfenidone and nintentanib are manageable and well tolerated treatments for IPF. The type and frequency of adverse events were similar to those of the clinical trials of both medicines. The patient information helps in early identification of adverse effects and increase compliance. Η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση (ΙΠΙ) είναι η συχνότερη ιδιοπαθής διάμεση πνευμονία με κακή πρόγνωση και μέση επιβίωση 3-5 έτη μετά τη διάγνωση της νόσου. Η πιρφενιδόνη και η νιντεντανίβη έλαβαν έγκριση το 2011 και 2014 αντίστοιχα από τον FDA και τον ΕΜΑ, για τη θεραπεία της ΙΠΙ. Η πιρφενιδόνη έχει αποδειχθεί ότι περιορίζει τον πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών και αναστέλλει τον TGF-β και την παραγωγή κολλαγόνου. Στην Ευρώπη χορηγείται σε ασθενείς με ήπιας έως μέτριας βαρύτητας νόσο, ενώ η συνιστώμενη δοσολογία είναι εννέα καψάκια την ημέρα (caps Pirfenidone 267 mgr, S:3*3). Η νιντεντανίβη, είναι ένα μόριο- αναστολέας της κινάσης της τυροσίνης, και δρα μέσω της ρύθμισης των υποδοχέων PDGF, FGF και VEGF, αναστέλλοντας τον πολλαπλασιασμό και τη μετανάστευση των ινοβλαστών, καθώς και τη μετατροπή των ινοβλαστών σε μυοϊνοβλάστες. Η συνιστώμενη δοσολογία είναι δύο καψάκια την ημέρα (caps Nintedanib 150 mg, S: 1*2). Η παρούσα αναδρομική μελέτη είχε σκοπό την παρατήρηση και καταγραφή των ανεπιθύμητων ενεργειών και της αποτελεσματικότητας της πιρφενιδόνης και της νιντεντανίβης, έπειτα από χορήγηση τους σε ασθενείς με ΙΠΙ, η οποία πραγματοποιήθηκε στη Μονάδα Διαμέσων Νοσημάτων της 1ης Πανεπιστημιακής Πνευμονολογικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, ΓΝΝΘΑ «ΣΩΤΗΡΙΑ». Η διάγνωση της ΙΠΙ πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2011 ATS / ERS / JRS / ALAT. Για την πιρφενιδόνη, υπήρχαν δεδομένα από 59 ασθενείς (45 άνδρες), με ήπιας έως μέτριας βαρύτητας νόσο, που έλαβαν τη θεραπεία για την περίοδο Φεβρουαρίο 2012 έως τον Φεβρουάριο του 2016, με μέσο όρο ηλικίας 66.1 έτη (εύρος 44-79). Οι συννοσηρότητες περιλάμβαναν αρτηριακή υπέρταση (n=11 37.28%), καρδιαγγειακά νοσήματα, όπως στεφανιαία νόσο, αρρυθμίες και κολπική μαρμαρυγή (n=18, 30.50%) και σακχαρώδη διαβήτη (n=10, 16.94%). Για τη νιντεντανίβη υπήρχαν δεδομένα από 80 ασθενείς (58 άνδρες) που έλαβαν τη θεραπεία, μέσω προγράμματος NPU [11 από τους 80 ασθενείς (13.75%) είχαν βαριάς μορφής ΙΠΙ (FVC<50% ή/και DLco<35%)], για την περίοδο από τον Οκτώβριο 2014 έως τον Φεβρουάριο το 2016, με μέσο όρο ηλικίας 74.2 έτη (εύρος: 50-90). Οι συννοσυρότητες περιλάμβαναν καρδιαγγειακά νοσήματα, όπως στεφανιαία νόσο, κολπική μαρμαρυγή και καρδιακή ανεπάρκεια (n=28, 35.00%), γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (n=24, 30.00%) και αρτηριακή υπέρταση (n=23, 28.75%). Τα δεδομένα που καταγράφηκαν σχετικά με την ασφάλεια περιλάμβαναν τις ανεπιθύμητες ενέργειες, ενώ η αποτελεσματικότητα των φαρμάκων αξιολογήθηκε με βάση την το λειτουργικό έλεγχο (FVC, DLCO) των ασθενών . Από τους 59 ασθενείς που έλαβαν πιρφενιδόνη, ανεπιθύμητες ενέργειες εμφάνισαν οι 45 (76.27%), με κύριες το εξάνθημα φωτοευαισθησίας (n=5, 8.47%), τη ναυτία (n=7, 11.86%) και τον κνησμό (n=11, 18.64%). Σε 11 (18.64%) έγινε μείωση της δοσολογίας (caps Pirfenidone 267 mg, S: 2*3) λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών, 7 (11.86%) διέκοψαν λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών, 4 (6.77%) διέκοψαν για προσωπικούς λόγους και 3 (5.08%) απεβίωσαν λόγω προόδου της νόσου ή από άλλα αίτια. Ο μέσος όρος λήψης της θεραπείας με την πιρφενιδόνη, για το διάστημα Φεβρουάριος 2012 έως Φεβρουάριος 2016 ήταν 19.80 μήνες. Από τους 80 ασθενείς που έλαβαν νιντεντανίβη, ανεπιθύμητες ενέργειες εμφάνισαν οι 58 (72.50%), με κύριες τη διάρροια (40 ασθενείς, 50.00%) [ήπιας έντασης (n=19, 23.75%), μέτριας έντασης (n=14, 17.50%) και βαριάς έντασης (n=11, 13.75%)], τον έμετο (n=11, 13.75%), τη ναυτία (n=16, 20.00%), την απώλεια βάρους (n=18, 22.50%) και την ανορεξία (n=17, 21.25%). Σε 24 (30.00%) έγινε μείωση της δόσολογίας (caps Nintedanib 100 mg, S1*2), 18 (22.50%) διέκοψαν λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών, 5 (6.25%) χρειάστηκαν νοσηλεία και 10 (12.50%) απεβίωσαν λόγω προόδου της νόσου ή από άλλα αίτια. Ο μέσος όρος λήψης της θεραπείας με τη νιντεντανίβη για το διάστημα Οκτώβριος 2014 έως Φεβρουάριος 2016 ήταν 7.01 μήνες. Σχετικά με την αποτελεσματικότητα, δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές αλλαγές των λειτουργικών παραμέτρων (FVC, DLCO). Συμπερασματικά, θεωρούμε πως η πιρφενιδόνη και η νιντεντανίβη αποτελούν διαχειρίσιμες και καλά ανεκτές θεραπείες για την ΙΠΙ. Το είδος και η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν παρόμοιες με εκείνες των εγκριτικών μελετών των φαρμάκων. Η ενημέρωση των ασθενών βοηθά στην έγκαιρη αναγνώριση των ανεπιθύμητων ενεργειών και αυξάνει τη συμμόρφωση. 202 298 329 In our interconnected world, public organizations, private companies, enterprising units, are making an extensive use of personal data. The exchange of these data is expanding on the frame of financial transa-ctions and furthermore to social activity and private life. A large number of personal data and information is available on the internet and can be rapidly published. Public organizations hold and administer these data, concerning taxation, social welfare, health, insurance and in general all the details of a person’s public life. Millions of documents have already been notified on the internet and are also acquainted on informative systems daily. The automated elaboration of personal data conceals a lot of dangers for every person in all expressions of his personality. Incidents of attacks and unprecedented violence within and outside the EU have become a motive for the reconsideration of regulations and ordinance that protect human rights. The General Data Protection Regulation (GDPR), a European legislation, is due from May 25, 2018 and focuses on the enforcement of the protection of personal data, and on the development of a united authority that will protect these data in all European countries. This bachelor’s thesis attempts to present the basic aspects of the Regulation, pointing out the changes from the former one , the new roles of those responsible to ensure it, the mechanisms and the tools for the enforcement of the protection of personal data and moreover its methodical application from public organizations so as to operate in favor of the person-citizen. The admi-nistration of every public organization owe to be in vigilance and systematically prepared to respond with responsibility and conse-quence to the multiple challenges of our era, to the citizen’s demands, due to the fact that deficiency in management institutes a major danger on the violation of personal data. Στον διασυνδεδεμένο κόσμο μας, δημόσιοι οργανισμοί, ιδιωτικές εταιρείες, επιχειρηματικές μονάδες κάνουν εκτεταμένη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Η ανταλλαγή δεδομένων διευρύνεται στο πλαίσιο οικονομικών συναλλαγών, αλλά και της κοινωνικής δραστηριότητας και της προσωπικής μας ζωής. Κατά συνέπεια, ένα μεγάλο πλήθος προσωπικών δεδομένων και πληροφοριών βρίσκεται διαθέσιμο στο διαδίκτυο και δημοσιοποιείται ταχύτατα. Οι δημόσιοι οργανισμοί διατηρούν και διαχειρίζονται δεδομένα και πληροφορίες για τους πολίτες σχετικά με την φορολογία, την κοινωνική πρόνοια, την υγεία, την ασφάλιση και όλες γενικά τις πτυχές της δημόσιας ζωής ενός ατόμου. Εκατομμύρια εγγράφων έχουν ήδη αναρτηθεί στο διαδίκτυο και καθημερινά αναρτώνται σε βάσεις και συστήματα. Η αυτοματοποιημένη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων κρύβει πολλούς κινδύνους για το άτομο σε όλες τις εκφάνσεις της προσωπικότητας του. Περιστατικά επιθέσεων και πρωτοφανούς τυφλής βίας εντός και εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγιναν αφορμή για την αναθεώρηση των ρυθμίσεων και διατάξεων που προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων (ΓΚΠΔ), ευρωπαϊκό νομοθέτημα, βρίσκεται σε ισχύ από τις 25 Μάη του 2018 και στοχεύει στην ενίσχυση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και τη δημιουργία ενός ενιαίου δικαίου προστασίας των προσωπικών δεδομένων σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο της ενιαίας ψηφιακής κοινωνίας και οικονομίας. Η παρούσα διπλωματική επιχειρεί να παρουσιάσει βασικές πτυχές του Κανονισμού επισημαίνοντας τις αλλαγές από το προϊσχύον πλαίσιο δικαίου, τους νέους ρόλους των υπευθύνων, τους μηχανισμούς και τα εργαλεία για την ενίσχυση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, καθώς και τη μεθοδική εφαρμογή του από τη Διοίκηση των δημοσίων οργανισμών, ώστε να εξασφαλίζεται η εξυπηρέτηση του ατόμου – πολίτη. Ο ΓΚΠΔ πρέπει να αντιμετωπίζεται από το Δημόσιο ως ένα ακόμη βήμα για περισσότερη διαφάνεια της δημόσιας διοίκησης, ως μια ακόμη ευκαιρία να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών στην δημόσια διοίκηση. Η διοίκηση κάθε δημόσιου οργανισμού οφείλει να βρίσκεται σε εγρήγορση και να είναι προετοιμασμένη συστηματικά, προκειμένου να ανταποκρίνεται με ευθύνη και συνέπεια στις πολλαπλές προκλήσεις της εποχής και απαιτήσεις των πολιτών, καθώς το οργανωτικό έλλειμμα συνιστά σημαντικό κίνδυνο για την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων. 203 270 291 The aim of this master thesis is to investigate the education of the Armenians who live in Thessaloniki. This thesis focuses on the role of the education in the maintenance of the Armenian identity and especially the relationship with their language. As people living outside their homeland(Diaspora) Armenians have managed through time to organize into communities, based on three main factors: the Armenian church, the community and school. The creation of the Armenian community of Thessaloniki is located back to 19th century whereas the population increase occurred mainly from 1920 on words and after the Armenian Genocide. The repatriation towards the Soviet Armenia and its independence soon thereafter contributed to the depopulation of Armenians in Thessaloniki. It is evident that Armenians get in contact with two languages as well as two cultures. The issue of the education of the Armenians has not been researched by researchers in Greece either in the past or nowadays even though Armenians belong to one of the first ethnic groups which lived in the city. Our research was conducted with the use of the ethnographic research with semi-structured interviews and field of reference the complementary heritage language school(Saturday schools) of Thessaloniki and how this informal type of school helps in the maintenance of Armenian identity and language. The results of our research showed that historians and economical migrants put special emphasis on the Armenian language. Nevertheless, the greek language dominates in many circumstances of daily life. However, educational practices that follow, like the Armenian Saturday school, allow us to get an insight into how they managed to maintain their bicultural identity in a great extent. Στην μεταπτυχιακή εργασία αυτή στόχος μας ήταν να διερευνηθεί η εκπαίδευση των Αρμενίων της Θεσσαλονίκης. Η εργασία εστιάζει κυρίως στο ρόλο που διαδραματίζει η εκπαίδευση στη διατήρηση της αρμενικής ταυτότητας και ιδιαίτερα στην σχέση που έχουν οι Αρμένιοι με την γλώσσα τους. Οι Αρμένιοι είναι ένας λαός της Διασποράς και με το πέρασμα των χρόνων κατάφεραν να οργανωθούν σε κοινότητες, οι οποίες στηρίζονται πάνω σε τρεις βασικούς παράγοντες: την Αρμενική Εκκλησία, την Κοινότητα και το σχολείο. Η δημιουργία της Αρμενική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης τοποθετείται γύρω στον 19ο αιώνα ενώ η μεγάλη αύξηση του πληθυσμού της συμβαίνει κυρίως μετά το 1920 και την Αρμενική Γενοκτονία. Η παλιννόστηση προς την Σοβιετική Αρμενία και έπειτα η ανεξαρτητοποίησή της συνέβαλε στην μείωση του αρμενικού στοιχείου της Θεσσαλονίκης. Όπως καταλαβαίνουμε οι Αρμένιοι έρχονται σε επαφή με δύο γλώσσες και οι δυο πολιτισμούς. Η ελληνική βιβλιογραφία, ωστόσο, δεν ήταν ιδιαίτερα βοηθητική στην μελέτη της εκπαίδευσης των Αρμενίων της Θεσσαλονίκης τόσο κατά το παρελθόν όσο και σήμερα, παρόλο που οι Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης είναι από τις πρώτες εθνοτικές ομάδες που εμφανίστηκαν στην πόλη. Το ερευνητικό μέρος της εργασίας στηρίχθηκε στην επιτόπια εθνογραφική έρευνα με ημιδομημένες συνεντεύξεις με πεδίο αναφοράς το «σαββατιανό» αρμενικό σχολείο της Θεσσαλονίκης και στο πως αυτό έχει συμβάλει στην διατήρηση της αρμενικής γλώσσας και ταυτότητας, αλλά και την σημασία που δίνουν ίδιοι οι Αρμένιοι στην διατήρηση της γλώσσας τους. Τα αποτελέσματα της έρευνας που διεξήχθη, μας έδειξαν ότι τόσο οι ιστορικοί όσο και οι οικονομικοί μετανάστες δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην αρμενική γλώσσα, παρόλα αυτά η ελληνική γλώσσα δείχνει να υπερισχύει πλέον σε πολλές περιστάσεις της καθημερινής ζωής. Ωστόσο, οι εκπαιδευτικές πρακτικές που ακολουθούν, όπως είναι το «σαββατιανό σχολείο», μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε πως έχουν καταφέρει να διατηρήσουν σε ένα μεγάλο βαθμό την διπολιτισμική ταυτότητα τους. 204 191 173 Choroidal thickness measurements in patients with central serous chorioretinopathy using enhanced depth imaging optical coherence tomography The purpose of the study „Choroidal thickness measurements in patients with Central Serous Chorioretinopathy using Enhanced Depth Imaging Optical Coherence Tomography”, is to assess the choroidal thickness of affected and unaffected eyes of patients with central serous chorioretinopathy (CSCR), imaged with enhanced depth imaging optical coherence tomography (EDI-OCT). This diploma work has a general and a special section. The general section presents the relevant anatomy of the eye, notions on central serous chorioretinopathy (pathophysiology, epidemiology, clinical diagnosis and complications, investigations, treatment and management of the disease), and a view of the EDI-OCT platform (history of the OCT, technical details, clinical applications). In the special section, the investigative part of this work is presented. The choroidal thickness of affected and fellow eyes of patients with unilateral CSCR was evaluated from images acquired with the Cirrus HD-OCT using the EDI software and processed with the GIMP (v2.8.20) image processing software.The results of this study indicate that the choroidal thickness of eyes with CSCR from men is greater than the choroidal thickness of eyes with CSCR from women. Ο σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να αξιολογήσει το πάχος του χοριοειδούς των προσβεβλημένων και μη οφθαλμών, σε ασθενείς με κεντρική ορώδη χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια (Κ.Ο.Χ.Α), οι οποίοι απεικονίζονται με τεχνολογία Enhanced Depth Imaging-Optical Coherence Tomography (EDI-OCT). Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελείται από ένα γενικό και ένα ειδικό μέρος. Στο γενικό μέρος αυτής γίνεται αναφορά στην ανατομία του οφθαλμού και παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν την Κ.Ο.Χ.Α (παθοφυσιολογία, επιδημιολογία, κλινική διάγνωση, διερεύνηση, επιπλοκές, αντιμετώπιση και παρακολούθηση της ασθένειας). Παρουσιάζονται επίσης πληροφορίες που αφορούν στην τεχνολογία απεικόνισης EDI-OCT (τεχνικά χαρακτηριστικά, κλινικές εφαρμογές, ιστορία-εξέλιξη της OCT). Στο ειδικό μέρος παρουσιάζεται η απεικονιστική μελέτη στην οποία εξετάσθηκαν 28 άτομα με ετερόπλευρη Κ.Ο.Χ.Α. Το πάχος του χοριοειδούς πασχόντων και μη οφθαλμών των ασθενών με Κ.Ο.Χ.Α μετρήθηκε και αξιολογήθηκε με τη λήψη εικόνων με τεχνολογία EDI-OCT καθώς και με το πρόγραμμα επεξεργασίας εικόνων GIMP (v2.8.20). Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι το πάχος του χοριοειδούς των οφθαλμών με ΚΟΧΑ σε άνδρες ασθενείς είναι σημαντικά πιο μεγάλο σε σχέση με το πάχος του χοριοειδούς των οφθαλμών με ΚΟΧΑ σε γυναίκες ασθενείς. 205 173 183 Molecular dynamics simulations are a widely used method for the understanding of protein folding process. In this project, we examine the ability of this method to reproduce the experimental findings for marginally stable peptides. In more detail, we performed a 15 μs long folding simulation with the AMBER99SB-STAR-ILDN forcefield for the HP21 peptide, which is derived from the HP36 villin headpiece subdomain and, as it is proven by the analysis of NMR-derived chemical shifts, adopts a native-like structure in spite of its unstable nature. The results from the analysis of simulation point out the marginal stability of HP21, as only a small percentage of the whole trajectory corresponds to folding events. The most stable conformer represents a structure quite similar to the corresponding fragments of experimental structures of HP36 and villin headpiece domain HP. The statistically significant correlation between the experimental and the simulation-derived Δδ13^, Δδ13^ and Δδ13^ secondary shifts confirms the aforementioned claim. Finally, the very good agreement between experiment and simulation is indicated by the convergence of secondary structure propensity scores. Οι προσομοιώσεις μοριακής δυναμικής είναι μια ευρέως χρησιμοποιούμενη μέθοδος για την κατανόηση της διαδικασίας αναδίπλωσης των πρωτεϊνών. Στην εργασία αυτή εξετάζουμε την ικανότητα της μεθόδου αυτής να αναπαράγει τα πειραματικά ευρήματα για οριακά σταθερά πεπτίδια. Συγκεκριμένα, πραγματοποιήσαμε μία προσομοίωση αναδίπλωσης μεγάλης διάρκειας (15 μ$) με το δυναμικό πεδίο AMBER99SB-STAR-ILDN για το πεπτίδιο HP21, το οποίο προέρχεται από την υποεπικράτεια HP36 της πρωτεΐνης villin και, όπως έχει αποδειχθεί με ανάλυση χημικών μετατοπίσεων από πειράματα NMR, υιοθετεί μία δομή παρόμοια με την φυσική του διαμόρφωση παρά την ασταθή του φύση. Τα αποτελέσματα από την ανάλυση της προσομοίωσης επισημαίνουν την οριακή σταθερότητα του HP21, καθώς μόνο ένα μικρό ποσοστό του τροχιακού αντιστοιχεί σε γεγονότα αναδίπλωσης. Η σταθερότερη ομάδα διαμορφώσεων αντιπροσωπεύει μια δομή που μοιάζει με τα αντίστοιχα τμήματα των πειραματικά προσδιορισμένων δομών της HP36 και της επικράτειας HP. Η στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των πειραματικών δευτεροταγών χημικών μετατοπίσεων και των αντίστοιχων της προσομοίωσης για τα άτομα 17R, Cα, CD, CO επιβεβαιώνει τον παραπάνω ισχυρισμό. Τέλος, η πολύ καλή συμφωνία μεταξύ πειράματος και προσομοίωσης γίνεται φανερή και μέσα από τη σύγκλιση των τιμών της ροπής δευτεροταγούς δομής. 206 125 128 Educational environment and group empowerment through drama animation workshops Εκπαιδευτικό περιβάλλον και ενδυνάμωση της ομάδας μέσω εργαστηρίων θεατρικής εμψύχωσης Modern lifestyle tends to disorient the person, creating a sense of loneliness and a variety of defenses that often don’t allow the individual to function in a context of solidarity and humanity. Within this context, there is an alternative reality, which is suggested by the practice of theater animation. In an educational environment, is it possible for such a practice to change completely and empower a person and a group? The thesis focuses on this question. The researcher conducting her research using mixed methods and a combination of methodological tools has been led to an interesting finding. Theatrical animation can indeed be the means to empowering individuals and groups towards a different social approach and action. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής αποπροσανατολίζει το άτομο δημιουργώντας αίσθημα μοναξιάς και άμυνες οι οποίες πολλές φορές δεν επιτρέπουν στο άτομο να λειτουργήσει σε ένα πλαίσιο αλληλεγγύης και ανθρωπιάς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει μια εναλλακτική πραγματικότητα, η οποία προτείνεται από την πρακτική της θεατρικής εμψύχωσης. Είναι άραγε εφικτό μια τέτοια πρακτική να αλλάζει ολοκληρωτικά και να ενδυναμώνει ένα άτομο και μια ομάδα μέσα σε ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον; Σε αυτό το ερώτημα εστιάζει η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία. Η ερευνήτρια διεξάγοντας την έρευνα της χρησιμοποιώντας μεικτή μέθοδο και συνδυασμό μεθοδολογικών εργαλείων καταλήγει σε ένα ενδιαφέρον εύρημα. Η θεατρική εμψύχωση μπορεί να αποτελέσει το μέσο για την ενδυνάμωση των ατόμων και των ομάδων προς μια διαφορετική κοινωνική προσέγγιση και δράση. 207 119 126 The contribution of the visual arts in the psycho-emotional development of children in preschool age Η συμβολή των εικαστικών τεχνών στην ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη παιδιών προσχολικής ηλικίας The present study aims to investigate the importance of artistic expression in the development of infants. The preschool years are a time when the attention of children, physical, cognitive and emotional development, consistent and accompanied by the expression through the use of tools and materials that leave traces, lines, shapes and images, to communicate their experiences and feelings their causes external environment. In this way they provide valuable material to understand. On the other hand, we want to see how the visual arts can help learning in an interdisciplinary framework utilizing the arts in kindergarten and to help develop a comprehensive and creative personality Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να διερευνήσει τη σημασία της εικαστικής έκφρασης στην ανάπτυξη των νηπίων. Η προσχολική ηλικία είναι μια περίοδος που η αντίληψη των παιδιών, η σωματική, γνωστική και συναισθηματική τους ανάπτυξη, συμβαδίζει και συνοδεύεται από την έκφραση, μέσω της χρήσης εργαλείων και υλικών που αφήνουν ίχνη, γραμμές, σχήματα και εικόνες, για να επικοινωνήσουν τις εμπειρίες και τα συναισθήματα που τους προκαλεί το εξωτερικό περιβάλλον. Με αυτό τον τρόπο μας δίνουν πολύτιμο υλικό για να τα κατανοήσουμε. Από την άλλη πλευρά, θέλουμε να δούμε πώς οι εικαστικές τέχνες μπορούν να συμβάλλουν στη μάθηση, σε ένα διαθεματικό πλαίσιο αξιοποίησης των τεχνών στο Νηπιαγωγείο και να βοηθήσουν στην διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης και δημιουργικής προσωπικότητας 208 195 228 Διερεύνηση αντιλήψεων των παιδιών, γονιών, και εκπαιδευτικών, για την κατανάλωση τροφίμων παραγόμενα με φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους στο σχολικό περιβάλλον The purpose of this study was to investigate the perceptions of children, parents and teachers about eating foods produced through environmentally friendly methods in schools of Greece. A survey on a sample of 115 people, of whom 93 were adults and 22 minors. Also, the sample of 93 adults later separated into two types of questions, those addressed to parents and teachers respectively (59 parents and 51 teachers). Children were given food and food packaging images to determine their preferences. In the case of the parents there was a clear intention to change dietary habits and to respond to a potential higher cost of school lunches. Teachers update on educational programs related to organic food and their sustainable production was incomplete and use of these programs almost nonexistent. For children we had unclear results because no choices differed greatly from others. The survey results showed us that while there is relevant information on organic products and their sustainable production, there is also the need for further information and awareness. Finally, the use of educational programs that promote a healthy diet is essential, so that children are given the right stimuli for their future food choices. Σκοπός της συγκεκριμένης έρευνας ήταν να διερευνήσει τις αντιλήψεις παιδιών, γονιών και εκπαιδευτικών σχετικά με την κατανάλωση τροφίμων παραγόμενα με φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους στα σχολεία της Ελλάδας. Πραγματοποιήθηκε έρευνα σε ένα δείγμα 115 ατόμων, εκ των οποίων οι 93 ήταν ενήλικες και οι 22 ανήλικοι. Επίσης, το δείγμα των 93 ενηλίκων διαχωρίστηκε μετέπειτα σε δύο κατηγορίες ερωτήσεων, αυτών που απευθύνονταν στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς αντίστοιχα (59 γονείς και 51 εκπαιδευτικοί). Στα παιδιά δόθηκαν εικόνες τροφίμων και συσκευασιών τροφίμων για να διαπιστωθούν οι προτιμήσεις τους. Στην περίπτωση των γονιών υπήρχε ξεκάθαρη πρόθεση για αλλαγή διατροφικών συνηθειών και για ανταπόκριση σε ενδεχόμενο υψηλότερο κόστος του σχολικού γεύματος. Στους εκπαιδευτικούς η ενημέρωση ήταν ελλιπής σχετικά με εκπαιδευτικά προγράμματα που αφορούν τα βιολογικά τρόφιμα και τη βιώσιμη παραγωγή τους και η χρήση αυτών των προγραμμάτων σχεδόν ανύπαρκτη. Για τα παιδιά δεν είχαμε κάποια ξεκάθαρα αποτελέσματα όπου κάποιες επιλογές να διαφέρουν σημαντικά από κάποιες άλλες. Τα αποτελέσματα της έρευνας μάς έδειξαν ότι ενώ υπάρχει σχετική ενημέρωση για τα βιολογικά προϊόντα και τη βιώσιμη παραγωγή τους, υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω ενημέρωση και ευαισθητοποίηση. Τέλος, η χρήση εκπαιδευτικών προγραμμάτων που προωθούν την υγιεινή διατροφή είναι απαραίτητη, έτσι ώστε να δίνονται στα παιδιά τα σωστά ερεθίσματα για τις μελλοντικές τους διατροφικές επιλογές. 209 75 90 Αναγνώριση της μεταβατικής κατάστασης του CLN025 μέσω του διαγράμματος T-Q Analysing the transition states of mini-proteins helps us to understand the mechanisms undergoing the protein folding of complex proteins. In the present thesis, we used a molecular dynamic simulation of the mini-protein CLN025, a designed molecule consisting of 10 amino acids with a beta hairpin structure, in the AMBER99SB-STAR-ILDN force field. The analysis of the T-Q diagram showed that the transition state ensemble is consisting of structures which have undergone hydrophobic collapse and turn formation. Η εύρεση των μεταβατικών καταστάσεων των μικρών πρωτεϊνών μας βοηθάει στην κατανόηση του τρόπου αναδίπλωσης των μεγάλων πρωτεϊνών. Στην παρούσα εργασία χρησιμοποιήθηκε η προσομοίωση της μίνι πρωτεΐνης CLN025, ενός τεχνητού μορίου 10 αμινοξέων με δομή β-φουρκέτας στον χώρο, στο δυναμικό πεδίο AMBER99SB-STAR-ILDN. Με βάση το διάγραμμα T-Q που δημιουργήθηκε από την προσομοίωση πραγματοποιήθηκε ανάλυση των δεδομένων, που έδειξε ότι στο πλήθος των μεταβατικών καταστάσεων του CLN025 κυριαρχούν δομές στις οποίες έχει σχηματιστεί ο υδροφοβικός πυρήνας (Hydrophobic collapse) και η στροφή. 210 224 204 Οι απόψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τις κατ’ οίκον εργασίες των μαθητών In this study we are interested in investigating the point of view of primary school teachers as far as the homework is concerned. This study consists of two parts. In the first part, the theoretical one, where the concept of the “homework” is defined and a historical overview take place; it is found that homework is considered as a timeless and at the same time controversial issue. Additionally, the positive and negative effects of homework are reported, as well as the conditions that must be taken into consideration before it is assigned. Afterwards, the reasons of the assignation to the students are presented and the factors that are taken into account by the teachers before the assignation. Meanwhile, homework is classified and correlated with parental involvement; due to the improvement in students’ performance that is observed when family and school collaborate effectively. Another issue that is worth mentioned is the role and the contribution of the all-day-school nowadays. At the end of the study, there is a review of greek and foreign literature and there are presented the views and studies of prominent educators from Greece and abroad. In the second part of the study, the empirical one, there are mentioned the starting point, the purposes and the methodology of the study, as well as the data analysis and the conclusions drawn from it Με την παρούσα εργασία ενδιαφερόμαστε να διερευνήσουμε τις απόψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τις κατ’ οίκον εργασίες. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, ορίζεται η έννοια της «κατ’ οίκον εργασίας», πραγματοποιείται μια ιστορική αναδρομή και διαπιστώνεται ότι η κατ’ οίκον εργασία αποτελεί ένα διαχρονικό και ταυτόχρονα αμφιλεγόμενο ζήτημα. Επιπρόσθετα, αναφέρονται οι θετικές και αρνητικές επιδράσεις της, καθώς και οι προϋποθέσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πριν την ανάθεσή της. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται οι λόγοι ανάθεσής της στους μαθητές και οι παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη οι εκπαιδευτικοί πριν από αυτήν. Παράλληλα, πραγματοποιείται η ταξινόμησή τους και η συσχέτισή τους με τη γονεϊκή εμπλοκή, καθώς η αγαστή συνεργασία οικογένειας- σχολείου συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στη βελτίωση της επίδοσης των μαθητών. Αξίζει επιπλέον να αναφερθούμε στον ρόλο και στη συμβολή του Ολοήμερου Σχολείου στις μέρες μας. Τέλος, γίνεται μία ανασκόπηση της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας και παρουσιάζονται οι απόψεις και οι έρευνες διακεκριμένων παιδαγωγών της Ελλάδας και του εξωτερικού. Στο δεύτερο μέρος, το εμπειρικό, εκτίθενται η αφετηρία, οι στόχοι, η μεθοδολογία της έρευνας, καθώς και η ανάλυση των δεδομένων και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτήν 211 161 168 The Hippocratic Oath, despite its small size, it is important in content and summarizes the most important features of the medical profession. It refers to the obligations of the new doctor to the teacher and his / her children, the doctor's responsibility towards the patient, empha-sizes the value of doing benefit but not harm, embraces pure life, supports medical specialization, supports the equality of all people, regardless of gender and social strata and introduces medical confidentiality. Modern medical ethics rules are frameworks of rules that regulate doctors' behaviour and are created based on today's needs. At the same time, along with the traditional ethics represented by Hippocrates, a new scientific discipline, Bioethics, is emerging, which has to provide solutions to the unprecedented moral dilemmas created by the rapid development of medicine and genetic engineering. Undoubtedly, the Hippocratic Oath is an emblem of medical and professional ethics; the question is whether the values that it displays remain timeless and up to date. Ο Όρκος του Ιπποκράτη, αν και είναι μικρός σε έκταση, είναι σημαντι-κός σε περιεχόμενο και συνοψίζει τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά του ιατρικού επαγγέλματος. Αναφέρεται στις υποχρεώσεις του νέου ορκιζόμενου ιατρού προς το διδάσκαλο και τα παιδιά του, την ευθύνη του ιατρού προς τον ασθενή, δίνει έμφαση στο ωφελέειν ή μη βλά-πτειν, ενστερνίζεται την αγνή ζωή, στηρίζει την ιατρική εξειδίκευση, υποστηρίζει την ισότητα όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτου φύλου και κοινωνικών στρωμάτων και εισάγει το ιατρικό απόρρητο. Οι σύγχρονοι κανόνες ιατρικής δεοντολογίας, αποτελούν πλαίσια κανόνων που ρυθ-μίζουν την συμπεριφορά των ιατρών και δημιουργήθηκαν στηριζό-μενοι στις ανάγκες της σημερινής εποχής. Παράλληλα, σε αντιστοιχία με την παραδοσιακή ηθική που εκπροσωπείται από τον Ιπποκράτη, εμφανίζεται και ένας νέος επιστημονικός κλάδος, η Βιοηθική, που καλείται να δώσει λύσεις στα πρωτόγνωρα ηθικά διλλήματα που δημιουργήθηκαν από την ραγδαία ανάπτυξη της ιατρικής και της γενετικής μηχανικής. Αναμφίβολα, ο Ιπποκράτειος όρκος συνιστά έμβλημα της ιατρικής ηθικής αλλά και της επαγγελματικής δεοντο-λογίας, το ερώτημα είναι κατά πόσο οι αξίες που προβάλλει παραμέ-νουν διαχρονικές και επίκαιρες έως και σήμερα. 212 276 251 Dragging” in a dynamic geometry environment for the exploration of geometrical concepts Το «σύρσιμο»» σε περιβάλλον δυναμικής γεωμετρίας για τη διερεύνηση γεωμετρικών εννοιών This work aims at the reported difficulties/misconceptions of students to draw the external height in the case of the obtuse triangle and thus they cannot calculate their area. The educational materials of the 6th grade of the primary school in Greece, do not support the teacher as far as the above difficulties/misconceptions. This work proposes a material to the teacher, which makes use of the possibilities that are offers by the dynamic geometry and especially the function of dragging geometrical objects in the virtual space. More specifically, it presents two micro-experiments developed with the software Geogebra and describes the exploratory steps that his/her students are expected to be involved in. Based on the first micro-experiment, they are expected to explore through experimentation, the way the height is drawn in the case of obtuse triangles. Based on the second micro-experiment, following the same approach, they with explore the way the height is drawn in the case of triangles with the same area, so as to realize the contribution of the height in the calculation of the area of all the types of triangles with emphasis on the obtuse. In the proposed material different types of dragging are presented and their contribution is revealed through the description of the proposed explorations in the environment of the micro-experiments. The proposed material has been improved after its assessment by an expert teacher, who would like to use it in her class. This work contributes to the area of using dynamic geometry which is expected to mediate towards the overcome of the students’ difficulties/misconceptions in the lesson of geometry. Η πτυχιακή εργασία εστιάζει στις καταγεγραμμένες δυσκολίες/παρανοήσεις μαθητών να φέρουν το εξωτερικό ύψος σε αμβλυγώνια τρίγωνα, γεγονός το οποίο στη συνέχεια δυσκολεύει τον αλγεβρικό υπολογισμό του εμβαδού τους. Τα εκπαιδευτικά υλικά της ΣΤ΄ τάξης του δημοτικού σχολείου δεν υποστηρίζουν τον εκπαιδευτικό σχετικά με τις δυσκολίες αυτές. Η πτυχιακή εργασία παρουσιάζει τον σχεδιασμό, την ανάπτυξη και την αξιολόγηση ενός υλικού προς τον εκπαιδευτικό το οποίο αξιοποιεί τις δυνατότητες της δυναμικής γεωμετρίας και ειδικότερα της λειτουργίας το συρσίματος γεωμετρικών αντικειμένων στον ψηφιακό χώρο. Πιο συγκριμένα, παρουσιάζει δύο μικρο-πειράματα τα οποία αναπτύχθηκαν με το λογισμικό Geogebra και περιγράφει τις φάσεις διερευνητικής προσέγγισης στην οποία αναμένεται να εμπλακούν οι μαθητές του. Ειδικότερα, με τη βοήθεια του πρώτου μικρο-πειράματος αναμένεται να διερευνήσουν, με πειραματισμό, τον τρόπο με τον οποίο φέρεται το ύψος σε αμβλυγώνια τρίγωνα. Με τη βοήθεια του δεύτερου μικρο-πειράματος, επίσης με την ίδια προσέγγιση, θα διερευνήσουν τη χάραξη του ύψους στην περίπτωση ισεμβαδικών τριγώνων με σταθερή βάση, ώστε να κατανοήσουν τη σημασία του ύψους στον αλγεβρικό υπολογισμό του εμβαδού όλων των τριγώνων με έμφαση στα αμβλυγώνια. Στο υλικό περιγράφονται διαφορετικά είδη συρσίματος, η συμβολή των οποίων αναδεικνύεται κατά την περιγραφή των προτεινόμενων διερευνήσεων στο περιβάλλον των μικρο-πειραμάτων. Το προτεινόμενο υλικό βελτιώθηκε μετά από την αξιολόγηση έμπειρης εκπαιδευτικού η οποία θα ήθελε να το αξιοποιήσει στην τάξη της. Η πτυχιακή συμβάλλει στην περιοχή αξιοποίησης των περιβαλλόντων δυναμικής γεωμετρίας τα οποία αναμένεται να διαμεσολαβούν για την άρση των δυσκολιών/παρανοήσεων των μαθητών στο μάθημα της γεωμετρίας. 213 798 958 Oil There is an extensive transport network through pipelines from the Middle East to Europe. There is also an important oil transport from Russia to Europe. In the Middle East There are eleven major oil pipelines, of which four start from Iran, two from Iraq and Saudi Arabia, one from Jordan, Kuwait and Qatar (http://www.theodora.com/pipelines / middle_east). Russia also has significant cross-border pipelines to Europe and China. The largest Russian oil pipeline to Europe is the Druzhba pipeline that crosses over Poland. Natural gas The higher gas flow in the world is from Russia to Europe. The gas pipeline Langeled from Norway to England is very important too. The Russian gas is operated just by Gazprom company. The last two years the main conduits used by Russia for gas transportation to Europe have been: • The Nord Steam passing through the Baltic Sea and ending in Germany • The Blue Steam directed through the Black Sea to Turkey and then to Bulgaria, Romania and shared the rest of Europe via Ukraine • The Yamal pipeline passing through Belarus and Ukraine • Both pipelines Soyuz and Brotherhood passing through Ukraine Today, the geopolitical map has changed completely. From the above pipelines fully operational is only Nord Stream. Russia is asked to find alternative routes to supply natural gas to Europe. The future of cross border pipelines To talk about the future of cross-border pipelines we should consider four key factors:7 1. The areas where the deposits are 2. The cost of transportation by pipelines in relation to other modes of transportation 3. The high consumption of oil and gas areas 4. Geopolitical factors Clearly there is a great disparity between distribution and consumption areas. There is big disparity between small production in the East Asian region in relation to the huge consumption. In this area there are already plans for the future construction of additional pipelines from Russia and the Middle East to China and India. We can therefore assume that there is a need of transport of oil and gas on a massive scale. In terms of cost, based on AOPL website (http://www.aopl.org/pipeline basics/pipeline) the cost of transporting oil by pipelines is approximately one quarter of the cost of transport by train or road. Furthermore, the cost of the oil transport through pipelines is lower than the LNG transportation method. In Eastern Europe there is possibility of new constructions because of the constantly changing geopolitical situation. The South Stream pipeline The South Stream was designed to start from Russia, cross over the Black Sea near the Autonomous Republic of Crimea, reach Bulgaria and be partitioned. On one side will cross Greece, where it is expected to join the Greek-Italian pipeline, and on the north side will cross Serbia and continue in Central Europe. Long time ago the construction of the South Steam pipe has been cancelled. There were three main reasons for this: • Europe refused to include the pipeline to the status of Trans-European networks • The European sanctions on Russia after the events in Crimea • The Gazprom company did not meet the legal requirements for the construction project8 Due to this background, Bulgaria stopped the construction of the project in 2013. But today, after the recent events in Turkey that created frictions between Russia and Turkey, the idea to restart the project instead of the Nabucco pipeline that will cross Turkey seems to be reconsidered(http : //www.naturalgaseurope.com). The TAP pipeline Nowadays the Greek-Italian pipeline TAP is under construction. Legal pipeline framework is different from that of South Stream as Greece and Italy follow the Guidelines. The TAP pipeline is likely to be extended to the east in two ways: expansion in Turkey through the construction of the Turkey-Greece-Italy pipeline, and joining the pipeline South Stream. However, there is a problem since the pipeline has not been on a row with a country that produces oil or gas. There are several proposals now for the future of the pipeline, such as connection with Middle East or Russia. Recently, a conversation between Gazprom's chairman and Italian Government members has leaked, about the possibility of connecting the pipeline with gas transfer point. In any case the terribly complicated geopolitical situation does not allow us to make projections about the future of the pipeline. The IGB pipeline There are two possible pipelines they are able to make for gas transportation between Greece and Bulgaria: Burgas-Alexandroupolis pipeline and IGB. The IGB pipeline is in the researching stage and the Burgas-Alexandroupolis pipeline is in cancellation stage. The reason for the cancellation of the project Burgas-Alexandroupolis is the predicted ecological issues, but it is obvious that there are also and geopolitical reasons. The IGB is currently in the design stage and the cost of the research has already been approved by EU. Πετρέλαιο: Υπάρχει εκτεταμένο δίκτυο μεταφορών μέσω αγωγών από τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη. Υπάρχει επίσης σημαντική μεταφορά πετρελαίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη. Στη Μέση Ανατολή υπάρχουν έντεκα μεγάλοι αγωγοί πετρελαίου, εκ των οποίων οι τέσσερις ξεκινάν από το Ιράν, δυο από το Ιράκ και τη Σαουδική Αραβία, ένας από την Ιορδανία, το Κουβέιτ και το Κατάρ (http://www.theodora.com/pipelines/middle_east). Η Ρωσία έχει επίσης σημαντικούς διασυνοριακούς αγωγούς προς της Ευρώπη και προς την Κίνα. Σημαντικότερος αγωγός πετρελαίου της Ρωσίας προς την Ευρώπη είναι ο αγωγός Druzhba που διασχίζει την Πολωνία πριν διασπαστεί για ανεφοδιασμούς. Φυσικό αέριο: Η μεγαλύτερη ροή φυσικού αερίου στον κόσμο είναι από τη Ρωσία προς της Ευρώπη. Σημαντικός είναι επίσης ο αγωγός μεταφοράς φυσικού αερίου Langeled pipeline από τη Νορβηγία προς την Αγγλία. Το φυσικό αέριο της Ρωσίας εκμεταλλεύεται εξ’ ολοκλήρου η εταιρία Gazprom. Μέχρι και πριν δύο χρόνια οι κυριότεροι αγωγοί που χρησιμοποιούσε η Ρωσία για μεταφορά φυσικού αερίου προς την Ευρώπη ήταν: ο Nord Steam που περνάει από τη Βαλτική και καταλήγει στη Γερμανία, ο Blue Steam που κατευθύνεται μέσω του Εύξεινου Πόντου στην Τουρκία και κατόπιν στη Βουλγαρία, στη Ρουμανία και διαμοιράζεται στην υπόλοιπη Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας, ο αγωγός Yamal που περνάει μέσα από την Λευκορωσία και την Ουκρανία, και οι αγωγοί Soyuz, Brotherhood που περνάνε μέσω Ουκρανίας. Σήμερα, το γεωπολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει εντελώς και από τους παραπάνω αγωγούς πλήρως λειτουργικός είναι μόνο ο Nord Stream. Η Ρωσία καλείται να βρει εναλλακτικές οδούς ώστε να προμηθεύει με φυσικό αέριο της Ευρώπη. Το μέλλον των διασυνοριακών αγωγών: Για μιλήσουμε για το μέλλον των διασυνοριακών αγωγών θα πρέπει να υπολογίσουμε τέσσερις βασικούς παράγοντες: 1. Τις περιοχές που βρίσκονται τα κοιτάσματα, 2. Το κόστος μεταφοράς μέσω αγωγού σε σχέση με τα άλλα μέσα μεταφοράς, 3. Τις περιοχές υψηλής κατανάλωσης πετρελαίου και φυσικού αερίου, 4. Γεωπολιτικούς παράγοντες που θα αναλύσουμε εκτενώς στην εργασία, 5. Είναι σαφές ότι υπάρχει μεγάλη ανομοιομορφία κατανομής κατανάλωσης και αποθεμάτων. Η μεγαλύτερη ανομοιομορφία ωστόσο υπάρχει στην μικρή παραγωγή της περιοχής της Ανατολικής Ασίας σε σχέση με την τεράστια κατανάλωση. Στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν ήδη μελλοντικά πλάνα για δημιουργία επιπλέον αγωγών από τη Ρωσία και τη Μέση Ανατολή προς την Κίνα και την Ινδία. Μπορούμε λοιπόν να θεωρήσουμε ότι υπάρχει ανάγκη για μεταφορά πετρελαίου και φυσικού αερίου σε τεράστια κλίμακα. Όσον αφορά το κόστος, με βάση τον ιστότοπο AOPL (http://www.aopl.org/pipeline- basics/pipeline) το κόστος μεταφοράς πετρελαίου μέσω αγωγών είναι περίπου το ένα τέταρτο από το κόστος μεταφοράς με τρένο ή οδικώς. Αντίστοιχα για το φυσικό αέριο το κόστος μεταφοράς με τη μέθοδο LNG, δηλαδή στην υγρή μορφή του είναι πολλαπλάσιο του κόστους μεταφοράς με αγωγό με βάση τον οργανισμό OGEL(2006). Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, μπορούμε θεωρήσουμε ότι υπάρχει ανάγκη δημιουργίας νέων αγωγών, και ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας από τη Ρωσία και τη Μέση Ανατολή. Αγωγοί επίσης διαφαίνεται ότι θα φτιαχτούν και στην Ανατολική Ευρώπη, λόγω της συνεχώς μεταβαλλόμενης γεωπολιτικής κατάστασης. Ο αγωγός South Stream Το μεγαλύτερο ζήτημα του τίθεται για τη μεταφορά φυσικού αερίου από τη Ρωσία και τις χώρες του πρώην Σοβιετικού μπλοκ είναι η παράκαμψη της Ουκρανίας. Ήδη από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας υπήρχαν προστριβές μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας για την αποπληρωμή χρέους. Ως απάντηση, και συνυπολογίζοντας τα σχετικά πρόσφατα γεγονότα όπου η Ρωσία και η Ουκρανία ήρθαν στα όρια πολέμου για την περιοχή της Κριμαίας, η Ρωσία εξετάζει όλους τους πιθανούς τρόπους παράκαμψης της Ουκρανίας για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Ο South Stream έχει σχεδιαστεί ώστε να ξεκινάει από την Ρωσία και αφού θα διασχίζει τη Μαύρη Θάλασσα πολύ κοντά στην περιοχή της πρόσφατα Αυτόνομης Δημοκρατίας της Κριμαίας, θα φτάνει στην Βουλγαρία όπου και θα διαμοιράζεται. Από τη μια πλευρά θα διασχίζει την Ελλάδα, όπου αναμένεται να ενωθεί με τον Ελληνοϊταλικό αγωγό και βόρεια θα διασχίζει τη Σερβία και θα συνεχίζει στην κεντρική Ευρώπη. Εδώ και καιρό έχουν σταματήσει τα έργα για τον South Steam. Υπήρξαν τρεις βασικοί λόγοι για αυτό: η Ευρώπη αρνήθηκε να εντάξει νομικά τον αγωγό στο καθεστώς των Διευρωπαϊκών δικτύων, οι Ευρωπαϊκές κυρώσεις στη Ρωσία μετά τα επεισόδια στην Κριμαία, η εταιρία Gazprom δεν ικανοποιούσε τις νομικές προδιαγραφές για την κατασκευή του έργου Με βάση τα παραπάνω η Βουλγαρία σταμάτησε την κατασκευή του έργου το 2013. Σήμερα όμως και μετά τα πρόσφατα γεγονότα στην Τουρκία που δημιούργησαν προστριβές μεταξύ Ρωσίας-Τουρκίας, αρχίζει να επανέρχεται η ιδέα επανεκκίνησης του έργου αντί για τον αγωγό Nabucco που διασχίζει την Τουρκία (http ://·www. natural gaseurope. com). Ο αγωγός TAP Αυτή τη στιγμή ο Ελληνοϊταλικός αγωγός TAP είναι σε στάδιο κατασκευής. Το νομικό πλαίσιο κατασκευής του αγωγού ήταν διαφορετικό από το αντίστοιχο του South Stream καθώς Ελλάδα και Ιταλία ακολουθούν το κοινοτικό πλαίσιο. Ο αγωγός TAP υπάρχει πιθανότητα να επεκταθεί προς την ανατολή με δυο τρόπους: επέκταση στην Τουρκία με δημιουργία του αγωγού Τουρκίας-Ελλάδας-Ιταλίας και ένωση με τον αγωγό South Stream. Ωστόσο υπάρχει το πρόβλημα ότι ο αγωγός δεν είναι σε ένωση με κάποια χώρα παραγωγό πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Έχουν ειπωθεί αρκετές προτάσεις ως τώρα για το μέλλον του αγωγού, όπως σύνδεση με αγωγούς της Κασπίας ή της Ρωσίας. Η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι η σύνδεση του αγωγού με τις περιοχές της Κασπίας. Πρόσφατα, όμως διέρρευσε συνάντηση του προέδρου της Gazprom με Ιταλούς αξιωματούχους για την πιθανότητα σύνδεσης του αγωγού με σημείο μεταφοράς φυσικού αερίου. Σε κάθε περίπτωση η τρομερά περιπλεγμένη γεωπολιτική κατάσταση δεν μας επιτρέπει να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις για το μέλλον του αγωγού. Ο αγωγός IGB: υπήρξε ανάγκη σύνδεση της Βουλγαρίας με την Ελλάδα με έναν αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου. Αυτό το έργο θα ήταν ο αγωγός Μπουργκάς Αλεξανδρούπολη, ο οποίος όμως βρίσκεται σε στάδιο ακύρωσης. Ο λόγος ακύρωσης του έργου Μπουργκάς Αλεξανδρούπολη θεωρητικά είναι η μελλοντική οικολογική καταστροφή, αλλά είναι προφανείς και οι γεωπολιτικοί λόγοι. Ο IGB αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο στάδιο μελετών και έχει εγκριθεί συγχρηματοδότηση από την Ε.Ε.(Δ.Ε.Π.Α.). 214 124 184 oι συγκρουόμενοι στόχοι της μείωσης εκπομπής ρύπων και της ασφάλειας του επισιτισμού και ο ρόλος της αγροπεριβαλλοντικής πολιτικής The current study, titled “Energy crops in European Union: the adverse targets of reducing gas emissions vs food security, the role of agricultural policies” was conducted under the supervision of professor Zafiriou Eleni, for Dimokritio University of Greece. The objectives of the current study is to analyze the renewable sources of power as an answer to the sever climate change problem, as well as to report the financial and social consequences of energy crops and biofuels, combining to the issue of food security concerns and threats. Taking into account the EU policies concerning climate change, land use and agricultural policies , this is an attempt to predict the effectiveness of energy crops industry and its future in EU and the rest of the world Η παρούσα διπλωματική εργασία με θέμα «Ενεργειακές καλλιέργειες στην Ευρωπαϊκή Ένωση: Οι συγκρουόμενοι στόχοι της μείωσης εκπομπής ρύπων και της ασφάλειας του επισιτισμού και ο ρόλος της αγροπεριβαλλοντικής πολιτικής», εκπονήθηκε υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας κυρίας Ζαφειρίου Ελένης, στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Η εκπόνηση της πτυχιακής εργασίας έγινε στα πλαίσια παρακολούθησης του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στον τομέα της Αγροτικής Ανάπτυξης, με κατεύθυνση Οικονομικής των Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων. Στόχος της εργασίας αυτής είναι να μελετήσει τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας ως λύση απέναντι στο σοβαρό πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής και της μόλυνσης του περιβάλλοντος, καθώς επίσης να διαπιστώσει ποιές είναι οι οικονομικές και κοινωνικές πτυχές που έχουν οι ενεργειακές καλλιέργειες και τα βιοκαύσιμα και να συσχετίσει τις ενεργειακές καλλιέργειες με τις επισιτιστικές κρίσεις των τελευταίων ετών. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά με την κλιματική αλλαγή αλλά και τις πολιτικές ορθής χρήσης γης κι αγροπεριβαλλοντικού χαρακτήρα, γίνεται προσπάθεια να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα και το μέλλον των ενεργειακών καλλιεργειών στην Ευρώπη αλλά και στον κόσμο 215 286 340 In recent years, total hip arthroplasty has revolutionized the treatment of osteoarthritis of the hip. Surgical approach to total hip arthroplasty is a recent area of interest for bibliography. Each approach requires a detailed understanding of the anatomy to optimize femoral and acetabular visualization, minimize complications, and optimize clinical outcomes for patients. The purpose of this review is to describe the anatomy, technical aspects, advantages and drawbacks of the four most commonly used hip surgical approaches: anterior, antero-lateral, lateral and posterior approach. Materials & Methods.A literature review was conducted, including studies that compared several clinical outcomes and complication rates of the four approaches. A comprehensive literature search was conducted using the PubMed online database. The keywords "hip", "arthroplasty," and "approach" were used to identify studies that examine the subject of interest. The terms "anterior", "anterolateral" "lateral", "posterior", "Hardinge", "Hueter", "Watson-Jones" and "Smith-Petersen" were added to the search in order to identify articles with specific access. This review included comparative studies, systematic reviews and meta-analyzes published from 2000 to 2018. The titles of the studies and the summaries were examined to determine the level of evidence to ensure high quality studies.Results. The four most common approaches to total hip arthroplasty are described in both their conventional and minimally invasive versions. The clinical and radiological results vary in the literature, depending on the methodology of the research. Intraoperatively, there may be more complications such as nerve damage, periprosthetic fractures, dislocations and infections. Problems in implant placement, orientation and stabilization may endanger long-term outcome. Conclusions. Although surgical experience and clinical success are important factors in selecting surgical access for total hip arthroplasty, this review reveals many important differences between surgical approaches that may influence surgeon's choice in the future. Τα τελευταία χρόνια η ολική αρθροπλαστική του ισχίου έχει φέρει την επανάσταση στην αντιμετώπιση της οστεοαρθρίτιδας του ισχίου. Η χειρουργική προσπέλαση στην ολική αρθροπλαστική του ισχίου αποτελεί μια πρόσφατη περιοχή ενδιαφέροντος για τη βιβλιογραφία. Κάθε προσπέλαση απαιτεί λεπτομερή κατανόηση της ανατομίας για τη βελτιστοποίηση της οπτικής απεικόνισης του μηρού και της κοτύλης, την ελαχιστοποίηση των επιπλοκών και τη βελτιστοποίηση των κλινικών αποτελεσμάτων των ασθενών. Σκοπός αυτής της ανασκόπησης είναι η περιγραφή της ανατομίας, των τεχνικών πτυχών, των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων των τεσσάρων συνηθέστερα χρησιμοποιούμενων χειρουργικών προσπελάσεων του ισχίου: την πρόσθια, την προσθιο-πλάγια, την πλάγια και την οπίσθια προσπέλαση. Υλικά και Μέθοδοι. Διεξήχθη μια βιβλιογραφική ανασκόπηση, στην οποία εξετάσθηκαν μελέτες που συνέκριναν διάφορα κλινικά αποτελέσματα και ποσοστά επιπλοκών στις τρεις προσπελάσεις. Πραγματοποιήθηκε μια περιεκτική βιβλιογραφική αναζήτηση χρησιμοποιώντας τη διαδικτυακή βάση δεδομένων PubMed. Χρησιμοποιήθηκαν οι λέξεις-κλειδιά "hip” (ισχίο), “arthroplasty” (αρθροπλαστική), και “approach” (προσπέλαση) για τον εντοπισμό μελετών που εξετάζουν το θέμα ενδιαφέροντος. Οι όροι “anterior” (πρόσθια), “anterolateral” (προσθιο-πλάγια), “lateral” (πλάγια), “posterior” (οπίσθια), “Hardinge”, “Hueter”, “Watson-Jones” και “Smith-Petersen” προστέθηκαν στην αναζήτησή προκειμένου να εντοπιστούν τα άρθρα που είχαν συγκεκριμένη προσπέλαση. Στην παρούσα ανασκόπηση περιλήφθηκαν συγκριτικές μελέτες, συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις που δημοσιεύτηκαν από το 2000 έως το 2018. Οι τίτλοι των μελετών και οι περιλήψεις εξετάστηκαν για να προσδιοριστεί το επίπεδο αποδεικτικών στοιχείων (level of evidence) για την εξασφάλιση μελετών υψηλής ποιότητας (δηλαδή μετα-αναλύσεις, συστηματικές ανασκοπήσεις, τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές). Αποτελέσματα. Περιγράφονται αναλυτικά οι τέσσερις συνηθέστερες προσπελάσεις στην ολική αρθροπλαστική ισχίου, τόσο στις συμβατικές όσο και στις ελάχιστα επεμβατικές εκδοχές τους. Τα κλινικά και ακτινολογικά αποτελέσματα ποικίλουν στη βιβλιογραφία, αναλόγως τη μεθοδολογία της εκάστοτε έρευνας. Διεγχειρητικά, μπορεί να υπάρχουν περισσότερες επιπλοκές όπως νευρική βλάβη, περιπροθετικά κατάγματα, εξαρθρήματα και λοιμώξεις. Τα προβλήματα στην τοποθέτηση του εμφυτεύματος, τον προσανατολισμό και τη σταθεροποίηση μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο την μακροπρόθεσμη έκβαση. Συμπεράσματα. Παρόλο που η χειρουργική εμπειρία και η κλινική επιτυχία είναι σημαντικοί παράγοντες κατά την επιλογή των χειρουργικών προσπελάσεων για την ολική αρθροπλαστική ισχίου, η παρούσα ανασκόπηση αναδεικνύει πολλές σημαντικές διαφορές μεταξύ των χειρουργικών προσπελάσεων που μπορούν να επηρεάσουν την επιλογή του χειρουργού στο μέλλον. 216 188 189 The deficits posed by pupils with Autism Spectrum Disorders burden the approach of their mathematical knowledge. In particular, their difficulties in social communication and interaction, as well as the occurrence of stereotypical, limited and repetitive behaviors, make the relationship between children with ASD and Mathematics a challenging field of investigation. This research studies the characteristics of mathematical thinking developed by four pupils of a Special Primary School in the Autistic Spectrum as part of mathematical projects aimed at their individual activation. Emphasis is placed on how children respond to the educational environment that has been developed in the context of the projects and in the context of the selected teaching practices. The observation of pupils during their work with the projects, but also in the wider environment of the school was used to collect the survey data. The results of the research showed that children's mathematical thinking was mainly 'visual', quite limited, however, and not very flexible. The response to the educational environment that was shaped by the projects vary amongst students, but also per project, while effective teaching practices focused on the individual characteristics of each student. Τα ελλείμματα που παρουσιάζουν οι μαθητές με Διαταραχές στο Φάσμα του Αυτισμού επιβαρύνουν την προσέγγιση της μαθηματικής γνώσης από αυτούς. Ειδικότερα, οι δυσκολίες τους στην κοινωνική επικοινωνία και αλληλεπίδραση, καθώς και η εκδήλωση στερεοτυπικών, περιορισμένων και επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών, καθιστούν τη σχέση των παιδιών με ΔΦΑ με τα Μαθηματικά ένα προκλητικό πεδίο διερεύνησης. Η παρούσα έρευνα μελετά τα χαρακτηριστικά της μαθηματικής σκέψης που αναπτύσσουν τέσσερις μαθητές ενός Ειδικού Δημοτικού Σχολείου στο Φάσμα του Αυτισμού στο πλαίσιο μαθηματικών έργων που στοχεύουν στην ατομική τους ενεργοποίηση. Δίνεται έμφαση στον τρόπο ανταπόκρισης των παιδιών στο εκπαιδευτικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο των έργων και στο πλαίσιο των διδακτικών πρακτικών που επιλέχθηκαν. Για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας χρησιμοποιήθηκε η παρατήρηση των μαθητών κατά τη διάρκεια της ενασχόλησής τους με τα έργα, αλλά και στο ευρύτερο περιβάλλον του σχολείου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η μαθηματική σκέψη των παιδιών ήταν κυρίως ‘οπτική’, αρκετά περιορισμένη, ωστόσο, και ελάχιστα ευέλικτη. Η ανταπόκριση στο εκπαιδευτικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο των έργων διέφερε από μαθητή σε μαθητή, αλλά και ανά έργο, ενώ οι διδακτικές πρακτικές που ήταν αποτελεσματικές εστίαζαν στα ατομικά χαρακτηριστικά του κάθε μαθητή. 217 194 196 Η επίδραση της εκτομής του καταλυθέντος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων ήπατος στην αναγεννητική του ικανότητα Objective: The aim of this study is to investigate the effect on liver’s regenerative capacity of the ablated tissue that remains in situ after the use of RFA and the study of th expression of the NFkB and STAT3. Materials and Methods: A total of 72 winstar type rats were randomised into 4 groups each consisting of 18 rats which were divided into 2 subgroups of 6 rats each. . In the first group the animals were subjected to RFA in the left lateral lobe of the liver, which comprises 30% of the liver weight. In the second group the ablation was combined with resection of the ablated liver. The third group included the rats that undewent hepatectomy and finally the control group (sham) was performed a midlaparotomy and mobilization of the liver. A Radionics Cool-tip radioablation system was used(Tyco Healthcare, Boulder, CO, USA). At 3,6 and 24 hours was measured the immunohistochemical expression of the transcription factors NF^ and STAT3. Conclusion: WEB was activated after the use of RFA and in the group with the combination of RFA and hepatectomy without statistical significance. STAT3 was not expressed notably at the period we studied. Σκοπός: Η επίδραση της παραμονής in situ του καταλυθέντος με ραδιοσυχνότητες τμήματος του ήπατος στους μεταγραφικούς παράγοντες NFkB και STAT3 κατά την ηπατική αναγέννηση. Υλικά και μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 72 επίμυες Wistar , που χωρίστηκαν σε 4 ομάδες 18 πειραματοζώων, η καθεμία εξάυτών υποδιαιρέθηκαν σε 3 υποομάδες αποτελούμενς από 6 πειραματόζωα η καθεμία. Στην πρώτη ομάδα διενεργήθηκε RFA στον αριστερό πλάγιο λοβό του ήπατος, ο οποίος αντιστοιχεί στο 30% του συνολικού βάρους του ήπατος. Στη δεύτερη ομάδα έγινε αρχικά RFA και συμπληρώθηκε με ηπατεκτομή του αντίστοιχου καταλυθέντος τμήματος. Η τρίτη ομάδα περιελάμβανε τα ζώα με την ηπατεκτομή του αντίστοιχου λοβού και τέλος υπήρχε και η ομάδα ελέγχου στην οποία έγινε μέση λαπαροτομία και κινητοποίηση απλά του λοβού. Για την εφαρμογή των ραδιοσυχνοτήτων χρησιμοποιήθηκε η συσκευή ραδιοσυχνοτήτων Radionics Cool-tip(Tyco Healthcare, Boulder, CO, USA). Στις 3,6 και 24 ώρες προσδιορίσθηκε η ανοσοϊστοχημική έκφραση των μεταγραφικών παραγόντων NUB και STAT3. Συμπέρασμα : Eνεργοποίηση του μεταγραφικού παράγοντα NUB και μετά από χρήση RFA αλλά και μετά την εκτομή του καταλυθέντος τμήματος χωρίς στατιστικά σημαντική διαφορά. Ο παράγοντας STAT3 δεν εκφράστηκε στις ώρες που μελετήσαμε ιδιαίτερα. 218 263 292 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης και παράλληλη ανίχνευση της μεθυλίωσης του γονιδίου GATA-3 στον καρκίνο του μαστού: INTRODUCTION: Breast cancer is the most common malignant disease of female population and the second most common cause of death worldwide. The confrontation lies on early diagnosis and design of proper therapeutic operations, thus for the scientific community has concentrated on the discovery of new cancer biomarkers. A potential biomarker could be the protein GATA-3, which is a transcription factor involved in an ensemble of regulative mechanisms of great importance in embryonic development and adulthood. Methylation of the promoter of the gene GATA-3 leads to deficiency of the typically produced protein molecule and could be related with carcinogenesis and the development of the disease. PURPOSE: The purpose of this thesis is the estimation of the potential predictive value of the transcription factor GATA-3 in breast cancer and the correlation of the different expression patterns with several clinical aspects. RESULTS: Results indicate that the gene is methylated in the majority of the samples from patients with breast cancer and methylation was statistically associated with metastasis in lymph nodes, negative estrogen receptors and negative progesterone receptors. CONCLUSION: The results are promising and confirm the potential prognostic value of protein GATA-3 in breast cancer. According to previous bibliography this individual research is the first to inspect the methylation of the promoter of gene GATA-3 in patients with breast cancer. Nonetheless it would be beneficial to examine more samples to fully interpret the significance of methylation in cancer and confirm the potential prognostic value of the protein. Eventually protein GATA-3 could be used in early diagnosis of breast cancer and contribute to the confrontation of the disease. ΕΙΣΑΓΩΓH: Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την συχνότερη κακοήθεια του γυναικείου πληθυσμού και την δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου παγκοσμίως. Η αντιμετώπιση της ασθένειας έγκειται στην πρώιμη διάγνωση και τον σχεδιασμό κατάλληλων θεραπευτικών χειρισμών, για τον λόγο αυτό η επιστημονική κοινότητα έχει επικεντρωθεί στην ανακάλυψη νέων καρκινικών δεικτών. Ένας πιθανός καρκινικός δείκτης είναι η πρωτεΐνη GATA-3, η οποία είναι ένας μεταγραφικός παράγοντας που ενέχεται σε ένα σύνολο ρυθμιστικών μηχανισμών με μεγάλη βιολογική σημασία τόσο κατά την εμβρυική ανάπτυξη, όσο και κατά την ενήλικη ζωή. Η μεθυλίωση του υποκινητή του γονιδίου GATA-3 προκαλεί την απώλεια του φυσιολογικά παραγόμενου πρωτεϊνικού μορίου και πιθανόν να σχετίζεται με την καρκινογένεση και την εξέλιξη της νόσου. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός την διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση της πιθανής προγνωστικής αξίας του μεταγραφικού παράγοντα GATA-3 στον καρκίνο του μαστού και ο συσχετισμός των διαφορετικών προτύπων έκφρασης με διάφορες κλινικοπαθολογικές παραμέτρους. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Τα αποτελέσματα των πειραμάτων έδειξαν ότι το γονίδιο είναι μεθυλιωμένο στην πλειοψηφία των δειγμάτων 21/25 (84%) των ασθενών με καρκίνο του μαστού. Παρατηρήθηκε στατιστική συσχέτιση του προτύπου μεθυλίωσης με την παρουσία διηθημένων λεμφαδένων, αρνητικών υποδοχέων οιστρογόνων και προγεστερόνης. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης είναι ενθαρρυντικά και επιβεβαιώνουν την πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης GATA-3 στον καρκίνο του μαστού. Σύμφωνα με την βιβλιογραφία η συγκεκριμένη εργασία αποτελεί την πρώτη μελέτη με αντικείμενο την μεθυλίωση του υποκινητή του γονιδίου GATA-3 σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού, ωστόσο θα ήταν ωφέλιμο να μελετηθούν περισσότερα δείγματα για να προσδιοριστεί ο ακριβής ρόλος της μεθυλίωσης στον καρκίνο και να επιβεβαιωθεί η προγνωστική αξία του δείκτη. Ίσως στο μέλλον η πρωτεΐνη GATΑ-3 βοηθήσει στην πρώιμη διάγνωση του καρκίνου του μαστού και αποδειχθεί ένα χρήσιμο εργαλείο στην αντιμετώπιση της ασθένειας. 219 125 129 Τα κοιτάσματα μεταλλικών ορυκτών στην Ελλάδα, νομικό καθεστώς, προβλήματα και προοπτικές ανάπτυξης The present study addresses the issue of the existence of metallic mineral deposits in Greece, the legal regime governing their extraction, the problems faced by the mining industry in Greece, as well as the growth prospects of Greek mining industry. The aim of this study is initially a detailed description of metal mining activity in Greece and subsequently the investigation of its future under the present conditions. It is an undeniable fact that Greek mining industry faces numerous problems, which have to be recognized in order to be resolved. The final goal of this paper is to draw conclusions and formulate proposals for the improvement and growth of mining industry in Greece, after a brief reference of examples either positive or negative, coming from abroad. Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται το ζήτημα της ύπαρξης κοιτασμάτων μεταλλικών ορυκτών στην Ελλάδα, το νομικό καθεστώς που ρυθμίζει την εξόρυξή τους και τα προβλήματα που ενδεχομένως αντιμετωπίζει η μεταλλευτική βιομηχανία στην Ελλάδα καθώς και τις προοπτικές ανάπτυξης του κλάδου. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι σε πρώτο στάδιο να δοθεί μια συστηματική περιγραφή της ελληνικής εξορυκτικής πραγματικότητας και ακολούθως η διερεύνηση του μέλλοντος της. Διότι μόνο εάν ευρεθούν και συνειδητοποιηθούν τα κακώς κείμενα της ελληνικής μεταλλείας μπορεί να γίνει λόγος για προοπτικές ανάπτυξής της. Τελικός επιμέρους στόχος είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων και η διατύπωση προτάσεων εξέλιξης και βελτίωσης της μεταλλευτικής βιομηχανικής δραστηριότητας, ύστερα από μια σύντομη αναφορά παραδειγμάτων, είτε προς μίμηση είτε προς αποφυγή, προερχομένων από το εξωτερικό. 220 243 296 Σύγκριση αποτελεσματικότητας μεταξύ ΧΕΝ εμφυτευμάτων και τραμπεκουλεκτομών σε ασθενείς με γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας To evaluate the intraocular pressure (IOP) lowering efficacy, as well as the safety of the XEN gelatin stent implant, in comparison with standard trabeculectomy surgery in glaucoma. Methods. Double- arm, open-label, single-centre study. Thirteen (13) eyes of thirteen (13) patients had a XEN gelatin implant, and thirteen (13) eyes of thirteen (13) patients underwent trabeculectomy surgery. The stent was placed using an ab interno approach after mitomycin C (0.1ml, 0.1mg/ml) was injected subconjunctivally within safety distance from the limbus. The patients included in the study had moderate glaucoma and uncontrolled IOP on receiving maximum-tolerated topical therapy. After the procedure, the patients had weekly follow-ups. The postoperative treatment included dexamethasone 0.1% SDU drops 8x/d tapered out over 8 weeks and ofloxacin 0.3% SDU drops 4x/d. Needling or 5-FU injections was performed as needed at the surgeon’s discretion. Results. The IOP lowering effect in the XEN implant group was 50.95%, whilst in the trabeculectomy group was 60.36%. There were some postoperative complications noticed. In three XEN - implant cases a subsequent trabeculectomy was required due to insufficient IOP reduction or persistent hyphaema. In one case of the trabeculectomy group an endophthalmitis was diagnosed and in one other case a cyclophotocoagulation was required to lower the intraocular pressure. Conclusion. The XEN gel implant proved to be effective in lowering IOP and reducing postoperative medication needed. However, the IOP reduction obtained by trabeculectomy was greater in comparison. The aftercare is comparable between XEN implantation and trabeculectomy group. Η εκτίμηση της μείωσης της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ) και της ασφάλειας του XEN gelatin εμφυτεύματος. Μέθοδοι. Διπλή τυχαιοποιημένη, open-label, μονοκεντρική έρευνα για σύγκριση της αποτελεσματικότητας εμφύτευσης XEN με την κλασική επέμβαση τραμπεκουλεκτομής σε γλαυκωματικούς ασθενείς. Συνολικά 26 ασθενείς συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη, σε δεκατρείς (13) οφθαλμούς έγινε χειρουργική τοποθέτηση ενός ΧΕΝ gelatin εμφυτεύματος και δεκατρείς (13) οφθαλμοί υποβλήθηκαν σε τραμπεκουλεκτομή. Το stent τοποθετήθηκε με χειρισμό ab interno και μετά την τοποθέτησή του ενέθηκε Mitomycin C (0,1ml, 0,1mg/ml) υπό του επιπεφυκότα σε απόσταση ασφαλείας από το σκληροκερατοειδικό όριο. Οι ασθενείς που συμπεριλήφθηκαν στην μελέτη έπασχαν από μέσης βαρύτητας γλαύκωμα και μη ελεγχόμενη πίεση παρά τη μέγιστη ανεκτή τοπική και συστηματική αγωγή. Μετά τη χειρουργική τοποθέτηση του XEN gelatin εμφυτεύματος, όπως και μετά από την διεξαγωγή της τραμπεκουλεκτομής οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν εβδομαδιαίως στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Ζυρίχης. Η μετεγχειρητική αγωγή που δόθηκε και στις δύο ομάδες ασθενών ήταν οφθαλμικές σταγόνες δεξαμεθαζόνης 0,1% σε μονοδόσεις 8x/d, οι οποίες μειώνονταν εβδομαδιαίως επί 8 εβδομάδες, και οφθαλμικές σταγόνες οφλοξασίνης 0,3% σε μονοδόσεις 4x/d επί 4 εβδομάδες Στην κρίση του χειρουργού αφέθηκε η απόφαση για μετεγχειρητική διεξαγωγή needling ή 5-FU ένεσης. Αποτελέσματα.Παρατηρήθηκε μείωση της ΕΟΠ κατά 50,95% στην ομάδα ΧΕΝ και κατά 60,36% στην ομάδα τραμπεκουλεκτομής. Ως επιπλοκές στην ομάδα ΧΕΝ σημειώθηκαν τρεις περιπτώσεις, όπου έπρεπε να ακολουθήσει τραμπεκουλεκτομή λόγω μη επαρκούς μείωσης της ΙΟΡ ή μη υποχωρούντος υφαίματος, ενώ στην ομάδα τραμπεκουλεκτομής μια περίπτωση ενδοφθαλμίτιδας και μια περίπτωση που χρειάστηκε η διεξαγωγή κυκλοφωτοπηξίας λόγω ανεπαρκούς μείωσης της ΕΟΠ. Συμπέρασμα. Το εμφύτευμα XEN gel είναι αποτελεσματικό στη μείωση της ΙΟΡ και στη μείωση της απαιτούμενης τοπικής αντιγλαυκωματικής δόσης. Η τραμπεκουλεκτομή ωστόσο υπερέχει στο ποσοστό μείωσης της ΙΟΡ που επιτυγχάνει. Η περιεγχειριτική φροντίδα είναι και για τις δύο χειρουργικές τεχνικές αντίστοιχη. 221 132 136 Απόδοση του Εκπαιδευτικού Υλικού Padilla Bay the Estuary Guide Level 1 στην Ελληνική The purpose of enviromental education is for students to realize the connection of man with his natural and social enviroment, to be aware of the problems conncted to it and take action through special programs, so that they contribute in the general attempt dealing with them. In our country the proper educational material is limited in contrast to the USA, where they are decades ahead of us in the area of enviromental education and more specialized in marine and aquatic subjects. The goal of this project is the rendering in Greek, with the possibility of application in elementary education and in enviromental educational programs, of the educational package Padilla Bay The estuary Guide Level 1 of ERIC’s educational data base, reffering to subjects of Marine Biology and more specific of Estuarine ecosystems Σκοπός της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης είναι να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές τη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον του, να ενημερωθούν για τα προβλήματα που συνδέονται με αυτό και να δραστηριοποιηθούν με ειδικά προγράμματα, ώστε να συμβάλουν στη γενικότερη προσπάθεια αντιμετώπισής τους. Στη χώρα μας το κατάλληλο εκπαιδευτικό υλικό είναι περιορισμένο σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, που προηγούνται κατά δεκαετίες στο χώρο της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και πιο εξειδικευμένα αυτής με επικέντρωση σε θαλάσσια και υδρόβια ζητήματα. Στόχος αυτής της εργασίας είναι η απόδοση στην ελληνική, με δυνατότητα εφαρμογής στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και σε προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, του εκπαιδευτικού πακέτου Padilla Bay The estyuary Guide Level 1, της εκπαιδευτικής βάσης δεδομένων ERIC, με αντικείμενο θέματα θαλάσσιας Βιολογίας και πιο συγκεκριμένα των εκβολικών οικοσυστημάτων. 222 220 256 Endoscopy is an invaluable tool for gastroenterologists to prevent, diag-nose and treat gastrointestinal disorders. All GI endoscopic techniques are invasive and so like all invasive procedures, have an intrinsic compli-cation rate that can never be completely eliminated but which can be minimized. Endoscopists need to be aware of the different types and the expected frequencies of these complications, in order to use strate-gies to minimize their occurrence, to recognize and treat them appro-priately when they occur. Furthermore, it is essential to recognize patie-nts with a higher likelihood of developing complications and their medi-cal history. The most common of all endoscopy related complications are cardiopulmonary followed by bleeding and perforation. An endo-scopic procedure is not much different from a surgical procedure, there-fore training, preparation, organization and most of all cooperation and communication are necessary. Appropriate continuing education and information for new data, both doctors and nursing stuff, contribute to their effective treatment. The appropriate equipment and its use is crucial. Respect for the patient, his informing briefing, with comprehe-nsible words in order to consent or not to undergo in endoscopy, respe-cting his autonomy in decision making is decisive. Image documentation of procedures, keeping medical record, use of data bases, compliance with the guidelines, protect endoscopists professionally and legally and ensure the high quality of clinical care, to the user, the patient. Η ενδοσκόπηση είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για τους γαστρεντερο-λόγους τόσο για τη διάγνωση όσο και για την πρόληψη των παθήσεων του γαστρεντερικού συστήματος. Όλες οι ενδοσκοπήσεις είναι επεμβα-τικές κι όπως όλες οι επεμβατικές διαδικασίες έχουν ένα εγγενές ποσο-στό επιπλοκών που δε μπορεί ποτέ να εξαλειφθεί μπορεί όμως να ελα-χιστοποιηθεί. Οι ενδοσκόποι πρέπει να γνωρίζουν τους διαφορετικούς τύπους και την αναμενόμενη συχνότητα αυτών των επιπλοκών, για να χρησιμοποιήσουν στρατηγικές ώστε να ελαχιστοποιήσουν την εμφά-νισή τους, να τις αναγνωρίζουν όταν συμβαίνουν, και να τις αντιμετω-πίζουν κατάλληλα όταν συμβούν. Επιπλέον, βασικό είναι να αναγνω-ρίζουν τους ασθενείς με υψηλότερη πιθανότητα να εμφανίσουν επι-πλοκές και το ιατρικό ιστορικό τους. Οι πιο συνηθισμένες επιπλοκές των ενδοσκοπήσεων είναι οι καρδιοπνευμονικές κι ακολουθούν η αιμορραγία και η διάτρηση. Μια ενδοσκόπηση δε διαφέρει πολύ από μια χειρουργική διαδικασία, επομένως η εκπαίδευση, η προετοιμασία, η οργάνωση και πάνω από όλα η συνεργασία κι η επικοινωνία με την ομάδα είναι απαραίτητες και ουσιώδεις. Η κατάλληλη, συνεχιζόμενη εκπαίδευση και η ενημέρωση για τα νέα δεδομένα, τόσο των γιατρών όσο και του νοσηλευτικού προσωπικού συντελούν στην αποτελεσμα-τική αντιμετώπισή τους. Ο κατάλληλος εξοπλισμός και η χρήση του είναι καθοριστικά. Ο σεβασμός προς τον άρρωστο, η ενδελεχής ενημέ-ρωσή του, με κατανοητές λέξεις προκειμένου να συναινέσει ή όχι να υποβληθεί σε ενδοσκόπηση, σεβόμενοι την αυτονομία του στη λήψη της απόφασης είναι καθοριστική. Η τεκμηρίωση των διαδικασιών με φωτογραφικό υλικό, η τήρηση ιατρικού αρχείου, η χρήση βάσεων δεδομένων, η τήρηση των κατευθυντήριων οδηγιών, προστατεύουν τους ενδοσκόπους επαγγελματικά και νομικά και διασφαλίζουν την υψηλή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών στο χρήστη υγείας, στο συνάνθρωπο ασθενή. 223 272 296 Purpose: This study aims to draw conclusions about the optimal surgical treatment approach of optic disc pit maculopathy. Material and methods: Systematic review of published literature up to date on morphology, pathogenesis, imaging findings and proposed methods for the treatment of optic disc pit maculopathy. Subsequently, data from 40 studies and reports, including a total of 585 eyes, were used to collect information on the surgical treatment of the condition. Results: Optic disc pit maculopathy was first recognized in 1927. However, the pathophysiological background and the optimal therapeutic approach have not yet been sufficiently elucidated. Amongst the surgical techniques, use of macular buckling has been described and the most commonly used approach nowadays appears to be pars plana vitrectomy with simultaneous induction of posterior vitreous detachment, with or without peeling of the inner layer membrane, with or without juxtapapillary laser photocoagulation and concurrent intravitreal gas injection. Additional intraoperative maneuvers such as removal of glial tissue overlying the pit, subretinal fluid drainage, inner retinal fenestrations and radial optic neurotomy have been tested. Furthermore, recent reports describe sealing of the optic disc pit with various autologous tissue adhesives. Given the scarcity of the disease, making a prospective study becomes difficult, resulting the most bibliographic references to be either retrospective or small case series and isolated case reports. Conclusions: Appropriate surgical treatment should be selected based on the individual characteristics of each patient with optic disc pit maculopathy. The most recognized surgical approach is pars plana vitrectomy combined with induction of posterior vitreous detachment, with or without removal of the inner layer membrane and the possible adjuvant use of temporal endolaser laser and gas tampoanade. Σκοπός: Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με τη βέλτιστη χειρουργική θεραπευτική προσέγγιση της ωχροπάθειας από pit οπτικής θηλής. Υλικό και μέθοδος: Συστηματική ανασκόπηση της δημοσιευμένης βιβλιογραφίας έως σήμερα σχετικά με τη μορφολογία, την παθογένεση, τα απεικονιστικά ευρήματα και τις προτεινόμενες μεθόδους αντιμετώπισης της ωχροπάθειας από pit οπτικής θηλής. Στη συνέχεια, για τη συγκέντρωση δεδομένων σχετικά με τη χειρουργική αντιμετώπιση της πάθησης χρησιμοποιήθηκε υλικό από 40 μελέτες κι αναφορές, στις οποίες περιλαμβάνονται συνολικά 585 οφθαλμοί ασθενών. Αποτελέσματα: Η ωχροπάθεια από pit οπτικής θηλής αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά το 1927. Ωστόσο, δεν έχει αποσαφηνιστεί επαρκώς το παθοφυσιολογικό υπόβαθρο και η βέλτιστη θεραπευτική προσέγγιση. Μεταξύ των χειρουργικών τεχνικών έχουν περιγραφεί η χρήση επισκληρικού μοσχεύματος στο επίπεδο της ωχράς και τελευταία η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη προσέγγιση φαίνεται να είναι η υαλοειδεκτομή με ταυτόχρονη επαγωγή οπίσθιας αποκόλλησης του υαλοειδούς, με ή χωρίς την αφαίρεση της έσω αφοριστικής μεμβράνης, με ή χωρίς τη διενέργεια φωτοπηξίας γύρω από την περιοχή του οπτικού δίσκου και ταυτόχρονη ενδοϋαλοειδική ένθεση αερίου. Έχουν δοκιμασθεί πρόσθετοι διεγχειρητικοί χειρισμοί, όπως αφαίρεση ιστού γλοίας ύπερθεν του pit, αναρρόφηση υπαμφιβληστροειδικού υγρού, διατομή έσω στιβάδων του αμφιβληστροειδούς κι ακτινωτές τομές στο οπτικό νεύρο. Επίσης, νεότερες αναφορές περιγράφουν τη χρήση ιστικής κόλλας στην περιοχή του pit στον οπτικό δίσκο. Δεδομένης της σπανιότητας της νόσου, η διενέργεια προοπτικής μελέτης καθίσταται δυσχερής με αποτέλεσμα οι περισσότερες βιβλιογραφικές αναφορές να είναι είτε αναδρομικές είτε μεμονωμένες παρουσιάσεις περιστατικών. Συμπεράσματα: Η ενδεδειγμένη χειρουργική αντιμετώπιση θα πρέπει να επιλέγεται με βάση τα ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά της ωχροπάθειας κάθε ασθενούς με pit οπτικής θηλής. Η πιο αναγνωρισμένη χειρουργική προσέγγιση είναι η pars plana υαλοειδεκτομή σε συνδυασμό με επαγωγή οπίσθιας αποκόλλησης του υαλοειδούς, με ή χωρίς την αφαίρεση της έσω αφοριστικής μεμβράνης κι ενδεχόμενη επικουρική χρήση λέιζερ φωτοπηξίας στο κροταφικό όριο του οπτικού δίσκου κι επιπωματισμού με αέριο. 224 223 291 Nipple-areola complex (NAC) reconstruction is a surgical procedure performed in women who undergo radical mastectomy for breast cancer and results in a significantly greater satisfaction with regard to aesthetic improvement, completeness of the body image and improved sexual behavior. Many techniques for NAC reconstruction have been described. A comprehensive literature overview including 60 papers (years 1946-2018) was performed, in order to present available techniques with the advantages and disadvantages of each method, the drawbacks and possible complications. Local flaps are most frequently employed for nipple reconstruction with few complications. The occurrence rate for complications after nipple reconstruction was 3% after local flaps, 8% after autologous grafts and 15% after synthetic grafts, while complications in areola reconstruction were reported at 4% after graft, and 1% after areola tattoo. Flaps appear to be more reliable than grafts in nipple reconstruction, while tattoo is thought to be safer than graft in areola reconstruction. Loss of more than 30% of the neonipple projection was recorded to be 36% after local flap, 7% after autologous graft and 8% after synthetic grafts. Nevertheless, these results did not have any significant impact on patients’ satisfaction. The use of flaps with autologous graft or synthetic grafts (cartilage, nipple sharing, AlloDerm, gel silicone) results in minor loss of nipple projection but may be associated with an increased incidence of postoperative flap necrosis. Η αποκατάσταση της θηλής και της θηλαίας άλω του μαστού αποτελεί χειρουργική πράξη, η οποία εφαρμόζεται κυρίως σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε ριζική μαστεκτομή λόγω καρκίνου του μαστού, με σκοπό τη βελτίωση του αισθητικού αποτελέσματος της πληρότητας της σωματικής εικόνας, της εξωτερικής εμφάνησης και της σεξουαλικής συμπεριφοράς. Έχουν περιγραφεί πολλές τεχνικές για την αποκατάσταση της θηλής του μαστού και της θηλαίας άλω. Η παρούσα διπλωματική εργασία περιλαμβάνει ανασκόπηση 60 επιστημονικών άρθρων (από το 1946 έως το 2018). Η χρήση τοπικών δερματικών κρημνών για την αποκατάσταση της θηλής του μαστού είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη τεχνική με τις λιγότερες επιπλοκές. Επιπλοκές στην αποκατάσταση της θηλής του μαστού παρουσιάζονται σε ποσοστό 3% μετά από τη χρήση τοπικών δερματικών κρημνών, 8% μετά από τη χρήση αυτόλογων μοσχευμάτων και 15% μετά από τη χρήση συνθετικών υλικών, ενώ στην αποκατάσταση της θηλαίας άλω επιπλοκές παρουσιάζονται σε ποσοστό 4% μετά από τη χρήση δερματικών μοσχευμάτων και 1% μετά από τη χρήση τατουάζ. Η χρήση δερματικών κρημνών είναι πιο αξιόπιστη σε σχέση με τη χρήση μοσχευμάτων για την αποκατάσταση της θηλής του μαστού, ενώ το τατουάζ πιο ασφαλές σε σχέση με τα δερματικά μοσχεύματα για την αποκατάσταση της θηλαίας άλω. Η απώλεια της προβολής της νεοθηλής στο χώρο αναφέρεται σε ποσοστό 36% μετά από τη χρήση τοπικών δερματικών κρημνών, 7% μετά από τη χρήση αυτόλογων μοσχευμάτων και 8% μετά από τη χρήση συνθετικών υλικών. Παρά την απώλεια της προβολής της νεοθηλής στο χώρο, τα αποτελέσματα ήταν ικανοποιητικά για τις περισσότερες ασθενείς. Τα αυτόλογα αλλά και τα συνθετικά μοσχεύματα (χόνδρινος ιστός, ιστός από την ετερόπλευρη θηλή, AlloDerm, γέλη σιλικόνης κτλ), τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με άλλες μεθόδους, προκαλούν ελάχιστη απώλεια στην προβολή της νεοθηλής στο χώρο, αλλά εμφανίζουν συχνότερα τοπική μόλυνση και νέκρωση των κρημνών. 225 233 184 Το παιχνίδι στην εκπαιδευτική διαδικασία: οι απόψεις των εκπαιδευτικών The objective of the present survey is to approach the issue of the game in the educational process and the views of the teachers with emphasis on the enhancement of the students' development. The processing of the subject is based on an extensive review of literature resources, as well as on the recording of the views of the teachers of Primary Education. Initially, the use, frequency and type of play in the school environment is explored and then the contribution to the child's cognitive-mental, psycho-emotional, physical, sensory-motor-sensory, linguistic and social-moral development. According to the survey subjects, the use of the game is frequently used as a teaching method of the classroom, mainly by substitute teachers and specialists in Physical and Special Education, as well as those who have attended training seminars. According to the survey subjects, the use of the game is frequently used as a teaching method of the classroom, mainly by substitute teachers and specialists in Physical and Special Education, as well as those who have attended training seminars. In addition, the kind they prefer varies by giving priority to intellectual games. Recognize as a barrier to realization the burdensome curriculum, the lack of time and logistical infrastructure, the number of pupils and, in a few cases, the lack of know-how. Impressive were the results for the multilevel importance of the game, as the respondents' percentage of respondents was very high Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η προσέγγιση του θέµατος του παιχνιδιού στην εκπαιδευτική διαδικασία και των απόψεων των εκπαιδευτικών µε έµφαση στην ενίσχυση της ολόπλευρης ανάπτυξης των µαθητών. Η πραγµάτωση του θέµατος στηρίζεται σε εκτενή βιβλιογραφική ανασκόπηση, καθώς και στην καταγραφή των απόψεων των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης. Αρχικά διερευνάται η χρήση, η συχνότητα και το είδος του παιχνιδιού στο σχολικό περιβάλλον και στην συνέχεια η συµβολή του στην γνωστική-νοητική, ψυχοσυναισθηµατική, κινητικήσωµατική, αισθησιοκινητική-αισθητηριακή, γλωσσική και κοινωνική-ηθική ανάπτυξη του παιδιού. Σύµφωνα µε τα υποκείµενα της έρευνας, διαπιστώνεται η αξιοποίηση του παιχνιδιού σε συχνή βάση ως διδακτικής µεθόδου της σχολικής τάξης κυρίως από εκπαιδευτικούς-αναπληρωτές και των ειδικοτήτων της Ειδικής και Φυσικής αγωγής, αλλά και αυτών που έχουν παρακολουθήσει επιµορφωτικά σεµινάρια. Επιπρόσθετα, το είδος που προτιµούν ποικίλλει δίνοντας προτεραιότητα στα πνευµατικά παιχνίδια. Αναγνωρίζουν ως εµπόδια πραγµάτωσης το επιβαρυµένο αναλυτικό πρόγραµµα, την έλλειψη χρόνου και υλικοτεχνικής υποδοµής, τον αριθµό των µαθητών και σε λίγες περιπτώσεις την έλλειψη τεχνογνωσίας. Εντυπωσιακά ήταν τα αποτελέσµατα για την πολυεπίπεδη σηµασία του παιχνιδιού, µιας που τα ποσοστά των ερωτηθέντων που συµφωνούσαν ήταν ιδιαίτερα υψηλά 226 218 210 Knowledge of in-service Elementary School Teachers in regard to Ocean Literacy elements: Γνώσεις εν ενεργεία Εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε ζητήματα Θαλάσσιου Γραμματισμού: Ocean is the root of creation and perseverance of life on Earth. However, across the years, human activities had a disastrous impact on it, foreshadowing its future ominous. Today's students will be the ones who will need to face and make their best to reverse this situation. The task of raising awareness among young students regarding the ocean lies within the hand of their teachers, who of course, in order to do so, need to first raise the level of their ocean literacy accordingly. This research constitutes a combination of a quantitative and qualitative study, and aims to explore ocean content knowledge of 36 in-service primary school teachers through spontaneous answers, as well as answers upon discussion by using a semi-structured interview, in accordance with the basic principles and fundamental concepts of the ocean literacy framework. The results of the survey show that the level of ocean literacy of the participating teachers is significantly low, making the introduction of ocean related subjects into primary schools non feasible for the time being. The study concludes with the presentation of proposals concerning the training of future teachers as well as in-service teachers on relevant issues, aiming at the best possible introduction of ocean sciences issues into formal education. Ο ωκεανός είναι ο λόγος δημιουργίας και διατήρησης της ζωής στον πλανήτη. Η ανθρώπινη δραστηριότητα όμως έχει επηρεάσει δραματικά την υγεία του και το μέλλον του προδιαγράφεται ζοφερό. Την κατάσταση αυτή θα κληθούν να διαχειριστούν και να αναστρέψουν οι σημερινοί μαθητές. Για το λόγο αυτό θα πρέπει οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί να τους καταστήσουν εγγράμματους σε ζητήματα επιστημών της θάλασσας. Για να το πετύχουν όμως θα πρέπει το επίπεδο του θαλάσσιου γραμματισμού των ιδίων να είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο. Η παρούσα έρευνα αποτελεί έναν συνδυασμό ποσοτικής και ποιοτικής μελέτης και αποσκοπεί στη διερεύνηση, με την αξιοποίηση ημι-δομημένης συνέντευξης, των γνώσεων που προκύπτουν από τις αυθόρμητες και υποβοηθούμενες κατόπιν συζήτησης απαντήσεις 36 εν ενεργεία εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε σχετικά ζητήματα, σύμφωνα με το διεθνές πλαίσιο βασικών αρχών και θεμελιωδών εννοιών του θαλάσσιου γραμματισμού. Από τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώνεται πως ο θαλάσσιος γραμματισμός των συμμετεχόντων δασκάλων βρίσκεται σε επίπεδο που δεν πληροί τις απαιτήσεις ενσωμάτωσης στοιχείων επιστημών της θάλασσας στο Δημοτικό σχολείο. Η εργασία ολοκληρώνεται με την παρουσίαση προτάσεων που αφορούν στην εκπαίδευση μελλοντικών εκπαιδευτικών σε αντίστοιχα ζητήματα, καθώς και στην επιμόρφωση των εν ενεργεία εκπαιδευτικών, με απώτερο στόχο την καλύτερη δυνατή εισαγωγή του θαλάσσιου γραμματισμού στην τυπική εκπαίδευση. 227 354 338 The experiential education and the teachers’ views for its application in the primary school Η βιωματική εκπαίδευση και οι απόψεις των εκπαιδευτικών για την εφαρμογή της στο δημοτικό σχολείο The educational progress that has been made nowadays needs to find and apply new ways of teaching, which put the pupil in the focus in order to discover the knowledge. A method that allows the student to act without help in the classroom and out of it, by taking advantage of his experiences, is the experiential teaching method. This is the subject of this project, which through the investigation of bibliographic sources presents the importance of experiential education for the enhancement of the student's role. In the theoretical part are presented the views of pedagogues and psychologists, the principles of experiential learning and the general principles of designing this kind of activities. Then the forms of teaching that deal with pupils' experiences are analyzed, as well as the factors, which a teacher should keep in mind in order to design his lesson. At the end of the theoretical part, the roles a teacher can take in every form are pointed out. In the empirical part, the aim of the research is to collect the views of the teachers, who work at primary schools of Alexandroupolis. These views are related to their knowledge about experiential education and to how often its forms are used. Furthermore, it is being studied if the teachers give instructions to their students and which are the factors that prevent such actions from happening. The research has been done with the help of a tool, the questionnaire and the sample of fifty teachers. The results of this research are: • Experiential education is applied in primary school as the practical use of the offered knowledge. • The advantages of applying the forms of experiential education to school are the increase of the students’ creativity and the cooperation between them and the teacher. • Experiential education involves many forms that can become reality in the classroom. It has been shown that playful activities are preferred. • Many factors can become an obstacle when experiential actions are taking place. However, the teacher can overcome them with the appropriate information Η εκπαιδευτική πρόοδος που έχει πραγματοποιηθεί στην εποχή μας χρειάζεται να βρει και να εφαρμόσει νέους τρόπους διδασκαλίας, οι οποίοι θέτουν στο επίκεντρο τον μαθητή, ώστε να ανακαλύψει τη γνώση. Μία μέθοδος που επιτρέπει στον μαθητή να δράσει χωρίς βοήθεια μέσα στην τάξη και έξω από αυτή, εκμεταλλευόμενος τις εμπειρίες του είναι η βιωματική μέθοδος διδασκαλίας. Αυτό είναι και το θέμα της παρούσας εργασίας, η οποία διαμέσου της διερεύνησης βιβλιογραφικών πηγών παρουσιάζει τη σημαντικότητα της βιωματικής εκπαίδευσης για την ενίσχυση του ρόλου του μαθητή. Στο θεωρητικό μέρος παρουσιάζονται οι απόψεις παιδαγωγών και ψυχολόγων, οι αρχές της βιωματικής μάθησης και οι γενικές αρχές σχεδιασμού τέτοιου είδους δραστηριοτήτων. Στη συνέχεια, οι μορφές διδασκαλίας που ασχολούνται με τα βιώματα των μαθητών αναλύονται, όπως και οι παράγοντες που πρέπει να έχει κατά νου ένας εκπαιδευτικός, προκειμένου να σχεδιάσει το μάθημά του. Στο τέλος του θεωρητικού μέρους, επισημαίνονται οι ρόλοι που ένας δάσκαλος μπορεί να πάρει σε κάθε μορφή. Στο εμπειρικό μέρος, στόχος της έρευνας είναι η συλλογή των απόψεων των δασκάλων που εργάζονται σε δημοτικά σχολεία της Αλεξανδρούπολης. Οι συγκεκριμένες απόψεις σχετίζονται με τις γνώσεις τους για τη βιωματική εκπαίδευση και με το πόσο συχνά χρησιμοποιούνται οι μορφές της. Επιπλέον, μελετάται αν οι εκπαιδευτικοί δίνουν οδηγίες στου μαθητές τους και ποιοι είναι οι παράγοντες που εμποδίζουν την πραγματοποίηση τέτοιων δράσεων. Η έρευνα έχει γίνει με τη βοήθεια ενός εργαλείου, του ερωτηματολογίου και του δείγματος των πενήντα εκπαιδευτικών. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας είναι: • Η βιωματική εκπαίδευση εφαρμόζεται στο δημοτικό σχολείο ως η πρακτική αξιοποίηση της προσφερόμενης γνώσης. • Τα πλεονεκτήματα της εφαρμογής των μορφών της βιωματικής εκπαίδευσης στο σχολείο είναι η αύξηση της δημιουργικότητας των μαθητευόμενων και η συνεργασία μεταξύ αυτών και του διδάσκοντος. • Η βιωματική εκπαίδευση περιλαμβάνει πολλές μορφές που μπορούν να γίνουν πραγματικότητα στην τάξη. Αποδείχθηκε ότι προτιμώνται οι παιγνιώδεις δραστηριότητες. • Πολλοί παράγοντες μπορούν να γίνουν εμπόδιο όταν πραγματοποιούνται βιωματικές δράσεις. Ωστόσο, ο δάσκαλος μπορεί να τους ξεπεράσει με την κατάλληλη ενημέρωση 228 481 545 Μελέτη τοπογραφικής ανάπλασης του επιθηλίου του κερατοειδή χιτώνα μετά από διαθλαστική χειρουργική In recent years there has been an increased interest in refractive surgery, as patients with refractive errors more easily become subjected to a procedure that can facilitate their lives. An important role for this is attributed in the development of imaging technology, and particularly that of the cornea, which ensures premium refractive effect with accuracy, and facilitates improvements in recovery time and quality of life. Cornea is the tissue that is subjected to the intervention, and therefore each layer is thoroughly studied with topographical maps. In recent years there is scientific interest in corneal epithelium because it is the first anatomic layer and thus becomes more challenged in refractive surgery. PURPOSE We studied corneal epithelial thickness before and after refractive surgery, in order to analyze the changes that are developed after the operation.MATERIALS AND METHOD. We studied and recorded the changes that occurred in the cornea after trans-PRK using Anterior Segment Optical Coherence Tomography (AS OCT). The study included 30 eyes of patients, after having signed the relevant informed consent document, they were subjected to measurements as they were defined by the study protocol. Accordingly, we measured the thickness of the cornea and corneal epithelium pre-operatively and at three and six months postoperatively with A-S OCT. Specifically, we studied the thickness of the central cornea (Central Corneal Thickness), at a radius of 3 mm and a radius of 5 mm, and the thickness of the epithelium (Epithelial Thickness) centrally, at a radius of 3 mm and a radius of 5 mm. All patients were divided into subgroups according to sex, age and degree of the refractive error. The analysis was performed in each subgroup preoperatively and at three and six months post-operatively. RESULTS. Parameters were subjected to analysis (corneal thickness and epithelial thickness), did not show a statistically significant difference between the measurements at three and six months post-operatively. Thus it seemed that the healing process of the corneal epithelium is completed in three months after refractive surgery with trans PRK. As the statistical analysis indicates, there is a possibility on some of these subgroups, such as the thickness of the cornea and epithelium in older age groups for example, if the statistical sample becomes bigger, perhaps a statistically significant difference will be unmasked for that group of patients.DISCUSSION. For this study, we employed a Spectral Domain AS-OCT, the Heidelberg (Heidelberg Engineering GmbH, Heidelberg, Lubeck, Germany), which provides fast and reliable analysis, and has not been studied much in the literature for the measurement of the corneal thickness and epithelium. The reliability of Heidelberg makes us wonder if beyond the quantitative aspect, i.e. the final visual acuity and achievement of emmetropia, should there be a concern for the maintenance of the therapeutic effect over time in older patients, which may lead to more intense monitoring for these patients. Certainly, studies with larger numbers of patients are needed to draw firm conclusions. Τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί πολύ οι διαθλαστικές επεμβάσεις, κάτι που οδηγεί ασθενείς με διαθλαστικές ανωμαλίες πιο εύκολα στην απόφαση να υποβληθούν σε μία επέμβαση που διευκολύνει την καθημερινότητά τους (Mahdavi et al., 2008). Σε αυτό έχει παίξει σημαντικό ρόλο η εξέλιξη στην τεχνολογία της απεικόνισης των ιστών του οφθαλμού και ιδίως του κερατοειδή, που με την ακρίβεια των μετρήσεων που προσφέρει, εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό το άρτιο διαθλαστικό αποτέλεσμα.Ο κερατοειδής είναι ο ιστός που δέχεται την επέμβαση και γι’ αυτό κάθε στρώμα του μελετάται διεξοδικά με τοπογραφικούς χάρτες. Τα τελευταία χρόνια έχει τραβήξει το επιστημονικό ενδιαφέρον το επιθήλιο του κερατοειδή, επειδή είναι η πρώτη ανατομικά στιβάδα και έτσι βάλλεται περισσότερο σε ορισμένες διαθλαστικές επεμβάσεις (όπως η διεπιθηλιακή φωτοδιαθλαστική κερατεκτομή -trans PRK- που θα μελετήσουμε ).ΣΚΟΠΟΣ. Ασχοληθήκαμε με τη μελέτη του πάχους του κερατοειδούς και της επιθηλιακής του στιβάδας πριν και μετά από διαθλαστικές επεμβάσεις trans PRK που γίνονται για να διορθώσουν διαθλαστικές ανωμαλίες, με στόχο να αναλύσουμε τις μεταβολές που δημιουργούνται μετά από κάθε επέμβαση. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ. Μελετήσαμε και καταγράψαμε τις αλλαγές που συμβαίνουν στον κερατοειδή μετά από τις διαθλαστικές επεμβάσεις trans PRK με τη βοήθεια του Anterior Segment Optical Coherence Tomography (AS OCT). Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 30 οφθαλμοί από ασθενείς, οι οποίοι μετά από σχετική ενημέρωση για το αντικείμενο της μελέτης, και αφού υπέγραψαν το σχετικό έγγραφο συναίνεσης, υποβλήθηκαν στις μετρήσεις, όπως αυτές είναι καθορισμένες από το πρωτόκολλο της μελέτης. Σύμφωνα με αυτό, μετρήθηκε το πάχος του κερατοειδή και του επιθηλίου προ-εγχειρητικά στους τρείς μήνες και έξι μήνες μετεγχειρητικά με το A-S OCT. Συγκεκριμένα μελετήθηκε το πάχος του κερατοειδή κεντρικά (Central Corneal Thickness), στη μέση περιφέρεια (3 mm) και σε ακτίνα 5mm, και το πάχος του επιθηλίου (Epithelial Thickness) κεντρικά, στη μέση περιφέρεια (3mm) και σε ακτίνα 5mm.Το σύνολο των ασθενών χωρίστηκε σε υποομάδες ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και το βαθμό της διαθλαστικής τους ανωμαλίας. Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε κάθε υποομάδα προεγχειρητικά και στους τρείς και έξι μήνες μετεγχειρητικά.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.Κατά τη μελέτη τόσο του πάχους του κερατοειδή, όσο και του πάχους του επιθηλίου του κερατοειδή, δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των μετρήσεων στους τρείς και τους έξι μήνες μετεπεμβατικά. Συνεπώς φάνηκε ότι η επούλωση του επιθηλίου του κερατοειδή έχει ολοκληρωθεί στους τρεις μήνες μετά από διαθλαστική επέμβαση trans PRK, και παρατηρήθηκαν μικρές αυξομειώσεις στο εξάμηνο που κάναμε την τελευταία μέτρηση μετά την επέμβαση. Όπως υποδεικνύει η στατιστική ανάλυση, πιθανώς σε κάποιες από αυτές τις υποομάδες, όπως το πάχος του κερατοειδούς και του επιθηλίου στις μεγαλύτερες ηλικιακά ομάδες για παράδειγμα, εάν το στατιστικό δείγμα ήταν μεγαλύτερο ίσως τελικά να καταγράφονταν στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ τους.Σε αυτήν τη μελέτη χρησιμοποιήσαμε ένα Spectral Domain AS-OCT, το Heidelberg (Heidelberg Engineering GmbH), το οποίο μας παρέχει γρήγορη και αξιόπιστη ανάλυση, και για το οποίο δεν υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφία στην μέτρηση του πάχους του κερατοειδή και του επιθηλίου του. Συνεπώς, η αξιοπιστία του μηχανήματος μας επιτρέπει να αναρωτηθούμε αν πέρα από το ποσοτικό σκέλος, δηλαδή την τελική οπτική οξύτητα και την επίτευξη εμμετρωπίας, υπάρχει στις μεγαλύτερες ηλικίες ανησυχία όσον αφορά την διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος με την πάροδο του χρόνου, κάτι που ίσως να κάνει επιτακτική την ανάγκη για μεγαλύτερη παρακολούθηση στους ασθενείς αυτούς. Σίγουρα, μελέτες με μεγαλύτερο αριθμό ασθενών απαιτούνται για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων. 229 333 374 Μελέτη της επίδρασης της ενεργοποίησης του υποδοχέα των οιστρογόνων τύπου Β (ERβ) με ειδικούς προσδέτες στη λειτουργία των Β κυττάρων κατά την αυτοανοσία The Immune System is a host defense system comprising many biological structures and processes that protects against disease. In order to function properly, the human organism must detect a wide variety of agents, such as viruses, bacteria, or parasites with the contribution of a large number of cell populations. However, the Immune System sometimes produces cells that are capable of being reactive with self-antigens resulted to the attack of healthy cells. These self-reactive cells can be prevented through Peripheral and Central Immunity, but if they are not restricted, they lead to autoimmunity. One prominent example of an autoimmune disease is Multiple Sclerosis (MS), which affects a large section of the world population. Studies have demonstrated that T helper cells, especially Th1 and Th17, are highly implicated this disease progression. Many research groups have shown that molecules which bind to the estrogen receptor β (ER-β), restrict the inflammation of the Central Nervous System (CNS). The synthetic ligands of this receptor, PHTPP and Indazole-Cl, suppress Th17 cells. The past few years, two distinct population of B cells have been characterized, CD138+ CD44hi and CD1dhi CD5+, with regulatory function through the secretion of cytokines, IL-10 and IL-35. This work aimed to investigate the effects of two well-described ERβ ligands, PHTPP and Indazole-Cl, on B cells in those two B cell populations. We observed that in the presence of these ligands, the expression of transcription factors that affect differentiation and maturation is upregulated along with the expression of the IL-10 cytokine. On the other hand, the expression of the pro-inflammatory cytokine 6 is reduced and the proliferation of naive T cells is suppressed, whereas the differentiation of T regulatory cells is increased. Furthermore, we dectected a significant reduction at the symptoms of mice with Experimental Autoimmune Encephalomyelitis (EAE), after adoptive transfer of wild type B cells. Collectively, it is clear that the ligands PHTPP and Indazole-Cl have inductive role at B regulatory cells. This could provide a pharmaceutical target for future in order to cure autoimmune diseases. Ένα από τα βασικότερα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού είναι το ανοσοποιητικό σύστημα. Το ανοσοποιητικό σύστημα παρέχει τη βασική άμυνα του οργανισμού σε περίπτωση μόλυνσης από ιό, βακτήριο ή παράσιτο με τη συμβολή μια πληθώρας κυτταρικών πληθυσμών. Ωστόσο, το σύστημα αυτό έχει τη πιθανότητα να κάνει λάθη και να παράγει κύτταρα, τα οποία δρουν εναντίον του ίδιου του οργανισμού. Άλλες φορές τα λάθη αυτά διορθώνονται μέσω της περιφερικής και της κεντρικής ανοχής, άλλες φορές όμως δεν διορθώνονται και οδηγούν στην αυτοανοσία. Ένα παράδειγμα αυτοάνοσου νοσήματος είναι η σκλήρυνση κατά πλάκας, η οποία μαστίζει ένα μεγάλο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού. Ερευνητές έχουν δείξει ότι τα Τ βοηθητικά κύτταρα, Th1 και Th17, είναι οι κύριοι παθογονικοί πληθυσμοί, που εμπλέκονται στην πορεία εξέλιξης της νόσου. Στην προσπάθεια τους πολλές ερευνητικές ομάδες να ανακαλύψουν φαρμακευτικούς στόχους για τη βελτίωση των συμπτωμάτων τη ασθένειας, ανακάλυψαν ότι μόρια, που προσδένουν στον υποδοχέα των οιστρογόνων τύπου Β(ΕΚβ) περιορίζουν τη φλεγμονή του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Συγκεκριμένα έχει βρεθεί ότι οι συνθετικοί προσδέτες του ΕΚβ, PHTPP και Indazole-Cl καταστέλλουν τα Th17 κύτταρα. Τα τελευταία χρόνια έχουν χαρακτηριστεί δύο πληθυσμοί Β κυττάρων, οι οποίοι εμφανίζουν ρυθμιστική δράση μέσω της έκκρισης κυτταροκινών κατά τη διάρκεια αυτοάνοσων νοσημάτων. Οι πληθυσμοί αυτοί ονομάζονται CD138+ CD44hl και CD1dhtCD5+ Β κύτταρα και έχει ανακαλυφθεί, ότι έχουν σημαντική συμβολή μέσω της έκκρισης της IL-10 και IL-35 κυτταροκίνης. Στην παρούσα ερευνητική μελέτη, ασχοληθήκαμε με τη επίδραση των ERβ προσδετών PHTPP και Indazole-Cl στα Β κύτταρα, και συγκεκριμένα σ’ αυτούς τους Β κυτταρικούς πληθυσμούς. Παρατηρήσαμε ότι παρουσία των προσδετών αυτών, τα Β κύτταρα αυξάνουν τη έκφραση των μεταγραφικών παραγόντων διαφοροποίησης και ωρίμανσής τους και την έκκριση της ρυθμιστικής IL-10, ενώ μειώνουν την έκκριση της προφλεγμονώδους IL-6. Επίσης καταστέλλουν το πολλαπλασιασμό των πρόωρων Τ κυττάρων και επάγουν αυξημένη διαφοροποίηση των ρυθμιστικών πληθυσμών των T κυττάρων. Παράλληλα, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση στα συμπτώματα του πειραματικού μοντέλου για τη σκλήρυνση κατά πλάκας (πειραματική αυτοάνοση εγκεφαλομυελίτιδα) με τη χορήγηση Β κυττάρων άγριου τύπου. Συνεπώς, είναι εμφανές, ότι οι προσδέτες PHTPP και Indazole-Cl παίζουν σημαντικό επαγωγικό ρόλο στα Β ρυθμιστικά κύτταρα και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στη δημιουργία μελλοντικού φαρμακευτικού στόχου για τις αυτοάνοσες ασθένειες. 230 163 139 Η βιωσιμότητα/ αποπτωτική τάση των μονοπύρηνων λεμφοκυττάρων ως δείκτης φυσικής κατάστασης αιμοκαθαρώμενων ασθενών με νεφρική ανεπάρκεια Interdialytic aerobic exercise has been shown to have a positive impact on both the improvement of the prognosis of Chronic Kidney Disease (CKD) and the efficacy of hemodialysis in the management of CKD. Aerobic exercise was also shown to trigger an inflammatory response causing increased white blood cell death, potentially through triggering leucosyte apoptosis. We have investigated the effects of a regime of interdialytic aerobic exercise on the levels of white blood cell apoptosis in the blood of a cohort of CKD patients who have been subjected to hemodialysis. The ratio of living, apoptotic and necrotic cells in circulation was determined by specific staining of isolated leukocytes obtained both prior to and post exercise. Although the ratio of circulating live white blood cells was shown to decrease post exercise, no significant change was observed in the levels of leukocyte apoptosis. The opposite was true of the levels of leukocyte necrosis potentially hinting towards necrosis as the causative factor for white blood cell death. Έχει αποδειχτεί πως η αερόβια άσκηση έχει θετικό αποτέλεσμα τόσο στην βελτίωση της συμπτωματολογίας της χρόνιας νεφρικής νόσου (ΧΝΝ) όσο και στην ενίσχυση του αποτελέσματος της αιμοκάθαρσης στην διαχείριση της ΧΝΝ. Επίσης είναι γνωστό πως η αερόβια άσκηση μπορεί να πυροδοτήσει ανοσολογική αντίδραση προκαλώντας έτσι τον θάνατο λευκοκυττάρων πιθανώς δια της αποπτωτικής οδού. Διερευνήσαμε τα αποτελέσματα ενός προγράμματος διαδιαλυτικής αερόβιας άσκησης στα επίπεδα απόπτωσης των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα αιμοκαθαρόμενων ασθενών με ΧΝΝ. Οι σχετικοί αριθμοί των ζώντων, αποπτωτικών και νεκρωτικών κυττάρων προσδιορίστηκαν μικροσκοπικά με ειδική χρώση. Παρότι αποδείχτηκε ότι το ποσοστό των ζώντων κυττάρων μειώθηκε μετά την άσκηση, δεν παρατηρήθηκε μείωση του επιπέδου των αποπτωτικών κυττάρων στην κυκλοφορία, πιθανώς υποδεικνύοντας την νέκρωση σαν την κύρια πηγή του κυτταρικού θανάτου των λευκών αιμοσφαιρίων. 231 144 167 Το νομικό πλαίσιο και η σύγχρονη δικαστηριακή πρακτική της μεταθανάτιας τεχνητής γονιμοποίησης στην Ελλάδα Law 3089/2002 established in article 1457 of the Civil Code the post mortem artificial fertilization, in other words the creation of desce-ndants via the medical science, and more particular via the use of scientific methods of cryopreserved genetic material such as sperm, eggs or fertilized eggs of one of the husbands or partners after his or her death. Firm conditions for the ability to access post mortem fertilization are judicial permission, illness, notarization consent and time restriction of six months to two years from death. The post mortem artificial fertilization is allowed only to heterosexual couples. There are only a few published cases in Greece related to post mortem artificial fertilization, which however are of a great legal importance. Throughout Europe there are countries allowing poste mortem artificial fertilization, countries explicitly prohibiting it and countries that have not adopted a relevant legal framework yet. O N. 3089/2002 καθιέρωσε στο άρθρο 1457 του Αστικού Κώδικα την μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση δηλαδή τη δημιουργία απογόνων με τη συνδρομή της ιατρικής επιστήμης και πιο συγκεκριμένα με την χρήση των επιστημονικών μεθόδων του κρυοσυντηρημένου γεννη-τικού υλικού δηλαδή του σπέρματος, του ωαρίου ή του γονιμοποι-ημένου ωαρίου μετά το θάνατο ενός εκ των συζύγων ή ενός εκ των συντρόφων που τελούσαν σε ελεύθερη συμβίωση. Βασικές προϋποθέσεις για τη δυνατότητα προσφυγής στην μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση είναι η δικαστική άδεια, η ασθένεια, η συμβολαιογραφική συναίνεση του αποβιώσαντα και ο χρονικός περιορισμός των έξι μηνών από το θάνατο έως και δύο χρόνια από το θάνατο. Η μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση αναγνωρίζεται μόνο σε ετερόφυλα ζευγάρια. Στην Ελλάδα υπάρχουν ελάχιστες δημοσιευμένες υποθέσεις σχετικές με την μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση που ωστόσο παρουσιάζουν ιδιαίτερο νομικό ενδιαφέρον. Στην Ευρώπη υπάρχουν χώρες που επιτρέπουν την μεταθανάτια τεχνητή γονιμοποίηση, χώρες που την απαγορεύουν ρητά και χώρες που δεν έχουν ακόμη υιοθετήσει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο. 232 9 11 Teaching greek language in intercultural schools in Secondary Education: Η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας σε διαπολιτισμικά σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης: 233 232 216 Dementia is a neurodegenerative disease that causes a severe decline in cognitive functions such as speech and memory and that gradually leads to the patient’s complete loss of independence. The increase of life expectancy of the global population leads to the increase of the percentage of older people globally but also, possibly the number of patients of dementia. Since there is not yet a cure that can stop the progression of the disease, the main aim of the scientific community is to improve the quality of life of patients with dementia. It is necessary, therefore, to implement the measurement scales of life quality in dementia patients and their carers in order to determine the priorities in treating the disease and the development of specialized medical and social services. Especially in Greece, this matter is mostly important, as the care of dementia patients depends mainly on the family member carers. The present literature review aims to show the importance of the assessment of the life quality of dementia patients and the burden of their carers within the characteristics of this particular disease and its progression. In conclusion the importance of the measurement of life quality in everyday clinical practice in dementia patients in the present study was underlined. Furthermore, it is of utter importance further studies to be carried out in order to estimate the quality of life and carers burden in Greece. Η άνοια αποτελεί μια νευροεκφυλιστική ασθένεια η οποία προκαλεί έκπτωση τόσο των γνωστικών, όσο και των κοινωνικών λειτουργιών, με αποτέλεσμα τελικά ο ασθενής να χάνει πλήρως την αυτονομία του. Λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού τελικά αυξάνεται και η συχνότητα της νόσου, με αποτέλεσμα οι κοινωνικές επιπτώσεις να αυξάνονται διαρκώς. Για την άνοια μέχρι σήμερα δεν υπάρχει κάποια θεραπεία με αποτέλεσμα οι βασικοί στόχοι στην αντιμετώπιση της ασθένειας να είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Είναι λοιπόν σημαντικό να αναπτυχθούν τα κατάλληλα εργαλεία προκειμένου να εκτιμηθεί η ποιότητα ζωής των ασθενών και να εντοπιστούν εκείνοι οι παράγοντες που τη βελτιώνουν ή την υπονομεύουν τόσο για τους ασθενείς όσο και για τους φροντιστές. Το ζήτημα αυτό είναι μάλιστα φλέγον για τη χώρα μας καθώς η φροντίδα των ηλικιωμένων αφορά εξολοκλήρου σχεδόν την οικογένεια. Στην παρούσα εργασία έγινε μια προσπάθεια ανάδειξης της σημασίας της εκτίμησης της ποιότητας ζωής των ανοϊκών ασθενών, αλλά και της επιβάρυνσης των φροντιστών τους, υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και της εξέλιξης της νόσου. Παρά τις μέχρι σήμερα οι αντιλήψεις, από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση που πραγματοποιήθηκε βρέθηκε ότι η ποιότητα ζωής για τους ασθενείς παρά το νόσημα τους, είναι εξίσου σημαντική με το γενικό πληθυσμό. Ακόμα, είναι σημαντικό να γίνουν περεταίρω μελέτες για το ζήτημα αυτό στη χώρα μας 234 318 395 Μελέτη του προτύπου της κατανομής των φωσφολιπιδίων στην κυτταρική μεμβράνη ερυθρών αιμοσφαιρίων από ασθενείς με καρδιαγγειακή νόσο The aim of the present study, was to study the correlation of structural and functional hydrophilic erythrocyte membrane lipids with clinical findings relating to the pathophysiology of Dilated Cardiomyopathy as a paradigm of cardiovascular disease. Lipids comprise a major part of the organic milieu ranking second to proteins. Three types of hydrophilic lipids partake in biomembrane structure: phosphoglycerides, sphingolipids and sterols. According to the model of fluid mosaic, the outer surface of the red blood cell membrane contains mainly Phosphatidyl-choline (PC) and Sphingomyelin (SM) while the inner part contains mainly aminophospholipids PE, PS and in small quantities PI. The term «heart disease» refers to any disease affecting the cardiovascular system. The experimental material was derived from 35 patients of whom five were women and 30 were men. The age range of the men was 38-83 (60,5± 22,5) years and of the women 59-64 (61,5 + 2,5) years. Total lipids were isolated from hemoglobin-depleted red blood cells (RBC ghosts). Hydrophilic lipid analysis (phospholipids and cholesterol) was done with T.L.C. (thin layer chromatography). SM amounted to less than 10% of total hydrophilic lipid mass in 62.8% of the patients surveyed. Although the usual PC content of the plasma membranes is 17%, the results presented, encompass a wide range of values from 6.22 to 28.625% . PS content was either close to zero or much higher than normal (6%) .No PI was detectable in 68% of the patients. Although PE theoretically represents16% of the total hydrophilic lipid content of the RBC membrane in the present study it was detected within a range 0 to 40,72% .Only 25% of patients had cholesterol levels considerably higher than normal. The distribution of hydrophilic lipids in each patient is different by comparison to the others. The RBC phospholipid profile analysis of the patient, is a potential provider of specific findings that relate to the pathophysiology of cardiovascular disease and possibly other ailments of metabolic etiology. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η συσχέτιση της κατανομής των δομικών και λειτουργικών υδρόφιλων λιπιδίων στις μεμβράνες των ερυθροκυττάρων με κλινικά ευρήματα που περιγράφουν την παθοφυσιολογία της καρδιαγγειακής νόσου και συγκεκριμένα με τη Διατατική Μυοκαρδιοπάθεια. Πρόκειται για ένα πιλοτικό πειραματικό πρωτόκολλο με προοπτική επέκτασης σε μεγαλύτερες ομάδες ασθενών και απώτερους σκοπούς α) την αναζήτηση βιολογικών δεικτών πρόγνωσης και β) την μελέτη των μηχανισμών προδιάθεσης και έκφρασης της νόσου. Τα λιπίδια αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της οργανικής μάζας μετά τις πρωτεΐνες .Στη σύνθεση βιομεμβρανών συμμετέχουν κυρίως τρεις τύποι λιπιδίων : τα φωσφογλυκερίδια, τα σφιγγολιπίδια και οι στερόλες. Ως μεμβράνη που δομείται σύμφωνα με το μοντέλο του ρευστού μωσαϊκού , η μεμβράνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων διαθέτει στην εξωτερική πλευρά διαφορετικά λιπίδια απ’ ότι στην εσωτερική της. Στην εξωτερική της στιβάδα περιέχει φωσφατιδυλοχολίνη (PC) και σφιγγομυελίνη (SM), ενώ στην εσωτερική της κυρίως αμινοφωσφολιπίδια δηλαδή φωσφατιδυλοαιθανολαμίνη (PE) , φωσφατιδυλοσερίνη(PS) και σε μικρές ποσότητες φωσφατιδυλοϊνοσιτόλη (PI) .Ο όρος «καρδιοπάθεια» αναφέρεται σε οποιαδήποτε ασθένεια που επηρεάζει το καρδιαγγειακό σύστημα. Το πειραματικό υλικό προήλθε από 35 ασθενείς εκ των οποίων οι 5 ήταν γυναίκες και οι 30 άνδρες. Το εύρος ηλικίας των ανδρών ήταν 38 έως 83(60,5±22,5) έτη και των γυναικών 59 έως 64(61,5±2,5) έτη. Ολικά λιπίδια απομονώθηκαν από ερυθρά αιμοσφαίρια από τα οποία αφαιρέθηκε προηγουμένως η αιμοσφαιρίνη (Red Blood Cell ghosts : RBC ghosts). Ανάλυση των υδρόφιλων λιπιδίων (φωσφολιπίδια, χοληστερόλη) έγινε με χρωματογραφία λεπτής στοιβάδας (Thin Layer Chromatography : T.L.C.) σε κατάλληλο σύστημα οργανικών διαλυτών. Το 62.8% των ασθενών παρουσιάζει SM σε ποσότητες μικρότερες του 10%. Αν και συνήθως η ποσότητα της PC στις πλασματικές μεμβράνες είναι περίπου στο 17% , τα αποτελέσματα που παρουσιάστηκαν δείχνουν μεγάλο εύρος τιμών από 6,22 έως 28,625 %.Στα αποτελέσματα της PS παρατηρούνται είτε μηδενικές τιμές είτε πολύ μεγαλύτερες του φυσιολογικού, δηλαδή του 6%. Σε 68% των ασθενών απουσίαζε η PI. Αν και η PE θεωρητικά αντιπροσωπεύει το 16% των υδρόφιλων λιπιδίων στη μεμβράνη των RBCs, στα αποτελέσματα παρουσιάζει εύρος τιμών από 0 έως 40,72 %.Μόνο το 25% των ασθενών εμφάνισε ποσοστά χοληστερόλης μεγαλύτερα του φυσιολογικού. Η κατανομή των λιπιδίων στον κάθε ένα ασθενή διαφέρει σε σύγκριση με τους υπολοίπους. Η ανάλυση του φωσφολιπιδικού προφίλ των RBC ghosts του ασθενούς, φαίνεται ότι παρέχει εξειδικευμένες πληροφορίες που σχετίζονται με την παθοφυσιολογία της καρδιαγγειακής νόσου και πιθανόν άλλων νόσων με μεταβολική αιτιολογία. 235 157 160 This paper attempts to approach special education, especially people with disabilities, through the perspective of children's literature. It is a subject that has not been analyzed much but only sporadically. Firstly, the theoretical background is recorded, which is necessary to guide the reader to a better understanding of the paper and the meanings it intends to pass. The theoretical framework is structured around the terms: definition of children's literature, thematology, ideology in children's literature and finally the heterogeneity in children's literature. Next, books of children’s literature that have in common the people with disabilities are analyzed. An analysis of history is attempted, an outline of characters, social environment attitude towards people with disabilities, solutions proposed by his / her respective author, ideological position and conclusions. At the end of this paper there are listed the conclusions made after the overall writing and reading, regarding the contribution and impact of children's literature in the field of special education. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να προσεγγίσει την ειδική αγωγή και συγκεκριμένα τα άτομα με αναπηρία, μέσα από τη σκοπιά της παιδικής λογοτεχνίας. Πρόκειται για ένα θέμα που λίγο έχει αναλυθεί παρά μόνο σποραδικά. Αρχικά, καταγράφεται το θεωρητικό υπόβαθρο το οποίο είναι απαραίτητο ώστε να οδηγηθεί ο αναγνώστης σε μια καλύτερη κατανόηση της εργασίας και των νοημάτων που σκοπεύει να περάσει. Το θεωρητικό πλαίσιο δομείται γύρω από τους όρους: ορισμός της παιδικής λογοτεχνίας, θεματογραφία, ιδεολογία στην παιδική λογοτεχνία και τέλος ετερότητα στην παιδική λογοτεχνία. Στο επόμενο μέρος αναλύονται τα βιβλία παιδικής λογοτεχνίας τα οποία έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό τα άτομα με αναπηρία. Επιχειρείται δηλαδή μία ανάλυση της ιστορίας, μια σκιαγράφηση χαρακτήρων, αντιμετώπιση κοινωνικού περιβάλλοντος απέναντι στα άτομα με αναπηρία, λύσεις που προτείνει ο/η εκάστοτε συγγραφέας, ιδεολογική τοποθέτηση και συμπεράσματα. Στο τέλος της εργασίας παραθέτονται τα συμπεράσματα που επήλθαν ύστερα από τη συνολική συγγραφή και ανάγνωσή της, αναφορικά με τη συμβολή και την επίδραση της παιδικής λογοτεχνίας στον τομέα της ειδικής αγωγής. 236 209 211 Αξιολόγηση δεικτών και παραμέτρων που επηρεάζουν την πρόγνωση σε ασθενείς με οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο The modern approaches to stroke, which expand the factors that are likely to be related to their prognosis, despite being particularly useful, require the expert's alertness to continuously and carefully review and regulate the accuracy of their conclusions, while intensifying the need to confirm the aforementioned conclusions and results. The postgraduate thesis at hand attempts to enhance the respective literature on both the indicators and the parameters that influence the prognosis of patients with Stroke, while emphasizing on the evaluation of newer and partially confirmed risk factors that may influence their prognosis (lesion localized in the left or right brain hemisphere, in the anterior or posterior circulation, low T3 syndrome, acute stroke complication with respiratory infection and systolic blood pressure and glucose values at the time when the patients reach ER). The information used was drawn from dossiers of patients of all ages hospitalized at the Neurological Clinic of the General Hospital of Athens "Korgialenio - Benakeio"- Greek Red Cross, covering a period of one year (July 2017 – June 2018). A total of 468 individuals, of which 270 were males and 198 females, with an average age of 69 years and a standard deviation of 14 years were examined, using a combination of descriptive and inductive statistical analysis. Οι σύγχρονες προσεγγίσεις των Αγγειακών Εγκεφαλικών Επεισοδίων (ΑΕΕ), με τη διεύρυνση των παραγόντων που πιθανώς σχετίζονται με την πρόγνωση τους, παρότι ιδιαιτέρως χρήσιμες, απαιτούν την εγρήγορση του ειδικού, για τον συνεχή και επιστάμενο έλεγχο της ορθότητας των συμπερασμάτων τους, εντείνοντας παράλληλα την ανάγκη επιβεβαίωσης των προαναφερθέντων αποτελεσμάτων. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία επιχειρεί να ενισχύσει τη βιβλιογραφία που αφορά αφενός τους δείκτες και αφετέρου τις παραμέτρους που επηρεάζουν την πρόγνωση σε ασθενείς με Οξύ ΑΕΕ, δίνοντας έμφαση στην αξιολόγηση νεότερων και μερικώς επιβεβαιωμένων παραγόντων κινδύνου που ενδέχεται να επηρεάζουν την πρόγνωση των ΑΕΕ (εντόπιση βλάβης στο αριστερό ή δεξιό ημισφαίριο, στην πρόσθια ή στην οπίσθια κυκλοφορία, χαμηλή τιμή ορμόνης Τ3, επιπλοκή του ΑΕΕ με λοίμωξη του αναπνευστικού και τιμές συστολικής αρτηριακής πίεσης και γλυκόζης κατά την προσέλευση ασθενών με ΑΕΕ στο ΤΕΠ). Το υλικό συλλέχθηκε από φακέλους ασθενών όλων των ηλικιών που νοσηλεύθηκαν στη Νευρολογική κλινική του Γ.Ν.Α. «Κοργιαλένειο - Μπενάκειο» Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός, για χρονικό διάστημα διάρκειας ενός έτους (Ιούλιος 2017 έως Ιούνιος 2018). Συνολικά εξετάζονται, με συνδυασμό περιγραφικής και επαγωγικής στατιστικής ανάλυσης, 468 άτομα, εκ των οποίων 270 άνδρες και 198 γυναίκες, με μέσο όρο ηλικίας τα 69 έτη και τυπική απόκλιση τα 14 έτη. 237 345 381 Effects of electrical stimulation on macrophage populations during regeneration and repair in a rat limb amputation model Επιδράσεις της ηλεκτρικής διέγερσης στους πληθυσμούς των μακροφάγων κατά την αναγέννηση και την επιδιόρθωση σε ακρωτηριασμένα άκρα μοντέλων αρουραίων Limb loss due to disease, trauma and congenital deformities, is a devastating disability. Although many current available reconstructive treatments help to minimize disability, each of these approaches accompanied by postoperative complications and risks. The optimal solution would be to harness the body's existing regenerative capabilities to regrow new limbs. Many studies show that the innate immune system activates inflammatory cytokines, signals and growth factors responsible for modulating the early inflammatory response in tissue regeneration. Macrophages are essential and early participants in the innate immune system response to injury and important regulators of tissue regeneration. Recently, attempts have been made to improve the regenerative process using low voltage electrical stimulation (ES). ES has been shown to influence macrophage behavior in vitro. The aim of the present study is to investigate the effect of direct current ES (DC-ES) on macrophage populations in rat amputated limb stumps. To do so Sprague Dawley rats were divided into three treatment groups: ES (treated with low voltage direct current electrical stimulation), Sham (treated with disabled device without applying electrical current), and Control (no treatment) (n=5). After 3, 7, and 28 days the animal's amputated right limbs were collected and processed for immunohistochemical analysis to identify and count three macrophage populations: M (all types of macrophages as well as cells from the same monocyte lineage), Ml (classically activated and pro-inflammatory macrophages), and M2 (alternative activated and anti-inflammatory macrophages). Using two different counting strategies (automated and manual), we observed that M1 and M2 macrophage populations were increased in ES treated limb stumps compared to Control and Sham stumps at day 3. M macrophage populations were not affected by ES treatment at any of the time points. These findings support our hypothesis that Ml and M2 macrophage populations respond to ES, in our rat amputated limb model at early stages after injury. These findings could give rise to the development of new techniques and strategies to improve and or stimulate regeneration through immunological pathways using ES treatments. Η απώλεια του άκρου λόγω ασθενειών, τραυμάτων και συγγενών ανωμαλιών αποτελεί σοβαρό βαθμό αναπηρίας. Παρά το γεγονός ότι πολλές από τις πρόσφατα διαθέσιμες επανορθωτικές θεραπείες βοηθούν στην ελαχιστοποίηση της αναπηρίας, καθεμία από αυτές συνοδεύεται από μετεγχειρητικές επιπλοκές και κινδύνους. Η βέλτιστη λύση θα ήταν να αξιοποιηθούν οι ήδη υπάρχουσες δυνατότητες αναγέννησης του σώματος στην ανάπτυξη νέων άκρων. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι το έμφυτο ανοσοποιητικό σύστημα ενεργοποιεί φλεγμονώδεις κυτοκίνες, σήματα και αυξητικούς παράγοντες υπεύθυνους για τη ρύθμιση της πρώιμης φλεγμονώδους απόκρισης στην αναγέννηση των ιστών. Τα μακροφάγα είναι αρχικοί και απαραίτητοι συμμετέχοντες στην έμφυτη απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος σε τραυματισμούς και σημαντικοί ρυθμιστές της αναγέννησης των ιστών. Πρόσφατα έγιναν προσπάθειες για τη βελτίωση της διαδικασίας αναγέννησης χρησιμοποιώντας ηλεκτρική διέγερση χαμηλής τάσης (ES). Η ES έχει αποδειχθεί ότι επηρεάζει τη συμπεριφορά των μακροφάγων in vitro. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της επίδρασης της ηλεκτρικής διέγερσης συνεχούς ρεύματος (DC-ES) στους πληθυσμούς των μακροφάγων σε ακρωτηριασμένα άκρα αρουραίων. Για την πραγματοποίηση αυτής της μελέτης, αρουραίοι του είδους Sprague Dawley χωρίστηκαν σε τρεις πειραματικές ομάδες: ES (υποβλήθηκαν σε χαμηλής τάσης ηλεκτρική διέγερση συνεχούς ρεύματος), Sham (υποβλήθηκαν στην χορήγηση ηλεκτροδίου ES ανίκανου να χορηγήσει ηλεκτρικό ρεύμα), και Control (χωρίς ηλεκτρόδιο και ηλεκτρικό ρεύμα)(η=5). Μετά από 3, 7 και 28 ημέρες τα ακρωτηριασμένα άκρα των ζώων συλλέχθηκαν και υποβλήθηκαν σε επεξεργασία για ανοσοϊστοχημική ανάλυση προκειμένου να προσδιοριστούν και να καταμετρηθούν τρείς πληθυσμοί των μακροφάγων: Μ (όλοι οι τύποι μακροφάγων καθώς και κύτταρα που προέρχονται από την ίδια μονοκυτταρική σειρά), Μ1 (κλασικώς ενεργοποιημένα & προ-φλεγμονώδη μακροφάγα) και Μ2 (εναλλακτικώς ενεργοποιημένα & αντιφλεγμονώδη μακροφάγα). Χρησιμοποιώντας δυο διαφορετικές στρατηγικές καταμέτρησης (αυτοματοποιημένη και χειροκίνητη), παρατηρήσαμε ότι την 3η ημέρα οι πληθυσμοί των μακροφάγων Μ1 και Μ2 αυξήθηκαν στα κολοβώματα των άκρων που υποβλήθηκαν σε αγωγή με ES σε 4 σύγκριση με τα κολοβώματα των ομάδων Control και Sham. Ο πληθυσμός M των μακροφάγων δεν επηρεάστηκε από την ES σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο. Αυτά τα ευρήματα υποστηρίζουν την υπόθεση, ότι οι πληθυσμοί των μακροφάγων Μ1 και Μ2 ανταποκρίνονται στην ES κατά τα αρχικά στάδια του ακρωτηριασμού των άκρων αρουραίων και θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νέων τεχνικών και στρατηγικών για την βελτίωση της αναγέννησης μέσω των ανοσολογικών οδών χρησιμοποιώντας θεραπείες ES. 238 290 293 IL-6 και TNFa στο ήπαρ σε μοντέλο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης. Aim: to study the hepatoprotective role of silibilin in ischemia – reperfusion injury of the liver. Material and methods: 63 male Wistar rats, 14 – 16 weeks old, weighing 220 – 350 grams each were classified randomly into three groups. The Sham group consisted of 7 rats, which were subjected to sham operation, the Control group consisted of 28 rats which were subjected to ischemia – reperfusion injury of the liver without administration of silibilin and the Silibilin group which consisted of 28 rats that underwent hepatic ischemia with administration of silibilin prior to reperfusion. The Control group and the Silibilin group were further subdivided into 4 subgroups based at the duration of the reperfusion, which was 60, 120, 180 and 240 minutes, respectively. After the designated for each subgroup reperfusion time, the rats were euthanized and the hepatic levels of IL-6 and TNFa were measured by means of immunohistochemistry. The statistical analysis was performed using the R programming language (version 3.5). Results: In the Sham group no expression of IL-6 and TNFa was detected in the liver. The hepatoprotective properties of silibilin in ischemia – reperfusion injury of the liver, as depicted in liver tissue levels of IL-6 and TNFa, were detected at 180 minutes from reperfusion and silibilin continued to act hepatoprotectively also at 240 minutes from reperfusion. The rationale of these observations could lie in the fact that many actions of silibilin are mediated by intracellular signal transduction pathways and require gene transcription and protein synthesis, which in turn are time – consuming. Conclusions: This study exhibited the hepatoprotective properties of silibilin in ischemia - reperfusion injury of the liver, which seems to be time – dependent, considering that it showed up at 180 minutes from reperfusion. Σκοπός: μελέτη της ηπατοπροστατευτικής δράσης της σιλιμπινίνης στην βλάβη ισχαιμίας - επαναιμάτωσης του ήπατος. Υλικό και μέθοδοι: 63 άρρενες επίμυες Wistar ηλικίας 14 – 16 εβδομάδων και βάρους 220 – 350 γραμμάρια οι οποίοι κατατάχθηκαν με τυχαίο τρόπο σε 3 ομάδες. Η ομάδα Sham αποτελείτο από 7 επίμυες οι οποίοι υποβλήθηκαν σε εικονικό χειρουργείο, η ομάδα ελέγχου (Control) αποτελείτο από 28 επίμυες οι οποίοι υποβλήθηκαν σε ισχαιμία και επαναιμάτωση του ήπατος χωρίς χορήγηση σιλιμπιλίνης και η ομάδα της σιλιμπιλίνης, αποτελούμενη από 28 επίμυες οι οποίοι υποβλήθηκαν σε ισχαιμία ήπατος και στους οποίους προ της επαναιμάτωσης χορηγήθηκε σιλιμπινίνη. Η ομάδα ελέγχου και η ομάδα της σιλιμπινίνης χωρίστηκαν περαιτέρω σε 4 υποομάδες η καθεμιά, με βάση την διάρκεια της επαναιμάτωσης (60, 120, 180 και 240 λεπτά, αντίστοιχα). Μετά την πάροδο της εκάστοτε περιόδου επαναιμάτωσης, οι επίμυες θυσιάζονταν και μετρήθηκαν με μεθόδους ανοσοϊστοχημείας τα επίπεδα της IL-6 και του TNFa στο ήπαρ. Η στατιστική ανάλυση έγινε με την γλώσσα προγραμματισμού R (έκδοση 3.5). Αποτελέσματα: Στην ομάδα Sham παρατηρήθηκε απουσία έκφρασης IL-6 και TNFa στο ήπαρ. Η ηπατοπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης στην βλάβη ισχαμίας – επαναιμάτωσης του ήπατος, όπως αυτή αποτυπώνεται στα ιστικά επίπεδα της IL-6 και του TNFa, εμφανίστηκε στα 180 λεπτά από την επαναιμάτωση και συνεχίστηκε και στα 240 λεπτά από αυτήν. Η παρατήρηση αυτή θα μπορούσε να ερμηνευθεί από το γεγονός ότι πολλοί από τους μηχανισμούς δράσης της σιλιμπινίνης διαμεσολαβούνται από ενδοκυττάριες οδούς μεταγωγής σήματος και απαιτούν την μεταγραφή γονιδίων και την σύνθεση πρωτεϊνών, διεργασίες οι οποίες απαιτούν χρόνο. Συμπεράσματα: Στην παρούσα μελέτη αναδείχθηκε η ηπατοπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης στην βλάβη ισχαιμίας – επαναιμάτωσης του ήπατος, η οποία φάνηκε να είναι χρονοεξαρτώμενη, καθώς εμφανίστηκε στα 180 λεπτά από την επαναιμάτωση. 239 310 324 Contraceptive methods can be classified into four major categories: non-invasive methods, barrier methods and hormonal methods such as: contraceptive tablets, vaginal ring, emergency contraception. They are divided into: combined estrogen and progestogen-containing tablets, progestogen-only tablets, and emergency contraceptive tablets. The newer lower-dose contraceptive tablets used have fewer side effects, but the risk of deep vein thrombosis, stroke and myocardial infarction remains high. Recent data from the literature worldwide indicate that combined contraceptive tablets should be administered with caution when considering family history, obesity, and smoking factors, while tablets, containing only progestogen and pills for emergency contraception have nospecial indications for usage. In any case, for the use of birth control pills it is necessary to take into account the risk factors and compare them with the benefits they provide. The study population consisted of 95 adolescents & 150 adolescent Christian women (group A) and 79 adolescents & 100 adolescent Muslim women (group B) who were given anonymous questionnaires from the Family Planning Center of DUTH, concerning the method of contraception that they prefered . In conclusion, it is important to focus on working together with health professionals and the Family Planning Center to promote the sexual education of all social groups and especially adolescents, based on their knowledge of each contraceptive method, with particular regard to contraception and their effectiveness. It was considered appropriate to make a moral analysis of the issue from the point of view of sociology, because such a matter is not a purely personal decision and has a direct impact on society as a whole. All women who visit the Family Planning Center should be encouraged to use the male condom with their partner during every sexual intercourse to minimize STDs, but in combination with a hormonal or long-term contraceptive method, to avoid the possibility of an unwanted pregnancy and in this case a possible abortion. Οι αντισυλληπτικές μέθοδοι μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες: τις μη παρεμβατικές μεθόδους , τις μεθόδους φραγμού και τις ορμονικές μεθόδους όπως είναι : τα αντισυλληπτικά δισκία, ο κολπικός δακτύλιος και η επείγουσα αντισύλληψη. Διακρίνονται: στα συνδυασμένα δισκία που περιέχουν οιστρογόνο και προγεσταγόνο, στα δισκία που περιέχουν μόνο προγεσταγόνο και στα δισκία της επείγουσας αντισύλληψης. Τα νεώτερα χαμηλότερης δοσολογίας αντισυλληπτικά δισκία που χρησιμοποιούνται εμφανίζουν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες, ωστόσο ο κίνδυνος εμφάνισης εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, εγκεφαλικών επεισοδίων και εμφράγματος του μυοκαρδίου παραμένει υψηλός. Τα πρόσφατα δεδομένα της παγκόσμιας βιβλιογραφίας αναφέρουν για τα συνδυασμένα αντισυλληπτικά δισκία ότι θα πρέπει να χορηγούνται με προσοχή, όταν υπεισέρχονται στο προφίλ της γυναίκας οι παράγοντες οικογενειακό ιστορικό, παχυσαρκία και κάπνισμα, ενώ τα δισκία περιέχοντα μόνο προγεσταγόνο, καθώς και τα δισκία επείγουσας αντισύλληψης δεν έχουν ιδιαίτερες συστάσεις χρήσης.Ο πληθυσμός της μελέτης αποτελείται από 95 εφήβες & 150 ενήλικες χριστιανές (ομάδα Α) και 79 εφήβες & 100 ενήλικες μουσουλμάνες (ομάδα Β) με την χορήγηση ανώνυμων ερωτηματολογίων από το κέντρο Οικογενειακού Προγραμματισμού ΔΠΘ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το θρήσκευμα στον γενικό πληθυσμό κατά την επιλογή του τρόπου αντισύλληψης. Συμπερασματικά, είναι σημαντικό να επικεντρωθούμε με την συνεργασία των επαγγελματιών υγείας και του κέντρου οικογενειακού προγραμματισμού στην προαγωγή της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης όλων των κοινωνικών ομάδων και ιδιαίτερα των εφήβων, δίνοντας βάση στην ενημέρωσή τους γύρω από κάθε αντισυλληπτική μέθοδο, με ιδιαίτερη μνεία στην ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Θεωρήθηκε απαραίτητο να γίνει μια ηθική ανάλυση του θέματος από τη σκοπιά τηςκοινωνιολογίας, γιατί ένα τέτοιο θέμα δεν είναι καθαρά προσωπική επιλογή αλλά έχει και άμεσο αντίκτυπο στην κοινωνία. Όλες οι γυναίκες οι οποίες επισκέπτονται το κέντρο Οικογενειακού Προγραμματισμού θα πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν με το σύντροφό τους το προφυλακτικό σε κάθε σεξουαλική τους επαφή, ώστε να μειωθούν στο ελάχιστο τα κρούσματα ΣΜΝ, σε συνδυασμό όμως με κάποια ορμονική η μακράς διάρκειας αντισυλληπτική μέθοδο, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας ανεπιθύμητης κύησης και εν προκειμένω μιας πιθανής τεχνητής έκτρωσης. 240 253 256 The medical profession and everything related to medical science aim to preserve and restore the physical and mental health of Human. This is due to the special relationship between a doctor and a patient, which because of its particularities, is not directly determined by the legal framework. From the legal point of view, it is considered that any medical acts affect the legitimate goods of human existence, and more specifically, the physical integrity and, secondly, the personality and the private life of the patient. Criminal Law does not protect physical integrity as such, but the health of human existence. Beyond that, however, what is of particular interest in legal theory is the failure of medical acts, especially when it is not due to mere misfortune, but to the negligence of the Doctor himself. Legal responsibility for treating patients is therefore categorized into 3 levels: A) As the Medical Liability of the Doctor towards the patient, when he causes damage while practicing medicine, which is then liable for compensation. B) The legal responsibility of the Doctor, on the basis that the State punishes the Doctor for causing damage to the legal goods of the patient, for example for causing physical injury or death, and the penalties, in addition to their repressive nature, also entail a particular stigmatization of the Doctor in his social field. C) Disciplinary liability of the Doctor towards professional bodies, such as the medical associations of the country for breaches of duties and obligations imposed by the Code of Medical Ethics. Η άσκηση του Ιατρικού επαγγέλματος και της Ιατρικής επιστήμης αποτελεί ένα λειτούργημα, που στόχο έχει την διατήρηση και την αποκατάσταση της σωματικής και ψυχικής υγείας του ανθρώπου. Πρόκειται για μια ιδιαίτερη μορφή σχέσης μεταξύ ιατρού και ασθενή, η οποία λόγω τον ιδιαιτεροτήτων που έχει δεν καθορίζεται άμεσα από το νομικό πλαίσιο. Από πλευράς νομικού πλαισίου, θεωρείται πως κάθε Ιατρική πράξη προσβάλλει τα έννομα αγαθά της ανθρώπινης ύπαρξης, ήτοι εκ των πραγμάτων, την σωματική ακεραιότητα και σε δεύτερο βαθμό την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του ασθενούς. Το Ποινικό Δίκαιο δεν προστατεύει την σωματική ακεραιότητα καθεαυτή, αλλά την υγεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Πέραν τούτων όμως, αυτό που ενδιαφέρει κυρίως τη νομική θεωρία είναι η περίπτωση αποτυχίας της Ιατρικής πράξης, και δη όταν αυτή δεν οφείλεται σε απλή ατυχία, αλλά σε αμέλεια του ιδίου του Ιατρού. Η νομική ευθύνη λοιπόν κατά τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών εμφανίζεται σε τρία επίπεδα. Α) Ως Αστική Ευθύνη του Ιατρού απέναντι στον ασθενή, όταν αυτός προκαλεί στον τελευταίο ζημιά κατά την άσκηση της Ιατρικής πράξης, για την οποία γεννάται υποχρέωση αποζημίωσης. Β) Ως Ποινική ευθύνη του Ιατρού, στη βάση της οποίας η πολιτεία τιμωρεί τον Ιατρό για προσβολή εννόμων αγαθών του ασθενούς, όπως για παράδειγμα για την πρόκληση σωματικής βλάβης ή θανάτου, με ποινές οι οποίες πέρα από το κατασταλτικό τους χαρακτήρα συνεπάγονται και έναν ιδιαίτερο στιγματισμό του Ιατρού στον κοινωνικό του χώρο. Γ) Ως Πειθαρχική ευθύνη του Ιατρού έναντι επαγγελματικών οργάνων, όπως για παράδειγμα των Ιατρικών συλλόγων της χώρας για παραβιάσεις καθηκόντων και υποχρεώσεων, που επιβάλλονται από τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. 241 301 308 IL-6 στο νεφρό και στο πνεύμονα σε μοντέλο Ι/Ε ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: We study, if antioxidants substances, like silibinin, beyond the already known hepatoprotective action, offers protection against remote injuries in kidney and lung after hepatic ischemia-reperfusion. If there is a decreased inflammatory response, as far IL-6 is concerned. Material and Methods: 63 Wistar-type rats, 14-16 weeks old and 220-350 gr weight were divided randomly in 3 groups : Sham group (7 rats were subjected in virtual surgery), Control group (28 rats were subjected in liver ischemia reperfusion without silibinin infusion) and Silibinin group Si (28 rats were subjected in liver ischemia reperfusion with silibinin infusion). Control group and Si group were then separated into 4 subgroups of time points, according to the reperfusion time (60, 120, 180 and 240 min of reperfusion in each group). After the completion of the experimental surgery, histological concoctions from kidney and lung were taken and processed with anosohistochemistry in order to calculate the levels of IL-6. Results: In kidney we observed statistically important difference between sham group vs C60 (anecdotal) and C180 s Si180 (extreme). In lung statistically important evidence appeared in Sham group vs C60(very strong), in C180 vs Si180 (strong) and in C240 vs Si240 (extreme). Conclusion: We can conclude that hepatic ischemia- reperfusion leads to an inflammatory response in remote organs, like kidney and lung, estimated by the elevated levels of IL-6 in comparison with the sham operations. The statistically important result relate to time. In kidney a statistically extreme difference between two groups appear mostly in 180 min of reperfusion. Respectively, in lung, a statistically strong and after that a statistically extreme difference is taking place in 180 and 240 minutes of reperfusion.As a consequence, silibinin, beyond its hepatoprotective action seems to have also a protective role against injuries of kidney and lung, by the decreased inflammatory response in these organs Σκοπός: Μελετήθηκε η σιλιμπινίνη και η επίδραση της στην προστασία έναντι της βλάβης που προκαλείται λόγω ηπατικής ισχαιμίας και επαναιμάτωσης, σε απομακρυσμένα όργανα, όπως ο νεφρός και ο πνεύμονας (remote injury), και συγκεκριμένα κατά πόσο μειώνεται η φλεγμονώδη απόκριση στα όργανα αυτά, μελετώντας τα επίπεδα της IL-6 σε διαφορετικές χρονικές στιγμές επαναιμάτωσης. Υλικό και μέθοδος: 63 άρρενες επίμυες τύπου Wistar ηλικίας 14-16 εβδομάδων και βάρους 220-350 gr. χωρίστηκαν με τυχαιοποιημένο τρόπο σε 3 πειραματικές oμάδες: Sham S (7 υποβλήθηκαν σε εικονικό χειρουργείο), Control C (28 που υποβλήθηκαν σε ισχαιμία – επαναιμάτωση ήπατος χωρίς τη χορήγηση σιλιμπινίνης) και Si (28 με χορήγηση σιλιμπινίνης). Η ομάδα Control και η ομάδα σιλιμπινίνης Si χωρίστηκαν σε 4 υποομάδες έκαστη, σύμφωνα με το χρόνο διενέργειας της ευθανασίας (στα 60, 120, 180 και 240 λεπτά κάθε ομάδα). Με την ολοκλήρωση του πειραματικού χειρουργείου, λήφθηκαν παρασκευάσματα νεφρού και πνεύμονα από τους επίμυες και προσμετρήθηκαν τα επίπεδα της IL-6 ανοσοϊστοχημικά με την τεχνική βιοτίνης-στρεπταβιδίνης. Αποτελάσματα: Στο νεφρό στατιστικώς σημαντικές διαφορές φαίνονται ανάμεσα στις ομάδες Sham vs C60 (ασθενής) και C180 vs Si180 (πολύ ισχυρή). Στον πνεύμονα στατιστικώς σημαντικές διαφορές εμφανίζονται στις ομάδες Sham vs C60 (ισχυρή), C180 vs Si180 (θετική) και C240 vs Si240 (πολύ ισχυρή). Συμπεράσματα: Η ηπατική ισχαιμία-επαναιμάτωση οδηγεί σε μια φλεγμονώδη διαδικασία στο νεφρό και στον πνεύμονα, αυξάνοντας τα επίπεδα IL-6 σε σχέση με τις εικονικές επεμβάσεις. Στατιστικά σημαντικά αποτέλεσμα φαίνονται να είναι χρονοεξαρτώμενα. Στο νεφρό στατιστικώς σημαντική διαφορά παρατηρήθηκε στα επίπεδα της IL-6 μεταξύ των ομάδων σύγκρισης κυρίως στα 180 λεπτά. Αντίστοιχα, στον πνεύμονα στατιστικώς σημαντική διαφορά κι έπειτα στατιστικώς πολύ σημαντική διαφορά εμφανίζονται επισυμβαίνουν στα 180 και 240 λεπτά. Συνεπώς, η χορήγηση σιλιμπινίνης εκτός από ηπατοπροστατευτική δράση φαίνεται να έχει και προστατευτική δράση έναντι της βλάβης του νεφρού και του πνεύμονα, μειώνοντας τη φλεγμονώδη απόκριση στους ιστούς αυτούς. 242 238 235 The perspective of primary school teachers in the prefecture of Evros on school-family relations Η οπτική των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Νομού Έβρου για τις σχέσεις σχολείου-οικογένειας The specific bachelor thesis deals with the issue of the relationship between the primary school and the family, while special emphasis is given to the relationships that exist between the teacher and the parents of his students. The thesis consists of the theoretical and the empirical part. The beginning of the theoretical part includes the analysis of the relationship between school and family through the systems and principles that govern it, the parental involvement and the factors that affect the above. Additionally, based on school and individual effectiveness, the range of communication, cooperation and interpersonal relationships between school and family is presented. Finally, the necessity of reeducation comes out, so there is a related reference. The empirical part of the work includes the research, which wasconducted in ten teachers of primary education, who serve in public schoolsin Evros.More specifically, they were asked through semi-structured interviews to describe the type of their interpersonal relationships and the communication with their students' parents. From the research data, it emerged that the participants as teachers have typical relationships with students' parents. However, they showtendencies of improvement, through a deliberate communicational framework and regular collaboration. Also, it appears that school does not maintain veryzealous relationships with the students' parents, becauseapathy from both sideshas been observed. Although, itturnsout fromtheir statements that possible reeducation could help the effectiveness of these relationships. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το θέμα των σχέσεων μεταξύ σχολείου και οικογένειας, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και στους γονείς των μαθητών. Η εργασία απαρτίζεται από το θεωρητικό και το εμπειρικό μέρος. Στο θεωρητικό μέρος εξετάζεται η σχέση σχολείου - οικογένειας μέσα από τα συστήματα και τις αρχές που την διέπουν, η γονεϊκή εμπλοκή και οι παράγοντες που επηρεάζουν τη σχέση αυτή. Με γνώμονα τη σχολική και την ατομική αποτελεσματικότητα παρουσιάζεται το φάσμα επικοινωνίας, συνεργασίας και διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ σχολείου και οικογένειας. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην ανάγκη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, η οποία προκύπτει ως ανάγκη των σχέσεων αυτών. Το εμπειρικό μέρος της εργασίας περιλαμβάνει την έρευνα που διεξήχθη σε δέκα εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι υπηρετούν σε δημόσια σχολεία του νομού Έβρου. Ειδικότερα, μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων ζητήθηκε από αυτούς να περιγράψουν το είδος των διαπροσωπικών σχέσεων και της επικοινωνίας που έχουν με τους γονείς των μαθητών. Από την έρευνα προκύπτει ότι οι συμμετέχοντες εκπαιδευτικοί έχουν τυπικές σχέσεις με τους γονείς των μαθητών. Εμφανίζουν όμως τάσεις βελτίωσης μέσα από προσεγμένα πλαίσια επικοινωνίας και τακτική συνεργασία. Διαφαίνεται, επίσης, ότι το σχολείο δεν τηρεί ιδιαίτερα ένθερμες σχέσεις με τους γονείς των μαθητών, διότι παρατηρείται αδιαφορία και από τις δύο πλευρές. Προκύπτει όμως από τις δηλώσεις τους, ότι μία ενδεχόμενη επιμόρφωση θα βοηθούσε στην αποτελεσματικότητα των σχέσεων αυτών. 243 224 237 Υγιεινή και ασφάλεια εργασίας στους εργαζόμενους στις συνδικαλιστικές οργανώσεις The world of work is a framework of particular importance and relevance to the activities of safety and health promotion. The role of human resources is crucial as it is the most important factor to implement the production process. This study examines the degree of existence and implementation of this policy for Health and Labour Safety at Work of Trade Unions in Greece, through surveying the attitudes of their employees. Keywords related to Health and Safety were used to collect information needed by reviewing the Greek and foreign bibliography. On the positive side it should be mentioned the fact that those who took part in the survey have important professional experience and their age is in productive one. The high rate of graduates of higher and tertiary education as active workforce in the greek trade unions raises questions about the applicability and uptaking of the of modern management techniques and management by employees. The current state in the trade unions in Greece is the existence of a healthy and safe environment for employees. In order to achieve the desired result should be a concerted effort by all stakeholders, first and foremost awareness of employees. Future research to investigate the implementation of policy Health and Safety at Work in these areas will reveal the true dimension of the problem and may help to solve it. Ο χώρος της εργασίας αποτελεί ένα πλαίσιο ιδιαίτερης σημασίας και καταλληλότητας για τις δραστηριότητες της προστασίας και της προαγωγής της υγείας. Ο ρόλος του ανθρώπινου δυναμικού είναι καθοριστικής σημασίας καθώς αποτελεί το σημαντικότερο μοχλό υλοποίησης της παραγωγικής διαδικασίας. Η παρούσα μελέτη εξετάζει το βαθμό ύπαρξης και εφαρμογής συγκεκριμένης πολιτικής για την Υγιεινή και Ασφάλεια της Εργασίας στους χώρους εργασίας των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων στην Ελλάδα, μέσα από την αποτύπωση της στάσης των εργαζομένων τους. Για τη συλλογή των πληροφοριών έγινε ανασκόπηση σε ελληνική και ξενόγλωσση βιβλιογραφία με τις λέξεις κλειδιά που σχετίζονται με την Υγιεινή και Ασφάλεια της Εργασίας. Ως θετικό στοιχείο θα πρέπει να αναφερθεί το γεγονός ότι όσοι έλαβαν μέρος στην έρευνα εμφανίζουν σημαντική επαγγελματική εμπειρία και ανήκουν ηλικιακά στην παραγωγική ηλικία. Το υψηλό ποσοστό των πτυχιούχων ανώτερων και ανώτατων σπουδών ως ενεργό εργατικό δυναμικό στις Σ.Ο. θέτει ζητήματα για τη δυνατότητα εφαρμογής και αφομοίωσης από τους εργαζόμενους σύγχρονων τεχνικών διοίκησης και διαχείρισής τους. Η ισχύουσα κατάσταση στους εργασιακούς χώρους των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων στην Ελλάδα απέχει από την ύπαρξη ενός υγιούς και ασφαλούς περιβάλλοντος για τους εργαζόμενους. Προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα πρέπει να υπάρξει συντονισμένη προσπάθεια όλων των εμπλεκόμενων φορέων και πρωτίστως ευαισθητοποίηση των εργαζομένων. Μελλοντικές έρευνες για τη διερεύνηση της εφαρμογής πολιτικής Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας στους συγκεκριμένους χώρους θα αποκαλύψουν την πραγματική διάσταση του προβλήματος και ενδεχομένως να συμβάλλουν στην επίλυσή του. 244 233 252 The atmosphere is one of the basic ambient conditions for the preservation of life on earth. It absorbs most of the dangerous ultraviolet solar radiation through the ozone layer and provides us with protection from solar flares and the low temperatures of space. Every day, many chemical agents destroy the concentration of ozone resulting in global warming. Volatile anesthetics and anesthetics are the main problem as some of them are released into the atmosphere. Healthcare itself pollutes the atmosphere, the land and the waterways. Although the main concern in assessing the environmental impact of anesthesia is the impact of carbon, there are other serious and important issues. For example, consumable plastics, anesthetic drugs and their metabolites when released into the environment may create an accumulation of dangerous, toxic agents. In addition, the Covid 19 pandemic has significantly increased the volume of hazardous infectious waste. A survey at the G.H.P.A. for the management of purely infectious hazardous waste indicates a sharp increase. Nevertheless, sustainable development can come from the basic principles of sustainability which are precaution and prevention. Anesthesiologists can, with informed choices, reduce the environmental footprint and act as role models in the field of sustainable healthcare. Together we can add a little stone in the effort to stop the degradation of the environment. The knowledge that each of us leaves his own imprint on our planet turns inertia into a moral problem. Η ατμόσφαιρα αποτελεί μία από τις βασικές συνθήκες για τη διατήρηση της ζωής στη γη. Απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της επικίνδυνης υπεριώδους ηλικής ακτινοβολίας μέσα από το στρώμα του όζοντος και μας παρέχει προστασία από τις ηλιακές εκλάμψεις και από τις χαμηλές θερμοκρασίες του διαστήματος. Καθημερινά, πολλοί χημικοί παράγοντες καταστρέφουν τη συγκέντρωση του όζοντος με αποτέλεσμα την υπερθέρμανση του πλανήτη. Τα πτητικά αναισθητικά και οι αναισθητικοί εισπνεόμενοι παράγοντες αποτελούν το κύριο πρόβλημα καθώς ένα μέρος αυτών ,απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα. Η ίδια η υγειονομική περίθαλψη μολύνει την ατμόσφαιρα, τη γη και τις πλωτές οδούς. Αν και το κύριο μέλημά στην εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της αναισθησίας είναι ο αντίκτυπος του άνθρακα, υπάρχουν και άλλα σοβαρά θέματα. Για παράδειγμα, τα αναλώσιμα πλαστικά, τα αναισθητικά φάρμακα και οι μεταβολίτες τους όταν απελευθερωθούν στο περιβάλλον ενδέχεται να δημιουργήσουν μία συσσώρευση επικίνδυνων, τοξικών παραγόντων. Επιπλέον, η πανδημία του Covid 19 έχει αυξήσει σημαντικά τον όγκο των επικίνδυνων μολυσματικών αποβλήτων. Μία έρευνα στο Γ.Π.Ν.Α για την διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων αμιγώς μολυσματικών επισημαίνει την κατακόρυφη αύξηση αυτών. Παρ 'όλα αυτά, η αειφόρος ανάπτυξη μπορεί να προέλθει από τις βασικές αρχές της αειφορίας που είναι η προφύλαξη και η πρόληψη. Οι αναισθησιολόγοι ,μπορούν με ενημερωμένες επιλογές να μειώσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και να ενεργούν ως πρότυπα στον τομέα της βιώσιμης Υγειονομικής περίθαλψης. Όλοι μαζί μπορούμε να προσθέσουμε ένα λιθαράκι στην προσπάθεια της αναχαίτισης της υποβάθμισης του περιβάλλοντος. Η γνώση μας ότι ο καθένας μας αφήνει το δικό του αποτύπωμα στον πλανήτη μας, μετατρέπει την αδράνεια σε ένα ηθικό πρόβλημα. 245 237 240 The results of linguistic development concerning kindergarten ages using the method of analysing samples of natural speech Η εκτίμηση της γλωσσικής ανάπτυξης παιδιών προσχολικής ηλικίας, μέσω της ανάλυσης δειγμάτων φυσικής ομιλίας The assessment of the preschool children’s linguistic development is important for both the clinical and educational practice. Language sample analysis is suggested to be the language assessment method that can provide the most detailed information about many dimensions of linguistic development. Several language indices resulting from the analysis of language samples are found to be reliable and are used internationally for the assessment of pre-school children. For the interpretation of these indicators, however, language-specific age-related criteria are deemed necessary. Since so far such criteria are not available for pre-school Greek-speaking children, this study aimed to collect and analyze spontaneous narrative language samples of pre-school children. In particular, 36 children aged 4 to 6 years were asked to re-narrate a story (Frog Story). The language sample of each child was transcribed, analyzed and coded as for various linguistic dimensions. The results highlight the developmental sensitivity of several of the language indices analyzed (total number of utterances, total number of words, number of different words, dependent sentences, number of verbs and different types of verbs). On the contrary, differences based on the gender of children are not found to be significant. Finally, many of the linguistic indices studied show statistically significant and in some cases high to very high correlations. The results are discussed in relation to earlier findings for other languages. Η αξιολόγηση της γλωσσικής ανάπτυξης παιδιών νηπιακής και προσχολικής ηλικίας, συνιστά ανάγκη τόσο της κλινικής όσο και της εκπαιδευτικής πρακτικής. Η ανάλυση γλωσσικών δειγμάτων προτείνεται, ότι είναι η μέθοδος γλωσσικής αξιολόγησης, που μπορεί να παρέχει τις πιο λεπτομερειακές πληροφορίες σχετικά με πολλές διαστάσεις της γλωσσικής ανάπτυξης. Αρκετοί γλωσσικοί δείκτες που απορρέουν από την ανάλυση γλωσσικών δειγμάτων, έχουν αναδειχθεί ως αξιόπιστοι και χρησιμοποιούνται διεθνώς για την αξιολόγηση παιδιών προσχολικής ηλικίας. Για την ερμηνεία των δεικτών αυτών, ωστόσο, βασική προϋπόθεση είναι να υπάρχουν διαθέσιμα κριτήρια αναφοράς για την εκάστοτε γλώσσα και ηλικία. Δεδομένου ότι μέχρι στιγμής τέτοια στοιχεία αναφοράς δεν είναι διαθέσιμα για ελληνόφωνα παιδιά προσχολικής ηλικίας, η παρούσα μελέτη στοχεύει στη συλλογή και η ανάλυση αυθόρμητων αφηγημάτων παιδιών προσχολικής ηλικίας. Συγκεκριμένα 36 παιδιά ηλικίας 4 έως 6 ετών, κλήθηκαν να επαναφηγηθούν μια ιστορία (Frog Story, Mercer Mayer). To γλωσσικό δείγμα κάθε παιδιού μεταγράφηκε, αναλύθηκε και κωδικοποιήθηκε ως προς ποικίλους γλωσσικούς δείκτες. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν την αναπτυξιακή ευαισθησία αρκετών από τους γλωσσικούς δείκτες που αναλύθηκαν (συνολικός αριθμός εκφωνημάτων, συνολικός αριθμός λέξεων, αριθμός διαφορετικών λέξεων, εξαρτημένες προτάσεις, αριθμός ρημάτων και διαφορετικοί τύποι ρημάτων). Αντιθέτως, οι διαφορές με βάση το φύλο των παιδιών δεν αναδεικνύονται σημαντικές. Τέλος, πολλοί από τους γλωσσικούς δείκτες που μελετήθηκαν, παρουσιάζουν στατιστικά σημαντικές και σε κάποιες περιπτώσεις υψηλές έως και πολύ υψηλές μεταξύ τους συσχετίσεις. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με προγενέστερα ευρήματα για άλλες γλώσσες. 246 288 291 Επίδραση ακινητοποίησης και κρυοπροστατευτικών μέσων στην ζυμωτική ικανότητα λυοφιλιωμένης καλλιέργειας kefir στην παραγωγή μηλίτη οίνου The production of high and constant quality cider requires the use of specific microbial cultures and conduction of malolactic and alcoholic fermentation simultaneously. In the past few years, there is an upsurge of interest in the use of immobilized mixed cultures in industrial wine production consisting of yeasts and lactic acid bacteria due to the technical and economic benefits. Moreover, dried microbial cultures are considered advantageous because of their compatibility with the commercial and industrial needs and their ability to remain active for long time periods. The aim of the present thesis was to study the effect of cryoprotectants, the viability and fermentative ability of free and immobilized kefir culture in delignified cellulosic materials and apple pieces during freeze-drying. Kefir culture was immobilized on apple pieces and delignified cellulosic material and then subjected to freeze-drying. The following solutions were studied as cryoprotectants during freeze-drying: 10% glucose, 25% glucose, 10% fructose, 25% fructose, 10% sucrose, 25% sucrose, 10% lactose, 25% lactose, 10% glycerol, 25% glycerol, 50% glycerol and apple juice. The highest levels of viability were observed when solutions of 10% lactose, 10% sucrose, 25% fructose, 10% fructose and apple juice were used as cryoprotectant agents. The immobilization did not affect culture's viability positively, as the free immobilized cells showed higher viability levels compared with the immobilized ones. The freeze-dried cultures were subsequently tested in cider fermentation at 30 °C. Importantly, the optimum fermentative activity was noted when no cryoprotectants were used. Cell immobilizaton on apple pieces resulted in improve fermentation kinetics compared to immobilized cells on delignified cellulosic material. The ethanol concentration and conversion rate ranged 4.0-7.0% (v/v) and ~ 45-95% respectively. Finally, conversion rate of malic acid to lactic acid ranged ~ 20-45%, indicating satisfactory malolactic fermentation. Για την παραγωγή μηλίτη οίνου υψηλής και σταθερής ποιότητας απαιτείται η χρήση συγκεκριμένων μικροβιακών καλλιεργειών, ενώ συνίσταται διεξαγωγή μηλογαλακτικής ζύμωσης ταυτόχρονα με την αλκοολική. Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την χρήση ακινητοποιημένων μικτών καλλιεργειών στην βιομηχανική παραγωγή οίνου αποτελούμενες από ζύμες και μηλογαλακτικά βακτήρια, λόγω των τεχνικών και οικονομικών πλεονεκτημάτων που παρουσιάζουν. Επίσης, προτιμούνται οι λυοφιλιωμένες μικροβιακές καλλιέργειες, λόγω της συμβατότητάς τους με τις εμπορικές και βιομηχανικές ανάγκες και την δυνατότητα αποθήκευσης για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η μελέτη της επίδρασης των κρυοπροστατευτικών μέσων κατά τη λυοφιλίωση στη βιωσιμότητα και ζυμωτική ικανότητα ελεύθερης και ακινητοποιημένης καλλιέργειας kefir (σε απολιγνινοποιημένα κυτταρινούχα υλικά και κομμάτια μήλου). Η μικτή καλλιέργεια kefir ακινητοποιήθηκε σε κομμάτια μήλου και σε απολιγνινοποιημένα κυτταρινούχα υλικά και στη συνέχεια, λυοφιλιώθηκε. Ως κρυπροστατευτικά μέσα χρησιμοποιήθηκαν τα ακόλουθα διαλύματα: 10% γλυκόζη, 25% γλυκόζη, 10% φρουκτόζη, 25% φρουκτόζη, 10% σουκρόζη, 25% σουκρόζη, 10% λακτόζη, 25% λακτόζη, 10% γλυκερόλη, 25% γλυκερόλη, 50% γλυκερόλη και χυμός μήλου. Τα υψηλότερα επίπεδα βιωσιμότητας παρατηρήθηκαν στα δείγματα με κρυοπροστατευτικά διαλύματα 10% λακτόζη, 10% σουκρόζη, 25% φρουκτόζη, 10% φρουκτόζη και χυμό μήλου. Η ακινητοποίηση δεν είχε θετική επίδραση στη βιωσιμότητα της καλλιέργειας, καθώς ο δείκτης βιωσιμότητας ήταν υψηλότερος στα ελεύθερα λυοφιλιωμένα κύτταρα σε σχέση με τα ακινητοποιημένα. Τα λυοφιλιωμένα ακινητοποιημένα κύτταρα χρησιμοποιήθηκαν σε ζυμώσεις σε θερμοκρασία 30 °C. Καλύτερη ζυμωτική ικανότητα παρουσίασαν τα δείγματα χωρίς κρυοπροστατευτικό μέσο. Τα ακινητοποιημένα κύτταρα σε κομμάτια μήλου παρουσίασαν υψηλότερα επίπεδα βιωσιμότητας, αλλά και ικανοποιητικότερη ζυμωτική ικανότητα σε σχέση με τα ακινητοποιημένα σε απολιγνινοποιημένα κυτταρινούχα υλικά. Η συγκέντρωση της αιθανόλης κυμάνθηκε 4.0-7.0% (v/v) και ποσοστό μετατροπής ~ 45-95%. Τέλος, το ποσοστό διάσπασης του μηλικού οξέος κυμάνθηκε ~20-45%, επιβεβαιώνοντας την διεξαγωγή μηλογαλακτικής ζύμωσης. 247 141 148 Elementary students’ narrative skills: analysis of written narratives of 4th and 5th grader’s with Labov’s model Οι αφηγηματικές δεξιότητες των μαθητών στo δημοτικό: ανάλυση γραπτών αφηγήσεων μαθητών Δ’ & Ε’ τάξης με το μοντέλο του Labov The aim of this study was to investigate the narrative skills of 4th and 5th graders using Labov’s narrative model. The research involved 28 students, from whom 56 written narratives of real and imaginary events were collected. The analysis showed that students’ written narrative speech is converging to a significant extent with Labov’s model. However, variations have also been identified. The analysis revealed two categories of narratives: narratives of past events and narratives of recurring events. Additionally, the use of verb tenses that are inconsistent with corresponding analyzes of Greek narratives and the limited use of internal evaluation were the most important deviations from the model, which require particular attention from the teacher. Finally, there were no differences in narrative development between the two classes Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση των αφηγηματικών δεξιοτήτων μαθητών της Δ’ & Ε’ δημοτικού με τη χρήση του αφηγηματικού μοντέλου Labov. Στην έρευνα συμμετείχαν 28 μαθητές, από τους οποίους συλλέχθηκαν 56 γραπτές αφηγήσεις πραγματικών και φανταστικών γεγονότων. Η ανάλυση κατέδειξε ότι ο γραπτός αφηγηματικός λόγος των μαθητών συγκλίνει σε μεγάλο βαθμό με το μοντέλο Labov. Ωστόσο, εντοπίστηκαν και ορισμένες διαφοροποιήσεις ως προς το αυτό. Από την ανάλυση προέκυψαν δυο κατηγορίες αφηγήσεων: η αφήγηση παρελθοντικών γεγονότων αλλά και η αφήγηση επαναλαμβανόμενων γεγονότων. Επιπρόσθετα, η χρήση χρόνων που δε συνάδουν με αντίστοιχες αναλύσεις ελληνικών αφηγήσεων και η μειωμένη χρήση εσωτερικής αξιολόγησης, ήταν οι σημαντικότερες αποκλίσεις από το μοντέλο, οι οποίες χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής από τον εκπαιδευτικό. Τέλος μεταξύ των δυο σχολικών τάξεων δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στην αφηγηματική ανάπτυξη 248 124 137 During fertilization, the male gamete contributes 50% of the genetic material, so any change may lead to pregnancy losses. Sperm DNA is not simply the carrier of genetic information that will restore the number of chromosomes. It consists of a particular structure that is well formed, which can be disrupted by various factors by transferring features that can have a negative impact on the fetal viability. Changes in the number and structure of chromosomes, single or double strand breaks of DNA molecule, epigenetic programming, oxidative factors, or even male aging may result to a weak sperm not capable of physiological outcome in pregnancy.It is really important to understand the reason of miscarriages. This will help to have valid diagnosis and minimize the parental anxiety. Κατά τη διάρκεια της γονιμοποίησης ο αρσενικός γαμέτης συνεισφέρει το 50 % του γενετικού υλικού, οπότε ,οποιαδήποτε αλλαγή του μπορεί να οδηγήσει σε απώλειες εγκυμοσύνης. Το DNA του σπερματοζωαρίου δεν είναι απλά ο φορέας της γενετικής πληροφορίας που θα αποκατα-στήσει τον αριθμό των χρωμοσωμάτων. Αποτελείται από μια συγκε-κριμένη καλά οργανωμένη δομή που διάφοροι παράγοντες μπορεί να την διαταράξουν μεταφέροντας χαρακτηριστικά που μπορούν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στη βιωσιμότητα του εμβρύου. Αλλαγές στον αριθμό και τη δομή των χρωμοσωμάτων, θραύσεις στη μόνη και τι διπλή του έλικα, επιγενετικοί προγραμματισμοί, οξειδωτικοί παρά-γοντες, ακόμα και η ηλικία του άντρα μπορεί να σχηματίσουν ένα ασθενές σπερματοζωάριο, μη ικανό για φυσιολογική έκβαση της εγκυμοσύνης. Η κατανόηση των μηχανισμών που θα επιτρέψουν να δοθούν σαφείς απαντήσεις για τα αιτία αυτών των αποβολών θα επιτρέψουν μια έγκυρη διάγνωση, ελαχιστοποιώντας σημαντικά το άγχος των γονέων. 249 135 126 The LRRK2 gene is expressed in diverse mammalian cell types and encodes a large protein called leucine-rich repeat kinase 2. Mutations along the gene have been linked to multiple diseases, including a prominent association with familiar Parkinson's disease, obesity as well as inflammatory bowel disorders such as Croh^s disease. Despite its association with human disease, very little is known about its pathophysiology. In this current study we examined the genetic structure and diversity of the LRRK2 gene. We studied the patterns of linkage disequilibrium (LD) in the human genome among 12 populations from the 1000 Genomes Project. Our results suggest that the variance in LD that was demonstrated by the Haploview software, can be attributed to the diversity among the populations. Populations which share common ancestry and geographical proximity display the greatest extent of homogeneity. Το γονίδιο LRRK2 κωδικοποιεί για μια μεγάλη και σύνθετη πρωτεΐνη που ονομάζεται leucine-rich repeat kinase 2 και εκφράζεται ευρέως σε πληθώρα οργάνων και ιστών των θηλαστικών. Μεταλλάξεις στο γονίδιο έχουν συσχετιστεί με πολλές ανθρώπινες νόσους, συμπεριλαμβανομένης της οικογενής μορφής της νόσου του Πάρκινσον, της παχυσαρκίας καθώς και με φλεγμονώδεις διαταραχές του εντέρου όπως η νόσος του Crohn. Παρά τη μεγάλη του σημασία, μέχρι και σήμερα λίγα πράγματα είναι γνωστά για την ακριβή παθοφυσιολογία του. Στη παρούσα εργασία μελετήθηκε η γενετική δομή του γονιδίου LRRK2 σε 12 πληθυσμούς από το 1000 Genomes Project. Τα πρότυπα ανισορροπίας σύνδεσης που εξετάσθηκαν μέσω του προγράμματος Haploview, υποδεικνύουν την έντονη ποικιλομορφία των υπό μελέτη πληθυσμών, παρουσιάζοντας μεγαλύτερη ομοιότητα ανάμεσα σε πληθυσμούς που έχουν κοινή καταγωγή ή βρίσκονται σε μικρή γεωγραφική απόσταση. 250 157 183 Διερεύνηση καλλιεργητικών πρακτικών θρέψης στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας στην περιοχή του Β. Έβρου In the present study, we recorded and analyzed the positions and views of the farmers of N. Evros for the nutrition of large cultivated plants, to what extent they are prepared to adopt new practices and what factors will be their decision about that and also what factors will influence their decision. Quantitative research came from a structured questionnaire through personal interviews from 250 farmers in North Evros. The results showed that the overwhelming majority of respondents believe that fertilization is necessary to achieve higher yields, especially when combined with surface and basic chemical fertilization in quantities >20kg/ha, less with slow-release fertilizers and almost none with foliar fertilizers. However, respondents are aware of the fertilizers' hazards to human health but still do not analyze ground soil or maintain the application records. Finally, they are about to accept new practices if only they have reduced costs, greater efficiency and efficiency but, above all, avoiding risks to human health Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε η καταγραφή και η ανάλυση των θέσεων και των απόψεων των κατόχων αγροτικών εκμεταλλεύσεων για τις καλλιεργητικές πρακτικές θρέψης στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας του Β. Έβρου, σε τι βαθμό είναι διατεθειμένοι να τις υιοθετήσουν νέες πρακτικές και ποιοι παράγοντες θα βαρύνουν την απόφασή τους καθώς και ποιοι παράγοντες επηρεάζουν την απόφαση τους αυτή. Η ποσοτική έρευνα προήλθε από δομημένο ερωτηματολόγιο μέσω προσωπικών συνεντεύξεων σε 250 κατόχους αγροτικών εκμεταλλεύσεων του Β. Έβρου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτώμενων πιστεύει πως η λίπανση είναι απαραίτητη για την επίτευξη μεγαλύτερων αποδόσεων και κυρίως όταν αυτή γίνεται με συνδυασμό επιφανειακής και βασικής χημικής λίπανσης σε ποσότητες >20kg/στρ., λιγότερο με λιπάσματα βραδείας αποδέσμευσης και σχεδόν καθόλου διαφυλλικά. Παρόλα αυτά, οι ερωτώμενοι γνωρίζουν την επικινδυνότητα των λιπασμάτων στην υγεία των ανθρώπων όμως εξακολουθούν να μην κάνουν ανάλυση εδάφους ή να διατηρούν αρχείο εφαρμογών. Τέλος δέχονται να υιοθετήσουν νέες πρακτικές εφόσον θα υπάρχει μειωμένο κόστος, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και απόδοση αλλά κυρίως με αποφυγή των κινδύνων για την υγεία των ανθρώπων 251 177 155 Design, creation, evaluation of educational material for the museum, with the involvement of students: the case of the Byzantine Museum of Didymoteicho Σχεδιασμός, δημιουργία, αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού για το μουσείο, με την εμπλοκή μαθητών: η περίπτωση του Βυζαντινού Μουσείου Διδυμοτείχου The purpose of this work, is to present the stages of design, creation and evaluation of a children's museum guide, with the student’s involvement. The guide presents exhibits of the Byzantine Museum of Didymoteicho from the point look of student’s of fifth and sixth grade of primary school. Besides the description of the exhibition and the exhibits, which have been selected, by children themselves, the guide captures with a playful way, the interests, preferences, experiences and the suggestions of children in accordance to their way they approach and "read" the exhibits and it works as an educational tool in the hands of visitors. This product, which is a collaborative work of minors and adults, highlights, the necessity of the existence and production of educational material for children as an audience for museums, because it’s strengthens more the participation, interaction and dialogue between the visitor, the museum and the exhibits, while it contributes to personal self-realization Σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιάσει τα στάδια σχεδιασμού δημιουργίας και αξιολόγησης ενός οδηγού μουσείου για παιδιά, με την εμπλοκή μαθητών. Ο οδηγός παρουσιάζει τα εκθέματα του Βυζαντινού Μουσείου Διδυμοτείχου, μέσα από την οπτική μαθητών της Ε΄ και Στ΄ τάξης του Δημοτικού σχολείου. Εκτός από την περιγραφή του χώρου και των επιλεγμένων από τα παιδιά εκθεμάτων, ο οδηγός αποτυπώνει με παιγνιώδη τρόπο τα ενδιαφέροντα, τις προτιμήσεις, τις εμπειρίες και τις προτάσεις των παιδιών για τους τρόπους προσέγγισης και «ανάγνωσης» των εκθεμάτων και λειτουργεί ως ένα εκπαιδευτικό εργαλείο στα χέρια του ανήλικου επισκέπτη. Το εγχείρημα αυτό, που αποτελεί συνεργατική δουλειά ανηλίκων και ενηλίκων, αναδεικνύει, την αναγκαιότητα παραγωγής εκπαιδευτικού υλικού για το ανήλικο κοινό του μουσείου, καθώς ενισχύει τη συμμετοχή, την αλληλεπίδραση και το διάλογο του επισκέπτη με το χώρο και τα εκθέματα, συμβάλλοντας παράλληλα στην προσωπική του αυτοπραγμάτωση 252 223 217 Προσομοίωση κελύφους και ενεργειακών συστημάτων μεγάλης ξενοδοχειακής μονάδας Holiday resorts are facilities which consume significant amounts of energy due to their constant operation. In addition, taking into consideration the high number of hotels Greece, the urgent need for new strategies in order to save energy in this field is justifiable. The purpose of this assignment is to portray the energy status of a specific hotel and to figure out ways of improving its condition by intervening to the shell of the building, using upgrading methods of the HVAC system. To do so, a specific holiday resort in Alexandroupolis has been used. Based on the recorded climatic conditions, there has been a moderation of the building with a detailed depiction of its facilities, generating a single simulation. The design and heating simulation of the hotel has been processed via EDSL TAS software. Furthermore, by using the application TAS-systems the design of the hotel's energy systems has been completed leading to outstanding conclusions regarding the energy consumption. Finally, there are some proposals so as to upgrade not only the shell of the building but also it's HVAC system. These proposals are also presented via EDSL TAS software. Following, the outcome of the proposals is being evaluated. All in all, the upgrading of the shell and heating system have improved the energy levels significantly. The installation of solar panels for warm water also helped. Τα ξενοδοχεία είναι κτίρια με ιδιαίτερα υψηλές ενεργειακές καταναλώσεις λόγω της συνεχούς λειτουργίας και του πλήθους των φορτίων τους. Λόγω του σχετικά μεγάλου αριθμού ξενοδοχείων στην Ελλάδα προκύπτει η ανάγκη για πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας στον τομέα αυτό. Σκοπός της εργασίας είναι να αποτυπωθεί η ενεργειακή κατάσταση υφιστάμενου ξενοδοχείου και να διερευνηθούν τρόποι βελτίωσης της, μέσω επεμβάσεων στο κέλυφος του κτιρίου και χρησιμοποιώντας μεθόδους αναβάθμισης του συστήματος HVAC. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε ως μελέτη περίπτωσης μία υφιστάμενη ξενοδοχειακή μονάδα στην Αλεξανδρούπολη. Σύμφωνα με τις καταγεγραμμένες εξωτερικές κλιματικές συνθήκες, έγινε μοντελοποίηση του κτιρίου, με αποτύπωση των κτιριακών εγκαταστάσεων και προσομοίωση του. Ο σχεδιασμός και η θερμική προσομοίωση του ξενοδοχείου έγινε με το λογισμικό EDSL TAS. Στη συνέχεια με τη χρήση της εφαρμογής Tas Systems πραγματοποιήθηκε σχεδιασμός και προσομοίωση των ενεργειακών συστημάτων του ξενοδοχείου και εξήχθησαν συμπεράσματα για τις ενεργειακές του καταναλώσεις. Τέλος έγιναν προτάσεις για την ενεργειακή αναβάθμιση του ξενοδοχείου, τόσο στο κέλυφος των κτιρίων όσο και στον Η/Μ εξοπλισμό του συστήματος HVAC, οι οποίες προσομοιώνονται μέσω των ίδιων εφαρμογών του EDSL TAS και αξιολογούνται τα αποτελέσματα τους. Με τις προτάσεις αναβάθμισης στο κέλυφος το επίπεδο ενέργειας και η θερμική άνεση βελτιώθηκαν σημαντικά, ενώ με τις προτάσεις αναβάθμισης του Η/Μ εξοπλισμού τα φορτία του κτιρίου μειώθηκαν για το σύστημα θέρμανσης. 253 179 204 The life and the work of Manolis Triantafyllidis and the views of teachers about his grammar Η ζωή και το έργο του Μανόλη Τριανταφυλλίδη και οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη γραμματική του The topic of this degree project was: ”Manolis Triantaphyllidis life and work and educators perspectives of his grammar (book)”.Various aspects of the topic were studied both theoretically and in practice. More specifically, the biographical part of the study is related to : a) the great educator M.Triantaphyllidis biography, b) the results of his survey during his visit to several Greek schools and c) the constitution and the work of the educational association. Concerning the practical part, a survey was conducted at several schools of Alexandroupolis and its suburbs during the period from April to May 2015. Based on the survey results, it is ascertained that Manolis Triantaphyllidis is acknowledged as the most well-known educator, since most educators were aware of his work, especially for his grammar (book), which was used by them as students, as well as by their own students. Although his grammar book is not used anymore at Greek schools, it is still educating the present generations through the educators references Στην παρούσα πτυχιακή εργασία μελετήθηκε το θέμα με τίτλο: «Η ζωή και το έργο του Μανόλη Τριανταφυλλίδη και οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τη Γραμματική του». Εξετάσθηκαν τόσο σε θεωρητικό όσο και σε εμπειρικό επίπεδο ποικίλες πτυχές του εν λόγω θέματος. Αναλυτικότερα, το βιβλιογραφικό κομμάτι σχετίζεται με: α) τη βιογραφία του μεγάλου παιδαγωγού Μ. Τριανταφυλλίδη, β) τα συμπεράσματα-εκθέσεις που εξήγαγε ο ίδιος από τις επισκέψεις που έκανε σε ελληνικά σχολεία στα πλαίσια της εκπαιδευτικής του περιοδείας και γ) με τη σύσταση και το έργο του εκπαιδευτικού ομίλου. Αναφορικά με το εμπειρικό μέρος, διεξήχθη έρευνα σε σχολεία της Αλεξανδρούπολης και των περιχώρων κατά το διάστημα Απριλίου - Μαΐου 2015. Βάσει των ερευνητικών αποτελεσμάτων, διαπιστώνεται ότι ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης αναδείχθηκε μέσα από την έρευνα ο πιο γνωστός παιδαγωγός, καθώς οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί είχαν άποψη για το έργο του και πιο συγκεκριμένα για τη γραμματική του που αξιοποιήθηκε από τους ίδιους όταν ήταν μαθητές, αλλά και από τους μετέπειτα μαθητές τους. Αν και η γραμματική αποσύρθηκε από τα ελληνικά σχολεία, εξακολουθεί να μορφώνει και τις σημερινές γενιές μέσα από τις παραπομπές σε αυτήν που γίνονται από τους εκπαιδευτικούς 254 155 180 The major industrial accidents in recent years, led to the search for solutions for the effective reduction of such accidents and their consequences for both human and environment. To achieve this target laws adopted across the world. In the European Union for the prevention of risks arising from the use of dangerous substances, the Seveso Directive applies. Its name derives from the most famous industrial accident in Italian city, named Seveso. The Seveso Directive is the standardization of industrial safety regulations. The effective prevention of major industrial accidents requires the contribution of many different authorities and among these, the local community (municipal and regional services, local authorities and residents). In this paper , attempts to be answered questions about the Seveso Directive and if the directive applies to Greece, which is the role of the local community in the prevention of major industrial accidents and what can be changed to make the contribution more effective. Τα μεγάλα βιομηχανικά ατυχήματα που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια , οδήγησαν στην αναζήτηση λύσεων για την αποτελεσματική μείωση τέτοιων ατυχημάτων αλλά και των επιπτώσεών τους τόσο στον άνθρωπο όσο και στο περιβάλλον. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος θεσπίστηκαν νόμοι σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση για την πρόληψη των κινδύνων που προκύπτουν από τη χρήση επικίνδυνων ουσιών , ισχύει η Οδηγία Seveso. Το όνομά της προέρχεται , από το γνωστότερο ίσως , βιομηχανικό ατύχημα που συνέβη στην ομώνυμη πόλη της Ιταλίας. Η Οδηγία Seveso ουσιαστικά, είναι η τυποποίηση των κανονισμών βιομηχανικής ασφάλειας. Για την αποτελεσματική πρόληψη των μεγάλων βιομηχανικών ατυχημάτων, απαιτείται η συμβολή πολλών και διαφορετικών αρχών και φορέων . Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται η τοπική κοινωνία. Οι Δημοτικές δηλαδή και Περιφερειακές υπηρεσίες, οι τοπικές αρχές αλλά και οι κάτοικοι των περιοχών. Στη παρούσα εργασία επιχειρείται να απαντηθούν ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσο εφαρμόζεται η Οδηγία Seveso στην Ελλάδα , ποιός πραγματικά είναι ο ρόλος της τοπικής κοινωνίας στη πρόληψη των μεγάλων βιομηχανικών ατυχημάτων αλλά και τι μπορεί να αλλάξει ώστε να γίνει η συμβολή της πιο αποτελεσματική. 255 129 141 Επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης ZNF217 σε νέα και γηρασμένα μονοκύτταρα The present research focuses on the analysis of ZNF217 expression in monocytes of young and aged blood donors, statistical comparison of the experimental data and the search for correlation of the specific factor with the sternness factors (Nanog, Oct4, Sox2, c-Myc, etc). The main steps followed were the isolation and gathering of monocytes from blood samples, their incubation and cultivation, in order to obtain as many pro-monocytes as possible, the isolation of their RNA and the final analysis using Real Time PCR. In this way, we attempted to support the hypothesis of a possible relation between ZNF217 and the aging process, considering that as long as the germline factors are reduced to levels of expression in old age, that should also be the case with ZNF217 protein expression levels. H παρούσα ερευνητική εργασία επικεντρώνεται στην ανάλυση της έκφρασης του παράγοντα ZNF217 σε μονοκύτταρα νέων και γηρασμένων δοτών αίματος, στην στατιστική σύγκριση των δεδομένων και στην αναζήτηση συσχέτισης του συγκεκριμένου παράγοντα με τους παράγοντες πολυδυναμικότητας (Nanog, Oct4, Sox2, c-Myc, κ.α). Τα κυριότερα βήματα που ακολουθήθηκαν ήταν η απομόνωση και συγκέντρωση των μονοκυττάρων από τα δείγματα αίματος, η επώαση και καλλιέργειά τους με σκοπό να συλλεχθούν όσο το δυνατόν περισσότερα προμονοκύτταρα, η απομόνωση του RNA τους και η τελική ανάλυση μέσω χρήσης Real Time PCR. Με αυτό τον τρόπο προσπαθήσαμε να υποστηρίξουμε την υπόθεση ύπαρξης πιθανής σχέσης μεταξύ του ZNF217 και της διαδικασίας της γήρανσης, θεωρώντας ότι εφόσον οι βλαστικοί παράγοντες μειώνονται σε επίπεδα έκφρασης κατά το γήρας, το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με τα επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης ZNF217. 256 101 102 Historical course and transformation of the Pontian national identity during the 20th century Ιστορική πορεία και μετασχηματισμός εθνικής ταυτότητας των Ποντίων κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα The aim of this thesis is the issue of the historical course of the Pontians and the formation and transformation of their national identity during the 20th century in the Soviet Union. An example for this study is the Pontians who left the Soviet Union and settled in the Alexandroupolis area after 1988/89. With the help of the oral history tools an attempt is made to interpret the discourse of the everyday, infamus Pontians as compared to the main narratives. Interviews’ analysis is based on the Grounded Theory. Σκοπό της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί το ζήτημα της ιστορικής πορείας των Ποντίων και της συγκρότησης και μετασχηματισμού της εθνικής τους ταυτότητάς κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα στη Σοβιετική Ένωση. Παράδειγμα για τη συγκεκριμένη ερευνητική μελέτη αποτελούν οι Πόντιοι που εγκατέλειψαν Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης μετά το 1988/89. Με τη βοήθεια των εργαλείων της προφορικής ιστορίας γίνεται μια προσπάθεια ερμηνείας του λόγου των καθημερινών, «άσημων» Ποντίων σε σύγκριση με τα κυρίαρχα αφηγήματα. Για την ανάλυση των συνεντεύξεων χρησιμοποιείται η θεμελιωμένη θεωρία. 257 366 325 Βιοηθικοί προβληματισμοί κατά τη διαχείριση ανθρωπίνων πτωμάτων σε περιπτώσεις μαζικών καταστροφών. θεολογικές, ιατρικές προεκτάσεις και ο ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης In this master’s thesis, was made an attempt, through the literature review, to highlight the importance of the science of Bioethics and its decisive contribution to the settlement of issues that arise in the management of human corpses after a massive disaster. As massive disaster is defined an event in which the number of casualties is greater than the number which can effectively be dealt with by the Local Authorities as well as the local Forensic Service. The data that emerges after a massive disaster form a sudden and chaotic reality that must be immediately addressed on many levels. The adverse conditions of lack of material resources and human resources that arise after a massive disaster complicate the work of dealing with this emergency by the Medical Services and the involved parties and create a number of bioethical problems. These bioethical problems that arise are immediate and involve a wide range of activities. Criterion and guide in solving these problems is primarily Bioethics assisted by Biotheology. Bioethics is based on its four fundamental principles: the principle of autonomy the principle of not causing harm and pain , the principle of utility or beneficence, and the principle of justice. The principles of Orthodox Christian Biotheology contribute positively and help to solve the dilemmas that arise by completing and completing the basic principles of Bioethics. These are the principle of the person, the principle of selfless love, the principle of respect for life, and the principle of justice. Bioethics is based on its four fundamental principles: autonomy, non-harm, beneficence, and justice. The principles of Orthodox Christian Biotheology contribute positively and help to solve the dilemmas that arise by completing the basic principles of Bioethics. These are the principle of the person, the principle of selfless love, the principle of respect for life, and the principle of justice. In Greece in the last century (1900-2020) most of the victims came mainly from natural disasters (earthquakes and fires). In order to deal with the cases of these emergencies, the General Secretariat for Civil Protection issued the Special Plan for the Management of Human Casualties- Losses. This plan is considered perfect in the organization of the responsibilities of the involved parties. Στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε, μέσα από την βιβλιογραφική ανασκόπηση, η ανάδειξη της σπουδαιότητας της επιστήμης της Βιοηθικής και της καθοριστικής της συμβολής στην διευθέτηση ζητημάτων που προκύπτουν κατά τη διαχείριση των ανθρωπίνων πτωμάτων μετά από μία μαζική καταστροφή. Ως μαζική καταστροφή ορίζεται ένα συμβάν στο οποίο ο αριθμός των απωλειών είναι μεγαλύτερος από εκείνον που μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά οι Τοπικές Αρχές όπως επίσης και όταν ο αριθμός των πτωμάτων είναι μεγαλύτερος από αυτόν που μπορεί να εξετάσει η εκάστοτε τοπική Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Τα δεδομένα που προκύπτουν μετά από μια μαζική καταστροφή διαμορφώνουν μια αιφνίδια και χαοτική πραγματικότητα που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί σε πολλά επίπεδα. Οι αντίξοες συνθήκες έλλειψης υλικών πόρων και ανθρωπίνου δυναμικού που προκύπτουν μετά από μια μαζική καταστροφή δυσχεραίνουν το έργο αντιμετώπισης της έκτακτης αυτής ανάγκης από τις Ιατρονοσηλευτικές Υπηρεσίες και τους εμπλεκόμενους φορείς και δημιουργούν πλήθος βιοηθικών προβλημάτων. Τα βιοηθικά αυτά προβλήματα που προκύπτουν είναι άμεσα και αφορούν ένα μεγάλο εύρος δραστηριοτήτων. Κριτήριο και οδηγός στην επίλυση των προβλημάτων αυτών αποτελεί πρωτογενώς η Βιοηθική συνεπικουρούμενη από την Βιοθεολογία. Η Βιοηθική εδράζεται στις τέσσερις θεμελιώδεις αρχές της: της αυτονομίας, της μη πρόκλησης βλάβης, της αγαθοεργίας και της δικαιοσύνης. Οι αρχές της ορθόδοξης χριστιανικής Βιοθεολογίας συνεισφέρουν θετικά και βοηθούν στην επίλυση των διλλημάτων που προκύπτουν συμπληρώνοντας και ολοκληρώνοντας τις βασικές αρχές της Βιοηθικής. Αυτές είναι η αρχή του προσώπου, η αρχή της ανιδιοτελούς αγάπης, η αρχή του σεβασμού στη ζωή και η αρχή της δικαιοσύνης. Στην Ελλάδα τον τελευταίο αιώνα (1900-2020) τα περισσότερα θύματα προήλθαν κυρίως από φυσικές καταστροφές (σεισμούς και πυρκαγιές). Για να αντιμετωπίσει η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας τις περιπτώσεις των εκτάκτων αυτών αναγκών προέβη στην έκδοση του Ειδικού Σχεδίου Διαχείρισης Ανθρωπίνων απωλειών. Το σχέδιο αυτό κρίνεται άρτιο στην οργάνωση των αρμοδιοτήτων των εμπλεκομένων φορέων. Απαραίτητος ωστόσο είναι ο εμπλουτισμός του με ειδικότερες αναφορές στην αντιμετώπιση βιοηθικών προβλημάτων που προκύπτουν. 258 180 198 Νομικό καθεστώς εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα This thesis deals with the legal status of exploitation of oil deposits in Greece. It examines the legal framework governing prospecting, exploration and exploitation of hydrocarbons, both in national and community level. According to the procedure initially followed the first steps contemplated made in our country in this area both in terms of research and legislative. The discovery of commercial hydrocarbon deposits in the area of Prinos was a milestone and led to lay foundations of the legal regime governing those activities in our country. The European Union having experience in this field has established legislation that regulates the licensing, contracts, safety and environmental protection. Greece continuously incorporates it, in its national law, in order to update it. This thesis also examines the importance of the Exclusive Economic Zone in connection with the exploitation of hydrocarbons in our country. It also studies some operating models in other countries, which have many years activity in this area. Considering all these issues leads to some conclusions and recommendations, which must be adopted so that the exploitation of hydrocarbons be beneficial for Greece. Αυτή η μεταπτυχιακή εργασία πραγματεύεται το νομικό καθεστώς εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Ελλάδα. Εξετάζει το νομικό πλαίσιο που διέπει την αναζήτηση, την έρευνα και την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο. Σύμφωνα με την μεθοδολογία που ακολουθείται αρχικά μελετώνται τα πρώτα βήματα που έγιναν στην χώρα μας στον τομέα αυτό τόσο από άποψη ερευνητική, όσο και νομοθετική. Η ανακάλυψη των εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην περιοχή του Πρίνου, αποτέλεσε σταθμό και οδήγησε στο να τεθούν οι βάσεις του νομικού καθεστώτος που διέπει τις δραστηριότητες αυτές στην χώρα μας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχοντας εμπειρία στον τομέα αυτό έχει θεσμοθετήσει σχετική νομοθεσία που ρυθμίζει την χορήγηση αδειών, τις συμβάσεις, την ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντος, την οποία η Ελλάδα συνεχώς ενσωματώνει στο εθνικό της δίκαιο, εκσυγχρονίζοντάς το. Εξετάζει ακόμα τη σημασία της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης σε συνάρτηση με την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων από τη χώρα μας. Επίσης διερευνά κάποια μοντέλα εκμετάλλευσης άλλων χωρών, οι οποίες έχουν πολυετή δραστηριότητα στον τομέα αυτό. Εξετάζοντας λοιπόν όλα αυτά τα θέματα καταλήγει σε κάποια συμπεράσματα και σε προτάσεις που πρέπει να υιοθετηθούν έτσι ώστε η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων να είναι επωφελής για την Ελλάδα. 259 195 204 Προσδιορισμός της ποικιλομορφίας βασεόφιλων βακτηρίων υγρών αποβλήτων κονσερβοποιίας The treatment of wastewaters from the food industry is a complex issue due to their high organic load, low biodegradability, and often high electrical conductivity and alkalinity. In this thesis, the alkaliphilic bacterial diversity was examined in canning wastewater processing peach. The physicochemical characteristics of the wastewater examined were: COD 3.435 mg / L, BOD 720 mg / L and pH 12.37. A total of 26 bacterial strains were isolated on agar plates containing 1% w/v glucose and 7% w/v NaCl, pH 11, by using the dilution plate method. The bacterial population was restricted because of the high pH of the effluent and it was estimated as 2.9 x 103 cfu/ml. The majority of alkaliphilic bacterial strains (21) belonged to Carnobacteriaceae family, whereas the remaining isolates were placed within the families Bacillaceae and Pseudomonadaceae. Apart from a single isolate which was related to the genus Pseudomonas, all alkaliphiles isolated were members of the phylum Firmicutes. In conclusion, the high pH conditions appeared to favour alkaliphilic bacteria which can easily adapted to such severe environmental conditions. The closest relatives of bacterial strains isolated were found previously in alkaline lakes and in the wastewaters of edible olives. Τα υγρά απόβλητα βιομηχανιών τροφίμων αποτελούν ένα σύνθετο πρόβλημα στην διαχείριση τους λόγω του υψηλού οργανικού φορτίου, της υψηλής αγωγιμότητας, της περιορισμένης βιοαποδομησιμότητας και αρκετές φορές του υψηλού pH τους. Στην παρούσα διπλωματική εργασία εξετάσθηκε υγρό απόβλητο κονσερβοποιίας ροδάκινου από τον Νομό Ημαθίας. Τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του λύματος έδειξαν τιμές COD 3.435 mg/L, BOD 720 mg/L και pH 12,37. Συνολικά απομονώθηκαν 26 στελέχη βακτηρίων με την χρήση της μεθόδου των διαδοχικών αραιώσεων και καλλιεργήθηκαν σε θρεπτικό υπόστρωμα αποτελούμενο από 1% w/v γλυκόζη και 7% w/v NaCl, pH 11. Ο μικροβιακός πληθυσμός ήταν περιορισμένος εξαιτίας του υψηλού pH και εκτιμήθηκε σε 2,9 x 103 cfu/ml. Όλα τα στελέχη ήταν βακτηριακά και δεν παρατηρήθηκε παρουσία στελεχών ζυμών ή άλλων ευκαριωτικών μικροοργανισμών. Η πλειοψηφία των βασεόφιλων βακτηριακών στελεχών (21) ανήκε στην οικογένεια Carnobacteriaceae, 4 στην οικογένεια Bacillaceae και μόλις 1 στην οικογένεια Pseudomonadaceae. Με εξαιρέση την περίπτωση ενός στελέχους πρωτεοβακτηρίου, όλα τα βασεόφιλα στελέχη ήταν μέλη του φύλου Firmicutes. Συμπερασματικά, σε συνθήκες υψηλού pH εμφανίζονται συγκεκριμένοι μικροοργανισμοί, οι οποίοι επικρατούν έναντι άλλων και αναπτύσσονται γρηγορότερα και βέλτιστα σε αλκαλικά περιβάλλοντα με υψηλή αλατότητα. Τα περισσότερα βακτηριακά στελέχη που απομονώθηκαν έχουν βρεθεί σε αλκαλικές λίμνες, καθώς και στην βρώσιμη ελιά. 260 102 119 Αντιπαραβολή των αρχών της Ιπποκρατικής ιατρικής σε σχέση με την άσκηση της σύγχρονης ιατρικής The current study is dealt with moral dilemmas and reflections, which are imposed by the evolution of sciences and the configuration of modern needs of the society in issues such as euthanasia, cloning, cremation, transplants and abortion. Despite any possible differe-ntiation due to configuration of different social circumstances and also the progress of science, it becomes easily understood by the correspo-nding analysis that the scientific community should search to the Hippocratic Oath for the basis of the responses to these questions and reflections. The rules placed on it, are characterized by diachronicity and they are the foundation stones of contemporary bioethics science. Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται τα ηθικά διλήμματα και τους προβληματισμούς που τίθενται από την εξέλιξη των επιστημών αλλά και τη διαμόρφωση των σύγχρονων αναγκών της κοινωνίας σε θέματα όπως η ευθανασία, η κλωνοποίηση, η αποτέφρωση, οι μεταμοσ-χεύσεις και η άμβλωση. Παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις λόγω της διαμόρφωσης διαφορετικών κοινωνικών συνθηκών αλλά και την πρόοδο της επιστήμης, γίνεται εύκολα κατανοητό από την αντίστοιχη ανάλυση ότι τις βάσεις των απαντήσεων σε αυτά τα ερωτήματα και τους προβληματισμούς οφείλει η επιστημονική κοινότητα να τις αναζητήσει στον Όρκο του Ιπποκράτη, καθώς οι κανόνες που τίθενται σε αυτόν χαρακτηρίζονται από διαχρονικότητα και αποτελούν τους θεμέλιους λίθους της σύγχρονης βιοηθικής επιστήμης. 261 344 342 School bullying is a phenomenon that worries the educational community, students and their parents. Its diverse forms, as well as the consequences of the victims, are issues that teachers are called upon to address, as the school is a venue for the phenomenon. According to the bibliography, school can be a risk factor for its manifestation. The school climate is also a key element in determining the smooth functioning of the school. The purpose of this paper is to investigate the relationship between school bullying and the school climate through Greek-language and foreign-language bibliography. In particular, the theoretical part of the thesis attempts to conceptually clarify the terms "school climate" and "school bullying" and makes reference to the forms of school bullying and the risk factors of its manifestation. Then, in a separate chapter, the factor of the school is analyzed. Through school, the term "school climate" emerges and its relation to school bullying is examined, as well as its role as a phenomenon to prevent the phenomenon. Finally, intervention programs for school bullying are presented as key elements in changing the school climate. In the empirical part, it is attempted to investigate the views of the teachers of the primary schools of the Prefecture of Kavala, with the research tool of the questionnaire. In particular, the following were investigated: a) the risk factors for the outbreak of school bullying b) factors who shape the school climate c) the relation between school climate and school bullying (d) the role of school as a protective factor against bullying. The survey shows that the majority of teachers agree that school is a risk factor for the outbreak of school bullying and agree with the factors that according to the literature shape the school climate. Also, according to the answers, they consider that the relationship between school climate and school bullying is two-way as one affects the other negatively. Finally, among school climate factors, those that are found more effective in preventing bullying are the rules system, the consistent student supervision and the teacher / parental cooperation. Ο σχολικός εκφοβισμός είναι ένα φαινόμενο που προβληματίζει την εκπαιδευτική κοινότητα, τους μαθητές και τους γονείς τους. Οι ποικίλες μορφές του, καθώς και οι συνέπειες που δέχονται τα θύματα, αποτελούν θέματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί, καθώς το σχολείο αποτελεί χώρο εκδήλωσης του φαινομένου. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, το σχολείο είναι ένας παράγοντας που μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου εκδήλωσης του. Το σχολικό κλίμα επίσης, αποτελεί βασικό στοιχείο που καθορίζει την ομαλή λειτουργία του σχολείου. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση μέσα από την ελληνόγλωσση και ξενόγλωσση βιβλιογραφία, της σχέσης ανάμεσα στο σχολικό εκφοβισμό και το σχολικό κλίμα. Ειδικότερα, στο θεωρητικό μέρος της εργασίας επιχειρείται η εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων «σχολικό κλίμα» και «σχολικός εκφοβισμός» και γίνεται αναφορά στις μορφές του σχολικού εκφοβισμού και στους παράγοντες κινδύνου εκδήλωσής του. Στη συνέχεια, σε ξεχωριστό κεφάλαιο αναλύεται ο παράγοντας του σχολείου. Μέσα από το σχολείο αναδύεται ο όρος «σχολικό κλίμα» και εξετάζεται η σχέση του με τον σχολικό εκφοβισμό, καθώς και ο ρόλος του ως παράγοντας πρόληψης του φαινομένου. Τέλος, παρουσιάζονται προγράμματα παρέμβασης για τον σχολικό εκφοβισμό που είχαν σαν βασικό στοιχείο την αλλαγή του σχολικού κλίματος. Στο εμπειρικό μέρος, επιχειρείται η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών των Δημοτικών σχολείων του Νομού Καβάλας, με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Ειδικότερα, διερευνήθηκαν τα εξής: α) οι παράγοντες κινδύνου για την εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού; β) οι παράγοντες που διαμορφώνουν το σχολικό κλίμα; γ) η σχέση ανάμεσα στο σχολικό κλίμα και τον σχολικό εκφοβισμό; δ) ο ρόλος του σχολείου το σχολείου ως παράγοντας πρόληψης του εκφοβισμού. Από την έρευνα προκύπτει πως η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών συμφωνεί ότι το σχολείο αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εκδήλωση του σχολικού εκφοβισμού και συμφωνούν με τους παράγοντες που σύμφωνα με τη βιβλιογραφία διαμορφώνουν το σχολικό κλίμα. Επίσης, σύμφωνα με τις απαντήσεις, θεωρούν πως η σχέση μεταξύ σχολικού κλίματος και σχολικού εκφοβισμού, είναι αμφίδρομη, οπότε ένα επηρεάζει αρνητικά το άλλο. Τέλος, από τους παράγοντες του σχολικού κλίματος, εκείνους που θεωρούν αποτελεσματικότερους στην πρόληψη του εκφοβισμού είναι το σύστημα κανόνων, τη συνεπή επιτήρηση των μαθητών και τη συνεργασία εκπαιδευτικών - γονέων. 262 157 151 The topic of this paper is «Identity searches in an Arbanian region of the Thrace: The case of the Paradimi». The Arbanian inhabitants of Paradimi are living in this village from 1922. Their starting point was the village Altin Tas of Eastern Thrace. They belive that they are the «ordinary» member of the greek nation and they have never felt minority. Also, the concepts of identity, diversity as well as the concepts of nation, nationalism are being approached. The basic questions of this survey are two. The first one examine in what extent the arbanian identity has been affected today. Today rapid changes take place at social and economic level. The second question aims at the research conceptualisations and attitudes of teachers concerning bilingual issues and the way of coping with bilingual students. Is known that the multicultural society is a dominant feature in Greece. All teachers have to cope with bilingual issues on a daily basis. Ο τίτλος της παρούσας εργασίας είναι «Ταυτοτικές αναζητήσεις σε μία αρβανίτικη περιοχή της Θράκης: Η περίπτωση της Παραδημής». Οι Αρβανίτες κάτοικοι της Παραδημής ήρθαν στην περιοχή της σημερινής Ροδόπης το 1922 έχοντας ως αφετηρία το χωριό Αλτίν Τας της Ανατολικής Θράκης. Δηλώνουν ότι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνισμού και ποτέ δεν ένιωσαν ότι ανήκουν σε κάποια μειονοτική ομάδα. Οι έννοιες που προσεγγίζονται στις παρακάτω σελίδες είναι αυτή της ταυτότητας, της ετερότητας, του έθνους και του εθνικισμού. Τα βασικά ερωτήματα της εργασίας είναι δύο. Το πρώτο ερώτημα εξετάζει σε τι βαθμό έχει επηρεαστεί η αρβανίτικη ταυτότητα στη σύγχρονη κοινωνία, όπου παρατηρούνται ραγδαίες εξελίξεις τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Το δεύτερο ερώτημα στοχεύει στη διερεύνηση των αντιλήψεων και των στάσεων των δασκάλων, αλλά και τον τρόπο αντιμετώπισης των δίγλωσσων μαθητών. Είναι γνωστό ότι η πολυπολιτισμικότητα είναι κυρίαρχο χαρακτηριστικό της Ελλάδας. Όλοι, λοιπόν, οι εκπαιδευτικοί καλούνται καθημερινά να διαχειριστούν ζητήματα διγλωσσίας. 263 303 313 Αναγεννητική ικανότητα του ήπατος μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ The aim was to study the effect of the laparoscopic 70% hepatectomy regenerative capacity of the liver, relative to the open 70% hepatectomy in the rat. They used 68 male rats Albino Wistar, aged 6 months and weighing 450-500 gr and divided into 4 groups. In the 1st group of LAP-HEP (n =19) performed laparoscopic resection of the medium and the left lateral lobe of the liver, maintaining pneumoperitoneum for 25', the 2nd HEP group (n=23) median laparotomy and resection of the medium and left lateral hepatic lobe, while the 3rd group PNE (n =16) virtual surgery with pneumoperitoneum 5mmHg and introduction of trocars for 25'. The surgery lasted 45'. The 4th Control group (n =10) there was no intervention. The animals were sacrificed at 48 hours, 1 or 2 weeks. Followed laparotomy, the liver was removed and calculated the relative weight. Pieces of liver tissue were received and the mitotic index was determined using antibody SER10 (number of mitoses per field x 40). The PNE group showed greater % relative liver weight in 48 hours, the 1st and the 2nd week against LAP-HEP or HEP group. Mitotic activity in the PNE group is greater in 48 hours and in the 1st week, against HEP or LAP-HEP group. The regenerative capacity of the liver is superior in PNE group relative to the two groups at all time periods. The % relative liver weight of LAP-HEP group showed less regenerative capacity 1st for the HEP group. The mitotic activity of the liver in the LAP- HEP group is higher at 48 hours and 1st. The % relative liver weight in LAP-HEP group is higher at 2 weeks compared to HEP group, with no statistically significant effect.We conclude that the regenerative activity of the liver was higher after 70% hepatectomy laparoscopic against open 70% hepatectomy. Σκοπός της εργασίας ήταν η μελέτη της επίδρασης της λαπαροσκο-πικής 70% ηπατεκτομής στην αναγεννητική ικανότητα του ήπατος, σε σχέση με την ανοικτή 70% ηπατεκτομή στον επίμυ. Χρησιμοποιήθηκαν 68 αρσενικοί επίμυες Albino Wistar, ηλικίας 6 μηνών και βάρους 450-500 gr και χωρίστηκαν σε 4 ομάδες. Στην 1η ομάδα LAP-HEP (n=19) διενεργήθηκε λαπαροσκοπική εκτομή του μέσου και αριστερού πλάγιου λοβού ήπατος, με διατήρηση πνευμοπεριτοναίου για 25 λεπτά, στη 2η ομάδα HEP (n=23) μέση λαπαροτομία και εκτομή του μέσου και αριστερού πλάγιου ηπατικού λοβού, ενώ στη 3η ομάδα PNE (n=16) εικονική επέμβαση με πνευμοπεριτόναιο 5mmHg και εισαγωγή των trocars για 25'. Η χειρουργική επέμβαση διήρκησε 45'. Η 4η ομάδα Control (n=10) δεν υποβλήθηκε σε καμία παρέμβαση. Tα πειραματόζωα θυσιάστηκαν στις 48 ώρες, 1 ή 2 εβδομάδες. Aκολούθησε λαπαροτομία, αφαιρέθηκε το ήπαρ και υπολογίστηκε το σχετικό βάρος. Ελήφθησαν ιστοτεμάχια ήπατος και προσδιορίστηκε ο μιτωτικός δείκτης με τη χρήση αντισώματος SER10 (αριθμός μιτώσεων ανά οπτικό πεδίο x 40).Προέκυψε ότι η ομάδα PNE επέδειξε μεγαλύτερο % σχετικό βάρος ήπατος τόσο στις 48 ώρες, στη 1η όσο και στη 2η εβδομάδα, έναντι της ομάδας LAP-HEP ή HEP. Η μιτωτική δραστηριότητα στην ομάδα PNE είναι μεγαλύτερη στις 48 ώρες και στην 1η εβδομάδα, έναντι των ομάδων HEP ή LAP-HEP. H αναγεννητική ικανότητα του ήπατος υπερτερεί στην ομάδα PNE σε σχέση με τις δύο ομάδες, σε όλες τις χρονικές περιόδους. Το % σχετικό βάρος ήπατος της ομάδας LAP-HEP επέδειξε μικρότερη αναγεννητική ικανότητα την 1η εβδομάδα έναντι της ομάδας HEP. Η μιτωτική δραστηριότητα του ήπατος στην ομάδα LAP-HEP είναι μεγαλύτερη στις 48 ώρες, καθώς και την 1η εβδομάδα. Το % σχετικό βάρος ήπατος στην ομάδα LAP-HEP, είναι μεγαλύτερη στις 2 εβδομάδες σε σχέση με την ομάδα HEP, χωρίς να είναι στατιστικά σημαντικό το αποτέλεσμα. Συμπεραίνουμε ότι η αναγεννητική δραστηριότητα του ήπατος ήταν μεγαλύτερη μετά από λαπαροσκοπική 70% ηπατεκτομή, έναντι της ανοικτής 70% ηπατεκτομής. 264 238 265 Πρότυπα ανισορροπίας σύνδεσης για τα σχετιζόμενα με σχιζοφρένεια γονίδια NRG1 και ERBB4 στους 11 πληθυσμούς του HapMap Schizophrenia is a multifactorial psychiatric disorder that affects about 1% of the global population. Twin and families studies have demonstrated a strong genetic component for the development of schizophrenia, placing it as one of the most frequent and devastating psychiatric diseases in the world. Several genes are associated with schizophrenia. Here, we study the association of the genes NRG1 and ERBB4 in the 11 HapMap populations. NRG1 encodes a signaling protein that mediates cell-cell interactions and plays critical roles in the growth and development of multiple organ systems. Gene dysregulation has been linked to diseases such as cancer, schizophrenia and bipolar disorder (BPD). ERBB4 is a member of the Tyr protein kinase family and the epidermal growth factor receptor subfamily and is the receptor of NRG1. The Neuregulin-ErbBB4 signalling network is involved in a multitude of processes in the developing and adult brain. In this thesis, we investigate the structure of NRG1 and ERBB4 and the linkage disequilibrium patterns in the 11 HapMap populations (Phase III). The results show variations in the linkage disequilibrium patterns with the lowest ld levels observed for the African (and hence oldest) populations that we tested and the highest ld levels observed in the more recent populations. Also the allele frequency of the SNPs tested showed significant variation between populations suggesting that geographical background should be taken into serious consideration when designing replication studies and when applying research results indirect to consumer testing. Η σχιζοφρένεια είναι μία πολυπαραγοντική ψυχιατρική διαταραχή η οποία εμφανίζεται με συχνότητα περίπου 1% παγκοσμίως. Μελέτες διδύμων και οικογενειών δείχνουν ένα ισχυρό γενετικό υπόβαθρο για την ανάπτυξη της σχιζοφρένειας, τοποθετώντας τη ως μία από τις πιο συχνές και επιζήμιες ψυχιατρικές ασθένειες στον κόσμο. Πολλά γονίδια έχουν συσχετισθεί με τη σχιζοφρένεια. Στην παρούσα έρευνα, μελετάμε τη συσχέτιση των γονιδίων NRG1 και ERBB4 στους 11 πληθυσμούς του HapMap. To γονίδιο NRG1 κωδικοποιεί μια σηματοδοτική πρωτεϊνη, η οποία μεσολαβεί διακυτταρικές αλληλεπιδράσεις και παίζει σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη πολλών οργανικών συστημάτων. Η απορρύθμιση του NRG1 έχει συσχετιστεί με ασθένειες όπως ο καρκίνος, η σχιζοφρένεια και η διπολική διαταραχή. Το γονίδιο ERBB4 κωδικοποιεί έναν υποδοχέα μέλος της οικογένειας των πρωτείνών τυροσινικής κινάσης και μέλος της υποϋκογένειας των υποδοχέων των επιδερμικών αυξητικών παραγόντων ; ο υποδοχέας ERBB4 είναι ο υποδοχέας του NRG1. To σηματοδοτικό μονοπάτι NRG1 - ERBB4 εμπλέκεται σε ποικιλότητα διαδικασιών στον αναπτυσσόμενο κι ενήλικο εγκέφαλο. Σε αυτή την πτυχιακή μελετάμε τη δομή των NRG1 και ERBB4 και επιπλέον τα πρότυπα ανισορροπίας σύνδεσης στους 11 πληθυσμούς του HapMap. Τα αποτελέσματα δείχνουν ποικιλότητα στα πρότυπα ανισορροπίας σύνδεσης στους διαφορετικούς πληθυσμούς με τα χαμηλότερα επίπεδα να παρατηρούνται στους γηραιότερους πληθυσμούς και τα υψηλότερα επίπεδα στους νεότερους. Επιπλέον η αλληλική συχνότητα των εξεταζόμενων SNPs έδειξε σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ πληθυσμών προτείνοντας ότι η καταγωγή θα πρέπει να αποτελεί σημαντικό παράγοντα στο σχεδιασμό μελετών επιβεβαίωσης και θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη στις εφαρμογές ερευνητικών αποτελεσμάτων σε διαγνωστικούς ελέγχους που απευθύνονται κατευθείαν στον καταναλωτή (direct to, consumer, testing). 265 127 131 In recent years, the Holocaust has been the subject of inspiration for children’s and teenagers’ literature, through the historical novel specifically addressed to these ages, while the systematic teaching of the Holocaust is promoted in greek schools, in an effort to diffuse the universal values of democracy and tolerance and to strengthen the common European ties. The present report is divided into three parts: the first part presents the historical circumstances in which the mass extermination of millions of Jews and other minority groups occurred, in the second part, which is mentioned to the historical novel, the most important historical novels written for children about the Holocaust and translated into greek are presented, while the third part discusses the teaching approach of Holocaust for Sixth Grade students Τα τελευταία χρόνια, το Ολοκαύτωμα αποτελεί αντικείμενο έμπνευσης της λογοτεχνίας για παιδιά και για νέους, μέσα από το ιστορικό μυθιστόρημα που απευθύνεται ειδικά σε αυτές τις ηλικίες ενώ η συστηματική διδασκαλία του Ολοκαυτώματος προωθείται στα ελληνικά σχολεία, σε μια προσπάθεια διάχυσης των παγκόσμιων αξιών της δημοκρατίας και της ανοχής καθώς και της ενδυνάμωσης των κοινών ευρωπαϊκών δεσμών. Η παρούσα εργασία, χωρίζεται σε τρία μέρη: στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται οι ιστορικές συνθήκες εντός των οποίων συντελέστηκε η μαζική εξόντωση εκατομμυρίων Εβραίων και άλλων μειονοτικών ομάδων, στο δεύτερο μέρος που αναφέρεται στο ιστορικό μυθιστόρημα παρουσιάζονται αναλυτικά και σύμφωνα με ορισμένα κριτήρια τα σημαντικότερα ιστορικά μυθιστορήματα που γράφτηκαν για παιδιά με θέμα το Ολοκαύτωμα και που μεταφράστηκαν στα ελληνικά ενώ το τρίτο μέρος πραγματεύεται τη διδακτική προσέγγιση του Ολοκαυτώματος για μαθητές της Στ΄ δημοτικού 266 244 260 The use of music knowledge in taking over schoolmaster’s position in Music Schools and their contribution of handling Schoolmaster’s task Η χρησιμότητα των μουσικών γνώσεων για την ανάληψη διευθυντικών θέσεων στα Μουσικά Σχολεία και η συνδρομή τους στη διεκπεραίωση του έργου του Διευθυντή This paper discusses the issue of the usefulness of musical knowledge to undertake managerial positions in music schools and the extent to which this knowledge contribute to improving the efficiency of the work of the Director. presented in the first analysis the "profile" of the director school unit through the functions and typical duties as defined by law, the features and capabilities that must have to be effective in his work, but also through criteria by which selected for the position in the light of existing provisions of the law, but the changes these criteria exist by changing the laws. Then, there is a juxtaposition of the legislative framework for the operation of the Music Schools in the country, regarding the purpose of the foundation, the education of students, the comprehensive curriculum, logistics, the manager selection criteria and the specific tasks of these through which show the special nature and needs of delivering such schools and thus the administration thereof. Finally, following the empirical investigation of the matter through an investigation, which aims through the mapping of Directors -fylo profile, years of service, education, educational specialty terms, perceptions about the need of musical knowledge; the emergence of usefulness of musical knowledge of the music school directors for the successful performance of their tasks in a specific type of school, such as the musical school. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της χρησιμότητας των μουσικών γνώσεων για την ανάληψη διευθυντικών θέσεων στα Μουσικά Σχολεία και το βαθμό που αυτές οι γνώσεις συμβάλλουν στην αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση του έργου του Διευθυντή. Σε πρώτη ανάλυση παρουσιάζεται το «προφίλ» του διευθυντή σχολικής μονάδας μέσα από τις αρμοδιότητες και τα τυπικά καθήκοντα, όπως αυτά ορίζονται από το νόμο, τα χαρακτηριστικά και τις ικανότητες που πρέπει να έχει ώστε να είναι αποτελεσματικός στο έργο του, αλλά και μέσα από τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεται για τη θέση με γνώμονα τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου, αλλά και τις τροποποιήσεις που αυτά τα κριτήρια υφίστανται με την αλλαγή των νόμων. Στη συνέχεια, γίνεται μια παράθεση του νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας των Μουσικών Σχολείων της χώρας, όσον αφορά τον σκοπό ίδρυσής του, την φοίτηση των μαθητών, το αναλυτικό πρόγραμμα μαθημάτων, την υλικοτεχνική υποδομή, τα κριτήρια επιλογής διευθυντών αλλά και τα ιδιαίτερα καθήκοντα αυτών, μέσα από τα οποία προκύπτει η ιδιαίτερη φύση και οι ανάγκες που φέρουν τέτοιου είδους σχολεία και κατ’ επέκταση η διοίκηση αυτών. Τέλος, ακολουθεί η εμπειρική διερεύνηση του θέματος μέσα από τη διεξαγωγή έρευνας, η οποία στοχεύει μέσα από την αποτύπωση του προφίλ των Διευθυντών –φύλο, χρόνια υπηρεσίας, σπουδές, εκπαιδευτική ειδικότητα, θητείες, αντιλήψεις σχετικά με την αναγκαιότητα των μουσικών γνώσεων- στην ανάδειξη της χρησιμότητας των μουσικών γνώσεων των διευθυντών Μουσικών Σχολείων για την επιτυχή άσκηση των καθηκόντων τους σε ένα εξειδικευμένου τύπου σχολείο, όπως είναι το Μουσικό Σχολείο. 267 169 178 Introduction: Defense medicine is widespread and applicable worldwide, with serious consequences for patients, doctors and the cost of health care. Purpose: The purpose of this work is to highlight the ethical gaps in defense medicine. Material - Method: Greek and foreign language books and articles from databases such as Pubmed and Google Scholar were used.Conclusions: The ethical arguments that are considered as moral deficits that arise during the exercise of defense medicine are the following: (1) defensive medicine is misleading and undermines the patient's autonomy. (2) Defense medicine subordinates the interests of patients to the interests of the physician and violates the credentials. (3) the defensively administered drug exposes patients to harmless harm. (4) Defensive medicine undermines confidence in the profession. and (5) defense medicine violates the obligations of justice. Possible arguments in favor of defense medicine are being considered and rejected. Defensive practice is considered by many to be immoral and unprofessional, and it must be considered a challenge for medical ethics and professionalism to change this view. Εισαγωγή: Η αμυντική ιατρική είναι ευρέως διαδεδομένη και εφαρμόζεται σε όλο τον κόσμο, με σοβαρές συνέπειες για τους ασθενείς, τους γιατρούς και το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης. Σκοπός: Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η ανάδειξη των ηθικών διλημμάτων στην αμυντική ιατρική. Υλικό – Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν ελληνικά και ξενόγλωσσα συγγράμματα και άρθρα από βάσεις δεδομένων όπως το Pubmed και το Google Scholar. Συμπεράσματα: Τα ηθικά επιχειρήματα που θεωρούνται ως ηθικά διλήμματα που προκύπτουν κατά την άσκηση της αμυντικής ιατρικής είναι τα εξής: (1) η αμυντική ιατρική είναι παραπλανητική και υπονομεύει την αυτονομία του ασθενούς. (2) η αμυντική ιατρική υποτάσσει τα συμφέροντα των ασθενών με τα συμφέροντα του ιατρού και παραβιάζει τις καταπιστευτικές υποχρεώσεις. (3) το αμυντικώς χορηγούμενο φάρμακο εκθέτει τους ασθενείς σε βλάβες χωρίς όφελος. (4) η αμυντική ιατρική υπονομεύει την εμπιστοσύνη στο επάγγελμα. και (5) η αμυντική ιατρική παραβιάζει τις υποχρεώσεις της δικαιοσύνης. Πιθανά επιχειρήματα υπέρ της αμυντικής ιατρικής εξετάζονται και απορρίπτονται. Η αμυντική πρακτική θεωρείται από πολλούς ανήθικη και αντιεπαγγελματική και πρέπει να θεωρηθεί πρόκληση για την ιατρική ηθική και τον επαγγελματισμό η αλλαγή αυτής της άποψης. 268 182 225 Κλινική εμπειρία από τη χορήγηση αντί- TNF στη θεραπεία των ιδιοπαθών φλεγμονωδών εντεροπαθειών AIM OF THE STUDY: Evaluation of the response of patients with idiopathic inflammatory bowel disease (IBD) to the administration of anti-TNF-α agents. METHODS: This is a retrospective study of patients with inflammatory bowel disease who were hospitalized in two Greek hospitals during the period 2008-2018 and treated with anti-TNF-a agent. RESULTS: Overall, 98 patients were included, 59 male and 39 females, 73 with Crohn’s disease (CD) and 25 with Ulcerative colitis (UC), 50 smokers and 39 non-smokers, who had previous or concomitant treatment with ASA, AZA or corticosteroids. We examined the response to the anti-TNF-a treatment (infliximab or adalimumab). Neither sex nor smoking influences the response to anti-TNF-a. Concomitant immunomodulatory drugs increase the response to anti-TNF-a especially for UC. High rates of response to anti-TNF- a infliximab seemed more beneficial versus adalimumab. CONCLUSIONS: Anti-TNF-a agents are an important treatment option with high response rates in IBD patients. Our results are consistent and confirm the data of the literature. In addition, this study provides information about epidemiological characteristics of Greek patients and adds important data for the use of anti-TNF-a agents in Greece. Σκοπός της μελέτης : Αξιολόγηση της ανταπόκρισης των ασθενών με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (ΙΦΝΕ) στη χορήγηση anti-TNF-a παραγόντων. Μέθοδος : Αναδρομική μελέτη, τα δεδομένα της οποίας προήλθαν από ασθενείς με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου που νοσηλευτήκαν στα Νοσοκομεία «Λαϊκό» για το χρονικό διάστημα 2008-2017 και «Η Σωτηρία» για 2017-2018 στην Αθήνα και έλαβαν anti-TNF-a παράγοντα. Αποτελέσματα : Στη μελέτη μας είχαμε 98 ασθενείς, 59 άνδρες και 39 γυναίκες, 73 με νόσο crohn και 25 με ελκώδη κολίτιδα, 50 καπνιστές και 39 μη καπνιστές, που λάμβαναν προηγουμένη ή παράλληλη αγωγή μεσαλαζίνη, αζαθειοπρίνη ή κορτικοστεροειδή. Εξετάσαμε την ανταπόκριση τους στον anti-TNF-a (infliximab ή adalimumab) παράγοντα που τους χορηγήθηκε. Το φύλο δεν επηρέασε την ανταπόκριση στον anti-TNF-a παράγοντα. Το κάπνισμα δεν επηρέασε την ανταπόκριση στον anti-TNF-a παράγοντα. Υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης με καλύτερη ανταπόκριση στο infliximab έναντι του adalimumab. Καλύτερη ανταπόκριση κατά τη συγχορήγηση anti-TNF-a και αζαθειοπρίνης κυρίως στη ελκώδη κολίτιδα. Συμπεράσματα : Οι anti-TNF-a παράγοντες αποτελούν μια σημαντική θεραπευτική επιλογή με υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης σε ασθενείς με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Τα αποτελέσματα μας συμφωνούν και επιβεβαιώνουν τα δεδομένα της βιβλιογραφίας. Επιπλέον η παρούσα μελέτη δίνει πληροφορίες για επιδημιολογικά χαρακτηριστικά ασθενών με ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου στον ελλαδικό χώρο και προσθέτει σημαντικά δεδομένα για τη χρήση anti-TNF-a παραγόντων στην Ελλάδα. 269 278 294 Ενεργειακή μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στην εξοικονόμηση ενέργειας και στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας In recent decades a shift to renewable energy sources is observed (RES) and simultaneously reducing the use of fossil fuels to address the environmental problems, such as climate change. The effects of climate change are diverse and serious and, if we don’t significantly reduce greenhouse gas emissions, threatens will become worse in the future. The power generation process using conventional fuel strongly burden the environment, eg acid rain, global warming, radioactive waste, and landscape alteration. Therefore, the only answer to the depletion of fossil fuels and the constant pressure on the environment from the operation of conventional power plants are switching to renewable energy sources or mild, which are not limited and don’t pollute the environment. It is a social research, which was conducted through the use of a questionnaire and by personal interview. As a means of sampling, the random sampling was used and for the analysis of data various methods and techniques of statistics were used, adapted every time to the objectives and characteristics of the research. The data analysis was performed by using the descriptive statistics, Friedman’s test. Since the processing of research results revealed that about seven out of ten respondents believe that renewables can solve the problems created by fossil fuels, as there are inexhaustible energy sources. Also 66% of respondents consider the transition from fossil fuels to energy saving and the RES very important, also found that the most important forms of energy to be developed in the future is renewable energies such as solar energy (90.6%), wind (87.5%) and hydropower (82.1%). Finally, we conclude that 98.3% of respondents completely agree or agree that energy saving is needed by all of us Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και ταυτόχρονα μείωση της χρήσης συμβατικών καυσίμων για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων, όπως η κλιματική αλλαγή. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι πολυποίκιλες και σοβαρές και, αν δεν μειωθούν σημαντικά οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, απειλούν να γίνουν δυσμενέστερες στο μέλλον. Η διαδικασία παραγωγής ενέργειας με τη χρήση συμβατικών καυσίμων επιβαρύνει έντονα το περιβάλλον: π.χ. όξινη βροχή, φαινόμενο θερμοκηπίου, ραδιενεργά απόβλητα, αλλοίωση τοπίου. Συνεπώς, η μόνη απάντηση στην εξάντληση των συμβατικών καυσίμων και στη διαρκή επιβάρυνση του περιβάλλοντος από τη λειτουργία συμβατικών σταθμών παραγωγής είναι η στροφή στις ανανεώσιμες ή ήπιες πηγές ενέργειας, οι οποίες δεν εξαντλούνται και δε ρυπαίνουν το περιβάλλον. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια κοινωνιολογική έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου ενώ χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της προσωπικής συνέντευξης. Ως μέθοδος δειγματοληψίας εφαρμόστηκε η απλή τυχαία δειγματοληψία και για την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν διαφορετικές στατιστικές μέθοδοι και τεχνικές, προσαρμοσμένες κάθε φορά στα χαρακτηριστικά και τους σκοπούς της έρευνας. Αυτές ήταν η περιγραφική στατιστική, και ο έλεγχος του Friedman. Από την επεξεργασία των ερευνητικών αποτελεσμάτων προέκυψε ότι επτά περίπου στους δέκα ερωτηθέντες πιστεύουν ότι οι ΑΠΕ μπορούν να λύσουν τα προβλήματα που δημιουργούνται από τα ορυκτά καύσιμα, καθώς είναι ανεξάντλητες πηγές ενέργειας. Επίσης το 66% των ερωτηθέντων θεωρεί πολύ σημαντική τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στην εξοικονόμηση ενέργειας και στις ΑΠΕ. Διαπιστώνεται επίσης ότι οι σημαντικότερες μορφές ενέργειας που θα αναπτυχθούν στο μέλλον είναι οι ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, όπως η ηλιακή (90,6%), η αιολική (87,5%) και η υδροηλεκτρική (82,1%). Τέλος, συμπεραίνουμε ότι το 98,3% των ερωτηθέντων συμφωνούν απόλυτα ή συμφωνούν ότι η εξοικονόμηση ενέργειας από όλους μας, είναι απαραίτητη 270 524 524 The early rehabilitation is a widely accepted principle of care for people affected by stroke . Guidelines for adult stroke rehabilitation and recovery from the American Heart / American Stroke Association does not recommend the high-dose, very early mobilization within 24 hours stroke onset , although early mobilization after stroke is recommended in many clinical practice guidelines worldwide and it has been reported that mobilization in this early phase may help to minimize immobilityassociated complications, it may reduce stroke-associated complications such as chest infection, mobility-related falls, shoulder pain and deep venous thrombosis (DVT) and have significant psychological effects. AIM: 1) to investigate what are the current practices of Physiotherapists, working in public hospitals, for early mobilization in acute stroke. 2) to assess the extent to which the following short international guidelines by Physiotherapists and 3) to identify factors that may act as barriers for implementation of the guidelines in practice. MATERIAL & METHOD : It will be used as a tool a questionnaire that it will be required to be completed by physiotherapists working in Neurological and other clinics in major public hospitals (Athens, Thessaloniki, Larissa, Patra, Heraklion, Ioannina, Alexandroupolis, Kavala, Xanthi, Komotini) that includes basic information and demographics of Physiotherapy (age, sex, education , specialization etc), closed questions that relate to the early mobilization of patients in acute stroke (when possible, in which patients, how, with whose clinical judgment.) and questions that relate to the obstacles encountered by Physiotherapists in process of early mobilization. 10 RESULTS : This research was conducted between 1/10/2016 and 31/3/2017 . Among 89 PTs interviewed, 46.1% (n = 41) have MSc degree and 25.8% (n = 27) have been trained in Greece in stroke rehabilitation. 36% (n = 32) were in favor of mobilizing stroke patients after 48h of stroke onset. Regarding the guidelines of the AHA/ASA shows significant agreement. 20% (n=18) indicates that recommendation “early rehabilitation for hospitalized stroke patients should be provided in environments with organized, interprofessional stroke care” applied moderately and 40% (n=35) almost always. The 90,9% (n=75) indicates agreement with the recommendation that stroke survivors receive rehabilitation at an intensity commensurate with anticipated benefit and tolerance. The 79,8% (n=71) applies always – almost always the recommendation “high-dose, very early mobilization within 24h of stroke onset should not be performed because it can reduce the odds of a favorable outcome at 3 months”. 87.6% (n = 78) of physiotherapists reported that they did not follow a specific mobilization protocol, whereas only 27% (n = 24) used functional capacity scales. Finally, 64.7% (n = 57) considers the reduced staff and 59.5% (n = 53) the lack of technical equipment inhibitors to the implementation of the guidelines. CONCLUSIONS: The stroke patients require holistic view of coordinated multidisciplinary group on organized nursing and clinical care units (Stroke Units) to maximize the positive effects on the course of recovery. This research showed that the reality in public hospitals in the country is yet to achieve this goal. Although the guidelines of the AHA / ASA followed largely needed better organization of neurological clinics to support a multidisciplinary approach, adequate professionals, appropriate equipment and holistic care of the stroke patients. Η έγκαιρη έναρξη της κινητοποίησης είναι μια ευρέως αποδεκτή αρχή της φροντίδας των ατόμων που πλήττονται από Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο. Οι κατευθυντήριες οδηγίες της AHA/ASA (Winstein CJ et al, 2016) για το χειρισμό των ασθενών με οξύ ΑΕΕ συστήνουν την πρώιμη κινητοποίηση, με στόχο την πρόληψη των επιπλοκών της ακινητοποίησης αλλά και του ίδιου του εγκεφαλικού, όπως λοιμώξεις αναπνευστικού, πτώσεις, επώδυνος ώμος, εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση και πιθανώς ένα καλύτερο λειτουργικό αποτέλεσμα στην καθημερινότητα, καθώς και ευεργετικά αποτελέσματα στην ψυχολογία του ασθενούς με ΑΕΕ. ΣΚΟΠΟΣ: Ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι : 1) να διερευνήσει ποιες είναι οι τρέχουσες πρακτικές των Φυσικοθεραπευτών, που εργάζονται σε δημόσια νοσοκομεία , για την πρώιμη κινητοποίηση στο οξύ ΑΕΕ. 2) να εκτιμήσει το βαθμό στον οποίο ακολουθούνται οι διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες από τους Φυσικοθεραπευτές και 3) να προσδιορίσει παράγοντες που μπορεί να δρουν ανασταλτικά στην εφαρμογή των οδηγιών στην πράξη. ΥΛΙΚΟ & ΜΕΘΟΔΟΣ : Στη μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο ερωτηματολόγιο αυτοσυμπλήρωσης από φυσικοθεραπευτές που εργάζονται σε Νευρολογικές και άλλες κλινικές μεγάλων δημόσιων νοσοκομείων (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Πάτρα, Ηράκλειο, Ιωάννινα, Αλεξανδρούπολη, Καβάλα, Ξάνθη, Κομοτηνή) και οι οποίοι αντιμετωπίζουν ασθενείς με ΑΕΕ. Το ερωτηματολόγιο περιλαμβάνει βασικές πληροφορίες και δημογραφικά στοιχεία των Φυσικοθεραπευτών (ηλικία,φύλο,εκπαίδευση,εξειδίκευση κλπ), ερωτήσεις κλειστού τύπου που αφορούν την πρώιμη κινητοποίηση των ασθενών στο οξύ ΑΕΕ (πότε γίνεται, σε ποιους ασθενείς, με ποιο τρόπο, ποιος αποφασίζει ) καθώς και ερωτήσεις που αφορούν τα εμπόδια που συναντούν οι Φυσικοθεραπευτές στη διαδικασία της πρώιμης κινητοποίησης. 8 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ : Η παρούσα έρευνα διενεργήθηκε το διάστημα 1/10/2016 – 31/3/2017 και απαντήθηκαν 89 ερωτηματολόγια. Το 46,1% (n=41) των συμμετεχόντων Φυσικοθεραπευτών είναι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου και το 25,8% (n=27) έχουν μετεκπαιδευτεί στην Ελλάδα στην αποκατάσταση του ΑΕΕ. Σε ποσοστό 36% (n=32) η κινητοποίηση ξεκινά στις 48 ώρες από την εγκατάσταση του επεισοδίου. Σε ότι αφορά τις βασικές κατευθυντήριες οδηγίες της AHA/ASA προκύπτει σημαντική συμφωνία. Το 20% (n=18) δηλώνει ότι η οδηγία «Συστήνεται πρώιμη αποκατάσταση με διεπιστημονική ομάδα σε οργανωμένη κλινική» εφαρμόζεται μέτρια και το 40% (n=35) σχεδόν πάντα. Το 90,9% (n=75) δηλώνει συμφωνία με την οδηγία «Η εφαρμογή του προγράμματος αποκατάστασης στους νοσηλευόμενους ασθενείς με ΑΕΕ γίνεται με ένταση ανάλογη της αντοχής τους». Το 79,8% (n=71) εφαρμόζει πάντα- σχεδόν πάντα την οδηγία «Πολύ πρώιμη εντατική κινητοποίηση εντός 24h από την εγκατάσταση του ΑΕΕ δε συνίσταται». Το 74,1% (n=66) θεωρεί ελλιπή την οργάνωση της κλινικής πάνω στη φροντίδα του ασθενή με ΑΕΕ. Το 87,6% (n=78) των συμμετεχόντων Φυσικοθεραπευτών δηλώνουν ότι δεν ακολουθούν συγκεκριμένο πρωτόκολλο κινητοποίησης, ενώ μόλις το 27% (n=24) χρησιμοποιεί κλίμακες λειτουργικής ικανότητας. Τέλος, το 64,7% (n=57) θεωρεί το μειωμένο προσωπικό και το 59,5% (n=53) την έλλειψη τεχνικού εξοπλισμού ανασταλτικούς παράγοντες στην εφαρμογή των κατευθυντήριων οδηγιών. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ : Οι ασθενείς με ΑΕΕ χρήζουν ολιστικής αντιμετώπισης από συντονισμένη διεπιστημονική ομάδα σε οργανωμένες κλινικές νοσηλείας και φροντίδας (Stroke Units) για την μεγιστοποίηση των θετικών αποτελεσμάτων στην πορεία της αποκατάστασης. Η παρούσα έρευνα έδειξε ότι η πραγματικότητα στα δημόσια νοσοκομεία της χώρας απέχει ακόμη από την επίτευξη αυτού του στόχου. Παρόλο που οι κατευθυντήριες οδηγίες της ΑΗΑ/ASA ακολουθούνται σε μεγάλο βαθμό είναι αναγκαία η καλύτερη οργάνωση των νευρολογικών κλινικών ώστε να υποστηρίξουν με διεπιστημονική προσέγγιση, επαρκές έμψυχο δυναμικό, κατάλληλο εξοπλισμό και ολιστική φροντίδα τον ασθενή με ΑΕΕ. 271 354 387 Μελέτη του προτύπου μεθυλίωσης του υποκινητή του γονιδίου pti1 του οργανισμού Zea mays The steep increase of population leads with mathematical accuracy to inability of feeding due to insufficient cultivated lands. The situation exacerbates as the water supply- which spend on irrigation - decrease as a result of climate change. As the water intake diminishes, the conditions in which the plant grew normally are now converting into drought conditions. Drought represents a major inhibitor on crop production worldwide. Given the fact that corn holds the first position on the quantity worldwide and second only to wheat in the extent of cultivated area, derives an imperative necessity to improve the fitness of corn in drought conditions, in order to meet the needs of a continuously rising population. Understanding the genetic background in drought tolerance of maize may facilitate efforts to enhance the prospects of genetic optimization. In comparison with animals, plants are more frequently challenged by environmental threats. Alterations in gene expression are enforced in the aid of survival to abiotic stress. In previous study, zmptil is proven to differ on expression levels between resistant and non-resistant strains of maize. Zmptil gene encodes a serine/threonine/tyrosine kinase, whose up-regulation is induced due to abiotic stress and subsequently to drought. In this study, we focus on epigenetics mechanisms which play a vital role in the control of gene expression through small RNAs, histone modification and mainly DNA methylation. The above mechanisms appear to provide a strategy against water deficiency. Drought stress cause alteration in cytosine methylation, which is known to represses transcription levels. The purpose of this study aggregates on evaluating possible changes in methylation patterns in the promoter region between seedlings from adapted and non-adapted strains of maize. The DNA sample from all strains was modified using the Bisulfite method. This method is associated with the detection of revisions on methylation patterns. Using the PCR method, the selected promoter region was amplified and successfully obtained. 98,08% similarity was registered from the alignment of the modified samples after sequencing stage. Hence, this implies no significant discrepancy in the methylation patterns and therefore in the gene expression relevant to drought stress, between resistant and non-resistant strains, at least in maize seedlings. Η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, σε βάθος χρόνου σε αδυναμία σίτισης ως απόρροια των ανεπαρκών καλλιεργούμενων εκτάσεων. Η παραπάνω κατάσταση επιδεινώνεται με την μείωση των υδάτινων αποθεμάτων λόγω της κλιματικής αλλαγής, τα οποία εναποθέτονται για την άρδευση των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Η μειωμένη πρόσληψη νερού μεταβάλλει τις φυσιολογικές συνθήκες ανάπτυξης του φυτού σε συνθήκες ξηρασίας. Η ξηρασία συνιστά κύριο ανασταλτικό παράγοντα της παραγωγής των σιτηρών παγκοσμίως. Ο αραβόσιτος κατέχει την πρώτη θέση ως προς την παραγόμενη ποσότητα, ενώ έρχεται δεύτερος μετά το σιτάρι όσον αφορά την έκταση της καλλιέργειας. Θεωρείται εύλογα, λοιπόν, επιτακτική η ανάγκη βελτίωσης των φυτικών οργανισμών και εν προκειμένω του καλαμποκιού, ώστε να αναπτύσσεται φυσιολογικά σε συνθήκες υδατικής καταπόνησης και να είναι σε θέση να καλύπτει τις τροφικές ανάγκες του εκάστοτε πληθυσμού. Κατανοώντας την γενετική βάση της ποικιλομορφίας στην ανοχή του αραβόσιτου στην ξηρασία μπορεί να διευκολύνει τις προσπάθειες για την γενετική βελτιστοποίηση των φυτών γενικότερα. Οι φυτικοί οργανισμοί καλούνται να ανταπεξέλθουν σε περιβαλλοντικές αλλαγές συχνότερα σε σχέση με τα ζώα. Μεταβολές στην γονιδιακή έκφραση επιβάλλονται εις ανάγκην επιβίωσης στο αβιοτικό στρες. Σε προηγούμενη έρευνα του εργαστηρίου διαπιστώθηκε ότι το γονίδιου του αραβόσιτου (Zea mays) zmptil εκφράζεται ποικιλοτρόπως σε ανθεκτικές και μη- σειρές του φυτού σε συνθήκες χαμηλής άρδευσης. Το γονίδιο zmptil κωδικοποιεί μια κινάση σερίνης/θρεονίνης/τυροσίνης, η οποία επάγεται ως απόκριση στο αβιοτικό στρες και κατ’ επέκταση στην ξηρασία. Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στους επιγενετικούς μηχανισμούς, οι οποίοι διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στον έλεγχο των γονιδίων μέσω μικρών μορίων RNA, τροποποίησης ιστονών και κυρίως της μεθυλίωσης του DNA. Οι μηχανισμοί αυτοί παρέχουν μια στρατηγική αντιμετώπισης στην υδάτινη καταπόνηση. Το υδατικό στρες προκαλεί αλλαγές στην μεθυλίωση των κυτοσινών, η οποία μειώνει τα επίπεδα της μεταγραφής. Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν να εξακριβώσει τυχόν αλλαγές στο πρότυπο της μεθυλίωσης στην περιοχή του υποκινητή του γονιδίου zmptil σε σπόρους από ανθεκτικές και μη- σειρές αραβόσιτου. Το γενετικό υλικό των σειρών τροποποιήθηκε με την μέθοδο Bisulfite, η οποία φαρμόζεται ευρέως για την ανίχνευση αλλαγών στα πρότυπα μεθυλίωσης. Το τμήμα του υποκινητή πολλαπλασιάστηκε με PCR και στην συνέχεια αλληλουχήθηκε. Τα αποτελέσματα φανέρωσαν ομοιότητα που έφτανε το 98,08% μεταξύ ανθεκτικών και μη σειρών, υπονοώντας μη φανερή αλλαγή στα πρότυπα μεθυλίωσης και επομένως στην γονιδιακή έκφραση μεταξύ των δύο κατηγοριών σειρών, τουλάχιστον στο στάδιο των σπόρων. 272 151 153 Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης κατά την περίοδο της σχολαρχείας του Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως Μάξιμου Ρεπανέλη In this diplomatic the main subject is description and analysis of events that occurred at Theological School of Halki during the period that the Scholarch of the school was Metropolitan of Stavropolis, Maximos Repanelis. In order to present the facts, we collected information from newspapers of that time, in conjunction with bibliography and online content. Firstly we are going to proceed with the history of Theological School of Halki, facilities, Metropolitan of Stavropolis Maximos Repanelis and facts during that period. Subsequently we are going to analyze the religious life, so we are going to proceed with ordainments and rites. Furthermore there is a reference in the educational zone of the Theological School,to both lecturers and stuff, the entry and final ceremonies. Finally are further specified the reasons of the School's closure. In the meanwhile, are presented the efforts of the reopening by Ecumenical Patriarchate and The Halki Theological School Graduates Association Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή και ανάλυση των γεγονότων της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης κατά την περίοδο σχολαρχείας του Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως Μάξιμου Ρεπανέλη. Προκειμένου να παρουσιαστούν τα στοιχεία, αντλήσαμε υλικό από τις εφημερίδες της εποχής, σε συνδυασμό με βιβλιογραφικές και ηλεκτρονικές πηγές. Αρχικά αναφερόμαστε στην ιστορία της Θεολογικής Σχολής, στους χώρους της, στον Μητροπολίτη Σταυρουπόλεως Μάξιμο Ρεπανέλη και σε γεγονότα που διαδραματίζονται κατά τα χρόνια της σχολαρχείας του. Αναλύουμε τη θρησκευτική και λειτουργική ζωή της Σχολής καταγράφοντας τις ιεροτελεστίες, τις χειροτονίες και τα κηρύγματα των ιεροσπουδαστών. Επίσης γίνεται αναφορά στην εκπαιδευτική ζωή της Σχολής, στους καθηγητές, στους σπουδαστές και στις τελετές έναρξης και λήξης των ακαδημαϊκών ετών. Τέλος, αναπτύσσονται οι λόγοι αναστολής λειτουργίας της Σχολής. Παράλληλα παρουσιάζονται οι προσπάθειες επαναλειτουργίας της από μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εστίας Θεολόγων Χάλκης από το παρελθόν έως σήμερα 273 595 551 Εκτίμηση κινδύνου από Legionella Pneumophilla στα συστήματα νερού ξενοδοχειακών μονάδων The present dissertation, investigates the colonization with Legionella spp. of hotel’s water distribution networks. Evaluated 505 water samples taken from 30 hotels and 1 children’s camp during 2011-2015. The average number of the samples per water distribution network was 14 (standard deviation 10.2, median (IQR) = 9, minimum 5 and maximum 54). Four (4) (13.8%) of these hotels are open all year round and 26 (86.2%) seasonally (i.e. in the summer). Six of the hotels are two star hotels (20%), seven of them are three-star hotels (23.3%), 14 are four-star hotels (46.7%) and three are five-star hotels (10%). The 401 (79.4%) samples from 11 (34.5%), hotels and one children's camp (100%) were negative and within the limits (<500 cfu / L). The 104 (20.6%) Legionellae-positive samples regard 19 (63.3%) of the hotels, which are colonised by Legionella spp. From these, in 16 (53.3%) hotels 69 (13, 7%) samples were found bearing at least one sample with colonies (>10.4 cfu/L), while 35 (6.7%) samples taken from three (3) (10%) hotels had at least two or more samples with colonies (≥ 500 cfu / L & <104 cfu / L). The highest value in samples with colonies Legionella spp was 65x104 cfu / L. Additionally Pneumophila (serogroup 1,2,3,6,8,12,14) with highest values 65x104 cfu / L, 19.5x102 cfu / Lt, 33x103 cfu / L, 33x104 cfu / L, 65x103 cfu / L , 65x104 cfu / L, 65x103 cfu / L. The highest value in samples with colonies for Legionella non-pneumophila was 33x104 cfu/L (L. Anisa). The hot water temperature was positively correlated with the colonisation by Legionella spp spp (RR = 2.0741 p = 0.1407, 95% CI = 0.7858-5.4743). The 143 (70.4%) samples out of the 203 were negative while 60 (29.9%) were positive. The 140 of these samples had temperature measuring and 32 of these (22.9%) were positive. The minimum temperature was 23.4oC (maximum 78.40 oC, average 48.4 oC, range 55 oC, IQR = 14.05 oC and a standard deviation 10.76256). The 44 out of the 302 samples of cold water were positive. The temperature measured in 144 samples and 27 of those were positive. The temperature of cold water positively correlated with the colonisation by Legionella (RR = 2.2931 p = 0.0538, 95% CI = 0.9864-5.3308). The minimum temperature that measured in the cold-water samples was 19 oC (mean = 25.10 oC, range = 19.60 oC, IQR = 2.40 oC and standard deviation = 3.07994). The chemical disinfection of the water distribution networks (chlorination) that were tested, was positively correlated with the colonisation by Legionella spp. (RR=4.8496 p = < 0.0001, 95% CI=2.2904 - 10.2685). 168 samples examined and 59 of them were found with <0.2 mg/L concentration and 21 out of the 59 were positive while 38 negative and in 109 samples the chlorine residuals were found > = 0.2 mg / L and from them 8 were positive and 101 negative. The minimum quantity of chlorine residuals that measured in samples of cold water was 0.06 mg / L (maximum = 3.00, mean = 0.27, range = 2.94, IQR = 0.41 and standard deviation = 0.5704). The conclusion of this dissertation is that most of water distribution networks, which studied, were colonised and for this reason, they can pose a danger for the hotel’s customers as well as the hotel’s employees. In addition, the contribution of factors related to the construction, maintenance, management and disinfection of the water networks as well as the demand for the implementation of the appropriate precautionary measures through the implementation of water safety systems (Water Safety Plan) ascertained. Η παρούσα Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία (Μ.Δ.Ε.), διερευνά τον αποικισμό με Legionella spp. δικτύων διανομής νερού ξενοδοχειακών μονάδων. Αξιολογήθηκαν 505 δείγματα νερού που ελήφθησαν από 30 ξενοδοχεία και 1 παιδική κατασκήνωση τα έτη 2011-2015. Μέσος αριθμός δειγμάτων ανά δίκτυο διανομής νερού ήταν 14 (τυπική απόκλιση 10.2, διάμεσος (IQR)= 9, ελάχιστη 5 και μέγιστη 54). Από τα ξενοδοχεία αυτά, τα 4 (13.8%) λειτουργούν όλο το έτος και τα 26 (86.2%) εποχιακά (καλοκαίρι). Τα 6 ξενοδοχεία είναι 2 αστέρων (20 %), τα 7 είναι 3 αστέρων (23.3%), τα 14 είναι 4 αστέρων (46.7%) και τα 3 είναι 5 αστέρων (10 %). Τα 401 (79.4%) δείγματα από 11 (34.5%) ξενοδοχεία και την παιδική κατασκήνωση (100%) βρέθηκαν εντός ορίων (< 500 cfu/L). Τα 104 (20.6%) θετικά δείγματα αφορούν 19 (63.3%) ξενοδοχεία αποικισμένα με Legionella spp. Από αυτά, στα 16 (53.3%) ξενοδοχεία βρέθηκαν 69 (13.7%) δείγματα που είχαν τουλάχιστον ένα δείγμα με αποικίες (≥ 104 cfu/L), ενώ τα 35 (6.7%) δείγματα από 3 (10 %) ξενοδοχεία είχαν δύο ή παραπάνω δείγματα με αποικίες (≥ 500 cfu/L & <104 cfu/L). Η μεγαλύτερη τιμή σε δείγμα με αποικίες Legionella spp. ήταν 65x104 cfu/L. Ανιχνεύθηκαν επίσης L. Pneumophila (serogroup 1,2,3,6,8,12,14) με μέγιστες τιμές αντίστοιχα 65x104 cfu/L, 19.5x102 cfu/Lt, 33x103 cfu/L, 33x104 cfu/L , 65x103 cfu/L, 65x104 cfu/L, 65x103 cfu/L. H μεγαλύτερη τιμή σε δείγμα με αποικίες για Legionella non-pneumophila ήταν 33x104 cfu/L (L.Anisa). Η θερμοκρασία του ζεστού νερού συσχετίσθηκε θετικά με τον αποικισμό με Legionella spp (R.R.= 2.0741 p= 0.1407, 95% CI= 0.7858-5.4743). Από 203 δείγματα τα 143 (70.4%) ήταν αρνητικά ενώ τα 60 (29.6%) θετικά. Από τα δείγματα αυτά μέτρηση θερμοκρασίας είχαν 140 δείγματα εκ των οποίων θετικά ήταν τα 32 (22.9%). Η ελάχιστη θερμοκρασία ήταν 23.4oC, (μέγιστη 78.40 oC, μέση 48.4 oC, εύρος 55 oC, I.Q.R.= 14.05 oC και τυπική απόκλιση 10.76256). Από τα 302 δείγματα κρύου νερού τα 44 (14.6%) ήταν θετικά. Θερμοκρασία μετρήθηκε στα 144 δείγματα από τα οποία τα 27 (18.75%) ήταν θετικά. Η θερμοκρασία του κρύου νερού συσχετίσθηκε θετικά με τον αποικισμό με Legionella spp (RR= 2.2931 p = 0.0538, 95% CI= 0.9864-5.3308). Η ελάχιστη θερμοκρασία που μετρήθηκε σε δείγμα κρύου νερού ήταν 19 oC (μέση= 25.10 oC , εύρος= 19.60 oC, I.Q.R.= 2.40 oC και τυπική απόκλιση= 3.07994). Η χλωρίωση των δικτύων διανομής νερού που ελέγχθηκαν συσχετίσθηκε θετικά με τον αποικισμό με Legionella spp (RR=4.8496 p = < 0.0001, 95% CI=2.2904 - 10.2685). Ελέγχθηκαν 168 δείγματα από τα οποία 59 (35.1%) βρέθηκαν με συγκέντρωση <0.2 mg/L και από αυτά τα 21 (35.6%) ήταν θετικά και 38 (64.4%) αρνητικά ενώ σε 109 (64.9 %) δείγματα το υπολειμματικό χλώριο βρέθηκε >=0.2 mg/L και από αυτά τα 8 (7.3%) ήταν θετικά και τα 101 (92.7%) αρνητικά. Η ελάχιστη ποσότητα υπολειμματικού χλωρίου που μετρήθηκε σε δείγμα κρύου νερού ήταν 0.06 mg/L (μέγιστη= 3.00, μέση= 0.27, εύρος= 2.94, I.Q.R.= 0.41 και τυπική απόκλιση= 0.5704). Από την Μ.Δ.Ε. προκύπτει ότι τα περισσότερα δίκτυα διανομής νερού που μελετήθηκαν είναι αποικισμένα και για αυτό το λόγο δύναται να αποτελέσουν κίνδυνο, τόσο για τους πελάτες των ξενοδοχείων όσο και για τους εργαζόμενους σε αυτά. Επίσης διαπιστώθηκε η συμβολή των παραγόντων που έχουν σχέση με την κατασκευή, συντήρηση, διαχείριση και απολύμανση των δικτύων ύδρευσης καθώς και η απαίτηση για την εφαρμογή κατάλληλων προληπτικών μέτρων μέσω της εφαρμογής συστήματος ασφάλειας νερού (Water Safety Plan). 274 205 233 Η συμβολή των βιοτραπεζών στην ανάπτυξη της εξατομικευμένης ιατρικής Personalized medicine is one of the greatest hopes of medicine and society to provide high-quality health services. The achievements so far are very impressive, but the scientists should make more efforts in order to produce more accurate results. Better cooperation between the stakeholders and the scientific community is necessary for the accomplishment of new goals. It is very important to overcome the legal ambiguities which make the development of the research difficult and to deal with the moral dilemmas so we can create the best conditions of treatment for the patient. In our days personalized medicine depend on biobanks which is a relatively new institution but rapidly evolving and fast growing. A relationship of trust with society is very crucial for their function in order to manage the creation of large data biobanks. It is vital for their effective operation to have a global harmonization of the legal framework and a standard practice in the management of the ethical problems. Therefore even if the contribution of biobanks to the development of personalized medicine has been very important all these years, it is main their cooperation to become more efficient in order to deal with major health problems and each person can enjoy a creative life. Η εξατομικευμένη ιατρική αποτελεί μια από τις μεγάλες ελπίδες της ιατρικής και της κοινωνίας για την παροχή υψηλής ποιότητας υπηρεσιών υγείας. Τα επιτεύγματα της ως τώρα είναι εντυπωσιακά αλλά απαιτείται μεγαλύτερη κινητικότητα με στόχο την παραγωγή ακριβέστερων συμπερασμάτων. Για να γίνει αυτό πράξη πρέπει να υπάρχει καλύτερη συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων και της επιστημονικής κοινότητας. Οφείλουν να ξεπεραστούν νομικές ασάφειες οι οποίες δυσκολεύουν την εξέλιξη της έρευνας και τα ηθικά διλήμματα επιτέλους να αντιμετωπιστούν με στόχο τα βέλτιστα αποτελέσματα για τον άνθρωπο. Αρωγός στη προσπάθεια της εξατομικευμένης ιατρικής είναι ο θεσμός των βιοτραπεζών, ένας σχετικά νέος θεσμός αλλά γρήγορα εξελισσόμενος και ταχέως αναπτυσσόμενος. Σημαντική προϋπόθεση της επιτυχίας του είναι η καλλιέργεια σχέσης εμπιστοσύνης με την κοινωνία αφού η κοινωνία αποτελεί τον βηματοδότη του συστήματος. Τα βήματα που έχουν γίνει όσον αφορά την εξέλιξή τους είναι πολλά, ξεκινώντας από μικρές βιοτράπεζες, όπως των νοσοκομείων, και καταλήγοντας σήμερα στην δημιουργία βιοτραπεζών μεγάλων δεδομένων. Σημαντική είναι η παγκόσμια εναρμόνιση του νομικού πλαισίου λειτουργίας των βιοτραπεζών καθώς και η τυποποιημένη πρακτική στη φάση της διαχείρισης των ηθικών προβλημάτων που προκείπτουν κατα την εκμετάλλευση των δειγμάτων. Επομένως η συμβολή των βιοτραπεζών στην ανάπτυξη της εξατομικευμένης ιατρικής ήταν διαχρονικά δεδομένη και μπορεί να γίνει ακόμα πιο ουσιώδης ώστε να αντιμετωπιστούν πολλά προβλήματα υγείας άμεσα και ριζικά και κάθε άνθρωπος να μπορεί να απολαύσει μια δημιουργική ζωή με υγεία και ευημερία. 275 223 194 Communication and Collaboration Between School Principal and Teacher Staff Επικοινωνία & Συνεργασία Διευθυντή Σχολικής Μονάδας & Εκπαιδευτικών The subject of the current research is the communication and the collaboration between school principal and teacher staff. More specifically, after the theoretical analysis of the subject follows the research with the appliance of the qualitative research method in order to answer the research questions, while the interview was selected as the most appropriate research tool for gathering the beliefs of principals and primary teacher staff of the Larissa, Kozani and Pieria prefectures. This research focuses on the importance of communication and collaboration as well as the factors of development and maintenance of communicative and collaborative relationships. Furthermore, the proposals of the participants regarding the esurance of the improvement of communication and collaboration in a school unit were formulated. The research came to the conclusion that principals and teacher staff attach special importance to communication and collaboration between them inside a school organization. Especially, it is proven that their establishment between principals, teacher staff and other educational institutions is of outmost importance. Furthermore, it highlights their key contribution to the solution of emerging problems and the strengthening of the bonds between the principal and the teacher staff. In conclusion, both sides mentioned above quote their suggestions for the enhancement of the communication and collaboration inside a school in order to establish its effective operation. Αντικείμενο μελέτης της παρούσας έρευνας αποτελεί η επικοινωνία και η συνεργασία μεταξύ του διευθυντή σχολικής μονάδας και των εκπαιδευτικών αυτής. Ειδικότερα, μετά τη θεωρητική ανάλυση του θέματος, ακολουθεί η έρευνα με την εφαρμογή της ποιοτικής μεθόδου για την απάντηση των ερευνητικών ερωτημάτων, ενώ επιλέγεται η συνέντευξη ως το καταλληλότερο εργαλείο συγκέντρωσης των απόψεων Διευθυντών και Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης των Νομών Λάρισας, Κοζάνης και Πιερίας. Στην εργασία διερευνάται η σπουδαιότητα της επικοινωνίας και της συνεργασίας καθώς και οι παράγοντες ανάπτυξης και διατήρησης των επικοινωνιακών και συνεργατικών σχέσεων. Ακόμη, διατυπώνονται οι προτάσεις των συμμετεχόντων για την εξασφάλιση και βελτίωση της επικοινωνίας και της συνεργασίας στη σχολική μονάδα. Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα πως διευθυντές και εκπαιδευτικοί αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην ύπαρξη επικοινωνίας και συνεργασίας στο σχολικό οργανισμό. Συγκεκριμένα, διαφαίνεται πως η ανάπτυξή τους, μεταξύ διευθυντών, εκπαιδευτικών και άλλων φορέων της εκπαίδευσης είναι σημαντική. Επιπλέον, αναδεικνύεται η καίρια συμβολή τους στην επίλυση προβλημάτων που προκύπτουν στη σχολική μονάδα και στην ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ διευθυντή και εκπαιδευτικών. Καταληκτικά, οι παραπάνω παραθέτουν προτάσεις για την ενίσχυση της επικοινωνίας και της συνεργασίας στη σχολική μονάδα, προς εξασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργία της. 276 489 487 Μελέτη των επιπέδων της 25- υδροξιβιταμίνης D (25-OHD) στον ορό πασχόντων από μεταβολικό σύνδρομο με την ραδιοανολογική μέθοδο RIA NTRODUCTION: Metabolic syndrome (MN) is a complex disorder as it is a combination of metabolic disorders, the coexistence of which increases the chance of developing cardiovascular disease, atherosclerosis and type 2 diabetes mellitus. Nowadays, the syndrome is characterized as 21st century illness as it threatens the health of a huge percentage of people around the world. This study focuses on investigating the relationship between vitamin D deficiency and metabolic syndrome (MS) as well as correlating with the severity of the disease. Controlling aggravating factors of metabolic syndrome can lead to more effective treatment and relief of patients. AIM: The purpose of this study is to evaluate the values of 25-hydroxyvitamin D (25-OH-D) in the serum of patients suffering from metabolic syndrome to correlate with the etiology and severity of the disease. PATIENTS AND METHODS: The audit was conducted at the Nuclear Medicine Laboratory of the Democritus University of Thrace. To collect the results, we studied 107 patients, 88 of whom were men and 19 women aged 34-68 (mean age 50 ± 6 years) with metabolic syndrome. The presence of metabolic syndrome in patients was evaluated based on the presence of at least three of the following five criteria: waist circumference, fasting serum glucose, systolic and diastolic blood pressure and dyslipidemia. Finally, we studied 30 healthy blood donors as a control sample. Determination of serum levels of 25-hydroxyvitamin D [25 (OH) D] in patients' serum was performed using the radio source RIA radioimmunoassay method of the company Dia Source Germany in the laboratory of radioimmunoassays (in vitro assays) of the University Department of Nuclear Medicine. The patients came from clinics at the University General Hospital of Evros. STATISTICAL ANALYSIS: The statistical analysis of the results was done with the Student-test (x2 test) and the Pearson Correlation method for correlating the vitamin D values with the severity of the disease. Also, the results were statistically significant p <0.005 RESULTS: From our results, 46.7% of patients (50 patients) have hypobitaminosis D (20-40 ng / mL), 31.8% of patients (34 patients) have deficiency (5-20 ng / mL ) and 21.4% (23 patients) had a vitamin D deficiency (with a range of 0-5ng / mL). According to the results of the study, it is concluded that: a) a statistically significant number of patients with hypobitaminosis D have mild symptoms of metabolic syndrome (p <0.005). b) Patients with vitamin D deficiency develop an intermediate phenotype (p <0.005). c) Finally, vitamin D deficiency is associated with heavier symptoms of metabolic syndrome in patients (p <0.005). CONCLUSIONS: It is concluded that the determination of vitamin D in the serum of patients suffering from metabolic syndrome is useful in their monitoring as vitamin deficiency is statistically significantly related to the severity of symptoms of the syndrome. It is possible that administration of vitamin D supplements in patients suffering from metabolic syndrome may cause a reduction in the severity of the symptoms of the disease. This requires further investigation. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Το μεταβολικό σύνδρομο(ΜΣ) είναι μια σύνθετη διαταραχή καθώς αποτελεί ένα συνδυασμό μεταβολικών διαταραχών, η συνύπαρξη των οποίων αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, αθηροσκλήρωσης και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2(ΣΔ2). Στις μέρες μας, το σύνδρομο χαρακτηρίζεται ως η ασθένεια του 21ου αιώνα καθώς απειλεί την υγεία ενός τεράστιου ποσοστού ανθρώπων σε όλο τον κόσμο. Αυτή λοιπόν η μελέτη εστιάζει, στη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της ανεπάρκειας της βιταμίνης D και του μεταβολικού συνδρόμου(ΜΣ) καθώς και να γίνει μια συσχέτιση με τη βαρύτητα της νόσου. Ο έλεγχος των επιβαρυντικών παραγόντων του μεταβολικού συνδρόμου μπορεί να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση και ανακούφιση των ασθενών.ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αξιολόγηση των τιμών της 25-υδροξυβιταμίνης D (25-ΟΗ-ϋ) στον ορό ασθενών πασχόντων από μεταβολικό σύνδρομο, ώστε να συσχετιστούν με την αιτιολογία και τη βαρύτητα της νόσου.ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Ο έλεγχος πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο της Πυρηνικής Ιατρικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Για την συλλογή των αποτελεσμάτων μελετήσαμε 107 ασθενείς εκ των οποίων οι 88 ήταν άνδρες και οι 19 γυναίκες με ηλικίες 3468 (μέσο όρο ηλικίας 50±6 έτη) πάσχοντες από μεταβολικό σύνδρομο. Η παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου στους ασθενείς, αξιολογήθηκε με βάση την παρουσία τουλάχιστον τριών από τα ακόλουθα πέντε κριτήρια: περίμετρος μέσης, γλυκόζη ορού νηστείας, συστολική και διαστολική αρτηριακή πίεση και δυσλιπιδαιμία. Τέλος, μελετήσαμε και 30 υγιείς αιμοδότες ως δείγμα ελέγχου. Ο προσδιορισμός των επιπέδων της 25-υδροξυβιταμίνης D [25(OH)D] στον ορό των ασθενών έγινε με την ραδιοανοσομετρική μέθοδο RIA με kits της εταιρίας Dia Source Germany, στο εργαστήριο ραδιοανοσομετρήσεων(^ vitro προσδιορισμών) του Πανεπιστημιακού Τμήματος Πυρηνικής Ιατρικής ΔΠΘ. Οι ασθενείς προέρχονταν από κλινικές του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου (ΠΓΝΕ). ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με Student-test (x2 test) και to Pearson Correlation method για τη συσχέτιση των τιμών της βιταμίνης D με τη βαρύτητα της νόσου. Επίσης, στα αποτελέσματα θεωρήθηκε στατιστικά σημαντικό το p<0.005. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τα αποτελέσματά μας προκύπτει ότι το 46.7% των ασθενών (50 ασθενείς) παρουσιάζουν υποβιταμίνωση D (με εύρος τιμών 20-40 ng/mL), 31.8% των ασθενών (34 ασθενείς) παρουσιάζουν ανεπάρκεια (με εύρος τιμών 5-20 ng/mL) και 21.4% (23 ασθενείς) παρουσιάζουν έλλειμμα της βιταμίνης D (με εύρος τιμών 0-5ng/mL). Σύμφωναμε τα αποτελέσματα της έρευνας συμπεραίνεται ότι: α) στατιστικά σημαντικός αριθμός ασθενών που εμφανίζουν υποβιταμίνωση D παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα του μεταβολικού συνδρόμου (ρ<0,005). β) Ασθενείς με ανεπάρκεια της βιταμίνης D παρουσιάζουν συμπτώματα μεταβολικού συνδρόμου και σακχαρώδη διαβήτη (ρ<0,005). γ) Τέλος, έλλειμμα της βιταμίνης D σχετίζεται με βαρύτερα συμπτώματα του μεταβολικού συνδρόμου στους ασθενείς (ρ<0,005). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Συμπεραίνεται ότι ο προσδιορισμός της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών πασχόντων από μεταβολικό σύνδρομο είναι χρήσιμος στην παρακολούθηση τους καθώς η έλλειψη της βιταμίνης σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την βαρύτητα των συμπτωμάτων του συνδρόμου. Είναι πιθανό η χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης D σε ασθενείς που πάσχουν από μεταβολικό σύνδρομο να προκαλέσει μείωση της σοβαρότητας των συμπτωμάτων της ασθένειας. Το γεγονός αυτό χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. 277 202 198 Mentoring as a means of τeachers’ professional development - theoretical and empirical approach Η συμβολή του θεσμού του μέντορα στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών - θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση The main topic of this project is the theoretical and empirical approach concerning the mentoring in accordance with its impact in the professional development of teachers. In the theoretical approach the terms of Mentor, mentoring and professional development are defined and their interrelation is studied. Alongside with a brief historical summary, the Greek reality is analyzed according to the relevant legislation. Then, the need for professional development is discussed as well as the need for teacher support and guidance by the Mentor. Moreover, the mentoral relationship follows, accompanied by its benefits and its evolution stages, while the content of the Mentor education is discussed. This part concludes with some observations and conclusions that derive from the theoretical framework. In the empirical approach, the survey on the mentoring is presented, which was carried out in order to show the extent to which it contributes in the professional development of the teachers. 90 Directors / Assistant Directors and teachers from schools of Primary education answered the questionnaire which was the methodological tool. The project is completed with the analysis of the survey results using diagrams and tables and the conclusions drawn. Στην παρούσα εργασία διεξήχθη θεωρητική και εμπειρική διερεύνηση με θέμα τον θεσμό του Μέντορα σε συνάρτηση με τη συμβολή του στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Στη θεωρητική προσέγγιση, αποσαφηνίζονται οι έννοιες του Μέντορα, της συμβουλευτικής καθοδήγησης (mentoring) και της επαγγελματικής ανάπτυξης και μελετάται η σχέση μεταξύ τους. Δίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή και, συγχρόνως, αναλύεται η ελληνική πραγματικότητα σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία. Έπειτα, παρουσιάζεται η ανάγκη για επαγγελματική ανάπτυξη, καθώς επίσης και για στήριξη και καθοδήγηση των εκπαιδευτικών από τον Μέντορα. Ακολουθεί η μεντορική σχέση συνοδευόμενη από τη σημασία της, τα οφέλη, που παρέχει, και τα στάδια εξέλιξής της, ενώ δεν παραλείπεται να αναφερθεί το περιεχόμενο της εκπαίδευσης του Μέντορα. Κλείνοντας, καταλήγουμε σε κάποιες διαπιστώσεις και παρατηρήσεις από το θεωρητικό πλαίσιο. Στην εμπειρική προσέγγιση, παρατίθεται η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε, για το θεσμό του Μέντορα και το κατά πόσο συμβάλλει στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, με δείγμα 90 Διευθυντές/Υποδιευθυντές και εκπαιδευτικούς σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και με μεθοδολογικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Τέλος, η εργασία ολοκληρώνεται με την ανάλυση των ερευνητικών αποτελεσμάτων και πορισμάτων χρησιμοποιώντας διαγράμματα και πίνακες και τη διατύπωση συμπερασμάτων. 278 105 115 The current paper focuses through the study of the available bibliography, on the study and registry of the importance of the art in the educational process and learning during elementary education. Thus, the first chapter presents the positive sorts of art for the healthy development of a person and the basic developmental theories. Furthermore, the second chapter refers to how art affects the personality of a child. The third chapter explores the role of art in the modern Greek school and from which formation it is supported. Finally, I mention educational programs about art and how these are placed among the modern Greek educational system Η παρούσα εργασία εστιάζει στη μελέτη και καταγραφή της σημασίας της τέχνης στην εκπαιδευτική διαδικασία και μάθηση, στα πλαίσια της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, μέσα από τη μελέτη της διαθέσιμης επιστημονικής βιβλιογραφίας. Έτσι, στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα θετικά στοιχεία της τέχνης για την υγιή ανάπτυξη του ατόμου αλλά και οι βασικές αναπτυξιακές θεωρίες. Στη συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στον τρόπο και τα μέσα με τα οποία η τέχνη επηρεάζει την προσωπικότητα του παιδιού. Στο τρίτο κεφάλαιο καταγράφεται η θέση που έχει η τέχνη στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο και από ποιες δομές υποστηρίζεται. Τέλος, γίνεται αναφορά σε εκπαιδευτικά προγράμματα που αφορούν την τέχνη και τον τρόπο που έχουν αυτά ενταχθεί στο σύγχρονο Ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα 279 148 170 Shyness, theory of mind, executive functions and emotion self-regulation Ντροπαλότητα, θεωρία του νου, εκτελεστικές λειτουργίες και συναισθηματική αυτο-ρύθμιση The aim of the present study was to explore the associations between Theory of Mind (ToM), Executive Functions (EF), Emotion Regulation and Shyness. The sample consisted of 50 5th and 6th graders, who completed a self-report scale measuring shyness and difficulties in emotion regulation and were tested in seven tasks of advanced ToM and four EF tasks. Results revealed that shy children exhibited higher scores in difficulties in emotion regulation than their non-shy peers, but there was no difference in their performance in ToM and EF tasks. Shyness was positively and significantly associated with non acceptance, strategies, impulses and goals, dimensions of emotion regulation difficulties. In addition, non acceptance, strategies and impulses of emotion dysregulation were positively and significantly related to inhibition. Lastly, a regression analysis indicated that Non Acceptance of emotions was the only significant predictor of shyness Σκοπό της παρούσας έρευνας αποτέλεσε η διερεύνηση της σχέσης της Θεωρίας του Νου, των Εκτελεστικών Λειτουργιών, της Ρύθμισης Συναισθήματος και της Ντροπαλότητας. Το δείγμα αποτέλεσαν 50 μαθητές/τριες Ε΄ και Στ΄ τάξης του Δημοτικού, οι οποίοι/ες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς για τη ντροπαλότητα και τη δυσκολία ρύθμισης συναισθήματος και υποβλήθηκαν σε εφτά δοκιμασίες προηγμένης ΘτΝ και τέσσερα έργα Εκτελεστικών Λειτουργιών. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι τα ντροπαλά παιδιά (27 μαθητές/τριες) σημείωσαν μεγαλύτερη βαθμολογία στις δυσκολίες ρύθμισης συναισθήματος σε σχέση με τα μη ντροπαλά, ενώ δεν σημειώθηκε καμία διαφορά στις δοκιμασίες της ΘτΝ και στα έργα ΕΛ. Από τις συσχετίσεις των μεταβλητών προέκυψε ότι η ντροπαλότητα συσχετίζεται θετικά και στατιστικά σημαντικά με τις διαστάσεις μη αποδοχή, στρατηγικές, παρόρμηση και στόχοι των δυσκολιών ρύθμισης συναισθήματος. Επίσης οι διαστάσεις μη Αποδοχή, στρατηγικές και παρόρμηση των δυσκολιών ρύθμισης συναισθήματος συσχετίστηκαν θετικά και στατιστικά σημαντικά με το την αναστολή. Τέλος, η παλινδρομική ανάλυση έδειξε ότι η διάσταση της μη αποδοχής αποτελεί σημαντικό προβλεπτικό παράγοντα της ντροπαλότητας 280 237 221 Διερεύνηση των αντιλήψεων των μαθητών Α/θμιας εκπαίδευσης σε σχέση με τα βιολογικά προϊόντα και τα λογότυπά τους The aim of this research has been to examine Primary School pupils‟ knowledge about organic products and their logos. Through questionnaires there has been an effort to compare pupils‟ knowledge before and after the pertinent briefing as well as to see the effect of this briefing on pupils of all grades. There has been examination of the percentages and the categories of use of organic products, along with the pupils‟ intention to use them after the briefing. In the end, there is a presentation of three logos to pupils (the official European one and other two that had been used in the past) in random order and a comparison among them. In total there are 448 valid questionnaires from 3 different Primary Schools of the Prefecture of Xanthi (the 7th Primary School, the Primary School of Diomideia and the Primary School of Peteinos. According to the conclusions of the research, in the beginning most pupils did not know what organic products were and had not used them before. After the pertinent briefing, there was an obvious influence especially on pupils above the 4th grade. Additionally, it was interesting to notice that pupils chose the old logo of organic products, while the logo currently used in the EU came second. Finally, analyzing the pupils‟ drawings leads to the conclusion that there is no specific preference of colours, whereas the choice of circular shapes by most pupils is noteworthy. Σκοπός αυτής της έρευνας είναι να εξετάσει τις γνώσεις των μαθητών όλων των τάξεων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε σχέση με τα βιολογικά προϊόντα και τα λογότυπά τους. Μέσω ερωτηματολογίων επιχειρείται η σύγκριση των γνώσεων των μαθητών πριν και μετά τη σχετική ενημέρωση καθώς και η επίδραση της ενημέρωσης ανά τάξη. Εξετάζονται τα ποσοστά και οι κατηγορίες χρήσης των βιολογικών προϊόντων καθώς και η πρόθεση χρήσης αυτών μετά την ενημέρωση. Στο τέλος παρουσιάζονται στους μαθητές τρία λογότυπα (το επίσημο ευρωπαϊκό και δυο άλλα που χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν.) με τυχαία σειρά και πραγματοποιείται μια σύγκριση αυτών. Συλλέχθηκαν συνολικά 448 έγκυρα ερωτηματολόγια από τρία διαφορετικά σχολεία του Νομού Ξάνθης, το 7ο Δ.Σ., το Δ.Σ. Διομήδειας και το Δ.Σ. Πετεινού. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, η πλειοψηφία των μαθητών δε γνώριζε τι είναι βιολογικά προϊόντα αρχικά και δεν τα είχε χρησιμοποιήσει. Μετά τη σχετική ενημέρωση, γίνεται φανερή η επίδρασή της, ιδιαίτερα στους μαθητές από τη Δ' Δημοτικού και πάνω. Στη συνέχεια παρατηρούμε πως οι μαθητές προτίμησαν το παλιό λογότυπο των βιολογικών προϊόντων και ήρθε δεύτερο το λογότυπο που ήδη χρησιμοποιείται στην Ε.Ε. Τέλος, αναλύοντας τις ζωγραφιές των μαθητών συμπεραίνουμε πως στα χρώματα δεν υπάρχει κάποια ιδιαίτερη προτίμηση, ενώ αξιοσημείωτη είναι η επιλογή κυκλικού σχήματος από τους περισσότερους. 281 184 202 Μελέτη και σχολιασμός δικαστικών αποφάσεων, επί υποθέσεων ρύπανσης και υποβάθμισης από στερεά απόβλητα σε Ελλάδα και Ευρώπη Τhey have been collected, studied and commented respectively herein, judgments of our national Courts and the European Court of Justice, which had legal and technical technological interest and related matters pollution and environmental degradation and particularly from solid waste. Attributed as possible briefly yet clearly, the entire legislative framework which concerns environmental laws and solid waste. They have been studied and exported all these elements through the judgments that ultimately demonstrated both the enormous perpetual problem that our country has with the management of solid waste. On the other hand, they demonstrated the dimension that exists between the finding of an environmental violation from the Authorities and the upward path until the final sentence IV thereof, against which it was found. So it is separated clearly the one of the other case, namely the administrative part from the criminal part of a environmental violation. Furthermore, they have been exported useful conclusions about the diversity of judgments on the issues of pollution and degradation, as well as their content, but demonstrating the constant torque of “marrying” the legal with the technological aspect of these issues. Συγκεντρώθηκαν, μελετήθηκαν και σχολιάστηκαν αντιστοίχως στην παρούσα, αποφάσεις των εθνικών μας Δικαστηρίων καθώς και του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που παρουσίαζαν νομικό και τεχνικό-τεχνολογικό ενδιαφέρον και αφορούσαν υποθέσεις ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος και συγκεκριμένα από στερεά απόβλητα. Αποδόθηκε όσο το δυνατό πιο συνοπτικά, αλλά ταυτόχρονα με ευκρίνεια, όλο το νομοθετικό πλέγμα που διέπει την περιβαλλοντική νομοθεσία και φυσικά τα στερεά απόβλητα. Μελετήθηκαν και εξήχθησαν όλα αυτά τα στοιχεία μέσω των αποφάσεων, που κατέδειξαν εν τέλει αφενός το τεράστιο εις το διηνεκές πρόβλημα που έχει η χώρα μας με τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων. Αφετέρου, κατέδειξαν τη διάσταση που έχει η διαπίστωση μίας περιβαλλοντικής παράβασης από τις αρμόδιες προς τούτο Αρχές και την ανηφορική διαδρομή της μέχρι και την αμετάκλητη ποινική καταδίκη αυτού, εις βάρος του οποίου διαπιστώθηκε, διαχωρίζοντας ευκρινώς έτσι τη μία από την άλλη περίπτωση, ήτοι το διοικητικό σκέλος από το ποινικό. Περαιτέρω, εξήχθησαν χρήσιμα συμπεράσματα σχετικά με την ποικιλομορφία των δικαστικών αποφάσεων σχετικά με τα ζητήματα της ρύπανσης και της υποβάθμισης, καθώς και του περιεχομένου αυτών, καταδεικνύοντας όμως τη σταθερή ροπή του «παντρέματος» της νομικής με την τεχνολογική θεώρηση των ζητημάτων αυτών. 282 163 214 Διερεύνηση γνώσεων και στάσεων μαθητών και μαθητριών Δ’, Ε’ και Στ’ Τάξεων Δημοτικού για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την έννοια της βιομάζας The present study aimed at exploring the knowledge and attitudes of pupils of Primary Education Classes D, E and F for renewable sources of energy and specifically on the concept of biomass. The data of this research is based on 281 questionnaires collected from five (5) different schools. For the data processing and statistical analysis, the SPSS 24 .0 statistic package was used. It has been found that students of D, E and F classes have insufficient knowledge of renewable sources energy and biomass. In particular, D class children do not know basic environmental problems, confuse renewable sources of energy with non-renewable sources of energy and cannot give a full definition of biomass. Also, children of the E and F Classes, although having more knowledge of environmental problems and renewable energy sources than the children of the Class D, confront with difficulties and confusion in understanding basic concepts. With regard to the concept of biomass, pupils of Classes E and F have difficulties. Η παρούσα μελέτη αποσκοπούσε στην διερεύνηση των γνώσεων και στάσεων των μαθητών και μαθητριών της Δ΄, Ε΄ και Στ’ Τάξης πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ειδικότερα για την έννοια της βιομάζας. Τα στοιχεία της συγκεκριμένης έρευνας βασίζονται σε διακόσια ογδόντα ένα (281) ερωτηματολόγια τα οποία συλλέχτηκαν από πέντε (5) διαφορετικές σχολικές μονάδες. Για την επεξεργασία των δεδομένων και την στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS 24 .0. Διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές και οι μαθήτριες των Δ΄, Ε΄ και Στ’ Τάξεων έχουν ελλιπείς γνώσεις για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την έννοια της βιομάζας. Συγκεκριμένα, τα παιδιά της Δ΄ Τάξης δεν γνωρίζουν βασικά περιβαλλοντικά προβλήματα, συγχέουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με τις μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και δεν μπορούν να αποδώσουν ένα πλήρη ορισμό για την έννοια της βιομάζας. Ακόμη, τα παιδιά των Ε΄ και Στ’ Τάξεων αν και έχουν περισσότερες γνώσεις για τα περιβαλλοντικά προβλήματα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας σε σχέση με τα παιδιά της Δ΄ Τάξης παρατηρείται ότι παρουσιάζουν δυσκολίες και σύγχυση στην κατανόηση βασικών εννοιών. Όσον αφορά την έννοια της βιομάζας και οι μαθητές και οι μαθήτριες των Ε΄ και Στ’ Τάξεων παρουσιάζουν δυσκολίες. 283 140 174 Συστήματα κυρώσεων και θέματα περιβαλλοντικής ευθύνης (liability) στον τομέα της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων Nowadays, the issue of solid waste management (increasing quantity of waste, uncontrolled deposits etc.) has taken alarming dimensions and is the one of the biggest environmental problems. The main objective of the following thesis is to analyze the environmental liability issues regarding the management of solid waste, mainly on Environmental Liability Directive (Directive 2004/35/EC) based on the “polluter-pays” principle, to prevent and remedy environmental damage to land, water, protected species and natural habitats, and to present comparatively -through the cited casuistry- the main variations stemming from the national transposition and application of the Directive in the wider European area. Also, an analysis is carried out concerning the systems of sanctions (administrative and criminal penalties), which have chosen to introduce into their national law the Member States, against the environmental breaches of waste legislation, and their effectiveness for protecting the environment. Στις μέρες μας, το ζήτημα της διαχείρισης των στερεών αποβλήτων (αύξηση της ποσότητας των παραγόμενων αποβλήτων, ανεξέλεγκτες εναποθέσεις κ. ά.) έχει λάβει ανησυχητικές διαστάσεις και συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά προβλήματα. Στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί η ανάλυση των θεμάτων περιβαλλοντικής ευθύνης αναφορικά με τη διαχείριση των στερεών αποβλήτων, κυρίως ως προς την Οδηγία για την Περιβαλλοντική Ευθύνη (Οδηγία 2004/35/ΕΚ), η οποία βασίζεται στην αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει", για την πρόληψη και την αποκατάσταση της περιβαλλοντικής ζημιάς στο έδαφος, στα ύδατα και στα προστατευόμενα είδη και φυσικούς οικότοπους, και η συγκριτική παρουσίαση - μέσα από την περιπτωσιολογία που παρατίθεται - των βασικών διαφορών που απορρέουν από τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή της Οδηγία στον ευρύτερο Ευρωπαϊκό χώρο. Επίσης, αναλύονται τα συστήματα κυρώσεων (διοικητικές και ποινικές κυρώσεις), που έχουν επιλέξει να εισάγουν στο εσωτερικό τους δίκαιο τα κράτη μέλη κατά των παραβάσεων της νομοθεσίας περί στερεών αποβλήτων, καθώς και η αποτελεσματικότητά τους στην προστασία του περιβάλλοντος. 284 144 168 Ωοθηκική διέγερση στην ωοθυλακική ωχρινική φάση κατα την διάρκεια του ίδιου καταμήνιου κύκλου The poor response and the absence of oocytes after an ovary stimulation for in-vitro fertilization (IVF) constitute a challenging problem for clinicians. The fact that in a menstrual cycle are developing multiple oocytes provides new potentials concerning the ovarian stimulation in poor responders. Recently, a double stimulation protocol was developed, with the second stimulation to occur after the oocyte retrieval from the first stimulation at the follicle phase of the cycle, followed by the luteal phase. The so far data advocate the stimulation at the follicle and luteal phase at the same menstrual cycle, as it seems to provides the double oocytes and embryos compared with a regular antagonist protocol in 30 days. In addition, healthy birth rates are encouraging, and in conjunction with the well-tolerated outlined from patients, the double stimulation protocol appears to be breaking new ground in improving the ovarian stimulation. Η πτωχή ανταπόκριση και η μη λήψη ωαρίου μετά από μία ωοθηκική διέγερση για εξωσωματική γονιμοποίηση αποτελούν πρόβλημα και πρόκληση για τους κλινικούς. Το γεγονός ότι σε ένα καταμήνιο κύκλο αναπτύσσονται πολλαπλά ωοθυλάκια παρέχει νέες δυνατότητες όσον αφορά την ωοθηκική διέγερση σε πτωχές απαντήτριες. Πρόσφατα αναπτύχθηκε ένα διπλής διέγερσης πρωτόκολλο, με τη δεύτερη διέγερση να συμβαίνει αμέσως μετά τη λήψη ωαρίων που προέρχονται από την πρώτη διέγερση κατά την ωοθυλακική φάση του κύκλου, η οποία ακολουθείται από την ωχρινική φάση. Τα μέχρι στιγμής δεδομένα τάσσονται υπέρ της διέγερσης στην ωοθυλακική και ωχρινική φάση του ίδιου καταμήνιου κύκλου, καθώς φαίνεται να παρέχει τα διπλά σε αριθμό ωάρια και έμβρυα σε σχέση με ένα κλασσικό πρωτόκολλο ανταγωνιστή στο μικρό χρονικό διάστημα των 30 ημερών. Επιπλέον, τα ποσοστά γεννήσεων υγιών εμβρύων εμφανίζονται ενθαρρυντικά, και σε συνδυασμό με την καλή ανεκτικότητα που σημειώνεται από τις ασθενείς, η διπλή διέγερση φαίνεται να ανοίγει νέους ορίζοντες στην βελτίωση της ωοθηκικής διέγερησης. 285 354 375 The aspects of 'national self ' and 'national other ' in two books of Penelope Delta Όψεις του ‘εθνικού εαυτού’ και του ‘εθνικού άλλου’ σε δύο έργα της Πηνελόπης Δέλτα In this paper the aspects of “national self” and “national other” are examined in two books of Penelope Delta, while in the meantime a comparative study is conducted of these two works through qualitative analysis of the content. What is expected by conducting this research, is to prove that in children’s literature images of “national self” and “national other” are projected as Penelope Delta is a typical example of children’s literature. At the same time another expectation is to make clear that the political and social context of the era influenced Penelope Delta’s ideology so that she through her writing, specifically her two literary works, wishes to transmit certain messages, or even more, to manipulate her readers. Finally, it would be useful to prove the connection between the ideological system of the writer and how she perceives national identity in the end. The expected outcome of this specific research deals with the qualifications with which nations defined their identity and how literature eventually contributed to the definition of national identity. Meanwhile, the goals that Penelope Delta had set while writing her literary works are expected to be determined. It will become obvious that the historical novel brings the past in the spotlight outside its historical reference and what goal this serves. So, the process of creating and establishing the Greek national identity becomes comprehensible as it was attempted from the end of the 18th century until the end of the 19th century. It will be made clear on what base the establishment of the Greek national identity was founded and how it was related and if this was arbitrary or not. The readjustment of identity and its relation to difference is also included in the outcome as these two concepts are tightly connected. Of course, the aim of Penelope Delta of the ethical and spiritual uplifting of the nation through her texts, should not be omitted from the conclusions. It will become clear what elements run through her texts to accomplish her goal, that proved to be multi-faceted. Στην παρούσα εργασία εξετάζονται οι όψεις του «εθνικού εαυτού» και του «εθνικού άλλου» σε δύο βιβλία της Πηνελόπης Δέλτα, ενώ παράλληλα γίνεται η συγκριτική μελέτη των δύο αυτών έργων με την μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Αυτό που προσδοκάται από την εκπόνηση αυτής της εργασίας είναι να γίνει εμφανές πώς τελικά στην Παιδική λογοτεχνία προβάλλονται απεικονίσεις του «εθνικού εαυτού» και του «εθνικού Άλλου», καθώς η Πηνελόπη Δέλτα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της παιδικής λογοτεχνίας. Παράλληλα, ακόμη μία προσδοκία είναι να γίνει φανερό πώς η πολιτική και κοινωνική συγκυρία της εκάστοτε εποχής, επηρέασε την ιδεολογία της Πηνελόπης Δέλτα, ώστε μέσω της συγγραφής της, και πιο συγκεκριμένα των δύο αυτών λογοτεχνικών της έργων, η συγγραφέας να επιθυμεί να μεταδώσει κάποια μηνύματα ή ακόμη και να χειραγωγήσει το αναγνωστικό κοινό της. Τέλος, θα ήταν χρήσιμο να αποδειχθεί πως υπάρχει σύνδεση μεταξύ του ιδεολογικού συστήματος της συγγραφέως και του πώς αντιλαμβάνεται τελικά την εθνική ταυτότητα. Τα αποτελέσματα που αναμένονται να εξαχθούν από τη συγκεκριμένη εργασία αφορούν τα κριτήρια με τα οποία προσδιόρισαν τελικά τα σύγχρονα έθνη την ταυτότητα τους και κατά πόσο τελικά η λογοτεχνία συνέβαλε στον προσδιορισμό της εθνικής ταυτότητας. Παράλληλα, αναμένεται να προσδιοριστούν οι στόχοι τους οποίους είχε θέσει η Πηνελόπη Δέλτα, γράφοντας τα λογοτεχνικά της έργα. Κάτι ακόμη που θα γίνει αντιληπτό, είναι πώς το ιστορικό μυθιστόρημα φέρνει το παρελθόν στο προσκήνιο, έξω από τον ιστορικό του χρόνο και σε τι βοηθά αυτό. Και κάπως έτσι θα γίνει κατανοητή και η διαδικασία συγκρότησης και δημιουργίας της ελληνικής εθνικής ταυτότητας που επιχειρήθηκε από τα τέλη του 18ου αιώνα και μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Θα γίνει κατανοητό πού βασίστηκε και με τι συνδέθηκε η συγκρότηση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας και αν αυτά ήταν τελικά αυθαίρετα ή όχι. Η αναπροσαρμογή της ταυτότητας και η σχέση της με την ετερότητα είναι κάτι ακόμη που θα συμπεριλαμβάνεται στα αποτελέσματα, καθώς αυτές οι δύο έννοιες είναι στενά συνδεδεμένες. Και φυσικά, δε θα μπορεί να απουσιάζει από τα αποτελέσματα, ο στόχος της Πηνελόπης Δέλτα για την ηθική και πνευματική ανύψωση του έθνους μέσα από τα κείμενα της. Θα γίνει αντιληπτό από ποια στοιχεία διαπνέονται τα έργα της, ώστε να πετύχουν τον σκοπό τους, ο οποίος ήταν τελικά πολύπλευρος. 286 231 270 Longitudinal follow-up and prediction of language development of preschool and early school – age children Διαχρονική παρακολούθηση και πρόβλεψη της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας Early expressive language delay is often a predictor of future language disorders, which, if they are not diagnosed and treated, can have important consequences in many areas of child development (e.g. school achievement, cognitive, social, emotional development). For that reason, the early screening of communicative and language development in young children, as well as the prediction of their subsequent development, are in the focus of recent research. The aim of this study is to examine the predictive validity of Communication Development Report [CDR], a new parent questionnaire for the early screening of the communication and linguistic development of Greek-speaking children aged 7 to 30 months, which has been developed and standardized recently (Karousou & Petrogiannis, 2014). For the needs of this study, a questionnaire was administered to 80 parents of children who had participated in the standardization study of the CDR, 5 years ago. Results showed that the percentiles attributed to children when they were 7 to 30 months old in the two principal scales of the CDR, are related to whether these children are diagnosed today with a language disorder. Based on these results, we can conclude that the CDR could be proven to be a useful instrument for the prediction of language development and the early detection of children at risk for language disorders Η πρώιμη γλωσσική καθυστέρηση αποτελεί συχνά προπομπό μελλοντικών γλωσσικών διαταραχών οι οποίες αν δεν διαγνωστούν και δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά πολλούς τομείς της ανάπτυξης των παιδιών (π.χ. σχολική επίδοση, γνωστική, συναισθηματική, κοινωνική ανάπτυξη). Στα πλαίσια αυτά, η πρώιμη αξιολόγηση της επικοινωνιακής και γλωσσικής ανάπτυξης των μικρών παιδιών αποτελεί σημαντική ανάγκη της κλινικής και εκπαιδευτικής πρακτικής και έχει γίνει αντικείμενο πολλών ερευνητικών προσπαθειών. Οι έρευνες αυτές επικεντρώνονται στον έγκυρο και έγκαιρο εντοπισμό και διαχωρισμό των περιπτώσεων γλωσσικής καθυστέρησης, οι οποίες απαιτούν άμεση παρέμβαση, από αυτές για τις οποίες δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας. Στα πλαίσια αυτά, στόχος της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει την προβλεπτική ικανότητα του Τεστ Επικοινωνιακής Ανάπτυξης [ΤΕΑ] ενός ερωτηματολογίου γονέων για την πρώιμη αξιολόγηση της επικοινωνιακής και γλωσσικής ανάπτυξης παιδιών ηλικίας 7 έως 30 μηνών, το οποίο αναπτύχθηκε και σταθμίστηκε στην Ελλάδα (Καρούσου & Πετρογιάννης, 2014). Για τις ανάγκες της έρευνας δομήθηκε ένα ερωτηματολόγιο, ειδικά διαμορφωμένο για την παρούσα μελέτη, το οποίο χορηγήθηκε σε 80 γονείς παιδιών που είχαν συμμετάσχει στη μελέτη στάθμισης του ΤΕΑ πριν από 5 χρόνια. Τα αποτελέσματα έδειξαν, μεταξύ άλλων, πως οι βαθμολογίες (ποσοστιαία κατάταξη) που είχαν λάβει τα παιδιά αυτά στις δύο βασικές κλίμακες του ΤΕΑ όταν ήταν 7 έως 30 μηνών σχετίζονται με το κατά πόσο τα παιδιά αυτά σήμερα έχουν διαγνωστεί με κάποια γλωσσική διαταραχή. Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως το ΤΕΑ μπορεί να αναδειχθεί σε ένα χρήσιμο εργαλείο για την πρόβλεψη της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών, και για τον έγκαιρο εντοπισμό παιδιών σε κίνδυνο για γλωσσικές διαταραχές 287 246 256 The effects of music on the narrative skills of children in early elementary education Η επίδραση της μουσικής στις αφηγηματικές δεξιότητες παιδιών πρώτης σχολικής ηλικίας Music and language are two communicative systems which share many common characteristics both in their oral and written form. Τhe beneficial effects of music on children’s overall language development are supported by many researches which have investigated the subject from different aspects. However, very few studies have dealt with the effects of music on children’s narrative expression. The aim of this pilot quasi-experimental study was to explore the effect of music on children´s verbal expression during the narration of a story. More specifically, data were collected from 18 children aged 7 το 9 years. All children listened to a story that was either accompanied with music (‘music’ group) or not (control group), and were then asked to narrate it to the researcher. Results are presented on the effect of music on a variety of indices of linguistic expression, such as the total number of words and the number of different words used, the mean length of utterance, etc. Although the difference between the two groups (music vs. control) does not reach statistical significance in any of the linguistic indices analyzed, results indicate a stable tendency for better linguistic performance in the ‘music’ group. Overall, results point towards a positive effect of music on children´s linguistic performance and towards the need of conducting a larger scale study in order to explore with a more extensive sample the extent and significance of this effect Η μουσική και η γλώσσα είναι δύο επικοινωνιακά συστήματα που μοιράζονται πολλά κοινά χαρακτηριστικά και στην προφορική και στην γραπτή τους μορφή. Οι ευεργετικές επιδράσεις άλλωστε της μουσικής στη γενικότερη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών έχουν θεμελιωθεί από πολλές έρευνες, οι οποίες έχουν εξετάσει το θέμα από ποικίλες πλευρές. Πολύ λίγες όμως είναι οι έρευνες που έχουν ασχοληθεί πιο συγκεκριμένα με την επίδραση της μουσικής στην αφηγηματική ικανότητα των παιδιών. Η παρούσα πιλοτική ημιπειραματική έρευνα είχε στόχο τη διερεύνηση της επίδρασης που ασκεί η μουσική στη γλωσσική έκφραση των παιδιών κατά την αφήγηση ιστοριών. Πιο συγκεκριμένα, η εργασία στηρίζεται σε δεδομένα από 18 παιδιά ηλικίας 7 έως 9 ετών. Τα παιδιά συμμετείχαν σε δραστηριότητα κατά την οποία άκουσαν μία ιστορία που είτε πλαισιωνόταν από μουσική (‘μουσική’ ομάδα) είτε όχι (ομάδα ελέγχου) και την οποία κλήθηκαν στη συνέχεια να αφηγηθούν στην ερευνήτρια. Παρουσιάζονται αποτελέσματα σχετικά με την επίδραση της μουσικής σε διάφορες γλωσσικές μεταβλητές, όπως ο συνολικός αριθμός λέξεων και ο αριθμός διαφορετικών λέξεων που χρησιμοποιήθηκαν, το μέσο μήκος εκφωνήματος κ.ά. Μολονότι η διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων (μουσική vs. ελέγχου) δεν αποδείχθηκαν στατιστικά σημαντικές για κανέναν από τους γλωσσικούς δείκτες που αναλύθηκαν, τα αποτελέσματα δείχνουν μία σταθερή τάση για καλύτερες γλωσσικές επιδόσεις στην ‘μουσική’ ομάδα. Σε γενικές γραμμές τα αποτελέσματα υποδεικνύουν μία θετική επίδραση της μουσικής στη γλωσσική έκφραση των παιδιών, καθώς και την ανάγκη για διεξαγωγή μίας μελέτης μεγαλύτερης κλίμακας προκειμένου να διερευνηθεί το εύρος και η σημαντικότητα της επίδρασης αυτής σε μεγαλύτερο δείγμα παιδιών 288 373 302 The school unit at the elementary level of education is the basic cell of our educational system. In the age of globalization, technological boom but at the same time that of the economic crisis, for the smooth operation and its effectiveness, the role of headmaster is decisive. In our country the choice of the headmaster of school units goes hand in hand with each governmental change. A fact that has constituted a point of friction between each government in power and the teachers, while a system of selection has not been formed, which is long lasting and accepted from the teachers. This paper deals with the selection of the headmasters of school units both on a theoretical level and a research level. On the theoretical side, this paper discusses the clarification of the basic concepts. To be more specific it refers to the concepts of administration, leadership of the educational system and the executives of education. Consequently, reference is made to the role of the headmaster as an element of efficiency in the school unit and in the duties and authorities he is assigned to as a public servant and as an executive of the educational system. Additionally there is an in depth report about all the legislation with which the selection of headmasters of the school units has been made, reference is made to the composition and operations of the committees and finally to the official positions and proposals of the teachers as they are stated by the Teachers Federation of Greece. The theoretical part is summed up with the review of the bibliography in relation to the selection of headmasters of the school unit. On the experiential side of the paper, a study is presented which was carried out on 373 teachers from the prefecture of Xanthi, which aimed at the investigation of their opinions about the existing institutional framework as well as the recording of their proposals for the future. To sum up, an analysis and an interpretation of the results of the study follows, together with the conceptualization of the conclusions drawn from this study and some proposals we believe will contribute to the selection of the most capable person for the position of headmaster of the school unit Η σχολική μονάδα της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αποτελεί το βασικό κύτταρο του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Για την ομαλή λειτουργία και την αποτελεσματικότητά της, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογικής έκρηξης αλλά, ταυτόχρονα, και της οικονομικής κρίσης, ο ρόλος του Διευθυντή είναι καθοριστικός. Στη χώρα μας η επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με κάθε κυβερνητική αλλαγή, γεγονός που έχει αποτελέσει σημείο τριβής μεταξύ των εκάστοτε κυβερνήσεων και των εκπαιδευτικών, ενώ δεν έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα ένα σύστημα επιλογής διαχρονικό και αποδεκτό από τους εκπαιδευτικούς. Η παρούσα εργασία ασχολείται με την επιλογή του διευθυντή σχολικής μονάδας τόσο σε θεωρητικό όσο και σε ερευνητικό επίπεδο. Στο θεωρητικό μέρος γίνεται η αποσαφήνιση των βασικότερων εννοιών τις οποίες πραγματεύεται η εργασία. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρεται στις έννοιες της διοίκησης, της ηγεσίας, του εκπαιδευτικού συστήματος και των στελεχών της εκπαίδευσης. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στο ρόλο του διευθυντή ως παράγοντα αποτελεσματικότητας της σχολικής μονάδας και στα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες με τις οποίες είναι επιφορτισμένος ως δημόσιος υπάλληλος και ως στέλεχος της εκπαίδευσης. Επίσης, γίνεται μία εκτενής αναφορά σε όλα τα νομοθετήματα με τα οποία έχουν γίνει οι επιλογές διευθυντών σχολικών μονάδων, στη σύνθεση και λειτουργία των συμβουλίων επιλογής και τέλος στις επίσημες θέσεις και προτάσεις των εκπαιδευτικών όπως είναι διατυπωμένες από τη Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδος. Το θεωρητικό μέρος κλείνει με την ανασκόπηση της σχετικής με την επιλογή του διευθυντή σχολικής μονάδας βιβλιογραφίας. Στο εμπειρικό μέρος παρουσιάζεται η έρευνα που διεξήχθη σε 373 εκπαιδευτικούς του νομού Ξάνθης, με στόχο να διερευνήσει τις απόψεις τους για το ισχύον θεσμικό πλαίσιο καθώς και την καταγραφή των προτάσεων τους για το μέλλον. Κλείνοντας ακολουθεί η ανάλυση και η ερμηνεία των αποτελεσμάτων της έρευνας, η διατύπωση των συμπερασμάτων που προέκυψαν καθώς, επίσης, και κάποιων προτάσεων που πιστεύουμε πως μπορούν να συμβάλλουν στην επιλογή των ικανότερων για τη θέση του διευθυντή σχολικής μονάδας 289 213 262 Από την προέλευση των μικροοργανισμών στην ανάπτυξη της λοίμωξης σε εργασιακά περιβάλλοντα The present Master Thesis discusses the issue of occupational accidents related to biological risk factors and in particular biological factors transmitted to hospitals. The first section describes the origin of microorganisms from any environment and their role as normal microbial flora of these ecosystems, as well as their importance when disturbances of the human flora occur, as well as their relation to cancer, atherosclerotic disease, anxiety, and other diseases. Furthermore, the prevalence of microbial infection is discussed in the hospital environment in relation to the incriminated biological factors prevalent in the nosocomial environment. Systemic infections are also studied in health professionals, but also in the special units of Intensive Care Unit (ICU) and Neonatal Intensive Care Unit (N-ICU). Special occurring infections, such as Legionella and its relationship to the workplace are also discussed. The last section concerns the basic preventive measures, the importance of vaccination in human prophylaxis, and the proposed forms of prevention and vaccination in work environments and in hospitals. The issue of occupational accidents in nosocomial environments is a preoccupating issue worldwide. However, prevention should be tackled as a multifactorial issue and of concern for both public and private organizations dealing with health matters. In this vein, information of the hospital staff is of major importance to eradicate the problem. Στα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής εργασίας συζητάται το θέμα επαγγελματικών ατυχημάτων που συνδέονται με βιολογικούς παράγοντες κινδύνου και ειδικότερα με βιολογικούς παράγοντες που μεταδίδονται στα νοσοκομεία. Στο Πρώτο Τμήμα περιγράφεται η προέλευση των μικροοργανισμών από όλα τα περιβάλλοντα και ο ρόλος τους ως φυσιολογικές μικροβιακές χλωρίδες των οικοσυστημάτων αυτών αλλά και η σημασία τους σε περίπτωση διαταραχών της ανθρώπινης χλωρίδας. Στα πλαίσια των διαταραχών της μικροβιακής χλωρίδας συζητάται η σχέση της με τον καρκίνο, την αθηρωματική νόσο, την αγχωτική διαταραχή και άλλα νοσήματα. Ακολούθως, μελετάται η επέλαση της λοίμωξης από μικροβιακά αίτια στο νοσοκομειακό περιβάλλον και οι βιολογικοί παράγοντες που επικρατούν στο χώρο του νοσοκομείου. Οι κυριότεροι βιολογικοί κίνδυνοι στα νοσοκομεία που επικρατούν είναι οι ιοί ηπατίτιδας Β (HBV) και C(HCV), καθώς και ο ιός HIV. Επίσης μελετώνται οι λοιμώξεις ανά συστήματα στους επαγγελματίες υγείας, αλλά και σε ειδικές μονάδες Μονάδα Εντατικής Θεραπείας(ΜΕΘ) και Μονάδα Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών(ΜΕΝΝ) .Αναφέρονται επιπλέον ειδικές λοιμώξεις όπως η Legione//aκαι η παρουσία της σε εργασιακούς χώρους. Στο τελευταίο τμήμα αναφέρονται τα βασικά μέτρα πρόληψης ,η σημασία του εμβολιασμού στην προφύλαξη, καθώς και τα προτεινόμενα σχήματα πρόληψης και εμβολιασμού σε εργασιακά περιβάλλοντα και ιδιαίτερα σε νοσοκομεία. Είναι σαφές ότι το θέμα των επαγγελματικών ατυχημάτων στα νοσοκομεία απασχολεί παρά την πρόοδο σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πρόληψη πρέπει να είναι πολυπαραγοντική και αφορά τόσο στους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς που ασχολούνται με την υγεία, όσο και την συστηματική εκπαίδευση του προσωπικού των νοσοκομείων. Λέξεις Κλειδιά: επαγγελματική έκθεση, επαγγελματίες υγείας, ατυχήματα, λοίμωξη, τραυματισμός, βελόνα, μικροβίωμα, μικροχλωρίδα, βιολογικοί παράγοντες κινδύνου. 290 119 141 This dissertation researches the relationship between museums and preschool and primary education and the way educators may use the museum in the teaching of natural sciences. Generally speaking, museums in Greece do not design educational programs for preschoolers in the same frequency as for the other levels of education, also educators are not utilizing museums and their exhibits in their teaching. For that reason, this dissertation studies how an educational program, specially designed for the Museum of Natural History in Maistros Alexandroupolis as part of a qualitative research. The research outcomes showed the importance of the collaboration between school and museum educators. It also showed the great opportunities that can occur from t that collaboration for natural sciences teaching Η συγκεκριμένη εργασία μελετά τη σχέση του μουσείου με την προσχολική και πρώτη σχολική εκπαίδευση αλλά και τις σχέσεις των εκπαιδευτικών αυτών των βαθμίδων με τη διδακτική των φυσικών επιστημών. Τα μουσεία στην Ελλάδα δεν σχεδιάζουν εκπαιδευτικά προγράμματα για τα παιδιά αυτής της ηλικίας με την ίδια συχνότητα που σχεδιάζουν για τις άλλες βαθμίδες , αλλά και οι εκπαιδευτικοί με τη σειρά τους, δεν εκμεταλλεύονται τους χώρους και το υλικό των μουσείων για να εμπλουτίσουν τη διδασκαλία τους. Στην παρούσα πτυχιακή παρουσιάζεται η εφαρμογή ενός εκπαιδευτικού προγράμματος που σχεδιάστηκε για το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στη Μαΐστρο Αλεξανδρούπολης, στο πλαίσιο μιας ποιοτικής έρευνας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν μεταξύ άλλων, πόσο σημαντική είναι η συνεργασία των εκπαιδευτικών με τους υπεύθυνους των εκπαιδευτικών προγραμμάτων (μουσειοπαιδαγωγών, εμψυχωτών) αλλά και το πόσο σπουδαίες ευκαιρίες προκύπτουν μέσα από αυτή τη συνεργασία για διδασκαλία των φυσικών επιστημών 291 268 270 Are Green Growth and Green Economy Indeed “Green” according to Primary School students? In the last few decades the concept of environment and its sustainability attracted a lot of attention and became a field of controversy for several scholars. Growth and Economy were thought to play a major role in environmental sustainability, so several attempts were made to explain their influence on the way we treat the environment. Environmental sustainability was researched in connection with a lot of different fields. Among them was education and how students actually perceive concepts connected with it. Growth and Economy were two such concepts which actually consist the major theme of this Thesis. Emphasis is placed on Primary School students‟ perception of the two concepts as well as their colour preference for their representation. Moreover, another focus of this Thesis was the choice between „Clean‟ and „Green‟ as better modifying Growth and Economy. A PowerPoint presentation, questionnaires and personal interviews were used as a means of getting students‟ responses. Research finding showed that Green was the dominant colour in students‟ preferences but with a differentiation in percentages as students of higher Grades became more conscious of their choices and gave higher percentages to green. Gender didn’t seem to play any role in the students’ answers. As far as the terms „Clean‟ and „Green‟ are concerned students went for the term „Clean‟ with the exception of those attending the 6 th Grade. Considering the above, age and formal education seemed to play a major role in students‟ choice both of colour as well as of adjective in order to represent Growth and Economy. Τις τελευταίες δεκαετίες οι έννοιες περιβάλλον και αειφορία προσέλκυσαν την προσοχή και έγιναν πεδίο αντιπαράθεσης ανάμεσα σε πολλούς μελετητές. Η Ανάπτυξη και η Οικονομία θεωρείται ότι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα, ως εκ τούτου κατεβλήθησαν πολλές προσπάθειες για να εξηγηθεί η επιρροή τους στον τρόπο που συμπεριφερόμαστε απέναντι στο περιβάλλον. Η περιβαλλοντική βιωσιμότητα αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας σε συνάρτηση με πολλά διαφορετικά πεδία. Ανάμεσά τους ήταν η εκπαίδευση και το πώς οι μαθητές αντιλαμβάνονται τι έννοιες που συνδέονται με αυτήν. Η Ανάπτυξη και η Οικονομία είναι δύο έννοιες που αποτελούν βασικό θέμα αυτής της Μεταπτυχιακής εργασίας. Έμφαση δίνεται στον τρόπο με τον οποίο τις αντιλαμβάνονται οι μαθητές Δημοτικού καθώς επίσης και στο χρώμα που προτιμούν στην απεικόνιση τους. Επιπλέον, η Μεταπτυχιακή εργασία εστιάζει στην επιλογή των μαθητών ανάμεσα στις έννοιες "καθαρή" και "πράσινη" για να περιγράψουν την Ανάπτυξη και την Οικονομία. Τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να αποσπάσουμε τις απαντήσεις των μαθητών ήταν μία παρουσίαση με χρήση PowerPoint, ερωτηματολόγια και προσωπικές συνεντεύξεις των μαθητών. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το κυρίαρχο χρώμα στις προτιμήσεις ήταν το πράσινο αλλά υπήρξε μια διαφοροποίηση στα ποσοστά καθώς οι μαθητές των μεγαλύτερων τάξεων ήταν πιο συνειδητοποιημένοι στην επιλογή τους και έδωσαν σαφέστατα μεγαλύτερα ποσοστά στο πράσινο. Η ηλικία δε φάνηκε να επηρεάζει τις απαντήσεις των μαθητών. Όσο αφορά στους όρους "καθαρή" και "πράσινη" οι μαθητές επέλεξαν τον όρο "καθαρή" με εξαίρεση τους μαθητές της ΣΤ' Τάξης. Σκεπτόμενοι τα παραπάνω καταλήξαμε στο ότι η ηλικία αλλά και η τυπική εκπαίδευση στο σχολείο είναι καθοριστικοί παράγοντες στην επιλογή τόσο του χρώματος όσου και του επιθέτου που θα αναπαριστά και θα περιγράφει ακριβέστερα τις έννοιες Ανάπτυξη και Οικονομία. 292 406 420 The participation of school age children in non formal education and informal learning activities in the city of Alexandroupolis Συμμετοχή παιδιών σχολικής ηλικίας σε δραστηριότητες μη τυπικής εκπαίδευσης και άτυπης μάθησης στην πόλη της Αλεξανδρούπολης The main purpose of this study is to investigate the non-formal (athletic and artistic activities, tutorial courses) and informal activities (games with friends, reading books, visiting libraries etc.) that contribute to the process of learning school-age children in the city of Alexandroupolis, as well as the free time they spend on them and the incentives that motivate them in such activities. In addition, it is investigated whether the gender, class, and parents’ profession affect students’ choices. The survey was conducted in April 2017 in randomly selected schools of the city. The sample consisted of 60 pupils of 5th and 6th grade of elementary school, of 60 students of 2nd and 3rd grade of secondary school and 60 students of 1st ,2nd and 3rd grade of lyceum, 180 students in total, who filled out anonymously and voluntarily a questionnaire in their class that lasted approximately 20 minutes. The analysis of the data of the survey was done with the Windows7 Excel Office program. The results obtained from the analysis showed that students of both levels of education are engaged in non formal activities more with tutorial courses, then with athletic activities and less with arts. According to the average of the hours spent each week in each athletic activity, swimming and then football are in the first place. Follow classical and modern dance from the artistic activities and the courses of the supporting teaching of formal curriculum – M.E.D.T.P.S. from the tutorials. The reasons that affect the most of their choices were mainly the pleasure they felt doing the activity and the contact with their friends when they were engaged in activities that seem to be of major importance to the lives of these age groups. Referring to informal activities, the students spend most of their time a week in company with friends and watching TV for the same reasons as non-formal ones. Most girls were engaged in volleyball and dancing, while boys with football, basketball and martial arts. Pupils of primary school and gymnasium have more lessons of foreign languages weekly, while children of lyceum do more M.E.D.T.P.S. because of the weakness of present formal educational system to cover their learning needs and their main aim, which is their admission to Greek universities. The main reason students say they are doing tutorial classes is "their parents’ wish Ο βασικός σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των μη τυπικών (αθλητικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες, φροντιστηριακά μαθήματα) και άτυπων δραστηριοτήτων (παιχνίδια με φίλους, ανάγνωση εξωσχολικών βιβλίων, επίσκεψη σε βιβλιοθήκες κ.ά.) που συμβάλουν στη διαδικασία της μάθησης των παιδιών σχολικής ηλικίας στην πόλη της Αλεξανδρούπολης. Επιπρόσθετα, διερευνάται ο χρόνος που αφιερώνουν σε αυτές τις δραστηριότητες, καθώς και τα κίνητρα που ωθούν τα παιδιά να ασχοληθούν με αυτές. Επιπλέον, ερευνάται εάν το φύλο, η τάξη και το επάγγελμα των γονέων επηρεάζουν τις επιλογές των μαθητών. Η έρευνα διεξήχθη τον Απρίλη του 2017 σε σχολεία της πόλης που επιλέχθηκαν τυχαία. Το δείγμα αποτέλεσαν 60 μαθητές της E' και ΣΤ' τάξης του δημοτικού, 60 μαθητές της Β' και Γ' τάξης του γυμνασίου και 60 μαθητές της Α', Β', Γ' τάξης του λυκείου, 180 στο σύνολο, οι οποίοι συμπλήρωσαν εκούσια και ανώνυμα μέσα στην τάξη τους ένα γραπτό ερωτηματολόγιο διάρκειας περίπου 20 λεπτών. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έγινε με το πρόγραμμα Excel Office των Windows7. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την ανάλυση έδειξαν ότι οι μαθητές και των δύο βαθμίδων εκπαίδευσης ασχολούνται εκτός τυπικού σχολικού ωραρίου περισσότερο με φροντιστηριακά μαθήματα, έπειτα με αθλητικές δραστηριότητες και λιγότεροι με καλλιτεχνικές. Σύμφωνα με τον μέσο όρο των ωρών που αφιερώνουν εβδομαδιαίως σε καθεμία αθλητική δραστηριότητα, την πρώτη θέση κατέχει η κολύμβηση και έπειτα το ποδόσφαιρο, ο κλασσικός και μοντέρνος χορός από τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες και τα μαθήματα ενισχυτικής διδασκαλίας τυπικού προγράμματος σπουδών - Μ.Ε.Δ.Τ.Π.Σ. από τα φροντιστηριακά μαθήματα. Οι λόγοι που συντέλεσαν ουσιαστικά για τις επιλογές τους ήταν κυρίως η ευχαρίστηση που ένιωθαν κάνοντας τη δραστηριότητα και η επαφή που είχαν με τους φίλους τους κατά την ενασχόλησή τους με τις δραστηριότητες που φαίνεται ότι είναι μείζονος σημασίας στη ζωή των συγκεκριμένων ηλικιακών ομάδων. Όσον αφορά τις άτυπες δραστηριότητες, τον περισσότερο χρόνο την εβδομάδα τον αφιερώνουν παρέα με φίλους και παρακολουθώντας τηλεόραση για τους ίδιους ακριβώς λόγους που κάνουν και τις μη τυπικές. Τα περισσότερα κορίτσια ασχολούνται με το βόλεϊ και τον χορό, ενώ τα αγόρια με το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ και τις πολεμικές τέχνες. Με τις ξένες γλώσσες ασχολούνται περισσότερο οι μαθητές του δημοτικού και του γυμνασίου, ενώ τα παιδιά του λυκείου κάνουν περισσότερο Μ.Ε.Δ.Τ.Π.Σ, λόγω της αδυναμίας της υπάρχουσας τυπικής εκπαίδευσης να καλύψει τις μαθησιακές ανάγκες τους και τον κύριο στόχο τους που είναι η εισαγωγή τους στα ελληνικά πανεπιστήμια. Ο κύριος λόγος που οι μαθητές δηλώνουν ότι κάνουν φροντιστηριακά μαθήματα είναι η "επιθυμία των γονιών τους 293 126 162 Η συμβολή του DNA στην ιατροδικαστική και η χρήση μοριακών τεχνικών ανάλυσης DNA περιστατικών στο εργαστήριο Deoxyribonucleic acid or DNA is the basic molecule of life. The discovery of both the molecule itself, its structure, its function and its usefulness, took many years. The development of technology and the new discoveries in Medicine, Biology, Biotechnology and Molecular Biology & Genetics helped scientists to study it better and use its properties and functions for its benefit in various fields. One of the greatest and revolutionary uses of DNA both in the 20th and the 21st century, is the use of it in Forensic Science and Criminology. Specialists in the field, exploit the unique properties of this molecule, contributing to justice. Nowadays, the field of Forensic Genetics and the available techniques are rapidly improving, offering law enforcement more tools that lead criminals to justice. Το δεοξυριβονουκλεϊκό οξύ ή διαφορετικά DNA αποτελεί το βασικό μόριο της ζωής. Για την ανακάλυψη τόσο του ίδιου το μορίου, όσο και της δομής, της λειτουργίας και της χρησιμότητάς του, χρειάστηκε να περάσουν πάρα πολλά χρόνια. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιστημών της Ιατρικής, της Βιολογίας, της Βιοτεχνολογίας και της Μοριακής Βιολογίας & Γενετικής, βοήθησαν των άνθρωπο να το μελετήσει καλύτερα και χρησιμοποιήσει τις ιδιότητες και τις λειτουργίες του προς όφελός του σε διάφορους τομείς. Μια από τις μεγαλύτερες και επαναστατικές χρήσεις του γενετικού υλικού, τόσο τον 20ο όσο και στον 21ο αιώνα, είναι η χρήση του γενετικού υλικού στην Ιατροδικαστική και την Εγκληματολογία. Ειδικοί ερευνητές του χώρου, αξιοποιούν τις μοναδικές ιδιότητες του συγκεκριμένου μορίου, συμβάλλοντας στην δικαιοσύνη. Στις μέρες μας, ο τομέας της Ιατροδικαστικής Γενετικής και οι διαθέσιμες τεχνικές βελτιώνονται ραγδαία, προσφέροντας στους φορείς του νόμου, περισσότερα εργαλεία, που οδηγούν στην απονομή της δικαιοσύνης. 294 390 357 Το Επαγγελματικό Άγχος Διευθυντών Σχολικών Μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης - Professional stress of school principals have been the focus of the research community towards the end of the 20th century due to the huge effect on physical and psychological health of the principals. The main purpose of this research was the study of the school principals’ views regarding the professional stress which is created inside their workplace. Alongside this, some more specific goals were set for research: a) the search of the necessary clues in order for the sources and the degree of intensity of professional stress to be investigated, b) the finding of the consequences inflicted upon the principals because of the increased professional stress on a physical and psychological level, as well as on their working performance and their effectiveness, c) the recording of the principals’ views regarding the effect of the professional stress and exhaustion upon their leadership, d) the study of strategies on how to avoid and moderate the principals’ professional stress. The dimensions referred above constituted the basis for a questionnaire to be created, which was used for interviews. Ten of principals of Primary school who had an organic position inside a school of Evros County were the sample of the research and to a semi-structured interview was used to achieve the main purpose. The results showed the increased level of professional stress, which is created upon the principals of Primary schools. The main sources of their stress are connected with the many responsibilities they have and the bureaucratic system which is entirely restrictive. Regarding the consequences, they stated that experienced negative feelings, headaches, weariness or even thoughts of ineffectiveness. Many of the participants said that stress can be creative and positively contribute to the management of their obligations but when they have it at an intense level, it completely disassembles them. They emphasized that it is upon them to handle this professional stress with a flexible and clever way in order for it to become a challenging and creative factor, not a detuning one. Regarding the strategies with which professional stress will be avoided, dealt with or even eliminated, it is evident that self-assessment really does help most headmasters, because it prevents possible mistakes. Another strategy can be the right and on-time delimitation of priorities, as well as the correct use of time limit and management, hierarchy of responsibilities and prevention of any problems. Το επαγγελματικό άγχος των διευθυντών σχολείων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει απασχολήσει αρκετά την ερευνητική κοινότητα στα τέλη του 20ού αιώνα λόγω της επίδρασης που ασκεί στη σωματική και ψυχική υγεία των διευθυντών. Κύριος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη των απόψεων των διευθυντών των σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με το επαγγελματικό άγχος, που προκαλείται στο χώρο της εργασίας τους. Παράλληλα ετέθησαν και οι επιμέρους στόχοι: α) η αναζήτηση των απαραίτητων στοιχείων, ώστε να διερευνηθούν οι πηγές πρόκλησης του επαγγελματικού άγχους καθώς και ο βαθμός έντασής του, β) ο εντοπισμός των επιπτώσεων που προκαλούνται στους διευθυντές από το αυξημένο επαγγελματικό άγχος σε ψυχικό και σε σωματικό επίπεδο, και στην εργασιακή τους απόδοση και στην αποτελεσματικότητά τους, γ) η καταγραφή των απόψεων των διευθυντών αναφορικά με την επίδραση του επαγγελματικού άγχους και της επαγγελματικής εξουθένωσης στο ηγετικό τους έργο, δ) η μελέτη των στρατηγικών αποφυγής ή μετρίασης του επαγγελματικού άγχους των διευθυντών. Οι παραπάνω διαστάσεις τέθηκαν και ως η βάση για τη διαμόρφωση ενός ερωτηματολογίου, που χρησιμοποιήθηκε για τη διεξαγωγή των συνεντεύξεων. Δείγμα της έρευνας ήταν 10 διευθυντές σχολείων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του νομού Έβρου και για την επίτευξη του κύριου σκοπού έγινε χρήση της ημιδομημένης συνέντευξης. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν το αυξημένο ποσοστό του επαγγελματικού άγχους, που δημιουργείται στους διευθυντές σχολείων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι κύριες πηγές του επαγγελματικού τους άγχους συνδέονται με την πληθώρα των ευθυνών, που έχουν και οι οποίες επεκτείνονται και πέραν της ηγεσίας και το γραφειοκρατικό σύστημα που τους περιορίζει. Σε επίπεδο επιπτώσεων δήλωσαν συχνά νιώθουν άσχημα συναισθήματα, πονοκεφάλους, αδυναμίες, ή ακόμη και σκέψεις αναποτελεσματικότητας. Αρκετοί από τους συμμετέχοντες δήλωσαν ότι το άγχος μπορεί να είναι δημιουργικό και να συμβάλει θετικά στην διαχείριση του διευθυντικού έργου, σε έντονο βαθμό όμως τους αποσυντονίζει και οι συνέπειές του είναι δυσμενείς. Σε ό, τι αφορά στις στρατηγικές καταπολέμησης, αντιμετώπισης ή και εξάλειψης του επαγγελματικού άγχους συμπεραίνεται πως η αυτοαξιολόγηση βοηθά τους περισσότερους διευθυντές γιατί προλαμβάνει λάθη. Μια άλλη στρατηγική αντιμετώπισης του επαγγελματικού άγχους των διευθυντών/ντριών είναι η σωστή και έγκαιρη οριοθέτηση των προτεραιοτήτων, καθώς και η σωστή χρήση τεχνικών διαχείρισης του χρόνου και ιεράρχησης των αρμοδιοτήτων. 295 246 267 Αντιμετώπιση υποωχρικής αιμορραγίας σε ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας με υαλοειδεκτομή, υπαμφιβληστροειδική έγχυση recombinant tissue Plasminogen Activator (rtPA) και πνευματικό επιπωματισμό Purpose. To assess the efficacy of vitrectomy by injecting subretinal recombinat tissue plasminogen activator (rtPA) for subretinal submacular haemorrhages in age-related macular degeneration and to identify potential factors associated with postoperative visual acuity.Method. This is a retrospective study of 19 patients, who underwent 23G pars plana vitrectomy and subretinale injection of rtPA followed by gas tamponade SF6 in the vitreous cavity. Depending on the postoperative visual acuity and in the .resence of macular edema the patients were then treated with intravitreal anti-VEGF therapy.Results.A total of 19 eyes 19 patients were enrolled in the study. The mean age was 81.4 years. The surgery was performed in 13 patients within one week of the onset of the symptoms. Patients were followed up on an average of 5.8 months (from 3 to 12). Visual acuity improved in 11 patients (57.8%) remained unchanged in 3 (15.8%) and worsened in 5 patients (26.4%). Ninety percent of patients with preoperative acuity less than 1 (logmar) maintained it postoperatively. The reduction in retinal thickness (OCT) and bleeding size was statistically significant. There was no statistically significant correlation between anticoagulant / antiplatelet therapy and bleeding size and there was no correlation in the postoperative effect with whether the patients were treated within one week of the onset of the symptoms. Conclusion.Vitrectomy with subretinal administration of rtPA is effective in improving visual acuity in patients with subretinal haemorrhage in age-related macular degeneration. Optical acuity greater than 1 logmar is associated with better final visual acuity. Σκοπός. Να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα της Υαλοειδεκτομής με έγχυση υπαμφιβληστροειδική έγχυση αναστολέα του ενεργοποιητή πλασμινογόνου (rtPA) για υποαμφιβληστροειδκές υποωχρικές αιμορραγίες σε ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας και να προσδιορίστουν πιθανοί παράγοντες που σχετίζονται με την μετεγχειρητική οπτική οξύτητα.Μέθοδος.Πρόκειται για μια αναδρομική μελέτη 19 ασθενών που υποβλήθηκαν σε 23G pars plana υαλοειδεκομή και υπαμφιβληστροειδική έγχυση rtPA ακολουθούμενη από πνευματικό επιπωματισμό με αέριο SF6 στην υαλοειδική κοιλότητα. Οι ασθενείς ανάλογα με την μετεγχειρηιτική οξύτητα και σε παρουσία οιδήματος ωχράς αντιμετωπίστηκαν στη συνέχεια με ενδουαλοειδική anti-VEGF θεραπεία. Αποτελέσματα.Συνολικά 19 οφθαλμοί 19 ασθενών συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Η μέση ηλικία ήταν 81,4 έτη. Στους 13 ασθενείς διεξήχθει η χειρουργική επέμβαση εντός μίας εβδομάδας από την έναρξη των συμπτωμάτων. Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν (follow up) κατά μέσο όρο 5,8 μήνες (από 3 έως 12). Η οπτική οξύτητα βελτιώθηκε στους 11 ασθενείς (57,8%) παρέμεινε αμετάβλητη σε 3 (15,8%) και επιδεινώθηκε σε 5 ασθενείς (26,4%). Το 90% των ασθενών με προεγχειρητική οξύτητα μικρότερη από 1 (logmar) τη διατήρησαν και μετεγχειρητικά. Η μείωση του πάχους του αμφιβληστροειδούς (OCT) και του μεγέθους της αιμορραγίας ήταν στατιστικώς σημαντική. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική συσχέτιση μεταξύ αντιπηκτικής/αντιαιμοπεταλιακής θεραπείας και μεγέθους της αιμορραγίας καθώς και δεν φάνηκε κάποια συσχέτιση στο μετεγχειρητικό αποτέλεσμα με το αν οι ασθενείς αντιμετωπίσθηκαν εντός μίας εβδομάδας από την έναρξη των συμπτωμάτων. Συμπέρασμα.Η υαλοειδεκτομή με υπαμφιβληστροειδική χορήγηση rtPA είναι αποτελεσματική για τη βελτίωση της οπτικής οξύτητας σε ασθενείς με υπαμφιβληστροειδική αιμορραγία σε ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς. Οπτική οξύτητα μεγαλύτερη από 1 logmar συνδέεται με καλύτερη τελική οπτική οξύτητα. 296 252 297 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 και η πιθανή προγνωστική της αξία στο καρκίνωμα του παγκρέατος Introduction: Adenocarcinoma of pancreas is a disease with high mortality rate and extremely poor prognosis. MAGE-C2 protein is a part of a larger group, named Cancer Testis Antigen (CTA). High expression levels of MAGE-C2 in some malignant tumors have been associated with increased tumor infiltration and early lymph node metastasis. Objective: This study aims to analyze the expression pattern and prognostic significance of MAGE-C2 protein in pancreatic cancer.Methods: In the current study, we examined MAGE-C2 protein expression status in 53 tissue samples of patients with pancreatic cancer, by immunohistochemistry. Also, we analyzed MAGE-C2 levels in correlation with clinical and histopathological factors, such as age, sex, stage and grade of tumor differentiation. Furthermore, we studied the correlation of MAGE-C2 expression levels and abovementioned factors with patients’ survival rate. Finally, as independent factor, we correlated the submission to chemotherapy status (yes or no) with patients’ survival. Results: MAGE-C2 low expression levels were found in 23 out of 53 patients (43.4%). The presence of MAGE-C2 in tissue samples was significantly correlated with age (p<0.0001), grade of differentiation (p<0.0001) and with the stage of the disease (p<0.0001), but not with the sex. Finally, it was found, that MAGE-C2 protein expression significantly correlates with patients’ shorter survival rate (p<0.0001).Conclusion: According to the results of our study, MAGE-C2 protein may represent an independent prognostic factor and poor outcome indicator in pancreatic cancer. Future extensive studies are needed to confirm the present data in order to be applied in the clinical practice and to contribute to the disease management. Εισαγωγή: Ο καρκίνος του παγκρέατος αποτελεί μια κακοήθη νόσο, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλή θνητότητα και φτωχή πρόγνωση. Η πρωτεΐνη MAGE-C2 είναι μέλος μιας ευρύτερης ομάδας των ορχικών καρκινικών αντιγόνων (Cancer Testis Antigen CTA). Τα επίπεδα έκφρασής της σε διάφορα νεοπλάσματα έχουν συσχετισθεί με αυξημένη διηθητική ικανότητα του όγκου και πρώιμες λεμφαδενικές μεταστάσεις. Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής διατριβής ήταν η μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 και η αξιολόγηση της προγνωστικής της αξίας στον καρκίνο του παγκρέατος.Υλικά και μέθοδος: Στο παρόν πειραματικό πρωτόκολλο μελετήθηκε η έκφραση της πρωτεΐνης MAGE-C2 με την βοήθεια της ανοσοϊστοχημικής μεθόδου βιοτίνης – στρεπταβιδίνης σε 53 δείγματα ιστών από ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος. Τα επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 συσχετίστηκαν με κλινικούς και ιστοπαθολογικούς παράγοντες, όπως ηλικία, φύλο, στάδιο της νόσου και βαθμός διαφοροποίησης του όγκου. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε μελέτη της σχέσης των επιπέδων έκφρασης της MAGE-C2 και των παραπάνω παραγόντων με την επιβίωση των ασθενών. Τέλος, ως ξεχωριστός παράγοντας, συσχετίστηκε η υποβολή ή μη των ασθενών σε χημειοθεραπεία με την επιβίωσή τους. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε ήπια έκφραση της πρωτεΐνης MAGE-C2 σε 23 από τους 53 ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος (43.4%). Επίσης, παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική συσχέτιση της έκφρασης της MAGE-C2 με την ηλικία (p<0.0001), τον βαθμό διαφοροποίησης (p<0.0001) και το στάδιο της νόσου (p<0.0001), αλλά όχι με το φύλο. Τέλος, παρουσιάστηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση της έκφρασης της MAGE-C2 με την μικρότερη επιβίωση των ασθενών (p<0.0001). Συμπεράσματα: Η πρωτεΐνη MAGE-C2 δύναται να αποτελέσει έναν σημαντικό προγνωστικό παράγοντα και δείκτη χειρότερης έκβασης στους ασθενείς με καρκίνο του παγκρέατος. Είναι σαφές, πως χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για την εξαγωγή ασφαλών αποτελεσμάτων, που θα τύχουν εφαρμογής στην κλινική πράξη και θα συνεισφέρουν στο γενικό πρωτόκολλο αντιμετώπισης της νόσου. 297 152 227 Metacognitive strategies in learning music By High School students Μεταγνωστικές στρατηγικές στη μελέτη της μουσικής από μαθητές Γυμνασίου και Λυκείου The present study is constituted by two parts, the theoretical and the research. The first part includes two chapters, in which, the terms of metacognition and metacognitive strategies are presented. The first chapter, includes metacognition, image of self and metacognitive strategies that are occurred in learning process. In the second chapter, the terms self-regulation, decisions making, critical thinking and goal achievement related to metacognition and music learning are analyzed. The second part contains the research of the present study and consists of three chapters. The first chapter includes the significance, the purpose, research tools and method of research. In the second chapter the statistical analysis and the presentation of the results after SPSS analysis are shown, such as special features of the sample, data processing, factor analysis and correlations. The third chapter contains the conclusions of the analysis, and suggestions for future researches. Η παρούσα μελέτη αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό και το ερευνητικό. Το πρώτο μέρος χωρίζεται σε δύο κεφάλαια όπου παρουσιάζεται η έννοια της μεταγνώσης και των μεταγνωστικών στρατηγικών. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά σε βασικές έννοιες της μεταγνώσης, της εικόνας του εαυτού και τις μεταγνωστικές στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία της μάθησης. Το δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνει την μεταγνώση στη μελέτη της μουσικής όπως αυτή αποτυπώνεται μετά την βιβλιογραφική και αρθρογραφική ανασκόπηση. Συγκεκριμένα περιλαμβάνει την αυτό-ρύθμιση, τις μεταγνωστικές αποφάσεις, τη κριτική σκέψη και την επίτευξη στόχων μάθησης που σχετίζονται ή απαιτούνται για τη μελέτη της μουσικής. Επιπλέον παρουσιάζονται οι μεταγνωστικές στρατηγικές όπως αυτές κατηγοριοποιούνται στο ερωτηματολόγιο της παρούσας έρευνας Στο δεύτερο μέρος της εργασίας παρουσιάζεται το εμπειρικό κομμάτι της έρευνας και χωρίζεται σε τρία κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει και παρουσιάζει την σημαντικότητα, το σκοπό, τα ερευνητικά εργαλεία, τη μεθοδολογία, και τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την διεξαγωγή της έρευνας. Στο δεύτερο κεφάλαιο λαμβάνουν χώρα η στατιστική ανάλυση δεδομένων και η παρουσίαση των αποτελεσμάτων όπως αυτή προκύπτει από τη χρήση του SPSS. Αναλυτικότερα παρουσιάζονται σε αυτό, τα ειδικά χαρακτηριστικά του δείγματος, η επεξεργασία των δεδομένων, η παραγοντική ανάλυση και οι συσχετίσεις που προέκυψαν. Στο τρίτο κεφάλαιο καταγράφονται τα συμπεράσματα των αναλύσεων, γίνεται προσπάθεια επεξήγησης και παρουσιάζονται προτάσεις που θα εμπλουτίσουν και θα διευκολύνουν τη μελλοντική έρευνα. 298 252 227 Natural environment in Alexandros Papadiamantis Narrations (Short Stories) In the present study, there is an attempt to examine the whole amount of narrative work written by Alexandros Papadiamantis, through the topic issues of his natural and ecological subjects, which prevail in most of his narrations, especially when their plot takes place in his home-town, Skiathos. Alexandros Papadiamantis having “ethography” as his starting point and exploiting items being realistic and psychographic as well as poetic and lyric, demonstrated specific attention to the language which defined his identity in literature and through his deep religious aspect that characterizes his work, bequeathed classical prose pieces. The main issue, which is presented in his narrations, is the dominating role of nature that is greatly praised by the author and in some cases, nature itself acquires a human form, as a result of the author΄s immense love towards it. Moreover, in the current study there is a reference to the ecological messages which are vivid in his narrations and the way these messages could trigger environmental sensitization and further knowledge among students of secondary education. Nowadays, the role of literature is considered highly important in the establishment of environmentally-friendly attitudes and behaviours, which, through education, would lead to a different approach and confrontation of contemporary problems of our planet and mainly, it would contribute to the activation of young people so that a solution of the problems could be attained. Papadiamantis΄ work, which is greatly estimated and always up-to date, could be positively exploited towards this target. Στην παρούσα εργασία, επιχειρείται να διερευνηθεί το σύνολο του διηγηματικού έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, μέσα από τους άξονες της φυσιολατρικής και οικολογικής θεματολογίας του, οι οποίοι είναι κυρίαρχοι στα περισσότερα διηγήματά του, ιδιαίτερα όταν η υπόθεσή τους εκτυλίσσεται στον γενέθλιο τόπο του, τη Σκιάθο. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, εκκινώντας από τον χώρο της ηθογραφίας και αξιοποιώντας στοιχεία ρεαλιστικά αλλά και ψυχογραφικά, ποιητικά και λυρικά, επέδειξε ιδιαίτερη μέριμνα για τη γλώσσα, που καθόρισε εν γένει τη λογοτεχνική του ταυτότητα, και με τη βαθιά του θρησκευτικότητα να διαπνέει το έργο του, κληροδότησε διαχρονικά πεζογραφήματα. Εκείνο, βέβαια, που προβάλλεται κυρίως στα διηγήματά του, είναι ο προέχων ρόλος της φύσης, της οποίας γίνεται μάλιστα υμνητής, ενώ συχνά στο έργο του η φύση ανθρωπομορφώνεται, ως αποτέλεσμα της άφατης αγάπης του συγγραφέα γι’ αυτήν. Στο πλαίσιο της εργασίας αυτής, γίνεται ακόμη αναφορά στα οικολογικά μηνύματα που διατρέχουν το διηγηματικό του έργο και στο πώς θα μπορούσαν αυτά να αποτελέσουν δίαυλο περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης και αγωγής των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σημαντικός κρίνεται, εξάλλου, σήμερα ο ρόλος της λογοτεχνίας στη διαμόρφωση φιλοπεριβαλλοντικών στάσεων και συμπεριφορών, η οποία, μέσω της σύνδεσής της με την εκπαίδευση, θα μπορούσε να συμβάλλει στη διαφορετική προσέγγιση και αντιμετώπιση των σύγχρονων προβλημάτων του πλανήτη, αλλά κυρίως στη δραστηριοποίηση των νέων για την επίλυσή τους. Το έργο του Παπαδιαμάντη, διαχρονικό και επίκαιρο όσο ποτέ, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί επωφελώς προς την κατεύθυνση αυτήν. 299 75 93 Ραδιοσήμανση και φαρμακοκινητική πεπτιδίων στην απεικόνιση και θεραπεία νευροενδοκρινικών όγκων Neuroendocrine tumors (NETs) constitute a heterogenous group of neoplasms, that are characterized of the simultaneous expression of protein-markes and hormones. Such NETs are the carcinoid tumors, the medullary thyroid carcinomas, the insoulinomas, the gastrinomas etc. They are often associated with genetic syndromes. Radiolabelled somatostatin analogs (usually with 131I ) and MIBG are used for diagnosis. The same peptides when labelled with therapeutic radionuclides are a useful tool for treatment and may enhance the disease's profile. Οι νευροενδοκρινείς όγκοι (ΝΕΤ) αποτελούν μια ετερογενή ομάδα από νεοπλάσματα και χαρακτηρίζονται από την ταυτόχρονη έκφραση πρωτεϊνών- δεικτών και ορμονών. Τέτοιοι όγκοι είναι τα εντερικά καρκινώματα, ο μυελοειδής κακίνος του θυρεοειδούς, τα ινσουλινώματα, τα γαστρινώματα κ.α. Συχνά σχετίζονται με γενετικά σύνδρομα. Η διάγνωσή τους μπορεί να γίνει ραδιοφάρμακα, κυρίως με το MIBG, το οποίο σημαίνεται με 1311 ή με σημασμένα ανάλογα σωματοστατίνης. Όταν τα πεπτίδια αυτά σημαίνονται με θεραπευτικά ραδιονουκλίδια μπορούν να αποτελέσουν μέρος της θεραπείας και να βελτιώσουν την πορεία της νόσου. 300 247 270 Χαρακτηριστικά και διαταραχές ύπνου σε μητέρες εργαζόμενες σε κυκλικό ωράριο εργασίας Introduction: It is already known from the literature that women working in shifts experience difficulties in their life outside their work and have to face physical, psychological, family, and social problems as well. Aim of the study was to investigate the prevalence of sleep disorders in mothers who work in the rotating shifts and to explore how these disorders are related with their performance at work, their health, their social and family life in general. Methods: A questionnaire assessing sleep disorders was distributed to women employees of three hospital (nurses and midwives), who are mothers and responsible for raising children. The distribution of the questionnaires took place in three hospitals of Attica: more specifically, the Maternity Hospital "Elena Venizelos”, the Maternity Hospital Alexandra and the children's hospital "AGLAIA KYRIAKOU”. Results: In the survey, 122 nurses and midwives participated. The results showed that sleep disorders appear to both working women, with families or without. According to the survey the disorders are somehow improved after several days of rest from work. The presence of children had an impact on the results due to the working mothers’ family obligations. This situation also affects their daily rhythms and habits in the working and social environment as well as the quality of their sleep, than women without children. Conclusions: In general, shift work correlates with difficulties related to health, family, sleeping, road behavior, social life. Particularly further study on various types shift work is needed and the time spent for programming them. Εισαγωγή: Η εμπειρία των εργαζόμενων γυναικών σε βάρδιες, αλλά και οι επιπτώσεις αυτών στη ζωή έξω από την εργασία τους, καθώς και οι τρόποι αντιμετώπισης διάφορων προβλημάτων, όπως οικογενειακά κοινωνικά και ψυχολογικά έχουν απασχολήσει τη διεθνή βιβλιογραφία. Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση της συχνότητας των διαταραχών ύπνου σε εργαζόμενες μητέρες που απασχολούνται σε κυκλικό ωράριο εργασίας και κατά πόσο αυτές οι διαταραχές σχετίζονται με την απόδοση στην εργασία τους, την κοινωνική, την οικογενειακή ζωή και την υγεία τους ευρύτερα. Μέθοδος: Διανομή ερωτηματολογίου που αναφέρεται σε διαταραχές ύπνου, σε γυναίκες (νοσηλεύτριες και μαίες) εργαζόμενες σε δημόσια νοσοκομεία, οι οποίες είναι μητέρες και είναι υπεύθυνες για την ανατροφή τέκνων. Η διανομή των ερωτηματολόγιων έγινε σε τρία νοσοκομεία της Αττικής, πιο συγκεκριμένα το Γ.Ν. Μαιευτήριο «Έλενα Βενιζέλου» , το Γ.Ν Μαιευτήριο Αλεξάνδρα και το νοσοκομείο παίδων «ΑΓΛΑΪΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ». Αποτελέσματα: Στην έρευνα συμπεριελήφθησαν 122 νοσηλεύτριες και μαίες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι εμφανίζονται διαταραχές ύπνου σε όλες τις εργαζόμενες γυναίκες σε κυκλικό ωράριο, με οικογένεια ή χωρίς. Οι διαταραχές αυτές βελτιώνονται κάπως μετά από κάποιες ημέρες ανάπαυσης από την εργασία. Η παρουσία παιδιών επηρεάζει αρκετά τα αποτελέσματα αφού οι εργαζόμενες μητέρες λόγω των οικογενειακών υποχρεώσεων έχουν διαφορετικούς ρυθμούς στο εργασιακό και κοινωνικό τους περιβάλλον από τις γυναίκες χωρίς παιδιά. Αυτοί οι ρυθμοί επηρεάζουν και την ποιότητα του ύπνου τους. Συμπεράσματα: Η εργασία σε βάρδιες μπορεί να συσχετιστεί με δυσκολίες που αφορούν στην υγεία, στην οικογένεια, στον ύπνο, στην οδική συμπεριφορά, στην κοινωνική ζωή γενικότερα. Ειδικότερα χρειάζεται περισσότερη μελέτη στους διάφορους τύπους εργασίας σε βάρδιες αλλά και το χρόνο που δαπανάται στον προγραμματισμό αυτών. 301 251 329 The aim of this study is of this survey is to investigate the ways in which primary school students of different age perceive and attribute meaning to the current financial crisis and phenomena (i.e. prosperity, austerity) and structures related to it (i.e. troika) . Twenty nine (29) students aged 7-12 years (17 girls, 12 boys) participated in the study. Students were found through the “snowball” technique and come from the cities of Alexandroupolis, Xanthi and Volos. Data were collected from December 2015 to April 2016 through an interview which lasted 30-40 minutes. Interviews were taped and transcribed and data were submitted to a thematic analysis. According to findings, it seems that children’s knowledge about financial crisis and the related phenomena or structures comes mainly from their significant others or the media but not from the school. Moreover, all children express a negative attitude towards the phenomena of economic crisis and austerity as well as related structures such as troika, but not prosperity. Students also seem to be able to discuss about these phenomena or structures and evaluate them from an early age whereas the ways they ascribe meaning to them seems to differentiate according to age. Finally, with respect to the effect of financial crisis on their lives, a lot of children report very negative feelings such as anger or fear. Moreover, younger children talk mainly about individual consequences or consequences concerning their “own little world” while older ones talk about the broader consequences at a social, financial or political level Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα παιδιά σχολικής ηλικίας του Δημοτικού κατανοούν και αισθάνονται σχετικά με το φαινόμενο της τρέχουσας οικονομικής κρίσης και συναφών προς αυτή φαινομένων ή δομών, όπως η ευμάρεια, η τρόικα και η λιτότητα, ανάλογα με την ηλικία τους. Συγκεκριμένα, διερευνώνται οι αντιλήψεις των παιδιών για την κρίση και συναφών προς αυτή φαινόμενα, η μελέτη των τρόπων με τους οποίους έχουν εξοικειωθεί με αυτήν και τα συναφή της φαινόμενα, η διερεύνηση των απόψεων που έχουν τα παιδιά για την αντιμετώπισή της καθώς και τις ηλικιακές διαφοροποιήσεις στις απόψεις και τα συναισθήματα όλων των παραπάνω. Στη μελέτη πήραν μέρος 29 παιδιά, ηλικίας 7 έως 12 ετών (17 κορίτσια και 12 αγόρια) τα οποία εντοπίστηκαν μέσω της «τεχνικής της χιονοστιβάδας», σε Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη και Βόλο. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσω ατομικής συνέντευξης. Οι συνεντεύξεις είχαν διάρκεια 30-40 λεπτά της ώρας και μαγνητοφωνήθηκαν. Η συλλογή των δεδομένων έγινε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, από τον Δεκέμβριο του 2015 έως και τον Απρίλιο του 2016. Τα δεδομένα υποβλήθηκαν σε θεματική ανάλυση και κατηγοριοποίηση. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα φαίνεται πως όλα τα παιδιά εκφράζουν αρνητική στάση προς το φαινόμενο της οικονομικής κρίσης καθώς και συναφών δομών και φαινομένων όπως η τρόικα και η λιτότητα, ενώ αξιολογούν θετικά την ευμάρεια. Από μικρή ηλικία είναι σε θέση να μιλήσουν για αυτά τα δεδομένα και να τα αξιολογήσουν, ενώ φαίνεται ότι οι τρόποι με τους οποίους τα περιγράφουν διαφοροποιούνται ηλικιακά. Οι γνώσεις τους για αυτά τα φαινόμενα αντλούνται κυρίως από τα Μ.Μ.Ε, τους σημαντικούς άλλους και λιγότερο από το σχολείο. Παράλληλα, οι συνέπειες τις κρίσης για τις οποίες μιλούν διαφέρουν αναλόγως με την ηλικία, καθώς φαίνεται πως τα μικρότερα παιδιά μιλούν περισσότερο για τον «μικρόκοσμο» των ατομικών συνεπειών ενώ τα μεγαλύτερα παιδιά αναφέρονται περισσότερο στις κοινωνικές συνέπειες. Τα παιδιά έχουν τις δικές τους αντιλήψεις και μιλούν για τα αρνητικά τους συναισθήματα κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, ενώ αναφέρουν ποικίλους τρόπους αντιμετώπισής της 302 262 237 Τοπική εκπαιδευτική ιστορία της πόλης των Σερρών την περίοδο 1936-1950 The present final study investigates the local educational history of Serres in the period 1936-1950. It is pointed out the chronological sequence of actions of the Bulgarian troops, aiming at their expansion in the Greek territories, in the trespass on Greek corpses for the exaltation of the Bulgarian nation and in the exploitation of Greek population from the Bulgarian dynast. This study presents with a way descriptive-explanatory the affairs that citizens of Serres experienced and deepens in the configuration of educational system, as well as in individual sectors of their life in that season. In the empiric part that follows, the research that is carried out is qualitative, with the use of interviews as means of collection of data, in a sample of eighteen individuals, age of 74-93 years. The most important discoveries that emerged with the transaction of research were the Bulgarian diversion of Greek population, with the imposition of Bulgarian language, against Greek, as well as the replacement of Greek schools with those that were based on the Bulgarian mentality. Also the results and the conclusions of the research are emerged, which were materialized aiming at the concentration of testimonies and experiences during the Bulgarian occupation. Its intention is to portray the reality of that season in the particular city. In the end proposals for future researches are recorded. Concluding, the Bulgarian possession constituted a decisive factor in the later development of history of city of Serres, while no matter how many years will pass, these facts will stay forever rooted in the heart and the soul of the people Η παρούσα πτυχιακή μελέτη διερευνά την τοπική εκπαιδευτική ιστορία των Σερρών την περίοδο 1936-1950. Αναδεικνύονται με χρονολογική ακολουθία οι ενέργειες του βουλγαρικού στρατεύματος, με σκοπό την επέκτασή του στα ελληνικά εδάφη, την καταπάτηση ελληνικών δικαιωμάτων για την εξύψωση του βουλγαρικού έθνους και την εκμετάλλευση του ελληνικού πληθυσμού από το Βούλγαρο δυνάστη. Η μελέτη αυτή παρουσιάζει με τρόπο περιγραφικό-επεξηγηματικό τα γεγονότα που βίωσαν οι Σερραίοι πολίτες και εμβαθύνει στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος καθώς και σε επιμέρους τομείς της ζωής τους εκείνη την εποχή. Στο εμπειρικό μέρος που ακολουθεί, η έρευνα που διεξάγεται είναι ποιοτική, με τη χρήση συνεντεύξεων ως μέσο συλλογής δεδομένων, σε δείγμα δεκαοχτώ ατόμων, ηλικίας 74-93 ετών. Τα πιο σημαντικά ευρήματα που αναδείχθηκαν με την διεκπεραίωση της έρευνας, ήταν η εκβουλγαροποίηση του ελληνικού λαού, με την επιβολή της βουλγαρικής γλώσσας, έναντι της ελληνικής καθώς και η αντικατάσταση των ελληνικών σχολείων με άλλα που εξέφραζαν την βουλγαρική νοοτροπία. Επίσης διαφαίνονται τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία υλοποιήθηκε με σκοπό τη συγκέντρωση μαρτυριών και εμπειριών κατά τη βουλγαρική κατοχή. Προθέσεις της είναι να απεικονίσει τη ρεαλιστική πραγματικότητα της εποχής στη συγκεκριμένη πόλη. Στο τέλος καταγράφονται προτάσεις για μελλοντικές έρευνες. Συμπεραίνοντας, η βουλγαρική κατοχή αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας της πόλης των Σερρών, διότι όσα χρόνια και αν παρέλθουν, αυτά τα γεγονότα θα διατηρηθούν παντοτινά ριζωμένα στην καρδιά και στη ψυχή τους 303 138 138 The purpose of this review was to study the association between the major psychiatric disorders (depression, schizophrenia, bipolar disorder) with suicidality, as expressed through suicidal thoughts, suicidal ideation, suicide attempts and completed suicides. Statistics are given for each type of psychiatric disorder with regard to suicidality, while the factors that affect suicidality itself are examined in detail, factors that often exceed the very nature of every illness. These factors are mainly socioeconomic in nature, while the risk factors associated with suicidality show correlation with each type of psychiatric disorder separately. An awareness of both the nature of each psychiatric disorder and its role in suicidality, and the factors which assist in its health risk, will also lead to a more effective treatment of both illnesses and suicidality, in which many times the cause and effect roles are identical. Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης είναι να μελετήσει τη σχέση των βασικότερων ψυχιατρικών διαταραχών (κατάθλιψη, σχιζοφρένεια, διπολική διαταραχή) με την αυτοκτονικότητα, όπως αυτή εκφράζεται μέσα από τις αυτοκτονικές σκέψεις, τον αυτοκτονικό ιδεασμό, τις απόπειρες αλλά και τις ολοκληρωμένες αυτοκτονίες. Για κάθε τύπο ψυχιατρικής διαταραχής δίνονται στατιστικά στοιχεία σε σχέση με την αυτοκτονικότητα, ενώ εξετάζονται αναλυτικά οι παράγοντες που την επηρεάζουν , οι οποίοι πολλές φορές υπερβαίνουν την ίδια τη φύση κάθε ασθένειας. Οι παράγοντες αυτοί είναι κυρίως κοινωνικοοικονομικής φύσης, ενώ παράλληλα σε σχέση με την αυτοκτονικότητα παρουσιάζεται συσχέτιση με κάθε τύπο ψυχιατρικής διαταραχής ξεχωριστά. Η επίγνωση τόσο της φύσης κάθε ψυχιατρικής διαταραχής και του ρόλου της στην αυτοκτονικότητα, όσο και των παραγόντων που συνεπικουρούν στην επικινδυνότητά της θα οδηγήσουν στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση τόσο των ασθενειών όσο και της αυτοκτονικότητας, στην οποία πολλές φορές οι ρόλοι αίτιου και αιτιατού ταυτίζονται. 304 201 214 Η αξιολόγηση της σχολικής επίδοσης των μαθητών: πώς αξιολογούν οι εκπαιδευτικοί τους μαθητές This thesis deals both with the aims and stages of educational assessment, as well as with the traditional and modern methods of assessing student achievement. Moreover, it copes with the relation between grading and assessment as well as with the reasons which lead to assessment. The basic aim of this study is to investigate the views of Primary Education teachers regarding the procedures of educational assessment. The specific aims of the study are to determine, according to teachers, the usage frequency of some assessment methods, such as brief tests containing modern types of exercises, the way by which students are graded and, finally, the time points at which assessment procedures take place. The results of the study, which was conducted among 103 Primary School teachers in the areas of Alexandroupolis, Komotini and Arta, were the following. Teachers prefer oral examinationsand they prefer to use True/False questions. Teachers use both numerical and verbal rating scales, depending on the school grade. Also, descriptive assessment is applied by many teachers regardless of the school grade. Assessment is applied mainly during and at the end of the school year. Finally, the main reason for educational assessment is the tracking of knowledge levels of the students Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται τους στόχους και τα στάδια της αξιολόγησης, τις παραδοσιακές και σύγχρονες μεθόδους αξιολόγησης της σχολικής επίδοσης των μαθητών, τη σχέση της βαθμολόγησης με την αξιολόγηση και τους λόγους που οδηγούν στην αξιολόγηση ή μη των μαθητών. Σκοπός αυτής είναι η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη διαδικασία της αξιολόγησης των μαθητών. Οι επιμέρους στόχοι της έρευνας είναι να προσδιοριστούν σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς η συχνότητα χρήσης ορισμένων μεθόδων αξιολόγησης, η συχνότητα χρήσης των σύντομων τεστ αξιολόγησης- σύγχρονων ειδών ερωτήσεων, ο τρόπος βαθμολόγησης των μαθητών και οι χρονικές φάσεις κατά τις οποίες οι εκπαιδευτικοί αξιολογούν τους μαθητές. Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 103 εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, της Κομοτηνής και της Άρτας, προέκυψε ότι οι εκπαιδευτικοί προτιμούν να αξιολογούν τους μαθητές μέσα από προφορικές εξετάσεις και ότι προτιμούν να χρησιμοποιούν ερωτήσεις Σωστού-Λάθους. Οι ερωτώμενοι χρησιμοποιούν τόσο την αριθμητική όσο και την φραστική κλίμακα ανάλογα με την τάξη που διδάσκουν. Ακόμη, η περιγραφική βαθμολόγηση εφαρμόζεται από πολλούς εκπαιδευτικούς ανεξαρτήτως τάξης. Η αξιολόγηση εφαρμόζεται κυρίως κατά τη διάρκεια και στο τέλος της σχολικής χρονιάς. Τέλος, ο επικρατέστερος λόγος αξιολόγησης των μαθητών είναι ο εντοπισμός του γνωστικού επιπέδου των μαθητών 305 15 14 How teachers of Primary School evaluate and respond to emotional and / or behavioral difficulties Εκτιμήσεις και τρόποι αντιμετώπισης των δυσκολιών συμπεριφοράς και συναισθήματος από εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης 306 256 297 Προσομοίωση λεκάνης απορροής χειμάρρου και εξέταση εναλλακτικών σεναρίων για τη διαχείρισή της stress the environmental ecosystems, targeting aquatic systems as recipient all the pollutant materials. This activity is one of the main environmental problems on planet. European Union in order to deal with such kind of challenges adopted the Directive 2000/60/EC and instantly obliged all states members to adapt that directive in national legislation. In Greece the implementation of that directive has been succeeded by publishing the law 3199/2003 completed by the Presidential Decree 51/2007. According those prescribed all the necessary of actions and precautions for completed management and protection of water, signing over to administrative districts the planning of such actions. The current study investigates human pollution in the basin of Laspias stream, due the ending of point and non-point pollution sources on the water stream. The importance of Laspias basin turns out from the sensitivity of the surrounding area. In the east side of the stream abut with Nestos basin, which is protected by Natura 2000 network and in the west side abut with Vosvozis basin and Ismarida Lake, which are protected by Natura 2000 network and Ramsar Convention. In order to complete this study we used the hydrologic model SWAT (Soil and Water Assessment Tool). The results showed the current pollution on the stream after the calibration and validation of the output modeled calculation. In order to compete against the pollution we suggested and calculated alternative scenarios which reducing the pollutant load, in order to study if the human activities can reduce the problem. In the end we suggested constructions to reduce the environmental impacts. Το νερό είναι το ο θεμελιώδης λίθος για την συντήρηση της ζωής στον πλανήτη. Η ανθρωπογενής δραστηριότητα τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να επιβαρύνει το περιβάλλον και ειδικότερα τα υδατικά συστήματα ως αποδέκτες όλων των ρύπων. Αυτή η δραστηριότητα αποτελεί ένα από τα κρισιμότερα περιβαλλοντικά ζητήματα σε ολόκληρο τον πλανήτη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να αντιμετωπίσει αυτού του είδους τις προκλήσεις εφάρμοσε την Οδηγία 2000/60/ΕΚ και υποχρέωσε τα κράτη μέλη να την προσαρμόσουν στα εθνικά νομοθετικά του πλαίσια. Στην Ελλάδα έχουμε την εναρμόνιση της οδηγίας αυτής με την ελληνική νομοθεσία με τον Νόμο 3199/2003 καθώς και την έκδοση του Π.Δ 51/2007 σύμφωνα με το οποίο γίνεται ο καθορισμός των μέτρων και διαδικασιών για την ολοκληρωμένη προστασία και διαχείριση των υδάτων, μεταβιβάζοντας στις εκάστοτε περιφέρειες την εκπόνηση τέτοιων δράσεων. Στην παρούσα εργασία ερευνάται η ρύπανση του χειμάρρου Λασπία ή Λασποπόταμου από ανθρωπογενείς δραστηριότητες στη λεκάνη απορροής του, καθότι αποτελεί αποδέκτη ρύπων από σημειακές και μη-σημειακές πηγές ρύπανσης. Η σπουδαιότητα του χειμάρρου προκύπτει από την ευαισθησία την ευρύτερης περιοχής, καθώς ανατολικά του χειμάρρου είναι η λεκάνη του ποταμού Νέστου, τμήμα της οποίας έχει ανακηρυχθεί προστατευόμενο από το πλαίσιο Natura 2000, και δυτικά η λεκάνη του ποταμού Βοσβόζη και η λίμνη Ισμαρίδα, που εντάσσεται στο δίκτυο Natura 2000 και παράλληλα προστατεύεται από τη συνθήκη Ραμσάρ. Για την προσομοίωση της λεκάνης του Λασπία χρησιμοποιήθηκε το υδρολογικό μοντέλου SWAT, τα αποτελέσματα του οποίου μετά από βαθμονόμηση και επαλήθευση αξιολογήθηκαν και απέδωσαν την υπάρχουσα κατάσταση ρύπανσης της περιοχής. Ως μέτρο αντιμετώπισης της ρύπανσης προτάθηκαν και υπολογίστηκαν εναλλακτικά σενάρια περιορισμού των φορτίσεων έτσι ώστε να εξεταστεί αν η αλλαγή της ανθρωπογενούς δραστηριότητας μπορεί να αποτελέσει λύση στον περιορισμό του προβλήματος. Τέλος προτάθηκαν κατασκευές που προτείνονται για την μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΥΠΕΚΑ). 307 208 196 Ο ρόλοςτων SGLT-2 αναστολέων στους διαβητικούς ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια In the present diploma thesis a new class of hypoglycemic agents, sodium-glucose co¬transporter 2 inhibitors (SGLT-2), and their role concerning patients suffering from Diabetes Mellitus type 2 with heart failure is described. Their mechanism of action, their pharmacodynamic and pharmacokinetic properties, as well as, their effect on cardiac structure and function are analyzed, too. Several clinical trials that have been completed, have shown that SGLT-2 inhibitors appear to have an ameliorating effect on the macrovascular complications of diabetes, the metabolic profile of the patients and, also, the number of hospitalizations due to heart failure. Moreover, the haemodynamic effects of the particular inhibitors and their positive effect on the sympathetic nervous system's hyperactivity through their diuretic activity are examined. In addition, two major clinical trials, the EMPA-REG OUTCOME trial and the CANVAS Program, which have come to conclusions concerning SGLT-2 inhibitors' beneficial properties on diabetic patients type 2 with heart failure, are thoroughly described. Last but not least, the adverse effects of the drug are reported, of which fungal genital infections presented the greatest occurrence. Concerns have risen among the scientific community regarding the use of SGLT-2 inhibitors in the therapy of Diabetes Mellitus type 1 and so far only dapagliflozin has been approved by the European Medicines Agency. Στην παρούσα διπλωματική εργασία παρουσιάζεται μία νέα κατηγορία αντιδιαβητικών φαρμάκων, οι αναστολείς του συμμεταφορέα 2 νατρίου-γλυκόζης (SGLT-2) και ο ρόλος τους στους διαβητικούς ασθενείς τύπου 2 με καρδιακή ανεπάρκεια. Περιγράφεται ο μηχανισμός δράσης τους, οι φαρμακοδυναμικές και οι φαρμακοκινητικές τους ιδιότητες, καθώς επίσης και η επίδρασή τους στην καρδιακή δομή και λειτουργία. Από πολλές κλινικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί έχουν προκύψει συμπεράσματα σχετικά με τη θετική επίδραση των SGLT-2 αναστολέων στην εξέλιξη των μακροαγγειακών επιπλοκών του διαβήτη, στην επίδραση στο μεταβολικό προφίλ, αλλά και στη μείωση των εισαγωγών στα νοσοκομεία λόγω καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, καταγράφηκαν η αιμοδυναμική επίδραση των αναστολέων αυτών, αλλά και η θετική τους επίπτωση στην υπερδραστηριότητα του συμπαθητικού συστήματος, μέσω της διουρητικής τους ικανότητας. Αναφέρονται λεπτομερώς δύο μεγάλες κλινικές μελέτες, η μελέτη EMPA-REG OUTCOME και η μελέτη CANVAS, από τις οποίες προκύπτουν δεδομένα αναφορικά με την ευεργετική επίδρασή τους στους διαβητικούς ασθενείς τύπου 2 με καρδιακή ανεπάρκεια. Τέλος, περιγράφονται οι ανεπιθύμητες ενέργειες των SGLT-2 αναστολέων, με συνηθέστερη αυτή της μυκητίασης των γεννητικών οργάνων, αλλά και προβληματικές ως προς τη χορήγηση σε διαβητικούς ασθενείς τύπου 1, καθώς μόνο η δαπαγλιφλοζίνη έχει εγκριθεί μέχρι σήμερα. 308 176 200 Reformative educational systems of new education movement: acomparative approach Μεταρρυθμιστικά εκπαιδευτικά συστήματα υπό το πρίσμα της νέας αγωγής: μια συγκριτική προσέγγιση The following study refers to the display and inquiry of the international New Age Movement and its most acquaint representatives, who were the protagonists at the education area for many decades. Our outmost goal leans on the presentation of their most notable characteristics that justify their typification as «alternative school systems». Firstly, our disquisition begins with a brief historical review, the definition of New Education Movement and its classification to individual categories. Then, five known educators are being presented and in particular, Georg Kerschensteiner, Μaria Montessori, Rudolf Steiner, Celestin Freinet and Alexander Neil. More specifically, their biography and philosophical influences are apposed. Moreover, their special identity, their way of ministration, their special characteristics and the most representative critics, approvals and disapprovals for and against them are being referred. At the end of this inquiry, our results in concern to the comparative approach of the -sub examination- pedagogical movements and their highlights are being presented, so as to be approved their elements that make them thrive till nowadays Η μελέτη αυτή επιχειρεί την παρουσίαση και την έρευνα του διεθνούς κινήματος της «Νέας Αγωγής» και των αντιπροσωπευτικότερων πρωτοποριακών της ρευμάτων, τα οποία κυριάρχησαν στο παγκόσμιο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι για πολλές δεκαετίες. Απώτερος στόχος είναι η παρουσίαση εκείνων των χαρακτηριστικών τους που δικαιολογούν το χαρακτηρισμό τους ως εναλλακτικά σχολικά συστήματα. Αρχικά παρατίθενται μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση και μια εννοιολογική αποσαφήνιση της ίδιας της Προοδευτικής Παιδαγωγικής κίνησης, αλλά και μια ταξινόμηση των κυριότερων επιμέρους κινημάτων της. Στη συνέχεια, έπεται η παρουσίαση πέντε μεγάλων εκπαιδευτικών προσωπικοτήτων και ειδικότερα, του Georg Kerschensteiner, της Μaria Montessori, του Rudolf Steiner, του Celestin Freinet και του Alexander Neil. Πιο συγκεκριμένα, παρατίθεται η βιογραφία τους, τα φιλοσοφικά θεμέλια πάνω στα οποία ανοικοδομήθηκαν τα εκπαιδευτικά τους «κατασκευάσματα», ενώ ακολουθεί αναλυτική περιγραφή της ταυτότητα, του τρόπου λειτουργίας και των καινοτομικών χαρακτηριστικών των υπό εξέταση εναλλακτικών σχολείων. Στη συνέχεια γίνεται προσπάθεια, μέσα από μια σχετική κριτική αποτίμηση να παρουσιαστούν οι αντιπροσωπευτικότερες επικρίσεις και επιδοκιμαστικά σχόλια που διατυπώθηκαν προς αυτά. Τέλος, τα συμπεράσματα που συνάγονται αφορούν στην συγκριτική «ανάγνωση» των εξεταζομένων παιδαγωγικών κινημάτων και τον προσδιορισμό της βαθύτερης ουσίας και ιδιοσυγκρασίας τους, στοιχεία που τα κρατούν «ζωντανά» μέχρι και σήμερα 309 456 474 Κοινωνική υπευθυνότητα, περιβαλλοντική προστασία και νομική εναρμόνιση του κλάδου των τροφίμων The industrial revolution in the late 19th century and its achievements, gave an opportunity for business investors to gain higher profit in the shortest time. The food industry sector showed rapid development in the last 30 years and especially after the second world war, as people turned to overconsumption of goods after the long depression caused by the war, causing an increase in producer prices and changes in the production technology used. All of the above, has resulted in the emergence of major social and environmental problems. The uneven profit distribution caused social class conflict, while the industrial development of specific countries created waves of migration towards the industrialized countries. The quantitative growth of the industrial sector and the use of sustainable technologies have a significant impact on the environment such as the appearance of climate change, over-consumption of non-renewable natural resources, water, air and soil pollution, changing landscapes etc. To address the problems, directives were issued by world renowned institutions and organizations and appropriate strategies have been implemented. Mainly from the late 20th century, the EU has issued a series of directives to the Member States to address the emerging problems and has supported and promoted specific policies. The Greek state, though sometimes belatedly, drafted its own case law and strategies, similar to that of the EU. Several directives have been issued regarding the food industry, to protect the environment, defend workers' health and food quality. The regulations relating to environmental protection focus on facility standards, on waste management efforts and on the increased use of RES. In addition to the legislation, the EU has promoted practices that guided companies to activities of social responsibility and ethical behavior. One social responsibility practice for companies is the CSR (Corporate Social Responsibility). The European CSR triple-bottom-line model was proposed in 2001 by the Green Paper and refers to the three corporate responsibilities, which besides the company itself favor the state and society. The economic, social and environmental dimensions help the company in its financial response, while enhancing the support to tackle social and environmental issues. The corresponding American CSR model was primarily known by terms of Carroll’s view (Carroll’s pyramid) which was established in the American continent circa 1990. According to the Carroll’s pyramid, corporate social responsibility is based on four layers, economical, legal, ethical and philanthropic. CSR helps companies to be cost-effective to implement state laws, to behave ethically and to support social activities. Nowadays, more and more companies in their annual report, report CSR applications, implementing social responsibility programs and applying environmental technologies. The adoption of directives and the support of the implementation of appropriate strategies, demonstrates the awareness regarding the size of the risk however, to execute the above their implementation is also required. Η βιομηχανική επανάσταση στα τέλη του 19ου αιώνα με τα επιτεύγματα της έδωσε την ευκαιρία στους μετόχους των επιχειρήσεων να αποκτήσουν μεγαλύτερο κέρδος σε συντομότερο χρονικό διάστημα. Ο κλάδος της βιομηχανίας τροφίμων παρουσίασε ραγδαία εξέλιξη τα τελευταία 30 χρόνια και κυρίως μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, καθώς οι πολίτες μετά από μακροχρόνια πολεμική εξαθλίωση στράφηκαν στην υπερκατανάλωση αγαθών, προκαλώντας αύξηση στις τιμές παραγωγής και μεταβολές στις xχρησιμοποιούμενες τεχνολογίες παραγωγικής διαδικασίας. Αποτέλεσμα των παραπάνω υπήρξε η εμφάνιση μεγάλων κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων. Η άνιση κατανομή κέρδους προκάλεσε ταξική κοινωνική αναταραχή ενώ η βιομηχανική ανάπτυξη ορισμένων μόνο χωρών δημιούργησε μεταναστευτικά κύματα προς τις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες. Η ποσοτική αύξηση του βιομηχανικού τομέα και η χρήση μη βιώσιμων τεχνολογιών είχε σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον όπως, την εμφάνιση κλιματικής αλλαγής, υπερκατανάλωση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, μόλυνση υδάτων, αέρα και εδάφους, μεταβολή τοπίων κ.α. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, εκδόθηκαν από παγκόσμιους αναγνωρισμένους φορείς και οργανισμούς οδηγίες και εφαρμόστηκαν κατάλληλες στρατηγικές. Η ΕΕ από τα τέλη κυρίως του 20ου αιώνα εξέδωσε μια σειρά οδηγιών προς τα κράτη-μέλη, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα αναδυόμενα προβλήματα, στηρίζοντας και προωθώντας συγκεκριμένες πολιτικές. Το ελληνικό κράτος αν και ορισμένες φορές αργοπορημένα, συνέταξε δική της νομολογία και στρατηγική, αντίστοιχη με αυτή της ΕΕ. Για τον κλάδο τροφίμων έχουν εκδοθεί αρκετές οδηγίες που προστατεύουν το περιβάλλον, την υγεία των εργαζομένων και την ποιότητα των τροφίμων. Οι κανόνες που αναφέρονται στην προστασία του περιβάλλοντος επικεντρώνονται στις προδιαγραφές των εγκαταστάσεων, στην προσπάθεια διαχείρισης των αποβλήτων και στην αύξηση χρησιμοποίησης ΑΠΕ. Εκτός από τη νομοθεσία η ΕΕ προώθησε πρακτικές που κατεύθυναν τις επιχειρήσεις σε δραστηριότητες κοινωνικής ευθύνης και ηθικής συμπεριφοράς. Μια από τις πρακτικές κοινωνικής υπευθυνότητας των επιχειρήσεων ήταν η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (Corporate Social Responsibility). Το ευρωπαϊκό μοντέλο EKE triple-bottom-line (τριών πυλών) προτάθηκε το 2001 με την έκδοση της Πράσινης Βίβλου και αναφέρεται στις τρείς ευθύνες των επιχειρήσεων, οι οποίες εκτός από την ίδια την εταιρεία ευνοούν την πολιτεία και το κοινωνικό σύνολο. Οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές διαστάσεις βοηθούν την εταιρεία στην οικονομική ανταπόκριση της, ενώ παράλληλα ενισχύουν την στήριξη αντιμετώπισης κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων. Το αντίστοιχο αμερικάνικο μοντέλο της ΕΚΕ έγινε γνωστό κυρίως με την άποψη του Carroll (πυραμίδα του Carroll) η οποία εδραιώθηκε στην αμερικανική ήπειρο περίπου το 1990. Σύμφωνα με την πυραμίδα του Carroll, η κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων στηρίζεται σε τέσσερις διαστάσεις, την οικονομική, τη νομική, την ηθική και την φιλανθρωπική. Η ΕΚΕ βοηθάει τις εταιρείες να είναι οικονομικά αποδοτικές, να εφαρμόζουν τους κρατικούς νόμους, να συμπεριφέρονται ηθικά και να υποστηρίζουν κοινωνικές δραστηριότητες. Σήμερα ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις αναφέρουν στον ετήσιο απολογισμό τους εφαρμογές δραστηριότητας ΕΚΕ, υλοποιώντας προγράμματα κοινωνικής μέριμνας και εφαρμόζοντας τεχνολογίες προστασίας περιβάλλοντος. Η έκδοση οδηγιών και η στήριξη εφαρμογής κατάλληλων στρατηγικών αποδεικνύει την συνειδητοποίηση του μεγέθους των κινδύνων, για την υλοποίηση όμως των προαναφερόμενων απαιτείται και η εφαρμογή τους. 310 438 354 Ο θεραπευτικός ρόλος του Εικονικού Περιβάλλοντος (Virtual Environment) σε ασθενείς με Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ) Introduction: During the last decades, the applications of Virtual Reality in Medicine have gained a specific interest. One of the fields, which has advanced significantly, is the rehabilitation of a patient after a stroke. Generally, with the use of virtual environment, many scenarios of realistic practices can be offered during the phases of rehabilitation. For the active cooperation of the patient, so that the curative rehabilitation process can function properly, a high motivation is required. The interactive games, via their plot, contribute to exercise by being not only more interesting but also a lot more attractive. Concerning the field of therapy, the use of interactive games increases and today there is a considerable amount of published papers on this area. Many of these papers try to evaluate if the use of interactive games leads to a similar level of improvement both about the optical-moving co-ordination and, in general, the rehabilitation of a patient with a stroke. Purpose: The detection and the systematic recording of Randomized Controlled Trials (RCTs), which can evaluate the effectiveness of the Virtual Environment, as an intervening method of rehabilitation, to patients with cerebrovascular accidents (CVA) against the conventional methods of physiotherapy .Methodology - Sources: An investigation in the bibliography was held using search engines such as “PubMed”, “BioMed Central” and “Google Scholar” with key words such as “Virtual Reality”, “Virtual Environment”, “Virtual games”, “Stroke”, “Physiotherapy” and “After stroke therapy”. The inclusion criteria which were applied to the selection of bibliography during the research included: a) Primary Randomized Controlled Trials (RCT), b) English language and c) Research papers which compare the rehabilitation effectiveness of patients with stroke concerning virtual environments versus conventional methods. “Vote counting” method was used to calculate the trend of the result of the effect compared to the control. This particular method is used only in the case where there is no sufficient data to apply statistical methods. Essentially, it is a descriptive method without any statistical evidence by the evaluator. Results: The bibliography research resulted in 43 papers. 36 of them had a positive impact on research, both clinically and statistically, 6 of them had zero impact and 1 of them had a negative one. The geographical distribution of these papers included many countries around the world. Conclusion: The general results tend to show the positive impact of the Virtual Environment method which improves the rehabilitation process of patients with cerebrovascular accidents. Undoubtedly, more large-scale and well-designed research should be held in order to extract accurate and statistically correct results. Nevertheless, due to the absence of negative results, Virtual Environment methodology can be safely used to patients who had a stroke. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: τις τελευταίες δεκαετίες, οι εφαρμογές της Εικονικής Πραγματικότητας στην Ιατρική έχουν αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ένας από τους τομείς, που έχει υπάρξει ιδιαίτερη πρόοδος, είναι η αποκατάσταση μετά από εγκεφαλικό. Γενικότερα, μέσω του Εικονικού Περιβάλλοντος, μπορεί να προσφερθούν διαφορετικά σενάρια, ρεαλιστικής εξάσκησης, σε όλες τις φάσεις της αποκατάστασης. Για την ενεργό συνεργασία του ασθενή, ώστε να λειτουργήσει το θεραπευτικό μοντέλο της αποκατάστασης, χρειάζεται ισχυρό κίνητρο. Τα διαδραστικά παιχνίδια, μέσω της πλοκής τους, συντελούν στο να αποκτήσει η εξάσκηση περισσότερο ενδιαφέρον και να γίνεται, συγχρόνως, πιο ελκυστική. Στο χώρο της θεραπευτικής, η χρήση των διαδραστικών παιχνιδιών αυξάνεται συνεχώς και ήδη, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός δημοσιευμένων μελετών σχετικές με το αντικείμενο. Πολλές μελέτες, προσπαθούν να αξιολογήσουν εάν η χρήση διαδραστικών παιχνιδιών οδηγεί σε παρόμοιου βαθμού βελτίωση, σε ότι αφορά τον οπτικοκινητικό συντονισμό και γενικότερα, την αποκατάσταση των ασθενών με εγκεφαλικό. ΣΚΟΠΟΣ: ο εντοπισμός και η συστηματική καταγραφή των Τυχαιοποιημένων Ελεγχόμενων Δοκιμών (RCTs), που αξιολογούν την αποτελεσματικότητα του Εικονικού Περιβάλλοντος, ως παρεμβατική μέθοδος αποκατάστασης ασθενών με ΑΕΕ, έναντι των κλασικών μεθόδων της φυσικοθεραπείας. ΜΕΘΟΔΟΣ-ΥΛΙΚΟ: πραγματοποιήθηκε έρευνα, βιβλιογραφικών αναφορών, της διεθνούς βιβλιογραφίας στις μηχανές αναζήτησης “PubMed”, “BioMed Central”, “Google Scholar”, με τις λέξεις κλειδιά «Virtual reality», «Virtual environment», «Virtual games», «Stroke», «Physiotherapy», «After stroke therapy». Τα κριτήρια αποδοχής (inclusion criteria), που εφαρμόστηκαν στην επιλογή κατά την βιβλιογραφική έρευνα ήταν: α) Πρωτογενείς Τυχαιοποιημένες Ελεγχόμενες Δοκιμές (RCT), β) Αγγλική γλώσσα, και γ) Μελέτες που συγκρίνουν την αποτελεσματικότητα του Εικονικού Περιβάλλοντος, έναντι των κλασικών μεθόδων, στην αποκατάσταση ασθενών με ΑΕΕ. Για τον υπολογισμό της τάσης του τελικού αποτελέσματος της επίδρασης σε σχέση με τον έλεγχο, έγινε χρήση της μεθόδου «vote- counting». Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται μόνο στην περίπτωση που δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα ώστε να γίνουν στατιστικές δοκιμασίες. Πρόκειται, ουσιαστικά, για μία περιγραφική μέθοδο χωρίς στατιστική ισχύ του εκτιμητή. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: η αναζήτηση της βιβλιογραφίας απέδωσε, τελικά, 43 μελέτες. Σε 36 υπήρχε θετική, κλινικά και στατιστικά, επίδραση της υπό μελέτη παρέμβασης, σε 6 μηδενική επίδραση και σε 1 μία μελέτη η επίδραση ήταν αρνητική. Η γεωγραφική κατανομή, των μελετών, περιλάμβανε πολλές χώρες από διάφορα μέρη του πλανήτη. 311 301 295 Craniofacial disorders are a heterogeneous group of head and facial disorders with a wide range of features with or without attendant abnormalities elsewhere in the body. They are also divided according to the topography and the date of their appearance. Cleft is the most common craniofacial disorder. Fissures are typically classified into subscriber and non-subscriber formats. The most common type of syndromic cleft is represented by the Van der Woude syndrome. Non syndromic lip and palate clefts are multifactorial diseases. The incidence of clefts is constantly increasing. However, the etiological factors of the clefts have not been elucidated, yet. A number of syndromes with craniofacial abnormalities, such as the Pierre Robin, Treacher Collins, Nager, Goldenhar, Crouzon, Apert, Down, Gorlin, Papillon Leferve, Gorlin Goltz syndromes, maxillofacial dysostosis with microcephaly and cleidocranial dysplasia have been described. Cranial anomalies are distinguished in primary (craniostenosis, encephalocele) and secondary (microcephaly, hydrocephalus). The diagnostic approach at embryonic age remains difficult. It is done with the ultrasound of three and four dimensions, already in the first trimester, with a higher diagnostic value in the second. In addition, fetal MRI is used, while invasive techniques, such as amniocentesis or placental biopsy, complement the diagnosis. Therapeutically, it is necessary to involve a group of clinics and paraclinics, of many specialties, to treat the deformities. Initially, immediate problems such as airway obstruction or decompression of the skull are addressed. Thereafter, the aesthetic and functional rehabilitation of the abnormality is followed, such as closing of the lip and the palate in clefts, osteotomies in facial hypoplasias, and others. In conclusion, the issue of managing patients with craniofacial anomalies is undoubtedly a bioethical dilemma, with conflicting views. Intra uterine surgery, as well as the advancement of surgical rehabilitation techniques and methods for craniofacial abnormalities, have contributed significantly to treating patients with craniofacial disorders. Οι κρανιοπροσωπικές διαμαρτίες αποτελούν μια ετερογενή ομάδα ανωμαλιών της κεφαλής και του προσώπου με ευρεία γκάμα χαρακτηριστικών γνωρισμάτων, με συνοδό παρουσία, ή όχι συνοδών ανωμαλιών σε άλλα σημεία του σώματος. Χωρίζονται και με βάση την τοπογραφία και τη χρονολογία εμφάνισής τους. Οι σχιστίες αποτελούν τη συνηθέστερη κρανιοπροσωπική διαμαρτία. Οι σχιστίες, τυπικά ταξινομούνται στις συνδρομικές και μη συνδρομικές μορφές. Ο πιο συχνός τύπος συνδρομικών σχιστιών εκπροσωπείται από το σύνδρομο Van der Woude. Οι μη συνδρομικές χειλεο - υπερωιοσχιστίες είναι πολυπαραγοντικά νοσήματα. Η συχνότητα εμφάνισης των σχιστιών βαίνει σταθερά αυξανόμενη τα τελευταία χρόνια. Παρόλα αυτά, Οι αιτιολογικοί παράγοντες των σχιστιών δεν έχουν μέχρι σήμερα αποσαφηνιστεί.Έχει περιγραφεί μια πληθώρα συνδρόμων με κρανιοπροσωπικές ανωμαλίες, όπως τα σύνδρομα Pierre Robin, Treacher Collins, Nager, Goldenhar, Crouzon, Apert, Down, Gorlin, Papillon Leferve, Gorlin Goltz, η γναθοπροσωπική δυσόστωση με μικροκεφαλία και η κλειδοκρανιακή δυσόστωση. Οι ανωμαλίες του κρανίου διακρίνονται σε πρωτοπαθείς (κρανιοστένωση, εγκεφαλοκήλη) και δευτεροπαθείς (μικροκεφαλία, υδροκέφαλος).Η διαγνωστική προσέγγιση στην εμβρυική ηλικία παραμένει δύσκολη. Γίνεται με το υπερηχογράφημα τριών και τεσσάρων διαστάσεων, ήδη από το πρώτο τρίμηνο, με μεγαλύτερη διαγνωστική αξία στο δεύτερο. Συμπληρωματικά, χρησιμοποιείται η MRI του εμβρύου, ενώ επεμβατικές τεχνικές, όπως αμνιοκέντηση ή βιοψία του πλακούντα, συμπληρώνουν τη διάγνωση. Θεραπευτικά, είναι απαραίτητη η συμμετοχή ομάδας κλινικών και παρακλινικών, πολλών ειδικοτήτων, για την αντιμετώπιση των πασχόντων. Αρχικώς αντιμετωπίζονται τα άμεσα προβλήματα, όπως η απόφραξη του αεραγωγού ή η αποσυμπίεση του κρανίου. Στη συνέχεια, ακολουθεί η αισθητική και λειτουργική αποκατάσταση της ανωμαλίας, όπως σύγκλειση του χείλους και της υπερώας σε σχιστίες, οστεοτομίες στις υποπλασίες του οστέινου σκελετού και άλλες.Συμπερασματικά, το ζήτημα της διαχείρισης των ασθενών με κρανιοπροσωπκές ανωμαλίες, αποτελεί αναμφισβήτητα ένα βιοηθικό δίλλημα, με αντικρουόμενες απόψεις. Η ενδομήτρια χειρουργική, καθώς και η πρόοδος των τεχνικών και των μεθόδων χειρουργικής αποκατάστασης των κρανιοπροσωπικών ανωμαλιών, έχουν συμβάλει σημαντικά στην αντιμετώπιση των ασθενών με κρανιοπροσωπικές διαμαρτίες. 312 172 253 The use of drama techniques in the teaching Hercules’ myths in preschool education Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών στη διδασκαλία των μύθων του Ηρακλή στην προσχολική εκπαίδευση The advocacy of experiential learning theories on the development of childrens’ ability to take initiative, creatively solve problems and cultivate skills and human values, is what encouraged us to deal wiht this research project. The method we used was inquiry drama. The aim of the project was to examine the ways that drama contributes in the development of the human values in Hercules mythology. Initially, we refer on the powerful tool of inquiry drama and its ability to help students’ think critically, express emotions and examine stances, behaviors and values. We used this methodology in order to help preschool-aged students to discover their own needs and social values, through the teaching of Hercules’ myths. This project used the action-research methodology applied in seven two – hour lessons in a kindergarten class of 26 students. Pre-test and post-test assessment questionnaires were used so as to examine the understanding of values in Hercules’ myths and the results confirmed the above understanding. Οι διαπιστώσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας, ότι μέσα από τη βιωματική διδασκαλία οι μαθητές αποκτούν την ικανότητα να επικοινωνούν, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, να βρίσκουν λύσεις στα προβλήματά τους, να αλληλεπιδρούν και να καλλιεργούν δεξιότητες, στάσεις και αξίες, μας παρότρυνε να ασχοληθούμε με αυτήν την εργασία. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η διερευνητική δραματοποίηση. Σκοπός της έρευνας αυτής είναι να εξετάσει κατά πόσο οι θεατρικές τεχνικές στο θεσμικό πλαίσιο της προσχολικής αγωγής συμβάλλουν στην ανάδειξη των αξιών που διέπουν τους μύθους του Ηρακλή. Αρχικά έγινε λόγος για την αξιοποίηση των θεατρικών τεχνικών στην εκπαίδευση, οι οποίες αποτελούν ένα ισχυρό εργαλείο που οδηγεί τους συμμετέχοντες να διευρύνουν τις γνώσεις τους και να διερευνήσουν τις μεταξύ τους σχέσεις, τις συμπεριφορές τους, τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Στην παρούσα εργασία οι θεατρικές τεχνικές εφαρμόστηκαν στη διδασκαλία των μύθων του Ηρακλή, οι οποίες αποτέλεσαν το εφαλτήριο, που οδήγησε τα παιδιά να ανακαλύψουν τις δικές τους ανάγκες και να καθορίσουν τις δικές τους αξίες, οι οποίες αξίες αποτελούν βασικό σκοπό του ανθρώπου και επιβεβαιώνουν τον λόγο ύπαρξής του. Στο ερευνητικό μέρος αξιοποιήθηκε η έρευνα-δράση, η οποία σχεδιάστηκε σε επτά διδακτικές παρεμβάσεις και εφαρμόστηκε σε τάξη νηπιαγωγείου. Στην έρευνα αυτή πήραν μέρος 26 νήπια στα οποία διενεργήθηκε προ-έλεγχος και μετα-έλεγχος, για να διαπιστωθεί ο βαθμός κατανόησης των αξιών που διέπουν τους μύθους του Ηρακλή. Τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της συγκεκριμένης έρευνας επιβεβαίωσαν την κατανόηση των κοινωνικών αξιών που τα παιδιά προσέγγισαν και κατέκτησαν μέσω των θεατρικών τεχνικών. 313 183 162 The present paper focused on the sociological approach of the artificial fertilization. Initially, we recorded in the first chapter of the paper’s main part the theoretical framework of medically assisted reproduction, where we specifically referred to the method of artificial fertilization. We then proceeded in the second chapter of the paper’s main part to the sociological approach of artificial fertilization, emphasizing in the time and age of the use of artificial fertilization. The sociological approach was presented through three angles, which are the social fields and frameworks to which artificial fertilization is applied. Particularly, we first referred to the society’s broader attitude, namely the general opinion of the society as a whole and, specifically, the couples’ attitude to artificial fertilization and the age limit of its use. Later, we examined the legal framework of the artificial fertilization’s implementation and what is provided for its age limit. In the end, we made a special reference to the school manual of Sociology Grade C wanting to exhibit the seriousness, which the state gives to this method, that is to say a social and state institution. Η παρούσα εργασία εστίασε στην κοινωνιολογική προσέγγιση της τεχνητής γονιμοποίησης. Αρχικά, στο πρώτο κεφάλαιο του κυρίου μέρους της εργασίας καταγράψαμε το θεωρητικό πλαίσιο της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπου αναφερθήκαμε συγκεκριμένα στην μέθοδο της τεχνητής γονιμοποίησης. Στη συνέχεια, προχωρήσαμε στην κοινωνιολογική προσέγγιση της τεχνητής γονιμοποίησης δίνοντας έμφαση στον χρόνο και την ηλικία χρήσης της τεχνητής γονιμοποίησης. Η κοινωνιολογική προσέγγιση παρουσιάστηκε μέσα από τρεις οπτικές γωνίες, οι οποίες αποτελούν τα κοινωνικά πεδία και πλαίσια, στα οποία εφαρμόζεται η τεχνητή γονιμοποίηση. Συγκεκριμένα, πρώτα αναφερθήκαμε στην ευρύτερη στάση της κοινωνίας, δηλαδή τη γνώμη γενικά του κοινωνικού συνόλου και, ειδικά, στη στάση των ζευγαριών απέναντι στην τεχνητή γονιμοποίηση και το όριο ηλικίας χρήσης της. Ύστερα, εξετάσαμε το νομικό πλαίσιο εφαρμογής της τεχνητής γονιμοποίησης και τι προβλέπεται για το όριο ηλικίας. Τέλος, κάναμε ειδική αναφορά στο σχολικό εγχειρίδιο της Κοινωνιολογίας Γ΄ Λυκείου θέλοντας να δείξουμε τη βαρύτητα, που δίνει η πολιτεία στη μέθοδο αυτή, διδάσκοντας το συγκεκριμένο ειδικό κοινωνικό θέμα στο σχολείο, δηλαδή έναν κοινωνικό και κρατικό θεσμό. 314 157 192 Η μελέτη κόστους και αποτελεσματικότητας των home care συστημάτων χορήγησης 5-fluorouracil σε ογκολογικούς ασθενείς στον ελλαδικό χώρο The main aim of this master thesis was the evaluation of the cost-effect of the homecare administration of 5-FU in cancer patients compared to the hospital-based administration. We analyzed the 5-FU drug profile, the chem-otherapy regimens that it is part of them, the homecare devices needed, to-gether with a cost-effect analysis comparing the FOLFOX regimen adminis-trated in hospital in 2 days versus the alternative home-care administration. The results of this analysis revealed a decrease of the nursing costs of about 42.86%, decrease in the administration of chemotherapy materials of 19.4%. a small increase of 1.93% of the costs of the drugs and of 7.19% of the ad-ministration equipment, which do not affect the significant impact of the to-tal money saved. If in the totals savings we include the savings of the nursing working time and the patient’s direct and indirect saving for him and his fam-ily environment, this method seems significant cost-effective for the greek health system. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η αξιολόγηση του κόστους-αποτελεσματικότητας της home care χορήγησης φθοριοουρα-κίλης σε ογκολογικούς ασθενείς σε σχέση με την κλασική νοσοκομεια-κή χορήγηση. Στην παρούσα εργασία επιχειρήθηκε μια ανάλυση του προφίλ φαρμακολογικής δράσης της φθοριοουρακίλης, των χήμειοθε-ραπευτικών σχημάτων στα οποία περιλαμβάνεται η φθοριοουρακίλη, των home care (κατ΄οίκον) συστημάτων χορήγησης της, ενώ έγινε μία οικονομοτεχνική ανάλυση του κόστους ενός κλασικού σχήματος χημειοθεραπείας για το καρκίνο παχέος εντέρου με το σχήμα FOLFOX σε διήμερη έγχυση σε δημόσιο νοσοκομείο, έναντι του εναλλακτικού τρόπου χορήγησης φθοριοουρακίλης με home care συστήματα. Τα αποτελέσματα αυτής της ανάλυσης αποκάλυψε μείωση του κόστους νοσηλείας της τάξεως 42.86%, μείωση 19.4% στους σάκους των ορών που χρησιμοποιούνται για τη χορήγηση της χημειοθεραπείας, μια μικρή αύξηση στα χρεούμενα φάρμακα 1.93% και αύξηση 7.19% στα αναλώσιμα υλικά όπως σύριγγες και βελόνες, οι οποίες δεν έχουν σημαντική επίδραση στην εξοικονόμηση των χρημάτων. Εάν συνυπολογιστεί η σημαντική εξοικονόμηση των εργατοωρών του νοσηλευτικού προσωπικού και την άμεση και έμμεση εξοικονόμηση χρημάτων του ασθενή και του οικογενειακού του περιβάλλοντος, η μέθοδος αυτή φαίνεται οικονομικά αποδοτική για το ελληνικό δημόσιο. 315 104 100 Critical literacy and advertising: a teaching proposal for fifth-grade primary school students Κριτικός γραμματισμός και διαφήμιση: μια διδακτική πρόταση για μαθητές Ε΄ δημοτικού This present study is an attempt to design and produce teaching material to help students understand the constructed and constructive character of advertising and realize that advertising is not a reflection but a construction of reality. The main objective is the development of students’ critical literacy in the fifth grade of primary school, where the language textbook contains a relevant chapter, since advertising constructs attitudes, values, behaviors and ideologies. In the context of reinforcing students’ critical approach towards advertising messages, our proposal includes the analysis and teaching exploitation of four TV advertisements Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μια απόπειρα σχεδιασμού και παραγωγής διδακτικού υλικού με σκοπό οι μαθητές να κατανοήσουν τον κατασκευασμένο και κατασκευαστικό χαρακτήρα της διαφήμισης καθώς και να αντιληφθούν ότι η διαφήμιση δεν αποτελεί αντανάκλαση αλλά κατασκευή της πραγματικότητας. Βασικός στόχος είναι η ανάπτυξη κριτικού γραμματισμού των μαθητών της Ε΄ Δημοτικού, όπου το βιβλίο της γλώσσας περιέχει σχετικό κεφάλαιο, αφού η διαφήμιση κατασκευάζει στάσεις, αξίες, συμπεριφορές και ιδεολογίες. Στα πλαίσια της ενίσχυσης της κριτικής προσέγγισης των μαθητών στα διαφημιστικά μηνύματα προτείνεται η ανάλυση και διδακτική αξιοποίηση τεσσάρων τηλεοπτικών διαφημίσεων 316 190 181 The greek education during the period 1936-1949: οpinions of students of that era Η ελληνική εκπαίδευση κατά την περίοδο 1936-1949: απόψεις των μαθητών της εποχής εκείνης This final project report examines the major events that took place in Greece, in education the period 1936-1949, such as the Metaxas dictatorship, the Occupation and the Civil War. Mentioned, among other, the first chapter that presents the historical events that took place during this period in order to provide a fuller picture of the subject, while the second one is a presentation of educational events. This research aims to examine whether the above historical facts influenced the education. The empirical part provide information on the qualitative research method that was conducted and namely the methodological tool that was used (interview), the sample, the objectives and the assumptions that were made and the key findings on which the research was led. Among the final opinions, the basic education existed as in many cases schools did not stop, the pleasant school climate with friendly and approachable teachers. On the other hand, similar situations did not occur in the Civil War. In conclusion, the main induction is that education was affected by the prevailing conditions of the 1936-1949 periods Η παρούσα εργασία εξετάζει τα σημαντικότερα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα, στον τομέα της εκπαίδευσης τη χρονική περίοδο 1936-1949, όπως η δικτατορία του Μεταξά, η Κατοχή και ο Εμφύλιος πόλεμος. Γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, στα ιστορικά συμβάντα που διαδραματίστηκαν την περίοδο αυτή με στόχο να υπάρξει μια πληρέστερη εικόνα του θέματος, ενώ στο δεύτερο γίνεται μια παρουσίαση των εκπαιδευτικών γεγονότων. Στόχος της έρευνας αυτής είναι να εξεταστεί κατά πόσο οι παραπάνω καταστάσεις επηρέασαν την εκπαίδευση. Στο εμπειρικό μέρος παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με την ποιοτική μέθοδο έρευνας που πραγματοποιήθηκε και συγκεκριμένα το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε (συνέντευξη), το δείγμα, τους στόχους και τις υποθέσεις που διατυπώθηκαν αλλά και τα βασικά ευρήματα στα οποία οδηγήθηκε η έρευνα. Μεταξύ των διαπιστώσεων είναι η ύπαρξη βασικής εκπαίδευσης, καθώς τα σχολεία σε πολλές περιπτώσεις δεν έπαψαν να λειτουργούν, και το ευχάριστο σχολικό κλίμα με φιλικούς και προσιτούς δασκάλους. Αντιθέτως, παρόμοιες καταστάσεις δεν παρατηρούνται στον Εμφύλιο πόλεμο. Ολοκληρώνοντας, το βασικό συμπέρασμα είναι πως η εκπαίδευση επηρεάστηκε από τις επικρατούσες συνθήκες της περιόδου 1936-1949 317 197 233 X-ray Protein Crystallography is the most known method for the determination of a protein’s three-dimensional structure. The scattering of an X-ray beam from the protein’s crystallized solution, and the analysis of the diffracted waves’ electromagnetic properties, reveal the exact position of the molecule’s atoms. All those positions collectively comprise the electron density map, which can be studied and modelled through computational means. An X-ray Crystallographic experiment is usually divided in two main experimental procedures; A. the Extraction and Analysis of the X-ray data, and B. the Computational Building and Optimization of the three-dimensional Protein Model. In this thesis, the focus was the Computational Optimization of BsecI DNA-Methyltransferase 3D model, and the building of some loop regions, in which the electron density indications were almost non-existent. For this reason, the model underwent repeated Fitting and Refinement cycles, the Simulated Annealing trial, and the Automated Model Validating Algorithm of the PDB-REDO Server. This procedure provides a deeper look on how the conserved region-specific methylation mechanism of BsecI works, and its importance to the evolution of species. The thorough studies of a protein’s crystallographic structure reveal important information about the molecule’s function, and how the molecular world works in general. Η Κρυσταλλογραφία Ακτίνων-X είναι η πιο διαδεδομένη τεχνική για την εύρεση της τρισδιάστατης δομής μίας πρωτεΐνης. H περίθλαση μίας δεσμίδα ακτίνων-Χ από το κρυσταλλικό πρωτεϊνικό διάλυμα, καθώς και η ανάλυση των ηλεκτρομαγνητικών ιδιοτήτων των σκεδαζόμενων κυμμάτων, δίνει πληροφορία για την ακριβή θέση των ατόμων του μορίου στον χώρο. Το άθροισμα των διαφορετικών θέσεων όλων των ατόμων αποτελούν τον χάρτη ηλεκτρονιακής πυκνότητας, στον οποίο βασίζεται η μελέτη και κατασκευή του τρισδιάστατου μοντέλου, η οποία πραγματοποιείται με τη βοήθεια υπολογιστικών μέσων. Ένα Κρυσταλλογραφικό Πείραμα Ακτίνων-Χ αποτελείται από δύο βασικά μέρη: Α. την Εξαγωγή και Ανάλυση δεδομένων από την σκέδαση των Ακτίνων-Χ από τον κρύσταλλο και Β. την Υπολογιστική Κατασκευή και Βελτιστοποίηση του τρισδιάστατου μοντέλου της Πρωτεΐνης. Η παρούσα διπλωματική εργασία εστιάζεται στην Υπολογιστική Βελτιστοποίηση του 3D μοντέλου της BsecI DNA-Μεθυλοτρανσφεράσης, και στην κατασκευή κάποιων βρόγχων , για τους οποίους τα κρυσταλλογραφικά δεδομένα ήταν χαμηλής διακριτικότητας. Για τον λόγο αυτό, η δομή υποβλήθηκε σε επαναλαμβανόμενες δοκιμές Fit & Refinement, στη δοκιμασία του Simulated Annealing και στον Αλγόριθμο Αυτοματοποιημένης Αξιολόγησης και Βελτιστοποίησης του PDB- REDO. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία δίνεται η δυνατότητα για περεταίρω εμβάθυνση στον μηχανισμό με τον οποίο η Μεθυλοτρανσφεράση μεθυλιώθει μία συγκεκριμένη περιοχή στη διπλή έλικα του DNA, καθώς και στη σημασία αυτού του συντηρημένου εξελικτικά μηχανισμού. Οι ενδελεχείς μελέτες της κρυσταλλογραφικής δομής μίας πρωτεΐνης αποκαλύπτει σημαντικές πληροφορίες για τη λειτουργία του μορίου και, ευρύτερα, για το πώς δουλεύει ο κόσμος των μορίων. 318 315 312 Παράγοντες που ευνοούν την αποκατάσταση μετά απο αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο Stroke remains over more decades the leading cause of disability in the developed world. Mortality is also increased in patients, since stroke is the fourth cause of death. Vascular risk factors and cardiac diseases, appear to play a significant role on their mortality. Stroke affects patients, in many different ways, causing impairment, disability and permanent handicap. Thus, the appropriate medical and therapeutical approach and prognosis of stroke recovery is necessary. A various number of factors have been assessed by previous reviews, however a study that assess early clinical characteristics as potential confounders of stroke recovery, was not found. The purpose of this study is to systematically review the literature, to record the studies that assessed stroke location, stroke etiology, and stroke risk factors, and how stroke recovery was affected. Methods followed were mainly electronic research through the PubMed database. A wide range of studies was covered, regarding all the studies on the area, published on PubMed for the past 37 years. Studies only in English were included, that assessed both ischemic and hemorrhagic stroke, with scales, and had initial assessment. According to the results, hemorrhagic stroke patients and those with lacunar stroke appear to have better recovery. Also, cerebellar and brainstem stroke patients had better recovery than those with stroke in middle cerebral, anterior cerebral and posterior cerebral artery. Stroke risk factors, like atrial fibrillation, hypertension, cardiac diseases and smoking had a negative impact on stroke patients’ recovery. Nevertheless, several methodological issues were identified in the examined studies, regarding criteria used for stroke location and etiology, since these scales were either based on clinical examination or the criteria used were rarely used. Most of the studies, included both ischemic and hemorrhagic stroke patients, and in other studies the number patients included was limited. Therefore, firm conclusions cannot be reached, regarding stroke location, etiology and stroke risk factors and their potential effect on stroke patients’ recovery. Το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ), παραμένει επί πολλές δεκαετίες το πρώτο αίτιο αναπηρίας στον ανεπτυγμένο κόσμο. Πολλοί από τους ασθενείς με ΑΕΕ όμως αποβιώνουν, καθώς το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο αποτελεί επίσης την 4η αιτία θανάτου. Οι αγγειακοί παράγοντες κινδύνου και οι καρδιακές παθήσεις, φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο στην θνησιμότητα αυτών. Το ΑΕΕ επιδρά σε διαφορετικούς τομείς της ζωής του ασθενούς, δημιουργώντας νευρολογικά ελλείμματα, ανικανότητα και αναπηρία. Συνεπώς, είναι σημαντική η πρόγνωση της αποκατάστασης και η ορθή ιατρική και θεραπευτική αντιμετώπιση αυτών των ασθενών. Η επίδραση διάφορων παραγόντων έχει καταγραφεί από προηγούμενες ανασκοπήσεις, ωστόσο δεν βρέθηκε κάποια που να αξιολογεί ποιοι κλινικοί παράγοντες ευνοούν την αποκατάσταση μετά το ΑΕΕ. Ο σκοπός της μελέτης αυτής είναι να κάνει μια συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, ώστε να καταγράψει τις μελέτες που αξιολόγησαν αν η εντόπιση της βλάβης, η αιτιολογία πρόκλησης του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και οι αγγειακοί παράγοντες κινδύνου επηρεάζουν την αποκατάσταση των ασθενών μετά το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, είτε θετικά είτε αρνητικά. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε ήταν η ηλεκτρονική αναζήτηση βιβλιογραφίας μέσω της βάσης δεδομένων PubMed, και προσπάθησε να καλύψει ένα ευρύ φάσμα των δημοσιευμένων μελετών για τα τελευταία 37 χρόνια. Αυτές που συμπεριλήφθηκαν ήταν γραμμένες στα Αγγλικά, αξιολογούσαν τους ασθενείς μετά από ισχαιμικό και αιμορραγικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και είχαν αρχική εκτίμηση με κλίμακες μέτρησης. Τα αποτελέσματα φαίνεται να έδειξαν ότι οι ασθενείς με αιμορραγικό ΑΕΕ και με κενοχωριώδη έμφρακτο φαίνεται να έχουν την καλύτερη αποκατάσταση από όλους τους ασθενείς. Επίσης, οι ασθενείς με ΑΕΕ στην παρεγκεφαλίδα και στο στέλεχος φαίνεται να έχουν καλύτερη αποκατάσταση από τους ασθενείς με ΑΕΕ στην μέση εγκεφαλική αρτηρία, στην πρόσθια εγκεφαλική αρτηρία και στην οπίσθια εγκεφαλική αρτηρία. Η ύπαρξη διαφόρων αγγειακών παραγόντων κινδύνου, όπως η κολπική μαρμαρυγή, η υπέρταση, οι καρδιακές παθήσεις και το κάπνισμα φαίνεται να δυσχεραίνει την αποκατάσταση των ασθενών μετά το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. 319 189 183 This paper presents the recording and the study of the thermal performance of a school building. In particular, the purpose is to present the role of insulation through the simulation of a school building and specific where the Primary School of Desfina is located in the Prefecture of Phocis. The building was imprinted and been analyzed of its construction and design. At the same time, a three-dimensional model was created in the EDSL TAS software and simulated the energy performance of the building. Primary School of Desfina was simulated with the EDSL TAS program in the Climate zone C -the Prefecture of Phocis belongs to the B Climatic Zone, but Desfina is at an altitude of over 500 meters, therefore it belongs to the right next Climatic Zone - and the same building was simulated in the other three Climatic Zones (A, B and D). Finally, the energy system of the school was simulated in four Climate Zones. The purpose of this process was to present the energy consumption of the school building when it was located in each of the above Climate Zones and to compare these results. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει την καταγραφή και μελέτη της θερμικής απόδοσης ενός σχολικού κτιρίου. Συγκεκριμένα, σκοπός είναι να παρουσιαστεί ο ρόλος της μόνωσης μέσα από την διαδικασία της προσομοίωσης ενός σχολικού κτιρίου και συγκεκριμένα του κτιρίου, όπου στεγάζεται το Δημοτικό Σχολείο Δεσφίνας, στον Νομό Φωκίδας. Έγινε αποτύπωση του κτιρίου και ανάλυση της κατασκευής και του σχεδιασμού του. Παράλληλα, δημιουργήθηκε τρισδιάστατο μοντέλο στο λογισμικό EDSL TAS και πραγματοποιήθηκε προσομοίωση της ενεργειακής συμπεριφοράς του κτιρίου. Το Δημοτικό Σχολείο Δεσφίνας προσομοιώθηκε με το πρόγραμμα EDSL TAS στην Κλιματική ζώνη που το ίδιο βρίσκεται, δηλαδή στην Γ Κλιματική ζώνη - ο Νομός Φωκίδας ανήκει στην Β Κλιματική Ζώνη, όμως η Δεσφίνα βρίσκεται σε υψόμετρο άνω των 500 μέτρων, επομένως ανήκει στην αμέσως επόμενη Κλιματική Ζώνη - και το ίδιο κτίριο προσομοιώθηκε και στις υπόλοιπες τρεις Κλιματικές Ζώνες (Α, Β και Δ). Τέλος, πραγματοποιήθηκε εισαγωγή του ενεργειακού συστήματος που διαθέτει το σχολείο και προσομοιώθηκε στις τέσσερις Κλιματικές Ζώνες. Σκοπός της συγκεκριμένης διεργασίας ήταν η παρουσίαση των ενεργειακών καταναλώσεων του σχολικού κτιρίου, όταν αυτό βρισκόταν σε κάθε μία από της παραπάνω Κλιματικές Ζώνες και η σύγκριση των αποτελεσμάτων αυτών. 320 91 102 Υπολογισμός των επιπέδων της πρωτεΐνης DLL4 στον καρκίνο του ενδομητρίου Endometrial cancer is the most common gynecological malignancy in developed countries. Although there are well established surgical and chemotherapeutic approaches to treat endometrial cancer, there is a need for a better understanding of endometrial carcinogenicity. The molecule Delta-like ligand 4 (DLL4) is a ligand in the notch signaling pathway. In the tumor angiogenesis process, the DLL4 molecule is actively involved in vascular maturation by providing a negative feedback response system to VEGFR2 activity. In this diploma thesis we investigated the expression of the DLL4 molecule in samples of endometrial cancer patients. Ο καρκίνος του ενδομητρίου αποτελεί την πιο κοινή γυναικολογική κακοήθεια στις ανεπτυγμένες χώρες. Αν και υπάρχουν καθιερωμένες χειρουργικές και χημειοθεραπευτικές προσεγγίσεις για τη θεραπεία του καρκίνου του ενδομητρίου, υπάρχει ανάγκη για καλύτερη κατανόηση των μοριακών οδών καρκινογένεσης του ενδομητρίου. Το μόριο Delta-like ligand 4 (DLL4) αποτελεί έναν προσδέτη της σηματοδοτικής οδού notch. Στην διαδικασία αγγειογένεσης του όγκου, το μόριο DLL4 συμμετέχει ενεργά στην αγγειακή ωρίμανση παρέχοντας ένα σύστημα αρνητικής ανατροφοδοτικής ανάδρασης στη δραστηριότητα του VEGFR2. Στην παρούσα πτυχιακή μελέτη διερευνήσαμε την έκφραση το μορίου DLL4 σε δείγματα ασθενών με καρκίνο του ενδομητρίου. 321 288 289 Καταγραφή χαρακτηριστικών ύπνου σε φοιτητές - σπουδαστές νοσηλευτικής Introduction: Sleep is considered as a human experience that holds a key place in the relationship between body and mind, as it is a combination of physiological, psychological and social processes. This fact also explains why sleep functions as one of the most sensitive indicators of the psychological state and the inner unconscious conflicts of the individual. Sleep serves to suppress activity in 24-hour periods where the potential for successful and safe action is limited and is necessary to ensure the functioning of critical neuronal circuits in the developing organism. Methodology: The present research aims at investigating the sleep habits of nursing assistant students of public IEKs employed in Hospitals in the area of Thrace. In order to conduct the survey, a questionnaire was designed based on the needs of the survey. Results: The sample of the research consists of 146 students and the response rate was around 65%. Among other things it was found that the average sleep time of the students is 6.93 hours, 64.2% of respondents said they go to sleep after 12pm, 62.7% do not sleep at noon, 50.7% that they from 7 to 9 hours of sleep. In addition, 52.7% of the respondents do not have hard time waking up in the morning when they have to go to the university, 54.7% of the respondents are feeling sleepy during the day, 27.8% before going to sleep spend their time in social media, while 54.7% of the respondents consume caffeine or stimulant products to stay awake during the day. Conclusion: In conclusion, the sleep habits of nursing students can be characterized by their age group as well as they are influenced by the technological developments and applications such as the Internet and social media. Εισαγωγή: Ο ύπνος αποτελεί μια ανθρώπινη εμπειρία που κατέχει κομβική θέση στη σχέση σώματος και νου καθώς προκύπτει ως το τελικό αποτέλεσμα ενός συνδυασμού φυσιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών διαδικασιών. Η θέση του αυτή εξηγεί και το γιατί ο ύπνος λειτουργεί ως ένας από τους πλέον ευαίσθητους δείκτες της ψυχολογικής κατάστασης και των εσωτερικών ασυνείδητων συγκρούσεων του ατόμου. Ο ύπνος χρησιμεύει για την καταστολή της δραστηριότητας σε περιόδους του 24ώρου κατά τις οποίες οι δυνατότητες για επιτυχή και ασφαλή δράση είναι περιορισμένες και είναι απαραίτητος για την εξασφάλιση της λειτουργίας κρίσιμων νευρωνικών κυκλωμάτων στον αναπτυσσόμενο οργανισμό. Mέθοδος: Η παρούσα έρευνα στοχεύει στη διερεύνηση των συνηθειών ύπνου των σπουδαστών βοηθών νοσηλευτικής των δημοσίων ΙΕΚ που απασχολούνται στα Νοσοκομεία της Θράκης. Για την διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο το οποίο σχεδιάστηκε για τις ανάγκες της έρευνας. Aποτελέσματα: Το δείγμα της έρευνας ήταν 151 φοιτητές νοσηλευτικής με τη συμμετοχή να βρίσκεται στο 65% περίπου. Μεταξύ άλλων βρέθηκε ότι μέσος όρος ύπνου είναι οι 6.93 ώρες, 64.2% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι πάνε για ύπνο μετά τις 12μμ, 62.7% πως δεν κοιμούνται το μεσημέρι, ενώ 50.7% πως χρειάζονται συνολικά το 24ωρο από 7 μέχρι 9 ώρες ύπνου. Επιπροσθέτως, 52,7% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι δεν δυσκολεύονται να ξυπνήσουν το πρωί τις μέρες που έχουν σχολή, 54,7% των ερωτηθέντων νυστάζουν την ημέρα, για το 27,8% η τελευταία τους ασχολία πριν τον ύπνο είναι η επικοινωνία στα social media, ενώ 54,7% των ερωτηθέντων καταναλώνουν προϊόντα με καφεΐνη ή με διεγερτικές ουσίες προκειμένου να μείνουν ξύπνιοι τη μέρα. Συμπεράσματα: Συμπερασματικά, οι συνήθειες ύπνου των σπουδαστών νοσηλευτικής, μπορεί να ειπωθεί πως χαρακτηρίζουν την ηλικιακή τους ομάδα, καθώς επίσης πως επηρεάζονται από τεχνολογικές εξελίξεις και εφαρμογές όπως το internet και τα social media. 322 493 522 Introduction: Genetic, psychological, and sociocultural factors contribute to the development of eating disorders. Gender is a very important factor. Although men and women with eating disorders share common risk factors and show some overlap in the clinical presentation, there are important differences between them. The social pressures on men in relation to their body image and their appearance in recent years have increased and constantly have pushed them to focus on their weight by using specific dietary habits or by stimulating their muscularity through physical exercise and nutrition supplements in order to obtain the perfect and V-shaped body and thus be more masculine and successful. Purpose: In this study our aim is to investigate eating attitudes among first year and fourth year male students of the Department of Physical Education and Sport Sciences and the Department of Medicine of the Democritus University of Thrace as well as any differences between them. Materials and Method: Our sample consisted of 309 males of whom a) 203 were students of the Department of Physical Education and Sport Sciences of the Democritus University of Thrace based in Komotini (100 first year and 103 fourth year students) and b) 106 students were from the Department of Medicine which is based in Alexandroupolis (52 first year and 54 fourth year students).The tools used were a) a questionnaire on demographic factors and dietary habits, b) Eating Disorder Examination Questionnaire (EDE-Q), c) Body Shape Questionnaire (BSQ-34) and d) Contour Drawing Rating Scale (CDRS). Results: In the present study it was observed that students of Medicine compared to Physical Education ones showed greater concern about their weight. Still, fourth year students, regardless of the school attended, have the tendency to restrict their food. As far as the body mass index (BMI) is concerned, it shows a statistical significance when the subgroups are compared (years, schools). That is to say, the medical students and those of higher years seem to have a higher BMI average. The EDE presents significant relevance (Pearson r) to the other two scales and BMI index, while the other two did not show a statistically significant link between them. It is noteworthy that the scores of all scales correlated significantly with the "I have been overweight in the past" variable while less with the "sexual orientation" one. As far as the education on nutrition is concerned, it is doubtful whether it plays a role in eating psychopathology. Conclusions: The students involved in sports (Physical Education) are more satisfied with their body image than the medical students are. The medical students are more concerned with their body weight. Older students tend to deal with the limitation of nutrition. Therefore, there is a strong need to develop strategies and interventions that will help improve the students' body image through the adoption of healthy behaviours, which will be achieved through health promotion programmes, i.e. including a course on nutrition in educational institutions and offering a healthy nutrition programme in the school refectory. Εισαγωγή: Γενετικοί, ψυχολογικοί, και κοινωνικοπολιτισμικοί παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη των διατροφικών διαταραχών. Το φύλο είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας. Οι άνδρες και οι γυναίκες με διατροφικές διαταραχές μοιράζονται κοινούς παράγοντες κινδύνου και εμφανίζουν κάποια αλληλοεπικάλυψη στην κλινική παρουσίαση, αλλά υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Οι κοινωνικές πιέσεις που δέχονται οι άντρες σε σχέση με το σώμα τους και την εμφάνιση τους έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και διαρκώς ωθούνται στο να αυξήσουν το βάρος τους μέσω ειδικών διατροφικών συνηθειών, ή με το να τονώνουν τον μυϊκό τους όγκο μέσω γυμναστικής και συμπληρωμάτων διατροφής, ώστε να αποκτήσουν το ιδανικό και μυώδες σε σχήμα V σώμα και έτσι να είναι πιο αρρενωποί και πετυχημένοι. Σκοπός: Στην παρούσα έρευνα, στόχος μας είναι να διερευνήσουμε τις διατροφικές στάσεις και μεταξύ των αρρένων πρωτοετών και τεταρτοετών φοιτητών του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού και του Τμήματος Ιατρικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης και την τυχόν ύπαρξη διαφορών ανάμεσά τους. Δείγμα: Το δείγμα μας αποτελείται από 309 άρρενες από τους οποίους οι 100 ήταν πρωτοετείς φοιτητές του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ) με έδρα την Κομοτηνή και άλλοι 103 ήταν τεταρτοετείς στο ίδιο τμήμα ενώ από το Τμήμα Ιατρικής ΔΠΘ με έδρα την Αλεξανδρούπολη 52 ήταν πρωτοετείς και 54 τεταρτοετείς. Ερευνητικά εργαλεία: Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν α) ερωτηματολόγιο δημογραφικών παραγόντων και διατροφικών συνηθειών β) το ερωτηματολόγιο διερεύνησης των διαταραχών διατροφής Eating Disorder Examination Questionnaire (EDE-Q), γ) το ερωτηματολόγιο σωματικού σχήματος Body Shape Questionnaire (BSQ-34), δ) το ερωτηματολόγιο για την αξιολόγηση της δυσαρέσκειας της εικόνας σώματος Contour Drawing Rating Scale (CDRS).Αποτελέσματα: Από τη παρούσα μελέτη παρατηρήθηκε ότι οι φοιτητές της Ιατρικής σε σύγκριση με τους φοιτητές ΤΕΦΑΑ παρουσίαζαν μεγαλύτερη ενασχόληση με το βάρος τους. Ακόμα, οι φοιτητές του 4ου έτους, ανεξάρτητα από τη σχολή στην οποία φοιτούν, παρουσιάζουν μεγαλύτερη ενασχόληση με τον περιορισμό του φαγητού. Όσον αφορά το δείκτη μάζας σώματος (BMI) εμφανίζει στατιστική σημαντικότητα στις συγκρίσεις όλων των υποομάδων μεταξύ τους (έτη, σχολές). Συγκεκριμένα μεγαλύτερο Μ.Ο. φαίνεται να έχουν οι φοιτητές της Ιατρικής Σχολής και οι φοιτητές στα μεγαλύτερα έτη. Η EDE παρουσιάζει στατιστικά σημαντική συνάφεια (Pearson r) με τις άλλες δύο κλίμακες και το δείκτη ΒΜΙ, ενώ οι άλλες δύο δεν παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική συνάφεια μεταξύ τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι βαθμολογίες όλων των κλιμάκων συσχετίζονται στατιστικά σημαντικά με τη μεταβλητή: «έχω υπάρξει υπέρβαρος στο παρελθόν» και λιγότερο με τη μεταβλητή: «σεξουαλικός προσανατολισμός». Όσον αφορά την εκπαίδευση γύρω από τη διατροφή είναι αμφίβολο αν παίζει κάποιο ρόλο στην διατροφική ψυχοπαθολογία. Συμπεράσματα: Οι φοιτητές που ασχολούνται με τον αθλητισμό (ΤΕΦΑΑ) είναι περισσότερο ευχαριστημένοι από την εικόνα του σώματος τους σε σχέση με τους φοιτητές της Ιατρικής. Οι φοιτητές Ιατρικής ασχολούνται περισσότερο με το βάρος σώματος. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία φοιτητές έχουν την τάση να ασχολούνται με τον περιορισμό της διατροφής. Συνεπώς υπάρχει έντονα η ανάγκη να αναπτυχθούν στρατηγικές και παρεμβάσεις που θα συμβάλουν στη βελτίωση της εικόνας του σώματος των φοιτητών μέσα από την υιοθέτηση υγιεινών συμπεριφορών, πράγμα το οποίο θα επιτευχθεί μέσω προγραμμάτων προαγωγής υγείας, με το να ενταχθεί στα εκπαιδευτικά ιδρύματα μάθημα με θέμα τη διατροφή αλλά και με την ύπαρξη υγιεινού προγράμματος διατροφής στη λέσχη των σχολών. 323 190 212 The theme of the present dissertation is the scope and the practical implementation of the 2005/370/ΕΚ Directive of the European Council of the 17th February 2005, known as the “Aarhus Directive” in Greece. In particular, it focuses on the three different fundamental core–pillars of the United Nations Economic Committee for Europe’s (“UNECE”) Convention on Access to Information, Public Participation in Decision-making and Access to Justice in Environmental issues (the Aarhus Convention) and critically considers the pioneering environmental rights that have been enacted through its provisions for all persons, and citizens. It also assesses the feasibility of the Directive’s practical implementation, and at which extent it has been achieved since its ratification. The research methods employed in the analysis of the theme include case analysis from National and European courts, along with reference to cases that the Greek Ombudsman has been dealt with, plus reports from competent as well as independent authorities and Non-Governmental Organizations such as the WWF HELLAS. In addition, a brief analysis of the history and the monitoring mechanisms of the Aarhus Convention is attempted in order to understand the Convention’s philosophy, and reach to the desired conclusions. Θέμα της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελούν ο σκοπός και η πρακτική εφαρμογή της Οδηγίας 2005/370/ΕΚ της 17ης Φεβρουαρίου 2005, γνωστή ως «Οδηγία Ααρχους». Ειδικότερα, εστιάζει στους τρεις διαφορετικούς θεμελιώδης πυλώνες της Συνθήκης- δημιούργημα της οικονομικής Επιτροπής του ΟΗΕ (“UNECE”) -για Πρόσβαση στην Πληροφορία, Δημόσια Συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη αναφορικά με περιβαλλοντικά ζητήματα (Συνθήκη Ααρχους) και με κριτική θεώρηση εξετάζει τα πρωτοποριακά περιβαλλοντικά δικαιώματα που η συνθήκη θεσμοθετεί και απονέμει σε όλα τα πρόσωπα και τους πολίτες. Επίσης προσπαθεί να αξιολογήσει το εφικτό της εφαρμογής της Οδηγίας Ααρχους στην Ελληνική πρακτική καθώς και σε ποιό βαθμό έχει επιτευχθεί η εφαρμογή της από την εποχή της επικύρωσής της. Η μεθοδολογία δε που τελικά ακολουθήθηκε για τις ανάγκες της παρούσας εργασίας, περιλαμβάνει Εθνική και Ευρωπαϊκή νομολογία, με παράλληλες αναφορές σε υποθέσεις που ο Συνήγορος του Πολίτη ασχολήθηκε κατά κόρον. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν αναφορές και εκθέσεις από αρμόδιους φορείς και ανεξάρτητες αρχές, καθώς και και από μη κυβερνητικούς οργανισμούς, όπως ο WWF Ελλάδας. Επίσης, κρίθηκε σκόπιμη και επιχειρήθηκε μία σύντομη αναφορά στην πορεία της Συνθήκης μέχρι την υπογραφή της καθώς και στους μηχανισμούς εποπτείας και παρακολούθησης της εφαρμογής της, με απώτερο στόχο την καλύτερη κατανόηση της όλης φιλοσοφίας πάνω στην οποία στηρίχθηκε η Συνθήκη για την τελική διατύπωση των συμπερασμάτων της παρούσας. 324 293 303 Evaluation in environmental education through the analysis of the pan-hellenic educators’ association for the environmental education conference proceedings Η αξιολόγηση στην περιβαλλοντική εκπαίδευση μέσα από την ανάλυση των πρακτικών των πανελληνίων συνεδρίων της Π.Ε.ΕΚ.Π.Ε. In this study a general reference to issues of the environment is initially presented and its relationship is shown with humans; also the problems are shown that this relationship can bring about, especially by trying to dominate the environment, with devastating consequences most of the time. When these effects were understood by humans, they tried to find ways to reduce them; at this very point, the concept of environmental education is presented, which actually is the association of education to environment with the aim to protect it, but also the creation of environmentally friendly consciousness through knowledge. The study is also referring to the important issue of evaluation which has now become an integral part of Environmental Education so to improve itself and its programs. As a key methodological tool, the content analysis method was used since the purpose of this study was to explore the data related to evaluation issues in the papers that have been included in all the Conference Proceedings of the PanHellenic Association of Teachers on Environmental Education. The investigative categories and the unit of analysis were determined, followed by the analysis of all 796 papers from the 7 corresponding National Conferences. The results showed that four out about five papers do not contain any type of assessment and that over time evaluation in the field of Environmental Education Programs remained stagnant. In particular, the papers containing items related to evaluation issues focused mainly on cognitive goals, their themes related mainly to the management of natural resources, the questionnaire was used as a key evaluative tool, subjects were mostly elementary school students and did not meet very credibility conditions and validity Στην παρούσα εργασία γίνεται αρχικά μία γενική αναφορά σε ζητήματα που άπτονται του φυσικού περιβάλλοντος και στη συνέχεια παρουσιάζεται η σχέση του με τον άνθρωπο, αλλά και τα προβλήματα που μπορεί να επιφέρει η σχέση αυτή, κυρίως από την προσπάθεια για κυριαρχία του δεύτερου στο πρώτο, με καταστροφικές συνέπειες τις περισσότερες φορές. Όταν οι συνέπειες αυτές έγιναν αντιληπτές στον άνθρωπο, εκείνος προσπάθησε να βρει τρόπους με σκοπό τη μείωσή τους˙ στο σημείο αυτό παρουσιάζεται η έννοια της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που δεν είναι άλλη από τη σύνδεση της εκπαίδευσης με το περιβάλλον με σκοπό την προστασία του, αλλά και τη δημιουργία φιλοπεριβαλλοντικής συνείδησης μέσα από τη γνώση. Γίνεται ακόμη αναφορά στο μέγα ζήτημα της αξιολόγησης η οποία έχει γίνει πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με στόχο τη βελτίωση της ίδιας και των προγραμμάτων της. Ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση περιεχομένου, καθώς σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση στοιχείων που σχετίζονται με ζητήματα της αξιολόγησης στις εργασίες που έχουν συμπεριληφθεί σε όλα τα Πρακτικά των Συνεδρίων της Πανελλήνιας Ένωσης Εκπαιδευτικών για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (Π.Ε.ΕΚ.Π.Ε.). Καθορίστηκαν οι κατηγορίες διερεύνησης και η μονάδα ανάλυσης και ακολούθησε η ανάλυση όλων των εργασιών στο σύνολο των 796 εργασιών από 7 Πανελλήνια Συνέδρια. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι τέσσερις στις πέντε περίπου εργασίες δεν περιέχουν κανενός τύπου αξιολόγηση και πως με την πάροδο του χρόνου η αξιολόγηση στο χώρο των Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης όχι μόνο δεν εξελίχθηκε, αλλά παρέμεινε στάσιμη. Ειδικότερα, οι εργασίες που περιείχαν στοιχεία που σχετίζονται με ζητήματα αξιολόγησης εστίαζαν κυρίως σε γνωστικούς στόχους, η θεματολογία τους αναφέρονταν κυρίως στη διαχείριση φυσικών πόρων, χρησιμοποιούνταν το ερωτηματολόγιο ως βασικό αξιολογικό εργαλείο, τα υποκείμενα ήταν κυρίως μαθητές δημοτικού σχολείου και δεν πληρούσαν ιδιαιτέρως προϋποθέσεις αξιοπιστίας και εγκυρότητας 325 320 317 Views of students, teachers, and parents on the redesigning of the school yard in the context of sustainable interventions Απόψεις μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων για τον επανασχεδιασμό της σχολικής αυλής στο πλαίσιο αειφορικών παρεμβάσεων Schoolyards are potentially as important places for the education and general well-being of our children as school buildings but are often not used in a way they should be. Especially in primary education where the age groups of students are the ones who need more relaxation, and at the same time they are also more easily "trainable" for the needs of sustainable development. The present study attempted to explore the views of teachers, students and parents directly involved in the educational process regarding the possibility of redesigning the schoolyard in the context of Sustainable Development, and to formulate a proposal for its redesigning, presenting as a case study an Elementary school in the city of Alexandroupolis. An urban school, which we would characterize as classic and "compatible" with the Greek data. A school that has its own yard, also drowned, as usual, in cement and asphalt, leaving very little room for children to come into contact with the soil. Therefore, the research was conducted among the teachers, the elementary students of the last three grades and the parents of students of the school. Through the investigation of their views, the identification of common perceptions is found, which advocates the remodeling of the yard and in such a way that leads to a remodeling in the context of sustainable interventions. The proposal formulated in the context of this master's thesis cannot contain technical characteristics of an architectural and agricultural nature, as we do not acquire the specific knowledge. These details will be investigated and adopted by the technical services of the local Municipality which has at its disposal the appropriate scientists. Our proposal focuses on the desired which can be implemented, mainly with the assistance of local government services, but also the teachers of the school and the parents of our students. Οι σχολικές αυλές είναι χώροι δυνητικά εξίσου σημαντικοί για την εκπαίδευση και τη γενική ευημερία των παιδιών μας όπως και τα σχολικά κτίρια αλλά συχνά δε χρησιμοποιούνται με τον τρόπο που θα έπρεπε. Ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, όπου οι ηλικιακές ομάδες των μαθητών είναι αυτές που χρειάζονται περισσότερη εκτόνωση αλλά και που ταυτόχρονα είναι ευκολότερα «εκπαιδεύσιμες» για μια αειφόρο ανάπτυξη. Η παρούσα εργασία επιχείρησε να διερευνήσει τις απόψεις των άμεσα εμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων ως προς τη δυνατότητα επανασχεδιασμού της σχολικής αυλής στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης και να διατυπώσει μία πρόταση αναμόρφωσής της, εμφανίζοντας ως μελέτη περίπτωσης ένα δημοτικό σχολείο στην πόλη της Αλεξανδρούπολης. Ένα αστικό σχολείο, το οποίο θα χαρακτηρίζαμε κλασσικό και «συμβατό» με τα ελληνικά δεδομένα. Ένα σχολείο το οποίο διαθέτει την αυλή του, πνιγμένη και αυτή, ως συνήθως, στο τσιμέντο και την άσφαλτο, αφήνοντας πολύ μικρά περιθώρια για επαφή των παιδιών με το χώμα. Ως εκ τούτου, η έρευνα πραγματοποιήθηκε μεταξύ των εκπαιδευτικών, των μαθητών των τριών τελευταίων τάξεων και γονέων μαθητών του σχολείου. Μέσα από τη διερεύνηση των απόψεων, τόσο των εκπαιδευτικών και μαθητών του σχολείου όσο και γονέων των μαθητών, διαπιστώνεται η ταύτιση απόψεων για τα στοιχεία εκείνα, τα οποία συνηγορούν στην αναμόρφωση της αυλής και μάλιστα κατά τέτοιον τρόπο που να οδηγεί σε έναν επανασχεδιασμό στο πλαίσιο αειφορικών παρεμβάσεων. Η πρόταση που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της παρούσας Μεταπτυχιακής Διπλωματικής Εργασίας δεν μπορεί να περιέχει τεχνικά χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικής και γεωπονικής φύσεως, καθώς δε διαθέτουμε τις συγκεκριμένες γνώσεις. Οι τεχνικές αυτές λεπτομέρειες θα διερευνηθούν και θα υιοθετηθούν από τις τεχνικές υπηρεσίες του Δήμου, οι οποίες διαθέτουν τους κατάλληλους επιστήμονες. Η δική μας πρόταση εστιάζει στο επιθυμητό το οποίο μπορεί να υλοποιηθεί, κυρίως με τη συνδρομή των υπηρεσιών της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και των εκπαιδευτικών της σχολικής μονάδας και των γονέων των μαθητών μας. 326 180 177 Gender and age effects on the performance in the tasks of the «Democritos movement screening tool for preschool children» (DEMOST-PRE) Επίδραση του φύλου και της ηλικίας στις επιδόσεις των τέστ της «Δέσμης Δημόκριτος εργαλείο κινητικής ανίχνευσης για παιδιά προσχολικής ηλικίας» (Δ.Ε.Κ.Α.-ΠΡΟ) The purpose of this study was to examine the effect of gender and age of the performance of the tasks of the assessment tool “Democritos movement Screening Tool for preschool children”. The participants were boys (22) and girls (22) who attend a private kindergarten school in the Prefecture of Evros. The measurements took place indoors Kindergarten (in a classroom) for three consecutive weeks (5 working days). According to the results of the analysis, the factors, ‘gender’ and ‘age’, do not affect the performance of the tasks of the assessment tool DEMOST- PRE to more than one of them which studies the “upper limp coordination’’. Additionally, there was no interaction between the two factors. In conclusion, it is not necessary to establish standards for both genders or per age group, except for the single task ‘’the upper limp coordination’’. Therefore, this assessment tool provides qualitative analysis for the estimation of the motor proficiency of children, regardless of the gender or age Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται την επίδραση του «φύλου» και της «ηλικίας» στις επιδόσεις των τεστ της Δέσμης «Δημόκριτος Εργαλείο Κινητικής Ανίχνευσης για παιδιά Προσχολικής ηλικίας» (Δ.Ε.Κ.Α.–ΠΡΟ). Συμμετέχοντες ήταν 22 αγόρια (n=22) και 22 κορίτσια (n=22) που φοιτούν σε ιδιωτικό νηπιαγωγείο του Νομού Έβρου. Οι μετρήσεις έλαβαν χώρα σε εσωτερικό χώρο (τάξη) του νηπιαγωγείου, για διάστημα τριών εβδομάδων (5 εργάσιμες μέρες). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της στατιστικής επεξεργασίας προέκυψε ότι οι παράγοντες «φύλο» και «ηλικία» δεν επιδρούν στις επιδόσεις των τεστ της Δέσμης «Δ.Ε.Κ.Α. – ΠΡΟ», παρά μόνο σε ένα από αυτά που μελετά τον συντονισμό των άνω άκρων - «ακρίβεια και συγχρονισμός χεριών (λεπτή)». Επιπρόσθετα, δε σημειώθηκε αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο παραγόντων. Συμπερασματικά, δεν είναι αναγκαία η δημιουργία προτύπων για τα δύο φύλα ή ανά ηλικιακή κατηγορία, εκτός ίσως από το μεμονωμένο τεστ «ακρίβεια και συγχρονισμός χεριών (λεπτή)». Η συγκεκριμένη δέσμη, επομένως, ανιχνεύει την κινητική απόδοση των παιδιών, ανεξάρτητα από το φύλο ή την ηλικία τους 327 271 255 The phenological stages of development of lemon balm (Melissa officinalis) in North Evros Φαινολογικά στάδια ανάπτυξης του μελισσόχορτου (Melissa officinalis) στο Β. Εβρο Aromatic plants have been known since ancient times because of their healing properties and not only. Lemon balm is a perennial plant, which has gained interest in recent years, due to its prop-erties in stress-related disorders, but also the antiseptic properties of its essential oil. It is a cultivated plant, but can also be found as native to the wider Mediterranean region. The purpose of this study is to investigate the extent to which lemon balm will be able to adapt to a growing environment in the climate conditions of northern Evros region. In March 2019, an experimental field was established in the village of Ellinochori, in the municipality of Didy-moteicho, with plants of M. officinalis var. altissima. A total of five samples were taken from May to August 2019 and in each sample the height of each plant was measured before drying, while after drying its dry weight was measured. The height of plants increased significantly after the establishment (June-I) and followed an increase that was well described from a straight line (linear increase) until the end of the growing season. The weight of plants increased significantly at the end of June (June-II) and followed an in-crease that was well described by a 2nd degree polynomial equation until the end of the growing season. The plant mass index increased significantly at the end of July (July) and followed an in-crease that was well described by a 3rd degree polynomial equation until the end of the growing season. The total number of day grades was estimated at 2032,435 Τα αρωματικά φυτά είναι γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων λόγω των θεραπευτικών και όχι μόνο ιδιοτήτων τους. Το μελισσόχορτο είναι ένα πολυετές φυτό, το οποίο βρίσκει ανταπόκριση τα τελευ-ταία χρόνια, λόγω των ιδιοτήτων του σε διαταραχές που σχετίζονται με το στρες, αλλά και των αντι-σηπτικών ιδιοτήτων του αιθέριου ελαίου του. Είναι φυτό που καλλιεργείται αλλά μπορεί να βρεθεί και ως αυτοφυές στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν να διερευνηθεί το κατά ποσό το μελισσόχορτο θα μπορέσει να προσαρμοστεί σε περιβάλλον καλλιέργειας στις κλιματολογικές συνθήκες του Β. Έβρου, καθώς και τα φαινολογικά στάδια ανάπτυξής του. Τον Μάρτιο του 2019 εγκαταστάθηκε πειραματικός αγρός στο χωριό Ελληνοχώρι, στο δήμο Διδυμότειχου, με φυτά M. officinalis var. altissima. Συνολικά έγι-ναν πέντε δειγματοληψίες από το Μάιο μέχρι τον Αύγουστο του 2019 και σε κάθε δειγματοληψία μετρήθηκε το ύψος του κάθε φυτού πριν την ξήρανση, ενώ μετά την ξήρανση μετρήθηκε το ξηρό του βάρος. Το ύψος των φυτών αυξήθηκε σημαντικά μετά την εγκατάσταση των φυτών (Ιούνιος-Ι) και ακολούθησε αύξηση που περιγράφηκε καλά από ευθεία γραμμή (γραμμική αύξηση) μέχρι το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου. Το βάρος των φυτών αυξήθηκε σημαντικά κατά το τέλος του Ιουνίου (Ιούνιος-ΙΙ) και ακο-λούθησε αύξηση που περιγράφηκε καλά από πολυωνυμική εξίσωση 2ου βαθμού μέχρι το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου. Ο δείκτης μάζας των φυτών αυξήθηκε σημαντικά κατά το τέλος του Ιουλίου (Ιούλιος) και ακολούθησε αύξηση που περιγράφηκε καλά από πολυωνυμική εξίσωση 3ου βαθμού μέχρι το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου. Ο συνολικός αριθμός ημεροβαθμών υπολογίστηκε στις 2032,435 328 233 277 Σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης σε ειδικευόμενους ιατρούς κατά την περίοδο της κρίσης Burnout syndrome is characterized by three subscales: Emotional Exhaustion (EE), Depersonalization (DP) and low sense of Personal Accomplishment (PA). This syndrome manifests frequently in healthcare professionals, who are considered a high risk group, and affects both the professionals and the quality of service of the National Health System. Objective: To study the prevalence of burnout syndrome in the resident doctors of the region of Thrace, Northern Greece and to correlate it with demographic and economic factors in the era of the crisis. Material and Methods: The Maslach Burnout Index questionnaire and a questionnaire regarding the demographic and socioeconomic status of the residents was handed out. Results: The prevalence of burnout syndrome was very high, 78.3% of the residents had high burnout in at least one of the three subscales (EE, DP and PA). A correlation was found between EE and age>30 years, continuous working hours>32, the year of specialization and salary satisfaction. DP was found to be higher in doctors involved in occupational accidents. PA was found to be positively correlated with age and number of children. Conclusions: The prevalence of burnout in the residents of the region of Thrace is very high. EE is the most frequent observed subscale type of burnout (52,5%) and it was found to be strongly correlated with the amount of continuous working hours and the salary dissatisfaction, facfactors which seem to deteriorate due to the economic crisis. Το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης έχει τρεις εκφάνσεις: την συναισθηματικής εξάντληση, την αποπροσωποποίηση και το αίσθημα της έλλειψης προσωπικών επιτευγμάτων. Είναι ένα σύνδρομο που εμφανίζεται συχνά στους επαγγελματίες υγείας, καθώς θεωρούνται ομάδα υψηλού κινδύνου και έχει επιπτώσεις τόσο στους ιδίους, όσο και στο σύστημα Υγείας και στις παρεχόμενες στους ασθενείς υπηρεσίες. Σκοπός της παρούσης μελέτης ήταν να διερευνηθεί το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης στους ειδικευόμενους ιατρούς των Νοσοκομείων της Θράκης, και να συσχετιστεί με δημογραφικούς παράγοντες αλλά και με τις συνθήκες εργασίας των ιατρών, όπως αυτές διαμορφώνονται στην εποχή της κρίσης. Υλικό και μέθοδος: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιλάμβανε την συμπλήρωση ερωτηματολογίων για τον έλεγχο της ύπαρξης επαγγελματικής εξουθένωσης (Maslach Burnout Index) καθώς και για τη συλλογή δημογραφικών στοιχείων αλλά και στοιχείων που αφορούν τις συνθήκες εργασίας. Αποτελέσματα: Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων φάνηκε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ειδικευομένων ιατρών (78.3%) πάσχει από σημαντικού βαθμού burnout σε τουλάχιστον μια από τις υποκλίμακές του. Παρατηρήθηκε συσχέτιση της Συναισθηματικής Εξουθένωσης με την ηλικία (>30 ετών), με συνεχόμενες ώρες εργασίας (>32 ώρες), με τον έτος της ειδίκευσης και με την ικανοποίηση από τις οικονομικές απολαβές. Για την Αποπροσωποποίηση βρέθηκε συσχέτιση με το αν ο ιατρός έχει πάθει εργατικό ατύχημα ή όχι. Τέλος, η προσωπική επίτευξη βρέθηκε ότι σχετίζεται θετικά με την ηλικία και τον αριθμό των τέκνων. Συμπεράσματα: Στα Νοσοκομεία της Θράκης παρατηρείται ιδιαίτερα σημαντικό ποσοστό Επαγγελματικής Εξουθένωσης στους ειδικευόμενους ιατρούς. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι το πιο συχνά παρατηρούμενο σύμπτωμα (52,5%) και βρέθηκε ισχυρή συσχέτιση με τις συνεχόμενες ώρες εργασίας και τις μικρές οικονομικές απολαβές, παράγοντες που επιδεινώνονται ακόμα περισσότερο με την οικονομική κρίση που ταλανίζει τη χώρα. 329 267 273 This work was performed in thesis preparation within the Department of Primary Education, Democritus University of Thrace. The purpose of this is to explore the experiences of various people who lived during the Occupation and the Civil War (1940-1950), on the education sector. This period is always at the centre of historic interest, as it is a period that rocked the Greek nation. By imposing the tripartite occupation, in 1940-1944, the Greeks suffered many hardships under the foreign yoke. Their main objective at that time was survival, resulting in other issues such as education was neglected. In this context, significant is characterized the effort to reorganize education through the "popular education plan." However, because of the difficult times, nothing was applied in this project. With the departure of foreign forces from Greece and the outbreak of the Civil War (1946-1949), nothing has changed in education. For this reason, and of course for political reasons, the "Mass Children kidnaping" project was implemented, by which Greek children was sent in the Democratic Republic countries. The aim was the care and education of children, giving them a better life than they would have stayed in Greece in the civil confrontations. In conclusion, for the empirical part of this work, was conducted a qualitative research with a research tool the interview. Subjects were selected by convenience sampling and a total of 14 subjects aged 75-96 years. The investigation found that training during the Occupation was sidelined, despite the efforts of reorganization, while the Civil War was a great emphasis on the care and education of children through the "Mass Children kidnapping" Η εν λόγω εργασία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια εκπόνησης πτυχιακής εργασίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης. Σκοπός αυτής είναι η διερεύνηση των εμπειριών και των βιωμάτων διάφορων ανθρώπων που έζησαν την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου πολέμου (1940-1950), σχετικά με τον τομέα της εκπαίδευσης. Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο του ιστορικού ενδιαφέροντος, καθώς πρόκειται για μια περίοδο που τάραξε το ελληνικό έθνος. Με την επιβολή της τριμερής Κατοχής, το 1940-1944, οι Έλληνες υπέφεραν πολλά δεινά κάτω από τον ξένο ζυγό. Η βασική τους επιδίωξη εκείνα τα χρόνια ήταν η επιβίωση, με αποτέλεσμα άλλα ζητήματα, όπως η εκπαίδευση να είναι παραμελημένα. Στα πλαίσια αυτά, σημαντική χαρακτηρίζεται η προσπάθεια ανασυγκρότησης της εκπαίδευση μέσω του «Σχεδίου λαϊκής παιδείας». Ωστόσο, εξαιτίας των δύσκολων καιρών, τίποτα δεν εφαρμόστηκε από το σχέδιο αυτό. Με την αναχώρηση των ξένων δυνάμεων από την Ελλάδα και το ξέσπασμα του Εμφυλίου πολέμου (1946-1949), δεν υπήρξαν διαρθρωτικές αλλαγές στον χώρο της εκπαίδευσης. Για τον λόγο αυτό αλλά και για πολιτικούς λόγους, εφαρμόστηκε το σχέδιο «Παιδομάζωμα», με το οποίο τα ελληνόπουλα στέλνονταν σε χώρες της Λαϊκής Δημοκρατίας. Σκοπός ήταν η φροντίδα αλλά και η μόρφωση των παιδιών, παρέχοντάς τους μια καλύτερη ζωή από αυτή που θα είχαν μένοντας στην Ελλάδα των εμφύλιων αναμετρήσεων. Εν κατακλείδι, για το εμπειρικό μέρος της εργασίας πραγματοποιήθηκε ποιοτική έρευνα με ερευνητικό εργαλείο τη συνέντευξη. Τα υποκείμενα επιλέχθηκαν με δειγματοληψία ευκολίας και είναι συνολικά 14 άτομα ηλικίας 75-96 ετών. Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι η εκπαίδευση την περίοδο της Κατοχής ήταν παραγκωνισμένη, παρά τις προσπάθειες αναδιοργάνωσής της, ενώ αντίθετα στον Εμφύλιο δόθηκε μεγάλη έμφαση στην φροντίδα και τη μόρφωση των παιδιών μέσω του «Παιδομαζώματος» 330 214 194 The aim of this dissertation is to examine the importance of the cultivation of primary school students’ critical thinking and the techniques-ways of contributing to it. The dissertation consists of two parts, the theoretical one and the empirical one. In the theoretical part, the concepts of “thought” and “critical thinking” are approached, the skills of a critically thinking person are presented, as well as some practical systems and approaches which contribute to promoting critical thinking. Furthermore, a review of the CTCF and the Curriculum is made with regard to the development of critical thinking among students of primary school and six techniques are presented. Finally, specific impediments are presented. In the empirical part, through using semi-structured interviews, the opinions of primary education teachers on the importance of the cultivation of critical thinking among students, its benefits and the ways of promoting it were investigated. This empirical study indicates that critical thinking is essential to students and its benefits are noticed not only on an academic level but also on a social one. Moreover, primary education teachers who participated in the survey seem to use commonly accepted ways in order for the students to develop critical thinking. In conclusion, they made the impediments they have faced in practice known and they also made improvement suggestions. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τη σημασία της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης στους μαθητές του δημοτικού σχολείου και τις τεχνικές – τρόπους που συμβάλλουν σε αυτή. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Στο θεωρητικό μέρος προσεγγίζονται οι έννοιες της «σκέψης» και της «κριτικής σκέψης», παρουσιάζονται οι δεξιότητες ενός κριτικά σκεπτόμενου άτομου, ορισμένα πρακτικά συστήματα και προσεγγίσεις που συμβάλλουν στην προώθηση της κριτικής σκέψης. Ακόμη, γίνεται ανασκόπηση του Δ.Ε.Π.Π.Σ. και Α.Π.Σ. σχετικά με την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών του δημοτικού σχολείου και παρουσιάζονται έξι τεχνικές. Τέλος, παρουσιάζονται συγκεκριμένα εμπόδια. Στο εμπειρικό μέρος, διερευνήθηκαν με τη χρήση ημιδομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη σημασία της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης στους μαθητές, τα οφέλη της και τους τρόπους προώθησή της. Η παρούσα εμπειρική μελέτη έδειξε πως η κριτική σκέψη είναι απαραίτητη για τους μαθητές και έχει οφέλη όχι μόνο σε σχολικό αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που έλαβαν μέρος στην έρευνα φάνηκε πως χρησιμοποιούν κοινά αποδεκτούς τρόπους με σκοπό να αναπτύξουν οι μαθητές κριτική σκέψη. Εν κατακλείδι, γνωστοποίησαν τα εμπόδια που έχουν συναντήσει στην πράξη και έκαναν βελτιωτικές προτάσεις. 331 402 385 Διερεύνηση των πρώιμων κυτταρικών γεγονότων κατά την έξοδο του ζυμομύκητα Saccharomyces cerevisiae από τη στατική φάση The TOR pathway is a highly conserved signaling module associated with cell survival. It is involved in multiple cellular processes, such as transcription, translation, actin cytoskeleton organization and autophagy. The pathway is active in nutrient-rich conditions and it is inhibited when cells are cultured after depletion of the growth factors. In the yeast Saccharomyces cerevisiae, nutrient shortage and the consequent inactivation of the TOR pathway can induce apoptosis or entry into a stationary phase, known as G0. The quiescent cells display distinctive characteristics, such as thickened cell walls and dense vacuoles, low metabolic rate, cytoskeletal changes and heat- /osmo-resistance. Importantly, the renewal of nutrients allows re-entry into the cell cycle. Our purpose is to investigate the early morphological and molecular events that characterize the transition of yeast cells from the stationary phase into the normal cell cycle. We employed a method that separates the different cell populations of a stationary culture (percoll density-gradient centrifugation). Using protein extracts from yeast cells cultured under nutrient poor conditions to enrich for G0 cells, which were allowed to recover for different time-points, we analyzed the changes in the expression profile of cell cycle specific proteins by Western blot analysis and monitored accompanying alterations in the actin cytoskeleton by fluorescence microscopy. Our results showed that the protein levels of Cln3 cyclin and the transcription factor Gln3 are increased within the first ten minutes after inoculation of the G0 cells into nutrient-rich media. Moreover, the cells displayed changes in actin organization related to the onset of proliferation. We also investigated the levels of the protein Hog1 SAPK, a homolog of the p38 protein present in higher eukaryotes that appears to play a role during the exit from the G0 phase. The renewal of nutrients in the presence of p38 inhibitors did not affect the Hog1 protein levels but it could influence the activity of this kinase. Interestingly, incubation of these samples with an antibody against cdc28 in Western Blot showed a band that appeared only when the TOR or the Hog1 pathway were inhibited. The corresponding region was isolated from the gel and analyzed proteomicaly. This analysis revealed proteins that are related with protein translation, as well as with metabolic pathways and the respiratory chain. Future studies will be required to find out which of this proteins was the corresponding one as well as its significance for the entrance of the yeast cells in the normal cell cycle. Το μονοπάτι TOR είναι ένας εξαιρετικά συντηρημένος σηματοδοτικός μηχανισμός που συνδέεται με την επιβίωση του κυττάρου. Εμπλέκεται σε έναν μεγάλο αριθμό κυτταρικών διεργασιών όπως η μεταγραφή, η μετάφραση, η οργάνωση του κυτταροσκελετού και η αυτοφαγία. Το μονοπάτι είναι ενεργό όταν υπάρχουν υψηλά επίπεδα θρεπτικών συστατικών στο μέσο ανάπτυξης και καταστέλλεται όταν αυτά εξαντληθούν. Στον ζυμομύκητα Saccharomyces cerevisiae η εξάντληση των θρεπτικών συστατικών και η αδρανοποίηση του μονοπατιού TOR οδηγεί το κύτταρο είτε σε απόπτωση είτε στην είσοδο σε μια στατική φάση, γνωστή ως G0. Τα κύτταρα της φάσης G0 παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως παχιά κυτταρικά τοιχώματα, πυκνά κενοτόπια, αργό μεταβολικό ρυθμό, θερμο-/ωσμω-ανθεκτικότητα και αλλαγές στον κυτταρικό τους σκελετό. Η ανανέωση του θρεπτικού μέσου επιτρέπει στα κύτταρα αυτά να εισέρχονται ξανά στον κυτταρικό κύκλο. Απώτερος στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των πρώιμων μορφολογικών και μοριακών γεγονότων τα οποία χαρακτηρίζουν τη μετάβαση του μύκητα από τη στατική φάση στον κυτταρικό κύκλο. Χρησιμοποιώντας μια μεθοδολογία εμπλουτισμού των κυττάρων που βρίσκονται στη φάση G0 (κλασμάτωση Percoll) από καλλιέργειες μύκητα σε συνθήκες εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών, αναλύσαμε τα πρότυπα έκφρασης χαρακτηριστικών πρωτεϊνών του κυτταρικού κύκλου με ανοσοαποτύπωση κατά Western και τις μεταβολές του κυτταρικού σκελετού με ειδικές χρώσεις και μικροσκοπία φθορισμού. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δέκα λεπτά μετά την ανανέωση των θρεπτικών συστατικών αυξάνονται τα πρωτεϊνικά επίπεδα της κυκλίνης Cln3 καθώς και του μεταγραφικού παράγονται Gln3. Επιπλέον στο ίδιο χρονικό διάστημα τα κύτταρα παρουσιάζουν σημαντικές αλλαγές στην οργάνωση της ακτίνης του κυτταροσκελετού, οι οποίες είναι συμβατές με την έναρξη του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Στην συνέχεια ακολούθησε μελέτη των επιπέδων έκφρασης της SAPK πρωτεΐνης Hog1, η οποία είναι ομόλογη της p38 και έχει παρατηρηθεί ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην έξοδο από την στατική φάση. Η ανάκαμψη των κυττάρων παρουσία αναστολέων του p38 δεν φαίνεται να επηρεάζει τα επίπεδα της πρωτεΐνης Hog1. Τέλος έγινε πρωτεομική ανάλυση μιας μπάντας η οποία εμφανιζόταν επανειλημμένα σε ανοσοαποτύπωση σε συνθήκες αναστολής όταν γινόταν επώαση με το αντίσωμα Cdc28. Η ανάλυση αυτή έδειξε ότι οι πρωτεΐνες που εμφανίζονται σε συνθήκες αναστολής σχετίζονται με την πρόοδο της μετάφρασης καθώς και με τον μεταβολισμό και την αναπνευστική αλυσίδα. Μελλοντικά, θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί διερεύνηση της αντιστοιχίας των πρωτεινών αυτών και του ρόλου που διαδραματίζουν στην είσοδο του ζυμομύκητα στον φυσιολογικό κυτταρικό κύκλο. 332 378 380 Post-term pregnancy is a specific situation, which needs special management and treatment by the health scientists (obstetricians and gynecologists, midwives). Reviewing the recent literature, it will be attempted to determine if the elective induction of labor in post-term pregnancy (> 40w5d) has an advantage over the policy of the expectant management under monitoring, or if the opposite happens. MATERIALS AND METHODS The selection criteria were the type of subject (human, woman), the type of the study (clinical trials), the language of full text, Greek or English, and the accessibility to the text, the time of publication and lastly the relevance to the under study topic. The exclusion criteria were the language of full text, with an exception for the Greek and English languages, the lack of accessibility to the text and the disagreement with the subject under study. A literature search was conducted through electronic databases (Google Scholar and PubMed/ MEDLINE) using appropriate MeSH terms, during last 8 (eight) years (01/01/2009 – 01/09/2017). Eventually, 8 (eight) studies, which fulfilled the criteria, were included in the systematic review. RESULTS The elective induction of labor in the post-term pregnancy is significantly advantageous in contrast to policy of expectant management. The majority of the studies showed reduced or unchanged percentage of caesarean section, reduced or unchanged percentage of assisted vaginal delivery and improvement or no change of perinatal outcome. On the other hand, the perineal lacerations and generally all types of lacerations are more frequent in the group of elective induction (F. Thangarajah et al 88). The same study was the only one, which showed an increased incidence of caesarean section in this group. Furthermore, there was a greater need to ventilate the newborn with a mask. Finally, the study of Victoria M. et al showed an exception to improved perinatal outcome in the group of elective induction, as low Apgar score was found in first 5 minutes both between primiparous and nulliparous women.CONCLUSION The elective induction of labor in post-term pregnancy seems to be advantageous in most parameters in contrast to the policy of expectant management. However, there are additional parameters that need analysis and interpretation. Therefore, the present systematic review shows the need for methodologically informed, randomized studies to highlight which is the appropriate management of the post-term pregnancy. Η παράταση της κύησης αποτελεί μια ιδιαίτερη κατάσταση , η οποία χρήζει ειδικής διαχείρισης και αντιμετώπισης από τους επιστήμονες υγείας (μαιευτήρες – γυναικολόγους και μαίες). Ανασκοπώντας την πρόσφατη βιβλιογραφία με συγκεκριμένες μεθόδους, θα επιχειρηθεί να προσδιοριστεί αν η εκλεκτική πρόκληση τοκετού κατά τη διάρκεια της παράτασης κύησης (> 40w5d) πλεονεκτεί έναντι της πολιτικής αναμονής υπό παρακολούθηση, ή αν συμβαίνει το αντίστροφο. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ. Τα κριτήρια επιλογής της βιβλιογραφίας ήταν το είδος του υποκειμένου (άνθρωπος, γυναίκα), το είδος της μελέτης (κλινικές μελέτες), η γλώσσα του πλήρους κειμένου, ελληνική ή αγγλική, και η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτό, ο χρόνος δημοσίευσης και η συνάφεια με το υπό μελέτη θέμα. Κριτήρια αποκλεισμού της βιβλιογραφίας υπήρξαν η γλώσσα του πλήρους κειμένου, εκτός της ελληνικής και της αγγλικής, η αδυναμία πρόσβασης σε αυτό και η ασυνάφεια με το θέμα. Για την εύρεση της σχετικής βιβλιογραφίας ερευνήθηκαν, με τη χρήση λέξεων ευρετηριασμού, οι ακόλουθες ηλεκτρονικές βάσεις συλλογής δεδομένων: Μελετητής Google (Google Scholar) και PubMed/ MEDLINE με ορισμένο διάστημα αναζήτησης την τελευταία οκταετία (01/01/2009 – 01/09/2017). Τελικά, στη συστηματική ανασκόπηση συμπεριλήφθηκαν 8 (οκτώ) μελέτες, οι οποίες πληρούσαν τα κριτήρια εισόδου. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Η εκλεκτική πρόκληση τοκετού σε παρατασιακές κυήσεις πλεονεκτεί σημαντικά σε σχέση με την πολιτική της αναμονής, καθώς στην πλειονότητα των μελετών παρουσιάστηκαν μειωμένα ή αμετάβλητα ποσοστά καισαρικής τομής, μείωση ή καμία μεταβολή στην ανάγκη επεμβατικού κολπικού τοκετού και βελτίωση ή καμία μεταβολή του περιγεννητικού αποτελέσματος. Εξαίρεση αποτελούν οι συχνότεροι τραυματισμοί του περινέου και γενικότερα όλοι οι τύποι τραυματισμών στην ομάδα της πρόκλησης τοκετού (F. Thangarajah και συν88). Η ίδια μελέτη ήταν η μοναδική στην οποία προέκυψε αυξημένο ποσοστό καισαρικής τομής στην ομάδα της εκλεκτικής πρόκλησης, ενώ παράλληλα παρουσιάστηκε συχνότερη η ανάγκη για αερισμό του νεογνού με μάσκα, στην ίδια ομάδα γυναικών. Τέλος, εξαίρεση όσον αφορά το βελτιωμένο περιγεννητικό αποτέλεσμα, αποτέλεσε η μελέτη των Victoria M. και συν90, όπου στην ομάδα της πρόκλησης παρατηρήθηκε χαμηλό Apgar score στα πρώτα 5 λεπτά της ώρας, τόσο μεταξύ των πρωτοτόκων όσο και μεταξύ των πολυτόκων γυναικών. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ. Η εκλεκτική πρόκληση τοκετού στις παρατασιακές κυήσεις φαίνεται να πλεονεκτεί στις περισσότερες παραμέτρους σε σχέση με τη στάση αναμονής. Υπάρχουν, ωστόσο, επιπρόσθετες παράμετροι που χρήζουν ανάλυσης και μελέτης. Συνεπώς, από την παρούσα συστηματική ανασκόπηση προκύπτει η ανάγκη διενέργειας μεθοδολογικά αρτιότερων, τυχαιοποιημένων μελετών σχετικά με την ανάδειξη του κατάλληλου τρόπου διαχείρισης της παρατασιακής κύησης. 333 366 363 The parameters of the sperm are the ones that characterize it and lead to a comprehension of its quality. Such parameters are volume, concentration, total number, motility, morphology and the sperm’s vitality. Those parameters are identified either macroscopically or microscopically when analyzing a sperm diagram, while the evaluation of the resulting values happens using the limits that have been published by the World Health Organization (WHO) in 2010. The embryos created by the process of in vitro fertilization (IVF) are characterized based on their quality with the help of embryo score (ES). Embryo score is calculated by multiplying the number of embryo’s cells (for a specific developmental day) with a coefficient that results from the embryo’s quality. The purpose of this project is to correlate the sperm’s quality through some of its parameters like concentration, total number and motility (a + b) with the quality of the embryo resulting from in vitro fertilization. This project included data from 159 couples that have undergone in vitro fertilization in University Hospital of Alexandroupolis during the period of 2012- 2018. In those couples the woman’s age was under or/ and equal to 35 years and the infertility factor was male or tubal. This limitation of incidents happened in order to target the male infertility and its effect on the creating embryos. The data used include the sperm concentration, the total number of spermatozoa and the sperm motility (a + b), the median value of the embryo score (ES) for the total number of the couple's embryos, the median value of the embryo score (ES) for the embryos that were transferred to women (ES-ET), the day of development of the couple's embryo as well as the outcome of in vitro fertilization. The results showed that there is a significant positive correlation between the sperm motility (a+b) and the embryo score’s median value for the embryos of the second day that were transferred to each woman. Furthermore, it was observed that there is a positive correlation (but not statistically significant) between sperm concentration and total sperm number with ES and ES-ET. As a result, higher sperm parameters were related with higher ES and ES-ET value for day 2 embryos of development. Οι παράμετροι του σπέρματος είναι αυτές που το χαρακτηρίζουν και οδηγούν στην κατανόηση της ποιότητας του. Τέτοιες παράμετροι είναι ο όγκος, η συγκέντρωση του σπέρματος, ο ολικός αριθμός, η κινητικότητα, η μορφολογία και η ζωτικότητα των σπερματοζωαρίων. Οι παράμετροι αυτοί προσδιορίζονται είτε μακροσκοπικά είτε μικροσκοπικά κατά την επίτευξη σπερμοδιαγράμματος, ενώ η αξιολόγηση των τιμών που προκύπτουν γίνεται με την βοήθεια των ορίων που είχαν δημοσιευτεί από τον Παγκόσμιο οργανισμό υγείας (WHO) το 2010.Τα έμβρυα που δημιουργούνται με την διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης χαρακτηρίζονται ως προς την ποιότητα τους με την βοήθεια του εμβρυικού γινομένου (ES). Το εμβρυικό γινόμενο υπολογίζεται από τον πολλαπλασιασμό του αριθμού των κυττάρων του εμβρύου (για μία συγκεκριμένη ημέρα ανάπτυξης), με έναν συντελεστή που προκύπτει από την ποιότητα του εμβρύου. Σκοπός της παρούσας πτυχιακής είναι να συσχετιστούν η ποιότητα του σπέρματος μέσω κάποιων παραμέτρων του όπως η συγκέντρωση του σπέρματος, ο ολικός αριθμός και η κινητικότητα (α+β) των σπερματοζωαρίων, με την ποιότητα του εμβρύου που προκύπτει από εξωσωματική γονιμοποίηση. Στην πτυχιακή αυτή συμπεριλήφθηκαν στοιχεία από 159 ζευγάρια που υποβλήθηκαν σε εξωσωματική γονιμοποίηση στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης κατά το χρονικό διάστημα του 2012 - 2018. Στα ζευγάρια αυτά η ηλικία της γυναίκας ήταν κάτω ή ίση των 35 ετών και ο παράγοντας υπογονιμότητας ήταν ανδρικός ή/ και σαλπιγγικός. Αυτός ο περιορισμός στα περιστατικά έγινε ώστε να στοχευθεί η ανδρική υπογονιμότητα και η δράση της στα σχηματιζόμενα έμβρυα. Στα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν περιλαμβάνονται η συγκέντρωση του σπέρματος, ο ολικός αριθμός και η κινητικότητα (α+β) των σπερματοζωαρίων, η μέση τιμή του εμβρυικού γινομένου ES για τα ολικά έμβρυα του ζευγαριού, η μέση τιμή του εμβρυικού γινομένου για τα έμβρυα που μεταφέρθηκαν στην γυναίκα ES-ΕΤ, η ημέρα ανάπτυξης των εμβρύων του ζευγαριού καθώς και η έκβαση της εξωσωματικής. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως υπάρχει σημαντική θετική συσχέτιση της κινητικότητας α+β των σπερματοζωαρίων με τη μέση τιμή του εμβρυικού γινομένου για τα έμβρυα 2ης ημέρας που μεταφέρθηκαν στην γυναίκα κάθε ζευγαριού. Επιπλέον παρατηρήθηκε ότι υπάρχει θετική συσχέτιση (αλλά όχι στατιστικά σημαντική) της συγκέντρωσης του σπέρματος και του ολικού αριθμού των σπερματοζωαρίων με τα ES και ES-ET. Επομένως οι υψηλότερες παράμετροι σπέρματος συνδέονταν με υψηλότερη τιμή του ES και ES-ET για τα έμβρυα 2ης ημέρας ανάπτυξης. 334 568 597 Μελέτη της επίδρασης του κυκλικού ωραρίου εργασίας στα χαρακτηριστικά και την ποιότητα ύπνου, στη γενική υγεία και ποιότητα ζωής εργαζομένων σε αεροδρόμιο Sleep is a biological need of outmost importance for humans, and occupies about one third of the total life time. The exact functional significance remains unknown, but is probably related to the rest of the brain activity and the proper functioning of memory and learning. Sleep deprivation causes disorders of attention and emotion, loss of job performance, irritability and daytime sleepiness. It is therefore necessary for a smooth living, given the fact that its duration and quality are ensured. The work as well the everyday personal and family lives are affected by the quality and quantity of sleep. Accidents or omissions caused in the workplace by fatigue an lack of sleep, cause huge financial cost and intolerable social problems. The shift work, which in recent decades, is applied as a primary work model, violates the normal cycle of circadian rhythms of employees, resulting in the mentioned effects on physical and mental health of the latter and increasing the risk of personal and occupational accidents. The airport employees consist one of the groups of employees who work in shifts and some of them in very neuralgic positions of aircraft and passengers' ground handling services. The sleep deprivation and the affects that their shift work has on their mental and physical health is the subject of this study, which aims to contribute to a better understanding of the problems faced by the airport employees, problems that have also a negative impact on their families and financial or social life. Four hundred employees at "MAKEDONIA" airport of Thessaloniki, Greece (374 employees in shift work and 26 in standard morning work- controls), who work in various positions inside and outside the terminal and who smoke or do not smoke, completed the Shift Work Disorders Questionnaire (SWDQ). The questionnaire includes questions about demographics, quantitative characteristics (age, BMI, number of cigarettes per day, number of children etc..) and qualitative characteristics (wellness, sleepiness at work, drowsiness while driving etc..). The statistical analysis of the responses from all the employees in all questions led to interesting conclusions about the quality of sleep and life in general. Smokers, in particular, show a tendency to have reduced quality of sleep and abnormal sleep characteristics, but without statistical significance. Less than half of the employees in shift work declare to have no problem at all to sleep again and quickly after early wakening and about half of them again declare to have day wellness despite the fact that they worked a night shift. One out of two employees declare that the probability to fall asleep while working in a non­constant shift is small. Employees, who work in shifts, declare to have an increased possibility to fall asleep while driving home after their work or while somebody else is taking them home. Finally, a big number of employees declare that while they are off their job for a week, have reduced physical and mental capacity, something that shows their inability to get enough rest. In the domestic and international literature, there are many studies involving several other categories of employees who work in shifts, but not employees who work at an airport. Our study has the ambition to fill this gap in the literature. Our findings need more investigation, because the percentage of employees who gave answers related to deteriorating wellness, daytime sleepiness, drowsiness while driving, poor quality and quantity of sleep and physical and mental depression, is quite large. Ο ύπνος είναι μία βιολογική ανάγκη υψίστης σημασίας για τον άνθρωπο και καταλαμβάνει περίπου το ένα τρίτο του συνολικού χρόνου ζωής. Η ακριβής λειτουργική του σημασία παραμένει άγνωστη, αλλά πιθανώς σχετίζεται με την ανάπαυση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και την καλή λειτουργία της μνήμης και της εκμάθησης. Η στέρηση του ύπνου προκαλεί διαταραχές της προσοχής, του συναισθήματος, της απόδοσης στην εργασία, εκνευρισμό, ημερήσια υπνηλία. Είναι λοιπόν απαραίτητος για μία ομαλή διαβίωση, αρκεί να διασφαλίζονται η διάρκεια και η ποιότητά του. Η εργασία, όπως και η καθημερινή προσωπική και οικογενειακή ζωή επηρεάζονται άμεσα από την ποιότητα και ποσότητα του ύπνου. Τα ατυχήματα ή κάθε είδους παραλείψεις που προκαλούνται στον εργασιακό χώρο από κούραση και έλλειψη ύπνου δημιουργούν τεράστιο οικονομικό κόστος και δυσβάσταχτο κοινωνικό πρόβλημα. Το κυκλικό ωράριο, που τις τελευταίες δεκαετίες, εφαρμόζεται ως πρωταρχικό εργασιακό μοντέλο παραβιάζει το φυσιολογικό κύκλο των κιρκάδιων ρυθμών των εργαζομένων, με αποτέλεσμα τις προαναφερθείσες επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία των τελευταίων και την αύξηση του κινδύνου των προσωπικών και επαγγελματικών ατυχημάτων. Οι εργαζόμενοι σε αεροδρόμιο αποτελούν μια από τις ομάδες εργαζομένων που απασχολούνται σε κυκλικό ωράριο και μάλιστα μερικοί από αυτούς σε πολύ νευραλγικές θέσεις της επίγειας εξυπηρέτησης αεροσκαφών και επιβατών. Η στέρηση του ύπνου και οι άλλες επιπτώσεις, που έχει στη φυσική και διανοητική τους κατάσταση η ιδιόμορφη εργασία τους σε μη σταθερές βάρδιες, αποτελεί το αντικείμενο αυτής της έρευνας, η οποία φιλοδοξεί να συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στο αεροδρόμιο, προβλήματα που έχουν αντίκτυπο στην οικογενειακή, οικονομική και κοινωνική τους ζωή. Τετρακόσιοι εργαζόμενοι του αεροδρομίου «ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ», (374 εργαζόμενοι σε κυκλικό ωράριο και 26 εργαζόμενοι σε σταθερό πρωϊνό ωράριο - μάρτυρες), που απασχολούνται σε διάφορες θέσεις εντός και εκτός του αεροσταθμού και οι οποίοι είτε καπνίζουν είτε όχι, συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγιο Swift Work Disorders Questionnaire (SWDQ). Το συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο περιλαμβάνει ερωτήσεις σχετικά με δημογραφικά στοιχεία, ποσοτικά χαρακτηριστικά (ηλικία, BMI, αριθμός τσιγάρων την ημέρα, ηλικία έναρξης καπνίσματος, αριθμός τέκνων κλπ) και ποιοτικά χαρακτηριστικά (ευεξία, πρόωρη αφύπνιση, υπνηλία στην εργασία, υπνηλία κατά την οδήγηση κλπ). Με την στατιστική επεξεργασία των απαντήσεων που έδωσαν οι εργαζόμενοι στις ερωτήσεις του ερωτηματολογίου προέκυψαν χρήσιμα συμπεράσματα για την ποιότητα του ύπνου και της ζωής τους γενικότερα. Ιδιαίτερα οι καπνιστές παρουσιάζουν μία τάση, χωρίς στατιστική σημαντικότητα, να έχουν μειωμένη ποιότητα του ύπνου τους και διαταραχή των χαρακτηριστικών του. Λιγότεροι από τους μισούς εργαζομένους σε κυκλικό ωράριο δηλώνουν ότι δεν έχουν πρόβλημα να ξανακοιμηθούν αμέσως αν ξυπνήσουν πρόωρα και περίπου οι μισοί εργαζόμενοι δηλώνουν ικανοποιητική ευεξία την ημέρα παρά το ότι εργαζόταν σε νυχτερινή εναλλασσόμενη βάρδια. Τέλος, ένας στους δύο εργαζομένους δηλώνει ότι η πιθανότητα να αποκοιμηθεί κατά τη διάρκεια της εργασίας του σε μη σταθερή βάρδια είναι μικρή. Εργαζόμενοι σε βάρδιες δηλώνουν ότι έχουν αυξημένη πιθανότητα να αποκοιμηθούν ενώ οδηγούν προς το σπίτι τους μετά τη δουλειά ή ενώ κάποιος άλλος τους πηγαίνει στο σπίτι. Τέλος, ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων δηλώνει ότι ενώ βρίσκεται εκτός εργασίας για μία εβδομάδα, έχει ελαττωμένη φυσική και διανοητική ικανότητα, πράγμα που καταδεικνύει την δυσκολία που έχουν να ξεκουραστούν ικανοποιητικά Στη βιβλιογραφία, εγχώρια και διεθνή, υπάρχουν πολυάριθμες έρευνες που μελετούν πολλές άλλες κατηγορίες εργαζομένων σε κυκλικό ωράριο πλην αυτών που απασχολούνται στις επίγειες υπηρεσίες ενός αεροσταθμού. Αυτό το κενό είχε τη φιλοδοξία να καλύψει η παρούσα εργασία. Τα συμπεράσματά της χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, λόγω του αρκετά μεγάλου ποσοστού εργαζομένων, που έδωσαν απαντήσεις σχετικές με επιδείνωση της ευεξίας, της ημερήσιας υπνηλίας, της υπνηλίας κατά την οδήγηση, της κακής ποιότητας και ποσότητας ύπνου και της φυσικής και διανοητικής κατάπτωσης. 335 235 230 Comparative error analysis of Greek written essays produced by L1 and L2 university students Συγκριτική μελέτη λαθών φοιτητών με την ελληνική ως μητρική και ως δεύτερη/ξένη γλώσσα The aim of this study is to detect, collect and classify errors of native Greek speakers as well as speakers of Greek as a second or foreign language. This research consists of two main parts, a theoretical and an empirical framework. In the former part of this work, an effort has been made to clarify some important terms for a better understanding of the issue, such as: definition of first and second/foreign language, interlanguage and linguistic errors. In the latter part of the study, the empirical one, the research is based on the written data given by university students who participated in a linguistic test in a curricular framework of the Primary school Education department at DUTH. Written language produced by 100 university students, has been examined, 75 of whom have Greek as a first language and 25 who have Greek as a second/foreign language. The findings of our research show that: a) both students with Greek as a first language and students with Greek as a second/foreign language make more phonological-graphical errors, b) students who use Greek as a second/foreign language produce smaller texts and more mistakes in written language than students who use Greek as a first language and c) as far as the gender is concerned, males overall, show more mistakes in written language as compared to females. Ο στόχος της εργασίας είναι ο εντοπισμός, η καταγραφή και η ταξινόμηση των λαθών φοιτητών του ΠΤΔΕ, τόσο αυτών που χρησιμοποιούν την ελληνική ως μητρική, όσο και αυτών που χρησιμοποιούν την ελληνική ως δεύτερη ή ξένη γλώσσα. Η παρούσα εργασία αποτελείται από δύο κύρια μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Στο θεωρητικό μέρος γίνεται προσπάθεια αποσαφήνισης ορισμένων σημαντικών όρων για την πληρέστερη κατανόηση του θέματος, όπως πρώτη και δεύτερη ή ξένη γλώσσα, διαγλώσσα και γλωσσικό λάθος. Στη συνέχεια, ακολουθεί το εμπειρικό μέρος και η υλοποίηση της έρευνας, η οποία βασίστηκε σε σώματα κειμένων πρωτοετών φοιτητών που συμμετείχαν σε γλωσσική δοκιμασία στα πλαίσια των προγραμμάτων σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΔΠΘ. Το δείγμα αποτέλεσαν σώματα κειμένων από 100 φοιτητές, 75 εκ των οποίων χρησιμοποιούν την ελληνική ως μητρική και 25 χρησιμοποιούν την ελληνική ως δεύτερη ή ξένη γλώσσα. Τα ευρήματα της έρευνάς μας δείχνουν: α) τόσο οι φοιτητές με μητρική την ελληνική, όσο και οι φοιτητές με την ελληνική ως δεύτερη/ξένη γλώσσα εμφανίζουν περισσότερα φωνολογικά-γραφηματικά λάθη, β) οι φοιτητές που χρησιμοποιούν την ελληνική ως δεύτερη/ξένη γλώσσα εμφανίζουν περισσότερα λάθη σε μικρής έκτασης κείμενα στον γραπτό λόγο απ’ ό,τι οι φοιτητές με μητρική γλώσσα την ελληνική και γ) σχετικά με το φύλο, οι άνδρες του συνολικού δείγματος εμφανίζουν περισσότερα λάθη στον γραπτό λόγο συγκριτικά με τις γυναίκες 336 414 573 Επίδραση της έκφρασης της πρωτεΐνης HURP στην ανθεκτικότητα που παρουσιάζουν κυτταρικές σειρές καρκίνου του μαστού στην ταξόλη HURP (Hepatoma Up Regulated Protein) is a Microtubule Associated protein (MAP), initially characterized in Hepatocellular Carcinoma, where it was found to be overexpressed. HURP’s expression is regulated during the cell cycle. The expression levels of HURP are regulated by post-translational modifications. Aurora A, a Ser/Thr kinase, phosphorylates HURP during mitosis, which is considered important for the stability of the protein, while this phosphorylation affects the binding of the protein to microtubules (MT). HURP contains a NLS (Nuclear Localization Signal) and a NES (Nuclear Export Signal) sequence and is imported into the cell nucleus through importin-β, from which is released by the Ran-GTP near the chromosomes. HURP’s regulation by Ran protein has also been determined in Xenopus egg extracts, in which HURP acts as part of a Ran-GTP regulated complex along with two MAPs, TPX2 and XMAP215, Aurora A and a kinesin, Eg5. This complex promotes the transition of microtubules from monopolar aster-like structures to bipolar spindle-like structures. During this study we investigated HURP’s role in taxol resistance, in the breast cell lines MCF-10, T47D, MCF7, MDA-MB-231 and MDA-MB- 435S, representing different stages of carcinogenesis. Paclitaxel (taxol) is an anti-cancer drug, which binds β-tubulin, preventing the depolymerization of microtubules. As a result, cells undergo apoptosis or they slip back to the G-phase of the cell cycle without division. We attempted to make an initial correlation between the expression levels of HURP in the various breast cell lines, with the taxol resistance. We investigated the resistance of the cell lines at different concentrations of the drug by using WST-1 Proliferation Assay after taxol treatment for 48 hours and we attempted to determine the expression levels of HURP in cell extracts we collected from various breast cell lines, by Western blot analysis. We observed that as the expression levels of HURP in the MCF7, T47D, MDA-MB-435S cell lines increased, the resistance of the cell lines to taxol was reduced. The aggressive metastatic cell line MDA-MB-435S exhibits higher expression levels of HURP than the other two cell lines and the lowest taxol resistance. Subsequently, T47D exhibit lower levels of protein expression and higher taxol resistance than MCF7. In contrast, although MDA-MB-231 are the most aggressive metastatic cells in which the highest levels of protein expression were observed compared to the other cell lines, they exhibited the highest resistance to taxol. As for the epithelial cell line MCF-10A, HURP’s expression levels are lower compared to cancer cell lines and their taxol resistance is higher T47D’s and lower than MCF7’s. Η πρωτεΐνη HURP (Hepatoma Up Regulated Protein) είναι μία πρωτεΐνη που προσδένεται σε μικροσωληνίσκους (MAP: Microtubule Associated Protein) και αρχικά χαρακτηρίστηκε σε ηπατοκυτταρικό κακρίνωμα (HCC), όπου βρέθηκε ότι υπερεκφράζεται. Η έκφραση της HURP ρυθμίζεται κατά τη διάρκεια του κυτταρικού κύκλου. Τα επίπεδα έκφρασης της HURP ρυθμίζονται από μετα-μεταφραστικές τροποποιήσεις. Η Aurora A, μία κινάση Ser/Thr, φωσφορυλιώνει την HURP κατά τη διάρκεια της μίτωσης, γεγονός που θεωρείται ότι είναι σημαντικό για τη σταθερότητα της πρωτεΐνης, ενώ έχει βρεθεί ότι αυτή η φωσφορυλίωση επηρεάζει την πρόσδεση της πρωτεΐνης στους μικροσωληνίσκους (MT). Η HURP διαθέτει ένα σήμα πυρηνικού εντοπισμού στο αμινο-τελικό άκρο της (NLS) και ένα σήμα πυρηνικής εξαγωγής (NES) και εισάγεται στον πυρήνα των κυττάρων με τη βοήθεια της ιμπορτίνης-β, από την οποία απελευθερώνεται μέσω της Ran-GTP κοντά στα χρωμοσώματα. Σε αυτό το σημείο η HURP δρα κατά τη διάρκεια της μίτωσης, σταθεροποιώντας και δεσμοποιώντας τους μικροσωληνίσκους και επάγοντας τον πολυμερισμό αυτών που εμπυρηνώνονται από τους κινητοχώρους. Η ρύθμισή της HURP από την πρωτεΐνη Ran έχει ταυτοποιηθεί και σε εκχυλίσματα αυγών στον Xenopus, στα οποία η HURP λειτουργεί ως μέρος ενός Ran-GTP ρυθμιζόμενου συμπλόκου μαζί με δύο πρωτεΐνες MAP , την TPX2 και την XMAP215, την κινάση Aurora A και την κινεσίνη Eg5. Το σύμπλοκο αυτό προάγει τη μετάβαση των μικροσωληνίσκων από απλή δομή αστέρα (aster-like) σε δομή ψευδο-ατράκτου (spindle-like). Σκοπός μας στην παρούσα διπλωματική εργασία ήταν να διερευνήσουμε το ρόλο της πρωτεΐνης HURP στην ανθεκτικότητα που παρουσιάζουν κυτταρικές σειρές του μαστού, όπως οι MCF-10, T-47D, MCF7, MDA-MB-231 και MDA-MB- 435S, που αντιπροσωπεύουν διαφορετικά στάδια της καρκινογένεσης, στο αντικαρκινικό φάρμακο paclitaxel (taxol). Η δράση του συγκεκριμένου φαρμάκου έγκειται στην πρόσδεσή του στην εσωτερική επιφάνεια του μικροσωληνίσκου, στα μονομερή β-τουμπουλίνης, με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται ο αποπολυμερισμός του μικροσωληνίσκου και ακολούθως είτε τα κύτταρα να υποβάλλονται σε απόπτωση είτε ο κυτταρικός κύκλος να σταματά στη φάση G2/M. Επιχειρήσαμε να κάνουμε έναν αρχικό συσχετισμό μεταξύ των επιπέδων πρωτεϊνικής έκφρασης της HURP στις διάφορες κυτταρικές σειρές του μαστού, καρκινικές και μη, με την ανθεκτικότητα που αυτές παρουσιάζουν στο taxol. Διερευνήσαμε την ανθεκτικότητα των κυτταρικών σειρών σε διαφορετικές συγκεντρώσεις του φαρμάκου με τη χρωματομετρική μέθοδο του τετραζολικού άλατος WST-1 μετά από επίδραση του taxol για 48 ώρες και επιχειρήσαμε να προσδιορίσουμε τα επίπεδα πρωτεϊνικής έκφρασης της HURP σε εκχυλίσματα κυττάρων, που είχαμε λάβει από διάφορες κυτταρικές σειρές του μαστού, με ανάλυση κατά Western blot. Παρατηρήσαμε ότι όσο αυξάνεται η συγκέντρωση της HURP στις κυτταρικές σειρές MCF7, T47D, MDA-MB-435S, μειώνεται η ανθεκτικότητα των κυτταρικών σειρών στο taxol. Στην επιθετική μεταστατική κυτταρική σειρά MDA-MB-435S, τα επίπεδα έκφρασης της HURP είναι υψηλότερα σε σχέση με τις άλλες δύο κυτταρικές σειρές και παρουσιάζεται η χαμηλότερη ανθεκτικότητα στο taxol. Ακολούθως τα T47D εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης και υψηλότερη ανθεκτικότητα στο taxol από τα MCF7, στα οποία η συγκέντρωση της HURP είναι ακόμα χαμηλότερη και η ανθεκτικότητα στο taxol υψηλότερη. Εξαίρεση αποτέλεσαν τα MDA-MB-231 κύτταρα στα οποία παρατηρήθηκαν τα υψηλότερα επίπεδα έκφρασης της HURP, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες κυτταρικές σειρές, και τα οποία παρουσίασαν την υψηλότερη ανθεκτικότητα στο taxol. Τα κύτταρα αυτά είναι τα πλέον επιθετικά μεταστατικά κύτταρα και πιθανώς να φέρουν επιπρόσθετες μεταλλάξεις. Όσον αφορά τα επιθηλιακά κύτταρα MCF-10A, τα οποία είναι μη καρκινικά, αλλά αθανατοποιημένα, εκφράζουν την HURP σε χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τις καρκινικές κυτταρικές σειρές του μαστού, και η ανθεκτικότητά τους στο taxol είναι ενδιάμεση των κυτταρικών σειρών T47D και MCF7. 337 304 314 Διαχρονικά ηθικά διλήμματα και αναδρομή της νομολογίας περί της αυτονομίας των χρηστών εξαρτησιογόνων ουσιών In this diploma thesis we have dealt with the timeless moral dilemmas and the question of the autonomy of the user of illicit addictive substances (in opposition to the lawful addictive substances, which are alcohol, caffeine and nicotine). Initially, in the first chapter, a brief historical review of the illicit drug addicts took place and then illicit drugs and their distinctions were presented according to their effect on the organism as well as on their origins. Then, the main reasons why someone was forced to use drugs were presented, and then reference was made to the concept and types of dependence in the process of diagnosis, and a brief reference was also made to the concepts of tolerance, deprivation syndrome and therapeutic approaches to dependence. Subsequently, the second chapter of the present report outlined the social impact of drug use, which has distinguished itself in the physical and mental effects, the impact on public health, the social and professional exclusion experienced by users and their involvement with criminal justice and reference has been made to the concept of drug users' autonomy and secondly to the moral dilemmas that arise around users and addictive substances. Furthermore, in the third chapter of the present, the legal implications of the use of narcotic drugs as well as the criminal treatment of the user on the basis of Law 4139/2013, with reference to case law, and in accordance with the provisions of Articles 34 and 36 of the Penal Code, which shows the absence of imputation of the offense or the reduced charging of the offense, in conjunction with the concept of autonomy. Finally, in the fourth chapter, conclusions and suggestions have been presented on the possible solution of the drug issue, leading to the basic conclusion that the user is patient and as such should be treated. Στην παρούσα διπλωματική διατριβή ασχοληθήκαμε με τα διαχρονικά ηθικά διλήμματα και με το ζήτημα της αυτονομίας του χρήστη παράνομων εξαρτησιογόνων ουσιών (σε αντίστιξη με τις νόμιμες εξαρτησιογόνες ουσίες, που είναι το αλκοόλ, η καφεΐνη και η νικοτίνη). Αρχικώς, στο πρώτο κεφάλαιο, έγινε μια σύντομη ιστορική αναδρομή στις παράνομες εξαρτησιογόνες ουσίες και στη συνέχεια παρουσιάστηκαν οι παράνομες ναρκωτικές ουσίες και οι διακρίσεις αυτών ανάλογα με την επίδρασή τους στον οργανισμό καθώς και με την προέλευσή τους. Έπειτα, παρουσιάστηκαν οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους ωθείται κάποιος στη χρήση ναρκωτικών και στη συνέχεια, έγινε αναφορά στην έννοια και τα είδη της εξάρτησης, στη διαδικασία διάγνωσής της, ενώ έγινε επίσης μια σύντομη αναφορά στις έννοιες της ανοχής, του στερητικού συνδρόμου όπως και στις θεραπευτικές προσεγγίσεις της εξάρτησης. Στη συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο της παρούσας, εκτέθηκε ο κοινωνικός αντίκτυπος της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, ο οποίος διακρίθηκε στις σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις, στις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, στον κοινωνικό και επαγγελματικό αποκλεισμό, που βιώνουν οι χρήστες καθώς και στην εμπλοκή τους με την ποινική κυρίως δικαιοσύνη, ενώ έγινε αναφορά αφενός στην έννοια της αυτονομίας των χρηστών ναρκωτικών και αφετέρου στα διαχρονικά ηθικά διλήμματα, που ανακύπτουν γύρω από τους χρήστες και τις εξαρτησιογόνες ουσίες. Περαιτέρω, στο τρίτο κεφάλαιο της παρούσας, παρουσιάστηκαν οι νομικές προεκτάσεις της χρήσης ναρκωτικών ουσιών καθώς και η ποινική αντιμετώπιση του χρήστη επί τη βάσει του Νόμου 4139/2013, με παραπομπή σε νομολογιακά δεδομένα, καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 34 και 36 του Ποινικού Κώδικα, από τις οποίες προκύπτει η απουσία καταλογισμού της αξιόποινης πράξης του χρήστη ή ο μειωμένος καταλογισμός αυτού, σε συνδυασμό με την έννοια της αυτονομίας. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο, παρουσιάστηκαν συμπεράσματα και προτάσεις σχετικά με την ενδεχόμενη επίλυση του ζητήματος των ναρκωτικών καταλήγοντας στο βασικό συμπέρασμα ότι ο χρήστης είναι ασθενής και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζεται. 338 114 124 Endometriosis is a benign disease characterized by the presence of ectopic endometrial tissue outside the uterus. It mainly affects women of reproductive age and displays a variety of non-specific symptoms, which often makes the diagnosis difficult and. It is a disease with different locations, stages, and different phenotype in each woman. Furthermore, endometriosis affects significantly the female fertility, but it doesn’t always obstruct physical conception. It is, also, very important to understand the pathogenesis of endometriosis, its appearance and the way it affects the fertility of women, so that we can recognize it, diagnose it, individualize the treatment for every patient and treat each woman in the most appropriate and right way for her. Η ενδομητρίωση είναι μια καλοήθης νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από την παρουσία έκτοπου ενδομητρικού ιστού εκτός της μήτρας. Προσβάλλει κυρίως γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας και εμφανίζει μία ποικιλία μη ειδικών συμπτωμάτων, εξαιτίας των οποίων η διάγνωση πολλές φορές καθίσταται δύσκολη και καθυστερεί. Πρόκειται για μία πολυπαραγοντική νόσο με διάφορες εντοπίσεις, στάδια και διαφορετικό φαινότυπο σε κάθε γυναίκα, η οποία επηρεάζει σημαντικά τη γονιμότητα, χωρίς να εμποδίζει πάντα τη φυσική σύλληψη. Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε την παθογένεια της ενδομητρίωσης, την εμφάνιση της και τον τρόπο με τον οποίο επιδρά στη γονιμότητα της γυναίκας, έτσι ώστε να μπορούμε να την αναγνωρίζουμε, να τη διαγιγνώσκουμε, να εξατομικεύουμε τη θεραπεία της κάθε ασθενούς και να αντιμετωπίζουμε την κάθε γυναίκα με τον καταλληλότερο και ορθότερο τρόπο για την ίδια. 339 381 401 This research is a bibliography study in the field of orthopedics. The subject of this study is the local release of antibiotics from bone grafts. It deals with a serious orthopedic problem which is the prevention and the treatment of bone infections and restoring of bone defects. Bone infections include microbial arthritis and osteomyelitis, occurring after orthopedic surgery or after complicated fractures. Certainly, infections surrounding tissues can be treated by the local release of antibiotics from bone grafts. The bone grafts are classified in autografts, allografts and xenografts or in cortical and cancellous. This classification depends on the origin of the donor, and histological morphology, respectively. Also, bone grafts are used as antibiotic carriers, and impregnated with an antibiotic or combination of antibiotics before being introduced in human body. The bone grafts are ideal carriers of antibiotics, as it is not required further surgical intervention for their removal, as the chain of beads with antibiotics. Antibiotics of which solutions soak the bone grafts are aminoglycosides (tobramycin, streptomycin, gentamicin, netilmicin), cephalosporins (cefazolin, cefoxitin, cefalotin), penicillins (ampicillin, benzylpenicillin, dicloxacillin, oxacillin, piperacillin, ticarcillin), quinolones (levofloxacin, ciprofloxacin , trovafloxacin), vancomycin, clindamycin, erythromycin, teicoplanin, rifampicin and linezolid. Also, this study presents the therapeutic effects and possible complications in relation with the concentration of antibiotics at local level, in the blood serum, in the liquid drainage and in urine. The resource of this data was a lot of reliable articles. The research of the effectiveness of therapeutic effect of bone grafts with antibiotics to eliminate the infection and the reconstruction of bone defects was, as mentioned in the articles, a tedious and long process, as it is included regular check of patient for months or for years. Also, the calculation of the concentration of antibiotics in body fluids and in tubes in vitro, and the identification of the pathogenic microorganisms are required specialized laboratories and measuring instruments. In conclusion, this study was required a combination of, clinical and surgical, orthopedic experience and specialized techniques. Finally, further clinical experience and systematic research are necessary to determine the efficacy of bone grafts with antibiotics, as a result their use is going to be regularly in orthopedic surgery, such as complicated fractures with bone loss and infection and revisions of septic or aseptic loosing of total knee and hip arthroplasty. Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια βιβλιογραφική μελέτη στον πεδίο της χειρουργικής ορθοπαιδικής. Η εργασία της οποίας το θέμα είναι η τοπική απελευθέρωση αντιβίωσης από οστικά μοσχεύματα πραγματεύεται ένα ορθοπαιδικό πρόβλημα που είναι η πρόληψη και η θεραπεία των οστικών λοιμώξεων και η αποκατάσταση οστικών ελλειμμάτων. Οστικές λοιμώξεις μπορούν να θεωρηθούν οι μικροβιακές αρθρίτιδες και οι οστεομυελίτιδες, που συμβαίνουν μετά από ορθοπαιδικές επεμβάσεις ή μετά από επιπλεγμένα κατάγματα. Βέβαια, οι λοιμώξεις που εφίσταντο και στους πέριξ ιστούς μπορούν να αντιμετωπιστούν από την τοπική απελευθέρωση αντιβιοτικών από τα οστικά μοσχεύματα. Τα οστικά μοσχεύματα διακρίνονται σε αυτομοσχεύματα, αλλομοσχεύματα και ξενομοσχεύματα με κριτήριο την προέλευση του δότη, και σε φλοιώδη και σε σπογγώδη αναλόγως την ιστολογική μορφολογία. Επίσης, τα οστικά μοσχεύματα χρησιμοποιούνται ως φορείς αντιβιοτικών, καθώς εμποτίζονται με μια αντιβίωση ή συνδυασμό αντιβιοτικών πριν εισαχθούν στο οργανισμό. Αυτή η ικανότητα τους τα καθιστά ως ιδανικό φορέα αντιβίωσης, καθώς συγχωνεύονται και δεν απαιτούν περαιτέρω χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση τους, όπως η αλυσίδα χαντρών PMMA με αντιβίωση. Τα αντιβιοτικά στα οποία εμποτίστηκαν τα οστικά μοσχεύματα είναι διάφορες αμινογλυκοσίδες (τομπραμυκίνη, στρεπτομυκίνη, γενταμικίνη, νετιλμικίνη), κεφαλοσπορίνες (κεφαζολίνη, κεφοξιτίνη, κεφαλοτίνη), πενικιλλίνες (αμπικιλλίνη, βενζυλοπενικιλλίνη, δικλοξακιλλίνη, οξακιλλίνη, πιπερακιλλίνη, τικαρκιλλίνη), κινολόνες (λεβοφλοξασίνη, σιπροφλοξασίνη, τροβαφλοφασίνη), η βανκομυκίνη, η κλινδαμυκίνη, η ερυθρομυκίνη, η τεικοπλανίνη, η ριφαμπικίνη και η λινεζολίδη. Επίσης, η συγκέντρωση των αντιβιοτικών σε τοπικό επίπεδο, στον ορό του αίματος, στο υγρό παροχέτευσης και στα ούρα σε συνάρτηση με την θεραπευτική δράση και τις πιθανές επιπλοκές παρουσιάζονται σε αυτή την εργασία με πληροφορίες που αντλήθηκαν από διάφορα επιστημονικά άρθρα. Η μελέτη της αποτελεσματικότητας της θεραπευτικής δράσης των οστικών μοσχευμάτων με αντιβίωση στην εξάλειψη της λοίμωξης και της αποκατάστασης των οστικών ελλειμμάτων αποτέλεσε, όπως αναφέρεται στα άρθρα, μια επίπονη και μακροχρόνια διαδικασία, καθώς περιλάμβανε την παρακολούθηση των περιστατικών σε τακτική βάση στα εξωτερικά ιατρεία για μήνες και μερικές φορές και για χρόνια. Επίσης, για τον υπολογισμό της συγκέντρωσης των αντιβιοτικών στα σωματικά υγρά και σε δοκιμαστικούς σωλήνες in vitro, και για τον προσδιορισμό των υπεύθυνων μικροοργανισμών απαιτήθηκαν εξειδικευμένα εργαστήρια και όργανα μέτρησης. Συμπερασματικά, το θέμα της εργασίας απαιτούσε τον συνδυασμό ορθοπαιδικής, κλινικής και χειρουργικής, εμπειρίας αλλά και εξειδικευμένων εργαστηριακών μεθόδων. Τέλος, απαιτείται περεταίρω κλινική εμπειρία και συστηματική έρευνα για το προσδιορισμό της αποτελεσματικότητας των οστικών μοσχευμάτων με αντιβίωση, με αποτέλεσμα την χρησιμοποίηση τους σε τακτική βάση σε ορθοπαιδικές επεμβάσεις, όπως κατάγματα με οστικό έλλειμμα και σε αναθεωρήσεις των ολικών αρθροπλαστικών του γόνατος και του ισχίου. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την πρόληψη των οστικών λοιμώξεων. 340 310 318 Assessments of Primary and Secondary Education teachers on factors affecting school performance Οι εκτιμήσεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης αναφορικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν τη σχολική επίδοση των μαθητών The purpose of this final year report is the thorough research and analysis of the factors that influence the school performance of primary and secondary education students, via the review of relevant bibliographic data, the intersection with the findings of interviews taken from teachers of primary and secondary education regarding this issue and the outcome of conclusions. These interviews were semi-structured and taken from a sample of fourteen teachers, eight of whom work in the Primary Education and six in the Secondary Education. In the context of the scientific method, the main working tool is the hypothesis that the estimates of the teachers participating in the research are generally consistent with the literature data. The report highlights the obligation of teachers in promoting the maximum potential of students and creating positive classroom conditions. Schools need to contribute to learning and socialization of pupils/students. However, questions about marginalization and school bullying are raised. Furthermore, the impact of pupils' use of modern technology means on their performance is examined. After that, the topic of students with special learning disabilities and the school handling of it is investigated. Next, the contribution of the family in the educational performance of children is analyzed, regarding areas such as the socio-cultural and economic level of the family, as well as the quality of intrafamilial relationships. Then, personal differences are observed in the performance of the students, due to inheritive and motivational issues. The main conclusion is that, although the education system attempts to motivate all pupils to meet social needs, it does not promote the development of students external motives, due to lack of resources, inadequate auxiliary staff and inaccurate job training. Moreover, school-family cooperation efforts do not induce the desired results, because some parents do not always recognize their role in proper upbringing. Σκοπός της Εργασίας είναι η επιστημονική διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν τη σχολική επίδοση των μαθητών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, μέσω της βιβλιογραφικής ανασκόπησης του θέματος και της διασταύρωσης των γνώσεων με τα ευρήματα της Εμπειρικής Έρευνας. Η Εμπειρική Έρευνα πραγματεύεται τις εκτιμήσεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης επί του ζητήματος, καταλήγοντας στην αποτύπωση τελικών συμπερασμάτων. Για τη συλλογή δεδομένων χρησιμοποιούνται ως ερευνητικά εργαλεία ημιδομημένες συνεντεύξεις, σε δείγμα δεκατεσσάρων εκπαιδευτικών, οκτώ εκ των οποίων εργάζονται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και έξι στη Δευτεροβάθμια. Στα πλαίσια της επιστημονικής μεθόδου, το βασικό εργαλείο εργασίας είναι η υπόθεση, σύμφωνα με την οποία οι εκτιμήσεις των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών στην έρευνα γενικότερα συνάδουν με τη βιβλιογραφία. Η εργασία επισημαίνει το χρέος των εκπαιδευτικών να προωθούν την αξιοποίηση του μέγιστου δυναμικού των μαθητών και να διαμορφώνουν ένα θετικό κλίμα στην τάξη. Τα σχολεία, από τη μεριά τους, καταδεικνύεται ότι χρειάζεται να συντελούν στη μάθηση και την κοινωνικοποίηση. Ωστόσο, εγείρονται ερωτήματα σχετικά με φαινόμενα περιθωριοποίησης και σχολικού εκφοβισμού. Έπειτα, εξετάζεται και το αντίκτυπο της ενασχόλησης των μαθητών με σύγχρονα τεχνολογικά μέσα στις επιδόσεις τους. Συνεχίζοντας, ερευνάται η περίπτωση των μαθητών με ειδικές μαθησιακές δυσκολίες και η αντιμετώπιση του ζητήματος από πλευράς σχολείου. Ακολούθως, αναλύεται ο ρόλος της οικογένειας στη διαμόρφωση των επιδόσεων, όσον αφορά τομείς όπως το κοινωνικοπολιτισμικό και οικονομικό επίπεδο και η ποιότητα των ενδοοικογενειακών σχέσεων. Κατόπιν, παρουσιάζονται ορισμένες ατομικές διαφορές στις επιδόσεις, οφειλόμενες στην κληρονομικότητα και τα εσωτερικά κίνητρα. Το κεντρικό συμπέρασμα είναι πως, παρότι το εκπαιδευτικό σύστημα επιδιώκει να καθιστά ικανούς όλους τους μαθητές να ανταπεξέρχονται στις κοινωνικές ανάγκες, δεν παρέχει κίνητρα για πρόοδο, λόγω έλλειψης υλικοτεχνικού εξοπλισμού, επικουρικού προσωπικού και επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, αναφορικά και με τη διαχείριση μαθητών με ιδιαιτερότητες. Περαιτέρω, οι προσπάθειες συνεργασίας σχολείου-οικογένειας δεν επιφέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, καθώς ορισμένοι γονείς δεν αναγνωρίζουν πάντα το ρόλο τους στη σωστή διαπαιδαγώγηση. 341 371 339 Διερεύνηση των πεποιθήσεων τσιγγάνων μητέρων για την κοινωνική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών τους: Η περίπτωση δύο οικισμών της Κομοτηνής The present study constitutes an attempt to comparatively examine the parental belief system of gypsy (roma) mothers who reside in two gypsy communities in Komotini, using semi-structured interviews. The aims of the study were to examine: a) the idea they have about the 6 year-old child in connection with the desirable or undesirable qualities they refer about certain aspects of the child’s social and cognitive development, b) their beliefs about particular developmental milestones typical of the 6 year-old child’s social and cognitive development, according to the relevant literature, as well as the acceptable lines of action which reveal the “value stretch” of the mothers’ developmental expectations, c) their causal attributions concerning the social and cognitive qualities regarded as important for the 6 year-old child and the accomplishment or retardation of the milestones presented to the mothers in the form of scenarios, d) the networks of information and support in their parental role and e) their expectations of their children’s future, in the basis of the influence of the eco-cultural context and the socio-economical status of the families. Beyond that, the examination of the proactive and reactive practices the mothers refer that they choose in connection with the accomplishment of the important qualities and milestones by the child is reflective of their parenting style, taking into account the Baumrind’s typology. Moreover, the mothers’ rich descriptions of the social and cognitive qualities of the 6 year-old child and their idea of the “adaptive adult’, are analyzed in the basis of the orientation to collectivism or/and individualism. The focus on the examination of the gypsy mothers’ belief system is based on the interest of the psychological research in the last decades, placed on the comprehension of the developmental paths followed by the minority groups and on the different academic progress of the children who live under the stressor of poverty or/and lower minority status. The examination of the cultural and the ecological context is considered essential for understanding and dealing with these differences. The findings of our research support this theoretical idea. In addition, the -emic procedures we followed, facilitated the approach of the different meaning the gypsy mothers give to certain aspects of the development of their children, examined by the present study. Η παρούσα εργασία αποτελεί μία προσπάθεια συγκριτικής διερεύνησης του συστήματος πεποιθήσεων τσιγγάνων μητέρων που διαβιούν σε δύο τσιγγάνικους οικισμούς στην Κομοτηνή με τη χρήση ημι-δομημένων συνεντεύξεων, με στόχο να αποτυπωθούν: α) η εικόνα που έχουν για το παιδί τους, ηλικίας 6 ετών, σε σχέση με επιθυμητά και μη χαρακτηριστικά, αναφορικά με ζητήματα της κοινωνικής και γνωστικής του ανάπτυξης, β) οι απόψεις τους για συγκεκριμένα αναπτυξιακά επιτεύγματα και το ηλικιακό φάσμα εντός του οποίου αναμένουν να εκδηλωθούν συμπεριφορές/στοιχεία των δύο αυτών τομέων της ανάπτυξης, γ) οι «αιτιακές αποδόσεις» για την εμφάνιση ή μη αυτών των χαρακτηριστικών που αναφέρουν ως σημαντικά για την ηλικία που εξετάζουμε (6 ετών), δ) τα δίκτυα πληροφόρησης και υποστήριξης στο γονικό τους ρόλο και ε) οι προσδοκίες τους για το μέλλον των παιδιών τους, στη βάση των επιδράσεων του οικοπολιτισμικού πλαισίου και του κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου των οικογενειών. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, η διερεύνηση των «προενεργειακών και επενεργειακών πρακτικών» που αναφέρουν οι μητέρες σε σχέση με την εμφάνιση ή μη των σημαντικών, κατά αυτές, χαρακτηριστικών και την επίτευξη συγκεκριμένων αναπτυξιακών καθηκόντων από το παιδί, οδηγεί στην ανάδειξη του γονικού τους στυλ, με βάση την τυπολογία που προτείνει η Baumrind. Επιπρόσθετα, οι πλούσιες περιγραφές των μητέρων τόσο για την εικόνα του παιδιού ηλικίας 6 ετών όσο και για την εικόνα του «προσαρμοστικού ενήλικα», αναλύονται με βάση το συλλογικοκεντρικό ή/και ατομοκεντρικό αξιακό τους προσανατολισμό. Η επικέντρωση του ενδιαφέροντος στη διερεύνηση του συστήματος πεποιθήσεων των τσιγγάνων μητέρων εντάσσεται στην προσπάθεια κατανόησης των αναπτυξιακών μονοπατιών των μειονοτικών ομάδων και της διαφορετικής επίδοσης των παιδιών από φτωχές και μειονοτικές οικογένειες στο σχολείο. Η μελέτη της διαφορετικής κουλτούρας και του οικολογικού πλαισίου θεωρείται πρωταρχικής σημασίας για την εξήγηση και την αντιμετώπιση αυτών των διαφορών. Τα ευρήματα της έρευνας μας υποστηρίζουν αυτήν τη θεωρητική θέση. Επιπλέον, η –ημική προσέγγιση που ακολουθήθηκε έδωσε τη δυνατότητα να προσεγγιστεί η διαφορετική νοηματοδότηση που κάποια από τα ζητήματα που μελετήθηκαν φαίνεται να έχουν για τη συγκεκριμένη κοινωνικο-πολιτισμική ομάδα 342 135 150 Investigating the perceptions of in-service and pre-service primary education teachers about the contribution of drama education to primary school Διερεύνηση των αντιλήψεων υπηρετούντων και μελλοντικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συμβολή της Θεατρικής Αγωγής στο δημοτικό σχολείο The purpose of this thesis is to investigate the views of in-service and pre-service primary school teachers on the use of theatrical education in elementary school. An empirical study was conducted in the school year 2018 - 2019 with the participation of 70 in-service teachers and 120 university students (preservice teachers), via an anonymous questionnaire. The results of the study showed that the majority of respondents believe that teaching Drama education contributes to the development of psychosocial and psychomotor skills in children. Drama education can also be used in the cognitive field as it contributes to the development of children's linguistic and expressive abilities and can be integrated into an interdisciplinary context of teaching other subjects. Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο τη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και των φοιτητών της δημοτικής εκπαίδευσης σχετικά με την αξιοποίηση της Θεατρικής Αγωγής στο Δημοτικό σχολείο. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το σχολικό έτος 2018 – 2019 με τη συμμετοχή 70 εκπαιδευτικών και 120 φοιτητών (μελλοντικών εκπαιδευτικών), συμπληρώνοντας ανώνυμο ερωτηματολόγιο. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε επεξεργασία των δεδομένων με κατάλληλες στατιστικές αναλύσεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η διδασκαλία της Θεατρικής Αγωγής στο Δημοτικό σχολείο συμβάλλει στην ανάπτυξη ψυχοκοινωνικών και ψυχοκινητικών δεξιοτήτων στα παιδιά. Επίσης η Θεατρική Αγωγή μπορεί να αξιοποιηθεί και στο γνωστικό τομέα, καθώς σύμφωνα με τις απόψεις των ερωτηθέντων συμβάλλει στην ανάπτυξη των γλωσσικών και εκφραστικών δυνατοτήτων των παιδιών και μπορεί να ενταχθεί σε ένα διαθεματικό πλαίσιο διδασκαλίας άλλων μαθημάτων. 343 331 386 διερεύνηση της μεταβολής της και έλεγχος σύγκλισης του ρυθμού ανάπτυξης με άλλες χώρες του κόσμου In this study the agricultural productivity of 37 countries of the world between 1975 and 2007 is examined. The countries are grouped according to their geographical and politico-economic background in 7 groups, namely Northern and Western Europe, Central and Eastern Europe (CEE), Southern Europe, North Africa, Middle East, Canada and U.S.A.. Initially, the state of technical efficiency, technological change and, mainly, the change in the productivity index of the agricultural sector both at country level and grouping level is examined. To achieve this, the Total Factor Productivity - TFP Malmquist index based on a VRS model of Data Envelopment Analysis – DEA – is used. Moreover, the hypothesis of the existence of convergence among rural areas of the sample countries is investigated by using β-and σ-convergence tests. The Malmquist TFP results show that the average annual productivity growth of all countries is positive and amounts to 0.9%. Decomposing the TFP productivity change into its components - change in technical efficiency and technological change - it becomes obvious that the source of development of the agricultural sector is the development of technological innovations in greater degree than technical efficiency improvements. The European Union countries, in particular, seem to owe their agricultural development to CAP reforms, which favored the introduction of advanced technological means in the production process. As far as the convergence tests are concerned, examining for β-convergence it is clear a statistically significant divergence, while the σ-convergence test confirms the results of β-convergence, showing a non-significant decrease of the deviation of the differences between the agricultural sectors of sample countries. These results, combined with the results of the TFP indices, which show an average decrease in technical efficiency and technological improvement of -6.0% and 15% respectively for all countries in total, can be further interpreted as a lack of convergence. This can be explained if one considers the change in technical efficiency to be indicative of whether poor countries reach the level of the richest, while technological change portrays frontier shifts Στην παρούσα διατριβή εκτιμάται η αγροτική παραγωγικότητα 37 χωρών του κόσμου, οι οποίες ομαδοποιούνται με βάση το γεωγραφικό και πολιτικοοικονομικό τους υπόβαθρο σε επτά ομάδες: Βόρεια και Δυτική Ευρώπη, Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (Central and Eastern Europe – CEE), Νότια Ευρώπη, Βόρεια Αφρική, Μέση Ανατολή, Καναδάς και Η.Π.Α.. Η υπό εξέταση περίοδος έχει διάρκεια 33 έτη – 1975-2007. Αρχικά, εξετάζεται η πορεία της τεχνικής αποτελεσματικότητας, η τεχνολογική μεταβολή και, κυρίως, η μεταβολή του δείκτη παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα τόσο σε επίπεδο χωρών όσο και επίπεδο ομάδων χωρών. Για να επιτευχθεί αυτό γίνεται χρήση του δείκτη Συνολικής Παραγωγικότητας (Total Factor Productivity – TFP) Malmquist, βασισμένος σε ένα VRS μοντέλο της μεθόδου Περιβάλλουσας Ανάλυσης Δεδομένων (Data Envelopment Analysis – DEA). Κατά δεύτερον, εξετάζεται η υπόθεση της ύπαρξης σύγκλισης μεταξύ των αγροτικών τομέων των υπό εξέταση χωρών με τη βοήθεια ελέγχων της β- και σ-σύγκλισης. Από τα αποτελέσματα φαίνεται ότι η ανάπτυξη της παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα όλων των χωρών είναι θετική και ανέρχεται σε 0,9%. Αποσυνθέτοντας την μεταβολή του δείκτη παραγωγικότητας TFP στα συστατικά του – την μεταβολή στην τεχνική αποτελεσματικότητα και την τεχνολογική μεταβολή – γίνεται φανερό ότι η ανάπτυξη της παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα προέρχεται κυρίως από την εισαγωγή νέων τεχνολογιών και λιγότερο από τη βελτίωση της τεχνικής αποτελεσματικότητας διαχείρισης. Ειδικά για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαφαίνεται ότι η όποια βελτίωση της παραγωγικότητας οφείλεται στις μεταρρυθμίσεις της ΚΑΠ, μέσω της οποίας κατέστη δυνατή η εισαγωγή προηγμένων τεχνολογικών μέσων παραγωγής. Τέλος, από τα αποτελέσματα του ελέγχου για β-σύγκλιση είναι φανερή μια στατιστικά σημαντική απόκλιση μεταξύ των αγροτικών τομέων των χωρών. Επιπλέον, από τον έλεγχο για σ-σύγκλιση, η υπόθεση της απόκλισης επιβεβαιώνεται, καθώς μόνο μια μη σημαντική μείωση της απόκλισης των διαφορών μεταξύ των αγροτικών τομέων των χωρών φαίνεται να έλαβε χώρα στην διάρκεια της συνολικής υπό εξέτασης περιόδου. Αυτό, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των δεικτών του TFP, τα οποία δείχνουν πτώση της τεχνικής αποτελεσματικότητας και παράλληλη τεχνολογική βελτίωση κατά μέσο όρο -6,0% και 15% αντίστοιχα στο σύνολο των χωρών, μπορεί να ερμηνευτεί περαιτέρω ως έλλειψη σύγκλισης. Αυτό εξηγείται εάν αναλογιστεί κανείς ότι η μεταβολή στην τεχνική αποτελεσματικότητα δείχνει κατά πόσο οι φτωχές χώρες φτάνουν (“catch-up”) το επίπεδο των πλουσιοτέρων, ενώ η τεχνολογική μεταβολή δείχνει μετατοπίσεις του ορίου παραγωγικότητας (frontier shifts) 344 193 211 This research about effective teaching through the past decades aims to improve and develop teachers’ work. The student has the ability to understand the new piece of knowledge and use it for achieving the next one. Undoubtedly, at an effective teach-ing teachers and students have a protagonist role. In that procedure equally significant is considered the role of metacognition. Furthermore, at an effective teaching very im-portant is the advent of technology. In this research have been investigated the beliefs of teachers and pupils of primary school about effective teaching and all the perspec-tives that concerns. In particular, it has been studied their opinion about effective teacher, effective student, appropriate method of teaching and parent’s role for effec-tive teaching. In terms of methodology, I employed a structured interview consisting of 5 questions since the sample involved 10 students of experimental primary school of Alexandroupolis and 10 teachers of primary school from Alexandroupolis and East Thessaloniki. Then, diagrams of all the answers of the two groups will be presented and compared. Finally, there will be a compare between the commons and the differ-ences of those answers with the findings of bibliography that concerns effective teaching Η έρευνα για την αποτελεσματική διδασκαλία εδώ και δεκαετίες έχει ως στόχο να βελτιώσει και να εξελίξει το εκπαιδευτικό έργο. Με αυτήν ο μαθητής έχει τη δυνατό-τητα να κατανοήσει την καινούργια έννοια και να την χρησιμοποιήσει για να συνεχίσει στην επόμενη. Αναμφίβολα, σε μία αποτελεσματική διδασκαλία πρωταγωνιστικό ρό-λο έχουν οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές της τάξης. Σημαντικός θεωρείται και ο ρόλος της μεταγνώσης σε αυτή τη διαδικασία. Επίσης, σε μία αποτελεσματική διδασκαλία πολύ σημαντική θεωρείται και η προσφορά της τεχνολογίας στην εκπαιδευτική διαδι-κασία. Στην παρούσα έρευνα διερευνήθηκαν οι απόψεις εκπαιδευτικών και μαθητών Δημοτικού σχολείου σχετικά με την αποτελεσματική διδασκαλία και όλες τις παραμέ-τρους της. Πιο συγκεκριμένα, μελετήθηκε η άποψή τους σχετικά με τον αποτελεσμα-τικό εκπαιδευτικό, τον αποτελεσματικό μαθητή, τις κατάλληλες μεθόδους διδασκαλίας και το ρόλο του γονέα στην αποτελεσματική διδασκαλία. Ως μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποίησα τη δομημένη συνέντευξη με 5 ερωτήσεις διαμορφωμένες κατάλληλα καθώς το δείγμα αποτελείται από 10 μαθητές από το Πειραματικό Δημοτικό σχολείο της Αλεξανδρούπολης και από 10 εκπαιδευτικούς Δημοτικών σχολείων στους νομούς της Αλεξανδρούπολης και της Ανατολικής Θεσσαλονίκης. Στην συνέχεια θα παρου-σιαστούν με διαγράμματα όλες οι απαντήσεις και θα ακολουθήσει σύγκριση μεταξύ των απόψεων των δύο αυτών ομάδων αλλά και ανάλυση των κοινών σημείων και των διαφορών σχετικά με τα ευρήματα της βιβλιογραφίας σε ότι αφορά την αποτελεσματική διδασκαλία 345 395 452 Introduction: According to the World Health Organization is estimated that 15% -71% of women aged 15-49 have experienced physical and / or sexual abuse by their partner at some point in their lives. The intimate partner violence is a kind of domestic violence and is defined as "all forms of violence between current or former partners in intimate relationship wherever and whenever the violence occurs. It includes physical, sexual, emotional or financial abuse." Domestic violence is punishable by law act from a family member against another family member and it seems to affect women more often than men. Perinatal partner violence is violence that occurs at any time during perinatal period (before and/or during pregnancy, a year after childbirth). The aim of this review is to a) study the pattern of behavior which is related with perinatal intimate partner / domestic violence, as presented in the literature b) explore the effect of this behavior on woman's mental health but on fetus and infant as well and c) present documented interventions from mental health services, for the prevention and elimination of abuse behavior. For this purpose, 403 articles, via an electronic search of Pubmed (Medline), and 8 Greek books on the above subject were studied. Results: Experience of domestic violence can lead to an increased risk of occurrence of mental disorders, such as depression and suicide attempts, psychosis, anxiety disorders, alcohol abuse and drug use. The impaired mental health accompanied by low self-esteem, passiveness and serious injuries leads the victims of intimate partner violence in greater medical service utilization. As domestic violence becomes even harder during pregnancy, perinatal mental disorders are the most frequent health problems of this period. The maternal perinatal mental disorders can negatively affect the fetus and baby, causing fetal death, premature birth or low birth weight and contribute to the development of psychopathology in children later in their life. Conclusions-Suggestions: We consider that it would be necessary a) the implementation of psychoeducational programs in parenting and in prevention of depression and anxiety during perinatal period and telephone support line for women who are pregnant b) prenatal detection of risk factors for potential abuse and organized home visits to high-risk families c) interventions in order to improve obstetric and postnatal experiences and to reduce psychological distress d) specialized services to be running, such as shelters, which contribute to the empowerment of battered women. Εισαγωγή: Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας εκτιμάται ότι το 15% -71% των γυναικών ηλικίας 15-49 ετών έχουν υποστεί σωματική και/ή σεξουαλική κακοποίηση από τον σύντροφό τους κάποια στιγμή στη ζωή τους. Η συντροφική βία ορίζεται ως «κάθε μορφής βία μεταξύ των εν ενεργεία ή πρώην συντρόφων σε στενή σχέση, όπου και όποτε η βία λαμβάνει χώρα. Μπορεί να περιλαμβάνει σωματική, σεξουαλική, συναισθηματική ή οικονομική κακοποίηση». Η ενδοοικογενειακή βία είναι η τέλεση αξιόποινης πράξης σε βάρος μέλους της οικογένειας και φαίνεται να πλήττει τις γυναίκες συχνότερα από τους άνδρες. Η περιγεννητική συντροφική βία είναι η βία που λαμβάνει χώρα πριν, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και την μετέπειτα περίοδο, έως και το πρώτο έτος μετά τον τοκετό. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι α) να μελετήσει το φαινόμενο της περιγεννητικής συντροφικής/ενδοοικογενειακής βίας, όπως αυτό παρουσιάζεται στη βιβλιογραφία β) να διερευνήσει τις επιπτώσεις της στην ψυχική υγεία της γυναίκας, του εμβρύου και του βρέφους και γ) να παραθέσει τεκμηριωμένες παρεμβάσεις για την πρόληψη και αντιμετώπιση της κακοποίησης από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας, με απώτερο σκοπό την εξάλειψη του φαινομένου. Για το σκοπό αυτό μελετήθηκαν 403 άρθρα από διεθνή βιο-ιατρικά περιοδικά, μέσω της ηλεκτρονικής υπηρεσίας Pubmed και 8 Ελληνικά βιβλία, σχετικά με το παραπάνω θέμα. Αποτελέσματα: Η εμπειρία της ενδοοικογενειακής βίας μπορεί να οδηγήσει σε μια σειρά από ψυχικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη και απόπειρες αυτοκτονίας, ψύχωση, αγχώδεις διαταραχές, χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών. Η επιβαρυμένη ψυχική υγεία σε συνδυασμό με την χαμηλή αυτοεκτίμηση, την παθητικότητα και τους σοβαρούς τραυματισμούς οδηγεί τα θύματα συντροφικής βίας σε μεγαλύτερη χρήση των ιατρικών υπηρεσιών. Καθώς η ενδοοικογενειακή βία εντείνεται κατά την εγκυμοσύνη, οι περιγεννητικές ψυχικές διαταραχές αποτελούν τα συχνότερα προβλήματα υγείας αυτής της περιόδου. Οι περιγεννητικές ψυχικές διαταραχές της μητέρας μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά το έμβρυο και το βρέφος προκαλώντας εμβρυικό θάνατο, πρόωρο τοκετό ή χαμηλό βάρος κατά την γέννηση και συμβάλλουν στην νάπτυξη ψυχοπαθολογίας στο παιδί, με την εμφάνιση συμπεριφορικών και συναισθηματικών προβλημάτων στην παιδική και εφηβική ηλικία. ροτάσεις: Κρίνονται απαραίτητα α) η υλοποίηση ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων ομαλής προσαρμογής στον γονεϊκό ρόλο και πρόληψης της κατάθλιψης και του άγχους της περιγεννητικής περιόδου, σε νέους γονείς, ώστε να περιοριστούν τα αίτια που οδηγούν σε βίαιη συμπεριφορά και η δημιουργία γραμμής τηλεφωνικής υποστήριξης για τις γυναίκες που διανύουν την εγκυμοσύνη τους β) ο προγεννητικός έλεγχος για την ανίχνευση παραγόντων κινδύνου για την κακοποίηση και η οργάνωση κατ’ οίκον επισκέψεων σε οικογένειες υψηλού κινδύνου για την βελτίωση της ψυχικής υγείας των εγκύων και την καλή έκβαση της εγκυμοσύνης τους γ) οι παρεμβάσεις βελτίωσης των μαιευτικών και των μεταγεννητικών εμπειριών και του επιπέδου κατάθλιψης ή μετατραυματικής διαταραχής στρες στις κακοποιημένες γυναίκες ώστε να μειωθεί η ψυχολογική τους αγωνία δ) η δημιουργία εξειδικευμένων υπηρεσιών, όπως τα καταφύγια που συμβάλλουν στην ενδυνάμωση των κακοποιημένων γυναικών. 346 173 166 texts and illustration in Greek language textbooks of the 3rd grade Junior high school κείμενα και εικονογράφηση στα σχολικά εγχειρίδια γλώσσας της Γ΄ Γυμνασίου The aim of this master’s dissertation is the study, the recording and the detailed presentation of the elements of modern greek culture, as they are presented in the greek language textbooks taught in the third class of junior high school in Greece. More specifically, the symbols, the language, the arts, the social values and the illustration contained in the textbooks are studied, using the content analysis method. The main conclusion of the research is that the school textbooks present the greek culture with adequacy. In the language textbooks, there are symbols of the greek culture, the illustration reinforces the text and several social values are displayed, including the love for the greek culture, the love for the homeland, the faith in the european ideals, the acceptance of the Other, the faith in the value of peace and the offering to fellow human beings. The social value which is presented with the highest frequency is the acceptance of the Other. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έχει ως σκοπό τη μελέτη, την καταγραφή και την αναλυτική παρουσίαση στοιχείων του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτά παρουσιάζονται στα διδασκόμενα σχολικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γλώσσας της Γ΄ Γυμνασίου. Ειδικότερα, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου (content analysis), μελετώνται τα σύμβολα, η γλώσσα, οι τέχνες, οι κοινωνικές αξίες και η εικονογράφηση που εμπεριέχονται στο βιβλίο του μαθητή και στο τετράδιο εργασιών της Γλώσσας Γ΄ Γυμνασίου. Βασικά συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι τα σχολικά εγχειρίδια της γλώσσας παρουσιάζουν με επάρκεια τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού. Στα σχολικά εγχειρίδια της γλώσσας υπάρχουν σύμβολα του ελληνικού πολιτισμού, η εικονογράφηση ενισχύει το κείμενο και προβάλλονται αρκετές κοινωνικές αξίες, όπως η αγάπη για τον ελληνικό πολιτισμό, η αγάπη για την πατρίδα, η πίστη στο ευρωπαϊκό ιδεώδες, η αποδοχή του άλλου, η πίστη στην αξία της ειρήνης και η προσφορά προς το συνάνθρωπο. Η κοινωνική αξία η οποία συναντάται με τη μεγαλύτερη συχνότητα είναι η αποδοχή του άλλου. 347 312 316 The present study aims to investigate the factors that negatively affect fertility and hinder the process of reproduction at an advanced age. In particular, it refers to the reduction of ovarian reserve, the various changes in the operation of the uterus, but also to various chromosomal abnormalities. It also refers to the causes of the reduction of fertility over time in men. Then, it explains the effects of advanced age in the conception process, pregnancy and childbirth. The various syndromes which are likely to be present in infants are also mentioned, as well as the chances of miscarriage, multiple pregnancy, placental abnormalities, hypertension and diabetes. Also, the study refers to the various possible consequences in later life and the general health of the child. In addition, all the necessary tests and checks that should be carried out before any attempt of fertilization at an advanced age are discussed, in order to assess the level of male and female fertility and decide the most appropriate method of reproduction. Additional reference is made to the stress factor which appears to affect a number of cases in which infertility cannot be explained from a medical condition or disorder. Then, the most common fertilization practices by the use of modern Assisted Reproductive Technologies are analyzed. The most commonly quoted is in vitro fertilization and intra-cytoplasmic insemination, while in some cases egg donation, preserving fertility or preimplantation genetic screening is suggested. In conclusion, it can be said that reproduction at an advanced age is particularly complicated because of the physiological changes that occur in a woman's body, which not only impact on pregnancy and childbirth, but also on the later life of the child. However, today's technology allows the treatment of infertility and having children later in life. However, parenting is a serious life decision and should be taken after evaluating all factors likely to influence it. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη διερεύνηση των παραγόντων που επιδρούν αρνητικά στη γονιμότητα και δυσχεραίνουν τη διαδικασία της αναπαραγωγής σε προχωρημένη ηλικία. Ειδικότερα, γίνεται λόγος για τη μείωση του ωοθηκικού αποθέματος, τις διάφορες αλλαγές στη λειτουργία της μήτρας, αλλά και για διάφορες χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Επίσης, γίνεται αναφορά στα αίτια της μείωσης της γονιμότητας με την πάροδο του χρόνου στον άνδρα. Στη συνέχεια επεξηγούνται οι επιπτώσεις της προχωρημένης ηλικίας στη διαδικασία της σύλληψης, της κύησης και του τοκετού. Αναφέρονται τα διάφορα σύνδρομα που είναι πιθανόν να εμφανίσουν τα βρέφη, αλλά και οι πιθανότητες αποβολής, πολλαπλής κύησης, εμφάνισης ανωμαλιών στον πλακούντα, υπέρτασης και διαβήτη. Επίσης, γίνεται αναφορά στις διάφορες πιθανές επιπτώσεις στη μετέπειτα ζωή και τη γενικότερη υγεία του παιδιού. Εν συνεχεία γίνεται λόγος για όλες τις απαραίτητες εξετάσεις και τους ελέγχους που πρέπει να διεξάγονται πριν από κάθε απόπειρα γονιμοποίησης σε μεγάλη ηλικία, προκειμένου να αξιολογη-θεί το επίπεδο γονιμότητας του άνδρα και τις γυναίκας και να αποφασιστεί η καταλληλότερη μέθοδος αναπαραγωγής. Επιπρόσθετη αναφορά γίνεται στον παράγοντα του άγχους, ο οποίος φαίνεται να επιδρά σε ορισμένες περιπτώσεις που η υπογονιμότητα δεν μπορεί να εξηγηθεί από κάποια ιατρική κατάσταση ή πάθηση. Στη συνέχεια, αναλύονται οι συνηθέστερες πρακτικές γονιμοποίησης με την αξιοποίηση των σύγχρονων Τεχνολογιών Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Οι πλέον διαδεδομένες είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση και η ενδο-κυτταροπλασματική έγχυση σπερματοζωαρίων, ενώ κατά περιπτώσεις προτείνεται η δωρεά ωαρίων, η διατήρηση γονιμότητας και η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση. Συμπερασματικά μπορεί να ειπωθεί ότι η αναπαραγωγή σε προχωρημένη ηλικία καθίσταται ιδιαίτερα περίπλοκη λόγω των φυσιολογικών αλλαγών που συμβαίνουν στο σώμα της γυναίκας, γεγονός που έχει επιπτώσεις όχι μόνο στην κύηση και τον τοκετό, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του παιδιού. Παρόλα αυτά, η σημερινή τεχνολογία επιτρέπει την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας και την τεκνοποίηση σε μεγάλη ηλικία. Ωστόσο, η γονεϊκότητα αποτελεί μια σοβαρή απόφαση ζωής και θα πρέπει να λαμβάνεται έπειτα από την αξιολόγηση όλων των παραγόντων που είναι πιθανόν να την επηρεά-σουν. 348 187 161 The subject of this thesis is ethical dilemmas emerging from the everyday practice of Medicine, especially Cardiology. The subject of Medical Ethics has been examined as a part of bioethics and is centered on the contributing role it plays with respect to the solution of the usual ethical problems that a physician cope with. After focusing on a review of the historical origins of bioethics, the long course leading to the formation of the term “bioethics”, the basic theories and the basic principles of this particular discipline, it became evident that there is a need which led to the implementation of a regulative framework and the use of ethical tools in clinical practice. This review analyses in particular the aspects regarding the patient’s consent, the information a physician should give, the conduct of clinical studies, the ethical basis of sham procedures as well as cardiopulmonary resuscitation and ethical dilemmas relating to the end of life. Far from being a comprehensive description of ethical dilemmas in cardiology, this review from the point of view of a physician, aims contribute to the clarification of the current role of bioethics. Το αντικείμενο της εργασίας αυτής είναι τα ηθικά διλήμματα που προκύπτουν από την άσκηση της καθ’ ήμερα κλινικής πράξης και ειδικότερα της Καρδιολογίας. Εξετάζεται Η ιατρική ηθική ως κλάδος της βιοηθικής και η συμβολή της στην επίλυση στα καθημερινά προβλήματα του κλινικού ιατρού. Μέσα από ανασκόπηση των ιστορικών καταβολών εφαρμογής της Ηθικής στην Ιατρική, της πορείας διαμόρφωσης της έννοιας της βιοηθικής, των βασικών θεωριών της καθώς και των βασικών αρχών που τη διέπουν, έγινε προσπάθεια ανάδειξης της αναγκαιότητας εφαρμογής του κανονιστικού πλαισίου και των εργαλείων της στην Ιατρική. Ιδιαίτερα αναπτυχθήκαν ορισμένα σύγχρονα θέματα που προβληματίζουν τον καρδιολόγο και για τα οποία έχει αναπτυχθεί ιδιαίτερη διαλεκτική στις μέρες μας. Η ενημέρωση, η συναίνεση του ασθενούς, η διεξαγωγή μελετών σε επείγουσες καταστάσεις, οι εικονικές παρεμβάσεις, θέματα αναζωογόνησης καθώς και προβληματισμοί για τη διαχείριση του τέλους της ζωής αποτέλεσαν το αντικείμενο της εργασίας αυτής. Η θεώρηση από τη σκοπιά του κλινικού ιατρού φιλοδοξεί να συμβάλλει στη διερεύνηση του ρόλου της βιοηθικής στις μέρες μας. 349 256 268 Estimated mode of action of essential oils against pathogenic and alienigenic microorganisms Εκτίμηση τρόπου δράσης αιθέριων ελαίων έναντι παθογόνων και αλλοιογόνων μικροοργανισμών Aromatic plants are fragrant plants due to volatile substances which they excrete in their various parts. These substances are called essential oils. Today, they have a fairly significant portion of world trade, while their value has been studied in various fields such as medicine, cosmetology and aromatherapy over the centuries. Essential oils have been shown to exhibit antimicrobial activity against various pathogenic and alienigenic microorganisms. In this work we study the antimicrobial activity of 3 aromatic plants, oregano, rosemary and mint against specific strains of E. coli and S. aureus. The method used to assess the antimicrobial activity was the Brandford method, which uses the Coomassie Blue G250 dye to quantify the proteins released when lysing the bacterial cells due to the effect of essential oils. According to our results, the essential oils of all three plants destabilized the cell membranes of both bacteria. Different levels of significance appeared in each treatment with the oregano essential oil being more active than the other two and the minth essential oil being the least active. Concerning the resistance of bacteria, it appeared that the least resistant between the two bacteria is S. aureus. In addition, the results of the experiment have not shown that the action of essential oils follows a particular process but the mechanisms that are likely to appear with the ultimate result of lysing the bacterial cells differ in each case. It is interesting, in future research, to attempt to decode these mechanisms Τα αρωματικά φυτά είναι τα φυτά που προσδίδουν άρωμα το οποίο οφείλεται σε πτητικές ουσίες τις οποίες εκκρίνουν σε διάφορα μέρη τους. Οι ουσίες αυτές ονομάζονται αιθέρια έλαια. Σήμερα κατέχουν αρκετά σημαντική μερίδα του παγκόσμιου εμπορίου ενώ έχει μελετηθεί η αξία τους σε διάφορους τομείς όπως η ιατρική, η κοσμετολογία και η αρωματοθεραπεία ανά τους αιώνες. Τα αιθέρια έλαια έχει αποδειχθεί πως παρουσιάζουν αντιμικροβιακή δράση έναντι διάφορων παθογόνων και αλλοιογόνων μικροοργανισμών. Στην παρούσα εργασία μελετάται η αντιμικροβιακή δράση 3 αρωματικών φυτών, της ρίγανης, του δενδρολίβανου και της μέντας έναντι συγκεκριμένων στελεχών των βακτηρίων E. Coli και S. aureus. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση της αντιμικροβιακής δράσης ήταν η μέθοδος Brandford, στην οποία χρησιμοποιείται η χρωστική Coomassie Blue G250 για την ποσοτική μέτρηση των πρωτεϊνών που αποδεσμεύονται κατά την λύση των βακτηριακών κυττάρων εξαιτίας της επίδρασης των αιθέριων ελαίων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, τα αιθέρια έλαια και των τριών φυτών αποσταθεροποίησαν τις κυτταρικές μεμβράνες και των δύο βακτηρίων. Εμφανίστηκαν διαφορετικά επίπεδα σημαντικότητας στην κάθε μεταχείριση με το αιθέριο έλαιο της ρίγανης να είναι περισσότερο δραστικό σε σχέση με τα άλλα δύο και της μέντας να είναι αντίστοιχα το λιγότερο δραστικό. Όσον αφορά στην ανθεκτικότητα των βακτηρίων, φάνηκε πως το λιγότερο ανθεκτικό μεταξύ των δύο βακτηρίων είναι ο S. aureus. Επιπλέον, τα αποτελέσματα του πειράματος δεν έδειξαν πως η δράση των αιθέριων ελαίων ακολουθεί μια συγκεκριμένη διαδικασία αλλά οι μηχανισμοί που πιθανώς εμφανίζονται με τελικό αποτέλεσμα την λύση των βακτηριακών κυττάρων διαφέρουν ανά περίπτωση. Παρουσιάζει, λοιπόν, ενδιαφέρον, σε μελλοντική έρευνα η προσπάθεια αποκωδικοποίησης των εν λόγω μηχανισμών 350 311 307 Utilization of artificial intelligence in computer- supported collaborative learning Αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνη στην τεχνολογικά υποστηριζόμενη συνεργατική μάθηση Artificial intelligence and its applications is a field that has been developing for the last 40 years. Technologies and tools are being developed in this area that expand the human mental capacity to manage complex data to make decisions. In the field of e-learning, the support that students need when working with a team on a computer is a complex process as it is mediated by technology. Research in the field of technology-supported collaborative learning has been developing for at least the last 25 years intending to evolve the support that should be provided to the collaborators. Artificial intelligence is being used in this direction and relevant research work has been produced. This work presents a systematic review of the area of utilization of artificial intelligence to support technology-supported collaborative learning during the period 2015-2020. The systematic review was conducted based on the Prisma protocol. Thus, initially 250 scientific articles were identified and after the implementation of the protocol, 2 were finally eligible. Based on their qualitative composition, it emerged that the artificial intelligence technology on which these works focus is the Agents. Through tools developed with this technology, they try to support the communication of the collaborators and through this their mobilization and coordination. Also, the support they provide is adaptive in nature, as a result of which it is personalized and/or addressed to each group separately. These results from the systematic review of research articles during the period 2015-2020, compared to previous systematic reviews, highlight a shift in the interest of leveraging artificial intelligence from support provision to the coordination and team building to more adaptive feedback with a focus on communication support. The work, in the context of its design criteria and the limitations of its elaboration, attempts to highlight the research work during 2015-2020 in the study area Η τεχνητή νοημοσύνη και οι εφαρμογές της, είναι ένας τομέας ο οποίος αναπτύσσεται τα τελευταία 40 χρόνια. Στην περιοχή αυτή αναπτύσσονται τεχνολογίες και εργαλεία τα οποία επεκτείνουν τη νοητική δυνατότητα του ανθρώπου να διαχειρίζεται πολύπλοκα δεδομένα προκειμένου να παίρνει αποφάσεις. Στον χώρο της ηλεκτρονικής εκπαίδευσης η υποστήριξη που χρειάζονται οι μαθητές όταν συνεργάζονται σε μία ομάδα μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή αποτελεί μία πολύπλοκη διαδικασία καθώς διαμεσολαβεί η τεχνολογία. Η έρευνα στην περιοχή της τεχνολογικά υποστηριζόμενης συνεργατικής μάθησης αναπτύσσεται τα τελευταία τουλάχιστον 25 χρόνια με στόχο να εξελίξει την υποστήριξη που θα πρέπει να παρέχεται στους συνεργαζόμενους. Προς την κατεύθυνση αυτή αξιοποιείται η τεχνητή νοημοσύνη και έχει παραχθεί σχετικό ερευνητικό έργο. Η παρούσα πτυχιακή εργασία παρουσιάζει μία συστηματική ανασκόπηση στην περιοχή αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης για την υποστήριξη της τεχνολογικά υποστηριζόμενης συνεργατικής μάθησης κατά την περίοδο 2015-2020. Η διεξαγωγή της συστηματικής ανασκόπησης έγινε με βάση πρωτόκολλο της Prisma. Έτσι, αρχικά εντοπίστηκαν 250 επιστημονικά άρθρα και μετά την υλοποίηση του πρωτοκόλλου τελικά επιλέξιμα ήταν 2. Με βάση την ποιοτική σύνθεσή τους προέκυψε, ότι η τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης στην οποία εστιάζουν οι εργασίες αυτές είναι οι Πράκτορες (Agents). Μέσω εργαλείων που αναπτύχθηκαν με αυτή την τεχνολογία επιχειρούν να υποστηρίξουν την επικοινωνία των συνεργαζόμενων και μέσω αυτής, την κινητοποίηση και τον συντονισμό τους. Επίσης η υποστήριξη που παρέχουν έχει προσαρμοστικό χαρακτήρα με αποτέλεσμα να είναι εξατομικευμένη ή/και να απευθύνεται σε κάθε ομάδα χωριστά. Τα παραπάνω αποτελέσματα της συστηματικής ανασκόπησης κατά την περίοδο 2015-2020, συγκρινόμενα με προγενέστερες συστηματικές ανασκοπήσεις, αναδεικνύουν μία μετατόπιση του ενδιαφέροντος αξιοποίησης της τεχνητής νοημοσύνης από την υποστήριξη σε θέματα συντονισμού και δημιουργίας των ομάδων συνεργασίας σε πιο προσαρμοστικές ανατροφοδοτήσεις με έμφαση στην υποστήριξη της επικοινωνίας. Η εργασία, στο πλαίσιο των κριτηρίων σχεδιασμού της και των περιορισμών εκπόνησής της, επιχειρεί να αναδείξει το ερευνητικό έργο της πενταετίας 2015-2020 στην περιοχή μελέτης 351 335 305 The role of mass media and the attitude of public opinion towards development and environment’s protection Ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και η στάση της κοινής γνώμης για την ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος In recent years, the gradual environmental degradation and the need for applying in the industry the concepts that define sustainable development have made the citizens more aware of issues as regards the environmental protection. Plus, they often demand from the Public Administration, participating in the decision-making processes, to design an accurate and sustainable environmental policy in the broader context of development. The interest for gold mining in Thrace, has prompted the reaction of the inhabitants around the areas of Perama (Evros) and Sapes (Rhodopes), where mining activities are about to take place. At the same time, a dialogue was launched on local development, in the middle of the economic crisis, the protection of the environment and the attitude held by local authorities and the media. The survey took place in the regions of Perama and Sapes in order to examine the attitudes and opinions of the inhabitants regarding the development of the area, the possible realization of gold mining in both regions, the media, public administration and their participation in decision-making processes in order to design environmental policy and development to improve and protect the environment of the region. It is a sociological research, which has been conducted with the use of a structured questionnaire and the method of personal interview. The simple, random sampling has been applied as a sampling method. The descriptive statistics, the Friedman’s test and the factor analysis have been used for the analysis, depending on the features and research purposes in each case. According to the results the residents want the local future development to be based mainly on the primary sector and tourism, and less on the industry and gold or zeolite mining since they are concerned about the environmental impact of gold mining. In addition, the level of participation in decision-making processes in relation to development activities, it is low in both regions, as well as their awareness regarding the region’s development Τα τελευταία χρόνια η σταδιακή υποβάθμιση του περιβάλλοντος και η ανάγκη εφαρμογής στη βιομηχανία των εννοιών που ορίζουν την βιώσιμη ανάπτυξη έχουν ευαισθητοποιήσει τους πολίτες σε θέματα προστασίας του. Με τη συμμετοχή τους στη διαδικασία λήψης αποφάσεων απαιτούν συχνά από τη Δημόσια Διοίκηση το σχεδιασμό μίας ορθής, αειφόρου αναπτυξιακής περιβαλλοντικής πολιτικής. Το ενδιαφέρον για πραγματοποίηση ανοιχτών εξορύξεων χρυσού στη Θράκη προκάλεσε την αντίδραση των κατοίκων γύρω από τις περιοχές του Περάματος Έβρου και των Σαπών Ροδόπης, ξεκινώντας ένα διάλογο γύρω από την τοπική ανάπτυξη εν μέσω οικονομικής κρίσης. Η έρευνα έλαβε χώρα στην Θράκη και ειδικότερα στην περιοχή του Περάματος και των Σαπών, με σκοπό να διερευνηθούν οι στάσεις και οι απόψεις των κατοίκων σε σχέση με την ανάπτυξη της περιοχής, την πιθανή πραγματοποίηση εξορύξεων χρυσού, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τη συμμετοχή τους στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων με απώτερο στόχο το σχεδιασμό περιβαλλοντικής πολιτικής και ανάπτυξης για τη βελτίωση και προστασία του περιβάλλοντος της περιοχής. Η παρούσα έρευνα είναι κοινωνιολογική και πραγματοποιήθηκε με τη χρήση δομημένου ερωτηματολογίου. Ακόμη χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της προσωπικής συνέντευξης και η μέθοδος δειγματοληψίας που εφαρμόστηκε είναι η απλή τυχαία. Προκειμένου να αναλύσουμε τα δεδομένα της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν η περιγραφική στατιστική, ο μη παραμετρικός έλεγχος του Friedman και η παραγοντική ανάλυση, ανάλογα κάθε φορά με τα χαρακτηριστικά και τους σκοπούς της έρευνας. Βάσει των αποτελεσμάτων, οι κάτοικοι επιθυμούν η μελλοντική ανάπτυξη της περιοχής να στηριχθεί κυρίως στον πρωτογενή τομέα και τον τουρισμό, και λιγότερο στην βιομηχανία και την εξόρυξη χρυσού ή ζεόλιθου υπό τον φόβο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Επιπροσθέτως, ο βαθμός συμμετοχής στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων αναφορικά με την αναπτυξιακή δραστηριότητα κυμαίνεται σε πολύ μικρό βαθμό και στις δύο περιοχές, όπως και η ενημέρωσή τους γύρω από την τοπική ανάπτυξη 352 280 291 Perceived acculturation strategies of indigenous young people in Greece towards six ethnic groups Αντιλήψεις γηγενών νέων στην Ελλάδα για τις στρατηγικές επιπολιτισμοποίησης για έξι εθνοτικές ομάδες Immigrants and refugees who settle in Greece face a number of challenges related to the processes of acculturation and intercultural contact. Although most published studies focus on acculturation strategies adopted by immigrants themselves, the study of acculturation processes from the view of the majority group is object has been met with equal research interest. The aim of the current study is to investigate the acculturation strategies adopted by students in Greece towards six major ethnic groups that have settled in Greece during the last decades (Albanians, Syrians, Pakistanis, Chinese, Polish people and Ukrainians). Acculturation is studied within the context of the Interactive Acculturation Model of Bourhis, Moïse, Perreault and Senécal (1997). The study sample comprised of 146 final year students at the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace (27 male and 119 female). The main instrument of the study was the Host Community Acculturation Scale (HCAS), which was translated and adapted in the Greek language. Results showed that participants of the majority group tend to endorse the positive strategies of integration and individualism, rather than the negative strategies of assimilation, segregation and exclusion, towards all six ethnic groups. Moreover, correlations were found between acculturation strategies and theoretically relevant criteria, such as social dominance orientation, ethnic identity and political orientation of the study participants. Moreover, participants can be divided into two or three distinct groups with regard to their endorsement of positive acculturation strategies. The study results are discussed on the basis of their potential use in the design of interventions and the development of intercultural empathy and cultural empowerment of the host community. Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που εγκαθίστανται στην Ελλάδα έρχονται αντιμέτωποι με προκλήσεις που προκύπτουν από τις διεργασίες της διαπολιτισμικής επαφής και της επιπολιτισμοποίησης. Παρόλο που οι περισσότερες δημοσιευμένες έρευνες εστιάζουν στις στρατηγικές επιπολιτισμοποίησης που υιοθετούν οι ίδιοι οι μετανάστες, αντίστοιχο ερευνητικό ενδιαφέρον έχει και η διερεύνηση των διεργασιών επιπολιτισμοποίησης από τη σκοπιά της κοινωνίας υποδοχής. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να μελετήσει τις αντιλήψεις των γηγενών νέων στην Ελλάδα για τις στρατηγικές επιπολιτισμοποίησης για έξι πολυπληθείς εθνοτικές ομάδες μεταναστών/προσφύγων που βρίσκονται στη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες (Αλβανοί, Σύριοι, Πακιστανοί, Κινέζοι, Πολωνοί, Ουκρανοί). Το φαινόμενο της επιπολιτισμοποίησης εξετάζεται στο πλαίσιο του Διαδραστικού μοντέλου των Bourhis, Moïse, Perreault και Senécal (1997). Το δείγμα της έρευνας ήταν 146 τελειόφοιτοι φοιτητές/τριες στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΠΤΔΕ) του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ) (27 άνδρες και 119 γυναίκες). Το βασικό εργαλείο της έρευνας ήταν η Κλίμακα Επιπολιτισμοποίησης της Κοινότητας Υποδοχής (HCAS), η οποία προσαρμόστηκε στην ελληνική γλώσσα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες θεωρούν ότι και οι έξι εθνοτικές ομάδες πρέπει να ακολουθούν περισσότερο τις θετικές στρατηγικές της εναρμόνισης και του ατομικισμού και λιγότερο τις αρνητικές στρατηγικές της αφομοίωσης, του αποκλεισμού και της απόσχισης. Επιπλέον, βρεθήκαν συσχετίσεις ανάμεσα στις αντιλήψεις του δείγματος για τις στρατηγικές επιπολιτισμοποίησης που είναι καλό να ακολουθούνται από τους μετανάστες/πρόσφυγες και στις θεωρητικά συναφείς κλίμακες-εννοιολογικές κατασκευές του προσανατολισμού κοινωνικής κυριαρχίας, της εθνοτικής ταυτότητας και του πολιτικού προσανατολισμού των συμμετεχόντων. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες μπορούν να χωριστούν σε δύο ή τρεις διακριτές υπο-ομάδες, ως προς το βαθμό υιοθέτησης θετικών ή μη στρατηγικών επιπολιτισμοποίησης. Τα ευρήματα της έρευνας συζητούνται στη βάση της προοπτικής αξιοποίησής τους στο σχεδιασμό παρεμβάσεων για την καλλιέργεια της διαπολιτισμικής ενσυναίσθησης και της πολιτισμικής ενδυνάμωσης σε επίπεδο κοινότητας. 353 126 167 This study examines the concepts views men and women about on car use and its impact on the environment. Data was collected through a semi-structured interview from 30 participants (16 women) and was submitted to content analysis. Questions dealt with the participants’ decision making process on purchasing a car and their patterns of car driving, as well as their views on car use by both men and women and on the effects of car use on the environment. The results showed that the cars play a different role in the lives of men and women and that car driving has a different meaning for them. Finally, it was found that despite the recognition of the car's environmental impact there is a reluctance to reduce its use Στα πλαίσια της παρούσας μελέτης εξετάζονται οι αντιλήψεις των δύο φύλων για το νόημα που δίνουν στην σχέση τους με το αυτοκίνητο ως άνδρες και ως γυναίκες καθώς και για τις επιπτώσεις του στο περιβάλλον. Η εργασία αυτή παρουσιάζει μια πρωτότυπη έρευνα, διότι τα δεδομένα εξετάζονται με την οπτική του φύλου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν με ατομική ημιδομημένη συνέντευξη σε 30 συμμετέχοντες (16 γυναίκες) και υποβλήθηκαν σε ανάλυση περιεχομένου. Οι απαντήσεις που δόθηκαν αφορούν τον τρόπο λήψης της απόφασης για την αγορά του αυτοκινήτου και τις συνήθειες σχετικά με το αυτοκίνητο των δύο φύλων, την σημασία που δίνουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες, ως άνδρες και ως γυναίκες στο αυτοκίνητο και τις αντιλήψεις τους για τις επιπτώσεις του αυτοκινήτου στο περιβάλλον. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το αυτοκίνητο παίζει διαφορετικό ρόλο στις ζωές ανδρών και γυναικών και ότι υπάρχει συσχέτιση της θετικής ή αρνητικής εικόνας για τον τρόπο οδήγησης με το φύλο. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι παρά την αναγνώριση των επιπτώσεων του αυτοκινήτου στο περιβάλλον υπάρχει απροθυμία μείωσης της χρήσης του 354 269 188 Greece belongs to that class of member states of the European Union with official state church. Their relations are clarified through constitutional recognition and the presence of the church is pervasive in all kinds of public activity. The education and the school is one of these. Although, Greece is a country that consists of many people with different cultures and has to follow the direction of the European Union, it seems that the same country has been convicted many times by the European Court of rights. The main reason is the confessional character of religious education who in one way or another does not respect the cultural heterogeneity of the country. As a closest example, circumvent of the rights of Greek, Muslim pupils in school and society that behaves the same as foreigners. Some of the reasons are the particular history of Greece and the low economies and cultural level that lead to social exclusion and jostle. Finally, Greek society and government, seems not to be ready to accept the diversity of the country, due to the close affinity with the church. As a result of this, the particular part of citizen, do not “delectate” the values of isonomy and do not use their human rights as they have to. Main care, so, is to polish a peaceful coexistence between people with different cultures and attitudes. Greek school and education has to get rid of the ethnocentric end create a sense of solidarity to a social, as well as to a personal level, where the meaning of respect of the personal culture of a man, will take into account. Η Ελλάδα ανήκει σε εκείνη την κατηγορία των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαθέτει επίσημη εκκλησία. Οι σχέσεις τους διασαφηνίζονται από Συνταγματικές κατοχυρώσεις και η παρουσία της είναι έντονη σε κάθε είδους δημόσια δραστηριότητα. Η εκπαίδευση και το σχολείο είναι μια από αυτές. Παρόλο που η Ελλάδα κατακλύζεται από πολλές διαφορετικές κουλτούρες και υποχρεούται να συμμορφώνεται με τις οδηγίες της Ε.Ε, φαίνεται πως έχει καταδικαστεί πολλές φορές για καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο κυριότερος λόγος είναι ο κατηχητικός χαρακτήρας του μαθήματος των θρησκευτικών που πολλές φορές δεν σέβεται την πολιτισμική ετερογένεια της χώρας. Κοντινότερο παράδειγμα, αποτελούν τα Μουσουλμανόπαιδα που αναγνωρίζονται ως ξένοι, λόγω της ιδιαίτερης ιστορίας με την Ελλάδα. Τελικά, η ελληνική κοινωνία και πολιτεία φαίνεται να μην είναι έτοιμη να δεχτεί την πολιτισμική ετερότητα της χώρας και αυτό έχει ως αποτέλεσμα η συγκεκριμένη ομάδα πολιτών να μην «απολαμβάνει» των αρχών της ισονομίας και ισοπολιτείας. Κύριο μέλημα, είναι να δημιουργηθεί μια ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ ατόμων με διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές. Το ελληνικό σχολείο και η εκπαίδευση είναι ανάγκη να απαλλαγεί από τον εθνοκεντρισμό και να πραγματοποιηθεί ένα κλίμα αλληλεγγύης τόσο σε κοινωνικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο 355 287 298 Μελέτη των επιπέδων αυτοαντισωμάτων του ορού ως προγνωστικούς παράγοντες σε ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto, με ανοσοραδιολογικές μεθόδους IRMA, σε σύγκριση με τα επίπεδα των λοιπών θυρεοειδικών ορμονών Hashimoto’s Thyroiditis is a chronic autoimmune disease which appears more often to women and it usually causes ypothyroidism and more rarely goitre. In this study, the titers of Anti-Tg and Anti-TPO of patients with Hashimoto’s Thyroiditis are investigated in order to e evaluated as prognostic factor for the severity of the disease in association with thyroid scintigraphy and the levels of other thyroid hormones. Specifically, 34 patients (27 women and 7 men) aged 24-46 years who were suffering from thyroid disease were studied. The patients come from General University Hospital of Evros clinics as well as from other doctors. The research was carried out at Nuclear Medicine Laboratory of Democritus University of Thrace coming under the University Hospital of Evros. It used kits of the company called Izotop for anti-Tg and Anti-TPO and company called DiaSorin for TSH. Titers of Anti-Tg, Anti-TPO, and TSH were determined, and then in most (21 patients) thyroid gland scintigraphy carried out with 99 mm technetium in γ-Camera. The statistical analysis of the results is carried out with the x2 - test (student test) and the relation of the titers made with the Pearson correlation test to estimate the accuracy of the results. Statistically significant was p <0.005. Patients with Hashimoto's thyroiditis were found to have high titers of Anti-Tg and Atni-TPO (> 100.0 IU / ml) and most of them had high TSH as evidence of hypothyroidism. In addition, patients with very high titers of Anti-Tg and Atni-TPO had heavier clinical features of the disease. Therefore, the titers of the Anti-Tg and Anti-TPO is a prognostic factor for the outcome of the disease and is a safe, valid and effective method for the diagnosis and management of patients with Hashimoto’s Thyroiditis. Η θυρεοειδίτιδα Hashimoto είναι μία χρόνια αυτοάνοση πάθηση η οποία εμφανίζεται συχνότερα στις γυναίκες και προκαλεί, συνήθως, υποθυρεοειδισμό και σπανιότερα την εμφάνιση βρογχοκήλης. Στην παρούσα μελέτη διερευνούνται οι τιμές των αυτοαντισωμάτων (Anti-Tg και Anti-TPO) του ορού ασθενών που πάσχουν από θυρεοειδίτιδα Hashimoto, με σκοπό να αξιολογηθούν ως προγνωστικός παράγοντας της βαρύτητας της νόσου σε συσχέτιση με το σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς και των επιπέδων των λοιπών θυρεοειδικών ορμονών. Συγκεκριμένα, μελετήθηκαν 34 ασθενείς (27 γυναίκες και 7 άνδρες) ηλικίας 24-46 ετών οι οποίοι έπασχαν από θυρεοειδικές νόσους. Οι ασθενείς προέρχονται από κλινικές του ΠΓΝΕ καθώς και από εξωτερικούς ιατρούς. Η έρευνα εξετελέσθη στο Πανεπιστημιακό εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής του Δ.Π.Θ. που είναι εγκατεστημένο στο ΠΓΝΕ και χρησιμοποιήθηκαν kit των εταιρειών Izotop για τα αυτοαντισώματα Anti-Tg και Anti-TPO και DiaSorin για την TSH. Προσδιορίστηκαν οι τιμές των Anti-Tg, Anti-TPO και της TSH και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε στους περισσότερους (21 ασθενείς) σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς αδένα με τεχνήτιο 99 mm σε γ-Camera. Ακολούθησε η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων, η οποία έγινε με το χ2 - test (student test) και η συσχέτιση των τιμών που έγινε με την κατά Pearson correlation test για την εκτίμηση της ακρίβειας των αποτελεσμάτων. Στατιστικά σημαντικό θεωρήθηκε το ρ < 0,005. Διαπιστώθηκε πως ασθενείς με θυρεοειδίτιδα Hashimoto παρουσίαζαν υψηλές τιμές αυτοαντισωμάτων (>100.0 IU/ml) και οι περισσότεροι εξ αυτών εμφάνιζαν υψηλή TSH ως ένδειξη υποθυρεοειδισμού. Επιπλέον, οι ασθενείς με λίαν υψηλές τιμές αυτοαντισωμάτων παρουσίαζαν κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου σε βαρύτερη μορφή. Επομένως, ο υπολογισμός των αυτοαντισωμάτων στον ορό αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για την έκβαση της νόσου και πρόκειται για μία ασφαλή, έγκυρη και αποτελεσματική μέθοδο για τη διάγνωση και τον χειρισμό των ασθενών με θυρεοειδίτιδα Hashimoto. 356 156 158 Τhe educational policy during the Metaxas dictatorship in Greece (1936-1940) Η εκπαιδευτική πολιτική κατά τη διάρκεια της μεταξικής δικτατορίας στην Ελλάδα (1936-1940) The purpose of this study is the projection of the propaganda techniques, which were hidden behind the educational policy of the Metaxas dictatorship, as they were presented by taking into consideration the relevant bibliography, the indexing magazines and the study of the institutional framework of that period. This is actually an attempt to present the most basic propaganda mechanisms, which emerged from all the aspects of young people’s lives: the educational system, EON and the various student privileges. The research has highlighted the ideological orientations of the new school, the deeper motivations of the character and the structure adopted by the educational system, the supervisory and administrative mechanism, the interference in curricula and paraprogrammata, the pedagogic process, the teaching language, the EON’s regulatory system of value, the goals and forced-propaganda consolidating adjustments, and finally, government’s social policy and the deepest internal processes, which undermines behind it Αντικείμενο της παρούσας εργασίας συνέστησε η ανάδειξη των προπαγανδιστικών τεχνικών, που υποκρύπτονταν πίσω από την εκπαιδευτική πολιτική της μεταξικής δικτατορίας, όπως προβάλλονταν μέσα από την ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας, την αποδελτίωση του περιοδικού τύπου και την μελέτη του θεσμικού πλαισίου της εποχής. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για μια απόπειρα προβολής των βασικότερων προπαγανδιστικών μηχανισμών, που αναδύθηκαν μέσα απ’ όλες τις εκφάνσεις του νεανικού βίου: το εκπαιδευτικό σύστημα, την ΕΟΝ και τα ποικίλα μαθητικά προνόμια. Η έρευνα, ανέδειξε τις ιδεολογικές κατευθύνσεις του νέου σχολείου, τα βαθύτερα κίνητρα του χαρακτήρα και της διάρθρωσης που έλαβε το εκπαιδευτικό σύστημα, τον εποπτικό και διοικητικό μηχανισμό του, τον παρεμβατισμό στα αναλυτικά προγράμματα και τα παραπρογράμματα της παιδευτικής διαδικασίας, τη γλώσσα διδασκαλίας, το αξιακό κανονιστικό σύστημα της ΕΟΝ, τους στόχους κι τις αναγκαστικές-προπαγανδιστικές ρυθμίσεις εδραίωσής της και τέλος την κοινωνική πολιτική του κράτους και τις βαθύτερες εσωτερικές διεργασίες, που υποσκάπτονταν πίσω απ’ αυτήν 357 195 211 Purpose: The symptom of headache is very common. Headaches affect 90% of the population sometime during their lifetime. This study aims to review the clinical features and the differential diagnosis of frequent facial pain syndromes and headaches. Design / methodology / approach: A review of all the recent, relevant literature using bibliographic databases. Results: Pain in the area of face is presented according to the underlying pathology, time course, underlying pathophysiology, localization, the structure involved and its underlying etiology. The differential diagnosis is focused primarily on the structure involved. Primary headache disorders include migraine without and with aura, cluster headaches and tension type headaches. Secondary headaches are those that occur as a result of other disorder and include brain tumors, rhino sinusitis, intracranial and extracranial vascular diseases, and temporal-joint disease. The differential diagnosis of the main types of headache is presented according to the diagnostic criteria of the International Society of Headache. Originality / value: This study presents the most recent validated classification of facial pain and headaches and the updated diagnostic criteria for their differential diagnosis in the otorhinolaryngology clinic. With regard to their differential diagnosis, some modern techniques using technology are also presented. Σκοπός: Το σύμπτωμα της κεφαλαλγίας είναι πολύ συχνό. Οι πονοκέφαλοι επηρεάζουν το 90% του πληθυσμού κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η εργασία αυτή σκοπεύει σε μια επισκόπηση κυρίως της κλινικής εικόνας και των διαφορικών διαγνωστικών διαδικασιών των συχνών συνδρόμων προσωπαλγίας και κεφαλαλγίας. Σχεδιασμός / μεθοδολογία / προσέγγιση: Έγινε ανασκόπηση όλης της σχετικής σύγχρονης βιβλιογραφίας που υπάρχει στο διαδίκτυο. Ευρήματα: Ο πόνος στην περιοχή του προσώπου παρουσιάζεται σύμφωνα με την υποκείμενη παθολογία, τη χρονική πορεία του, υποκείμενη παθοφυσιολογία, τον εντοπισμό του, τη δομή που συμμετέχει και την υποκείμενη αιτιολογία του. Η διαφορική διάγνωσή του επικεντρώνεται κυρίως στην εμπλεκόμενη δομή. Οι διαταραχές πρωτοπαθούς κεφαλαλγίας περιλαμβάνουν ημικρανία χωρίς και με αύρα, πονοκεφάλους αθροιστικού τύπου και κεφαλαλγίες τάσης. Οι δευτεροπαθείς κεφαλαλγίες είναι εκείνες οι οποίες εμφανίζονται ως αποτέλεσμα κάποιας άλλης διαταραχής και περιλαμβάνουν όγκους του εγκεφάλου, ρινοκολπίτιδα, ασθένειες του ενδοκρανιακού και εξωκρανιακού αγγειακού συστήματος και ασθένεια κροταφογναθικής άρθρωσης. Η διαφορική διάγνωση των κύριων τύπων κεφαλαλγιών παρουσιάζεται σύμφωνα με τα διαγνωστικά κριτήρια της Διεθνούς Εταιρίας Κεφαλαλγίας. Πρωτοτυπία / αξία: Η εργασία αυτή παρουσιάζει την πιο πρόσφατη έγκυρη ταξινόμηση των προσωπαλγιών και κεφαλαλγιών και τα σύγχρονα ανανεωμένα διαγνωστικά κριτήρια για τη διαφορική διάγνωσή τους στο ωτορινολαρυγγολογικό ιατρείο. Αναφορικά με τη διαφορική τους διάγνωση εξετάζονται επίσης και κάποιες σύγχρονες μέθοδοι με τη βοήθεια της τεχνολογίας. 358 309 315 Dealing with diversity in lower secondary school mathematics' class: Διαχείριση της ετερότητας στην τάξη των μαθηματικών του Γυμνασίου: The contemporary educational data support the need for specially designed teaching interventions in the education of children with special educational needs, amongst whom are the students of the Muslim minority in Thrace. If these students are to be included in the general school, teaching and especially mathematics teaching, due to the generally accepted value of the mathematical knowledge, needs to be differentiated. The present work concerns a didactic intervention based on the principles of differentiated teaching and aimed at enhancing the participation in the learning process and the social inclusion of students from the Muslim minority of Thrace who attend public school. The method used was action research which was divided into four phases, among which there was the opportunity to reflect and review the cognitive and social components of the teaching practice in the direction of differentiation and inclusion. The research was conducted in a second year class of a public Lower Secondary School in Thrace attended by 20 students having various social, linguistic and religious backgrounds and lasted a total of six months. The design and implementation of the research was carried out by the classroom mathematics teacher under the guidance of an academic supervisor. The research tools used to collect the data were student assignments, observation, field notes, research diary, tests and interviews. The conclusions drawn from the data analysis highlight the criticality of teaching practices that combine principles of inclusive education and differentiated teaching, listen to and exploit the socio-cultural reality of students and regulate the conditions of authentic interaction and communication throughout the classroom mathematical activity. The adoption of such teaching practices in the context of the present research activated the possibilities and significantly enhanced the self-esteem of minority and majority students who were on the margins of the mathematics class both learning and social. Τα σύγχρονα εκπαιδευτικά δεδομένα υποστηρίζουν την ανάγκη ειδικά σχεδιασμένων διδακτικών παρεμβάσεων στην εκπαίδευση των παιδιών με ιδιαίτερες εκπαιδευτικές ανάγκες, στα οποία εντάσσονται και οι μαθητές της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Για να μπορέσουν οι μαθητές αυτοί να συμπεριληφθούν στο γενικό σχολείο χρειάζεται η διδασκαλία και ιδιαίτερα η διδασκαλία των μαθηματικών, εξαιτίας της γενικά αποδεκτής αξίας της μαθηματικής γνώσης, να διαφοροποιηθεί. Η παρούσα εργασία αφορά σε μια διδακτική παρέμβαση που στηρίχτηκε σε αρχές της διαφοροποιημένης διδασκαλίας και είχε ως στόχο να ενισχυθεί η συμμετοχή στη μαθησιακή διαδικασία και η κοινωνική συμπερίληψη μαθητών από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης που φοιτούν σε δημόσιο σχολείο. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η έρευνα δράση η οποία χωρίστηκε σε τέσσερις φάσεις, ανάμεσα στις οποίες υπήρχε η ευκαιρία για αναστοχασμό και αναθεώρηση των γνωστικών και κοινωνικών συνιστωσών της διδακτικής πράξης στην κατεύθυνση της διαφοροποίησης και της συμπερίληψης. Η έρευνα διεξήχθη σε ένα τμήμα της Β΄ Γυμνασίου ενός δημόσιου σχολείου της Θράκης όπου φοιτούσαν 20 μαθητές με ετερότητα κοινωνική, γλωσσική και θρησκευτική και διήρκησε συνολικά έξι μήνες. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της έρευνας πραγματοποιήθηκε από τον εκπαιδευτικό των μαθηματικών της τάξης με την καθοδήγηση και τις συμβουλές του ακαδημαϊκού επιβλέποντα. Τα ερευνητικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την συλλογή των δεδομένων ήταν οι εργασίες των μαθητών, η παρατήρηση, οι σημειώσεις πεδίου, το ερευνητικό ημερολόγιο, οι δοκιμασίες και οι συνεντεύξεις. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την ανάλυση των δεδομένων αναδεικνύουν την κρισιμότητα διδακτικών πρακτικών που συνδυάζουν αρχές της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης και της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, αφουγκράζονται και αξιοποιούν την κοινωνικο-πολιτισμική πραγματικότητα των μαθητών και ρυθμίζουν τις συνθήκες αυθεντικής αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας όλων στη διάρκεια της μαθηματικής δραστηριότητας στην τάξη. H υιοθέτηση τέτοιων διδακτικών πρακτικών στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας ενεργοποίησε τις δυνατότητες και ενίσχυσε σημαντικά την αυτοεκτίμηση μειονοτικών αλλά και πλειονοτικών μαθητών που βρίσκονταν στο περιθώριο της τάξης των μαθηματικών τόσο μαθησιακά όσο και κοινωνικά. 359 324 314 συσχέτιση με την ηλικία της γυναίκας από τη γέννηση έως την εμμηνόπαυση Women are born with an endowment of oocytes, which decreases as they age. The decline in oocyte quantity eventually leads to menopause, marking the end of the reproductive lifespan. Over the past decades, many research efforts have aimed at quantifying the remaining pool of oocytes, otherwise known as the ovarian reserve. Anti-Müllerian hormone (AMH), produced by follicular granulosa cells, has recently emerged as a promising biomarker representing the number of remaining follicles in the ovaries. Herein, AMH levels are suggested to provide an estimation of reproductive age’, irrespective of chronological age. In other words, a woman with a low AMH level would have a lower ovarian reserve, and thus a shorter time to menopause than a woman with a higher AMH level of the same (chronological) age. Serum AMH is solely produced in the human ovary by granulosa cells. AMH expression starts in primary follicles as soon as recruitment from the primordial follicle pool is initiated, until the early antral stage during which expression is strongest. Expression ceases in follicles with a diameter between 8 and 10 mm. Based on this expression pattern, serum AMH was suggested to reflect the number of early growing follicles. Serum AMH reflects the cohort of small growing follicles and therefore constitutes a proxy for the size of the primordial follicle pool. As early as 36 weeks gestation, female fetuses begin producing AMH, which steadily increases in production until follicles reach the antral phase. Regarding the production of AMH in later life, a mild peak is observed at the puberty, followed by the highest level of secretion between 23 and 25 years of age. This corresponds to the most fertile era of a female. Afterwards, these levels steadily decline until the hormone becomes undetectable, corresponding to menopause. Over recent years, researchers have highlighted AMH as a valid marker of ovarian ageing. AMH is applicable as a marker of ovarian reserve only in women of 25 yr old and older Οι γυναίκες γεννιούνται με κληρονομιά μια πληθώρα ωοθυλακίων , η οποία μειώνεται με την ηλικία. Η μείωση της ποσότητας των ωοθυλακίων οδηγεί τελικά στη εμμηνόπαυση και στο τέλος της αναπαραγωγικής ηλικίας. Τις προηγούμενες δεκαετίες , πολλές ερευνητικές προσπάθειες είχαν στόχο την ποσοτικοποίηση του εναπομένοντος ωοθηκικού αποθέματος. Η αντιμυλλεριανή ορμόνη (ΑΜΗ), είναι μια γλυκοπρωτείνη της οικογένειας των μετατροποποιητικών αυξητικών παραγόντων TGF-β, παραγόμενη από τα ωοθυλακικά κοκκώδη κύτταρα και αποτελεί έναν υποσχόμενο βιοδείκτη, αντιπροσωπευτικό του αριθνμού των εναπομεινάντων ωοθυλακίων στις ωοθήκες. Επίσης , τα επίπεδα της ΑΜΗ παρέχουν μια εκτίμηση της αναπαραγωγικής ηλικίας ανεξάρτημα της χρονολογικής ηλικίας. Με άλλα λόγια , μια γυναίκα με χαμηλά επίπεδα ΑΜΗ θα έχει χαμηλότερο ωοθηκικό απόθεμα και έτσι ένα μικρότερο διάστημα έως την εμμηνόπαυση, από ότι μια γυναίκα με υψηλότερη ΑΜΗ στην ίδια χρονολογική ηλικία. Η ΑΜΗ του ορού παράγεται από τα κοκκώδη κύτταρα της ωοθήκης και η έκφρασή της ξεκινά στα πρωτοταγή ωοθυλάκια μόλις η στρατολόγηση τους έχει ξεκινήσει από το πρωτοταγές ωοθυλακικό απόθεμα, έως το πρώιμο κοιλοτικό στάδιο κατά τοοποίο η έκφραση της είναι μεγαλύτερη. Η έκφρασή της σταματά όταν το ωοθυλάκιο φθάσει σε διάμετρο 8-10mm. Οπότε η ΑΜΗ αντανακλά το πλήθος των μικρών αυξανόμενων ωοθυλακίων και αποτελεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα μεγέθους του πρωτοταγούς ωοθυλακικού αποθέματος. Η αρχική παραγωγή της ΑΜΗ στις γυναίκες εμφανίζεται την 36η εβδομάδα της ενδομήτριας ζωής. Από εκεί και έπειτα η σταδιακή αύξηση στην παραγωγή της ΑΜΗ αντανακλά τη σταθερή αύξηση των αναπτυσσόμενων ωοθυλακίων. Μια μικρή κορυφή παρατηρείται στην εφηβεία ακολουθούμενη από τα υψηλότερα επίπεδα έκκρισης μεταξύ της ηλικίας 23 και 25 ετών. Μετά από αυτή την ηλικία τα επίπεδα της ΑΜΗ σταθερά μειώνονται μέχρις ότου γίνουν μη ανιχνεύσιμα το οποίο αντιστοιχεί στην εμμηνόπαυση. Τα επίπεδα της ΑΜΗ στον ορό είναι αντίστροφα συσχετισμένα με την ηλικία και η ΑΜΗ αποτελεί ένα εφαρμόσιμο δείκτη των ωοθηκικών εφεδρειών μόνο μετά την ηλικία των 25. 360 356 314 The present paper deals with the influence that music has in the emotional world of people and especially those of smaller age, the children. Initially, there is a reference to the general importance of music in all over the world and over time. Is examined its origin, its presence in the educational systems in the past years and reaches nowadays, in which music promotes the emotional and on all sides personal development of the individual. Then, is investigated the music and generally its effects on both environment and humans. Is observed how the music relates to humans’ cognitive and emotional development and also the importance to them. Is concerning about the way a man will think, will face situations and will create relations in his life interacting with anthropogenic and natural environment, in which he develops. The influence that music has on him, has to do with, is about the physical functions, which sometimes improves and the emotional ones, which many times may determine. In the next chapter, more practical concerns can be find. As long as the music affects children’s emotions, some questions are born. How we choose the type of music that we will listen to? When do we finalize our musical choices and why? Are there different types of music that can cause specific emotions? Is emphasized the necessity for the occupation of the children with the music, while also at the same time is emphasized the importance of self-perception and creativity that promotes. An pivot that is also getting affected, is that of Special Education, as the music seems to help greatly in this sector too. Finally, based on the syllabus and the goals that sets for the children, some ways are suggested in order to come into first contact with music. Are described the characteristics that a good music teacher should have (of a good music teacher), and also the area in which should act. As a conclusion, are presented some music activities (that are) appropriate for preschool children either to face unpleasant feelings, or with their music preparatory in order to love music in the future and occupy with it Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της επίδρασης που ασκεί η μουσική στον συναισθηματικό κόσμο των ανθρώπων και ιδιαίτερα εκείνων των μικρότερων σε ηλικία, των παιδιών. Αρχικά, γίνεται αναφορά στη γενικότερη σημασία της μουσικής ανά τον κόσμο και διαχρονικά. Εξετάζεται η προέλευσή της, η παρουσία της στα εκπαιδευτικά συστήματα στο παρελθόν και φτάνει στη σημερινή εποχή κατά την οποία η μουσική προάγει την συναισθηματική και ολόπλευρη ανάπτυξη του ατόμου. Εν συνεχεία, διερευνάται η μουσική γενικότερα ως προς τις επιδράσεις της τόσο στο περιβάλλον όσο και στον άνθρωπο. Παρατηρείται πώς σχετίζεται με τη γνωστική και συναισθηματική του ανάπτυξη. Πρόκειται για τον τρόπο που θα σκέφτεται, θα αντιμετωπίζει καταστάσεις και θα συνάπτει σχέσεις στη ζωή του αλληλεπιδρώντας με το ανθρωπογενές και φυσικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται. Η επιρροή που του ασκεί η μουσική, έχει να κάνει με σωματικές λειτουργίες τις οποίες ενίοτε βελτιώνει και με συναισθηματικές, τις οποίες πολλές φορές δύναται να καθορίσει. Σε επόμενο κεφάλαιο, θα συναντήσει κανείς πιο πρακτικούς προβληματισμούς. Εφόσον η μουσική επιδρά στα συναισθήματα των παιδιών γεννιούνται ορισμένα ερωτήματα. Πώς επιλέγουμε τη μουσική που θα ακούσουμε; Πότε οριστικοποιούμε τις μουσικές επιλογές μας και γιατί; υπάρχουν μουσικές που μπορούν να προκαλέσουν συγκεκριμένα συναισθήματα; Τονίζεται η αναγκαιότητα της ενασχόλησης των παιδιών με τη μουσική, ενώ ταυτόχρονα δίνεται έμφαση στη σημασία της αυτοαντίληψης και της δημιουργικότητας τις οποίες προάγει. Άξονας που θίγεται είναι και εκείνος της Ειδικής Αγωγής καθώς φαίνεται η μουσική να βοηθά κατά πολύ και σε αυτό τον τομέα. Τέλος, με βάση το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και τους στόχους που θέτει για τα παιδιά, προτείνονται τρόποι ώστε να έρθουν σε μία πρώτη επαφή με τη μουσική. Περιγράφονται τα χαρακτηριστικά ενός καλού μουσικοπαιδαγωγού και του χώρου στον οποίο δρα. Ως κατακλείδα, παρατίθενται ορισμένες μουσικές δραστηριότητες κατάλληλες για παιδιά προσχολικής ηλικίας είτε με σκοπό την αντιμετώπιση δυσάρεστων συναισθημάτων, είτε την μουσική προπαιδεία τους ώστε να αγαπήσουν στη συνέχεια τη μουσική και να ασχοληθούν με αυτήν 361 286 324 Ομάδες αίματος ερυθρών και πλάσμα πλούσιο σε αιμοπετάλια (PRP) και ανθρώπινη αναπαραγωγή The current study implemented a review on literature regarding the association between blood groups and mostly the ABO system and the Platelet Rich Plasma (PRP) with infertility and human reproduction. The investigation reveled mixed results regarding ABO blood type, since a number of studies found an association of O blood type with Dimi-nished Ovarian Reserve (DOR), while other studies indicate an asso-ciation with a blood type. In addition, other studies indicate a conne-ction of O type blood with male infertility and also a connection of blood type a with early initiation of ovarian Hyperstimulation Syndrome (OHSS). Also, older research, indicates an association of Rh blood group system as well as the Kell and Ss (MNS) blood group antigens with the Hemolytic Discease of the Newborn (HDN). In general, most studies do not associate significant the ABO blood group with infertility. Test results from providing PRP have a positive impact on infertility, by increasing endometrial thickness, optimizing serum hormones, and ova production-fertilization from perimenopausal women, PRP utilization, initiates growth factors as well as coagulation cascade factors, resulting in regeneration of cells and tissues, Noteworthy, future research should focus on whether the aforementioned observed changes in ovarian reserve occurred after ova maturation increase triggered from primary state or those changes took place de novo. Conclusively, blood groups and the provision of PRP to infertile population, mark new research paths for verification or/not of the connection between the infertility of blood groups antigens through molecular techniques and the creation of protocols for PRP production and implementation, with further analysis of the function of the individual factors. This scientific field of medicine should be regarded very promising due to cost-efficiency and facility of application, thus enhancing the reproductive age limits. Στην παρούσα εργασία έγινε προσπάθεια καταγραφής ερευνών, που εκπονήθηκαν στα πλαίσια της σύνδεσης των ομάδων αίματος και κύρια του συστήματος ΑΒΟ και του πλάσματος πλούσιου σε αιμοπε-τάλια (PRP-platelet rich Plasma) με την υπογονιμότητα και την ανθρώ-πινη αναπαραγωγή. Τα αποτελέσματα των ερευνών ως προς την ομάδα αίματος ΑΒΟ, δεν ήταν αποσαφηνισμένα, με κάποιες μελέτες να συνδέουν την ομάδα αίματος Ο με μεγαλύτερο απομειούμενο ωοθηκτικό απόθεμα (DOR), ενώ κάποιες άλλες την ομάδα Α και όχι την ομάδα Ο. Κάποιες μελέτες φάνηκε να συνδέουν την ομάδα Ο με την ανδρική υπογονιμότητα, χωρίς περαιτέρω διερεύνηση και την ομάδα Α με την πρώιμη έναρξη του συνδρόμου OHSS. Από παλαιότερες έρευνες συσχετίζεται το σύστημα Rh ομάδας αίματος, όπως και άλλων αντιγονικών συστημάτων των Kell, Duffy, Kidd και Ss (MNS) με HDN. Γενικότερα, οι περισσότερες μελέτες δεν συσχετίζουν σημαντικά την ομάδα αίματος ΑΒΟ με την υπογονιμότητα. Τα δε αποτελέσματα των ερευνών ως προς τη χορήγηση PRP και υπογονιμότητας ήταν ενθαρρυντικά με θετικά αποτελέσματα στο πάχος του ενδομητρίου, τη βελτιοποίηση των ορμονών στον ορό, την παραγωγή και γονιμοποίηση ωαρίων σε περι-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες πτωχές απαντήτριες. Η εφαρμογή του PRP, που αποτελεί συμπυκνωμένο προϊόν αιμοπετα-λίων, ενεργοποιεί αυξητικούς παράγοντες και τους παράγοντες του καταρράκτη πήξης, με αποτέλεσμα την αναγέννηση κυττάρων και ιστών. Είναι αξιοσημείωτο να αναφερθείς ως προβληματισμός για περαιτέρω έρευνα, εάν οι αλλαγές που παρατηρήθηκαν στο αποθε-ματικό των ωοθηκών πραγματοποιήθηκαν μετά την πυροδότηση της αύξησης ωρίμανσης των ωαρίων από το πρωτογενές στάδιο ή εάν οι αλλαγές έγιναν de novo. Συμπερασματικά, οι ομάδες αίματος και η χορήγηση του PRP στον υπογόνιμο πληθυσμό σηματοδοτούν νέα μονοπάτια έρευνας για την εξακρίβωση της σύνδεσης ή όχι με την υπογονιμότητα των αντιγονικών συστημάτων του αίματος μέσω μοριακών πλέον τεχνικών ταυτοποίησης και τη δημιουργία πρωτοκόλλων παρασκευής και εφαρμογής του PRP με περαιτέρω ανάλυση της λειτουργίας των επιμέρους παραγόντων του. Πρόκειται άλλωστε για ΄ένα παιδί Ιατρικής πολλά υποσχόμενο λόγω κόστους -αποτελεσματικότητας και ευκολίας εφαρμογής του, διευρίνοντας την αναπαραγωγική ηλικία. 362 324 289 Ταυτοποίηση προγνωστικών παραγόντων για την επαγόμενη απο την οξαλιπλατίνα νευροπάθεια σε ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου Introduction: The colorectal cancer is the third most frequent cancer at men and the second at women. The oxaliplatin is used in the adjuvant therapy and also in the metastatic disease at the chemotherapeutic combinations FOLFOX and XELOX. The incidence of the acute peripheral neuropathy caused by oxaliplatin is between 4% and 98%. Also the incidence of chronic neuropathy is about 70%. Methods: This is a retrospective study. Thirty nine patients, who were treated with FOLFOX at A’ Oncological Clinic of Theageneion Anticancer Hospital were included. The evaluation of neurotoxicity was based on NCI-CTCAE criteria. The univariate statistical analysis of the quantitative variates was conducted using the t- tests or the Mann-Whitney U test. For the clinical categorical variates was used the x2 test. The multivariate analysis followed using logistic regression model. Aim: This research attempted to lighten the relation between the oxaliplatin induced peripheral neuropathy and the mutation status of ras gene, the blood’s serum levels of the magnesium, the calcium, the sodium, the potassium, the haemoglobin, the albumin, the transaminases, the uric acid and the LDH. Also evaluated the relation of the neurotoxicity of the oxaliplatin and the GFR, the ejection fraction, the age, the sex, the stage of cancer and the cumulative dose of oxaliplatin of the patients. Results: From the univariate analysis was concluded statistically significant correlation of the oxaliplatin’s neurotoxicity with the uric acid of the blood serum (p:0.042), especially when the uric acid is more than 5.3 mg/dl (p:0.037), the serum albumin less than 4.3 gr/dl (p:0.034), the total number of the cycles of the chemotherapy (p: 0,022) and the ejection fraction (p: 0.003), especially when the EF is lower than 60% (p:0.012). At the multivariate analysis the statistical significance was reserved for the uric acid (OR 8.80) and the ejection fraction (OR 0.095). Conclusion: The oxaliplatin’s induced neuropathy is associated with the pre¬chemotherapy increased levels of the blood serum’s uric acid and with the decreased ejection fraction. Εισαγωγή: Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο τρίτος σε συχνότητα καρκίνος στους άνδρες και ο δεύτερος στις γυναίκες. Η οξαλιπλατίνα χρησιμοποιείται τόσο στην επικουρική θεραπεία του όσο και στη μεταστατική νόσο με τα χημειοθεραπευτικά σχήματα FOLFOX και XELOX. Η επίπτωση της οξείας περιφερικής νευροπάθειας από την οξαλιπλατίνα κυμαίνεται από 4% έως και 98% ενώ της χρόνιας στο 70% των ασθενών. Μέθοδοι: Η αναδρομική έρευνα περιλαμβάνει 39 ασθενείς που χημειοθεραπεύθηκαν με FOLFOX στην Α’ ΠΟΓΚ του ΑΝΘ Θεαγενείου. Η αξιολόγηση της νευροτοξικότητας βασίστηκε στα κριτήρια NCI-CTCAE. Η μονομεταβλητή ανάλυση των ποσοτικών μεταβλητών διεξήχθη μέσω των t-tests ή του Mann-Whitney U test. Για τις ποιοτικές μεταβλητές χρησιμοποιήθηκε το x2 test. Ακολούθησε πολυμεταβλητή στατιστική ανάλυση με τη χρήση μοντέλου λογιστικής παλινδρόμησης. Σκοπός: Διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στο μεταλλαγμένο ras γονίδιο, μαγνήσιο ορού, ασβέστιο ορού , νάτριο ορού, κάλιο ορού, αιμοσφαιρίνη, αλβουμίνη ορού, ηπατικά ένζυμα, ουρικό οξύ, LDH, GFR, ejection fraction, ηλικία, φύλο, στάδιο νόσου, αθροιστική δόση του φαρμάκου και την εκδήλωση νευροπάθειας . Αποτελέσματα: Από την μονομεταβλητή ανάλυση διαπιστώθη στατιστικά σημαντική συσχέτιση της νευροτοξικότητος της οξαλιπλατίνας με τα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα (p:0.042) και ιδίως όταν η τιμή του ουρικού οξέος υπερβαίνει τα 5.3 mg/dl (p:0.037), την αλβουμίνη ορού χαμηλότερη από 4.3 gr/dl (p:0.034), τον αριθμό των κύκλων χημειοθεραπείας (p: 0,022) και το κλάσμα καρδιακής εξωθήσεως (p: 0.003) ιδίως όταν είναι μικρότερο του 60% (p:0.012). Στην πολυμεταβλητή ανάλυση η στατιστική σημαντικότητα διατηρήθηκε για το ουρικό οξύ (OR 8.80) και για το κλάσμα εξωθήσεως (OR 0.095). Συμπεράσματα: Η επαγόμενη από την οξαλιπλατίνα νευροπάθεια συνδέεται με τα προ της χημειοθεραπείας αυξημένα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα και με το ελαττωμένο κλάσμα καρδιακής εξωθήσεως 363 188 169 Μελέτη της διέγερσης μηχανισμών άμυνας σε σκόρδα με χημικούς και βιολογικούς παράγοντες The present study was developed on the facilities of the Laboratory of Agricultural Pharmacology and Ecotoxicology of Democritus University of Thrace. During the study, the effect of fosetyl-al, acibenzolar-s-methyl, potassium phosphonates and the strain of Bacillus subtilis QST 713 on the garlic plant growth was investigated through variance analysis (ANOVA) as well as the concentration levels of acibenzolar-s-methyl and its major metabolites in the aboveground part of the plants after chromatographic analysis. The results revealed that the application of acibenzolar-s-methyl (ASM) and Bacillus had the highest averages in terms of the height of the oversized part of the plants. The diameter of the plant bulb had better results with the ASM intervention, while the potassium phosphonates did in the fresh and dry weight of the underground garlic plant. Better efficacy in the diameter of the bush had the potassium phosphonates, while in the dry weight of the stem better results showed by the operation with Bacillus. Furthermore, the instrumental analysis showed that the concentration of acibenzolar-s-methyl and its major metabolites had an increase in their value up to the second sampling and then their concentration began to decrease Κατά την διάρκεια της παρούσας εργασίας, ερευνήθηκε η επίδραση των fosetyl-al, acibenzolar-s-methyl, potassium phosphonates και του στελέχους Bacillus subtilis QST 713 στην ανάπτυξη των φυτών σκόρδου καθώς επίσης προσδιορίστηκαν τα επίπεδα συγκέντρωσης του acibenzolar-s-methyl στο υπέργειο τμήμα των φυτών ύστερα από χρωματογραφική ανάλυση. Στη συγκεκριμένη εργασία διαπιστώθηκε ότι η εφαρμογή acibenzolar-s-methyl (ASM) είχε τη σημαντικότερη θετική επίδραση μαζί με τον Bacillus όσον αφορά το ύψος του υπέργειου τμήματος των φυτών. Στη διάμετρο του βολβού των φυτών είχε καλύτερα αποτελέσματα η επέμβαση του ASM ενώ στο νωπό και ξηρό βάρος του υπόγειου τμήματος των φυτών σκόρδου είχε το potassium phosphonates. Καλύτερη αποτελεσματικότητα στη διάμετρο του βλαστού είχε και πάλι το potassium phosphonates ενώ στο ξηρό βάρος του βλαστού καλυτέρα αποτελέσματα έδειξε η επέμβαση με Bacillus. Τέλος στην ενόργανη ανάλυση φάνηκε ότι η συγκέντρωση του acibenzolar-s-methyl όπως και των κύριων μεταβολιτών του, είχαν αύξηση στην τιμή τους μέχρι την δεύτερη δειγματοληψία ενώ μετά η συγκέντρωση τους άρχισε να μειώνεται 364 213 214 Institute for Educational Policy, Cyprus Pedagogical Institute, comparative approach Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου, συγκριτική προσέγγιση The subject of this report is the comparative approach of the Institute of Educational Policy of Greece and the Pedagogical Institute of Cyprus. The aim of the report is to identify similarities and differences between the two institutes based on certain issues related to their functioning which are presented and analyzed in the report and then the comparison of them. In addition, through the presentation and analysis of issues related to the operation of the two institutes it is possible to understand better their functioning and their role in the field of Education in the two countries. The basic way of preparing this report is the bibliographic review which focused on the collection of Greek and foreign language texts. The key points of the comparison of the two institutes are some general and historical elements of them, their mission, their responsibilities, their structure and organization, their Libraries and the resources they have. Finally, the comparison of the Institute of Educational Policy of Greece and the Pedagogical Institute of Cyprus shows that there are some similarities and differences between them and that these two institutes have a very important position and play a very important role in the field of Education in the two countries. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η συγκριτική προσέγγιση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής της Ελλάδας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου της Κύπρου. Σκοπός της εργασίας είναι ο εντοπισμός ομοιοτήτων και διαφορών ανάμεσα στα δύο ινστιτούτα με βάση ορισμένα ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία τους, τα οποία παρουσιάζονται και αναλύονται στην εργασία, και έπειτα η σύγκριση αυτών. Επιπλέον, μέσα από την παρουσίαση και την ανάλυση των ζητημάτων που αφορούν τη λειτουργία των δύο ινστιτούτων, είναι δυνατή η καλύτερη κατανόηση του τρόπου λειτουργίας τους και του ρόλου που αυτά έχουν στον χώρο της Εκπαίδευσης των δύο χωρών. Βασικό τρόπο εκπόνησης της συγκεκριμένης εργασίας αποτελεί η βιβλιογραφική ανασκόπηση που πραγματοποιήθηκε, η οποία εστίασε στη συλλογή ελληνικών και ξενόγλωσσων κειμένων. Τα βασικά σημεία, σύμφωνα με τα οποία πραγματοποιείται η σύγκριση των δύο ινστιτούτων, είναι κάποια γενικά και ιστορικά στοιχεία αυτών, η αποστολή τους, οι αρμοδιότητές τους, η δομή και οργάνωση αυτών, οι Βιβλιοθήκες τους και οι πόροι που αυτά διαθέτουν. Τέλος, μέσα από τη σύγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής της Ελλάδας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου της Κύπρου προκύπτει ότι μεταξύ τους υπάρχουν ορισμένες ομοιότητες, αλλά και διαφορές, καθώς και το ότι τα δύο αυτά ινστιτούτα έχουν πολύ σημαντική θέση και διαδραματίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στον χώρο της Εκπαίδευσης των δύο χωρών. Λέξεις-κλειδιά 365 101 127 διεξαγωγή προσομοιώσεων μοριακής δυναμικής στη μίνι-πρωτεϊνη CLN025 Small peptides with well-defined 3D structures and folding times on the microsecond time scale are excellent systems to test and compare force fields. In this study we simulate the folding of a mini-protein, CLN025, with three Amber force fields: ff99sb-ildn, ff99sb-ildn-nmr and ff99sb*-ildn. CLN025 is a synthetic molecule which consists of ten residues and forms a beta hairpin as proven through X-ray crystallography and NMR spectroscopy. Analysis of the trajectories illuminates the differences that the application of each force field produced. Further comparison against the raw experimental data, specifically the NOE distances, indicates that the ff99sb*-ildn variant outperforms the other two. Μικρά πεπτίδια με καλά καθορισμένες δομές και χρόνους αναδίπλωσης της τάξεως των μικρο-δευτερολέπτων μπορούν να παρέχουν ένα εξαιρετικό σύστημα για τη δοκιμή και τη σύγκριση δυναμικών πεδίων. Σε αυτή τη μελέτη προσομοιώσαμε την αναδίπλωση μιας μίνι-πρωτεΐνης, του CLN025, με τη χρήση τριών δυναμικών πεδίων Amber, των ff99sb-ildn, ff99sb-ildn-nmr και ff99sb*-ildn. Το CLN025 είναι ένα συνθετικό μόριο που αποτελείται από δέκα κατάλοιπα και υιοθετεί τη δομή μιας β-φουρκέτας όπως αποδείχθηκε από πειράματα κρυσταλλογραφίας ακτίνων-Χ και φασματοσκοπίας NMR. Η ανάλυση των τροχιακών που παρήχθησαν φανέρωσε τις διαφορές που παρήγαγε η εφαρμογή του κάθε δυναμικού πεδίου. Περαιτέρω σύγκριση με τα πειραματικά δεδομένα και συγκεκριμένα με τις αποστάσεις λόγω ΝΟΕ κατέδειξε ότι η παραλλαγή ff99sb*-ildn είναι αυτή που αποδίδει καλύτερα από τις άλλες δύο. 366 275 297 Διατροφικές συνήθειες παιδιών και εφήβων που έχουν εκτεθεί σε συνθήκες κακοποίησης It has been observed that nutritional disorders have increased dramatically in recent times, especially among young populations. The purpose of this research was to study through focus groups the attitudes that adults hold about the nutrition of minors exposed to traumatic environmental conditions and more particularly in neglect-abuse situations. Through the sequence of questions put to the teams, we investigated whether and to what extent existing nutritional views are in line with the research findings to date. In addition, the prevailing attitudes and beliefs regarding the prevention and treatment of eating disorders in childhood, as well as the aggravating factors believed to be involved in child nutrition issues, have been studied. In this research, the issue was approached through focus groups. The debate was dealt through closed-ended questions that they could be responded positively or negatively. Six focus groups, consisting of 9 individuals each, were conducted to complete the survey. A total of 54 people participated, who, following the guidance of the researcher, answered all the questions.The results have shown that parents have some basic knowledge about nutrition and nutritional disorders. Despite this there are serious gaps in the link between child abuse and neglect and the development of eating disorders. In addition, there are deficiencies in the knowledge that parents have about the importance of nutrition in the general development of their children. Finally there have been major shortcomings in their knowledge of eating disorders and obesity. It has generally been found that further research and studies are needed both on the link between nutrition and eating disorders (including obesity) with abuse and on the importance of nutrition to the overall development of minors. Διαπιστώνεται ότι οι διαταραχές διατροφής το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν αυξηθεί δραματικά και ιδιαίτερα στους νεανικούς πληθυσμούς. Ο σκοπός της παρούσης έρευνας ήταν να μελετηθούν μέσω των ομάδων εστίασης οι στάσεις που διατηρούν οι ενήλικες σχετικά με την διατροφή ανηλίκων που έχουν εκτεθεί σε τραυματικές συνθήκες περιβάλλοντος και πιο συγκεκριμένα σε συνθήκες παραμέλησης-κακοποίησης. Μέσα από την αλληλουχία των ερωτήσεων που τέθηκαν στις ομάδες διερευνήθηκε το αν και κατά πόσο οι υφιστάμενες απόψεις περί διατροφής συμβαδίζουν με τα μέχρι σήμερα ερευνητικά δεδομένα. Ακόμη, μελετήθηκαν οι επικρατούσες στάσεις και πεποιθήσεις αναφορικά με την πρόληψη και αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών στην παιδική ηλικία, αλλά και οι επιβαρυντικοί παράγοντες που πιστεύεται ότι εμπλέκονται στα ζητήματα διατροφής ανηλίκων.Κατά την συγκεκριμένη έρευνα η προσέγγιση πραγματοποιήθηκε μέσω ομάδων εστίασης ή αλλιώς «focus groups». Η συζήτηση διεκπεραιώθηκε μέσω ερωτήσεων κλειστού τύπου οι οποίες επιδέχονταν θετικής ή αρνητικής απάντησης. Για την ολοκλήρωση της έρευνας πραγματοποιήθηκαν 6 ομάδες εστίασης, αποτελούμενες από 9 άτομα η κάθε μία. Συνολικά συμμετείχαν 54 άτομα τα οποία κατόπιν της καθοδήγησης της ερευνήτριας απάντησαν σε όλα τα ερωτήματα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, προέκυψε ότι οι γονείς διαθέτουν κάποια βασική γνώση αναφορικά με την διατροφή και τις διατροφικές διαταραχές. Ωστόσο, εντοπίζονται σοβαρά κενά στην σύνδεση της κακοποίησης-παραμέλησης ανηλίκων και στην ανάπτυξη διατροφικών διαταραχών. Ακόμη, εντοπίζονται ελλείψεις στην γνώση που οι γονείς κατέχουν σχετικά με την σπουδαιότητα της διατροφής στην γενικότερη εξέλιξη των παιδιών τους. Τέλος, καταγράφηκαν μεγάλες ελλείψεις όσον αφορά την γνώση τους περί των διατροφικών διαταραχών και της παχυσαρκίας. Γενικά διαπιστώθηκε ότι χρειάζεται να γίνουν περαιτέρω έρευνες και μελέτες τόσο σχετικά με την σύνδεση της διατροφής και των διατροφικών διαταραχών συμπεριλαμβανομένης και της παχυσαρκίας) με την κακοποίηση, όσο και σχετικά με την ανάδειξη της σπουδαιότητας της διατροφής στην συνολική ανάπτυξη των ανηλίκων. 367 376 421 Μελέτη των επιπέδων της 25-υδοξιβιταμίνης D στον ορό ασθενών πασχόντων από ιδιπαθή φλεγμονώδη νόσο των εντέρων και συσχέτισή της με τα στάδια της νόσου Many diseases involve the digestive system and especially the small intestine and large intestine but we will deal with idiopathic inflammatory bowel diseases. These are Crohn's disease and ulcerative colitis. Both diseases are characterized by chronic inflammation, and there is an increase in both T lymphocytes and plasma cells but also some immunoglobulins. These conditions may have mild to severe symptoms and can be treated either by medication or by surgery, depending on the extent of the lesion. These diseases are affected by many factors, one of which is vitamin D. The purpose of this study was to evaluate the levels of vitamin D in the serum of these patients and to find out how vitamin D affects inflammatory bowel diseases (IVF). For the experiment, 85 patients were studied, 53 of whom were male and 32 female, 34-68. The 35 men and 10 women of these suffered from ulcerative colitis (group A), while 14 men and 6 women had Crohn's disease in various stages (group B). The others suffered from other general gastrointestinal diseases (group C). Also, 30 healthy blood donors were tested as a control sample. The results were determined using an equilibrium radioimmunoassay (PIA) procedure. The RIA method is based on an antibody specific for 25-OH-D. The statistical analysis of the results was done with the x2-test (Student test). In 82% of patients in Group A, low vitamin D (deficiency), a deficit of 12% and 6% had serum vitamin D levels (p <0.05). In 83% of group B samples there were low levels of vitamin D (deficiency), a deficit of 15% and 2% had sufficient levels of vitamin D in their serum (p <0.05). It is noted that low vitamin D values showed patients with exacerbation or severe disease in both groups A, B (p <0.05). Group C patients showed lower percentages compared to those in groups A and B 57% deficiency, 32% deficit and 11% sufficiency. Based on the above results we conclude that the determination of vitamin D in the serum of patients suffering from idiopathic inflammatory bowel disease is useful in the monitoring of these patients. Extremely low 25-hydroxybutylamine D values are associated with exacerbation or severe disease. However, further studies are needed on the possible improvement of sufferers after substitution. Πολλές παθήσεις αφορούν το πεπτικό σύστημα και ειδικότερα το λεπτό και παχύ έντερο όμως εμείς θα ασχοληθούμε με τις ιδιοπαθείς φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου. Αυτές είναι η νόσος του Crohnκαι η ελκώδης κολίτιδα. Και οι 2 ασθένειες χαρακτηρίζονται από χρόνια φλεγμονή, και παρατηρείται αύξηση τόσο των Τ λεμφοκυττάρων όσο και των πλασματοκυττάρων αλλά και κάποιων ανοσοσφαιρινών. Οι παθήσεις αυτές μπορεί να έχουν ήπια μορφή έως βαριά συμπτώματα και μπορούν να αντιμετωπιστούν είτε με φαρμακευτική αγωγή είτε με χειρουργική επέμβαση, ανάλογα με την έκταση της βλάβης. Αυτές οι ασθένειες επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες, ένας εκ των οποίων είναι και η βιταμίνη D. Σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η εκτίμηση των επιπέδων της βιταμίνηςD στον ορό των ασθενών αυτών και να βρεθεί ο τρόπος με τον οποίο η βιταμίνη D επηρεάζει τις φλεγμονώδεις ασθένειες του εντέρου (ΙΦΝΕ). Για το πείραμα μελετήθηκαν 85 ασθενείς εκ των οποίων οι 53 ήταν άνδρες και οι 32 γυναίκες, ηλικίας 34-68. Οι 35 άνδρες και οι 10 γυναίκες απ αυτούς έπασχαν από ελκώδης κολίτιδα (ομάδα Α) ενώ 14 άνδρες και 6 γυναίκες έπασχαν από την νόσο Crohn σε διάφορα στάδια της (ομάδα Β). Οι υπόλοιποι έπασχαν από άλλα γενικά γαστρεντερολογικά νοσήματα (ομάδα Γ). Επίσης μελετήθηκαν και 30 υγιείς αιμοδότες ως δείγμα ελέγχου. Τα αποτελέσματα προσδιορίστηκαν χρησιμοποιώντας μια διαδικασία ραδιοανοσοπροσδιορισμού (ΡΙΑ) ισορροπίας. Η μέθοδος RΙΑ βασίζεται σε ένα αντίσωμα με ειδικότητα στην 25-ΟΗ-D. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με το χ2-test (Student test). Στο 82% των δειγμάτων των ασθενών της ομάδας Α βρέθηκαν χαμηλές τιμές της βιταμίνης D (ανεπάρκεια), έλλειμμα στο 12% και στο 6% είχε επαρκεί επίπεδα βιταμίνης D στον ορό τους (p<0,05). Στο 83% των δειγμάτων των σθενών της ομάδας Β βρέθηκαν χαμηλές τιμές της βιταμίνης D (ανεπάρκεια), έλλειμμα στο 15% και 2% είχε επαρκή επίπεδα βιταμίνης D στον ορό τους (p<0.05). Σημειώνεται ότι χαμηλές τιμές βιταμίνης D εμφάνιζαν οι ασθενείς με έξαρση ή βαριά νόσο και στις δύο ομάδες Α,Β (p<0.05). Oι ασθενείς της Γ ομάδας εμφάνισαν μικρότερα ποσοστά σε σύγκριση με αυτούς των ομάδων Α και Β 57% ανεπάρκεια, 32% έλλειμμα και 11% επάρκεια. Με βάση τα πιο πάνω αποτελέσματα συμπεράνουμε ότι ο προσδιορισμός της βιταμίνης D στον ορό ασθενών πασχόντων από Ιδιοπαθή φλεγμονώδη νόσο του εντέρου είναι χρήσιμος στην παρακολούθηση των ασθενών αυτών. Οι λίαν χαμηλές τιμές 25-υδροξηβιταμίνης D σχετίζονται με την έξαρση ή βαριά νόσο. Χρειάζονται όμως περαιτέρω μελέτες για την πιθανή βελτίωση των πασχόντων μετά από υποκατάσταση. 368 154 167 Testicular biopsy is a minimal invasive surgical procedure that is used for diagnosis of severe male infertility and as a technique for sperm harvesting in cases of assisted reproduction techniques. For many years, testicular biopsy was considered the cornerstone of the diagnosis of unexplained male infertility. In the recent decades, testicular biopsy indications are limited in the confirmation of obstructive azoospermia in males with normal testicles and hormonal profile. Nowadays, testicular biopsies are manly performed in patients with non-obstructive azoospermia for sperm retrieval, which can be used for intracytoplasmic sperm injection (ICSI). In addition, biopsy is considered in males risk factors for developing testicular carcinoma in Situ (CIS). Several surgical techniques have been described and evaluated for their diagnostic effectiveness, safety and ability to retrieve sperm in males with severe infertility. Open surgical operations, testicular aspiration techniques, microdissection procedures, percutaneous aspiration techniques are included in the armamentarium of testicular biopsy options in appropriate cases. Η βιοψία όρχεως είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική πράξη που χρησιμοποιείται στα πλαίσια της διάγνωσης της βαριάς ανδρικής υπογονιμότητας αλλά και ως τεχνική λήψης σπερματοζωαρίων για χρησιμοποίηση σε τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Η βιοψία όρχεων για πολλά χρόνια, θεωρήθηκε ο ακρογωνιαίος λίθος της διάγνωσης της ανδρικής υπογονιμότητας σε άνδρες με ανεξήγητη υπογονιμότητα. Τα τελευταία χρόνια οι ενδείξεις της έχουν περιορισθεί για την επιβεβαίωση της αποφρακτικής αζωοσπερμίας στους άνδρες με κανονικό όρχεων μέγεθος και κανονικές αναπαραγωγικές ορμόνες. Σήμερα, οι βιοψίες όρχεων εκτελούνται κυρίως για τη λήψη του σπέρματος σε άνδρες με μη-αποφρακτική αζωοσπερμία, που θα χρησιμοποιηθεί για ενδοκυτταροπλασματική έγχυση σπέρματος (ICSI). H ορχική βιοψία εκτελείται επίσης και σε άνδρες με παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρκινώματος in Situ (CIS) όρχεων. Διάφορες χειρουργικές τεχνικές βιοψίας όρχεων έχουν εξεταστεί για την διαγνωστική ικανότητά τους, την ασφάλεια τους και την ικανότητα να ανακτήσουν σπερματοζωάρια σε άνδρες με βαριά υπογονιμότητα. Ανοιχτές χειρουργικές βιοψίες, τυφλές αναρροφήσεις ορχικού ιστού, μικροχειρουργικές εκτομές, διαδερμικές τεχνικές παρακέντησης αποτελούν την φαρέτρα των επιλογών της βιοψίας όρχεως ανάλογα με την περίπτωση 369 178 227 Η επίδραση των OPM1 γενετικών πολυμορφισμών στην μετεγχειρητική αναλγησία με οπιοειδή. Opioids remain the mainstay of postoperative analgesia but their use is related with adverse reactions and unsatisfactory response by a large group of patients . The mapping of the genome and the discovery of polymorphisms in the gene of the μ opioid receptor (OPRM1) attempted to explain this diversity. In the present study systematic review of the literature was conducted and the association between OPRM1 gene polymorphisms and postoperative response to opioids was examined. A118G polymorphism in exon 1 of the OPRM1 is the only one that has been extensively studied and GG homozygotes were found to require greater amounts of opioids than AA carriers in the first hours postoperatively. This correlation is robust in Asian populations where the polymorphism occurs more frequently while no relation with a specific opioid or some type of surgery was found. The research seems to be moving towards combining different genes’ polymorphisms that implied in pain pathways and opioid metabolism and not to OPRM1 alone. There is much to be done in order to be able to provide effective personalized pain control. Η μετεγχειρητική αναλγησία ακόμα και στις μέρες μας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη χρήση οπιοειδών η οποία σχετίζεται ωστόσο με την εμφάνιση συχνών ανεπιθύμητων ενεργειών καθώς και μη ικανοποιητική ανταπόκριση στην αναλγησία από ομάδα ασθενών. Η χαρτογράφηση του γονιδιώματος και η ανακάλυψη πολυμορφισμών στο γονίδιο του μ υποδοχέα των οπιοειδών (OPRM1) επιχείρησε να αιτιολογήσει την διαφορετικότητα αυτή. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και σύγκριση των μελετών που συσχέτιζαν τους πολυμορφισμούς του γονιδίου OPRM1 με την απάντηση των χειρουργηθέντων ασθενών στα οπιοειδή. Ο πολυμορφισμός Α118Θ στο εξώνιο 1 του OPRM1 είναι ο μόνος που έχει μελετηθεί εκτενώς και στην πλειοψηφία των εργασιών οι ομοζυγώτες με 2 G αλληλόμορφα εμφάνιζαν ανάγκη για μεγαλύτερη ποσότητα οπιοειδών άμεσα μετεγχειρητικά. Αυτή η συσχέτιση για τον Α118G θα είχε ίσως νόημα σε ασιατικούς πληθυσμούς όπου εμφανίζεται συχνότερα και τα αποτελέσματα του γονιδιακού ελέγχου θα μπορούσαν να κατευθύνουν ως ένα βαθμό την μετεγχειρητική αναλγησία ενώ δεν βρέθηκε κάποια συσχέτιση του πολυμορφισμού με κάποιο συγκεκριμένο οπιοειδές ή κάποιο είδος χειρουργείου. Η έρευνα φαίνεται να κινείται προς τον συνδυασμό πολυμορφισμών διαφορετικών γονιδίων, που σχετίζονται με τις οδούς του πόνου ή τον μεταβολισμό των οπιοειδών, και όχι του OPRM1 μόνο του. Έτσι χρειάζεται πολύς δρόμος ακόμα για να μπορέσουμε γνωρίζοντας το γονιδιακό προφίλ του ασθενούς μας να προσαρμόσουμε τα χορηγούμενα οπιοειδή αναλγητικά μας. 370 275 354 Background-Aim: Insomnia is an important public health challenge due to its high prevalence, estimated between 10-20% in the general population, and its subsequent impact on individuals and societies. Aim of this study was to assess the prevalence of insomnia as well as the association between insom¬nia symptoms and different socio-demographic characteristics, behaviors and health-related conditions. Methods: A random sample of 771 users of the health center of Iasmos, Thrace, aged from 24 to 89 years (mean age, 58.16 ± 13.12 years; 43% women) was selected. Socio-demographic data, sleep habits and morbidity were recorded. Insomnia was evaluated with Athens Insomnia Scale (AIS), an 8-item scale assessing: sleep induction, awakenings, final awaking, sleep du¬ration, sleep quality, daytime wellbeing, daytime functioning capacity and day¬time sleepiness. Additionally, the Epworth Sleepiness Scale for Excessive Daytime Sleepiness, the Stop-Bang Questionnaire and the Berlin Question¬naire for Obstructive Sleep Apnea risk were also used. Insomnia was defined when AIS score was > 6. Results: The prevalence of insomnia in the total sample was 18.1% (n=141); difficulty in maintaining sleep was the most frequent symptom (26.2%). Multivariate logistic regression analysis revealed that insomnia was independently associated with female gender (aOR=1.76, p=0.005), age >70 years (aOR=1.61, p=0.040), high Body Mass Index (aOR=2.91, p=0.005), presence of a chronic disease (aOR=1.55, p=0.043), snoring (aOR=1.61, p=0.020), midday napping (aOR=1.58, p=0.025) and divorced/ widowed mari¬tal status (aOR=2.23, p=0.002). In particular, renal, brain-vascular, psychiatric and respiratory disorders, as well as chronic pain were significantly more fre-quent in subjects with insomnia. Conclusions: Insomnia prevalence in North-Eastern Greece is in line with previous European and international reports. Different socio-demographic and anthropometric characteristics and chronic health disorders predispose to the prevalence of insomnia. ΣΚΟΠΟΣ: Η αϋπνία αποτελεί σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία λόγω του υψηλού επιπολασμού της και των επιδράσεων της σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Υπολογίζεται ότι 10-20% του γενικού πληθυσμού πάσχει από αϋπνία. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμηθεί ο επιπολασμός της αϋπνίας και των συμπτωμάτων της καθώς και η σχέση της αϋπνίας με κοινωνικό-δημογραφικά χαρακτηριστικά, με τις συνήθεις ύπνου και με τις συνυπάρχουσες παθήσεις. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΙ: Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 771 ασθενείς - χρήστες των υπηρεσιών υγείας του Κέντρου Υγείας Ιάσμου (μέση ηλικία 58,16 ± 13,12 έτη; 43% γυναίκες). Οι πληροφορίες συλλέχθησαν με προσωπικές συνεντεύξεις από την 1η Φεβρουαρίου 2015 έως την 31η Ιουλίου 2015. Έγινε καταγραφή των κοινωνικών-δημογραφικών δεδομένων, των συνηθειών ύπνου και της νοσηρότητα του δείγματος. Η αϋπνία αξιολογήθηκε με την Κλίμακα Αϋπνίας των Αθηνών (AIS), η οποία αποτελείται από 8-ερωτήσεις αξιολόγησης του ύπνου: την έναρξη του ύπνου, τις αφυπνίσεις κατά την διάρκεια του ύπνου, την τελική αφύπνιση σε σχέση με τον επιθυμητό χρόνο, την διάρκεια του ύπνου, την ποιότητα του ύπνου, την ευεξία κατά την επόμενη ημέρα την λειτουργικότητα κατά την επόμενη ημέρα και την υπνηλία κατά την επόμενη ημέρα. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα υπνηλίας Epworth για υπερβολική υπνηλία, καθώς και τα ερωτηματολόγια Stop-Bang και Berlin για την αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης υπνικής άπνοιας. Η αϋπνία ορίστηκε όταν η βαθμολογία στην AIS ήταν > 6. Αποτελέσματα. Ο επιπολασμος της αϋπνίας στο συνολικό δείγμα ήταν 18,1% (n=141), και η δυσκολία στη διατήρηση του ύπνου ήταν το πιο συχνό σύμπτωμα (26,2%). Η πολυπαραγοντική ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης έδειξε ότι η αϋπνία συσχετίστηκε ανεξάρτητα με το γυναικείο φύλο ^OR=1,76, p=0,005), την ηλικία >70 ετών ^OR=1,61, p=0,040), τον υψηλό δείκτη μάζας σώματος (aOR=2,91, p=0,005), την παρουσία χρόνιας ασθένει¬ας (aOR=1,55, p=0,043), το ροχαλητό (αOR=1,61, p=0,020), τον μεσημεριανό ύπνο (αOR=1,58, p=0,025) και την οικογενειακή κατάσταση διαζευγμένοι/χήροι (αϋΚ=2,23, p=0,002). Ειδικότερα, οι νεφρολογικές, οι αγγειακές εγκεφαλικές παθήσεις οι ψυχιατρικές παθήσεις, οι αναπνευστικές διαταραχές, καθώς και ο χρόνιος πόνος ήταν σημαντικά συχνότερες σε άτομα με αϋπνία. Συμπεράσματα. Ο επιπολασμός της αϋπνίας στη βορειοανατολική Ελλάδα φαίνεται να είναι σύμφωνος με προηγούμενες ευρωπαϊκές και διεθνείς αναφορές. Διάφορα κοινωνικο δημογραφικά και ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά καθώς και χρόνιες παθήσεις συνδέονται και προδιαθέτουν για αϋπνία. 371 167 182 Ταυτοποίηση δυνητικά προβιοτικών λακτοβάκιλλων με μοριακές μεθόδους The last few years a new product category has made its appearance on the market which attracts more and more consumers’ interest. It’s about foods and supplements that contain probiotic microorganisms and show intense research and technological interest because today's consumers demand the improvement of the nutrition quality to achieve a better health level. Probiotics are defined as microorganisms which when administered in adequate quantity, have a positive impact on the health of the host. Most strains of probiotics belong to the genus of Lactobacillus and Bifidobacterium. However, although there is evidence of their beneficial effects so far, fewer and fewer probiotic foods get approved and marketed. A microorganism which is being studied for its use as a probiotic strain is Lactobacillus plantarum L125, the identification of which is engaged this project. This is a strain isolated recently, whose genome is unknown and has high homology with related strains. As a result, it becomes necessary to identify this so that it can be used in probiotic foods. Τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει την εμφάνιση τους στην αγορά μια νέα κατηγορία προϊόντων τα οποία προσελκύουν όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον των καταναλωτών. Πρόκειται για τρόφιμα και συμπληρώματα διατροφής τα οποία περιέχουν προβιοτικούς μικροοργανισμούς και παρουσιάζουν έντονο ερευνητικό και τεχνολογικό ενδιαφέρον καθώς οι σημερινοί καταναλωτές στρέφονται σε θέματα βελτίωσης της ποιότητας της διατροφής και επίτευξης καλύτερου επιπέδου υγείας. Ως προβιοτικοί ορίζονται οι μικροοργανισμοί που όταν χορηγηθούν σε κατάλληλη ποσότητα, επιδρούν θετικά στην υγεία του ξενιστή. Κύριοι εκπρόσωποι των προβιοτικών μικροοργανισμών είναι τα γένη Lactobacillus και του Bifidobacterium. Ωστόσο, παρόλο που μέχρι στιγμής υπάρχουν στοιχεία για την ευεργετική τους δράση, όλο και λιγότερα προβιοτικά τρόφιμα παίρνουν έγκριση και κυκλοφορούν στην αγορά. Ένας μικροοργανισμός ο οποίος μελετάται για χρήση του ως προβιοτικός σε τρόφιμα είναι ο Lactobacillus plantarum L125, με την ταυτοποίηση του οποίου ασχολείται και η παρούσα εργασία. Πρόκειται για ένα στέλεχος που απομονώθηκε πρόσφατα, του οποίου το γονιδίωμα παραμένει άγνωστο και παρουσιάζει μεγάλη ομολογία με συγγενικά στελέχη. Καθίσταται λοιπόν απαραίτητο να γίνει η ταυτοποίηση του, ούτως ώστε να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί σε προβιοτικά τρόφιμα. 372 282 315 Έλεγχος αλλεργίας ενηλίκων μέσω ανίχνευσης αλλεργιογόνων του ορού με την ραδιοανοσολογική μέθοδο RAST Introduction: An allergy is an excessive response of the body's defense system in one , otherwise, innocuous antigen (namely a protein) called allergen. It is a complex situation that is affected by many different factors. Various are the body reactions to several allergens (breathing, skin, gastrointestinal). Aim: This thesis study the rate of allergens in adult serum, so as , according to the results change factors (nutritional, skin) , with whom patients come in contact with ,and facilitate monitoring persons by medical specialists . Patients and Method: To achieve this, 165 patients aged 16 to 62 years were tested. 87 patients were men and 78 patients were women, coming from the Pathology Clinics and Pulmonary Clinic of the University General Hospital of Alexandroupolis and from external doctors. Patients were studied mainly for the group that associated with food allergens and some patients for combined groups from the list of allergens. The method that was used for determination of allergens called radio-immuno method (RAST test), and concerns the quantification of (IgE) antibodies to the specific allergen. Results: The majority of patients, 45%, presented intolerance to pollen on factors T9 and W19 and mites on factors D1 and D2. 38% of patients presented intolerance to various foods such as cow's milk to the factor F2, egg to the factors F1 (white) and F75 (saffron) and nuts to the factor F13. Finally 14% of patients whose requested combination of food and other allergens were found positive effects on the combined factors and 3% had negative values allergens that requested by cliniciansConclusions: The identification of various types of allergens by RAST method is an accurate and sensitive test that helps in the diagnosis and proper treatment. Εισαγωγή: Η αλλεργία είναι μια υπερβολική αντίδραση του αμυντικού συστήματος του οργανισμού σε ένα, κατά τα άλλα, αθώο αντιγόνο (δηλαδή μια πρωτεϊνη) που ονομάζεται αλλεργιογόνο. Αποτελεί σύνθετη κατάσταση που επηρεάζεται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες. Ποικίλες είναι οι αντιδράσεις του οργανισμού στα διάφορα αλλεργιογόνα (αναπνευστικά, δερματικά, γαστρεντερικά). Σκοπός: Στην τρέχουσα διπλωματική εργασία γίνεται μελέτη του ποσοστού των αλλεργιογόνων στον ορό των ενηλίκων, ώστε σύμφωνα με τα αποτελέσματα να αλλάξουν οι παράγοντες (διατροφικοί, εργασιακοί, κλπ) με τους οποίους έρχονται σε επαφή οι ασθενείς και να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των ατόμων από τους ειδικούς ιατρούς. Ασθενείς και Μέθοδος: Για τον σκοπό αυτό εξετάστηκαν 165 ασθενείς ηλικίας από 16 έως 62 ετών. Οι 87 ήταν άνδρες και οι 78 γυναίκες, προερχόμενοι από τις Παθολογικές κλινικές και την Πνευμονολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης (ΠΓΝΑ) κατά κύριο λόγο και από εξωτερικούς ιατρούς. Οι ασθενείς μελετήθηκαν κυρίως για την ομάδα που σχετίζεται με τα τροφικά αλλεργιογόνα και μερικοί ασθενείς για συνδυασμένες ομάδες από την λίστα αλλεργιογόνων .Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό των αλλεργιογόνων αποκαλείται ραδιοαλλεργοπροσροφητική μέθοδος (RAST test) και αφορά την ποσοτικοποίηση των (IgE) αντισωμάτων για τα συγκεκριμένα αλλεργιογόνα. Αποτελέσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών, 45%, παρουσίασαν δυσανεξία στη γύρη στους παράγοντες T9 και W19 και στα ακάρεα στους παράγοντες D1 και D2. Το 38% παρουσίασε δυσανεξία σε διάφορες τροφές όπως το γάλα της αγελάδας στον παράγοντα F2, το αυγό στους παράγοντες F1 (ασπράδι) και F75 (κρόκος) και σε ξηρούς καρπούς στον παράγοντα F13. Τέλος στο 14% των ασθενών που ζητήθηκε συνδυασμός τροφικών και λοιπών αλλεργιογόνων βρέθηκαν θετικά αποτελέσματα ως προς τους συνδυασμένους παράγοντες και 3% εμφάνισαν αρνητικές τιμές στα αλλεργιογόνα που ζητήθηκαν από τους κλινικούς ιατρούς. Συμπεράσματα: Ο προσδιορισμός των διαφόρων τύπων αλλεργιογόνων με την μέθοδο RAST είναι μια ακριβής και ευαίσθητη εξέταση η οποία βοηθάει στην διάγνωση και την ορθή διαχείριση της νόσου. 373 247 264 Retinoblastoma (Rb) is a rare (1:18.000 births) cancer of the infant retina but it consists the most common primary intraocular malignancy of childhood and it is responsible for 3% of all cancers in that age. The protein coded by the Rb gene (pRb), normally has a tumour suppressive role. When a disruption occurs, and both RB1 alleles mutate in a susceptible retinal cell, likely a cone photoreceptor precursor, then a series of events begins. Loss of the tumour suppressor functions of the retinoblastoma protein, pRB, leads to uncontrolled cell division and recurrent genomic changes during tumour progression. Although pRB is expressed in virtually all tissues, cone precursors have biochemical and molecular features that may sensitize to RB1 loss to enable tumourigenesis. Early diagnosis of retinoblastoma, can save both a child’s life and vision. Patient survival is >95% in high-income countries, but <30% globally. Intra-arterial and intravitreal chemotherapy have emerged as promising methods to salvage eyes. Life-long follow-up is warranted since survivors of heritable retinoblastoma are at risk for developing second cancers.The present dissertation aims to retrospect the main imaging means in the diagnosis of retinoblastoma, as these can be used, mainly on a regular but also in the acute phase. For this purpose, a systemic search was performed for articles dated as early as the year 2000, using keywords; retinoblastoma diagnosis, ultrasound, UBM, MRI, OCT, fluoroangiography and Retcam. All of them compose, very important tools in the diagnosis and staging of this rare but life threatening disease. Το ρετινοβλάστωμα (Rb) είναι ένας σπάνιος (1:18.000 γεννήσεις) καρκίνος του βρεφικού αμφιβληστροειδούς αλλά αποτελεί τη συχνότερη πρωτοπαθή ενδοφθάλμια κακοήθεια της παιδικής ηλικίας και είναι υπεύθυνο για το 3% όλων των παιδικών καρκίνων. Η πρωτεΐνη που κωδικοποιείται από το γονίδιο Rb (pRb) έχει φυσιολογικά ογκοκατασταλτικό ρόλο. Όταν εμφανίζεται διαταραχή και τα δύο αλλήλια του RB1 μεταλλάσονται σε ένα επιρρεπές αμφιβληστροειδικό κύτταρο, πιθανότατα έναν πρόδρομο κωνίο, τότε ξεκινά μια σειρά από γεγονότα. Η απώλεια της κατασταλτικής λειτουργίας της pRb, οδηγεί σε μη ελεγχόμενη κυτταρική διαίρεση και επαναλαμβανόμενες αλλαγές κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του όγκου. Παρά το γεγονός ότι η pRb εκφράζεται ουσιαστικά σε όλους τους ιστούς, οι πρόδρομοι των κωνίων, φέρουν τα βιοχημικά και μοριακά χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια του RB1 ώστε να οδηγήσουν σε ογκογένεση. . Η έγκαιρη διάγνωση του ρετινοβλαστώματος μπορεί να σώσει την όραση και τη ζωή του παιδιού. Η επιβίωση των ασθενών στις αναπτυγμένες χώρες ξεπερνάει το 95%, αλλά παραμένει κάτω του 30% παγκοσμίως. Η ενδαρτηριακή και ενδοϋαλοειδική χημειοθεραπεία αποτελούν υποσχόμενες μεθόδους στη διάσωση των πάσχοντων οφθαλμών. Η μακροχρόνια παρακολούθηση ασθενών με κληρονομική πάθηση δικαιολογείται, καθώς υπάρχει ο κίνδυνος δευτεροπαθών όγκων. Η παρούσα πτυχιακή εργασία αποσκοπεί στην βιβλιογραφική ανασκόπηση των κυριότερων απεικονιστικών διαγνωστικών μέσων του ρετινοβλαστώματος, όπως αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν, κυρίως σε τακτική αλλά και σε επείγουσα βάση. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε αναζήτηση άρθρων, από το 2000 και έπειτα, με λέξεις κλειδιά: retinoblastoma diagnosis, ultrasound (A-Scan, B-Scan & UBM), MRI, OCT, fluoroangiography and Retcam. Όλα τα προαναφερθέντα, αποτελούν πολύ σημαντικά εργαλεία στην διάγνωση και τη σταδιοποίηση αυτής της σπάνιας αλλά απειλητικής για τη ζωή νόσου. 374 416 421 Teacher attitudes and interventions regarding language error in the written speech of students attending minority primary schools in Xanthi Στάσεις και παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με τα γλωσσικά λάθη στον γραπτό λόγο μαθητών που φοιτούν σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία της Ξάνθης The theme of this work is "Teacher attitudes and interventions regarding language errors in the written speech of students attending minority primary schools in Xanthi." The purpose of this survey is to investigate and record teacher’s attitudes and interventions regarding language error in the written speech of students attending minority primary schools in Xanthi. In particular, the investigation aim to investigate: Which error teachers think are of greater weight? Which of them appear in the oral or written speech? Why do they think that their students make language error? What is their teaching reaction of language error? (when they detect them and document them how do they manage to teach them materials?) What are their proposals to address pupils language error in order to improve their school performance? A study of this survey was conducted by primary school teachers who were working in minority primary schools in the prefecture of Xanthi. In this investigation, a prototype questionnaire was used as a research tool, which led to the collection of 30 fully completed and hence usable questionnaires. The work consists of two parts, theoretical and research, which are divided into individual chapters. In particular, the theoretical part is divided into four chapters, which develop topics deemed necessary for understanding basic concepts that help the reader to enter the study of the second part. Specifically, the first chapter includes language development, in particular conceptual clarifications, theories of language development and stages of language development, which are divided into infants pre-school and school and adolescent. The second chapter includes the written word, especially information on the oral and written speech, the production models of written speech and the factor which affects the production of written language. The third chapter analyzes language error, in more detail includes conceptual clarifications, mechanisms for producing errors, categories of errors and their interpretation and errors in using Greek as C1 and C2. Teacher attitudes and interventions are also included in pupils' language error. The fourth chapter includes bilingualism and multilingualism, in particular in this chapter includes conceptual clarifications of bilingualism and multilingualism. Also the typology of bilingualism, Bilingualism/Multilingualism are include in the world and also Greece. In more detail, Bilingualism/Multilingualism in west Thrace. In addition, reference is made to bilingual education in the world and in Greece, particularly in west Thrace. In the research part, methodology, results, discussion and conclusions of the investigation listed explicitly. Το θέμα της παρούσας εργασίας είναι «Στάσεις και παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με τα γλωσσικά λάθη στον γραπτό λόγο μαθητών που φοιτούν σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία της Ξάνθης». Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνηθούν και να καταγραφούν οι στάσεις και οι παρεμβάσεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με τα γλωσσικά λάθη στον γραπτό λόγο μαθητών που φοιτούν σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία της Ξάνθης. Συγκεκριμένα, η έρευνα επιδιώκει να ερευνήσει: Ποια λάθη θεωρούν οι εκπαιδευτικοί ότι είναι μεγαλύτερης βαρύτητας; Αυτά που εμφανίζονται στον προφορικό ή στον γραπτό λόγο; Για ποιον λόγο πιστεύουν ότι οι μαθητές τους προβαίνουν σε γλωσσικά λάθη; Ποια είναι η διδακτική αντιμετώπιση των γλωσσικών λαθών εκ μέρους τους; (δηλ. όταν τα εντοπίζουν και τα καταγράφουν πως τα διαχειρίζονται διδακτικά;) Ποιες είναι οι προτάσεις τους για την αντιμετώπιση των γλωσσικών λαθών των μαθητών τους ώστε να βελτιωθεί η σχολική επίδοσή τους; Αντικείμενο μελέτης για την παρούσα έρευνα αποτέλεσαν εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης οι οποίοι εργάζονται σε μειονοτικά δημοτικά σχολεία του νομού Ξάνθης. Στην παρούσα έρευνα, χρησιμοποιήθηκε ως ερευνητικό εργαλείο, πρωτότυπο ερωτηματολόγιο το οποίο οδήγησε στη συγκέντρωση 30 πλήρως συμπληρωμένων και ως εκ τούτου αξιοποιήσιμων ερωτηματολογίων. Η εργασία αποτελείται από δυο μέρη, το θεωρητικό και το ερευνητικό, τα οποία χωρίζονται σε επιμέρους κεφάλαια. Ειδικότερα, το θεωρητικό μέρος επιμερίζεται σε τέσσερα κεφάλαια, στα οποία αναπτύσσονται θέματα που κρίνονται απαραίτητα για την κατανόηση βασικών εννοιών που βοηθούν τον αναγνώστη να εισέλθει στη μελέτη του δεύτερου μέρους. Συγκεκριμένα το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τη γλωσσική ανάπτυξη, αναλυτικότερα τις εννοιολογικές αποσαφηνίσεις, τις θεωρίες γλωσσικής ανάπτυξη και τα στάδια γλωσσικής ανάπτυξης. Το δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνει τον γραπτό λόγο, συγκεκριμένα πληροφορίες για τον προφορικό & γραπτό λόγο, τα μοντέλα παραγωγής γραπτού λόγου και τους παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγή γραπτού λόγου. Στο τρίτο κεφάλαιο αναλύονται τα γλωσσικά λάθη, αναλυτικότερα περιλαμβάνονται εννοιολογικές αποσαφηνίσεις, μηχανισμοί παραγωγής λαθών, κατηγορίες λαθών και η ερμηνεία τους και τα λάθη στη χρήση της ελληνικής ως Γ1 και ως Γ2. Επιπλέον περιλαμβάνονται και οι στάσεις και παρεμβάσεις εκπαιδευτικών στα γλωσσικά λάθη των μαθητών. Το τέταρτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τη Διγλωσσία και τη Πολυγλωσσία, συγκεκριμένα στο κεφάλαιο αυτό περιλαμβάνονται εννοιολογικές αποσαφηνίσεις της διγλωσσίας και της πολυγλωσσίας. Επίσης περιλαμβάνεται η τυπολογία της διγλωσσίας, η Διγλωσσία/Πολυγλωσσία στον κόσμο και στην Ελλάδα. Αναλυτικότερα, η Διγλωσσία/Πολυγλωσσία στη Δ. Θράκη. Επιπλέον γίνεται αναφορά στη Δίγλωσση εκπαίδευση στον κόσμο και στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Δ. Θράκη. Στο ερευνητικό μέρος, παρατίθενται αναλυτικά η Μεθοδολογία, τα αποτελέσματα, η συζήτηση και τα συμπεράσματα της έρευνας. 375 233 245 Ζητήματα βιοηθικής, διλήμματα και προβληματισμοί που προκύπτουν στο πλαίσιο της Ι.Υ.Α. This paper deals with bioethical issues, ethical dilemmas and concerns arising from the application of Medical Assisted Reproduction. It was considered appropriate to present the medical framework of assisted reproduction by analyzing medical terminology and a detailed description of the methods and related techniques. Subsequently, in order to understand the legal dilemmas and concerns, a succinct presentation of the two Greek legislation concerning the M.A.R. was given. The study of the legal framework has shown that in modern applications of medical care, such as surrogate motherhood and heterologous fertilization, forms of kinship that are not based on biological origin but on the will of the person are identified. This is so-called "socio-emotional affinity", while it was found that the legal framework of M.A.R. differs between countries, proving that the progress of biotechnology is confronted with various moral, religious and sociological beliefs. In the last part of the work, ethical dilemmas were recorded, as they have been formulated from various fields of research, such as Philosophy, Sociology and Theology. From the above review we have reached to the conclusion that, in moral matters the absolute value is the man. Respect for the human person and protection of human rights must always be the guiding and reference point in the applications of M.A.R. methods. The moral value of the reproductive process lies in the creation of a person and in the protection of his rights. Η παρούσα εργασία διαπραγματεύεται τα βιοηθικά ζητήματα, τα ηθικά διλήμματα και τους προβληματισμούς που προκύπτουν στο πλαίσιο εφαρμογής των μεθόδων της Ιατρικά Υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Κρίθηκε σκόπιμο να παρουσιαστεί το ιατρικό πλαίσιο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, με την ανάλυση της ιατρικής ορολογίας και την αναλυτική περιγραφή των μεθόδων και των συναφών τεχνικών της. Ακολούθως, για την κατανόηση των νομικών διλημμάτων και προβληματισμών, δόθηκε μια ευσύνοπτη παρουσίαση των δύο νομοθετημάτων του ελληνικού δικαίου που αφορούν την Ι.Υ.Α.. Κατά τη μελέτη του νομικού πλαισίου προέκυψε ότι στις σύγχρονες εφαρμογές της ιατρικής υποβοήθησης, όπως είναι η παρένθετη μητρότητα και η ετερόλογη γονιμοποίηση, αναγνωρίζονται μορφές συγγένειας που δε βασίζονται στη βιολογική καταγωγή, αλλά στη βούληση του προσώπου. Πρόκειται για τη λεγόμενη κοινωνικοσυναισθηματική συγγένεια», ενώ διαπιστώθηκε ότι το νομοθετικό πλαίσιο της Ι.Υ.Α. διαφοροποιείται ανάμεσα στις διάφορες χώρες, γεγονός που αποδεικνύει ότι η πρόοδος της βιοτεχνολογίας έρχεται αντιμέτωπη με τις ποικίλες ηθικές, θρησκευτικές και κοινωνιολογικές πεποιθήσεις. Στο τελευταίο μέρος της εργασίας καταγράφηκαν τα ηθικά διλήμματα, έτσι όπως έχουν διατυπωθεί από διάφορα πεδία έρευνας, όπως της Φιλοσοφίας, της Κοινωνιολογίας και της Θεολογίας. Από την παραπάνω ανασκόπηση καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι στα ηθικά ζητήματα την απόλυτη αξία συνιστά ο άνθρωπος. Ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων πρέπει να αποτελούν πάντα τον γνώμονα και το σημείο αναφοράς στις εφαρμογές των μεθόδων της Ι.Υ.Α.. Η ηθική αξία της αναπαραγωγικής διαδικασίας βρίσκεται στη δημιουργία ενός προσώπου και στην προστασία των δικαιωμάτων του. 376 251 248 The sound training of farmers in the use of Information and Communication Technologies (ICT) and Precision Agriculture is considered to be an important factor for the application of these technologies and the improvement of the productivity and competitiveness of Greek agriculture. This thesis presents information on the use of ICT and precision agriculture that was extracted from 120 farmers in the Rhodope prefecture. The farmers discussed their views and preferences on issues related to precision agriculture, ICT and innovations in agriculture in general. For the purposes of the survey, it was necessary to collect primary data by means of a fully structured questionnaire, which was applied to a sample of 120 farmers of Rhodope prefecture. The methodology followed to conduct this survey includes a descriptive analysis of frequencies through which the individual identity of each one of the farmers together with the agricultural use of their land is outlined. Factor analysis follows through which the reduction of a large number of variables into a smaller number of important factors is achieved. With this method a check of reliability is made, while a non-parametric control of the characteristics of the factors resulted is carried out using the Friedman test. The cluster analysis is then applied by means of which the sample of the farmers is segmented according to the farmers’ attitude towards ICT issues and Precision Agriculture. Among the research findings, the increased need and desire of the farmers for the positive results of such innovations in agriculture is of particular interest Η άρτια κατάρτιση των γεωργών στην χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) και της Γεωργίας Ακριβείας θεωρείται σημαντικός παράγοντας για την εφαρμογή των τεχνολογιών αυτών και την βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής γεωργίας. Στην παρούσα διπλωματική εργασία παρουσιάζονται πληροφορίες σχετικά με την χρήση των ΤΠΕ και της γεωργίας ακριβείας από 120 γεωργούς του νομού Ροδόπης. Εξετάζονται οι απόψεις τους και οι προτιμήσεις τους ως προς θέματα που αφορούν τη γεωργίας ακριβείας, τις ΤΠΕ και τις καινοτομίες στη γεωργία, εν γένει. Για τις ανάγκες της έρευνας ήταν απαραίτητη η συγκέντρωση πρωτογενών δεδομένων, με την βοήθεια ενός πλήρως δομημένου ερωτηματολογίου, το οποίο εφαρμόστηκε σε δείγμα 120 γεωργών του νομού Ροδόπης. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την πραγματοποίηση της έρευνας περιλαμβάνει μία περιγραφική ανάλυση συχνοτήτων μέσα από την οποία σκιαγραφούνται τα ατομικά στοιχεία του κάθε γεωργού καθώς και τα στοιχείατης γεωργικής του εκμετάλλευσης. Ακολουθεί η εφαρμογή της παραγοντικής ανάλυσης, με την οποία επιτυγχάνεται η μείωση ενός μεγάλου αριθμού μεταβλητών σε ένα μικρότερο αριθμό σημαντικών παραγόντων. Με την μέθοδο αυτή πραγματοποιείται έλεγχος αξιοπιστίας, ενώ στα χαρακτηριστικά των παραγόντων που προέκυψαν πραγματοποιείται ένας μη παραμετρικός έλεγχος με την βοήθεια του κριτηρίου Friedman. Στην συνέχεια εφαρμόζεται η ανάλυση συστάδων με την βοήθεια της οποίας γίνεται η τμηματοποίηση των γεωργών του δείγματος ανάλογα με την στάση τους απέναντι σε θέματα των ΤΠΕ και της Γεωργίας Ακριβείας. Μεταξύ των αποτελεσμάτων της έρευνας, ιδιαίτερο ενδιαφέρουν παρουσιάζει, η αυξημένη ανάγκη αλλά και επιθυμία των γεωργών για τα θετικά αποτελέσματα αυτών των καινοτομιών στην γεωργία 377 276 336 Μελέτη του παραμένοντος ηπατικού παρεγχύματος μετά απο μερική ηπατεκτομή με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων (τεχνική Habib 4X") σε πειραματικό μοντέλο χοίρου. Aim of the study: Radiofrequency assisted hepatectomy is a new technique of simultaneous ablation and resection. However, it has not been studied the tissue injury that induces at the remaining liver. Materials and Methods: Twelve Landrace pigs were subjected to midline laparotomy. The left lateral and left medial lobe were resected in the first group with Habib 4X technique (Habib group) and in the second group with Clamp-Crush technique (CC group). The rest four animals were subjected to sham operation (Sham group). Histopathologic lesions of the remaining liver included hyperemia, fat infiltration, inflammatory infiltration, edema, biliary dilatation and necrosis. The severity of lesions noted was quantified according to the following scoring system: 0 (none); 1 (mild); 2 (moderate); 3 (severe). Lesion severity scores were added to obtain histopathologic score. The level of expression of IL-6, TNF-α and nuclear factor ^ at the remaining liver was assessed after 48 hours and was rated as 0 (no expression); 1 (mild); 2 (moderate) and 3.0 (intense expression). Results: Histopathologic score increased in group H (4.3), and had no difference between groups H and Sham (1.0) (p>0.05). The immunohistochemical expression of IL-6 was intense in group H (3.0) comparing to very mild in group Sham (0.5) (p<0.006) and was mild to moderate in group CC (1.5). The level of expression of NF^ and TNF-α was moderate to intense in groups H (2.25/2.25) and CC (2.5/2.25) comparing to very mild in group Sham (0.29/0.57); (p=0.004/p=0.008) respectively. Conclusions: Radiofrequency assisted hepatectomy with Habib electrode does not induce tissue injury at the remaining hepatic parenchyma and raises the levels of expression of inflammatory cytokines (IL-6, TNF-α) and nuclear factor κΒ after 48 hours. Σκοπός της μελέτης: Η ηπατεκτομή με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων αποτελεί μία νέα μέθοδο κατάλυσης και εκτομής ταυτόχρονα. Παρόλα αυτά, δεν έχει μελετηθεί η ιστική βλάβη που προκαλεί στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα. Υλικά και Μέθοδοι: Δώδεκα χοίροι Landrace υποβλήθηκαν σε μέση λαπαροτομία. Στην πρώτη ομάδα αφαιρέθηκαν ο αριστερός πλάγιος και ο αριστερός μέσος λοβός με την τεχνική Habib 4X (ομάδα Η) και στη δεύτερη ομάδα με την τεχνική Clamp-Crush (Ομάδα CC). Στα υπόλοιπα τέσσερα διενεργήθηκε εικονική επέμβαση (Ομάδα Sham). Οι ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος που μετρήθηκαν ήταν η υπεραιμία, η λιπώδης διήθηση, η φλεγμονώδης διήθηση, το οίδημα, η διάταση των χοληφόρων και η νέκρωση. Οι αλλοιώσεις βαθμολογούνταν ανάλογα με την βαρύτητα τους από 0 (καμία αλλοίωση), 1 (ήπιες), 2 (μέτριες) έως και 3 (έντονες). Από το άθροισμα των επιμέρους βαθμολογήσεων των αλλοιώσεων προέκυπτε ο ιστοπαθολογικός δείκτης. Ο βαθμός έκφρασης της IL-6, του TNF-α και του πυρηνικού παράγοντα κΒ στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα μελετήθηκε με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους μετά από 48 ώρες. Η εκτίμηση της έκφρασης των αντισωμάτων ήταν ημιποσοτική και αφορούσε την ένταση - έκταση της χρώσης και βαθμολογούνταν από 0 (απουσία έκφρασης), 1 (ήπια), 2 (μέτρια) έως και 3 (έντονη). Αποτελέσματα: Ο ιστοπαθολογικός δείκτης ήταν αυξημένος στην ομάδα CC (4,3), ενώ δεν διέφερε ανάμεσα στις ομάδες Habib και Sham (1,0) (p>0,05). Η ανοσοϊστοχημική έκφραση της IL-6 στην ομάδα Η ήταν έντονη (3,0) σε σύγκριση με την πολύ ήπια έκφραση στην ομάδα Sham (0,5) (p<0,006). Στην ομάδα CC ήταν ήπια προς μέτρια (1,5). Ο βαθμός της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης του πυρηνικού παράγοντα κΒ και του TNF-α υπήρξε μέτριος προς έντονος στις ομάδες Η (2,25/2,25) και CC (2,5/2,25), συγκριτικά με τον πολύ ήπιο στην ομάδα Sham (0,29/0,57), (p=0,004/p=0,008) αντίστοιχα. Συμπεράσματα: Η υποβοηθούμενη από ραδιοσυχνότητες ηπατεκτομή με τη χρήση του ηλεκτροδίου Habib δεν προκαλεί ιστική βλάβη στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα και αυξάνει την έκφραση των φλεγμονωδών κυτταροκινών (IL-6, TNF-α) και του πυρηνικού παράγοντα κΒ 48 ώρες μετά την επέμβαση. 378 215 219 Conceptions of future primary school teachers about mathematical literacy Αντιλήψεις των μελλοντικών εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τον μαθηματικό γραμματισμό It is apparent that mathematics is present in all aspects of our lives, which is why a citizen is considered literate when, in addition to writing and reading, he has developed mathematical thinking that allows him to effectively manage mathematical concepts in his/her daily life. Mathematical literacy is a term that has begun to be used a lot nowadays, although many consider it associated only with quantitative issues. The aim of this paper is to explore the conceptions of future primary school teachers about mathematical literacy, about the skills and abilities that a mathematically literate citizen must possess, but also about the cognitive and socio-cultural benefits of mathematical literacy for the 'citizen of tomorrow'. Quantitative research data were collected through a questionnaire constructed for the needs of the present study. The sample consisted of students and graduates of the Department of Primary Education of Democritus University of Thrace. Data analysis showed that future teachers appear to be aware of mathematical literacy. In addition, the prevailing conception is that mathematical literacy is directly related to solving everyday life problems and that the low levels of mathematical literacy identified in Greece are mainly due to the school's weakness to prepare students to use mathematical thinking in these problems. Είναι φανερό πως τα μαθηματικά είναι παρόντα σε όλες τις πτυχές της ζωής μας γι’ αυτό και εγγράμματος θεωρείται πλέον ο πολίτης που εκτός από γραφή και ανάγνωση έχει αναπτύξει μαθηματική σκέψη που του επιτρέπει να διαχειρίζεται αποτελεσματικά μαθηματικές έννοιες στην καθημερινή του ζωή. Ο μαθηματικός γραμματισμός είναι ένας όρος που έχει αρχίσει να χρησιμοποιείται αρκετά στις μέρες μας ωστόσο πολλοί θεωρούν ότι συνδέεται μόνο με ποσοτικά ζητήματα. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των αντιλήψεων που έχουν οι μελλοντικοί εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τον μαθηματικό γραμματισμό, για τις ικανότητες και δεξιότητες που πρέπει να κατέχει ένας μαθηματικά εγγράμματος πολίτης αλλά και για τα γνωστικά και κοινωνικό - πολιτισμικά κέρδη του μαθηματικού γραμματισμού για τον ‘πολίτη του αύριο’. Τα δεδομένα της πoσοτικής έρευνας συλλέχθηκαν μέσω ενός ερωτηματολογίου που κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της παρούσας μελέτης. Το δείγμα αποτέλεσαν φοιτητές και απόφοιτοι του Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι οι μελλοντικοί δάσκαλοι εμφανίζονται ενήμεροι για τον μαθηματικό γραμματισμό. Επιπλέον, επικρατεί η αντίληψη πως ο μαθηματικός γραμματισμός έχει άμεση σχέση με την επίλυση προβλημάτων καθημερινής ζωής και ότι τα χαμηλά επίπεδα μαθηματικού γραμματισμού στην Ελλάδα οφείλονται κυρίως στην αδυναμία του σχολείου να προετοιμάσει τους μαθητές να χρησιμοποιούν τον μαθηματικό τρόπο σκέψης σε αυτά τα προβλήματα. 379 225 248 harmacological inhibition of gastric acid secretion is achieved most effectively with proton pump inhibitors (PPIs), more correctly referred to as hydrogen-potassium ATPase inhibitors (Mössner J, 2005, Miner P, 2003). Since the launch of the first representative of this group in 1989, omeprazole, the number of PPI prescriptions has shown a linear increase. In 2014, 3.475 billion daily defined doses (DDD) of PPIs were used in Germany (Mössner J, 2015). With no additional indications approved over the last years, this level of prescriptions needs to be challenged, despite the global increase in the incidence of gastro-esophageal reflux disease (Boeckxstaens G, 2014, El-Serag HB, 2014) and one of its most important complications, Barrett’s esophagus/intestinal metaplasia, which is associated with the risk of developing esophageal adenocarcinoma (Spechler SJ, 2014). Presumably, PPIs are also used to treat functional dyspepsia, which is very common; however, there is virtually no evidence to support its use for this indication (Moayyedi P, 2011, Talley NJ, 2002). Another reason to prescribe PPIs which is not supported by studies could be the concern over gastroduodenal side effects of polypharmacy, with the exemption of nonsteroidal anti-inflammatory drugs (NSAIDs). With 3.475 billion DDDs annually, 11.9% of all Germans take, in statistical terms, one DDD of a PPI daily. In the light of these figures, there can be little doubt that PPIs should be classed as safe medicines. Η φαρμακολογική αναστολή της έκκρισης γαστρικού οξέος επιτυγχάνεται πλέον αποτελεσματικά με μία ομάδα φαρμάκων , τους αναστολείς της αντλίας πρωτονίων (PPIs), πιο σωστά αναφερόμενοι ως αναστολείς ΑΤΡάσης υδρογόνου (Mössner J,2005, Miner P,2003). Από την έναρξη χρήσης του πρώτου εκπροσώπου αυτής της ομάδας στην δεκαετία του ‘80, την ομεπραζόλη, ο αριθμός των συνταγών των PPI ‘s έχει δείξει μια γραμμική αύξηση. Το 2014, στη Γερμανία, χρησιμοποιήθηκαν 3,475 δισεκατομμύρια ημερησίως καθορισμένες δόσεις (PPDs) (Mössner J. 2015). Χωρίς τις πρόσθετες ενδείξεις που εγκρίθηκαν τα τελευταία χρόνια, αυτό το επίπεδο συνταγών πρέπει να αμφισβητηθεί/αναθεωρηθεί , παρά την παγκόσμια αύξηση της συχνότητας εμφάνισης της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης (Boeckxstaens G, 2014, El-Serag HB, 2014 ) και μίας από τις σημαντικότερες επιπλοκές της, την οισοφαγική ή εντερική μεταπλασία του Barrett , η οποία σχετίζεται με τον κίνδυνο εμφάνισης οισοφαγικού αδενοκαρκινώματος (Spechler SJ,2014).Τα PPI χρησιμοποιούνται επίσης για τη θεραπεία της λειτουργικής δυσπεψίας, η οποία είναι πολύ συχνή. Ωστόσο, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να υποστηρίζουν τη χρήση τους για αυτήν την ένδειξη (Moayyedi P, 2011, Talley NJ,2002 ). Ένας άλλος λόγος περίσκεψης για τη συνταγογράφηση των PPIs, η οποία δεν υποστηρίζεται από μελέτες, θα μπορούσε να είναι η ανησυχία για τις παρενέργειες της πολυφαρμακικής επίδρασης στο στόμαχο και δωδεκαδάκτυλο, με την εξαίρεση των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (NSAIDs). Με 3.475 δισεκατομμύρια DDD (ημερήσια δόση θεραπείας) ετησίως, το 11,9% όλων των Γερμανών παίρνουν, στατιστικά, ένα DDD ενός PPI καθημερινά. Υπό το πρίσμα αυτών των αριθμών, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι PPIs, θα πρέπει να ταξινομούνται ως ασφαλή φάρμακα. 380 180 165 Practises of Kindergarden Teachers Regarding to the Teaching of Greek as the Second Language in Non-native Students in the Greek Kindergardens During the Period 2000-2010 Πρακτικές των Νηπιαγωγών Αναφορικά με τη Διδασκαλία της Ελληνικής ως Δεύτερης σε Αλλόγλωσσους Μαθητές στο Ελληνικό Νηπιαγωγείο 2000-2010 The linguistic variety that exists in the Greek educational system, due to the attendance of non native speakers in that, both led to the change of the student population and simultaneously has constituted a factor for the bigger occupation of the educational community with the problems that are associated with the education of those children. The presence of those bilingualistic speakers, constituted the cause, for the educative occupation with the phenomenon of bilingualism and cultural diversity that exists in the school environment. A place where activity is developed, is that of education of Greek language as second language. In our graduate project, our aim is to attract those practices that were materialized by educational in the period 2000-2010 and were published in educational magazines or were presented in congresses. After that, we conducted a comparative study of the lines that we have set, considering simultaneously how the educationals realize the native language of their students Η γλωσσική ποικιλία που υπάρχει στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, λόγω της φοίτησης σε αυτό αλλόγλωσσων μαθητών, οδήγησε σε αλλαγή του μαθητικού πληθυσμού και παράλληλα αποτέλεσε παράγοντα για μεγαλύτερη ενασχόληση της εκπαιδευτικής κοινότητας με τα προβλήματα που συνδέονται με την εκπαίδευση αυτών των μαθητών. Η παρουσία αυτή των δίγλωσσων μαθητών, αποτέλεσε και την αφορμή, για την ενασχόληση των εκπαιδευτικών με το φαινόμενο της διγλωσσίας και της πολιτισμικής ετερότητας που υπάρχει στις τάξεις του ελληνικού σχολείου. Ένας χώρος που αναπτύσσεται δραστηριότητα είναι και αυτός της διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας. Στην πτυχιακή μας εργασία, στόχος μας ήταν να εντοπίσουμε πρακτικές που υλοποίησαν εκπαιδευτικοί το χρονικό διάστημα 2000-2010, και οι οποίες δημοσιεύτηκαν σε εκπαιδευτικά περιοδικά ή παρουσιάστηκαν σε συνέδρια. Στην συνέχεια πραγματοποιήσαμε συγκριτική μελέτη της κάθε παρέμβασης με βάση κάποιους άξονες που είχαμε θέσει, εξετάζοντας παράλληλα το πώς φαίνεται να αντιλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί την μητρική γλώσσα των μαθητών τους. 381 128 136 Μελέτη της απόκρισης των καταναλωτών στα πιθανά διατροφικά οφέλη της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων στο Νομό Έβρου In this postgraduate work, we study the consumer’s response to the possible nutritional benefits of dairy products. The data were taken from the responses of 250 consumers, in form of a questionnaire in the prefecture of Evros. The answers are analyzed and recorded using the SPSS 20.0 program. The results studied, from which several conclusions were drawn. The most significant outcomes were that the statistically significant differences were observed to the questions of how often they consume dairy products, if consumers are aware that dairy products contain preservatives and from which dairy products are supplied in relation to age, as well as the question of whether you are informing about the nutritional value of dairy products or other possible benefits for you in relation to the educational level Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, μελετάται η απόκριση των καταναλωτών στα πιθανά διατροφικά οφέλη των γαλακτοκομικών προϊόντων. Τα δεδομένα πάρθηκαν από τις απαντήσεις 250 καταναλωτών, σε μορφή ερωτηματολογίου στον Νομό Έβρου. Εν συνεχεία γίνεται ανάλυση και καταγραφή των απαντήσεων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20.0. Έπειτα μελετήθηκαν τα αποτελέσματα, από τα οποία προέκυψαν αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν ότι οι στατιστικώς σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στα ερωτήματα πόσο συχνά καταναλώνουν γαλακτοκομικά προϊόντα, εάν γνωρίζουν οι καταναλωτές ότι τα γαλακτοκομικά προϊόντα περιέχουν συντηρητικά και από που προμηθεύονται γαλακτοκομικά προϊόντα σε σχέση με την ηλικία, καθώς και στην ερώτηση από που πληροφορείστε για τη θρεπτική αξία των γαλακτοκομικών προϊόντων ή άλλα πιθανά οφέλη για εσάς σε σχέση με το μορφωτικό επίπεδο 382 157 169 Ο ρόλος των σχολικών εορτών στην ανάπτυξη του εθνικού φρονήματος των ελληνορθοδόξων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά το Β' μισό του 19ου αιώνα The progress of the Greek education was following an ascending path, relying on the action of the church. In general the action of communities, the educational society, the schools undertook the church. During the second half of the 19th century the schools, primary education, are increasing, while the desire of teachers to create higher education seems to be implemented. Education aimed to prepare and awaken the national spirit of the Greek Orthodox populations, a target which was achieved to a large extent by the ceremonies of national and religious days. Through the national days, the Greek Orthodox population developed gradually, a stronger national consciousness that resulted in alertness of the people and awakening of the national spirit with a view to their freedom. The role of school holidays is recognized under the umbrella of the national education, respect, obedience and moral integration. National identity and historical memory is preserved and enhanced by the performance of school celebrations. Η ελληνική παιδεία ακολουθούσε μια ανιούσα πορεία στηριζόμενη στην δράση της Εκκλησίας και γενικότερα στη δράση των κοινοτήτων, των φιλεκπαιδευτικών συλλόγων και της λειτουργίας των σχολείων. Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα τα εκπαιδευτήρια πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης παρουσιάζουν αύξηση, ενώ η επιθυμία των εκπαιδευτικών για δημιουργία σχολείων ανωτάτου κύκλου φαίνεται να υλοποιείται. Η παιδεία είχε στόχο να προετοιμάσει και να αφυπνίσει το εθνικό φρόνημα των ελληνορθόδοξων πληθυσμών για απελευθέρωση, στόχος που όπως φάνηκε πέτυχαν και οι σχολικές εορτές. Μέσα από τις σχολικές εορτές ο Ελληνορθόδοξος πληθυσμός ανέπτυξε σταδιακά μια εθνική συνείδηση ισχυρότερη που είχε ως αποτέλεσμα την εγρήγορση των κατοίκων και την αφύπνιση του εθνικού φρονήματος με στόχο την απελευθέρωση τους. Ο ρόλος των σχολικών εορτών αναγνωρίζεται στα πλαίσια της εθνικής διαπαιδαγώγησης, του σεβασμού, της υπακοής αλλά και της ηθικής ολοκλήρωσης. Η εθνική ταυτότητα και η ιστορική μνήμη διαφυλάσσονται και ενισχύονται με την τέλεση των σχολικών εορτών. 383 112 127 Η βιολογία συστημάτων στην ανάδειξη βιοδεικτών ανταπόκριση στις βιολογικές θεραπείες των ΙΦΝΕ Ulcerative Colitis and Crohn's Disease are incurable diseases of the gastrointestinal tract, of unknown etiology, often referred to as Idiopathic Inflammatory Bowel Diseases (IBD), due to the existence of common clinical manifestations and their pathogenetic differences and mechanisms. The result of this complexity is the need for complex and multiple approaches to clarify the etiology and their management. Today the study of systems biology and the use of bioinformatics methods allow us to approach this approach. In recent decades, the advent of biological therapies has given a new dimension to the treatment of IBD, but individualization and response to treatment are still major problems in decision-making for the treatment of these patients. Η Ελκώδης Κολίτιδα και η Νόσος Crohn είναι ανίατες παθήσεις του γαστρεντερικού σωλήνα, αγνώστου αιτιολογίας, που συχνά από κοινού αναφέρονται ως Ιδιοπαθείς Φλεγμονώδεις Νόσοι του Εντέρου (ΙΦΝΕ), λόγω της ύπαρξης κοινών κλινικών εκδηλώσεων και παθογενετικών μηχανισμών, παρά τις σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Αποτέλεσμα της πολυπλοκότητας αυτής είναι η ανάγκη σύνθετων και πολλαπλών προσεγγίσεων για την διασαφήνιση της αιτιοπαθογένειας και της διαχείρισής τους. Σήμερα η μελέτη της βιολογίας συστημάτων και η χρήση μεθόδων βιοπληροφορικής μας επιτρέπουν την προσέγγιση αυτή. Τις τελευταίες δεκαετίες η εμφάνιση των βιολογικών θεραπειών, έδωσε νέα διάσταση στην θεραπεία των ΙΦΝΕ, όμως η εξατομίκευση και η ανταπόκριση στην θεραπεία αποτελούν ακόμη σημαντικά προβλήματα στην λήψη αποφάσεων για τους θεραπευτικούς χειρισμούς των ασθενών αυτών. 384 91 98 Refuse and refuse disposal--Law and legislation--European Union countries Δικαστικές αποφάσεις για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες διαχείρισης των Αστικών Στερεών Αποβλήτων Municipal Solid Waste (MSW) management is part of the EU environmental policy. MSW management systems and the technologies they are using are constantly evolving. At the same time, European and Greek legislation set goals and limitations. This thesis aims to provide insights on the implementation of legislation related to MSW in Greece. Therefore, judgments that have been issued by Greek Courts during the decade of 2005-2015, were gathered. The study of this case law points out the problem of landfills that Greece faces. Η διαχείριση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (ΑΣΑ) αποτελεί μέρος της περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα συστήματα διαχείρισης ΑΣΑ και οι τεχνολογίες που αυτά χρησιμοποιούν εξελίσσονται διαρκώς. Την ίδια ώρα η νομοθεσία, ευρωπαϊκή και ελληνική, θέτει στόχους και περιορισμούς. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να ανακαλύψει την εφαρμογή της νομοθεσίας, που αφορά στα ΑΣΑ, στην Ελλάδα. Για το λόγο αυτό συγκεντρώθηκαν οι αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων της δεκαετίας 2005-2015. Η μελέτη αυτής της νομολογίας αναδεικνύει το πρόβλημα της Ελλάδας με τους Χώρους Υγειονομικής Ταφής Αποβλήτων (ΧΥΤΑ). 385 144 170 Primary education educators views about the institution of school advisor Απόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τον θεσμό του σχολικού συμβούλου School advisor is one of the most important institutions in greek educational system with variety of competences. Thesis propose is the primary education educators views survey about the school advisor institution. Get used descriptive quantitative survey method and data collection was performed by questionnaire as survey tool. Survey matters are connected with questionnaire connectional categories and relate to the school advisor role in education system, the selection procedure and criteria, the participation in educator evaluation, the cooperation with educator in classroom, the contribution about the educator training and also the institution future form. Survey conducted in Central Macedonia with 203 primary teachers, preschool teachers and specialized teachers. The survey results show that the school advisor institution is accepted by the primary education educators, nevertheless they deliver complaints and modifications need about some operation points Ο σχολικός σύμβουλος αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς θεσμούς του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος με ποικίλες αρμοδιότητες. Σκοπό της εργασίας αποτελεί η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τον θεσμό του σχολικού συμβούλου. Χρησιμοποιείται η περιγραφική ποσοτική ερευνητική μέθοδος και η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση του ερωτηματολογίου ως ερευνητικό εργαλείο. Οι υποθέσεις της έρευνας με τις οποίες συνδέονται και οι θεματικές κατηγορίες του ερωτηματολογίου αφορούν τον ρόλο του σχολικού συμβούλου στην εκπαίδευση, τη διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής του, τη συμμετοχή του στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού, τη συνεργασία του με τον εκπαιδευτικό στην τάξη, τη συμβολή του στη επιμόρφωση του εκπαιδευτικού, καθώς και τη μελλοντική μορφή του θεσμού. Η έρευνα διεξήχθη στην Κεντρική Μακεδονία με δείγμα 203 δασκάλων, νηπιαγωγών και δασκάλων ειδικότητας. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προκύπτει ότι ο σχολικός σύμβουλος είναι αποδεκτός από τους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, μολονότι υπάρχουν ορισμένα σημεία της λειτουργίας του για τα οποία διατυπώνονται ενστάσεις και η ανάγκη τροποποιήσεων 386 234 242 Obesity is now an epidemic that increasingly concerns the scientific community. 50% of the population worldwide and 7 in 10 Greeks are obese. Energy imbalance in obesity affects the function of the reproductive axis. The exact mechanism is unclear. Peripheral aromatization of androgens, hyperinsulinemia, insulin resistance, hyperandrogenism, alterations in antipokines and ghrelin play an important role. In obese women are observed menstrual irregularities, anovulation and more prevalent adverse effects of PCOS. The low quality of oocytes they produce, leading to poor quality embryos. The reduced endometrial receptivity leads to increased rates of miscarriages. Also, obesity adversely affects male fertility causing hormonal changes, sexual dysfunction and changes in sperm parameters. Obese women who resort to Assisted Reproductive Technology do not have the same success rates compared with women of normal weight. Larger doses of drugs are administered, less number of oocytes is obtained and smaller proportions of embryos are cryopreserved. It is observed increased cancellation rate, increased failure to achieve clinical intrauterine pregnancy and live births. The impact of increased BMI is higher in women <35 years, whereas in women >35 years age is the main aggravating factor in achieving pregnancy. First-line treatment is weight reduction through lifestyle modification by diet and exercise. Complementary medication is indicated when the above measures considered inadequate or fail. Finally, bariatric surgery is indicated in patients with morbid obesity and it is the most effective treatment for weight loss. Η παχυσαρκία συνιστά πλέον μια επιδημία, που απασχολεί ολοένα και περισσότερο την επιστημονική κοινότητα. Το 50% του πληθυσμού παγκοσμίως και 7 στούς 10 έλληνες είναι παχύσαρκοι. Η ενεργειακή ανισορροπία που παρατηρείται στην παχυσαρκία, επηρεάζει τη λειτουργία του άξονα αναπαραγωγής. Ο ακριβής μηχανισμός δεν είναι ξεκάθαρος. Σημαντικό ρόλο παίζουν η περιφερική αρωματοποίηση των ανδρογόνων, η υπερινσουλιναιμία, ινσουλινοαντίσταση, η υπερανδρογοναιμία, οι μεταβολές των αντιποκινών και της γκρελίνης. Στίς γυναίκες παρατηρούνται διαταραχές του εμμηνορρυσιακού κύκλου, ανωθυλακιορρηξία και επιδείνωση του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών. Η χαμηλή ποιότητα των ωαρίων που παράγουν, οδηγεί σε εμβρυα χαμηλής ποιότητας. Η μειωμένη υποδεκτικότητα του ενδομητρίου οδηγεί σε αυξημένα ποσοστά αποβολών. Ακόμα, η παχυσαρκία επηρεάζει αρνητικά την ανδρική γονιμότητα, προκαλώντας ορμονικές μεταβολές, σεξουαλική δυσλειτουργία και αλλαγές στίς παραμέτρους του σπέρματος. Παχύσαρκες γυναίκες που καταφεύγουν στις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν έχουν τα ίδια ποσοστά επιτυχίας σε σύγκριση με τις γυναίκες φυσιολογικού βάρους. Χορηγούνται μεγαλύτερες δόσεις φαρμάκων, λαμβάνεται μικρότερος αριθμός ωαρίων και μικρότερο ποσοστό εμβρύων κρυοσυντηρείται. Παρατηρείται αυξημένο ποσοστό ακύρωσής κύκλων, αποτυχίας επίτευξης κλινικής ενδομήτριας κύησης και γέννησης ζώντος νεογνού. Οι επιπτώσεις του αυξημένου ΔΜΣ είναι μεγαλύτερες στις γυναίκες <35 ετών, ενώ στις γυναίκες >35 ετών η ηλικία συνιστά τον κύριο επιβαρυντικό παράγοντα επίτευξης κύησης. Πρώτης γραμμής θεραπεία είναι η μείωση βάρους μέσω αλλαγής του τρόπου ζωής. με διατροφή και άσκηση. Συμπληρωματική φαρμακευτική αγωγή ενδείκνυται όταν τα παραπάνω μέτρα κριθούν ανεπαρκή ή αποτύχουν. Τέλος, η βιοιατρική χειρουργική έχει ένδειξη σε ασθενείς με νοσηρή παχυσαρκία και είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία για την απώλεια βάρους. 387 295 303 The reasons that led to the elaboration of this study was one part love and prosperity of the place of origin with the rich natural environment and the future development as a tourist destination because of the comparative advantages available in the region and yet a general trend worldwide on alternative tourism a sustainable tourism development in the light of the local population. The Municipality Almopia is purely a frontier Municipality, which consists of large number of environmental and historic areas. Most part of the Natura 2000 network with points of outstanding natural beauty and has a large flora and fauna biodiversity. Alternative forms of tourism that are developed directly intertwined with landmarks and attractions associated with the religious, historical and cultural heritage. In this thesis we were attempted visualization of existing tourism development through resource inventory and tourism. The tourism industry derives its strength from fragile sources such as the environment, history, culture, and the locality of each region and is often characterized as a coin with two sides. On the one hand, contributes to the economic prosperity of a region by creating new jobs and foreign exchange inflow while the other is producing environmental and social burdens often hinder the smooth functioning of the local community and local tourism. Examples from the global reality show that rampantly, the unplanned or improper development of tourism brings short term fast economic benefits resulting however in the long run, low quality tourism. This paper aims to analyze the viability of the study area as a tourist destination with the method of SWOT analysis as they refer to the strengths, weaknesses, opportunities and threats of the municipality Almopia with naturally active participation of residents to maintain local tourism sources and better acceptance of tourism by local residents Οι λόγοι που οδήγησαν στην εκπόνηση της παρούσας εργασίας ήταν αφενός η αγάπη και η ευημερία του τόπου καταγωγής με το πλούσιο φυσικό περιβάλλον αλλά και η μελλοντική αξιοποίηση ως τουριστικός προορισμός λόγω των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει η περιοχή αλλά και συνάμα μιας γενικής τάσης παγκοσμίως στον εναλλακτικό τουρισμό με μια βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη με γνώμονα τον ντόπιο πληθυσμό. Ο Δήμος Αλμωπίας, είναι καθαρά ένας παραμεθόριος Δήμος, ο οποίος απαρτίζεται από πλήθος περιοχών μεγάλης περιβαλλοντικής και ιστορικής σημασίας. Το μεγαλύτερο μέρος του εντάσσεται στο Δίκτυο Natura 2000 µε σημεία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και παρουσιάζει μεγάλη βιοποικιλότητα χλωρίδας και πανίδας. Οι εναλλακτικές μορφές τουρισμού που αναπτύσσονται είναι άμεσα συνυφασμένες µε τα σημεία ενδιαφέροντος και τους πόλους έλξης που σχετίζονται µε την θρησκευτική, ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής. Στην παρούσα διπλωματική έγινε προσπάθεια απεικόνισης της υφιστάμενης τουριστικής ανάπτυξης µέσω της καταγραφής πόρων και μορφών τουρισμού. Η τουριστική βιομηχανία αντλεί την δύναμή της από εύθραυστες πηγές όπως το περιβάλλον, η ιστορία ,ο πολιτισμός , και η τοπικότητα της κάθε περιοχής και συχνά χαρακτηρίζεται ως νόμισμα με δύο όψεις. Από τη μία, συνεισφέρει στην οικονομική άνθιση μιας περιοχής δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και εισροή συναλλάγματος ενώ από την άλλη, είναι παράγοντας περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιβαρύνσεων που συχνά εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία της τοπικής κοινωνίας και του τοπικού τουρισμού. Παραδείγματα από την παγκόσμια πραγματικότητα δείχνουν ότι η άκρατη, η ασχεδίαστη ή η λανθασμένη ανάπτυξη του τουρισμού επιφέρει, βραχυπρόθεσμα, γρήγορα οικονομικά οφέλη καταλήγοντας ωστόσο, μακροπρόθεσμα, σε χαμηλής ποιότητας τουριστική δραστηριότητα. Στην παρούσα εργασία θα αναλυθούν η βιωσιμότητα της περιοχής μελέτης ως τουριστικός προορισμός με την μέθοδο της SWOT ανάλυσης καθώς θα γίνει αναφορά στα πλεονεκτήματα, αδυναμίες, ευκαιρίες και απειλές του δήμου Αλμωπίας με , φυσικά, την ενεργητική συμμετοχή των κατοίκων για την διατήρηση των τοπικών τουριστικών πηγών και καλύτερη αποδοχή του τουρισμού από τους κατοίκους της περιοχής 388 190 195 High school students’ conceptions of the relationship between gender and mathematical performance Αντιλήψεις μαθητών/ριών Γυμνασίου και Λυκείου για τη σχέση φύλου και επίδοσης στα Μαθηματικά It is commonly believed that pupils’ performance in Mathematicsat primary and high school varies between males and females, an idea that has been debated in the literature. The study reported here investigatesboys’ and girls’conceptionsrelated to their own performance and that of their peers, and examine whether these conceptions are influenced by gender. In particular, it attempts to identify if and in what areas students conceive differences and whether they relate them to cognitive and socio-cultural factors. The review of the literature focuses on the results to date of research looking at the role of these factors in gendered differences in mathematics performance. The empirical part of the report presents the methodology, the results and the conclusions of a study on students' conceptions of gendered performance in mathematics. The sample consisted of 198 high school and lyceum students who completed a questionnaire designed for the purposes of the study. The results showed that the students in the sample tended to reject the existence of gender differences in mathematical performance related to cognitive characteristics and slightly less to socio-cultural parameters. Μαθητές και μαθήτριες σε όλες τις τάξεις της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης εμφανίζουν διαφορές στις επιδόσεις τους στις διάφορες ενότητες των Μαθηματικών. Η συγκεκριμένη έρευνα μελετά τις αντιλήψεις μαθητών/τριών Γυμνασίου και Λυκείου για τη σχέση της επίδοσης τους στα σχολικά Μαθηματικά αναφορικά με το φύλο τους. Ειδικότερα, επιχειρεί να εντοπίσει αν και σε ποιες περιοχές θεωρούν οι μαθητές ότι υπάρχουν διαφορές και κατά πόσο τις συνδέουν με γνωστικούς καικοινωνικοπολιτισμικούς παράγοντες.Το βιβλιογραφικό μέρος της εργασίας επικεντρώνεται στα μέχρι σήμερα αποτελέσματα των ερευνών που διερευνούν το ρόλο των εν λόγω παραγόντων στις έμφυλες διαφορές στην επίδοση στα Μαθηματικά. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας παρουσιάζεται η μεθοδολογία, τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα μιας μελέτης σχετικής με τις αντιλήψεις των μαθητών και μαθητριών αναφορικά με την επίδοσή τους στα μαθηματικά σε σχέση με το φύλο. Το δείγμα αποτέλεσαν 198 μαθητές και μαθήτριες Γυμνασίου και Λυκείου, οι οποίοι συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο που κατασκευάστηκε για τους σκοπούς της έρευνας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι μαθητές του δείγματος τείνουν να απορρίπτουν την ύπαρξη έμφυλων διαφορών στη μαθηματική επίδοση που συνδέονται με γνωστικά χαρακτηριστικά και λίγο λιγότερο με κοινωνικο-πολιτισμικές παραμέτρους. 389 322 327 national and religious school celebrations in kindergartens in Thrace and Peloponnese εθνικές και θρησκευτικές γιορτές σε νηπιαγωγεία της Θράκης και της Πελοποννήσου This paper focuses on the monitoring and interpretation of options for kindergarten teachers in organizing and conducting national and religious celebrations in the modern kindergarten. It presents a comparative survey among school celebrations that took place in kindergartens with a multicultural student population of two clearly distinct regions of Greece. One, at a kindergarten in Thrace, particularly in Xanthi, with mixed student population (Greek-speaking Christians and Turkish-speaking Muslim students, the second group prevailing numerically) and the second in a kindergarten in Peloponnese and in particular in Corinth, with mixed population (Greek-speaking, Greek citizens Christians and immigrant children from different countries of the Balkans, with the first group prevailing numerically). The elaboration of this paper was based on the study of relevant available bibliography. We found, therefore, that there was no undergraduate research, at least, covering this field and examining the attitudes of teachers towards pupils with different intercultural background in school holidays, whether religious or national. Our initial hypothesis, always based on our experience, it was that these students are often marginalized and not invited to get involved at all. Researching the attitude of kindergarten teachers showed that while on the first level such a situation is not an absolute rule, there are several student-integration efforts. Our findings, thus, confirm to some extent our initial assumptions. The paper is divided in two parts. In the first part, based on the available scientific bibliography there is an extensive reference to the key terms we use and in the educational models associated with intercultural education. Then, there is a reference to the role of the broader educational community to the successful implementation of school celebrations and the role of these in the contemporary kindergarten In the second part, the objectives of the work are described, as well as, the research tools and the methodology of research and, finally, the presentation of the findings. Η παρούσα εργασία εστιάζει στη καταγραφή και ερμηνεία των επιλογών των νηπιαγωγών κατά την οργάνωση και τη διεξαγωγή εθνικών και θρησκευτικών γιορτών στο σύγχρονο νηπιαγωγείο. Παρουσιάζει μια συγκριτική έρευνα μεταξύ σχολικών γιορτών που έλαβαν χώρα σε νηπιαγωγεία με πολυπολιτισμικό μαθητικό δυναμικό από δύο σαφώς διακριτές περιοχές της Ελλάδας. Η μία σε ένα νηπιαγωγείο της Θράκης, και συγκεκριμένα της Ξάνθης, με μικτό μαθητικό πληθυσμό (ελληνόγλωσσους χριστιανούς και τουρκόγλωσσους μουσουλμάνους μαθητές, με την δεύτερη ομάδα να υπερισχύει αριθμητικά) και η δεύτερη σε ένα νηπιαγωγείο της Πελοποννήσου και συγκεκριμένα της Κορίνθου, με μικτό πληθυσμό (παιδιά ελληνόγλωσσων χριστιανών Ελλήνων πολιτών, και παιδιά χριστιανών μεταναστών από διάφορες χώρες των Βαλκανίων, με τη πρώτη ομάδα να υπερισχύει αριθμητικά). Η εκπόνηση της συγκεκριμένης εργασίας πραγματοποιήθηκε με βάση τη μελέτη της σχετικής διαθέσιμης βιβλιογραφίας. Διαπιστώσαμε, λοιπόν, πως δεν υπήρχε έρευνα προπτυχιακού, τουλάχιστον, επιπέδου που να καλύπτει το συγκεκριμένο πεδίο και να εξετάζει τις στάσεις των εκπαιδευτικών απέναντι στους μαθητές με διαφορετικό διαπολιτισμικό υπόβαθρο στο πλαίσιο των σχολικών γιορτών, είτε θρησκευτικών είτε εθνικών. Η αρχική μας υπόθεση και με βάση πάντα την εμπειρία μας, ήταν ότι οι μαθητές αυτοί συχνά περιθωριοποιούνται και δεν καλούνται να εμπλακούν καθόλου. Η έρευνα με τις θέσεις των νηπιαγωγών, έδειξε πως ενώ σε πρώτο επίπεδο μια τέτοια κατάσταση υπάρχει, δεν αποτελεί τον απόλυτο κανόνα και υπάρχουν αρκετές προσπάθειες ένταξης των μαθητών. Τα συμπεράσματα μας, έτσι, επιβεβαιώνουν ως ένα βαθμό τις αρχικές μας υποθέσεις. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος της εργασίας και με βάση της μελέτη της διαθέσιμης επιστημονικής βιβλιογραφίας γίνεται μια εκτενής αναφορά στους βασικών όρους που χρησιμοποιούμε καθώς και στα εκπαιδευτικά μοντέλα που σχετίζονται με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Στη συνέχεια, γίνεται μια αναφορά στο ρόλο της ευρύτερης εκπαιδευτικής κοινότητας στην επιτυχημένη εφαρμογή των σχολικών εορτών αλλά και τον ρόλο αυτών στο σύγχρονο νηπιαγωγείο. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, περιγράφονται οι στόχοι της εργασίας, τα ερευνητικά εργαλεία και η μεθοδολογία της έρευνας και παρουσιάζονται τα ευρήματα. 390 238 237 The present project is the result of an attempt to investigate teacher’s stereotyped perceptions about the variation of gender’s strategies in classroom management. In the course of this work there are some important definitions which are explained in detail in the theoretical part. Another important part is the historical evolution of gender’s education in Greece, emphasizing on prospective teachers’ training. The series of events are presented through dates of the history education, making references to people who have influenced the educational system of Greece. As the project goes on there is some information about the significance of teacher’s gender in education, focusing on the classroom management strategies which are applied by each gender. The theoretical part concludes with the definition of classroom management, and a list of some key theories that experts have developed. All this theoretical part is confirmed by the research which is presented in the empirical part of the thesis. In particular, teachers from the cities of Thessaloniki and Alexandroupolis were called to complete the questionnaire of the research. Its aim is to set off their perceptions about the interdependence of the teacher's gender and the way they manage the class. Therefore, it appears that most of the teachers prefer to keep a neutral attitude avoiding any stereotyped concept about the opposite gender. To conclude, the thesis contains the listed bibliography which was used in order to select information that is involved in this project Η παρούσα εργασία είναι αποτέλεσμα μιας προσπάθειας να ερευνηθούν οι στερεότυπες αντιλήψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τις διαφοροποιήσεις που παρουσιάζει ο τρόπος διαχείρισης της τάξης από τα δυο φύλα. Στη πορεία της εργασίας, γίνεται διευκρίνιση ορισμένων σημαντικών εννοιών που αναφέρονται αναλυτικά στο θεωρητικό μέρος της εργασίας. Σημαντικό κομμάτι, επίσης θεωρείται και αυτό της πορείας της εκπαίδευσης των δυο φύλων στην Ελλάδα δίνοντας έμφαση στην κατάρτιση των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Παρουσιάζεται η σειρά των γεγονότων μέσα από ημερομηνίες σταθμούς της ιστορίας της εκπαίδευσης, κάνοντας αναφορές σε πρόσωπα που στιγμάτισαν το εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδος. Η εμβάθυνση στο θέμα, γίνεται με την αναζήτηση σχετικών πληροφοριών που αναδεικνύουν την σημασία του φύλου του εκπαιδευτικού εστιάζοντας στον τρόπο διαχείρισης της τάξης. Το θεωρητικό μέρος ολοκληρώνεται με την ανάλυση της έννοια της διαχείρισης της τάξης, και παρατίθενται ορισμένες από τις βασικές θεωρίες ειδικών που ασχολήθηκαν με το θέμα αυτό. Όλα τα παραπάνω, επιβεβαιώνονται από τη σχετική έρευνα που παρατίθεται στο εμπειρικό μέρος της εργασίας, στο οποίο βοήθησαν εκπαιδευτικοί από την πόλη της Θεσσαλονίκης και της Αλεξανδρούπολης. Ειδικότερα, κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο, που σκοπό έχει να μελετηθούν οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με την αλληλεξάρτηση του φύλου του εκπαιδευτικού και του τρόπου διαχείρισης της τάξης. Φαίνεται λοιπόν, πως το μεγαλύτερο μέρος των εκπαιδευτικών προτιμάει να κρατήσει μια ουδέτερη στάση αποφεύγοντας να δηλώσουν οποιαδήποτε στερεότυπη αντίληψη για το αντίθετο φύλο. Η εργασία, τέλος περιέχει την βιβλιογραφία που αποτέλεσε βασικό παράγοντα στην εκπόνησης της εργασίας 391 238 267 Χαρακτηρισμός των απονιτροποιητικών κοινοτήτων κατά την επεξεργασία διασταλαγμάτων σε βιοαντιδραστήρα MBR In Mediterranean region, the most common practice for the deposition of solid waste includes transfer and deposition in sanitary landfill. As a result, landfill leachate is formed from the percolating water passing through the solid phase, rinsing organic and inorganic constituents of solid waste. At the present work undiluted landfill leachate originated from a middle aged sanitary landfil was treated in a membrane bioreactor under intermittent aeration and periodic feed with the simultaneous addition of glycerol from biodiesel production at concentrations of 900 mg/L and 1350 mg/L, corresponding to two different experimental periods. By employing molecular techniques, a dynamic transition in the denitrifying population occurred as the resulted of 50% increase in the concentration of the glycerol added. The physicochemical characteristics of the membrane bioreactor showed no notable changes except for the ammonium nitrogen concentration, which sharply increased after the increase in the glycerol concentration added. This fact highly affected both nitrification and denitrification process by slowing them down significantly. The application of molecular techniques revealed the massive succession of the denitrifying populations with the dominance of new discrete categories. NirS genes detected in this study were associated with respective genes of bacterial strains belonging to the genera Pseudomonas and Azoarcus which possess the ability to degrade non-readily biodegradable organic compounds. In conclusion, the alteration in the concentration of the industrial glycerol added caused the inhibition of the nitrification process and a massive succession in the denitrifying population. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες η σημαντική αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής και το ολοένα βελτιούμενο βιοτικό επίπεδο έχει ως αποτέλεσμα την αντίστοιχα αυξημένη παραγωγή υγρών και στερεών αποβλήτων. Η συνήθης πρακτική στην περιοχή της Μεσογείου περιλαμβάνει την εναπόθεση των στερεών αποβλήτων σε χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) όπου σχηματίζεται το διαστάλαγμα, το οποίο προκύπτει από την έκπλυση οργανικών και ανόργανων συστατικών των στερεών αποβλήτων. Στην παρούσα διπλωματική εργασία χρησιμοποιήθηκε αναραίωτο διαστάλαγμα από ΧΥΤΑ μέσης ηλικίας, το οποίο επεξεργάστηκε σε βιοαντιδραστήρα μεμβρανών υπό διακοπτόμενο αερισμό και περιοδική τροφοδοσία με την ταυτόχρονη προσθήκη βιομηχανικής γλυκερόλης συγκέντρωσης 900 mg/L και 1350 mg/L σε δύο διαφορετικές φάσεις λειτουργίας. Η βιομάζα του βιοαντιδραστήρα ήταν προσαρμοσμένη στις συνθήκες λειτουργίας και έπειτα από περίοδο σαράντα ημερών εξετάσθηκε η δυναμική μεταβολή που παρατηρήθηκε στον πληθυσμό των απονιτροποιητών μέσω της χρήσης μοριακών τεχνικών έπειτα από την μεταβολή κατά 50% στην συγκέντρωση της προστιθέμενης γλυκερόλης. Τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του βιοαντιδραστήρα μεμβρανών δεν παρουσίασαν ιδιαίτερες μεταβολές εκτός από την συγκέντρωση του αμμωνιακού αζώτου, η οποία αυξήθηκε κατακόρυφα έπειτα από την μεταβολή στην συγκέντρωση της γλυκερόλης, γεγονός που επηρέασε τόσο την διαδικασία της νιτροποίησης επιβραδύνοντάς την σημαντικά όσο και την απονιτροποίηση. Η εφαρμογή των μοριακών τεχνικών κατέδειξε την μαζική διαδοχή των πληθυσμών των απονιτροποιητών με την επικράτηση νέων διακριτών κατηγοριών μικροοργανισμών της κατηγορίας αυτής. Ανιχνεύτηκαν γονίδια nirS που σχετιζόταν με αντίστοιχα γονίδια στελεχών βακτηρίων, π..χ. Pseudomonas και Azoarcus spp., που παρουσιάζουν ικανότητα να αποδομούν δυσκόλως βιοδιασπώμενα οργανικά συστατικά. Συμπερασματικά, η μεταβολή στην συγκέντρωση της γλυκερόλης προκάλεσε την επιβράδυνση των διαδικασιών της νιτροποίησης και την διαδοχή στον πληθυσμό των απονιτροποιητών. 392 79 104 Απεικονίσεις της αναπηρίας σε παιδικά εικονογραφημένα κείμενα λογοτεχνίας προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας The purpose of this project is to investigate the representations of disability in picture – books for children. The first part is about some theoretical issues, as the relationship between Ideology and Children’s Literature, Disability and how this is reflected in books for children and the role of illustration as well. In the second part of this project, we will analyze six picture – books for children dealing with different kind of disabilities (deafness, blindness, autism, physical disability, dwarfism) Σκοπός της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας είναι να ερευνηθούν οι απεικονίσεις της αναπηρίας σε εικονογραφημένα παιδικά κείμενα λογοτεχνίας προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Στο πρώτο μέρος της εργασίας γίνεται λόγος για ορισμένα θεωρητικά ζητήματα, όπως η σχέση ανάμεσα στην Ιδεολογία και την Παιδική Λογοτεχνία, η Αναπηρία και πως αυτή αποτυπώνεται στη Λογοτεχνία, καθώς επίσης και ο ρόλος που διαδραματίζει η εικονογράφηση. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, ακολουθεί η ανάλυση έξι εικονογραφημένων παιδικών βιβλίων, τα οποία πραγματεύονται διαφορετικά είδη αναπηριών όπως η κώφωση, η τύφλωση, ο αυτισμός, η κινητική αναπηρία και η αχονδροπλασία 393 349 300 On this Diploma Thesis we have made an effort to highlight the course of women's education during the 19th-20th century, where both genders within the greek territory were of great importance in the process of provision of an suitable education. After the Greek Revolution the leader of the Greek state, Ioannis Kapodistrias, first raised the issue of a formal female education, that until then was limited to Homeschooling, enacting government bills for the establishment of primary and secondary education. The foundation of Society for the Promotion of Education and Learning (1836) was important, with I. Kokkoni as the proponent, the action of which contributed in the constitution of All-Girl Schools and Teacher Training Institutions that later evolved to Education Academies. At the beginning of the 20th century the demand and later conquest of the feminist movement was the mixed-gender education that in the long run became acceptable of the Greek society. Finally, another important accomplishment of the woman's fight for equality in education was the first female attendances in Academic Faculties and their breakthrough in the work area, while the contribution of influential women on educational and social grounds is worth noting. The detailed examination of this subject was completed with the conduct of qualitative research via interviews on 45 women varied between ages of 20 and 90 years old. Women that graduated from the Secondary Education due to difficult circumstances and women that continued their education to Faculties of Primary Education in various regions of Greece, were both selected. This way the differentiations of the past education system in regards to the contemporary were emerged, mainly in the matter of the interpersonal relations of both genders in and out of school, the way of admission to higher grades and as well as the way of punishment that reflected the society's perceptions of that era. On the other hand, the higher education does not appear to be differentiated perceptibly from it's current configuration. Opinions and facts, therefore, were recorded as they were personally experienced, offering a much more completed point of view on the issue of the female education Στην εργασία αυτή γίνεται προσπάθεια να επισημανθεί η πορεία της εκπαίδευσης των γυναικών κατά τον 19ο - 20ο αιώνα, καθώς το φύλο στον ελληνικό χώρο αποτέλεσε σημαντική μεταβλητή στη διαδικασία παροχής της κατάλληλης εκπαίδευσης. Μετά την επανάσταση του 1821 ο ηγέτης του ελληνικού κράτους, Ιωάννης Καποδίστριας, έθεσε για πρώτη φορά το ζήτημα για μια οργανωμένη εκπαίδευση των γυναικών. Σημαντική ήταν η ίδρυση της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (1836), με εισηγητή τον Ι. Κοκκώνη, η δράση της οποίας συνέβαλε στη συγκρότηση Παρθεναγωγείων και Διδασκαλείων, που εξελίχθηκαν σε Παιδαγωγικές Ακαδημίες. Κατά τη είσοδο στον 20ο αίτημα και κατάκτηση του γυναικείου κινήματος αποτέλεσε η μικτή φοίτηση των δύο φύλων, κατόρθωμα που με την πάροδο του χρόνου έγινε αποδεκτό από την ελληνική επικράτεια. Τέλος, σημαντικό επίτευγμα του γυναικείου αγώνα για την ισότητα στην εκπαίδευση αποτέλεσε η φοίτηση των πρώτων γυναικών σε Πανεπιστημιακές Σχολές και η εξέλιξή τους στον ευρύτερο εργασιακό χώρο, ενώ αξίζει να σημειωθεί η συμβολή σπουδαίων γυναικών σε εκπαιδευτικό και κοινωνικό επίπεδο. Η εμβάθυνση και η εξέταση αυτού του θέματος ολοκληρώθηκε με τη διεξαγωγή ποιοτικής έρευνας μέσω συνεντεύξεων που πραγματοποιήθηκαν σε 45 γυναίκες από 20 έως 90 ετών. Επιλέχθηκαν τόσο γυναίκες που φοίτησαν μέχρι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση λόγω των δυσχερών συνθηκών της εποχής όσο και γυναίκες που συνέχισαν την εκπαίδευσή τους σε Παιδαγωγικά Τμήματα διαφόρων περιοχών της Ελλάδας. Με τον τρόπο αυτό αναδείχθηκαν οι διαφοροποιήσεις τού τότε ισχύοντος εκπαιδευτικού συστήματος με το σημερινό, κυρίως όσον αφορά τις διαπροσωπικές σχέσεις των δύο φύλων σε ενδοσχολικό και μη περιβάλλον, τον τρόπο εισαγωγής τους στις επόμενες βαθμίδες, όπως επίσης και του συστήματος ποινών που αντικατόπτριζε τις αντιλήψεις των ανθρώπων εκείνα τα χρόνια. Από την άλλη η ανώτατη εκπαίδευση δεν φαίνεται να διαφοροποιείται αισθητά από τη σημερινή διαμόρφωσή της. Απόψεις και γεγονότα, λοιπόν, καταγράφτηκαν όπως οι ίδιες τα βίωναν, προσφέροντας μια πιο ολοκληρωμένη οπτική του γυναικείου εκπαιδευτικού ζητήματος 394 235 217 This dissertation is an investigation into the didactics of poetry in the Greek primary classroom. Looking into the literature curriculum and the literature readers of the past twenty years has revealed that poetry is a neglected genre in the Greek primary school. Putting forward a renewed alternative didactic approach, less knowledge-centered and more aesthetically orientated, which avoids fixation on canonical poetry and focuses on its playful nature is the main goal of this dissertation. My study looks into the status of poetry within the literature curriculums in Greece and Cyprus and the literature readers of the last two decades. Drawing on the theory and didactics of literature and poetry, it attempts a more child-centered approach, based on the method of reading networks and shared reading. My study comprises two parts. The first part is devoted to the examination of the official texts of the state regarding literature. More specifically, the literature curriculums of Greece and Cyprus are explored and compared on the basis of form, content, methodology and proposed literature activities. The second part presents empirical and theoretical research into poetry by both teachers and critics who attempt a renewal of its didactics. It further delineates the tenets and philosophy of my own teaching proposal which concludes with some teaching scenarios that illustrate aptly the two trends in the didactics of poetry which perceive literature either as a school subject or as an aesthetic tool. Η εργασία αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της διδακτικής της ποίησης στο ελληνικό δημοτικό σχολείο. H χαρτογράφηση των προγραμμάτων σπουδών για τη λογοτεχνία και των σχολικών ανθολογίων έδειξε ότι η ποίηση αποτελεί παραμελημένο είδος στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η κατάθεση μιας ανανεωμένης διδακτικής πρότασης, λιγότερο γνωσιοκεντρικής και περισσότερο αισθητικά προσανατολισμένης, η οποία αποφεύγει την προσκόλληση των σχολικών εγχειριδίων στον Κανόνα και εστιάζει στον παιγνιώδη χαρακτήρα της ποίησης αποτελεί βασικό σκοπό της παρούσας εργασίας. Η παρούσα εργασία μελετά τη θέση της ποίησης στα προγράμματα σπουδών Ελλάδας και Κύπρου και στα ανθολόγια της τελευταίας εικοσαετίας. Αντλώντας από τη θεωρία και τη διδακτική της λογοτεχνίας και της ποίησης, επιχειρεί μία παιδοκεντρική προσέγγιση, στηριζόμενη στη μέθοδο των αναγνωστικών δικτύων και της συνανάγνωσης. Η μελέτη αρθρώνεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο διερευνώνται τα επίσημα κείμενα της πολιτείας για το γνωστικό αντικείμενο της λογοτεχνίας. Ειδικότερα, μελετώνται τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών Ελλάδας και Κύπρου και συγκρίνονται με άξονες τη μορφή, το περιεχόμενο, τη μεθοδολογία και τις δραστηριότητες που προτείνουν. Το δεύτερο μέρος παρουσιάζει εμπειρικές και θεωρητικές μελέτες εκπαιδευτικών και μελετητών της ποίησης, οι οποίοι επιχειρούν μια ανανέωση της διδακτικής της. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται οι αρχές και η φιλοσοφία μιας εναλλακτικής διδακτικής πρότασης η οποία καταλήγει σε παραδείγματα διδακτικών προσεγγίσεων που σκιαγραφούν τόσο τη σχολειοποιητική όσο και την αισθητική τάση στην προσέγγιση του ποιητικού λόγου. 395 289 299 Perceptions of teachers working in formal and non-formal educational environments about cooperative education and learning Απόψεις εκπαιδευτικών που εργάζονται σε τυπικά και μη τυπικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα για την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση Students devote several hours of their time besides school to non-formal learning activities in order to enhance their education concerning school lessons, foreign languages computer use, etc. The subject of the present study is the way that teachers, working in formal and non-formal learning environments, think about the effectiveness of group cooperative teaching and learning in relation to the context in which they teach (formal-non-formal). In particular, their views are examined against the advantages and disadvantages mentioned in the bibliography, dealing with the collaborative approach of teaching and the conditions to be applied for its effective implementation. Since research, concerning the teachers’ viewpoint on group cooperative teaching and learning, has been conducted within the framework of the typical educational environment only, this thesis helps to broaden the application of this method in contexts where no research data are available. After data analysis, it can be conducted that there are not only differences but also similarities between the viewpoints of teachers working in these two educational environments (formal and non-formal), as far as the frequency of application of the collaborative teaching method, its effectiveness in learning and the development of social skills of the students, concerns. At the same time, research has shown that teachers working in formal contexts consider that the large number of children in the classroom and the discipline problems among students while applying this method, are some of the reasons why they do not apply it. Moreover, it was observed that teachers working in formal and non-formal learning environments do not apply the cooperative method of teaching and learning because they claim that this method is inappropriate for their teaching subject. Οι μαθητές αφιερώνουν αρκετές ώρες από τον χρόνο τους εκτός από το σχολείο και σε μη τυπικά εκπαιδευτικά πλαίσια με σκοπό την ενίσχυση της εκπαίδευσής τους στα σχολικά μαθήματα, σε ξένες γλώσσες, στη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και αλλού. Το αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας αφορά τις απόψεις εκπαιδευτικών που εργάζονται σε τυπικά και μη τυπικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα για την εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και μάθησης σε σχέση με το πλαίσιο στο οποίο διδάσκουν (τυπικό-μη τυπικό). Ειδικότερα, εξετάζονται οι απόψεις τους απέναντι σε πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που αναφέρονται στη βιβλιογραφία για την ομαδοσυνεργατική προσέγγιση της διδασκαλίας και αναφορικά με τις προϋποθέσεις που πρέπει να ισχύουν για την αποτελεσματική υλοποίησή της. Καθότι οι έρευνες σχετικά με απόψεις εκπαιδευτικών για την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση έχουν υλοποιηθεί στα πλαίσια μόνο του τυπικού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, η παρούσα εργασία συμβάλλει στη διερεύνηση της εφαρμογής της συγκεκριμένης μεθόδου σε πλαίσια για τα οποία δεν έχουμε ερευνητικά δεδομένα. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε διαφορές, αλλά και ομοιότητες ανάμεσα στις απόψεις των εκπαιδευτικών που εργάζονται στα δύο αυτά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα (τυπικά και μη τυπικά), ως προς τη συχνότητα εφαρμογής της ομαδοσυνεργατικής μεθόδου διδασκαλίας, την αποτελεσματικότητά της στη μάθηση και την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών. Παράλληλα, από την έρευνα προέκυψε πως οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε τυπικά πλαίσια θεωρούν πως ο μεγάλος αριθμός των παιδιών στην τάξη και τα προβλήματα πειθαρχίας που προκαλούνται ανάμεσα στους μαθητές κατά την εφαρμογή αυτής της μεθόδου αποτελούν μερικούς από τους λόγους κατά τους οποίους δεν την εφαρμόζουν, ενώ, παρατηρήθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε τυπικά και σε μη τυπικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα δεν εφαρμόζουν την ομαδοσυνεργατική μέθοδο διδασκαλίας και μάθησης, καθότι ισχυρίζονται πως η μέθοδος αυτή είναι ακατάλληλη για το αντικείμενο που διδάσκουν. 396 358 372 Contribution of educational robotics in comprehension of basic kinematic concepts Εκπαιδευτική ρομποτική, Διδακτική Μαθησιακή Ακολουθία, , Κινηματική The educational robotics is a developing technology with multiple uses and capabilities in the educational process. At the same time, the theoretical framework of Technological Pedagogical Content Knowledge (TPACΚ) highlights the complex interaction among different bodies of knowledge needed for successful integration of technology into a learning reference framework. Furthermore, the idea of Teaching Learning Sequence (TLS) has been proposed in order to create effective educational materials in the field of Sciences and additionally to show the potential cognitive paths of students in specific concepts. It concerns the design, implementation and evaluation of a sequence of teaching-learning activities, which is being improved in case of unexpected learning outcomes. The present dissertation suggests a new multi-level teaching model, the Robotic Teaching Content Knowledge through TLS (RDCK-TLS or shorter R-TLS), which extends the design of TLS within the TPACK in order to integrate educational robotics into the Science teaching. Particularly, the R-TLS seeks to exploit the educational robotics to enhance the understanding of 6th grade students in kinematics and specifically, the position-distance, time-duration and average speed concepts. In order to achieve the above goal, R-TLS includes a series of teaching-learning activities designed and implemented by 6 students, through a cycle of three educational interventions. The evaluation of R-TLS was carried out through clinical semi-structured interviews (pre/post test), collection of audiovisual material, subject products (intermediate and pre/post sheets, sheets/ working maquette) and a personal researcher document. The learning outcomes of R-TLS could be characterized as highly encouraging. In particular, at the macro-level (before/after the R-TLS), it was detected that most of the students distinguished these kinematics concepts, attributing scientific meanings and ways of determination, as well recognizing the average speed as a quantity composed of the ratio distance-duration. At the micro-level (cognitive paths), it was observed that the comprehension of the average speed transits through four evolutionary cognitive levels, highlighting the positive effect of educational robotics through different emerging ways of using it. The above analyses, combined with meso-level analyses (intermediate control), have emphasized the effectiveness of the multi-level R-TLS design, which is being expected to be confirmed by future implementations. Η εκπαιδευτική ρομποτική αποτελεί μια αναπτυσσόμενη τεχνολογία με πολλαπλές χρήσεις και δυνατότητες στην εκπαιδευτική διαδικασία. Ταυτόχρονα, το θεωρητικό πλαίσιο Τεχνολογική Παιδαγωγική Γνώση Περιεχομένου (ΤΠΓΠ) αναδεικνύει τη σύνθεση γνώσεων από διαφορετικούς τομείς για την επιτυχή ένταξη της τεχνολογίας σε ένα μαθησιακό πλαίσιο αναφοράς. Επιπλέον, στον χώρο των Φυσικών Επιστημών (Φ.Ε.), προκειμένου να δημιουργηθούν αποτελεσματικά εκπαιδευτικά υλικά, αλλά και να αναδειχθεί η ενδεχόμενη νοητική εξέλιξη των μαθητών σε συγκεκριμένες έννοιες, έχει προταθεί η ιδέα της Διδακτικής Μαθησιακής Ακολουθίας (ΔΜΑ). Αυτή αφορά τον σχεδιασμό, υλοποίηση και αξιολόγηση μιας ακολουθίας από διδακτικές-μαθησιακές δραστηριότητες, η οποία αναδιαμορφώνεται/βελτιώνεται εάν δεν επιφέρει τα αναμενόμενα μαθησιακά αποτελέσματα. Η παρούσα εργασία προτείνει ένα νέο πολυεπίπεδο διδακτικό μοντέλο, τη Ρομποτική Διδακτική Γνώση Περιεχομένου μέσω των ΔΜΑ (ΡΔΓΠ-ΔΜΑ ή πιο σύντομα Ρ-ΔΜΑ), το οποίο επεκτείνει τον σχεδιασμό των ΔΜΑ στο πλαίσιο της ΤΠΓΠ, προκειμένου να ενσωματώσει την εκπαιδευτική ρομποτική στη διδασκαλία των Φ.Ε.. Ειδικότερα, η παρούσα Ρ-ΔΜΑ (Ρομποτική-Διδακτική Μαθησιακή Ακολουθία) επιδιώκει την αξιοποίηση της εκπαιδευτικής ρομποτικής για την ενίσχυση της κατανόησης τελειόφοιτων μαθητών Δημοτικού σε έννοιες της Κινηματικής και συγκεκριμένα, τις έννοιες θέση-απόσταση, χρονική στιγμή-χρονικό διάστημα και μέση ταχύτητα. Για την επίτευξη του παραπάνω στόχου, η Ρ-ΔΜΑ περιλαμβάνει μια σειρά από διδακτικές-μαθησιακές δραστηριότητες, οι οποίες σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από 6 μαθητές, μέσω ενός κύκλου τριών διδακτικών παρεμβάσεων. Για την αξιολόγηση της Ρ-ΔΜΑ συλλέχθηκαν δεδομένα μέσω κλινικών ημιδομημένων συνεντεύξεων επίλυσης δοκιμασιών (προ/μετά-έλεγχος), συλλογής οπτικοακουστικού υλικού, προϊόντων εργασίας των υποκειμένων (φύλλα ενδιάμεσων και αρχικών/τελικών ελέγχων, φύλλα/μακέτα εργασίας) και ενός προσωπικού εγγράφου (ημερολόγιο) του ερευνητή. Τα μαθησιακά αποτελέσματα της Ρ-ΔΜΑ μπορούν να χαρακτηριστούν σε μεγάλο βαθμό ενθαρρυντικά. Ειδικότερα, σε μακρο-επίπεδο (πριν/μετά τη Ρ-ΔΜΑ), διαπιστώθηκε ότι οι περισσότεροι μαθητές αποσαφήνισαν τις υπόψη κινηματικές έννοιες, αποδίδοντας σε αυτές επιστημονικά νοήματα και τρόπους προσδιορισμού και αναγνωρίζοντας τη μέση ταχύτητα ως ένα συναρτώμενο παράγωγο μέγεθος της απόστασης και του χρονικού διαστήματος, μετρώντας τη με το πηλίκο τους. Σε μικρο-επίπεδο (γνωστική πορεία), διαπιστώθηκε ότι η οικοδόμηση της μέσης ταχύτητας πέρασε από τέσσερα εξελικτικά επίπεδα, τα οποία συνθέτουν ένα συνεχές μελέτης της, αναδεικνύοντας παράλληλα μια ενισχυτική δράση της εκπαιδευτικής ρομποτικής μέσω διαφορετικών αναδυόμενων τρόπων χρήσης της. Οι παραπάνω αναλύσεις, σε συνδυασμό με αναλύσεις σε μεσο-επίπεδο (έλεγχος πορείας), ανέδειξαν την αποτελεσματικότητα του πολυεπίπεδου σχεδιασμού της Ρ-ΔΜΑ, η οποία αναμένεται να επιβεβαιωθεί και με μελλοντικές εφαρμογές της. 397 249 239 The role of prostaglandin PGE2 in enchanging the engrafment of the genitically modified hematopoietic stem cells Ο ρόλος της προσταγλανδίνης Ε2 στην ενίσχυση της εμφύτευσης των γενετικά διορθωμένων αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων Gene therapy of hematological diseases, the basic principle of which is the transfer of a therapeutic gene into autologous hematopoietic stem cells (HSCs), is a possible option to cure potentially fatal genetic diseases in the last years. Nevertheless, there are still issues that need optimization or settlement. We investigated the effect of prostaglandin PGE2 in genetically modified mouse bone marrow cells and purified population of human hematopoietic stem cells (CD34 +) with lentiviral-GFP viral vector in order to improve gene transfer and promote implantation of genetically corrected cells. They were tested different conditions of incubation with PGE2 in primitive hematopoietic cells during transfection in order to identify the optimal condition that will yield high rates of gene transfer and implantation. It was observed superiority of expression in vivo in recipients who were treated with HSCs ,transfected with GFP- lentiviral vector in presence of PGE2 during transfection, compared with the control group. In in vitro experiments was identified the condition in which cells were incubated with PGE2 immediately before the start of the transfection process as optimal on the rate of gene transfer, the number of viral copies per cell, and the GFP expression. Although is required additional research and confirmation of the results in vivo with the best incubation condition of HSCs with PGE2, these data contribute significantly to the effort of finding enhancing gene transfer methods in gene therapy of inherited diseases. Η γονιδιακή θεραπεία αιματολογικών ασθενειών, βασική αρχή της οποίας είναι η μεταφορά ενός θεραπευτικού γονιδίου σε αυτόλογα αρχέγονα αιμοποιητικά κύτταρα (HSCs), αποτελεί τα τελευταία χρόνια μια πιθανή επιλογή για την ίαση δυνητικά θανατηφόρων γενετικών ασθενειών. Παρόλα αυτά, υπάρχουν ακόμη ζητήματα που χρήζουν βελτιστοποίησης ή και επίλυσης. Διερευνήσαμε τη δράση της προσταγλανδίνης PGE2 σε γενετικά τροποπιημένα κύτταρα μυελού οστών ποντικού και κεκαθαρμένου πληθυσμού αρχέγονων αιμοποιητικών κυττάρων ανθρώπου (CD34+) με λέντι-ιικό φορέα GFP, με στόχο τη βελτίωση της γονιδιακής μεταφοράς και τη προαγωγή της εμφύτευσης των γενετικά διορθωμένων κυττάρων . Ελέγχθηκαν διαφορετικές συνθήκες επίδρασης της PGE2 στα αρχέγονa αιμοποιητικ;a κύτταρα κατά τη διάρκεια της διαμόλυνσης προκειμένου να αναγνωριστεί η βέλτιστη συνθήκη που θα αποδίδει υψηλά ποσοστά γονιδιακής μεταφοράς και εμφύτευσης. Παρατηρήθηκε υπεροχή της έκφρασης in vivo σε λήπτες που έλαβαν HSCs που διαμολύνθηκαν με GFP+ λεντιικό φορέα παρουσία PGE2 στη διάρκεια της διαμόλυνσης έναντι της ομάδας ελέγχου. Σε in vitro πειράματα αναγνωρίστηκε η συνθήκη επώασης των κυττάρων με PGE2 αμέσως πριν την έναρξη της διαδικασίας διαμόλυνσης ως βέλτιστη σχετικά με το ποσοστό γονιδιακής μεταφοράς, τον αριθμό των ιικών αντιγράφων ανά κύτταρο και την GFP+ έκφραση. Αν και απαιτείται πρόσθετη έρευνα και επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων in vivo με τις βέλτιστες συνθήκες επώασης των HSCs με PGE2, τα δεδομένα αυτά συνεισφέρουν σημαντικά στην προσπάθεια ανεύρεσης μεθόδων ενίσχυσης της γονιδιακής μεταφοράς στο πλαίσιο της γονιδιακής θεραπείας των κληρονομούμενων ασθενειών. 398 257 277 A thorough explanation of the protein folding mechanism was not available for almost 50 years. In recent years, several experimental and theoretical approaches have been applied to give new insights into the protein folding process. In the present thesis, a Molecular Dynamics simulation of peptide T in DMSO solution was performed. Peptide T is a synthetic octapeptide fragment, which corresponds to the region 185-192 of the gp120 HIV coat protein and functions as a viral entry inhibitor. In order to validate the accuracy of MD simulations we compared our results with the NMR experimental conclusions derived from the study that Picone and her colleagues had conducted: “A 500 MHz study of peptide T in a DMSO solution”. Their results suggested that a type I β-turn including the four C-terminal residues, T5, N6, Y7, and T8, in which T8 is bonded to T5 CO was the most prominent structure in solution. Our results have shown that peptide T is highly flexible, comprising a dynamic system. The main structural characteristics observed were turns and helices, with a greater preference for β-turns. According to our calculations, the most preferred conformation for residues 5-8 was a β-turn type IV. Moreover, the C-terminal sequence proved to be more stable than the rest of the peptide. Comparison between the experimental and simulation-derived chemical shifts verified a reasonable agreement between the two sets of data. Overall, the MD simulation managed to predict with sufficient accuracy the folding behavior, dynamic properties, and structural characteristics of peptide T, as these have been identified in the experiment. Μία αναλυτική περιγραφή του μηχανισμού της πρωτεϊνικής αναδίπλωσης δεν ήταν διαθέσιμη για περίπου 50 χρόνια. Τα τελευταία χρόνια, έχουν εφαρμοστεί αρκετές πειραματικές και θεωρητικές προσεγγίσεις με σκοπό την καλύτερη κατανόηση της διαδικασίας αναδίπλωσης των πρωτεϊνών. Στη παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματοποιήθηκε μία προσομοίωση Μοριακής Δυναμικής του πεπτιδίου Τ σε διάλυμα DMSO. Το πεπτίδιο Τ είναι ένα συνθετικό οκταπεπτίδιο, το οποίο αντιστοιχεί στην περιοχή 185-192 της πρωτεϊνης gp120 του καλύμματος του ιού HIV και λειτουργεί ως αναστολέας της εισόδου του ιού στα κύτταρα. Με σκοπό να επιβεβαιώσουμε την ακρίβεια της μεθόδου των προσομοιώσεων Μοριακής Δυναμικής συγκρίναμε τα αποτελέσματά μας με τα συμπεράσματα που προέκυψαν από το πείραμα NMR, που πραγματοποίησαν η Picone και οι συνεργάτες της: “A 500 MHz study of peptide T in a DMSO solution”. Τα αποτελέσματά τους υπέδειξαν ότι μία β-στροφή τύπου Ι, που περιλαμβάνει τα τέσσερα C-τελικά αμινοξικά κατάλοιπα, T5, N6, Y7, και T8, στα οποία το T8 σχηματίζει δεσμούς με το T5 CO, ήταν η πιο πιθανή δομή σε διάλυμα. Τα αποτελέσματά μας έδειξαν ότι το πεπτίδιο Τ είναι ιδιαίτερα ευέλικτο, συνιστώντας ένα δυναμικό σύστημα. Τα κύρια δομικά χαρακτηριστικά του που παρατηρήθηκαν ήταν οι στροφές και οι έλικες, με μεγαλύτερη προτίμηση στις β-στροφές. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, η προτιμώμενη διαμόρφωση για τα κατάλοιπα 5-8 ήταν β-στροφή τύπου IV. Eπιπρόσθετα, το C-τελικό τμήμα της αλληλουχίας αποδείχτηκε ότι είναι πιο σταθερό σε σχέση με το υπόλοιπο πεπτίδιο. Η σύγκριση μεταξύ των πειραματικών χημικών μετατοπίσεων και αυτών που προέκυψαν από την προσομοίωση επαλήθευσε ότι υπάρχει ικανοποιητική συμφωνία μεταξύ τους. Συνολικά, η προσομοίωση Μοριακής Δυναμικής προέβλεψε με ικανοποιητική ακρίβεια το πρότυπο αναδίπλωσης, τις δυναμικές ιδιότητες και τα δομικά χαρακτηριστικά του πεπτιδίου Τ, όπως αυτά αποδίδονται στο πείραμα. 399 180 159 Audiovisual literacy and intercultural education: promoting understanding of the other through audiovisual literacy interventions Οπτικοακουστικός γραμματισμός και διαπολιτισμική εκπαίδευση: προωθώντας την κατανόηση του άλλου μέσα από παρεμβάσεις οπτικοακουστικού γραμματισμού The aim of the dissertation is to focus on and to promote some intercultural education issues through audio-visual literacy. Within said framework it was examined the influence of an independent variable (i.e. the researcher’s teaching) over a dependent variable as is the student’s performance. Questionnaires at the begining and end of the educational interference were deployed for the evaluation. The experiment was conducted over a team of University students enrolled in the fourth year of studies in the Department of Education Sciences in Early Childhood” at Democritus University of Thrace. The context provided by the researcher concerns two scientific fields: Audio-visual Literacy (Media Literacy) and Intercultural Education, as well as their intersection point in terms of education practice. The data processing showed that indeed there is an impact on students’ performance (knowledge and stances) upon the completion of the educational interference. The methodology could be implemented as a pilot program or used as a guide for larger experiments in terms of duration and the sample population Ο σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι να αναδειχθούν και να προωθηθούν ζητήματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης μέσω του οπτικοακουστικού γραμματισμού. Στο πλαίσιο αυτό εξετάσθηκε σε μια ομάδα φοιτητών του τέταρτου έτους του Τμήματος Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. η επίδραση μιας ανεξάρτητης μεταβλητής (εκπαιδευτικό πρόγραμμα- διδασκαλία ερευνήτριας) σε μια εξαρτημένη μεταβλητή (επίδοση φοιτητών), η οποία ελέγχθηκε με μετρήσεις στην αρχή και στο τέλος της εκπαιδευτικής παρέμβασης με την χρήση ερωτηματολογίου. Το περιεχόμενο της διδασκαλίας αφορούσε δύο επιστημονικά πεδία: τον Οπτικοακουστικό Γραμματισμό (Γραμματισμός στα Μ.Μ.Ε.) και την Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, καθώς και τα σημεία που τα δύο αντικείμενα τέμνονται σε επίπεδο εκπαιδευτικής πράξης. Η επεξεργασία των δεδομένων έδειξε την ύπαρξη επιπτώσεων στην επίδοση (γνώσεις και στάσεις) των φοιτητριών μετά την λήξη της εκπαιδευτικής παρέμβασης. Η μεθοδολογία αφορά ένα πιλοτικό πρόγραμμα και μπορεί να γίνει οδηγός για την διεξαγωγή μεγαλύτερων σε διάρκεια και δείγμα πειραμάτων 400 408 419 School unit’s infrastructure and its contribution to the proper functioning of school - primary school teachers’ point of view. Οι απόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συμβολή της υλικοτεχνικής υποδομής της σχολικής μονάδας στην εύρυθμη λειτουργία του σχολείου. In this thesis, we study the importance of logistic infrastructure for the educational process. Initially, the theoretical framework of the concept is analyzed and what it includes. More specifically, the first chapter refers to the notion of space, the school space, the school class and the basic structure and layout of the school class. Then, there is a historical retrospection of the stages that the school space has changed over the years and the positive and negative impact of the school space during the educational process. Then, by proceeding to the second chapter of this paper, reference is made to the logistic infrastructure of the school unit, to the positive and negative elements it has in the school contexts and to the furnishing and equipment of the school classes. Subsequently, the third chapter of the paper presents the costs of education and in the fourth chapter the funds allocated to Greek education are analyzed. Immediately afterwards, we are talking about the operation of a school unit and how it can be done efficiently and properly despite the difficulties that it may exist. In the next chapter we are going to the research section where a survey is being carried out involving teachers from various schools in in Northern Greece and Crete, who are asked to answer questionnaires on how on the profile of the school they are working and how they evaluate the characteristics of this unit. In addition, there are questions about how they see themselves and their pupils, the logistical infrastructure of the school units, the extent to which the logistical infrastructure contributes to the proper functioning of the school, and finally, why the inadequacy exists school infrastructure. The results of the survey show that the schools where our sample teachers were working were well-equipped, most of them having workshops, photocopiers, etc., and teachers are generally satisfied with the characteristics and adequate equipment of their schools, as opposed to heating, the suitability of the building infrastructure and the coloring of the classrooms that they feel are in poor condition. Also, the sample teachers consider that their pupils are equally satisfied and consider that any shortcomings are due to the furniture, the insufficient size of the school halls, the poor heating of the classrooms, the lack of workshops and the suitability of the school personal space of teachers. Στην παρούσα εργασία μελετάται η σημασία της υλικοτεχνικής υποδομής για την εκπαιδευτική διαδικασία. Αρχικά γίνεται η ανάλυση του θεωρητικού πλαισίου της έννοιας και ότι αυτή μπορεί να περιλαμβάνει. Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην έννοια του χώρου, στο σχολικό χώρο, στη σχολική τάξη και στη βασική δομή και διαρρύθμιση της σχολικής τάξης. Έπειτα, γίνεται μια ιστορική αναδρομή στα στάδια που έχει αλλάξει ο σχολικός χώρος κατά το πέρασμα των χρόνων και αναφέρονται τα θετικά και τα αρνητικά στοιχεία που επιδρούν στα πλαίσια του σχολικού χώρου κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Έπειτα, προχωρώντας στο δεύτερο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας, γίνεται αναφορά στην υλικοτεχνική υποδομή της σχολικής μονάδας, στα θετικά και αρνητικά στοιχεία που έχει αυτή μέσα στα σχολικά πλαίσια και στην επίπλωση και τον εξοπλισμό που υπάρχουν μέσα στις σχολικές τάξεις. Στη συνέχεια, στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας, παρουσιάζονται τα κόστη της εκπαίδευσης και στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται τα κονδύλια που χορηγούνται στην ελληνική εκπαίδευση. Αμέσως μετά, γίνεται λόγος για την λειτουργία μιας σχολικής μονάδας και με ποιους τρόπους μπορεί η λειτουργία αυτή να γίνει αποτελεσματική και εύρυθμη παρά τις δυσκολίες που ίσως υπάρχουν. Στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο περνάμε στο ερευνητικό μέρος όπου πραγματοποιείται έρευνα στην οποία συμμετέχουν εκπαιδευτικοί από διάφορα σχολεία της Βόρειας Ελλάδας και της Κρήτης, οι οποίοι καλούνται να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια σχετικά με το προφίλ του σχολείου που εργάζονται και πως οι ίδιοι αξιολογούν τα χαρακτηριστικά της μονάδας αυτής. Επιπλέον, υπάρχουν ερωτήσεις σχετικά με το πώς βλέπουν οι ίδιοι, αλλά και οι μαθητές τους, την υλικοτεχνική υποδομή των σχολικών μονάδων, κατά πόσο συμβάλει η ύπαρξη της υλικοτεχνικής υποδομής στην εύρυθμη λειτουργία του σχολείου, και τέλος, σε ποιους λόγους οφείλεται η ανεπάρκεια που υπάρχει στις σχολικές υποδομές. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα σχολεία όπου υπηρετούσαν οι εκπαιδευτικοί του δείγματός μας είναι αρκετά καλά εξοπλισμένα, καθώς τα περισσότερα από αυτά είχαν εργαστήρια, φωτοτυπικά μηχανήματα, κλπ., και οι εκπαιδευτικοί είναι ικανοποιημένοι σε γενικές γραμμές από τα χαρακτηριστικά και τον επαρκή εξοπλισμό των σχολείων που διδάσκουν, σε αντίθεση με τη θέρμανση, την καταλληλότητα υποδομής των κτιριακών εγκαταστάσεων, και το χρωματισμό των αιθουσών διδασκαλίας που θεωρούν ότι βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί του δείγματος, θεωρούν ότι και οι μαθητές τους είναι εξίσου ικανοποιημένοι και κρίνουν πως οι όποιες ελλείψεις υπάρχουν οφείλονται στην επίπλωση, στο μη επαρκές μέγεθος των σχολικών αιθουσών, στην κακή θέρμανση των σχολικών αιθουσών, στα ελλιπή εργαστήρια, και στην καταλληλότητα του προσωπικού χώρου των εκπαιδευτικών. 401 110 104 Third Party Funding (TPF) of the International Commercial Arbitration is considered as an innovative step that promotes the alternative dispute resolution. In this peculiar market, litigants, lawyers, investors and arbitrators have various interests, largely contradictory, that raise issues of legal nature and ethics and feed a wider dialogue on the need or not of regulation of the industry in question. The current study attempts to contribute to this dialogue via the analysis of the challenges and solutions that have been proposed. The position supported here is that the TPF needs a soft law regulation in line with the ‘Code of Practice for Third Party Funding of Arbitration’ of Hong Kong H χρηματοδότηση της διεθνούς εμπορικής διαιτησίας από τρίτους (TPF) θεωρείται ένα καινοτόμο βήμα που προάγει την εναλλακτική επίλυση διαφορών. Στην ιδιότυπη αυτή αγορά ενυπάρχουν διάφορα συμφέροντα διαδίκων, δικηγόρων, επενδυτών και διαιτητών, εν πολλοίς αντικρουόμενα, που εγείρουν ζητήματα νομικής φύσης και δεοντολογίας, και τροφοδοτούν έναν ευρύτερο διάλογο για την ανάγκη ή μη ρύθμισης της ενλόγω βιομηχανίας. Στο διάλογο αυτό αποπειράται να συμβάλλει και η παρούσα μελέτη μέσω της ανάλυσης των διακυβευμάτων και των λύσεων που προτείνονται. Η θέση που υποστηρίζεται εδώ είναι ότι η ΤPF χρήζει soft law ρύθμισης κατά το πρότυπο του ‘Code of Practice for Third Party Funding of Arbitration’ του Χογκ Κογκ 402 572 583 Ανατομικές παραλλαγές πλάγιου ρινικού τοιχώματος σε φυσιολογικά άτομα Aim: The objective of this study, is to locate the anatomic variations of the lateral nasal wall in normal population, and based on the data collected, to estimate if these anatomic variants could interfere with normal drainage pathways and predispose to sinus disease. Material-Methods: It is a retrospective study, targeted in collecting information from CT images in normal population of the city of Volos (age: 18-89), during 2014. The evaluation of the CT images is performed by 2 ENT doctors and a Radiologist, regarding uncinate process, ethmoid bulla, nasal turbinates, lamina papyracea, sphenomaxillary plate, anterior ethmoidal a., Haller, Onodi, Kuhn, supraorbital, suprabullar and frontallbullar cells. The CT scans, should be high resolution images and should be taken in axial and coronal planes, with the sagittal planes wanted as well. Statistic analysis of the data follows and comparison of the results with those, referred in the bibliography. Results: Τhe study of the anatomical variations of the lateral nasal wall, totally for both sides, reveals upper attachment of the uncinate process in lamina papyracea in 76,25%, whereas the attachment in middle turbinate and lamina papyracea/middle turbinate was 20% and 2,5% respectively. Uncinate bulla, hypoplasia of the U.P. and accessory middle turbinate were found in 8,75%, 1,25% and 1,25% respectively, while overpneumatization of the E.B., in 1,25%. Regarding the middle turbinate, concha bullosa was detected in 51,25%, pneumatization of the lamellar part in 6,25%, paradoxical curvature in 5% and secondary middle turbinate in 2,5%. Pneumatization of the inferior and superior turbinate is depicted in 7,5% and 17,5% correspondingly. Haller cells, are found in 16,25%. Septation of the maxillary sinus is detected in 21,25%, whereas hypoplasia in 1,25%. The incidence of Onodi cells is found to be 45%, while the respective percentages for type I, II, III, IV Kuhn cells are 37,5%, 17,5%, 20% and 2,5%. Supraorbital, frontalbullar και suprabullar cells, are present in 37,5%, 20% και 45% of the patients. The sphenomaxillary plate is detected in 22,5%. The results taken from this study, were statistically compared not only between two sides, but also between genders. Correlation of the anatomical variants followed. The most frequent anatomic variation was the upper attachment of the uncinate process in lamina papyracea, followed by the variations of M.T., while the less frequent were the hypoplasia of the U.P. and accessory middle turbinate. The comparison of both sides, does not reveal statistically significant differences in the majority of the anatomic variants determined, leading to the conclusion that in normal population, is expected the same incidence of the variants on both, right and left side. The comparing control between genders, does not disclose statistically significant differences, in the majority of anatomic variations, with the exception of frontalbullar cells, which were detected frequently in women. Moreover, while for the total frequency of Kuhn cells, no differencies were observed among males/females, more specifically, the type II cells, are detected frequently in women. We found type IV cells in one woman. Comparing the results of our study, with those referred in the bibliography, we did not find statistically significant differences in the majority of the variations detected. Conclusions: The comparison of both sides, does not reveal statistically significant differences in the majority of the anatomic variants determined. Thus, the variations in this study appear with the same frequency bilaterally. Comparing the results of our study, with those referred in the bibliography, we did not find statistically significant differences in the majority of the variations detected. Σκοπός: Στόχος της μελέτης μας, είναι να εντοπίσουμε τις ανατομικές παραλλαγές του πλαγίου ρινικού τοιχώματος σε φυσιολογικό πληθυσμό, και με βάση τα δεδομένα που θα συλλέξουμε, να εκτιμήσουμε κατά πόσον οι ανατομικές αυτές παραλλαγές, μπορούν να παρεμβαίνουν στην φυσιολογική παροχέτευση των παραρρινίων κόλπων και να προδιαθέτουν σε παθολογία των παραρρινίων κόλπων. Υλικό-μέθοδος: Πρόκειται για μια αναδρομική μελέτη, που στοχεύει στην αναζήτηση και καταγραφή δεδομένων από Α.Τ. σπλαγχνικού κρανίου σε φυσιολογικό πληθυσμό του Βόλου (ηλικίας 18-89 ετών) κατά τη διάρκεια του έτους 2014. Η αξιολόγηση διενεργείται από 2 Ωτορινολαρυγγολόγους και 1 Ακτινοδιαγνώστη και αφορά στο ηθμοειδές άγκιστρο, τις ρινικές κόγχες, την ηθμοειδή οστεοκύστη, τις κυψέλες του ρινικού χαρακώματος, τις υποκόγχιες κυψέλες, τον γναθιαίο κόλπο, τις σφηνοηθμοειδικές κυψέλες, το σφηνογναθιαίο πέταλο, το παπυρώδες πέταλο, την πορεία πρόσθιας ηθμοειδούς α., και τα supraorbital, frontallbullar,suprabullar και Kuhn cells. Οι Α.Τ., πρέπει να είναι υψηλής ευκρίνειας και να εμφανίζουν τόσο μετωπιαίες, όσο και στεφανιαίες τομές, με επιθυμητές και τις οβελιαίες. Ακολουθεί στατιστική ανάλυση των δεδομένων και σύγκριση των αποτελεσμάτων με αυτά που περιγράφονται στη βιβλιογραφία. Αποτελέσματα: Από τη μελέτη των ανατομικών παραλλαγών του πλαγίου ρινικού τοιχώματος συνολικά και για τα 2 ημιμόρια, προκύπτει ότι για το ηθμοειδές άγκιστρο, η πρόσφυση στο παπυρώδες ανέρχεται στο 76,25%, η πρόσφυση στη ΜΡΚ στο 20%, ενώ στο παπυρώδες/ΜΡΚ στο 2,5%. Πνευμάτωση, υποπλασία αγκίστρου και επικουρική ΜΡΚ ανευρίσκεται στο 8,75%, 1,25% και 1,25% αντιστοίχως ενώ υπερπνευμάτωση ηθμοειδούς οστεοκύστεως στο 1,25%. Η ΜΡΚ εμφανίζεται φυσαλιδώδης στο 51,25%, με πνευμάτωση βάσης στο 6,25%, παράδοξα κεκαμμένη στο 5%, ενώ δευτερεύουσα ΜΡΚ εμφανίζεται στο 2,5%. Πνευμάτωση ΚΡΚ και ΑΡΚ, ανευρίσκονται στο 7,5% και στο 17,5% αντιστοίχως, ενώ Haller cells, στο 16,25% αντίστοιχα. Συνολικά και στις 2 πλευρές των γναθιαίων κόλπων, εντοπίζονται διαφραγμάτια στο 21,25%, ενώ υποπλασία του Γ.Κ. στο 1,25%. Στο σύνολο των ασθενών, εμφανίζονται Onodi cells στο 45%, ενώ οι αντίστοιχες τιμές για τις τύπου I,II,III,IV Kuhn κυψέλες ανέρχονται στο 37,5%, 17,5%, 20% και 2,5% αναλόγως. Η παρουσία των supraorbital, frontalbullar και suprabullar cells, εντοπίζεται στην μελέτη μας, αντίστοιχα στο 37,5%, 20% και 45% του συνόλου των ασθενών. Σφηνογναθιαίο πέταλο, εντοπίζεται στο 22,5%. Η συχνότερη ανατομική παραλλαγή που εμφανίζεται στην μελέτη μας, είναι η πρόσφυση του ηθμοειδούς αγκίστρου στο παπυρώδες πέταλο και οι παραλλαγές της ΜΡΚ συνολικά, ενώ η σπανιότερη, η υποπλασία του αγκίστρου και η ύπαρξη επικουρικής ΜΡΚ. Από τη σύγκριση μεταξύ των δύο ημιμορίων, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές για την πλειονότητα των επιμέρους ανατομικών δομών και των παραλλαγών τους. Έτσι, σύμφωνα με τη μελέτη μας, σε φυσιολογικό πληθυσμό αναμένεται η εμφάνιση των ανατομικών παραλλαγών του πλαγίου ρινικού τοιχώματος, με την ίδια συχνότητα, τόσο αριστερά, όσο και δεξιά. Από τη σύγκριση μεταξύ των δύο φύλων, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές ως προς την εμφάνιση της πλειονότητας των πιθανών ανατομικών παραλλαγών. Εξαίρεση αποτελεί η παρουσία των frontalbullar cells, όπου εντοπίζονται στατιστικώς σημαντικά συχνότερα σε γυναίκες. Επιπλέον, ενώ συνολικά για τις τύπου Kuhn κυψέλες, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικά διαφορές, ειδικότερα οι τύπου ΙΙ, εμφανίζονται συχνότερα σε γυναίκες, ενώ οι τύπου IV στην μελέτη μας, παρουσιάζονται σε μία γυναίκα. Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης με αυτά της βιβλιογραφίας, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Συμπεράσματα: Από τη σύγκριση μεταξύ των δύο ημιμορίων, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές για την πλειονότητα των επιμέρους ανατομικών δομών και των παραλλαγών τους. Ως εκ τούτου, οι παραλλαγές στην παρούσα μελέτη, εμφανίζονται με την ίδια συχνότητα και στα δύο ημιμόρια. Επιπρόσθετα, συγκρίνοντας τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης με αυτά της βιβλιογραφίας, δεν προκύπτουν στατιστικά σημαντικές διαφορές στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. 403 380 503 Introduction: Respiratory impairment is the most common cause of morbidity and mortality in patients with inherited neuromuscular diseases. Due to changes in respiratory function during sleep, breathing disorders occur primarily during this state. Studies that explored the relationships between daytime function tests and nocturnal respiration variables had conflicted results. Non-invasive ventilation (NIV) during sleep is well-established in treating sleep-disordered breathing in these patients. The aim of the study was: 1) to investigate the sleep-disordered breathing in patients with inherited neuromuscular diseases and its association with daytime symptoms and lung function tests 2) to assess the effects of NIV during sleep on daytime respiratory function and its impact on survival. Patients and Methods: We retrospectively reviewed records of patients with inherited neuromuscular diseases presented in the Sleep Unit of a tertiary hospital during the period 1997-2013. Results: 25 consecutive patients were studied. Five of them were admitted with respiratory failure and 20 of them were stable with severe restriction in lung function tests. Asymptomatic patients had significantly higher MIP and MEP values (p<0.05). Age was negatively correlated with mean sPO2 during sleep (p<0.05) and with lowest sPO2 during sleep (p<0.05) and positively correlated with TST≤90% (p=0.001) and AHI (p<0.001). Bicarbonate value in arterial blood gases was positively correlated with AHI and hypopneas per sleep hour (p<0.05). FEV1, FVC, MIP, MEP were not correlated with respiratory variables during sleep. PCF was positively correlated with mean sPO2 during sleep (p<0.05). Patients under NIV during sleep presented with improvements in daytime arterial blood gases after 1, 2 and 3 years, while FEV1 and FVC were decreased. This changes were not statistically significant, apart from bicarbonate value that was decreased significantly after one year under NIV (p<0.05). Mean survival was 504.8 (SE: 60.9) months for patients who did not receive NIV and 515 (SE: 24.5) months for patients under NIV during sleep, with no statistical significance between the two groups. Conclusions: Ιn patients with inherited neuromuscular diseases, low MIP and MEP values could direct physicians to search meticulously for symptoms suggestive of respiratory impairment and nocturnal hypoventilation. Older age, higher bicarbonate value in arterial blood gases and low PCF could be indicative of sleep disordered breathing in these patients. Respiratory function was maintained during the first 3 years studied under NIV and survival was prolonged. Εισαγωγή: Η προσβολή του αναπνευστικού συστήματος αποτελεί τη βασικότερη αιτία νοσηρότητας και θνητότητας στους ασθενείς με κληρονομούμενο νευρομυικό νόσημα και αρχικά εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του ύπνου, λόγω των λειτουργικών μεταβολών του αναπνευστικού που συμβαίνουν κατά τη φάση αυτή. Τα αποτελέσματα των μελετών για τη συσχέτιση των λειτουργικών δοκιμασιών του αναπνευστικού με την εμφάνιση των διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο είναι έως τώρα αντικρουόμενα. Η χρήση του Μη Επεμβατικού Μηχανικού αερισμού (ΜηΕΜΑ) κατά τη διάρκεια του ύπνου αποτελεί μια τεκμηριωμένη θεραπεία στα κληρονομούμενα νευρομυικά νοσήματα για τη διόρθωση των αναπνευστικών διαταραχών του ύπνου. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν: 1) να μελετήσει την αναπνευστική διαταραχή στον ύπνο των ασθενών αυτών και τη συσχέτισή της με την ημερήσια συμπτωματολογία και την αναπνευστική λειτουργία στην εγρήγορση 2) να εξετάσει τη μακροχρόνια επίδραση της εφαρμογής ΜηΕΜΑ κατά τη διάρκεια του ύπνου στην αναπνευστική λειτουργία στην εγρήγορση και στην επιβίωσή τους. Ασθενείς και Μέθοδοι: Μελετήθηκαν αναδρομικά οι φάκελοι ασθενών με κληρονομούμενο νευρομυικό νόσημα που εξετάστηκαν στη Μονάδα Ύπνου της Β΄ Πνευμονολογικής Κλινικής του Γ.Ν.Θ. ‘Γ. Παπανικολάου’ το χρονικό διάστημα 1997-2013. Αποτελέσματα: Από τους 25 ασθενείς που μελετήθηκαν, οι 5 προσήλθαν εκτάκτως με αναπνευστική ανεπάρκεια και οι 20 σε σταθερή κατάσταση με σοβαρού βαθμού περιοριστικού τύπου διαταραχή. Οι ασυμπτωματικοί ασθενείς είχαν σημαντικά υψηλότερες τιμές στοματικών πιέσεων MIP και MEP (p<0.05). Η ηλικία είχε αρνητική συσχέτιση με τη μέση τιμή SpO2 κατά τη διάρκεια του ύπνου (p<0.05) και με τη χαμηλότερη τιμή SpO2 κατά τη διάρκεια του ύπνου (p<0.05) και θετική συσχέτιση με τον TST≤90% (p=0.001) και το Δείκτη Απνοιών Υποπνοιών κατά τον ύπνο [Apnea Hypopnea Index, AHI (p<0.001)]. Η τιμή των διττανθρακικών στα αέρια του αρτηριακού αίματος είχε θετική συσχέτιση με τον ΑΗΙ (p<0.05) και τον αριθμό των υποπνοιών ανά ώρα ύπνου (p<0.05). Οι τιμές των FEV1, FVC, MIP, MEP δεν παρουσίασαν σημαντική συσχέτιση με τις παραμέτρους της αναπνευστικής λειτουργίας στον ύπνο. Η Peak Cough Flow (PCF) συσχετίστηκε θετικά με τη μέση SpO2 κατά τη διάρκεια του ύπνου (p<0.05). Μετά από 1, 2 και 3 έτη οι ασθενείς που τέθηκαν σε ΜηΕΜΑ κατά τη διάρκεια του ύπνου παρουσίασαν βελτίωση στην ανταλλαγή των αερίων αίματος στην εγρήγορση, ενώ οι τιμές των FEV1 και FVC ελαττώθηκαν. Οι μεταβολές αυτές δεν ήταν στατιστικά σημαντικές, εκτός από την τιμή των διττανθρακικών του αίματος που μειώθηκε σημαντικά μετά ένα έτος εφαρμογής (p<0.05). Ο μέσος χρόνος επιβίωσης μέχρι την ολοκλήρωση της μελέτης ήταν 504,8 (SE:60.9) μήνες για την ομάδα των ασθενών που δεν τέθηκαν σε ΜηΕΜΑ και 515 (SE:24.5) μήνες για την ομάδα των ασθενών που έλαβε ΜηΕΜΑ, χωρίς ωστόσο να υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ τους. Συμπεράσματα: Στους ασθενείς με κληρονομούμενο νευρομυικό νόσημα, η ανεύρεση χαμηλών στοματικών πιέσεων θα μπορούσε να κατευθύνει σε λεπτομερή αναζήτηση συμπτωμάτων ενδεικτικών προσβολής του αναπνευστικού και νυχτερινού υποαερισμού. Η προχωρημένη ηλικία, η υψηλή τιμή των διττανθρακικών στα αέρια αίματος και η χαμηλή PCF θα μπορούσαν να θέσουν την υποψία ύπαρξης διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο. Η εφαρμογή ΜηΕΜΑ κατά τη διάρκεια του ύπνου διατήρησε την αναπνευστική λειτουργία για τα 3 έτη που μελετήθηκαν και αύξησε την επιβίωση των ασθενών. 404 211 261 Μοριακή διερεύνηση της αντοχής κλινικών στελεχών Acinetobacter baumannii στα β-λακταμικά αντιβιοτικά με έμφαση στις μεταλλο-β-λακταμάσες τύπου IMP Multidrug resistant clinical isolates of Acinetobacter baumannii, are the main cause of severe infections worldwide. These infection are difficult to treat and have high mortality rates, especially in our country, where the phenomenon is epidemic. A total of 40 strains of Acinetobacter baumannii were collected during January 2013-January 2014 and investigated for their susceptibility patterns. Susceptibility testing using with three different methods, phenotypic tests for carbapenemase production and PCR amplification analysis were performed in order to accurately detect resistance phenotype and drug resistance determinants, respectively. All isolates were resistant to carbapenems. MIC to imipemen and meropenem ranged from 8 to 16μg/ml, for doripenem from 8 to 64μg/ml and for ertapenem was ≥16μg/ml. Thirty four, out of the 40 strains(85%), harbored bla ΟΧΑ-58. gene, 32 strains the blaVIM gene and 2 strains carried the blaIMP gene. Phenotypical tests, such as Modified Hodge Test, Combined Disk Test and E-test MBL demonstrated sensitivity as they detected metallo-enzymes in 90%, 85% and 77,5% of our isolates respectively. In conclusion, phenotypic detection of resistance mechanisms is a satisfactory and inexpensive method, but molecular methods are the most accurate for detecting the associated resistance mechanisms. Evaluation of new effective theurapeutic options, such as combination therapy and rigorous infection control programmes will be valuable in fighting multigrug resistance. Τα πολυανθεκτικά στελέχη A. baumannii και ιδιαίτερα τα ανθεκτικά στις καρβαπενέμες, αποτελούν πλέον αίτια σοβαρών λοιμώξεων, προβληματικών στην θεραπευτική αντιμετώπισή τους, παγκοσμίως. Στη χώρα μας το πρόβλημα είναι εντονότατο, δεδομένου ότι το φαινόμενο έχει λάβει επιδημικές διαστάσεις. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της αντοχής στους αντιμικροβιακούς παράγοντες, πολυανθεκτικών στελεχών A. baumannii, με συμβατικές μεθόδους, η εκτίμηση της αξιοπιστίας των φαινοτυπικών δοκιμασιών ανίχνευσης των μηχανισμών αντοχής και ο ακριβής καθορισμός τους με μεθόδους Μοριακής Βιολογίας. Μελετήθηκαν 40 στελέχη A. baumannii, που απομονώθηκαν κατά τα έτη 2013- 2014, από διάφορα παθολογικά υλικά, ασθενών των κλινικών του νοσοκομείου μας. Όλα τα στελέχη ήταν ανθεκτικά στις καρβαπενέμες. Ειδικότερα, η MIC στην ιμιπενέμη και μεροπενέμη κυμαινόταν από 8 έως ≥16μg/ml, στην δοριπενέμη από 8 έως 64μg/ml, ενώ στην ερταπενέμη όλα τα στελέχη είχαν MIC ≥16μg/ml, αποτελέσματα που επιβεβαιώθηκαν και με τη μέθοδο των ταινιών E-test. Η ανίχνευση γονιδίων αντοχής με μοριακές μεθόδους έδειξε πως σε όλα τα στελέχη, όπως ήταν αναμενόμενο, ανιχνεύθηκε το γονίδιο της οξακιλλινάσης OXA-51 και σε 34(ποσοστό 85%) ανιχνεύθηκε το γονίδιο OXA-58. Τριάντα δύο στελέχη (ποσοστό 80%) έφερε το γονίδιο blaVIM ενώ σε 2 ανιχνεύθηκε το γονίδιο blaIMP . Οι φαινοτυπικές δοκιμασίες Μodified Hodge test, combined-disk test και Ε-test ΜBL φάνηκαν ιδιαίτερα ευαίσθητες δεδομένου ότι ανίχνευσαν την ύπαρξη μεταλλοενζύμων στο 90%, 85% and 77,5% των στελεχών αντιστοίχως. Η ανίχνευση των μηχανισμών αντοχής αποτελεί πολύτιμο εργαλείο στη διερεύνηση των λοιμώξεων από πολυανθεκτικά στελέχη A.baumannii, ιδιαιτέρως με την εφαρμογή των πλέον αξιόπιστων μεθόδων της Μοριακής Βιολογίας. 405 269 284 The burnout syndrome is an extremely significant, global problem that is associated with the work-related stress and affects employees, organizations as well as users of services. The great importance of this phenomenon stems from its high prevalence in the contemporary society and has led various investigators to its studying. A dominant position among them is held by Maslach, according to whose theoretical approach, burnout syndrome is characterized by three main factors: the emotional exhaustion, the depersonalization and the absence of personal achievements. The burnout is observed in particularly high frequency in specific professional groups, such as health professionals. The case of nurses is a characteristic example of burnout, which is probably caused by the fast pace and the high tension of this job, and their daily contact with the human suffering. Thus, nurses feel more and more frustrated and exhausted, while this fatigue prevents them from actively contributing to the patient’s condition and effectively contacting with him. The deterioration of this phenomenon could also lead nurses with burnout syndrome to an inability to develop deep and close human relations with other people. This project has as an objective to study the burnout syndrome in nurses of Athens. In the theoretical part, the burnout syndrome is thoroughly analyzed through its particular features and its different theoretical approaches supported by previous researchers, while the effects of this phenomenon are also studied particularly in the professional group of nurses. The experimental part includes a statistical analysis of 70 questionnaires distributed to a random sample of 70 nurses working in Athens as well as an assessment of the burnout syndrome in this sample. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό παγκόσμιο πρόβλημα που σχετίζεται με το εργασιακό άγχος και επιδρά τόσο στους εργαζόμενους, όσο και στους οργανισμούς και στους χρήστες των υπηρεσιών. Η μεγάλη σημασία του συγκεκριμένου φαινομένου απορρέει από τον πολύ υψηλό επιπολασμό που σημειώνει στη σύγχρονη πραγματικότητα και έχει οδηγήσει πολυάριθμους ερευνητές στη πολύπλευρη μελέτη του. Ανάμεσά τους, κυρίαρχη θέση κατέχει η Maslach, σύμφωνα με τη θεωρητική προσέγγιση της οποίας, η επαγγελματική εξουθένωση χαρακτηρίζεται από 3 κύριους παράγοντες: τη συναισθηματική εξουθένωση, την αποπροσωποποίηση και την έλλειψη προσωπικών επιτευγμάτων. Η επαγγελματική εξουθένωση παρατηρείται σε ιδιαίτερα υψηλή συχνότητα σε συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες, όπως είναι οι επαγγελματίες υγείας. Η περίπτωση των νοσηλευτών αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα επαγγελματικής εξουθένωσης, η οποία πιθανόν να οφείλεται στους γρήγορους ρυθμούς και την υψηλή ένταση που χαρακτηρίζει την εργασία τους, καθώς και στην καθημερινή τους επαφή με τον ανθρώπινο πόνο. Με αυτόν τον τρόπο, οι νοσηλευτές αισθάνονται ολοένα και πιο απογοητευμένοι και εξουθενωμένοι, καθώς αυξάνονται τα περιστατικά που αντιμετωπίζουν, και η κόπωση αυτή τους εμποδίζει να συμβάλλουν ενεργά στην κατάσταση του ασθενούς και στην ουσιαστική επικοινωνία μαζί του, ενώ η επιδείνωση του φαινομένου μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε αδυναμία ανάπτυξης ουσιαστικών και στενών ανθρώπινων σχέσεων με τους συνανθρώπους τους. Στόχος της παρούσας εργασίας αποτελεί η μελέτη του φαινομένου της επαγγελματικής εξουθένωσης στους νοσηλευτές της πόλης της Αθήνας. Αρχικά, στο θεωρητικό μέρος, μελετάται διεξοδικά το φαινόμενο της επαγγελματικής εξουθένωσης, μέσω των χαρακτηριστικών που εμφανίζει και των διάφορων θεωρητικών προσεγγίσεων προηγούμενων ερευνητών και η επίδραση του συγκεκριμένου φαινομένου στην επαγγελματική ομάδα των νοσηλευτών. Στη συνέχεια, στο πειραματικό μέρος, πραγματοποιείται στατιστική ανάλυση 70 ερωτηματολογίων που διανεμήθηκαν σε ένα τυχαίο δείγμα 70 νοσηλευτών που εργάζονται στην Αθήνα, καθώς και αξιολόγηση της επαγγελματικής εξουθένωσης στο συγκεκριμένο δείγμα. 406 272 340 Land use change is one of the major components of global environmental change. The amount of carbon (C) absorbed and maintained in land is controlled by the land-use type, dynamics and management. The aim of this study is to explore the dynamics of C absorption by the major forest types in Greece over the last 25 years and project their dynamics for the near future. We initially explore how forest areas have changed over the recent past and estimate a potential rate of change for the near future using the Corine Land cover census between 1992, 2000, 2006 and 2012. Both conifers and broadleaves forests’ surface declined during the decade 1990-2000, henceforward the trend is not clear. We then combine available field data of tree growth over the last century with long-term climate data to estimate a spatially explicit annual growth rate for conifer and broadleaved forests in Greece. These growth rates are used in conjunction with remotely sensed canopy height data to estimate forest net primary productivity (NPP) across Greece. Overall NPP values remained quite stable for the study time period. The average NPP was estimated close to 589.0 gr C/m²/yr for the broadleaves and 677.5 gr C/m²/yr for the conifers forests respectively. The highest productivity among the country forests was estimated in Northern Greece prefectures such as Central Macedonia, East Macedonia – Thrace, West Macedonia. Both the lower values of NPP and the smaller forest areas were estimated in the southern part of the country near the shoreline. Based on the observed current rates of land use change, C accumulation for the near future is expected to remain rather stable. Οι αλλαγές των χρήσεων ή της κάλυψης γης είναι ένα από τα βασικά μέρη των πλανητικών περιβαλλοντικών αλλαγών. Τα ποσά του άνθρακα (C) που απορροφούνται και δεσμεύονται στην ξηρά καθορίζονται από τον τύπο της κάλυψης γης, τις δυναμικές σχέσεις που αναπτύσσονται σε αυτές και στη διαχείρισή τους. Ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι να διερευνηθούν οι δυνατότητες δέσμευσης άνθρακα από τα βασικά είδη δασών της Ελλάδας για ένα διάστημα των πρόσφατων 22 ετών και να γίνει μια εκτίμηση της μελλοντικής κατάστασης. Διερευνήθηκαν οι αλλαγές των δασικών εκτάσεων στο πρόσφατο παρελθόν και έγινε εκτίμηση για την εξέλιξη στο άμεσο μέλλον αξιοποιώντας τα δεδομένα κάλυψης γης CORINE land cover των ετών 1990, 2000, 2006 και 2012 και έδειξαν ότι τα δάση πλατύφυλλων και κωνοφόρων έχουν υποστεί μείωση της έκτασής τους τη δεκαετία 1990 – 2000 αλλά έκτοτε παρουσιάζουν μια μικτή τάση κατά τα έτη μελέτης. Ακολούθως συνδυάστηκαν δεδομένα από μετρήσεις πεδίου που αφορούσαν στην ανάπτυξή των δένδρων κατά τον τελευταίο αιώνα με κλιματικά δεδομένα για να γίνει δυνατή η εκτίμηση της ετήσιας ανάπτυξης τόσο για τα κωνοφόρα όσο και για τα πλατύφυλλα. Αυτά τα δεδομένα χρησιμοποιήθηκαν σε συνδυασμό με δεδομένα τηλεπισκόπησης που αφορούσαν το ύψος συστάδας για να γίνει εκτίμηση της καθαρής πρωτογενούς παραγωγικότητας (NPP) στην Ελλάδα. Τελικά η τιμή της καθαρής πρωτογενούς παραγωγικότητας (NPP) τόσο για τα δάση κωνοφόρων όσο και για τα δάση των πλατύφυλλων μένει σταθερή για το διάστημα μελέτης. Οι μέσες τιμές σε επίπεδο χώρας εκτιμήθηκαν σε 589.0 gr C/m²/yr και 677.5 gr C/m²/yr για τα δάση πλατύφυλλων και κωνοφόρων αντίστοιχα. Τα παραγωγικότερα δάση και στις δυο περιπτώσεις ειδών βρίσκονται στη βόρεια Ελλάδα και ειδικότερα στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, Αν. Μακεδονίας – Θράκης και Δ. Μακεδονίας. Επιπρόσθετα τόσο η καθαρή πρωτογενής παραγωγικότητα όσο και οι καλυπτόμενες εκτάσεις από δάση μειώνονται από βορρά προς νότο και από τα ορεινά ηπειρωτικά προς τις παράκτιες και πεδινές περιοχές. Βάσει της πορείας που καταγράφηκε κατά τα 22 έτη μελέτης δε διαφαίνεται κάποια σημαντική μεταβολή στην NPP, συνεπώς και στη δυνατότητα δέσμευσης άνθρακα από τα δάση πλατύφυλλων και κωνοφόρων για το άμεσο μέλλον. 407 282 284 Η μουσική ως μέσο θεραπείας για παιδιά με μαθησιακά προβλήματα και συναισθηματικές ή συμπεριφορικές διαταραχές στο νηπιαγωγείο Music's double role as an educational possession and a therapeutic tool, takes place since Ancient Times. Plato, classifies it on the base of the educational procedure, absolutely correlating the kind of music that youth were listening, with the ethos they were developing. The aspect of music as a mean, correlating to the feelings and overwhelming the whole spirit of a person, leading to purification, refers to Aristotle's theories. Nowadays, music as a mean of treatment, aims to get inside a person's spirit and restore it's lost functionality. Music therapy immediately associates to human development. Besides, emotional maturity begins already in intrauterine age and is determined from the sounds surrounding it. Then, according to the development or not of a type of secure bond, as also with the existence or not of a supporting surrounding, full of experiences and incentives, it is determined whether behavioral or emotional disorders and some forms of learning disabilities will occur to the toddlers. At this point, nursery school's role is determinant as far as the existence of early interventional programs and the detection of a problem are concerned. Music then, can become a useful tool approaching children's difficulties, making them functional in a social, emotional and at the same time cognitive level. That's why, we refer to Pedagogical music therapy in education, as every activity based on music that takes place, is an experience that has an impact to the multilateral development of a child. Music therapy does not give importance to the musical outcome but to the whole process, being indifferent to the outcome. That's the reason why, recent years, music as a mean of treatment is of particular interest to the field of Special Education. Ο διττός ρόλος της μουσικής ως μορφωτικό αγαθό και θεραπευτικό εργαλείο κάνει την εμφάνιση του ήδη από την αρχαιότητα. Συγκεκριμένα, ο Πλάτωνας την κατατάσσει στη βάση της εκπαιδευτικής διαδικασίας καθώς συσχέτιζε απόλυτα το είδος της μουσικής με την ανάπτυξη σωστού ήθους. Στις θεωρίες του Αριστοτέλη, παρουσιάζεται η μουσική ως μέσο που συσχετίζεται με τα συναισθήματα και κατακλύζει ολόκληρο τον ψυχισμό του ατόμου, οδηγώντας σε κάθαρση. Σήμερα η μουσική ως μέσο θεραπείας έχει σκοπό να εισχωρήσει στον ψυχισμό του ατόμου και να επιφέρει τη χαμένη του λειτουργικότητα. Η μουσικοθεραπεία έγκειται στις αρχές της ψυχοθεραπείας και συσχετίζεται άμεσα με την ανάπτυξη του ανθρώπου. Άλλωστε, η συναισθηματική ωρίμανση του ατόμου ξεκινά ήδη από τον ενδομήτριο χώρο και καθορίζεται από τους ήχους που το περικλείουν. Έτσι λοιπόν, ανάλογα με την ανάπτυξη ή όχι ενός ασφαλούς τύπου δεσμού καθώς και με την ύπαρξη ή όχι υποστηρικτικού περιβάλλοντος, γεμάτο από εμπειρίες και ερεθίσματα, καθορίζεται η εμφάνιση διαταραχών στη συμπεριφορά ή στα συναισθήματά των παιδιών καθώς και κάποιων μορφών μαθησιακών δυσκολιών. Στο σημείο αυτό ο ρόλος του νηπιαγωγείου για την ανίχνευση του προβλήματος και της ύπαρξης προγραμμάτων πρώιμης παρέμβασης είναι καθοριστικός. Η μουσική λοιπόν, μπορεί να αποβεί ένα χρήσιμο εργαλείο προσεγγίζοντας τις δυσκολίες του παιδιού, καθιστώντας το λειτουργικό σε ένα κοινωνικό-συναισθηματικό-γνωστικό επίπεδο. Στον εκπαιδευτικό χώρο αναφερόμαστε στην Παιδαγωγική μουσικοθεραπεία καθώς κάθε δραστηριότητα που λαμβάνει χώρα με βάση τη μουσική αποτελεί βίωμα. Η μουσικοθεραπεία δεν δίνει σημασία στο μουσικό αποτέλεσμα αλλά στην όλη διαδικασία, έχοντας ως κύριο στόχο την ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού. Γι’ αυτό το λόγο και τα τελευταία χρόνια η μουσική ως μέσο θεραπείας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στο χώρο της Ειδικής Αγωγής. 408 236 246 Βέλτιστη διαχείριση κτηνοτροφικών αποβλήτων µέσω αναερόβιας χώνευσης στην περιφερειακή ενότητα Ξάνθης The scope of this assignment is the techno-economic assessment of the viability of anaerobic facilities in the prefecture of Xanthi. A number of scenarios is proposed and analysed for the best to be chosen. Through this analysis there will be an illustration both of the availability of organic waste that can be used as fuel for anaerobic facilities and of the current practices regarding the treatment of farm animal waste in the prefecture. Also, there is an illustration of the legal framework regarding farm animal waste and renewable energy sources. The best case scenario is chosen regarding the use of farm animal waste as fuel for anaerobic facilities by comparing a centralised, a partialy-centralised and a decentralised scenario. The best place for every facility to be constructed is calculated, followed by the calculation of the construction cost of the facilities, the daily volume of animal waste, the daily income and expences and thus, the time needed for the investment to break even. The data analysis showed the superiority of the decentralised model, since the main expence of the anaerobic facilities is the daily cost of transfer of the waste. More facilities of smaller scale may have a greater construction cost but lower expenses and faster depreciation. Since the decentralised model is the easiest to be implemented, it is the best solution regarding the animal waste treatment and energy needs of areas with high animal farming activities. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η διερεύνηση των πιθανοτήτων βιωσιµότητας µονάδων αναερόβιας χώνευσης στη περιφερειακή ενότητα Ξάνθης. Για τον σκοπό αυτό προτείνονται µια σειρά από σενάρια µε απώτερο στόχο την επιλογή του βέλτιστου. Μέσα από την εργασία θα καταδειχθεί η υφιστάµενη κατάσταση στην περιφερειακή ενότητα Ξάνθης, τόσο από πλευράς διαθεσιµότητας οργανικού φορτιού που µπορεί να χρησιµοποιηθεί ως καύσιµο για µονάδες παραγωγής βιοαερίου, όσο και από πλευράς διαχείρισης οργανικών αποβλήτων κτηνοτροφικών µονάδων. Ακολούθως, παρουσιάζεται το Νοµικό πλαίσιο γύρω από τα κτηνοτροφικά απόβλητα και τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας. Υπολογίζεται µαθηµατικά το βέλτιστο σενάριο αξιοποίησης των κτηνοτροφικών αποβλήτων ως πρώτων υλών για µονάδες αναερόβιας χώνευσης κάνοντας σύγκριση µεταξύ ενός κεντρικού, ενός µερικώς αποκεντρωµένου και ενός αποκεντρωµένου συστήµατος διαχείρισης. Παρουσιάζεται το βέλτιστο σηµείο κατασκευής της µονάδας παραγωγής βιοαερίου σε κάθε περίπτωση και υπολογίζονται το κόστος κατασκευής, τα λύµατα που παραλαµβάνει η κάθε µονάδα, τα συνολικά έξοδά της, τα έσοδά της και τέλος ο χρόνος απόσβεσης της επένδυσης. Η ανάλυση των δεδοµένων έδειξε την ανωτερότητα της αποκεντρωτικής διαχείρισης, καθώς το µεγαλύτερο µέρος του κόστος λειτουργίας των µονάδων αυτών είναι στη µεταφορά των λυµάτων. Πολλές µικρότερες µονάδες µπορεί να έχουν µεγαλύτερο κόστος κατασκευής αλλά έχουν µικρότερα έξοδα λειτουργίας και γενικά η απόσβεσή τους γίνεται σε µικρότερο χρόνο. Καθώς το µοντέλο αποκεντρωτικής διαχείρισης είναι και το ευκολότερο να εφαρµοστεί, αποτελεί την πλέον βιώσιµη και ενδεδειγµένη λύση για την διαχείριση των κτηνοτροφικών αποβλήτων και τις ενεργειακές απαιτήσεις σε περιοχές µε µεγάλη κτηνοτροφική δραστηριότητα. 409 237 185 The northern school unit secondary education of the country Gymnasium - High school of Dikaia Η βορειότερη σχολική μονάδα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας Γυμνάσιο - Λύκειο Δικαίων The purpose and objective of this project is to investigate and portray the education of male and female students in a remote area, specifically in the Junior High School – Senior High School/Lyceum of Dikaia. The first chapter of the paper constitutes the theoretical part of the research, as the policies of the governments from 1950 up until today are presented. The reforms and changes that have been made in education over these years are also presented here. Then, in the second chapter, the research section is presented, proceeding, initially with a population census of the inhabitants of the area of the former Municipality of Trigono, for each settlement separately, concerning the decades from 1960 up until 2010.In the third chapter the students’ profiles of the Junior High School of Dikaia are examined, initially, in terms of the students’ gender who enrol in the Junior High School of Dikaia. Then, the study focuses on obtaining a diploma from Primary School. In the last section, the professions of the students’ parents are analysed. In the fourth and final chapter the Official Government Gazette concerning the founding of the Junior High School of Dikaia, is presented, as well as the Official Government Gazette’s record of its separation from the Senior High School, along with some photos of the school unit and the student activities. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό και στόχο την διερεύνηση και την αποτύπωση της φοίτησης των μαθητών και μαθητριών στο Γυμνάσιο – Λύκειο Δικαίων του νομού Έβρου. Το πρώτο κεφάλαιο της εργασίας αποτελεί το θεωρητικό κομμάτι της έρευνας, καθώς σε αυτό γίνεται λόγος για τις πολιτικές των Κυβερνήσεων από το 1950 έως και σήμερα. Γίνεται αναφορά στις μεταρρυθμίσεις και στις τομές που διενεργήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια στην εκπαίδευση. Στη συνέχεια στο δεύτερο κεφάλαιο ξεκινάει το ερευνητικό κομμάτι, προβαίνοντας, αρχικά, σε μια πληθυσμιακή καταγραφή των κατοίκων της περιοχής του πρώην Δήμου Τριγώνου για κάθε οικισμό ξεχωριστά, για τις δεκαετίες από το 1960 έως το 2010. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται έρευνα στο αρχείο του Γυμνασίου Δικαίων, αρχικά ως προς το φύλο των μαθητών οι οποίοι εγγράφονται στο Γυμνάσιο Δικαίων, ενώ στη συνέχεια η μελέτη επικεντρώνεται στο Δημοτικό σχολείο απόκτησης απολυτηρίου, και στην τελευταία ενότητα διερευνώνται τα επαγγέλματα των γονέων. Στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα ΦΕΚ ιδρύσεως του Γυμνασίου Δικαίων, το ΦΕΚ διαχωρισμού και κάποιες φωτογραφίες της σχολικής μονάδας και των μαθητικών δραστηριοτήτων. 410 112 122 Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών και μακροχρόνια επίδραση στην υγεία των γυναικών Polycystic ovary syndrome (PCOS) is a heterogeneous endocrine disorder. It is a major public health problem worldwide, affecting 10-15% of women of reproductive age. It is associated with biochemical and hormonal disorders as well as negative effects on reproductive, metabolic and psychological health, resulting in deteriorating quality of life for women.PCOS is shown to have significant long-term health effects, as it has been associated with an increased incidence of metabolic disorders, , cardiovascular diseases and diabetes mellitus, obstetric and neonatal complications, as well as an increased risk of gynecological malignancies.The aim of this thesis is to investigate the polycystic ovary syndrome and its long¬term effects on women's health through a literature review. Το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS) είναι μια ετερογενής ενδοκρινική διαταραχή. Αποτελεί μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας παγκοσμίως, το οποίο επηρεάζει το 10-15% των γυναικών αναπαρα-γωγικής ηλικίας. Συνδέεται με βιοχημικές και ορμονικές διαταραχές, καθώς και με αρνητικές επιπτώσεις στην αναπαραγωγική, μεταβολική και ψυχολογική υγεία, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της ποιότητας ζωής των γυναικών. Το PCOS φαίνεται να έχει σημαντικές μακροχρόνιες επιπτώσεις στην υγεία, καθώς έχει συσχετιστεί με αυξημένη εμφάνιση μεταβολικών διαταραχών, καρδιαγγειακών παθήσεων και σακχα-ρώδους διαβήτη, με μαιευτικές και νεογνικές επιπλοκές, καθώς επίσης και με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης γυναικολογικών κακοηθειών.Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση του συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών και οι μακροχρόνιες επιπτώσεις αυτού στην υγεία των γυναικών, μέσω της βιβλιογραφικής ανασκόπησης. 411 274 303 Νοσηλευτικές παρεμβάσεις πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στο υπογόνιμο ζευγάρι In recent years, our knowledge of infertility and assisted reproductive methods have been substantially broadened. The progress of reproductive medicine is rapid and the achievements of medically assisted reproduction can be described as "miracles". Health-related areas have brought together many health professionals such as doctors, biologists, embryologists, midwives, psychologists and nurses. This review study, based on modern literature, focuses on the role of the nurse in the framework of Primary Health Care in terms of its capabilities in preventing and promoting the health of the community and in particular the inferior couples and the provision of counseling support.The experience of infertility brings about changes in people's lives as it affects self-esteem, plans and dreams for the future and disturbing the partnership. Therefore, the duty of all health professionals who are overwhelmed by the problems and concerns of these couples is to help to normalize the differences that the comrades undertake by improving communication and mutual understanding between them. With regard to health prevention and education, the issues to be discussed are those of the wider population, such as obesity, diet, sexually transmitted diseases, abortion, and environmental factors that inhibit infertility. There are also basic nursing interventions in Primary Care that will help and inform both subtle couples and the wider population about the impact of our lifestyle, habits and the environment we live in. These interventions, on the one hand, awaken and on the other hand they contribute positively to changing our daily activities and changing the psychology of all of us. Though the issue is quite complex with direct influences in the community, information will never cease to be the cornerstone for prevention! Τα τελευταία χρόνια οι γνώσεις μας αναφορικά με την υπογονιμότητα και τις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν διευρυνθεί ουσιαστικά. Η πρόοδος της αναπαραγωγικής ιατρικής είναι ραγδαία και τα επιτεύγματα της ιατρικής υποβοηθούμενης αναπαραγωγής μπορούν να χαρακτηριστούν ως «θαύματα». Οι τομείς που αφορούν την αναπαραγωγική της υγείας έχουν συνενώσει πολλούς επαγγελματίες υγείας όπως γιατρούς, βιολόγους, εμβρυολόγους, μαίες, ψυχολόγους καθώς και τους νοσηλευτές. Η συγκεκριμένη ανασκοπική μελέτη, με βάση τη σύγχρονη βιβλιογραφία εστιάζει στο ρόλο του νοσηλευτή στα πλαίσια της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας αναφορικά με την δυνατότητές του στην πρόληψη και προαγωγή της υγείας της κοινότητας και ιδιαίτερα των υπογόνιμων ζευγαριών και την παροχή συμβουλευτικής υποστήριξης. Η εμπειρία της υπογονιμότητας επιφέρει αλλαγές στη ζωή των ανθρώπων καθώς επηρεάζει την αυτοεκτίμηση, τα σχέδια και όνειρα για το μέλλον και τη διατάραξη της συντροφικής σχέσης. Χρέος λοιπόν όλων των επαγγελματιών υγείας που βρίσκονται επικείμενοι με τα προβλήματα και τις ανησυχίες των ζευγαριών αυτών, είναι να συνδράμουν στην εξομάλυνση των διαφορών που υποκύπτουν οι σύντροφοι, βελτιώνοντας την μεταξύ τους επικοινωνία και αλληλοκατανόηση.Αναφορικά με την πρόληψη και αγωγή υγείας, τα θέματα που θα σχολιαστούν είναι αυτά που απασχολούν τον ευρύτερο πληθυσμό όπως η παχυσαρκία, η διατροφή, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, οι αμβλώσεις και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στην υπογονιμότητα. Παρατίθενται επίσης οι βασικές νοσηλευτικές παρεμβάσεις σε Πρωτοβάθμιο Επίπεδο Φροντίδας οι οποίες θα βοηθήσουν και θα ενημερώσουν τόσο τα υπογόνιμα ζευγάρια όσο και τον ευρύτερο πληθυσμό στις επιπτώσεις που έχει ο τρόπος ζωής μας, οι συνήθειές μας και το περιβάλλον στο οποίο ζούμε. Οι παρεμβάσεις αυτές αφενός αφυπνούν και αφετέρου συμβάλλουν θετικά στην αλλαγή των καθημερινών μας ενασχολήσεων και την αλλαγή της ψυχολογίας όλων μας. Αν και το θέμα είναι αρκετά σύνθετο με άμεσες επιρροές στην κοινότητα, η ενημέρωση δε θα πάψει ποτέ να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την πρόληψη! 412 199 203 This work is a comparative study of Special Education, as it is provided in Greece and in Cyprus. Originally, general issues of Special Needs Education are reported, such as its definition , its aims and the categories of people with disabilities. Then, it processes the role of consultive parents and its contribution to the proper management of children with special needs from their parents. Finally, in the same chapter, the 94-142 law of The Public Law and IDEA is seen, which ushered in the Special Education, and for the first time legally enshrined rights of people with disabilities. Then, the history of Special Education in Greece is indicated, the legal framework that was established for it, the training services and vocational training of people with disabilities as well as their vocational rehabilitation. It also informs about the training of special educators and the attitude of the Greek society towards disability. The respective topics are investigated in the third chapter of the work as well, which concerns Special Education in Cyprus. Finally, a comparison of Special Education in Greece and in Cyprus is made, in order to identify the key differences and similarities of the educational subject in both States Η παρούσα εργασία αποτελεί μια συγκριτική μελέτη της ειδικής αγωγής, όπως αυτή παρέχεται στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Αρχικά, αναφέρονται γενικότερα ζητήματα της Ειδικής Αγωγής, όπως ο ορισμός της, οι σκοποί της και οι κατηγορίες των ατόμων με αναπηρία. Έπειτα, επεξεργάζεται ο ρόλος της συμβουλευτικής των γονέων και η συμβολή του στην ορθή αντιμετώπιση των παιδιών με ειδικές ανάγκες από τους γονείς τους. Τέλος, στο ίδιο κεφάλαιο, γίνεται λόγος για τον νόμο Δημοσίου Δικαίου 94-142 και IDEA, ο οποίος αποτέλεσε την απαρχή της Ειδικής Αγωγής, καθώς για πρώτη φορά κατοχυρώνονται νομικά τα δικαιώματα των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Στη συνέχεια, αναφέρεται η ιστορική αναδρομή της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, το νομικό πλαίσιο που θεσμοθετήθηκε γι’ αυτήν, οι παρεχόμενες υπηρεσίες εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης των ατόμων με ειδικές ανάγκες, καθώς και η επαγγελματική τους αποκατάσταση. Παρατίθενται επίσης, πληροφορίες σχετικά με την εκπαίδευση των ειδικών παιδαγωγών και τη στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στην αναπηρία. Τα αντίστοιχα θέματα διερευνώνται και στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας, το οποίο αφορά την ειδική αγωγή στην Κύπρο. Κλείνοντας, γίνεται σύγκριση της Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα και την Κύπρο, στα θέματα που προαναφέρθηκαν, με στόχο να αναδειχθούν οι βασικές διαφορές και ομοιότητες του παιδαγωγικού αντικειμένου στα δύο κράτη 413 673 811 Συνήθειες ύπνου των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας στην περιοχή της Θράκης Sleep is a human behavior defined by biological mechanisms that are shaped and interpreted by cultural values and perceptions. There is no clear differentiation between normal sleep and sleep problems and knowledge of normal sleep characteristics is necessary to identify, evaluate and manage its variants. Βehavioral difficulties of a child including resistance to sleep, night wakenings, difficulty falling asleep independently are considered as sleep problems. Perceptions of parents may be based on realistic or unrealistic expectations about the characteristics of child's sleep and are influenced by broader cultural norms, beliefs and attitudes. The aim of this study is to assess in preschoolers and primary school aged children a) sleep habits and sleep problems of children as recorded by their parents self-reports b) to compare children's sleep habits and sleep problems in different cultural populations in Thrace c) to relate sleep habits and sleep problems to strengths and difficulties of children d) to estimate the frequency of cosleeping in preschoolers and primary school aged children in Greece.The study involved 406 children aged 2,5- 9 years old. The sample consists mainly of native Christians, Christians from other areas of Greece and indigenous Muslims. Children aged 2.5-5 and 5-6 years are enrolled in kindergartens and nursery schools respectively. Children aged 6-9 years old are the siblings of children enrolled in kindergartens and are attending the first three grades of primary school. Children belonging to the Muslim population of the city of Alexandroupolis (roma settlement) are not registered in kindergartens and exhibit a high dropout rate in compulsory education. Children were categorized into five groups depending on the area they live and the type of preschool center they attend. 746 questionnaires were distributed to parents through the childcare centers and 406 were returned. Questionnaires were given in two phases to reduce the seasonal effects on children's sleeping habits. The survey questionnaire consisted of three sections: a) The first section includes demographic characteristics of child and parents as well as questions about the perceptions of parents about sleep habits b) the second section is the "Children’s Sleep Habits Questionnaire (CSHQ)” c) and the third section is the "Strengths & Difficulties Questionnaire”. Eight Muslim parents were interviewed in the facilities of Polykoinoniko (municipal social services) and thirty one in the Muslims “roma” settlement. Door to door interviews were chosen to provide an opportunity for individuals to refuse participating in the survey without feeling that they would have adverse consequences. The average of 24h total sleep time of children is 10.49 hours. The percentage of children who continue to nap is 34.7%. According to the results of progressive linear analysis predictive variables for longer 24h sleep duration are younger age of the child, rural area, absence of obesity and the mother’s young age. If a child scored high in sleep anxiety / bedtime resistance, sleep onset latency , sleep duration, night wakenings and daytime sleepiness then it would also score high in the total SDQ score and conduct problems. Hyperactivity was positively correlated with problems related to sleep duration and night wakenings. Parents of Pomak (Muslims in rural area) children, occasionally shift-working mothers, low educated fathers and fathers working only in morning hours reported higher daytime sleepiness for their children. The percentage of cosleepers is 24.1% while preschool children tend to cosleep twice often as school-aged children. The results of multiple regression analysis revealed that predictive variables for cosleeping (bedsharing) where child‘s sleep anxiety/ bedtime resistance, night wakenings, small size of the household and the extremely low education level of the father. Parents (16.5% mothers vs 11.3% fathers) perceive that their child has difficulty or problem in relation to sleep and only 1 in 3 parents would seek help for their children’s sleep problems. Further investigation of problems cosleeping solves or creates and the long-term consequences of this phenomenon in family life could suggest purposes for future research. The clinicians general guidelines for parents that take into account the children's sleeping habits according to the cultural context would have a positive effect on children’s general health and quality of life. Ο ύπνος είναι μια ανθρώπινη συμπεριφορά που ορίζεται από βιολογικούς μηχανισμούς που διαμορφώνονται και ερμηνεύονται από πολιτισμικές αξίες και αντιλήψεις. Δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο φυσιολογικό ύπνο και στα προβλήματα ύπνου και η γνώση του φυσιολογικού ύπνου είναι απαραίτητη για να αναγνωρίσουμε , να εκτιμήσουμε και να διαχειριστούμε τις παραλλαγές του. Προβλήματα ύπνου μπορούν να θεωρηθούν και οι συμπεριφορικές δυσκολίες του παιδιού που μπορεί να περιλαμβάνουν αντίσταση στον ύπνο, νυχτερινά ξυπνήματα , δυσκολία στον να κοιμηθούν ανεξάρτητα. Συνήθως οι αντιλήψεις των γονέων μπορεί να βασίζονται σε ρεαλιστικές η μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τα χαρακτηριστικά που θα πρέπει να έχει ο ύπνος του παιδιού και επηρεάζονται από ευρύτερες πολιτισμικές νόρμες , πεποιθήσεις και στάσεις. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εκτιμηθούν σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικιας α) οι συνήθειες και τα προβλήματα ύπνου των παιδιών όπως αυτές καταγράφονται με αυτοαναφορές των γονέων β) να συγκριθούν οι συνήθειες και τα προβλήματα ύπνου των παιδιών στις διαφορετικές πολιτισμικές πληθυσμιακές ομάδες στην περιοχή της Θράκης γ) να συσχετισθούν με τις δυνατότητες ή δυσκολίες των παιδιών και δ) να διερευνυθεί η συχνότητα με την οποία οι γονείς μοιράζονται με το παιδί το ίδιο κρεβάτι στην ελληνική πραγματικότητα. Στην έρευνα συμμετείχαν 406 παιδιά ηλικίας 2,5- 9 ετών. Το δείγμα αποτελείται κυρίως από γηγενείς χριστιανούς, χριστιανούς από άλλες περιοχές της Ελλάδας και γηγενείς μουσουλμάνους. Τα παιδιά ηλικίας 2,5-5 και 5-6 ετών είναι εγγεγραμμένα στους παιδικούς σταθμούς και τα νηπιαγωγεία αντίστοιχα. Τα παιδιά ηλικίας 6-9 ετών είναι τα αδέρφια των παιδιών που είναι εγγεγραμμένα στους παιδικούς σταθμούς και παρακολουθούν τις τρεις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου. Τα παιδιά του μουσουλμανικού πληθυσμού της πόλης της Αλεξανδρούπολης που έλαβαν μέρος στην έρευνα δεν είναι εγγεγραμμένα σε παιδικούς σταθμούς και εμφανίζουν υψηλό ποσοστό σχολικής διαρροής στην πρωτοβάθμια υποχρεωτική εκπαίδευση. Τα παιδιά κατηγοριοποιήθηκαν σε πέντε ομάδες ανάλογα με την περιοχή που διαμένουν και τον τύπο της προσχολικής δομής που παρακολουθούν. Διανεμήθηκαν 746 ερωτηματολόγια στους γονείς των παιδιών του δείγματος και επιστράφηκαν 406 (ποσοστό επιστροφής 54,4%). Τα ερωτηματολόγια δόθηκαν σε δύο φάσεις για να μειωθούν οι εποχικές επιδράσεις στις συνήθειες ύπνου των παιδιών. Το ερωτηματολόγιο της έρευνας αποτελείται από τρεις ενότητες: α) η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει δημογραφικά στοιχεία του παιδιού, της μητέρας και του πατέρα καθώς και ερωτήσεις για τις αντιλήψεις των γονιών σχετικά με τον ύπνο β) η δεύτερη ενότητα είναι το ερωτηματολόγιο “Συνήθειες ύπνου των παιδιών” και γ) η τρίτη το “Ερωτηματολόγιο δυνατοτήτων και δυσκολιών”. Για τη μελέτη των μουσουλμανόπαιδων έγιναν 8 συνεντεύξεις στις δομές του Πολυκοινωνικού και οι υπόλοιπες εντός του οικισμού. Η διαδικασία από πόρτα σε πόρτα επιλέχθηκε για να δοθεί η ευκαιρία στα άτομα να αρνηθούν χωρίς να αισθάνονται ότι θα έχουν δυσμενείς συνέπειες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης ο μέσος όρος διάρκειας 24ώρου ύπνου των παιδιών ηλικίας 2.5-9 ετών στην περιοχή της Θράκης είναι 10,49 ώρες. Το ποσοστό των παιδιών που κοιμούνται κατα τη διάρκεια της ημέρας είναι 34,7%. Οι ανεξάρτητοι παράγοντες που φαίνεται ότι προβλέπουν τη μεγαλύτερη διάρκεια 24ώρου ύπνου του παιδιού είναι η μικρότερη ηλικία του παιδιού, η αγροτική περιοχή, η απουσία παχυσαρκίας και η μικρότερη ηλικία της μητέρας. Τα παιδιά χριστιανικού θρησκεύματος εκτιμήθηκε ότι έχουν λιγότερο άγχος και αντίσταση σε σχέση με τον ύπνο από τα παιδιά μουσουλμανικού θρησκεύματος. Οι πομάκοι γονείς αγροτικής περιοχής, οι μητέρες που εργάζονται περιστασιακά με βάρδιες, οι πατέρες υποχρεωτικής εκπαίδευσης και οι πατέρες που εργάζονται μόνο πρωί αναφέρουν μεγαλύτερη υπνηλία για τα παιδιά τους. Τα παιδιά που παρουσιάζουν άγχος/αντίσταση σε σχέση με τον ύπνο, καθυστερημένη επέλευση ύπνου, προβλήματα σε σχέση με τη διάρκεια ύπνου, νυχτερινά ξυπνήματα και υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας παρουσιάζουν και αυξημένη βαθμολογία στο σύνολο των προβλημάτων συμπεριφοράς καθώς και στα προβλήματα διαγωγής. Η υπερκινητικότητα σχετίζεται θετικά με την υποκλίμακες διάρκεια ύπνου και νυχτερινά ξυπνήματα. Σχετικά με την πρακτική «κοιμάμαι στο ίδιο κρεβάτι» προέκυψε ότι το ποσοστό των παιδιών που κοιμούνται στο ίδιο κρεβάτι τουλάχιστον με ένα γονέα κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι 24,1%. Οι ανεξάρτητοι παράγοντες που προβλέπουν την πρακτική να κοιμούνται οι γονείς στο ίδιο κρεβάτι με το παιδί είναι το άγχος/αντίσταση σε σχέση με τον ύπνο, τα νυχτερινά ξυπνήματα, το μικρό μέγεθος του νοικοκυριού και το πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο του πατέρα. 16% των μητέρων και 11,3% των πατέρων θεωρούν ότι το παιδί τους έχει κάποια δυσκολία ή πρόβλημα σε σχέση με τον ύπνο και μόνο 1 στους 3 γονείς θα αναζητήσουν βοήθεια για τα προβλήματα ύπνου των παιδιών τους. Η διερεύνηση των προβλημάτων που λύνει ή δημιουργεί για το παιδί η πρακτική του μοιράσματος του κρεβατιού με τους γονείς καθώς και οι μακροπρόθεσμες συνέπειες αυτού του φαινομένου στη ζωή της οικογένειας θα μπορούσαν να αποτελέσουν σκοπούς μελλοντικών ερευνών. Οι γενικές κατευθυντήριες οδηγίες των κλινικών προς τους γονείς που θα λαμβάνουν υπόψιν τις συνήθειες ύπνου των παιδιών σύμφωνα με το πολιτισμικό πλαίσιο θα έχουν θετική επίδραση στη γενική υγεία και στην ποιότητα ζωής των παιδιών. 414 499 559 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Corin κατά τα πρώϊμα στάδια της πλακουντοποίησης και η πιθανή συσχέτισή της με την παθολογία της κύησης INTRODUCTION: The aim of this diploma thesis was the immunohistochemical study of the expression of Corin protein in histological placenta specimens derived from real incidents of placenta tissues infected from chorioamnionitis during different times of embryonic development. Chorioamnionitis is a very serious endoamniac infection located in chorio-amnio caused by pathogenic microorganisms transported from vagina into the amnio. The treatment of in time diagnosed chorioamnionitis contains the use of antibiotics otherwise it can lead to intrauterine death. Preeclampsia is a very serious disorder that occurs during pregnancy and is characterized by abnormal function of the vascular intima. Characteristic symptoms of preeclampsia is the embryo and mother hypertension as well as the proteinuria (elevated levels of urinary proteins) and causes abnormal placentation. Concerning Corin protein, it constitutes a transmembrane serine protease that activates and converts the precursor of atrial natriuretic factor (pro-ANP) to its biologically active form contributing to the regulation of blood pressure. Except for the above operation this protein is being expressed in cases of pregnant women in the area of uterus. We can therefore assume that despite the limited literature there will be some correlation between the two diseases and the mutant (pathological) form of the protein. Therefore, a study examining the levels of expressed protein in normal or pathological conditions is considered appropriate and that the active and normal production of Corin protein contributes to a normal pregnancy with the purpose of avoiding the various pathological conditions and by extension impacts and complications witch can be provoked to both mother and embryo during pregnancy. MATERIALS AND METHODS: For the conduct of the experimental part of. This diploma thesis 40 specimens from pathological incidents of chorioamnionitis. such as of normal was used while the experimental material consist of tissue pieces of pathological and normal placentas. The experimental procedure contained theimmunohistochemical analysis using peroxidase-labeled antibodies using the specific Corin antibody and the suitable DAB chromogen. Finally a comparison was made between normal and pathological specimens in order to study the possible differentiation and the semi-quantitative analysis of the expression between them, with the help of optic microscope.RESULTS: Significant results have emerged from the study of the samples. There was a correlation of normal (control) placenta with pathology. Specifically, in normal placenta, increased expression of the protein was observed in relation to the pathological where, decreased expression was observed. In particular, a percentage correlation of protein expression was made depending on the severity of the choroamnionitis lesions (light, moderate and severe). CONCLUSIONS: Through the more careful examination of the results remarkably conclusions can be exported for the Corin protein. It can be claimed that the expression of this specific protein correlates with the occurrence of corioamnionitis pathology, a fact that very probably can classificate this protein as a useful and considerable prognostic biomarker which surely can be used for the prognosis of this disorder. It is recommended though that the experimental data should be confirmed through the usage of larger number of specimens and furthermore study of each pathological situation. Η παρούσα ερευνητική εργασία-μελέτη είχε σαν στόχο την ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Corin σε ιστολογικά δείγματα πλακούντων που προέκυψαν από περιστατικά με αλλοιώσεις χοριοαμνιονίτιδας σε διάφορα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης, παράλληλα με δεύτερη μελέτη που συμπεριέλαβε περιστατικά προεκλαμψίας. Η χοριοαμνιονίτιδα αποτελεί μια πολύ σοβαρή ενδοαμνιακή λοίμωξη που εντοπίζεται στο χόριο και στο άμνιο και προκαλείται από παθογόνους μικροοργανισμούς, προερχόμενους από τον κόλπο στην αμνιακή κοιλότητα. Αν διαγνωστεί εγκαίρως η αντιμετώπιση της γίνεται με τη χρήση αντιβιοτικών αν όχι μπορεί να οδηγήσει σε ενδομήτριο θάνατο. Η προεκλαμψία αποτελεί με τη σειρά της και αυτή μια πολύ σοβαρή διαταραχή κατά την εγκυμοσύνη που σχετίζεται με την ανώμαλη λειτουργία του ενδοθηλίου των αγγείων. Χαρακτηριστικά συμπτώματα αυτής είναι η υπέρταση τόσο του εμβρύου όσο και της κυοφορούσας, αλλά και λευκωματουρία (αυξημένα επίπεδα πρωτεϊνών στα ούρα) και προκαλεί ανώμαλη πλακουντοποίηση. Όσον αφορά την πρωτεΐνη Corin είναι μια διαμεμβρανική πρωτεάση σερίνης, η οποία ενεργοποιεί και μετατρέπει το πρόδρομο κολπικό νατριουρητικό πεπτίδιο (ΑΝΡ) στην ώριμη μορφή του συμβάλλοντας στη ρύθμιση της πίεσης του αίματος. Εκτός από την παραπάνω λειτουργία της, η πρωτεΐνη αυτή εκφράζεται και σε περιπτώσεις εγκύων στην περιοχή της μήτρας. Η έκφραση, ο ρόλος και η δράση της έκφρασης σε αυτήν την περίπτωση δεν έχει εξακριβωθεί πλήρως. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι παρά την περιορισμένη βιβλιογραφία θα υπάρχει κάποια συσχέτιση μεταξύ των δύο ασθενειών και της μεταλλαγμένης (παθολογικής) μορφής της πρωτεΐνης. Συνεπώς κρίνεται σκόπιμη μια μελέτη που θα εξετάζει τα επίπεδα εκφρασμένης πρωτεΐνης σε φυσιολογικές ή παθολογικές καταστάσεις και πως η ενεργή και φυσιολογική παραγωγή της πρωτεΐνης Corin συντελεί σε μία φυσιολογική εγκυμοσύνη, με τελικό σκοπό την αποφυγή των διαφόρων παθολογικών καταστάσεων και κατ'επέκταση των επιπτώσεων και διαφόρων επιπλοκών που μπορεί να προκληθούν, τόσο στη μητέρα, όσο και στο ίδιο το έμβρυο κατά τη διάρκεια της κύησης.ΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Για τη διεκπεραίωση του πειραματικού μέρους της παρούσης πτυχιακής εργασίας χρησιμοποιήθηκαν 40 δείγματα προερχόμενα από παθολογικά περιστατικά χοριοαμνιονίτιδας καθώς και από αντίστοιχα φυσιολογικά περιστατικά, ενώ το πειραματικό υλικό αποτέλεσαν ιστοτεμάχια παθολογικών και φυσιολογικών πλακούντων. Στην πειραματική διαδικασία που ακολουθήθηκε τέθηκε σε εφαρμογή η τεχνική της ανοσοϊστοχημείας με τη μέθοδο αποκλεισμού της υπεροξειδάσης, χρησιμοποιώντας το ειδικό αντίσωμα Corin και το κατάλληλο χρωμογόνο DAB. Ακολούθως πραγματοποιήθηκε συσχέτιση μεταξύ φυσιολογικών και παθολογικών δειγμάτων με σκοπό τη μελέτη της πιθανής διαφοροποίησης έκφρασης της πρωτεΐνης μεταξύ αυτών, με τη βοήθεια οπτικού μικροσκοπίου και την ημιποσοτική εκτίμησή της. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τη μελέτη των δειγμάτων προέκυψαν σημαντικά αποτελέσματα. Υπήρξε συσχέτιση των φυσιολογικών (μαρτύρων) πλακούντων με τους παθολογικούς. Συγκεκριμένα, στους φυσιολογικούς πλακούντες παρατηρήθηκε αυξημένη έκφραση της πρωτεΐνης σε σχέση με τους παθολογικούς, ενώ στους παθολογικούς. παρατηρήθηκε μειωμένη έκφραση. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκε ποσοστιαία συσχέτιση της έκφρασης της πρωτεΐνης ανάλογα με τη βαρύτητα των αλλοιώσεων της χοριοαμνιονίτιδας, (ελαφρού, μετρίου και σοβαρού βαθμού). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Μέσω της προσεκτικότερης μελέτης των αποτελεσμάτων μπορούμε να εξάγουμε σημαντικά συμπεράσματα για την πρωτεΐνη Corin. Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η έκφραση της συγκεκριμένης πρωτεΐνης συσχετίζεται έντονα με την παθολογία της χοριοαμνιονίτιδας, γεγονός που πολύ πιθανόν να μπορέσει να καταστήσει δυνητικά την πρωτεΐνη αυτή ως ένα χρήσιμο και καθόλου αμελητέο προγνωστικό βιοδείκτη που θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί για την πρόγνωση των διαταραχών αυτών. Δε θα πρέπει ωστόσο να προτρέχουμε αλλά να επιβεβαιώσουμε τα πειραματικά δεδομένα μέσω διεύρυνσης του αριθμού των δειγμάτων και περαιτέρω ενασχόληση με την εκάστοτε παθοφυσιολογία. 415 14 15 Διπλωματική εργασία Απομόνωση και χαρακτηρισμός ανθρώπινων μονοκλωνικών IgG αντισωμάτων με ικανότητα διείσδυσης σε ζώντα κύτταρα Isolation and characterisation of human monoclonal IgG antibodies capable of penetrating into living cells 416 208 191 The current study is focussing at the subject of teaching opera and its elements to children of preschool and first-school age. This study will be accomplished through the productive reasoning. To begin with, there will be a first general reference to music and it’s fundamental as well as teacher’s important role followed by specific issues concerning opera. In the next chapter, we will aim to get in contact with the world of opera, meaning that important historical elements will revive through our study. A historical review beginning from its birth and development until its modern rise in Greece and abroad constitutes one of them. Simultaneously, there will be an analysis of the significant parts of the rich spectacle that opera can only offer. The third chapter concentrates on suggestions of specific opera plays which are analysed in order to give some advice concerning their educational and pedagogical value. Last but not least, in the fourth chapter of this research all the activities that can be applied by a teacher or a music educator in order to adapt children to this source of creativity and expression like opera are written down in detail. Finally, some conclusions and suggestions are mentioned that result from the synopsis of the previous chapters Η πτυχιακή περιλαμβάνει μελέτη για τη διδασκαλία στοιχείων της όπερας σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Η μελέτη αυτή θα πραγματοποιηθεί ακολουθώντας μια παραγωγική συλλογιστική πορεία. Ξεκινώντας γενικά, από τη διδασκαλία της μουσικής και κάνοντας λόγο για την βασικές αρχές αυτής, την αναγκαιότητα αλλά και το ρόλο του εκπαιδευτικού, περνάμε όλο και ειδικότερα σε ζητήματα που αφορούν την όπερα. Στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο επιδιώκεται μια πρώτη γνωριμία με τον κόσμο της όπερας. Έτσι, παρατίθενται σημαντικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα μια ιστορική αναδρομή από τη γέννηση και την ανάπτυξή της μέχρι την σημερινή της εξέλιξη, σε Ελλάδα και εξωτερικό, ενώ παράλληλα αναλύονται τα επιμέρους τμήματα που συνθέτουν το πλούσιο θέαμα που προσφέρει. Το τρίτο κεφάλαιο της εργασίας αφιερώνεται σε προτάσεις συγκεκριμένων έργων της όπερας, τα οποία αναλύονται παρέχοντας συμβουλές ως προς την παιδαγωγική και διδακτική τους αξία. Τέλος, στο τέταρτο και τελευταίο κεφάλαιο της έρευνας που πραγματοποιήσαμε καταγράφονται με λεπτομέρεια δραστηριότητες που ένας εκπαιδευτικός ή μουσικοπαιδαγωγός δύναται να εφαρμόσει στην πράξη, ώστε να φέρει μια πηγή δημιουργίας και έκφρασης όπως η όπερα, στα μέτρα των παιδιών. Καταληκτικά, συγκεντρώνονται κάποια συμπεράσματα και προτάσεις, όπως αυτά προκύπτουν από την σύνοψη των προηγούμενων κεφαλαίων 417 196 158 This paper presents the education in the villages of a region, named Tsiartsiampas, of the prefecture of Kozani in Greece at the first half of the 20th century and is structured in two parts, the theoretical and the scientific one. At the theoretical part of the essay, the sociopolitical dimensions of Greece and the educational reforms of that period are, at first, mentioned. Moreover the educational status of the region of Macedonia, with particular emphasis at the kazades (counties) of the Kozani prefecture, is stated. There is also an analysis of the education provided at the villages of the region Tsiartsiampas which is the core topic of the paper. At the scientific part, the education offered at the villages of the region Tsiartsiampas during the turbulent period of 1950-1952, is examined. Furthermore, the sex of the students who studied at the schools of the region during those particular school years, their age when they came first time at the first grade of elementary school, their grades and also their parents’ profession are looked into. In the end, the paper contains an appendix in which, important documents of that period and pictures of the schools, are included Η εργασία παρουσιάζει την εκπαίδευση, που παρεχόταν στα χωριά του Τσιαρτσιαμπά, περιοχής που υπάγεται στον Νομό Κοζάνης, κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα και διαρθρώνεται σε δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας γίνεται αναφορά, αρχικά, στην κοινωνικο-πολιτική διάσταση της Ελλάδας και στις σημαντικότερες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου. Έπειτα, γίνεται λόγος για την εκπαιδευτική κατάσταση στην περιοχή της Μακεδονίας με ιδιαίτερη αναφορά στους καζάδες (επαρχίες) του Νομού Κοζάνης. Τον βασικό άξονα της εργασίας αποτελεί η εκπαίδευση στα χωριά του Τσιαρτσιαμπά. Στο εμπειρικό μέρος, εξετάζεται η εκπαίδευση που προσφερόταν στα χωριά του Τσιαρτσιαμπά την ταραγμένη χρονική περίοδο 1950-1952. Επιπλέον, διερευνάται το φύλο των μαθητών που φοιτούσαν στα σχολεία της περιοχής τις συγκεκριμένες σχολικές χρονιές, η ηλικία κατά την οποία οι μαθητές εγγράφονταν στην πρώτη τάξη του δημοτικού, η βαθμολογία τους καθώς και το επάγγελμα των γονέων τους. Τέλος, η εργασία περιλαμβάνει παράρτημα, στο οποίο εμπεριέχονται σημαντικά έγγραφα της εποχής και φωτογραφίες των σχολείων 418 100 120 The main objectives of the present research include: i) the competitive environment in which the greek saffron moves on, ii) the financial benefits of the greek economy from the production of safran. The cultivation of saffron in Greece is organized under the saffron producers partnership, which has been established in 1971. This partnership is having the unique previlege to collect, to package and to distribute the product in global market. For the results of our research have been used not only valid scientific websites but also speeches from international conferences, articles from gastronomic magazines and business management books as well Η παρούσα έρευνα έχει σκοπό να εξετάσει το ανταγωνιστικό περιβάλλον στο οποίο κινείται το ελληνικό σαφράν, καθώς και τα οφέλη που αποκομίζει η ελληνική οικονομία από το εμπόριο του είδους αυτού. Στην Ελλάδα η καλλιέργεια σαφράν εμφανίζεται οργανωμένα από το 1971 με τη δημιουργία του Ανταγωνιστικού συνεταιρισμού κροκοπαραγωγών Κοζάνης, έχοντας το απκλειστικό δικαίωμα συλλογής, συσκευασίας και διακίνησηης του προϊόντος στη διεθνή αγορά. Για τη διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποίηθηκαν όχι μόνο έγκυρες επιστημονικές ιστοσελίδες όπως : https:// scholar.google.com, www.scopus.com, http:www.heal-link.gr (Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών), www.didaktorika.gr (Εθνικό αρχείο διδακτορικών διατριβών), www.sciencedirect.com, https://comtrade.un.org/data/, (Ιδρυματικό αποθετήριο εγχώριων Πανεπιστημίων, elsevier, αλλα και ομιλίες από διεθνή συνέδρια, άρθρα από περιοδικά γαστρονομικού ενδιαφέροντος, από βιβλία επιχειρηματικού μάνατζμεντ, στατιστικά στοιχεία από ΕΛ.ΣΤΑΤ και από Παγκόσμιο οργανισμό Τουρισμού, κ.ά. 419 261 294 Διερεύνηση διακριτικής ικανότητας των κλιμάκων ACE-R και MoCA στην ανίχνευση γνωστικών δυσκολιών σε ασθενείς με αναπνευστική διαταραχή στον ύπνο Patients suffering from Obstructive Sleep Apnea (OSA) tend to have cognitive impairment, which usually is not recognized, and can affect their daily functioning. The objective of this research was to investigate the validity of neuropsychological tools Adenbrooke (ACE-R) scale and Montreal Cognitive Assessment (MoCA) for finding neuropsychological deficits in patients with OSA. Included were 101 patients who visited the outpatient Sleep Clinic at Pulmonary Department of the University Hospital of Larissa and at Evangelismos General Hospital of Athens and 40 normal controls from the wider social context. Six self-report questionnaires were given in two groups and two issued by the investigator. Regarding the findings of this study, it is proved that according to the demographic data the largest percentage of the sample consists of men (68.1%) and the majority of both groups: experimental (53.5%) and control (55, 0%) were secondary school graduates. Concerning the age distribution of the majority (52.4%) of the patients were between the ages of 51-71 years, whereas the control group between ages 31-50 (50.0 %). Moreover, a statistically significant difference in gender distribution between the two groups was revealed:. In the control group: 52.5% male, whereas patients: 74.3% male (x2 = 6.242, p = 0.012). Finally, the Apnea Hypopnea Index (AHI) does not influence the results (MMSE p = 0,657, ACE R p = 0,773, MoCA p = 0,465) and the three scales were correlated with each other (MoCA p = 0,000, ACE R p = 0,000, MMSE p = 0,000). In conclusion, these neuropsychological scales seem that may be useful diagnostic tools in patients with OSA. Οι ασθενείς με Σύνδρομο Απνοιών Υποπνοιών Ύπνου (ΣΑΥΥ) τείνουν να εμφανίζουν γνωστική έκπτωση, η οποία συνήθως δεν αναγνωρίζεται, και μπορεί να επηρεάσει την καθημερινή τους λειτουργικότητα. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της διακριτικής ικανότητας των νευροψυχομετρικών εργαλείων Adenbrooke (ACE-R) scale και Montreal Cognitive Assessment (MοCA) για την ανίχνευση νευροψυχολογικών ελλειμμάτων σε ασθενείς που πάσχουν από το Σύνδρομο Απνοιών Υποπνοιών Ύπνου (ΣΑΥΥ). Στη μελέτη συμπεριλήφθησαν 101 ασθενείς, οι οποίοι επισκέφτηκαν τα εξωτερικά ιατρεία του Ιατρείου Ύπνου της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας και του ΓΝΑ "Ευαγγελισμός" και 40 υγιείς μάρτυρες. Τα άτομα των δύο ομάδων είχαν αντιστοιχία στα χαρακτηριστικά, αναφορικά με το φύλο και το μορφωτικό επίπεδο. Τα άτομα του δείγματος απάντησαν σε έξι αυτοσυμπληρούμενα ερωτηματολόγια και σε δύο που χορηγήθηκαν από τον ερευνητή. Αναφορικά με τα ευρήματα της παρούσας εργασίας, φάνηκε ότι σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία το μεγαλύτερο ποσοστό του δείγματος αποτελείται από άντρες (68,1%) και το μεγαλύτερο μέρος και των δύο ομάδων: πειραματικής (53,5%) και ελέγχου (55,0%) ήταν απόφοιτοι Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αλλά και αναφορικά με την ηλικιακή κατανομή το μεγαλύτερο μέρος (52,4%) του δείγματος της πειραματικής εντοπίζεται στις ηλικίες μεταξύ 51-71 ετών, ενώ της ομάδας ελέγχου στις ηλικίες 31-50 (50,0%). Ακόμη, από τον έλεγχο ανεξαρτησίας χ2, βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στην κατανομή φύλου μεταξύ των δύο ομάδων. Στην ομάδα ελέγχου: το 52,5% ήταν άνδρες, ενώ στους ασθενείς το 74,3% ήταν άνδρες (χ2=6,242, p=0,012). Τέλος, ο δείκτης απνοιών-υποπνοιών δε φάνηκε να επηρεάζει το αποτέλεσμα (MMSE p=0,657, ACE-Rp=0,773, MoCA p=0,465) και οι τρεις κλίμακες φαίνεται ότι συσχετίζονται μεταξύ τους (MoCA p=0,000, ACE-Rp=0,000, MMSE p=0,000). Συμπερασματικά, οι υπό μελέτη νευροψυχολογικές κλίμακες φαίνεται ότι μπορεί να αποβούν χρήσιμα διαγνωστικά εργαλεία σε ασθενείς με ΣΑΥΥ. 420 196 196 Mental disorders and behavioural problems of infants, toddlers and preschoolers Ψυχικές διαταραχές και προβλήματα συμπεριφοράς βρεφών, νηπίων και παιδιών προσχολικής ηλικίας The infant, toddler and preschool years are considered particularly important periods in later life, due to the high plasticity of the brain. Therefore, early detection of mental disorders and behavioral problems during the specific age periods can lead to the prevention of future possible consequences. The current research is a critical review of the international literature researches through which there will be explored ordinary mental disorders and behavioral problems of infants, toddlers and preschoolers that is of grate concern to parents and teachers. The research includes the study of a total of fifty-four surveys, which refer to certain mental disorders and behavioral problems. Most of them were conducted in the United Kingdom and the United States of America. The results that emerged revealed that mental disorders and behavioral problems may be manifested already from birth. Moreover, the majority of surveys showed that mental disorders and behavioral problems are more often detected in boys than in girls. Lastly, further investigation of the mental disorders and the behavioral problems is considered necessary, as it could contribute to the additional knowledge of psychopathology during the first years of life Η βρεφική, η νηπιακή και η προσχολική ηλικία θεωρούνται ιδιαίτερα σημαντικές περίοδοι για τη μετέπειτα ζωή, λόγω της μεγάλης πλαστικότητας του εγκεφάλου. Επομένως, η πρώιμη ανίχνευση των ψυχικών διαταραχών και των προβλημάτων συμπεριφοράς κατά τις συγκεκριμένες ηλικιακές περιόδους μπορεί να οδηγήσει στην πρόληψη μελλοντικών ενδεχόμενων συνεπειών. Η παρούσα έρευνα αποτελεί κριτική ανασκόπηση ερευνών της διεθνούς βιβλιογραφίας κατά την οποία θα διερευνηθούν οι συνήθεις ψυχικές διαταραχές και τα προβλήματα συμπεριφοράς των βρεφών, των νηπίων και των παιδιών προσχολικής ηλικίας που απασχολούν γονείς και εκπαιδευτικούς. Η έρευνα περιλαμβάνει τη μελέτη συνολικά πενήντα τεσσάρων ερευνών, οι οποίες αφορούν ορισμένες ψυχικές διαταραχές και προβλήματα συμπεριφοράς. Οι περισσότερες προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν κατέστησαν αντιληπτό ότι οι ψυχικές διαταραχές και τα προβλήματα συμπεριφοράς μπορεί να εκδηλωθούν ήδη από τη γέννηση. Επιπλέον, η πλειοψηφία των ερευνών κατέδειξε ότι οι ψυχικές διαταραχές και τα προβλήματα συμπεριφοράς εκδηλώνονται συχνότερα στα αγόρια από ότι στα κορίτσια. Τέλος, κρίνεται αναγκαία η επιπλέον διερεύνηση των ψυχικών διαταραχών και των προβλημάτων συμπεριφοράς, καθώς θα μπορούσε να συμβάλλει στην περαιτέρω γνώση της ψυχοπαθολογίας κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής 421 222 248 The diploma thesis presents the assessment of Roma pupils in Primary School. In recent years, a racial group living in Greece, the Roma, is very often mentioned. The Roma are a nomadic tribe, which has appeared in Greece since the Byzantine era and has spread throughout Europe. Thus, among the native inhabitants of a region, teachers meet in their class and Roma students whom they are asked to assess. Usually, however, teachers assess these students with subjectivity because of their bilingualism and the low and economic environment they live in. For this reason, this thesis will deal with the assessment of Roma pupils in Primary School. The aim, therefore, of the research is to highlight the importance and necessity of objective assessment of Roma pupils. The method used to conduct the research is the qualitative method, while the methodological tool we used is the interview. The sample was 18 Primary Education teachers. The survey revealed that teachers actually assess these students with the same techniques as other pupils, except that these techniques are in simple form, not affected by their impression of positive or negative evaluation, evaluate the students subjectively, grading them with higher grades to be able to create motivation for these students. Consequently, the final conclusion is that it is necessary and important for teachers to evaluate Roma students objectively. Στη διπλωματική εργασία παρουσιάζεται η αξιολόγηση των μαθητών Ρομά στο Δημοτικό Σχολείο. Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύ συχνά αναφορά σε μια φυλετική ομάδα που ζει στην Ελλάδα, τους Ρομά. Οι Ρομά είναι μια νομαδική φυλή, η οποία εμφανίζεται στον ελλαδικό χώρο από την εποχή του Βυζαντίου και έχουν εξαπλωθεί σε όλη την Ευρώπη. Έτσι ανάμεσα στους γηγενείς κατοίκους μιας περιοχής, οι εκπαιδευτικοί συναντούν στην τάξη τους και μαθητές Ρομά, τους οποίους καλούνται να αξιολογήσουν. Συνήθως όμως οι εκπαιδευτικοί αξιολογούν αυτούς τους μαθητές με υποκειμενικότητα, λόγω της διγλωσσίας και του χαμηλού και οικονομικού περιβάλλοντος στο οποίο ζουν. Για αυτό το λόγο, η εργασία αυτή, θα ασχοληθεί με την αξιολόγηση των μαθητών Ρομά στο Δημοτικό Σχολείο. Στόχος, επομένως, της έρευνας είναι η ανάδειξη της σημαντικότητας και της αναγκαιότητας της αντικειμενικής αξιολόγησης των μαθητών Ρομά. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την διεξαγωγή της έρευνας είναι η ποιοτική μέθοδος, ενώ το μεθοδολογικό εργαλείο που χρησιμοποιήσαμε είναι η συνέντευξη σε 18 εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης ειδικότητας ΠΕ70 (δάσκαλοι). Από την έρευνα προέκυψε ότι οι εκπαιδευτικοί όντως αξιολογούν τους συγκεκριμένους μαθητές με τις ίδιες τεχνικές που αξιολογούν και τους άλλους μαθητές, με τη διαφορά ότι αυτές οι τεχνικές είναι σε απλή μορφή, δεν επηρεάζονται από την εντύπωση που έχουν για τη θετική ή αρνητική αξιολόγηση, ενώ αξιολογούν τους μαθητές υποκειμενικά, βαθμολογώντας τους με υψηλότερους βαθμούς για να μπορέσουν να δημιουργήσουν κίνητρα σε αυτούς τους μαθητές. Συνεπώς το τελικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι είναι αναγκαίο και σημαντικό οι εκπαιδευτικοί να αξιολογούν τους μαθητές Ρομά αντικειμενικά. 422 200 193 Mathematics achievement of muslim minority children in Thrace aged 11-16 years Μαθηματικές επιδόσεις των παιδιών της μειονότητας της Θράκης ηλικίας 11-16 χρόνων The Project “Education of the Muslim minority children in Thrace” is a multi-year, long-term endeavour for the improvement of the education that is provided to the children of the Muslim Minority in Thrace. It is a product of the strategy of the Greek State toward the Minority citizens, which started to take shape in the ’90s. The Project organizes compensatory classes for Minority children at secondary and high schools in the three prefectures of Thrace. These are additional hours of teaching, and they include, among else, classes in the subject of Mathematics. The basic goal of these classes is to improve these students’ comprehension level of the mathematical content and, consequently, of their school performance. The aim of this study is to investigate the mathematics achievement of the Muslim minority children aged 11-16 years old, in the three prefectures of Thrace. The results obtained from the data analysis showed that students face most difficulties in stochastic mathematics and geometry, independently of their grade and religion. In general, Minority students have lower mathematics achievement than Christians, but the Muslims of Rodopi score higher than the rest students of the minority Tο Πρόγραμμα «Εκπαίδευση των παιδιών της μουσουλμανικής Μειονότητας» είναι μια πολύχρονη προσπάθεια για τη βελτίωση της εκπαίδευσης των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη. Είναι προϊόν της πολιτικής του ελληνικού κράτους απέναντι στους πολίτες της μειονότητας, η οποία αρχίζει να διαμορφώνεται τη δεκαετία του 1990. Στο επίπεδο της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το Πρόγραμμα οργανώνει ενισχυτικά μαθήματα σε γυμνάσια και λύκεια των τριών Νομών της Θράκης. Πρόκειται για ώρες πρόσθετες του κανονικού προγράμματος με στόχο τη βελτίωση, ανάμεσα στα άλλα, και του βαθμού κατανόησης του μαθηματικού περιεχομένου και κατά συνέπεια της σχολικής επίδοσης των μειονοτικών μαθητών. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των μαθηματικών επιδόσεων των παιδιών της μουσουλμανικής μειονότητας, ηλικίας 11-16 ετών, που φοιτούν σε σχολεία των τριών νομών της Θράκης. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έδειξαν ότι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες στα στοχαστικά μαθηματικά και τη γεωμετρία, ανεξάρτητα από την τάξη και το θρήσκευμα. Οι μαθητές της μειονότητας έχουν εν γένει χαμηλότερες μαθηματικές επιδόσεις από τους χριστιανούς μαθητές, αλλά οι μουσουλμάνοι του Νομού Ροδόπης έχουν καλύτερες επιδόσεις από τους υπόλοιπους μαθητές της μειονότητας 423 275 298 The application of ICT (e-learning) in early childhood education and its utilization in the multicultural classroom Η εφαρμογή των ΤΠΕ (ηλεκτρονική μάθηση) στην προσχολική εκπαίδευση. Η αξιοποίησή τους μέσα στην πολυπολιτισμική τάξη The introduction and use of ICT in school is an irrefutable fact and is considered by most educational systems as a prerequisite to improvement of learning and teaching. However, the use of computers in early childhood education has been the subject of major controversy, with critics arguing that the computers are dangerous for health, learning and creativity of children and supporters arguing that the computers, if used properly, can contribute to personal, social, emotional and cognitive development of children. Recent studies indicate that the use of computers makes the process of learning more interesting and entertaining, creates collaborative learning conditions and underlines the facilitative and collaborative role of the teacher. Teachers, although the majority having the necessary knowledge to use computers, do not use it as a cognitive tool but as a handy visual medium of instruction. Thus, the ongoing training of teachers is essential for the effective integration of ICT in the classroom. There are many types of educational software aimed at early childhood: the "closed type" software based on behavioral learning theories and "open type" software based on constructivist learning theories and allow creative expression and interaction of children. Teachers need to be able to evaluate educational software, choose those that are developmentally appropriate for preschool children and use them in a constructive way. Finally, as we see in recent years significant changes in demographic data of school classes, the computers and the Internet provide many opportunities to investigate different cultures and effectively promote acceptance of cultural diversity, providing new possibilities, in regard of communication and interaction Η εισαγωγή και η αξιοποίηση των ΤΠΕ στο χώρο του σχολείου αποτελεί μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα και κρίνεται από τα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη βελτίωση της μάθησης και της διδασκαλίας. Ωστόσο η χρήση ή όχι του ηλεκτρονικού υπολογιστή (Η/Υ) στην προσχολική ηλικία υπήρξε αντικείμενο μεγάλων αντιπαραθέσεων, με τους επικριτές να υποστηρίζουν ότι ο Η/Υ είναι επικίνδυνος για την υγεία, τη μάθηση και τη δημιουργικότητα των παιδιών και με τους υποστηρικτές να ισχυρίζονται ότι ο Η/Υ, αν χρησιμοποιηθεί κατάλληλα, μπορεί να συνεισφέρει στην προσωπική, κοινωνικοσυναισθηματική και γνωστική ανάπτυξη των παιδιών. Πρόσφατες μελέτες αναφέρουν ότι οι Η/Υ κάνουν τη μάθηση πιο ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική, δημιουργούν συνθήκες συνεργατικής μάθησης και υπογραμμίζουν τον διευκολυντικό και συνεργατικό ρόλο του εκπαιδευτικού στη μαθησιακή διαδικασία. Οι εκπαιδευτικοί, αν και στην πλειοψηφία διαθέτουν τις απαραίτητες γνώσεις στην χρήση Η/Υ, δεν τον χρησιμοποιούν ως γνωστικό εργαλείο αλλά ως ένα εύχρηστο εποπτικό μέσο διδασκαλίας. Έτσι, η συνεχιζόμενη επιμόρφωση των εκπαιδευτικών είναι ουσιώδης για την αποτελεσματική ενσωμάτωση των ΤΠΕ στην σχολική τάξη. Υπάρχουν πολλά εκπαιδευτικά λογισμικά που απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας: τα λογισμικά «κλειστού τύπου» που βασίζονται σε συμπεριφοριστικές θεωρίες μάθησης και τα λογισμικά «ανοιχτού τύπου» που βασίζονται σε εποικοδομητικές θεωρίες και επιτρέπουν τη δημιουργική έκφραση και αλληλεπίδραση των παιδιών. Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογούν τα εκπαιδευτικά λογισμικά, να επιλέγουν εκείνα που είναι αναπτυξιακά κατάλληλα για τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας και να τα χρησιμοποιούν με εποικοδομητικό τρόπο. Τέλος, καθώς τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται σημαντικές μεταβολές στα δημογραφικά δεδομένα των σχολικών τάξεων, ο Η/Υ και το Διαδίκτυο παρέχουν πολλές δυνατότητες διερεύνησης των διαφορετικών πολιτισμών και προωθούν αποτελεσματικά την αποδοχή της πολιτισμικής διαφορετικότητας, παρέχοντας νέες δυνατότητες, ειδικότερα όσον αφορά την διευκόλυνση της επικοινωνίας και της αλληλεπίδρασης 424 299 310 Αναγεννητική ικανότητα και οξειδωτική κατάσταση του ήπατος μετά από μερική ηπατεκτομή The aim was to study the regenerative capacity and the oxidative status of the liver after partial hepatectomy in the rat. The laparoscopic technique at high pneumoperitoneum pressure was compared with the open technique. t was used 102 Albino Wistar rats, weighting 350-550gr, which were divided into 4 groups. In the LAP-HEP-8 group (n=30) was performed laparoscopic partial hepatectomy at high pneumoperitoneum pressure (8mmHg), in the HEP group (n=36) open partial hepatectomy whereas in the SHAM-8 group (n=30) was performed a sham operation with pneumoperitoneum at 8mmHg pressure and placement of trocars without hepatectomy. The pneumoperitoneum was maintained for 40 min while the total operation lasted 60 min. In the 4th, CONTROL group (n=6) was no intervention performed.The animals were sacrificed at 48 hours, 1, 2 or 3 weeks, the liver was excised and the relative weight was calculated. Pieces of liver tissue were received for determination of the level of thiobarbituric acid (TBARS) to estimate the oxidative stress and the remaining parenchyma was immunohistochemically analyzed by using SER10 antibody to assess mitotic activity. The results showed that in the LAP-HEP-8 and HEP groups the replacement of the relative liver weight continues until the 3rd postoperative week(LAP-HEP-8=2.77±0.16%, HEP=2.39±0.2% expressed as mean ± standard deviation) when the LAP-HEP-8 group had a higher % relative liver weight(p=0.03). There was no difference in the mitotic index between LAP-HEP-8 and HEP at any of time periods(p>0,05). The LAP-HEP-8 group had a higher concentration of MDA, therefore oxidative stress, from all other groups[LAP-HEP- 8=0.75±0.12, HEP=0.38±0.05, SHAM-8=0.48±0.08, CONTROL=0.39±0.002 expressed as mean ± standard deviation in ^mol MDA/mg protein)x1000)]. We conclude that the regenerative capacity of the liver in laparoscopic partial hepatectomy at high pressure pneumoperitoneum is the same as that of open partial hepatectomy, although the liver oxidative stress is higher in the first technique. Σκοπός της εργασίας ήταν η μελέτη της αναγεννητικής ικανότητας και της οξειδωτικής κατάστασης του ήπατος μετά από μερική ηπατεκτομή σε ζωικό μοντέλο επίμυ. Συγκρίθηκαν η λαπαροσκοπική τεχνική σε υψηλή πίεση πνευμοπεριτοναίου με την ανοιχτή. Χρησιμοποιήθηκαν 102 επίμυες Albino Wistar, βάρους 350-550gr οι οποίοι χωρίστηκαν σε 4 ομάδες. Στην ομάδα LAP-HEP-8 (n=30) διενεργήθηκε λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή σε υψηλή πίεση πνευμοπεριτοναίου (8mmHg), στην ομάδα HEP (n=36) ανοιχτή μερική ηπατεκτομή ενώ στην ομάδα SHAM-8 (n=30) διενεργήθηκε εικονική επέμβαση με εγκατάσταση του πνευμοπεριτοναίου σε πίεση 8mmHg και τοποθέτηση των trocars εργασίας χωρίς όμως ηπατεκτομή. Το πνευμοπεριτόναιο διατηρούνταν για 40 λεπτά ενώ η συνολική επέμβαση διαρκούσε 60 λεπτά. Η 4η ομάδα CONTROL (n=6) αφορούσε τους μάρτυρες οι οποίοι δεν υποβλήθηκαν σε καμία παρεμβατική πράξη. Τα πειραματόζωα θυσιάστηκαν στις 48 ώρες, 1, 2 ή 3 εβδομάδες, αφαιρέθηκε το ήπαρ τους και υπολογίστηκε το σχετικό του βάρος. Στη συνέχεια ελήφθησαν ιστοτεμάχια ήπατος για προσδιορισμό των επίπεδων θειοβαρβιτουρικού οξέος (TBARS) για την εκτίμηση του οξειδωτικού στρες και το υπόλοιπο παρέγχυμα αποστέλλονταν για ανοσοιστοχημική ανάλυση με τη χρήση αντισώματος SER10 για εκτίμηση της μιτωτικής δραστηριότητας. Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι στις ομάδες LAP-HEP-8 και HEP συνεχίζεται η αποκατάσταση του σχετικού βάρους του ήπατος μέχρι και την 3η μετεγχειρητική εβδομάδα(LAP-HEP-8=2.77±0.16%, HEP=2.39±0.2% εκφραζόμενα ως μέση τιμή±τυπική απόκλιση) οπότε η ομάδα LAP-HEP-8 εμφανίζει μεγαλύτερο σχετικό βάρος(ρ=0.03). Όσον αφορά τον μιτωτικό δείκτη του ηπατικού παρεγχύματος δεν παρατηρήθηκε διαφορά μεταξύ LAP-HEP-8 και HEP σε καμία από τις χρονικές περιόδους(ρ>0,05). Η ομάδα LAP-HEP-8 εμφάνισε μεγαλύτερη συγκέντρωση MDA(p<0,05), οπότε και οξειδωτικό στρες, από όλες τις άλλες ομάδες[LAP-HEP-8=0.75±0.12, HEP=0.38±0 .05, SHAM-8=0.48±0.08, ONTROL=0.39±0.002 εκφραζόμενα ως μέση τιμή±τυπική απόκλιση σε ^mol MDA/mg protein)x1000)]. Συμπεραίνουμε ότι η αναγεννητική ικανότητα του ήπατος στην λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή σε υψηλή πίεση πνευμοπεριτοναίου είναι ίδια με αυτή της ανοιχτής μερικής ηπατεκτομής παρόλο που το οξειδωτικό στρες του ήπατος είναι μεγαλύτερο στη πρώτη τεχνική. 425 366 402 The impact of family’s book-reading activities in the toddlers language development H επίδραση των αναγνωστικών εμπειριών από το οικογενειακό περιβάλλον στη γλωσσική ανάπτυξη παιδιών νηπιακής ηλικίας Shared book-reading between parents and young children constitutes a complex form of interaction that brings children into contact with rich linguistic stimuli. Recent researches have highlighted its beneficial effects on children's linguistic development. In particular, they have correlated the reading experiences provided by parents with the levels of vocabulary and the morphosyntactic structure of child language, with the development of narrative skills as well as various dimensions of literacy. These studies mostly focus on the quantity / frequency of shared book-reading. Research on the quality / type of reading, on the reading practices employed by parents, and studies on the influence of the family’s wider reading habits remain very limited. Moreover, these studies mostly focus on children of pre-school and early school age. The main aim of the present study is the multidimensional exploration of the reading habits and practices in the family environment of children aged 7 to 30 months, and their correlation with various dimensions of children's linguistic development. In addition, the relationships between children’s linguistic development and the wider ‘home learning environment’ are also explored. For the needs of the study, a set of questionnaires was administered to 151 families; it of (a) the Communication Development Report (Karousou & Petrogiannis, in press), (b) an adapted version of the 'Home Learning Environment' scale and (c) a new questionnaire on the family’s reading habits. In a first part of descriptive results, we describe, among others, the reading profile of families and the learning characteristics of the environment in which children grow is outlined. Factors such as the starting age and the frequency of shared book-reading, the type of reading and book selection criteria, the strategies used by caretakers to make book-reading more interesting and constructive, children’s participation in various activities inside and outside the home, and the learning opportunities provided are highlighted In a second part of the results, these factors are correlated with the children's linguistic development, and significant relationships are detected both for the shared book-reading habits of the family and the general ‘home learning environment’. Results are discussed in relation to earlier relevant findings and to their theoretical and applied implications. Η ανάγνωση βιβλίων στα μικρά παιδιά από τους γονείς αποτελεί μία πολυσύνθετη μορφή κοινωνικής αλληλεπίδρασης, που φέρνει τα παιδιά σε επαφή με πλούσια γλωσσικά ερεθίσματα. Πολλές είναι οι έρευνες που έχουν καταδείξει πως έχει ευεργετικές επιδράσεις στη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών. Ειδικότερα, έχουν συσχετίσει τις αναγνωστικές εμπειρίες που παρέχονται από τους γονείς με τα επίπεδα του λεξιλογίου και της μορφοσυντακτικής δομής των γλωσσικών τους εκφράσεων, με τις αφηγηματικές τους δεξιότητες καθώς και με διάφορες διαστάσεις γραμματισμού. Οι έρευνες αυτές εστιάζουν ως επί το πλείστον στην ποσότητα/συχνότητα ανάγνωσης βιβλίων από τους γονείς. Οι έρευνες για την ποιότητα/είδος των αναγνωσμάτων, για τις αναγνωστικές πρακτικές που εφαρμόζουν οι γονείς, αλλά και οι μελέτες για την επίδραση των αναγνωστικών συνηθειών ευρύτερα της οικογένειας, παραμένουν πολύ περιορισμένες. Επίσης, ως επί το πλείστον επικεντρώνονται σε παιδιά ηλικιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας. Βασικός στόχος της παρούσας μελέτης είναι η πολυδιάστατη διερεύνηση των αναγνωστικών συνηθειών και πρακτικών του οικογενειακού περιβάλλοντος παιδιών 7 έως 30 μηνών και η συσχέτισή τους με ποικίλες διαστάσεις της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών. Συμπληρωματικά διερευνώνται και οι σχέσεις μεταξύ της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών με το ευρύτερο οικογενειακό μαθησιακό περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνει το παιδί. Για τις ανάγκες της έρευνας χορηγήθηκε μια συστοιχία ερωτηματολογίων σε 151 οικογένειες η οποία αποτελείτο (α) από το Τεστ Επικοινωνιακής Ανάπτυξης (Καρούσου & Πετρογιάννης, υπό έκδοση), (β) μια προσαρμοσμένη εκδοχή της κλίμακας ‘Μαθησιακό Περιβάλλον Οικογένειας’ στις ανάγκες του ηλικιακού φάσματος που μελετάται, και (γ) ένα αυτοσχέδιο ερωτηματολόγιο σχετικά με τις αναγνωστικές συνήθειες των οικογενειών. Σε ένα πρώτο μέρος περιγραφικών αποτελεσμάτων, σκιαγραφείται το αναγνωστικό προφίλ των οικογενειών και τα μαθησιακά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος στο οποίο μεγαλώνουν τα παιδιά. Αναδεικνύονται παράγοντες που διαφοροποιούν τις οικογένειες όπως, μεταξύ άλλων, η ηλικία έναρξης και η συχνότητα ανάγνωσης βιβλίων προς τα παιδιά, το είδος των αναγνωσμάτων και τα κριτήρια επιλογής τους, οι στρατηγικές που εφαρμόζουν οι κηδεμόνες προκειμένου να κάνουν την ανάγνωση βιβλίων πιο ενδιαφέρουσα και εποικοδομητική, η συχνότητα συμμετοχής των παιδιών σε διάφορες δραστηριότητες εντός και εκτός σπιτιού, και οι μαθησιακές ευκαιρίες που τους παρέχονται. Σε ένα δεύτερο μέρος αποτελεσμάτων, οι παράγοντες αυτοί συσχετίζονται με τη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών, και εντοπίζονται σημαντικές σχέσεις τόσο για τις αναγνωστικές συνήθειες των οικείων προς τα παιδιά, όσο και του Μαθησιακού Περιβάλλοντος της οικογένειας. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με προγενέστερα σχετικά ευρήματα και με τις θεωρητικές και εφαρμοσμένες προεκτάσεις που έχουν. 426 267 285 Εκτίμηση των βιολογικών δράσεων του αιθέριου ελαίου Sideritis raeseri Nature has always been a source of infinite raw materials that can be used to cure various diseases. Empirical observation was the main skill of human beings who throughout the history turned to nature in order to select the appropriate natural products. Aromatic plants were used in both medicine and other fields due to their beneficial properties discovered in ancient past. Nowadays scientists are constantly focused on investigating the biological effects of essential oils and the extraction of these aromatic plants. Sideritis raeseri plant is located in the Mediterranean region and its extraction results to a beverage known as “Mountain Tea”. Hence, the aim of the present study was to investigate the potential antioxidant and antiproliferative activity of Sideritis raeseri. The essential oil was isolated by steam distillation and analyzed by GC/MS and the main constituents were identified. Next, the oil was also tested for its antioxidant activity using the DPPH and ABTS assays and the IC50 values were estimated. The antioxidant activity of the oil was also confirmed as ability to protect against H2O2 - induced oxidative stress and DNA damage in HaCaT cells by comet assay. Finally, the antiproliferative activity of the oil was evaluated against a panel of cancer cell lines including A375, Caco2, PC3 and DU145 using the sulforhodamine B (SRB) assay and the EC50 values were determined. The oil showed similar activity against all cell lines tested being more sensitive against the in vitro model of skin melanoma. The results indicate that essential oil form Sideritis raeseri has favorable biological properties that may have potential applications in the food and pharmaceutical industries. Η φύση αποτελούσε πάντα μια ανεξάντλητη πηγή πρώτων υλών που χρησιμοποιούνταν για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών. Η στροφή του ανθρώπου σε προϊόντα προερχόμενα από τη φύση έχει τις απαρχές της στην αρχαιότητα και βασιζόταν κυρίως σε εμπειρική παρατήρηση. Τα αρωματικά φυτά είχε παρατηρηθεί ότι διέθεταν πληθώρα ευεργετικών ιδιοτήτων, γι’ αυτό και χρησιμοποιούνταν ευρέως τόσο στην ιατρική όσο και σε άλλους τομείς. Τις τελευταίες δεκαετίες, παρατηρείται συνεχώς αυξανόμενο επιστημονικό ενδιαφέρον για την διερεύνηση των βιολογικών δράσεων των αιθέριων ελαίων και των εκχυλισμάτων των αρωματικών αυτών φυτών. Το φυτό Sideritis raeseri εντοπίζεται στην περιοχή της Μεσογείου και το αφέψημα που προκύπτει από αυτό είναι γνωστό ως «τσάι του βουνού». Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της δυνητικά αντιπολλαπλασιαστικής και αντιοξειδωτικής δράσης του αιθέριου ελαίου του φυτού Sideritis raeseri. Το αιθέριο έλαιο αφού απομονώθηκε με απόσταξη ατμού, αναλύθηκε με GC/MS και ταυτοποιήθηκαν τα κύρια συστατικά του. Στη συνέχεια ελέγχθηκε η ύπαρξη αντιοξειδωτικών ιδιοτήτων με τη χρήση των δοκιμασιών DPPH και ABTS και υπολογίστηκαν οι τιμές IC50. Η αντιοξειδωτική δράση επιβεβαιώθηκε επίσης και ως προστατευτική ικανότητα του ελαίου έναντι του H2O2 - επαγόμενου οξειδωτικού στρες και των DNA βλαβών σε κύτταρα HaCaT, με τη χρήση της μεθόδου comet. Τέλος η αντιπολλαπλασιαστική δράση του ελαίου εκτιμήθηκε έναντι ενός πάνελ καρκινικών κυτταρικών σειρών συμπεριλαμβανομένων των A375, Caco2, PC3 και DU145 με τη μέθοδο σουλφοροδαμίνη Β (SRB assay) και υπολογίστηκαν οι τιμές EC50. Το έλαιο σιδερίτη επέδειξε παρόμοια δραστικότητα έναντι όλων των κυτταρικών σειρών που εξετάστηκαν, με περισσότερη ευαισθησία στο in vitro μοντέλο του δερματικού μελανώματος. Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά όσον αφορά τις βιολογικές ιδιότητες του αιθέριου ελαίου του φυτού Sideritis raeseri, καταδεικνύοντας τη δυνητική εφαρμογή του στη βιομηχανία τροφίμων και φαρμάκων. 427 238 259 Nowadays, the consumption levels increase rapidly, resulting resources to fall dangerously. For this reason, the recycling operation becomes completely necessary and valuable. In order to increase the recycling, the direct involvement of the people is required. This paper focuses on the intention of the students of the Neapolis University in Paphos to engage in the operation of the recycle. To answer this question, a use of the theory of planned behavior, it was precious, adding further variables such as behavior in the past, moral obligation and knowledge around recycling issues. Data collection was performed in two different ways. The first way was using a structured questionnaire posted on social networking site called "Facebook" in groups that were accessible to students of the Neapolis University and the second way was to send to the personal university emails of students. The total number of questionnaires completed was 320. The results showed that the variables that are most likely to affect the intent of students to recycle are the subjective norm, the perceived behavioral control as well as knowledge. Variables that showed no influence on behavioral intention to recycle are: person's attitude and perceived moral obligation. For future research is proposed to make a field study where the researcher will monitor in real time the exact behavior that have students in terms of recycling, as well as to do several interviews to make clear the thoughts of the students about recycling. Στις μέρες μας, τα επίπεδα της κατανάλωσης αυξάνονται ραγδαία με αποτέλεσμα οι πόροι να μειώνονται επικίνδυνα. Για το λόγο αυτόν η λειτουργία της ανακύκλωσης καθίσταται πλήρως αναγκαία και πολύτιμη. Για να αυξηθεί όμως η ανακύκλωση, χρειάζεται η άμεση εμπλοκή των ανθρώπων. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην πρόθεση των φοιτητών του πανεπιστημίου Νεάπολις στην Πάφο, για να εμπλακούν στη λειτουργία της ανακύκλωσης. Προκειμένου να απαντηθεί το ερώτημα, έγινε χρήση της θεωρίας της σχεδιασμένης συμπεριφοράς, προσθέτοντας επιπλέον τη συμπεριφορά τους στο παρελθόν, την ηθική υποχρέωση που πιστεύουν ότι έχουν τα άτομα και τη γνώση τους γύρω από θέματα που αφορούν την ανακύκλωση. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με δύο διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος τρόπος ήταν με τη χρήση ενός δομημένου ερωτηματολογίου το οποίο αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα κοινωνικής δικτύωσης “Facebook” σε ομάδες που ήταν προσβάσιμες από τους φοιτητές και ο δεύτερος ήταν το ερωτηματολόγιο να σταλθεί στα προσωπικά πανεπιστημιακά emails των φοιτητών. Ο συνολικός αριθμός ερωτηματολογίων που συμπληρώθηκε ήταν 320. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως οι μεταβλητές που είναι πιο πιθανό να επηρεάσουν την πρόθεση των φοιτητών, για να ανακυκλώσουν, είναι ο υποκειμενικός κανόνας, ο αντιλαμβανόμενος έλεγχος καθώς επίσης και η γνώση. Οι μεταβλητές που δεν έδειξαν να επηρεάζουν τη συμπεριφορική πρόθεση είναι η στάση του ατόμου αλλά και η αντιλαμβανόμενη ηθική υποχρέωση. Για μελλοντική έρευνα προτείνεται να γίνει μια έρευνα πεδίου όπου ο μελετητής θα παρακολουθεί σε πραγματικό χρόνο την ακριβή συμπεριφορά που έχουν οι φοιτητές ως προς την ανακύκλωση, όπως επίσης και να γίνουν διάφορες προσωπικές συνεντεύξεις για να γίνουν ξεκάθαρες οι σκέψεις των φοιτητών ως προς την ανακύκλωση. 428 181 178 Greek courts often deal with cases of medical errors, and in particular, if someone reviews court cases, one will find that the highest number of cases are the medical errors of obstetricians and gynecologists. A separate category of these specific medical error is that, which happens during prenatal testing.During this medical exams doctors may either misdiagnose or cause any damage that could lead to either the death of the fetus or a serious health issue to the fetus, resulting in the birth of children with pathogenesis, which the parents ignore until the birth of their child. This paper is describing the different kinds of prenatal exa-ms, and is focusing on the parental civil claims against the physician in case of physical harm of the fetus or even its death, due to mishandling during the prenatal examination. It also deals with the case of parental harm due to the deprivation of the right to terminate a pregnancy in the cases of fetal congenital malformation. Finally, the criminal respo-nsibilities of the doctor are, also, sought, while the issue of “wrongful life” is presented. Τα ελληνικά δικαστήρια απασχολούνται πολλές φορές με περιπτώσεις ιατρικών σφαλμάτων και ιδίως, αν προβεί κάποιος σε μια ανασκόπηση των δικαστηριακών υποθέσεων, θα διαπιστώσει ότι τη μερίδα του λέοντος την έχουν οι υποθέσεις ιατρικών σφαλμάτων των μαιευτήρων – γυναικολόγων. Μια ξεχωριστή κατηγορία ιατρικού σφάλματος είναι αυτό που διενεργείται κατά τον προγεννητικό έλεγχο. Κατά τον εν λόγω έλεγχο οι ιατροί προβαίνουν είτε σε εσφαλμένους χειρισμούς, με απο-τέλεσμα τη σωματική βλάβη ή το θάνατο του εμβρύου, είτε σε εσφαλμένες γνωματεύσεις, με αποτέλεσμα τη γέννηση τέκνων με παθογένειες, τις οποίες αγνοούσαν οι γονείς μέχρι τη γέννησή τους. Η πα-ρούσα εργασία, αφού περιγράψει τα είδη του προγεννητικού ελέγχου, θα επικεντρωθεί στις αστικές αξιώσεις που έχουν οι γονείς σε βάρος του ιατρού σε περίπτωση πρόκλησης σωματικής βλάβης στο έμβρυο ή ακόμα και θανάτου αυτού, εξαιτίας εσφαλμένου χειρισμού κατά τη διενέργειά του. Επίσης, η παρούσα εργασία πραγματεύεται και την περίπτωση της βλάβης των γονέων εξαιτίας της στέρησης του δικαιώματος για διακοπή της κύησης σε περιπτώσεις συγγενών ανωμαλιών του εμβρύου. Τέλος, αναζητούνται και οι ποινικές ευθύνες του ιατρού, ενώ προβάλλεται και το ζήτημα του wrongful life. 429 267 287 Μελέτη ενδοθηλιακών κυττάρων και κεντρικού πάχους κερατοειδούς σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη PURPOSE: To evaluate the characteristics of corneal endothelial cells and the central corneal thickness (CCT) in patients with Diabetes mellitus (DM), to compare them with those of healthy subjects (controls) and to determine potential factors, affecting the corneal parameters in patients with DM. METHODS: Participants in this study were 72 patients (137eyes) with DM and 88 healthy controls (172 eyes) recruited at 2nd Department of Ophthalmology, University of Athens. Diabetic patients were further classified in 4 groups depending on severity of diabetic retinopathy (DR) (no DR, mild DR, moderate DR, severe DR and proliferative disease). All participants underwent non-contact specular microscopy using TOMEY EM-3000 and endothelium parameters and CCT were analyzed. Patients with previous ocular surgery or trauma, any corneal disease, mature cataract, retinal diseases other than DR, intraocular inflammation, contact lens use and glaucoma were excluded from the study. RESULTS: Diabetic patients presented significantly decreased endothelial cell density (ECD) compared to controls (2388.3±304.7 and 2505.8±259.3 cells/mm2 respectively, p=0.029), while the two groups did not differ significantly in any other measured corneal parameter. The mean CCT was higher in the diabetic group, (541.8±39.5 μm) compared to that of the control group (537.2±35.2 μm), although the difference was not statistically significant (p=0.106). In the diabetic group, the multivariate analysis showed a significant association between decreased ECD and increased HbA1c (p<0.001), longer DM duration (p=0.003) and more severe DR (p=0.008). CONCLUSION: Diabetes mellitus seems to affect corneal endothelium since ECD was decreased in the diabetic group while duration of disease, HbA1c levels and severity of retinopathy were significantly associated with changes in ECD and should be taken into account. ΣΚΟΠΟΣ: Η σύγκριση των μορφολογικών χαρακτηριστικών των ενδοθηλιακών κυττάρων και του κεντρικού πάχους κερατοειδούς (CCT) μεταξύ διαβητικών ασθενών και υγιών μαρτύρων και ο καθορισμός πιθανών παραγόντων κινδύνου για διαβητική κερατοπάθεια. ΜΕΘΟΔΟΣ: Στην παρούσα μελέτη, συμμετείχαν 72 ασθενείς (137 οφθαλμοί) με σακχαρώδη διαβήτη και 88 υγιείς μάρτυρες (172 οφθαλμοί) σαν ομάδα ελέγχου της Β’Οφθαλμολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι διαβητικοί ασθενείς ταξινομήθηκαν περαιτέρω ανάλογα με την βαρύτητα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (ΔΑ) σε 4 ομάδες (χωρίς ΔΑ, ήπια ΔΑ, μέτρια ΔΑ, σοβαρή ΔΑ και παραγωγική νόσος). Η μελέτη του ενδοθηλίου και του CCT πραγματοποιήθηκε με την χρήση κατοπτρικού μικροσκοπίου μη επαφής ΤΟΜΕΥ-ΕΜ 3000. Κριτήρια αποκλεισμού από την μελέτη αποτελούσαν : προηγούμενο οφθαλμικό χειρουργείο ή τραύμα, συνυπάρχουσα νόσος του κερατοειδούς, ώριμος καταρράκτης, άλλη αμφιβληστροειδοπάθεια, ενδοφθάλμια φλεγμονή, η χρήση φακών επαφής και η αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η μέση πυκνότητα των ενδοθηλιακών κυττάρων (ECD) στην ομάδα των διαβητικών ασθενών ήταν 2388,3±304,7 cells/mm2 και στην ομάδα ελέγχου 2505,8±259,3 cells/mm2 (p=0,029) ενώ οι δύο ομάδες δεν διέφεραν σημαντικά στις υπόλοιπες παραμέτρους. Το μέσο CCT βρέθηκε αυξημένο στην ομάδα των διαβητικών 541,8±39,5 nm έναντι 537,2±35,2 nm στην ομάδα ελέγχου χωρίς ωστόσο στατιστική σημαντικότητα (p=0,106). Μεταξύ των διαβητικών ασθενών, η πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ της μειωμένης (ECD) και της αυξημένης HbA1c (p<0,001), της μεγαλύτερης διάρκειας νόσου (p=0,003) και της μεγαλύτερης βαρύτητας της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (p=0,008). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Ο σακχαρώδης διαβήτης φαίνεται να επηρεάζει το ενδοθήλιο του κερατοειδούς όπως φαίνεται από την μείωση της ECD στην ομάδα των διαβητικών ,με την διάρκεια νόσου, τα αυξημένα επίπεδα HbA1c και την μεγαλύτερη βαρύτητα της ΔΑ να συσχετίζονται με αυτήν την αλλοίωση, κάτι που θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν στην κλινική μας πράξη. 430 138 120 Investigating intercultural practices in an informal educational environment of bilingual students Διερευνώντας τις διαπολιτισμικές πρακτικές σε ένα περιβάλλον άτυπης εκπαίδευσης δίγλωσσων μαθητών The main purpose of this study is to evaluate the action of the "Project for the Education of Muslim Children" (in terms of its general philosophy, the teaching materials and the implementation of the teaching process) in the context of the theoretical principles and methodological practices of Interculturalism. At the same time, the theoretical context in which this informal education, that concerns the "education of the Other", is structured will be examined. Furthermore, an attempt will be made to explain and evaluate how this program is being served and how it aims to improve the formal education context with a view to teaching the greek-language to the muslim children. Finally, the way of technical intervention of the project in the education of muslim children will be discussed. Ο βασικός σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι να αποτιμήσει την δράση του «Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων» (όσον αφορά την γενική του φιλοσοφία, το υλικό προς χρήση αλλά και την υλοποίηση της διδακτικής διαδικασίας) στο πλαίσιο των θεωρητικών αρχών και των μεθοδολογικών πρακτικών της Διαπολιτισμικότητας. Παράλληλα, θα εξετασθεί το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο δομείται αυτή η άτυπη μορφή εκπαίδευσης, που αφορά την «εκπαίδευση του Άλλου». Επίσης, θα γίνει προσπάθεια εξήγησης και αξιολόγησης του πώς αυτό το πρόγραμμα υπηρετείται και πώς αποσκοπεί στην βελτίωση του τυπικού πλαισίου εκπαίδευσης με στόχο την ελληνομάθεια των μουσουλμανοπαίδων. Τέλος, θα γίνει λόγος για το πώς παρεμβαίνει από τεχνική άποψη το πρόγραμμα στην εκπαίδευση των μαθητών αυτών. 431 173 188 Metacognitive awareness and verbal and quantitative problem-solving processes Μεταγνωστική ενημερότητα και επίλυση ποσοτικών και ποιοτικών προβλημάτων The current study focuses on the role of the metacognitive awareness on the problem resolution of verbal and quantitative abilities at school age. The sample required for the research consists of 25 primary-school-level children, at the age of 10 and 12 years old. The participants were prompt to complete five (5) tests; two (2) of them concerned their verbal capacity (words, reason-ing) and three (3) their quantitative capacity (numbers, operations, ratios). The method of thinking aloud used for the description of the metacognitive awareness. Each participant was individually examined. The analysis of the results conducted based on the triangulation of the literature of the structure of the cognitive system, as well of the metacognitive awareness about cogni-tive activity. Note that the age of the participants didn’t affect their perfor-mance on the cognitive tests and in their adequacy in the metacognitive awareness. However, the results revealed a strong relationship between the performance and the metacognitive awareness during the engagement of the participants to the cognitive tasks Η παρούσα μελέτη διερεύνα τον ρόλο που έχει η μεταγνωστική ενημερό-τητα στην επίλυση προβλημάτων που αναφέρονται στην λεκτική και πο-σοτική ικανότητα κατά την σχολική ηλικία. Το δείγμα της έρευνας απο-τελούνταν από 25 παιδιά Δ΄ και ΣΤ΄ τάξης και ηλικίας 10 και 12 ετών αντίστοιχα. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μία συστοιχία 5 γνωστι-κών έργων. Συγκεκριμένα 2 γνωστικά (λέξεις, συλλογισμοί) αφορούσαν την λεκτική ικανότητα και 3 γνωστικά έργα (αριθμοί, αναλογίες, πρά-ξεις) αφορούσαν την ποσοτική ικανότητα. Σημειώνεται ότι για τον προσ-διορισμό της μεταγνωστικής ενημερότητας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των γνωστικών έργων χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Κάθε συμμετέχοντας εξετάστηκε ατομικά. Επιπλέ-ον, η επεξεργασία των αποτελεσμάτων πραγματοποιήθηκε με βάση την τριγωνοποίηση της υπάρχουσας σχετικής βιβλιογραφίας για τη δομή του γνωστικού συστήματος αλλά και την μεταγνωστική ενημερότητα σχετικά με τη γνωστική δραστηριότητα. Η επίδραση της ηλικίας στην επίδοση των παιδιών στα γνωστικά έργα και στην επάρκεια της μεταγνωστικής τους ενημερότητας δεν φάνηκε να έχει σχεδόν καθόλου σημαντικό ρόλο. Ωστόσο, τα αποτελέσματα έδειξαν μεγάλη αλληλεπίδραση (μεγάλη σχέ-ση) μεταξύ της επίδοσης και της μεταγνωστικής ενημερότητας κατά την ενασχόληση των παιδιών με τα γνωστικά έργα. 432 259 281 The impact of social and emotional skills of Primary School students in their interpersonal relationships with other students and teachers Η συμβολή κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων μαθητών Δημοτικού σχολείου στις διαπροσωπικές τους σχέσεις με συμμαθητές και εκπαιδευτικούς The present dissertation aims to investigate the impact of primary school students’ social and emotional skills in their interpersonal relationships with other students and teachers by taking into consideration several primary school teachers’ point of view. In the theoretical part of this thesis, the definitions of social skills, emotional skills, interpersonal relationships, and social and emotional competence are mentioned. Moreover, a number of classifications of social and emotional skills are cited, several causes and consequences of absence of those skills are analyzed, and some relevant educational programs, approaches, and materials are described. Furthermore, a number of previous surveys taken place both in Greece and abroad are mentioned. In the empirical part, teachers’ views on the subject mentioned above are described through semi-structured interviews. The findings of this survey may be useful both to primary and secondary school teachers as well as to other researchers. In the present survey, it is proven that social and emotional competence and academic competence are of equal importance for the overall development of students. The former strongly affects students’ behavior and their interpersonal relationships, and its usefulness is essential both in their school life and outside school as well as in their future life generally. To conclude, this survey also exposes the insufficiency of current teaching training methods, the necessity of change in our mentality as well as a great desire for relevant courses and educational programs to be included in the school curriculum. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει τις απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αναφορικά με τον βαθμό συμβολής κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων μαθητών δημοτικού σχολείου στη συμπεριφορά και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις με συμμαθητές και εκπαιδευτικούς. Στο πρώτο μέρος της εργασίας περιλαμβάνεται το θεωρητικό μέρος όπου προσεγγίζονται οι έννοιες των κοινωνικών δεξιοτήτων, των συναισθηματικών δεξιοτήτων, των διαπροσωπικών σχέσεων και της κοινωνικής και συναισθηματικής επάρκειας. Έπειτα παρατίθενται μερικές ταξινομήσεις των εν λόγω δεξιοτήτων, αναλύονται τα αίτια και οι συνέπειες της απουσίας αυτών και περιγράφονται μερικά εκπαιδευτικά υλικά, προγράμματα και παρεμβάσεις τα οποία βοηθούν στην καλλιέργεια αυτών των δεξιοτήτων. Τέλος, παρατίθενται μερικές έρευνες που έχουν προηγηθεί στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ακολουθεί το ερευνητικό μέρος της εργασίας στο οποίο διερευνήθηκαν μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με τη συμβολή κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων μαθητών δημοτικού σχολείου στη συμπεριφορά και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις με συμμαθητές και εκπαιδευτικούς. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς τόσο της Πρωτοβάθμιας όσο και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς και για άλλους ερευνητές. Η παρούσα μελέτη έδειξε ότι η κοινωνική και συναισθηματική επάρκεια είναι εξίσου σημαντική με την ακαδημαϊκή επάρκεια των μαθητών, επηρεάζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά και τις διαπροσωπικές τους σχέσεις και η χρησιμότητα της δεν περιορίζεται μόνο στα πλαίσια της εκπαίδευσης, αλλά είναι απαραίτητη και έξω από αυτήν, καθώς και στη μετέπειτα ζωή τους. Τέλος, γίνεται έκδηλη η ανεπαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η επιφανειακή παρέμβαση των αρμόδιων φορέων πάνω σε αυτό το ζήτημα, η ανάγκη για ριζική αλλαγή νοοτροπίας, η επιθυμία για εισαγωγή αντίστοιχων μαθημάτων και η ανάγκη για πραγματοποίηση περισσότερων εκπαιδευτικών προγραμμάτων. 433 246 286 The underrepresentation of women in primary school administration: the example of Kavala County Η υποεκπροσώπηση των γυναικών στη διοίκηση των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης: το παράδειγμα του Νομού Καβάλας The study of the state of today’s education highlights the fact that women constitute the majority of teaching staff in the schools, making the profession primarily "female". However, this percentage of women is not reflected at the administration level, as men hold more positions. Therefore, regardless of the progressive social change in women's status in Greece and the institutional framework that provides equal treatment and participation of both sexes in positions of responsibility, women continue to be under-represented for a variety of reasons. The purpose of this study is to investigate and interpret the causes of the phenomenon of underrepresentation of women in managerial positions, resulting in disproportionate participation in the educational administrative hierarchy. At the same time, this paper explores the gender differences regarding the views of teachers' participation and their desire or lack of in the decision-making process at school as well as the obstacles encountered in their professional development, using Primary Schools in Kavala County as an example. 140 male and female primary school teachers from Kavala were given a questionnaire with closed questions to fill in anonymously. Analysis of the survey results reveals the reasons for the low figures of women in educational management positions, which were primarily family responsibilities and a passion for classroom teaching, while at the end of the study an attempt to interpret and compare the data found in Greek and foreign literature was made. Η μελέτη της σύγχρονης εκπαιδευτικής πραγματικότητας αναδεικνύει το γεγονός ότι οι γυναίκες αποτελούν την πλειοψηφία του εκπαιδευτικού δυναμικού στις Σχολικές Μονάδες, καθιστώντας το συγκεκριμένο επάγγελμα κυρίως «γυναικείο». Ωστόσο, το ποσοστό αυτό των γυναικών δεν αντανακλάται στο επίπεδο της διοίκησης, καθώς οι άνδρες είναι εκείνοι που κατέχουν τις περισσότερες θέσεις στην ιεραρχία της εκπαιδευτικής ηγεσίας. Επομένως, ανεξάρτητα από τη σταδιακή κοινωνική αλλαγή της θέσης των γυναικών στην Ελλάδα και το θεσμικό πλαίσιο που παρέχει ισότιμη αντιμετώπιση και συμμετοχή των δύο φύλων σε θέσεις ευθύνης, οι γυναίκες εξακολουθούν μέχρι σήμερα να υποεκπροσωπούνται στα κέντρα λήψης αποφάσεων για ποικίλους λόγους. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση και η ερμηνεία των αιτιών του φαινομένου της υποεκπροσώπησης των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις σε επίπεδο Σχολικών Μονάδων, με αποτέλεσμα τη μη ισότιμη συμμετοχή τους στην εκπαιδευτική διοικητική ιεραρχία. Ταυτόχρονα, η παρούσα εργασία διερευνά τις διαφοροποιήσεις, ως προς το φύλο, μεταξύ των απόψεων των εκπαιδευτικών για τη συμμετοχή και την επιθυμία τους ή όχι στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στη Σχολική Μονάδα, καθώς και τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν κατά την επαγγελματική τους ανέλιξη, παίρνοντας ως παράδειγμα την περίπτωση των Σχολικών Μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού Καβάλας. Ως μεθοδολογικό εργαλείο άντλησης του υλικού χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο, το οποίο ήταν δομημένο με ερωτήσεις κλειστού τύπου και συμπληρώθηκε ανώνυμα από 140 άνδρες και γυναίκες εκπαιδευτικούς της Δημοτικής Εκπαίδευσης του νομού Καβάλας. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας αναδεικνύει τους λόγους της περιορισμένης εκπροσώπησης των γυναικών εκπαιδευτικών σε διευθυντικές θέσεις, με κυριότερους τις οικογενειακές υποχρεώσεις και την αγάπη για το διδακτικό έργο, ενώ στο τέλος της μελέτης γίνεται μια προσπάθεια ερμηνείας και σύγκρισης των δεδομένων με την ελληνική και ξένη βιβλιογραφία. 434 139 144 Introduction: Bioethics, a new interdisciplinary and multiperspectival approach to the scientific, technological, social, economic, political, ethical and philosophical problems arising from the application of genetic and technological innovations in general, is a necessary "compass" for the new of humanity. Purpose: The purpose of this work is to present the concept of bioethics and its relation to pain and torture. Material-Method: Relevant texts and articles from the Internet were used. Conclusions: The basic principles governing bioethics are: (a) the principle of autonomy, (b) the principle of equality, (c) the principle of non-harm and pain, (d) the principle of profit or charity, (e) the principle of of justice. These principles, and in particular the principle of non-harm and pain, are based on the prohibition of causing any form of torture in the context of respect for and dignity of human life. Εισαγωγή: Η Βιοηθική, μια νέα διεπιστημονική και πολυπρισματική προσέγγιση των επιστημονοτεχνολογικών, κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών, ηθικών και φιλοσοφικών προβλημάτων, τα οποία αναδύονται από την εφαρμογή των γενετικών και τεχνολογικών εν γένει νεωτερισμών, είναι μια απαραίτητη "πυξίδα" για τη νέα συναρπαστική πορεία της ανθρωπότητας. Σκοπός: Σκοπός της εργασίας είναι η παρουσίαση της έννοιας της βιοηθικής και η σχέση της με τον πόνο και τα βασανιστήρια. Υλικό-Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν σχετικά συγγράμματα και άρθρα από το διαδίκτυο. Συμπεράσματα: : Οι βασικές αρχές που διέπουν την βιοηθική είναι: α) η αρχή της αυτονομίας, β) η αρχή της ισοτιμίας, γ) η αρχή της μη πρόκλησης βλάβης και πόνου, δ) αρχή της ωφέλειας ή της αγαθοεργίας,ε) η αρχή της δικαιοσύνης. Με βάση τις αρχές αυτές και ειδικότερα την αρχή της μη πρόκλησης βλάβης και πόνου βασίζεται η απαγόρευση της πρόκλησης κάθε είδους βασανιστηρίου στα πλαίσια σεβασμού και της αξιοπρέπειας της ανθρώπινης ζωής. 435 206 187 The purpose of this report, is the description and development of theatrical techniques, that are used during the teaching process in the primary school. Nine (9) theatrical techniques have been selected, which are approached as to their application and as to their advantages. The purpose of this study, is the analysis of these theatrical techniques, as well as their development by expanding the practical application and examples that enrich the educational process. Specifically the techniques are: Still Image, Thought Tracking, Hot Seating, Forum Theater, Teacher in Role, Role on the Wall, Mantle of the Expert, Improvisation and Story Theater. Furthermore, the theatrical techniques are contemplated through the classification found in the bibliography. Is also attempted, to propose a new classification under the criterion of audiovisual stimuli and the existence of movement in the application of techniques in the teaching process. During the analysis and description, it was considered essential to refer to the history of the application of the Theater in Education, and more specifically, to the first references made to the tools of Educational Theater, namely, the theatrical techniques. Also, a brief reference is made, to the advantages and the contribution of Drama in Education and its individual techniques to the pupils of primary school Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή και η εξέλιξη των θεατρικών τεχνικών που χρησιμοποιούνται κατά την διδακτική πράξη στο δημοτικό σχολείο. Έχουν επιλεχθεί εννέα (9) θεατρικές τεχνικές, οι οποίες προσεγγίζονται ως προς την διαδικασία τους και τα πλεονεκτήματα τους. Η εργασία στοχεύει στην ανάλυση των θεατρικών τεχνικών αλλά, παράλληλα, και στην εξέλιξη τους, μέσω προεκτάσεων της πρακτικής εφαρμογής και παραδειγμάτων που εμπλουτίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Συγκεκριμένα, οι τεχνικές είναι: Παγωμένη Εικόνα, Ανίχνευση της Σκέψης, Καρέκλα των Αποκαλύψεων, Θέατρο Φόρουμ, Δάσκαλος σε ρόλο, Περίγραμμα του Χαρακτήρα, Μανδύας του Ειδικού, Αυτοσχεδιασμός, Δραματοποιημένη Αφήγηση. Επιπλέον, οι θεατρικές τεχνικές μελετώνται μέσω των κατηγοριοποιήσεων που συναντώνται στην βιβλιογραφία. Επιχειρείται να προταθεί μία νέα κατηγοριοποίηση με κριτήριο τα οπτικοακουστικά ερεθίσματα και την ύπαρξη κίνησης κατά την εφαρμογή των τεχνικών στην διδακτική πράξη. Κατά την ανάλυση και περιγραφή θεωρήθηκε σημαντική και η αναφορά στην ιστορική αναδρομή της εφαρμογής του Θεάτρου στην Εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα, στις πρώτες αναφορές που διατυπώθηκαν για τα εργαλεία του Εκπαιδευτικού Θεάτρου, δηλαδή τις θεατρικές τεχνικές. Επίσης, γίνεται μία σύντομη αναφορά στα πλεονεκτήματα και στην προσφορά της Παιδαγωγικής του Θεάτρου και των επιμέρους τεχνικών στους μαθητές του δημοτικού σχολείου 436 281 273 Αντιοξειδωτικό δυναμικό της σιλιμπινίνης σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος στους επίμυες Background: Liver ischemia reperfusion syndrome (I/R) appears commonly during transplantation and in cases of trauma or elective oncological operations in which Pringle maneuver is accomplished. Purpose of this master’s dissertation is the investigation of the antioxidant effect of silibilin in an experimental model of liver ischemia and reperfusion syndrome in rats. Materials and Methods: 63 Wistar type male rats aged between 15 and 20 weeks were used. The groups were divided accordingly with the intravenous infusion of silibilin and with the time of euthanasia performed at 60, 120, 180, and 240 minutes. In all the experimental models with exception of these in the Sham group vascular clamping for 45 minutes was performed. In the silibilin group the animals received intravenously 300 μg silibilin immediately before reperfusion. In all the animals during the euthanasia blood was taken from the inferior vena cava. The levels of hydrogen peroxide and superoxide dismutase were delineated in the plasma of the peripheral blood. Results: From the analysis of the results we observed that the infusion of silibilin immediately before reperfusion that followed the ischemic period of 45 minutes did not reduce the levels of hydrogen peroxide neither reinforced the activity of superoxide dismutase. Contrariwise it effectuated mild augmentation of hydrogen peroxide levels and reduction of the enzymic activity of superoxide dismutase in the measurements that was statistical significant. Conclusion: Silibilin caused mild elevation in the levels of hydrogen peroxide. Hydrogen peroxide in these concentrations acts as a second intracellular messenger that activates the transcription factor Nrf2 and suppresses the factor NFkB. The factor Nrf2 immediately after its activation interacts with genes of the ARE area (Anti-oxidant response element) that correlates with the stimulation of antioxidant mechanisms. Σκοπός: Το σύνδρομο ισχαιμίας επαναιμάτωσης στο ήπαρ εμφανίζεται συχνά σε μεταμοσχεύσεις καθώς και σε περιπτώσεις τραύματος ή εκλεκτικών ογκολογικών επεμβάσεων στα οποία διενεργείται χειρισμός Pringle. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η διερεύνηση του αντιοξειδωτικού δυναμικού της σιλιμπιλίνης σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας και επαναιμάτωσης ήπατος σε επίμυες. Υλικό και μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 63 αρσενικά πειραματόζωα τύπου Wistar ηλικίας 15-20 εβδομάδων. Οι υπό μελέτη ομάδες διαχωρίστηκαν ανάλογα με την ενδοφλέβια χορήγηση σιλιμπιλίνης καθώς και ανάλογα με τον χρόνο ευθανασίας στα 60, 120, 180 και 240 λεπτά. Σε όλα τα πειραματόζωα με εξαίρεση εκείνα της ομάδας Sham πραγματοποιήθηκε αγγειακός αποκλεισμός των προσαγωγών αγγείων του ήπατος διάρκειας 45 λεπτών. Στην ομάδα της σιλιμπιλίνη Si άμεσα πριν την επαναιμάτωση έγινε ενδοφλέβια χορήγηση 300 μg σιλιμπιλίνης. Σε όλα τα πειραματόζωα κατά την ευθανασία έγινε αιμοληψία από την κάτω κοίλη φλέβα. Στον ορό του περιφερικού αίματος έγινε προσδιορισμός των επιπέδων του υπεροξειδίου και της υπεροξειδικής δισμουτάσης. Αποτελέσματα: Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων παρατηρήσαμε ότι η χορήγηση σιλιμπιλίνης άμεσα πριν την επαναιμάτωση που ακολουθούσε την ισχαιμική περίοδο διάρκειας 45 λεπτών δεν μείωσε τα επίπεδα υπεροξειδίου ούτε και αύξησε την δραστικότητα της υπεροξειδικής δισμουτάσης. Αντιθέτως προκάλεσε ήπια αύξηση των επιπέδων του υπεροξειδίου και μείωση της δραστικότητας της υπεροξειδικής δισμουτάσης στις μετρήσεις βέβαια που ήταν στατιστικώς σημαντικές. Συμπεράσματα: Η σιλιμπιλίνη προκαλεί ήπια αύξηση των επιπέδων του υπεροξειδίου το οποίο στις συγκεντρώσεις αυτές λειτουργεί ως ενδοκυττάριος σηματοδοτικός αγγελιοφόρος που ενεργοποιεί τον μεταγραφικό παράγοντα Nrf2 και καταστέλλει τον παράγοντα NFkB. Ο Nrf2 αμέσως μετά την ενεργοποίηση του αλληλεπιδρά με γονίδια της περιοχής ARE (Anti-oxidant response element) τα οποία σχετίζονται με την ενεργοποίηση αντιοξειδωτικών μηχανισμών. 437 252 227 The role of the School Head of Primary Education in the contemporary school Ο ρόλος του Διευθυντή σχολικής μονάδας Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο σύγχρονο σχολείο In order to create a school that is effective in a rapidly changing society, it is imperative to identify the role of the Director, as well as the qualities that render the Director a link between the members of the school unit, ensuring its smooth operation. The bibliographical analysis of the terms “leadership,” “role,” and “leader,” as well as the analysis of the concept of the effective school, provided useful information for the examination of the research questions regarding the role of the Director of Primary Education in the contemporary school. The purpose of this dissertation is to identify the views of the project’s subjects with regard to the role of the Director in the contemporary school. Ten (10) Directors of primary schools in the town of Serres and its surrounding area comprised the survey’s participants. The methodology used was the interview process. The interviewees were called to answer open-ended questions which were based on the bibliographical entries examined in the dissertation’s theoretical part. After the interviews were conducted, the data was categorised, decoded, interpreted, and discussed. Finally, conclusions were analysed. In the final part, suggestions were made about the acquisition of the qualities that will contribute to rendering a Director and, by extension, a school, effective. The results of the research showed that the views of the survey’s subjects are in agreement, for the most part, with the bibliography. There were, however, some instances of disagreement as well. Προκειμένου να διαμορφωθεί ένα αποτελεσματικό σχολείο, σε μία ταχέως μεταβαλλόμενη κοινωνία, αναζητείται να προσδιοριστεί ο ρόλος του Διευθυντή και να διευκρινιστούν τα στοιχεία που τον καθιστούν συνδετικό κρίκο μεταξύ των μελών της σχολικής μονάδας, διατηρώντας την ομαλή λειτουργία της. Η βιβλιογραφική ανάλυση των όρων «διοίκηση», «ρόλος» και «ηγέτης», καθώς, επίσης, και η ανάλυση της έννοιας του αποτελεσματικού σχολείου, προσέφεραν χρήσιμες πληροφορίες για την εξέταση, στη συνέχεια, των ερευνητικών ερωτημάτων σχετικά με το ρόλο του Διευθυντή σχολικής μονάδας Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο σύγχρονο σχολείο. Ο στόχος της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει τις απόψεις των υποκειμένων της έρευνας σχετικά με το ρόλο του Διευθυντή στο σύγχρονο σχολείο. Δέκα (10) Διευθυντές σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού Σερρών ήταν οι συμμετέχοντες της έρευνας. Ως μεθοδολογικό εργαλείο χρησιμοποιήθηκε η συνέντευξη. Οι συνεντευξιαζόμενοι κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτήσεις ανοιχτού τύπου, βασισμένες στις βιβλιογραφικές καταγραφές του θεωρητικού μέρους. Με το πέρας των συνεντεύξεων, τα δεδομένα κατηγοριοποιήθηκαν, αποκωδικοποιήθηκαν, ερμηνεύτηκαν και σχολιάστηκαν. Η ολοκλήρωση της εργασίας πραγματοποιήθηκε με την ανάλυση των συμπερασμάτων. Κλείνοντας, διατυπώθηκαν προτάσεις για την υιοθέτηση των στοιχείων εκείνων που θα συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού Διευθυντή και, κατ’ επέκταση, ενός αποτελεσματικού σχολείου. Από τα αποτελέσματα της έρευνας, παρατηρήθηκε ότι οι απόψεις των υποκειμένων της έρευνας είναι σύμφωνες σε αρκετά σημεία με τη βιβλιογραφία. Φυσικά, υπήρχαν και περιπτώσεις απαντήσεων που εξέφρασαν διαφωνία. 438 383 353 Visual Representations of the Microcosm in school textbooks of Chemistry and Physics Οπτικές Αναπαραστάσεις του μικρόκοσμου σε σχολικά εγχειρίδια Φυσικής και Χημείας During the last decades and as surveys are constantly rising, the scientific interest has turned towards the Visual Representations of the school textbooks as teaching and learning objects. So far, the research has demonstrated that students deal with problems both in comprehension and learning of terms of the microcosm; thus, the use of the relevant Visual Representations in teaching may contribute towards this direction. The present research aims to develop a tool for further analysis and study of the microcosms Visual Representations existing in school textbooks of Physics and Chemistry of the Greek school, so as, on the one hand, their complexity to be expanded, as well as contribute, on the other hand, to each and every stage of their broader design and use in learning and teaching. All the characteristics of the Visual Representations of the microcosm able to compose the main lines of analysis, as well as the dimensions, categories and subcategories of the main lines have been searched. Also, possible differentiations in the Visual Representations of microcosm in the school textbooks of Physics and Chemistry have been searched over time, per class and in relation to the science they serve. For this reason, eighteen Chemistry and Physics textbooks that were used in the Greek school during the last four decades approximately have been selected. As individual units of analysis, an overall of 321 microcosms Visual Representations, including the accompanying caption, if there is one, were used. The data analysis was based on the Grounded Theory, while the phenomenographic theoretical framework governs the analysis methodology. The qualitative inductive analysis of content was selected as an adequate methodology and the results obtained are presented through a systemic network of 107 different encoding elements, which constitutes the analysis tool of the equivalent representations. Through the analysis of the microcosm Visual Representations, the progressive change in their number and design became obvious in the three decades approximately. Moreover, as the Visual Representations existing in a textbook are relevant to the including curriculum, quite a few differentiations were observed among them both in different classes and in different sciences. As the specific network highlights all the Visual Representations microcosm aspects, Visual Representations designers, textbook writers and teachers obtain significant benefits from its use Τις τελευταίες δεκαετίες, και με αυξανόμενο αριθμό ερευνών, το επιστημονικό ενδιαφέρον έχει στραφεί στις Οπτικές Αναπαραστάσεις των σχολικών εγχειριδίων ως διδακτικά και μαθησιακά αντικείμενα. Καθώς η μέχρι σήμερα έρευνα έδειξε ότι οι μαθητές αντιμετωπίζουν προβλήματα τόσο στην κατανόηση όσο και στην εκμάθηση των εννοιών του μικρόκοσμου, η χρήση των σχετικών Οπτικών Αναπαραστάσεων στη διδασκαλία μπορεί να συνεισφέρει προς την κατεύθυνση αυτή. Η παρούσα έρευνα έχει ως σκοπό την ανάπτυξη ενός εργαλείου για την ανάλυση και μελέτη των Οπτικών Αναπαραστάσεων του μικρόκοσμου που υπάρχουν σε σχολικά εγχειρίδια των Φυσικής και Χημείας του Ελληνικού σχολείου ώστε, αφενός να διερευνηθεί το πολυσύνθετό τους, αφετέρου να συνεισφέρει σε κάθε στάδιο του γενικότερου σχεδιασμού και χρήσης τους στην μάθηση και τη διδασκαλία. Αναζητήθηκαν εκείνα τα χαρακτηριστικά των Οπτικών Αναπαραστάσεων που μπορούν να δημιουργήσουν βασικούς άξονες ανάλυσής τους, καθώς και διαστάσεις, κατηγορίες ή υποκατηγορίες των βασικών αξόνων ανάλυσης. Ακόμα αναζητήθηκαν οι πιθανές διαφοροποιήσεις στις Οπτικές Αναπαραστάσεις του μικρόκοσμου στα σχολικά εγχειρίδια Φυσικής και Χημείας διαχρονικά, ανά τάξη και σε σχέση με την επιστήμη που υπηρετούν. Για το σκοπό αυτό επιλέχθηκαν δεκαοκτώ εγχειρίδια Χημείας και Φυσικής που χρησιμοποιήθηκαν στο Ελληνικό σχολείο τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες περίπου. Ως ανεξάρτητες μονάδες ανάλυσης χρησιμοποιήθηκαν 321 συνολικά Οπτικές Αναπαραστάσεις του μικρόκοσμου μαζί με τη λεζάντα που τη συνοδεύει αν υπάρχει. Η ανάλυση των δεδομένων στηρίχθηκε στη Θεμελιωμένη Θεωρία, ενώ το φαινομενογραφικό θεωρητικό πλαίσιο διέπει τη μεθοδολογία ανάλυσης. Ως κατάλληλη μεθοδολογία επιλέχθηκε η ποιοτική επαγωγική ανάλυση περιεχομένου και οι κατηγορίες που προέκυψαν παρουσιάζονται με ένα συστημικό δίκτυο 107 διαφορετικών στοιχείων κωδικοποίησης, το οποίο αποτελεί και εργαλείο ανάλυσης των αντίστοιχων αναπαραστάσεων. Μέσα από την ανάλυση των Οπτικών Αναπαραστάσεων του μικρόκοσμου έγινε εμφανής η προοδευτική αλλαγή στον αριθμό και το σχεδιασμό τους στις τρεις περίπου δεκαετίες. Ακόμα, καθώς οι Οπτικές Αναπαραστάσεις που υπάρχουν σε ένα εγχειρίδιο είναι συνάρτηση της περιεχόμενης σε αυτό ύλης, παρατηρήθηκαν αρκετές διαφοροποιήσεις μεταξύ τους τόσο στα εγχειρίδια των διαφορετικών τάξεων όσο και των διαφορετικών επιστημών. Καθώς το συγκεκριμένο δίκτυο αναδεικνύει όλες τις πτυχές των Οπτικών Αναπαραστάσεων του μικρόκοσμου, σχεδιαστές Οπτικών Αναπαραστάσεων, συγγραφείς εγχειριδίων, ερευνητές και εκπαιδευτικοί έχουν σημαντικά οφέλη από τη χρήση του. 439 299 295 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης των ενδογενών υποδοχέων CB1 και CB2 στον καρκίνο του παγκρέατος Introduction: Pancreatic cancer is a treacherous disease for which the medical community, even in this century, has little to offer. Life expectancy is low, morbidity is high and patients' quality of life poor. Researchers' views appear to have departed from the surgical and chemotherapeutic approach as a way of dealing with this very specific type of cancer. Endogenous cannabinoid receptors and their role in cancer have, in recent years, been a research tool in the hands of experienced researchers. Their action in the palliative treatment of cancer has been proven, however, the latter thoughts are directed at them being both potent prognostic biomarkers and antitumor agents.Aim: The purpose of this study is to evaluate the immunohistochemical study of endogenous cannabinoid receptors in pancreatic cancer and to correlate their expression with specific clinicopathologic data. Materials and Method: Fifty pancreatic cancer patients, both men and women, with an average of ~ 62 years were studied. Various clinical and histopathological paremeters were studied, as well as survival. All these parameters were correlated with the expression of endogenous cannabinoid CB1 and CB2 receptors which were studied with the methods of immunochemistry and were studied statistically. Results: Statistical analysis indicated the disease stage and worse survival as strong independent factors correlating positive expression of both receptors. These results were compared with those of international literature. Conclusion: The correlation between the expression of CB1 and CB2 receptors and pancreatic cancer is evident. These two receptors could be used as prognostic biomarkers for pancreatic cancer if further research reinforces the underlying hypothesis of the study. The need for more research and study is obvious. But the results are remarkable and the scope of research into the endogenous cannabinoid system needs to be studied in more detail for its role as a means of fighting pancreatic cancer. Εισαγωγή: Ο καρκίνος του παγκρέατος είναι μία ύπουλη νόσος για την οποία η ιατρική κοινότητα, ακόμα και σε αυτόν τον αιώνα, έχει πολύ λίγα να προσφέρει. Το προσδόκιμο μικρό, η νοσηρότητα μεγάλη και η ποιότητα ζωής των ασθενών βασανιστική. Οι βλέψεις των ερευνητών φαίνεται να έχουν απομακρυνθεί από την χειρουργική και την χημειοθεραπευτική προσέγγιση ως τρόπο αντιμετώπισης. Οι υποδοχείς των ενδογενών κανναβιδοειδών και ο ρόλος τους στον καρκίνο, είναι τα τελευταία χρόνια, εργαλείο προς μελέτη στα χέρια των ερευνητών. Έχει αποδειχθεί η δράση τους στη παρηγορική αντιμετώπιση του καρκίνου, και μελετάται ο ρόλος τους ως αντινεοπλασματικοί παράγοντες αλλά και ως προγνωστικοί βιοδείκτες. Σκοπός: Σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η ανοσοιστοχημική μελέτη της έκφρασης των υποδοχέων των ενδογενών κανναβιδοειδών στο καρκίνο του παγκρέατος και η συσχέτιση της με συγκεκριμένα κλινικοιστοπαθολογικά στοιχεία. Υλικό – Μέθοδος: Μελετήθηκαν 50 ασθενείς με καρκίνο στο πάγκρεας, άνδρες και γυναίκες, με μέσο όρο ~62 έτη. Αναλύθηκαν διάφορες κλινικοιστοπαθολογικές παράμετροι και η επιβίωση. Συσχετίστηκαν με την έκφραση των CB1 και CB2 υποδοχέων των ενδογενών κανναβιδοειδών τα οποία μελετήθηκαν ανοσοιστοχημικά, και μελετήθηκαν στατιστικά. Αποτελέσματα: Η στατιστική ανάλυση κατέδειξε το στάδιο της νόσου και την χειρότερη επιβίωση ως ισχυρούς ανεξάρτητους παράγοντες συσχέτισης της θετικής έκφρασης και των δύο υποδοχέων. Τα αποτελέσματα αυτά, συγκρίθηκαν με αποτελέσματα της διεθνούς βιβλιογραφίας. Συμπέρασμα: Είναι προφανής η συσχέτιση της έκφρασης των CB1 και CB2 υποδοχέων και του καρκίνου του παγκρέατος. Εύκολα οι δύο αυτοί υποδοχείς θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως προγνωστικοί βιοδείκτες, εάν η περαιτέρω έρευνα ισχυροποιήσει κι άλλο την βασική υπόθεση της μελέτης. Η ανάγκη, για περισσότερη έρευνα και μελέτη είναι προφανής. Τα αποτελέσματα είναι αξιόλογα και το ενδογενές κανναβιδοειδές σύστημα οφείλει να μελετηθεί λεπτομερέστερα για την δράση του στην αντιμετώπιση στον καρκίνο του παγκρέατος. 440 263 240 In the present study, the regenerating activity of the remnant liver tissue after 2/3 partial hepatectomy in a rat animal model was compared between laparoscopic and open technique. 78 rats of the Wistar breed where used, which underwent ablation of the left lateral and median lobe, whether laparoscopically with a pneumoperitoneum pressure of 5 mmHg (LAP-HEP-5 group), or after laparotomy (HEP group), or underwent sham surgery (Sham-5 group) or did not undergo any procedure (Control group). At 24 hours, 48 hours, one week and two weeks after the surgery 6 animals per group per time point were euthanized and the remnant liver was weighted in order for the relative liver weight to be calculated (liver weight/ body weight %), and furthermore for histopathological examination (histological score) and assessment of the tissue’s mitotic activity via immunochemistry (mitotic count- SER-10 antibody). The relative liver weight was significantly lower in LAP-HEP-5 and HEP groups than the Control group up to two weeks after the surgery, while it did not differ between the groups of partial hepatectomy, but it was elevated in Sham-5 group in comparison to the Control group at 48 hours. The histopathological score was elevated in both groups that underwent partial hepatectomy (24 hr-1w) and was higher in HEP group in comparison to LAP-HEP-5 group at 24 hours. The mitotic count was elevated in LAP-HEP-5 group in comparison to HEP group at 48 hours and one week after the surgery. In conclusion, the laparoscopic technique of partial hepatectomy leads to more intense regenerative activity of the remnant liver in comparison to the open technique. Στην παρούσα εργασία συγκρίθηκε η αναγεννητική δραστηριότητα του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος μετά από 2/3 μερική ηπατεκτομή σε ζωικό μοντέλο επίμυ, μεταξύ λαπαροσκοπικής και της ανοικτής τεχνικής. Χρησιμοποιήθηκαν 78 επίμυες Wistar οι οποίοι υποβλήθηκαν σε εκτομή του αριστερού πλάγιου και του μέσου λοβού, είτε λαπαροσκοπικά υπό πίεση πνευμοπεριτόναιου 5 mmHg (ομάδα LAP-HEP-5), είτε μετά από λαπαροτομή (ομάδα HEP) ή σε εικονική επέμβαση (ομάδα Sham-5) ή σε καμμία διαδικασία (ομάδα Control). Σε 24 ώρες, 48 ώρες, 1 εβδομάδα και 2 εβδομάδες μετά την επέμβαση (6 ζώα ανά ομάδα ανά χρονική στιγμή) πραγματοποιήθηκε ευθανασία και ζύγιση του εναπομείναντος ήπατος για υπολογισμό του σχετικού βάρους ήπατος (βάρος ήπατος / σωματικό βάρος %), ιστοπαθολογική εξέταση (ιστοπαθολογικός δείκτης) και ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της μιτωτικής δραστηριότητας (μιτωτικός δείκτης -αντίσωμα SER-10). Το σχετικό βάρος των ομάδων LAP-HEP-5 και HEP ήταν σημαντικά μικρότερο από εκείνο της ομάδας Control έως και 2 εβδομάδες μετά την επέμβαση, ενώ δε διέφερε μεταξύ των ομάδων μερικής ηπατεκτομής, αλλά ήταν αυξημένο στην ομάδα Sham-5 σε σύγκριση με την ομάδα control στις 48 ώρες. Ο ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε στις ομάδες της μερικής ηπατεκτομής (24 ώρες - 1 εβδ) και ήταν υψηλότερος στην ομάδα HEP σε σχέση με την ομάδα LAP-HEP-5 στις 24 ώρες. Ο μιτωτικός δείκτης ήταν υψηλότερος στην ομάδα LAP-HEP-5 σε σχέση με τη ομάδα HEP στις 48 ώρες και 1 εβδ μετά την επέμβαση. Συμπερασματικά, η λαπαροσκοπική τεχνική μερικής ηπατεκτομής οδηγεί σε εντονότερη αναγεννητική δραστηριότητα του εναπομείναντος ήπατος σε σχέση με την ανοικτή τεχνική. 441 290 281 The study of the environmental landscape evolution of the city of Ptolemaida, Greece The landscape consists on of the basic criterion that has to be investigated in a research for the constitution of an area. More specifically, it constitutes a bond between nature and civilization, connecting the natural and με artificial elements. Thus, the landscape is immediate correlated with the human interventions forming accordingly the landscape of the area. Consequently, a research of the landscape can reveal the history of how land is used and has been affected by humans. Ptolemaida is a town of western Macedonia and consists one of the most important lignite centers of Europe, in which the past few years both the natural and the and structured landscape have been affected. The aim of the present thesis is the investigation of the effects on the nature and structured landscape of Ptolemaida after the operation of power plants. More specifically, the thesis aims to analyze environmental landscape of the town from the 1950s, when the essential evolution and modernization of the town began affected by the creation and operation of PPC factories. In addition, the thesis indicates the need for rational management of the natural resources and the designing of urban structures according to the sustainability of maximizing both the natural and the anthropogenic sustainable urban structures to maximize both natural and anthropogenic environment in order to improve the quality of life of the inhabitants of every industrial - urban city. Finally, the thesis aims to raise the awareness of the authorities and the inhabitants of areas like this and not only, for the sustainable management of natural resources, such as lignite, but also of their active involvement in issues related to the design of sustainable cities Το «τοπίο» αποτελεί το βασικότερο κριτήριο για να εξετάσει κανείς την συγκρότηση μιας περιοχής. Πιο συγκεκριμένα αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη φύση και τον πολιτισμό, συνδέοντας τα φυσικά στοιχεία με τα τεχνητά – ανθρώπινα. Έτσι γίνεται αντιληπτό ότι η έννοια του τοπίου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ανθρώπινες παρεμβάσεις κάθε μορφής, διαμορφώνοντας κάθε φορά το τοπίο μιας περιοχής. Επομένως, μελετώντας το τοπίο μιας περιοχής αυτομάτως γίνεται αντιληπτή τόσο η ιστορία των χρήσεων γης όσο και η επίδραση που έχει ασκήσει ο ανθρώπινος παράγοντας. Η Πτολεμαΐδα είναι μια πόλη της Δυτικής Μακεδονίας και ένα από τα σημαντικότερα λιγνιτικά κέντρα της Ευρώπης, η οποία κατά το πέρασμα των χρόνων έχει υποστεί πολλές αλλαγές τόσο στο φυσικό όσο και στο δομημένο τοπίο της. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η μελέτη εξέλιξης του φυσικού και δομημένου τοπίου της Πτολεμαΐδας από την λειτουργία των μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Επιχειρείται δηλαδή να αναλυθεί το περιβαλλοντικό τοπίο της πόλης από το 1950 που ξεκίνησε η ουσιαστική εξέλιξή της με την διαμόρφωση και τον εκσυγχρονισμό της πόλης επηρεαζόμενη από την δημιουργία και λειτουργία των εργοστασίων της ΔΕΗ. Ακόμα μέσα από αυτήν την εργασία αναδεικνύεται επιτακτική η ανάγκη για την ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων ενός τοπίου αλλά και ο σχεδιασμός των αστικών δομών σύμφωνα με την αειφορία για την μέγιστη βελτίωση τόσο του φυσικού όσο και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος με σκοπό την καλύτερη ποιότητα ζωής των κατοίκων κάθε βιομηχανικής – αστικής πόλης. Τέλος, η εργασία αυτή φιλοδοξεί να ευαισθητοποιήσει τις αρχές και τους κατοίκους τέτοιων και όχι μόνο περιοχών για την αειφορική διαχείριση των φυσικών πόρων, όπως ο λιγνίτης στην συγκεκριμένη περίπτωση, αλλά και για την ενεργή συμμετοχής τους σε ζητήματα που αφορούν την διαμόρφωση αειφόρων πόλεων. 442 134 146 Ideas of students of the 5th and 6th grade of Primary school about energy, energy forms and energy transformations Ιδέες μαθητών Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού για την ενέργεια, τις μορφές ενέργειας και τις μετατροπές της This work is a study on the ideas of students of the 5th and 6th grade of Primary education concerning energy, energy forms and energy transformations. Through a bibliographic review, the theoretical part examines researchers’ views on energy issues, energy forms and energy transformations, as well as students' ideas on these topics. Research was conducted on 76 students of the 5th and 6th grade of Primary education through questionnaires to record students' ideas about energy (and relevant concepts) and to study and identify what problems and misconceptions may exist in the teaching process for energy in primary education. At the end of the study, proposals are made to address the problems identified in the survey. Η παρούσα πτυχιακή εργασία αποτελεί μία μελέτη "πάνω" στις ιδέες μαθητών της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού ως προς την ενέργεια, τις μορφές της ενέργειας και τις μετατροπές της ενέργειας. Μέσα από μία βιβλιογραφική ανασκόπηση στο θεωρητικό μέρος εξετάζονται οι απόψεις των ερευνητών πάνω στα θέματα της ενέργειας, των μορφών ενέργειας και των μετατροπών της ενέργειας, καθώς και οι ιδέες των μαθητών ως προς αυτές τις θεματικές. Στην συνέχεια παρουσιάζεται η έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 76 μαθητές Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού μέσω ερωτηματολογίων για να καταγραφούν οι ιδέες των μαθητών για το θέμα της ενέργειας και να μελετηθούν και να διαπιστωθούν τι προβλήματα και παρανοήσεις μπορεί να υπάρχουν σε έννοιες της ενέργειας στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στο τέλος της εργασίας γίνονται προτάσεις για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που εντοπίστηκαν με την έρευνα. 443 270 283 The aim of the current study is to examine the ways in which secondary school educators construct and interpret bullying, as well as the ways in which they coconstruct the identities of students who engage in this social process. Research data was collected from eleven focus groups, with 41 educators (28 women). The analysis focused on the ways in which participants handle their accountability in their discourse, as well as the ways in which socio-cultural contexts may inform their discourse. The findings indicated that educators use psycho-discursive practices, in order to manage their accountability, as well as troubled identities that are invoked in the discussion, related to bullying. Moreover, the research demonstrated that educators use conflicting interpretative repertoires to construct bullying. The aforementioned repertoires suggest that bullying is constructed, on the one hand, as a harmful and unacceptable behavior. However, on the other hand, bullying is constructed as a harmless and playful behavior. In terms of students’ identities, educators co-constructed the identity of students who manifest bullying, as personally responsible individuals, who aim to achieve social goals, or as weak individuals influenced by their social context. Furthermore, they coconstructed the identity of the students who are bullied as weak, vulnerable, special or different. Overall, it seems that educators interpreted bullying, by reflexively drawing on several theories (i.e. biological, psychological, socio-psychological, sociological). These conflicting interpretative resources may reflect wider ideological dilemmas. Given the discursive and qualitative nature of the study, the interpretation of the findings should take into account the socio-cultural context of the discourse under study. Finally, possible implications of the current study for designing policies and interventions are discussed. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να μελετήσει τον τρόπο με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας βαθμίδας δομούν και ερμηνεύουν τον εκφοβισμό, καθώς επίσης το πώς συν-κατασκευάζουν τις ταυτότητες των μαθητών που εμπλέκονται στην κοινωνική αυτή διαδικασία. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν από έντεκα ομάδες εστίασης, στις οποίες συμμετείχαν 41 εκπαιδευτικοί (28 γυναίκες). Η ανάλυση επικεντρώθηκε στη διαχείριση της λογοδοσίας των συνομιλητών στο τοπικό επίπεδο της συνομιλίας, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο το κοινωνιο-πολιτισμικό πλαίσιο πληροφορεί τον λόγο των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα υπέδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν ψυχο-λογοπρακτικές για τη διαχείριση της λογοδοσίας τους, καθώς και των εν δυνάμει προβληματικών ταυτοτήτων που αναδύονται για τους ίδιους στη συζήτηση, που αφορά τον εκφοβισμό. Επίσης, φάνηκε πως οι εκπαιδευτικοί αντλούν από αντιφατικά ερμηνευτικά ρεπερτόρια για την κατασκευή του εκφοβισμού. Με βάση τα ρεπερτόρια αυτά, ο εκφοβισμός κατασκευάστηκε ως μη αποδεκτή συμπεριφορά, που προκαλεί βλάβη στους εμπλεκόμενους μαθητές. Ωστόσο, από την άλλη, δομήθηκε ως μη εμπρόθετη συμπεριφορά αστεϊσμού. Όσον αφορά τις ταυτότητες των μαθητών, οι εκπαιδευτικοί συν-κατασκεύασαν την ταυτότητα των μαθητών, που εκδηλώνουν εκφοβιστικές συμπεριφορές, ως ατομικά υπεύθυνα άτομα, που επιδιώκουν να πετύχουν κοινωνικούς στόχους, ή ως αδύναμα άτομα που επηρεάζονται από το κοινωνικό πλαίσιο. Επιπλέον, συν-κατασκεύασαν την ταυτότητα των παιδιών που υφίστανται εκφοβιστικές συμπεριφορές ως αδύναμα, ευαίσθητα, ιδιαίτερα, ή/και διαφορετικά άτομα. Συνολικά, οι εκπαιδευτικοί φάνηκε πως ερμηνεύουν τον εκφοβισμό, αντλώντας, αναστοχαστικά, από διάφορες θεωρήσεις (δηλ. βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνιο-ψυχολογικές, κοινωνιολογικές). Τα ερμηνευτικά ρεπερτόρια τα οποία χρησιμοποιούν αντανακλούν, πιθανόν, ευρύτερα ιδεολογικά διλήμματα. Δεδομένης της ποιοτικής φύσης των δεδομένων της έρευνας, η ερμηνεία των αποτελεσμάτων είναι ανάγκη να λαμβάνει υπόψιν το τοπικό κοινωνιοπολιτισμικό πλαίσιο, εντός του οποίου αυτά παρήχθησαν. Στο τέλος της εργασίας συζητείται η πιθανή εφαρμογή των ερευνητικών ευρημάτων της εργασίας για τον σχεδιασμό πολιτικών και παρεμβάσεων. 444 299 347 Συγκριτική μελέτη της επίδρασης της ταδαλαφίλης στο πάχος του χοριοειδούς και στην ενδοφθάλμια πίεση Purpose: To evaluate the effects of the phosphodiesterase-5 inhibitor, tadalafil (Cialis®) on choroidal thickness and on intraocular pressure (IOP) in healthy human volunteers. Methods: 11 male subjects with no ocular or medical history were recruited for a prospective inteventional study. Subfoveal choroidal thickness was recorded by swept source optical coherence tomography (SS-OCT) and IOP was measured by Goldmann applanation tonometry at baseline and 2 hours and 48 hours after the ingestion of 10 mg of tadalafil. In addition, axial length of both eyes was measured with partial coherence interferometry at baseline. SS-OCT derived choroidal thickness was measured and evaluated by 2 masked readers. Paired t-test was performed to compare choroidal thickness and intraocular pressure changes at each of the three time intervals and Pearson correlation coefficient (r) was used for correlation analysis between axial length and different measurements. Results: The mean age of the subjects was 33 years (range 27-49 years). Mean choroidal thickness at baseline was 287 μm(±138 μm). Mean choroidal thickness increased by 5,2% to 303 μm(±141 μm) at 2 hours after ingestion (P <0,001). At 48 hours after ingestion, mean choroidal thickness was 291(±139), 1,3% thicker than baseline but this difference was not statistically significant (P= 0,129). No statistically significant changes in IOP were detected between baseline and the two intervals (2 hours and 48 hours) after ingestion. No significant correlation was revealed between axial length and choroidal thickness changes. Conclusion: Choroidal thickness appears to increase in response to systemic tadalafil and return to baseline levels after the drug elimination from plasma as measured by swept source optical coherence tomography. This finding adds to the body of knowledge with regard to ocular diseases that are related to choroidal blood-flow changes. Tadalafil seems to exert no significant impact on intraocular pressure as measured by Goldmann applanation tonometry. Σκοπός: Να μελετηθεί η επίδραση του αναστολέα φωσφοδιεστεράσης-5, ταδαλαφίλη (Cialis®) στο πάχος του χοριοειδούς και στην ενδοφθάλμια πίεση (ΕΟΠ) σε υγιείς εθελοντές. Υλικό- Μέθοδος: Πρόκειται για μια προοπτική παρεμβατική μελέτη στην οποία συμμετείχαν 11 υγιείς άρρενες εθελοντές χωρίς ιστορικό οφθαλμικής παθήσεως. Η μέτρηση του υποβοθρικού πάχους του χοριοειδούς πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια οπτικής τομογραφίας συνοχής Swept- Source (SS-OCT) σε μια επίσκεψη αναφοράς καθώς και στις 2 και 48 ώρες μετά τη χορήγηση 10 mg ταδαλαφίλης. Η μέτρηση της ΕΟΠ έγινε με το τονόμετρο επιπέδωσης Goldmann τις ίδιες χρονικές στιγμές ελέγχου. Η καταγραφή του αξονικού μήκος των οφθαλμών των συμμετεχόντων έγινε μόνο στην επίσκεψη αναφοράς. Ο υπολογισμός του υποβοθρικού πάχους του χοριοειδούς πραγματοποιήθηκε από 2 ανεξάρτητους ερευνητές. Στατιστική ανάλυση με paired t-test εφαρμόστηκε για τη σύγκριση των μεταβολών του πάχους του χοριοειδούς και της ενδοφθάλμιας πίεσης μεταξύ των τριών στιγμών ελέγχου ενώ ο συντελεστής συσχέτισης του Pearson χρησιμοποιήθηκε για τη διερεύνηση πιθανής συσχέτισης μεταξύ του αξονικού μήκους και των λοιπών μετρήσεων. Αποτελέσματα: Ο μέσος όρος της ηλικίας των συμμετεχόντων ήταν τα 33 έτη με εύρος 27-49 έτη. Το μέσος πάχος του χοριοειδούς στην επίσκεψη αναφοράς ήταν 287 μm (±138 μm). Η μέση τιμή του πάχους του χοριοειδούς αυξήθηκε κατά 5,2% στα 303 μm (±141 μm) 2 ώρες μετά τη χορήγηση του φαρμάκου (P <0,001). Στις 48 ώρες από τη χορήγηση η μέση τιμή του πάχους του χοριοειδούς ήταν 291(±139), 1,3% υψηλότερη από τη τιμή στην επίσκεψη αναφοράς χωρίς αυτή η διαφορά να είναι στατιστικά σημαντική (P= 0,129). Δε σημειώθηκαν σημαντικές μεταβολές της ενδοφθάλμιας πίεσης μεταξύ των διαφορετικών μετρήσεων. Τέλος, δεν ανευρέθη συσχέτιση μεταξύ των μεταβολών του πάχους του χοριοειδούς και του αξονικού μήκους. Συμπεράσματα: Η συστηματική λήψη ταδαλαφίλης φαίνεται να προκαλεί σημαντική αύξηση του πάχους του χοριοειδούς η οποία καταγράφεται παροδική με επιστροφή στα επίπεδα αναφοράς μετά την αποβολή του φαρμάκου από το πλάσμα. Το εύρημα αυτό βοηθά στη περαιτέρω κατανόηση οφθαλμικών παθήσεων που σχετίζονται με μεταβολές της αιματικής ροής στο χοριοειδή. Η λήψη ταδαλαφίλης δε φαίνεται να προκαλεί καμία σημαντική μεταβολή της ΕΟΠ. 445 340 342 The main objective of this particular thesis is an in-depth study about the influence of technological progress in Medicine, in Biology, in our lives through the better knowledge of Εugenics, Biotechnology and Ge-ne Pluralism, as well as the abilities that they offer in our era. Doing a historical background concerning the eugenics, we observe its use since the ancient times in Greece and then in the nazist period in Germany where they used to extract from society people with genetic abno-rmalities (with physical and mentel disabilities, etc.) During the ana-lysis and the way of use we ended that eugenics has two forms both positive and negative depending on the reason used. We also found the ability that eugenics has offered to choose our children' s characteri-stics. In other words eugenics is used in order to improve biological and physical characteristics. The Biotechnology and the Genetic Mechanism follow, which they are ways that effect eugenics. Biotechnology conce-rns genetical modified organisms and it includes food, plants, animals. In this particular study we studied its medical view and the Interventi-ons that can be done to human organism in order to improve it. Genes Pluralism has also been mentioned. Human organism has million of genes and every one of them is resposnsible for every characteristic- fuction of every person. Through genes pluralism we observe the genes abilities and how much the intervention on them can affect the human organism's function. After the approach of all the senses we conclude that when we talk about biotechnology and genes pluralism , we refer to methods that we can achieve eugenics and the possible ways to interfere in the human genes. In the end we mentioned the results of these new senses and the bioethical problems that accrued. There are the people who support eugenics but also its advesraries. All of them support it when it comes to prevent or distract gentetic abnormalities. We have also presented the Christian Orthodox Church's view and some examples that help us understand the upper medicine accom-plishments but also our speculation. Σκοπός εκπόνησης της παρούσας εργασίας είναι να παρατηρήσουμε πως έχει επηρεάσει η πρόοδος της τεχνολογίας στην Ιατρική και τη Βιολογία, τις ζωές μας γνωρίζοντας καλύτερα τις έννοιες της Ευγονικής, της Βιοτεχνολογίας και του Γονιδιακού Πλουραλισμού καθώς και τις δυνατότητες που παρέχουν στη σημερινή εποχή. Ξεκινώντας με μια ιστορική αναδρομή για την ευγονική παρατηρήθηκε χρήση αυτής από πολύ παλιά στην αρχαία Ελλάδα αλλά και σε άλλες χώρες με σημαντικότερη τη Γερμανία της ναζιστικής εποχής όπου απέκλειαν από την κοινωνία τους ανθρώπους που έφεραν γενετικές ανωμαλίες (διανοητικά καθυστερημένοι, ψυχασθενείς, κ.α.). Εν συνεχεία, με την ανάλυση και τον τρόπο χρήσης της ευγονικής, καταλήξαμε πως έχει δύο μορφές, θετική και αρνητική ανάλογα τον λόγο που χρησιμοποιείται. Ακόμη είδαμε τη δυνατότητα που μας έχει δοθεί μέσω της ευγονικής να επιλέγουμε τα χαρακτηριστικά του παιδιού μας. Με λίγα λόγια, η ευγονική χρησιμοποιείται για τη βελτίωση των βιολογικών αλλά και φυσικών χαρακτηριστικών του ατόμου. Ακολούθησε η αναφορά στην Βιοτεχνολογία και Τη Γενετική Μηχανική, που αποτελούν μέσα πραγματοποίησης της ευγονικής. Η Βιοτεχνολογία αφορά στους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς και περιλαμβάνει τρόφιμα, φυτά, ζώα. Στη συγκεκριμένη εργασία εξετάστηκε από την ιατρική της πλευρά και τις παρεμβάσεις που μπορούν να γίνουν στον ανθρώπινο οργανισμό με στόχο τη βελτίωσή του. Επιπρόσθετα, έγινε μνεία στον Γονιδιακό πλουραλισμό. Ο ανθρώπινος οργανισμός αποτελείται από εκατομμύρια γονίδια όπου το καθένα από αυτά είναι υπεύθυνο για κάποιο χαρακτηριστικό –λειτουργία του ατόμου. Μέσω του γονιδιακού πλουραλισμού παρατηρούνται οι δυνατότητες των γονιδίων και πόσο μπορεί η επέμβαση σε αυτά να επηρεάσει τις λειτουργίες του οργανισμού. Έπειτα από την προσέγγιση όλων αυτών των εννοιών τεκμαίρεται ότι, κάνοντας λόγο για βιοτεχνολογία και γονιδιακό πλουραλισμό, αναφερόμαστε στις μεθόδους που μπορεί να επιτευχθεί η ευγονική και στους δυνατούς τρόπους παρέμβασης στο ανθρώπινο γονιδίωμα. Κλείνοντας αναφερθήκαμε στους απότοκους των νέων αυτών εννοιών, τα βιοηθικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί. Υπάρχουν οι υπέρμαχοι της ευγονικής αλλά και οι αντίπαλοι της. Όλοι όμως την υποστηρίζουν όταν αυτή στοχεύει στην αποφυγή ή πρόληψη των γενετικών ανωμαλιών. Παρουσιάστηκε η θέση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας και κάποια παραδείγματα που βοηθούν στη κατανόηση των παραπάνω ιατρικών επιτευγμάτων αλλά και στον προβληματισμό όλων μας. 446 331 348 The thesis dealt with the issue of e-commerce of drugs, their legal framework and the management of the dangers of the internet. The latest years, there is a lot of progress at these issues following the important evolution of technology that demands accordant changes to legislation.The advantages of the internet are a lot and known; the quick and easy transactions, the less expenses for the consumer due to the reducing of the travel cost, the greater variety and the more choices, the lower operating expenses, the increase of the fair competition. However, the disadvantages are also noteworthy; the lack of personal contact with the pharmacist for additional information and important advises, the risk of spying the personal health data and the payment data, the unrestrained access of minors to the internet, the unfair competition and the high operating cost of the combination of e-pharmacy and conventional drug store. Many of the above problems have already been solved with the 2001/83/EC guidance and the EEC 699/2014 regulation by providing a common procedure for the granting marketing authorization of medicine at the European Union and for the advertising of medicines. There is also a standard logo that allows the identification of the Member State where the person, who offers the medicines, is located in. Moreover, the legislation regarding the producer’s responsibility for defects medicines applies for conventional drug store and for e-pharmacy as well. Finally, the 4316/2015 law regulated the operation of e-pharmacies by harmonizing the European Regulation with the need of protection of the constitutional right of the public health. Although, there are still few issues to be addressed. It is a fact that there is no legal provision in Greece for e-pharmacies. However, the Greece could follow the European and the international practice in order to avoid future failures and to move forward carefully at this evolution of medicine commerce without forgetting that e-commerce of medicines should not be considered as a replacer of traditional commerce but as parallel and complementary. Η διπλωματική διατριβή ασχολήθηκε με το ζήτημα του ηλεκτρονικού εμπορίου φαρμάκων, το θεσμικό του πλαίσιο και την αντιμετώπιση των κινδύνων του διαδικτύου. Είναι γεγονός ότι έχει γίνει μεγάλη πρόοδος στο ζήτημα αυτό τα τελευταία χρόνια ακολουθώντας τη φυσική εξέλιξη των πραγμάτων και τη ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας που απαιτεί το ίδιο γρήγορες αντιδράσεις στη νομοθετική παραγωγή. Τα πλεονεκτήματα του διαδικτύου είναι πολλά και γνωστά: γρήγορες και άνετες συναλλαγές, λιγότερα έξοδα για τον καταναλωτή με τη μείωση των μετακινήσεων, μεγαλύτερη ποικιλία, περισσότερες επιλογές, μείωση του λειτουργικού κόστους, αύξηση του θεμιτού ανταγωνισμού. Ωστόσο, αξιοσημείωτα είναι και τα μειονεκτήματα: έλλειψη προσωπικής επαφής με το φαρμακοποιό για παροχή επιπλέον πληροφοριών και σημαντικών παρατηρήσεων, αυξημένος κίνδυνος υποκλοπής προσωπικών δεδομένων σχετικών με την υγεία αλλά και στο πλαίσιο των πληρωμών, ανεξέλεγκτη πρόσβαση των ανηλίκων στο διαδίκτυο, αθέμιτος ανταγωνισμός και υψηλό κόστος λειτουργίας παράλληλα συμβατικών και ηλεκτρονικών φαρμακείων. Πολλά από αυτά τα προβλήματα έχουν ήδη αντιμετωπισθεί, σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο, με την Οδηγία 2001/83/ΕΚ και τον Κανονισμό ΕΟΚ 699/2014 με την πρόβλεψη δημιουργίας μια κοινής διαδικασίας για την παροχή άδειας κυκλοφορίας ενός φαρμάκου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διαφήμιση φαρμάκων καθώς και την ύπαρξη ενός κοινού λογοτύπου που θα επιτρέπει τον εντοπισμό του κράτους μέλους που είναι εγκατεστημένο το πρόσωπο που προσφέρει τα φάρμακα εξ αποστάσεως. Ακόμα ζητήματα που αφορούν την ευθύνη του παραγωγού για ελαττωματικά φάρμακα στην ηλεκτρονική πώληση φαρμάκων τυγχάνουν αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων που αφορούν την πώληση φαρμάκων από συμβατικά φαρμακεία. Τέλος ο νόμος 4316/2014 ρύθμισε τη λειτουργία των ηλεκτρονικών φαρμακείων εναρμονίζοντας τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό με τις ανάγκες προστασίας του συνταγματικού δικαιώματος της δημόσιας υγείας. Κλείνοντας, πρέπει να τονιστεί ότι υπάρχουν ακόμα αρκετά ζητήματα προς ρύθμιση. Είναι γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν έχει γίνει πράξη η νομοθετική πρόβλεψη περί ηλεκτρονικών φαρμακείων. Δίνεται ωστόσο η δυνατότητα να διδαχθούμε από την ευρωπαϊκή και διεθνή πρακτική, για να αποφύγουμε μελλοντικές αστοχίες και να προχωρήσουμε με βήματα σταθερά και προσεχτικά σε αυτή την αναπόφευκτη εξελικτική πορεία στο χώρο του εμπορίου φαρμάκων, χωρίς να ξεχνάμε ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο φαρμάκων δεν πρέπει να θεωρηθεί αντικαταστάτης του παραδοσιακού εμπορίου αλλά πρέπει και μπορεί να λειτουργεί παράλληλα και συμπληρωματικά. 447 225 218 Παράγοντες που επηρεάζουν την βλαστικότητα των σπόρων του ζιζανίου άρκτιο (Arctium sp.) In the present was investigated the effect of salinity, ascorbic acid, acidity, light, temperature but also the combination of temperature-light and acidity-light on the germination capacity of the weed Arctium spp. It was studied the growth stage of the weed root in the seed stage. The experiment was repeated twice at different times but under the same conditions. The effect of salinity and ascorbic acid had a zero effect on the germination capacity of the seeds relative to the control which received only water. The use of buffer showed an increase in percentages in the second phase of the experiment while the control had the same values in both phases. Light has played an important role by increasing sprouting rates relative to darkness, in which the prices fell in the second part of the experiment. At 15˚C, the second experimental part had reduced sprouting rates as well as the control (room conditions), while at 20˚C there was an increase in the specimens of the interventions. Finally, the combination of light and acidity showed an increase in the percentages in the second phase of the experiment while in dark conditions there was a decrease in germination capacity of the seeds. Reverse results were recorded under 15˚C and light conditions where; the percentages remained the same; and under 15˚C and darkness there was an increase in rates Στην παρούσα εργασία ερευνήθηκε η επίδραση της αλατότητας, του ασκορβικού οξέος, της οξύτητας, του φωτός, της θερμοκρασίας αλλά και του συνδυασμού θερμοκρασίας-φωτός και οξύτητας-φωτός, στην φυτρωτική ικανότητα του ζιζανίου Arctium spp. Μελετήθηκε η διάρκεια έκπτυξης της ρίζας του ζιζανίου στο στάδιο του σπόρου. Το πείραμα επαναλήφτηκε 2 φορές σε διαφορετικούς χρόνους αλλά υπό τις ίδιες συνθήκες. Η επίδραση της αλατότητας και του ασκορβικού οξέος είχαν μηδενική επίδραση στην φυτρωτική ικανότητα των σπόρων σε σχέση με τον μάρτυρα ο οποίος έλαβε μόνο νερό. Η χρήση ρυθμιστικού διαλύματος έδειξε αύξηση των ποσοστών στην δεύτερη φάση του πειράματος ενώ ο μάρτυρας είχε ίδιες τιμές και στις δυο φάσεις. Το φως έπαιξε σημαντικό ρόλο αυξάνοντας τα ποσοστά φυτρώματος σε σχέση με το σκοτάδι, στο οποίο οι τιμές μειώθηκαν στο δεύτερο μέρος του πειραματικού. Στις συνθήκες 15˚C, το δεύτερο πειραματικό μέρος είχε μειωμένα ποσοστά φυτρώματος όπως επίσης και ο μάρτυρας (συνθήκες δωματίου) ενώ αντιθέτως, στους 20˚C υπήρξε αύξηση στα δείγματα των επεμβάσεων. Τέλος η συσχέτιση φωτός και οξύτητας έδειξε αύξηση των ποσοστών στην δεύτερη φάση του πειράματος ενώ σε συνθήκες σκότους υπήρξε μείωση της φυτρωτικής ικανότητας των σπόρων. Αντίθετα αποτελέσματα καταγράφηκαν υπό συνθήκες 15˚C και φωτός όπου τα ποσοστά παρέμειναν τα ίδια ενώ στους 15˚C και σκοτάδι παρουσιάστηκε αύξηση των ποσοστών 448 206 189 Stroke is the second most common cause of death and the third leading disease with increased socio-economic burden (WHO, 2016). An important percentage of patients with stroke (> 30%) experience chronic disability, limited participation in social behavior and work (Miller et al,2010,Daniel K et al,2009, Gadidi et al,2011). They often present to health care professionals with a variety of complex physical, psychological and cognitive problems. The signs and symptoms that characterize a stroke are dependent upon the size and location of the lesion. The most common symptom is a motor deficit such as hemiplegia. Other neurological symptoms that can be generated are sensory, perceptual, visual, communication and swallowing disorders. Consequently cerebrovascular accident may have a major impact on a person’s life. It can lead to chronic restriction in functional activities and necessitate long-term care. The sudden loss of any capacity causes severe stress not only to the patient but also to the caregivers. Participation of patients in a rehabilitation program is needed to improve functional deficits. This fact is emphasized by the publication of Guidelines for Adult Stroke Rehabilitation and Recovery (2016) AHA / ASA. In the document effectiveness and utility of rehabilitation methods are reported. Physical Therapy is the core treatment in most rehabilitation protocols To Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (Α.Ε.Ε.) αποτελεί παγκόσμια τη δεύτερη πιο συχνή αιτία θανάτου και την τρίτη κατά σειρά νόσο με αυξημένο κοινωνικό- οικονομικό φορτίο (WHO, 2016). Η συμπτωματολογία των ασθενών είναι πιθανό να σχετίζεται με μειωμένη κινητικότητα σε άνω - κάτω άκρο, διαταραχές στην ομιλία, όραση, κατάποση, έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών και κατάθλιψη. Σημαντικό ποσοστό των ασθενών με ΑΕΕ (>30%) βιώνει χρόνια αναπηρία , περιορισμό στη συμμετοχή που αφορά την κοινωνική συμπεριφορά και την εργασία (Miller et al,2010,Daniel K et al,2009, Gadidi et al,2011). Κατά συνέπεια, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη ζωή ενός ατόμου. Μπορεί να οδηγήσει σε χρόνιο περιορισμό της λειτουργικής δραστηριότητας και μακροχρόνια περίθαλψη. Η αιφνίδια απώλεια οποιασδήποτε λειτουργικής ικανότητας προκαλεί έντονο ψυχολογικό φορτίο όχι μόνο στον ασθενή αλλά και στους φροντιστές. Η συμμετοχή των ασθενών σε πρόγραμμα αποκατάστασης απαιτείται για τη βελτίωση των λειτουργικών ελλειμμάτων. Αυτό το γεγονός τονίζεται από τη δημοσίευση κατευθυντήριων οδηγιών για την αποκατάσταση του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου στους ενήλικες (2016) AHA / ASA. Στο έγγραφο αναφέρονται η αποτελεσματικότητα και η χρησιμότητα των μεθόδων αποκατάστασης στο ΑΕΕ. Η Φυσικοθεραπεία αποτελεί τη βασική παρέμβαση στα περισσότερα θεραπευτικά πρωτόκολλα αποκατάστασης. 449 209 302 Minimally invasive versus conventional approaches in Total Knee Replacement/ Arthroplasty Οι μικρής επεμβατικότητας προσπελάσεις του γόνατος συγκρινόμενες με τη συμβατική στην ολική αρθροπλαστική του γόνατος. Background. Life expectancy lengthening and aging of population resulted in dramatically increase of patients with osteoarthritis. Total knee arthroplasty is widely used as the gold standard in order to relieve pain, correct deformity and restore function. A contemporary and controversial topic, is that of minimally invasive surgery for TKA. The minimally invasive approaches are based on the concept that they don't violate the extensor mechanism, resulting in earlier functional recovery, shorter hospital stay and enhanced patients' overall satisfaction. The most commonly used MIS approaches in TKA are the subvastus, midvastus and the quadriceps sparing. There is a debate regarding the efficacy and safety of these methods. Objective. In this article we will review the current literature (randomized controlled trials and systematic reviews/meta-analyses) on MIS compared to traditional approach and analyse their clinical safety, efficacy and long-term results. Design. Comparison of well-designed studies have tried to demonstrate the advantages/disadvantages, the clinical results and the complications of the MIS approaches compared to the MPP approach. Results. MIS approaches seem to provide advantages in the immediate post-operative period accompanied by increased reports of complications. Consequently, further investigation based on large well-designed studies with long-term results are warranted to further clarify MIS effectiveness/safety. Η επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής στις μέρες μας σε συνδυασμό με τη «γήρανση» του πληθυσμού είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική αύξηση του αριθμού των ασθενών με οστεοαρθρίτιδα και ειδικότερα αυτής του γόνατος. Η ολική αρθροπλαστική του γόνατος θεωρείται πλέον ως το " gold standard” στην τελική θεραπεία με στόχο τη μείωση/εξάλειψη του πόνου, τη διόρθωση οποιασδήποτε παραμόρφωσης και επαναφορά της πλήρους λειτουργικότητας του γόνατος. Ένα επίκαιρο και επίμαχο θέμα, ειδικά στις μέρες μας, είναι αυτό της «ελάχιστης», μικρής επεμβατικότητας (MIS) ολικής αρθροπλαστικής του γόνατος. Οι μικρής επεμβατικότητας προσπελάσεις βασίζονται στην ιδέα, άποψη ότι δεν παραβιάζουν τον εκτατικό μηχανισμό του γόνατος έχοντας ως αποτέλεσμα γρηγορότερη αποκατάσταση, μικρότερη διάρκεια νοσηλείας και αυξημένο επίπεδο ικανοποίησης του ασθενούς. Οι πιο «διαδεδομένες» MIS προσπελάσεις είναι i) δια του έσω πλατέως μυός ii) υπό του έσω πλατέως μυός iii) διατηρώντας τον τετρακέφαλο. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει διχογνωμία σχετικά με την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα τους. Στη μελέτη μας θα οργανώσουμε μια κριτική ανασκόπηση της τρέχουσας βιβλιογραφίας (χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες και συστηματικά review/μετα-αναλύσεις) συγκρίνοντας τις MIS τεχνικές με την «παραδοσιακή» τεχνική (έσω παραεπιγονατιδική προσπέλαση) με σκοπό να αναλύσουμε την ασφάλεια, την αποτελεσματικότητα καθώς και τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματά τους. Στο σχεδιασμό της ανασκόπησής μας θα χρησιμοποιήσουμε/συγκρίνουμε καλά οργανωμένες μελέτες της βιβλιογραφίας, με σκοπό να αναδειχθούν τα πλεονεκτήματα/μειονεκτήματα, τα κλινικά αποτελέσματα καθώς και οι επιπλοκές των MIS τεχνικών σε σχέση με «κλασσική» τεχνική. Ορμώμενοι λοιπόν από τα αποτελέσματα των συγκρίσεών μας, θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι οι MIS προσπελάσεις δείχνουν να υπερτερούν σε σχέση με την έσω παρα-επιγονατιδική προσπέλαση μόνο στην άμεση μετεγχειρητική περίοδο με αυξημένα όμως ποσοστά επιπλοκών. Συνεπώς, περαιτέρω διερεύνηση/έρευνα, βασιζόμενη σε μεγάλες και καλοσχεδιασμένες μελέτες με μακροχρόνια αποτελέσματα, απαιτείται έτσι ώστε να επιβεβαιωθεί/διαψευστεί επιπλέον η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα των MIS τεχνικών. 450 249 249 Ψυχολογικά και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά παιδιών προσχολικής ηλικίας που προσήλθαν στο ιατροπαιδαγωγικό κέντρο Κέρκυρας την επταετία 2007 - 2014 Introduction: The psychological characteristics of children are being developed since infancy and they are influenced by a variety of different other factors. Developmental psychopathology is focused, investigates and peruses the factors that influence and configure psychopathological behaviors and traits of preschool children. Purpose: This dissertation negotiates the psychological and psychopathological characteristics of preschool kids that visited the children's mental health center of Corfu for seven years, from 2007 until 2014. The outcome of the research is based on the results of the Achenbach System of Empirically Based Assessment (ASEBA) and the correlation with the demographic and social traits. Method: In this dissertation two different types of questionnaires have been used. The Achenbach questionnaire for parents and teachers of preschool kids and data base regarding demographics. Results: Speech disorders have the highest percentage among the psychopathology of the preschool children. When parents are requesting regarding behavioural and developmental difficulties, the diagnosis is highly related with autism. The kids with autism spectrum disorder have sufficient clinical rates on the stress/depression syndrome on Achenbachof parents and in the overall outcome of parents’ and teachers’ Achenbach. Parents from the central area of Corfu are visiting children’s mental health center more often than parents of the South and North of the island. Conclusion: Summarizing the preschool kids that visited the children's mental health center of Corfu, they present speech disorders more often. It is highly recommended and suggested, that similar research and awareness are very important for early diagnosis, prevention and action in Corfu. Εισαγωγή: Τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά των παιδιών διαμορφώνονται από την βρεφική ηλικία και επιρεάζονται από διάφορους παράγοντες. Η αναπτυξιακή ψυχοπαθολογία επικεντρώνεται, διερευνά και μελετά τους παράγοντες που επιδρούν και διαμορφώνουν ψυχοπαθολογικού τύπου συμπεριφορές και χαρακτηριστικά στα παιδιά προσχολικής ηλικίας. Σκοπός: Η παρούσα μελέτη διαπραγματεύεται τα ψυχολογικά και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικών των παιδιών προσχολικής ηλικίας που προσήλθαν στο Ιατροπαιδαγωγικό κέντρο Κέρκυρας την επταετία 2007 - 2014, όπως αυτή αποτυπώνεται στα αποτελέσματα που απορρέουν από το Σύστημα Achenbach για Εμπειρικά Βασισμένη Αξιολόγηση (ΣΑΕΒΑ) και τη συσχέτιση με τα δημογραφικά - κοινωνικά χαρακτηριστικά τους. Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν το ερωτηματολόγιο Achenbach (ΣΑΕΒΑ) γονέων και εκπαιδευτικών για παιδιά προσχολικής ηλικίας και μία βάση δεδομένων με δημογραφικά στοιχεία. Αποτελέσματα: Τα προβλήματα λόγου και ομιλίας καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο ποσοστό στην ψυχοπαθολογία των παιδιών προσχολικής ηλικίας. Όταν το αίτημα των γονιών είναι για θέματα συμπεριφοράς και ανάπτυξης τότε η διάγνωση σχετίζεται με τον αυτισμό. Τα παιδιά που εμφανίζουν Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή (Δ.Α.Δ.) έχουν κλινικές τιμές στο σύνδρομο άγχος/κατάθλιψη στο Achenbach γονεών και στη συνολική βαθμολογία στο Achenbach γονεών και εκπαιδευτικών. Οι γονείς από την Κεντρική Κέρκυρα προσέρχονται στο Ι.Π.Κ. πιο συχνά σε σχέση με τους γονείς από την Βόρεια και Νότια Κέρκυρα. Συμπεράσματα: Συνοψίζοντας τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που προσήλθαν στο Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο Κέρκυρας, παρουσιάζουν πιο συχνά διαταραχές της ομιλίας και του λόγου. Κρίνεται απαραίτητη η διενέργεια παρόμοιων μελετών, για την έγκαιρη διάγνωση, ενημέρωση, πρόληψη και πρώιμη παρέμβαση στον νομό της Κέρκυρας. 451 288 288 The aim of this thesis is to highlight all the critical issues of law and politics that arise from the right of self-determination and the study of self-determination in light of developments in postcolonial era. For this purpose, in the first chapter of this dissertation, a review of the formation of the principle from the French Revolution to the present will take place. The evolutionary process of the principle of self-determination will facilitate the reader to perceive the ideological backgrounds, but also the intentions and fears of the international community about this principle over time, and how the principle was shaped to its present form through treaties, resolutions and judgments of international courts. Through the process of self-determination over time, the reader will have a clear understanding of the political and legal dimension of this principle. In the second chapter, both the content and the bodies of the right of self-determination are examined as well as the different aspects of self-determination such as economic. In addition, the separation of self-determination in internal and external domains made by several theoreticians of international law takes place. In the end of this chapter there is a research of the right of self-determination as a justification of secession and a study of the case of Kosovo. In addition, autonomy will be referred as a more gentle way of the implementation of the principle of self-determination and in referendums as the main tool of expressing the popular will, concerning the self-determination. In the third chapter there are case studies that focus on the most recent cases which concern international public opinion such as Crimea, Catalonia, Transistria and Iraqi Kurdistan. Through these cases, the modern practices about the principle of self-determinations can be perceived. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη όλων των κρίσιμων ζητημάτων δικαίου και πολιτικής που προκύπτουν από το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και η μελέτη της αρχής υπό το πρίσμα των εξελίξεων στην μετααποικιακή εποχή . Για το σκοπό αυτό, στο πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας θα γίνει μια αναδρομή στο τρόπο διαμόρφωσης της αρχής από την Γαλλική Επανάσταση έως και σήμερα. Η εξελικτική πορεία της αρχής της αυτοδιάθεσης θα διευκολύνει τον αναγνώστη να αντιληφτεί τις ιδεολογικές καταβολές, αλλά και τις προθέσεις, όσο και τις φοβίες της διεθνούς κοινότητας περί της συγκεκριμένης αρχής μέσα στο πέρασμα του χρόνου και πως αυτές διαμόρφωσαν την αρχή όπως είναι σήμερα μέσα από συνθήκες, ψηφίσματα και αποφάσεις διεθνών δικαστηρίων . Μέσω της πορείας της αυτοδιάθεσης στο χρόνο ο αναγνώστης θα αποκτήσει μια σαφή αντίληψη περί της πολιτικής και νομικής διάστασης της συγκεκριμένης αρχής. Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται τόσο το περιεχόμενο όσο και οι φορείς του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης ενώ μελετώνται και οι διάφορες όψεις της αυτοδιάθεσης όπως η οικονομική . Επιπρόσθετα γίνεται αναφορά στον διαχωρισμό της αυτοδιάθεσης σε εσωτερική και εξωτερική, στον οποίον προβαίνουν αρκετοί θεωρητικοί του διεθνούς δικαίου. Κλείνοντας το δεύτερο κεφάλαιο γίνεται μια μελέτη του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης ως αιτιολογική βάση για την απόσχιση και θα εξεταστεί η περίπτωση του Κόσσοβου. Επιπλέον θα γίνει αναφορά τόσο στην αυτονομία ως ένα πιο ήπιο τρόπο εφαρμογής της αρχής της αυτοδιάθεσης, όσο και στα δημοψηφίσματα ως το κύριο μέσο έκφρασης της λαϊκής βούλησης για αυτοδιάθεση. Στο τρίτο κεφάλαιο υπάρχει περιπτωσιολογική μελέτη, η όποια εστιάζεται στις πρόσφατες υποθέσεις που απασχόλησαν την διεθνή κοινή γνώμη όπως είναι η Κριμαία , η Καταλονία, η Υπερδνειστερία και το Ιρακινό Κουρδιστάν. Μέσω αυτών των περιπτώσεων θα γίνει δυνατή η αντίληψη της σύγχρονης πρακτικής ως προς την αρχή της αυτοδιάθεσης. 452 125 160 This study investigates pre-service teachers’ attitudes towards statistics and its relationships with prior math and statistics experience, self-efficacy in statistics, mathematical ability and statistics anxiety. It also studies the relationship between attitudes and achievement, as well as possible changes in attitudes followed by a statistics course. A structured questionnaire was administered to 201 students of a Primary Education department for data collection. Results indicated that attitudes towards statistics are positively correlated with prior math and statistics experience, mathematical ability, self-efficacy and achievement, whereas a negative correlation was found with statistics anxiety. Moreover, after the course, attitudes either remained stable or deteriorated slightly. These findings point towards a more in-depth investigation and use of new strategies for teaching statistics both in the lab and the classroom. Η παρούσα έρευνα μελετά τις στάσεις μελλοντικών δασκάλων απέναντι σε ένα εισαγωγικό μάθημα Στατιστικής σε σχέση με την προηγούμενη εμπειρία τους στα Μαθηματικά και τη Στατιστική, την αυτό-αποτελεσματικότητά τους στη Στατιστική, τη μαθηματική τους ικανότητα και το άγχος απέναντι στο μάθημα. Επίσης, μελετά τη σχέση ανάμεσα στις στάσεις και την τελική επίδοση στο μάθημα, όπως και τη διαφοροποίηση των στάσεων μετά την παρακολούθηση του μαθήματος. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 201 φοιτητές/τριες Παιδαγωγικού Τμήματος, στους οποίους χορηγήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο για τη συλλογή των δεδομένων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι στάσεις απέναντι στη Στατιστική συσχετίζονται θετικά με την προηγούμενη εμπειρία, τη μαθηματική ικανότητα, την αυτο-αποτελεσματικότητα και την τελική επίδοση και αρνητικά με το άγχος για τη Στατιστική. Επιπλέον, μετά την παρακολούθηση του μαθήματος, οι στάσεις των φοιτητών είτε παρέμειναν σταθερές είτε επιδεινώθηκαν ελαφρά. Τα ευρήματα αυτά δίνουν το έναυσμα για περαιτέρω διερεύνηση και εφαρμογή νέων στρατηγικών για τη διδασκαλία του μαθήματος της Στατιστικής τόσο στο εργαστήριο όσο και στην αίθουσα διαλέξεων. 453 303 335 The macular hole is a condition in which a gap is created as a hole in the retina in the macular region. This hole is created by the rupture of the macular such drafts around it. In the early stages of the disease, the central vision shows turbidity and deformation. In later stages, the distinguishing central scotoma appears. Even if the macula is completely destroyed, the patient doesn't entirely lose the vision. Despite the fact that, the peripheral vision remains unaffected. The presentation may be with impairment of central vision in one eye, or as a relatively asymptomatic deterioration, first noticed when the fellow eye is closed or at a routine sight test. The diagnosis becomes through the funduscopy and the optical coherence tomography (OCT). Specifically, OCT considerably facilitates differential diagnosis between full-thickness holes, partial-thickness holes, psefdoopes from epiretinal membrane and informal holes partial thickness from cystoid macular edema. The OCT enables accurate assessment of the stage macular hole and the quantification of the scale damage. Noteworthy is the fact that preoperative hole size associated with anatomical restoration and improvement of visual acuity. The most effective treatment option is vitrectomy since many times the findings of the OCT are the key to the design of the surgery. In preparing its work is the presentation of so many of preoperative exams and postoperative results, taking into account the health history of the patient, visual acuity, staging of disease and attendant existing and non lesions with retinoscopy. The hole is closed in up to 100% of cases and visual improvement occurs over the course of many months in 80-90% of eyes.The OCT imaging before and after vitrectomy helps to obtain the results. The conclusions highlight the specific nature of the disease, in addition to the role of OCT in diagnosis and management of vitreomacular disease. Η οπή της ωχράς κηλίδας είναι μια πάθηση, κατά την οποία δημιουργείται ένα κενό, ένα χάσμα ή αλλιώς μια τρύπα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα, στην περιοχή της ωχράς κηλίδας. Αυτή η οπή δημιουργήθηκε από την ρήξη της ωχράς λόγω των έλξεων γύρω από αυτή. Στα πρώιμα στάδια της πάθησης, η κεντρική όραση εμφανίζει θολερότητα και παραμορφώσεις. Σε μετέπειτα στάδια, εμφανίζεται το χαρακτηριστικό κεντρικό σκότωμα της νόσου. Ακόμα και αν η ωχρά κηλίδα καταστραφεί ολοσχερώς, δεν χάνεται εξ' ολοκλήρου η όραση. Ως επί το πλείστον, η περιφερική όραση παραμένει ανεπηρέαστη. Παρατηρείται δυσλειτουργία της κεντρικής όρασης στον έναν οφθαλμό. Ωστόσω, μια σχετικά ασυμπτωματική επιδείνωση μπορεί να εμφανιστεί, όταν για πρώτη φορά το άλλο μάτι είναι κλειστό ή σε ένα τεστ μέτρησης οράσεως. Η διάγνωση της γίνεται με την βυθοσκόπηση και την οπτική τομογραφία συνοχής (OCT). Συγκεκριμένα, με το OCT διευκολύνεται σημαντικά η διαφορική διαγνωστική ανάμεσα στις οπές ολικού πάχους, τις οπές μερικού πάχους, τις ψευδοοπές από επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη και τις άτυπες οπές μερικού πάχους από κυστεοειδές οίδημα ωχράς. Το OCT καθιστά δυνατή την ακριβή εκτίμηση του σταδίου της οπής της ωχράς, καθώς και τον ποσοτικό προσδιορισμό των διαστάσεων της βλάβης. Αξιοσημείωτο επίσης, είναι το γεγονός ότι το προεγχειρητικό μέγεθος της οπής συσχετίζεται με την ανατομική αποκατάσταση και τη βελτίωση της οπτικής οξύτητας. Η πιο αποτελεσματική επιλογή θεραπείας της είναι η υαλοειδεκτομή, δεδομένου ότι πολλές φορές τα ευρήματα του OCT αποτελούν το πιο βασικό παράγοντα για το σχεδιασμό της χειρουργικής επέμβασης. Κατά την εκπόνηση της μεταπτυχιακής εργασίας, γίνεται η παρουσίαση τόσων των προεγχειρητικών εξετάσεων όσο και των μετεγχειρητικών αποτελεσμάτων, λαμβάνοντας υπόψιν το ιστορικό του ασθενούς, την οπτική οξύτητα, τη σταδιοποίηση της πάθησης και τις σύνοδες υπάρχουσες και μη αλλοιώσεις με βυθοσκόπηση. Η οπή της ωχράς κλείνει στο 100% των περιπτώσεων και η βελτίωση της οπτικής οξύτητας ανέρχεται μετά τη διάρκεια πολλών μηνών στο 80-90%. Η απεικόνιση με OCT προ και μετά της βιτρεκτομής, βοηθά στη λήψη των αποτελεσμάτων, τα οποία αναδεικνύουν τόσο την ιδιαιτερότητα της πάθησης, όσο και την αναγκαιότητα της θεωρητικής και πρακτικής απεικονιστικής προσέγγισης με το OCT. 454 281 298 Η χρήση της μαγνητικής τομογραφίας (MRI) στη διάγνωση πρώιμων εμβρυϊκών θανάτων στον εργαστηριακό επίμυ Magnetic resonance imaging (MRI) of developing embryos is becoming increasingly valuable. The purpose of the present experimental study was to investigate the occurrence of early embryonic deaths in laboratory rats using MRI. A total of 21 female Wistar rats divided into three age groups of 4, 6 and 12 months were subjected on the twelfth (12th) day of pregnancy to MRI examination of their genital system to a clinically used human whole body MRI scanner 1,5 T applying the 3D STIR sequence, in order to determine the accurate number of embryos. On the twentieth (20th) day of gestation, laboratory animals were hysteretomized after mid-laparotomy to recount the fetuses. The findings of the hysteretomy were contrasted with those of magnetic resonance imaging. The percentages of rats with embryonic deaths did not differ within groups. The percentage of embryonic deaths did not differ between the 4 months-old (12.86%) and 6 months-old (17.25%) rats, although it was significantly lower than that of the 12-months-old group (58.62%) compared with both the group of 4 months (p = 0.009) and the group of 6 months (p = 0.038). Specifically, the 4 months-old rats presented higher percentage of early embryonic deaths (83,33%) in comparison with the percentage of non early embryonic deaths (16,67 %). Similarly, the 12 months-old rats presented higher percentage of early embryonic deaths (57,14 %) than that of non early (42,86 %). On the other side, the 6 months-old rats presented only non early embryonic deaths (100%). In conclusion, embryonic deaths occur in all ages in the laboratory rat. The magnetic resonance imaging can be used in the laboratory rat to distinguish embryonic deaths that are observed from the 12th day of pregnancy onwards. Η απεικόνιση με τη βοήθεια της μαγνητικής τομογραφίας (MRI) των αναπτυσσόμενων εμβρύων αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη αξία. Σκοπός της παρούσης πειραματικής μελέτης ήταν να διερευνηθεί η εκδήλωση πρώιμων εμβρυϊκών θανάτων στον εργαστηριακό επίμυ με τη βοήθεια της ΜRI. Συνολικά 21 θηλυκοί επίμυες Wistar οι οποίοι είχαν χωριστεί σε τρεις ηλικιακές ομάδες των 4, 6 και 12 μηνών υποβάλλονταν τη δωδέκατη (12η) ημέρα της κύησης εξέταση MRI του γεννητικού τους συστήματος σε έναν κλινικά χρησιμοποιούμενο τομογράφο σάρωσης ολοκλήρου του ανθρωπίνου σώματος 1,5 Τ με ακολουθία 3D STIR προκειμένου να προσδιοριστεί ο ακριβής αριθμός των εμβρύων. Την εικοστή (20η) ημέρα της κυοφορίας τα πειραματόζωα υποβάλλονταν σε υστεροτομή έπειτα από μέση λαπαροτομή, ώστε να καταμετρηθούν εκ νέου τα έμβρυα. Τα ευρήματα της υστεροτομής αντιπαρατέθηκαν με τα αντίστοιχα της μαγνητικής τομογραφίας. Το ποσοστό των επιμύων με εμβρυϊκούς θανάτους δεν διέφερε μεταξύ των ηλικιακών ομάδων (4 μηνών: 75%, 6 μηνών: 66,67%, 12 μηνών: 100%). Το ποσοστό εμβρυϊκών θανάτων δε διέφερε μεταξύ των επιμύων ηλικίας 4 (12,86%) και 6 μηνών (17,25%), αν και ήταν σημαντικά μικρότερο από την ομάδα των 12 μηνών (58,62%) τόσο σε σύγκριση με την ομάδα των 4 μηνών (p=0,009) όσο και με εκείνη των 6 μηνών (p=0,038). Οι επίμυες ηλικίας 4 μηνών εμφάνιζαν μεγαλύτερο ποσοστό πρώιμων εμβρυϊκών θανάτων (83,33%) συγκριτικά με το ποσοστό των μη πρωίμων εμβρυϊκών θανάτων (16,67%). Ομοίως, οι επίμυες ηλικίας 12 μηνών εμφάνιζαν μεγαλύτερο ποσοστό πρώιμων εμβρυϊκών θανάτων (57,14%) παρά μη πρώιμων (42,86%). Αντίθετα, οι επίμυες ηλικίας 6 μηνών εκδήλωναν μόνο μη πρώιμους εμβρυϊκούς θανάτους (100%). Συμπερασματικά, ο εργαστηριακός επίμυς παρουσιάζει αυθόρμητους εμβρυϊκούς θανάτους σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Η μέθοδος της μαγνητικής τομογραφίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διαχωρίσει τους εμβρυϊκούς θανάτους που παρατηρούνται από την 12η ημέρα της κύησης και μετά. 455 390 347 Μελέτη της διατροφικής συμπεριφοράς όσον αφορά στην κατανάλωση υπέρ τροφών σε δείγμα πληθυσμού στον Ν. Έβρου During the last years there has been a great interest in relation to superfoods and mainly to some of them in particular. People’s interest, as well as their consumption or food habits, has turned to such kinds of foods, due to the fact that nowadays they pay a greater deal of attention to their external appearance, stamina as well as their health and well-being in general than they used to do some years ago. This is the reason why I took the decision to deal with this issue, so as to clarify both the meaning of the term superfoods and their beneficial effects on the human organism. My ultimate goal is to achieve their better incorporation in our daily nutrition. The particular project has been divided into two parts. The first one concerns the bibliographic investigation of the matter and the second part is the experimental one. Furthermore, the first part has been divided into four individual chapters. In the first chapter there is a historical reference to the human nutrition and an overall approach both to the past and the future. The goal of the second chapter is to make the reader come for the first time in contact with the meaning of the word superfoods as well as with the individual categories. This chapter also includes the analysis of basic features of superfoods, the benefits of their incorporation in our nutrition and their significant value to the human organism. Additionally, there is a reference to the consuming procedure of superfoods during the period of the financial crisis. Last but not least there is a distinction between superfoods and functional foods. The third chapter has to do with the motion of nutritional ingredients and the two individual categories of micro-nutritious and macro-nutritious ingredients. Also, the meaning of bioavailability and its role for the human organism has been analyzed. In the fourth chapter we have an analysis of the most important superfoods. In particular, there is an analysis of their nutritional value as well as the beneficial quantities that each of them might have on human being. In the experimental part, after gathering the results of the questionnaires, that has been distributed to 110 people, and on the basis of the answers which were given by each individual, we managed to come to certain conclusions concerning people’s awareness of superfoods. Τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργηθεί μεγάλο ενδιαφέρον όσον αφορά στις υπερτροφές (superfoods) και συγκεκριμένα ορισμένες εξ αυτών. Η κατανάλωση και το ενδιαφέρον των ανθρώπων έχει στραφεί σε τέτοιου είδους τροφές καθώς ο κόσμος τα τελευταία χρόνια άρχισε να προσέχει πολύ περισσότερο τόσο την εμφάνιση και την σωματική του αντοχή, όσο και την ευεξία και την καλύτερη υγεία. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν, αποφάσισα να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο θέμα, έτσι ώστε να αποσαφηνιστούν τόσο η πραγματική έννοια των υπερτροφών, όσο και οι ευεργετικές ιδιότητες αυτών στον ανθρώπινο οργανισμό, με σκοπό την όσο καλύτερη ένταξη αυτών στο καθημερινό διαιτολόγιο. Η συγκεκριμένη εργασία χωρίστηκε σε δυο μέρη. Το πρώτο μέρος αφορά την βιβλιογραφική διερεύνηση του θέματος και το δεύτερο το πειραματικό. Όσον αφορά στο πρώτο μέρος χωρίστηκε σε τέσσερα επιμέρους κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια ιστορική αναδρομή στην ανθρώπινη διατροφή καθώς και μια συνολική προσέγγιση αυτής τόσο στο παρελθόν όσο και στο μέλλον. Το δεύτερο κεφάλαιο έχει σαν στόχο να έρθει ο αναγνώστης σε μια πρώτη επαφή με την έννοια των υπερτροφών καθώς και με τις επιμέρους κατηγορίες. Σε αυτό αναλύονται τα βασικά χαρακτηριστικά των υπερτροφών, τα οφέλη ένταξής τους στην διατροφή μας και η χρησιμότητα τους στον ανθρώπινο οργανισμό. Επιπλέον, γίνεται αναφορά στην πορεία της κατανάλωσης των υπερτροφών στην περίοδο της οικονομικής κρίσης και τέλος γίνεται ένας διαχωρισμός μεταξύ υπερτροφών (super foods) και λειτουργικών τροφίμων (functional foods). Στο τρίτο κεφάλαιο, γίνεται μια αναφορά στην έννοια των θρεπτικών συστατικών και των δυο επιμέρους κατηγοριών, των μικροθρεπτικών και μακροθρεπτικών συστατικών. Επίσης, αναλύεται η έννοια της βιοδιαθεσιμότητας και ο ρόλος της στον ανθρώπινο οργανισμό. Στο τέταρτο κεφάλαιο, αναλύονται οι σημαντικότερες υπερτροφές. Πιο συγκεκριμένα γίνεται ανάλυση τόσο της διατροφικής αξίας τους, όσο και των ευεργετικών ιδιοτήτων που μπορεί να έχει η κάθε μια για τον άνθρωπο. Στο πειραματικό μέρος, αφού συγκεντρώθηκαν τα αποτελέσματα από τα ερωτηματολόγια που μοιράστηκαν σε 110 άτομα και βασιζόμενη στις απαντήσεις που έδωσε το κάθε άτομο, μπορέσαμε να καταλήξουμε σε ορισμένα αποτελέσματα όσον αφορά την γνώση των ανθρώπων για τις υπερτροφές. 456 107 119 This dissertation explores the views and actions of elementary school teachers about student mistakes. It seeks to identify the ways in which these teachers manage the mistakes of their students during their teaching and the reasons they’re caused. Studying the existing bibliography, we draw on useful information about the different student mistake categories, the different types of errors and their causes, as well as various ways of dealing with them/managing them. The main tool we used was the anonymous questionnaire. The results of the survey highlight the necessity to analyze students’ mistakes instead of ignoring them, something that, after analyzing teachers' answers, seems to occur regularly already Η παρούσα πτυχιακή εργασία διερευνά τις απόψεις και τις δράσεις των εκπαιδευτικών που διδάσκουν στο δημοτικό σχολείο αναφορικά με τη διαχείριση του λάθους. Αναζητά να εντοπίσει τους τρόπους με τους οποίους οι εκπαιδευτικοί αυτοί διαχειρίζονται τα λάθη των μαθητών τους κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας τους, καθώς και τα αίτια που προκαλούν τα λάθη. Μελετώντας την ήδη υπάρχουσα βιβλιογραφία, αντλούμε ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες σχετικά με τις διαφορετικές κατηγορίες των λαθών και τις αιτίες που τα προκαλούν, καθώς και διάφορους τρόπους αντιμετώπισής τους. Το βασικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν το ανώνυμο ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα της έρευνας τονίζουν την αναγκαιότητα ανάλυσης των λαθών των μαθητών και αποφυγή της αγνόησής τους, κάτι που από τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών φαίνεται ότι ισχύει ήδη. 457 294 320 Εκτίμηση της κυτταροστατικής και κυτταροτοξικής δράσης της χορήγησης απιγενίνης και sorafenib στη φυσιολογική κυτταρική σειρά ήπατος NCTC 1469 Background: Hepatocellular cancer is a common cause of death from malignancy, and a large proportion of patients with hepatocellular carcinoma can only undergo palliative treatment at the time of diagnosis, with sorafenib. Sorafenib presents serious side effects, which frequently lead to the discontinuation of therapy or tumors might present chemoresistance. Ideally, a chemotherapeutic scheme should demonstrate a cytoselective action against cancer cells. The flavonoid apigenin has exhibited a cytoselective action in previous reports and has been studied as a potential anticancer drug either as a monotherapy or as a combined treatment. The purpose of this study was to evaluate how the combination of apigenin and sorafenib affects healthy hepatocytes.Materials and Methods: To perform the experiments, the normal murine hepatocellular cell line NCTC 1469 was used. The cells were exposed to various concentrations of apigenin or Sorafenib, as monotherapies or combined treatments. Cell viability and cytotoxicity were determined by the LDH method, while cell growth was determined by the SRB method. More specifically, we employed the methodology proposed by National Cancer Institute (NCI, NIH, USA) and determined cell growth before drug addition (T0), 24h after drug addition (T24) and 48h after drug removal (T72). Results: According to our results, single apigenin administration at concentrations higher than 20μΜ demonstrated a cytotoxic effect. Cell growth after apigenin removal (T72) was similar to T24. Sorafenib, as well as, apigenin and sorafenib combined treatments reduced cell viability and exhibited a cytostatic and a cytotoxic effect. Apigenin co-administration enhanced sorafenib’s cytostatic activity in NCTC 1469 cells, while there were no significant changes in cytotoxicity. Conclusions: The fact that apigenin does not enhance sorafenib’s cytotoxic activity is important to normal cells. Similar experiments in liver cancer cell lines would help delineate whether the action of the aforementioned drug combination is cytoselective. Σκοπός: Ο ηπατοκυτταρικός καρκίνος αποτελεί μια συχνή αιτία θανάτου από κακοήθεια, και ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών μπορούν να υποβληθούν μόνο σε παρηγορική θεραπεία, sorafenib. Το sorafenib, παρουσιάζει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες, οι οποίες συχνά οδηγούν στη διακοπή της θεραπείας ή μπορεί ο όγκος να αναπτύξει χημειοανθεκτικότητα. Ιδανικά, ένα χημειοθεραπευτικό σχήμα θα πρέπει να δρα εκλεκτικά προς τα καρκινικά κύτταρα. Η φλαβόνη απιγενίνη, έχει επιδείξει τέτοιου είδους δράση, ενώ έχει μελετηθεί για την αντικαρκινική δράση της είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμήσουμε πώς επηρεάζει η συνδυαστική χορήγηση απιγενίνης και sorafenib τα υγιή ηπατοκύτταρα. Υλικά και Μέθοδοι: Για τη διενέργεια των πειραμάτων, χρησιμοποιήθηκε η κυτταρική σειρά φυσιολογικών ηπατοκυττάρων μυός NCTC 1469. Τα κύτταρα εκτέθηκαν σε διάφορες συγκεντρώσεις απιγενίνης και Sorafenib είτε μεμονωμένα ή και συνδυαστικά. Η κυτταρική βιωσιμότητα και η κυτταροτοξικότητα εκτιμήθηκαν με τη μέθοδο LDH. Η κυτταρική ανάπτυξη εκτιμήθηκε με τη μέθοδο SRB. Πιο συγκεκριμένα, εφαρμόστηκε η μεθοδολογία που προτάθηκε από το National Cancer Institute (NCI, NIH, USA) και η κυτταρική ανάπτυξη εκτιμήθηκε πριν την προσθήκη των ουσιών (Τ0), 24 ώρες μετά την προσθήκη (Τ24) και 48 ώρες μετά από την απομάκρυνση των ουσιών (Τ72). Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, η μεμονωμένη χορήγηση απιγενίνης επέδειξε κυτταροτοξική δράση σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 20μΜ. Τόσο η μεμονωμένη χορήγηση sorafenib, όσο και η συνδυαστική με απιγενίνη μείωσε την κυτταρική βιωσιμότητα και επέδειξε κυτταροστατική και κυτταροτοξική δράση. Η παρουσία απιγενίνης ενίσχυσε την κυτταροστατική δράση του sorafenib στα κύτταρα NCTC 1469, όχι όμως και την κυτταροτοξική. Συμπεράσματα: Το γεγονός ότι η συνδυαστική χορήγηση απιγενίνης και sorafenib δε φαίνεται να επάγει τον κυτταρικό θάνατο σε μεγαλύτερο βαθμό από τη μεμονωμένη χορήγηση του αντινεοπλασματικού παράγοντα, στα φυσιολογικά κύτταρα NCTC 1469, είναι σημαντικό. Θα ήταν χρήσιμο να πραγματοποιηθούν αντίστοιχα πειράματα σε καρκινικές κυτταρικές σειρές έτσι ώστε να εξακριβωθεί εάν το συγκεκριμένο θεραπευτικό σχήμα δρα κυτταροεκλεκτικά. 458 655 686 A primary goal of the first pregnancy assessment is to determine the gestational age of the fetus. This is a vital information for setting the timetable of the anticipated prenatal care, planning and interpretation of prenatal examinations, evaluation of fetal development in uterus and mainly when considering interventions against the risk of prematurity in order to avoid or reduce prenatal and perinatal morbidity and mortality. The traditional way to determine the gestational age and estimated day of delivery is by the first day of the last menstrual period. However, this practice is accurate only if the menstrual cycle of the woman is regular and the woman can provide accurate information on her last menstruation. Studies show that these criteria are met only in half of the cases. In recent years, with the advancement of ultrasonography, it has become clear that ultrasound is the most accurate way to determine the fetal gestational age. This is totally valid in the first trimester, where the growth pattern is particularly stable and common for all embryos. In advanced pregnancy, however, the sonographically determined gestational age of the fetus presents a large deviation from the actual gestational age, because the pattern of development widens, reflecting the particular characteristics of each pregnancy, each maternal-placenta-fetal unit. Additionally, if we consider the pregnancies complicated by fetal growth pathology, it is obvious why the sonographically-given fetal age, though accurate in terms of estimating the true size of the fetus, does not reflect its actual chronological age. The current literature, though limited, supports the value of fetal humerus length for pregnancy dating after the first trimester. The idea of using fetal humerus length for pregnancy dating comes from the established efficacy of fetal femur length to accurately determine the gestational age after the first trimester. Measuring the length of the humerus is technically just as easy and does not require any particular expertise of the obstetric care professional to perform it accurately. Even more, the arm bone appears to be affected less by the effects of a hostile endometrial environment and to resist in cases of placental dysfunction. Only a few studies have investigated the role of fetal humerus length to accurately determine the fetal age. Ultrasound measurements of the fetal arm reveal a good linear relationship with gestational age almost throughout the whole time range of gestation. The average measurement error with this practice is only 5 days, while the maximum error is just over 2 weeks. The latter estimations are comparable to those of methods widely used for pregnancy dating to date. The humerus lacks disadvantages of other biometry indicators, such as head circumference or abdominal circumference. These disadvantages are prevented if the femur or humerus is used. According the literature, it appears that using the humerus is much more accurate than the abdominal circumference, marginally more accurate than the head circumference and almost equally accurate to the femur length (sensitivity 82%). However, femur length is a sensitive parameter of intrauterine growth and is affected (not only in syndromes but also) by placental insufficiency. According the existing literature, humerus length can be used as a reliable ultrasound indicator to determine fetal gestational age. In particular, it seems to be very useful in cases where the other biometry measurements commonly used, such as BPD, HC, AC, FL, are unreliable, such as in cases of femoral achondroplasia, gastroschisis, omphalocele, especially in the late stages of the second and third trimesters of pregnancy and in placental insufficiency. Using humerus length to date the pregnancy seems to be an easy, reproducible, relatively accurate technique and particularly useful in cases where conventional methods cannot be applied. Such an indicator of widespread acceptance and application, due to the simplicity of use without particular expertise, seems ideal, especially nowadays, with the increasing number of women seeking obstetrical care, without adequate prior assessment, giving an unreliable history of pregnancy, in order to avoid intervention or non-intervention errors, with adverse perinatal outcomes. Ο κατά το δυνατόν εκριβής προσδιορισμός της ηλικίας κύησης αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία της της αρχικής αξιολόγησης μιας κύησης, ζωτικής σημασίας για το χρονοδιάγραμμα της προβλεπόμενης προγεννητικής μαιευτικής φροντίδας, τον προγραμματισμό και την ερμηνεία των προγεννητικών εξετάσεων, την αξιολόγηση της ενδομήτριας εμβρυϊκής ανάπτυξης και το σχεδιασμό παρεμβάσεων για την πρόληψη της προωρότητας και τις προγεννητικής και περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας. Παραδοσιακά η πρώτη ημέρα της τελευταίας περιόδου είναι ο πρώτος τρόπος καθορισμού της ηλικίας κύησης και της αναμενώμενης ημέρας τοκετού. Αυτή η πρακτική όμως προϋποθέτει έναν κανονικής διάρκειας καταμήνιο κύκλο και ότι η γυναίκα θα θυμάται την πρώτη ημέρα της τελευταίας περιόδου της με ακρίβεια. Από μελέτες φαίνεται ότι μόλις το ήμισυ των γυναικών πληρεί τις προυποθέσεις αυτές. Τα τελευταία χρόνια με την πρόοδο των υπερήχων έχει καταστεί σαφές ότι το υπερηχογράφημα είναι ο πλέον ακριβής τρόπος προσδιορισμού της ηλικίας κύησης του εμβρύου. Αυτό είναι ιδιαίτερα ακριβές στο πρώτο τρίμηνο, όπου το μοτίβο ανάπτυξης είναι ιδιαίτερα σταθερό και κοινό για όλα τα έμβρυα. Σε προχωρημένη κύηση, ωστόσο, η υπερηχογραφικά προσδιοριζόμενη ηλικία κύησης του εμβρύου παρουσιάζει μεγάλο σφάλμα απόκλησης από την πραγματική ηλικία κύησης, γιατί το μοτίβο ανάπτυξης διευρύνεται, αντανακλώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε κυήματος ή πιο σωστά της κάθε μητρο-πλακουντο-εμβρυικής μονάδας. Εάν σε αυτό προστεθούν οι περιπτώσεις εκείνες όπου η ανάπτυξη διαταράσσεται λόγω παθολογίας της κύησης αντιλαμβάνεται κανείς γιατί η υπερηχογραφικά προσδιοριζόμενη ηλικία, όσο σωστή και αν είναι από άποψη εκτίμησης πραγματικού μεγέθους του εμβρύου, δεν αντανακλά χρονικά την πραγματική του ηλικία .Είναι καθιερωμένη η αξία του μηριαίου οστού στη χρονολόγηση της κύησης μετά το πρώτο τρίμηνο. Η μέτρηση του μήκους του βραχιονίου οστού τεχνικά είναι εξίσου αν όχι περισσότερο εύκολη, σε σχέση με το μηριαίο οστό, και δεν απαιτεί ιδιαίτερη εξειδίκευση του εκάστοτε επαγγελματία μαιευτικής φροντίδας για την πραγματοποίησή της με ακριβή τρόπο. Ειδικά το βραχιόνιο οστό φαίνεται να ανθίσταται στις επιδράσεις εχθρικού ενδομητρίου περιάλλοντος και να μην επηρεάζεται η ανάπτυξή του από φαινόμενα διαταραχής της πλακουντιακής λειτουργίας. Ελάχιστοι μελετητές έχουν ασχοληθεί με την αξιολόγηση του ρόλου του μήκους του βραχιονίου οστού στον προσδιορισμό της ηλικίας του εμβρύου. Η υπερηχογραφική αξιολόγηση του μήκους του βραχιονίου οστού αποκαλύπτει μια γραμμική σχέση σε σχέση με τις εβδομάδες κύησης και μια καλή αντιστοίχιση μεταξύ του μήκους του οστού αυτού και των εβδομάδων της κύησης, σχεδόν σε όλο το χρονικό φάσμα αυτής. Το μέγιστο σφάλμα της μέτρησης στην πρόβλεψη της ηλικίας κύησης είναι κάτι παραπάνω από 2 εβδομάδες, ενώ το μέσο σφάλμα μόλις 5 ημέρες. Η τελευταία τιμή είναι συγκρίσιμη με αντίστοιχες από μέχρι σήμερα καθιερωμένης αξίας παραμέτρους χρονολόγησης της κύησης που χρησιμοποιούνται ευρέως. Το βραχιόνιο οστό στερείται μειονεκτημάτων σε σχέση με άλλους δείκτες χρονολόγησης της κύησης, όπως περίπετρος κεφαλής ή περίμετρος κοιλίας. Αυτά τα μειονεκτήματα δεν υφίστανται εάν χρησιμοποιηθεί το μηριαίο ή το βραχιόνιο οστό. Φαίνεται μάλιστα ότι η χρήση του βραχιονίου οστού είναι αρκετά ανώτερη της περιμέτρου κοιλίας, οριακά ανώτερη από την περίμετρο κεφαλής, και υπολείπεται ελάχιστα από το μήκος του μηριαίου οστού (ευαισθησία 82%). Ωστόσο, το μήκος του μηριαίου οστού είναι ευαίσθητη παράμετρος της ενδομήτριας ανάπτυξης και επηρεάζεται (εκτός από σύνδρομα) από καταστάσεις πλακουντιακής ανεπάρκειας. Σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία το μήκος του βραχιονίου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αξιόπιστος υπερηχογραφικός δείκτης για τον προσδιορισμό της ηλικίας κύησης. Ειδικότερα μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμος δείκτης σε περιπτώσεις όπου οι υπόλοιποι παράγοντες βιομετρίας που συνήθως χρησιμοποιούνται, όπως αμφιβρεγματική διάμετρος, περίμετρος κεφαλής, περίμετρος κοιλίας, μήκος μηριαίου οστού, δεν είναι αξιόπιστοι, όπως σε περιπτώσεις αχονδροπλασίας μηριαίου οστού, γαστρόσχισης, ομφαλοκήλης, δολιχοκεφαλίας ή βραχυκεφαλίας, ιδίως σε όψιμο στάδιο στο δεύτερο και στο τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και σε καταστάσεις πλακουντιακής ανεπάρκειας. Η χρήση του μήκους του βραχιονίου οστού για την χρονολόγηση της κύησης φαίνεται δόκιμη διαδικασία, εύκολη, αναπαραγώγιμη, σχετικά ακριβής και ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις που οι συμβατικές καθιερωμένες μέθοδοι δε μπορούν να εφαρμοστούν. Ένας τέτοιος δείκτης ευρείας αποδοχής και εφαρμογής, λόγω ευκολίας προσδιορισμού χωρίς ιδιαίτερη εξειδίκευση του εκάστοτε επαγγελματία μαιευτικής φροντίδας φαντάζει ιδανικός στις μέρες μας, όπου ολοένα και αυξάνει ο αριθμός των γυναικών που εμφανίζεται στις δομές μαιευτικής φροντίδας καθυστερημένα, χωρίς επαρκή προηγούμενο έλεγχο και χωρίς να μπορεί να δώσει ένα αξιόπιστο ιστορικό της κύησης, προκειμένου να αποφευχθούν σφάλματα παρέμβασης ή μη παρέμβασης, με δυσμενές περιγεννητικό αποτέλεσμα. 459 255 255 Ιστολογική εκτίμηση της βλάβης του ήπατος και βιοχημικοί δείκτες σε πειραματικό μοντέλο επιμυός - ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: In today’s age of advanced surgical techniques, ischemia and reperfusion is a nec-essary and often inevitable situation, which despite its benefits may have detrimental effects on liver function. The mechanism of ischemia and reperfusion has been extensively researched and attempts have been made to discover new methods for the reduction or prevention of the hepatic damage it causes. The current experimental study, aims at identifying the effects of intravenous administration of silibinin on biochemical markers and histopathological changes, during ischemia and reperfusion injury to the liver. Material and methods: In this experiment, 63 adult, male, healthy, wistar rats weighing between 250-350 g were used. Ischemia was achieved by clamping of the porta hepatis and was sustained for 45 minutes. Sham operation, administration or not of intravenous silibinin, and time period between reperfusion and euthanasia (60, 120, 180 and 240 minutes) were applied in order to divide the rats into 9 groups. The changes of the biochemical markers and histopath¬ological damage were studied at the predefined time periods in both control and study groups. Results: All biochemical markers, except for alkaline phosphatase, were significantly better in the silibinin group when related to the control group (p<0.044) . Furthermore, the his¬topathological changes were significantly less and of lower degree in the silibinin group when compared to the control group, especially from the point of 180 minutes of reperfusion and on (p<0.001). Conclusions: The administration of intravenous silibinin during ischemia and reperfu¬sion appears to have protective effect on liver damage and its use should be researched further. Σκοπός: Η ισχαιμία και επαναιμάτωση, είναι στη σύγχρονη χειρουργική εποχή, μια απα-ραίτητη και συχνά αναπόφευκτη διεργασία, που παρά τα οφέλη της, μπορεί να έχει για το ήπαρ καταστροφικές επιπτώσεις. Ο μηχανισμός της ισχαιμίας και επαναιμάτωσης έχει ερευνηθεί εκτενώς και έχουν γίνει προσπάθειες για την ανακάλυψη μεθόδων για τη μείωση ή αποτροπή των βλαβών που προκαλεί στο ηπατικό παρέγχυμα. Η παρούσα πειραματική μελέτη, διερεύ- νησε την ύπαρξη ή όχι ευνοϊκών επιδράσεων της σιλιμπινίνης στους βιοχημικούς δείκτες και ιστολογικές αλλοιώσεις του ήπατος κατά την ισχαιμία και επαναιμάτωση. Υλικό και μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν 63 αρσενικοί, υγιείς, αλβίνοι επίμυες, τύπου Wistar, βάρους μεταξύ 250-350 g. Η πρόκληση ισχαιμίας επιτεύχθηκε με αγγειακό αποκλει¬σμό στην πύλη του ήπατος. Δημιουργήθηκαν 9 ομάδες με κριτήρια την εικονική επέμβαση, τη χορήγηση ή όχι ενδοφλέβιας σιλιμπινίνης και τη χρονική διάρκεια της επαναιμάτωσης έως την ευθανασία (60, 120, 180 και 240 λεπτά). Μελετήθηκαν οι μεταβολές των βιοχημικών δεικτών και των ιστολογικών αλλοιώσεων στα προκαθορισμένα χρονικά σημεία στις ομάδες ελέγχου και στις ομάδες σιλιμπινίνης. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική βελτίωση των τιμών όλων των βιοχημικών δεικτών, εκτός της αλκαλικής φωσφατάσης στην ομάδα της σιλιμπινίνης σε σύ-γκριση με την ομάδα ελέγχου (p<0,044). Οι ιστολογικές αλλοιώσεις ήταν σημαντικά λιγότερες και μικρότερου βαθμού στην ομάδα της σιλιμπινίνης, ειδικά στα 180 λεπτά και μετά, συγκρι¬τικά με τις τιμές της ομάδας ελέγχου (p<0,001). Συμπερά-σματα: Η χορήγηση ενδοφλέβιας σιλιμπινίνης κατά την ισχαιμία και επαναι¬μάτωση, φαίνεται να έχει προστατευτική δράση στο ηπατικό παρέγχυμα και χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. 460 402 430 Συσχέτιση ομάδων αίματος του συστήματος ΑΒΟ με καρδιαγγειακά αιματοεγκεφαλικά νοσήματα έσω μοντέλων γραμμικής παλινδρόμησης Over 300 risk factors have been associated with cardiovascular and cerebrovascular diseases, factors of genetic background, epigenetic mechanisms, acquired characteristics or simply environmental influences. The background, in all cases, is vascular dysfunction and/or dysregulation of coagulation mechanisms. The blood system ABO glycoproteins can be found on the surface of red cells, platelets and many plasma proteins. One of those proteins is von Willebrand factor (vWF), which plays a significant role both as a mediator of platelet adhesion when the endotheliun is damaged and in the coagulation cascade. Lower vWF concentrations and activity possibly result in a limited platelet adhesion capability and decreased risk of thrombus formation.Blood group O individuals have 25-30% lower plasma levels of vWF than the Non-O (A, B and AB). Several studies over the last few decades have shown with consistency that blood group O individuals have decreased incidence of venous and arterial thrombotic diseases, reduced risk of cardiovascular accidents and ischemic stroke and possibly elevated risk of hemorrhages in comparison with the non-O persons. Based on the bibliography about the correlation of cardiovascular and cerebrovascular diseases with blood system ABO and given 1) the data of the World Health Organization (WHO) about the possibility of premature death from cerebrovascular and cardiovascular incidents for every WHO state-member, 2) data about stroke death rates and 3) the information about the prevalence of the ABO groups in the population of 96 countries, we tried to find out if our statistical results on the global population are in agreement with the published papers about the different - relatively to ABO blood group - incidence of cardiovascular events and deaths from strokes. Using the SPSS and OpenOffice software, we found that countries with high prevalence of blood group O have a negative correlation with both the possibility of premature death from cardiovascular diseases and the recorded deaths from strokes. A statistical significant positive correlation can be seen between blood group B countries and stroke death rate, positive and statistical significant is also the correlation between group AB countries and the possibility of premature death from cardiovascular diseases, regardless the financial state of the country.Our results on the global population are in agreement with the relevant published papers, which indicate that ABO blood group may play a role in CVD development. However more, well designed, prospective studies are warranted before assigning blood group types as α risk factor for ischemic cardiovascular and/or cerebrovascular diseases. Περισσότεροι από 300 παράγοντες κινδύνου έχουν συσχετιστεί με καρδιαγγειακά νοσήματα και αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, παράγοντες γενετικοί, επιγενετικοί, επίκτητοι καθώς και περιβαλλοντικές επιδράσεις. Το υπόβαθρο, σε όλες τις περιπτώσεις, είναι η αγγειακή δυσλειτουργία ή/και η απορρύθμιση μηχανισμών πήξης.Οι γλυκοπρωτεΐνες του συστήματος ΑΒΟ συναντώνται στην επιφάνεια των ερυθρών αιμοσφαιρίων, των αιμοπεταλίων και πλήθους άλλων πρωτεϊνών του πλάσματος. Μία από τις πρωτεΐνες αυτές είναι ο παράγοντας von Willebrand (vWF) με σημαντικό ρόλο τόσο στην αρχική συσσώρευση των αιμοπεταλίων σε κατεστραμμένο ενδοθήλιο, όσο και στον γενικό καταρράκτη της πήξης. Χαμηλότερα επίπεδα του vWF προφανώς έχουν ως συνέπεια ελαττωμένη προσκολλητική ικανότητα των αιμοπεταλίων και μικρότερο κίνδυνο για δημιουργία θρόμβων. Άτομα με ομάδα αίματος Ο έχουν 25-30% χαμηλότερα επίπεδα vWF στο πλάσμα από τους ΜΗ-Ο.Αμέτρητες μελέτες δεκαετιών έχουν δείξει με συνέπεια ότι άτομα ομάδας Ο έχουν μικρότερη επίπτωση φλεβικών θρομβώσεων, μικρότερο αριθμό ισχαιμικών θρομβωτικών επεισοδίων, μειωμένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα και ισχαιμικά εγκεφαλικά και ίσως αυξημένη πιθανότητα αιμορραγικών περιστατικών σε σχέση με τους ΜΗ-Ο (ομάδες Α, Β και ΑΒ). Με βάση την βιβλιογραφία πάνω στην συσχέτιση καρδιαγγειακών και αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων με τις ομάδες ΑΒΟ και με τη χρήση 1) των στατιστικών δεδομένων από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO, ΠΟΥ) για την πιθανότητα πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά και αγγειακά εγκεφαλικά ανά κράτος, 2) των δεδομένων για τη επίπτωση των θανάτων από εγκεφαλικά σε κάθε χώρα του πλανήτη, 3) της πληροφορίας για την κατανομή των ομάδων αίματος του συστήματος ΑΒΟ σε 96 χώρες, προσπαθήσαμε με στατιστικά μοντέλα γραμμικής παλινδρόμησης να ελέγξουμε αν τα δεδομένα μας για τον παγκόσμιο πληθυσμό συμφωνούν με τις δημοσιευμένες μελέτες για την παρατηρούμενη διαφορετική - ανάλογα με την ομάδα ΑΒΟ - επίπτωση καρδιαγγειακών επεισοδίων και καταγεγραμμένων θανάτων από εγκεφαλικά. Με τη χρήση του λογισμικού SPSS και του OpenOffice βρήκαμε αρνητική συσχέτιση των πληθυσμών ομάδας Ο, τόσο με τους θανάτους από εγκεφαλικά, όσο και με την πιθανότητα πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα. Θετική, στατιστικά σημαντική και ανεξάρτητη από την οικονομική κατάσταση κάθε χώρας ήταν η συσχέτιση ανάμεσα στους πληθυσμούς ομάδας Β και στους καταγεγραμμένους θανάτους από εγκεφαλικά, στατιστικά σημαντικά θετική και ανεξάρτητη από την οικονομική κατάσταση της χώρας παρατηρήθηκε και η συσχέτιση ανάμεσα σε πληθυσμούς ομάδας ΑΒ και την πιθανότητα πρόωρου θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα. Τα αποτελέσματα στον παγκόσμιο πληθυσμό συνάδουν με τις δημοσιευμένες σχετικές μελέτες, οι οποίες δείχνουν ότι η ομάδα αίματος ΑΒΟ πιθανώς να παίζει κάποιο ρόλο στην ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων. Ωστόσο, περισσότερες και κατάλληλα σχεδιασμένες προοπτικές μελέτες απαιτούνται, προτού θεωρήσουμε κάποιες από τις ομάδες αίματος του συστήματος ΑΒΟ ως παράγοντα κινδύνου για ισχαιμικά καρδιαγγειακά και αιματοεγκεφαλικά νοσήματα. 461 277 290 The problem of euthanasia already arises from the difficulty of delimiting its notion to its unified treatment by the sciences that are related to it, especially Medicine, Law, Ethics and Theology. Scientists’ views world-wide, but also these of society, are numerous, ranging from full acceptance to total rejection. In greek law the term "euthanasia" is not explicitly encountered both in the Constitution and in the penal ordinances, including the Code of Medical Ethics. In spite of any objections, the prevailing view in Criminal Law theory assesses the following cases as not unjust: the cases of genuine or pure euthanasia, consensual passive euthanasia, and the doctor's abstention from the artificial prolongation of life when there is not even a patient’s contradictory contrast. Indirect active euthanasia is initially but not ultimately unjust, under conditions, while direct euthanasia is also unjust, as well as any assistance to the patient who wants to die when committing suicide. A response from the Constitution cannot be excerpted regarding the permissibility of euthanasia or not, but the existence of a right to death does not arise. The long-standing negative attitude of the basic religions towards the voluntary end of life seems to be bent in some cases. Although the European Court of Human Rights avoids a straightforward placement on the right to death, the significant number of people who resort to euthanasia with the help of relevant organizations in the countries where euthanasia is allowed and the development of euthanasia tourism, proves the need of society to fill the unintended legal vacuum by establishing strict rules that will allow euthanasia and will not punish the doctor and paramedical staff who will assist in it. Η προβληματική της ευθανασίας εκκινεί ήδη από την δυσκολία οριοθέτησης της έννοιάς της έως την ενιαία αντιμετώπισή της από τις επιστήμες που είναι συναφείς με αυτή και ιδίως την Ιατρική, την Νομική, την Ηθική Φιλοσοφία και την Θεολογία. Οι απόψεις των επιστημόνων παγκοσμίως, αλλά και της κοινωνίας, παρουσιάζουν τεράστιο εύρος κυμαινόμενες από την πλήρη αποδοχή έως την πλήρη απόρριψή της. Στο ελληνικό δίκαιο ο όρος “ευθανασία” δεν απαντάται ρητά τόσο στο Σύνταγμα, όσο και στις ποινικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένου του Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Παρά τις όποιες ενστάσεις η κρατούσα άποψη στη θεωρία του Ποινικού Δικαίου αξιολογεί ως μη άδικες τις περιπτώσεις της γνήσιας ή καθαρής ευθανασίας, της συναινετικής παθητικής ευθανασίας, καθώς και της αποχής του ιατρού από την τεχνητή παράταση της ζωής όταν δεν υπάρχει έστω συναγόμενη αντίθεση του ασθενούς. Η έμμεση ενεργητική ευθανασία συνιστά αρχικά αλλά όχι τελικά άδικη πράξη, υπό προϋποθέσεις, ενώ άδικες είναι η άμεση ενεργητική ευθανασία, καθώς και η παροχή βοήθειας στον ασθενή που επιθυμεί να πεθάνει κατά την τέλεση της αυτοκτονίας. Απάντηση από το Σύνταγμα δεν μπορεί να εξαχθεί αναφορικά με το επιτρεπτό ή όχι της ευθανασίας, δεν προκύπτει ωστόσο η ύπαρξη δικαιώματος στο θάνατο. Η διαχρονικά αρνητική στάση των βασικών θρησκειών απέναντι στον εκούσιο τερματισμό της ζωής φαίνεται πάντως να κάμπτεται σε κάποιες περιπτώσεις. Παρά την αποφυγή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου να πάρει ευθέως θέση αναφορικά με το δικαίωμα στο θάνατο, ο διόλου ασήμαντος αριθμός ανθρώπων που καταφεύγουν στη λύση της ευθανασίας με τη βοήθεια σχετικών οργανώσεων στις χώρες όπου επιτρέπεται και η ανάπτυξη τουρισμού ευθανασίας, αποδεικνύουν την ανάγκη της κοινωνίας να καλυφθεί το ακούσιο νομικό κενό με τη θέσπιση αυστηρών κανόνων που θα επιτρέπουν την ευθανασία και δεν θα τιμωρούν τον ιατρό και το παραϊατρικό προσωπικό που θα συνδράμει σε αυτήν. 462 378 377 Evaluation of the biological activities of essential oils extracted from the aromatic plants Origanum vulgare L. ssp. hirtum and Origanum onites L. on human cancer cells Origanum vulgare L. ssp. hirtum, also known as Greek oregano, is the most common species of oregano in Greece. Origanum onites L. is another species of oregano, known as Turkish oregano, but is the most common species in southern and southeastern Greece. Both species are widely used worldwide as flavorings in the food industry. The aim of this study was to investigate the bioactivity of the essential oils extracted from the aromatic plants Origanum vulgare L. ssp. hirtum (chemotype carvacrol - OILoc) and Origanum onites L. (ONITES). The cell viability SRB assay was employed for the determination of the anti¬proliferative capacity of OILoc and ONITES against three human cancer cell lines, including colon adenocarcinoma CaCo2, mammary adenocarcinoma MCF-7 and liver hepatocellular carcinoma HepG2. Moreover, both essential oils were tested fir their cancer-specificity activity on skin melanoma cell line A375 and its normal counterpart (HaCat cell line). Both oils exhibited significant anti-proliferative activity in vitro, as well as cancer specificity. Flow cytometry was used to investigate whether the oils affect the progression of the cell cycle and our results indicate that they cause cell cycle arrest in different stages of the cell cycle. Also, the gene expression levels of various genes were evaluated using quantitative real-time PCR. Our results showed that there are differences in the levels of gene expression between anti-apoptotic and pro-apoptotic proteins after treatment with the oils. After that, western blotting was assessed to investigate whether there are changes in the biomarker Ezh2 expression after incubation with OILoc. Finally, the DNA damage induction, as well as the protective role of the oils against oxidative stress was researched using the single cell electrophoresis assay. The oils showed to induce moderate DNA damage and did not protect cells against oxidative stress in the range of concentrations used. To conclude, the essential oils from the Greek plants Origanum vulgare L. ssp. hirtum and Origanum onites L. demonstrated significant cancer specific cytotoxicity in vitro and efficasy in causing alterions in the expression profile of many genes involved in apoptosis suggesting that they could be promising anticancer agents. Further research towards this direction is warranted. «Εκτίμηση της βιολογικής ενεργότητας αιθέριων ελαίων από τα αρωματικά φυτά Origanum vulgare L. ssp. hirtum και Origanum onites L. σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα». Το φυτό Origanum vulgare L. ssp. hirtum, γνωστό και ως ελληνική ρίγανη, είναι το πιο κοινό είδος ρίγανης στην Ελλάδα. Το φυτό Origanum onites L., γνωστή ως τουρκική ρίγανη, αποτελεί το είδος που ευδοκιμεί κυρίως στη νότια και νοτιοανατολική Ελλάδα. Και τα δύο είδη χρησιμοποιούνται ευρέως παγκοσμίως ως καρυκεύματα στη βιομηχανία τροφίμων. Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να διερευνηθεί η βιοδραστικότητα των αιθέριων ελαίων που εξάγονται από τα αρωματικά φυτά Origanum vulgare L. ssp. hirtum (χημειότυπος καρβακρόλη - OILoc) και Origanum onites L. (ONITES). Για τον προσδιορισμό της αντιπολλαπλασιαστικής ικανότητας του OILoc και της ONITES εναντίον τριών ανθρώπινων καρκινικών κυτταρικών σειρών, συμπεριλαμβανομένων του αδενοκαρκινώματος παχεός εντέρου Caco2, του αδενοκαρκινώματος μαστού MCF-7 και του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος HepG2 χρησιμοποιήθηκε η δοκιμασία SRB. Επιπλέον, τα δύο αιθέρια έλαια ελέγχτηκαν για την καρκινο-ειδική δράση τους εναντίον της κυτταρικής σειράς μελανώματος του δέρματος Α375 και στη φυσιολογική ομόλογή της (κυτταρική σειρά HaCat). Και τα δύο έλαια εμφάνισαν σημαντική αντιπολλαπλασιαστική δραστικότητα in vitro, καθώς επίσης και την καρκινο-ειδικότητα. Χρησιμοποιήθηκε κυτταρομετρία ροής για να διερευνηθεί εάν τα έλαια επηρεάζουν την πρόοδο του κυτταρικού κύκλου και τα αποτελέσματά μας υποδεικνύουν ότι προκαλούν αναστολή του κυτταρικού κύκλου σε διαφορετικές φάσεις του κυτταρικού κύκλου. Επίσης, τα επίπεδα της γονιδιακής έκφρασης διαφόρων γονιδίων αξιολογήθηκαν χρησιμοποιώντας ποσοτική PCR πραγματικού χρόνου. Τα αποτελέσματά μας έδειξαν ότι υπάρχουν διαφορές στα επίπεδα της έκφρασης γονιδίων αντι-αποπτωτικών και προ- αποπτωτικών πρωτεϊνών κατόπιν επίδρασης με τα έλαια. Ακολούθως, διερευνήθηκε με western blotting εάν έπειτα από επίδραση με το OILoc, αλλάζουν τα επίπεδα του βιοδείκτη Ezh2. Τέλος, η επαγωγή βλάβης του DNA, καθώς και ο προστατευτικός ρόλος των ελαίων εναντίον του οξειδωτικού στρες ελέγχθηκε με το single cell electrophoresis assay. Τα έλαια έδειξαν πως επάγουν μέτριες βλάβες στο DNA και ότι δεν προστατεύουν τα κύτταρα από το οξειδωτικό στρες στο εύρος των συγκεντρώσεων που χρησιμοποιήθηκαν. Εν κατακλείδι, τα αιθέρια έλαια από τα ελληνικά φυτά Origanum vulgare L. ssp. hirtum και Origanum onites L. έδειξαν ότι μειώνουν σημαντικά τη βιωσιμότητα καρκινικών κυττάρων in vitro, μεταβάλλοντας το προφίλ έκφρασης πολλών γονιδίων που εμπλέκονται στην απόπτωση υποδηλώνοντας ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν πολλά υποσχόμενους αντικαρκινικούς παράγοντες. Περαιτέρω μελέτες προς αυτή τη κατεύθυνση κρίνονται απαραίτητες. 463 158 162 Διερεύνηση της ποιότητας της ατμόσφαιρας μέσα στον εργασιακό χώρο μονάδας μεταποίησης με τη βοήθεια ερωτηματολογίων The quality of the air from the perspective of workers in the tobacco industry, is reflected in the current thesis. The completion of an internationally certified and suitable questionnaire such as MM, researches the air quality of the working environment and workers' health. In this research 100 factory workers took part from all the working levels (managers, supervisors, workers, etc.). Through the analysis problems have been showed which encountered in many workplaces of the factory. Such as, are the lack of ventilation in the room, fatigue, the feeling of the "heavy" head, headache, nasal congestion and musculoskeletal disorders associated with the working environment of SEKE SA. Through research methodology all the questions separately are analyzed and interpreted, and answers are given to the problems which have been encountered. Furthermore, the questions correlations indicated to what extent the questions affect each other and how the symptoms are related, or how social and psychological questions are related with each other. Η ποιότητα της ατμόσφαιρας όπως αυτή την αντιλαμβάνονται οι εργαζόμενοι στον τομέα της καπνοβιομηχανίας αποτυπώνεται στην παρούσα έρευνα. Η συμπλήρωση ενός διεθνώς πιστοποιημένου και κατάλληλου ερωτηματολογίου όπως το ΜΜ, ερευνά την ποιότητα της ατμόσφαιρας του εργασιακού περιβάλλοντος και την υγεία των εργαζομένων. Στην έρευνα συμμετείχαν 100 εργαζόμενοι του εργοστασίου από όλες τις εργασιακές βαθμίδες (διευθυντές, προϊστάμενοι, στελέχη, εργάτες κτλ.) η ανάλυση έδειξε προβλήματα που συναντώνται σε πολλούς εργασιακούς χώρους. Τέτοια είναι η έλλειψη αερισμού του χώρου, η κόπωση, η αίσθηση «βαριού» κεφαλιού, ο πονοκέφαλος, η συμφόρηση στη μύτη και οι μυοσκελετικές παθήσεις που συνδέονται με το εργασιακό περιβάλλον της ΣΕΚΕ ΑΕ. Μέσω της μεθοδολογίας έρευνας αναλύθηκαν και ερμηνεύτηκαν όλα τα ερωτήματα ξεχωριστά και δόθηκαν απαντήσεις στα προβλήματα που προέκυψαν. Ακόμη οι συσχετίσεις ερωτήσεων έδειξαν σε τι βαθμό επηρεάζει η μία την άλλη και πώς συνδέονται τα συμπτώματα μεταξύ τους ή οι κοινωνικές και ψυχολογικές ερωτήσεις μεταξύ τους. 464 297 318 Εξωδικαστικοί και δικαστικοί τρόποι επίλυσις διαφορών καταναλωτών ενέργειας The present dissertation deals with the issue of settling consumer disputes in the energy sector. Settlement of differences as in any sector of the market and human activity – as in the energy sector – restores the disrupted law and order resulting in the unhindered continuity of transactional life which is the foundation of contemporary way of life. Specifically, the assignment is structured in three parts. The first is the introductory one. It includes the demarcation of energy law based on its goals. Then follows an interpretation of the role the consumer plays in the local energy market through the historical development of his position within the EU legislation to define the way we succeed in effectively protect him (the consumer). The introductive part concludes with the explanation (analysis) of consumer terms in general and specifically the energy consumer and the energy supplier as well. The extent of this part is bigger than any other necessary for a proportionate groundwork. However, it was done not so much to understand (perceive) the mechanisms to protect the consumer as concerns out-of-court and in-court settlements in the energy sector. In the first and second part below, the out-of-court and in-court mechanisms to settle consumer disputes are analyzed, especially those pertaining to household customers. The only institution concerning household and non-household customers is arbitration under the Regulatory Authority for Energy. An extended analysis of all out-of-court mechanisms to solve disputes would demand a vast assignment so analysis is based only on the ones relative to energy disputes. On the second part the emphasis was given to the procedural legal texts about class (collective) action and the individual requests of energy consumers. Finally, the assignment concludes with the results of the analysis and the writer ΄s personal thoughts over the matter discussed. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το αντικείμενο της επίλυσης των καταναλωτικών διαφορών στον τομέα της ενέργειας. Η επίλυση των διαφορών, όπως σε κάθε τομέα της αγοράς και της ανθρώπινης δράσης, έτσι και στον τομέα της ενέργειας αποκαθιστά την διαταραχθείσα έννομη τάξη με αποτέλεσμα την απρόσκοπτη συνέχεια στη συναλλακτική ζωή, η οποία αποτελεί τη βάση του σύγχρονου τρόπου ζωής. Ειδικότερα, η εργασία δομείται σε τρία μέρη. Το ένα μέρος είναι το εισαγωγικό. Περιλαμβάνει την οριοθέτηση του δικαίου της ενέργειας με βάση τους σκοπούς τους οποίους στοχεύει. Ακολουθεί η επεξήγηση της σημασίας του ρόλου του καταναλωτή στην εσωτερική αγορά ενέργειας, μέσα από την ιστορική εξέλιξη της θέσης του στα νομοθετικά κείμενα της Ε.Ε., καταλήγοντας στην ανάγκη αποτελεσματικής προστασίας του και τον τρόπο που αυτή επιτυγχάνεται. Το εισαγωγικό μέρος κλείνει με επεξήγηση των όρων του καταναλωτή γενικά, του καταναλωτή ενέργειας ειδικά και του προμηθευτή ενέργειας. Η έκταση του μέρους αυτού είναι μεγάλη σε σχέση με την απαιτούμενη σε κάθε ανάλογη εργασία. Ωστόσο, έγινε όχι τόσο για την κατανόηση των μηχανισμών προστασίας του καταναλωτή από δικονομικής άποψης όσο για την κατανόηση του δικαιοπολιτικού λόγου λειτουργίας τους στον τομέα της ενέργειας. Στη συνέχεια, στο πρώτο και δεύτερο μέρος αναλύονται οι εξωδικαστικοί και δικαστικοί μηχανισμοί επίλυσης διαφορών των καταναλωτών ενέργειας που αφορούν ιδίως τους μικρούς και οικιακούς πελάτες. Ο μόνος θεσμός που αφορά και πελάτες-εμπόρους είναι η διαιτησία υπό την αιγίδα της ΡΑΕ. Μία εκτενής ανάλυση όλων των εξωδικαστικών μηχανισμών επίλυσης των διαφορών ενός καταναλωτή (ενέργειας) θα απαιτούσε την ακόμα μεγαλύτερη έκταση της εργασίας, γι’ αυτό και προτιμήθηκε η ανάλυση εκείνων των μηχανισμών που προσιδιάζουν κυρίως στις ενεργειακές διαφορές. Στο δεύτερο μέρος, στο βαθμό που οι τρόποι προστασίας των καταναλωτών ενέργειας σε δικαστικό επίπεδο δεν διαφέρουν με τους υπόλοιπους καταναλωτές (συλλογική και ατομική αγωγή), δόθηκε βάση σε δικονομικά ζητήματα. Τέλος, παρατίθενται τα συμπεράσματα του συνολικού περιεχομένου της εργασίας και οι προσωπικές απόψεις του γράφοντος επί του θέματος. 465 133 165 Μελέτη των μοτίβων ανισορροπίας σύνδεσης στους ελληνικούς πληθυσμούς, με τη χρήση μεθόδων μείωσης διαστάσεων In our research, we employed dimensionality reduction methods to investigate linkage disequilibrium patterns, the non-random association of the alleles in different genomic loci of a population, and specifically, in our case, among the Greek populations. Therefore, samples were analyzed from nine different populations and we observed the total number of SNPs for each chromosome. Through the data obtained from the PCA, the basic statistical technique for multivariate analysis, for the ldmatrix, the number of independent SNPs of each chromosome was calculated and the data were observed as colors in two-dimensional graphical representations, known as heatmaps. From the graphics, it has become obvious that chromosomes have high linkage disequilibrium regions (LD), which form a general genetic pattern in each one of them. Our data reflect the genetic structure of Greek subpopulations four generations ago. Στην έρευνά μας, ασχοληθήκαμε με τη μελέτη των μοτίβων ανισορροπίας σύνδεσης, τη μη τυχαία δηλαδή συσχέτιση των αλληλομόρφων σε διαφορετικούς γενετικούς τόπους ενός πληθυσμού και συγκεκριμένα, στη δική μας περίπτωση, μεταξύ των ελληνικών πληθυσμών, με τη χρήση μεθόδων μείωσης των διαστάσεων. Για το σκοπό αυτό, δείγματα αναλύθηκαν από εννέα διαφορετικούς πληθυσμούς και παρατηρήθηκε ο συνολικός αριθμός των SNPs κάθε χρωμοσώματος, για κάθε έναν από αυτούς. Μέσω των δεδομένων που προέκυψαν από την PCA, την βασική στατιστική τεχνική για την ανάλυση πολλαπλών μεταβλητών, για τον πίνακα ανισορροπίας σύνδεσης (ldmatrix), υπολογίστηκε ο αριθμός των ανεξάρτητων SNPs κάθε χρωμοσώματος και τα δεδομένα παρατηρήθηκαν ως χρώματα σε γραφικές αναπαραστάσεις δύο διαστάσεων, γνωστές ως heatmaps. Από τα διαγράμματα, έγινε φανερό ότι, στα χρωμοσώματα υπάρχουν περιοχές υψηλής ανισορροπίας σύνδεσης (LD), οι οποίες διαμορφώνουν ένα γενικότερο μοντέλο γενετικής σύνδεσης σε κάθε ένα από αυτά. Τα δεδομένα μας αντικατοπτρίζουν τη γενετική δομή των ελληνικών υποπληθυσμών πριν από τέσσερις γενιές. 466 280 275 The case of Alexandroupolis and Kavala through the minutes of municipal counsils Η περίπτωση της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας μέσα από τα πρακτικά των δημοτικών συμβουλίων This project undertakes to outline the development course of two cities, Alexandroupoli and Kavala , during the Civil War. Primarily, the first part refers to the historiography of the two cities, throughout the Greek peninsula, as many Greek and foreign scientists of History describe the gradual development of the cities, reporting a series of economic and social evolutions. The historiography of the Civil War and a brief analysis of that time's facts follow. According to English, German and Bulgarian bibliography there are remarkable sources and clues referring to that era's facts. Moreover bloody conflicts among Greeks were queried by all the Balkan countries, as most of them were affected. Nevertheless the civil war proved fatal for all of them whereas some cities were largely affected, some others were less or not at all affected. The course of events in this project starts at Macedonia and Thrace so as to conclude at the two cities. The two cities, this project focuses on, constitute important commercial cores and are typify a prosperity era. The second part of the project refers to the history of Alexandroupoli and Kavala. Although the first one is a newfangled city, where the second one haw an extended history, however they both have common points. Studying the minutes of the City Councils we gathered certain clues regarding the development of the cities between 1946 and 1949. In the end, it appears that this era was defined as stagnant as far as concerns the improvement of the cities, when at the same time it is found that the cities were gradually developed through several projects of Municipality. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η σκιαγράφηση της αναπτυξιακής πορείας δύο πόλεων, της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας, στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου. Αρχικά, στο πρώτο μέρος, γίνεται αναφορά στην ιστοριογραφία των πόλεων στην Ελλαδική Χερσόνησο, καθώς πολλοί Έλληνες και ξένοι ιστορικοί περιγράφουν την σταδιακή ανάπτυξη των πόλεων, αναφέροντας μια σειρά οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων. Ακολουθεί η ιστοριογραφία του Εμφυλίου πολέμου και μια συνοπτική ανάλυση των γεγονότων της εποχής εκείνης. Σύμφωνα με την αγγλόφωνη, γερμανική και τη βουλγαρική βιβλιογραφία αναγράφονται αξιοσημείωτα στοιχεία και πηγές για τα γεγονότα εκείνης της εποχής. Ακόμη, τα αιματηρά γεγονότα της ελληνικής εμφύλιας διαμάχης, εξετάστηκαν από όλες σχεδόν τις βαλκανικές χώρες, καθώς οι περισσότερες επηρεάστηκαν από αυτή. Παρ’ όλα αυτά, η εμφύλια σύγκρουση απέβη μοιραία για όλες τις πόλεις και τους κατοίκους αυτών, ωστόσο ορισμένες επηρεάστηκαν σε μεγάλο βαθμό, άλλες ελάχιστα ή σχεδόν καθόλου. Η πορεία των γεγονότων στην εργασία ξεκίνησε από την ελληνική Μακεδονία και τη Θράκη ώστε να καταλήξει στις δύο πόλεις. Αυτές οι δύο πόλεις στις οποίες επικεντρώνεται η παρούσα έρευνα, αποτελούν σημαντικά εμπορικά κέντρα και χαρακτηρίζονται από μια περίοδο ακμής. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας αναφέρεται η ιστορία της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας. Αν και η πρώτη είναι μια νεότευκτη πόλη και η δεύτερη έχει μια ιστορία πολλών ετών, έχουν κοινά σημεία. Μελετώντας τις αποφάσεις στα Πρακτικά των Δημοτικών Συμβουλίων της Αλεξανδρούπολης και της Καβάλας, συγκεντρώσαμε ορισμένα στοιχεία για την πορεία των πόλεων, τα έτη 1946-1949. Τέλος, φαίνεται πως εκείνη η περίοδος χαρακτηρίστηκε στάσιμη για την βελτίωση των πόλεων, ενώ ταυτόχρονα διαπιστώνεται πως αυτές οι πόλεις επεκτείνονταν σταδιακά και βελτιώνονταν με διάφορα έργα του Δήμου. 467 165 161 Design and development of activities using dynamic geometry software for the conceptual approach of geometric concepts Σχεδιασμός και ανάπτυξη δραστηριοτήτων με χρήση λογισμικού δυναμικής γεωμετρίας για την εννοιολογική προσέγγιση γεωμετρικών εννοιών This work studies the design and development of two activities (with 4 implementations each) using the GeoGebra dynamic geometry software, for the conceptual approach of geometric concepts and especially of geometrical transformations. More specifically, emphasis was placed on the geometric transformations presented in the new school manual of the Mathematics of the Elementary School, which was first distributed during the school year 2018-2019. The design of the activities was initially based on the clear definition of their aim as far as the concept of symmetry is concerned. Next, the capabilities of the dynamic geometry software were used so as the activities could be considered as mathematical ones. In this way the added value of the specific software was revealed towards the conceptual approach of the geometric concept symmetry. This work aims at informing the teacher, mainly about the utilization of this added value during his teaching approach of geometry. Η παρούσα εργασία μελετά τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη δυο δραστηριοτήτων (με τέσσερεις επιμέρους εφαρμογές η καθεμία) με τη χρήση του λογισμικού δυναμικής γεωμετρίας GeoGebra, για την εννοιολογική προσέγγιση γεωμετρικών εννοιών και ειδικότερα των γεωμετρικών μετασχηματισμών. Πιο συγκεκριμένα, δόθηκε έμφαση στους γεωμετρικούς μετασχηματισμούς που αναπτύσσονται στο νέο σχολικό εγχειρίδιο των Μαθηματικών της Ε’ Δημοτικού, το οποίο διανεμήθηκε για πρώτη φορά κατά το σχολικό έτος 2018-2019 και ειδικότερα στη συμμετρία. Ο σχεδιασμός των δραστηριοτήτων βασίστηκε αρχικά στον σαφή προσδιορισμό της στοχοθεσίας τους σχετικά με την έννοια της συμμετρίας. Στη συνέχεια αξιοποιήθηκαν οι δυνατότητες του λογισμικού δυναμικής γεωμετρίας, ώστε οι δραστηριότητες να μπορούν να αποκτήσουν χαρακτηριστικά μαθηματικών δραστηριοτήτων. Με τον τρόπο αυτό αναδείχθηκε η προστιθέμενη αξία του λογισμικού δυναμικής γεωμετρίας στην εννοιoλογική προσέγγιση της συμμετρίας. Η πτυχιακή επιχειρεί να συμβάλλει στην ενημέρωση του δασκάλου, κυρίως για την αξιοποίηση αυτής της προστιθέμενης αξίας κατά τη διδακτική προσέγγιση της γεωμετρίας. 468 207 203 M. Bookchin and the proposition of a new ecological thought with a practical view ο M. Bookchin και η άρθρωση μιας νέας οικολογικής σκέψης με πρακτική βλέψη The essay presented regards the critical review of the theory of social ecology by M. Bookchin, as well as his proposal for a new form of political organization, that of libertarian municipalism, in the prospect of overcoming the capitalist, and in that respect, anti-ecological society. Firstly, we will follow the impact of ancient Greek philosophy and notably that of Aristotle, as well as more recently by Hegel. In this regard, we examine Bookchin’s concern with the hierarchical structure of the societies as well as with the domineering attitude of societies on nature and we check the criticism he exerts on marxism and anarchism, which form his philosophical springboard. Then, we present the theory of social ecology, which Bookchin proposes as the answer to current socio-ecological problems and, afterwards, we comment on the theory of liberatory municipalism, in which his socio-political proposition is constructed, in the direction of the formation of an ecological society. This society is the one regulating its life on the basis of immediate democratic procedures, in an effort to eradicate all hierarchies, with the distant view to changing the capitalist model of economy and replacing it with a confederate one Η παρούσα εργασία αφορά στην κριτική εξέταση της θεωρίας της κοινωνικής οικολογίας του Μ. Bookchin, όπως και της πρότασής του για μια νέα μορφή πολιτικής οργάνωσης, τον ελευθεριακό κοινοτισμό, στην προοπτική της υπέρβασης της καπιταλιστικής και, συναφώς, αντι-οικολογικής κοινωνίας. Αρχικά, παρακολουθούμε την επίδραση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στη σκέψη του, και κυρίως αυτή του Αριστοτέλη, και, εν συνεχεία, εξετάζουμε την επίδραση που δέχθηκε από τη φιλοσοφία του Hegel. Συναφώς, εξετάζουμε τον προβληματισμό του σχετικά με την ιεραρχική δομή των κοινωνιών, όπως και σχετικά με την κυριαρχική συμπεριφορά των κοινωνιών στη φύση, και ελέγχουμε την κριτική που ασκεί στο μαρξισμό και τον αναρχισμό, που αποτελούν τη φιλοσοφική του αφετηρία. Στη συνέχεια, παρουσιάζουμε τη θεωρία της Κοινωνικής Οικολογίας, την οποία ο Bookchin προτείνει ως απάντηση στα σύγχρονα κοινωνικά-οικολογικά προβλήματα και κατόπιν ασκούμε κριτική στη θεωρία του ελευθεριακού κοινοτισμού, μέσα στην οποία συγκροτείται η κοινωνική-πολιτική του πρόταση, στην κατεύθυνση της δημιουργίας μια οικολογικής κοινωνίας. Η κοινωνία αυτή δεν είναι άλλη από αυτή που ρυθμίζει τη ζωή της στη βάση άμεσα δημοκρατικών διαδικασιών, στην προσπάθεια εξάλειψης κάθε ιεραρχίας, με απώτερο σκοπό την αλλαγή του οικονομικού καπιταλιστικού μοντέλου και την αντικατάστασή του από ένα συνομοσπονδιακό. 469 263 277 ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης του HGF στον εναπομείναντα ηπατικό ιστό. Πειραματική μελέτη Objective: assessment of the immunohistochemical expression of hepatic growth factor (HGF) in the residual hepatic parenchyma after partial hepatectomy using the habib 4x technique and the radiofrequency sequential coagulate cut technique. Materials-methods: 20 pigs were allocated in four groups. A part of the left middle and left lateral lobe was resected using the sequential coagulation cut technique (group SCC, n=6), the habib 4x method (group H, n=6), the crush-clamp technique (group CC, n=4) while in the last group, a sham operation was performed (group C, n=4). Liver tissue samples from the remaining liver parenchyma (right lateral lobe of the liver) were treasured 48 hours after the surgery. The samples were analyzed to measure the level of HGF expression using the following scale: 0= absent 1=mild, 2=moderate, 3= strong expression. Results: HGF was strongly expressed in group SCC (median: 2.00 IQR: 2.00-3.00), moderately in group H (median: 1.00 IQR: 1.00-1.50), strongly in group CC (median: 2.00 IQR: 2.00-2.50), while there was no expression in C group (median: 0.00 IQR: 0.00-0.00). The expression of HGF was significantly increased in group SCC compared to group H (p=0.021) but no statistical significance was noted between groups SCC and CC. Furthermore, the expression of HGF in group H was significantly decreased compared with the groups CC. (p=0.040). Conclusion: The sequential coagulation cut technique triggers the expression of HGF in the remaining liver parenchyma more intensively compared with the habib 4x technique. The difference in the expression of HGF is attributed to the properties of the electrode used in each case and not to the properties of the radiofrequency. Σκοπός: η εκτίμηση του βαθμού έκφρασης του αυξητικού ηπατικού παράγοντα (hepatic growth factor - HGF) στο παραμένον ηπατικό παρέγχυμα μετά από μερική ηπατεκτομή με την εφαρμογή της τεχνικής του ηλεκτροδίου Habib 4x και την τεχνική προοδευτικής πήξης- διατομής. Υλικό-Μέθοδοι: χρησιμοποιήθηκαν 20 χοίροι που διαιρέθηκαν σε τέσσερεις ομάδες. Διενεργήθηκε εκτομή τμήματος του αριστερού μέσου και αριστερού πλάγιου λοβού με την τεχνική προοδευτική πήξης διατομής (ομάδα SCC n=6), την τεχνική habib 4x (ομάδα H n=6) την τεχνική σύνθλιψης με λαβίδες (ομάδα CC n=4) ή εικονική επέμβαση (ομάδα C n=4). 48 ώρες μετά την επέμβαση λήφθηκαν δείγματα ηπατικού ιστού από το υπολειπόμενο ηπατικό παρέγχυμα (δεξιός πλάγιος λοβός) για εκτίμηση της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης του HGF. Η έκφραση βαθμολογήθηκε ως εξής: 0=απουσία, 1=ήπια, 2=μέτρια και 3= έντονη. Αποτελέσματα: ο HGF εκφράστηκε σε έντονο βαθμό στην ομάδα SCC (δ:2, IQR:2,00-3,00), σε μέτριο βαθμό στην ομάδα H (δ:1,00 IQR:1,00-1,50), σε έντονο βαθμό στην ομάδα CC (δ:2, IQR:2,00-2,50), ενώ παρατηρήθηκε απουσία έκφρασης στην ομάδα C^:0,00 IQR:0,00- 0,00). Η έκφραση του HGF ήταν σημαντικά υψηλότερη στην ομάδα SCC σε σχέση με την ομάδα Η (p=0,021) αν και δε διέφερε από την ομάδα CC. Επιπλέον η έκφραση του HGF στην ομάδα H ήταν σημαντικά μικρότερη από εκείνης της ομάδα CC (p=0,040). Συμπεράσματα: Ο βαθμός ανοσοϊστοχημικής έκφρασης του HGF στο εναπομένον ηπατικό παρέγχυμα μετά από ηπατεκτομή αυξήθηκε σε πιο έντονο βαθμό όταν η διατομή του ηπατικού παρεγχύματος πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων με τη μέθοδο προοδευτικής πήξης-διατομής παρά με τη χρήση του ηλεκτροδίου Habib 4x. Οι διαφορές στην μεταβολή της έκφρασης του HGF αποδόθηκαν στον τύπου του χρησιμοποιηθέντος ηλεκτροδίου παρά στην παροχή ενέργειας ραδιοσυχνοτήτων αυτής καθεαυτής. 470 734 765 Νομοθεσία και διαχείριση των μεταλλευτικών αποβλήτων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη Since ancient years, human has been exploiting the mineral wealth of earth through several procedures, excavation being one of them. This procedure produces waste, called mining wastes which are defined as the by-products of the procedures of the exctractive industry and may be in the solid, liquid or gaseous form. The basic categories of these are: waste rock, tailings, metallurgical wastes, mining waters and radioactive waste. Accumulation of mine waste cause serious environmental problems such as: a) Acid Mine Drainage (AMD), and b) cyanide pollution. For the effective dealing of the dangers that are involved in mine wastes and for the protection of the environment and the human health, European Union enacted the Directive 2006/21/EC on ―the management of waste from the extractive industries‖. This directive includes retrieving special permit for the disposal of wastes in specially designed areas and continuous monitoring and surveillance of these, the rehabilitation of the areas used, financial guarantees and charges and the possibility of the public participating in the procedure and being informed. In general, it promotes the recovery and recycling of waste, the reduction of hazardous level and the volume. In order to obtain a mining waste license the operator must file a waste management plan (WMP) and an Environmental Impact Assessment (EIA) that includes information about the stages of production and processing of waste, the full characterization of the waste, ways to reuse them, area rehabilitation plan, security measures for facilities etc. The Directive distinguishes the most dangerous units in category A for which more stringent rules apply. The state has several obligations such as to ensure that all operators are adapted and integrated in the guidelines of the Directive, to identify risks related to serious accidents, to collect the necessary data and to take appropriate action to prevent them or reduce harmful impact on the environment and human health and to carry out an inventory of all waste facilities. The Mining and Quarrying Works Rules gives specific guidelines for the implementation of the above directive and the safety of human health. For example, it urges the wastes that are simply rocks or ores with low quantity to be separately deposited and remain clean so as to be exploited in the future. Also, waste containing materials that present a risk to spontaneous combustion to be deposited in special places where this risk is minimized. Subsequent to this directive came commission decisions to clarify the following matters: the classification of waste, technical guidelines for the establishment of the financial guarantee, the technical requirements for waste characterisation, the definition of inert waste, the harmonisation, the regular transmission of the information and the questionnaire referred. Greece so far has submitted two reports on the implementation of the directive. Concerning extractive waste management a number of other directives must be implemented, of which the most important are: 96/61/EC "concerning integrated pollution prevention and control" or IPPC, the 2010/75/EC "on industrial emissions" and the 2012/18/EU or SEVESO III "on the control of major accidents involving dangerous substances". EU imposed the Best Available Techniques specified in Directive 96/61/EC and in 2009 a reference document was published entitled "Best available techniques for the extractive waste management" including general and specific BAT. Some general BAT are about the management of the Acid Mine Drainage and the leakages, the design, construction, operation and raising of dams and the drying of tailings. Specific BAT include the degradation of cyanide before being deposited in the pond with the SO2/air method. As an auxiliary system with voluntary participation is the Eco-Management and Audit Scheme (EMAS) and its aim is to continuously improve the environmental performance which can be done by adopting environmental policies, utilizing programs and new management systems, carrying frequent performance evaluation and informing the public about them. As an international standard of EMAS implementation ISO 14001 is used. The original EMAS has been replaced by EMAS III of EC Regulation 1221/2009. Recently a WMP was filed concerning gold mining in Skouries, Chalkidiki from the company Hellas Gold SA. The WMP and the EIA are complete and in accordance with European directives and regulations and Greek legislation. The only proposal put forward concerns the flood protection which is incomplete. A study which will include the rainfall frequency and the amounts of water dropped is proposed. Then, a possible suggestion is to do changes in the sizes of spillways and ditches and possibly take other flood control measures. Από την αρχαιότητα ο άνθρωπος εκμεταλλευόταν τον ορυκτό πλούτο της γης μέσω διάφορων διεργασιών, μια εκ των οποίων είναι η εξορυκτική. Αυτή παράγει απορρίμματα τα οποία καλούνται μεταλλευτικά απόβλητα και ορίζονται ως παραπροϊόντα των διαδικασιών της εξορυκτικής βιομηχανίας και μπορεί να έχουν στερεή, υγρή ‘η αέρια μορφή. ΟΙ βασικές κατηγορίες αυτών είναι: τα πετρώδη απόβλητα ή στείρα, τα απορρίμματα από κατεργασία (tailings), τα απόβλητα μεταλλουργίας, τα νερά ορυχείων και τα ραδιενεργά απόβλητα. Η συσσώρευση των αποβλήτων προκαλεί σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα εκ των οποίων τα σημαντικότερα και πιο συνήθη είναι: α) η Όξινη Απορροή Μεταλλείων (ΟΑΜ), β) η ρύπανση από το κυάνιο. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των κινδύνων που ενέχουν τα μεταλλευτικά απόβλητα και την προστασία του περιβάλλοντος και του ανθρώπου η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε τη Οδηγία 2006/241/ΕΚ που αφορά τη «διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας». Η οδηγία περιλαμβάνει την ανάκτηση ειδικής άδειας για την απόρριψη αποβλήτων σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους και συνεχείς ελέγχους και επιτηρήσεις αυτών, την αποκατάσταση των περιοχών που χρησιμοποιήθηκαν, οικονομικές εγγυήσεις και επιβαρύνσεις και την δυνατότητα συμμετοχής και ενημέρωσης του κοινού. Γενικά, προωθεί την ανάκτηση και ανακύκλωση των αποβλήτων, τη μείωση του επιπέδου επικινδυ-νότητας και τη μείωση του όγκου τους. Για την απόκτηση άδειας ένα φορέας διαχείρισης μεταλλευτικών αποβλήτων πρέπει να καταθέτει ένα σχέδιο διαχείρισης εξορυκτικών αποβλήτων (ΣΔΕΑ) και μια Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσε4ων (ΜΠΕ) που θα περιλαμβάνει πληροφορίες για τα στάδια παραγωγής και επεξεργασίας αποβλήτων, τον πλήρη χαρακτηρισμό των αποβλήτων, τους τρόπους επαναχρησιμοποίησής τους, σχέδιο αποκατάστασης της περιοχής, μέτρα ασφαλείας των εγκαταστάσεων κ.α. Η οδηγία ξεχωρίζει τις πιο επικίνδυνες μονάδες στην κατηγορία Α για την οποία ισχύουν αυστηρότερες διατάξεις. Το κράτος έχει αρκετές υποχρεώσεις όπως το να διασφαλίζει ότι όλοι οι φορείς προσαρμόζονται και εντάσσονται στις κατευθυντήριες γραμμές της οδηγίας, να εντοπίζει κινδύνους που αφορούν σοβαρά ατυχήματα, να συλλέγει τα απαραίτητα στοιχεία και να κάνει τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να προλαμβάνονται αυτά ή να περιορίζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία και να πραγματοποιεί απογραφή όλων των εγκαταστάσεων αποβλήτων. Ο Κανονισμός Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών δίνει συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή της παραπάνω οδηγίας και την ασφάλεια της ανθρώπινης υγείας. Για παράδειγμα προτρέπει για τα απόβλητα που είναι απλά πετρώματα ή μεταλλεύματα με χαμηλή περιεκτικότητα να γίνεται ξεχωριστή απόθεση και να παραμένουν καθαρά, ώστε να αξιοποιηθούν μελλοντικά. Ακόμα, απόβλητα που περιέχουν υλικά που παρουσιάζουν κίνδυνο αυτανάφλεξης να αποθέτονται σε ειδικούς χώρους όπου θα μειώνεται στο ελάχιστο αυτός ο κίνδυνος. Την οδηγία αυτή ακολούθησαν διευκρινιστικές αποφάσεις με θέματα: τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές για τη σύσταση της χρηματικής εγγύησης, καθορισμός των κριτηρίων ταξινόμησης των εγκαταστάσεων διαχείρισης αποβλήτων, εναρμόνιση και τακτική διαβίβαση των πληροφοριών και του ερωτηματολογίου, συμπλήρωση του ορισμού των αδρανών αποβλήτων, συμπλήρωση των τεχνικών απαιτήσεων όσον αφορά το χαρακτηρισμό των αποβλήτων. Η Ελλάδα μέχρι σήμερα έχει καταθέσει δύο εκθέσεις εφαρμογής της οδηγίας. Η διαχείριση μεταλλευτικών αποβλήτων διέπεται και μια σειρά άλλων οδηγιών εκ των οποίων οι πιο σημαντικές είναι: η 96/61/ΕΚ «σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης» ή IPPC, η 2010/75/ΕΕ «περί βιομηχανικών εκπομπών» και η 2012/18/ΕΕ ή SEVESO III «για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες». Από την ΕΕ επιβάλλονται οι Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές που αναφέρονται στην οδηγία 96/61/ΕΚ και το 2009 εκδόθηκε έγγραφο αναφοράς με τίτλο «Βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές διαχείρισης αποβλήτων εξορυκτικής βιομηχανίας» που περιλαμβάνει γενικές και ειδικές ΒΑΤ. Μερικές γενικές είναι η διαχείριση της Όξινης Απορροής Μεταλλείων, της διαρροής, ο σχεδιασμός, κατασκευή, λειτουργία και ανύψωση φραγμάτων και η ξήρανση των τελμάτων αποβλήτων κατεργασίας. Στις ειδικές ΒΔΤ περιλαμβάνεται η αποδόμηση του κυανίου προτού αποτεθεί στα τέλματα με τη μέθοδο SOi/ αέρα. Ως βοηθητικό σύστημα για εκούσια συμμετοχή υπάρχει το Κοινοτικό Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Οικολογικού Ελέγχου (EMAS) και σκοπός του είναι η συνεχής βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων η οποία μπορεί να γίνεται μέσα από την κατάρτιση της επιχείρησης σε περιβαλλοντικές πολιτικές, προγράμματα και νέα συστήματα διαχείρισης, την συχνή αξιολόγηση των επιδόσεων και την ενημέρωση του κοινού για αυτές. Ως διεθνές πρότυπο εφαρμογής του EMAS χρησιμοποιείται το ISO 14001. Το αρχικό EMAS καταργήθηκε και ισχύει το EMAS III του κανονισμού ΕΚ 1221/2009. Πρόσφατα, κατατέθηκε ΣΔΑ για την εξόρυξη χρυσού στην περιοχή Σκουριές Χαλκιδικής από την εταιρεία Ελληνικός Χρυσός Α.Ε. Το ΣΔΑ και η ΜΠΕ είναι πλήρη και σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και κανονισμούς και την ελληνική νομοθεσία. Η μόνη πρόταση που γίνεται αφορά την αντιπλημμυρική προστασία των φραγμάτων η οποία είναι ελλιπής. Προτείνεται να μελετηθεί η συχνότητα βροχών της περιοχής και η ποσότητα νερού που συγκεντρώνονται και να πραγματοποιηθεί μια μελέτη που θα περιλαμβάνει τους υπερχειλιστές και τις τάφρους με αλλαγή στα μεγέθη και πιθανόν και άλλα αντιπλημμυρικά μέτρα. 471 304 320 Ανάλυση της φυσικής αναγέννησης δασοπονικών ειδών που εμφανίζεται σε εγκαταλειμμένους αγρούς στην περιοχή του οικισμού Άνω Λιβερών Ξάνθης The aim of this work is the analysis of the natural regeneration of forest tree species found in abandoned fields in the village of Ano Livera in the region of Xanthi. The research took place on abandoned fields which are currently in the form of partially wooded areas. Six square plots sized 150 m x 150 m were established. In each plot there were areas with full ground cover from the crowns of the trees, gaps, locations near edges of closed canopy areas and areas where singly scattered trees appear. So the plots were separated into four regeneration growth environments: a) Closed canopy, b) Gap, c) Projection (edges of closed canopy areas) and d) Scattered trees. In each plot of 150 m x 150 m a rectangular plot of 10 m x 20 m was established. In these plots of 200 m2 the breast height diameter of trees was measured and the tree species was determined. In total, in the four regeneration growth environments 144 rectangular plots were established. In these plots, characteristics of regeneration plants were measured. Moreover, in adjacent to each plot sized 150 m x 150 m area a rectangular plot of 10 m x 20 m was established where the number of trees of each species was counted. Grazing is the main factor that determines the appearance and density of regeneration plants in the four regeneration growth environments. Facilitation of regeneration plants through the protection from grazing by the already established vegetation determined in a great extent the density of regeneration plants in the regeneration growth environment of Closed canopy. Fraxinus ornus and Quercus coccifera are the species that exhibit densities that are among the greatest in the regeneration growth environments of Closed canopy, Projection and Scattered trees. On the contrary in the Gap regeneration growth environment Paliurus spina-christi dominates Σκοπός της παρούσας εργασίας, είναι η ανάλυση της φυσικής αναγέννησης των δασοπονικών ειδών, που εμφανίζεται σε εγκαταλειμμένους αγρούς στην περιοχή του οικισμού των Άνω Λιβερών Ξάνθης. Τα στοιχεία της εργασίας αυτής ελήφθησαν σε εγκαταλειμμένους αγρούς, οι οποίοι σήμερα έχουν τη μορφή μερικώς δασοσκεπών εκτάσεων. Επιλέχθηκαν έξι τετράγωνες επιφάνειες μεγέθους 150 m x 150 m. Σε κάθε επιφάνεια υπήρχαν θέσεις όπου υπήρχε πλήρης εδαφοκάλυψη από τις κόμες των δέντρων, εκτάσεις που περιβάλλουν τις θέσεις όπου υπήρχε πλήρης εδαφοκάλυψη από τις κόμες των δέντρων, διάκενα και εκτάσεις όπου εμφανίζονταν μεμονωμένα (διάσπαρτα) δέντρα. Οπότε διαχωρίστηκαν τέσσερα αυξητικά περιβάλλοντα αναγέννησης: α) Κλειστή κομοστέγη, β) Διάκενο, γ) Προβολή και δ) Διάσπαρτα δέντρα. Σε κάθε επιφάνεια των 150 m x 150 m εγκαταστάθηκε μια ορθογώνια επιφάνεια έκτασης 10 m x 20 m στο αυξητικό περιβάλλον Κλειστή κομοστέγη όπου μετρήθηκε η στηθιαία διάμετρος και καθορίστηκε το δασοπονικό είδος των δέντρων. Συνολικά στα τέσσερα περιβάλλοντα αναγέννησης εγκαταστάθηκαν 144 επιφάνειες των 1 m x 2 m, όπου μετρήθηκαν χαρακτηριστικά των φυτών της αναγέννησης. Τέλος, σε γειτονική θέση για κάθε επιφάνεια 150 m x 150 m, εγκαταστάθηκε μια ορθογώνια επιφάνεια έκτασης 10 m x 20 m, όπου έγινε καταγραφή του αριθμού των δέντρων ανά είδος. Η αναγέννηση στους γκαταλειμμένους αγρούς στην περιοχή του οικισμού Άνω Λιβερών Ξάνθης, εμφανίζεται από ικανοποιητική έως ιδιαίτερα πλούσια. Η βόσκηση είναι ο κυριότερος παράγοντας που καθορίζει την εμφάνιση και την πυκνότητα των ειδών της αναγέννησης στα διάφορα αυξητικά περιβάλλοντα. Η ευνόηση των φυτών αναγέννησης μέσω της προστασίας τους απέναντι στη βόσκηση από την υπάρχουσα βλάστηση, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την πυκνότητα των φυτών αναγέννησης στο αυξητικό περιβάλλον Κλειστή κομοστέγη. Τα Fraxinus ornus και Quercus coccifera είναι τα είδη που παρουσιάζουν από τις μεγαλύτερες πυκνότητες φυτών αναγέννησης στα τρία αυξητικά περιβάλλοντα αναγέννησης, Κλειστή κομοστέγη, Προβολή και Διάσπαρτα δέντρα. Αντιθέτως, στο αυξητικό περιβάλλον Διάκενο το είδος Paliurus spina-christi κυριαρχεί 472 157 172 Επίδραση αιθέριων ελαίων στην μικροβιολογική σταθερότητα συσκευασμένου σε κενό κρέατος κοτόπουλου κατά την συντήρηση σε ψύξη The present study examined the effect of essential oils (EOs) of different origin (mint, oregano and thyme) on the shelf-life and the microflora stability of vacuum packaged chicken meat pieces stored at 4-6 °C. Chicken meat was aseptically sliced in pieces of about 10 g each and they were then divided in two groups: one was packaged under vacuum without any further processing and the other with the addition of a standard quantity of EO. The procedure was repeated thrice, with the use of a different EO each time and specifically mint, oregano and thyme EO. In the case of oregano EO, neither the total viable bacterial count nor the total enterobacteriaceae population was reduced, comparatively to the control group. Nevertheless the pieces where mint EO was added were found with slightly lower populations of both total viable bacteria and enterobacteriaceae, comparatively to the control group, while more significant decreases were observed when thyme EO was used H παρούσα εργασία εξέτασε την επίδραση αιθέριων ελαίων διαφορετικής προέλευσης (μέντας, ρίγανης και θυμαριού) στην μικροβιολογική σταθερότητα τεμαχίων κρέατος νωπού κοτόπουλου, κατά τη συντήρηση αυτών υπό ψύξη (4-6ο C). Σκεύασμα κρέατος νωπού κοτόπουλου, τεμαχίστηκε άσηπτα σε τεμάχια των 10 γραμμαρίων περίπου, τα οποία εν συνέχεια διαχωρίστηκαν (σε κάθε περίπτωση) σε δύο ομάδες: αυτά τα οποία συσκευάστηκαν υπό κενό χωρίς επιπρόσθετους χειρισμούς και αυτά στα οποία προστέθηκε ποσότητα αιθέριου ελαίου. Το πείραμα πραγματοποιήθηκε τρείς φορές, σε κάθε μία από τις οποίες χρησιμοποιήθηκε διαφορετικό αιθέριο έλαιο και συγκεκριμένα μέντας, ρίγανης και θυμαριού αντίστοιχα. Το αιθέριο έλαιο της ρίγανης δεν μείωσε το μικροβιακό φορτίου ούτε της OMX ούτε των εντεροβακτηρίων, σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές του μάρτυρα, μάλιστα οι τιμές ήταν ελαφρώς υψηλότερες. Μικρή μείωση των πληθυσμών σε σχέση με τις τιμές του μάρτυρα παρατηρήθηκε στην περίπτωση της μέντας τόσο στην ΟΜΧ, όσο και στα εντεροβακτηριοειδή, ενώ η μείωση ήταν σημαντικότερη στην περίπτωση του αιθέριου ελαίου του θυμαριού 473 277 280 Drama methods and their didactic use in teaching English as a foreign language in primary school Θεατρικές μέθοδοι και η διδακτική αξιοποίησή τους στη διδασκαλία της αγγλικής ως ξένης γλώσσας στο δημοτικό σχολείο The field of foreign language teaching has undergone numerous changes on a global scale over the years. From the time when the goal was to conquer the language code alone, we have come to the realization that for a fuller contact with a language, it must be approached not only as a continuous process of acquiring new knowledge, but also as a means of achieving individual development and creating congruous human relationships. Educational changes are aimed at addressing learning as the development of creative ways of conquering knowledge through participatory and experiential activities. In this direction, the didactic use of drama techniques is regarded as an effective approach to teaching English as a foreign language in the modern school classroom. The present research study aims at investigating the effectiveness of the dramatic inquiry method Mantle of the Expert as a teaching tool for teaching English as a foreign language in greek primary school. In order to accomplish the purpose and the goals of the research study, action-research, more specifically the S. Kemmis & R. McTaggart (1988) model, was implemented on fifty eight sixth grade students of three primary schools. A qualitative research approach through Content Analysis was implemented on the collected research data, from which very significant evidence was gathered concerning the development of students’ language skills in English, the reconfiguration of teachers’ and learners’ role in the learning process as well as teachers’ professional growth. Research data provide strong indications that Mantle of the Expert constitutes an effective teaching method for teaching English as a foreign language in primary education. Το πεδίο της διδακτικής των ξένων γλωσσών έχει υποστεί πολυάριθμες αλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα στο πέρασμα των χρόνων. Από την περίοδο κατά την οποία στόχος ήταν η κατάκτηση μόνο του γλωσσικού κώδικα, έχουμε φτάσει στη συνειδητοποίηση ότι για την πληρέστερη επαφή με μια γλώσσα, αυτή πρέπει να προσεγγιστεί όχι μόνο ως συνεχής διαδικασία απόκτησης νέων γνώσεων, αλλά και ως μέσο για την επίτευξη ατομικής ανάπτυξης και τη δημιουργία αρμονικών ανθρώπινων σχέσεων. Οι εκπαιδευτικές αλλαγές που πραγματοποιούνται έχουν ως στόχο την αντιμετώπιση της μάθησης ως ανάπτυξη δημιουργικών τρόπων κατάκτησης της γνώσης μέσα από συμμετοχικές και βιωματικές δραστηριότητες. Προς αυτήν την κατεύθυνση, η διδακτική αξιοποίηση των θεατρικών τεχνικών προβάλλεται ως μια αποτελεσματική προσέγγιση στη διδασκαλία της αγγλικής ως ξένης γλώσσας στη σύγχρονη σχολική τάξη. Η παρούσα ερευνητική εργασία αποσκοπεί στη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της δραματικής διερευνητικής μεθόδου του Μανδύα του Ειδικού ως διδακτικού εργαλείου για τη διδασκαλία της αγγλικής ως ξένης γλώσσας στο ελληνικό δημοτικό σχολείο. Για την πραγμάτωση του σκοπού και των επιμέρους στόχων της ερευνητικής εργασίας εφαρμόστηκε η έρευνα-δράση, συγκεκριμένα το μοντέλο των Steven Kemmis και Robin McTaggart (1988), σε πενήντα οκτώ μαθητές τριών τμημάτων της ΣΤ΄ Τάξης Δημοτικού. Στα συλλεχθέντα ερευνητικά δεδομένα εφαρμόστηκε ποιοτική ερευνητική προσέγγιση μέσω της Ανάλυσης Περιεχομένου, από την οποία συγκεντρώθηκαν πολύ σημαντικά στοιχεία σχετικά με την ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων των μαθητών στην αγγλική γλώσσα, την αναδιαμόρφωση του ρόλου εκπαιδευτικών και μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία και την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Τα ερευνητικά δεδομένα παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ο Μανδύας του Ειδικού συνιστά μια αποτελεσματική διδακτική μέθοδο για τη διδασκαλία της αγγλικής ως ξένης γλώσσας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. 474 148 165 The construction of identity and otherness of contemporary refugees in Greece by the old (1922 A.D.) Pontian refugees Tαυτότητες και ετερότητα για τους σημερινούς πρόσφυγες από πρόσφυγες Πόντιους του 22’ This research explores the criteria Pontians refugees use to construct their social identity and the social identity of refugees that enter Greece nowadays. Participants had to comment the educational policy that the Greek state implements in relation to education immigrant children. The entrance of refugee children to the Greek schools often met the resistance of Greek parents who objected the aforementioned policy. The data was obtained using semi-structured interviews. Participants were 16 Pontians. The participants were descendants of Pontians refugees who experienced the tragic fact of refugeeism. The data was transcribed and analyzed using Discourse Analysis. The results of analysis showed that criteria Pontians constructed by Greek nationalism. In fact, criteria are religion, ethnicity, national affiliation and language. Therefore, participants comment the educational policy of immigrant according to these criteria. Η παρούσα έρευνα διερευνά στον λόγο των Ποντίων προσφύγων τα κριτήρια με τα οποία κατασκευάζουν τη δική τους κοινωνική ταυτότητα, καθώς και των σημερινών προσφύγων. Οι συμμετέχοντες καλούνται να σχολιάσουν την εκπαιδευτική πολιτική που το ελληνικό κράτος εφαρμόζει σε σχέση με την εκπαίδευση μεταναστών. Η εισαγωγή των νεαρών προσφύγων στο ελληνικά σχολεία προκαλούσε συχνά τις αντιδράσεις των γονέων, οι οποίοι αντιτίθενται στην πολιτική που προαναφέρθηκε. Το υλικό της έρευνας προέκυψε από ημι-δομημένες συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν σε δέκα έξι (16) άτομα ποντιακής προέλευσης. Τα δεδομένα αναλύθηκαν μέσω της ανάλυσης λόγου. Η ανάλυση έδειξε ότι σύμφωνα με τον ελληνικό εθνικισμό, τα κριτήρια που χρησιμοποιούν οι Πόντιοι για την κατασκευή της δικής τους κοινωνικής ταυτότητας και των σημερινών προσφύγων είναι εθνοτική καταγωγή, η θρησκεία, η γλώσσα και η εθνική υπαγωγή. Σχολιάζουν λοιπόν την εισαγωγή των νεαρών προσφύγων στα ελληνικά σχολεία βάσει αυτών των κριτηρίων, καθώς και κατά πόσο τα πληρούν για να δικαιούνται την αντίστοιχη εκπαίδευση. 475 9 12 Διδακτική προσέγγιση της τεχνολογίας με την χρήση τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνίας (ΤΠΕ) Instructional technology approach using information and communications technology (ICT) 476 266 322 The following thesis examines basic factors of human intelligence, their relations and role in the cognitive development of pupils and students in primary and secondary education (from 3rd up to 10th Grade). The theoretical framework of this research derives from Demetriou's theory of the architecture of the mind, which describes the cognitive development in four cycles with two phases in each. We explored relations between inhibition, shifting, working memory, reasoning in different domains, cognizance (i.e. awareness about reasoning) and language in 198 boys and girls from 9 to 15 years of age, which corresponds in the 3rd and 4th developmental cycle. Participants were examined with tasks addressed to all processes. Analysis of variances showed that all processes developed systematically throughout the period studied. Structural equation modelling revealed a powerful common construct (g) underlying reasoning and language processes. All domain - specific cognitive, language and cognizance processes represented this common factor equally well. This factor was related to inhibition, shifting ama working memory, but this relation varied with development, being dominated by attention control at 9 - 11, inferential - representational processes at 11 - 13 and awareness - symbolic processes at 13 - 15 years old. Piecewise linear modelling showed that transition points between phases are marked by phase - dominating. Modeling ability and age differentiation with increasing g suggested some ability differentiation at the end of developmental cycles suggesting that g-ability relations are re-worked a new in successive developmental cycles. These findings may serve as a starting point for discussing the mechanisms of childs cognitive development. Implications for developmental, cognitive, and educational science are discussed. Η παρούσα έρευνα εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ αναστολής, μετατόπισης, εργαζόμενης μνήμης, συλλογιστικής σε διαφορετικά γνωστικά πεδία (λεκτικό, πειραματικό, ποσοτικό, χωροταξικό), επίγνωσης των συλλλογιστικών διεργασιών, και γλώσσας από τα 9 έως τα 15 χρόνια. Στην έρευνα συμμετείχαν 198 μαθητές και μαθήτριες, ηλικίας από 8 έως και 15 ετών. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά με τρεις συστοιχίες έργων. Η πρώτη περιλάμβανε έργα σχετικά με την αναστολή, την μετατόπιση και την εργαζόμενη μνήμη μέσω τριών συμβολικών συστημάτων(λεκτικό, αριθμητικό, χωροταξικό). . Η δεύτερη αποτελείτο από έργα που διερευνούν την συλλογιστική ικανότητα των συμμετεχόντων σε τέσσερα πεδία γνώσης (λεκτική, αριθμητική, χωροταξική και αιτιώδης συλλογιστική ικανότητα). Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να επεξεργαστούν τα έργα αυτά και να εκφράσουν τις μεταγνωστικές τους εκτιμήσεις σχετικά με την ευκολία των έργων αλλά και την ορθότητα της λύσης που έδωσαν. Η τρίτη συστοιχία περιλάμβανε έργα που εξετάζουν τις δύο διαστάσεις της γλώσσας (προφορικός και γραπτός λόγος) σε όλα τα επίπεδά της (φωνολογικό-λεξιλογικό, μορφοσυντακτικό και εννοιολογικό-πραγματολογικό επίπεδο). Οι αναλύσεις ανάλυσεις διακύμανσης (ΑΝΟVAs) που εφαρμόστηκαν στα δεδομένα έδειξαν ότι η επίδοση των συμμετεχόντων στα παραπάνω έργα βελτιώνεται με την πάροδο της ηλικίας. Τα μοντέλα δομικών εξισώσεων ανέδειξαν έναν ισχυρό γενικό γνωστικό παράγοντα (g) ο οποίος αποτελεί τη βάση των γιεργασιών συλλογιστικής αλλά και των διεργασιών της γλώσσας. Όλες οι εξειδικευμένες, ανά πεδίο, γνωστικες, γλωσιικές διεργασίες και διεργασίες επίγνωσης αντιπροσωπεύουν εξίσου σημαντικά τον κοινό αυτόν παράγοντα. Ο παράγοντας αυτός σχετίζεται με την αναστολή, την μετατόπιση και την εργαζόμενη μνήμη αλλά η σχέση αυτή διαφοροποιείται κατά τη διαρκεια της ανάπτυξης, καθώς ο παράγοντας αυτός ερμηνεύεται από την αναστολή στις ηλικίες 9-11 χρόνων, από τις συμπερασματικές -αναπαραστασιεκές διεργασίες στις ηλικίες των 11-13 ετών, και από τις συμβολικές διεργασίες επίγνωσεις στις ηλικίες των 13-15 χρόνων. Τα τμηματικά μοντέλα παλινδόμησης έδειξαν ότι τα σημεία μετάβασης μεταξύ των αναπτυξιακών φάσεων σηματοδοτούνται από τις διεργασίες που κυριαρχούν στην εκάστοτε φάση. Τα ευρήματα συζητούνται με βάση το θεωρητικό ερώτημα περί του μηχανισμού της γνωστικής ανάπτυξης αλλά και τις προεκτάσεις τους στο πεδίο της εκπαίδευσης. 477 167 211 Υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και των τροφίμων σε χώρους εξεργασίας τροφίμων The research project is part of diplomatic study of the Postgraduate Program “Health and Safety at work”. This project is based on the food business research and particularly meat processing enterprises such as butchers, meat processing industries, etc., aiming to promote organizational and operational problems of these companies, which act detrimental to workers' health and hygiene and food safety. During this research 33 companies are studied. Specifically, anonymous questionnaires completed by 250 workers and questions are about personal and demographic characteristics and about the conditions of their working environment and handling of food. Then drafted special "checklist" with information about organization, function and management arrangement of products, taking into account existing, whether national or Community law, for these companies. Finally, the data collected by the researcher, are analyzed by statistical package SPSS v. 14 From the results obtained, emerged the directives, which can be used in education, both the staff and the owners of such companies directly for understanding while improving the problems related to Public Health Το ερευνητικό πρόγραμμα γίνεται στα πλαίσια διπλωματικής μελέτης του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών (Π.Μ.Σ.) Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Υ.Α.Ε.). Το έργο αυτό βασίζεται στην έρευνα επιχειρήσεων τροφίμων και συγκεκριμένα επιχειρήσεων επεξεργασίας κρέατος όπως π.χ. κρεοπωλεία, εργαστήρια κρέατος, αλλαντοποιίες, βιομηχανίες επεξεργασίας κρέατος και κρεατοσκευασμάτων, κ.λπ., με στόχο την ανάδειξη προβλημάτων οργάνωσης και λειτουργίας των επιχειρήσεων αυτών που δρουν βλαπτικά στην υγεία των εργαζομένων αλλά και στην υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων. Κατά τη διάρκεια της ερευνητικής αυτής εργασίας μελετήθηκαν 33 επιχειρήσεις. Πιο συγκεκριμένα, συμπληρώθηκαν ανώνυμα ερωτηματολόγια από 250 εργαζόμενους που αφορούσαν εκτός από ατομικά και δημογραφικά χαρακτηριστικά και ερωτήσεις για τις συνθήκες του εργασιακού περιβάλλοντος και του τρόπου εργασίας αλλά και του χειρισμού των τροφίμων. Στη συνέχεια, συντάχθηκε ειδική “check list” με στοιχεία οργάνωσης, λειτουργίας και του τρόπου διαχείρισης των προϊόντων, λαμβάνοντας υπόψη την ισχύουσα, είτε εθνική είτε κοινοτική νομοθεσία, για τις επιχειρήσεις αυτές. Τέλος, τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τον ερευνητή, αναλύθηκαν στο στατιστικό πακέτο SPSS v. 14 Από τα αποτελέσματα που εξήχθησαν, προέκυψε η δημιουργία οδηγιών οι οποίες μπορούν να χρησιμεύσουν στην εκπαίδευση, τόσο του προσωπικού, όσο και των ιδιοκτητών των επιχειρήσεων τέτοιου είδους με άμεσο σκοπό την κατανόηση και παράλληλα βελτίωση προβλημάτων που αφορούν τη Δημόσια Υγεία. 478 192 172 Customized learning system based on computational intelligence technologies in environmental e-learning moodle Σύστημα προσαρμοσμένης μάθησης βάσει τεχνολογιών υπολογιστικής νοημοσύνης σε περιβάλλον e-learning moodle The purpose of this postgraduate thesis is to study and develop a customized learning system, based on computational intelligence technologies. Initially the work refers to e-Learning, by providing its definition and presenting its categories. It also discusses the benefits from its propagation in education. Additionally, it analyzes the approaches of adaptive learning and computational intelligence, including fuzzy logic, evolutionary algorithms, artificial neural networks, swarm intelligence, artificial immune systems and ant colony optimization. The above technologies can contribute significantly towards the implementation of intelligent e-Learning systems. A separate chapter is dedicated to the presentation of the moodle platform, to its installation and its potentials. An extended report is done, on the design and development of a specific pilot e-learning moodle system that can potentially incorporate the intelligent techniques described above. Emphasis is given to the pedagogical models that can be adopted, to the learning outcomes-benefits of the pilot system and to its potential wider use in education. Finally, the thesis briefly presents some existing systems and discusses the main conclusions (made by the development of such a system) and future expansions Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η μελέτη και η ανάπτυξη ενός συστήματος προσαρμοσμένης μάθησης, το οποίο βασίζεται σε τεχνολογίες υπολογιστικής νοημοσύνης. Αρχικά στην εργασία γίνεται αναφορά στην ηλεκτρονική μάθηση όπου αναφέρεται ο ορισμός της, οι κατηγορίες της, τα πλεονεκτήματά της και η διάδοσή της. Στη συνέχεια αναλύονται οι τεχνολογίες προσαρμοσμένης μάθησης αλλά και οι τεχνολογίες υπολογιστικής νοημοσύνης, μεταξύ των οποίων περιγράφονται η ασαφής λογική, οι εξελικτικοί αλγόριθμοι, τα τεχνητά νευρωνικά δίκτυα, η νοημοσύνη σμήνους, τα τεχνητά ανοσοποιητικά συστήματα και η βελτιστοποίηση αποικίας μυρμηγκιών. Σε ξεχωριστό κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην πλατφόρμα τηλεκπαίδευσης moodle. Περιγράφεται η συγκεκριμένη πλατφόρμα, ο τρόπος εγκατάστασής της και οι δυνατότητές της. Γίνεται εκτενής αναφορά στη σχεδίαση και στην ανάπτυξη ενός αντίστοιχου πιλοτικού συστήματος ηλεκτρονικής μάθησης, καθώς και παιδαγωγικά μοντέλα που μπορεί αυτό να υιοθετήσει. Αναφέρονται τα μαθησιακά πλεονεκτήματα του πιλοτικού συστήματος καθώς και η χρήση του στην εκπαίδευση. Τέλος, γίνεται παρουσίαση υπαρχόντων συστημάτων, καθώς και συζήτηση των σημαντικότερων συμπερασμάτων (από την εμπειρία ανάπτυξης του συστήματος) και μελλοντικών επεκτάσεων 479 353 262 The education of greeks in Constantinople in the 19th and the early 20th centuries: Η ελληνική εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα: Our Diploma Thesis is based on two pillars, a theoretical and a practical one, where through these pillars we try to identify the status quo of the Hellenic education in Constantinople during the 19th and early-20thcenturies. The stepping stone of these two pillars is the Zografeion High School. This High School was one of the greatest schools of Constantinople and still carries the prestige of its own history since it continues to operate until today. By using a number of historical facts and sources, we try to examine those circumstances that led to the establishment and operation of this school. These circumstances are coming from various factors such as:  The framework of the Ottoman reformations,  The Hellenic community in the City,  The funds and resources that were available and  The “special” characteristics of this school for the purpose of the education of its students. Evaluating the sources/data that are available from the school’s archives we are analysing as well identifying, the timetables and the grades of the students of that era in order to answer the following questions: 1. What was the content, in other words what was the coursework, and the educational directions that the Zografio Gymnasium provided to the students? 2. How many students could be afforded? 3. What was the geographical as well as the socio-economical background of the students? 4. And finally, what was the performance of the students? The literature review led us to the conclusion that the Zografeion High School had been established in order to face the new social and economic needs of the Constantinople’s citizens, especially, during the 19thcentury. In addition, and given the geographical origins of the students, we identified an enormous immigration stream from different regions of the Ottoman Empire and the Hellenic Kingdom that led to the Zografeion High School. Furthermore, we discovered that the main occupations of the majority of the students’ parents were in the spectrum of trade and public administration. That indicates high correlation with the geographical origins of the students Η παρούσα εργασία, η οποία χωρίζεται σε δύο μέρη, θεωρητικό και εμπειρικό, πραγματεύεται το θέμα της ελληνικής εκπαίδευσης στην Κωνσταντινούπολη κατά τον 19ο με αρχές 20ου αιώνα μέσα από το παράδειγμα του Ζωγραφείου Γυμνασίου, ενός από τα σπουδαιότερα εκπαιδευτήρια της Πόλης, το οποίο λειτουργεί ακόμη και σήμερα. Χρησιμοποιώντας τις μεθόδους της ιστορίας, εξετάζουμε τις συνθήκες ίδρυσης και λειτουργίας του σχολείου, στο πλαίσιο των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων και της ελληνικής κοινότητας, τους πόρους, τα χαρακτηριστικά και τη συμβολή του στην εκπαίδευση των Ελλήνων της Πόλης. Μέσα από την αποδελτίωση πρωτογενών πηγών, που προέρχονται από το αρχείο του σχολείου, επεξεργαζόμαστε πληροφορίες από τα αναλυτικά και ωρολόγια προγράμματα, τα μαθητολόγια και τα βαθμολόγια του Γυμνασίου, προκείμενου να απαντήσουμε στα εξής ερευνητικά ερωτήματα: ποιο ήταν το περιεχόμενο και οι κατευθύνσεις της εκπαίδευσης που παρεχόταν στο Ζωγράφειο, ποιοι οι αριθμοί των μαθητών που φοιτούσαν και ποια η γεωγραφική και κοινωνικοοικονομική τους προέλευση καθώς και η σχολική τους επίδοση. Η βιβλιογραφική και αρχειακή έρευνα μάς οδήγησε στο συμπέρασμα ότι το Ζωγράφειο αποτέλεσε το πρώτο πραγματολογικό Γυμνάσιο που δημιουργήθηκε για να ανταποκριθεί στις νέες οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες που διαμορφώθηκαν στην Κωνσταντινούπολη τον 19ο αιώνα. Σχετικά με τη γεωγραφική προέλευση των μαθητών, παρουσιάζεται ένα έντονο μεταναστευτικό ρεύμα από διάφορες περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Ελληνικού Βασιλείου, το οποίο αρχίζει να ανακόπτεται μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, σε ό,τι αφορά το Ελληνικό Κράτος. Επιπλέον, προέκυψε ότι η πλειοψηφία των γονέων των μαθητών του Ζωγραφείου ασκούσαν επαγγέλματα εμπορικά και υπαλληλικά, γεγονός που σχετίζεται και με τον τόπο καταγωγής τους 480 318 315 Επίπτωση της ηπατεκτομής με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων σε παρακείμενα και απομακρυσμένα όργανα Purpose: Exploration of the pathogenic mechanism, for both proximal and distal organ tissue damage, caused by both the gradual coagulation -segmentectomy, and the Habib 4x electrode technique, by measurement of expression levels of the Vascular Cell Adhesion Molecule 1 (VCAM-1). Materials-Methods: Twenty (20) pigs were used during the protocol as test subjects, devided into four (4) groups.The test-subjects underwent both left-lateral and left-medial liver lobe segmentectomy, 10cm off the organ-edge using the SCC-technique (group-SCC, n=6), the Habib-4X device technique (group-H, n=4), the clamp crushing technique (group-CC, n=4), or sham surgery (group-Sham, n=6). All test subjects underwent a second laparotomy 48 hours after the first for tissue sampling. Samples were taken from spleen, pancreas, kidneys and lungs, and were used for measuring VCAM-1 immunohistochemichal expression levels. Expression levels were graded on a semi-quantitive scale as follows: 0: absence, 1: mild, 2: moderate, 3: substancial. Results: VCAM-1 expression levels for the first group of test subjects, group-SCC, were moderate in spleen (median:2,00, IQR:0,00), pancreas (median: 2,00, IQR: 0,00) and kidneys (median:2,00,IQR:1,00) tissue-samples, and mild in lung tissue-samples (median:1,00, IQR:1,00). In group-H immunohistochemical expression levels of VCAM-1 were absent in spleen (median:0,00, IQR:1,00), pancreas (median:0,00, IQR:1,00), kidneys (median:0,00, IQR:1,00), and lungs (median:0,50, IQR:1,00). In group-CC VCAM-1 tissue-sample expression levels were found mild in spleen (median:1,00, IQR:0,00) and pancreas (median:1,00, IQR:0,00), moderate in kidneys (median:2,00, IQR:1,00), and mild in lungs (median:1,50, IQR:1,00). In group-SCC VCAM-1 immunohistochemical expression was substancially greater than group-Η. In group-SCC VCAM-1 immunohistochemical expression levels were substancially greater than group-CC, while in contrast, in group-H, VCAM-1 immunohistochemical expression levels were significantly lower than in group-CC. Conclusions: In conclusion, partial hepatectomy by gradual coagulation-segmentectomy causes an increase in VCAM-1 expression levels in spleen, pancreas and kidneys, contrary to the Habib 4x device technique, which seems to cause no observable change in VCAM-1 expression levels. These changes can be attributed to the use of a unipolar electrode rather than radiofrequency energy. Σκοπός: Η διερεύνηση του παθογενετικού μηχανισμού της ιστικής βλάβης που προκαλείται σε εγγύς και απομακρυσμένα όργανα με την χρήση της τεχνικής προοδευτικής πήξης-διατομής και της τεχνικής με την χρήση του ηλεκτροδίου Habib 4X, με τη μελέτη της έκφρασης του Μορίου Προσκόλλησης των Αγγειακών Κυττάρων 1 (VCAM-1). Υλικό-Μέθοδοι: Για τα πειράματα χρησιμοποιήθηκαν 20 χοίροι, που χωρίστηκαν σε 4 ομάδες. Τα πειραματόζωα υποβλήθηκαν υποβλήθηκε σε εκτομή τμήματος του αριστερού πλάγιου και του αριστερού μέσου λοβού του ήπατος 10cm από το χείλος του με την τεχνική-SCC (ομάδα-8^,η=6), με την χρήση της συσκευής ΗΜ^4Χ(ομάδα-Η,π=4), με την τεχνική σύνθλιψης με λαβίδες(ομάδα-^,η=4), ή εικονική επέμβαση(ομάδα-Sham,n=6). 48ώρες μετά το πρώτο χειρουργείο υποβλήθηκαν εκ νέου σε λαπαροτομία, όπου έγινε λήψη ιστοτεμαχίων από το σπλήνα, το πάγκρεας, τους νεφρούς και τους πνεύμονες, για εκτίμηση του βαθμού ανοσοϊστοχημικής έκφρασης του VCAM-1. Η έκφραση βαθμολογήθηκε ημιποσοτικά: 0:αποουσία, 1:ήπια, 2:μέτρια, 3:έντονη. Αποτελέσματα: Στην πρώτη ομάδα-SCC είχαμε μέτριου βαθμού ανοσοϊστοχημική έκφραση του VCAM-1 στον σπλήνα (διάμεσο:2,00,ΙΟΚ:0,00), το πάγκρεας (r:2,00,IQR0,00) και τους νεφρούς (r:2,00,IQR:1,00), ενώ στους πνεύμονες είχαμε ήπιου βαθμού του VCAM-1(r:1,00,IQR:1,00). Στην ομάδα-Η είχαμε απουσία βαθμού έκφρασης του VCAM-1 στο σπλήνα (r:0,00,IQR: 1,00), στο πάγκρεας (r:0,00,IQR:1,00), τους νεφρούς (r:0,00,IQR:1,00) και στους πνεύμονες (r:0,50,IQR:1,00). Στην ομάδα-CC είχαμε ήπιου βαθμού έκφραση του VCAM-1 στο σπλήνα (r:1,00,IQR:0,00), στο πάγκρεας (r:1,00,IQR:0,00), μέτριου βαθμού στους νεφρούς (r:2,00,IQR:1,00) και ήπιου βαθμού στους πνεύμονες (r:1,50,IQR:1,00). Στην ομάδα SCC είχαμε υψηλότερη βαθμό ανοσοϊστοχημικής έκφραση σε σχέση με την ομάδα-Η. Στην ομάδα-SCC είχαμε υψηλότερο βαθμό έκφρασης σε σχέση με την ομάδα-CC, ενώ στην ομάδα-H είχαμε χαμηλότερο βαθμό έκφρασης σε σχέση με αυτήν την ομάδα-CC. Συμπεράσματα: Συμπερασματικά, η μερική ηπατεκτομή με την τεχνική προοδευτικής πήξης-διατομής αυξάνει την έκφραση του VCAM-1 στο σπλήνα, το πάγκρεας και τους νεφρούς, σε αντίθεση με την τεχνική που κάνει χρήση του ηλεκτροδίου Habib-4X που δεν παρατηρείται μεταβολή. Οι μεταβολές αυτές αποδίδονται στην χρήση του μονοπολικού ηλεκτροδίου, παρά στην ενέργεια των ραδιοσυχνοτήτων. 481 221 214 Educators’ views on the School Counselor institution in the Secondary General Education Απόψεις εκπαιδευτικών για τον θεσμό του Σχολικού Συμβούλου στη Δευτεροβάθμια Γενική Εκπαίδευση The purpose of the current study is to highlight the relationship and collaboration of Secondary General Education teachers with the School Counselor of their own province. Moreover, its main objective is to stress the convergence and/or deviation point in relation to the content, implementation and importance of the dominant roles of the institution, as well as its abolition. For the purpose of the theoretical investigation of the subject matter, references from the wide Greek and international literature were deployed. The research study was conducted through 14 semi-structured interviews, which were analyzed on the basis of qualitative methods of data analysis. The main findings of the research are as follows: a) the institution’s roles are perceived as multidimensional, relevant and interdependent, and b) the teachers of the sample are positive towards this complex and polysemous educational institution as well as towards the roles that constitute its identity, while, simultaneously, they prioritize its retention and upgrade. The final conclusion of the study is that the teachers confirm the value and importance of the institution and of the roles that determine its function. Furthermore, they favor the actuation of all of its roles and its upgrade through establishing and maintaining substantial and functional communication and cooperation among the basic pillars of education Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανάδειξη της σχέσης και της συνεργασίας των εκπαιδευτικών της πράξης με τους Σχολικούς Συμβούλους της ειδικότητάς τους στη Δευτεροβάθμια Γενική Εκπαίδευση. Επίσης, βασική επιδίωξη είναι η ανάδειξη των σημείων σύγκλισης ή/και απόκλισης των υποκειμένων σχετικά με το περιεχόμενο, την εφαρμογή στην πράξη και τη σημασία των κυρίαρχων ρόλων του θεσμού, αλλά και την κατάργησή του. Για τη θεωρητική πλαισίωση του θέματος αξιοποιήθηκαν αναφορές από την πλούσια για τον θεσμό ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. Για την ερευνητική διερεύνησή του διεξήχθησαν 14 ημιδομημένες συνεντεύξεις, οι οποίες αναλύθηκαν με ποιοτικές μεθόδους ανάλυσης. Κύρια ευρήματα της έρευνας είναι τα εξής: α) οι ρόλοι του θεσμού νοηματοδοτούνται ως πολυδιάστατοι, συναφείς και αλληλένδετοι και β) οι εκπαιδευτικοί του δείγματος διάκεινται θετικά απέναντι σε αυτόν τον σύνθετο και πολυσήμαντο εκπαιδευτικό θεσμό και τους ρόλους που απαρτίζουν την ταυτότητά του, ενώ, ταυτόχρονα, προτάσσουν τη διατήρηση και αναβάθμισή του. Το τελικό συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι οι εκπαιδευτικοί επιβεβαιώνουν την αξία και τη σημασία του Σχολικού Συμβούλου και των ρόλων που διέπουν τη λειτουργία του. Επιπρόσθετα, προκρίνουν την ενεργοποίηση όλων των ρόλων του και την αναβάθμισή του μέσω της εδραίωσης και διατήρησης ουσιαστικής και λειτουργικής επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των βασικών πυλώνων της εκπαιδευτικής διαδικασίας. 482 186 207 Μελέτες και θέματα προστασίας της δημόσιας υγείας από τις επιπτώσεις του περιβάλλοντος Introduction: Public health is a discipline focused on promoting the health of communities as well as local, regional, national and inter-national populations. This may include public education and compu-lsory or voluntary health programs promoting general health and safety research (such as food and water safety and the effects of environ-mental hazards), preventing widespread outbreaks of illness or other serious health problems in population, and the detection and control of infectious diseases), as well as the examination, preparation and res-ponse to threats to health resulting from natural and human disasters . Purpose: The emergence of general elements of public health , enviro-nment, bioethics and, mainly, according to the topic of this assignment about the protection of public health from the prevention of enda-ngering the public health due to environmental impact and the bioe-thical role. Material-Method: Medical and nursing literature and articles were used online.Conclusions: Bioethical issues related to public health include, inter alia, the role of public health organizations in limiting personal autonomy, safeguarding privacy in the collection of public health data, and the safety and effectiveness of public health programs (including of vaccination protocols) in pandemics. Εισαγωγή: Η δημόσια υγεία αποτελεί μια ‘πειθαρχία’ επικεντρωμένη στην προώθηση της υγείας των κοινοτήτων καθώς και των τοπικών, περιφερειακών, εθνικών και διεθνών πληθυσμών. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει δημόσια εκπαίδευση και προγράμματα υποχρεωτικής ή εθελοντικής υγείας που προωθούν γενικές έρευνες για την υγεία και την ασφάλεια (όπως η ασφάλεια των τροφίμων και των υδάτων και οι επιπτώσεις των περιβαλλοντικών κινδύνων), αποτρέποντας εκτετα-μένες εστίες ασθενειών ή άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας σε έναν πληθυσμό και την ανίχνευση και τον έλεγχο των μολυσματικών ασθε-νειών), καθώς και την εξέταση, την προετοιμασία και την αντιμετώπιση των απειλών κατά της υγείας που προκαλούν φυσικές και ανθρώπινες καταστροφές. Σκοπός: Η ανάδειξη γενικών στοιχείων της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος, της βιοηθικής και κυρίως, με βάση το θέμα της εργασίας της προστασίας της δημόσιας υγείας από τις περιβαλ-λοντικές επιπτώσεις και ο ρόλος της βιοηθικής. Υλικό-Μέθοδος: χρησιμοποιήθηκαν ιατρικά και νοσηλευτικά συγγράμματα και άρθρα από το διαδίκτυο. Συμπεράσματα: Τα βιοηθικά θέματα που αφορούν τη δημόσια υγεία περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τον ρόλο των οργανισμών δημόσιας υγείας στον περιορισμό της προσωπικής αυτονομίας, τη διαφύλαξη της ιδιωτικής ζωής στη συλλογή δεδομένων για τη δημόσια υγεία και την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων δημόσιας υγείας (συμπεριλαμβανομένων των πρωτοκόλλων εμβολιασμού) σε πανδημίες. 483 160 200 Κίνητρα μάθησης και η σχέση τους με το γνωστικό ύφος κατά τη σχολική ηλικία The aim of this study was to investigate the relationship among cognitive style, intrinsic and extrinsic motivation and the Achievement Motivation Theory. The survey involved 101 students in grades D, E and F from the Elementary school in Greek population. To assess these relationships, participants undertook two tests. The first was, the Matching Familiar Figures Test, which explored the cognitive style of those students. Participants also answered a series of questionnaires, which explored certain aspects of motivations. The outcome of this study was that intrinsic motivation remains intact whereas extrinsic motivation disperses into 3 categories. Moreover, it was found that extrinsic motivations, over time, remain firmly opposed to the intrinsic, which will be gradually reduced. Furthermore, impulsive students were those who had extrinsic motivation 1, which relate to the fact that students do something only if requested. Finally, regarding mathematics and language subjects, it was concluded that stundents’ preference for both subjects, decreases over time as long as difficulty increases Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η αναζήτηση των σχέσεων του γνωστικού ύφους με τα εσωτερικά και εξωτερικά κίνητρα και η διερεύνηση του κινήτρου επίτευξης. Στην έρευνα συμμετείχαν 101 μαθητές/τριες των τάξεων Δ΄, Ε΄& ΣΤ΄ Δημοτικού από τον Ελληνικό μαθητικό πληθυσμό. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν με τη χρήση δύο ερευνητικών εργαλείων. Το πρώτο ήταν το Τεστ Ταύτισης Οικείων Μορφών, το οποίο διερευνούσε το γνωστικό ύφος. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν, επίσης, να απαντήσουν σε μια σειρά ερωτηματολογίων, τα οποία αφορούσαν ορισμένες διαστάσεις κινήτρων. Η έρευνα έδειξε ότι τα εσωτερικά κίνητρα παραμένουν ένας ενιαίος παράγοντας ενώ τα εξωτερικά κίνητρα εμπίπτουν σε τέσσερις κατηγορίες. Επίσης, βρέθηκε ότι τα εξωτερικά κίνητρα, με την πάροδο του χρόνου, παραμένουν σταθερά σε αντίθεση με τα εσωτερικά τα οποία μειώνονται σταδιακά. Ακόμη, η ανάλυση διερεύνησης έδειξε ότι από τους τύπους του γνωστικού ύφους, οι παρορμητικοί ήταν εκείνοι που εμφάνισαν περισσότερα εξωτερικά κίνητρα 1, τα οποία σχετίζονται με το γεγονός ότι οι μαθητές κάνουν κάτι μόνο εφόσον τους ζητηθεί. Τέλος, αναφορικά με τα δύο γνωστικά αντικείμενα των μαθηματικών και της γλώσσας, παρατηρήθηκε ότι μειώνεται η προτίμηση των μαθητών για τα δύο μαθήματα και αντίστοιχα αυξάνεται η δυσκολία τους. 484 114 131 Η παιδαγωγική μέθοδος Feldenkrais στην διαδικασία της αποκατάστασης ασθενών με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο The purpose of this study is to investigate the effect of the Feldenkrais pedagogical method on the rehabilitation of patients after a stroke. Following the steps of writing a review, the theoretical background and the neurophysiological explanation of the Feldenkrais method were presented, the criteria and the way in which bibliographic research was conducted were described, αn analytical presentation of all investigations demonstrating the wide applicability and effectiveness of this method as well as those investigating the effect of the Feldenkrais method on patients with stroke. Taking into account all the background data, conclusions about its effectiveness and usefulness will be obtained as part of a more comprehensive physiotherapeutic intervention in patients with stroke. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει την επίδραση της παιδαγωγικής μεθόδου Feldenkrais στην αποκατάσταση ασθενών μετά από Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ). Ακολουθώντας τα βήματα συγγραφής ανασκοπικής εργασίας, παρουσιάστηκε συνοπτικά το θεωρητικό υπόβαθρο και η νευροφυσιολογική ερμηνεία της μεθόδου Feldenkrais, περιγράφηκαν τα κριτήρια και ο τρόπος με τον οποίο έγινε η βιβλιογραφική αναζήτηση των μελετών, έγινε αναλυτική παρουσίαση του συνόλου των ερευνών που αποδεικνύουν την ευρεία ικανότητα εφαρμογής και αποτελεσματικότητά αυτής της μεθόδου καθώς επίσης των ερευνών εκείνων που εξετάζουν την επίδραση της μεθόδου Feldenkrais σε ασθενείς με ΑΕΕ. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα δεδομένα της ανασκόπησης, θα προκύψουν συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την χρησιμότητά της στα πλαίσια μιας πιο ολοκληρωμένης φυσικοθεραπευτικής παρέμβασης σε ασθενείς με ΑΕΕ. 485 600 562 Μελέτη της υποκειμενικής αντίληψης του επαγγελματικού κινδύνου και ανάπτυξη κουλτούρας υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας σε εκπαιδευτικές δομές τεχνικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης The present study tried to examine the subjective perception of occupational risk in the educational settings of technical and vocational education among teachers, pupils of Technical Secondary Education (EPAL) and students of Technical Vocational Training (IEK) through a survey with the use of questionnaires in for 4 educational units of the city of Alexandroupolis in a sample of 48 teachers, 117 students of IEK and 370 pupils of EPAL. Main targets of the research were to identify the views of the participants on the working and learning conditions, to define the factors of the learning environment that affect health from the viewpoint and perception of the participants, to define the extent of their understanding of subjects relevant to the occupational risk of their specialization, to let the participants judge the level of risk they face during training in the laboratories, to record data about the level of application of safety measures during the educational process and finally to assess the need for further education and training of the participants on matters of health and safety in the workplace. Basic findings of the research, which are in accordance with previous research on the subject, were, that the majority of teachers believe that they are subjected to health and safety dangers in the educational units while the majority of pupils and students believe otherwise, that educational and laboratory infrastructures are juged as not sufficient and satisfactory by the majority of all participants, while primary problems identified being the heating and cooling of their spaces as well as the condition of corridors, floors and staircases. Furthermore, it was found that teachers, pupils and students, in their majority recognize that they have educational gaps in their specialization and in matters of health and safety in the workplace and that the participating teachers claim to face problems with mental fatigue, the lack of moral and material rewards for their work and they feel that their work has very high level of responsibility. Students and pupils on the other hand feel that the administration should have more effective role in matters of health and safety. At the same time it was found that a high percentage of teachers, pupils and students do not have adequate knowledge on the available safety measures and that the majority of all 6 participating groups are in part or not satisfied by the safety measures that are currently taken in the educational units of the study. Moreover, it was found that the vast majority of teachers, pupils and students do not own and do not use personal safety equipment in educational labs, the equipment of which has safety gaps and is under maintained. The big majority of teachers, pupils and students feel that they have an educational and informational gap on matters of health and safety in the workplace and at the same time express desire for further education and information on this subject. Finally, it was found that teachers believe that their further education on health and safety matters, the embodiment of an autonomous lesson on health and safety in the workplace in the program of study as well as the periodic evaluation by certified evaluators of the risks in the environment of the educational units, could contribute greatly in the development of a culture for health and safety. The findings of the research pose significant questions about the current state of the educational and laboratory infrastructures, the education of teachers, pupils and students on health and safety issues and also about the assurance of all people involved in the educational process, to the framework the present study was conducted. Στην παρούσα εργασία επιχειρήθηκε να διερευνηθεί η υποκειμενική αντίληψη του επαγγελματικού κινδύνου στις εκπαιδευτικές δομές της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης στους εκπαιδευτικούς, μαθητές των ΕΠΑ.Λ. και σπουδαστές των Ι.Ε.Κ. μέσω μιας έρευνας με τη χρήση ερωτηματολογίων που διενεργήθηκε σε 4 εκπαιδευτικές δομές της πόλης της Αλεξανδρούπολης, σε δείγμα 48 εκπαιδευτικών, 117 σπουδαστών των Ι.Ε.Κ. και 370 μαθητών των ΕΠΑ.Λ. Στόχοι της έρευνας ήταν να αποτυπωθούν οι απόψεις των συμμετεχόντων για τις συνθήκες εργασίας και μάθησης, να προσδιοριστούν οι παράγοντες του σχολικού περιβάλλοντος που επιδρούν στην υγεία τους από τη δική τους οπτική γωνία και αντίληψη, να προσδιοριστεί ο βαθμός εξοικείωσής τους με θέματα επαγγελματικών κινδύνων των ειδικοτήτων τους, να αξιολογηθούν από τους ίδιους οι κίνδυνοι στο χώρο των εκπαιδευτικών εργαστηρίων, να εντοπιστεί ο βαθμός εφαρμογής μέτρων προστασίας κατά την εκπαιδευτική διαδικασία και να προσδιοριστεί η ανάγκη περαιτέρω εκπαίδευσης και ενημέρωσης σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία. Βασικά ευρήματα της έρευνας, τα οποία βρίσκονται και σε συμφωνία με προηγούμενες έρευνες στο χώρο, ήταν ότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών θεωρούν ότι εκτίθενται σε κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά τους στο χώρο των εκπαιδευτικών μονάδων κάτι που δεν ισχύει για την πλειοψηφία μαθητών και σπουδαστών, ότι οι κτιριακές και εργαστηριακές εγκαταστάσεις κρίνονται από όλους ως μη επαρκείς και ικανοποιητικές με τα σοβαρότερα προβλήματα να είναι η θέρμανση και ψύξη των χώρων καθώς και η κατάσταση διαδρόμων πατωμάτων και κλιμάκων. Επιπλέον βρέθηκε ότι εκπαιδευτικοί, μαθητές και σπουδαστές στην πλειοψηφία τους, αναγνωρίζουν ελλείμματα στην εκπαίδευσή τους στην ειδικότητά τους αλλά και στην υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία με τους εκπαιδευτικούς να αντιμετωπίζουν επιπλέον ζητήματα με την πνευματική κόπωση, την έλλειψη ηθικών και υλικών ανταμοιβών και να αισθάνονται ότι η εργασία τους ενέχει πολύ υψηλό βαθμό ευθύνης και τους μαθητές και σπουδαστές να θεωρούν ότι η διοίκηση των εκπαιδευτικών μονάδων θα έπρεπε να έχει περισσότερο αποτελεσματικό ρόλο σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας. Παράλληλα, διαπιστώθηκε ότι εκπαιδευτικοί, μαθητές και σπουδαστές σε μεγάλο ποσοστό δεν γνωρίζουν για τα διαθέσιμα μέσα προστασίας και ασφάλειας και ότι η πλειοψηφία τους δεν είναι ικανοποιημένοι ή είναι μόνο μερικώς ικανοποιημένοι από τα μέτρα ασφάλειας που υπάρχουν και εφαρμόζονται στις εκπαιδευτικές μονάδες της έρευνας. Επιπλέον, προέκυψε ότι η μεγάλη πλειοψηφία εκπαιδευτικών, μαθητών και σπουδαστών δεν διαθέτουν και δεν χρησιμοποιούν μέσα ατομικής προστασίας στα εκπαιδευτικά εργαστήρια, των οποίων οι εξοπλισμοί δεν παρουσιάζουν κενά ασφάλειας από πλευράς εξαρτημάτων και συντήρησης. Η μεγάλη πλειοψηφία εκπαιδευτικών, μαθητών και σπουδαστών εκφράζουν ότι αισθάνονται έλλειψη σε ότι αφορά στην εκπαίδευση και την ενημέρωση σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία και ταυτόχρονα επιθυμία για περαιτέρω εκπαίδευση και ενημέρωση στα ζητήματα αυτά. Τέλος βρέθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η περαιτέρω δική τους εκπαίδευση στα ζητήματα αυτά, η εισαγωγή στο πλαίσιο του προγράμματος σπουδών αυτοτελούς μαθήματος για την υγιεινή και την ασφάλεια στην εργασία καθώς και η εκτίμηση από εξειδικευμένους φορείς σε περιοδική βάση των κινδύνων στο περιβάλλον των εκπαιδευτικών μονάδων θα μπορούσαν να συμβάλλουν σημαντικά στην ανάπτυξη της κουλτούρας για την υγιεινή και την ασφάλεια. Τα ευρήματα της έρευνας προκαλούν σημαντικούς προβληματισμούς για την τρέχουσα κατάσταση των εκπαιδευτικών υποδομών και των εργαστηρίων, την εκπαίδευση εκπαιδευτικών, μαθητών και σπουδαστών σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία καθώς και τη διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας όλων των εμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία, στο πλαίσιο διενέργειας της έρευνας. 486 184 170 This assignment regards the institution‘s function of Day School in Greek society, presenting each part in details, which attributes to an orderly operation, and also the problems occurred. In particular, the respects of teachers owning a teacher’s role are displayed and analyzed in these schools. The concentration of the research’s data took place through a questionnaire (20 closed questions) and the processing of the teachers’ opinions based on the following keystones: The Day School’s aims. The attribution regarding the students’ preparation for the next lesson. The innovating methods of teaching. The problems such as the building infrastructure, audiovisual material, the healthcare etc. The positive aspects such as socialization, the facilitation of working parents, new cognitive data etc. The private lessons. It is evident regarding the conclusions we reached that in our country the Day School is an institution which can be enhanced, in order the Greek education’s general background to be upgraded. Thus, the Day school’s aim is not only the education to be based on the students’ needs with innovating educational actions, but also the flexibility in the conformation of the learning environment. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την λειτουργία του θεσμού του Ολοήμερου σχολείου στα πλαίσια της ελληνικής κοινωνίας, παρουσιάζοντας εκτενέστερα κάθε τμήματα, που συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του, καθώς και τα προβλήματα που προκύπτουν. Ειδικότερα προβάλλονται και αναλύονται απόψεις εκπαιδευτικών που έχουν λάβει θέση δασκάλου, σε αυτά τα σχολεία. Η συγκέντρωση δεδομένων της έρευνας έγινε μέσω ερωτηματολογίου (20 ερωτήσεις κλειστού τύπου), και η επεξεργασία των απόψεων που εκφράστηκαν από μεριάς εκπαιδευτικών, στηρίχθηκε στους παρακάτω άξονες: Σκοποί του ολοήμερου σχολείου. Συμβολή ως προς την προετοιμασία των μαθητών για την επόμενη ημέρα. Καινοτόμες εκπαιδευτικές μέθοδοι. Προβλήματα (κτιριακή υποδομή, εποπτικό υλικό, υγιεινή κ.α.). Θετικά στοιχεία (κοινωνικοποίηση, εξυπηρέτηση εργαζόμενων γονιών, νέα γνωστικά αντικείμενα κ.α.). Παραπαιδεία. Είναι έκδηλο από τα συμπεράσματα στα οποία οδηγηθήκαμε, ότι το Ολοήμερο Δημοτικό Σχολείο στην χώρα μας είναι ένας θεσμός, που επιδέχεται βελτίωση, προκειμένου να αναβαθμιστεί το γενικότερο υπόβαθρο της ελληνικής εκπαίδευσης. Στόχος λοιπόν είναι μέσω του Ο.Σ., αφενός η εκπαίδευση, με καινοτόμες παιδαγωγικές δράσεις, να βασίζεται στις ανάγκες του μαθητή αλλά και αφετέρου, να υπάρξει ευελιξία στη διαμόρφωση του μαθησιακού περιβάλλοντος. 487 213 217 In the latest years researchers found interesting to examine whether cytotoxic substances that come from plant extracts, may have anticancer features. The study of the way they work, may lead to anti-cancer therapies in the future. For example, the cytotoxicity of the plant Helleborus cyclophyllus was examined in human cancer cell lines and it was proved that the cytotoxicity of H. cyclophyllus was stronger in leukemia cell lines (Lindholm, 2002). The purpose of this project is to study further the effect of the extract of Helleborus cyclophyllus in the viability of normal and cancer cell lines. Furthermore, we attempt to study the molecular mechanism that the H. cyclophyllus extract acts. Our results show that H. cyclophyllus has a cytotoxic effect on Hela cancer cell line. We made an attempt to study the molecular mechanism that the H. cyclophyllus acts, so we studied if it acts through the signaling pathway of the transcription factor NF-κΒ. The transcription factor NF-κΒ controls the cell proliferation, has anti-apoptotic effect and is linked to many types of cancer. For this reason, the expression of the IL-8 protein was studied, whose expression rises after the NF-κΒ activation. The study of the mechanisms that the H. cyclophyllus acts, may lead to the discovery of new drugs for the anti-cancer therapy. Σε μελέτες των τελευταίων χρόνων το ενδιαφέρον έχει στραφεί, μεταξύ άλλων, σε κυτταροτοξικές ουσίες που προέρχονται από εκχυλίσματα φυτών και θα μπορούσαν να έχουν αντικαρκινικές ιδιότητες. Η μελέτη του μηχανισμού δράσης τους μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον σε στοχευμένες θεραπείες κατά του καρκίνου. Για παράδειγμα, έχουν πραγματοποιηθεί πειράματα ελέγχου της κυτταροτοξικότητας του φυτού Helleborus cyclophyllus σε κάποιες καρκινικές σειρές ανθρώπου και δείχθηκε ότι η κυτταροτοξική δράση του ελλέβορου ήταν πιο ισχυρή στις λευχαιμικές κυτταρικές σειρές (Lindholm, 2002). Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να μελετηθεί περαιτέρω η επίδραση του εκχυλίσματος του Helleborus cyclophyllus στη βιωσιμότητα επιπρόσθετων φυσιολογικών και καρκινικών σειρών. Επιπλέον, στόχος μας είναι να μελετηθεί ο μοριακός μηχανισμός με τον οποίο δρα το εκχύλισμα του H. cyclophyllus. Τα αποτελέσματά μας προτείνουν ότι το φυτό H. cyclophyllus ασκεί κυτταροτοξική δράση στην καρκινική σειρά Hela. Για να μελετηθεί ο μοριακός μηχανισμός με τον οποίο δρα το φυτό H. cyclophyllus, μελετήσαμε την τυχόν εμπλοκή του στο σηματοδοτικό μονοπάτι του μεταγραφικού παράγοντα NF-κΒ. Ο μεταγραφικός παράγοντας NF-κB ελέγχει τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, έχει αντιαποπτωτική δράση και εμπλέκεται σε πολλούς τύπους καρκίνου. Γι αυτό το λόγο μελετήθηκε η έκφραση της κυτοκίνης IL-8, της οποίας η έκφραση αυξάνεται μετά από ενεργοποίηση του NF-κΒ. Η διερεύνηση των μηχανισμών δράσης του φυτού Helleborus cyclophyllus ενδέχεται να συμβάλλει στο σχεδιασμό νέων φαρμάκων για την αντιμετώπιση του καρκίνου. 488 260 274 Συσχέτιση των επιπέδων Αντιμυλλέρειας Ορμόνης (ΑΜΗ) με την πιθανότητα πρόωρης εμμηνόπαυσης From the onset of menstruation, around the age of 12.4 years, until menopause, which occurs at an average age of 51 years, a woman goes through the reproductive period of her life. The onset of menopause before the age of 40 years leads to the inability to conceive. Therefore, it is important for a woman to be aware of the possibility of premature menopause to schedule childbirth at the appropriate time. For the prognosis of premature menopause, it has been proposed to determine the number of small antral follicles by ultrasound in the first days of the cycle (AFC), the follicle stimulating hormone (FSH) concentrations and, more recently, the concentrations of anti-MQllerian hormone (AMH). The latter have also been used for the prognosis of iatrogenic amenorrhea, ovarian hyperstimulation, diagnosis of resistant ovary syndrome and prognosis of granulosa cell tumors. In a meta-analysis, published in 2018, AMH was an important predictor of the age of menopause, especially in cases of menopause before the age of 45 years. Nevertheless, individual predictions for the age of menopause were characterized by limited accuracy, as its range forecast period was large. Unlike previous research, a recent study showed that repeated AMH measurements improve the prognosis of menopausal age. As the methods of determining AMH differ between different studies, it is necessary to configure a common assessment system so that AMH can be evaluated in the same way by different clinicians. At the same time, the factors that affect its prices should be evaluated, so that they are properly applied in the prognosis of premature menopause. Από την στιγμή της εμφάνισης της έμμηνης ρύσης, περί την ηλικία των 12,4 ετών, έως την εμμηνόπαυση, η οποία, κατά μέσο όρο, εμφανίζεται στα 51 έτη, η γυναίκα διανύει την αναπαραγωγική περίοδο της ζωής της. Η εμφάνιση της εμμηνόπαυσης πριν την ηλικία των 40 ετών οδηγεί σε αδυναμία τεκνοποίησης. Επομένως, είναι σημαντικό η γυναίκα να γνωρίζει την πιθανότητα εμφάνισης πρόωρης εμμηνόπαυσης, ώστε να προγραμματίσει στον κατάλληλο χρόνο την τεκνοποίηση. Για την πρόγνωση της πρόωρης εμμηνόπαυσης, έχει προταθεί ο υπερηχογραφικός προσδιορισμός του αριθμού των μικρών ωοθυλακίων με άντρο κατά τις πρώτες ημέρες του κύκλου, η τιμή της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSH) και, πιο πρόσφατα, οι συγκεντρώσεις της αντιμυλλέριου ορμόνης (AMH). Οι τελευταίες έχουν χρησιμοποιηθεί επίσης για την πρόγνωση της εμφάνισης ιατρογενούς αμηνόρροιας, της υπερδιέγερσης των ωοθηκών, της διάγνωσης του συνδρόμου ανθεκτικών ωοθηκών και της πρόγνωσης των όγκων από κύτταρα της κοκκιώδους στοιβάδας. Σε μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε το 2018, αποδείχθηκε ότι η AMH αποτελεί σημαντικό προγνωστικό παράγοντας της ηλικίας της εμμηνόπαυσης, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εμμηνόπαυσης πριν τα 45 έτη. Ωστόσο, οι μεμονωμένες προβλέψεις σχετικά με την ηλικία της εμμηνόπαυσης χαρακτηρίστηκαν από περιορισμένη ακρίβεια, καθώς το εύρος του διαστήματος πρόβλεψης ήταν μεγάλο. Σε αντίθεση με παλαιότερη έρευνα, πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι οι επαναλαμβανόμενες μετρήσεις ΑΜΗ βελτιώνουν την πρόγνωση της ηλικίας εμμηνόπαυσης. Καθώς οι μέθοδοι προσδιορισμού της AMH διαφέρουν μεταξύ των διαφόρων μελετών, είναι απαραίτητο να διαμορφωθεί ένα κοινό σύστημα προσδιορισμού, προκειμένου η ΑΜΗ να μπορεί να αξιολογηθεί με τον ίδιο τρόπο από διαφορετικούς κλινικούς ιατρούς. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αξιολογηθούν οι παράγοντες που επηρεάζουν τις συγκεντρώσεις της, ώστε αυτές να εφαρμόζονται κατάλληλα στην πρόγνωση της πρόωρης εμμηνόπαυσης. 489 218 228 Εκτίμηση της αντιβιοαντοχής στελεχών Escherichia coli απομονωθέντων από περιβαλλοντικά δείγματα The former post graduation project consist of four sections. The first part of the project is about the antibiotics. The second part consists of antibiotics that are used in experiments. The third part consists of bacteria E.coli and the forth part is the experiment part. What refers to the first part of my project has the aim to show the history of the antibiotics, the strength of the medicine, the side effects of the antibiotics, the use of antibiotics in veterinary and in livestock the appearance of the resistance of antibiotics, the clinical order of antibiotics medicines. In the second part I talk in a few words about the antibiotics that I used in my experiment which are penicillin, amikacin, levofloxacin, ampicillin, minocycline, ceftriaxone, linezolid, cefipime, ceftazidime, tigecycline. In the third part I refer to the bacteria E.coli which I used in my experiment and which I had been put aside from the environmental samples. In the forth part I comment summarize to the experiment in its each stage by putting photos, boards and graphs. According to the results of the survey, the average resistance of the strains was 41.5% while sensitivity was at 52%. This suggests that despite the sensitive character observed by the environmental strains, their resistance is highly enough to pose risks for public health. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αποτελείται από τέσσερα μέρη. Το πρώτο μέρος της εργασίας είναι τα αντιβιοτικά, το δεύτερο μέρος αποτελείται από τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιήσαμε στο πείραμα, το τρίτο μέρος αποτελείται από το βακτήριο E. coli και το τέταρτο μέρος είναι το πειραματικό μέρος. Όσον αφορά το πρώτο μέρος της εργασίας έχει σκοπό να αναδείξει την ιστορία των αντιβιοτικών, τη μικροβιακή αντοχή, τη παραγωγή αντιβιοτικών, τη φαρμακοδυναμική τους, τις παρενέργειες των αντιβιοτικών, τη χρήση αντιβιοτικών στη γεωργία, τη χρήση αντιβιοτικών στη κτηνιατρική και στη κτηνοτροφία, την εμφάνιση αντιβιοαντοχής, τους μηχανισμούς απόκτησης ανθεκτικότητας σε αντιβιοτικά, την κλινική ταξινόμηση παρασιτοκτόνων και την κλινική ταξινόμηση των αντιμικροβιακών φαρμάκων. Στο δεύτερο μέρος γράφουμε λίγα λόγια για τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιήσαμε για το πείραμα τα οποία είναι: η πενικιλίνη, η αμυκασίνη, λεβοφλοξασίνη, αμπικιλίνη, μινικυκλίνη, κεφτριαξόνη, λινεζολίδη, κεφιπίμη, κεφταζιδίμη, τιγεκυκλίνη. Στο τρίτο μέρος σχολιάζουμε το βακτήριο E. coli όπου το χρησιμοποιήσαμε στο πείραμα και το οποίο είχε απομονωθεί από περιβαλλοντικά δείγματα. Και στο τέταρτο μέρος σχολιάζουμε περιληπτικά το πείραμα σε κάθε στάδιό του, έχοντας βάλει φωτογραφικό, υλικό πίνακες και γραφήματα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, η μέση ανθεκτικότητα των στελεχών ήταν 41,5% ενώ η ευαισθησία 52% υποδεικνύοντας ότι αν και τα περιβαλλοντικά εμφανίζονται κυρίως σαν ευαίσθητα η δε ανθεκτικότητα είναι αρκετά υψηλή με ότι συνέπειες μπορεί να έχει κάτι τέτοιο για την δημόσια 490 328 350 Α-synuclein is a neuronal protein, primarily, located in the presynaptic terminals of neurons, where it participates in the release of neurotransmitters. It has been linked to the pathology of Parkinson's disease (PD) and other neurodegenerative diseases, called α-synucleinopathies. The intrinsic trend of the protein to aggregation and its pathological conversion from the monomeric form to oligomers and insoluble filamentous fibers, found in the Lewy bodies of patients, is associated with degeneration and neuronal death. This trend may be enhanced by its phosphorylation at serine 129. RNA Binding Proteins (RBPs) are involved in post-transcriptional modifications, such as alternative splicing of the pre-mRNA, alternative polyadenylation, nucleocytoplasmic transport, stability/degradation and translation. TIA-1 is a RBP, involved in the regulation of pre-mRNA splicing and mRNA translation, particularly, during cellular stress. Recently, mutations in TIA-1 have been identified in patients with Amyotrophic Lateral Sclerosis. The amounts of proteins inside the cell are controlled by the synthesis rate and by the degradation rate, too. Two of the main protein degradation pathways are the ubiquitin-proteasome pathway and the autophagy pathway mediated by lysosomes. The accumulation of toxic and non-degraded ubiquitinated proteins is a common pathological feature of many neurodegenerative diseases. Another feature is the presence of misfolded proteins not appropriated processed, by Heat Shock Proteins (HSPs) and the elevated levels of oxidative species. In the present study, TIA-1 was overexpressed using adenoviral infection of SH-SY5Y cells and the protein samples were analysed by Western blotting. It was observed that TIA-1 significantly increased α-synuclein aggregates and its phosphorylated form at serine 129. This was, likely, due to the impairment of proteasome and autophagy pathways, caused by the reduction in the expression of NRF1, the transcription factor of several proteasomal subunits, and AMBRA1, the positive modulator of autophagy. Moreover, TIA-1 did not alter the oxidative stress condition within cells,often responsible for the formation of aggregates, and did not impact the expression of HSP90 and HSP27, but increased the expression of HSP70, which is often associated with neuroprotection. Η α-συνουκλεΐνη είναι μία νευρωνική πρωτεΐνη που εντοπίζεται στις προσυναπτικές απολήξεις των νευρώνων, όπου συμμετέχει στην απελευθέρωση των νευροδιαβιβαστών. Έχει συνδεθεί με την παθολογία της νόσου του Πάρκινσον (PD) και άλλων νευροεκφυλιστικών νόσων, οι οποίες ονομάζονται α-συνουκλεϊνοπάθειες. Η ενδογενής τάση της πρωτεΐνης για συσσωμάτωση και η παθολογική μετατροπή της από τη μονομερή μορφή σε αδιάλυτα ολιγομερή και αδιάλυτες νηματοειδείς δομές που βρίσκονται στα σωμάτια Lewy, σχετίζονται με εκφυλισμό και νευρωνικό θάνατο. Αυτή την τάση ενδέχεται να ενισχύει η φωσφορυλίωσή της στη σερίνη 129. Οι ριβονουκλεοπρωτεΐνες, που έχουν την ικανότητα να προσδένονται σε δομές ή αλληλουχίες RNA (RNA Binding Proteins, RBPs), συμμετέχουν σε μετα-μεταγραφικές τροποποιήσεις, όπως στο εναλλακτικό μάτισμα του πρόδρομου mRNA, στην εξαγωγή του mRNA από τον πυρήνα στο κυτταρόπλασμα, στην πολυαδενυλίωσή του, στη ρύθμιση της σταθερότητας ή της αποικοδόμησής του και σε διεργασίες μεταφραστικής ρύθμισής του. Η ΤΙΑ-1 είναι μία RBP, που εμπλέκεται στη ρύθμιση του ματίσματος του πρόδρομου mRNA και στη μετάφραση των mRNAs, τόσο σε φυσιολογικές συνθήκες όσο και σε συνθήκες στρες. Πρόσφατα, μεταλλάξεις της έχουν βρεθεί σε ασθενείς με Πλάγια Μυατροφική Σκλήρυνση. Τα επίπεδα των πρωτεϊνών στο εσωτερικό του κυττάρου ελέγχονται από το ρυθμό με τον οποίο συντίθενται αλλά και από το ρυθμό με τον οποίο αποικοδομούνται. Δύο από τα κύρια μονοπάτια αποικοδόμησης πρωτεϊνών είναι το μονοπάτι ουβικιτίνης- πρωτεασώματος και η πρωτεόλυση στα λυσοσώματα. Η συσσώρευση βλαβερών και ουβικιτινιωμένων πρωτεϊνών είναι κοινό παθολογικό χαρακτηριστικό πολλών νευροεκφυλιστικών ασθενειών. Επίσης, κοινά παθολογικά χαρακτηριστικά είναι το οξειδωτικό στρες και οι λάθος αναδιπλωμένες πρωτεΐνες, που ελέγχονται από τις Heat Shock Proteins (HSPs). Στην παρούσα εργασία, η ΤΙΑ-1 υπερεκφράστηκε με επιμόλυνση στα κύτταρα SH-SY5Y και τα πρωτεϊνικά δείγματα αναλύθηκαν με ανοσοαποτύπωση κατά Western.Παρατηρήθηκε ότι η ΤΙΑ-1 αυξάνει τα συσσωματώματα της α-συνουκλεΐνης και τη φωσφορυλιωμένη α-συνουκλεΐνη στη σερίνη 129. Αυτό το γεγονός οφείλεται στον περιορισμό της λειτουργίας του πρωτεασώματος και της αυτοφαγίας από την ΤΙΑ-1, καθώς μειώνει το μεταγραφικό παράγοντα των υπομονάδων του πρωτεασώματος, NRF1, και το θετικό παράγοντα της αυτοφαγίας, AMBRA1. Επίσης, η TIA-1 δεν προκαλεί οξειδωτικό στρες, το οποίο πολλές φορές είναι υπεύθυνο για τη δημιουργία συσσωματωμάτων, και δεν επηρεάζει τα μονοπάτια των HSP27 και HSP90, ενώ αυξάνει την HSP70. 491 306 292 Μελέτη χρωματοσωμικής ευθραυστότητας με την επίδραση της χρωστικής ουσίας τροφίμων, καρμίνη The following diploma thesis was accomplished at the laboratory of Genetics of Medical School of Democritus University of Thrace, under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris. The purpose of the present research was to study the effect of food dye, carmine. Carmine is a red dye that is isolated from the insect, Dactylopius coccus and is used both in food and cosmetic staining as well as in the staining of histological samples and in drugs envelope. To test its effect, carmine’s solutions were prepared with the following concentrations: 0.002 mM, 0.02 mM, 0.2 mM, 0.4 mM and 1 mM, and each solution were added to cultures of human peripheral blood cells. In addition, the effect of the dye was tested in association with camptothecin (CPT), which has antitumor activity, and it is reported that induces sister chromatid exchanges. The samples were examined for Sister Chromatid Exchanges (SCEs), as a marker of genetocixity, the Proliferation Rate Index (RPI), as a cytostatic marker and the Mitotic Index (MI), as cytotoxicity marker. In the results, elevated SCEs values were observed in all cultures with different concentrations of carmine. In addition, there was a correlation between increase in concentration and the number of exchanges, as the higher the carmine’s concentration was, the more exchanges were. With the synergy of CPT, there was an even greater effect of the dye on the lymphocytes. The evaluation of RPI showed little effect on cytostatics, as only the higher concentrations of the dye appeared to delay cell proliferation. As far as MI is concerned, the results converge with those of SCEs values, as higher concentrations of dye have reduced the MI value, which reveals the cytotoxic effect of carmine. In conclusion, carmine dye acts genotoxic and cytotoxic to lymphocytes at each concentration, whereas from concentrations of 0.2 mM and above, exhibits cytostatic activity. Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης της χρωστικής των τροφίμων καρμίνης. Η καρμίνη είναι χρωστική κόκκινου χρώματος, που απομονώνεται από το έντομο Dactylopius coccus και χρησιμοποιείται τόσο στη χρώση τροφίμων και καλλυντικών, όσο και στην χρώση ιστολογικών παρασκευασμάτων αλλά και στο περίβλημα φαρμάκων. Για τον έλεγχο της επίδρασής της, παρασκευάστηκαν διαλύματα με τις εξής συγκεντρώσεις καρμίνης: 0,002mΜ, 0,02mΜ, 0,2mΜ, 0,4mΜ και 1mΜ και κάθε διάλυμα προστέθηκε σε καλλιέργειες ανθρώπινων κυττάρων περιφερικού αίματος. Επιπλέον, δοκιμάστηκε η επίδραση της χρωστικής σε συνεργασία με την ουσία καμπτοθεκίνη (CPT), η οποία έχει αντινεοπλασματική δράση και στη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι επάγει το σχηματισμό χρωματιδιακών ανταλλαγών. Αξιολογήθηκαν οι χρωματιδιακές ανταλλαγές ως δείκτης γονοτοξικότητας, ο δείκτης ρυθμού πολλαπλασιασμού (ΔΡΠ) ως δείκτης κυτταροστατικότητας και ο μιτωτικός δείκτης (ΜΔ) ως δείκτης κυτταροτοξικότητας. Στα αποτελέσματα, παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές SCEs σε όλες τις καλλιέργειες με τις διάφορες συγκεντρώσεις καρμίνης. Επιπλέον, εντοπίστηκε συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της συγκέντρωσης και του σχηματισμού ανταλλαγών, καθώς όσο μεγαλύτερη ήταν η συγκέντρωση της ουσίας στην καλλιέργεια, τόσες περισσότερες ήταν και οι ανταλλαγές. Με την συνέργεια της CPT, φάνηκε ακόμη μεγαλύτερη επίδραση της ουσίας στα λεμφοκύτταρα. Η αξιολόγηση του δείκτη ΔΡΠ έδειξε μικρή επίδραση στην κυτταροστατικότητα, καθώς μόνο οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις της ουσίας φάνηκε να καθυστερούν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Όσο αναφορά το ΜΔ, τα αποτελέσματα συγκλίνουν με αυτά των τιμών SCEs, καθώς μεγαλύτερες συγκεντρώσεις της ουσίας, μείωσαν την τιμή του ΜΔ, γεγονός που αποκαλύπτει την κυτταροτοξική δράση της χρωστικής. Συμπερασματικά, η χρωστική καρμίνη επιδρά γονοτοξικά και κυτταροτοξικά στα λεμφοκύτταρα σε κάθε συγκέντρωση, ενώ από συγκεντρώσεις 0,2mΜ και άνω εμφανίζει κυτταροστατική δράση. 492 174 173 Education and everyday life of women in the mountainous villages (Pomak villages) of Xanthi Εκπαίδευση και καθημερινή ζωή των γυναικών στα ορεινά χωριά (Πομακοχώρια) του νομού Ξάνθης Pomaks belong to a particular cultural group that lives mainly in the mountainous areas of the prefectures of Xanthi, Rodopi and Evros. There are Pomak villages close to the boundaries of Greece and Bulgaria. The total population of Pomaks is difficult to be calculated because Pomaks live also in the big cities of Thrace. This work attempts to collect information about the education and every-day lives of Pomak women of the prefecture of Xanthi. The research procedure used the method of participant observation. Also twelve interviews were conducted with women from 19 till 70 years old in the villages of Alma, Mantaina and Oasi of the prefecture of Xanthi. The educational level of women steadily increases over the last decades. The cultural standards of the Pomak family, namely the pomak language, the traditional food, values and institutions like family and religion are Kept strong. Women keep alive the cultural diversity of their villages and inherit it to the new generations Οι Πομάκοι είναι μία ιδιαίτερη πολιτισμική κοινωνική ομάδα που είναι εγκατεστημένη κυρίως στον ορεινό όγκο των νομών Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου. Εκεί υπάρχουν πομακικά χωριά που βρίσκονται στα γεωγραφικά όρια της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Το σύνολο του πομακικού πληθυσμού είναι δύσκολο να υπολογιστεί γιατί οι Πομάκοι κατοικούν και σε μεγάλες πόλεις της Θράκης. Στην παρούσα εργασία γίνεται συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις περιοχές που είναι εγκατεστημένοι οι Πομάκοι και σχετικά με την εκπαίδευση και την καθημερινή ζωή των γυναικών στον νομό Ξάνθης. Πραγματοποιήθηκε επιτόπια έρευνα και οδοιπορικό στα πομακοχώρια του νομού Ξάνθης. Επίσης έγιναν 12 προσωπικές συνεντεύξεις με γυναίκες ηλικίας 19 μέχρι 70 χρονών στα χωριά Άλμα, Μάνταινα και Όαση. Το εκπαιδευτικό επίπεδο των γυναικών αυξάνεται συνεχώς τις τελευταίες δεκαετίες. Διατηρείται ο ιδιαίτερος πολιτισμός της πομακικής οικογένειας, δηλαδή η γλώσσα, τα παραδοσιακά φαγητά, οι οικογενειακές και οι θρησκευτικές γιορτές. Οι παραδόσεις διατηρούνται ζωντανές. Οι γυναίκες τις μεταδίδουν στις επόμενες γενιές, δηλαδή γίνονται θεματοφύλακες της πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής τους 493 282 287 This essay focuses on humor in preschool education and aims at promoting the effectiveness and usefulness of humor in teaching. Its purpose is to point out a new form of learning that will enrich the way the learning process takes place. The structure of the thesis consists of two parts; the theoretical framework in which all the terms contained and used within the text are presented and analyzed through references that will inform the reader before the second part of the study. The latter includes the practical application of the theory and the drawing of relevant conclusions. Initially, the term "humor" is presented in detail. Several questions will be answered concerning the origin and use of humor, from the first references up to date. All the theories that will describe the different meanings of humor will contribute to the fact that the reader will have an overall view of the term at the end of the text. After that, issues concerning the concept of literacy and its connection to learning in preschool education will follow. Then, we will focus on early childhood and particularly kindergarten age. Consequently, the chapter that follows deals with the features of this age group, especially with the way preschoolers conceive humor depending on the age group they belong to. The implementation of two activities for the teaching of humor in the kindergarten and finally the relevant conclusions of this research study follow. This practical part took place in a real kindergarten class, where children learnt about humor and then were asked to produce humor. Τhe results will be presented through the children’s drawings and will be analyzed in order to obtain the relevant conclusions of this research Η παρούσα εργασία έχει ως κεντρικό άξονα το χιούμορ στην προσχολική εκπαίδευση και στόχος της είναι να προωθήσει την αποτελεσματικότητα και τη χρησιμότητα αυτού στη διδασκαλία. Θέλει να αναδείξει μια νέα μορφή μάθησης που θα εμπλουτίσει τον τρόπο που πραγματώνεται η μαθησιακή διαδικασία. Η δομή της αποτελείται από δύο μέρη: το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο αναλύονται όλοι οι όροι που περιλαμβάνονται και χρησιμοποιούνται στην εργασία μέσα από βιβλιογραφικές αναφορές που θα πληροφορήσουν τον αναγνώστη, πριν έρθει το δεύτερο μέρος. Αυτό περιλαμβάνει την πρακτική εφαρμογή της θεωρίας και τη διεξαγωγή των αντίστοιχων συμπερασμάτων. Έτσι αρχικά πρόκειται να παρουσιαστεί αναλυτικά ο όρος - άξονας της εργασίας που είναι το «χιούμορ». Θα απαντηθούν ερωτήματα σχετικά με την προέλευση και τη χρήση του από την αρχή των πρώτων καταγραφών μέχρι σήμερα. Σε όλο αυτό θα συμβάλουν και οι θεωρίες που θα περιγράψουν τις διαφορετικές σημασίες του χιούμορ με σκοπό στο τέλος ο αναγνώστης να έχει μια σφαιρική άποψη για τον όρο. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει η ανάπτυξη της έννοιας του γραμματισμού και το πώς αυτός συνδέεται με τη μάθηση στην προσχολική εκπαίδευση. Έπειτα εστιάζουμε στην προσχολική και κυρίως τη νηπιακή ηλικία. Έτσι το κεφάλαιο που θα ακολουθήσει αναφέρεται στα χαρακτηριστικά της ηλικίας αυτής και κυρίως στον τρόπο που κατανοούν τα παιδιά το χιούμορ ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα στην οποία βρίσκονται. Ακολουθεί η εφαρμογή δύο δραστηριοτήτων για τη διδασκαλία του χιούμορ στη τάξη του νηπιαγωγείου και τέλος τα σχετικά συμπεράσματα της ερευνητικής διαδικασίας. Το πρακτικό αυτό μέρος έλαβε χώρα σε πραγματική τάξη νηπιαγωγείου, στην οποία τα παιδιά διδάχτηκαν για το χιούμορ και κλήθηκαν στη συνέχεια να παράγουν χιούμορ. Τα αποτελέσματα θα παρουσιαστούν μέσα από τις ζωγραφιές των παιδιών και θα αναλυθούν προκειμένου να προκύψουν τα αντίστοιχα συμπεράσματα του ερευνητικού αυτού μέρους 494 94 104 Stereotypes and gender roles in the play between parents and children in early childhood. Στερεότυπα και ρόλοι φύλου στο παιχνίδι γονέων παιδιών προσχολικής ηλικίας This paper studies the way in which the gender is constructed in childhood through gendered play with their parents, taking into consideration their stereotypical perceptions and behaviors in the play with their children. The “play” has two meanings, as an activity or as an object. About the empirical data, are result from 10 interviews which took place, from January to September 2017. Finally, the conclusion of this paper combines the results from thematic analysis, theoretical approaches and data from interviews Η παρούσα έρευνα μελετά τον τρόπο με τον οποίο συγκροτείται το κοινωνικό φύλο κατά την παιδική ηλικία μέσω του έμφυλου παιχνιδιού με τους γονείς, λαμβάνοντας υπόψιν τις στερεότυπες αντιλήψεις και συμπεριφορές των γονέων για το παιχνίδι. Κρίθηκε αναγκαία η κατανόηση του “παιχνιδιού”, ως όρος με διττή σημασία, της δραστηριότητας και του αντικειμένου. Όσον αφορά τα εμπειρικά δεδομένα, προκύπτουν από 10 συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν, από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 2017. Στο τέλος, κατατίθενται τα συμπεράσματα της θεματικής ανάλυσης, τα οποία συνδυάζουν τις θεωρητικές προσεγγίσεις με τα στοιχεία που προκύπτουν από τις συνεντεύξεις 495 239 242 Recent studies have highlighted the multiple effects of music on children´scognitive, linguistic and emotional development. In particular, it is proposed that music contributes to the understanding, interpretation and communication of intentions, motives and emotions, already since infancy; it is thought to contribute both in the expression and regulation of emotions. The aim of this study was to investigate the effect that music has on the emotional perception and expression of early primary school age children. Specifically, 34 children aged 7-9 years listened to the narration of a story, while simultaneously viewing the pictures of the corresponding picture book. For half the sample this narration was accompanied by music, while for the other half not. Each child was then asked to assess the intensity of what he felt in certain scenes of the story, and then to paint freely something inspired on the history. Results are presented on the intensity of emotions children reported they experienced, as well on multiple characteristics of their paintings (e.g., number of colors, design size, draft position, emotional expression persons, relative size of characters, etc.). Overall, results show differences between the two conditions (with music - without music), with the children who listened to the narration accompanied by music reporting and expressing through their drawings more intense emotions. Results are discussed in relation to previous findings concerning the emotional effects of music, as well as in relation to their possible applications in the educational practice Σύγχρονες μελέτες έχουν αναδείξει τις πολλαπλές επιδράσεις της μουσικής στη γνωστική, γλωσσική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Ειδικότερα, προτείνεται πως η μουσική συντελεί στην κατανόηση, την ερμηνεία και επικοινωνία των προθέσεων, των κινήτρων και των συγκινήσεων, ήδη από τη βρεφική ηλικία, αναδεικνύεται δε η συμβολή της τόσο στην έκφραση όσο και τη ρύθμιση των συναισθημάτων. Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση της επίδρασης που έχει η μουσική στη συναισθηματική αντίληψη και έκφραση παιδιών πρώτης σχολικής ηλικίας. Ειδικότερα, 34 παιδιά ηλικίας 7 έως 9 ετών παρακολούθησαν την αφήγηση μίας ιστορίας, με ταυτόχρονη επισκόπηση του σχετικού εικονοβιβλίου. Στα μισά παιδιά η αφήγηση πλαισιωνόταν από μουσική, ενώ στα άλλα μισά όχι. Ζητήθηκε από κάθε παιδί να αξιολογήσει την ένταση των συναισθημάτων που του δημιούργησαν συγκεκριμένες σκηνές της ιστορίας, και στη συνέχεια να ζωγραφίσει ελεύθερα κάτι σχετικό με την ιστορία. Παρουσιάζονται αποτελέσματα σχετικά με την ένταση των συναισθημάτων που ανέφεραν πως βίωσαν τα παιδιά, καθώς και με την ανάλυση των σχεδίων τους ως προς αρκετές διαστάσεις (π.χ. αριθμός χρωμάτων, μέγεθος σχεδίου, θέση σχεδίου, συναισθηματική έκφραση προσώπων, σχετικό μέγεθος χαρακτήρων, κ.ά.). Τα αποτελέσματα στο σύνολό τους αναδεικνύουν διαφορές μεταξύ των δύο συνθηκών (με μουσική – χωρίς μουσική), με τα παιδιά που παρακολούθησαν το αφήγημα πλαισιωμένο από μουσική να αναφέρουν και να εκφράζουν μέσω του σχεδίου τους πιο έντονα συναισθήματα. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με προγενέστερα ευρήματα σχετικά με τις συναισθηματικές επιδράσεις της μουσικής, καθώς και σε σχέση με τις πιθανές τους εφαρμογές στην εκπαιδευτική διαδικασία 496 381 401 Μελέτη των τιμών των αντιθυρεοσφαιρινικών και αντιμικροσωμιακών αντισωμάτων στον ορό πασχόντων από Θυρεοειδίτιδα Hashimoto με την ανοσοραδιολογική μέθοδο IRMA The thyroid gland is one of the most important glands of our endocrine system and plays an important role in the normal development of tissues as well as in their subsequent metabolic pathways. Anti-Tg and Anti-TPO antibodies are antibodies produced by the body against thyroid antigens. Their values increase in some diseases, and especially in Hashimoto's thyroiditis, which was examined in this study. Chronic lymphocytic thyroiditis, or Hashimoto's disease, is the most common form of non-specific thyroiditis and the most common cause of hypothyroidism. It is a typical autoimmune disease of the endocrine system. The damage to the thyroid is generalized and the functioning of the gland is disturbed. The main symptom of Hashimoto's thyroiditis is swelling of the thyroid. The methods of Nuclear Medicine in the diagnosis of the disease have contributed decisively to the treatment of these diseases. The present study evaluates Anti-Tg and Anti-TPO antibodies in serum of patients suffering from Hashimoto's thyroiditis and correlates the values with the severity of the disease. 50 patients, 39 women and 11 men aged 18 to 52 years, with an average age of 36 ± 2 years, were studied. Patients had Hashimoto's thyroiditis and originated primarily from the 2nd University Pathological Clinic of University General Hospital of Evros. Patients were bled to determine the TSH and FT4 hormones as well as the anti-TPO and Anti-Tg antibodies. For the determination of the values of the antibodies, the radioimmunoassay kits Anti-hTG [I-125] RIA KIT, Anti-hTPO [I-125] RIA Kit of the Institute of Isotopes Ltd were used.The statistical analysis was done with the Student-test (Chi-square test) and the Pearson correlation test to correlate the values with the severity of the disease. Statistically significant was p <0.005. Statistical analysis showed that 85% of patients had a goiter. 35 patients had a scintigraphy which showed 100% of thyroiditis, p <0.005.95%, had a small increase in TSH (in the range of 4.6 - 9.7). 90% of patients showed high antibody levels of both Anti-TPO and Anti-Tg, p <0.005.Very high antibody values are associated with the severity of thyroiditis, p <0.005. Antibody determination is an accurately sensitive method, which should be performed in patients with suspicion of thyroiditis.The fall in antibody values does not happen immediately after treatment and their titles may remain high for a long period. Ο θυρεοειδής αδένας αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους αδένες του ενδοκρινικού μας συστήματος και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη φυσιολογική ανάπτυξη των ιστών, καθώς και στην μετέπειτα μεταβολική τους πορεία. Τα αντιθυρεοσφαιρνικά (Anti-Tg) και τα αντιμκροσωμιακά (Anti-TPO) αντισώματα, είναι αντισώματα που παράγει ο οργανισμός έναντι αντιγόνων του θυρεοειδούς. Οι τιμές τους αυξάνονται σε κάποιες ασθένειες και κυρίως στη θυρεοειδίτιδα Hashimoto που εξετάστηκε σε αυτή τη μελέτη. Η χρόνια λεμφοκυτταρική θυρεοειδίτιδα ή νόσος του Hashimoto αποτελεί την πιο συχνή μορφή μη ειδικής θυρεοειδίτιδας και την πιο συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού. Είναι μία τυπική αυτοάνοσος νόσος του ενδοκρινικού συστήματος. Η βλάβη που προκαλεί στο θυρεοειδή είναι γενικευμένη και λειτουργικότητα του αδένα εμφανίζει διαταραχές. Το βασικό σύμπτωμα της θυρεοειδίτιδας του Hashimoto είναι διόγκωση του θυρεοειδή. Οι μέθοδοι της Πυρηνικής Ιατρικής στην διάγνωση της νόσου έχουν συμβάλλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση των ασθενειών αυτών. Με την παρούσα μελέτη γίνεται εκτίμηση των αντισωμάτων Αnti-Tg και Αnti-TPO στον ορό ασθενών πασχόντων από θυρεοειδίτιδα Hashimoto και συσχέτιση των τιμών με τη βαρύτητα της νόσου. Μελετήθηκαν 50 ασθενείς, 39 γυναίκες και 11 άνδρες ηλικίας από 18 έως 52 ετών, με μέση ηλικία 36±2 έτη. Οι ασθενείς έπασχαν από θυρεοειδίτιδα Hashimoto και προέρχονταν από την Β΄ Πανεπιστημιακή Παθολογική κλινική του Π.Γ.Ν.Ε. κατά κύριο λόγο. Οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε αιμοληψία για προσδιορισμό των αυτοαντισωμάτων Αnti-TPO και Αnti-Tg. Για τον προσδιορισμό των τιμών των αυτοαντισωμάτων στον ορό χρησιμοποιήθηκαν τα κιτ ραδιοανοσολογικού προσδιορισμού Anti-hTG [I-125] RIA KIT, Αντι-hTPO [I-125] RIA KIT του Institute of Isotopes Ltd .Η στατιστική ανάλυση έγινε με Student-test (chi-square test) και την Pearson correlation test για τη συσχέτιση των τιμών με τη βαρύτητα της νόσου. Στατιστικά σημαντικό θεωρήθηκε το p<0.005. Από τη στατιστική ανάλυση προέκυψε ότι το 85% των ασθενών εμφανίζουν βρογχοκήλη. 35 ασθενείς είχαν υποβληθεί σε σπινθηρογράφημα το οποίο σε ποσοστό 100% ανέδειξε την ύπαρξη θυρεοειδίτιδας, p<0.005. Το 95% παρουσίασαν μικρού βαθμού αύξηση της TSH (εύρος τιμών 4.6 – 9.7). Το 90% των ασθενών εμφάνισαν υψηλές τιμές αντισωμάτων τόσο του Anti-TPO όσο και του Anti-Tg, p<0.005. Οι πολύ υψηλές τιμές των αντισωμάτων σχετίζονται με την σοβαρότητα της θυρεοειδίτιδας, p<0.005. Ο προσδιορισμός των αντισωμάτων είναι μία ακριβής ευαίσθητη μέθοδος, η οποία επιβάλλεται να γίνεται σε ασθενείς με υποψία θυρεοειδίτιδας. Η πτώση των τιμών των αντισωμάτων δεν γίνεται αμέσως μετά την θεραπεία και οι τίτλοι τους μπορεί να παραμείνουν υψηλοί για μακρό χρονικό διάστημα. 497 549 593 The education institutionalized in Old Skopos of Eastern Thrace and in New Skopos in Serrai: Η θεσμοθετημένη εκπαίδευση στον Παλιό Σκοπό Ανατολικής Θράκης και στο Νέο Σκοπό Σερρών: Thrace, according to history, first falls under the hands of the Ottomans around 1360. Thrace’s historic rising becomes widely apparent by the end of the 18th century. However, by the end of the First Balkan War (1912-1913) it is passed on to Bulgarians. By July 1913, Western Thrace is occupied by Bulgarian troops, while Eastern Thrace by Turkish. Bulgaria secures Western Thrace within its borders with the Bucharest Treaty, in 1913. Greek civilisation lives under Bulgarian occupation for a period of six years. In 1919, with the help of the French, Western Thrace is freed, and by July 1920, along with The Sevres Treaty, Thrace is finally defined as Greek territory. This feeling of freedom did not last though. By October 1922, following the signing of The Armistice of Mudanya, Eastern Thrace falls permanently in Turkish hands. After a series of failed negotiations in Paris, without the participation of Greek representation, the Allies singed the terms of the Armistice. According to these terms, the river Evros in Eastern Thrace was marked as the natural border between Greece and Turkey. Istanbul and Bosporus become Turkish territory. Western Thrace remained Greek. The Greek troops were removed from Eastern Thrace, while 250.000 Greeks were moved to Greek territory. Eastern Thrace is extended to 23.764 square kilometers (3% of the country). Skopos of Eastern Thrace was a town located at the northern-east side of Kirklaleri city (turkish name meaning 40 Churches- «Saranta Ekklisies»), within a distance of 15 kilometers. This town was divided in four districts. Its name “Skopos” (in Greek military terminology it refers to the person on duty) comes from the men in charge of guiding the specific spot in order to ensure a safe passage. The Asia Minor Catastrophe, followed by the The Armistice of Mudanya in October 13th 1922 led to the evacuation of Eastern Thrace. Accordingly, on October 7th 1922, the evacuation of Skopos town also begins. Many of its residents settled in Western Thrace, while others moved forward to Thessaloniki, Athens and Piraeus. The educational activities in Eastern Thrace Skopos showed a massive development at the beginning of the 18th century. Τhe first Greek school for males was instituted in 1810. It was named The Greek School. The foundation of the Common School followed and later on, in 1870 the Interdisciplinary School for males emerged. Also significant approaches on the education reality of Skopos were the establishment of the Girls’ School in 1878, the Semi-secondary school as well as the “Orpheus” reading hall in 1906. After the 1922 incidents in Greco-Turkish War and the population exchange, many of the refugees settled in villages of Eastern and Central Macedonia province and Western Thrace. One of those destinations is the new town of Skopos located in Easten Macedonia province. Nowadays, a visitor in New Skopos has the opportunity to enjoy a large square full of green and many historic public buildings, such as: the Town Hall (1956), the magnificent church of Saint Dimitrios (1924), the Nursery School (1997), the Kindergarten1996), the Primary School (1924), the Secondary School (1977) and the High School (1985) which are coalesced, the “Valioulio” local medicine practice (2003), the Therapeutic Riding Centre (2005), and the «Orpheus» Library and Reading Hall(1966). Η Θράκη σύμφωνα με τους ιστορικούς, περνά για πρώτη φορά στα χέρια των Οθωμανών γύρω στα 1360. Η ανοδική της πορεία γίνεται αντιληπτή στο τέλος του 18ου αιώνα. Ωστόσο, μετά το τέλος του Α’ Βαλκανικού πολέμου (1912-1913) περνά στα χέρια των Βουλγάρων. Τον Ιούλιο του 1913 η Δυτική Θράκη καταλαμβάνεται από Βουλγαρικά στρατεύματα, ενώ η Ανατολική Θράκη από Τουρκικά. Με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 οριστικοποιείται η κατάληψη της Δυτικής Θράκης από τους Βουλγάρους. Για έξι ολόκληρα χρόνια ο Ελληνισμός της Δυτικής Θράκης ζει υπό την κατοχή των βουλγάρων. Το 1919 με τη βοήθεια των Γάλλων η Δυτική Θράκη ελευθερώνεται από τους Βούλγαρους και τον Ιούλιο του 1920 σύμφωνα με τη Συνθήκη των Σεβρών, η Θράκη προσαρτάται οριστικά σε ελληνικά χέρια. Το αίσθημα της ελευθερίας δεν κράτησε για πολύ. Τον Οκτώβριο του 1922 και μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Μουδανιών, η Ανατολική Θράκη περνά οριστικά στην κυριότητα της Τουρκίας. Μετά από μία αποτυχημένη συνδιάσκεψη στο Παρίσι και δίχως την παρουσία Ελλήνων αντιπροσώπων υπογράφηκαν οι όροι της Συνθήκης από τις Μεγάλες Δυνάμεις. Σύμφωνα με τη Συνθήκη λοιπόν, ως σύνορα της Ελλάδα με την Τουρκία στην Ανατολική Θράκη ορίστηκε ο ποταμός Έβρος. Η Κωνσταντινούπολη και τα Στενά πέρασαν στη κυριαρχία των Τούρκων. Η Δυτική Θράκη παρέμεινε ελληνική. . Ο ελληνικός στρατός αποχώρησε από την Ανατολική Θράκη, ενώ 250.000 Έλληνες μετακινήθηκαν προς την Ελλάδα. Η περιοχή της Ανατολικής Θράκης αποτελείται από τρεις επαρχίες, της Αδριανούπολης, του Κιρκλαρελί και της Ραιδεστού. Η Ανατολική Θράκη έχει έκταση 23.764 τ.χ. (3% της χώρας). Ο Σκοπός της Ανατολικής Θράκης ήταν μία κωμόπολη, η οποία βρίσκεται βορειοανατολικά από την πόλη των Σαράντα Εκκλησιών, δεκαπέντε περίπου χιλιόμετρα από αυτήν. Το χωριό αυτό ήταν διαιρεμένο σε τέσσερεις συνοικίες, ανατολικά ήταν το Παλατίνι και το Κυριακό και δυτικά το Σακιζλή και το Αλεμόνι. Το όνομά του οφείλεται στους σκοπούς που φρουρούσαν το συγκεκριμένο σημείο με σκοπό οι οδοιπόροι να πραγματοποιούν με ασφάλεια τις διελεύσεις τους. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και κυρίως μετά τη συνθήκη των Μουδανιών στις 13 Οκτωβρίου 1922 αποφασίστηκε η εκκένωση της Ανατολικής Θράκης. Στις 7 Οκτωβρίου 1922 αρχίζει η εκκένωση του Σκοπού. Μέσα σε λίγες ώρες, 4.500 άνθρωποι ξεκινούν το δρόμο της προσφυγιάς. Μόλις άγγιξαν ελληνικό έδαφος οι Σκοπηνοί, διασκορπίστηκαν. Πολλοί εγκαταστάθηκαν σε πόλεις της Δυτικής Θράκης, ενώ άλλοι πορεύτηκαν προς τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα και τον Πειραιά. Η εκπαιδευτική δραστηριότητα στο Σκοπό Ανατολικής Θράκης έκανε δυναμικά την εμφάνισή της στις αρχές του 18ου αιώνα. Το πρώτο ελληνικό σχολείο αρρένων στο Σκοπό ιδρύεται το 1810. Η ονομασία του σχολείου αυτού ήταν, Ελληνική Σχολή. Ακολουθεί το Κοινό Σχολείο και έπειτα το 1870 η ίδρυση του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου αρρένων. Η παράλληλη λειτουργία του «Ελληνικού» και του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου οδήγησε στη συγχώνευσή τους και στην ίδρυση της Επτατάξιας Αστικής Σχολής». Σημαντική υπήρξε για την εκπαιδευτική πραγματικότητα του Σκοπού η ίδρυση του Παρθεναγωγείου το 1878, του Ημιγυμνασίου καθώς και του Αναγνωστηρίου Ορφεύς το 1906. Μετά τον ξεριζωμό του 1922, πολλοί από τους πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε χωριά της Ανατολικής, Κεντρικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης. Μία από όλες αυτές τις περιοχές ήταν και ο Νέος Σκοπός Σερρών που ανήκει στην Ανατολική Μακεδονία. Σήμερα, αν επισκεφτεί κανείς το Νέο Σκοπό θα συναντήσει μία τεράστια και ολοπράσινη πλατεία καθώς και πολλά δημόσια κτίρια, όπως: το Δημαρχείο (1956), την μεγαλοπρεπή Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου (1924), τον Παιδικό Σταθμό (1997), το Νηπιαγωγείο (1996), το Δημοτικό Σχολείο (1924), το Γυμνάσιο (1977) και Λύκειο (1985) του χωριού τα οποία συστεγάζονται, το Βαλιούλειο Αγροτικό Ιατρείο (2003), το Κέντρο Θεραπευτικής Ιππασίας (2005), καθώς και το Αναγνωστήριο – Βιβλιοθήκη Ορφέας (1966). 498 156 163 The present paper focuses in the analysis of the Greek tax system of farmers, who constitute an important part of the Greek economy. Agricultural economy today, in the extremely difficult present phase of global economy, is a really important matter, as any change of it could affect the existing data. Provided that a bibliographic study will be carried out about the main terms that concern the professional farmer and the agricultural enterprises, a review of the tax regime of Greek agricultural enterprises then and now is also going to be presented, analyzing the radical changes of the past five years. Moreover, the Greek tax system of farmer and agricultural enterprises is going to be compared with those of the European Union, in order to highlight the main differences. As the study ends conclusions and suggestions are drawn, that could possibly contribute in the good viability of Greek agricultural enterprises and in the improvement of the economy. Η παρούσα εργασία εστιάζει στην ανάλυση του ελληνικού φορολογικού πλαισίου των αγροτών και αγροτικών επιχειρήσεων, όπου αποτελούν σημαντικό κομμάτι της οικονομίας της χώρας. Η αγροτική οικονομία σήμερα, στην εξαιρετικά δύσκολη παρούσα φάση της παγκόσμιας επικρατούσας οικονομίας, αποτελεί ζήτημα υψίστης σημασίας καθώς οποιαδήποτε μεταβολή της θα μπορούσε να επηρεάσει σημαντικά τα υπάρχοντα δεδομένα. Εφόσον πραγματοποιηθεί μια βιβλιογραφική μελέτη στις βασικές έννοιες που αφορούν τον επαγγελματία αγρότη και τις αγροτικές επιχειρήσεις, θα γίνει ανασκόπηση στο φορολογικό καθεστώς των αγροτικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα στο παρελθόν και παρουσίαση του φορολογικού καθεστώτος στο σήμερα, αναλύοντας τις ριζικές αλλαγές που έχουν επέλθει την τελευταία πενταετία. Επιπλέον, θα γίνει παρουσίαση του φορολογικού συστήματος των αγροτών και αγροτικών επιχειρήσεων άλλων κρατών μελών της Ευρωπαικής Ένωσης και προσπάθεια σύγκρισης με το φορολογικό πλαίσιο στην Ελλάδα, με σκοπό την ανάδειξη των κύριων διαφορών. Κατά την ολοκλήρωση της μελέτης εξάγονται τα συμπεράσματα και οι προτάσεις που θα μπορούσαν ενδεχομένως να συμβάλλουν στην ορθή βιωσιμότητα των αγροτικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα και την βελτίωση της οικονομίας. 499 262 249 Microplastics are a modern environmental issue, the dimensions of which, although not widely understood, are nevertheless expanding. The need to monitor microplastic contamination has led to the application of a large number of methods, ranging from sampling to chemical analysis and identification of polymers in microplastic particles. With the present work, a wide bibliographic review of the methods used in the whole range of study and analysis of microplastics in various environmental samples (waters, sediments and organisms) was carried out. In fact, in order to facilitate the analysis steps, flow and decision diagrams are proposed, in which all the methods for the aforementioned environmental sampling fields are presented. All of these methods were evaluated, the advantages and limitations that characterize them were identified and the most appropriate ones were selected, as the case may be. In fact, because the study and analysis of microplastics lacks universal protocols, which have wide acceptance and application, three such protocols were proposed that were structured with the most appropriate methods. The methods and techniques of microplastics removal were also a field of study, so they were evaluated, in order to identify their advantages and limitations, while the most suitable ones were selected for application. Additionally, the present work studied the effect of microplastics on organisms due to the toxicity of certain additives used in plastics or the absorbed contaminants in them. Finally, the actions within the EU and the international community, concerning the issue of microplastics were recorded, as well as the contribution of the Circular Economy to the effective solution of the problem of microplastics. Τα μικροπλαστικά αποτελούν ένα σύγχρονο περιβαλλοντικό ζήτημα, του οποίου οι διαστάσεις, αν και δεν είναι ευρέως αντιληπτές, εντούτοις διευρύνονται όλο και περισσότερο. Η ανάγκη παρακολούθησης της μικροπλαστικής ρύπανσης οδήγησε στην εφαρμογή μεγάλου αριθμού μεθόδων, που ξεκινούν από τη δειγματοληψία και φτάνουν μέχρι την χημική ανάλυση και ταυτοποίηση των πολυμερών στα μικροπλαστικά σωματίδια. Με την παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε μία ευρεία βιβλιογραφική ανασκόπηση των μεθόδων που χρησιμοποιούνται σε όλο το φάσμα μελέτης και ανάλυσης των μικροπλαστικών σε διάφορα περιβαλλοντικά δείγματα (ύδατα, ιζήματα και οργανισμούς). Για τη διευκόλυνση μάλιστα των βημάτων ανάλυσης προτείνονται διαγράμματα ροής και λήψης απόφασης, στα οποία παρουσιάζονται όλες οι μέθοδοι για τα προαναφερόμενα περιβαλλοντικά πεδία δειγματοληψίας. Το σύνολο των μεθόδων αυτών αξιολογήθηκε, εντοπίστηκαν τα πλεονεκτήματα και οι περιορισμοί που τις χαρακτηρίζουν και έγινε επιλογή των καταλληλότερων, κατά περίπτωση. Μάλιστα επειδή η μελέτη και ανάλυση των μικροπλαστικών στερείται καθολικών πρωτοκόλλων, που να έχουν ευρεία αποδοχή και εφαρμογή, προτάθηκαν τρία τέτοια πρωτόκολλα που δομήθηκαν με τις καταλληλότερες μεθόδους. Οι μέθοδοι και τεχνικές αφαίρεσης των μικροπλαστικών αποτέλεσαν επίσης πεδίο μελέτης, οπότε και αξιολογήθηκαν, ώστε να εντοπιστούν τα πλεονεκτήματα και οι περιορισμοί τους, ενώ έγινε και επιλογή των καταλληλότερων για εφαρμογή. Επιπλέον στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η επίδραση των μικροπλαστικών στους οργανισμούς, λόγω της τοξικότητας που εμφανίζουν ορισμένα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται στα πλαστικά ή οι προσροφημένοι ρύποι σ’ αυτά. Καταγράφηκαν τέλος, οι δράσεις στα πλαίσια της ΕΕ αλλά και της διεθνούς κοινότητας, που αφορούν στο ζήτημα των μικροπλαστικών, καθώς και της συμβολής της Κυκλικής Οικονομίας στην ουσιαστική λύση του προβλήματος των μικροπλαστικών. 500 246 253 Knee and hip osteoarthritis is a disease that causes pain, restriction of mobility, and degrading quality of life for patients. Solutions to patient's problems can be provided by advances in rehabilitative knee and hip surgery. According to indications, a wide range of methods, implants and medical techniques have been developed. Serious complications such as aseptic loosening of total arthroplasty, infection, thrombotic events and embolism may subject patients to second surgery and severe deterioration of general health status. Bioethics is a recent science with its basic principles (respect for autonomy, benevolence, harmlessness, justice) posing questions, limitations and thinking over application of already existing or developing surgery techniques. Orthopedic specialists combining their medical knowledge and surgical skills with the above principles, must inform patients about possible complications of the intervention(harm of intervention).This can be achieved by motivating them to improve as much as possible their health status.They should be encouraged to modify variable risk factors such as diabetes and smoking. Balanced distribution of patients by visiting specialized arthroplasty centers and hospitals less frequented should be promoted. Each patient must be assessed about the likelihood of surgical success according to their specificities. New technologies should be introduced into medical practice wisely informing patients about possible advantages or disadvantages over existing methods.Information should be provided about the possibility of unpredictable complications in the future.These complications may now be unknown due to lack of long-term post-operative follow-up. All things considered, equal and prudent allocation and management of financial resources is required. Η οστεοαρθρίτιδα γόνατος και ισχίου είναι νόσος που προκαλεί άλγος, περιορισμό κινητικότητας και συνεπώς υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Με την ανάπτυξη της επανορθωτικής χειρουργικής γόνατος και ισχίου αναπτύχθηκε μια μεγάλη γκάμα μεθόδων, εμφυ-τευμάτων και ιατρικών τεχνικών που αναλόγως των ενδείξεων μπορούν να προσφέρουν λύση στα παραπάνω προβλήματα του ασθενούς. Βέβαια, σοβαρές επιπλοκές, όπως άσηπτη χαλάρωση της ολικής αρθροπλαστικής, λοίμωξη, θρομβοεμβολικά επεισόδια μπορεί να υποβάλουν τον ασθενή σε μια διαδικασία επανεγχειρήσεων και σοβαρή επιδείνωση της κατάστασης υγείας του. Εδώ, έρχεται μια σχετικά νέα επιστήμη, η βιοηθική, που με τις βασικές αρχές της (σεβασμός αυτονομίας, ευεργεσία, μη βλάπτειν, δικαιοσύνη) θέτει ερωτήματα, περιορισμούς και προβληματισμούς στην εφαρμογή ήδη υπαρχουσών μεθόδων ή νεότερων. Ο ορθοπαιδικός, συνδυάζοντας την ιατρική του γνώση και τη χειρουργική του δεινότητα με τις παραπάνω αρχές, πρέπει να ενημερώνει των ασθενή για τις πιθανές επιπλοκές της επέμβασης ενθαρρύνοντάς τον να βελτιώσει όσο το δυνατό περισσότερο την κατάσταση υγείας του όσον αφορά τους μεταβλητούς παράγοντες κινδύνου όπως διαβήτης, κάπνισμα. Επίσης, πρέπει να υπάρχει ισορροπημένη κατανομή των ασθενών που ανατρέχουν στα εξειδικευμένα κέντρα αρθροπλαστικής και στα νοσοκομεία με μικρότερο όγκο περιστατικών, αξιολογώντας την πιθανότητα επιτυχίας του χειρουργείου εξατομικευμένα σε κάθε ασθενή ανάλογα με τις ιδιαιτερότητές του. Οι νέες τεχνολογίες πρέπει να εισάγονται στην ιατρική πρακτική με σύνεση ενημερώνοντας τους ασθενείς για πιθανά πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα σε σχέση με τις υπάρχουσες μεθόδους, όπως και την πιθανότητα απρόβλεπτων επιπλοκών μελλοντικά που τώρα μπορεί να είναι άγνωστες λόγω της έλλειψης μακροπρόθεσμα μετεγχειρητικής παρακολούθησης. Για όλα τα παραπάνω απαιτείται δίκαιη και συνετή κατανομή και διαχείριση των οικονομικών πόρων. 501 322 318 Teaching methods and instructional means in pupil’s school performance Η συμβολή των μορφών και μέσων διδασκαλίας στη σχολική επίδοση των μαθητών Δημοτικού Σχολείου This paper deals with a topic that has been addressed by many educators, as well as teachers, both active and non-active. Its main purpose is to study the contribution of teaching methods and instructional means, to the school performance of elementary pupils. In more detail, the key elements of this paper are the characteristics and attitude that teachers and pupils are showing in the implementation of the various teaching methods, which may be direct and indirect, and how these can limit or develop the performance of the latter. We also focused on the importance of the various instructional means that teachers use in teaching and influence the performance of pupils. Teaching methods are distinguished in direct and indirect methods. Direct method includes frontal, questionnaire, interactive and experimental teaching. The teacher plays the key role in this, since he is the author, leaving little room for participation to the pupils. Pupils do not have many opportunities for active action, taking initiatives and taking responsibilities. Indirect method includes individual, cooperation in pairs, group teaching and Project method. In the above-mentioned teaching methods, the core of the educational process is the pupil, who acts freely by taking initiatives and creating his own framework of action. On the contrary, the teacher plays an auxiliary role, as it reinforces pupil participation and explains where and when it is necessary. In the empirical part, we will present a survey that were conducted in the city of Alexandroupolis and in the city of Drama, to 51 teachers of Primary Education. The conclusions we reached showed that the participants rarely use frontal teaching and focus on the other teaching methods that they consider to benefit pupils’ performance, increasing their interest and participation and a better comprehension of the course. Due to the same reasons, there is also an increase to the use of instructional means by the respondents in their teaching Η παρούσα εργασία πραγματεύεται ένα θέμα που έχει απασχολήσει κατά καιρούς πολλούς παιδαγωγούς, αλλά και εκπαιδευτικούς εν ενεργεία και μη. Κύριος σκοπός της είναι να μελετήσει τη συμβολή των μορφών και μέσων διδασκαλίας στη σχολική επίδοση των μαθητών του Δημοτικού Σχολείου. Αναλυτικότερα, τα ουσιώδη στοιχεία της εργασίας αποτελούν τα χαρακτηριστικά και οι στάσεις που εμφανίζουν οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές κατά την εφαρμογή των διαφόρων μορφών διδασκαλίας, άμεσων και έμμεσων και πως αυτές μπορούν να περιορίσουν ή να εξελίξουν την επίδοση των δεύτερων. Εστιάσαμε εξίσου στη σπουδαιότητα που παρουσιάζουν τα διάφορα μέσα διδασκαλίας που χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί στη διδακτική πράξη επηρεάζουν την απόδοση των μαθητών. Οι μορφές διδασκαλίας διακρίνονται στις άμεσες και στις έμμεσες. Στις πρώτες εντάσσονται η μετωπική, η ερωτηματική, η διαλογική και η πειραματική διδασκαλία. Σ’ αυτές το βασικότερο ρόλο διαδραματίζει ο εκπαιδευτικός, καθώς αποτελεί αυθεντία, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια συμμετοχής στους μαθητές. Οι μαθητές δεν έχουν πολλές ευκαιρίες για ενεργό δράση, λήψη πρωτοβουλιών και ανάληψη αρμοδιοτήτων. Στις δεύτερες εντάσσονται η ατομική, η συνεργασία ανά δύο, η ομαδική διδασκαλία και η μέθοδος Project. Στις προαναφερθείσες μορφές διδασκαλίας το κέντρο στην εκπαιδευτική πράξη αποτελεί ο μαθητής, ο οποίος ενεργεί ελεύθερα παίρνοντας πρωτοβουλίες και δημιουργώντας ο ίδιος το πλαίσιο δράσης του. Αντίθετα, ο δάσκαλος παίζει βοηθητικό ρόλο, καθώς ενισχύει τη συμμετοχή των μαθητών και επεξηγεί όπου και όποτε αυτό είναι αναγκαίο. Στο εμπειρικό μέρος θα παρουσιάσουμε μία έρευνα που διεξήχθη στην πόλη της Αλεξανδρούπολης και στην πόλη της Δράμας, σε 51 εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήξαμε έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες σπάνια χρησιμοποιούν τη μετωπική διδασκαλία και επικεντρώνονται στις υπόλοιπες μορφές διδασκαλίας οι οποίες θεωρούν ότι προσφέρουν στην απόδοση των μαθητών, στην αύξηση του ενδιαφέροντος και της συμμετοχής αυτών και στην καλύτερη κατανόηση του μαθήματος. Στους ίδιους λόγους οφείλεται και η αυξημένη χρήση των μέσων διδασκαλίας από τους ερωτηθέντες στη διδακτική πράξη 502 304 331 Ανοσϊστοχημική μελέτη και πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης ΜΤΑ-1 στο καρκίνωμα του ενδομήτριου: The endometrial adenocarcinoma is the sixth most frequently occurring cancer in women of developed countries, with more than 380.000 individuals diagnosed in 2018. Susceptibility factors are characterized by the exposure of the endometrium to estrogens without a balancing dose of progestins. The MTA1 protein, as a member of the NuRD complex, functions as a corepressor or a coactivator by modulating the transcription of its target, through the modification of the histone acetylation. It is the first member of the "Metastasis Associated Proteins" family and high expression in various tumor types, like breast, liver and ovary cancer, is observed. This expression is also associated with potential filtration, angiogenesis and creation of metastatic loci. Aim of this particular study is the inspection of possible MTA1 expression in endometrial cancer and its possible relation with the patient's survival time. The high expression of this protein, in a number of cancer types, leads to the theory that MTA1 can be considered a biomarker. The detection of MTA1 protein was examined on primary endometrial cancers of 27 women, with ages ranging around 59.19 years. Indirect method of immunochemistry was performed, by using an anti-MTA1 antibody, diluted to 1:150 concertation, and DAB chromogen, while the expression was analyzed semi-quantitative. Positive expression was observed in 59.3% of the sample and it was strongly associated with the patient's age (p=0.019), cancer type (Endometrioid or Not) (p<0.001), differentiation grade (p<0.001), cancer stage (p<0.001) and filtration depth (p<0.001). Patients with low or moderate expression levels have shown 100% 5-year survival, while high expression leads to 87.5% 1-year survival, 37.5% 2-year survival and 25% 5- year survival. These individuals show 100% mortality. MTA1 expression seems to be associated with positive diagnose and can be used as a prognostic factor on endometrial cancer patients. At this point, additional research to back up these findings, is essential. Το αδενοκαρκίνωμα του ενδομήτριου αποτελεί τον έκτο πιο συχνά εμφανιζόμενο τύπο καρκίνου σε γυναίκες ανεπτυγμένων χωρών, με πάνω από 380.000 διαγνώσεις το 2018. Χαρακτηριστικό των παραγόντων επιρρέπειας εμφάνισης της νόσου είναι η έκθεση του ενδομητρίου σε οιστρογόνα απουσία αντιστάθμισης με προγεστε ρινοειδή. Η πρωτεΐνη ΜΤΑ1, ως στοιχείο του συμπλόκου NuRD, λειτουργεί ως συγκαταστολέας ή συνεργοποιητής ρυθμίζοντας την μεταγραφή του στόχου της, μέσω τροποποίησης της ακετυλίωσης των ιστονών. Είναι το πρώτο μέλος της οικογένειας "Metastasis Associated Proteins" και παρατηρείται υψηλή έκφρασή της σε όγκους διαφόρων τύπων, κυριότεροι των οποίων είναι αυτοί του μαστού, του ήπατος, των ωοθηκών και του ορθοκολικού, στους οποίους έχει συσχετιστεί με την διήθηση, την αγγειογένεση και την ικανότητα δημιουργίας μεταστατικών εστιών του όγκου. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο έλεγχος της έντασης της έκφρασης της πρωτεΐνης MTA1 στον καρκίνο του ενδομητρίου καθώς και η πιθανή συσχέτιση της με τη διάρκεια επιβίωσης των ασθενών. Λόγω της αυξημένης έκφρασής της σε πολλούς τύπους καρκίνου, η MTA1 μπορεί να θεωρηθεί δυνητικός βιοδείκτης. Για την ανίχνευση της πρωτεΐνης MTA1 μελετήθηκαν πρωτογενή καρκινώματα του ενδομητρίου 27 γυναικών, μέσης ηλικίας τα 59,19 έτη. Χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έμμεσης ανοσοϊστοχημείας με την χρήση πρωτογενούς αντισώματος MTA1 σε αραίωση 1:150 και χρωμογόνου DAB, ενώ η έκφραση χαρακτηρίστηκε ημιποσοτικά. Θετική έκφραση της MTA1 καταγράφηκε στο 59,3% των δειγμάτων και συσχετίστηκε στατιστικά με την ηλικία των νοσούντων (p=0.019), τον τύπο του όγκου (Ενδομητροειδής ή Μη)(ρ<0.001), τον βαθμό διαφοροποίησης (p<0.001), το στάδιο της νόσου (p<0.001) και το βάθος διήθησης (p<0.001). Άτομα με μέτρια ή χαμηλότερη έκφραση MTA1 έδειξαν 100% πενταετή επιβίωση, ενώ η υψηλή έκφραση οδηγεί κατά 87,5% σε 1-ετή επιβίωση, κατά 37,5% σε 2-ετή επιβίωση και κατά 25% σε 5-ετή επιβίωση. Στα άτομα αυτά η θνησιμότητα ήταν 100%. Η έκφραση της ΜΤΑ1 φαίνεται να συσχετίζεται με θετική διάγνωση και μπορεί να αξιοποιηθεί ως προγνωστικός δείκτης σε πάσχουσες από καρκίνο του ενδομητρίου. Στο σημείο αυτό η περεταίρω έρευνα είναι απαραίτητη για την υποστήριξη των αποτελεσμάτων αυτών. 503 156 163 Final year students’ options from the Department of Primary Education, Democritus University of Thrace on their future occupation Απόψεις επί πτυχίω φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης για το μελλοντικό τους επάγγελμα This bachelor thesis aims to investigate the views of the final year students of the Primary Education Department of Democritus University of Thrace, regarding their future occupation. The theoretical part of this dissertation consists of clarification of definitions and historical retrospection about educators and their occupation, the applicable law context of primary education, as well as the system of teacher’s appointment and the professional rights that school teachers have in case of practicing this profession. In the research, are presenting the results that have been conducted through semi-structured interviews. The analysis of the data has revealed that the future school teachers choosing to become educators due to the desire of teaching and engaging with students. Finally, the prospective school teachers state that they will insist on practicing that profession even though the circumstances in this sector are difficult. Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία έχει ως σκοπό να ερευνήσει τις απόψεις των επί πτυχίω φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης αναφορικά με το μελλοντικό τους επάγγελμα. Το θεωρητικό μέρος της εργασίας συγκροτείται από αποσαφηνίσεις ορισμών, σχετικά με τον εκπαιδευτικό και το επάγγελμά του και ακολουθούν αναφορές για την ιστορική αναδρομή του και το νομοθετικό πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, καθώς και για το σύστημα διορισμού και την κατοχύρωση των δικαιωμάτων άσκησης του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού. Στο ερευνητικό μέρος παρουσιάζονται τα αποτελέσματα έρευνας που διεξήχθη μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έδειξε πως η επιλογή του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού βασίζεται στην αγάπη και την επιθυμία των μελλοντικών εκπαιδευτικών να διδάξουν και να ασχοληθούν με μαθητές. Τέλος, αψηφώντας τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στο συγκεκριμένο τομέα οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί δηλώνουν πως θα επιμείνουν στην εξάσκηση αυτού του επαγγέλματος. 504 144 134 Protected natural areas’ management bodies and citizen awareness: illustration and evaluation of the provided environmental education programs Φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών και ευαισθητοποίηση πολιτών: αποτύπωση και αξιολόγηση των προσφερόμενων προγραμμάτων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης The present study is aiming at discussing the work of Natural Reserves Management Bodies and specifically the evaluation of their provided educational programmes. The reasons according to which these structures were founded are initially portrayed, while an effort is made to capture this work through the data that are found on their official websites. For each of the analyzed Management Bodies, general information is included, as well as the reason for its generation, the activities that are carried out in order to inform and raise awareness, the environmental education and volunteering and finally the most recent update of their respective websites. Our focus primarily lies on the available educational programmes, while at the end of the present study, an overall review of the findings is further made Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το έργο των Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών της χώρας μας και πιο συγκεκριμένα, την αποτίμηση των προσφερόμενων εκπαιδευτικών προγραμμάτων τους. Αρχικά, αναφέρονται οι λόγοι που οδήγησαν στη δημιουργία των Φορέων Διαχείρισης, ενώ στη συνέχεια γίνεται μία προσπάθεια αποτύπωσης του εκπαιδευτικού έργου τους μέσα από τα στοιχεία που αναγράφονται στις επίσημες ιστοσελίδες τους. Σε κάθε φορέα που αναλύεται, συμπεριλαμβάνονται γενικές πληροφορίες που αφορούν την περιοχή, ο σκοπός της δημιουργίας του, οι δραστηριότητες που υλοποιεί με σκοπό την ενημέρωση–ευαισθητοποίηση, την περιβαλλοντική εκπαίδευση και τον εθελοντισμό αλλά και το χρόνο της τελευταίας ανανέωσης της αντίστοιχης ιστοσελίδας. Η εστίαση αφορά πρωτίστως τα παρεχόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα. Τέλος, η παρούσα εργασία ολοκληρώνεται με μία συνολική κριτική και σχολιασμό των σχετικών ευρημάτων 505 157 155 an ethnographic survey on Intercultural Primary Schools of the Prefecture of Rhodope μια εθνογραφική μελέτη των Διαπολιτισμικών Δημοτικών Σχολείων του Νομού Ροδόπης The purpose of this research is to investigate the degree to which the two Intercultural Primary Schools of the Prefecture of Rhodope, located in Sapes and Iasmos, are intercultural. As part of the current assignment, an ethnographic survey was conducted at those schools, based on the principles of the Anthropology of Education. This survey used participant observation, ethnographic diaries and the teachers’ interviews as its main tools. The 18 teachers working in those schools constituted the subjects of the research and their views were examined through semi-structured interviews. The analysis of the survey’s results was based on the principles of grounded theory and manifested that interculturalism at those schools remains oversimplified as the teachers have yet to fully comprehend its real meaning both on a theoretical and a practical level, because in everyday educational practice, they do not enact substantial changes with an intercultural perspective. Σκοπός της έρευνας ήταν να μελετήσει κατά πόσο διαπολιτισμικά είναι τα δύο Διαπολιτισμικά Δημοτικά Σχολεία του Νομού Ροδόπης που υπάρχουν στις Σάπες και στον Ίασμο. Η παρούσα εργασία αποτέλεσε μία επιτόπια εθνογραφική έρευνα στα σχολεία αυτά, βασιζόμενη στις αρχές τις Ανθρωπολογίας της Εκπαίδευσης και είχε ως εργαλεία της τη συμμετοχική παρατήρηση, τα εθνογραφικά ημερολόγια και τις συνεντεύξεις των εκπαιδευτικών. Υποκείμενα της έρευνας αποτέλεσαν οι 18 εκπαιδευτικοί που εργάζονται στα σχολεία αυτά και οι απόψεις τους μελετήθηκαν μέσα από τη χρήση των ημιδομημένων συνεντεύξεων. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας έγινε με βάση τις αρχές της θεμελιωμένης θεωρίας και ανέδειξε ότι στα σχολεία αυτά η διαπολιτισμικότητα παραμένει σε ένα επίπεδο υπεραπλουστευτικό, καθώς οι εκπαιδευτικοί φάνηκε ότι δεν έχουν κατανοήσει πλήρως τη σημασία της τόσο σε θεωρητικό επίπεδο, όσο και σε πρακτικό καθώς στην εκπαιδευτική καθημερινή πρακτική δεν προβαίνουν σε ουσιαστικές αλλαγές με διαπολιτισμικό προσανατολισμό και κατεύθυνση. 506 297 313 Μελέτη της ιστολογίας και της έκφρασης μορίων προσκόλλησης στο σπλήνα μετά από μερική ηπατεκτομή. The aim of this study was to determine the expression of the adhesion molecules ICAM-1 and VCAM-1 in the spleen, and its histologic lesions, after partial hepatectomy in the rat. The laparoscopic technique at normal pneumoperitoneum pressure was compared with the open technique.42 Albino Wistar rats, weighting 350-550gr, were divided into four groups. In the LAP-HEP-5 group (n=12), laparoscopic partial hepatectomy at normal pneumoperitoneum pressure (5mmHg) was performed, in the ΗΕΡ group (n=12) open partial hepatectomy was performed, whereas in the Sham group (n=12) only pneumoperitoneum at 5mmHg and placement of trocars were performed. The pneumoperitoneum was maintained for 40 minutes, while the total operation lasted 60 minutes. In the Control group (n=6), there was no initial intervention. rats of the LAP-HEP-5, HEP, and Sham group were submitted through laparotomy to sampling of splenic tissue 48 hours postoperative, whereas the rest of them were submitted to the same procedure 7 days postoperatively. The same procedure was also performed on the Control group. Splenic tissues were then used to determine the histopathologic grade and ICAM-1 and VCAM-1 expression. In the ΗΕΡ group, the histopathologic grade was elevated in 48 ώρες (p = 0,018) [median (IQR): 1,0 (1,8)], and returned to the same level as the Control group. ημέρες after the open hepatectomy (p = 1,000). ICAM-1 expression was elevated in both timepoints (p = 0,009 and p = 0,019 respectively) and was considered severe [median (IQR): 3,0 (0,0)], while VCAM-1 expression was not altered. In the LAP- HEP-5 group, however, no change in any of the studied parameters was observed, compared to the Control group. In conclusion, the inflammatory response of the spleen after partial hepatectomy, based on these findings, is significantly higher in cases of open partial hepatectomy compared to the laparoscopic procedure at normal pneumoperitoneum pressure. Σκοπός της μελέτης αποτέλεσε ο προσδιορισμός της έκφρασης των μορίων προσκόλλησης ICAM-1 και VCAM-1 στον σπλήνα, και η μεταβολή της ιστολογίας του μετά από μερική ηπατεκτομή σε ζωικό μοντέλο επίμυ.Πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ της λαπαρο-σκοπικής μερικής ηπατεκτομής υπό συνθήκες φυσιολογικής πίεσης πνευμοπεριτοναίου και της ανοικτής τεχνικής. Χρησιμοποιήθηκαν 42 επίμυες Albino Wistar, βάρους 350-550gr, που ταξινομήθηκαν σε τέσσερις ομάδες. Στην ομάδα LAP-HEP-5 (n=12), πραγματοποιήθηκε λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή σε συνήθη πίεση πνευμοπεριτοναίου (5mmHg), στην ομάδα ΗΕΡ (n=12) ανοικτή, ενώ στην ομάδα Sham (n=12) εικονική επέμβαση, με επίτευξη πνευμοπεριτοναίου σε συνήθη πίεση (5mmHg) και τοποθέτηση των trocars, χωρίς ηπατεκτομή. Το πνευμοπεριτόναιο διατηρούνταν για 40 λεπτά, ενώ η συνολική επέμβαση είχε διάρκεια μίας ώρας. Στην ομάδα Control (n=6) δεν πραγματοποιήθηκε καμία παρέμβαση. Σε χρονικό διάστημα 48 ωρών μετά την παρέμβαση, 6 επίμυες κάθε ομάδας υπεβλήθησαν σε ιστοληψία σπληνός. Οι υπόλοιποι επίμυες υπεβλήθησαν σε ιστοληψία σπληνός μία εβδομάδα μετά την αρχική παρέμβαση. Σε ιστοληψία σπληνός μετά από λαπαροτομία υπεβλήθησαν και οι 6 επίμυες της ομάδας Control. Τα ιστοτεμάχια του σπληνός χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό των ιστολογικών αλλοιώσεων και της έκφρασης των ICAM-1 και VCAM-1. Στην ομάδα ΗΕΡ ο ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε στις 48 ώρες (p = 0,018) [διάμεσος (ενδοτεταρτημοριακό εύρος): 1,0 (1,8)], και επανήλθε στα ίδια επίπεδα με της ομάδας Control στις 7 ημέρες (p = 1,000). Η έκφραση του ICAM-1 παρουσιάστηκε αυξημένη και στις δυο χρονικές στιγμές (p = 0,009 και p = 0,019 αντίστοιχα) και θεωρήθηκε σοβαρή [διάμεσος (ενδοτεταρτημοριακό εύρος): 3,0 (0,0)] ενώ η έκφραση του μορίου VCAM-1 δεν παρουσίασε μεταβολή. Στην ομάδα της λαπαροσκοπικής παρέμβασης, δεν παρουσιάστηκε καμιά μεταβολή σε σχέση με την ομάδα Control σε καμία από τις μελετώμενες παραμέτρους. Συμπεραίνεται ότι η φλεγμονώδης απόκριση του σπληνός μετά από την πραγματοποίηση μερικής ηπατεκτομής είναι εντονότερη σε περιπτώσεις ανοικτής μερικής ηπατεκτομής σε σχέση με τη λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή σε συνήθη πίεση πνευμοπεριτοναίου. 507 293 300 Autonomy is a concept which the more one pursues the more they realize the lack of it. On the other hand, the more one realizes the luck of autonomy the more they feel the need to pursue it and to struggle to gain it. Individuals, whole societies and nations struggle and fight for their autonomy in a political-socio-economic environment which depri-ves them of their autonomy before even trying to set it as a target. Autonomy is inextricably linked to the concept of freedom and as such it constitutes an essential condition for moral thinking and ethical philosophy. At the same time it is the foundation and the goal of Bioet-hics search. It is a cause for ethical dilemmas and a regulatory authority for solving them. The development of life sciences, the entry of tech-nology into all sciences and the interaction of sciences render the notion of autonomy dominant in moral reflection and expand its scope beyond humans. The present study attempts to shed light on this very dimension, where the concept of autonomy goes further its definition and acts on equal terms with any species and any entity with physical dimension that ‘claims’ and is ‘entitled’ to its existence, its sustainability and its perpetuation. It highlights the major role of autonomy as a regulatory authority of Bioethics in every field of human activity; both in the natural environment, where the impact of human activity is ever-increasing, and the sector of technology, where artificial over-intelli-gence reaches the limits of informed choice. Finally, it expands the search field of the concept of autonomy and attempts its identification both in the inner world of humans at the conscious and subconscious level and in anything that defines humans’ outer world as well as raises their metaphysical concerns. Η αυτονομία είναι μια έννοια που, όσο πιο πολύ την επιζητά κάποιος, τόσο περισσότερο διαπιστώνει την έλλειψή της. Και από την άλλη, όσο περισσότερο διαπιστώνει κανείς την έλλειψή της, τόσο μεγαλύτερη α-νάγκη αισθάνεται να την επιζητά και να αγωνίζεται για την κατάκτησή της. Μεμονωμένα άτομα, ολόκληρες κοινωνίες και έθνη αγωνίζονται και μάχονται για την αυτονομία τους μέσα σε ένα πολιτικο-κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον που τους τη στερεί, πριν ακόμη προλάβουν να τη θέσουν ως στόχο. Η αυτονομία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την έννοια της ελευθερίας και ως τέτοια, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ηθική σκέψη και την ηθική φιλοσοφία. Είναι ταυτόχρονα, το θεμέλιο και ο στόχος της Βιοηθικής αναζήτησης. Αποτελεί αιτία για τη δημιουργία των ηθικών διλημμάτων και κανονιστική αρχή στον δρόμο για την επίλυσή τους. Η εξέλιξη των βιοεπιστημών, η διείσδυση της τεχνολογίας σε όλες τις επιστήμες και η αλληλεπίδραση των επιστη-μών αυτών μεταξύ τους, καθιστούν την έννοια της αυτονομίας κυρί-αρχη στον ηθικό προβληματισμό και διευρύνουν το πεδίο αναφοράς της και πέρα από τον άνθρωπο. Αυτήν ακριβώς τη διάσταση επιχειρεί να αποδώσει η παρούσα εργασία, όπου η έννοια της αυτονομίας υπερβαίνει τον ορισμό της και στέκεται ισότιμα απέναντι σε κάθε είδος και σε κάθε φυσική οντότητα που ‘’διεκδικεί’’ και ‘’δικαιούται’’ την ύπαρξή της, την αειφορία της και τη διαιώνισή της. Αναδεικνύει τον σημαντικό ρόλο της αυτονομίας, ως κανονιστικής αρχής της Βιοηθικής, σε κάθε πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας. τόσο στο φυσικό περιβάλλον, όπου η επίδραση της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι διαρκώς αυξανόμενη, όσο και στον τομέα της τεχνολογίας, όπου η τεχνητή υπερ-νοημοσύνη, αγγίζει τα όρια της συνειδητής λειτουργίας. Τέλος, διευρύνει το πεδίο αναζήτησης της έννοιας της αυτονομίας και επιχειρεί τον προσδιορισμό της, τόσο στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου, στο επίπεδο του συνειδητού και του ασυνείδητου, όσο και σε κάθε τι που ορίζει τον εξωτερικό κόσμο του, αλλά και εγείρει τις μεταφυσικές του ανησυχίες. 508 177 187 In this project we will talk about water, its wide range of use, necessary procedures for its preservation means to avoid unnecessary consumption, problems that have developed in the third world societies, and also improvement efforts made in the direction of solving them in the future. One basic aim is for students to learn more about water and dangers hidden behind thoughtless use of water. Using this information we will attach nine educational scenarios referring to water, using Information and Communication Technology. Logistics used, will help us theoretically approach the issue with the active participation of students. On the other hand, the interaction of acquiring knowledge through an educator monologue becomes a boring procedure where very few students attend. Through new technologies, involvement of students is direct, as they seek information, select and develop studies, communicate with ease, and develop their creation. As we are living in an era where technology and its rising progress is dramatically evolving, we as future educators consider the use of the imperative, aiming at keeping society synchronized with modern educational systems Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με το νερό, την ευρύτερη χρήση του, τις ενέργειες που είναι απαραίτητες για την προστασία του, την αποφυγή της υπερκατανάλωσής του, των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι τριτοκοσμικές χώρες καθώς και τις βελτιωτικές προσπάθειες για την επίλυση αυτών στο μέλλον. Βασική προϋπόθεση είναι να γνωρίσουν οι μαθητές το νερό και τους κινδύνους που ελλοχεύει η αλόγιστη χρήση του. Γι αυτό, έχοντας ως βάση τις πληροφορίες αυτές θα επισυνάψουμε εννιά εκπαιδευτικά σενάρια σχετικά με το νερό, με την χρήση των Τ.Π.Ε., καθώς τα λογισμικά που θα χρησιμοποιήσουμε θα μας βοηθήσουν στη θεωρητική προσέγγιση με όσο το δυνατών την ενεργή συμμετοχή των μαθητών. Αντίθετα η αλληλεπίδραση γνωστικής προσέγγισης με το μονόλογο του εκπαιδευτικού καταντά μια βαρετή διαδικασία και ελάχιστοι μαθητές παρακολουθούν ενώ με τις Νέες Τεχνολογίες η εμπλοκή των μαθητών είναι άμεση, καθώς αναζητούν πληροφορίες, επιλέγουν, διαμορφώνουν κείμενα, εκφράζονται χωρίς να αισθάνονται άβολα και έχουν έντονη την αίσθηση της δημιουργίας. Ακόμα, ως μελλοντικοί εκπαιδευτικοί θεωρούμε απαραίτητη την χρήση των Τ.Π.Ε γιατί επιδιώκουμε να συγχρονίσουμε και την κοινωνία προς την σύγχρονη εκπαίδευση, αφού διανύουμε μια εποχή όπου η τεχνολογία και η αυξανόμενη πρόοδός της εξελίσσεται δραματικά 509 304 315 The regulatory T cells have an important role in the development of self-tolerance, autoimmunity and chronic inflammation. It is well known that the Jak-Stat signaling pathway is involved in the control of T cell differentiation and participates in the organization of the immune system. The deregulation of this pathway is involved in a variety of diseases among them the joint diseases. Knee Osteoarthritis (OA) is a degenerative disease with immunological basis because cytokines, chemokines and T cells infiltrate in the affected tissues. The connection of the Jak-Stat signaling pathway with OA has not been elucidated until now. Experiments.For the experiments, mononuclear cells from 20 patients with osteoarthritis and from 7 healthy individuals were received. Measurement of the basic and the after stimulation with IL-6, IFNa and / or IL-2 levels of phospho-STAT1, 3 and 5 was performed by phosphor- specific flow cytometry. Comparisons were made with the Mann Whitney, Kruskal Wallis or Wilcoxon Signed-Rank test, as appropriate. The aggregation of signaling profiles was made using the algorithm of hierarchical ascending classification. Results. The present study shows that Jak-Stat signaling pathway participates in pathophysiology of the OA. The percentage of Treg cells is related with the disease Severity Index. Patients with very severe OA have very low percentage of Treg cells. Moreover, OA patients have less activated Jak-Stat signaling pathway compared to healthy individuals. The stage of the OA is associated directly with the pathway activation. Stage 1 and 2 patients have almost the same percentage of phosphorylated STAT1, STAT3 and STAT5 molecules compared to healthy individuals. Stage 3 and 4 patients have lower percentage of of phosphorylated STAT1, STAT3 and STAT5 molecules compared to healthy individuals. Conclusion. This study shows that there is a linkage between OA and Jak-Stat signaling pathway and the important role of the pathway in the pathophysiology of the disease. Τα Τ ρυθμιστικά κύτταρα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της αυτό-ανοχής αλλά και στην ανάπτυξη φαινομένων αυτοανοσίας και χρόνιων φλεγμονών. Είναι γνωστό ότι το σηματοδοτικό μονοπάτι Jak-Stat ενέχεται στον έλεγχο της διαφοροποίησης των Τ κυττάρων, ενώ απορρύθμισή του έχει περιγραφεί σε διάφορες ασθένειες μεταξύ αυτών και ασθένειες των αρθρώσεων. Η οστεοαρθρίτιδα (ΟΑ) γόνατος είναι μια εκφυλιστική νόσος με ανοσολογική βάση, καθώς διάφορες κυτταροκίνες και Τ κύτταρα διηθούν την περιοχή. Παρόλο αυτά η συμμετοχή της οδού Jak-Stat στη παθοφυσιολογία της νόσου δεν έχει ακόμη μελετηθεί. Μέθοδοι. Μονοπύρηνα κύτταρα από 20 ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα ελήφθησαν προεγχειριτικά καθώς και από 7 υγιείς δότες. Η μέτρηση των βασικών ή μετά από διέγερση με IL-6, IFN^ ή/και IL-2 επιπέδων των φωσφο-STAT! 3 και 5 πραγματοποιήθηκε με φωσφοειδική κυτταρομετρία ροής. Οι συγκρίσεις έγιναν με τα Mann Whitney, Kruskal Wallis ή Wilcoxon Signed-Rank τεστ κατά περίπτωση. Για την ομαδοποίηση των σηματοδοτικών προφίλ αξιοποιήθηκε ο αλγόριθμος της ανιούσας ιεραρχικής ταξινόμησης.Αποτελέσματα. Το ποσοστό των Treg κυττάρων συσχετίστηκε με τη σοβαρότητα της νόσου βάσει της παραμέτρου Severity Index και εμφανίστηκε μειωμένο σε ασθενείς με υψηλό δείκτη σοβαρότητας της νόσου. Ακόμη βρέθηκε ότι όλοι οι υγιείς δότες εμφανίζουν διαφορετικό σηματοδοτικό προφίλ των STAT μορίων σε σχέση με τους ασθενείς, με τους υγιείς να χαρακτηρίζεται από χαμηλά βασικά επίπεδα και των τριών μεταγραφικών παραγόντων και αυξημένα διεγερμένα επίπεδα του pSTAT3, pSTATl, pSTAT5 έπειτα από διέγερση. Το σηματοδοτικό προφίλ συσχετίστηκε επίσης και με το στάδιο εξέλιξης τη νόσου, με τους ασθενείς που κατατάσσονται στα αρχικά στάδια της νόσου, στάδια 1 και 2 να διαφέρουν από τους ασθενείς στα στάδια 3 και 4 της νόσου των οποίων το προφίλ χαρακτηρίζεται από υψηλά βασικά επίπεδα του STAT1 και του STAT5 και χαμηλά διεγερμένα για όλες τις συνθήκες διέγερσης εκτός της IL2. Συζήτηση. Τα αποτελέσματα της έρευνάς μας υποδεικνύουν συμμετοχή των Treg κυττάρων και του σηματοδοτικού μονοπατιού JAK-STAT στη παθοφυσιολογία της οστεοαρθρίτιδας αλλά και στην έναρξη και την εξέλιξη της νόσου. 510 144 128 a multiple case study of unaccompanied asylum-seeking minors living in accommodation sites in Northern Greece μια συλλογική μελέτη περίπτωσης ασυνόδευτων ανηλίκων αιτούντων άσυλο που διαμένουν σε δομές φιλοξενίας στη Βόρεια Ελλάδα The aim of this dissertation is to shed light on the possible educational expectations of unaccompanied asylum seekers minors residing in various accommodation Sites across northern Greece. Also, it aims at investigating a) the connections between their educational expectations and certain agents of socialization, such as family, peers, educators and critical life events and b) the influence of the latter in shaping and structuring their educational expectations. The main purpose of this research study is to assess the impact of them being labelled unaccompanied minors that seek asylum, in terms of the barriers they’re being confronted with while shaping their educational expectations. Moreover, the cumulative influence and comparative study of their social place, as guests who seek refuge in Greece, coupled with the agents of socialization are being depicted. Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μια συλλογική μελέτη περίπτωσης με βασικό σκοπό τη διερεύνηση των ενδεχόμενων εκπαιδευτικών προσδοκιών που φέρουν ασυνόδευτοι ανήλικοι αιτούντες άσυλο διαμένοντες σε Δομές Φιλοξενίας της Βόρειας Ελλάδας. Παράλληλα, επιχειρείται η διερεύνηση των δεσμών που υπάρχουν και των επιρροών που υφίσταται η διαμόρφωση και δόμηση των εκπαιδευτικών τους προσδοκιών σε συνάρτηση με ορισμένους παράγοντες πλαισίου π.χ. οικογένεια, παρέα ομηλίκων, εκπαιδευτικοί και κρίσιμα συμβάντα ζωής που χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα την ομάδα των ασυνόδευτων ανηλίκων. Κύριο ζητούμενο της μελέτης αποτελεί η εκτίμηση του πώς το πλαίσιο στο οποίο υπάγονται ως ασυνόδευτοι ανήλικοι αιτούντες άσυλο και «φιλοξενούμενοι» επηρεάζει η όχι τις εκπαιδευτικές τους προσδοκίες συγκριτικά και σε συνδυασμό με τους επιλεγμένους παράγοντες πλαισίου. 511 106 126 Η χρήση και η έκβαση τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε γυναίκες με ιστορικό καρκίνου The use of assisted reproduction techniques in women with a history of cancer is feasible, if the health and prognosis of the patient allow it. The development of assisted reproduction can provide assistance and be a solution for cancer patients. Through effective ovarian stimulation protocols prior to chemotherapy and / or radiotherapy, like freezing embryos or oocyte and the laparoscopic removal of ovarian tissue freezing and its re¬transplantation are some of the assisted repro-ductive methods which may the chance to women with cancer to beco-me pregnant. The purpose of this thesis is to develop childbearing potential using assisted reproduction techniques in young woman who has cancer. Η χρήση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε γυναίκες με ιστορικό καρκίνου είναι εφικτή, εφόσον η υγεία και η πρόγνωση της ασθενούς το επιτρέπουν. Η εξέλιξη της υποβοηθούμενης αναπαραγω-γής μπορεί να προσφέρει αρωγή και να αποτελέσει λύση και για τις ογκολογικούς ασθενείς. Η χρήση αποτελεσματικών πρωτοκόλλων διέγερσης των ωοθηκών πριν τη χημειοθεραπεία ή και την ακτινο-θεραπεία, η κρυοσυντήρηση των εμβρύων ή ωαρίων και η λαπαρο-σκοπική αφαίρεση ωοθηκικού ιστού για κρυοσυντήρηση και απώτερη επαναμεταμόσχευση είναι μερικές από τις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που δίνουν την ευκαιρία τεκνοποίησης στις καρκινο-παθείς γυναίκες.Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάπτυξη των δυνατοτήτων τεκνοποίησης με τη χρήση τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε κάθε νέα γυναίκα που έχει νοσή-σει από καρκίνο. 512 202 246 Social litteracy in Second Chance Schools (S.C.S.) as a tool for the promotion and construction of citizenship Κοινωνικός Γραμματισμός στα ΣΔΕ ως εργαλείο προώθησης και οικοδόμησης της «ιδιότητας του πολίτη» Second Chance Schools constitute an innovative attempt to fight social exclusion as well as to promote employment and social adjustment for those adults who have not completed compulsory education. They, thus, contribute to the attempts made by the Greek State to fight social inequality and social exclusion of the low-skilled individuals, giving them the opportunity to increase their knowledge and skills in order to achieve their social integration and development as responsible citizens. The present study aims at investigating how adult education in the Second Chance Schools can be linked to the notion of “citizenship” and, more specifically, whether Social Literacy contributes to active citizenship. The case study carried out concerns the Second Chance School of Orestiada (Prefecture of Evros, Greece) and aims at investigating the views and perceptions of Orestiada Second Chance School graduates on the concept of “state”. Participants were also asked to assess the influence of the Social Literacy course they received on their views. The Second Chance School of Orestiada was chosen because it is unique for its student population since about 50% of the students are of a roma origin. Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ) συνιστούν έναν καινοτόμο εκπαιδευτικό θεσμό με βασικό στόχο την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού, την προώθηση στην απασχόληση και την κοινωνική προσαρμογή των ενήλικων ανθρώπων που δεν έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση. Έτσι, συντελούν σε μια προσπάθεια της πολιτείας προς την αποφυγή της κοινωνικής ανισότητας και του κοινωνικού αποκλεισμού των ατόμων με χαμηλές δεξιότητες, δίνοντάς τους την ευκαιρία να αυξήσουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες τους, προκείμενου να επιτευχθεί η κοινωνική τους ένταξη, αλλά και να εξελιχθούν σε υπεύθυνους πολίτες. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια διερεύνησης του τρόπου με τον οποίο η εκπαίδευση ενηλίκων στα ΣΔΕ, συνδέεται με την έννοια της «πολιτειότητας» και ειδικότερα προσπαθεί να διερευνήσει αν επιτυγχάνεται η ενεργός πολιτειότητα μέσα από την διδασκαλία του Κοινωνικού Γραμματισμού. Το κύριο ερώτημα που επιχειρείται να απαντηθεί είναι αν αναπτύσσεται η ιδιότητα του ενεργού πολίτη μέσα από την διεργασία του Κοινωνικού Γραμματισμού. Η ποιοτική έρευνα που διεξήχθη αφορά μία περιπτωσιολογική μελέτη του ΣΔΕ Ορεστιάδας και επιχειρεί την διερεύνηση των απόψεων και των αντιλήψεων των απόφοιτων του ΣΔΕ Ορεστιάδας ως προς τις έννοιες της πολιτειότητας, καθώς και αν αυτές επηρεάστηκαν από την εκπαίδευση που έλαβαν στο ΣΔΕ και πιο συγκεκριμένα, από την διδασκαλία του Κοινωνικού Γραμματισμού. Κίνητρο για τη διερεύνηση του εν λόγω θέματος, αποτέλεσε η ιδιαιτερότητα του ΣΔΕ Ορεστιάδας, καθώς παρουσιάζει ενδιαφέρον η σύνθεση των εκπαιδευομένων του, που αποτελείται κατά το ήμισυ από μέλη της εθνο-πολιτισμικής ομάδας των Ρομά. 513 257 265 methodological issues concerning research on the understanding of science concepts μεθοδολογικά ζητήματα στην έρευνα για την κατανόηση εννοιών στις Φυσικές Επιστήμες In the research on the nature of students' knowledge prior to the acquisition of the scientific view, two competing theoretical approaches have dominated. The first perceives pre-existing knowledge as a unified framework theory with explanatory power, while the latter as a set of quasi-independent pieces of knowledge. These perspectives continue to produce contradictory empirical findings for about three decades and this is an issue with serious implications, both theoretical, because it complicates the efforts for understanding of the cognitive process, as well as methodological. The purpose of this study is to investigate the nature of children's knowledge and its central question is whether this prior knowledge is coherent or fragmented, while the crucial methodological issues that have been raised in this research area are thoroughly discussed and elucidated. In the present study, a confirmatory procedure was followed in an attempt to identify the mental models that have been proposed in the relevant bibliography concerning the notions of Earth and Force. The sample consisted of 1,954 children aged 7-15 years old, 502 of which responded to the forced-choice inventory EARTH-2 and 1,452 responded to the forced-choice inventory Force-RQ. Latent Classes Analysis (LCA) was applied to the empirical data searching for consistency in the response patterns. Moreover the consistency of the responses over time and the inter-contextual consistency were examined too. In all analyses carried out via LCA, no coherent mental model besides the scientific one was identified. These findings and their implications for methodology and teaching are discussed. Στην έρευνα για τη φύση της γνώσης των μαθητών πριν την κατάκτηση της επιστημονικής άποψης έχουν κυριαρχήσει δύο ανταγωνιστικές θεωρητικές προσεγγίσεις, η πρώτη εκ των οποίων αντιλαμβάνεται την προϋπάρχουσα γνώση ως μία ενιαία θεωρία πλαισίου με επεξηγηματική ισχύ, ενώ η δεύτερη ως ένα σύνολο ημι-ανεξάρτητων τμημάτων γνώσης. Το γεγονός ότι οι δύο προοπτικές συνεχίζουν να παράγουν αντιφατικά εμπειρικά δεδομένα εδώ και περίπου τρεις δεκαετίες αποτελεί ένα ζήτημα με σοβαρές προεκτάσεις, τόσο θεωρητικές, καθώς περιπλέκει την κατανόηση της γνωστικής διαδικασίας, όσο και εκπαιδευτικές, διότι οι δύο προοπτικές προτείνουν διαφορετική προσέγγιση στη διδακτική μεθοδολογία. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατανόηση της φύσης της γνώσης των παιδιών όσον αφορά στο αν αυτή είναι συνεκτική ή κατακερματισμένη, ενώ συγχρόνως επιχειρείται η ανάδειξη των μεθοδολογικών ζητημάτων που άπτονται της έρευνας του πεδίου. Αναζητήθηκαν με τη μέθοδο της Ανάλυσης Λανθανουσών Τάξεων (LCA) συγκεκριμένα νοητικά μοντέλα που έχουν καταγραφεί βιβλιογραφικά για τις έννοιες της Γης και της Δύναμης. Το δείγμα της αποτελείται συνολικά από 1.954 μαθητές ηλικίας 7 έως 15 ετών: στους 502 εξετάστηκε η έννοια της Γης με το κλειστό εργαλείο EARTH-2 και στους 1.452 η έννοια της Δύναμης με το κλειστό εργαλείο Force-RQ. Σε μικρό δείγμα μαθητών ελέγχθηκαν επιπλέον η συνέπεια των απαντήσεων στο χρόνο και η συνέπεια εντός πλαισίου, ενώ παράλληλα εξετάστηκε η επίδραση του φύλου και της ηλικίας και στις δύο έννοιες. Από το σύνολο των αναλύσεων, δεν εντοπίστηκαν ενδείξεις ύπαρξης συνεκτικών νοητικών μοντέλων πέραν του επιστημονικού. Τα ευρήματα αυτά και οι μεθοδολογικές και διδακτικές τους προεκτάσεις συζητούνται διεξοδικά στο πλαίσιο της υπάρχουσας βιβλιογραφίας του πεδίου 514 302 331 Objective: This thesis is a review regarding the imaging technique of holography and its applications in opthalmology for the diagnosis of diseases of the eye. The purpose of this thesis is to collect the previous theory and research in order to provide the necessary knowledge for creating holographic images. The conjugation of this technique with opthalmology, will provide a valuable new tool in imagining of the eye structure with three dimensional hight resolution images in real time. Data and methods: The data reviewed are from 1969 until today. Our research started in February 2015 and ended in June 2015. The databases we were using from the Internet were Science direct, Pub med, Scopus, Medline, in English language. In particular, we raised the scientific question: what is the relationship between opthalmology and holography. We deployed the research protocol for the identification of the necessary data required for the review. Results: According to the review we conducted, the need for clearer imaging results led to the development and use of holography. The reason for the restriction in the beginning used as an additional method. With the passing of time the development of holographic technology can be used as an independent treatment method and displays in real time. Conclusions: According to what we found, it can be concluded that holography is a technique that has many application prospects. Especially, with the new technologies that have been developed can be used in various fields of applications, like education and medicine. That makes holography an ideal diagnostic method in medicine and in opthalmology. In ophthalmology can be used as a non-invasive dimensional imaging tool for diagnostic and surgical uses of the eye but also other functions related to ophthalmology. We strongly believe that in the near future this technique will conquer all fields of medicine and more. Σκοπός: Η παρούσα διπλωματική εργασία είναι μία θεωρητική ανασκόπηση που αφορά την τεχνική απεικόνισης της ολογραφίας και την εφαρμογή της στην οφθαλμολογία, για την διάγνωση διαφόρων παθήσεων του οφθαλμού. Ο σκοπός της εργασίας αυτής είναι η συγκέντρωση της προγενέστερης έρευνας και θεωρίας, έτσι ώστε να δώσει τις απαραίτητες γνώσεις για την δημιουργία ολογραφικών εικόνων. Η σύζευξη της τεχνικής αυτής με την οφθαλμολογία, θα αποτελέσει ένα νέο πολύτιμο εφόδιο στην απεικόνιση της δομής του οφθαλμού, με υψηλής ανάλυσης τρισδιάστατες εικόνες με βάθος και σε πραγματικό χρόνο. Υλικό και μέθοδοι: Τα δεδομένα της συστηματικής ανασκόπησης είναι από το 1969 έως και σήμερα. Η έρευνά μας ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2015 και έλαβε τέλος τον Ιούλιο του 2015. Οι βάσεις δεδομένων που χρησιμοποιήσαμε από το διαδίκτυο ήταν : Sciencedirect, Pubmed, Scopus, Medline στην αγγλική γλώσσα. Ειδικότερα αφού θέσαμε το επιστημονικό ερώτημα : ποια είναι η σχέση της οφθαλμολογίας με την ολογραφία αναπτύξαμε το ερευνητικό πρωτόκολλο για τον εντοπισμό των απαραίτητων δεδομένων που απαιτούνται για την ανασκόπηση. Αποτελέσματα: Από τη συστηματική ανασκόπηση που πραγματοποιήσαμε προέκυψε ότι η ανάγκη για πιο ευκρινή αποτελέσματα απεικόνισης οδήγησε στην ανάπτυξη και χρησιμοποίηση της ολογραφίας. Λόγω περιορισμού της τεχνολογίας στην αρχή χρησιμοποιήθηκε ως συμπληρωματική μέθοδος. Με την πάροδο του χρόνου όμως και με την εξέλιξη της τεχνολογίας η ολογραφία πλέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αυτόνομη μέθοδος επεξεργασίας και απεικόνισης πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο. Συμπεράσματα: Σύμφωνα με αυτά που βρήκαμε μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η ολογραφία είναι μια τεχνική η οποία έχει πολλές προοπτικές εφαρμογής. Ειδικότερα με τις καινούριες τεχνολογίες που έχουν αναπτυχθεί, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα μεγάλο εύρος από εφαρμογές όπως η εκπαίδευση και η ιατρική. Γεγονός που κάνει την ολογραφία μια πολύ καλή διαγνωστική μέθοδος στην ιατρική και στην οφθαλμολογία. Στην οφθαλμολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα μη επεμβατικό εργαλείο τρισδιάστατης απεικόνισης, για διαγνωστικούς και χειρουργικούς σκοπούς του οφθαλμού αλλά και για άλλες λειτουργίες που σχετίζονται με την οφθαλμολογία. Πιστεύουμε ακράδαντα ότι στο άμεσο μέλλον η τεχνική αυτή θα κατακτήσει όλους τους κλάδους της ιατρικής και όχι μόνο. 515 263 294 Dissociative disorders and phenomena spur the interest of mental health experts, artists and public opinion, ever since P. Janet introduced the concept of dissociation in 1897. The complexity of dissociative disorders raises ambiguity and skepticism among experts, many of whom hold contradicting views on the subject and causes the lack of a cohesive theoretical framework. The inability of experts to provide an adequate theory on dissociative disorders raises important issues when the legal system has to face problems concerning these disorders. The aim of this paper is to study the aspects of the legal issues concerning dissociative disorders in order to provide a consistent theoretical framework of handling those issues within the legal system. The fact that dissociative disorders seem to be more frequent than previously considered in the past, not only in special populations but also in the general population, makes these legal issues even more important. Moreover, even though dissociative disorders are a commonly accepted diagnostic category they seem to be overlooked in clinical practice, especially when evaluating people with history of trauma and maltreatment, which has been linked to dissociative symptomatology. The higher prevalence of dissociative disorders in criminals raises the question of their correlation with violence. Lastly, the legal system will also have to address legal issues in a consistent way, when it faces criminals suffering from dissociative disorders, with criminal responsibility being the most important one. Overall, dissociative disorders are an important diagnostic category that should be further studied, so as to provide a sufficient theoretical framework for a more effective response to legal issues concerning these disorders. Οι διασχιστικές διαταραχές και τα διασχιστικά φαινόμενα αποτελούν αντικείμενο μελέτης που κεντρίζει το ενδιαφέρον των ειδικών, των καλλιτεχνών και της κοινής γνώμης ήδη από το 1897 όταν για πρώτη φορά αναφέρθηκε ο όρος διάσχιση από τον P. Janet. Η πολυπλοκότητα που χαρακτηρίζει τις διασχιστικές διαταραχές προκαλούν αμφιθυμία και σκεπτικισμό στους ειδικούς οδηγώντας σε αντικρουόμενες απόψεις και στην έλλειψη μιας ενιαίας θεώρησης τους. Η ασυμφωνία αυτή μεταξύ ειδικών έχει σαν αποτέλεσμα και την αδυναμία παροχής ενός συνεκτικού θεωρητικού πλαισίου αντιμετώπισης τους σε περιπτώσεις νομικών ζητημάτων που προκύπτουν σε σχέση με τις διασχιστικές διαταραχές. Σκοπός της παρούσας βιβλιογραφικής μελέτης είναι η διερεύνηση των διαστάσεων των νομικών ζητημάτων που σχετίζονται με τις διασχιστικές διαταραχές ώστε να υπάρξει ένα ενιαίο θεωρητικό πλαίσιο αντιμετώπισης τους από το νομικό σύστημα. Η εκτίμηση της συχνότητας των διασχιστικών διαταραχών καταδεικνύει ότι αυτές δεν είναι τόσο σπάνιες όσο πίστευαν παλαιότερα οι ειδικοί, όχι μόνο σε ειδικές ομάδες αλλά και στον γενικό πληθυσμό, γεγονός που καθιστά ακόμα πιο αναγκαία την διερεύνηση των νομικών ζητημάτων. Επιπλέον, οι διασχιστικές διαταραχές φαίνεται ότι αν και είναι μια γενικά αποδεκτή διαγνωστική κατηγορία ψυχικών διαταραχών, συχνά παραβλέπονται κατά την κλινική εκτίμηση. Αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα σε ομάδες ατόμων με ιστορικό κακοποίησης, το οποίο έχει συσχετιστεί συχνά με την ύπαρξη διασχιστικής συμπτωματολογίας. Επίσης, η παρατήρηση υψηλότερων ποσοστών διασχιστικών διαταραχών σε πληθυσμούς εγκληματιών εγείρει το ερώτημα της σύνδεσης των διασχιστικών διαταραχών με την πιθανότητα εκδήλωσης βίαιων συμπεριφορών. Τέλος, το νομικό σύστημα θα κληθεί να ανταποκριθεί με συνεπή τρόπο σε ζητήματα που προκύπτουν όταν αυτό έρχεται αντιμέτωπο με δράστες εγκλημάτων που πάσχουν από κάποια διασχιστική διαταραχή, όπως αυτό του καταλογισμού. Συμπερασματικά, οι διασχιστικές διαταραχές είναι μια σημαντική διαγνωστική κατηγορία η οποία πρέπει να διερευνηθεί περαιτέρω, ώστε να δημιουργηθεί ένα επαρκές θεωρητικό πλαίσιο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των νομικών ζητημάτων που σχετίζονται με αυτές. 516 413 420 Επίδραση της διακοπής του καπνίσματος στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου This project refers to the changes of the microbial flora of the intestinal tissue of rats, under the influence of cigarette smoke and its cessation. According to the experimental design, 29 rats were exposure in cigarette smoke for eight weeks and in a cessation period for another 8 weeks (group S). The second group included 22 rats that were the control group and not subjected to any process (group C). At 4 and 8 weeks of exposure period and cessation period, a sample of intestinal tissue collected from rats in group S and C. The samples were isolated from the jejunum, ileum, the caecum and colon. Tissues were purified, and after homogenization, were analyzed by the method of microbiological analyzes. The bacterial populations that were studied were lactobacilli, staphylococci, streptococci, enterobacteriaceae, coliforms and total mesophilic flora of the intestine. The statistical analyzes of the results make clear that some of our results are consistent with the results of existing studies and some differ. On the 4th week of exposure to cigarette smoke, a reduction of the enterobacteriacea observed in the colon, a reduction of the coliforms observed in in the colon, a decrease of lactobacilli observed in ileum and colon, and a reduction in the total mesophilic flora observed in ileum. On the 8th week of exposure to cigarette smoke, an increase of enterobacteriaceae observed in the caecum, an increase of the coliforms observed in the ileum, a reduction of the staphylococci observed in jejunum, and a reduction of total mesophilic flora observed in caecum. On the 4th week of cessation period, an increase of the staphylococci observed in colon, and an increase of the total mesophilic flora observed in the jejunum. Finally, on 8th week of cessation period, a reduction of the coliforms observed in colon, an increase of the staphylococci observed in jejunum, and a reduction of streptococci observed in jejunum, ileum and colon. The interesting and innovating of this research is that refers to the changes of the microbial flora in different parts of the intestine. Furthermore, the consumption of food, showed that the rats in group S consume less amount of food during the exposure period compared with the group C, while the opposite occurs during the cessation period. To conclude, both exposure to cigarette smoke and the cessation of it, led to changes of the microbial flora of the intestine. It should, further, investigate the possible association of these changes with changes in food intake in these periods. Η παρούσα πτυχιακή εργασία αναφέρεται στις αλλαγές που πραγματοποιούνται στη μικροβιακή χλωρίδα του εντερικού ιστού των επίμυων υπό την επίδραση της έκθεσης σε καπνό τσιγάρου και της διακοπής της. Σύμφωνα με τον πειραματικό σχεδιασμό 29 επίμυες τέθηκαν σε διαδικασία έκθεσης σε καπνό τσιγάρου για 8 εβδομάδες και σε διαδικασία διακοπής της έκθεσης για ακόμα 8 εβδομάδες (ομάδα S). Μια δεύτερη ομάδα περιλάμβανε 22 επίμυες οι οποίοι αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου και δεν υποβλήθηκαν σε οποιαδήποτε διαδικασία (ομάδα C). Στις 4 και 8 εβδομάδες, τόσο της περιόδου έκθεσης σε καπνό, όσο και της περιόδου διακοπής της έκθεσης, πραγματοποιήθηκε δειγματοληψία του εντερικού ιστού από επίμυες των ομάδα S και C. Τα δείγματα απομονώθηκαν από τη νήστιδα, τον ειλεό, το τυφλό και το κόλον. Οι ιστοί καθαρίστηκαν, και μετά την ομογενοποίησή τους, αναλύθηκαν με την μέθοδο των μικροβιολογικών αναλύσεων. Οι πληθυσμοί των βακτηριακών πληθυσμών που μελετήθηκαν ήταν οι λακτοβάκιλλοι, οι σταφυλόκοκκοι, οι στρεπτόκοκκοι, τα εντεροβακτηρίδια, τα κολοβακτηρίδια και η ολική μεσόφιλη χλωρίδα του εντέρου. Από την καταμέτρηση των αποικιών και κατόπιν της στατιστικής ανάλυσης παρατηρήθηκε πως κάποια από τα αποτελέσματά μας συμφωνούν με υπάρχουσες μελέτες και κάποια διαφέρουν. Την 4η εβδομάδα έκθεσης σε καπνό παρατηρήθηκε μείωση των εντεροβακτηριδίων στο κόλον, μείωση των κολοβακτηριδίων στο κόλον, μείωση στους λακτοβάκιλλους του ειλεού και του κόλου, και μείωση στην ολική μεσόφιλη χλωρίδα του ειλεού. Την 8η εβδομάδα έκθεσης σε καπνό παρατηρήθηκε αύξηση στα εντεροβακτηρίδια του τυφλού, αύξηση στα κολοβακτηρίδια του ειλεού, μείωση των σταφυλόκοκκων της νήστιδας, και μείωση της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας του ειλεού και του τυφλού. Την 4η εβδομάδα διακοπής της έκθεσης παρατηρήθηκε αύξηση των σταφυλόκοκκων του κόλου, και αύξηση της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας της νήστιδας. Τέλος την 8η εβδομάδα διακοπής της έκθεσης παρατηρήθηκε μείωση των κολοβακτηριδίων του κόλου, αύξηση των σταφυλόκοκκων της νήστιδας, και μείωση των στρεπτόκοκκων της νήστιδας, του ειλεού και του κόλου. Το ενδιαφέρον και καινοτόμο στην συγκεκριμένη έρευνα είναι πως μελετάει τις αλλαγές στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου στα διαφορετικά τμήματά του. Επιπλέον καταμέτρηση της κατανάλωσης της τροφής, φανέρωσε πως οι επίμυες της ομάδας S καταναλώνουν μικρότερη ποσότητα τροφής κατά την περίοδο της έκθεσης σε σχέση με την ομάδα C, ενώ το αντίθετο συμβαίνει κατά την περίοδο διακοπής της έκθεσης. Σύμφωνα και με τα παραπάνω μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως τόσο η έκθεση στον καπνό τσιγάρου όσο και η διακοπή της έκθεσης οδήγησαν σε μεταβολές στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου. Αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω η πιθανή συσχέτιση αυτών των μεταβολών με τις μεταβολές στην πρόσληψη τροφής σε αυτές τις περιόδους. 517 16 16 Πολιτική ιστορία και κοινωνικός αποκλεισμός: Η περίπτωση της ελληνικής μειονοτικής εκπαίδευσης στην Τουρκία 1923 – 1968 Political history and social exclusion: the case of greek minority's education in Turkey 1923 – 1968 518 176 192 Knowledge, attitudes and behaviors of minority citizens regarding recycle and waste management Γνώσεις, στάσεις και συμπεριφορές πολιτών της μειονότητας σε θέματα που αφορούν την ανακύκλωση και τη διαχείριση των απορριμμάτων The issue of waste has been the subject of endless debates for many decades in our country, due to the relatively limited recycling of materials that takes place, and the great difficulties that occur in achieving modern methods of waste management. Citizens' knowledge and attitudes towards such issues become an important factor in the smooth resolution of such problems. In the present study, in which a sample of a population with particular characteristics such as the Muslim minority of Thrace was used, 100 interviews were conducted to portray their knowledge, perceptions, attitudes, and behaviors on issues related to recycling and waste management. The results of the analysis showed that the level of their knowledge was quite high, while they were found to have pro-environmental attitudes and behaviors. More specifically, men revealed higher knowledge level than women, however women were found to be friendlier to the environment, while as for their behavior, it seems that the older ones were more sensitized than the younger ones Το ζήτημα των απορριμμάτων αποτελεί αντικείμενο ατέρμονων συζητήσεων εδώ και πολλές δεκαετίες στη χώρα μας, λόγω της σχετικά περιορισμένης ανακύκλωσης υλικών που πραγματοποιείται και των μεγάλων δυσχερειών που εμφανίζονται στην επίτευξη σύγχρονων μεθόδων διαχείρισής τους. Η γνώση και οι στάσεις των πολιτών απέναντι σε τέτοια ζητήματα καθίσταται σημαντικός παράγοντας στην ομαλή επίλυση τέτοιων προβλημάτων. Για τις ανάγκες της παρούσας μελέτης, στην οποία αξιοποιήθηκε δείγμα ενός πληθυσμού με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όπως είναι η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, διεξήχθησαν 100 συνεντεύξεις μέσω των οποίων καταβλήθηκε η προσπάθεια αποτύπωσης των γνώσεων, αντιλήψεων, στάσεων και συμπεριφορών τους σε θέματα που σχετίζονται με την ανακύκλωση και την διαχείριση των απορριμμάτων. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, παρατηρήθηκε ότι το επίπεδο των γνώσεων τους είναι αρκετά υψηλό σε σχετικά με τα υπό εξέταση ζητήματα, ενώ εμφανίζουν και αρκετά υψηλές φιλοπεριβαλλοντικές στάσεις και συμπεριφορές. Ειδικότερα, οι άνδρες φαίνεται να έχουν πιο πολλές γνώσεις από τις γυναίκες, ενώ οι γυναίκες πιο έντονες φιλοπεριβαλλοντικές στάσεις. Τέλος όσον αφορά στη συμπεριφορά, οι πολίτες που είναι μεγαλύτερης ηλικίας είναι πιο ευαισθητοποιημένοι από εκείνους των μικρότερων ηλικιών. 519 168 187 Ο ρόλος του Δικαστηρίου της Ένωσης στη διασφάλιση του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του κράτους δικαίου In the context of this work, an analysis of the importance of human rights is expected to take into account the functioning of the Court of Justice in safeguarding them. In particular, an approach is made, based on the relevant case law and the bibliography approaching the issue. With reference to the structure to be followed in the present study, it is firstly the basic theory that has to do with the foundation and concept of human rights, but also with their interpretation and with the basic rules of justice which establish the bases for their protection. Then reference is made to the protection fundamental rights and the treaties that have laid the foundations for their strengthening. Finally, in the last chapter of this work, an analytical approach is made on the basis of the relevant WEU legislation, the relationship between fundamental rights and the basic instrument governing these rights - the human rights charter - with the provisions of the court and other fundamental of EU institutions. Στα πλαίσια της εργασίας αυτής αναμένεται να γίνει μία ανάλυση της σημασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχοντας σαν σημείο αναφοράς τη λειτουργία του Δικαστηρίου της Ένωσης όσον αφορά στην διασφάλιση τους. Ειδικότερα, γίνεται μία προσέγγιση, έχοντας σαν βάση τη σχετική νομολογία αλλά και την βιβλιογραφία, η οποία προσεγγίζει το θέμα. Αναφορικά με τη δομή, η οποία θα ακολουθηθεί στην παρούσα εργασία, αρχικά γίνεται ο προσδιορισμός της βασικής θεωρίας η οποία έχει να κάνει με τη θεμελίωση και την έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και της ερμηνείας τους και των βασικών δικανικών κανόνων που εγκαθιδρύουν τις βάσεις για την προστασία τους. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και στις συνθήκες οι οποίες έχουν θέσει τα θεμέλια για την ενίσχυσή τους. Τέλος, στο τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας αυτής, γίνεται μία αναλυτική προσέγγιση, βάσει της σχετικής νομοθεσίας του ΔΕΕ, της σχέσης των θεμελιωδών δικαιωμάτων και του βασικού οργάνου που διέπει αυτά τα δικαιώματα – του χάρτη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – με τις διατάξεις του δικαστηρίου και άλλων βασικών οργάνων της Ε.Ε. 520 447 335 Polypharmacy is defined as the consumption of 5 or more medicines per day and is common in elderly patients with multimorbidity.Elderly people are a specific population group with modified pharmacokinetics and pharmacodynamics, impaired renal and hepatic function, and increased prevalence of chronic diseases. Polypharmacy may aggravate multimorbidity in the elderly and increase the risk of adverse drug reactions and drug interactions. In a preliminary work we found lower percentages of Polypharmacy in older patients in Greece, compared to other European countries. As we attributed this finding to limitations in the Electronic Health Records and to restrictions in reimbursement due to the economic crisis in Greece, we decided to collect data not only from the Electronic Health Records but also from actual medication sales and by interviewing patients about other medication use.Methods.The sample was collected using electronic and handwritten prescriptions dispensed during April 2017 in a pharmacy store of western Thessaloniki. All prescriptions concerning patients older than 65 years were used. In order to include non prescribed medications, we kept a record of medications bought by the patients without prescription, and we also asked them directly about use of other medications on a chronic basis.Results. Out of 800 prescriptions we collected 440 prescriptions concerning 210 patients older than 65 years (mean age 77 years, range 65-99). 44% of them were male and 56% of them were female. Polypharmacy (> 5 medications) was observed in 55% of the patients (of whom 42% were male and 58% female). The most commonly used medication groups were cardiovascular, analgesic, antiulcer, anticoagulant / antiplatelet, hypolipidemic, antidiabetic, medicines acting on the central nervous system, medicines acting on the resiratory system, vitamins & minerals, and medicines for dementia, with comsumption rates of 86%, 70%, 48%, 46%, 41%, 36%, 35%, 24%,18% and 16%, respectively.Discussion. Polypharmacy is common among older people in Greece, with 55% of them using 5 or more medications. This percentage of polypharmacy appears to be almost double the 28% which was recorded when we used data only from the Electronic Health Records. Although analgesics were second in the frequency of usage, some of them were not included in prescriptions, as they are not reimbursed by the National Health System. Even medicines reimbursed by the National Health System (like thyroid hormones) were not included in prescriptions, either because they are cheap and can be bought without prescription or because patients can’t afford going to doctor, due to the financial crisis.Conclusions. Due to limitations in the Electronic Health Records and to restrictions in reimbursement because of the economic crisis in Greece, in order to record actual polypharmacy, apart from the Electronic and Hand-written Health Records, it is necessary to collect data directly from the patients. Η πολυφαρμακία ορίζεται ως η κατανάλωση 5 ή περισσότερων φαρμάκων ημερησίως και είναι συχνό φαινόμενο στους ηλικιωμένους με πολλαπλή νοσηρότητα.Στη μελέτη μας εξετάστηκαν 880 ηλεκτρονικές και χειρόγραφες ιατρικές συνταγές που συλλέχθηκαν από φαρμακείο της Δυτικής Θεσσαλονίκης κατά τον Απρίλιο 2017. Από τις συνταγές αυτές επιλέχτηκαν 440 συνταγές που αφορούσαν 210 ηλικιωμένους ασθενείς άνω των 65 ετών. Επιπλέον, καταγράφηκαν τα φάρμακα που αγόραζαν οι ασθενείς αυτοί χωρίς συνταγή. Επίσης, οι ασθενείς ρωτήθηκαν για άλλα φάρμακα που κατανάλωναν σε χρόνια βάση χωρίς συνταγογράφηση.Διαπιστώθηκε πολυφαρμακία σε 116 ασθενείς (ποσοστό 55%, 42% άνδρες και 58% γυναίκες). Οι σημαντικότερες σε κατανάλωση κατηγορίες φαρμάκων ήταν τα αντιυπερτασικά και καρδιολογικά φάρμακα, τα αναλγητικά, τα αντιελκωτικά, τα αντιαιμοπεταλιακά και αντιπηκτικά φάρμακα, τα υπολιπιδαιμικά, τα αντιδιαβητικά, τα φάρμακα με δράση στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ), τα φάρμακα του αναπνευστικού συστήματος, διαιτητικά συμπληρώματα όπως οι βιταμίνες και τα μέταλλα, και τα φάρμακα της άνοιας, με ποσοστά κατανάλωσης 86%, 70%, 48%, 46%, 41%, 36%, 35%,24%,18%,16% αντιστοίχως.Η εκτεταμένη πολυφαρμακία με κατανάλωση 10 ή περισσότερων φαρμάκων ήταν πιο περιορισμένη και ανερχόταν σε ποσοστό 14%. Στους υπερήλικες άνω των 80 ετών το ποσοστό πολυφαρμακίας με κατανάλωση 5 ή περισσότερων φαρμάκων ανερχόταν σε 60% ενώ το ποσοστό εκτεταμένης πολυφαρμακίας με κατανάλωση 10 ή περισσότερων φαρμάκων ανερχόταν σε 11%. Οι γυναίκες παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά πολυφαρμακίας σε σύγκριση με τους άνδρες.Στην παρούσα μελέτη διαπιστώθηκε ότι η πολυφαρμακία ήταν αρκετά κοινή στην τρίτη ηλικία, καθώς περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς χρησιμοποιούσαν πέντε ή περισσότερα φάρμακα. Αυτό το ποσοστό πολυφαρμακίας ήταν περίπου διπλάσιο από αυτό που διαπιστώθηκε σε προκαταρκτική μελέτη μας, στην οποία χρησιμοποιήσαμε στοιχεία μόνο από την επίσημη ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Συνεπώς, προκειμένου να καταγραφούν αξιόπιστα τα πραγματικά ποσοστά πολυφαρμακίας, θα πρέπει να συνυπολογίζονται τα στοιχεία που λαμβάνονται από τη χειρόγραφη συνταγογράφηση, καθώς και τα στοιχεία που λαμβάνονται απ’ ευθείας από τους ασθενείς.Οι ηλικιωμένοι είναι μία ιδιαίτερη ομάδα πληθυσμού με τροποποιημένη φαρμακοκινητική και φαρμακοδυναμική, μειωμένη νεφρική και ηπατική λειτουργία, και αυξημένο επιπολασμό χρόνιων ασθενειών. Η πολυφαρμακία μπορεί να δράσει επιβαρυντικά στους ηλικιωμένους ασθενείς και να αυξήσει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών και αλληλεπιδράσεων των φαρμάκων. 521 231 270 Diabetes prevalence is increasing globally, and health authorities and experts in the field have long emphasized the importance of dietary interventions to slow or reverse this trend. The present thesis studies the role of diet and dietary supplements in diabetes management. Most recent scientific evidence continues to support the efficacy of nutrition by limiting carbohydrate intake to lower blood glucose levels while at the same time the benefits of the Mediterranean diet are being increasingly demonstrated and supported in reducing HbA1C levels, weight loss and prevention of cardiovascular complications in diabetes. More and better quality research is needed on issues such as the comparability of the benefits of low- versus high- carbohydrate diets, the long-term efficacy and feasibility of low-carbohydrate diets, and the effectiveness of other dietary patterns such as DASH and vegetarian -vegan diets. Concerning nutritional supplements, there is consensus on their poor levels of efficacy for diabetic patients, and to date their use by major international organizations for diabetes management is not recommended. Two emerging areas of research are the benefits of supplementation with B12 for diabetic patients receiving metformin and the benefits of supplementation with alpha-lipoic acid in patients with diabetic neuropathy. In clinical practice, health care providers need to provide advice and guidance to patients on adherence to specific dietary regimes, always taking into account individual preferences and on the safety and efficacy of various dietary supplements. Ο επιπολασμός του σακχαρώδη διαβήτη αυξάνεται σε παγκόσμιο επίπεδο και οι αρχές υγείας, αλλά και οι εμπειρογνώμονες στον τομέα, έχουν από καιρό τονίσει την σημασία της εφαρμογής διατροφικών παρεμβάσεων για την επιβράδυνση ή και την αναστροφή αυτής της τάσης. Η παρούσα εργασία διερευνά τον ρόλο της διατροφής και των συμπληρωμάτων διατροφής στην διαχείριση του διαβήτη. Τα πιο πρόσφατα επιστημονικά στοιχεία, συνεχίζουν να υποστηρίζουν την αποτελεσματικότητα της διατροφής με περιορισμό στην πρόσληψη υδατανθράκων στην μείωση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, ενώ παράλληλα, τα οφέλη της μεσογειακής διατροφής αναδεικνύονται και υποστηρίζονται όλο και περισσότερο, στην μείωση της HbAIC, στη μείωση του σωματικού βάρους και την πρόληψη των καρδιαγγειακών επιπλοκών στον διαβήτη. Περισσότερες και καλύτερης ποιότητας έρευνες απαιτούνται σε θέματα, όπως η συγκρισιμότητα του οφέλους των διατροφών με χαμηλή, έναντι υψηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες, η μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και σκοπιμότητα των διατροφών με χαμηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες και η αποτελεσματικότητα άλλων διατροφικών σχημάτων όπως η διατροφή DASH και οι χορτοφαγικές και βέγκαν διατροφές. Σε ότι αφορά τα συμπληρώματα διατροφής, υπάρχει συναίνεση ως προς τα ελλιπή επίπεδα αποτελεσματικότητας τους για τους διαβητικούς ασθενείς, και μέχρι σήμερα δεν συστήνεται η χρήση τους από τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς για την διαχείριση του διαβήτη. Δύο αναδυόμενοι τομείς έρευνας εδώ, είναι τα οφέλη της συμπλήρωσης της διατροφής με Β12 για διαβητικούς ασθενείς που λαμβάνουν μετφορμίνη και τα οφέλη της συμπλήρωσης με άλφα- λιποϊκό οξύ σε ασθενείς με διαβητική νευροπάθεια. Στην κλινική πρακτική, οι πάροχοι υγείας είναι απαραίτητο να παρέχουν συμβουλευτική και καθοδήγηση στους ασθενείς σχετικά με την τήρηση συγκεκριμένων διατροφικών σχημάτων, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις ατομικές προτιμήσεις και σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των διαφόρων συμπληρωμάτων διατροφής. 522 89 106 οι προτάσεις των παιδιών προσχολικής ηλικίας, η περίπτωση της Αλεξανδρούπολης This project was created to examine the state of the environment and sustainability in education, and sustainable city and the principles governing it, towards the creation of such a city. Still, the city of Alexandroupoli examined more specifically both through its history, and through family biographical data of persons, in order to conclude whether it could in the future be a sustainable city. Finally, we investigated the opinions of preschool children regarding the standards today for the sustainable cities and of "plans" which have themselves for an ideal city Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να παρουσιάσει την πορεία της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για την αειφορία, αλλά και την αειφόρο πόλη και τις αρχές που τη διέπουν. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται πιο συγκεκριμένα η πόλη της Αλεξανδρούπολης τόσο μέσα από την ιστορία της, όσο και μέσα από βιογραφικά στοιχεία οικογενειακών προσώπων, με σκοπό να συμπεράνουμε εάν αυτή θα μπορούσε μελλοντικά να υπάρξει ως βιώσιμη πόλη. Τέλος, ερευνούνται οι απόψεις των παιδιών προσχολικής ηλικίας όσον αφορά τα πρότυπα που έχουν σήμερα για τις βιώσιμες πόλεις αλλά και για τα «σχέδια» που τα ίδια έχουν για μία ιδανική πόλη. 523 287 282 The purpose of this paper is to study, research and present the course of a historical school, in the Community of Aisimi of the Municipality of Alexandroupolis, in the Prefecture of Evros. The school was founded in 1924, the year refugees from Pontus and Cappadocia settled in the area. To the above population are added the Sarakatsani, who until then lived in huts outside the residential area, on the mountain. The school operated until 2000, when it was finally shut down and closed. The school archive was in the building of the Primary School, in the Community of Aisimi as well as in the GAK of Evros. It dates from 1940 onwards, as it was destroyed during the Bulgarian occupation. The files were extensively studied from 1940 until the end of the 1950s, as most answers to research questions were given there. The results of the research showed the different collective identities of the population, the gradual installation of Pontians, Kappadokians and Sarakatsani in the area, the initial incomplete study of students and the reasons that led them to it, the potential of students per decade, the causes of its declining course student population, weakening and eventual school closure. Also, results emerged regarding the operation of the school, where the principles of the Laboratory School exude, the influence of the School Inspector, the interaction with the rural Community and its contribution to Culture. The course of the school and the local community to which it belongs are reflected in the school archives, revealing the unfavorable conditions that prevailed in the first years of its establishment, its evolutionary course, the years that flourished and became a symbol of culture and subsequent weakening that led to its final closure. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη, η έρευνα και η παρουσίαση της πορείας ενός ιστορικού σχολείου, στην Κοινότητα Αισύμης του Δήμου Αλεξανδρούπολης, στο Νομό Έβρου. Η ίδρυση του σχολείου ανάγεται στο 1924, χρονιά που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή πρόσφυγες από τον Πόντο και την Καππαδοκία. Στον παραπάνω πληθυσμό έρχονται να προστεθούν οι Σαρακατσάνοι, οι οποίοι έως τότε ζούσαν σε καλύβες έξω από την κατοικήσιμη περιοχή, στο βουνό. Το σχολείο λειτούργησε μέχρι το 2000, όπου τελικά τέθηκε σε αναστολή λειτουργίας και έκλεισε. Το αρχείο του σχολείου εντοπίστηκε στο κτίριο του Δημοτικού, στην Κοινότητα Αισύμης καθώς και στα Γ.Α.Κ.- Αρχεία Ν. Έβρου. Χρονολογείται από το 1940 και έπειτα, καθώς των προηγούμενων ετών καταστράφηκε στη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής. Επισταμένα μελετήθηκαν τα αρχεία από το 1940 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1950, καθώς εκεί δόθηκαν οι περισσότερες απαντήσεις στα ερευνητικά ερωτήματα. Τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν τις διαφορετικές συλλογικές ταυτότητες του πληθυσμού, τη σταδιακή εγκατάσταση Ποντίων, Καππαδοκών και Σαρακατσάνων στην περιοχή, την αρχική ελλιπή φοίτηση των μαθητών και τους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν, το δυναμικό των μαθητών ανά δεκαετία, τις αιτίες της φθίνουσας πορείας του μαθητικού πληθυσμού, την αποδυνάμωση και το τελικό κλείσιμο του σχολείου. Επίσης, προέκυψαν αποτελέσματα σχετικά με τη λειτουργία του σχολείου, όπου αποπνέουν οι αρχές του Σχολείου Εργασίας, την επιρροή του Σχολικού Επιθεωρητή, την αλληλεπίδραση με την αγροτική Κοινότητα και τη συμβολή του στον Πολιτισμό. Η πορεία του σχολείου και η τοπική Κοινότητα στην οποία ανήκει, καθρεφτίζονται μέσα από τα σχολικά αρχεία, αποκαλύπτοντας τις δυσμενείς συνθήκες που επικρατούσαν τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του, την εξελικτική πορεία του, τα χρόνια που άνθισε και αποτέλεσε σύμβολο πολιτισμού και τη μετέπειτα αποδυνάμωση της τοπικής κοινότητας που οδήγησε στο οριστικό κλείσιμό του. 524 139 128 The aim of this work is to investigate the dynamical response of biological networks using a collection of mathematical and computational tools. We follow two different modeling strategies: In our first approach we investigate the analogy between the basic component of a biological network and the basic component of an electronic circuit where in the second approach we analyze a proposed biochemical model in order to study the dynamical behavior of two autoinflammatory diseases, the Familiar Mediterranean Fever (FMF) and the Cryopyrin Associated Periodic Syndrome (CAPS). Our analysis is based on using elements of theory of differential equation, dynamical complex theory and theory of Chaos, computational theory and theory of automata. Our attempt is to investigate the perspectives of representing biochemical networks in the same language with that of the electronic integrated circuits and therefore the theory of computation. Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση της δυναμικής απόκρισης βιολογικών δικτύων χρησιμοποιώντας μια γκάμα από μαθηματικά και υπολογιστικά εργαλεία. Χρησιμοποιούνται δύο διαφορετικές στρατηγικές μοντελοποίησης : στην πρώτη, διερευνούμε την αναλογία μεταξύ των βασικών συστατικών ενός βιολογικού δικτύου και του βασικού συστατικού ενός ηλεκτρονικού κυκλώματος ενώ στην δεύτερη προσέγγιση αναλύουμε ένα προτεινόμενο βιοχημικό μοντέλο με σκοπό την μελέτη της δυναμικής συμπεριφοράς δύο αυτοφλεγμονώδων νοσημάτων, του Οικογενούς Μεσογειακού Πυρετού και της οικογένειας των Περιοδικών Συνδρόμων Σχετιζόμενων με την Κρυοπυρίνη. Η ανάλυσή μας βασίζεται σε στοιχεία των συνήθων διαφορικών εξισώσεων, της θεωρίας δυναμικών συστημάτων, της θεωρίας του χάους, της θεωρίας υπολογισμού και της θεωρίας αυτοματισμού. Η τελική προσπάθεια είναι η διερεύνηση των προοπτικών αναπαράστασης βιοχημικών δικτύων με την ίδια «γλώσσα» που χρησιμοποιείται στα ολοκληρωμένα κυκλώματα και κατά συνέπεια στην θεωρία υπολογισμού. 525 160 212 Ο ρόλος της χειρουργικής αποκατάστασης της κιρσοκήλης στην εποχή της IVF Varicocele is considered to be the second most common cause of male infertility, after idiopathic infertility. Varicocele surgical repair is the most common operation for male infertility. Nowadays, after decades of research the pathogenesis and pathophysiology of varicocele remain unclear. Varicocele is present not only in subfertile males, but also in fertile men with normal sperm parameters. In addition, trials concerning treatment effectiveness show conflicting results. Therefore, varicocele is one of the most controversial issues in the field of subfertility and assisted reproduction. Elements of anatomy and physiology of the male reproductive system, spermatogenesis and sperm evaluation, causes of male subfertility and finally varicocele and surgical repair are discussed in this work. In conclusion, although varicocele is a common finding in subfertile males, according to the literature, the etiologic relationship between varicocele and male infertility is difficult to be established and the efficacy of varicocele surgical repair is questionable, thus it should be applied only in meticulously selected subfertile men. Η κιρσοκήλη αναφέρεται ως η δεύτερη σε συχνότητα αιτία ανδρικής υπογονιμότητας, μετά την ιδιοπαθή. Η χειρουργική αποκατάσταση της κιρσοκήλης είναι η πιο συχνή επέμβαση για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας στον άνδρα. Σήμερα, μετά από έρευνα πολλών δε-καετιών η παθογένεια και η παθοφυσιολογία της δεν έχουν διευκρι-νιστεί πλήρως. Το γεγονός ότι ανευρίσκεται τόσο σε υπογόνιμους, όσο και σε γόνιμους άνδρες με φυσιολογικές παραμέτρους σπερμο-διαγράμματος δημιουργεί εύλογα ερωτήματα. Λόγω αυτών των παρατηρήσεων, αλλά και των αντικρουόμενων αποτελεσμάτων των διαφόρων μελετών που αφορούν στην αποτελεσματικότητα της χειρουργικής αντιμετώπισης της κιρσοκήλης, η τελευταία αποτελεί ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα ζητήματα στον τομέα της υπογονιμότητας και της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Στην παρούσα εργασία παρατίθενται στοιχεία ανατομίας και φυσιολογίας του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος, αναλύεται ο μηχανισμός της σπε- ρματογένεσης και η εκτίμηση των παραμέτρων του σπέρματος, παρουσιάζονται τα αίτια ανδρικής υπογονιμότητας και τέλος γίνεται εκτενής αναφορά στα δεδομένα αναφορικά με την κιρσοκήλη και τη χειρουργική της αποκατάσταση.Καταληκτικά, αν και η κιρσοκήλη αποτελεί συχνό εύρημα μεταξύ των υπογόνιμων ανδρών, ωστόσο από τα βιβλιογραφικά δεδομένα η αιτιολογική της σχέση με την υπογο-νιμότητα είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί, ενώ η αποτελεσματικότητα της επέμβασης διόρθωσης της κιρσοκήλης στην αποκατάσταση της γονιμότητας είναι αμφισβητούμενη. Επομένως, θα πρέπει να εφα-ρμόζεται σε αυστηρά επιλεγμένους υπογόνιμους άνδρες. 526 390 273 Hemiplegic shoulder pain is a relatively common complication that becomes present on the affected side of patients who survived a stroke. This complication presents itself between the first two weeks after the invasion of the stroke and the following six months. The frequency of this state varies from 5% to 84%. This big deviation that comes along at the studies is due to the different definitions of hemiplegic shoulder pain and the differences of the classification criteria. This disease has been an object of studies for decades. It is commonly accepted that it makes rehabilitation harder, drastically reducing the functionality of the limb, while getting low scores on the rating scales BARTHEL, ASWARTH, FIM etc. Additionally, it is a big disappointment for the rehabilitation team and mostly for the patient regarding the possible outcome of therapy and lessens their motivation for greater effort. Causing factors include loss of movement control during the loose, the spastic and the synergic stage of stroke, spasticity or looseness of the shoulder muscles, injuries of the musculotendinous junction, damages of the articular capsule, subluxation of the shoulder joint, adhesive capsulitis, also known as frozen shoulder, but also more complicated situations such as central pain syndrome and complex regional syndrome. Complex regional syndrome, or else known as shoulder-hand syndrome, frozen shoulder and the shoulder subluxation were extensively analysed due to their significance and the difficulty of their treatment. During the last decades, several ways of overcoming this issues have been suggested. Though it depends on the causing factor. Writers suggest several therapeutic techniques such as: blocking of the sympathetic nerves, spinal cord stimulation, use of hyperbaric chamber, physical and occupational therapy, liberation of the joint capsule and even handlings under anaesthesia in case of a frozen shoulder. Other suggestions include Botulinic toxin, infusions of corticosteroids, a special diet, Strapping Sling elevation, and also Taping and Positioning, commonly accepted as extremely important. Writers seem to give different significance to each diagnostic technic and suggested treatment. Though they all agree about the necessity of prevention through the right positioning of the patient, the early mobilization from the loose stage and on, and the education of the rehabilitation team regarding the handling and techniques that are used daily in order to move patients, so the services are provided with safety and the injuries due to violent moves are prevented. Ο επώδυνος ώμος του ημιπληγικού είναι μια αρκετά συχνή επιπλοκή που παρουσιάζεται στην πάσχουσα πλευρά του επιζήσαντα από ΑΕΕ. Η επιπλοκή αυτή εισβάλει μεταξύ των πρώτων 2 εβδομάδων από την έναρξη του εγκεφαλικού επεισοδίου και των 6 πρώτων μηνών. Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αυτής κυμαίνεται από 5% ως 84%. Η μεγάλη αυτή απόκλιση που παρατηρείται στις μελέτες, οφείλεται στις διαφορές στον ορισμό του επώδυνου ημιπληγικού ώμου και στα κριτήρια κατάταξης των ασθενών στο σύνδρομο αυτό. Η νόσος αυτή έχει γίνει αντικείμενο μελέτης από πολλούς ερευνητές εδώ και δεκαετίες και είναι κοινώς αποδεκτό ότι δυσκολεύει την αποκατάσταση, μειώνει δραματικά την λειτουργικότητα του μέλους προσδίδοντας χαμηλό σκορ στις BARTHEL, ASWARTH, FIM κλπ κλίμακες αξιολόγησης και απογοητεύει την θεραπευτική ομάδα και κυρίως τον ίδιο τον πάσχοντα για την έκβαση της αποκατάστασης μειώνοντας το κίνητρο για μεγαλύτερη προσπάθεια. Ως παράγοντες πρόκλησης έχουν ενοχοποιηθεί η διαταραχή του κινητικού ελέγχου στο χαλαρό, σπαστικό και συνεργικό στάδιο το ΑΕΕ, η σπαστικότητα αλλά και χαλαρότητα των μυών της ωμικής ζώνης, οι τραυματισμοί στοιχείων του μυοτενόντιου συνόλου της περιοχής, οι φθορές της αρθρικής κάψας, το υπεξάρθρημα της γληνοβραχιόνιου διαρθρώσεως, η συμφυτική θυλακίτιδα του ώμου που αποκαλείτε και παγωμένος ώμος, αλλά και περισσότερο πολύπλοκες καταστάσεις όπως κεντρικός πόνος και το σύνδρομο του περιοχικού πόνου. Το σύνδρομο περιοχικού πόνου η ως συνήθως σύνδρομο ώμου – χεριού ο παγωμένος ώμος και το υπεξάρθρημα, αναλύθηκαν εκτενέστερα λόγω της μεγάλης τους βαρύτητας που προσδίδουν και της μεγάλης δυσκολίας να αντιμετωπισθούν. Τα ανατομικά και κινησιολογικά στοιχεία της κατ' ώμον άρθρωσης που παρατίθενται έχουν σαν στόχο την κατανόηση της σημαντικότητας της σταθερότητας της άρθρωσης και της συνέπειας της απώλειας του κινητικού ελέγχου στα στάδια της νόσου του ΑΕΕ. 527 282 279 Teaching strategies of kindergarten in personalized learning situations in the context of informal learning Διδακτικές στρατηγικές νηπιαγωγού σε εξατομικευμένες καταστάσεις μάθησης σε πλαίσιο άτυπης μάθησης The aim of this study is to investigate the teaching strategies which were used by a nursery teacher, in order to transfer knowledge to a trainee in a particular teaching situation. In other words, it seeks to explore the practices that applies in the course of pedagogical and didactic processes that are directly related to the kind of learning the child is expected to acquire. At a theoretical level, the study is based on the socio-cultural approach of learning and development, according to which the development of the child is achieved not only for the sake of it’s biological heritage but also for it ’s interaction with other people and the environment in which it grows . The way in which the two factors contribute to the child's development, depends on how they are combined within a cultural-historical context. For this purpose, fifteen sessions were planned, in the development of which the nursery teacher helps the infant to solve the problem he proposes by providing him with learning through support. The subjects of the survey are a kindergarten and thirteen preschool children, from 4 to 6 years old. The methodological tools used to collect the data were camera observation to control the structure and functionality of teaching strategies, and interview with the nurse in order to understand its rationale. The processing of the data revealed that the nursery teacher used various roles and mentoring strategies, assessing the needs of the teaching session each time. Its main objective was to support and guide the child to reach a more advanced level than the one he had when he started. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διερευνηθούν οι διδακτικές στρατηγικές που χρησιμοποίησε μία νηπιαγωγός για να μεταβιβάσει στον εκπαιδευόμενο τη γνώση που κατέχει κατά τη διαδικασία επίλυσης ενός προβλήματος, σε ένα άτυπο πλαίσιο. Με άλλα λόγια, επιδιώκεται να διερευνηθούν οι πρακτικές που εφαρμόζει στη διάρκεια παιδαγωγικών και διδακτικών διαδικασιών, οι οποίες σχετίζονται και με το είδος της μάθησης που αναμένεται να αποκτήσει το παιδί. Σε θεωρητικό επίπεδο, η μελέτη στηρίζεται στην κοινωνικο - πολιτισμική προσέγγιση της μάθησης και της ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία η ανάπτυξη του παιδιού επιτυγχάνεται όχι μόνο χάριν της βιολογικής του κληρονομιάς, αλλά και της αλληλεπίδρασής του με άλλα άτομα και με το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει. Ο τρόπος με τον οποίο οι δύο παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη του παιδιού, εξαρτάται από το πώς συνδυάζονται μέσα σε ένα πολιτισμικό - ιστορικό πλαίσιο. Για τον σκοπό αυτό σχεδιάστηκαν δεκαπέντε διδακτικές συνεδρίες, στην εξέλιξη των οποίων η νηπιαγωγός βοηθά το νήπιο να επιλύσει το πρόβλημα που του προτείνει, παρέχοντάς του μάθηση μέσω υποστήριξης. Τα υποκείμενα της έρευνας είναι μία νηπιαγωγός και δεκατρία παιδιά προσχολικής ηλικίας, από 4 έως 6 ετών. Τα μεθοδολογικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη συλλογή των δεδομένων, ήταν η παρατήρηση, με χρήση κάμερας, για τον έλεγχο της δόμησης και της λειτουργικότητας των στρατηγικών διδασκαλίας και η συνέντευξη με τη νηπιαγωγό για την κατανόηση του σκεπτικού της. Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι η νηπιαγωγός αναλαμβάνει διάφορους ρόλους και στρατηγικές καθοδήγησης, αξιολογώντας κάθε φορά τις ανάγκες της διδακτικής συνεδρίας. Κύριος στόχος της ήταν να υποστηρίξει και να καθοδηγήσει το παιδί να φτάσει σε ένα πιο προχωρημένο επίπεδο από εκείνο από το οποίο ξεκίνησε. 528 198 229 Ο ρόλος της μετφορμίνης για την πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας σε υπογόνιμες γυναίκες με πολυκυστικό σύνδρομο Research in the field of human reproduction has established concepts and methods to deal with infertility in women of reproductive age. Human reproduction is also a science, that is constantly changing and adapting to technological developments. An important cause of female infertility is polycystic syndrome, a common, complicated endocrine disorder of women of childbearing age, often manifested by ovulatory disorders. Irregular or abnormal ovulation in these women, is associated with insulin resistance, which is associated with the metabolic features of polycystic syndrome. In recent years, the effect of insulin-sensitizing agents, such as metformin, on insulin resistance and improved ovulation induction has been studied. The present study aims to research the effect of metformin on ovulation induction in infertile women with polycystic syndrome. Specifically, therapeutic strategies, used to treat the ovulatory disorders of the polycystic ovarian syndrome are mentioned, and the research is focused on novel data on the use of metformin as a medication to induce ovulation. The goal of ovulation induction is to restore the menstrual cycle and the fertility, and the treatment for it, should be personalized. The use of metformin has not been established and the results, that have been reported so far are contradictory. Η έρευνα στο πεδίο της ανθρώπινης αναπαραγωγής τα τελευταία χρόνια έχει θεμελιώσει έννοιες και μεθόδους για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας. Η ανθρώπινη αναπαραγωγή επίσης είναι μια επιστήμη που μεταλλάσσεται συνεχώς και προσαρμόζεται στις τεχνολογικές εξελίξεις. Μια σημαντική αιτία της γυναικείας υπογονιμότητας είναι το πολυκυστικό σύνδρομο, μια συνηθισμένη, πολύπλοκη ενδοκρινική διαταραχή των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, που συχνά εκδηλώνεται με διαταραχές ωοθυλακιορρηξίας. Η αποτυχία της ωοθυλακιορρηξίας, που παρατηρείται στις γυναίκες αυτές, συνδέεται με την αντίσταση στην ινσουλίνη που σχετίζεται με τα μεταβολικά χαρακτηριστικά του πολυκυστικού συνδρόμου. Τα τελευταία χρόνια, μελετήθηκε η επίδραση των παραγόντων ευαισθητοποίησης της ινσουλίνης, όπως η μετφορμίνη, στην αντίσταση στην ινσουλίνη και τη βελτίωση της πρόκλησης ωοθυλακιορρηξίας. Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο για μελέτη την επίδραση της μετφορμίνης για την πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας στις υπογόνιμες γυναίκες με πολυκυστικό σύνδρομο. Συγκεκριμένα αναφέρονται οι θεραπευτικές στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση της ανωθυλακιορρηξίας του πολυκυστικού συνδρόμου και σε επόμενο στάδιο η έρευνα εστιάζει στα νεότερα δεδομένα σχετικά με τη χρήση της μετφορμίνης ως φαρμακευτική θεραπεία για την πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας στο πολυκυστικό σύνδρομο. Ο στόχος της πρόκλησης της ωοθυλακιορρηξίας είναι η αποκατάσταση του εμμηνορρυσιακού κύκλου και της γονιμότητας. Η θεραπεία για την πρόκληση της ωοθυλακιορρηξίας πρέπει να εξατομικεύεται. Η χορήγηση της μετφορμίνης δεν έχει τεκμηριωθεί και στις έως τώρα μελέτες αναφέρονται αντιφατικά αποτελέσματα. 529 229 329 Η ηθική διάσταση του πόνου στα ζώα εργαστηρίου (ανάλυση κόστους - οφέλους) The use of animals for research purposes has been monitored by the public, funding organizations and authorities. The intense concern about animal welfare has brought the question of bioethical view of animal pain. Α hybrid beneficial view has been prevailed. Damaging animals is acceptable when it is justified by a greater benefit, an ac-ceptable level of animal welfare and absence of alternative methods of experimentation. According to the current legislation, a cost-benefit analysis for every new research proposal using animal models should be submitted to authorities. Animal pain should be considered as a basic cost in biomedical research using vertebrate animals (and cephalopods) due to their inherent ability to experience pain. The crucial issue is the greatest benefit compared to cost. Benefit is broken down into the following: Basic knowledge of complex and painful biological processes (such as inflammation, tissue healing and/or regeneration, immu-nopathological mechanisms) and knowledge on bio-security and forensic medicine comes from experimentation with vertebrate animals. Moreover, animals provide separate advantages due to complexity of their organisms, in order to understand the mechanisms of pain (inflammatory pain, neuropathic pain as well as pain associated with neoplasia or AIDS). Similarly, the efficacy and potential adverse effects of new drugs (analgesics for the treatment of persistent and chronic pain, as well as any other drug) are investigated in vivo. Finally, animal research has many minor social and economic benefits. Η χρήση ζώων για ερευνητικούς σκοπούς υπόκειται σε αυστηρό έλεγχο από το ευρύ κοινό, τους φορείς χρηματοδότησης και τις ρυθμιστικές αρχές. Η έντονη ανησυχία για την ευζωία των ζώων έφερε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης το ζήτημα της βιοηθικής θεώρησης του προκαλούμενου πόνου. Επικρατούσα στην πράξη είναι μια βελτιωμένη, υβριδικού τύπου ωφελιμιστική θεώρηση. Σύμφωνα με αυτή, η πρόκληση βλάβης στα ζώα είναι αποδεκτή, όταν δικαιολογείται από μεγαλύτερο όφελος, αλλά μόνο με εξασφάλιση ενός αποδεκτού επιπέδου ευζωίας (για τη διασφάλιση του πρέπει να τίθεται ανώτατο όριο στο όφελος) και εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτική μέθοδος πειραματισμού. Η σύγχρονη νομοθεσία των περισσότερων κρατών καθορίζει ότι κάθε ερευνητική πρόταση με χρήση ζωικών προτύπων θα πρέπει να εξασφαλίζει έγκριση και να προχωρά σε φάση υλοποίησης, μόνο αφού έχει προσκομιστεί στην αρμόδια εποπτεύουσα αρχή μια πλήρως τεκμηριωμένη ανάλυση κόστους-οφέλους. Σύμφωνα με τις βασικές αρχές ανάλυσης κόστους-οφέλους, ο πόνος πρέπει να εκλαμβάνεται ως δεδομένο κόστος στη βιοϊατρική έρευνα με χρήση σπονδυλωτών ζώων (και κεφαλόποδων), εξαιτίας της εγγενούς της ικανότητας των συγκεκριμένων ζωικών ειδών να βιώνουν πόνο. Το κρίσιμο ζήτημα είναι να μπορεί να αιτιολογηθεί το κόστος συγκριτικά με το μεγαλύτερης και σπουδαιότερης αξίας προσδοκώμενο όφελος. Το όφελος αυτό αναλύεται επιμέρους στα εξής: Η βασική γνώση για πολύπλοκες και επώδυνες βιολογικές εξεργασίες (όπως η φλεγμονή, η επούλωση ή/και η αναγέννηση ιστών και οι ανοσοπαθολογικοί μηχανισμοί), καθώς και η γνώση για θέματα βιοασφάλειας και ιατροδικαστικούς σκοπούς προκύπτει κυρίως μέσα από τον πειραματισμό με χρήση σπονδυλωτών ζώων. Επιπλέον, ο ζωικός οργανισμός λόγω της πολυπλοκότητάς του παρέχει ξεχωριστά πλεονεκτήματα: αφενός, για να γίνουν κατανοητοί οι παθογενετικοί και παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί του πόνου (φλεγμονώδους πόνου, νευροπαθητικού πόνου, καθώς και του πόνου που συνδέεται με ανάπτυξη νεοπλασίας ή με το AIDS) και αφετέρου, για να ελεγχθούν η αποτελεσματικότητα και οι παρενέργειες νέων φαρμάκων (αναλγητικά για τη θεραπεία του επίμονου και χρόνιου πόνου, καθώς και κάθε άλλης κατηγορία φάρμακα).Τέλος, η έρευνα με χρήση ζώων έχει ως αποτέλεσμα πολλά δευτερεύοντα κοινωνικά και οικονομικά οφέλη. 530 279 333 Η υποχρέωση των θαλασσίων εκμεταλλευομένων φυσικών πόρων ενέργειας (αναζήτηση, έρευνα και εκμετάλλευση) στην άρση σχετικής περιβαλλοντικής βλάβης The subject of this thesis is the legal framework governing the production of energy in maritime areas as well as the question of the transfer of energy at a later stage. In the first part, we will analyze the stage of production of sea energy. In particular, the placement of offshore oil and gas extraction facilities including the national zones where the placement may take place and the measures that need to be taken prior to placement, such as an environmental assessment study, strategic environmental study and the safety measures that are applied in the perimeter of the premises. Subsequently, after the installation stage, the offshore mining facility will be operational, which outlines the legislative framework that defines this operation in order to avoid water pollution. At that point there is a reference to an accident that shocked the world and is nothing more than an accident in Mexico (Deepwater Horizon) to highlight the importance of the rational operation of offshore mining facilities. Finally, the removal of the offshore installation is presented after completion. In the second part, the energy transfer stage will be analyzed through energy transmission pipelines and the ships carrying oil, which constitutes the two main way of energy transmission. As for offshore installations, the pipeline describes the stage before their installation, the stage during operation and finally the stage of removal after completion of its work. Concerning ships, an attempt is made to define the concept of ship and then an extensive analysis of the legal framework governing the operation of ships in order to avoid pollution of the aquatic environment. Finally, some of the oil ship accidents and their adverse environmental effects are listed Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας αποτελεί το νομικό πλαίσιο που διέπει την παραγωγή ενέργειας σε θαλάσσιες περιοχές καθώς και το ζήτημα της μεταφοράς της ενέργειας σε ένα μεταγενέστερο στάδιο. Αρχικά, στο πρώτο μέρος, θα αναλυθεί το στάδιο της παραγωγής ενέργειας στη θάλασσα. Ειδικότερα, η τοποθέτηση των υπεράκτιων εγκαταστάσεων εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου που περιλαμβάνει τις εθνικές ζώνες όπου μπορεί να γίνει η τοποθέτηση αλλά και τα μέτρα τα οποία είναι αναγκαίο να ληφθούν πριν την τοποθέτηση, όπως είναι η μελέτη περιβαλλοντικής εκτίμησης, η στρατηγική περιβαλλοντική μελέτη αλλά και οι ζώνες ασφαλείας που τηρούνται περιμετρικά των εγκαταστάσεων. Εν συνεχεία, μετά το στάδιο της τοποθέτησης έπεται το στάδιο της λειτουργίας των υπεράκτιων εγκαταστάσεων εξόρυξης όπου περιγράφεται το νομοθετικό πλαίσιο που οριοθετεί την λειτουργία αυτή προκειμένου να αποφεύγεται η ρύπανση των υδάτων. Στο σημείο εκείνο γίνεται αναφορά σε ένα ατύχημα που συγκλόνισε τον κόσμο και δεν είναι άλλο από το ατύχημα στον Κόλπο του Μεξικό (Deepwater Horizon) προκειμένου να αναδειχθεί η σημασία της ορθολογικής λειτουργίας των υπεράκτιων εγκαταστάσεων εξόρυξης. Τέλος, παρουσιάζεται το στάδιο της απομάκρυνσης της υπεράκτιας εγκατάστασης μετά την λήξη των εργασιών. Στο δεύτερο μέρος, θα αναλυθεί το στάδιο της μεταφοράς της ενέργειας και η ανάλυση αυτή θα κινηθεί σε δύο βασικούς άξονες που αποτελούν και τους δύο βασικούς τρόπους μεταφοράς της ενέργειας, ήτοι τους αγωγούς μεταφοράς ενέργειας και τα πλοία που μεταφέρουν ενέργεια. Ειδικότερα, όσον αφορά τους αγωγούς περιγράφεται, όπως και στις υπεράκτιες εγκαταστάσεις, το στάδιο πριν την εγκατάστασή τους, το στάδιο κατά την διάρκεια λειτουργίας τους και τέλος το στάδιο της απομάκρυνσής τους μετά το τέλος των εργασιών του επιτελούν. Σχετικά με τα πλοία, γίνεται μία προσπάθεια ορισμού της έννοιας του πλοίου και στη συνέχεια μία εκτενής ανάλυση του νομοθετικού πλαισίου που διέπει το καθεστώς λειτουργίας των πλοίων ώστε να αποφεύγεται η ρύπανση του υδάτινου περιβάλλοντος. Καταληκτικά, γίνεται παράθεση ορισμένων ατυχημάτων πλοίων που μετέφεραν πετρέλαιο και οι δυσμενείς συνέπειες που προκλήθηκαν στο περιβάλλον εξαιτίας αυτού 531 299 298 This study aims to analyze the history and operation of the 1st Experimental Primary School of Alexandroupolis through the research of the 21st school files. Specifically, the study aims to examine the course and operation of the 1st Experimental School until the 21st century, the composition of the student population, pupil adaptation to the school environment, the continuing education of the school teachers, the innovative programs and the evaluation of the educational project, the contribution of the School to Culture and its association with the local community. The research in the Files of the 1st Experimental School lasted from November 2017 to April 2018. For the purpose of the survey the Books of the School Files were examined. The results of the survey showed that the 1st Experimental School is the continuation and evolution of the Models Schools which has been in existence since 1923 in Alexandroupolis together with the Teaching School founded by Theodore Kastanos. In the 21st century, the School changed in its functioning, organization, name as well as the composition of the student population. The School helps the pupil adaptation to the school environment and takes action against school violence and bullying, phenomena of the 21st century. The 1st Experimental School serves the aims of the 21st century education by introducing innovation into teaching practice. Also, School teachers are educated and evaluate their educational work. The 1st Experimental School contributes to Culture in many different ways by promoting the institutions, traditions and customs of our country. Moreover, through cultural projects, pupils have the opportunity to get knowledge about Art and culture of other countries. Finally, the 1st Experimental School presents its actions to the local community and informs the citizens about various issues. The 1st Experimental School is the link between the educational and local community. Η παρούσα μελέτη έχει σκοπό την αναλυτική παρουσίαση της ιστορίας και λειτουργίας του 1ου Πειραματικού Δημοτικού Σχολείου Αλεξανδρούπολης μέσα από την έρευνα των σχολικών αρχείων του 21ου. Συγκεκριμένα η μελέτη στοχεύει να εξετάσει την πορεία και τη λειτουργία του 1ου Πειραματικού Σχολείου ως τον 21ο αιώνα, τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού, την προσαρμογή των μαθητών στο σχολικό περιβάλλον, την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών του σχολείου, τα καινοτόμα προγράμματα και την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, τη συμβολή του Σχολείου στον Πολιτισμό και τη σύνδεσή του με την τοπική κοινωνία. Η έρευνα στο Αρχείο του 1ου Πειραματικού Σχολείου διήρκησε από τον Νοέμβριο του 2017 ως τον Απρίλιο του 2018. Για τον σκοπό της έρευνας εξετάστηκαν τα Βιβλία του Σχολικού Αρχείου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι το 1ο Πειραματικό Σχολείο είναι η συνέχεια και η εξέλιξη των Προτύπων Σχολείων που λειτούργησαν στην πόλη το 1923 μαζί με το Διδασκαλείο που ίδρυσε ο Θεόδωρος Κάστανος. Τον 21ο αιώνα το Σχολείο γνώρισε αλλαγές σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του, την οργανικότητα, την ονομασία, αλλά και τη σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού. Το Σχολείο λαμβάνει μέτρα για την προσαρμογή των μαθητών στο σχολικό περιβάλλον για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, φαινόμενα του 21ου αιώνα. Το 1ο Πειραματικό Σχολείο υπηρετεί τους σκοπούς της σύγχρονης εκπαίδευσης εισάγοντας την καινοτομία στη διδακτική πρακτική. Επίσης, το διδακτικό προσωπικό του Σχολείου επιμορφώνεται και αξιολογεί το εκπαιδευτικό του έργο. Το 1ο Πειραματικό Σχολείο συμβάλλει με πολλούς τρόπους στον Πολιτισμό, προάγοντας τους θεσμούς, τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου μας, αλλά και φέρνοντας τους μαθητές σ’ επαφή με την Τέχνη και τον Πολιτισμό άλλων λαών. Τέλος, το 1ο Πειραματικό Σχολείο παρουσιάζει τις δράσεις του στους κατοίκους της πόλης και τους ενημερώνει για διάφορα θέματα, συνδέοντας με αυτόν τον τρόπο την εκπαιδευτική κοινότητα με την τοπική κοινωνία. 532 331 346 Αποτελεσματικότητα διετούς νοητικής εκπαίδευσής σε ασθενείς με ήπια άνοια Background: Studies are needed to examine the long term effectiveness of cognitive training, in patients with mild Alzheimer's disease (mAD).Objective: The effectiveness of two years cognitive training in patients with mAD. Methods: Fifty three mAD patients were classified in experimental and control group matched at baseline in age, gender, education, cognitive, and functional performance. Experimental group consisted of 34 patients and 19 of them were on cholinesterase inhibitors (ChIs) treatment. All of them attended 64 weekly sessions of attention and executive function training, during two years. Control group didn’t take part in cognitive training and consisted of 19 patients. Ten of them were on ChIs treatment. Neuropsychological assessment was performed at baseline and two years later. Results: After 2 years, experimental subgroup with no drugs showed better performance than experimental group with drugs, in delayed recall (p=0.043), in general performance in activities of daily living (ADL) (p=0.019), in prospective memory (p=0.009) and also in complex activities of daily living (p=0.047). Experimental subgroup with no drugs showed also better performance than control subgroup with no drugs, in delayed verbal recall (p=0.018) and that one with drugs in learning ability (p=0.003) and delayed verbal recall (p=0.008), in delayed (p=0.048) and immediate history recall (p=0.041), in prospective memory (p=0.014), in planning (p=0.007), in sequence of steps (p=0.010), in taking of medication (p=0.019), in orientation (p=0.002), in general performance in ADI (p=0.025) and in complex activities of daily living (p=0.016). Experimental subgroup with drugs, showed better performance than control subgroup with drugs, in learning ability (p=0.009), in verbal fluency (p=0.035), in planning (p=0.003), in time distribution (p=0.002), in sequence of steps (p=0.004), in taking medication (p=0.031) and in orientation (p=0.035). The experimental subgroup with ChΕIs, had also better performance than control group with no drugs, in executive function (p=0.025). There was no significant difference between the 2 control subgroups. Conclusion: Experimental subgroup with no drugs after two years of intense and continuous cognitive training, had better cognitive and functional performance than all the other subgroups. Εισαγωγή: Λίγες μελέτες διερευνούν την αποτελεσματικότητα της μακρόχρονης νοητικής εκπαίδευσης, σε ασθενείς με ήπια νόσο Alzheimer (η.NA). Σκοπός: Η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας προγράμματος διετούς νοητικής εκπαίδευσης σε ασθενείς με η.NA. Μέθοδος: Πενήντα τρεις ασθενείς με η.NA, ταξινομήθηκαν σε πειραματική και ομάδα ελέγχου, εξισωμένοι κατά ηλικία, φύλο, εκπαίδευση, νοητική και λειτουργική επίδοση. Την πειραματική ομάδα αποτέλεσαν 34 ασθενείς εκ των οποίων οι 19 ελάμβαναν αναστολείς χολινεστεράσης (ChΕIs). Όλοι τους παρακολούθησαν 64 εβδομαδιαίες συνεδρίες άσκησης ικανοτήτων προσοχής κι εκτελεστικής λειτουργίας, διάρκειας δύο ετών. Η ομάδα ελέγχου δεν έλαβε μέρος σε καμία νοητική παρέμβαση και αποτελούνταν από 19 ασθενείς. Δέκα από αυτούς ακολουθούσαν αγωγή με ChΕIs. Ο νευροψυχολογικός έλεγχος διενεργήθηκε κατά την έναρξη της μελέτης και δύο έτη μετά. Αποτελέσματα: Δύο έτη μετά, στο τέλος της μελέτης, η πειραματική υπο-ομάδα χωρίς ChΕIs, παρουσίασε καλύτερη επίδοση συγκριτικά με την πειραματική υπο-ομάδα με ChΕIs, στην ικανότητα συγκράτησης (p=0.043), στην σφαιρική καθημερινή λειτουργικότητα (ADL) (p=0.019), στην προοπτική μνήμη (p=0.009) και στην ικανότητα προσανατολισμού (p=0.047). Η πειραματική υπο-ομάδα χωρίς ChΕIs, παρουσίασε επίσης καλύτερη επίδοση συγκριτικά τόσο με την υπο-ομάδα ελέγχου χωρίς ChΕIs, στην ικανότητα συγκράτησης (p=0.018), όσο και με την υπο-ομάδα με ChΕIs, στην ικανότητα μάθησης (p=0.003) και συγκράτησης (p=0.008), στην καθυστερημένη (p=0.048) και άμεση ανάκληση ιστορίας (p=0.041), στην προοπτική μνήμη (p=0.014), στο σχεδιασμό (p=0.007), στη διαδοχή βημάτων (p=0.010), στη λήψη φαρμακευτικής αγωγής (p=0.019), στην ικανότητα προσανατολισμού (p=0.002), στη σφαιρική καθημερινή λειτουργικότητα (p=0.025) και στις σύνθετες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής (p=0.016). Η πειραματική υπο-ομάδα με ChΕIs, παρουσίασε καλύτερη επίδοση συγκριτικά με την υπο-ομάδα ελέγχου με ChEIs, στην ικανότητα μάθησης (p=0.009), στη λεκτική ευχέρεια (p=0.035), στο σχεδιασμό (p=0.003), στο χρόνο ολοκλήρωσης (p=0.002), στη διαδοχή βημάτων (p=0.004), στη λήψη φαρμακευτικής αγωγής (p=0.031) και στην ικανότητα προσανατολισμού (p=0.035). Η πειραματική υπο-ομάδα με ChΕIs, είχε επίσης καλύτερη επίδοση συγκριτικά και με την υπο-ομάδα ελέγχου χωρίς ChEIs, στην εκτελεστική λειτουργία (p=0.025). Τέλος, δεν παρουσιάστηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο υπο-ομάδων ελέγχου. Συμπέρασμα: Η πειραματική υπο-ομάδα χωρίς ChEIs μετά από δυο έτη έντονης και συνεχούς νοητικής εκπαίδευσης, παρουσίασε καλύτερη νοητική και λειτουργική επίδοση σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες υπο-ομάδες. 533 164 192 Ο λαϊκός πολιτισμός στο Αναλυτικό Πρόγραμμα του Δημοτικού Σχολείου This diploma thesis deals with the inclusion of folk culture in the current School Curriculum of the Primary School and proposes educational programs designed for the teaching of customs, in which the use of drama techniques is predominant. By using these techniques, pupils have the opportunity not only to learn about the culture, customs of their place but also to experience them and to represent ritualistic customs of their ancestors. Because investigative dramatization is contained in thw curriculum very often as a proposed activity, the programs are theatrical- pedagogical content with the teacher having a role of animator. The customs selected as objects of the proposed theatropedagogical programs refer to the marriage of the Sarakatsans, such as the women’ s aprons and the marriage flag and the Tracians, with the process of paying the bride for the redemption. The programs were adapted to the age and educational needs of primary school pupils, depending on the class in which they performed and the objectives set Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται την ένταξη του λαϊκού πολιτισμού στο ισχύον Αναλυτικό πρόγραμμα Σπουδών του Δημοτικού σχολείου και προτείνει εκπαιδευτικά προγράμματα σχεδιασμένα για τη διδασκαλία εθίμων, στα οποία κυρίαρχη είναι η χρήση των θεατρικών τεχνικών. Με τη χρήση αυτών των τεχνικών οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να γνωρίσουν το πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμά του τόπου τους, αλλά και να τα βιώσουν και να αναπαραστήσουν τελετουργικά συνήθειες των προγόνων τους. Επειδή η διερευνητική δραματοποίηση περιέχεται στο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών πολύ συχνά ως προτεινόμενη δραστηριότητα, τα προγράμματα είναι θεατροπαιδαγωγικού περιεχομένου με το δάσκαλο να έχει ρόλο εμψυχωτή. Τα έθιμα που επιλέχθηκαν ως αντικείμενα των προτεινόμενων θεατροπαιδαγωγικών προγραμμάτων αναφέρονται στο γάμο και συγκεκριμένα των Σαρακατσάνων, όπως οι ποδιές των γυναικών και η σημαία του γάμου και των Θρακιωτών με τη διαδικασία καταβολής ποσού για την εξαγορά της νύφης. Για τον σχεδιασμό των εν λόγω προγραμμάτων αξιοποιήθηκαν υλικό και πηγές από το Ιστορικό Μουσείο Αλεξανδρούπολης Τα προγράμματα είναι προσαρμοσμένα στις ηλικιακές και εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών του Δημοτικού σχολείου, ανάλογα με την τάξη στην οποία απεύθυναν και τους στόχους που έχουν τεθεί 534 301 310 Investigation into the biological properties of Origanum onites essential oil against colon carcinoma growth Διερεύνηση της βιολογικής δράσης αιθέριου ελαίου Origanum onites στην ανάπτυξη καρκινώματος παχέος εντέρου Natural plant products have been used throughout human history for various purposes, such as in medicine. Recently, there is a noticeable progress on the discovery of plant-derived compounds playing a pivotal role in treating and/or preventing various ailments, including cancer. The essential oil isolated from the plant Origanum onites L. (OOEO), which is found in parts of Greece, Turkey and Sicily, has stimulated the scientific interest as it exhibits antiparasitic, antifungal and antibacterial activity against various strains. However, in vitro observations related to its anticancer and antitumor activity are limited and there are no published data describing in vivo experiments. In the current work, we investigated the OOEO cytotoxic effect against two colon cancer cell lines; CT26, isolated from Mus musculus and HT-29, of human origin using the SRB assay. The EC50 values are 0.0077± 0.0003 % (v/v) and 0.0106 ± 0.0002 % (v/v), for CT26 and HT-29 cells respectively. Additionally, the induction of apoptotic cell death as well as the inhibition of migration by OOEO were examined on CT26 cells. Moreover, its chemopreventive activity was evaluated after oral administration of oregano oil to BALB/c mice that subsequently were inoculated with syngeneic CT26 cells, resulting in a significant decrease of tumor volume (55,6%) in OOEO- treated mice. In parallel, IL—6 and IL-12 cytokines were detected in mouse serum. To conclude, the performed preliminary experiments examined the in vitro and in vivo anti-neoplastic effect of Origanum onites essential oil on colon carcinoma. However, further experiments are needed in order to determine the underlying molecular mechanisms and potential side effects after treating normal colon cells with OOEO or long-term in vivo OOEO administration. In future, oregano oil could be a promising health-promoting additive for the production of functional foods. Στο ερευνητικό πεδίο της φαρμακευτικής υπάρχει έντονη η τάση μελέτης διαφόρων φυτοχημικών για τη διερεύνηση των θεραπευτικών τους ιδιοτήτων. Το αιθέριο έλαιο που απομονώνεται από το φυτό ρίγανης Origanum onites L., είδος που συναντάται σε μέρη της Σικελίας ως την ανατολική Τουρκία, έχει διεγείρει το επιστημονικό ενδιαφέρον έχοντας, μεταξύ άλλων, αντιπαρασιτική, αντιμυκητιακή και αντιβακτηριακή δράση έναντι ποικίλων στελεχών. Παρ' όλα αυτά, οι πιθανές αντικαρκινικές του ιδιότητες δεν έχουν πλήρως εξεταστεί in vitro, ενώ δεν υπάρχουν επίσημα προσβάσιμα δεδομένα σε in vivo δοκιμές. Στη παρούσα μελέτη έγινε μια αρχική εκτίμηση της πιθανής κυτταροτοξικής επίδρασης του ελαίου έναντι του καρκίνου του παχέος εντέρου στις δύο κολονικές καρκινικές κυτταρικές σειρές, την CT26, απομονωμένη από τον Mus musculus και την HT-29, ανθρώπινης προέλευσης με τη μέθοδο SRB, καταλήγοντας στις τιμές EC50 0.0077± 0. 0003 % (v/v) και 0.0106 ± 0.0002 % (v/v), αντίστοιχα. Συμπληρωματικά, διερευνήθηκε η δυνατότητα επαγωγής της αντι-πολλαπλασιαστικής του ιδιότητας μέσω του μηχανισμού της απόπτωσης και της αναστολής της μετακίνησης (διήθησης) στα CT26 κύτταρα. Ακόμη, ελέγχθηκε η χημειοπροφυλακτική του δράση με την εκ στόματος του χορήγηση με τη μέθοδο gavage σε BALB/c ποντικούς που δέχτηκαν εκτοπική υποδόρια ένεση συνγονικών CT26 κυττάρων. Σημειώθηκε μείωση 55,6% του όγκου των ανεπτυγμένων απομονωμένων όγκων in vivo, ενώ παράλληλα, εξετάστηκαν τα επίπεδα κυτταροκινών σε δείγματα ορού των ζώων. Καταληκτικά, τέθηκαν οι βάσεις για την μελέτη in vitro και in vivo αντι- νεοπλασματικής δράσης του αιθέριου ελαίου Origanum onites σε καρκίνωμα του κόλονος. Ωστόσο, κρίνεται αναγκαίο να συνεχιστεί η έρευνα στο συγκεκριμένο χώρο με σκοπό τον προσδιορισμό του υποκείμενου μηχανισμού δράσης του, αλλά και την αναζήτηση πιθανών τοξικών παρενεργειών με επίδραση φυσιολογικών κολονικών κυττάρων και με μακροχρόνια χορήγηση του in vivo. Μελλοντικά, θα ήταν δυνατή η εφαρμογή του στην αγορά ως πρόσθετο για την παραγωγή βιολειτουργικών τροφίμων, παρέχοντας έτσι στους καταναλωτές τις ευεργετικές του ιδιότητες. 535 354 380 Συγκριτική μελέτη της επίδρασης της νεφελοποιούμενης αδρεναλίνης και σαλβουταμόλης στην μετρούμενη με τη μέθοδο Tidal breathing αναπνευστική λειτουργία παιδιών προσχολικής ηλικίας με οξεία βρογχιολίτιδα Introduction: Bronchiolitis is a very common disease in infancy and the first cause of hospitalization in children aged 0 to 24 months. The purpose of this study is to compare the efficacy of two widely used drugs, adrenaline and salbutamol in the treatment of bronchiolitis with the help of Tidal breathing measurement. Method: With Tidal Breathing method measured a total of 65 children of which 54 hospitalized in the University Pediatric Clinic of P.G.N.Alexandroupolis and 11 were children who visited EI of Paidopnefmonologikou Clinic. The study excluded 6 due to lack of complete personal and family history. All escorts answered a questionnaire created specially for our study to collect as much information as we could about personal and family history of the patient. Results: The mean age of the 59 children (24 girls and 35 boys) was 6.5 ±6.3 months ranging from 1 month to 24 months ^e group of Adrenalin consisted of 20 children and that of the salbutamol group 39. A total of 59 children who received medication 29 had improvement in post measurement PVEF% VE and 30 had no improvement. Comparing the two groups based on the reversibility difference (RVPEF), that for the Adrenalin group was 30.2% ±18.9% was for the group of salbutamol was 23 ±13%, p = 0,63. From the comparison of RVPEF% of both groups no advantage of using either of the drugs was found. Children who received Adrenaline had VPEF / VE1 values (38.72± 8.27) lower than those received Salbutamol (44.88 ±10.68). Also, children who had eczema had lower VPEF / VE1 values (38.72 ±2.8) than those who did not (45.34 ±1.5). No difference was observed in VPEF / VE1 rates among children with RSV (45,35± 3) those not diseased by this virus. (42,25 ±3,4). 70 Conclusions: Both the adrenaline and salbutamol are drugs suitable for controlling the response to a bronchodilator in bronchiolitis infants. The method Tidal breathing is a reliable method for the measurement of lung function and response to bronchodilator in children with bronchiolitis. Children with atopic profile have greater improvement in lung function after bronchodilator use, and therefore greater likelihood of asthma development. Εισαγωγή: Η βρογχιολίτιδα είναι ένα πολύ κοινό νόσημα στη βρεφική ηλικία και η πρώτη αιτία εισαγωγής στο νοσοκομείο σε παιδιά ηλικίας από 0 έως 24 μηνών. Σκοπός της εργασίας είναι να συγκρίνει την αποτελεσματικότητα δύο ευρέως χρησιμοποιούμενων φαρμάκων, της Αδρεναλίνης και της Σαλβουταμόλης, στη θεραπεία της βρογχιολίτιδας με την βοήθεια της Tidal breathing μέτρησης. Μέθοδος: Με την μέθοδο Tidal Breathing μετρήθηκαν συνολικά 65 παιδιά από τα οποία 54 νοσηλευόταν στην Πανεπιστημιακή Παιδιατρική κλινική του Π.Γ.Ν.Αλεξανδρούπολης και τα 11 ήταν παιδιά που επισκέφθηκαν τα Ε.Ι. του Παιδοπνευμονολογικού Ιατρείου. Από την μελέτη αποκλείστηκαν 6 λόγω έλλειψης πλήρους ατομικού και οικογενειακού ιστορικού. Όλοι οι συνοδοί απάντησαν σε ένα ερωτηματολόγιο που δημιουργήσαμε ειδικά για την μελέτη μας για να συλλέξουμε όσες περισσότερες πληροφορίες μπορούσαμε για το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό του ασθενούς. Αποτελέσματα: Η μέση ηλικία των 59 παιδιών ήταν 6,5±6,3 μήνες με εύρος από 1 μηνός μέχρι 24 μηνών. Συμμετείχαν 24 κορίτσια και 35 αγόρια. Στην ομάδα της Αδρεναλίνης μετρήθηκαν 20 παιδιά και στην ομάδα της Σαλβουταμόλης 39. Συνολικά από τα 59 παιδιά που έλαβαν φαρμακευτική αγωγή τα 29 είχαν βελτίωση στην μέτρηση post PVEF%VE και 30 δεν είχαν βελτίωση. Συγκρίνοντας τις δύο ομάδες με βάση την διαφορά αντιστρεψιμότητας (RVPEF) για την ομάδα της Αδρεναλίνης ήταν 30,2+ 18,9% και για την ομάδα της Σαλβουταμόλης ήταν 23±13%. Από την σύγκριση της RVPEF% των δύο ομάδων δεν αναβρέθηκε πλεονέκτημα στη χρήση κάποιου από τα δύο φαρμάκων. Τα παιδιά που έλαβαν Αδρεναλίνη είχαν τιμές VPEF/VE1 (38,72±8,27) χαμηλότερες από αυτά που έλαβαν Σαλβουταμόλη(44,88±10,68). Επίσης τα παιδιά που είχαν έκζεμα είχαν χαμηλότερες τιμές VPEF/VE1(38,72±2,8) σε σχέση με αυτά που δεν είχαν (45,34±1,5). Δεν παρατηρήθηκε καμιά διαφορά στις τιμές 7 VPEF/VE1 μεταξύ των παιδιών που νοσούσαν από RSV(45,35± 3) και αυτών που δεν νοσούσαν από το συγκεκριμένο ιό( 42,25±3,4) .Συμπεράσματα: Τόσο η Αδρεναλίνη όσο και η Σαλβουταμόλη είναι φάρμακα κατάλληλα για τον έλεγχο της απάντησης στη βρογχοδιαστολή σε βρέφη με βρογχιολίτιδα. Η μέθοδος Tidal breathing είναι αξιόπιστη μέθοδος για την μέτρηση της αναπνευστικής λειτουργίας και της απάντησης στη βρογχοδιαστολή σε παιδιά με βρογχιολίτιδα. Τα παιδιά που έχουν ατοπικό προφίλ έχουν μεγαλύτερη βελτίωση της αναπνευστικής λειτουργίας μετά την χρήση βρογχοδιασταλτικών και άρα μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης άσθματος. 536 137 159 H in vitro maturation (IVM) is an assisted reproductive technology in which the oocytes are recovered from follicles of unstimulated or minimally stimulated ovaries. This new technology has emerged as a promising process with advantages over the controlled ovarian stimulation, such as cost reduction, simplicity and elimination of ovarian hyperstimulation syndrome. By eliminating or reducing stimulation with gonadotropins, the IVM offers to selected groups of infertile couples a safe and convenient form of treatment and the results are now comparable with safety and efficacy to those of conventional in vitro fertilization treatments. IVM is mainly applied to patients with polycystic ovary syndrome or polycystic ovaries, but over time IVM has been extended to other unusual situations, such as the preservation of fertility and in regular patients. This thesis is going to study and describe all the above. Η in vitro ωρίμανση ωαρίων είναι μια τεχνολογία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής στην οποία ανώριμα ωάρια ανακτώνται από ωοθυλάκια μη διεγερμένων ή ελάχιστα διεγερμένων ωοθηκών και στη συνέχεια, ωριμάζουν σε εργαστηριακές συνθήκες. Η νέα αυτή τεχνολογία έχει αναδειχθεί ως μια πολλά υποσχόμενη διαδικασία με πλεονεκτήματα έναντι στην ελεγχόμενη διέγερση των ωοθηκών, όπως η μείωση του κόστους, η απλότητα και η εξάλειψη του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Με την εξάλειψη ή τη μείωση της διέγερσης με γοναδοτροπίνες η IVM προσφέρει σε επιλεγμένες ομάδες υπογόνιμων ζευγαριών μια ασφαλή και βολική μορφή θεραπείας ενώ τα αποτελέσματα της είναι σήμερα συγκρίσιμα με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα με εκείνες των συμβατικών in vitro γονιμοποίηση θεραπειών. Η IVM έχει εφαρμοστεί κυρίως σε ασθενείς με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή σε ασθενείς με πολυκυστικές ωοθήκες αλλά με το χρόνο, οι ενδείξεις για IVM έχουν επεκταθεί και σε άλλες ασυνήθιστες καταστάσεις, όπως η διατήρηση της γονιμότητας, καθώς και σε κανονική ανταπόκριση. Στην παρούσα διπλωματική εργασία μελετώνται και περιγράφονται όλα τα παραπάνω. 537 214 293 Ethno-cultural background, bullying and victimization among adolescents: Εθνο-πολιτισμική προέλευση και εκφοβισμός/θυματοποίηση σε έφηβους μαθητές: The purpose of this study was to investigate the relationship between ethnic-cultural background and bullying/victimization among adolescent students. In particular, the study examined how gender, ethnic-cultural background and ethnic-cultural school composition were related to bullying/victimization, as well as with its forms and the role assumed by the participants. 163 students from 5 ethnic-cultural groups attending 2 junior high schools, one with high and the other with low ethnic diversity, completed a self-report questionnaire. Data analysis revealed that boys, members of the dominant ethnic-cultural group, scored higher in bullying/victimization than girls in the same group. Furthermore, Orthodox Greek students scored lower in victimization while Muslim Turkish students higher. Between the 2 schools, those students attending the school with the higher ethnic-cultural diversity scored higher in bullying and victimization. Regarding the forms of bullying/victimization, students scored higher in verbal and indirect/social bullying, while boys in all 3 forms. Also, students attending the school with the higher ethnic-cultural diversity had high scores in all forms of bullying/victimization. Regarding participants' role distribution, boys were less likely to be victims while girls bully-victims. Orthodox Greek students were more bullies, Muslim Turkish bully-victims, while Muslim Pomak, Romany and undefined ethinc-cultural background were more victims. Findings are discussed in terms of their practical implications. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνήσει το κατά πόσο συνδέεται η εθνο-πολιτισμική προέλευση με τα φαινόμενα του εκφοβισμού και της θυματοποίησης σε εφήβους μαθητές. Ειδικότερα, η έρευνα εξέτασε το πώς το φύλο, η εθνο-πολιτισμική προέλευση των συμμετεχόντων και η εθνο-πολιτισμική σύνθεση των σχολείων, σχετίζονται με τον εκφοβισμό και τη θυματοποίηση λόγω-εθνο-πολιτισμικής προέλευσης, με τις επιμέρους μορφές τους καθώς και με την κατανομή των ρόλων των συμμετεχόντων στα φαινόμενα αυτά. 163 μαθητές από 5 εθνο-πολιτισμικές ομάδες οι οποίοι φοιτούσαν σε 2 γυμνάσια του νομού Ροδόπης, ένα υψηλής εθνο-πολιτισμικής ετερότητας και ένα χαμηλής συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο αυτό-αναφοράς. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως τα αγόρια μέλη της κυρίαρχης εθνο-πολιτισμικής ομάδας παρουσίασαν υψηλότερες συνολικές βαθμολογίες στον εκφοβισμό και στη θυματοποίηση σε σχέση με τα κορίτσια της ίδιας ομάδας. Επίσης, οι χριστιανοί μαθητές ελληνικής εθνο-πολιτισμικής προέλευσης σημείωσαν τη χαμηλότερη βαθμολογία σχετικά με τη θυματοποίηση ενώ οι μουσουλμάνοι τουρκικής εθνο-πολιτισμικής προέλευσης την υψηλότερη. Μεταξύ των 2 σχολείων, στο σχολείο με τη μεγαλύτερη εθνο-πολιτισμική ετερότητα σημειώθηκε υψηλότερη βαθμολογία στον εκφοβισμό και στη θυματοποίηση λόγω εθνο-πολιτισμικής προέλευσης. Αναφορικά με τις επιμέρους μορφές των φαινομένων, οι μαθητές σημείωσαν υψηλή βαθμολογία στη λεκτική και στην έμμεση/κοινωνική μορφή των φαινομένων με τα αγόρια να εμφανίζουν υψηλότερες και στις 3 μορφές του εκφοβισμού. Επίσης, στο σχολείο με τη μεγαλύτερη εθνο-πολιτισμική ετερότητα σημειώθηκε υψηλότερη βαθμολογία σε όλες τις μορφές των φαινομένων. Αναφορικά με τους ρόλους των συμμετεχόντων, στο ρόλο του θύματος τα αγόρια εκπροσωπούνται χαμηλότερα, ενώ στο ρόλο του θύτη-θύματος υψηλότερα τα κορίτσια. Οι χριστιανοί μαθητές ελληνικής εθνο-πολιτισμικής προέλευσης, παρουσίασαν τη μεγαλύτερη εκπροσώπηση στο ρόλο του θύτη, οι μουσουλμάνοι μαθητές τουρκικής εθνο-πολιτισμικής προέλευσης στο ρόλο των θυτών-θυμάτων και οι μουσουλμάνοι πομακικής, ρομανή και απροσδιόριστης εθνο-πολιτισμικής προέλευσης στο ρόλο των θυμάτων. Τα ευρήματα συζητούνται ως προς τις πρακτικές τους εφαρμογές. 538 272 312 Συστηματική φλεγμονώδης αντίδραση μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ The present study aims at comparing the degree of systemic inflammatory reaction stimulation as a result of laparoscopic partial (2/3 or 70%) hepatectomy versus standard open partial hepatectomy. For this reason, enzyme-linked immunosaorbent assays (ELISA) were used to determine serum levels of interleukin 1a (IL-1α), interleukin 6 (IL-6) and tumor necrosis factor a (TNF-α), three key-molecules in inflammation, in male Wistar rats undergoing laparoscopic 70% hepatectomy (LAP HEP group, n=6 for each time point), open 70% hepatectomy (HEP, n=6 for each time point) or sham operation (PNE, n=6 for each time point). Blood was drawn at 1, 3, 6 and 24 hours after the procedure. Moreover, an additional group of no intervention (CONTROL, n=6) was also created so as to provide baseline values. As for IL-6, LAP HEP group showed greater values towards ΗΕΡ group during the 1st hour [median 32,56 pg/ml (25th quartile/Q1: 28,44 – 75th quartile/Q3: 36,63) versus 17,86 pg/ml (25th quartile/Q1: 14,58 – 75th quartile/Q3: 28,44), p=0,016] but even more significant changes could be seen at 24 hours [98,94 pg/ml (66,5 – 113,11) versus 48,32 pg/ml (36,96 – 58,03), p=0,006]. Regarding TNF-α, LAP HEP group had greater values than ΗΕΡ group mostly during the 24th hour [38,96 pg/ml (30,75 – 44,79) versus 27,8 pg/ml (24,84 – 28,42), p=0,016]. Thus laparoscopic 70% hepatectomy was found to induce a more robust systemic inflammatory reaction than open 70% hepatectomy, a difference which was more significant at 24 hours post-hepatectomy. Another result of the present study was that CO2 pneumoperitoneum at 5 mmHg for 25 minutes and laparoscopic trocar placement did not cause any significant changes in any of the three factors studied. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η σύγκριση της λαπαροσκοπικής έναντι της ανοιχτής μερικής (2/3 ή 70%) ηπατεκτομής ως προς τον βαθμό ενεργοποίησης της συστηματικής φλεγμονώδους αντίδρασης. Για το σκοπό αυτό προσδιορίστηκαν (με ανοσοενζυμική μέθοδο ELISA) τα επίπεδα τριών κυτοκινών που εμπλέκονται στη φλεγμονή, δηλαδή της ιντερλευκίνης 1α (IL-1α), της ιντερλευκίνης 6 (IL-6) και του παράγοντα νέκρωσης όγκων α (Tumor Necrosis Factor-a, TNF-α) σε ορό αίματος επίμυων Wistar και σε χρονικό διάστημα 1, 3, 6 και 24 ωρών μετά την επέμβαση. Οι επίμυες χωρίστηκαν σε ομάδες ανάλογα με το αν υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική 70% ηπατεκτομή (Ομάδα LAP HEP, n=6 ανά χρονική στιγμή), ανοιχτή 70% ηπατεκτομή (Ομάδα HEP, n=6 ανά χρονική στιγμή) ή εικονική επέμβαση (Ομάδα PNE, n=6 ανά χρονική στιγμή). Επιπλέον, συμπεριλήφθηκε και μια ομάδα μαρτύρων όπου δεν έγινε καμία παρέμβαση (CONTROL, n=6). Η IL-1α δεν παρουσίασε στατιστικά σημαντική μεταβολή σε καμία χρονική στιγμή μεταξύ των ομάδων. Σχετικά με την IL-6, η Ομάδα LAP HEP σε σχέση με την Ομάδα ΗΕΡ είχε αυξημένα επίπεδα την 1η ώρα [διάμεση τιμή 32,56 pg/ml (25ο τεταρτημόριο/Q1: 28,44 - 75ο τεταρτημόριο/Q3: 36,63) έναντι 17,86 pg/ml (25ο τεταρτημόριο/Q1: 14,58 - 75ο τεταρτημόριο/Q3: 28,44), p=0,016], αλλά κυρίως την 24η ώρα [98,94 pg/ml (66,5 - 113,11) έναντι 48,32 pg/ml (36,96 - 58,03), p=0,006]. Όσο για τον TNF-α, η Ομάδα LAP HEP σε σχέση με την Ομάδα ΗΕΡ είχε αυξημένα επίπεδα κυρίως την 24η ώρα [38,96 pg/ml (30,75 - 44,79) έναντι 27,8 pg/ml (24,84 - 28,42), p=0,016]. Η λαπαροσκοπική 70% ηπατεκτομή βρέθηκε ότι επάγει σε μεγαλύτερο βαθμό τη συστηματική φλεγμονώδη απάντηση σε σχέση με την ανοιχτή 70% ηπατεκτομή, κυρίως κατά την 24η μετεγχειρητική ώρα. Επιπλέον, το πνευμοπεριτόναιο (CO2) σε πίεση 5 mmHg για 25 λεπτά και η εισαγωγή των λαπαροσκοπικών trocar δε φάνηκε να ασκεί καμία επίδραση στα επίπεδα των τριών αυτών παραγόντων, δηλαδή δεν επάγει τη φλεγμονώδη διεργασία από μόνο του. 539 221 212 Teachers' of a few seated Primary School opinions about the factors that affect learning Οι απόψεις εκπαιδευτικών ολιγοθέσιου Δημοτικού Σχολείου για τους παράγοντες που επηρεάζουν την μάθηση The study of the factors that affect the learning process has been the subject of research by both pedagogues and psychologists as well as researchers from other fields of science. This paper attempts to explore the views of primary school teachers on the factors that influence learning. The approach of the subject was taken both on theoretical and research level. In the theoretical part, bibliographic review, recording and distribution of the results was conducted in three categories that affect learning. The first category concerns the individual characteristics of each student. The second category involves the socio-cultural characteristics that affect the learning process. The third and final category concerns the interactions that are developed due to the relationships among the stakeholders within the classroom. In the research part, qualitative research was carried out, since we did not know the variables outset that would appear. There was a collection and analysis of the data that were conducted from four (4) interviews of primary teacher of a two-seater elementary school in the area of Alexandroupolis. The sample was deliberately chosen because of the relationships that educators and tutors develop in such schools. The results after their analysis agree broadly with the data from the bibliographic review with very small differentiations. Η μελέτη των παραγόντων που επηρεάζουν τη μαθησιακή διαδικασία αποτέλεσε αντικείμενο ερευνών, τόσο από παιδαγωγούς και ψυχολόγους όσο και από ερευνητές άλλων επιστημονικών πεδίων. Στην παρούσα εργασία διερευνώνται οι απόψεις των εκπαιδευτικών ολιγοθέσιου Δημοτικού Σχολείου, για τους παράγοντες που επηρεάζουν την μάθηση. Η προσέγγιση του θέματος έγινε σε θεωρητικό και ερευνητικό επίπεδο. Στο θεωρητικό μέρος πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση. Τα αποτελέσματα καταγράφηκαν και κατηγοριοποιήθηκαν με βάση τον τρόπο που επηρεάζουν τη μάθηση. Η πρώτη κατηγορία, αφορά τα ατομικά χαρακτηριστικά του κάθε μαθητή. Η δεύτερη κατηγορία, εμπεριέχει τα κοινωνικο-πολιτισμικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν την μαθησιακή διαδικασία. Η τρίτη και τελευταία κατηγορία, αφορά τις αλληλεπιδράσεις, οι οποίες οφείλονται στις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των εμπλεκομένων μέσα στην σχολική τάξη. Στο ερευνητικό μέρος διεξήχθη ποιοτική έρευνα, αφού δεν γνωρίζαμε από την αρχή τις μεταβλητές που θα εμφανίζονταν. Στην συνέχεια, έγινε συλλογή και ανάλυση του υλικού, που συγκεντρώθηκε από την διεξαγωγή τεσσάρων (4) συνεντεύξεων σε εκπαιδευτικούς ολιγοθέσιου Δημοτικού Σχολείου, από την περιοχή της Αλεξανδρούπολης. Το δείγμα επιλέχθηκε σκόπιμα, λόγω των σχέσεων που διαμορφώνουν οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές τους σε τέτοιου τύπου σχολεία. Τα ευρήματα μετά την ανάλυσή τους συμφωνούν σε αρκετά μεγάλο βαθμό με τα δεδομένα από την βιβλιογραφική ανασκόπηση με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις. 540 132 179 Η επίδραση της διακοπής του καπνίσματος στην έκφραση του υποθαλαμικού μεταβολικού ρυθμιστή AgRP στον αρουραίο It is widely noted that smoking leads to the reduction of food intake and loss of weight and, therefore, people are used to smoking as a way to control their body weight. Moreover, it is also known, that smoking cessation is accompanied by weight gain and energy consumption. The Agouti Related Protein (AGRP) gene is a major orexigenic factor, as it is directly involved in the appetite regulation, stimulating orexigenic pathways, and tobacco-smoking constitutes one of the main factors, which suppress its expression levels. This survey aimed to find out what is the effect of smoking cessation in the expression levels of this hypothalamic orexigenic regulator, AGRP In order to understand it,we conducted an experiment on comparing the mRNA expression levels of AGRP from three groups of rats, using Real-Time PCR technic. Είναι γνωστό πως το κάπνισμα οδηγεί σε μείωση της όρεξης και απώλεια σωματικής μάζας στους καπνιστές και για το λόγο αυτό πολλοί είναι εκείνοι που εκμεταλλεύονται το γεγονός αυτό με σκοπό τον έλεγχο του σωματικού τους βάρους. Επιπλέον, γεγονός είναι πως κατά τη διακοπή του καπνίσματος, οι πρώην πλέον καπνιστές, είναι πιο επιρρεπείς στο να πάρουν βάρος. Το γονίδιο AgRP αποτελεί έναν από τους βασικούς ορεξιγονικούς παράγοντες, εμπλέκεται άμεσα στη ρύθμιση της όρεξης, προάγοντάς την και η έκφρασή του έχει δειχθεί πως καταστέλλεται υπό την επίδραση του καπνού του τσιγάρου. Το ερώτημα που κληθήκαμε να απαντήσουμε με τη συγκεκριμένη εργασία είναι κατά πόσο η διακοπή του καπνίσματος, σε αρουραίους εθισμένους στον καπνό του τσιγάρου, επηρεάζει την έκφραση του ορεξιγονικού υποθαλαμικού ρυθμιστή AgRP και οδηγεί στην αύξηση των επιπέδων έκφρασής του, δικαιολογώντας έτσι την πρόσληψη σωματικής μάζας. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, εξετάστηκε η διακοπή του καπνίσματος και αναλύθηκε η αλλαγή στα επίπεδα έκφρασης του mRNA του γονιδίου AgRP μέσω της τεχνικής Real-Time PCR. 541 186 152 Children’s literature and theater for kids: an approach to Giannis Xanthoulis and Eugenie Trivizas’s books Παιδική λογοτεχνία και θέατρο για παιδιά: προσεγγίζοντας τα έργα του Γιάννη Ξανθούλη και του Ευγενίου Τριβιζά The present assignment analyzes six theatrical literature books written by two important authors, Giannis Xanthoulis and Eugene Trivizas, who are considered to be pioneers in contemporary Greek children’s literature. In the theoretical part of our study, we examine the evolution of the contemporary children’s theater in Greece and concentrate on the work of the most significant authors. We also examine the role that ideology plays in the writing but also in the reading of children’s literature in general and of drama in particular. In the second part of our study, we carry out a detailed analysis of three of Giannis Xanthoulis’s books and of three of Eugene Trivizas’s books, putting emphasis on the ideology which permeates each one of the plays. In the conclusion of our work, we point out the similarities and the differences between the works of the two authors and we also point out that both of them avoid didacticism and aim at awakening the interest and the imagination of their young readers, stimulating simultaneously their critical thinking Η παρούσα εργασία αναλύει έξι από τα θεατρικά έργα του Γιάννη Ξανθούλη και του Ευγένιου Τριβιζά, δύο μεγάλων και διαχρονικών συγγραφέων που συνετέλεσαν πρωτοπόροι στην ιστορία της Παιδικής Λογοτεχνίας. Ως θεωρητικό υπόβαθρο της μελέτης μας, επισημάναμε την εξέλιξη της παιδικής λογοτεχνίας και του παιδικού θεάτρου μετά την περίοδο της μεταπολίτευσης, τονίζοντας τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στην καλλιέργεια της παιδικής φαντασίας. Εν συνεχεία, αναλύσαμε με διεξοδικό τρόπο τρία από τα έργα του Γιάννη Ξανθούλη και τρία από τα έργα του Ευγένιου Τριβιζά, δίνοντας έμφαση στην βασική ιδεολογία που διέπει την κάθε ιστορία ξεχωριστά. Ως γενικό συμπέρασμα προέκυψε πως οι δύο συγγραφείς μέσω των έργων τους, δεν επιδιώκουν να διαπεράσουν διδακτικά μηνύματα στο παιδικό κοινό, αλλά απεναντίας αποσκοπούν στο να αφυπνίσουν το ενδιαφέρον και τη φαντασία, διεγείροντας παράλληλα προβληματισμό και την κριτική σκέψη των παιδιών 542 297 296 όρια και προοπτικές – Απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης This approach studies the views of Primary Education teachers on limitations and perspectives of the use of ICT and distance learning in the “covid era”. In addition, this qualitative study examines the use of distance learning and ICT by teachers before and during the “covid era”, the use of specific digital tools in synchronous and asynchronous teaching, the contribution of distance education in teaching and learning, and the future possibilities of distance education integration in teaching and learning. The tool of the survey was semi-stractured interview. The participants in the survey are primary school teachers. From the analysis of the material, it emerged that the use of ICT has not been affected during the “covid era”. Teachers used ICT in their teaching process both prior and during pandemia. They include, in their teaching, in classroom and in distance learning, digital tools that make the educational process more interesting, but also help their students to achieve better learning outcomes. It was also found that there were many teachers who, during the first period of the pandemic, where distance learning was not compulsory, chose to provide their students with only asynchronous teaching. On the contrary, during the second period of suspension of school units, where distance learning becomes compulsory, all teachers used the combination of synchronous and asynchronous teaching, and some continued only with its synchronous form, leaving aside the asynchronous. Regarding the possibility of utilizing distance learning in the future, teachers might resort to the possibility offered by asynchronous teaching for task assignment and for contact with other places and people, offered by synchronous. The synchronous one can be used for a short time and only in emergency conditions. However, one of the weaknesses included in the distance learning is the exclusion of some students from the process. Στην παρούσα εργασία μελετώνται οι απόψεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για τα όρια και τις προοπτικές χρήσης των Τ.Π.Ε. και της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στην “covid εποχή”. Επιπλέον, στην ποιοτική αυτή μελέτη διερευνώνται η χρήση της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και των Τ.Π.Ε. από τους εκπαιδευτικούς πριν και κατά την “covid εποχή”, η χρήση συγκεκριμένων εργαλείων κατά τη σύγχρονη και ασύγχρονη διδασκαλία, η συμβολή της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και οι μελλοντικές δυνατότητες ένταξής της στη διδασκαλία και τη μάθηση. Εργαλείο της έρευνάς μας αποτέλεσε η ημιδομημένη συνέντευξη. Οι συμμετέχοντες στην έρευνα είναι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Από την ανάλυση του υλικού προέκυψε ότι οι εκπαιδευτικοί αξιοποιούσαν και αξιοποιούν τις Τ.Π.Ε. στη διδασκαλία τους πριν, αλλά και στην “covid εποχή”. Εντάσσουν στη δια ζώσης και στην εξ αποστάσεως διδασκαλία τους τα ψηφιακά εργαλεία, που κάνουν την εκπαιδευτική διαδικασία πιο ενδιαφέρουσα, αλλά βοηθούν και τους μαθητές τους να πετυχαίνουν καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα. Επίσης, διαπιστώθηκε πως αρκετοί ήταν οι εκπαιδευτικοί που κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, όπου η εξ αποστάσεως εκπαίδευση δεν είχε υποχρεωτικό χαρακτήρα, επέλεξαν να παρέχουν στους μαθητές τους μόνο ασύγχρονη διδασκαλία. Αντίθετα, κατά τη δεύτερη περίοδο αναστολής των σχολικών μονάδων, όπου και γίνεται υποχρεωτική η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, όλοι οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποίησαν τον συνδυασμό σύγχρονης και ασύγχρονης διδασκαλίας, και ορισμένοι συνέχισαν μόνο με τη σύγχρονη μορφή της, αφήνοντας στην άκρη την ασύγχρονη. Όσον αφορά τη δυνατότητα αξιοποίησης της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στο μέλλον, οι εκπαιδευτικοί θεώρησαν χρήσιμη τη δυνατότητα που προσφέρει η ασύγχρονη διδασκαλία για την ανάθεση εργασιών, και η σύγχρονη για επαφή με άλλους τόπους και ανθρώπους. Η σύγχρονη μπορεί να χρησιμοποιείται για λίγο χρονικό διάστημα και μόνο σε έκτακτες συνθήκες. Ωστόσο, στις αδυναμίες της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης συγκαταλέγεται ο αποκλεισμός ορισμένων μαθητών από τη διαδικασία. 543 166 153 Development and design of educational material for the education of children with impaired vision about the nature and the environment Σχεδιασμός και ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού για την εκπαίδευση παιδιών με προβλήματα όρασης για τη φύση και το περιβάλλον The present graduate project aims at the development and the design of educational material for people with impaired vision about the nature and the environment, and specifically the ecosystem of Evros river. It consists of a theoretical and a methodological part. In the first part all these elements that are related with the education of child with impaired vision and their characteristics are analyzed. It is also presented the correlation between Environmental Education and Special Education. In the second part becomes reference about the stages of the development and the designing of educational material, and the present material is presented as to his characteristics, his target, the way of his creation and his utilization. Finally the restrictions that existed at the process of the work are mentioned and future extensions relevant to the present material and the correlation between Environmental Education and Special Education are proposed. Η παρούσα πτυχιακή εργασία έχει σκοπό την ανάπτυξη και τον σχεδιασμό εκπαιδευτικού υλικού για άτομα με προβλήματα όρασης σχετικά με τη φύση και το περιβάλλον, και συγκεκριμένα με το οικοσύστημα του ποταμού Έβρου. Αποτελείται από το θεωρητικό μέρος και το μεθοδολογικό. Στο πρώτο μέρος αναλύονται όλα εκείνα τα στοιχεία που σχετίζονται με την εκπαίδευση των παιδιών με προβλήματα όρασης και τα χαρακτηριστικά τους, και παρουσιάζεται η συσχέτιση μεταξύ Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής. Στο δεύτερο μέρος γίνεται αναφορά στα στάδια ανάπτυξης και σχεδιασμού του εκπαιδευτικού υλικού και παρουσιάζεται το υλικό της παρούσας εργασίας ως προς τα χαρακτηριστικά του, το στόχο του, το τρόπο δημιουργίας και αξιοποίησής του. Τέλος παρατίθενται οι περιορισμοί που υπήρξαν κατά την διεκπεραίωση της εργασίας και προτείνονται μελλοντικές προεκτάσεις σχετικές με το παρόν υλικό και το συσχετισμό Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και Ειδικής Αγωγής 544 150 151 Οι απόψεις των πολιτών της ενεργειακής λεκάνης Δυτικής Μακεδονίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, από εξόρυξη λιγνίτη και Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας The purpose of this research was to explore the views of citizens in the energy basin of Western Macedonia and more specifically in the municipalities of Kozani and Eordea in respect of the production of electricity from lignite mining or alternatively from Renewable Energy Sources. To achieve this aim it was considered necessary to draw up an empirical quantitative research in the form of a questionnaire of 23 questions, in which a total of 250 residents of the municipality of Kozani and Eordea participated. The results showed that the views of the citizens of Western Macedonia’s energy basin for producing electricity in the region are in favor of replacing coal with renewable energy sources, since from the knowledge the citizens obtained from internet resources, they have concluded that Renewable Energy Sources will contribute to the improvement of the environment, the economic prosperity of the region and the residents’ life quality Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση των απόψεων των πολιτών της ενεργειακής λεκάνης Δυτικής Μακεδονίας και πιο συγκεκριμένα των δήμων Κοζάνης και Εορδαίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από την εξόρυξη λιγνίτη ή εναλλακτικά από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Για την επίτευξη του παραπάνω σκοπού κρίθηκε αναγκαία η εκπόνηση μιας εμπειρικής ποσοτικής έρευνας με τη βοήθεια δομημένου ερωτηματολόγιου, στην οποία συμμετείχαν συνολικά 250 κάτοικοι των δήμων Κοζάνης και Εορδαίας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η άποψη των πολιτών της ενεργειακής λεκάνης Δυτικής Μακεδονίας για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή τάσσεται υπέρ της αντικατάστασης του λιγνίτη με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αφού κυρίως μέσα από την ενημέρωση στο διαδίκτυο έχουν καταλήξει ότι θα συμβάλουν στη βελτίωση του περιβάλλοντος, της οικονομικής ευημερίας της περιοχής και της ποιότητας της ζωής των κατοίκων 545 427 456 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Corin στον πλακούντα και η πιθανή συσχέτισή της με την παθοφυσιολογία της προεκλαμψίας INTRODUCTION: The aim of this diploma thesis was the immunohistochemical study of the expression of Corin protein in histological specimens derived from normal tissues as well as from tissues infected by preeclampsia, during embryonic development. Preeclampsia is a disorder that occurs during pregnancy and it is characterized by abnormal functioning of the vascular intima and vasospasm. It is clinically defined by increased pressure (hypertension) and elevated levels of urinary protein (proteinuria), with or without pathological findings. Its pathogenesis is strongly associated with abnormal placentation. Regarding to Corin protein, it constitutes a transmembrane serine protease that converts the precursor of atrial natriuretic factor (pro-ANP) to its biologically active form (ANP). ANP serves to regulate blood pressure, while the conversion procedure is an additional mechanism for regulating blood pressure. Proteolytic cleavage of pro-ANP also plays a role in pregnancy by promoting trophoblast invasion and uterine spiral artery remodeling. Consequently, it appeared interesting to attempt conducting a study so as to evaluate the expression levels of such a protein, in case of a hypertensive disorder, such as preeclampsia, as compared to the respective normal tissue. MATERIALS AND METHODS: For this purpose, we used 50 samples derived from pathological incidents of preeclampsia and from respective normal ones. After the completion of each step of routine histological processing, the paraffin embedded samples were used for immunohistochemical analysis using peroxidase-labeled antibodies, a method which involves the use of horseradish peroxidase enzyme (HRP) and its suitable substrate DAB, with the aim of identifying the expression levels of Corin protein in infected and non-infected tissue. Specimens' examination was performed with Nikon Eclipse 50i. RESULTS: From the microscopy results of immunohistochemical staining of normal and pathological samples of placenta, decreased expression of Corin protein was detected on pathological tissues as compared to the respective normal specimens. More specifically, the total of placental sections studied and derived from infected tissue due to preeclampsia revealed low Corin levels, while the total of respective sections derived from normal tissues showed higher expression levels of this particular protein. CONCLUSIONS: According to the results obtained from this study, it appears that the under-expression of Corin protein notably correlates with the occurrence of preeclampsia in fetal tissues. This could possibly be an accurate basis for the classification of this specific protein as a considerable prognostic bio-marker in cases of preeclampsia. It is recommended though that future studies are conducted, since it would be beneficial to repeat this particular experimental research on a larger scale, by using a larger total of histological samples, in order to establish the results presented on this study. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Σκοπό της παρούσας ερευνητικής μελέτης αποτέλεσε η ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Corin σε ιστολογικά δείγματα πλακούντων που προήλθαν από περιστατικά προεκλαμψίας, κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ανάπτυξης. Η προεκλαμψία αποτελεί μια πολύ σοβαρή διαταραχή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η οποία χαρακτηρίζεται από ανώμαλη λειτουργία του εσωτερικού χιτώνα των αγγείων -ενδοθήλιο- και αγγειοσπασμό. Κλινικά, ορίζεται από αυξημένη πίεση (υπέρταση) και αυξημένα επίπεδα πρωτεΐνης στα ούρα (λευκωματουρία), με ή χωρίς παθολογικά ευρήματα. Η παθογένειά της σχετίζεται έντονα με ανώμαλη πλακουντοποίηση. Αναφορικά με την πρωτεΐνη Corin, αυτή συνιστά μια διαμεμβρανική πρωτεάση σερίνης, η οποία μετατρέπει το πρόδρομο μόριο του κολπικού νατριουρητικού παράγοντα (pro-ΑΝΡ) στη βιολογικά ενεργή μορφή του (ΑΝΡ). Ο παράγοντας αυτός συμβάλλει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, ενώ και η διαδικασία μετατροπής του αποτελεί έναν επιπλέον μηχανισμό για τη ρύθμιση της πίεσης του αίματος. Επιπρόσθετα, η πρωτεολυτική πέψη του pro-ΑΝΡ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εγκυμοσύνη, προωθώντας τη διείσδυση της τροφοβλάστης και την αναδιαμόρφωση των μητριαίων σπειροειδών αρτηριών. Επομένως, κρίθηκε ενδιαφέρουσα η προσπάθεια μελέτης του προτύπου έκφρασης μιας τέτοιας πρωτεΐνης στην περίπτωση μιας υπερτασικής διαταραχής, όπως η προεκλαμψία, συγκριτικά με τα επίπεδα έκφρασής της στον αντίστοιχο φυσιολογικό ιστό. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Για τη διεξαγωγή του πειραματικού σκέλους της παρούσας πτυχιακής εργασίας, χρησιμοποιήθηκαν 50 δείγματα προερχόμενα από παθολογικά περιστατικά προεκλαμψίας και από αντίστοιχα φυσιολογικά περιστατικά, ενώ το πειραματικό υλικό αποτέλεσαν ιστοτεμάχια παθολογικών και φυσιολογικών πλακούντων. Η ιστολογική εξέταση που επιλέχθηκε ήταν η τεχνική της ανοσοϊστοχημικής χρώσης με τη μέθοδο αποκλεισμού της υπεροξειδάσης -χρησιμοποιώντας κατάλληλο χρωμογόνο 3,3' διαμινοβενζιδίνη (DAB) και το επιλεγμένο αντίσωμα Corin σε αραίωση 1:60 - προκειμένου να μελετηθούν τα επίπεδα έκφρασης της Corin σε παθολογικούς και φυσιολογικούς ιστούς και να διαπιστωθούν πιθανές διαφοροποιήσεις στα επίπεδα της έκφρασης της συγκεκριμένης πρωτεΐνης στις δύο αυτές ομάδες ιστολογικών δειγμάτων. Τα ιστολογικάπαρασκευάσματα της ανοσοϊστοχημτκής χρώσης μελετήθηκαν σε οπτικό μικροσκόπιο Nikon Eclipse 50i. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από την μικροσκόπηση των αποτελεσμάτων της ανοσοϊστοχημικής χρώσης των παθολογικών και φυσιολογικών ιστοτεμαχίων πλακούντα, ανιχνεύτηκε μειωμένη έκφραση της πρωτεΐνης Corin στους παθολογικούς πλακούντες, σε σύγκριση με τους αντίστοιχους φυσιολογικούς. Ειδικότερα, στο σύνολο των τομών που προήλθαν από προεκλαμπτικούς πλακούντες και που μελετήθηκαν, διαπιστώθηκε ελαττωμένη ιστική έκφραση της πρωτεΐνης Corin. Αντιθέτως, στο σύνολο των αντίστοιχων τομών που προήλθαν από φυσιολογικούς ιστούς, παρατηρήθηκαν υψηλότερα επίπεδα έκφρασης της συγκεκριμένης πρωτεΐνης. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την παρούσα ερευνητική μελέτη, η μειωμένη ιστική έκφραση της πρωτεΐνης Corin φαίνεται να συσχετίζεται έντονα με την παθοφυσιολογία της προεκλαμψίας. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να καταστήσει τη συγκεκριμένη πρωτεΐνη έναν αξιόλογο προγνωστικό βιοδείκτη σε περιπτώσεις προεκλαμψίας. Ωστόσο, συνίσταται μελλοντική επανεξέταση της υπόθεσης που αποτέλεσε το αντικείμενο της συγκεκριμένης ερευνητικής μελέτης, με επανάληψη των πειραματικών ερευνών σε μεγαλύτερο αριθμό ιστολογικών δειγμάτων. 546 188 196 Contribution of school leader to formation of school culture: theoretical and empirical exploration Η συμβολή του διευθυντή σχολικής μονάδας στη διαμόρφωση της σχολικής κουλτούρας: θεωρητική και εμπειρική διερεύνηση The present thesis examines the contribution of school Director in shaping school culture. In the first, theoretical, part of the thesis, approached the concept of culture in general and of school culture, in which a plurality of definitions is given as to what it means and what elements composed. Furthermore, outlined the profile of the leader of the school unit, showing the complex work called every day to complete. One chapter of the theoretical part of the thesis devoted to the role of the Director regarding the creation and change of culture that governs a school. More specifically, it describes the ways in which the school leader can contribute to the creation of the school culture, which circumstances dictate change and what action is to implement this executive education to actively contribute to this process. In the second part, the empirical, the contribution of the Director in shaping school culture examined through semi-structured interviews with participating teachers and school leaders. The findings of the survey may be useful to teachers, school Directors and other researchers Η παρούσα εργασία εξετάζει τη συμβολή του Διευθυντή σχολικής μονάδας στη διαμόρφωση της σχολικής κουλτούρας. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, προσεγγίζεται η έννοια της κουλτούρας γενικά, αλλά και της σχολικής κουλτούρας, στην οποία και έχει αποδοθεί μία πλειάδα ορισμών αναφορικά με το τι σημαίνει και από ποια στοιχεία αποτελείται. Ακόμη, σκιαγραφείται το προφίλ του ηγέτη της σχολικής μονάδας, παρουσιάζοντας το πολυσύνθετο έργο που καλείται καθημερινά να φέρει εις πέρας. Ένα από τα κεφάλαια του θεωρητικού μέρους της εργασίας αφιερώνεται στον ρόλο του Διευθυντή αναφορικά με τη δημιουργία και αλλαγή της κουλτούρας που διέπει ένα σχολείο. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφονται οι τρόποι με τους οποίους ο σχολικός ηγέτης δύναται να συμβάλει στη δημιουργία της σχολικής κουλτούρας, ποιες συνθήκες υπαγορεύουν την αλλαγή της και ποιες ενέργειες καλείται να υλοποιήσει το συγκεκριμένο στέλεχος της εκπαίδευσης προκειμένου να συμβάλλει δυναμικά σε αυτή τη διαδικασία. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, η συμβολή του Διευθυντή στη διαμόρφωση της σχολικής κουλτούρας εξετάζεται μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων με συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς και σχολικούς ηγέτες. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες στους εκπαιδευτικούς, στους Διευθυντές και σε άλλους ερευνητές 547 132 134 This paper aims to study sets of algebraic properties equipped with one or more operations. Usually such kind of mathematical objects are usually called ‘algebraic structures’. In each section of this particular paper there is a presentation of the definitions of algebraic structures while distinctive examples are used for each of them aiming to a better understanding. Specifically, the first chapter includes a historical review of algebra. Emphasis is given to important mathematicians who were involved in this field. The second chapter presents the algebraic structures equipped with one operation as well as corresponding examples. The third chapter describes the algebraic structures which are equipped with two operations and then approached with examples. Finally, in the fourth chapter a new research area of algebra is examined which is called algebra of hyperoperations Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στη μελέτη αλγεβρικών ιδιοτήτων συνόλων, τα οποία είναι εφοδιασμένα με μία ή περισσότερες πράξεις. Συνήθως τέτοιου είδους μαθηματικά αντικείμενα τα ονομάζουμε αλγεβρικές δομές. Σε κάθε κεφάλαιο της συγκεκριμένης εργασίας παρουσιάζονται οι ορισμοί των αλγεβρικών δομών και ταυτόχρονα γίνεται χρήση χαρακτηριστικών παραδειγμάτων για κάθε μία από αυτές, με στόχο την καλύτερη κατανόηση τους. Πιο συγκεκριμένα, το πρώτο κεφάλαιο, περιλαμβάνει μία ιστορική ανασκόπηση της άλγεβρας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται σε σημαντικούς μαθηματικούς η οποίοι ασχολήθηκαν με τον κλάδο αυτό. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι αλγεβρικές δομές που αφορούν σε μία πράξη καθώς και αντίστοιχα παραδείγματα. Στο τρίτο κεφάλαιο, περιγράφονται οι αλγεβρικές δομές οι οποίες είναι εφοδιασμένες με δύο πράξεις και στη συνέχεια προσεγγίζονται με χαρακτηριστικά παραδείγματα. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο, εξετάζεται μία νέα ερευνητική περιοχή της άλγεβρας η οποία ονομάζεται άλγεβρα των υπερπράξεων 548 221 226 This theoretical - research study addresses the issue of crisis management and the role of the school principal about this issue. The main purpose of this postgraduate work was to investigate the views of primary school managers on the key issue of crisis management and therefore to draw conclusions about their role in this particular issue. In the first part of the postgraduate work, are studied extensively from a theoretical point of view the concept of "crisis", its various aspects and its management at school level. The second part of this postgraduate thesis consists of the research department, where are available information about the research methodology, the analysis of the material, the findings and the discussion More specifically, the aim of postgraduate thesis was to investigate the different types of crises that occur in the school unit and the role of the School Head in their management. The survey was carried out by conducting semi - structured interviews with ten School Heads of elementary / primary schools in the municipality of Alexandroupolis. Through the views of the principals, there have been significant findings on the most common types of crises that a School Head faces, the steps and actions they take during the phases of prevention, preparation, intervention and recovery and finally the education / training they received about crisis management. Η παρούσα θεωρητική - ερευνητική μελέτη πραγματεύεται το θέμα διαχείρισης κρίσεων και τον ρόλο του διευθυντή σχολικής μονάδας, ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα. Βασικός σκοπός της συγκεκριμένης μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης ήταν να διερευνηθούν οι απόψεις διευθυντών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, αναφορικά με το καίριο θέμα της διαχείρισης κρίσεων και ως εκ τούτου να εξαχθούν συμπεράσματα αναφορικά με τον ρόλο τους, ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα. Στο πρώτο μέρος της μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης μελετάται εκτενώς από θεωρητική σκοπιά η έννοια της «κρίσης», οι διάφορες πτυχές της και η διαχείριση της σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Το δεύτερο μέρος της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης αποτελείται από το ερευνητικό τμήμα, όπου υφίσταται η μεθοδολογία της έρευνας, η ανάλυση του υλικού, τα πορίσματα, οι διαπιστώσεις και η συζήτηση. Πιο συγκεκριμένα, σκοπός της μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης ήταν η διερεύνηση των διαφόρων ειδών κρίσεων που εκδηλώνονται στη σχολική μονάδα και ο ρόλος του διευθυντή ως προς τη διαχείρισή τους. Η έρευνα επετεύχθη με τη διεξαγωγή ημι – δομημένων συνεντεύξεων σε δέκα διευθυντές σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (δημοτικών σχολείων) από τον δήμο Αλεξανδρούπολης. Μέσω των απόψεων των διευθυντών προέκυψαν σημαντικά πορίσματα, που αφορούν τους συχνότερους τύπους κρίσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι διευθυντές μιας σχολικής μονάδας, τα βήματα και τις ενέργειες που ακολουθούν κατά τις φάσεις πρόληψης, προετοιμασίας, παρέμβασης και ανάκαμψης και την εκπαίδευση - κατάρτιση που έχουν λάβει και λαμβάνουν αναφορικά με τη διαχείριση κρίσεων. 549 319 375 Έχει θέση η χορήγηση DHEA στην αντιμετώπιση της φτωχής ωοθηκικής ανταπόκρισης; DHEA is a hormone with a biological role not fully elucidated. It is known as an intermediate product for the production of other hormo-nes and most of its production is made in the adrenal cortex. As a formulation, it is in the market of several countries, mainly as a non-prescribed dietary supplement, with a number of safety concerns. Only in 2016 the FDA granted the first authorization for the circulation of a drug with the active substance DHEA for vaginal administration and indicating dyspareunia and vaginal atrophy in postmenopausal women. DHEA was not recognized as an important hormone in reproduction until 2000, when the first study with poor responders receiving DHEA was published. Since then, a number of studies and meta-analyzes have been published, which, for the most part, suggest that exogenous administration of DHEA for a few weeks before ovarian stimulation may have beneficial results in IVF. As a result, the administration of DHEA, prior to ovarian stimulation, in women suspected as poor responders has become a fairly popular choice. The mechanism by which the potential benefits of DHEA are attained is not entirely known, although several theories have been developed, with most of them relying on small studies. There is also skepticism about the appropriate dosage, duration of treatment and of course the question "why DHEA treatment and not directly with androgens?" The only thing that almost all researchers agree is that there is not enough data to have safe conclusions about the usefulness of DHEA. Until data from large-scale studies are available, cannot be considered that DHEA treatment prior to stimulation is beneficial. The fact that DHEA has no serious side effects and its low cost does not work for restraint. Finally, as long as the recruitment of volunteers in the studies is problematic (patients with a poor response to ovarian stimulation generally do not want to join the placebo group), the conflict will remain . Η DHEA είναι μια ορμόνη της οποίας ο βιολογικός ρόλος δεν έχει πλήρως διευκρινιστεί. Είναι γνωστό ότι αποτελεί ενδιάμεσον προιόν για την παραγωγή άλλων ορμονών και ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της γίνεται στον φλοιό των επινεφριδίων. Σαν σκεύασμα κυκλοφορεί σε αρκετές χώρες, κυρίως ως μη συνταγογραφούμενο συμπλήρωμα διατροφής, με αρκετές επιφυλάξεις για την ασφάλεια του. Μόλις το 2016 ο FDA έδωσε την πρώτη έγκριση για κυκλοφορία φαρμακευτικού σκευάσματος με την δραστική ουσία DHEA για κολπική χορήγηση και ένδειξεις την δυσπαρεύνεια και την κολπική ατροφία σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Η σημασία της για την αναπαραγωγή δεν είχε εκτιμηθεί μέχρι το 2000, οπότε έγινε η πρώτη δημοσίευση που αφορούσε γυναίκες με φτωχή ανταπόκριση στην ωοθηκική διέγερση και την χορήγηση σε αυτές DHEA. Από τότε έχουν δημοσιευτεί πλήθος μελετών καθώς και μετα-αναλύσεων, οι οποίες στη μεγάλη τους πλειοψηφία θεωρούν ότι η εξωγενής χορήγηση DHEA για μερικές εβδομάδες πριν την ωοθηκική διέγερση μπορεί να έχει ευεγερτικά αποτελέσματα όσον αφορά την επιτυχία της IVF. Αποτέλεσμα της δημοσίευσης αυτών των μελετών, αποτελεί και το γεγονός ότι η χορήγηση DHEA προ της ωοθηκικής διέγερσης σε γυναίκες που αναμένεται να έχουν φτωχή ανταπόκριση σε αυτή, αποτελεί μια αρκετά δημοφιλή επιλογή μεταξύ των ιατρών που ασχολούνται με την εξωσωματική γονιμοποίηση. Ο μηχανισμός με τον οποίο επιτυγχάνονται τα πιθανά οφέλη της DHEA δεν είναι απολύτως γνωστός, παρόλο που έχουν αναπτυχθεί αρκετές θεωρείες, με την πλειοψηφία αυτών όμως να στηρίζονται σε μικρές μελέτες. Επίσης υπάρχει σκεπτικισμός όσον αφορά την κατάλληλη δοσολογία, την διάρκεια της θεραπείας και φυσικά το ερώτημα "γιατί θεραπεία με DHEA και όχι απευθείας με ανδρογόνα;". Το μόνο σημείο στο οποίο σχεδόν όλοι οι ερευνητές συμφωνούν είναι ότι δεν υπάρχουν αρκετά δεδομένα προκειμένου να έχουμε ασφαλή συμπεράσματα για τη χρησιμότητα της DHEA. Μέχρι να υπάρχουν δεδομένα από μεγάλης έκτασης μελέτες δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η θεραπεία με DHEA προ της διέγερσης είναι οφέλιμη. Το γεγονός ότι η DHEA δεν έχει αποδει-χτεί να έχει σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες καθώς και το χαμηλό της κόστος λειτουργούν υπέρ της χορήγησης. Τέλος όσο το πρόβλημα εξεύρεσης εθελοντών να ενταχθούν σε έρευνες παραμένει (οι ασθενείς με φτωχή ανταπόκριση στην ωοθηκική διέγερση κατά κανόνα δεν επιθυμούν να ενταχθούν στην ομάδα που θα λάβει placebo), τόσο η αντιπαράθεση παραμένει. 550 198 201 Primary and Secondary Education students - future teachers’ οpinions for Collaborative Teaching and Learning Απόψεις φοιτητών – μελλοντικών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση This thesis object deals about the "Primary and Secondary Education students - future teachers’ οpinions for Collaborative Teaching and Learning". More specifically, in this survey we investigated the opinions of the participants about the advantages and disadvantages it has as a method. We also, investigated students opinions concerning the application of the collaborative method and if they themselves would apply it to the class. Finally, we look at if the students have been taught courses in their faculty concerning the collaborative method. The results that the analysis of research data led us to show that in a more general context, students - future teachers exhibit a positive attitude towards Collaborative teaching and learning. Specifically, believe that the use of the collaborative method requires effort but they would be in the process to apply it in their own class with a slight reservation because it is not prepared and informed. In addition, believe that through it, students will develop their skills as well. It is important that although no courses are being taught, however the views of the students are in favor of collaborative method Η παρούσα πτυχιακή εργασία έχει ως αντικείμενο μελέτης της τις «Απόψεις φοιτητών – μελλοντικών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση». Πιο συγκεκριμένα, μελετάμε τις απόψεις των συμμετεχόντων σε αυτήν την έρευνα σχετικά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που έχει ως μέθοδος. Επίσης, διερευνώνται οι απόψεις των φοιτητών που αφορούν στην εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής μεθόδου, καθώς και αν οι ίδιοι θα την εφάρμοζαν στην τάξη. Τέλος, εξετάζουμε αν οι φοιτητές έχουν διδαχθεί μαθήματα στη Σχολή τους που να αφορούν την ομαδοσυνεργατική μέθοδο. Τα αποτελέσματα στα οποία μας οδήγησε η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας, έδειξαν πως σε ένα γενικότερο πλαίσιο οι φοιτητές – μελλοντικοί εκπαιδευτικοί εμφανίζουν θετική στάση απέναντι στην ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση. Πιο συγκεκριμένα, πιστεύουν μεν ότι η χρήση της ομαδοσυνεργατικής μεθόδου απαιτεί αρκετή προσπάθεια, όμως θα έμπαιναν στη διαδικασία να την εφαρμόσουν στη δική τους τάξη με μια μικρή επιφύλαξη, καθώς δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι και ενημερωμένοι. Ακόμη, πιστεύουν πως μέσα από αυτήν, οι μαθητές θα αναπτύξουν τις δεξιότητές τους. Σημαντικό είναι, πως αν και δε διδάσκονται αντίστοιχα μαθήματα, εντούτοις οι φοιτητές εκφράζονται θετικά για την ομαδοσυνεργατική μέθοδο. 551 193 166 Effective classroom management: primary education teacher’s point of view Απόψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης With the present study, we try to investigate the different opinions of the teachers of Primary Education regarding the effective classroom management. The study consists of two parts. In the first part, the theoretical one, the concept of “classroom management” is defined. Following, there are investigated the factors that will make it more effective. Moreover, this part deals with the different views expressed by the faculties of the pedagogical thinking and action theories regarding the classroom management. Finally, there is an extensive reference to the question of discipline looking for the causes and the ways of dealing with it, defining the concepts of “punishment” and “penalties” within the framework of effective classroom management. In the second part of the study, the empirical one, it is presented the collection, the analysis and the interpretation of the results that were conducted with the filling in of a questionnaire by 52 teachers of Primary Education in the province of Alexandroupoli. More specifically, the starting point, the purposes and the methodology of the study are mentioned, as well as the data analysis and the conclusions drawn from it Με την παρούσα εργασία επιχειρούμε να διερευνήσουμε τις απόψεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, αποσαφηνίζεται η έννοια της «διαχείρισης της σχολικής τάξης». Στη συνέχεια διερευνώνται οι παράγοντες που την καθιστούν περισσότερο αποτελεσματική. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται οι διαφορετικές απόψεις που εκφράζονται μέσα από τις σχολές της παιδαγωγικής σκέψης και πράξης για την διαχείριση της σχολικής τάξης. Τέλος, γίνεται μία εκτενής αναφορά στο ζήτημα της πειθαρχίας, αναζητώντας τα αίτια, τους τρόπους αντιμετώπισης, ορίζοντας τις έννοιες «τιμωρία» και «ποινές», στο πλαίσιο της αποτελεσματικής διαχείρισης της σχολικής τάξης. Στο δεύτερο μέρος, το εμπειρικό, πραγματοποιείται η συλλογή, η ανάλυση και η ερμηνεία των αποτελεσμάτων που συγκεντρώθηκαν με το ερωτηματολογίου από 52 εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης. Συγκεκριμένα, εκτίθενται η αφετηρία, οι στόχοι, η μεθοδολογία της έρευνας, καθώς και η ανάλυση των δεδομένων και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτήν 552 461 496 Ο ρόλος του συμπλόκου σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης στην καρδιακή ανεπάρκεια Introduction: Heart failure is a complex clinical syndrome involving 21 million people and is the leading cause of death and disability in people aged over 65 despite significant therapeutic progress. The sacubitril/valsartan complex is the first angiotensin receptor neprlysin inhibitor, which was recently introduced in the healing guidelines of high-level cardiac failure. Purpose: The purpose of this study is to provide a bibliographic review of the clinical trials that have been carried out so far, as well as to respond to any concerns about the use of the drug. Materials - Method: The bibliography of the published research studies was reviewed in the electronic databases (PubMed, Science Direct, PubMed, Embase, and HighWire) and the guidelines of the european cardiology society and the american college of cardiology referring to the sacubitril/valsartan complex in heart failure. The keywords used were sacubitril/valsartan, LCZ696, ARNI (angiotensin-receptor-neprilysin-inhibitor), heart failure using the AND command. To complement the above queries and ensure optimal and complete retrieval of the literature, we reviewed the reports of recent reviews and meta-analysis. Searches were last updated in November 2018. Results: The PARAMOUNT study showed that sacubitril/valsartan was well tolerated with no more adverse effects than valsartan and showed positive results in patients with heart failure with a heart failure with preserved ejection fraction. The results from the PARADIGM-HF study showed the following benefits in patients with heart failure with reduced ejection fraction and NYHA (New York Heart Association) class Classification II-IV receiving sacubitril/valsartan (compared to enalapril): 1) reducing the risk of cardiovascular death by 20%; 2) reducing hospitalizations for heart failure by 21%, 3) reduction of the risk of all-cause mortality by 16%. Overall, there was a 20% reduction in risk at the primary endpoint, the composite endpoint for cardiovascular death and time to first hospitalization for heart failure. The TITRATION study showed that slow upward titration of the sicibitril/valsartan complex enabled patients who had previously received low or no treatment with angiotensin converting enzyme inhibitors or angiotensin II AT1 receptor blocker to accelerate and maintain the dosing of sabutipril / valsartan at the target dose. Recently were announced results of thw major trials. The TRANSITION trial showed the safety of sacubitril/valsartan to patients hospitalized for acute decompensated HF, while the PIONEER study showed the beneficial effects of drug use compared to patients with enalapril in the patient also hospitalized for acute decompensated HF. More specifically, PIONEER showed improvement in patient biomarkers (NT-proBNP, troponin) and reduction of rehospitalization for heart failure (8% vs. 13.8% of the enalapril group). Conclusions: The sacubitril/valastant complex, demonstrating its superiority to enalapril, is quite reasonable to suppose that after PARADIGM-HF and the onset of the first angiotensin receptor neprlysin inhibitor (ARNI), the basis of current therapy of heart failure will change significantly and therefore our clinical practice. Εισαγωγή: Η καρδιακή ανεπάρκεια αποτελεί ένα σύνθετο κλινικό σύνδρομο που αφορά 21 εκατομμύρια ανθρώπους και αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου και νοσηρότητας σε άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, παρά τη σημαντική θεραπευτική πρόοδο. Το σύμπλοκο σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης αποτελεί τον πρώτο αναστολέα της νεπριλυσίνης και των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ, που συμπεριλήφθηκε πρόσφατα στις θεραπευτικές οδηγίες της καρδιακής ανεπάρκειας με υψηλή ένδειξη. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να ανασκοπήσει τις μέχρι τώρα κλινικές μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί με σακουμπιτρίλη/βαλσαρτάνη σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια να καθώς επίσης και να απαντήσει σε τυχόν προβληματισμούς για τη χρήση του φαρμάκου. Υλικό - Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας των ερευνητικών μελετών δημοσιευμένων, στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων (PubMed, Science Direct, PubMed, Embase και HighWire) και των κατευθυντήριων οδηγιών των καρδιολογικών εταιρειών οι οποίες αναφέρονταν στο σύμπλοκο σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης στην καρδιακή ανεπάρκεια. Οι λέξεις-κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν ήταν sacubitril/valsartan, LCZ696, ARNI (angiotensin-receptor- neprilysin-inhibitor), heart failure με τη χρήση της εντολής AND. Για να συμπληρώσουμε τις παραπάνω αναζητήσεις και να εξασφαλίσουμε τη βέλτιστη και πλήρη ανάκτηση της βιβλιογραφίας, πραγματοποιήσαμε έλεγχο των αναφορών των πρόσφατων σχετικών ανασκοπήσεων και μετα-αναλύσεων. Οι αναζητήσεις ενημερώθηκαν τελευταία φορά τον Νοέμβριο του 2018. Αποτελέσματα: Η μελέτη PARAMOUNT έδειξε ότι το σύμπλοκο σακουμπιτρίλης/βαλσρτάνης ήταν καλά ανεκτό, χωρίς να προκαλεί περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες σε σχέση με την βαλσαρτάνη και έδειξε θετικά αποτελέσματα σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης. Τα αποτελέσματα από τη μελέτη PARADIGM-HF έδειξαν σε ασθενείς με σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και μειωμένο κλάσμα εξώθησης, κατηγορίας ΙΙ-JV κατά New York Heart Association (NYHA) που έλαβε το σύμπλοκο σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης (έναντι της εναλαπρίλης), τα ακόλουθα οφέλη: 1) μείωση του κινδύνου θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια σε ποσοστό 20%, 2) μείωση των νοσηλειών για καρδιακή ανεπάρκεια κατά 21% 3) τη μείωση του κινδύνου θανάτου από όλες τις αιτίες 16%. Συνολικά υπήρξε μια μείωση του κινδύνου κατά 20% στο πρωτεύον καταληκτικό σημείο, το σύνθετο καταληκτικό σημείο για καρδιαγγειακό θάνατο και του χρόνου έως την πρώτη νοσηλεία για καρδιακή ανεπάρκεια. Με τη μελέτη TITRATION φάνηκε ότι αργή ανοδική τιτλοποίηση του συμπλόκου σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης έδωσε την δυνατότητα σε ασθενείς που προηγουμένως λάμβαναν χαμηλές δόσεις ή καθόλου θεραπεία με αναστολείς μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτενσίνης ή αποκλειστή του υποδοχεά ΑΤ1 της αγγγειοτενσίνης II να επιταχύνουν και να διατηρήσουν τη δοσολογία σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης στη δόση στόχο. Πρόσφατα ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα 2 σημαντικών μελετών. Η μελέτη TRANSITION μας έδειξε την ασφάλεια χορήγησης του φαρμάκου σε ασθενείς νοσηλευόμενους για απορρύθμιση ΚΑ, ενώ η μελέτη PIONEER τα ευεργετικά αποτελέσματα χρήσης του φαρμάκου συγκριτικά με ΑΜΕΑ (εναλαπρίλη) στην ίδια κατηγορία ασθενών. Πιο συγκεκριμένα η PIONEER έδειξε βελτίωση των βιοδειτών των ασθενών (NT-proBNP, τροπονίνης) και μείωση των επανεισαγωγών στο νοσοκομείο (8% έναντι 13,8% της ομάδας εναλαπρίλης). Συμπεράσματα: Το σύμπλοκο σακουμπιτρίλης/βαλσαρτάνης έχει αποδείξει σημαντική μείωση της θνητότητας αλλά και των εισαγωγών για καρδιακή ανεπάρκεια σε σύγκριση με την καθιερωμένη αγωγή με εναλαπρίλη. Συμπεριλαμβάνεται πλέον στις κατευθυντήριες οδηγίες τόσο της Ευρωπαϊκής όσο και της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω η χρήση του στην καθημερινή κλινική πρακτική. 553 181 163 Hygiene in the Use of Domestic Water Filters with Activated Carbon The present study deals with the hygiene of the use of domestic water filters with activated charcoal, as well as an experimental approach combined with consumer views. In the general part, initially, the importance of water is presented both in the human body and in the ecosystem, as well as its properties. Subsequently, the problem of water availability is highlighted. The following are the ways in which water is contaminated, as well as the various pollutants present in it, accompanied by the consequences they cause to the human organism. Then, the water treatment stages and the ways of decontamination are analyzed. Finally, a detailed reference is made to the types of household water filters available on the market, listing some of their strengths. In the specific part, the results from the answers of the consumer to the questionnaire given to them, as well as the conclusions from this research, are presented in detail. In addition, the results of the microbiological examination of household water filters in the laboratory are listed Η παρούσα εργασία έχει σαν θέμα την υγιεινή της χρήσης οικιακών φίλτρων νερού με ενεργό άνθρακα, καθώς και μια πειραματική προσέγγιση σε συνδυασμό με τις απόψεις των καταναλωτών. Στο γενικό μέρος, αρχικά, παρουσιάζεται η σημασία του νερού τόσο στο ανθρώπινο σώμα όσο και στο οικοσύστημα, καθώς και οι ιδιότητές του. Στη συνέχεια, υπογραμμίζεται το πρόβλημα της διαθεσιμότητας του νερού. Ακολούθως, αναφέρονται οι τρόποι με τους οποίους μολύνεται το νερό, όπως επίσης και οι διάφοροι ρυπαντές που υπάρχουν σε αυτό, συνοδευόμενοι από τις συνέπειες που επιφέρουν στον ανθρώπινο οργανισμό. Έπειτα, αναλύονται τα στάδια επεξεργασίας του νερού και οι τρόποι απολύμανσής του. Τέλος, γίνεται μια λεπτομερής αναφορά στα είδη οικιακών φίλτρων νερού που είναι διαθέσιμα στην αγορά, παραθέτοντας ορισμένα από τα πλεονεκτήματά τους. Στο ειδικό μέρος, παρουσιάζονται αναλυτικά τα αποτελέσματα από τις απαντήσεις του καταναλωτικού κοινού στο ερωτηματολόγιο που τους δόθηκε, όπως επίσης και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την έρευνα αυτή. Επιπλέον, παραθέτονται τα αποτελέσματα της μικροβιολογικής εξέτασης των οικιακών φίλτρων νερού στο εργαστήριο 554 113 141 Obesity is a public health problem, that has become a global epidemic. Obesity is major cause of co-morbidities, including type II diabetes, cardiovascular diseases, various cancers and other health problems, which can lead to further morbidity and mortality. The purpose of this study was to examine the connection of obesity on both male and female reproduction system. A thorough literature search shows that, obesity is associated with multiple adverse reproductive outcomes such as infertility, poor sperm quality, erectile dysfunction, anovulation, miscarriage, gestational diabetes mellitus, preterm delivery, fetal growth disorders and congenital anomalies. Lifestyle modificications may promote fertility but healthcare professionals need to be more elective in making lifestyle behavior recommendations for infertility patients Η παχυσαρκία αποτελεί πρόβλημα δημόσιας υγείας που έχει γίνει παγκόσμια επιδημία. Η παχυσαρκία είναι η κύρια αιτία συνοδών νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη τύπου II, των καρδιαγγειακών παθήσεων, των διαφόρων καρκίνων και άλλων προβλημάτων υγείας, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω νοσηρότητα και θνησιμότητα. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να εξετάσει τη σύνδεση της παχυσαρκίας με την αναπαραγωγή και των δύο φύλων. Μια εμπεριστατωμένη βιβλιογραφική έρευνα δείχνει ότι, η παχυσαρκία συνδέεται με πολλαπλά ανεπιθύμητα αποτελέσματα, όπως η υπογονιμότητα, η κακή ποιότητα του σπέρματος, η στυτική δυσλειτουργία, η ανωθυλακιορρηξία, η αποβολή, ο ζαχαρώδης δια-βήτης κύησης, ο πρόωρος τοκετός, οι διαταραχές της ανάπτυξης του εμβρύου και οι συγγενείς ανωμαλίες. Οι τροποποιήσεις του τρόπου ζωής μπορούν να προάγουν τη γονιμότητα, αλλά οι επαγγελματίες υγείας πρέπει να είναι πιο αποτελεσματικοί στη λήψη συστάσεων, σχετικά με τη συμπεριφορά του τρόπου ζωής, για τους ασθενείς με υπογονιμότητα. 555 247 260 Μελέτη συσχέτισης του γονιδιακού πολυμορφισμού CAT-262 C/T με λιπιδαιμικούς δείκτες σε δυσλιπιδαιμικούς ασθενείς από τη βόρεια Ελλάδα Catalase is an antioxidant enzyme that catalyzes the decomposition of H2O2 into H2O and O2 whose activity may affect the metabolism of lipids and, by extension, the risk of developing cardiovascular or metabolic disease. The purpose of this study was the investigation of association between the CAT-262C> T polymorphism and lipid markers in the serum of newly diagnosed hyperlipidemic patients [total cholesterol (TC)> 240 mg / dL and / or triglycerides (TG)> 200 mg / dL, cholesterol low density lipoprotein (LDL-C)> 160 mg / dL]. The patients were all Greek and residents of northern Greece. Exclusion criteria were: use of antidyslipidemic drugs or drugs that affect the lipid profile in another way, recent episodes of infections or myocardial infarction, history or current diagnosis of hyper / hypothyroidism, renal or hepatic disease. We investigated the correlation between samples of 160 newly diagnosed hyperlipidemic patients (courtesy of the 1st Propedeutic Clinic of AHEPA Hospital in Thessaloniki and the General Hospital of Giannitsa) and CAT-262C> T polymorphism distribution in these patients, using the statistical assay ANCOVA, with age, sex, smoking, body mass index (BMI) and alcohol abuse as covariates. Genotypic of the polymorphism was conducted with RFLP-PCR technique. We detected an association between the TT genotype of polymorphism CAT-262C> T with higher triglycerides in the plasma of dyslipidemic patients, compared with the CC and the CT genotypes, but the association was statistically significant only for non-obese patients (BMI <30 kg / m2) and for patients younger than 59 years (median). Η καταλάση είναι ένα αντιοξειδωτικό ένζυμο το οποίο καταλύει την αποδόμηση του H2O2 σε H2O και O2 και του οποίου η δραστικότητα μπορεί να επηρεάζει τον μεταβολισμό των λιπιδίων και, κατ’ επέκταση, τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής ή μεταβολικής νόσου. Σκοπός αυτής της εργασίας ήταν η διερεύνησης συσχέτισης μεταξύ του πολυμορφισμού CAT-262C>T και των λιπιδαιμικών δεικτών στον ορό πρωτοδιαγνωσθέντων υπερλιπιδαιμικών ασθενών [ολική χοληστερόλη (TC) > 240 mg/dL και/ ή τριγλυκερίδια (TG) > 200 mg/dL, χοληστερόλη λιποπρωτεΐνης χαμηλής πυκνότητας (LDL-C) > 160 mg/dL]. Οι ασθενείς ήταν όλοι Ελληνικής εθνικότητας κάτοικοι της βόρειας Ελλάδας. Τα κριτήρια αποκλεισμού ήταν: η χρήση αντιδυσλιπιδαιμικών φαρμάκων ή φαρμάκων που επηρεάζουν το λιπιδαιμικό προφίλ με άλλον τρόπο, πρόσφατα επεισόδια λοιμώξεων ή εμφράγματος του μυοκαρδίου, ιστορικό ή τρέχουσα διάγνωση υπερ/υποθυρεοειδισμού, νεφρικής ή ηπατικής νόσου. Έγινε συσχέτιση των δεδομένων 160 πρωτοδιαγνωσθέντων υπερλιπιδαιμικών ασθενών (ευγενική προσφορά της 1ης Προπαιδευτικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ στη Θεσσαλονίκη και του Γενικού Νοσοκομείου Γιαννιτσών) με την κατανομή του πολυμορφισμού CAT-262C>T στους ίδιους ασθενείς, με τη στατιστική δοκιμασία ANCOVA, θέτοντας την ηλικία, το φύλο, το κάπνισμα, το δείκτη μάζας σώματος (ΒΜΙ) και την κατάχρηση αλκοόλ ως συμμεταβλητές. Ο γονοτυπικός προσδιορισμός του πολυμορφισμού έγινε με την τεχνική RFLP-PCR. Στο δείγμα που μελετήθηκε, διαπιστώθηκε συσχέτιση του ΤΤ γονοτύπου του πολυμορφισμού CAT-262C>T με υψηλότερες τιμές τριγλυκεριδίων του πλάσματος των δυσλιπιδαιμικών ασθενών, σε σχέση με τους CC και CT γονότυπους, αλλά ήταν στατιστικά σημαντική μόνο για τους μη παχύσαρκους ασθενείς (BMI < 30 kg/m2) και τους ασθενείς ηλικίας μικρότερης των 59 ετών (διάμεσος). 556 464 459 The construction of muslim minority in the majority educators' speech in Thrace Η κατασκευή της μουσουλμανικής μειονότητας στο λόγο των πλειονοτικών εκπαιδευτικών της Θράκης The purpose of this study is to analyze the construction of multiculturalism and identity in the discourse of kindergarten teachers and primary school teachers of the majority in relation to the Muslim minority in Thrace. The test material was the result of interviews conducted and was about education in Thrace and especially in the Prefecture of Rodopi. The work touches on sensitive social and ideological issues concerning the national identities of the Thracian population in order to create a better social world. Moreover, the work aims to contribute to reducing the reproduction of social inequalities and the creation of children with a lack of critical and creative thinking. The sense of threat creates the inability of people to accept social beings who are not like them, creating fear, anger and hostility. According to Tajfel, the theory of social identity shows how stereotypes and prejudices serve to elevate the group to which we belong, and to reduce the group of others. The first part analyzes theoretical approaches to prejudices and stereotypes, namely those appearing in school. Analyzes the theory of social identity and self-categorization theory and the way identities are approached in discourse analysis. Subsequently, it develops the case of Thrace including the Muslim minority. More specifically, the history of the minority and the policy followed by the Greek State towards the minority. It analyzes nationalism and racism, in particular, it illustrates the connection between racism and nationalism in the case of Thrace. The theoretical part concludes with a description of minority education. In the experimental part, it presents part of the analysis of the qualitative research conducted, and the data is analyzed based on the principles of discourse analysis. The main findings arising from the approach of the survey data was that most minority children are ‘constructed’ to teachers discourse not knowing the Greek language and thereby the relations between the two groups are affected. In the few cases that education characterized in Thrace as a challenge, teachers took the opportunity to manage the stakes of their professional identity, because teachers must be seen as sufficient and worthy, and that, despite the inadequate education and training, they live up to their duties and are not responsible for any future failures of school children of the minority. A characteristic point in the findings is the way participants categorize the Muslim minority in their discourse, and plays a key role in promoting either the multicultural approach, or the approach of "color-blindness". The research aims to contribute to the discussion of different forms of acculturation and how it relates to the different training methods. It focuses on ideological premises from which teachers motivate interpretative repertoires, with the hope that it will contribute to educational planning. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας αποτελεί η ανάλυση της κατασκευής της πολυπολιτισμικότητας και των ταυτοτήτων στο λόγο των πλειονοτικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, νηπιαγωγών και δασκάλων, σε σχέση με την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Το υλικό ανάλυσης προέκυψε μέσα από συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν και αφορούσαν την εκπαίδευση στη Θράκη και ιδιαίτερα στο Ν. Ροδόπης. Η εργασία αγγίζει ευαίσθητα κοινωνικά και ιδεολογικά ζητήματα που αφορούν τις εθνικές ταυτότητες του πληθυσμού της Θράκης, με στόχο την δημιουργία ενός καλύτερου κοινωνικού κόσμου. Επιπλέον, η εργασία στοχεύει στο να συμβάλλει στην μείωση αναπαραγωγής κοινωνικών ανισοτήτων και στη δημιουργία παιδιών με έλλειψη κριτικής και δημιουργικής σκέψης . Η αίσθηση της απειλής δημιουργεί την αδυναμία των ατόμων να δεχτούν τα κοινωνικά όντα που δεν είναι σαν εκείνους, δημιουργώντας φόβο, θυμό και εχθρότητα . Σύμφωνα με τον Tajfel , η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας δείχνει πως τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις χρησιμεύουν ώστε να εξυψώνουν την ομάδα στην οποία ανήκουμε και να μειώνουν την ομάδα των άλλων. Στο πρώτο μέρος, αναλύονται θεωρητικές προσεγγίσεις προκαταλήψεων και στερεοτύπων, και πιο συγκεκριμένα αυτών που εμφανίζονται στο σχολείο. Αναλύεται η θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, της αυτοκατηγοριοποίησης και ο τρόπος προσέγγισής των ταυτοτήτων στην ανάλυση λόγου. Αναπτύσσεται στην συνέχεια της εργασίας, η περίπτωση της Θράκης που συμπεριλαμβάνει την μουσουλμανική μειονότητα. Πιο συγκεκριμένα, η ιστορία της μειονότητας και η πολιτική που ακολούθησε το ελληνικό κράτος προς την μειονότητα. Αναλύεται ο εθνικισμός και ο ρατσισμός, ειδικότερα, περιγράφεται η σύμπλευση ρατσισμού και εθνικισμού στην περίπτωση της Θράκης. Το θεωρητικό μέρος ολοκληρώνεται με την περιγραφή της μειονοτικής εκπαίδευσης. Στο ερευνητικό μέρος, παρουσιάζεται μέρος της ανάλυσης της ποιοτικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε, και αναλύονται τα δεδομένα με βάση τις αρχές της ανάλυσης λόγου . Τα κύρια ευρήματα που προέκυψαν από τον τρόπο προσέγγισης των δεδομένων της έρευνας ήταν, πως τα περισσότερα παιδιά της μειονότητας κατασκευάζονται στο λόγο των εκπαιδευτικών να μην γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα και λόγω αυτού επηρεάζονται οι σχέσεις των δύο ομάδων. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που χαρακτηρίστηκε η εκπαίδευση στη Θράκη ως πρόκληση, οι εκπαιδευτικοί εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία να διαχειριστούν το διακύβευμα της επαγγελματικής τους ταυτότητας, γιατί πρέπει να φανούν επαρκείς και άξιοι εκπαιδευτικοί, και πως, παρόλη την μη επαρκή εκπαίδευση και επιμόρφωση, ανταπεξέρχονται στα καθήκοντά τους και δεν ευθύνονται για τυχόν μελλοντικές σχολικές αποτυχίες των παιδιών της μειονότητας. Χαρακτηριστικό σημείο των ευρημάτων, αποτελεί ο τρόπος που οι συμμετέχοντες κατηγοριοποιούν στο λόγο τους την μουσουλμανική μειονότητα, και παίζει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση είτε της πολυπολιτισμικής προσέγγισης, είτε της προσέγγισης της «αχρωματοψίας». Η έρευνα έχει ως στόχο την συνεισφορά στην συζήτηση διαφορετικών μορφών πολιτισμικής προσαρμογής και πώς αυτό σχετίζεται με τις διαφορετικές εκπαιδευτικές μεθόδους. Επικεντρώνεται, στις ιδεολογικές προκείμενες από τις οποίες οι εκπαιδευτικοί κινητοποιούν τα ερμηνευτικά ρεπερτόρια, με την ελπίδα ότι θα συνεισφέρει στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό. 557 294 283 Perhaps the most valuable asset of western man, time, "torpedoes” maternity. As time goes by the biological clock becomes merciless. When a woman looks back in time she can discover that nobody has warned her of losing the maternity train and of being involved into a difficult struggle in order to acquire a child. It is known that a woman’s age plays a role in her fertility. Since we are born we are designed to be reproduced at an early age. The usually wise nature however has not predicted that woman would study, would follow a career or that they would merely choose to delay their fertility for a later stage of their lives! Surveys have shown that modern Greek women usually lay between the age of 30-34 and this limit gradually increases over the age of 35. In general a woman’s capability of conception and the completion of her pregnancy are associated with the number and the health of the oocytes that she has into her ovaries. Women of an older age are more likely to acquire babies that will develop chromosomal abnormalities and they also have more often spontaneous abortions and pregnancy retrogressions. The aim of this paper is to investigate the reasons for a woman’s reduction of her fertilization ability in relation to her age in order to be able to design in a better way her family planning. The woman’s age constitutes an important factor for a successful ending of the pregnancyIn the analysis that follows we will explain the role that a woman’s age plays in her fertility in each stage of her life from the fetal life until menopause. Research has shown that fertility today is one of the biggest problems that torments the thinking of future mothers. Το πολυτιμότερο ίσως αγαθό του δυτικού ανθρώπου, ο χρόνος, «τορπιλίζει» τη μητρότητα. Όσο περνά ο καιρός τόσο το βιολογικό ρολόι γίνεται αμείλικτο. Όταν μια γυναίκα κοιτάξει πίσω στο χρόνο μπορεί να ανακαλύψει ότι κανείς δεν την προειδοποίησε για τον κίνδυνο να χάσει το τρένο της μητρότητας και να εμπλακεί σε ένα δύσκολο αγώνα για να αποκτήσει ένα παιδί. Είναι γνωστό ότι η ηλικία της γυναίκας παίζει ρόλο στη γονιμότητά της. Από τη γέννησή μας, είμαστε σχεδιασμένοι να αναπαραγόμαστε σε νεαρή ηλικία. Η συνήθως σοφή Φύση δεν προέβλεψε όμως ότι οι γυναίκες θα σπούδαζαν, θα έκαναν καριέρα ή απλά θα επέλεγαν να καθυστερήσουν τη γονιμοποίησή τους για ένα μετέπειτα στάδιο της ζωής τους! Έρευνες έχουν δείξει ότι οι σύγχρονες Ελληνίδες γεννάνε συνήθως μεταξύ 30 - 34 ετών και το όριο αυτό σταδιακά αυξάνεται πάνω από τα 35 έτη. Σε γενικές γραμμές, η ικανότητα μιας γυναίκας για σύλληψη και ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης συνδέεται με τον αριθμό και την υγεία των ωαρίων που έχει στις ωοθήκες της.Γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν περισσότερες πιθανότητες για μωρά που θα εμφανίσουν χρωμοσωμικές ανωμαλίες και επίσης έχουν συχνότερα αυτόματες αποβολές και παλινδρομήσεις εγκυμοσύνης. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθούν οι λόγοι της μείωσης της γονιμοποιητικής ικανότητας της γυναίκας σε σχέση με την ηλικία της, έτσι ώστε να είναι σε θέση να σχεδιάσει καλύτερα τον οικογενειακό προγραμματισμό της. Η ηλικία της γυναίκας απαρτίζει σημαντικό παράγοντα για την επιτυχημένη κατάληξη της κύησης. Στην ανάλυση που ακολουθεί θα εξηγήσουμε τον ρόλο που παίζει η ηλικία της γυναίκας στη γονιμότητα σε κάθε στάδιο της ζωής της από την εμβρυική ζωή έως και την εμμηνόπαυση. Η γονιμότητα σήμερα, αναδεικνύεται και ερευνητικά ως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που ταλαιπωρεί τη σκέψη των μελλοντικών μητέρων. 558 185 211 Over the past 50 years, bioethics has evolved from a dark academic field to the pinnacle of science consciousness. The new frontier of the 21st century is the human body and as scientists have made progress in stem cell research, genetics and biotechnology, bioethics have worked to help us understand the implications of this research for our health. That means being human. As bioethics has entered the public sphere, it has also become more politicized. Conservative groups were very effe-ctive in communicating their message not only to the public but also to public opinion leaders and legislators. But how did bioethics evolve to this point in today's political climate? And what are the opportunities that can progressively promote a bioethical vision that is critically optimistic about the potential of science while preserving human dig-nity, equality and social justice? Bioethics has been the subject of a public debate and the debate has spread to different, different, forums. Bioethical issues soon began to influence legislative and health policies and new technologies. This Diploma Thesis examines the evolution of the debate on bioethics and its influence on politics. Τα τελευταία περίπου 50 χρόνια, η βιοηθική εξελίχθηκε από ένα σκο-τεινό ακαδημαϊκό πεδίο στην αιχμή της συνείδησης της επιστήμης. Τα νέα σύνορα του 21ου αιώνα είναι το ανθρώπινο σώμα και καθώς οι επιστήμονες έχουν σημειώσει πρόοδο στην έρευνα για τα βλαστο-κύτταρα, τη γενετική και τη βιοτεχνολογία, οι βιοηθικοί έχουν εργαστεί για να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τις συνέπειες αυτής της έρευνας για την υγεία μας. Αυτό σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Καθώς η βιοηθική έχει εισέλθει στη δημόσια σφαίρα, ωστόσο, έχει επίσης γίνει πιο πολιτικοποιημένη. Οι συντηρητικές ομάδες ήταν πολύ αποτελε-σματικές στην επικοινωνία του μηνύματός τους όχι μόνο με το κοινό, αλλά και με τους ηγέτες της κοινής γνώμης και τους νομοθέτες. Αλλά πώς η βιοηθική εξελίχθηκε σε αυτό το σημείο στο σημερινό πολιτικό κλίμα; Και ποιες είναι οι ευκαιρίες που προοδευτικά μπορεί να προω-θήσουν ένα όραμα βιοηθικής που είναι κριτικά αισιόδοξο για τις δυνα-τότητες της επιστήμης, διατηρώντας παράλληλα την ανθρώπινη αξιο-πρέπεια, την ισότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη; Η βιοηθική έχει αποτελέσει αντικείμενο δημόσιας συζήτησης και η συζήτηση έχει εξαπλωθεί σε επιμέρους, διαφορετικά, φόρουμ. Τα βιοηθικά ζητήματα άρχισαν σύντομα να επηρεάζουν τον νομοθετικό διάλογο και τις πολιτικές για την υγεία και τις νέες τεχνολογίες. Αυτή η Διπλωματική εργασία, εξετάζει την εξέλιξη της συζήτησης για τη βιοηθική και την επιρροή της στην πολιτική. 559 325 369 Ποιά η συμβολή των ατμοσφαιρικών σωματοδιακών ρύπων στην φλεγμονώδη διαδικασία σε ασθενείς με χρόνια ρινοκολπίτιδα: Chronic rhinosinusitis (CRS) is a multifactorial disease associated with a substantial impact on patients’ health and quality of life. Many environmental factors, such as inhaled allergens and pollutants, have been proposed as etiologies for the pathogenesis of CRS, and are assumed to play an important role in the inflammatory process of chronic rhinosinusitis. Purpose: The aim of this literature review is to examine and appraise the current state of knowledge on the correlation of inhaled allergens and air pollutants on the inflammatory process of CRS. Method: The literature search was conducted using the PUBMED, EMBASE and COCHRANE CENTRAL database to encompass English and Greek articles. The terms "etiology" and "pathogenesis of chronic rhinosinusitis”, "chronic sinusitis” in combination with "inhaled allergens", "fungal allergens"," air pollution ", "smoking", "passive smoking" and "occupational exposure" were used in order to find articles that analyze the effect of inhaled allergens and environmental pollutants on the inflammatory process of CRS. Furthermore, the terms "endoscopic sinus surgery" and "outcomes" were used to find articles that analyzed the impact of environmental pollutants on surgical results. Results: 104 articles on the effects of allergy on CRS were included after evaluating and appraising the literature and the selected studies. 50 (48.1%) articles revealing a significant correlation between aeroallergens and the inflammatory process of CRS and 29 (27.9%) articles which revealed no direct relationship were isolated. 47 articles analyzing the impact of active and passive smoking on CRS were included. 33 (70.2%) of these studies supported a significant association between smoking and CRS while 14 (29.8%) did not show any correlation. The effect that air pollution and occupational exposure to pollutants have on CRS was examined in 12 and 15 articles respectively. 11 (91.7%) of the studies concerning air pollution, showed a significant correlation and 1 (8.3%) article did not portray any correlation. 14 (93.3%) articles examining occupational exposure to pollutants, showed a significant relationship to CRS and 1 (6.7%) study did not encounter any correlation. Η χρόνια ρινοκολπίτιδα είναι μια πολυπαραγοντική νόσος με σημαντική επιβάρυνση στην υγεία και στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων. Στην αιτιοπαθογένεια της νόσου έχουν προταθεί ως παράγοντες κινδύνου οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, όπως τα αλλεργιογόνα και οι εισπνεόμενοι ατμοσφαιρικοί ρύποι, που μπορεί να παίζουν ένα σημαντικό ρόλο στην φλεγμονώδη διαδικασία της νόσου. Σκοπός: Ο στόχος αυτής της βιβλιογραφικής ανασκόπησης είναι η επισήμανση δεδομένων και η αξιολόγηση της τρέχουσας γνώσης σχετικά με τη συσχέτιση των εισπνεόμενων αλλεργιογόνων και ατμοσφαιρικών ρύπων στην φλεγμονώδη διαδικασία της χρόνιας ρινοκολπίτιδας. Μέθοδος: Η αναζήτηση της βιβλιογραφίας πραγματοποιήθηκε με την χρήση της βάσης δεδομένων του PUBMED, EMBASE και COCHRANE CENTRAL στην ανεύρεση αγγλικών και ελληνικών άρθρων, χρησιμοποιώντας ως λέξεις κλειδιά: "αιτιολογία” και "παθογένεια της χρόνιας ρινοκολπίτιδας", "χρόνια ρινοκολπίτιδα" σε συνδυασμό με "εισπνεόμενα αλλεργιογόνα", "αλλεργιογόνα των μυκήτων", "ατμοσφαιρική ρύπανση", "κάπνισμα", "παθητικό κάπνισμα”, "επαγγελματική έκθεση” και "ρύπους στην εργασία" για ανεύρεση άρθρων που αναλύουν την επίδραση των εισπνεόμενων αλλεργιογόνων και περιβαλλοντικών ρύπων στην φλεγμονώδη διαδικασία της χρόνια ρινοκολπίτιδας (ΧΡΚ). Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν οι όροι "ενδοσκοπική χειρουργική ρινός" και "έκβαση" για ανεύρεση άρθρων που συσχέτιζαν τις επιπτώσεις των ατμοσφαιρικών ρύπων στα μετεγχειρητικά αποτελέσματα των ασθενών με ΧΡΚ. Αποτελέσματα: Συγκεντρώθηκαν συνολικά 2130 άρθρα για την επίδραση της αλλεργίας στην χρόνια ρινοκολπίτιδα. Μετά από επεξεργασία των άρθρων και εκτίμηση της βιβλιογραφίας των επιλεγμένων μελετών συμπεριελήφθησαν 104 άρθρα για την επίδραση της αλλεργίας στην ΧΡΚ. Απομονώθηκαν 50 (48,1%) άρθρα που απέδειξαν ότι υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ των αεροαλλεργιογόνων και της φλεγμονώδους διαδικασίας της ΧΡΚ και 29 (27,9%) άρθρα τα οποία δεν αποκάλυψαν άμεση σχέση. Για την επίδραση του ενεργού και παθητικού καπνίσματος στην ΧΡΚ συμπεριλήφθηκαν 47 άρθρα, από τα οποία 33 (70,2%) υποστήριζαν σημαντική συσχέτιση μεταξύ καπνίσματος και ΧΡΚ, και 14 (29,8%) δεν αποδείκνυαν οποιαδήποτε συσχέτιση. Όσον αφορά την ατμοσφαιρική ρύπανση και την επαγγελματική έκθεση σε ρύπους και η συσχέτιση τους με την ΧΡΚ εντάχθηκαν 12 άρθρα για την ατμοσφαιρική ρύπανση και 15 άρθρα για την επαγγελματική έκθεση σε ρύπους. Στις μελέτες της ατμοσφαιρική ρύπανση, τα 11 (91,7%) άρθρα έδειξαν σημαντική συσχέτιση και 1 (8,3%) δεν απέδειξε οποιαδήποτε συσχέτιση. Στα άρθρα της επαγγελματικής έκθεσης σε ρύπους, τα 14 (93,3%) απέδειξαν σημαντική συσχέτιση και 1 (6,7%) άρθρο δεν βρήκε οποιαδήποτε συσχέτιση. 560 251 213 Interpersonal relationships among the school head pupils and their parents: theory and research Διαπροσωπικές σχέσεις διευθυντών σχολικής μονάδας με μαθητές και γονείς: θεωρία και έρευνα This research discusses the interpersonal relationships, between Principals and students, and the Principals’ opinion about this issue. The project consists of two parts, the theoretical part and the empirical. At the beginning, in the theoretical part, basic concepts such as “school unit”, “Headmaster” and “parental involvement” are defined, which are often met by the reader within the text. Meanwhile, the concept of interpersonal relationships is also defined and their significance and the factors that affect them are emphasized. Due to the topic of this project, only two main factors are analyzed: the Principal with the teaching stuff and the students’ parents. In this way, the complicated and difficult role of the Principal within the school context is pointed out and, moreover, the necessity of the parents’ participation in the school events is highlighted. When the Principal, the teachers and the students cooperate and communicate harmoniously, a positive school environment is formed which is extended in the development of good interpersonal relationships. In the empirical part, the conclusions that resulted from the research are presented, which took place in the cities of Kavala and Alexandroupolis, with the form of an interview with the Principals, and referred to opinions and actions that they implement for the sake of good interpersonal relationships with the students and the parents. The output of the present project emphasizes the prominence and the necessity of the communication and the cooperation in the field of education Η παρούσα έρευνα πραγματεύεται τις διαπροσωπικές σχέσεις Διευθυντών- μαθητών και γονέων και τις απόψεις Διευθυντών πάνω στο θέμα αυτό. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό πλαίσιο και το εμπειρικό. Στο θεωρητικό μέρος οριοθετούνται, αρχικά, βασικές έννοιες όπως «σχολική μονάδα», «Διευθυντής» και «γονεϊκή εμπλοκή» τις οποίες ο αναγνώστης συναντά συχνά στο κείμενο. Παράλληλα οριοθετείται και η έννοια των διαπροσωπικών σχέσεων και τονίζεται η σημασία τους αλλά και οι παράγοντες που τις επηρεάζουν. Στην εργασία αυτή, λόγω του θέματός της, αναλύονται μόνο δύο βασικοί παράγοντες: ο Διευθυντής με το διδακτικό προσωπικό και οι γονείς των μαθητών. Έτσι επισημαίνεται ο πολυσύνθετος και δύσκολος ρόλος του Διευθυντή μέσα στο σχολείο και στη συνέχεια τονίζεται η αναγκαιότητα της συμμετοχής των γονέων στα σχολικά δρώμενα. Όταν Διευθυντής- εκπαιδευτικοί- μαθητές συνεργάζονται και επικοινωνούν αρμονικά διαμορφώνεται ένα καλό σχολικό κλίμα, το οποίο επεκτείνεται και στην ανάπτυξη καλών διαπροσωπικών σχέσεων. Στο εμπειρικό μέρος παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε Διευθυντές της πόλης Καβάλας και Αλεξανδρούπολης μέσω συνέντευξης και αφορούσε απόψεις και ενέργειες που εφαρμόζουν για τις διαπροσωπικές σχέσεις με τους μαθητές και τους γονείς. Το προϊόν της παρούσας εργασίας τονίζει την σπουδαιότητα και την αναγκαιότητα της επικοινωνίας και συνεργασίας στο χώρο της εκπαίδευσης 561 203 207 Hepatitis C virus (HCV) infection is a serious global health threat and a major cause of chronic liver disease that often leads to cirrhosis and hepatocellular carcinoma (HCC). HCV is a small, enveloped RNA virus belonging to the Flaviviridae family, genus Hepacivirus and its genome encodes a single polyprotein which is processed by cellular and viral proteases into structural (core, E1,E2) and non-structural (NS) proteins (p7,NS2, NS3,NS4A,NS4B, NS5A and NS5B). The HCV core protein, in addition to its role in nucleocapsid formation, may be involved in apoptosis, carcinogenesis, lipid metabolism, cell signaling, and immune response. In this study, we analysed the effect of core protein on the immune response by using transgenic mice expressing core protein in their liver. Various immunological markers were used and their transcription levels were quantitated by quantitative real-time PCR method (qPCR). And then, the results were compared between transgenic mice and wild type mice. Comparing the results taken from the expression levels of immunological markers, it appears that HCV core has inhibitory activity on the immune response, leading to a decreasing trend of immune cells of innate and adaptive immunity. These results may be related with the persistent of HCV infection and the challenges in their effective treatment. Η μόλυνση με τον ιό της ηπατίτιδας C (HCV) αντιπροσωπεύει παγκόσμια επιβάρυνση για την υγεία και είναι η κύρια αιτία για χρόνια ηπατίτιδα που συχνά οδηγεί σε κίρρωση του ήπατος και ηπατοκυτταρικό καρκίνο .Ο HCV ανήκει στο γένος Hepacivirus της οικογένειας Flaviviridae και το γονιδίωμα του κωδικοποιεί μια πρόδρομη πολυπρωτεΐνη που στη συνέχεια τροποποιείται σε τρεις δομικές (Core, Ε1 και Ε2) και επτά μη δομικές (NS) πρωτεΐνες (Ρ7, NS2, NS3, NS4A, NS4B, NS5A και NS5B).Η πρωτεΐνη core του HCV εκτός από τον ρόλο της στον σχηματισμό νουκλεοκαψιδίου, μπορεί να συμμετέχει στην απόπτωση, στην καρκινογένεση, στο μεταβολισμό λιπιδίων, στην κυτταρική σηματοδότηση και στην ανοσορύθμιση .Σε αυτή τη μελέτη, αναλύεται η επίδραση της core στην ανοσοαπόκριση με τη χρήση διαγονιδιακών ποντικών που εκφράζουν στο ήπαρ τους την πρωτεΐνη core του HCV.Χρησιμοποιήθηκαν διάφοροι ανοσολογικοί δείκτες και τα επίπεδα έκφρασης τους ποσοτικοποιήθηκαν με τη μέθοδο της Real-time PCR (qPCR)^^ συνέχεια τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν ανάμεσα στα διαγονιδιακά ποντίκια που εκφράζουν την core και στα ποντίκια άγριου τύπου. Από τα αποτελέσματα της μελέτης προέκυψε ότι η δράση της core είναι ανασταλτική στην ανοσοαπόκριση, οδηγώντας σε μια τάση μείωσης των ανοσολογικών κυττάρων έμφυτης και προσαρμοστικής ανοσίας. Το γεγονός αυτό μπορεί να συνδέεται με την επίμονη μόλυνση του HCV και την δυσκολία στη θεραπεία της. 562 179 191 Aim: The aim of the study is to study the correlation of cholesterol with intracerebral hemorrhage. Still the aim is to study which of the patients received anticoagulation or antiplatelet and who were treated with statins. Furthermore, gender and age are investigated as factors associated with intracerebral hemorrhage. Method-Population: This is a retrospective study that evaluated the data from the patients' medical records, who were hospitalized at the Pathological Clinic of the General Hospital of Xanthi with intergeneric hemorrhage in the years 2011-1015. Results: The study evaluated data from 141 patients, of whom 89 were men and 52 were women, with an average age of 72.3 years. Frequent haemorrhagic sites were basal ganglia and lobular haemorrhages were common. Increased pressure and increased INR values were related to the risk of intracerebral hemorrhage. Low platelets did not appear to be associated with a corresponding risk. Conclusions: Low LDL values appeared to be associated with intracerebral hemorrhage, antiplatelet and statin treatment.Also Intracerebral hemorrhage appears to be associated with elevated blood pressure. The reduced platelet count is not related to intracerebral hemorrhage. Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν η μελέτη της συσχέτισης της χοληστερόλης με την ενδοεγκεφαλική αιμορραγία. Δεύτερον στόχος ήταν να μελετηθεί ποιοι από τους ασθενείς λάμβαναν αντιπηκτική αγωγή ή αντιαιμοπεταλιακή και ποιοι λάμβαναν αγωγή με στατίνες. Περαιτέρω διερευνάται το φύλο και η ηλικία, ως παράγοντες που σχετίζεται με την ενδοεγκεφαλική αιμορραγία. Μέθοδος-πληθυσμός: Πρόκειται για αναδρομική μελέτη στην οποία αξιολογήθηκαν τα δεδομένα από τους ιατρικούς φακέλους ασθενών , που νοσηλεύτηκαν στην Παθολογική κλινική του Γενικού νοσοκομείου Ξάνθης με ενδοεγκεφλική αιμορραγία κατά τα έτη 2011-1015. Αποτελέσματα: Στη μελέτη αξιολογήθηκαν τα δεδομένα από 141 ασθενείς , εκ των οποίων οι 89 ήταν άντρες και οι 52 ήταν γυναίκες, με μέσο όρο ηλικίας τα 72,3 έτη. Συχνότερες θέσεις εντόπισης της αιμορραγίας ήταν τα βασικά γάγγλια ενώ συχνές ήταν και οι λοβιακές αιμορραγίες. Η αυξημένη πίεση και οι αυξημένες τιμές INR είχαν σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης της ενδοεγκεφαλικής αιμορραγίας. Τα χαμηλά αιμοπετάλια δεν φάνηκε να σχετίζονται με αντίστοιχο κίνδυνο. Συμπεράσματα: Χαμηλές τιμές LDL σχετίστηκαν με ενδοεγκεφαλική αιμορραγία, λήψη αντιαιμοπεταλιακών και στατίνης.Επίσης η ενδοεγκεφαλική αιμορραγία φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένη αρτηριακή πίεση κατά την εισαγωγή. Ο μειωμένος αριθμός αιμοπεταλίων,κατά την εισαγωγή δεν σχετίζεται με την ενδοεγκεφαλική αιμορραγία. 563 342 349 The real role of the uterus as an organ is to achieve the creation of an environment that will accommodate the development of an embryo, the creation of a new life for the successful continuation of the species and evolution. Therefore, congenital uterine anomalies have a distinct position in the appearance and repercussion of the whole congenital abnormalities of the female genital tract. They constitute the result of abnormal development of the mQllerian ducts during the fetal life leading in morphological abnormalities of the uterus. The mQllerian ducts are the primordial anlage of the female reproductive tract, as they differentiate to form the fallopian tubes, uterus, the uterine cervix, and the superior aspect of the vagina. Etiology is multifactorial. A wide variety of malformations occur when this system is disrupted and the results range from uterine and vaginal agenesis to duplication of the uterus and vagina to minor uterine cavity abnormalities. The congenital uterine abnormalities, or mQllerian ducts anomalies, usually perceived immediately after a woman enters reproductive age causing gynecological and obstetrical disorders, like primary amenorrhea, chronic pelvic pain, dysmenorrhea, repeated abortions, bleeding during pregnancy, high risk of preterm labor and abnormal fetal positions. Although they are often asymptomatic sometimes they constitute a part of a syndrome. They are a negative factor in achieving and carrying out a pregnancy and need a special and individualized treatment. The frequency of their appearance is estimated to be 3-4% of women in the general population, 4% in infertile women and 15% in women with repeated miscarriages. The unicornuate, the bicornuate, the didelphys, the septate and the arcuate uterus are the most common and known abnormalities of mQllerian ducts, based on AFS classification. The role of imaging is to help detect, classify and guide surgical management. Treatment of congenital uterine abnormalities, where feasible, is generally surgical and aims at restoring, as far as possible, a normal intrauterine cavity and improving reproductive capacity. Thus, various surgical techniques have been developed from time to time, more or less successful, but in most cases the restoration is mostly personalized. Ο πραγματικός ρόλος της μήτρας ως οργάνου έγκειται στην επίτευξη της δημιουργίας ενός περιβάλλοντος που θα φιλοξενήσει την ανάπτυξη ενός εμβρύου, τη δημιουργία μιας νέας ζωής για την επιτυχή συνέχιση του είδους και την εξέλιξη. Ως εκ τούτου, οι συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας έχουν μια ξεχωριστή θέση στην εμφάνιση και την επίδραση όλων των συγγενών ανωμαλιών του γυναικείου γεννητικού συστήματος. Αποτελούν το αποτέλεσμα της μη φυσιολογικής ανάπτυξης των πόρων του MQller κατά τη διάρκεια της εμβρυϊκής ζωής που οδηγεί τελικά σε μορφολογικές ανωμαλίες της μήτρας, οι οποίοι ως αρχέγονη καταβολή της γυναικείας αναπαραγωγικής οδού, διαφοροποιούνται για να σχηματίσουν τις σάλπιγγες, τη μήτρα, τον τράχηλο και τμήμα του κόλπου. Η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική. Προκαλείται μεγάλη ποικιλία δυσπλασιών όταν αυτό το σύστημα διαταράσσεται και τα αποτελέσματα κυμαίνονται από την αγενεσία έως τον διπλασιασμό της μήτρας και του κόλπου αλλά και μικρότερες ανωμαλίες της ενδομήτριας κοιλότητας. Οι συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας, ή μυλλεριανές ανωμαλίες, γίνονται συνήθως αντιληπτές αμέσως μετά από την είσοδο μια γυναίκας στην αναπαραγωγική ηλικία προκαλώντας γυναικολογικές και μαιευτικές διαταραχές, όπως πρωτοπαθή αμηνόρροια, χρόνιο πυελικό άλγος, δυσμηνόρροια, καθ’ έξιν αποβολές, αιμορραγία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, υψηλό κίνδυνο πρόωρου τοκετού και ανώμαλες προβολές εμβρύου. Παρόλο που συχνά είναι ασυμπτωματικές μερικές φορές αποτελούν μέρος ενός συνδρόμου. Παράλληλα αποτελούν ένα αρνητικό παράγοντα για την επίτευξη και την διεκπεραίωση μιας κύησης και χρειάζονται ειδική και εξατομικευμένη θεραπεία. Η συχνότητα εμφάνισής τους εκτιμάται στο 3-4% των γυναικών στο γενικό πληθυσμό, στο 4% στις γυναίκες που έχουν υποφέρει από τη στειρότητα και στο 15% στις γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποβολές. Η μονόκερη, η δίκερη, η δίδελφυς, η διαφραγματοφόρος και η τοξοειδής μήτρα είναι οι πιο συνηθισμένες και γνωστές ανωμαλίες των μυλλεριανών πόρων, με βάση την ταξινόμηση AFS. Ο ρόλος της απεικόνισης είναι να βοηθήσει στην ανίχνευση, ταξινόμηση και καθοδήγηση της χειρουργικής διαχείρισης. Η θεραπεία των συγγενών ανωμαλιών της μήτρας, όπου είναι εφικτό, είναι γενικά χειρουργική και αποσκοπεί στην αποκατάσταση, στο μέτρο του δυνατού, μιας κανονικής ενδομήτριας κοιλότητας και στη βελτίωση της αναπαραγωγικής ικανότητας. Έτσι, διάφορες χειρουργικές τεχνικές έχουν αναπτυχθεί από καιρό σε καιρό, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένες, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις η αποκατάσταση είναι κυρίως εξατομικευμένη. 564 260 242 Cultivation of historical thinking and intercultural awareness of 16- year- old school students through the use of sources and multiple perspectives Καλλιέργεια ιστορικής σκέψης και διαπολιτισμική ευαισθητοποίηση με τη χρήση πηγών και πολυπρισματικών οπτικών σε 16χρονους μαθητές The current master thesis focuses its research interest on the field of history didactics, having two main objectives: a) the cultivation of historical reasoning abilities through exploratory learning processes with the use of primary sources and multiple perspectives, applied within a collaborative and constructive environment b) the connection of history with interculturalism, through the study of the history of Greek migration to the United States in the period from 1890 to 1930. This study describes the didactic interventions implemented in the classroom, conducted in two cycles, during the school year 2017-18 for 22 first grade students of the 4th Lyceum of Alexandroupolis within an action research. The following learning benefits were recorded: a) Students were activated and responded satisfactorily to the exploratory approach of the historical material, they greatly changed their view on history as well their way of perceiving the past and their cooperative practices, b) they associated the existence of multiple perspectives with a comprehensive historical understanding, while their certainty about the existence of a single historical truth was vanished. The difficulties of this project in terms of the lack of previous experience regarding the historical exploratory approach along with the need for students to adapt to new learning processes (autonomous learning, group-cooperative learning), have been gradually overcome. Finally, the main effort of this research was focused on the empathic understanding of the circumstances as well as the experience of migration and the results were considered satisfactory. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία επικεντρώνει το ερευνητικό ενδιαφέρον της στο πεδίο της διδακτικής της ιστορίας με δύο κυρίως στόχους: α) την καλλιέργεια ιστορικής σκέψης μέσα από διαδικασίες διερευνητικής μάθησης, με τη χρήση πρωτογενών πηγών και πολυπρισματικών οπτικών, που εφαρμόστηκαν σε ομαδοσυνεργατικό και εποικοδομητικό περιβάλλον και β) τη σύνδεση της ιστορίας με την διαπολιτισμικότητα, μέσα από τη μελέτη της θεματικής της υπερπόντιας μετανάστευσης των Ελλήνων στην Αμερική την περίοδο 1890-1930. Στην εργασία περιγράφονται οι διδακτικές παρεμβάσεις που έλαβαν χώρα στη σχολική τάξη σε δύο κύκλους στη διάρκεια του σχολικού έτους 2017-18 σε 22 μαθητές της Α΄ Λυκείου του 4ου Λυκείου Αλεξανδρούπολης στο πλαίσιο έρευνας δράσης. Τα μαθησιακά οφέλη που καταγράφηκαν ήταν τα εξής: α) οι μαθητές ενεργοποιήθηκαν, ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά στη διερευνητική προσέγγιση του ιστορικού υλικού, διαφοροποίησαν σε μεγάλο βαθμό την σκέψη τους για την ιστορία και την πρόσληψη του παρελθόντος, αλλά και τις συνεργατικές τους πρακτικές, β) συνέδεσαν την ύπαρξη πολλαπλών οπτικών με την πληρέστερη ιστορική κατανόηση, ενώ καμφθήκαν οι βεβαιότητες τους για την ύπαρξη μίας και μοναδικής ιστορικής αλήθειας. Οι δυσκολίες του εγχειρήματος, συναρτώμενες με την απουσία προηγούμενων εμπειριών ιστορικής διερευνητικής προσέγγισης και με την ανάγκη προσαρμογής των μαθητών στις νέες μαθησιακές διαδικασίες, (αυτόνομη μάθηση, ομαδοσυνεργατική διδασκαλία), ξεπεράστηκαν ως ένα βαθμό σταδιακά. Τέλος, στο επίκεντρο της προσπάθειας της έρευνας τέθηκε η ενσυναισθητική κατανόηση των συνθηκών της μεταναστευτικής κίνησης και εμπειρίας, τα αποτελέσματα της οποίας ήταν ικανοποιητικά. 565 334 360 The present work aims at presenting the usefulness of lifelong learning and its contribution to the development of entrepreneurship in the primary sector. Lifelong Learning, Entrepreneurship development prospects through knowledge and gain new skills is a subject for extracting useful conclusions. In a changing social and working environment are now impossible to focus on knowledge in a particular field. We all now need to be vigilant so that we are prepared to face current and future challenges including the impact of technology has affected key outside of everyday life and education and training. Formal education certainly gives the bases, training facilitates the transition from education to the workplace, higher in research and innovation, but do not complete the circle of knowledge. The continuous upgrading of skills deemed most essential. Adult education acquire ever-growing interest both in research and in practical application after it has become understood that lifelong education as a necessity is fact and at the same time the answer to the future of modern societies. So adult education gives another dimension of education beyond the standard and trying to make changes in organized information, knowledge, understanding, techniques, and attitudes to determine and resolve personal, collective, social problems and contribute decisively to the careers of citizens. The present survey aimed at assessing the contribution of the continuing education and training on the agricultural section to the increase of employment rates αs well as the evaluation of the general benefit trainees gain from the experiential learning. I thought it appropriate at this stage to investigate specific thematic areas such as the primary sector and whether the knowledge can help already employed with measurable results but also to push and other citizens in their involvement in the development of private initiative and entrepreneurship. At the same time, the aim of this research is to demonstrate whether the prospective trainees are informed, what are they interested in these programs are and if there is willingness for further knowledge, so ill switch in the field of entrepreneurship Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο την παρουσίαση της χρησιμότητας της Δια Βίου Μάθησης και την συμβολή της στην ανάπτυξη της Επιχειρηματικότητας στον πρωτογενή τομέα. Η Διά Βίου Μάθηση, οι προοπτικές ανάπτυξης της Επιχειρηματικότητας μέσω της γνώσης και την αποκόμιση νέων δεξιοτήτων αποτελεί αντικείμενο μελέτης περίπτωσης μέσω του Κέντρου Δια Βίου Μάθησης Διδυμοτείχου για την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Σ’ ένα μεταβαλλόμενο κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον είναι πλέον αδύνατη η εστίαση σε γνώσεις σ’ ένα συγκεκριμένο πεδίο. Όλοι μας πλέον πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε τις τρέχουσες και μελλοντικές προκλήσεις καθώς η επίδραση της τεχνολογίας έχει επηρεάσει καίρια εκτός της καθημερινότητας και την εκπαίδευση και κατάρτιση. Η τυπική εκπαίδευση σίγουρα δίνει τις βάσεις, η επαγγελματική εκπαίδευση διευκολύνει την μετάβαση από την εκπαίδευση στον εργασιακό χώρο, η τριτοβάθμια στην έρευνα και την καινοτομία, όλα αυτά όμως δεν ολοκληρώνουν τον κύκλο της γνώσης. Η συνεχής αναβάθμιση των δεξιοτήτων κρίνεται πλέον επιβεβλημένη. Η Εκπαίδευση Ενηλίκων αποκτά διαρκώς όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον τόσο σε επίπεδο έρευνας όσο και σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής αφού έχει γίνει κατανοητό ότι η δια βίου εκπαίδευση ως ανάγκη αποτελεί γεγονός και ταυτόχρονα την απάντηση στο μέλλον των σύγχρονων κοινωνιών. Έτσι λοιπόν η εκπαίδευση Ενηλίκων δίνει την άλλη διάσταση της εκπαίδευσης πέραν από την τυπική και προσπαθεί οργανωμένα να επιφέρει αλλαγές σε πληροφόρηση, γνώση, κατανόηση, τεχνικές, εκτιμήσεις και νοοτροπίες για να προσδιορίσει και να επιλύσει προσωπικά, συλλογικά, κοινωνικά προβλήματα και να συνεισφέρει αποφασιστικά στην επαγγελματική σταδιοδρομία των πολιτών. Η παρούσα έρευνα αποσκοπούσε στην αξιολόγηση της συμβολής της συνεχιζόμενης εκπαίδευσης Και την κατάρτιση στο γεωργικό τμήμα με την αύξηση των ποσοστών απασχόλησης καθώς και την αξιολόγηση των εκπαιδευόμενων γενικής ωφέλειας από τη βιωματική μάθηση. Θεώρησα σκόπιμο στην παρούσα φάση να διερευνήσω συγκεκριμένα θεματικά πεδία όπως είναι ο πρωτογενής τομέας και κατά πόσο οι παρεχόμενες γνώσεις μπορούν να βοηθήσουν τους ήδη απασχολούμενους με μετρήσιμα αποτελέσματα αλλά και να ωθήσουν και άλλους πολίτες στην ενασχόληση τους για την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της Επιχειρηματικότητας. Ταυτόχρονα, ο στόχος αυτής της έρευνας είναι να δείξει εάν οι υποψήφιοι ενημερωμένοι, ποιοι ενδιαφέρονται για αυτά τα προγράμματα και αν υπάρχει πρόθεση για περαιτέρω γνώση, τόσο κακή αλλαγή στον τομέα της επιχειρηματικότητας 566 177 134 The history of the schools of the housing developments near Evros river and the performances of pupils from the years 1925-1950 Η ιστορία των σχολείων των παρέβριων οικισμών και οι επιδόσεις των μαθητών κατά την περίοδο 1925-1950. In the current master thesis project the history of the Prefecture of Evros from Alexandroupolis to the housing settlement of Lavara is written down. At the same time a reference is made to the educational institutions which were transferred from the regions out of the Greek borders, where growing Greek population was living as well as to the establishment of new educational institutions for the coverage of the educational needs of the residents of the Prefecture of Evros. Afterwards, the history of eight housing settlements next to the river Evros and the establishment of their schools is mentioned and then a questionnaire follows, which old students answered, where their educational process and their performances are written. Also, commenting and exporting conclusions for the education of the residents of the housing settlements next to the river Evros are made and the master thesis project is completed by the resulting findings from all the information of this work Στην παρούσα διπλωματική εργασία καταγράφεται η ιστορία του νομού Έβρου από την Αλεξανδρούπολη έως τον οικισμό των Λαβάρων. Παράλληλα γίνεται αναφορά στα εκπαιδευτήρια που μεταφέρθηκαν από τις περιοχές εκτός των ελληνικών συνόρων και στις οποίες κατοικούσε ακμάζων ελληνικός πληθυσμός, καθώς και στην ίδρυση νέων εκπαιδευτηρίων για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των κατοίκων του νομού Έβρου. Ακολούθως, αναφέρεται η ιστορία οκτώ παρέβριων οικισμών, η ίδρυση των σχολείων τους και έπεται έρευνα με ερωτηματολόγιο στο οποίο απάντησαν παλαιοί μαθητές, όπου καταγράφεται η εκπαιδευτική τους πορεία και οι επιδόσεις τους. Επίσης γίνεται σχολιασμός και εξαγωγή συμπερασμάτων για την εκπαίδευση των κατοίκων των παρέβριων οικισμών. Η διπλωματική εργασία ολοκληρώνεται με τις διαπιστώσεις που προκύπτουν από το σύνολο των πληροφοριών του πονήματος. 567 338 346 Technological innovations--Environmental aspects--Law and legislation Προϋποθέσεις νομικής κατοχύρωσης της περιβαλλοντικής καινοτομίας και γνώσης This dissertation seeks to answer the following scientific questions: 1) whether there is a difference in knowledge of environmental information among lawyers with different sexes, education, and age? 2) Whether there is a difference in knowledge of eco-patents among lawyers with different sexes, education, and age? 3) Whether there is a difference in knowledge of environmental information between different specialization and knowledge of lawyers for copyright issues? 4) Whether there is a difference in eco-patents knowledge between different specialization and knowledge of lawyers for copyright issues? 5) Whether there is a differentiation among lawyers with different sexes, education and age for amending the law on issues eco-patent? 6) Whether there is a differentiation between lawyers with different specialization in knowledge of property rights for amending the Law on eco-patent issues? The answer to most of these questions was given via research directed at lawyers from various regions of Greece, which was conducted between October 2016 and January 2017. As derived from the findings of the work, the European Union promotes environmental innovation, using specific environmental policies and specific laws. However, environmental regulations and rules do not seem to necessarily lead businesses to innovation production. These draw part of their strength from the knowledge, the main source of competitive advantage in the modern era. Besides the largest percentage of knowledge in an organization is tacit knowledge, including intuition, prospects, beliefs and values, as a result of people's experiences. The importance of environmental knowledge is shown by the fact that it is transferred from company to company. Indeed, the general principle which underlies the legislation is that individuals are free to migrate from company to company with all v the tacit knowledge that they have, with some exceptions concerning the contracts signed between the contracting parties. As it is shown by the investigation, the developed economies of the world, patents and legislation on copyright prevent the abuse of intellectual property rights. Yet, it is often observed that legal protection is incomplete and imitation is widespread. Η παρούσα διπλωματική εργασία επιδιώκει να απαντήσει τα εξής επιστημονικά ερωτήματα: 1) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση στη γνώση περιβαλλοντικών πληροφοριών μεταξύ δικηγόρων διαφορετικού φύλου, εκπαίδευσης, και ηλικίας; 2) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση στη γνώση οικο-πατέντων μεταξύ δικηγόρων διαφορετικού φύλου, εκπαίδευσης, και ηλικίας; 3) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση στη γνώση περιβαλλοντικών πληροφοριών μεταξύ δικηγόρων διαφορετικής ειδικότητας και γνώσης για θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας; 4) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση στη γνώση οικο-πατέντων μεταξύ δικηγόρων διαφορετικής ειδικότητας και γνώσης για θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας; 5) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ δικηγόρων διαφορετικού φύλου, εκπαίδευσης και ηλικίας για την τροποποίηση του νόμου σε θέματα οικο-πατέντας; 6) Κατά πόσο υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ δικηγόρων διαφορετικής ειδικότητας και γνώσης για τα δικαιώματα ιδιοκτησίας για την τροποποίηση του νόμου σε θέματα οικο-πατέντας; Απάντηση στα περισσότερα από τα παραπάνω ερωτήματα δόθηκε με έρευνα που απευθυνόταν σε νομικούς επιστήμονες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, η οποία διεξήχθη την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 2016 και Ιανουαρίου 2017. Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της εργασίας, η Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί την περιβαλλοντική καινοτομία, χρησιμοποιώντας συγκεκριμένες περιβαλλοντικές πολιτικές και ειδικές νομοθεσίες. Παρ’ όλα αυτά οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και οι κανόνες δε φαίνεται να οδηγούν τις επιχειρήσεις απαραίτητα σε παραγωγή καινοτομίας. Αυτές αντλούν κομμάτι της δύναμης τους από τη γνώση, την κύρια πηγή ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στη σύγχρονη εποχή. Άλλωστε το μεγαλύτερο ποσοστό γνώσης σε έναν οργανισμό, αποτελεί η σιωπηρή γνώση, που περιλαμβάνει τη διαίσθηση, τις προοπτικές, τις πεποιθήσεις και τις αξίες, ως αποτέλεσμα των εμπειριών των ατόμων. Η σημασία της περιβαλλοντικής γνώσης φαίνεται από το γεγονός ότι αυτή μεταφέρεται από εταιρεία σε εταιρεία. Μάλιστα, η γενική αρχή που διέπει τη σχετική νομοθεσία είναι ότι τα άτομα είναι ελεύθερα να μεταναστεύουν από εταιρεία σε εταιρεία με όλη την άρρητη γνώση που διαθέτουν, με ορισμένες εξαιρέσεις που αφορούν τις συμβάσεις που υπογράφονται μεταξύ των αντισυμβαλλόμενων μελών. Όπως προκύπτει από την έρευνα, στις ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμου τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και η νομοθεσία για τα πνευματικά δικαιώματα αποτρέπουν την κατάχρηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Παρατηρείται όμως συχνά ότι η νομική προστασία είναι ατελής και η απομίμηση είναι ευρέως διαδεδομένη. 568 198 203 Προσδιορισμός περιεκτικότητας χοληστερόλης σε ερυθρά αιμοσφαίρια ασθενών με στεφανιαία νόσο Coronary heart disease is considered one of the most common causes of death in modern times. A major role is played by a lipid, cholesterol, which is found in large amounts in red blood cell membranes. Cholesterol in cell membranes appear to be related to levels of sphingomyelin, another lipid that is also found in erythrocyte membranes. This study has focused on the determination of cholesterol content in red blood cells of patients with coronary artery disease. Patients were divided into two categories based on the form of the disease, based on if they suffered from chronic coronary artery disease or if they had an acute coronary event. The results were collected, processed and studied. At the same time, the results of patients with healthy subjects for both cholesterol and sphingomyelin were compared. An attempt was also made to determine the correlation between cholesterol and sphingomyelin found in red blood cell membranes. Finally, it is observed that there is a linear relation between cholesterol and However, further experiments and processes should be performed to fully understand both the correlation between the two lipids and the differences in cholesterol levels of the erythrocyte membranes of patients and healthy individuals. Η στεφανιαία νόσος θεωρείται μία από τις πιο συχνές αιτίες θανάτου στη σύγχρονη εποχή. Βασικό ρόλο σε αυτή παίζει ένα λιπίδιο, η χοληστερόλη, η οποία εντοπίζεται σε μεγάλη ποσότητα στις μεμβράνες των ερυθροκυττάρων. Τα επίπεδα της χοληστερόλης στις κυτταρικές μεμβράνες φαίνεται να σχετίζονται με τα επίπεδα της σφιγγομυελίνης, ενός άλλου λιπιδίου που εντοπίζεται εξίσου στις ερυθροκυτταρικές μεμβράνες. Η παρούσα εργασία επικεντρώθηκε στον προσδιορισμό της περιεκτικότητας σε χοληστερόλη σε ερυθρά αιμοσφαίρια ασθενών που πάσχουν από στεφανιαία νόσο. Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες με κριτήριο τη μορφή της νόσου και συγκεκριμένα αν πάσχουν από χρόνια στεφανιαία νόσο ή αν εμφάνισαν οξύ στεφανιαίο επεισόδιο. Τα αποτελέσματα συλλέχθηκαν, επεξεργάστηκαν και μελετήθηκαν. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε σύγκριση των αποτελεσμάτων των ασθενών ατόμων με υγιή άτομα τόσο για τη χοληστερόλη όσο και για τη σφιγγομυελίνη. Επίσης, έγινε προσπάθεια προσδιορισμού της συσχέτισης μεταξύ της χοληστερόλης και της σφιγγομυελίνης που εντοπίζονται στις ερυθροκυτταρικές μεμβράνες. Τελικά, παρατηρήθηκε ότι μεταξύ χοληστερόλης και σφιγγομυελίνης υπάρχει γραμμική σχέση. Ωστόσο, περαιτέρω πειράματα και διεργασίες καλό θα ήταν να πραγματοποιηθούν ώστε να κατανοηθεί πλήρως τόσο η συσχέτιση μεταξύ των δύο λιπιδίων όσο και οι διαφορές στα επίπεδα της χοληστερόλης των ερυθροκυτταρικών μεμβρανών των ασθενών και των υγιών ατόμων. 569 274 295 Μελέτη και αξιολόγηση του ρόλου του πλακούντα και των εμβρυϊκών μεμβρανών στην εξωμυελική αιμοποίηση κατά τα διάφορα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης NTRODUCTION: During embryonic development, several organs serve as hematopoietic sites. Due to the fact that 50-70% of patients, suffering from blood cell disorders, cannot find a suitable donor, current studies focus on the therapeutic value of hematopoietic stem cells (HSCs). A principal source of HSCs, used extensively over the last decade, is the umbilical cord blood. The aim of this study is the determination of the role of placenta and fetal membranes, in relation to the production of HSCs. MATERIALS AND METHODS: For this purpose, we studied 20 samples of placenta and fetal membranes respectively, derived from 2nd trimester and 3rd trimester of gestation. We applied streptavidin-biotin immunohistochemical technique in paraffin sections ^m) using antibodies against proteins CD3, CD20, CD34 (ready-to-use) and CD45 diluted 1:100, 1:250, 1:100 respectively, whilst the complex incubated with DAB chromogen. Specimens’ examination was performed with a Nikon Eclipse 50i microscope at X400 magnification. RESULTS: We observed expression of all antibodies, in both tissues, at all stages of gestation. CD34 expression was more intense in immature HSCs and capillary endothelial cells. The presence of HSCs in membranes appears to persist at similar rates in the 2nd and 3rd trimester of embryonic development. However, in placental samples, it appears to increase during gestation, reflecting the extensive growth of the organ. CONCLUSIONS: In conclusion, it is observed that HSCs exist in placenta and fetal membranes in all stages of embryonic development. Although the precise time of appearance of the first hematopoietic stem cell activity in the developing human embryo is not fully characterized in the recent literature, we assume that HSCs is a promising source of stem cells intended for therapeutic purposes. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη, ορισμένα όργανα δρουν ως αιμοποιητικά. Η σύγχρονη έρευνα επικεντρώνεται στη μελέτη των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων (HSCs) , κυρίως λόγω του μεγάλου ελλείμματος συμβατών μοσχευμάτων που στερεί τη θεραπεία στο 50-70% των ασθενών που πάσχουν από αιματολογικές ασθένειες. Κύρια πηγή HSCs, που χρησιμοποιείται ευρέως κατά την τελευταία δεκαετία, αποτελεί το ομφαλοπλακουντιακό αίμα. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο προσδιορισμός του ρόλου του πλακούντα και των εμβρυϊκών μεμβρανών, στη διαδικασία παραγωγής των ζητούμενων βλαστικών κυττάρων. ΥΛΙΚΑ-ΜΕΘΟΔΟΙ: Μελετήθηκαν 20 δείγματα πλακούντα και αντίστοιχων εμβρυϊκών μεμβρανών προερχόμενα κυρίως από το 2ο και 3ο τρίμηνο της κύησης. Εφαρμόστηκε ανοσοϊστοχημική τεχνική στρεπταβιδίνης-βιοτίνης σε τομές παραφίνης (4μη) χρησιμοποιώντας αντισώματα έναντι των πρωτεϊνών CD3, CD20, CD34 (ready-to-use) και CD45 αραιωμένα 1:100, 1:250, 1:100, αντίστοιχα, ενώ τα σύμπλοκα επωάσθηκαν με χρωμογόνο DAΒ. Οι ιστολογικές τομές εξετάστηκαν και αξιολογήθηκαν σε μικροσκόπιο Nikon Eclipse 50i (μεγέθυνση X400). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Παρατηρήθηκε έκφραση όλων των αντισωμάτων και στους δυο ιστούς σε όλα τα στάδια της κύησης. Ιδιαίτερη, όμως, ήταν η έκφραση του αντισώματος CD34 στα ανώριμα αιμοποιητικά βλαστικά κύτταρα και στα ενδοθηλιακά κύτταρα των τριχοειδών. Η παρουσία των HSCs στους υμένες φαίνεται να κυμαίνεται σε παρόμοια ποσοστά κατά το 2ο και 3ο τρίμηνο της εμβρυϊκής ανάπτυξης, ενώ, αντίθετα στον πλακούντα φαίνεται να αυξάνεται σημαντικά στο 3ο τρίμηνο της κύησης, γεγονός που αντανακλά την εκτεταμένη ανάπτυξη του πλακούντα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Συμπερασματικά, παρατηρείται ότι τα HSCs υπάρχουν στον πλακούντα και τους εμβρυϊκούς υμένες, σε όλα τα στάδια της εμβρυϊκής ανάπτυξης. Παρόλο που η ακριβής χρονική στιγμή κι η περιοχή εμφάνισης τους δεν έχουν χαρακτηριστεί πλήρως, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα βιβλιογραφικά δεδομένα, τα HSCs φαίνονται να αποτελούν μια πολλά υποσχόμενη πηγή βλαστικών κυττάρων προοριζόμενων για θεραπευτικούς σκοπούς. 570 188 212 'Έχουν ρόλο οι χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνες, ΧΜΒΗ, στις τεχνικές της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, (ΥΑ); IVF (in vitro fertilization) and intracellulal sperm injection (ICSI) are widely used techniques in assisted reproduction (ART) worldwide. Despite the success rates of these techniques, there is always a risk of perinatal and gynecological events. One of these is the increased risk of thrombosis during ovarian stimulation, as womem are exposed to high doses of exogenous gonodotrophins. In general, ovarian stimulation is associared with an increase rate in the blood clotting factors and an attenuation of the fibrinolysis process. Low moleculan weight heparins , HMBH, possessing many advantages over unfractionated herarin,UFH, are widely used today as a prophylactic treatment primarily for the risk ofdeveloping thromboembolic disease duuring assisted reproductive techniques. In patients with genetically ibherited thrombophilia and/or diagnosed antiphospholipid syndrome, they are the first line of prophylaxis against thrombosis. Numerous studies support the positive effect of the use of low molecular weight heparins in the aforementioned techniques, demonstrating the improvement in pregnancy rates and live rates in infertile couples, In order to avoid the use of antithrombotic therapy, the guidekines state that the treating physician assesses each patient individually whether or not the antithrombotic treatment will benefit her. Η εξωσωμαατική γονιμοποίηση (IVF) και η ενδοωαρική έγχυση σπέρματος (ICSI) αποτελούν ευρέως χρησιμοποιούμενες τεχνικές στα πλαίσια της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART) παγκοσμίως. Παρόλα τα ποσοστά επιτυχίας των τεχνικών αυτών υπάρχει πάντα κίνδυνος περιγεννητικών και γυναικολογικών συμβαμάτων. 'Ένα από αυτά αποτελεί και η αύξηση του κινδύνου για θρόμβωση κατά τη διάρκεια της διέργεσης των ωοθηκών, δεδομένου ότι οι γυναίκες εκτίθενται σε υψηλές δόσεις εξωγενών γοναδοτροπινών. Γενικά η διέργεση των ωοθηκών σχετίζεται με την αύξηση των διαφόρων παραγόντων πήξης του αίματος και εξασθένηση της διαδικασίας ινωδόλυδης. Οι ηπαρίνες χαμηλού μοριακού βάρους, ΧΜΒΗ, κατέχοντας πολλά προτερήματα έναντι της μη κλασματοποιημένης ηπαρίνης, UFH, χρησιμοποιούνται ευρέως σήμερα, ως προφυλακτική κυρίως αγωγή για τον κίνδυνο εμφάνισης θρομβαεμβολικής νόσου κατά τη διάρκεια τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Σε ασθενείς με γενετικώς κληρονομούμενη θρομβοφιλία ή/και διεγνωσμένο αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο αποτελούν την πρώτη γραμμή προφύλαξης έναντι των θρομβώσεων. Πολυάριθμες είναι οι μελέτες που υποστηρίζουν το θετικό αποτέλεσμα της χρήσης χαμηλού μοριακού βάρους στα ποσοστά εγκυμοσύνης και στα ποσοστά ζώντων γεννήσεων σε υπογόνμα ζευγάρια. Για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αλλόγιστης χρήσης της αντιθρομβωτικής αγωγής, στη βιβλιογραφία αναγράφονται κατευθυντήριες οδηγίες σύμφωνα με τις οποίες ο θεράπων ιατρός αξιολογεί τον κάθε ασθενή ξεχωριστά για τον αν η αντιθρομβωτική αγωγή θα τον ωφελήσει ή όχι. 571 234 253 τροποποίηση του θεραπευτικού σχεδιασμού σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών κατά τον ύπνο Introduction: The Obstructive Sleep Apnea Syndrome (OSAS) is a multifaceted disease which is mainly characterized by partial (hypopnea) or total (apnea) obstruction of the upper airway while sleeping. Polysomnography is the examination that will make the diagnosis nevertheless the clinical examination of the patient and the precise identification of the site of the obstruction are thought to be the necessary tools contributing to the patient’s treatment. Aim: The goal of this project is to examine if Drug Induced Sleep Endoscopy (DISE) changes the therapeutic plan compared to the clinical examination in awake. Patients and Methods: 15 patients participated in the research getting a full otorhinolaryngological clinical examination also undergoing Drug Induced Sleep Endoscopy. The appropriate treatment was suggested according to the findings of each method. Results: 15 patients took part in this study in 7 of which the site of the upper airway obstruction was differentiated between clinical examination and DISE. This fact resulted in modification of the treatment options. Conclusions: Drug Induced Sleep Endoscopy is considered to be a useful asset regarding the identification of the site of the upper airway obstruction in patients with OSAS, assisting choosing of the best surgical treatment approach. Undoubtedly, it’s essential more studies to be conducted, including a larger number of patients too, in order to substantiate the differentiation of the results between the two methods, general otorhinolaryngological examination (Mueller manoeuver included) and Drug Induced Sleep Endoscopy. Εισαγωγή: Το σύνδρομο απνοιών–υποπνοιών κατά τον ύπνο αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από μερική (υπόπνοια) ή ολική (άπνοια) απόφραξη του ανώτερου αεραγωγού κατά τη διάρκεια του ύπνου. Η πολυυπνογραφία αποτελεί την καθοριστική εξέταση η οποία θα θέσει τη διάγνωση, ωστόσο η κλινική εξέταση του ασθενούς και η ακριβής ταυτοποίηση του σημείου απόφραξης του αεραγωγού αποτελεί ένα απαραίτητο εργαλείο στην ολοκληρωμένη θεραπευτική αντιμετώπιση του ασθενούς. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει εάν η ενδοσκόπηση σε φαρμακευτικό ύπνο τροποποιεί το θεραπευτικό σχεδιασμό των ασθενών σε σχέση με την κλινική εξέταση σε εγρήγορση. Ασθενείς και Μέθοδοι: Μελετήθηκαν συνολικά 15 ασθενείς οι οποίοι υποβλήθηκαν σε πλήρη κλινική Ω.Ρ.Λ. εξέταση καθώς και σε ενδοσκόπηση σε φαρμακευτικό ύπνο. Με βάση τα ευρήματα της κάθε εξέτασης προτάθηκε ο αντίστοιχος προσαρμοσμένος θεραπευτικός σχεδιασμός. Αποτελέσματα: Από το σύνολο των 15 ασθενών που μελετήθηκαν στους 7 ασθενείς διαφοροποιήθηκε το σημείο απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού μεταξύ της κλινικής εξέτασης και της ενδοσκόπησης σε φαρμακευτικό ύπνο με αποτέλεσμα να τροποποιηθεί και ο αρχικός θεραπευτικός σχεδιασμός. Συμπεράσματα: Η ενδοσκόπηση σε φαρμακευτικό ύπνο αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο αναφορικά με τον προσδιορισμό του σημείου απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών-υποπνοιών κατά τον ύπνο και ιδιαίτερα στην προσπάθεια επιλογής της βέλτιστης θεραπευτικής χειρουργικής πρότασης. Αναμφίβολα είναι απαραίτητο να διενεργηθούν επιπλέον μελέτες σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών προς περαιτέρω τεκμηρίωση της διαφοροποίησης των αποτελεσμάτων μεταξύ των δύο μεθόδων δηλαδή της γενικής ΩΡΛ εξέτασης συμπεριλαμβανομένου του χειρισμού Mueller και της ενδοσκόπησης υπό φαρμακευτικό ύπνο (DISE). 572 271 309 Approximately 2% of pregnant women undergo some surgery for non-obstetric reasons, and the most frequent interventions are appendicitis and cholecystectomy. The dangers the mother faces when undergoing surgery are due to the physiological changes in anatomy and physiology occurring during pregnancy. These changes have hormonal and mechanical effects on pregnancy systems. The various surgical problems may be directly related to pregnancy or may occur accidentally. In our effort to address a surgical problem, we seek maternal safety, the safe development of the fetus, avoiding the delivery of harmful drugs to the fetus, in order not to induce fetal acidosis and hypoxia, and prevent premature labor. The imaging methods used to diagnose may also harm the embryo, so only ultrasound, MRI, and simple x-rays with radiation doses below 5 rads are recommended. An ideal period of surgery is the second trimester of pregnancy, as the risk of premature labor decreases. In pregnancy, general anesthesia prevails over the region. Medicinal formulations used for pregnancy anesthesia should not penetrate the placenta. Previously when a pregnant woman had to undergo surgery, laparotomy was the only option. Today more and more surgical problems are treated with laparoscopy. Laparoscopic appendicitis, cholecystectomy, and ovarian mass removal are usually performed in pregnancy. In general, the occurrence of a surgical problem in pregnancy is effectively treated without affecting the functioning of the placenta. Diseases such as acute abdomen, acute pancreatitis, ileus, rupture of splenic artery aneurysm, etc. can seriously complicate a pregnancy if we do not intervene promptly. The obstetrician in conjunction with other specialties, following the pregnancy diagnostic approach, will determine the time, method and extent of the treatment. Περίπου το 2% των εγκύων γυναικών υποβάλλονται σε κάποια χειρουργική επέμβαση για μη μαιευτικούς λόγους και οι συχνότερες επεμβάσεις που πραγματοποιούνται είναι η σκωληκοειδεκτομή και η χολοκυστεκτομή. Οι κίνδυνοι, που διατρέχει η μητέρα όταν πρόκειται να υποβληθεί σε κάποια χειρουργική επέμβαση, οφείλονται στις φυσιολογικές μεταβολές στην ανατομία και φυσιολογία, που συμβαίνουν κατά την κύηση. Οι μεταβολές αυτές ασκούν ορμονικές και μηχανικές επιδράσεις στα συστήματα της εγκύου. Τα διάφορα χειρουργικά προβλήματα μπορεί να έχουν άμεση σχέση με την κύηση ή μπορεί να προκύψουν τυχαία. Στην προσπάθεια μας να αντιμετωπίσουμε κάποιο χειρουργικό πρόβλημα επιδιώκουμε την ασφάλεια της μητέρας και την ασφαλή ανάπτυξη του εμβρύου. Επίσης επιδιώκουμε την αποφυγή χορήγησης επιβλαβών φαρμάκων στο έμβρυο, προκειμένου να μην προκληθεί εμβρυική οξέωση και υποξαιμία και τέλος την πρόληψη πρόωρου τοκετού. Μπορούν ακόμη να βλάψουν το έμβρυο οι απεικονιστικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται, για να τεθεί η διάγνωση, οπότε συνιστώνται μόνον το υπερηχογράφημα, η μαγνητική τομογραφία και η απλή ακτινογραφία με δόση ακτινοβολίας κάτω των 5 rads. Ιδανική περίοδος διενέργειας χειρουργικής επέμβασης είναι το δεύτερο τρίμηνο κύησης, καθώς ο κίνδυνος πρόωρου τοκετού ελαττώνεται. Στην κύηση υπερέχει η γενική αναισθησία έναντι της περιοχικής. Τα φαρμακευτικά σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για την αναισθησία της εγκύου, δεν πρέπει να διαπερνούν τον πλακούντα. Παλαιότερα όταν μια έγκυος χρειαζόταν να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση, η λαπαροτομία ήταν η μόνη επιλογή. Σήμερα όλο και περισσότερα χειρουργικά προβλήματα αντιμετωπίζονται με λαπαροσκόπηση. Συνήθως στη κύηση πραγματοποιούνται λαπαροσκοπικά η σκωληκοειδεκτομή, η χολοκυστεκτομή και η αφαίρεση ωοθηκικών μαζών. Γενικότερα η εμφάνιση ενός χειρουργικού προβλήματος στην κύηση αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά χωρίς να επιδρά στην λειτουργία του πλακούντα. Παθήσεις όμως, όπως η οξεία κοιλία, η οξεία παγκρεατίτιδα, ο ειλεός, η ρήξη ανευρύσματος σπληνικής αρτηρίας, κ.α. μπορούν να περιπλέξουν σοβαρά μια κύηση, εάν δεν επέμβουμε έγκαιρα. Ο μαιευτήρας σε συνεργασία με άλλες ειδικότητες, μετά από την διαγνωστική προσέγγιση της εγκύου, θα καθορίσει το χρόνο, την μέθοδο και την έκταση της θεραπείας. 573 337 227 Αποτύπωση της χρονικής και χωρικής κατανομής της ανόργανης ρύπανσης υδάτων του Έβρου The subject of this master thesis is to assess the levels of inorganic pollution of the surface waters of the rivers Arda, Evros and Erythropotamos, based on sampling carried in 2016 and 2017 in the surface waters of the Evros basin (Water Department of Thrace GR12, Evros river basin GR10). Three fixed sampling sites were designated in each of the rivers Evros, Arda and Erythropotamos. Sampling was carried out during September, April and July. In situ measurements of physicochemical characteristics, as well as laboratory analyses were carried out on the samples. The monitored parameters were the following: pH, Temperature (°C), dissolved oxygen (mg/L), Redox (mV), TDS (mg/L), depth (m), conductivity (μS / cm), of chloride, bromide, nitrate, nitrite, orthophosphate and sulfate. The results of the measurements were compared to those of previous years (2010-2012) and the correlations between the determined parameters were evaluated. Based on the sampling taken in 2010-2012 and 2016-2017, samples from the waters of the above mentioned rivers were collected and the metals and physicochemical properties of the water were studied. In order to carry out the experiment of the period 2016-2017, measurements on the water of the rivers were made using a portable WTW 197i (Wissenschaftlich Technische Werkstätten, Germany). Anion analyses using ion chromatography were also carried out. The SPSS (Statistical Package for Social Sciences) program was used to evaluate correlations. At the same time, the results were grouped by Ward methods and the charts were interpreted according to the Pearson r coefficient, while correlations between the average of the results for the above mentioned sampling periods were established. The results were then presented and discussed and the conclusions were compared based on the existing literature. The potential causes of pollution were identified. Moreover, due to the fact that the study area is a cross-border area, a possible source of pollution for many of the metals and the physicochemical properties was detected. Finally, based on the results, the problems that these substances can cause in humans by damaging their health were also accessed Αντικείμενο της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας αποτελεί η αξιολόγηση των επιπέδων ανόργανης ρύπανσης των επιφανειακών υδάτων των ποταμών Άρδα, Έβρου και Ερυθροποτάμου. Με βάση τις δειγματοληψίες που έγιναν κατά το διάστημα 2016-2017 στα επιφανειακά ύδατα της λεκάνης απορροής του Έβρου (Υδατικό διαμέρισμα Θράκης GR12, Λεκάνη απορροής Έβρου GR10). Ορίστηκαν 3 σταθερές θέσεις δειγματοληψίας σε κάθε ένα από τους ποταμούς Έβρο, Άρδα και Ερυθροπόταμο. Οι δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν κατά τους μήνες Σεπτέμβριο, Απρίλιο και Ιούλιο. Στα δείγματα πραγματοποιήθηκαν επιτόπου μετρήσεις φυσικοχημικών χαρακτηριστικών καθώς και εργαστηριακές αναλύσεις. Οι παρακολουθούμενες παράμετροι ήταν οι ακόλουθες: pH, Θερμοκρασία (οC), Διαλυτό οξυγόνο (mg/L), Redox (mV), TDS (mg/L)(Ολικά διαλυτά στερεά), Βάθος (m), αγωγιμότητα (μS/cm), χλωριούχων, βρωμιούχων, νιτρικών, νιτρωδών, ορθο-φωσφορικών και θειικών. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων συγκρίθηκαν με αποτελέσματα προηγούμενων ετών (2010-2012) και αξιολογήθηκαν οι συσχετίσεις μεταξύ των προσδιορισθέντων παραμέτρων. Για την αξιολόγηση των συσχετίσεων χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα SPSS (Statistical Package for the Social Sciences). Παράλληλα, τα αποτελέσματα ομαδοποιήθηκαν κατά Ward και τα διαγράμματα ερμηνεύτηκαν σύμφωνα με τον συντελεστή Pearson r, ενώ, συγχρόνως, έγιναν συσχετίσεις μεταξύ των μέσων όρων των αποτελεσμάτων για τα δύο παραπάνω έτη δειγματοληψίας. Στη συνέχεια, παρουσιάστηκαν και συζητήθηκαν τα αποτελέσματα και συγκρίθηκαν με βάση την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Εντοπίσθηκαν οι πιθανές αιτίες ρύπανσης. Τέλος, βάσει των αποτελεσμάτων εντοπίστηκαν τα προβλήματα που μπορεί να προκαλέσει η ύπαρξη αυτών των ουσιών στην ανθρώπινη υγεία 574 326 305 The emergence of the enviromental issue of stray animals in Greek illustrated children’s books of the early 21st century (2000-2017) and its contribution to the formulating of enviromental ethics Η ανάδειξη του περιβαλλοντικού ζητήματος των αδέσποτων ζώων στα ελληνικά εικονογραφημένα παιδικά βιβλία των αρχών του 21ου αιώνα (2000-2017) και η συμβολή του στη διαμόρφωση περιβαλλοντικής ηθικής The present research work is part of the widespread international concern over the treatment of stray animals from the perspective of the environmental ethics that recognizes rights to all living creatures, as alive, and corresponding moral obligations of human towards them. In this context, the research has a dual purpose: on the one hand, to find out the ways in which the greek illustrated children’s readings of the early 21st century (2000-2017) highlight the environmental issue of stray animals as a critical and controversial modern social problem that needs to be addressed as a matter of priority, and on the other hand, to investigate their contribution with regard to the socialization of the child-reader, in order to form structures of consciousness, attitudes and behaviors towards stray animals, on the principles of environment ethics that fully recognizes them as members of the wider moral community of people. The issue has been approached by the combination of quality content and critical analysis of 15 greek illustrated children’s readings, which were published from 2000-2017. The result of the research showed that the Greek authors of children’s books, although they approach the issue from different perspectives depending on their art, their personal style and the particular aspects of the subject in which it focuses, all of them converge on a basic principle. They highlight in a realistic way the issue of stray animals, through the characters of their books, their actions, their behaviors and feelings, with the ultimate aim of making children-readers aware of it as a social and moral issue of modern reality, to think of it, to be sensitized and to commit themselves to a responsible and effective management on the basis of a moral model of thought and taking a stand against the approach that puts human first. Η παρούσα ερευνητική εργασία, εντάσσεται στο πεδίο της αναπτυσσόμενης διεθνώς προβληματικής αναφορικά με την αντιμετώπιση των αδέσποτων ζώων υπό την οπτική μιας περιβαλλοντικής ηθικής, που αναγνωρίζει δικαιώματα σε όλα τα έμβια όντα, ως υποκειμένων ζωής, και αντίστοιχες ηθικές υποχρεώσεις του ανθρώπου απέναντί τους. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η πραγματοποίησή της υπακούει σε διπλό στόχο: αφενός, στην αναζήτηση των τρόπων με τους οποίους τα ελληνικά εικονογραφημένα παιδικά βιβλία των αρχών του 21ου αιώνα (2000-2017) αναδεικνύουν το περιβαλλοντικό ζήτημα των αδέσποτων ζώων ως κρίσιμου και επίμαχου σύγχρονου κοινωνικού προβλήματος που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης και διαχείριση, αφετέρου, στη διερεύνηση της συνεισφοράς τους όσον αφορά στην κοινωνικοποίηση των παιδιών-αναγνωστών, ώστε να διαμορφώσουν δομές συνείδησης, νοοτροπίες, στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στα ζώα, στη βάση των αρχών μια ηθικής του περιβάλλοντος, που τα αναγνωρίζει ως μέλη της ευρύτερης ηθικής κοινότητας των ανθρώπων. Το θέμα προσεγγίστηκε ερευνητικά με τον συνδυασμό της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου και της κριτικής ανάλυσης λόγου 15 ελληνικών εικονογραφημένων παιδικών βιβλίων, που εκδόθηκαν από το 2000 έως το 2017. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι Έλληνες συγγραφείς των παιδικών βιβλίων, αν και προσεγγίζουν το ζήτημα από διαφορετικές οπτικές γωνίες ανάλογα με την τέχνη, το προσωπικό ύφος του καθενός και τις ιδιαίτερες πτυχές του θέματος στις οποίες εστιάζει, όλοι τους συγκλίνουν σε μια βασική αρχή. Αναδεικνύουν ρεαλιστικά το θέμα των αδέσποτων ζώων, μέσα από τους χαρακτήρες των έργων τους, τις πράξεις τους, τις συμπεριφορές και τα συναισθήματά τους, με απώτερο στόχο να το αντιληφθούν τα παιδιά-αναγνώστες ως κοινωνικό αλλά και ηθικό ζήτημα της σύγχρονης πραγματικότητας, να προβληματισθούν, να ευαισθητοποιηθούν πάνω σ’ αυτό και να δεσμευθούν στην υπεύθυνη και αποτελεσματική διαχείρισή του στη βάση ενός ηθικού προτύπου σκέψης και δράσης αντιρρητικού του ανθρωποκεντρισμού. 575 323 309 In the beginning of the 20th century, the conceptions and ideas about teaching in Europe are realigning and the teaching methods, which used to be based on the passivity of the student, are now being replaced by a new teaching stream, that is being represented by the "School of Work". This new stream is strong and promotes self-motivation, freedom, team work and expands the mental horizons and the psychology of the students. One of the warmer supporters of this new method is Maria Montessori, who introduces the well known Montessori system, a system which is currently implemented with great success in over 20.000 schools around the world. The Montessori school focuses on the growth of the student's personality, the development of their mental abilities and the achievement of discipline, which is inherent in a child's soul. The main goal is to motivate a child to explore the world and choose themselves the activities they want to do, always under a teacher's guidance. That way, a child is much more likely to become mature and independent. The content of montessori activities is based on the development of both the physical and mental abilities of children. Montessori teachers use a variety of teaching materials, that motivate and awake the student's interest, as much as the walks and conversation, methods that open their minds and horizons. Based on the above, the present essay aims to acquaint teachers' point of view on the montessori teaching method at schools. The research includes 50 teachers of the 300 primarily selected, who were called to answer a questionnaire. The results prove that this method has a great response in the Montessori schools of Sweden and a really positive impact on the students, who seem to take part in every activity, according to their teachers. However, the results cannot be generalized, as the survey sample is small and thus, we cannot be sure whether this perspective answers in all montessori schools Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι παιδαγωγικές αντιλήψεις και ιδέες στον ευρωπαϊκό χώρο επαναπροσδιορίζονται και η παιδαγωγική που βασιζόταν στην παθητικότητα του μαθητή παραχωρεί τη θέση της στο νέο παιδαγωγικό ρεύμα που εκπροσωπείται από το «Σχολείο Εργασίας». Το νέο αυτό κίνημα αποτελεί μια δυναμική, η οποία προάγει την αυτενέργεια, την ελευθερία, την ομαδικότητα και διευρύνει τους πνευματικούς ορίζοντες των παιδιών, αλλά και την ψυχοσύνθεσή τους. Θερμή υποστηρικτής της νέας παιδαγωγικής είναι η Maria Montessori, η οποία εισάγει το ευρέως διαδεδομένο μοντεσσοριανό σύστημα, το οποίο εφαρμόζεται σήμερα σε 20.000 σχολεία σε όλο το κόσμο με πολύ μεγάλη επιτυχία. Το μοντεσσοριανό σχολείο δίνει βαρύτητα στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού, στην καλλιέργεια των πνευματικών του ικανοτήτων και στην επίτευξη της αυτο-πειθαρχίας, η οποία ενυπάρχει στην παιδική ψυχή. Στόχος είναι το παιδί να είναι σε θέση να αναπτυχθεί μόνο του, να εξερευνεί, να επιλέγει ελεύθερα τις δραστηριότητες που επιθυμεί με την παράλληλη βοήθεια του εκπαιδευτικού, όπου κρίνεται απαραίτητο. Οι δραστηριότητες της μοντεσσοριανής αγωγής στηρίζονται στην ανάπτυξη τόσο των σωματικών, όσο και των πνευματικών ικανοτήτων των παιδιών. Χρησιμοποιούνται ποικίλα παιδαγωγικά υλικά, τα οποία παρακινούν και «ξυπνούν» το ενδιαφέρον τους, όπως επίσης και περίπατοι ή συζητήσεις, οι οποίες «ανοίγουν» το μυαλό και τους πνευματικούς ορίζοντες. Με βάση όλα τα παραπάνω, η παρούσα εργασία αποσκοπεί στη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για τη μοντεσσοριανή παιδαγωγική στα σχολεία όπου εφαρμόζεται η μέθοδος. Στην έρευνα συμμετείχαν 50 εκπαιδευτικοί από τους 300 που επιλέχθηκαν. Ως μέθοδος συλλογής δεδομένων επιλέχθηκε ως καταλληλότερη το ερωτηματολόγιο. Από τα αποτελέσματα της έρευνας, διαπιστώνουμε ότι η μέθοδος αυτή έχει μεγάλη ανταπόκριση στα μοντεσσοριανά σχολεία της Σουηδίας, επιδρά πολύ θετικά στα παιδιά, τα οποία φάνηκε να συμμετέχουν πολύ ενεργά στις δραστηριότητες, σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δε μπορούν να γενικευθούν καθώς το δείγμα είναι μικρό, οπότε δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν αντιπροσωπεύουν οι απόψεις αυτές το σύνολο των μοντεσσοριανών σχολείων 576 424 437 Συγκριτική μελέτη δραστικότητας μονιμοποιητικών και μοριακός έλεγχος κυτταρικής βιωσιμότητας κατά την επεξεργασία ιστολογικών παρασκευασμάτων This thesis concerns a comparative study of fixatives’ activity and monitoring of cell’s viability in the processing of histological specimens. Generally, fixation is a process of complex chemical modifications macromolecules which are present in tissues and cells. This method helps in structural and functional maintaining of cell’s components as close as possible to their natural state while inhibits autolysis and decay by bacteria and fungi. During the process of fixation the tissues were immersed in stabilizing solutions or cross¬linking chemical substances which called fixatives. The classic routine fixative is formaldehyde solution (formalin) 10% buffer. Z7 is a new fixative solution based on zinc, the composition of which is zinc trifluoroacetate, zinc chloride and calcium acetate in Tris buffer. So we studied and evaluated the effects of these two different fixatives in tissues from Balb / c mouse order to: A) Determine the efficacy of the new fixing solution Z7 compared to standard formalin solution buffer 10% in process of tissue samples’ modification and B) Define, whether the Z7 keeps the cell receptors for further application of molecular techniques. MATERIALS & METHODS.In order to estimate these fixatives we designed two protocols. The first was to compare the efficacy of these in the modification process of tissue samples whereas maintaining tissue architecture structure in microscopy under light microscope using histochemical staining hematoxylin - eosin (H & E) and Masson's trichrome. In addition, for the study of conservation of the receptors immunohistochemical method was used in order to evaluate the expression of monoclonal antibodies Epithelial Membrane Antigen (EMA), Cytokeratin, Neuron Specific Enolase (NSE), and Smooth Muscle Actin (SMA). The second experimental part was to compare the cytotoxicity of Z7 and formalin in skin tissue cultures by assessing the colony forming ability of skin fibroblast tissue, using the method of cell cultures. RESULTS.According the results of the first experiment we found that the new fixative Z7 is as effective as formalin for histological techniques (such as procedure of tissue modification for microscopy and immunohistochemical analysis) because it is equally capable of maintaining the architecture of the tissue structure. Additionally, according the results of the second experiment demonstrated that Z7 is less cytotoxic than the formalin becauseskin tissues are able to form fibroblast colonies after incubation in Z7 as opposed to those which were incubated in formalin.CONCLUSION. In conclusion, the results of our study demonstrate that the new fixative Z7 have the potential use both in histological-molecular techniques. Additionally Z7 is less cytotoxic than formalin, so it is better and more suitable fixative for cell's culture methods than formalin. Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία αφορά την συγκριτική μελέτη δραστικότητας μονιμοποιητικών υλικών κατά την επεξεργασία ιστολογικών παρασκευασμάτων και τον έλεγχο βιωσιμότητας των κυττάρων. Mονιμοποίηση, ως γνωστό, είναι μια σειρά πολύπλοκων χημικών τροποποιήσεων των μακρομορίων που είναι παρόντα σε ιστούς και κύτταρα συμβάλλοντας, έτσι, στη διατήρηση των δομικών και λειτουργικών συστατικών των κυττάρων, όσο το δυνατόν πιο κοντά στη φυσική τους κατάσταση, ενώ αναστέλλει την αυτόλυση και την αποσύνθεση από βακτήρια και μύκητες. Κατά την διαδικασία αυτή οι ιστοί εμβαπτίζονται μέσα σε διαλύματα σταθεροποιητών ή διασυνδετικών χημικών ουσιών που ονομάζονται μονιμοποιητικά. Το κλασικό μονιμοποιητικό διάλυμα ρουτίνας είναι η φορμαλδεϋδη (φορμόλη) buffer 10%. To Z7 είναι ένα νέο μονιμοποιητικό διάλυμα βασισμένο σε ψευδάργυρο, η σύσταση του οποίου είναι τριφθοροξικός ψευδάργυρος, χλωριούχος ψευδάργυρος και οξικό ασβέστιο σε ρυθμιστικό διάλυμα Tris. Έτσι μελετήσαμε κι αξιολογήσαμε τις επιδράσεις αυτών των δύο διαφορετικών μονιμοποιητικών διαλυμάτων σε ιστούς από Balb/c ποντικού έχοντας ως σκοπό: Α) Να κριθεί η αποτελεσματικότητα του νέου μονιμοποιητικού διαλύματος Ζ7 σε σύγκριση με το κλασικό διάλυμα φορμόλης buffer 10% στη διαδικασία επεξεργασίας ιστολογικών παρασκευασμάτων και Β) Να κριθεί το αν το Ζ7 διατηρεί τους υποδοχείς των κυττάρων για εφαρμογή περαιτέρω μοριακών τεχνικών στους ιστούς. ΥΛΙΚΟ & ΜΕΘΟΔΟΙ. Για την αξιολόγηση των δύο αυτών μονιμοποιητικών διαλυμάτων σχεδιάστηκαν δύο πρωτόκολλα. Το πρώτο αφορά τη σύγκριση της αποτελεσματικότητας αυτών κατά την διαδικασία επεξεργασίας ιστοτεμαχίων εκτιμώντας τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής δομής των ιστών κατά τη μικροσκόπηση σε οπτικό μικροσκόπιο, χρησιμοποιώντας τις ιστοχημικές χρώσεις αιματοξυλίνη - εωσίνη (H&E) και Masson's τριχρωμική. Για τη μελέτη της διατήρησης των υποδοχέων χρησιμοποιήθηκε η ανοσοϊστοχημική μέθοδο και εκτιμήθηκε η έκφραση αντισωμάτων για Epithelial Membrane Antigen (EMA), Cytokeratin, Neuron Specific Enolase (NSE), και Smooth Muscle Actin (SMA). Το δεύτερο πειραματικό σκέλος αφορούσε τη συγκριτική μελέτη της κυτταροτοξικότητας τουΖ7 και της φορμόλης σε καλλιέργειες ιστού δέρματος αξιολογώντας τη δυνατότητα σχηματισμού αποικίας ινοβλαστών από ιστό δέρματος, με τη μέθοδο των κυτταροκαλλιεργειών. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Με βάση τα αποτελέσματα του πρώτου πειράματος διαπιστώθηκε ότι το νέο μονιμοποιητικό Z7 είναι τόσο αποτελεσματικό όσο και η φορμαλίνη στην εφαρμογή ιστολογικών τεχνικών (μικροσκοπική εξέταση) και για ανοσοϊστοχημική ανάλυση, διότι είναι εξίσου ικανό να διατηρεί την αρχιτεκτονική δομή και την αντιγονικότητα του ιστού. Επίσης, από τα αποτελέσματα του δεύτερου πειράματος αποδείχθηκε ότι το Ζ7 είναι λιγότερο κυτταροτοξικό από τη φορμόλη επειδή οι ιστοί του δέρματος που επωάστηκαν σε αυτό είναι σε θέση να σχηματίσουν αποικίες ινοβλαστών, σε αντίθεση με αυτούς που επωάστηκαν σε φορμαλίνη. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως το Ζ7 αποτελεί ένα καλό εναλλακτικό μέσο μονιμοποίησης για ιστολογικές και άλλες μοριακές τεχνικές, με χαμηλότερο δείκτη τοξικότητας, έναντι της φορμόλης . 577 373 425 Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο ως πρώτη εκδήλωση λανθάνουσας νεοπλασίας Systemic cancer and ischemic stroke are both common conditions, and are two of the most common causes of death among the elderly - cancer is the second and stroke is the fourth leading cause of death in the United States - while associations between them have been reported. An autopsy study of patients with known cancer at time of death showed 15% of patients suffer from stroke but only half of these strokes were noted during life. Every patient with cryptogenic stroke may provide an opportunity to screen for occult malignancy. Among cancer patients with ischemic stroke lung cancer is the most common followed by gastrointestinal tract’s cancers (gastric and colorectal) and the most common histological type is adenocarcinoma. Cancer patients with ischemic stroke showed different risk factors and stroke etiology, stroke biomarkers and radiological findings compared with non cancer patients with ischemic stroke. Cancer patients with ischemic stroke were found to have a significantly lower incidence of hypertension, hyperlipidemia, atrial fibrillation and ischemic heart disease than non cancer patients with ischemic stroke. However, the main underlying mechanisms in cancer patients with ischemic stroke are hypercoagulable states, non bacterial thrombotic (marantic) endocarditis (NBTE), direct tumor effects (either from tumor compression or from tumor embolism) and cancerassociated treatments effects. Stroke biomarkers, such as erythrocyte sedimentation rate (ESR) and high-sensitivity C-reactive protein (hs-CRP), fibrinogen, pro-brain natriuretic peptide (pro-BNP), and mainly D-dimer levels, were significantly increased in cancer patients with ischemic stroke than in non cancer patients or in cancer patients with conventional stroke mechanisms; Ddimer levels of >1.11 g/mL forecasted the cryptogenic stroke, with sensitivity of 78.8% and specificity of 71.8%. DWI patterns of multiple lesions involving multiple arterial territories were more frequently observed in patients without conventional stroke mechanisms, whereas single/multiple lesions involving one arterial territory were observed more frequently in patients with conventional stroke mechanisms. In conclusion, DWI pattern of multiple vascular territories and D-dimer levels >1.11g/mL were associated independently with cryptogenic stroke and they may be helpful in the early identification and prevention of non conventional stroke mechanisms (ie, hypercoagulopathy) in cancer patients. Therapeutically, existing data suggests LMWH may be superior for the prevention of ischemic stroke in cancer patients but the gold standard treatment is still unclear and requires further study Καρκίνος και ισχαιμικό ΑΕΕ είναι δύο συνήθεις νόσοι και δύο από τις πιο κοινές αιτίες θανάτου στους ηλικιωμένους - στις ΗΠΑ ο καρκίνος αποτελεί την δεύτερη και το ΑΕΕ την τέταρτη αιτία θανάτου στους ηλικιωμένους - ενώ υπάρχει συσχέτιση μεταξύ τους. Σε μία μελέτη αυτοψίας σε ασθενείς με γνωστό καρκίνο κατά τη στιγμή του θανάτου φάνηκε πως το 15% είχε υποστεί ΑΕΕ αλλά μόνο το 50% εξ’ αυτών ήταν γνωστό κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Σε όλους τους ασθενείς με κρυπτογενές ΑΕΕ θα πρέπει να διερευνάται η πιθανότητα ύπαρξης υποκείμενης νεοπλασίας. Κατά σειρά συχνότητας εμφάνισης οι πιο συχνά συνδεόμενοι καρκίνοι με ισχαιμικό ΑΕΕ είναι του πνεύμονα και του γαστρεντερικού σωλήνα - στομάχου και παχέος εντέρου/ορθού - και ο πιο συχνός ιστολογικός τύπος είναι το αδενοκαρκίνωμα. Οι καρκινοπαθείς με ισχαιμικό ΑΕΕ επιδεικνύουν διαφορετικούς παράγοντες κινδύνου και αιτιολογία, βιοδείκτες σχετιζόμενους με ΑΕΕ και απεικονιστικά ευρήματα σε σύγκριση με τους μη καρκινοπαθείς με ΑΕΕ. Η συχνότητα εμφάνισης των κλασσικών αγγειακών παραγόντων κινδύνου δηλαδή αρτηριακής υπέρτασης, υπερλιπιδαιμίας, κολπικής μαρμαρυγής και ισχαιμικής καρδιακής νόσου βρέθηκε να είναι σημαντικά χαμηλότερη στους καρκινοπαθείς με ισχαιμικό ΑΕΕ από ότι σε ασθενείς με ισχαιμικό ΑΕΕ χωρίς καρκίνο. Αντίθετα, υπερπηκτικότητα, μη βακτηριακή θρομβωτική (μαραντική) ενδοκαρδίτιδα, άμεση επίδραση του όγκου - τόσο μέσω συμπίεσης όσο και μέσω εμβολής αιμοφόρου αγγείου - και επιπλοκές χετιζόμενες με την θεραπεία του καρκίνου είναι οι βασικοί μηχανισμοί που βρίσκονται πίσω από ένα ΑΕΕ συνδεόμενο με καρκίνο. Τα επίπεδα των βιοδεικτών για ΑΕΕ όπως ΤΚΕ, υψηλής ευαισθησίας CRP, ινωδογόνο, προ-BNP και κυρίως D-Dimer ήταν σαφώς υψηλότερα σε καρκινοπαθείς με ΑΕΕ από ότι σε μη καρκινοπαθείς με ΑΕΕ ή σε καρκινοπαθείς με συμβατικούς μηχανισμους ΑΕΕ και πιο συγκεκριμένα επίπεδα D-Dimer >1,11 μg/ml προβλέπουν ύπαρξη κρυπτογενούς ΑΕΕ και επομένως πιθανής λανθάνουσας νεοπλασίας με ευαισθησία 78,8% και ειδικότητα 71,8%.Στις ακολουθίες διάχυσης-βαρύτητας (DWI diffusion-weighted imaging) πολλαπλά έμφρακτα που εμπλέκουν πολλαπλές αρτηριακές κατανομές συχνότερα απαντώνται σε ασθενείς χωρίς συμβατούς με ΑΕΕ μηχανισμούς, ενώ μονήρεις ή πολλαπλές βλάβες που εμπλέκουν μία αρτηριακή κατανομή, παρατηρούνται συχνότερα σε ασθενείς με συμβατικούς με ΑΕΕ μηχανισμούς. Επομένως, υψηλά επίπεδα D-Dimer(>1,11 μg/ml) και πολλαπλές βλάβες πολλαπλών αρτηριακών κατανομών στις ακολουθίες διάχυσης της MRI εγκεφάλου είναι δύο ανεξάρτητοι παράγοντες συνδεόμενοι με κρυπτογενές ΑΕΕ και έτσι μπορούν να βοηθήσουν σε πρώϊμη διάγνωση και προληπτική θεραπευτική αντιμετώπιση των υποκείμενων σε διαταραχές πήξης και επομένως και καρκίνου ισχαιμικών ΑΕΕ. Θεραπευτικά τέλος, έχει αποδειχθεί η ευεργετική δράση της αντιπηκτικής αγωγής με ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους στην πρόληψη του ισχαιμικού ΑΕΕ σε ασθενείς με καρκίνο αλλά υπάρχουν ακόμα πολλές μελέτες να γίνουν προκειμένου να καθοριστεί η βέλτιστη φαρμακευτική αγωγή. 578 264 275 Statistics anxiety and attitudes towards statistics of preservice teachers in Greece Άγχος και στάσεις μελλοντικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη στατιστική Nowadays, there is a growing research interest for the negative emotions that university students are experiencing towards statistics courses. This paper aims to investigate statistics anxiety and attitudes towards statistics of pre-service kindergarden and primary school teachers in Greece. The study population consists of students of educational sciences because in their majority they had a theoretical training in high school, thus avoiding mathematics-related courses. For this purpose, an empirical study was conducted on a sample of 120 students from the Department of Preschool Education Sciences (DPES) and the Department of Primary Education (DTS) of the Democritus University of Thrace (DUTH). A structured questionnaire was administered to the study participants, known as STARS (Statistical Anxiety Rating Scale), a psychometric scale adapted to the Greek language for the study purposes. STARS consists of 51 items of which the first 23 items aim to measure students’ anxiety towards statistics courses and the remaining 28 items are related to students’ attitudes and their feelings about the course. In addition, a semi-structured interview was conducted with a small sample of students. Results showed that pre-service teachers have moderate to high levels of anxiety towards statistics courses, but also express relatively positive attitudes towards statistics. Students with higher levels of anxiety consider statistics as a less important topic, have a negative self-concept in statistics and mathematics, and have more fear towards statistics teachers than other students. These results could be exploited in the context of designing educational interventions in statistics courses in higher education in order to reduce anxiety. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξανόμενο ερευνητικό ενδιαφέρον για τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνουν φοιτητές πανεπιστημιακών τμημάτων για τα μαθήματα στατιστικής. Η εργασία αυτή, επιχειρεί να διερευνήσει τα επίπεδα άγχους και τις στάσεις μελλοντικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα απέναντι στη στατιστική. Η έρευνα εστιάζει σε φοιτητές τμημάτων Επιστημών Αγωγής για τον λόγο ότι οι περισσότεροι, προκειμένου να εισαχθούν στα τμήματα αυτά, επέλεξαν να εξεταστούν πανελλαδικά στα μαθήματα θεωρητικής κατεύθυνσης, αποφεύγοντας έτσι τα μαθηματικά. Για τον σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα σε δείγμα 120 φοιτητών/τριών του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία (ΤΕΕΠΗ) και του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΠΤΔΕ) του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ). Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο, την ψυχομετρική κλίμακα STARS (Statistical Anxiety Rating Scale) η οποία προσαρμόστηκε στην ελληνική γλώσσα για τους σκοπούς της έρευνας. Το ερωτηματολόγιο STARS περιέχει συνολικά 51 ερωτήσεις, εκ των οποίων οι πρώτες 23 αναφέρονται στο άγχος που έχουν οι φοιτητές για τα μαθήματα Στατιστικής και οι υπόλοιπες 28 στις στάσεις των φοιτητών, αλλά και τα συναισθήματά τους για το μάθημα. Επιπλέον, στο πλαίσιο της έρευνας, πραγματοποιήθηκε ημιδομημένη συνέντευξη σε μικρό δείγμα φοιτητών. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι φοιτητές παιδαγωγικών τμημάτων αναφέρουν μέτρια προς υψηλά επίπεδα άγχους για τα μαθήματα στατιστικής, αλλά έχουν σχετικά θετικές στάσεις απέναντι στη στατιστική. Φοιτητές με υψηλά επίπεδα άγχους θεωρούν τη στατιστική λιγότερο σημαντική από τους υπόλοιπους, έχουν αρνητική αυτο-εικόνα για τη στατιστική και τα μαθηματικά και φοβούνται περισσότερο τους καθηγητές στατιστικής. Τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο σχεδιασμού διδακτικών παρεμβάσεων για τη διδασκαλία της στατιστικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με σκοπό τη μείωση του άγχους 579 237 260 The frequency of prefixes in school books of the Greek-speaking program of minority schools of Thrace Η συχνότητα των προθημάτων στα σχολικά εγχειρίδια του ελληνόγλωσσου προγράμματος των μειονοτικών σχολείων Θράκης The subject of this project is the prefixes of Modern Greek language, as well as their frequency of appearance in certain school books with specific scientific vocabulary, which are part of the Greek-speaking program of minority schools of Thrace. Initially, there is a bibliographic review of prefixes examined through opinions, studies and research material by distinguished scientists of Linguistics. Further on, and after a small scale experiential research of the above project, tables with prefixes presented in student's books used for the courses of History, Geography, Environmental Studies and Social and Political Education of Γ΄, Δ΄, Ε΄ and ΣΤ΄grades of Minoritary Primary School are being presented. The innovation of this project is that both the tables with the five most frequently mentioned prefixes per book and the charts with the most productive prefixes per course and grade can be used as a teaching tool that is appropriately adapted to the students’ linguistic environment. The conclusion of this particular project, after processing and reviewing the pre-mentioned tables, is that the 5 most frequent Modern Greek prefixes of students' books in Greek-speaking minority schools of Thrace are the following: most frequent prefix συν-(/συγ-/συλ-/συμ-/συρ-/συσ-/συ-) with a 17,74%, prefix δια-(/δι-) which occupies 14,58% of the total amount, prefix παρα-(/παρ-) with 8,47%, prefix κατα-(/κατ-/καθ-) with a relative frequency of 6,59% and finally prefix εκ-(/εξ-) with 6,48%. Η εργασία αυτή έχει ως θέμα τα προθήματα της Νέας Ελληνικής Γλώσσας και τη συχνότητα εμφάνισης τους σε συγκεκριμένα σχολικά εγχειρίδια με ειδικό επιστημονικό λεξιλόγιο που αποτελούν μέρος του ελληνόγλωσσου προγράμματος μειονοτικών σχολείων της Θράκης. Αρχικά, γίνεται βιβλιογραφική ανασκόπηση των προθημάτων μέσα από τις απόψεις, τις μελέτες και τις έρευνες διακεκριμένων επιστημόνων των επιστημών της Γλωσσολογίας. Στη συνέχεια, και έπειτα από μια μικρής κλίμακας εμπειρική έρευνα της ανά χείρας εργασίας, παρατίθενται πίνακες με τα προθήματα που εμφανίζονται στα σχολικά εγχειρίδια των μαθημάτων της Ιστορίας, της Γεωγραφίας, της Μελέτης Περιβάλλοντος και της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής των Γ', Δ', Ε' και Στ' τάξεων Δημοτικού Μειονοτικού Σχολείου. Παράλληλα, στο εμπειρικό μέρος της εργασίας, παρουσιάζονται πίνακες με τα πέντε πιο συχνά σε εμφάνιση προθήματα για το κάθε βιβλίο ξεχωριστά και τέλος, υπάρχουν γραφήματα με τα πιο παραγωγικά προθήματα για όλα τα τεύχη συνολικά, προκειμένου η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία να γίνει εργαλείο για τον μάχιμο εκπαιδευτικό που επιθυμεί να διδάξει τα προθήματα και να εστιάσει σε αυτά που εντοπίζονται συχνότερα στο γλωσσικό περιβάλλον των μαθητών. Βασικό συμπέρασμα της εργασίας, έπειτα από την επεξεργασία και σχολιασμό των προαναφερόμενων πινάκων, είναι ότι τα πέντε συνηθέστερα νεοελληνικά προθήματα των εγχειριδίων των μαθημάτων είναι τα ακόλουθα: το πρόθημα συν-(/συγ-/συλ-/συμ-/συρ-/συσ-/συ-) με ποσοστό 17,74% επί του συνόλου, το δια(-/δι-), το οποίο καταλαμβάνει το 14,58% έναντι του συνόλου, στην αμέσως επόμενη θέση βρίσκεται το πρόθημα παρα-(/παρ-) με ποσοστό 8,47%, τέταρτο το πρόθημα κατα-(/κατ-/καθ-) με σχετική συχνότητα 6,59% και τέλος, το εκ-(/εξ-) με 6,48% ποσοστό επί του συνόλου. 580 358 391 The concept of a sustainable school and its approach from Primary Education extends to curriculum, overall design and management of self-sufficient school facilities, setting goals, respecting the environment, preparing students through democratic based teaching methods and values for sustainable living. The sustainable school is an innovation that remodels the structures of the modern educational system, as it is a new perspective and an unexplored element in every respect. Since the year 2000 many references have been made to the term ‘Sustainable School’ and the way it is structured. Several initiatives were taken worldwide, such as summits organized by international recognized organizations (e.x UNCED, UNECE, UNESCO). Strategies are being developed, domestic and international school programs and networks are being created that implement actions on both national and European level. This paper examines the developments, at national and European level, related to sustainable schooling in Primary Education over the last 15 years (2002-2017). It focuses on the evolving context of Sustainable School and Sustainable Education Policy and explores its extent and ways of engagement and implementation, mainly through curricula and actions developed in primary schools in national and European education. The research is theoretical (survey research), which belongs to qualitative research. The research data derived, with a content analysis research tool, mainly from the Internet, are scientific articles and publications, evaluation reports from UNESCO and other organizations providing information on the subject. Several national documents (laws, curriculums) are also analyzed.Most European states have launched political initiatives to consolidate sustainable schooling mainly through the change of curriculum. These initiatives differ between states. A wide and varied range of strategies and actions have been implemented in primary schools since 2002. These initiatives are usually curricula reforms, transnational studies programs, and NGO networks and programs. The coverage, scope, and depth of Sustainable Education issues have increased in the school curricula. Many of the actions, however, have a short implementation timeframe, are usually voluntary by teachers and focus mainly on the sustainable components of the school environment. While there are many signs of progress for the sustainable school, a more systematic implementation is missing through the political commitment to enhance education for sustainable development. Η έννοια του αειφόρου σχολείου και η προσέγγιση της από την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση επεκτείνονται: στο πρόγραμμα σπουδών, στο συνολικό σχεδιασμό και διαχείριση εγκαταστάσεων του σχολείου το οποίο γίνεται αυτάρκες, θέτει στόχους, σέβεται το περιβάλλον, προετοιμάζει τους μαθητές για μια ζωή βιώσιμης διαβίωσης μέσα από τη διδασκαλία με βάση τις δημοκρατικές αξίες. Το αειφόρο σχολείο συνιστά µια καινοτομία που τροποποιεί τις δομές του σύγχρονου εκπαιδευτικού συστήματος, αποτελεί µια καινούρια προοπτική κι ένα στοιχείο ανεξερεύνητο σε αρκετές όψεις και διαστάσεις του. Από 2000 και μετά γίνονται πολλές αναφορές στον όρο Αειφόρο Σχολείο και τον τρόπο που αυτό οικοδομείται, αναλαμβάνονται πολλές πρωτοβουλίες διεθνώς, οργανώνονται διασκέψεις κορυφής από διεθνείς οργανισμούς (UNCED, UNECE, UNESCO). Αναπτύσσονται στρατηγικές και ταυτόχρονα δημιουργούνται διεθνή και εθνικά προγράμματα και δίκτυα σχολείων που υλοποιούν δράσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο Η παρούσα εργασία εξετάζει τις εξελίξεις, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, που σχετίζονται με το αειφόρο σχολείο στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τα τελευταία 15 περίπου χρόνια (2002- 2017). Επικεντρώνεται στο εξελισσόμενο πλαίσιο της πολιτικής για το αειφόρο σχολείο και την εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη και διερευνά το βαθμό, τους τρόπους δέσμευσης και εφαρμογής του, κυρίως μέσα από τα αναλυτικά προγράμματα και τις δράσεις που αναπτύσσονται στα σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην εθνική και ευρωπαϊκή εκπαίδευση. Η έρευνα είναι θεωρητική (έρευνα επισκόπησης), που ανήκει στις ποιοτικές έρευνες. Τα ερευνητικά δεδομένα εξετάζονται με την θεματική ανάλυση περιεχομένου, αντλούνται κυρίως από το διαδίκτυο, είναι επιστημονικά άρθρα και δημοσιεύσεις, αξιολογικών εκθέσεων από την UNESCO και άλλους οργανισμούς που παρέχουν στοιχεία σχετικά με το θέμα. Αναλύονται επίσης μια σειρά εθνικών εγγράφων (νόμοι, αναλυτικό πρόγραμμα). Τα περισσότερα κράτη της Ευρώπης, από το 2002 και μετά, ξεκίνησαν πολιτικές πρωτοβουλίες για την εδραίωση του αειφόρου σχολείου που διαφέρουν μεταξύ τους. Ένα μεγάλο και ποικίλο φάσμα στρατηγικών και δράσεων έχει εφαρμοστεί στα σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οι πρωτοβουλίες που αναπτύσσονται, είναι συνήθως μεταρρυθμίσεις σε αναλυτικά προγράμματα σπουδών, διακρατικά προγράμματα (δίκτυα) και προγράμματα ΜΚΟ. Η κάλυψη, η εμβέλεια και το βάθος των θεμάτων της εκπαίδευσης για την αειφόρο εκπαίδευση έχει αυξηθεί στα αναλυτικά προγράμματα των σχολείων. Πολλές από τις δράσεις όμως έχουν μικρό χρονικό ορίζοντα εφαρμογής, γίνονται συνήθως εθελοντικά από τους εκπαιδευτικούς και επικεντρώνονται κυρίως στις περιβαλλοντικές συνιστώσες του αειφόρου σχολείου. Ενώ υπάρχουν πολλά σημάδια προόδου για το αειφόρο σχολείο λείπει μια πιο συστηματική εφαρμογή του, μέσω της πολιτικής δέσμευσης για την ενίσχυση της εκπαίδευσης για την αειφόρο ανάπτυξη. 581 162 162 In the dissertation we present the biosophic thought of Evangelos Papanoutsos, who was one of the leading Greek intellectuals of the 20th century. Papanoutsos’ biosophy is examined with respect to Guattari’s new ecology. Both Papanoutsos and Guattari adopt an anti-theoretical and anti-transcendental approach towards the human subject, the society and the world. In contrast to dualisms that create unbridgeable gaps be-tween the human subject, society and the world and in contrast to alleged stable con-ceptual schemes that aim to represent and reform the reality of the subject, society and world, Papanoutsos and Guattari re-approach humanity, society and the world and they view them as interdependent fields in which new creative subjectivities are gen-erated and continuously recreated by each other. In the dissertation we examine the extent to which the biosophic thought of Papanoutsos converges with the ecosophic thought of Guattari. Both intellectuals suggest an existential reconsideration of hu-mans in the world and in society so that things can develop for the best. Στην εργασία παρουσιάζουμε και αναπτύσσουμε τις οικολογικές πτυχές της σκέψης του Ευάγγελου Παπανούτσου, ιδιαίτερα στη σειρά δοκιμίων που ο ίδιος καλεί «βιοσοφικά». Η προσέγγιση της οικολογικής σκέψης του Παπανούτσου γίνεται υπό το πρίσμα της «νέας οικολογίας» του Guattari. Οι δύο στοχαστές υιοθετούν μια αντί-θεωρησιακή και αντί-υπερβατική στάση, υπό την οποία αναθεωρούν την οντολογία της υποκειμενικότητας του ανθρώπου, της κοινωνίας και του κόσμου. Σε ρήξη με δυι-σμούς που δημιουργούν χάσματα μεταξύ υποκειμένου, κοινωνίας και κόσμου και σε ρήξη με αποκρυσταλλωμένα εννοιολογικά σχήματα, ο Παπανούτσος και ο Guattari προσεγγίζουν τον άνθρωπο, την κοινωνία και τον κόσμο ως αλληλεπιδρούσες δυνά-μεις που διαρκώς αναπτύσσονται, διαμορφώνονται και αναδιαμορφώνονται ως αλλη-λεπιδρώντα πεδία. Η εννοιολογική και γνωσιολογική ερμηνεία του κόσμου υποχωρεί μπροστά σε μια δημιουργική, αισθητικο-ηθική επαναθεώρηση του ανθρώπου, του κό-σμου και της κοινωνίας. Στην εργασία επιχειρούμε μια αποτίμηση της σύγκλισης της σκέψης των δύο αυτών στοχαστών, οι οποίοι από κοινού προτείνουν μια υπαρξιακή αναθεώρηση του ανθρώπου μέσα στον κόσμο και την κοινωνία, προκειμένου να γίνει ο κόσμος καλύτερος. 582 323 302 Every year, thousands of minors arrive at Greece and Europe in order to seek protection. The main reasons that lead to those dangerous flows reported worldwide are constant wars, civil armed conflicts, violation of human rights, poverty, exploitation and forced recruitment.According to international treaties, its national and community legislation, Greece, as a hosting country, has the obligation to respond to the establishment of a protection frame, that will include the vulnerable group of minor children who are often further distinguished to unaccompanied and separated. The term “child protection” can be summarized in decent conditions of reception, hospitality and shelter, as well as in crystal-clear procedures through legislative guarantees. The age assessment procedure is an important and extremely complicated topic. It’s a multi-faceted challenge that balances among medical, ethical, philosophical and legal aspects. The authorities are expected to decide the age of an unaccompanied or separated child, in case that the latter is not known or there are doubts as per the stated or registered one. It is commonly accepted that, at this moment, there is no method able to determine the exact age and several concerns are raised regarding the ones currently applied. The recent legislative amendments are positively perceived, nevertheless, in the field, important digressions are observed in the compliance with the procedure.Therefore, other than following a specific exclusive method for age assessment, it is deemed that the implementation of common procedures or approaches, that will gradually lead to a more efficient system, equal to the European acquisitions regarding asylum and to full harmonization with the protection of children’s rights, seems more necessary. Last, the age assessment should be implemented exceptionally and only in case of reasonable doubt regarding the declared age, for the legitimate reason of determination of a person as an adult or a minor. It is necessary for the procedure to combine interdisciplinary and holistic features, in the basis and in view of the best interest of the child. Κάθε χρόνο χιλιάδες ανήλικοι καταφτάνουν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη προκειμένου να αιτηθούν προστασία. Οι βασικότεροι καταγεγραμμένοι διεθνώς λόγοι που ευθύνονται για τις επικίνδυνες μετακινήσεις είναι οι συνεχείς πόλεμοι, οι εμφύλιες συρράξεις, οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η φτώχεια, η εκμετάλλευση και η βίαιη στρατολόγηση. Η Ελλάδα ως χώρα υποδοχής έχει υποχρέωση με βάση τις διεθνείς συνθήκες, την κοινοτική και εθνική νομοθεσία να ανταποκριθεί στην διαμόρφωση ενός πλαισίου προστασίας που θα περιβάλει την ευάλωτη κατηγορία των ανήλικων παιδιών που διακρίνονται συχνά σε ασυνόδευτα και χωρισμένα παιδιά. Ο όρος παιδική προστασία συνοψίζεται με αξιοπρεπείς συνθήκες υποδοχής, φιλοξενίας και στέγασης καθώς και ξεκάθαρες διαδικασίες μέσα από νομοθετικές εγγυήσεις. Η διαδικασία προσδιορισμού ηλικίας συνιστά ένα σημαντικό και εξαιρετικά σύνθετο θέμα. Αποτελεί πολύπλευρη πρόκληση που ακροβατεί σε ιατρικές, ηθικές, φιλοσοφικές και νομικές πτυχές. Οι αρχές καλούνται να αποφασίσουν την ηλικία ενός ασυνόδευτου ή χωρισμένου παιδιού σε περίπτωση που η τελευταία δεν είναι γνωστή ή υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την δηλωθείσα ή καταγεγραμμένη. Είναι κοινά αποδεκτό ότι επί του παρόντος, δεν υπάρχει καμία μέθοδος που δύναται να προσδιορίσει την ακριβή ηλικία και εκφράζονται ποικίλες ανησυχίες ως προς αυτές που εφαρμόζονται. Οι πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές κρίνονται θετικά, εντούτοις στο πεδίο παρατηρούνται σημαντικές παρεκκλίσεις στην τήρηση της διαδικασίας. Επομένως, από την παρότρυνση άσκησης μίας συγκεκριμένης αποκλειστικής μεθόδου αξιολόγησης ηλικίας, περισσότερο αναγκαία κρίνεται η σύσταση για την εφαρμογή κοινών διαδικασιών ή προσεγγίσεων που σταδιακά θα οδηγήσουν σε ένα πιο αποτελεσματικό σύστημα, ανάλογο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο για το άσυλο και σε απόλυτη εναρμόνιση με την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών.Τέλος, ο προσδιορισμός ηλικίας θα πρέπει να εφαρμόζεται εξαιρετικά και μόνο όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες ως προς την δηλωθείσα ηλικία, για νόμιμο σκοπό που αφορά τον χαρακτηρισμό ενός ατόμου σε ενήλικο ή ανήλικο. Η διαδικασία είναι απαραίτητο να συνδυάζει διεπιστημονικά και ολιστικά χαρακτηριστικά, με αφετηρία και γνώμονα το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού. 583 213 207 Mathematics existed and will continue to be present in our daily lives. They allow the human mind to reach the truth, as the way of 'thinking' they advocate and is taught in school 'educates' the individual to function logically and to act as a complete personality. The research that is the subject of this study concerns the relationship of adult learners of Second Chance Schools (SCS) with mathematics. Its aim is to detect basic conceptions regarding the effectiveness of their education in SCS and in particular of the course of arithmetic literacy in their acting as citizens. The research tools used for data production are the questionnaire and the interview for the quantitative and the qualitative approach respectively. The data were the answers of 52 students from various Greek SCSs to the questions of the questionnaire and the answers to the interview questions provided by 3 trainees selected from SDSs in the northern and southern Greece. The main findings indicate positive experience gained at SCS, which participants perceive as an opportunity to continue their studies after some family, personal or financial difficulty. In addition, a positive relationship is identified with the subject matter of arithmetic literacy as well as satisfaction with the way it is taught, with positive consequences for students’ everyday life. Τα μαθηματικά υπήρχαν και θα συνεχίσουν να είναι παρόντα στην καθημερινότητά μας. Επιτρέπουν στο ανθρώπινο νου να φτάσει ψηλά στην αλήθεια, καθώς ο τρόπος του ‘σκέπτεσθαι’ που πρεσβεύουν και διδάσκεται στο σχολείο ‘εκπαιδεύει’ το άτομο να λειτουργεί λογικά και να δρα ως ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Η έρευνα που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας μελέτης αφορά τη σχέση των ενηλίκων εκπαιδευόμενων των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ) με τα μαθηματικά. Ο στόχος της είναι να ανιχνεύσει βασικές αντιλήψεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσής τους στα ΣΔΕ και ειδικότερα του μαθήματος του αριθμητικού γραμματισμού στη λειτουργία τους ως πολίτες. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή δεδομένων είναι το ερωτηματολόγιο και η συνέντευξη για την ποσοτική και ποιοτική προσέγγιση αντιστοίχως. Τα δεδομένα αποτέλεσαν οι απαντήσεις 52 εκπαιδευόμενων στις ερωτήσεις του ερωτηματολογίου, οι οποίοι φοιτούσαν σε διάφορα ΣΔΕ της ελληνικής επικράτειας και οι απαντήσεις στις ερωτήσεις της συνέντευξης από 3 εκπαιδευόμενες της βόρειας και νότιας Ελλάδος. Τα κεντρικά ευρήματα αποτυπώνουν μια θετική εμπειρία για το θεσμό των ΣΔΕ, τα οποία οι συμμετέχοντες αντιλαμβάνονται ως ευκαιρία συνέχισης των σπουδών τους έπειτα από κάποια οικογενειακή, προσωπική, είτε οικονομική δυσκολία. Ακόμη, καταγράφεται θετική σχέση με το μάθημα του αριθμητικού γραμματισμού και ικανοποίηση από τον τρόπο διδασκαλίας του, με θετικές συνέπειες στην καθημερινή ζωή των εκπαιδευόμενων 584 186 198 This study deals with the notion of patient’s consent, as well as with the concepts of autonomy and paternalism in the context of biomedical research. Initially, the study presents the field of Bioethics, emphasizing the basic principles governing its operation, as well as linking bioethics with issues that concern the human society. Moreover, clinical research is defined, where analyzing the main stages and the way in which clini-cal investigations are conducted, as well as the legal framework for clinical medical investigations in Greece and abroad. In addition, notion of patient’s consent is analyzed, with particular reference to the notion of informed consent and the presumed consent. More specifically, special mention is made to the patient’s inability to consent, as well as the patient’s right of non-consent, as well as the consensus according to the Code of Medical Ethics. Furthermore, the notion of patient’s consent is analyzed, through the approach of the Mills and Kant’s theory and the basic rules governing it. Finally, the notion of paternalism is analyzed, emphasizing to the medical paternalism, examining the extent to which the patient’s autonomy is protected against paternalistic attitudes. Η παρούσα μελέτη διερευνά το ζήτημα της συναίνεσης του ασθενούς, καθώς και τις έννοιες της αυτονομίας και του πατερναλισμού στα πλαί-σια της βιοϊατρικής έρευνας. Αρχικά, γίνεται αναφορά στον επιστημονικό τομέα της βιοηθικής, δίνοντας έμφαση στις βασικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία της, καθώς επίσης και στη σύνδεση της βιοηθικής με ζητήματα που απασχολούν την ανθρώπινη κοινωνία. Επιπλέον, ορίζεται η κλινική ιατρική έρευνα, όπου αναλύονται τα βασικά στάδια και ο τρόπος διεξαγωγής των κλινικών ερευνών – μελετών καθώς και το νομικό πλαίσιο που αφορά τις κλινικές ιατρικές έρευνες στον ελληνικό και διεθνή χώρο. Εν συνεχεία, αναλύονται οι έννοιες της συναίνεσης του ασθενούς, με ειδική αναφορά στις έννοιες της ενήμερης συναίνεσης και της εικαζόμενης συναίνεσης. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται ειδική αναφορά σε εξαιρέσεις αδυναμίας χορήγησης συναίνεσης του ασθενούς καθώς και στο δικαίωμα της μη συναίνεσης του ασθενούς όπως επίσης και στη συναίνεση σύμφωνα με το Νέο Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν.3418/2005). Ακόμη, αναλύεται η έννοια της αυτονομίας μέσω της προσέγγισης της μιλλιανής και καντιανής θεωρίας καθώς και οι βασικοί κανόνες που τη διέπουν. Τέλος, αναλύεται η έννοια του πατερναλισμού, δίνοντας έμφαση στον ιατρικό πατερναλισμό, εξετάζοντας το βαθμό στον οποίο προστατεύεται η αυτονομία του ασθενούς σε αντίθεση με τις πατερναλιστικές πρακτικές που εφαρμόζονται. 585 110 125 A comparative economic evaluation of energy and typical agricultural crops in Evros Μια συγκριτική οικονομική αξιολόγηση ενεργειακών και τυπικών γεωργικών καλλιεργειών στον Νομό Έβρου A large part of the Evros prefecture population has as main occupation of land cultivation. The object of our study aims to collect data on the cultures are preferred if the energy crops are viable options compared with conventional crops. All the above information was personal interviews product and answers given by farmers through questionnaires and cost table - benefit analysis completed by farmers and the three Unions of Agricultural Cooperatives that collect information to inform them about energy crops and their benefits and finally to become an economic evaluation of agricultural energy crops compared with standard crops Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού του νομού Έβρου έχει σαν κύρια ασχολία την καλλιέργεια γης. Το αντικείμενο της μελέτης μας έχει σαν σκοπό τη συλλογή δεδομένων σχετικά με τις καλλιέργειες που προτιμώνται με σκοπό να διακρίνουμε αν οι ενεργειακές καλλιέργειες αποτελούν συμφέρουσες επιλογές έναντι των συμβατικών καλλιεργειών. Όλες οι παραπάνω πληροφορίες ήταν προϊόν προσωπικών συνεντεύξεων και απαντήσεις που έδωσαν οι καλλιεργητές μέσω ερωτηματολογίων και πίνακα κόστους – οφέλους που συμπληρώθηκαν από τους αγρότες και των τριών Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών ώστε να συλλέξουμε πληροφορίες σχετικά με την ενημέρωσή τους για τις ενεργειακές καλλιέργειες και τα οφέλη τους και τέλος να γίνει μια οικονομική αξιολόγηση των ενεργειακών γεωργικών καλλιεργειών σε σχέση με τις τυπικές καλλιέργειες 586 179 201 The main purpose of the study was to investigate the factors that influence the birth weight of neonates and the possible effect of assisted reproduction on it. The purpose of this study was to investigate whether assisted reproductive techniques influence the birth weight of neonates. Taking into account various studies around the world we compare the birth weight of newborns after natural conception and after IVF. We also investigate the factors that influence the birth weight of newborns with or without infertility treatment, as well as the techniques used in assisted reproduction, and whether assisted reproduction is responsible for the weight of the newborn or the disease that led to it. In conclusion, the use of assisted reproductive techniques does not appear to have an effect on newborns birth weight, although it is significantly associated with obstetric complications that cause small for gestational age newborns. Better birth weight results are obtained from embryos derived from verification techniques compering to common IVF and embryos derived from natural conception. While smaller birth weight babies appear to come from very older women. Κύριο σκοπό της μελέτης αποτέλεσε η διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν το βάρος γέννησης των νεογνών και η πιθανή επίδραση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε αυτό. Η μελέτη αυτή έχει ως σκοπό να διερευνήσει κατά πόσο η τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής επηρεάζουν το βάρος γέννησης των νεογνών. Λαμβάνοντας υπόψη διάφορες έρευνες ανά τον κόσμο συγκρίνουμε το βάρος γέννησης των νεογνών μετά από φυσική σύλληψη και μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση. Επίσης διερευνούμε και τους παράγοντες που επηρεάζουν το βάρος γέννησης των νεογέννητων με ή χωρίς θεραπεία υπογονιμότητας, αλλά και τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην υποβοηθουμένη αναπαραγωγή, και κατά πόσο η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή ευθύνεται για το βάρος των νεογέννητων ή η πάθηση η οποία οδήγησε εξ’ αρχής στην εξωσωματική γονιμοποίηση! Συμπερασματικά η χρήση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν φαίνεται να έχει επίδραση πάνω στο βάρος γέννησης των νεογνών αν και είναι σημαντικά συνδεδεμένη με μαιευτικές επιπλοκές που προκαλούν την γέννηση νεογνών με βάρος μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί στην ηλικία κυησης τους. Καλύτερα αποτελέσματα στο βάρος γέννησης έχουμε από έμβρυα που προέρχονται από κατάψυξη εμβρύων σε σχέση με την κοινή εξωσωματική γονιμοποίηση και έμβρυα που προέρχονταν από φυσική σύλληψη. Ενώ ελαφρός μικρότερο βάρος φαίνεται να έχουν τα νεογνά που προέρχονται από μητέρες πολύ μεγάλης ηλικίας. 587 279 294 Design, implementation and evaluation of science educational materials for kids with special needs Σχεδιασμός, εφαρμογή και αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού φυσικών επιστημών για παιδιά με ειδικές ανάγκες προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας This dissertation talks about natural sciences and how teachers can teach them to kids with special needs. Specifically we focused on the design, implementation and evaluation of educational materials for kids with special needs that have to do with natural sciences. At first we studied in detail the concepts of special education and mental retardation. We presented some of the definitions of special education and the categories of special needs. Furthermore a more widely accepted definition of mental retardation was given as well as a classification of the levels of mental retardation. After we searched information about the teaching of people with mental retardation. We emphasized on how important early educational intervention is as well as the need individualized training program, depending on the educational needs of each individual. In the area of natural sciences, we focused on the teaching of natural sciences at preschool and primary school. As part of the research it was inevitable to not deal with early conceptions on natural sciences. In particular we emphasized on children’s conceptions on electricity, weight and flotation-sinking. After all this bibliographical review we made an attempt to combine those two concepts, special needs and natural sciences. This leads us to search more information about teaching natural sciences to children with mental retardation. Moreover we studied similar researches that were done in Greece and abroad. This is aimed at comparison of our results with the results of other investigations. Finally we present the conduction of our research concerning the design, implementation and evaluation of educational science material for children with special needs in preschool and primary school Η πτυχιακή αυτή πραγματεύεται την διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών στα πλαίσια της Ειδικής Αγωγής. Συγκεκριμένα εστιάσαμε στο σχεδιασμό, στην εφαρμογή και στην αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού φυσικών επιστημών για παιδιά με ειδικές ανάγκες προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Αρχικά εξετάσαμε λεπτομερώς τις έννοιες της ειδικής αγωγής και της νοητικής υστέρησης. Παρουσιάσαμε κάποιους από τους βασικούς ορισμούς της ειδικής αγωγής και την κατηγοριοποίηση των ειδικών αναγκών. Επιπροσθέτως δόθηκε ο ευρύτερος και πιο αποδεκτός ορισμός της νοητικής υστέρησης από την επιστημονική κοινότητα καθώς και η ταξινόμηση των επιπέδων νοητικής υστέρησης. Στη συνέχεια μελετήσαμε για το πώς εκπαιδεύονται τα άτομα με νοητική υστέρηση. Τονίστηκε η σπουδαιότητα της πρώιμης εκπαιδευτικής παρέμβασης αλλά και την ανάγκη κατάρτισης εξατομικευμένου προγράμματος, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες κάθε παιδιού. Όσον αφορά τον τομέα των Φυσικών Επιστημών, πέρα από τους ορισμούς εστιάσαμε στην διδασκαλία των φυσικών επιστημών στην προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία. Στα πλαίσια της έρευνα ήταν αναπόφευκτο να μην ασχοληθούμε με τις πρώιμες αντιλήψεις των παιδιών για τις φυσικές επιστήμες. Συγκεκριμένα δώσαμε ιδιαίτερη έμφαση στις αντιλήψεις των παιδιών για το βάρος, τον ηλεκτρισμό και την επίπλευση-βύθιση. Μετά από όλη αυτή την βιβλιογραφική ανασκόπηση έγινε μια προσπάθεια παντρέματος των δύο εννοιών, της ειδικής αγωγής και των φυσικών επιστημών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αναζητήσουμε περισσότερες πληροφορίες για την διδασκαλία των φυσικών επιστημών σε άτομα με νοητική υστέρηση. Εκτός αυτού, μελετήσαμε παρεμφερείς έρευνες που έγιναν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αυτό έχει ως σκοπό την σύγκριση των δικών μας αποτελεσμάτων με τα αποτελέσματα άλλων ερευνών. Τέλος παρουσιάζεται η διεξαγωγή της δικής μας έρευνας που αφορά το σχεδιασμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση εκπαιδευτικού υλικού φυσικών επιστημών για παιδιά με ειδικές ανάγκες προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας 588 115 125 Ηθικά διλήμματα των επαγγελματιών υγείας στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή Over the last 40 years, assisted reproductive technology (ART) has been implemented with the help of Molecular Biology, Medicine as well as Genetics. Since the early 1980s, assisted reproductive techniques have been the only solution to relative and absolute infertility related prob-lems of spouses in the context of marriage and family. However, the numerous moral problems arising from the application of assisted reproduction techniques are quite complex as they sometimes fail to come in terms with the moral values of man by escaping the traditional mode of reproduction, thus setting new directions for human repro-duction. These techniques create new concerns which are of great interest from the theological, philosophical, medical and legal point of view. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με τη βοήθεια της Μοριακής Βιολογίας της Ιατρικής αλλά και της Γενετικής εφαρμόζεται τα τελευταία 40 χρόνια περίπου σε παγκόσμια κλίμακα. Από της αρχές του 1980 η μέθοδος της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αποτέλεσε τη νέα λύση στα προβλήματα της υπογονιμότητας και της στειρότητας των συζύγων στα πλαίσια του γάμου και της οικογένειας. Ωστόσο υπήρχαν ηθικά προβλήματα που προέκυψαν από την εφαρμογή των μεθόδων της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής τα οποία είναι αρκετά και πολύπλοκα καθώς συνδέονται και ενδέχεται να έρχονται σε άμεση ρίξει με τις βασικές αξίες του ανθρώπου, θέτοντας νέα δεδομένα ξεφεύγοντας από τον παραδοσιακό τρόπο αναπαραγωγής του ανθρώπου. Οι νέα αυτή μέθοδος δημιουργεί νέους προβληματισμούς που έχει ενδιαφέρoν από Θεολογικής, Φιλοσοφικής, Ιατρικής, και Νομικής απόψεως. 589 219 232 Συσχέτιση του μονοσημειακού πολυμορφισμού ins4436A της 11β-HSD με καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου σε παχύσαρκους ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο. This study is on the correlation of polymorphism ins4436A 11b HSD with cardiometabolic risk factors in obese patients with metabolic syndrome.Obesity is an abnormal accumulation of fat in the body, which can have a negative effect on health. Specifically, visceral obesity is one of the disorders of the metabolic syndrome, the combination of which leads to the appearance of cardiovascular diseases. Moreover, visceral fat contribute to the production of increased amount cortisol which, as all the other glucocorticoids, contributes to obesity and the appearance of metabolic syndrome. In addition, cortisol formed by cortisone with the effect of 11b HSD, mutation of which leads (by adding adenine) to development of cardiovascular diseases.In this study participated 52 persons with metabolic syndrome and 40 individuals that constituted the control group. In experiments, accomplished blood collection participants, anthropometric and biochemical analyzes, isolate DNA, PCR in samples, digested with restriction enzyme and electrophoresis. Then, through statistical analysis estimated the frequency of genotypes among individuals with metabolic syndrome and those in the control group did not show significant difference.From the experiments which carried out we conclude that the presence of single point ins4436A polymorphism in the 11beta-HSD enzyme gene had no significant role in the appearance of the metabolic syndrome, as well as in the risk of cardiovascular diseases in obese patients with metabolic syndrome. Η παρούσα μελέτη έχει ως θέμα τη συσχέτιση του μονοσημειακού πολυμορφισμού ins4436A 11β-HSD με καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου σε παχύσαρκους ασθενείς με μεταβολικό σύνδρομο. Η παχυσαρκία είναι μια μη φυσιολογική συσσώρευση λίπους στον οργανισμό, το οποίο μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στην υγεία. Πιο συγκεκριμένα, η σπλαχνική παχυσαρκία αποτελεί μια από τις διαταραχές του μεταβολικού συνδρόμου, ο συνδυασμός των οποίων οδηγεί στην εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επιπλέον, το σπλαχνικό λίπος συμβάλει στη παραγωγή αυξημένης ποσότητας κορτιζόλης, η οποία όπως και όλα τα γλυκοκορτικοειδή στα οποία ανήκει, συμβάλει στη παχυσαρκία καθώς και στην εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου. Συμπληρωματικά, η κορτιζόλη σχηματίζεται από τη κορτιζόνη με την δράση του 11β- HSD, ένας πολυμορφισμός του οποίου με προσθήκη αδενίνης έχει πιθανά συσχετιστεί με την ανάπτυξη καρδιαγγειακών παθήσεων. Στη συγκεκριμένη μελέτη έλαβαν μέρος 52 άτομα με μεταβολικό σύνδρομο καθώς και 40 άτομα που αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου. Στα πειράματα πραγματοποιήθηκαν αιμοληψίες από τους συμμετέχοντες, ανθρωπομετρικές μετρήσεις και βιοχημικές αναλύσεις, απομόνωση DNA, PCR στα δείγματα, πέψη με ένζυμο περιορισμού, και ηλεκτροφόρηση. Κατόπιν μέσω στατιστικών αναλύσεων υπολογίστηκε η συχνότητα των γονοτύπων μεταξύ των ατόμων με μεταβολικό σύνδρομο καθώς και αυτών της ομάδας ελέγχου δεν εμφάνιζε σημαντική διαφορά. Από τα πειράματα που πραγματοποιήθηκαν συμπεραίνουμε πως η παρουσία του μονοσημειακού πολυμορφισμού ins4436A στο γονίδιο του ενζύμου 11β-HSD δεν είχε κάποιο σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση μεταβολικού συνδρόμου. 590 310 333 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της πρωτεΐνης GATA-3 στον ηπατοκυτταρικό καρκίνο Background: The association of immunohistochemical expression of GATA 3 protein with clinical-laboratory parameters. The results are expressed, by statistical analysis, evaluated and finally tested for the expression of GATA 3 immunohistochemical expression as a prognostic factor in hepatocellular carcinoma.Materials-Methods: Segments of hepatocellular carcinoma sites were obtained in 34 patients, 28 men and 6 women, aged 45-88 years. Six (6) of whom had hepatitis B or C while seven (7) had liver cirrhosis. Twenty-seven (27) of them underwent surgery. For the immunohistochemical study, the protocol based on the biotin-streptavidin technique followed by the Super Sensitive One-Step Polymer-HRP Detection System (QD 630-XAKE, Biogenex) was used. The immunohistochemical marker used in this study is: GATA3 (rabbit polyclonal), Sigma (HPA029731). The analysis was performed using the expression of GATA-3 in relation to the group of factors under study as a quantitative variable, expressed by mean ± SD, and the comparison between two groups was done using Mann-Whithey U-test. As a qualitative variable, it was expressed in absolute and relative (%) frequency, and the comparison between two groups was done using the χ2 control .Results the study revealed that in the analysis of GATA-3 expression as a quantitative and qualitative variable cirrhosis (p = 0.006), high AFP expression (p = 0.039) and hepatitis (p <0.001) remained independent prognostic factors for high GATA-3 expression. The log-rank test did not show statistically significant differences in patient survival. The single-factorial and multifactorial Cox regression analysis revealed that the incidence of death was similar across the three patient groups.Conclusions: The relationship between increased GATA-3 expression and chronic inflammation is highlighted. Although not statistically proven, it appears that increased expression tends to be associated with decreased survival. This remains to be confirmed by study, with regard to reduced IFN-γ expression, to show increased GATA-3 expression as an unfavorable prognostic factor and reduced expression of IFN-γ therapeutic solution in hepatocellular cancer. Σκοπός: Η συσχέτιση της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης της πρωτεΐνης GATA 3 με κλινικοεργαστηριακές παραμέτρους. Τα αποτελέσματα αποκωδικοποιούνται, μέσω στατιστικής ανάλυσης, αξιολογούνται και εντέλει γίνεται έλεγχος για την ανάδειξη της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης της πρωτεΐνης GATA 3 ως προγνωστικό παράγοντα, στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Υλικό-Μέθοδος: Ελήφθησαν ιστοτεμάχια από θέσεις ηπατοκυτταρικού καρκινώματος σε 34 ασθενείς, 28 άνδρες και 6 γυναίκες, ηλικίας από 45 – 88 έτη, 6 από τους οποίους είχαν ηπατίτιδα Β ή C ενώ 7 από αυτούς είχαν κίρρωση ήπατος. 27 από αυτούς υπεβλήθησαν σε χειρουργική επέμβαση. Για την ανοσοϊστοχημική μελέτη ακολουθήθηκε το πρωτόκολλο βασισμένο στη τεχνική βιοτίνης-στρεπταβιδίνης για την οποία χρησιμοποιήθηκε το kit Super Sensitive One-step Polymer-HRP Detection System (QD 630-XAKE, Biogenex). Οι ανοσοϊστοχημικός δείκτης που χρησιμοποιήθηκε στην παρούσα μελέτη είναι: ο GATA3 (rabbit polyclonal), εταιρεία Sigma (HPA029731). Η ανάλυση έγινε χρησιμοποιώντας την έκφραση της GATA-3 σε σχέση με την ομάδα των υπό μελέτη παραγόντων, ως ποσοτική μεταβλητή, εκφράσθηκε με μέση τιμή ± SD, και η σύγκριση μεταξύ δύο ομάδων έγινε με τη χρήση του ελέγχου Mann-Whithey U-test67. Ως ποιοτική μεταβλητή, εκφράσθηκε με απόλυτη και σχετική (%) συχνότητα, και η σύγκριση μεταξύ δύο ομάδων έγινε μα τη χρήση του ελέγχου χ2 68. Αποτελέσματα: από την μελέτη αναδεικνύεται ότι κατά την ανάλυση της έκφρασης της GATA-3 ως ποσοτική και ποιοτική μεταβλητή η κίρρωση (p=0,006), η υψηλή έκφραση της AFP (p=0,039) και η παρουσία ηπατίτιδας (p<0,001) παρέμειναν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες για υψηλή έκφραση GATA-3. Η δοκιμασία log-rank δεν έδειξε στατιστικά σημαντικές διαφορές στην επιβίωση των ασθενών. Η μονοπαραγοντική και πολυπαραγοντική ανάλυση παλινδρόμησης Cox αποκάλυψε ότι η επίπτωση του θανάτου ήταν παρόμοια στις τρεις ομάδες ασθενών. Συμπεράσματα: Αναδεικνύεται η σχέση αυξημένης έκφρασης GATA-3 με την χρόνια φλεγμονή. Παρόλο που δεν αποδεικνύεται στατιστικά, φαίνεται ότι η αυξημένη έκφραση έχει την τάση να σχετίζεται με μειωμένη επιβίωση. Αυτό μένει να επιβεβαιωθεί με μελέτη, σε σχέση και με την μειωμένη έκφραση ΙFΝ-γ, ώστε να αναδειχθεί η αυξημένη έκφραση GATA-3 ως δυσμενής προγνωστικός παράγοντας και η μειωμένη έκφραση ΙFΝ-γ θεραπευτική λύση στον ηπατοκυτταρικό καρκίνο. 591 205 201 Ηθικά διλήμματα σε σχέση με τη χρήση – εφαρμογή της τράπεζας βλαστοκυττάρων The developments in the field of biomedical research constantly highlight new moral dilemmas, which the branch of Bioethics is called to manage. The dilemmas that arise by the use of umbilical cord blood stem cells and by the function of stem cells’ storage banks are to be tackled – among others – by Bioethics and Ethics committees. Umbilical cord blood stem cells have a great ability to produce several types of cells and are able to adjust in transplants and in regenerative medicine treatments, leading the cure expectations of many diseases to increase. Consequently, their storage acquires a great importance. There are several umbilical cord blood stem cells storage banks types, such as public banks, directed storage banks, private-family banks and hybrid banks. The main types of banks that operate in Greece are the public and the private banks, which make parental choice difficult. The usage and storage of umbilical cord blood stem cells rise moral dilemmas with legal and theological extensions about individual rights, such as those of informed consent and free self-determination, of the protection of personal data, of the ownership of the stem cells, of the mode purposes of banks, as well as the parental dilemma of choosing public or private storage. Οι εξελίξεις στον τομέα των βιοϊατρικών ερευνών αναδεικνύουν διαρκώς νέα ηθικά διλήμματα, τα οποία καλείται να διαχειριστεί ο κλάδος της Βιοηθικής. Τα διλήμματα που προκύπτουν από τη χρήση βλαστοκυττάρων ΟΠΑ και τη λειτουργία των τραπεζών φύλαξης βλαστοκυττάρων καλούνται να αντιμετωπίσουν - ανάμεσα σε άλλα - οι επιτροπές Βιοηθικής και Δεοντολογίας. Τα ομφαλοπλακουντιακά κύτταρα παρουσιάζουν μεγάλη πλαστικότητα και μπορούν να εφαρμοστούν σε μεταμοσχεύσεις και σε θεραπείες της αναγεννητικής ιατρικής, αυξάνοντας τις προσδοκίες για θεραπεία πολλών ασθενειών. Συνεπώς, η φύλαξή τους αποκτά μεγάλη σημασία. Οι τράπεζες φύλαξης ΟΠΑ διακρίνονται σε δημόσιες, σε τράπεζες κατευθυνόμενης φύλαξης, σε ιδιωτικές-οικογενειακές τράπεζες και σε υβριδικές τράπεζες φύλαξης ομφαλοπλακουντιακού αίματος. Οι κύριες μορφές τραπεζών που λειτουργούν στην Ελλάδα είναι οι δημόσιες και οι ιδιωτικές, διχάζοντας τους γονείς για την επιλογή τους. Η χρήση και η φύλαξη ΟΠΑ εγείρουν ηθικά διλήμματα με νομικές και θεολογικές προεκτάσεις σχετικά με τα δικαιώματα του ατόμου, όπως εκείνα για ενήμερη συναίνεση και για τον ελεύθερο αυτοκαθορισμό του, με την προστασία των προσωπικών δεδομένων, με το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ΟΠΑ, με τους σκοπούς της λειτουργίας των τραπεζών φύλαξης, καθώς επίσης και με το δίλημμα των γονέων για επιλογή δημόσιας ή ιδιωτικής φύλαξης. 592 296 320 How special education teachers develop the self-regulatory mechanisms of their students Τρόποι ανάπτυξης μηχανισμών αυτορρύθμισης μαθητών με Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες από Ειδικούς Παιδαγωγούς Τhis diploma begins its journey through definitions related to self-regulation and metacognition. This is followed by the clarification of the term metacognition, a skill of the individual that enables a person to control and direct behavior and knowledge. As well as the term self-regulation, a man's ability to control his cognitive and behavioral functions. In the following section, we see the positive and negative aspects of metacognition in learning and school life. Continuing, we know self-regulation and heterogression and their contribution to the educational process. Two completely different concepts, that is, they have a direct relationship to one another. More specifically, heterogeneity is regulation, guidance and support that is done by the instructor-instructor towards the student-guided. The continuation of settings from others is self-regulation, a mechanism that allows the individual to manage and control behaviors and knowledge. On this definition, we see in a section of the work the benefits and the difficulties of self-regulating learning, we know about relationships developed by pupils with special educational needs and self-regulation. At the same time, we learn about the benefits and difficulties encountered by students with disabilities when learning self-regulatory skills. The difficulties in introducing self-regulatory skills as well as the important positive elements of this training are highlighted. The role of special teachers in shaping self-regulatory mechanisms is important because the difficulties of the students are many and complex, but the benefits of self-regulation are great and visible, as they lead the students to their autonomy. Finally, the research part of the paper seeks to look at the ways in which special pedagogues cultivate self-regulation mechanisms for their students. Therefore, through the views of special educators, the positive and negative aspects of self-regulated education are explored. Η παρούσα Διπλωματική εργασία ξεκινά το ταξίδι της μέσα από ορισμούς που σχετίζονται με την αυτορρύθμιση και την μεταγνώση. Ακολουθεί η διασαφήνιση του όρου μεταγνώση, μια δεξιότητας δηλαδή του ατόμου όπου τον καθιστά ικανό να ελέγχει και να κατευθύνει την συμπεριφορά αλλά και την γνώση του. Όπως επίσης και του όρου αυτορρύθμισης, μιας ικανότητα του ανθρώπου να ελέγχει τις γνωστικές και συμπεριφοριστικές του λειτουργίες. Στην συνέχεια της ενότητα βλέπουμε τα θετικά και τα αρνητικά που προκαλεί η μεταγνώση στη μάθηση και στην σχολική καθημερινότητα. Συνεχίζοντας, γνωρίζουμε την αυτορρύθμιση και την ετερορρύθμιση και την συμβολή τους στην εκπαιδευτική διαδικασία. Δύο εντελώς διαφορετικές έννοιες δηλαδή οι οποίες όμως έχουν μια άμεση σχέση η μια με την άλλη. Πιο συγκεκριμένα η ετερορρύθμιση είναι ρύθμιση, καθοδήγηση και στήριξη η οποία γίνεται από τον δάσκαλο-καθοδηγητή προς τον μαθητή-καθοδηγούμενο. Η συνέχεια της ετερορρύθμισης είναι η αυτορρύθμιση, ένας μηχανισμός δηλαδή οποίος επιτρέπει στο άτομο να διαχειρίζεται και να ελέγχει τις συμπεριφορές και τις γνώσεις του. Πάνω στο ορισμό αυτό βλέπουμε σε μια ενότητα της εργασίας τα οφέλη και τις δυσκολίες της αυτορρυθμιζόμενης μάθησης, γνωρίζουμε για τις σχέσεις που αναπτύσσονται από τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και την αυτορρύθμιση. Παράλληλα μαθαίνουμε για τα οφέλη και τις δυσκολίες που συναντούν οι μαθητές με αναπηρία κατά την εκμάθηση αυτορρυθμιστικών δεξιοτήτων. Τονίζονται δηλαδή οι δυσκολίες κατά την εισαγωγή των αυτορρυθμιστικών δεξιοτήτων όπως και τα σημαντικά θετικά στοιχεία της εκπαίδευσης αυτής. Σημαντικός είναι ο ρόλος των ειδικών παιδαγωγών στην διαμόρφωση των μηχανισμών αυτορρύθμισης, διότι οι δυσκολίες των μαθητών είναι πολλές και σύνθετες, τα οφέλη όμως της αυτορρύθμισης σπουδαία και ορατά, αφού οδηγούν τους μαθητές στην αυτονομία τους. Τέλος, στο ερευνητικό μέρος της εργασίας γίνεται προσπάθεια να αναζητηθούν οι τρόποι με τους οποίους οι ειδικοί παιδαγωγοί καλλιεργούν τους μηχανισμούς αυτορρύθμισης στους μαθητές τους. Διερευνώνται λοιπόν μέσα από τις απόψεις των ειδικών παιδαγωγών τα θετικά και τα αρνητικά της αυτορρυθμιζόμενης εκπαίδευσης. 593 196 191 This piece of research investigates the perception of native parents regarding the education of refugee children. The objective of this study is to identify the feelings and views of these parents on refugee children joining public schools and their opinion on how local teachers, parents and children should react on this phenomenon and generally on the current refugee crisis. The research sample consisted of 36 parents, who were residents of the municipalities of Thessaloniki, Lagadas and the area of Lagadikia. The acquisition of the relevant data was achieved through semi-structured interviews. In terms of responses, the overall picture shows that parents are generally concerned about the refugee issue, but also the contradictions in their views about the integration of refugee children in school. The dominant emotion which emerged through the interviews was fear. In this context, the ethnically "other" is presented as a threat to national identity. In general, the participants' testimonials seem to reproduce the dominant discourse where heterogeneity is not acceptable and poses a potential threat not only to the cultural and economic survival of the dominant group but also to the biological one. Lastly, recommendations for further research on the topic were made. Η παρούσα έρευνα εξετάζει τις αντιλήψεις γονέων για την εκπαίδευση των παιδιών προσφύγων. Στόχοι της εργασίας είναι η διερεύνηση των απόψεων και των συναισθημάτων των γονιών για το προσφυγικό ζήτημα και την είσοδο και ένταξη των παιδιών προσφύγων στο δημόσιο σχολείο, όπως και η μελέτη των αντιλήψεων τους σχετικά με τις αντιδράσεις των εκπαιδευτικών, των ντόπιων γονιών, των ντόπιων παιδιών και του παιδιού τους. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από 36 γονείς, από τους δήμους Θεσσαλονίκης, Λαγκαδά και της περιοχής Λαγκαδίκια, ενώ το εργαλείο της έρευνας ήταν η ημιδομημένη συνέντευξη. Η ανάλυση των απαντήσεων τους ανέδειξε τον προβληματισμό τους σχετικά με το προσφυγικό ζήτημα αλλά και τις αντιφάσεις στις αντιλήψεις τους για την ένταξη των παιδιών προσφύγων στο σχολείο ενώ το κυρίαρχο συναίσθημα που αναδείχθηκε ήταν ο φόβοw. Στο πλαίσιο αυτό, ο εθνοτικά «άλλος» παρουσιάζεται ως πηγή απειλής της εθνικής ταυτότητας. Γενικά, οι μαρτυρίες των συμμετεχόντων φαίνεται να αναπαράγουν τον κυρίαρχο λόγο όπου η ετερότητα δεν είναι αποδεκτή και αποτελεί μια εν δυνάμει απειλή όχι μόνο για την πολιτισμική και οικονομική επιβίωση της κυρίαρχης ομάδας αλλά και τη βιολογική. Τέλος, προτείνεται η περαιτέρω και εξειδικευμένη έρευνα πάνω στα ερωτήματα που εξετάστηκαν. 594 312 341 A short-term longitudinal study of the forms and functions of relational aggression: Μια βραχύχρονη διαχρονική έρευνα των μορφών και των λειτουργιών της επιθετικότητας σχέσεων: This study’s purpose was to investigate the bidirectional longitudinal associations among personality traits (callous-unemotional traits, narcissism, self-esteem) and social interaction factors, including peer problems and perceived parental attachment (paternal and maternal availability and dependency) and four relational aggression (RA) dimensions (proactive indirect, proactive direct, reactive indirect, reactive direct) among adolescents. Emotions (friendship jealousy, anger, anxiety) were examined as mediators of these associations based on the theoretical framework of General Aggression Model. The sample consisted of 2207 (52.8% females) students attending the three junior high school grades in the region of Eastern Macedonia-Thrace, Greece. The constructs were measured through self-report at two different time points in the school year with a six-month interval. Bidirectional links between callous-unemotional (CU) traits, narcissism, self-esteem, peer problems, and the RA dimensions were identified through cross-lagged path analyses. Results of Structural Equation Modeling demonstrated that the associations between CU traits, narcissism, self-esteem and proactive indirect RA were mediated by anger and anxiety. Friendship jealousy was found to mediate the positive effects of CU and narcissism as well as the negative effect of self-esteem on proactive direct and reactive indirect RA. The negative pathway from self-esteem to reactive direct RA was mediated through friendship jealousy. Further, four bidirectional longitudinal associations linking parental availability and dependency, peer problems and RA were found. Results showed that the links from high peer problems and low mother availability and parental dependency to proactive indirect RA were mediated through anxiety and anger. Finally, the dimensions of parental attachment predicted proactive direct and reactive, direct and indirect, RA via friendship jealousy and anxiety. The patterns of all the examined paths were invariant between males and females. In conclusion, this study shed light on the effects of both personal and social characteristics of students on RA and emphasized emotions as mediators in these associations. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των βραχύχρονων διαχρονικών σχέσεων ανάμεσα σε χαρακτηριστικά προσωπικότητας (χαρακτηριστικά σκληρότητας, ναρκισσισμός, αυτοεκτίμηση) και παράγοντες κοινωνικών αλληλεπιδράσεων (προβλήματα με τους συνομηλίκους, αντιλαμβανόμενη πατρική και μητρική διαθεσιμότητα και εξάρτηση) με τέσσερις διαστάσεις της επιθετικότητας σχέσεων (ΕΣ) (προμελετημένη έμμεση, προμελετημένη άμεση, αντιδραστική έμμεση, αντιδραστική άμεση) σε ένα δείγμα 2207 (52.8% κορίτσια) μαθητών των τριών τάξεων του Γυμνασίου στην περιοχή της Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης. Οι μεταβλητές αξιολογήθηκαν μέσω αυτοαναφοράς σε δύο διαφορετικά χρονικά σημεία στη διάρκεια ενός σχολικού έτους σε διάστημα έξι μηνών. Στην παρούσα έρευνα μελετήθηκαν δυο μοντέλα μεσολάβησης στη βάση του Γενικού Μοντέλου Επιθετικότητας με τα συναισθήματα (ζήλεια στις φιλικές σχέσεις, θυμός, ανησυχία) ως διαμεσολαβούσες μεταβλητές. Στο πρώτο μοντέλο εξετάστηκε η υπόθεση τα συναισθήματα να διαμεσολαβούν στις σχέσεις ανάμεσα στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και τις διαστάσεις της ΕΣ, ενώ στο δεύτερο διερευνήθηκε αν οι παράγοντες κοινωνικών αλληλεπιδράσεων προβλέπουν την ΕΣ μέσω των συναισθημάτων. Από τις cross-lagged path αναλύσεις βρέθηκαν αμφίδρομες διαχρονικές σχέσεις μεταξύ των χαρακτηριστικών προσωπικότητας, των παραγόντων κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και των διαστάσεων της ΕΣ. Τα μοντέλα δομικών εξισώσεων κατέδειξαν, αναφορικά με το πρώτο μοντέλο, πως οι σχέσεις ανάμεσα στα χαρακτηριστικά σκληρότητας, τον ναρκισσισμό, την αυτοεκτίμηση και την προμελετημένη έμμεση ΕΣ διαμεσολαβούνται από τον θυμό και το άγχος, ενώ η ζήλεια βρέθηκε να διαμεσολαβεί τις θετικές επιδράσεις των χαρακτηριστικών σκληρότητας και του ναρκισσισμού, καθώς και την αρνητική επίδραση της αυτοεκτίμησης στην προμελετημένη άμεση και την αντιδραστική άμεση και έμμεση ΕΣ. Ως προς το δεύτερο μοντέλο, τα αποτελέσματα έδειξαν πως ο θυμός και το άγχος διαμεσολαβούν τις σχέσεις ανάμεσα στα προβλήματα με τους συνομηλίκους, τη μητρική διαθεσιμότητα, την πατρική εξάρτηση και την προμελετημένη έμμεση ΕΣ. Τέλος, η πατρική και μητρική εξάρτηση και διαθεσιμότητα προέβλεπαν την προμελετημένη άμεση και την αντιδραστική, άμεση και έμμεση, ΕΣ μέσω της ζήλειας και του άγχους. Όλες οι εξεταζόμενες διαδρομές δεν διέφεραν ως προς το φύλο. Συμπερασματικά, η μελέτη αυτή καταδεικνύει τις επιδράσεις των χαρακτηριστικών προσωπικότητας και κοινωνικών παραγόντων στην ΕΣ καθώς και τον διαμεσολαβητικό ρόλο των συναισθημάτων σε αυτές τις σχέσεις. 595 10 9 A measurement based study and analysis of generated network traffic Μελέτη βασισμένη σε μετρήσεις και ανάλυση παραγόμενης δικτυακής κίνησης 596 280 374 Εκτίμηση της αυπνίας, του άγχους και της κατάθλιψης σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο Aim of this study was to investigate the prevalence of depression and anxiety disorders among newly diagnosed patients with obstructive sleep apnea (OSA), without other known comorbidities except hypertension and hyperlipidaemia, and to explore possible differences associated with OSA severity. Methods: Consecutive individuals, examined with polysomnography for suspected OSA, were enrolled. The Zung self-rating anxiety scale (ZAS) and the Zung self-rating depression scale (ZDS) were used to apprise anxiety and depression, correspondingly. Additionaly the Epworth Sleepiness Scale (ESS) and the Functional Outcoms Sleep Questionnaire (FOSQ) was answered by participants. All subjects were divided into subgroups according to OSA severity. Results: Included were 376 individuals (mean age 55.2±12.8, years; 74.7% males). Severe OSA was diagnosed in 43.1%, moderate in 18.9%, and mild in 20.5%; 17.6% had AHI<5/h and served as controls. ZAS score indicating anxiety (≥ 45) was revealed in 34 individuals (9%), while ZDS score indicating depression (≥ 45) was revealed in 65 (17.3%). No difference in prevalence was observed between OSA patients and controls. ZAS total score did not differ significantly between the 4 groups (p=0.242), and only a significant difference was observed in Q3 (“I get upset easily or feel panicky”) and Q10 (“I can feel my heart beating fast”), p=0.013 and p=0.024, respectively. Likewise, ZDS total score did not differ significantly (p=0.391) and only Q2 (“Morning is when I feel the best”) and Q15 (“I am more irritable than usual”) differed between the 4 groups (p=0.013 and p=0.029, respectively). Conclusions: Prevalence of depression and anxiety are not negligible among OSA patients, as indicated by ZAS and ZDS questionnaires, but OSA severity does not seem to be a predictive factor overall, although differences are observed in some items. Οι διαταραχές του ύπνου είναι συχνές στο γενικό πληθυσμό αλλά και σε άλλες ιδιαίτερες πληθυσμιακές ομάδες. Το Σύνδρομο Απνοιών στον Ύπνο (ΣΑΥ) είναι μια συχνή αναπνευστική διαταραχή, η οποία σχετίζεται με διάφορες ιατρικές καταστάσεις συμπεριλαμβανομένων της κατάθλιψης και του άγχους. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθεί ο επιπολασμός της κατάθλιψης, του άγχους και της αϋπνίας σε ασθενείς με νεοδιαγνωσθέν ΣΑΥ χωρίς άλλα συνοδά νοσήματα εκτός από την αρτηριακή υπέρταση και την υπερλιπιδαιμία και να διερευνήσει τυχόν διαφορές ανάλογα με τη βαρύτητα του ΣΑΥ. Μέθοδοι: Διαδοχικά άτομα που εξετάστηκαν με πολυυπνογραφία λόγω συμπτωμάτων ενδεικτικών για ΣΑΥ συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Τα αυτοσυμπληρούμενα ερωτηματολόγια του Zung για το άγχος (Zung Anxiety Self-Assessment Scale - ZAS) και την κατάθλιψη (Zung Depression Self-Assessment Scale - ZDS) χρησιμοποιήθηκαν για να αξιολογήσουν την παρουσία άγχους και κατάθλιψης αντίστοιχα. Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε υποομάδες σύμφωνα με την βαρύτητα του ΣΑΥ. Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθησαν 376 άτομα (μέση ηλικία 55,2±12,8 έτη, 74,7% άνδρες). Σοβαρό ΣΑΥ διαγνώστηκε σε ποσοστό 43,1%, μέτριο σε 18,9% και ήπιο σε 20,5% ενώτο 17,6% είχε ΑΗΙ<5/h και χρησιμοποιήθηκε ως ομάδα ελέγχου. Η βαθμολογία στην κλίμακα ZAS που υποδεικνύει άγχος (≥45) παρατηρήθηκε σε 34 άτομα (9%), ενώ η βαθμολογία στην κλίμακα ZDS που υποδεικνύει κατάθλιψη (≥45) παρατηρήθηκε σε 65 άτομα (17,3%). Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στον επιπολασμό του άγχους ή της κατάθλιψης μεταξύ των ασθενών με ΣΑΥ και της ομάδας ελέγχου. Η συνολική βαθμολογία της κλίμακας ZAS δε διέφερε σημαντικά μεταξύ των τεσσάρων ομάδων (p=0,242). Παρατηρήθηκε μόνο στατιστικά σημαντική διαφορά στην ερώτηση 3 (Αναστατώνομαι εύκολα ή πανικοβάλλομαι) και στην ερώτηση 10 (Νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει γρήγορα), p=0,013 και p=0,024 αντίστοιχα. Ομοίως, η συνολική βαθμολογία της κλίμακας ZDS δε διέφερε σημαντικά (p=0,391) και μόνο στις ερωτήσεις 2 (Το πρωί αισθάνομαι καλύτερα) και 15 (Είμαι πιο ευερέθιστος απ’ ότι συνήθως) του ερωτηματολογίου οι τέσσερις ομάδες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους (p=0,013 και p=0,029, αντίστοιχα). Συμπεράσματα: Ο επιπολασμός της κατάθλιψης και του άγχους δεν είναι ευκαταφρόνητος μεταξύ των ασθενών με ΣΑΥ, όπως υποδεικνύεται από τα ερωτηματολόγια Zung για την Κατάθλιψη (ZDS) και Zung για το Άγχος (ZAS). Ωστόσο, η σοβαρότητα του ΣΑΥ δε φαίνεται να αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για την παρουσία τους αν και παρατηρήθηκαν διαφορές σε ορισμένα στοιχεία. 597 212 197 The role of school principals in managing communication between school unit and family Ο ρόλος του Διευθυντή σχολικής μονάδας στην επικοινωνία σχολείου- οικογένειας The purpose of the present research is to investigate the opinion of school principals of Senior High Schools in relation to the role of school leadership regarding the management of communication between school and parents. For the presentation of this study, the qualitive method was selected. In the research part of the work, we investigate, through the use of interviews, the views of school principals on the way and the degree of parental involvement in school. Other basic research questions are related to the ways school principals manage their communication with the parents, the main problems they usually face as well as the measures they take to handle the obstacles they come up with. There were also research questions related to the need or not of training of the participating parties in communication techniques and conflict management. Through the analysis of the research data, we unveil the need for cooperation between school unity and family as well as the role of the school authorities on the smooth parents-school communication. Through the findings of the present study we aspire to give school principals an incentive for further thought and effort, as well as to enrich the literature on the subject. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό της τη διερεύνηση των απόψεων των διευθυντών σχολικών μονάδων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με το ρόλο της σχολικής ηγεσίας στη διαχείριση της επικοινωνίας μεταξύ σχολικής μονάδας και οικογένειας. Για την εκπόνηση της έρευνας επιλέχθηκε η ποιοτική μέθοδος. Διερευνώνται μέσω συνεντεύξεων οι απόψεις διευθυντών σχολείων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τους τρόπους γονεϊκής εμπλοκής και το βαθμό εμπλοκής των γονέων στη σχολική διαδικασία. Άλλα σημαντικά ερευνητικά ερωτήματα αφορούν στον τρόπο που οι σχολικοί ηγέτες διαχειρίζονται την επικοινωνία τους με τους γονείς, τα προβλήματα που συνήθως αντιμετωπίζουν καθώς και τα μέτρα που λαμβάνουν προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα εμπόδια που προκύπτουν. Υπήρξαν επίσης και ερωτήματα σχετικά με την αναγκαιότητα επιμόρφωσης των διευθυντών σε τεχνικές επικοινωνίας και διαχείρισης συγκρούσεων. Από την ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων διαπιστώνεται η αναγκαιότητα συνεργασίας σχολείου-οικογένειας καθώς και ο καταλυτικός ρόλος του διευθυντή σε αυτή την επικοινωνία. Γίνεται επίσης κατανοητή η ανάγκη για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα γονεϊκής εμπλοκής και διαχείρισης συγκρούσεων. Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας φιλοδοξούν να αποτελέσουν αφορμή για όλους τους σχολικούς ηγέτες για περαιτέρω σκέψη και προσπάθεια, καθώς και να εμπλουτίσουν τη βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα αυτό. 598 334 332 Σύγχρονες απόψεις για την αντιμετώπιση του άλγους του ημιπληγικού ώμου μετά απο ΑΕΕ Pain in the shoulder of the hemiplegic patient is a common complication which occurs secondarily after stroke. The reported incidence varies from 34% -84% of strokes and the onset in some cases can be as early as within two weeks although the most usual occurrence is after 2-6 months. It is an undeniable fact that the normal function of the shoulder is an essential factor in the performance of daily living activities. Therefore, the painful hemiplegic shoulder syndrome negatively affects participation in the rehabilitation process. This paper is an overview of the latest studies regarding the handling of such cases, firstly analysing the different mechanisms that affect the joint, then how this affects the function of the shoulder and the structure of soft tissue, to finally lead to pain in the shoulder. In this review, 183 articles were used, most of which are directly related to the painful shoulder of the hemiplegic patient. The search for the articles was initially limited to the years after 2000 - in order to study the most up-to-date views - but along the way some earlier sources were used, due to the lack of new data in some thematic units. After the collection of articles was completed, their study and distribution into sections, depending on their content followed. The review is divided into two major sections associated with the appearance of the syndrome. Initially, the problem is attributed to the disruption of motor control (hypotonia, hypertonia) and the complications that arise as a consequence of the inadequacy in motor function. Thereafter, the factors that lead to the shoulder subluxation and lesions in the shoulder soft tissues as well as the therapeutic approaches are analyzed. According to the studies, where the subject of research is the prevention and treatment of shoulder subluxation of the hemiplegic patient, the use of functional splints, shoulder support components on the wheelchairs, a device for continuous passive shoulder mobilization (CPM), electric neuromuscular stimulation as well as use of virtual reality robotics devices is recommended. Το άλγος στον ώμο του ημιπληγικού ασθενή είναι μία συχνή επιπλοκή που παρουσιάζεται δευτερογενώς μετά από ΑΕΕ. Η αναφερόμενη συχνότητα εμφάνισής του κυμαίνεται από 34%-84% των ΑΕΕ και η έναρξή του σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να είναι νωρίς , δηλαδή εντός των 2 εβδομάδων μετά το επεισόδιο, αν και το πιο σύνηθες είναι μετά από 2-6 μήνες Θεωρείται δεδομένο ότι η ομαλή λειτουργία του ώμου είναι απαραίτητος παράγοντας για την εκτέλεση δραστηριοτήτων καθημερινής διαβίωσης. Ως εκ τούτου, το σύνδρομο του επώδυνου ημιπληγικού ώμου επηρεάζει αρνητικά την συμμετοχή του ασθενή στην διαδικασία της αποκατάστασης. Στην εργασία αυτή, γίνεται μία ανασκόπηση των πιο σύγχρονων μελετών που αφορούν την αντιμετώπιση του, αναλύοντας αρχικά τους διαφορετικούς μηχανισμούς που επιδρούν στην άρθρωση κατόπιν, τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζουν την λειτουργία του ώμου και την δομή των μαλακών ιστών, για να οδηγήσουν τελικά στην πρόκληση άλγους. Σε αυτήν την ανασκόπηση χρησιμοποιήθηκαν 183 άρθρα, από τα οποία τα περισσότερα σχετίζονται άμεσα με τον επώδυνο ώμο του ημιπληγικού ασθενή. Η αναζήτηση των άρθρων περιορίστηκε αρχικά στα έτη μετά το 2000 -προκειμένου να μελετηθούν οι πιο σύγχρονες απόψεις- στην πορεία όμως, χρησιμοποιήθηκαν και προγενέστερα, λόγω έλλειψης νέων δεδομένων σε κάποιες θεματικές ενότητες. Αφού ολοκληρώθηκε η συλλογή των άρθρων, ακολούθησε η μελέτη τους και η κατανομή σε επί μέρους ενότητες, ανάλογα με το περιεχόμενό τους. Η εργασία χωρίζεται σε δύο μεγάλες ενότητες οι οποίες σχετίζονται με την εμφάνιση του συνδρόμου. Αρχικά, ενοχοποιείται η διαταραχή του κινητικού ελέγχου (υποτονία, υπερτονία) και οι επιπλοκές που προκύπτουν ως συνέπεια του ελλείμματος στην κινητική λειτουργία. Στην συνέχεια, αναλύονται οι παράγοντες που οδηγούν στην πρόκληση υπεξαρθρήματος του ώμου και βλαβών στα μαλακά μόρια καθώς και οι θεραπευτικές προσεγγίσεις. Σύμφωνα με τις μελέτες, για την πρόληψη και θεραπεία του υπεξαρθρήματος στον ώμο του ημιπληγικού ασθενή, συστήνεται η χρήση λειτουργικών ναρθηκών, εξαρτημάτων υποστήριξης του ώμου στα αναπηρικά αμαξίδια, συσκευής συνεχούς παθητικής κινητοποίησης του ώμου, ηλεκτρικός νευρομυϊκός ερεθισμός καθώς και η χρήση ρομποτικών συσκευών εικονικής πραγματικότητας. 599 266 208 Τhe relationship among executive control, self awareness and verbal ability during childhood Η σχέση εκτελεστικού ελέγχου, ενσυνειδησίας και λεκτικής ικανότητας κατά τη σχολική ηλικία The current project examines the relationship between awareness, executive control and verbal ability during school age. The sample of the research consisted of 20 pupils, aged 11-12 years old, of both sexes. The measurement For the determination of self-awareness, of verbal ability and of the post-cognitive experiences was conducted by issuing two kinds of cognitive projects regarding the verbal-sentence formulating ability. More specifically, during the procedure of solving the verbal projects it was used the method of pronounced thought for the measurement of awareness. Each participant was examined individually. and the role of the researcher was limited. Furthermore, the measurement of the executive control was conducted using an executive control Test. Furthermore, the measurement of the executive control was conducted with the test Visually Cued Color–Shape Task of Zelazo, Craik και Booth (2004). From the result it turned out that the participants with a high performance in the cognitive projects gave accurate verbal reports, explained the problem, understood their mistakes and had few to no retaining mistakes. While pupils with a low performance in the cognitive projects regarding the verbal ability did not give accurate verbal reports, did not explain the problem while solving it and usually did not understand their mistakes. Also, they had many retaining mistakes. Concluding, it is noted that there is a two-way relationship between the post-cognitive awareness, the post-cognitive experiences and the executive control for the solution to cognitive projects. Therefore, the effective solution of the cognitive tasks is affected by the adequacy of the executive control and self-awareness Στην παρούσα εργασία διερευνάται η σχέση μεταξύ ενσυνειδησίας, εκτελεστικού ελέγχου και λεκτικής ικανότητας κατά τη σχολική ηλικία. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από 20 μαθητές ηλικίας 11 ως 12 ετών και των δυο φύλων. Για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας, της λεκτικής ικανότητας και των μεταγνωστικών εμπειριών χρησιμοποιήθηκαν δυο είδη γνωστικών έργων (ΛΕΞΕΙΣ-ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ) που αφορούσαν την λεκτική-προτασιακή ικανότητα. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διαδικασία επίλυσης των λεκτικών έργων χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης, για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας. Κάθε συμμετέχοντας εξετάστηκε ατομικά. Ακόμη, η μέτρηση του εκτελεστικού ελέγχου πραγματοποιήθηκε με το Τεστ Οπτικής Ανίχνευσης Σχήματος-Χρώματος (Visually Cued Color–Shape Task) των Zelazo, Craik και Booth (2004). Tα αποτελέσμτα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες με υψηλή επίδοση στα γνωστικά έργα που αφορούσαν την λεκτική ικανότητα, έδιναν ακριβείς λεκτικές αναφορές, επεξηγούσαν το πρόβλημα, καταλάβαιναν τα λάθη τους και είχαν λίγα λάθη διατήρησης. Από την άλλη, οι μαθητές με χαμηλή επίδοση στα γνωστικά έργα που αφορούσαν την λεκτική ικανότητα, δεν έδιναν ακριβείς λεκτικές αναφορές, δεν επεξηγούσαν το πρόβλημα κατά την διάρκεια επίλυσής του και συνήθως δεν κατανοούσαν τα λάθη τους. Επίσης, είχαν πολλά λάθη διατήρησης. Συνεπώς, η αποτελεσματική επίλυση των γνωστικών έργων επηρεάζεται από την επάρκεια του εκτελεστικού ελέγχου και της ενσυνειδησίας 600 264 274 Μελέτη απομονωθέντων γαλακτικών βακτηρίων από κόκκους kefir για εμφάνιση πιθανής προβιοτικής δράσης This research project studied the possible probiotic effect of various lactic acid bacteria strains that were isolated from kefir grains, as well as the use of them in the fermentations of cornelian cherry (Cornus mas L.) juice. Initially, the potential probiotic activity of these strains was estimated by counting the viability at low pH rates (more specifically 2, 3 and 4). Afterwards, the tolerance against bile salts, pepsin and pancreatin of the studied strains was determined. The results were quite encouraging and the viabilities of these lactic acid bacteria were kept at satisfactory levels during the tests. Subsequently, anaerobic fermentation conditions took part in order to examine the influence of pH and the initial concentration of culture used. The parameters which were determined were the glucose consumption, the fermentation time, the produced alcoholic degrees as well as the viability of lactic acid bacteria both during fermentation and storage. According to the results obtained, the pH of the juice must be higher than 3,5 in order lactic acid bacteria to survive in a satisfactory scale. In addition, the alcoholic degrees should remain below 0,5% v/v, the fermentation duration shall last no more than 20h and the microorganism should be added at a minimum concentration of 1% w/w. The results of viability appeared to be quite encouraging (over 6 logcfu/ml) for more than 4 weeks of storage at 4ºC. Additionally, molecular analyses were conducted and identified the strain 5 as Lactobacillus paracasei. The results of this study are quite encouraging for industrially production of the cornelian cherry juice with probiotics, but further study is considered necessary. Στην παρούσα ερευνητική εργασία μελετήθηκε η πιθανή προβιοτική δράση διαφόρων στελεχών (γαλακτικών βακτηρίων) που απομονώθηκαν από κόκκους kefir, καθώς και η χρήση αυτών σε ζυμώσεις χυμού κράνου. Ξεκινώντας, η πιθανή προβιοτική δράση των στελεχών εκτιμήθηκε με την αξιολόγηση μέτρησης της βιωσιμότητάς τους σε χαμηλές τιμές pH (συγκεκριμένα 2,3 και 4), σε χολικά άλατα καθώς και σε πεψίνη και παγκρεατίνη. Τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ενθαρρυντικά και οι πληθυσμοί των γαλακτικών αυτών βακτηρίων κυμάνθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα κατά τη διάρκεια των δοκιμών. Στη συνέχεια, αναερόβιες συνθήκες ζύμωσης έλαβαν μέρος και σε αυτές εξετάστηκε η επίδραση του pH και της αρχικής συγκέντρωσης της καλλιέργειας. Οι παράμετροι που προσδιορίστηκαν ήταν η κατανάλωση σακχάρου, ο χρόνος ζύμωσης, οι παραγόμενοι αλκοολικοί βαθμοί καθώς επίσης και η βιωσιμότητα των γαλακτικών βακτηρίων τόσο κατά τη διάρκεια των ζυμώσεων, όσο και κατά την αποθήκευση του ζυμώμενου χυμού κράνου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ελήφθησαν, το pH του χυμού κράνου πρέπει να είναι τουλάχιστον 3,5 έτσι ώστε τα γαλακτικά βακτήρια να επιβιώνουν σε ικανοποιητική κλίμακα. Για να μην υπερβεί ο αλκοολικός βαθμός την τιμή του 0,5 % v/v η διάρκεια ζύμωσης φάνηκε πως δεν πρέπει να ξεπερνά τις 20h, ενώ η ελάχιστη προστιθέμενη ποσότητα μικροοργανισμού είναι το 1% w/w. Τα αποτελέσματα των βιωσιμοτήτων φάνηκαν να είναι αρκετά ενθαρρυντικά (άνω των 6 logcfu/ml) κατά την αποθήκευση του ζυμωμένου χυμού κράνου σε διάστημα 4 εβδομάδων στους 4ºC. Επιπρόσθετα, μοριακές αναλύσεις έλαβαν χώρα και έτσι ταυτοποιήθηκε το στέλεχος 5 ως Lactobacillus paracasei. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης αποτελούν την αρχή προς την παραγωγή χυμού κράνου με προβιοτικά σε βιομηχανική κλίμακα, ωστόσο περαιτέρω μελέτη θεωρείται απαραίτητη. 601 235 233 Creative thinking at preschool age- Kindergarten teachers’ views regarding their role and the development techniques they apply Η δημιουργική σκέψη των νηπίων-απόψεις νηπιαγωγών για το ρόλο τους και τις τεχνικές ανάπτυξης που εφαρμόζουν The goal of this essay is to investigate the techniques that promote creative thinking in kindergarten and the role of the teacher in this process. The features of this procedure, the facts that relate to the production of creative ideas and the characteristics of the creative person are presented. In addition, the connection of creative thinking with education is made, the techniques (to promote creative thinking) that can be applied in kindergarten are described and the multifaceted role of the teacher at this promotion in class is investigated. Then the characteristics of a creative pupil are mentioned as well as the factors that cause difficulties at the development of creative thinking in classroom and some activities promoting the production of creative ideas in kindergarten are proposed. The investigation of the aspects of kindergarten teachers of Alexandroupolis is attempted by conducting “semi-constructed” interviews about the techniques they choose to apply in class in order to impel the children think creatively and the role they themselves have in this process. The interviews data show both, the great value of cultivation and promotion of creative thinking at preschool age children for their overall growth and the crucial role of the teacher for the achievement of this project. The findings of the research may be useful to preschool educators or other researchers. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να ερευνήσει τις τεχνικές που προάγουν τη δημιουργική σκέψη στο νηπιαγωγείο και το ρόλο της νηπιαγωγού στην παραπάνω διαδικασία. Παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της, οι παράγοντες που σχετίζονται με την παραγωγή δημιουργικών ιδεών και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του δημιουργικού ατόμου. Ακολούθως, γίνεται η σύνδεση δημιουργικής σκέψης με την εκπαίδευση, περιγράφονται αναλυτικά οι τεχνικές ανάπτυξης δημιουργικής σκέψης που μπορούν να εφαρμοστούν στο νηπιαγωγείο και εξετάζεται ο πολύπλευρος ρόλος που κατέχει η νηπιαγωγός κατά την προαγωγή της στην τάξη. Ακολουθεί η αναφορά στα χαρακτηριστικά ενός δημιουργικού μαθητή, οι παράγοντες που δυσχεραίνουν την ανάπτυξη της δημιουργικής σκέψης στη σχολική τάξη και προτείνονται δραστηριότητες που προάγουν την παραγωγή δημιουργικών ιδεών στο νηπιαγωγείο. Με τη διεξαγωγή ημι-δομημένων συνεντεύξεων, επιχειρείται η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών προσχολικής αγωγής της Αλεξανδρούπολης σχετικά με τις τεχνικές που επιλέγουν να εφαρμόζουν στην τάξη, προκειμένου να ωθήσουν τα νήπια στο να σκέφτονται δημιουργικά και το ρόλο που έχουν οι ίδιες κατά τη διαδικασία αυτή. Η ανάλυση των συνεντεύξεων δείχνει τη μεγάλη αξία που έχει για τα παιδιά προσχολικής ηλικίας η καλλιέργεια και η προαγωγή της δημιουργικής σκέψης τους για την ολόπλευρη ανάπτυξή τους, αλλά και ο καίριος ρόλος της νηπιαγωγού για την επίτευξη αυτού του εγχειρήματος. Οι διαπιστώσεις της παρούσας έρευνας ενδεχομένως να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς προσχολικής αγωγής και άλλους ερευνητές. 602 166 144 Exploration of the conceptual field of preschool education teachers regarding the social dimension of sustainability Διερεύνηση του εννοιολογικού πεδίου εκπαιδευτικών προσχολικής εκπαίδευσης για την κοινωνική διάσταση της αειφορίας The notion of sustainable development has proved to be really complicated, full of vagueness and unclear contradictions, since the early efforts made of forming a definition for this notion. The aim of this survey is to define the notions of kindergarten teachers in the prefecture of Kavala regarding sustainability and social sustainability, as well. The collection of data was carried out with the use of a questionnaire, which comprised three questions of an open-type. The analysis method used was the phenomenographical approach, through which an effort is being made by the above mentioned teachers to demonstrate the qualitatively different ways of comprehending sustainability – social sustainability as well as the way these are connected. As regards the findings of this survey, the notions of sustainability and social sustainability have proved to be not only complicated ones, including different aspects, but they have also proved to be notions with common connection points. Η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης, από της πρώτες προσπάθειες διατύπωσης ενός ορισμού (WCED, 1987) αποδείχθηκε εξαιρετικά πολύπλοκη, με ασάφειες και αντιφάσεις. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να προσδιορίσει τις αντιλήψεις των νηπιαγωγών του νομού Καβάλας σχετικά με την αειφορία και την κοινωνική αειφορία. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ερωτηματολογίου, το οποίο αποτελούνταν από τρεις ερωτήσεις ανοιχτού τύπου. Η μέθοδος ανάλυσης που χρησιμοποιήθηκε ήταν η φαινομενογραφική προσέγγιση, με βάση την οποία γίνεται προσπάθεια να αναδειχθούν οι ποιοτικά διαφορετικοί τρόποι κατανόησης της αειφορίας - της κοινωνικής αειφορίας καθώς και ο τρόπος σύνδεσής τους από τις νηπιαγωγούς του νομού Καβάλας. Αναφορικά με τα ευρήματα της έρευνας, οι έννοιες της αειφορίας και της κοινωνικής αειφορίας αναδύχθηκαν τόσο σε πολυσύνθετες έννοιες που περιλαμβάνουν διαφορετικές πτυχές όσο και σε έννοιες με κοινά σημεία σύνδεσης. 603 344 356 The Female Teacher in School Textbooks of Modern Greek Secondary Education, from 1985 until 2018 Η Γυναίκα Εκπαιδευτικός στα Σχολικά Εγχειρίδια του Μαθήματος των Νέων Ελληνικών της Δ/θμιας Εκπ/σης, από το 1985 έως το 2018 This study explores the issue of female educational presence, drawing on its theoretical basis from the historical record of international and Greek developments from the end of the Second World War to the present, as well as the corresponding post-war scientific and intellectual creation, which they play in writing and educating pupils. Also, from the postwar analytical programs and reforms in post-war education, the socio political conditions of the country at the same time, the study of school books and their typical characteristics, the school education of women to their full presence today in the socio-political and cultural but also the European dimension of education, as derived from the principle of subsidiarity, the Treaty of Maastricht (19 87) and the Treaty of Lisbon (2007). The subject of the survey was forty-two (42) schoolbooks of the Modern Greek Secretariat and the educational packages (Thematic Circles - Workshops) of Secondary Education, 1985-2018. The study utilized the method of qualitative research, concluding that in the material under investigation the presence of the female teacher was imperceptible, and where there was a slight and marginalized presence, the well known "mitus" of the gender stereotypical features was unfolded, while in her presentation as a protagonist , were newer texts (newspapers, curriculum vitae, student magazines and school announcements), which were mainly written in school textbooks from 2000 onwards. Also, they were characterized by the fact that most of them were textbooks, while KNL are lagging behind with more conservative presentations of female teachers. It is also noteworthy that this material remains the same as some revisions to the hand-books since 2006, with the then writing of textbooks on the basis of European education policy and the updating of the curriculums which, however, appear to have failed their expected contribution to promoting gender equality in the educational process and their absorption by students. Of course, there was a strong need to renew the con-tent of textbooks, and teachers' contribution as socio-ideological standards, to promote equality essentially. Η παρούσα μελέτη διερευνά το θέμα της γυναικείας εκπαιδευτικής παρουσίας, αντλώντας τα θεωρητικά της ερείσματα από την ιστορική καταγραφή των διεθνών και ελληνικών εξελίξεων , από το τέλος του Β‘ Παγκόσμιου πολέμου έως σήμερα, καθώς και την αντίστοιχη μεταπολεμική επιστημονική και πνευματική δημιουργία, γνωρίζοντας το ρόλο που αυτά παίζουν στη συγγραφή και στη διαπαιδαγώγηση- αγωγή των μαθητών/τριών. Επίσης, από τα Αναλυτικά Προγράμματα και τις Μεταρρυθμίσεις στο χώρο της Παιδείας Μεταπολεμικά, τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της χώρας την ίδια περίοδο, την έρευνα των σχολικών βιβλίων και των τυπικών χαρακτηριστικών τους, τη σχολική μόρφωση των γυναικών έως την πλήρη σημερινή παρουσία τους στα κοινωνικοπολιτικά και πολιτισμικά δρώμενα, αλλά και την ευρωπαϊκή διάσταση της εκπαίδευσης, όπως αυτή αντλείται από την "αρχή της επικουρικότητας", τη Συνθήκη του Μάαστριχ (1987) έως και τη Συνθήκη της Λισαβόνας (2007). Αντικείμενο της έρευνας αποτέλεσαν σαράντα δυο (42) σχολικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γραμματείας και διδακτικών πακέτων (Θεματικοί Κύκλοι -Τετράδια Εργασιών), Δ/θμιας Εκπ/σης, της χρονικής περιόδου 1985-2018. Η μελέτη αξιοποίησε τη μέθοδο της ποιοτικής έρευνας, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι στο υπό έρευνα υλικό ήταν ανεπαίσθητη η παρουσία της γυναίκας εκ-παιδευτικού και όπου υπήρχε ισχνή και περιθωριοποιημένη παρουσία της, ξετυλιγόταν ο γνωστός "μίτος" των έμφυλων στερεοτυπικών χαρακτηριστικών, ενώ σε όσα παρουσιαζόταν ως πρωταγωνίστρια, ήταν νεότερα κείμενα (εφημερίδες, βιογραφικά σημειώματα, μαθητικά περιοδικά και σχολικές ανακοινώσεις), που ανθολογούνταν κυρίως, σε σχολικά εγχειρίδια από το 2000 και εξής. Επίσης, χαρακτηριστικό τους ήταν ότι στην πλειοψηφία τους ήταν γλωσσικά εγχειρίδια, ενώ τα Κ.Ν.Λ., υστερούν ως προς τα παραπάνω στοιχεία με πιο συντηρητικές παρουσιάσεις γυναικών εκπαιδευτικών. Αξιοσημείωτο επιπρόσθετα, είναι το γεγονός πως το ανθολογούμενο υλικό παραμένει ίδιο με κάποιες αναθεωρήσεις των εγχειριδίων από το 2006,με την τότε συγγραφή εγχειριδίων βάσει της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής και την ανανέωση των Αναλυτικών Προγραμμάτων που φαίνεται όμως, δεν κατάφεραν την αναμενόμενη συμβολή τους στην προαγωγή της ισότητας των δυο φύλων στην εκπαιδευτική διαδικασία και την απορρόφηση τους από τους μαθητές/τριες. Φυσικά, παρουσιάστηκε έντονα η ανάγκη της ανανέωσης του περιεχομένου των σχολικών εγχειριδίων, και της συμβολής των εκπαιδευτικών ως φορείς κοινωνικοϊδεολογικών προ-τύπων, για την προώθηση της ισότητας ουσιαστικά. 604 161 162 Approaching negative numbers in the last three years of elementary school Προσεγγίζοντας τους αρνητικούς αριθμούς στις τρεις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου Negative numbers appeared in Mathematics since the Roman time, as a result of practical needs of people of that era. Today, are widely used in daily activities and this is why more and more countries include them in the curriculum of primary education. According to the "New Curriculum for Mathematics in Compulsory Education"', something similar is going to happen in our country. The present report examines the suitability and the possible effects of the introduction of integers (meaning and addition and subtraction with integers) in the last three years of elementary school. The data were collected through an instructional intervention adopting constructivist practices and held in six classes (one of the 4th , two of 5th and three of the 6th grades respectively). The results are in support of the introduction of integers in primary education, as the learning outcomes for the students predominated quantitatively and qualitatively over their difficulties. Οι αρνητικοί αριθμοί εμφανίστηκαν στη μαθηματική επιστήμη ήδη από την ρωμαϊκή εποχή, ως αποτέλεσμα πρακτικών αναγκών των ανθρώπων της εποχής. Σήμερα, χρησιμοποιούνται ευρέως σε καθημερινές δραστηριότητες και γι’ αυτόν τον λόγο, όλο και περισσότερες χώρες τους εντάσσουν στην ύλη της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σύμφωνα με το «Νέο Πρόγραμμα Σπουδών για τα Μαθηματικά στην Υποχρεωτική Εκπαίδευση», κάτι αντίστοιχο πρόκειται να συμβεί και στη χώρα μας. Η παρούσα εργασία εξετάζει την καταλληλότητα και τα ενδεχόμενα αποτελέσματα της εισαγωγής των ακεραίων αριθμών (έννοια και πράξεις πρόσθεσης και αφαίρεσης με ακεραίους) στις τρεις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσα από μια διδακτική παρέμβαση που υιοθέτησε κονστρουκιβιστικές πρακτικές και πραγματοποιήθηκε σε έξι τμήματα (ένα της Δ΄, δύο της Ε΄ και τρία της ΣΤ΄). Τα αποτελέσματα της ανάλυσης των δεδομένων ενισχύουν την άποψη για την εισαγωγή των ακεραίων στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς τα μαθησιακά επιτεύγματα των μαθητών υπερίσχυσαν ποσοτικά και ποιοτικά έναντι των δυσκολιών τους. 605 234 242 Industries--Environmental aspects--Government policy--European Union countries Το νομοθετικό πλαίσιο για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των βιομηχανιών This thesis deals with the examination of the legislative framework for the environmental permitting of industries in Greek and European legislation. This study starts from the recording of the legal framework in force in the Greek legal order. More specifically, reference is made to Law 1650/1986, as amended, under Law 3010/2002. The following is a detailed description of Law 4014/2011, which redefined the institutional framework for the environmental licensing of projects and activities as well as the system of environmental audits, in particular by amending the provisions of Law 1650/1986. Furthermore, Law 4042/2012, which deals with the criminal environmental protection, is also analyzed. Subsequently, the European directives on the environmental permittng of industries are analyzed. In particular, reference is made to Directive 85/337 EC, which regulates the environmental impact assessment procedure, which identifies and evaluates the environmental impact of a project in view of the decision to implement it. In addition, Directive 97/11 EC, which amended Directive 85/337 EC is analyzed and the same is done for Directive 96/61 EC, which establishes the general framework for integrated pollution prevention and control, and falls within its scope more important industrial facilities. The work concludes with summarizing the main conclusions of the present study and with proposing the effectiveness of the environmental licensing of industrial installations, as well as with the presentation of court rulings on the environmental licensing of industries. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία πραγματεύεται την εξέταση του νομοθετικού πλαισίου για την περιβαλλοντική αδειοδότηση των βιομηχανιών τόσο στην ελληνική όσο και στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η εν λόγω μελέτη εκκινεί από την καταγραφή του νομοθετικού πλαισίου που ισχύει στην ελληνική έννομη τάξη. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στο νόμο 1650/1986, όπως αυτός τροποποιήθηκε, δυνάμει του νόμου 3010/2002. Στη συνέχεια γίνεται λεπτομερής περιγραφή του ν. 4014/2011, με τον οποίο επανακαθορίστηκε το θεσμικό πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των έργων και δραστηριοτήτων, καθώς και το σύστημα περιβαλλοντικών ελέγχων, ιδίως με την τροποποίηση διατάξεων του ν. 1650/1986. Περαιτέρω, αναλύεται και ο νόμος 4042/2012, που αφορά την ποινική προστασία του περιβάλλοντος. Εν συνεχεία, αναλύονται οι ευρωπαϊκές οδηγίες, που αφορούν την περιβαλλοντική αδειοδότηση των βιομηχανιών. Ειδικότερα, γίνεται αναφορά στην οδηγία 85/337 ΕΚ, που ρυθμίζει τη διαδικασία εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων, με την οποία διαπιστώνονται και αξιολογούνται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ενός έργου εν όψει της απόφασης για την υλοποίησή του. Επιπρόσθετα, αναλύεται η οδηγία 97/11 ΕΚ, που τροποποίησε την οδηγία 85/337 ΕΚ, καθώς και η οδηγία 96/61 ΕΚ, η οποία θεσπίζει το γενικό πλαίσιο για την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης, εντάσσοντας στο πεδίο εφαρμογής της τις πιο σημαντικές βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Η εργασία ολοκληρώνεται με τη σύνοψη των κυριότερων συμπερασμάτων της παρούσας μελέτης και με την υποβολή προτάσεων για την αποτελεσματικότητα της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των βιομηχανικών εγκαταστάσεων, καθώς και με την παρουσίαση δικαστικών αποφάσεων, που άπτονται της περιβαλλοντικής αδειοδότησης των βιομηχανιών. 606 291 269 Εκτίμηση της φωνολογικής εργαζόμενης μνήμης σε εκπαιδευτικά πλαίσια: The phonological working memory has been linked to many aspects of the language development of children. Previous research has shown the relationship between the phonological working memory and the development of a child’s vocabulary and most importantly it has indicated its value in order to evaluate the development of the vocabulary. The non-word repetition is used as a method to measure the phonological working memory and through it the development of the vocabulary is researched. The objective of this study is to firstly, create a new way of evaluating the phonological working memory that can be given in groups to schools, which will be less time consuming for the teacher and more interesting for the children and secondly, to research a possible relationship between the phonological working memory and the development of a child’s vocabulary. For the purposes of the study 21 children aged 7-9 participated. 15 children took part in two different tests: (a) the non-word repetition test which has been used by many researchers in order to measure the phonological memory (b) the concise team test which the present study proposes. The rest of the children participated in one of the two tests. The results of the test are presented in relation to the ability of the children to repeat the non words at each age and also in relation to their marks in the two tests. In general, all the children responded positively to the test and there was a strong similarity between the individual and group test. The results are of course discussed in detail in comparison with previous research and results of other studies. Finally, the future use of the test in order to evaluate the phonological working memory in a school context is pointed out Η φωνολογική εργαζόμενη μνήμη (ΦΕΜ), όπως εκτιμάται μέσω της δοκιμασίας επανάληψης ψευδολέξεων, έχει συσχετιστεί με πολλές διαστάσεις της γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών. Παλαιότερες έρευνες έχουν καταδείξει την συσχέτιση της φωνολογικής εργαζόμενης μνήμης με την ανάπτυξη λεξιλογίου καθώς και τη σπουδαιότητα της για την αξιολόγηση της ανάπτυξης αυτής για ένα υγιή λόγο στα παιδιά. Η επανάληψη των ψευδολέξεων χρησιμοποιείται ως μέθοδο μέτρησης της ΦΕΜ και, μέσω αυτής, διερευνάται η ανάπτυξη του λεξιλογίου. Στόχος της παρούσας μελέτης είναι αφενός η δημιουργία ενός εναλλακτικού τρόπου αξιολόγησης της φωνολογικής εργαζόμενης μνήμης που θα μπορεί να χορηγηθεί ομαδικά σε σχολικά πλαίσια, που θα είναι λιγότερο χρονοβόρο για τον εκπαιδευτικό και περισσότερο ενδιαφέρον για τα παιδιά, και αφετέρου να διερευνήσει τυχόν συσχέτιση της φωνολογικής εργαζόμενης μνήμης με την ανάπτυξη του λεξιλογίου των παιδιών. Για τις ανάγκες της έρευνας, 21 παιδιά ηλικίας 7-9 ετών συμμετείχαν στην έρευνα. Δεκαπέντε παιδιά έλαβαν μέρος σε δύο διαφορετικές δοκιμασίες: (α) την δοκιμασία επανάληψης ψευδολέξεων που έχει αναπτυχθεί και χρησιμοποιείται συστηματικά από άλλους ερευνητές για την εκτίμηση της ΦΕΜ και (β) στη συνοπτική ομαδική δοκιμασία που προτείνουμε. Τα υπόλοιπα παιδιά συμμετείχαν σε μια από τις δύο δοκιμασίες. Παρουσιάζονται αποτελέσματα σχετικά με την ικανότητα επανάληψης ψευδολέξεων από τα παιδιά και ανά ηλικία, αλλά και σχετικά με τη συσχέτιση μεταξύ των βαθμολογιών τους στις δύο δοκιμασίες. Σε γενικές γραμμές, τα παιδιά ανταποκρίθηκαν και στις δύο δοκιμασίες επαρκώς και υπήρξε μεγάλη συσχέτιση ανάμεσα στην ατομική και στην ομαδική διαδικασία. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με πορίσματα προγενέστερων μελετών, αλλά και με την δυνατότητα μελλοντικής χρήσης της συνοπτικής δοκιμασίας για την αξιολόγηση της ΦΕΜ σε σχολικά πλαίσια 607 179 169 Algebraic hyperstructures on the plane: τhe case of P-hyperstructures This dissertation, in its main part, aims at the algebraic study of the P-hyperstructures and on the other hand at their visualization on the plane, using the Geogebra Dynamic Geometry Software. This study is conducted, introducing three hyperoperations and focuses on the documentation of the type of each hyperstructure, the unit and inverse elements and the Join Space structure, wherever it exists. Specifically, the algebraic and mainly the geometric proof is exploited, since, Geometry or Linear Algebra in a 2-dimensional real vector space, with their continuous references to fundamental intuitively comprehensible principles, are tools of teaching and educational value. Furthermore, through interviews and a test, an empirical research took place in the spring of 2017, concerning the way the concepts of operation and hyperoperation are approached by first- year and final- year students of Primary Education School, which revealed several difficulties. In relation to these, conclusions have been drawn that promote their previous knowledge and experiences as important and examine the role of mental maturity in relation to their performance Η παρούσα διπλωματική εργασία στο κεντρικό μέρος της στοχεύει αφ’ενός στην αλγεβρική μελέτη των Ρ-υπερδομών και αφ’ετέρου στη γραφική αναπαράσταση αυτών στο επίπεδο με τη βοήθεια του Λογισμικού Δυναμικής Γεωμετρίας Geogebra. Η μελέτη αυτή γίνεται με τη χρήση τριών υπεπράξεων και εστιάζει στην τεκμηρίωση του είδους κάθε υπερδομής, των αντίστροφων και ουδέτερων στοιχείων της καθώς και της δομής Join Space, όπου υπάρχει. Συγκεκριμένα, αξιοποιείται η αλγεβρική και κυρίως η γεωμετρική απόδειξη, αφού η Γεωμετρία ή η Γραμμική Άλγεβρα σε ένα δισδιάστατο πραγματικό διανυσματικό χώρο, με τις συνεχείς αναφορές τους σε θεμελιώδεις διαισθητικά κατανοητές αρχές, αποτελούν εργαλεία διδακτικής και εκπαιδευτικής αξίας. Παράλληλα, μέσω συνεντεύξεων και ενός τεστ, πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 2017, εμπερική έρευνα, σχετικά με τον τρόπο που οι έννοιες της πράξης και της υπερπράξης προσεγγίζονται από πρωτοετείς και τελειόφοιτους φοιτητές Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, η οποία ανέδειξε αρκετές δυσκολίες. Σχετικά με αυτές, προέκυψαν συμπεράσματα που προάγουν ως σημαντικά στοιχεία τις προηγούμενες γνώσεις και εμπειρίες τους και εξετάζουν τον ρόλο της νοητικής ωριμότητας σε σχέση με τις επιδόσεις τους 608 189 225 που βρισκόμαστε σήμερα και ποια τα ζητήματα βιοηθικής διάστασης που προκύπτουν. Cross-border reproductive care (CBRC) is a rapidly growing pheno-menon with various moral extensions. In order to break down the complicated ethical dilemmas and bioethical considerations of CBRC, the moral aspects of Medical Tourism and Fertility Treatment must be examined as well, as they are considered as groundwork for the specific ethical questioning in CBRC. Many questions arise about patient’s autonomy, justice, equity and safety while patient’s rights mostly cont-ravene origin country’s legislation and often interfere with destination country’s population rights, while implications to national healthcare systems are also occurring. Knowledge in Genetic Science proceeds straight forward and poses great challenges in managing CBRC timely to avoid potential harm to all parties. Therefore, scientists involved agree that the phenomenon is of a multifaceted nature and should be ana-lyzed as such with respect to the different options available on all dime-nsions. Additionally, more reliable data must be registered, while harmonization of legislation could hardly be achieved - rather it could be possible to agree in globally accepted guidelines and basic principles. Undoubtedly, liberalization of national law in combination with wide range reimbursement in fertility treatment could reduce the pressure for CBRC. Η εκτός συνόρων μετακίνηση για αναπαραγωγική φροντίδα αποτελεί ραγδαία αναπτυσσόμενο φαινόμενο με πολλές ηθικές προεκτάσεις. Για να κατανοήσει κανείς τον ιδιαίτερο προβληματισμό πρέπει να γνω-ρίζει τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν στον ιατρικό τουρισμό και στην ιατρικά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, καθώς τα ηθικά και βιο-ηθικά διλήμματα στην εκτός συνόρων ΙΥΑ προκύπτουν περισσότερο περίπλοκα αλλά ως συνέχεια και συνδυασμός των δύο αυτών τομέων. Ανακύπτουν πλείστα θέματα σχετικά με την αυτονομία, την ασφάλεια και την ισότιμη πρόσβαση τόσο των ενδιαφερόμενων όσο όμως και του πληθυσμού στις χώρες προορισμού ενώ ταυτόχρονα τα εθνικά συστήματα υγείας επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό. Η γνώση στη γενε-τική επιστήμη πολλαπλασιάζεται με γρήγορους ρυθμούς, θέτοντας μεγάλες προκλήσεις στην έγκαιρη διαχείριση του φαινομένου, ώστε να αποφευχθούν πιθανές αρνητικές συνέπειες σε όλους τους εμπλεκό-μενους. Έτσι, οι επιστήμονες συμφωνούν ότι το φαινόμενο της αναζή-τησης εκτός συνόρων υπηρεσιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μονοδιάστατα γιατί περικλείει πολλές και συχνά εκ διαμέτρου αντίθετες ανάγκες και δεδομένα. Ακόμη παρα-τηρείται έλλειψη καταγεγραμμένων στοιχείων και ανάγκη συστημα-τικής καταγραφής, Επιπρόσθετα, η εναρμόνιση των κρατικών νομο-θεσιών θεωρείται αδύνατο να επιτευχθεί - ως περισσότερο εφικτή προτείνεται η θέσπιση κοινά αποδεκτών βασικών αρχών και κατευ-θυντήριων γραμμών - και είναι κοινά αποδεκτό ότι μία καλά ρυθμι-σμένη και προοδευτική νομοθεσία σε συνδυασμό με ευρεία αποζη-μίωση από τους ασφαλιστικούς φορείς μπορεί να μειώσει την ανάγκη διασυνοριακής μετακίνησης για ΙΥΑ 609 259 297 results from a systematic search in 4-dimensional Ramachandran space αποτελέσματα από μία συστηματική έρευνα στον τετραδιάστατο χώρο Ramachandran” The various secondary structure elements in proteins, are formed by amino acid residues that share similar backbone dihedral angle values. Each residue has a limited range of φ,ψ angles, due to steric hindrance of the side chain. We can easily depict the value range of φ,ψ angles of all residues in 2-dimensional space, as a Ramachandran distribution, and distinguish three major, highly-populated regions, that correspond to each of the known secondary structure elements. The typical assumption on protein structure, is that most of the secondary structure elements are characterised by a specific hydrogen bond pattern, and repeating φ,ψ angles. Our research focuses on tracing and describing motifs in protein structure, which are formed of consecutive residues that do not have repeating φ,ψ angle values, but two distinct φ,ψ values alternating between any two residues. Viewing such motifs in a Ramachandran plot, we can see the residues occupying two different regions alternately. An example of a hypothetical model is five continuous transitions between the β-sheet and aL-helix regions. In order to evaluate this hypothesis, we performed a series of in silico studies in a large dataset of protein molecules. We developed a probabilistic algorithm to cull and score structures that follow motifs like the one described above, using as data, X-ray solved protein structures from the Protein Data Bank. Furthermore, a UPGMA clustering algorithm was used to group the potential structures that follow the pattern, and characterise them. Our current results show that such motifs occur in proteins a significant extent. Τα διάφορα στοιχεία δευτεροταγούς δομής στις πρωτεΐνες, σχηματίζονται από αμινοξικά κατάλοιπα με παρόμοιες τιμές δίεδρων γωνιών (φ,ψ) στην κεντρική τους αλυσίδα. Κάθε κατάλοιπο μπορεί να λάβει τιμές γωνιών φ,ψ περιορισμένου εύρους, λόγω στερεοχημικής παρεμπόδισης από την πλευρική αλυσίδα. Μπορούμε έυκολα να απεικονίσουμε το εύρος τιμών των γωνιών φ,ψ όλων των αμινοξέων, σε ένα δισδιάστατο επίπεδο, γνωστό και ως διάγραμμα Ramachandran. Διακρίνουμε τρεις περιοχές όπου εμφανίζονται αμινοξέα με μεγάλη συχνότητα. Καθεμία από τις περιοχές αυτές αντιστοιχεί σε ένα μοτίβο δευτεροταγούς δομής και αντικατοπτρίζει το επιτρεπτό εύρος τιμών των γωνιών φ,ψ. Η γενική θεώρηση επάνω στις δομές πρωτεϊνών, περιγράφει ότι τα στοιχεία δευτεροταγούς δομής χαρακτηρίζονται από ένα συγκεκριμένο μοτίβο δεσμών υδρογόνου, καθώς επίσης και από επαναλαμβανόμενες τιμές φ,ψ. Η έρευνα μας επικεντρώνεται στον εντοπισμό και την περιγραφή δομικών μοτίβων, τα οποία σχηματίζονται από γειτονικά αμινοξικά κατάλοιπα τα οποία δεν έχουν επαναλαμβανόμενες τιμές φ,ψ, αλλά δύο διαφορετικά εύρη τιμών, εναλλασσόμενα, μεταξύ δύο οποιωνδήποτε καταλοίπων. Απεικονίζοντας τέτοια μοτίβα σε ένα διάγραμμα Ramachandran, βλέπουμε τα κατάλοιπα να καταλαμβάνουν εναλλάξ, δύο διαφορετικές περιοχές. Ένα παράδειγμα του υποθετικού μας μοντέλου, είναι ένα μοτίβο πέντε καταλοίπων, τα οποία μεταπίπτουν μεταξύ των περιοχών των ^-πτυχωτών φύλλων και των αριστερόστροφων α-ελίκων. Για την επαλήθευση της υπόθεσης μας, πραγματοποιήσαμε μία σειρά in silico μελετών σε ένα μεγάλο δείγμα πρωτεϊνικών μορίων. Αναπτύξαμε έναν πιθανοτικό αλγόριθμο ο οποίος επιλέγει δομές που πιθανόν ακολουθούν ένα μοτίβο όπως το προαναφερθέν, και τις βαθμολογεί ανάλογα με την πιστοτητά τους σε αυτό. Ο αλγόριθμος χρησιμοποιεί ως δεδομένα αληθινές δομές, λυμένες με κρυσταλλογραφία ακτίνων Χ, απο την βάση δεδομένων PDB (Protein Data Bank). Επιπλέον, για την ομαδοποίηση και τον ευκολότερο χαρακτηρισμό των δομών που βρέθηκαν, χρησιμοποιήθηκε ένας UPGMA αλγόριθμος ομαδοποίησης. Τα τρέχοντα αποτελέσματα των υπολογισμών, δείχνουν ότι μοτίβα τέτοιου είδους απαντώνται σε πρωτεΐνες, σε σημαντικό βαθμό. 610 354 267 Primary-School teachers’ and undergraduate Students’ of Pedagogy views on the role of Religion in the modern Greek School Οι απόψεις Εκπαιδευτικών και Φοιτητών Παιδαγωγικών Τμημάτων για τη Θέση της Θρησκείας στο σύγχρονο ελληνικό σχολείο Since September 11th 2001 and the terrorist attacks across Europe, the dangers arising from religious isolation and confrontation and the instrumentalisation of religion for political purposes have become clear to the wider public and Religion has been propelled into public debate. Moreover, due to the influx of immigrants and refugees into the European countries, the European societies are growing more and more diverse and thus the promotion of mutual understanding, tolerance and respect amongst European citizens is seen as highly important, even though cultural and religious diversity is not a new phenomenon in Europe. In this developing context, the high importance of teaching about religions and religious beliefs in public education has become imperative. Schools, the par excellence institutions of modernity, have long been an area where forces of secularism and religion have confronted each other; thus, representing an interesting example of the peculiar coexistence between religion and secularity, between tradition and modernization. The awareness of religion in education both as a potential of conflict as well as dialogue prompted the current research effort. This paper intends to examine the views of primary school teachers and undergraduate students of Primary Education on religion, religious diversity and the perspectives of dialogue in education. The first part, the theoretical, presents the historical course of the relationship between the two institutions, the Church and the State, which shaped the modern educational systems. It also presents the secularization process of sixteen member States of the European Union in conjunction with the educational provision of Religious Education. The distinction was made according to the way the Church-State relationship is defined in the Constitution of each country: countries that support one Church, countries with quasi-separation between Church and State, countries with a pure secularist model and countries with an established state-Church. In the second part of the work, the empirical, questionnaires were used to investigate primary school teachers’ and undergraduate students’ of Education attitudes to religion and religion diversity. The research findings can be useful for primary school teachers and other researchers Η παρουσία της Θρησκείας στη δημόσια σφαίρα έχει αναζωπυρωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, ιδίως μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στη Νέα Υόρκη το 2001. Οι κίνδυνοι που προέρχονται από τη θρησκευτική απομόνωση και τη χειραγώγηση της Θρησκείας για πολιτικούς σκοπούς έχουν πλέον γίνει ξεκάθαροι στο ευρύ κοινό. Οι μεγάλες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκαναν επιτακτική την ανάγκη για την εκ νέου κατανόηση της Θρησκείας. Η Θρησκευτική Εκπαίδευση στο δημόσιο σχολείο μπορεί να λειτουργήσει ως ανατρεπτικός παράγοντας στη χειραγώγηση των όποιων θρησκευτικών διαφορών για την αποφυγή συγκρούσεων. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και των φοιτητών Παιδαγωγικών Τμημάτων για τη Θρησκεία, τη θρησκευτική ποικιλομορφία και τις προοπτικές διαλόγου στην Εκπαίδευση. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, παρουσιάζεται η ιστορική πορεία της σχέσης των δύο θεσμών, της Εκκλησίας και του Κράτους, που διαμόρφωσαν το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Επίσης παρουσιάζονται οι πρακτικές δεκαέξι κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής, αναφορικά με το ζήτημα της εκκοσμίκευσης του Κράτους και της εκπαιδευτικής πολιτικής που αφορά στην εκπαίδευση περί θρησκείας, τα οποία διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο που προσδιορίζεται η σχέση Εκκλησίας και Κράτους στο εκάστοτε Σύνταγμα: κράτη που ενισχύουν μία Εκκλησία, κράτη με σχετικό διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους, κράτη με πλήρη διαχωρισμό και κράτη με αναγνωρισμένη επίσημη θρησκεία. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω ερωτηματολογίων οι απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και φοιτητών Παιδαγωγικών Τμημάτων για τη θέση της Θρησκείας στην Εκπαίδευση. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλους ερευνητές. 611 12 13 Η σχέση μεταξύ γνωστικής επίδοσης, μεταγνωστικής ενημερότητας και νοημοσύνης κατά τη σχολική ηλικία The relation between cognitive achievement, metacognitive awareness and intelligence during school age 612 224 201 In the present work, an attempt is made by me to present in detail, based on the legislation regarding drinking water, the basic concepts and characteristics of a water distribution network of a city, the problems that may arise in terms of quality and quantity in such a network. as well as the ways of dealing with them, either with immediate interventions or with preventive maintenance. At the same time, I chose to bring as an example of application of all the above the water distribution network of the city of Xanthi and methods and solutions are proposed for its proper operation and preventive maintenance to ensure sufficient quantity and good quality water to consumers. All of the above are directly related to the implementation of the relevant legislation for the better operation of the distribution networks, the best available techniques that can be applied, but also the modernization of the networks in terms of monitoring and preventive maintenance. The work was based on bibliographic sources from which both the legislation and the know-how of the water supply systems of a city were drawn, while at the same time the problems, the ways of dealing with them, as well as the modern network monitoring systems were scientifically and with examples from studies an analysis was made of what led to some results and conclusions. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια από μέρους μου να παρουσιάσω διεξοδικά βάσει της νομοθεσίας που αφορά το πόσιμο νερό, τις βασικές έννοιες και τα χαρακτηριστικά ενός δικτύου διανομής νερού μιας πόλης, τα προβλήματα που μπορεί να προκύψουν σε ποιοτικό αλλά και ποσοτικό επίπεδο σε ένα τέτοιο δίκτυο καθώς και τους τρόπους αντιμετώπισης τους, είτε με άμεσες επεμβάσεις, είτε με προληπτική συντήρηση. Παράλληλα, επέλεξα να φέρω ως παράδειγμα εφαρμογής όλων των παραπάνω το δίκτυο διανομής νερού της πόλης της Ξάνθης και προτείνονται μέθοδοι και λύσεις για την εύρυθμη λειτουργία του και την προληπτική συντήρηση του ώστε να διασφαλίζεται επαρκής ποσότητα και καλής ποιότητας νερό στους καταναλωτές. Όλα τα προαναφερόμενα συσχετίζονται άμεσα με την εφαρμογή της ανάλογης νομοθεσίας για την καλύτερη λειτουργία των δικτύων διανομής, τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές που μπορούν να εφαρμοστούν, αλλά και τον εκσυγχρονισμό των δικτύων σε επίπεδο παρακολούθησης και προληπτικής συντήρησης . Η εργασία βασίστηκε σε βιβλιογραφικές πηγές από τις οποίες αντλήθηκε τόσο η νομοθεσία όσο και η τεχνογνωσία των συστημάτων υδροδότησης μιας πόλης, ενώ παράλληλα τεκμηριώθηκαν επιστημονικά και με παραδείγματα από μελέτες τα προβλήματα, οι τρόποι αντιμετώπισης τους, καθώς και τα σύγχρονα συστήματα παρακολούθησης των δικτύων, ενώ έγινε ανάλυση αυτών που οδήγησε σε κάποια αποτελέσματα και συμπεράσματα. 613 253 239 Design and development of software for teaching elementary statistics in the upper grades of the primary school Σχεδιασμός και ανάπτυξη λογισμικού για τη διδασκαλία στοιχείων στατιστικής στις τελευταίες τάξεις του δημοτικού In modern days, people constantly get in touch with the implications and the consequences of statistics either individual or social level. Consequently, in recent years there is an international development in the statistical literacy and a remarkable reform in the curriculum of mathematics. Specifically, in our country, this change is taking place with the introduction of new Analytical Program of Studies (2011) in the subject of mathematics, where the statistic has a special place. The main purpose of the aforementioned program of studies is the development of the student’s and willing citizen’s capacity to evaluate critically information, draw conclusions and take decisions under uncertain conditions. Moreover, the use of Information and Communication Technologies (ICT) in the classroom composes a new relatively element in all educational levels. However, the use of ICT aims to familiarize students with the technology, by training and encouraging constructive learning. Based on the above-mentioned theory, it has been recognized the necessity of a new educational software development, which is based on the concepts of stochastic mathematics in the fifth and sixth class of the elementary school. To this point, this dissertation deals with the design of educational software according to the stochastic mathematic in the two last classes of the elementary school. The methods of this software design was based the bibliography relating with the teaching of mathematics, mainly with stochastic mathematics and the use of Information and Communication Technologies in education Στην καθημερινή τους ζωή ,οι άνθρωποι έρχονται συνεχώς σε επαφή με τις χρήσεις και τις επιπτώσεις της στατιστικής είτε σε ατομικό είτε σε κοινωνικό επίπεδο. Με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να υπάρξει διεθνής ανάπτυξη του Στατιστικού γραμματισμού και αξιοσημείωτη μεταρρύθμιση στα αναλυτικά προγράμματα σπουδών των μαθηματικών. Πιο συγκεκριμένα στη χώρα μας αυτή η αλλαγή συντελείται με την εισαγωγή του νέου Αναλυτικού Προγράμματος Σπουδών των μαθηματικών (Α.Π.Σ, 2011), στο οποίο η στατιστική κατέχει ιδιαίτερη θέση. Βασικός στόχος του είναι η ανάπτυξη της ικανότητας του μαθητή και του μελλοντικού πολίτη, να αξιολογεί κριτικά πληροφορίες, να εξάγει συμπεράσματα και να λαμβάνει αποφάσεις κάτω από αβέβαιες συνθήκες. Εν συνεχεία, ένα σχετικά νέο στοιχείο σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι η χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στην τάξη. Ωστόσο η χρήση του ΤΠΕ στην τάξη στοχεύει στην εξοικείωση των μαθητών με την τεχνολογία, μέσω της εξάσκησης και της ενθάρρυνση τους για εποικοδομητική μάθηση. Με βάση τα παραπάνω αναγνωρίστηκε η αναγκαιότητα για τη δημιουργία και εξέλιξη ενός νέου λογισμικό, το οποίο βασίστηκε στις έννοιες των στοχαστικών μαθηματικών της Ε΄ και ΣΤ’ Δημοτικού. Συνεπώς, στην παρούσα πτυχιακή εργασία δημιουργήθηκε ένα λογισμικό διερεύνησης των στοχαστικών μαθηματικών για τις δυο τελευταίες τάξεις του Δημοτικού. Για την υλοποίησή του βασιστήκαμε στην βιβλιογραφία σχετικά με τη διδασκαλία των μαθηματικών, κυρίως των στοχαστικών μαθηματικών και τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας στην εκπαίδευση 614 252 371 Exploring the perceptions of primary education executives in Greece about the role that modern school can play in promoting education for the environment and the sustainability Διερεύνηση των αντιλήψεων στελεχών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα σχετικά με τον ρόλο του σύγχρονου σχολείου στην προαγωγή της εκπαίδευσης για το περιβάλλον και την αειφορία This dissertation, having as a guide the principles of Education for the Environment and the Sustainability, aims to identify, research and study the role that modern school can play in promoting education for the environment and the sustainability , through the perceptions of primary education executives. The theoretical part presents the concepts of sustainability, sustainable development, the framework of education for the environment and the sustainability, as well as management issues of a sustainable school. As data collection tool was used interview. Individual interviews were conducted to collect the research material. Forty (40) primary education executives from the eastern Macedonia and Thrace region, especially from the Evros and Rodopi Prefectures participated in this research. The main research questions formulated the following five (5) axes: (1) sustainability and sustainable development, (2) sustainable school, (3) education for the environment and the sustainability, (4) management and sustainability, (5) school and local collaboration. Subsequently, on the basis of these axes the corresponding criteria were constituted and twenty-four questions were formulated, which are the guide of the interview. From the analysis of the research results emerge specific characteristics that a school should have in order to promote education for the environment and the sustainability. It is also crucial for the primary education executives to achieve “sustainable literacy” in order to promote effectively education for the environment and the sustainability in schools. Η παρούσα διδακτορική διατριβή έχει ως στόχο να διερευνήσει τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει το σύγχρονο σχολείο στην προαγωγή της εκπαίδευσης για το περιβάλλον και την αειφορία, μέσα από τις απόψεις στελεχών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στο θεωρητικό μέρος παρουσιάζονται οι έννοιες και η προβληματική της αειφορίας και της αειφόρου ανάπτυξης, το πλαίσιο της εκπαίδευσης για την αειφορία, όπως επίσης και θέματα διοίκησης ενός αειφόρου σχολείου. Κεντρικό ρόλο στην ερευνητική διαδικασία κατέχει η επιλογή της ποιοτικής έρευνας. Για τη συλλογή του υλικού διενεργήθηκαν ατομικές προσωπικές συνεντεύξεις, ώστε να διερευνηθούν οι απόψεις και οι στάσεις των συμμετεχόντων. Στην έρευνα έλαβαν μέρος σαράντα (40) στελέχη πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από την Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και τους Νομούς Έβρου και Ροδόπης. Ως εργαλείο συλλογής δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ημι-δομημένη συνέντευξη με δέκα ανοιχτά ερευνητικά ερωτήματα που οδήγησαν σε πέντε άξονες: (1) αειφορία-αειφόρος ανάπτυξη, (2) αειφόρο σχολείο, (3) εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία, (4) διοίκηση και αειφορία, (5) συνεργασία σχολείου και τοπικής κοινότητας. Στη συνέχεια συγκροτήθηκαν τα αντίστοιχα κριτήρια και διατυπώθηκαν είκοσι τέσσερα ερωτήματα, στα οποία κλήθηκαν οι ερωτώμενοι να απαντήσουν. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας αναδεικνύει ότι ένα σχολείο με στόχο την προαγωγή της εκπαίδευσης για την αειφορία έχει ως προσδόκιμα χαρακτηριστικά: τη σχολική ηγεσία που αξιοποιεί τις αειφόρες πρακτικές, τις βιωματικές διαδικασίες μάθησης, την ενσωμάτωση της εκπαίδευσης για την αειφορία σε όλες τις μαθησιακές περιοχές του αναλυτικού προγράμματος, τη συμμετοχή όλου του σχολείου στην εκπόνηση και υλοποίηση αντίστοιχων προγραμμάτων, τη δημιουργία εταιρικών σχέσεων, την αύξηση των χώρων πρασίνου, τη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος του σχολείου και τέλος την αξιολόγηση των διαδικασιών που υλοποιήθηκαν. Η εμπειρία της παρούσας ερευνητικής προσπάθειας επιβεβαίωσε ότι η επίτευξη "αειφορικού αλφαβητισμού" αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα, καθώς οι εκπαιδευτικοί και τα στελέχη εκπαίδευσης αποκτούν τα χαρακτηριστικά του "αειφορικού εγγραμματισμού", για να προωθήσουν αποτελεσματικά την εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία στα σχολεία. Τέλος, επισημαίνεται ότι, αν και το 2011, στο πλαίσιο του «Νέου Σχολείου» καταρτίστηκε οδηγός εφαρμογής του διδακτικού μαθησιακού πεδίου που αφορά την εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία, φαίνεται ότι το περιεχόμενο αυτού του οδηγού δεν είναι γνωστό στα Στελέχη εκπαίδευσης. 615 328 321 Intelligence is the ability of somebody to learn or understand from experience, to acquire and maintain knowledge and to use this ability to solve problems. The belief that most people have different abilities that are considered to be part of a general intelligence led to the creation of Intelligence Quotient (IQ) test by Alfred Binet in the early 1900s. This evaluation tool produced a unique result that tried to reflect the general intelligence of the child. However, when Gardner found, in the 1980s, that there was no correlation between the results of the IQ test and the success of a person in the real world, he published the Theory of Multiple Intelligence (THM) in the 1980s, dismantling the until then acceptable standards of intelligence, thus challenging the assumption that each person has been born with a certain level of intelligence that remains static throughout his life. His theory over time began to attract the great attention of teachers, evolved and included nine kinds of intelligence with the latest addition the Naturalistic Intelligence in 2006. In general, Naturalistic Intelligence has to do with how we relate to our environment and where we fit into it. People with Naturalistic Intelligence have sensitivity and appreciation for nature. In recent years, there has been monitored an increasing interest in the cultivation of Naturalistic Intelligence, which is clear in both Europe's and America's educational programs, as well as worldwide and the development of Naturalistic Intelligence is encouraged. On the contrary, in Greece the subject of Naturalistic Intelligence is part of the Theory of Multiple Intelligence (THM) and only theoretically is mentioned in the various studies. As far as the issue of good practice in Greece is concerned, it is completely absent from secondary education schools and is found only in some private schools of preschool or primary education. This is the goal of the present diplomatic thesis: to investigate the ways in which the Greek school can strengthen the Naturalistic Intelligence of children. Νοημοσύνη είναι η ικανότητα να μαθαίνει κάποιος ή να κατανοεί από την εμπειρία, να αποκτά και να διατηρεί τη γνώση και να χρησιμοποιεί την ικανότητα αυτή για την επίλυση προβλημάτων. Η πεποίθηση ότι οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν διάφορες ικανότητες που θεωρούνται ότι αποτελούν μέρος μιας γενικής νοημοσύνης οδήγησε στη δημιουργία των τεστ του δείκτη ευφυΐας (IQ) από τον Alfred Binet στις αρχές του 1900. Αυτό το εργαλείο αξιολόγησης παρήγαγε ένα μοναδικό αποτέλεσμα που προσπάθησε να αντικατοπτρίζει τη γενική νοημοσύνη του παιδιού. Όμως, όταν ο Gardner διαπίστωσε, στη δεκαετία του ’ 80, ότι δεν υπάρχει συσχετισμός μεταξύ των αποτελεσμάτων του τεστ IQ και της επιτυχίας ενός ατόμου στον πραγματικό κόσμο, δημοσίευσε τη Θεωρία Πολλαπλής Νοημοσύνης (ΘΠΝ) στη δεκαετία του ’80, καταρρίπτοντας τα ως τότε αποδεκτά πρότυπα ευφυΐας, αμφισβητώντας έτσι την υπόθεση ότι κάθε άτομο έχει γεννηθεί με ένα ορισμένο επίπεδο νοημοσύνης που παραμένει στατικό όλη του τη ζωή. Η θεωρία του με τον καιρό, άρχισε να προσελκύει τη μεγάλη προσοχή των εκπαιδευτικών, εξελίχθηκε και περιέλαβε εννέα είδη νοημοσύνης με τελευταία προσθήκη τη φυσιοκρατική νοημοσύνη, το 2006. Γενικά, η Φυσιοκρατική Νοημοσύνη έχει να κάνει με το πώς σχετιζόμαστε με το περιβάλλον μας και με το πού ταιριάζουμε σε αυτό. Τα άτομα με Φυσιοκρατική Νοημοσύνη έχουν ευαισθησία και εκτίμηση για τη φύση. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα αυξημένο ενδιαφέρον για την καλλιέργεια της φυσιοκρατικής νοημοσύνης, που είναι σαφές στα προγράμματα σπουδών τόσο της Ευρώπης, όσο και της Αμερικής, αλλά και παγκοσμίως, και ενθαρρύνεται η ανάπτυξη της φυσιοκρατικής νοημοσύνης. Αντίθετα, στην Ελλάδα το θέμα της φυσιοκρατικής νοημοσύνης αποτελεί μέρος της ΘΠΝ και μόνο θεωρητικά αναφέρεται στις διάφορες μελέτες. Όσον αφορά το θέμα των καλών πρακτικών στην Ελλάδα, αυτό απουσιάζει παντελώς από τα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συναντάται μόνο σε κάποια ιδιωτικά σχολεία προσχολικής αγωγής ή πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτός είναι και ο στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας: να ερευνηθούν οι τρόποι με τους οποίους το ελληνικό σχολείο μπορεί να ενδυναμώσει τη φυσιοκρατική νοημοσύνη των παιδιών. 616 205 205 Education in upland Greece: the primary school of Megala Vraggiana of Evritania during 1950-1983 Η εκπαίδευση στην ορεινή Ελλάδα: το δημοτικό σχολείο Μεγάλων Βραγγιανών Ευρυτανίας την περίοδο 1950-1983 This thesis research explores the history of education in upland Greece and more specifically at the school of Megala Vraggiana of Evritania in the 1950s - 1980s. The first part presents the economic, political and educational developments during 1950 - 1980. This study also describes aspects of the history of Agrafa, such as the life of the population during the Turkish occupation, the years of the civil war, and deepens further into the educational activity developed in the region in 1661, with the foundation of the "School of Gouva" or the "Ellinomousion of Agrafa". It then describes education in the years of the National Resistance, but also in later years. Information on the living and working conditions of teachers in the area is also provided. In the empirical part, through research of school archive material and data collection through interviews, aspects of education in the area are emerging. The most important findings that emerged from the survey are information on school curricula, on the school library, on pupils' disease prevention issues, on the school education staff, on student run-off, and on the working and living conditions of teachers in the area Η παρούσα πτυχιακή έρευνα διερευνά την ιστορία της εκπαίδευσης στην ορεινή Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στο σχολείο των Μεγάλων Βραγγιανών Ευρυτανίας τις δεκαετίες 1950 – 1980. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζονται οι οικονομικές, πολιτικές και εκπαιδευτικές εξελίξεις την περίοδο 1950 – 1980. Ακόμη, η μέλετη αυτή περιγράφει πτυχές της ιστορίας των Αγράφων, όπως τη ζωή των κατοίκων τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου και εμβαθύνει στην εκπαιδευτική δραστηριότητα που αναπτύχθηκε στην περιοχή το 1661, με την ίδρυση της «Σχολής της Γούβας» ή «Ελληνομουσείον Αγράφων». Εν συνεχεία περιγράφεται η εκπαίδευση στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης, αλλά και στα νεότερα χρόνια. Ακόμη δίνονται στοιχεία για τις συνθήκες ζωής και εργασίας των εκπαιδευτικών της περιοχής. Στο εμπειρικό μέρος, που ακολουθεί, μέσω της έρευνας του αρχειακού υλικού του σχολείου και της συλλογής δεδομένων μέσω των συνεντεύξεων αναδεικνύονται πτυχές της εκπαίδευσης στην περιοχή. Τα πιο σημαντικά ευρήματα, που αναδείχθηκαν με την έρευνα, αφορούν πληροφορίες για το διδακτήριο του σχολείου, για τη σχολική βιβλιοθήκη, για τα ζητήματα πρόληψης των ασθενειών των μαθητών/τριων, για το εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου, για την απορροή του μαθητικού δυναμικού και για τις συνθήκες εργασίας και ζωής των δασκάλων της περιοχής 617 183 176 The geography of energy pipelines in Europe in relation to the waterways: Η γεωγραφία των αγωγών ενέργειας στην Ευρώπη σε σχέση με τους δρόμους του νερού: The purpose of this postgraduate dissertation is to investigate the level of knowledge of Secondary School students about natural gas pipelines and the impact they have on both man and the natural environment. The first part of the thesis is a theoretical approach to the effects of pipelines on man-made and natural environments, and the models of learning in natural sciences are examined. Furthermore, the creation of an innovative software, which was implemented as a didactic intervention for students of the second grade of secondary education in the Prefecture of Evros, is analyzed. In the second part of the thesis, empirical, the research data, collected by the application of a questionnaire, are presented and their analysis is attempted. The results of the research prove to be extremely helpful and useful to teachers who teach Geography and Geology lessons and to other researchers of related subjects. The results of the survey showed that there is a lack of knowledge which after the didactic intervention improved at some levels but not at all Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι να διερευνηθεί το επίπεδο της γνώσης που έχουν οι μαθητές/-τριες της Β' Τάξης του Γυμνασίου σχετικά με τους αγωγούς φυσικού αερίου και τις επιπτώσεις που αυτοί έχουν τόσο στο ανθρωπογενές όσο και στο φυσικό περιβάλλον. Στο πρώτο μέρος της εργασίας γίνεται μια θεωρητική προσέγγιση των επιπτώσεων που έχουν οι αγωγοί στο ανθρωπογενές και στο φυσικό περιβάλλον και εξετάζονται τα μοντέλα μάθησης στις φυσικές επιστήμες. Επιπλέον αναλύεται η δημιουργία ενός καινοτόμου λογισμικού, το οποίο εφαρμόστηκε ως διδακτική παρέμβαση στους μαθητές/-τριες της Β' τάξης Γυμνασίων του νομού Έβρου. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, παρουσιάζονται τα ερευνητικά δεδομένα, που συλλέχτηκαν με την εφαρμογή ερωτηματολογίου και επιχειρείται η ανάλυση τους. Τα αποτελέσματα της έρευνας αποδεικνύονται εξαιρετικά βοηθητικά και χρήσιμα σε εκπαιδευτικούς που διδάσκουν το μάθημα της Γεωγραφίας - Γεωλογίας και σε άλλους ερευνητές συγγενών αντικειμένων. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν, ότι υπάρχει έλλειμμα γνώσης η οποία μετά τη διδακτική παρέμβαση βελτιώθηκε σε κάποια επίπεδα αλλά όχι σε όλα. 618 8 9 Intercultural educationand language differentiation in First Grade Education: Διαπολιτισμική εκπαίδευση και η γλωσσική διαφορετικότητα στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση: 619 361 359 Purpose Twin pregnancies are categorized according to three factors :zygoticity, chorionicity and amnionicity. Dizygotic twins are always dichorionic ,have two amniotic fluid sacs, meaning that each has its chorium and amniotic fluid sac .Monozygotic twins occur in 1/3 of twin pregnancies and have higher morbidity and mortality than dizygotic twins. In monozygotic twins, amnionicity and chorionicity are determined by the timing of division. The verification of zygoticity is not particularly important from a clinical point of view except, rarely, in the context of testing for inherited diseases. Chorionicity and amnionicity determine the risks of twin pregnancies. The purpose of this retrospective study was to evaluate how twin pregnancies at the "Venizelio Heraklion Hospital in Crete" ended during the period 2016 to the end of 2019 and compare them with new scientific data. Material and method: In the present three-year retrospective study of the birth record of the Venizelio Hospital of Heraklion, Crete, conducted in the period 2016-2019, data were collected the number of twin pregnancies, the age of the mother, the gestational age, the method of delivery (normal birth or caesarean section), the birth weight of newborns and the percentage of twin pregnancies with assisted reproduction.Results: The results revealed an increasing frequency in twin pregnancies and births. A total of 90 twin pregnancies were detected (2.75%). This percentage has fluctuated year by year, comparing previous years and showing a slight increase in recent years. The mother's age ranged from 16 to 47 years (average 30.75 years). The mother's age shows an increase of 2-2.5 years in recent years. The rate of assisted reproduction is 34.83% in our sample while the percentage of deliveries performed by caesarean section was 95.5%, showing a large increase in recent years. In four cases, a normal labor was successfully performed. The gestational age of twin pregnancies that ended with normal labor was 37.37 + 3 weeks, and the fetuses were both in cephalic presentation. The main reason for the introduction of newborns to the Neonatal Department was the prematurity. Conclusion: Vaginal delivery in twin pregnancies is possible when both twins are in cephalic presentation during mature pregnancy gestational age which the risks of prematurity are minimized. Σκοπός Δίδυμες κυήσεις κατηγοριοποιούνται ως προς τρεις παράγοντες, τη ζυγωτικότητα, τη χοριονικότητα και την αμνιονικότητα. Τα διζυγωτικά δίδυμα είναι πάντοτε διχοριακά και διαμνιακά, δηλαδή το καθένα έχει το δικό του χόριο και άμνιο Τα μονοζυγωτικά δίδυμα αφορούν στο 1/3 των διδύμων κυήσεων και παρουσιάζουν υψηλότερη νοσηρότητα και θνητότητα από τα διζυγωτικά δίδυμα. Στα μονοζυγωτικά δίδυμα η αμνιονικότητα και η χοριονικότητα καθορίζονται από τον χρονισμό της διαίρεσης Η εξακρίβωση της ζυγωτικότητας δεν έχει ιδιαίτερη σημασία από κλινικής πλευράς παρά μόνο, σπάνια, στα πλαίσια ελέγχου για κληρονομικά νοσήματα. Η χοριονικότητα και η αμνιονικότητα καθορίζουν τους κινδύνους της δίδυμης κύησης.Σκοπός της αναδρομικής αυτής μελέτης ήταν η αξιολόγηση του τρόπου αποπεράτωσης των τοκετών διδύμων κυήσεων στο νοσοκομείο «Βενιζέλιο Ηρακλείου Κρήτης» κατά το χρονικό διάστημα 2016 έως τέλος του 2019 και σύγκριση αυτών με τα νεώτερα επιστημονικά δεδομένα.Υλικό και μέθοδος: Στην προκείμενη τριετή αναδρομική μελέτη του αρχείου των τοκετών του Βενιζελείου Νοσοκομείου Ηρακλείου Κρήτης που διενεργήθηκαν στο διάστημα 2016-2019 , συνελέγησαν στοιχεία σχετικά με τον αριθμό των διδύμων κυήσεων, την ηλικία της μητέρας, την ηλικία κύησης, τον τρόπο διενέργειας του τοκετού (φυσιολογικός τοκετός ή καισαρική τομή), το βάρος γέννησης των νεογνών και το ποσοστό διδύμων κυήσεων με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα έδειξαν την αυξητική τάση των δίδυμων κυήσεων και γεννήσεων. Εντοπίστηκαν συνολικά 90 τοκετοί διδύμων κυήσεων (ποσοστό 2,75%). Το ποσοστό αυτό κυμάνθηκε ανά έτος, συγκρίνοντας τα προηγούμενα έτη και εμφανίζοντας μια μικρή τάση αύξησης τα τελευταία χρόνια. Η ηλικία της μητέρας κυμάνθηκε από 16 έως 47 έτη (μέσος όρος τα 30,75 έτη). Η ηλικία της μητέρας παρουσιάζει μια αύξηση της τάξης των 2-2,5 ετών τα τελευταία έτη. Το ποσοστό υποβοηθούμενης αναπαραγωγής ευρίσκεται σε 34,83% στο δείγμα μας ενώ το ποσοστό των τοκετών που διενεργήθηκαν με καισαρική τομή ήταν 95.5% παρουσιάζοντας μεγάλη αύξηση τα τελευταία χρόνια. Σε τέσσερεις περιπτώσεις διεργήθηκε με επιτυχία φυσιολογικός τοκετός Η ευρισκόμενη ηλικία κύησης στις δίδυμες κυήσεις που περατώθησαν με φυσιολογικό τοκετό ήταν 37,37 + 3 εβδομάδες και τα έμβρυα ήταν αμφώτερα εκεφαλική προβολή.Η κύρια αιτία εισαγωγής νεογνών στο Τμήμα ΜΕΝΝ ήταν η προρώτητα. Συμπέρασμα Η διενέργεια κολπικού τοκετού σε δίδυμες κυήσεις είναι εφικτή σε κεφαλικές προβολές άμφω και σε όψιμη εβδομάδα κύησης κατά την οποία ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι προωρότητας. 620 138 134 Open spaces--Environmental aspects--Greece--Thessaloniki--Dimos Sykeon-Neapolis The subject of this study is the assessment of bioclimatic conditions and conditions of thermal comfort in the square Strempenioti of municipality Sykeon-Neapolis in Thessaloniki. Bioclimatic analysis was managed using the PET, SET, PMV, and UTCI environmental indicators, calculated using the RayMan computational program. The meteorological data for the calculation of the environmental indicators refer to hourly values of temperature, relative humidity, wind speed and total solar radiation for August, and were obtained from measurements with special equipment. Human activity and thermal resistance of clothing were defined as 80 W and 0.5 clo, respectively. The results indicate whether there is thermal comfort or burden, as well as the variability and trends of environmental indicators prevail over the study period. In addition, square thermal improvement measures are investigated according to the results of the simulation. Το αντικείμενο μελέτης της εργασίας αυτής είναι η εκτίμηση των βιοκλιματικών συνθηκών και συνθηκών θερμικής άνεσης στην πλατεία Στρεμπενιώτη του Δήμου Συκεών-Νεάπολης Θεσσαλονίκης. Η ανάλυση του βιοκλίματος πραγματοποιήθηκε, χρησιμοποιώντας τους περιβαλλοντικούς δείκτες PET, SET, PMV και UTCI, οι οποίοι υπολογίζονται με τη βοήθεια του προγράμματος RayMan. Τα μετεωρολογικά δεδομένα για τον υπολογισμό των περιβαλλοντικών δεικτών αφορούν ωριαίες τιμές θερμοκρασίας, σχετικής υγρασίας, ταχύτητας ανέμου και ολικής ηλιακής ακτινοβολίας, για το μήνα Αύγουστο και ελήφθησαν από μετρήσεις με ειδικό εξοπλισμό. Η ανθρώπινη δραστηριότητα και η θερμική αντίσταση της ενδυμασίας ορίστηκαν ως 80 W και 0.5 clo, αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα αναδεικνύουν αν επικρατεί θερμική άνεση ή επιβάρυνση, καθώς επίσης τη μεταβλητότητα και τις τάσεις των περιβαλλοντικών δεικτών, για την χρονική περίοδο μελέτης. Ακόμα ερευνώνται μέτρα θερμικής βελτίωσης για την πλατεία σύμφωνα με τα αποτελέσματα της προσομοίωσης . 621 250 232 Parenthood and mental health streams of literature depicts conflicting viewpoints. On the one hand they converge, but other they do not; because they developed as separated topics. The concept of convergence builds on human rights aspect, because both national and international law acknowledge within humanity the right of family creation, by securing the privacy of private life. The concept of isolation builds on the psychopathology, which appears to undermine the caring relationship between parent and child, declaring the role of a parent that experiences mental health issues - as a problematic source. The duration and the nature of mental disorder results the creation of deficiencies, which subsequently harm the autonomy of the parents. Therefore, the credible presence of parents as patients, is undermined in the field of parental care and decision making. Strong dilemmas arise when mental disordered persons are both responsible for the birth, and diligence of the physical, mental and emotional development of a child. It was found that several factors are useful for the application of interventions that may support the parents, the children, and the relationship among them; namely the experience of the parents, the children and mental health professionals in combination with proper training. The mitigation of the collaborative presence of people that experience mental health issues requires the use of interventions focused in the improvement of autonomy through the therapeutic treatment of the symptoms. Last, it is critical these interventions to target the life sectors a mental health patient has expressed a sincere interest. Η γονεϊκότητα και η ψυχική υγεία είναι δύο περιοχές που άλλοτε συμπίπτουν και άλλοτε απομακρύνονται. Συμπίπτουν μέσα από το φακό των δικαιωμάτων, καθώς τόσο το διεθνές όσο και το εσωτερικό δίκαιο αναγνωρίζουν χωρίς διακρίσεις, σε όλους τους ανθρώπους το δικαίωμα στη δημιουργία οικογένειας και διαφυλάσσουν την προστασία της ιδιωτικής ζωής. Απομακρύνονται όταν η ψυχο-παθολογία υπονομεύει τη σχέση στοργής και φροντίδας του γονέα προς παιδί καθιστώντας το ρόλο του ψυχικά ασθενούς ως γονέα πηγή προβληματισμών. Η χρονιότητα και η φύση της νόσου έχουν ως συνέπεια τη δημιουργία ελλειμμάτων τα οποία με τη σειρά τους προξενούν πλήγματα στους γονείς αναφορικά με την άσκηση της αυτονομίας τους. Συνεπώς, η έγκυρη παρουσία των ασθενών γονέων ως ικανών ατόμων να αποφασίσουν, υποσκελίζεται τόσο στο πεδίο της γονικής μέριμνας όσο και ενόψει αποφάσεων που αφορούν στους ίδιους. Ισχυρά διλήμματα αναδύονται όταν οι ψυχικά ασθενείς αποτελούν πρόσωπα από τα οποία εξαρτάται ο ερχομός στη ζωή ενός παιδιού και η επιμέλεια της ομαλής σωματικής, ψυχικής και συναισθηματικής του ανάπτυξης. Οι εμπειρίες των γονέων, των παιδιών και των επαγγελματιών υγείας, σε συνδυασμό με την κατάλληλη εκπαίδευση είναι χρήσιμες για την εφαρμογή παρεμβάσεων που θα αποβλέπουν στην υποστήριξη των γονέων και των παιδιών και στην ενίσχυση της σχέσης τους. Επιπλέον, είναι αναγκαίο για την αποκατάσταση της συμμετοχικής παρουσίας των ψυχικά πασχόντων στα πεδία της ζωής που τους ενδιαφέρουν, η χρήση παρεμβάσεων επικεντρωμένων στη βελτίωση της αυτονομίας μέσω της θεραπευτικής αντιμετώπισης των συμπτωμάτων. 622 389 397 Ευρωπαϊκό και εθνικό νομικό πλαίσιο ολοκληρωμένης διαχείρισης παράκτιων περιοχών με έμφαση στην τουριστική ανάπτυξη This paper aims at highlighting two key issues that modern European maritime policy has to deal with, in line with the principles and guidelines of the Protocol on the Integrated Management and protection of the Mediterranean coastal zones. The first, comprises an immediate promotion of the need for rational use and protection of coastal resources and ecosystems from intense urbanization, rising from the growing concentration of tourist activity, in the, notably, vulnerable coastal areas. The second, concentrates on paying particular attention to the promotion and strengthening of the effort for a comprehensive, holistic and integrated perception of the Protocol’s principles to new, modern actions and transnational cooperation initiatives, in order to achieve the best protection possible of the coastal environment in both the tourist developed and, especially, the tourist developing European countries. The purpose of this collective effort is the further planning of a common European Integrated Maritime Policy for the whole range of activities related to the sea, which, concerning tourism, should take into account the specific natural characteristics, the biological resources and the carrying capacity of each region and, further, contribute to the spatially and temporally balanced, as well as, to the economically, environmentally and socially sustainable, development, through the coherent and rational spatial organization of the European coastal areas. Conclusions from the analysis of the tourist phenomenon, in both, the developed and so, economically strong, but also, in the developing tourist countries, aspiring to gain significant share in the global tourism market, while, at the same time, significantly, improving their economic indicators, in view of the difficult international economic situation, are complicated and vary, according to the degree of the countries’ administrative structure, the existence of institutional and financial tools, and the appropriate expertise and infrastructure. However, these conclusions converge to the point that, both concepts of the integrated management of tourism activities in coastal areas, on the one hand, and the sustainable tourism development, on the other, as inextricably linked to the priority areas of EU environmental agenda, which are included in the Guidelines for ICZM and the Water Strategy Directive, are ambiguous and complementary, directly connected with the economic, social development and cohesion, having the spatial maritime and land planning, as their main pillar. In short, spatially, well-planned and, by means of environmental criteria, exerted tourist activity is, finally, the most sustainable and efficient. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να αναδείξει δύο βασικά ζητήματα, τα οποία καλείται να αντιμετωπίσει η σύγχρονη, ευρωπαϊκή θαλάσσια πολιτική, σύμφωνα και με τις βασικές αρχές και κατευθύνσεις του Πρωτόκολλου για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση και προστασία των παράκτιων ζωνών της Μεσογείου. Το πρώτο συνίσταται στην άμεση προβολή της ανάγκης για ορθολογική χρήση και προστασία των παράκτιων πόρων και οικοσυστημάτων από την έντονη αστικοποίηση, που συνεπάγεται η ολοένα αυξανόμενη συγκέντρωση της τουριστικής δραστηριότητας, στις, ιδιαίτερα, ευπαθείς παράκτιες περιοχές. Το δεύτερο ζήτημα, έγκειται στο να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στην ανάδειξη και ενίσχυση της προσπάθειας για μια συνολική, ολιστική θεώρηση και ενσωμάτωση των αρχών του Πρωτοκόλλου σε νέες, σύγχρονες δράσεις και πρωτοβουλίες διακρατικής συνεργασίας, μεταξύ, τόσο των αναπτυγμένων, όσο και, κυρίως, των αναπτυσσόμενων τουριστικά ευρωπαϊκών κρατών, για την, όσο το δυνατόν, πληρέστερη προστασία του παράκτιου περιβάλλοντος. Σκοπός της συλλογικής αυτής προσπάθειας είναι ο απώτερος, σχεδιασμός μιας κοινής, ευρωπαϊκής Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής, για όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων, που έχουν ως επίκεντρο τη θάλασσα, η οποία, όσον αφορά τον τουρισμό, θα πρέπει, να λαμβάνει υπόψη τα ιδιαίτερα φυσικά χαρακτηριστικά, τον βιολογικό πλούτο και τη φέρουσα ικανότητα κάθε περιοχής και να συμβάλλει, περαιτέρω, μέσω της συνεκτικής και ορθολογικής χωροταξικής οργάνωσης του ευρωπαϊκού παράκτιου χώρου, στην ισόρροπη, χωρικά και χρονικά, και, ταυτόχρονα, βιώσιμη οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά ανάπτυξή του. Τα συμπεράσματα από τη μελέτη του τουριστικού φαινομένου, τόσο στις τουριστικά αναπτυγμένες και οικονομικά ισχυρές, όσο και στις αναπτυσσόμενες τουριστικά χώρες, που φιλοδοξούν να κερδίσουν σημαντικό μερίδιο στην παγκόσμια τουριστική αγορά, βελτιώνοντας, παράλληλα, σε σημαντικό βαθμό τους οικονομικούς τους δείκτες, ενόψει της δύσκολης διεθνούς οικονομικής συγκυρίας, είναι σύνθετα και ποικίλουν, ανάλογα με τον βαθμό της διοικητικής τους οργάνωσης, την ύπαρξη θεσμικών και χρηματοδοτικών εργαλείων, κατάλληλης τεχνογνωσίας και υποδομών. Συγκλίνουν, όμως, στο γεγονός, ότι οι έννοιες της ολοκληρωμένης διαχείρισης των τουριστικών δραστηριοτήτων στις παράκτιες περιοχές και της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης, ως αναπόσπαστα συνδεδεμένες με τομείς προτεραιότητας της ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής ατζέντας, οι οποίοι περιλαμβάνονται στις Οδηγίες για την ΟΔΠΖ και την Θαλάσσια Στρατηγική, είναι έννοιες αμφίσημες και συμπληρωματικές, άμεσα συνυφασμένες με την οικονομική, κοινωνική ανάπτυξη και συνοχή κι έχουν ως βασικό τους πυλώνα τον ορθολογικό σχεδιασμό της τουριστικής δραστηριότητας, τόσο στον χερσαίο όσο και στον θαλάσσιο χώρο. Με λίγα λόγια, η ορθά σχεδιαζόμενη στον χώρο και με περιβαλλοντικά κριτήρια ασκούμενη τουριστική δραστηριότητα είναι, εν τέλει, και η περισσότερο βιώσιμη και αποδοτική. 623 387 400 A program to teach Greek in bilingual children at Kindergarten in Alexandroupolis with the support of psychomotor, musical and theater activities Ένα πρόγραμμα διδασκαλίας της ελληνικής σε αλλόγλωσσα νήπια σε Νηπιαγωγείο της Αλεξανδρούπολης με την υποστήριξη ψυχοκινητικών, μουσικοκινητικών και θεατρικών δραστηριοτήτων This thesis is an attempt, in creating a special teaching program, to achieve knowledge of the Greek language, for children of pre-school age, who are part of the Muslim minority of Thrace. The teaching program is characterized as special since it incorporates activities of psychomotor and musical theatre, which have never before been used for the education of bilingual preschool children. Having defined the goal of this thesis, I began by studying and defining the bilingual phenomenon. Studying and defining the bilingual phenomenon, as well as the study of the history of the minority was necessary and important since it allowed an insight on the difficulties and peculiarities of the thesis research field. Next, I perused the interventions made for pre-school children from the Muslim minority, by students of the department (the interventions were made, as my own, in the area of Alexandroupolis), I proceeded in the detailed description of my research and also of the pre-school venue, in which my research will be implemented. During the description of my research it was necessary to define the educational program I submit by stating the educational tools I will use such as psychomotor, music, theater. While, during the description of the preschool venue, it was necessary to report also on the educational level and in-class relationships of the attending children. The above mentioned reports are (in my opinion), the most important chapters of this thesis, since in those reports the different educational model, I propose is described and defined. Also, the difficulties arising in the classroom, between children of different language background, are made clear. Following the presentation of the educational program and the preschool venue, the details of the educational program and the refinement of the spontaneous and organized activities were established. The educational tools used were as stated above psychomotor, music and theatrical games. The last part of my research is the evaluation of the educational program. In this part a report is made, in detail, on the way an educational program that caters to preschool children, is evaluated. Also the response the program received by the children taking part in it is included in detail. A summary of the final conclusions is also included. Η παρούσα Πτυχιακή Εργασία αποτελεί μια προσπάθεια δημιουργίας ενός ειδικού προγράμματος διδασκαλίας, το οποίο στοχεύει στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα διδασκαλίας απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, τα οποία προέρχονται από την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Το πρόγραμμα διδασκαλίας αυτό χαρακτηρίζεται ως ειδικό διότι περιλαμβάνει δραστηριότητες ψυχοκινητικής, μουσικό-κινητικής και θεατρικού παιχνιδιού, οι οποίες δεν έχουν αξιοποιηθεί ποτέ ξανά για την εκπαίδευση αλλόγλωσσων ή δίγλωσσων νηπίων. Έχοντας καθορίσει τον στόχο της Πτυχιακής μου Εργασίας ξεκίνησα την συγγραφή της μελετώντας και καθορίζοντας το φαινόμενο της διγλωσσίας. Η μελέτη και ο καθορισμός του φαινομένου της διγλωσσίας, όπως και η μελέτη της μειονότητας ήταν αναγκαία και σημαντική διότι με βοήθησε να κατανοήσω τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες του ερευνητικού πλαισίου της εργασίας. Στην συνέχεια, έχοντας μελετήσει και τις παρεμβάσεις, οι οποίες υλοποιήθηκαν από φοιτήτριες του τμήματος σε αλλόγλωσσα νήπια προερχόμενα από την μειονότητα της Θράκης (οι μελέτες αυτές πραγματοποιήθηκαν –όπως και η δική μου- στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης), προχώρησα στην αναλυτική παρουσίαση της έρευνάς μου αλλά και του νηπιαγωγείου, στο οποίο θα εφαρμοστεί. Στα πλαίσια της παρουσίασης της έρευνάς μου ήταν αναγκαία η αναφορά στην εκπαιδευτική πρόταση που καταθέτω για τα αλλόγλωσσα νήπια, στα εκπαιδευτικά εργαλεία που θα χρησιμοποιήσω κατά την εφαρμογή της καθώς επίσης και στον ορισμό της Ψυχοκινητικής, της Μουσικό-κινητικής και του Θεατρικού Παιχνιδιού. Ενώ, στα πλαίσια της παρουσίασης του νηπιαγωγείου ήταν αναγκαία η αναφορά στον χώρο του νηπιαγωγείου αλλά και στο γνωστικό επίπεδο και στις σχέσεις που αναπτύσσονταν ανάμεσα στους μαθητές της συγκεκριμένης τάξης. Οι συγκεκριμένες παρουσιάσεις αποτελούν (ίσως) και τα πιο σημαντικά κεφάλαια της παρούσας Πτυχιακής Εργασίας, καθώς μέσα από τα κεφάλαια αυτά καθορίζεται και γίνεται κατανοητό το διαφορετικό μοντέλο διδασκαλίας που προτείνω καθώς και το πεδίο στο οποίο το υλοποίησα. Μετά από την παρουσίαση της πρότασής και του Νηπιαγωγείου ακολούθησε ο σχεδιασμός του εκπαιδευτικού προγράμματος, ο οποίος περιλαμβάνει τον σχεδιασμό των αυθόρμητων και των οργανωμένων δραστηριοτήτων. Το εκπαιδευτικό μου πρόγραμμα υποστηρίχθηκε όπως ειπώθηκε παραπάνω από δραστηριότητες ψυχοκινητικής, μουσικό-κινητικής και θεατρικού παιχνιδιού. Τέλος, το τελευταίο κομμάτι της εργασίας αποτελείται από την αξιολόγηση του προγράμματος. Στο τελευταίο αυτό κομμάτι της εργασίας παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η αξιολόγηση στην εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα στην Προσχολική Εκπαίδευση, ο τρόπος με τον οποίο επέλεξα να αξιολογήσω το συγκεκριμένο πρόγραμμα, η αξιολόγηση του προγράμματος και τα τελικά συμπεράσματα της εργασίας. 624 150 157 Η μελέτη περιβαλλοντικής εκτίμησης στο διεθνές και το ελληνικό δίκαιο This paper is an attempt to study environmental assessment and the laws that govern it at International and Greek level. Initially there is a clarification of the term and necessity that leads to its study, followed by its historical evolution into International and Greek law, where the laws that document and render it necessary are imprinted. In addition, it attempts to study the system of environmental assessment, and to capture the international debate on its application in the planning and implementation of projects and programs, while at the same time adopting its approach in the European area, describing the laws that represent and its strategic approach. This study is a product of a literature review of previous research, in order to identify the historical path of the concept under investigation and placement in the field of research. Finally, the conclusions of this research and suggestions for further study are listed. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια μελέτης της περιβαλλοντικής εκτίμησης και των νόμων που την διέπουν σε διεθνές και ελληνικό επίπεδο. Αρχικά πραγματοποιείται μια αποσαφήνιση του όρου και της αναγκαιότητας που οδηγεί στην μελέτη της, ενώ ακολουθεί η ιστορική της εξέλιξη στο διεθνές και ελληνικό δίκαιο, όπου αποτυπώνονται οι νόμοι που την τεκμηριώνουν και την καθιστούν αναγκαία. Επιπλέον, επιχειρείται η μελέτη του συστήματος της περιβαλλοντικής εκτίμησης, και η αποτύπωση της διεθνούς και ελληνικής συζήτησης για την εφαρμογή της στον προγραμματισμό και την υλοποίηση έργων και προγραμμάτων, ενώ παράλληλα, γίνεται και μια προσέγγιση της στον ευρωπαϊκό χώρο, όπου περιγράφονται οι νόμοι που την εκπροσωπούν και η στρατηγική της προσέγγιση. Η μελέτη αυτή αποτελεί προϊόν βιβλιογραφικής ανασκόπησης παλαιότερων ερευνών, με σκοπό να εντοπιστεί η ιστορική διαδρομή της υπό διερεύνησης έννοιας και της τοποθέτησης στο πεδίο της έρευνας. Τέλος, παρατίθενται τα συμπεράσματα της έρευνας αυτής και προτάσεις για περαιτέρω μελέτη. 625 318 375 Επίδραση της ηπατεκτομής με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων στην ιστολογία του ήπατος Aim: Aim of this study was the immunohistochemical study of mitotic and apoptotic activity of the cells of the remnant liver after partial hepatectomy, using the Habib-4X technique and the sequential coagulation cut technique (SCC). After that, we made a comparison between the above techniques with some sham operation samples and crash-clamp (CC). Materials-Methods: We used 21 white Landrace pigs, who were divided in 4 groups: Habib-4X group (H, 4 pigs), Sequential coagulation cut group (SCC, 6 pigs), Crash-clump group (CC, 4 pigs), Sham operation group (SHAM, 7 pigs). Mitotic and apoptotic activity were determined with the mitotic and apoptotic index. Results: There were differences between the mean values of the mitotic and apoptotic index. More specifically, about the mitotic index, the mean values and standard deviations of groups were: Group H, 1,70±0,27 Group SCC 1,18± 0,08 Group CC 1,58±0,10 Group SHAM 1,63±0,15. As regards the apoptotic index, the mean values and standard deviations were: Group H: 2,90±0,24 Group SCC: 3,37±0,31 Group CC: 2,88±0,25 Group SHAM: 2,24±0,20. Then, we compared pairs of groups. Specifically, about mitotic index, we found statistically significant differences between groups: H vs SCC (p < 0,001) , SCC vs CC (p=0,006), SCC vs SHAM (p<0,001). As regards the apoptotic index, there were statistically important differences between groups: H vs SCC (p= 0,050), H vs SHAM (p=0,004), SCC vs CC (p=0,037), SCC vs SHAM (p<0,001), CC vs SHAM (p=0,005). Conclusion: The partial hepatectomy with the sequential coagulation cut technique reduces the regeneration ability of hepatocells, in contrast to the Habib-4X Technique which has no effect. Also, the sequential coagulation cut technique induces apoptosis of the hepatocells in the remnant liver to a greater extent than the Habib-4X Technique. The observed effects in the mitotic and apoptotic ability were due in part to the excision of liver itself. The differences between the effects were due to the type of electrode that we used (monopolar or bipolar). Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανοσοϊστοχημική μελέτη της μιτωτικής και αποπτωτικής δραστηριότητας των κυττάρων του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος, ύστερα από ηπατεκτομή με την τεχνική Habib-4X και την τεχνική προοδευτικής πήξης-διατομής (SCC). Έγινε σύγκριση όλων των παραπάνω τεχνικών που υπέστησαν μερική ηπατεκτομή με τις παραπάνω τεχνικές με μάρτυρες, στους οποίους είχε γίνει εικονική επέμβαση. Υλικά-Μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν 21 χοίροι φυλής White-Landrace και χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες: Ομάδα Habib technique (τεχνική Habib-4X, H, τέσσερα ζώα), ομάδα προοδευτικής πήξης-διατομής (SCC, έξι ζώα), ομάδα σύνθλιψης με λαβίδα (crash-clump technique, CC, τέσσερα ζώα) και ομάδα εικονικής επέμβασης (sham operation, SHAM επτά ζώα). Η μιτωτική και αποπτωτική δραστηριότητα υπολογίσθηκε από τον αριθμό βαμμένων κυττάρων σε 10 οπτικά πεδία, βγάζοντας το μέσο όρο σε κάθε ομάδα, έτσι ώστε να προκύψει ο μιτωτικός και αποπτωτικός δείκτης αντίστοιχα. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των μέσων τιμών του μιτωτικού και αποπτωτικού δείκτη μεταξύ των ομάδων. Πιο συγκεκριμένα, για τον μιτωτικό δείκτη οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις τους των ομάδων ήταν οι εξής: Ομάδα H, 1,70±0,27, Ομάδα SCC 1,18±0,08, Ομάδα CC 1,58±0,10, Ομάδα SHAM 1,63±0,15. Για τον αποπτωτικό δείκτη οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις των ομάδων ήταν οι εξής: H: 2,90±0,24, SCC: 3,37±0,31, CC: 2,88±0,25, SHAM: 2,24±0,20. Στη συνέχεια, έγινε σύγκριση ανά δύο των ομάδων, από την οποία προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων. Πιο αναλυτικά για τον μιτωτικό δείκτη προέκυψαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων: H vs SCC (p<0,001) , SCC vs CC (p = 0,006), SCC vs SHAM (p<0,001 ).Όσον αφορά τον αποπτωτικό δείκτη υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων H vs SCC (p=0,050), H vs SHAM (p=0,004), SCC vs CC (p=0,037), SCC vs SHAM (p<0,001), CC vs SHAM (p=0,005). Συμπέρασμα: H μερική ηπατεκτομή με την εφαρμογή της τεχνικής προοδευτικής πήξης-διατομής μειώνει την αναγεννητική ικανότητα των ηπατοκυττάρων, σε αντίθεση με την τεχνική Habib-4X η οποία δεν την επηρεάζει. μερική ηπατεκτομή με την εφαρμογή της τεχνικής προοδευτικής πήξης-διατομής επάγει την απόπτωση των ηπατοκυττάρων στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα σε μεγαλύτερο βαθμό από την τεχνική Habib-4X. Οι παρατηρηθείσες επιπτώσεις στη μιτωτική και αποπτωτική δραστηριότητα αποδίδονται εν μέρει στην εξαίρεση ηπατικού παρεγχύματος αυτή καθ’ αυτή. Οι διαφορές στις επιπτώσεις μεταξύ των τεχνικών αποδόθηκαν στον τύπο του ηλεκτροδίου (μονοπολικό έναντι διπολικού). 626 310 331 In Greece, the forest environment has been placed under the strict protective framework of the Constitution. The core of this framework is the prohibition in principle of changing the character of forests and woodlands unless it is essential for the national economy to use them for reasons of public interest. The mining of the country's mineral resources, an issue of national importance clearly referred to in the country's Constitution, as well as the production of electricity from wind energy, are activities included in the country's development prospects. They are allowed (through the established legal provisions) to develop within the forest environment. Their development, however, due to wide and extensive constructions required, has a severe and adverse impact on the environment, especially the forest, creating visual pollution and environmental footprint. The "stakeholders" (society, non-governmental organizations, etc.) "tolerate" the change in the forest environment to satisfy the need for mining and wind power generation. However, they call for the restoration of disturbed forest areas as a means of treatment against the losses of the benefits of the forestry environment. In the context of this "treatment" and in order to limit and eliminate the adverse effects, the Forest Service, which is the sole liable for the continuation, development, management and protection of the forest environment, combines the provisions of the environmental and forestry legislation which have fully incorporated into European legislation. Also, combines the know-how, the knowledge of new technologies and relates two different activities, creating relationships of interdependence and interaction designed to operate one in favour of the other. Thus, the adverse and intense effects of wind farms for the production of electricity (due to the large volumes of excavations resulting from the opening of the road network) are reduced by using the excavation surplus for land reclamation, which has been disturbed by the quarrying activity for the extraction of shale plates. Στην Ελλάδα, το δασικό περιβάλλον έχει τεθεί κάτω από το αυστηρό πλαίσιο προστασίας του Συντάγματος. Πυρήνας του πλαισίου αυτού, είναι η κατ’ αρχήν απαγόρευση της μεταβολής του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων εκτός εάν προέχει για την εθνική οικονομία άλλη χρήση την οποία επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Ο ορυκτός πλούτος της χώρας έχοντας εθνική σημασία, για την οποία γίνεται ειδική μνεία στο Σύνταγμα της χώρας, καθώς και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από την αιολική, είναι δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και επιτρέπεται (μέσω των θεσπισμένων νομικών διατάξεων) να αναπτύσσονται εντός του δασικού περιβάλλοντος. Η ανάπτυξή τους όμως, λόγω των μεγάλων και εκτεταμένων κατασκευών που απαιτούνται να γίνουν, επιφέρουν έντονες και δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον και δη στο δασικό, δημιουργώντας οπτική ρύπανση και περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Τα «ενδιαφερόμενα μέρη» (κοινωνία, μη κυβερνητικές οργανώσεις κ.λ.π.) «ανέχονται» τη μεταβολή της μορφής της έκτασης του δασικού περιβάλλοντος προς ικανοποίηση της ανάγκης της άσκησης εξορυκτικής δραστηριότητας και της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από την αιολική. Απαιτούν δε, την αποκατάσταση των διαταραχθεισών δασικών επιφανειών, ως ένα μέσο θεραπείας απέναντι στις απώλειες των ωφελειών που απορρέουν από το δασικό περιβάλλον. Στα πλαίσια της «θεραπείας» αυτής και προκειμένου να περιοριστούν έως και εξαλειφθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις, η Δασική Υπηρεσία που είναι και η μόνη αρμόδια για την συνέχεια, ανάπτυξη, διαχείριση και προστασία του δασικού περιβάλλοντος, διά των στελεχών της, κάνει συνδυαστική χρήση των διατάξεων της περιβαλλοντικής και δασικής νομοθεσίας, (οι οποίες έχουν εντάξει πλήρως στις διατάξεις τους την ευρωπαϊκή Νομοθεσία), της τεχνογνωσίας, της γνώσης νέων τεχνολογιών και σχετίζει δύο διαφορετικές μεταξύ τους δραστηριότητες, δημιουργεί σχέσεις αλληλεξάρτησης και αλληλεπίδρασης, με απώτερο σκοπό και στόχο τη λειτουργία της μιας υπέρ της άλλης. Οι δυσμενείς επιπτώσεις από την κατασκευή αιολικών πάρκων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, λόγω του μεγάλου όγκου των εκσκαφών που προκύπτουν από την διάνοιξη του οδικού δικτύου, μειώνονται, και παρέχεται ως αντισταθμιστικό όφελος η χρησιμοποίηση της περίσσειας των εκσκαφών για την αποκατάσταση εκτάσεων, οι οποίες έχουν διαταραχθεί από την άσκηση λατομικής δραστηριότητας για την εξόρυξη σχιστολιθικών πλακών. 627 356 358 Historical ethnic groups in Greece and educational practices. The case of the Pomaks of Xanthi Ιστορικές εθνοτικές ομάδες του ελλαδικού χώρου και εκπαιδευτικές πρακτικές. Η περίπτωση των Πομάκων της Ξάνθης The present paper aims at exploring the views of the Pomak parents residing in Xanthi on minority education. In particular, an attempt is made to clarify the reasons why the Pomaks of Xanthi choose to send their children to a Greek school instead of the minority. At the same time, it is appropriate to investigate whether the Pomaks parents trust the minority education for their children, the opinion they have and what they expect in the future. Another important element that is important is that Pomaks should express their thoughts on the issue of language in minority education. In the minority school program, lessons are held in Turkish and Greek, excluding the Ottoman language which is also the native of Pomak pupils who are automatically in a trilingual situation without knowing how to deal with them. The semi-structured interview was used as a research method in eight Pomaks who send their children to a Greek school instead of a minority. The interviews took place during the summer of 2018. The people who accepted to participate were informed that they are going to follow the recording of the talks and were in line with the whole process. The findings concern the Pomaks' view of minority education, the expectations of the state, the preservation of their identity. The Pomak parents prefer public school and hold a purely negative attitude towards minority education, where their children are both taught Turkish and Greek, so they do not learn properly, while the situation is aggravated by the compulsory learning of English, French or other language. They, stressing that they are Greek citizens living in Greece, do not consider it appropriate to teach the Turkish language or wish to send their children for higher education to Turkey. Their expectation by the Greek state is the establishment of general schools in the Pomakochoria and their equal treatment in educational opportunities with the rest of the Greeks. Of course, they try to keep their identity unchanged by preserving their language, their customs and their participation in Pomak cultural associations. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη διερεύνηση των απόψεων των Πομάκων γονέων που κατοικούν στην Ξάνθη σχετικά με τη μειονοτική εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, γίνεται μια προσπάθεια να αποσαφηνιστούν οι λόγοι για τους οποίους οι Πομάκοι της Ξάνθης επιλέγουν να στείλουν τα παιδιά τους σε ελληνικό σχολείο αντί του μειονοτικού. Παράλληλα, κρίνεται σκόπιμο να διερευνηθεί κατά πόσο οι Πομάκοι γονείς εμπιστεύονται τη μειονοτική εκπαίδευση για τα παιδιά τους, τι γνώμη έχουν γι’ αυτήν και τι προσδοκούν μελλοντικά. Άλλο ένα σημαντικό στοιχείο που κρίνεται σημαντικό είναι να εκφράσουν οι Πομάκοι τις σκέψεις τους σχετικά με το θέμα της γλώσσας στη μειονοτική εκπαίδευση. Στο πρόγραμμα που αφορά στο μειονοτικό σχολείο τα μαθήματα γίνονται στην τουρκική και στην ελληνική, αποκλείοντας την πομακική γλώσσα που είναι και η μητρική των Πομάκων μαθητών, οι οποίοι βρίσκονται αυτόματα σε μια κατάσταση τριγλωσσίας, χωρίς να γνωρίζουν πώς να την αντιμετωπίσουν. Ως ερευνητική μέθοδος χρησιμοποιήθηκε η ημιδομημένη συνέντευξη σε οκτώ Πομάκους που στέλνουν τα παιδιά τους σε ελληνικό σχολείο αντί του μειονοτικού. Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν κατά το καλοκαίρι του 2018. Τα άτομα που δέχτηκαν να συμμετάσχουν ενημερώθηκαν πως πρόκειται να ακολουθήσει καταγραφή των συνομιλιών και ήταν σύμφωνα με την όλη διαδικασία. Τα ευρήματα αφορούν στην άποψη των Πομάκων για τη μειονοτική εκπαίδευση, τις προσδοκίες από το κράτος αλλά και τη διατήρηση της ταυτότητάς τους. Οι Πομάκοι γονείς προτιμούν το δημόσιο σχολείο και κρατούν καθαρά αρνητική στάση απέναντι στη μειονοτική εκπαίδευση, όπου τα παιδιά τους διδάσκονται ταυτόχρονα την τουρκική και την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα να μη μαθαίνουν σωστά καμία, ενώ την κατάσταση επιδεινώνει η υποχρεωτική εκμάθηση της αγγλικής, γαλλικής ή άλλης γλώσσας. Οι ίδιοι, τονίζοντας ότι είναι Έλληνες πολίτες διαμένοντες στην Ελλάδα, δεν θεωρούν σκόπιμη τη διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας ούτε επιθυμούν να στέλνουν τα παιδιά τους για ανώτερες σπουδές στην Τουρκία. Προσδοκία τους από το ελληνικό κράτος είναι η ίδρυση γενικών σχολείων στα Πομακοχώρια και η ίση μεταχείρισή τους στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες με τους υπόλοιπους Έλληνες. Φυσικά, προσπαθούν να διατηρήσουν αλώβητη την ταυτότητά τους με τη διατήρηση της γλώσσας τους, των εθίμων τους και τη συμμετοχή τους σε Πομακικούς πολιτιστικούς συλλόγους. 628 182 189 Η επίδραση της ενδομητρίωσης στην ποιότητα των ωαρίων και η έκβαση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής Endometriosis is a benign gynecological disease of reproductive age that has serious effects on women's health as it causes chronic pelvic pain, dysmenorrhea, miscarriage, infertility and even infertility. Endometriosis is considered an enigmatic disease due to its unknown pathogenesis. Since 1860 Von Rokitansky, has made the fisrt description on etiology of endometriosis and is still considered the most widespread and widely accepted theory. Since then, other theories about the pathogenesis of the disease have been proposed regarding the pathogenesis of endometriosis, but no one has fully interpreted its pathological entity. According to the international literature and new publications, the symptoms of endometriosis, its clinical diagnosis, staging and treatment will be analyzed. Endometriosis is divided into superficial peritoneal endometriosis, deep inflitrating endometriosis and endometriomas as well as shows phenotypic diversity even in the same woman based on its various endometriosis foci. The impact of endometriosis on the quality of oocytes of these women will be analyzed and discussed, as well as the outcome of assisted reproduction techniques for those couples who resort to these techniques due to the infertility caused by the disease. Η ενδομητρίωση είναι μία καλοήθης γυναικολογική πάθηση αναπαραγωγικής ηλικίας που έχει σοβαρές επιδράσεις στην υγεία των γυναικών καθώς προκαλεί χρόνιο πυελικό άλγος, δυσμηνόρροια, αυτόματες αποβολές καθώς και υπογονιμότητα. Η ενδομητρίωση θεωρείται μία αινιγματική νόσος λόγω της άγνωστης παθογένειας της. Ο von Rokitansky το 1860,έκανε την πρώτη περιγραφή της αιτιοπαθογένεια της ενδομητρίωσης και θεωρείται μέχρι και σήμερα η πιο διαδεδομένη και ευρέως αποδεκτή θεωρεία. Έκτοτε, περιγράφηκαν κι άλλες θεωρίες για την παθογένεια της νόσου χωρίς όμως καμία να ερμηνεύει εξ ολοκλήρου την παθολογική της οντότητα. Σύμφωνα με την διεθνή βιβλιογραφία και τις νέες δημοσιεύσεις, θα αναλυθούν η συμπτωματολογία της ενδομητρίωσης, η κλινική διάγνωση, η σταδιοποίηση και η θεραπεία της. Η ενδομητρίωση διακρίνεται σε περιτοναική ενδομητρίωση, εν τω βάθει ενομητρίωση και ενδομητριώματα καθώς επίσης παρουσιάζει φαινοτυπική πολυμορφία ακόμα και στην ίδια γυναίκα βάσει των διαφόρων ενδομητριωσικών της εστιών. Θα αναλυθούν και θα συζητηθούν η επίδραση της ενδομητρίωσης στην ποιότητα των ωαρίων αυτών των γυναικών καθώς και η έκβαση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για όσα ζευγάρια καταφεύγουν στις τεχνικές αυτές λόγω της υπογονιμότητας που προκαλεί η νόσος. 629 120 135 Το porfolio (φάκελος εργασίας) ως εναλλακτική μορφή αξιολόγησης στο δημοτικό σχολείο The current project/ task analyses the results of a survey aiming at studying the use of the portfolio as an alternative method of assessment. In the survey are studied the opinions of teachers on the use of this method and its contribution to the educational project. Moreover, both the inhibiting factors and the sources of the educational information on the subject, that complicate the implementation of the portfolio, are investigated. The results illustrated that almost half of the teachers surveyed use the folder and find its contribution particularly important. Furthermore, it was noticed that the school counselor is the most important source of information. However, the increased amount of time required to implement this method is the dominant restraining factor Η εργασία αυτή αναφέρεται στα αποτελέσματα μιας έρευνας που είχε ως στόχο τη μελέτη της χρήσης του φακέλου εργασιών των μαθητών (portfolio) ως εναλλακτική μέθοδο αξιολόγησης. Στο πλαίσιο της έρευνας μελετήθηκαν οι απόψεις των εκπαιδευτικών για την χρήση της μεθόδου και η συμβολή της στο εκπαιδευτικό τους έργο. Επιπλέον, ερευνήθηκαν τόσο οι ανασταλτικοί παράγοντες που δυσχεραίνουν την εφαρμογή του portfolio, όσο και οι πηγές πληροφόρησης των εκπαιδευτικών επί του θέματος. Τα αποτελέσματα της έδειξαν ότι σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες εκπαιδευτικούς χρησιμοποιούν το φάκελο εργασιών του οποίου τη συμβολή θεωρούν ιδιαίτερα σημαντική, σε ποικίλους τομείς. Παράλληλα, διαπιστώθηκε ότι ο σχολικός σύμβουλος αποτελεί τον σημαντικότερο φορέα πληροφόρησης. Ωστόσο, ο αυξημένος χρόνος που απαιτείται για την εφαρμογή της μεθόδου, αποτελεί και τον κυρίαρχο ανασταλτικό παράγοντα. 630 63 74 Stroke is the second leading cause of disability and the fifth most common cause of death. Prevalence of stroke in the working age population is increasing worldwide. Post-stroke loss of employment entails negative consequences for the affected individual and increases an economical burden for society. There is limited information on factors influencing return to work after stroke of young adults in ethnic minorities. Το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο είναι η δεύτερη συχνότερη αιτία θανάτου και η πιο συχνή αιτία αναπηρίας. Παγκοσμίως παρατηρείται µια αύξηση του επιπολασµού του ΑΕΕ στον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας. Η απώλεια της εργασίας επηρεάζει αρνητικά τον επιζήσαντα του ΑΕΕ ασθενή, ενώ ταυτόχρονα συνιστά μια τεράστια οικονομική και κοινωνική επιβάρυνση. Η βιβλιογραφία παρουσιάζει περιορισμένες πληροφορίες αναφορικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιστροφή στην εργασία μετά από ΑΕΕ των νεαρών ενηλίκων που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες 631 150 162 The role and the contribution of Assisted Reproduction Technology are widely known and accepted. However, in some cases this kind of “intervention” can also bring some risks, despite the ultimate benefit of this technique. The purpose of this paper is to investigate the possible correlation between medically assisted reproduction techniques and their effects on neonatal health. The basic idea analyzed concerns the effect of in vitro fertilization techniques on the birth weight of newborns. The material required for the elaboration of the present work was extracted from scientific articles by the method of bibliographic review. The main sources of information were websites and scientific journals, such as PubMed, Cochrane Library, Medline, Science, Fertility & Sterility, Elsevier, Human Reproduction, Google Scholar, Reproductive BioMedicine Online and others. In conclusion, after analyzing the data collected, it is probable that assisted reproduction techniques have a rather negative effect on the birth weight of newborns. Ο ρόλος και η συνεισφορά της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής είναι πλέον έννοιες ευρέως γνωστές και αποδεκτές. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως αυτού του είδους η ¨παρέμβαση¨ σε μια τόσο απλή και φυσιολογική διαδικασία εκτός από το υπέρτατο όφελος, δηλαδή αυτό της επίτευξης εγκυμοσύνης, μπορεί να επιφέρει και ορισμένους κινδύνους. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της ενδεχόμενης συσχέτισης μεταξύ των τεχνικών ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και των αποτελεσμάτων τους στην υγεία των νεογνών. Η βασική ιδέα που αναλύθηκε αφορά στην επίδραση των τεχνικών εξωσωματικής γονιμοποίησης στο βάρος γέννησης των νεογνών. Το απαιτούμενο υλικό για την εκπόνηση της παρούσας εργασίας αντλήθηκε από επιστημονικά άρθρα με τη μέθοδο της βιβλιογραφικής ανασκόπησης. Οι κύριες πηγές εξαγωγής των πληροφοριών ήταν διαδικτυακοί ιστότοποι και επιστημονικά περιοδικά, όπως PubMed, Cochrane Library, Medline, Science, Fertility & Sterility, Elsevier, Human Reproduction, Google Scholar, Reproductive BioMedicine Online κ.α. Καταλήγοντας, έπειτα από ανάλυση των δεδομένων που συλλέχθηκαν πιθανολογείται πως οι τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν μάλλον αρνητική επίδραση στο βάρος γέννησης των νεογνών. 632 289 330 Οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την τηλεθέρμανση στην πόλη της Φλώρινας In recent years, according to atmospheric studies, the pollution of the atmosphere in the region of Florina has increased heavily. The main and the most important reason is the combustion of coal and firewood as the basic thermal energy source for the residents. The continuing economic crisis that exists in our country and factors like increased unemployment, increased VAT, cut downs on incomes and the equation on the tax between diesel for transportation and diesel for heating, in combination with constantly bad weather conditions during fall and winter, has forced residents to large expenditures for their heating needs. Choosing the cheapest type of heating sources has led on using non approved forms of it, and this has resulted on increased emissions, dioxins, furans and other pollutants that have major and serious effects on people's health like respiratory problems, cancer and early deaths. This has another economic parameter, reduced productivity and increased hospitalization costs. In an effort to eliminate thermal "poverty" of the residents and to reduce the enviromental impacts that affect the area, a study is being conducted for provisioning district heating network through combined heat and power production from the unit of SES Meliti. Successful experiences on district heating in Greece and Europe are being evaluated in order to assess the expected results of the project. This study shows the substantial contribution of district heating on limiting air pollution and on reducing heating diesel consumption by 88%. The reduction of heating costs by 60% and the increased employment during both on construction of this project and on operation, will yield weighted annual benefit of approximately 11.500.000 €. Expected and significant benefits will be also entrepreneurship and business competitiveness due to cheaper tariffs and administrative, social and national benefits. Η περιοχή της Φλώρινας, σύμφωνα με τις ατμοσφαιρικές μελέτες, παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια μια μεγάλη ρυπογόνα επιβάρυνση της ατμόσφαιρας της ,με κύρια και σημαντικότερη αιτία τον παράγοντα της καύσης, λιγνίτη και καυσόξυλων ως βασικών μέσων παραγωγής θερμικής ενεργείας για τους κατοίκους της. Η συνεχόμενη οικονομική κρίση που υπάρχει στην πατρίδα μας με την αύξηση της ανεργίας ,τον περιορισμό των εισοδημάτων, αλλά και οι φορολογικές επιβαρύνσεις με την αύξηση το ΦΠΑ και με την εξίσωση του φόρου κατανάλωσης του πετρελαίου θέρμανσης με αυτό της κίνησης ,και σε συνδυασμό με τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες ,αναγκάζουν τους κατοίκους σε μεγάλες δαπάνες για την θέρμανση τους. Η επιλογή φθηνότερης σε κόστος θερμικής ενέργεια των κατοίκων, γίνεται τις περισσότερες φορές με ακατάλληλες ή εκτός προδιαγραφών μορφές καυσίμων έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση αυξημένων εκπομπών αιωρούμενων σωματιδίων, διοξινών, φουρανίων αλλά και άλλων ρύπων ,που έχουν μεγάλες και σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία ,αύξηση πρόωρων θανάτων ,εμφάνιση αναπνευστικών προβλημάτων, καρκίνου και φυσικά οικονομικό κόστος με την μείωση της παραγωγικότητας και με αύξηση των εξόδων νοσηλείας. Στην προσπάθεια για την αναστροφή της ενεργειακής φτώχειας που έχουν επέλθει οι κάτοικοι της Φλώρινας αλλά και τον περιορισμό των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που πλήττουν την περιοχή εξετάζεται η μελέτη της τροφοδοσίας του δικτύου τηλεθέρμανσης της Φλώρινας μέσω συμπαραγωγής ηλεκτρισμού-θερμότητας από την μονάδα του ΑΗΣ Μελίτης. Εξετάζονται και αξιολογούνται τα επιτυχημένα παραδείγματα τηλεθέρμανσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στον ευρωπαϊκό χώρο προκειμένου να εκτιμηθούν τα αναμενόμενα οφέλη του έργου. Με την έρευνα αυτή παρουσιάζεται η ουσιαστική συνεισφορά της τηλεθέρμανσης , στη βελτίωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης , μείωση της κατανάλωσης πετρελαίου θέρμανσης της τάξης του 88%. Η μείωση του κόστους θέρμανσης κατά 60%,η αύξηση της απασχόλησης τόσο κατά την κατασκευή του έργου όσο και κατά την διάρκεια λειτουργίας του θα αποφέρουν σταθμισμένο ετήσιο όφελος περίπου στα 11.500.000 €. Στα αναμενόμενα αλλά σημαντικά οφέλη είναι η ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων λόγο των φθηνότερων τιμολογίων καθώς και εθνικά, κοινωνικά και διαχειριστικά οφέλη. 633 180 203 Roma mothers and non Roma female teachers expectations concerning their children’s or students school perfomance Προσδοκίες των μητέρων Ρομά και μη Ρομά γυναικών εκπαιδευτικών σχετικά με τη σχολική επίδοση των παιδιών/μαθητών τους The present study aims to investigate the views and believes of Roma motherson whether they consider their children’s participation in school to be important and their school performance in particular. Moreover, it is investigated if the role of their personal experiences in education, contribute in forming a positive or negative opinion towards school and education and how this opinion affects their children’s school attendance. The study also examines the importance of other factors that shape their opinion for their children’s school attendance, as for example the opinion that their children’s primary goal should be to marry very young and develop their own family or that they fear their children might face racism, bulling, etc. In addition, non-Roma women teachers are asked about their expectations for their Roma pupils and whether they believe that these children can cope with school demands and requirements successfully. It is also examined the way teachers provide help, in order, through education, to combat poverty and social exclusion for these children H παρούσα εργασία στόχο έχει να ερευνήσει τις θέσεις και απόψεις των μητέρων Ρομά, σχετικά με το κατά πόσο θεωρούν σημαντική τη συμμετοχή των παιδιών τους στο σχολείο και τη σχολική επίδοσή τους ειδικότερα. Παράλληλα θα ερευνηθεί το ρόλο που παίζουν τα προσωπικά τους βιώματα αναφορικά με την εκπαίδευση, τα οποία συμβάλλουν στο να διαμορφώσουν μία θετική ή/και αρνητική εικόνα απέναντι στο σχολείο, την οποία προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν στα παιδιά τους. Ερευνάται επίσης η βαρύτητα που παίζουν και άλλοι παράγοντες στη διαμόρφωση της άποψής τους, όπως για παράδειγμα η άποψη ότι πρωταρχικός στόχος των κοριτσιών τους είναι να παντρεύονται σε νεαρή ηλικία και να δημιουργούν οικογένεια ή ο φόβος ότι τα παιδιά τους μπορεί να αντιμετωπίσουν φαινόμενα ρατσισμού, bulling κλπ. Παράλληλα ερωτώνται γυναίκες εκπαιδευτικοί, μη Ρομά, σχετικά με τις προσδοκίες που έχουν για τους μαθητές Ρομά που φοιτούν στις τάξεις τους και αν και κατά πόσο πιστεύουν ότι τα παιδιά αυτά μπορούν να ανταπεξέλθουν επιτυχώς στις σχολικές απαιτήσεις. Επίσης, εξετάζεται αν και με ποιο τρόπο βοηθούν τα παιδιά αυτά να επιτύχουν υψηλές επιδόσεις και μέσα από την εκπαίδευση να καταπολεμήσουν την φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό. 634 322 297 The present study intends to define the absurd, as notion and feeling, and to investigate the role that freedom plays in the thought of Albert Camus. From the research occurred that the absurd is not summarized into a steady definition neither must be interpreted primarily in sceptical or orthological terms. Instead, constitutes an ambivalent, non-teleological ontological condition, because it holds an emotional dimension that exceeds the logical one, as well as a self-preservative element. With that in mind, the notion of the absurd is referred to the dipole man-world, taking the form of a clash, an incompatible conflict between them, without this meaning that they are not related, forming an ambivalent relationship of convergence and divergence. Besides that, the feeling of absurd is revealed in everyday life as a mood of allignation, of mental anguish, interwoven with the realization of the arbitrariness of meaning, putting man in front of his own mortality, biological and that of meaning, in order to sight his cosmic insignificance and furthermore his freedom. So, if we stay consistent to the absurd, without evasion attempts, then unavoidably we are led to the notion of absurd freedom. The substance of the latter is summarized in the absence of communication with future and past, in focusing to the tangible data of the senses, as well as in the instense discource with death, in order to maximize the passion for life itself. This passion is correlated with the liberalisation from steady social roles. However, besides the absurd freedom, Camus spoke also about freedom with more socio-political terms. This freedom should be associated with mortality, responsibility, dialogue, federalism, and elected representation to the direction of a strong democracy. The course of this freedom must be gradual, aiming at the preservation of acquired political rights and to the establishment of a wise relationship between freedom and justice. Any excess in the name of one or the other leads to the abolition of metre. Η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στον προσδιορισμό του παραλόγου, ως έννοιας και αισθήματος, και στη διερεύνηση του ρόλου που καταλαμβάνει η ελευθερία στη σκέψη του Αλμπέρ Καμύ. Από τη μελέτη προέκυψε ότι το παράλογο δε συμπυκνώνεται σε έναν σταθερό ορισμό, ούτε θα πρέπει να ερμηνεύεται κυρίως με σκεπτικιστικούς ή ορθολογικούς όρους. Αντ’ αυτού συνιστά μια αμφίθυμη, μη τελεολογική οντολογική κατάσταση, διότι διατηρεί μια συναισθηματική διάσταση που υπερέχει της λογικής, όσο κι ένα αυτο-διατηρητικό στοιχείο. Γνωρίζοντας αυτό, το παράλογο αφορά το δίπολο άνθρωπος - κόσμος, λαμβάνοντας τη μορφή μιας αντιπαράθεσης, μιας ασυμβίβαστης διαμάχης μεταξύ αυτών των δύο πόλων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε σχετίζονται, διαμορφώνοντας μια αμφίθυμη σχέση σύγκλισης και απόκλισης. Εκτός αυτού, το αίσθημα του παραλόγου αποκαλύπτεται στην καθημερινότητα ως μια διάθεση αποξένωσης και ψυχικής δυσφορίας, συνυφασμένο με τη νοηματική ανεστιότητα, θέτοντας τον άνθρωπο αντιμέτωπο με τη θνητότητά του, βιολογική και νοηματική, προς θέαση της κοσμικής ασημαντότητάς του και συναφώς της ελευθερίας του. Αν λοιπόν το παράλογο διατηρηθεί, δίχως προσπάθειες υπεκφυγής, τότε αναπόδραστα οδηγούμαστε στην έννοια της παράλογης ελευθερίας. Το περιεχόμενο της τελευταίας συμπυκνώνεται στην απουσία συνδιαλλαγής με το μέλλον και το παρελθόν, την επικέντρωση στα απτά δεδομένα των αισθήσεων, όσο και τη στενή συνομιλία με τη θνητότητα, προς αύξηση του πάθους για την ίδια τη ζωή. Ενός πάθους που συμπλέκεται με τον απεγκλωβισμό από στέρεους κοινωνικούς ρόλους. Πέρα, όμως, από την παράλογη ελευθερία, ο Καμύ μίλησε για την ελευθερία και με όρους περισσότερο κοινωνικο-πολιτικούς. Τούτη οφείλει να συνδέεται με τη θνητότητα, την υπευθυνότητα, τον διάλογο, τον φεντεραλισμό και την αιρετή εκπροσώπηση στην κατεύθυνση μιας ισχυρής δημοκρατίας. Η πορεία αυτής της ελευθερίας πρέπει να είναι σταδιακή με σκοπό να διατηρήσει τα ήδη κεκτημένα πολιτικά δικαιώματα, εγκαθιδρύοντας μια φρόνιμη σχέση μεταξύ ελευθερίας και δικαιοσύνης. Κάθε υπερβολή στο όνομα της μίας ή της άλλης οδηγεί στην κατάργηση του μέτρου. 635 174 165 National and religious dimensions of 25th March celebration in kindergarten schools in Alexandroupolis Οι εθνικές και θρησκευτικές διαστάσεις του εορτασμού της 25ης Μαρτίου σε νηπιαγωγεία της Αλεξανδρούπολης In the present study we aimed at examining the national and political dimensions of the national celebrations that took place at seven kindergartens in Alexandroupolis. Our main objective is, on the one hand, to identify the way that the basic concepts, related to a national celebration, and more specifically, freedom, peace and war have been expressed, and on the other hand to understand how these celebrations contribute (in latent way or not) to the creation of the national identity. The national celebration chosen for the purposes of this study is the celebration of the 25th of March National Holiday. The interesting aspect of this particular celebration is that it is a double celebration: a national and a religious one. As a result, an additional parameter that has been examined is whether the particular kindergarten teachers chose to refer to both aspects of this celebration, or, if only one of the two aspects was chosen as the main reason for the celebration. Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας επιχειρήθηκε να μελετηθεί η εθνική και πολιτική διαπαιδαγώγηση των νηπίων, μέσω των εθνικών εορτών που πραγματοποιήθηκαν σε επτά νηπιαγωγεία της Αλεξανδρούπολης. Βασικός μας σκοπός ήταν να καταγράψουμε αφενός, τον τρόπο με τον οποίο πραγματεύονται τις βασικές έννοιες που σχετίζονται με μια εθνική εορτή, δηλαδή την έννοια της «Ελευθερίας», της «Ειρήνης» και του «Πολέμου», και αφετέρου, το πως καλλιεργείται (με προφανή ή με λανθάνοντα τρόπο) η εθνική ταυτότητα των νηπίων μέσα από τις πρακτικές και τα μέσα που έχουν επιλέξει οι συγκεκριμένες νηπιαγωγοί. Η εθνική γιορτή που έχει επιλεγεί είναι η γιορτή της 25ης Μαρτίου. Το ενδιαφέρον χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης γιορτής είναι ότι έχει διττό περιεχόμενο αφού είναι τόσο εθνική εορτή και όσο και θρησκευτική. Επομένως, ένα επιπλέον στοιχείο που θα μας απασχολήσει είναι αν οι συγκεκριμένες νηπιαγωγοί επέλεξαν να αναφερθούν και στις δύο όψεις της γιορτής, ή αν επέλεξαν να εστιάσουν στη μία από τις δύο. 636 306 325 Introduction Sleep disturbances are common in cancer patients and although particularly affect their quality of life, they remain undiagnosed and treatment does not appear to adequately address this problem. Particularly regarding the restless legs syndrom (RLS) hardly been assessed in this population. Aim of the study This study aimed to assess the prevalence of sleep disorders and restless legs syndrome to cancer patients and focuses on the cancer-related factors that contribute to the incidence of these symptoms and syndromes. Patients - Methods Patient's selection was made oh the basis of continuous sample in the period from October 2014 to February 2015 from oncology unit - hospital of Alexandroupolis. The study population was 201 cancer patients. This study was a cross - sectional one. Evaluation tools included the Pittsburgh Sleep Quality Index (PSQI) and Athens Insomnia Scale (AIS), while the diagnosis of restless legs syndrom was based on the criteria of the International RLS Study Group (IRLSSG). Additionally the same questionnaires applied to a group of 51 healthy. Results The prevalence of sleep disorders in cancer patients was estimated at 58.58% (global PSQI score >5), while 6% screened positive for RLS - higher than the general population. Neither sleep disturbances nor RLS was associated with somatometric, laboratory and other factors associated with the disease (or with potentially neurotoxic drugs). Both PSQI and AIS scores were significantly associated with the use of sleep-inducing drugs. PSQI score also was associated with comorbid medical issues. Conclusions This study recorded that about half oncology patients of the hospital of Alexandroupolis suffered from sleep disturbances and that restless legs syndrome presents an increased incidence in this population. Results highlight the need for early diagnosis and study of factors contributing to the increased incidence of cancer in the population, in order to deal more effectively, since this can improve their quality of life. Εισαγωγή Οι διαταραχές του ύπνου είναι συχνές στους καρκινοπαθείς και παρόλο που επηρεάζουν ιδιαίτερα την ποιότητα ζωής τους, παραμένουν αδιάγνωστες και με ελλιπή αντιμετώπιση. Ιδιαίτερα όσον αφορά το σύνδρομο των ανήσυχων άκρων, αυτό έχει ελάχιστα μελετηθεί σε αυτόν τον πληθυσμό. Σκοπός Αυτή η μελέτη διερευνά την επίπτωση των διαταραχών του ύπνου και του συνδρόμου ανήσυχων άκρων στους καρκινοπαθείς και εστιάζει στους παράγοντες που σχετίζονται με τον καρκίνο και είναι πιθανόν να συμβάλουν στην εμφάνισή τους. Ασθενείς - Μέθοδοι Η επιλογή των ασθενών της μελέτης πραγματοποιήθηκε στη βάση του συνεχούς δείγματος σε τυχαία επιλεγμένες μέρες, στο χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο του 2014 έως τον Φεβρουάριο του 2015 από τη βραχεία νοσηλεία , την κλινική και τα τακτικά ιατρεία της ογκολογικής κλινικής του νοσοκομείου της Αλεξανδρούπολης. Μελετήθηκαν συνολικά 201 ασθενείς. Η μελέτη ήταν σχεδιασμού χρονικής στιγμής (cross - sectional). Τα διαγνωστικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν τα ερωτηματολόγια Pittsburgh Sleep Quality Index (PSQI) και Athens Insomnia Scale (AIS), ενώ η διάγνωση του συνδρόμου ανήσυχων άκρων έγινε με βάση τα κριτήρια της Διεθνούς Ομάδας Μελέτης του (IRLSSG).Παράλληλα εφαρμόστηκαν τα ίδια ερωτηματολόγια σε ομάδα 51 υγειών. Αποτελέσματα Ο επιπολασμός των διαταραχών του ύπνου στους καρκινοπαθείς που εκτιμήθηκαν ήταν 58,58% (PSQI >5), ενώ του συνδρόμου των ανήσυχων άκρων 6% - ποσοστά αρκετά υψηλότερα από αυτά του γενικού πληθυσμού. Δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση αυτών των διαταραχών με σωματομετρικούς, εργαστηριακούς ή άλλους παράγοντες που σχετίζονται με τη νόσο, αλλά ούτε και με την λήψη δυνητικά νευροτοξικών παραγόντων, ενώ συσχετίστηκαν με την συννοσηρότητα και την λήψη άλλων (κυρίως κατασταλτικών του ΚΝΣ) φαρμάκων. Συμπεράσματα Η παρούσα μελέτη κατέγραψε ότι περίπου οι μισοί ογκολογικοί ασθενείς του νοσοκομείου της Αλεξανδρούπολης πάσχουν από διαταραχές του ύπνου και ότι το σύνδρομο ανήσυχων άκρων παρουσιάζει αυξημένη επίπτωση στον ίδιο πληθυσμό. Τα αποτελέσματα αυτά τονίζουν την ανάγκη για έγκαιρη διάγνωση αλλά και περαιτέρω μελέτη των παραγόντων που συντελούν στην αυξημένη επίπτωσή τους στον πληθυσμό των καρκινοπαθών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικότερα, αφού αυτό μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής τους. 637 350 361 Συμβολή των περιβαλλοντικών τεχνολογιών στη λήψη δικαστικών αποφάσεων, στον τομέα διαχείρισης στερεών και υγρών αποβλήτων The increase of interest that is observed in the sector of management of waste has led, inter alia and to the increase of juridicial affairs and consequently and to the increase of juridicial decisions that is related with them. In this frame, this thesis has as aim the study of concrete decisions of Council of Territory (StE), aiming at the localisation and the appointment of contribution of environmental techniques and technologies, in the reception of such type of juridicial decisions. The collection of the decisions of the CoΤ took place through two main sources. The most important of these is the access to the website www.nbonline.gr which includes the magazine "ENVIRONMENT & LAW" which has been published since 1997. The second source is the website of the CoΤ, www.adjustice.gr where all the decisions it makes (through its search engine and using keywords, eg "waste, waste management, environmental problems, etc."). The combination of the above two sources makes the research more thorough and ensures completeness in terms of data collection, but also the correct recording of cases. On the website www.nbonline.gr there are two areas that were explored in order to collect the required material. The first area was that of the investigation and collection of CoΤ decisions related to waste and the resulting case law, making the relevant search in all (quarterly) issues of the magazine "ENVIRONMENT & LAW" from 1998 to 2018. The second area was that of researching and studying the relevant literature ─ articles and books ─ through the same website, on waste management, so as to ensure a comprehensive view of the situation (management, enforcement problems, court decisions, etc.), as it is shaped today. Given the significant volume of decisions issued by the CoΤ, the proposed research focused on decisions issued in the last twenty years, when there was a strong interest in proper waste management, mainly due to the extensive European and Greek legislation, which set the framework and rules within which waste management must take place in the Member States of the European Union, both by the private sector and by the states themselves. Η αύξηση του ενδιαφέροντος που παρατηρείται στον τομέα διαχείρισης αποβλήτων έχει οδηγήσει, μεταξύ άλλων και στην αύξηση δικαστικών υποθέσεων και ως εκ τούτου και στην αύξηση των δικαστικών αποφάσεων που σχετίζονται με αυτές. Στο πλαίσιο αυτό, η εν λόγω διατριβή έχει ως σκοπό την μελέτη συγκεκριμένων αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με σκοπό τον εντοπισμό και την ανάδειξη της συμβολής των περιβαλλοντικών τεχνικών και τεχνολογιών, στη λήψη τέτοιου είδους δικαστικών αποφάσεων. Η συλλογή των αποφάσεων του ΣτΕ πραγματοποιήθηκε μέσω δύο κύριων πηγών. Η πιο σημαντική από αυτές, είναι η πρόσβαση στην ιστοσελίδα www.nbonline.gr όπου συμπεριλαμβάνεται το περιοδικό «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΔΙΚΑΙΟ» το οποίο και εκδίδεται από το 1997. Η δεύτερη πηγή είναι η ιστοσελίδα του ΣτΕ, www.adjustice.gr όπου αναρτώνται όλες οι αποφάσεις τις οποίες εκδίδει (μέσω της μηχανής αναζήτησης που διαθέτει και χρησιμοποιώντας λέξεις-κλειδιά, π.χ. «απόβλητα, διαχείριση αποβλήτων, περιβαλλοντικά προβλήματα, κ.α.»). Ο συνδυασμός των δύο παραπάνω πηγών καθιστά την έρευνα πιο ενδελεχή και διασφαλίζει πληρότητα ως προς τη συλλογή των στοιχείων, αλλά και την ορθή καταγραφή των υποθέσεων. Στην ιστοσελίδα www.nbonline.gr υπάρχουν δυο τομείς οι οποίοι διερευνήθηκαν, προκειμένου να συλλεχθεί το απαιτούμενο υλικό. Ο πρώτος τομέας ήταν αυτός της διερεύνησης και συλλογής των αποφάσεων του ΣτΕ σχετικών με τα απόβλητα, κάνοντας τη σχετική αναζήτηση σε όλα τα (τριμηνιαία)τεύχη του περιοδικού «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ & ΔΙΚΑΙΟ» από το 1998 έως το 2018. Ο δεύτερος τομέας ήταν αυτός της διερεύνησης και μελέτης της σχετικής βιβλιογραφίας ─ άρθρων και βιβλίων ─ μέσω της ίδιας ιστοσελίδας, επί της διαχείρισης των αποβλήτων, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί σφαιρική άποψη, σχετικά με την κατάσταση (διαχείριση, προβλήματα στην εφαρμογή των απαιτήσεων, δικαστικές αποφάσεις, κλπ.) όπως αυτή έχει διαμορφωθεί σήμερα. Δεδομένου του σημαντικού όγκου των αποφάσεων που έχει εκδώσει το ΣτΕ, η προτεινόμενη έρευνα επικεντρώθηκε σε αποφάσεις που εκδόθηκαν την τελευταία εικοσαετία, οπότε και παρατηρήθηκε έντονο ενδιαφέρον για την ορθή διαχείριση των αποβλήτων, κυρίως λόγω της εκτεταμένης ευρωπαϊκής αλλά και ελληνικής νομοθεσίας, οι οποίες έθεσαν το πλαίσιο και τους κανόνες μέσα στο οποίο πρέπει να γίνεται η διαχείριση των αποβλήτων, στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο από τον ιδιωτικό τομέα αλλά και από τα ίδια τα κράτη. 638 259 271 The construction of the minority of Thrace in the speech of the local students of the School of Education of the Democritus University of Thrace Η κατασκευή της μειονότητας της Θράκης στο λόγο των ντόπιων φοιτητών της Σχολής Αγωγής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης This project is the result of a long term attempt and deals with a contemporary and important issue regarding the course of education. More specifically, essay deals with the issue of the Muslim minority in Western Thrace, and more specifically, how it is reflected in the eyes of future teachers who originate there. The main question of research is how people constitute the identity of the minority. The way in which this issue relates to education concealed through the quality of the control group, which, in addition to the local population of Thrace, is also made up of people attending the School of Educational Sciences. Therefore, it is to be determined whether and what identities are being made by future teachers for the minority of Thrace. This process made necessary to conduct a research through interviews. Thus, after collecting a sample of twelve individuals, both of the parts of Primary and Pre-school education, it went through semi-structured interviews, which took place in a short time. Through this type of interview, the students experienced the climate of a conversation with the researcher, which gave many reasons for them to open and express their views. The findings which gathered were varied and in many cases revealed the prejudice towards the minority. It also reveals the stereotypes preserved by students and the value which each person gives to various institutions such as family, culture, religion and nation Αυτή η εργασία αποτελεί προϊόν πολύμηνης προσπάθειας και ασχολείται με ένα θέμα καίριο και πολύ σημαντικό για την πορεία της εκπαίδευσης. Πιο αναλυτικά, η παρούσα εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης και πιο συγκεκριμένα, το πώς αυτή αντανακλάται στα μάτια των μελλοντικών εκπαιδευτικών, που κατάγονται από εκεί. Κύριο ζήτημα της έρευνας αποτελεί, το πώς οι άνθρωποι συγκροτούν την ταυτότητα της μειονότητας. Ο τρόπος, με τον οποίο αυτό το θέμα συνδέεται με την εκπαίδευση γίνεται φανερό μέσα από την ποιότητα του δείγματος , το οποίο πέρα από ντόπιο πληθυσμό της Θράκης συγκροτείται και από ανθρώπους που φοιτούν στην σχολή Επιστημών Αγωγής. Συνεπώς, πρόκειται να εντοπιστεί αν και ποιες ταυτότητες κατασκευάζουν οι μελλοντικοί εκπαιδευτικοί για την μειονότητα της Θράκης. Αυτή η διαδικασία, καθιστούσε αναγκαία την διεξαγωγή έρευνας μέσω συνεντεύξεων, για να εξεταστούν οι ταυτότητες που κατασκευάζουν οι φοιτητές και πως τις συνδέουν με διάφορες συμπεριφορές. Έτσι, αφού συγκεντρώθηκε ένα δείγμα δώδεκα ατόμων, αμφότερων από τα τμήματα της Δημοτικής και Προσχολικής εκπαίδευσης, πέρασε από ημι- δομημένες συνεντεύξεις, οι οποίες διενεργήθηκαν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Μέσω αυτού του τύπου συνέντευξης, οι φοιτητές βίωναν το κλίμα μίας συζήτησης με την ερευνήτρια, γεγονός που έδωσε πολλές αφορμές για να ανοιχτούν και να εκφράσουν τις απόψεις τους. Τα ευρήματα που συγκεντρώθηκαν ήταν ποικίλα και σε πολλές περιπτώσεις αναδείκνυαν την προκατάληψη, που υπάρχει απέναντι στη μειονότητα. Αυτή φανέρωνε παράλληλα, τα στερεότυπα που συντηρούν οι φοιτητές και την αξία που δίνει ο καθένας σε διάφορους θεσμούς , όπως αυτός της οικογένειας, του πολιτισμού, της θρησκείας και του έθνους 639 198 208 Effect of genotype and nitrogen fertilization in nitrogen and dry matter accumulation and translocation in common wheat Επίδραση γενότυπου και αζωτούχου λίπανσης στη συσσώρευση και ανακατανομή αζώτου και ξηράς ουσίας στο μαλακό σιτάρι The purpose of this study was to investigate, in field conditions, the effect of genotype and nitrogen fertilization and dry matter accumulation and translocation in common wheat. The experiments were conducted at the farm of the Democritus University of Thrace in Orestiada in the growing season 2017 and 2018. The soil is silty clay with a pH of 7,5 and 2,05 % organic matter. The experimental design was randomized complete block design with 4 replications. Three levels of nitrogen fertilization were used (N15, N20, N25). Plant samples were taken from each plot in the stages of flowering and maturity. Nitrogen and dry matter accumulation and translocation and seed yield were determined. Differences between harvest index and the number of tillers were not significant either among varieties, nor between N levels. The increase in the nitrogen level from N15 to N25 tend to increase the seeds protein content. The variety Rebelde had, on average of nitrogen levels, higher seed yield compared to the variety Bologna. The increase in the nitrogen level from N15 to N20 tend to increase the seeds protein content Σκοπός της εργασίας ήταν να μελετηθεί, σε συνθήκες αγρού, η επίδραση του γενοτύπου και της αζωτούχου λίπανσης στη συσσώρευση και ανακατανομή αζώτου και ξηράς ουσίας στο μαλακό σιτάρι. Τα πειράματα έγιναν στο αγρόκτημα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης στην Ορεστιάδα την καλλιεργητική περίοδο 2017 – 2018. Το έδαφος είναι ιλυοαργιλώδες με οργανική ουσία 2,05 % και pH 7,5. Το πειραματικό σχέδιο ήταν των τυχαιοποιημένων πλήρων ομάδων με 4 επαναλήψεις. Χρησιμοποιήθηκαν τρία επίπεδα αζωτούχου λίπανσης (N15, N20, N25). Ελήφθησαν δείγματα φυτών από κάθε πειραματικό τεμάχιο στα στάδια της πλήρους άνθησης και της ωρίμανσης και προσδιορίστηκε η συσσώρευση ξηράς ουσίας και η απόδοση σε σπόρο. Διαφορές μεταξύ του δείκτη συγκομιδής και του αριθμού των αδελφιών δεν ήταν σημαντικές ούτε μεταξύ των ποικιλιών, ούτε μεταξύ των επιπέδων N. Η αύξηση του επιπέδου Ν από Ν15 σε Ν25 οδήγησε σε αύξηση της περιεκτικότητας των σπόρων σε πρωτεΐνη. Η ποικιλία Rebelde έδωσε, κατά μέσο όρο των επιπέδων N, υψηλότερη απόδοση σε σχέση με την ποικιλία Bologna. Περαιτέρω αύξηση της δόσης του λιπάσματος σε 25 kg N/στρ. δεν επηρέασε την απόδοση. Η αύξηση του επιπέδου αζώτου από Ν15 σε Ν20 οδήγησε σε αύξηση της περιεκτικότητας των σπόρων σε πρωτεΐνη 640 468 453 Επίδραση του κιρκάδιου ρυθμού στον κεντρικό νευρικό αποκλεισμό μετά από υπαραχνοειδή χορήγηση λεβοπουπιβακαΐνης 0,5% και φεντανύλης για αναισθησία σε προγραμματισμένες ή επείγουσες καισαρικές τομές. Πρόδρομη μελέτη παρατήρησης χρονοφαρμακολογίας / χρονοβιολογίας στην περιοχική αναισθησία Previous chronobiological studies in obstetric anesthesia demostrated administration-time-dependent differences in the pharmacokinetics of local anesthetics and circadian rhythmicity to the perception of pain.The aim of this study is to determine whether the hour of intrathecal administration of chirocaine and fentanyl for ceasarean cection under spinal anesthesia influences the duration of anesthesia and the intensity of pain after anesthesia's regression. Methods. 75 parturients , ASA I-II, primiparous to multiparous, which are presenting for urgent or elective caesarean section under spinal anaesthesia, (random selection) ,were randomly assigned to 5 groups according to hour of spinal anesthesia's administration.In each group 15 patients are included.All patients received spinal anesthesia with 13mg levobupivacaine 0,5% (5mg/ml) and fentanyl 0,2mg at different times (group A 08:00 - 12:00, group B 12:00 -16:00,group C 16:00-20:00,groupD 20:00 - 00:00,group Ε 00:00-08:00).Sensory blockade was assessed by pinprick or cold and motor blockade by using a four-point modified Bromage scale(0-3).Duration of sensory and motor blockade,duration of analgesia (time from intrathecal drug administration until first postoperative analgesic reguest ),pain level at analgesic reguest and side effects such as hypotension, bradycardia, nausea,vomit,shivering were recorded. Results. No significant differences were found among the studied groups in time needed for anesthesia to be installed,peak sensory blockade and side effects.Prolonged duration of motor and sensory blockade in group A and B (08:00 -16:00)( p<0,001),prolonged duration of analgesia in group B (12:00 -16:00) (p<0,001) and higher pain scores at first postoperative analgesic reguirement in group Ε ( 00:01 και 08:00)(p<0,001)were observed. Conclusions.The results of our study lead to the following conclusions:After intrathecal administration of the same dosage and same concentration of levovoupivakaine and fentanyl solution in our patients, there were differences: in the duration of motor and sensory blockade, in the duration of analgesia (time from intrathecal drug administration until the first postoperative analgesia request by the patient) and in the intensity of pain during the analgesia request were found, which depended upon the hour of the day when intrathecal anesthesia was administered, possibly due to circadian rhythm fluctuations. We observed longer duration of motor and sensory blockade (p<0,001) and longer duration of analgesia in patients in which spinal anesthesia was performed between 08:00 to 16:00 (p<0,001). A shorter duration of motor and sensory blockade was observed in patients in which spinal anesthesia was performed between 00:01 to 08:00. The intensity of pain after anesthesia's regression was higher in patients in which spinal anesthesia was performed between 00:01 to 08:00 (p<0,001). In conclusion, the hour of intrathecal administration of chirocaine and fentanyl for caesarean section under spinal anesthesia influences the duration of both motor and sensory blockade and the intensity of pain after the anesthesia's regression possibly due to circadian rhythm fluctuations. However further studies of the influence of the circadian rhythm as to the effectiveness of regional anesthesia are needed to confirm our findings. Προηγούμενες μελέτες χρονοβιολογίας στη μαιευτική αναισθησία ανέδειξαν εξαρτώμενες από την ώρα χορήγησης διαφορές στη φαρμακοκινητική των τοπικών αναισθητικών και κιρκάδια ρυθμικότητα στην αντίληψη του πόνου. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διερευνήσει αν η ώρα υπαραχνοειδούς χορήγησης λεβοβουπιβακαΐνης (chirocaine) και φεντανύλης στην καισαρική τομή υπό ραχιαία αναισθησία επηρεάζει τη διάρκεια της αναισθησίας και την ένταση του πόνου όταν αυτή αποδράμει . Υλικά – μέθοδοι. 75 επίτοκες, Α5Ά Ι-ΙΙ , πρωτοτόκοι έως τριτοτόκοι, οι οποίες υποβάλλονται σε επείγουσα ή προγραμματισμένη καισαρική τομή, χωρίζονται τυχαία σε 5 ομάδες ανάλογα με την ώρα πραγματοποίησης της ραχιαίας αναισθησίας.Η κάθε ομάδα περιλαμβάνει 15 ασθενείς.Σε όλες τις ασθενείς εφαρμόζεται ραχιαία αναισθησία με υπαραχνοειδή χορήγηση 13mg λεβοβουπιβακαΐνης 0,5% (5mg/ml) και φεντανύλης 0,2mg σε διαφορετικές ώρες της ημέρας (ομάδα Α 08:00 - 12:00,ομάδα Β 12:00 -16:00,ομάδα Γ 16:00- 20:00,ομάδα Δ 20:00 - 00:00, ομάδα Ε 00:00-08:00).Ο αισθητικός αποκλεισμός ελέγχεται με την αίσθηση του κρύου και του νυγμού κεφαλής βελόνης και ο κινητικός αποκλεισμός με την τροποποιημένη κλίμακα Bromage (0-3). Καταγράφονται η διάρκεια αισθητικού και κινητικού αποκλεισμού, η διάρκεια αναλγησίας (από την υπαραχνοειδή έγχυση μέχρι την πρώτη μετεγχειρητική αναλγητική απαίτηση),η ένταση του πόνου όταν ζητήθηκε αναλγησία και οι επιπτώσεις της αναισθησίας όπως υπόταση,βραδυκαρδία, ναυτία, έμετος, ρίγος. Αποτελέσματα.Δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές στο χρόνο εγκατάστασης της αναισθησίας ,στο ύψος του αισθητικού αποκλεισμού και στις επιπτώσεις της ραχιαίας αναισθησίας μεταξύ των ομάδων που μελετήθηκαν. Παρατηρήθηκαν μεγαλύτερη διάρκεια κινητικού και αισθητικού αποκλεισμού στις ομάδες Α και Β (08:00 ως 16:00) (p<0,001), παρατεταμένη διάρκεια αναλγησίας στην ομάδα Β (12:00 ως 16:00) (p<0,001) και μεγαλύτερη ένταση του πόνου στην πρώτη μετεγχειρητική αναλγητική απαίτηση στην ομάδα Ε ( 00:01 και 08:00) (p<0,001). Συμπεράσματα. Μετά την υπαραχνοειδή χορήγηση ίδιας δοσολογίας και ίδιας συγκέντρωσης διαλύματος λεβοβουπιβακίνης και φεντανύλης στις ασθενείς μας υπάρχουν διαφορές στη διάρκεια της αναισθησίας , στη διάρκεια της αναλγησίας (χρόνος που μεσολάβησε από τη ραχιαία αναισθησία μέχρι την πρώτη μετεγχειρητική αναλγητική απαίτηση) και στην ένταση του πόνου τη στιγμή απαίτησης αναλγητικού,ανάλογα με την χρονική στιγμή του24ωρου κατά την οποία έγινε η υπαραχνοειδής αναισθησία πιθανών λόγω των κιρκαδιανών διακυμάνσεων. Μεγαλύτερη διάρκεια κινητικού και αισθητικού αποκλεισμού (p<0,001) όπως και μεγαλύτερη διάρκεια αναλγησίας (p<0,001) βρέθηκε στους ασθενείς στους οποίους η υπαραχνοειδής αναισθησία έγινε από 08:00 ως 16:00.Μικρότερη διάρκεια κινητικού και αισθητικού αποκλεισμού βρέθηκε στους ασθενείς στους οποίους η υπαραχνοειδής αναισθησία έγινε από 00:01 ως 08:00.Η ένταση του πόνου μετά την αποδρομή της αναισθησίας είναι μεγαλύτερη στους ασθενείς στους οποίους η υπαραχνοειδής αναισθησία έγινε από 00:01 ως 08:00 (p<0,001).Βεβαίως χρειάζεται περαιτέρω μελέτη της επίδρασης του κιρκάδιου ρυθμού στην αποτελεσματικότητα της περιοχικής αναισθησίας προς επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων της μελέτης μας. 641 331 327 Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στα περιβαλλοντικά θέματα It was the 1972 when the United Nations declared that “man has the fundamental right to freedom, equality and adequate conditions of life, in an environment of a quality that permits a life of dignity and well – being”, establishing once and forever the close bond between human rights and the environment. The present master thesis focuses on the interaction of human rights and the environmental degradation and protection as formed in the jurisprudence of the European Court of Human Rights. The European Court of Human Rights was founded by the Council of Europe as a system of judicial review for cases concerning alleged violation of human rights and fundamental freedoms found in the European Convention on Human Rights. Though no specific right to an environment of a good quality is enshrined in this Convention, neither the environment as such is protected, in many cases the European Court of Human Rights has come upon to judge cases related to environmental issues, thus creating an indirect protection for the environment. This paper explores the link between the right to life (ar. 2 ECHR), the right to private and family life and home (ar. 8 ECHR) and the right to property (ar. 1, 1st Additional Protocol) and environmental issues, as they have occurred on the considered cases. In addition, as far as the procedural environmental rights that were established by the Aarchus Convention are concerned, this study attempts to assess and analyse them in the light of the Court's case - law. In this context, this paper will compare the protection of the right to environmental information afforded by the provisions of the Aarhus Convention with the indirect protection of the same right granted by the European Court of Human Rights. The present study argues that the time has come for the Council of Europe to adopt an additional protocol to the ECHR which will establish a human right to a clean and viable environment and protect the procedural aspects of this right. Ήταν το 1972 όταν ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών διακήρυξε ότι «ο άνθρωπος έχει το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία, στην ισότητα και σε ικανοποιητικές συνθήκες ζωής, σε ένα περιβάλλον τέτοιας ποιότητας που του επιτρέπει μια ζωή αξιοπρέπειας και ευζωίας», εγκαθιδρύοντας έτσι μια για πάντα το στενό δεσμό μεταξύ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του περιβάλλοντος. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εστιάζει στην αλληλεπίδραση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με την περιβαλλοντική υποβάθμιση και την περιβαλλοντική προστασία που παρατηρείται στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ιδρύθηκε δυνάμει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ως ένα σύστημα δικαστικού ελέγχου υποθέσεων που αφορούν φερόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών που προβλέπονται στη Σύμβαση. Παρ' ότι στη Σύμβαση δεν προβλέπεται ορισμένο δικαίωμα σε ένα περιβάλλον καλής ποιότητας, ούτε προστατεύεται το περιβάλλον ως τέτοιο, σε πολλές υποθέσεις το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει κληθεί να κρίνει επί φερόμενων παραβιάσεων που ερείδονται σε περιβαλλοντικά ζητήματα, επιφέροντας έτσι έμμεση περιβαλλοντική προστασία. Αυτή η εργασία ερευνά τις πτυχές της σύνδεσης μεταξύ του δικαιώματος στην ζωή (αρ. 2 ΕΣΔΑ), του δικαιώματος στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή και την οικία (αρ. 8 ΕΣΔΑ) και του δικαιώματος στην περιουσία (αρ. 1 Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ) αφενός και των περιβαλλοντικών ζητημάτων αφετέρου, όπως αυτά έχουν προκύψει στις ερευνώμενες υποθέσεις. Επιπλέον, όσον αφορά τα διαδικαστικά περιβαλλοντικά δικαιώματα που απονέμονται από τη Σύμβαση του Άαρχους, αυτή η έρευνα αποπειράται να εκθέσει τη νομολογία του Δικαστηρίου. Στο πλαίσιο αυτό, θα συγκριθεί η ποιότητα της προστασίας του δικαιώματος στην περιβαλλοντική πληροφορία που επιτυγχάνουν οι ρυθμίσεις της Σύμβασης του Άαρχους με τον έμμεσο τρόπο προστασίας του αυτού δικαιώματος από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Η παρούσα εργασία υποστηρίζει ότι καθίσταται επιβεβλημένη η υιοθέτηση εκ μέρους του Συμβουλίου της Ευρώπης ενός πρόσθετου στην ΕΣΔΑ πρωτοκόλλου, το οποίο θα απονέμει ένα ανθρώπινο δικαίωμα σε ένα υγιές και βιώσιμο περιβάλλον και προστατεύει τις διαδικαστικές πτυχές του δικαιώματος αυτού. 642 142 172 διερεύνηση της επίδρασης του περιβάλλοντος στην εμφάνιση και θεραπεία ψυχικών νοσημάτων In the present study, we investigated the relationship between the natural environment and the mental health of individuals. Initially, we presented the psychological impact of environmental deterioration. Then, we examined nature’s therapeutic effect and the way it can contribute to maintaining and recovering mental health. Given the relationship between environmental degradation and mental condition, we decided to investigate the environmentally friendly behavior of users and non-users of mental health services. A structured self-report questionnaire was used to collect data, which recorded attitudes and environmentally friendly behaviors. Participants were residents of Thesprotia. The analysis of the survey data indicated that there was no statistically significant difference between environmentally friendly attitudes of mental health service users and non-users. All respondents agreed that the environment affects people’s mental health and that environmentally friendly activities generate positive emotions. Difficulties in adopting environmentally friendly behaviors were identified. Στην παρούσα εργασία διερευνάται η σχέση του φυσικού περιβάλλοντος με την ψυχική υγεία των ατόμων. Αρχικώς, παρουσιάζονται οι ψυχολογικές επιπτώσεις των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Στη συνέχεια, διερευνάται η θεραπευτική επίδραση που έχει η επαφή με τη φύση και ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να συμβάλει στην ανάκτηση και διατήρηση της ψυχικής υγείας. Δεδομένης της σχέσης μεταξύ περιβαλλοντικής υποβάθμισης και ψυχικής πάθησης, διερευνάται η εκδήλωση φιλικής προς το περιβάλλον συμπεριφοράς μεταξύ χρηστών και μη χρηστών υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας δομήθηκε ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς καταγραφής στάσεων και συμπεριφορών φιλικών προς το περιβάλλον. Το δείγμα αποτέλεσαν κάτοικοι του Νομού Θεσπρωτίας. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έδειξε ότι δεν υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των περιβαλλοντικά φιλικών συμπεριφορών των χρηστών υπηρεσιών ψυχικής υγείας και των μη χρηστών. Όλοι οι συμμετέχοντες στην έρευνα συμφωνούν ότι το περιβάλλον επηρεάζει την ψυχική υγεία των ανθρώπων και ότι η συμμετοχή σε δράσεις προστασίας επιφέρει θετικά συναισθήματα. Δυσκολίες εντοπίζονται στην υιοθέτηση των αντίστοιχων συμπεριφορών. 643 65 64 Although Bioethics is a contemporary discipline of the last decades of the 20th century, its origins can be traced back in a classical antiquity. As the conception of the divine origin of the disease subsides, religion is gradually replaced by philosophy. The work of Corpus Hippocraticum makes clear the composition of philosophy and medicine with particular interest in the character and role of the physician. Αν και η Βιοηθική είναι δημιούργημα των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα, οι ρίζες της μπορούν να αναχθούν ήδη στην αρχαιότητα. Καθώς η σύλληψη της θεϊκής προέλευσης της ασθένειας υποχωρεί, η θρησκεία παραμερίζεται και αντικαθίσταται σταδιακά από τη φιλοσοφία. Στα έργα του Corpus Hippocraticum γίνεται σαφής η σύνθεση αυτή της φιλοσοφίας και της ιατρικής με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον χαρακτήρα και τον ρόλο του ιατρού. 644 365 335 Μεταρρυθμίσεις στο χώρο της εκπαίδευσης-παιδείας την τελευταία 100ετία The particular final year project report covers the topic of the changes that happened in Greek education in the time period of 1911-2011. In this period of time, which includes almost the whole 20th century and the first eleven years of 21st century, all the legislatives changes of education are recorded, described and analyzed in detail. The procedure of record and analysis, follows the chronological order, in which the changes happened. Meanwhile, all the factors that contributed in formation of the educational reality in every time period, are mentioned in detail. Throughout the project, it is observed that the reforms in education always caused flurries and were not easily accepted, because people were divided. In one side it was the people, who were more cautious and conservative and were afraid of the consequences. On the other side were the people, who were more progressive and supported the changes, because they believed in their positive perspective. The political forces, which have the authority in every time period, formed the educational system in a way that functioned, according to their will and needs, ignoring the real needs and weaknesses of the education in the country of Greece. But, the biggest problem was the fact that every, new government recanted partially or fully, the educational reforms that were legally institutionalized from the previous government. As a result, it is observed that there was a stagnation of the development in particular parameters as the issue of the language that was spoken and written or the structure of the school network and the connection of school with the labor market. In addition, the fact that, all the continuous and without the appropriate structures, reforms targeted mainly at issues about the command, the logistics and the curriculum did not give or bereaved the supply of students with useful knowledge and skills, the conformation of mature and sufficient citizens, who will have values like respect and collaboration. Furthermore, it is desired that school will be in the mind of students as something pretty and useful and not as an obligatory task, which makes them lose time and energy and provides them useless knowledge, nervousness and disappointment in case of failing in exams Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία αφορά τις αλλαγές που έλαβαν χώρα στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα την περίοδο 1911-2011. Σε αυτό το χρονικό διάστημα που καλύπτει σχεδόν όλο τον 20ο αιώνα, και τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα καταγράφονται, περιγράφονται και αναλύονται λεπτομερώς όλες οι νομοθετικές ενέργειες που συνεχώς άλλαζαν τον εκπαιδευτικό χάρτη της Ελλάδας. Η διαδικασία της ανάλυσης και της καταγραφής, ακολουθεί τη χρονολογική σειρά με την οποία έγιναν οι αλλαγές, ενώ αναφέρονται λεπτομερώς όλοι οι παράγοντες (πολιτικοί, οικονομικοί, κοινωνικοί) που συντέλεσαν στην διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πραγματικότητας ανά χρονική περίοδο. Σε όλη την έκταση της εργασίας, παρατηρούμε ότι οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της παιδείας πάντα προκαλούσαν αναταραχές και δεν γίνονταν εύκολα αποδεκτές, καθώς ο κόσμος διχαζόταν ανάμεσα στους πιο επιφυλακτικούς και συντηρητικούς που φοβούνταν τις συνέπειες των αλλαγών και στους προοδευτικούς που πιστεύανε στην θετική προοπτική των εκάστοτε αλλαγών. Οι πολιτικές δυνάμεις που ασκούσαν την εξουσία σε κάθε χρονική περίοδο διαμόρφωναν το εκπαιδευτικό σύστημα και τη λειτουργία του, με βάση τις επιθυμίες και τις ανάγκες των κυβερνώντων, αγνοώντας συχνά τις πραγματικές ανάγκες της εκπαίδευσης και τις ουσιαστικές αδυναμίες της. Το μεγαλύτερο, όμως πρόβλημα εντοπίζεται στο γεγονός ότι η καθεμιά νέα κυβέρνηση που διαδεχόταν την προηγούμενη, αναιρούσε μερικώς η πλήρως τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που είχε θεσμοθετήσει, με αποτέλεσμα να παρατηρούμε να υπάρχει μια στασιμότητα στην εξέλιξη ορισμένων παραμέτρων όπως το θέμα της προφορικής και γραπτής γλώσσας ή της διάρθρωσης του σχολικού δικτύου και της σύνδεσης του με την αγορά εργασίας. Επίσης, το γεγονός ότι όλες οι συνεχείς και συχνά χωρίς υποδομές μεταρρυθμίσεις σε θέματα διοίκησης, υλικοτεχνικών μέσων και προγραμμάτων σπουδών, στέρησαν ή δεν έδωσαν σε επαρκή βαθμό, πραγματικά και χρήσιμα εφόδια στους μαθητές, τη διάπλαση των παιδιών σε ώριμους και ικανούς πολίτες που θα διέπονταν από αξίες όπως ο σεβασμός και η συνεργασία και τη δημιουργία ενός σχολείου που δε θα ταυτιζόταν στο μυαλό των μαθητών ως κάτι αναγκαστικό που εξαντλούσε το χρόνο και την ενέργεια τους προσφέροντας τους στείρες γνώσεις, άγχος και απογοήτευση, σε περίπτωση αποτυχίας στις εξετάσεις 645 343 365 Αγροκομική συμπεριφορά ποικιλιών ρυζιού στην περιοχή Φερών του Νομού Έβρου The purpose of the research was to investigate the adaptation and yielding ability, as well as the variation in grain quality traits of rice (Oryza sativa) cultivars grown in the area of Feres, Municipality of Alexandroupolis, Greece. Four Japonica-type rice cultivars, three of which (Galileo, Gloria, Renaldo) are widely grown in the area and a new one (Sfera) were evaluated during the 2016 growing season. The experiments were carried out at the farmers’ fields, near the Delta of Evros River. The grain quality evaluation was carried out at the laboratories of the Cereal Institute of Thessaloniki. The data concerning soil characteristics were collected from the Geographical Basis of Soil Data of the Region of Eastern Macedonia and Thrace. The experimental design included 2 fields for each cultivar. The collected material was evaluated for grain quality characteristics: grain appearance (length, width, length / width ratio, and percent (%) of grain pearl) and milling yield (total milling yield, TMY, and whole grain yield, WGY). In addition, grain yield, brown rice yield, individual grain weight and plant height were evaluated. No significant differences were found among cultivars in grain length, except of Sfera, which was classified as 'medium-grain' cultivar, while the other cultivars were classified as 'long-grain”. According to the length/width ratio, the cultivar Sfera was classified as "round grain", while the others as "long grain" cultivars. As for the % of grains showing pearl, the classification of cultivars was the following: Galileo, Gloria, Ronaldo were included in the "big” (> 20%) category, while the Sfera cultivar was included in the "medium” (10-20%) category. There was a positive correlation between the percentage of grains showing pearl in a white rice grain and the white rice grain length. No significant differences were found for WGY and TMY, although the cultivar Sfera tended to be superior in both traits. Grain yield, brown rice yield and 1000 grains weight did not show significant differences among cultivars. Grain yield was satisfactory in all cases and ranged from 1050 kg/ha Ronaldo, 1015 kg/ha Galileo, 980 kg/ha Sfera to 905 kg/ha Gloria Σκοπός της έρευνας ήταν να ερευνηθούν η προσαρμοστικότητα και ικανότητα απόδοσης, καθώς και τις διαφορές στα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ποικιλιών ρυζιού (Oryza Sativa) που καλλιεργούνται στην αγροτική περιοχή των Φερών του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Χρησιμοποιήθηκαν τέσσερεις ποικιλίες τύπου Japonica, τρεις από τις οποίες (Galileo, Gloria, Renaldo) καλλιεργούνται ευρέως στην περιοχή και μια νέα ποικιλία η (Sfera), οι οποίες αξιολογήθηκαν κατά την διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου 2016. Το πειράματα διεξήχθησαν σε αγροτεμάχια του αγροκτήματος Φερών πλησίον του Δέλτα του ποταμού Έβρου. Η ποιοτική ανάλυση των κόκκων πραγματοποιήθηκε στα εργαστήρια του Ινστιτούτου σιτηρών στην Θέρμη Θεσσαλονίκης ενώ οι επεξεργασία των δεδομένων έγιναν στα εργαστήρια του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης το 2016. Τα δεδομένα που αφορούν τα εδαφολογικά χαρακτηριστικά των αγροτεμαχίων, συλλέχτηκαν από την Γεωγραφική Βάση Εδαφολογικών Δεδομένων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης (ΑΜΘ). Το πειραματικό σχέδιο περιελάμβανε 2 αγροτεμάχια για κάθε ποικιλία. Το υλικό που συλλέχθηκε, αξιολογήθηκε για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά: εμφάνιση κόκκου (μήκος, πλάτος, αναλογία μήκος/πλάτος, % μαργαρίτη) και την απόδοση στο μύλο (συνολική απόδοση στον μύλο και απόδοση ακέραιων κόκκων). Επιπλέον, αξιολογήθηκαν η απόδοση σε καρπό, η απόδοση σε καφέ ρύζι, το ατομικό βάρος κόκκου καθώς και ύψος φυτού. Δεν βρέθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ποικιλιών στο μήκος κόκκου , εκτός από την ποικιλία Sfera, η οποία κατατάχθηκε ως «μετριόκοκκο» ενώ οι υπόλοιπες ως «μακρόκοκκο». Σύμφωνα, με την αναλογία μήκος/πλάτος η ποικιλία Sfera κατατάχθηκε ως «στρογγυλόσπερμο» ενώ οι άλλες ποικιλίες ως «μακρόσπερμο». Όσον αφορά το % παρουσίας μαργαρίτη στο ενδοσπέρμιο, οι ποικιλίες κατατάσσονται ακολούθως: Galileo, Gloria , Ronaldo στην κατηγορία «μεγάλο (>20%)» ενώ η ποικιλία Sfera στην κατηγορία «μεσαίο (10-20%). Επίσης υπήρχε θετική συσχέτιση μεταξύ % μαργαρίτη σε κόκκο λευκού ρυζιού και μήκος κόκκου λευκού ρυζιού. Στο κριτήριο της απόδοσης στο μύλο και στην απόδοση στο μύλο σε ακέραιους κόκκους δεν παρουσιάστηκαν σημαντικές διαφορές. Ωστόσο η ποικιλία Sfera υπερείχε έναντι των άλλων και στις παραπάνω 2 παραμέτρους. Στα ποσοτικά χαρακτηριστικά όπως, απόδοσης σε καρπό, απόδοση σε καφέ ρύζι και στο βάρος 1000 κόκκων δεν εμφανίστηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ποικιλιών. Η απόδοση σε καρπό ήταν ικανοποιητική σε όλες τις περιπτώσεις και κυμάνθηκε από 1050 kg/ha Ronaldo, 1015 kg/ha Galileo, 980 kg/ha Sfera ως 905 kg/ha Gloria 646 300 284 primary education teachers’ opinions about inclusion of children with and without special educational needs οι απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες The aim of this postgraduate research is to scrutinize the views and attitudes of primary school teachers about the attendance of children with special educational needs in general schools. Through the investigation of attitudes is made an attempt to ascertain the problems, difficulties and possibilities of implementation of inclusive education in elementary school, since are examined the main factors which affect positive or negative the implementation of inclusive education in practice. The researcher carried out a quantitative survey, in which participated 153 primary school teachers from cities Kavala and Drama. The results of the survey showed that the majority of the sample is against the inclusive education, while the most important factors which are responsible for these negative attitudes are: inadequate teacher training in special education, the lack not only of integration classes but also of special education teachers, the lack of appropriate material-technical infrastructure, assistive technology and educational material and moreover the rigidity of the curriculum. The teachers of this survey point out the inefficiency of the Greek educational system and their fixed demands are: First of all, the change in attitude of the state with the allocation of more funds for hiring of special education teachers, for training programs, for removal of architectural barriers that create non-accessible environments and for providing of pedagogical materials and resources for the children with disabilities. Furthermore, the present research emphasizes the importance of interdisciplinary cooperation, as teachers seem to consider it necessary for successful inclusion. Another key finding that emerges from this research is that the disability category in which belongs each child as well as the degree of disability, have a significant influence on teachers’ attitudes towards the inclusion of children with and without special educational needs. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να διερευνήσει τις απόψεις και στάσεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ως προς τη φοίτηση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες σε σχολικές μονάδες γενικής αγωγής. Μέσα από τη διερεύνηση των στάσεων γίνεται προσπάθεια να διαπιστωθούν τα προβλήματα, οι δυσκολίες αλλά και οι δυνατότητες εφαρμογής της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης στο δημοτικό σχολείο, καθώς εξετάζονται οι βασικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την επιτυχή ή μη εφαρμογή της συμπερίληψης στην πράξη. Η ερευνήτρια πραγματοποίησε ποσοτική έρευνα, όπου συμμετείχαν 153 εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης των νομών Καβάλας και Δράμας. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η πλειοψηφία του δείγματος διάκειται κατά της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, ενώ οι σημαντικότεροι παράγοντες που διαμορφώνουν αυτές τις αρνητικές στάσεις θεωρούνται η ελλιπής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην ειδική αγωγή, η έλλειψη τμημάτων ένταξης και εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, η απουσία κατάλληλης υλικοτεχνικής υποδομής, υποστηρικτικής τεχνολογίας και διδακτικού υλικού, αλλά και η ανελαστικότητα του αναλυτικού προγράμματος. Οι εκπαιδευτικοί της παρούσας έρευνας επισημαίνουν την παθογένεια του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και πάγια αιτήματά τους αποτελούν η αλλαγή στάσης της πολιτείας με διάθεση περισσότερων κονδυλίων για προσλήψεις εκπαιδευτικών ειδικής αγωγής, διεξαγωγή επιμορφωτικών δράσεων, άρση των αρχιτεκτονικών εμποδίων που δημιουργούν «ανάπηρα» περιβάλλοντα και παροχή παιδαγωγικών υλικών και μέσων και για τους μαθητές με αναπηρία. Επιπρόσθετα, μέσα από την παρούσα έρευνα τονίζεται η σημασία της διεπιστημονικής συνεργασίας, καθώς οι εκπαιδευτικοί φαίνεται να τη θεωρούν απαραίτητη για μια επιτυχή συμπερίληψη. Ένα ακόμη βασικό εύρημα που προκύπτει από την παρούσα εργασία είναι, πως η κατηγορία αναπηρίας που ανήκει κάθε μαθητής, αλλά και ο βαθμός αναπηρίας ασκούν σημαντική επιρροή στις στάσεις που υιοθετούν οι εκπαιδευτικοί απέναντι στη συνεκπαίδευση παιδιών με και χωρίς ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. 647 193 223 The present study deals with bioethics issues which refer to the pain’ s class position. Bioethics is a new science which refers to the ethical principles’ adjustment in sciences and technology, so that human rights and moral justice is protected. Ethics is affected of the ethical philosophies and deontology and is connected to different sciences and sectors. Bioethics question about lots of issues which refer to human’ s life, in order to consider them morally and, so that is how an interdisciplinary discussion begins. Bioethics is connected with medical ethics, which is developed from antiquity to the present day. One of the basic ethical issues which bioethics deal is managing pain, which is a very unpleasant symptom, which people of all ages try to get relief of. Pain is a symptom which causes discomfort and undermines people’ s quality of life, so health professionals have the obligation to decrease it as much as it is possible and to manage all patients equivalently. These principles are the health professionals’ obligations but they cannot be applicant in our society, within social inequalities, where health and pain depend to every person’ s social class and position Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται ζητήματα βιοηθικής που συνδέονται με την ταξική θέση του πόνου. Η βιοηθική είναι μία νέα επιστήμη η οποία αναφέρεται στην εφαρμογή ηθικών αρχών στον επιστημονικό και τεχνολογικό τομέα, ώστε να μην παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και το ηθικό δίκαιο. Είναι επηρεασμένη τόσο από την ηθική φιλοσοφία όσο και από τη δεοντολογία και εμπλέκεται με πολλές επιστήμες και κλάδους. Στο πλαίσιο της βιοηθικής πολλά ζητήματα που αφορούν τη ζωή του ανθρώπου επαναπροσδιορίζονται με σκοπό την πιο ηθική προσέγγισή τους, ενώ έτσι ξεκινά ένας μεγάλος διεπιστημονικός διάλογος. Η βιοηθική εμπλέκεται άμεσα με την ηθική της ιατρικής, η οποία αρχίζει να αναπτύσσεται από την αρχαιότητα και εξελίσσεται μέχρι σήμερα. Ένα από τα βασικά ηθικά θέματα που αφορούν στην ιατρική είναι η διαχείριση του πόνου, ενός πολύ δυσάρεστου συμπτώματος το οποίο προσπαθούν να ανακουφίσουν οι άνθρωποι σε όλες τις εποχές. Ο πόνος είναι ένα σύμπτωμα το οποίο προκαλεί δυσφορία στον άνθρωπο και υπονομεύει την ποιότητα ζωής του και, για το λόγο αυτό, οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να τον περιορίζουν στο ελάχιστο δυνατό, ενώ θα πρέπει να φέρονται με ισοτιμία σε όλους τους ασθενείς. Οι αρχές αυτές που αποτελούν υποχρεώσεις των επαγγελματιών υγείας δεν είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε μία κοινωνία όπου υπάρχει κοινωνική ανισότητα και η υγεία και ο πόνος έχουν έντονα ταξική διάσταση και εξαρτώνται από την κοινωνική θέση του ανθρώπου. 648 273 330 According to social identity theory, the categorization of others explicitly or inextricably leads to the categorization of ourselves. This is why an important out-group activates knowledge about the in-group and an open conflict with it that enhances in-group identity, since social groups and categories are often in competition for resources, rights and power. Categorization causes inter-group bias.The members of each group evaluate the members of the ingroup and their outcome more positively than that of the members of the out-group. Just knowing that one person belongs to a social group can distort the judgment of others.Categorization reinforces the perceived similarities between members of a ingroup, namely that individuals belonging to a group are considered very similar to each other, as also reinforces differences between members of different groups, that is, individuals belonging to out-groups are condired more different than in-group members.What applies to adults, of course, also applies to children as well. Children adopt basically the views and criticisms of their parents and their peers. There have also been several studies that demonstrate that prejudice starts in preschool age, as it is a crusial period for shaping some social attitudes that can last until adulthood. Grouping according to group characteristics leads children to compare and formulate positive evaluations for the in-group and negative for the out-group.Τhe goal of this project is to evaluate the existence of an in-group favouritism as well as the existence of cross-sectional bias between preschool children and form different cultural backgrounds. The results of the research concern the measurement of the in-group favouritism for children triking under consideration other variables, such as sex, facial characteristics and place of origins. Σύμφωνα με την θεωρία της κοινωνικής ταυτότητας, η κατηγοριοποίηση των άλλων οδηγεί ρητά ή άρρητα στην κατηγοριοποίηση του εαυτού μας. Μια σημαντική έξω-ομάδα ενεργοποιεί τις σχετικές γνώσεις με την ενδο-ομάδα και μια ανοιχτή σύγκρουση μαζί της, επιτείνοντας έτσι την ενδο-ομαδική ταυτότητα, καθώς οι κοινωνικές ομάδες και κατηγορίες βρίσκονται συχνά σε ανταγωνισμό για πόρους, δικαιώματα και εξουσία. Η κατηγοριοποίηση προκαλεί φαινόμενα διομαδικής μεροληψίας. Τα μέλη κάθε ομάδαςαξιολογούν τα μέλη της ενδο-ομάδας και το έργο τους θετικότερα από ότι τα μέλη της έξω- ομάδας. Η απλή γνώση και μόνο ότι ένα άτομο ανήκει σε μια κοινωνική ομάδα, μπορεί να διαστρεβλώσει την κρίση πολλών άλλων ατόμων, τα οποία βρίσκονται σε διαφορετικές ομάδες από το ίδιο. Η κατηγοριοποίηση ενισχύει τις αντιληπτές ομοιότητες μεταξύ των μελών μιας ομάδας, δηλαδή τα άτομα που ανήκουν σε μια ομάδα θεωρούνται όμοια μεταξύ τους, αλλά ενισχύει επίσης και τις διαφορές τους με μέλη διαφορετικών ομάδων, καθώς τα άτομα εκείνα θεωρούνται πολύδιαφορετικά από αυτά τα μέλη της ομάδας. Αυτό που ισχύει για τους ενήλικες, ισχύει φυσικά και για τα παιδιά. Τα παιδιά, λειτουργούν κατά βάση με τις απόψεις και τις κριτικές των γονιών, αλλά και των συνομηλίκων τους. Έχουν γίνει άλλωστε αρκετές έρευνες που αποδεικνύουν ότι η προκατάληψη ξεκινάει από την προσχολική ηλικία, καθώς η ηλικία αυτή αποτελεί μια κρίσιμη περίοδο για την μορφοποίηση κάποιων κοινωνικών στάσεων, οι οποίες μπορεί να αντέξουν μέχρι την ενηλικίωση. Η ομαδοποίηση με βάση τα χαρακτηριστικά, οδηγεί τα παιδιά στην μεταξύ τους σύγκριση και στη διατύπωση θετικών αξιολογικών κρίσεων για την ενδο-ομάδα και αρνητικών για την έξω-ομάδα. Ο σκοπός της εργασίας είναι να μελετήσει ουσιαστικά την ύπαρξη ενδοομαδικής εύνοιας, καθώς και διομαδικής μεροληψίας. Η μεθοδολογία στηρίζεται σε παιδιά νηπιαγωγείου και μελετά τις προτιμήσεις τους απέναντι σε παιδιά που βρίσκονται στο ίδιο πολιτισμικό πλαίσιο ή απέναντι σε παιδιά που ανήκουν σε διαφορετικό πολιτισμικό πλαίσιο απο τα ίδια. Τα αποτελέσματα αφορούν τη μέτρηση της ενδοομαδικής εύνοιας των παιδιών σε σχέση και με άλλες μεταβλητές, όπως το φύλο, το όνομα, τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, καθώς και τη χώρα προέλευσης. 649 278 307 The topic addressed in this theoretical and research work relates to the role of the school principal in parental involvement. The main purpose of the work is to record and analyze the contribution of the school principal to the involvement of parents in school activities. In addition, identify the attitude of the school principal regarding his cooperation with parents, as well as identify ways and means of parental involvement. Eight semi- structured interviews were conducted in the research framework with four school principals, two men and two women, as well as four parents, two men and two women alike, all of whom came from Kozani. Initially, an attempt is made to identify the root causes for the two sides to communicate with each other. It also investigates the way in which they communicate and the frequency with which they communicate. It then attempts to identify the factors that influence communication and thus their cooperation. Furthermore, the consequences of the communication they maintain are investigated. Finally, participants are asked to evaluate the communication they maintain as well as to suggest ways of enhancing the communication they consider most ideal. After studying and analyzing the findings, it was found that school principals are in favor of parental involvement in school activities. It has also been found that school principals seek to communicate with parents either through newsletters or by holding pre- arranged meetings throughout the year to inform them of practical school unit issues, and to solicit their input on logistical issues and the organization of extracurricular activities. Finally, they are recorded as a consequence of good communication maintained by improving student performance, reducing offending behavior and improving logistical infrastructure. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική εργασία σχετίζεται με το ρόλο που επιτελεί ο διευθυντής της σχολικής μονάδας πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη γονεϊκή εμπλοκή. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι να καταγραφεί και να αναλυθεί η συμβολή του διευθυντή σχολικής μονάδας στην εμπλοκή των γονέων στα σχολικά δρώμενα. Ακόμη, να εντοπιστεί η στάση που διατηρεί ο διευθυντής σχολικής μονάδας αναφορικά με τη συνεργασία του με τους γονείς, καθώς και να εντοπιστούν οι τρόποι και τα μέσα εμπλοκής των γονέων. Στο ερευνητικό πλαίσιο της εργασίας διεξήχθησαν οκτώ ημιδομημένες συνεντεύξεις, με τέσσερεις διευθυντές σχολικών μονάδων, δύο άνδρες και δύο γυναίκες, καθώς και τέσσερεις γονείς, δύο άνδρες και δύο γυναίκες εξίσου, εκ των οποίων όλοι προέρχονται από το νομό Κοζάνης. Αρχικά, γίνεται προσπάθεια ώστε να εντοπιστούν οι βασικές αιτίες για την οποίες επικοινωνούν οι δύο πλευρές μεταξύ τους. Ακόμη, διερευνάται ο τρόπος με τον οποίο επικοινωνούν αλλά και η συχνότητα, με την οποία διεξάγεται η επικοινωνία μεταξύ τους. Έπειτα, επιχειρείται η καταγραφή των παραγόντων που επηρεάζουν την επικοινωνία και κατ’ επέκταση τη συνεργασία τους. Ακόμη, διερευνώνται οι συνέπειες που προκύπτουν από την επικοινωνία που διατηρούν. Τέλος, ζητείται από τους συμμετέχοντες να αξιολογήσουν την επικοινωνία που διατηρούν καθώς και να προτείνουν τρόπους ενίσχυσης της επικοινωνίας που θεωρούν ως ιδανικότερους. Κατόπιν μελέτης και ανάλυσης των ευρημάτων διαπιστώθηκε πως οι διευθυντές τάσσονται υπέρ της γονεϊκής εμπλοκής στα σχολικά τεκταινόμενα. Ακόμη, διαπιστώθηκε πως οι διευθυντές επιδιώκουν την επικοινωνία τους με τους γονείς είτε μέσω ενημερωτικών επιστολών είτε με τη διεξαγωγή προκαθορισμένων συναντήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, με σκοπό να τους ενημερώσουν για πρακτικά ζητήματα της σχολικής μονάδας, καθώς και για να ζητήσουν τη συμβολή τους για θέματα υλικοτεχνικής υποδομής και για τη διοργάνωση εξωσχολικών δραστηριοτήτων. Τέλος, καταγράφονται ως συνέπειες της καλής επικοινωνίας που διατηρούν: η βελτίωση της σχολικής επίδοσης του μαθητή, η μείωση παραβατικών συμπεριφορών και η βελτίωση της υλικοτεχνικής υποδομής. 650 103 144 This paper discusses the phenomenon of homosexuality as experienced by homosexuals and heterosexuals. What it considers is the formation of sexual identity among men and women, heterosexuals and homosexuals. The analysis of sex prejudice, homophobia and discrimination are some issues being negotiated. Τhis work also features some of the attitudes surveys that were conducted about homosexuals and presents some of the social and psychological consequences of homophobia. After the presentation of gay rights, the right of marriage is being discussed and the consequences of its deprivation. Also, homosexuality will be examined in relation to education. Finally, the author’s qualitative research will be presented Η εργασία αυτή διαπραγματεύεται το φαινόμενο της ομοφυλοφιλίας όπως βιώνεται από τα ίδια τα άτομα αλλά και από την ομάδα των ετεροφυλόφιλων. Αυτά που εξετάζει είναι η διαμόρφωση της σεξουαλικής ταυτότητας στους άντρες και στις γυναίκες, στους ετεροφυλόφιλους και στους ομοφυλόφιλους. Η ανάλυση της σεξουαλικής προκατάληψης, του φαινομένου της ομοφοβίας και των διακρίσεων είναι μερικά ακόμη θέματα που διαπραγματεύεται. Στην εργασία αυτήν θα παρατεθούν μερικές από τις έρευνες στάσεων που έχουν γίνει για τους ομοφυλόφιλους και θα μελετηθούν οι κοινωνικές και ψυχολογικές συνέπειες της ομοφοβίας. Μετά από μία παρουσίαση των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων θα αναλυθεί το δικαίωμα του γάμου καθώς και οι συνέπειες από τον περιορισμό του. Ακόμη, η ομοφυλοφιλία θα εξεταστεί και από την οπτική της εκπαίδευσης. Τέλος, θα παρουσιαστεί η έρευνα της συγγραφέως για την ομοφυλοφιλία με την παράθεση διάφορων αποσπασμάτων με σκοπό της ανάδειξη ομοφοβικών προκαταλήψεων και στερεοτύπων από τους συμμετέχοντες. 651 212 230 educational propositions and methods through the Art of Theater that have been used in Greece for high school students παιδαγωγικές προτάσεις και πρακτικές μέσω της τέχνης του θεάτρου που έχουν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα για μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης This dissertation project discusses the phenomenon of addiction to legal and illegal substances among teenagers. During puberty, which is considered a critical period of development, a large percentage of teenagers become familiar with substances like tobacco, alcohol and various drugs. The different kinds of addictive substances, the factors that lead teenagers to drug use and its consequences on individuals and modern European society, including Greece, are all analyzed here. According to research that took place in Greece, it is shown that the substance abuse problem is intertemporal, as relevant as ever, and a very important topic for intervention, especially concerning teenagers. Furthermore, there is a presentation of themes and concepts related to substance addiction, in an effort to give a thorough interpretation to them. Public institutions responsible for prevention and treatment of substance addicted individuals are also mentioned. Some courses of said institutions include "Art" as a therapeutic method. Art is suggested as a method for people with signs of substance addiction. Finally, there is a presentation of educational programs based on social intervention for high school students in Greece, that use theatrical techniques in order to prevent and deal with substance abuse. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το φαινόμενο του εθισμού σε νόμιμες και παράνομες ουσίες από νεαρούς χρήστες εφηβικής ηλικίας. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας, η οποία ορίζεται ως μία κρίσιμη περίοδος ανάπτυξης, ένα μεγάλο ποσοστό εφήβων πειραματίζεται και εξοικειώνεται με ουσίες όπως το τσιγάρο, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Αναλύονται τα είδη των ουσιών, οι παράγοντες που οδηγούν το άτομο στη χρήση και οι συνέπειες της χρήσης στο άτομο, καθώς και στην κοινωνία της σύγχρονης Ευρώπης, και κατά συνέπεια στον ελλαδικό χώρο. Αποτελέσματα ερευνών που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα, αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα της χρήσης και της κατάχρησης του τσιγάρου, των αλκοολούχων ποτών και των ναρκωτικών ουσιών, είναι διαχρονικό, πιο επίκαιρο από ποτέ και μείζονος σημασίας για παρέμβαση, ειδικότερα στους εφήβους. Επιπρόσθετα, παρουσιάζονται έννοιες που σχετίζονται με την εξάρτηση στις ουσίες, στην προσπάθειά μας να δώσουμε μία ερμηνεία σε αυτές. Στην εργασία μας θα αναφερθούν και κρατικοί φορείς υπεύθυνοι για την πρόληψη και τη θεραπεία των ατόμων-εφήβων. Τα προγράμματα των φορέων αυτών, περιλαμβάνουν και την Τέχνη ως μέθοδο θεραπείας. Η Τέχνη προτείνεται ως μέθοδος που απευθύνεται και σε άτομα που εμφανίζουν σχέσεις εξάρτησης με τις ουσίες. Στο τέλος, παρατίθενται εκπαιδευτικά προγράμματα κοινωνικής παρέμβασης σε μαθητές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία χρησιμοποιούν θεατρικές τεχνικές με σκοπό την πρόληψη και την αντιμετώπιση της χρήσης ουσιών 652 240 309 oι απόψεις των Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με τις προτάσεις του Education Policy is a field of study with growing interest over the past decades. Many international organizations are getting involved in education and developing education policies along with national governments. OECD is an example of such organizations. With the proper tools and mechanisms of analysis OECD has created a great work in these fields. Greece is provided not only with the annual Education at a Glance reviews, but also with special reports, which aim to improve the country’s educational system. This study deals with the issues of education policy, international organizations and their work for education and the OECD’s contribution with reports and suggestions for Greece. The opinions of 100 primary School teacher are being presented and analyzed using the method of field research and using an electronic questionnaire as a means to collect the data. From the results of the study, it is concluded that teachers prefer a combination of national and international ideas over education policy for the best results. Moreover, they are disappointed by the way education policy is being implemented in Greece. Teachers are not quite informed about OECD and its work in education, excluding some groups with special features. The way that teachers mark changes as significant or not depends on the effect they have in their educational acts. The circumstances are thought to be ideal for the improvement of the Greek educational system, but the motives of the changes have to be more specific. Η εκπαιδευτική πολιτική αποτελεί, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες, ένα αντικείμενο μελέτης με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πέρα από τα εθνικά πλαίσια, μία πληθώρα διεθνών οργανισμών ασχολείται με τον κλάδο της εκπαίδευσης και ειδικότερα με την εκπαιδευτική πολιτική. Ο ΟΟΣΑ αποτελεί το παράδειγμα ενός τέτοιου διεθνούς οργανισμού, όπου με τα κατάλληλα εργαλεία που διαθέτει και τις αναλύσεις που πραγματοποιεί, έχει δημιουργήσει ένα πλούσιο έργο μεταξύ άλλων στο πεδίο της εκπαίδευσης και της εκπαιδευτικής πολιτικής. Για την Ελλάδα ο ΟΟΣΑ, εκτός από τις ετήσιες εκθέσεις που συντάσσει για κάθε χώρα, έχει εκδώσει επιπλέον έρευνες- μελέτες που έχουν στόχο τη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και την αντιμετώπιση των δυσμενών καταστάσεων που βιώνει η χώρα στον κλάδο της εκπαίδευσης. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τα ζητήματα της εκπαιδευτικής πολιτικής, των διεθνών οργανισμών και της ενασχόλησης τους με την εκπαίδευση και το έργο του ΟΟΣΑ μέσα από εκθέσεις και αναφορές για την Ελλάδα. Ειδικότερα, παρουσιάζονται και αναλύονται οι απόψεις 100 εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της χώρας στα παραπάνω θέματα, με την μέθοδο της έρευνας επισκόπησης και με εργαλείο το ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, που συντάχθηκε για τους σκοπούς της έρευνας. Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε συμπεραίνεται ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι ο συνδυασμός των εθνικών απόψεων με τις προτάσεις των διεθνών οργανισμών για την εκπαιδευτική πολιτική θα έδινε το βέλτιστο αποτέλεσμα. Επίσης, υπάρχει δυσαρέσκεια για την ασκούμενη εκπαιδευτική πολιτική στη χώρα, κυρίως σχετικά με τον συντονισμό και τη συνέπειά της. Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι ιδιαίτερα ενήμεροι για τον ΟΟΣΑ και το έργο του, με ορισμένες εξαιρέσεις σε κάποιες κατηγορίες εκπαιδευτικών. Οι αλλαγές που υλοποιήθηκαν ή αναμένονται δεν αντιμετωπίζονται όλες θετικά ή αρνητικά, αλλά ανάλογα με τη επίδρασή τους στην εκπαιδευτική πράξη. Τέλος, οι συνθήκες θεωρούνται οι κατάλληλες για την εφαρμογή αλλαγών με στόχο τη βελτίωση, ωστόσο είναι απαραίτητο να αναγνωριστούν τα ορθά κίνητρα που θα οδηγήσουν στις κινήσεις αυτές. 653 161 173 texts and Illustrations in language teaching textbooks of the 1st grade of Primary School κείμενα και Εικονογράφηση στα σχολικά εγχειρίδια γλώσσας Α΄ Δημοτικού The master dissertation entitled "Modern Greek Culture: Texts and Illustrations in language teaching Textbooks of the 1st grade of Primary School" aims at recording and analytically presentating elements of contemporary Greek Culture, as presented in the school textbooks of the first grade. The study concerns the texts content and the illustrations. The research method chosen is quantitative and qualitative content analysis. Students read in simple, everyday language, understandable and intimate texts, that offer knowledge, keep interest and give messages of different cultures. Texts and illustrations highlight cultural elements, such as family life values, members' relationships, and important third parties. Social life, friendship and cooperation, love for the environment and animals, love for homeland, love for books, the Arts and its creations as elements in our everyday life. Illustration is interesting and supportive of the text. It contributes significantly to the essential acquaintance of young students with Culture. Η μεταπτυχιακή εργασία με τίτλο «Σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός: Κείμενα και Εικονογράφηση στα σχολικά εγχειρίδια γλώσσας Α΄ Δημοτικού» έχει σκοπό την καταγραφή και την αναλυτική παρουσίαση στοιχείων του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτά παρουσιάζονται στα σχολικά εγχειρίδια γλώσσας της Α΄ Δημοτικού. Η μελέτη αφορά το περιεχόμενο των κειμένων και τις εικόνες που τα συνοδεύουν. Η μέθοδος που επιλέχθηκε για την έρευνα είναι η ποσοτική και η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Οι μαθητές διαβάζουν κείμενα σε απλή καθημερινή γλώσσα, κατανοητά και οικεία που προσφέρουν γνώση, κρατούν το ενδιαφέρον και δίνουν μηνύματα συνύπαρξης διαφορετικών πολιτισμών. Κείμενα και εικονογράφηση προβάλλουν στοιχεία του πολιτισμού, όπως αξίες που αφορούν την οικογενειακή ζωή, σχέσεις των μελών και σημαντικά τρίτα πρόσωπα. Την κοινωνική ζωή, την αγάπη για το περιβάλλον και τα ζώα, την αγάπη για την πατρίδα, την αγάπη για το βιβλίο, τις Τέχνες και τα δημιουργήματά της ως στοιχεία στην καθημερινή μας ζωή. Η εικονογράφηση είναι ενδιαφέρουσα και ενισχυτική του κειμένου. Συνεισφέρει σημαντικά στην ουσιαστική γνωριμία των μικρών μαθητών με τον Πολιτισμό. 654 157 152 The educational policy followed in post- civil war Greece (1950- 1959), is the policy established by the educational reform of 1929, with several amendments from time to time by each government. The important amendments in education began at the time of dictatorship of Ioannis Metaxas, which lasted four years. The foundation of the organization EON was important, as well as banning folk language and mixed schools. The civil war had a very negative impact in the policy and the economy of Greece, having direct repercussions both in civil and post- civil war education. The aim of this assignment- research is to study the problems and the conditions in post- civil war education. In order to accomplish that, apart from the bibliographic review, a qualitative research was also carried out. Specifically, seven people who studied in public schools during different periods of civil war and post- civil war Greece were interviewed in order to compare the various amendments Η εκπαιδευτική πολιτική που ίσχυσε στη μετεμφυλιακή Ελλάδα (1950- 1959), είναι αυτή που καθιερώθηκε από την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, με ορισμένες τροποποιήσεις που έγιναν κατά καιρούς, από τις εκάστοτε κυβερνήσεις. Αρχικά σημαντικές μεταβολές στην εκπαίδευση πραγματοποιήθηκαν από τη Διδακτορία του Ιωάννη Μεταξά που διήρκησε τέσσερα χρόνια. Σημαντική είναι η ίδρυση της οργάνωσης ΕΟΝ, καθώς και η κατάργηση της δημοτικής γλώσσας και των μεικτών σχολείων. Ο εμφύλιος πόλεμος δημιούργησε τεράστιο πλήγμα στην πολιτική και στην οικονομία της Ελλάδας, έχοντας άμεσες επιπτώσεις τόσο στην εμφυλιακή όσο και στη μετεμφυλιακή εκπαίδευση. Σκοπός της παρούσας εργασίας- έρευνας είναι να διερευνηθούν τα προβλήματα και οι συνθήκες που επικρατούσαν στη μετεμφυλιακή εκπαίδευση. Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, εκτός από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση πραγματοποιήθηκε και ποιοτική έρευνα, πιο συγκεκριμένα συνέντευξη εφτά ατόμων που φοίτησαν στο δημοτικό σχολείο σε διάφορες χρονικές περιόδους που καλύπτουν την εμφυλιακή και μετεμφυλιακή εποχή, έτσι ώστε να μπορέσουμε να συγκρίνουμε τις διάφορες τροποποιήσεις 655 293 288 The students' perception of the language issue in the 1970s and 1980 Η αντίληψη των μαθητών για το γλωσσικό ζήτημα στις δεκαετίες 1970-1980 Looking at the historical retrospection of the Modern Greek language, one comes up against the linguistic issue. Thus, in the framework of my postgraduate work with Professor A. Karavylis, the present research on the students' perception of the linguistic issue in the 1970s and 1980s was carried out. At the first level, a retrospective of the 1950-1970s is recorded from a social, political and educational point of view. There is also talk of the major issue of the language issue, those periods and the events that evolved around it and promoted its solution. Then, through a historical review of the language issue, some important intellectual personalities of the country and various events that stood out at that time were recorded. More specifically, the views of the enlightener A. Korai, of the demoticists D. Solomou, E. Roidis and G. Psycharis, were quoted, who categorically criticized the course of the language issue. The contradiction is intense on the part of P. Soutsos, Professor K. Kontos, while the problems peak at the beginning of the 20th century. with the "Evangelical" and "Oresteiaka". In the coming years, there are proposals to improve education, such as club, conference and magazine events. In this ideology, the Higher Municipal Girls' School of Volos is founded, with A. Delmoso as the director, followed by his social outcry and his referral to trial. Then, the founding of the Educational Group in 1910, which seeks reforms in Greek education and strongly supports the demotic, plays a predominant role. Finally, the decades of the 1950-1970 are followed by linguistic change. The culmination of the whole effort, the year 1976, in which the municipal as the official language of the state is established. Ανατρέχοντας στην ιστορική αναδρομή της Νεοελληνικής Γλώσσας έρχεται κάποιος αντιμέτωπος με το γλωσσικό ζήτημα. Έτσι, στα πλαίσια της εκπόνησης της μεταπτυχιακής μου εργασίας με τον καθηγητή Α.Καραφύλλη πραγματοποιήθηκε η παρούσα έρευνα με θέμα την αντίληψη των μαθητών γύρω από το γλωσσικό ζήτημα τη δεκαετία του 1970-1980. Σε πρώτο επίπεδο, καταγράφεται μια αναδρομή στις προηγούμενες δεκαετίες του 1950-1970 από κοινωνική, πολιτική και εκπαιδευτική σκοπιά. Ακόμη, γίνεται λόγος για το μείζον θέμα του γλωσσικού ζητήματος εκείνες τις περιόδους και τα γεγονότα που εξελίσσονταν γύρω από αυτό και προωθούσαν την επίλυσή του. Στη συνέχεια, μέσα από μια ιστορική ανασκόπηση σχετικά με το γλωσσικό ζήτημα, καταγράφονται ορισμένες σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες της χώρας και διάφορα γεγονότα, τα οποία στιγμάτισαν εκείνη την εποχή. Αναλυτικότερα, αναφέρονται οι απόψεις του διαφωτιστή Α. Κοραή, των δημοτικιστών Δ. Σολωμού, Ε. Ροΐδη και τον Γ. Ψυχάρη, οι οποίοι στιγμάτισαν καταλυτικά την πορεία του γλωσσικού ζητήματος. Ο αντίλογος είναι έντονος από τη μεριά του Π. Σούτσου, του καθηγητή Κ. Κόντου, ενώ τα προβλήματα κορυφώνονται στις αρχές του 20ου αι. με τα «Ευαγγελικά» και τα «Ορεστειακά». Τα επόμενα χρόνια, ακολουθούν προτάσεις με σκοπό τη βελτίωση της εκπαίδευσης, όπως οι δράσεις συλλόγων, συνεδρίων και περιοδικών. Σε αυτή την ιδεολογία, ιδρύεται το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο Βόλου με διευθυντή τον Α. Δελμούζο και έπειτα ακολουθεί η κοινωνική κατακραυγή του και η παραπομπή του σε δίκη. Στη συνέχεια, κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζει η ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1910, ο οποίος επιζητά μεταρρυθμίσεις στην ελληνική εκπαίδευση και υποστηρίζει ένθερμα τη δημοτική. Τέλος, ακολουθούν οι δεκαετίες του 1950-1970 κατά τις οποίες δρομολογείται η γλωσσική αλλαγή. Αποκορύφωμα της όλης προσπάθειας, η χρονιά 1976 κατά την οποία εδραιώνεται και καθιερώνεται η δημοτική ως η επίσημη γλώσσα του κράτους. 656 177 229 Parents’ conceptions and practices regarding ways of supporting students in mathematics at home Αντιλήψεις και πρακτικές γονέων για τους τρόπους υποστήριξης των μαθητών στα μαθηματικά στο σπίτι Parents’ conceptions of mathematics and the practices they adopt in helping their children with it are among the most important parameters influencing the degree and the manner of their involvement with their pupils’ mathematical progress. The paper focuses on the factors affecting parental involvement in mathematics, namely parent gender, age of the child, social-economical level of the family, parents’ anxiety for mathematics and their attitude to it. Also, the practices adopted by parents during their involvement with their child's mathematics at home. A questionnaire constructed for the purposes of the study was answered by 120 parents. The analysis of the data showed that the parent gender, the child's age and gender as well as the parent’s conception of mathematics strongly influence parental involvement with mathematics. Furthermore, the latter is carried out primarily through the monitoring of pupils’ work in mathematics, by providing appropriate place for studying, by involving them with everyday activities that facilitate mathematical learning and by being in contact with the teacher Οι αντιλήψεις των γονέων για τα μαθηματικά σε συνδυασμό με τις πρακτικές που ακολουθούν ώστε να βοηθήσουν τα παιδιά τους στο συγκεκριμένο μάθημα, αποτελούν κάποιες από τις σπουδαιότερες παραμέτρους που επηρεάζουν το βαθμό και τον τρόπο εμπλοκής τους στη μαθηματική εκπαίδευση των παιδιών τους. Η παρούσα εργασία εστιάζει στη μελέτη των παραγόντων που επηρεάζουν την εμπλοκή των γονέων στα μαθηματικά, δηλαδή στο φύλο του γονέα, την ηλικία του παιδιού, το κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο της οικογένειας, το άγχος που νιώθουν οι γονείς για τα μαθηματικά και τις στάσεις τους για το συγκεκριμένο μάθημα. Επίσης, μελετώνται οι πρακτικές που ακολουθούν οι γονείς κατά τη εμπλοκή τους στα μαθηματικά του παιδιού τους στο σπίτι. Για τους σκοπούς της έρευνας δημιουργήθηκε ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο απαντήθηκε από 120 γονείς. Από την ανάλυση των δεδομένων φάνηκε ότι το φύλο του γονέα, η ηλικία του παιδιού αλλά και το φύλο του, καθώς και οι αντιλήψεις των γονέων για τα μαθηματικά είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν εντονότερα την εμπλοκή των γονέων στο συγκεκριμένο μάθημα. Επίσης, όσον αφορά τον τρόπο εμπλοκής των γονέων, φαίνεται ότι αυτή πραγματοποιείται κατά κύριο λόγο μέσα από τον έλεγχο των εργασιών, με την παροχή κατάλληλου χώρου για μελέτη, με την εμπλοκή των παιδιών σε καθημερινές δραστηριότητες που τους βοηθούν να μάθουν μαθηματικά και με την επικοινωνία με το δάσκαλο 657 233 246 Το περιβαλλοντικό νομοθετικό πλαίσιο για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας In Greece there is significant natural wealth, rich biodiversity of wetlands and ecosystems and there are also many species of plants and animals. The geographical position of the country is favorably affecting the flora and fauna. Human intervention, environmental pollution, climate change and technological development are responsible for the destruction and reduction of biological diversity on Earth. To ensure the protection of biological diversity, which is considered precious national ecological and cultural wealth, laws and regulations were issued. The Greek and European legislation appear to have provided for the protection of the environment and biodiversity. The Ministry of Environment and Climate Change established a system for the protection of biodiversity. It linked the law "On Forests" with Community law and modernized the existing legislation in accordance with European directives and with international conventions to establish a comprehensive framework for the protection of the environment. The effort to conserve biodiversity will not be effective unless the value of biodiversity is emphasized and also unless environmental regulations for sustainable management are framed by a well-organized national system and implementation of legislation at national and Community level. For the legislation to be preventive, more stringent environmental restrictions and control mechanisms are probably needed. Also proper planning scientific experience, expertise, cooperation between the competent bodies and faithful implementation of the institutional framework and Community law on planning and development policies in order to protect biodiversity are required Στην Ελλάδα υπάρχει σημαντικός φυσικός πλούτος, πλούσια βιοποικιλότητα με υγροτόπους, οικοσυστήματα και με πολλά είδη φυτών και ζώων. Η γεωγραφική θέση της επηρεάζει ευνοϊκά τη χλωρίδα και πανίδα. Η ανθρώπινη παρέμβαση, η ρύπανση του περιβάλλοντος, η κλιματική αλλαγή και η τεχνολογική ανάπτυξη ευθύνονται για την καταστροφή και τη μείωση της βιολογικής ποικιλομορφίας πάνω στη Γη. Για να διασφαλιστεί η προστασία της βιολογικής ποικιλομορφίας, η οποία θεωρείται πολύτιμος εθνικός οικολογικός και πολιτιστικός πλούτος, εκδόθηκαν νόμοι και ρυθμίσεις. Η Ελληνική και η Ευρωπαϊκή νομοθεσία φαίνεται ότι έχει μεριμνήσει για την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας. Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής με νομοσχέδιο καθόρισε ένα σύστημα για την προστασία της βιοποικιλότητας. Συνέδεσε την νομοθεσία «Περί Δασών» με το κοινοτικό δίκαιο και εκσυγχρόνισε την υπάρχουσα νομοθεσία σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές οδηγίες και με τις διεθνείς συμβάσεις για να καταρτίσει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Για να είναι αποτελεσματική η προσπάθεια διατήρησης της βιοποικιλότητας απαραίτητο είναι να τονιστεί η αξία της βιοποικιλότητας και οι περιβαλλοντικές ρυθμίσεις για αειφόρο διαχείριση να πλαισιώνονται από καλή οργάνωση του εθνικού συστήματος και εφαρμογή της νομοθεσίας σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο. Για να έχει η νομοθεσία προληπτικό χαρακτήρα ίσως να έχει ανάγκη περισσότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς περιορισμούς και ελεγκτικούς μηχανισμούς. Επίσης απαιτείται σωστός προγραμματισμός, επιστημονική εμπειρία, τεχνογνωσία, συνεργασία των αρμόδιων φορέων και πιστή εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου και κοινοτικού δικαίου στον σχεδιασμό και στις πολιτικές ανάπτυξης με γνώμονα την προστασία της βιοποικιλότητας. 658 378 355 The Principal’s role in preventing and managing indiscipline in High Schools Η συμβολή του Διευθυντή Λυκείου στην πρόληψη και αντιμετώπιση της σχολικής απειθαρχίας The subject discussing in this specific research is the High School Principal’s contribution to the prevention as well the confrontation of indiscipline in Senior High Schools. The sample of this qualitative research includes both teachers with many years of experience and Principals on duty at the time this research was taking place. Ten semi-structured interviews take place in terms of this research. Four of them are addressing to Principals in the prefecture of Evros and the other six of them to teachers working in Senior High Schools of Alexandroupolis. Initially, effort is made to search the points of view of the sample regarding the meaning the importance and the reasons of this phenomenon. Then it is attempting to write down and further study their opinion concerning the prevention and confrontation of indiscipline by giving at the same time emphasis on the theme units of punishment and reward as well as training. Finally the research focuses on the role of Principal. The perspectives regarding the duties the proprieties and the necessary actions and activities, in terms of these, are also searched. It is also aiming to raise all those aspects of his personality that are considered crucial, if not necessary, for the more effective implementation of his work as far it concerns school indiscipline. The creation of a safe, friendly and eventually disciplined school environment is proved to be a very demanding procedure. For this reason the need to participate and co operate with all involved educational factors from the student themselves to the whole society, is considered inevitable. The Principal by his position possesses a leading role in the whole process, as he is called to design, inspired and implements his strategies and policies effective in long term and not just partial or under certain circumstances, aiming at the desired school environment. Primate Principal’s responsibility is to achieve those prerequisites for an unobstructed success of the academic and pedagogical goals in his school. In this attempt it is justified that the help of the society with training, funding, and a precise institutional context, as well as the harmonic co operation of the Teachers and Parents Associations can lead to the valuable prevention and confrontation of undisciplined behaviors. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα ερευνητική μελέτη, είναι η προσέγγιση του ρόλου του Διευθυντή λυκείου, στην πρόληψη και αντιμετώπιση απείθαρχων συμπεριφορών, των μαθητών της σχολικής του μονάδος. Το δείγμα της ποιοτικής έρευνας αποτέλεσαν εκπαιδευτικοί με πολυετή υπηρεσία στην εκπαιδευτική βαθμίδα του Λυκείου, καθώς και Διευθυντές που ασκούν τα καθήκοντα τους την χρονική περίοδο διεξαγωγής της έρευνας. Στα πλαίσια της έρευνας διεξάγονται δέκα ημιδομημένες συνεντεύξεις. Οι τέσσερις αφορούν Διευθυντές Λυκείων του Ν. Έβρου και οι υπόλοιπες έξι εκπαιδευτικούς που υπηρετούν σε Λύκεια της πόλης της Αλεξανδρούπολης. Αρχικώς, γίνεται προσπάθεια να διερευνηθούν οι απόψεις του δείγματος, σχετικά με την, έννοια, σημασία, βαρύτητα και τα αίτια του φαινομένου. Στην συνέχεια επιχειρείτε να καταγραφούν και να μελετηθούν οι απόψεις τους σχετικά με την πρόληψη και την αντιμετώπιση γενικώς του φαινομένου, δίνοντας παράλληλα ιδιαίτερη βαρύτητα στις θεματικές ενότητες των ποινών και των αμοιβών καθώς και της επιμόρφωσης. Τέλος, η έρευνα εστιάζει στην συμβολή του Διευθυντή. Αναζητούνται οι απόψεις σχετικά με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες του, και τις απαραίτητες ενέργειες και δράσεις του, στα πλαίσια αυτών. Επιδιώκεται να αναδειχτούν οι πτυχές εκείνες της προσωπικότητας του, που θεωρούνται σημαντικές, αν όχι απαραίτητες, για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση του έργου του, αναφορικά με την αντιμετώπιση της σχολικής απειθαρχίας. Η δημιουργία ενός ασφαλούς, φιλικού και εν τέλει πειθαρχημένου σχολικού περιβάλλοντος, αποδεικνύεται μια πολύ απαιτητική διαδικασία. Εκ τούτου, απαραίτητη ανακύπτει η ανάγκη για συμμετοχή και συνεργασία των εμπλεκόμενων φορέων στην εκπαίδευση, από τους ίδιους τους μαθητές μέχρι την πολιτεία. Ο Διευθυντής έχει εκ θέσεως, έναν ηγετικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή, καθώς καλείται να σχεδιάσει, να εμπνεύσει, και να εφαρμόσει, στρατηγικές και πολιτικές, αποτελεσματικές σε βάθος χρόνου και όχι σπασμωδικά και κατά περίπτωση, με στοχοπροσήλωση στο επιθυμητό σχολικό κλίμα. Πρωτεύον καθήκον κάθε Διευθυντή, είναι να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για την απρόσκοπτη επίτευξη των ακαδημαϊκών και παιδαγωγικών στόχων του σχολείου που διοικεί. Στην προσπάθεια αυτή διαπιστώνεται πως η βοήθεια της πολιτείας, με επιμορφώσεις, χρηματοδότηση αλλά και σαφές θεσμικό πλαίσιο, και ταυτόχρονα η αρμονική συνεργασία του με τους συλλόγους Διδασκόντων και Γονέων και Κηδεμόνων, μπορεί να αποδειχτεί πολύτιμη στην πρόληψη και αντιμετώπιση απείθαρχων συμπεριφορών. 659 437 384 The issue of the rational waste management in the Municipality of Alexandroupolis Το ζήτημα της ορθολογικής διαχείρισης των απορριμμάτων στο Δήμο Αλεξανδρούπολης The following survey's goal is to investigate the issue of waste management in the region of Alexandroupolis by analysing the opinions of the citizens and the members of the sectional management. Additional objectives are the presentation of the solid waste management methods, the environmental legislation and the current situation in the region of Alexandroupolis. It mainly attempts to examine the opinions of the residents and members of the regional authorities, their intentions and their willingness to fully support a waste management programme. The survey also looks into the environmental problems that occur due to the current waste management policy. In the survey, 15 residents of Alexandroupolis participated, five of whom are part of the municipal authorities that influence the planning or the management of the current domestic waste management. For the collection of the survey's data individual interviews were set up to examine the participants’ opinions. More specifically, a semi-structured interview with open questions was designed. The participants were called to answer 13 open questions. There were 5 sections in the questions of the interview (1) demographic characteristics, (2) citizens’ opinions about the waste management and about the environmental behaviour of the citizens of Alexandroupolis, (3) citizens’ opinions about the ways of waste management with the least environmental burden, the motives and the orientation for a more active participation, (4) the opinion of the residents regarding the “polluter-pays” principle, (5) people’s opinion about the personal responsibility of managing their own household waste and the future consequences on the planet. The interviews were transcribed and categorized. The results reveal that the citizens of Alexandroupolis are concerned about the environmental behaviour of their fellow citizens as far as the waste management subject goes. On the contrary, they do not seem to fully acknowledge the consequences of their own actions. Although there is a concern on the volume of the waste, it seems that there is no will to fully understand its effect on the environment. The relationship between the domestic authorities and the citizens, the formation of a fruitful environment complementing innovative ideas, information, a rewarding system that benefits consistent citizens, both financially and ethically, and the implementation of penalties to those failing to comply with the law ensure a more active involvement in a rational waste management policy. Regarding the issue of protecting the environment and the preservation of natural sources a lack of knowledge is ascertained as well as with a wrong perspective for the consequences of their actions in the environment. Nevertheless, they say that they are willing to help in any way possible. Η παρούσα έρευνα έχει στόχο να διερευνήσει το ζήτημα της ορθολογικής διαχείρισης των απορριμμάτων στο Δήμο Αλεξανδρούπολης μέσα από τις απόψεις των πολιτών και των μελών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Επιπρόσθετα παρουσιάζονται οι μέθοδοι επεξεργασίας των στερεών αποβλήτων, η περιβαλλοντική νομοθεσία και η υφιστάμενη κατάσταση στο Δήμο Αλεξανδρούπολης. Ειδικότερα επιχειρεί να διερευνήσει τις προθέσεις των πολιτών ώστε να εξασφαλίσει την ενεργό συμμετοχή τους στο πρόγραμμα. Επίσης διερευνά τα περιβαλλοντικά ζητήματα που προκύπτουν στην ευρύτερη περιοχή του δήμου από την παρούσα διαχείριση των απορριμμάτων. Στην έρευνα πήραν μέρος 15 πολίτες του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Οι 5 από αυτούς είχαν επιπλέον και την ιδιότητα του μέλους της τοπικής αυτοδιοίκησης και εμπλέκονταν είτε στο σχεδιασμό είτε στη διαχείριση της υφιστάμενης κατάστασης στο χώρο των απορριμμάτων του Δήμου. Για τη συλλογή του υλικού της έρευνας διενεργήθηκαν ατομικές συνεντεύξεις, ώστε να διερευνηθούν οι απόψεις των συμμετεχόντων. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε η ημι-δομημένη συνέντευξη με ανοιχτές ερωτήσεις. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε 13 ανοιχτές ερωτήσεις. Οι άξονες των ερωτήσεων της συνέντευξης ήταν τέσσερις: (1)Απόψεις των πολιτών για τη διαχείριση των απορριμμάτων και ιδιαίτερα στην περιβαλλοντική συμπεριφορά των κατοίκων της Αλεξανδρούπολης (2) Απόψεις των πολιτών για τις μεθόδους διαχείρισης απορριμμάτων με τη λιγότερη περιβαλλοντική επιβάρυνση, κίνητρα και ενημέρωση για την ενεργό συμμετοχή, (3) Απόψεις των πολιτών για την αρχή ο «ρυπαίνων πληρώνει», ενδεχόμενα συμμόρφωσης στη συγκεκριμένη περιβαλλοντική πολιτική, (4) Απόψεις των πολιτών για την ατομική ευθύνη στην διαχείριση των οικιακών απορριμμάτων σε σχέση με το μέλλον του πλανήτη. Οι συνεντεύξεις απομαγνητοφωνήθηκαν και υποβλήθηκαν σε κατηγοριοποίηση. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πολίτες του Δήμου Αλεξανδρούπολης προβληματίζονται με την περιβαλλοντική συμπεριφορά των συμπολιτών τους στο θέμα της διαχείρισης των απορριμμάτων. Ωστόσο δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται το περιβαλλοντικό φορτίο των επιλογών τους σε σχέση με τη διαχείριση των απορριμμάτων τους. Προκύπτει ένας προβληματισμός για τον όγκο των απορριμμάτων αλλά δεν δείχνει να εξειδικεύεται σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνέπειες. Η σχέση ανάμεσα στο δήμο και τους δημότες, η δημιουργία κλίματος συνεργασίας, η πληροφόρηση, η επιβράβευση των συνεπών πολιτών με οικονομικά και ηθικά ωφελήματα και η επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες αποτελούν κριτήρια για την ενεργότερη συμμετοχή στη διαδικασία της ορθολογικής διαχείρισης των απορριμμάτων. Όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και την διατήρηση των πόρων διαπιστώνεται ελλιπής γνώση και στρεβλή αντίληψη για τις επιπτώσεις των πράξεών τους στο περιβάλλον. 660 227 257 Γενετική ανάλυση ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ και ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα HDL, σε μια πιλοτική προσπάθεια ανίχνευσης παραλλαγών στο γονίδιο miR-33a ως μετα-μεταγραφικός ρυθμιστής της έκφρασης του γονιδίου ABCA1 Cholesterol and lipids have a fundamental structural and functional role in a number of physiological processes in mammalian cells. In humans, the disorder of their homeostasis is associated with a large number of diseases of increasing prevalence such as Atherosclerosis, Metabolic Syndrome, Type 2 Diabetes Mellitus(T2DM). The ABCA1 transport protein (ATP-binding cassette transporter A1) plays a key role in lipid efflux from hepatocytes to apolipoproteins, determining the rate of HDL particle formation, and also plays a role in the reverse transport of cholesterol from periphery to hepatocytes for her removal. Sterol Regulatory Element-binding proteins (SREBPs) play an important role in cholesterol regulation. Introns in the genes of SREBPs 1 and 2 express regulatory micro-RNAs (miR-33a/ miR-33b), which suppress the expression of ABCA1 mRNA, affecting HDL plasma levels. The purpose of this study is the genetic analysis of patients with T2DM with abnormally high levels of HDL to identify possible single nucleotide polymorphisms (SNPs) in an intronic area of SREBP2 gene and especially in the region of miR-33a which is binding to the 3-prime untranslated region (3' UTR) of the ABCA1 mRNA, so finally the ABCA1 mRNA is not effectively suppressed and high HDL (>60 mg/dL) is produced. The results showed two polymorphic positions, one known polymorphism which name is rs775397363 and the other belonging to an unknown polymorphism. Both are located outside the gene for the miR-33a. Η χοληστερόλη και τα λιπίδια έχουν θεμελιώδη δομικό και λειτουργικό ρόλο σε πλήθος φυσιολογικών διεργασιών στα κύτταρα των θηλαστικών. Στον άνθρωπο η διαταραχή της ομοιόστασής τους σχετίζεται με μεγάλο αριθμό νοσημάτων συνεχώς αυξανόμενης επικράτησης (αθηροσκλήρωση, μεταβολικό σύνδρομο, ΣΔΤ2). Η πρωτεΐνη-μεταφορέας ABCA1 (ATP-bindingcassettetransporterA1) διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στην εκροή λιπιδίων από τα ηπατοκύτταρα προς τις αποπρωτεΐνες, καθορίζοντας το ρυθμό σχηματισμού σωματιδίων HDL, ενώ παίζει ρόλο και στην αντίστροφη μεταφορά της χοληστερόλης από την περιφέρεια προς τα ηπατοκύτταρα για την απομάκρυνσή της. Στη ρύθμιση της χοληστερόλης σημαντικό ρόλο παίζουν οι πρωτεΐνες πρόσδεσης σε ρυθμιστικά στοιχεία στερολών (Sterol Regulatory Element-binding proteins-SREBPs). Ιντρόνια που εδράζονται στα γονίδια των SREBPs 1 και 2 εκφράζουν ρυθμιστικά micro-RNAs (miR-33a/ miR-33b), τα οποία καταστέλλοντας την έκφραση του mRNA του ABCA1 επηρεάζουν τα επίπεδα της HDL στο πλάσμα. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι γενετική ανάλυση ασθενών με ΣΔΤ2 και ασυνήθιστα υψηλά επίπεδα HDL για τον εντοπισμό πιθανών μονονουκλεοτιδικών πολυμορφισμών (SNPs - Single Nucleotide Polymorphisms) σε ένα ιντρόνιο του γονιδίου SREBP2 και συγκεκριμένα στην περιοχή πρόσδεσης του miR-33a στην 3' αμετάφραστη περιοχή (3' UTR) του ABCA1 mRNA, έτσι ώστε τελικά αυτό να μην καταστέλλεται αποτελεσματικά και να παράγεται υψηλή HDL (>60 mg/Dl). Τα αποτελέσματα έδειξαν δύο πολυμορφικές θέσεις, η μία είναι γνωστός πολυμορφισμός με την ονομασία rs775397363 και η άλλη ανήκει σε μέχρι τώρα άγνωστο πολυμορφισμό. Και οι δύο βρίσκονται σε περιοχή εκτός του γονιδίου για το miR-33a. 661 267 276 Aim: The present dissertation constitutes a review of the research on prevention, early identification and treatment of childhood schizophrenia. The criteria of childhood schizophrenia are described, according to the DSM-5, and the warning symptoms which precede the appearance of this disease will be examined. In this way, this dissertation aims at contributing to the revealing of prevention as well as of early treatment of the disease. Finally, as far as the therapeutic interventions are concerned, emphasis will be on patient and their family psycho-education, but also on the benefits that it brings. At the same time, the therapeutic value and effectiveness of the psycho-educational programs for patients with schizophrenia and the close family members will be discussed. Conclusions: Childhood schizophrenia is a rare disorder. The smaller the age of the disease appearance, the least favorable is its prognosis. Certain deficits on child’s growth have been detected, which precede the occurrence of the disease and may constitute precursory signs of this disorder. In the international literature, a large number of studies focus on the effectiveness of the psycho-educational programs on patients and their families. Similar studies in Greece are limited. On the whole, research results show that psycho-social interventions, and in particular psycho-education, contribute to the improvement of the family’s cohesiveness, to the development of the patients’ social skills, το relapse prevention, and to the patients’ overall mental health improvement. Methodology: The method constitutes in a review of existing literature. For this purpose, our research was conducted at the Department of Psychology of the Aristotle University in Thessaloniki, the Adolescent Unit of Thessaloniki, and the “Pubmed” data base. Σκοπός: Στην παρούσα εργασία γίνεται μία ανασκόπηση των ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί γύρω από το πεδίο της πρόληψης, έγκαιρης ανίχνευσης αλλά και θεραπείας της παιδικής σχιζοφρένειας. Θα περιγραφούν τα κριτήρια της παιδικής σχιζοφρένειας, σύμφωνα με το DSM-5 και θα διερευνηθούν εκτενώς τα πρόδρομα συμπτώματα των παιδιών με σχιζοφρένεια, τα οποία προηγούνται της εμφάνισης της νόσου. Με αυτόν τον τρόπο η εργασία αυτή έχει στόχο να συμβάλει, τόσο στον τομέα της έγκαιρης πρόληψης της εκδήλωσης, όσο και στον τομέα της έγκαιρης και αποτελεσματικής αντιμετώπισης της νόσου. Τέλος, όσον αφορά τις θεραπευτικές παρεμβάσεις, θα δοθεί έμφαση στην ψυχοεκπαίδευση ασθενών και των οικογενειών τους, αλλά και στα οφέλη που αυτή τους αποφέρει. Παράλληλα, θα συζητηθεί η θεραπευτική αξία και αποτελεσματικότητα των ψυχοεκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους ασθενείς με σχιζοφρένεια, καθώς και τους συγγενείς τους. Συμπεράσματα: Η παιδική σχιζοφρένεια αποτελεί μία σπάνια διαταραχή. Όσο μικρότερη είναι η ηλικία εμφάνισης της νόσου, τόσο δυσμενέστερη είναι η πρόγνωσή της. Έχουν ανιχνευτεί ορισμένα ελλείμματα στην ανάπτυξη των παιδιών, τα οποία προηγούνται της εμφάνισης της νόσου και αποτελούν πρόδρομα συμπτώματα της διαταραχής αυτής. Στην διεθνή βιβλιογραφία, πλήθος μελετών εξετάζει την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων ψυχοεκπαίδευσης στον ασθενή και την οικογένειά του. Αντίστοιχες μελέτες στον ελλαδικό χώρο, είναι περιορισμένες. Σε γενικές γραμμές, αποδεικνύεται ότι οι ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, και συγκεκριμένα η ψυχοεκπαίδευση, συμβάλλει στην βελτίωση της συνοχής και της επικοινωνίας της οικογένειας, στην ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των ασθενών, στην πρόληψη των υποτροπών και στη γενική βελτίωση της ψυχικής υγείας των ασθενών. Μεθοδολογία: Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η ανασκόπηση της διεθνούς και ελληνικής ερευνητικής βιβλιογραφίας. Η αναζήτηση της βιβλιογραφίας πραγματοποιήθηκε στο Τμήμα Ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στην Μονάδα Εφήβων Θεσσαλονίκης αλλά και στην βάση δεδομένων Pubmed 662 542 551 Κλινική μελέτη φάσης ΙΙ λιποπλατίνης σε συνδυασμό με γεμσιταμπίνη ως 2ης γραμμής χημειοθεραπεία σε ασθενείς με μή μικροκυτταρικό καρκίνο πνεύμονα Lung cancer is the most lethal malignancy, responsible for more than 1.5 million annual deaths worldwide. Non-small cell lung cancers account for approximately 85% of all diagnosed lung cancer cases. Despite the remarkable progress achieved in understanding the molecular and cellular pathogenesis of the disease, improvement in prognosis has not been equally impressive, as the 5-year survival of metastatic NSCLC still does not exceed 2%. Cisplatin has for decades formed the basis of lung cancer treatment, usually in combination with other chemotherapeutic agents, as it provides a higher response rate and overall survival when compared with non-platinum containing combinations. However, its utility is limited by the development of resistance through the clonal growth of chemoresistant cancer cells. Furthermore, cisplatin's anticancer activity is complicated by various and occasionally serious side effects, among which renal and neurological toxicity which are dose-dependent. Research in lung cancer treatment is focused in designing novel, more efficacious and less toxic agents. Lipoplatin is a relatively new development of this research and consists of a liposomal formulation of cisplatin. Based on preclinical data, as well as subsequent Phase I and II trials, lipoplatin therapy seems to result in reduced systemic toxicity when compared to conventional cisplatin. This advantage appears to be due to the lipoplatin particles' ability to avoid detection by the macrophages and immune cells and thus achieve a greater half-life in plasma, as well as their preferential extravasation in primary and metastatic malignant tissues. The present study has been conducted in the Pulmonology Department of the University Hospital of Alexandroupolis and followed a Phase I clinical study which determined the Maximum Tolerated Dose of lipoplatin when co-administered with gemcitabin as a second line treatment for refractory advanced or metastatic non-small cell lung cancer. The goal of the present Phase II clinical study was to determine the efficacy and safety of lipoplatin when administered at the Maximum Tolerated Dose of 120 mg/m2 in combination with gemcitabin in stage IIIB/IV NSCLC patients pretreated with 1st line platinum-based chemotherapy. In total, 45 patients that had previously received platinum- based 1st line chemotherapy and developed disease progression were enrolled in the study. The overall disease control rate was 28,9%, as a partial response was achieved in 9 patients (20%), while 4 patients (8,9%) had stable disease. Apart from the rather frequently observed and usually easily manageable gastrointestinal toxicity, which is a well known complication of gemcitabine therapy, other reported toxicities had been rather mild and infrequent. Three patients developed Grade 4 neutropenia and one patient Grade 4 thrombocytopenia. Even more importantly and in concordance with the results of previous studies, renal toxicity was minimal. Only one patient had developed Grade 3 nephrotoxicity, while no Grade 4 nephrotoxicity was reported. The median overall survival (OS) was 22 weeks, while the median Time to Tumor Progression (TTP) was 10 weeks. Both OS and TTP were found to be statistically significant different in favor of patients who had achieved stable disease or partial response compared to those who had developed disease progression (p=0.0048 for OS and p=0.0009 for TTP respectively). In conclusion, lipoplatin, when combined with gemcitabin, may prove to be a well-tolerated and safe treatment option as a second-line chemotherapy in patients that have already received 1st line platinum-based or other agents therapy. Ο καρκίνος του πνεύμονα αποτελεί την πλέον θανατηφόρο μορφή κακοήθειας, καθώς ευθύνεται για περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο θανάτους παγκοσμίως κάθε έτος. Από τους διαγνωσθέντες με καρκίνο του πνεύμονα ασθενείς το 85% περίπου πάσχει από τον μη μικροκυτταρικό τύπο. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην κατανόηση της παθογένειας της νόσου και των μηχανισμών σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο, δεν έχει σημειωθεί ανάλογα σημαντική βελτίωση στην πρόγνωση της νόσου με την πενταετή επιβίωση να περιορίζεται μόλις στο 2% σε ασθενείς με μεταστατική νόσο. Η σισπλατίνη αποτελεί για δεκαετίες τη βάση της χημειοθεραπείας πρώτης γραμμής του καρκίνου του πνεύμονα, κατά κανόνα σε συνδυασμό με άλλους χημειοθεραπευτικούς παράγοντες, καθώς σχετίζεται με καλύτερη απάντηση και αυξημένη συνολική επιβίωση σε σχέση με μη πλατινούχους συνδυασμούς. Η χρησιμότητά της, όμως, περιορίζεται από την ανάπτυξη ανθεκτικότητας σε αυτήν με κλωνική ανάπτυξη χημειοανθεκτικών καρκινικών κυττάρων, ενώ συχνά η αντικαρκινική της δράση επιπλέκεται από ποικίλες και σοβαρές τοξικότητες, μεταξύ των οποίων η νεφροτοξικότητα και η νευροτοξικότητα, οι οποίες είναι δοσοεξαρτώμενες. Στα πλαίσια της έρευνας για ανεύρεση νέων αποτελεσματικών και λιγότερο τοξικών χημειοθεραπευτικών σκευασμάτων, αναπτύχθηκε η λιποπλατίνη, η οποία αποτελεί έναν σχετικά νέο σχηματισμό σισπλατίνης εγκυστωμένης με κατάλληλο τρόπο εντός λιποσωματίων. Βάσει των προηγηθέντων προκλινικών μελετών και των κλινικών μελετών φάσης Ι και ΙΙ που ακολούθησαν, η λιποπλατίνη φαίνεται να σχετίζεται με ηπιότερη συστηματική τοξικότητα εν συγκρίσει με την κλασική σισπλατίνη. Αυτό φαίνεται να σχετίζεται με τη δυσκολότερη ανίχνευση των λιποσωματίων από τα ανοσιακά κύτταρα και επομένως το μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής τους, αλλά και την επιλεκτική εξαγγείωσή τους στους κακοήθεις ιστούς. Η παρούσα μελέτη διεξήχθη στην Πανεπιστημιακή Πνευμονολογική Κλινική του Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και αποτελεί συνέχεια μιας αντίστοιχης κλινικής μελέτης φάσης Ι, η οποία καθόρισε τη Μέγιστη Ανεκτή Δόση της λιποπλατίνης, όταν αυτή συγχορηγείται με γεμσιταμπίνη σε ασθενείς με ανθεκτικό προχωρημένο ή μεταστατικό μη μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα. Στόχος της μελέτης φάσης ΙΙ που ακολούθησε και περιγράφεται παρακάτω ήταν ο προσδιορισμός της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της λιποπλατίνης σε δόση 120 mg/m2 και συγχορήγηση με γεμσιταμπίνη. Στη μελέτη εντάχθηκαν 45 ασθενείς, οι οποίοι είχαν λάβει πλατινούχο χημειοθεραπευτικό συνδυασμό ως θεραπεία 1ης γραμμής και εμφάνισαν πρόοδο νόσου. Το ποσοστό ελέγχου της νόσου προσδιορίστηκε στο 28,9%, καθώς 9 ασθενείς (20%) εμφάνισαν μερική απάντηση, ενώ περαιτέρω 4 (8,9%) εμφάνισαν σταθερή νόσο. Πλην της συχνής, αλλά κατά κανόνα εύκολα διαχειρίσιμης γαστρεντερικής τοξικότητας, η οποία επιπλέκει, εξάλλου, συχνά τη χημειοθεραπεία με γεμσιταμπίνη, τα υπόλοιπα ανεπιθύμητα συμβάντα ήταν ήπια και λιγότερο συχνά. Σοβαρή (4ου βαθμού) ουδετεροπενία εμφάνισαν 3 ασθενείς και θρομβοπενία ένας. Αξιοσημείωτη, όπως και σε προηγούμενες μελέτες, ήταν η απουσία της χαρακτηριστικής για τη σισπλατίνη, σοβαρής νεφροτοξικότητας. Μόλις ένας ασθενής εμφάνισε 3ου βαθμού νεφροτοξικότητα, ενώ 4ου βαθμού τοξικότητα δεν καταγράφηκε. Όσον αφορά τη διάμεση συνολική επιβίωση (OS), αυτή υπολογίστηκε στις 22 εβδομάδες, ενώ ο χρόνος μέχρι την πρόοδο της νόσου(TTP) στις 10 εβδομάδες, με στατιστικά σημαντική διαφορά και στις δύο αυτές παραμέτρους υπέρ των ασθενών που εμφάνισαν απάντηση ή σταθερή νόσο εν συγκρίσει με όσους εμφάνισαν πρόοδο νόσου (p: 0,0009 για τον TTP και p:0,0048 για την OS αντίστοιχα). Συνοψίζοντας, η λιποπλατίνη, συνδυαζόμενη με τη γεμσιταμπίνη, μπορεί να αποτελέσει μια καλά ανεκτή και ασφαλή θεραπευτική επιλογή ως χημειοθεραπεία 2ης γραμμής σε ασθενείς που έλαβαν ήδη θεραπεία 1ης γραμμής με βάση την πλατίνα ή άλλους χημειοθεραπευτικούς παράγοντες. 663 404 386 Επίδραση της ηπατεκτομής με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων στο βλενογόνιο εντερικό φραγμό Objective: The purpose of this study was the investigation of the integrity of the intestinal mucosal barrier after radiofrequency assisted partial hepatectomy. The Habib-4X technique was compared the sequential coagulation cut technique (SCC). Materials-Methods: 18 White-Landrace pigs were used and were divided into four groups in which we performed segment resection of the left lateral and left hepatic lobe using the Habib-4X technique (Habib-4X Group, n = 4), the sequential coagulation cut technique (SCC group, n = 6), the crush-clump technique (CC group, n = 4) or sham operation (Control group, n = 4). 48 hours later was obtain part od the terminal ileum, histomorphometric analysis of the intestinal mucosa section, immunohistochemical assessment of mitotic and apoptotic activity and histopathology. Results: For the density of intestinal villi (number of villi per field X40) the mean values and their standard deviations were: H and Control: 3,45 ± 0,19. SCC: 3,47 ± 0,21. CC: 3,60 ± 0,16. Regarding the height of intestinal villi (μm) the mean values and their standard deviations were: H and Control: 495,27 ± 6,45. SCC: 493,17 ± 7,51. CC: 504,00 ± 7,49. Both the height and density of the villi did not differ significantly between the experimental groups. For the mitotic index (number of mitoses per field X40) the mean values and their standard deviations were as follows: H Group: 8,78 ± 0,34. SCC Group: 8,65 ± 0,32. CC Group: 8,93 ± 0,36. Control group: 9,43 ± 0,17. The mitotic index was reduced in both hepatectomy groups, but did not differ between the two groups. For the apoptotic index (number of apoptotic cells per field X40) the mean values and their standard deviations were as follows: H: 9,10 ± 0,08. SCC: 9,42 ± 0,26. CC: 9,00 ± 0,61. Control: 7,60 ± 0,47. The apoptotic index was decreased only in group SCC. The values (medians) of histopathological index were: H & Control: 6.50. SCC: 18.50. CC: 9.00. It was increased in the SCC group, but not in group H. Conclusion: Sequential coagulation cut technique-assisted partial hepatectomy did not affect the histomorphometrical characteristics of the intestinal mucosal, it led to reduced mitotic activity and increased apoptotic activity of intestinal cells and increased histological lesions. The Habib-4X technique was had a milder effect on mitotic and apoptotic activity, while not affecting the histomorphometrical characteristics and histopathological profile of the intestinal mucosal barrier. The differences observed were associated with the type of electrode (monopolar versus bipolar). Στόχος: Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η μελέτη της ακεραιότητας του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού ύστερα από μερική ηπατεκτομή με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων. Συγκρίθηκε η τεχνική Habib-4X με την τεχνική προοδευτικής πήξης-διατομής (ΠΠΔ). Υλικά-Μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν 18 χοίροι φυλής White-Landrace και χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες στα οποία εκτελέστηκε εκτομή τμήματος του αριστερού πλάγιου και του αριστερού μέσου ηπατικού λοβού με την τεχνική Habib-4X (Ομάδα Habib-4Χ, n=4), την τεχνική ομάδα προοδευτικής πήξης-διατομής (ομάδα ΠΠΔ, n=6), την τεχνική “σύνθλιψης με λαβίδα” (ομάδα ΣΛ, n=4) ή εικονική επέμβαση (ομάδα Eλέγχου, n=4). 48 ώρες αργότερα λαμβανόταν τμήμα τελικού ειλεού ιστομορφομετρική ανάλυση του εντερικού βλεννογόνου, ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της μιτωτικής και αποπτωτικής δραστηριότητας και ιστοπαθολογική εξέταση,. Αποτελέσματα: Για την πυκνότητα των εντερικών λαχνών (αριθμός λαχνών ανά οπτικό πεδίο Χ40) οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις τους ήταν οι εξής: Η και Ελέγχου: 3,45 ±0,19. ΠΠΔ: 3,47±0,21. ΣΛ: 3,60±0,16. Για το ύψος των εντερικών λαχνών (μm) οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις τους ήταν οι εξής: Η και Ελέγχου: 495,27±6,45. ΠΠΔ: 493,17±7,51. ΣΛ: 504,00±7,49. Τόσο το ύψος όσο και η πυκνότητα των λαχνών δε διέφεραν σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μεταξύ των πειραματικών ομάδων. Για το μιτωτικό δείκτη (αριθμός μιτώσεων ανά οπτικό πεδίο Χ40) οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις τους ήταν οι εξής: Ομάδα H: 8,78±0,34. Ομάδα ΠΠΔ: 8,65±0,32. Ομάδα ΣΛ: 8,93±0,36. Ομάδα ελέγχου: 9,43±0,17. Ο μιτωτικός δείκτης μειώθηκε και στις δύο ομάδες ηπατεκτομής, χωρίς ωστόσο να διαφέρει μεταξύ των δύο αυτών ομάδων. Για τον αποπτωτικό δείκτη (αριθμός αποπτωτικών κυττάρων ανά οπτικό πεδίο Χ40) οι μέσες τιμές και οι τυπικές αποκλίσεις τους ήταν οι εξής: H: 9,10±0,08. ΠΠΔ: 9,42±0,26. ΣΛ: 9,00±0,61. Ελέγχου: 7,60±0,47. Ο αποπτωτικός δείκτης μειώθηκε στην ομάδα ΠΠΔ μόνο. Οι τιμές (διάμεσοι) του ιστοπαθολογικού δείκτη ήταν: H και Ελέγχου: 6,50. ΠΠΔ: 18,50. ΣΛ: 9,00. Αυτός αυξήθηκε στην ομάδα ΠΠΔ, όχι όμως και στην ομάδα Η. Συμπέρασμα: H μερική ηπατεκτομή με την εφαρμογή της τεχνικής ΠΠΔ δεν επηρέασε τα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά του εντερικού βλεννογόνου, οδήγησε σε μείωση της μιτωτικής δραστηριότητας και αύξηση της αποπτωτικής δραστηριότητας των εντερικών κυττάρων και αύξησε στις ιστολογικές αλλοιώσεις. Η τεχνική Habib-4X είχε ηπιότερη επίδραση στη μιτωτική και αποπτωτική δραστηριότητα, ενώ δεν επηρέασε τα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά και το ιστοπαθολογικό προφίλ του εντερικού βλεννογόνου. Οι παρατηρηθείσες διαφορές σχετίστηκαν με τον τύπο του χρησιμοποιούμενου ηλεκτροδίου (μονοπολικό έναντι διπολικού). 664 251 230 The science of Forensic Medicine is a branch of the Medical science, which by applying the scientific knowledge from various scientific fields, mainly medicine and exact sciences, according to procedures as laid down by law, draws conclusions which it makes available to Justice aiming at the verification of truth. Nowadays, Forensic Medicine includes partly specialized scientific Branches and specializations, such as Thanatology, Forensic Anthropology, Forensic Pathology, Forensic Genetics, Forensic Odontology etc., the contribution of which to the evolution of Forensic Medicine is of utmost importance for the revelation of truth and for the justice for offenses. The aim of the present dissertation is to define the role of the Forensic Expert in the modern Greek reality, through an introspective description and analysis of his professional capacity, with legal, philosophic and ethical arguments and with the general objective to trace the moral dilemmas resulting from the performance of the forensic acts that he carries out during the execution of his duties. The role of the Forensic Expert in modern times is complex and multidimensional, while it requires expanded interdisciplinary sufficiency, development of his skills with continuing training, objectivity, integrity and moral judgment. The bioethical stamping of the role of the Forensic Expert in the everyday practical performance of his duties ought to include the protection of the basic principles of Bioethics, namely Respect for Autonomy, non-Harmfulness, Benefaction or Usefulness and Justice, while at the same time complying with the national and international rules for the practice of the profession of forensic medicine. Η ιατροδικαστική επιστήµη αποτελεί κλάδο της ιατρικής επιστήµης, ο οποίος εφαρµόζοντας την επιστηµονική γνώση διαφόρων επιστηµονικών κλάδων κυρίως ιατρικών και θετικών επιστηµών, υπό νοµοθετικά προβλεπόµενη διαδικασία εξάγει συµπεράσµατα τα οποία θέτει στην διάθεση της ∆ικαιοσύνης, µε σκοπό την εξακρίβωση της αλήθειας. Οι Ιατροδικαστικές επιστήµες περιλαµβάνουν στις µέρες µας επιµέρους εξειδικευµένους επιστηµονικούς Κλάδους και ειδικότητες όπως η Θανατολογία, η ∆ικαστική Ανθρωπολογία, η ∆ικαστική Παθολογική Ανατοµική, η Γενετική Ιατροδικαστική, η ∆ικαστική Οδοντολογία κ.α., η συνεισφορά των οποίων στην εξέλιξη της ιατροδικαστικής επιστήµης είναι υψίστης σηµασίας για την αποκάλυψη της αλήθειας και την απονοµή δικαιοσύνης επί εγκληµατικών πράξεων. Ο σκοπός εκπόνησης της παρούσας διατριβής είναι ο προσδιορισµός του ρόλου του Ιατροδικαστή στην σύγχρονη ελληνική πραγµατικότητα, µέσα από µία ενδοσκοπική περιγραφή και ανάλυση της επαγγελµατικής του ιδιότητας, µε νοµικές, φιλοσοφικές και δεοντολογικές αναφορές και απώτερο στόχο τον εντοπισµό των ηθικών διλληµάτων που ανακύπτουν κατά την εκτέλεση των ιατροδικαστικών πράξεων που διενεργεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.Ο ρόλος του Ιατροδικαστή στην σύγχρονη εποχή είναι πολυσύνθετος και πολυδιάστατος ενώ απαιτεί διευρυµένη διεπιστηµονική επάρκεια, ανάπτυξη των δεξιοτήτων του µε διαρκή εκπαίδευση, αντικειµενικότητα, ακεραιότητα και ηθική κρίση.Η βιοηθική αποτύπωση του ρόλου του Ιατροδικαστή στην καθηµερινή πρακτική εκτέλεση των καθηκόντων του, οφείλει να εσωκλείει την προάσπιση των βασικών αρχών της Βιοηθικής, δηλαδή του Σεβασµού της Αυτονοµίας, της µη Βλαπτικότητας, της Ευεργεσίας ή φελιµότητας και της ∆ικαιοσύνης µε παράλληλη τήρηση των εθνικών και διεθνών κανόνων άσκησης του Ιατροδικαστικού επαγγέλµατος.- 665 720 789 Ηθική και δεοντολογία της ασφάλειας σε εργασιακά περιβάλλοντα με ακτινοβολίες The use of radiation in the daily life of modern society is a reality that is constantly expanding over the last century. Moral and ethical issues arise on a daily basis regarding the safe use of radiation. A percentage of the general population is professionally involved in radiation and is at increased risk of possible harmful effects on their health. Particular issues of ethics and deontology arise and are still pending for this population. The use of radiation for medical purposes serves diagnosis and treatment. The benefits in medicine are very significant and undeniable. This use poses a risk to the general population, particularly its vulnerable groups (children, pregnant women, children of reproductive age), and therefore must be reasoned, strictly controlled and in line with strict rules of protection. Non-ionizing electromagnetic radiation can act by damaging energy deposition on the tissues, through the heat it generates and by "non-thermal" mechanisms - photochemical reactions, which are potentially related to alteration of the protein spatial arrangement and various consequences.Energy deposition is measured by the Specific Absorption Rate (SAR), that is, the rate of absorption of radio frequency energy per unit mass of body (tissue). Ionizing radiation interacts with matter and through ionisation can cause a variety of chemical changes (cleavage of chemical bonds, production of atypical molecules, formation of reactive free radicals with oxidizing action) resulting in chemical changes in biological macromolecules (mostly in DNA). In a Radiology Department non-ionizing electromagnetic radiation is used in MRI units (magnetic fields, radiofrequencies) and ionizing in X-ray units (X-ray machines, computed tomography). Important ethical issues arise from the potential impact of radiation on patients and the staff managing them. The protection of sensitive groups (pregnant, pregnant, preterm, preterm, infants, and children) from the potential impact of SAR during MRI investigations has been theoretically resolved by the adoption of specific screening protocols by specialist physicians and physicians. Ethical dilemma continues to arise about the effects of SAR during MRI investigations on paramedical staff (primarily nursing). Any exposure to ionizing radiation poses a physical and genetic risk, however small the dose is, and there is no safe dose threshold. Imaging tests or invasive medical procedures performed using X-rays should be used with the aim of maximizing the benefit to the patient (optimal imaging quality) with the lowest possible cost of exposure to the harmful effect of radiation (The ALARA concept). The risks of exposure to ionizing radiation depend on the age of those exposed to ionizing radiation. For children, the risk of radiation per dose is higher and cumulative (summing the hazard rates). Radiology Departments must have special protocols for all radiological examinations of children, with the lowest dose of radiation exposure and strict adherence to radiation and radiation protection rules. The thyroid, the mass gland and the glands are the most sensitive organs and should be protected. Computed tomography exams represent a small percentage of radiological imaging in children, but are responsible for the greater proportion of medical radiation exposure and should only be performed when absolutely necessary. The use of protective screens on the chest or eyes, in children who are frequently screened, is a good way to reduce the dose to superficial organs (bulk glands, eye lenses) without compromising the diagnostic reliability of the images. Ethics dictates limiting CT exams to absolutely necessary and only to those that cannot be replaced by imaging studies with other methods that do not use ionizing radiation (US, MRI). Avoiding unnecessary CT exams and reducing their relative indications are perhaps the most important way of protecting children. During pregnancy, tests or therapies for pregnant women with ionizing radiation are avoided. In the event of pregnancy suspicion, the radiation-induced medical practice must be postponed until the next menstrual period (provided that the delay is medically acceptable and does not endanger the health of the woman). Higher radiation results from exams of the abdominal region (abdominal computed tomography, pelvic X-ray, spine x-ray, etc). The effects of ionizing radiation on the wave depend on the phase of pregnancy. The most critical phase is during the 3rd to 8th week of conception (the "major organogenesis" phase), with probabilities of waveform doses greater than 100 mSv. Discontinuation of pregnancy should be excluded for doses below 100mSv. No doses are expected in the 100mSv range during standard diagnostic tests (radiological, computed tomography or scintigraphic). Η χρήση των ακτινοβολιών στην καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου είναι μια πραγματικότητα διαρκώς διευρυνόμενη κατά τη διάρκεια του τελευταίου αιώνα. Καθημερινά ανακύπτουν θέματα ηθικής και δεοντολογίας, σχετικά με την ασφαλή χρήση των ακτινοβολιών. Ένα ποσοστό του γενικού πληθυσμού ασχολείται επαγγελματικά με τις ακτινοβολίες και υπόκειται σε αυξημένο κίνδυνο πιθανών βλαπτικών επιδράσεων στην υγεία τους. Ιδιαίτερα θέματα ηθικής και δεοντολογίας προκύπτουν και ακόμα εκκρεμούν για αυτόν τον πληθυσμό. Η χρήση των ακτινοβολιών για ιατρικούς σκοπούς εξυπηρετεί άριστα τη διάγνωση και τη θεραπεία. Τα οφέλη από την χρήση τους στην ιατρική είναι πολύ σημαντικά και αδιαμφισβήτητα. Η χρήση αυτή εγκυμονεί και κινδύνους για το γενικό πληθυσμό, ιδιαίτερα τις ευαίσθητες ομάδες του (παιδιά, εγκυμονούσες, άτομα αναπαραγωγικής ηλικίας), και για το λόγο αυτόν επιβάλλεται να είναι λελογισμένη, αυστηρά ελεγχόμενη και εναρμονισμένη με αυστηρούς κανόνες προστασίας. Η μη ιοντίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία μπορεί να δρα βλαπτικά εναποθέτοντας ενέργεια στους ιστούς, μέσω της αύξησης θερμότητας που προκαλεί και με «μη θερμικούς» μηχανισμούς - φωτοχημικές αντιδράσεις, που σχετίζονται δυνητικά με μεταβολή της χωροδιάταξης πρωτεϊνών και ποικίλες συνέπειες. Η εναπόθεση ενέργειας μετριέται με τον Ειδικό Ρυθμό Απορρόφησης (SAR) δηλαδή το ρυθμό απορρόφησης ενέργειας ραδιοσυχνοτήτων ανά μονάδα μάζας του σώματος (ιστών).Η ιοντίζουσα ακτινοβολία αλληλεπιδρά με την ύλη και μέσω ιονισμών μπορεί να προκαλέσει ποικιλία χημικών μεταβολών (διάσπαση χημικών δεσμών, παραγωγή άτυπων μορίων, σχηματισμό δραστικών ελευθέρων ριζών με οξειδωτική δράση) με αποτέλεσμα χημικές μεταβολές σε βιολογικά μακρομόρια (με σημαντικότερες αυτές στο DNA).Σε ένα Ακτινολογικό Τμήμα μη ιοντίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία χρησιμοποιείται στις Μονάδες Μαγνητικής Τομογραφίας (μαγνητικά πεδία, ραδιοσυχνότητες) και ιοντίζουσα στις Μονάδες που εκπέμπουν ακτίνες – Χ (ακτινολογικά μηχανήματα, υπολογιστική τομογραφία). Σημαντικά ηθικά ζητήματα προκύπτουν από τις δυνητικές επιπτώσεις των ακτινοβολιών σε ασθενείς και το προσωπικό που τις διαχειρίζεται. Η προστασία των ευαίσθητων ομάδων (εγκύων, κυημάτων, προώρων νεογνών, τελειόμηνων νεογνών, βρεφών και παιδιών) από τη δυνητική επίδραση του SAR κατά τις διερευνήσεις MRI θεωρητικά έχουν επιλυθεί με θέσπιση συγκεκριμένων πρωτοκόλλων εξέτασης από τους ειδικούς ιατρούς και φυσικούς της ιατρικής. Ηθικό δίλημμα συνεχίζει να τίθεται για τις επιδράσεις SAR κατά τις διερευνήσεις MRI στο εργαζόμενο παραϊατρικό προσωπικό (κατά κύριο λόγο το νοσηλευτικό ή με ανατεθειμένα νοσηλευτικά καθήκοντα). Κάθε έκθεση στην ιοντίζουσα ακτινοβολία εγκυμονεί σωματικό και γενετικό κίνδυνο, οσοδήποτε μικρή κι αν είναι η δόση, ενώ δεν υπάρχει κατώφλι ασφαλούς δόσης. Οι απεικονιστικές εξετάσεις ή επεμβατικές ιατρικές πράξεις που διενεργούνται με χρήση των ακτίνων-Χ, επιβάλλεται να χρησιμοποιούνται, με γνώμονα το μέγιστο δυνατό όφελος του ασθενούς (άριστη δυνατή ποιότητα απεικονίσεων) με το μικρότερο δυνατό κόστος έκθεσης στη βλαπτική επίδραση της ακτινοβολίας (The ALARA concept). Οι κίνδυνοι από την έκθεση στην ιοντίζουσα ακτινοβολία εξαρτώνται από την ηλικία των εκτιθέμενων σε αυτήν. Για τα παιδιά ο κίνδυνος από την ακτινοβολία ανά δόση είναι μεγαλύτερος και αθροιστικός (άθροιση ποσοστών κινδύνου). Στα Ακτινολογικά Τμήματα πρέπει να εφαρμόζoνται ειδικά πρωτόκολλα για όλες τις ακτινολογικές εξετάσεις των παιδιών, με τη χαμηλότερη δόση έκθεσης στην ακτινοβολία και αυστηρή τήρηση κανόνων ακτινοτεχνικής και ακτινοπροστασίας. Ο θυρεοειδής, ο μαζικός αδένας και οι γονάδες είναι τα πλέον ακτινoευαίσθητα όργανα και πρέπει να προφυλάσσονται. Οι εξετάσεις Υπολογιστικής Τομογραφίας αντιπροσωπεύουν μικρό ποσοστό των ακτινολογικών απεικονίσεων, αλλά ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό της ιατρογενούς έκθεσης στην ακτινοβολία και πρέπει να διενεργούνται μόνον όταν είναι απολύτως απαραίτητες, ιδίως στα παιδιά. Η χρήση προστατευτικών πετασμάτων στο θώρακα ή στα μάτια, σε παιδιά που υποβάλλονται συχνά στην εξέταση, είναι ένας καλός τρόπος μείωσης της δόσης σε επιφανειακά όργανα (μαζικούς αδένες, φακούς οφθαλμών), χωρίς μείωση της διαγνωστικής αξιοπιστίας των απεικονίσεων. H ηθική και δεοντολογία επιτάσσουν περιορισμό των εξετάσεων CT στις απολύτως απαραίτητες και μόνο σ’ αυτές που δεν μπορούν να αντικατασταθούν από απεικονιστικές διερευνήσεις με άλλες μεθόδους, οι οποίες δεν χρησιμοποιούν ιοντίζουσα ακτινοβολία (US, MRI). Η αποφυγή των μη απαραίτητων εξετάσεων CT και η μείωση των σχετικά ενδεικνυόμενων, είναι ίσως ο σημαντικότερος τρόπος ακτινοπροστασίας των παιδιών. Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης αποφεύγονται οι εξετάσεις ή θεραπείες εγκύων με ιοντίζουσες ακτινοβολίες. Σε περίπτωση υπόνοιας για εγκυμοσύνη, η ιατρική πράξη που ενέχει ακτινοβόληση, πρέπει να αναβάλλεται, μέχρι την επόμενη έμμηνο ρύση (εφόσον η αναβολή αυτή είναι ιατρικώς αποδεκτή και δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία της γυναίκας). Μεγαλύτερη ακτινική επιβάρυνση για το κύημα προκύπτει από εξετάσεις κατά τις οποίες ακτινοβολείται η περιοχή της κοιλιακής χώρας (αξονική τομογραφία κοιλίας, ακτινογραφία πυέλου, ακτινογραφία οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης κλπ.), κατά τις οποίες είναι πολύ πιθανό το κύημα να εκτίθεται στην κύρια δέσμη ακτινοβολίας. Οι επιδράσεις των ιοντιζουσών ακτινοβολιών στο κύημα εξαρτώνται τη φάση της κύησης. Κρισιμότερη φάση είναι κατά την 3η-8η εβδομάδα από τη σύλληψη (φάση της «μείζονος οργανογένεσης»), με πιθανότητα εμφάνισης δυσπλασιών για δόσεις στο κύημα μεγαλύτερες των 100 mSv. Για δόσεις στο κύημα μικρότερες των 100mSv η διακοπή της κύησης πρέπει να αποκλείεται. Σε καμία περίπτωση δεν αναμένονται δόσεις στο κύημα της τάξης των 100mSv κατά τις συνήθεις διαγνωστικές εξετάσεις (ακτινολογικές, αξονικής τομογραφίας ή σπινθηρογραφικές). 666 320 310 Qualitative evaluation of forest tree seedlings after planting in the field with root system development indicators Ποιοτική αξιολόγηση φυταρίων δασικών ειδών μετά τη φύτευση στο πεδίο με δείκτες ανάπτυξης ριζικού συστήματος The growth and development of plants root system depends on biotic and abiotic factors, such as the physicochemical properties of the soil, as long as climate, temperature, water and nutrient availability and competition between the roots with different soil organisms. Most soil fungi are able to establish symbiotic relationships with plant roots. These mycorrhizal interactions can increase the absorbing surface of the root system that aids in better water and nutrient acquisition by the plants, to enhance their resistance to drought and help in the protection of pathogens or heavy metal accumulation in the soil, thus promoting their development and their ability to adapt and establish successfully in a region after transplant. The aim of this study, is the evaluation of the seedlings of ten different forest species after planting in the field, with root system development indicators. The indicators used, were the weight of the root system and the percentage of mycorrhizal colonization. A principal component analysis (PCA) was used to assess the data. The results showed that the growth and development of the seedlings after transplanting in the field, is not affected by the size of the root system. Furthermore, the forest species that were used, showed a strong clustering in relation to the vegetation installation surfaces. It was also found a differentiation of the original root system to that developed after planting in the field. Finally, a strong aggregation was observed, with respect to the forest species. Therefore, the behavior of the plants ectomycorrhizal fungi, seems to directly depend on the forest species and biotic interactions that occur between the plant roots and the microbial population of each region. These results emphasize the importance of the symbiotic relationships most plants form with ectomycorrhizal fungi, as these relationships appear to support belowground biodiversity and therefore the function and dynamics of aboveground ecosystems Η ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των φυτών εξαρτάται από βιοτικούς και αβιοτικούς παράγοντες, όπως είναι οι φυσικοχημικές ιδιότητες του εδάφους, το κλίμα, η θερμοκρασία, η διαθεσιμότητα νερού και θρεπτικών συστατικών, καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ των ριζών με διάφορους οργανισμούς του εδάφους. Οι περισσότεροι μύκητες του εδάφους, είναι σε θέση να δημιουργήσουν συμβιωτικές σχέσεις με τις ρίζες των φυτών. Αυτές οι μυκορριζικές συμβιώσεις μπορούν να αυξήσουν την επιφάνεια απορρόφησης νερού και θρεπτικών συστατικών από τα φυτά, να βελτιώσουν την αντοχή τους στην ξηρασία και να βοηθήσουν στην προστασία τους από παθογόνους οργανισμούς ή βαρέα μέταλλα, προάγοντας έτσι την ανάπτυξη και την ικανότητά τους να προσαρμοστούν και να εγκατασταθούν επιτυχώς σε μια περιοχή. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η αξιολόγηση των φυταρίων δέκα δασικών ειδών μετά τη φύτευση στο πεδίο με δείκτες ανάπτυξης ριζικού συστήματος. Οι δείκτες που χρησιμοποιήθηκαν, είναι το βάρος των ριζών και το ποσοστό αποίκησης από μυκόρριζα. Η επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με την ανάλυση κυρίων συνιστωσών (PCA). Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η ανάπτυξη των φυταρίων μετά τη φύτευση στο πεδίο δεν επηρεάζεται από το μέγεθος του ριζικού συστήματος. Επιπλέον τα δασικά είδη, εμφάνισαν έντονη ομαδοποίηση σε σχέση με τις επιφάνειες εγκατάστασης της βλάστησης. Επίσης βρέθηκε διαφοροποίηση του αρχικού ριζικού συστήματος με αυτό που αναπτύχθηκε μετά τη φύτευση στο πεδίο. Τέλος, παρατηρήθηκε ισχυρή ομαδοποίηση σε σχέση με το δασοπονικό είδος. Επομένως, η συμπεριφορά που παρουσιάζουν οι εκτομυκόρριζες των φυτών, φαίνεται να εξαρτάται άμεσα από το δασοπονικό είδος και τις βιοτικές αλληλεπιδράσεις που συμβαίνουν μεταξύ των ριζών των φυτών με το μικροβιακό πληθυσμό της κάθε περιοχής. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν, τονίζουν τη σπουδαιότητα των συμβιωτικών σχέσεων που δημιουργούν τα φυτά με εκτομυκόρριζα, καθώς αυτές οι συμβιώσεις, φαίνεται να στηρίζουν τη βιοποικιλότητα του υπεδάφους και κατά συνέπεια, τη δυναμική και τη λειτουργία των υπέργειων οικοσυστημάτων 667 497 513 This paper studies how to use food additives as a subject in the food and beverage industries. This research is important especially during this period as food supply and safety are important issues of global public health. Rapid industrialization and modernization of businesses have a profound impact on food supply and food safety. The question that arises is: how safe food additives are and if we can trust them. The purpose of this research is to investigate the knowledge and information on the use of food additives as well as to comply with the rules of the European regulations in the field of additives in the food industries of the Prefecture of Evros and Rodopi. This survey is based on data collected from 50 companies in total, the Prefectures of Evros and Rodopi. The method of collecting the data was done with questionnaires. This is a fully structured questionnaire of the 55 questions that was shared in the Prefectures of Evros - Rodopi. The questions were chosen to be of a closed type so as to increase the reliability of the answers and to facilitate the processing of the data in order to obtain safe conclusions. The statistical analysis used was about a specific sample of people working as responsible food additive operators in industries. The questionnaires were shared either personally or sent by email, and the data collected, analyzed and processed using statistical and mathematical methods (SPSS V.20 statistical package), which resulted in conclusions and results. The survey was conducted over a period of four months from January 2017 to April 2017. The first part of the questionnaire consisted of some general questions (gender, age, education, etc.) and the rest contained knowledge in the field of food additives, risks from their use, benefits, etc. The second part of the questionnaire included questions of which specialized knowledge, depending on the type and category to which the business belonged. The findings have shown that most businesses do not employ a specialist scientist to use food additives; information on proper handling usually takes place either from the site or through seminars, and some consider the experience to be sufficient. Much of the question was left unanswered probably by incomplete knowledge. By correlating the results of this work with research studies that occasionally see the spotlight, one can not certify with certainty that all additives widely used in food industries are safe for the human body. Hundreds of dangerous additives used by industries such as flavor enhancers, pigments, etc. do not serve the nutritional needs of consumers but serve the needs of the food industries to promote their products. Based on the above, we come to the conclusion the need to establish a framework for the adoption of a common approach for food businesses by all their competent controllers, and more stringent requirements should be laid down for companies to comply with the relevant legislation requirement by classifying them as categories for which a flexible implementation of a system self-control Η παρούσα εργασία μελετάει τον τρόπο χρήσης των πρόσθετων τροφίμων το γνωστικό αντικείμενο στους τομείς των βιομηχανιών και βιοτεχνιών τροφίμων. Η διερεύνηση αυτή είναι σημαντική ειδικά αυτή την περίοδο που διανύουμε καθώς η προσφορά και η ασφάλεια των τροφίμων αποτελούν σημαντικά θέματα της παγκόσμιας δημόσιας υγείας. Η ταχεία εκβιομηχάνιση και ο εκσυγχρονισμός των επιχειρήσεων έχουν βαθιές επιπτώσεις στην προσφορά τροφίμων και την ασφάλεια των τροφίμων. Το ερώτημα που γεννάται είναι: πόσο ασφαλή είναι τα πρόσθετα τροφίμων και αν μπορούμε να τα εμπιστευθούμε. Ο σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η διερεύνηση της γνώσης και της ενημέρωσης σχετικά με τη χρήση προσθέτων τροφίμων καθώς και την τήρηση- εφαρμογή, των κανόνων που διέπουν από του ευρωπαϊκούς κανονισμούς, στον τομέα των προσθέτων, στις βιομηχανίες τροφίμων, των Ν. Έβρου και Ροδόπης. Η έρευνα αυτή βασίζεται σε δεδομένα που συλλέχθηκαν από 50 επιχειρήσεις συνολικά, των Νομών Έβρου και .Ροδόπης. Η μέθοδος συλλογής των δεδομένων έγινε με ερωτηματολόγια. Το παρόν αποτελεί ένα πλήρως δομημένο ερωτηματολόγιο των 55 ερωτήσεων που μοιράστηκε στους Νομούς Έβρου- Ροδόπης . Οι ερωτήσεις επιλέχθηκε να είναι κλειστού τύπου έτσι ώστε να αυξηθεί η αξιοπιστία των απαντήσεων και να διευκολυνθεί η επεξεργασία των δεδομένων για την αποκόμιση ασφαλών συμπερασμάτων. Η στατιστική ανάλυση που χρησιμοποιήθηκε αφορούσε ένα συγκεκριμένο δείγμα ατόμων που εργάζονται ως υπεύθυνοι χειριστές πρόσθετων στα τρόφιμα στις βιομηχανίες . Τα ερωτηματολόγια μοιράστηκαν είτε προσωπικά, είτε στάλθηκαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τα δεδομένα που συλλέχθηκαν, αναλύθηκαν και επεξεργάστηκαν με τη βοήθεια στατιστικών και μαθηματικών μεθόδων (με το στατιστικό πακέτο SPSS V.20), που κατέληξαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων και αποτελεσμάτων. Η διεξαγωγή της έρευνας έγινε σε χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών από το Ιανουάριο του 2017 έως τον Απρίλιο του 2017. Το πρώτο τμήμα του ερωτηματολογίου αποτελούνταν από μερικές ερωτήσεις γενικού τύπου(φύλο, ηλικία, εκπαίδευση κ.λ.π.) και οι υπόλοιπες περιείχαν στοιχεία γνώσεων στον τομέα με τα πρόσθετα τροφίμων, κινδύνων από τη χρήση αυτών, οφέλη κ.λ.π. Το δεύτερο τμήμα του ερωτηματολογίου περιελάμβανε ερωτήσεις ποιο εξειδικευμένων γνώσεων ανάλογα με το είδος και την κατηγορία στην οποία υπάγονταν η επιχείρηση. Τα ευρήματα που πάρθηκαν δείχνουν ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν απασχολούν κάποιον ειδικό επιστήμονα για τη χρήση των πρόσθετων στα τρόφιμα η ενημέρωση για το σωστό χειρισμό συνήθως γίνεται είτε από τα site είτε με σεμινάρια , ενώ κάποιοι θεωρούν ότι η εμπειρία αρκεί. Μεγάλο μέρος των ερωτημάτων έμεινε αναπάντητο πιθανόν από ελλιπή γνώση. Συσχετίζοντας τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας με τις ερευνητικές μελέτες που κατά καιρούς βλέπουν τα φώτα της δημοσιότητας, κανείς δε μπορεί να πιστοποιήσει με σιγουριά ότι όλα τα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται ευρέως στις βιομηχανίες τροφίμων είναι ασφαλή για τον ανθρώπινο οργανισμό. Εκατοντάδες επικίνδυνα πρόσθετα που χρησιμοποιούνται από τις βιομηχανίες όπως ενισχυτικά γεύσης, χρωστικές κ.α. δεν εξυπηρετούν τις διατροφικές ανάγκες των καταναλωτών αλλά εξυπηρετούν τις ανάγκες των βιομηχανιών τροφίμων για την προώθηση τα προϊόντων τους. Βάση των παραπάνω οδηγούμαστε στο συμπέρασμα της αναγκαιότητα καθορισμού πλαισίου υιοθέτησης κοινής αντιμετώπισης των επιχειρήσεων τροφίμων από όλους τους αρμόδιους τους ελεγκτικούς μηχανισμούς ενώ θα πρέπει να τίθενται αυστηρότερες απαιτήσεις για την συμμόρφωση των επιχειρήσεων με την σχετική απαίτηση της νομοθεσίας, βάσει κατάταξης αυτών σε κατηγορίες για τις οποίες κρίνεται σκόπιμη η ευέλικτη εφαρμογή συστήματος αυτοελέγχου 668 145 179 Doctor-Patient's inextricable bond, as well as all rights and obligations deriving from it, make it urgent to form a thorough legal framework, so as to ensure medical practice, according to medical standards and rules of law. This study is aiming at analyzing all sorts of doctor's liability issues occurring at medical practice while delineating the fundamentals of Medical law in Greek legal system. The big increase of cases conce-rning doctor's civil, penal and disciplinary liability in our country, as well as in Europe and globally, that end either in court or in out-of court settlement with severe physical, emotional, economic and social conse-quences in both patient's and doctor's lives, demands the co-ordination of legal, medical and other human- centered sciences so as to best deal with it, in terms of protecting both sides' (patient's and doctor's) rights, according to the Constitution, National and European legislation. H άρρηκτη σχέση Ιατρού-Ασθενούς κατά την άσκηση του Ιατρικού λειτουργήματος και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή για αμφότερα τα μέρη, κάνουν επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ενός εμπεριστατωμένου νομικού πλαισίου, εντός του οποίου θα εξασφαλίζεται η άσκηση αυτή, σύμφωνα με τα δεδομένα της Ιατρικής Επιστήμης και τους κανόνες Δικαίου. Σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι η ανάδειξη της ποινικής εκτίμησης της ιατρικής πράξης των ιατρών, στα πλαίσια της άσκησης του Ιατρικού τους λειτουργήματος και η οριοθέτηση των θεμελιωδών εννοιών του Δικαίου της Υγείας στην Ελληνική έννομη τάξη. Η ραγδαία εξέλιξη τόσο στην χώρα μας όσο και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο περιπτώσεων Ιατρικής Ευθύνης, κυρίως Αστικής και Ποινικής αλλά και Πειθαρχικής που οδηγούνται σε δικαστική κρίση ή σε εξώδικο συμβιβασμό με τεράστιες συνέπειες στην ζωή και των δύο εμπλεκόμενων μερών σωματικές, ψυχικές, οικονομικές, κοινωνικές, απαιτούν την ταυτόχρονη συνδρομή της Ιατρικής και Νομικής Επιστήμης αλλά και άλλων ανθρωποκεντρικών επιστημών, για την ορθότερη αντιμετώπιση τους με γνώμονα πάντοτε την προστασία των δικαιωμάτων τόσο του ασθενή όσο και του ιατρού σύμφωνα με το Σύνταγμα και την Εθνική και Ευρωπαϊκή Νομοθεσία. 669 187 181 There is great interest in the use of probiotic microorganisms as well as their possible therapeutic action in relation to various pathological conditions. This is due to their availability as part of various commercial products on the market. They are also associated with beneficial effects against type I and type II diabetes. The purpose of this thesis is to explain the role of microbial flora / gut microbiota in human health, as well as the effects of a pathological condition, to define probiotic microorganisms in a more general context, to provide an overview of the clinical image of the two types of diabetes , as well as their backgrounds and finally to present data from recent clinical and preclinical studies and to clearly explain how probiotic microorganisms interact with various factors leading to type I and type II diabetes. The action of some combinations of probiotics in supplements will be presented in more detail, as well as studies conducted in animals and humans, and at the end it turns out that although there is a lot of data, there should be more clinical trials for safer conclusions. Σήμερα υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την χρήση προβιοτικών μικροοργανισμών καθώς και τη θεραπευτική δράση αυτών σε σχέση με διάφορες παθολογικές καταστάσεις. Αυτό έγκειται μέσα από τη διάθεσή τους ως μέρος διαφόρων προϊόντων ευρείας κατανάλωσης στο εμπόρειο. Μεγάλη, επίσης, είναι η σύνδεσή τους με ευεργετικές δράσεις έναντι του διαβήτη τύπου Ι και τύπου ΙΙ. Σκοπός της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι να επεξηγήσει το ρόλο της μικροβιακής χλωρίδας / εντερικού μικροβιώματος στην υγεία του ανθρώπου, καθώς και τις επιπτώσεις από μια παθολογική κατάσταση, να ορίσει σε γενικότερο πλαίσιο τους προβιοτικούς μικροοργανισμούς, να δώσει μια άποψη της κλινικής εικόνας των δύο τύπων διαβήτη, καθώς και των υποβάθρων τους και τέλος να συγκεντρώσει στοιχεία από πρόσφατες κλινικές και προκλινικές μελέτες και να επεξηγήσει με σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν οι προβιοτικοί μικροοργανισμοί με διάφορους παράγοντες που οδηγούν στον διαβήτη τύπου Ι και τύπου ΙΙ. Πιο αναλυτικά θα παρουσιαστεί η δράση κάποιων συνδυασμών προβιοτικών σε συμπληρώματα, καθώς επίσης και μελέτες που έγιναν σε πειραματόζωα και ανθρώπους ενώ εν τέλει αποφαίνεται ότι παρότι υπάρχουν πολλά δεδομένα, πρέπει να υπάρξουν περισσότερες κλινικές δοκιμές για ασφαλέστερα συμπεράσματα. 670 366 308 Family, school and cultural associations as education sectors on diet issues Οικογένεια, σχολείο και πολιτιστικοί σύλλογοι ως φορείς παιδείας σε θέματα διατροφής The purpose of this paper is to investigate,study a nd present in deta il the role of institutions such as the family, school and c ultura l assoc iations in re lation to nutrition. More specifica lly, the relations hip of these institutions w ith the current eating habits of children aged 6-12 is being investigated. In particular, this paper investigates whether family, school, and cultural assoc iations are sectors of education, culture , and socia lization for children. The place of research is the s ite of the Cultura l Educationa l Association "A gia Sofia " Feron. For the collection of data, a combination of methods was performed, such as direct and partic ipatory observation, partic ipatory des ign and content a nalys is of children's written texts. A lso, an educationa l eduta inment application(in the conte xt of eduta inme nt)was applie d and spec ifically the movie maker application for video production and tw o research tools, the interview and the children's drawing. The research sample cons ists an group of 25 primary school students , aged 6-12, boys and girls members of the Cultura l Tra ining Assoc iationas well as three ke y people who gave semi-structured interviews, the president and vice-president of the cultura l association and the dance teacher of the children involved in the research. According to the results of this work, Thracia n dis hes are still part of the daily diet. The family c ontributes to this, firstly and secondly to the cultura l association. While , for the promotion of a hea lthy diet, a lsoschoolc ontributes significantly. Family, cultura l assoc iation and school are carriers of the transmiss ion of. At the sa me time , nutrition as an e lement of culture is a factor in shaping the content ofchildre n's collective identity. The computer and its use , in combination with the application of eduta inme nt and experientia l actions , bring pos itive learning outcomes.The ambition of this research is to trigger new research to record and highlight the traditiona l diet and Thrace in general Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να ερευνήσει, να μελετήσει και να παρουσιάσει αναλυτικά τον ρόλο θεσμών, όπως οικογένεια, σχολείο και πολιτιστικοί σύλλογοι σε σχέση με θέματα διατροφής. Πιο συγκεκριμένα, ερευνάται η σχέση των συγκεκριμένων θεσμών με τις σύγχρονες διατροφικές συνήθειες των παιδιών σχολικής ηλικίας 6-12 ετών. Ειδικότερα, η παρούσα εργασία ερευνά αν οικογένεια, σχολείο και πολιτιστικοί σύλλογοι αποτελούν φορείς παιδείας, πολιτισμού και κοινωνικοποίησης για τα παιδιά σε θέματα διατροφής. Ο τόπος διεξαγωγής έρευνας είναι ο χώρος του Πολιτιστικού Επιμορφωτικού Συλλόγου «Αγία Σοφία» Φερών. Για τη συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε συνδυασμός μεθόδων, όπως άμεση και συμμετοχική παρατήρηση, συμμετοχικός σχεδιασμός και ανάλυση περιεχομένου των γραπτών κειμένων των παιδιών. Επίσης, εφαρμόστηκαν εκπαιδευτική εφαρμογή (στο πλαίσιο του edutainment) και συγκεκριμένα, η εφαρμογή movie maker για κατασκευή βίντεο και δύο ερευνητικά εργαλεία, η συνέντευξη και το παιδικό ιχνογράφημα. Το δείγμα της έρευνας αποτελούν μία ομάδα 25 παιδιών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, ηλικίας 6-12 ετών, αγόρια και κορίτσια, μέλη του Πολιτιστικού Επιμορφωτικού Συλλόγου, καθώς και τρεις σημαντικοί άνθρωποι-κλειδιά που παραχώρησαν ημιδομημένες συνεντεύξεις, ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου και η χοροδιδάσκαλος των παιδιών που συμμετέχουν στην έρευνα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εργασίας, τα θρακιώτικα εδέσματα αποτελούν ακόμη και σήμερα, μέρος της καθημερινής διατροφής. Σ’ αυτό συντελεί αρχικά, η οικογένεια και σε δεύτερο λόγο συνδράμει ο πολιτιστικός σύλλογος, ενώ, για την προώθηση της υγιεινής διατροφής, συμβάλλει σημαντικά και το σχολείο. Οικογένεια, πολιτιστικός σύλλογος και σχολείο αποτελούν φορείς μετάδοσης του πολιτισμού. Παράλληλα, η διατροφή ως στοιχείο πολιτισμού αποτελεί παράγοντα διαμόρφωσης του περιεχομένου της συλλογικής ταυτότητας των παιδιών. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής και η αξιοποίηση του, σε συνδυασμό με τις ψηφιακές εφαρμογές στο πλαίσιο του edutainment και οι βιωματικές δράσεις, επιφέρουν θετικά μαθησιακά αποτελέσματα. Φιλοδοξία της παρούσας έρευνας είναι να αποτελέσει έναυσμα για νέες έρευνες, για την καταγραφή και ανάδειξη της παραδοσιακής διατροφής της Θράκης. 671 202 194 Globally, during the last decades, through the Psychiatric Reform, the care of individuals with chronic mental disorders is being transferred to protected housing areas within the community, in order to ameliorate the quality of life and their psychosocial rehabilitation. In Greece respectively, the de-institutionalization takes place during the early 80s by implementing housing community programs. The object of this paper is to describe the operation of the current facilities within the Greek territory, in order to present a complete image of their characteristics, actions and goals. Then, parameters such as the quality of life, the satisfaction degree, the housing preferences of the mentally ill residents are analyzed, in an effort to inculcate the modern approaches used for mentally ill persons which treat them more as mental health service “consumers” rather than passive recipients. Lastly, an alternative housing model is presented that emphasizes on the active involvement of service users in mental health services. The goal of the paper is to reflectively examine the speculation that arises as regards to what degree the currently applied housing model in Greece fulfils the fundamental goals of the psychosocial rehabilitation, while it describes the risks of converting the current facilities to new forms of institutional care. Τις τελευταίες δεκαετίες σε παγκόσμιο επίπεδο με το κίνημα της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης η φροντίδα των ατόμων με χρόνιες ψυχικές διαταραχές μεταφέρεται σε προστατευόμενους χώρους στέγασης στην κοινότητα με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την ψυχοκοινωνική τους επανένταξη. Στην Ελλάδα αντίστοιχα, η αποϊδρυματοποίηση λαμβάνει χώρα στις αρχές της δεκαετίας του ‘80 με την υλοποίηση στεγαστικών κοινοτικών προγραμμάτων. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η περιγραφή της λειτουργίας των υφιστάμενων δομών στον Ελλαδικό χώρο, προκειμένου να παρουσιαστεί μια ολοκληρωμένη εικόνα των χαρακτηριστικών, των δράσεων και των στόχων τους. Στη συνέχεια, αναλύονται παράμετροι όπως η ποιότητα ζωής, ο βαθμός ικανοποίησης, οι στεγαστικές προτιμήσεις των ψυχικά ασθενών – ενοίκων σε μια προσπάθεια αποτύπωσης των σύγχρονων προσεγγίσεων που αντιμετωπίζουν τους ψυχικά πάσχοντες περισσότερο ως «καταναλωτές» υπηρεσιών ψυχικής υγείας παρά ως παθητικούς αποδέκτες. Τέλος, παρουσιάζεται ένα εναλλακτικό μοντέλο στέγασης που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ενεργητική εμπλοκή των χρηστών των υπηρεσιών στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Σκοπός της εργασίας είναι εξετάσει αναστοχαστικά τον προβληματισμό που προκύπτει και αφορά το κατά πόσο το συγκεκριμένο στεγαστικό μοντέλο όπως εφαρμόζεται σήμερα στην Ελλάδα εκπληρώνει τους βασικούς στόχους ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, ενώ παράλληλα περιγράφει τους κινδύνους να μετατραπούν οι υφιστάμενες δομές σε νέες μορφές ιδρυματικής περίθαλψης. 672 134 168 Η σχιζοφρένεια στον έφηβο και οι επιπτώσεις της στον ίδιο και στην οικογένειά του Schizophrenia is among the most well-known mental disorders that may occur in some people's lives. Its beginnings can occur in both adult years and adolescence. However, at any age, its symptomatology has equally severe effects on all aspects of the person's functionality. The variety of symptoms is large and tends to affect the cognitive, emotional, social and behavioral functions of the human being. The seriousness of this disorder was the motivation for writing this paper. In this paper we present an attempt to an integrated picture of schizophrenia with emphasis on adolescence, based on bibliography and research data. More specifically, the clinical picture of the disorder, its symptomatology, its etiology and its treatment are presented. Particular emphasis is placed on adolescence and the impact that schizophrenia has on the adolescent himself and his family. Η σχιζοφρένεια είναι ευρέως από τις πιο γνωστές ψυχικές διαταραχές που μπορεί να εμφανιστούν στη ζωή κάποιων ανθρώπων. Η έναρξή της μπορεί να γίνει τόσο στην ενήλικη όσο και στην εφηβική ηλικία. Όμως, σε όποια ηλικία κι αν εμφανιστεί, η συμπτωματολογία της είναι εξίσου βαριά, με σοβαρές επιπτώσεις σε όλους τους τομείς της λειτουργικότητας του ατόμου. Η ποικιλία των συμπτωμάτων είναι μεγάλη και τείνουν να επηρεάζουν τη γνωστική, τη συναισθηματική, την κοινωνική και τη συμπεριφορική λειτουργικότητα του ανθρώπου. Η σοβαρότητα αυτής της διαταραχής αποτέλεσε το κίνητρο για τη συγγραφή της παρούσας εργασίας. Στην εργασία αυτή γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί μια ολοκληρωμένη εικόνα της σχιζοφρένειας με έμφαση κυρίως στην εφηβεία, βιβλιογραφικά και ερευνητικά τεκμηριωμένη. Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάζεται η κλινική εικόνα της διαταραχής, η συμπτωματολογία της, η αιτιολογία και η θεραπευτική της αντιμετώπιση. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην εφηβική ηλικία και στις επιπτώσεις που έχει η σχιζοφρένεια τόσο στον ίδιο τον έφηβο όσο και στην οικογένειά του. 673 178 247 The objective of the present study was to investigate the presence of seasonal variation in human semen parameters in fertile Greek donors. For this purpose, a retrospective analysis of 989 semen samples, collected between 2011 and 2015, from donors participating at the Sperm Donation Program of Cryogonia Sperm Bank has been conducted. Semen volume, sperm concentration and motility were analyzed according to the WHO (1999 and 2010) basic semen analysis methodology. In addition, possible correlations between sperm parameters, mean daylight hours and mean temperature of the sperm collection day were studied.The aim of this study was to investigate environmental parameters that possibly affect sperm quality and to determine the most favorable period of the year for human semen characteristics. Sperm concentration and motility were higher in Winter and Autumn, compared to Summer and Spring, while semen volume was slightly increased in Autumn and Spring. All sperm parameters showed a decrease from 2011 to 2015. The mean daylight hours and mean temperature of the day of semen collection, seem to affect sperm motility and concentration, but not semen volume. Αντικείμενο της παρούσας μελέτης αποτελεί ο έλεγχος της ύπαρξης εποχιακής διακύμανσης στις βασικές σπερματολογικές παραμέτρους , σε δότες σπέρματος, που ανήκουν στον Ελληνικό πληθυσμό. Για το σκοπό αυτό διενεργήθηκε αναδρομική μελέτη σε 989 δείγματα σπέρματος, που συλλέχθηκαν, μεταξύ των ετών 2011 έως 2015, από εθελοντές δότες της Τράπεζας Σπέρματος ‘Κρυογονία’. Ο όγκος, η συγκέντρωση και η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων, μετρήθηκαν σύμφωνα με τις μεθόδους που υποδεικνύονται στο εγχειρίδιο του ΠΟΥ (1999, 2010). Μελετήθηκε επιπλέον η μεταβολή των παραμέτρων στην πάροδο των ετών 2011-2015 και διερευνήθηκε η πιθανή συσχέτιση των σπερματολογικών παραμέτρων με τη θερμοκρασία κατά την περίοδο της σπερματογένεσης και τη μέση φωτοπερίοδο του μήνα κατά τον οποίον ελήφθησαν. Στόχος, ο εντοπισμός περιβαλλοντικών παραμέτρων που επηρεάζουν την ποιότητα του ανδρικού σπέρματος και ο καθορισμός των ευνοϊκότερων χρονικών περιόδων του έτους, για τα βασικά χαρακτηριστικά του σπέρματος. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, η συγκέντρωση και η κινητικότητα ευρέθησαν υψηλότερες σε δείγματα που συλλέχθηκαν το Χειμώνα και το Φθινόπωρο, σε σχέση με το Καλοκαίρι και την Άνοιξη, ενώ οι τιμές του όγκου, με μικρή διακύμανση, φαίνεται να είναι υψηλότερες το Φθινόπωρο και την Άνοιξη. Το έτος 2015 σε σχέση με το έτος 2011, παρουσιάζει μειωμένες τιμές στο σύνολο των παραμέτρων του σπέρματος που εξετάσθηκαν. Ο έλεγχος της συσχέτισης της φωτοπεριόδου, του μήνα κατά τον οποίο συλλέχθηκαν τα δείγματα και της μέσης θερμοκρασίας του μήνα κατά τον οποίο συντελέσθη η αντίστοιχη σπερματογένεση, έδειξε ότι ο σπερματικός όγκος παραμένει ανεπηρέαστος, ενώ η κινητικότητα και η συγκέντρωση των σπερματοζωαρίων παρουσιάζουν διακύμανση. 674 195 214 Μελέτη μικροβιακής χλωρίδας κοπράνων επίμυων με διαβήτη τύπου 1 που προκλήθηκε με χορήγηση στρεπτοζοτοκίνης In the gastrointestinal tract there is a diverse microbial population that is called gut microbial flora (or microbiome) and it plays a pivotal role in the host’s health. In cases of diseases that mainly concerns the metabolism, the homeostasis of the microbiome is disrupted, and a classic example is type 1 diabetes. The interaction between this disease and the microbiome constitutes a subject of study, which attempts to highlight the associated mechanisms. In the present study, faeces were collected from Wistar rats with streptozoticin-induced type 1 diabetes. In total, 14 animals were used, randomly separated in 2 groups: a) healthy animals (controls), and b) streptozoticin-induced type 1 diabetic rats. The faeces were collected in two different timepoints (day 0 and day 30), and were then subjected to microbiological analysis. Specifically, the levels of: a) total microbial counts, b) enterococci, c) coliforms, d) enterobacteria, e) staphylococci, f) lactobacilli, and g) yeasts/molds were determined. However, the results revealed no statistically significant difference between the samples. Analysis with molecular methods, such as Next Generation Sequencing, (NGS) is a proposed future approach, which may highlight the potential differences in the microbiome between healthy and streptozoticin-induced type 1 diabetes animals. Ένας πολυπληθής και πολυποίκιλος πληθυσμός μικροοργανισμών εντοπίζεται στο γαστρεντερικό σύστημα του ανθρώπου και συγκεκριμένα στο έντερο. Καλείται εντερική μικροβιακή χλωρίδα (ή μικροβίωμα) και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην υγεία του ξενιστή. Σε περιπτώσεις ασθενειών, οι οποίες αφορούν κυρίως το μεταβολισμό, παρατηρείται διαταραχή της ομοιόστασης του μικροβιώματος, και ένα παράδειγμα αποτελεί ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1. Η αλληλεπίδραση της νόσου και του μικροβιώματος αποτελεί αντικείμενο μελέτης, προκειμένου να κατανοηθούν οι σχετικοί μηχανισμοί. Στην συγκεκριμένη εργασία, χρησιμοποιήθηκαν επίμυες φυλής Wistar στους οποίους προκλήθηκε διαβήτης τύπου 1 μετά από ενδοφλέβια χορήγηση στρεπτοζοτοκίνης. Συνολικά, χρησιμοποιήθηκαν 14 πειραματόζωα, τα οποία χωρίστηκαν σε 2 ομάδες: α) φυσιολογικά ζώα και β) ζώα με διαβήτη τύπου 1, με τυχαίο τρόπο. Από τα ζώα, συλλέχθηκαν δείγματα κοπράνων την ημέρα 0 και την ημέρα 30, προκειμένου να γίνει μικροβιολογική ανάλυση. Συγκεκριμένα προσδιορίστηκαν τα επίπεδα: α) της ολικής μικροβιακής χλωρίδας, β) των εντεροκόκκων, γ) των κολοβακτηριδίων, δ) των εντεροβακτηρίων, ε) των σταφυλλοκόκκων, στ) των γαλακτικών βακτηρίων, και ζ) των ζυμών/μυκήτων. Τα αποτελέσματα, όμως, δεν έδειξαν κάποια στατιστικά σημαντική διαφορά. Ως μελλοντική μελέτη προτείνεται η ανάλυση των δειγμάτων με μοριακές μεθόδους (π.χ. Next Generation Sequencing, NGS), που ενδέχεται να αναδείξει πιθανές διαφορές του μικροβιώματος σε κόπρανα πειραματοζώων, λόγω του διαβήτη τύπου 1 . 675 161 179 The growing interest of both the European Community and the World Organisations for environmental protection and public health makes the issue of Medical Waste (MW) one of the most important issues to address. There have been many studies on the production of medical waste and its management. Most studies have addressed unit quantities of waste (CSEs) or their composition. As for the centralized recording of the European and Greek Law, and recording data aggregated by country, we see a gap. The purpose of this paper is to fill this gap and record the current legislative framework. Specifically examined various European countries and recorded definitions gives each member state to medical waste, the composition, unit quantities and relevant legislation with codes. The findings of the study showed that the more economically developed is a country the more stringent regulations established. Also the composition of medical waste is directly influenced by the geographical area, the type of the infirmary and the local population. Το ολοένα αυξανόμενο ενδιαφέρον τόσο της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όσο και των Παγκόσμιων Οργανισμών για την προστασία του περιβάλλοντος και την δημόσια υγεία, καθιστά το θέμα των Ιατρικών Αποβλήτων (ΙΑ) ένα από τα πιο σπουδαία θέματα προς αντιμετώπιση. Μέχρι σήμερα έχουνε γίνει πολλές μελέτες που αφορούν την παραγωγή των Ιατρικών Αποβλήτων και την Διαχείριση τους. Οι περισσότερες μελέτες έχουν ως αντικείμενο τις μοναδιαίες ποσότητες αποβλήτων (ΜΠΑ) ή την σύστασή τους. Όσον αφορά την συγκεντρωτική καταγραφή της Ευρωπαϊκής και της Ελληνικής Νομοθεσίας, και την καταγραφή στοιχείων συγκεντρωτικά ανά χώρα, διαπιστώνουμε ένα κενό. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να καλύψει το κενό αυτό και να καταγράψει δηλαδή το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο. Συγκεκριμένα εξετάζονται διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες και καταγράφονται οι ορισμοί που δίνει το κάθε κράτος- μέλος στα Ιατρικά Απόβλητα, η σύνθεση, οι μοναδιαίες ποσότητες και η σχετική νομοθεσία με κωδικούς. Τα συμπεράσματα της εργασίας έδειξαν ότι όσο πιο αναπτυγμένη οικονομικά είναι μια χώρα τόσο πιο αυστηρές νομοθετικές ρυθμίσεις έχει θεσπίσει. Επίσης η σύνθεση των Ιατρικών Αποβλήτων επηρεάζεται άμεσα από τη γεωγραφική περιοχή, από το είδος του θεραπευτηρίου και τον πληθυσμό της περιοχής. 676 100 144 Μελέτη του επιπολασμού της αϋπνίας σε ασθενείς με καρδιοπάθεια, σύμφωνα με τα νέα διαγνωστικά κριτήρια DSM V Purpose of this study was to investigate the prevalence of insomnia in a population of patients with coronary artery disease, according to new diagnostic criteria of DSM-V. Materials-Methods: A quantitative research was conducted using a questionnaire to a sample of 100 patients with coronary artery disease (CAD) and 40 patients without CAD. insomnia assessment was done using three different tools (questionnaires). Results: Insomnia prevalence in patients with coronary artery disease ranges from 39.7% to 68% depending on the tool that was used. Conclusions: No significant differences between patients with coronary artery disease and control group in insomnia prevalence was observed. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση του επιπολασμού της αϋπνίας σε πληθυσμό ασθενών με στεφανιαία νόσο (ΣΝ), σύμφωνα με τα νέα διαγνωστικά κριτήρια DSM-V. Υλικό και Μέθοδος: Για το λόγο αυτό διενεργήθηκε ποσοτική έρευνα με χρήση ερωτηματολογίου σε δείγμα 100 ατόμων με στεφανιαία νόσο και 40 ατόμων χωρίς ΣΝ (ομάδα ελέγχου). Η εκτίμηση της αϋπνίας έγινε με χρήση τριών διαφορετικών εργαλείων. Αποτελέσματα: Το ποσοστό των ασθενών με στεφανιαία νόσο που εκτιμάται ότι έχει πρόβλημα αϋπνίας κυμαίνεται από 39,7% έως 68% ανάλογα με το εργαλείο (ερωτηματολόγιο) που χρησιμοποιούμε. Παρόμοια είναι η εκτίμηση του επιπολασμού της αϋπνίας στην ομάδα έλεγχου που κυμάνθηκε από 24,3% έως 55%. Συμπεράσματα: Δεν διαπιστώθηκαν σε σημαντικές διαφορές μεταξύ των ασθενών με στεφανιαία νόσο και της ομάδας ελέγχου ως προς τον επιπολασμό της αϋπνίας 677 602 613 Doping is now the most serious wound in sport. It has appeared in almost all major sports events, such as Olympic Games and World and Pan-European Championships. In Greece doping’s issue became widely known, in Athens on in view of the Olympic Games. In order not to hurt Greek Sports and in order to reduce the incidence of doping, the Greek State decided to supplement Law 3057/2002. Under Law 3057/2002, "doping is the admission to an athlete or the use by him of a prohibited means, as well as the presence in his or her body of a prohibited means or evidence of the use of such a means". A considered forbidden substance can be taken for various reasons. Some of these reasons may be legal therapeutic purposes, increased performance, entertainment, improved performance. Prohibited substances in the event that they exceed a certain concentration are: alcohol, cannabinoids, local anesthetics, corticosteroids, B'-inhibitors (or antagonists). Doping nowadays, however, does not only involve the use of pharmaceuticals but also involves other means of "increasing the mood of mood" such as: doping blood or other cells or tissues, administration of artificial oxygen carriers or plasma infusions, pharmacological, chemical, physical or genetic falsification. The aforementioned make the athletes super athletes. For the validity of the sporting results, doping control is performed. Anti- doping control can take place during races but also outside racing. The Competent Body for Controlling the Use of Prohibited Substances is the National Anti-Doping Board. The ESKA.N. it is made up of members who are prestigious and knowledgeable in sport matters and on issues of sport-banned substances. Their responsibilities are many and decisive for the proper implementation of the provisions of the law. Given the size of the issue of doping today, it would be utopian to believe that it can easily be combated. But it is possible to reduce the intensity of this phenomenon, so that in the long run it will be eliminated. Prevention is the key to the fight. Prevention can be achieved in the form of informing athletes, parents, coaches, doctors, managers, journalists and all those associated with sport. The aim should be that the enforcement disciplinary, disciplinary and criminal provisions presented in the main part of this work should have the least possible implementation in the future due to the absence of any violations. The reason for the creation of legal rules in sport is the sporting struggle that forms within a framework of institutional autonomy and makes up Lex Sportiva. It is important to say that the field of sport should be a field of cooperation and not a conflict between private initiative and the state. For this purpose information from electronic and printed databases was searched. From the study of research to date, it appears that doping in sport is a major offense and the use of forbidden substances by athletes is not only a threat to their health and "fair play", but also to the integrity of sport itself. Doping is deliberately an offense. Detection of prohibited substances is often complex, as many are the cases where the prohibited substance cannot be found. More and more athletes are accused of doping in sport. Finally, it is concluded that interest in sports law is centered on the limits of institutional autonomy in sport. An International Court of Sports with a valid jurisdiction will ensure the settlement of disputes and guarantee the right to a fair trial in sport. In addition, the creation of an International Sport Law Organization that will record, investigate and exploit international jurisprudence relating to athletic and racing activity would contribute to this goal. Το ντόπινγκ αποτελεί στις μέρες μας τη σοβαρότερη πληγή του αθλη-τισμού. Έχει κάνει την εμφάνισή του σε όλες σχεδόν τις μεγάλες αθλη-τικές διοργανώσεις, όπως στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στα Παγκόσμια και Πανευρωπαϊκά Πρωταθλήματα. Στην Ελλάδα το θέμα του ντόπινγκ έγινε ευρέως γνωστό με αφορμή κάποια συμβάντα το 2004 εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα. Με σκοπό να μην πληχθεί ο Ελληνικός Αθλητισμός και με σκοπό να περιοριστούν τα κρούσματα του ντόπινγκ η Ελληνική Πολιτεία αποφάσισε να συμπλη-ρώσει τον νόμο 3057/2002. Σύμφωνα με τον νόμο 3057/2002 «ντόπι-νγκ είναι η χορήγηση σε αθλητή ή η χρήση από αυτόν απαγορευμένου μέσου, καθώς επίσης η ύπαρξη στο σώμα του είτε απαγορευμένου μέσου, είτε αποδείξεων της χρήσης ενός τέτοιου μέσου». Μια θεωρού-μενη απαγορευμένη ουσία μπορεί να ληφθεί για διαφόρους λόγους. Τέτοιοι λόγοι μπορεί να είναι νομικοί θεραπευτικοί σκοποί, αύξηση της απόδοσης, ψυχαγωγία, βελτίωση της απόδοσης. Οι απαγορευμένες ουσίες στην περίπτωση που υπερβαίνουν ορισμένη ποσοτική συγκέ-ντρωση είναι: το αλκοόλ, καναβινοειδή, τοπικά αναισθητικά, κο-ρτικοστεροειδή, Β’- αναστολείς (ή ανταγωνιστές). Το ντόπινγκ όμως στις μέρες μας δεν αφορά μόνο στη χρήση φαρμακευτικών ουσιών αλλά εμπεριέχει κι άλλα μέσα «για να αυξήσει την αγωνιστική διάθε-ση» όπως: ντόπινγκ αίματος ή άλλων κυττάρων ή ιστών, χορήγηση τεχνιτών φορέων οξυγόνου ή ουσιών που διογκώνουν το πλάσμα, φαρμακολογική, χημική, φυσική ή γενετική παραποίηση. Τα προα-ναφερόμενα καθιστούν τους αθλητές σε υπεραθλητές. Για την εγκυ-ρότητα των αθλητικών αποτελεσμάτων εκτελείται έλεγχος ντόπινγκ. Ο έλεγχος μπορεί να λάβει χώρα κατά την διάρκεια αγώνων αλλά και εκτός αγώνων και αγωνιστικού χώρου. Αρμόδιο όργανο για τον έλεγχο χρήσης απαγορευμένων ουσιών είναι το Εθνικό Συμβούλιο Καταπο-λέμησης Ντόπινγκ. Το Ε.Σ.ΚΑ.Ν. απαρτίζεται από μέλη που έχουν κύ-ρους και γνώση στα θέματα του αθλητισμού και σε θέματα απαγο-ρευμένων για τον αθλητισμό ουσιών. Οι αρμοδιότητες του είναι πολλές και καθοριστικές για τη σωστή εφαρμογή των διατάξεων του νόμου. Με το μέγεθος που έχει αποκτήσει σήμερα το ζήτημα του ντόπινγκ θα ήταν ουτοπικό να πιστεύεται ότι μπορεί εύκολα να καταπολεμηθεί. Υπάρχει όμως η δυνατότητα να μειωθεί η ένταση αυτού του φαινομένου, έτσι ώστε σε βάθος χρόνου να εξαλειφθεί. Βασικότερο της καταπολέμησης είναι η πρόληψη. Η πρόληψη μπορεί να επιτευχθεί με τη μορφή της ενημέρωσης αθλητών, γονέων, προπο-νητών, ιατρών, διοικητικών στελεχών, δημοσιογράφων και όλων των συσχετιζόμενων με τον αθλητισμό. Στόχος θα πρέπει να είναι οι κατασταλτικές διατάξεις, πειθαρχικές και ποινικές που παρουσιάστη-καν στο κύριο μέρος της παρούσας εργασίας, να έχουν στο μέλλον την μικρότερη δυνατή εφαρμογή, λόγω μη ύπαρξης παραβάσεων. Ο λόγος δημιουργίας κανόνων δικαίου στον αθλητισμό είναι ο αθλητικός αγώ-νας οι οποίοι διαμορφώνονται σε πλαίσιο θεσμικής αυτονομίας και απαρτίζουν τη Lex Sportiva. Σημαντικό είναι να λεχθεί ότι το αθλητικό πεδίο οφείλει να αποτελεί πεδίο συνεργασίας και όχι σύγκρουσης μεταξύ της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και κράτους. Για το σκοπό αυτό αναζητήθηκαν πληροφορίες από ηλεκτρονικές και έντυπες βάσεις δεδομένων. Από την μελέτη των μέχρι σήμερα ερευνών προκύπτει ότι το ντόπινγκ στον αθλητισμό αποτελεί ένα σημαντικό αδίκημα και η χρήση απαγορευμένων ουσιών από τους αθλητές δεν αποτελεί μόνο απειλή για την υγεία τους και το «ευ αγωνίζεσθαι» , αλλά και την ακεραιότητα του ίδιου του αθλητισμού. Το ντόπινγκ εκ προθέσεως αποτελεί αδίκημα. Η ανίχνευση των απαγορευμένων ουσιών είναι συχνά πολύπλοκη, καθώς πολλές είναι οι περιπτώσεις που δεν μπορεί να βρεθεί η απαγορευμένη ουσία. Συνεχώς και περισσότεροι αθλητές κατηγορούνται για ντόπινγκ στον αθλητισμό. Τελικά, εξάγεται το συμπέρασμα ότι το ενδιαφέρον στο αθλητικό δίκαιο επικεντρώνεται στα όρια της θεσμικής αυτονομίας στον αθλητισμό. Ένα Διεθνές Αθλητικό Δικαστήριο με έγκυρη δικαιοδοτική δομή θα εξασφαλίσει την επίλυση των διαφορών και θα εγγυηθεί το δικαίωμα για μια δίκαιη δίκη στον αθλητισμό. Επιπρόσθετα, η δημιουργία ενός Διεθνούς Οργανισμού Αθλητικού Δικαίου που θα καταγράφει, θα ερευνά και θα αξιοποιεί τη διεθνή νομολογία που σχετίζεται με την αθλητική και την αγωνιστική δραστηριότητα, θα συνέβαλε στην επίτευξη αυτού του στόχου. 678 162 222 Aνάπτυξη του γραμματισμού του ρίσκου σε μαθητές του δημοτικού σχολείου The aim of this dissertation is firstly to explore 8- to -10 year-old students’ primary intuitions of risk and decision making under uncertainty and secondly to suggest developmentally suitable activities to empower them. Previous research indicates four mathematical ideas which relate to the students’ abilities to handle risky situations. Namely these are a) proportional reasoning, b) expected value, c) conditional probabilities and d) relative and absolute risk. We conducted a quasi-experiment with one experimental group and one control group. Both groups consisted of Fourth and Fifth Graders. The intervention contained activities referring to the four mathematical ideas mentioned above. The main findings are summarized as follows: 1) students seem to have basic intuitions for decision making under uncertainty, some of them are based more on heyristics and biases rather than mathematical computations of probabilities, 2) These intuitions can be fostered through carefully designed activities which include games and encourage the use of suitable manipulatives, all of them being situated in real-life contexts Βασικός σκοπός της παρούσας έρευνας είναι σε πρώτη φάση η διερεύνηση των διαισθητικών αντιλήψεων των μαθητών ηλικίας 8-10 ετών σχετικά με την έννοια του ρίσκου, όταν αυτοί καλούνται να επιλύσουν προβλήματα για αβέβαιες καταστάσεις και έπειτα, η πρόταση κατάλληλων αναπτυξιακά δραστηριοτήτων οι οποίες ενισχύουν τις ιδέες αυτές. Προηγούμενες έρευνες έχουν αναδείξει τέσσερεις βασικές μαθηματικές ιδέες οι οποίες σχετίζονται με την ικανότητα των μαθητών να χειρίζονται καταστάσεις που περιλαμβάνουν την έννοια του ρίσκου. Αυτές είναι α) η αναλογική σκέψη, β)αναμενόμενη τιμή τυχαίας μεταβλητής, γ) οι δεσμευμένες πιθανότητες και δ) ο σχετικός και απόλυτος κίνδυνος. Η έρευνα αξιοποιεί έναν «οιονεί» πειραματικό σχεδιασμό (quasi-experiment) με μία πειραματική ομάδα και μία ομάδα ελέγχου προ και μετά. Και οι δύο ομάδες αποτελούνται από μαθητές Δ’ και Ε’ Δημοτικού, και μόνο στην πειραματική ομάδα πραγματοποιήθηκε παρέμβαση που περιελάμβανε δραστηριότητες που πραγματεύονταν τις παραπάνω μαθηματικές ιδέες. Τα βασικά ευρήματα της έρευνας συνοψίζονται ως εξής: 1) Οι μαθητές της ηλικιακής ομάδας αυτής φέρουν πρωταρχικές διαισθητικές αντιλήψεις σχετικά για τη λήψη αποφάσεων σε καταστάσεις που περιέχουν ρίσκο και αβεβαιότητα, ορισμένες από τις οποίες στηρίζονται σε ευρετικές μεθόδους και προκαταλήψεις και όχι σε υπολογισμούς πιθανοτήτων, 2) Οι αντιλήψεις αυτές μπορούν να ενισχυθούν με αναπτυξιακά προσεκτικά σχεδιασμένες δραστηριότητες που ενσωματώνουν το παιχνίδι, αξιοποιούν τα κατάλληλα χειραπτικά υλικά και εντάσσονται σε ένα ρεαλιστικό πλαίσιο 679 257 267 IPF is a special form of chronic, fibrotic pneumonia of unknown etiology, occurs mainly in older adults, limited to the lungs and associated with histological and / or radiologic image of the usual interstitial pneumonia (UIP). The definition of IPF requires the exclusion of other forms of interstitial pneumonia associated with environmental exposure, medication, systemic disease. The IPF has a faster evolution and a worse prognosis than the other, and most patients die from the disease itself or its complications over 2-3 years . Despite much research pathogenesis remains unknown. Current Case states, abnormal wound healing in response to repeated injurious stimuli, leading to a proliferation of fibroblasts and deposition of extracellular matrix resulting in the destruction of the architecture of the lung parenchyma. The course of the disease is irreversible, with progressive deterioration of lung function of patients and installation respiratory failure, which requires chronic administration of oxygen. Due to the unknown pathogenetic mechanisms treatment of IPF remains under investigation. Latest data led to the development of new pharmaceutical products, the results of which mains to be studied. As mentioned before the disease commonly occurs in the elderly. So often accompanied by other conditions, the impact of which in the prognosis of the disease is unknown. Studies have documented directly related disorders such as diabetes, lung cancer and others with IPF but remains still the question if impact the disease. In our study we tried to record these diseases and their medication in order to delineate the profile of patients who came to the outpatient clinic. ΙΠΙ είναι μια ειδική μορφή χρόνιας, ινοποιού πνευμονίας άγνωστης αιτιολογίας, εμφανίζεται κυρίως στους ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας, περιορίζεται στους πνεύμονες και συνδέεται με την ιστολογική ή / και ακτινολογική εικόνα της συνήθους διάμεσης πνευμονίας(UIΡ). Ο ορισμός της ΙΠΙ απαιτεί τον αποκλεισμό των άλλων μορφών της διάμεσης πνευμονίας που σχετίζεται με την περιβαλλοντική έκθεση, φαρμακευτική αγωγή, συστηματική νόσο. Η ΙΠΙ έχει την ταχύτερη εξέλιξη και την χειρότερη πρόγνωση από τις υπόλοιπες και οι περισσότεροι ασθενείς καταλήγουν από την ίδια την νόσο ή από επιπλοκές αυτής σε διάστημα 2 - 3 ετών.Παρά την μεγάλη έρευνα η παθογένεια της νόσου παραμένει άγνωστη. Τρέχουσα υπόθεση αναφέρει, ανώμαλη επούλωση των τραυμάτων σε απάντηση στα επανειλημμένα ζημιογόνα ερεθίσματα, οδηγούν σε πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών και την εναπόθεση εξωκυττάριας μήτρας με αποτέλεσμα την καταστροφή της αρχιτεκτονικής του πνευμονικού παρεγχύματος. Η πορεία της νόσου είναι μη αναστρέψιμη, με σταδιακή επιδείνωση της αναπνευστικής λειτουργίας των ασθενών και εγκατάσταση αναπνευστικής ανεπάρκειας, η οποία χρήζει χρόνιας χορήγησης οξυγονοθεραπείας. Λόγω των άγνωστων παθογενετικών μηχανισμών η θεραπεία της ΙΠΙ παραμένει αντικείμενο έρευνας. Νεότερα δεδομένα οδήγησαν στην ανάπτυξη νέων φαρμακευτικών σκευασμάτων, τα αποτελέσματα των οποίων είναι αντικείμενο μελέτης. Όπως αναφέρθηκε η νόσος συνήθως εμφανίζεται στους ηλικιωμένους. Έτσι συχνά συνοδεύεται και από άλλες παθήσεις, η επίπτωση των οποίων στην πορεία της νόσου είναι άγνωστη. Μελέτες έχουν καταγράψει άμεση σχέση παθήσεων όπως του σακχαρώδους διαβήτη, του καρκίνου του πνεύμονα και άλλων με την ΙΠΙ, παραμένει όμως ακόμη το ερώτημα εάν παίζουν ρόλο στην πρόγνωση της νόσου. Στην δική μας μελέτη προσπαθήσαμε να καταγράψουμε τις παθήσεις αυτές και την φαρμακευτική αγωγή τους, ώστε να σκιαγραφήσουμε το προφίλ των ασθενών που προσήλθαν στα Τ.Ε.Ι. της κλινικής μας. 680 165 158 Development of xenografts glioblastoma implants in nude mice and study of the effect of autophagy Ανάπτυξη ιστοειδικών μοσχευμάτων (xenografts) γλοιβλαστώματος σε ανοσοκατεσταλμένους μύες και μελέτη της επίδρασης της αυτοφαγίας Autophagy is a necessary mechanism for the degradation of non-functional cytoplasmic components, such as proteins and whole organelles, as well as the recycling of cytoplasmic components to maintain homeostasis and energy balance within the cellular environment. In this work, the ability of the T98G, U87MG glioblastoma cell lines to produce tissue-specific xenografts was studied. Also, we studied the effect of LC3A protein on the growth rate of xenografts in nude Athymic mice. For this reason, techniques such as plasmid transformation, the effectiveness of which was tested by Western blot analysis, were used, while subcutaneous vaccinations in immunosuppressed Athymic mice were performed. In the development of tumor growth there was a more intense and rapid growth of the T98G xenografts compare to the corresponding U87MG implants, while a significant difference was noted with delayed and slower growth in the T98GshLC3A xenografts compared to the xenografts of the remaining tumor lines used. Η αυτοφαγία αποτελεί απαραίτητο μηχανισμό αποικοδόμησης προβληματικών κυτταροπλασματικών συστατικών, όπως πρωτεΐνες και ολόκληρα οργανίδια, αλλά και ανακύκλωσης επίσης κυτταροπλασματικών συστατικών με στόχο την διατήρηση της ομοιόστασης και της ενεργειακής ισορροπίας στο εσωτερικό του κυτταρικού περιβάλλοντος. Στην εργασία αυτή, μελετήθηκε η ικανότητα των κυτταρικών σειρών γλοιβλαστώματος T98G, U87MG για την δημιουργία ιστοειδικών μοσχευμάτων. Επίσης, μελετήθηκε η επίδραση της LC3A στον αναπτυξιακό ρυθμό των μοσχευμάτων στους ανοσοκατεσταλμένους μύες. Για τον λόγο, αυτό χρησιμοποιήθηκαν τεχνικές όπως μετασχηματισμός μέσω πλασμιδίου, του οποίου η αποτελεσματικότητα ελέγχθηκε με Western Blot Analysis, ενώ για την δημιουργία των ιστοειδικών μοσχευμάτων πραγματοποιήθηκαν υποδόριοι εμβολιασμοί σε ανοσοκατεσταλμένους μύες. Στην εξέλιξη της ανάπτυξης των όγκων παρατηρήθηκε πιο έντονη και γρήγορη ανάπτυξη των μοσχευμάτων T98G σε σχέση με τα αντίστοιχα μοσχεύματα U87MG, ενώ σημαντική διαφορά σημειώθηκε με καθυστερημένη και πιο αργή ανάπτυξη στα μοσχεύματα T98GshLC3A σε σχέση με τα μοσχεύματα των υπόλοιπων καρκινικών σειρών που χρησιμοποιήθηκαν. 681 261 271 The results of the PISA, TIMSS and PIRLS surveys in Greece and the United Kingdom: Τα αποτελέσματα των ερευνών PISA, TIMSS και PIRLS στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο: Educational research conducted internationally is a unique tool for examining the educational systems of the participating countries. Through the evaluation of the knowledge acquired by students during their studies in compulsory education, conclusions are drawn about the structures of the whole educational system. This paper presents the PISA, TIMSS and PIRLS educational surveys and the results for Greece and the United Kingdom (England). Through the examination of the results an attempt is made to highlight the factors that contribute to the low performance of students in mathematics, natural sciences and language. Initially, the educational systems of Greece and England are presented, in order to highlight the positive elements of each. The PISA, TIMSS and PIRLS surveys are then analyzed on the basis of the methodology they use, the assessment framework that each survey determines and the results from the first to the most recent. The examination of results is limited to the performance of the two countries in order to examine the performance of pupils studying in a decentralized education system, such as that of England, in relation to those studying in a centralized education system such as that of Greece. Then, reference is made to the factors that contribute to student failure and the low performance of pupils with different socio-economic backgrounds, pupils with migrant backgrounds, and the effect of gender on student performance in mathematics, science and language. Finally, proposals are made to tackle school failure, mainly through compensatory treatment and through other practices. Οι εκπαιδευτικές έρευνες που διεξάγονται διεθνώς αποτελούν ένα μοναδικό εργαλείο εξέτασης των εκπαιδευτικών συστημάτων των συμμετεχουσών χωρών. Μέσω της αξιολόγησης των γνώσεων που έχουν αποκτήσει οι μαθητές κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους στην υποχρεωτική εκπαίδευση, εξάγονται συμπεράσματα για τις δομές ολόκληρου του εκπαιδευτικού συστήματος. Η παρούσα εργασία παρουσιάζει τις εκπαιδευτικές έρευνες PISA, TIMSS και PIRLS και τα αποτελέσματα για την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο (Αγγλία). Μέσα από την εξέταση των αποτελεσμάτων γίνεται προσπάθεια να αναδειχθούν οι παράγοντες που συμβάλουν στην χαμηλή επίδοση των μαθητών στα μαθηματικά, τις φυσικές επιστήμες και τη γλώσσα. Αρχικά, παρουσιάζονται τα εκπαιδευτικά συστήματα της Ελλάδας και της Αγγλίας, με σκοπό να αναδειχθούν τα θετικά στοιχεία του καθενός. Στη συνέχεια, αναλύονται οι εκπαιδευτικές έρευνες PISA, TIMSS και PIRLS με βάση την μεθοδολογία που χρησιμοποιούν, το πλαίσιο αξιολόγησης που ορίζει κάθε έρευνα και τα αποτελέσματα από την πρώτη μέχρι την πιο πρόσφατη διεξαγωγή τους. Η εξέταση των αποτελεσμάτων περιορίζεται στις επιδόσεις των δύο χωρών με σκοπό να εξεταστεί η επίδοση των μαθητών που φοιτούν σε εκπαιδευτικό σύστημα με αποκεντρωτικό χαρακτήρα, όπως αυτό της Αγγλίας, σε σχέση με όσους φοιτούν σε εκπαιδευτικό σύστημα με συγκεντρωτικό χαρακτήρα, όπως αυτό της Ελλάδας. Στη συνέχεια, εξετάζονται οι παράγοντες που συμβάλουν στην αποτυχία των μαθητών και στις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών με διαφορετικό κοινωνικο- οικονομικό και μεταναστευτικό υπόβαθρο, ενώ, παράλληλα, μελετάται η επίδραση του φύλου σχετικά με τις επιδόσεις των μαθητών στα μαθηματικά, τις φυσικές επιστήμες και τη γλώσσα. Τέλος, γίνονται προτάσεις για την αντιμετώπιση της σχολικής αποτυχίας, κυρίως μέσω της αντισταθμιστικής αγωγής αλλά και μέσω άλλων πρακτικών. 682 143 180 Exploitation of Visual Programming for the classifying of paintings at the levels of development of Van Hiele geometric thinking Αξιοποίηση του οπτικού προγραμματισμού για την ταξινόμησή έργων ζωγραφικής στα επίπεδα ανάπτυξης της γεωμετρικής σκέψης κατά van Hiele This work aims at classifying paintings to the van Hiele levels of geometrical thinking, on the basis of design and development of Scratch projects using Escher’s paintings. Initially, the criteria of choosing two paintings are presented upon which two painting of Escher are selected. Then it proposes steps for the design and development of the Scratch project concerning geometrical transformations. This work trough experiences of manipulation and visualization of panting in a digital environment to contribute to the overcome of thecognitive difficulties that the students face with the geometrical transformations under consideration. This work aims at being an example of the interdisciplinary way of approachingthe way of understandinggeometrical concepts. The Scratch projects can be introduced in the classroom according to the choices of theteacher Η παρούσα πτυχιακή εργασία, έχει ως σκοπό στην ταξινόμηση έργων ζωγραφικής στα επίπεδα γεωμετρικής σκέψης κατά van Hiele, μέσω του σχεδιασμού και ανάπτυξης έργων στο ψηφιακό περιβάλλον του ελεύθερου λογισμικού Scratch με βάση πίνακες ζωγραφικής του καλλιτέχνη M.C. Escher. Η εργασία αρχικά διατυπώνει κριτήρια επιλογής των ζωγραφικών έργων προκειμένου να εξυπηρετήσουν τη γεωμετρική σκέψη σχετικά με τις έννοιες μελέτης και τα αξιοποιεί για την επιλογή δυο έργων με στόχο τη μελέτη εννοιών σχετικά με γεωμετρικούς μετασχηματισμούς. Στη συνέχεια, προτείνει βήματα σχεδιασμού και υλοποίησης των αλληλεπιδραστικών έργων Scratch ώστε να καταφέρει να πετύχει τον σκοπό της. Η παρούσα εργασία φροντίζει μέσα από εμπειρίες χειρισμού και οπτικοποίησης των πινάκων ζωγραφικής σε ψηφιακό περιβάλλον μάθησης, να συνδράμει στην αντιμετώπιση των δυσκολιών κατανόησης των υπόψη γεωμετρικών μετασχηματισμών από τους μαθητές. Η πτυχιακή εργασία μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα του τρόπου διεπιστημονικής προσέγγισης του τρόπου κατανόησης γεωμετρικών εννοιών. Τα έργα Scratch που προτείνονται μπορούν να αξιοποιηθούν με διαφορετικούς τρόπους στην τάξη σύμφωνα με τις επιλογές του δασκάλου. 683 321 320 the City, the People, the Institutions (with Emphasis to the Institution of Education) η Πόλη, οι Άνθρωποι, οι Θεσμοί (με Έμφαση στον Θεσμό της Εκπαίδευσης) The present study aims to study the presence and timing of historic buildings in Komotini. Specifically, Komotini as a city with a long history and population consisting of a mixture of peoples and cultures, has often been at the forefront of important developments, not only historical but also cultural, commercial, etc. Based on the data collected during the research process, the historical course of the buildings studied was recorded, the institutions that were hosted over time were examined, the buildings that serve the institution of education, as well as those that host cultural events were distinguished . The field research method was used to carry out the work. Specifically, the observation and photographing of the exterior portions of the buildings under study, in conjunction with online research, in order to collect both image and function data, led to the composition and imprinting of the current image of the city of Komotini. . The above data were also enriched by the interviews of people working in the buildings under study, who provided important information about the work produced within them. The research process lasted from October 2017 to March 2019. According to the survey results, out of the thirty buildings studied, twenty-eight are in operation today. The evolutionary course of each building over time, which varies from case to case, is interesting. Moreover, in many of the buildings studied, the institutions that were housed at the time of the establishment of the buildings differ from those currently in place, with changes occurring, in many cases, during their presence throughout the years. In addition, buildings which today serve the institution of education either directly or indirectly through educational activities carried out by bodies operating in them, have also been identified. Finally, a significant number of historic buildings in the city of Komotini, hosts institutions that implement actions which promote culture. Η παρούσα εργασία έχει ως αντικείμενο μελέτης την παρουσία και τη διαχρονική λειτουργία ιστορικών κτιρίων της Κομοτηνής. Ειδικότερα, η Κομοτηνή ως πόλη με μακρόχρονη ιστορία και με πληθυσμό αποτελούμενο από ένα κράμα λαών και πολιτισμών, πολλές φορές βρέθηκε στο προσκήνιο σημαντικών εξελίξεων, τόσο ιστορικών, όσο και πολιτιστικών, εμπορικών κλπ. Με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν κατά την ερευνητική διαδικασία, έγινε η καταγραφή της ιστορικής πορείας των μελετημένων κτιρίων, εξετάστηκαν οι θεσμοί που φιλοξενήθηκαν διαχρονικά στα πλαίσια της λειτουργίας τους, διακρίθηκαν τα κτίρια που εξυπηρετούν τον θεσμό της εκπαίδευσης, αλλά και αυτά που φιλοξενούν πολιτιστικές δράσεις. Για την υλοποίηση της εργασίας χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έρευνας πεδίου. Συγκεκριμένα, η παρατήρηση και φωτογράφιση των εξωτερικών τμημάτων των υπό μελέτη κτιρίων, σε συνδυασμό με τη διαδικτυακή έρευνα, με σκοπό τη συλλογή στοιχείων που αφορούν τόσο στην εικόνα, όσο και στη λειτουργία τους, οδήγησαν στη σύνθεση και αποτύπωση της τρέχουσας εικόνας της πόλης της Κομοτηνής. Τα παραπάνω στοιχεία εμπλούτισαν και συνεντεύξεις ανθρώπων που εργάζονται σε υπό μελέτη κτίρια και κατέθεσαν σημαντικές πληροφορίες για το έργο που παράγεται εντός αυτών. Η ερευνητική διαδικασία διήρκησε από τον Οκτώβριο του 2017 έως τον Μάρτιο του 2019. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψε πως από τα τριάντα κτίρια που μελετήθηκαν, σήμερα βρίσκονται εν λειτουργία τα είκοσι οκτώ. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξελικτική πορεία κάθε κτιρίου στον χρόνο, η οποία διαφέρει ανά περίπτωση. Επίσης, σε πολλά από τα οικήματα που μελετήθηκαν οι θεσμοί που φιλοξενήθηκαν κατά την ίδρυση των κτιρίων διαφέρουν σε σχέση με αυτούς που φιλοξενούνται σήμερα, ενώ μεταβολές υπήρξαν, σε πολλές περιπτώσεις, καθ’ όλη τη διάρκεια της παρουσίας τους στον χρόνο. Ακόμη, εντοπίστηκαν κτίρια τα οποία σήμερα, εξυπηρετούν τον θεσμό της εκπαίδευσης άμεσα, είτε έμμεσα διαμέσου εκπαιδευτικών δράσεων που πραγματοποιούν φορείς που λειτουργούν σ’ αυτά. Τέλος, σε έναν σημαντικό αριθμό ιστορικών κτιρίων της πόλης της Κομοτηνής, στεγάζονται φορείς που υλοποιούν δράσεις που προάγουν τον πολιτισμό. 684 358 396 Η ηθική των εμβολιασμών παρά τη μη συναίνεση των γονιών που αντιτίθενται για θρησκευτικούς ή άλλους λόγους One of the greatest and life-saving achievements of medical science, of the past centuries, is the discovery of vaccines. Vaccines have drastically reduced child mortality, epidemics and have even reached the disa-ppearance of some diseases in countries with a systematic childhood vaccination program. Vaccines are distinguished: (a) in those containing live, attenuated or dead pathogenic microorganisms; (b) those contai-ning inactivated bacterial toxins; (c) subunit vaccines; and (d) vaccines derived from recombinant virus-like recombinant DNA methods. In the first year of the child's life, there are a number of vaccines involving predominantly fatal diseases such as diphtheria, tetanus, poliomyelitis, pertussis, inflamed haemophilus, pneumococcus, meningococcus, rotavirus. In the years to come he continues with vaccines of measles, rubella, mumps and chicken pox.In recent years there has been a rapid expansion of a movement that began to emerge after a British Gastroenterologist's 1998 research, which sought to link the trigeminal measles-mumps-rubella (MMR) vaccine to autism. The publication was dismissed shortly after it proved that the data served purposefulness. However, various sources of misinformation through the Internet and others have succeeded in sowing the doubt, fear and then avoiding childhood vaccination becoming fashion, trend. The immediate consequence of all these was the reappearance of childhood illnesses that had been significantly reduced in the past and mortality as well. From the above data, we end up with the moral dilemma that this work deals with; the morale of vaccinations despite the non-consent of parents who oppose religious or other reasons. Through this biblio-graphic review we conclude that there is no religion dictating the denial, so the problem ultimately focuses on other factors.This problem, which puts our public health and our children's health at risk, is called for by health professionals to have fun with proper and complete parenting information about the necessity of the vaccines, the benefits, and the possible consequences of not consenting. But this is not enough if this effort is not framed, supported and strengthened by other state actors such as the HCDCP, the ministry of education, the media, the individual communities, in order to create a significant impediment to the anti-vaccination stream with a weapon correct and true information. Ένα από τα μεγαλύτερα και σωτήρια για την ανθρωπότητα επιτεύ-γματα της ιατρικής επιστήμης, των περασμένων αιώνων, είναι η ανακά-λυψη των εμβολίων. Τα εμβόλια μείωσαν δραματικά την παιδική θνησιμότητα, τις επιδημίες και έφτασαν μέχρι και στην εξαφάνιση κάποιων παθήσεων σε χώρες με συστηματικό πρόγραμμα παιδικών εμβολιασμών. Τα εμβόλια διακρίνονται α) σε αυτά που περιέχουν ζωντανούς, εξασθενημένους ή νεκρούς παθογόνους μικρο-οργανισμούς β) εκείνα που περιέχουν αδρανοποιημένες βακτηριακές τοξίνες ,γ) σε εμβόλια υπομονάδας και δ) σε εμβόλια προερχόμενα από μεθόδους ανασυνδυασμένου DNA με ανασυνδυασμένα σωμα-τίδια που μοιάζουν με ιικά. Τον πρώτο χρόνο της ζωής του παιδιού γίνονται μια πληθώρα εμβολίων που αφορούν κυρίως θανατηφόρες ασθένειες όπως, διφθερίτιδα, τέτανος, πολιομυελίτιδα, κοκκύτης, αιμόφιλος της ινφλουέντζας, πνευμονιόκοκκος, μηνιγγιτιδόκοκκος, ροταϊός. Τα επόμενα χρόνια συνεχίζει με τα εμβόλια της ιλαράς, της ερυθράς, της παρωτίτιδας και της ανεμοβλογιάς. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ραγδαία εξάπλωση ενός κινήματος που ξεκίνησε να εμφανίζεται μετά από μια δημοσίευση έρευνας ενός βρετανού γασ-τρεντερολόγου το 1998, ο οποίος θέλησε να συνδέσει το τρίδυμο εμβόλιο ιλαράς-παρωτίτιδας-ερυθράς(MMR) με τον αυτισμό. Η δημοσίευση απορρίφθηκε λίγο αργότερα καθώς αποδείχτηκε ότι τα δεδομένα υπηρετούσαν σκοπιμότητα. Ωστόσο όμως διάφορες πηγές παραπληροφόρησης μέσω διαδικτύου και άλλων, πέτυχαν να σπείρουν την αμφιβολία, το φόβο και μετέπειτα την αποφυγή του παιδικού εμβολιασμού να γίνεται μόδα, τάση. Άμεση συνέπεια όλων αυτών ήταν η επανεμφάνιση παιδικών ασθενειών που στο παρελθόν είχαν περιοριστεί σημαντικά αλλά και τη θνησιμότητα να παίρνει ανιούσα πορεία. Από τα παραπάνω δεδομένα καταλήγουμε στο ηθικό δίλλημα το οποίο η παρούσα εργασία πραγματεύεται· την ηθική των εμβολιασμών παρά τη μη συναίνεση των γονιών που αντιτίθενται για θρησκευτικούς ή άλλους λόγους. Μέσα απ’ αυτή τη βιβλιογραφική ανασκόπηση καταλήγουμε ότι δεν υπάρχει κάποια θρησκεία που να υπαγορεύει την άρνηση, οπότε το πρόβλημα εστιάζεται τελικά σε άλλους παράγοντες. Το πρόβλημα αυτό που θέτει τη δημόσια υγεία αλλά και την επιμέρους υγεία των παιδιών μας σε κίνδυνο, καλούνται οι επαγγελματίες υγείας να διασκεδάσουν με την κατάλληλη και πλήρη ενημέρωση των γονιών γύρω απ’ την αναγκαιότητα των εμβολίων, τα οφέλη, και τις πιθανές συνέπειες από την μη συναίνεσή τους. Δεν είναι αρκετό όμως αυτό αν η προσπάθεια αυτή δεν πλαισιωθεί, δε στηριχτεί και δεν ενδυναμωθεί και από άλλους φορείς της πολιτείας όπως, το ΚΕΕΛΠΝΟ, το υπουργείο παιδείας, τα ΜΜΕ, τις επιμέρους κοινότητες, ώστε να δημιουργηθεί σημαντική τροχοπέδη απέναντι στο αντι-εμβολιαστικό ρεύμα με όπλο τη σωστή και αληθινή πληροφόρηση. 685 264 267 The role of adults in child’s education and the importance of guidance Ο ρόλος των ενηλίκων στη διαπαιδαγώγηση του παιδιού και η σημασία της καθοδήγησης The following research focuses on how parents and teachers educate the child. More specifically, emphasis is placed on parents’ and teachers’ views on guidance issues, such as misconception management, and in which way they encourage or discourage a child’s behavior. The reason why the study of this particular topic is considered to be important stems from the need to enrich the Greek bibliography with respect to the question of guidance and, on the other hand, from my personal interest as a future educator. Through a variety of educational theories, as well as facts on child development, such as developmental milestones and appropriate developmental techniques, this study aims at a multilevel analysis of childhood’s aspects. This particular design establishes a set of criteria that examine the findings of the study. The tool that was used for data collection was the interview method. The questions were constructed by students of the Department of Preschool Education in the context of the “Guidance of Children’s Behavior” lesson. Furthermore, it is worth mentioning that they are open-ended questions and they are not common to all interviews. The participants of the survey were parents and teachers of young children, mainly of preschool age, from different regions of Greece. Through the elaboration of the answers, the aim is not only to show what the perceptions of the respondents are, but also if they are identified with the international bibliography. In addition, part of the research focuses on a comparison between parents’ and educators’ views on children’s behavior and education Η παρούσα έρευνα εστιάζει στον τρόπο, με τον οποίο γονείς και εκπαιδευτικοί διαπαιδαγωγούν το παιδί. Πιο συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται η άποψη γονέων και εκπαιδευτικών γύρω από ζητήματα καθοδήγησης, όπως για παράδειγμα είναι η διαχείριση του λάθους και ο τρόπος, με τον οποίο ενθαρρύνουν ή αντίστοιχα αποθαρρύνουν συμπεριφορές των παιδιών τους. Ο λόγος για τον οποίο κρίθηκε σημαντική η μελέτη του συγκεκριμένου θέματος, απορρέει αφενός από την ανάγκη εμπλουτισμού της ελληνικής βιβλιογραφίας, όσον αφορά το ζήτημα της καθοδήγησης, και αφετέρου από προσωπικό ενδιαφέρον ως εν δυνάμει εκπαιδευτικός. Μέσα από ποικίλες παιδαγωγικές θεωρίες, αλλά και δεδομένα που αφορούν την ανάπτυξη του παιδιού, όπως τα αναπτυξιακά ορόσημα και οι κατάλληλα αναπτυξιακές τεχνικές, οικοδομείται ένα θεωρητικό πλαίσιο, το οποίο αποσκοπεί στην πολυεπίπεδη ανάλυση πτυχών, που αφορούν την παιδική ηλικία. Ο συγκεκριμένος σχεδιασμός συστήνει ένα σύνολο κριτηρίων, βάσει του οποίου εξετάζονται τα πορίσματα της υπό μελέτη εργασίας. Εργαλείο για τη συλλογή των δεδομένων αποτέλεσε η μέθοδος της συνέντευξης. Οι ερωτήσεις δομήθηκαν από φοιτήτριες και φοιτητές του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία, στο πλαίσιο του μαθήματος “Καθοδήγηση της Συμπεριφοράς του Παιδιού”, είναι ανοιχτού τύπου, ενώ παράλληλα αξίζει να σημειωθεί πως δεν είναι κοινές για όλες τις συνεντεύξεις. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν γονείς και εκπαιδευτικοί μικρών παιδιών, κυρίως, προσχολικής ηλικίας από διάφορα μέρη της Ελλάδας. Μέσα από την επεξεργασία των απαντήσεων, στόχος είναι να φανεί ποιες είναι οι αντιλήψεις των ερωτηθέντων, αλλά και αν υπάρχει ταύτιση με τη διεθνή βιβλιογραφία. Επιπροσθέτως, κομμάτι της έρευνας αποτελεί και η σύγκριση των απόψεων μεταξύ γονέων και εκπαιδευτικών, αναφορικά με τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. 686 255 277 Διερεύνηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς ως προς τη χρήση πρωτεϊνών συμπληρωμάτων διατροφής ανάμεσα σε αθλούμενους It is known that during the last decades the use of dietary supplements has been increased, especially among athletes as well as among exercisers in gyms. Protein supplements are the most popular among athletes, however, little is known about the consumption of protein supplements by leisure time exercisers. The aim of the current study is to investigate the protein supplement consumption along with other supplements, among leisure time exercisers. For this purpose, information have been collected through an on-line survey from 247 exercisers. The participants answered questions about their preferences and stands on protein supplements dietary supplements generally. Furthermore, there were questions regarding their training and dietary program. 85.4% of the participants answered that they use or have used at least once in the past dietary supplement. The most frequently used supplements among exercisers were proteins (56.1%) and vitamins (53.3%). 33.2% of the exercisers were consuming protein supplement at the time of the study. Men consumed statistically significant more protein supplement (p<0.0001) than women, in order to enhance muscle mass and strength. Another noteworthy observation is that only 34.5% of the participants consulted a specialist before consuming supplements, while the majority claimed that consulted the coach or a friend (46.9%) or none (40%). In conclusion, it is observed that a great number of exercisers consume dietary supplements without professional guidance and potentially without needing them. Consumers must be aware of the proper use of dietary supplements. Moreover health professionals and coaches should combine their knowledge in order to provide more comprehensive nutrition services to exercisers Είναι γνωστό ότι τις τελευταίες δεκαετίες η χρήση των συμπληρωμάτων διατροφής έχει παρουσιάσει αύξηση, ιδιαίτερα μεταξύ των αθλητών αλλά και των αθλούμενων. Τα πρωτεϊνούχα συμπληρώματα διατροφής είναι τα πλέον διαδεδομένα στον αθλητικό τομέα, ωστόσο λίγα γνωρίζουμε για την κατανάλωσή τους από ελεύθερους αθλούμενους. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η διερεύνηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς των αθλούμενων σε σχέση με τα πρωτεϊνούχα συμπληρώματα διατροφής σε συνδυασμό με άλλα συμπληρώματα. Για το λόγο αυτό συλλέχτηκαν διαδικτυακά πληροφορίες από 247 αθλούμενους μέσω ενός ερωτηματολογίου. Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με τιε προτιμήσεις και τις στάσεις τους γύρω από τα πρωτεϊνούχα συμπληρώματα διατροφής και τα συμπληρώματα γενικά. Επίσης, υπήρχαν ερωτήσεις που αφορούσαν στο πρόγραμμα γυμναστικής και διατροφής που ακολουθούσαν. Το 85,4% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι χρησιμοποιούν ή έχουν χρησιμοποιήσει τουλάχιστον μια φορά στο παρελθόν κάποιο συμπλήρωμα διατροφής. Τα πιο δημοφιλή συμπληρώματα μεταξύ των αθλούμενων ήταν οι πρωτεΐνες (56,1%) και οι βιταμίνες (53,3%). Το 33,2% λάμβαναν πρωτεϊνούχο συμπλήρωμα την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας. Οι άντρες καταναλώνουν στατιστικά περισσότερο πρωτεϊνούχα συμπληρώματα διατροφής (p< 0.0001) από ότι οι γυναίκες για να αυξήσουν τη μυϊκή τους μάζα και δύναμη. Αξιοσημείωτο είναι ότι, μόνο το 34,5% του δείγματος συμβουλεύτηκε κάποιον ειδικό πριν καταναλώσει συμπληρώματα, ενώ οι περισσότεροι δήλωσαν ότι συμβουλεύτηκαν τον προπονητή ή έναν φίλο τους (46,9%) ή κανέναν (40%). Συμπερασματικά, παρατηρούμε ότι μεγάλος αριθμός αθλούμενων καταναλώνει συμπληρώματα διατροφής χωρίς επαγγελματική καθοδήγηση και ενδεχομένως χωρίς να τα χρειάζεται. Οι καταναλωτές πρέπει να εφιστούν την προσοχή τους στην κατάλληλη χρήση των συμπληρωμάτων διατροφής. Τέλος, κρίνεται απαραίτητο οι προπονητές και οι επαγγελματίες υγείας να συνεργαστούν ώστε να παρέχουν πιο ολοκληρωμένες υπηρεσίες διατροφής στους αθλούμενους 687 282 323 an example from Science Education Courses for preschool children and elementary students. An Inclusive Education Approach παράδειγμα από τα μαθήματα των Φυσικών Επιστημών για παιδιά προσχολικής ηλικίας και μαθητές Α - Γ’ τάξης Δημοτικού. Μια προσέγγιση Εκπαιδευτικής Συμπερίληψης The main purpose of this doctoral thesis was the Backward Design of Curriculum, specifically for Sciences Courses for children in pre- and elementary school where educational inclusion is applied. The aim was to examine the extent to which students with learning disabilities and students of formal development can effectively be co-educated by a common curriculum. In addition, it is important to consider if Backward Design as an educational approach is capable of overcome the teaching and learning barriers encountered in inclusive school. The specific objectives of the research were: a) to observe the interpersonal relationships that developed between students at the past, during and after the implementation of an educational program based on Backward Design and b) to assess the rate to which each student has evolved individually based on his abilities. Research shows that all students learn more effectively in non-formal ways of approaching knowledge. The student’s experiential involvement in the lesson activities is proved to contribute to the re-shaping of the students relationships and the acquisition of the module content that has studied. In conclusion, it seems that the key to a successful inclusive program is to initially identify the desired outcome – a change that we are likely to see in each student. Understanding individual learning goals contributes significantly to the cognitive and functional development of the classroom. Students with special educational needs, are expected to develop their level of autonomy and basic knowledge of understanding the different concepts of each unit. Similarly, students with formal development are expected to evolve for their tolerance in difference and their acceptance for their classmate’s personality. Βασικός σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν ο Ανάστροφος Σχεδιασμός Παραδοσιακών Προγραμμάτων Εκπαίδευσης, συγκεκριμένα για τα μαθήματα των Φυσικών Επιστημών για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας σε σχολεία όπου εφαρμόζεται η εκπαιδευτική συμπερίληψη. Επιδιώχθηκε να εξεταστεί ο βαθμός στον οποίο οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και οι μαθητές τυπικής ανάπτυξης μπορούν να συνεκπαιδευτούν αποτελεσματικά ακολουθώντας ένα κοινό πρόγραμμα σπουδών και να ελεγχθεί εάν ο ανάστροφος σχεδιασμός αποτελεί μια εκπαιδευτική προσέγγιση ικανή να ξεπεράσει διδακτικά και μαθησιακά εμπόδια που συναντώνται στο συμπεριληπτικό σχολείο. Ως επιμέρους στόχους της έρευνας θέσαμε: α) την παρατήρηση των διαπροσωπικών σχέσεων, που αναπτύχθηκαν μεταξύ των μαθητών πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας της εφαρμογής ενός εκπαιδευτικού προγράμματος με βάση τον ανάστροφο σχεδιασμό και β) την εκτίμηση του βαθμού που εξελίχθηκε ο κάθε μαθητής ατομικά βάση των δυνατοτήτων του. Από τις περιπτώσεις που μελετήθηκαν, φάνηκε πως το σύνολο των εκπαιδευόμενων μαθαίνει αποτελεσματικότερα με μη τυπικούς τρόπους προσέγγισης της γνώσης. Η βιωματική εμπλοκή των μαθητών στις δραστηριότητες του μαθήματος, αποδείχθηκε πως συμβάλει στην αναδιαμόρφωση των σχέσεων των μαθητών της τάξης και στην κατάκτηση του περιεχομένου της διδακτικής ενότητας που μελετήθηκε ανά περίπτωση. Ολοκληρώνοντας, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι βασικός παράγοντας ενός επιτυχημένου συμπεριληπτικού προγράμματος είναι ο εξ’ αρχής προσδιορισμός τους επιθυμητού αποτελέσματος – αλλαγής που αναμένεται να παρατηρήσουμε στον κάθε μαθητή. Η κατανόηση των ατομικών μαθησιακών στόχων συμβάλλει σημαντικά στην γνωστική και λειτουργική εξέλιξη της τάξης. Οι μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, μέσα από κάθε διδακτική εφαρμογή, αναμένεται να εξελίσσονται ως προς το επίπεδο της αυτονομίας τους και ως προς τις βασικές γνώσεις που αφορούν στην κατανόηση των διαφόρων εννοιών της εκάστοτε διδακτικής ενότητας. Αντίστοιχα, οι μαθητές τυπικής ανάπτυξης πέρα από τη κατάκτηση του περιεχομένου του μαθήματος αναμένεται να εξελίσσονται και ως προς τη ανεκτικότητα τους στη διαφορετικότητα και την αποδοχή των συμμαθητών τους σε επίπεδο προσωπικότητας. 688 161 163 Within the European Union, actions and measures relating to forests arise mainly from the Common Agricultural Policy. Forestry measures are designed for the direct or indirect benefit of agriculture by enhancing the effectiveness of measures that are now in use. Specifically, regulations 2080/92, 1257/99 provide for measures relating to the afforestation of agricultural land. In Greece these regulations were very well received and mostly species such as walnut, poplar, mulberry and locust were planted. In this study we examined the farmland afforestation (number of investors, the area of farmland that was afforested, the forest species planted, the afforestation subsidy expenditure, the agricultural cultivation before the afforestation, afforestation land per district) in Northern Evros region. The results showed that the number of investors and farmland which were enrolled for afforestation within the Regulation 2080/92 was important. Additionally, we observed that the corresponding numbers of those enrolled for afforestation under Regulation 1257/99 was clearly higher than the number of accessions under Regulation 2080/92 Στην Ευρωπαϊκή Ένωση οι ενέργειες και τα μέτρα που αφορούν στα δάση απορρέουν κυρίως από την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Τα δασικά μέτρα αποσκοπούν στην άμεση ή έμμεση ωφέλεια της γεωργίας ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα των μέτρων που ισχύουν σ’ αυτήν. Ειδικότερα με τους κανονισμούς 2080/92, 1257/99 προβλέπονται μέτρα που αφορούν στη δάσωση των γεωργικών εκτάσεων. Στην Ελλάδα αυτοί οι κανονισμοί είχαν πολύ καλή αποδοχή και φυτεύτηκαν κυρίως είδη όπως καρυδιά, λεύκη, μουριά και ψευδακακία. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν οι δασώσεις γεωργικών γαιών (αριθμός επενδυτών, η έκταση δασωθέντων γεωργικών γαιών, τα δασοπονικά είδη που φυτεύθηκαν, η επιδότηση δαπάνης δάσωσης, γεωργική καλλιέργεια πριν τη δάσωση, εκτάσεις δάσωσης ανά δημοτικό διαμέρισμα) στην περιοχή του Β. Έβρου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο αριθμός των επενδυτών και των γεωργικών εκτάσεων που εντάχτηκαν για δάσωση στον Κανονισμό 2080/92 ήταν σημαντικός. Επιπρόσθετα παρατηρήθηκε ότι ο αριθμός αυτών που εντάχτηκαν για δάσωση στο πλαίσιο του Κανονισμού 1257/99 ήταν σαφώς υψηλότερος σε σχέση με τον αριθμό των εντάξεων στο πλαίσιο του κανονισμού 2080/92 689 245 280 Η επιφανειακή ανατομία της ρινός και οι εφαρμογές της στη χειρουργική Nose is a structure with special anatomic features that plays a primary role in breathing, smelling and voicing. The variety in its appearance makes it a unique individual characteristic and results from the diversity of its anatomic elements. Topographically, nose is subdivided in ten aesthetic subunits and its anatomy is layered. Skin, subcutaneous tissue, the superficial myoaponeurotic layer and loose connective tissue cover the exterior of nasal bones and cartilages, form the nasal contour and perform most of nasal functions. All superficial nasal vessels and nerves run between those layers and nasal arteries are the ones varying the most concerning their anatomy and communications. Dorsal nasal, external nasal, lateral nasal, inferior alar and columellar arteries form a rich anastomotic network that supplies the entire nasal surface. All flaps derived from the nose are based on those arteries and primarily used for the reconstruction of superficial nasal defects as well as reshape of nasal contour and reformation of cartilaginous skeleton. Due to their abundant blood supply nasal flaps can be also modified or combined, thus expanding the reconstructing options. To sum up, nasal vascular anatomy is both a subject for research and a pre-operative factor that should be meticulously evaluated. Numerous literature references concerning nasal arteries have revealed more than one patters for each while some of them are more frequent. At the same time, adequate knowledge of the nasal vascular anatomy makes the design of nasal flaps easier and reduces the occurrence of surgical complications. Η ρίνα συνιστά μία δομή με ιδιαίτερα ανατομικά γνωρίσματα που διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στην αναπνοή, την όσφρηση και τη φώνηση. Η ποικιλομορφία στην εμφάνιση της την καθιστά μοναδικό ατομικό χαρακτηριστικό και είναι αποτέλεσμα της πολυμορφίας των ανατομικών στοιχείων που τη δομούν. Τοπογραφικά, η ρίνα υποδιαιρείται σε δέκα αισθητικές υπομονάδες και η επιφανειακή ανατομία της εμφανίζει σταθερή διαστρωμάτωση. Οι στοιβάδες του δέρματος, του υποδορίου, του SMAS και του χαλαρού συνδετικού ιστού επενδύουν εξωτερικά το ρινικό οστεοχόνδρινο σκελετό συμβάλλοντας στη διαμόρφωση του ρινικού περιγράμματος και την επιτέλεση των επιμέρους λειτουργιών. Οι επιπολής νευραγγειακές δομές της ρινός πορεύονται μεταξύ των παραπάνω στοιβάδων ενώ οι ρινικές αρτηρίες ξεχωρίζουν λόγω των πολυάριθμων παραλλαγών που εμφανίζουν τα γνωρίσματα και οι μεταξύ τους σχέσεις. Η ραχιαία ρινική, η έξω ρινική, η πλάγια ρινική, η κάτω πτερυγιαία και η διαφραγματική αρτηρία συνθέτουν ένα πλούσιο αναστομωτικό δίκτυο το οποίο αρδεύει το σύνολο της ρινικής επιφάνειας και αποτελεί τη βάση για το σχεδιασμό των ρινικών κρημνών. Οι τελευταίοι, αποκαθιστούν πρωτίστως τις επιπολής ρινικές βλάβες και περιστασιακά αξιοποιούνται για την αναδιαμόρφωση του ρινικού περιγράμματος και την αποκατάσταση του χόνδρινου ρινικού σκελετού. Το ευρύ αναστομωτικό δίκτυο που σχηματίζεται από τις ρινικές αρτηρίες παρέχει ευελιξία στο σχεδιασμό και την εκτέλεση των ρινικών κρημνών διευρύνοντας το φάσμα των επιλογών αποκατάστασης μέσω τροποποιήσεων και συνδυασμών μεταξύ τους. Εκ κατακλείδι, η αγγειακή ανατομία της ρινός αποτελεί ταυτοχρόνως αντικείμενο μελέτης και παράγοντα που οφείλει να αξιολογείται προεγχειρητικά. Οι πολυάριθμες περιγραφές των ρινικών αρτηριών αναδεικνύουν τα συχνότερα μοτίβα δίχως δεν υφίσταται μοναδική περιγραφή για κάθε μία ενώ η επαρκής γνώση της αγγειακής ανατομίας της ρινός επιτρέπει τον ευχερή σχεδιασμό και την ανεπίπλεκτη εκτέλεση των αυτόλογων ρινικών κρημνών. 690 289 295 Background. Animal assisted psychotherapy refers to any psychotherapeutic approach in which animals are included deliberately as a part of the psychotherapeutic process or milieu. It’s a holistic therapeutic process (most of the times as an adjunct therapy and more rarely as monotherapy) and it is a matter of scientific research during the last three decades. The most often used psychotherapeutic schema includes the animal-therapist-patient triad. Dog, cat, horses and dolphins are the most often used animals although other animal species can be used also. The aim of this study is to review the literature regarding the effect that animals can have in the therapeutic approach of the mental disorders. Our intension was also to investigate the effectiveness of this approach in correlation with the mental disorder, the age group (children, adult, and elderly) and the animal type that is used. Method: The literature since 2005 was reviewed. The data bases that were used was Pubmed but also web sites and journal specifically dedicated to human animal interaction (Anthrozoös, Journal of human-Animal Interaction). Results: Animal assisted psychotherapy as an adjunct therapy has beneficial effects in treatment of Psychiatric disorders and related manifestation. Dogs and horses are the two most often used species in most psychotherapeutic approaches. Regarding child psychiatry dogs and horses use is beneficiary in developmental disorders but also in emotional and conduct disorders. Concerning the other age groups, canine-assisted therapy can improve feelings of loneliness stress levels and depression. It also improves social skills and has a beneficiary role in neuropsychiatric manifestations of the elderly as well as in adult patients that suffer from developmental disorders. Equine-assisted therapy can also help patients with developmental disorder but it also has good effect in treating patients with stress related disorders. Η ψυχοθεραπεία μέσω ζωών, αποτελεί μια μέθοδο προσέγγισης που σκόπιμα εντάσσει ζώα στη θεραπευτική διαδικασία ή στο θεραπευτικό περιβάλλον. Είναι μια μέθοδος ολιστικής θεραπείας (συμπληρωματικής ή σπανιότερα μονοθεραπείας) η οποία και αποτελεί συστηματικό αντικείμενο ενδιαφέροντος της επιστημονικής κοινότητας, τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το σύνηθες σχήμα θεραπείας περιλαμβάνει την τριάδα θεραπευτής-ζώο-ασθενής και τα ζώα που χρησιμοποιούνται ως μέσο θεραπείας, είναι ο σκύλος, η γάτα, τα άλογα, τα δελφίνια καθώς επίσης και άλλα είδη του ζωικού βασιλείου. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διερευνηθεί η επίδραση των ζώων στην αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, μέσα από την ανασκόπηση της σύγχρονης ερευνητικής βιβλιογραφίας. Επιδιώχθηκε επίσης να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα αυτής της θεραπευτικής προσέγγισης, ανάλογα με το είδος της ψυχικής διαταραχής, το είδος του ζώου που χρησιμοποιείται και την ομάδα στην οποία απευθύνεται (παιδιά/ ενήλικες/υπερήλικες). Ερευνήθηκαν δεδομένα από το 2005 και η αναζήτηση τους έγινε σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων των Pubmed αλλά και στους διαδικτυακούς τόπους των κυριότερων περιοδικών που αφορούν την αλληλοεπίδραση ανθρώπου/ζώου (Anthrozoös, Journal of human-Animal Interaction). Τα αποτελέσματα ανέδειξαν ότι η μέθοδος αυτή κυριότερα ως συμπληρωματική θεραπεία, μπορεί να συμβάλλει στη γενικότερη βελτίωση πολλών ψυχικών διαταραχών και συναφών εκδηλώσεων. Σύμφωνα με τα ευρήματα, αναδείχθηκε επίσης ότι τα σκυλιά και τα άλογα είναι το συχνότερο είδος που ενσωματώνεται σε αυτήν τη θεραπευτική προσέγγιση. Ειδικότερα σε επίπεδο παιδιών/εφήβων, τα σκυλιά και τα άλογα επιδρούν θετικά, κυριότερα στον άξονα των αναπτυξιακών διαταραχών αλλά και σε συναισθηματικές, συμπεριφορικές και κοινωνικές δυσκολίες. Σε επίπεδο υπολοίπων πληθυσμών με ψυχικές διαταραχές, η θεραπεία μέσω σκύλων βελτιώνει τη μοναχικότητα, τα επίπεδα άγχους, κατάθλιψης, προάγει τις κοινωνικές δεξιότητες και επιδρά θετικά στις νευροσυμπεριφορικές εκδηλώσεις των ηλικιωμένων και ατόμων με αναπτυξιακές διαταραχές. Επίσης, η πληθυσμιακή ομάδα που ωφελείται κυριότερα από τη θεραπεία μέσω αλόγων είναι τα άτομα με αναπτυξιακές διαταραχές καθώς και αυτά με ψυχοτραυματικές καταστάσεις. 691 125 138 Μελέτη του τρόπου αντιμετώπισης των περιοχών περιβαλλοντικής προστασίας από τη νομοθεσία και τις μελέτες χωρικού σχεδιασμού στην Ελλάδα This thesis examines the legal framework governing the institution of “Environmental Protected Areas” at European and national level from the perspective of both the environmental protection and the spatial planning that determines them. It also demonstrates a flashback on the regulatory framework of the institution of “Environmental Protected Areas” and analyzes the current legal regime which regulates them. In second phase, this thesis examines the Lake Pamvotis in Ioannina as an “Environmental Protected Area”, it presents the institutional framework which governs the Lake, its practical application, its management and the problems it is facing and finally it proposes solutions for improvement. In conclusion, the thesis demonstrates a critical consideration over the existing legal system and cites possible recommendations that could contribute to its further improvement. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εξετάζει το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το θεσμό των «Περιοχών Περιβαλλοντικής Προστασίας», σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, τόσο από τη σκοπιά της προστασίας του περιβάλλοντος όσο και του χωροταξικού σχεδιασμού που τις καθορίζει. Παράλληλα, πραγματοποιείται μία ιστορική αναδρομή στο κανονιστικό πλαίσιο του θεσμού των «Περιοχών Περιβαλλοντικής Προστασίας» και αναλύεται το ισχύον νομικό καθεστώς που τις ρυθμίζει. Σε δεύτερο στάδιο, μελετάται η περιοχή της λίμνης Παμβώτιδας των Ιωαννίνων, ως προστατευόμενη, παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο που τη διέπει, η πρακτική εφαρμογή του, η διαχείρισή της, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και τέλος προτείνονται λύσεις βελτίωσης. Συμπερασματικά, η εργασία καταλήγει σε κριτική θεώρηση του υπάρχοντος νομικού συστήματος και εξετάζονται πιθανές προτάσεις που θα μπορούσαν να συνδράμουν στην περαιτέρω βελτίωσή του. 692 249 241 The ecological footprint of employees and premises of Local-Government Organization Το οικολογικό αποτύπωμα των εργαζομένων και των εγκαταστάσεων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης(ΟΤΑ) The human superiority on the planet, at the age of Globalization and the abundance, put pressure on the nature ecosystems and set in danger the viability of the planet. This project has purpose to promote the results of investigation concerns the Ecologically imprint of the Local-Government Organization focused on municipality of Alexandroupolis. Will explore the environmental habits, knowledge, the policy and perceptions who have the civil servants in matters perceptions who have the civil servants in matters such as the over-exploitation and overconsumption, more over the negligence of the environment targeting at the meaning of Sustainability. At this project we will search all the habits and perceptions who have the civil-servants, concerning the ways they use to handle their work-assignments combine their knowledge in social, natural, financial and cultural matters. At this project participate 156 civil-servants of deviance educational types and different working environments. They will respond anonymously in a wide range questionnaire, searching information's for their daily work routing as also and the methods were utilized focused at the ecologically dimension. From this project will emerge the ecologically imprint of the municipality Alexandroupolis, the causes of the ecologically degradation, the level that exists that time, brushed aside the planning and operation of the civil-servants as also and the ways they use to accomplished their job. Finally, in order to ensure this project, it is structured to promote the final conclusions, while are recommended propositions from that present research. Η υπεροχή του ανθρώπου πάνω στον πλανήτη, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της αφθονίας, ασκεί πιέσεις στα φυσικά οικοσυστήματα και θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του πλανήτη. Η εργασία αυτή έχει σκοπό να προβάλει τα αποτελέσματα μιας έρευνας που αφορά το Οικολογικό Αποτύπωμα στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης(ΟΤΑ), με επίκεντρο την περίπτωση του Δήμου Αλεξανδρουπόλεως. Θα διερευνηθούν περιβαλλοντικές συνήθειες, γνώσεις, πολιτικές και αντιλήψεις των εργαζομένων, σε θέματα υπερεκμετάλλευσης, υπερκατανάλωσης και αδιαφορίας για το περιβάλλον, με στόχευση την έννοια της αειφορίας. Για τη μελέτη αυτή θα αναζητηθούν οι συνήθειες και οι αντιλήψεις των εργαζομένων, ο τρόπος εκτέλεσης της εργασίας τους, η χρήση των μέσων για τη διεκπεραίωση της εργασίας τους και οι γνώσεις τους σε θέματα κοινωνικού, φυσικού, οικονομικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος. Στην έρευνα θα συμμετέχουν 156 εργαζόμενοι διαφόρων μορφωτικών επιπέδων και διαφόρων εργασιακών ομάδων. Θα απαντήσουν ανώνυμα ένα ευρύ ερωτηματολόγιο που θα αναζητούνται πληροφορίες για την καθημερινότητα και τον τρόπο εφαρμογής της εργασίας τους με επίκεντρο την οικολογική διάσταση. Από την έρευνα θα προκύψει το οικολογικό αποτύπωμα του δήμου Αλεξανδρουπόλεως, τις αιτίες που προκαλείται η περιβαλλοντική υποβάθμιση και το βαθμό που βρίσκεται αυτή τη στιγμή, λαμβάνοντας υπόψη τον σχεδιασμό λειτουργίας και δραστηριοποίησης των δημοτικών υπηρεσιών καθώς επίσης και τον τρόπο που πραγματοποιούν την εργασία τους οι υπάλληλοι. Στο τέλος η ολοκλήρωση της εργασίας διαρθρώνεται με την ανάδειξη τελικών συμπερασμάτων από τα οποία προτείνονται προτάσεις που προκύπτουν από την παρούσα έρευνα. 693 176 182 Estimation of model parameters in biological - chemical networks via stochastic inference Παραμετρική βελτιστοποίηση στοχαστικών μοντέλων βιολογικού ενδιαφέροντος με την χρήση statistical inference The purpose of this thesis was to propose an algorithm and to develop a method that can infer rate constants from stochastic chemical reaction sequences. The method that has been developed can reproduce the distribution of events originating from stochastic processes. To accomplish this task, Copasi was employed to simulate a time series of stochastic reactions that in turn would be used as input for a code that was developed to analyze and reconstruct the event distributions, according to the proposed algorithm. Sequentially the distributions were used to compute the rate constants via algebraic methods. To evaluate the method two different models were used; the first of a first order two component reversible reaction and the second of a Michaelis – Menten steady state reaction. Finally the results were compared to the data Copasi used as input for the simulation. Great attention was given while developing the code as it should be able to input data produced from many different sources, even experimental data. Σκοπός της εργασίας αυτής ήταν να προταθεί ένας αλγόριθμος και να αναπτυχθεί μια μέθοδος από την οποία να μπορούν να επάγονται σταθερές κινητικών αντιδράσεων από αλληλουχίες στοχαστικών χημικών αντιδράσεων. Η μεθοδολογία που έχει αναπτυχθεί μπορεί και αναπαράγει την κατανομή των παρατηρούμενων γεγονότων που προέρχονται από στοχαστικές διεργασίες. Για να επιτευχθεί ο σκοπος αυτός αρχικά χρησιμοποιήθηκε το Copasi για να προσομοιωθούν χρονοσειρές στοχαστικών αντιδράσεων και στη συνέχεια αναπτύχθηκε ένας κώδικας που σκοπός του είναι να αναλύει και να ανασυνθέτει κατανομές γεγονότων, από χρονοσειρές, σύμφωνα με τον προτεινόμενο αλγόριθμο. Έπειτα οι κατανομές χρησιμοποιήθηκαν για να υπολογιστούν οι κινητκές σταθερές με αλγεβρικές μεθόδους. Για την αξιολόγηση της μεθόδου χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικά μοντέλα, ένα μιας αντιστρεπτής αντίδρασης πρώτης τάξης και δεύτερον, ένα μοντέλο μιας αντίδρασης Michaelis – Mentes σε ισορροπία. Τέλος τα αποτελέσματα της ανάλυσης συγκρίθηκαν με αυτά που χρησιμοποίησε το Copasi ως σταθερές για την προσομοίωση τους. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε ώστε ο κώδικας να μπορεί να δέχεται και να αναλύει δεδομένα από άλλες πηγές, όπως από διάφορα λογισμικά προσομοιώσεων ή ακόμα και πειραματικά δεδομένα. 694 121 125 The purpose of this study is to investigate the role of hyaluronic acid as a component of the embryo transfer medium in Assisted Reproductive Technology (ART). Through a bibliographic search, 17 studies were found: 12 randomized clinical trials, 3 prospective observational and 2 retrospective observational trials. In 10 studies, there was a significant positive association of the addition of hyaluronic acid to the embryo transfer medium and implantation rates, while in seven studies there was no statistically significant difference in implantation rates between embryotransfers with medium containing hyaluronicand medium without /with a low concentration of hyaluronic acid. Hyaluronic acid seems to contribute to the success rate of ART, such as in vitro fertilization and intracytoplasmic sperm injection by increasing implantation rates. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να διερευνύσει το ρόλο του υαλουρο-νικού οξέος ως συστατικό του μέσου μεταφοράς των εμβρύων στις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Πρόκειται για μια βιβλιο-γραφική ανασκόπηση.Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, οδήγησε στη συλλογή 17 μελετών, εκ των οποίων οι 12 ήταν τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες, οι τρεις προοπτικές μελέτες παρατήρησης, και οι δύο αναδρομικές μελέτες παρατήρησης. Σε 10 μελέτες υπήρξε σημαντική θετική συσχέτιση της προσθήκης υαλουρονικού οξέος στο μέσο μεταφοράς του εμβρύου και των ποσοστών εμφύτευσης, ενώ σε επτά μελέτες δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά στα ποσοστά εμφύτευσης ανάμεσα στο μέσο μεταφοράς που υπήρχε υαλουρονικό και σε αυτό που δεν υπήρχε ή υπήρχε σε χαμηλή συγκέντρωση. Το υαλουρονικό οξύ φαίνεται να συμβάλλει στη βελτίωση του πο-σοστού επιτυχίας των τεχνολογιών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, βελτιώνοντας τα ποσοστά εμφύτευσης. 695 140 176 Επίδραση της διακοπής του καπνίσματος στην έκφραση του ορεξιγόνου νευροπεπτίδιου NPY επίμυων Addiction to nicotine is one of the most common psycological disorders counting almost a billion patients worldwide. During addiction process a lot of neurophysiological changes occur. Apart from the resistance of the addicted against the substance those changes affect also other processes such as metabolism, food intake and appetite. Regulation of appetite is controled by positive and negative feedback circuits that are located in hypothalamus. Appetite signaling is mediated via neuroactive peptides such as NPY (neuropeptide Y). Extensive research has shown that nicotine reduces NPY levels in hypothalamus and it is related with reduced BMI (Body Mass Index) in smokers. In addition, smoking cessation is related with an increase in body weight. Within the context of this diploma thesis, we tried to explore this fact by studying the transcription levels of NPY in response of smoking cessation in Rattus norvegicus. Ο εθισμός στην νικοτίνη αποτελεί μία από τις πιο συχνές ψυχικές διαταραχές στον κόσμο αριθμώντας περίπου 1 δισεκατομμύριο ασθενείς. Η διαδικασία του εθισμού περιλαμβάνει μία σειρά από νευροφυσιολογικές αλλαγές που συμβαίνουν στον οργανισμό. Οι αλλαγές αυτές επηρεάζουν πέρα από τις αντιστάσεις του χρήστη απέναντι στην εθιστική ουσία και διάφορες φυσιολογικές διαδικασίες όπως το μεταβολισμό, την πρόσληψη τροφής και την όρεξη. Η ρύθμιση της όρεξης ελέγχεται από ένα σύστημα θετικής και αρνητικής νευρωνικής σηματοδότησης το οποίο εντοπίζεται στον υποθάλαμο. Η σηματοδότηση αυτή λαμβάνει χώρα μέσω νευροδραστικών πεπτιδίων όπως το ορεξιγόνο πεπτίδιο NPY (neuropeptide Y). Έχει δειχθεί πως η νικοτίνη μειώνει σημαντικά τα επίπεδα του NPY στον υποθάλαμο ένα γεγονός που έχει συνδεθεί με το μειωμένο, συγκριτικά, δείκτη μάζας σώματος των καπνιστών. Παράλληλα, έχει παρατηρηθεί πως η διακοπή του καπνίσματος οδηγεί σε αύξηση του σωματικού βάρους. Στα πλαίσια της εκπόνησης της παρούσας διπλωματικής εργασίας προσπαθήσαμε να ερμηνεύσουμε το φαινόμενο αυτό μελετώντας τα επίπεδα της μεταγραφής του NPY ως απόκριση στη διακοπή του καπνίσματος σε εθισμένους επίμυες. 696 246 258 Αξιολόγηση της προβιοτικής δράσης μικροβιακών στελεχών απομονωθέντων από κόκκους kefir και εφαρμογή τους στην ζύμωση χυμού ροδιού This research project studied the possible probiotic effect of various lactic acid bacteria strains that were isolated from kefir grains, as well as the use of them in the fermentations of Punica granatum juice. Initially, the potential probiotic activity of these strains was estimated by counting the viability at low pH rates (more specifically 2, 3 and 4). Afterwards, the tolerance against bile salts, pepsin and pancreatin of the studied strains was determined. The results were quite encouraging and the viabilities of these lactic acid bacteria were kept at satisfactory levels during the tests. Subsequently, anaerobic fermentation conditions took part in order to examine the influence of pH and the initial concentration of culture used. The parameters which were determined, the fermentation time, the as well as the viability of lactic acid bacteria both during fermentation and storage of the Punica granatum juice. According to the results obtained, the pH of the juice must be higher than 3 in order lactic acid bacteria to survive in a satisfactory scale. In addition, the alcoholic degrees should remain below 0,5% v/v, the fermentation duration shall last no more than 20h and the microorganism should be added at a minimum concentration of 2% w/w. The results of viability appeared to be quite encouraging (over 6 logcfu/ml) for more than 4 weeks of storage at 4ºC. The results of this study are quite encouraging for industrially production of the Punica granatum juice with probiotics, but further study is considered necessary Στην παρούσα ερευνητική εργασία μελετήθηκε η πιθανή προβιοτική δράση διαφόρων στελεχών (γαλακτικών βακτηρίων) που απομονώθηκαν από κόκκους kefir, καθώς και η χρήση αυτών σε ζυμώσεις χυμού ροδιού.Αρχικά, η πιθανή προβιοτική δράση των στελεχών εκτιμήθηκε με την αξιολόγηση μέτρησης της βιωσιμότητάς τους σε χαμηλές τιμές pH (συγκεκριμένα 2,3 και 4), σε χολικά άλατα καθώς και σε πεψίνη και παγκρεατίνη. Τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ενθαρρυντικά και οι πληθυσμοί των γαλακτικών αυτών βακτηρίων κυμάνθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα κατά τη διάρκεια των δοκιμών. Στη συνέχεια, αναερόβιες συνθήκες ζύμωσης έλαβαν μέρος και σε αυτές εξετάστηκε η επίδραση του pH και της αρχικής συγκέντρωσης της καλλιέργειας. Οι παράμετροι που προσδιορίστηκαν ήταν ο χρόνος ζύμωσης καθώς επίσης και η βιωσιμότητα των γαλακτικών βακτηρίων τόσο κατά τη διάρκεια των ζυμώσεων, όσο και κατά την αποθήκευση του ζυμώμενου χυμού ροδιού. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ελήφθησαν, το pH του χυμού ροδιού πρέπει να είναι τουλάχιστον 3 έτσι ώστε τα γαλακτικά βακτήρια να επιβιώνουν σε ικανοποιητική κλίμακα. Για να μην υπερβεί ο αλκοολικός βαθμός την τιμή του 0,5 % v/v η διάρκεια ζύμωσης φάνηκε πως δεν πρέπει να ξεπερνά τις 20h, ενώ η ελάχιστη προστ ιθέμενη ποσότητα μικροοργανισμού είναι το 2% w/w. Τα αποτελέσματα των βιωσιμοτήτων φάνηκαν να είναι αρκετά ενθαρρυντικά (άνω των 6 logcfu/ml) κατά την αποθήκευση του ζυμωμένου χυμού ροδιού σε διάστημα 4 εβδομάδων στους 4ºC. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης αποτελούν την αρχή προς την παραγωγή χυμού ροδιού με προβιοτικά σε βιομηχανική κλίμακα, ωστόσο περαιτέρω μελέτη θεωρείται απαραίτητη 697 145 169 Σύγχρονες τάσεις στη παραγωγή λειτουργικών τροφίμων με βάση τα προβιοτικά Ιmportant data of probiotics and functional products in the last decade worldwide are represented in this thesis. Studies have shown that probiotics are an important factor in daily human diet after being included in many foods that are consumed daily. For a thorough understanding and analysis of the work, references are presented to some general aspects of probiotics and functional products such as a definition of their morphology and genetic composition combined with the functional food and their beneficial properties. In addition the purpose of this thesis is tο record, elaborate and analyse the data imformation from the questionnaire. The data of thesis refers to Orestiada in a bid amount of age and educational level. The programs that have been used is Excel and x2 test for the analysation. In the end are presented the results of the questionnaire and the conclusions of this thesis. Στη παρούσα μεταπτυχιακή εργασία γίνεται αναφορά στα πιο επίκαιρα και σημαντικά δεδομένα των προβιοτικών καθώς και των λειτουργικών τροφίμων της τελευταίας δεκαετίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Έρευνες έδειξαν ότι τα αυτά τα τρόφιμα αποτελούν σημαντικό παράγοντα στην καθημερινή διατροφή των ανθρώπων αφού καταναλώνονται ημερησίως ή αποτελούν μέρος άλλων τροφών που καταναλώνονται. Για τη διεξοδική κατανόηση της εργασίας έγινε αναφορά σε κάποια γενικά στοιχεία των προβιοτικών και των λειτουργικών τροφίμων όπως είναι ο ορισμός τους η μορφολογία τους και η γενετική τους σύσταση. Σκοπός της συγκεκριμένης μεταπτυχιακής διατριβής είναι η καταγραφή και μελέτη των αποτελεσμάτων των προβιοτικών σε συνδυασμό με τα λειτουργικά τρόφιμα και τις ευεργετικές τους ιδιότητες. Τα δεδομένα του δείγματος των παρόντων ερωτηματολογίων αναφέρονται στην περιοχή της Ορεστιάδας σε ένα ευρύ φασμα ηλικιών και μορφωτικού επιπέδου. Ταυτόχρονα γίνεται αναφορά στη μέθοδο και στο πρόγραμμα που χρησιμοποιήθηκε για την διεξαγωγή των αποτελεσμάτων των ερωτηματολογίων το Excel και το Χ2 τεστ. Τέλος παραθέτονται τα αποτελέσματα που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη έρευνα. 698 215 206 Επίδραση της αδενομύωσης στην έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης Adenomyosis is a benign disease of the uterus, which is characterized by the presence of ectopic endometrial tissue inside the myometrium. Research data indicate that approximately 20% of adenomyosis cases occurs in women under 40 years of age and 80% occurs in women 40 to 50 years of age. The symptoms are more severe in older women, while one third of the cases are asymptomatic. The most common symptoms in the other two thirds of the women are menorrhagia (50%), dysmenorrhea (30%) and uterine bleeding (20%), also dyspareunia (painful intercourse) is reported in a small percentage of patients. Epidemiological studies have proven that multiparity, pelvic surgery (cesarean section) and mechanical surgical trauma (endometrial curettage) increase the possibility of adenomyosis occurrence. As far as the diagnosis of the disease is concerned until recently, the only method for diagnosis was the histopathological analysis of hysterectomy specimens. In recent years this practice has been replaced by ultrasonography and Magnetic Resonance Imaging (MRI). Finally, the reproductive ability of women with adenomyosis appears to be significantly lower. It has been proven that adenomyosis has a negative impact on the implantation and pregnancies rates, while it seems to contribute in the increase of miscarriages. The conservative surgical treatment has been very helpful in the positive outcome of in vitro fertilization techniques. Η αδενομύωση είναι μια καλοήθης πάθηση της μήτρας, η οποία χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη έκτοπου ενδομητρικού ιστού εντός του μυομητρίου. Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι περίπου στο 20% των περιπτώσεων η αδενομύωση εμφανίζεται σε γυναίκες μικρότερες των 40 ετών, και το 80% αφορά γυναίκες ηλικίας 40 έως 50 ετών. Πιο βαριά συμπτωματολογία εμφανίζεται στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ είναι ασυμπτωματική περίπου στο ένα τρίτο των περιπτώσεων. Τα πιο συνήθη συμπτώματα στα υπόλοιπα δυο τρίτα των γυναικών είναι η μηνορραγία (50%), η δυσμηνόρροια (30%) και η μητρορραγία (20%), ενώ η δυσπαρεύνια έχει αναφερθεί ως σύμπτωμα σε ένα μικρό ποσοστό. Από επιδημιολογικές μελέτες έχει αποδειχθεί πως η πολυτοκία, οι επεμβάσεις στην πύελο (καισαρική τομή) και οι μηχανικοί χειρουργικοί τραυματισμοί (αποξέσεις) αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης της αδενομύωσης. Όσον αφορά τη διάγνωση της νόσου μέχρι πρόσφατα μοναδική μέθοδος ήταν η ιστολογική ανάλυση παρασκευασμάτων υστερεκτομής, όμως τα τελευταία χρόνια έχει αντικατασταθεί από την υπερηχογραφία και τη μαγνητική τομογραφία. Τέλος, η αναπαραγωγική ικανότητα των γυναικών με αδενομύωση φαίνεται να είναι σημαντικά μειωμένη. Έχει αποδειχθεί πως η αδενομύωση έχει αρνητικό αντίκτυπο στα ποσοστά εμφύτευσης και κυήσεων, ενώ φαίνεται να συμβάλλει στην αύξηση των αποβολών. Η συντηρητική χειρουργική αντιμετώπιση έχει βοηθήσει στη θετική έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης. 699 418 426 Δευτεροπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και αιμοκάθαρση Kidney disease is a global public health problem which is growing at an annual rate of 5-8%. In many countries around the world, kidney disease is associated with progressive renal failure, cardiovascular disease and the leading causes of death and disability. In patients with chronic renal failure, a large and continuous decrease in plasma calcium is observed, which is causing the s excessive secretion of PTH in order to compensate for its increased loss. This condition is characterized as Secondary Hyperparathyroidism. Aim. The present study investigates the role of PTH in the observation of patients with Secondary Hyperparathyroidism as a prognostic factor for the possible assessment of the progression and severity of the disease. Patients and Methods. 20 middle-aged patients, 58 ± 8 years old, 11 men and 9 women were studied. The patients are presented with Chronic Renal Failure and clinical symptoms that were related to the disease. The patients come from the University Nephrology Clinic of the University General Hospital of Alexandroupolis and external nephrologists. They were examined and monitored at the Laboratory of Nuclear Medicine, which is located at the University General Hospital of Alexandroupolis. The patients underwent imaging assessment of parathyroid glands on γ-camera (SPECT scan with Tc-99m Sestamibi - MIBI) in the in vivo unit of the laboratory, as well as biochemical tests (blood sampling) to quantify the value of parathyroid hormone serum in the in vitro unit of the laboratory. Results. On in vivo imaging system, the normal parathyroid scintigraphy showed a uniform distribution of MIBI in the parenchyma, both in the early 20-minute shot and in the late shot taken after 2.30 hours. The scintigraphy of parathyroid glands, which was considered abnormal, showed a focally increased distribution of MIBI in the hyperplastic parathyroid glands during the early shots at 20 minutes. In addition, during its elution in late shots after 2.30 hours, the distribution of MIBI in hyperplastic parathyroid cells remained increased. Conclusions. Parathyroid scintigraphy with Tc 99m MIBI is a safe, highly accurate method, with great sensitivity and specificity in the diagnosis of Parathyroid Hyperplasia. Patients with high levels of Parathormone showed a positive result on the scintigraphy (ie the scintigraphy indicated an increased distribution of MIBI in both early and late shots). Patients with severe and advanced clinical symptoms, while showing lesions in the scintigraphy, displayed very high levels of Parathormone. Patients with normal parathyroid scintigraphy showed normal Parathormone levels. Parathormone levels could possibly be considered and used as a prognostic factor to determine the severity of Alzheimer's disease. Οι νεφρικές νόσοι είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα στη δημόσια υγεία που αυξάνεται κάθε χρόνο σε συχνότητα, με ποσοστό 5-8%. Σε πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο, οι νόσοι των νεφρών συνδέονται προοδευτική απώλεια νεφρικής λειτουργίας, με καρδιαγγειακές νόσους και με τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου και αναπηρίας. Σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, παρατηρείται μεγάλη και συνεχής μείωση ασβεστίου στο πλάσμα προκαλώντας έκκριση περίσσειας ΡΤΗ με σκοπό την αντιστάθμιση της αυξημένης απώλειας του. Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζεται ως Δευτεροπαθής Υπερπαραθυρεοειδισμός. Σκοπός.Με την παρούσα μελέτη ερευνάται ο ρόλος ΡΤΗ στην παρακολούθηση ασθενών με Δευτεροπαθή Υπερπαραθυρεοειδισμό ως προγνωστικό παράγοντα για τον πιθανό υπολογισμό της εξέλιξης και της σοβαρότητας της νόσου.Ασθενείς και Μέθοδοι. Μελετήθηκαν 20 ασθενείς, 11 άνδρες και 9 γυναίκες οι οποίοι ήταν μέσης ηλικίας 58 ± 8 ετών. Οι ασθενείς παρουσίαζαν Χρόνια Νεφρική Ανεπάρκεια και κλινικά συμπτώματα που ήταν ανάλογα της νόσου. Οι ασθενείς προέρχονται από την Πανεπιστημιακή Νεφρολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και από εξωτερικούς νεφρολόγους. Εξετάστηκαν και παρακολουθήθηκαν στο Εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής, που είναι εγκατεστημένο στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης. Οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε απεικονιστικό έλεγχο παραθυρεοειδών αδένων σε γ- camera (SPECT απεικόνιση με Tc-99m Sestamibi - ΜΙΒΙ) στην in vivo μονάδα του εργαστηρίου, καθώς επίσης και σε βιοχημικές εξετάσεις (λήψη αίματος), για τον ποσοτικό προσδιορισμό της τιμής της παραθορμόνης του ορού στην in vitro μονάδα του εργαστηρίου. Αποτελέσματα. Στην in vivo απεικόνιση, το φυσιολογικό σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών αδένων εμφάνισε ομοιόμορφη κατανομή του ΜΙΒΙ στο παρέγχυμα, τόσο στην πρώιμη λήψη που έγινε στα 20 λεπτά όσο και στην όψιμη λήψη που έγινε μετά από 2.30 ώρες. Το σπινθηρογράφημα των παραθυρεοειδών αδένων που θεωρήθηκε παθολογικό, εμφάνιζε εστιακά αυξημένη κατανομή του ΜΙΒΙ στους υπερπλαστικούς παραθυρεοειδείς αδένες στις πρώιμες λήψεις στα 20 λεπτά. Επίσης, κατά την έκλουση του στις όψιμες λήψεις μετά από 2.30 ώρες παρέμεινε αυξημένη η κατανομή του ΜΙΒΙ στους υπερπλαστικούς παραθυρεοειδείς. Συμπεράσματα. Το σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών με Tc 99m ΜΙΒΙ είναι μια ασφαλής, ιδιαίτερα ακριβής μέθοδος, με μεγάλη ευαισθησία και ειδικότητα στη διάγνωση της Υπερπλασίας των Παραθυρεοειδών αδένων. Υψηλές τιμές στα επίπεδα της Παραθορμόνης παρουσίαζαν οι ασθενείς με θετικό αποτέλεσμα στο σπινθηρογράφημα (δηλαδή το σπινθηρογράφημα υποδείκνυε αυξημένης κατανομής του ΜΙΒΙ τόσο στις πρώιμες όσο και στις όψιμες λήψεις). Λίαν Υψηλές τιμές Παραθορμόνης εκδήλωναν οι ασθενείς με έντονα και σε προχωρημένο στάδιο κλινικά συμπτώματα, εμφανίζοντας παράλληλα βλάβες στο σπινθηρογράφημα. Ασθενείς με φυσιολογικό σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών εμφάνιζαν φυσιολογικές τιμές Παραθορμόνης.Οι τιμές της Παραθορμόνης ενδεχομένως θα μπορούσαν να θεωρηθούν και να χρησιμοποιηθούν ως ένας προγνωστικός παράγοντας για τον προσδιορισμό της βαρύτητας της νόσου ασθενών που πάσχουν από την νόσο Alzheimer. 700 345 345 Trauma is the most common cause of death in people between 1- 44 years old globally. Renal trauma is found in almost 5% of all polytrauma patients and could be fatal, if not treated properly. Today, it is treated in specialized trauma centers by experienced medical staff, after following algorithms, like ATLS, that are proven to minimize mortality because of trauma. Purpose. The purpose of this review article is to study the contemporary management of renal trauma in polytrauma patients, as registered in contemporary international bibliography, and to debate the evolution in therapeutic tools, based on clinical experience and the improvement of diagnostic and therapeutic interventions with the use of technology. Materials and Methods. For the purposes of this article, we reviewed the international bibliography using as key words polytrauma patient, acute kidney trauma, surgical approach to kidney trauma, indications for surgical therapy in kidney trauma and guidelines in blunt kidney trauma. Conversation. Conservative management of blunt renal trauma is the option of choice, as immediately operating leads to a high percentage of nephrectomy. In patients with extravasation of contrast agent during the arterial phase of CT Urography, performing angiography and embolization is recommended. Also, in specialized centers, it is possible to pursue conservative management of blunt renal trauma in unstable patients, after admission in ICU. In present day, the only indication of performing laparotomy to blunt renal trauma is active bleeding after a tear in the renal vein, as all other cases of active bleeding could be managed with minimal invasive approach. Conclusion. After reviewing the contemporary bibliography, it is obvious that blunt renal trauma in polytrauma patients should be treated in specialized trauma centers with access to minimal invasive techniques, in order to cope with active bleeding or possible complications after conservative treatment. Although, in Greece, even in 2020, there are no authoritative specialized trauma centers or protocols for directly delivering polytrauma patients in tertiary hospitals. So, even nowadays, some secondary care hospitals treat blunt renal trauma with laparotomy, an obsolete practice with higher percentage of nephrectomies and worse prognosis for the patient. Το τραύμα αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως σε άτομα ηλικίας ενός έως 44 ετών. Το νεφρικό τραύμα ανευρίσκεται περίπου στο 5% του συνόλου των πολυτραυματιών κι αποτελεί μια δυνητικά θανατηφόρο οντότητα. Σήμερα, η αντιμετώπισή του διενεργείται σε εξειδικευμένα κέντρα τραύματος από ιατρούς που εφαρμόζουν αλγορίθμους, όπως το ATLS, οι οποίοι φαίνεται να ελαττώνουν σημαντικά τη θνητότητα από το τραύμα. Σκοπός. Στόχος της παρούσας αναδρομικής μελέτης είναι η καταγραφή της σύγχρονης θεραπευτικής αντιμετώπισης του τραύματος νεφρού σε περιπτώσεις ασθενών πολυτραυματιών, όπως αυτή καταγράφεται στη διεθνή βιβλιογραφία, και ο σχολιασμός της εξέλιξης της θεραπευτικής αντιμετώπισης βασιζόμενης στην κλινική εμπειρία αλλά και στην βελτίωση της διαγνωστικής και θεραπευτικής παρεμβατικής με τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας. Υλικό και Μέθοδος. Για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης έγινε ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας με λέξεις κλειδιά polytrauma patient, acute kidney trauma, surgical approach to kidney trauma, indications for surgical therapy in kidney trauma και guidelines in blunt kidney trauma. Συζήτηση. Η συντηρητική αντιμετώπιση των νεφρικών κακώσεων προτείνεται ως η επιθυμητή επιλογή, καθώς η άμεση χειρουργική παρέμβαση σχετίζεται με υψηλά ποσοστά νεφρεκτομής. Στα πλαίσια αυτής, σε ασθενείς με ενεργό εξαγγείωση σκιαγραφικού στην αξονική ουρογραφία συστήνεται η εφαρμογή ελάχιστα παρεμβατικών μεθόδων, όπως η διενέργεια εμβολισμού μετά από αγγειογραφία. Ακόμη, από εξειδικευμένα κέντρα, προτείνεται η συντηρητική αντιμετώπιση και σε αιμοδυναμικά ασταθείς ασθενείς σε περιβάλλον Μονάδας Αυξημένης Φροντίδας. Ουσιαστική ένδειξη για επείγουσα λαπαροτομή, πλέον, αποτελεί μόνον η ενεργός αιμορραγία από τη νεφρική φλέβα, καθώς οι υπόλοιπες περιπτώσεις ενεργού αιμορραγίας μπορούν να αντιμετωπιστούν με ελάχιστα παρεμβατικές μεθόδους. Συμπέρασμα. Η ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας υποδεικνύει την αντιμετώπιση των κλειστών κακώσεων του νεφρού σε πολυδύναμα κέντρα τραύματος, όπου υπάρχει η δυνατότητα άμεσης πρόσβασης σε ελάχιστα παρεμβατικές μεθόδους αντιμετώπισης της ενεργού αιμορραγίας, καθώς και των πιθανών επιπλοκών από την συντηρητική αντιμετώπιση μιας νεφρικής κάκωσης. Εντούτοις, στη χώρα μας, σήμερα, δεν υπάρχουν επίσημα τέτοιες νοσοκομειακές δομές, ενώ απουσιάζουν και πρωτόκολλα άμεσης μεταφοράς πολυτραυματιών σε τριτοβάθμια νοσοκομεία. Έτσι, ακόμη και σήμερα, πολλά κέντρα οδηγούνται σε άμεση χειρουργική διερεύνηση της νεφρικής κάκωσης με ερευνητική λαπαροτομή, μια πρακτική που θεωρείται παρωχημένη, αφού συνδέεται με υψηλά ποσοστά νεφρεκτομής και χειρότερη πρόγνωση για τον ασθενή. 701 259 251 The present study was produced as part of my undergraduate studies and the subject is a theoretical and didactic approach of diminutives verbs in Modern Greek. The work consists of two parts, theoretical and empirical. In the first part, the theoretical, is presented the meaning of the word diminutive, are distinguished the categories of diminutive and described its nature (morphological, semantic, phonological). Additionally, are presented some general elements of diminutive verbs and analyzed the main verbal diminutive morphemes. In the second part, the empirical, is presented the methodology which was followed during the research and presented its results (the meanings of diminutive morphemes and diminutive verbs). Also in the same place are categorized the diminutive verbal morphemes in terms of their importance and is proposed a didactic approach of diminutive verbs. Finally expressed the findings in which I arrived at by my involvement with this issue. From elaboration (theoretical and research) of the data, some of the findings which are resulted are the following: in terms of importance the diminutive can have a literal or metaphorical meaning. Some diminutive morphemes may carry more than one meaning and can be categorized by the meaning they attach to the base in six categories. The diminutive verbal morphemes have characteristics of both derivation and composition so they cannot be parted in any of these two procedures but placed somewhere between them. The teaching of diminutive verbs should be based on certain criteria and in accordance with the model proposed should be based on a text approach, to promote discovery learning and collaboration Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια των προπτυχιακών μου σπουδών και έχει ως θέμα τη θεωρητική και διδακτική προσέγγιση των υποκοριστικών ρημάτων στη Νέα Ελληνική γλώσσα. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, γίνεται παρουσίαση του όρου υποκοριστικό, διακρίνονται οι κατηγορίες του και περιγράφεται η φύση του (μορφολογική, σημασιολογική, φωνολογική). Επιπλέον, παρουσιάζονται κάποια γενικά στοιχεία του υποκοριστικού ρήματος και αναλύονται τα βασικότερα ρηματικά υποκοριστικά μορφήματα. Στο δεύτερο μέρος, το εμπειρικό, γίνεται παρουσίαση της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε κατά την έρευνα και παρουσιάζονται τα αποτελέσματά της (σημασίες υποκοριστικών μορφημάτων και υποκοριστικών ρημάτων). Επίσης στο ίδιο μέρος γίνεται κατηγοριοποίηση των υποκοριστικών ρηματικών μορφημάτων με κριτήριο τη σημασία τους και προτείνεται μια διδακτική προσέγγιση των υποκοριστικών ρημάτων. Τέλος διατυπώνονται τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξα μετά από την ενασχόλησή μου με το συγκεκριμένο θέμα. Από την επεξεργασία (θεωρητική και ερευνητική) των δεδομένων, κάποια από τα συμπεράσματα τα οποία προκύπτουν είναι τα εξής: από άποψη σημασίας τα υποκοριστικά έχουν κυριολεκτική ή συνυποδηλωτική σημασία. Κάποια υποκοριστικά μορφήματα φέρουν περισσότερες από μια σημασίες ενώ μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με βάση τη σημασία που προσδίδουν στη βάση σε έξι κατηγορίες. Τα υποκοριστικά μορφήματα των ρημάτων φέρουν χαρακτηριστικά τόσο της παραγωγής όσο και της σύνθεσης και δεν ανήκουν σε καμία από τις δύο αυτές διαδικασίες αλλά τοποθετούνται κάπου ενδιάμεσα. Η διδασκαλία των υποκοριστικών ρημάτων θα πρέπει να γίνεται με βάση ορισμένα κριτήρια και σύμφωνα με το μοντέλο που προτείνεται πρέπει να βασίζεται στην κειμενοκεντρική προσέγγιση, να προάγει την ανακαλυπτική μάθηση και τη συνεργασία 702 388 402 Υγιεινή και ασφάλεια των προϊόντων ατομικής και οικογενειακής υγιεινής Purpose: The purpose of the research project was to determine whether and how the individual and family hygiene products in the Greek market meet the health and safety standards by obeying into labeling rules and by containing critical information on their packaging. Our material was products commercialized in the Greek retail market mainly in supermarkets. We tried to include as many products as possible. The products were first divided in two main categories a) individual hygiene products and b) family hygiene products. Further on we created a total of 14 subcategories, of which 9 for the first category and 5 for the second one. For the statistical analysis we have used the statistical program SPSS 19.0. Results.All products contain in the packaging the product (brand) name or the firm name. Also, an 84.4 % of products have, on their packaging, instructions in Greek. The corresponding figures for individual and family hygiene products are 78.5 % and 100.0 %. A 36.6 % of products were mentioning the proposed dosage. A 42.2 % of products were mentioning the precautions (if any) required for their use. A 33.3 % of products marked clearly in their packaging a phone number corresponding to a poison control centre. A 57.7 % of products were mentioning in their packaging any eventual allergens components. Almost all products were mentioning in their packaging the composing ingredients except from the subcategory "legs products” where a 90 % of them were. Regarding information on whether allergy tests had been undertaken, were mentioned in a 38.8 % of "body products”, an 81.3 % of "sensitive area products”, a 50,0 % of "baby products” and a 14.3 % of "children products”. Only a 14.3 % of "children products” contained in their packaging a warning of possible damage from excessive use or consumption of the product. Conclusions.Products of personal and family hygiene play a vital role in health prevention efforts. However, we must not overlook possible dangers due to their use. Modern personal hygiene products are generally safe and offer multiple benefits for the quality of consumer’s life and health. To the interest of all participants, i.e. consumers, regulators and manufacturers, lays an urgent need for international harmonization and also for the establishment of a central entity which will be regarding all the safety requirements of these products and of their ingredients. Σκοπός: Ο σκοπός του ερευνητικού προγράμματος ήταν να εξακριβωθεί εάν και κατά πόσο τα προϊόντα ατομικής και οικογενειακής υγιεινής που κυκλοφορούν στην Ελληνική αγορά πληρούν τις προδιαγραφές υγιεινής και ασφάλειας, μέσα από την τήρηση των κανόνων σήμανσης και την αναγραφή στην ετικέτα τους κρίσιμων πληροφοριών. Το υλικό μας αποτέλεσαν προϊόντα που διατίθενται στην ελληνική αγορά από τα σημεία λιανικού εμπορίου, κυρίως σούπερ μάρκετ. Έγινε προσπάθεια ώστε η γκάμα αυτών των προϊόντων να είναι όσο το δυνατόν πιο εκτεταμένη. Τα προϊόντα κατηγοριοποιήθηκαν αρχικά σε δυο μεγάλες διακριτές κατηγορίες: α) σε προϊόντα ατομικής υγιεινής και β) σε προϊόντα οικογενειακής υγιεινής. Ακολούθως κατηγοριοποιήθηκαν σε 14 συνολικά υποκατηγορίες, από τις οποίες οι 9 αφορούσαν στην πρώτη και οι 5 στη δεύτερη κατηγορία. Για την στατιστική ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραμμα SPSS 19.0. Αποτελέσματα. Σε όλα τα προϊόντα αναφέρεται στην συσκευασία το όνομα ή η εταιρική επωνυμία. Επίσης, στο 84,4% των προϊόντων συνολικά υπάρχουν στην συσκευασία γραπτές οδηγίες στα Ελληνικά. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τα προϊόντα ατομικής και οικογενειακής υγιεινής ήταν 78,5% και 100,0%. Η προτεινόμενη δοσολογία χρήσης αναφερόταν στο 36,6% των προϊόντων και οι ιδιαίτερες προφυλάξεις (εάν απαιτούνται) που πρέπει να ληφθούν κατά την χρήση του στο 42,2% των προϊόντων Στο 33,3% των προϊόντων παραπέμπει η συσκευασία του προϊόντος στο τηλέφωνο του κέντρου δηλητηριάσεων και στο 57,7% αναφέρονται στην συσκευασία συστατικά που ανήκουν στον κατάλογο των αλλεργιογόνων . Σχεδόν όλα τα προϊόντα είχαν στην συσκευασία τους τη σύνθεση τους με εξαίρεση τα προϊόντα ποδιών στα οποία υπήρχε στο 90% των συσκευασιών. Πληροφορίες σχετικές με το αν έχουν γίνει δοκιμασίες αλλεργιών αναφέρονται στο 38,8% των προϊόντων σώματος, στο 81,3% των προϊόντων ευαίσθητης περιοχής, στο 50,0% των βρεφικών και στο 14,3% των παιδικών προϊόντων. Μόνο στο 14,3% των παιδικών προϊόντων υπάρχει στην συσκευασία προειδοποίηση για πιθανή βλάβη από υπερβολική χρήση ή κατανάλωση του προϊόντος. Συμπεράσματα. Τα είδη ατομικής και οικογενειακής υγιεινής παίζουν πρωταρχικό ρόλο στην πρόληψη της υγείας. Ωστόσο, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τους κινδύνους από τη χρήση τους. Τα σύγχρονα προϊόντα προσωπικής φροντίδας είναι στην πλειοψηφία τους ασφαλή και προσφέρουν πολλαπλά οφέλη για την ποιότητα ζωής και την υγεία του καταναλωτή. Προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων δηλαδή των καταναλωτών, των ρυθμιστικών φορέων και των παραγωγών, υπάρχει επείγουσα ανάγκη για μια διεθνή εναρμόνιση αλλά και για την σύσταση ενός κεντρικού φορέα που θα ασχολείται με τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας των προϊόντων αυτών καθώς και των συστατικών τους. 703 165 156 Τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος στα βιβλία της γλώσσας του δημοτικού σχολείου The present thesis aims to study the elements of the natural environment that appear in the books of the Greek Language in the six grades of elementary school. The research methodology adopted is qualitative content analysis. After the formulation of the inquiring questions and the constitution of the categories, the next step was the data processing. The result analysis showed that, most elements of the natural environment are gathered in the two lower grades, accompanied by rich visual material, unlike the higher grades, where the number of elements is considerably decreased. Furthermore, it occurs that there are not enough opportunities for an interdisciplinary approach of subjects related to the environment, mainly in the higher grades, neither for implementation of the multidisciplinary model, which is recently proposed in the Greek educational system, as they contribute to the holistic approach of knowledge. The findings of this research are valuable in the light of the absence of similar research in the new school textbooks of the Greek Language. Η παρούσα εργασία αποσκοπεί να μελετήσει τα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος που προβάλλονται στα βιβλία της Γλώσσας των έξι τάξεων του δημοτικού σχολείου. Η έρευνα ακολούθησε τη μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Αφού διατυπώθηκαν τα ερευνητικά ερωτήματα και συγκροτήθηκαν οι κατηγορίες, έγινε η επεξεργασία των δεδομένων. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι, τα περισσότερα στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος συγκεντρώνονται στις δύο μικρότερες τάξεις, συνοδευόμενα μάλιστα από πλούσιο οπτικό υλικό, σε αντίθεση με τις μεγαλύτερες τάξεις, όπου ο αριθμός των στοιχείων μειώνεται σημαντικά. Ακόμη, προκύπτει ότι δεν δίνονται αρκετές ευκαιρίες για διαθεματική προσέγγιση θεμάτων σχετικών με το περιβάλλον, κυρίως στις μεγαλύτερες τάξεις, αλλά ούτε και για την εφαρμογή του πολυεπιστημονικού μοντέλου, που προτείνονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια στην ελληνική εκπαίδευση, καθώς συμβάλλουν στην ολιστική προσέγγιση της γνώσης. Η σημαντικότητα της έρευνας προκύπτει από την έλλειψη παρόμοιων ερευνών στα νέα σχολικά εγχειρίδια της Γλώσσας 704 338 292 Formal analytical programmes for the lesson of history from the period of political change till the period of reform 1996-1997 Τα επίσημα αναλυτικά προγράμματα του μαθήματος της ιστορίας για το λύκειο από τη μεταπολίτευση και μέχρι τη μεταρρύθμιση του 1996-1997 The subject of this particular thesis is the examination of the analytical programs of the history course for the general High schools with the beginning of the Change of regime until the reform, known as Reform of Arsenis (1996-7). Given the fact that the a.p constitute main official educational texts, the most suitable method of studying was considered the explanatory and this was adopted. The first chapter includes a short review of the history of the scientific field of studying the a.p and it presents the basic introductive significances and categories that will be used afterwards in the analysis and evaluation of the a.p. The second chapter presents the historical frame in the field of education, in which the a.p are drawn up and published. The third chapter includes the theoretical background of the method of studying and analyzing the a.p and it mentions the reasons that led to the particular way of approaching the texts. The fourth chapter includes the OFFICIAL JOURNAL OF THE HELLENIC REPUBLIC and their parallel analysis. The fifth chapter is dedicated in the speech that is articulated at the period of examination, mainly through the educational and pedagogical magazines, but also in the political speech, which is articulated mainly via the newspapers. In the sixth chapter are presented concisely the proceeding of more important meetings of institutions (and their special committees) of the Ministry of Education which had the responsibility of the syntax of the a.p for the period that is examined, so as the environment to become more comprehensible (ideological, scientific, political), in which the individuals who were involved in the decision-making for the a.p take decisions but also the specific conjunctures do the same. Finally, are presented the conclusions that result from the analysis of the texts of the OFFICIAL JOURNAL OF THE HELLENIC REPUBLIC per category of analysis and per question, as these had been defined in the third chapter Το θέμα της συγκεκριμένης διατριβής είναι η εξέταση των αναλυτικών προγραμμάτων του ιστορικού μαθήματος για τα γενικά Λύκεια με την έναρξη της Μεταπολίτευσης και έως την ανάληψη του υπουργείου ΥΠΕΠΘ από τον Γ. Αρσένη (1996-7). Με δεδομένη τη θέση πως τα α.π. αποτελούν πρώτιστα επίσημα εκπαιδευτικά κείμενα, η πιο κατάλληλη μέθοδος μελέτης θεωρήθηκε η ερμηνευτική και αυτή υιοθετήθηκε. Το πρώτο κεφάλαιο περιλαμβάνει μια σύντομη επισκόπηση της ιστορίας του επιστημονικού πεδίου της μελέτης των α.π. και παρουσιάζει βασικές εισαγωγικές έννοιες και κατηγορίες που θα χρησιμοποιηθούν στη συνέχεια στην ανάλυση και αξιολόγηση των α.π. Το δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζει το ιστορικό πλαίσιο στον χώρο της εκπαίδευσης, μέσα στο οποίο τα α.π. συντάσσονται και δημοσιεύονται. Το τρίτο κεφάλαιο περιλαμβάνει το θεωρητικό υπόβαθρο της μεθόδου μελέτης και ανάλυσης των α.π. και παραθέτει τους λόγους που οδήγησαν στον συγκεκριμένο τρόπο προσέγγισης των κειμένων. Το τέταρτο κεφάλαιο περιλαμβάνει τα ΦΕΚ και την παράλληλη ανάλυσή τους. Το πέμπτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στον λόγο που αρθρώνεται κατά την περίοδο εξέτασης μέσα κυρίως από τα εκπαιδευτικά και παιδαγωγικά περιοδικά αλλά και στον πολιτικό λόγο, ο οποίος αρθρώνεται κυρίως διά των εφημερίδων. Στο έκτο κεφάλαιο παραθέτονται συνοπτικά τα πρακτικά των σημαντικότερων συνεδριάσεων των οργάνων ( και των ειδικών επιτροπών τους) του ΥΠΕΠΘ που είχαν την ευθύνη της σύνταξης των α.π. για την χρονική περίοδο που εξετάζεται, έτσι ώστε να γίνει πιο κατανοητό το περιβάλλον (ιδεολογικό, επιστημονικό, πολιτικό), μέσα στο οποίο τα άτομα που εμπλέκονταν στη λήψη αποφάσεων για τα α.π. λαμβάνουν αποφάσεις αλλά και οι εκάστοτε συγκυρίες. Τέλος, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την ανάλυση των κειμένων των ΦΕΚ ανά κατηγορία ανάλυσης και ανά ερώτημα, όπως αυτά είχαν ορισθεί στο τρίτο κεφάλαιο 705 279 299 Λειτουργική μελέτη των κλωνοτυπικών ανοσοσφαιρινών σε ασθενείς με χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία και σπληνικό λέμφωμα οριακής ζώνης The analysis of the clonotypic B cell receptor immunoglobulins (BcR IGs) has been crucial to understanding the molecular basis of the mature B-cell malignancies and strongly supports the idea of antigen selection in the development and the evolution of these diseases. However, despite the relevant progress, the nature of the implicated antigens is still elusive. Thus, the definition of the antigens recognized by the BcR IG in these malignancies is vital to elucidate the in vivo stimulation of the leukemic clone.In the present study 2 types of mature B-cell malignancies were studied: Chronic Lymphocytic Leukemia (CLL) and Splenic Marginal Zone Lymphoma (SMZL). The clonotypic BcR IGs from 41 CLL patients and 12 SMZL patients were produced as recombinant IgM or IgG monoclonal antibodies (mAbs) and their antigenic specificity was assessed using ELISA immunoassays and flow cytometry. In particular, binding to a variety of autoantigens that have been shown to be common antigenic targets of natural and pathological autoantibodies (double stranded DNA, actin, myosin, thyroglobulin, β-amyloid protein, carbonic anhydrase, Fab'2 fragment of human immunoglobulin, the TNP hapten and epitopes on the surface of HEK293T cells) was tested. One or more of the above antigens were recognized by many CLL mAbs, particularly by mAbs derived from patients with aggressive disease, as well as by SMZL mAbs. This pattern of antigenic recognition resembles that of natural and pathological autoantibodies. However, the comparison of the mAbs from these 2 malignancies revealed that the SMZL mAbs displayed stronger anti-dsDNA, anti-TNF and anti-Fab'2 activity, as well as greater reactivity against organ-specific and cytoskeletal antigens compared to the CLL mAbs, suggesting differences in the natural history of SMZL and CLL with regard to interactions with autoantigens. Η ανάλυση των κλωνοτυπικών ανοσοσφαιρινών του ΒκΥ έχει συνεισφέρει σημαντικά στην κατανόηση της μοριακής βάσης των κακοηθειών από ώριμα Β λεμφοκύτταρα και στηρίζει ισχυρά την ιδέα της αντιγονικής επιλογής στην ανάπτυξη και την εξέλιξη των νόσων αυτών. Ωστόσο, παρά την σχετική πρόοδο, η φύση των αντιγόνων που εμπλέκονται στην επιλογή και τη διέγερση του νεοπλασματικού κλώνου παραμένει ακόμη σε μεγάλο βαθμό ασαφής. Συνεπώς, ο ορισμός της πραγματικής φύσης του(των) αντιγόνου(ων) που αναγνωρίζεται από τους ΒκΥ σε αυτές τις κακοήθειες μπορεί να καταστεί ζωτικής σημασίας για την αποσαφήνιση της in vivo διέγερσης του λευχαιμικού κλώνου. Στην παρούσα μελέτη μελετήθηκαν 2 τύποι κακοηθειών ώριμων Β λεμφοκυττάρων: η Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία (ΧΛΛ) και το Σπληνικό Λέμφωμα Οριακής Ζώνης (ΣΛΟΖ). Οι κλωνοτυπικές ανοσοσφαιρίνες του ΒκΥ από 41 ασθενείς με ΧΛΛ και 12 ασθενείς με ΣΛΟΖ παράχθηκαν ως ανασυνδυασμένα IgM ή IgG μονοκλωνικά αντισώματα (mAbs) και ελέγχθηκαν ως προς την αντιγονική ειδικότητά τους με ανοσοδοκιμασίες ELISA και κυτταρομετρία ροής. Ειδικότερα ελέγχθηκε η αναγνώριση ποικίλων αυτοαντιγόνων που έχει δειχθεί ότι είναι συνηθισμένοι αντιγονικοί στόχοι φυσικών και παθολογικών αυτοαντισωμάτων (δίκλωνο DNA, ακτίνη, μυοσίνη, θυρεοσφαιρίνη, πρωτεΐνη του β-αμυλοειδούς, καρβονική ανυδράση, τμήμα Fab'2 της ανθρώπινης ανοσοσφαιρίνης, απτένιο ΤΝΡ και επίτοποι στην επιφάνεια HEK293T κυττάρων). Ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω αντιγόνα αναγνωρίστηκαν από πολλά ΧΛΛ mAbs, ιδιαίτερα από mAbs που προέρχονται από ασθενείς με επιθετική κλινική πορεία αλλά και από ΣΛΟΖ mAbs. Αυτό το πρότυπο αντιγονικής αναγνώρισης προσομοιάζει αυτό των φυσικών και παθολογικών αυτοαντισωμάτων. Ωστόσο, η σύγκριση των mAbs 2 κακοηθειών αποκάλυψε ότι τα ΣΛΟΖ mAbs εμφάνισαν ισχυρότερη αντι-dsDNA, αντι-ΤΝΡ και αντι-Fab^ δράση, καθώς και μεγαλύτερη αντιδραστικότητα έναντι οργανοειδικών και αντιγόνων συγκριτικά με τα ΧΛΛ mAbs υποδηλώνοντας διαφορές στη φυσική ιστορία του ΣΛΟΖ και της ΧΛΛ όσον αφορά την έκθεση σε αυτόαντιγόνο(α). 706 378 346 This paper attempted to answer the question of the effect of the environmental policy in Greece nowadays, as a distillation of the last forty years. It concepts issues such as environment, politics, behavior, ideological belief, education. That is why the researcher is wondering how all the above complement each other and at the end shape the character of citizens. It wonders "why" society denies to see the datas and trying to figure witch policy at time zero cares about the environment the most. This study embraced my thoughts, my concerns, my knowledge and my experiences. It came as a crown of all that I have been experienced. As a result, it is based on an experience research. Therefore, I chose to broaden my knowledge by talking to scientists and politicians who are directly related with either environment or politics through a questionnaire that remained stable but focused on the diversity of each interviewee. After a great communicative struggle I managed to converse with: Georgalis Maria Philologist, Kariopoglou Antypas President of "DRASI", Kousoulis Lefteris Political Scientist, Dr. Maloupa Eleni Director of the Institute of Genetic Improvement and Plant Genetic Resources, Maniatis Giannis Minister of Environment "PA.SO.K.", Skrekas Kostas Energy and Environment Deputy of New Democracy, Spyratos Makis President of the "Fileleytheri Simahia" (Liberal Alliance), Dr. Tsitsonis Alkiviadis Forester, Fammelos Socrates Deputy Minister of the Environment SY.RIZA. The outcome of my research led me to a further study in documents suggested by the interviewees such as "The State and the Neo-Greeks" by Papanoutsos Evangelos, "The Technical System" by Ellyl Zack, "The Destination of Man" by Fichte Johan. I also took into account directives and regulations from the EU, actions of Local Authorities (first and second degree), ecological approaches of non governmental organizations and visas (surveys and experiments) of the Nudge unit. Finally, the Behavioral identification of the interviewee's actions, as a result from the transcription of their audiovisual recording, gives at this work the differentiation as it attempts to embody non-verbal communication. The results are conclusions that are complex, multidimensional and complementary between the subjects of the research. It was very odd to see how common the opinion of so uncommon individuals with so different pathway can be. They express themselves with the same form but from completely different bulwarks. Η εργασία αυτή επιχείρησε να απαντήσει στο πώς και στο ποια είναι η επίδραση της ασκούμενης περιβαλλοντικής πολιτικής στην Ελληνική κοινωνία σήμερα, ως ένα απόσταγμα των τελευταίων σαράντα χρόνων. Διαπιστώνει, πώς έννοιες όπως, περιβάλλον, πολιτική, συμπεριφορά, ιδεολογικά πιστεύω, παιδεία, καταγωγή αλληλοσυμπληρώνονται και σμιλεύουν τον χαρακτήρα του ατόμου και κατ’ επέκταση της κοινωνίας. Διερωτάται πρωτόλεια «γιατί;» Σταχυολογεί τα δεδομένα και επιδιώκει να απαντήσει αμερόληπτα στο ποια πολιτική, στα πλαίσια του δίπολου που διαμορφώνεται, μεριμνά με ζέση για το περιβάλλον; Αυτή η μελέτη κυοφόρησε τις σκέψεις, τους προβληματισμούς, τις γνώσεις και τις εμπειρίες μου. Ήρθε ως επιστέγασμα, όλων όσων έχω διδαχθεί και ζήσει. Για αυτό και εδράζεται στην εμπειρική έρευνα. Επέλεξα, λοιπόν, να διευρύνω τις γνώσεις μου συνομιλώντας με ανθρώπους που είτε έχουν άμεση σχέση με το περιβάλλον, είτε με την πολιτική. Χρησιμοποίησα σε αυτές τις συζητήσεις ένα ερωτηματολόγιο, που το πλαίσιό του έμενε σταθερό, αλλά εστίαζε στην διαφορετικότητα του εκάστοτε συνεντευξιαζόμενου. Μετά από ένα μεγάλο επικοινωνιακό αγώνα κατάφερα να συνομιλήσω με τους: Μαρία Γεωργαλή, Φιλόλογο, Αντύπα Καρίπογλου, Πρόεδρο της «Δράσης», Λευτέρη Κουσούλη, Πολιτικό Επιστήμονα, Δρα. Ελένη Μαλούπα, Διευθύντρια του Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, Γιάννη Μανιάτη Υπουργό Περιβάλλοντος ΠΑ.ΣΟ.Κ., Κώστα Σκρέκα, Τομεάρχη Ενέργειας και Περιβάλλοντος της Νέας Δημοκρατίας, Μάκη Σπυράτο, Πρόεδρο της Φιλελεύθερης Συμμαχίας, Δρα Αλκιβιάδη Τσιτσώνη, Δασολόγο, Σωκράτη Φάμμελο, Αναπληρωτή Υπουργό Περιβάλλοντος ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Απόρροια των συνομιλιών ήταν να υπάρξει περαιτέρω μελέτη σε συγγράμματα που καθυπέδειξαν οι συνεντευξιαζόμενοι, όπως το «Κράτος και Νεοέλληνες» του Ευάγγελου Παπανούτσου, «Το Τεχνικό Σύστημα» του Ελλύλ Ζάκ, «Ο Προορισμός του Ανθρώπου» του Φίχτε Γιόχαν, καθώς, επίσης, ντιρεκτίβες και κανονισμοί της Ε.Ε., δράσεις Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (πρώτου και δευτέρου βαθμού), οικολογικές προσεγγίσεις μη Κυβερνητικών Οργανισμών, αλλά και θεωρήσεις (έρευνες και πειράματα) του συστήματος παρακίνησης (Nudge Unit). Τέλος, ο συμπεριφορικός προσδιορισμός των ενεργειών των συνεντευξιαζόμενων, που προέκυψε κατά την απομαγνητοφώνηση της καταγραφής τους από οπτικοακουστικά μέσα, δίνει στο πόνημα αυτό τη διαφοροποίηση, καθώς επιχειρεί να εγκολπώσει και μη λεκτική επικοινωνία. Το αποτέλεσμα είναι να εξάγονται συμπεράσματα πολυσύνθετα, πολυδιάστατα και αλληλοσυμπληρούμενα μεταξύ των υποκείμενων της έρευνας, σε σημείο, όπου άτομα που δεν έχουν καμία κοινή πορεία, εκφράζουν ακριβώς το ίδιο από τελείως διαφορετικά μετερίζια. 707 275 327 Επίδραση μη-θρεπτικών γλυκαντικών στην κινητική ανάπτυξης μικροοργανισμών Artificial or Non-Nutritive Sweeteners (NNS) are getting more attractive among consumers with a preference for sweet foods and soft drinks. Such products are also consumed by those with dietary preferences or metabolic disorders as a substitute to sugar. However, there are scientific reports claiming that the overuse of artificial sweeteners have a major impact on bacterial growth thus altering the gut microbiota and contributes to metabolic dysfunction. In our study, four commercially available products containing sodium cyclamate, sucralose, erythritol and steviol glycosides or mixtures of the above, were tested for their effects in growth kinetics of two microbial strains of Escherichia coli (E. coli 11 & E. coli 24) and two Staphylococcus aureus strains (S. aureus 15 & S. aureus 20) of clinical origin. Bacteria were incubated in densities of 0,5 McFarland Units in 96 well micro-plates with Mueller-Hinton broth and with the presence of increasing concentrations (0.06 – 3.66 mg/mL) of the above commercially available NNS. During incubation the absorbance at 620nm of each well was recorded every 10 minutes and for up to 8 hours. The growth inhibition percentage and the IC50 were then calculated for all experiments and repetitions. Based on our results, a 8.4% (±4.2%) to 59.3% (±1.8%) of growth inhibition was recorded among the various bacterial strains depending on the concentration of NNS, followed by an increase up to 50% of the Laq phase in comparison to the controls. Products with mixtures of sucralose, erythritole and steviol glycosides presented an average IC50 when compared to sucralose which exhibited the highest IC50 values and sodium cyclamate the lowest. These observations are indications of a negative impact of NNS on microbial growth Τα τελευταία χρόνια τα τεχνητά ή μη θρεπτικά γλυκαντικά (ΜΘΓ) γίνονται ολοένα και πιο ελκυστικά μεταξύ των καταναλωτών που εκφράζουν μια προτίμηση στα αναψυκτικά ή σε ολιγοθερμιδικές δίαιτες. Τέτοια προϊόντα επίσης καταναλώνονται σε μεγάλο βαθμό από άτομα με άλλες διατροφικές προτιμήσεις ή μεταβολικές διαταραχές ως υποκατάστατο της ζάχαρης. Ωστόσο, υπάρχουν επιστημονικές έρευνες που υποστηρίζουν ότι η υπερβολική χρήση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη βακτηριδίων, τροποποιώντας έτσι τον μικροβιακό πληθυσμό του εντέρου και συμβάλλουν στη μεταβολική δυσλειτουργία. Στη μελέτη μας, χρησιμοποιήθηκαν τέσσερα εμπορικά διαθέσιμα προϊόντα που περιέχουν κυκλαμικό νάτριο, σουκραλόζη, ερυθριτόλη και γλυκοζίτες στεβιόλης ή μίγματα των ανωτέρω και τα οποία εξετάστηκαν για τις επιδράσεις τους στην κινητική ανάπτυξης δύο μικροβιακών στελεχών Escherichia coli (Ε. coli #11 & Ε. coli #24) και δύο στελεχών Staphylococcus aureus (S. aureus #15 & S. aureus #20) κλινικής προέλευσης. Τα βακτήρια επωάσθηκαν σε πυκνότητες 0,5 μονάδων McFarland σε μικροπλάκες των 96 κελιών με ζωμό Mueller-Hinton και με την παρουσία αυξανόμενων συγκεντρώσεων (0,06-3,66 mg/mL) των παραπάνω εμπορικά διαθέσιμων ΜΘΓ. Κατά τη διάρκεια της επώασης καταγράφηκε η απορρόφηση στα 620 nm από κάθε κελί κάθε 10 λεπτά και για μέχρι 8 ώρες λαμβάνοντας έτσι μια πλήρη καμπύλη ανάπτυξης ενώ ταυτόχρονα υπολογίστηκε και η ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (MIC). Το ποσοστό αναστολής της ανάπτυξης καθώς και η ανασταλτική συγκέντρωση που προκαλεί κατά 50% αναστολή σε σχέση με τον μάρτυρα (IC50) υπολογίστηκαν για όλα τα πειράματα και τις επαναλήψεις. Με βάση τα αποτελέσματά μας, η αναστολή της ανάπτυξης ήταν 8,4% (± 4,2%) έως 59,3% (± 1,8%) που καταγράφηκε μεταξύ των διαφόρων βακτηριακών στελεχών ανάλογα με τη συγκέντρωση του ΜΘΓ, ακολουθούμενη από αύξηση έως και 50% της φάσης προσαρμογής (Laq phase) σε σύγκριση με τους ελέγχους. Τα προϊόντα με μείγματα σουκραλόζης, ερυθριτόλης και γλυκοζιτών στεβιόλης παρουσίασαν μέσο IC50 σε σύγκριση με τη σουκραλόζη που εμφάνισε τις υψηλότερες τιμές IC50 και το κυκλαμικό νάτριο το χαμηλότερο. Αυτές οι παρατηρήσεις είναι ενδείξεις αρνητικών επιπτώσεων των ΜΘΓ στην ανάπτυξη των μικροοργανισμών 708 318 351 Acculturation and school in the first and a half generation immigrants: a contribution by discourse analysis to the theory of acculturation Επιπολιτισμός και σχολείο στους μετανάστες μιάμιση γενιάς: Μια συμβολή της ανάλυσης λόγου στην θεωρία περί επιπολιτισμού Over the past two decades, the Greek society has faced an waves of economic migrants, which have altered it’s demographic composition to a multilingual, multiethnic and multicultural society. Changes which take place in the social field, bring about changes in the educational field as well. Due to the influx of economic migrants from neighboring countries, the composition of the student population is characterized by linguistic and cultural diversity. This is the reason why traditional education should change into an intercultural one, which aims to develop intercultural communication between students of different cultures. Under these conditions, the phenomenon of acculturation is observed. This social phenomenon denotes the cultural adaptation of migrants and native population in the new multicultural society and also reflects the results of communication and contact between different cultures. This project focuses on the phenomenon of acculturation, which is examined from the immigrants’ perspective as a result of their attendance to the greek educational system. The aim of the survey is to highlight the way in which immigrants construct the meaning of their adaptation to the host society and to what extent this may signal the abandonment of their cultures and the denial of their national identity. The research aims to explore and identify acculturation strategies adopted by immigrants in Greece in order to cope with pressure and intercultural contact , and the impact of this choice on their adaptation to the host society. The methodological tool that we used was the semistructured interview and the sample consisted of adult immigrants who were not born in Greece but they grew up in Greece and were educated by the greek educational system. We used discourse analysis, in order analyze the data. The discourse analysis emphasizes the way that people "construct" their social world and their cultural environment Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η ελληνική κοινωνία ήρθε αντιμέτωπη με ένα κύμα οικονομικών μεταναστών, που μετέβαλλε την πληθυσμιακή της σύνθεση σε μια κοινωνία πολυγλωσσική, πολυεθνική και πολυπολιτισμική.Οι αλλαγές που παρατηρούνται σε κοινωνικό επίπεδο επιφέρουν με την σειρά τους αλλαγές και στον εκπαιδευτικό χώρο. Λόγω της εισροής οικονομικών μεταναστών κυρίως από γειτονικές χώρες, η σύνθεση του μαθητικού δυναμικού χαρακτηρίζεται από γλωσσική και πολιτισμική πολυμορφία. Στα πλαίσια αυτής της πολυπολιτισμότητας, προβάλλεται η επιτακτική ανάγκη μετατροπής της παραδοσιακής εκπαίδευσης σε διαπολιτισμικής, η οποία θα στοχεύει στην ανάπτυξη διαπολιτισμικής επικοινωνίας, μεταξύ μαθητών πολιτισμικά διαφορετικών. Στα πλαίσια αυτών των συνθηκών παρατηρείται το φαινόμενο του επιπολιτισμού, που ουσιαστικά διερευνά την πολιτισμική προσαρμογή των μεταναστών αλλά και του γηγενούς πληθυσμού στο νέο πολυπολιτισμικό πλαίσιο, αντανακλώντας παράλληλα το αποτέλεσμα της επικοινωνίας και επαφής μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών. Η παρούσα διπλωματική εργασία, επικεντρώνεται στο φαινόμενο του επιπολιτισμού, το οποίο επιδιώκεται να προσεγγιστεί από την οπτική των ίδιων των παιδιών μεταναστών, όπως πιθανόν το βίωσαν κατά την φοίτηση τους στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στόχος της έρευνας, είναι να αναδειχθεί ο τρόπος με τον οποίον οι μετανάστες νοηματοδοτούν την προσαρμογή τους στην υπάρχουσα κοινωνία και σε ποιο βαθμό κάτι τέτοιο μπορεί να σηματοδοτεί την εγκατάλειψη των πολιτισμικών τους στοιχείων και την άρνηση της εθνικής τους ταυτότητας. Η έρευνα στοχεύει στο να διερευνηθούν και να εντοπιστούν οι στρατηγικές επιπολιτισμού που υιοθετούν οι μετανάστες στην Ελλάδα, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις πιέσεις και τις προσκλήσεις της διαπολιτισμικής επαφής, καθώς και τις επιπτώσεις που έχει η επιλογή αυτή στην προσαρμογή τους στην κοινωνία υποδοχής. Το μεθοδολογικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε είναι η ημιδομημένη συνέντευξη και τα ερευνώμενα αντικείμενα, αποτελούν ενήλικες μετανάστες που δεν έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα ωστόσο έχουν μεγαλώσει και έχουν εκπαιδευτεί στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της ανάλυσης λόγου. Η ανάλυση λόγου δίνει έμφαση στον τρόπο που τα άτομα «κατασκευάζουν» τον κοινωνικό τους κόσμο και το πολιτισμικό τους περιβάλλον (Edwards, 1997. Edwards & Potter, 1992. Potter & Wetherell, 1987. Potter, 1996), και το τι προσπαθούν να επιτύχουν με τις κατασκευές αυτές σε μικροκοινωνικό επίπεδο 709 285 305 Εκλεκτικότητα προφυτρωτικών ζιζανιοκτόνων στην καλλιέργεια του ρεβιθιού (Cicer Arietinum) Field experiments were conducted to study the selectivity of benfluralin applied at 117 and 135 g a.i./stremma (preplant incorporated), s-metolachlor applied at 96 and 192 g a.i./stremma (in preemergence application) and a dual mixture of s-metolachlor + prosulfocarb applied at 38,4 + 200 and 57,6 + 200 g a.i./stremma (in preemergence application), compared with a non-treated (weedy) control and a non-treated control without weeds (weed-free control) on two chickpea varieties (Amorgos and Andros). The experiments were conducted at the farm of Democritus University of Thrace in Orestiada in 2014. Selectivity of herbicide treatments was evaluated visually by recording symptoms of phytotoxicity throughout the biological cycle of the plants. Also, plant samples were taken from each plot at all stages of plant development and fresh weight, dry weight, plant height, number of nodules, number of pods at harvest, and grain yield were determined. No phytotoxicity symptoms were observed on seedlings of the two chickpea varieties. Herbicide treatments gave fresh and dry weight of plants similar to or greater than that of the non-treated control at bloom. Plant height in herbicide-treated plots was similar to the weed-free control at all stages of the experiment. Herbicide treatments gave grain yields higher than the non-treated control and similar to that of the weed-free control. The average grain yield was 206 kg/stremma for Amorgos and 238 kg/stremma for Andros. From the weeds that appeared in the experimental field, no herbicide controlled common cocklebur (Xanthium strumarium) and perennial thistle (Cirsium arvense). By contrast, all herbicides controlled purslane (Portulaca oleraceae) and barnyardgrass (Echinochloa crus-galli). Data of this study refer to one year experimentation and therefore additional experiments in the same region or in different regions is required to confirm the above results Σε πειράματα αγρού μελετήθηκε η εκλεκτικότητα των ζιζανιοκτόνων benfluralin (117 και 135 g δ.ο./στρ) σε προσπαρτική εφαρμογή και μηχανική ενσωμάτωση, του s-metolachlor (96 και 192 g δ.ο./στρ) σε προφυτρωτική εφαρμογή και του μίγματος s-metolachlor + prosulfocarb (38,4 + 200 και 57,6 + 200 g δ.ο./στρ) σε προφυτρωτική εφαρμογή, συγκριτικά με αψέκαστο (ασκάλιστο) μάρτυρα με ζιζάνια και αψέκαστο μάρτυρα χωρίς ζιζάνια (σκαλισμένος μάρτυρας) σε δυο ποικιλίες ρεβιθιού (Αμοργός και Άνδρος). Τα πειράματα έγιναν στο αγρόκτημα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης στην Ορεστιάδα το 2014. Η εκλεκτικότητα των ζιζανιοκτόνων αξιολογήθηκε οπτικά με καταγραφή των συμπτωμάτων φυτοτοξικότητας στα φυτά σε όλη τη διάρκεια του βιολογικού κύκλου των φυτών. Επίσης, ελήφθησαν δείγματα φυτών από κάθε πειραματικό τεμάχιο σε όλα τα στάδια ανάπτυξης του φυτού και προσδιορίστηκαν το νωπό και το ξηρό βάρος των φυτών, το ύψος, ο αριθμός των φυματίων, ο αριθμός των λοβών σε πλήρη λοβό και η απόδοση σε σπόρο στη συγκομιδή. Δεν παρατηρήθηκε κανένα σύμπτωμα φυτοτοξικότητας στα νεαρά σπορόφυτα των δύο ποικιλιών ρεβιθιού. Οι επεμβάσεις των ζιζανιοκτόνων έδωσαν νωπό και ξηρό βάρος φυτών παρόμοιο ή μεγαλύτερο με αυτό του αψέκαστου μάρτυρα στην άνθιση. Το ύψος των φυτών ήταν παρόμοιο με τον σκαλισμένο μάρτυρα σε όλα τα στάδια του πειράματος. Οι επεμβάσεις των ζιζανιοκτόνων έδωσαν αποδόσεις σε σπόρο μεγαλύτερες από τον αψέκαστο μάρτυρα και παρόμοιες με εκείνες του σκαλισμένου μάρτυρα (χωρίς ζιζάνια). Ο μέσος όρος για την ποικιλία Αμοργό είναι 206 kg/στρ. ενώ για την ποικιλία Άνδρο 238 kg/στρ. Από τα ζιζάνια που εμφανίστηκαν στον πειραματικό αγρό, κανένα ζιζανιοκτόνο δεν αντιμετώπισε την αγριομελιτζάνα (Xanthium strumarium) και το κίρσιο (Cirsium arvense). Αντίθετα, όλα τα ζιζανιοκτόνα αντιμετώπισαν την αντράκλα (Portulaca oleraceae) και τη μουχρίτσα (Echinochloa crus-galli). Τα αποτελέσματα αφορούν πειραματισμό ενός μόνο έτους και επομένως πρόσθετος πειραματισμός στην ίδια περιοχή ή σε διαφορετικές περιοχές απαιτείται για επιβεβαίωση και τεκμηρίωση των αποτελεσμάτων. 710 642 688 The postpartum period refers to the critical period of 6 to 8 weeks after childbirth. At this time, several biological and anatomical, hormonal and psychological changes take place. All of these are meant to return the body to the previous "non-pregnant" condition. It is a critical phase for the life of mother and baby and has been described as the ''fourth stage of birth''. Lochia is the normal vaginal discharge appearing during this period. It is a combination of mucous, blood and other necrotic tissue from the uterus.The uterus reaches the height of the mother's umbilicus immediately after delivery. Its regurgitation is achieved by contractions caused by the secretion of the oxytocin hormone triggered by breastfeeding. The cervix also begins to close while any swellings and varices disappear soon. The rough texture of the cervix recovers in a few days. The vagina also returns to its normal size under the influence of estrogen as the ovarian function is progressively restored. Also, endocrine changes observed during pregnancy will come to an end, as the placenta, which is responsible for the production of gestational hormones as well as the molecules of mediators, will retreat with the end of the pregnancy. The main hormones where the major fluctuations are abserved are the human chorionic gonadotropin (HCG), progesterone, estrogen, luteinizing hormone (LH), follicle stimulating hormone (FSH) and prolactin. However, the postpartum period is also associated with a set of pathological conditions. Behavioral disorders are common, with the disturbances of this period been manifested in a variety of ways, with a wide range of symptoms, ranging from mild to severe postpartum depression and psychosis. After the pregnancy, the woman is particularly susceptible to inflammatory conditions and infections such as mastitis, lamivudes, where serum retention is observed in the uterus and transfusions thereof. Endometriosis is the most common cause of infection and occurs on the second or third day or, more rarely, in very severe conditions from the first 24 hours. If endometritis extends through the lymphatic pathway into the loose connective tissue, it causes parametritis which is usually unilateral but can also be manifested bilaterally. An increase of inflammation to the fallopian tubes and the ovary is associated with adnexitis. More dangerous situations are peritonitis, which is a severe inflammation of the pelvic peritoneum caused by the extension of the endometrial infection through the lymph nodes and more rarely through the fallopian tubes, as well as toxic and septic shock. Bleeding is one of the most important causes of maternal morbidity and mortality every year. It happens postpartum, with more than 500 mL of blood loss, and is one of the most common complications dyring this period. They are distinguished in immediate, early or primary and late or secondary.Organically, the postpartum period, especially the first year, is quite critical with regard to the occurrence, seizure or relapse of autoimmune diseases. Thus, a large proportion of normal women, after the first year of childbirth, will display thyroiditis, which is characterized by lymphocytic infiltration of the gland. Urinary system problems include urinary retention, urinary tract infections, cystitis, urinary incontinence and pyelonephritis. From the cardiovascular and circulatory system complications that may occur during this period are mentioned thrombophlebitis as well as other thromboembolic diseases such as excessive venous thrombosis, deep venous thrombosis and pelvic thrombophlebitis. Still pulmonary embolism with a frequency of about 1 / 1,000 birth may be the first manifestation of a latent or asymptomatic thrombophlebitis. Hypertensive pregnancy disorders, especially preeclampsia, are major causes of perinatal and maternal morbidity and mortality, while hellp syndrome is one of the most important expressions of hypertension during the period of maternity and for many scientists it should be a disease itself. Nowadays many of these complications are rare. Prevention of these conditions, early symptom recognition and diagnosis as well as direct treatment contribute to a smooth outcome of the postpartum period. Λοχεία είναι η κρίσιμη περίοδος των 6 με 8 εβδομάδων που ακολουθεί μετά από τη γέννηση του πλακούντα. Στη χρονική αυτή περίοδο συμβαίνουν τόσο βιολογικές, όσο και ανατομικές, ορμονικές και ψυχολογικές αλλαγές. Όλες αυτές έχουν ως σκοπό να επιστρέψει το σώμα στην κατάσταση που ήταν πριν από την εγκυμοσύνη. Κύριο χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι τα λόχια, υγρά που εκκρίνονται από τον κόλπο και είναι αιματηρές εκκρίσεις που αποτελούνται από υπολείμματα αμνιακού, φθαρτού καθώς και από νεκρά ερυθροκύτταρα και λευκοκύτταρα. Η μήτρα αμέσως μετά τον τοκετό φτάνει στο ύψος του ομφαλού της μητέρας. Η παλινδρόμηση της επιτυγχάνεται με συσπάσεις τις οποίες προκαλεί και η έκκριση της ορμόνης ωκυτοκίνης που εκκρίνεται με το θηλασμό. Ο τράχηλος παράλληλα, αρχίζει να κλείνει ενώ τυχόν οιδήματα και κιρσοί εξαφανίζονται σύντομα. Η σκληρή υφή του τραχήλου επανακτάται σε λίγες ημέρες αλλά το τραχηλικό στόμιο φυσιολογικά, σχεδόν ποτέ δεν επανέρχεται στην προ του τοκετού κατάσταση. Ο κόλπος επανέρχεται και αυτός στο φυσιολογικό του μέγεθος κάτω από την επίδραση των οιστρογόνων καθώς προοδευτικά αποκαθίσταται η ωοθηκική λειτουργία. Ακόμα ενδοκρινικές αλλαγές που παρατηρούνται κατά την περίοδο της κύησης, θα υποχωρήσουν με το τέλος αυτής, μιας και ο πλακούντας, ο οποίος είναι και υπεύθυνος για την παραγωγή των ορμονών της κύησης, όσο και των μορίων μεσολαβητών θα υποχωρήσει με το τέλος αυτής. Οι κύριες ορμόνες στις οποίες παρατηρούνται οι μεγαλύτερες διακυμάνσεις είναι η ανθρώπινη χοριακή γοναδοτροπίνη (HCG), η προγεστερόνη, τα οιστρογόνα, η ωχρινοτρόπος ορμόνη (LH), η θυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) και η προλακτίνη. Ωστόσο η περίοδος της λοχείας συνδέεται και με ένα σύνολο παθολογικών καταστάσεων στο σώμα, στον οργανισμό καθώς και στην ψυχοσύνθεση της λεχώνας.Οι διαταραχές συμπεριφοράς κατά τα λοχεία αποτελούν συχνό φαινόμενο, με τις διαταραχές της περιόδου αυτής να εκδηλώνονται ποικιλοτρόπως, έχοντας ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, τα οποία μπορεί να κυμαίνονται από ήπια, μέχρι σοβαρή επιλόχεια κατάθλιψη και ψύχωση. Το χρονικό διάστημα μετά την εγκυμοσύνη η γυναίκα είναι ιδιαίτερα επιρρεπής σε φλεγμονώδεις καταστάσεις και λοιμώξεις όπως, μαστίτιδα, λοχειόμητρα όπου παρατηρείται κατακράτηση λοχίων στη μήτρα και επιμόλυνση αυτών. Η ενδομητρίτιδα είναι η συνηθέστερη αιτία επιλόχειας λοίμωξης και εμφανίζεται την δεύτερη ή τρίτη ημέρα της λοχείας ή σπανιότερα σε πολύ βαριές καταστάσεις από το πρώτο 24ωρο. Εάν η ενδομητρίτιδα επεκταθεί μέσω της λεμφαγγειακής οδού στον χαλαρό συνδετικό ιστό του παραμήτριου προκαλεί παραμητρίτιδα η οποία είναι συνήθως ετερόπλευρη αλλά μπορεί να εκδηλωθεί και αμφοτερόπλευρα. Άνοδος της φλεγμονής προς τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες συνδέεται με εξαρτηματίτιδα. Πιο επικίνδυνες καταστάσεις είναι η περιτονίτιδα που αποτελεί σοβαρή φλεγμονή του πυελικού περιτοναίου λόγω επέκτασης της ενδομήτριας λοίμωξης μέσω των λεμφαγγείων και πιο σπάνια μέσω των σαλπίγγων, το τοξικό και σηπτικό σοκ. Η αιμορραγία της λοχείας είναι μία από τις σημαντικότερες αιτίες μητρικής νοσηρότητας και θνησιμότητας κάθε χρόνο. Παρατηρείται μετά τον τοκετό, με απώλεια περισσότερων από 500 mL αίματος και είναι από τις συχνότερες επιπλοκές που εμφανίζονται στη λοχεία, με ποσοστό 5-8% των τοκετών στις αναπτυσσόμενες χώρες. Διακρίνονται σε άμεσες, πρώιμες ή πρωτοπαθείς και -όψιμες ή δευτεροπαθείς. Οργανικά η περίοδος μετά τον τοκετό, ειδικά ο πρώτος χρόνος, είναι αρκετά κρίσιμος αναφορικά με την εμφάνιση, τον παροξυσμό ή υποτροπή των αυτοάνοσων νοσημάτων. Έτσι λοιπόν , ένα μεγάλο ποσοστό φυσιολογικών γυναικών, μετά τον πρώτο χρόνο από τον τοκετό, εμφανίζει θυρεοειδίτιδα, η οποία χαρακτηρίζεται από λεμφοκυτταρική διήθηση του αδένα. Στα προβλήματα του ουροποιητικού συστήματος περιλαμβάνεται η επίσχεση των ούρων, οι ουρολοιμώξεις, η κυστίτιδα, η ακράτεια των ούρων και η πυελονεφρίτιδα. Από το καρδιαγγειακό και κυκλοφορικό σύστημα επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν κατά τη λοχεία είναι η θρομβοφλεβίτιδα καθώς και άλλες θρομβοεμβολικές νόσοι όπως, η επιπολής φλεβοθρόμβωση, η εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση και η πυελική θρομβοφλεβίτιδα. Ακόμα η πνευμονική εμβολή με συχνότητα περίπου 1/1.000 τοκετού μπορεί να είναι η πρώτη εκδήλωση μιας λανθάνουσας ή ασυμπτωματικής θρομβοφλεβίτιδας. Οι υπερτασικές διαταραχές της εγκυμοσύνης, ιδιαίτερα η προεκλαμψία, αποτελούν μείζονες αιτίες περιγεννητικής και μητρικής νοσηρότητας και θνησιμότητας, ενώ το σύνδρομο HELLP αποτελεί μια από τις σημαντικότερες εκφράσεις της υπέρτασης κατά την περίοδο της λοχείας και για πολλούς επιστήμονες θα έπρεπε να αποτελεί από μόνη της μια νοσολογική οντότητα. Πλέον αρκετές από τις επιπλοκές αυτές είναι σπάνιες. Η πρόληψη των καταστάσεων αυτών, η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και διάγνωση καθώς κ η άμεση αντιμετώπιση συμβάλλουν σε μια ομαλή έκβαση της περιόδου της λοχείας. 711 187 183 Primary teachers’ conceptions of school mathematics curricula and their exploitation within the classroom Αντιλήψεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα αναλυτικά προγράμματα μαθηματικών του δημοτικού σχολείου και την αξιοποίησή τους στην τάξη The curriculum of a school subject matter constitutes one of the most important means of shaping educational reality. It includes all the experiences a student is required to meet under within the school context. The curriculum of an educational system is designed, developed and evaluated in accordance with the needs of society. The present study examines the mathematics curriculum of the elementary school: the content, its development as well as its relationship with the relevant textbook, first from a literature perspective and then through an empirical study using a questionnaire. The latter examines the relationship of the teacher with the mathematics curriculum, how it is used in practice and how s/he evaluates it. The research was conducted in Greece and in Cyprus. The results reveal the dominant understanding of the mathematics curriculum as a tool-guide for the teaching of the subject matter. Furthermore, a moderate awareness of the mathematics curriculum by the teachers was evident, while the main trend with regard to the evaluation of its quality and usability was favorable in most aspects Το Αναλυτικό Πρόγραμμα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, καθώς περιλαμβάνει όλες εκείνες τις εμπειρίες που επιδιώκεται να αποκτήσει ένας μαθητής στο σχολικό περιβάλλον. Το Αναλυτικό πρόγραμμα ενός εκπαιδευτικού συστήματος σχεδιάζεται, αναπτύσσεται και αξιολογείται σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας. Στην παρούσα έρευνα μελετάται το Αναλυτικό Πρόγραμμα των Μαθηματικών (Α.Π.Μ.) του Δημοτικού Σχολείου: το περιεχόμενο, ο τρόπος σύνταξης και η αξιολόγησή του, καθώς επίσης και η σχέση του με το αντίστοιχο σχολικό εγχειρίδιο, αρχικά από βιβλιογραφική σκοπιά και, στη συνέχεια, μέσα από εμπειρική έρευνα με τη χρήση ερωτηματολογίου. Η τελευταία διερευνά τη σχέση του εκπαιδευτικού με το Α.Π.Μ., πώς χρησιμοποιείται στην πράξη και πώς αυτός το αξιολογεί. Η έρευνα διεξήχθη σε Ελλάδα και Κύπρο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι κυρίαρχη είναι η αντίληψη του Α.Π.Μ. ως ενός απαραίτητου εργαλείου-οδηγού για τη διδασκαλία του μαθήματος. Επιπλέον, καταγράφηκε μέτρια ενημερότητα των εκπαιδευτικών για το Α.Π.Μ. ενώ η κύρια τάση στην αξιολόγηση της ποιότητας και της χρηστικότητάς του ήταν θετική για τις περισσότερες πτυχές 712 269 275 Research on the farmers' views concerning the burden of Lake Pamvotis due to farming activities and proposals in order to tackle this problem Διερεύνηση των απόψεων των αγροτών για την επιβάρυνση της Λίμνης Παμβώτιδας από γεωργοκτηνοτροφικές δραστηριότητες και προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος The purpose of this study is to examine attitudes and opinions of farmers and breeders, at the basin of Ioannina, to detect and examine problems that have incurred lake Pamvotis in relation to productivity actions. In particular, was explored the knowledge of producers concerning the environmental issues of the region and the protected region of lake Pamvotis, the appropriate use of pesticides, the nature and kind of their livestock as well as the management of their waste. Lake Pamvotis was chosen as a research area because it is defined as a sensitive ecosystem, part of the European protected areas NATURA 2000 due to significant habitat and rare flora and fauna. For the success of the purpose of the research, a structured questionnaire was used. The selection of the sample was made randomly, from which emerged the need of 185 holdings. Descriptive statistics were used for the data processing, which included the non-parametric Friedman test. The process of questionnaires proved that both farmers and breeders are well informed about the environmental problems of the region and they have the willingness to deprive amenities of their daily lives for the sake of the environment. The strict application of the Code of Good Agricultural Practice, which should be respected by farmers in the production process, but also by breeders on their management of their waste, should be a direct aim. Finally, their information update and environmental awareness should be continued organized through a planned environmental education and communication strategy Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να εξεταστούν οι στάσεις και οι απόψεις των γεωργών και των κτηνοτρόφων, του λεκανοπεδίου Ιωαννίνων, ώστε να εντοπιστούν και να αποσαφηνιστούν τα προβλήματα που επιβαρύνουν τη λίμνη Παμβώτιδα σε σχέση με τις παραγωγικές δραστηριότητες. Πιο συγκεκριμένα, διερευνήθηκαν οι γνώσεις των παραγωγών για τα περιβαλλοντικά θέματα της περιοχής και την προστατευόμενη περιοχή της λίμνης Παμβώτιδας, την ορθή χρήση των γεωργικών φαρμάκων, το είδος των κτηνοτροφικών τους μονάδων καθώς επίσης και τη διαχείριση των αποβλήτων τους. Επιλέχθηκε ως περιοχή έρευνας η λίμνη Παμβώτιδα γιατί αποτελεί ένα ευαίσθητο οικοσύστημα και ανήκει στο ευρωπαϊκό δίκτυο προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000 λόγω των σημαντικών ενδιαιτημάτων της και των σπάνιων ειδών χλωρίδας και πανίδας. Προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της έρευνας χρησιμοποιήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο και για να επιλεχθεί το δείγμα χρησιμοποιήθηκε απλή τυχαία επιλογή, από την οποία προέκυψε ότι είναι αναγκαίες 185 εκμεταλλεύσεις. Για την επεξεργασία των ερωτηματολογίων χρησιμοποιηθήκαν η περιγραφική στατιστική και ο μη παραμετρικός έλεγχος του Friedman. Από την επεξεργασία των ερωτηματολογίων προέκυψε ότι τόσο οι αγρότες όσο και οι κτηνοτρόφοι γνωρίζουν σε μεγάλο βαθμό για τα περιβαλλοντικά προβλήματα της περιοχής και έχουν τη βούληση να στερηθούν ευκολίες της καθημερινότητάς τους προς όφελος του περιβάλλοντος. Η πιστή εφαρμογή του Κώδικα Ορθής Γεωργικής Πρακτικής (Κ.Ο.Γ.Π.) που θα πρέπει να τηρούν οι αγρότες, στη διαδικασία παραγωγής, αλλά και οι κτηνοτρόφοι, στη διαχείριση των αποβλήτων από τις μονάδες τους, θα πρέπει να αποτελέσει άμεσο στόχο. Τέλος, η ενημέρωση και η περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση τους θα πρέπει να συνεχιστεί οργανωμένα μέσα από μια σχεδιασμένη στρατηγική περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και επικοινωνίας 713 142 190 Με ποιο τρόπο προβάλλονται τα περιβαλλοντικά ζητήματα διαχρονικά στον τοπικό ηλεκτρονικό τύπο (ηλεκτρονικές εφημερίδες) του ν. Ευβοίας. The present dissertation is a case study aiming to explore, through a content analytical approach of the local electronic press of Evia, the way in which the environmental issues in this area are presented. More specifically, the objectives are to explore the frequency of appearance of environmental articles, the themes presented and the scope they cover as well as their content. The archives of the websites of two local e-newspapers of the Prefecture of Evia ("Evoia opinion on line" and "The pulse of Evia") were examined diachroiniacally from 2011 to 2017 for the collection of the data. The articles that contained environmental issues were selected and analyzed according to the research questions of the study, applying a quantitative content analysis. Descriptive statistics were employed for processing and presenting the data obtained, while tables and graphs are employed to illustrate the main findings. Η παρούσα επιστημονική εργασία αφορά μελέτη περίπτωσης και σκοπό έχει να διερευνήσει μέσα από μια αναλυτική προσέγγιση του τοπικού ηλεκτρονικού τύπου του Ν. Εύβοιας τον τρόπο με τον οποίο προβάλλονται τα περιβαλλοντικά ζητήματα στην περιοχή αυτή. Τα συγκεκριμένα επιμέρους ερευνητικά ερωτήματα που επιχειρούνται στην μελέτη αυτή να διερευνηθούν είναι η συχνότητα εμφάνισης των περιβαλλοντικών άρθρων, η θεματολογία και το εύρος που καλύπτουν, καθώς, και το περιεχόμενο αυτών. Για τη συλλογή του εμπειρικού υλικού εξετάστηκαν τα αρχεία των ιστοσελίδων δύο τοπικών ηλεκτρονικών εφημερίδων του Ν. Εύβοιας (‘Ευβοϊκή γνώμη on line’ και ‘Ο παλμός της Εύβοιας’ διαχρονικά από το 2011-2017. Στη συνέχεια, έγινε αποδελτίωση των άρθρων με περιβαλλοντικό περιεχόμενο, τα οποία κα μελετήθηκαν ως προς τα ερευνητικά ερωτήματα της παρούσας μελέτης και αναλύθηκαν με τη μέθοδο της ποσοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Για την επεξεργασία, τέλος, και παρουσίαση των στοιχείων που προέκυψαν από την έρευνα εφαρμόστηκε η περιγραφική στατιστική ανάλυση με την χρήση πινάκων και γραφικών παραστάσεων-διαγραμμάτων, τα οποία καταδεικνύουν έναν ικανοποιητικό αριθμό περιβαλλοντικών άρθρων τοπικής κυρίως εμβέλειας και με θέμα κατά κύριο λόγο την διαχείριση αποριμμάτων. 714 152 158 Μελέτη του πιθανού ρόλου της Versican στην παθογένεση της πνευμονικής ίνωσης Pulmonary fibrosis is a chronic lung disease, in which the normal lung is replaced by fibrous tissue, resulting in progressive scarring.The most common form of pulmonary fibrosis is idiopathic pulmonary fibrosis, which, as the term states, it’ s caused by an unknown origin and affects the medial space of the lung (between vesicles and vessels).The disease is neither infectious nor malignant(cancer) and it can not be transmitted from human to human.This work was focused on versican,a gene that codes is a chondroitin sulfate proteoglycan as well as on its role in idiopathic pulmonary fibrosis. Versican has been found to be elevated in other types of fibrosis as well as in various types of cancer. In pulmonary fibrosis the concentration of versican varies. Also in histology experiments there is an increased deposition of versican compare to normal. However, it is necessary to conduct future experiments to clarify the role of the particular protein. Η πνευμονική ίνωση είναι μια χρόνια νόσος του πνεύμονα, κατά την οποία ο φυσιολογικός πνεύμονας αντικαθίσταται με ινώδη ιστό, καταλήγοντας προοδευτικά στην ουλοποίησή του. Η πιο συχνή μορφή πνευμονικής ίνωσης είναι η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση, που όπως δηλώνει και ο όρος είναι άγνωστης αιτιολογίας και προσβάλλει το διάμεσο χώρο του πνεύμονα (μεταξύ κυψελίδων και αγγείων). Η νόσος δεν είναι λοιμώδης, δεν μεταδίδεται δηλαδή από άνθρωπο σε άνθρωπο, ούτε κακοήθης (καρκίνος). Η εργασία αυτή επικεντρώθηκε στη versican, ένα γονίδιο που κωδικοποιεί μια πρωτεογλυκάνη θειικής χονδροΪτίνης καθώς επίσης και στο ρόλο που διαδραματίζει στην ιδιοπαθή πνευμονική ίνωση. H versican έχει βρεθεί αυξημένη σε άλλους τύπους ίνωσης καθώς επίσης και σε διάφορους τύπους καρκίνου. Στην πνευμονική ίνωση η συγκέντρωση της versican μεταβάλλεται. Επίσης σε πειράματα ιστολογίας διακρίνεται αυξημένη εναπόθεση versican σε σχέση με το φυσιολογικό. Ωστόσο είναι απαραίτητο να διενεργηθούν μελλοντικά πειράματα ώστε να αποσαφηνιστεί ο ρόλος της συγκεκριμένης πρωτείνης. 715 148 162 The aim of the present study is to reveal students’ alternative views about the human digestive system and use them for the planning of a teaching intervention. A survey was conducted with 21 fifth graders (12 boys and 9 girls) of a primary school in Alexandroupolis. A questionnaire consisted of 9 closed type questions about the digestive system was distributed before and after the intervention. The teaching intervention lasted for 6 hours during which a student-centred approach was used which included interactive activities and the usage of a human-body model. The students’ main misconceptions, which were relieved before teaching, concerned the inclusion of human organs of different human systems in the digestive system. However, the contrast between the 2 questionnaires, before and after teaching, showed that the student-centred teaching enhanced the level of knowledge of the students about the digestive system and contributed positively to the teaching process. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει τη σημασία και τη συμβολή των εναλλακτικών ιδεών, που έχουν οι μαθητές για το ανθρώπινο πεπτικό σύστημα, στην καλύτερη οργάνωση και εκπόνηση μιας διδακτικής παρέμβασης. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε 21 μαθητές ( 12 αγόρια και 9 κορίτσια) της Ε’ τάξης του δημοτικού στην Αλεξανδρούπολη. Προηγήθηκε η αναζήτηση των παρανοήσεων που είχαν οι μαθητές για το πεπτικό σύστημα με τη χρήση ερωτηματολογίου. Το ερωτηματολόγιο αποτελούνταν από 9 κλειστού τύπου ερωτήσεις και μοιράστηκε πριν και μετά τη διδακτική παρέμβαση. Η διδακτική παρέμβαση, διάρκειας 6 διδακτικών ωρών, έγινε με τρόπο μαθητοκεντρικό και χρησιμοποιήθηκαν διαδραστικές δραστηριότητες και πρόπλασμα του ανθρώπινου σώματος. Οι κύριες παρανοήσεις των μαθητών, οι οποίες εντοπίστηκαν πριν τη διδασκαλία, αφορούν τη σειρά και τη δομή του πεπτικού σωλήνα όπως και την εμπλοκή διαφόρων οργάνων από άλλα συστήματα του ανθρώπου. Ωστόσο, η σύγκριση των 2 ερωτηματολογίων, πριν και μετά τη διδακτική παρέμβαση, έδειξε ότι η μαθητοκεντρική διδασκαλία ενίσχυσε τις γνώσεις των μαθητών και συνέβαλε θετικά στη μάθηση. 716 205 212 μια Εμπειρική Διερεύνηση με Βάση το Μοντέλο του Περιεχομένου των Στερεοτύπων The increased influx of groups of different nationality into the Greek society has led to the development of national stereotypes. The purpose of this paper is to examine the stereotypes of youth adults in Greece for six ethnic groups (Germans, Spaniards, Americans, Turks, Albanians and Greeks). For this purpose, an empirical, sample survey was carried out in 139 students of the Primary Education Department of the Democritus University of Thrace. The stereotypes were examined through a questionnaire which was based on the Stereotype Content Model and included the following four aspects of stereotypes: warmth, ability, competitiveness and social status. Beyond the tension and the differences among the stereotypes across the six groups, as emerged from the students’ responses, the study investigated the existence of distinct subgroups of participants expressing different stereotypes towards different groups. The results showed that the participants considered the members of their group to be more, warm and less competitive than those of the other groups. Also, via Two Step Grouping Analysis, the paper identified a sub-group of students expressing significantly more positive stereotypes for their inner group than towards other ethnic groups. The findings can be used to design interventions in the context of intercultural education at all levels of education. Η αυξημένη εισροή ομάδων διαφορετικής εθνικότητας στην ελληνική κοινωνία, έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη εθνικών στερεοτύπων. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει τα στερεότυπα νέων στην Ελλάδα για έξι εθνικές ομάδες (Γερμανοί, Ισπανοί, Αμερικάνοι, Τούρκοι, Αλβανοί και Έλληνες). Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε εμπειρική, δειγματοληπτική έρευνα σε 139 φοιτητές/τριες του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης. Τα στερεότυπα εξετάστηκαν μέσω κατάλληλου ερωτηματολογίου που έχει αναπτυχθεί με βάση το Μοντέλο Περιεχομένου των Στερεοτύπων (Stereotype Content Model). Το περιεχόμενο του ερευνητικού εργαλείου αφορούσε σε τέσσερις επιμέρους διαστάσεις των στερεοτύπων: θέρμη, ικανότητα, ανταγωνιστικότητα και κοινωνική θέση. Πέρα από την ένταση και τις διαφορές στα στερεότυπα απέναντι στις έξι ομάδες, όπως προκύπτουν από τις απαντήσεις των φοιτητών, διερευνήθηκε εάν υπάρχουν διακριτές υπο-ομάδες των συμμετεχόντων που να εκφράζουν διαφορετικά στερεότυπα απέναντι σε διαφορετικές ομάδες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συμμετέχοντες θεωρούν τα μέλη της έσω ομάδας περισσότερο θερμά και λιγότερο ανταγωνιστικά σε σχέση με τις υπόλοιπες ομάδες. Επίσης, μέσω της Two Step Ανάλυσης Ομαδοποίησης εντοπίστηκε μια υπο-ομάδα φοιτητών που εκφράζουν σημαντικά πιο θετικά στερεότυπα για την έσω ομάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες εθνικές ομάδες. Τα ευρήματα μπορούν να αξιοποιηθούν για το σχεδιασμό παρεμβάσεων στο πλαίσιο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. 717 226 233 Environmental Education and Museum: designing a biodiversity program in a museum Περιβαλλοντική εκπαίδευση και μουσείο: σχεδιασμός προγράμματος βιοποικιλότητας σε ένα μουσείο It is well known that Environmental Education was not given the appropriate importance by the Greek State and schools in the past. However, an attempt is made over the last years, for Environmental Education to be approached by various programs and excursions, aiming to cultivate students' attitudes and values. Nowadays, the general perception of school visits in museums is often labeled as a painful one, as it consists of a boring tour without the possibility of developing interactions between children and the teacher. Modern museum education is overturning this concept by designing programs focusing on active participation and experiential learning of the child. Biodiversity is a broader concept, which enables teachers to approach its units with a variety of activities and programs in and out of school. This assignment will present the union of the three values, as mentioned before, in an environmental education program on biodiversity which will be held in a Natural History Museum. Firstly, there is a theoretical approach on the concept of environmental education, museum and biodiversity. Next, the materials, the means, the activities and the space for the design of the program are presented. Finally, limitations and future extensions are mentioned. The final pages of the assignment include an appendix with images and materials designed to help the reader's understanding Είναι γνωστό ότι παλαιότερα δεν δίνονταν η απαραίτητη σημασία από την πολιτεία και τα σχολεία για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια γίνεται μια προσπάθεια για την προσέγγιση της με διάφορα προγράμματα και εκδρομές με σκοπό την καλλιέργεια στάσεων και αξιών των μαθητών. Στις μέρες μας, υπάρχει μια γενικότερη αντίληψη για την επίσκεψη των σχολείων στα μουσεία και πολλές φορές χαρακτηρίζεται πληκτική καθώς απαρτίζεται από μια βαρετή ξενάγηση χωρίς την ανάπτυξη των αλληλεπιδράσεων μεταξύ των παιδιών και του εκπαιδευτικού. Η σύγχρονη μουσειοπαιδαγωγική ανατρέπει αυτή την αντίληψη σχεδιάζοντας προγράμματα με κύριο γνώμονα την ενεργή συμμετοχή και τη βιωματική μάθηση του παιδιού. Η βιοποικιλότητα είναι μία ευρύτερη έννοια και αυτό παρέχει τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να προσεγγίσουν τα θέματα της με ποικίλες δραστηριότητες και προγράμματα εντός κι εκτός σχολείου. Στην παρούσα εργασία θα παρουσιαστεί η ένωση των τριών αξιών καθώς πρόκειται για ένα πρόγραμμα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης με θέμα την βιοποικιλότητα το οποίο όμως θα διεκπεραιωθεί σε ένα μουσείο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Αρχικά, γίνεται μια θεωρητική προσέγγιση σχετικά με την έννοια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, του μουσείου και της βιοποικιλότητας. Στην συνέχεια, παρουσιάζονται τα υλικά, τα μέσα, οι δραστηριότητες και ο χώρος για τον σχεδιασμό του προγράμματος. Τέλος, αναφέρονται οι περιορισμοί και οι μελλοντικές επεκτάσεις. Οι τελευταίες σελίδες της εργασίας περιλαμβάνουν ένα παράρτημα με εικόνες και υλικά με στόχο να βοηθήσουν την καλύτερη κατανόηση του αναγνώστη 718 201 184 Molecular dynamics simulations are a widely used computational method for resolving the protein folding problem. In the present thesis, it is examined the capability of this computational method to reproduce experimental data for the Aβ17-34 (Amyloid beta) peptide. Amyloid beta peptide belongs to intrinsically disordered proteins (IDPs) and is associated with the Alzheimer’s disease. The usual length of Aβ is between 39-43 residues and the sequence that was used in the molecular dynamic simulation is the following: 17 LVFFAEDVGSNKGAIIGL34. The most interesting thing about this peptide is its structure, as experimental data from both NMR and simulations exhibit heterogeneity. The molecular dynamic simulation was conducted in order to examine the structure of Aβ17-34 and then, to compare the results with experimental data. The results from molecular dynamic simulation diverge from the experimental ones, as the peptide that was derived from the simulation seems to have no steady helices in its structure. It is observed that the peptide, for the major part of the simulation, seems to have turns. For three distinct points, the peptide seems to have two β-strands, too. Lastly, NOEs and chemical shifts that were derived from the simulation do not seem to match with the experimental data analysis. Οι προσομοιώσεις μοριακής δυναμικής αποτελούν μια υπολογιστική μέθοδο ευρέως χρησιμοποιούμενη για την επίλυση του προβλήματος αναδίπλωσης των πρωτεϊνών. Στην παρούσα εργασία ερευνάται η ικανότητα της υπολογιστικής μεθόδου των προσομοιώσεων να αναπαράγει τα πειραματικά αποτελέσματα για το πεπτίδιο Αβ-17-34. Το πεπτίδιο Αβ ανήκει στις intrinsically disordered proteins (IDPs) και σχετίζεται με την εμφάνιση της νόσου Alzheimer. Συνήθως έχει μήκος 39-43 αμινοξέα και η αλληλουχία που χρησιμοποιήθηκε στην προσομοίωση της παρούσας εργασίας είναι η εξής: ι7 LVFFAEDVGSNKGAIIGL34. Το πεπτίδιο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον ως προς τη διαμόρφωσή του, καθώς αποτελέσματα από NMR και προσομοίωσης μοριακής δυναμικής παρουσιάζουν μεγάλη ετερογένεια. Η προσομοίωση πραγματοποιήθηκε για την εξέταση της δομής του Αβι7-34 και τη σύγκριση των αποτελεσμάτων με πειραματικά δεδομένα. Τα αποτελέσματα από την προσομοίωση μοριακής δυναμικής αποκλίνουν από τα πειραματικά αποτελέσματα, καθώς το πεπτίδιο της προσομοίωσης φαίνεται να υιοθετεί διαμόρφωση που δεν περιλαμβάνει σταθερές (σε σχέση με το χρόνο) α-έλικες, αλλά στροφές για το μεγαλύτερο μέρος της προσομοίωσης καθώς και δύο β πτυχωτές επιφάνειες για μικρά χρονικά διαστήματα. Τέλος, τα NOEs και τα οι χημικές μετατοπίσεις που παράχθηκαν από την προσομοίωση δε φαίνεται να συμφωνούν με τα πειραματικά δεδομένα. 719 266 238 Investigating the views of teachers on the evaluation of the educational work: Διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου: The request for a type of education that corresponds to the growing needs of this era and is characterized by effectiveness and flexibility renders the assessment of the school unit necessary so as to improve the educational work produced in it. The subject of the present research is the investigation of the teachers’ beliefs teaching in the Music School in Alexandroupolis, while its goal is the recording of the teachers’ beliefs concerning the assessment of the educational work they perform. In this survey, the participants were 14 teachers of the secondary education of various specializations, who teach in the Music Middle School of Alexandroupolis. After analyzing the research data, the result that came up was that most of the teachers consider the assessment as a means to improve the produced educational work, while they pose strict prerequisites not only for the criteria of the assessing process but also for the professional characteristics of the evaluators. Furthermore, generally, they agree to the potential self-assessment and to the provision of help in case of weaknesses that arise from the assessment of the educational work. However, they hold different views in terms of the disclosure of the assessment results, the rewards in case of a positive assessment and the involvement of sectors of the school community in the assessing process. Finally, it is a commonplace for the teachers who participated in the study that they show a negative attitude to the possibility of the dismissal of teachers who might be assessed as incompetent through the assessing process. Το αίτημα για μια εκπαίδευση που να ανταποκρίνεται στις αυξημένες απαιτήσεις της εποχής και να χαρακτηρίζεται από αποτελεσματικότητα και ευελιξία, καθιστά αναγκαία την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας, προκειμένου να αναβαθμιστεί ποιοτικά το εκπαιδευτικό έργο που παράγεται σε αυτή. Το θέμα της παρούσας ερευνητικής μελέτης είναι η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών που εργάζονται στο Μουσικό Σχολείο Αλεξανδρούπολης για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, ενώ σκοπός της είναι η καταγραφή των απόψεων των εκπαιδευτικών σχετικά με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου που οι ίδιοι ασκούν. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 14 εκπαιδευτικοί μέσης εκπαίδευσης και διαφόρων ειδικοτήτων, οι οποίοι υπηρετούν στο Μουσικό Γυμνάσιο της Αλεξανδρούπολης. Από την ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων προέκυψε ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους οι εκπαιδευτικοί αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα της αξιολόγησης ως μέσου για την βελτίωση του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου, ενώ θέτουν αυστηρές προϋποθέσεις τόσο για τα κριτήρια της αξιολογικής διαδικασίας όσο και για τα επαγγελματικά χαρακτηριστικά των αξιολογητών. Επιπλέον, σε γενικές γραμμές ομονοούν στο ενδεχόμενο της αυτό-αξιολόγησης και στη λήψη βοήθειας σε περίπτωση που προκύψουν αδυναμίες από την αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου, αλλά παρουσιάζουν διαφορετικές απόψεις όσον αφορά τη γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης, την επιβράβευση σε περίπτωση θετικής αξιολόγησης και την εμπλοκή φορέων της σχολικής κοινότητας στην αξιολογική διαδικασία. Τέλος, κοινό τόπο για τους ερωτηθέντες εκπαιδευτικούς αποτελεί η αρνητική στάση στο ενδεχόμενο της απομάκρυνσης εκπαιδευτικών που μπορεί να κριθούν ανεπαρκείς κατά την αξιολογική διαδικασία. 720 346 414 Μελέτη της συσχέτισης των διαταραχών ύπνου και της εκδήλωσης ξηροστομίας Introduction: Sleep is an active process and sleep disorders affect the homeostasis of human body. Saliva is an essential body fluid and salivary flow disorders conceal a range of possible causes, but also follows a circadian rhythm. A characteristic case of dry mouth is morning hyposalivation/xerostomia which concern a large percentance of general population. Paradoxically, although the obvious possible relation, the association of sleep disorders with xerostomia is not extensively investigated in the international bibliography. Objective: To investigate the association between sleep disorders, morning hyposalivation and subjective feeling of dry mouth. Materials and Methods: It is about a prospective, observational, cross-sectional clinical study of a homogenous population sample which consists ofGreek soldiers with good general health that serve their military duty in units of Xanthi, Greece. After the application of ophthalmic modified Schirmer test, adapted for the oral mucosa,the sample was divided into study group (n=63) (MST<25mm/3min) and control group (n=110) (MST≥25mm/3min). In order to assess daytime sleepiness, risk of obstructive sleep apnea, sleep quality, sleep bruxism and subjective feeling of dry mouth, all the participants filled in the following scales in Greek version: Epworth Sleepiness Scale(ESSgr), Pittsburgh Sleep Quality Index(GR-PSQI), Berlin Questionnaire(Greek BQ), a sleep bruxism questionnaire and Xerostomia Inventory(XI) respectively. Results: As long as PSQI scores a statistically significant difference(p<0,001) was found between study group(7,16±3,18) and control group(5,24±3). A statistically significant difference was not obtained for the scores of Epworth Sleepiness Scale(study group 7,35±3,18; control group 6,6±3,51)(p=0,290), Berlin Questionnaire(study group HR 13,1%, LR 86,9%; control group HR 5,5%, LR 94,5%)(p=0,080) sleep bruxism questionnaire(study group Bruxers 17,5%, Non-Bruxers 82,5%; control group Bruxers 15,5%, Non Bruxers 84,5%)(p=0,730). Xerostomia Inventory scores introduced statistically significant difference between the groups of Epworth Sleepiness Scale(LNDS 18,17±5,5,HNDS 19,7±5,70,Mild EDS 22,15±5,34, Moderate EDS 22±7,21, Severe EDS 21,80±10,35)(p=0,049), PSQI(good sleeper 17,66±4,57, poor sleeper 21,21±6,48)(p<0,001), Berlin Questionnaire(HR 24,29±6,04, LR 18,91±5,58)(p=0,001) and sleep bruxism questionnaire(Bruxer 23,21±8,39, Non Bruxer 18,67±4,95)(p=0,004). Conclusions: Patients with morning hyposalivation exhibit poor sleep quality compared with control group. Subjective feeling of dry mouth is associated with excessive daytime sleepiness, poor sleep quality, high risk of obstructive sleep apnea and sleep bruxism. Εισαγωγή: Ο ύπνος είναι μία ενεργή διαδικασία, η διαταραχή της οποίας επηρεάζει την ομοιοστασία του ανθρώπινου οργανισμού. Το σάλιο αποτελεί ένα βιολογικό υγρό, η διαταραχή της έκκρισης του οποίου υποκρύπτει ποικιλία αιτίων αλλά και ακολουθεί τους κιρκάδιους ρυθμούς. Μια χαρακτηριστική περίπτωση ξηροστομίας αποτελεί η πρωινή υποσιαλία/ξηροστομία που αφορά μεγάλο ποσοστό του γενικού πληθυσμού. Παραδόξως παρά το προφανές της πιθανής συσχέτισης τους η συμβολή της διαταραχής του ύπνου και της ξηροστομίας δεν έχει μελετηθεί εκτενώς στη διεθνή βιβλιογραφία. Σκοπός: Η διερεύνηση της συσχέτισης των διαταραχών του ύπνου με την πρωινή υποσιαλία και τα υποκειμενικά συμπτώματα ξηροστομίας. Υλικά-Μέθοδος: Πρόκειται για μία προοπτική - συγχρονική κλινική μελέτη παρατήρησης με ομοιογενές δείγμα πληθυσμού αποτελούμενο από οπλίτες θητείας με ελεύθερο ιατρικό ιστορικό που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία σε Μονάδες της Ξάνθης. Μετά την εφαρμογή της οφθαλμικής δοκιμασίας Schirmer προσαρμοσμένη για το βλεννογόνο του στόματος το δείγμα χωρίστηκε στην ομάδα μελέτης (n=63) (MST<25mm/3min) και στην ομάδα ελέγχου (n=110) (MST≥25mm/3min). Οι συμμετέχοντες και στις δύο ομάδες αξιολογήθηκαν για την ημερήσια υπνηλία, την ποιότητα ύπνου, τον κίνδυνο εμφάνισης του συνδρόμου αποφρακτικών απνοιών υποπνοιών , την παρουσία νυχτερινού βρυγμού και των υποκειμενικών συμπτωμάτων ξηροστομίας με τη συμπλήρωση των ακόλουθων εργαλείων σε ελληνική έκδοση: της κλίμακας Epworth (ESS), της κλίμακας Pittsburgh Sleep Quality Index (PSQI), του ερωτηματολογίου του Βερολίνου (Berlin Questionnaire - BQ), ερωτηματολόγιο για τη διάγνωση του βρυγμού και την κλίμακα Xerostomia Inventory (XI) αντίστοιχα. Αποτελέσματα: Για τις τιμές της κλίμακας PSQI διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0,001) ανάμεσα στην ομάδα μελέτης (7,16±3,18) και την ομάδα ελέγχου (5,24±3). Δεν διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες για τις τιμές της κλίμακας Epworth (ομάδα μελέτης 7,35±3,18; ομάδα ελέγχου 6,6±3,51)(p=0,290), του ερωτηματολογίου του Βερολίνου (ομάδα μελέτης HR 13,1%, LR 86,9%; ομάδα ελέγχου HR 5,5%, LR 94,5%) (p=0,080) και του ερωτηματολογίου του νυχτερινού βρυγμού (ομάδα μελέτης Βρουξιστές 17,5%, Μη Βρουξιστές 82,5%; ομάδα ελέγχου Βρουξιστές 15,5%, Μη βρουξιστές 84,5%)(p=0,730). Οι τιμές του ερωτηματολογίου Xerostomia Inventory παρουσίασαν στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στις υποομάδες της κλίμακας Epworth (LNDS 18,17±5,5, HNDS 19,7±5,70, Mild EDS 22,15±5,34, Moderate EDS 22±7,21, Severe EDS 21,80±10,35) (p=0,049), της κλίμακας PSQI (good sleeper 17,66±4,57, poor sleeper 21,21±6,48)(p<0,001), του ερωτηματολογίου του Βερολίνου (HR 24,29±6,04, LR 18,91±5,58) (p=0,001) και του ερωτηματολογίου του νυχτερινού βρυγμού (Βρουξιστής 23,21±8,39, Μη Βρουξιστής 18,67±4,95) (p=0,004). Συμπεράσματα: Ασθενείς με πρωινή υποσιαλία εμφανίζουν χειρότερη ποιότητα ύπνου σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Υποκειμενικά συμπτώματα ξηροστομίας σχετίζονται με αυξημένη ημερήσια υπνηλία, χειρότερη ποιότητα ύπνου, αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης συνδρόμου αποφρακτικών απνοιών υποπνοιών και παρουσία νυχτερινού βρυγμού. 721 304 308 Επίδραση της χορήγησης προβιοτικών βακτηρίων στη μικροβιακή χλωρίδα του εντέρου κατά τη διάρκεια του καπνίσματος Smoking is the most common “suspect” for outbreaks of many diseases, especially to individuals who have been exposed to smoke with active or passive chronic inhalation of smoke derived by cigarettes. The scientific community has studied in an extensive degree the reasons for the pathogenicity caused by this harmful habit. Nevertheless, the effects of smoking to the composition of microbiota often mistakenly neglected, since changes in the microbial flora play a key role in the outcome of many diseases such as the Crohn’s disease. So, through the verification of the impact of smoke to the gut flora, in conjunction with the use of probiotics, those symbiotic microorganisms have a positive effect on the host's intestinal biodiversity. By this way, it is possible to improve the clinical history of patients with their primary clinical cause of smoking. The aim of the present experimental study was to investigate the effect of Lactobacillus casei ATCC 393 administration to the composition of the intestinal flora in rats during exposure to tobacco smoke for 8 weeks. The research was carried out on Wistar rats by sampling specific tissues parts of their intestinal tract for the determination of changes in microbial flora, after 4 and 8 weeks of smoke treatment. Specifically, the sections of the intestine that were studied were the jejunum, ileum, caecum and colon, to monitor the numbers of the microbial populations of Enterobacteria, Coliforms, Streptococci, Staphylococci, Lactobacillus and the total mesophylic count, in these tissues. The results showed that L.casei ATCC 393 had a general effect on the composition of the microbiota during rat exposure to cigarette smoke, with the most of the statistically significant differences being located mainly in the intestinal part of the ileum. Notably, there has been an increase in the populations of lactobacilli and total mesophilic flora even during exposure to cigarette smoke. Το κάπνισμα αποτελεί το συνηθέστερο «ύποπτο» για την εμφάνιση ασθενειών σε άτομα που έχουν εκτεθεί ως επί το πλείστον σε χρόνια ενεργητική ή παθητική εισπνοή του. Η επιστημονική κοινότητα έχει μελετήσει σε εκτενή βαθμό τους λόγους για την παθογένεια που προκαλείται μέσω αυτής της βλαβερής συνήθειας. Παρ’ όλα αυτά, οι συνέπειες του καπνίσματος στην σύσταση του μικροβιώματος συχνά αμελούνται εσφαλμένα, αφού οι μεταβολές της μικροβιακής χλωρίδας παίζουν βασικό ρόλο στην έκβαση πολλών ασθενειών όπως της νόσος του Crohn. Έτσι, μέσω της εξακρίβωσης των επιπτώσεων του καπνίσματος στο μικροβίωμα σε συνδυασμό με την χρήση προβιοτικών παρασκευασμάτων, δηλαδή συμβιωτικών μικροοργανισμών με θετική επίδραση στην εσωτερική βιοποικιλομορφία του ξενιστή , είναι δυνατόν να βελτιωθεί το κλινικό ιστορικό ατόμων με κύριο αίτιο το κάπνισμα. Αυτός είναι και ο στόχος της παρούσας πειραματικής μελέτης, στην οποία διερευνήθηκε η επίδραση του προβιοτικού στέλεχους Lactobacillus casei ATCC 393 στην σύσταση της εντερικής χλωρίδας κατά την διάρκεια έκθεσης επίμυων σε καπνό τσιγάρου για 8 εβδομάδες. Η ερεύνα πραγματοποιήθηκε σε επίμυες που ανήκουν στην φυλή Wistar και έγινε δειγματοληψία μεμονωμένων τμημάτων του εντερικού τους σωλήνα για το προσδιορισμό των αλλαγών της μικροβιακής χλωρίδας μετά από 4 και 8 εβδομάδες. Πιο συγκεκριμένα, τα τμήματα του εντέρου που μελετήθηκαν ήταν η νήστιδα, ο ειλεός, τυφλό και το κόλον ώστε να εκτιμηθούν τα επίπεδα των μικροβιακών πληθυσμών των εντεροβακτηριοειδών, των κολοβακτηριοειδών, των στρεπτόκοκκων, των σταφυλόκοκκων, των λακτοβακίλλων καθώς και της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας σε αυτούς τους ιστούς. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο Lactobacillus casei ATCC 393 είναι σε θέση να επιδράσει στην εντερική χλωρίδα κατά την διάρκεια καπνίσματος, με τις περισσότερες στατιστικά μεταβολές (p < 0,05) να εντοπίζονται στο τμήμα του ειλεού. Ιδιαίτερα στη σύσταση των λακτοβακίλλων και της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας παρατηρήθηκε αύξηση των πληθυσμών τους ακόμη και με την έκθεση σε καπνό τσιγάρου. 722 333 350 Introduction: The situation in which women under 40 years old show cessation of menstruation is called premature ovarian failure and is characterized by amenorrhea, infertility and hypergonatrophie hypogonadism. It was originally thought that this situation is irreversible because it was characterized by an early onset of menopause, and for this reason was called "premature menopause." Today, however, it has been shown that women with premature ovarian failure have intermittent ovarian function and, in fact, automatic pregnancies even after her diagnosis have been observed. Thus, cases of premature ovarian failure are characterized by the presence of dysfunctional by the follicles in the ovaries. So far there is no proven effective treatment which can restore ovarian function and thus to restore fertility in these women. Purpose: The purpose of the present assay is to present the issue of reduced-ovarian reserves. Method: Both Greek and foreign textbooks as well as scientific articles were used. Conclusions: The physiological menopause occurs at the age of about 50 years and is the result of the depletion of follicular stocks located in the ovary. Menopause is an irreversible condition, whereas premature ovarian failure is characterized by intermittent ovarian function in existing reduced ovarian reserve. Although observed automatic pregnancies after diagnosis of reduced-ovarian reserves have been observed today there is no scientifically proven treatment for infertility based on existing studies. The reduced ovarian reserve may be accompanied by other endocrine diseases such as hypothyroidism, diabetes mellitus (DM) and Addison's disease. These women need long-term monitoring and hormonal replacement therapy to reduce the adverse effects of the disease. In all cases of premature ovarian failure hormone replacement therapy for a long time should be given. Hormonal replacement therapy should be circular not to prevent eventual ovulation and pregnancy. Women with diminished ovarian reserves have a likelihood 5-10% for pregnancy after diagnosis of the disease. To date no effective treatment has been found for the treatment of infertility in reduced ovarian reserve and the only effective method of obtaining child is egg donation. Εισαγωγή: Η κατάσταση στην οποία γυναίκες κάτω των 40 ετών εμφανίζουν διακοπή της εμμήνου ρύσεως ονομάζεται πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια και χαρακτηρίζεται από αμηνόρροια, υπογονιμότητα και υπεργοναδοτροφικό υπογοναδισμό. Αρχικά θεωρήθηκε ότι η κατάσταση αυτή είναι μη αναστρέψιμη διότι χαρακτηριζόταν από εμμηνόπαυση με πρώιμη έναρξη, και για το λόγο αυτό είχε ονομαστεί «πρόωρη εμμηνόπαυση». Σήμερα, όμως, έχει αποδειχθεί ότι γυναίκες με πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια έχουν διαλείπουσα ωοθηκική λειτουργία και, μάλιστα, έχουν παρατηρηθεί αυτόματες κυήσεις ακόμα και μετά τη διάγνωσή της. Έτσι, οι περιπτώσεις πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας χαρακτηρίζονται από ωοθυλάκια στις ωοθήκες, αλλά αυτά είναι δυσλειτουργικά. Μέχρι σήμερα όμως δεν υπάρχει αποδεδειγμένα αποτελεσματική θεραπεία η οποία να μπορεί να αποκαταστήσει την ωοθηκική λειτουργία και επομένως να αποκαταστήσει την γονιμότητα στις γυναίκες αυτές. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασία αυτής είναι η παρουσίαση του θέματος των μειωμένων ωοθηκικών εφεδρειών. Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν τόσο ελληνικά όσο και ξενόγλωσσα συγγράμματα καθώς και επιστημονικά επίσημα άρθρα. Συμπεράσματα: Η φυσιολογική εμμηνόπαυση παρατηρείται στην ηλικία περίπου των 50 ετών και είναι αποτέλεσμα της εξάντλησης των αποθεμάτων των ωοθυλακίων που βρίσκονται στην ωοθήκη. Η εμμηνόπαυση είναι μία μη αναστρέψιμη κατάσταση, ενώ η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια χαρακτηρίζεται από διαλείπουσα ωοθηκική λειτουργία σε ήδη υπάρχουσες ελαττωμένες ωοθηκικές εφεδρείες. Αν και έχουν παρατηρηθεί αυτόματες κυήσεις μετά τη διάγνωση των ελαττωμένων ωοθηκικών εφεδρειών δεν υπάρχει μέχρι σήμερα επιστημονικά αποδεδειγμένη θεραπεία για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας με βάση τις υπάρχουσες μελέτες. Οι ελαττωμένες ωοθηκικές εφεδρείες μπορεί να συνοδεύονται και από άλλα ενδοκρινολογικά νοσήματα, όπως είναι ο υποθυρεοειδισμός, ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) και η νόσος του Addison. Οι γυναίκες αυτές χρειάζονται μακροχρόνια παρακολούθηση και ορμονική θεραπεία υποκατάστασης, με σκοπό τη μείωση των δυσμενών συνεπειών της νόσου. Σε όλες τις περιπτώσεις πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας θα πρέπει να χορηγείται ορμονική θεραπεία υποκατάστασης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η ορμονική θεραπεία υποκατάστασης θα πρέπει να είναι κυκλική για να μην αποτρέψει ενδεχόμενη ωοθυλακιορρηξία και κύηση. Οι γυναίκες με ελαττωμένες ωοθηκικές εφεδρείες έχουν πιθανότητα 5-10% για αυτόματη κύηση μετά τη διάγνωση της νόσου. Μέχρι σήμερα δεν έχει βρεθεί καμιά αποτελεσματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της στειρότητας στις ελαττωμένες ωοθηκικές εφεδρείες και η μόνη αποτελεσματική μέθοδος για την απόκτηση παιδιού είναι η δωρεά ωαρίων. 723 377 348 views of kindergarten teachers of the public kindergartens of the Prefecture of Rodopi Playing as a pedagogical tool but also as a means of teaching has always been the subject of study and research as much for the educational, as well as for the research and academic community. The goal of this essay is to investigate the necessity of playing in the schoolyard. In the theoretical part of this essay, the semantic definitions of playing are presented and the theories developed at times by remarkable educators, philosophers and psychologists on the contribution of playing (in the schoolyard or elsewhere) in preschool age, are mentioned. Next, the characteristics of playing are presented and both its categories and types are clarified. Also, there is an extensive mention to the role that the schoolyard plays as a place of learning, playing and of outdoor (organized or not) activities. Furthermore, this essay examines the benefits of playing games in the schoolyard in the overall development of children and indicates its contribution to various sectors like the cognitive, physical, emotional and social development, in the development of the imagination and creativity of kindergarten children as well as in their environmental sensitization. Finally, a review of the bibliography on the necessity of playing in the schoolyard is mentioned. In the research part of this essay, using “in-depth interview” as a research tool, the opinions of kindergarten teachers of the Prefecture of Rodopi are explored, regarding the designing of the schoolyard, the organizing and its function in a way that ultimately shows the importance, the contribution and the necessity of playing in the schoolyard. From the analysis of the research data becomes comprehensible the role that the schoolyard plays in the overall development of kindergarten children and its contribution to serving the purposes and goals of the curriculum for the kindergarten. At this point, it is wise to mention that everything presented in this essay is not the common belief of all teachers and researchers. Kindergarten teachers must take into consideration all the researches, regarding playing, resulting in those that “serve” them better and applying them. To sum up, kindergarten teachers are obliged to take on the role of researchers seeking “new” knowledge that will help them to smoothly adjust to contemporary educational data. Το παιχνίδι ως παιδαγωγικό μέσο αλλά και ως μέσο διδασκαλίας αποτελούσε ανέκαθεν αντικείμενο μελέτης και έρευνας τόσο για την εκπαιδευτική, όσο και για την ερευνητική και ακαδημαϊκή κοινότητα. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να ερευνήσει την αναγκαιότητα του παιχνιδιού στον αύλειο σχολικό χώρο. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας παρουσιάζονται οι εννοιολογικοί ορισμοί για το παιχνίδι καθώς και γίνεται λόγος για τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν κατά καιρούς από αξιόλογους παιδαγωγούς, φιλοσόφους και ψυχολόγους σχετικά με την συμβολή του παιχνιδιού (αύλειου ή μη) στη προσχολική ηλικία. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού και αποσαφηνίζονται τόσο οι κατηγορίες, όσο και τα είδη του. Επίσης, γίνεται εκτενή αναφορά στο ρόλο που διαδραματίζει η αυλή του νηπιαγωγείου ως χώρος μάθησης, παιχνιδιού και υπαίθριων (οργανωμένων ή μη) δραστηριοτήτων. Επιπροσθέτως, εξετάζονται τα οφέλη που προσφέρει το αύλειο σχολικό παιχνίδι στην ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών και επισημαίνεται η συμβολή του σε διάφορους τομείς όπως στην γνωστική, σωματική, συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη, στην ανάπτυξη της φαντασίας και της δημιουργικότητας των νηπίων καθώς και στην περιβαλλοντική τους ευαισθητοποίηση. Τέλος, γίνεται ανασκόπηση της βιβλιογραφίας για την αναγκαιότητα του παιχνιδιού στον αύλειο σχολικό χώρο. Στο ερευνητικό μέρος της εργασίας, με ερευνητικό εργαλείο την «συνέντευξη σε βάθος», διερευνώνται οι απόψεις των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας του Ν. Ροδόπης σχετικά με τον σχεδιασμό του αύλειου σχολικού χώρου, την οργάνωση και τη λειτουργία του με απώτερο σκοπό την ανάδειξη της σημασίας, της συμβολής και της αναγκαιότητας του παιχνιδιού στην αυλή του νηπιαγωγείου. Απο την ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων γίνεται αντιληπτός ο ρόλος που εξυπηρετεί ο αύλειος χώρος του νηπιαγωγείου στην ολόπλευρη ανάπτυξη των νηπίων και η συμβολή του στην εξυπηρέτηση των σκοπών και των στόχων των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών για την προσχολική ηλικία. Στο σημείο, αυτό, είναι φρόνιμο να αναφερθεί ότι όσα παρουσιάζονται στην παρούσα εργασία δεν αποτελούν κοινή πεποίθηση για όλους τους εκπαιδευτικούς και ερευνητές. Οι εκπαιδευτικοί της προσχολικής ηλικίας οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τους όλες τις έρευνες, σχετικά με το παιχνίδι, καταλήγοντας σε αυτές που τους «ταιριάζουν» καλύτερα και εφαρμόζοντάς τες. Τέλος, οφείλουν να έχουν ρόλο ερευνητή αναζητώντας «νέες» γνώσεις που θα τους βοηθήσουν να προσαρμοστούν ομαλότερα στα σύγχρονα εκπαιδευτικά δεδομένα. 724 389 403 Υγιεινή και ασφάλεια των φοιτητών ιατρικής κατά την άσκηση τους στο εργαστήριο ανατομίας The course of Human Anatomy, besides the theoretical training of the student, requires hands on experience with the corpse. When he reaches this stage, he should undertake the preparation of the corpse and storage. It is necessary to have some basic knowledge, which will enable him to adapt more easily to the object of his study. When the student starts the course, he will find the corpse embalmed and preserved after diving into suitable fixatives and antiseptic liquids and the veins sometimes full of coagulated blood and occasionally clear. It is the obligation of the student who has undertaken to prepare and examine specified parts of the body, to take care of proper maintenance, since they will be exposed to the environment. For optimal performance, they should be equipped with specialized equipment which is necessary for the proper preparation of the corpse. The Anatomy laboratory is a workplace where students are exposed to chemical, physical, ergonomic and other risk factors. The purpose of this paper is the risk assessment in the environment of the anatomy lab and the planning for their correct responses. The paper will be developed in two parts, a general part and a practical part. In the general part, concepts such as how the courses are carried out in the Anatomy Laboratory will be analyzed, as well as what is included in them. Subsequently it will reference the materials used in the laboratory and the risks that may be caused by their misuse. Closing the general section we will try to determine those safety measures which must be followed when using the lab in general and the materials specifically. The compliance of the students and also of teachers – employees is required. In the practical part, results of the questionnaire are presented. Based on that we will attempt to draw conclusions concerning the understanding they have acquired at the end of the Anatomy course, in terms of hygiene and safety of the laboratory. The data collected were based on a sample of students of all academic years and analyzed by a statistical analysis data program. Finalizing the paper we are presenting a discussion concerning the analysis of the results and the conclusions we extracted from them, as well as a section of possible proposals, in an effort to improve health and safety conditions of the Laboratory. Η διδασκαλία του μαθήματος της Ανατομικής του Ανθρώπου, εκτός από τη θεωρητική κατάρτιση του φοιτητή, απαιτεί και την πρακτική άσκηση του στο πτώμα. Όταν φθάσει στο στάδιο αυτό, θα πρέπει να αναλάβει ο ίδιος την παρασκευή του πτώματος και τη φύλαξη του. Είναι απαραίτητο να έχει ορισμένες βασικές γνώσεις, που θα του επιτρέψουν να προσαρμοστεί πιο εύκολα στο αντικείμενο της μελέτης του. Ο φοιτητής με την έναρξη των μαθημάτων θα βρει το πτώμα ταριχευμένο και συντηρημένο ύστερα από κατάδυση μέσα σε κατάλληλα μονιμοποιητικά και αντισηπτικά υγρά και τις φλέβες μερικές φορές γεμάτες από πηγμένο αίμα και άλλοτε πάλι άδειες. Είναι υποχρέωση του φοιτητή που έχει αναλάβει να παρασκευάσει και να εξετάσει ορισμένα τμήματα στο πτώμα, να φροντίσει για την κατάλληλη διατήρηση του, αφού θα βρίσκονται εκτεθειμένα στο περιβάλλον. Για την βέλτιστη απόδοση του, θα πρέπει να είναι εφοδιασμένος με εξειδικευμένο εξοπλισμό, ο οποίος κρίνεται απαραίτητος για την σωστή παρασκευή του πτώματος.Το εργαστήριο Ανατομίας αποτελεί ένα χώρο εργασίας, στον οποίο οι φοιτητές εκτίθενται σε χημικούς, φυσικούς, εργονομικούς και άλλους παράγοντες κινδύνου. Σκοπός της εργασίας θα είναι η εκτίμηση των κινδύνων στο χώρο του εργαστήριου Ανατομίας όπως και ο σχεδιασμός για την σωστή αντιμετώπισής τους. Η εργασία θα εκπονηθεί σε δύο μέρη , ένα γενικό και ένα πρακτικό μέρος. Στο γενικό μέρος θα αναλυθούν έννοιες όπως το τι είναι το Εργαστήριο Ανατομίας, πως διενεργούνται τα μαθήματα, όπως επίσης και τι περιλαμβάνονται σε αυτά. Στην συνέχεια θα γίνει αναφορά στα υλικά που χρησιμοποιούνται στο εργαστήριο και στους κινδύνους που μπορεί να προκληθούν από την λανθασμένη χρήση τους. Κλείνοντας το γενικό μέρος θα προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε τα μέτρα ασφαλείας, τα οποία θα πρέπει να τηρούνται κατά την χρήση του εργαστηρίου γενικά, αλλά και τον υλικών του ειδικά. Η τήρηση αυτών είναι απαραίτητη από τους φοιτητές αλλά και από τους διδάσκοντες – εργαζόμενους. Στο πρακτικό μέρος παρουσιάζονται τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου. Βάση αυτών θα προσπαθήσουμε να εξάγουμε συμπεράσματα για την γνώση που έχουν και αποκτούν κατά το πέρας των μαθημάτων την Ανατομίας, όσον αφορά την υγιεινή και ασφάλεια του εργαστηρίου. Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν, βασίστηκαν σε δείγμα φοιτητών όλων των ετών και αναλυθήκαν με ένα πρόγραμμα στατιστικής ανάλυσης δεδομένων. Κλείνοντας την εργασία παρουσιάζεται μια συζήτηση σχετικά με την ανάλυση των αποτελεσμάτων, καθώς και τα συμπεράσματα που εξήγαμε από αυτά. Ακολουθεί ενότητα παρουσίασης πιθανών προτάσεων, σε μία προσπάθεια βελτιώσεις των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας του Εργαστηρίου. 725 167 160 A typology of elective courses offered at the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace Ανάπτυξη τυπολογίας των μαθημάτων επιλογής που προσφέρονται στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δ.Π.Θ. Most of the curriculums of Primary Education university departments in Greece offer a large number of elective courses in each semester, apart from a core of compulsory courses. It is important that the department’s administration is aware of students' past preferences concerning the offered elective courses, so as to ensure that students’ needs are met and available resources are properly managed. This work aims to develop a typology of students of a Department of Primary Education, based on their choices of elective courses during their studies. The application of Hierarchical Cluster Analysis revealed four distinct clusters of students with particular demographic and educational characteristics. The dominant cluster consists of students with a humanities background in high school, choosing courses based on their personal interests, as well as the level of course difficulty. On the contrary, the discipline to which a course belongs did not surface as an important criterion Τα περισσότερα προγράμματα σπουδών των Παιδαγωγικών Τμημάτων της χώρας προσφέρουν έναν μεγάλο αριθμό μαθημάτων επιλογής σε κάθε εξάμηνο σπουδών, πέρα από τον βασικό κορμό των υποχρεωτικών μαθημάτων. Οι αρμόδιοι της Διοίκησης ενός Τμήματος είναι σημαντικό να γνωρίζουν τις προτιμήσεις των φοιτητών σχετικά με τα μαθήματα επιλογής που προσφέρονται, έτσι ώστε να γίνει σωστή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων και να καλυφθούν οι ανάγκες φοιτητών. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται η ανάπτυξη τυπολογίας φοιτητών του Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ. με βάση τις προτιμήσεις τους στα μαθήματα επιλογής του προγράμματος σπουδών κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η εφαρμογή της Ιεραρχικής Ανάλυσης σε Συστάδες ανέδειξε τέσσερις διακριτές ομάδες φοιτητών με συγκεκριμένα δημογραφικά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά. Η κυρίαρχη ομάδα περιλαμβάνει κυρίως φοιτητές θεωρητικής κατεύθυνσης με βασικά κριτήρια επιλογής μαθημάτων το βαθμό αρέσκειας αυτών αλλά και το βαθμό ευκολίας τους. Αντίθετα, η επιστημονική περιοχή των μαθημάτων επιλογής δείχνει να μην αποτελεί σημαντικό κριτήριο 726 274 289 This work aims to enlighten the reader about the combined techniques of corneal cross-linking which exists in the bibliography and their results as well. Corneal cross-linking has radically changed traditional treatments that were clearly more invasive and with greater risk of complications. Its main contribution is to improve the biomechanical properties of the cornea and to inhibit the evolution of ectasia, which is not offered with any other treatment. This ability has led cornea specialists to combine it with other techniques in order to maximize patient’s benefits in a variety of diseases. The results of the review of the bibliography have shown that indications of the combination of corneal cross - linking with other methods can be included in two main categories. The first category includes ectatic corneal diseases. Cases of ectatic diseases in which combined techniques have been used include keratoconus and pellucid marginal degeneration. In this category the successful inhibition of the progression of the ectasia with corneal cross - linking does not produce a similar effect on the functional vision and thus the need for combination with other interventions is necessary. The second category is refractive surgery. One of the most devastating complications in refractive surgery, although rare, is corneal ectasia. Combined techniques of corneal cross - linking have been used for treating ectasia after refractive surgery. Preventive use of corneal cross - linking in refractive surgery has also been studied. The aim of this work is to highlight these combined techniques that have been described in the world’s literature for the purpose, not only of enhancing the biomechanical properties of cornea but also of improving the functional vision of patients. Η εργασία αυτή σκοπεύει στη λεπτομερή ανασκόπηση των βιβλιογραφικών δεδομένων των συνδυαστικών τεχνικών της διασύνδεσης κερατοειδούς (corneal cross- linking/CXL). H διασύνδεση κερατοειδούς έχει αλλάξει ριζικά παραδοσιακές θεραπείες οι οποίες ήταν σαφώς πιο επεμβατικές και με μεγαλύτερο κίνδυνο επιπλοκών. Η βασική της συνεισφορά έχει να κάνει με τη βελτίωση των βιομηχανικών ιδιοτήτων του κερατοειδούς και την αναστολή της εξέλιξης της εκτασίας, δυνατότητα που δεν προσφέρεται με καμία άλλη θεραπεία. Αυτή η δυνατότητα οδήγησε τους ειδικούς του κερατοειδούς να τη συνδυάσουν με άλλες τεχνικές με σκοπό το μέγιστο όφελος των ασθενών σε ποικίλες νόσους. Τα αποτελέσματα της ανασκόπησης της βιβλιογραφίας ανέδειξαν ότι οι ενδείξεις του συνδυασμού της διασύνδεσης κερατοειδούς με άλλες μεθόδους μπορούν να συμπεριληφθούν σε 2 κύριες κατηγορίες. Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται οι εκτατικές παθήσεις του κερατοειδούς. Περιπτώσεις εκτατικών νόσων που έχουν χρησιμοποιηθεί συνδυαστικές τεχνικές είναι ο κερατόκωνος και η περιφερική εκφύλιση του κερατοειδούς (pellucid marginal degeneration). Σε αυτή την κατηγορία η επιτυχημένη αναστολή της εξέλιξης της εκτασίας με τη διασύνδεση κερατοειδούς, δεν αποφέρει ανάλογο αποτέλεσμα στην λειτουργική όραση και έτσι δημιουργείται η ανάγκη για συνδυασμό με άλλες επεμβάσεις. Η δεύτερη κατηγορία είναι η διαθλαστική χειρουργική. Μία από τις πιο καταστροφικές επιπλοκές στη διαθλαστική χειρουργική, αν και σπάνια, είναι η εκτασία του κερατοειδούς. Συνδυαστικές τεχνικές της διασύνδεσης κερατοειδούς έχουν χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση της εκτασίας μετά από διαθλαστικές επεμβάσεις. Ακόμα έχει μελετηθεί η προληπτική χρήση της διασύνδεσης κερατοειδούς σε διαθλαστικές επεμβάσεις. Στόχος της συγκεκριμένης εργασίας είναι η ανάδειξη των συνδυαστικών αυτών τεχνικών που έχουν περιγραφεί στην παγκόσμια βιβλιογραφία με σκοπό όχι μόνο τη βελτίωση της βιομηχανικής του κερατοειδούς, αλλά και τη βελτίωση της λειτουργικής όρασης των ασθενών. Η καταγραφή των νέων τεχνικών και τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, με μεγαλύτερα δείγματα ασθενών, των πρόδρομων τεχνικών προσδίδουν στην παρούσα εργασία έναν σημαντικό ρόλο. 727 323 320 The use of drama techniques in teaching Aesop's myths in preschool education Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών στη διδασκαλία των μύθων του Αισώπου στην προσχολική εκπαίδευση The aim of this paper is to investigate the contribution of drama techniques in the teaching of Aesop's myths in the field of preschool education. The need to resolve an already existing "problematic situation" at the level of interaction and harmonious coexistence of infants in the classroom and their determined reading poverty were the starting point for conducting this research. The research method used was educational research-action and the model adopted in the research process was the one of sphenoid growth by Stephen Kemmis. The collection of research results resulted in a combination of methodological tools such as: participatory observation, video recording of the actions, diary, critical friend and interview based on a questionnaire. The research site was the two-seat kindergarten in Maistros and the research sample was the population of fourteen students of the first class of the morning compulsory program. Three research circles were held with 9 two-hour drama meetings. In the context of the teaching intervention, the following drama techniques used were: still and moving images, thought tracking, hot-seating, role on the wall, forms of improvisation, story theater, images from the life of the character, ceremony, guided visualization, conscience isle and conscience circle, teacher in role, Forum Theater, collective role, status and the "machine". The researcher was asked to scientifically investigate the way in which drama techniques as alternative and creative teaching techniques can be effective: a) in teaching myths, b) in strengthening and improving infant relationships and c) in enriching means of (drama) expression of students. Research data gathered from the three research cycles of teaching intervention and their evaluation demonstrated the effectiveness of drama techniques. Drama education is an important teaching tool and the present research aims to be the trigger for conducting similar research aimed at teaching drama techniques of more types of children's literature both in preschool education and at other levels of education Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της συμβολής θεατρικών τεχνικών στη διδασκαλία των μύθων του Αισώπου στον χώρο της προσχολικής αγωγής. Η ανάγκη επίλυσης μιας ήδη υπάρχουσας «προβληματικής κατάστασης» σε επίπεδο αλληλεπίδρασης και αρμονικής συνύπαρξης των νηπίων στην ομάδα-τάξη και η διαπιστωμένη αναγνωστική τους ένδεια αποτέλεσαν αφετηρία για τη διεξαγωγή της παρούσας έρευνας.. Η ερευνητική μέθοδος που εφαρμόστηκε ήταν η εκπαιδευτική έρευνα-δράση και στην ερευνητική διαδικασία υιοθετήθηκε το μοντέλο σπειροειδούς ανάπτυξης του Stephen Kemmis. Στη συλλογή των ερευνητικών αποτελεσμάτων που προέκυψαν πραγματοποιήθηκε συνδυασμός μεθοδολογικών εργαλείων όπως: η συμμετοχική παρατήρηση, η βιντεοσκόπηση των δράσεων, το ημερολόγιο, ο/η κριτικός φίλος και συνέντευξη βασισμένη σε ερωτηματολόγιο. Τόπος διεξαγωγής της έρευνας ήταν το διθέσιο νηπιαγωγείο Μαΐστρου και είχε ως δείγμα τους δεκατέσσερις μαθητές του 1ου τμήματος του πρωινού υποχρεωτικού προγράμματος. Πραγματοποιήθηκαν τρεις ερευνητικοί κύκλοι με 9 δίωρες θεατρικές συναντήσεις. Στο πλαίσιο της διδακτικής παρέμβασης αξιοποιήθηκαν οι παρακάτω θεατρικές τεχνικές: παγωμένες εικόνες, οι φωναχτές σκέψεις, η καρέκλα των αποκαλύψεων, το περίγραμμα του χαρακτήρα, μορφές αυτοσχεδιασμού, η δραματοποιημένη αφήγηση, οι εικόνες από τη ζωή του χαρακτήρα, η τελετουργία, ο καθοδηγούμενος οραματισμός, ο διάδρομος και ο κύκλος συνείδησης, ο δάσκαλος σε ρόλο, το Θέατρο Φόρουμ, ο συλλογικός, Στάτους και η «μηχανή». Αποτέλεσε ζητούμενο για την ερευνήτρια να διερευνηθεί επιστημονικά ο τρόπος με τον οποίο οι θεατρικές τεχνικές ως εναλλακτικές και δημιουργικές διδακτικές τεχνικές μπορούν να είναι αποτελεσματικές: α) στη διδασκαλία των μύθων, β) στην ενδυνάμωση και βελτίωση των σχέσεων των νηπίων και γ) στον εμπλουτισμό των εκφραστικών μέσων των μαθητών. Τα ερευνητικά δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους τρεις ερευνητικούς κύκλους διδακτικής παρέμβασης και η αξιολόγηση αυτών κατέδειξαν την αποτελεσματικότητα των θεατρικών τεχνικών. Η θεατρική αγωγή αποτελεί σημαντικό διδακτικό εργαλείο και η παρούσα έρευνα φιλοδοξεί να αποτελέσει έναυσμα για τη διεξαγωγή παρόμοιων ερευνών με σκοπό τη διδασκαλία με θεατρικές τεχνικές περισσοτέρων ειδών παιδικής λογοτεχνίας τόσο στην προσχολική αγωγή όσο και στις υπόλοιπες βαθμίδες της εκπαίδευσης. 728 347 396 Μελέτη της γωνίας προσθίου θαλάμου με Οπτική Τομογραφία Συνοχής Προσθίου Ημιμορίου (AS-OCT) σε ασθενείς που υποβλήθηκαν σε οπίσθια υαλοειδεκτομή με ένθεση αερίου C3F8 λόγω ρηγματογενούς αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς Purpose: The purpose of this study is to evaluate by AS-OCT imaging the impact of posterior vitrectomy with gas tamponade on the anterior chamber (AC) angle, in patients with primary regmatogenous retinal detachment. Materials and methods: 57 patients who underwent posterior vitrectomy with C3F8 tamponade for regmatogenous retinal detachment were enrolled in this prospective study. Images of the anterior chamber were obtained by Visante AS-OCT pre-operatively and in 6 post-operative stages (1st, 5ih, 15ih, 30ih, 45ih and 90ih post¬operative days), before and after mydriasis (with tropicamide and phenylephrine). Parameters of the nasal and temporal AC angle (AOD500, AOD750, TISA500, TISA750, SSA), were graded using Visante's software. Additionally, IOP measurements were obtained in every examination, and axial length was measured pre-operatively and in the 90th post-operative day. All measurements were also obtained for the other - normal - eye. Results: In the study eye, statistically significant differences were found in all the parameters of the measured angle (AOD500, AOD750, TISA500, TISA750, SSA), between 1st and 5th postoperative day, as well as between the 5th and 30th, 45th, 90th postoperative days, on the nasal and temporal side of the AC angle in mydriasis and on the nasal side of the AC angle in miosis. Regarding intraocular pressure, statistically significant differences were found between the preoperative measurement and those of the 1st, 5th and 15th postoperative days, and between the 5th and 15th with the 90th postoperative day. Axial length is also a parameter that varies significantly, as it appeared to increase by 0.322mm on average. Finally, in the normal eye no significant change of parameters was observed, except for the intraocular pressure between the preoperative measurement and the 1st and 5th postoperative days. Conclusion: Posterior vitrectomy with gas (C3F8) tamponade appears to affect the morphology of the AC angle, by temporarily narrowing it. Intraocular pressure also increases, while the parameters return to baseline once the gas is absorbed. In addition, the angle changes do not differ in the groups of phakic and pseudophakic patients. Finally, regarding axial length, it seems that there is an - albeit small - increase. Σκοπός: Ο σκοπός της μελέτης είναι η εκτίμηση της επίδρασης της οπίσθιας υαλοειδεκτομής με έγχυση αερίου στη γωνία του πρόσθιου θαλάμου με βάση την απεικόνιση της γωνίας με OCT προσθίου ημιμορίου, σε ασθενείς που χειρουργήθηκαν λόγω ρηγματογενούς αποκόλλησης αμφιβληστροειδούς.Υλικό / Μέθοδος: Σε αυτή την προοπτική μελέτη, συμμετείχαν 57 ασθενείς με ρηγματογενή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς που υποβλήθηκαν σε χειρουργείο οπίσθιας υαλοειδεκτομής με έγχυση αερίου C3F8. Έγινε απεικόνιση του προσθίου θαλάμου (με την πλατφόρμα Visante AS-OCT) προεγχειρητικά και σε 6 μετεγχειρητικές φάσεις (1η, 5η, 15η, 30η , 45η και 90η μετεγχειρητική ημέρα), σε μύση και σε μυδρίαση (με τροπικαμιίδη και φαινυλεφρίνη). Κατόπιν, με τη βοήθεια του λογισμικού του Visante, έγινε υπολογισμός των παραμέτρων της γωνίας του ΠΘ (AOD500, AOD750, TISA500, TISA750, SSA) σε καθεμιά από τις απεικονίσεις, ρινικά και κροταφικά. Επίσης, έγινε μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης (ΕΟΠ) σε καθεμιά από τις παραπάνω φάσεις, και μέτρηση του αξονικού μήκους του οφθαλμού προεγχειρητικά και την 90η μετεγχειρητική ημέρα. Οι αντίστοιχες μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν και στον μη πάσχοντα οφθαλμό. Αποτελέσματα: Στον χειρουργηθέντα οφθαλμό, στατιστικά σημαντικές διαφορές εντοπίστηκαν σε όλες τις παραμέτρους της γωνίας που μετρήθηκαν, (AOD500, AOD750, TISA500, TISA750, SSA) μεταξύ της 1ηςμετεγχειρητικής με την 5η μετεγχειρητική ημέρα, καθώς και μεταξύ της 5ης με την 30η, 45ηκαι 90η μετεγχειρητική ημέρα, στη ρινική και κροταφική πλευρά της γωνίας του οφθαλμού σε μυδρίαση και στη ρινική πλευρά του οφθαλμού σε μύση. Επίσης, όσον αφορά την ενδοφθάλμια πίεση, στατιστικά σημαντικές διαφορές εντοπίστηκαν μεταξύ της προεγχειρητικής μέτρησης και αυτών της 1ης, 5ης και 15ης μετεγχειρητικής ημέρας, και μεταξύ της 5ης και 15ης με την 90η μετεγχειρητική. Το αξονικό μήκος είναι επιπλέον μία παράμετρος η οποία μεταβάλλεται στατιστικώς σημαντικά, μιας και φάνηκε να αυξάνεται κατά 0,322mm κατά μέσο όρο. Τέλος, στο φυσιολογικό οφθαλμό δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική μεταβολή των παραμέτρων, πλην της ενδοφθάλμιας πίεσης μεταξύ της προεγχειρητικής μέτρησης και της πρώτης και πέμπτης μετεγχειρητικής.Συμπεράσματα: Η οπίσθια υαλοειδεκτομή με έγχυση αερίου C3F8 φαίνεται πως επηρεάζει τη μορφολογία της γωνίας του πρόσθιου θαλάμου μειώνοντας το εύρος της προσωρινά. Παράλληλα, αυξάνεται και η ενδοφθάλμια πίεση, ενώ οι παράμετροι επιστρέφουν στις φυσιολογικές τους τιμές μόλις το αέριο απορροφηθεί. Επιπλέον, οι μεταβολές της γωνίας δεν διαφέρουν στις ομάδες των έμφακων και ψευδόφακων ασθενών. Τέλος, στο αξονικό μήκος φαίνεται ότι υπάρχει μια -έστω και μικρή - αύξηση. 729 412 409 The majority of Fertility Treatments (FTs) act as growth factors on the ovarian epithelial cells. Researchers throughout the world are investigating the influence of these treatments in the incidence of Ovarian Cancer (OC). Infertility per se, seems to be the major risk factor for the development of OC (RR= and thus it seems according to Ness et al). It seems that infertility plays a more important role in the development of OC than FTs. In the international literature we found 5 cohort studies implicating Citric Clomiphene in the development of OC, and 3 Cohort studies where this proof was not visible. There is a single study implicating Gonadotrophin treatment in the development of OC while most of the other studies do not confirm this connection. From the major 2 metanalyses on the subject, one of them finds no connection between fertility treatments and OC, and the second one connects the use of clomifene or a combined clomifene and gonadotropin treatment with the appearance of borderline tumors. Regarding the techniques used in IVF, they can also participate in the ovarian carcinogenesis by the induction of multiple ovulations or by the provoked multiple traumatisms on the ovarian epithelium occurring during the egg harvesting. We found 5 cohort studies and one retrospective study suggesting that IVF techniques might increase the risk for OC. However there are 2 other cohort studies that could not find this connection. Two major metanalyses are published: one connecting and one not connecting IVF techniques with the O.C. development. On a Molecular level we now know that in the development of OC implicates the pausing of 16 Tumor Suppressor Genes, 3 of them being Imprinted Suppressor Genes, epigenetic changes on 3 Proliferation Inhibiting Genes, the presence of Mutations on BRCA1-BRCA2 genes at 10-15% of cases, the activation of 15 Oncogenes or changes in no coding regions of the DNA. 7 Cell Signaling Mechanisms seem to be also implicated in the development of OC, regulating the proliferation, apoptosis and autophagy of ovarian cells. Other factors that affect neo vascularization and cell mobility are also important in the development of OC. Several factors seem to be malfunctioning in both OC and infertility: PEG3, DLEC1, BRCA1-BRCA2, TGFβ, FAS, KRAS, PI3K. Other factors could be inhibited (PTEN, TGFβ, FAS) or amplified (KRAS, Pi3KCA, EGFR, ERBB2-HER2, JAK2, NF-kB) by fertility treatments, provoking an increased cell division rate, and thus leading to the development of OC. However most of the effects of FT are still largely unknown. Τα περισσότερα σκευάσματα θεραπειών γονιμότητας λειτουργούν επίσης ως αυξητικοί παράγοντες για τα κύτταρα της ωοθήκης. Μελετητές παγκοσμίως προσπαθούν να επιβεβαιώσουν ή να απορρίψουν την πιθανή σύνδεση τέτοιων θεραπειών με την εμφάνιση καρκίνου της ωοθήκης. Η διερεύνηση δυσχεραίνεται από το ότι η υπογονιμότητα αποτελεί σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση καρκίνου της ωοθήκής per se ( 2,67 φορες μεγαλύτερο κίνδυνο σύμφωνα με τον Ness και τους συνεργάτες του). Στη διεθνή βιβλιογραφία βρήκαμε 5 μελέτες κοόρτης που εμπλέκουν την κιτρική κλομιφαίνη στην εμφάνιση καρκίνου της ωοθήκης, και 3 μελέτες κοόρτης που δεν επιβεβαιώνουν αυτήν τη σύνδεση. Μία μόνο μελέτη βρέθηκε που να ςυνδέει την χρήση Γοναδοτροπινών με τον καρκίνο της ωοθήκης ενώ οι περισσότερες μελέτες δεν βρίσκουν την χρήση γοναδοτροπινών επιβαρυντική. Από τις 2 μετα-αναλύσες που έγιναν επί του ζητήματος η μία δεν βρίσκει αύξηση κινδύνου ενώ η δεύτερη βρίσκει αυξημένη την εμφάνιση μόνο των όγκων οριακής κακοήθειας στήν χρήση κλομιφαίνης ή συνδυασμού κλομιφαίνης και γοναδοτροπινών.Οι τεχνικές IVF μπορούν επίσης να συμβάλουν στην καρκινογένεση της ωοθήκης λόγω πολλαπλής ωοθυλάκιορρηξίας ή πολλαπλού τραυματισμού του επιθηλίου που προκαλούνται κατά την ωοληψία. Στη διεθνή βιβλιογραφία, βρήκαμε 5 μελέτες κοόρτης και μία αναδρομική μελέτη που συνδέουν την χρήση τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με την εμφάνιση του καρκίνου της ωοθήκης. Βρηήκαμε επίσης 2 μελέτες που δεν κατάφεραν να συνδέσουν τα 2 αυτά στοιχεία. Υπάρχουν επίσης 2 μεταναλύσεις εκ των οποίων η μία συνδέει τις τεχνικές IVF με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης νεοπλασματικής νόσου της ωοθήκης και η άλλη όχι Μελετώντας το ζήτημα από μία άλλη οπτική, αυτή της μοριακής βιολογίας, βρίσκουμε ότι στην εμφάνιση του καρκίνου της ωοθήκης συμβάλλουν αλλαγές σε 16 Ογκοκατασταλτικά Γονίδια, εκ των οποίων 3 είναι αποτυπωμένα. Εμπλέκονται επίσης: 3 Γονίδια Ανασταλτικά της Ανάπτυξης που υπόκεινται σε επιγενετικές αλλοιώσεις, τα γονίδια BRCA1 – BRCA2 σε ποσοστό 10-15% των καρκίνων της ωοθήκης, 15 Ογκογονίδια και ανωμαλίες μη κωδικονίων. Τέλος συμβάλλουν με την δράση τους 7 Μηχανισμοί Κυτταρικής Σηματοδότησης που αφορούν τον πολλαπλασιασμό, την απόπτωση και την αυτοφαγία των κυττάρων, καθώς και άλλοι παράγοντες, που επιρρεάζουν την νέο αγγειογένεση και την κυτταρική κινητικότητα. Από αυτούς τους παράγοντες, οι PEG3, DLEC1, BRCA1-BRCA2, TGFβ, FAS, KRAS, PI3K φαίνεται να δυσλειτουργούν συχνά, τόσο σε περιπτώσεις υπογονιμότητας, όσο και στις περιπτώσεις του καρκίνου της ωοθήκης. Άλλοι πάλι παράγοντες φαίνεται να επηρεάζονται από τις θεραπείες γονιμότητας είτε μέσω της αναστολής τους (PTEN, TGFβ, FAS) είτε μέσω της επαγωγής τους (KRAS, Pi3KCA, EGFR, ERBB2-HER2, JAK2, NF-kB) και να οδηγούν σε προαγωγή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Πολλές ωστόσο επιδράσεις των θεραπειών γονιμότητας παραμένουν άγνωστες. 730 457 458 Measurement of peripapillary and perifoveal capillary density using OCT angiography in patients with ocular hypertension Μέτρηση της πυκνότητας των περιθηλαίων και περιβοθρικών τριχοειδών με OCT αγγειογραφία σε ασθενείς με οφθαλμική υπερτονία OCT Angiography is a new, promising diagnostic method for imaging retinal vasculature. With regard to glaucoma, OCT angiography is a method of imaging the optic nerve and possibly a tool for a better understanding of the pathophysiology of glaucoma. In recent years, several studies have been performed to measure the density of peripapillary capillaries in conditions such as primary open angle glaucoma and normal pressure glaucoma, suggesting a correlation between glaucoma lesions and decreased capillary density. Also, the decrease in peripapillary capillary density appears to detect reduced peripapillary blood supply prior to the appearance of lesions in the visual fields and significant thinning of the RNFL in the OCT. At the same time, there are few studies in the international literature on the measurement of peripapillary capillary density in ocular hypertension. The purpose of this study is to study the peripapillary and perifoveal capillaries in eyes of patients with ocular hypertension and to compare the results with normal eyes. This will study the possible coexistence of vascular causes for the development of glaucoma in people with ocular hypertension, as well as the emergence of a potential factor that increases the development of ocular hypertension to glaucoma. Two groups were included in the study: 1) a group of people with diagnosed ocular hypertension (intraocular pressure >21mmHg, with no detectable glaucoma damage and with no angle closed), (study group) and 2) a group of people with no glaucoma and normal intraocular pressure (control group). Exclusion criteria from the study were the closed angle of the anterior chamber of the eye and concomitant eye diseases (e.g. non-glaucoma optic neuropathies, diabetic retinopathy, etc.). In both groups, peripapillary capillary density (RPC) and perifoveal capillary density (VDF) measurements were performed with OCT angiography. Also, all individuals included in the study in the study group (subjects with diagnosed ocular hypertension) have been submitted to visual fields examination, nerve fiber layer thickness (RNFL) measurement, and ganglion cell thickness (GCC) measurement, tonometry, central corneal thickness measurement (CCT) and fundoscopy for optic nerve head evaluation. The main objective was to determine if there was a difference in peripapillary and perifoveal capillary density between people with ocular hypertension and people in the control group. Statistical analysis was performed using descriptive statistics of the data collected. As a final result, it could be mentioned that this study using OCT angiography demonstrated high positive correlation of reduced local circulation of optic nerve and macula in eyes with ocular hypertension with anatomical changes in OCT (RNFL and GCC thinning). In addition, the study described statistically significant difference in the blood supply parameters of optic nerve and macula in eyes with ocular hypertension compared to normal eyes. H OCT Αγγειογραφία είναι μία νέα, πολλά υποσχόμενη διαγνωστική μέθοδος απεικόνισης της αγγείωσης του αμφιβληστροειδούς. Όσον αφορά το γλαύκωμα, η OCT Aγγειογραφία αποτελεί μία μέθοδο απεικόνισης της αιμάτωσης του οπτικού νεύρου και πιθανώς ένα εργαλείο για την καλύτερη κατανόηση της παθοφυσιολογίας του γλαυκώματος. Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες μέτρησης της πυκνότητας των περιθηλαίων τριχοειδών σε παθήσεις όπως το πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας και το γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης, αναδεικνύοντας συσχέτιση μεταξύ γλαυκωματικών αλλοιώσεων και μείωσης της πυκνότητας των τριχοειδών. Επίσης, η μείωση της πυκνότητας των περιθηλαίων τριχοειδών φαίνεται πως ανιχνεύει μειωμένη περιθηλαία αιμάτωση πριν την εκδήλωση αλλοιώσεων στα οπτικά πεδία και σημαντικής λέπτυνσης του RNFL στο OCT. Παράλληλα στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρονται ελάχιστες μελέτες που αφορούν τη μέτρηση της πυκνότητας των περιθηλαίων τριχοειδών στην οφθαλμική υπερτονία. Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη των περιθηλαίων αλλά και των περιβοθρικών τριχοειδών σε οφθαλμούς ατόμων με οφθαλμική υπερτονία και η σύγκριση των αποτελεσμάτων με φυσιολογικούς οφθαλμούς. Με αυτό τον τρόπο θα μελετηθεί η πιθανή συνύπαρξη αγγειακών λόγων για την ανάπτυξη ή όχι γλαυκώματος στα άτομα με οφθαλμική υπερτονία, καθώς και η ανάδειξη ενός πιθανού παράγοντα που αυξάνει την εξέλιξη της υπερτονίας σε γλαύκωμα. Στη μελέτη συμπεριελήφθηκαν δύο ομάδες: 1) ομάδα ατόμων με διεγνωσμένη οφθαλμική υπερτονία (ενδοφθάλμια πίεση >21mmHg, χωρίς ανιχνεύσιμη γλαυκωματική βλάβη και με προυπόθεση την απουσία κλειστής γωνίας), (ομάδα μελέτης) και 2) ομάδα ατόμων χωρίς γλαυκωματικές βλάβες και με φυσιολογική ενδοφθάλμια πίεση (ομάδα ελέγχου). Κριτήρια αποκλεισμού από τη μελέτη αποτέλεσαν η κλειστή γωνία του προσθίου θαλάμου και συνοδές παθήσεις του οφθαλμού (π.χ. μη γλαυκωματικές οπτικές νευροπάθειες, διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια κ.α.). Και στις δύο ομάδες πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις της περιθηλαίας πυκνότητας τριχοειδών (RPC) και της περιβοθρικής πυκνότητας τριχοειδών (VDF) με OCT Aγγειογραφία. Επίσης, σε όλα τα άτομα που συμπεριλήφθηκαν στην ομάδα μελέτης (άτομα με διεγνωσμένη οφθαλμική υπερτονία), πραγματοποιήθηκε εξέταση οπτικών πεδίων, μέτρηση του πάχους της στιβάδας των νευρικών ινών (RNFL) και του πάχους των γαγγλιακών κυττάρων στην ωχρά (GCC), τονομέτρηση, μέτρηση του πάχους του κεντρικού κερατοειδούς (CCT) και βυθοσκόπηση για την εκτίμηση του οπτικού νεύρου. O κύριος στόχος ήταν να εξακριβωθεί αν υπάρχει διαφορά στην περιθηλαία και στην περιβοθρική πυκνότητα των τριχοειδών μεταξύ των ατόμων με οφθαλμική υπερτονία και της ομάδας ελέγχου και γι΄αυτο έγινε στατιστική ανάλυση με τις μεθόδους της περιγραφικής στιατιστικής των δεδομένων που είχαν συλλεχθεί. Ως τελικό αποτέλεσμα, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως η μελέτη αυτή με την απεικόνιση με OCT Αγγειογραφία ανέδειξε την υψηλή θετική συσχέτιση της μειωμένης τοπικής κυκλοφορίας του οπτικού νεύρου και της ωχράς σε οφθαλμούς με υπερτονία με ανατομικές αλλαγές στο OCT (λέπτυνση RNFL και GCC). Eπιπλέον, περιέγραψε τη στατιστικά σημαντική διαφορά των παραμέτρων αιμάτωσης του οπτικού νεύρου και της ωχράς των οφθαλμών με υπερτονία συγκριτικά με φυσιολογικούς οφθαλμούς. 731 232 238 Extremophilic organisms have developed a wide variety of mechanisms which enable them to survive in environments where the conditions seem incompatible with life to humans. Conditions like extreme temperature, pH, salinity, pressure or a combination of those can lead to the denaturation of proteins and loss of their activity, which naturally leads to the death of the organism. One way which enables organisms to survive extreme conditions is by isolating their external from their internal environment. For example, some acidophiles have proton pumps that allow them to keep their cytoplasm at pH values near neutral, regardless of their extremely acidic external environment. However, this is not always possible. Organisms that live in extremely hot or cold environments is one such example. These organisms cannot shut out heat or cold, so they had to develop different mechanisms to survive. In the mechanisms developed by extremophilic organisms there could be adaptations to the protein structure and amino acid sequence, which aim to the retention of the proteins’ stability and activity under the extreme conditions in which they live. In the present study, we studied proteins of the thermoacidophilic archaeon Metallosphaera sedula and we compared them with homologous proteins from mesophilic or extremophilic organisms. Our goal was to identify protein traits that tend to appear or be absent from specific proteins and could possibly be associated with their ability to remain functional under extreme conditions. Οι ακραιόφιλοι οργανισμοί (extremophiles) έχουν αναπτύξει πληθώρα μηχανισμών με τους οποίους καθίσταται δυνατή η επιβίωση τους σε περιβάλλοντα όπου επικρατούν ακραίες συνθήκες. Συνθήκες όπως ακραίες τιμές θερμοκρασίας, pH, αλατότητας, πίεσης ή και συνδυασμός αυτών μπορεί να οδηγήσουν στην αποδιάταξη και απώλεια ενεργότητας των πρωτεϊνών με φυσικό επακόλουθο το θάνατο του οργανισμού. Ένας τρόπος με τον οποίο πολλοί οργανισμοί επιβιώνουν σε ακραίες συνθήκες είναι η απομόνωση του εξωτερικού τους περιβάλλοντος από το εσωτερικό τους. Παραδείγματος χάριν, ορισμένοι οξεόφιλοι οργανισμοί διαθέτουν αντλίες με τις οποίες αποβάλουν ιόντα υδρογόνου με αποτέλεσμα να διατηρούν σχέδον ουδέτερο pH στο εσωτερικό τους, ανεξάρτητα με το όξινο pH που επικρατεί στο εξωτερικό τους περιβάλλον. Ωστόσο, πολλές φορές κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι οργανισμοί που ζουν σε περιβάλλοντα όπου επικρατούν ακραίες θερμοκρασίες. Οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να απομονώσουν το εσωτερικό τους από τις ακραίες θερμοκρασίες και επομένως αναγκάστηκαν να αναπτύξουν άλλους μηχανισμούς για να επιβιώσουν. Στους μηχανισμούς αυτούς μπορεί να ενέχονται προσαρμογές της πρωτεϊνικής δομής και αμινοξικής αλληλουχίας, οι οποίες αποσκοπούν στη διατήρηση της σταθερότητας και ενεργότητας των πρωτεϊνών τους κάτω από τις ακραίες συνθήκες στις οποίες ζουν. Στην παρούσα εργασία μελετήσαμε πρωτεΐνες του θερμόφιλου και οξεόφιλου αρχαίου Metallosphaera sedula και τις συγκρίναμε με ομόλογες πρωτεΐνες τους απο μεσόφιλους ή ακραιόφιλους οργανισμούς. Σκοπός μας ήταν ο πιθανός εντοπισμός χαρακτηριστικών που έχουν την τάση να εμφανίζονται ή να απουσιάζουν από πρωτεΐνες που έχουν εξελιχθεί έτσι ώστε να παραμένουν λειτουργικές σε ακραίες συνθήκες. 732 171 193 Parameters in the application of the Portofolio assessment in Preschool Education Παράμετροι εφαρμογής του Portfolio αξιολόγησης στην Προσχολική Εκπαίδευση This research study aims to explore the various applications of the ‘Portfolio’ method in pre-school education. Our main objective was to critically review relevant research studies conducted between 1991 and 2018 in order to examine: (1) the professional training on evaluation techniques based on ‘Portfolio’ that pre-school teachers have attended and have completed, (2) the challenges that pre-school teachers have faced as for the application of ‘Portfolio’ and (3) the cooperation between teachers and parents on the application of Portfolio in kindergarten. The review was based on 45 Greek and international research studies, which investigated the questions mentioned above. Results demonstrated that while Portfolio methods have been well developed since the 1990s, pre-school teachers still lack relevant training. Therefore, teachers lack the confidence of using Portfolio due to problems arising in the classroom. Results showed that the biggest challenge was time management. Parents demonstrated a positive attitude in their involvement with their child’s evaluation, which, however, can be further improved Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις παραμέτρους εφαρμογής του Portfolio στην προσχολική εκπαίδευση. Απώτερος σκοπός μας ήταν, μέσα από μια κριτική ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων των τελευταίων δεκαετιών (1991-2018), να εξετάσουμε: (1) την εκπαίδευση που έχουν λάβει οι εκπαιδευτικοί προσχολικής εκπαίδευσης σε θέματα που αφορούν τη μέθοδο αξιολόγησης με βάση το Portfolio, (2) τις δυσκολίες των εκπαιδευτικών αναφορικά με την εφαρμογή του Portfolio και (3) την συνεργασία εκπαιδευτικών – γονέων στην εφαρμογή του Portfolio στο νηπιαγωγείο. Συγκεντρώθηκαν και μελετήθηκαν στοιχεία από 45 ερευνητικές εργασίες (ελληνόγλωσσες και ξενόγλωσσες) οι οποίες εξέταζαν τα παραπάνω. Τα αποτελέσματα των ερευνητικών εργασιών που μελετήθηκαν μας λένε ότι, παρά το γεγονός ότι η μέθοδος του Portfolio στο νηπιαγωγείο εμφανίζεται στη διεθνή βιβλιογραφία περί το 1990, η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αναφορικά με αυτό εξακολουθεί μέχρι σήμερα να παρουσιάζεται ελλιπής. Συνεπώς, κατά την εφαρμογή του Portfolio στην τάξη, προκύπτουν συχνά προβλήματα και εμπόδια που αποθαρρύνουν τους νηπιαγωγούς να το χρησιμοποιήσουν. Επίσης, από τη μελέτη των ερευνών φαίνεται να προκύπτει ότι οι γονείς είναι θετικοί για την εμπλοκή τους στην αξιολόγηση των παιδιών τους, αν και σε αυτό το πεδίο υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια βελτίωσης. 733 191 185 Educational material for teaching the critical issue of climate change on children aged from 4 to 8 Σχεδιασμός και ανάπτυξη εκπαιδευτικού υλικού για παιδιά ηλικίας 4-8 ετών με θέμα την κλιματική αλλαγή This work focuses on definitions and concepts that have to do with the critical issue of climate change. Primary Education is the framework in which these concepts are integrated. Particularly, in this work an educational material on the environmental issue of climate change is proposed for children ages 4 to 8, meaning the children from nursery grades to 4th grade of primary education. Initially, some key issues of Environmental Education are refered, such as educational approaches and ways of studying the environment and environmental issues. Continually, not only the concepts of the composition of the natural environment, the climate, the causes, the consequences and the ways of dealing with climate change are clarified, but also their inclusion into the framework of Primary Education. In the end, after mentioning the basic principles for designing and developing an educational material for the environment, the educational material on climate change is proposed in the last two chapters. This material is predominantly based on the third chapter including research and childrens' perceptions on envilonmental issues and climate change. Η συγκεκριμένη εργασία επικεντρώνεται σε ορισμούς και έννοιες της κρίσιμης θεματικής της κλιματικής αλλαγής. Η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσονται οι έννοιες αυτές. Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται ένα εκπαιδευτικό υλικό για την περιβαλλοντική θεματική της κλιματικής αλλαγής για παιδιά ηλικιών 4 εώς 8, ηλικίες δηλαδή που φοιτούν από τις βαθμίδες του νηπιαγωγείου έως και την Δ' Δημοτικού. Αρχικά αναφέρονται κάποιες βασικές θεματικές της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, οι εκπαιδευτικές προσεγγίσεις και οι τρόποι μελέτης του περιβάλλοντος και των περιβαλλοντικών ζητημάτων. Στη συνέχεια διευκρινίζονται όχι μόνο οι έννοιες της σύστασης του φυσικού περιβάλλοντος, του κλίματος, των αιτιών, συνεπειών και τρόπων αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αλλά και η έντάξή τους μέσα στο πλαίσιο της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Έπειτα αφού αναφερθούν οι βασικές αρχές για τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη ενός εκπαιδευτικού υλικού για το περιβάλλον, προτείνεται το εκπαιδευτικό υλικό για την κλιματική αλλαγή στα δυο τελευταία κεφάλαια. Το υλικό αυτό κατα κύριο λόγο βασίζεται στο τρίτο κεφάλαιο με έρευνες και αντιλήψεις παιδιών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα περιβαλλοντικά προβλήματα και την κλιματική αλλαγή. 734 279 259 The necessity of modernization of the educational system through teaching approaches featured the project method. For this reason, this specific assignment deals with the method of the working plan, pointing out its pedagogical and educational value and also upgrading the student’s role in this. Consequently, the implementation of it is considered necessary in primary schools. Regarding the theoretical part of this assignment, this includes the definitions, the characteristic features and the aims of the method. Following, one can see the chronicle retrospection in search of its roots and its evolution through the passage of time. Also, the models of this method and the basic requirements are expanded so as it can be successfully completed. Finally, there has been a reference to the implementation of the above method in primary schools as well as how it contributes to students’ learning. The aim of our research is to outline the students’ opinion of the sixth semester of our department regarding the requirements, the aims, the benefits, the instructor’s role as well as the problems faced by the members. The research was carried out via the questionnaire method and 52 students took part in it. Analyzing their answers, we conclude to the followings: • A very important part of the achievement of the working plan has been the requirements which have to be fully satisfied. • The benefits that the students acquire by participating in a project are various. In particular, they participate actively and through the guidance and the help of the instructor they can succeed in achieving their goals. • During the prosecution of a project, the direct participants come up against several obstacles which may be dealt with successfully Η αναγκαιότητα εκσυγχρονισμού του εκπαιδευτικού συστήματος με νέες διδακτικές προσεγγίσεις, έφερε στο προσκήνιο τη μέθοδο project. Γι’ αυτό, η συγκεκριμένη εργασία πραγματεύεται τη μέθοδο του σχεδίου εργασίας, επισημαίνοντας την παιδαγωγική και διδακτική της αξία και αναβαθμίζοντας το ρόλο του μαθητή. Επομένως, κρίνεται αναγκαία η εφαρμογή της στα Δημοτικά Σχολεία. Όσον αφορά το θεωρητικό μέρος της παρούσας εργασίας, περιλαμβάνει τους ορισμούς, τα χαρακτηριστικά και τους στόχους της μεθόδου. Ακολουθεί η ιστορική αναδρομή, αναζητώντας τις ρίζες και την εξέλιξή της με την πάροδο του χρόνου. Στην πορεία, αναλύονται τα μοντέλα της μεθόδου και οι βασικές προϋποθέσεις ώστε να ολοκληρωθεί με επιτυχία. Τέλος, γίνεται λόγος για την εφαρμογή της μεθόδου στο Δημοτικό Σχολείο καθώς και για τον τρόπο που συμβάλλει στη μάθηση των μαθητών. Στόχος της έρευνάς μας είναι να σκιαγραφηθούν οι απόψεις των φοιτητών του Στ’ εξαμήνου του τμήματός μας αναφορικά με τις προϋποθέσεις, τους στόχους, τα οφέλη, το ρόλο που κατέχει ο εκπαιδευτικός αλλά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα μέλη. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο του ερωτηματολογίου και δείγμα αποτέλεσαν 52 φοιτητές. Από την ανάλυση των απαντήσεών τους, καταλήγουμε στα εξής: • Βαρυσήμαντο ρόλο για την επίτευξη του σχεδίου εργασίας κατέχουν οι προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται στο έπακρο. • Τα οφέλη που αποκτούν οι μαθητές με τη συμμετοχή τους σε ένα project είναι ποικίλα. Ειδικότερα, είναι ενεργοί συμμετέχοντες και με την καθοδήγηση και τη βοήθεια του εκπαιδευτικού είναι σε θέση να επιτύχουν τους στόχους τους. • Κατά τη διάρκεια διεξαγωγής ενός project, οι άμεσα εμπλεκόμενοι αντιμετωπίζουν ορισμένα εμπόδια τα οποία στην πορεία ενδεχομένως καταφέρουν να αντιμετωπίσουν 735 207 235 Organisation, administration and use of educational technologies for distance education in secondary school units during the COVID-19 pandemic Οργάνωση, διοίκηση και χρήση εκπαιδευτικών τεχνολογιών για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε σχολικές μονάδες Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 The subject of this diplomatic study is the organization, administration and use of educational technologies for distance education in secondary school units during the Covid-19 pandemic. The main objective of the research was to investigate through the experiences of teachers whether secondary schools during the pandemic were able to function, whether teachers adapted and enriched learning using digital technology and offering everyone learning opportunities and access to the wealth of information. This diplomatic study presents the educational organization, administration and Information and Communication Technology (ICT). It describes distance learning, the characteristics of e-learning and the role of the teacher in it. A survey was carried out which investigated the readiness of the Ministry of Education, teachers, pupils, the experiences gained by teachers and to what extent they accepted distance-teaching. For the research investigation of the subject, 12 semi-structured interviews were conducted with teachers working in schools in North Evros. The most important findings of this dissertation are: a) The Ministry of Education and Religious Affairs, teachers and students were unready for distance learning. b) Teachers' experiences were more negative and less positive. (c) Distance-learning has worked despite adverse conditions. Το θέμα της παρούσας διπλωματικής μελέτης είναι η οργάνωση, διοίκηση και χρήση εκπαιδευτικών τεχνολογιών για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση σε σχολικές μονάδες της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατά την διάρκεια της πανδημίας Covid - 19. Κύριος στόχος της έρευνας ήταν να διερευνηθεί μέσα από τις εμπειρίες των εκπαιδευτικών αν τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης κατά την περίοδο της πανδημίας μπόρεσαν να λειτουργήσουν, αν προσαρμόστηκαν οι εκπαιδευτικοί και εμπλούτισαν τη μάθηση χρησιμοποιώντας την ψηφιακή τεχνολογία και προσφέροντας σε όλους μαθησιακές ευκαιρίες και πρόσβαση στην πληθώρα των πληροφοριών. Στην παρούσα διπλωματική μελέτη παρουσιάζονται η εκπαιδευτική οργάνωση, διοίκηση και η Τεχνολογία Πληροφοριών και Επικοινωνίας (ΤΠΕ). Περιγράφεται η εξ αποστάσεως εκπαίδευση, τα χαρακτηριστικά της ηλεκτρονικής μάθησης και ο ρόλος του εκπαιδευτικού σε αυτήν. Πραγματοποιήθηκε έρευνα η οποία διερεύνησε την ετοιμότητα του Υπουργείου Παιδείας, των εκπαιδευτικών, των μαθητών, τις εμπειρίες που αποκόμισαν οι εκπαιδευτικοί και σε ποιο βαθμό αποδέχθηκαν την εξ αποστάσεως διδασκαλία Για την ερευνητική διερεύνηση του θέματος πραγματοποιήθηκαν 12 ημιδομημένες συνεντεύξεις με καθηγητές που εργάζονται σε σχολεία του Βορείου Έβρου. Τα πιο σημαντικά ευρήματα της παρούσας διπλωματικής μελέτης είναι: α) Το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, οι καθηγητές και οι μαθητές ήταν ανέτοιμοι για την εξ αποστάσεως εκπαίδευση. β) Οι εμπειρίες των εκπαιδευτικών ήταν περισσότερο αρνητικές και λιγότερο θετικές. γ) Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση λειτούργησε παρά τις αντίξοες συνθήκες. 736 175 185 Dissociative disorders consist a group of mental disorders that includes memory identity, behavior and consciousness problems. The symptoms can potentially disrupt every aspect of mental function. So far, dissociative disorders are classified into four categories depending on the feelings experienced and the symptoms appeared. Although all of us have experienced mild dissociation some time in our lives, those who have suffered a trauma have increased chances of suffering from a dissociative disorder and more specifically from dissociative identity disorder. The most serious effect of dissociative disorders is the possibility of suicide. In some occasions symptoms include depression and anxiety. This is the main reason that many studies have been conducted on whether and how the dissociative disorders associate with depression and anxiety disorders. It has been found that in some cases dissociative disorder is a precursor and a sign for an anxiety disorder, such as post-traumatic stress, and in others dissociation follows anxiety and depression. However, with adequate diagnostic techniques it is possible to find the particular disorder or comorbidity and choose the appropriate treatment. Οι διασχιστικές διαταραχές αποτελούν μια κατηγορία ψυχικών διαταραχών στις οποίες περιλαμβάνονται προβλήματα μνήμης, ταυτότητας, συμπεριφοράς και συνείδησης. Τα συμπτώματα μπορούν ενδεχομένως να διαταράξουν κάθε τομέα της ψυχικής λειτουργίας. Μέχρι σήμερα οι διασχιστικές διαταραχές ταξινομούνται σε τέσσερις κατηγορίες ανάλογα με τα αισθήματα που βιώνονται και τα συμπτώματα που εμφανίζονται. Αν και όλοι μας έχουμε βιώσει ήπιας μορφής διάσχιση κάποια φορά στη ζωή μας, όσοι έχουν υποφέρει από κάποιο τραύμα έχουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν από διασχιστική διαταραχή και πιο συγκεκριμένα από διασχιστική διαταραχή ταυτότητας. Η σοβαρότερη επίπτωση των διασχιστικών διαταραχών είναι η πιθανότητα της αυτοκτονίας. Πολλές φορές στη συμπτωματολογία εντάσσεται η κατάθλιψη και το άγχος. Αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που έχουν διεξαχθεί έρευνες για το αν και πως σχετίζονται οι διασχιστικές διαταραχές με την κατάθλιψη και τις αγχώδεις διαταραχές. Έχει βρεθεί ότι σε κάποιες περιπτώσεις η διάσχιση αποτελεί πρόδρομο και δείκτη των αγχωδών διαταραχών, όπως για παράδειγμα του μετατραυματικού στρες ενώ σε άλλες η διάσχιση έπεται του άγχους και της κατάθλιψης. Ωστόσο, με τις κατάλληλες διαγνωστικές τεχνικές είναι δυνατό να βρεθεί η συγκεκριμένη διαταραχή ή η συννοσηρότητα και να ακολουθηθεί η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. 737 301 277 International Convention for the Prevention of Pollution from Ships Το νομοθετικό πλαίσιο υπολογισμού και καταγραφής αέριων ρύπων από τη ναυτιλία This present work deals with the study and the analysis of legislative frame of evaluating and recording of air pollutants from the shipping sector worldwide as much as at a national level. This analysis will not be achieved in solid isolation. On the one hand it would be attempted with the cross-correlation of government supervision and financing, for the control of shipping repercussions, and the share of responsibility of private sector. However, a question is being raised for the types of air pollutants which are being emitted, both during the voyage and during the ship’s stay in the harbor. The interrelation of the different institutional framework is being carried out critically so that effective measures would be applied where necessary if there are flaws or disruptions in the chain aiming to the preservation of the environment with a view to properly sustainable development. The legislation that is being analyzed concerns air pollutants which are emitted at during the voyage and stay of ships in ports, as well as with their repercussions on population health and environment. Differences are distinguished depending on the category of ships, as the impact of their repercussions varies depending on their type (cruise, passenger, commercial) considerably. At the same time, categorization is being attempted depending on the use and the aim of engines of ships, inside and outside the ports. Through a practical research of current situations and their confrontation through the new stricter legislative frame, an effort to prove that profit from the action taken to reduce air pollutants exceeds the cost of confronting any socioeconomic and environmental repercussions. In this way the legislative frame is made explicit and the authorities are facilitated in its imposition for the reduction of gases for health improvement and environmental protection. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τη μελέτη και την ανάλυση του νομοθετικού πλαισίου υπολογισμού και καταγραφής αέριων ρύπων από τη ναυτιλία, τόσο σε παγκόσμιο αλλά και εθνικό επίπεδο. Η ανάλυση αυτή δεν επιχειρείται αυτοτελώς. Αφενός, πραγματοποιείται με τη συσχέτιση της κρατικής επίβλεψης και χρηματοδότησης, για τον έλεγχο των επιπτώσεων της ναυτιλίας, και το μερίδιο ευθύνης του ιδιωτικού τομέα. Αφετέρου όμως, δημιουργείται το ερώτημα για τους τύπους των ρύπων που εκπέμπονται, τόσο κατά την διάρκεια του ταξιδιού, όσο και κατά την παραμονή του πλοίου στο λιμάνι. Η σύνδεση των διαφορετικών θεσμικών πλαισίων πραγματοποιείται με κριτικό βλέμμα έτσι ώστε να παρουσιαστούν τα πιθανά κενά με σκοπό τη βιώσιμη ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος. Η νομοθεσία που αναλύεται αφορά στους αέριους ρύπους που εκπέμπονται κατά την κίνηση και παραμονή των πλοίων στους λιμένες, συγχρόνως με τις επιπτώσεις αυτών τόσο στην υγεία των πολιτών όσο και στο περιβάλλον. Διαφορές διακρίνονται ανάλογα με την κατηγορία που υπόκεινται τα πλοία, καθώς οι επιπτώσεις των δραστηριοτήτων των κρουαζιερόπλοιων, των επιβατικών και εμπορικών πλοίων διαφέρουν σημαντικά. Παράλληλα, κατηγοριοποίηση γίνεται για τη χρήση και το σκοπό των μηχανών των πλοίων, εκτός και εντός των λιμένων. Μέσα από μια πρακτική έρευνα των σημερινών καταστάσεων και της αντιμετώπισης αυτών μέσα στο νέο πιο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, γίνεται προσπάθεια να αποδειχθεί ότι το όφελος από τις δράσεις μείωσης των αέριων ρύπων υπερβαίνει το κόστος για την αντιμετώπιση των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Με τον τρόπο αυτό καθίσταται σαφές το νομοθετικό πλαίσιο και διευκολύνονται οι αρχές στην επιβολή αυτού για τη μείωση των αερίων ρύπων τόσο για τη βελτίωση της υγείας των πολιτών αλλά και την εξυγίανση περιβάλλοντος. 738 303 321 Pre-school education teachers’ attitudes to the use of drama techniques Στάσεις των εκπαιδευτικών Προσχολικής Εκπαίδευσης για την αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών Research on theater education in the learning process, either as a mean of teaching the other subjects or as a separate subject, shows its positive effect on many areas of child development. By integrating theater into education, pupils become active in the learning process, think critically and freely, broaden their knowledge, and discover new aspects of themselves. Drama techniques are an alternative and yet effective instrument that can help educators and enhance their educational work. Particularly in the field of preschool education, drama techniques possess, or ought to possess, a prominent place. However, current conditions in education and schools do not always allow teachers to use them. This survey aims to investigate the use of drama techniques in the learning process in Greek kindergartens. In order to answer the research questions, a survey was carried out and the data were collected through a self-reported questionnaire completed by 62 kindergarten teachers in Rodopi. The analysis of the data showed that Greek nursery teachers are familiar with the three drama approaches and use them quite often. Indeed, they believe that drama techniques help to achieve learning goals, children's emotional development and social adaptation. However, they are moderately satisfied with the provision of theoretical supplies and practical guidelines for the application of drama techniques and identify many infrastructure deficiencies in their schools. Furthermore, they feel the need for further training, so that the drama education can be applied more effectively to kindergartens. Finally, their views did not vary significantly depending on age and years of service, except in relation to the need for training. This study provides useful information on the integration and correct application of drama education in kindergarten and contributes to a deeper understanding of the causes that prevent teachers from using drama techniques. Η έρευνα σχετικά με τη θεατρική αγωγή στη μαθησιακή διαδικασία, είτε ως μέσο διδασκαλίας των υπόλοιπων μαθημάτων είτε ως ξεχωριστό γνωστικό αντικείμενο, δείχνει τη θετική επίδρασή της σε πολλούς τομείς ανάπτυξης των παιδιών. Με την ένταξη του θεάτρου στην εκπαίδευση οι μαθητές γίνονται ενεργοί στη μαθησιακή διαδικασία, σκέφτονται κριτικά και ελεύθερα, διευρύνουν τις γνώσεις τους και ανακαλύπτουν νέες πτυχές του εαυτού τους. Οι θεατρικές τεχνικές αποτελούν ένα εναλλακτικό και συνάμα αποτελεσματικό μέσο που δύναται να βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς και να ενισχύσει το εκπαιδευτικό τους έργο. Ιδιαίτερα στον χώρο της προσχολικής εκπαίδευσης οι θεατρικές τεχνικές κατέχουν ή οφείλουν να κατέχουν, εξέχουσα θέση. Ωστόσο, οι σημερινές συνθήκες στην εκπαίδευση και στα σχολεία δεν επιτρέπουν πάντα στους εκπαιδευτικούς να τις χρησιμοποιούν. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να διερευνήσει τον βαθμό αξιοποίησης των θεατρικών τεχνικών στη μαθησιακή διαδικασία στα ελληνικά νηπιαγωγεία. Για την απάντηση των ερευνητικών ερωτημάτων πραγματοποιήθηκε έρευνα επισκόπησης και τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω ερωτηματολογίου αυτό-αναφοράς το οποίο συμπληρώθηκε από 62 νηπιαγωγούς του Νομού Ροδόπης. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε πως οι Έλληνες νηπιαγωγοί είναι εξοικειωμένοι με τις τρεις θεατρικές προσεγγίσεις και τις χρησιμοποιούν αρκετά συχνά. Μάλιστα, πιστεύουν πως οι θεατρικές τεχνικές βοηθούν την επίτευξη των μαθησιακών στόχων, στη συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών και στην κοινωνική προσαρμογή. Ωστόσο, δηλώνουν σε μέτριο βαθμό ικανοποιημένοι ως προς την παροχή θεωρητικών εφοδίων και πρακτικών οδηγιών για την εφαρμογή των θεατρικών τεχνικών και εντοπίζουν πολλές ελλείψεις στις υποδομές στα σχολεία τους. Ακόμη, νιώθουν την ανάγκη για επιπλέον επιμόρφωση, ώστε να εφαρμοστεί πιο αποτελεσματικά η θεατρική αγωγή στα νηπιαγωγεία. Τέλος, οι απόψεις τους δε διαφοροποιήθηκαν σε σημαντικό βαθμό ανάλογα με την ηλικία και τα έτη προϋπηρεσίας, παρά μόνο σε σχέση με την ανάγκη επιμόρφωσης. Η παρούσα μελέτη δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την ένταξη και τη σωστή εφαρμογή της θεατρικής αγωγής στα νηπιαγωγεία και συνεισφέρει στη βαθύτερη κατανόηση των αιτιών που εμποδίζουν τους εκπαιδευτικούς να χρησιμοποιήσουν τις θεατρικές τεχνικές. 739 229 264 Το Ευρωπαϊκό και Ελληνικό Θεσμικό Πλαίσιο για τις Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις From reading the title theme title shows that this thesis is to issue a hawker specialized and relatively "unknown" to the average reader. The issue in general terms to the fact that in the procedure of Public Procurement national contracting authorities to include criteria that relate to environmental and social requirements, and not just economic. The European Union (the EU) with many policies is now established as an institution Green Public Procurement (hereinafter MTF) has regulated the institution of this legislation and case-law. Although the European Commission policies promoting the integration of GPP in all EU member states, however, in Greece and in Europe the "greening" of Procurement is not fully developed and adequately. In this respect the work at hand initially records and analyzes the European legal framework of GPP and comment on the political history of the institution until today. A similar analysis takes place and for the Greek alike. Then the work is reported in the scientific gap which exists in relation to the MTF. Analyzed, namely, why the CBC today, even in EU Member States, which are pioneers in this field, not widely practice. The relevant international studies surveyed reflected the reasons for this deficit and then discuss the solutions to this problem using current examples of successful green actions in public procurement. Finally, this work results in overall conclusions on the subject had dealt. Από την ανάγνωση του εν επικεφαλίδι θεματικού τίτλου διαπιστώνεται ότι αυτή εδώ η εργασία πρόκειται να πραγματευτεί ένα θέμα εξειδικευμένο και σχετικά "άγνωστο" στον μέσο αναγνώστη. Το θέμα σε αδρές γραμμές αφορά το γεγονός ότι στο πλαίσιο της διαδικασίας Δημόσιων Συμβάσεων οι εθνικές αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμπεριλάβουν και κριτήρια, τα οποία αναφέρονται σε περιβαλλοντικές και κοινωνικές απαιτήσεις, και όχι μόνο σε οικονομικές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής Ε.Ε.) με πολλές πολιτικές της έχει καθιερώσει πλέον ως θερμό τις Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις (στο εξής ΠΔΣ) και έχει ρυθμίσει τον θεσμό αυτόν νομοθετικά και νομολογιακά. Αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με πολιτικές της προωθεί την ένταξη των ΠΔΣ σε όλα τα κράτη μέλη της Ε.Ε., εντούτοις και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη το "πρασίνισμα" των Δημόσιων Συμβάσεων δεν έχει αναπτυχθεί πλήρως και επαρκώς. Υπό το πρίσμα αυτό η ανά χείρας εργασία καταγράφει και αναλύει το ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο των ΠΔΣ και σχολιάζει την πολιτική ιστορία του θερμού μέχρι τις μέρες μας. Αντίστοιχη ανάλυση λαμβάνει χώρα και για το Ελληνικό όμοιο. Στην συνέχεια η εργασία αναφέρεται στο επιστημονικό κενό που υφίσταται σε σχέση με τις ΠΔΣ. Αναλύεται, δηλαδή, για ποιο λόγο οι ΠΔΣ σήμερα, ακόμη και σε Κράτη μέλη της Ε.Ε., τα οποία πρωτοπορούν στον τομέα αυτό, δεν τυγχάνουν ευρείας πρακτικής εφαρμογής. Από τις σχετικές διεθνείς μελέτες που ερευνήθηκαν αποτυπώνονται οι λόγοι αυτού του ελλείμματος και έπειτα, συζητούνται οι λύσεις του προβλήματος αυτού χρησιμοποιώντας σημερινά παραδείγματα επιτυχών πράσινων δράσεων στις Δημόσιες Συμβάσεις. Τέλος, η παρούσα εργασία καταλήγει σε συνολικά συμπεράσματα για το θέμα που πραγματεύτηκε. 740 227 219 Κυτταρογενετική μελέτη της επίδρασης των αιωρούμενων σωματιδίων αστικού κέντρου σε καλλιέργειες λεμφοκυττάρων ανθρώπου The following study took place at the laboratory of the Medical School of Democritus University of Thrace, under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris, under the program "Thales". This investigation concerned the study of the effect of Particulate Matter at Ion Dragoumis region throughout the summer, in human lymphocyte cultures. For this purpose various sizes of particulates were collected (Ultrafine (<0.49mm), Submicron (0.49-0.97), Fine (0.97-3.0mm), Coarse (3.0-7,2mm)) of aqueous and organic extracts, in the months of May-July 2013, from the urban center. Then after the cultivation in the laboratory in the presence of peripheral blood from volunteer donors, the particulates were examined for Sister Chromatid Exchanges (SCEs). Also we measured other two indexes, the Proliferation Rate Index (PRI-index of cytostability) and the Mitotic Index (MI-index of cytotoxicity). In this way we observed genotoxicity, inhibition of proliferation and the toxic effects of these particles in the genetic material of human. In the results, SCEs were found increased at the Particulate Matters in comparison to the control cultures. The Fine particles showed to have greater effect on T lymphocytes than the other particles. Smaller but significant effect of the particles, observed in cytostatic and cytotoxicity they cause in the cells. From the comparison of the fractions of the different solvents we take the conclusion tha the particles with the stronger polarity cause a higher toxicity on the lymphocytes. Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία πραγματοποιηήθηκε στο εργαστήριο Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημείου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη, στα πλαίσια του προγράμματος «ΘΑΛΗΣ». Η παρούσα έρευνα αφορούσε τη Μελέτη της Επίδρασης των Αιωρούμενων Σωματιδίων της Περιοχής Ίωνος Δραγούμη κατά τη Θερινή Περίοδο σε Καλλιέργειες Λεμφοκυττάρων του Ανθρώπου. Για το σκοπό αυτό έγινε συλλογή διαφόρων μεγεθών αιωρούμενων σωματιδίων (Ultrafine (<0.49μm), Submicron (0.49-0.97), Fine (0.97-3.0μm), Coarse (3.0-7,2μm)) υδατικών και οργανικών εκχυλισμάτων κατά τους μήνες Μάϊο-Ιούλιο 2013 του αστικού κέντρου. Στη συνέχεια ύστερα από καλλιέργειά τους στο εργαστήριο, παρουσία περιφερικού αίματος εθελοντών δοτών, μελετήθηκαν οι χρωματιδιακές ανταλλαγές (SCEs) που αυτά προκαλούσαν. Ταυτόχρονα μετρήθηκαν άλλοι δύο δείκτες, ο Δείκτης Ρυθμού Πολλαπλασιασμού (ΔΡΠ-δείκτης κυτταροστατικότητας) και ο Μιτωτικός Δείκτης (ΜΔ-δείκτης κυτταροτοξικότητας). Μ’ αυτόν τον τρόπο παρατηρήθηκε η γονοτοξικότητα, η αναστολή του πολλαπλασιασμού και η τοξική επίδραση των σωματιδίων αυτών στο γενετικό υλικό του ανθρώπου. Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές SCEs στις καλλιέργειες παρουσία αιωρούμενων σωματιδίων, σε σύγκριση με τις καλλιέργειες ελέγχου (control). Τα Fine σωματίδια έδειξαν πως έχουν μεγαλύτερη επίδραση στα Τ λεμφοκύτταρα απότι τα υπόλοιπα σωματίδια. Μικρότερη, αλλά σημαντική επίδραση των σωματιδίων, παρατηρήθηκε στην κυτταροστατικότητα και κυτταροτοξικότητα που προκαλούν στα κύτταρα. Το συμπέρασμα που προέκυψε είναι ότι σωματίδια με μεγαλύτερη πολικότητα προκαλούν μεγαλύτερη τοξικότητα στα λεμφοκύτταρα. 741 411 454 Σπινθηρογραφικός έλεγχος εγκεφάλου σε ασθενείς πάσχοντες από άνοια με Τc99m-HMPAO σε συσχέτιση με την μελέτη των επιπέδων της 25 – Υδροξυβιταμίνης D (25-ΟΗ-D) στον ορό των ασθενών και σύνδεση με την βαρύτητα της νόσου Introduction: Various forms of dementia, including Alzheimer, are increasingly affecting the population, with over 50 million people currently suffering from the disease. The degradation of patients' lives, high mortality and dementia ‘s socio-economic impact frame one major public health problem. At the same time, there is an increasing tendency for vitamin D deficiency or luck throughout the population. Recent studies have attempted, in several cases have succeeded, in linking to some extent these two seemingly independent health problems. However it ‘s extremely important, in order to confirm any claim concerning this link with certainty, further studies have to be conducted. Purpose: The aim of this study was to determine the correlation of 25 (OH) D levels in serum of patients with dementia and in particular Alzheimer's disease with the severity of the disease and if it ‘s possible to check 25 (OH) D values as a prognostic factor of the disease. Patients and methods: The research was conducted in the Nuclear Medicine Laboratory of the Democritus University of Thrace. The study included 15 patients, 9 women and 6 men (average age 65 ± 8), who developed classic neurological symptoms of dementia, and particularly Alzheimer's. The majority of patients came mainly from the University Neurological Clinic of the University General Hospital of Evros (PGNE) but also from private neurologists. During the study they were subjected to radioimmunoassay of their serum calcitriol levels by peripheral blood sampling and brain scintigraphy with intravenous injection of 99mTc-HMPAO. Results: Determination of vitamin D in the serum of patients showed that over 90% of them had vitamin D deficiency or subvitaminosis and only 1 patient had normal values for it. Scintigraphy examination revealed that 10 patients had developed typical image of Alzheimer's disease while 4 of the 5 remaining showed indicative findings of other forms of dementia and the 5th one showed alcoholic dementia. Statistical analysis: The results were correlated with two methods, the x2 test and the Pearson correlation test, to determine the statistical significance of 25 (OH) D levels with the risk of developing neurodegenerative disease and particularly Alzheimer's disease. Conclusion: The statistical significance of the results was high and measurable (p> 0.05) and thus it was found that low serum vitamin D levels were associated with an increased likelihood of developing dementia and particularly Alzheimer's disease. At the same time, this finding promotes the idea of conducting further research on the use of 25 (OH) D as a prognostic biochemical marker of the disease. Εισαγωγή: Οι διάφορες μορφές ανοιών και ιδιαίτερα το Αλτσχάιμερ πλήττουν ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό του πλυθησμού, με πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους να νοσούν την παρούσα στιγμή. Η υποβάθμιση της ζωής των ασθενών, η υψηλή θνησιμότητα τους και κάθε κοινωνικοοικονομική επίπτωση τους, τις καθιστούν ένα από τα μείζοντα προβλήματα της δημόσιας υγείας. Ταυτόχρονα υπάρχει και μία αυξανόμενη τάση εμφάνισης ανεπάρκειας ή έλλειψης βιταμίνης D στον συνολικό πλυθησμό. Τα τελευταία έτη, πολλαπλές έρευνες έχουν προσπαθήσει και σε αρκετές περιπτώσεις έχουν καταφέρει να συσχετίσουν σε ένα βαθμό αυτά τα δύο φαινομενικά ανεξάρτητα προβλήματα υγείας. Παρόλ’ αυτά είναι καίριας σημασίας η διεξαγωγή περαιτέρω μελετών, προκειμένου να γίνει αποδεκτός με βεβαιότητα οποιοσδήποτε ισχυρισμός αφορά αυτή την σύνδεση. Σκοπός: Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η συσχέτιση των επιπέδων της 25(OH)D στον ορό των ασθενών που πάσχουν από άνοια και ειδικότερα από τη νόσο του Αλτσχάιμερ, με την βαρύτητα της νόσου και αν είναι δυνατόν οι τιμές της 25(OH)D να αποτελέσουν προγνωστικό παράγοντα της νόσου. Ασθενείς και μέθοδοι: Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο της Πυρηνικής Ιατρικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Μελετήθηκαν 15 ασθενείς, εκ των οποίων 9 γυναίκες και 6 άνδρες (μέσου όρου ηλικίας 65±8), που εμφάνιζαν κλασσικά νευρολογικά συμπτώματα ανοιών και ιδιαίτερα Αλτσχάιμερ. Η πλειοψηφία των ασθενών προέρχονταν κατά κύριο λόγο από την Πανεπιστημιακή Νευρολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου (ΠΓΝΕ) αλλά και από ιδιώτες νευρολόγους. Στα πλαίσια της μελέτης υποβλήθηκαν σε ραδιοανοσοπροσδιορισμό των επιπέδων της καλσιτριόλης του ορού τους με λήψη περιφερειακού αίματος και σε σπινθηρογραφική εξέταση εγκεφάλου με ενδοφλέβια χορήγηση του ραδιοφαρμάκου 99mTc-HMPAO. Αποτελέσματα: Ο προσδιορισμός της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών έδειξε ότι πάνω από το 90% των ασθενών εμφανίζει ανεπάρκεια βιταμίνης D ή υποβιταμίνωση και μόλις 1 ασθενής παρουσίασε φυσιολογικές τιμές για αυτή. Μετά την ολοκλήρωση του σπινθηρογραφικού ελέγχου 10 ασθενείς παρουσίασαν χαρακτηριστικές εικόνες υποαιμάτωσης, που αντιστοιχούν σε νόσο Αλτσχάιμερ. Από τους λοιπούς 5 ασθενείς που έλαβαν μέρος στην μελέτη, στους 4 εντοπίστηκαν ενδεικτικά ευρήματα άλλων μορφών ανοιών,ενώ ο εναπομένων παρουσίασε αλκοολική μορφή άνοιας. Στατιστική ανάλυση: Η συσχέτιση των αποτελεσμάτων έγινε με δύο μεθόδους, την δοκιμασία χ2 και την Pearson correlation test, προκειμένου να διαπιστωθεί η στατιστική σημαντικότητα των επιπέδων της 25(ΟΗ)D με τον κίνδυνο εμφάνισης νευροεκφυλιστικής νόσου και ιδιαίτερα Αλτσχάιμερ. Συμπέρασμα: Η στατιστική σημαντικότητα των αποτελεσμάτων προέκυψε υψηλή και υπολογίσιμη (ρ>0.05) και έτσι βρέθηκε ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνη D στον ορό συσχετίζονται με την αύξηση της πιθανότητας για εμφάνισης κάποιας μορφής άνοιας και ιδιαίτερα Αλτσχάιμερ. Παράλληλα αυτή η διαπίστωση προωθεί την ιδέα για διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας για την χρήση της 25(ΟΗ)D ως προγνωστικό βιοχημικό δείκτη της νόσου. 742 188 229 Αποτελεί η προχωρημένη ηλικία του πατέρα κίνδυνο για την υγεία των απογόνων; In recent years, the tendency to acquire progeny at older ages has increased considerably. This phenomenon is caused not only by social but also by technological factors (assisted reproduction techniques). So far, numerous studies have been carried out on the incidence of adva-nced maternal age on the health of offspring. Recently, the scientific community has focused on advanced paternal age and its impact to offspring. In the present study, the effects of aging on men and how they affect the offspring are presented. Spermatozoa carry the genetic material of the father, therefore, this study focuses on the effects of aging on semen. The fragmentation of genetic material and the accumulated mutations due to the continuous division during spermatogenesis are the main effects of aging that can be transferred to the next generation.Ultimately, increased paternal age is primarily associated with the risk of developing birth defects in offspring, schizophrenia and autism as well as genetic abnormalities such as Down's syndrome, which was largely related to maternal age. Yet another correlation is established between paternal and childhood cancer, low baby weight but also the intelligence and personality of the offspring. Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά η τάση απόκτησης απογόνων σε μεγαλύτερες ηλικίες κάτι που προκαλείται όχι μόνο από κοινωνικούς αλλά και από τεχνολογικούς παράγοντες (τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής). Μέχρι σήμερα έχουν λάβει χώρα πολυάριθμες έρευνες για την επίπτωση της αυξημένης μητρικής ηλικίας στην υγεία των απογόνων. Πολύ πρόσφατα όμως, το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας στράφηκε προς την αυξημένη πατρική ηλικία και το τι αυτή μπορεί να προκαλέσει στους απογόνους. Στην παρούσα μελέτη αναφέρονται αρχικά οι επιπτώσεις της γήρανσης στον άνδρα και στη συνέχεια πως αυτές μπορούν να επηρεάσουν τους απογόνους. Επειδή το γενετικό υλικό του σπέρματος είναι αυτό που θα μεταφέρει τις πληροφορίες από τον πατέρα στον απόγονο κατά τη σύλληψη, η μελέτη επικεντρώθηκε στις επιπτώσεις της γήρανσης στο σπέρμα. Η θραυσματοποίηση του γενετικού υλικού που αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου και οι συσωρευμένες μεταλλάξεις είναι οι κύριες επιπτώσεις της γήρανσης που μπορούν να μεταφερθούν στην επόμενη γενιά.Τελικά, η αυξημένη πατρική ηλικία συνδέεται κατά κύριο λόγο με τον κίνδυνο εμφάνισης συγγενών ανωμαλιών στους απογόνους, με τη σχιζοφρένεια και τον αυτισμό αλλά και με γενετικές ανωμαλίες όπως το σύνδρομο Down που μέχρι σήμερα σχετιζόταν σε μεγάλο βαθμό με την ηλικία της μητέρας. Ακόμη μια συσχέτιση εδραιώνεται μεταξύ της πατρικής ηλικίας και του παιδικού καρκίνου, του χαμηλού βάρος γέννησης αλλά και της ευφυίας και της προσωπικότητας των απογόνων. 743 17 23 Παιδιά προσχολικής ηλικίας με ή χωρίς προβλήματα συμπεριφοράς και η μετάβασή τους στο νηπιαγωγείο. Οι αντιλήψεις, οι στάσεις και οι προβληματισμοί των γονιών Preschool children with and without behavior problems and their transition to kindergarden. Parents΄ perceptions, attitudes and concerns 744 318 305 In the present work, the ethical dilemmas faced by the modern surgeon during the practice of the profession, in the field of education and in the field of research and application of the latest surgical techniques, are investigated and studied, as they were derived from a review of the existing literature and based on the 4 basic principles of bioethics. Regarding with surgery in daily practice, the following are discussed: the major moral issue of informed consent on a case-by-case basis, honesty and confidentiality that should govern the relationship between a surgeon and a patient and how this can be achieved; confronting medical errors with respect to ethics and patient rights, management of terminal-stage patients based on the co-decision model and abandonment of paternalism, equal distribution of surgeon s work in global population as well as the issue of transplants. In the chapter of moral dilemmas in surgical education, concerns are raised about the proper education of residents and young doctors, while respecting the principles of bioethics and the interest of the patient in the foreground. It is also discussed how a learning surgical community can help modern surgeons be aware of new developments in order to offer the best possible treatment to the patients, and a brief reference to education on ethics. Finally it is discussed which are the principles that should govern the surgical research so that it can be considered moral, the boundaries between surgical innovation and research, as described by colleagues around the world, and the methods that are proposed. This chapter also outlines the benefits of new technologies as well as the dangers that lie ahead, the conditions under which a colleague should be allowed to use new techniques, the most important of them is proper education and the dilemmas that may arise in the future from the impact of the continuous evolution of science and technology in the field of modern surgery Στην παρούσα εργασία αναζητούνται και μελετώνται τα ηθικά διλήμματα που αντιμετωπίζει ο σύγχρονος χειρουργός στην πρακτική του επαγγέλματος, στον τομέα της εκπαίδευσης και στο πεδίο της έρευνας και εφαρμογής των νεότερων χειρουργικών τεχνικών, όπως αυτά προέκυψαν από αναδρομή στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και με βάση της 4 βασικές αρχές της βιοηθικής. Όσον αφορά την εφαρμογή της χειρουργικής στην καθημερινή πρακτική, συζητούνται: το μείζον ηθικό ζήτημα της ενημερωμένης συγκατάθεσης κατά περίπτωση, η ειλικρίνεια, αλλά και η εμπιστευτικότητα που θα πρέπει να διέπουν τη σχέση χειρουργού-ασθενούς και πώς αυτό μπορεί να επιτευχθεί, η διαχείριση των επιπλοκών και των ιατρικών σφαλμάτων με σεβασμό στη δεοντολογία και τα δικαιώματα του ασθενούς, διαχείριση ασθενών τελικού σταδίου με βάση το μοντέλο της συναπόφασης και εγκατάλειψη του πατερναλισμού, η δίκαιη κατανομή των χειρουργικών υπηρεσιών στον πληθυσμό καθώς επίσης και το θέμα των μεταμοσχεύσεων. Στο κεφάλαιο των ηθικών διλημμάτων στην εκπαίδευση της χειρουργικής εκτίθενται οι προβληματισμοί σχετικά με την ορθή εκπαίδευση των ειδικευομένων και των νέων ιατρών με σεβασμό παράλληλα στις αρχές της βιοηθικής και το συμφέρον του ασθενούς σε πρώτο πλάνο. Συζητείται ακόμη το πώς σε μια συνεχώς εκπαιδευόμενη χειρουργική κοινότητα μπορεί ο σύγχρονος χειρουργός να παραμένει ενήμερος για τις νέες εξελίξεις ώστε να προσφέρει την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση στους ασθενείς του με σύντομη αναφορά στην εκπαίδευση σχετικά με τη δεοντολογία Τέλος συζητούνται οι αρχές που οφείλουν να διέπουν τη χειρουργική έρευνα ώστε αυτή να θεωρείται ηθική, τα λεπτά αλλά σαφή όρια μεταξύ χειρουργικής καινοτομίας και έρευνας, όπως προτάθηκαν από συναδέλφους ανά τον κόσμο και οι μέθοδοι που προτείνονται. Επιπλέον εκτίθενται τα οφέλη που προέκυψαν από τις νέες τεχνολογίες, αλλά και οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν, προϋποθέσεις για εφαρμογή των τεχνικών από συναδέλφους, με βασικότερη την ορθή εκπαίδευση αυτών, καθώς επίσης και διλήμματα που ενδέχεται να προκύψουν στο μέλλον από το αντίκτυπο της συνεχούς εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας στον τομέα της χειρουργικής 745 366 337 The subject of the current thesis is the didactics of language teaching with the use of information and communications technology. The purpose of the study is the exploration of the subject and the creation of 10 instructional scenarios .For the research of this subject we have studied: a) the didactics of language teaching, b) the objectives of language teaching, c) Language teaching with the use of I.C.T., d) the softwares that can be used and e) the planning of 10 instructional scenarios on language teaching with the use of I.C.T. as well as with objectives and texts , took place , for all classes of the primary school. The study was based on the teaching objectives of the contemporary Curriculum studied as these are practiced within the language books and the new trial Curriculum (New School). Basic characteristic of schools, nowadays is the introduction of New Technologies and information in education and it presupposes the existence and exploitation if the reliable programs. New technologies and especially the information Technology with the huge amount of modem applications, has been identified with what we call progress / growth. The introduction of New Technologies is School changes the role of the schoolteacher and the teacher is general. Until today, the teacher and the school books were the main source of information. Henceforth, the teacher will have the additional role to select the suitable programs, to organize their use inside and outside class, to check the evaluations of his students, to explain difficult or obscure points, to refer in additional bibliography and generally speaking, he should instruct the learning of conventional course. Language and its teaching constitutes a conventional course but with the use of I.C.T. and the suitable softwares it can become a very interesting course. The education in general and specifically the provided education can acquire again the interest needed in order to the love and the essential participation of the students. Consequently, the development of a new perspective in Modern Greek language teaching is needed, which will be based on the language abilities of every student and which will provide equal linguistic growth and academic development opportunities to all the students, no matter what their origin is Η παρούσα εργασία έχει θέμα τη διδακτική της γλώσσας με τη χρήση τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνίας. Στόχος είναι η διερεύνηση του θέματος και η δημιουργία 10 διδακτικών σεναρίων . Για τη διερεύνηση του εν λόγω θέματος μελετήθηκαν: α) η διδακτική της γλώσσας, β) οι στόχοι της διδακτικής της γλώσσας γ)η διδακτική της γλώσσας με ΤΠΕ, δ)τα λογισμικά που μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στ) πραγματοποιήθηκε σχεδιασμός 10 διδακτικών σεναρίων της γλώσσας με ΤΠΕ για τις τάξεις του δημοτικού με στόχους και κείμενα. Βάση της εργασίας αποτέλεσαν οι διδακτικοί στόχοι του ισχύοντος Αναλυτικού προγράμματος σπουδών, όπως αυτοί υλοποιούνται στο πλαίσιο των εγχειριδίων της Γλώσσας, και του νέου πιλοτικού Πρόγραμμα Σπουδών (Νέο Σχολείο). Βασικό χαρακτηριστικό των σχολείων στην εποχή μας είναι η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών και της πληροφορικής στην εκπαίδευση και προϋποθέτει την ύπαρξη και αξιοποίηση αξιόπιστων προγραμμάτων. Οι νέες τεχνολογίες, ιδίως η πληροφορική με το τεράστιο πλήθος των σύγχρονων εφαρμογών, έχει σχεδόν ταυτισθεί με ό,τι χαρακτηρίζουμε ως ανάπτυξη. Με την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στο σχολείο αλλάζει άρδην και ο ρόλος τού δασκάλου και γενικότερα τού εκπαιδευτικού. Μέχρι σήμερα δάσκαλος και σχολικά βιβλία ήταν η κύρια πηγή πληροφοριών. Εφεξής ο δάσκαλος θα έχει ως πρόσθετο ρόλο να επιλέξει τα κατάλληλα προγράμματα, να οργανώσει τη χρήση τους μέσα και έξω από την τάξη, να ελέγξει τις αξιολογήσεις των μαθητών του, να εξηγήσει δύσκολα ή δυσνόητα σημεία, να παραπέμψει σε πρόσθετη βιβλιογραφία και γενικά θα πρέπει - παράλληλα με κάποια μορφή συμβατικού μαθήματος - να κατευθύνει και την εκμάθηση με ΤΠΕ. Η γλώσσα και η διδακτική της αποτελεί ένα συμβατικό μάθημα όμως με τη χρήση των ΤΠΕ και των κατάλληλων λογισμικών μπορεί να γίνει πολύ ενδιαφέρον μάθημα, η εκπαίδευση και η παρεχόμενη παιδεία μπορούν να αποκτήσουν ξανά το ενδιαφέρον που χρειάζεται για να προσελκύσουν την αγάπη και την ουσιαστική συμμετοχή των μαθητών. Επομένως, απαιτείται η ανάπτυξη μιας νέας θεώρησης της διδασκαλίας της νεοελληνικής γλώσσας, η οποία θα βασίζεται στις γλωσσικές ικανότητες του εκάστοτε μαθητή και θα παρέχει σε όλους τους μαθητές, ανεξαρτήτως προέλευσης, ίσες ευκαιρίες γλωσσικής ανάπτυξης και ακαδημαϊκής εξέλιξης 746 277 288 practices and perspectives around the world from an ethical and legal standpoint The widening of scientific knowledge in the field of genetics is rapidly accelerating, enabling the prognosis, diagnosis and treatment of serious illnesses to be made possible and thus to improve overall health and life of the social groups. In the last century, the genetics industry has progressed from "Mendeliangenetics" to the discovery of DNA and nowadays now to the classification of the human genome (sequence the humangenome). With the existing technology, some of the genetic information inherent in developing embryos of a preimplantation stage (fertilized eggs) during the IVF cycle can be evaluated to specifically test genes related to serious hereditary diseases (monogenic). The most well-known genetic testing methods at this stage are Premplantation Genetic Screening (PGS) and Preimplantation Genetic Diagnosis (PGD). Information obtained by these methods is used to determine which or which of the fertilized ova at the laboratory stage will be selected to be implanted in the uterus of the woman concerned. In order to preserve the proper use of genetic tests of any nature and to ensure the ethical exploitation of all the potential of genetics to improve health benefits, it is crucial to create a strong international legal framework. Critical ethical issues are raised (eg eugenics, "siblingsavor", access to information about the patient's genetic profile that he may not want to know, late onset disorders, Alzheimer's, Parkinson's- , gender-sexing, etc.) and there are significant legislative gaps in genetic testing of this kind worldwide. The branches of law, bioethics and genetic medicine need to "go" at the same time in order to promote the common good of health "legally" and "morally". Η διεύρυνση της επιστημονικής γνώσης στον τομέα της γενετικής είναι ραγδαίως επιταχυνόμενη, με αποτέλεσμα να παρέχεται η δυνατότητα πλέον της πρόγνωσης, της διάγνωσης, της αντιμετώπισης σοβαρών ασθενειών και ως εκ τούτου να είναι δυνατή η γενικότερη βελτίωση της υγείας και της ζωής των κοινωνικών συνόλων. Τον τελευταίο αιώνα ο κλάδος της γενετικής προόδευσε από τα «Mendeliangenetics» στην ανακάλυψη του DNA και σήμερα πλέον στην ταξινόμηση του ανθρώπινου γονιδιώματος (sequence the humangenome). Με την υπάρχουσα τεχνολογία μπορούν να αξιολογηθούν κάποιες από τις γενετικές πληροφορίες που ενυπάρχουν στα αναπτυσσόμενα έμβρυα προεμφυτευτικού σταδίου (γονιμοποιημένα ωάρια) κατά τον κύκλο μίας τεχνητής γονιμοποίησης (IVF), προκειμένου να ελεγχθούν συγκεκριμένα γονίδια που αφορούν σοβαρές κληρονομικές ασθένειες (μονογονιδιακές). Οι περισσότερο γνωστές μέθοδοι γενετικής δοκιμής σε αυτό το στάδιο είναι ο Προεμφυτευτικός Γενετικός Έλεγχος (PGS: Preimplantation Genetic Screening) και η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση (PGD: Preimlantation Genetic Diagnosis). Οι πληροφορίες που λαμβάνονται με αυτές τις μεθόδους χρησιμοποιούνται ώστε να καθορίσουν ποιο ή ποια από τα γονιμοποιημένα ωάρια που βρίσκονται σε εργαστηριακό στάδιο, θα επιλεχθούν για να εμφυτευθούν στην μήτρα της ενδιαφερόμενης γυναίκας. Προκειμένου να διαφυλαχθεί η ορθή χρήση των γενετικών δοκιμών πάσης φύσης και να εξασφαλιστεί η ηθική αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων της γενετικής για την βελτίωση των παροχών υγείας, είναι κρίσιμο να δημιουργηθεί από ισχυρές βάσεις ένα διεθνές νομικό πλαίσιο. Εγείρονται κρίσιμα ηθικά ζητήματα (π.χ. η ευγονική, ο «σωτήρας αδερφός»-siblingsavor-, η πρόσβαση σε πληροφορίες του γενετικού προφίλ του ασθενούς που ενδέχεται να μην επιθυμεί να γνωρίσει, ασθένειες όψιμης έναρξης-late on set disorders Alzheimer's, Parkinson's-, επιλογή φύλου-sexing-, κ.α.) και προκύπτουν σημαντικά νομοθετικά κενά σε ότι αφορά τις γενετικές δοκιμές τέτοιου είδους, παγκοσμίως. Οι κλάδοι της Νομικής, της Βιοηθικής και της Γενετικής ιατρικής είναι απαραίτητο να «προχωρούν» παράλληλα, ώστε να προάγεται το κοινό αγαθό της υγείας «νόμιμα» και «ηθικά». 747 385 369 Μελέτη των τιμών της 1,25 διυδροξυβιταμίνης D₃ στον ορό παιδιατρικών ασθενών με βρογχικό άσθμα με τη χρήση της ραδιοανοσολογικής μεθόδου (RIA) Bronchial asthma is a serious childhood disease which can cause discomfort in young patients and may have severe effects in their later life. The control of the aggravating factors of bronchial asthma may lead to the discovery of better treatments that will relief the young patients. AIM. The aim of this thesis is to enhance the serum levels of 25 hydroxy vitamin D of children patients and to correlate them with the severity of the disease’s symptoms, in order to modify the pharmaceutical treatment which will ameliorate the patients condition. PATIENTS AND METHODS. A cohort of 65 was studied aged between 3 and 13 years old (with a median age of 8±3 years old). 34 of them were boys and 31 of them girls, most of whom were patients of the University Pediatrics Clinic of the General University Hospital of Evros (52) and the rest of them were patients of other pediatricians. All of the children had bronchial asthma because of different reasoning (mostly due to allergic reasoning and other lung diseases). In all children blood samples were taken and after centrifugation the serum was collected and kept refrigerated at -70 ° C until the assay. The assay was performed in vitro at the Democritus University of Thrace Laboratory of Nuclear Medicine of the University General Hospital of Evros. STATISTICAL ANALYSIS Statistical analysis was performed by the x²- test (student test) and statistical significance was considered to be p <0.005. RESULTS-CONCLUSIONS It was observed that when the levels of Vitamin D were significantly depleted (0-20 nmol / L) then patients show severe symptoms of the disease, while when the levels approached the stage of hypovitaminosis or adequacy (<20 nmol / L) most patients show mild symptoms of the disease. According to the survey results it is concluded that a statistically significant number (p <0.005) of children who have vitamin D deficiency show severe symptoms of asthma. Pediatric patients with mild asthma have hypovitaminosis (p <0.005). While pediatric patients with adequate vitamin D levels show mild asthma symptoms. Therefore the lack of vitamin D is statistically significantly associated with the severity of the symptoms of asthma. It is possible to administer vitamin D supplements in pediatric patients with bronchial asthma in order to cause a reduction in the severity of disease symptoms. This requires further research. Το βρογχικό άσθμα στην παιδική ηλικία είναι μία σοβαρή νόσος η οποία ταλαιπωρεί τους μικρούς ασθενείς και μπορεί να επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις μετέπειτα πορεία των ασθενών. Ο έλεγχος των επιβαρυντικών παραγόντων του βρογχικού άσθματος μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη αντιμετώπιση της νόσου και την ανακούφιση των μικρών ασθενών. ΣΚΟΠΟΣ .Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να ενισχυθούν τα επίπεδα της 25 υδροξιβιταμίνης D στον ορό παιδιών που πάσχουν από βρογχικό άσθμα και να συσχετισθούν με την βαρύτητα της νόσου και τελικά να τροποποιηθεί η φαρμακευτική αγωγή προς βελτίωση της κατάστασης των ασθενών. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ. Μελετήσαμε 65 παιδιά ηλικίας 3-13 ετών ( μέση ηλικία 8±3 έτη) 34 αγόρια και 31 κορίτσια. Οι ασθενείς νοσηλεύονταν στην Πανεπιστημιακή Παιδιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου κατά κύριο λόγο (52 παιδιά) και τα λοιπά παρακολουθούντο από εξωτερικούς παιδιάτρους. Όλα παρουσιάζουν βρογχικό άσθμα διαφόρων αιτιολογιών ( αλλεργικής αιτιολογίας κατά κύριο λόγο και λοιπούς πνευμονικές παθήσεις). Σε όλα τα παιδιά εγένετο αιμοληψία και μετά από φυγοκέντρηση εσυλλέγετο ο ορός και εφυλλάσετο στους -70 βαθμούς Κελσίου μέχρι να γίνει ο προσδιορισμός. Ο προσδιορισμός έγινε στο Πανεπιστημιακό εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής Δ.Π.Θ. στο εργαστήριο in vitro του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Η στατιστική ανάλυση έγινε με το x²- test (student test) και στατιστική σημαντικότητα θεωρήθηκε το p < 0,005. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Παρατηρήθηκε ότι όταν τα επίπεδα της βιταμίνης D στον ορό ήταν σημαντικά μειωμένα (0-20 nmol/L) τότε οι ασθενείς παρουσίαζαν βαριά μορφή της νόσου, ενώ όταν τα επίπεδα προσέγγιζαν το στάδιο της υποβιταμίνωσης ή της επάρκειας ( <20 nmol/L) οι ασθενείς παρουσίαζαν πιο ήπια μορφή της νόσου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας συμπερένεται ότι στατιστικά σημαντικός αριθμός (ρ<0,005) παιδιών που έχουν ανεπάρκεια βιταμίνης D παρουσιάζουν βαριά συμπτώματα βρογχικού άσθματος. Παιδιατρικοί ασθενείς με ήπιο βρογχικό άσθμα παρουσιάζουν υποβιταμίνωση (ρ<0,005). Ενώ παιδιατρικοί ασθενείς με επάρκεια βιταμίνης D παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα βρογχικού άσθματος. Επομένως η έλλειψη της βιταμίνης D σχετίζεται στατιστικά σημαντικά με την βάρυτητα των συμπτωμάτων βρογχικού άσθματος. Είναι πιθανό η χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης D σε παιδιατρικούς ασθενείς με βργχικό άσθμα να προκαλέσει μείωση της σοβαρότητας των συμπτωμάτων της ασθένειας. Το γεγονός αυτό χρήζει περαιτέρω έρευνας. 748 166 175 Reasoning, intelligence, language and executive control during infancy and childhood Λογική σκέψη, νοημοσύνη, γλώσσα και εκτελεστικός έλεγχος κατά τη νηπιακή και σχολική ηλικία The aim of the this study is to investigate the impact that the age has on the cognitive functions of theory of mind, reasoning, intelligence, language and executive control during infancy and childhood. Moreover, the degree of relation between the above mentioned variables is studied. In order to achieve this goal, 198 children aged 5-12 were individually evaluated through a series of psychometric tools. Four psychometric tools were used in total, each of which corresponded to a variable. According to the results of this procedure all the functions of the cognitive system that were studied, seem to be affected by the age of the individual. Age seems to play a major role in the development of the cognitive, linguistic and executive functions, since a steady improvement is observed over time. Besides that, all the above mentioned variables are linked and affect one another in a positive way, since they contribute to the development of the others Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση της ηλικιακής επίδρασης στις γνωστικές διεργασίες της θεωρίας του νου, της λογικής σκέψης, της νοημοσύνης, της γλώσσας και του εκτελεστικού ελέγχου κατά τη διάρκεια της νηπιακής και σχολικής ηλικίας, καθώς και η μελέτη του βαθμού συσχέτισης των παραπάνω μεταβλητών μεταξύ τους. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, 198 παιδιά ηλικίας 5-12 ετών εξετάστηκαν ατομικά σε μία σειρά από ψυχομετρικά έργα. Εφαρμόστηκαν συνολικά τέσσερα έργα μέτρησης των γνωστικών αυτών διεργασιών, το καθένα εκ των οποίων αντιστοιχούσε και σε μία μεταβλητή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της ερευνητικής διαδικασίας, όλες οι πτυχές λειτουργίας του γνωστικού συστήματος που μελετήθηκαν επηρεάζονται από την ηλικιακή βαθμίδα στην οποία βρίσκεται το κάθε άτομο. Η ηλικία φαίνεται πως παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των νοητικών, γλωσσικών και εκτελεστικών λειτουργιών, αφού με την πάροδο του χρόνου παρατηρείται μία σταθερή βελτίωσή της. Εκτός αυτού, οι παραπάνω μεταβλητές είναι επίσης άρρηκτα συνδεδεμένες και αλληλοεπηρεαζόμενες θετικά μεταξύ τους, συμβάλλοντας η μία στην ανάπτυξη των επιπέδων της άλλης 749 407 308 Το χιούμορ και η συμβολή του στην αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού The present dissertation focuses and investigates the approach to the concept of humor as a means of contributing to the teacher’s effectiveness in the educational process. The aim of this work is to determine the theoretical concept of humor-generally-and of humor within the framework of school reality – especially-in order to clarify the way in which it can work on the teacher’ s effectiveness. Furthermore, empirically, the work aims to explore the views of teachers on the subject of humor and whether it could serve as a means of the student development in daily educational reality. In particular, the paper attempts to provide answers to key questions such as what kind of humor teachers mainly use, applying on a daily basis and how to contribute to the effectiveness of their teaching, taking into account the specificities and the personality of students themselves in the way they use humor and if eventually the use of humor contributes effectively to the improvement of the educational process. In the theoretical part of this thesis, the meaning of humor and its forms are approached and its theories about are mentioned. In addition, the bibliography of humor is presented. In the empirical part of this thesis, the views of regarding humor and their impact on learning are investigated through semi-structured interviews. The findings of the survey may be useful to primary school teachers and other researchers. In the present research it is proven that the contribution of humor is unquestionable and their implementation is necessary for qualitative upgrade of education. In addition, it is proven that teachers’ training about humor is insufficient and need for deeper research investigation into this field is highlighted. In the first part, the theoretical one, the concepts related to effective teacher and teaching are presented. Also, the concept of humor is approached and his theories are listed and the influence of its use in the educational process as well as the relevant bibliographic references. In the second part of the paper, the empirical, views of practicing primary-school teachers were investigated through semi-structured interviews on the application of humor and its contribution to learning. The findings of the survey can be useful for teachers of primary schools and other researchers. This empirical study has shown that the contribution of humor is undeniable and its implementation is necessary for the quality of education. Furthermore, the need to deepen in this forum with further research in Greece is also stressed. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται και διερευνά την προσέγγιση της έννοιας του χιούμορ ως ένα μέσο που συμβάλλει στη συμβολή της αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Στόχος της εργασίας είναι να προσδιοριστεί θεωρητικά η έννοια του χιούμορ -γενικά- και του χιούμορ στο πλαίσιο της σχολικής πραγματικότητας –ειδικά-, ώστε να διασαφηνιστεί ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να λειτουργήσει στην αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού. Επιπλέον, σε εμπειρικό επίπεδο, η εργασία στοχεύει να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών πάνω στο θέμα του χιούμορ και κατά πόσο αυτό μπορεί να λειτουργήσει ενθαρρυντικά, ως μέσο που εξελίσσει το μαθητή στην καθημερινή εκπαιδευτική πραγματικότητα. Ειδικότερα, η εργασία επιχειρεί να δώσει απαντήσεις σε βασικά ερωτήματα όπως ποια μορφή χιούμορ χρησιμοποιούν κυρίως οι εκπαιδευτικοί, αν το εφαρμόζουν σε καθημερινή βάση και με ποιον τρόπο ώστε να συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας τους, αν λαμβάνουν υπόψη τους τις ιδιαιτερότητες και την προσωπικότητα των ίδιων των μαθητών στον τρόπο που χρησιμοποιούν το χιούμορ και αν τελικά η χρήση του χιούμορ συμβάλλει με αποτελεσματικό τρόπο στην βελτίωση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, παρουσιάζονται οι έννοιες που αφορούν τον αποτελεσματικό εκπαιδευτικό και την αποτελεσματική διδασκαλία. Επίσης, προσεγγίζεται η έννοια του χιούμορ και παρατίθενται οι θεωρίες του και η επιρροή της χρήσης του στην εκπαιδευτική διαδικασία καθώς επίσης και οι σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εν ενεργεία εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την εφαρμογή του χιούμορ και τη συμβολή του στη μάθηση. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλους ερευνητές. Η παρούσα εμπειρική μελέτη έδειξε ότι η συμβολή του χιούμορ είναι αναμφισβήτητη και η εφαρμογή της αναγκαία για την ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Επιπλέον, τονίζεται η ανάγκη εμβάθυνσης σε αυτή τη θεματική με περαιτέρω έρευνες στον ελληνικό χώρο. 750 243 246 λαπαροσκοπική έναντι ανοικτής τεχνικής σε υψηλή πίεση πνευμοπεριτοναίου σε ζωικό μοντέλο επίμυ Laparoscopic surgery has gained an important role in the treatment of liver diseases, malignant and benign, over the last years, requiring sometimes high pressure pneumoperitoneum, which can have an impact on inflammatory response of the remnant organ following partial hepatectomy. This response is known to play an initiative role in liver regeneration. The aim of this experimental work was to evaluate whether there is a difference in the remnant liver inflammatory response between open 70% partial hepatectomy and laparoscopic 70% partial hepatectomy with increased pneumoperitoneum pressure (8mmHg) in a rat model. Wistar rats were used and the tissue expression grade of IL-6, TNFα and NFκB in the remnant liver was evaluated using immunohistochemistry at 24h, 48h and 1 week postoperatively. The results were analyzed using non-parametric Kruskal Wallis test (SPSS) for the comparison between the animal groups in every time point and Friedman test (SPSS) for the progress of each group through time. We found a significant raise of the tissue expression grade of IL-6 in the open partial hepatectomy group over increased pneumoperitoneum laparoscopic partial hepatectomy group at 24h. The variation of the other two inflammatory mediators was not significant between the groups at any time point. In conclusion, we did not observe significant difference in the inflammatory response of the remnant liver between the two groups. The elevated pneumoperitoneum pressure at the level of 8mmHg did not seem to have a significant effect on the inflammatory response of the remnant liver Η λαπαροσκοπική χειρουργική έχει επεκταθεί και στις παθήσεις του ήπατος , καλοήθεις και κακοήθεις, τα τελευταία χρόνια, απαιτώντας συχνά αυξημένη πίεση πνευμοπεριτοναίου για καλύτερη έκθεση του οργάνου και μικρότερη διεγχειρητική αιμορραγια. Η αυξημενη αυτή πίεση μπορεί να έχει επίδραση στη φλεγμονώδη απόκριση του οργάνου μετά από μερική ηπατεκτομή, η οποία με τη σειρά της αποτελεί το έναυσμα της ηπατικής αναγέννησης. Σκοπός της παρούσας πειραματικής εργασίας ήταν να μελετηθεί η πιθανή διαφορά της φλεγμονώδους απόκρισης του εναπομείναντος ήπατος μετά από 70% μερική ηπατεκτομή στον επίμυ, ανάμεσα σε ανοικτή μέθοδο και λαπαροσκοπική με αυξημένη πίεση πνευμοπεριτοναίου (8mmHg). Χρησιμοποιήθηκαν επίμυες της φυλής Wistar στους οποίους εκτιμήθηκε ο βαθμός ιστικής έκφρασης, στο εναπομείναν ήπαρ, της IL-6, του TNFα και του NFκB με ανοσοϊστοχημική μέθοδο, στις 24 ώρες, 48ώρες και 1 εβδομάδα μετά την επέμβαση. Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν με μη παραμετρική δοκιμασία Kruskal Wallis (SPSS) για τις συγκρίσεις των ομάδων καθε χρονική στιγμή και στατιστικό Friedman (SPSS) για την εξέλιξη κάθε ομάδας ως προς το χρόνο. Παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση στο βαθμό έκφρασης της IL-6 στην ομάδα της ανοικτής ηπατεκτομής σε σχέση με την λαπαροσκοπική με αυξημένη πίεση πνευμοπεριτοναίου στις 24 ώρες από την επέμβαση. Η μεταβολή των υπόλοιπων εκφραστών της φλεγμονής δεν ήταν σημαντική μεταξύ των δυο ομάδων. Συμπερασματικά δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά στη φλεγμονώδη απόκριση του εναπομείναντος ήπατος ανάμεσα στις δυο ομάδες. Η πίεση πνευμοπεριτοναίου 8mmHg δεν φάνηκε να έχει σημαντική επίδραση στη φλεγμονώδη απόκριση του εναπομείναντος οργάνου. 751 119 145 Συστήματα διαχείρισης ποιότητας σε μονάδες ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής An IVF program is anything but a simple procedure. An IVF treatment involves the integration of people from numerous and variant disciplines, such as reproductive endocrinology, clinical embryology, anesthesiology, ultrasonography, reproductive medicine, psychology, nursing and more. The way all these people work together in a safe and productive environment is the challenge that all IVF Units face. Complex organizations such as Assisted Reproduction Clinics, require a process of monitoring system to ensure that the service provided is optimal on all levels involved. A quality management system (QMS) is a process within an organization that ensures that the service is provided in a consistent and safe fashion ascertaining, minimum discrepancies and inconsistencies and the less possible risk to the patient. Ένα πρόγραμμα εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι κάθε άλλο από μια απλή διαδικασία. Μία θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής περιλαμβάνει την ενσωμάτωση πολλών ειδικοτήτων, όπως η γυναικολογία, η αναπαραγωγική ιατρική, η αναπαραγωγική ενδοκρινολογία, η κλινική εμβρυολογία, η αναισθησιολογία, η ψυχολογία, η υπερηχογραφία, η νοσηλευτική και όχι μόνο. Το πώς συνεργάζονται όλα αυτά τα άτομα σε μια ασφαλή και παραγωγική ατμόσφαιρα είναι η πρόκληση που αντιμετωπίζουν όλα τα κέντρα εξωσωματικής γονιμοποίησης. Οι σύνθετοι οργανισμοί όπως οι Μ.Ι.Υ.Α. απαιτούν ένα σύστημα παρακολούθησης των διεργασιών τους για να διασφαλίσουν ότι η υπηρεσία ή το προϊόν παρέχεται με τον καλύτερο τρόπο και από όλους τους τομείς. Ένα σύστημα διαχείρισης ποιότητας (Quality Management System - QMS) είναι μια διαδικασία εντός ενός οργανισμού για να διασφαλιστεί ότι η υπηρεσία παρέχεται με συνέπεια, ασφάλεια αλλά και με όσο το δυνατόν λιγότερη παραλλαγή και λιγότερους κινδύνους για τον ασθενή. 752 277 300 Η επίπτωση της φαρμακευτικής αγωγής του γλαυκώματος στην οφθαλμική επιφάνεια PURPOSE.To evaluate the long term impact of different topical medications used for the treatment of glaucoma, on the ocular surface. Moreover, it will be reviewed the relationship between the total amount of the preservative Benzalkonium chloride, present in these preparations and its toxicity on the ophthalmic structures.MATERIALS-METHODS.This study included 60 subjects, in which 45 were patients with chronic glaucoma and 15 formed the control group. All the participants underwent special ophthalmological examinations regarding Tear Film (TF) and ocular surface diagnostic tests (9 overall). RESULTS. In the total sample of subjects, statistical significant changes were observed: a) Increase in the variables PRT (p<0.035), OSDI (p<0.016), Meibomian Gland expressibility (MG) on the nasal (p<0.005) and temporal area (p<0.004), as the age progressed, and b) decrease in number and expressibility of MGs nasally and middle part of the lower eyelid, in males (p<0.035). In the patient group, linear correlation was observed a) between the amount of ΒΑΚ and the instability of the TF, meaning reduction to PRT-TBUT variables and increase in Blink Rate (BR), b) decrease in number of MGs after installation of Parasympathomimetic drops comparable to Prostaglandins (PGs), c) decrease in OSDI score with the use of Combined drops comparable to PGs and d) after use of single dose drops, (BAK=0), OSDI score and BR are decreased, although the amount of MGs was in normal range. These OSDI score changes were registered of less than 46%. (BAKmax=18nl, OSDI=25 and BAK=0, OSDI=13.52). CONCLUSIONS.From the multivariant analysis we concluded that the use of BAK preservative antiglaucoma preparations influence stability of Tear Film and can aggravate the symptoms, although differences are observed regarding the use of multiple medications, pharmaceutical substances and formulations. ΣΚΟΠΟΣ Να αξιολογηθεί η χρόνια επίδραση των διαφορετικών οφθαλμικών διαλυμάτων, που χρησιμοποιούνται για την θεραπεία του γλαυκώματος, στην οφθαλμική επιφάνεια των ασθενών. Επιπλέον, να διερευνηθεί η ύπαρξη συσχέτισης της συνολικής ποσότητας του συντηρητικού Βενζαλκόνιου χλωρίου (ΒΑΚ) που περιέχεται στα σκευάσματα αυτά και η τοξικότητά του στις δομές του οφθαλμού. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ. Στην μελέτη συμπεριλήφθηκαν 60 άτομα, εκ των οποίων οι 45 έπασχαν από χρόνιο γλαύκωμα ενώ οι 15 αποτελούσαν την ομάδα ελέγχου της μελέτης. Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε ειδικές εξετάσεις ελέγχου της δακρυϊκής στιβάδας και της οφθαλμικής επιφάνειας (συνολικά 9 δείκτες). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.Στατιστικά σημαντικές μεταβολές παρατηρούνται στο συνολικό δείγμα: α) με την αύξηση της ηλικίας αύξηση στις μεταβλητές PRT (p<0,035), OSDI (p<0,016), η έκκριση των Μεϊβομιανών Αδένων (ΜΑ) στην ρινική (p<0,005) και κροταφική περιοχή (p<0,004), και β) μείωση του αριθμού και της έκκρισης των ΜΑ ρινικά και στο μέσο του κάτω βλεφάρου (p<0,035) στους άνδρες.Γ ραμμική συσχέτιση παρατηρείται στο δείγμα των ασθενών α) με την ποσότητα του ΒΑΚ και την αστάθεια της δακρυϊκής στιβάδας, δηλαδή μείωση των δεικτών PRT-TBUT και αύξηση του ρυθμού βλεφαρισμού, β) μείωση του αριθμού των ΜΑ με Παρασυμπαθομιμητικά κολλύρια σε σχέση με τις Προσταγλανδίνες (PGs), γ) μείωση του δείκτη OSDI με λήψη Σταθερών συνδυασμών σε σχέση με τις PGs και δ) σε χρήση κολλυρίων μονοδόσεων (ΒΑΚ=0) το OSDI και ο ρυθμός βλεφαρισμού είναι μειωμένοι ενώ ο αριθμός των ΜΑ βρίσκεται στα φυσιολογικά όρια. Οι μεταβολές που παρατηρούνται στον δείκτη OSDI ανευρίσκονται σε χαμηλότερο ποσοστό από τις αρχικές τιμές, κατά 46%. (ΒΑΚmax=18nl, OSDI=25, ενώ ΒΑΚ=0, OSDI=13,52). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.Από την συνδυασμένη ανάλυση των διαφόρων δεικτών προκύπτει ότι η χρήση του ΒΑΚ στα αντιγλαυκωματικά κολλύρια επηρεάζει την σταθερότητα της δακρυϊκής στιβάδας και σχετίζεται με αυξημένα συμπτώματα, ενώ διαφορές παρατηρούνται ανάλογα με τον αριθμό, την φαρμακευτική ουσία και το σκεύασμα που χρησιμοποιείται. 753 321 343 Ιστολογική εκτίμηση και ιστική έκφραση του TNFα και του Μ30 στο νεφρό σε πειραματικό μοντέλο επίμυος – ισχαιμίας / επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Introduction: Ischemia and subsequent tissue damage caused by reperfusion is a model of experimental studies, both in the liver and other organs. This damage causes further inflammatory activation that damages distant tissues. Objective: The present experimental study was designed to investigate a possible protective effect of silimpinin onto the kidney after hepatic ischemia-reperfusion injury, analyzing the expression of the markers TNFa and M30. Materials and Methods: 63 rats were divided into three groups: 6 Virtual Intervention - Sham, 28 just Ischemia-Reperfusion (Control) and 28 Ischemia-Reperfusion after Silibinin administration. The renal lesions were studied by immunohistochemical methods. Blood samples and renal tissue were taken in order to be analysed, after euthanasia. Results: Ischemia-reperfusion injury of the hepatic parenchyma, caused an increase of both TNFa and M30. Significant growth-deterioration observed in other parameters (Hyperemia / Filtration parenchyma, Hyperemia / Filtration or Renal tubules, Cortical filtration, Tubular Necrosis, Edema) recorded by comparing the Sham with the Control group. Intravenous administration of silimpinin and comparing this group with the Control group showed a statistically significant decrease in TNFa levels at 240 minutes (p <0,0001) and lowering of M30 at 180 (p = 0,03) and 240 minutes (p <0,0001). The values of the other parameters have also fallen significantly in: Hyperemia / Filtration of renal parenchyma: at 120 (p = 0,003), 180 (p = 0,0001) and 240 minutes (p = 0,0002) - Hyperemia / Filtration of Renal tubules: at 120 (p = 0,02), 180 (p = 0,0001) and 240 minutes (p = 0,0005) - Cortical Filtration (at 240 minutes - p = 0,005) - Tubular Necrosis (at 240 minutes - p = 0,021) and Edema (at 240 minutes - p = 0,001). Conclusions: Our study confirms that the hepatic ischemia-reperfusion injury causes remote renal tissue damage. It also proves that silimpinin’s protective action on kidney tissue is caused after being active for more than 180 minutes, in order to have a beneficial and statistically significant result. Εισαγωγή: Η ισχαιμία και η επακόλουθη ιστική βλάβη που προκαλείται από την επαναιμάτωση αποτελεί ένα διαδεδομένο μοντέλο πειραματικών μελετών, τόσο στο ήπαρ όσο και σε άλλα όργανα. Η βλάβη αυτή προκαλεί περαιτέρω φλεγμονώδη ενεργοποίηση που βλάπτει απομακρυσμένους ιστούς. Στόχος: Η παρούσα πειραματική μελέτη σχεδιάστηκε με στόχο να εξετάσει μια ενδεχόμενη προστατευτική δράση της σιλιμπινίνης στον νεφρό, μετά από ισχαιμία-επαναιμάτωση του ήπατος, αναλύοντας την έκφραση των δεικτών TNFα και Μ30. Υλικό και Μέθοδος: 63 επίμυες κατανεμήθηκαν σε 3 ομάδες: 6 Εικονικής Παρέμβασης-Sham, 28 Ισχαιμίας-επαναιμάτωσης μόνο (Control) και 28 Ισχαιμίας-Επαναιμάτωσης με χορήγηση Σιλιμπινίνης. Οι νεφρικές αλλοιώσεις μελετήθηκαν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους. Δείγματα αίματος και νεφρικού παρεγχύματος ελήφθησαν για τη μελέτη μετά την ευθανασία. Αποτελέσματα: Η ηπατική βλάβη ισχαιμίας-επαναιμάτωσης προκάλεσε αύξηση του TNFa, καθώς και του Μ30. Σημαντική αύξηση-επιδείνωση παρατηρήθηκε και σε άλλες παραμέτρους (Υπεραιμία/Διήθηση παρεγχύματος, Υπεραιμία/Διήθηση νεφρικών σωληναρίων, Φλοιώδης διήθηση, Σωληναριακή νέκρωση, Οίδημα) που καταγράφηκαν μετά από σύγκριση της ομάδας Sham με την ομάδα Control. Η ενδοφλέβια χορήγηση της σιλιμπινίνης και η σύγκριση αυτής της ομάδας με την ομάδα Control ανέδειξε στατιστικά σημαντική μείωση των επιπέδων TNFa στα 240 λεπτά (p<0,0001) και μείωση των επιπέδων Μ30 στα 180 (p=0,03) και 240 λεπτά (p<0,0001). Οι τιμές των υπολοίπων παραμέτρων έχουν επίσης μειωθεί στατιστικά σημαντικά στα: Υπεραιμία/Διήθηση παρεγχύματος: 120 (p=0,003), 180(p=0,0001) και 240 λεπτά (p=0,0002) - Υπεραιμία/Διήθηση νεφρικών σωληναρίων: 120 (p=0,02), 180(p=0,0001) και 240 λεπτά (p=0,0005) – Φλοιώδης Διήθηση (στα 240 λεπτά – p=0,005) - Σωληναριακή νέκρωση (στα 240 λεπτά – p=0,021) και Οίδημα (στα 240 λεπτά – p=0,001). Συμπεράσματα: Η μελέτη μας επιβεβαιώνει ότι η ηπατική βλάβη ισχαιμίας-επαναιμάτωσης προκαλεί απομακρυσμένη νεφρική ιστική βλάβη. Αποδεικνύει επίσης πως η σιλιμπινίνη ασκεί προστατευτική δράση στην προκληθείσα νεφρική βλάβη, απαιτώντας χρονικά διαστήματα δράσης μεγαλύτερα ή ίσα των 180 λεπτών, προκειμένου να έχει ένα συνολικότερα ευεργετικό και στατιστικά σημαντικό αποτέλεσμα. Στα χρονικά διαστήματα 180 λεπτών και περισσότερο, ο TNFα, ο Μ30 και η γενικότερη ιστική βλάβη έχουν βελτιωθεί σημαντικά, όπως και η επιβάρυνση που δέχεται το νεφρικό παρέγχυμα. 754 13 10 Democritus University of Thrace. School of Education of Sciences. Department of Primary Education Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Σχολή Επιστημών Αγωγής. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης 755 232 243 Premature menopause or else premature ovarian failure (POF) is the loss of ovarian function in women under 40 years old, due to less ovarian reserves or due to ovarian dysfunction. Most probably, POF occurs when the exhaustion of the number of ovarian follicles is concurrent with autoimmune ovarian damage and occurs in association with genetic predisposition. POF develops in about 1% of women. The incidence of POF is 1 in 100 women before 40 years of age and 1 in 1000 women before 30 years of age. POF was defined by de Moraes-Ruehsen and Jones in 1967 as non-physiological amenorrhoea before the age of 40 years, but after puberty. In 1939, the hormone profile in women with POF was described as hypergonadotropic hypoestrogenism . In 1950, the clinical features of POF were discussed in detail by Atria. The author reported on the cases of 20 young women before 35 years of age with secondary loss of menses, hot flashes, infertility, and endometrial atrophy. Blood measurement of AMH ( Anti - Mullerian Hormone), which is a product of cells of follicles in women, is a molecular biomarker for relative size of the ovarian reserve. Large randomized controlled trials have taken place in order to correlate the levels of serum AMH with different causes of POF. In the majority of causes, AMH has proven to be the most reliable biomarker of premature ovarian failure. Πρόωρη εμμηνόπαυση ή αλλιώς πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια είναι η απώλεια της ωοθηκικής λειτουργίας σε γυναίκες κάτω των 40 ετών. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε μικρότερο του φυσιολογικού αριθμού ωοθυλακίων ή σε δυσλειτουργία των ωοθηκών. Πιθανότατα, εμφανίζεται όταν η εξάντληση του αριθμού των ωοθυλακίων είναι ταυτόχρονη με αυτοάνοση ωοθηκική βλάβη και συμβαίνει σε συνδυασμό με γενετική προδιάθεση.Αναπτύσσεται στο 1% περίπου των γυναικών. Η επίπτωση είναι 1 στις 100 γυναίκες πριν από την ηλικία των 40 ετών και 1 στις 1000 γυναίκες πριν από την ηλικία των 30 ετών. Ήδη από το 1967 ορίστηκε από τους de Moraes-Ruehsen και Jones ως η μη φυσιολογική αμηνόρροια που συμβαίνει πριν από την ηλικία των 40 ετών, αλλά μετά την έναρξη της εφηβείας. Το 1939, το προφίλ ορμονών στις γυναίκες με POF περιγράφηκε ως υπεργοναδοτροπικός υπογοναδισμός . Το 1950, τα κλινικά χαρακτηριστικά των γυναικών με POF συζητήθηκαν λεπτομερώς από τον Atria . Ο συγγραφέας ανέφερε σχετικά με τις περιπτώσεις 20 νεαρών γυναικών πριν από την ηλικία των 35 ετών με δευτερογενή απώλεια έμμηνο ρύσης, εξάψεις, στειρότητα και ατροφία του ενδομήτριου. Η εξέταση αίματος που μετρά τα επίπεδα της ΑΜΗ ( αντιμυλλέριος ορμόνη), η οποία παράγεται από τα κοκκιώδη κύτταρα στις ωοθήκες, αποτελεί δείκτη ωοθηκικής λειτουργίας. Έχουν πραγματοποιηθεί πολυάριθμες μελέτες προκειμένου να συσχετιστούν τα επίπεδα της ΑΜΗ με τα διάφορα αίτια της πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας. Στην πλειοψηφία των αιτιών έχει καταδειχθεί σαφή συσχέτιση των τιμών της ΑΜΗ, γεγονός που την καθιστά ως τον πλέον αξιόπιστο βιοδείκτη πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας. 756 140 147 critical evaluation of the institution and proposals for a new exploitation κριτική αποτίμηση του θεσμού και προτάσεις για μία νέα αξιοποίησή του The subject matter of the present theoretical and research dissertation is the study and the critical assessment of the institution of the National Council of Education in Greece. The main purpose of this study is to present the institution through the legislative framework of operation, organization, structure and actions, aiming at highlighting the advantages and weaknesses of the institution. Within the research approach, semi-structured interviews with all the Presidents were conducted, in order to explore their views on the role of the institution and, ultimately, on its critical valuation, concluding at the same time proposals for future exploitation. The research comes to the conclusion that, apart from the different proposals, a common consensus of all Presidents is their clear belief in the necessity of existence a National Education Council. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική εργασία είναι η μελέτη και η κριτική αποτίμηση του θεσμού του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (Ε.ΣΥ.Π.) στη χώρα μας. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι η παρουσίαση του θεσμού μέσα από το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας, την οργάνωση, τη δομή και τις δράσεις του, με στόχο να αποτυπώσει τα πλεονεκτήματα, αλλά και τις αδυναμίες του. Στα πλαίσια της ερευνητικής προσέγγισης του θέματος πραγματοποιήθηκαν ημιδομημένες συνεντεύξεις με όλους τους Προέδρους του Ε.ΣΥ.Π., ώστε να διερευνηθούν οι απόψεις τους για το ρόλο του θεσμού και, εντέλει, για την κριτική αποτίμησή του, καταλήγοντας ταυτοχρόνως σε προτάσεις για μία μελλοντική αξιοποίησή του. Από την έρευνα προκύπτει ότι, πέρα από τις διαφορετικές προτάσεις, κοινή συνισταμένη των απόψεων όλων των Προέδρων του Ε.ΣΥ.Π. είναι η σαφέστατη πεποίθησή τους για την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. 757 299 333 Secondary education teachers’ views regarding the implementation of the model "Bring Your Own Device (BYOD)" in the educational process Οι απόψεις των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως προς την εφαρμογή του μοντέλου «Bring Your Own Device (BYOD)» – Φέρτε τη δική σας συσκευή – στην εκπαιδευτική διαδικασία Technology has nowadays invaded on every aspect of our personal and professional life. Education cannot be an exception since the role of Information and Communication Technologies (ICT) is recognized by the state. Therefore, training projects for educators are implemented in order to use ICT for educational purposes. In the context of ICT implementation in educational practice, the so-called "portable learning", a form of learning that is possible through the use of portable technology devices at any time and place, has emerged. Portable learning is related to the implementation of "Bring Your Own Device (BYOD)", a model where both teachers and students are allowed to bring their personal portable devices (such as Smartphones, Tablets, etc.) in order to use them for learning purposes within the classroom. The purpose of this study is to investigate and present the opinions of secondary school teachers about the implementation of the BYOD model for educational purposes. An action that has been applied for years in many countries all over the world but in the Greek educational reality BYOD application is limited to individual efforts of teachers, mainly through their participation in European programs or through attempts to implement experimental and innovative actions. For the survey implementation, the convenient sampling was used as an approach and the questionnaire as a tool. The results of the survey are quite promising, since teachers believe that they are quite familiar with mobile devices and the willingness for the teachers to apply the model seems to be positive as long as adequate training and technical support is provided. Positive but somewhat cautious is their intention for the BYOD model to be implemented by the students, if the legislation allows it Η τεχνολογία έχει πλέον εισβάλει σε κάθε πτυχή της προσωπικής καθώς και της επαγγελματικής μας καθημερινότητας. Η εκπαίδευση δεν συνιστά εξαίρεση αφού ο ρόλος των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) αναγνωρίζεται από την πολιτεία η οποία και έχει υλοποιήσει έργα επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών με στόχο την αξιοποίησή τους στη εκπαιδευτική διαδικασία. Στο πλαίσιο εφαρμογής των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική πρακτική εμφανίστηκε η λεγόμενη «φορητή μάθηση», μια μορφή μάθησης η οποία είναι δυνατή ανά πάσα στιγμή και σε οποιοδήποτε χώρο και προκύπτει με τη χρήση φορητών συσκευών τεχνολογίας. Η φορητή μάθηση είναι συνυφασμένη με την εφαρμογή του μοντέλου «Bring Your Own Device (BYOD)» ή «Φέρτε τη δική σας συσκευή», μοντέλο κατά το οποίο οι εκπαιδευτικοί όπως και οι μαθητές μπορούν να φέρνουν και να χρησιμοποιούν τις προσωπικές τους φορητές συσκευές τεχνολογίας (όπως Smartphones, Tablets κ.ά.) για τις ανάγκες της διδασκαλίας, μέσα στη σχολική τάξη. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διερευνήσει και να παρουσιάσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με την εφαρμογή του μοντέλου BYOD στη εκπαιδευτική διαδικασία. Μία πρακτική η οποία εφαρμόζεται εδώ και χρόνια σε πολλές χώρες του κόσμου αλλά στην ελληνική εκπαίδευση η εφαρμογή της περιορίζεται σε μεμονωμένες προσπάθειες εκπαιδευτικών κυρίως μέσω της συμμετοχής τους σε ευρωπαϊκά προγράμματα ή μέσω εφαρμογής πειραματικών και καινοτόμων δράσεων. Για την υλοποίηση της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ως προσέγγιση η βολική δειγματοληψία και ως εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα της έρευνας είναι αρκετά ελπιδοφόρα αφού σύμφωνα με τη γνώμη των εκπαιδευτικών φαίνεται να υπάρχει εκ’ μέρους τους ένας καλός βαθμός εξοικείωσης με τις φορητές συσκευές και η προθυμία εφαρμογής του μοντέλου από τους ίδιους δείχνει να έχει θετικό πρόσημο αρκεί να συνοδεύεται με την κατάλληλη επιμόρφωση και τεχνική υποστήριξη. Θετική αλλά ως ένα βαθμό επιφυλακτική δείχνει να είναι η πρόθεσή τους σχετικά με την εφαρμογή του μοντέλου BYOD από τους μαθητές, εάν βέβαια η νομοθεσία το επιτρέψει 758 379 398 Introduction: Sleep disorders (including sleep-disordered breathing and sleep-wake cycle disturbances) are highly prevelant in stroke patients. They can be both a risk factor for stroke and a consequence of stroke. The mechanisms of this relationship are various and complex, although they are not completely understood. More welldesigned studies are needed in order to obtain more knowledge regarding pathophysiology, the strength of this interaction, and the effect that treatment of these sleep disorders has on the long term management of stroke patients. Methods: Review of the literature. Results: Several studies have proven that Obstructive Sleep Apnea (OSA) is an independent risk factor for the development of stroke and also has a high prevalence (>50%) among stroke patients. Because of that, the AHA/ASA (American Stroke Association) guidelines recommend the use of diagnostic tools (use of questionnaires, polysomnography) in order to detect the presence of OSA in stroke patients. (Class IIb, Level of evidence B). Furthermore it is also recommended that all stroke patients with OSA should be treated with CPAP (Class IIb, Level of Evidence B) however the effect of treatment on prevention of stroke is not well established. Central Sleep Apnea (CSA) on the other hand is mainly a consequence of stroke and its role as a risk factor is not yet known. It appears in the acute setting of stroke and it tends to resolve in the chronic phase. Recently, stroke-wake cycle disturbances (Restless Leg Syndrome, insomnia, hypersomnia, parasomnias, narcolepsy and abnormal duration of sleep) have also been studied regarding their relationship with stroke. They seem to increase the risk of stroke or appear as a result of it. They may also have a negative impact on stroke recovery and re-occurrence. Treatment of these disorders with appropriate medications, such as hypnotics (insomnia), CNS stimulants (hypersomnia), dopaminergic replacement (RLS) and clonazepam (parasomnias) has been studied through single case studies or small case series and therefore its benefit in stroke prevention has been not established. Conclusion: Sleep disorders are an important risk factor for stroke, as well as a frequent finding after stroke and they can have a negative impact on functional and cognitive status, although they are frequently under-recognized. It is therefore important to implement diagnostic and therapeutic tools in order to better manage this difficult group of stroke patients. Οι διαταραχές ύπνου (διαταραχές αναπνοής στον ύπνο και διαταραχές ύπνου- εγρήγορσης) ανευρίσκονται συχνά σε ασθενείς με Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια (ΑΕΕ). Η σχέση αυτή έχει αμφίδρομο χαρακτήρα δλδ τα ΑΕΕ μπορούν να είναι το αίτιο εμφάνισης διαταραχών του ύπνου, αλλά και πρωτοπαθείς διαταραχές του ύπνου προδιαθέτουν τους πάσχοντες σε εμφάνιση αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Οι μηχανισμοί αλληλοεπίδρασης είναι ποικίλοι και σύνθετοι χωρίς να έχουν ξεκαθαριστεί πλήρως. Απαιτούνται περισσότερες μελέτες προκειμένου να διευρυνθεί η γνώση σχετικά με την παθοφυσιολογία, την ισχύ της αλληλεπίδρασης αλλά και της επίδρασης της θεραπείας των διαταραχών ύπνου στην μακροχρόνια πρόληψη ασθενών με ΑΕΕ. Μέθοδος: Ανασκόπηση της βιβλιογραφίας. Συζήτηση: Αρκετές μελέτες έχουν αναδείξει ότι η αποφρακτική άπνοια ύπνου αποτελεί παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση ΑΕΕ και επιπλέον εμφανίζει υψηλά ποσοστά επιπολασμού (>50%) σε ασθενείς με ΑΕΕ . Για αυτό πλέον στις κατευθυντήριες οδηγίες της American Heart Association (AHA) (Class IIb, Level of evidence B) συστήνεται έλεγχος για ανίχνευση συνδρόμου αποφρακτικής άπνοιας ύπνου (ΣΑΑΥ) σε ασθενείς με ΑΕΕ (χρήση ερωτηματολογίων, πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου). Η θεραπεία του ΣΑΑΥ με χρήση μηχανήματος συνεχούς θετικής πίεσης αεραγωγών (CPAP) συστήνεται όλους τους ασθενείς με ΑΕΕ (Class IIb, Level of evidence B) χωρίς ωστόσο να έχει ξεκαθαριστεί απόλυτα το όφελος της θεραπείας στην μακροχρόνια πρόληψη του ΑΕΕ. Η κεντρική άπνοια του ύπνου (ΚΑΥ) αντίθετα αποτελεί κυρίως επακόλουθο ΑΕΕ και σπανιότερα προϋπάρχει. Εμφανίζεται κυρίως στην οξεία φάση του ΑΕΕ και τείνει να βελτιώνεται αυτόματα στην χρόνια φάση. Τέλος οι διαταραχές ύπνου-εγρήγορσης (Σύνδρομο Ανήσυχων Κάτω Άκρων, Αϋπνία, Υπερυπνία, Παραϋπνίες και μειωμένες ή αυξημένες ώρες ύπνου ημερησίως) μελετούνται ολοένα και περισσότερο σε σχέση με τα ΑΕΕ. Ορισμένες από αυτές φαίνεται να αυξάνουν συνολικά τον κίνδυνο AEE, να αποτελούν κλινική έκφανση αυτών αλλά και να επηρεάζουν το στάδιο της αποκατάστασης και υποτροπής των ΑΕΕ μέσω διατάραξης των μηχανισμών νευροπλαστικότητας και ευροπροστασίας. Η θεραπεία των παραπάνω διαταραχών με υπναγωγά (αυπνία) ,διεγερτικά του ΚΝΣ (υπερυπνία) ,ντοπαμινεργική υποκατάσταση (ανήσυχα κάτω άκρα) και κλοναζεπάμη (παραϋπνίες) έχει μελετηθεί κυρίως μέσα από μεμονωμένα κλινικά περιστατικά ή μικρές σειρές ασθενών χωρίς να έχει εδραιωθεί στατιστικά το όφελος τους σε σχέση με την πρόληψη ΑΕΕ. Συμπεράσματα: Οι διαταραχές ύπνου αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα κινδύνου εμφάνισης ΑΕΕ αλλά και αποτέλεσμα αυτών και επηρεάζουν την λειτουργική αποκατάσταση των ασθενών, ωστόσο σε ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό υποδιαγιγνώσκονται. Είναι σημαντικό να καθιερωθεί συστηματικά σε κλινικό επίπεδο η αναζήτηση τέτοιων διαταραχών σε ασθενείς με ΑΕΕ και να τεθεί άμεσα ένα πλάνο θεραπείας αυτών, στα πλαίσια της συνολικής διαχείρισης αυτών των ασθενών. 759 138 150 Ψυχοκοινωνικά χαρακτηριστικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά οικογενειών που διαθέτουν οικογενειακή επιχείρηση και έχουν ενήλικο εξαρτημένο από ουσίες The aim of the present study was to investigate the relationship between the ownership of a family business by families of addicted to illicit drugs people and a group of psychosocial factors, as family functioning (cohesiveness and flexibility) and dedication to traditional family values. The sample of the study was 161 members of addicted persons’ families. The family members answered two self-administered questionnaires regarding their evaluations of current and ideal level of family cohesiveness and flexibility and the level of their dedication to traditional family values as well. It was found that the ownership of a family business is positively related with higher level of current family cohesiveness of people that belong to families with addicted members, compared with addicted persons’ families that do not own a family business. The rest of the differences were not statistically significant. Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνηθεί η σχέση ανάμεσα στην ιδιοκτησία οικογενειακής επιχείρησης από οικογένειες εξαρτημένων από ουσίες ατόμων και σε μια σειρά από ψυχοκοινωνικούς παράγοντες, όπως η οικογενειακή λειτουργικότητα (συνοχή και προσαρμοστικότητα) και η προσήλωση σε παραδοσιακές οικογενειακές αξίες. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 161 μέλη οικογενειών ατόμων που αντιμετωπίζουν προβλήματα εξάρτησης από ουσίες. Τα μέλη των οικογενειών απάντησαν σε δύο αυτοχορηγούμενα ερωτηματολόγια σχετικά με πώς αξιολογούν το τρέχον αλλά και το ιδανικό επίπεδο συνοχής και προσαρμοστικότητας της οικογένειάς τους καθώς και το βαθμό προσήλωσής τους σε παραδοσιακές οικογενειακές αξίες. Βρέθηκε ότι η ιδιοκτησία οικογενειακής επιχείρησης συσχετίζεται θετικά με υψηλότερο βαθμό παρούσας συνοχής των οικογενειών των εξαρτημένων από ουσίες ατόμων συγκριτικά με τις οικογένειες εξαρτημένων από ουσίες ατόμων που δεν διέθεταν οικογενειακές επιχειρήσεις. Οι υπόλοιπες διαφορές δεν αξιολογήθηκαν ως στατιστικώς σημαντικές. 760 474 492 Υπολειμματικότητα γεωργικών φαρμάκων σε μεταποιημένες επιτραπέζιες ελιές This research is focused on the development of an analytical method to determine pesticide residues. Moreover, the developed analytical method was applied to samples of processed table olives in an experiment at the Department of Agricultural Development in the Democitus University of Thrace (DUTH) in Orestiada during the period 2015-2016. The main objective of this experiment was to determine the levels of concentration of pesticide residues in successive sampling and different olive treatments in varieties of Halkidiki, Kalamon and Thassos. The two pesticides used in the study were the Novadim Progress40 EC insecticide with the active ingredient Dimethoate and the fungicide under the brand name Flint-Max 75WG, with the active substances Trifloxystrobin-Tebuconazole. The experiment took place in the Laboratory of Pharmacology and Ecotoxicology of the Department of Agricultural Development of the DUTH. Samples of the olive fruits were collected and loaded with the highest recomentded doses of the formulations. For the Novadim Progress 40EC insecticide, the dose was 30ml / 10L water and for the Flint-Max 75WG fungicide the dose was 3g / 10L water. The processed techniques of the three olive varieties are a) preservation in brine, b) leaching with NaOH and preservation in brine, c) preserving in brine with vinegar, d) preservation in coarse salt. In the laboratory we made four samplings (1st 15/12/2015, 2nd 15/01/2016, 3rd 15/02/2016, 4th 15/03/2016). The samples were analyzed and the results of pesticide residue were compared with similar results containing the same active substances. The analytical method was based on the extraction of the target compounds by the QuEChERS method and then by gas chromatographic analysis (GC-ECD). From dissipation experiment we implemented on samples of processed table olives during 3.5 months, we found the following: The residue of dimethoate was decreased by 44.1% and 30% in Halkidiki’s and Kalamata’s olives respectively, after the treatment with brine. The same active substance was decreased by 57% in Halkidiki’s olive after the treatment with NaOH and brine, by 36% in Kalamata’s olive after the treatment with brine and vinegar and by 34.5% in Thassos olive after the treatment with coarse salt. A 60% and 30% decrease has been found in the concentration of trifloxystrobin, in Thassos’s olives after the treatment with coarse salt and in Kalamata’s olives after the treatment in brine, respectively. An increase of 35% is observed when the Kalamata’s olives are treated with brine and vinegar. The residues of tebuconazole, both in Kalamata’s variety treated with brine, and Thassos, after the treatment with coarse salt, has shown a decrease of 50.5% and 46.3% respectively. In contrast, in the residues of tebuconazole has been observed an increase by 91.2% when Kalamata’s variety is treated with brine and vinegar Finally, it has been found that the concentration of pesticide residues and the fate of three pesticides in the fruit of olive are determined by the applied processing method Η παρούσα εργασία επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη αναλυτικής μεθόδου προσδιορισμού υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων και στην εφαρμογή της σε δείγματα μεταποιημένης επιτραπέζιας ελιάς, στο Τμήμα Αγροτικής Ανάπτυξης του ΔΠΘ στην Ορεστιάδα κατά την χρονική περίοδο 2015-2016. Βασικός στόχος της μελέτης ήταν να προσδιορισθούν τα επίπεδα της συγκέντρωσης των υπολειμμάτων των γεωργικών φαρμάκων, σε διαδοχικές δειγματοληψίες και διαφορετικές μεταχειρίσεις ελιάς σε ποικιλίες Χαλκιδικής, Καλαμών και Θάσου. Τα δύο σκευάσματα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη μελέτη ήταν το εντομοκτόνο με εμπορική ονομασία Novadim Progress 40EC με δραστική ουσία το Dimethoate και το μυκητοκτόνο με εμπορική ονομασία Flint-Max 75WG, με δραστικές ουσίες τα Trifloxystrobin - Tebuconazole. Το πείραμα υλοποιήθηκε στο εργαστήριο Φαρμακολογίας και Οικοτοξικολογίας του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης του Δ.Π.Θ. Τα δείγματα των καρπών της ελιάς συλλέχθηκαν και φορτίστηκαν με τις ανώτερες συνιστάμενες συγκεντρώσεις των σκευασμάτων. Για το εντομοκτόνο Novadim Progress 40EC η δόση ήταν 30ml/10L νερού και για το μυκητοκτόνο Flint-Max 75WG η δόση ήταν 3gr/10L νερού. Η εμβάπτιση με τα παραπάνω σκευάσματα έγινε στις ελιές όλων των ποικιλιών(Χαλκιδικής, Καλαμών Θάσου).Οι τεχνικές μεταποίησης των τριών ποικιλιών ελιάς είναι οι ακόλουθες: α)διατήρηση μέσα σε άλμη, β)εκπίκρανση με NaOH και διατήρηση μέσα σε άλμη, γ)διατήρηση μέσα σε άλμη με ξύδι και δ)διατήρηση μέσα σε χονδρό αλάτι. Συνολικά πραγματοποιήθηκαν τέσσερις δειγματοληψίες (1η 15/12/2015, 2η 15/01/2016, 3η 15/02/2016, 4η 15/03/2016).Τα δείγματα αναλύθηκαν και τα αποτελέσματα των υπολειμμάτων των γ.φ. συγκρίθηκαν με αντίστοιχα αποτελέσματα όμοιων μελετών οι οποίες περιείχαν τις ίδιες δραστικές ουσίες. Η μέθοδος ανάλυσης βασίστηκε στην εκχύλιση των ενώσεων στόχων με την μέθοδο QuEChERS και στη συνέχεια σε ανάλυση με αέρια χρωματογραφία (GC-ECD). Από τα αποτελέσματα των αναλύσεων υπολειμμάτων των γεωργικών φαρμάκων για χρονικό διάστημα 3,5 μηνών σε επιτραπέζιες ελιές, διαπιστώθηκαν τα παρακάτω: • Η συγκέντρωση του dimethoate μειώθηκε σε ποσοστό 44,1% και 30% σε καρπούς ελιάς ποικιλίας Χαλκιδικής και Καλαμών αντίστοιχα μετά από μεταχείριση σε άλμη. Η ίδια δραστική ουσία μειώθηκε κατά 57% σε καρπούς ελιάς ποικιλίας Χαλκιδικής μετά από μεταχείριση με NaOH και άλμη, κατά 36% σε καρπούς ελιάς ποικιλίας Καλαμών μετά από μεταχείριση με άλμη και ξύδι και κατά 34,5% σε καρπούς ποικιλίας Θάσου μετά από μεταχείριση με χονδρό αλάτι. • Όσο αφορά την μεγαλύτερη μείωση κατά 60% και 30% της συγκέντρωση του trifloxystrobin, αυτή παρατηρείται σε ελιές ποικιλίας Θάσου μετά από μεταχείριση με χονδρό αλάτι και σε ελιές ποικιλίας Καλαμών μετά από μεταχείριση τους σε άλμη, αντίστοιχα. Αύξηση κατά 35% παρατηρείται όταν οι καρποί της ποικιλίας Καλαμών υποστούν μεταχείριση με άλμη και ξύδι. • Τέλος οι συγκεντρώσεις του tebuconazole, τόσο σε ελιές ποικιλίας Καλαμών μετά από μεταχείριση με άλμη, όσο και σε ελιές ποικιλίας Θάσου μετά από μεταχείριση με χονδρό αλάτι, παρουσιάζουν μείωση με ποσοστό 50,5%, και 46,3%, αντίστοιχα. Αντίθετα, αύξηση κατά 91,2% της συγκέντρωσης του tebuconazole παρατηρείται όταν οι ελιές ποικιλίας Καλαμών υποστούν μεταχείριση με άλμη και ξύδι. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι η συγκέντρωση των υπολειμμάτων και η συμπεριφορά των τριών παραπάνω γεωργικών φαρμάκων στο καρπό της ελιάς καθορίζεται από την μεταποιητική επεξεργασία που υποβάλλεται κάθε φορά ο καρπός 761 127 136 The practice of modern medicine is legally supported in most of its choices by most countries. Differences exist as they are practiced in different population groups of different ethical principles and philosophy, by violently testing their existing world-viewing perceptions.The modern study of pain involving both pathophysiology and its therapies has given rise to modern innovative therapies. However, the use of all of these available treatments is not a panakia. Many obstacles interfere with their widespread use, making pain management an overpriced asset worldwide. Modern societies do not seem to coincide with scientific developments since they consider that they threaten long-established codes of ethics. The prevailing trend is personalized pain treatment that will basically be unleashed by any legal status, will have zero side effects and long-term action. Η άσκηση της σύγχρονης Ιατρικής υποστηρίζεται νομικά στις περισσότερες επιλογές της από τις περισσότερες χώρες. Διαφοροποιήσεις υπάρχουν, αφού ασκείται σε διαφορετικά πληθυσμιακά σύνολα, διαφορετικών ηθικών αρχών και φιλοσοφίας, δοκιμάζοντας βίαια τις υφιστάμενες κοσμοθεωρητικές τους αντιλήψεις. Η σύγχρονη μελέτη του πόνου που αφορά, τόσο την παθοφυσιολογία όσο και την θεραπευτική του, έχει δώσει ώθηση σε σύγχρονες καινοτόμες θεραπείες. Εντούτοις η αξιοποίηση όλων αυτών των διαθέσιμων θεραπειών δεν είναι πανάκεια. Πολλά εμπόδια παρεμβάλλονται στην ευρεία χρήση τους, καθιστώντας την αντιμετώπιση του πόνου ένα υπερτιμημένο αγαθό παγκοσμίως. Οι σύγχρονες κοινωνίες, δεν φαίνεται να συμπορεύονται με τις επιστημονικές εξελίξεις, αφού θεωρούν ότι αυτές απειλούν τους επί μακρόν εγκαθιστάμενους κώδικες ηθικής και δεοντολογίας. Η επικρατούσα τάση είναι, η εξατομικευμένη – προσωποποιημένη θεραπεία του πόνου, η οποία κατά βάση θα απεγκλωβίζεται από οιονδήποτε νομικό καθεστώς, θα έχει μηδενικές παρενέργειες και μακροχρόνια δράση. 762 277 276 Εφαρμογή της Multi Locus Sequence Typing (MLST) σε περιβαλλοντικά στελέχη Pseudomonas aeruginosa Multi Locus Sequence Typing (MLST) is a typing/ phylogenetic method of bacterial strains, focusing strictly on 7 conserved (housekeeping) genes. This method has been applied mainly in clinical Pseudomonas aeruginosa strains, providing reliable and reproducible results and offering valuable typing information on genotypic level. In this study, MLST was applied to environmental P. aeruginosa isolates in order to determine its effectiveness as a typing method. The reproducibility and typeability of the method was calculated as well. Sixty-two identified P. aeruginosa strains isolated from aquatic environments of Greece, were subjected to MLST, as described by Curran et al, (2004) and by Van Mansfeld R. et al, (2009), with some in house modifications. According to the results produced by the protocol proposed by B. Curran et al, (2004), 15/62 (24%) strains produced electrophoretic bands for all 7 genes, where the rest of them were positive for 1 to 6 genes. While according to the protocol of Van Mansfeld R. et al (2009), typeability was increased up to 50% as in 31/62 strains an expression of the 7 housekeeping genes was observed. However, the low typeability and the diversity appeared in gene profiles in both cases, demonstrates the reduced typing ability of MLST in case of environmental strains probably due to the great genetic diversity of the bacterium. Additional modification of the protocol besides the one proposed by Van Mansfeld R. et al (2009) as well as re-evaluation of the housekeeping genes, taking into consideration additional factors (environmental stress, the presence of resistance genes, etc.) that affect gene regulation, may be necessary in order to increase the efficiency and the discriminatory power of the method when applied to environmental strains. Η Multi Locus Sequence Typing (MLST) είναι μία σύγχρονη τυποποιητική/ φυλογενετική μέθοδος που βρίσκει εφαρμογή σε ποικίλα βακτηριακά στελέχη, εστιάζοντας αυστηρά στην ανίχνευση συντηρημένων (housekeeping) γονιδίων. Η τεχνική έχει εφαρμοστεί κυρίως σε κλινικά στελέχη Pseudomonas aeruginosa παρέχοντας αξιόπιστα και αναπαραγώγιμα αποτελέσματα, προσφέρωντας πολύτιμες πληροφορίες τυποποίησης σε γονοτυπικό επίπεδο. Στην παρούσα εργασία εφαρμόστηκε σε περιβαλλοντικά στελέχη P. aeruginosa με στόχο να ερευνηθεί η αποτελεσματικότητά της ως τυποποιητική μέθοδος και υπολογίστηκε η τυποποιητικότητα και αναπαραγωγημότητα της. Σε 62 επιβεβαιωμένα στελέχη P. aeruginosa, απομονωμένα από υδάτινα περιβάλλοντα του Ελλαδικού χώρου, εφαρμόστηκαν δύο διαφορετικά πρωτόκολλα, των Curran B. και συνεργατών (2004) και των Van Mansfeld R. και συνεργατών (2009), με κάποιες in house τροποποιήσεις. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του πρωτοκόλλου των Curran B. και συνεργατών (2004), 15/62 (24%) στελέχη έδωσαν πλήρες γονιδιακό προφίλ ενώ στα υπόλοιπα ελήφθησαν θετικά αποτελέσματα για 1-6 γονίδια. Με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου των Van Mansfeld R. και συνεργατών (2009) παρατηρήθηκε αύξηση της τυποποιητικότητας στο 50% καθώς σε 31/62 στελέχη σημειώθηκε έκφραση και των 7 housekeeping γονιδίων. Η μικρή τυποποιητικότητα και η ποικιλομορφία που εμφανίστηκε στα γονιδιακά προφίλ και στις 2 περιπτώσεις αποδεικνύει την μειωμένη τυποποιητική ικανότητα της MLST σε περιπτώσεις περιβαλλοντικών στελεχών ίσως λόγω της μεγάλης γεντικής ποικιλομορφίας που είναι χαρακτηριστική για το βακτήριο. Περαιτέρω τροποποιήσεις στο πρωτόκολλο από αυτές που προτείνονται από τους Van Mansfeld R. και συνεργάτες (2009), καθώς και επαναξιολόγηση των housekeeping γονιδίων, λαμβάνοντας υπόψη επιπλέον παράγοντες (περιβαλλοντικό στρες, παρουσία γονιδίων ανθεκτικότητας κ.λ.π.), που επηρεάζουν την γονιδιακή ρύθμιση, ίσως είναι απαραίτητες για την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ευαισθησίας της MLST μεθόδου στα περιβαλλοντικά στελέχη. 763 306 284 The perceptions of primary school teachers for the pedagogy of the Work School and the applications of its principles in the modern school reality Οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την παιδαγωγική του Σχολείου Εργασίας και οι εφαρμογές των αρχών της στη σύγχρονη σχολική πραγματικότητα The aim of the present Bachelor thesis and qualitative research is the investigation of the offering and the effect exerted by the movement of Work School in current greek educational process of primary schools. Essentially, the thesis attempts to investigate the perceptions and practical implementations of the educators who try to emerge the fundamental principles of New School, as they appear through the theories of intellectual educators who affected the pedagogical thought of the 20th century, in Europe and America, as well as the inland. Entering the threshold of the 20th century or ‘’Century of the Child’’, reforms take place in the sector of education. The traditional Herbart pedagogy is replaced by a new pedagogy the one of the movement of Activity School, which founds principles such as experiential learning, manual labor and self-motivated acquisition of knowledge by students with main representatives the educationists J. Dewey, G. Kerschensteiner και H. Gaudig, while in Greece A. Delmouzos, M. Papamavros and M. Kleanthous-Papadimitriou. In the research part, using the qualitative tool of semi-structured interview, 9 educators, aged from 30 to 50, were studied, in areas of the Prefecture of Halkidiki. The results of the study showed that, in general, the offering of New School, is reflected in teaching implementations of educators and especially those pedagogical principles which have to do with the psychology and emotions of childhood nature as well as interdisciplinary and interpersonal relationships of the members of school community. Nevertheless, utilization of manual, experiential and team activities with the promotion of self-motivated acquisition of knowledge of the students is delimited and restricted in teaching objects and sections, especially of physics and mathematics nature and is expanded with difficulty, in humanitarian teaching objects. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας και ποιοτικής μελέτης είναι η διερεύνηση της προσφοράς και της επίδρασης που άσκησε το κίνημα του Σχολείου Εργασίας, στην επίκαιρη ελληνική εκπαιδευτική διαδικασία των δημοτικών σχολείων. Ουσιαστικά, η εργασία επιχειρεί να ανιχνεύσει εκείνες τις αντιλήψεις και πρακτικές εφαρμογές των εκπαιδευτικών που αναδεικνύουν τις θεμελιώδεις αρχές του Νέου Σχολείου, όπως αυτές εμφανίζονται μέσα από τις θεωρίες των διανοούμενων εκπαιδευτικών που επηρέασαν τη παιδαγωγική σκέψη του 20ου αιώνα στην Ευρώπη και Αμερική, αλλά και της ενδοχώρας. Περνώντας στο κατώφλι του 20ου αιώνα ή «Αιώνα του Παιδιού», συμβαίνουν μεταρρυθμίσεις στον χώρο της εκπαίδευσης. Η παραδοσιακή-ερβαρτιανή παιδαγωγική αντικαθίστανται από μια νέα παιδαγωγική αυτή του κινήματος του Σχολείου Εργασίας, το οποίο θεμελιώνει αρχές όπως βιωματική μάθηση, χειρωνακτική εργασία και αρχή της αυτενέργειας των μαθητών με βασικούς εκπρόσωπους τους παιδαγωγούς J. Dewey, G. Kerschensteiner και H. Gaudig, ενώ στον ελληνικό χώρο τους Α. Δελμούζος, Μ. Παπαμαύρος και Μ. Κλεάνθους-Παπαδημητρίου. Στο ερευνητικό μέρος, με τη χρήση του ποιοτικού εργαλείου της ημιδομημένης συνέντευξης, μελετήθηκαν 9 εκπαιδευτικοί, ηλικίας από 30 έως 50 ετών, σε περιοχές του Νομού Χαλκιδικής. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι, γενικότερα, η προσφορά του Νέου Σχολείου αντικατοπτρίζεται στις διδακτικές εφαρμογές των εκπαιδευτικών και κυρίως εκείνες οι παιδαγωγικές αξίες που έχουν να κάνουν με την ψυχολογία και τα συναισθήματα της παιδικής φύσης καθώς και με τις διαμαθητικές και διαπροσωπικές σχέσεις των μελών της σχολικής κοινότητας. Παρ’ όλα αυτά, η αξιοποίηση χειρωνακτικών, βιωματικών και ομαδικών δραστηριοτήτων με την ανάδειξη της αυτενέργειας των μαθητών οριοθετείται και περιορίζεται σε διδακτικά αντικείμενα και ενότητες κυρίως φυσικομαθηματικής φύσης και με δυσκολία επεκτείνεται και στα ανθρωπιστικά διδακτικά αντικείμενα. 764 88 107 Χρήση μεθοτρεξάτης για την αντιμετώπιση της έκτοπης κύησης μετά απο IVF Ectopic pregnancy is the main cause of maternal morbidity and mortality during the first trimester and its incidence increases significantly with in vitro fertilization (IVF). Many risk factors related to IVF techniques and the cause of infertility have been documented. The combination of transvaginal ultrasound and serum beta human chorionic gonadotropin (b-hCG) is the most reliable diagnostic tool, for early diagnosis of ectopic pregnancy. Most cases of ectopic pregnancy are treated surgically. However, the use of methotrexate is a great alternative with similar success rates and completely non-invasive. Η έκτοπη κύηση είναι το κύριο αίτιο για την μητρική νοσηρότητα και θνησιμότητα κατά την διάρκεια του πρώτου τριμήνου της κύησης και η επίπτωση αυτή αυξάνεται σημαντικά μετά από IVF. Πολλοί παράγοντες κινδύνου που σχετίζονται με τις τεχνικές IVF και την αιτία της υπογο-νιμότητας έχουν τεκμηριωθεί. Ο συνδυασμός του διακολπικού υπερή-χου και της β χοριακής γοναδοτροπίνης είναι ο πλέον αξιόπιστος διαγνωστικός τρόπος της έκτοπης κύησης με έγκαιρη διάγνωση. Οι περισσότερες περιπτώσεις έκτοπων κυήσεων αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Ωστόσο, η χρήση της μεθοτρεξάτης αποδείχτηκε εξα-ιρετικός εναλλακτικός τρόπος αντιμετώπισης της έκτοπης κύησης με αντίστοιχα ποσοστά επιτυχίας και τελείως μη επεμβατικά. 765 204 213 Το νομοθετικό πλαίσιο για την περιβαλλοντική διαχείριση φαρμάκων και φαρμακευτικών παρασκευασμάτων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο This dissertation deals with the study of the legal framework for the environmental management of medicines and pharmaceuticals in European level. The study first attempts to define the concept of drugs, their life cycle and the ways of entry of these into the environment. Subsequently, from an environmental point of view, in the light of the recent pharmacovigilance legislation, a detailed analysis of the European institutional framework for medicinal products is performed. Then, reference is made to gaps in European legislation, in regard to the protection from drugs as emerging pollutants and the study finally explores innovative legislative initiatives and practices of countries, in the framework of environmental management of medicines. The literature led to conclusions, showing that pharmaceutical residues are commonly detected worldwide in soil, drinking and underground water and constitute a major issue for human and environmental health, which is likely to rise in the future, while at the same time domains for further research have been mapped. Also, the study has shown that amendments in Community legislation are imperative. Furthermore, in addition to legislative instruments, the contribution of nonlegislative measures and initiatives is unquestionable, as well as the importance of close cooperation among regulatory and health authorities, scientists and pharmaceutical industry. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία πραγματεύεται την εξέταση του νομοθετικού πλαισίου για την περιβαλλοντική διαχείριση φαρμάκων και φαρμακευτικών σκευασμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η εν λόγω μελέτη επιχειρείται αρχικά με τον προσδιορισμό της έννοιας των φαρμάκων, του κύκλου ζωής τους και του τρόπου εισόδου αυτών στο περιβάλλον. Κατόπιν, γίνεται λεπτομερής ανάλυση του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου, από περιβαλλοντικής πλευράς, για τα φαρμακευτικά προϊόντα, υπό το φως της πρόσφατης νομοθεσίας φαρμακοεπαγρύπνησης. Έπειτα, γίνεται αναφορά σε κενά της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, στο πλαίσιο της προστασίας από τα φάρμακα ως αναδυόμενους ρύπους και τελικά ερευνώνται καινοτόμες νομοθετικές πρωτοβουλίες και πρακτικές χωρών, στο πλαίσιο περιβαλλοντικής διαχείρισης των φαρμάκων. Τα στοιχεία της βιβλιογραφικής έρευνας οδήγησαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων, που αποδεικνύουν ότι τα φαρμακευτικά κατάλοιπα ανιχνεύονται ευρέως παγκοσμίως στο έδαφος, το πόσιμο και υπόγειο νερό και συνιστούν μείζον θέμα για την ανθρώπινη και περιβαλλοντική υγεία, που ενδέχεται να ενταθεί στο μέλλον ενώ ανιχνεύθηκαν και κατευθύνσεις για περαιτέρω ανάλυση σε ερευνητικό πεδίο. Επίσης, η έρευνα κατέδειξε ότι είναι αναγκαίες τροποποιήσεις στη σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία ενώ εκτός από τα νομοθετικά μέτρα, σημαντική είναι η συνδρομή μη νομοθετικών μέτρων και πρωτοβουλιών στην αντιμετώπιση του προβλήματος καθώς και η στενή συνεργασία των ρυθμιστικών αρχών υγείας και περιβάλλοντος, των επιστημόνων και της φαρμακευτικής βιομηχανίας. 766 305 305 Pain is inherent in life reality since the first cry of the birth, the disease, the trauma, until death. It is considered as a natural defensive mechanism and acts as a danger sign in order to preserve life and protect the corporal integrity. Simultaneously, however, it is an unpleasant feeling which can be unbearable in terms of intensity or duration changing a person’s behaviour and making his life difficult and in many cases intolerable. The complex and multidimensional phenomenon of pain, which is an integral part of a person’s health, is affected by the variables which are each time associated with the cultural values the priorities, the philosophical data and the wider social and financial status. As a universal experience and intertemporal question, pain has occupied humans since ancient times, who have tried to explain it either with the common sense or religion. The perceptions about the origins of the pain and its therapeutic approaches in every civilization have been changing through human history. The initial theistic and magical view of pain as a punishment from god’s or demon’s affection was later replaced by more empirical or logical explanations. In the battle against pain, a wide variety of healing methods have been used during the different eras of human history. The latter, initially, was consisted of rituals, exorcisms, natural exercises, patches or friction and the use of plants with curing and analgesic properties. Nowadays, many of these methods seem extremely simple or even barbarian. However, over the years, the interaction of society and medical practice, the evolution of sciences and the logical approach of pain, medicine and pharmacology have made tremendous progress and the empirical use of natural drugs against pain has led to the development of techniques related to manufacturing medicines, interventions and therapies. After all, medical science is a step by step procedure. Ο πόνος είναι μια σύμφυτη με τη ζωή πραγματικότητα, από το πρώτο κλάμα της γέννησης, την ασθένεια, το τραύμα, ως το θάνατο. Θεωρείται αμυντικός μηχανισμός της φύσης, και λειτουργεί σαν σηματοδότης κινδύνου, με σκοπό να διαφυλάξει τη ζωή και να προστατέψει τη σωματική ακεραιότητα. Ταυτόχρονα όμως, είναι μια δυσάρεστη αίσθηση η οποία μπορεί να είναι ανυπόφορη σε ένταση ή χρονική διάρκεια, αλλάζοντας τη συμπεριφορά και κάνοντας τη ζωή του ανθρώπου δύσκολη και πολλές φορές μαρτυρική και ανυπόφορη. Το σύνθετο και πολυδιάστατο φαινόμενο του πόνου, που είναι αναπόσπαστο από το σύνολο της υγείας του, επηρεάζεται από με τις μεταβλητές που σχετίζονται κάθε φορά με τις πολιτιστικές αξίες, τις προτεραιότητες, τα φιλοσοφικά δεδομένα και την ευρύτερη κοινωνική και οικονομική κατάσταση. Ως πανανθρώπινη λοιπόν εμπειρία και διαχρονικό ερώτημα, απασχόλησε από την αρχαιότητα τον άνθρωπο, ο οποίος προσπάθησε να το εξηγήσει είτε με την λογική, είτε με την θρησκεία. Οι αντιλήψεις σχετικά με την προέλευση του πόνου αλλά και οι θεραπευτικές του προσεγγίσεις σε κάθε πολιτισμό, στη διαδρομή της ανθρώπινης ιστορίας, υπέστησαν πολλές μεταβολές. Η αρχική θεουργική και μαγική θεώρηση του πόνου ως αποτέλεσμα θεϊκής τιμωρίας ή δαιμονικών επιρροών, έδωσε αργότερα τη θέση της σε πιο εμπειρικές ή λογικές ερμηνείες. Στη μάχη εναντίον του πόνου χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια διαφορετικών σταδίων της ανθρώπινης ιστορίας, ποικίλες θεραπευτικές μέθοδοι. Αυτές περιλαμβάνουν αρχικά την πραγματοποίηση επικλήσεων, τελετουργιών, εξορκισμών, φυσικών χειρισμών, εφαρμογή επιθεμάτων ή τριβής και τη χρήση φυτών με θεραπευτικές και αναλγητικές ιδιότητες. Πολλές από τις μεθόδους αυτές φαίνονται σήμερα απλοϊκές ή βάρβαρες. Με την πάροδο όμως των χρόνων, την αλληλεπίδραση της κοινωνίας και της ιατρικής πρακτικής, την εξέλιξη των επιστημών και την λογική προσέγγιση του πόνου, η ιατρική και η φαρμακολογία σημείωσαν τεράστια πρόοδο και η εμπειρική χρήση των φυσικών φαρμάκων κατά του πόνου, οδήγησε στην ανάπτυξη τεχνικών παρασκευής φαρμάκων, επεμβάσεων και θεραπειών. Άλλωστε, η ιατρική επιστήμη είναι μια διαδοχική διαδικασία βημάτων. 767 183 177 The role of consciousness in solving mathematical problems in elementary school Ο ρόλος της ενσυνειδησίας στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων στο δημοτικό σχολείο In this paper, research is being conducted on the role of conscientiousness in the process of mathematical problem solving in elementary school. In the survey, there were 25 participants of the 4th and 6th grade of elementary school. In particular, cognitive exercises on mathematics were used. Three exercises dealing with the concept of numbers, three exercises dealing with proportions and six exercises dealing with mathematical equations. In order to investigate the conscientiousness or otherwise metacognitive awareness of children, the method of “thinking aloud” was used. To be more specific, each student had to “speak loudly” about the choices he or she made in each exercise and to justify his or her choices. Two findings emerged from the analysis of the results. Initially, participants’ performance affected the answers they gave, so there seemed to be a relationship between performance and conscientiousness. Also, there was no statistic significance, but there was a trend between age and conscientiousness. That means that as children grow older, their performance improves in a small scale during cognitive work. Στη συγκεκριμένη εργασία πραγματοποιείται έρευνα για τον ρόλο της ενσυνειδησίας στη διαδικασία επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων στο δημοτικό σχολείο. Στην έρευνα που πραγματοποιήθηκε οι συμμετέχοντες ήταν 25 παιδιά της Δ’ και της ΣΤ’ τάξης του δημοτικού σχολείου. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκαν γνωστικά έργα που αφορούσαν τα μαθηματικά. Τρία έργα που αφορούσαν την έννοια των αριθμών, τρία έργα που αφορούσαν τις αναλογίες και έξι έργα για τις πράξεις. Για να μελετηθεί η ενσυνειδησία ή αλλιώς μεταγνωστική ενημερότητα των παιδιών, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Δηλαδή κάθε μαθητής/ρια έπρεπε να «μιλά δυνατά» για να τις επιλογές που έκανε σε κάθε έργο και να τις αιτιολογεί. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προέκυψαν δύο πορίσματα. Αρχικά, η επίδοση των συμμετεχόντων επηρέασε τις απαντήσεις που έδιναν, οπότε φάνηκε πως υπάρχει σχέση ανάμεσα στην επίδοση και στην ενσυνειδησία. Επίσης, δεν υπήρξε στατιστική σημαντικότητα, αλλά φάνηκε μια μικρή τάση που υπάρχει ανάμεσα στην ηλικία και στην ενσυνειδησία. Δηλαδή, όσο μεγαλώνουν τα παιδιά βελτιώνεται σε μικρό βαθμό η επίδοση τους κατά τη διάρκεια επίλυσης γνωστικών έργων. 768 243 272 The ' metacognition ' has acquired in recent years an important place in educational research. The potential for a better understanding of how children learn, and the teaching of the holding, have brought to the limelight. For a few years, " metacognition " has been proposed as a rewarding way to uncover the ways in which readers organise, check and restore any deficiencies in their reading comprehension, while offering ground for successful teaching in the use of strategies that support and teaching interventions for readers of all levels with the aim of reading strategy. This paper attempts to explore the field of metacognition in relation to dyslexia regarding literature that studies the relationship and dealing with proposals that teach metacognitive strategies and develop metacognition and reading comprehension to students. Students with dyslexia have less and deficient metacognitive knowledge, while holding less and less effective cognitive and metacognitive strategies in relation to their peers who are good readers. Not actively monitor the progress of their understanding, and when they do not have neither the resources nor the incentives to act remedial and bridge the gaps that resulted sense. They try to avoid engagement with reading texts not to fail, because constantly experience strong negative emotions. This results in the removal of the learning process and empowering the vicious cycle of failure. Thus, this paper analyzes the relationship between metacognition with dyslexia and how appropriate metacognitive strategies can improve cognitive processing of speech and reading Το «μεταγιγνώσκειν», έχει αποκτήσει τα τελευταία χρόνια σημαντική θέση στην εκπαιδευτική έρευνα. Οι δυνατότητες που προσφέρει για καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο μαθαίνουν τα παιδιά, αλλά και η διδακτική του εκμετάλλευση, το έχουν φέρει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος. Εδώ και λίγα χρόνια, το «μεταγιγνώσκειν» έχει προταθεί ως ικανοποιητικός τρόπος για να αποκαλυφθούν οι τρόποι με τους οποίους οι αναγνώστες οργανώνουν, ελέγχουν και αποκαθιστούν τυχόν ελλείψεις στην αναγνωστική τους κατανόηση, ενώ συγχρόνως προσφέρει έδαφος για επιτυχή διδασκαλία της χρήσης των στρατηγικών που την υποστηρίζουν και για διδακτικές παρεμβάσεις στους αναγνώστες όλων των επιπέδων, με στόχο την στρατηγική ανάγνωση. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μια εξερεύνηση του πεδίου της μεταγνώσης σε σχέση με την δυσλεξία όσον αφορά την βιβλιογραφία που μελετά την σχέση τους και που ασχολείται με προτάσεις που διδάσκουν μεταγνωστικές στρατηγικές και αναπτύσσουν την μεταγνώση και την αναγνωστική κατανόηση στους μαθητές. Οι μαθητές με δυσλεξία έχουν λιγότερη και ελλειμματική μεταγνωστική γνώση, ενώ κατέχουν λιγότερες και λιγότερο αποτελεσματικές γνωστικές και μεταγνωστικές στρατηγικές σε σχέση με τους συμμαθητές τους που είναι καλοί αναγνώστες. Δεν παρακολουθούν ενεργά την πορεία της κατανόησής τους κι όταν το κάνουν δεν έχουν ούτε τις πηγές αλλά ούτε και τα κίνητρα να δράσουν διορθωτικά και να γεφυρώσουν τα νοηματικά χάσματα που προέκυψαν. Προσπαθούν να αποφύγουν την εμπλοκή με την ανάγνωση κειμένων για να μην αποτύχουν, επειδή βιώνουν συνεχώς ισχυρά αρνητικά συναισθήματα. Αυτό έχει ως συνέπεια την απομάκρυνσή τους από τη διαδικασία μάθησης και την ενδυνάμωση του φαύλου κύκλου της αποτυχίας. Έτσι, η παρούσα εργασία αναλύει την σχέση της μεταγνώσης με την δυσλεξία και πώς οι κατάλληλες μεταγνωστικές στρατηγικές μπορούν να βελτιώσουν την γνωστική επεξεργασία του λόγου και της ανάγνωσης 769 275 306 Correlation of Follicle- stimulating hormone receptor gene polymorphisms (FSHr) with embryo quality (embryo score) in IVF Συσχέτιση των πολυμορφισμών του γονιδίου του υποδοχ'εα της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSHr) με την ποιότητα των εμβρύων που προέρχονται απο εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) The formation and functioning of FSH receptor (receiver) has always been closely linked to the ovary function, being a fundamental regulator on the positive ovary response towards medical stimulations. Nonetheless, its correlation to the quality of embryon IVF is yet uncleared. The aim of this study is to research the association of polymorphisms of folicular hormons (FSHr) linked to the quality of embryons during IVF cycles, on purpose to research to what extent may be changeable the quality of embryons in different genotypes of locus 680. FSHr. Embryonal product of every single embryon may be studied and interconnected with factors that highly influence on quality of embryons, such as polymorphisms of receptor ( receiver ) FSH, evaluating in this way the scale in which these factors influence. To conduct this study, dataset was established from different patients who visited Alexandroupolis Hospital University from September 2016 up to March 2017. In more details, was conducted a statistical analysis of more than 16 women, divided into three different groups. The first group is made up by genotype Ser/Ser, the second group by genotype Asn/Ser and the third group by genotype Asn/Asn. Then, the quality of embryons was defined based on the fetus production. Embryo quality as well as FSH receptor polymorphisms were correlated with hormonal parameters that are classically used to evaluate stimulation response (baseline FSH) as well as medication response parameters (number of eggs). Results of this study do not indicate any significant correlation between genes of polymorphism of follicular hormone ( FSHr) and quality of embryons during IVF cycles. Η διαμόρφωση και λειτουργία του υποδοχέα της FSH έχει συσχετιστεί πάντα με την ωοθηκική λειτουργία αποτελώντας ουσιαστικό ρυθμιστικό παράγοντα ικανοποιητικής απάντησης των ωοθηκών στην φαρμακευτική διέγερση. Αλλά η συσχέτιση του με την ποιότητα εμβρύων προερχόμενα απόΐνΤ είναι ακόμη ασαφής. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη συσχέτισης των πολυμορφισμών του γονιδίου του υποδοχέα της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSHr) με την ποιότητα των εμβρύων κατά την διάρκεια κύκλων IVF, προκειμένου να ερευνηθεί κατά πόσο μεταβάλεται η ποιότητα των εμβρύων στους διαφορετικούς γονότυπους της θέσης 680 του γονιδίου της FSHr. Το εμβρυικό γινόμενο κάθε εμβρύου μπορεί να μελετηθεί και να συσχετισθεί με παράγοντες που επιδρούν στην ποιότητα των εμβρύων, όπως είναι οι πολυμορφισμοί του υποδοχέα της FSH, και να εκτιμηθεί έτσι το ποσοστό στο οποίο αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν την ποιότητα, άρα και το embryoscore του κάθε εμβρύου. Για την επίτευξη του στόχου έγινε συλλογή δεδομένων από το ιστορικό ασθενών που επισκέφθηκαν το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης από το Σεπτέμβριο του 2016 έως το Μάρτιο του 2017. Πιο συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση σε σύνολο 16 γυναικών οι οποίες διαχωρίστηκαν σε τρεις ομάδες ανάλογα με το είδοςπολυμορφισμού στη θέση 680.Η πρώτη ομάδα αφορούσε την ομάδα γυναικών με γονότυπο Ser/Ser, η δεύτερη ομάδα Asn/Ser και η τρίτη Asn/Asn. Ακολούθως, προσδιορίστηκε η ποιότητα των εμβρύων με βάση το εμβρυικό γινόμενο (EmbryoScore). Η ποιότητα των εμβρύων καθώς και οι πολυμορφισμοί του υποδοχέα της FSH συσχετίστηκαν με ορμονικές παραμέτρους οι οποίες χρησιμοποιούνται κλασσικά για την αξιολόγηση της απάντησης στη διέγερση (βασική FSH) καθώς και με παραμέτρους απάντησης στην φαρμακευτική αγωγή ( αριθμός ωαρίων) .Τα αποτελέσματα της μελέτης δεν δείχνουν σημαντική συσχέτιση μεταξύ των πολυμορφισμών του γονιδίου του υποδοχέα της θυλακιοτρόπου ορμόνης (FSHr) με την ποιότητα των εμβρύων κατά την διάρκεια κύκλων IVF. 770 335 366 Η χρήση των αναστολέων του υποδοχέα BCR στην κλινική πράξη, εκτός κλινικών μελετών BCR signaling inhibitors are small molecules that target the inhibition of signaling through the B lymphocyte surface receptor. Ibrutinib fulfills this purpose by inhibiting the Bruton’s tyrosine kinase (Btk), while idelalisib inhibits phosphatidylinositol 3-kinase p110S (ΡΒ^). BCR signaling inhibitors have shown an impressive efficacy and acceptable toxicity in the treatment of certain B cell malignancies. As a result, they have been approved to treat these B cell malignancies. However, there is a lack of sufficient data, in regard of BCR signaling inhibitors’ long term efficacy and safety when they are used in every day practice. The present study is a retrospective observational study of patients in therapy with a BCR signaling inhibitor. The purpose of the study is to assess the efficacy and safety of BCR signaling inhibitors in every day practice, outside of the protected enviroment of clinical trials. The study was conducted from February 2015 to December 2017. Data was collected from patient files of the Hematology Unit 1st Internal Medicine Department at AHEPA University General Hospital in Thessaloniki. Seventeen patients were included in the study, eleven were on treatment with ibrutinib and seven with idelalisib (one patient was initially on ibrutinib and then on idelalisib). Of all patients that were on ibrutinib therapy, four had been diagnosed with Waldenstrom Macroglobulinemia, four with Chronic Lymphocytic Leukemia and three with Mantle Cell Lymphoma. Five patients that were on treatment with idelalisib had been diagnosed with Chronic Lymphocytic Leukemia and two with Follicular Lymphoma. All of the patients had a response while on BCR signaling inhibitor therapy and no incidence of relapse occurred, during the period of the study. In three cases the treatment was discontinued permanently due to a serious adverse event. Despite the small number of patients, the results of this study showed that both BCR signaling inhibitors are effective in treating B cell malignancies, while the adverse event profile was consistent with those previously reported for these agents. In conclusion, the results of the present study are in accordance with real-world studies. Οι αναστολείς του BCR είναι μικρομοριακές ουσίες που στοχεύουν στην αναστολή της σηματοδότησης του υποδοχέα του Β λεμφοκυττάρου. Το ibrutinib επιτυγχάνει τον στόχο αυτό μέσω της αναστολής της κινάσης της τυροσίνης του Bruton (Btk), ενώ το idelalisib μέσω της αναστολής της υπομονάδας ρ110δ της κινάσης της φωσφατιδυλοϊνοσυτόλης 3 (ΡΙ3Κδ). Πρόσφατες κλινικές μελέτες με αναστολείς του BCR κατέδειξαν εντυπωσιακή αποτελεσματικότητα και αποδεκτή τοξικότητα στη θεραπεία ορισμένων Β λεμφοϋπερπλαστικών νεοπλασμάτων, με επακόλουθο την έγκρισή τους για τη θεραπεία των νοσημάτων αυτών. Ωστόσο, δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα, σχετικά με την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα και τοξικότητα των αναστολέων του BCR, από την εφαρμογή τους στην κλινική πράξη και εκτός κλινικών μελετών. Η παρούσα μελέτη είναι αναδρομική μελέτη παρατήρησης ασθενών που έλαβαν ή λαμβάνουν θεραπεία με αναστολείς του BCR. Σκοπός της μελέτης είναι η καταγραφή της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας της χρήσης των αναστολέων του BCR από την εφαρμογή τους στην καθημερινή κλινική πράξη, εκτός του προστατευμένου περιβάλλοντος των κλινικών μελετών. Η μελέτη διενεργήθηκε το χρονικό διάστημα από το Φεβρουάριο του 2015 μέχρι το Δεκέμβριο του 2017. Τα δεδομένα της μελέτης προήλθαν από τους φακέλους ασθενών που παρακολουθούνται στο Αιματολογικό Τμήμα της Α’ Παθολογικής κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ, στη Θεσσαλονίκη. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 17 ασθενείς, από τους οποίους 11 έλαβαν ibrutinib και 7 έλαβαν idelalisib (μία ασθενής έλαβε αρχικά ibrutinib και στη συνέχεια idelalisib). Από τους ασθενείς που ελάμβαναν ibrutinib, 4 είχαν διαγνωσθεί με Μακροσφαιριναιμία Waldenstrom, 4 με Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία και 3 με Λέμφωμα από κύτταρα του μανδύα. Όσον αφορά τους ασθενείς που ελάμβαναν idelalisib, 5 είχαν διαγνωσθεί με Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία και 2 με Οζώδες Λέμφωμα. Όλοι οι ασθενείς της μελέτης ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία με τους αναστολείς του BCR, ενώ δεν παρατηρήθηκε καμία υποτροπή στο χρονικό διάστημα που διενεργήθηκε η μελέτη. Σε τρεις περιπτώσεις η θεραπεία διακόπηκε μόνιμα λόγω σοβαρής ανεπιθύμητης ενέργειας. Παρά τον μικρό αριθμό ασθενών, τα αποτελέσματα της μελέτης κατέδειξαν την αποτελεσματικότητα και των δύο αναστολέων του BCR στα λεμφοϋπερπλαστικά νεοπλάσματα, ενώ το προφίλ των ανεπιθύμητων ενεργειών δεν διέφερε από αυτό προηγούμενων μελετών. Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης έρχονται σε συμφωνία με τα αυτά των δεδομένων από την καθημερινή κλινική πρακτική (real-world studies). 771 228 240 Assessing conceptual understanding of statistics in a sample of Master students of “non-mathematical” majors Αξιολόγηση της κατανόησης στατιστικών εννοιών από μεταπτυχιακούς φοιτητές «μη μαθηματικών» τμημάτων The growing role of statistics in every aspect of our lives, as well as its placement in the undergraduate curriculum of almost every university department of Social Sciences and Humanities in Greece, point towards an increased interest for methodology of statistics education, as well as for the outcomes of psychological and educational research on students’ beliefs about statistical concepts. However, the course of statistics remains a source of anxiety for many students in “non-mathematical” majors, especially for those lacking a science and mathematics background. Research in the field of statistics education has to focus on the ways students think about basic statistical concepts, to investigate the factors which affect statistical thinking and finally to apply research findings in the classroom. The aim of the present study is to investigate understanding of statistical concepts by a sample of post-graduate students of a Greek university department. For this purpose, the CAOS questionnaire was administered to 101 students of the Aristotle University of Thessaloniki (Master Programmes of Cognitive Psychology and Neuropsychology, School and Developmental Psychology, Social Clinical Psychology). Data analysis revealed the areas of statistics where the most misconceptions exist and their relationship with participants’ educational characteristics. The results are discussed in the context of research and application of alternative ways for teaching statistics in tertiary education Ο αυξανόμενος ρόλος της Στατιστικής σε όλους τους τομείς των δραστηριοτήτων του ανθρώπου και η εισαγωγή της στα προγράμματα σπουδών όλων σχεδόν των πανεπιστημιακών τμημάτων κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών στην Ελλάδα, δείχνουν την αναγκαιότητα για μεγαλύτερο ενδιαφέρον, τόσο σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία της διδασκαλίας της, όσο και στα συμπεράσματα που προέρχονται από τις ψυχολογικές και παιδαγωγικές έρευνες σχετικά με τις αντιλήψεις των μαθητών για τις στοχαστικές έννοιες. Ωστόσο, το μάθημα της στατιστικής αποτελεί πηγή άγχους για πολλούς φοιτητές "μη μαθηματικών" τμημάτων, ειδικά όταν αυτοί δεν προέρχονται από θετικές επιστήμες. Η έρευνα στο πεδίο της διδασκαλίας της στατιστικής καλείται πρώτα να εστιάσει στον τρόπο με τον οποίο συλλογίζονται οι φοιτητές γύρω από κεντρικές έννοιες της στατιστικής, να διερευνήσει τους παράγοντες που επηρεάζουν τη στατιστική συλλογιστική και τέλος να προτείνει μεθόδους εφαρμογής των ευρημάτων στη διδασκαλία της. Η παρούσα εργασία επικεντρώθηκε στη διερεύνηση του βαθμού κατανόησης στοχαστικών εννοιών σε ένα δείγμα μεταπτυχιακών φοιτητών ελληνικού πανεπιστημίου. Για το σκοπό αυτό, το ερωτηματολόγιο CAOS (del Mars et al., 2007) χορηγήθηκε σε δείγμα 101 μεταπτυχιακών φοιτητών/-τριών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Π.Μ.Σ. Γνωστικής Ψυχολογίας και Νευροψυχολογίας, Σχολικής και Εξελικτικής Ψυχολογίας και Κοινωνικής Κλινικής Ψυχολογίας). Η ανάλυση των δεδομένων ανέδειξε τους τομείς στους οποίους εντοπίζονται τα μεγαλύτερα προβλήματα κατανόησης και τη σχέση τους με εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα συζητούνται στο πλαίσιο της αναζήτησης και εφαρμογής εναλλακτικών τρόπων διδασκαλίας της στατιστικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση 772 172 137 The evaluation of kindrgarden teachers by inspectors in the prefecture of Evros The main purpose of this study deals with the topic of the evaluation of kindergarden teachers inspectors in the prefecture of Evros. Chief aim of this study is to record the experiences and views of kindergarden teachers in prefecture of Evros about the inspectors. Within the scope of the investigation of these experiences and views eighteen semi-strustured interviews were carried out with kindergarden teachers who had worked in the past with inspectors. There has been an attempt to ascertain the sex of the inspector, the frequency of kindergarden teachers’ evaluation by the inspector and the notice given before the inspection, to verify the criteria of this evaluation and the feelings it aroused to the kindergarden teachers, to be illustrated if this evaluation had a positive impact on the effective teaching ability, to determine if there was access to the evaluation reports and at last to ascertain wheather the inspector convened pedagogic conferences throughout his service in the prefecture of Evros. Η παρούσα εργασία έχει ως θέμα την αξιολόγηση των νηπιαγωγών του νομού Έβρου από το θεσμό του επιθεωρητή. Βασικός σκοπός της εργασίας ήταν η καταγραφή των εμπειριών και απόψεων των νηπιαγωγών του νομού Έβρου για το θεσμό αυτό. Στα πλαίσια της διερεύνησης αυτών των εμπειριών και απόψεων διεξήχθησαν δεκαοκτώ ημιδομημένες συνεντεύξεις με νηπιαγωγούς που εργάστηκαν στο παρελθόν με το θεσμό του επιθεωρητή. Έγινε προσπάθεια να διαπιστωθούν το φύλο του επιθεωρητή, η συχνότητα αξιολόγησης των νηπιαγωγών από τον επιθεωρητή και αν ειδοποιούνταν πριν από αυτήν, να εξακριβωθούν τα κριτήρια αξιολόγησης και τα αισθήματα που προκαλούσε αυτή στους νηπιαγωγούς, να αποτυπωθεί αν λειτουργούσε θετικά η αξιολόγηση των επιθεωρητών στην αποτελεσματικότερη διδακτική ικανότητά τους, να διαπιστωθεί αν υπήρχε πρόσβαση στις εκθέσεις αξιολόγησης και αν ο επιθεωρητής συγκαλούσε παιδαγωγικά συνέδρια κατά τη διάρκεια της θητείας του στην περιοχή του νομού Έβρου. 773 313 362 Μοριακή επιδημιολογία και επιτήρηση του ιού της γρίπης για την περίοδο 2017-2018 στην βόρεια Ελλάδα The influenza is an acute respiratory disease, already known from the time of the Hippocrates. It is caused by the homonym influenza virus, divided into 3 types, A,B and C. Influenza viruses belong to the family of orthoovuloviruses. Out of these types, only A and B are associated with epidemic respiratory tract infections. The typical influenza is presented with high fever (>38oC), chills, headaches, myalgias and symptoms of upper and lower respiratory tract infection. The mode of transmission is through the respiratory system, with droplets of throat or sneezing of patients, but also from contaminated surfaces. A unique characteristic is their genetic material, which is RNA and fragmented into 8 pieces. Due to this particularity, influenza viruses show an increased frequency of mutations, resulting to new virus strains every year, causing annual epidemics. Sometimes, due to large-scale genetic changes mostly in influenza viruses A, namely recombination of whole genes, pandemic virus strains emerge. The diagnosis is mainly performed by molecular methods and specifically with the Real-Time RT-PCR. The prevention of influenza virus can be achieved in a variety of ways. The most effective way is annual vaccination with the influenza vaccine. It is recommended for all members of the population, especially for people belonging to vulnerable groups. The vaccine is proposed to be in months October-November, before the epidemic of the disease. Each year, the World Health Organization (WHO), in cooperation with the National Influenza References Centers suggests the composition of the next year's vaccine. Regarding treatment, there are antivirals drugs mainly belonging to the group of neuraminidase inhibitors.Τhe Tamiflu and Zamamivir are widely known, which act against both types of influenza A and B. The aim of this work is the stydy of the molecular epidemiology of the influenza virus and its monitoring over the period 2017-2018 in Northen Greece, according to the official data of the Northen Greece Influenza Reference Center. Η γρίπη αποτελεί μια οξεία νόσο του αναπνευστικού συστήματος, ήδη γνωστή απο την εποχή του Ιπποκράτη. Προκαλείται απο τον ομώνυμο ιό της γρίπης, που διαχωρίζεται σε 3 τύπους, Α,Β και C. Οι ιοί της γρίπης ανήκουν στην οικογένεια των ορθοβλεννοϊών. Απο αυτούς, μόνο οι τύποι Α και Β σχετίζονται με επιδημίες λοιμώξεων του αναπνευστικού συστήματος. Η τυπική γρίπη, εκδηλώνεται με υψηλό πυρετό (>38), ρίγη, κεφαλαλγίες, μυαλγίες και συμπτώματα προσβολής του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού συστήματος. Ο τρόπος μετάδοσης είναι μέσω του αναπνευστικού συστήματος, με τα σταγονίδια που εκπέμπονται κατά τον βήχα ή το φτέρνισμα ασθενών, αλλά και απο μολυσμένες επιφάνειες, τις οποίες θα αγγίξουμε και στη συνέχεια θα βάλουμε τα χέρια μας στο στόμα η την μύτη. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αποτελεί το γεγονός ότι το γενετικό τους υλικό, το οποίο είναι RNA , είναι κατακερματισμένο σε 8 κομμάτια. Εξαιτίας αυτής της ιδιαιτερότητας, οι ιοί της γρίπης παρουσιάζουν αυξημένη συχνότητα μεταλλάξεων, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται κάθε χρόνο νέα στελέχη του ιού, προκαλώντας ετήσιες επιδημίες. Ενίοτε λόγω γενετικών μεταβολών μεγάλης έκτασης σε ιούς γρίπης Α ,ανασυνδυασμούς δηλαδή ολόκληρων γονιδίων, προκαλούνται πανδημικά στελέχη. Η διάγνωση επιτυγχάνεται κυρίως με μοριακές μεθόδους, και συγκεκριμένα με την Real-time RT-PCR.Η πρόληψη απο τον ιό της γρίπης μπορεί να επιτευχθεί με ποικίλους τρόπους. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος είναι ο ετήσιος εμβολιασμός με το αντιγριπικό εμβόλιο. Συνιστάται για όλα τα μέλη του πληθυσμού, ιδίως για άτομα που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες. Προτείνεται να γίνεται τους μήνες Οκτώβριο-Νοέμβριο, πριν την έξαρση της επιδημίας της νόσου. Κάθε χρόνο, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), σε συνεργασία με τα Εθνικά Κέντρα Αναφοράς Γρίπης, προτείνει τη σύσταση του εμβολίου του επόμενου έτους, ώστε να διατηρείται η αποτελεσματικότητά του. Σχετικά με την θεραπεία, υπάρχουν αντιικά φάρμακα ,που ανήκουν στην ομάδα των αναστολέων νευραμινιδάσης κυρίως .Το Tamiflu και το Zamamivir είναι τα ευρέως γνωστά, τα οποία δρουν ενάντια και στους δυο τύπους γρίπης Α και Β. Ο σκοπός της εργασίας αυτής, είναι η μελέτη της μοριακής επιδημιολογίας του ιού της γρίπης, καθώς και η επιτήρηση του κατά το χρονικό διάστημα 2017-2018 στη Β. Ελλάδα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Κέντρου Αναφοράς Γρίπης Β. Ελλάδος. 774 150 164 Κωδικοποίηση αποφάσεων του ΣτΕ για μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων έργων διαχείρισης στερεών αποβλήτων The paper explores the role of Environmental Impact assessment as tool of environmental policy in Greece. Classify the Council of State decisions on the Environmental Impact assessment to the management of the solid waste. The purpose of the paper is the analysis of the existing legal framework and its application on the Environmental Impact assessment solid waste. The results indicates that: 1) The Environmental Impact assessments are an environmental policy tool in Greece. 2) The important role of the Council of State. 3) The annulment proceedings before the Council of the State leads to improved Environmental Impact Assessment and the agents are able to apply more detailed Environmental Impact Assessments. 4) In some cases apart from the ordinary issues, judges research in depth, analyzing the merits of the case, by inspecting the terms of the cases. Under these circumstances, the judge checks all the reasons of the application for annulment. Η εργασία διερευνά τον ρόλο των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, ως εργαλείο περιβαλλοντικής πολιτικής. Κωδικοποιεί τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με τις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που αφορούν τα στερεά απόβλητα. Η εργασία έχει ως σκοπό την εξέταση του θεσμικού πλαισίου και της εφαρμογής των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στα στερεά απόβλητα. Τα αποτελέσματα της κωδικοποίησης των αποφάσεων δείχνουν ότι: 1) Οι Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αποτελούν εργαλείο περιβαλλοντικής πολιτικής στην Ελλάδα. 2) Το Συμβούλιο της Επικρατείας παίζει σημαντικό ρόλο στην περιβαλλοντική νομολογία. 3) Η ακυρωτική διαδικασία ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας οδηγεί στην βελτίωση των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και οι φορείς πλέον υποβάλλουν εμπεριστατωμένες Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. 4) Σε αρκετές περιπτώσεις, εκτός των τυπικών θεμάτων, οι δικαστές υπεισέρχονται στην ουσία της υπόθεσης εξετάζοντας εάν οι όροι που αναφέρονται στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων είναι ορθές. Στις περιπτώσεις αυτές ο δικαστής ελέγχει όλους τους λόγους της αίτησης ακύρωσης, ακόμα και τα τεχνικά στοιχεία των μελετών. 775 321 280 Υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας βιβλιοθηκονόμων και επιστημόνων της πληροφόρησης σε ελληνικές βιβλιοθήκες This study was aimed at investigating the working conditions at libraries and more specifically those hazards that undermine the librarians and information scientists safety and their general health, such as jeopardising people's physical, ergonomic and psychosocial factors. The current study includes a literature review and a field study in real library conditions. The sample involved 124 librarians and information scientists from different parts of Greece. The librarians and information scientists seem to be relatively informed regarding health and safety issues and about emergency conditions while working. Still, there is a quite small percentage of employees which has no basic awareness on fundamental issues, such as the safety code. Αlmost half of libraries declare that officially employ a Safety Consultant as well as an Occupational Physician. The most crucial Safety and Health in Workplace problems mentioned by the librarians and information scientists themselves, were the microclimate and dust, the high-frequency work repetitive strain injuries and the insecurity experiencing while being at work. The most important consequences regarding employees were the musculoskeletal problems and stress. The more experienced employees, having over 15 years of previous employment in libraries mentioned more frequent musculoskeletal problems and stress. Such results confirm once again previous studies which have already been included in the literature review.The limitations of the field study were that, we refer to a cross sectional study which did not systematically investigate the consequences and effects under certain working conditions. What is more, the questionnaire used for the specific study was subjective and for this reason further data collection through observations or sampling in libraries with a view to confirm the possible dangers for the health and safety were not feasible at all. Suggestions for further investigation and research involve studies regarding the organisational restructuring that is currently occuring in various libraries, falling under the category of psychosocial factors. Additionally, another future research topic is the effect of application of new technologies, such as e-books. Η μελέτη είχε σκοπό τη διερεύνηση των συνθηκών εργασίας στις βιβλιοθήκες και ιδιαίτερα τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία, όπως την έκθεση σε φυσικούς, σε εργονομικούς και σε ψυχοκοινωνικούς παράγοντες. Η εργασία περιλαμβάνει βιβλιογραφική ανασκόπηση και έρευνα πεδίου στις βιβλιοθήκες. Το δείγμα της μελέτης ήταν 124 εργαζόμενοι σε βιβλιοθήκες από όλη την Ελλάδα. Οι βιβλιοθηκονόμοι και οι επιστήμονες της πληροφόρησης στις βιβλιοθήκες έχουν μια σχετικά καλή ενημέρωση για θέματα υγείας και ασφάλειας και για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Παρόλα αυτά υπάρχει ένα μικρό ποσοστό που δεν έχει γνώσεις για βασικά θέματα όπως ή σήμανση ασφάλειας. Οι μισές σχεδόν βιβλιοθήκες δηλώνουν ότι απασχολούν Τεχνικό Ασφάλειας και Ιατρό Εργασίας. Τα βασικότερα προβλήματα ΥΑΕ, που αναφέρθηκαν από τους εργαζόμενους στις βιβλιοθήκες, ήταν το μικροκλίμα και η σκόνη, η εργασία υψηλής επαναληπτικότητας και η ανασφάλεια στην εργασία. Οι σημαντικότερες επιπτώσεις στους εργαζόμενους ήταν τα μυοσκελετικά προβλήματα, η οπτική κόπωση και το στρες. Οι έμπειροι εργαζόμενοι, με πάνω από 15 χρόνια απασχόλησης σε βιβλιοθήκες, ανέφεραν συχνότερα μυοσκελετικά προβλήματα και στρες. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν προηγούμενες μελέτες που αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία. Οι περιορισμοί της μελέτης πεδίου ήταν, ότι πρόκειται για διαστρωματική μελέτη (cross sectional) που δεν μελετούσε διαχρονικά τις επιδράσεις στις συνθήκες εργασίας. Επίσης το ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιήθηκε ήταν υποκειμενικό και δεν ήταν δυνατή η συλλογή περαιτέρω στοιχείων, μέσω παρατηρήσεων ή δειγματοληψιών σε βιβλιοθήκες, για τη διαπίστωση των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια. Προτάσεις για περαιτέρω έρευνα αφορούν μελέτες επίδρασης των οργανωτικών αναδιαρθρώσεων που συμβαίνουν στις βιβλιοθήκες στους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες. Επίσης ένα άλλο μελλοντικό θέμα διερεύνησης είναι η επίδραση της εφαρμογής των νέων τεχνολογιών στις βιβλιοθήκες (e-books) στις συνθήκες εργασίας. 776 166 169 Αξιολόγηση ζυμωτικής ικανότητας γαλακτικών βακτηρίων για παραγωγή πιθανού προβιοτικού ροφήματος This research was intended to evaluate the possible probiotic effect of various lactic acid bacteria strains which were isolated from kefir grains and the fermentative capacity some of them so as to produce a potential probiotic beverage. Thus, different batches of anaerobic fermentation of pomegranate juice took place and the influence of pH, as long as the initial concentration of sugars (oBe) were determined. Furthermore, the viability of lactic acid bacteria was examined during fermentation as long as storage at 4ºC for 5 or 6 weeks. According to the results, pH should be above 3,5 in order the viability of the studied strains to vary at satisfactory levels, while ºBe should be around 5-5,5 in order the population to be at high levels (more than 6 logcfu/ml). Also, the strain 5 was identified as Lactobacillus paracasei through molecular analyses (Multiplex PCR). Generally, the pomegranate juice is a good fermentation substrate and could be applied for probiotic beverage at low alcoholic degrees, but further investigation is needed. Η παρούσα ερευνητική εργασία είχε σαν σκοπό να αξιολογήσει την πιθανή προβιοτική ικανότητα ορισμένων στελεχών που απομονώθηκαν από κόκκους kefir καθώς και τη ζυμωτική ικανότητα αυτών έτσι ώστε να παραχθεί ένα πιθανά προβιοτικό ρόφημα. Έτσι, διάφορες παρτίδες αναερόβιων ζυμώσεων χυμού ροδιού έλαβαν χώρα, όπου εξετάστηκε η επίδραση του pH καθώς και η αρχική συγκέντρωση σακχάρων (ºBe). Επιπλέον, εκτιμήθηκε η βιωσιμότητα των γαλακτικών βακτηρίων κατά τη διάρκεια της ζυμώσης, αλλά και κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης στους 4ºC για 5 ή 6 εβδομάδες. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η τιμή του pH πρέπει να είναι πάνω από 3,5 για να διατηρηθεί η βιωσιμότητα σε ικανοποιητικά επίπεδα, ενώ το oBe γύρω στο 5-5,5 κρατά το πληθυσμό σε υψηλά επίπεδα (πάνω από 6 logcfu/ml). Επίσης πραγματοποιήθηκαν μοριακές αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες ταυτοποιήθηκε το στέλεχος 5 ως Lactobacillus paracasei. Σε γενικές γραμμές, το ρόδι αποτελεί ένα καλό υπόστρωμα ζύμωσης και θα μπορούσε να γίνει εμπορευματοποίηση του παραγόμενου προϊόντος, αλλά περαιτέρω έρευνα είναι απαραίτητη. 777 236 230 The present paper deals with the construction of an educational software about the training of stochastic mathematics for the 5th grade. For its implementation however, it was necessary to refer to the literature on the teaching of mathematics and especially of stochastic mathematics, the use of Information and Communication Technologies in education and their use in teaching mathematics. The curriculum of mathematics, in recent decades, has begun to recognize the importance of stochastic mathematics (Statistics, Probability), which is one of the few areas of mathematics that affect the way in which we practice in our daily lives. The main objective of stochastic mathematics is to develop the student's ability and future citizens to critically evaluate information, draw conclusions, make predictions and decisions under uncertain conditions. Meanwhile, a relatively new element in all levels of education is the use of Information and Communication Technologies (ICT) in the classroom, which aims to familiarize the students with the technology, training and encouragement of constructive learning. Based on the above, this project has focused on the development and presentation of an educational software training the concepts of stochastic mathematics of the 5th grade. The purpose of this paper is the construction of this educational software in order to accumulate knowledge of stochastic mathematics presented in the 5th grade and to encourage students to engage with the object, approaching interests which nowadays are mainly based on the use of personal computers. Η παρούσα εργασία ασχολείται με την κατασκευή ενός εκπαιδευτικού λογισμικού εξάσκησης των στοχαστικών μαθηματικών της Ε΄ δημοτικού. Για την υλοποίησή του όμως, ανατρέξαμε στην βιβλιογραφία σχετικά με τη διδασκαλία των μαθηματικών και κυρίως των στοχαστικών μαθηματικών, τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας στην εκπαίδευση καθώς και στη χρήση τους στη διδασκαλία των μαθηματικών. Τις τελευταίες δεκαετίες τα προγράμματα σπουδών των μαθηματικών έχουν αρχίσει να αναγνωρίζουν τη σημασία των στοχαστικών μαθηματικών (Στατιστική, Πιθανότητες), ενός από τους λίγους τομείς των μαθηματικών που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο κατευθύνουμε την καθημερινότητά μας. Βασικός στόχος τους είναι να αναπτυχθεί η ικανότητα του μαθητή και μελλοντικού πολίτη, να αξιολογεί κριτικά πληροφορίες, να εξάγει συμπεράσματα, να κάνει προβλέψεις και να λαμβάνει αποφάσεις κάτω από αβέβαιες συνθήκες. Παράλληλα, ένα σχετικά νέο στοιχείο σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης είναι η χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στην τάξη, με στόχο την εξοικείωση των μαθητών με την τεχνολογία, την εξάσκηση και την ενθάρρυνση της εποικοδομητικής μάθησης. Με βάση τα παραπάνω, στο πλαίσιο της εργασίας αυτής κατασκευάστηκε και παρουσιάζεται ένα εκπαιδευτικό λογισμικό εξάσκησης εννοιών των στοχαστικών μαθηματικών της Ε΄ δημοτικού. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι το εκπαιδευτικό λογισμικό να συσσωρεύσει τις γνώσεις των στοχαστικών μαθηματικών που παρουσιάζονται στην Ε΄ δημοτικού και να ενθαρρύνει τους μαθητές να ασχοληθούν με το αντικείμενο αυτό, προσεγγίζοντας τα ενδιαφέροντά τους που στη συγκεκριμένη εποχή είναι κατά κύριο λόγο ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. 778 116 127 Environmental Education for Children with Special Educational Needs Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση σε παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. The development of environmental education activities in preschool and school age children is influenced by many data, especially when they are implemented in a class primarily addressed to children with special educational needs. In this work, the goals set are to change the ways and behaviors of children who will come into contact with Environmental Education, to refer to the multiple classes of children with special educational needs, to investigate the percentage of relevant knowledge of the staff of the specialists Schools and modern technology equipment. Most important, however, is to emphasize the importance of this work. All of the above are reflected in the views of teachers. Η ανάπτυξη δραστηριοτήτων στα πλαίσια της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στα παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας επηρεάζεται από πολλά δεδομένα, πόσο μάλλον όταν υλοποιούνται σε μία τάξη που απευθύνεται κατά κύριο λόγο στους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Στη συγκεκριμένη εργασία οι στόχοι που τίθενται είναι να υπάρξουν αλλαγές στους τρόπους και τις συμπεριφορές των παιδιών που θα έρθουν σε επαφή με τη Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, να αναφερθούν οι πολλαπλές κατηγορίες παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, να ερευνηθεί το ποσοστό επάρκειας σχετικών γνώσεων του προσωπικού των ειδικών σχολείων καθώς και του σύγχρονου εξοπλισμού τεχνολογίας που διαθέτει. Το πιο σημαντικό όμως, είναι να τονιστεί η σημασία και η βαρύτητα της εργασίας αυτής. Όλα τα παραπάνω αποτυπώνονται μέσα από τις απόψεις των εκπαιδευτικών 779 176 164 The social and cultural circumstances due to the economical and social fluidity that prevail at national level during the second decade of the twenty first century, could be leading to the creation of an effective educational system which would allow our country to move about smoothly and creatively in a competitive European environment. Also, since the effectiveness of the educational system depends on the effectiveness of the educational project at a school unit level which is the least and nowadays essential level of its practice, the aim of this paper is to approach theoritically this very subject by describing the process of the school unit's own self-assessment, as some kind of an internal evaluation. In addition, its aim is to clarify concepts, to record its history and the relevant legislature, to highlight the pros and cons of said process, as showed through the testimonies of the head masters who participated in the brief application of the institution to school units across the country and are described in the Observatory of Learning Outcomes of the school unit Οι κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες, με την οικονομική και κοινωνική ρευστότητα που επικρατούν σε εθνικό επίπεδο κατά την δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα που διανύουμε θα μπορούσαν να οδηγούν στην δημιουργία ενός αποτελεσματικού εκπαιδευτικού συστήματος το οποίο θα επιτρέπει στη χώρα μας να κινηθεί με ευελιξία και δημιουργικότητα σε ένα ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό περιβάλλον. Και εφόσον η αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου σε επίπεδο σχολικής μονάδας, η οποία είναι και το χαμηλότερο και πλέον ουσιαστικό επίπεδο άσκησής του, σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να προσεγγίσει θεωρητικά το θέμα αυτό περιγράφοντας την διαδικασία της αυτοαξιολόγησης της σχολικής μονάδας, ως μια μορφή εσωτερικής αξιολόγησης. Επιπλέον, σκοπό έχει να αποσαφηνίσει έννοιες, να καταγράψει την ιστορία της και τη σχετική νομοθεσία, να τονίσει τα υπέρ και τα κατά της διαδικασίας αυτής όπως αυτά παρουσιάζονται από τις μαρτυρίες των διευθυντών που συμμετείχαν στη σύντομη εφαρμογή του θεσμού στις σχολικές μονάδες της χώρας και περιγράφονται στο Παρατηρητήριο της Αξιολόγησης Εκπαιδευτικού Έργου (ΑΕΕ) σχολικής μονάδας 780 440 512 Γνώσεις συμπεριφορά και εμβολιαστική κάλυψη υγειονομικού προσωπικού έναντι του ιού της γρίπης Health professionals are a highly risk group for infections from diseases who can be provided from vaccination.Flu is the most common infection of the upper inspiractory tract. During the annual epidemic outbreak , there is sharp increase in patients visits in the health care facilities . Annual vaccination against seasonal flu is recommended for health professionals because it offers protection not only themselves but also for their families and patients .The vaccination coverage of health professionals remains low according to the study of 2008-2009 where there is highly variance of the immunization cover between geographical departments of the land .PURPOSE: To investigate the knowledge, approach and immunization cover of the healthcare staff against the influenza virus. So we can locate difficulties and ways for improvement that will contribute the health preservation of health professional and patients. MATERIAL - METHODS: Two hundred and fifty questionnaires were handed out to the healthcare personnel of the university Hospital of Alexandroupolis. Two hundred questionnaires were fully answered and returned to the investigator. The questionnaire is divided into sections about demographic data, information, risks, training, safety, exposure and use of personal protection measures, health and safety at work, the knowledge about immunization and the extent of the immunization cover of the healthcare professionals regarding the influenza and the vaccination against it Statistical analysis. For the analysis of the questionnaires used the statistical package SPSS. RESULTS: The information of the healthcare professionals about the flu seems to be inadequate. Their training in the management of patients with flu and the use of personal protection measures during patient hospitalization is also limited. However they are more informed when it comes to prevention from flu and the majority thinks that immunization is the most effective measure against the flu. Although healthcare staff are aware of the immunization against the flu, the actual immunization cover is disconcertingly low. The immunization cover is the same as in 2009 against the virus strain that caused a pandemic. The main reason for accepting the vaccination is the protection of both themselves and their families while the main reason behind its rejection is the fact that they consider it unsafe and ineffective. CONCLUSIONS: Healthcare professionals are unaware of the risks that the influenza virus poses to themselves and their patients. The reason for the low immunization cover is mainly poor and inaccurate information that in turn leads to distrusting its usefulness. The knowledge and information of health professionals about prevention of influenza is low also.Providing accurate information, training, securing easy access, emphasizing on the vaccination benefits and organizing immunization campaigns are the main factors that will increase the immunization cover among healthcare professionals. Οι επαγγελματίες υγείας (EY) αποτελούν μια ομάδα ιδιαίτερα υψηλού κινδύνου για λοιμώξεις από νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβολιασμό.H γρίπη αποτελεί τη συχνότερη λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού. Κατά τη διάρκεια της ετήσιας εμφάνισης της επιδημικής έξαρσης παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση των επισκέψεων ασθενών στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας. Συνιστάται ο ετήσιος εμβολιασμός των ΕΥ έναντι της εποχικής γρίπης διότι προσφέρει προστασία όχι μόνο στους ίδιους, αλλά στις οικογένειες τους και τους ασθενείς τους. Η εμβολιαστική κάλυψη των ΕΥ στην Ελλάδα παραμένει χαμηλή όπως φαίνεται από μελέτη κατά το 2008-2009, όπου διαπιστώθηκε σημαντική διακύμανση της εμβολιαστικής κάλυψης μεταξύ των Γεωγραφικών Διαμερισμάτων της χώρας . ΣΚΟΠΟΣ. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της εμβολιαστικής συμπεριφοράς, των γνώσεων και της ενημέρωσης των επαγγελματιών υγείας για την πρόληψη της γρίπης και τον αντιγριπικό εμβολιασμό, ώστε να εντοπισθούν πιθανά προβλήματα και περιθώρια βελτίωσης που θα συμβάλλουν στη διαφύλαξη της υγείας των εργαζόμενων και των ασθενών στο χώρο του νοσοκομείου. ΥΛΙΚΟ – ΜΕΘΟΔΟΣ. Για τους σκοπούς της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο με κλειστές ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, το οποίο διανεμήθηκε στο Π.Γ.Ν. Αλεξανδρούπολης. Μοιράστηκαν διακόσια πενήντα (250) ερωτηματολόγια σε εργαζομένους του Π.Γ.Ν. Αλεξανδρούπολης, απαντήθηκαν και επιστράφηκαν τα διακόσια (200) ερωτηματολόγια. Στο ερωτηματολόγιο υπάρχουν ενότητες ερωτήσεων που σχετίζονται με τα δημογραφικά στοιχεία, την ενημέρωση, τις γνώσεις κινδύνων, την εκπαίδευση ,την ασφάλεια, την έκθεση/χρήση Μέτρων Ατομικής Προστασίας, την Υγιεινή και Ασφάλεια στον χώρο εργασίας, τις γνώσεις για το εμβόλιο και την εμβολιαστική συμπεριφορά των επαγγελματιών υγείας αναφορικά με την γρίπη και τον αντιγριπικό εμβολιασμό. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ. Για την ανάλυση των ερωτηματολογίων χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Η ενημέρωση των επαγγελματιών υγείας για την γρίπη δεν φαίνεται να είναι επαρκής. Η εκπαίδευσή τους σχετικά με την διαχείριση περιστατικού γρίπης και χρήσης Μέτρων Ατομικής Προστασίας κατά την νοσηλεία ασθενή με γρίπη είναι ανεπαρκής. Έχουν καλό γνωστικό επίπεδο σε ότι αφορά την πρόληψη της γρίπης. Η πλειοψηφία μάλιστα θεωρεί τον εμβολιασμό ως κύριο μέσο πρόληψης της γρίπης. Ωστόσο αν και το γνωστικό επίπεδο των ΕΥ σχετικά με τον αντιγριπικό εμβολιασμό είναι καλό, τα ποσοστά του ετήσιου αντιγριπικού εμβολιασμού των ΕΥ είναι ανησυχητικά χαμηλά. Τα ίδια ποσοστά επικρατούν σε ότι αφορά τον εμβολιασμό τους το 2009 έναντι του πανδημικού στελέχους. Οι κύριοι λόγοι αποδοχής του εμβολίου και στις δύο περιπτώσεις είναι η προστασία η δική τους και της οικογένειάς τους., ενώ οι κύριοι λόγοι απόρριψης του εμβολίου είναι ότι δεν το θεωρούν ασφαλές και αποτελεσματικό. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν δηλώνουν ότι οι ΕΥ αγνοούν τον κίνδυνο τόσο σε σχέση με την δική τους ασφάλεια , όσο και σε σχέση με την ασφάλεια των ασθενών. Από ότι φαίνεται η απόρριψη του εμβολίου οφείλεται στην ανεπαρκή και ανακριβή ενημέρωση τους, που έχει σαν αποτέλεσμα την έλλειψη εμπιστοσύνης προς το εμβόλιο, ενώ χαμηλό παραμένει και το επίπεδο γνώσεων και ενημέρωσης των επαγγελματιών υγείας για την πρόληψη της γρίπης. Η παροχή γνώσεων, η σωστή ενημέρωση, η εκπαίδευση, η εξασφάλιση εύκολης πρόσβασης, η έμφαση στα πλεονεκτήματα του εμβολίου καθώς και τα οργανωμένα προγράμματα εμβολιασμού φαίνεται να είναι σημαντικοί παράγοντες για την αύξηση των ποσοστών εμβολιασμού των επαγγελματιών υγείας. 781 180 189 The use of contraceptives is particularly widespread, as at least 100 million women in the world use contraceptive tablets. Most contraceptive tablets are a combination of estrogen and progestagen. Every year, many women are diagnosed with breast cancer. The disease is potentially fatal and the risk of breast cancer increases with age. Experimental data suggest that estrogens play a role in the occurrence and increase of breast cancer incidence. Contraceptives are given at an early age, while breast cancer may occur at younger and older age for a long time after stopping the use of contraceptives. The problem of whether the use of contraceptives increases the risk for breast cancer has been particularly important to the international scientific community. Here the studies are contradictory. However, there seems to be a slight increase in breast cancer, as with any increase in estrogen, which occurs in conditions such as obesity, low birth rates, early menstruation and delayed menopause. However, it is advisable not to take the contraceptive pill for many years, especially those with relatives who have breast cancer in their history. Η χρήση των αντισυλληπτικών είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη, καθώς τουλάχιστον 100 εκατομμύρια γυναίκες στον κόσμο χρησιμοποιούν αντισυλληπτικά δισκία. Τα περισσότερα αντισυλληπτικά δισκία είναι συνδυασμός οιστρογόνου και προγεσταγόνου. Κάθε χρόνο, πολλές γυναίκες διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού. Η νόσος είναι δυνητικά θανατηφόρος και ο κίνδυνος καρκίνου του μαστού αυξάνει με την ηλικία. Πειραματικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι τα οιστρογόνα διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση και στην αύξηση της συχνότητας του καρκίνου του μαστού. Τα αντισυλληπτικά χορηγούνται σε νεαρή ηλικία, ενώ ο καρκίνος του μαστού μπορεί να εμφανιστεί στη νεαρή αλλά και σε μεγαλύτερη ηλικία, μακρό χρονικό διάστημα μετά από τη διακοπή της χρήσης των αντισυλληπτικών. Το πρόβλημα αν η χρήση των αντισυλληπτικών αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Εδώ οι μελέτες είναι αντιφατικές. Φαίνεται όμως πως υπάρχει μια μικρή αύξηση του καρκίνου του μαστού, όπως άλλωστε και σε κάθε αύξηση των οιστρογόνων, που γίνεται σε καταστάσεις όπως, η παχυσαρκία, η χαμηλή γεννητικότητα, η πρώιμη εμμηναρχή και η καθυστερημένη εμμηνόπαυση. Πάντως καλό είναι να μη λαμβάνεται για πολλά χρόνια το αντισυλληπτικό χάπι, ιδίως άτομα που έχουν συγγενικά πρόσωπα με καρκίνο του μαστού στο ιστορικό τους. 782 233 294 η περίπτωση των συστατικών που προέρχονται από τη φύση (natural substances) Through the ages, the legislation related to cosmetics, continually transformed and adapted to the new scientific data and to the need for the wider protection of human health and also to the environment conservation. In parallel, the field of cosmetics is becoming more competitive as in the age of overconsumption their demand is constantly increasing. All the above, in conjunction with the technological development lead to a new era for cosmetics with natural and organic products safer for human and friendly to the environment. The aim of this study is the brief presentation of the related European and International legislation. The ulterior purpose is to highlight the importance of labeling all the cosmetics with specific labels which will so their ingredients in detail and with specific symbols they will show the expiry date and other important information such as the flammability and the toxicity of the products. Moreover, the possible allergic reaction which will may be caused by products of personal care will be mention and different cases of people with allergic-dermatological reactions will be referred to as well. To decide whether or not we should use cosmetics from natural ingredients how safe and innocent they are, which dangers they may involve. From the analysis of the results, important suggestions may arise for the future of the cosmetic industry, the use of natural cosmetics and the health of the consuming and the environment. Με το πέρασμα των χρόνων, η νομοθεσία των καλλυντικών προϊόντων μεταβάλλεται διαρκώς και προσαρμόζεται στα νέα επιστημονικά δεδομένα και στην ανάγκη για μεγαλύτερη προστασία της υγείας του ανθρώπου καθώς και του φυσικού περιβάλλοντος. Παράλληλα, ο τομέας τους, γίνεται ολοένα και πιο ανταγωνιστικός, καθώς στην εποχή του υπέρ-καταναλωτισμού, η ζήτησή τους αυξάνεται διαρκώς. Όλα τα παραπάνω, σε συνάρτηση με την εξέλιξη της τεχνολογίας, οδηγούν σε μια νέα εποχή κοσμετολογίας, με τη χρήση καλλυντικών από φυσικά και βιολογικά προϊόντα, πιο ασφαλή για τον άνθρωπο και φιλικά προς το περιβάλλον. Σκοπός της παρούσας εργασίας, είναι η εν συντομία παρουσίαση της σχετικής νομοθεσίας, τόσο της Ευρωπαϊκής, όσο και της Διεθνούς. Επίσης θα αναλυθεί η αναγκαιότητα της επισήμανσης όλων των καλλυντικών με ειδικές ετικέτες που θα παρέχουν πληροφορίες για τα κυριότερα συστατικά τους και με ειδικά σύμβολα θα επισημαίνεται η ημερομηνία λήξης τους και άλλες σημαντικές πληροφορίες όπως αν το προϊόν είναι εύφλεκτο ή τοξικό. Ακόμη, επειδή στις πληροφορίες δεν μπορούν να αναγράφονται όλα τα συστατικά, υπάρχει σύνδεσμος στον οποίο ο κάθε χρήστης θα μπορεί να ενημερωθεί για όλα τα στοιχεία που αφορούν τα καλλυντικά. Στη συνέχεια, θα γίνει αναφορά σε πιθανές αλλεργικές αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσουν τα προϊόντα προσωπικής περιποίησης και σε διάφορα τυχαία περιστατικά ανθρώπων που παρουσιάζουν αλλεργικά-δερματικά προβλήματα κατά τη χρήση τους. Επίσης, θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν θα πρέπει να χρησιμοποιούμε καλλυντικά από φυσικά συστατικά, πόσο ασφαλή και αθώα είναι και ποιους κινδύνους μπορεί να περιλαμβάνουν. Και εν τέλει, τι θα πρέπει να έχουν σαν προτεραιότητα οι παραγωγοί και οι εισαγωγείς; Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων, θα προκύψουν πιθανόν βελτιωτικές προτάσεις για το μέλλον της βιομηχανίας των καλλυντικών, τη χρήση των φυσικών καλλυντικών και την υγεία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. 783 211 206 Οι σπουδαστές των παιδαγωγικών ακαδημιών κατά την περίοδο 1960-1980 The education of the prospective teachers, from 1933 to 1989, took place at the Pedagogical Academies. The main goal of our study is to explore and to examine the stringency conditions that prevailed both inside and outside the Academy, the social control that was imposed on the students of the Pedagogical Academies, as well as their social profile, during 1960-1980. At first, there is a brief overview of the bibliography related to the subject that is being studied. Subsequently, we provide the methodology of the study and we outline the results of the qualitative research that was carried out on twelve people who had studied at the Pedagogical Academies between 1960-1980. Moreover, through the description and the interpretation of the results, the general conclusions of our work have emerged, where we point out the low social background of the students, as well as their origin from rural areas. Other characteristics of the studied period are the prerequisite control of the «racist» criteria that preceded the written exams, and the audit related to the political ideology of the candidates that was exerted to them at certain periods. Last but not least, the stringency of the Academies appears through the duration of their operation, culminating in social control which extended beyond these schools Η εκπαίδευση των υποψήφιων δασκάλων από το 1933 έως το 1989 πραγματοποιείται στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες. Ο σκοπός της εργασίας μας είναι να διερευνηθεί και να εξεταστεί το κλίμα αυστηρότητας που επικρατούσε εντός και εκτός Ακαδημίας, ο κοινωνικός έλεγχος που επιβάλλονταν στους σπουδαστές των Παιδαγωγικών Ακαδημιών, καθώς και το κοινωνικό προφίλ αυτών κατά την περίοδο 1960-1980. Αρχικά γίνεται μία σύντομη επισκόπηση της βιβλιογραφίας που σχετίζεται με το θέμα που μελετάται. Στη συνέχεια παρέχεται η μεθοδολογία της έρευνας και αναγράφονται περιγραφικά τα αποτελέσματα της ποιοτικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε σε δώδεκα άτομα που φοίτησαν στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες το διάστημα μεταξύ 1960-1980. Ακολούθως, αναγράφεται η ερμηνεία των αποτελεσμάτων, συγκρίνοντας τα ερευνητικά ευρήματα με το θεωρητικό πλαίσιο. Επίσης, μέσα από την περιγραφή και την ερμηνεία των αποτελεσμάτων προκύπτουν τα γενικά συμπεράσματα, όπου αναδεικνύονται η χαμηλή κοινωνική προέλευση των σπουδαστών και η καταγωγή αυτών από αγροτικές περιοχές. Ο προαπαιτούμενος έλεγχος των «ρατσιστικών» κριτηρίων που προηγούνταν των γραπτών εξετάσεων και ο έλεγχος που αφορούσε την πολιτική ιδεολογία των υποψηφίων που ασκούνταν σε αυτούς ορισμένες περιόδους αποτελούν χαρακτηριστικά εκείνης της εποχής. Τέλος, διαφαίνεται η αυστηρότητα των Ακαδημιών καθ’ όλη την διάρκεια λειτουργίας τους, με αποκορύφωμα το κοινωνικό έλεγχο που επεκτείνονταν και εκτός των σχολών αυτών 784 223 257 Ethics is a particularly important part of medical practice in general, and particularly in the field of mental health and care. In each country, as well as globally, laws and rules governing medical practice have been formulated and which define the context in which medical practices should be designed and performed. In the specific case of Greece there is the relevant legislation culminating in the Code of Medical Ethics, detailing the obligations and limitations that doctors should be aware of in the exercise of their profession. In the health sector, important ethical issues emerge from the relationship between the health professional and the patient, as well as from the consequences of his actions and choices. A special part is the mental health and care sector, where patients also enjoy their basic rights, but very often, they may find themselves in a weaker position, unable to consent to the medical acts deemed necessary to improve their health. The role of the healthcare professional is somewhat more demanding in these cases, and he needs to treat all patients with due care and focus on their interest and respect for their personality. In addition, each patient enjoys basic human rights and, based on these, the health professional is called upon to make decisions and respond to the dilemmas he or she may encounter in their treatment. Η ηθική αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι που συνδέεται με την ιατρική πρακτική γενικότερα, και ειδικότερα και με τον κλάδο της ψυχικής και της νοητικής υγείας και περίθαλψης. Σε κάθε κράτος, αλλά και συνολικά σε διεθνές επίπεδο έχουν διαμορφωθεί νόμοι και κανόνες που διέπουν την ιατρική πράξη και που ορίζουν το πλαίσιο στο οποίο θα πρέπει να σχεδιάζονται και να εκτελούνται οι ιατρικές πρακτικές. Για την περίπτωση της Ελλάδας υπάρχει η σχετική νομοθεσία με αποκορύφωμα τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, όπου παρουσιάζονται αναλυτικά οι υποχρεώσεις και οι περιορισμοί που οι ιατροί θα πρέπει να έχουν υπόψη τους κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους. Στον κλάδο υγείας αναδεικνύονται σημαντικά ηθικά ζητήματα, τα οποία απορρέουν από τη σχέση που συνδέει τον επαγγελματία υγείας με τον ασθενή, αλλά και από τις συνέπειες των πράξεων και των επιλογών του. Ένα ιδιαίτερο κομμάτι αποτελεί ο τομέας της ψυχικής και της νοητικής υγείας και περίθαλψης, εκεί όπου οι ασθενείς επίσης απολαμβάνουν τα βασικά τους δικαιώματα, εντούτοις πολύ συχνά ενδέχεται να βρεθούν σε μία πιο αδύναμη θέση μην μπορώντας να συναινέσουν στις ιατρικές πράξεις που κρίνονται απαραίτητες για τη βελτίωση της υγείας τους. Ο ρόλος του επαγγελματία υγείας γίνεται σε κάποιο βαθμό πιο απαιτητικός σε αυτές τις περιπτώσεις, ενώ χρειάζεται να αντιμετωπίζει όλους τους ασθενείς με τη δέουσα προσοχή και έχοντας ως γνώμονα το συμφέρον τους, αλλά και το σεβασμό στην προσωπικότητά τους. Εξάλλου, κάθε ασθενής απολαμβάνει τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και στη βάση αυτών ο επαγγελματίας υγείας καλείται να λάβει αποφάσεις και να δώσει απαντήσεις στα διλήμματα που ενδεχομένως αντιμετωπίζει κατά τη θεραπεία τους. 785 264 182 Study of the migration capacity of hormone-sensitive and hormone-resistant prostate cancer cells Μελέτη της μεταναστευτικής ικανότητας ορμονοευαίσθητων και ορμονοανθεκτικών καρκινικών κυττάρων του προστάτη Prostate cancer is the second most common type of cancer in men worldwide. In this study we examined the migration capacity of prostate cancer cells, in presence of Testosterone (an androgen used in hormonal treatment) and / or the antiandrogen Bicalutamide, which is widely used in the treatment of prostate cancer, in combination with Luteinizing Secreted Hormone, LHRH)). The cell lines used for experiments were the 22Rv1 (hormone-dependent cancer cells), PC3 (of moderate hormone responsiveness), and DU145 (hormone-independent cancer cells). In order to accomplish the study, Single Culture-Inserts of IBIDI were used. The cancer cell lines were plated on each side of the Insert (the number of cells added on both sides of the Insert on each well was 2x105 cells). After 24 hours the Inserts were removed, filling a gap which divides the cell populations. Then, the cells were treated with Testosterone (10nM) and Bicalutamide (10μM) and a combination thereof. Furthermore, the culture medium was enriched with Mitomycin C (KYOWA KIRIN), 5μg/mL, in order to inhibit cell proliferation. Pictures were taken from 6 to 72 hours with the use of Cell-IQ system (in vivo cell imaging), while the processing of images was performed using the program TScratch (group Koumoutsakos _CSE Lab_at ETH Zurich). In addition, the effect of hypoxia on the migration capacity of these cancer sequences was studied. Finally, the response of the cells to hypoxia was analyzed by detecting the levels of Hypoxia Inducible Factor HIF1α and the downstream genes LDHA and PDK using Western Immunosuppression Blotting (Western Blot). O καρκίνος του προστάτη είναι 2ος πιο κοινός τύπος καρκίνου στους άντρες παγκοσμίως. Για την διεξαγωγή της μελέτης χρησιμοποιήσαμε Single Culture-Insert της IBIDI. Οι κυτταρικές σειρές στρώθηκαν εκατέρωθεν του Insert (με συνολικό αριθμό κυττάρων στα Insert κάθε βοθρίου στα 2x105 κύτταρα). 24 ώρες μετά αφαιρέθηκε το Insert, σχηματίζοντας μία αύλακα που διαχωρίζει τους πληθυσμούς των κυττάρων. Στην συνέχεια ακολούθησε επίδραση με Τεστοστερόνη (10nM) και Bicalutamide (10μM) καθώς και συνδυασμός αυτών. Παράλληλα στο καλλιεργητικό μέσο υπήρχε Mitomycin C (KYOWA KIRIN) σε 5μg/mL με σκοπό την αναστολή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού. Με την χρήση του συστήματος Cell-IQ (in vivo cell imaging) λαμβάνονταν φωτογραφίες ανά 6 ώρες έως 72 ώρες, ενώ η επεξεργασία των εικόνων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση του προγράμματος TScratch (Koumoutsakos group _CSE Lab_at ETH Zurich). Επιπροσθέτως μελετήθηκε η επίδραση της υποξίας στη μεταναστευτική ικανότητα των εν λόγω καρκινικών σειρών. Τέλος η ανταπόκριση των κυττάρων στην υποξία μελετήθηκε μέσω της ανίχνευσης των επιπέδων του Hypoxia Inducible Factor HIF1α και των καθοδικών γονιδίων LDHA και PDK με τεχνική της Ανοσοαποτύπωσης κατά Western (Western blot). 786 138 138 Σχεδίαση βιντεομαθημάτων (video tutorials) για εκπαιδευτικά λογισμικά The topic of this project is the creation of video lessons which are made with software Camtasia Studio 7 about students of primary school. To begin with, there is a bibliographical review in order to inform the reader about the origin of video lessons and the way they are used in educational process. In addition, it presents some basic functions of this software, which were used for the creation of these video lessons and where it can be utilized. Then, the educational software which was selected for the creation of the first video, entitled "The Adventures of Ulysses", the second, entitled "Animals" and the third "The Digestive System" is presented. Finally, the project is completed by listing the positive and negative aspects of the use of video lessons as well as conclusions from our personal involvement with them Θέμα της παρούσας εργασίας είναι η δημιουργία ψηφιακών βιντεο- ιστοριών για μαθητές δημοτικού με τη χρήση του λογισμικού Camtasia Studio 7. Αρχικά γίνεται μια βιβλιογραφική ανασκόπηση με σκοπό να κατατοπιστεί επαρκώς ο αναγνώστης σχετικά με τη φύση των βιντεομαθημάτων και τη χρήση αυτών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Επιπλέον, παρουσιάζονται ορισμένες βασικές λειτουργίες του λογισμικού, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία των συγκεκριμένων βιντεομαθημάτων αλλά και περιπτώσεις στις οποίες μπορεί αυτό να αξιοποιηθεί. Στη συνέχεια, παρατίθενται τα εκπαιδευτικά λογισμικά που επιλέχθηκαν για τη δημιουργία του πρώτου βίντεο, με θέμα «Οι περιπέτειες του Οδυσσέα», του δεύτερου, με θέμα «Ζώα» και του τρίτου με θέμα, «Το Πεπτικό Σύστημα». Τέλος, η εργασία ολοκληρώνεται με την παράθεση θετικών και αρνητικών παραμέτρων χρήσης των βιντεομαθημάτων καθώς και με συμπεράσματα που εξήχθησαν από την προσωπική μας ενασχόληση με αυτά 787 355 455 Study of climate change effect on financial activities and natural disasters in Greece with fuzzy cognitive maps Μελέτη επίδρασης κλιματικής αλλαγής στην παραγωγική δραστηριότητα της χώρας και τις φυσικές καταστροφές με τη χρήση ασαφών γνωστικών χαρτών (ΑΓΧ- Fuzzy cognitive maps) Climate Change is a serious problem of our era. The term describes the long and short term changes in the global climate conditions, with serious effects on the depended systems-ecosystems. It is a multi parametric composite problem. The aim of this Postgraduate research is the development of an intelligent system capable of quantifying the direct and indirect consequences of Climate Change in natural disasters like forest fires and also the effect on crucial features of financial activities. Soft Computing approaches like Fuzzy Cognitive Maps (FCM) and more generally Fuzzy Algebra were employed as tools towards this direction. Integrated software platforms (like MATLAB) were used for this purpose. An effort was made to reduce the role of the experts required to provide input to the FCM, in order to reduce subjective feedback. A huge volume of data was gathered and used corresponding to the entities of the FCM. The FCM that were obtained are related to the agricultural, commercial and industrial financial sectors and they were gathered from the prefectures of Attica, Argolida, Thessaloniki, Larisa and Chania for the period 1980-2007. This choice was based on the principal that there should be representation of the main urban, industrial and agricultural centers of Greece with high productivity, coming from all regions of the country. Of course a constraint was the availability of data. Afterwards many simulations were performed based on the chosen scenarios. These scenarios refer to two categories. a. Climate change scenarios. The values of the meteorological data come from scientific climate change models. b.Hypothetic scenarios for the financial data development based on their average values and on the maximum values that have emerged lately. From the analysis of the results obtained by the simulations we came to many useful and interesting conclusions related to the function of the system and they can be used to determine the CC effect on the forest fires and the financial features of the areas under study. Secondary they can provide serious guidance on the effect of forest fires in financial data values Τα τελευταία χρόνια όλο και συχνότερα γίνεται λόγος γα την κλιματική αλλαγή. Με αυτόν τον όρο περιγράφεται η αλλαγή που σταδιακά επέρχεται στον τρόπο λειτουργίας του κλίματος και των διαφόρων συστημάτων που εξαρτώνται από το κλίμα. Πρόκειται για ένα σύνθετο ζήτημα με πλήθος παραγόντων που υπεισέρχονται κατά την μελέτη του. Τροφοδοτείται από πολύ μεγάλο αριθμό παραγόντων και στη συνέχεια εκδηλώνεται σε ένα επίσης μεγάλο αριθμό φαινομένων. Οι επιδράσεις αυτές εντοπίζονται τόσο σε στενό όσο και σε ευρύτερο χρονικό ορίζοντα. Σκοπός της παρούσας Μεταπτυχιακής Διατριβής είναι η δημιουργία ενός συστήματος το οποίο καθιστά δυνατή την ποσοτικοποίηση των επιδράσεων της κλιματικής αλλαγής στα φαινόμενα των δασικών πυρκαγιών και στα μεγέθη των παραγόντων της οικονομικής δραστηριότητας. Προς αυτήν την κατεύθυνση χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι Ήπιας Υπολογιστικής (ΜΗΥ) με κύριο εργαλείο τους Ασαφείς Γνωστικούς Χάρτες (ΑΓΧ). Οι εν λόγω μέθοδοι, βασίζονται στις αρχές της Ασαφούς Λογικής-Άλγεβρας. Για την πραγματοποίηση των παραπάνω χρησιμοποιήθηκαν και τα κατάλληλα ολοκληρωμένα περιβάλλοντα λογισμικού. Συγκεκριμένα, έγινε μια προσπάθεια να μειωθεί ο ρόλος των ειδικών οι οποίοι απαιτούνται για την κατασκευή των ΑΓΧ έτσι ώστε να ελλατωθεί η διάσταση της υποκειμενικότητας. Για να γίνει αυτό απαιτήθηκε ένας όγκος δεδομένων για τις έννοιες (κόμβους) που συνθέτουν τους ΑΓΧ. Τα δεδομένα αυτά συγκεντρώθηκαν για τις περιοχές μελέτης από διάφορες πηγές και αφού έγιναν αντικείμενο επεξεργασίας με τα υφιστάμενα λογισμικά και τα εργαλεία τους, σχηματίστηκαν οι ΑΓΧ για τις περιοχές μελέτης. Έτσι προέκυψαν ΑΓΧ που αναφέρονται σε τρία πεδία δραστηριότητας, τον αγροτικό, τον εμπορικό και τον βιομηχανικό. Τα δεδομένα αφορούν συγκεκριμένα στις πιο κάτω περιοχές του Ελλαδικού χώρου (Αττική, Αργολίδα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Χανιά) και αναφέρονται στην περίοδο 1980 – 2007. Η επιλογή έγινε ώστε να αντιπροσωπεύονται κύρια αστικά και αγροτικά κέντρα με υψηλή παραγωγή από κάθε γεωγραφικό διαμέρισμα της χώρας. Φυσικά ένας σημαντικός παράγοντας επιλογής ήταν η διαθεσιμότητα δεδομένων. Μετά την ολοκλήρωση των παραπάνω, πραγματοποιήθηκαν οι προσομοιώσεις με βάση τα σενάρια που επιλέχθηκαν. Τα σενάρια αναφέρονται σε δυο κατηγορίες οι οποίες καθορίζουν και την προέλευση των τιμών των δεδομένων τους: α. Σενάρια κλιματικής αλλαγής: Οι τιμές των μετεωρολογικών δεδομένων προήλθαν από επιστημονικά μοντέλα κλιματικής αλλαγής. β. Υποθετικά σενάρια για την εξέλιξη των οικονομικών δεδομένων με βάση τον μέσο όρο των τιμών τους αλλά και με βάση τις μέγιστες τιμές που έχουν εμφανίσει κατά το πρόσφατο παρελθόν. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων των προσομοιώσεων, εξήχθησαν συμπεράσματα τα οποία αφορούν στην ίδια την λειτουργία του προτεινόμενου συστήματος αλλά και αποτελέσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό της επίδρασης της κλιματικής αλλαγής στα φαινόμενα δασικών πυρκαγιών και στα οικονομικά μεγέθη των περιοχών μελέτης. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση της αλληλεπίδρασης των οικονομικών παραγόντων με τα φαινόμενα δασικών πυρκαγιών 788 174 201 Η πειθαρχία και τα όρια στη συμπεριφορά των μαθητών στο Δημοτικό Σχολείο: The issue of discipline and boundaries in students’ behavior at school, is one of the major issues that concern the educational community and the wider society in Greece and internationally, especially in recent years. Research has focused on the various aspects related to school discipline in order to investigate the forms of school disciplinary behavior, the causes and factors that influence it, the role of the family and school, whilst over the last decades, many theories have been formulated, and corresponding programs have been proposed for the nature of insubordination and its management from the perspective of psychology, sociology and pedagogy. This study investigates the views and attitudes of elementary school principals of Greece on the issue of discipline and boundaries on children’s behavior at school and the role they can play in prevention, confrontation and management of cases of insubordination. The results have shown that the issue of insubordination, is indeed a very important issue for school principals to manage by developing a variety of strategies in the context of a systemic approach. Το ζήτημα της πειθαρχίας και των ορίων στη συμπεριφορά των μαθητών στο σχολείο αποτελεί ένα από τα μείζονα θέματα που απασχολεί την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και την ευρύτερη κοινωνία στην Ελλάδα και διεθνώς, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια. Η έρευνα έχει στρέψει το ενδιαφέρον της στις διάφορες όψεις που σχετίζονται με την πειθαρχία στο σχολείο, με σκοπό να διερευνηθούν οι μορφές της απείθαρχης συμπεριφοράς στο σχολείο, τα αίτια και οι παράγοντες που την επηρεάζουν, το ρόλο οικογένειας και σχολείου, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες και έχουν προταθεί αντίστοιχα προγράμματα για τη φύση της απειθαρχίας και τη διαχείρισή της από τη σκοπιά της Ψυχολογίας, της Κοινωνιολογίας και της Παιδαγωγικής. Στην παρούσα έρευνα διερευνώνται οι απόψεις και οι στάσεις των Διευθυντών και Διευθυντριών Δημοτικών Σχολείων της Ελλάδας, ως προς το ζήτημα της πειθαρχίας και των ορίων στη συμπεριφορά των παιδιών στο σχολείο και το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι ίδιοι ως προς την πρόληψη, αντιμετώπιση και διαχείριση των περιστατικών απειθαρχίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το ζήτημα της απειθαρχίας όντως αποτελεί ένα πολύ σημαντικό θέμα που καλούνται να διαχειριστούν οι διευθυντές αναπτύσσοντας ποικίλες στρατηγικές στο πλαίσιο μιας συστημικής προσέγγισης. 789 389 348 The Preimplantation Genetic Examination has begun with the biopsy of the rabbit embryo at 1986, where the identification of its sex occurred. In this way later, the scientists proceeded to the biopsy of a human embryo, starting by detecting the sex of it, for the couples with a high risk of receiving a descendant with X-linked diseases and later detected several aneuploidies and inherited diseases. Preimplantation Genetic Testing is separated in two methods: the Preimplantation Genetic Diagnosis-PGD and the Preimplantation Genetic Screening-PGS. The Preimplantation Genetic Diagnosis-PGD is applied in individuals with a high possibility of transmitting a genetic disease to their descendants, in cases of hereditary cancer, or a parent carrying an X-linked disease, as well in cases that a child with HLA-histocompatibility is desirable. Preimplantation Genetic Screening-PGS allows infertility couples with history of unsuccessful efforts of In-Vitro-Fertilisation (IFV) to increase the possibilities of achieving a pregnancy. It is not a specific genetic cause which is being studied, but the existence of chromosomal abnormalities. It is also applied to mature women, in cases of repeated abortions, in cases of a previous pregnancy with aneuploidy and in serious cases of male infertility. The first application of PGS was applied in combination with the FISH method and was named PGS 1.0. This method, however, did not increase the rates of successful pregnancies. For this reason, another more advanced method appeared and was named PGS 2.0. The embryo biopsy may be performed in three different developmental stages: in the stage of the two polar bodies, in the cleavage stage or in the blastocyst stage. Firstly, embryo biopsy was combined with FISH technique and along with PCR it gave the first positive results. The newer method used for chromosomal analysis is Comprehensive Chromosome Screening - CCS which includes the SNP, aCGH, qPCR and NGS. Embryo biopsy provides a way to evaluate embryo genome in order to be transfer a healthy embryo. Furthermore, the couple will decide the fate of the rest embryos. New methods are expected to be developed in the future, starting a new era for the Preimplantation Genetic Scree-ning. The experts expect less invasive techniques with greater diagno-stic ability.In conclusion, counselling the couples with experts is very important for the right use of the Preimplantation Genetic Screening, a method which should be available to all the couples who confront similar problems. Η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση ξεκίνησε το 1986 με τη βιοψία εμβρύου κουνελιού όπου έγινε προσδιορισμός του φύλου του εμβρύ-ου. Αργότερα οι επιστήμονες προχώρησαν σε βιοψία ανθρώπινου εμβρύου, αρχικά ανιχνεύοντας το φύλο του εμβρύου σε ζευγάρια με κίνδυνο απόκτησης απογόνου με φυλοσύνδετα νοσήματα και αργό-τερα ανιχνεύοντας διάφορες ανευπλοειδίες και κληρονομούμενα νοσήματα. Η Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση διακρίνεται σε Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση για κληρονομικά νοσήματα (Preimplantation Genetic Diagnosis-PGD) και Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση για ανευπλοειδίες (Preimplantation Genetic Screening-PGS).H PGD χρησιμοποιείται σε άτομα με αυξημένη πιθανότητα μετάδοσης ενός γενετικού νοσήματος στους απογόνους του, σε περιπτώσεις κληρονομικών καρκίνων, σε περιπτώσεις που υπάρχει γονέας που φέρει φυλοσύνδετο νόσημα και σε περιπτώσεις που είναι επιθυμητό ένα παιδί με HLA - ιστοσυμβατότητα. To PGS πραγματο-ποιείται σε άτομα με υπογονιμότητα και ιστορικό ανεπιτυχών προ-σπαθειών Εξωσωματικής Γονιμοποίησης με στόχο να αυξηθούν οι πιθανότητες επίτευξης κύησης. Δε μελετάται μια συγκεκριμένη γενετική αιτία αλλά η ύπαρξη ή όχι χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Γίνεται επίσης σε γυναίκες προχωρημένης ηλικίας, σε περιπτώσεις επανα-λαμβανόμενων αυτόματων αποβολών, σε περιπτώσεις μιας προηγού-μενης κύησης με ανευπλοειδία και σε περιπτώσεις σοβαρού παρά-γοντα ανδρικής υπογονιμότητας.Η πρώτη εφαρμογή της Προεμφυ-τευτικής Γενετικής Διάγνωσης για ανεuπλοειδίες(PGS) πραγματοποιούνταν σε συνδυασμό με τη μέθοδο FISH και ονομάστηκε PGS 1.0. Όμως αυτή η μέθοδος δεν είχε αύξηση του ποσοστού των κυήσεων, αντίθετα μείωση αυτού. Έτσι μια άλλη πιο εξελιγμένη μέθοδος έκανε την εμφάνιση της και ονομάστηκε PGS 2.0. Οι εφαρμογές των διαφόρων μεθόδων βιοψίας γίνονται στο στάδιο του πολικού σωματίου του ωοκυττάρου ή στα διάφορα στάδια ανάπτυξης του εμβρύου , δηλαδή στο στάδιο των δύο πολικών σωματίων, στο στάδιο της αυλάκωσης ή στο στάδιο της βλαστοκύστης. Οι μέθοδοι βιοψίας που χρησιμοποιούνται είναι η FISH (Fluorescent in situ Hybridization), που μαζί με την PCR (Polymerace Chain Reaction) αποτελούσαν τις παλαιότερες μεθόδους βιοψίας, και οι νεότερες μέθοδοι που είναι ο Περιεκτικός Χρωμοσωμικός Έλεγχος (Comprehensive Chromosome Screening-CCS) και περιλαμβάνει την SNP, την aCGH, την qPCR και την NGS. Με τη βιοψία του εμβρύου αξιολογείται η κατάσταση του και επιλέγεται το πιο κατάλληλο μεταξύ των εμβρύων που υπάρχουν διαθέσιμα. Επίσης αποφασίζεται από το ζευγάρι σε συνεννόηση με τον ιατρό τους για την πορεία και την κατάληξη των εμβρύων που έχουν απομείνει. 790 316 350 Μελέτη αρτηριακής παράπλευρης κυκλοφορίας επί αορτολαγόνιας απόφραξης Introduction: Aortoiliac occlusive disease is a leading cause of morbidity and mortality worldwide. Smoking, diabetes mellitus, hypertension and dyslipidemia are confounding factors for the development of the disease. Patients typically present intermittent claudication or critical limb ischemia, but a lot of them remain asymptomatic. The presence of collateral pathways ensures the arterial blood supply of regions distal to the lesion. Depending on the location and the grade of the disease patients are treated conservatively or surgically. The objective of this study is the description of collateral pathways’ patterns of aortoiliac occlusive disease and to correlate them to demographic data and confounding factors. Material & Methods: Records of Department of Vascular Surgery of University General Hospital of Alexandroupolis were retrospectively searched from March 2016 to August 2018 for patients suffering from aortoiliac occlusive disease. Results: Thirty-three patients (24 males and 9 females) with a mean age of 64.2±11.8 years were included in this study. Twenty-two patients (66.7%) had diabetes mellitus, 25 (75.8%) hypertension and 16 (48.5%) dyslipidemia. Twenty-two (66.7%) were active smokers. Seventeen patients (51.5%) suffered from intermittent claudication, whereas 16 patients (48.5%) presented with critical limb ischemia. Seven patients (21.2%) had TASC-II B lesions, 10 (30.3%) TASC-II C lesions and 16 patients (48.5%) had TASC-II D lesions. At 17 patients (51.5%), systemic collateral pathways were dominant, whereas visceral pathways were prominent at the remaining patients. Age, gender, symptomatology, smoking, diabetes mellitus, hypertension and dyslipidemia were not significantly related to collateral pathway pattern. The majority of patients (52%) having lesion at the level of iliac arteries presented predominantly visceral collateral pathways, whereas 62.5% of patients having lesions at the abdominal aorta followed systemic pathways. Conclusions: The presence of rich collateral anastomotic networks secures the blood supply of regions distal to aortoiliac occlusive lesions. Their pattern is defined mainly by the location of the lesion. Failure to recognize these networks during surgery could lead to limb threatening situations. Εισαγωγή: Η αορτολαγόνια στενοαποφρακτική αθηρωματική νόσος είναι μία από τις κυριότερες αιτίες θνητότητας και νοσηρότητας παγκοσμίως. Το κάπνισμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση και η δυσλιπιδαιμία είναι παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη της νόσου. Οι ασθενείς τυπικά εμφανίζουν διαλείπουσα χωλότητα ή ακόμα και κρίσιμη ισχαιμία κάτω άκρων, όμως αρκετοί παραμένουν ασυμπτωματικοί. Η ύπαρξη παράπλευρης κυκλοφορίας εξασφαλίζει την αιματική παροχή των περιοχών περιφερικότερα της βλάβης. Ανάλογα με την εντόπιση και την βαρύτητα της νόσου οι ασθενείς αντιμετωπίζονται είτε συντηρητικά είτε επεμβατικά. Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η καταγραφή των προτύπων ανάπτυξης παράπλευρης κυκλοφορίας επί αορτολαγόνιας στενοαποφρακτικής νόσου και η συσχέτισή τους με δημογραφικά στοιχεία και συννοσηρούς παράγοντες. Υλικό & Μέθοδος: Το αρχείο της Αγγειοχειρουργικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης ερευνήθηκε αναδρομικά από τον Μάρτιο του 2016 έως τον Αύγουστο του 2018 για ασθενείς με αορτολαγόνια στενοαποφρακτική νόσο. Αποτελέσματα: Τριάντα τρείς ασθενείς (24 άνδρες και 9 γυναίκες) με μέση ηλικία 64.2±11.8 έτη συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Είκοσι δύο ασθενείς (66.7%) έπασχαν από σακχαρώδη διαβήτη, 25 (75.8%) από αρτηριακή υπέρταση και 16 (48.5%) από δυσλιπιδαιμία. Είκοσι δύο (66.6%) ασθενείς ήταν καπνιστές. Δεκαεπτά ασθενείς (51.5%) εμφάνιζαν διαλείπουσα χωλότητα, ενώ 16 ασθενείς (48.5%) έπασχαν από κρίσιμη ισχαιμία. Επτά ασθενείς (21.2%) ανήκαν στην κατηγορία B κατά TASC-II, 10 (30.3%) στην κατηγορία C, ενώ 16 (48.5%) ανήκαν στην κατηγορία D. Σε 17 ασθενείς (51.5%) ήταν προεξάρχον το συστηματικό παράπλευρο δίκτυο, ενώ στους υπόλοιπους ασθενείς η παράπλευρη αρτηριακή κυκλοφορία γινόταν κατά κύριο λόγο μέσω σπλαχνικών μονοπατιών. Η ηλικία, το φύλο, η συμπτωματολογία, το κάπνισμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση και η δυσλιπιδαιμία δεν επηρεάζουν στατιστικά σημαντικά το πρότυπο παράπλευρου δικτύου. Οι ασθενείς με προσβολή μόνο των λαγονιών αρτηριών εμφάνισαν στην πλειοψηφία τους (52%) προεξάρχουσα σπλαχνική παράπλευρη κυκλοφορία, ενώ η παράπλευρη κυκλοφορία στο 62.5% των ασθενών με προσβολή της κοιλιακής αορτής ακολούθησε συστηματικά μονοπάτια. Συμπεράσματα: Η παρουσία πλούσιου παράπλευρου δικτύου εξασφαλίζει την αιμάτωση των περιοχών περιφερικότερα των στενοαποφρακτικών βλαβών του αορτολαγόνιου άξονα. Το ακολουθούμενο πρότυπο καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την εντόπιση της βλάβης. Η διεγχειρητική αποτυχία αναγνώρισης αυτών των δικτύων μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές των κάτω άκρων. 791 460 470 Νομοθετικό πλαίσιο και τεχνικές προδιαγραφές της καύσης στερεών απορριμμάτων και της λυματολάσπης στην Ευρώπη και στην Ελλάδα The management of both the Urban Solid Waste (USW), one of the greatest environmental problems caused by the modern lifestyle, and the sludge (sewage) is considered as a controversial and contradictory area of several concerns and points of view, either between the Scientific community or the environmental οrganizations, which are using scientific criteria or sometimes fear, misinformation and ignorance, respectively. The combustion of USW in Europe is a widespread method in waste management. Many European countries, taking into advantage the technological advances, are employing combustion methods in waste management using strict legislation and practices. Thus, they have managed to be pioneers and ensure both the public health and the natural environment, having a positive economic perspective by energy saving and conservation. On the other hand, practices such as the combustion of USW or sludge (sewage) are practically unknown in Greece, since they have never been implemented. The several sectors, responsible for the waste management, are the major opponents of those methods either by using profound excuses regarding the negative environmental impacts and the constructive cost or even ignoring the of technological Developments. Consequently, 90% of the Solid Waste in Greece are resulting at landfills, which are most known as a modern dump. Furthermore, they do not protect the public health or the environment, since they are mainly affected by the atmospheric air, soil and groundwater The goal of this study is to investigate the pros and cons, the advantages and disadvantages of the combustion of USW and the sludge, by using the modern and evolved technology, the know-how that is already used in many European countries, but also the modern and strictest European legislation, that ensures the observation of rules and the application of modern available scientific methods. We will show, with scientific but still simple and comprehensive way, that science and technology have the possibility of applying completely the combustion of USW and the sludge and of protecting simultaneously much more effectively the natural environment and the health of persons. This study will contribute finally, decisively and in level of national economy, while from the combustion is ensured energy with parallel and adjacent profits, since recovering energy from the 7 combustion of litter other pollutant methods of producing energy will be rendered less essential. With this way we will contribute in the scientific and argued briefing, so much of the responsible institutions and of those involved in the chromia conflict of environmental organizations, as long as of the citizens, that many times happen to be victims of intentional misinformation, so that we achieve the next advantageous steps in the management of litter by incorporating and in the Greek reality the new technologies, replacing immediately the functioning of landfilling that proven constitute the most pollutant method of disposal of litter. Η διαχείριση τόσο των Αστικών Στερεών Αποβλήτων, του μεγαλύτερου περιβαλλοντικού προβλήματος, που δημιουργεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής, όσο και της λυματολάσπης, αποτελεί πεδίο ερίδων και αντιπαράθεσης των διαφόρων τάσεων και απόψεων, τόσο ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα, όσο και ανάμεσα στους διάφορους φορείς και περιβαλλοντικές οργανώσεις, άλλοτε με καθαρά επιστημονικά κριτήρια και άλλοτε από φόβο, παραπληροφόρηση και άγνοια. Στην Ευρώπη, η καύση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων είναι μια ευρέως διαδεδομένη μέθοδος. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες εκμεταλλευόμενες την εξέλιξη της τεχνολογίας και οχυρώνοντας τις μεθόδους διαχείρισης της καύσης των απορριμμάτων και με αυστηρότατους νομικούς κανόνες και ορθές πρακτικές, τυγχάνουν πρωτοπόρες και καταφέρνουν να διασφαλίζουν, τόσο την υγεία των ανθρώπων, όσο και το φυσικό περιβάλλον δίνοντας μάλιστα και μια απτή επωφελή οικονομική διάσταση, αφού καταφέρνουν να ανακτούν ενέργεια επιτυγχάνοντας έτσι πολλαπλά οφέλη. Στην Ελλάδα, η καύση των απορριμμάτων και της λυματολάσπης είναι πρακτικά άγνωστες έννοιες, καθώς δεν έχουν εφαρμοστεί ποτέ. Οι αρμόδιοι φορείς, με πρόσχημα άλλοτε τις επιβλαβής περιβαλλοντικές επιπτώσεις και άλλοτε το οικονομικό κόστος κατασκευής και λειτουργίας των μονάδων και με αρωγούς τους πολέμιους αυτών των μεθόδων, που αγνοούν την εξέλιξη της τεχνολογίας, επιτυγχάνουν να καταλήγουν τα Στερεά Αστικά Απόβλητα κατά 90% στους ΧΥΤΑ, που δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια σύγχρονη χωματερή και που δεν διασφαλίζουν, ούτε την υγεία των ανθρώπων, ούτε την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς πολλάκις από τη λειτουργία τους επηρεάζεται αρνητικά ο αέρας αλλά κυρίως το έδαφος και ο υδροφόρος ορίζοντας. Η παρούσα εργασία στόχο έχει να διερευνήσει τα υπέρ και τα κατά, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της καύσης των Αστικών Στερεών Αποβλήτων και της Λυματολάσπης κάνοντας χρήση της σύγχρονης και εξελιγμένης τεχνολογίας, της τεχνογνωσίας, που ήδη είναι υπαρκτή σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, αλλά και της σύγχρονης και αυστηρότατης ευρωπαϊκής νομοθεσίας, που διασφαλίζει την τήρηση των κανόνων και την εφαρμογή των πλέων σύγχρονων διαθέσιμων επιστημονικών μεθόδων.5 Με τρόπο επιστημονικό μεν αλλά απλό και κατανοητό δε, θα καταδείξουμε, ότι η επιστήμη και η τεχνολογία έχει τη δυνατότητα να εφαρμόσει άρτια την καύση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων και της λυματολάσπης και να προστατέψει ταυτόχρονα πολύ αποτελεσματικότερα το φυσικό περιβάλλον και την υγεία των ανθρώπων. Η ερεύνα αυτή θα συμβάλει τελικά, αποφασιστικά και σε επίπεδο εθνικής οικονομίας, καθώς από την καύση εξασφαλίζεται ενέργεια με παράλληλα και παράπλευρα οφέλη, αφού ανακτώντας ενέργεια από την καύση των απορριμμάτων θα καταστούν λιγότερο απαραίτητες άλλες ρυπογόνες μέθοδοι παραγωγής ενέργειας. Με τον τρόπο αυτό θα συμβάλλουμε στην επιστημονική και τεκμηριωμένη ενημέρωση, τόσο των αρμοδίων φορέων και των εμπλεκόμενων στη χρόνια διαμάχη περιβαλλοντικών οργανώσεων, όσο και των πολιτών, που τυγχάνουν θύματα πολλές φορές και εσκεμμένης παραπληροφόρησης, ώστε να επιτύχουμε τα επόμενα επωφελή βήματα στη διαχείριση των απορριμμάτων ενσωματώνοντας και στην Ελληνική πραγματικότητα τις νέες τεχνολογίες αντικαθιστώντας άμεσα τους λειτουργούντες ΧΥΤΑ που αποδεδειγμένα αποτελούν την πιο ρυπογόνο μέθοδο διάθεσης των απορριμμάτων. 792 81 97 Antioxidants are an important ally of male and female fertility.It is a family of vitamins, minerals and other substances that protect the body from damage caused by free radicals. Female and male reproductive cells are rich in both enzymatic and non-enzymatic antioxidants. Taking antioxidants as supplements or adding them to in vitro assisted reproduction techniques may have a positive impact on the reproductive outcome, improving the fertility of both men and women and this is the topic of the present essay. Τα αντιοξειδωτικά αποτελούν σημαντικό σύμμαχο της γονιμότητας του άνδρα και της γυναίκας. Πρόκειται για μία οικογένεια βιταμινών, ιχνοστοιχείων και άλλων ουσιών, που βοηθούν στην προστασία του οργανισμού από την βλάβη που προκαλείται από τις ελεύθερες ρίζες. Τα αναπαραγωγικά κύτταρα των γυναικών και των ανδρών είναι πλούσια τόσο σε ενζυματικά όσο και σε μη ενζυμικά αντιοξειδωτικά. Η λήψη αντιοξειδωτικών σε μορφή συμπληρωμάτων ή η προσθήκη τους στις invitro τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, μπορεί να έχει θετικό αντίκτυπο στην αναπαραγωγική έκβαση, βελτιώνοντας την γονιμότητα των ανδρών και γυναικών και αυτό ακριβώς θα είναι και το αντικείμενο στην συγκεκριμένη διπλωματική εργασία. 793 98 108 Απαγορευμένοι στρατιωτικοί στόχοι στις ένοπλες συρράξεις και οι επιπτώσεις παραβίασης του Δικαίου Χρήσης Βίας This paper examines the concept of prohibited military objectives in armed conflict and the consequences of violating international law on the use of force. The work begins by referring to the history of armed conflict to date, with reference to both the means and the context. Next, the prohibited military targets in armed conflicts are analyzed, referring to the types of conflicts, the civilian population, political objectives and the protection of children. Then, the international law on the use of violence is analyzed and finally, the consequences of violating the law on the use of violence are presented Η παρούσα εργασία μελετάει την έννοια των απαγορευμένων στρατιωτικών στόχων στις ένοπλες συρράξεις και τις επιπτώσεις της παραβίασης του διεθνούς δικαίου σχετικά με τη χρήση βίας. Η εργασία ξεκινάει κάνοντας αναφορές στην ιστορία των ένοπλων συρράξεων μέχρι σήμερα, με αναφέροντας τόσο τα μέσα όσο και τα αντίστοιχα πλαίσια τους. Στη συνέχεια, αναλύονται οι απαγορευμένοι στρατιωτικοί στόχοι στις ένοπλες συρράξεις, αναφέροντας τους τύπους των συρράξεων, στον άμαχο πληθυσμό, στους πολιτικούς στόχους και στην προστασία των παιδιών. Στη συνέχεια, αναλύεται το διεθνές δίκαιο χρήσης βίας και τέλος, παρουσιάζονται οι συνέπειες της παραβίασης του δικαίου χρήσης βίας 794 336 343 Study of mechanisms of cell death induction by the essential oil Aloysia citriodora and its major component, citral, and evaluation of their potential synergistic effects with oxaliplatin in human colon cancer cells Aloysla citriodora, commonly known as lemon verbena, is an aromatic plant endemic to South America. Due to its anti-inflammatory, antispasmodic and sedative properties, its leaves and essential oil are widely used as medicinal substances. The goal of this study was to investigate the biological properties of the lemon verbena essential oil and its main active constituent, citral, against the human colorectal cancer cell lines HT29 and Caco2. First, it was determined whether the oil and citral promote necroptosis in the two cell lines as the main type of cell death. This was carried out by the use of quantitative Real-Time PCR, and the evaluation of the expression levels of genes that hold key roles in the necroptotic pathway. The results indicated that necroptosis may not be the type of death induced by the substances. Next, Western blotting was employed to assess the protein levels of some cyclins as well as the levels of NF-kB and its phosphorylated, active form. Cyclins regulate cell cycle progression while NF-kB is a crucial transcription factor involved in many signaling pathways and regulates the expression of several proteins responsible for cell proliferation and inflammation responses. Cyclin B1 and NF-kB showed a downward expression trend. Last, considering that the oil is cytotoxic against the two cancer cell lines, we wanted to determine a potential synergistic activity between the oil and citral with oxaliplatin, a widely used chemotherapeutic agent against colorectal cancer. This was conducted using the SRB cell viability assay. Preliminary results showed that both the oil and citral enhance the activity of the agent in HT29 cells, while in Caco2 cells that happens only with the oil. To sum up, Aloysla citriodora essential oil and citral exert anti-cancer activity through a way of action that still needs to be clarified, and exhibits potential synergistic activity when coadministered with oxaliplatin. Το είδος Aloysia citriodora, γνωστό και ως λουΐζα, είναι ένα αρωματικό φυτό ενδημικό στη Νότια Αμερική. Λόγω των αντιφλεγμονωδών, αντισπασμωδικών και ηρεμιστικών δράσεών του, τα φύλλα όσο το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιούνται ευρέως ως φαρμακευτικές ουσίες. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθούν οι βιολογικές δράσεις του αιθέριου ελαίου της λουΐζας και του βασικού ενεργού συστατικού του, citral, έναντι των καρκινικών κυτταρικών σειρών του παχέος εντέρου, HT29 και Caco2. Αρχικά διαπιστώθηκε κατά πόσο το έλαιο και το citral επάγουν τη νεκρόπτωση ως κύριο τύπο κυτταρικού θανάτου στις δύο κυτταρικές σειρές. Αυτό έγινε με τη χρήση της PCR πραγματικού χρόνου και την εκτίμηση των επιπέδων έκφρασης γονιδίων που κατέχουν ρόλο-κλειδί στο νεκροπτωτικό μονοπάτι. Τα αποτελέσματα αποδεικνύουν ότι τελικώς η νεκρόπτωση δεν πρέπει να είναι το σηματοδοτικό μονοπάτι θανάτου που επάγουν οι ουσίες. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της ανοσοαποτύπωσης κατά Western προκειμένου να εκτιμηθούν τα πρωτεϊνικά επίπεδα κάποιων κυκλινών, του NF^B και της φωσφορυλιωμένης του μορφής. Οι μεν επιβλέπουν τα σημεία ελέγχου του κυτταρικού κύκλου, ενώ ο δεύτερος είναι ένας μεταγραφικός παράγοντας μείζονος σημασίας που μετέχει σε διάφορα σηματοδοτικά μονοπάτια και ρυθμίζει την έκφραση πολλών πρωτεϊνών, υπεύθυνων για την κυτταρική βιωσιμότητα και τη φλεγμονώδη απόκριση. Τόσο η κυκλίνη B1 όσο και ο NF^B υποεκφράζονται σε πρωτεϊνικό επίπεδο. Τέλος, δεδομένου ότι το έλαιο είναι βιολογικά ενεργό έναντι των δύο καρκινικών κυτταρικών σειρών, έγινε το πρώτο βήμα για την εξακρίβωση της πιθανής συνεργιστικής δράσης μεταξύ του ελαίου και του citral με το oxaliplatin, έναν ευρέως χρησιμοποιούμενο χημειοθεραπευτικό παράγοντα έναντι του καρκίνου του παχέος εντέρου, με τη χρήση της τεχνικής SRB για τον έλεγχο της κυτταρικής βιωσιμότητας. Τα αρχικά αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει πιθανή συνεργιστική δράση του παράγοντα με το έλαιο και το citral στα κύτταρα HT29, ενώ στα κύτταρα Caco2 αυτή η δράση παρατηρείται μόνο με το έλαιο. Συνοψίζοντας, το αιθέριο έλαιο του φυτού Aloysia citriodora και το citral ασκούν κυτταροτοξική δραστικότητα κατά καρκινικών κυττάρων του παχέος εντέρου μέσω κάποιου μηχανισμού επαγωγής κυτταρικού θανάτου που μένει ακόμη να διαλευκανθεί, ενώ παρουσιάζουν και πιθανή συνεργιστική δράση όταν συγχορηγούνται με το oxaliplatin, η οποία χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. 795 247 246 The role of executive functions and self awareness on math problems’ processing Ο ρόλος των εκτελεστικών λειτουργιών και της ενσυνειδησίας στην γνωστική επεξεργασία μαθηματικών έργων The aim of this study is the investigation of executive functions and metacognitive abilities and the way they associate with the ability of troubleshooting a mathematical problem. In this study was tested a random sample of 20 students aged 11-12 years old, of the 6th grade of Primary School N. Chili, Alexandroupolis. The examination and the practice of participants were conducted through individual tests, which were consisted of three mathematical tasks and specifically numbers, mathematical operations and proportions. As research tools were used a) the previous mathematical tasks b) a test of executive control and c) the thinking aloud combined with metacognitive skills. To determine the level of participants’ executive control was used the electronic form of Zelazo, Craik and Booth’s Vicually Cued Color-Shape Task (2004). Moreover, to determine the metacognitive awareness in the process of solving mathematical problems we resorted to the thinking aloud method. The processing of results is discussed in the light of current literature on the structure of cognitive system but also on contemporary views on the relation between the executive control and metacognitive awareness on solving mathematical problems. As demonstrated in this study, metacognitive awareness and executive control are connected and have influence on the effective solving of mathematical problems. In particular, it seemed that not only the adequacy of executive control affects the effective solving of mathematical tasks, but also the accuracy of the estimates for their solving process Στόχος της παρούσας εργασίας αποτελεί η διερεύνηση των εκτελεστικών λειτουργιών, των μεταγνωστικών ικανοτήτων και του τρόπου συσχέτισής τους με την ικανότητα αντιμετώπισης ενός μαθηματικού προβλήματος. Για αυτή την έρευνα εξετάστηκε τυχαίο δείγμα 20 μαθητών ηλικίας 11-12 ετών της Στ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Ν. Χηλής, Αλεξανδρούπολη. Η εξέταση και η άσκηση των συμμετεχόντων πραγματοποιήθηκε με ατομικές δοκιμασίες, οι οποίες αποτελούνταν από τρία μαθηματικά έργα και πιο συγκεκριμένα, από αριθμούς, πράξεις και αναλογίες. Ως ερευνητικά εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν α) τα παραπάνω μαθηματικά έργα, β) ένα τεστ εκτελεστικού ελέγχου και γ) η έκφωνη σκέψη σε συνδυασμό με τις μεταγνωστικές δεξιότητες. Αναλυτικά, για τον προσδιορισμό του επιπέδου του εκτελεστικού ελέγχου των συμμετεχόντων χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική μορφή του Τεστ Οπτικής Ανίχνευσης Σχήματος-Χρώματος (Visually Cued Color-Shape Task) των Zelazo, Craik, και Booth (2004). Επιπλέον, για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των μαθηματικών προβλημάτων ακολουθήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων της έρευνας έγινε με βάση τη βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις για τη σχέση μεταξύ εκτελεστικού ελέγχου και μεταγνωστικής ενημερότητας αναφορικά με την επίλυση των μαθηματικών προβλημάτων. Όπως αποδείχτηκε στην έρευνα αυτή, η ενσυνειδησία και ο εκτελεστικός έλεγχος συνδέονται και επιδρούν εξίσου στην αποτελεσματική επίλυση μαθηματικών προβλημάτων. Πιο συγκεκριμένα, φάνηκε ότι η επάρκεια του εκτελεστικού ελέγχου επηρεάζει την αποτελεσματική επίλυση των μαθηματικών έργων, αλλά και την ακρίβεια των εκτιμήσεων για τη διαδικασία επίλυσης τους 796 301 299 Theatre of the oppressed as a pedagogical tool to empower diversity: an action research in primary school Το θέατρο του καταπιεσμένου ως παιδαγωγική πρακτική ενδυνάμωσης της ετερότητας: μια έρευνα-δράση στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση School classes where the presence of language-, ethnically and religiously diverse students is commonplace are an outcome of the modern multicultural societies. School, where socialisation mainly takes place, is expected to play a decisive part in creating the necessary conditions for this diversity to be acknowledged, accepted, and, most importantly, empowered. In a traditional school environment students get limited possibilities to explore the motives, the point of view and the emotions of the Other. Theatre Pedagogy tries to fill this gap: through participational, experiential techniques it aims to a better understanding of the Self and the Other, as well as to the developement of empathy, solidarity, interpersonal skills, tolerance, and action for social justice. All the above lead to empowerment. The present action-research has explored the ability of the Theatre of the Oppressed, as a theatrical-pedagogical practice, to empower elementary school students, urging them to acknowledge the oppressive relationships regarding diversity, and to increase their empathic action in order to lift the oppression experienced by themselves or their classmates. The evaluation of the results has shown that the Theatre of the Oppressed can contribute to increasing diversity, developing the acknowledgment, understanding and accepting of cultural diversity. The multiple roles tried by the students, led them to understand the viewpoints, the emotions and, generally, the World of diversity, helping them develop their empathic skills. Furthermore, the participating students were given the opportunity, through the exploration of various social roles, to redefine the power relationships that appear in the classroom, and to try and act against oppression. Certainly, empowerment is a process that can only be evaluated in the long-term, and this research was a short-term one, but the evidence leading to empowerment cannot be ignored. Η διαμόρφωση των σύγχρονων πολυπολιτισμικών κοινωνιών οδήγησε στη δημιουργία τάξεων, όπου η παρουσία αλλόγλωσσων, αλλοεθνών και αλλόθρησκων μαθητών, αποτελεί κοινό τόπο. Το σχολείο, ως κύριος φορέας κοινωνικοποίησης, καλείται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία προϋποθέσεων αναγνώρισης, αποδοχής και, κυρίως, ενδυνάμωσης αυτής της ετερότητας. Σε ένα παραδοσιακό σχολικό περιβάλλον υπάρχουν περιορισμένες δυνατότητες για τους μαθητές να εξερευνήσουν τα κίνητρα, την οπτική και τα συναισθήματα του Άλλου. Αυτό το κενό επιδιώκει να καλύψει η Παιδαγωγική του Θεάτρου, η οποία, μέσα από συμμετοχικές, βιωματικές τεχνικές, επιδιώκει την κατανόηση του Εαυτού και του Άλλου και την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης, της αλληλεγγύης, διαπροσωπικών δεξιοτήτων, σεβασμού στη διαφορετικότητα και τη δράση για την κοινωνική δικαιοσύνη. Στοιχεία που οδηγούν στην ενδυνάμωση. Η παρούσα έρευνα-δράση διερεύνησε τη δυνατότητα του Θεάτρου του Καταπιεσμένου, ως θεατρική-παιδαγωγική πρακτική, να λειτουργήσει ενδυναμωτικά σε μαθητές δημοτικού σχολείου, ωθώντας τους στην αναγνώριση των καταπιεστικών σχέσεων αναφορικά με την ετερότητα και να αυξήσει την ενσυναισθητική δράση των μαθητών για την άρση της καταπίεσης που βιώνουν οι ίδιοι ή οι συμμαθητές τους. Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων έδειξε πως το ΘτΚ μπορεί να συντελέσει στην ενδυνάμωση της ετερότητας με την ανάπτυξη της αναγνώρισης, της κατανόησης και της αποδοχής της πολιτισμικής ετερότητας. Οι πολλαπλοί ρόλοι που δοκίμασαν οι μαθητές τούς οδήγησαν στην κατανόηση της οπτικής, των συναισθημάτων και, γενικότερα, του Κόσμου της ετερότητας, αναπτύσσοντας τη δεξιότητα της ενσυναίσθησης. Επίσης, δόθηκε η ευκαιρία στους συμμετέχοντες μαθητές, διερευνώντας διάφορους κοινωνικούς ρόλους, να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις εξουσίας που εμφανίζονται μέσα στην τάξη και να δοκιμάσουν δράσεις με κατεύθυνση την άρση της καταπίεσης. Βέβαια, η ενδυνάμωση αποτελεί μια διαδικασία, που μπορεί να αξιολογηθεί σε βάθος χρόνου, και η παρούσα έρευνα διήρκησε σύντομο χρονικό διάστημα, όμως δεν μπορούν να παραβλεφθούν οι πρώτες ενδείξεις της ενδυνάμωσης που προέκυψαν. 797 343 383 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 στο καρκίνωμα του μαστού Breast cancer is the main cause of death within the female population, accounting for almost 23% of all cancer cases. Along with its constant increase worldwide, therapeutic approaches are developing, including the appearance of new tumor biomarkers. Melanoma-associated antigen C2 protein belongs to the MAGE-C gene family and is also included in the Cancer- Testis genes (CT10). As all the MAGE-C genes, this gene is clustered on chromosome X. It is not expressed in normal tissues except in the nucleus of spermatogonia and primary spermatocytes. However, MAGE-C2 protein's expression, either nuclear or cytoplasmic, can be found positive in a variety of malignant tumors such as melanoma and hepatocellular carcinoma. Considering all of the above, at the present research project we aimed to study the immunohistochemical expression of MAGE-C2 in breast cancer tissues, and correlate it to clinicohistopathological parameters. During our experiments we used a sample pool of 29 human breast cancer specimens of different subtypes. Out of the 29 patients, 27 were females and 2 males. In these tissues, we conducted indirect immunohistochemistry, using the anti-MAGE-C2 antibody and then evaluated its expression to clinicohistopathological parameters. Our results showed that 12 of the patients were >60 years old, with a mean age of 59.2 years and a standard deviation of 9.06 years. Also, 27 of the specimens were of cancer grade 2 or 3. As far as the cancer type is concerned the sample pool consisted of 21 ductal carcinomas, 2 lobular, 2 in situ and 3 of other types. Out of the parameters measured (age, grade, type, Estrogen Receptor-ER, Progesterone Receptor-PR, Ki67, HER2 and lymph nodes), only tumor grade (p=0.0001) and type (p=0.0007) showed statistically significant correlation with the expression of MAGE-C2 protein. According to our findings, we concluded that MAGE-C2 may represent another efficient prognostic marker for breast cancer and can potentially be used as a drug target. However due to the limited number of cases used in this preliminary study, future extensive studies are needed to confirm the present data in order to be applied in clinical practice and therapeutic management. Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί το βασικό αίτιο θανάτου για τον γυναικείο πληθυσμό, φτάνοντας το 23% των συνολικών περιπτώσεων καρκίνου. Ταυτόχρονα, όμως με την συνεχόμενη παγκόσμια αύξηση των περιστατικών αυξάνονται και οι θεραπευτικές προσεγγίσεις. Τέτοιο παράδειγμα αποτελούν και οι νέοι καρκινικοί προγνωστικοί βιοδείκτες, όπως το γονίδιο του αντιγόνου του μελανώματος C2 (MAGE-C2), το οποίο συμπεριλαμβάνεται και στα αντιγόνα του καρκίνου των όρχεων (CT10). Όπως όλα τα γονίδια της οικογένειας MAGE-C, έτσι και το C2 εντοπίζεται στο X και πιο συγκεκριμένα στη θέση q26-q27. Το γονίδιο δεν εκφράζεται σε φυσιολογικούς ιστούς με εξαίρεση τους πυρήνες των σπερμογονίων και των πρώιμων σπερματοκυττάρων. Παρόλα αυτά, έκφραση της πρωτεΐνης, είτε πυρηνικά είτε κυτταροπλασματικά, μπορεί να εντοπισθεί σε μεγάλη ποικιλία κακοηθειών, όπως το μελάνωμα και το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, η παρούσα ερευνητική εργασία είχε ως στόχο της, την ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 σε δείγματα καρκίνου μαστού και την συσχέτισή της με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Κατά την διάρκεια των πειραμάτων, χρησιμοποιήθηκαν 29 ιστοί μαστού που προέρχονταν από ασθενείς με καρκίνο διαφόρων υποτύπων. Από τους 29 ασθενείς οι 27 ήταν γυναίκες και 2 ήταν άντρες. Στα δείγματα αυτά διενεργήθηκε έμμεση ανοσοϊστοχημεία με χρήση αντισώματος anti-MAGE-C2, του οποίου η έκφραση έπειτα αναλύθηκε και συσχετίστηκε με κλινικοϊστοπαθολογικούς παράγοντες. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι 12 από τους ασθενείς ήταν ηλικίας μεγαλύτερης των 60 ετών, με τη μέση ηλικία να φτάνει τα 59.2 έτη και απόκλιση 9.06 χρόνων. Επίσης, τα 27 δείγματα καρκίνου ήταν βαθμού 2 ή 3 ως προς την ένταση-έκταση της έκφρασης. Όσο αφορά τώρα τον τύπο των καρκινωμάτων, τα δείγματα αποτελούνταν από 21 πορογενή καρκινώματα, 2 λοβιακά, 2 in situ, και 3 άλλων υποτύπων. Από τις παραμέτρους που ελέγχθηκαν (ηλικία, βαθμός, τύπος, οιστρογονικός υποδοχέας, υποδοχέας προγεστερόνης, Ki-67, HER2 και λεμφαδενική διήθηση, μόνο ο τύπος (p=0.0007) και ο βαθμός διαφοροποίησης (p=0.0001) βρέθηκαν να συσχετίζονται με την έκφραση της εν λόγω πρωτεΐνης με στατιστική σημαντικότητα. Με βάση λοιπόν τα αποτελέσματά μας, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτεΐνη MAGE-C2 μπορεί δυνητικά να αποτελέσει έναν αποτελεσματικό προγνωστικό δείκτη για τη συγκεκριμένη κακοήθεια και να χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικός στόχος. Παρόλα αυτά λόγω του μικρού αριθμού δειγμάτων που εξετάστηκαν σε αυτή την προκαταρκτική μελέτη, απαιτούνται μελλοντικές έρευνες για την επιβεβαίωση των παραπάνω αποτελεσμάτων πριν την χρήση τους σε κλινικό επίπεδο. 798 247 247 Αντιλήψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τα χαρακτηριστικά του χαρισματικού μαθητή Gifted students’ special characteristics have not been assessed and elucidated yet. Recent modifications in our country’s legislation (Law 3194/2003 FEK 267Α ) and the special passage addition in the Law 2817/2003 anticipate special provision to individuals with special intellectual abilities and talents. This suggests the urgent need for sensitive and adequately trained teachers on matters concerning the identification and support of their pupils’ special educational needs. The present study explores the characteristics of gifted children in elementary school, based on which, in service and pre service elementary teachers perceive and describe the gifted student. For the data collection, a questionnaire was developed based on the well-known, from the bibliography, SRBCSS-R assessment scale, which was translated into the greek language and was adapted to the greek standards. After a pilot study, the final research was conducted on 424 participants, all elementary school teachers, (93 pre service and 331 in service teachers respectively). The results indicated that there are differences in between pre service and in service teachers’ perceptions as regards the gifted student. However, both groups of participants seem to draw a marginal distinction between the gifted student and the student they perceive as average-typical on the gifted behavioral dimensions of SRBCSS-R scale as a whole. Both pre service and in service teachers were found to focus more on learning and motivational characteristics. On the contrary, the characteristics of creativity and leadership were not highly valued by the participants on their perceptions of who the gifted student is. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των χαρισματικών μαθητών δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί και αξιολογηθεί.Οι πρόσφατες τροποποιήσεις στη νομοθεσία της χώρας μας (Νόμος 3194/2003 ΦΕΚ 267Α) και η προσθήκη εδαφίου στο Νόμο 2817/2000, που προβλέπουν ειδική εκπαιδευτική μεταχείριση σε άτομα που έχουν ιδιαίτερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα, καθιστούν το αίτημα για ευαισθητοποιημένους και επαρκώς εκπαιδευμένους δασκάλους σε θέματα αναγνώρισης και υποστήριξης των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών των μαθητών, επιτακτικό. Στην παρούσα έρευνα διερευνώνται τα χαρακτηριστικά χαρισματικών παιδιών σχολικής ηλικίας βάσει των οποίων οι εν ενεργεία και μελλοντικοί εκπαιδευτικοί Α/βάθμιας εκπαίδευσης αντιλαμβάνονται και περιγράφουν το χαρισματικό μαθητή. Για τη συλλογή των δεδομένων αξιοποιήθηκε ένα ερωτηματολόγιο με βάση τη γνωστή από τη βιβλιογραφία κλίμακα αξιολόγησης SRBCSS-R, η οποία μεταφράστηκε στην ελληνική γλώσσα και προσαρμόστηκε στα ελληνικά εκπαιδευτικά δεδομένα. Προηγήθηκε πιλοτική έρευνα και ακολούθησε η τελική, στην οποία συμμετείχαν 424 εκπαιδευτικοί Α/βάθμιας εκπαίδευσης (93 μελλοντικοί και 331 εν ενεργεία αντιστοίχως). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχουν διαφορές στις αντιλήψεις των εν ενεργεία σε σύγκριση με αυτές των μελλοντικών εκπαιδευτικών του δείγματος σχετικά με το χαρισματικό μαθητή. Ωστόσο και οι δύο ομάδες συμμετεχόντων φάνηκε να διακρίνουν οριακά το χαρισματικό μαθητή σε σχέση με αυτόν που θεωρούν μέσο-τυπικό μαθητή στο σύνολο των συμπεριφορικών εκφάνσεων χαρισματικότητας της κλίμακας SRBCSS-R. Οι εκπαιδευτικοί και των δύο ομάδων του δείγματος βρέθηκε ότι επικεντρώνονται στα χαρακτηριστικά μάθησης και εσωτερικής παρώθησης. Αντίθετα, τα χαρακτηριστικά δημιουργικότητας και ηγετικής ικανότητας δεν εμφανίστηκε ν’αξιολογούνται ψηλά στην αντιληψή τους σχετικά με το ποιος είναι χαρισματικός μαθητής. 799 236 231 Metabolism is the biochemical processes aiming either to degradation (anabolism) or to ensure the necessary energy (catabolism). In the process of transformation of normal cells into cancer, cells have genetic disorders which active to modify their metabolism. Malignant tumors tend to have higher metabolic demands as compared to normal tissues. These show increased DNA synthesis, intensified use of amino acids and enhanced glycolysis, so that a high rate of anaerobic glycolysis to lactate production and high rate of gloutaminolysis characterize the tumor metabolic profile. In the context the preparation of thesis, we studied proteins involved in the glucose metabolism in cancer cells. For this reason we used two lung cancer cell lines, namely the A549 and the H1299. Initially we studied the effect effect of amiodarone (100 mg/ml) for 2 hours and for 2+24 hours and of metformin (100 mg/ml) for 24 hours. Proteins have been collected and quantified. Thereafter, the expression levels of the metabolism related proteins LDH5 (lactate dehydrogenase 5), PDH (pyruvate dehydrogenase), pPDH (phosphorylated pyruvate dehydrogenase), and PDK (pyruvate dehydrogenase kinase) were measured by Western Blot. Moreover the viability of tumor cells following suppression of the protein expression LDH5 (siLDH5) was studied, using Fluorescence Plate Reader and the Alamar Blue method. Both drugs, amiodarone and metformin, exerted an anti-neoplastic activity against lung cancer cell lines (A549, H1299). Further studies are demanded to better understand how these drugs induce death pathways in cancer cells. Μεταβολισμός είναι το σύνολο των βιοχημικών διεργασιών που στοχεύουν είτε στην αποικοδόμηση (αναβολισμός) είτε στην εξασφάλιση της απαραίτητης ενέργειας (καταβολισμός). Κατά τη διαδικασία μετασχηματισμού των φυσιολογικών κυττάρων σε καρκινικά, τα κύτταρα παρουσιάζουν γενετικές διαταραχές οι οποίες τροποποιούν δραστικά το μεταβολισμό τους. Οι κακοήθεις όγκοι τείνουν να έχουν υψηλότερες μεταβολικές απαιτήσεις από του φυσιολογικούς ιστούς. Παρουσιάζουν αυξημένη σύνθεση DNA, αυξημένη χρήση αμινοξέων και αυξημένη γλυκόλυση. Τα καρκινικά κύτταρα παρουσιάζουν υψηλό ρυθμό αναερόβιας γλυκόλυσης με αποδόμηση γλυκόζης σε γαλακτικό οξύ καθώς και υψηλό ρυθμό γλουταμινόλυσης αποδόμησης γλουταμίνης. Στα πλαίσια εκπόνησης της διπλωματική εργασίας μελετήθηκαν πρωτεΐνες οι οποίες ενέχονται στον μεταβολισμό της γλυκόζης στα καρκινικά κύτταρα. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκαν δύο καρκινικές σειρές πνεύμονα Α549 και H1299. Αρχικά έγινε η καλλιέργεια των καρκινικών κυτταρικών σειρών, επίδραση με φάρμακα αμιοδαρόνη (100 mg/ml) για 2 ώρες και για 2+24 ώρες και μετφορμίνη (100mg/ml) για 24 ώρες, συλλογή πρωτεϊνών και ποσοτικοποίηση της πρωτεΐνης BSA. Ακολούθησε μέτρηση των επιπέδων έκφρασης των πρωτεϊνών μεταβολισμού του καρκίνου (LDH5, PDH, pPDH, PAN-PDK) με τη μέθοδο Western Blot. Επιπλέον έγινε μελέτη της βιωσιμότητας των καρκινικών κυττάρων του πνεύμονα υπό συνθήκη καταστολής της έκφρασης της πρωτεΐνης LDH5 (siLDH5) με τη χρήση Fluorescence Plate Reader. Τα φάρμακα αμιοδαρόνη και μετφορμίνη εμφανίζουν αντι-νεοπλασματική δραστικότητα έναντι των καρκινικών κυτταρικών του πνεύμονα στις κυτταρικές σειρές (Α549, Η1299). Περαιτέρω μελέτες απαιτούνται για την καλύτερη διευκρίνιση για το πώς τα φάρμακα αυτά προκαλούν κυτταρικό θάνατο στα καρκινικά κύτταρα. 800 236 252 This postgraduate thesis studies the competitiveness of Greek exports of wine in relation to France, Germany, Italy and Bulgaria. The choice of competing countries was made on grounds of the greater export activity in wine these countries have worldwide, the fact that all are members of the European Union and the export orientation of the majority of these countries' production for the period 2006- 2015. The present thesis is divided into two main parts. The first part presents the current situation in the wine sector in Greece and Europe, but also worldwide. Specifically, there is an extensive reference to the operation of the wine market providing data on production, consumption, imports and exports of wine and the organization of the domestic market at the firm level. At the same time, the study presents the institutional framework governing the wine sector, especially the new Common Market Organization for wine. Furthermore, there is a presentation of the historical origin of the wine, rural policy in general and in particular for wine, production and trade. The second part of the present thesis describes the methodology used, analyzing the competitiveness of Greece and other competing countries. Accordingly, the following indicators were estimated: 1) The Grubel-Lloyd Index, 2) The Coverage Imports Index, 3) The Net Import Index, 4)The Competitiveness-Specialization Index, 5)The Revealed Comparative Advantage Index The final section illustrates the results, the main conclusions as well as recommendations for future research Η παρούσα εργασία μελετάει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών του ελληνικού οίνου σε σχέση με την Γαλλία, την Γερμανία, την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Η επιλογή των ανταγωνιστριών χωρών έγινε με κριτήριο την μεγαλύτερη εξαγωγική δραστηριότητα σε οίνο που εμφανίζουν οι χώρες αυτές παγκόσμια, από το γεγονός ότι είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και με κριτήριο τον προσανατολισμό του κύριου όγκου των εξαγωγών οίνου των χωρών αυτών την εξεταζόμενη περίοδο 2006-2015. Η μελέτη χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη. Στο πρώτο μέρος γίνεται μία παρουσίαση της κατάστασης που επικρατεί στον αμπελοοινικό τομέα στην Ελλάδα την Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο. Συγκεκριμένα γίνεται εκτενής αναφορά στη λειτουργία της αγοράς οίνου με στοιχεία που αφορούν την παραγωγή, την κατανάλωση, τις εισαγωγές και τις εξαγωγές οίνου αλλά και την οργάνωση της εγχώριας αγοράς σε επίπεδο επιχειρήσεων. Παράλληλα παρουσιάζεται το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τον τομέα του οίνου στην αγορά και ειδικότερα η νέα Κοινή Οργάνωση της Αμπελοοινικής Αγοράς. Παρουσιάζονται ακόμα στοιχεία που αφορούν την ιστορική καταγωγή του οίνου, την αγροτική πολιτική γενικότερα και ειδικότερα για τον οίνο, την παραγωγή και το εμπόριο του. Στο δεύτερο μέρος της επιχειρείται, μέσω της μεθοδολογίας που χρησιμοποιείται, η ανάλυση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας και των ανταγωνιστριών χωρών και ως εκ τούτου εκτιμήθηκαν οι παρακάτω δείκτες: 1)ο Δείκτης Grubel-Lloyd, 2)ο Δείκτης Κάλυψης Εισαγωγών, 3) ο Δείκτης Εισαγωγικής Διείσδυσης, 4)o Δείκτης Ανταγωνιστικότητας-Εξειδίκευσης, 5)ο Δείκτης Αποκαλυπτόμενου Ανταγων ιστικού Πλεονεκτήματος. Τέλος παρατίθενται τα αποτελέσματα και τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν καθώς επίσης και μελλοντικές εκτιμήσεις και προτάσεις των εξαγωγών του ελληνικού οίνου 801 258 314 Προγνωστικοί δείκτες ανταπόκρισης στη θεραπεία με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF σε έδαφος υγρής ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας» Age-related macular degeneration (AMD) is one of the leading causes of severe vision loss in elderly people in developed countries. The advent of antivascular endothelial growth factor (anti-VEGF) revolutionized the treatment of neovascular AMD in clinical practice. However, it has been observed that response to anti-VEGF treatment is variable among patients. The purpose of this study is to review current literature with a view to investigate potential baseline characteristics that might predict the treatment response for patients receiving anti-VEGF treatment. Methods. Literature search of PubMed database using the keywords: age-related macular degeneration, anti-VEGF, ranibizumab, bevacizumab, aflibercept, biomarkers, pharmacological, biological markers, optical coherence tomography, treatment outcome and predictors. Results. A total of 2083 articles were identified, of which 1329 were excluded, since they did not meet the primary exclusion criteria. Of the 754 remaining references, 87 satisfied all the search criteria and were included in this review. Of the examined baseline characteristics, poor best-corrected visual acuity was associated with better visual gains in a large number of studies. Patient age, previous treatments with anti-VEGF, bigger lesion size and increased retinal thickness were associated with worse outcomes. These factors were associated with longer disease duration. Conclusion. These findings highlight the need for early treatment in patients with wet AMD. Longer disease duration and other variables that are associated with it (low BCVA at baseline, older patient age, previous treatments, lesion size and retinal thickness) lead to poor treatment response. These factors, assessable at presentation, can help optimize treatment outcomes as well as the use of available resources and minimize cost. Η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς (ΗΕΩ) είναι μία από τις κύριες αιτίες απώλειας όρασης στους ηλικιωμένους του δυτικού κόσμου. Η εισαγωγή των αντι- αγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF) στην κλινική πράξη, έφερε επανάσταση στη θεραπεία της νεοαγγειακής μορφής ΗΕΩ. Πάραυτα, έχει δειχθεί ότι η ανταπόκριση των ασθενών στη θεραπεία με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF παρουσιάζει διακύμανση. Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει την πρόσφατη βιβλιογραφία σχετικά με την ανταπόκριση των ασθενών στη θεραπεία με anti-VEGF και να αναγνωρίσει τα κλινικά και δημογραφικά χαρακτηριστικά, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σαν προγνωστικοί δείκτες θεραπείας. Υλικό – Μέθοδος. Συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, χρησιμοποιώντας τη μηχανή αναζήτησης του PubMed. Στους όρους της αναζήτησης χρησιμοποιήθηκαν οι λέξεις- κλειδιά: age-related macular degeneration, anti-VEGF, ranibizumab, bevacizumab, aflibercept, biomarkers, pharmacological, biological markers, optical coherence tomography, treatment outcome και predictors. Αποτελέσματα. Συνολικά βρέθηκαν 2083 άρθρα, εκ των οποίων τα 1329 αποκλείστηκαν, καθώς δεν τηρούσαν τα κριτήρια ένταξης. Από τα 754 εναπομείναντα άρθρα, τα 87 πληρούσαν όλα τα κριτήρια αναζήτησης και συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα. Από τα χαρακτηριστικά που εξετάστηκαν, η χαμηλή οπτική οξύτητα κατά την έναρξη θεραπείας φάνηκε να σχετίζεται με μεγαλύτερα ποσοστά βελτίωσης της όρασης σε μεγάλο αριθμό μελετών. Με χειρότερη πρόγνωση νόσου συνδέθηκαν η μεγαλύτερη ηλικία των ασθενών, οι προηγούμενες θεραπείες με anti-VEGF, η μεγαλύτερη νεοαγγειακή μεμβράνη και το αυξημένο πάχος αμφιβληστροειδούς, χαρακτηριστικά που συνδέονται με μεγαλύτερη διάρκεια νόσου και ανιχνεύθηκαν ως σημαντικοί προγνωστικοί παράγοντες της θεραπείας με anti-VEGF. Συμπεράσματα.Τα παραπάνω ευρήματα αναδεικνύουν την ανάγκη για άμεση έναρξη θεραπείας σε ασθενείς με υγρή ΗΕΩ. Η μεγαλύτερη διάρκεια νόσου αλλά και άλλοι παράγοντες που συνδέονται με αυτήν (χαμηλότερη αρχική οπτική οξύτητα, μεγαλύτερη ηλικία, προηγούμενες θεραπείες, μέγεθος βλάβης και πάχος αμφιβληστροειδούς) οδηγούν σε πτωχότερη θεραπευτική ανταπόκριση. Αυτά τα χαρακτηριστικά, που μπορούν να εκτιμηθούν στην αρχή της θεραπείας, μπορούν να χρησιμεύσουν σαν οδηγός για την εξατομίκευση, ελαχιστοποιώντας το κόστος της θεραπείας. 802 164 171 The approach of mathematical concepts through musical-motor activities in pre-school age Η προσέγγιση μαθηματικών εννοιών στη πρώτη σχολική ηλικία μέσα από μουσικο-κινητικές δραστηριότητες Contemporary curricula concerning kindergarten emphasize the importance of interdisciplinary approaches to the various subject matters. Given this and also the fact that mathematics is often treated by students as meaningless or simply school work, the present study reports on an interdisciplinary attempt to approach mathematics through music, a human creation that provides joy to the students and offers a pleasant classroom climate. How these two fields can eventually co-exist in the classroom and how each can support the other in learning was explored by carrying out five activities, which attempted to provide opportunities to a class of 5 years old to approach some mathematical ideas through music-kinetic actions. The data were collected through audio and video recordings during the classroom development of the activities. The results showed that students were actively involved with them in a pleasant way that kept their interest undiminished throughout the week, often approaching the concerned mathematical ideas conceptually. Τα σύγχρονα προγράμματα σπουδών για το νηπιαγωγείο τονίζουν τη σπουδαιότητα της διαθεματικής προσέγγισης των διαφόρων γνωστικών αντικειμένων. Με βάση αυτό το δεδομένο, καθώς και το γεγονός ότι τα μαθηματικά συχνά αντιμετωπίζονται από τους μαθητές ως ανούσια ή ως σχολικές εργασίες μόνο, επιχειρήθηκε η διαθεματική τους προσέγγιση μέσω της μουσικής, μιας ανθρώπινης δημιουργίας, η οποία δίνει χαρά στους μαθητές και προσδίδει κάθε φορά που χρησιμοποιείται ένα ευχάριστο κλίμα στη σχολική τάξη. Το πώς αυτοί οι δύο κλάδοι μπορούν να συνυπάρξουν στην τάξη και το πώς μπορεί ο ένας να υποστηρίξει τον άλλο στη μάθηση, διαπιστώθηκε μέσω της διεξαγωγής πέντε δραστηριοτήτων, όπου επιχειρήθηκε η προσέγγιση κάποιων μαθηματικών εννοιών μέσα από μουσικο-κινητικές δράσεις. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω της ηχογράφησης και της βιντεοσκόπησης κατά τη διάρκεια διεξαγωγής των δραστηριοτήτων. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως οι μαθητές ενεπλάκησαν με ενεργό τρόπο σε αυτές με ευχάριστο τρόπο, που κράτησε το ενδιαφέρον τους αμείωτο καθ’ όλη τη διάρκεια της εβδομάδας, προσεγγίζοντας συχνά εννοιολογικά τις σχετικές μαθηματικές ιδέες 803 229 253 Σύγκριση ερωτηματολογίων ανίχνευσης συμπτωμάτων άγχους και κατάθλιψης σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο (ΣΑΥ) OSA (αποφρακτική άπνοια ύπνου) is the most common form of respiratory sleep disorder and is defined by the most frequent episodes of sleep obstruction during sleep. Many symptoms of depression and obstructive sleep apnea overlap by causing sub-diagnosis of obstructive sleep apnea in patients with depression. Sleep problems, including obstructive sleep apnea, are rarely evaluated on a regular basis in patients with depressive disorders but may be responsible for failure of antidepressant therapy. The mechanism of the relationship between obstructive sleep apnea and depression is complex and remains unclear. Although some studies point to a mutual relationship, the relationship remains unclear. The aim of this study was to compare two questionnaires evaluating depression and anxiety: (1) their Zung depression and anxiety scale; and (2) the HACA clinical anxiety and depression scale (HADS) in patients with SOY. Overall, 191 patients with sleep apnea syndrome (ASD) were present in the study. The analysis of the data showed that (1) there is agreement between the Zung anxiety scale and the HADS anxiety scale, and (2) there is agreement between their Zung Depression Scale and the HADS Depression Scale. Finally, it was observed that the RDI scale statistically significantly correlated with the HADS depression scale, and there was no statistically significant correlation between the RDI score (1) with the HADS depression scale, (2) the Zung depression scale and (3) with Zung's stress scale. Το OSA αποτελεί την πιο κοινή μορφή αναπνευστικής διαταραχής ύπνου και ορίζεται από τα συχνότερα επεισόδια παρεμπόδισης της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου. Πολλά συμπτώματα κατάθλιψης και αποφρακτικής άπνοιας ύπνου αλληλεπικαλύπτονται προκαλώντας υπο-διάγνωση αποφρακτικής άπνοιας ύπνου σε ασθενείς με κατάθλιψη. Τα προβλήματα ύπνου, συμπεριλαμβανομένης της αποφρακτικής άπνοιας στον ύπνο, σπάνια αξιολογούνται σε τακτική βάση σε ασθενείς με καταθλιπτικές διαταραχές, αλλά μπορεί να είναι υπεύθυνες για αποτυχία της αντικαταθλιπτικής αγωγής. Ο μηχανισμός της σχέσης μεταξύ αποφρακτικής άπνοιας στον ύπνο και κατάθλιψης είναι πολύπλοκος και παραμένει ασαφής. Αν και μερικές μελέτες υποδεικνύουν μια αμοιβαία σχέση, η σχέση παραμένει ασαφής. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να συγκρίνει δύο ερωτηματολόγια που αξιολογούν την κατάθλιψη και το άγχος: (1) την κλίμακα κατάθλιψης και άγχους τους Zung και (2) την κλινική κλίμακα άγχους και κατάθλιψης HADA (Hospital anxiety and Depression Scale-HADS) σε ασθενείς με ΣΑΥ. Συνολικά στην έρευνα συμμετείχαν 191 ασθενείς με σύνδρομο διαταραχής άπνοιας ύπνου (ΣΑΥ). Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι (1) υπάρχει συμφωνία μεταξύ της κλίμακας άγχους του Zung και της κλίμακας άγχους HADS και (2) υπάρχει συμφωνία μεταξύ της κλίμακας κατάθλιψης τους Zung και της κλίμακας κατάθλιψης HADS. Τέλος, παρατηρήθηκε ότι η κλίμακα RDI σχετίζεται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό με την κλίμακα κατάθλιψης του HADS ενώ δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ του σκορ της κλίμακας RDI (1) με την κλίμακα κατάθλιψης του HADS, (2) με την κλίμακα κατάθλιψης του Zung και (3)με την κλίμακα άγχους του Zung. 804 290 319 Ιστολογική εκτίμηση και ιστική έκφραση του TNFa και του M30 στο λεπτό έντερο σε πειραματικό μοντέλο επίμυος - ισχαιμίας / επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Introduction: Ischemia and reperfusion of the liver caused during surgical procedures is an important damaging factor for both liver and distal organs. In order to reduce the effects of ischemia - reperfusion syndrome, various ways are tested including multiple antioxidants factors. Purpose: The aim of this study was to investigate the potential protective effect of Silibinin in the small intestine, after ischemia and reperfusion of the liver, analyzing the expression of TWa and M30 levels. Material - Methods: For the experimental procedure, 63 Wistar type rats aged 10 -19 weeks, were divided into three groups: 6 in Sham group (simple laparotomy), 28 in Control group (vascular exclusion of the liver for 45') and 28 in Silibinin group (liver vascular exclusion for 45' and intravenous Silibinin administration right before reperfusion). Euthanasia was performed on 60', 120', 180' and 240' after reperfusion. The small intestine tissue damage was studied by immunohistochemical methods, using samples of blood and tissue sections.Results: Ischemia and reperfusion of the liver caused a statistically significant increase of TWa and M30 levels, as well as deterioration in atrophy of the intestinal mucosa, the inflammatory infiltration of crypts, dermis and sub-mucosal tunic, by neutrophils and lymphocytes. The intravenous Silibinin administration provoked significant reduction of TWa and M30 levels. This reduction is not statistically significant in the beggining but increases over time, due to Silibinin’s action. Similar effects are observed in tissue lesions of the small intestine. Conclusions: This study confirms that the ischemia - reperfusion syndrome of the liver causes peripheral tissue damage, specifically in the small intestine. It also supports the view that Silibinin has a protective effect on the small intestine mucosa. The potential use of Silibinin in daily clinical practice remains to be investigated with further studies. Εισαγωγή: Η ισχαιμία - επαναιμάτωση του ήπατος που προκαλείται κατά τη διάρκεια χειρουργικών χειρισμών είναι σημαντικός βλαπτικός παράγοντας τόσο για το ήπαρ όσο και για άλλα όργανα. Έτσι, προκειμένου να αμβλυνθούν οι συνέπειες του συνδρόμου ισχαιμίας - επαναιμάτωσης δοκιμάζονται ποικίλοι τρόποι, μεταξύ των οποίων και πλήθος αντιοξειδώτικων παραγόντων. Σκοπός: Στόχος αυτής της μελέτης ήταν να διερευνηθεί η πιθανή προστατευτική δράση της ουσίας σιλιμπινίνης στο λεπτό έντερο μετά από ισχαιμία - επαναιμάτωση ήπατος, αναλύοντας την έκφραση των δεικτών TWa και Μ30. Υλικό - Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 63 επίμυες τύπου Wistar ηλικίας 10 -19 εβδομάδων, που χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: 6 στην ομάδα - Sham (απλή λαπαροτομία) , 28 στην ομάδα ελέγχου - Control (αγγειακός αποκλεισμός ήπατος 45') και 28 στην ομάδα Σιλιμπινίνης (αγγειακός αποκλεισμός ήπατος 45', ενδοφλέβια χορήγηση σιλιμπινίνης λίγο πριν την επαναιμάτωση). Η ευθανασία πραγματοποιήθηκε σε 60', 120', 180' και 240' μετά την επαναιμάτωση. Οι αλλοιώσεις του λεπτού εντέρου μελετήθηκαν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους σε δείγματα αίματος και τμήματα ιστού. Αποτελέσματα: Η ισχαιμία - επαναιμάτωση του ήπατος προκάλεσε στατιστικά σημαντική αύξηση του ΤΗΡα και του Μ30, καθώς και επιδείνωση στην ατροφία του εντερικού βλεννογόνου, στη φλεγμονώδη διήθηση των κρυπτών, του χορίου και του υποβλεννογόνιου χιτώνα από ουδετερόφιλα - πολυμορφοπύρηνα αλλά και από λεμφοπλασματοκύτταρα. Με την ενδοφλέβια χορήγηση σιλιμπινίνης φάνηκε σημαντική μείωση των επιπέδων του ΤΗΡα και του Μ30. Η μείωση αυτή είναι μη στατιστικά σημαντική αρχικά, αλλά μεγιστοποιείται προϊόντος του χρόνου, λόγω της έναρξης δράσης της σιλιμπινίνης. Αντίστοιχες επιδράσεις παρατηρούνται και στις ιστικές αλλοιώσεις του λεπτού εντέρου.Συμπεράσματα: Η μελέτη επιβεβαιώνει ότι το σύνδρομο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης του ήπατος προκαλεί απομακρυσμένες ιστικές βλάβες, εν προκειμένω στο λεπτό έντερο. Ενισχύει επίσης την άποψη ότι η σιλιμπινίνη ασκεί προστατευτική δράση στο βλεννογόνο του λεπτού εντέρου και παραμένει να διερευνηθεί με περαιτέρω μελέτες η πιθανή χρήση της σε κλινικό επίπεδο. 805 294 344 Αναστολή ανάπτυξης κανονικών καρκινικών κυττάρων μετά από έκθεση τους σε μαγνητικά νανοσωματίδια και μαγνητικό πεδίο In recent years, the properties of iron oxide magnetic nanoparticles (MNPs) have been thoroughly studied, since MNPs could be a useful tool for the development of novel therapeutic interventions against diseases like cancer. In the present study, we examined the effect of iron oxide MNPs on colon carcinoma cell growth (HT29, CT26) after exposure of MNPs-treated cells to a static magnetic field (SMF) of 200 mT. Initially, using fluorescence microscopy, we confirmed the cell uptake of MNPs. Next, using the SRB assay we investigated cell growth following uptake of MNPs and subsequent exposure to the static magnetic field of 200 mT. Our results show that the exposure to MNPs and subsequent 30 minutes exposure to SMF leads to cell growth inhibition (49% inhibition of growth in HT29 cells, 53% inhibition of growth in CT26 cells) while exposure to SMF without pre-treatment with MNPs suppresses growth to a lesser extent (14% inhibition of growth in HT29 cells, 22% inhibition of growth in CT26 cells). An increase in the duration of the exposure or the number of exposures didn’t seem to enhance the antiproliferation effect. By staining our samples with Propidium Iodide we found that the percentage of the dead cells in the sample treated both with MNPs and SMF did not increase compared to the control samples. Moreover, following cell cycle analysis and PI staining, an increase of the percentage of the cells paused at the S cell cycle phase was observed after a 30-minutes exposure to the magnetic field of 200 mT. In conclusion, treatment of cells with MNPs combined with SMF exposure induces cell growth inhibition that might involve cell cycle regulation. These results suggest that MNPs could be combined with a chemotherapeutic agent for the design of a novel targeted anticancer treatment. Τα τελευταία χρόνια, οι ιδιότητες των μαγνητικών νανοσωματιδίων (MNPs) οξειδίων σιδήρου έχουν μελετηθεί συστηματικά καθώς θα μπορούσαν να αποτελέσουν χρήσιμο θεραπευτικό εργαλείο σε ασθένειες όπως ο καρκίνος. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η επίδραση μαγνητικών νανοσωματιδίων οξειδίων του σιδήρου στην ανάπτυξη επιθηλιακών κολονικών καρκινικών κυττάρων ανθρώπου (HT29) και ποντικού (CT26) μετά από έκθεσή τους σε στατικό μαγνητικό πεδίο (Static Magnetic Field - SMF) 200 mT. Αρχικά, με μικροσκοπία φθορισμού διαπιστώθηκε η πρόσληψη των MNPs από τα κύτταρα και των δύο κυτταρικών σειρών. Στη συνέχεια, με τη δοκιμασία προσδιορισμού κυτταροτοξικότητας SRB ελέγχθηκε η ανάπτυξη των κυττάρων μετά από πρόσληψη των MNPs και έκθεσή τους σε μαγνητικό πεδίο 200 mT. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η έκθεση στα MNPs σε συνδυασμό με έκθεση των κυττάρων στο μαγνητικό πεδίο 200 mT για 30 λεπτά προκαλεί και στις δύο κυτταρικές σειρές αναστολή της κυτταρικής ανάπτυξης (49% αναστολή ανάπτυξης στα ΗΤ29, 53% αναστολή ανάπτυξης στα CT26) ενώ μικρή αναστολή προκαλεί και η έκθεση στο πεδίο μεμονωμένα, χωρίς να έχει προηγηθεί επώαση με MNPs (14% αναστολή ανάπτυξης στα ΗΤ29, 22% αναστολή ανάπτυξης στα CT26). Αύξηση του χρόνου ή του αριθμού των εκθέσεων στο πεδίο δε φάνηκε να ενισχύει την ανασταλτική επίδραση. Η χρώση των νεκρών κυττάρων με PI έδειξε πως το ποσοστό των νεκρών κυττάρων του δείγματος το οποίο είχε εκτεθεί σε MNPs και SMF δεν ήταν αυξημένο σε σχέση με αυτό του δείγματος αναφοράς. Στη συνέχεια, με κυτταρομετρία ροής και χρώση του DNA με PI παρατηρήθηκε αύξηση του ποσοστού των κυττάρων της φάσης S του κυτταρικού κύκλου μετά από έκθεση των κυττάρων που είχαν επωαστεί με MNPs στο μαγνητικό πεδίο για 30 λεπτά , σε σχέση με τα δείγματα αναφοράς. Συμπερασματικά, τα MNPs σε συνδυασμό με το μαγνητικό πεδίο προκαλούν αναστολή ανάπτυξης με μηχανισμό που ίσως να εμπλέκει τη ρύθμιση του κυτταρικού κύκλου. Tα παραπάνω αποτελέσματα είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν κατά το σχεδιασμό στοχευμένης αντικαρκινικής θεραπείας όπου το σύστημα των διεγειρόμενων από το SMF 200 mT, μαγνητικών νανοσωματιδίων θα μπορούσε να συζευχθεί με κάποιο χημειοθεραπευτικό φάρμακο. 806 665 626 Κίνδυνοι στα εργοτάξια των τεχνικών έργων και μέτρα πρόληψης - αντιμετώπισης The aim of this dissertation is to register and analyze the dangers which occur in construction zone areas in order to prevent and confront them.In the first part, based on the bibliography included, the legislated frame which covers the domain of construction at construction sites is presented. Codes, laws, Presidential decrees and Ministry decisions concerning hygiene and safety at worksites are mentioned. The meanings concerning labour accidents and health issues emphasizing the reasons behind work related accidents and their causes are analyzed. The most significant institutions which are involved in hygiene and security of labour in our country, the European Union, and internationally are listed. These include The Greek Institute of Hygiene and Security of Labour (EL.IN.Y.A.E.), the Social Security System (I.K.A.-E.T.A.M.), The Corporation of Labour Inspection (SEPE) of the Ministry of Labour and Social Security, The European Foundation for the Improvement of Living and Work Conditions (Euro found), the European Organization for safety and health at the workplace (EU-OSHA), and the International Labour Organization (DOE) also known as ILO. In addition, important terms and definitions that we come across at construction sites are discussed and analyzed in full detail, including the authority and responsibilities of the people involved. In the second part, the basic dangers which exist at construction sites are not only mentioned but analyzed as well. At the same time the conditions which must be adhered to in order to avoid accidents or other dangerous incidents are emphasized. For safety in the working zone (danger of falling and sliding) walking lanes and staircases must be maintained unblocked, wells must be covered, and lighting should be sufficient. In regard to working at elevations/rooftops and using scaffolding/portable ladders, the danger of falling is increased. For this reason, their assembly must be done in accordance to certain specifications and by trained personnel. Also, barriers to prevent falling and the inspection of floor installations and their maintenance are deemed necessary for the avoidance of accidents. Special attention must be given during the excavation process with the need of installing security fences. Many dangers are hidden during the transportation of loads when these take place without security measures such as the proper training of employees, the legal work breaks, and the inspection of the working environment. The hardware machinery which is used during construction must fulfil required specifications, they must be maintained, and the operators must have sufficient holiday breaks (periods of rest) so as for the chance of accidents to be reduced. A heightened danger is presented in works using oxyacetylene welding and in those which use electricity. For this reason it is important to take safety precautions suitable for each work, for a plan which has been approved by the Fire Department to exist, and for there to be escape routes and automatic switches that prevent low voltage leaks from occurring. At the workplace, the existence of noise can cause hearing problems that oftentimes lead to deafness. One ample solution for the reduction of noise is the use of silencers on the equipment, the renewal of the machinery, the use of hearing plugs, and the rotation of work positions. The proper notification via signs, whether it be permanent or temporary, helps in preventing dangerous situations. Also, routine maintenance in vibration- causing equipment must be done in order to reduce problems which are caused on the operators’ hands. The use of proper safety equipment is vital for safety at the worksites, which is achieved through training and informing the employees by officials. For the ensurance of both the psychological and physical well-being of the employees, it is deemed necessary that they are provided with clean toilets, drinking water and first aid equipment. Accidents can happen either to employees or to third parties due to negligence on the part of superiors. For this reason, it is absolutely necessary for security fences to be installed around a construction site, as well as proper measures to be taken for the protection of citizens from noise, dust, dangerous gasses, etc. Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η καταγραφή και ανάλυση των κινδύνων που εμφανίζονται στα τεχνικά έργα, με στόχο την πρόληψη και αντιμετώπισή τους. Στο πρώτο μέρος, βασιζόμενη στην βιβλιογραφία που υπάρχει, παρουσιάζεται το νομοθετικό πλαίσιο που καλύπτει το χώρο των κατασκευών στα εργοτάξια. Αναφέρονται οι κώδικες, οι νόμοι, τα Προεδρικά Διατάγματα., οι Υπουργικές Αποφάσεις που διέπουν την υγιεινή και ασφάλεια στα εργοτάξια. Γίνεται ανάλυση των εννοιών του εργατικού ατυχήματος και της επαγγελματικής ασθένειας, τονίζοντας τα αίτια πρόκλησής τους. Παρατίθενται οι σημαντικότεροι φορείς που εμπλέκονται στην υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας στη χώρα μας, στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και διεθνώς όπως, το Ελληνικό Ινστιτούτο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΕΛ.ΙΝ.Υ.Α.Ε.), το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α-Ε.Τ.Α.Μ.), το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα για τη Βελτίωση των Συνθηκών Διαβίωσης και Εργασίας (Eurofound), ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA), και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) γνωστή και με το διεθνές αρκτικόλεξο ILO (International Labour Organization).Στη συνέχεια επεξηγούνται, όσο πιο αναλυτικά γίνεται, σημαντικοί ορισμοί και όροι που συναντούμε στο χώρο των κατασκευών, με πλήρη περιγραφή των αρμοδιοτήτων και των υποχρεώσεων των " ανθρώπων" του εργοταξίου. Στο δεύτερο μέρος, όχι μόνο αναφέρονται, αλλά και αναλύονται οι βασικότεροι κίνδυνοι που παραμονεύουν στα εργοτάξια των των τεχνικών έργων. Παράλληλα τονίζεται ποια πρέπει να είναι η κατάσταση για να αποφεύγονται ατυχήματα ή άλλες επικίνδυνες καταστάσεις. Για την ασφάλεια στους χώρους εργασίας (κίνδυνος πτώσης και ολίσθησης), πρέπει οι οδοί κυκλοφορίας και τα κλιμακοστάσια να διατηρούνται ελεύθερα από αντικείμενα, τα φρεάτια να καλύπτονται και ο φωτισμός να είναι επαρκής. Όσον αφορά τις εργασίες σε ύψος / οροφές και τη χρήση ικριωμάτων / φορητών σκαλών, ο κίνδυνος πτώσης είναι μεγάλος. Για το λόγο αυτό, η συναρμολόγησή τους σύμφωνα με προδιαγραφές και από εκπαιδευμένο προσωπικό, η ύπαρξη στηθαίων αποτροπής πτώσης, ο έλεγχος του δαπέδου έδρασής τους και η συντήρησή τους κρίνονται απαραίτητα για την αποφυγή ατυχημάτων. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται κατά τη διάρκεια των εκσκαφών με αντιστηρίξεις των πρανών και την περίφραξή τους. Πολλοί κίνδυνοι κρύβονται, κατά τη διακίνηση φορτίων, όταν αυτή γίνεται χωρίς να λαμβάνονται μέτρα ασφάλειας, όπως εκπαίδευση των εργαζομένων, εφαρμογή των διαλειμμάτων που ορίζονται στη νομοθεσία και εξέταση εργασιακού περιβάλλοντος. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται στα τεχνικά έργα πρέπει να πληρούν τις απαραίτητες προδιαγραφές, να συντηρούνται και οι χειριστές τους να είναι αδειούχοι, ώστε να μειώνεται η πιθανότητα ατυχήματος. Μεγάλη επικινδυνότητα παρουσιάζουν οι εργασίες οξυγονοκόλλησης και αυτές στις οποίες χρησιμοποιείται ηλεκτρισμός. Για το λόγο αυτό, σημαντικό είναι να λαμβάνονται μέτρα προστασίας κατάλληλα για κάθε εργασία, να υπάρχει σχέδιο εγκεκριμένο από την Πυροσβεστική Υπηρεσία, να υπάρχουν οδεύσεις διαφυγής και αυτόματοι διακόπτες διαρροής χαμηλής τάσης. Στον εργασιακό χώρο, η ύπαρξη θορύβου μπορεί να επιφέρει προβλήματα στην ακοή που πολλές φορές οδηγεί και στην κώφωση. Μια καλή λύση για να περιοριστεί ο θόρυβος είναι η χρήση σιγαστήρων στον εξοπλισμό, ανανέωση των μηχανημάτων, χρήση ωτοασπίδων, και εναλλαγή θέσεων. Η σωστή σήμανση είτε είναι μόνιμη, είτε περιστασιακή, βοηθάει στην πρόληψη των επικίνδυνων καταστάσεων. Επίσης, τακτική συντήρηση πρέπει να γίνεται στον εξοπλισμό που προκαλεί δονήσεις στα χέρια των χειριστών με σκοπό την μείωση των προβλημάτων που εμφανίζονται από αυτές. Σημαντικότατη είναι η χρήση των κατάλληλων Μέσων Ατομικής Προστασίας για την ασφάλεια στα εργοτάξια, που επιτυγχάνεται με την εκπαίδευση και ενημέρωση των εργαζομένων από καταρτισμένα άτομα. Για τη διασφάλιση της ψυχικής και σωματικής ευημερίας των εργαζομένων η ύπαρξη χώρων υγιεινής, η παροχή πόσιμου νερού και φαρμακευτικής περίθαλψης κρίνεται αναγκαία. Ατυχήματα μπορούν να σημειωθούν, είτε στους εργαζόμενους είτε σε τρίτους, από την αμέλεια που μπορεί να δείξουν οι υπεύθυνοι ενός έργου. Για το σκοπό αυτό απαραίτητη είναι η κατάλληλη περίφραξη του εργοταξίου και η λήψη μέτρων για την προστασία των πολιτών από θόρυβο, σκόνη επικίνδυνα αέρια κ.ά. 807 302 307 Social relationships, resilience and relational aggression in adolescence Κοινωνικές σχέσεις, ψυχική ανθεκτικότητα και επιθετικότητα σχέσεων στην εφηβεία The purpose of the present study was to investigate the association between the two basic functions of relational aggression, proactive and reactive, the resilience (sense of mastery, relatedness, emotional reactivity), the friendship quality, (positive, conflictual) and the social goals (social dominance, perceived popularity, intimacy) in a sample of 308 adolescents attending the three grades of the Junior High School, who completed a self-report questionnaire. According to the results, significant gender differentiations have been identified regarding proactive and reactive relational aggression, positive friendship quality, social dominance and intimacy, while regarding resilience, conflictual friendship quality and perceived popularity there was no statistically significant gender differentiation. In particular, boys scored higher in the proactive and reactive dimensions of aggression and social dominance and girls in the positive friendship quality and intimacy. In addition, positive correlations of proactive relational aggression with emotional reactivity, conflictual friendship quality, social dominance, perceived popularity and intimacy have emerged, while there was a negative correlation with the sense of mastery, sense of relatedness and the positive friendship quality. The reactive relational aggression showed positive and negative correlations consistent with the correspondences of proactive relational aggression. Regarding the predictive value of the variables that have been studied, it has emerged through multiple regression analysis that they present both similarities and differences in the study variables involved in the prediction of proactive and reactive relational aggression. Therefore, boys who scored high in emotional reactivity, social dominance and perceived popularity, but also scored poorly in social relationships, are likely to be involved in an event of proactive relational aggression. In the event of relational aggression, not only was the gender factor involved, but also the rest predictive factors remained the same. The findings of this study are discussed for future exploitation and implementation in training programs Σκοπός της παρούσας εργασίας υπήρξε η μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στις δύο βασικές λειτουργίες της επιθετικότητας σχέσεων, την προληπτική και την αντιδραστική, την ψυχική ανθεκτικότητα (αυτο-αποτελεσματικότητα, κοινωνικές σχέσεις, συναισθηματική αντιδραστικότητα), την ποιότητα των φιλικών σχέσεων (θετική, συγκρουσιακή) και τους κοινωνικούς στόχους (κοινωνική κυριαρχία, αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, οικειότητα) σε δείγμα 308 εφήβων μαθητών/-τριών των τριών τάξεων του Γυμνασίου, μέσω ερωτηματολογίου αυτο-αναφοράς. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημαντικών διαφυλικών διαφοροποιήσεων για την προληπτική και την αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων, τις θετικές φιλικές σχέσεις, την κοινωνική κυριαρχία και την οικειότητα, ενώ για την ψυχική ανθεκτικότητα, τις συγκρουσιακές φιλικές σχέσεις και την αντιλαμβανόμενη δημοφιλία δεν αναδείχθηκε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ως προς το φύλο. Συγκεκριμένα, τα αγόρια σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στην προληπτική και στην αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων καθώς και στην κοινωνική κυριαρχία, ενώ τα κορίτσια στις θετικές φιλικές σχέσεων και στην οικειότητα. Επιπλέον, αναδείχθηκαν θετικές συσχετίσεις της προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων με τη συναισθηματική αντιδραστικότητα, τις συγκρουσιακες φιλικές σχέσεις, την κοινωνική κυριαρχία, την αντιλαμβανόμενη δημοφιλία και την οικειότητα, ενώ παρουσιάστηκε αρνητική συσχέτιση με την αυτο-αποτελεσματικότητα, τις κοινωνικές σχέσεις και τις θετικές φιλικές σχέσεις. Η αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων παρουσίασε θετικές και αρνητικές συσχετίσεις σύμφωνες με τις αντιστοιχίες της προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων. Όσον αφορά την προβλεπτική αξία των υπό μελέτη μεταβλητών, μέσω της πολλαπλής παλινδρομικής ανάλυσης διαφάνηκε πως παρουσιάζουν τόσο ομοιότητες όσο και διαφορές στις υπό μελέτη μεταβλητές που συμμετέχουν στην πρόβλεψη της προληπτικής και της αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων. Επομένως, τα αγόρια που σημείωσαν υψηλή βαθμολογία στη συναισθηματική αντιδραστικότητα, στην κοινωνική κυριαρχία και στην αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, αλλά παράλληλα σημείωσαν χαμηλή βαθμολογία στις κοινωνικές σχέσεις, είναι πιθανό να εμπλακούν σε εκδήλωση προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων. Στην εκδήλωση αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων δεν συμμετείχε μόνο ο παράγοντας του φύλου, ενώ οι υπόλοιποι προβλεπτικοί παράγοντες παρέμειναν ίδιοι. Τα πορίσματα της παρούσας μελέτης συζητούνται για μελλοντική αξιοποίηση και εφαρμογή σε εκπαιδευτικά προγράμματα. 808 202 221 Μεταβολές στα λιπίδια της μεμβράνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων σε ασθενείς με κίρρωση του ήπατος Introduction: The composition of the lipid bilayer of the membrane of the human erythrocyte has been studied in various diseases, especially in chronic liver disease. Changes in the composition may reflect pathogenetic mechanisms involved in the development of chronic liver disease. Aim: To study the composition of the erythrocyte membrane in cirrhotic patients and investigate whether there are differences in membrane composition between cirrhotics, in relation to the cirrhosis etiology. Materials and Methods: Cirrhotic patients were recruited from an outpatient clinic. Membrane lipid composition was determined based on a series of lab techniques that included isolation of membrane lipids from erythrocytes and use of thin layer chromatography in order to determine membrane composition. Results: The study group consisted of 17 cirrhotic patients, due to hepatitis B and C, non-alcoholic steatohepatitis (NASH) and alcoholic liver disease. There was no correlation between liver stiffness measurements and membrane lipid composition. The phosphatidylcholine: phosphatidylethanolamine ratio was elevated in patients with NASH and alcoholic liver disease in comparison to patients with viral hepatitis. Conclusions: Metabolism of phospholipids phosphatidylcholine and phosphatidylethanolamine may be impaired in all types of cirrhosis, rather than only in NASH cirrhosis. More studies are required to determine their exact function in chronic liver disease. Εισαγωγή: Η σύσταση της μεμβράνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων έχει μελετηθεί σε πολλές νόσους, με κυριότερη την χρόνια ηπατοπάθεια. Οι μεταβολές της ενδέχεται να αποτελούν παθογενετικούς μηχανισμούς υπεύθυνους για την εξέλιξη της ηπατοπάθειας σε κίρρωση. Σκοπός: Διερεύνηση της σύστασης της μεμβράνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων σε ασθενείς με κίρρωση του ήπατος και έρευνα για ανάδειξη πιθανών διαφορών σε αυτή, σχετικών με το υποκείμενο νόσημα υπεύθυνο για την κίρρωση. Υλικά και Μέθοδος: Ο πληθυσμός της μελέτης αποτελούνταν από ασθενείς με κίρρωση του ήπατος. Η σύσταση των λιπιδίων της μεμβράνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων των ασθενών αποτυπώθηκε με τη χρήση χρωματογραφίας λεπτής στιβάδας, μετά από διαδικασία απομόνωσης των λιπιδίων των ερυθρών αιμοσφαιρίων από ολικό αίμα. Αποτελέσματα: Στη μελέτη συμμετείχαν 17 ασθενείς με κίρρωση ήπατος λόγω ηπατίτιδας B και C, μη αλκοολικής στεατοηπατίτιδας (ΜΑΣΗ) και αλκοόλ. Δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση μεταξύ της ίνωσης του ήπατος και της σύστασης της μεμβράνης των λιπιδίων. Ο λόγος φωσφατιδυλοχολίνη/φωσφατιδυλαιθανολαμίνη ήταν αυξημένος στους ασθενείς με αλκοολική κίρρωση και ΜΑΣΗ σε σχέση με τους ασθενείς με κίρρωση οφειλόμενη σε ιογενείς ηπατίτιδες. Συμπέρασμα: Ο μεταβολισμός των φωσφολιπιδίων φωσφατιδυλοχολίνη και φωσφατιδυλαιθανολαμίνη ενδέχεται να είναι επηρεασμένος σε όλες τις μορφές κιρρώσεως κι όχι μόνο στη ΜΑΣΗ. Περισσότερες μελέτες σχετικά με τη λειτουργία τους απαιτούνται για την διευκρίνιση του ρόλου τους στη χρόνια ηπατοπάθεια. 809 150 183 Βιοηθικά ζητήματα στην διαχείριση της νόσου και του τέλους της ζωής ασθενών με διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις This dissertation was an attempt to explore the terms "pain", "illness", "death", "life after death", primarily through the perspective of four religions - Buddhism, Judaism, Islam, Christianity - which express the majority of people. The ultimate goal of this effort was its exploitation by healthcare professionals who are nowadays in contact with patients from different cultural environments. Doctors and nurses - based on the code of conduct- have the commitment and moral obligation to respect any patient's particularities. Therefore, this knowledge is useful for health professionals, so that they can approach patients and their loved ones better, understand behaviors that differ from the established or their personal beliefs, and have the tools to enable patients and relatives to feel the respect that they have for their particularities. In order this to be happened, staff training should take place beforehand on issues related to religions and the importance of this knowledge. Η συγκεκριμένη εργασία αποτέλεσε μια προσπάθεια διερεύνησης των όρων «πόνος», «ασθένεια», «θάνατος», «μετά θάνατο ζωή» πρωτίστως μέσα από την οπτική των τεσσάρων θρησκειών - βουδισμού, ιουδαϊσμού, ισλαμισμού, χριστιανισμού- που εκφράζουν την πλειοψηφία του ανθρώπινου δυναμικού με απώτερο στόχο την αξιοποίησή τους από το προσωπικό υγείας που στις μέρες μας είναι σύνηθες να έρχεται σε επαφή με ασθενείς διαφορετικών πολιτισμικών περιβαλλόντων. Ιατροί και νοσηλευτές βάσει άλλωστε και του ΚΙΔ ή του ΚΝοΔ έχουν την ηθική δέσμευση και υποχρέωση να σέβονται τις όποιες ιδιαιτερότητες των ασθενών. Οι γνώσεις αυτές λοιπόν κρίνονται χρήσιμες για επαγγελματίες υγείας, ώστε να μπορούν να προσεγγίζουν καλύτερα τους ασθενείς και τους οικείους τους, να κατανοούν συμπεριφορές που διαφοροποιούνται από τις καθιερωμένες ή από τα προσωπικά τους πιστεύω και να έχουν τα εφόδια για να μπορέσουν να κάνουν ασθενείς και οικείους να συναισθανθούν το σεβασμό που τρέφουν για τις ιδιαιτερότητες τους. Για να συμβεί όμως αυτό πρέπει να έχει προηγηθεί επιμόρφωση, εκπαίδευση του προσωπικού σε ζητήματα που άπτονται των θρησκειών και της σημασίας αυτών των γνώσεων. 810 261 236 This dissertation attempts to contribute to the assessment of water bodies in Greece, studying the current condition of water resources management of the basin of river Nestos, Greece, and exploring the available future prospects. After describing the socio-economic importance of river basins, the concept of integrated water resources management, sustainable growth, there is a reference about water distribution to its different uses and the wetlands and the connection of water quality management with land-uses. The existing governing schemes are studied and managing water as an economic resource is discussed. Specifically, the water basin of river Nestos, Greece, is studied, namely discussing mythology, historic information, physical characteristics of the basin, geomorphology, geology and soils. Land-uses are defined and the economic activities of the Bulgarian and Greek parts is described. The climatologic conditions are also described, and the author provides hydrologic, precipitation, temperature and surface water and groundwater information and data. Greta attention is given concerning managing transboundary river basins, describing typical cases of transboundary rivers, with a detailed presentation of the case of river Rhine. The international and common European Union's policy are also cited. Moreover, water uses are analyzed together with the quality of water (household waste, agricultural pollution, industrial activities etc.) and the results of most recent measurement tests. The most important existing scientific studies and research results are cited , while the current trans-national agreements between Bulgaria and Greece are analyzed. Concluding, the existing problems of the current condition in the river basin are summarized, while key conclusions derive arise, solutions are proposed, and future research suggestions are made. Η παρούσα διπλωματική προσπαθεί να συνεισφέρει στην αξιολόγηση των υδατικών σωμάτων στην Ελλάδα, με τη μελέτη της υπάρχουσας κατάστασης διαχείρισης υδατικών πόρων της λεκάνης του ποταμού Νέστου και τη διερεύνηση των προοπτικών που υπάρχουν. Μετά από περιγραφή της κοινωνικό-οικονομικής σημασίας των λεκανών απορροής, της έννοιας ολοκληρωμένης διαχείρισης υδατικών πόρων, της βιώσιμης ανάπτυξης, γίνεται αναφορά στην κατανομή του νερού στις διάφορες χρήσεις και τους υγροβιότοπους και σύνδεση της ποιοτικής διαχείρισης του νερού με τις χρήσεις γης. Μελετώνται τα υπάρχοντα μοντέλα διοίκησης και περιγράφεται η οικονομική θεώρηση του νερού. Μελετάται, συγκεκριμένα, η λεκάνη απορροής του ποταμού Νέστου, περνώντας από τη μυθολογία, στα ιστορικά στοιχεία, και τα φυσικά χαρακτηριστικά της λεκάνης, τη γεωμορφολογία, τη γεωλογία και τα εδάφη της. Προσδιορίζονται οι χρήσεις γης και αναλύεται η οικονομική δραστηριότητα στα τμήματα Βουλγαρίας και Ελλάδας. Περιγράφονται οι κλιματολογικές συνθήκες και παρατίθενται υδρολογικά στοιχεία, στοιχεία βροχοπτώσεων, θερμοκρασίας και δεδομένα σχετικά με τα επιφανειακά και υπόγεια νερά. Δίνεται έμφαση στη διαχείριση διακρατικών λεκανών απορροής με περιγραφή χαρακτηριστικών περιπτώσεων διακρατικών ποταμών και λεπτομερή ανάλυση της περίπτωσης του ποταμού Ρήνου, ενώ αναλύεται η σχετική διεθνής και κοινή ευρωπαϊκή πολιτική. Μελετώνται οι χρήσεις νερού, η ποιότητα των υδάτων (οικιακά λύματα, γεωργική ρύπανση, βιομηχανική δραστηριότητα) και παρατίθενται αποτελέσματα των πιο πρόσφατων μετρήσεων. Γίνεται εκτενής παράθεση των σημαντικότερων υπαρχουσών μελετών και ερευνών, ενώ αναλύονται οι υπάρχουσες διακρατικές συμφωνίες με τη Βουλγαρία. Τέλος, συνοψίζονται τα προβλήματα της υφιστάμενης κατάστασης, προκύπτουν σημαντικά συμπεράσματα και προτείνονται λύσεις και αντικείμενα μελλοντικής έρευνας. 811 358 373 Chronic Lymphocytic Leukemia (CLL), is the most known leukemia in the Western world and is characterized by the accumulation of monoclonal B cell lymphocytes in the blood, bone marrow and secondary lymphoid tissues. At clinical level, the disease shows great heterogeneity as some patients survive for many years without need of treatment while others are characterized by aggressive course with short survival. Τhe clinical heterogeneity is also reflected at the biological level. The exact mechanism leading to disease pathogenesis is not known so far, but several studies have shown the implication of both cell-intrinsic and cell-extrinsic molecular mechanisms. Several studies in the epigenetics field confirmed the heterogeneity of the disease, reporting distinct microRNA expression and methylation of DNA and histones between different subgroups of CLL patients. EZH2, a histone methyltransferase, which catalyzes the trimethylation of lysine 27 in histone H3 and leads to gene silencing is involved in basic cellular processes such as cell differentiation and cell cycle regulation. It has been found to be overexpressed in a broad range of malignancies, including both hematopoietic and solid tumors and is associated with poor prognosis. A related study of our group revealed that EZH2 is overexpressed in subgroups of CLL patients that characterized by poor outcome and that its overexpression seems to be associated with increased survival and proliferation of the cells. The aim of this study was to create stable cell lines with the help of the CRISPR / dCas9 system, that inducibly downregulated or overexpressed EZH2 in order to be used as a tool for further studying the role of EZH2 in disease pathogenesis. The results from the present study are consistent with the literature which associates EZH2 levels with cell proliferation as the CRISPR-edited cell lines expressing lower levels of EZH2 also exhibit a decrease in proliferation levels. In order to further investigate EZH2, and more specifically to identify its genes-targets we performed Chromatin Immunoprecipitation (ChiP) to isolate the chromatin with which EZH2 and H3K27me3 interacts. This experimental procedure mainly concerned the standardization of the immunoprecipitation protocol, since the conditions for its application regarding EZH2 and H3K27me3 in the context of CLL were not known yet. Η χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία (ΧΛΛ), η πιο κοινή λευχαιμία στο Δυτικό ημισφαίριο, χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση μονοκλωνικών Β-λεμφοκυττάρων στο αίμα, τον μυελό των οστών και τους δευτερογενείς λεμφικούς ιστούς. Σε κλινικό επίπεδο, η νόσος εμφανίζει μεγάλη ετερογένεια καθώς ορισμένοι ασθενείς επιβιώνουν για πολλά χρόνια χωρίς ανάγκη θεραπείας ενώ άλλοι χαρακτηρίζονται από επιθετική νόσο και μικρή επιβίωση. Η κλινική αυτή ετερογένεια αντικατοπτρίζεται και σε βιολογικό επίπεδο. Μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστός ο ακριβής μηχανισμός που οδηγεί στη παθογένεια της νόσου, αλλά πλειάδα μελετών έχει δείξει πως οφείλεται σε ένα συνδυασμό τόσο ενδογενών όσο και εξωγενών μοριακών μηχανισμών. Διάφορες μελέτες στο τομέα της επιγενετικής αποκάλυψαν την ετερογένεια της νόσου και σε αυτό το επίπεδο, αναδεικνύοντας διακριτά πρότυπα έκφρασης των microRNA και μεθυλίωσης του DNA και των ιστονών μεταξύ διαφορετικών υποομάδων ασθενών. Η ΕΖΗ2, είναι μια μεθυλοτρανσφεράση των ιστονών η οποία υπερεκφράζεται σε πλειάδα κακοηθειών, μεταξύ άλλων και κακοήθειες του λεμφικού ιστού, και σχετίζεται με δυσμενή πρόγνωση. Ο ρόλος της είναι καταλυτικός καθώς προκαλεί τη αποσιώπηση γονιδίων που συμμετέχουν σε βασικές κυτταρικές διαδικασίες όπως η κυτταρική διαφοροποίηση και η ρύθμιση του κυτταρικού κύκλου. Σχετική μελέτη της ομάδας μας αποκάλυψε ότι η ΕΖΗ2 υπερεκφράζεται σε ομάδες ασθενών που χαρακτηρίζονται από κακή πρόγνωση και πως η υπερέκφραση της φαίνεται να σχετίζεται με αυξημένη επιβίωση και πολλαπλασιασμό των κυττάρων. Στην παρούσα μελέτη, σκοπός ήταν η δημιουργία, με τη βοήθεια του συστήματος CRISPR/dCas9, σταθερών κυτταρικών σειρών που υπο- ή υπερεκφράζουν επαγώγιμα την EZH2, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως εργαλεία για την πιο λεπτομερή μελέτη του ρόλου της μεθυλοτρανσφεράσης αυτής στην ΧΛΛ. Τα αποτελέσματα έρχονται σε συμφωνία με τη μέχρι τώρα βιβλιογραφία που συσχετίζει τα επίπεδα της EZH2 με τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων καθώς οι κυτταρικές σειρές που υποεκφράζουν το ένζυμο εμφανίζουν παράλληλα και μείωση στα επίπεδα πολλαπλασιασμού. Για την περαιτέρω μελέτη της ΕΖΗ2, και συγκεκριμένα για την αναγνώριση των γονιδίων που βρίσκονται υπό τον έλεγχο της, πραγματοποιήσαμε ανοσοκατακρήμνιση χρωματίνης (ChIP) προκειμένου να απομονωθούν με επιτυχία τα τμήματα της χρωματίνης με τα οποία αλληλεπιδρά η EZH2 καθώς και τα τμήματα της χρωματίνης όπου η λυσίνη 27 της ιστόνης Η3 είναι τριμεθυλιωμένη. Η πειραματική αυτή διαδικασία αφορούσε κυρίως στην προτυποποίηση του πρωτοκόλλου ανοσοκατακρήμνισης καθώς οι συνθήκες εφαρμογής του σε κύτταρα ΧΛΛ όσον αφορά τα μόρια στόχους (ΕΖΗ2, Η3Κ27me3) δεν είναι γνωστές μέχρι στιγμής. 812 314 275 The role of Teachers’ Association in the management and administration of the school unit Η συμβολή του Συλλόγου Διδασκόντων στη διοίκηση της σχολικής μονάδας In the present approach, the role of the Teachers' Association in the administration of the school unit is studied. In addition, this qualitative approach exploring the following: (a) the duties and responsibilities of its members, from the point of view of both the Headmasters as well the teachers, (b) the way in which the Principal should function, in order for decisions in the school unit to be made participatory, (c) the identification of the advantages, but also the potential disadvantages of implementing a participatory type of administration, (d) the conflicts that may arise between members, as well as the role of Director in dealing with them properly. The semi-structured interview was the tool for conducting the interviews. The sample of the research consisted of Principals of primary schools of the prefectures of Drama, Serres and Lesvos and teachers of primary schools of the prefectures of Evros, Rodopi and Serres. The results showed that both the Principals and the teachers consider the Teachers’ Association the highest governing body of the school, in charge of many responsibilities. In addition, the Principal, as President of this collective body, is a person who also has many obligations to the teachers of the school he directs. As it turned out, the Director must use a model of democratic administration, such as the participatory model, in order for the Associations to operate effectively. It is necessary to be a coordinator and consultant, but with communication skills as well. Finally, as it turned out from the answers, there are many times when conflicts arise between the members of the Teachers’ Association. The most common reason is school planning issues. But there, as has been said, the role of the Director is crucial, who acts as a "firefighter" by having supportive behavior in order to "ease" the conflict. Στην παρούσα εργασία μελετάται ο ρόλος του Συλλόγου Διδασκόντων στη διοίκηση της σχολικής μονάδας. Επιπλέον, στην ποιοτική αυτή μελέτη διερευνώνται τα εξής: (α) τα καθήκοντα και οι αρμοδιότητες των μελών του, από τη σκοπιά τόσο των Διευθυντών όσο και των εκπαιδευτικών, (β) ο τρόπος με τον οποίο οφείλει να λειτουργεί ο Διευθυντής προκειμένου οι αποφάσεις στη σχολική μονάδα να λαμβάνονται συμμετοχικά, (γ) ο εντοπισμός των πλεονεκτημάτων, αλλά και των πιθανών μειονεκτημάτων από την εφαρμογή μιας συμμετοχικού τύπου διοίκησης, (δ) τα αίτια των συγκρούσεων που ενδεχομένως να προκύψουν ανάμεσα στα μέλη, καθώς και το ρόλο του Διευθυντή στην ορθή αντιμετώπιση αυτών. Εργαλείο της έρευνάς μας αποτέλεσε η ημιδομημένη συνέντευξη. Οι συμμετέχοντες της έρευνας είναι Διευθυντές δημοτικών σχολείων των νομών Δράμας, Σερρών και Λέσβου και εκπαιδευτικοί δημοτικών σχολείων των νομών Έβρου, Ροδόπης και Σερρών. Από την ανάλυση του υλικού προέκυψε ότι οι Διευθυντές όσο και οι εκπαιδευτικοί θεωρούν το Σύλλογο Διδασκόντων το ανώτατο διοικητικό σώμα του σχολείου, επιφορτισμένο με πολλές αρμοδιότητες. Επιπλέον ο Διευθυντής, ως Πρόεδρος του συλλογικού αυτού οργάνου, είναι ένα πρόσωπο το οποίο έχει και αυτό πολλές υποχρεώσεις ως προς τους εκπαιδευτικούς του σχολείου που διευθύνει. Οφείλει να χρησιμοποιεί μοντέλα δημοκρατικής διοίκησης, όπως το συμμετοχικό μοντέλο, προκειμένου οι Σύλλογοι να λειτουργούν με αποτελεσματικό τρόπο. Είναι απαραίτητο να είναι συντονιστής και σύμβουλος, με επικοινωνιακές όμως δεξιότητες. Τέλος, όπως προέκυψε από τις απαντήσεις πολλές είναι οι φορές που προκύπτουν συγκρούσεις ανάμεσα στα μέλη του Συλλόγου Διδασκόντων. Ο πιο συνήθης λόγος αφορά ζητήματα σχολικού προγραμματισμού. Εκεί όμως, όπως ειπώθηκε, καθοριστικός είναι ο ρόλος του Διευθυντή, ο οποίος λειτουργεί ως «πυροσβέστης» έχοντας υποστηρικτική συμπεριφορά προκειμένου να «κατασβήσει» τη σύγκρουση. 813 134 164 Πρόκληση θανάτων σε χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών από αλόγιστη χρήση διαδερμικών επιθεμάτων φαιντανύλης: τρόπος χρήσης, ανατομική εντόπιση και συνέργεια με άλλες ουσίες Fentanyl is a synthetic opioid that acts as an agonist at μ receptors. Its properties make it an extremely potent analgesic and anesthetic drug, when used intravenously and give it a wide potential for administration through different routes, resulting to the development of multiple pharmaceutical forms. The transdermal therapeutic system was developed to provide continuous, controlled, systemic release of fentanyl. Modifying the route of administration of the drug by violating the proposed medical method as an appropriate treatment regimen can be fatal. We present five (5) fatal cases of abuse of fentanyl transdermal therapeutic system (TTS) with unconventional intravenous use, which took place in the wider region of Central and Eastern Macedonia and Thrace. We highlight the scarcity of the cases in Greece and worldwide and emphasize the importance of information to avoid fatalities. Η φαιντανύλη είναι ένα ισχυρό συνθετικό οπιοειδές, το οποίο δρα ως αγωνιστής στους μ υποδοχείς. Οι ιδιότητες της την καθιστούν ένα εξαιρετικά ισχυρό αναλγητικό και αναισθητικό φάρμακο κατά την ενδοφλέβια χρήση και της προσδίδουν ευρύ δυναμικό χορήγησης μέσω διαφορετικών οδών με αποτέλεσμα τη δημιουργία πολλαπλών φαρμακοτεχνικών μορφών. Το διαδερμικό θεραπευτικό σύστημα αναπτύχθηκε για να παρέχει συνεχή, ελεγχόμενη, συστηματική απελευθέρωση της φαιντανύλης. Η τροποποίηση της οδού χορήγησης της φαρμακευτικής ουσίας σε παράβαση της προτεινόμενης ιατρικά μεθόδου ως ενδεικνυόμενο θεραπευτικό σχήμα μπορεί να αποβεί μοιραία. Στην εργασία μας παρουσιάζουμε πέντε (5) θανατηφόρα περιστατικά κατάχρησης του διαδερμικού θεραπευτικού συστήματος φαιντανύλης, οφειλόμενα σε ανορθόδοξη ενδοφλέβια χορήγηση, που έλαβαν χώρα στην ευρεία περιοχή της Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Επισημαίνουμε τη σπανιότητα των περιστατικών τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο και τονίζουμε τη σημαντικότητα της ευρείας ενημέρωσης του κοινού για την αποφυγή άλλων μοιραίων περιστατικών. 814 254 249 Καλλιέργεια αιωρούμενων σωματιδίων σε λεμφοκύτταρα περιφερικού αίματος και μελέτη του βαθμού μεταλλαξιγέννεσης The present thesis was carried out in the Lab. Of Geentics, Medical School of Democritus University of Thrace, under the supervision of Prof. Theodore S. Lialiaris, with professor’s Constantines Samara and her partner’s vital help, from the Chemical Dept. of Aristotle University of Thessaloniki. The present thesis’ purpose is the identification of the mutagenesis which is caused by floating particles on humans. The particles were originated from the area of Thessaloniki’s Eptapyrgio during the summer season. Due to the purpose of this thesis, every fraction of a floating particle is added in the cultivation of human peripheral blood lymphocytes. After the cultivation’s completion and with the optical microscope’s help, the frequency of Sister Chromatid Exchanges (SCEs), the index of proliferating rate index (PRI - Δ.Ρ.Π.) and the mitotic index (MI -Μ.Δ.) are calculated. Subsequently, the results of all the cultivations are presented in analytical charts. The results and the charts conclude that, in aqueous extracts, what causes most of the statistically significant chromatin exchanges per metaphase is the fine fraction, based on the PRI index there were not any statistically significant differences compared to the control cultivation, whereas based on the mitotic index the biggest cytotoxicity is caused by the fine and submicron fractions. In the organic extras the one that causes the most statistically significant chromatin exchanges per metaphase, the most genotoxic, is the ultrafine fraction. Based on the PRI index the fraction that causes the most important cytostatic is the submicron, whereas the most important cytotoxicity is caused by coarse and fine. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο Κυτταρο-γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη, με την καταλυτική βοήθεια της Καθηγήτριας Κωνσταντίνης Σαμαρά και των συνεργατών της από το Χημικό τμήμα του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι ο προσδιορισμός του βαθμού μεταλαξιγέννεσης που προκαλούν τα αιρούμενα σωματίδια στον άνθρωπο. Τα σωματίδια προέρχονται από την περιοχή του Επταπυργίου Θεσσαλονίκης και αφορούν καλοκαιρινή χρονική περίοδο. Για το σκοπό της συγκεκριμένης εργασίας ,κάθε κλάσμα μεγέθους αιωρούμενου σωματιδίου προστίθεται σε καλλιέργεια λεμφοκυττάρων περιφερικού ανθρώπινου αίματος. Μετά την ολοκλήρωση της καλλιέργειας και με την βοήθεια του οπτικού μικροσκοπίου προσδιορίζεται ο βαθμός των χρωματιδιακών ανταλλαγών (SCEs) , ο δείκτης ρυθμού πολλαπλασιασμού (Δ.Ρ.Π) καθώς και ο μιτωτικός δείκτης (ΜΔ). Στην συνέχεια και σε αναλυτικούς πίνακες παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από όλες τις καλλιέργειες. Από τα αποτελέσματα και τους πίνακες προκύπτει ότι, στα υδατικά εκχυλίσματα, αυτό που προκαλεί τις περισσότερες στατιστικά σημαντικές χρωματιδιακές ανταλλαγές ανά μετάφαση είναι το κλάσμα fine, με βάση τον Δ.Ρ.Π δεν υπήρχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές με την control καλλιέργεια ενώ τέλος, με βάση τον μιτωτικό δείκτη την μεγαλύτερη κυτταροτοξικότητα προκαλεί τα κλάσματα fine& submicron. Στα οργανικά εκχυλίσματα αυτό που προκαλεί τις περισσότερες στατιστικά σημαντικές χρωματιδιακές ανταλλαγές ανά μετάφαση, δηλαδή είναι το πιο γονοτοξικό, είναι το ultrafine. Με βάση τον Δ.Ρ.Π, το κλάσμα που προκαλεί την πιο σημαντική κυτταροστατικότητα είναι το submicron, ενώ την πιο σημαντική κυτταροτοξικότητα τα coarse & fine. 815 296 318 Διεθνής μελέτη καταγραφής της εξοικείωσης γιατρών και νοσηλευτών με την ανοσοθεραπεία καρκίνου Introduction: Immunotherapy for cancer treatment constitutes an effective invasion that is widely used in our days. Although immunotherapy is an important therapy for patients with several cancers, many healthcare providers are not accustomed to immunotherapy or they tend to be reticent to administrate such drugs, and especially in our country. Aim: The evaluation of the familiarity of healthcare providers (oncologists and oncology-nurses) regarding the administration of immunotherapy at cancer patients and their personal familiarity in the management of side effects attributed to immunotherapy. Methodology: The present manuscript is a cross-sectional 2-arms study that was conducted between January 2019 and September 2019. A meticulous review of the literature was performed at the electronic databases Google Scholar and Pubmed with keywords such as: immunotherapy; side effects; healthcare providers; aspects; familiarity; knowledge. In addition, in order researchers to collect data from Greek and foreign healthcare providers they created a novel questionnaire that was suspended at the ESMO young oncologists facebook-page, the Greek site HESMO and for the Greek nurses at the oncologic department of ESNE. The results were extracted via the utilization of S.P.S.S. 25 (Statistical Package for Social Sciences) and p=0.05. Results: Both Greek and foreign Oncologists seem to have a relative very good experience in administrating immunotherapy and a very good objective level of knowledge regarding the early recognition of immune-related side effects. Greek nurses have less confidence regarding the management of immunotherapy’s side-effects. Another point of our study is that healthcare providers that work at University’s Hospitals or Research Centers and those who follow the iRECIST criteria tend to have a better level of familiarity regarding immunotherapy. Conclusions: Immunotherapy nowadays is an essential strategy for cancer treatment. Herein perpetual training of healthcare providers, formulation of guidelines and research constitute the cornerstone of safe administration of immunotherapy. Εισαγωγή: Η ανοσοθεραπεία για τον καρκίνο αποτελεί μια αποτελεσματική θεραπευτική παρέμβαση που επιστρατεύεται στις μέρες μας. Αν και η ανοσοθεραπεία συνιστά μια ιδιαίτερα σημαντική θεραπευτική επιλογή για την αντιμετώπιση πολλών διαφορετικών μορφών κακοήθειας, εντούτοις πολλοί επαγγελματίες υγείας δεν είναι πλήρως εξοικειωμένοι με αυτά τα φάρμακα και με την διαχείριση των παρενεργειών τους και κυρίως στη χώρα μας. Σκοπός: Η αξιολόγηση του βαθμού της εξοικείωσης των ογκολόγων και των ογκολογικών νοσηλευτών με την χορήγηση ανοσοθεραπείας και με την διαχείριση των παρενεργειών της σε ασθενείς με καρκίνο. Υλικό και Μεθοδολογία: Πρόκειται για cross-sectional 2-arms μελέτη που έλαβε χώρα μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου 2019. Για το γενικό μέρος, πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Google Scholar και Pubmed με λέξεις-κλειδιά: immunotherapy; side effects; healthcare providers; aspects; familiarity; knowledge. Η συλλογή των αποτελεσμάτων έγινε με την χρήση ερωτηματολογίου σε ηλεκτρονική μορφή. Το ερωτηματολόγιο για τους ογκολόγους αναρτήθηκε στον ΕΟΠΕ και στο ESMO young oncologists σε ελληνική και αγγλική γλώσσα αντίστοιχα, ενώ το ερωτηματολόγιο για τους ογκολογικούς νοσηλευτές αναρτήθηκε στον Τομέα Ογκολογικής Νοσηλευτικής του ΕΣΝΕ. Η επεξεργασία και η στατιστική ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος S.P.S.S. 25 (Statistical Package for Social Sciences) και η στατιστική σημαντικότητα τέθηκε σε επίπεδο 0,05. Αποτελέσματα: Τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο οι επαγγελματίες υγείας παρουσιάζουν ικανοποιητικό επίπεδο εξοικείωσης με την ανοσοθεραπεία και την αντιμετώπιση των παρενεργειών της. Γενικά, οι ιατροί παρουσιάζουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση από τους νοσηλευτές. Ακόμη, υψηλότερη εξοικείωση παρατηρείται όταν ακολουθούνται από τους κλινικούς οι διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές και τα κριτήρια iRECIST (immune-related Response Evaluation Criteria in Solid Tumors) αλλά και σε Πανεπιστημιακά Νοσηλευτικά Ιδρύματα και Κέντρα Αναφοράς. Συμπεράσματα: Η ανοσοθεραπεία είναι ένα σπουδαίο όπλο στην θεραπευτική φαρέτρα των επαγγελματιών υγείας για την καταπολέμηση του καρκίνου. Η συνεχής εκπαίδευση των επαγγελματιών με διεθνή guidelines και η έρευνα είναι απαραίτητες για να εξασφαλισθεί η χορήγηση ανοσοθεραπείας με ασφάλεια. 816 204 255 Μελέτη της γενετικής βάσης της μετα-μεταγραφικής ρύθμισης του ABCA1 από τα miR-33a/b σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 και ασυνήθιστα υψηλή HDL, με έμφαση στην ανίχνευση παραλλαγών στο γονίδιο ABCA1 High Density Lipoprotein (HDL) is one of the most important forms of cholesterol, which is typically reduced in people with Metabolic Syndrome and Type 2 Diabetes Mellitus (T2DM). Its regulation is performed by the ABCA1 cholesterol-carrier protein, which plays a key role in regulating HDL levels in the circulation. Sterol Regulatory Element-binding proteins (SREBPs) play an important role in cholesterol regulation. Introns in the genes of SREBPs 1 and 2 express regulatory micro-RNAs (miR-33a / b), which suppress the expression of ABCA1 mRNA, affecting HDL plasma levels. Generally, patients with T2DM are characterized by low HDL levels, however there is a small percentage of patients who have unusually high HDL values. The purpose of this study is the genetic analysis of patients with T2DM with abnormally high and unusually low levels of HDL to identify possible single nucleotide polymorphisms (SNPs) or mutations in the 3-prime untranslated region (3 'UTR) of the ABCA1 gene, which may alter the binding of miR-33a / b to the 3 'UTR and therefore the gene a) is not effectively suppressed and high HDL (> 60mg / dL) is produced or (b) is oversuppressed and the typical amount of HDL produced is reduced (<30 mg / dL) in these individuals. Η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL) είναι μία από της πιο σημαντικές μορφές της χοληστερόλης, η οποία είναι τυπικά μειωμένη σε άτομα που πάσχουν από Μεταβολικό Σύνδρομο και Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2 (ΣΔΤ2). Η ρύθμισή της επιτελείται από την πρωτεΐνη - μεταφορέα χοληστερόλης ABCA1, η οποία παίζει καθοριστικό ρόλο στη ρύθμιση των επιπέδων της HDL στην κυκλοφορία. Στη ρύθμιση της χοληστερόλης σημαντικό ρόλο παίζουν οι πρωτεΐνες πρόσδεσης σε ρυθμιστικά στοιχεία στερολών (Sterol Regulatory Element-binding proteins- SREBPs). Ιντρόνια στα γονίδια των SREBPs 1 και 2 εκφράζουν ρυθμιστικά micro-RNAs (miR- 33a/b), τα οποία καταστέλλουν την έκφραση του ABCA1 mRNA, επηρεάζοντας τα επίπεδα της HDL στο πλάσμα. Γενικά, οι ασθενείς που πάσχουν από ΣΔΤ2 χαρακτηρίζονται από χαμηλά επίπεδα HDL, ωστόσο υπάρχει ένα μικρό ποσοστό ασθενών οι οποίοι έχουν ασυνήθιστα υψηλές τιμές HDL. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι η γενετική ανάλυση ασθενών με ΣΔΤ2 με ασυνήθιστα υψηλά και ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα HDL για τον εντοπισμό πιθανών μονονουκλεοτιδικών πολυμορφισμών (SNPs - Single Nucleotide Polymorphisms) ή μεταλλάξεων στην 3' αμετάφραστη περιοχή (3' UTR) του γονιδίου ABCA1, τα οποία ενδέχεται να μεταβάλλουν την ικανότητα πρόσδεσης των miR-33a/b στην 3' UTR και συνεπώς το γονίδιο α) να μην καταστέλλεται αποτελεσματικά και να παράγεται υψηλή HDL (>60mg/dL), ή β) να καταστέλλεται παραπάνω από το φυσιολογικό και να μην παράγεται η τυπική ποσότητα HDL, οπότε και η τιμή της είναι μειωμένη (<30mg/dL) στα άτομα αυτά. 817 288 298 Διερεύνηση της εμπλοκής γενετικού πολυμορφισμού της κοννεξίνης 26 στην επίπτωση της ψωρίασης Psoriasis vulgaris is an immune-mediated inflammatory disease that mainly affects skin causing characteristic scaly patches, called psoriatic plaques, due to pathological quick renewal of the epidermis (hyperkeratosis). Depending on patient's age at the initial symptoms' appearance, psoriasis is divided into early onset (first symptoms appear before the age of 40) and late onset (first symptoms appear on or past the fifth decade). Studies have shown that GJB2, a gene encoding connexin 26, a subunit on some types of gap junctions, is highly expressed on psoriatic plaques. Other studies show that mutations on 3'-UTR may alter the expression levels of a gene. The aim of this study was to compare the frequency of the rs3751385:C>T, a polymorphism located at the 3'-UTR of the gene, in patients with psoriasis and people from the general population. As a genotyping method PCR-RFLP was performed on 173 patients and 171 controls originated from Thrace, Greece. Patients and controls were matched regarding sex and age. For statistical analysis SPSS 17.0 statistical package was used. Considering the presence of T allele (genotypes CT and TT) the results of this research didn't reveal a statistically significant difference between psoriatic patients (26.6%) and general population (36%) (p=0.088) neither between sexes and patients with early or late onset of the disease (p=0.367, p=0.417). However, significant difference in the appearance of the allele (p=0.038) was found between the subpopulation of male patients suffering from early onset psoriasis (30.6%) and those suffering from late onset disease (12.8%). The outcome of this research may be an additional sign that these two forms of psoriasis may be two distinct entities even though they share nearly the same clinical features. Moreover, these results trigger further questions regarding the pathophysiology of this certain disease. Η ψωρίαση vulgaris είναι μια ανοσολογικής αρχής φλεγμονώδης δερματοπάθεια που προκαλεί παθολογικά αυξημένη παραγωγή επιδερμικών κυττάρων (υπερκεράτωση) δημιουργώντας χαρακτηριστικές φολιδωτές κηλίδες, τις ψωριασικές πλάκες. Ανάλογα με την ηλικία που εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα χωρίζεται σε δύο μορφές: την πρώιμη (εμφάνιση συμπτωμάτων πριν τα 40 έτη) και την όψιμη (εμφάνιση συμπτωμάτων από την πέμπτη δεκαετία και έπειτα). Μελέτες έδειξαν ότι οι ψωριασικές πλάκες εμφανίζουν αυξημένη έκφραση του γονιδίου GJB2 το οποίο κωδικοποιεί την κοννεξίνη 26, μία πρωτεΐνη που αποτελεί υπομονάδα μερικών χασματοσυνδέσμων. Ένας παράγοντας που επηρεάζει τα επίπεδα έκφρασης ενός γονιδίου είναι οι μεταλλάξεις στην 3'-UTR. Η παρούσα μελέτη έχει ως σκοπό τη σύγκριση της συχνότητας εμφάνισης του πολυμορφισμού rs3751385:C>T, που εδράζεται στην 3'-UTR του γονιδίου GJB2, μεταξύ ατόμων με ψωρίαση και ατόμων του γενικού πληθυσμού. Η γονοτύπηση έγινε με τη μέθοδο PCR-RFLP σε άτομα που κατάγονται από τη Θράκη και η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με χρήση του πακέτου SPSS 17.0. Ο αριθμός των ψωριασικών ασθενών που συμμετείχαν είναι 173, ενώ οι μάρτυρες 171 οι οποίοι και αντιστοιχήθηκαν ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι τα εξής: δε διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στη φορεία του αλληλομόρφου Τ (γονότυποι CT και TT) μεταξύ ασθενών (26,6%) και μαρτύρων (36%) (p=0,088) αλλά ούτε και μεταξύ φύλων ή πασχόντων από τις δύο μορφές της νόσου (p=0,367, p=0,417). Στην υποκατηγορία των αρρένων πασχόντων από πρώιμης έναρξης ψωρίαση όμως, εμφανίστηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στη φορεία αυτού του αλληλομόρφου σε σχέση με τους ασθενείς με όψιμη έναρξη (30,6% έναντι 12,8%, p=0,038). Το γεγονός αυτό δίνει μία ακόμα ένδειξη ότι ενδεχομένως αυτές οι δύο μορφές ψωρίασης αποτελούν διακριτές οντότητες παρά τις ομοιότητες στην κλινική τους εικόνα, ενώ ταυτόχρονα δίνει έναυσμα για διατύπωση περαιτέρω ερωτημάτων σχετικά με την παθοφυσιολογία της νόσου. 818 232 233 Thyroid gland is located in the cervix and weighs 20-25 g. It is responsible for the secretion of three hormones: a) thyroxine (T4) and b) triiodothyronine (T3), which regulates the metabolism in all tissues and whose secretion is regulated by the thyroid stimulating hormone (TSH) and c) calcitonin. Thyroid dysfunction is called hypothyroidism. Its most common cause is Hashimoto's thyroiditis. Subclinical hypo-thyroidism is usually an early stage of the disease (TSH is marginally elevated and T3 and T4 within normal levels) and presents mild symptoms only. Infertility is a common problem that affects almost 15% of couples. There are many causes for infertility. Many couples have recourse to assisted reproduction in order to achieve a pregnancy. Both clinical and subclinical hypothyroidism have been associated with menstrual disorders, infertility, increased rates of miscarriage, and premature labor; nevertheless, the findings of the observational studies are controversial for pregnant women with untreated subclinical hypothyroidism. Therefore, the guidelines and recommendations on whether levothyroxine therapy should be administered to this group of women are not yet defined. The aim of this study is to review the current literature on subclinical hypothyroidism, its early diagnosis, effects on reproductive function and possible therapeutic approaches. In most cases, it is proposed a universal screening of TSH levels in women of childbearing age. The initiation of treatment with levo-thyroxine is case- dependent and according to the advice of the treating physician. Ο θυρεοειδής αδένας βρίσκεται στον τράχηλο και ζυγίζει 20-25 g. Ο θυρεοειδής αδένας παράγει τρεις ορμόνες: α) τη θυροξίνη (Τ4) και β) την τριιωδοθυρονίνη (Τ3), που ρυθμίζουν το μεταβολισμό όλων των ιστών, και των οποίων η έκκριση ρυθμίζεται από τη θυρεοειδοτρόπο ορμόνη (TSH), και γ) την καλσιτονίνη. Η υπολειτουργία του θυρεοειδή ονομάζεται υποθυρεοειδισμός. Η πιο συχνή αιτία υποθυρεοειδισμού είναι η θυρεοειδίτιδα Hashimoto. Ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός συνήθως αποτελεί αρχικό στάδιο της νόσου (η TSH είναι οριακά αυξημένη και οι Τ3 και Τ4 σε φυσιολογικά επίπεδα) και χαρακτηρίζεται από ήπια μόνο συμπτώματα. Η υπογονιμότητα αποτελεί συνηθισμένο πρόβλημα, που επηρεάζει σχεδόν το 15% των ζευγαριών. Υπάρχουν πολλά αίτια υπογονιμότητας. Πολλά ζευγάρια καταφεύγουν στην υπο-βοηθούμενη αναπαραγωγή, προκειμένου να επιτευχθεί κύηση. Τόσο ο κλινικός, όσο και ο υποκλινικός υποθυρεοειδισμός έχουν συσχετισθεί με διαταραχές της εμμήνου ρύσεως (ΔΕΡ), υπογονιμότητα, αυξημένα ποσοστά αποβολών και πρόωρο τοκετό. Ωστόσο, τα πορίσματα των μελετών παρατήρησης ήταν αντικρουόμενα, σχετικά με τις έγκυες γυναίκες με μη θεραπευμένο υποκλινικό υποθυρεοειδισμό. Συνεπώς, δεν έχουν οριστεί κατευθυντήριες οδηγίες για το αν πρέπει να χορη-γηθεί θεραπεία λεβοθυροξίνης σε αυτήν την ομάδα γυναικών. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η ανασκόπηση της τρέχουσας βιβλιογραφίας σχετικά με τον υποκλινικό υποθυρεοειδισμό, την έγκαιρη διάγνωσή του, τις επιπτώσεις του στην αναπαραγωγική λειτουργία και τις πιθα-νές θεραπευτικές προσεγγίσεις. Στις περισσότερες περιπτώσεις, προ-τείνεται καθολικός έλεγχος των επιπέδων TSH σε γυναίκες αναπα-ραγωγικής ηλικίας και έναρξη θεραπείας λεβοθυροξίνης, ανάλογα με την περίπτωση και τις υποδείξεις του θεράποντος ιατρού. 819 274 269 An arbitrary medical act, that is to say, the one performed without prior information and patient consent, as well as a medical error, is the basis for the doctor's responsibility. One of the characteristic issues of this legal problem arises when, in this context, the medical services of several doctors and members of paramedical and nursing staff are provided simultaneously or sequentially to the patient. This problem is directly applicable to one of the most established forms of collective services in medicine, that is to say, in the context of the medical-surgical team. It is indeed rare that two medical specialties are so closely related to each other, as those of the surgeon and anesthetist. The surgeon can provide his services and perform surgery, as a rule after the anesthetist has intervened to administer the appropriate form of anesthesia to the surgical patient. At the same time, in the range of competencies and interventions of an anaesthesiologist's specialization, his intervention in the field of surgical operations is his main activity. In matters of liability to the medical team performing a surgical procedure, it is important to look for the responsibility of the surgeon or anesthesiologist, or even the responsibility of the doctors of both specialties in the appearance of the final, detrimental result in the health of the patient , whether it is a single collective act or whether the act which caused the damage is individual. The existence and the determination of the limits of responsibility of the surgeon and anesthesiologist constitute the central core of this diplomatic work, through the study of the current legislation, medical ethics and interpretations of the Lawmaker. Η αυθαίρετη ιατρική πράξη, δηλαδή αυτή που εκτελείται χωρίς να έχει προηγηθεί η αναγκαία ενημέρωση και η συναίνεση του ασθενούς, καθώς και η πραγματοποίηση ιατρικού σφάλματος, αποτελούν τη βάση της ευθύνης του ιατρού. Ένα από τα χαρακτηριστικά θέματα της σχετικής νομικής προβληματικής παρουσιάζεται όταν, στο πλαίσιο αυτό, παρέχονται ταυτόχρονα ή διαδοχικά στον ασθενή ιατρικές υπηρεσίες πλειόνων ιατρών και μελών του παραϊατρικού και του νοσηλευτικού προσωπικού. Αυτή η προβληματική βρίσκει άμεση εφαρμογή στην μια από τις πιο καθιερωμένες μορφές παροχής συλλογικών υπηρεσιών στην ιατρική, δηλαδή στο πλαίσιο της ιατροχειρουργικής ομάδας. Είναι, πράγματι, σπάνιο γεγονός δύο ιατρικές ειδικότητες να είναι τόσο στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους, όσο είναι αυτές του χειρουργού και του αναισθησιολόγου. Ο χειρουργός μπορεί να παράσχει τις υπηρεσίες του και να προβεί σε μια χειρουργική επέμβαση, κατά κανόνα αφότου έχει παρέμβει ο αναισθησιολόγος για τη χορήγηση της κατάλληλης μορφής αναισθησίας στον χειρουργικό ασθενή. Παράλληλα, στο φάσμα των αρμοδιοτήτων και παρεμβάσεων της ειδικότητας του αναισθησιολόγου, η μεσολάβησή του στον τομέα των χειρουργικών επεμβάσεων αποτελεί την κυριότερη δράση του. Σε ζητήματα απόδοσης ευθύνης στην ιατρική ομάδα που πραγματοποιεί μια χειρουργική επέμβαση, επομένως, είναι σημαντική η αναζήτηση της υπαιτιότητας στο πρόσωπο του χειρουργού ή του αναισθησιολόγου, ή ακόμα η υπαιτιότητα των ιατρών και των δύο ειδικοτήτων στην εμφάνιση του τελικού, επιζήμιου για την υγεία του ασθενούς αποτελέσματος, και αν πρόκειται για μια ενιαία συλλογική πράξη, ή αν η πράξη που προκάλεσε τη βλάβη είναι ατομική. Η ύπαρξη και ο προσδιορισμός των ορίων της ευθύνης του χειρουργού και του αναισθησιολόγου συνιστά τον κεντρικό πυρήνα της διπλωματικής αυτής εργασίας, μέσα από τη μελέτη της ισχύουσας νομοθεσίας, της ιατρικής δεοντολογίας και των ερμηνειών του Νομοθέτη. 820 340 383 Ραδιοανοσοπροσδιορισμός των επιπέδων της γαστρίνης του ορού και ο ρόλος της στην παρακολούθηση ασθενών με παθήσεις ανώτερου πεπτικού NTRODUCTION: Gastrin is a circulating hormone responsible for stimulation of acid secretion from the parietal cell, produced by G cells in the gastric antrum. Gastrin is also correlated with the potential of growth of cells and has a vital role in a variety of normal and abnormal biological processes including maintenance of the gastric mucosa, proliferation of enterochromaffin-like cells, and neoplastic transformation. AIM: The aim of this study is to evaluate the gastrin serum levels in patients with diseases of the upper gastrointestinal tract, in correlation with their treatment. PATIENTS AND METHODS: We studied 58 patients (38 males and 20 females) aged between 36 and 68 years old (median age 47±9 years) who suffered from diseases of the upper gastrointestinal like gastroesophageal reflux, achalasia, cyclic vomiting syndrome, achlorhydria and hypochlorhydria, Zollinger-Ellison syndrome (ZES), gastrinoma, peptic ulcer, Barrett's esophagus and metaplasia and gastritis. All were followed up at the University Hospital of Evros. The gastrin levels were measured by radioimmunoassay (RIA) method with Diasorin kit at the in vitro laboratory of Nuclear Medicine Dept. of the University Hospital of Evros, Democritus University of Thrace. In 38 patients (group A), measurements were made initially with the diagnosis, then after treatment and during follow-up, while the other 20 posttreatment (surgical or pharmaceutical) measurements were monitored (group B). Statistical analysis was performed by the x2-test and statistical significance was considered for p< 0.005. RESULTS: 85% of patients in group A experienced elevated gastrin values at baseline and then after treatment, 90% of them experienced a fall in the normal as an incidence of treatment efficacy, while 10% had a relapse of the disease, especially cancer patients. (p <0.005). Of group B patients, 60% had low rates, while the remaining 40% had high rates of recurrence of the operated cancer patients, and the severity of the disease suffered by sufferers of benign disease. (p <0.005) CONCLUSIONS: Measuring gastrin values is useful in monitoring patients with upper gastrointestinal diseases to assess treatment efficacy, disease relapse and as a prognostic factor for the severity of the disease. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η γαστρίνη είναι μια ορμόνη του κυκλοφορικού συστήματος υπεύθυνη για τη διέγερση της έκκρισης οξέος από τα βρεγματικά κύτταρα, που παράγεται από τα κύτταρα G στο γαστρικό άντρο. Η γαστρίνη συσχετίζεται επίσης με το δυναμικό ανάπτυξης κυττάρων και έχει ζωτικό ρόλο σε μια ποικιλία φυσιολογικών και μη φυσιολογικών βιολογικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης του γαστρικού βλεννογόνου, του πολλαπλασιασμού των κυττάρων που μοιάζουν με εντεροχρωμαφινικά και του νεοπλασματικού μετασχηματισμού. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αξιολόγηση των επιπέδων της γαστρίνης του ορού σε ασθενείς με ασθένειες του ανώτερου γαστρεντερικού σωλήνα, σε συσχετισμό με τη θεραπεία τους. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Μελετήθηκαν 58 ασθενείς (38 άνδρες και 20 γυναίκες) ηλικίας μεταξύ 36 και 68 ετών (μέσος όρος ηλικίας 47 ± 9 ετών) που πάσχουν από ασθένειες του άνω γαστρεντερικού σωλήνα όπως γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, αχαλασία, σύνδρομο κυκλικού έμετου, αχλωρυδρία και υποχλωρυδρία, σύνδρομο Zollinger-Ellison (ZES), γαστρίνωμα, πεπτικό έλκος, οισοφάγος Barret και μεταπλασία και γαστρίτιδα. Όλοι παρακολουθήθηκαν στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Έβρου. Τα επίπεδα γαστρίνης μετρήθηκαν με τη μέθοδο ραδιοανοσοδοκιμασίας (RIA) με κιτ Diasorin στο in vitro εργαστήριο του Τμήματος Πυρηνικής Ιατρικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Σε 38 ασθενείς (ομάδα Α) έγιναν μετρήσεις αρχικά με την διάγνωση και στην συνέχεια μετά την θεραπεία και κατά την παρακολούθησή των, ενώ στους λοιπούς 20 έγιναν μετρήσεις μετά την θεραπεία (χειρουργική ή φαρμακευτική ) κατά την παρακολούθησή τους (ομάδα Β) . Η στατιστική ανάλυση διεξήχθη με την χ2-δοκιμή και η στατιστική σημασία θεωρήθηκε για ρ <0,005. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Το 85% των ασθενών της ομάδας Α παρουσίασε αυξημένες τιμές της γαστρίνης κατά την αρχική διάγνωση και στην συνέχεια μετά την ανάλογη θεραπεία το 90% εξ αυτών εμφάνισε πτώση των τιμών στο φυσιολογικό ενδεικτικό της αποτελεσματικότητας της αγωγής , ενώ το 10% εμφάνισε υποτροπή της νόσου, ειδικά οι καρκινοπαθείς. (p< 0.005).Από τους ασθενείς της ομάδας Β, το 60% εμφάνισε χαμηλές τιμές ενώ το λοιπό 40% είχε υψηλές τιμές λόγω υποτροπής των χειρουργημένων καρκινοπαθών, και λόγω της σοβαρότητας της νόσου των πασχόντων από καλοήθεις παθήσεις. (p< 0.005) ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η μέτρηση των τιμών της γαστρίνης είναι χρήσιμη στην παρακολούθηση των ασθενών με παθήσεις του ανώτερου πεπτικού για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας ,της υποτροπής της νόσου και ως προγνωστικός παράγοντας της σοβαρότητας της νόσου. 821 196 198 The aim of this study is to contribute to the investigation of sexuality of women with schizophrenia. In this review are presented: a) historical data on the sexuality of women suffering from schizophrenia, b) the relationship of sexuality with spirituality and religion, c) the sexual desire and sexual activity of women with psychosis, d) the pathophysiology of Sexual Disorders and the contribution of classical and atypical antipsychotics to it, e) the effect of psychosis on sexuality, f) the dangerous sexual behavior, abuse and exploitation of women with schizophrenia, (g) scales and other methods of assessing the sexual function of women with schizophrenia, (h) the effect of schizophrenia on intimate relationships; (i) psychosocial issues of the sexuality of women with schizophrenia, such as: contraception, reproductive issues, pregnancy, biases about sexuality of women with schizophrenia, their role as parents and finally, j) possible therapeutic interventions of sexual disorders. Researchers' approaches investigating the sexuality of women with schizophrenia and its effect on psychosis and the quality of life of patients are presented. It has been identified the insufficient treatment by mental health experts.A critical view of the issues that arise is provided and conclusions are drawn around the subject. Στόχος αυτής της μελέτης είναι η συμβολή στη διερεύνηση της σεξουαλικότητας των γυναικών με σχιζοφρένεια. Στην παρούσα ανασκόπηση παρουσιάζονται: α) ιστορικά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στην σεξουαλικότητα των γυναικών που πάσχουν απο σχιζοφρένεια, β) η σχέση της σεξουαλικότητας με την πνευματικότητα και την θρησκεία, γ) η σεξουαλική επιθυμία και οι σεξουαλικές δραστηριότητες των γυναικών με ψύχωση, δ) η παθοφυσιολογία των σεξουαλικών διαταραχών και η συμβολή των κλασικών και άτυπων αντιψυχωσικών σε αυτή, ε) η επίδραση της ψύχωσης στην σεξουαλικότητα, ζ) η επικίνδυνη σεξουαλική συμπεριφορά, κακοποίηση και εκμετάλλευση των γυναικών με σχιζοφρένεια, η) κλίμακες και άλλες μέθοδοι εκτίμησης της σεξουαλικής λειτουργίας των γυναικών με σχιζοφρένεια,, θ) η επίδραση της σχιζοφρένειας στις προσωπικές-ερωτικές σχέσεις, ι) ψυχοκοινωνικά θέματα της σεξουαλικότητας των γυναικών με σχιζοφρένεια όπως: αντισύλληψη, αναπαραγωγικά θέματα, εγκυμοσύνη, προκαταλήψεις γύρω απο την σεξουαλικότητα των γυναικών με σχιζοφρένεια, ο ρόλος τους ως γονείς και τέλος, κ) πιθανές θεραπευτικές παρεμβάσεις των σεξουαλικών διαταραχών. Παρουσιάζονται προσεγγίσεις ερευνητών σχετικά με την διερεύνηση της σεξουαλικότητας των γυναικών με σχιζοφρένεια, την επίδρασή της στην ψύχωση και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Διαπιστώνεται η μη ικανοποιητική αντιμετώπισή της απο τους ειδικούς ψυχικής υγείας. Παρατείθεται κριτική θεώρηση των ζητημάτων που προκύπτουν και εξάγονται συμπεράσματα γύρω απο το θέμα. 822 239 262 innovative teaching approaches combining traditional educational methods with Digital Educational Applications καινοτόμες διδακτικές προσεγγίσεις που συνδυάζουν παραδοσιακές εκπαιδευτικές μεθόδους με ψηφιακές εκπαιδευτικές εφαρμογές The purpose of this thesis is to study, research and present innovative teaching approaches that combine traditional teaching methods with modern digital and educational edutainment applications. The site of the research is the 11th Alexandroupolis Elementary School. A combination of methods such as participatory observation, participatory planning and content analysis of children's written texts was used to collect the data. The sample of the research is the 23rd grade students of the 11th Alexandroupolis Elementary School. The methodological tools utilized were storytelling, group discussions, a diary during research, children's written texts, and software tools within the edutainment training model, such as google search engine, youtube, Video Pad software as well as Digital Storytelling. According to the results of this work, it seems that some Pontian and Thracian dishes are still part of our daily diet. The family contributes to this in terms of both cooking and pastry. Concerning the use of the computer for the teaching of traditional nutrition, it can be seen that its use can produce positive learning outcomes. The present project highlights the use of digital media to teach traditional nutrition topics. In addition, the importance of edutainment for education is highlighted. The present study aims to initiate further research in which the computer tool will be indispensable in the educational process and in particular in the field of popular culture teaching and traditional nutrition. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να μελετήσει, να ερευνήσει και να παρουσιάσει αναλυτικά καινοτόμες διδακτικές προσεγγίσεις που συνδυάζουν παραδοσιακές εκπαιδευτικές μεθόδους με τη σύγχρονη ψηφιακή και εκπαιδευτική εφαρμογή edutainment. Ο τόπος διεξαγωγής έρευνας είναι το 11ο Δημοτικό Σχολείο Αλεξανδρούπολης. Για τη συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε συνδυασμός μεθόδων, όπως συμμετοχική παρατήρηση, συμμετοχικός σχεδιασμός και ανάλυση περιεχομένου των γραπτών κειμένων των παιδιών. Το δείγμα της έρευνας αποτελούν οι 23 μαθητές και μαθήτριες της Ε’ τάξης του 11ου Δημοτικού Σχολείου Αλεξανδρούπολης. Τα μεθοδολογικά εργαλεία που αξιοποιήθηκαν ήταν η αφήγηση, ομαδικές συζητήσεις, ημερολόγιο κατά τη διάρκεια της έρευνας, γραπτά κείμενα των παιδιών και λογισμικά εργαλεία στο πλαίσιο του μοντέλου εκπαίδευσης edutainment, όπως η μηχανή αναζήτησης google, youtube, η λογισμική εφαρμογή του Video Pad καθώς και η ψηφιακή αφήγηση (Digital Storytelling). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης εργασίας κάποια ποντιακά και θρακιώτικα εδέσματα ακόμη και σήμερα αποτελούν μέρος της καθημερινής διατροφής. Σ’ αυτό συντελεί η οικογένεια τόσο από πλευρά μαγειρικής όσο και από της ζαχαροπλαστικής. Σχετικά με την αξιοποίηση του ηλεκτρονικού υπολογιστή για τη διδασκαλία της παραδοσιακής διατροφής προκύπτει ότι η χρήση του είναι δυνατό να επιφέρει θετικά μαθησιακά αποτελέσματα. Η παρούσα εργασία προβάλλει την αξιοποίηση των ψηφιακών μέσων με σκοπό τη διδασκαλία θεμάτων που αφορούν την παραδοσιακή διατροφή. Επιπλέον, αναδεικνύεται η σημασία του edutainment για την εκπαίδευση. Η παρούσα έρευνα φιλοδοξεί να αποτελέσει έναυσμα για να ακολουθήσουν περισσότερες έρευνες στις οποίες θα αναδειχθεί ο ηλεκτρονικός υπολογιστής εργαλείο απαραίτητο στην εκπαιδευτική διαδικασία και ειδικότερα στο πεδίο της διδασκαλίας του λαϊκού πολιτισμού και της παραδοσιακής διατροφής. 823 312 364 Αιμορραγικά αγγειακά επεισόδια προκαλούμενα από τα νέα αντιπηκτικά (NOACs) Intracerebral hemorrhage (ICH) is the most serious complication of oral anticoagulant treatment, with in-hospital mortality reaching 42%. Despite advances in its prevention, the worldwide incidence of ICH has not been reduced, possibly due to an increase of anticoagulation-associated ICH (aICH) in the older population. The use of novel anticoagulants (NOACS) in the secondary prevention of cardio-embolism reduces the occurrence of aICH compared to coumarin anticoagulants (CA). However, their constantly increasing use, even in patients previously excluded from receiving CA, creates the need to record "real world data". In this report we present the experience of the 2nd Department of Neurology of Aristotle University of Thessaloniki regarding aICH after NOACS, during the period January 2017-December 2020. Epidemiological, clinical, laboratory and neuroimaging parameters were prospectively recorded and were correlated with the final outcome of the patients. The final sample consisted of 25 patients [14 (54%) women]. The average age was 78.56 years (min 61 - max 88). 14 (56%) aICH were attributed to Apixaban, 7 to Rivaroxaban (28%) and 4 (16%) to Dabigatran. The median values of ICH score and NIHSS score were 2.12 (range: 0-5) and 16.8 (range: 1-35) respectively. The median baseline CT-based hematoma volume was 14.64 ml (min 0.1 - max 67.2) while there was hematoma expansion in six patients. The median estimated GFR value was 65.56 ml/min (range: 35ml/min - 93ml/min). Regarding outcome, 13 (52%) patients died (9 women). We are announcing the largest series in Greece of NOACs-associated intracerebral hemorrhage. Our experience shows that: 1) the occurrence of ICH in patients receiving NOACS is not uncommon, since their use has been significantly generalized; 2) careful risk/benefit estimation before the administration of NOACS, particularly in older patients, is needed; and 3) the outcome of aICH after NOACS still remains unfavorable. The need to establish a national registry of ICH associated with oral anticoagulants, and in particular with NOACS, is obvious. Η ενδοεγκεφαλική αιμορραγία (ΕΑ) είναι η πιο σοβαρή επιπλοκή της από του στόματος αντιπηκτικής αγωγής, με ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα που αγγίζει το 42%. Παρά τις προόδους στην πρόληψή της, η παγκόσμια συχνότητα εμφάνισης της ICH δεν έχει μειωθεί, πιθανώς λόγω της αύξησης των σχετιζομένων με αντιπηκτικά αιμορραγιών στον πληθυσμό μεγαλύτερης ηλικίας. Η χρήση των νεότερων αντιπηκτικών (NOACS) στη δευτερογενή πρόληψη των καρδιοεμβολικών ΑΕΕ ελαττώνει την εμφάνιση αυτόματης ενδοκρανίου αιμορραγίας (αΕΑ) σε σύγκριση με τα κουμαρινικά αντιπηκτικά (ΚΑ). Ωστόσο, η συνεχώς αυξανόμενη χρήση τους, ακόμη και σε ασθενείς που προηγουμένως είχαν αποκλειστεί από τη λήψη ΚΑ, δημιουργεί την ανάγκη καταγραφής «δεδομένων από την καθημερινή πρακτική» (real world data). Στην παρούσα εργασία παρουσιάζουμε την εμπειρία της Β’ Νευρολογικής Κλινικής Α.Π.Θ. επί των αΕΑ συνεπεία NOACS κατά το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2017-Δεκέμβριος 2020. Διενεργήθηκε προοπτική συστηματική καταγραφή των επιδημιολογικών, κλινικών, εργαστηριακών και νευροαπεικονιστικών παραμέτρων και έγινε συσχέτιση αυτών με την τελική έκβαση των ασθενών. Το τελικό δείγμα περιλάμβανε 25 άτομα. 14 εξ’ αυτών ήταν γυναίκες (54%). Η μέση ηλικία ήταν 78.56 έτη (min 61 - max 88). Παρατηρήθηκαν 14 (56%) αΕΑ σχετιζόμενες με Apixaban, 7 (28%) με Rivaroxaban και 4 (16%) με Dabigatran. Οι κλίμακες ICH και NIHSS είχαν διάμεσο τιμή 2.12 (εύρος: 0-5) και 16.8 (εύρος: 1-35) αντιστοίχως. Στην CT εισαγωγής ο διάμεσος όγκος αιμορραγίας υπολογίστηκε σε 14.64 ml (min 0.1 - max 67.2) ενώ στην επαναληπτική CT σημειώθηκε αύξηση του όγκου της αιμορραγίας σε έξι εκ των ασθενών. Η διάμεσος τιμή της εκτιμώμενης GFR εισόδου ήταν 65.56 ml/min (εύρος: 35ml/min -93ml/min). Όσον αφορά την έκβαση, 13 (52%) ασθενείς απεβίωσαν (9 γυναίκες). Ανακοινώνουμε τη μεγαλύτερη σειρά ασθενών στην Ελλάδα με μη τραυματική ενδοκράνια αιμορραγία σχετιζόμενη με λήψη νεότερων από του στόματος αντιπηκτικών (NOAC). Από την εμπειρία μας καταδεικνύεται ότι: 1) η εμφάνιση αΕΑ σε ασθενείς υπό NOACS δεν είναι ασυνήθης, καθόσον η χρήση τους έχει σημαντικά γενικευθεί, 2) είναι επιτακτική η ανάγκη προσεκτικής στάθμισης οφέλους/κινδύνου στη χορήγηση NOACS, ιδιαίτερα στους μεγαλύτερους ηλικιακά ασθενείς, και 3) η έκβαση των αEA σε ασθενείς υπό NOACS παραμένει δυσμενής. Η αναγκαιότητα κατάρτισης ενός εθνικού μητρώου καταγραφής των ΑΕΑ σχετιζόμενων με τη λήψη από του στόματος αντιπηκτικών, και ειδικότερα των NOACS, είναι προφανής. 824 203 187 Τhe importance of internet usage and information technology into the language development and educational process Η σημασία της χρήσης του διαδικτύου και των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στην γλωσσική ανάπτυξη και την εκπαιδευτική διαδικασία The Postgraduate Thesis was implemented at the Pedagogical Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace in the framework of the Postgraduate Program of Educational Managers in Educational Sciences and the general objective of the study is to explore the impact of New Technologies and Mass Media on language development throughout the educational procedure. In this thesis it is tried to be investigated the new data as they are shaped by the rapid advances of the new technologies as well as their dynamic entry into the field of education, since it is now acceptable the fact that the internet is an alternative form of learning, thus sooner or later will be integrated into the educational process of the modern school. In addition, record of cases of Internet usage in schools in the European Union and in our country is presented and a model for teaching them in primary schools is also proposed. The sample of this survey was 19 people aged 25 to 60 years of which nineteen (19) women and one (1) male. The time required for each interview was an average of 35-40 minutes. Η παρούσα Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης υλοποιήθηκε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών Στελέχη Εκπαίδευσης στις Επιστήμες της Αγωγής και ως γενικότερο στόχο έχει την μελέτη της επίδρασης των Νέων Τεχνολογιών και των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην γλωσσική ανάπτυξη και την εκπαιδευτική διαδικασία. Στην εργασία προσπαθούμε να διερευνήσουμε τα νέα δεδομένα όπως διαμορφώνονται μετά την αλματώδη πρόοδο των νέων τεχνολογιών και την δυναμική είσοδο τους και στο χώρο της εκπαίδευσης, αφού πλέον είναι γεγονός ότι το διαδίκτυο αποτελεί μια εναλλακτική μορφή μάθησης που αργά ή γρήγορα θα ενσωματωθεί στην εκπαιδευτική διαδικασία του σύγχρονου σχολείου. Επιπλέον, καταγράφονται περιπτώσεις αξιοποίησης του διαδικτύου σε σχολεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και της χώρας μας και κυρίως προτείνεται ένα μοντέλο διδακτικής αξιοποίησής του σε σχολεία της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το δείγμα της παρούσας έρευνας αποτέλεσαν 19 άτομα ηλικίας 25 έως 60 ετών εκ των οποίων δέκα εννέα (19) γυναίκες και ένας (1) άνδρας. Ο χρόνος που απαιτήθηκε για κάθε συνέντευξη ήταν κατά μέσο όρο 35-40 λεπτά. 825 309 303 Oι Παιδαγωγικές Ακαδημίες και οι συνθήκες διαβίωσης των σπουδαστών τους This work, which is divided into two parts, theoretical and empirical, deals with the issue of students welfare at the Pedagogical Academies at the dictatorship (1967-1974). In the theoretical part of the educational reforms studied the period 1964-1974. Μain achievement of the 1964 reform was the introduction of free and compulsory education at all levels by eliminating all the financial burden of students. Also, the local language became the language of teaching and of books in elementary school and equal with the purist in middle school and high school. However, this reform effort was annulled by the domination of the dictatorship in the political spotlight. In 1933 he took the place of Teaching of Pedagogical Academies, which functioned until 1989 and in 1934 established their first curriculum. The faculty of academies included the head and deputy head, who starred in the school management system, as well as teachers of various specialties. The relationship between students and teachers were characterized by authoritarianism and dominated the penalties for infringements of the regulations of Academies. The input mode was basically the admission examinations. However, to fill gaps and those who had imported excellent high school diploma and were able-bodied. The practical test was conducted in the second year of study in the Standards or in other primary schools in the control of the director and teachers. The rigorous educational climate that prevailed faithfully serving political decisions, superseding the creation of professional consciousness of students. To conduct the empirical part of the work, a qualitative research and specifically interviewed fifteen people who studied at Pedagogical Academies of Greece for the period 1967-1974 in order to establish the conditions prevailing in them. The main findings of the research process is the prevalence of authoritarian climate, limited opportunity to make statements, the ban on interpersonal relations and their existence with caution between boys and girls Η εργασία, η οποία χωρίζεται σε δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό, πραγματεύεται το θέμα των συνθηκών διαβίωσης των σπουδαστών στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες την περίοδο της δικτατορίας (1967-1974). Ειδικότερα, στο θεωρητικό μέρος μελετήθηκαν οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις τη δεκαετία 1964-1974. Από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της μεταρρύθμισης του 1964 ήταν η θέσπιση της δωρεάν και υποχρεωτικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες και η καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας ως επικρατούσα γλώσσα των βιβλίων και της διδασκαλίας στο δημοτικό σχολείο και ως ισότιμη με την καθαρεύουσα στο γυμνάσιο και το λύκειο. Ωστόσο, η μεταρρύθμιση ακυρώθηκε λόγω της επιβολής της δικτατορίας στο πολιτικό προσκήνιο. Το 1933 πραγματοποιήθηκε η αντικατάσταση των Διδασκαλείων από τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, οι οποίες λειτούργησαν έως το 1989 και την επόμενη χρονιά καθορίστηκε το πρώτο πρόγραμμα σπουδών τους. Το διδακτικό προσωπικό των Ακαδημιών περιλάμβανε τον διευθυντή και τον υποδιευθυντή, που πρωταγωνιστούσαν στο σύστημα διοίκησης των σχολών, όπως, επίσης, και καθηγητές διαφόρων ειδικοτήτων. Η στάση των καθηγητών προς τους σπουδαστές χαρακτηριζόταν από αυταρχισμό και κυριαρχούσαν οι ποινές στις παραβάσεις των κανονισμών των Ακαδημιών. Το αυστηρό παιδαγωγικό κλίμα που επικρατούσε, υπηρετούσε πιστά τις πολιτικές αποφάσεις, παραγκωνίζοντας την ανάγκη διαμόρφωσης επαγγελματικής συνείδησης στους σπουδαστές. Ο τρόπος εισαγωγής ήταν κατά βάση οι εισιτήριες εξετάσεις, εντούτοις, για τη συμπλήρωση κενών εισάγονταν και όσοι ήτανε αρτιμελείς και είχαν άριστο απολυτήριο λυκείου. Η πρακτική άσκηση διεξαγόταν στο δεύτερο έτος σπουδών στα Πρότυπα ή σε άλλα δημοτικά σχολεία υπό τον έλεγχο του διευθυντή και των καθηγητών. Κλείνοντας, για τη διεξαγωγή του εμπειρικού μέρους της εργασίας διεξήχθη ποιοτική έρευνα και συγκεκριμένα ελήφθη συνέντευξη από δεκαπέντε πρόσωπα που φοίτησαν σε Παιδαγωγικές Ακαδημίες την περίοδο 1967-1974. Τα κυρία ευρήματα από την εμπειρική διαδικασία είναι, μεταξύ άλλων, η επικράτηση αυταρχικού κλίματος, η περιορισμένη δυνατότητα έκφρασης απόψεων και η απαγόρευση δημιουργίας διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ αγοριών και κοριτσιών 826 380 394 Biosafety covers a wide range of needs, practices and implemented measures designed to protect the staff working in the laboratories from infectious agents, the community from disease transmission and the environment from pollution and pathogenic infection. Moreover, it discloses the need to limit microorganisms within laboratories and prevent their use in any unpredictable, harmful or dangerous manner against humanity .The aim of this study is to record attitudes, opinions and habits of working staff in Microbiological Laboratories and Biomedical Laboratories of the Blood donation units located within Hospitals of the Region of Eastern Macedonia and Thrace. The current study focuses on familiarizing staff of the laboratories in the Eastern Macedonia and Thrace Hospitals with the basic principles of prevention and accident avoidance .It also studies their opinion on whether good practice standards are applied during handling of microbiological samples or medical equipment and whether the appropriate and necessary measures are taken in order to protect themselves ,as well as the community ,from exposure and spread of a pathogenic infection. Furthermore, this study attempts to record reported incidents of disease transmission after failure of biological material handling from the laboratory staff, as well as occupational diseases arising from the use of protective materials and equipment. Included were 114 members of laboratory staff of the Hospitals in the Eastern Macedonia and Thrace Region. The participants voluntarily answered an anonymous questionnaire that included 29 questions with graded answers. Participating Hospitals: General University Hospital of Alexandropoulis (40,5%), General Hospital of Didymoticho (07%), General Hospital of Xanthi (24,5%), General Hospital of Kavala (17,5%) and General Hospital of Drama (10,5%). The majority were women in the fifth decade of their lives .Most employees were familiar with the term Biosecurity and positively expressed the use of personal protective equipment. Finally, isolated incidents of transmission of infectious diseases due to a professional accident were reported, while several cases of occupational allergy were reported. Overall, the findings demonstrate the key role of education in acquiring and following Biosafety rules and principles, the need for internal rule and implementation of good laboratory practice according to international standards, with the valuable supervision by a qualified member of each laboratory, and finally that the constant update of the laboratory staff on main issues of Occupational Health and Safety is a vital requirement.) Η Βιοασφάλεια καλύπτει ένα ευρύ φάσμα αναγκών, πρακτικών και εφαρμοσμένων μέτρων που σκοπό έχουν την προστασία του ίδιου του εργαζόμενου στα εργαστήρια από την δράση λοιμογόνων παραγόντων, της κοινότητας από μετάδοση παθήσεων σε αυτήν και του περιβάλλοντος από ρύπανση, προσβολή και επιβάρυνση με οποιοδήποτε μέσο και τρόπο από παθογόνους μικροοργανισμούς. Επίσης, φανερώνει την ανάγκη διαφύλαξης των μικροοργανισμών εντός των ασφαλών ορίων των εργαστηρίων και αποτροπής χρήσης τους με οποιοδήποτε απρόβλεπτο, επιβλαβή και επικίνδυνο τρόπο για την ανθρωπότητα. Στόχος της παρούσας εργασίας αποτελεί η καταγραφή στάσεων, απόψεων και συνηθειών των εργαζόμενων στα Μικροβιολογικά εργαστήρια καθώς και στα βιοϊατρικά εργαστήρια των σταθμών Αιμοδοσίας των νοσοκομείων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκη. Η παρούσα μελέτη εστιάζει στην εξοικείωση των εργαζόμενων στα εργαστήρια των Νοσοκομείων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης απέναντι στις βασικές αρχές πρόληψης και αποτροπής ατυχήματος, την άποψη τους σχετικά με την εφαρμογή κανόνων ορθής πρακτικής και χρήσης των μικροβιολογικών δειγμάτων, ασφαλούς χειρισμού του ιατρικού εξοπλισμού, καθώς και τα μέτρα προστασίας των εργαζόμενων που διασφαλίζουν τους ιδίους αλλά και την κοινότητα από αποτροπή σε πιθανή έκθεση και εξάπλωση λοίμωξης παθογόνου μικροοργανισμού με αρχική εστία το ίδιο το εργαστήριο. Επίσης, επιχειρεί να καταγράψει αναφερόμενα περιστατικά μετάδοσης νόσου μετά από αστοχία χειρισμών βιολογικού υλικού μεταξύ του προσωπικού των εργαστηρίων, όπως επίσης και επαγγελματικές ασθένειες που προκύπτουν από την χρήση υλικών και μέσων προστασίας. Στην έρευνα συμμετείχαν 114 εργαζόμενοι από τα εργαστήρια των Νοσοκομείων της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, με την εθελοντική συμπλήρωση ανώνυμων ερωτηματολογίων με διαβαθμισμένες επιλογές απάντησης 29 ερωτήσεων. Συμμετείχαν τα εργαστήρια των Νοσοκομείων: Γενικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης (40.5% ), Γενικό Νοσοκομείο Διδυμοτείχου (7,0%), Γενικό Νοσοκομείο Ξάνθης (24,5%), Γενικό Νοσοκομείο Καβάλας (17.5%) και Νομαρχιακό Γενικό Νοσοκομείο Δράμας (10.5%). Η πλειοψηφία ήταν γυναίκες που διανύουν την πέμπτη δεκαετία της ζωής τους. Οι περισσότεροι ήταν εξοικειωμένοι με τον όρο βιοασφάλεια και εκφράζονται θετικά στη χρήση μέσων ατομικής προστασίας. Τέλος, αναφέρθηκαν μεμονωμένα περιστατικά μετάδοσης λοιμογόνων νοσημάτων λόγω επαγγελματικού ατυχήματος, αντίθετα αναφέρθηκαν πολλές περιπτώσεις επαγγελματικής αλλεργίας. Τα ευρήματα φανερώνουν τον κομβικό ρόλο της εκπαίδευσης στην εκμάθηση και τήρηση των βασικών αρχών και κανόνων Βιοασφάλειας ,την ανάγκη ύπαρξης κώδικα καλής λειτουργίας και ορθής πρακτικής σε κάθε εργαστήριο σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα αλλά και την επίβλεψη αυτού από ειδικά επιφορτισμένο μέλος του κάθε εργαστηρίου όπως επίσης και την διαρκή ενημέρωση του συνόλου του προσωπικού των εργαστηρίων για όποια νεότερη αλλαγή στα καίρια ζητήματα της Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας προκύπτει. 827 187 206 Πρωτοποριακές εφαρμογές πληροφορικής και συστήματα βιοϊατρικής τεχνολογίας (e-health, ρομποτική, λαπαροσκόπηση, νανοχειρουργική, τηλεϊατρική) The contribution of computer science in health science is undeniable. The large volume of data that hospitals have to manage, and the ever increasing demands led to the development of health information systems to improve the delivery of health services. Furthermore, tele-medicine applications were developed, which were designed to deal with incidents in emergencies. Telemedicine, nowadays includes many disciplines of medicine, but is expected to grow even further and its development to keep up with this technology. A milestone in the development of telemedicine was the development of telesurgery which enabled the commission surgeries something away that a few years ago seemed utopian. Since robotic systems developed, the robotic Zeus system remained on the market and continues to grow. A large number of interventions have occurred at a distance and is expected to multiply. In Greece, the first tentative steps in the development of telemedicine were just a few decades ago, and even though the system has received its final form, few cases are treated through this. Nevertheless it provided specialized tools and specific legal framework for the system to provide security and confidence to its users. Η συμβολή της επιστήμης της πληροφορικής στην επιστήμη της υγείας είναι αναμφισβήτητη. Ο μεγάλος όγκος δεδομένων που τα νοσοκομεία έχουν να διαχειριστούν, αλλά και οι ολοένα και μεγαλύτερες απαιτή-σεις οδήγησαν στην ανάπτυξη πληροφοριακών συστημάτων υγείας με σκοπό τη βελτίωση στην παροχή των υπηρεσιών υγείας. Παράλληλα, αναπτύχθηκαν εφαρμογές τηλεϊατρικής, οι οποίες είχαν ως στόχο τη βέλτιστη αντιμετώπιση των περιστατικών σε επείγουσες ανάγκες. Η τηλεϊατρική, στις μέρες μας περιλαμβάνει πολλές ειδικότητες της ιατρικής, αλλά αναμένεται να αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο και η ανάπτυξή της να συμβαδίσει με αυτήν της τεχνολογίας. Ορόσημο στην ανάπτυξη της τηλεϊατρικής ήταν η ανάπτυξη της τηλεχειρουργι-κής η οποία έδωσε τη δυνατότητα τέλεσης εγχειρήσεων από απόσταση κάτι που πριν από μερικά χρόνια έμοιαζε ουτοπικό. Από τα ρομποτικά συστήματα που αναπτύχθηκαν, παρέμεινε στην αγορά και συνεχίζει να αναπτύσσεται το ρομποτικό σύστημα Zeus. Ένας μεγάλος αριθμός επεμβάσεων έχει τελεστεί από απόσταση και αναμένεται να πολλα-πλασιαστεί. Στην Ελλάδα, τα πρώτα δειλά βήματα για την ανάπτυξη της τηλεϊατρικής έγιναν μόλις μερικές δεκαετίες πριν, ενώ παρ’ότι το σύστημα έχει λάβει την τελική του μορφή, λίγα περιστατικά αντιμετω-πίζονται μέσω αυτού. Παρόλ’ αυτά παρέχονται εξειδικευμένα εργαλεία και συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο ώστε το σύστημα να παρέχει ασφάλεια και εμπιστοσύνη στους χρήστες του. 828 172 187 Εταιρική κοινωνική ευθύνη, εθελοντικός και υποχρεωτικός χαρακτήρας Corporate social responsibility (CSR) is a concept that encompasses a series of components but in narrower or wider context focuses on all the responsibilities of business towards society and in translating these responsibilities to specific operations, with initiatives on by businesses relating to various areas of human daily activity. It is essentially the expression of responsibility in real terms. Many prominent scholars and economists around the world and over the centuries have analyzed theories and have established conditions that describe some of the aspects of CSR. In the present dissertation firstly will be implemented report and review through the international literature of the nature and character of implementation of CSR. Then it will be attempted to be investigated the nature of implementation of CSR (voluntary or mandatory) as well as the corporate response mode for the adoption of CSR if CSR is encouraged, where provided on a voluntary basis, or when imposed by a legislative framework thus acting as a natural extension of their obligations to the state and their own objectives. Η εταιρική κοινωνική ευθύνη (ΕΚΕ) αποτελεί μια έννοια που περικλείει μια σειρά εννοιών (λ.χ. κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές) που όμως σε στενότερα ή ευρύτερα πλαίσια επικεντρώνεται στο σύνολο των ευθυνών των επιχειρήσεων έναντι της κοινωνίας καθώς και στη μετουσίωση αυτών των ευθυνών σε συγκεκριμένες πράξεις, με την ανάληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους των επιχειρήσεων που αφορούν σε διάφορους τομείς της ανθρώπινης καθημερινής δραστηριότητας. Στην ουσία είναι η έκφραση της ευθύνης σε πραγματικά μεγέθη. Αρκετοί στοχαστές και οικονομολόγοι ανά τον κόσμο και ανά τους αιώνες έχουν αναλύσει θεωρίες κι έχουν καθιερώσει όρους που περιγράφουν κάποιες από της πτυχές της ΕΚΕ. Στην παρούσα εργασία θα γίνει καταρχάς αναφορά και επισκόπηση μέσα από τη διεθνή βιβλιογραφία της φύσης και του χαρακτήρα εφαρμογής της ΕΚΕ. Στη συνέχεια θα γίνει προσπάθεια διερεύνησης του χαρακτήρα εφαρμογής της ΕΚΕ (εθελοντικός ή υποχρεωτικός) καθώς και του τρόπου ανταπόκρισης των εταιρειών υπέρ της υιοθέτησης της ΕΚΕ αν η ΕΚΕ ενθαρρύνεται όταν προβλέπεται σε εθελοντική βάση, ή όταν επιβάλλεται μέσω ενός νομοθετικού πλαισίου λειτουργώντας έτσι ως μια φυσική προέκταση των υποχρεώσεών τους έναντι της πολιτείας αλλά και των ίδιων σκοπών τους. 829 215 224 Primary and secondary education teachers’ options on the implementation and effectiveness of teaching teamwork Απόψεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας This project is part of the graduation study of the «Department of Educational Sciences in Early Childhood, of the Democritus University of Thrace». The subject of the study is «Primary and Secondary Education teachers’ options on the implementation and effectiveness of teaching teamwork». The goal of this study is to explore the Greece Primary and Secondary teachers’ opinions, about the factors that are related with the implementation of teamwork in teaching. Particularly, this options are tasted based on the pros and cons that are considered to be intensified in the co-operational approach, along with the criteria, knowledge and the way it is implemented, by whoever applies this way of teaching in class. The results showed that main reasons for which educators choose to apply co-operational teaching, are the development of students sociability and self-appreciation along with the development of the motives instead of academic performance. Also, it is observed that Secondary education and first classes of Primary education teachers, find cons in this particular method with the greater frequency, than childhood educators do. It is also found than the amount of an educators’ years of service affect negatively their opinions, mostly about the parameters that concern the effectiveness of this method Η παρούσα εργασία εντάσσεται στα πλαίσια της πτυχιακής μελέτης στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία (ΤΕΕΠΗ) του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το αντικείμενο μελέτης της είναι «Απόψεις εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την εφαρμογή και την αποτελεσματικότητα της Ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας». Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τις απόψεις Ελλήνων εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης όσον αφορά παραμέτρους που σχετίζονται με την εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας. Συγκεκριμένα, εξετάζονται οι απόψεις τους απέναντι σε μειονεκτήματα και σε πλεονεκτήματα που θεωρείται από τη βιβλιογραφία ότι εντοπίζονται στην ομαδοσυνεργατική προσέγγιση της διδασκαλίας. Επιπλέον, διερευνώνται οι γνώσεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τον τρόπο εφαρμογή της, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο την εφαρμόζουν στην τάξη τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι κυριότεροι λόγοι για τους οποίους οι εκπαιδευτικοί εφαρμόζουν την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία είναι η ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων και της αυτοεκτίμησης των μαθητών, αλλά και η καλλιέργεια κινήτρων και λιγότερο η ακαδημαϊκή επίδοση. Ακόμη, παρατηρείται ότι οι καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και οι δάσκαλοι των πρώτων τάξεων του Δημοτικού, αποδίδουν μειονεκτήματα στην συγκεκριμένη μέθοδο σε μεγαλύτερο βαθμό από τους νηπιαγωγούς. Τέλος, διαπιστώθηκε πως τα χρόνια υπηρεσίας των εκπαιδευτικών επηρεάζουν αρνητικά τις απόψεις τους, κυρίως σε σχέση με παραμέτρους που αφορούν την αποτελεσματικότητα της μεθόδου. 830 428 437 The cultural associations of Greeks with origin from Eastern Rumelia (North Thrace) in Thrace (Western Thrace in Greece) during the 21st century, as institutions of education and as institutions for strengthening the collective identity Οι Πολιτιστικοί Σύλλογοι Ελλήνων από την Ανατολική Ρωμυλία στη Θράκη (Δυτική Θράκη στην Ελλάδα), 21ος αιώνας, ως φορείς παιδείας και ως φορείς ισχυροποίησης της συλλογικής ταυτότητας This study aims to present the cultural associations, which are founded by Greeks, who originate from Eastern Rumelia and live in Western Thrace in Greece. Their cultural associations are very educative and strengthen their national identity. Specifically, this study was carried out by the researcher from 2016 to May 2019 with the method of observation, which showed their culture and their actions. Furthermore, secondary resources of information were researched (websites, books, articles, magazines, newspapers, photographs), as well as records of meetings, statutes and files of the cultural associations. This study was also enriched by researching primary resources. The information was found by interviewing people who are connected with the topic, for instance Presidents of cultural associations, members of the Board of Directors, friends of the cultural associations and members of the local government. In order to inquire these people, the researcher travelled throughout Western Thrace and visited the cultural associations in all areas. In addition, research contains direct observation. Specifically, the researcher verbally interviewed individuals or more people, mainly elderly. Women focused on presenting their way or life, their households, with a lot of references in their manners and customs, traditional dances and songs. The researcher has also written a variety of cultural activities and photographic material for them. It is worth mentioning that men’s population refers particularly to political, historical incidents and individuals who contributed considerably in acquiring their cultural identity. As shown in this research, education was the main factor who supported their identity. The analysis of the context makes sure that: 1) The identity of Eastern Rumelians is connected to Thracian identity. 2) The cultural associations help in keeping and evolving their identity. They are contributing considerably to strengthen the identity of their society, which differs throughout time and in different places. 3) Traditional dances, songs, activities, given by the local dialects or Eastern Rumelia, determine the activities of the cultural associations. Descendants of the second, third or fourth generation of Greeks, who originate from Eastern Rumelia, live and work in Western Thrace in Greece, where they play an educative role. They teach cultural morals and the history of their ancestors, not only to their members, but to all residents of the local community. Their social improvement seems to be based on the way their ancestors lived. Of course, it is enriched by newer culture which is provided by their community. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό την έρευνα, τη μελέτη και την παρουσίαση των Πολιτιστικών Συλλόγων που έχουν ιδρύσει οι Έλληνες, οι οποίοι κατάγονται από την Ανατολική Ρωμυλία και ζουν στη Δυτική Ελλαδική Θράκη. Μελετώνται οι σύλλογοί τους ως φορείς παιδείας και ως φορείς ισχυροποίησης της συλλογικής ταυτότητας. Ειδικότερα, μελετώνται τα πολιτισμικά στοιχεία και οι δράσεις τους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την ερευνήτρια από το 2016 έως και Μάιο του 2019. Η μέθοδος είναι η συμμετοχική παρατήρηση. Εξετάστηκαν δευτερογενείς πηγές (ιστοσελίδες, βιβλία, άρθρα, περιοδικά, εφημερίδες, φωτογραφικό υλικό) καθώς έγινε και μελέτη πρακτικών συνεδριάσεων, καταστατικών και αρχείων των Συλλόγων. Εμπλουτίστηκε ταυτόχρονα με την πρωτογενή έρευνα μέσω της μεθόδου της ημιδομημένης συνέντευξης, αντλώντας πληροφορίες από πρόσωπα – κλειδιά, που έχουν σχέση με το υπό διερεύνηση θέμα, όπως Πρόεδροι Συλλόγων, μέλη των Δ.Σ. των Συλλόγων, Φίλοι των Συλλόγων, Φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μέσα από ένα οδοιπορικό στη Δυτική Θράκη, με επισκέψεις στους κατά τόπους χώρους των Συλλόγων. Επιπλέον, η έρευνα περιλαμβάνει την άμεση παρατήρηση, ιδιαίτερα, προφορικών συνεντεύξεων, ατομικών και ομαδικών, κυρίως από ηλικιωμένους βέβαια. Οι γυναίκες εστίαζαν στην παρουσίαση του τρόπου ζωής τους, στα νοικοκυριά τους, με πλήθος αναφορών στα ήθη και έθιμα, στους χορούς και στα τραγούδια. Καταγράφονται δε, παράλληλα, και αποδίδονται με φωτογραφικό υλικό από την ερευνήτρια, οι αναβιώσεις ποικίλων πολιτιστικών δρώμενων. Αξιοσημείωτο είναι δε, πως ο ανδρικός πληθυσμός αναφέρεται ιδιαίτερα σε πολιτικά, ιστορικά γεγονότα και σε πρόσωπα που συνέβαλαν σημαντικά στην απόκτηση της συλλογικής τους ταυτότητας με «δεκανίκι», όπως πολύ καλά καταδεικνύεται, από την έρευνα, την παιδεία σε όλο της το μεγαλείο. Η ανάλυση του περιεχομένου βεβαιώνει ότι: 1) Η ανατολικορωμυλιώτικη ταυτότητα λειτουργεί στο πλαίσιο της ευρύτερης θρακικής ταυτότητας. 2) Οι σύλλογοι βοηθούν στη διατήρηση και την εξέλιξή της. Με ποικίλες δράσεις τους συμβάλλουν σημαντικά ως φορείς στην ισχυροποίηση της συλλογικής ταυτότητας, η οποία διαφέρει τόσο στο χρόνο όσο και από τόπο σε τόπο. 3) Ο χορός, το τραγούδι, τα δρώμενα, δοσμένα με τις γλωσσικές διαλέκτους της Ανατολικής Ρωμυλίας, καθορίζουν τις δραστηριότητες των Πολιτιστικών Συλλόγων. Απόγονοι δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενιάς Ελλήνων, που κατάγονται από την Ανατολική Ρωμυλία, ζουν και δραστηριοποιούνται στη Δυτική Ελλαδική Θράκη, όπου ως φορείς παιδείας διδάσκουν τις πολιτισμικές αξίες και την ιστορία των προγόνων τους, όχι μόνο στα μέλη που τις απαρτίζουν αλλά και σε ολόκληρο τον τοπικό και ευρύτερο κοινωνικό τους χώρο και ως εκ τούτου διδάσκουν και προάγουν τον πολιτισμό. Όλη τους η κοινωνική εξέλιξη φαίνεται πως βασίζεται αρκετά στον τρόπο ζωής των προγόνων τους, εμπλουτισμένη σαφώς με νεότερα πολιτισμικά στοιχεία του κοινωνικού τους γίγνεσθαι. 831 336 335 The ability to energy production has played an important role in the development of humanity. Industrial growth has led to a rapidly growing need for energy. In the context of investigating moral disparities in people who have to work in difficult times during nuclear, we have defined the purposes of our study, namely: 1. Collection of bibliography. 2. Identify the size of the problem 3. Understand the operation of the nuclear reactor 4. Exploring the moral problem and managing moral scourges during a nuclear disaster so that the findings help to understand the problem and primarily aim to highlight its causes. This study is based on bibliographic review and analysis. The methodology followed included a review of theoretical and research sources, recent and past bibliography, on the ethical and ethical dilemmas faced by professionals involved in dealing with a nuclear and the proposed ways of managing these dilemmas. The search was made by online sources, PubMed, Science Direct, Emerald Insight and Google Scholar, Researchgate using as keywords - key phrases: Nuclear incident, Nuclear energy, Chernobyl accident, Fukushima accident, TMI accident, ethical problem in the nuclear accident. The present study is divided into four chapters. The first chapter describes the retrospection of the atomic structure, the structures and types of nuclear reactors, as well as the advantages and disadvantages of nuclear energy. Moreover, the biological effect of ionizing radiation (IA) and the clinical picture after exposure to IA are described in the present chapter. The second chapter focuses on the description of nuclear accidents with an emphasis on the three major accidents: the Three Mile island nuclear power plant accident, in Pennsylvania, the Chernobyl accident at 1986 and the last major Fukushima accident in 2011. The third chapter discusses ethical issues such as moral dilemma and ethical automation. Ethical dilemmas will be analyzed on the use of nuclear energy from the point of view of environmental protection, waste management and ethical issues affecting workers. The last chapter concerns the discussion and preferred measures in nuclear power management. Στην εξέλιξη της ανθρωπότητας σημαντικό ρόλο έπαιξε η ικανότητα παραγωγής και διαχείρισης ενέργειας. Η βιομηχανική ανάπτυξή οδήγησε στη ταχεία αυξανόμενη ανάγκη για ενέργεια. Στα πλαίσια της διερεύνησης των ηθικών διλλημάτων στους ανθρώπους που πρέπει να εργάζονται στις δύσκολες συγκυρίες κατά τη διάρκεια πυρηνικών ατυχημάτων καθορίζαμε τους σκοπούς της μελέτης μας και συγκεκριμένα: 1. Συλλογή βιβλιογραφίας. 2. Αναγνώριση του μεγέθους του προβλήματος. 3. Κατανόηση της λειτουργίας του πυρηνικού αντιδραστήρα. 4. Η διερεύνηση του προβλήματος ηθικής και διαχείρισης ηθικών διλλημάτων κατά τη διάρκεια μιας πυρηνικής καταστροφής, ώστε τα ευρήματα να συμβάλλουν στην κατανόηση του προβλήματος και πρωτίστως να στοχεύουν στην ανάδειξη των αιτιών του. Η παρούσα μελέτη βασίζεται στη βιβλιογραφική επισκόπηση και ανάλυση. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιελάμβανε ανασκόπηση θεωρητικών και ερευνητικών πηγών, πρόσφατης και παλαιότερης βιβλιογραφίας, σχετικά με τα δεοντολογικά και ηθικά διλήμματα που ενδέχεται να αντιμετωπίζουν επαγγελματίες που εμπλέκονται στην αντιμετώπιση μιας πυρηνικής καταστροφής και τους προτεινόμενους τρόπους διαχείρισης αυτών των διλημμάτων. Η αναζήτηση έγινε στις διαδικτυακές πηγές, PubMed, Science Direct, Emerald Insight και Google Scholar, Researchgate χρησιμοποιώντας ως λέξεις – φράσεις κλειδιά: Nuclear incident, Nuclear energy, Chernobyl accident, Fukushima accident, TMI accident, ethical problem in the nuclear accident. Η μελέτη χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο, περιγράφεται η αναδρομή στη δομή του ατόμου, η λειτουργεία των πυρηνικών αντιδραστήρων και τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της πυρηνικής ενέργειας. Επιπλέον περιγράφεται η βιολογική επίδραση της ιονίζουσας ακτινοβολίας (ΙΑ) και η κλινική εικόνα μετά από την έκθεση στην ΙΑ. Το δεύτερο κεφάλαιο εστιάζει στην περιγραφή των πυρηνικών ατυχημάτων με έμφαση στα τρία μεγάλα ατυχήματα: στο πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας στο Three Mile Island, στην Πενσυλβάνια, το ατύχημα του Chernobyl to 1986 και το τελευταίο μεγάλο ατύχημα της Fukushima το 2011. Στο τρίτο κεφάλαιο αναφέρονται τα ηθικά θέματα όπως το ηθικό δίλημμα και ο ηθικός αυτοματισμός. Θα αναλυθούν τα ηθικά διλλήματα στη χρήση της πυρηνικής ενέργειας από τη σκοπιά της προστασίας του περιβάλλοντος, την διαχείριση αποβλήτων και τα ηθικά θέματα που αφορούν τους εργαζόμενους. Το τελευταίο κεφάλαιο αφορά τη συζήτηση και τα προτιμώμενα μέτρα στη διαχείριση πυρηνικής ενέργειας. 832 146 150 In the above work we study ionizing radiation, which, together with the treating physician, is an essential and integral part of medicine for the diagnosis of diseases and the treatment of patients. However, the exposure of patients to ionizing radiation poses, besides significant benefits, many risks, which are often not known to patients. The first step is to analyze how the ionizing radiation works and the radiation protection measures that should be taken not only by the physician but also by the patient. Subsequently, the issue of the use of ionizing radiation is deepened, based on the moral ethics of the physician, as well as the physician's role in the psychological, emotional and physical support of the radiotherapeutic patient (especially in cancer patients). Finally, a reference is made to the rights and responsibilities of the patient and to the end-of-life care of the radiotherapy-treated cancer patients. Στην παραπάνω εργασία μελετώνται οι ιονίζουσες ακτινοβολίες, οι ο-ποίες αποτελούν, σε συνδυασμό με τον θεράποντα ιατρό, ένα βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι της ιατρικής για τη διάγνωση των παθήσεων και τη θεραπεία των ασθενών. Η έκθεση, ωστόσο, των ασθενών στην ιοντίζουσα ακτινοβολία ενέχει, πέρα από σημαντικές ωφέλειες, και πο-λλούς κινδύνους, οι οποίοι συχνά δεν γίνονται γνωστοί στους ασθε-νείς. Σε πρώτη φάση αναλύεται ο τρόπος δράσης της ιοντίζουσας ακτινοβολίας και τα μέτρα ακτινοπροστασίας που θα πρέπει να λαμβάνονται όχι μόνο από τον ιατρό αλλά και από τον ασθενή. Στη συνέχεια, γίνεται εμβάθυνση στο θέμα της χρήσης της ιοντίζουσας ακτινοβολίας, με γνώμονα την ηθική δεοντολογία που θα πρέπει να ενστερνίζεται ο ιατρός, καθώς και ο ρόλος του ιατρού στην ψυχολο-γική, συναισθηματική και σωματική υποστήριξη του ακτινοθεραπευ-τικού ασθενούς (ειδικά σε περιπτώσεις καρκινοπαθών). Τέλος, γίνεται και μία αναφορά στα δικαιώματα και στις υπευθυνότητες του ασθε-νούς και στην φροντίδα στο τέλος της ζωής (των ακτινοθεραπευόμενων καρκινοπαθών). 833 143 142 συγκριτική αξιολόγηση μικροκλιματικών συνθηκών σε τρία κτίρια κατοικιών, στην πόλη της Ξάνθης This paper relates to the comparative evaluation of the internal thermal environment in three residential buildings in the city of Xanthi. The test building shells were built in different time periods and are very different in their structure. Research includes in situ measurements of temperature, humidity and wind speed, inside and outside of the housing units, so as to identify the prevailing microclimatic conditions, and comparative graphical representation of the results. Simultaneously, the interaction of users with the building envelope and the embedded systems is taken under consideration, and their remarks on the weaknesses of each residence are listed. The purpose of this study is to benchmark the different types of building shells as for their performance related to the conditions of the external thermal environment in order to draw conclusions useful for the viability of the current building stock in Greek cities. Η εργασία αυτή αφορά στην συγκριτική αξιολόγηση του εσωτερικού θερμικού περιβάλλοντος σε τρία κτίρια κατοικιών στην πόλη της Ξάνθης. Τα υπό εξέταση κτιριακά κελύφη έχουν κατασκευαστεί σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στη δομή τους. Η έρευνα περιλαμβάνει επιτόπιες μετρήσεις θερμοκρασίας, υγρασίας και ταχύτητας αέρα, εσωτερικά και εξωτερικά των κατοικιών για τον προσδιορισμό των κρατουσών μικροκλιματικών συνθηκών και συγκριτική γραφική παρουσίαση των αποτελεσμάτων. Παράλληλα εξετάζεται η αλληλεπίδραση των χρηστών με το κτιριακό κέλυφος και τα ενσωματωμένα συστήματα, και καταγράφονται οι παρατηρήσεις τους σχετικά με τις αδυναμίες της κάθε κατοικίας. Σκοπός της μελέτης είναι η συγκριτική αξιολόγηση των διαφορετικών τύπων των κτιριακών κελυφών ως προς την ανταπόκρισή τους στις συνθήκες του εξωτερικού θερμικού περιβάλλοντος, ώστε να εξαχθούν συμπεράσματα χρήσιμα για την βιωσιμότητα του υπάρχοντος κτιριακού δυναμικού στις ελληνικές πόλεις. 834 121 144 Environmental education--Study and teaching (Elementary)--Greece-Xanthi Η επίδραση των μαθημάτων περιβάλλοντος στη συμπεριφορά των μαθητών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε θέματα ανακύκλωσης This master thesis studies the relationship between the impact of recycling education on Primary Education students’ knowledge, attitudes and behavior. From the survey conducted among 185 teachers (PE70) of the Directorate of Primary Education of Xanthi, it was found that education on environmental issues (environmental courses, Environmental Education Programs and activities related to recycling) has significant positive effects on students’ knowledge, attitudes and behavior. Teachers consider that the modules regarding recycling included in the curriculum of Primary Education cover moderately the issue. Also, they are heavily involved in Environmental Education Programs, with the issue of recycling to be one of the main topics they choose, and they often combine education in recycling issues with relevant activities. Αντικείμενο της παρούσης εργασίας είναι η εκπαίδευση σε θέματα ανακύκλωσης και ειδικότερα, ο αντίκτυπος που έχει στις γνώσεις, τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά των μαθητών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Από την έρευνα που διεξήχθη σε 185 δασκάλους (ΠΕ70) της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ξάνθης, διαπιστώθηκε ότι η εκπαίδευση σε θέματα περιβάλλοντος (μαθήματα περιβάλλοντος, Προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης και δραστηριότητες με θέμα την ανακύκλωση) έχει σημαντικά θετικές επιδράσεις στις γνώσεις, τις αντιλήψεις και τη συμπεριφορά των μαθητών. Οι εκπαιδευτικοί κρίνουν ότι οι ενότητες που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα μαθημάτων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και αφορούν την ανακύκλωση καλύπτουν μέτρια το θέμα. Επίσης, συμμετέχουν σε μεγάλο βαθμό σε Προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, με το θέμα της ανακύκλωσης να αποτελεί ένα από τα κυριότερα θέματα που επιλέγουν, ενώ συχνά συνδυάζουν την εκπαίδευση σε θέματα ανακύκλωσης με σχετικές δραστηριότητες. 835 339 281 The learning of geometry on first school age through playful learning environments Η μάθηση της γεωμετρίας στην πρώτη σχολική ηλικία μέσα από παιγνιώδη περιβάλλοντα μάθησης This study aims to show the contribution of play to Geometry learning in the first grade of Primary School and it attempts to highlight the manipulations of geometric shapes by the pupils when they engage in playful activities. It also explores whether these manipulations are affected and depend on the type of the playful activity and the way the pupils engage in it. The playful activity was selected to be applied in the field of Geometry as it appears to produce positive results (Uttal, 2003: 97), and it was combined with the first grade geometry because it seems to be more effective at the first school age (Jeanetta & Jones , 2010: 146-149). An attempt was made to ensure that the selected playful activities have a structure and are the framework of approach to geometric concepts, so that the involved pupils can be led to mathematical content processing and in particular to that of geometric shapes. The sample of the research was 16 pupils from two groups of the first grade of a Primary School in a suburban area of Thrace. It can be considered as a sample of convenience and an attempt was made to maintain the sex ratio. The pupils were observed during their math playful activities and, through observation and clinical interviews, their way of thinking was explained. The results were obtained from analyses concerned with the overall picture of an activity as well as each pupil’s involvement in it. The data were analyzed using the methods of Content Analysis and Grounded Theory. The first results highlight the pupils’ need of this age to rely on intuition and experience to explain their thinking while dealing with geometric shapes. Pupils associate the geometric shapes with moments, images, experiences and objects of their everyday life. Thereby they attempt to present their existing ideas about the geometric shapes which are treated both holistically (the geometric shape as an entity) and analytically (with reference to their constituent parts) Η παρούσα μελέτη πραγματεύεται τη συμβολή του παιχνιδιού στη μάθηση της Γεωμετρίας στην Α’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου. Επιχειρείται η ανάδειξη των χειρισμών των γεωμετρικών σχημάτων από τους μαθητές κατά την ενασχόλησή τους με παιγνιώδεις δραστηριότητες. Διερευνάται ακόμη κατά πόσο αυτοί οι χειρισμοί επηρεάζονται και εξαρτώνται από το είδος του παιχνιδιού και από τον τρόπο υλοποίησής του. Επιλέχθηκε το παιχνίδι για να αξιοποιηθεί στο πεδίο της Γεωμετρίας, καθώς φαίνεται ότι επιφέρει θετικά αποτελέσματα (Uttal, 2003: 97), ενώ συνδυάστηκε με τη γεωμετρία της πρώτης τάξης Δημοτικού γιατί φαίνεται να αποδίδει αποτελεσματικότερα στην πρώτη σχολική ηλικία (Jeanetta&Jones, 2010: 146-149). Καταβλήθηκε προσπάθεια ώστε τα παιχνίδια που επιλέχθηκαννα διαθέτουν δομή και να συνιστούν το πλαίσιο προσέγγισης των γεωμετρικών εννοιών, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει τους συμμετέχοντες στην επεξεργασία του μαθηματικού περιεχομένου και ειδικότερα των γεωμετρικών σχημάτων. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 16 μαθητές δύο τμημάτων της πρώτης τάξης Δημοτικού Σχολείου ημιαστικής περιοχής της Θράκης. Το δείγμα μπορεί να χαρακτηριστεί ως δείγμα ευκολίας, ενώ καταβλήθηκε προσπάθεια να διατηρηθεί η αναλογία του φύλου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω παρατήρησης και κλινικής συνέντευξης. Οι μαθητές παρατηρούνταν κατά την ενασχόλησή τους με τα μαθηματικά παιχνίδια και επεξηγούνταν ο τρόπος σκέψης τους. Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε κατά δραστηριότητα και κατά μαθητή, ενώ για τον σκοπό αυτό αξιοποιήθηκαν τεχνικές της Ανάλυσης Περιεχομένου και της Θεμελιωμένης Θεωρίας. Από τα αποτελέσματα της ανάλυσης προέκυψε ότι οι μαθητές χειρίζονται τα σχήματα διαισθητικά, συνδέοντάς τα με αντικείμενα και εμπειρίες προβάλλοντας τις υπάρχουσες ιδέες τους. Το δομημένο και πλαισιωμένο παιχνίδι και ο τρόπος εφαρμογής και υλοποίησής του δύνανται να επιτρέψουν την ολιστική και αναλυτική προσέγγιση των σχημάτων με δυνατότητες ταυτόχρονης αντίληψης των δύο προσεγγίσεων 836 90 113 Μελέτη της απόκρισης των καταναλωτών αναφορικά με την μεσογειακή διατροφή στο Ν. Έβρου The present postgraduate thesis studies the consumer response regarding the Mediterranean diet in the Prefecture of Evros. The data was collected from the responses of 150 consumers in the form of a questionnaire. Then, the answers were analyzed and recorded using the SPSS 20.0 program. Afterwards, several results were studied. Most importantly, statistically significant differences were observed regarding the question of the importance of Mediterranean diet according to the age group and regarding the source of purchasing products related to the Mediterranean diet by the consumers concerning the age group Στη παρούσα μεταπτυχιακή εργασία μελετάται η απόκριση των καταναλωτών αναφορικά με τη μεσογειακή διατροφή στο Νομό Έβρου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν από τις απαντήσεις 150 καταναλωτών με τη μορφή ερωτηματολογίου. Στη συνέχεια έγινε ανάλυση και καταγραφή των απαντήσεων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20.0. Έπειτα, μελετήθηκαν τα αποτελέσματα από τα οποία εξάχθηκαν αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα. Τα σημαντικότερα είναι ότι στατιστικώς σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στο ερώτημα σχετικά με τη σημασία της μεσογειακής διατροφής ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα και με το ερώτημα από πού προμηθεύονται οι καταναλωτές προϊόντα που έχουν άμεση σχέση με τη μεσογειακή διατροφή ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα 837 246 268 The knowledge of the anatomy of the pulmonary vasculature is very important and difficult, especially with the development of minimally invasive techniques and the diversity of the vessels. The pulmonary artery trunk rises from the right atrium and then is divided to the right and left main pulmonary arteries. The right pulmonary artery gives rise to truncus anterior in most of the cases and then proceeds as descending interlobar artery that supplies right middle lobe, right lower lobe and in most cases the posterior segment of the right upper lobe. The right pulmonary artery has greater diversity and there have been many reports for anatomic variants. The left pulmonary artery has a smaller course and after it exits pericardium gives rise to arteries for the left upper lobe and lingula. Then, it proceeds its interlobar course to supply the left lower lobe. There are two main pulmonary veins in each side that drain the lungs. In some cases there is a third vein that drains the right middle lobe. About % of individuals have one left pulmonary vein and the same happens in 3% of individuals in the right side. Broncial arteries contribute about 1% of pulmonary blood supply and arise from the descending aorta. There have been described many anatomic variants and congenital anomalies such as tetralogy of Fallot, idiopathic pulmonary dilatation, pulmonary artery aneurysm, pulmonary artery agenesis, pulmonary artery sling and fistulae between the coronary vesssels and internal mammary arteries and the pulmonary vasculature. Η γνώση της ανατομικής της αγγείωσης είναι πολύ σημαντική και δύσκολη λόγω των ελάχιστα επεμβατικά τεχνικών που αναπτύσσονται και της πολυπλοκότητας της. Η πνευμονική αρτηρία ξεκινάει την πορεία της από την δεξιά κοιλία με το στέλεχος της και έπειτα διαχωρίζεται σε δεξιά και αριστερή κύρια πνευμονική αρτηρία. Η δεξιά κύρια πνευμονική αρτηρία δίνει κλάδο για την αιμάτωση των τμημάτων του άνω λοβού και συνεχίζει την πορεία της ως διάμεση πνευμονική αρτηρία δίνοντας κλάδους για τον μέσο λοβό, το οπίσθιο τμήμα του δεξιού άνω λοβού και όλα τα τμήματα του δεξιού κάτω λοβό. Η ανατομία της δεξιάς πνευμονικής αρτηρίας έχει την μεγαλύτερη ποικιλομορφία και έχουν αναφερθεί πολλές παραλλαγές της ανατομίας. Η αριστερή κύρια πνευμονική αρτηρία μετά την ενδοπερικαρδιακή πορεία της έχει μια μικρότερη πορεία της δεξιάς και χορηγεί ποικίλους κλάδους για τον αριστερό άνω λοβό και την γλωσσίδα, ενώ μετά την πορεία της στην μεσολόβιο σχισμή χορηγούνται κλάδοι για τα τμήματα του κάτω λοβού. Η φλεβική αποχέτευση πραγματοποιείται με δύο πνευμονικές φλέβες από κάθε πνεύμονα, ενώ σε μερικές περιπτώσεις υπάρχουν τρείς φλέβες δεξιά. Στο % των περιπτώσεων αριστερά οι φλέβες συνενώνονται σε μία, ενώ το ίδιο συμβαίνει στο 3% των περιπτώσεων δεξιά. Στην αιμάτωση των πνευμόνων συμμετέχουν και οι βρογχικές αρτηρίες σε ποσοστό 1%, οι οποίες εκφύονται από την θωρακική αορτή. Έχουν μελετηθεί αρκετές ανατομικές παραλλαγές και συγγενείς ανωμαλίες στην αγγείωση των πνευμόνων. Αυτές περιλαμβάνουν την τετραλογία Fallot, την ιδιοπαθή διάταση της πνευμονικής αρτηρίας, το ανεύρυσμα της πνευμονικής αρτηρίας, την σφενδόνη της πνευμονικής αρτηρίας, την αγενεσία της μιας από τις δύο πνευμονικές αρτηρίες και αρτηριακοί παράπλευροι κλάδοι από τα στεφανιαία αγγεία, ή τις μαστικές αρτηρίες προς την πνευμονική κυκλοφορία. 838 158 193 Συλλογή βιολογικού υλικού απο χώρους εγκληματικών ενεργειών και η αξιοποίηση του στην ιατροδικαστική επιστήμη In recent years, advances in mapping and sequencing of the human genome have contributed to advances in both basic biology and medicine. Applications of these techniques have not been limited to biology and medicine, but have also been introduced into forensic science. Today, the methods developed in key molecular biology laboratories can potentially be used in forensic science laboratories over a period of months. The characterization or "typing" of DNA for the purposes of criminal investigation can be seen as an extension of forensic typing, while it is actually an extension of the study of DNA-encoded proteins to standardize itself DNA. Developments in molecular genetics have made it possible to study differences between individuals in DNA fragments not involved in protein coding and are mainly those differences used in the forensic applications of DNA typing in personal identification. Typing DNA can be a powerful complement to forensic science. Identifying DNA has great benefits for criminal and civil justice. Τα τελευταία χρόνια, η πρόοδος στις τεχνικές χαρτογράφησης και αλληλούχησης του ανθρώπινου γονιδιώματος συνέβαλαν στην πρόοδο τόσο στη βασική βιολογία όσο και στην ιατρική. Οι εφαρμογές αυτών των τεχνικών δεν περιορίστηκαν στη βιολογία και την ιατρική, αλλά έχουν επίσης εισαχθεί στην εγκληματολογική επιστήμη. Σήμερα, οι μέθοδοι που αναπτύσσονται στα βασικά εργαστήρια μοριακής βιολογίας μπορούν δυνητικά να χρησιμοποιηθούν σε εργαστήρια ιατροδικαστικής επιστήμης σε διάστημα μηνών. Ο χαρακτηρισμός ή η «δακτυλογράφηση» του δεσοξυριβονουκλεϊνικού οξέος (DNA) για τους σκοπούς της ποινικής έρευνας μπορεί να θεωρηθεί ως επέκταση της εγκληματολογικής δακτυλογράφησης, ενώ είναι στην πραγματικότητα μια επέκταση από την μελέτη των πρωτεϊνών που κωδικοποιούνται από το DNA για την τυποποίηση του ίδιου του DNA. Οι εξελίξεις στη μοριακή γενετική έχουν καταστήσει δυνατή τη μελέτη διαφορών μεταξύ των ατόμων σε τμήματα του DNA που δεν εμπλέκονται στην κωδικοποίηση των πρωτεϊνών και είναι κυρίως αυτές οι διαφορές που χρησιμοποιούνται στις εγκληματολογικές εφαρμογές της τυποποίησης του DNA στην προσωπική ταυτοποίηση. Η δακτυλογράφηση του DNA μπορεί να είναι ένα ισχυρό συμπλήρωμα της εγκληματολογικής επιστήμης. Η ταυτοποίηση του DNA έχει δώσει μεγάλα οφέλη στην ποινική και αστική δικαιοσύνη. 839 317 317 Investigation of Kindergarten Teachers views and the elements of their personality in relation to Lifelong Learning – Η Διερεύνηση των απόψεων των Νηπιαγωγών καθώς και των στοιχείων της προσωπικότητας τους σε σχέση με την Δια Βίου Μάθηση – Further education of teachers and any other form of education addressed to adults, should be designed regarding real educational needs of the participants, basic elements of their character and factors that play role in proper and beneficial implementation of a training program. Through numerous researches, the importance of pre-school education is now considered given as it plays an important role in person’s personality formation but also in his social, mental and spiritual development. For the above reasons, the continuous training of Kindergarten Teachers is considered necessary, thus enriching their knowledge, methods and practices. With the present qualitative research, the profile of personality was detected and were recorded educational needs of Kindergarten Teachers serving in Evros prefecture. Objectives were: a) Explore the views of kindergarten teachers regarding Lifelong Learning, b) Record the profile of kindergarten teachers working in Evros prefecture kindergartens, c) Capture the participation of kindergarten teachers in training programs. These parameters formed the basis on which the axes of the interview were formed. Sample of the research was 10 kindergarten teachers serving in Evros prefecture and a semi-structured interview was used to conduct the research. Findings of the research highlighted the positive attitude of kindergarten teachers towards Lifelong learning and their desire for continuing education. The profile of participants was also revealed through the interviews. They are optimistic, social, with a strong desire to know new things and with great love for their work. Educational needs of participants as they emerged from the findings of the research differ in terms of their working conditions at the moment (distance education, existence of children with special educational needs), with 50% of the kindergarten teachers expressing their desire to train in digital tools and new technologies. Recording of these educational needs could be taken into account in future design of training programs. Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, θα πρέπει να σχεδιάζεται λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές εκπαιδευτικές ανάγκες των συμμετεχόντων, καθώς και τα βασικά στοιχεία του χαρακτήρα τους. Μέσα από πλήθος ερευνών, θεωρείται πλέον δεδομένη η σπουδαιότητα της προσχολικής εκπαίδευσης καθώς παίζει σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της προσωπικότητας του ανθρώπου αλλά και στην κοινωνική, ψυχική και πνευματική του ανάπτυξη. Για τους παραπάνω λόγους θεωρείται απαραίτητη η διαρκής επιμόρφωση των Νηπιαγωγών εμπλουτίζοντας έτσι τις γνώσεις, τις μεθόδους και τις πρακτικές τους. Με την παρούσα ποιοτική έρευνα ανιχνεύτηκε το προφίλ της προσωπικότητας και αποτυπώθηκαν οι εκπαιδευτικές ανάγκες των Νηπιαγωγών που υπηρετούν στο νομό Έβρου. Ως στόχοι τέθηκαν: α) Να διερευνηθούν οι απόψεις των νηπιαγωγών ως προς την Διά Βίου Μάθηση, β) Να καταγραφεί το προφίλ των νηπιαγωγών που εργάζονται στα νηπιαγωγεία του νομού Έβρου, γ) Να αποτυπωθεί η συμμετοχή του κλάδου των νηπιαγωγών σε επιμορφωτικά προγράμματα. Οι παράμετροι αυτοί αποτέλεσαν την βάση, με την οποία διαμορφώθηκαν οι άξονες της συνέντευξης. Δείγμα της έρευνας ήταν 10 νηπιαγωγοί που υπηρετούν στον νομό Έβρου και για την διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ημι-δομημένη συνέντευξη. Από τα ευρήματα της έρευνας αναδείχθηκε η θετική στάση των Νηπιαγωγών προς την Δια βίου μάθηση και η επιθυμία τους για διαρκή επιμόρφωση. Επίσης μέσα από τις συνεντεύξεις διαφάνηκε το προφίλ των συμμετεχόντων. Πρόκειται για άτομα στο σύνολό τους αισιόδοξα, κοινωνικά, με έντονη επιθυμία να γνωρίζουν νέα πράγματα και με μεγάλη αγάπη για την δουλεία τους. Οι εκπαιδευτικές ανάγκες των συμμετεχόντων όπως προέκυψαν από τα ευρήματα της έρευνας διαφοροποιούνται ως προς της συνθήκες εργασία τους την δεδομένη στιγμή (τηλεκπαίδευση, ύπαρξη παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες), με το 50% των Νηπιαγωγών του δείγματος να εκφράζουν την επιθυμία του να επιμορφωθεί στα ψηφιακά εργαλεία και τις νέες τεχνολογίες. Η αποτύπωση αυτών των εκπαιδευτικών αναγκών, θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη στο μελλοντικό σχεδιασμό επιμορφωτικών προγραμμάτων. 840 330 379 Resilient students in mathematics based on PISA 2003 and 2012 surveys for Greece: secondary analysis using classification trees Ανθεκτικοί μαθητές στα μαθηματικά στο πλαίσιο των ερευνών PISA (2003 και 2012) για την Ελλάδα: δευτερογενείς αναλύσεις με δέντρα αποφάσεων Nowadays, there is increasing interest in the international literature on the charac-teristics of students who exhibit resilience. Resilient students are the students who, despite the social and economic difficulties, have managed to have satisfactory performance in school. The purpose of this study is to investigate the characteristics of resilient students in mathematics through the PISA survey data of 2003 and 2012 for Greece. The PISA study is an international assessment measuring performance of students at the end of their compulsory education, in three school subjects, Mathematics, Natural Sciences and Text Comprehension, and is held every three years. In particular, this study investigates the social and educational characteristics of resilient students, their attitudes towards mathematics and ICT, their contact with ICT, their perceptions for their class teachers and the learning strategies they say that adopt in mathematics, as well as their relationship with resilience to mathematics. Data analysis was based on Classification Trees, a modern method of the growing field of Machine Learning. Classification Trees are used for classification or clustering of subjects or objects based on a set of independent variables, which are related with each other and act on a basic dependent variable in a nominal/ordinal scale. The final predictive model is represented with a graph having a tree shape. The application of Classification Trees on the 2003 and 2012 PISA data for Greece revealed that student resilience in mathematics depends on the time spent by students for dealing with Mathematics and Science per week, their familiarity with mathematical concepts, their interest in mathematics, math self-efficacy and self-concept, math anxiety and the student ability to solve complex problems. In conclusion, resilience to mathematics can be affected by social and educational characteristics of students, their attitudes towards mathematics and the adopted learning strategies. Finally, these findings can be used to inform educational policies so as to promote strategies that improve student resilience Στις μέρες μας, παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με τα χαρακτηριστικά των μαθητών που εμφανίζουν ανθεκτικότητα. Ανθεκτικοί μαθητές χαρακτηρίζονται οι μαθητές που παρά τις κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, έχουν καταφέρει να έχουν ικανοποιητική πορεία στο σχολείο. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να διερευνήσει τα χαρακτηριστικά των ανθεκτικών μαθητών στα μαθηματικά μέσα από τα δεδομένα των ερευνών PISA του 2003 και του 2012 για την Ελλάδα. Η έρευνα PISA είναι μία διεθνής έρευνα για την αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών που βρίσκονται στο τέλος της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης, σε τρία σχολικά αντικείμενα, τα Μαθηματικά, τις Φυσικές Επιστήμες και την Κατανόηση Κειμένου, και διεξάγεται κάθε τρία χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, διερευνώνται τα κοινωνικά και τα εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά των ανθεκτικών μαθητών, οι στάσεις τους απέναντι στα μαθηματικά και τις ΤΠΕ, η επαφή τους με τις ΤΠΕ, οι αντιλήψεις τους για τους εκπαιδευτικούς της τάξης και οι στρατηγικές μάθησης που αναφέρουν ότι υιοθετούν στα μαθηματικά, καθώς και η σχέση τους με την ανθεκτικότητα στα μαθηματικά. Η ανάλυση των δεδομένων βασίστηκε στα δέντρα ταξινόμησης (classification trees), μία σύγχρονη μέθοδο του νεοσύστατου πεδίου της Μηχανικής Μάθησης. Τα δέντρα ταξινόμησης χρησιμοποιούνται για την ταξινόμηση ή κατηγοριοποίηση υποκειμένων ή αντικειμένων με βάση μια σειρά ανεξάρτητων μεταβλητών, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους, και επιδρούν σε μία βασική εξαρτημένη μεταβλητή σε κατηγορική κλίμακα. Το τελικό προβλεπτικό μοντέλο αναπαρίσταται σε ένα γράφημα που έχει σχήμα δέντρου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ανθεκτικότητα στα Μαθηματικά εξαρτάται από τον χρόνο που αφιερώνουν οι μαθητές για ενασχόληση με τα Μαθηματικά και τις Φυσικές Επιστήμες την εβδομάδα, την εξοικείωση τους με τις μαθηματικές έννοιες, το ενδιαφέρον τους για τα μαθηματικά, την αυτοαποτελεσματικότητα και αυτοαντίληψη των μαθητών στα μαθηματικά, το άγχος για τα μαθηματικά και από την ικανότητα τους να επιλύουν δύσκολα προβλήματα. Συμπερασματικά, η ανθεκτικότητα στα μαθηματικά μπορεί να επηρεαστεί από κοινωνικά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά των μαθητών, από τις στάσεις τους απέναντι στα μαθηματικά και από τις στρατηγικές μάθησης που υιοθετούν. Τέλος, τα συμπεράσματα αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν για την αναθεώρηση των εκπαιδευτικών πρακτικών και πολιτικών έτσι ώστε να προσφέρουν στρατηγικές που ενδυναμώνουν την ανθεκτικότητα στους μαθητές που προέρχονται από μη προνομιούχο κοινωνικο-οικονομικό υπόβαθρο, αντισταθμίζοντας τον αντίκτυπο των συνθηκών που αντιμετωπίζουν 841 240 284 Introduction: The word "diabetes mellitus" is used to describe a metabolic disorder characterized by chronic hyperglycemia as well as metabolic disorders of carbohydrates, fats and proteins. There are altogether eight different classes of antidiabetic drugs for type 2 diabetes that are taken orally. The categories are: biguanides, sulfonylureas, thiazolidinediones, meglitinides, glucosidase alpha inhibitors, dipeptidyl peptidase-4 inhibitors, GLP-12 receptor agonists as well as SGLT2 inhibitors. Methodology: This pharmaco-epidemiological study included the recording of e-prescription data and their processing with SPSS Statistics 15. 459 subjects aged 18-92 were studied that had consumed at least one type 2 diabetes medication. Results: Of the 459 subjects, type 2 diabetes appeared in 45.3% of the males and in 54.7% of the females. Furthermore, the incidence of diabetes in people aged 40-65 was 35.6%, and in those over 65 was 64.4%. The most common antidiabetic medicine was metformin with 30.9% of the total, and in large proportions it also appeared in combination with other medicines. Glimepiride followed at 17.8% and the combination of metformin glimepiride at 7.6%. As for the coadministration of diabetes with other drugs, the frequencies were: 77.6% for cardiovascular diseases, 53.8% for hypercholesterolemia and 41.6% for thrombosis. In addition, women consumed a CNS drug in a significantly higher percentage of 41.8% compared to males 21.2%. Finally, with regard to multi-drug use, 40.8% of patients consumed between four and six drugs, 33% consumed more than seven and 25.6% consumed between one and three drugs. Εισαγωγή: Ο όρος «σακχαρώδης διαβήτης» χρησιμοποιείται για την περιγραφή μιας μεταβολικής διαταραχής η οποία χαρακτηρίζεται από χρόνια υπεργλυκαιμία καθώς και από διαταραχές στο μεταβολισμό υδατανθράκων, λιπών και πρωτεϊνών. Υπάρχουν συνολικά οχτώ διαφορετικές κατηγορίες αντιδιαβητικών φαρμάκων για τον διαβήτη τύπου 2, οι οποίες λαμβάνονται από το στόμα. Αυτές είναι οι διγουανίδες, οι σουλφονυλουρίες, οι θειαζολιδινεδιόνες, οι μεγλιτινίδες, οι αναστολείς της γλυκοσιδάσης άλφα, οι αναστολείς διπεπτίδυλο πεπτιδάσης-4, οι αγωνιστές των υποδοχέων του GLP-12 καθώς και οι αναστολείς SGLT2. Μεθοδολογία: Η παρούσα φαρμακοεπιδημιολογική μελέτη περιλάμβανε την καταγραφή δεδομένων ηλεκτρονικής συνταγογράφησης καθώς και την επεξεργασία τους με το πρόγραμμα SPSS Statistics 15. Μελετήθηκαν 459 άτομα ηλικίας 18-92 με κριτήριο την κατανάλωση ενός τουλάχιστον αντιδιαβητικού φαρμάκου για τον διαβήτη τύπου 2. Αποτελέσματα:. Από το σύνολο 459 ατόμων η συχνότητα εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 βρέθηκε στο 45,3% στους άνδρες και στο 54,7% στις γυναίκες. Ακόμη η συχνότητα εμφάνισης του διαβήτη στα άτομα ηλικίας 40-65 ετών ήταν 35,6% ενώ στα άτομα άνω των 65 ήταν 64,4%. Το αντιδιαβητικό φάρμακο που πήραν σε μεγαλύτερο ποσοστό οι ασθενείς ήταν η μετφορμίνη με ποσοστό 30,9 επί του συνόλου, ενώ σε μεγάλα ποσοστά εμφανίστηκε και σε συνδυασμό με άλλα φάρμακα. Ακολούθησε η γλιμεπιρίδη με ποσοστό 17,8% και ο συνδυασμός μετφορμίνης γλιμεπιρίδης με στο 7,6% Όσον αφορά την εμφάνιση του διαβήτη με συγχορήγηση με άλλα φάρμακα, οι συχνότητες είναι οι εξής: 77,6% για καρδιαγγειακά νοσήματα, 53,8% για υπερχοληστερολαιμία και 41,6% για θρόμβωση. Επιπλέον προέκυψε ότι οι γυναίκες κατανάλωσαν φάρμακο για το ΚΝΣ σε σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό 41,8% σε σχέση με τους άνδρες 21,2%. Τέλος όσον αφορά την πολυφαρμακευτική χρήση των ασθενών το 40,8% των ασθενών κατανάλωσε από τέσσερα έως έξι φάρμακα, το 33% κατανάλωσε πάνω από εφτά και το 25,6% κατανάλωσε από ένα έως τρία φάρμακα. 842 300 326 Γήρανση του οπτικού νεύρου όπως μετράτε με το Heidelberg Retina Tomograph (HRT) σε μη γλαυκωματικά άτομα στη μελέτη Thessaloniki Eye Study Purpose: The study of the changes in the optic disc anatomy related to aging as they are measured with Heidelberg Retina Tomograph (HRT). Methods: The HRT scans of non - glaucomatous individuals were compared between the first stage of the study (Thessaloniki Eye Study, TES, Prevalence study) and the sec¬ond stage (TES Incidence Study) which was completed 12 years later. 228 out of the 1092 participants in the incidence stage satisfied all the inclusion criteria of not being glauco- matic, having HRT scans in both stages of TES and having good quality of the scans (quality grade < 40). One eye per participant was included in the study. The parameters Disc Area, Cup Area, Cup/Disc Area Ratio, Cup Volume, Rim Volume, Mean Cup Depth, Maximum Cup Depth, Height variation contour, Cup shape measure, Mean RNFL thickness, RNFL cross sectional area, Horizontal cup/disc ratio, Vertical cup/disc ratio, Maximum contour elevation, Maximum contour depression were analysed and compared between the two stages of TES. The sectors of the optic disc were also compared between the two stages of the study. Results: The average age of the subjects was 68.77 ± 3.77 years for the prevalence stage and 37,3% were female. After adjusting for baseline RNFL thickness, spherical error, disc area, signal strength, gender, height και intraocular pressure (I.O.P), there was a significant change for the parameters Cup Area (p=0.05), Cup Volume ( μm3, p<0.001), Mean Cup Depth (p=0.040), Maximum Cup Depth (p<0.01), Height Varia¬tion Contour (p<0.001) and Maximum Contour Elevation (p<0.001). The average global and sectoral RNFL thickness did not show significant change. Conclusion: This study outlined population-based variations of HRT parameters for an average period of 12 years. With the advancement of age, changes in the parameters re¬lated to optic disc cupping were noted, while RNFL thickness did not change signifi¬cantly. Σκοπός: H μελέτη των μεταβολών στην δομή του οπτικού δίσκου, που σχετίζονται με την ηλικία, όπως μετρούνται με το Heidelberg Retina Tomograph (HRT). Υλικό και μέθοδος: Έγινε σύγκριση ανάμεσα στις λήψεις HRT που έγιναν σε μη γλαυκωματικά άτομα στην πρώτη φάση της μελέτης (Thessaloniki Eye Study, TES, Prevalence study) και στην δεύτερη (TES Incidence Study) που πραγματοποιήθηκε 12 χρόνια μετά. Από τους 1092 συμμετέχοντες στην incidence φάση, υπήρχαν 228 άτομα τα οποία να πληρούσαν όλα τα κριτήρια της μελέτης δηλαδή να ήταν μη γλαυκωματικοί, να είχαν λήψεις HRT και στις δύο φάσεις της μελέτης και με καλή ποιότητα (ποιοτικός δείκτης < 40). Ένας οφθαλμός από κάθε συμμετέχοντα περιλήφθηκε στις αναλύσεις. Οι παράμετροι του HRT Disc Area, Cup Area, Cup/Disc Area Ratio, Cup Volume, Rim Vol¬ume, Mean Cup Depth, Maximum Cup Depth, Height variation contour, Cup shape meas¬ure, Mean RNFL thickness, RNFL cross sectional area, Horizontal cup/disc ratio, Vertical cup/disc ratio, Maximum contour elevation, Maximum contour depression αναλύθηκαν και συγκρίθηκαν μεταξύ των δύο φάσεων του TES. Επίσης έγινε σύγκριση και για τον κάθε τομέα του οπτικού δίσκου. Αποτελέσματα: Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων την πρώτη φορά εξέτασης ήταν 68.77 ± 3.77 χρόνια και το 37,3% ήταν γυναίκες. Μετά από στάθμιση για baseline RNFL thickness, διαθλαστικό σφάλμα, disc area, signal strength, φύλο, ύψος και ενδοφθάλμια πίεση (Ε.Ο.Π.) διαπιστώθηκε στατιστικώς σημαντική αύξηση για τις μεταβλητές Cup Area (p=0.05), Cup Volume ( μm3, p<0.001), Mean Cup Depth (p=0.040), Maximum Cup Depth (p<0.01), Height Variation Contour (p<0.001) και Maximum Contour Elevation (p<0.001). Η μέση τιμή του global αλλά και sectoral RNFL thickness δεν παρουσίασε στατιστικώς σημαντική μεταβολή. Συμπεράσματα: Η μελέτη παρουσίασε μεταβολές των παραμέτρων του HRT σε πληθυσμιακό επίπεδο σε περίοδο 12 ετών κατά μέσο όρο. Με την αύξηση της ηλικίας αυξάνονται οι παράμετροι που σχετίζονται με την κοίλανση του οπτικού δίσκου, ενώ η RNFL thickness δε παρουσιάζει σημαντική μεταβολή. 843 218 239 Κυτταρογενετική μελέτη της επίδρασης των αιωρούμενων σωματιδίων αστικού υποβάθρου σε ανθρώπινα λεμφοκύτταρα in vitro The following study was accomplished at the laboratory of Genetics of the Medical School of Democritus University of Thrace, under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris, with the help of Professor Konstantini Samaras and her colleagues from the Department of Chemistry of Aristotle University of Thessaloniki. The purpose of this research was to study the effect of airborne particulate matter, collected in Thessaloniki during the winter 2012-13, on human chromosomes and cells in vitro. For this aim, they were collected different sizes of aerosols (Ultrafine (<0.49mm), Submicron (0.49-0.97mm), Fine (0.97-3mm) and Coarse (3-> 7mm)) from Eptapyrgio, an suburb area and each fraction was added to cultures of lymphocytes. This fractions were examined for Sister Chromatid Exchanges (SCEs), as a marker of genotoxicity, the Proliferation Rate Index (RPI) and the Mitotic Index (MI), as cytotoxicity marker. In the results the SCEs were found increased at the PM fraction in comparison to the control cultures. The Submicron and Fine fractions, in average, showed a higher effect on lymphocytes in comparison to the remaining fractions. The evaluation of the R.P.I. and the M.I. showed a low effect on the cytostaticity and the cytotoxicity. From the comparison of the fractions of the different solvents we take the conclusion that the particles with stronger polarity causes a higher toxicity on the lymphocytes. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο Γ ενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη, με την καταλυτική βοήθεια της κ. Κ. Σαμαρά και των συνεργατών της από το Τμήμα Χημείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης των αιωρούμενων σωματιδίων που συλλέχθηκαν στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια του χειμώνα 2012-13, στα ανθρώπινα χρωματοσώματα και κύτταρα in vitro. Για το σκοπό αυτό, έγινε συλλογή διαφορετικών μεγεθών αιωρούμενων σωματιδίων (Ultrafine (<0.49μm), Submicron (0.49-0.97μm), Fine (0.97^m) και Coarse (3->7μm)) από το Επταπύργιο, μια περιοχή αστικού υποβάθρου, και κάθε κλάσμα μεγέθους προστέθηκε σε καλλιέργειες λεμφοκυττάρων. Αξιολογήθηκαν οι χρωματιδιακές ανταλλαγές (SCEs) ως δείκτης γονοτοξικότητας, ο δείκτης ρυθμού πολλαπλασιασμού (Δ.Ρ.Π.) και ο μιτωτικός δείκτης (Μ. Δ.) ως δείκτες κυτταροτοξικότητας, από υδατικά και οργανικά διαλύματα των αιωρούμενων σωματιδίων όλων των ανώτερων κατηγοριών από το προάστιο της Θεσσαλονίκης. Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές SCEs στα κλάσματα των αιωρούμενων σωματιδίων σε σύγκριση με τις καλλιέργειες ελέγχου. Τα Submicron και Fine κλάσματα έδειξαν πως έχουν μεγαλύτερη επίδραση στα λεμφοκύτταρα σε σχέση με τα υπόλοιπα κλάσματα. Η αξιολολόγηση των δεικτών Δ.Ρ.Π. και Μ.Δ. έδειξαν μικρή επίδραση στη κυτταροσταστικότητα και κυτταροτοξικότητα. Το συμπέρασμα που προέκυψε από τη σύγκριση των διαφορετικών διαλυτών είναι πως τα σωματίδια με πιο ισχυρή πολικότητα προκαλούν μεγαλύτερη τοξικότητα στα λεμφοκύτταρα από τα μέτρια ή μη πολικά. 844 121 147 Διαταραχές μνήμης σε ηλικιωμένους ασθενείς στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας Confronting dementia is quite a difficult procedure for the physicians, the patients and their caregivers. In addition, dementia prediction is also a difficult procedure, especially for elderly patients who also suffer from other types of diseases. For a number of patients whose state can be considered irreversible, the early diagnosis may also be proven pointless. Studies have shown that early diagnosis of dementia has a positive effect for caregivers and patients since the timely treatment of symptoms is more feasible. For the preventive treatment of dementia and the cognitive impairments, a number of screening tests have been created that can lead to further diagnosis by specialist physicians. The purpose of this study is to indicate the positive effects of early diagnosis H καταπολέμηση άνοιας είναι μια αρκετά δύσκολη διαδικασία τόσο για τους κλινικούς γιατρούς όσο και για τους ασθενείς και τους φροντιστές τους. Επίσης, η διάγνωση της άνοιας είναι μια διαδικασία δύσκολη, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένα άτομα που υποφέρουν κι από άλλου είδους παθήσεις. Από την στιγμή μάλιστα που έχει αποδειχθεί πως η κατάσταση είναι μη αναστρέψιμη σε μερικούς ίσως φαίνεται άσκοπή μια πρόωρη διάγνωση. Έρευνες έχουν δείξει πως η πρόωρη διάγνωση της άνοιας έχει θετική επίδραση τόσο για τους φροντιστές όσο και για τους ίδιους τους ασθενείς μιας και γίνεται πιο εφικτή η έγκαιρη αντιμετώπιση των συμπτωμάτων. Για την προληπτική αντιμετώπιση της άνοιας και των γνωστικών διαταραχών, έχουν δημιουργηθεί μια σειρά από τεστ διαλογής ασθενών οι οποίοι εξετάζονται περεταίρω από ειδικούς γιατρούς και διαγνώσκονται με άνοια. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να φανερώσει τις ευεργετικές επιδράσεις της προληπτικής διάγνωσης. 845 234 243 Effective learning at primary school. Principals’ beliefs by primary education Η αποτελεσματική μάθηση στο δημοτικό σχολείο. Απόψεις των διευθυντών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης The aim of the study was to investigate primary school principals’ beliefs about effective learning and their goals and actions towards achieving that. Twenty principals from primary schools in Kavala participated in the study. Participants were tested with a semi-structured interview that involved questions regarding principals’ beliefs about effective learning and its relationship with teaching, and their goals and actions towards achieving effective learning. The results showed that principals strongly associate effective learning with the acquisition of cognitive and social objectives by the pupils, whilst they regard the teachers, the parents, the principals themselves, the pupils and the school curriculum as the most significant factors of effective learning. In addition, principals view teaching as the tool for effective learning, although learning is a broader concept than teaching. They also consider the improvement of teaching methods, the formation of a positive school climate and the emotional development of pupils to be their most important objectives. More over, they consider the seamless cooperation with teachers, parents, and other educational institutions, such as the school counselors, the administrative officers, the cultural associations, and the school board, as their most crucial actions for achieving the effective learning. The school involvement in educational programs is treated as a crucial action that leads to effective learning. The results are discussed on the basis of the current theories about effective learning Στόχος της έρευνας ήταν η διερεύνηση των απόψεων Διευθυντών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την αποτελεσματική μάθηση και τις ενέργειες τους για την επίτευξη της. Στην έρευνα συμμετείχαν είκοσι Διευθυντές Δημοτικών σχολείων του Δήμου Καβάλας, οι οποίοι εξετάστηκαν με μία ημι-δομημένη συνέντευξη. Οι ερωτήσεις της συνέντευξης αφορούσαν τις εκτιμήσεις των Διευθυντών για την αποτελεσματική μάθηση και την σχέση της με την διδασκαλία, τους στόχους και τις ενέργειές των Διευθυντών για την επίτευξη της. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι Διευθυντές συνδέουν την αποτελεσματική μάθηση με την επίτευξη γνωστικών και κοινωνικών στόχων από τους μαθητές, ενώ σημαντικότερους παράγοντες θεωρούν τον εκπαιδευτικό, τους γονείς, τον Διευθυντή, τον ίδιο τον μαθητή και το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών. Επίσης, οι Διευθυντές θεωρούν ότι η διδασκαλία είναι το εργαλείο για την αποτελεσματική μάθηση, ωστόσο η μάθηση είναι πιο γενική έννοια. Για αυτό και οι Διευθυντές κρίνουν ως σημαντικότερους στόχους την βελτίωση της διδασκαλίας, τη διαμόρφωση θετικού σχολικού κλίματος και την κοινωνικοποίηση και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών. Οι ενέργειες που θεωρούν ότι είναι οι κατάλληλες για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι η συνεργασία τους με τον σύλλογο διδασκόντων, με τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων αλλά και με άλλους εκπαιδευτικούς φορείς, όπως οι σχολικοί σύμβουλοι, οι διοικητικοί προϊστάμενοι, πολιτιστικοί σύλλογοι και η σχολική επιτροπή. Ως σημαντική ενέργεια θεωρούν, επίσης, την συμμετοχή του σχολείου σε εκπαιδευτικά προγράμματα και δραστηριότητες. Τα αποτελέσματα συζητούνται με αναφορά στις θεωρητικές απόψεις για την αποτελεσματική μάθηση 846 271 256 Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια – Νεότερες διαγνωστικές και θεραπευτικές μέθοδοι Purpose: Diabetes mellitus is a group of metabolic disorders characterized by a chronic hyperglycemic condition resulting from defects in insulin secretion and insulin action Diabetic retinopathy is the leading cause of visual loss and blindness in working age populations in the developed world. The most important evidence-based therapies for diabetic retinopathy include strict metabolic control, tight blood pressure control, laser photo- coagulation anti-VEGF agents and vitrectomy. We present a review of the current understanding and new insights into pathophysiology in DR, as well as clinical treatments for DR patients. Recent laboratory findings and related clinical trials are also reviewed. Methods: We present thirty (30) cases ((16 men, 53,3% and 14 women 46,7%), mean age 75,16 ± SD 9,70 (47-92)) with diabetic retinopathy that received treatment for diabetic macular edema and received intravitreal ranizumab and aflibercept. All patients underwent a baseline examination including best-corrected visual acuity, color photos, and were analyzed with Optical Coherence Tomography techniques. Results: Mean foveal thickness was measured 323,9 ± SD 79,8 μm (241-487 μm) before intravitreal injections and 284,10 ± SD 51,14 μm after treatment. Immediately after intravitreal injections IOP measured 35,26 ± SD 4,51 mmHg (28-47) but one month and two months later returned to normal. There was a statistically significant difference on vision acuity before and after therapy (0,22±0,16 vs 0,44±0,17 p≈0.001<0.05) and the outcomes concerning the post treatment visual acuity and the macula thickness are under discussion. Conclusion: Our study confirmed the improvement of visual acuity in the eyes of diabetic patients with macular oedema followed by laboratory improvement of foveal and mean macular thickness without significant changes in intraocular pressure with anti-VEGF treatment. Σκοπός: Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια είναι η κύρια αιτία απώλειας όρασης και τύφλωσης στον αναπτυγμένο κόσμο. Σκοπός της εργασίας είναι η παρακολούθηση κλινικών παραμέτρων όπως η οπτική οξύτητα, η ενδοφθάλμια πίεση και το πάχος του κεντρικού βοθρίου μετά από την εφαρμογή θεραπευτικών μεθόδων όπως οι ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF παραγόντων. Παράλληλα γίνεται και βιβλιογραφική ανασκόπηση της παθοφυσιολογίας και των νεότερων θεραπειών της νόσου. Μέθοδος: Παρουσιάζουμε τριάντα (30) ασθενείς ((16 άνδρες, 53,3% και 14 γυναίκες 46,7%), με μέση ηλικία 75,16±9,70 έτη, με διαβητικό οίδημα της ωχράς που ακολούθησαν θεραπεία με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις ranizumab και aflibercept. Όλοι οι ασθενείς ακολούθησαν ένα πρωτόκολλο βασικής οφθαλμολογικής εξέτασης με μέτρηση οπτικής οξύτητας, φωτογραφίες βυθού και αναλύθηκαν με οπτική τομογραφία συνοχής OCT και OCTA. Αποτελέσματα: Η μέση τιμή του πάχος του ωχρικού βοθρίου μετρήθηκε στα 323,9± 79,08 μm (241–487 μm) πριν την έναρξη θεραπείας και 284,10±51,14 μm μετά. Αμέσως μετά τις εγχύσεις καταγράφηκε μια αύξηση της ΕΟΠ στα 35,26±4,51 mmHg (28-47) όμως ένα μήνα και δύο μήνες αργότερα οι τιμές επέστρεψαν στα φυσιολογικά επίπεδα. Υπήρξε μια στατιστικά σημαντική διαφορά στην οπτική οξύτητα πριν και μετά την θεραπεία (0,22±0,16 vs 0,44±0,17 p≈0.001<0.05) και όλα τα αποτελέσματα της μελέτης αναλύονται καθώς και δεδομένα από την μικροκυκλοφορία και την πυκνότητα του αμφιβληστροειδικού αγγειακού πλέγματος μέσω OCTAngio. Συμπέρασμα: Η εργασία μας επιβεβαίωσε την βελτίωση στην οπτική οξύτητα των οφθαλμών με διαβητικό οίδημα της ωχράς η οποία ακολουθήθηκε και από βελτίωση του πάχους του ωχρικού βοθρίου και της ωχράς χωρίς σημαντικές αλλαγές στην ενδοφθάλμια πίεση έπειτα από ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις αντι-VEGF παραγόντων. 847 235 259 Διερεύνηση ανταγωνιστικότητας ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές The main purpose of this study was the detailed presentation of competitiveness of Greek milk products in international markets. Furthermore studied the dairy sector in Greece and the European Union and analyzed the relations between Greece and competitor countries France , Denmark, Italy and Bulgaria such as the relation between Greece and Germany, which is the biggest importer of cheese feta-cheese in European market. To study the structures of external trade of Greece and the competitor countries they were used the below indicators: Index Grubel Lloyd, Index Coverage of Imports, Net Export Index and Index Introductory Penetration. According to the results, the position of Greece in the dairy sector is not in a particularly good position in relation with the other competitor countries. Moreover, the exports of cheese Greece presents the highest prices. Also Greece during the period 2005-2014 develops intra-industry trade for cheese-dairy products, while develops cross-trade for the Milk which tends to imports. Due to the concentration of cheese exports, Greece is in a better position than Italy, there is neutrality by Germany and France, while Greece can’t compete with Denmark and Bulgaria. For Milk, Greece is in the lower place in comparison with the first four countries and only compared with Bulgaria, Greece presents some specificity. Finally our country shows an advantageous position, in relation to the rest countries, of the cheese products but also a disadvantage position in relation to milk Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η λεπτομερή παρουσίαση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών γαλακτοκομικών προϊόντων στις διεθνής αγορές. Επίσης μελετήθηκε o γαλακτοκομικός τομέας στην Ελλάδα και στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αναλύθηκαν οι σχέσεις της Ελλάδας με τις ανταγωνίστριες χώρες Γαλλία ,Δανία, Ιταλία και Βουλγαρία καθώς και η σχέση της Ελλάδας με τη Γερμανία, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο εισαγωγέα φέτας τυριού στην Ευρωπαϊκή αγορά. Για την μελέτη των δομών του εξωτερικού εμπορίου της Ελλάδας και των ανταγωνιστριών χωρών χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω δείκτες: ο δείκτης Grubel Lloyd, Δείκτης Κάλυψης Εισαγωγών (ΔΚΕ), Δείκτης Ανταγωνιστικότητας-Εξειδίκευσης (Net Export Index), Δείκτης Εισαγωγικής Διείσδυσης (ΔΕΔ). Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι η Ελλάδα στον τομέα των γαλακτοκομικών προϊόντων δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερα καλή θέση σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες. Όσον αφορά τις εξαγωγές τυριού η Ελλάδα παρουσιάζει τις υψηλότερες τιμές. Επίσης η Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο 2005-2014 αναπτύσσει ενδοκλαδικό εμπόριο για τα τυροκομικά προϊόντα ,ενώ διακλαδικό εμπόριο για το Γάλα το οποίο τείνει στις εισαγωγές. Σχετικά με τη συγκεντρωτικότητα των εξαγωγών του τυριού, η Ελλάδα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από την Ιταλία, υπάρχει ουδετερότητα με την Γερμανία και την Γαλλία , ενώ δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την Δανία και την Βουλγαρία. Σε σχέση τώρα με το γάλα η Ελλάδα βρίσκεται στην κατώτερη θέση σε σχέση με τις τέσσερις πρώτες χώρες και μόνο σε σχέση με την Βουλγαρία παρουσιάζει κάποια εξειδίκευση. Αυτό φανερώνει μία πλεονεκτική θέση της χώρας μας σε σχέση με τις υπόλοιπες για τα τυροκομικά προϊόντα αλλά επίσης και μία μειονεκτική σε σχέση με το γάλα 848 161 167 Σύνθεση παραγώγων 3-αμινο-κιναζολινονών και μελέτη της πιθανότητας πρόκλησης φωτοδιάσπασης στο DNA In the present study, the synthesis of new quinazolinone analogues using microwave irradiation and the study of their ability to cleave the DNA upon UV irradiation has been evaluated. The aim of the first part of this study is the synthesis of bioactive compounds through a new efficient methodology which includes 2 steps for the creation of substituted quinazolinone using microwave irradiation (Microwave Assisted Organic Synthesis-MAOS). Microwave radiant heating is an effective technique with a variety of benefits. The structure of the 2-substituted quinazolinones was identified using nuclear magnetic resonance spectroscopy (1H NMR). The aim of the second part is to study the ability of the synthesized compounds to cleave DNA when activated by UV irradiation. Thus, it is examined whether the compounds prepared, exhibited photodegradation activity in relation to factors such as the nature of the substitution and the concentration. The results were very encouraging as almost all the compounds showed very significant activity as photo-cleavage agents in the DNA. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιείται η σύνθεση νέων παραγώγων κιναζολινονών με χρήση της μικροκυματικής ακτινοβολίας, καθώς και η μελέτη της ικανότητάς τους να διασπούν το DNA όταν ενεργοποιηθούν με υπεριώδη ακτινοβολία. Σκοπός του πρώτου μέρους της εργασίας είναι η σύνθεση νέων βιοδραστικών ενώσεων μέσω μιας νέας αποτελεσματικής μεθόδου που περιλαμβάνει δύο στάδια για τη δημιουργία υποκατεστημένων κιναζολινονών, με χρήση μικροκυματικής ακτινοβολίας (Microwave Assisted Organic Synthesis-MAOS). Η θέρμανση με τη χρήση μικροκυματικής ακτινοβολίας αποτελεί μία αποτελεσματική τεχνική με ποικίλα οφέλη. Οι 2-υποκατεστημένες κιναζολινόνες ταυτοποιήθηκαν με τη χρήση φασματοσκοπίας μαγνητικού συντονισμού (1H NMR). Σκοπός του δεύτερου μέρους της εργασίας είναι η μελέτη της ικανότητας των συντιθέμενων ενώσεων να διασπούν το DNA όταν ενεργοποιηθούν με υπεριώδη ακτινοβολία. Έτσι, εξετάστηκε εάν οι ενώσεις που παρασκευάστηκαν εμφάνιζαν φωτοδιασπαστική δράση σε συνάρτηση με παράγοντες, όπως η φύση της υποκατάστασης και η συγκέντρωση. Τα αποτελέσματα ήταν πολύ ενθαρρυντικά καθώς σχεδόν όλες οι ενώσεις που δοκιμάστηκαν παρουσίαζαν πολύ σημαντική δράση ως φωτοδιασπαστικοί παράγοντες στο DNA. 849 316 374 The child's image in school textbooks of Modern Greek Literature in Junior High School Η εικόνα του παιδιού στα σχολικά εγχειρίδια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Γυμνασίου This Master's thesis has the title "The child's image in school textbooks of Modern Greek Literature in Junior High School". The thesis aims to study and present in detail the child’s image in the textbooks published for Junior High School in 2006-2007 and be used since then. In defining childhood, we consider the ages from infancy to ado-lescence. The study deals with both the content of the text and the illustrations that accompany them. The approached method for this research is a combination of quan-titative and qualitative content analysis. The main conclusions arrived at from this study are the following: The illustrations of children found in these books are few in comparison to the rest and they are copies of famous paintings. They mainly relate to the content of the text although there are some others with no reference to it. Additionally it seems that both the illustrations and the texts refer to children of previous times. There are various children activities of those times presented and the students can find similarities with their own. The books offer interesting information about school life of children of former ages as it differs considerably from present times. Considering that most illus-trations and texts refer to the past, the child's life is often closely related to an era of a historical background. Children are often forced to work under hard circumstances losing their right to be educated. When the child is not alone, co-exists with a family member usually a person of great importance in his/her life primarily the Mother. Sometimes there are other people mentioned in their social environment: Children of the same age, friends, classmates, teammates, the teacher who often appears a strict person, their employer and other people who have formed a relationship with each child during their early years of life. Η παρούσα εργασία με τίτλο «Η εικόνα του παιδιού στα σχολικά εγχειρίδια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Γυμνασίου» έχει ως αντικείμενο τη μελέτη και την αναλυτική παρουσίαση της εικόνας του παιδιού με την ευρύτερη έννοια της λέξης, από τη βρεφική ηλικία μέχρι και την εφηβεία, στα βιβλία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας των τριών τάξεων του Γυμνασίου που χρησιμοποιούνται από το σχολικό έτος 2006-2007, με τα οποία έρχεται σε άμεση επαφή ο μαθητής. Η μελέτη αφορά τόσο το περιεχόμενο των κειμένων που ανθολογούνται όσο και τις εικόνες που τα συνοδεύουν. Η μέθοδος που ακολουθείται για την έρευνα είναι η ποσοτική και ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Τα κυριότερα συμπεράσματα στα οποία οδηγήθηκε η έρευνα από τη μελέτη των ίδιων των βιβλίων είναι τα ακόλουθα: Οι εικόνες παιδιών που υπάρχουν στα βιβλία είναι λίγες σε σχέση με το σύνολο των εικόνων και προέρχονται στην πλειοψηφία τους από την τέχνη της ζωγραφικής. Τις περισσότερες φορές έχουν σχέση με το περιεχόμενο των κειμένων, αν και δε λείπουν και άλλες που δεν αναφέρονται σ’ αυτό. Τόσο οι εικόνες όσο και τα κείμενα με αναφορές στο παιδί προέρχονται κυρίως από παλαιότερες εποχές. Οι δραστηριότητες των παιδιών που εμφανίζονται είναι ποικίλες και οι μαθητές μπορούν να εντοπίσουν ομοιότητες ως προς τα πράγματα με τα οποία τους αρέσει να ασχολούνται στον ελεύθερό τους χρόνο. Επιπλέον, δίνονται ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τη σχολική ζωή των παιδιών, που σε παλαιότερες περιόδους διέφερε σημαντικά από την τωρινή. Από τη στιγμή που ένας μεγάλος αριθμός κειμένων και εικόνων παραπέμπουν σε παλαιότερες εποχές, διαπιστώνουμε ότι η ζωή του παιδιού είναι στενά συνυφασμένη με κάποια ιστορικά γεγονότα, κυρίως της νεότερης ιστορίας. Συχνό μάλιστα είναι το φαινόμενο το παιδί να αναγκάζεται να εργαστεί, κάτω από πολύ σκληρές συνθήκες και να στερείται το δικαίωμα της μόρφωσης. Το παιδί εμφανίζεται κάποιες φορές μόνο του, ενώ ο σημαντικός «άλλος» με τον οποίο συνυπάρχει είναι κάποιο μέλος της οικογένειάς του και κυρίως η μητέρα. Άλλα πρόσωπα πέρα από την οικογένεια που εμφανίζονται μαζί του είναι συνομήλικα παιδιά, φίλοι, συμμαθητές ή συναθλητές, ο δάσκαλος, που χαρακτηρίζεται πολλές φορές από αυστηρότητα, αλλά και τα αφεντικά, τα οποία έχουν το παιδί στη δούλεψή τους. Μέσα στα κείμενα απαντώνται κατά περίπτωση και άλλα πρόσωπα με τα οποία έρχεται σε επαφή το παιδί. 850 77 113 Συγκριτική μελέτη της μεταβολής της βιολογικής συμπεριφοράς και του φαινοτύπου της καρκινικής κυτταρικής σειράς πνεύμονα Α549, μετά από ανάπτυξη αντοχής στην ακτινοβολία Ionizing radiation is one of the main DNA damaging agents, and yet a leading method for cancer treatment. However, cancer cells are able to develop radioresistance mechanisms in order to stabilize the maintenance and progression of radioresistant malignancies. In the present study, we aimed to examine the alterations of the biological behavior and phenotype of a non-small cell lung carcinoma cell line (A549) after multiple exposure to fractionated gamma irradiation and development of radioresistant cancer cell populations. Η ιονίζουσα ακτινοβολία είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες πρόκλησης βλαβών στο DNA, γεγονός που την καθιστά εν δυνάμει αποτελεσματική μέθοδο θεραπείας έναντι του καρκίνου. Τα καρκινικά κύτταρα, ωστόσο, είναι σε θέση να υιοθετήσουν μηχανισμούς ανοχής έναντι της ακτινοβολίας, παγιώνοντας με τον τρόπο αυτό, τη διατήρηση και την πρόοδο των ακτινοανθεκτικών κακοηθειών. Στην παρούσα ερευνητική εργασία, μελετήθηκαν οι μεταβολές στη βιολογική συμπεριφορά και το φαινότυπο της κυτταρικής σειράς Α549 μη μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα (NSCLC) ανθρώπου, μετά από έκθεση σε κλασματοποιημένη ακτινοβόληση με ακτίνες γ και ανάπτυξη καρκινικών κυττάρων ανθεκτικών στην ακτινοβολία. 851 112 125 Nowadays, major environmental, economical and social problems are evident as a result of the imprudent exploitation of nature and Western lifestyle of consumerism. There is no doubt that there is a need to change people's perceptions and to redefine their relationship with nature. Such an approach is demonstrated by ecovillages, which are some small-scale human communities, based on the common vision of sustainable lifestyle. A vital area of an ecovillage framework is its education for sustainability. Through their diverse educational programs, provided by these social structures, knowledge, values and practices are developed in ecovillages and are diffused into wider society, contributing to the positive transformation of perceptions, attitudes and behaviors of people Στις μέρες μας μεγάλα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα είναι εμφανή ως αποτέλεσμα της αλόγιστης εκμετάλλευσης της φύσης και του δυτικού καταναλωτικού τρόπου ζωής. Είναι αναμφισβήτητη πλέον η ανάγκη για αλλαγή των αντιλήψεων των ανθρώπων και για επαναπροσδιορισμό της σχέσης τους με τη φύση. Μια τέτοια προσέγγιση επιδεικνύουν τα οικολογικά χωριά, δηλαδή οι μικρής κλίμακας ανθρώπινες κοινότητες, οι οποίες βασίζονται στο κοινό όραμα του αειφόρου τρόπου ζωής. Ένας τομέας του πλαισίου των οικολογικών χωριών που είναι ζωτικής σημασίας αποτελεί η εκπαίδευση για την αειφορία, αφού μέσω των ποικίλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων που παρέχουν αυτές οι κοινωνικές δομές, οι γνώσεις, οι αξίες και οι πρακτικές που έχουν αναπτυχθεί στα οικολογικά χωριά διαχέονται στην ευρύτερη κοινωνία, συμβάλλοντας έτσι στο θετικό μετασχηματισμό των αντιλήψεων, των στάσεων και των συμπεριφορών 852 186 192 Το θεσμικό πλαίσιο της ιδιωτικής πολεοδόμησης στην Ελλάδα, οι δεσμεύσεις των περιοχών προστασίας και οι περιπέτειες των οικοδομικών συνεταιρισμών This study attempts to research, analyse and assess the processes that affect the implementation of private sector-led urban development in Greece. Environmental protection is the main core of the study. The theoretical/institutional framework of private sector-led urban development and constructional associations, as a relevant object, is structured around this core. The assumptions that are formulated relate to: a) the contribution of private sector-led urban development in sustainable spatial planning and, furthermore, in urban planning, b) the degree of the implementation of the private sector-led urban development in relation to the statutory procedures and the commitments of protected areas and c) the role of the political and economical factor in the development of such practices. The investigation of these assumptions gets place through the formulation of specific questions, which are examined on a three-level basis: a country level, a regional unit level and finally, a micro level, where the research focuses on a case study, which presents special environmental interest. The synthetic conclusions lead to the main objective of the study which is the identification of the parameters that influence the functioning of private sector-led urban development. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τη διερεύνηση, ανάλυση και αξιολόγηση των διαδικασιών υλοποίησης της ιδιωτικής πολεοδόμησης στην Ελλάδα. Η περιβαλλοντική προστασία αποτελεί τον κύριο πυρήνα της εργασίας. Γύρω από αυτόν τον πυρήνα, αναπτύσσεται το θεωρητικό πλαίσιο αφενός της ιδιωτικής πολεοδόμησης και αφετέρου των οικοδομικών συνεταιρισμών, ως επιμέρους ζήτημα. Οι υποθέσεις που διατυπώνονται σχετίζονται με: α) τη συμβολή της ιδιωτικής πολεοδόμησης στο βιώσιμο χωρικό και κατ’ επέκταση, πολεοδομικό σχεδιασμό, β) το βαθμό υλοποίησης της ιδιωτικής πολεοδόμησης σε συνάρτηση με τις θεσμοθετημένες διαδικασίες και τις δεσμεύσεις των περιοχών προστασίας και γ) το ρόλο του πολιτικού και οικονομικού παράγοντα στην εξέλιξη του θεσμού της ιδιωτικής πολεοδόμησης. Ο έλεγχος των υποθέσεων γίνεται με τη διατύπωση επιμέρους ερωτημάτων, τα οποία διερευνώνται σε τρία επίπεδα: σε επίπεδο χώρας, σε επίπεδο νομού και τέλος, σε περισσότερο μικροσκοπικό επίπεδο, όπου ερευνάται μία μελέτη περίπτωσης με ιδιαίτερα περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά. Τα συνθετικά συμπεράσματα που εξάγονται από την έρευνα οδηγούν στον κύριο στόχο της εργασίας που είναι ο προσδιορισμός των παραμέτρων λειτουργίας της ιδιωτικής πολεοδόμησης και η συσχέτισή του με τη διάσταση της περιβαλλοντικής προστασίας. 853 301 339 Overexposure to ultraviolet irradiation can trigger photo-aging and can lead ultimately to skin cancer and melanoma. Ultraviolet radiation induces oxidative stress through enhanced production of ROS. DNA damage and protein oxidation are outcomes of oxidative stress and lead to up-regulation of matrix metalloproteinases (MMPs). These enzymes are capable of degrading the extracellular matrix proteins of the connective tissue. Therefore, it is great importance to identify natural products with anti-oxidative and photo-protective properties in order to create new, natural-based, anti-aging cosmeceuticals. Propolis is a resinous material collected by honey-bees from bud and exudates of the plants, mixed with bee enzymes, pollen and wax. This substance has been reported to exhibit potential anti-bacterial, anti-viral, anti-inflammatory, fungicidal, anti-oxidative and anticancer activities. Thus, our study aimed to assess the antioxidant and anti-aging effects of propolis-enriched products on human keratinocytes and in an ex vivo reconstituted human skin model after exposure to UV radiation. In this vein, we investigated the toxicity profile of propolis-enriched products, by utilizing SRB assay. To determine the antimutagenic potential of these products, we estimated the UVR-induced DNA damages (single and double strand breaks) in HaCat cells, in the presence or absence of these products after UVB exposure by employing single cell gel electrophoresis. Similarly, we assessed the total protein carbonyl content and antioxidant status of the untreated, treated and/or irradiated cells. Through quantitative real-time PCR we studied the effects of propolis-enriched products on the UVR-induced up-regulation of MMPs in an ex vivo human skin model. By immunohistochemistry, we also demonstrate that these products act in a protective manner against UVB-induced skin damages and inhibit the expression of certain MMPs (MMP-3, MMP-7, MMP-9). To conclude, our results indicate that propolis-enriched products exhibit antimutagenic and anti-aging effects on keratinocytes against UV irradiation and emerge as promising agents for the development of novel cosmeceuticals. Η υπερέκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία μπορεί να επιφέρει φωτογήρανση και να οδηγήσει σε καρκίνο του δέρματος και μελάνωμα. Η υπεριώδης ακτινοβολία προκαλεί οξειδωτικό στρες μέσω αύξησης της παραγωγής των δραστικών ενώσεων οξυγόνου. Στις συνέπειες του οξειδωτικού στρες συγκαταλέγονται οι βλάβες του DNA, η οξείδωση των πρωτεϊνών και η υπερέκφραση των μεταλλοπρωτεϊνασών. Τα ένζυμα, αυτά, έχουν την ικανότητα να αποικοδομούν τις πρωτεΐνες της εξωκυτταρικής μήτρας του συνδετικού ιστού. Συνεπώς, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ταυτοποιηθούν και να χαρακτηριστούν φυσικά προϊόντα που εμφανίζουν αντιοξειδωτικές και φωτοπροστατευτικές ιδιότητες, με στόχο την ανάπτυξη καινοτόμων, αντιγηραντικών καλλυντικών προϊόντων. Η πρόπολη είναι ένα φυσικό, μελισσοκομικό προϊόν, παράγεται από τις μέλισσες, διαθέτει ρητινώδη υφή και είναι αναμεμειγμένη με γύρη, κερί και εκκρίσεις των μελισσών. Παρουσιάζει ένα εύρος πιθανών βιολογικών δράσεων όπως αντιβακτηριακές, αντι-ΐικες, αντιφλεγμονώδεις, μυκητοκτόνες, αντιοξειδωτικές και αντικαρκινικές ιδιότητες. Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν η εκτίμηση των αντιοξειδωτικών, αντιμεταλλαξογόνων και αντιγηραντικών δράσεων των εμπλουτισμένων προϊόντων πρόπολης σε ανθρώπινα κερατινοκύτταρα και σ’ ένα ex vivo μοντέλο ανασυσταθέντος δέρματος μετά από έκθεση σε UV ακτινοβολία. Για τον σκοπό αυτό, ερευνήσαμε το προφίλ κυτταροτοξικότητας των εμπλουτισμένων προϊόντων πρόπολης, εφαρμόζοντας την τεχνική SRB. Για τον προσδιορισμό της αντιμεταλλαξογόνου δράσης αυτών των προϊόντων, εκτιμήσαμε τις επαγόμενες από UV βλάβες του DNA (μονές και διπλές σχάσεις στο DNA) σε ανθρώπινα κερατινοκύτταρα, παρουσία ή απουσία των προϊόντων αυτών υπό την έκθεση UVB ακτινοβολίας, εφαρμόζοντας την τεχνική Comet. Παρομοίως, για να μελετήσουμε την αντιοξειδωτική δράση αυτών των προϊόντων προσδιορίσαμε το ολικό περιεχόμενο των κυττάρων σε αντιοξειδωτικά μόρια και σε καρβονυλιωμένες πρωτεΐνες στα κερατινοκύτταρα. Με PCR πραγματικού χρόνου (real-time PCR) και ανοσοΐστοχημεία μελετήσαμε τις δράσεις των εμπλουτισμένων προϊόντων πρόπολης στην επαγόμενη από UV έκφραση των μεταλλοπρωτεϊνασών, σ’ ένα ex vivo μοντέλο ανθρώπινου δέρματος. Η επίδραση με τα παραπάνω προϊόντα προστατεύει από τις επαγόμενες από UVB ακτινοβολία βλάβες του δέρματος και μειώνει τα επίπεδα έκφρασης των μεταλλοπρωτεϊνασών MMP3, -7, -9. Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα των πειραμάτων έδειξαν ότι τα εμπλουτισμένα προϊόντα πρόπολης εμφανίζουν αντιμεταλλαξογόνο και αντιγηραντική δράση στα κύτταρα της επιδερμίδας, έναντι της UV ακτινοβολίας. Έτσι, τα συγκεκριμένα προϊόντα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην ανάπτυξη νέων, καινοτόμων φαρμακοκαλλυντικών. 854 318 355 Ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης του NF-κΒ, IL-6, TNFα του ηπατικού ιστού πλησίον της εκτομής. Πειραματική μελέτη. Aim of the Study: To compare the severity of the induced inflammatory response of the hepatic tissue which is adjacent to the surgical resection limit between two radiofrequency- assisted hepatectomy techniques. Materials and Methods: Fourteen Landrace pigs were divided into three groups and subjected to resection of the left lateral and left medial lobe of the liver with the sequential coagulation-cut technique (SCC), (Group SCC, n=6), the Habib-4X radiofrequency-assisted hepatectomy technique (Habib-4X), (Group Η, n=4) and the clump-crush technique (CC), (Group CC, n=4). 48 hours later, liver tissue samples were taken, 1-4cm from the surgical resection limit. Immunohistochemical expression measurement of Interleukin 6 (IL-6), Tumor Necrosis Factor alpha (TNFa) and Nuclear Factor-κΒ (NF-κΒ) was performed with the semi-quantitative method and graded as 0 (absence), 1 (mild), 2 (moderate), 3 (severe). Results: NF-κΒ expression in groups SCC and CC was severe and moderate respectively from 1-4cm, while in group H it was moderate in 1-3cm and mild in the 4th cm. IL-6 expression was mild and moderate from 1-4cm in groups SCC and H respectively, while in group CC it was moderate in the 1st cm and mild from 2-4cm. TNFa expression was severe for group SCC and moderate for groups H and CC from 1-4cm respectively. Expression of NF-κΒ and TNFa was higher in group SCC vs group H in the 3rd and 4th centimeter (p=0.01) while expression of IL-6 was lower in the 4th centimeter respectively (p=0.029). TNFa expression was higher in group SCC vs group CC in the 3 rd and 4th centimeter (p=0.01). Conclusion: Inflammatory response of the hepatic tissue is uniform throughout the 4- centimeter distance from the surgical resection limit in both radiofrequency-assisted hepatectomy techniques. Technique SCC induces inflammatory response via the increased expression of TNFa and NF-κΒ while technique Habib-4X via the increased IL-6 expression. TNFa expression is related to the use of radiofrequency energy only when applied with the SCC technique. Σκοπός: Η σύγκριση του βαθμού της φλεγμονώδους αντίδρασης στο ηπατικό παρέγχυμα πλησίον του ορίου εκτομής, μετά από ηπατεκτομή με την βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων. Υλικό και Μέθοδος: Δεκατέσσερις χοίροι Landrace, χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες και υποβλήθηκαν σε εκτομή τμήματος του αριστερού μέσου και αριστερού πλάγιου λοβού του ήπατος με την τεχνική της «διαδοχικής πηκτικής νέκρωσης και διατομής» (SCC),(Ομάδα SCC,n=6), της «υποβοηθούμενης ηπατεκτομής με την χρήση του ηλεκτροδίου Habib-4X» (Ηβό&-4Χ),(Ομάδα Η^=4) ή της σύνθλιψης με λαβίδες (CC),(Ομάδα CC,n=4). 48 ώρες αργότερα, ελήφθησαν δείγματα ιστού 1-4cm από το χείλος εκτομής. Η ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης της ιντερλευκίνης 6 (IL-6), του παράγοντα νέκρωσης όγκων άλφα (TNFa) και του πυρηνικού παράγοντα-κΒ (NF-κΒ) ήταν ημιποσοτική και βαθμολο-γήθηκε ως 0 (απουσία), 1 (ήπια), 2 (μέτρια) και 3 (έντονη). Αποτελέσματα: Η έκφραση του NF-κΒ στις ομάδες SCC και CC ήταν έντονη και μέτρια από το 1ο έως το 4ο cm αντίστοιχα, ενώ στην ομάδα H ήταν μέτρια από το 1ο-3ο cm, ενώ ήπια στο 4ο cm. Η έκφραση της IL-6 στις ομάδες SCC και Η, ήταν ήπια και μέτρια, αντίστοιχα από το 1ο έως το 4ο cm, ενώ στην ομάδα CC ήταν μέτρια στο 1ο cm και ήπια στο 2ο-4ο cm. Η έκφραση του TNFa ήταν έντονη στην ομάδα SCC και μέτρια στις ομάδες Η και CC από το 1ο έως το 4ο cm αντίστοιχα. Η έκφραση του NF-κΒ και του TNFa ήταν υψηλότερη στην ομάδα SCC έναντι της H στο 3ο και 4ο εκατοστό (p=0.01) ενώ της IL-6 ήταν χαμηλότερη στο 4ο εκατοστό (p=0.029). Η έκφραση του TNFa στην ομάδα SCC ήταν υψηλότερη στο 3ο και 4ο εκατοστό σε σχέση με την ομάδα CC (p=0.01). Συμπεράματα: Η ιστική φλεγμονώδης αντίδραση ήταν ομοιόμορφη στα 4 πρώτα εκατοστά από το χείλος εκτομής μετά από μερική ηπατεκτομή με την τεχνική SCC και Habib-4X. Η τεχνική SCC προκαλεί επαγωγή της τοπικής φλεγμονώδους αντίδρασης μέσω της αύξησης της έκφρασης των TNFa και NF-κΒ ενώ η τεχνική Habib-4X μέσω της αύξησης της έκφρασης της IL-6. Η έκφραση του TNFa σχετίζεται με την χρήση ενέργειας ραδιοσυχνοτήτων μόνο όταν αυτή εφαρμόζεται με την τεχνική SCC. 855 184 203 The contribution of music to the incidental learning of new words through a storytelling activity in preschool children Η συμβολή της μουσικής στη συμπτωματική μάθηση νέων λέξεων μέσω της αφήγησης ιστοριών σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Music and language are two communication systems that have many things in common, both in their oral and written form. Moreover, research points to the beneficial effects of music on children’s development (cognitive, linguistic, emotional, social). However, there are scarse data supporting directly the beneficial contribution of music to vocabulary learning. Τhe present quasi– experimental study, aims at studying the effect of music on the incidental learning of novel words presented to preschool children during a storytelling group activity in class. For the purposes of this study, 85 preschool children participated in an activity twice: once they listened to a story which was accompanied with music, and once they listened to a different story which was not accompanied with music. In both stories four pseudo words were naturally incorporated. Children were asked individually to recognize the meaning of the pseudowords through a multiple choice picture task. The results showed a significant positive effect of music an children´s ability to fast-map the meaning of the novel words Η μουσική και η γλώσσα αποτελούν δύο επικοινωνιακά συστήματα, τα οποία τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή μορφή τους παρουσιάζουν πολλά κοινά στοιχεία. Επιπλέον, αρκετές είναι οι μελέτες που έχουν εντοπίσει θετικές επιδράσεις της μουσικής στη γνωστική, γλωσσική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Η παρούσα ημιπειραματική μελέτη στοχεύει στη διερεύνηση της επίδρασης της μουσικής στη γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών προσχολικής ηλικίας και, ειδικότερα, στην ικανότητά τους να μαθαίνουν νέες λέξεις στα πλαίσια αφηγηματικών δραστηριοτήτων στην τάξη του Νηπιαγωγείου. Για τις ανάγκες της έρευνας συλλέχθηκαν δεδομένα από 85 παιδιά προσχολικής ηλικίας (νήπια και προνήπια). Όλα τα παιδιά παρακολούθησαν σε διαφορετικές ημέρες την αφήγηση δύο ιστοριών οι οποίες παρουσιάστηκαν με ταυτόχρονη προβολή του αντίστοιχου εικονοβιβλίου κάτω από δύο διαφορετικές συνθήκες: με τη συνοδεία μουσικής και χωρίς τη συνοδεία μουσικής. Στα αφηγήματα αυτά είχαν ενσωματωθεί με φυσικό τρόπο ψευδολέξεις, το νόημα των οποίων δεν αποκαλύφθηκε στα παιδιά. Στην συνέχεια, μέσω μίας δοκιμασίας πολλαπλής επιλογής με εικόνες, ελέγχθηκε κατά πόσο τα παιδιά κατάφεραν να αναγνωρίσουν ορθά και να θυμόνται το νόημα των ψευδολέξεων αυτών. Τα αποτελέσματα έδειξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο συνθηκών (με μουσική και χωρίς μουσική) 856 239 227 In the present postgraduate thesis entitled "Arachthos River Basin Simulation" an attempt is made to investigate and manage the river basin of the Arachthos river. At the same time, the effects of climate change on the water balance of the basin will be examined. The studied area belongs to western Greece and specifically to the geographical department of Epirus, it administratively belongs to the Region of Epirus and includes the prefectures of Ioannina and Arta. The whole process was implemented using the Soil and Water Assessment Tool (SWAT), specifically the SWAT2012 version developed in the Geographical Information Systems environment (ArcGIS 10.3.1). There has been the creation of the maps of the digital terrain model, land uses and ground categories, which are necessary for the model's operation. The initial simulation period refers to the period 2006-2011, for which meteorological and hydrological field data were used by various operators (Public Power Corporation, National Meteorological Service etc.). Based on existing data, an effort was made to calibrate and verify the model. The simulation of the future status of the basin was carried out using daily rainfall and temperature data of the GCM1 climate model for the periods 2050-2051 and 2090-2091. The results of this simulation, which highlight the change in existing rainfall runoff conditions due to climate change, can be an extremely useful tool for establishing a good policy for the management of water resources in the region over the coming years. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή με τίτλο «Προσομοίωση λεκάνης απορροής ποταμού Άραχθου» πραγματοποιείται μια προσπάθεια υδρολογικής διερεύνησης και διαχείρισης της λεκάνης απορροής του ποταμού Άραχθου. Ταυτόχρονα, εξετάζονται οι επιπτώσεις που θα επιφέρει η κλιματική αλλαγή στο υδατικό ισοζύγιο της λεκάνης. Η υπό μελέτη περιοχή ανήκει στη δυτική Ελλάδα και συγκεκριμένα στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ηπείρου, υπάγεται διοικητικά στην Περιφέρεια Ηπείρου και περιλαμβάνει τους νομούς Ιωαννίνων και Άρτας. Η όλη διαδικασία εφαρμόστηκε με τη χρήση του υδρολογικού μοντέλου SWAT (Soil and Water Assessment Tool) και συγκεκριμένα με την έκδοση SWAT2012 που αναπτύσσεται σε περιβάλλον Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών (ArcGIS 10.3.1). Δημιουργήθηκαν οι χάρτες του ψηφιακού μοντέλου εδάφους, των χρήσεων γης και των κατηγοριών εδάφους, που είναι απαραίτητοι για τη λειτουργία του μοντέλου. Η αρχική περίοδος προσομοίωσης αφορά το χρονικό διάστημα 2006-2011 για το οποίο χρησιμοποιήθηκαν μετεωρολογικά και υδρολογικά δεδομένα πεδίου από διάφορους φορείς (ΔΕΗ, ΕΜΥ κ.λπ.). Με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, έγινε προσπάθεια για όσο το δυνατόν καλύτερη ρύθμιση και επαλήθευση του μοντέλου. Η προσομοίωση της μελλοντικής κατάστασης της λεκάνης πραγματοποιήθηκε με τη χρήση δεδομένων ημερήσιας βροχόπτωσης και θερμοκρασίας του κλιματικού μοντέλου GCM1 και αφορά στις περιόδους 2050-2051 και 2090-2091. Τα αποτελέσματα αυτής της προσομοίωσης, τα οποία αναδεικνύουν τη μεταβολή των υπαρχόντων συνθηκών βροχής-απορροής λόγω κλιματικών αλλαγών, μπορούν να αποτελέσουν ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για τη χάραξη μιας ορθής πολιτικής διαχείρισης των υδατικών πόρων της περιοχής για τα επόμενα χρόνια. 857 259 248 The use of tongue twisters as a tool for oral language development through alternative forms of assessment in preschool children Η χρήση του γλωσσοδέτη ως εργαλείου ανάπτυξης του προφορικού λόγου μέσα από εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης παιδιών προσχολικής ηλικίας The aim of this study is to investigate prescholer’s skills to express tongue twisters, to reproduce them, to evaluate themselves based on their own reproductions and to assess their peers. Initially, the importance of using tongue twisters and alternative forms of assessment in preschool education is presented. This is necessary for the comprehension of the theoretical as well as the research context of this study. Following this, the methodology and the Plan of Alternative Forms of Assessment in Early Childhood (SEMAPI) designed to conduct the research is outlined. The experiential approach of this study is composed of two parts: two pilot researches and a main one: In the first pilot four preschoolers who have not received the teaching of ToTs (further in this paper) are involved and in the second pilot another experimental group of four preschoolers, who have received the teaching of ToTs, are, also, involved. The main study was conducted with twelve preschoolers, The main survey was conducted with twelve (12) preschoolers of a kindergarten class of Alexandroupolis region, who did not participate in the two pilots. As is clear from the findings of the above research, experience and engagement of students with tongue twisters helps to reach out them more easily and to express them. It also appeared that the familiarity and confidence in the experienced condition during articulation helps them to participate and try. The selfassessment and peer-assessment proved particularly useful procedures for each pupil Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να μελετήσει τις δεξιότητες μαθητών νηπιαγωγείου να εκφέρουν, να αναπαράγουν γλωσσοδέτες, να αυτοαξιολογούνται με βάση τις προσωπικές τους αναπαραγωγές και να αλληλοαξιολογούνται.. Αρχικά, παρουσιάζονται τόσο η σημασία χρήσης του γλωσσοδέτη όσο και των εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης στην προσχολική εκπαίδευση, με εστίαση στην αυτοαξιολόγηση και αλληλοαξιολόγηση παιδιών προσχολικής ηλικίας, απαραίτητα για την κατανόηση τόσο του θεωρητικού όσο και του ερευνητικού πλαισίου της εργασίας. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η μεθοδολογία και το Σχέδιο Εναλλακτικών Μορφών Αξιολόγησης στην Προσχολική Ηλικία (ΣΕΜΑΠΗ) που σχεδιάστηκε για τη διεξαγωγή της έρευνας. Η εμπειρική προσέγγιση της παρούσας εργασίας διαρθρώνεται σε δύο μέρη: δύο πιλοτικές έρευνες και μία κύρια. Στην πρώτη πιλοτική συμμετείχαν τέσσερις μαθητές νηπιαγωγείου που δεν είχαν εμπλακεί στην τάξη τους σε δραστηριότητες με χρήση γλωσσοδετών. Στη δεύτερη πιλοτική συμμετείχε μια άλλη , ομάδα τεσσάρων μαθητών νηπιαγωγείου, η οποία είχε προηγούμενη εμπειρία συμμετοχής σε δραστηριότητες γλωσσοδετών. Η κύρια έρευνα πραγματοποιήθηκε με δώδεκα (12) μαθητές μιας τάξης νηπιαγωγείου της περιοχής της Αλεξανδρούπολης, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στις δύο πιλοτικές εφαρμογές. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, η εμπειρία και εμπλοκή των μαθητών με γλωσσοδέτες τους βοηθά να τους προσεγγίζουν ευκολότερα και να επιχειρούν να τους εκφέρουν. Επίσης, φάνηκε ότι η οικειότητα και η εμπιστοσύνη μέσα στη συνθήκη που βιώνουν κατά την εκφορά τους βοηθά να συμμετέχουν και να προσπαθούν. Η αυτό-αξιολόγηση και η αλληλο-αξιολόγηση αποδείχθηκαν ιδιαίτερα χρήσιμες διαδικασίες για τον κάθε μαθητή 858 214 227 Preschool Education Teachers’ Views on Summerhill and Waldorf School Principles Απόψεις εκπαιδευτικών Προσχολικής Αγωγής για εφαρμογή αρχών των σχολείων Summerhill και Waldorf This study attempts to make a historical retrospection of the New Age movement and its more representative reformist movements, highlighting their basic principles. In particular, a conceptual clarification of the terms of Progressive Pedagogy is presented, followed by the basic principles of the movement, while a classification is made in the end to better distinguish its individual currents. The study then explores the presentation of two free schools, which are part of the Summerhill and Waldorf alternative education. In particular, the founders of the above-mentioned schools, Alexander Neil and Rudolf Steiner, in the operation of the school, all those characteristics that govern a free school, their basic principles and the way each school operates. Finally, a survey was conducted focusing on the views of ten (10) active pre-school teachers, different ages and years of experience in private and public school classes, with the aim of investigating the use of non-technical teaching similar to those of a free school. It also explores through competitions the views of teachers on the implementation of these principles in public kindergartens on Greece. And it concludes that most teachers, while using traditional teaching methods, with cross-disciplinary measures, would like to apply the principles of free schools to Greek reality. Η παρούσα μελέτη προσπαθεί να κάνει μία ιστορική αναδρομή στο κίνημα της Νέας Αγωγής και των αντιπροσωπευτικότερων μεταρρυθμιστικών της ρευμάτων, προβάλλοντας τις βασικές τους αρχές. Συγκεκριμένα, παρατίθεται μία εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων της Προοδευτικής Παιδαγωγικής και στη συνέχεια αναφέρονται οι βασικές αρχές του κινήματος, ενώ στο τέλος γίνεται μία ταξινόμηση για την καλύτερη διάκριση των επιμέρους ρευμάτων της. Στη συνέχεια, η μελέτη επιχειρεί την παρουσίαση δύο ελεύθερων σχολείων, τα οποία εντάσσονται στην εναλλακτική εκπαίδευση, του Summerhill (Σάμμερχιλ) και του Waldorf (Βάλντορφ). Συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στους ιδρυτές των παραπάνω σχολείων, Alexander Neil και Rudolf Steiner, αντίστοιχα, στη λειτουργία του σχολείου, σε όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που διέπουν ένα ελεύθερο σχολείο, στις βασικές τους αρχές και στον τρόπο λειτουργίας του κάθε σχολείου. Τέλος, πραγματοποιήθηκε μία έρευνα, η οποία επικεντρώθηκε στις απόψεις δέκα (10) εν ενεργεία εκπαιδευτικών προσχολικής εκπαίδευσης, διαφόρων ηλικιών και χρόνων εμπειριών σε σχολικές τάξεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με στόχο να ερευνήσει τη χρήση ή μη τεχνικών διδασκαλίας όμοιες με εκείνες ενός ελεύθερου σχολείου. Επίσης, ερευνά μέσω συνεντεύξεων τις απόψεις των εκπαιδευτικών για την εφαρμογή των αρχών αυτών στα δημόσια νηπιαγωγεία της Ελλάδας. Και καταλήγει στο συμπέρασμα πως οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί, αν και χρησιμοποιούν παραδοσιακούς τρόπους διδασκαλίας, με διαθεματικές προσεγγίσεις και πειθαρχικά μέτρα, θα ήθελαν να εφαρμοστούν οι αρχές των ελεύθερων σχολείων στην ελληνική πραγματικότητα. 859 168 177 Endometriosis is an enigmatic and mysterious gynecological condition that can be present at birth and has serious effects on a woman's body such as infertility, chronic pelvic pain, psychological burden, spontaneous miscarriages or even loss of genital organs. Its pathogenesis is supported by various theories. Since 1860 Von Rokitansky has made the first detailed description of the disease, where many other theories have been proposed regarding the pathogenesis of endometriosis, but no one has fully interpreted this pathological entity. This review of recent publications will take into account the main symptoms of the disease, such as pain and infertility, as well as its pathogenesis, diagnosis and classification. Endometriosis is disti-nguished in peritoneal endometriosis, ovarian endometrioma and in-depth invasive endometriosis and exhibits significant phenotypic diversity, with different types of endometriosis foci often found in the same patient. Disease management, surgical management and medical and alternative therapies will be discussed. Special reference will be made to the understanding of patients with endometriosis, endometrioma and in particular the treatment of endometrioma. Η ενδομητρίωση είναι μια αινιγματική και μυστηριώδης γυναικολογική πάθηση που μπορεί να υπάρχει από την γέννηση και έχει σοβαρές επι-δράσεις στον οργανισμό της γυναίκας όπως υπογονιμότητα, χρόνιο πυ-ελικό άλγος, ψυχολογική επιβάρυνση, αυτόματες αποβολές ή και απώ-λεια γεννητικών οργάνων (υστερεκτομή). Η παθογένεση της υποστη-ρίζεται από διάφορες θεωρίες. Από το 1860 που ο Von Rokitansky έκανε την πρώτη λεπτομερή περιγραφή της νόσου, όπου έχουν προταθεί και άλλες πολλές θεωρίες σχετικά με την παθογένεση της ενδομητρίωσης, χωρίς όμως καμία να ερμηνεύει πλήρως την παθο-λογική αυτή οντότητα. Σε αυτή την ανασκόπηση των πρόσφατων δημοσιεύσεων θα ληφθούν υπόψη τα κύρια συμπτώματα της νόσου, όπως ο πόνος και η στειρότητα, καθώς και η παθογένεια, η διάγνωση και η ταξινόμησή της.Η ενδομητρίωση διακρίνεται σε περιτοναϊκή ενδομητρίωση, ενδομητρίωμα ωοθηκική και σε εν τω βάθει διηθητική ενδομητρίωση και εμφανίζει σημαντική φαινοτυπική πολυμορφία, με διάφορους τύπους ενδομητριωσικών εστιών να εντοπίζονται πολύ συχνά στην ίδια ασθενή. Θα συζητηθεί η διαχείριση της νόσου, η χει-ρουργική αντιμετώπιση και οι ιατρικές και εναλλακτικές θεραπείες. Ειδική αναφορά θα γίνει στην κατανόηση των ασθενών με ενδομη-τρίωση, ενδομητριώματα και συγκεκριμένα στην θεραπεία των ενδο-μητριωμάτων 860 200 211 Προσδιορισμός υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων στην καλλιέργεια της μηλιάς In the present Thesis we studied the pre- and post-harvest behavior of pesticide residues on fresh apples during seven months. Samples of apples were originally taken directly from the orchard and also after being harvested, in October 2018, from a cold storage chamber. The specific apple samples come from an orchard located in the Arnissa-Edessa area by a vertically integrated producer. As part of the integrated management followed by the producer, spraying was performed and residue levels of pesticides used during the growing season were monitored. Extraction method and instrumental analysis were validated and applied for the determination of pesticide residues. Samples from the orchard were collected every three days until harvest day on 4-11-2018. Three more sampling followed with apples taken from the cold storage chamber, the last sampling was seven months after the first. The concentration of active substances fludioxonil, cyprodinil and dithianon in the apples was reduced to 98,99%, 99,81% and 93,21% respectively following seven months storage. Their levels did not exceed the maximum residue levels (MRLs). On the contrary, the concentrations of the active substances tebuconazole, trifloxystrobin and chlorpyrifos-methyl exceeded the maximum residue levels (MRLs), with their maximum values being 3,951, 4,517 and 10,356 mg/Kg respectively Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία μελετήθηκε η συμπεριφορά των υπολειμμάτων των γεωργικών φαρμάκων στον αγρό αλλά και μετασυλλεκτικά κατά την διάρκεια επτά μηνών σε νωπά μήλα. Τα δείγματα των μήλων αρχικά ελήφθησαν απευθείας από τον οπωρώνα και μετά την συγκομιδή τους τοποθετήθηκαν σε ψυκτικό θάλαμο αποθήκευσης, τα μήλα συγκομίστηκαν τον Οκτώβριο του 2018. Τα παραπάνω δείγματα προέρχονται από οπωρώνα στην περιοχή της Άρνισσας-Έδεσσας από παραγωγό με καθετοποιημένη επιχείρηση. Στα πλαίσια της ολοκληρωμένης διαχείρισης που ακολουθεί ο παραγωγός πραγματοποιήθηκαν και καταγράφηκαν οι ψεκασμοί καθώς και ελέχθησαν τα επίπεδα υπολειμμάτων των γεωργικών φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν κατά την καλλιεργητική περίοδο. Εφαρμόστηκε μέθοδος εκχύλισης και ενόργανης ανάλυσης. Δείγματα από τον οπωρώνα συλλέγονταν κάθε τρείς ημέρες μέχρι την ημέρα της συγκομιδής στις 4-11-2018. Μετά έγιναν άλλες τρείς δειγματοληψίες μέσα από τον ψυκτικό θάλαμο αποθήκευσης, η τελευταία δειγματοληψία ήταν επτά μήνες μετά από την πρώτη. Μετά από την επτάμηνη αποθήκευση των δειγμάτων στον ψυκτικό θάλαμο παρατηρήθηκε μείωση της συγκέντρωσης των δραστικών ουσιών fludioxonil, cyprodinil και dithianon στα μήλα σε ποσοστά 98,99%, 99,81% και 93,21% αντίστοιχα, τα επίπεδα τους δεν ξεπέρασαν τα ανώτατα όρια υπολειμμάτων. Αντίθετα, τα ανώτατα όρια καταλοίπων ξεπέρασαν οι περιεκτικότητες των δραστικών ουσιών tebuconazole, trifloxystrobin και chlorpyrifos-methyl όπου οι μέγιστες τιμές τους ήταν 3,951, 4,517 και 10,356 αντίστοιχα 861 410 413 investigating Secondary Education Teachers’ and Principals’ Opinion The present paper discusses the School’s Principal role at the administrative and pedagogical level. The purpose of this specific research study is to probe the views of the Schools’ Principals serving in Secondary Education on their complex work and role as leaders. Furthermore, an additional purpose is to view the relevant Greek and foreign bibliography for the Principal's leadership work both at the administrative level and the one of Schools’ function, as also the convergence or differentiation of the Schools’ Principals views, according to it. In the abmit of the research, a semi-structured interview was held with seven male and seven female School Principals in Secondary Education, all of whom work in Evros Prefecture, in Gymnasium, General and Vocational High Schools. An attempt was made to investigate their views on Principal’s role as a leader, his or her administrative and pedagogical duties, the competences-skills he/she must possess or develop in order to adequately respond to administrative and pedagogical responsibilities, to study their personal positions about the time they spend as Principals in their administrative and pedagogical work, the observance or derogation from the legislative framework that defines their role, the specific training they have or they must be offered by the State and even to ascertain their opinion on how teachers and parents see their work as two components of the educational process from inside and outside School’s environment. The findings of the research study are as follows: a) the Principal's role is to lead the School as a representative of it not in terms of authority but of guidance, coordination, cooperation, training, vision, values b) his orientation must be at the same time administrative and pedagogical, since the two roles are harmoniously and intertwined in the effectiveness of School c) the State has as duty to train him for the position he is responsible for and to facilitate him in his bureaucratic work, since the latter absorbs much of the time from his pedagogical obligations, by hiring additional administrative staff or upgrading the role of Assistant School Manager in order to have more time to deal with the pedagogical part d) there is a need -due to modern school's view- for the Principal to focus on the pedagogical role, the human factor, interpersonal relationships and cooperation with all partners of education (teachers, students, parents) in order to become Principal-Leader with a vision and goals that will upgrade the School functionally and effectively. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τον ρόλο του Διευθυντή Σχολικής Μονάδας σε διοικητικό και παιδαγωγικό επίπεδο. Σκοπός της θεωρητικής και ερευνητικής μελέτης είναι να διερευνηθούν οι απόψεις Διευθυντών Σχολικών Μονάδων που υπηρετούν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση για το πολυσύνθετο έργο και τον ρόλο τους ως ηγέτες. Ακόμη, η αναδίφηση σχετικής ελληνόγλωσσης και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας για το ηγετικό έργο του Διευθυντή τόσο σε επίπεδο διοίκησης όσο και γενικότερα σε επίπεδο λειτουργίας της Σχολικής Μονάδας και η σύγκλιση ή η διαφοροποίηση των θέσεων των Διευθυντών Σχολικών Μονάδων συγκριτικά με αυτήν. Στο πλαίσιο της ερευνητικής προσέγγισης του θέματος διεξήχθη έρευνα με εργαλείο ημιδομημένες συνεντεύξεις με επτά άνδρες και επτά γυναίκες Διευθυντές/ντριες σχολείων στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, εκ των οποίων όλοι υπηρετούν στον νομό Έβρου σε Γυμνάσια, Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια. Επιχειρήθηκε να διερευνηθούν οι απόψεις τους για τον ρόλο του Διευθυντή ως ηγέτη, τα διοικητικά και παιδαγωγικά του καθήκοντα, τις ικανότητες-δεξιότητες που οφείλει αυτός να έχει ή να αναπτύξει προκειμένου να ανταποκριθεί επαρκώς στις διοικητικές και παιδαγωγικές του αρμοδιότητες, να μελετηθούν οι προσωπικές τους τοποθετήσεις για τον χρόνο που αφιερώνουν ως Διευθυντές στο διοικητικό και παιδαγωγικό τους έργο, για την τήρηση ή την παρέκκλιση από το νομοθετικό πλαίσιο που οριοθετεί τον ρόλο τους, την εξειδικευμένη κατάρτιση που έχουν ή πρέπει να τους παρέχει η Πολιτεία και ακόμη να ανιχνευθεί η γνώμη τους για το πώς βλέπουν το έργο τους οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς που αποτελούν δύο ακόμη συνιστώσες της εκπαιδευτικής διαδικασίας από το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον του σχολείου. Από τα ευρήματα προκύπτει ότι α) ο ρόλος του Διευθυντή είναι ηγετικός ως εκπρόσωπος του σχολείου με την έννοια όχι της εξουσίας αλλά της καθοδήγησης, του συντονισμού, της συνεργασίας, της επιμόρφωσης, του οράματος, των αξιών β) ο προσανατολισμός του οφείλει να είναι ταυτόχρονα διοικητικός και παιδαγωγικός, αφού οι δύο ρόλοι εμπλέκονται αρμονικά και συνδυαστικά για την αποτελεσματικότητα της Σχολικής Μονάδας γ) η Πολιτεία έχει καθήκον να τον επιμορφώνει για τη θέση ευθύνης που αναλαμβάνει και να τον διευκολύνει στο γραφειοκρατικό του έργο που απορροφά μεγάλο μέρος του χρόνου του από τις παιδαγωγικές του υποχρεώσεις με επιπλέον διοικητικό προσωπικό ή με αναβάθμιση του ρόλου των Υποδιευθυντών ώστε να του μένει χρόνος για ενασχόληση με το παιδαγωγικό κομμάτι δ) προτάσσεται η ανάγκη -σύμφωνα με τη θεώρηση του σύγχρονου σχολείου- ο Διευθυντής να επικεντρωθεί στον παιδαγωγικό ρόλο, τον ανθρώπινο παράγοντα, τις διαπροσωπικές σχέσεις και τη συνεργασία με όλες τις συνιστώσες της εκπαίδευσης (εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς), ώστε να γίνει Διευθυντής-ηγέτης με όραμα και στόχους που θα καταστήσουν τη Σχολική Μονάδα λειτουργική και αποτελεσματική. 862 121 119 The contribution of drama techniques to the development of environmental consciousness in non-formal education Η συμβολή των θεατρικών τεχνικών στην ανάπτυξη περιβαλλοντικής συνείδησης στη μη τυπική εκπαίδευση This thesis explores the contribution of drama techniques to the development of environmental consciousness through a dramatical pedagogical intervention that took place in the field of non-formal education. Given that the data in the field is limited, a qualitative action research methodological approach was followed. The sample consisted of twelve children of the drama group, from the town of Feres. The collection of the research material was achieved through in-depth interviews, participatory observation and diary observation by the researcher and the observer-critical friend. Through the intervention, the students experientially, participating in dramatical and pedagogical activities, acquired environmental knowledge and formed attitudes and behaviors that are environmentally friendly. Η παρούσα διπλωματική εργασία μελετά τη συμβολή των θεατρικών τεχνικών στην ανάπτυξη της περιβαλλοντικής συνείδησης στο χώρο της μη τυπικής εκπαίδευσης μέσω μίας θεατροπαιδαγωγικής παρέμβασης. Καθότι πρόκειται για ένα πεδίο με περιορισμένα ερευνητικά δεδομένα, η μεθοδολογική προσέγγιση που ακολουθήθηκε ήταν εκείνη της ποιοτικής έρευνας-δράσης. Το δείγμα αποτέλεσαν 12 παιδιά της Θεατρικής ομάδας εμψύχωσης από την πόλη των Φερών. Η συλλογή του ερευνητικού υλικού έγινε μέσω ατομικών συνεντεύξεων, της συμμετοχικής παρατήρησης και της τήρησης ημερολογίου από τον ερευνητή και τον παρατηρητή- κριτικό φίλο. Με την παρέμβαση, οι μαθητές με βιωματικό τρόπο, συμμετέχοντας σε θεατροπαιδαγωγικές δραστηριότητες, απέκτησαν περιβαλλοντικές γνώσεις και καλλιέργησαν στάσεις και συμπεριφορές φιλικές προς τον περιβάλλον. 863 215 246 Αξιολόγηση Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής για την απεικόνιση του προσθίου ημιμορίου The purpose of this study is to evaluate the differences in central corneal thickness (CCT) measurements between RTVue-100 (Optovue, Inc, Fremont, CA), OCT Visante (AS-OCT Visante, Carl Zeiss Meditec Inc, Dublin, Calif) and ultrasound pachymetry (USP) in normal non-surgical eyes, myopic op astigmatic eyes without corneal corneal disease or topographic irregularity. A systematic search has revealed reports of clinical studies comparing central corneal thickness (CCT) measurements with RTVue, Visante and ultrasonic pachymetry. The search was done through the "Google Scholar" containing databases such as PubMed, ScienceDirect, magazines, etc. Two groups of eyes were analyzed. One compared RTVue and ultrasound and the other Visante and ultrasound. Twelve studies describing 965 eyes were recorded. RTVue results were -9.73 pm with a 95% confidence interval CI (-13.59, -5.88) lower than the ultrasound with a statistically significant difference (P <0.00001). Visante results were -9,13 pm with 95% CI (-12.18, -6.09) lower than the ultrasound with statistically significant difference (P <0.00001). This study proves that neither RTVue nor Visante can provide as accurate and same central corneal thickness as the ultrasonic pachymetry and therefore they are not interchangeable with each other. However, both RTVue and Visante have excellent repeatability and reproducibility, thus allowing us to assume that these measurements can be performed safely by different examiners and in different locations. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να εκτιμηθούν οι διαφορές μέτρησης του κεντρικού πάχους του κερατοειδούς (CCT) μεταξύ του RTVue-100 (Optovue, Inc, Fremont, CA), του OCT Visante (AS-OCT Visante, Carl Zeiss Meditec Inc, Dublin, Calif.) και της υπερηχητικής παχυμετρίας (USP) σε φυσιολογικά μη χειρουργημένα μάτια, μυωπικά είτε αστιγματικά μάτια χωρίς ασθένεια του κερατοειδούς ή τοπογραφική ανωμαλία. Μέσω μιας συστηματικής αναζήτησης εντοπίστηκαν αναφορές κλινικών μελετών που συγκρίνουν τις μετρήσεις ου κεντρικού πάχους του κερατοειδούς (CCT) με το RTVue, το Visante και την υπερηχητική παχυμετρία. Η αναζήτηση έγινε μέσω του “Google Scholar” που περιέχει βάσεις δεδομένων όπως το PubMed, ScienceDirect, Journals κλπ. Δύο ομάδες οφθαλμών αναλύθηκαν. Η μία εν συγκρίσει RTVue και Ultrasound και η άλλη Visante και Ultrasound. Δώδεκα μελέτες που περιγράφουν 965 μάτια εγγράφηκαν. Στα αποτελέσματα η μελέτη με το RTVue ήταν -9,73 μm με 95% διάστημα εμπιστοσύνης CI (-13.59, - 5.88) χαμηλότερο του Ultrasound με στατιστικά σημαντική διαφορά (Ρ<0,00001). Η μελέτη με το Visante ήταν -9,13 μm με 95% CI (-12.18, -6.09) χαμηλότερο του Ultrasound με στατιστικά σημαντική διαφορά (Ρ<0,00001). Η μελέτη αυτή αποδεικνύει ότι ούτε το RTVue αλλά ούτε και το Visante μπορούν να παρέχουν ακριβές κεντρικό πάχος κερατοειδούς ίδιο με της υπερηχητικής παχυμετρίας και κατά συνέπεια δεν είναι εναλλάξιμα μεταξύ τους. Όμως το RTVue αλλά και το Visante έχουν εξαιρετική επαναληψιμότητα αλλά και αναπαραγωγιμότητα επιτρέποντας έτσι να υποθέσουμε ότι αυτές οι μετρήσεις μπορούν να πραγματοποιηθούν με ασφάλεια από διαφορετικούς εξεταστές και σε διαφορετικές θέσεις. 864 277 277 Οι ειδικοί ψυχικής υγείας εκφράζουν τις απόψεις τους για το πώς έχει επηρεάσει η ψυχοθεραπευτική διαδικασία στις δημόσιες δομές ψυχικής υγείας κατά την περίοδο της κοινωνικοοικονομικής κρίσης Mental health specialists express their views on how the psychotherapeutic process in the public mental health centers has been affected during the period of the socioeconomic crisis. The present research investigate how mental health professionals involved in the therapeutic treatment of children in parochial public mental health facilities experience and talk about the impact of the socioeconomic crisis on the psychotherapeutic process. More specifically, the aim of the research is to develop understandings of the possible changes in professionals’ roles, the therapeutic demands parents make, the problems and concerns of children and adolescents, and the changes in the methods the professionals apply. Twenty-one semi­structured interviews were conducted and thematic analysis from interpretative phenomenological perspective was used in the analysis, following the verbatim transcribing of participant responses. The results coalesced into two all-encompassing thematic structures - constituted by a multitude of sub-themes articulating the following: the financial crisis has permeated society and the therapeutic procedure as a torrential and chronic rain storm, resulting in a deluge in the therapeutic work within the public mental health service sector. As a result mental health professionals are inundated and overwhelmed. They describe their positioning and work as “a constant tug of war” experience where they find themselves identifying with service users, taking on several roles simultaneously, and being challenged to find solutions often in dire and complex situations. Creativity and flexibility are demanded if they are to intervene in place of a health and social system that is faltering and this appears to be onerous emotionally and stimulating with regards to conceptualizing new ways to intervene simultaneously. Conclusions include the linking of the findings to practice and directions in future research. Η παρούσα μελέτη διερευνά τον τρόπο με τον οποίο, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας που ασχολούνται θεραπευτικά με τα παιδιά σε κοινοτικές δημόσιες δομές ψυχικής υγείας, βιώνουν και συζητούν την επίδραση της κοινωνικο-οικονομικής κρίσης στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία. Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος της έρευνας είναι να καταστήσει κατανοητές τις πιθανές αλλαγές στο ρόλο των επαγγελματιών, στα θεραπευτικά αιτήματα των γονέων, στα προβλήματα και τις ανησυχίες των παιδιών και των εφήβων, και τις μεταβολές στις μεθόδους που εφαρμόζουν οι επαγγελματίες. Διεξήχθησαν εικοσιμία (21) ημι-δομημένες συνεντεύξεις, η ανάλυσή των οποίων επιτεύχθηκε με την φαινομενολογικώς ενημερωμένη θεματική ανάλυση, μετά από απομαγνητοφώνηση λέξη προς λέξη των απαντήσεων των συμμετεχόντων/χουσών. Τα αποτελέσματα συγκλίνουν σε δύο γενικές θεματικές ενότητες με επιμέρους υπο-θέματα, οι οποίες διατυπώνουν τα ακόλουθα: η οικονομική κρίση έχει διεισδύσει στην κοινωνία και στη θεραπευτική διαδικασία ως κατακλυσμιαίος και διαρκής χείμαρρος, επιφέροντας σοβαρές επιπτώσεις στο θεραπευτικό έργο των επαγγελματιών, στο πλαίσιο των δημόσιων δομών ψυχικής υγείας. Ως αποτέλεσμα αυτού, οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας κατακλύζονται και καταβάλλονται από το φόρτο εργασίας. Περιγράφουν την θέση τους και την εργασία τους ως μια εμπειρία συνεχούς διελκυστίνδας, όπου ταυτίζονται με τα βιώματα των χρηστών των υπηρεσιών υγείας, αναλαμβάνουν πολλούς ρόλους ταυτόχρονα και καλούνται συχνά να βρουν λύσεις σε καταστάσεις δύσκολες και πολύπλοκες. Απαιτείται δημιουργικότητα και ευελιξία όταν πρόκειται να παρέμβουν, αντί ενός κοινωνικού συστήματος και συστήματος υγείας που παραπαίει, και αυτό φαίνεται να είναι συναισθηματικά επιβαρυντικό, παρακινώντας τους όμως, προς την εύρεση νέων μεθόδων παρέμβασης. Τα συμπεράσματα περιλαμβάνουν τη σύνδεση των ευρημάτων με την πρακτική και προτάσεις για μελλοντικές μελέτες. 865 173 191 The purpose of this thesis is to examine Euaggelo’s Papanoutsos approach to humanism and humanistic education. To that end, we have elaborated on the thoughts of some European philosophers of the 20th century, especially Heidegger, who, in essence, tries to surpass Kant’s (commensurate) concept of humanity. Papanoutsos, as a neo-Kantian philosopher of education, studies and discourses this tradition in his work. For Papanoutsos, the starting point of the understanding of humanistic education is, as everything else, the society in which this education will become a priority. Studying the ancient Greek and modern perception of democracy, he resolves that humanistic education will ultimately be recognized as a moral and political education. This education is one that recognizes, cultivates and highlights the humanistic ideals in every aspect of social life. He considers that education should be founded on these ideals and form an institution, whose main purpose is man’s humanization. In order to create a social person who respects human and civil rights, the educator’s role in the field of education is of vital importance Στην παρούσα εργασία προσπαθήσαμε να διερευνήσουμε το νόημα που αποδίδει στον ανθρωπισμό και την ανθρωπιστική παιδεία ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Στην προσπάθειά μας αυτή ενσκήψαμε στη σκέψη κάποιων Ευρωπαίων στοχαστών του 20ου αιώνα, κυρίως όμως του Heidegger, ο οποίος κατ’ ουσίαν επιχειρεί να υπερβεί την αντίστοιχη καντιανή κατανόηση του ανθρωπισμού. Ο Παπανούτσος, ως νεοκαντιανός φιλόσοφος της παιδείας, παρακολουθεί αυτή την παράδοση και με αυτήν διαλέγεται στο έργο του. Για τον Παπανούτσο αφετηρία για την κατανόηση της ανθρωπιστικής παιδείας δεν είναι παρά, όπως και για το κάθε τι, η κοινωνία εντός της οποίας η παιδεία αυτή θα αποτελέσει προτεραιότητα. Αντλώντας από την αρχαιοελληνική και νεωτερική αντίληψη της δημοκρατίας, στη σκέψη του η ανθρωπιστική παιδεία θα αναγνωριστεί τελικά ως ηθική και πολιτική παιδεία. Μια τέτοια παιδεία είναι αυτή που αναγνωρίζει, καλλιεργεί και αναδεικνύει με κάθε τρόπο στα περιεχόμενα της κοινωνικής ζωής τα ανθρωπιστικά ιδεώδη. Σε αυτά τα ιδεώδη θεωρεί πως θα πρέπει να θεμελιωθεί και η εκπαίδευση ως θεσμός, όταν κεντρικός σκοπός της γίνεται ο εξανθρωπισμός του ανθρώπου. Για την κατασκευή ενός κοινωνικού ατόμου που θα σέβεται τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, κεντρικός στον χώρο της εκπαίδευσης είναι ο ρόλος του εκπαιδευτικού 866 262 288 Ιστική έκφραση των JNK1 και JNK2 στο ήπαρ σε πειραματικό μοντέλο επίμυος-ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim of the current experimental study is the determination of the expression of c-Jun N-terminal kinases (JNK) JNK1 and JNK2 in an experimental model of liver ischaemia-reperfusion injury in wistar rats after administration of silibilin. It has beendescribed that liver damagepromotes the activation of JNK kinases. For this reason,in condition ofhepatic damage,inischaemia-reperfusionseveral conditions-factors are under investigation, that can act with a protective effect to the organ. In experimentalstudiessilibilin is under investigation for its anti-oxidative effect and for its protective effect to several organs. 63wistar ratswere divided into 9groups[control groupSham(only laparotomy),control group 60, control group 120, control group 180, control group 240, groupSi60, groupSi120, groupSi180, groupSi240].JNK1 and JNK2 expression were studied. In the present study it is shown that JNK1expression is increasingas we progress to the experimental time.In this way, as weproceed in the experiment, the expression of JNK1 in control groups is significantly increased.In addition, it is highlighted in our study,that JNK1 expression is weaker as we progress to the experimental time in the silibilin groups, thus confirming the hepato-protective role of silibilin.As for JNK2, it appeared that as the experiment progressed, the expression of JNK2 increased strongly and at 240 minutesthe difference in JNK2 expression between sham and control group was statistically significant(p= 0,009). The expression of JNK2 in control groups is gradually increasing, while is weaker in the silibilin groups and thisfinding confirms the hepato-protective role of silibilin.In the current study, JNK1 and JNK2 expression are giving warming results and it seems that the application of these findingsin clinical protocols in the future canresult in patients’ benefitin liver surgery field. Σκοπός της παρούσας πειραματικής μελέτης είναι ο προσδιορισμός της έκφρασης των κινασών JNK1 και JNK2 σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης ήπατος στον επίμυ με χορήγηση σιλιμπινίνης. Θεωρείται ότι η ηπατική βλάβη προωθεί σημαντικά την ενεργοποίηση των JNK κινασών. Γι’ αυτό σε καταστάσεις ηπατικής βλάβης, σε συνθήκες ισχαιμίας - επαναιμάτωσης μελετώνται διάφοροι παράγοντες που μπορούν να δράσουν προστατευτικά στο όργανο. Σε πειραματικές μελέτες, η σιλιμπινίνη μελετάται για την αντιοξειδωτική της δράση όπως και για την προστατευτική της δράση στα διάφορα όργανα. 63 επίμυες τύπου Wistar χωρίστηκαν σε 9 ομάδες [ομάδα ελέγχου Sham (μόνο λαπαροτομία), ομάδα ελέγχου Control 60, ομάδα ελέγχου C120, ομάδα ελέγχου C180, ομάδα ελέγχου C240, ομάδα Si60, ομάδα Si120, ομάδα Si180, ομάδα Si240]. Μελετήθηκαν η JNK1 και JNK2. Τα αποτελέσματα της ανοσοϊστοχημικής μελέτης ανέδειξαν ότι η έκφραση της JNK1 αυξάνεται όσο προχωράμε στον χρόνο του πειράματος. Δηλαδή όσο προχωράμε στο πείραμα η έκφραση της JNK1 στις ομάδες control αυξάνεται σημαντικά. Επιπλέον αναδεικνύεται ότι η έκφραση της JNK1 είναι ασθενέστερη όσο προχωράμε στον χρόνο του πειράματος στις ομάδες της σιλιμπινίνης, επιβεβαιώνοντας έτσι τον ηπατοπροστατευτικό ρόλο της σιλιμπινίνης. Όσον αφορά την JNK2, φάνηκε ότι όσο προχωράει το πείραμα η έκφραση της JNK2 αυξάνεται σταδιακά και στα 240 λεπτά η διαφορά στην έκφραση της ανάμεσα στην ομάδα sham και control αποδεικνύεται στατιστικά σημαντική (p= 0,009). Η έκφραση της JNK2 αυξάνεται σταδιακά στις ομάδες control, ενώ είναι ασθενέστερη στις ομάδες της σιλιμπινίνης γεγονός που δείχνει τον ηπατοπροστατευτικό ρόλο της σιλιμπινίνης. Στη μελέτη αυτή η έκφραση των κινασών JNK1 και JNK2 δίνουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα και η εφαρμογή αυτών των δεδομένων σε κλινικά πρωτόκολλα έχουν σαν στόχο μελλοντικά το όφελος των ασθενών στη χειρουργική του ήπατος. 867 197 184 Parents’ aspects about the integration of foreign children in school environment. Οι απόψεις των γονέων για την ενσωμάτωση των παιδιών των μεταναστών στη σχολική τάξη The current diplomatic project is a qualitative research in regard with parents’ opinions of the majority group of Greeks, about the integration of foreign children in regular school. With that in mind, relevant definitions such as this of prejudice, racism, racial racism are being analyzed, while the main subject is the definition of acculturation and the different strategies, in which it is taking place. Moreover, the relation between prejudice and acculturation is being analyzed and then, the methodology of the research (research goal, frame, method, sampling, participants) is presented. The research data are analyzed using the method of Discourse Analysis, which considers that speech has constructive and operating power, examining speech itself, in every aspect. The parts which were chosen for analysis were considered to be the most representative of the research’s goal, providing information about the way, that the majority group comprehends the differences among foreign and native children, the racism, the segregation or integration of foreign children. Finally, the research data are linked to the theoretical part of the research, for the conduction of results in regard with the aspects of the majority group. Η παρούσα πτυχιακή εργασία αποτελεί ποιοτική έρευνα αναφορικά με τις απόψεις των γονέων της πλειονοτικής ομάδας των Ελλήνων για την ενσωμάτωση των αλλοδαπών παιδιών στο κανονικό σχολείο. Έτσι, εξετάζονται σχετικές έννοιες, όπως αυτή της προκατάληψης, του ρατσισμού, του φυλετικού ρατσισμού, ενώ κύριο θέμα αποτελεί η έννοια του επιπολιτισμού και οι διαφορετικές στρατηγικές με τις οποίες αυτός πραγματοποιείται. Εξετάζεται επίσης η σχέση προκατάληψης και επιπολιτισμού, ενώ έπειτα παρέχεται η μεθοδολογία της έρευνας (ερευνητικός στόχος, πλαίσιο, μέθοδος, δειγματοληψία, συμμετέχοντες). Τα ερευνητικά δεδομένα αναλύονται με τη μέθοδο της Ανάλυσης Λόγου, η οποία υποστηρίζει τη κατασκευαστική και λειτουργική ισχύ του λόγου, εξετάζοντας αυτόν καθαρά, στο πλαίσιο που εντάσσεται. Τα αποσπάσματα που επιλέχθηκαν προς ανάλυση, θεωρήθηκαν τα πιο αντιπροσωπευτικά του ερευνητικού ερωτήματος και παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο, που η πλειονοτική ομάδα αντιλαμβάνεται τις διαφορές μεταξύ αλλοδαπών και ντόπιων παιδιών, το ρατσισμό, το διαχωρισμό των παιδιών αυτών, αλλά και την ένταξη τους. Τέλος, τα ερευνητικά δεδομένα συνδέονται με το θεωρητικό κομμάτι της έρευνας, για τη διεξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με τις απόψεις της πλειονοτικής ομάδας. 868 94 104 In recent years, more and more couples have been looking for a solution to the problem of infertility through assisted reproductive methods, resulting in increased in vitro fertilization use. At the same time, there has been growing concern about the long-term effects that various infertility drugs may have on various assisted reproductive techniques, with more prominent cancer occurring in the female reproductive system and other parts of the body. This diploma thesis aims at a bibliographic review, referring to past and more recent studies to clarify the relationship of infertility drugs to gynecological cancer. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερα ζευγάρια αναζητούν λύση στο πρόβλημα της υπογονιμότητας μέσω των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με αποτέλεσμα η χρήση της εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF) να έχει αυξηθεί. Παράλληλα έχει αυξηθεί και η ανησυχία για τις μακρυπρόθεσμες συνέπειες που μπορεί να έχουν τα διάφορα φάρμακα υπογονιμότητας, που χρησιμοποιούνται στις διάφορες τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, με σημαντικότερη την εμφάνιση καρκίνου στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα και σε άλλα μέρη του οργανισμού. Η παρούσα διπλωματική εργασία αποσκοπεί στην βιβλιογραφική ανασκόπηση, κάνοντας αναφορά σε μελέτες που έχουν γίνει στο παρελθόν αλλά και πιο πρόσφατες, ώστε να διευκρινίσει την σχέση ή όχι των φαρμάκων υπογονιμότητας με τον γυναικολογικό καρκίνο. 869 267 298 Αναδρομική μελέτη χορήγησης anti-VEGF παραγόντων σε περιπτώσεις ασθενών με ηλικιακή εκφύλισης ωχράς κηλίδας υγρού τύπου, διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδή, και αποτελέσματα αυτής την τελευταία διετία στο Γ.Ν. Καρδίτσας Background: Age-related macular degeneration, diabetic retinopathy and retinal vein occlusion are three of the most common and basic diseases of the fundus of the eye and constitute a major cause of vision loss and blindness in the developed world. Aim: The aim of this study is to investigate the effectiveness of intravitreal administration of anti-VEGF agents (ranibizumab and aflibercept) in patients with the above three diseases by monitoring the changes that treatment causes to clinical parameters such as visual acuity, foveal thickness and mean macular thickness as well as comparative data obtained by comparing the results in each of the three patient groups in the study. At the same time, a bibliographic review of data on pathophysiology, diagnosis and modern treatment of the three diseases is performed. Method: We present 30 patients, 12 of which suffer from neovascular AMD, 10 suffer from diabetic retinopathy (proliferative and non- proliferative) and 8 suffer from central or branch retinal vein occlusion, who followed treatment with intravitreal ranibizumab and aflibercept. All patients followed a basic ophthalmologic examination protocol with visual acuity measurement, IOP measurement and were analyzed by SD-OCT. Results: Overall in all patients after the first 3 intravitreal injections there was a mean decrease by -146.5μm in the thickness of the central fovea, a mean decrease in the mean macular thickness by -124.16μm, while the mean increase in visual acuity was about 2/10 in the Snellen optotype. Conclusion: Our study confirmed the improvement in visual acuity which was accompanied by an improvement in the thickness of the central fovea and the mean macular thickness after intravitreal injections of anti-VEGF agents. Υπόβαθρο: Η ηλικιακή εκφύλιση ωχράς, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και οι αμφιβληστροειδικές φλεβικές αποφράξεις αποτελούν τρεις από τις πλέον συχνές και βασικές παθήσεις του βυθού του οφθαλμού και συνιστούν κύρια αιτία απώλειας όρασης και τύφλωσης στον ανεπτυγμένο κόσμο. Σκοπός: Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της ενδοϋαλοειδικής χορήγησης anti-VEGF παραγόντων (ranibizumab και aflibercept) σε ασθενείς με τις τρεις προαναφερόμενες παθήσεις μέσω παρακολούθησης των μεταβολών που η θεραπεία επιφέρει σε κλινικές παραμέτρους όπως η οπτική οξύτητα, το πάχος του κεντρικού βοθρίου και το μέσο πάχος της ωχράς καθώς και συγκριτικά στοιχεία που προέκυψαν μέσα από τη σύγκριση των αποτελεσμάτων σε καθεμία από τις τρεις ομάδες ασθενών που συμμετείχαν στην μελέτη. Παράλληλα γίνεται και βιβλιογραφική ανασκόπηση στοιχείων παθοφυσιολογίας, διάγνωσης και σύγχρονης θεραπείας των τριών παθήσεων. Μέθοδος: Παρουσιάζουμε 30 ασθενείς, εκ των οποίων οι 12 πάσχουν από ΗΕΩ υγρού τύπου, οι 10 πάσχουν από διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (παραγωγική και μη παραγωγική) και οι 8 πάσχουν από απόφραξη κεντρικής ή κλάδου αμφ/κής φλέβας, που ακολούθησαν θεραπεία με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις ranibizumab και aflibercept. Όλοι οι ασθενείς ακολούθησαν ένα πρωτόκολλο βασικής οφθαλμολογικής εξέτασης με μέτρηση οπτικής οξύτητας, μέτρηση ΕΟΠ και αναλύθηκαν με οπτική τομογραφία συνοχής SD-OCT. Αποτελέσματα: Συνολικά σε όλους τους ασθενείς μετά τις 3 πρώτες ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις καταγράφηκε 1 μέση μείωση κατά -146,5μm στο πάχος του κεντρικού βοθρίου, 1 μέση μείωση στο μέσο πάχος της ωχράς κατά -124,16μm, ενώ η μέση αύξηση στην οπτική οξύτητα ήταν περίπου 2/10 στο οπτότυπο Snellen. Συμπέρασμα: Η εργασία μας επιβεβαίωσε τη βελτίωση στην οπτική οξύτητα η οποία συνοδεύθηκε από βελτίωση του πάχους του κεντρικού βοθρίου και του μέσου πάχους της ωχράς μετά από ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις anti-VEGF παραγόντων. 870 335 341 Assessment flood risk of mountain watersheds of the island of Samos Αξιολόγηση χειμαρρικής επικινδυνότητας των ορεινών λεκανών της Νήσου Σάμου Climate change will contribute to increasing the flood risk . over the next few years. An increase in the annual number of days in conditions of heat, increase the frequency and intensity of storms, floods and prolonged periods of drought during the summer season and a reduction in the forest. Will help to increase the surface run-off, erosion, reduction of the evapotranspiration and the quantity of water is filtered, are factors that contribute to increasing the flood risk. Over the years, it is necessary to know the problems caused as well as the areas showing the flood problems. The paper was done to found the flood risk on the island of Samos. Found the mountain watersheds which create the problems and the areas which cause but found and the size of the problem. The calculation was made with Geographical Information Systems and the data used and crafted is the topographic map of Samos, the geological map, Corine 2000 and Corine 2012. The methods used are the hydrological balance to find the actual evapotranspira-tion, the infiltration, the total runoff and the surface runoff. The processing of mete-orological data was done to find the rainfall gradient and Lapse rate. The calculation was reduction of rain in an average height of each watershed and used the method of Thiessen. Found the soil erosion with the method Gavrilovic and calculated the flood risk with the raster from surface runoff and the method of Gavrilovic. The flood risk found was divided into five categories of VERY LOW, LOW, MEDIUM, HIGH AND VERY HIGH. Calculated with the meteorological data for the years 2010, 2012, 2013 and 2014 and the average meteorological data for the years 2012 to 2014. Calculated with the Corine 2000 and the Corine 2012 and the ge-ological map to confirm the factors in accordance with the literature create the flood risk. The factors in accordance with the literature is the climate, surface terrain , rock and vegetation Η κλιματική αλλαγή θα συμβάλει στη αύξηση της χειμαρρικής επικινδυνότητας. τα επόμενα έτη. Προβλέπεται αύξηση του ετήσιου αριθμού ημερών σε συνθήκες καύσωνα, αύξηση της συχνότητας και της έντασης των καταιγίδων , των πλημμυρών και των παρατεταμένων περιόδων ξηρασίας κατά την θερινή περίοδο καθώς και μείωση των δασικών εκτάσεων. Θα συμβάλουν στην αύξηση της επιφανειακής απορροής και της διάβρωσης καθώς και μείωση της εξατμισοδιαπνοής και της ποσότητας του νερού που διηθείται, είναι παράγοντες που συμβάλουν στην αύξηση της χειμαρρικής επικινδυνότητας. Με την πάροδο των ετών θα είναι απαραίτητο να είναι γνωστά τα προβλήματα που προκαλούν καθώς οι περιοχές που εμφανίζουν τα χειμαρρικά προβλήματα. Η πτυχιακή εργασία έγινε για να βρεθεί η χειμαρρική επικινδυνότητα στην νήσο Σάμος. Βρέθηκαν οι λεκάνες απορροής που δημιουργούν τα προβλήματα καθώς και οι περιοχές που δημιουργούν αλλά και το μέγεθος του προβλήματος. Ο υπολογισμός τους έγινε με Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών και τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν και επεξεργάστηκαν είναι ο τοπογραφικός χάρτης της Σάμου, ο γεωλογικός χάρτης το Corine 2000 και το Corine 2012. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν είναι το υδρολογικό ισοζύγιο για να βρεθεί η πραγματική εξατμισοδιαπνοή, η κατείσδυση, η ολική απορροή και η επιφανειακή απορροή. Η επεξεργασία των μετεωρολογικών δεδομένων έγινε για να βρεθεί η βροχοβαθμίδα και η θερμοβαθμίδα. Με τον υπολογισμό τους έγινε αναγωγή της βροχής στο μέσο ύψος κάθε λεκάνης και χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος Thiessen. Βρέθηκε η εδαφική διάβρωση με την μέθοδο Gavrilovic και υπολογίστηκε η χειμαρρική επικινδυνότητα με τα raster από την επιφανειακή απορροή και την μέθοδο Gavrilovic. Η χειμαρρική επικινδυνότητα που βρέθηκε χωρίστηκε σε πέντε κατηγορίες ΠΟΛΥ ΧΑΜΗΛΗ, ΧΑΜΗΛΗ, ΜΕΤΡΙΑ, ΜΕΓΑΛΗ και ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΗ. Yπολογίστηκε με τα μετεωρολογικά δεδομένα για τα έτη 2010, 2012, 2013 και 2014 καθώς και με τον μέσο όρο των ετών 2012 έως 2014. Υπολογίστηκε με το Corine 2000 και με το Corine 2012 καθώς και με τον γεωλογικό χάρτη για να επιβεβαιωθούν οι παράγοντες που σύμφωνα με την βιβλιογραφία δημιουργούν την χειμαρρική επικινδυνότητα. Οι παράγοντες σύμφωνα με την βιβλιογραφία είναι το κλίμα, το ανάγλυφο, τα πετρώματα και η βλάστηση 871 93 130 Ανάλυση και αξιολόγηση του κοινωνικού χαρακτήρα της επιχείρησης ως παράγοντα διαμόρφωσης της συμπεριφοράς των καταναλωτών The objective of this study was to outline customers’ opinion on corporate social responsibility, through their internal and external environment, which are considered important and affect their buying behaviors. In the context of a quantitative research methodology, questionnaires were allocated to 151 customers in the region of Thrace, Greece. The findings of this study revealed that customer values are connected with preference for CSR products. Customer values affect their internal behavior such as attitudes, perceptions and beliefs concerning preference for CSR products, which in turn makes more possible the consumption of such products. Σκοπός της έρευνας ήταν να αποτυπωθεί η άποψη των καταναλωτών σχετικά με τις κοινωνικές πτυχές των επιχειρήσεων, τόσο από το εσωτερικό όσο και από το εξωτερικό τους περιβάλλον, που θεωρούνται σημαντικές από τους ίδιους καταναλωτές και οι οποίες επηρεάζουν τις αγοραστικές τους αποφάσεις. Στο πλαίσιο ενός ποσοτικού ερευνητικού σχεδίου χορηγήθηκαν ερωτηματολόγια σε 151 καταναλωτές από την περιοχή της Θράκης. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι αξίες των καταναλωτών συνδέονται με την προτίμηση για προϊόντα ή υπηρεσίες εταιρειών που υλοποιούν δράσεις Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης. Οι αξίες των καταναλωτών συνδέονται με την εσωτερική συμπεριφορά τους, όπως οι στάσεις, αντιλήψεις και πεποιθήσεις τους σχετικά με την προτίμηση προϊόντων ΕΚΕ και αυτό αυξάνει την πιθανότητα κατανάλωσης τέτοιων προϊόντων. 872 489 572 Η φυσική πορεία της ασυμπτωματικής ξηράς μορφής ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς με πρώιμα σημάδια εξιδρωματικής μετατροπής The purpose of this postgraduate thesis is to assess and observe the natural course of asymptomatic Age Macular Degeneration(AMD), which presents with early exudative signs on the Optical Coherence Tomography (OCT). Furthermore, it aims to identify and assess the associated risk factors (early signs of exudation) and causes of deterioration of patients' vision, resulting in their need for anti-vascular endothelial growth factor (anti- VEGF) therapy. It is a single centered, retrospective, observational, cohort study. All patients who participated were aged 50 and above and were enrolled in the study while still asymptomatic with their vision not showing any signs of aggravation. In the context of the study, we observed the time the early signs of exudation were documented for the first time. None of the patients had experienced retinal bleeding in the macula after fundus examination at entry into the study. All patients in the sample had their visual acuity measured, received colour photography, angiography and macular imaging with OCT spectral domain at baseline. Patients were systematically reviewed, after their enrollment in the study, in regular time intervals. In cases where visual acuity was reduced, intra and/or subretinal fluid was observed, pigment epithelium detachment was present, or in eyes with retinal bleeding and active leakage seen on the FFA, intra-vitreal injections were used with anti-vascular endothelial growth factors (anti-VEGF) and the patient follow-up appointments were adjusted accordingly. All patients in the sample completed a follow-up period of at least 6 months. Thirteen patients (13 eyes) fulfilled the inclusion criteria of the study and were able to complete the follow up program. The median best corrected visual acuity (BCVA) was 0,2 (0,00 - 1,00) and 0,2 (0,00 - 0,7) at baseline and at the end of the follow up period. No statistical difference was observed (Wilcoxon test, p =1.0). Eight out of the 13 patients required treatment with anti-VGF factors, which also demonstrates that the conversion rate of the disease from dry to wet in our sample was 62%. Mean time to conversion was 35,4 months with standard deviation SD +-26,6 months. According to the statistical analysis based on Logrank test, the parameter P for all 4 patient groups based on the risk factors ( intra-retinal fluid-IRF, sub-retinal fluid- SRF, pigment epithelial detachment-PED, pigment epithelial detachment combined with intra or subretinal fluid- PED + fluid) was found to be equal to 0,65, which has no statistical significance and lead us to the conclusion that the presence of these 4 factors mentioned above have the same probability and weighting on the risk of the disease conversion from dry to wet form. In conclusion, this study favors the view that asymptomatic neovascular AMD does not need to be treated immediately with anti-VEGF agents in the absence of biological markers or in the absence of visual impairment in patients' eyesight. Nevertheless, these patients should be monitored frequently to avoid the occurrence of a disease that could lead to an irreversible loss of vision. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η παρατήρηση και αξιολόγηση της φυσικής πορείας της ασυμπτωματικής Ηλικιακής Εκφύλισης της Ωχράς κηλίδας (Age Macular Degeneration-AMD), η οποία εμφανίζει πρώιμα σημάδια εξιδρωματικής μετατροπής κατά την απεικόνιση. Επιπλέον σκοπός της είναι να εντοπίσει τους παράγοντες κινδύνου (πρώιμα σημάδια εξίδρωσης) που σχετίζονται και προκαλούν επιδείνωση της όρασης των ασθενών με αποτέλεσμα την ανάγκη τους για θεραπεία με αντι-αγγειακούς ενδοθηλιακούς αυξητικούς παράγοντες (anti-VEGF). Πρόκειται για μια μονοκεντρική, αναδρομική μελέτη παρατήρησης κοορτής. Όλοι οι ασθενείς που συμμετείχαν ήταν ηλικίας 50 χρονών και άνω και κατά την εισαγωγή τους στην μελέτη ήταν ασυμπτωματικοί και η όρασή τους δεν παρουσίαζε καμία επιδείνωση. Στα πλαίσια της εργασίας, μελετήθηκε ο χρόνος που τεκμηριώθηκαν τα πρώιμα σημάδια εξίδρωσης για πρώτη φορά. Κανένας από τους ασθενείς δεν εμφάνιζε αιμορραγία του αμφιβληστροειδούς στην ωχρά κηλίδα από την βυθοσκόπηση κατά την εισαγωγή του στη μελέτη. Σε όλους τους ασθενείς του δείγματος έγινε μέτρηση οπτικής οξύτητας, λήψη έγχρωμης φωτογραφίας, αγγειογραφία και απεικόνιση ωχράς με Οπτική Τομογραφία Συνοχής (OCT spectral domain) κατά την ένταξής τους στην μελέτη. Οι ασθενείς επανεξετάστηκαν συστηματικά μετά την ένταξή τους στη μελέτη σε τακτά χρονικά διαστήματα. Σε περιπτώσεις όπου παρατηρήθηκε μείωση της οπτικής οξύτητας, καθώς και σε περιπτώσεις αποκόλλησης του μελάγχρουν επιθηλίου ή περιπτώσεις αιμορραγιών του αμφιβληστροειδούς και ενεργής διαρροής κατά την φλουοραγγειογραφία, χρησιμοποιήθηκαν ενδοϋαλωειδικές ενέσεις με αντι-αγγειακούς ενδοθηλιακούς αυξητικούς παράγοντες (αντι-VEGF) και το πρόγραμμα παρακολούθησης των ασθενών προσαρμόστηκε αναλόγως. Όλοι οι ασθενείς του δείγματος συμπλήρωσαν μια περίοδο παρακολούθησης τουλάχιστον 6 μηνών. Αναφορικά με τα αποτελέσματα που προέκυψαν στα πλαίσια της εργασίας καθ'όλη την διάρκεια της μελέτης παρατηρήθηκαν 13 ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια συμπερίληψης και ολοκλήρωσαν το πρόγραμμα παρακολούθησης. Η διάμεση τιμή της οπτικής οξύτητας των ασθενών στην αρχή της μελέτης και στο τέλος της περιόδου παρακολούθησης ήταν 0,2 (0,00 - 1,00) και 0,2 (0,00 - 0,7) αντίστοιχα (Wilcoxon test , p = 1,00) και δεν παρουσίασε κάποια στατιστικά σημαντική διαφορά. Στο τελικό στάδιο της εργασίας μας, οι 8 από τους 13 ασθενείς έλαβαν τελικά θεραπεία με Anti-VEGF παράγοντες, γεγονός που χαρακτηρίζει παράλληλα και το ποσοστό (62%) της μετατροπής από την ξηρά μορφή της νόσου σε υγρή στο δείγμα μας. Ο μέσος χρόνος μετατροπής της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας από την ξηρή στην υγρή της μορφή ήταν 35,4 μήνες και παρουσίασε μια τυπική απόκλιση SD +- 26,6 μήνες. Σύμφωνα με τη στατιστική ανάλυση και όπως αυτή προκύπτει από το Logrank test , ο δείκτης P για όλες τις κατηγορίες κατάταξης των ασθενών σύμφωνα με τον παράγοντα κινδύνου (ενδοαμφιβληστροειδικό υγρό - IRF / υποαμφιβληστροειδικό υγρό - SRF / αποκόλληση επιθηλίου - PED ή αποκόλληση επιθηλίου σε συνδυασμό με παρουσία υγρού - PED + fluid) βρέθηκε να ισούται με την τιμή 0,65, γεγονός που αποκλείει την στατιστική σημαντικότητα και μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως η παρουσία των 4 παραγόντων που προαναφέραμε εμφανίζουν την ίδια πιθανότητα και έχουν την ίδια βαρύτητα όσον αναφορά τον κίνδυνο ενδεχόμενης μετατροπής της πάθησης από την ξηρή μορφή της σε εκείνη της υγρής.Συμπερασματικά αυτή η μελέτη ευνοεί την άποψη ότι η ασυμπτωματική νεοαγγειακή AMD δεν χρειάζεται να υποβληθεί σε άμεση αγωγή με αντι-VEGF παράγοντες εάν απουσιάζει η παρουσία βιολογικών δεικτών ή εάν δεν παρατηρείται οπτική έκπτωση στην όραση των ασθενών. Ωστόσο, για τους ασθενείς αυτούς θα πρέπει να θεωρείται απαραίτητη η συχνή παρακολούθησή τους, προκειμένου να αποφευχθεί η περίπτωση εξέλιξης της νόσου που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια μη αναστρέψιμη απώλεια της όρασης τους. 873 292 343 Ανοσοϊστοχημική μελέτη ήπατος (Caspase 3, TUNEL) σε πειραματικό μοντέλο επίμυος – ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Introduction: The expirimental model of hepatic ischemia-reperfusion and the subsequent tissue damage is the main subject of many surveys. The pathways that are activated during this inflammatory process have major role in hepatic surgery. Objective: The purpose of this study was to investigate the role of the administration of silibinin during liver ischemia, using as marker caspase 3 and assessing the results with Tunel assay. Methods and material: 63 rats were divided into three groups: 6 omly laparotomy –Sham, 28 underwent ischemia reper-fusion – Control and 28 underwent ischemia – reperfusion (administration of silibinin) – Silibinin. Blood samples and hepatic tissue were analyzed, after euthanasia and were studied by immunohistochemical methods and Tunel assay. Statistically significant results were con-sidered long rank comparative test with p value lower than 0.05. Results: Ischemia – reperfu-sion injury of the hepatic parenchyma, caused an increase of both caspase 3 and the number of hepatocytes apoptosis. At 60 minutes in Silibinin group the rate of apoptosis is higher and this was statistically significant (p=0.019) compared to the Control group. Conversely using the Tunel assay at 180 and 240 minutes the rate of apoptosis was lower, significant lower in Silibinin group (p=0.007 and p=0.001 respectively). The results of the immunohistochemical study for caspase 3 are consistent with those of Tunel assay. Specifically, higher expression of caspase 3 at 60 minutes was observed in the Silibinin group (p = 0.01), while at 180 and 240 minutes there was lower expression in the same group (p=0.005 and p=0.001 respectively). Conclusion: Our study is consistent with other published studies questioning the hepatic tis-sue damages during ischemia and reperfusion remodelling. It demonstrates the protective role of silibinin on liver damage after ischemia and reperfusion.It’s action is proportional to the duration of treatment. Εισαγωγή: Το πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης ήπατος με τις επακόλουθες ιστικές βλάβες αποτελεί αντικείμενο πολλών ερευνών. Τα μονοπάτια που ενεργοποιούνται κατά τη φλεγμονώδη αυτή αντίδραση είναι μείζωνος σημασίας στην χειρουργική του ήπατος. Στόχος: Η παρούσα πειραματική μελέτη έχει ως στόχο να διερευνήσει την ενδεχόμενη κυτταροπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης στο ήπαρ, μετά από ισχαιμία – επαναιμάτωση ήπατος, εξετάζοντας την έκφραση της caspase 3 και του ποσοστού των αποπτώσεων μέσω της διαδικασίας Tunel. Υλικά και Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 63 επίμυες οι οποίοι κατανεμήθηκαν σε τρεις ομάδες: 7 απλή λαπαροτομία- Sham, 28 ομάδα ελέγχου (ισχαιμία - επαναιμάτωση)-Control και 28 ομάδα σιλιμπινίνης (ισχαιμία – επαναιμάτωση)- Silibinin. Δείγματα αίματος και ηπατικού παρεγχύματος ελήφθησαν προς μελέτη μετά τη διαδικασία της ευθανασίας. Οι αλλοιώσεις του ηπατικού παρεγχύματος μελετήθηκαν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους. Αποτελέσματα: Η ισχαιμία – επαναιμάτωση ήπατος βρέθηκε ότι προκαλεί αύξηση της caspase 3 και του αριθμού απόπτωσης των ηπατοκυττάρων. Κατά την πρόκληση ευθανασίας στα 60 λεπτά στην ομάδα Silibinin ο αριθμός των αποπτώσεων είναι στατιστικά σημαντικός (p=0.019) σε σχέση με την ομάδα Control. Αντιθέτως κατά την πρόκληση της ευθανασίας στα 180 και 240 λεπτά υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά με χαμηλότερο αυτή τη φορά αριθμό αποπτώσεων στην δοκιμασία Tunel, στην ομάδα Silibinin (p=0.007 και p=0.001 αντίστοιχα). Τα αποτελέσματα από την ανοσοϊστοχημική μελέτη των παρασκευασμάτων για την caspase 3 βρίσκονται σε αντιστοιχία με εκείνα της τεχνικής Tunel. Ειδικότερα παρατηρήθηκε μεγαλύτερη έκφραση της caspase 3 στα 60 λεπτά στην ομάδα της Silibinin (p=0.01). Όσον αφορά τις δύο ομάδες στις χρονικές στιγμές ευθανασίας στα 180 και 240 λεπτά υπήρχε χαμηλότερη έκφραση της caspase 3 στην ομάδα της Silibinin (p=0.005 και p=0.001 αντίστοιχα). Συμπεράσματα: Η παρούσα μελέτη επιβεβαιώνει τις βλάβες του ηπατικού παρεγχύματος μετά από ισχαιμία επαναιμάτωση. Συμπεραίνεται επίσης ότι η σιλιμπινίνη ασκεί προστατευτική δράση στις βλάβες αυτές με την πάροδο του χρόνου μετά τη χορήγηση της, ειδικότερα μετά τα 180 λεπτά. Η έκφραση της caspase 3, ο αριθμός των αποπτώσεων μέσω της δοκιμασίας Tunel και η ιστική βλάβη του ήπατος βελτιώνονται σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. 874 410 445 Διερεύνηση ψυχολογικών και κοινωνικών αναγκών φοιτητών του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης Introduction. The transition to student life and the adaptation of the individual to the academic community is a very important time in his life. Students are experiencing drastic changes at different levels and trying to adapt to new data. During their studies, students are called upon to handle new situations and to meet various challenges as a sudden change in their previous lifestyles occurs and a new adaptation is required. In addition, adapting and attending university is a stressful process for many students (Papadioti-Athanasiou & Kaltsouda, 2007). For these reasons, there is a growing interest in exploring student’s mental and social needs. Objective: The purpose of this study is to investigate the psychosocial needs of DUTH students and the search for the factors that influence them. The research is carried out in the framework of the DUTH Counseling and Accessibility Service. The findings can be used as a guide to provide students the most appropriate services. Sample and Methods: The sample of the research were students from departments of DUTH in Orestiada, Alexandroupolis, Komotini and Xanthi. Students were informed about the research by the information and consent form they signed up to participate in. The research measuring instruments used are: the scale SCL-90-R for assessing clinical symptom burden, the scale for assessing interpersonal support for students ISEL, the psychosocial needs list PCL, a questionnaire on student satisfaction with life and their studies SLSS, an improvised demographic questionnaire and two short questionnaires on addiction and bullying. Results .Concerning the results of the research on the psychosocial needs of DUTH students, it is noteworthy that a significant proportion report psychosocial difficulties. The majority said they were afraid of exams but also experiencing family conflicts. Research has also shown that students who experience less social support and are less satisfied with their lives and studies are more likely to have some kind of psychopathology. Conclusions: In conclusion, the main findings of the study relate to the difficulties that students face as they experience significant changes in their lives. Social support is important in managing the difficulties they face at a particularly young age in the transition to adulthood. The results of the study confirm previous research data on the need to investigate the psychosocial needs of the student population and their dimensions in life. The issue of the social and mental needs of the student population is a complex issue and the enrichment of research data reinforces further efforts to address it effectively. Η μετάβαση στη φοιτητική ζωή και η προσαρμογή του ατόμου στην πανεπιστημιακή κοινότητα αποτελούν μια πολύ σημαντική περίοδο για τη ζωή του. Οι φοιτητές βιώνουν έντονες αλλαγές σε διαφορετικά επίπεδα και προσπαθούν να προσαρμοστούν σε νέα δεδομένα. Στο διάστημα των σπουδών τους, οι φοιτητές καλούνται να χειριστούν νέες καταστάσεις και να αντεπεξέλθουν σε ποικίλες προκλήσεις καθώς συντελείται μια απότομη αλλαγή του προηγούμενου τρόπου ζωής τους και απαιτείται μια νέα προσαρμογή. Επιπρόσθετα, η προσαρμογή και η φοίτηση στο πανεπιστήμιο αποτελούν στρεσογόνο διαδικασία για αρκετούς φοιτητές (Papadioti-Athanasiou & Kaltsouda, 2007). Για τους παραπάνω λόγους υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον να διερευνηθούν οι ψυχικές και κοινωνικές ανάγκες των φοιτητών. Σκοπός .Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των ψυχοκοινωνικών αναγκών των φοιτητών του Δ.Π.Θ. και η αναζήτηση των παραγόντων που τις επηρεάζουν. Η έρευνα πραγματοποιείται στο πλαίσιο της λειτουργίας της Δομής Συμβουλευτικής και Προσβασιμότητας του Δ.Π.Θ., η οποία θα χρησιμοποιήσει τα ευρήματα ως οδηγό για την καταλληλότερη παροχή υπηρεσιών στους φοιτητές. Υλικό - Μέθοδος. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 324 φοιτητές από τμήματα του Δ.Π.Θ. σε Ορεστιάδα, Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή και Ξάνθη. Οι φοιτητές ενημερώθηκαν για την έρευνα από το έντυπο πληροφόρησης και συγκατάθεσης, το οποίο υπέγραψαν ώστε να συμμετέχουν σε αυτή. Τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν είναι τα ακόλουθα: η κλίμακα SCL-90-R για την αξιολόγηση της επιβάρυνσης από κλινικά συμπτώματα, η κλίμακα για την εκτίμηση της διαπροσωπικής υποστήριξης για φοιτητές ISEL, η λίστα ψυχοκοινωνικών αναγκών PCL, το SLSS - ερωτηματολόγιο για την ικανοποίηση που βιώνουν οι φοιτητές από τη ζωή και τις σπουδές τους, ένα αυτοσχέδιο ερωτηματολόγιο δημογραφικών στοιχείων και δύο σύντομα ερωτηματολόγια για τις εξαρτήσεις και για τον εκφοβισμό- bullying. Αποτελέσματα. Σχετικά με τα αποτελέσματα της έρευνας για τις ψυχοκοινωνικές ανάγκες των φοιτητών του Δ.Π.Θ., είναι αξιοσημείωτο πως ένα σημαντικό ποσοστό αναφέρει ψυχοκοινωνικές δυσκολίες. Το μεγαλύτερο ποσοστό απάντησε πως αντιμετωπίζει φόβο για τις εξετάσεις αλλά βιώνει και οικογενειακές συγκρούσεις. Ακόμα, η έρευνα ανέδειξε το γεγονός πως οι φοιτητές που βιώνουν μικρότερη κοινωνική υποστήριξη και είναι λιγότερο ικανοποιημένοι από την ζωή και τις σπουδές τους έχουν μεγαλύτερη πιθανότατη να έχουν κάποιου είδους ψυχοπαθολογία. Συμπεράσματα. Συμπερασματικά, τα βασικά αποτελέσματα που αναδεικνύει η έρευνα αφορούν στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι φοιτητές καθώς βιώνουν σημαντικές αλλαγές στη ζωή. τους. Η κοινωνική υποστήριξη κρίνεται σημαντική στην διαχείριση των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν σε μια μία ιδιαίτερα ηλικιακή φάση μετάβασης προς την ενηλικίωση. Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνουν προηγούμενα ερευνητικά δεδομένα για τη ανάγκη διερεύνησης των ψυχοκοινωνικών αναγκών του φοιτητικού πληθυσμού και τις διαστάσεις που έχουν στη ζωή τους. Το ζήτημα των κοινωνικών και ψυχικών αναγκών του φοιτητικού πληθυσμού αποτελεί ένα περίπλοκο θέμα και ο εμπλουτισμός των ερευνητικών δεδομένων ενισχύει την περαιτέρω προσπάθεια για την αποτελεσματική αντιμετώπισή του. 875 154 116 In the studied thesis above we see the differences of awareness or not of patients with cancer in the Eastern and in the Western World. First of all, crucial key concepts and information about the disease of cancer a-re quoted, as well as the process of diagnosis and information of the patient and the mode of reaction. In the eastern world the paternalistic model of medical ethics is used not only by the health care system at its whole, but by doctors as well, while at the same time it is known that, the use of analytic model of medical ethics gives doctors the pace in the western world. These differences stems from the entire structure of the country and consists of a variety of affective factors. In conclusion, a reference is made to the Greek legal framework on the subject above, as well as a philosophical approach to this issue from different perspe-ctives. Στην παραπάνω μεταπτυχιακή εργασία μελετώνται οι διαφορές ενημέ-ρωσης ή μη των ασθενών με καρκίνο στον ανατολικό και στον δυτικό κόσμο. Εισαγωγικά, παρατίθενται βασικές έννοιες και πληροφορίες σχετικά με την ασθένεια του καρκίνου, καθώς και η διαδικασία της διά-γνωσης και της ενημέρωσης του ασθενή και ο τρόπος αντίδρασης του. Στον ανατολικό κόσμο, το σύστημα υγείας, μαζί και οι ιατροί χρησιμο-ποιούν τον πατερναλιστικό μοντέλο ιατρικής ηθικής, ενώ αντίστοιχα στον δυτικό κόσμο το αναλυτικό μοντέλο ιατρικής ηθικής διέπει τους ιατρούς. Η διαφορά αυτή πηγάζει από την εξολοκλήρου διάρθρωση της εκάστοτε χώρας κι έγκειται σε διάφορους συγκινησιακούς παρά-γοντες. Τέλος, γίνεται μία αναφορά στο νομικό πλαίσιο της Ελλάδος πάνω στο θέμα, καθώς και η φιλοσοφική προσέγγιση του θέματος από διάφορες οπτικές. 876 261 263 This study focus on administrative culture in education. More specifically, there was an attempt both through systematic study of existing and relevant bibliography and secondary data to adapt the theoretical framework of administrative culture in educational events and educational Executives. The main purpose, therefore, of this study was the crystallization and the construction of the term “administrative culture” in educational affairs. Side goals were the separation of term under discussion into its components and the study and analysis of them, the understanding of the configuration mode and change of culture, the recording of meaningful culture’s consequences for the actors in the field of educational administration. Furthermore, another goal was the highlighting of the determinant impact of national culture on educational management and leadership, which should now be assigned to the appropriate relevance. To achieve the main objective and the specific objectives was considered appropriate and necessary yet to demonstrate the plurality of views dominating by the various sciences which study this issue, namely public administration, educational science, organizational psychology e.t.c. In this study, among others, administrative culture consists of «shared behavioral norms, shared values and deeper assumptions among educational administrators» and it is emphasized the need to move the field of interest of Greek educational bibliography more at the new perspective offered by the culture generally with systematic and intensive studies and researches but most important, it is highlightened the crucial role of administrative culture in management effectiveness and in workforce which acquires culture through its socialisation, and also the State’s responsibility to change and quality reform the culture of administrators Η παρούσα μελέτη εστιάζεται στη διοικητική κουλτούρα στην εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, επιχειρήθηκε μέσα από τη συστηματική μελέτη της υπάρχουσας και σχετικής βιβλιογραφίας και από δευτερογενή δεδομένα να προσαρμοστεί το θεωρητικό πλαίσιο της διοικητικής κουλτούρας στα εκπαιδευτικά δρώμενα και στα εκπαιδευτικά Στελέχη. Βασικό σκοπό, λοιπόν, της παρούσας μελέτης αποτέλεσε η αποκρυστάλλωση και η οικοδόμηση του όρου «διοικητική κουλτούρα» στα εκπαιδευτικά δρώμενα. Τους επιμέρους στόχους συνέστησαν η κατάτμησή της στα επιμέρους στοιχεία που την απαρτίζουν και η μελέτη και ανάλυση αυτών, η κατανόηση του τρόπου διαμόρφωσης και αλλαγής της, η καταγραφή των ουσιαστικών συνεπειών της για τους δρώντες στο πεδίο της εκπαιδευτικής διοίκησης. Ακόμα, στόχος ήταν και η ανάδειξη της καθοριστικής επενέργειας της ευρύτερης εθνικής/πολιτισμικής κουλτούρας στην εκπαιδευτική διοίκηση και ηγεσία, που πρέπει πλέον να της αποδοθεί η πρέπουσα σημασία. Για την επίτευξη του βασικού σκοπού αλλά και των επιμέρους στόχων κρίθηκε σκόπιμο και συνάμα αναγκαίο να καταδειχθεί ο πλουραλισμός των απόψεων που κυριαρχούν για αυτήν από τις διάφορες επιστήμες που τη μελετούν, ήτοι δημόσια διοίκηση, παιδαγωγική επιστήμη, οργανωσιακή ψυχολογία κλπ. Στην παρούσα μελέτη, μεταξύ άλλων, η διοικητική κουλτούρα ορίζεται ως «οι κοινές συμπεριφορές, οι αξίες που ασπάζονται και οι βαθύτερες παραδοχές των εκπαιδευτικών Στελεχών» και επισημαίνεται η ανάγκη μετακίνησης του πεδίου ενδιαφέροντος στον ελλαδικό εκπαιδευτικό χώρο περισσότερο στη νέα οπτική που προσφέρει η κουλτούρα γενικά, με συστηματικές και διεξοδικές μελέτες και έρευνες. Κυρίως, όμως, τονίζεται η καθοριστική σημασία της διοικητικής κουλτούρας στην αποτελεσματικότητα της διοίκησης και στο ίδιο το ανθρώπινο δυναμικό που την αποκτά μέσα από την κοινωνικοποίησή του, όπως και η ευθύνη που βαραίνει την Πολιτεία για τη μεταβολή και την ποιοτική αναμόρφωσή της 877 428 487 Νεότερα δεδομένα στη φαρμακευτική θεραπεία της χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας Background: Chronic rhinosinusitis (CRS) is a chronic inflammatory disease of the paranasal sinuses, lasting longer than 12 weeks. It affects the quality of life of patients and is associated with a high economic burden for the healthcare system. Many medical therapies have been proposed for the treatment of CRS, without always being efficient and resulting in the end in the performance of Endoscopic Sinus Surgery (ESS). Objectives: The objective of this review was to find newer evidence about medical therapies for CRS and to draw conclusions about the progress and the novel therapeu-tical approaches that have occurred.Methods: A literature search was performed in the electronic databases of MEDLINE and Cochrane Library for the period between 01/07/2013 and 30/06/2018 (5 years), that was followed by extensive hand-searching for the identification of relevant studies. Studies with measurable results and done in humans were included in the review and where there were plenty of results, meta-analysis, systematic reviews and randomized controlled trials were preferred. Results: Twenty-seven studies were finally included in the review. Intranasal corticosteroids (INCS) improved quality of life compared to saline irrigations, without having a clinical impact on hypothalamic-pituitary-adrenal axis function. EDS-FLU (Exhalation Delivery System – Fluticasone) (93μg) improved SNOT-22 quality of life score (mean: -21.14, -11.70) and polyp size (mean: -1.60, -0.61) compared to placebo. Budesonide via MAD (Mucosal Atomization Device) improved SNOT-22 score compared to budesonide drops (mean±SD: reduction 58.2±12.31, 35.00±18.0). Doxycycline plus common therapy for CRS (INCS+saline irrigation) improved SNOT-20 (p=0.002) and Lund-Kennedy score (p=0.004) compared to common therapy alone, in CRSwNP patients, who underwent FESS. SINUVA sinus implant, a corticosteroid releasing sinus stent, plus INCS, reduced the need for FESS, in CRSwNP patients who were candidates for sinus surgery (39.0%, 63.3%, p=0.0004) compared to patients treated with INCS only. Monoclonal antibodies mepolizumab (anti-IL5) and dupilumab (anti-IL4 and anti-IL13) improved SNOT-22 score compared to placebo (p=0.0004 and p<0.001 respectively) and were not associated with serious side-effects.Conclusion: INCS and saline irrigation are still considered to be the cornerstone for the treatment of CRS. EDS-FLU and MAD devices seem to be efficient in the treatment of CRS and manage to achieve better distribution of the medication compared to older devices. Macrolides and doxycycline were efficient in the treatment of CRS and CRSwNP respectively and could offer extra benefit to the patient. Corticosteroid releasing sinus stents seem to be more efficient in the treatment of CRS than conventional therapy. Finally, monoclonal antibodies had positive results in the treatment of moderate to severe CRS and soon they will probably have a more important role in the medical therapy of CRS. Εισαγωγή: Η χρόνια παραρρινοκολπίτιδα (ΧΠ) είναι μία χρόνια φλεγμονώδης νόσος των παραρρίνιων κόλπων, που διαρκεί άνω των 12 εβδομάδων, επηρεάζει την ποιότητα ζωής των ασθενών και επιβαρύνει σημαντικά τα συστήματα υγείας των χωρών. Για την αντιμετώπισή της, έχουν προταθεί διάφορα είδη φαρμακευτικής θεραπείας, που όμως συχνά δεν είναι αποτελεσματικά και ο ασθενής οδηγείται στην ενδοσκοπική χειρουργική αποκατάσταση. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης ήταν η αναζήτηση των νεότερων δεδομένων σχετικά με τη φαρμακευτική θεραπεία της χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας και η εξαγωγή συμπερασμάτων για την πρόοδο και τις νέες θεραπευτικές δυνατότητες που έχουν προκύψει. Μέθοδοι: Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική αναζήτηση στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων MEDLINE και Cochrane Library για το διάστημα 01/07/2013 έως 30/06/2018 (5 χρόνια) και ακολούθησε εκτεταμένος έλεγχος της βιβλιογραφίας των συναφών μελετών. Συμπεριλήφθηκαν μελέτες με μετρήσιμα αποτελέσματα, με εφαρμογή στον άνθρωπο και όπου υπήρχε πληθώρα δεδομένων προτιμήθηκαν οι μετα-αναλύσεις, οι συστηματικές ανασκοπήσεις και οι τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες. Αποτελέσματα: Εικοσι-επτά (27) μελέτες εντάχθηκαν τελικά στην ανασκόπηση. Τα τοπικά κορτικοστεροειδή (ΚΣ) έδειξαν ότι βελτιώνουν την ποιότητα ζωής σε σχέση με τις ρινοπλύσεις με φυσιολογικό ορό, χωρίς να παρατηρείται κλινική επίδραση στον άξονα υποθαλάμου – υπόφυσης – επινεφριδίων. Η συσκευή EDS-FLU (Exhalation Delivery System – Fluticasone) (93μg) βελτίωσε το SNOT-22 σκορ ποιότητας ζωής (ΜΤ: -21.14, -11.70) και το μέγεθος πολυπόδων (ΜΤ: -1.60, -0.61) σε σχέση με την εικονική χορήγηση και η χορήγηση βουδεσονίδης με τη συσκευή MAD (Mucosal Atomization Device) βελτίωσε το σκορ ποιότητας ζωής SNOT-22 σε σχέση με τις σταγόνες βουδεσονίδης (ΜΤ±TA: μείωση 58.2±12.31, 35.00±18.0). Η χορήγηση δοξυκυκλίνης σε συνδυασμό με την τυπική θεραπεία της ΧΠ οδήγησε σε στατιστικά σημαντική βελτίωση του σκορ SNOT-20 (p=0.002) και του ενδοσκοπικού σκορ Lund-Kennedy (p=0.004) σε σχέση με την απλή τυπική θεραπεία, σε ασθενείς με ΧΠμΡΠ που έχουν υποβληθεί σε FESS. Η τοποθέτηση του stent SINUVA sinus implant, που αποδεσμεύει σταδιακά ΚΣ, σε ασθενείς με ΧΠμΡΠ και ένδειξη για FESS, σε συνδυασμό με τοπικά ΚΣ, οδήγησε σε σημαντικά λιγότερους ασθενείς που εξακολουθούσαν να έχουν ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση (39.0%, 63.3%, p=0.0004) σε σύγκριση με την απλή χορήγηση τοπικών ΚΣ. Τα μονοκλωνικά αντισώματα μεπολιζουμάμπη (anti-IL5) και δουπιλουμάμπη (anti-IL4 και anti-IL13) οδήγησαν σε στατιστικά σημαντική βελτίωση του σκορ SNOT-22 σε σχέση με τη χορήγηση εικονικού φαρμάκου (p=0.005, p<0.001 αντίστοιχα) και δε φάνηκε να συνοδεύονται από σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Συμπεράσματα: Τα τοπικά ΚΣ και οι ρινοπλύσεις με φυσιολογικό ορό εξακολουθούν να αποτελούν τον πυλώνα της θεραπείας της ΧΠ. Οι συσκευές EDS-FLU και MAD φαίνεται ότι είναι αποτελεσματικές στην αντιμετώπιση της ΧΠ και επιτυγχάνουν ευρύτερη κατανομή σε σχέση με τις παλαιότερες μεθόδους χορήγησης. Οι μακρολίδες και η δοξυκυκλίνη έδειξαν ότι είναι αποτελεσματικές στη θεραπεία της ΧΠ και ΧΠμΡΠ αντίστοιχα και μπόρεσαν να προσφέρουν επιπλέον όφελος στον ασθενή. Τα stent παραρρίνιων κόλπων που αποδεσμεύουν ΚΣ, φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικά από την τυπική θεραπεία της ΧΠ. Τέλος, η θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα είχε θετικά αποτελέσματα στην αντιμετώπιση σοβαρότερων μορφών ΧΠ και φαίνεται ότι θα αποκτήσει σημαντικό ρόλο στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της ΧΠ. 878 150 165 Motivations for choosing teaching as a career: an application of hierarchical cluster analysis Kίνητρα επιλογής του επαγγέλματος του δασκάλου: μια εφαρμογή της ιεραρχικής ανάλυσης σε συστάδες In recent years, the job prospects of pre-service teachers in Greece have declined substantially. At the same time, the number of active primary education university students still remains high, whereas for many students it was their first choice of study. The aim of this work was to detect and investigate the motivations of a sample of pre-service teachers for choosing teaching as a career. More specifically, the relationship between motivations and participants’ demographic and educational characteristics was investigated. Data analysis was based on Hierarchical Cluster Analysis. Results indicated that pre-service teachers' motivations for choosing the teaching profession were mainly intrinsic and extrinsic and, to a lesser extent, altruistic. Moreover, cluster analysis revealed that students with a humanities background in high school hold mostly intrinsic motivations, in comparison to students with a science/technological background, with mostly altruistic motivations Τα τελευταία χρόνια, οι επαγγελματικές προοπτικές των αποφοίτων Παιδαγωγικών Τμημάτων στην Ελλάδα έχουν περιοριστεί σημαντικά. Παράλληλα, ο αριθμός των ενεργών φοιτητών που φοιτούν σε Παιδαγωγικά Τμήματα παραμένει υψηλός, ενώ για αρκετούς από αυτούς ήταν η πρώτη τους επιλογή. Η εργασία αυτή έχει ως βασικό σκοπό τον εντοπισμό και τη μελέτη των κινήτρων επιλογής του επαγγέλματος του δασκάλου από φοιτητές παιδαγωγικού τμήματος. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκε η σχέση ανάμεσα στα κίνητρα επιλογής και σε δημογραφικά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά ενός δείγματος φοιτητών/-τριών Παιδαγωγικού Τμήματος. Τα δεδομένα της έρευνας αναλύθηκαν στο πλαίσιο της Ιεραρχικής Ανάλυσης σε Συστάδες (Hierarchical Cluster Analysis). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα κίνητρα που υιοθετούν οι συμμετέχοντες ήταν κυρίως εσωτερικά και εξωτερικά και σε μικρότερο βαθμό αλτρουιστικά. Επιπλέον, από την ανάλυση σε συστάδες προέκυψε ότι τα κίνητρα των φοιτητών με θεωρητική κατεύθυνση στο Λύκειο είναι κυρίως εσωτερικά, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό των φοιτητών της τεχνολογικής και θετικής κατεύθυνσης βασίζονται κυρίως σε αλτρουιστικά (μεταλαμπαδεύω γνώση) 879 343 329 Μελέτη της αντιπολλαπλασιαστικής δράσης ενός δυνητικά προβιοτικού μικροοργανισμού στην καρκινική σειρά παχέος εντέρου Caco-2 Probiotics are defined as live, non-pathogenic microorganisms which, when administered in adequate quantity, have a positive impact on the health of the host. In the present study we tested the ability of a Lactobacillus paracasei strain, isolated from dairy products, to inhibit the growth of epithelial colon cancer cells. In particular, our results were obtained by performing the SRB assay (Sulforhodamine B assay). This assay is based on the ability of Sulforhodamine B to bind electrostatically to cellular proteins, allowing the determination of cell density. Thus, this technique is a suitable and reliable tool to determine the cytotoxic activity of a substance under study. In this particular experimental procedure, we studied the anti-proliferative effect of L. paracasei, following the administration of the growth medium, in which the microorganism was incubated overnight (24h), in colon cancer cells. Specifically, for the identification of the effects on the cells, the growth medium of the microorganism was used in six different concentrations (undiluted, 1:2, 1:4, 1:10, 1:20 and 1:50) and three different time points (24h, 48h & 72h). It was observed that the effect was both dose-dependent and time-dependent. The results showed that the effect of the growth medium on the cancer cells after 72 hours, caused up to 75% reduction in cell survival. In addition, colony formation assay was used in order to examine the development of cancer cells. Colony formation assay enables an assessment of the differences in development between untreated cells (control) and cells that have undergone various treatments. In the present study, cells were treated with the conditioned medium of the Lactobacillus paracasei undiluted and in dilution ratio 1:2. The effect of conditioned medium was observed in three different time points (24h, 48h, 72h). Finally, the number of the colonies was counted in order to define the incubation period in which the greatest reduction in cell growth occurred. It was observed that after 72h the number of the colonies decreased significantly. These results are a positive indication of the anti-proliferative effect of the L. paracasei strain and a good motive for further studies. Ως προβιοτικοί χαρακτηρίζονται οι ζωντανοί, μη παθογόνοι μικροοργανισμοί, που η επιστημονική έρευνα έχει δείξει ότι έχουν θετική επίδραση στον καταναλωτή, όταν λαμβάνονται σε κατάλληλες ποσότητες. Στην παρούσα μελέτη έγινε έλεγχος της ικανότητας ενός στελέχους Lactobacillus paracasei που απομονώθηκε από γαλακτοκομικό προϊόν, να αναστείλει την ανάπτυξη καρκινικών επιθηλιακών κυττάρων παχέος εντέρου Caco-2. Ειδικότερα, εφαρμόστηκε η τεχνική της SRB (Sulforhodamine B assay) η οποία βασίζεται στην ικανότητα της χρωστικής Sulforhodamine B να προσδένεται ηλεκτροστατικά σε κυτταρικές πρωτεΐνες επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο, τον προσδιορισμό της κυτταρικής πυκνότητας. Στην παρούσα πειραματική διαδικασία μελετήθηκε η αντιπολλαπλασιαστική δράση του L. paracasei, μετά από χορήγηση του θρεπτικού μέσου ανάπτυξης του σε καρκινικά κύτταρα του παχέος εντέρου. Πιο συγκεκριμένα, για τις επιδράσεις στα κύτταρα, το θρεπτικό μέσο ανάπτυξης του μικροοργανισμού χρησιμοποιήθηκε σε έξι διαφορετικές συγκεντρώσεις (αναραίωτο, 1:2, 1:4, 1:10, 1:20 και 1:50), και για τρία χρονικά διαστήματα (24, 48 και 72 ώρες). Βρέθηκε ότι η επίδραση ήταν τόσο δοσοεξαρτώμενη όσο και χρονοεξαρτώμενη. Επίδραση των καρκινικών κυττάρων για 72 ώρες με το θρεπτικό μέσο ανάπτυξης του μικροοργανισμού, προκαλούσε ως και 75% μείωση της κυτταρικής επιβίωσης. Για τον έλεγχο του κυτταρικού πολλαπλασιασμού χρησιμοποιήθηκε επίσης η δοκιμασία σχηματισμού αποικιών (colony formation assay). Στη παρούσα εργασία έγιναν επιδράσεις στα κύτταρα με το θρεπτικό μέσο ανάπτυξης του μικροοργανισμού, το οποίο χρησιμοποιήθηκε αναραίωτο και σε αραίωση 1:2. Ως δείγμα ελέγχου χρησιμοποιήθηκαν κύτταρα στα οποία δεν έγινε επίδραση με το θρεπτικό μέσο του μικροοργανισμού, αλλά μόνο με απλό θρεπτικό κυτταροκαλλιέργειας. Η επίδραση του βακτηριακού μέσου ανάπτυξης μελετήθηκε, για τρία διαφορετικά χρονικά διαστήματα (24h, 48h & 72h) και στο τέλος μετρήθηκε ο αριθμός των αποικιών, για να προσδιοριστεί το χρονικό διάστημα επώασης στο οποίο παρουσιάζεται η μεγαλύτερη μείωση στην ανάπτυξη των κυττάρων. Αυτό που βρέθηκε ήταν ότι μετά από 72h παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη μείωση στον αριθμό των αποικιών. Τα αποτελέσματα αυτά είναι μια θετική ένδειξη για την αντιπολλαπλασιαστική δράση του στελέχους L. paracasei και μια καλή αφορμή για περεταίρω μελέτες. 880 206 213 The influence of theatrical techniques on the development of self-perception and the theory of mind during infancy Η επίδραση θεατρικών τεχνικών στην ανάπτυξη της αυτο-αντίληψης και της θεωρίας του νου κατά τη νηπιακή ηλικία Preschool age is characterized by strong differences in student development. The self-esteem of children, fluctuating at different levels, accompanies and characterizes children from the first day of their school life. The aim of the research was to attempt to examine whether the level of self-perception of the child changes or remains the same during the Nursery. It has been hypothesized that some variables may affect students' self-esteem. Two groups of children attending Greek kindergartens participated in the experiment and were given six psychometric tools, two self-perceptions and four Mind Theories. It was then recorded and studied the assumption of roles as well as the involvement of children in the exploratory dramatization that constituted the intervention for the experimental group. Finally, the same psychometric tools were re-allocated and the results were compared for both groups of infants. The results showed that a targeted intervention in theatrical education influences and changes the tendency of children to change their self-esteem and cognitive level. It has also shown that some factors of self-perception are critical and are capable of changing the effect of global self-perception and the level of cognitive development of infants. Η προσχολική ηλικία χαρακτηρίζεται από έντονες διαφορές ως προς την ανάπτυξη των μαθητών. Η αυτοαντίληψη των παιδιών που διακυμαίνεται σε διάφορα επίπεδα, συνοδεύει και χαρακτηρίζει τα παιδιά από την πρώτη μέρα της σχολικής του ζωής. Στόχος της έρευνας ήταν να επιχειρήσει να εξετάσει αν το επίπεδο της αυτοαντίληψης του παιδιού μεταβάλλεται ή παραμένει το ίδιο κατά την διάρκεια της φοίτησής του στο Νηπιαγωγείο. Εξετάστηκε η υπόθεση ότι κάποιες μεταβλητές δύναται να επηρεάζουν την αυτοαντίληψη των μαθητών. Στο πείραμα συμμετείχαν δύο ομάδες παιδιών που φοιτούν σε ελληνικά νηπιαγωγεία και τους χορηγήθηκαν έξι ψυχομετρικά εργαλεία, δύο αυτοαντίληψης και τέσσερα Θεωρίας του Νου. Στη συνέχεια καταγράφηκε και μελετήθηκε η ανάληψη ρόλων καθώς και η εμπλοκή των παιδιών στην διερευνητική δραματοποίηση που αποτέλεσε την παρέμβαση για την πειραματική ομάδα. Τέλος, επαναχορηγήθηκαν τα ίδια ψυχομετρικά εργαλεία και τα αποτελέσματα προέκυψαν συγκριτικά για τις δύο ομάδες νηπίων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μια στοχευμένη παρέμβαση στην θεατρική αγωγή επηρεάζει και μεταβάλλει την τάση των παιδιών να αλλάξουν της αυτοαντίληψη και το γνωστικό τους επίπεδο. Έδειξε επίσης ότι κάποιοι παράγοντες της αυτοαντίληψης είναι κρίσιμοι και είναι σε θέση να αλλάξουν το αποτέλεσμα της σφαιρικής αυτοαντίληψης αλλά και του επιπέδου της γνωστικής ανάπτυξης των νηπίων. 881 151 155 Reasoning, metacognitive awareness and executive control during infancy and childhood Λογική σκέψη, μεταγνωστική ενημερότητα και εκτελεστικός έλεγχος κατά την νηπιακή και σχολική ηλικία This study aimed at revealing the effect that the awareness of mental processes as well as the inhibitory control may have on the development of reasoning during childhood. For this aim, 195 children aged from 5 to 11 years were tested with a series of tasks. For the determination of participants’ awareness about mind, 6 faux pas stories were used while for the determination of participants’ ability to draw inferences on the basis of inductive processes,2 videos stories were uses. For the determination of their inhibitory control, a computerized task based on the Simon effect was presented to the participants. The results showed an effect of age on all the variables involved in the study. Moreover, it was found that the ability to draw inferences is affected by the awareness about the mind but also by the efficiency in inhibitory control Στόχος της έρευνας ήταν να διερευνηθεί η επίδραση που ασκεί η ενημερότητα του νου για τις νοητικές του διεργασίες αλλά και o ανασταλτικός έλεγχος στην ανάπτυξη της λογικής σκέψης. Για τον στόχο αυτό, 195 παιδιά ηλικίας 5-11 ετών εξετάστηκαν ατομικά με μια σειρά από έργα. Για τη διερεύνηση της ενημερότητας για τον νου χρησιμοποιήθηκαν 6 ιστορίες κοινωνικού σφάλματος, για την κατανόηση της ανάπτυξης της λογικής σκέψης 2 video τα οποία διερευνούσαν την ικανότητα των συμμετεχόντων να συνάγουν συμπεράσματα με βάση επαγωγικές διαδικασίες. Για την επάρκεια του ανασταλτικού ελέγχου χρησιμοποιήθηκε ένα έργο , μέσω H/Y, το οποίο ήταν βασισμένο στο κλασσικό έργο Simon. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν την επίδραση της ηλικίας σε όλες τις πτυχές λειτουργίας του γνωστικού συστήματος που μελετήθηκαν στην έρευνα. Επίσης, φάνηκε ότι τόσο η ενημερότητα για τον νου αλλά και ο ανασταλτικός έλεγχος επηρεάζουν την ικανότητα συναγωγής συμπερασμάτων 882 126 128 Cultivation and development of audiovisual literacy. The Ethnological Museum of Thrace in front of the lens Καλλιέργεια και αξιοποίηση του οπτικοακουστικού γραμματισμού. Το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης μπροστά από τον φακό The aim of this study is the imprinting of the original knowledge, opinions and attitudes and possible changes made to them after participating in educational program in media education. Participants were students and graduates primary teachers of education departments of the Democritus University of Thrace. The educational program was implemented at the Ethnological Museum of Thrace in order to connect the methods of museum education in the audiovisual literacy and the use of museum objects to audiovisual productions. This intervention has highlighted the importance and the need for relevant initiatives that take into account the important socio-cultural role of the media content and ICT’s in communication, disseminating information and values Σκοπός την παρούσας εργασίας είναι και η αποτύπωση των αρχικών γνώσεων, απόψεων και στάσεων καθώς και των πιθανών αλλαγών που επήλθαν σε αυτές μετά την συμμετοχή σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα για την εκπαίδευση στα Μ.Μ.Ε. Συμμετέχοντες ήταν φοιτητές και απόφοιτοι εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης των παιδαγωγικών τμημάτων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα υλοποιήθηκε στο Εθνολογικό Μουσείο Θράκης με στόχο την σύνδεση των μεθόδων της μουσειοπαιδαγωγικής με τον οπτικοακουστικό γραμματισμό και την αξιοποίηση των μουσειακών αντικειμένων για την παραγωγή οπτικοακουστικών έργων. Η παρέμβαση αυτή ανέδειξε τη σημασία αλλά και την αναγκαιότητα αντίστοιχων πρωτοβουλιών που θα λαμβάνουν υπόψη τον σημαντικό κοινωνικοπολιτισμικό ρόλο του περιεχομένου των Μ.Μ.Ε. και των Τ.Π.Ε. στην επικοινωνία, στην μετάδοση πληροφοριών και αξιών 883 179 221 Μελέτη της έκτοπης οστεοποίησης μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο Ηeterotopic ossification is a relatively frequent phenomenon. It is a pathological situation that leads to the formation of osseous structures at points where soft molecules normally do exist. Heterotopic ossification can be induced afterlocal lesion, neurological lesion, after surgical intervention in regions as thehips and the elbows, due to genetic causes in patients of very small ages and,finally, the phenomenon has been observed as distinct, reactive cases inupper or lower limbs. Rarely, heterotopic bone is being formed after a hemorrhagic stroke. We studied pathophysiology and mechanisms of neurogenicheterotopic ossification. Most pathways of the phenomenon remain still unknown. What is thaught to be the case in the formation of HO, isthe disturbance of balance of osteoblastic to osteoclastic activities, after the brain injury that stroke cause. After Traumatic Brain Injury, osteoblastic activity is induced locally.Therefore, stroke do induce osteoblastic activitynot only locally but also systemically. The aberrance of osteoblastic activitytowards heterotopic ossification requires further studies of more patients. Probably we have to focus to the level of differential gene expression in patients who have sustained neurological trauma due to stroke. Η έκτοπη οστεοποίηση (Ε.Ο) είναι ένα σχετικά συχνό φαινόμενο. Πρόκειται για μια παθολογική κατάσταση που οδηγεί στο σχηματισμό οστού σε περιοχές όπου φυσιολογικά υπάρχουν μαλακά μόρια. Η έκτοπη οστεοποίηση επάγεται μετά από τοπικό τραύμα, νευρολογική βλάβη, χειρουργική παρέμβαση σε περιοχές όπως το ισχίο ή λόγω γενετικών αιτίων. Τέλος το φαινόμενο έχει παρατηρηθεί σε διακριτές περιπτώσεις, στα άνω και κάτω άκρα. Σπάνια είναι η ανάπτυξη έκτοπης οστεοποίησης μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο. Αυτό το σπάνιο φαινόμενο πραγματεύεται η παρούσα εργασία. Μελετήθηκαν η παθοφυσιολογία και η μηχανισμοί ανάπτυξης της έκτοπης οστεοποίησης. Ωστόσο, πολλά από τα μονοπάτια δημιουργίας του έκτοπου οστού δεν έχουν ακόμη αποσαφηνιστεί. Αυτό που είναι αδιαμφισβήτητο είναι ότι ο σχηματισμός της Ε.Ο είναι αποτέλεσμα της διαταραχής του ισοζυγίου των παραγόντων που επάγουν τους οστεοβλάστες εις βάρος των παραγόντων που τους αναστέλλουν. Το ερέθισμα για αυτή τη διαταραχή είναι η εγκεφαλική βλάβη που προκύπτει από το αγγειακό εγκεφαλικό. Μετά τον τραυματισμό του εγκεφάλου η οστεοβλαστική ικανότητα επάγεται τοπικά. Ωστόσο, η βλάβη που προκύπτει από το εγκεφαλικό επεισόδιο επάγει όχι μόνο τοπικά, αλλά και συστηματικά την ανάπτυξη οστού σε απομακρυσμένα σημεία του σώματος. Αυτή η μεταβολή στη δραστηριότητα των οστεοβλαστών απαιτεί εκτενέστερη μελέτη με περισσότερους ασθενείς. Ίσως θα πρέπει η έρευνα να επικεντρωθεί στη διαφορική έκφραση των γονιδίων σε ασθενείς που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο. 884 278 354 Προσδιορισμός της διακύμανσης των τιμών της θυρεοειδοτρόπου ορμόνη (TSH) του ορού με την ανοσοραδιοανοσομετρική μέθοδο IRMA στο χειρισμό ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς με την ενδοφλέβια χορήγηση Recombinant TSH Thyroid cancer is the most common cancer of the endocrine glands and constitutes 1-2% of all neoplasms. Usually treated with total or partial thyroidectomy followed by diagnostic monitoring with whole body scanning. Whole body scanning requires elevated levels of TSH. Until today, in order patients to undergo radioiodine whole body scanning they were obligated to abandon their replacement therapy with T4 for a month as a result they suffered from edema, headache and other symptoms of hypothyroidism. Thyrogen is a method to avoid these symptoms and the suffering they cause . In this study we evaluate the levels of thyroid stimulating hormone (TSH) in the serum of patients with thyroid cancer and total thyroidectomy undergoing whole body scanning with Iodine -131 and tomographic SPECT c-camera in the University Lab of Nuclear Medicine ,of the University General Hospital of Alexandroupolis for the detection of metastases after intravenous Recombinant TSH, a substance which stimulates the secretion of TSH from the hypophysis. We studied 16 patients with thyroid cancer, 10 women and 6 men average age 39 years (32 ± 8 years). Patients were monitored in the Department of Surgery at the University Hospital of Evros. All of them had undergone total thyroidectomy and histological confirmation of cancer (papillary and follicular carcinoma). We used X-test to correlate values of TSH. The results of the study are : Use of Recombinant TSH is useful because patients are not obligated to abandon their replacement therapy with T4 for a month so they avoid the painful symptoms of hypothyroidism . Patients with metastases have higher TSH levels in the second and in the third day compared to the TSH levels of patients without metastases Ο καρκίνος του θυρεοειδούς είναι ο συχνότερος καρκίνος των ενδοκρινών αδένων και αποτελεί το 1-2% του συνόλου των νεοπλασμάτων. Συνήθως αντιμετωπίζεται με ολική ή μερική θυρεοειδεκτομή και ακολουθείται από διαγνωστική παρακολούθηση με σπινθηρογράφημα. Για να γίνει το σπινθηρογράφημα με χρήση ραδιενεργού ιωδίου πρέπει να είναι αυξημένα τα επίπεδα της TSH. Μέχρι σήμερα για να υποβληθεί ο ασθενής σε ολόσωμο σπινθηρογράφημα για έλεγχο μεταστάσεων μετά από ολική θυρεοειδεκτομή για Ca, θα έπρεπε να διακοπεί η θεραπεία αποκατάστασης με Τ4 για ένα μήνα με αποτέλεσμα να υποφέρει από οιδήματα, πονοκέφαλο και άλλα συμπτώματα υποθυρεοειδισμού. Προς αποφυγή αυτών και της ταλαιπωρίας που προκαλούν γίνεται η χρήση του Thyrogen. Με τη παρούσα μελέτη θα αξιολογηθούν οι τιμές της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) στον ορό των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς και ολική θυρεοειδεκτομή οι οποίοι υποβάλλονται σε ολόσωμη σπινθηρογραφική απεικόνιση με Ιώδιο -131 και τομογραφική SPECT γ-camera στο Πανεπιστημιακό Εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου (ΠΓΝΕ) για την ανίχνευση των μεταστάσεων μετά από ενδοφλέβια χορήγηση Recombinant TSH, ουσία η οποία διεγείρει την υπόφυση προς έκκριση TSH. Μελετήσαμε 16 ασθενείς πάσχοντες από καρκίνο του θυρεοειδούς, 10 γυναίκες και 6 άνδρες μέσης ηλικίας 39 ετών (32±8 έτη). Οι ασθενείς παρακολουθούνταν στην Πανεπιστημιακή Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου. Όλοι τους είχαν υποβληθεί σε ολική θυρεοειδεκτομή και ιστολογική επιβεβαίωση του καρκίνου (θηλώδες και θηλακιώδες καρκίνωμα). Μετά την ολική θυρεοειδεκτομή παραπέμπονται στο Πανεπιστημιακό Εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής για να υποβληθούν σε ολοσωματικό σπινθηρογράφημα με ραδιενεργό ιώδιο (131Ι) όπως επιβάλλει το πρωτόκολλο για έλεγχο παρουσίας μεταστάσεων (στους λεμφαδένες ή σε άλλα όργανα).Η συσχέτιση των τιμών της TSH έγινε με το X-test (- test). Τα αποτελέσματα της μελέτης είναι : Η χρησιμοποίηση της Recombinant TSH είναι χρήσιμη γιατί απαλλάσσει τον ασθενή από τη διακοπή της αγωγής υποκατάστασης για ένα μήνα με αποτέλεσμα να μην εμφανίζονται τα οδυνηρά συμπτώματα των ασθενών. Ασθενείς με μεταστάσεις εμφανίζουν μεγαλύτερες τιμές TSH την δεύτερη και την τρίτη ημέρα σε σύγκριση με τις τιμές των ασθενών χωρίς μεταστάσεις. 885 192 205 In our era, interest focuses on the protection of consumer law, so it is considered important to research its particular content, especially at the international level. Consumers operate as the weakest part of every commercial chain and therefore it is important to protect them from the system itself. The protection of the consumer was mainly expressed by the various consumer organizations in the form of social demand and emphasizing the weakness of the consumer community, which is based on the structure and functioning of the market. Consumers may have been operating as individual until a few years ago, but a number of changes have already been promoted in Europe, with the emphasis on consumer rights protection and the emergence of active elements of the European and international economy. For this reason, the basic principles of international jurisdiction and applicable law are being exploited and at European level, new regulations are being promoted, based on the needs of consumer. In this context, this dissertation will explore and assess consumer protection at the level of jurisdiction and applicable law, through the evaluation of the special characteristics of Regulation 1215/2012 and the Rome Regulation Ι Στην εποχή μας το ενδιαφέρον εστιάζεται στην προστασία του δικαίου του καταναλωτικού κοινού, με αποτέλεσμα να θεωρείται σημαντική η προσπάθεια διερεύνησης του ιδιαίτερου περιεχομένου του, κυρίως, σε διεθνές επίπεδο. Οι καταναλωτές λειτουργούν ως το ασθενές τμήμα κάθε εμπορικής αλυσίδας και για το λόγο αυτό θεωρείται σημαντική η προστασία τους από το ίδιο το σύστημα. Η προστασία του καταναλωτικού κοινού προβλήθηκε κατά κύριο λόγο από τις διάφορες καταναλωτικές οργανώσεις με τη μορφή της κοινωνικής διεκδίκησης και δίνοντας έμφαση στην αδυναμία του καταναλωτικού κοινού, η οποία βασίζεται στη δομή και τη λειτουργία της αγοράς. Μπορεί οι καταναλωτές να λειτουργούσαν μέχρι πριν από λίγα χρόνια ως μεμονωμένα πρόσωπα, όμως ήδη στον ευρωπαϊκό χώρο έχουν προωθηθεί ποικίλες αλλαγές, δίνοντας έμφαση στην προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών και στην ανάδειξή τους σε ενεργητικά στοιχεία της ευρωπαϊκής και διεθνούς οικονομίας. Για το λόγο αυτό αξιοποιούνται οι βασικές αρχές της διεθνούς δικαιοδοσίας και του εφαρμοστέου δικαίου και σε ευρωπαϊκό επίπεδο προωθείται η θέσπιση νέων Κανονισμών, με βάση τις ανάγκες του καταναλωτικού κοινού. Στο πλαίσιο αυτό στη διπλωματική αυτή εργασία θα διερευνηθεί και θα αξιολογηθεί η προστασία του καταναλωτή σε επίπεδο διεθνούς δικαιοδοσίας και εφαρμοστέου δικαίου, μέσα από την αξιολόγηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του Κανονισμού 1215/ 2012 και του Κανονισμού της Ρώμης Ι 886 182 189 Η θεωρία των αγγειοσωμάτων και η σημασία της στη σύγχρονη αγγειοχειρουργική Regarding the surgical treatment of chronic limb threatening ischemia, a vascular surgeon should ensure adequate blood flow from common femoral artery to the ischemic region of the foot through revascularization of either the least deceased of the three crural vessels (indirect revascularization), or the feeding artery of the angiosome where the ischemic ulcer is located (direct revascularization). 22 patient studies and 7 systematic reviews were checked in this review paper, in order to compare the revascularization methods mentioned above and to clarify which factors are important for a vascular surgeon while planning the treatment of an ischemic limb. Direct revascularization seems to be superior to indirect revascularization and should be preferred when it is possible during endovascular therapy. However, this isn't true as long as bypass surgery is concerned, when the two methods seem to be equal. Patency of collateral vessels and arterial-arterial connections, such as the plantar arch, individual vascular anatomy and the ischemic lesion's topography are factors that affect the importance of angiosome-guided revascularization. Additional studies are required to determine when exactly direct revascularization should be preferred over indirect revascularization. Για την αντιμετώπιση της χρόνια κρίσιμης ισχαιμίας των κάτω άκρων απαιτείται η εξασφάλιση συνεχούς ικανοποιητικής αιματικής ροής από την κοινή μηριαία μέχρι την περιοχή της βλάβης στον άκρο πόδα, η οποία επιτυγχάνεται μέσω επαναιμάτωσης του λιγότερο προσβεβλημένου από τα τρία αγγεία της κνήμης (έμμεση επαναιμάτωση) είτε της αρτηρίας που τροφοδοτεί το αγγειόσωμα όπου εντοπίζεται η ισχαιμική βλάβη (άμεση επαναιμάτωση). Αναζητήθηκαν μελέτες που συγκρίνουν τις δύο μεθόδους και καθορίζουν τους παράγοντες που θα πρέπει ο αγγειοχειρουργός να λαμβάνει υπόψη στο σχεδιασμό της επαναιμάτωσης ενός ισχαιμικού κάτω άκρου. Εξετάστηκαν 22 μελέτες ασθενών και 7 μετα-αναλύσεις. Η άμεση επαναιμάτωση φαίνεται ανώτερη και θα πρέπει να επιλέγεται όταν είναι εφικτή κατά την ενδαγγειακή θεραπεία. Δεν ισχύει το ίδιο, όμως, για την ανοιχτή παρακαμπτήρια επέμβαση όπου οι δύο μέθοδοι κρίνονται ισάξιες. Η βατότητα του παράπλευρου δικτύου και αρτηριο-αρτηριακών αναστομώσεων όπως το πελματιαίο τόξο, η ιδιαίτερη αγγειακή ανατομία του κάθε ασθενούς καθώς και η εντόπιση της ισχαιμικής βλάβης επηρεάζουν την αξία της επαναιμάτωσης σύμφωνα με τα αγγειοσώματα. Περισσότερη έρευνα απαιτείται για να καθοριστούν επακριβώς τα κριτήρια επιλογής ανάμεσα στην άμεση και την έμμεση επαναιμάτωση. 887 253 266 Εκμάθηση Τεχνολογιών Χρήσης ΑΠΕ σε Μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης This post-graduate paper refers to "Teaching Technologies for Using RES to Secondary School Students" and consists of six chapters. More specifically, the first chapter, the introduction, refers to the role of the teacher, teaching and the methods which can be used. The role of education is particularly important, since it is called to form the morals and consciences of tomorrow’s citizens. Furthermore, a literature review is carried out in the areas of teaching and environment and the aims and objectives and the second chapter , the research methodology are presented. Then, the third chapter provides information about the fundamentals of Didactics, the teaching methods and their forms, about the use of monitoring tools and about the important role of evaluation. In the fourth chapter a sample teaching on the subject of renewable energy sources is implemented including giving their definition, presenting the general and specific objectives of the course, the method used by the teacher at all stages as well as evaluating the students. Three forty-five minute teaching interventions take place, each about the issue of Renewable Energy Sources. In the first class period energy and its distinction in Renewable Energy and Non-Renewable Energy Sources is mentioned. In the second class period solar and wind power are referred to, while in the third the main focus is on hydropower, geothermal energy and biomass. The presents the results on the sample teaching on Renewable Energy Sources and the sixth the conclusions-the debate arising from the initial objectives set at the beginning of this paper. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αναφέρεται στην «Εκμάθηση Τεχνολογιών Χρήσης ΑΠΕ σε Μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης» και αποτελείται από έξι κεφάλαια. Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο που είναι η εισαγωγή γίνεται λόγος για το ρόλο του εκπαιδευτικού, για τη διδασκαλία και τις μεθόδους που μπορεί να χρησιμοποιήσει. Ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι ιδιαίτερα σημαντικός, αφού καλείται να διαμορφώσει το ήθος και τις συνειδήσεις ων αυριανών πολιτών. Ακόμη, πραγματοποιείται μια βιβλιογραφική ανασκόπηση στους τομείς των παιδαγωγικών και του περιβάλλοντος, παρουσιάζονται οι σκοποί και οι στόχοι. Στο δεύτερο παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας. Έπειτα, στο τρίτο δίνονται πληροφορίες για τις βασικές αρχές της Διδακτικής, για τις διδακτικές μεθόδους και μορφές της, για τη χρήση των εποπτικών μέσων, αλλά και για το σημαντικό ρόλο της αξιολόγησης. Στο τέταρτο κεφάλαιο επιτυγχάνεται μια δειγματική διδασκαλία στο θέμα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, δίνοντας τον ορισμό τους, παρουσιάζοντας τους γενικούς και τους ειδικούς στόχους του μαθήματος, τη μεθοδολογία που ακολουθεί ο εκπαιδευτικός σε όλα τα στάδια, αλλά και την αξιολόγηση που κάνει στους μαθητές. Πραγματοποιούνται τρεις διδακτικές παρεμβάσεις των σαράντα πέντε λεπτών η καθεμία στο θέμα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Στην πρώτη διδακτική ώρα γίνεται λόγος για την ενέργεια και τη διάκριση της σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και Μη Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Στη δεύτερη διδακτική ώρα γίνεται αναφορά στην ηλιακή και στην αιολική ενέργεια, ενώ στην Τρίτη στην υδραυλική, στη γεωθερμική και στη βιομάζα. Στο πέμπτο παρατίθενται τα αποτελέσματα σχετικά με τη δειγματική διδασκαλία των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και στο έκτο τα συμπεράσματα- συζήτηση που απορρέουν από τους αρχικούς στόχους που τέθηκαν στην αρχή της παρούσας εργασίας. 888 171 176 Students with learning difficulties in mathematics and their classroom support Μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες στα μαθηματικά και η υποστήριξη τους στην τάξη Dyscalculia is a Special Learning Difficulty in mathematics, which has not been extensively studied by the research community, compared to other forms of Special Learning Difficulties. The aim of this dissertation is to examine the knowledge and conceptions of primary school teachers about pupils with learning difficulties in mathematics and their classroom support. The literature review reports on the characteristics of pupils with dyscalculia, the methods of their assessment and their teachers’ classroom management. The methodology adopted was mixed, since 102 primary school teachers were invited to respond to a questionnaire of 23 questions constructed for the purposes of the study, and 3 primary school teachers with specific characteristics answered the questions of a semi-structured interview aimed at a fuller understanding of the respective knowledge and conceptions of the study participants. The findings showed slight variations in teachers’ relevant knowledge and conceptions, which indicate a general and often vague understanding and management of pupils with Learning Difficulties in the mathematics classroom Η δυσαριθμησία αποτελεί μια Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία στα Μαθηματικά, η οποία δεν έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ερευνητική κοινότητα, σε σύγκριση με άλλες μορφές Ειδικών Μαθησιακών Δυσκολιών. Στόχος της παρούσας εργασίας αποτελεί η διερεύνηση των γνώσεων και των αντιλήψεων εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τους μαθητές με Μαθησιακές Δυσκολίες στα μαθηματικά και τη στήριξή τους στην σχολική τάξη. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση αναφέρεται στα χαρακτηριστικά των μαθητών με δυσαριθμησία, στους τρόπους αξιολόγησης και στην αντιμετώπιση τους από τους εκπαιδευτικούς στην τάξη. Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε ήταν μεικτή, καθώς 102 εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο 23 ερωτήσεων που συγκροτήθηκε για τους σκοπούς της μελέτης και 3 εκπαιδευτικοί με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά απάντησαν στις ερωτήσεις μιας ημι-δομημένης συνέντευξης που στόχευε στην πληρέστερη κατανόηση των αντίστοιχων γνώσεων και αντιλήψεων των συμμετεχόντων στην έρευνα. Τα αποτελέσματα έδειξαν μικρές διαφοροποιήσεις στις σχετικές γνώσεις και αντιλήψεις των εκπαιδευτικών, που αποτυπώνουν μια γενικόλογη και συχνά ασαφή κατανόηση και αντιμετώπιση των μαθητών με Μαθησιακές Δυσκολίες στα μαθηματικά. 889 124 130 Μελέτη της απόκρισης των καταναλωτών στα πιθανά διατροφικά οφέλη της κατανάλωσης χυμών φρούτων στο Νομό Έβρου In this postgraduate work, we study the consumer’s response to the possible nutritional benefits of fruit juices. The data were taken from the responses of 250 consumers, in form of a questionnaire in the prefecture of Evros. The answers are analyzed and recorded using the SPSS 20.0 program. The results studied, from which several conclusions were drawn. The most significant outcomes were that the statistically significant differences were observed in the question of why they consume juices in relation to the place of the residence and whether consumers are aware that juices contain preservatives depending on the educational level and the place they live. Finally, the consumer community of the Prefecture of Evros, does not particularly prefer the apples juice and the pomegranate juice Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, μελετάται η απόκριση των καταναλωτών στα πιθανά διατροφικά οφέλη των χυμών φρούτων. Τα δεδομένα πάρθηκαν από τις απαντήσεις 250 καταναλωτών, σε μορφή ερωτηματολογίου στον Νομό Έβρου. Γίνεται ανάλυση και καταγραφή των απαντήσεων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20.0. Στην συνέχεια μελετήθηκαν τα αποτελέσματα, από τα οποία εξάχθηκαν αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν ότι οι στατιστικώς σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στο ερώτημα γιατί καταναλώνουν χυμούς σε σχέση με τον τόπο κατοικίας, καθώς και στο εάν γνωρίζουν οι καταναλωτές ότι οι χυμοί περιέχουν συντηρητικά ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο και τον τόπο κατοικίας. Τέλος, το καταναλωτικό κοινό του Νομού Έβρου, δεν προτιμά ιδιαίτερα τον χυμό μήλο και τον χυμό ρόδι 890 235 223 The dissertation that preceded, addressed the scientific, technological, legal and moral conditions in the field of transplantation. There has been a historical review of the world of transplants, from the ancient times and the perceptions that existed until our day and age. The relationship between organ transplants and donation has been analyzed and the definitions necessary have been clarified, to understand the role of the persons involved and the situations that arise throughout the proceedings, such as understanding the discrimination of death. The institutional framework governing the above procedures, the European institutional framework and the process of incorporating European directives into Greek legislation, were then mentioned. Then there was talk of the ethics of transplantation, as well as the bioethics itself, which, in general, concerns them. It has been attempted to analyze the development of human organ trafficking, because it is booming nowadays and what is included in the modern, foreign-language term trafficking. An argument for and against the legalization of human organ trafficking has been developed, while at the same time reference was made to the effort of science, to the cloning of organs, tissues and 3d bioprinting-diphotonic polymerisation. By completing the topic of dissertation, it was considered necessary to present the interreligious view of the most widespread religions and beliefs around the globe, on the issue of transplantation and what are essentially the advice – instructions that the representatives give to the believers. Η εργασία που προηγήθηκε, πραγματεύθηκε τις συνθήκες που επικρατούν σε επιστημονικό, τεχνολογικό, νομικό και ηθικό επίπεδο στο θέμα των μεταμοσχεύσεων. Έγινε μια ιστορική αναδρομή στον κόσμο των μεταμοσχεύσεων, από τους αρχαίους χρόνους και των αντιλήψεων που υπήρχαν, έως τη δική μας εποχή. Αναλύθηκε η σχέση ανάμεσα στις μεταμοσχεύσεις και τη δωρεά οργάνων και διευκρ-ινίστηκαν οι αναγκαίοι ορισμοί για την κατανόηση του ρόλου των εμπλεκομένων προσώπων και των καταστάσεων που εγείρονται, καθόλη την διάρκεια των διαδικασιών, όπως για παράδειγμα η κατανόηση των διακρίσεων του θανάτου. Ακολούθως αναφέρθηκε το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις παραπάνω διαδικασίες ,το Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο και η διαδικασία ενσωμάτωσης των Ευρωπαϊκών οδηγιών στην Ελληνική νομοθεσία. Στη συνέχεια έγινε λόγος για την ηθική των μεταμοσχεύσεων, καθώς και αυτή καθαυτή την βιοηθική που εν γένει τις αφορά. Επιχειρήθηκε να αναλυθεί η ανάπτυξη του εμπορίου των ανθρωπίνων οργάνων, γιατί ανθεί στις μέρες μας και τι περιλαμβάνει ο σύγχρονος, ξενόφερτος όρος, trafficking. Αναπτύχθηκε μια επιχειρηματολογία υπέρ και κατά της νομιμοποίησης του εμπορίου των ανθρώπινων οργάνων, ενώ παράλληλα έγινε αναφορά στην προσπάθεια της επιστήμης, για κλωνοποίηση οργάνων, ιστών και 3D βιοεκτύπωση-διφωτονικό πολυμερισμό. Ολοκληρώνοντας τη θεματολογία της εργασίας, θεωρήθηκε αναγκαίο να παρουσιαστεί και η διαθρησκειακή άποψη των πιο διαδεδομένων θρησκειών και δογμάτων ανά την υφήλιο, ως προς το θέμα των μεταμοσχεύσεων και ποιες ουσιαστικά είναι οι συμβουλές – οδηγίες που οι εκπρόσωποί τους δίνουν στους πιστούς. 891 158 166 Understanding arithmetical concepts and solving arithmetical problems by pupils with Autistic Spectrum Disorder Κατανόηση αριθμητικών εννοιών και επίλυση αριθμητικών προβλημάτων από μαθητές με Διαταραχή του Αυτιστικού Φάσματος Students with Autistic Spectrum Disorder (ASD) present significantly difficulties in communication, social interaction and imagination and all of these are factors which affect their knowledge in Mathematics. This specific research studies the numeral possibilities and performances of students with ASD and their relation to the instructive support that is provided to them inside a school environment of disabled children. The method that was chosen to be used was the study of a case of a focus group consisted of four students. The tools necessary for the data compilation was observation, students’ actions, informal teachers’ interviews for the collection of further information for the students and analytical field calendars. The data analysis, for which techniques of content analysis and fundamental theory were combined together, showed significantly low development levels of numeral thinking and also educative practices used by teachers encouraged mostly repetition and less active participation Οι μαθητές με Διαταραχή του Αυτιστικού Φάσματος (ΔΑΦ) παρουσιάζουν σημαντικές δυσκολίες στην επικοινωνία, την κοινωνική αλληλεπίδραση και τη φαντασία, κι όλα αυτά είναι παράγοντες που επηρεάζουν τις γνώσεις τους στα Μαθηματικά. Η συγκεκριμένη έρευνα μελετά τις αριθμητικές δυνατότητες και επιδόσεις μαθητών με ΔΑΦ και τη σχέση τους με τη διδακτική υποστήριξη που τους παρέχεται σε περιβάλλον Ειδικού Σχολείου. Η μέθοδος που επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί είναι η μελέτη περίπτωσης με μία ομάδα εστίασης που αποτελείται από τέσσερις μαθητές. Τα εργαλεία για την συλλογή των δεδομένων ήταν η παρατήρηση, τα έργα των μαθητών, οι άτυπες συνεντεύξεις με τους εκπαιδευτικούς για την συλλογή περαιτέρω πληροφοριών για τους μαθητές και τα αναλυτικά ημερολόγια πεδίου. Η ανάλυση των δεδομένων, για την οποία αξιοποιήθηκαν συνδυαστικά τεχνικές ανάλυσης περιεχομένου και θεμελιωμένης θεωρίας, έδειξε πολύ χαμηλά επίπεδα ανάπτυξης της αριθμητικής σκέψης και οι διδακτικές πρακτικές που χρησιμοποιήθηκαν από τις εκπαιδευτικούς ενθάρρυναν κυρίως την επανάληψη και πολύ λίγο την ενεργή συμμετοχή. 892 237 266 Σύγχρονες και μελλοντικές προκλήσεις σε ζητήματα βιοηθικής στον Ελληνικό Στρατό The aim of this study is to present and comment on bioethical issues in the experimental military medical research worldwide in light of a futu-re implementation and exploitation of their results by the Greek army. The development of science in genomics has generated global interest in the possibilities that promises to improve the medical care of military members and assist in the recruitment, training, skills and execution of military missions. The genome technology began to dominate the field of bioethics as privacy, confidentiality and the renewal of consent are matters that rises with the development of these technologies. Enha-ncing human performance is the effort of healing not the disease but rather changing the physiological state of a person’s ( mentally and physically) in order to improve the inherent features and capabilities. For the purposes of enhancement technologies informed consent is required in conjunction with medical supervision for the safety of the use of enhancements. When soldiers volunteer to participate in the body of Army acquiesce in obedience to superior orders. This condition creates a vulnerability for soldiers. Military necessity often leads a soldier to renounce part of his individual rights in favor of the collective good. For many commentators, the above condition classifies military population to vulnerable populations in relation to experimental medical research. The legislative and regulatory framework for the implementation of experimental medical research on military personnel should ensure the autonomy and freedom of choice. Στόχος της εργασίας είναι να παρουσιάσει και να σχολιάσει τα ζητήμα-τα βιοηθικής που ανακύπτουν στην πειραματική στρατιωτική ιατρική έρευνα σε παγκόσμιο επίπεδο υπό το πρίσμα μιας μελλοντικής εφαρ-μογής και αξιοποίηση των αποτελεσμάτων τους από τον ελληνικό στρατό. Η εξέλιξη της γονιδιωματικής επιστήμης έχει προκαλέσει το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις δυνατότητες που υπόσχεται στη βελτί-ωση της ιατρικής φροντίδας των μελών του στρατού αλλά και στην υ-ποβοήθηση της στρατολόγησης , της εκπαίδευσης, της ειδίκευσης και της εκτέλεσης των στρατιωτικών αποστολών. Η τεχνολογία του γονι-διώματος άρχισε να κυριαρχεί στο χώρο της βιοηθικής καθώς η ιδιωτι-κότητα, η εμπιστευτικότητα και η ανανέωση της συγκατάθεσης είναι θέματα που ανατέλουν με την ανάπτυξη των τεχνολογιών αυτών. Η ενίσχυση της ανθρώπινης απόδοσης είναι η προσπάθεια άμεσης αλλα-γής όχι της ασθένειας αλλά της φυσιολογικής κατάστασης ενός ατόμου διανοητικά και σωματικά με σκοπό να βελτιωθούν οι εγγενείς δυνατό-τητες και ικανότητες. Για την εφαρμογή των τεχνολογιών ενίσχυσης η ενημερωμένη συγκατάθεση απαιτείται σε συνδυασμό με ιατρική επίβ-λεψη για την ασφάλεια της χρήσης των ενισχυτών. Με την εθελούσια συμμετοχή στο σώμα του στρατού οι στρατιώτες συναινούν στην υπα-κοή σε διαταγές ανωτέρου. Η συνθήκη αυτή δημιουργεί μια ευαλω-τότητα για τους στρατιώτες. Μέσα από αυτή την οπτική η στρατιωτική αναγκαιότητα οδηγεί πολλές φορές ένα στρατιώτη να αποκηρύξει μέρος των ατομικών του δικαιωμάτων εις όφελος του συλλογικού καλού. Για πολλούς σχολιαστές η παραπάνω συνθήκη κατατάσσει το στρατιωτικό πληθυσμό στους ευάλωτους πληθυσμούς σε σχέση με την πειραματική ιατρική έρευνα. Το κανονιστικό και ρυθμιστικό πλαίσιο για την εφαρμογή της πειραματικής ιατρικής έρευνας στο στρατιωτικό προσωπικό οφείλει να διασφαλίζει την αυτονομία και την ελεύθερη επιλογή. 893 207 215 Elicitation of kindergarteners’ preconceptions for clouds and rain According to Driver’s constructivist approach in science teaching, the elicitation of little kids’ preconceptions is very important for the teaching planning. In this thesis, kindergarteners’ preconceptions about clouds and rain are discussed. For this purpose, a research on a sample of 20 preschoolers of a public kindergarten in Xanthi was conducted. The particular queries focused on what kids perceive as clouds and rain and the way they explain their formation. Data collection was implemented through projects and semi-structured individual interviews. The classification results of kindergarteners’ answers, demonstrate that kids usually have more than one explanation for the same phenomenon. Some of them match with the results of previous studies and follow Piaget's theory for development stages, in which "primitive reasoning" exists in infancy. On the other hand, several of them are based on elementary explanation mechanisms of simple or complex natural process. Consequently, it is very important the preconceptions of kindergarteners to be investigated, as they are the foundations on which teacher has to rely on, in order to design the appropriate learning tools for the teaching process. This can lead to pupils’ preparation for being taught the scientific models about clouds and rain in their future learning life Στα πλαίσια της εποικοδομητικής προσέγγισης της διδασκαλίας των Φυσικών Επιστημών, σύμφωνα με τη θεωρία της Driver, η ανίχνευση – ανάδειξη των αρχικών ιδεών των νηπίων είναι πολύ σημαντική για την οργάνωση της διδασκαλίας. Στην παρούσα εργασία διερευνώνται οι προϋπάρχουσες ιδέες των νηπίων για τα σύννεφα και τη βροχή. Γι’ αυτό, πραγματοποιήθηκε έρευνα σε δείγμα 20 νηπίων δημόσιου νηπιαγωγείου της Ξάνθης. Τα επιμέρους ερευνητικά ερωτήματα αφορούν το πώς τα νήπια αντιλαμβάνονται τα σύννεφα και την βροχή καθώς και το πώς αυτά σχηματίζονται. Η συλλογή των δεδομένων έγινε μέσω σχεδίων και ημι-δομημένων ατομικών συνεντεύξεων. Τα αποτελέσματα της κατηγοριοποίησης των εξηγήσεων των νηπίων, φανερώνουν ότι τα παιδιά συνήθως δίνουν περισσότερες από μία εξηγήσεις για το ίδιο φαινόμενο. Κάποιες συμπίπτουν με αποτελέσματα προηγούμενων ερευνών, οι οποίες ακολουθούν την θεωρία για τα στάδια της παιδικής σκέψης του Piaget, κατά την οποία στην νηπιακή ηλικία υπάρχει η προαιτιακή σκέψη. Αρκετές, όμως, από αυτές βασίζονται σε στοιχειώδεις μηχανισμούς εξήγησης απλής ή σύνθετης φυσικής διεργασίας. Συνεπώς, είναι πολύ σημαντική η διερεύνηση των αρχικών ιδεών των νηπίων, αφού αποτελούν την βάση στην οποία θα στηριχθεί ο εκπαιδευτικός για να σχεδιάσει τα κατάλληλα μαθησιακά εργαλεία για την διδασκαλία του. Αυτό οδηγεί στην προετοιμασία των νηπίων, έτσι ώστε να μπορούν να διδαχθούν τα επιστημονικά μοντέλα για τα σύννεφα και την βροχή στον μετέπειτα μαθησιακό τους βίο 894 218 237 AMH και AFC ως προγνωστικοί δείκτες στη γέννηση ζώντος νεογνού στην εξωσωματική γονιμοποίηση Nowdays, many couples are faced with the problem of infertility. The main cause has been the increased age at which women begin efforts to have a child. As ages increase, women’s ovarian reserve reduces and hence the ability to procreate. For this reason, more and more couples ask the assistance from the assisted reproduction Scientists, in order to make their desire true, are continuously looking for ways of determining the ovarian reserve with accuracy, so as to adjust the treatment protocols and the doses used and to predict the probability of pregnancy or live birth. Different hormonal and ultrasound indicators have been used to predict the ovarian reserve. In recent years, the interest has particularly been focused in two indicators, AMH and AFC. Antimullerian hormone is a dymeric glucoprotein and in women, it’s produced in small and medium-sized developing follicles. The advantages of AMH are that its laboratory measurement kit is easy and remains constant during the menstrual cycle and from cycle to cycle. AFC is an ultrasound marker and it’s used in order to count the number of follicles which have diameter from 2 to 10mm. In this paper, there is a reference of the most recent studies (2007-2015) carried out to examine whether AMH and AFC are predictors of live birth in women underdoing assisted conception. Στις μέρες μας, πολλά ζευγάρια έρχονται αντιμέτωπα με το πρόβλημα της υπογονιμότητας. Κύρια αιτία αποτελεί η αυξημένη ηλικία των γυναικών κατά την οποία ξεκινούν προσπάθειες να αποκτήσουν παιδί. Με το πέρασμα της ηλικίας ελαττώνεται το ωοθηκικό απόθεμα τους, άρα και η ικανότητα τους για τεκνοποίηση. Για το λόγο αυτό, όλο και περισσότερα ζευγάρια αναζητούν βοήθεια από μονάδες υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Οι επιστήμονες, με σκοπό να πραγματοποιήσουν την επιθυμία τους, αναζητούν διαρκώς τρόπους να προσδιορίσουν το ωοθηκικό απόθεμα με ακρίβεια, ώστε να ρυθμιστούν ανάλογα τα θεραπευτικά πρωτόκολλα και οι δόσεις που χορηγούνται και για να προβλέψουν τη πιθανότητα κύησης και γέννησης ζώντος νεογνού. Διάφοροι ορμονικοί και υπερηχογραφικοί δείκτες έχουν χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό του ωοθηκικού αποθέματος. Τα τελευταία χρόνια, το ενδιαφέρον έχει στραφεί σε δυο, κυρίως, δείκτες της αντιμυλλέριου ορμόνης (ΑΜΗ) και της μέτρησης των ωοθυλακίων με άντρο (AFC). Η ΑΜΗ είναι μια διμερής γλυκο πρωτεΐνη που παράγεται στα μικρά και μεσαίου μεγέθους αναπτυσσόμενα ωοθυλάκια. Τα πλεονεκτήματα της είναι ότι η μέτρηση της είναι εύκολη και δεν αλλάζει στη διάρκεια του καταμήνιου κύκλου ή από κύκλο σε κύκλο. Ο AFC είναι ένας υπερηχογραφικός δείκτης και υπολογίζει των αριθμό ωοθυλακίων 2-10mm. Στην παρούσα εργασία, γίνεται αναφορά στις πιο πρόσφατες μελέτες (2007-2015) που έχουν γίνει με σκοπό να εξετάσουν αν η ΑΜΗ ή/και ο AFC είναι προγνωστικοί δείκτες γέννησης ζώντων νεογνών σε γυναίκες που υποβάλλονται σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. 895 387 444 Μελέτη της κυτταροπροστατευτικής δράσης εκχυλισμάτων πρόπολης σε ανθρώπινα κερατινοκύτταρα The skin covers the entire surface of the human body and it is the main point of interaction with the external environment. Skin aging is the natural result of intrinsic factors that accumulate over time, but can be accelerated by the effect of external, environmental factors. UV radiation is one of the most harmful factors for the physiology of the skin. Long-term exposure to UV radiation accelerates intrinsic aging by forming reactive oxygen species (ROS). The ROS lead to upregulation of metalloproteinase extracellular matrix, which results in the cleavage of collagen. Moreover, they can cause damage to DNA through the formation of pyrimidine dimers, cytosine mutants -thymine and 8-oxo-d-deoxyguanosine. Propolis is a bee product, which has beneficial properties for human health. Since ancient times and especially in folk medicine it was used by humans to treat many diseases. Because of its antimicrobial, antiviral and antioxidant properties, it is widely used in medicine, pharmacology and cosmetology. Propolis is a natural resin mixture with significant chemical diversity that depends on its geographic origin and period of harvest. The ultimate aim of this study is to investigate possible antioxidant, anti-aging and protective properties of propolis extracts from different regions of Greece, in human keratinocytes, following exposure to ultraviolet radiation. For this purpose, propolis samples were collected from different geographic regions of Greece. The cytotoxicity of the propolis extracts was assessed on human keratinocytes (HaCat) using the SRB assay in order to determine the safe range of propolis concentrations that do not cause more than 10% cell death. The next step was to investigate the potential protective properties of propolis extracts against single and double brakes of DNA caused by UV irradiation, using the comet assay. Finally, the potential anti-aging properties of the propolis extracts were investigated by monitoring the expression of matrix metalloproteinases (MMPs) in human keratinocytes following UV irradiation using Real-Time PCR .The results obtained from this study provide evidence on the potential protective role of propolis extracts against ultraviolet radiation-induced cellular damage as incubation of human HaCat keratinocytes with specific propolis extracts attenuated the UV-mediated DNA damage and led to decrease of the gene expression of certain MMPs. Although further research is warranted, propolis appears to be a promising bee-based natural product that could be used for the development of new cosmeceuticals for skin protection against UV radiation. Το δέρμα καλύπτει ολόκληρη την επιφάνεια του ανθρώπινου σώματος και αποτελεί το κύριο σημείο αλληλεπίδρασης με το εξωτερικό περιβάλλον. Η γήρανση του δέρματος είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα εγγενών παραγόντων που συσσωρεύονται κατά τη διάρκεια του χρόνου, όμως μπορεί να επιταχυνθεί με την επίδραση εξωγενών, περιβαλλοντικών παραγόντων. Η UV ακτινοβολία, είναι ένας από τους πιο επιβλαβείς παράγοντες για τη φυσιολογία του δέρματος. Η μακροχρόνια έκθεση σε UV ακτινοβολία επιταχύνει την ενδογενή γήρανση μέσω του σχηματισμού ελευθέρων ριζών οξυγόνου (ROS). Οι ROS οδηγούν στην αυξητική ρύθμιση των μεταλλοπρωτεϊνασών της εξωκυττάριας μήτρας, η οποία έχει ως αποτέλεσμα την διάσπαση του κολλαγόνου. Επιπλέον, μπορεί να προκαλέσουν βλάβες στο DNA μέσω του σχηματισμού διμερών πυριμιδίνης, μεταλλαγμάτων κυτοσίνης-θυμίνης και 8-όξο δεοξυγουανοσίνης. Η πρόπολη, είναι ένα μελισσοκομικό προϊόν, που έχει ευεργετικές ιδιότητες για την ανθρώπινη υγεία. Από τα αρχαία χρόνια χρησιμοποιήθηκε από τον άνθρωπο, ιδιαίτερα στη λαϊκή ιατρική, για τη θεραπεία πολλών ασθενειών. Λόγω των αντιμικροβιακών, αντι-ιικών και αντιοξειδωτικών της ιδιοτήτων, χρησιμοποιείται ευρέως στην ιατρική, τη φαρμακολογία και την παρασκευή καλλυντικών. Η πρόπολη είναι ένα φυσικό μείγμα ρητίνης με σημαντική χημική ποικιλομορφία που εξαρτάται από τη γεωγραφική της προέλευση και την περίοδο συγκομιδής της. Ο απώτερος σκοπός αυτής της εργασίας ήταν η διερεύνηση των πιθανών αντιοξειδωτικών, αντιγηραντικών και προστατευτικών ιδιοτήτων εκχυλισμάτων πρόπολης, από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, σε ανθρώπινα κερατινοκύτταρα, μετά από έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία. Για το σκοπό αυτό, αρχικά πραγματοποιήθηκε η συλλογή των δειγμάτων πρόπολης από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Η μελέτη ξεκίνησε με την εκτίμηση της κυτταροτοξικότητας των εκχυλισμάτων πρόπολης σε κερατινοκύτταρα HaCat με την δοκιμασία ελέγχου της κυτταρικής βιωσιμότητας (SRB), ούτως ώστε να βρεθούν ασφαλείς συγκεντρώσεις πρόπολης που δεν προκαλούν περισσότερο από10% κυτταρικό θάνατο. Επόμενο βήμα ήταν η διερεύνηση των πιθανών προστατευτικών ιδιοτήτων των εκχυλισμάτων πρόπολης έναντι των μονών και διπλών σχάσεων του DNA που προκαλεί η UV-ακτινοβολία, χρησιμοποιώντας τη δοκιμασία ηλεκτροφόρησης μεμονωμένων κυττάρων σε πηκτή αγαρόζης (comet assay). Τελικό στάδιο των πειραμάτων της συγκεκριμένης εργασίας, ήταν η διερεύνηση των πιθανών αντιγηραντικών ιδιοτήτων των εκχυλισμάτων πρόπολης μέσω του ελέγχου της έκφρασης των μεταλλοπρωτεϊνασών της μήτρας (MMPs) με τη μέθοδο Real-Time PCR, μετά από ακτινοβόληση με UVC ακτινοβολία. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη συγκεκριμένη εργασία, παρέχουν ενδείξεις για τον πιθανό προστατευτικό ρόλο των εκχυλισμάτων πρόπολης έναντι των επαγόμενων από υπεριώδη ακτινοβολία βλαβών στο ανθρώπινο δέρμα, καθώς η επώαση των ανθρώπινων κερατινοκυττάρων HaCat με συγκεκριμένα εκχυλίσματα πρόπολης προκάλεσαν μείωση των βλαβών του DNA καθώς και ελάττωση της έκφρασης συγκεκριμένων MMPs. Αν και πρόκειται για προκαταρκτική μελέτη, εντούτοις η πρόπολη φαίνεται να είναι ένα πολλά υποσχόμενο μελισσοκομικό προϊόν, που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης για τη χρήση του στην ανάπτυξη νέων φαρμακοκαλλυντικών για την προστασία του δέρματος από την ακτινοβολία του ήλιου. 896 561 581 ρατσιστικός εκφοβισμός / θυματοποίηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση During the last years, the issue of school bullying is increasingly emerging in our country. An aspect of the problem that is worth studying concerns the case when bullying is linked to issues of ethnic and cultural diversity, since there are only a few relevant studies in Greek literature. The present study aims at exploring the relation between students’ ethnocultural background and the aggression and violence expressed in school. The study focusing on two of the most common forms of aggression among adolescents (verbal aggression and social exclusion), aimed at the investigation of: (1) the effect of ethnocultural background (a) on the types of involvement and forms of bullying that occurs in school, (b) on racist victimization, (c) on the attitudes of pupils towards aggression in general and particularly in relation to the ethnic "other" as well as (d) on sociopsychological factors concerning the ways in which the individual perceives himself and others (ethnic identity, self-esteem, in and out group evaluation, degree of contact with the ethnic "others", preferences for different ethnic groups) as well as the social context in which he lives in (perceived multicultural education and practice, perceived teacher reaction to incidents of racial bullying), (2) the relationship between racist victimization and individual factors (gender), school factors (type and size of the school) as well as the above mentioned sociopsychological factors, and (3) the effect of individual and school factors as well as sociopsychological factors on racist victimization. The total of 214 male (N = 109) and female (N = 105) students of B-class from 10 High Schools (5 Vocational High Schools, 5 General Lyceums) of Alexandroupolis and Thessaloniki have participated in the study. A hundred and fifty nine (159) students (74%) were of the dominant group, whereas 54 (26%) were of a different ethnic-cultural background. Data was collected through a series of scales concerning (a) the perceived personal racist victimization in general (b) the perceived personal verbal racist victimization and exclusion (c) the perceived racist peer group victimization (d) the types of participation in bullying/ victimization incidents perpetrators, victims and observers), (e) individual factors such as gender, (f) school factors such as type and size of the school and (g) sociopsychological factors such as ethnic identity, self-esteem, in and out group evaluation, the degree of contact with ethnic "others", the students’ preferences for the different ethnocultural groups, their attitudes towards aggression in general and in relation to the ethnic "other" in particular, perceived multicultural education and practice as well as the perceived teachers' reaction to racist bullying. In agreement with the existing literature abroad rather than in Greece, findings suggest that ethnic minorities are at a greater risk of victimization than other students, as they are an easy and a common target, especially when they come from a low-prestige country. It also appears that ethnocultural background affects only partly racist victimization. Individual factors (gender), school factors (type of school) and sociopsychological factors that relate to the ways in which a person perceives a phenomenon (attitudes towards aggression in school), himself and others (ethnic identity, in group evaluation) as well as his/ her social context (perceived multicultural education in school, perceived teacher reaction to incidents of racist bullying) appear also to have an impact on racist victimization differentiating the experiences of the adolescents. These findings trigger further research which will enable a better understanding of racist bullying and victimization Τελευταία όλο και περισσότερο αναδεικνύεται στη χώρα μας το πρόβλημα του σχολικού εκφοβισμού. Μια πτυχή του προβλήματος η οποία χρήζει μελέτης αφορά την περίπτωση που η εκφοβιστική συμπεριφορά συνδέεται με ζητήματα εθνοτικής και πολιτισμικής ετερότητας, αφού οι αντίστοιχες έρευνες είναι ελάχιστες στην ελληνική βιβλιογραφία. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη διερεύνηση της σχέσης της εθνοπολιτισμικής καταγωγής με την επιθετικότητα και τη βία που εκδηλώνεται στο σχολείο. Η μελέτη, εστιάζοντας σε δύο από τις πλέον κοινές μορφές εκφοβισμού που υπάρχουν μεταξύ των εφήβων (λεκτική και κοινωνικός αποκλεισμός), είχε ως στόχους να διερευνήσει: (1) την επίδραση της εθνοπολιτισμικής προέλευσης α) στους τύπους συμμετοχής και στις μορφές εκφοβισμού που εκδηλώνονται στο σχολείο β) στη ρατσιστική θυματοποίηση γ) στις στάσεις των μαθητών για την επιθετικότητα, γενικά και σε σχέση με τον εθνοτικά «άλλο», ειδικότερα, καθώς και δ) στους κοινωνιοψυχολογικούς παράγοντες που αφορούν τους τρόπους με τους οποίους το άτομο αντιλαμβάνεται τον εαυτό του και τον άλλο ως μέλος μιας ομάδας (εθνοτική ταυτότητα, αυτοεκτίμηση, αξιολόγηση της έσω και έξω ομάδας, βαθμός επαφής με εθνοτικά «άλλους», προτιμήσεις για τις διαφορετικές εθνοπολιτισμικές ομάδες), καθώς και τους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβάνεται το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζει (αντιλαμβανόμενη πολυπολιτισμική εκπαίδευση και πρακτική, αντιλαμβανόμενη αντίδραση των εκπαιδευτικών σε περιστατικά ρατσιστικού εκφοβισμού, (2) τη σχέση της ρατσιστικής θυματοποίησης με τους ατομικούς (όπως το φύλο), σχολικούς (όπως το είδος και το μέγεθος του σχολείου) και τους παραπάνω αναφερόμενους κοινωνιοψυχολογικούς παράγοντες, και (3) την επίδραση των ατομικών παραγόντων, των σχολικών παραγόντων, καθώς και των κοινωνιοψυχολογικών παραγόντων, στη ρατσιστική θυματοποίηση. Στη μελέτη συμμετείχαν 214 μαθητές (Ν=109) και μαθήτριες (Ν=105) της Β΄ τάξης 10 Λυκείων (5 ΕΠΑΛ, 5 ΓΕΛ) από την Αλεξανδρούπολη και τη Θεσσαλονίκη. Ως προς την καταγωγή τους 159 μαθητές/-τριες (74%) προέρχονταν από την κυρίαρχη ομάδα, ενώ 55 (26%) προέρχονταν από διαφορετικό εθνοπολιτισμικό περιβάλλον. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν βάσει κλιμάκων που μελετούσαν (α) την αντιλαμβανόμενη ρατσιστική θυματοποίηση του ιδίου γενικά (β) την αντιλαμβανόμενη λεκτική ρατσιστική θυματοποίηση και τον αποκλεισμό του ιδίου (γ) την αντιλαμβανόμενη λεκτική ρατσιστική θυματοποίηση των συνομηλίκων (δ) τους τύπους συμμετοχής σε περιστατικά εκφοβισμού/ θυματοποίησης ως θύτες, θύματα και παρατηρητές, (ε) τους ατομικούς παράγοντες όπως είναι το φύλο, (ζ) τους σχολικούς παράγοντες, όπως είναι το είδος και το μέγεθος του σχολείου και (η) τους κοινωνιοψυχολογικούς παράγοντες, όπως είναι η εθνοτική ταυτότητα, η αυτοεκτίμηση, η αξιολόγηση της έσω και έξω ομάδας, ο βαθμός επαφής με εθνοτικά «άλλους», οι προτιμήσεις για τις διαφορετικές εθνοπολιτισμικές ομάδες, οι στάσεις των μαθητών προς την επιθετικότητα γενικά και σε σχέση με τον εθνοτικά «άλλο», η αντιλαμβανόμενη πολυπολιτισμική εκπαίδευση και πρακτική, καθώς και η αντιλαμβανόμενη αντίδραση των εκπαιδευτικών σε περιστατικά ρατσιστικού εκφοβισμού. Από τα αποτελέσματά μας συμπεραίνεται, σε συμφωνία με υπάρχουσες μελέτες στο διεθνή χώρο περισσότερο παρά στην Ελλάδα, ότι οι εθνοτικές μειονότητες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θυματοποίησης σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά, καθώς αποτελούν εύκολο και συνήθη στόχο, ιδιαίτερα όταν προέρχονται από χώρα χαμηλού γοήτρου. Επίσης φαίνεται ότι η εθνοπολιτισμική προέλευση επηρεάζει μόνο μερικώς τη ρατσιστική θυματοποίηση. Ατομικοί παράγοντες (φύλο), σχολικοί παράγοντες (είδος σχολείου), καθώς και κοινωνιοψυχολογικοί παράγοντες που αφορούν στους τρόπους με τους οποίους το άτομο αντιλαμβάνεται ένα φαινόμενο (στάσεις για την επιθετικότητα στο σχολείο), τον εαυτό του και τους άλλους (εθνοτική ταυτότητα, αξιολόγηση της έσω ομάδας), καθώς και το κοινωνικό του πλαίσιο (αντιλαμβανόμενη πολυπολιτισμική εκπαίδευση στο σχολείο, αντιλαμβανόμενη αντίδραση των εκπαιδευτικών σε περιστατικά ρατσιστικού εκφοβισμού) φαίνεται επίσης να επιδρούν στη ρατσιστική θυματοποίηση διαφοροποιώντας τις εμπειρίες των εφήβων. Οι διαπιστώσεις αυτές δίνουν το έναυσμα για περαιτέρω έρευνα που θα διευκολύνει την καλύτερη κατανόηση της ρατσιστικής θυματοποίησης και του εκφοβισμού. 897 154 153 Teachers’ training in Greece and Cyprus: a comparative approach ICT, special education, intercultural education Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα και την Κύπρο: μία συγκριτική προσέγγιση ΤΠΕ, ειδική αγωγή, διαπολιτισμική εκπαίδευση The institution of teacher training as “screen” for the treatment of contemporary educational challenges holds a dominant position in the formation of contemporary and effective educational policy. In this dissertation, an approach of teachers’ training policy of two European States, Greece and Cyprus is attempted. Apart from general interest forms of training (introductory, administrative, distant), the dissertation pursues the actions and the initiatives intending to prepare the teachers of primary and secondary education to confront with the contemporary challenges in the regime of education: namely, the introduction and incorporation of Informational and Communicational Technologies in the educational procedure, the education of “general class” disabled children or/and special educational needs (Special Education) and foreign students (intercultural education). The comparative analysis aims to designate the contemporary policies adopted on the basis of European standards, any potential convergence and deviations which may arise Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών ως «ασπίδα» για την αντιμετώπιση των σύγχρονων εκπαιδευτικών προκλήσεων κατέχει εξέχουσα θέση στη διαμόρφωση αποτελεσματικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μία προσέγγιση της επιμορφωτικής πολιτικής δύο ευρωπαϊκών χωρών, της Ελλάδας και της Κύπρου. Πέραν των γενικού ενδιαφέροντος μορφών επιμόρφωσης (εισαγωγική, ενδοϋπηρεσιακή, εξ αποστάσεως), η εργασία καταπιάνεται ειδικότερα με τις δράσεις που στοχεύουν στην προετοιμασία των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να αντιμετωπίσουν σύγχρονες προκλήσεις στο χώρο της εκπαίδευσης: την εισαγωγή και ενσωμάτωση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στη μαθησιακή διαδικασία, την εκπαίδευση στη γενική τάξη των παιδιών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση), όπως και των αλλόγλωσσων μαθητών (Διαπολιτισμική Αγωγή και Εκπαίδευση). Η συγκριτική ανάλυση στοχεύει στην ανάδειξη των σύγχρονων πολιτικών που υιοθετούνται με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα και τη διερεύνηση συγκλίσεων και αποκλίσεων που παρουσιάζονται 898 249 238 Perinatal loss is the term used to describe the death occurring during the perinatal period (22 competed weeks of pregnancy till the first week of life).Grief has been described as a natural human response to the death of a beloved one. The classical theoretical approaches about grief focus on the resolution of grief through a process of detachment from the dead beloved person while the most recent rhetorical approaches suggest the maintenance of the bond with person as a way to dissolve grief. Perinatal grief is the grief of parents after a perinatal loss has occurred. It is characterized by a complex emotional response which commonly expressed as sorrow by both parents. However, there are differences in the way perinatal grief is expressed by men and women. Its effect on the other members of the family is also strong. There are a number of factors which can affect the emotional response to perinatal loss, both inner and external. The management and care of perinatal bereavement requires a number of different expertness for caregivers in order to be effective. The recent protocols approve of interventions which aim to create memories with the dead infant via visual and physical contact. Nevertheless, if parents express discomfort by doing so for personal, religious or cultural reasons, the caregivers should respect and support will. Help and support is offered to parents by self-supporting groups as well as by the other support sources that can be found on the internet. The multicultural diversity which characterizes Η περιγεννητική απώλεια είναι ο θάνατος που συμβαίνει κατά τη διάρκεια περιγεννητικής περιόδου (22 συμπληρωμένες εβδομάδες της κύησης ως την πρώτη συμπληρωμένη εβδομάδα της ζωής). Το πένθος έχει περιγραφεί ως μια φυσική ανθρώπινη αντίδραση στο θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου. Οι κλασικές θεωρητικές προσεγγίσεις για το πένθος επικεντρώνονται στην επίλυση της θλίψης μέσω της συναισθηματικής αποσύνδεσης από το νεκρό αγαπημένο πρόσωπο ενώ οι νεώτερες θεωρίες προτείνουν τη διατήρηση της σύνδεσης με το αγαπημένο πρόσωπο ως λύση του πένθους. Το περιγεννητικό πένθος είναι το πένθος των γονιών μετά την περιγεννητική απώλεια, χαρακτηρίζεται από μια σύνθετη συναισθηματική αντίδραση και συνηθέστερα εκδηλώνεται ως θλίψη και στους δυο γονείς, με διαφορές όμως στον τρόπο έκφρασης μεταξύ ανδρών και γυναικών ενώ ακόμη επηρεάζει και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Πολλοί παράγοντες, εσωτερικοί και εξωτερικοί, μπορούν να επηρεάσουν την συναισθηματική αντίδραση. Η διαχείριση και φροντίδα του περιγεννητικού πένθους για να είναι αποτελεσματική προϋποθέτει ένα σύνολο πολλών και διαφορετικών δεξιοτήτων για τους φροντιστές. Τα πρόσφατα πρωτόκολλα επιδοκιμάζουν παρεμβάσεις που στοχεύουν στη δημιουργία μνήμης μέσω της οπτικής ή απτικής επαφής με το νεκρό μωρό, αν όμως οι γονείς αισθάνονται δυσφορία με την στάση αυτή για προσωπικούς, θρησκευτικούς ή πολιτισμικούς λόγους οι φροντιστές θα πρέπει να σεβαστούν και να υποστηρίξουν τις επιθυμίες τους. Βοήθεια και υποστήριξη στο περιγεννητικό πένθος προσφέρουν οι ομάδες αυτοβοήθειας καθώς και άλλες μορφές υποστήριξης μέσω διαδικτύου. Η πολυπολιτισμική ποικιλομορφία των σημερινών κοινωνιών θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην έρευνα και το σχεδιασμό τη φροντίδας. 899 207 207 Ανίχνευση του αναερόβιου μικροοργανισμού Clostridium perfringens σε επιφανειακά νερά The purpose of this study was to evaluate the presence of the anaerobic microorganism Clostridium perfrigens in surface waters of rivers and streams in the wider region of the Rhodopi Prefecture. For this purpose, eleven sampling sites were selected for the collection of 6 water samples from May to October 2016. Some physicochemical parameters were estimated during sampling while the remaining chemical and microbiological parameters were analyzed at the Laboratory of Microbiology, Biotechnology and Hygiene of the Department Of Agricultural Development. Clostridium perfrigens was detected in almost all samples collected (95%) and in populations from 0-140 cfu / 100 ml. Positive for the presence of other indicator micro-organisms were also all the samples of surface water. The populations of total enterobacteriaceae, fecal enterobacteria and faecal streptococci ranged up to 500 cfu / 100 ml. Although concentrations of chemical parameters were relatively high with regard to nitrogen pollution (ammonia, nitrite and nitrate), these did not exceed the current limits. Further analysis of the results showed a marginal correlation of C. Perfingens presence only with the other microbiological parameters. The overall picture of the surface water studied was proportional to what is expected as a result of low intensity nitrogen and other nutrients pollution favoring the growth of micro-organisms Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η εκτίμηση της παρουσίας του αναερόβιου μικροοργανισμού Clostridium perfrigens σε επιφανειακά νερά ποταμών, παραποτάμων και χειμάρρων στην ευρύτερη περιοχή του Νομού Ροδόπης. Για τον σκοπό αυτό επιλέχθησαν 11 περιοχές δειγματοληψίας στις οποίες έγινε συλλογή 6 δειγμάτων νερού από τον Μάιο έως τον Οκτώβριο του έτους 2016. Κάποιες φυσικοχημικές παράμετροι εκτιμούνταν κατά την διάρκεια της δειγματοληψίας ενώ οι υπόλοιπες χημικές και μικροβιολογικές παράμετροι στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Βιοτεχνολογίας & Υγιεινής του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης. Το Clostridium perfrigens ανιχνεύτηκε σχεδόν στο σύνολο των δειγμάτων τα οποία συλλέχθηκαν (95%) και σε πληθυσμούς από 0-140 cfu/100ml. Επίσης θετικά στην παρουσία και άλλων μικροοργανισμών – δεικτών ήταν το σύνολο των δειγμάτων του επιφανειακού νερού. Οι πληθυσμοί των ολικών εντεροβακτηριδίων , των κοπρανωδών εντεροβακτηριδίων και των κοπρανωδών στρεπτόκοκκων κυμαίνονταν έως 500 cfu/100 ml. Οι συγκεντρώσεις των χημικών παραμέτρων αν και ήταν σχετικά υψηλές όσον αφορά την αζωτορύπανση (αμμωνία, νιτρώδη και νιτρικά) αυτές δεν υπερέβαιναν τα όρια. Οι επεξεργασία των αποτελεσμάτων έδειξε οριακή συσχέτιση του C. Perfingens μόνο με τις άλλες μικροβιολογικές παραμέτρους. Η γενική εικόνα των επιφανειακών νερών που μελετήθηκαν είναι ανάλογη αυτής που αναμένεται σαν αποτέλεσμα μικρής έντασης αζωτορύπανσης καθώς και άλλων θρεπτικών συστατικών που ευνοεί την ανάπτυξη μικροοργανισμών 900 275 307 Σύγκριση της δομής βιοκοινοτήτων αρθροπόδων σε χαρακτηριστικά οικοσυστήματα της ηπειρωτικής Ελλάδας The study aims to compare the most common ecosystems of Continental Greece, through the structure of their arthropod communities. Our main question was to test whether the differences in the structure of arthropod communities were correlated with the specific habitat type of each of the studied areas.The study area focuses in central and northern Greece and specifically the districts of Central Greece, Thessaly, Epirus and Macedonia and also the islands of Ionian Sea and Peloponnese. 29 stations were used in total, where various researchers/collectors placed, a fairly large number of traps, enough to result to correct and credible data for the specific aims of this study. The method used for the sampling was pitfall traps, which are a classic method for collecting ground arthropods. This was followed by the reception of the samples in the lab, where they were cleaned, sorted and stored. Based on the arthropods counts at each station, we calculated α-diversity (Shannon index) and used Principal Component analysis and Cluster analysis to reveal similarities and differences between the habitats under study. Coming to a conclusion, there is no clear correlation between the arthropod communities studied with the type of habitat. This was expected in some degree as we studied the organisms on an order level and not on a species level. Besides, the objective of the samplings on the specific stations was to obtain a general picture of the biodiversity, rather than to make an ecological study. Finally, if we carried out this study on a species level, we would expect much more illuminating results, like in other studies which show clearly that specific organisms are divided between these types of ecosystems. Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στη σύγκριση χαρακτηριστικών οικοσυστημάτων της Ηπειρωτικής Ελλάδας, μέσα από την μελέτη των κοινοτήτων των αρθροπόδων τους. Επίσης, θέλαμε να διαπιστώσουμε εάν οι διαφορές που εντοπίζονται μεταξύ των σταθμών μελέτης έχουν συσχέτιση με τον τύπο ενδιαιτήματος στον κάθε σταθμό. Η συγκεκριμένη μελέτη επικεντρώνεται σε περιοχές της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας και συγκεκριμένα τις περιφέρειες της Στερεάς Ελλάδας, Θεσσαλίας, Ηπείρου και Μακεδονίας καθώς και των νησιών του Ιονίου πελάγους και Πελοποννήσου. Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 29 σταθμοί, στους οποίους τοποθέτησαν διάφοροι ερευνητές/συλλέκτες έναν σχετικά μεγάλο αριθμό παγίδων, τέτοιον ώστε τα αποτελέσματα της καταμέτρησης να είναι έγκυρα και αξιόπιστα. Για τη δειγματοληψία η μέθοδος που επιλέχτηκε είναι οι παγίδες εδάφους (pitfall traps) οι οποίες αποτελούν μία κλασσική μέθοδο για τη συλλογή εδαφόβιων αρθροπόδων. Στη συνέχεια έγινε η παραλαβή των δειγμάτων στο εργαστήριο, όπου έλαβε χώρα ο καθαρισμός τους, η διαλογή τους (sorting) και η αποθήκευσή τους. Έγινε ποιοτική αποτίμηση της σύνθεσης των τάξεων ανά σταθμό και στη συνέχεια ποσοτική ανάλυση της αφθονίας της κάθε τάξης στους σταθμούς μελέτης. Επίσης, υπολογίστηκε ο δείκτης α-ποικιλότητας με βάση τα αρθρόποδα του κάθε σταθμού και εντοπίστηκαν ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των βιοκοινοτήτων τους. Το αποτέλεσμα απεικονίστηκε με διαγράμματα ανάλυσης κύριων συνιστωσών και με ανάλυση ομαδοποίησης. Συμπεράναμε πως δεν υπάρχει ξεκάθαρη συσχέτιση των βιοκοινοτήτων που μελετήσαμε με τον τύπο ενδιαιτήματος. Αυτό, ήταν σε κάποιο βαθμό αναμενόμενο καθώς μελετήσαμε τους οργανισμούς σε επίπεδο τάξης, και όχι σε επίπεδο είδους των ταξών αυτών. Εξάλλου ο στόχος των δειγματοληψιών στους συγκεκριμένους σταθμούς μελέτης ήταν να αποκτήσουμε μία βασική εικόνα της βιοποικιλότητας των αντίστοιχων περιοχών και όχι να κάνουμε κάποια οικολογική μελέτη. Κλείνοντας, αν πραγματοποιούσαμε τη συγκεκριμένη μελέτη σε επίπεδου είδους θα περιμέναμε πολύ πιο ξεκάθαρα αποτελέσματα όπως σε αντίστοιχες έρευνες όπου τα αποτελέσματα δείχνουν εμφανώς ότι οι συγκεκριμένοι οργανισμοί διαχωρίζονται μεταξύ αυτών των τύπων οικοσυστημάτων. 901 244 261 The stereotype content model (SCM) is an important tool for identifying cultural stereotypes in different groups, which takes into account modern forms of ambiguous stereotypes and prejudices. However, while many international surveys have been conducted to look at stereotypes about specific groups, there is no relevant research in Greece. In the absence of such a study, the present empirical study initially aimed at replicating the study by Fiske, Cuddy, Glick, & Xu (2002) on the exploration of social stereotypes in Greece and is based on empirical data from 199 undergraduate students studying in Education faculties. The participants firstly indicated the stereotyped social groups which they believe exist in Greek society and then answered questions on the four main dimensions of the SCM, i.e. warmth, competence, social status, and competition. The results of the survey showed that the SCM is a suitable model for the specific population (young people in Greece), in that it can distinguish social groups based on the above dimensions. In addition, the participants believe that, according to Greek society, the most competent social groups are Orthodox Christians, women and students. These are reference groups, i.e. groups to which the participants themselves belong to, which means in-group bias has taken place. These results largely confirm our research hypotheses, while demonstrating the need for longitudinal as well as larger scale surveys within a comparative framework of groups in order to explore the strength of the SCM in Greece and enhance its cross-cultural validity. Το μοντέλο του περιεχομένου των στερεοτύπων (ΜΠΣ) αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο εντοπισμού πολιτισμικών στερεοτύπων σε διαφορετικές ομάδες, το οποίο λαμβάνει υπόψη σύγχρονες μορφές αμφίθυμων στερεοτύπων και προκαταλήψεων. Ενώ όμως έχουν διεξαχθεί πολλές έρευνες σε διεθνές επίπεδο για να εξετάσουν τα στερεότυπα που αναφέρονται σε συγκεκριμένες ομάδες, δεν υπάρχει καμία σχετική έρευνα στην Ελλάδα. Εν απουσία μιας τέτοιας μελέτης, η παρούσα εμπειρική έρευνα είχε στόχο αρχικά την αναπαραγωγή της μελέτης των Fiske, Cuddy, Glick, & Xu (2002) σχετικά με τη διερεύνηση των κοινωνικών στερεοτύπων στην Ελλάδα και στηρίζεται σε εμπειρικά δεδομένα από 199 προπτυχιακούς φοιτητές και φοιτήτριες παιδαγωγικών τμημάτων. Οι συμμετέχοντες αρχικά υπέδειξαν τις στερεοτυποποιημένες κοινωνικές ομάδες που θεωρούν ότι υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία και στη συνέχεια απάντησαν σε ερωτήσεις που αφορούσαν τους τέσσερις βασικούς άξονες του ΜΠΣ, δηλαδή τη θερμότητα (warmth), την ικανότητα (competence), την κοινωνική θέση (social status) και τον ανταγωνισμό (competition). Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι το ΜΠΣ είναι κατάλληλο μοντέλο για το συγκεκριμένο πληθυσμό (νέοι στην Ελλάδα), ως προς το ότι μπορεί να διακρίνει τις κοινωνικές ομάδες με βάση τους παραπάνω άξονες. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες θεωρούν ότι, σύμφωνα με την ελληνική κοινωνία, οι πιο ικανές κοινωνικές ομάδες είναι οι χριστιανοί ορθόδοξοι, οι γυναίκες και οι φοιτητές/τριες. Πρόκειται για ομάδες αναφοράς, δηλαδή ομάδες στις οποίες ανήκουν οι ίδιοι οι συμμετέχοντες, επομένως σημειώθηκε ενδο-ομαδική εύνοια. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν σε μεγάλο βαθμό τις υποθέσεις της έρευνας, ενώ καταδεικνύουν την ανάγκη για διεξαγωγή διαχρονικών ερευνών και ερευνών μεγαλύτερης κλίμακας, εντός ενός συγκριτικού πλαισίου ομάδων, προκειμένου να διερευνηθεί η ισχύς του ΜΠΣ στην Ελλάδα και να ενισχυθεί η διαπολιτισμική του εγκυρότητα. 902 151 171 Renin-Angiotensin System (RAS) plays a crucial role for the regulation of sodium balance, fluid volume, and blood pressure. These important functions are mediated by the systemic activation of the systemic RAS. RAS is consisted of a cascade of peptides, which acting as precursors are transformed by different enzymes in bioactive final products. Recently, attention has been paid on the verification of the existence and the action of local (tissue) renin / angiotensin system in various tissues. Both systemic and tissue RAS are involved in the pathophysiology of human reproduction. The aim of the present Thesis is to describe: • the actions of the RAS in various parts of the human reproductive tract, • the pathophysiological processes involving this system in pathological conditions of human reproduction • and to identify unclarified points, in order to develop specific strategies for the treatment of pathologic conditions involving RAS in human reproductive disorders and infertility. Το σύστημα ρενίνης-αγγειοτασίνης (RAS) κατέχει κεντρικό ρόλο στη διαδικασία ρύθμισης των υγρών, της ηλεκτρολυτικής σύνθεσής τους και της αρτηριακή πίεσης του αίματος. Αυτή η σημαντική λειτουργία του RAS διαμεσολαβείται από την συστηματικό μονοπάτι ενεργο-ποίησης του συστήματος. Το τελευταίο αποτελείται από ένα καταρ-ράκτη πεπτιδίων, που ενεργώντας σαν πρόδρομες ουσίες μετα-σχηματίζονται από διαφορετικά ένζυμα σε ενεργά τελικά προϊόντα. Τα τελευταία χρόνια, η προσοχή έχει επίσης επικεντρωθεί στην διακρί-βωση της ύπαρξης και της δράσης του τοπικού (ιστικού) συστήματος ρενίνης/αγγειοτενσίνης σε διάφορους ιστούς. Τόσο το συστηματικό RAS , όσο και το ιστικό σύστημα της ανθρώπινης αναπαραγωγικής οδού εμπλέκεται στην παθοφυσιολογία της ανθρώπινης αναπα-ραγωγής. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να περιγράψει: • τις δράσεις του RAS σε διάφορα τμήματα της ανθρώπινης αναπαραγωγικής οδού, • τις παθοφυσιολογικές διαδικασίες που εμπλέκουν το σύστημα αυτό σε παθολογικές καταστάσεις της ανθρώπινης αναπαραγωγής • και να εντοπίσει σημεία που η έρευνα δεν έχει προς το παρόν δώσει απαντήσεις, τέτοιες ώστε να αναπτυχθούν στοχευμένες στρατηγικές αντιμετώπισης των διαταραχών της ανθρώπινης αναπαραγωγής και της υπογονιμότητας , που να σχετίζονται με το σύστημα αυτό. 903 304 333 ο ρόλος τους στην αντίσταση στη θεραπεία & μία υποθετική στοχευμένη θεραπεία Cancer is a leading cause of death in the modern world. One of the theories developed to explain the complicity of the disease and the failure of today’s antineoplastic therapies is the Cancer Stem Cell Model (CSCs). These are cells with an enhanced stem-like phenotype which consist a very small population and in contrast to other –more differentiated- cancer cells, which form the bulk of the tumor mass, they have the ability to self-renew and form new tumors when they are injected into mouse xenografts. Although there are no specific methods to efficiently locate them in a tumor specimen, in vivo tests and surface or intracellular proteins have been used as biomarkers for their identification. In contrast to tumor bulk cells, CSCs appear to over activate many developmental self-renewing pathways including Notch, WNT and Hedgehog and they are able to protect telomeres from shortening after each cell division; thus they tend to self-renew and survive after each therapy cycle. They also overexpress drug efflux proteins, which prevent intracellular accumulation of anticancer drugs. Due to the fact that chemo and radio-based therapies primarily target fast dividing cells, CSCs can protect themselves by adopting a more cell-cycle suppressive “quiescent” state. Moreover they manage to reduce oxidative stress caused by chemotherapeutic agents and radiotherapy and they seem to have an enhanced DNA Damage Response (DDR) which allows them to efficiently repair their damaged DNA. CSCs prefer to reside in hypoxic and poorly vasculated microenvironments which prevent efficient drug accumulation and suppress ROS-mediated cytarotoxic therapeutic effects of chemo- and radio-therapy. In these niches, surrounding cells, like immune cells, and inflammatory cytokines promote their survival and enhance their stemness and resistance to therapy. In this review, all factors mentioned above are discussed and a novel therapeutic strategy which combines the principles of nuclear medicine, oncology and microbiology is suggested. Ο καρκίνος αποτελεί μία από τις μείζονες αιτίες θανάτου στη σύγχρονη εποχή. Μία από τις θεωρίες που αναπτύχθηκαν για να εξηγήσει την περιπλοκότητα της νόσου και την αποτυχία των αντικαρκινικών θεραπειών είναι το μοντέλο των καρκινικών βλαστικών κυττάρων (ΚΒΚ). Αυτά είναι κύτταρα με βλαστικό φαινότυπο, τα οποία συνιστούν ένα αρκετά μικρό τμήμα του όγκου και σε αντίθεση με τα πιο διαφοροποιημένα καρκινικά κύτταρα, που απαρτίζουν την κυρίως μάζα του νεοπλάσματος, είναι ικανά να αυτοανανεώνονται και να σχηματίζουν νέους όγκους, όταν ενύονται σε πειραματόζωα. Παρόλο που δεν υπάρχουν συγκεκριμένες μέθοδοι για τον ακριβή εντοπισμό τους στο δείγμα ενός όγκου, τεχνικές in vivo και ενδογενείς και επιφανειακές πρωτεΐνες έχουν χρησιμοποιηθεί ως δείκτες για την αναγνώρισή τους. Σε αντίθεση με τα κοινά καρκινικά κύτταρα, τα ΚΒΚ φαίνεται να επανενεργοποιούν αρκετές αναπτυξιακές εμβρυικές μεταγωγικές οδούς, όπως η Notch, η WNT και η Hedgehog, και είναι ικανά να προστατεύουν τα τελομερή από υπερβολική βράχυνση μετά από κάθε κυτταρική διαίρεση. Επίσης, υπερεκφράζουν πρωτεϊνικούς μεταφορείς φαρμάκων, οι οποίοι αποτρέπουν την ενδοκυττάρια συγκέντρωση των χημειοθεραπευτικών. Εξαιτίας του ότι η χημειοθεραπεία και η ακτινοθεραπεία στοχεύουν κυρίως ταχέως πολλαπλασιαζόμενα κύτταρα, τα ΚΒΚ μπορούν να προστατευτούν υιοθετώντας μία πιο κυτταρικά ήσυχη φάση, κατά την οποία περιορίζεται ο πολλαπλασιασμός. Επιπλέον, διαθέτουν βελτιωμένη ικανότητα «απάντησης» στη βλάβη του DNA (DNA Damage Response/ DDR), η οποία τους επιτρέπει να επιδιορθώνουν επαρκώς το βεβλαμμένο γενετικό τους υλικό. Τα ΚΒΚ προτιμούν να αναπτύσσονται σε υποξαιμικό, μη επαρκώς οξυγονούμενο, μικροπεριβάλλον, το οποίο αποτρέπει την συγκέντρωση των φαρμάκων και καταστέλλει τις έμμεσες –εξαρτώμενες από τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου (ROS)- βλάβες της χήμειο- και ακτινοθεραπείας. Σε αυτά τα μικροπεριβάλλοντα, τα γύρω μη καρκινικά –σχετιζόμενα με τον όγκο- κύτταρα, όπως τα ανοσιακά, καθώς και οι χημειοκίνες που εκκρίνουν, μπορούν να επάγουν την επιβίωση, την βλαστικότητα και συντελούν στην αντίσταση στην θεραπεία. Στην διπλωματική αυτή εργασία, όλοι οι άνω αναφερθέντες παράγοντες θα αναλυθούν και θα προταθεί μία υποσχόμενη θεραπευτική στρατηγική, που συνδυάζει τις αρχές της μικροβιολογίας, της πυρηνικής ιατρικής και της ογκολογίας. 904 236 263 διερεύνηση των αντιλήψεων των πολιτών για τον υγροβιότοπο της περιοχής τους The thesis, entitled as «Delta National Park: Investigating Citizens' Perceptions of their Area's Wetland», is a thesis that aims to explore the attitudes, perceptions and behaviors of citizens about Delta National Park, while aiming to examine whether the necessary knowledge was provided or produced to participants regarding both wetlands and the Delta National Park in educational institutions - schools and to investigate whether participants place greater emphasis on protecting the environment of wetlands in general, wetlands of the Delta Axios National Park in particular, or on improving the country's economy through quarries or fish farms, for an example. Another aim is to examine whether participants understand the importance of personal awareness and environmental ethics in protecting wetlands in general, the Delta National Park in particular. In order to achieve these objectives, a primary quantitative sample survey was carried out with a questionnaire. The results of the survey were analyzed using the SPSS statistical program in frequency distribution and in a nutshell indicate that the majority of participants do not have sufficient knowledge about the wetland of their area, although they note that they are interested in being informed about the problems of their wetlands in the future and recognize the contribution of Delta National Park of to the national culture. The present work has practical implications and can be a powerful pedagogical and teaching tool among many others in the context of environmental education in Greece. Η παρούσα εργασία η οποία τιτλοφορεί ως «Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού: Διερεύνηση των Αντιλήψεων των Πολιτών για τον Υγροβιότοπο της Περιοχής τους», αποτελεί μια διπλωματική εργασία, η οποία στοχεύει να διερευνήσει τις στάσεις, αντιλήψεις και συμπεριφορές των πολιτών όσον αφορά το Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού, στοχεύοντας παράλληλα να εξετάσει το εάν παρέχονται ή παρήχθησαν οι απαραίτητες γνώσεις στους συμμετέχοντες όσον αφορά τόσο τους υγροτόπους, όσο και το Εθνικό Πάρκο Δέλτα Αξιού στα εκπαιδευτικά ιδρύματα – σχολεία και να διερευνηθεί το εάν δίνουν περισσότερη έμφαση οι συμμετέχοντες στην προστασία του περιβάλλοντος των υγροτόπων γενικότερα, των υγροτόπων του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού ειδικότερα ή στην ανόρθωση της οικονομίας της χώρας μέσω των λατομείων ή ιχθυοτροφείων, για παράδειγμα. Ένας ακόμα στόχος είναι να εξεταστεί το εάν αντιλαμβάνονται οι συμμετέχοντες τη σημαντικότητα της προσωπικής συνειδητοποίησης και της περιβαλλοντικής ηθικής με στόχο την προστασία των υγροτόπων γενικά, του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού, ειδικά. Προκειμένου να επιτευχθούν οι εν λόγω στόχοι, υλοποιήθηκε μια πρωτογενής ποσοτική δειγματοληπτική έρευνα με ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα της έρευνας αναλύθηκαν με βάση το στατιστικό πρόγραμμα SPSS σε κατανομή συχνοτήτων και αναδεικνύουν με λίγα λόγια πως η πλειοψηφία των συμμετεχόντων δεν έχει επαρκείς γνώσεις για τον υγροβιότοπο της περιοχής τους, αν και σημειώνουν πως ενδιαφέρονται να ενημερωθούν στο μέλλον για τα προβλήματα των υγροβιότοπων του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Αξιού, αναγνωρίζοντας τη συμβολή του εν λόγω πάρκου στον εθνικό πολιτισμό. Η παρούσα εργασία έχει πρακτικές εφαρμογές και δύναται να αποτελέσει ένα ισχυρό παιδαγωγικό και διδακτικό εργαλείο μεταξύ πολλών άλλων στα πλαίσια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στη χώρα. 905 214 185 Internal and external learning motives in students from different cultural enviroments Εσωτερικά & εξωτερικά κίνητρα μάθησης σε παιδιά που προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα It is worth mentioning the fact that modern research in education and learning psychology has turned to the study of the emotional field of children where motives belong. The purpose of the present study is to examine the internal and external motivation of school-aged children from different cultural backgrounds. The study involved 97 students from 10 to 12 years old who were individually examined. The questionnaire, which functioned as a tool to determine external and internal motivation was Academic Motivation Scale: adaptation and psychometric analyses for high school and college (Stover, Iglesia, Boubeta & Liporace, 2012) as well as the Questionnaire How I Understand myself (E. Makri-Botsari). The results of the analysis showed that the different cultural context did not affect the students' internal and external motivation since there were only subtle differences between the dominant and the different cultural contexts. Finally, the results showed that there is not a statistically significant but a rather negligible correlation between the self-image of the students and their motivation. The results were processed based on the current literature concerning internal and external learning motivation of children from different cultural backgrounds, as well as contemporary views on the relationship between the cultural context and motivation to education. Είναι χαρακτηριστικό ότι η σύγχρονη έρευνα σε θέματα εκπαίδευσης και ψυχολογίας της μάθησης έχει στραφεί προς τη μελέτη του συναισθηματικού τομέα των παιδιών στον οποίο ανήκουν και τα κίνητρα. Η παρούσα έρευνα είχε ως στόχο να εξετάσει τα κίνητρα (εσωτερικά - εξωτερικά) των παιδιών σχολικής ηλικίας που προέρχονται από διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον. Στην έρευνα συμμετείχανε 97 μαθητές ηλικίας 10-12 ετών, οι οποίοι εξετάστηκαν ατομικά. Για τον προσδιορισμό των εξωτερικών και εσωτερικών κίνητρων χρησιμοποιήθηκε ως εργαλείο το ερωτηματολόγιο Γιατί πηγαίνεις στο σχολείο-Academic Motivation Scale: adaptation and psychometric analyses for high school and college students (Stover, Iglesia, Boubeta & Liporace, 2012) καθώς επίσης και το ερωτηματολόγιο Πώς αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου (Ε.Μακρή-Μπότσαρη). Τα αποτελέσματα της ανάλυσης έδειξαν πως το διαφορετικό πολιτισμικό πλαίσιο δεν επηρεάζει τα εσωτερικά και εξωτερικά κίνητρα των μαθητών αφού οι διαφοροποιήσεις που υπήρχαν μεταξύ του κυριάρχου και του διαφορετικού πολιτισμικού πλαισίου ήταν μικρές. Τέλος, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση της εικόνας του εαυτού με τα κίνητρα (εσωτερικά-εξωτερικά) των μαθητών, αλλά υπάρχει μικρή συσχέτιση μόνο σε κάποιες διαστάσεις. 906 15 16 Συγκριτική μελέτη της λειτουργίας έξι παραλλαγμάτων του ενζύμου ΝΑΤ2 από το πρωτεύον Macaca Mulatta (Rhesus macaque) Comparative functional study of six NAT2 enzyme variants from the primate Macaca Mulatta (Rhesus macaque) 907 268 289 Νεανική φυλοσύνθετη ρετινόσχιση, γονότυπος-φαινότυπος και αποτελεσματικότητα τοπικής θεραπείας με ντορζολαμίδη X-linked juvenile retinoschisis (XLRS) is a rather rare retinal dystrophy with a prevalence of up to 1 in 20000. It is the most common cause of early-onset macular degeneration in males. It usually presents with mild to severe loss in visual acuity. Diagnostically is characterized by splitting of retinal layers, and a b-wave reduction in the electroretinogram test. XLRS is related to mutations in the RSI gene in Xp22.2, which encodes the protein retinoschisin, a 224 amino acid protein secreted mainly from photoreceptor and to a lesser degree from bipolar cells. Retinoschisin has binding specificity for the surface of these cells and functions as a cell adhesive media to preserve both cellular architecture and structural stability of bipolar-photoreceptor synapse. Studies have shown that retinoschisin is structured of four distinct regions, a short N-terminal signal sequence, a dominant discoidin domain (DS), the Rs1 domain upstream the DS and the C-terminal segment. Mutations result in mislocalization and degradation, aberrant protein and retention in the endoplasmic reticulum, subunit assembly defects, respectively. All mechanisms produce a non-functional protein. In the past, macular schisis was regarded as untreatable. However, recent reports suggest topical or systematic administration of carbonic anhydrase inhibitors. In our study, we present our findings in a family with genetic identification of the same mutation of the RSI gene. Intrafamilial variability of clinical phenotype suggests that beside genotype there are other factors influencing disease severity such as genetic variation in interacting proteins and/or environmental factors. Also, we found that response to topical administration of carbonic anhydrase inhibitors is not directly related to genotype but disease severity initially present or time accumulated. Η Φυλοσύνδετη νεανική ρετινόσχιση (XLRS, MIM 312700) είναι μια σχετικά σπάνια αμφιβληστροειδική δυστροφία με επίπτωση έως 1 σε 20000. Είναι η πιο κοινή αιτία πρώιμης εκφύλισης ωχράς κηλίδας στους άρρενες. Παρουσιάζεται συνήθως με ήπια έως σοβαρή ελάττωση της οπτικής οξύτητας. Διαγνωστικά χαρακτηρίζεται από διαχωρισμό των στιβάδων του αμφιβληστροειδούς και μείωση του β-κύματος του ERG. Η XLRS σχετίζεται με μεταλλάξεις του RS1 γονιδίου στο χρωμόσωμα Χρ22.2, το οποίο κωδικοποιεί την ρετινοσχισίνη, μία πρωτεΐνη 224 αμινοξέων που εκκρίνεται κυρίως από τους φωτοϋποδοχείς, και λιγότερο από τα δίπολα κύτταρα. Η ρετινοσχισίνη δεσμεύεται ειδικά στην επιφάνεια αυτών των κυττάρων και λειτουργεί ως συγκολλητικό μέσο για την διατήρηση τόσο της κυτταρικής αρχιτεκτονικής όσο και της δομικής σταθερότητας της σύναψης δίπολου-φωτοϋποδοχέα. Μελέτες έχουν δείξει ότι η ρετινοσχισίνη αποτελείται από τέσσερα διακριτά τμήματα, μία βραχεία σηματοδοτική αμινοτελική ακολουθία, μία κύρια επικράτεια δισκοϊδίνης (DS), ένα Rs1 τομέα ανάντη της επικράτειας DS, και το C-τελικό τμήμα. Μεταλλάξεις οδηγούν σε εκτόπιση, αποδόμηση, ανώμαλη πρωτεΐνη και κατακράτηση στο ενδοπλασματικό δίκτυο, αλλά και σε διαταραχή συναρμολόγησης των υπομονάδων, αντίστοιχα. Όλοι οι μηχανισμοί οδηγούν σε παραγωγή μη λειτουργικής πρωτεΐνης. Στο παρελθόν η σχίση θεωρείτο αθεράπευτη. Ωστόσο πρόσφατες μελέτες προτείνουν την τοπική ή συστηματική χορήγηση αναστολέων καρβονικής ανυδράσης. Στην μελέτη μας παρουσιάζουμε τα ευρήματα μελών μιας οικογένειας με γενετική αναγνώριση της ίδιας μετάλλαξης του RS1 γονιδίου. Η παρουσία ενδοοικογενειακής ποικιλομορφίας του κλινικού φαινοτύπου υποδεικνύει ότι εκτός του γονότυπου και άλλοι παράγοντες συσχετίζονται με την κλινική βαρύτητα όπως η γενετική ποικιλότητα στην αλληλεπίδραση πρωτεϊνών αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Επίσης η απόκριση στην θεραπευτική ενστάλαξη αναστολέων καρβονικής ανυδράσης δεν παρουσιάζει συσχέτιση με τον γονότυπο αλλά με την κλινική βαρύτητα και τις αλλοιώσεις που μπορεί να υπάρχουν αρχικά ή να αθροίζονται με την διάρκεια της νόσου. 908 206 209 Teacher-child interaction, physical activities and motor competence in preschool age. Σχέση αλληλεπίδρασης εκπαιδευτικού-παιδιού, φυσικές δραστηριότητες και κινητική επιδεξιότητα στην προσχολική ηλικία The purpose of this study was to determine the effect of teachers’ profile and Kindergartens’ characteristics on the preschools’ motor competence. The participants were 6 permanent teachers and 63 of their students, from public kindergarten schools in the Prefecture of Evros. The children’s motor competence was assessed with the assessment tool “Democritos movement Screening Tool for preschool children” (DEMOST- PRE). The teachers completed questionnaires which followed the method Discrete Choice Experiment (D.C.E.), in order to explore educational practices related to the teaching of physical activities. The questionnaires were distributed and collected over two weeks. The assessment of motor performance preceded the completion of the questionnaires and the measurements took place indoor Kindergartens, during the school program, under the same conditions. The results of the statistical analysis showed that the factors affecting children’s motor performance are only the “number of children in the classroom” and their “ability to go out in the yard daily or not”. For this reason, it is very important that the maximum number of children in the classroom be reduced in Greek kindergartens. Also, since children's exit has an essential role in their motor development, teachers should choose more often the play outdoors. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης του προφίλ των εκπαιδευτικών και των χαρακτηριστικών του Νηπιαγωγείου στην κινητική επιδεξιότητα των παιδιών προσχολικής ηλικίας. Συμμετέχοντες ήταν 6 μόνιμοι νηπιαγωγοί και 63 μαθητές τους από δημόσια νηπιαγωγεία του Νομού Έβρου. Η εκτίμηση της κινητικής επιδεξιότητας έγινε με τη Δέσμης «Δημόκριτος Εργαλείο Κινητικής Ανίχνευσης για παιδιά Προσχολικής ηλικίας» (Δ.Ε.Κ.Α.–ΠΡΟ). Στις νηπιαγωγούς διανεμήθηκαν ερωτηματολόγια που ακολουθούσαν την μέθοδο Discrete Choice Experiment (D.C.E.) με σκοπό να διερευνηθούν οι εκπαιδευτικές πρακτικές σχετικά με τη διδασκαλία των φυσικών δραστηριοτήτων. Τα ερωτηματολόγια διανεμήθηκαν και συλλέχθηκαν σε διάρκεια δύο εβδομάδων. Η κινητική αξιολόγηση προηγήθηκε της συμπλήρωσης των ερωτηματολογίων και πραγματοποιήθηκε σε εσωτερικό χώρο των νηπιαγωγείων, κατά τη διάρκεια του σχολικού προγράμματος, και κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες. Τα αποτελέσματα της στατιστικής επεξεργασίας έδειξαν ότι οι παράγοντες που επιδρούν στην κινητική επιδεξιότητα των παιδιών είναι μόνο το «πλήθος των παιδιών μέσα στην τάξη» και «η δυνατότητα τους να βγαίνουν ή όχι καθημερινά στην αυλή». Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντικό ο μέγιστος αριθμός των παιδιών στην τάξη να μειωθεί στα Ελληνικά νηπιαγωγεία. Επίσης, εφόσον η έξοδος των παιδιών παίζει ουσιαστικό ρόλο στην κινητική τους ανάπτυξη, οι νηπιαγωγοί πρέπει να επιλέγουν συχνότερα το παιχνίδι έξω. 909 293 302 Ανοσολογική απόκριση του εντερικού βλεννογόνου μετά από κατάλυση ήπατος με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων Aim: To investigate the immune response of the intestinal mucosa after liver radiofrequency ablation (RFA). Method: A total of 24 Wistar type rats were randomized into 2 groups consisting of 12 animals each (Sham n = 12), (RFA n = 12).The Sham group underwent sham operation. The RFA group underwent a single RF ablation of the left lateral lobe of the liver. The intervals of 24h and 48h were defined as the time points for sample collection. Samples were excised from the mucosa of terminal ileum and were examined for immunohistochemical expression of: a) CD68 macrophages, b) CD4 T cells, c) CD8 T cells, and d) the adhesion molecule MadCAM-1. Results: The expression (median, IQR) of a) CD4 T- lymphocytes was for the RFA group m=1.50, IQR=1.00 at 24h and m=2.00, IQR=0.00 at 48h and the Sham group m=1.00, IQR=0.00 at 24h and m=1.00, IQR= 0.00 at 48h, b) CD8 T-lymphocytes for the RFA group m=1.50, IQR=1.00 at 24h and m=2.50, IQR=1.00 at 48h and the Sham group m=1.00, IQR=0.00 at 24h and m=1.00, IQR=0.00 at 48h, c) CD68 macrophages for the RFA group m= 3.00, IQR= 1.00 at 24h and m= 3.00, IQR=1.00 at 48h and the Sham group m= 1,00, IQR 0.00 at 24h and m= 1,00, IQR=0,00 at 48h and d) MadCAM-1 for the RFA group m= 1.50, IQR=2.00 at 24h and m= 3.00, IQR= 00 at 48h and the Sham group m= 1.00, IQR=1.00 at 24h and m =0,00, IQR=1.00 at 48h. Expression of all four immunological markers was higher in the RFA group both at 24h and 48h than in Sham group and the rates at 48h were higher than those of 24h. Conclusion: Large volume hepatic radiofrequency ablation (RFA) activates the immune mechanism of the intestinal mucosa. Σκοπός: Η διερεύνηση της ανοσολογικής απόκρισης του εντερικού βλεννογόνου μετά από κατάλυση ήπατος με τη χρήση ραδιοσυ-χνοτήτων (RFA). Υλικά και μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 24 επίμυες Wistar, που χωρίστηκαν τυχαία σε 2 ομάδες των 12 πειραματόζωων, [(Sham n= 12), (RFA n=12)] Στην ομάδα Sham διενεργήθηκε εικονική επέμβαση. Η ομάδα RFA υποβλήθηκε σε κατάλυση (RFA) του αριστερού πλάγιου λοβού του ήπατος. Τα χρονικά διαστήματα των 24h και των 48h ορίστηκαν ως τα χρονικά σημεία ιστοληψίας των δειγμάτων. Τα δείγματα αφορούσαν τον βλεννογόνο του τελικού ειλεού και εξετάστηκε η ανοσοϊστοχημική έκφραση των: α) CD68 μακροφάγων, β) CD4 Τ-λεμφοκυττάρων, γ) CD8 T-λεμφοκυττάρων και δ) του μορίου προσκόλλησης MadCAM-1. Αποτελέσματα: H έκφραση (διάμεσος, IQR) των α) CD4 T- λεμφοκυττάρων ήταν για την ομάδα RFA δ=1,50, IQR=1,00 στις 24h και δ=2,00, IQR= 0,00 στις 48h και για την ομάδα Sham δ=1,00, IQR=0,00 στις 24h και δ=1,00, IQR: 0,00 στις 48h, β) CD8 T-λεμφοκυττάρων για την ομάδα RFA δ=1,50, IQR=1,00 στις 24h και δ=2,50, IQR: 1,00 στις 48h και για την ομάδα Sham δ=1,00, IQR=0,00 στις 24h και δ=1,00, IQR=0,00 στις 48h, γ) CD68 μακροφάγων για την ομάδα RFA δ=3,00, IQR=1,00 στις 24h και δ=3,00, IQR= 1,00 στις 48h και για την ομάδα Sham δ=1,00, IQR=0,00 στις 24h και δ=1,00, IQR= 0,00 στις 48h και δ) MadCAM-1 για την ομάδα RFA δ=1,50, IQR=2,00 στις 24h και δ=3,00, IQR= 1,00 στις 48h και για την ομάδα Sham δ=1,00, IQR=1,00 στις 24h και δ=0,00, IQR=1,00 στις 48h. Η έκφραση και των τεσσάρων ανοσολογικών δεικτών ήταν υψηλότερη στην ομάδα RFA στις 24h και στις 48h απ' ότι στην ομάδα Sham, με τις τιμές στις 48h να είναι υψηλότερες από εκείνες των 24h. Συμπέρασμα: Η εκτεταμένη κατάλυση ηπατικού παρεγχύματος (30%) με ραδιοσυχνότητες (RFA) ενεργοποιεί τον ανοσολογικό μηχανισμό του εντερικού βλεννογόνου. 910 217 255 Ovarian Hyperstimulation Syndrome (OHSS) is a serious iatrogenic and potentially life-threatening condition. Although most cases of OHSS occur during ovarian stimulation for in-vitro fertilization (IVF), this is also possible, though less common, in patients undergoing ovulation induction or enhancement of ovulation. OHSS is classified as mild, moderate, severe or critical, based on clinical manifestations and laboratory findings and as early and late OHSS, based on the time of its onset. The symptoms of the syndrome vary, depending on its severity, and include ovarian enlargement, ascites and thromboembolic events. Prevention of OHSS begins by identifying known risk factors in the patient's individual history. Strategies such as the use of GnRH-antagonist protocol, the use of GnRH agonist for triggering final oocyte maturation, freezing all embryos and embryo transfer in subsequent cycles, have been revolutionary in the field of OHSS prevention.Regarding the treatment of OHSS, its management depends on its severity and the presence or absence of pregnancy. The majority of patients develop mild to moderate syndrome and are treated as outpatients. Hospitalization is required in the severe and critical form of the syndrome. In this case, treatment aims to effectively control plasma volume, maintain normal renal function and prevent thromboembolism. The basis of treatment for symptomatic moderate or severe OHSS involves fluid resuscitation, supportive care, paracentesis and prophylactic anticoagulation. Το σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών (ovarian hyperstimulation syndrome - OHSS) είναι μια ιατρογενής παθολογική και δυνητικά απειλητική για τη ζωή κατάσταση. Αν και οι περισσότερες περιπτώσεις OHSS συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της διέγερσης των ωοθηκών για εξωσωματική γονιμοποίηση (in vitro fertilization - IVF), μπορεί επίσης να συμβεί, αν και λιγότερο συχνά, σε ασθενείς που υποβάλλονται σε πρόκληση της ωοθυλακιορρηξίας ή επαύξηση της ωοθυλακιορρηξίας. Το OHSS ταξινομείται βάση της κλινικής εικόνας του ως ήπιο, μέτριο, σοβαρό ή κρίσιμο καθώς και βάση του χρόνου εμφάνισής του, σε πρώιμο και όψιμο. Η διάγνωση του OHSS γίνεται με βάση την κλινική εικόνα και τα χαρακτηριστικά εργαστηριακά ευρήματα. Τα συμπτώματα του συνδρόμου ποικίλλουν ανάλογα με την σοβαρότητά του και συμπεριλαμβάνουν μεταξύ άλλων, τη διόγκωση των ωοθηκών, τη συλλογή ασκητικού υγρού και τα θρομβοεμβολικά επεισόδια. Η πρόληψη του OHSS ξεκινά πριν την έναρξη της διέγερσης των ωοθηκών, με τον εντοπισμό γνωστών παραγόντων κινδύνου στο ατομικό ιστορικό της ασθενούς. Στρατηγικές όπως η χρήση πρωτοκόλλου GnRH-ανταγωνιστών, η χρήση GnRH-αγωνιστή για την επαγωγή της τελικής ωρίμανσης των ωαρίων, η κατάψυξη όλων των εμβρύων και εμβρυομεταφορά σε επόμενο κύκλο, αποτέλεσαν επανάσταση στον τομέα της πρόληψης του OHSS. Ως προς την αντιμετώπιση του OHSS, η διαχείρισή του εξαρτάται από τη σοβαρότητά του και την παρουσία ή την απουσία εγκυμοσύνης. Η πλειοψηφία των ασθενών εμφανίζει ήπιου ή μετρίου βαθμού σύνδρομο και αντιμετωπίζονται ως εξωτερικοί ασθενείς. Νοσηλεία απαιτείται στη σοβαρή και κρίσιμη μορφή του συνδρόμου. Σε αυτή την περίπτωση, η θεραπεία στοχεύει στον αποτελεσματικό έλεγχο του όγκου του πλάσματος, στη διατήρηση φυσιολογικής νεφρικής λειτουργίας και στην πρόληψη θρομβοεμβολής. 911 220 287 Εκτίμηση του επιπολασμού του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών σε εγκυμονούσες Background: The physiological changes during pregnancy have been associated with development of restless legs syndrome (RLS). Aim of this study was to assess RLS prevalence among consecutive pregnant women, visiting the obstetrics department of a secondary hospital in NE Greece and to describe RLS patients' characteristics in comparison to those of controls. Materials and methods: 150 consecutive pregnant women under prenatal care for a period of 9 months, without any risk factors for preterm delivery were prospectively recruited. RLS diagnosis was set according to the criteria of the International Restless Legs Syndrome Study Group. Additionally, demographic data and sleep characteristics were recorded, and physical examination and blood exams were conducted. According to RLS criteria, pregnant women were divided into RLS patients and controls and comparisons were made.Results: Mean age was 28.9±5.8 years (range 18-41), and gestation age was 38.4±1.6 weeks (range: 31-40). RLS prevalence was 10.67% (n=16). No difference was observed between women with RLS and controls in terms of age and BMI. As expected, women with RLS had lower Hb (p=0.038) and Fe levels (p<0.001). No statistical significance was observed regarding comorbidities or sleep characteristics between two groups. Conclusions: In our line of pregnant women, prevalence of RLS was lower than that reported in literature and did not seem to have a significant effect in the reported sleep characteristics. Εισαγωγή: Οι φυσιολογικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχουν συσχετισθεί με την ανάπτυξη του Συνδρόμου Ανήσυχων Ποδιών (Restless Legs Syndrome - RLS). Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμηθεί ο επιπολασμός του RLS σε έγκυες γυναίκες που νοσηλεύονταν στο τμήμα μαιευτικής ενός νοσοκομείου δευτεροβάθμιας φροντίδας στην ΒΑ Ελλάδα και να περιγραφούν τα χαρακτηριστικά των ασθενών με RLS σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου. Μέθοδος: Στη μελέτη έλαβαν μέρος 150 έγκυες γυναίκες που λάμβαναν προγεννητική φροντίδα για χρονικό διάστημα 9 μηνών, χωρίς παράγοντες κινδύνου για πρόωρο τοκετό. Η διάγνωση του RLS έγινε σύμφωνα με τα κριτήρια της Διεθνούς Ομάδας Μελέτης Συνδρόμου Ανήσυχων Ποδιών. Επιπλέον, καταγράφηκαν τα δημογραφικά στοιχεία και τα χαρακτηριστικά του ύπνου, τα αποτελέσματα της κλινικής εξέτασης καθώς και των εξέτασεων αίματος. Σύμφωνα με τα κριτήρια για τη διάγνωση του RLS, οι έγκυες γυναίκες χωρίστηκαν σε ασθενείς με RLS και σε ομάδα ελέγχου, με την οποία πραγματοποιήθηκαν συγκρίσεις. Αποτελέσματα: Ο μέσος όρος ηλικίας των συμμετεχουσών ήταν 28,9 ± 5,8 έτη (εύρος 18-41), και η διάρκεια κύησης ήταν 38,4 ± 1,6 εβδομάδες (εύρος: 31-40). Ο επιπολασμός του RLS ήταν 10,67% (n = 16). Καμία διαφορά δεν παρατηρήθηκε μεταξύ των γυναικών με RLS και της ομάδας ελέγχου ως προς την ηλικία και το Δείκτη Μάζας Σώματος. Όπως ήταν αναμενόμενο, οι γυναίκες με RLS είχαν χαμηλότερα επίπεδα Hb (p = 0,038) και Fe (p <0,001). Δεν παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά αναφορικά με τα συνοδά νοσήματα ή τα χαρακτηριστικά του ύπνου μεταξύ των δύο ομάδων. Συμπεράσματα: Στον πληθυσμό των εγκύων γυναικών που έλαβαν μέρος στη μελέτη, ο επιπολασμός του RLS ήταν χαμηλότερος από αυτόν που αναφέρεται στη διεθνή βιβλιογραφία και δε φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στα αναφερόμενα χαρακτηριστικά του ύπνου. 912 321 312 Ανοσοϊστοχημική μελέτη επιθηλιακού ιστού για την ανίχνευση νευροεκφυλιστικών νοσημάτων The purpose of this work is the immunohistochemical and histochemical study of epithelial and cerebral tissue in order to prove the presence of neurodegenerative biological markers in the skin of patients suffering from Alzheimer's disease. We will collect samples from 3 people over the age of 60, who we do not know whether they suffer from this disease or not. These samples will then be subjected to a series of laboratory procedures. Initially, the samples will be cut by the lab physician and placed in capsules. Thereafter, the samples are put into a tissue processing system for 24 hours in order for them to become stabilized and then they are trapped in blocks of paraffin. The samples are then cut with a microtome and collected on slides to enter the kiln. The samples that are supposed to undergo an immunohistochemical processing are left in the kiln for 24 hours while those that will be processed by the histochemistry method will remain in the kiln for 1 hour. Last step is the deparaffinization of the samples followed by their immunohistochemical and histochemical treatment. With the application of the immunohistochemical and histochemical method, it is sought to localize aggregations of the Tau protein, which is a biological indicator of Alzheimer's disease, in the brain and skin samples. Samples will be observed under the microscope for the presence of aggregated Tau protein. The results of the whole procedure show that no sample (brain and cutaneous) contains any aggregated Tau. This indicates that these individuals were normal and did not have the Alzheimer's disease. Therefore, since the samples are originated from individuals who were normal, there cannot be a safe conclusion regarding the possible existence of biological markers in the epithelial tissue of those suffering from Alzheimer’s. In other words, the probability of the neurodegenerative biological marker of Alzheimer's disease (aggregated Tau) being present in the skin of Alzheimer’s’ patients is neither rejected nor confirmed. Σκοπός της διπλωματικής αυτής εργασίας είναι η ανοσοϊστοχημική, καθώς και η ιστοχημική μελέτη επιθηλιακού και εγκεφαλικού ιστού με σκοπό την απόδειξη της παρουσίας νευροεκφυλιστικών βιολογικών δεικτών στο δέρμα ασθενών που πάσχουν από την νόσο του Alzheimer. Θα γίνει συλλογή δειγμάτων από 3 άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών, τα οποία δεν γνωρίζουμε εάν πάσχουν ή όχι από την συγκεκριμένη νόσο. Στη συνέχεια τα δείγματα αυτά θα υποβληθούν σε μια σειρά από εργαστηριακές διαδικασίες. Αρχικά, τα δείγματα θα κοπούν από τον ιατρό του εργαστηρίου και θα τοποθετηθούν σε καψάκια. Στη συνέχεια, θα μπουν σε ιστοκινέτα για 24 ώρες και θα ακολουθήσει σκήνωση. Έπειτα τα δείγματα θα κοπούν με την βοήθεια μικροτόμου και θα συλλεχθούν σε αντικειμενοφόρους πλάκες για να μπουν στον κλίβανο. Όσα δείγματα πρόκειται να υποβληθούν σε ανοσοϊστοχημική μελέτη μένουν στον κλίβανο για 24 ώρες ενώ αυτά που θα επεξεργαστούν με την μέθοδο της ιστοχημείας θα μείνουν στον κλίβανο για 1 ώρα. Ακολουθεί η αποπαραφίνωση των δειγμάτων και τελικά η ανοσοϊστοχημική και ιστοχημική επεξεργασία τους. Με την εφαρμογή της ανοσοϊστοχημικής και της ιστοχημικής μεθόδου επιδιώκεται ο εντοπισμός στα δείγματα εγκεφάλου και δέρματος συσσωματωμάτων της πρωτεΐνης Ταυ, η οποία αποτελεί βιολογικό δείκτη της νόσου του Alzheimer. Τα δείγματα θα παρατηρηθούν στο μικροσκόπιο για την παρουσία συσωματωμένης πρωτεΐνης Ταυ. Τα αποτελέσματα της όλης διαδικασίας δείχνουν ότι σε κανένα από τα δείγματα (εγκεφαλικά και δερματικά) δεν υπάρχει συσσωματωμένη Ταυ. Αυτό δηλώνει ότι τα άτομα αυτά ήταν φυσιολογικά και δεν έπασχαν από την νόσο του Alzheimer. Επομένως, αφού τα δείγματα προέρχονται από άτομα τα οποία ήταν φυσιολογικά δεν μπορεί να βγει ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με την πιθανή ύπαρξη βιολογικών δεικτών στον επιθηλιακό ιστό ατόμων που πάσχουν από την συγκεκριμένη νευροεκφυλιστική νόσο. Με άλλα λόγια, δεν απορρίπτεται η πιθανότητα παρουσίας του νευροεκφυλιστικού βιολογικού δείκτη της νόσου του Alzheimer (συσσωματωμένη Ταυ) στο δέρμα ατόμων που πάσχουν, αλλά ούτε επιβεβαιώνεται. 913 579 563 Διερεύνηση παραγόντων που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής μελών θεραπευτικού προγράμματος υποκατάστασης οπιοειδών με βουπρενορφίνη Introduction: The effects of substance use affect the Quality of Life of users, leading to an overall deterioration of biological, psychological and social aspects of it. During the economic crisis in Greece the Quality of Life of illicit substance users was even more degraded due to additional financial problems. One of the treatment options for heroin addiction is substitution with methadone or buprenorphine. In Greece, these programs are implemented by Organization Against Drugs (O.KA.NA.), which, among other programs, runs 64 Substitution Units throughout Greece, serving 8.105 active members, according to 2019 data. Purpose: To assess the Quality of Life of the members of a Substitution Unit, as it is perceived by the members themselves at a certain point of time. Also, the investigation of the type of relationship of existing between their self-perceived Quality of Life with program related factors such as frequency of attendance, home doses, relapses in heroin, substitute doses range. Material and Method: 73 persons were recruited which were members of the Buprenorphine Program run by OKANA in Hippokrateion General Hospital of Thessaloniki. A quantitative method was chosen and 2 questionnaires were used: the Greek version of the WORLD Health Organization's Quality of Life questionnaire (WHOQOL-BREF) and a questionnaire specially created for the research. Results: The results demonstrated that the majority of the participants scored lower in the 3 of the domains of the WHOQOL-BREF related to the general population scores ie: Physical Health 67.98% vs 74.58%, Psychological Health 60.78% vs 66.79% and Social Relationship 56.44% vs 71.49% and higher in the remaining (the forth) domain ie: Inviroment 62.71% vs 54.06%. The Overall Quality of Life for the control group was better than the survey sample (73.69% vs 58.36%). The Quality of Life for men and women in the sample did not differ statistically significantly (Mean = 11.7 for men, Mean = 11.8 for women). The variable "Age" is statistically negatively related to Overall Quality of Life (r = -0.239, p = 0.042). The homeless reported a lower Quality of Life than those who dwell in a house (Mean = 8.7 for the homeless, vs Mean = 11.9 for those who live in a house). A Significant negative correlation was observed between the variables “duration of participation” and "Total Quality of Life" (r = 0.279, p = 0.017). Most vividly demonstrated for the aspects of Psychological Health (r = -0.355, p = 0.002) and Physical Health (r = -0.270, p = 0.021). Participants receiving less than 8 mg of buprenorphine daily, report a better Quality of Life at all levels than those taking more than 8 mg (in Physical Health, Mean = 15.1 vs 13.2, in Psychological Health Mean = 13.3 vs 11.9, in Social Relationships Mean=13.3 vs 10.9 and in Environment Mean = 13.9 vs 12.2). As regards those taking home doses they demonstrate a better Quality of Life (Mean = 12.4) than those who are not taking (Mean = 10.6). The participants who abuse benzodiazepines reported a worse Quality of Life (Mean = 11.1) than those who did not (Mean = 13.0). Finally, no statistically significant difference was observed in the overall Quality of Life between those who had been treated for Hepatitis C and those who had not. Conclusions: Overall, the Quality of Life of the participants was found to be lower than that of the general population in 3 main domains: Physical Health, Psychological Health and Social Relationships. However in the Environmental domain they scored higher than that of the general population. Εισαγωγή: Οι επιπτώσεις της χρήσης ουσιών παρεμβαίνουν στην Ποιότητα Ζωής των χρηστών, οδηγώντας την σε μια συνολική επιδείνωση σε βιοψυχοκοινωνικό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα η Ποιότητα Ζωής των χρηστών υποβαθμίστηκε εξαιτίας των προϋπαρχόντων προβλημάτων. Μία από τις θεραπευτικές επιλογές για τον εθισμό στην ηρωίνη είναι η παρακολούθηση προγράμματος υποκατάστασής της με μεθαδόνη ή βουπρενορφίνη. Στην Ελλάδα, τα προγράμματα αυτά υλοποιούνται από τον Οργανισμό Κατά των Ναρκωτικών (Ο.ΚΑ.ΝΑ.), ο οποίος, αριθμεί, μεταξύ άλλων, 64 Μονάδες Υποκατάστασης σε όλη την Ελλάδα, εξυπηρετώντας 8.105 ενεργά μέλη, σύμφωνα με στοιχεία του 2019. Σκοπός: Η εκτίμηση της Ποιότητας Ζωής των μελών μίας Μονάδας, όπως την αντιλαμβάνονται τα ίδια, σε μία χρονική στιγμή. Επίσης, η διερεύνηση της σχέσης της Ποιότητας Ζωής τους με παραμέτρους που αφορούν τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα (συχνότητα προσέλευσης, λήψη φαρμάκου στο χέρι, υποτροπές, δοσολογία υποκατάστατου). Υλικό και Μέθοδος: Συμμετείχαν 73 άτομα (64 άντρες, 9 γυναίκες), μέλη της Μονάδας Ιπποκράτειου Γενικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης. Για την διεξαγωγή της έρευνας επιλέχθηκε η ποσοτική μέθοδος και χρησιμοποιήθηκαν 2 ερωτηματολόγια: το ερωτηματολόγιο αξιολόγησης της ποιότητας ζωής WHOQOL-BREF του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στην ελληνική του εκδοχή και ένα ερωτηματολόγιο που συντάχθηκε για τους σκοπούς της συγκεκριμένης έρευνας. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων της έρευνας σημείωσε χαμηλότερα σκορ στους 3 παράγοντες του WHOQOL-BREF σε σύγκριση με τις τιμές του γενικού πληθυσμού, συγκεκριμένα: Σωματική Υγεία 67.98% έναντι 74.58%, Ψυχολογική Υγεία 60.78% έναντι 66.79%, Κοινωνικές Σχέσεις 56.44% έναντι 71.49% και ψηλότερο σκορ στον (τέταρτο) τελευταίο παράγοντα, δηλαδή στο Περιβάλλον 62.71% έναντι 54.06%. Επίσης, το σκορ στη Συνολική Ποιότητα Ζωής ήταν ψηλότερο στην ομάδα ελέγχου (73,69% έναντι 58,36%). Η Συνολική Ποιότητα Ζωής για τους άνδρες και τις γυναίκες του δείγματος δεν σημείωσε στατιστικά σημαντική διαφορά (Άνδρες Μ.Ο. = 11,7 Γυναίκες Μ.Ο. = 11,8). Η μεταβλητή «Ηλικία» σχετίζεται αρνητικά με την Συνολική Ποιότητα Ζωής (r= -0,239, p= 0,042). Οι άστεγοι εμφάνισαν χαμηλότερη Ποιότητα Ζωής σε σχέση με αυτούς που διαμένουν σε οικία (Μ.Ο. = 8,7 για τους άστεγους έναντι Μ.Ο. = 11,9 για αυτούς που μένουν σε οικία). Σημαντικά αρνητική συσχέτιση παρατηρήθηκε μεταξύ των μεταβλητών «χρόνια παραμονής στο πρόγραμμα υποκατάστασης» και «Συνολική Ποιότητα Ζωής» (r= 0,279, p= 0,017). Περισσότερο από όλους τους παράγοντες φάνηκε να επηρεάζεται ο παράγοντας Ψυχολογική Υγεία (r= -0,355, p= 0,002) και Σωματική Υγεία (r= -0,270, p= 0,021). Οι συμμετέχοντες που λαμβάνουν κάτω από 8mg βουπρενοφρίνης σημείωσαν καλύτερη Ποιότητα Ζωής σε όλα τα επίπεδα σε σχέση με αυτούς που λαμβάνουν πάνω από 8 mg (Σωματική Υγεία Μ.Ο. = 15,1 έναντι 13,2, Ψυχολογική Υγεία Μ.Ο.= 13,3 έναντι 11,9, Κοινωνικές Σχέσεις Μ.Ο. = 13,3 13,3 έναντι 10,9 και Περιβάλλον Μ.Ο. = 13,9 έναντι 12,2). Όσον αφορά αυτούς που παίρνουν φάρμακο στο σπίτι, σημείωσαν καλύτερη Ποιότητα Ζωής (Μ.Ο. = 12,4) σε σχέση με αυτούς που δεν παίρνουν (Μ.Ο. = 10,6). Οι συμμετέχοντες που δεν κάνουν χρήση βενζοδιαζεπινών σημείωσαν καλύτερη Ποιότητα Ζωής (Μ.Ο. = 13,0) σε σύγκριση με αυτούς που κάνουν παράλληλη χρήση (Μ.Ο. = 11,1). Τέλος, δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στη Συνολική Ποιότητα Ζωής μεταξύ αυτών που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία για την Ηπατίτιδα C και αυτών που δεν έχουν υποβληθεί. Συμπεράσματα: Η Ποιότητα Ζωής των μελών της Μονάδας Ο.ΚΑ.ΝΑ. σημείωσε χαμηλότερη βαθμολογία από το γενικό πληθυσμό στους 3 παράγοντες: Σωματική Υγεία, Ψυχολογική Υγεία και Κοινωνικές Σχέσεις. Στον παράγοντα Περιβάλλον, η βαθμολογία που συγκεντρώθηκε ήταν ψηλότερη από εκείνη του γενικού πληθυσμού. 914 240 249 Professional development of primary education teachers in kavala prefecture Aπόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του νομού Καβάλας για την επαγγελματική τους ανάπτυξη Training attended by teachers contribute to shaping their knowledge, however, personal observations and experiences at school may have a greater influence on teachers than part of their studies before they enter school. Each teacher takes with him personal experiences in the classroom - experiences as a student, experiences of teacher education programs and other key personal characteristics that contribute to his professional knowledge as a teacher. More generally, the goal of professional development should be change or shape teachers' perceptions about teaching practices that will improve effective student learning and achievement in the classroom. In order to achieve this goal, the conditions for children learning must be met and elements of effective professional development of teachers must be used. For this purpose, a primary data survey was carried out to explore the views of Primary and Secondary Education teachers in the Prefecture of Kavala using a questionnaire which among other things showed that the greater part of the respondents state that in terms of professional development, teacher training is very necessary, they consider the training of teachers to be very necessary, while the respondents stated that the training provided to them is moderately satisfactory. On the contrary, just one in ten respondents consider the training provided to them to be very satisfactory. Therefore, it can be said that with regard to teacher training there is a lot of room for improvement Οι σπουδές που παρακολουθούν οι εκπαιδευτικοί συμβάλλουν στη διαμόρφωση των γνώσεων τους, παρά ταύτα οι προσωπικές παρατηρήσεις και οι εμπειρίες στο σχολείο μπορεί να έχουν μεγαλύτερη επιρροή στους εκπαιδευτικούς από ότι μέρος των σπουδών τους, πριν μπουν στον χώρο του σχολείου. Κάθε εκπαιδευτικός φέρνει μαζί του προσωπικές εμπειρίες στην τάξη - εμπειρίες ως μαθητής, εμπειρίες από προγράμματα εκπαίδευσης εκπαιδευτικών και άλλα καθοριστικά προσωπικά χαρακτηριστικά που συμβάλλουν στην επαγγελματική του γνώση ως εκπαιδευτικός. Γενικότερα, ο στόχος της επαγγελματικής ανάπτυξης πρέπει να είναι η αλλαγή ή η διαμόρφωση των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών σχετικά με τις πρακτικές διδασκαλίας που θα βελτιώσουν την αποτελεσματική μάθηση των μαθητών και τα επιτεύγματά τους στην τάξη. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, πρέπει να πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη μάθηση των παιδιών και πρέπει να αξιοποιηθούν στοιχεία αποτελεσματικής επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε έρευνα πρωτογενών δεδομένων, με στόχο την καταγραφή των απόψεων των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του Νομού Καβάλας, με τη χρήση ερωτηματολογίου, η οποία μεταξύ άλλων έδειξε πως αναφορικά με την επαγγελματική ανάπτυξη το μεγαλύτερο μέρος των ερωτηθέντων δήλωσε πως θεωρεί πολύ αναγκαία την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, επίσης θεωρεί πολύ αναγκαία την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, και δήλωσε πως η επιμόρφωση που τους παρέχεται είναι σε μέτριο βαθμό ικανοποιητική. Αντιθέτως μόλις ένας στους δέκα ερωτώμενους θεωρεί την επιμόρφωση που του παρέχεται πάρα πολύ ικανοποιητική. Επομένως, μπορεί να ειπωθεί πως αναφορικά με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών υπάρχουν πολλαπλά περιθώρια βελτίωσης 915 286 303 Μεταβολές θερμοκρασίας καλλιεργητικών υλικών κατά τη διάρκεια εμβρυολογικών διαδικασιών The incubation and evaluation of embryos is a vital step in assisted reproduction (ART). To achieve the successful development of embryos, the culture dishes employed to develop the embryos in vitro should be maintained in a stable culture environment (Boone 2010, Swain 2014). Most laboratories aim to set the temperature of the incubator at 37°C, which is based on the human core body temperature (Magli 2008). Embryos must be routinely removed from the temperature-controlled environment of the incubator and analysed under a light of stereoscope to assess their development and quality (Armstrong 2015, Nakahara 2010). During embryo assessment outside the incubator, the embryos are exposed to room temperature (Wang 2002), even though clinical IVF laboratories take great care to reduce temperature fluctuations by minimizing the time involved and using warm microscope/stereoscope stages (Magli 2008) or IVF chamber. Temperature fluctuations have been shown to depend on the size of the culture plate and the volume of oil used to coat the culture droplets (Liebermann J et al). Despite the widespread use of in vitro culture of embryos for over three decades, the literature remains inadequate in maintaining a constant temperature when using different types of culture dishes and different observation conditions of embryos culture dishes. The purpose of the present study is to investigate the temperature variations of the culture dishes outside the incubation furnace. Specifically, we refer to the temperature variations observed on 3 different types of culture dishes with different volumes of culture media, which after leaving the incubation furnace were subsequently placed on laminar flow cabinets without air flow, on laminar flow cabinets with air flow, on a stereoscope with an open lamp or on a microscope with a thermal surface set at 37oC. Η επώαση και αξιολόγηση εμβρύων αποτελεί ζωτικό βήμα στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (ART). Για να είναι επιτυχής η ανάπτυξη εμβρύων, τα καλλιεργητικά τρυβλία που αναπτύσσουν τα έμβρυα in vitro, πρέπει να διατηρηθούν σε ένα σταθερό περιβάλλον καλλιέργειας (Boone 2010, Swain 2014). Τα περισσότερα εργαστήρια επιδιώκουν να έχουν τη θερμοκρασία του επωαστικού κλιβάνου στους 37°C, επιλογή η οποία βασίζεται στη θερμοκρασία του πυρήνα του ανθρώπινου σώματος. Παραδοσιακά, η αξιολόγηση εμβρύων επιτυγχάνεται με την πρόσκαιρη απομάκρυνση των εμβρύων από τον επωαστικό κλίβανο, καθημερινά, για την αξιολόγηση της ποιότητας τους από έναν εμβρυολόγο υπό το φως του στερεοσκοπίου (Armstrong 2015, Nakahara 2010). Κατά τη διάρκεια της εκτίμησης των εμβρύων έξω από τον επωαστικό κλίβανο, τα έμβρυα εκτίθενται σε θερμοκρασία δωματίου (Wang 2002), αν και τα κλινικά εργαστήρια IVF φροντίζουν ιδιαίτερα για τη μείωση των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας, ελαχιστοποιώντας τον χρόνο που απαιτείται για την παρατήρηση τους και χρησιμοποιώντας μικροσκόπια/στερεοσκόπια με θερμαινόμενες επιφάνειες (Magli 2008) ή και θερμοκοιτίδες (IVF chamber). Οι διακυμάνσεις της θερμοκρασίας εξαρτώνται από το μέγεθος του καλλιεργητικού τρυβλίου και τον όγκο του λαδιού που χρησιμοποιείται ως επικάλυψη των σταγονιδίων καλλιέργειας (Liebermann J et al). Παρά την διαδεδομένη εφαρμογή της in vitro καλλιέργειας εμβρύων για πάνω από τρεις δεκαετίες, η βιβλιογραφία παραμένει ελλιπής όσον αφορά τη διατήρηση μιας σταθερής θερμοκρασίας όταν χρησιμοποιούνται διαφορετικοί τύποι καλλιεργητικών τρυβλίων και διαφορετικές συνθήκες παρατήρησης των καλλιεργητικών τρυβλίων. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη των μεταβολών θερμοκρασίας που παρουσιάζουν τα καλλιεργητικά τρυβλία, εκτός επωαστικού κλιβάνου. Συγκεκριμένα, ελέγχθηκε η μεταβολή της θερμοκρασίας σε 3 διαφορετικούς τύπους καλλιεργητικών τρυβλίων με διαφορετικούς όγκους καλλιεργητικών υλικών, τα οποία μετά την έξοδο τους από τον επωαστικό κλίβανο, τοποθετήθηκαν σε θάλαμο νηματικής ροής δίχως ροή αέρα, σε θάλαμο νηματικής ροής με ροή αέρα, σε στερεοσκόπιο με ανοιχτή λυχνία ή σε μικροσκόπιο με θερμαινόμενη επιφάνεια ρυθμισμένη στους 37οC. 916 247 229 The role of inflammatory cells (eosinophils, neutrophils) in chronic rhinosinusitis without the presence of polyps Ο ρόλος των φλεγμονωδών κυττάρων (εωσινόφιλων, ουδετερόφιλων) στην χρόνια ρινοκολπίτιδα χωρίς την παρουσία πολυπόδων Chronic rhinosinusitis is a heterogeneous group of inflammatory diseases of the nasal and paranasal cavities. Despite recent research, the pathophysiology of these chronic upper respiratory diseases is not fully understood but seems to be multifactorial. Inflammatory cells, micro-organisms and epithelial barrier disorders appear to be involved in pathophysiology. The phenotypic and the genotypic identification of CRS patients is a scientific and clinical challenge with great importance in the development of diagnostic tools and in the application of personalized therapies. The aim of this study is to investigate the histopathological profile of patients with chronic rhinosinusitis without the presence of polyps (investigating the number of eosinophils/neutrophils in the blood and in the tissue). In total, 17 participants with chronic rhinosinusitis without the presence of nasal polyps were included in the study. In the sample of 17 patients, a complete history was obtained which records factors such as: a) respiratory function (Visual Analogue Scale-VAS) b) olfactory function (VAS, sniffing sticks test) c) smoking habits d) presence of allergic rhinitis (Skin Prick Testing) e) presence of bronchial asthma f) hypersensitivity to aspirin g) family history The clinical examination included nasal endoscopy (Lund-Kennedy scoring system), CT scan (Lund-Mackay scoring system), haematological examination (concentration of eosinophils, neutrophils in the tissue) and histological examination (concentration of eosinophils, neutrophils). From the results of the above procedures, we lead to the phenotypic and genotypic determination of patients with chronic rhinosinusitis. Η χρόνια ρινοκολπίτιδα αποτελεί μια ετερογενή ομάδα φλεγμονωδών παθήσεων της ρινός και των παραρρίνιων κοιλοτήτων. Παρά τα πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα, η παθοφυσιολογία αυτών των χρόνιων καταστάσεων του ανώτερου αναπνευστικού δεν είναι πλήρως κατανοητή αλλά φαίνεται ωστόσο, να είναι πολυπαραγοντική. Φλεγμονώδη κύτταρα, μικροοργανισμοί και διαταραχές του επιθηλιακού φραγμού φαίνεται ότι συμμετέχουν στην παθοφυσιολογία. Ο φαινοτυπικός και γονοτυπικός καθορισμός των ασθενών αποτελεί μία επιστημονική και κλινική πρόκληση με μεγάλη σημασία στην ανάπτυξη διαγνωστικών εργαλείων και στην εφαρμογή εξατομικευμένων θεραπειών. Στους σκοπούς της παρούσας μελέτης περιλαμβάνεται η διερεύνηση του ιστοπαθολογικού προφίλ των ασθενών με χρόνια ρινοκολπίτιδα χωρίς την παρουσία πολυπόδων (διερεύνηση αριθμού εωσινόφιλων/ουδετερόφιλων στο αίμα και στον ιστό). Στην μελέτη αυτή συμμετείχαν 17 ασθενείς με χρόνια ρινοκολπίτιδα χωρίς την παρουσία ρινικών πολυπόδων. Στο δείγμα των 17 ασθενών ελήφθη πλήρες ιστορικό στο οποίο καταγράφηκαν κλινικοί παράγοντες, όπως: a) αναπνευστική λειτουργία (Visual Analogue Scale-VAS) b) οσφρητική λειτουργία (VAS, sniffing sticks test) c) συνήθειες καπνίσματος d) παρουσία αλλεργικής ρινίτιδας (Skin Prick Testing) e) παρουσία βρογχικού άσθματος f) υπερευαισθησία στην ασπιρίνη g) οικογενειακό ιστορικό Η κλινική εξέταση περιελάμβανε, επίσης, την ενδοσκόπηση της ρινός (Lund-Kennedy score), την αξονική απεικόνιση σπλαχνικού κρανίου (Lund-Mackay score), αιματολογική εξέταση (συγκέντρωση εωσινόφιλων, ουδετερόφιλων στον ιστό) και ιστολογική εξέταση (συγκέντρωση εωσινόφιλων, ουδετερόφιλων). Από τα αποτελέσματα των παραπάνω διαδικασιών οδηγούμαστε στο φαινοτυπικό και γονοτυπικό καθορισμός των ασθενών με χρόνια ρινοκολπίτιδα. 917 162 142 The secondary education in Greece and Cyprus: a comparative approach Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα και την Κύπρο: μια συγκριτική προσέγγιση The specific paper attempts to approach theoretically and comparatively the topic of the Secondary Education in Greece and in Cyprus. Today, the two educational systems present similarities and differences as far as the structure of the Secondary Education is concerned (in High School, in Lyceum, in the manner of the Leaving Certificate’s acquisition in Lyceum, in the Private Education Sector and in Special Needs Education). The relation of training-basic education is interconnected. Basically, the necessity and the value of training for the instructor’s role in his impact on education which is provided to the pupils, was observed from very early in the educational community (after 1960). For this reason the proper institutions were created so that they accomplish this significant task. In modern times, in Greece the Regional Training Centers (1985) are the most important providers of training, whereas in Cyprus it is the Pedagogical Institute that undertakes completely the instructors’ training Η συγκεκριμένη εργασία επιχειρεί να προσεγγίσει θεωρητικά και συγκριτικά το ζήτημα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε Ελλάδα και Κύπρο. Σήμερα, τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα εμφανίζουν ομοιότητες και διαφορές αναφορικά με τη διάρθρωση της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (στο Γυμνάσιο, στο Λύκειο, στον τρόπο απόκτησης Απολυτηρίου Λυκείου, στην Ιδιωτική Εκπαίδευση και Ειδική Αγωγή). Η σχέση επιμόρφωσης-βασικής εκπαίδευσης είναι αλληλένδετη. Βασικά, η αναγκαιότητα και η αξία της επιμόρφωσης για το ρόλο του εκπαιδευτικού στην επίδρασή του στην εκπαίδευση, η οποία παρέχεται στους μαθητές παρατηρήθηκε από πολύ νωρίς στην εκπαιδευτική κοινότητα (από το 1960). Γι’αυτό τον λόγο, δημιουργήθηκαν οι κατάλληλοι φορείς, ώστε να διεκπεραιώσουν αυτό το πολυσήμαντο έργο. Στη σύγχρονη εποχή, στην Ελλάδα οι κυριότεροι φορείς επιμόρφωσης είναι τα Περιφερειακά Επιμορφωτικά Κέντρα (1985) ενώ, στην Κύπρο το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, που αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών 918 318 329 Αποκατάσταση άνω άκρου μέσω υποστηρικτικής τεχνολογίας μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο Vascular strokes fall into two broad categories: ischemic and hemorrhagic. Ischemic patients have the highest incidence, close to 80 to 85%, while hemorrhagic, close to 15%. The extent and type of stroke determines the clinical picture, which varies from person to person. The most common symptoms are usually weakness of the upper and lower extremities, difficulty walking, cognitive deficits and aphasia. Over the years, the contribution of supportive technology and robotic media has been growing in the restoration of cognitive and motor skills. Robotic media offer repetition, motivation, and make a significant contribution to recovery. It has also been observed that due to repetition, robotic aids contribute to plasticity through focal behaviour. The two major categories of robotic media are the exoskeleton type, and the final performer. The type of final performer, it is easier to apply, is more economical and the movement is done by the distal member, the upper limb. The exoskeleton type is more expensive and has more difficulty in installation, while it also has a more difficult construction. The review refers to the restoration of the upper limb, through the above-mentioned robotic means, in a subacute and chronic phase of the stroke. Rehabilitation time contributes to the motor improvement of the upper limb. In addition to the functional improvement of the upper extremity, robotic aids also contribute to mental rehabilitation, however patients with susceptibility problems do not benefit the same in the early stages of rehabilitation. Spasticity seems to affect the mobility of the upper limb, where people often use compensatory measures. The combined use of robotic and conventional therapy offers better results in motor rehabilitation, while comparisons between these methods contribute to better resource allocation. Finally, as the main selection element, it is the Fugl Meyer scale, for the evaluation of the motor recovery after the stroke, with a maximum score of 224 points. At the top end the score reaches 66 points. Τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: Τα ισχαιμικά και τα αιμορραγικά. Τα ισχαιμικά, έχουν τη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης, κοντά στο 80 με 85%, ενώ τα αιμορραγικά, κοντά στο 15%. Η έκταση και το είδος του εγκεφαλικού, προσδιορίζει την κλινική εικόνα, η οποία διαφέρει από άτομο σε άτομο. Τα πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα, είναι συνήθως η αδυναμία άνω και κάτω άκρου, η δυσκολία βάδισης, τα γνωστικά ελλείμματα και η αφασία. Με το πέρασμα των χρόνων, η συμβολή της υποστηρικτικής τεχνολογίας και των ρομποτικών μέσων, είναι όλο και μεγαλύτερη , στην αποκατάσταση των γνωστικών και κινητικών δεξιοτήτων. Τα ρομποτικά μέσα προσφέρουν, επανάληψη, κίνητρο, και έχουν σημαντική συμβολή στην αποκατάσταση. Επίσης παρατηρήθηκε πως λόγω της επανάληψης τα ρομποτικά βοηθήματα συμβάλουν στην πλαστικότητα μέσω εστιακής συμπεριφοράς. Οι δύο μεγάλες κατηγορίες ρομποτικών μέσων, είναι του εξωσκελετικού τύπου, και του τελικού τελεστή. Ο τύπος του τελικού τελεστή, έχει ευκολότερη εφαρμογή, είναι πιο οικονομικός και η κίνηση, γίνεται από το απομακρυσμένο μέλος, του άνω άκρου. Ο εξωσκελετικός τύπος, είναι ακριβότερος και έχει μεγαλύτερη δυσκολία στην τοποθέτηση, ενώ έχει και πιο δύσκολη κατασκευή. Η ανασκόπηση, αναφέρεται στην αποκατάσταση του άνω άκρου, μέσω των παραπάνω ρομποτικών μέσων, σε υποξεία και χρόνια φάση του εγκεφαλικού. Ο χρόνος αποκατάστασης συμβάλλει στην κινητική βελτίωση του άνω άκρου. Τα ρομποτικά βοηθήματα συμβάλλουν εκτός από την λειτουργική βελτίωση του άνω άκρου και στην νοητική αποκατάσταση, ωστόσο οι ασθενείς με προβλήματα ιδιοδεκτικότητας δεν επωφελούνται το ίδιο στα αρχικά στάδια της αποκατάστασης. Η σπαστικότητα, φαίνεται να επηρεάζει την κινητικότητα του άνω άκρου, όπου αρκετές φορές τα άτομα χρησιμοποιούν αντισταθμιστικά μέτρα. Η συνδυαστική χρήση ρομποτικής και συμβατικής θεραπείας, προσφέρει καλύτερα αποτελέσματα στην κινητική αποκατάσταση, ενώ οι συγκρίσεις που γίνονται μεταξύ των μεθόδων αυτών, συμβάλουν στη καλύτερη κατανομή πόρων. Τέλος, σαν κύριο στοιχείο επιλογής, είναι η κλίμακα Fugl Meyer, για την αξιολόγηση της κινητικής αποκατάστασης μετά το εγκεφαλικό, με μέγιστη βαθμολογία τους 224 πόντους . Στο άνω άκρο η βαθμολογία φτάνει τους 66 πόντους. 919 205 256 Μοριακός χαρακτηρισμός, φυλογενετική ανάλυση και αξιολόγηση του προβιοτικού δυναμικού βακτηρίων γαλακτικού οξέος απομονωμένων από κεφίρ The research and technological interest of the probiotic bacteria is getting increased depending on the high requirements of the market, with a prospect of developing new innovative, functional products. As probiotics are characterized the alive microorganisms which when they are consumed in sufficient quantities, they benefit the human organism. Kefir is a dairy product which is produced by symbiotic fermentation of a microorganisms’ mixture, included specific probiotic strains. Our research group in corporation with the Laboratory of Microbiology, Biotechnology and Hygiene, under the supervision of Prof. E. Bezirtzoglou, in the Department of Agricultural Development of Democritus University of Thrace, had recently isolated lactic acid bacteria from kefir and studied their probiotic potential with a series of established in vitro tests. In the context of this research project, the five strains, which had the best probiotic potential, were molecularly characterized and classified based on their species. For this purpose, PCR (Polymerase Chain Reaction) reactions were carried out, with universal primers which target characteristic areas of the bacterial genome and phylogenetic trees were constructed accordingly. Three strains were classified as Lactobacillus paracasei. Furthermore two strains were classified as Pediococcus pentosaceus. Finally, employing the SRB (Sulforhodamine B Assay) technique, the anti-proliferative properties of the two strains was investigated. Το ερευνητικό και τεχνολογικό ενδιαφέρον για τα προβιοτικά βακτήρια αυξάνεται αναλογικά με τις υψηλές απαιτήσεις της αγοράς, για ανάπτυξη νέων καινοτόμων, λειτουργικών προϊόντων. Ως προβιοτικοί χαρακτηρίζονται οι ζωντανοί μικροοργανισμοί, οι οποίοι όταν καταναλώνονται σε επαρκείς ποσότητες ωφελούν τον ανθρώπινο οργανισμό. Το κεφίρ είναι ένα γαλακτοκομικό προϊόν, που παράγεται μέσω συμβιωτικής ζύμωσης ενός μίγματος μικροοργανισμών, συμπεριλαμβανομένων και συγκεκριμένων προβιοτικών στελεχών. Η ερευνητική μας ομάδα σε συνεργασία με το Εργαστήριο Μικροβιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υγιεινής, της Καθηγήτριας Ε. Μπεζιρτζόγλου, του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, έχει πρόσφατα απομονώσει βακτήρια γαλακτικού οξέος από προϊόν τύπου κεφίρ, και έχει μελετήσει το προβιοτικό τους δυναμικό με μια σειρά καθιερωμένων in vitro δοκιμασιών. Στα πλαίσια της συγκεκριμένης εργασίας, τα πέντε στελέχη με το καλύτερο προβιοτικό δυναμικό, χαρακτηρίζονται μοριακά σε επίπεδο είδους. Για το σκοπό αυτό πραγματοποιούνται αντιδράσεις PCR (Polymerase Chain Reaction), με τη χρήση καθολικών εκκινητών, που στοχεύουν σε χαρακτηριστική περιοχή του βακτηριακού γονιδιώματος. Κατασκευάζονται τα φυλογενετικά δέντρα των στελεχών, και μέσω της παραγόμενης πληροφορίας γίνεται εφικτός ο προσδιορισμός τους σε επίπεδο είδους. Συγκεκριμένα τρία από τα στελέχη κατατάσσονται στο είδος Lactobacillus paracasei, ενώ δύο από τα στελέχη κατατάσσονται στο είδος Pediococcus pentosaceus. Στη συνέχεια, για δύο από τα εν λόγω στελέχη διερευνάται περαιτέρω το προβιοτικό τους δυναμικό, μέσω ανάλυσης της κυτταροτοξικής τους δράσης σε ανθρώπινα αδενοκαρκινωματικά κύτταρα παχέος εντέρου. Η μελέτη της αντιπολλαπλασιαστικής δράσης των στελεχών εξετάζεται με την τεχνική της SRB (Sulforhodamine B Assay) και τα αποτελέσματα εμφανίζονται ενθαρρυντικά για πιθανή προβιοτική τους δράση. 920 346 370 Ιστική έκφραση των matrix metallopeptidase 14 (MMP-14/MT1- MMP) και myeloperoxidase (MPO) στο ήπαρ σε πειραματικό μοντέλο επίμυος - ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: Ischaemia-reperfusion liver injury during liver resection or transplantation is associated with considerable morbidity and mortality. The aim of the present experimental research study was to evaluate whether silibinin can act protectively onto the liver after ischaemia- reperfusion, through assessing the liver tissue expression of metalloproteinase MMP-14 and myeloperoxidase (MPO). Material and methods: Sixtythree healthy male Wistar rats were divided in 9 groups of 7 using as criteria the constitution of a virtual operation group (sham), the administration or not of silibinin after 45 minutes of ischaemia via application of a vascular clamp at the liver hilum (Pringle’s manouevre), and the duration of reperfusion prior to euthanasia (60, 120, 180, 240 minutes). After euthanasia, liver tissue samples were retrieved and assessed for expression of MMP-14 and MPO by means of immunohistochemistry. Results: The application of ischaemia-reperfusion resulted in statistically significant increase of MMP-14 expression in all control groups compared to sham group, namely at 60 mins (p=0.001), at 120 mins (p=0.001), at 180 mins (p=0.001), at 240 mins (p< 0.001). Equally, a statistically significant increase of MPO expression was recorded, namely at 60 mins (p=0.001), at 120 mins (p=0.001), at 180 mins (p=0.001), at 240 mins (p=0.001). Comparison between the silibinin and the control groups revealed a significantly lower MMP-14 expression in the silibinin groups at 60 mins (p=0.001), at 120 mins (p=0.005), at 180 mins (p=0.002), at 240 mins (p<0.001), and respectively for the MPO expression at 120 mins (p=0.008), 180 mins (p=0.001), and 240 mins (p=0.001). In the silibinin groups the MMP-14 expression was significantly higher at 60 mins compared to 240 mins (p=0.033), while the MPO expression was significantly higher at 60 mins compared to 180 mins (p=0.005) and 240 mins (p=0.005). Conclusions: The application of ischaemia-reperfusion has a negative impact onto the liver parenchyma while MMP-14 and MPO seem to play a pathophysiological role. The administration of silibinin has an immediate and continuous protective effect onto the liver parenchyma which enhances with time progression. Therefore, the potential role of silibinin in clinical practice, in liver surgery and transplantation, needs to be explored. Σκοπός: Η βλάβη ισχαιμίας-επαναιμάτωσης του ήπατος κατά τις επεμβάσεις εκτομής ή τη μεταμόσχευση ήπατος, σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και θνητότητα. Σκοπός της παρούσας πειραματικής μελέτης ήταν να αξιολογήσει κατά πόσον η σιλιμπινίνη μπορεί να ασκήσει προστατευτική δράση στο ήπαρ μετά από ισχαιμία-επαναιμάτωση, εξετάζοντας την έκφραση της μεταλλοπρωτεϊνάσης MMP-14 και της μυελοϋπεροξειδάσης (MPO) στον ηπατικό ιστό. Υλικό και μέθοδος: Εξήντα τρείς υγιείς αρσενικοί επίμυες τύπου Wistar χωρίσθηκαν ανά 7 σε 9 ομάδες με κριτήρια τη σύσταση ομάδας εικονικής επέμβασης, τη χορήγηση ή μη σιλιμπινίνης μετά από άσκηση 45 λεπτών ισχαιμίας μέσω αγγειακού αποκλεισμού στην ηπατική πύλη (χειρισμός Pringle), και τη διάρκεια επαναιμάτωσης πριν την εφαρμογή ευθανασίας (60, 120, 180, 240 λεπτά). Μετά την ευθανασία λήφθηκαν τμήματα ηπατικού ιστού και οι προς μελέτη δείκτες MMP-14 και MPO εξετάσθηκαν με ανοσοϊστοχημικές μεθόδους. Αποτελέσματα: Η άσκηση ισχαιμίας- επαναιμάτωσης προκάλεσε στατιστικά σημαντική αύξηση της έκφρασης MMP-14 σε όλες τις ομάδες ελέγχου σε σύγκριση με την ομάδα sham και συγκεκριμένα στα 60 λεπτά (p=0.001), στα 120 λεπτά (p=0.001), στα 180 λεπτά (p=0.001), στα 240 λεπτά (p< 0.001). Αντίστοιχα σημαντικά αυξημένη βρέθηκε η έκφραση της MPO και συγκεκριμένα στα 60 λεπτά (p=0.001), στα 120 λεπτά (p=0.001), στα 180 λεπτά (p=0.001), στα 240 λεπτά (p=0.001). Η σύγκριση των ομάδων σιλιμπινίνης και ελέχγου αποκάλυψε σημαντικά χαμηλότερη έκφραση MMP-14 στις ομάδες σιλιμπινίνης στα 60 λεπτά (p=0.001), στα 120 λεπτά (p=0.005), στα 180 λεπτά (p=0.002), στα 240 λεπτά (p<0.001), και αντίστοιχα για την έκφραση MPO από τα 120 λεπτά (p=0.008), και ακολούθως στα 180 λεπτά (p=0.001), και στα 240 λεπτά (p=0.001). Στις ομάδες σιλιμπινίνης η έκφραση MMP-14 ήταν σημαντικά υψηλότερη στα 60 λεπτά σε σχέση με τα 240 (p=0.033), ενώ η έκφραση MPO ήταν σημαντικά υψηλότερη στα 60 λεπτά σε σχέση με τα 180 (p=0.005) και τα 240 λεπτά (p=0.005). Συμπεράσματα: Η άσκηση ισχαιμίας-επαναιμάτωσης επιδρά αρνητικά στο ηπατικό παρέγχυμα ενώ οι MMP-14 και MPO φαίνεται να παίζουν ρόλο στην παθοφυσιολογία του φαινομένου. Η χορήγηση σιλιμπινίνης ασκεί άμεση και διαρκή προστατευτική δράση στο ηπατικό παρέγχυμα, η οποία ενισχύεται με την παρέλευση χρόνου. Ο ενδεχόμενος ρόλος της στην κλινική πράξη, στη χειρουργική του ήπατος συμπεριλαμ-βανομένης της μεταμόσχευσης ήπατος χρήζει διερεύνησης. 921 12 14 Η ανάπτυξη της προλεκτικής επικοινωνίας και η σχέση της με την πρώιμη γλωσσική ανάπτυξη The develepment of prespeech communication and its relationship with early language development 922 373 331 The role of the Department Head in its management and administration - The subject, which is discussed by this specific research study is the role of the Department Head in its management and administration. The main purpose of the thesis is to probe the views of the Department Heads’ and academic fellows on the role of the Chair of the Department in the University's administrative hierarchy. Furthermore, an additional purpose is to highlight the points of convergence or divergence of the views of the Chairpersons of faculties and academic fellows, as each as a separate and integral link of the same chain of the administration of a University department perceives the institution of the department head from his own perspective. In the ambit of the research, eight semi-structured interviews were held with two men and two female Presidents and Deputy Chairpersons of the University Departments, as well as three men and one female academic fellow accordingly, all of which come from the the Democritus University of Thrace. An attempt was made to investigate the views of the Chairpersons and academic fellows in order to identify the obstacles faced by them for their professional administrative advancement, to study the main tasks of the department heads of the University Departments, to ascertain whether the participants of the research would have claimed superior administrative positions in the University hierarchy but also to evaluate the leadership of the department heads and to evaluation of this specific institution. The main findings of the present research study are as follows: a) in their administrative development in the position of the department head of a university department, political beliefs have been characterized as an important and very decisive factor in their hierarchy, b) the defense of the rights of students, a well-structured curriculum, regular general assemblies, cooperation, quality of the educational work and correct hierarchy of the department's affairs are some of the more important tasks for the department heads, c) the position of the department head of the University Department does not imply their concurrent desire to take superior management positions and finally d) most interviews think that it is quite complex and difficult to evaluate their work, nevertheless they claim they did a great job considering their potentials. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι ο ρόλος του Προέδρου στη διοίκηση του τμήματος. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι να διερευνηθούν οι απόψεις Προέδρων και μελών Δ.Ε.Π. για το ρόλο του Προέδρου τμήματος στη διοικητική ιεραρχία του Πανεπιστημίου. Ακόμη, να αναδειχθούν τα σημεία σύγκλισης ή απόκλισης των απόψεων των Προέδρων τμημάτων και Μελών Δ.Ε.Π., καθώς ο καθένας ως ξεχωριστός και αναπόσπαστος κρίκος της ίδιας αλυσίδας, της διοίκησης τμήματος Πανεπιστημίου, αντιλαμβάνεται το θεσμό του Προέδρου από τη δική του σκοπιά. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθησαν οκτώ ημιδομημένες συνεντεύξεις με δύο άνδρες και δύο γυναίκες Προέδρους και Αναπληρωτές Προέδρους τμημάτων Πανεπιστημίου καθώς και τρεις άνδρες και μία γυναίκα μέλη Δ.Ε.Π. αντίστοιχα, όλοι εκ των οποίων προέρχονται από το Δημοκρίτειο Πανεπιστημίο Θράκης. Έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν οι απόψεις των Προέδρων και των μελών Δ.Ε.Π., για να διαπιστωθούν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι μεν για την επαγγελματική διοικητική εξέλιξή τους, να μελετηθούν τα κυριότερα καθήκοντα των Προέδρων τμημάτων Πανεπιστημίου, να ανιχνευθεί αν τα υποκείμενα της έρευνας θα διεκδικούσαν ανώτερες διοικητικά θέσεις στην ιεραρχία του Πανεπιστημίου και, να γίνει αξιολόγηση της ηγεσίας των Προέδρων και αποτίμηση του συγκεκριμένου θεσμού. Βασικά ευρήματα της παρούσας θεωρητικής και ερευνητικής μελέτης είναι τα εξής: α) κατά τη διοικητική τους εξέλιξη στη θέση του Προέδρου πανεπιστημιακού τμήματος, οι πολιτικές πεποιθήσεις αποτέλεσαν ένα σημαντικό και πολύ καθοριστικό παράγοντα για την ιεράρχησή τους, β) η προάσπιση των δικαιωμάτων των φοιτητών, το σωστά δομημένο πρόγραμμα σπουδών, οι τακτές και μέσα σε κλίμα ομόνοιας γενικές συνελεύσεις, το καλό κλίμα συνεργασίας, η ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου και η σωστή ιεράρχηση των υποθέσεων του τμήματος αποτελούν μερικά από τα σημαντικότερα καθήκοντα για τους Προέδρους, γ) η κατάληψη της θέσης του Προέδρου τμήματος Πανεπιστημίου δε συνεπάγεται και την ταυτόχρονη επιθυμία τους για ανάληψη ανώτερων διοικητικά θέσεων και τέλος, δ) οι περισσότεροι συνεντευξιαζόμενοι θεωρούν ότι η αξιολόγηση του έργου τους είναι μια διαδικασία περίπλοκη και δύσκολη, ωστόσο διατείνονται πως έκαναν ό, τι το καλύτερο μπορούσαν και στο μέτρο των δυνατοτήτων τους. 923 206 225 Educational policy of the European Union on special education from 1981 to this day - the example of Greece: Η εκπαιδευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ειδική αγωγή από το 1981 μέχρι σήμερα – το παράδειγμα της Ελλάδας: The object of this work is the study of the E.U. educational policy concerning special education and systematically examines how it has been formed and presented by the European institutions from the eighties to this day. At the same time, we investigated the policy followed by Greece in the field of special education by joining (1981) in the European Union to this day. The results of the study show that the European Union started shaping educational policy for special education during the 1980s mainly through the adoption of Community programs while the legal framework for taking further initiatives and actions in education in the context of subsidiarity to support Member States was established after the Treaty of Maastricht. Since the mid-1990s the European Union has implemented a new strategy for special education which seeks the elimination of existing barriers and supports equal access to education. A comparative approach shows that Greece has shaped education policy taking into account developments to the European level and the directions emanating from the European institutions as well as its attempts, as an E.U. member to organize school structures supporting educational inclusion Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της εκπαιδευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία αναφέρεται στην ειδική αγωγή και εξετάζει συστηματικά τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται και παρουσιάζεται από τα ευρωπαϊκά όργανα από τη δεκαετία του ογδόντα μέχρι σήμερα. Παράλληλα, διερευνάται και η πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα στο χώρο της ειδικής εκπαίδευσης από την ένταξή της (1981) στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι στις μέρες μας. Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση άρχισε να διαμορφώνει την εκπαιδευτική της πολιτική για την ειδική αγωγή κατά τη δεκαετία του 1980 κυρίως μέσω της θέσπισης κοινοτικών προγραμμάτων, ενώ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ θεσμοθετήθηκε το νομικό πλαίσιο για την ανάληψη περαιτέρω πρωτοβουλιών και δράσεων στην εκπαίδευση στο πλαίσιο της επικουρικότητας για τη στήριξη των κρατών μελών. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 εφαρμόζει μια νέα στρατηγική για την ειδική εκπαίδευση με την οποία επιδιώκει την εξάλειψη των εμποδίων που υπάρχουν και υποστηρίζει την ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην εκπαίδευση. Από τη συγκριτική προσέγγιση προκύπτει ότι η Ελλάδα διαμόρφωσε την εκπαιδευτική της πολιτική λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στο ευρωπαϊκό επίπεδο και τις κατευθύνεις που εκπορεύονταν από τα ευρωπαϊκά όργανα και ως μέλος της ΕΕ επιχειρεί να οργανώσει τις σχολικές δομές στα πλαίσια στήριξης της συνεκπαίδευσης 924 125 154 Η ενσωμάτωση του θεσμού της χρηματοδότησης διαιτητικής δίκης από τρίτο στη διεθνή εμπορική διαιτησία The present thesis examines the issue of the compatibility of the third-party funding mechanism with the fundamental principles of arbitration. The research regarding the functioning of this mechanism focuses on international commercial arbitration, for which the literature, due to the absence of published case-law, is very limited. The present thesis attempts to outline the particularities of commercial arbitration in relation to the mechanism in question, as well as the possible ways of coexistence. Given the wide use of this mechanism and its gradual informal establishment in the field of international commercial arbitration, the dissertation concludes that this new reality cannot be ignored and appropriate legislative or regulatory measures should be adopted in order to incorporate effectively this mechanism into the existing regulatory body of arbitration. Η παρούσα εργασία διερευνά το ζήτημα της συμβατότητας του μηχανισμού της παροχής χρηματοδότησης σε ένα διάδικο μέρος προς τον σκοπό της κάλυψης των δικαστικών του εξόδων με τις θεμελιώδεις αρχές του θεσμού της διαιτησίας. Η εξέταση της λειτουργίας αυτού του μηχανισμού επικεντρώνεται στη διεθνή εμπορική διαιτησία, για την οποία η βιβλιογραφία, ελλείψει δημοσιευθείσας νομολογίας είναι πολύ περιορισμένη. Με την παρούσα έρευνα επιχειρείται να σκιαγραφηθούν οι ιδιαιτερότητες που παρουσιάζει η εμπορική διαιτησία σε σχέση με τον μηχανισμό αυτόν, καθώς και οι πιθανοί τρόποι συνύπαρξής τους. Λαμβάνοντας υπόψη τη τάση ην χρήσης του μηχανισμού αυτού και της σταδιακής άτυπης καθιέρωσής του στον τομέα της διεθνούς εμπορικής διαιτησίας, η εργασία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να αγνοηθεί αυτή η καινούρια πραγματικότητα, αλλά θα πρέπει να ληφθούν κατάλληλα νομοθετικά ή κανονιστικά μέτρα που να ενσωματώνουν αποτελεσματικά τον μηχανισμό αυτό στους κανόνες της διαιτησίας. 925 108 155 Διερεύνηση των απόψεων της κοινής γνώμης ως προς την επίδραση του αγροτουρισμού στην οικονομία μιας περιοχής The main objectives of the present research include i) the investigation of public opinion on agrotourism and its impact on regional economy, and ii) consumer attitudes toward agrotourism products and services. In Greece, agrotourism became widely known through female agricultural cooperatives and private entrepreneurship. Individual level data were selected via a formal and structured questionnaire which was designed after a comprehensive review of the existing literature. The questionnaire was administered to a sample of 340 Greek citizens whose views on tourism and agrotourism led to important conclusions on the prospects of improving and further developing this sector. For data analysis, factor analysis, reliability analysis and ANOVA were employed Η παρούσα έρευνα έχει σκοπό να εξετάσει τις απόψεις της κοινής γνώμης για την επίδραση που ασκεί ο αγροτουρισμός στην οικονομία μίας περιοχής. Στην Ελλάδα ο αγροτουρισμός έγινε γνωστός κυρίως μέσω των γυναικείων αγροτικών συνεταιρισμών και της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας. Με αυτό το είδος τουρισμού ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει το φυσικό περιβάλλον, να δοκιμάσει τις αντοχές του, να γνωρίσει την κουλτούρα, τα προϊόντα, τα έθιμα των τοπικών κοινωνιών. Για τη διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήθηκαν ποσοτικά δεδομένα που συγκεντρώθηκαν μέσω δομημένων ερωτηματολογίων από ένα δείγμα 340 ατόμων, οι απόψεις των οποίων τόσο για τον αγροτουρισμό όσο και για τον τουρισμό γενικότερα, οδήγησαν στην έκδοση σημαντικών συμπερασμάτων για τις προοπτικές βελτίωσης και περαιτέρω ανάπτυξης του κλάδου. Για την ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν μέθοδοι περιγραφικής στατιστικής ανάλυσης, καθώς και η ανάλυση παραγόντων, η ανάλυση της αξιοπιστίας και η ανάλυση διακύμανσης 926 234 245 Investigating Teachers’ and Principals’ opinion of Secondary School Principals’ Communication Skills Διερεύνηση απόψεων εκπαιδευτικών και Διευθυντών για την κατοχή επικοινωνιακών δεξιοτήτων των Διευθυντών σχολικών μονάδων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης The role of communication skills, which form part of leadership skills, is key to a successful leadership in school environments; hence they constituted the focus of this research. The study discusses in particular the communication skills of secondary level school principals from the Municipalities of Alexandroupoli and Soufli from the teachers’, vice-principals’ and principals’ point of view using questionnaires as a research tool. Using data collected from 173 subjects, we explored differences and correlations, compared variables and investigated the importance of possessing communication skills on the principals’ part, as well as the need to train principals in developing-improving communications skills. The results of the research showed that principals demonstrate a high level of communication skills, though there was a statistically significant difference between the views of teachers on the one hand and principals on the other. Significant differences were also established among groups of other variables in the way they evaluated skills. Communication skills in which principals perform well or lag behind were featured in this research as well. The vast majority of principals were found to use new technologies to communicate with teachers and parents. Possessing communication skills on part of the principal was considered extremely important in terms of effective human resources management, effective problem solving and proper school administration; hence, the participants viewed the continuing training of principals as crucial. Ο ρόλος των επικοινωνιακών δεξιοτήτων, οι οποίες αποτελούν μέρος των ηγετικών δεξιοτήτων είναι σημαντικός για μια επιτυχημένη ηγεσία στο χώρο του σχολείου και για αυτό αποτέλεσαν το αντικείμενο της έρευνάς μας. Πιο συγκεκριμένα χρησιμοποιώντας ως ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο έγινε διερεύνηση των επικοινωνιακών δεξιοτήτων των Διευθυντών σχολικών μονάδων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης των Δήμων Αλεξανδρούπολης και Σουφλίου, από την οπτική γωνία των εκπαιδευτικών, των Υποδιευθυντών αλλά και των ίδιων των Διευθυντών. Από τη συλλογή δεδομένων 173 Υποκειμένων, διερευνήσαμε διαφορές και συσχετίσεις, προβήκαμε σε συγκρίσεις μεταβλητών και διερευνήθηκε η σημαντικότητα κατοχής επικοινωνιακών δεξιοτήτων από τους Διευθυντές αλλά και η ανάγκη επιμόρφωσης των Διευθυντών για την ανάπτυξη-βελτίωση επικοινωνιακών δεξιοτήτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι Διευθυντές κατέχουν επικοινωνιακές δεξιότητες σε υψηλό επίπεδο, με τις απόψεις όμως των εκπαιδευτικών και των Διευθυντών να παρουσιάζουν στατιστικά σημαντική διαφορά, όπως σημαντικές διαφορές προέκυψαν και μεταξύ ομάδων άλλων μεταβλητών ως προς τον τρόπο που αξιολόγησαν τις δεξιότητες. Επίσης αναδείχθηκαν οι επικοινωνιακές δεξιότητες στις οποίες οι Διευθυντές παρουσιάζουν υψηλές επιδόσεις αλλά και αυτές στις οποίες υπολείπονται. Η συντριπτική πλειοψηφία των Διευθυντών διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιεί τις Νέες Τεχνολογίες για να επικοινωνήσει με εκπαιδευτικούς και γονείς. Η κατοχή των επικοινωνιακών δεξιοτήτων από τον Διευθυντή κρίθηκε ιδιαίτερα σημαντική, προκειμένου να γίνεται αποτελεσματική διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, να επιλύονται αποτελεσματικά τα προβλήματα και να λειτουργεί εύρυθμα η σχολική μονάδα και για αυτό θεωρούν οι συμμετέχοντες επιβεβλημένη την διαρκή επιμόρφωση των Διευθυντών. 927 153 150 About 1-3% of births worldwide are due to Assisted Reproduction Techniques (ART) and in particular in vitro fertilization is widely used safely. Recent studies, however, document malformations and other complications, such as parental imprinting abnormalities (Beckwith-Wiedeman, Angelman/Prader-Willi and Silver-Russell syndromes), in children born with this procedure. It turns out that ART can alter the pattern of imprinting and in particular DNA methylation and cause loss of maternal methylation or hypomethylation of DNA. The above is difficult to be confirmed due to the rarity of the disorders and the differences in individual IV protocols that make it difficult to compare, record and evaluate them. Reliable biological techniques converge in the view that ART can cause changes in the non-genomic inheritance of the fetus. Infertile couples should be informed of the potential risks of ART, and further research is needed to more accurately record and limit congenital abnormalities, abnormal imprinting and other neonatal health problems. Περίπου 1-3% των γεννήσεων παγκoσμίως οφείλεται σε τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART) και ειδικότερα η εξωσωματική γονιμοποίηση χρησιμοποιείται ευρέως με ασφάλεια. Πρόσφατες όμως μελέτες καταγράφουν δυσμορφίες και άλλες επιπλοκές, όπως ανωμαλίες γονεϊκής αποτύπωσης (σύνδρομα Beckwith-Wiedemann, Angelman/Prader-Willi και Silver-Russell), σε παιδιά που γεννήθηκαν με αυτήν τη διαδικασία. Απεδείχθη ότι η ART, μπορεί να μεταβάλλει το πρότυπο αποτύπωσης και συγκεκριμένα της μεθυλίωσης του DNA και να προκαλέσει απώλεια μητρικής μεθυλίωσης ή υπομεθυλίωση του DNA. Η επιβεβαίωση των παραπάνω είναι δύσκολη, λόγω της σπανιότητας των διαταραχών και των διαφορών των εκάστοτε πρωτοκόλλων εξωσωματικής που δυσχεραίνουν την μεταξύ τους σύγκριση, καταγραφή και αξιολόγηση. Αξιόπιστες βιολογικές τεχνικές, συγκλίνουν στην άποψη ότι η ART μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στην μη γονιδιωματική κληρονομικότητα του εμβρύου. Τα υπογόνιμα ζευγάρια θα πρέπει να ενημερώνονται για πιθανούς κινδύνους της ART, ενώ απαιτείται περαιτέρω έρευνα για ακριβέστερη καταγραφή και περιορισμό των συγγενών ανωμαλιών, της ανώμαλης αποτύπωσης και άλλων προβλημάτων υγείας των νεογνών. 928 328 297 Μοριακή διαγνωστική προσέγγιση της πρωτεΐνης CRIP-1 στο καρκίνωμα του μαστού: συσχετισμός με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους The purpose of this thesis was the immunohistochemical study and the estimation of the predictive value of the expression of cancerous marker CRIP-1 (cysteine-rich intestinal protein 1) in breast carcinoma, as well as the correlation to clinicohisto-pathological parameters. Breast cancer is one of the most usual malignant diseases, and the major reason of death in women population. The need to develop personalized treatments that would be effective in this important issue, has led the research in the path of prognostic biomarkers, which one of them is the CRIP-1 protein that we are studying here. This protein belongs in the family of cysteine- rich intestinal proteins that have a double plexus of zinc. The protein's expression is cytoplasmic and is detected in high level in small intestine and the lungs, and in lower level in the colon, stomach, lymph nodes etc. Overexpression of CRIP-1 protein has been detected in many cancer types. Under the procedure of the experimental phase, 26 samples of patients with breast cancer were being used. After the appropriate histological elaboration, the tissues were studied with the method of indirect immuno-histochemistry, by using the AntiCRIP-1 antibody, in order to detect CRIP-1 protein's expression or overexpression. Regarding to the results of the experiment, a major part was the evaluation of CRIP-1 protein's expression (low, medium, strong) in cancerous cells of the breast. Afterwards, there was a comparative study of the protein with different clinicohistopatho-logical factors, such as the age, sex, the type of cancer, the cancer grade , and it was found that CRIP-1 protein's expression is connected with the expression of HER2 receptor and the appearance of lymph nodes metastasis. Based on the above, it appears that CRIP-1 protein could be another efficient prognostic marker for breast cancer and could be used as a drug target. However, future extensive studies, in a greater number of cases and with more clinicohistopathological parameters, are needed to confirm the present data in order to be applied in clinical practice. Σκοπό της παρούσας πτυχιακής εργασίας αποτέλεσε η ανοσοϊστοχημική μελέτη και η εκτίμηση της προγνωστικής αξίας της έκφρασης του καρκινικού δείκτη CRIP-1 (cysteine-rich intestinal protein 1) στο καρκίνωμα του μαστού, καθώς και η συσχέτιση της με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί τη συχνότερη κακοήθη πάθηση και το βασικό αίτιο θανάτου στο γυναικείο πληθυσμό. Η ανάγκη για ανάπτυξη εξατομικευμένων αποτελεσματικών θεραπειών οδήγησε στην έρευνα για προγνωστικούς βιοδείκτες, στους οποίους ανήκει και η προς μελέτη πρωτεΐνη CRIP-1. Η πρωτεΐνη ανήκει στην οικογένεια των πρωτεϊνών πλούσιες σε κυστεϊνη, που διαθέτουν ένα διπλό δάκτυλο ψευδαργύρου. Εκφράζεται κυτ-ταροπλασματικά και υπό φυσιολογικές συνθήκες, εντοπίζεται σε υψηλό ποσοστό στο λεπτό έντερο και τους πνεύμονες και σε χαμηλότερο στο παχύ έντερο, στο στομάχι, στους λεμφαδένες κ.α. . Υπερέκφραση της πρωτεΐνης CRIP-1 έχει αποδειχθεί ότι παρατηρείται σε διάφορους καρκινικούς τύπους. Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων χρησιμοποιήθηκαν 26 δείγματα προερχόμενα από ασθενείς με καρκίνο του μαστού. Έπειτα από κατάλληλη ιστολογική επεξεργασία, οι ιστοί μελετήθηκαν με τη μέθοδο της έμμεσης ανοσοϊστοχημείας, μέσω χρήσης του αντισώματος Anti-CRIP-1, προκειμένου να διαπιστωθεί η παρουσία έκφρασης ή υπερέκφρασης του καρκινικού δείκτη CRIP-1. Όσον αφορά τα αποτελέσματα, αξιολογήθηκε η έκφραση της CRIP-1 (ήπια, μέτρια, έντονη) στα καρκινικά κύτταρα του μαστού. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε συγκριτική ανάλυση της έκφρασης της πρωτεΐνης με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους (φύλο, ηλικία, τύπος καρκινώματος, βαθμός διαφοροποίησης κ.α.) και βρέθηκε πως η υπερέκφρασή της σχετίζεται με την έκφραση του υποδοχέα HER2 και την εμφάνιση λεμφαδενικών μεταστάσεων.Με βάση τα παραπάνω, προέκυψε πως η πρωτεΐνη CRIP-1 θα μπορούσε να αποτε-λέσει σημαντικό προγνωστικό δείκτη για τον καρκίνο του μαστού και να χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικός στόχος. Στο μέλλον, θα ήταν ωφέλιμο να διεξαχθούν περαιτέρω μελέτες μεγαλύτερου αριθμού δειγμάτων αλλά και κλινικοϊστοπαθολογικών παραμέτρων, πριν τη χρήση τους σε κλινικό επίπεδο. 929 263 350 Normal testicular function is essential for the maintenance of male physical strength and behavior in all ages. Men of advanced age commonly have suppressed levels of testosterone. Only a small proportion of them develop the syndrome of late-onset hypogonadism associated with diffuse sexual, physical and sychological (e.g. epression) symptoms. The syndrome is known with many names, such as andropause, male menopause or climacteric and partial androgen deficiency of the ageing male (PADAM). The name that best describes the syndrome is Late-Onset Hypogonadism (LOH) and is, therefore, preferred. Hypogonadism can be caused either by testicular failure (primary) either due to hypothalamic-pituitary failure (secondary). Hypothalamic-pituitary failure is more common and associated with obesity/overweight, metabolic syndrome, diabetes mellitus type 2, cardiovascular disease and other chronic diseases. A problem with the diagnosis of LOH is that often symptoms and low testosterone levels do not coincide in the same patient.The European Male Ageing Study (EMAS)set up rigor criteria for diagnosing LOH. The criteria include simultaneous presence of low testosterone for at least two measurements and three sexual symptoms (erectile dysfunction, reduced frequency of sexual thoughts and morning erections). According to these criteria, only 2% of men with age from 40-80 years have LOH. Obesity and impaired general health are much more mommon causes of low testosterone than advanced age. Evidence-based data on when and how should LOH be treated is scarse. Life-style modification, loss of weight and treatment of comorbidities are advised. Testosterone replacement therapy is widely used, although it is not evidence-based confirmed. This scientific essay summarizes the current concepts and controversies about LOH diagnosis and treatment. Η μείωση των τιμών της τεστοστερόνης στο πλάσμα παρατηρείται συχνά στους άνδρες με την αύξηση της ηλικίας. Η ανάπτυξη, όμως, του συνδρόμου χαμηλής τεστοστερόνης, σε συνδυασμό με σεξουαλική δυσλειτουργία, έκπτωση της μυϊκής ισχύος και της αντοχής, και ανάπτυξη ψυχολογικών διαταραχών δεν είναι συχνή. Το σύνδρομο αυτό αναφέρεται στην βιβλιογραφία με πολλά ονόματα, όπως ανδρόπαυση, ανδρική κλιμακτήριος, και μερική έλλειψη ανδρογόνων του γηράσκοντα άνδρα.Η ονομασία όψιμος υπογοναδισμός (late-onset hypogonadism) αποτελεί τον πλέον δόκιμο όρο, καθώς περιγράφει το σύνδρομο καλύτερα. Η μείωση της τεστοστερόνης στον όψιμο υπογοναδισμό είναι συχνά οριακή. Ο υπογοναδισμός μπορεί να οφείλεται είτε σε πρωτοπαθή ανεπάρκεια των όρχεων (χαμηλή τεστοστερόνη και υψηλή LH) είτε σε δευτεροπαθή ανεπάρκεια του άξονα υποθάλαμος - υπόφυση ( χαμηλή τεστοστερόνη, χαμηλές ή φυσιολογικές τιμές LH). Ο υπογοναδισμός μπορεί να συσχετίζεται με αυξημένο σωματικό βάρος ή παχυσαρκία, καθώς και με χρόνιες νόσους, όπως σακχαρώδης διαβήτης, μεταβολικό σύνδρομο, καρδιαγγειακή νόσο και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Σοβαρό πρόβλημα για την διάγνωση του όψιμου υπογοναδισμού αποτελεί το γεγονός ότι συχνά τα συμπτώματα και η χαμηλή συγκέντρωση τεστοστερόνης δεν συνυπάρχουν .Η Ευρωπαϊκή Μελέτη Γηράσκοντα Άντρα (EMAS STUDY) πρόσφατα καθόρισε αυστηρά διαγνωστικά κριτήρια για τον όψιμο υπογοναδισμό . Σύμφωνα με αυτά, για να τεθεί η διάγνωση απαιτείται η παρουσία χαμηλής τεστοστερόνης, τόσο ολικής όσο και ελεύθερης, σε παναλαμβανόμενες μετρήσεις, καθώς και τρία συμπτώματα σεξουαλικής δυσλειτουργίας (μείωση σεξουαλικής επιθυμίας και πρωινών στύσεων, στυτική δυσλειτουργία). Με βάση αυτά τα κριτήρια, ποσοστό 2% μόνο των ανδρών ηλικίας από 40 έως 80 ετών έχουν όψιμο υπογοναδισμό. Ειδικότερα, η παχυσαρκία αλλά και η κακή κατάσταση υγείας είναι πιθανότερα αίτια ύπαρξης χαμηλής τεστοστερόνης πλάσματος από ότι η αύξηση της ηλικίας. Τεκμηριωμένες προσεγγίσεις για το εάν και πως πρέπει να θεραπεύεται ο όψιμος υπογοναδισμός δεν υπάρχουν. Η πλέον λογική θεραπευτική προσέγγιση είναι τροποποίηση του τρόπου ζωής, η μείωση του σωματικού βάρους και η αποτελεσματική αντιμετώπιση της νοσηρότητας που, ενδεχόμενα, υπάρχει. Η θεραπεία αποκατάστασης με τεστοστερόνη έχει ευρεία χρήση αλλά πουσιάζουν τεκμηριωμένες μελέτες για τα πραγματικά αποτελέσματα και τους άμεσους και απώτερους κινδύνους από τη θεραπεία. Η παρούσα εργασία συνοψίζει τις σύγχρονες απόψεις και τους προβληματισμούς σχετικά με την παθογένεση, την διάγνωση και την αντιμετώπιση του όψιμου υπογοναδισμού . 930 333 319 Democritus University of Thrace. Department of Education Sciences in Early Childhood The general purpose of this assignment is to study the beliefs of preschool teachers regarding the use of Portfolio in kindergarden, as a method of assessment, after 13 years of institution by the Ministry of Education. In particular, the study aims to consider: a) The education that has been offered to pre-school educationists regarding the Portfolio assessment and its effectiveness b) The beliefs of preschool teachers regarding the programming, the application strategies and the assessment of Portfolio in kindergarden c) The preschool teachers point of view concerning the effectiveness of their education and their attitude towards the application of Portfolio d) The kindergarden teacher’s point of view about the difficulties they face during the application of Portfolio, as a method of assessment, and the practices they engage in order to face them. The sample consisted of 117 practicing kindergarden teachers, who completed the questionnaires. The sampling was targeted on the cities where the supply of the questionnaires would be possible. The process of distribution, sending and collecting the questionnaires took approximately 2 months (November 2014-January 2015). The SPSS statistical package was used for analysis of the statistical significance and correlation. The majority of the participants claim that they implement Portfolio assessment in their classroom. The level of their studies and the years in education are factors that have impact on kindergarten teachers’ beliefs concerning the implementation of Portfolio assessment. Furthermore, it was reported that kindergarden teachers want the parents to be aware of Portfolio assessment and their children’s progress, but they do not want them to be part of the implementation process. The study of the answers showed that a large amount of the participants desires consecutive trainings in Portfolio assessment. Even though pre-school teachers consider Portfolio assessment an important and useful method of assessment, ongoing vocational trainings are necessary and need to take place, in order to raise teachers’ awareness and enhance their effectiveness that will lead their students to self-progress. Ο γενικός σκοπός αυτής της εργασίας είναι η μελέτη των πεποιθήσεων των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας αναφορικά με την εφαρμογή του Portfolio στο νηπιαγωγείο, μετά από 13 χρόνια θέσπισής του από το Υπουργείο Παιδείας. Ειδικότερα, η μελέτη στοχεύει να εξετάσει: 1) Την εκπαίδευση που έχουν λάβει οι εκπαιδευτικοί προσχολικής εκπαίδευσης σε θέματα που αφορούν τη μέθοδο αξιολόγησης με βάση το Portfolio, 2) Τις πεποιθήσεις των νηπιαγωγών σε σχέση με τον σχεδιασμό, τις στρατηγικές εφαρμογής και αξιοποίησης του Portfolio, 3) Τις απόψεις των νηπιαγωγών αναφορικά με την αποτελεσματικότητα της επιμόρφωσης τους και τη στάση τους απέναντι στην εφαρμογή του Portfolio, 4) Τις απόψεις τους για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν κατά τη διάρκεια εφαρμογής του Portfolio και τις πρακτικές που υιοθετούν για να τις αντιμετωπίσουν. Για την πραγματοποίηση της έρευνας, χορηγήθηκε ερωτηματολόγιο που προσαρμόστηκε στις ανάγκες της έρευνας και της ελληνικής πραγματικότητας σχετικών ερευνητικών εργαλείων. Το δείγμα αποτέλεσαν 117 εν ενεργεία νηπιαγωγοί. Η δειγματοληψία δεν ήταν τυχαία, αλλά στοχευμένη σε πόλεις όπου θα ήταν δυνατή η χορήγηση των ερωτηματολογίων. Η διαδικασία διανομής, αποστολής και συλλογής διήρκησε 2 περίπου μήνες (Νοέμβριος 2014-Ιανουάριος 2015). Η επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το πρόγραμμα SPSS 16. Η πλειοψηφία των συμμετεχόντων υποστηρίζουν ότι εφαρμόζουν την αξιολόγηση με βάση το Portfolio στην τάξη τους. Το επίπεδο σπουδών και τα έτη υπηρεσίας στην εκπαίδευση είναι παράγοντες που επηρεάζουν τη στάση των νηπιαγωγών απέναντι στην μέθοδο αξιολόγησης με βάση το Portfolio. Σύμφωνα με τις απαντήσεις, οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν οι γονείς να ενημερώνονται για τη μέθοδο και για την πρόοδο των παιδιών τους, αλλά να μην εμπλέκονται περαιτέρω στις διαδικασίες προγραμματισμού και συλλογής των εργασιών. Επίσης, από την μελέτη των απαντήσεων προέκυψε ότι μεγάλο μέρος των εκπαιδευτικών επιθυμεί συνεχή εκπαίδευση σε σχέση με το Portfolio. Αν και εκτιμάται από τους νηπιαγωγούς ως χρήσιμο και αποτελεσματικό εργαλείο, η συνεχής επιμόρφωση, σύμφωνα με τις απόψεις τους, είναι αναγκαία για την αύξηση της αποτελεσματικότητάς τους που θα οδηγήσει και στην αυτό-βελτίωση των μαθητών τους. 931 156 169 The present dissertation basically aims to investigate the essence of Professional Learning Communities and how they can apply to the training and the professional development of teachers as well as to the Greek reality. This research dissertation focuses on the clarification of terms that are not widely found in the Greek bibliography and deals with Professional Learning Communities among teachers of all levels. The importance of the involvement in a Professional Community, in order to learn, is investigated. It also attempts to define PLCs or else Learning inside a Community with a view to developing professionally, becoming more self-effective and spreading knowledge in terms of Democracy. It is investigated, though, whether the “ appropriate culture” in the Greek reality, which would allow PLCs prosper, exists. It is essential for this research to let teachers of all levels voice their opinion about Greek reality, current beliefs and actions should be taken, aiming to better conditions or changes. Βασικός σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθεί η έννοια των επαγγελματικών κοινοτήτων μάθησης και η εφαρμογή τους στην επιμόρφωση και στην επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών αλλά και στην ελληνική πραγματικότητα. Το ερευνητικό ενδιαφέρον της εργασίας εστιάζεται στο να αποσαφηνιστούν όροι που δεν χρησιμοποιούνται ευρέως στην ελληνική βιβλιογραφία και αφορούν στις Επαγγελματικές Κοινότητες Μάθησης (ΕΚΜ) των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων. Διερευνάται η σημασία του να βρίσκεται κάποιος εντός μίας επαγγελματικής κοινότητας μάθησης. Επίσης γίνεται προσπάθεια να οριστεί η Professional Learning Community ή αλλιώς, η μάθηση μέσα από την κοινότητα, με σκοπό την επαγγελματική ανάπτυξη, την αυτοαποτελεσματικότητα αλλά και τη διάχυση της γνώσης, μέσα στο πλαίσιο δημοκρατικών διαδικασιών. Διερευνάται, εξίσου, η ύπαρξη στην ελληνική πραγματικότητα της « κατάλληλης κουλτούρας», η οποία αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη και τη λειτουργία ΕΚΜ. Βασικός στόχος της παρούσας έρευνας είναι να ακουστούν οι απόψεις εν ενεργεία εκπαιδευτικών της Π/θμιας & Δ/θμιας Εκπαίδευσης, τόσο για τα τεκταινόμενα, όσο και για τις υπάρχουσες πεποιθήσεις για το τι θα έπρεπε να συμβεί διαφορετικά ή να αλλάξει. 932 202 152 social behavior, aggression, school bullying, theatrical techniques κοινωνική συμπεριφορά, επιθετικότητα, σχολικός εκφοβισμός, θεατρικές τεχνικές This research paper focuses on the social phenomenon of bullying as a form of socialaggressive behaviour in schools, which comes in many forms, has many consequences and involves a large number of individuals; not only the involved students and their families but also the entire educational system. Due to these factors, bullying is under the global spotlight in terms of research and analysis. On that basis, this work attempted to detect incidents of bullying among students in Primary Education and to investigate the phenomenon through a pilot educational-theatrical intervention, in order to prevent and combat it. The study was based on a qualitative approach of the subject. As a research method was applied action research and were adopted as a data collection strategy, questionnaires, observation and logbook keeping were applied both by the researcher, the observer-critic friend as well as the students themselves. By the use of intervention that required first of all their proactive and experiential participation, students understood the phenomenon of school bulling in depth and became aware of all its aspects. Using the educational-theatrical techniques, they managed to gain attitude and skills that will help them confront similar situations in the future. Η παρούσα ερευνητική εργασία εστιάζει στο κοινωνικό φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, ως μια μορφή βίαιης συμπεριφοράς στο χώρο του σχολείου, που έχει σημαντικές συνέπειες για ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα. Εξαιτίας αυτών των συνεπειών συγκεντρώνει το ενδιαφέρον σε ερευνητικό επίπεδο παγκοσμίως. Στο πλαίσιο αυτού του ευρύτερου ενδιαφέροντος επιχειρήθηκε η ανίχνευση περιστατικών εκφοβισμού μεταξύ μαθητών μιας τάξης δημοτικού σχολείου και σχεδιάστηκε μια θεατροπαιδαγωγική παρέμβαση για την πρόληψη και αντιμετώπιση του φαινομένου. Η μελέτη αυτή ακολούθησε τις αρχές ποιοτικής προσέγγισης του αντικειμένου. Ως ερευνητική μέθοδος εφαρμόστηκε η έρευνα-δράση. Για τη συλλογή δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν το ερωτηματολόγιο, η παρατήρηση και η τήρηση ημερολογίου από τον ερευνητή, τον παρατηρητή-κριτικό φίλο και τους μαθητές. Με την παρέμβαση, οι μαθητές, συμμετέχοντας σε θεατροπαιδαγωγικές δραστηριότητες, κατανόησαν με βιωματικό τρόπο το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, γνώρισαν όλες τις πτυχές του, ανέπτυξαν δεξιότητες και διαμόρφωσαν στάσεις που τους κατέστησαν ικανούς να αντιμετωπίζουν περιστατικά εκφοβισμού στο μέλλον. 933 163 156 Assessment and application of drama techniques in Euripidis' Bacchae for educational purposes Αξιολόγηση και εφαρμογή θεατρικών τεχνικών στις Βάκχες του Ευριπίδη για εκπαιδευτικούς σκοπούς The Bacchae of Euripides (407 BC) is a unique play for its period, although his own creator at that time belonged in the past and was remembered by the Athenian society. The introduction of a new religion and the ideological vision emerging in the play constitute an innovation for the time it was presented. The Bacchae introduce the subject of religion and, more specifically, of a new belief in a god who does not belong to the 12th century Olympus according to the religion and ideology prevailing for the time. This study seeks to study, analyze, exploit and apply drama techniques through Euripides' last and award-winning tragedy for educational purposes. This study was carried out through a bibliographic review, as well as an action research in two workshops of a total duration of 9 hours for Secondary School pupils in order to ascertain the effect of theatrical experience on their communication. Οι Βάκχες του Ευριπίδη αποτελούν ένα μοναδικό για την εποχή του έργο, παρόλο που ο ίδιος ο δημιουργός του ήταν μια μακρινή για την Αθηναϊκή κοινωνία ανάμνηση. Η εισαγωγή μιας νέας θρησκείας και η ιδεολογική θεώρηση που αναδύεται μέσα από το έργο, αποτελούν μια καινοτομία για την εποχή που παρουσιάστηκε. Οι Βάκχες εισάγουν το θέμα της θρησκείας και πιο συγκεκριμένα μια νέα πίστη σε έναν θεό, ο οποίος δεν ανήκει στο δωδεκάθεο του Ολύμπου, σύμφωνα με την επικρατούσα για την εποχή θρησκεία και ιδεολογία. Με την παρούσα μελέτη επιδιώκεται η μελέτη, η ανάλυση, η αξιοποίηση και εφαρμογή θεατρικών τεχνικών στην τελευταία και βραβευμένη μεταθανάτια τραγωδία του Ευριπίδη, για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Η μελέτη αυτή διεξάχθηκε με την μέθοδο της έρευνας-δράσης, σε δύο εργαστήρια συνολικής διάρκειας 9 ωρών σε μαθητές της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με σκοπό να διαπιστωθεί η επίδραση της θεατρικής εμπειρίας στον επικοινωνιακό τους λόγο. 934 455 474 Introduction: This abstract outlines the recording and classification of stroke which were encountered at the General Hospital of Volos (Greece) from January 2017 to December 2017 (12 month period) and the analysis of the causes. Methods: The study was retrospective and is clinical epidemiological (non- invasive). The diagnosis of follow-up and investigation of the incidents was done in accordance with the World Health Organization's Diagnostic and Investigation Criteria, Guidelines ESO, AHA / ASA. We studied all patient dossiers (adults> 16 years) who were hospitalized in Volos from 01/01/2017 to 31/12/2017 with a picture compatible with a first-ever-in- a-lifetime stroke. The calculation of average values and standard deviations was made using Microsoft Office Excel software. Results: Overall n = 410 cases of first-ever-in-a-lifetime stroke were recorded, of which 321 (78.29%) were patients with ischemic and 89 (21.70%) with hemorrhagic stroke such as intracerebral hemorrhage 70 (17.07%) and subarachnoid haemorrhage 19 (4.63%). The sample consists of 216 men (52.68%) and 194 women (47.2%). The mean age of the patients was 75.63 years (min 24 - max 101 SD: 13.23), while for both the leaves were 73.55 (SD 13.27) for men and 77.96 (SD: 12.83) for women. The incidence of ischemic stroke among men and women appears to be almost the same (49.53 and 50.47 respectively), while the same for haemorrhagic stroke that occurs most frequently in men n = 57 (64%) compared with women n = 32 (37%). A pathogenic investigation with the criteria of the TOAST study revealed: large artery atherosclerosis n = 66 (20.56%), small-vessel occlusion n = 54 (16.82%), cardioembolism n = 102 (31.77% ) and other undetermined etiology stroke n = 99 (30.84%). The most common group of patients with stroke according to the classification of TOAST are cardioembolic and unidetermined etiology infarcts. At the first place for development of cardiovascular disease from the modifiable risk factors is arterial hypertension (60%), then diabetes (23.4%) and on the third place is atrial fibrillation (22,9%). The overall 28-day case fatality rate was n = 48 (11.70%), male n = 27 (56.25%) to women n = 21 (43.75%). There were incidence of deaths with ischemic stroke n = 21 (6.54%), with hemorrhagic stroke n=26 (37.14%) and n = 1 (5.26%) with subarachnoid haemorrhage. Conclusions: The epidemiological study of stroke incidence at the General Hospital of Volo leads to better understanding, prevention and treatment strategy in Greece. In the frequency ranking of the different types of stroke, we recorded a high rate of intracerebral haemorrhage (17%) according to World Health Organization (WHO) data. In the TOAST classification, according to our own data, the two most common types of stroke are cardioembolic (31.7%) and unidetermined etiology (30.8%), as shown by the previous Greek studies (at Evros and Arcadia). Η καταγραφή και η ταξινόμηση των ΑΕΕ που αντιμετωπίσθηκαν στο ΓΝ Βόλου από από το Ιανουάριο 2017 έως και το Δεκέμβριο 2017 (περίοδος 12 μηνών) και η ανάλυση των αιτιών. ΜΕΘΟΔΟΣ Η μελέτη έγινε αναδρομικά και είναι κλινική επιδημιολογική νοσοκομειακή (μη παρεμβατική). Η διάγνωση παρακολούθηση και διερεύνηση των περιστατικών έγινε σύμφωνα με τα κριτήρια διάγνωσης και διερεύνησης Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας1, κατευθυντήριες οδηγίες ESO4, AHA/ASA 5, 6. Μελετήσαμε όλους τους φακέλους των ασθενών (ενήλικες>16 ετών) που νοσηλεύτηκαν στο ΓΝ Βόλου κατά το χρονικό διάστημα από 01/01/2017 έως και 31/1/2017 με εικόνα συμβατή με πρωτοεμφανιζόμενο ΑΕΕ. Ο υπολογισμός των μέσων τιμών και των τυπικών αποκλίσεων έγινε με την χρήση του λογισμικού Microsoft Office Excel. χρήση του λογισμικού Microsoft Office Excel. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Συνολικά καταγράφηκαν n=410 περιστατικά, με το πρωτοεμφανιζόμενο επεισόδιο ΑΕΕ (first-ever-in-a-lifetime stroke), από τα οποία 321 (78,29%) είναι ασθενείς με ισχαιμικό και 89 (21,70%) με αιμορραγικό AEE όπως η ενδοεγκεφαλική αιμορραγία 70 (17,07%) και υπαραχνοειδής αιμορραγία 19 (4,63%). Τα ισχαιμικά έμφρακτα με αιμορραγική μετατροπή ταξινομήθηκαν ως ισχαιμικά ΑΕΕ n=9 (2,8%) περιστατικά. Το δείγμα αποτελείται από 216 άνδρες (52,68%) και 194 γυναίκες (47,2%). Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν 75,63 έτη (min 24 - max 101 SD:13.23) ενώ για τα δύο φύλα ήταν 73,55 (SD 13.27) για τους άντρες και 77,96 (SD:12.83) για τις γυναίκες. Η συχνότητα εμφάνισης ισχαιμικού ΑΕΕ μεταξύ των ανδρών και γυναικών φαίνεται να είναι σχεδόν ίδια (49,53 και 50,47 αντίστοιχα) ενώ δεν ισχύει το ίδιο για τα αιμορραγικά ΑΕΕ που εμφανίζονται πιο συχνά στους άνδρες n=57 (64%) σε σύγκρισή με τις γυναίκες n=32 (37%). Η αιτιοπαθογενετική διερεύνηση με τα κριτήρια της μελέτης TOAST2 ανέδειξε: αθηροσκληρωτική νόσο μεγάλων αγγείων n=66 (20,56%), νόσο μικρών αγγείων (lacunes) n=54 (16,82%), καρδιοεμβολικά έμφρακτα n=102 (31,77%) και άλλης αιτιολογίας έμφρακτα n=99 (30,84%). Η συχνότερη ομάδα ασθενών με ΑΕΕ σύμφωνα με την κατάταξη κατά TOAST είναι καρδιοεμβολικά και αδιευκρίνιστης αιτιολογίας έμφρακτα. Στην πρώτη θέση για ανάπτυξη καρδιαγγειακής νόσου από τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου εμφανίζεται η αρτηριακή υπέρταση (60%), στην δεύτερη ο σακχαρώδης διαβήτης (23,4%) και στην τρίτη η κολπική μαρμαρυγή (22,9%). Ο συνολικός αριθμός θανάτων ασθενών με ΑΕΕ εντός 28 ημερών ήταν n=48 (11,70%), με αναλογία άνδρες n=27 (56,25%) προς γυναίκες n=21 (43,75%). Καταγράφηκαν περιστατικά θανάτων με ισχαιμικό ΑΕΕ n=21 (6,54%) και αναλογία άνδρες n=11 προς γυναίκες n=10, με αιμορραγικό ΑΕΕ n=26 (37,14%) και αναλογία άνδρες n=15 προς γυναίκες n=11. Επίσης ένας άνδρας n=1 (5,26%) με υπαραχνοειδή αιμορραγία κατέληξε. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η επιδημιολογική μελέτη των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων στο Γενικό Νοσοκομείο του Βόλου οδηγεί στην καλύτερη κατανόηση, πρόληψη και αντιμετώπιση των πασχόντων σε δευτεροβάθμιο επίπεδο. Στην κατάταξη συχνότητας των διάφορων τύπων ΑΕΕ καταγράψαμε υψηλό ποσοστό ενδοεγκεφαλικών αιμορραγιών (17%) σύμφωνα με τα δεδομένα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO11). Στην κατάταξη κατά TOAST σύμφωνα με τα δικά μας δεδομένα οι δύο συχνότεροι τύποι ΑΕΕ είναι καρδιοεμβολικά (31,7%) και αδιευκρίνιστης αιτιολογίας (30,8%) έμφρακτα όπως προκύπτει και από τις προηγούμενες ελληνικές μελέτες (Εβρος14 και Αρκαδία12). 935 294 325 Ιστική έκφραση της κυτταροκερατίνης 18 και του νεοεπιτόπου της Μ30 στο ήπαρ και στον πνεύμονα σε πειραματικό μοντέλο - επίμυος ισχαιμίας/ επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης ΑΙΜ: The liver ischemia-reperfusion injury and its consequences on hepatocytes and distant organs, represent a significant clinical challenge in the area of liver surgery. The pathophysiologic consequences can be regional or systematic, compensated or not, reversible or permanent. The morbidity and mortality attached to the liver ischemia-reperfusion injury lead to an intensive research of agents with prophylactic effect. Among these agents are the antioxidants. The aim of the present study is to assess the effect of silibinin on the apoptotic and necrosis-apoptotic process of the liver and pulmonary tissue, using an experimental rat model of ischemia-reperfusion injury. MATERIALS AND METHODS: Sixty four Wistar type male rats, aged 10-19 months, and weighting 190-390 gr were used. There were one sham group, 4 control groups (C), and 4 silibinin groups (Si), corresponding to the reperfusion durations of 60, 120, 180, and 240 minutes. All animals - except sham group - underwent 45 minutes of liver ischemia. Then, silibinin (silibinin group) was administered. The animals were euthanized according to the reperfusion duration. Liver and lung tissue were processed and assessed by using immunochemistry with monoclonal antibodies for M30 and M6 CK18. RESULTS: Control groups had increasing apoptosis and necrosis-apoptosis markers proportional with the reperfusion duration. Silibinin groups had decreasing apoptosis and necrosis-apoptosis markers as the duration of the reperfusion was increasing. The differences between control and silibinin groups were more prominent and statistically significant for reperfusion duration times of 180 and 240 minutes, for liver (apoptosis: p = 0,0035 και p < 0,0001 and necrosis-apoptosis: p = 0,0082 and p < 0,0001), and lung (apoptosis: p = 0,0003 και p < 0,0001 και ν necrosis-apoptosis: p = 0,0002). CONCLUSIONS: Silibinin appears to have prophylactic effect over the liver ischemia- reperfusion injury for both the liver and lung. ΣΚΟΠΟΣ: Το σύνδρομο ισχαιμίας- επαναιμάτωσης ήπατος και οι βλάβες που επιφέρει στο ήπαρ και σε απομακρυσμένα όργανα, αποτελούν σημαντικό πρόβλημα της ηπατικής χειρουργικής. Οι συνέπειες του συνδρόμου μπορεί να είναι τοπικές ή συστηματικές, αντιρροπούμενες ή μη, αναστρέψιμες ή μόνιμες, και με ποικίλο εύρος κλινικών εκδηλώσεων. Η νοσηρότητα και θνητότητα του συνδρόμου οδήγησε στην αναζήτηση προστατευτικών παραγόντων. Μεταξύ των τελευταίων είναι οι αντιοξειδωτικές ουσίες. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η αξιολόγηση της επίδρασης της σιλιμπινίνης, μίας αντιοξειδωτικής ουσίας στην αποπτωτική και νεκρωτική διαδικασία των κυττάρων του ήπατος και του πνεύμονα, σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας-επαναιμάτωσης ήπατος σε επίμυες. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Χρησιμοποιήθηκαν 64 άρρενες επίμυες Wistar, ηλικίας 10-19 εβδομάδων και βάρους 190-390 γραμμαρίων. Το πρωτόκολλο περιλάμβανε ομάδα sham, 4 ομάδες ελέγχου (C) και 4 ομάδες σιλιμπινίνης (Si), διάρκειας επαναιμάτωσης 60, 120, 180 και 240 λεπτων. Σε όλα τα πειραματόζωα - εκτός των sham - προκλήθηκε ηπατική ισχαιμία 45 λεπτών. Άμεσα προ επαναιμάτωσης χορηγήθηκε σιλιμπινίνη (Si). Ακολούθησε ευθανασία στους προκαθορισμένους χρόνους επαναιμάτωσης. Στο ήπαρ και στον πνεύμονα έγινε ανοσοϊστοχημικός έλεγχος της απόπτωσης και της νέκρωσης-απόπτωσης με μονοκλωνικά αντισώματα για το Μ30 και το Μ6 της κυτταροκερατίνης 18. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Στις ομάδες ελέγχου παρατηρήθηκε ανοδικός βαθμός αποπτωτικής διαδικασίας και νέκρωσης-απόπτωσης, ανάλογος της διάρκειας επαναιμάτωσης. Στις ομάδες που έλαβαν σιλιμπινίνη παρατηρήθηκε μειούμενος βαθμός αποπτωτικής διαδικασίας και νέκρωσης-απόπτωσης, αντιστρόφως ανάλογος με της διάρκειας επαναιμάτωσης. Οι διαφορές αυτές ανάμεσα στις ομάδες ελέγχου και σιλιμπινίνης ήταν στατιστικά σημαντικές στις ομάδες των 180 και 240 λεπτών επαναιμάτωσης, τόσο στο ήπαρ (απόπτωση: p = 0,0035 και p < 0,0001 και νέκρωση-απόπτωση: p = 0,0082 και p < 0,0001), όσο και στον πνεύμονα (απόπτωση: p = 0,0003 και p < 0,0001 και νέκρωση-απόπτωση: p = 0,0002). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η δράση της σιλιμπινίνης φαίνεται να είναι προστατευτική έναντι της βλάβης από το σύνδρομο ισχαιμίας-επαναιμάτωσης ήπατος, τόσο στο ηπατικό παρέγχυμα, όσο και στους πνεύμονες. 936 249 285 Διερεύνηση γνώσεων - στάσεων γονέων μαθητών γενικής και ειδικής αγωγής, κατοίκων αστικής περιοχής, για τους κινδύνους του διαδικτύου The attitudes of parents concerning the internet use are an important issue for our society. Children in special education are a significant number, and every research should take them on account as well, in order to be valid. The scope of this paper is to investigate the attitudes of parents of general and special education that reside in urban environment over the danger of the internet. 112 parents took part and the results show that all the participants were familiar with the internet and the children’s life was affected by it. The questionnaire of European Research Net EU Kids Online translated in Greek was used for the fulfillment on the research. Parents are aware of the dangers but even with big effort the danger of sexual assault via computer is a real issue. The only difference that is observed among general and special education is that children with special needs use the internet fewer. The results show that the parents believe that internet can actually help children at school, enrich their knowledge and extent their friendships. Meanwhile the frequent use of the internet can limit free time. Children’s life is affected from internet, computer and television. Internet is the most possible resource for a child to find pornographic material. The discussion over safety measures concerning internet is a real thing that must be addressed. Seminars for safety in the internet should be organized for the parents. Children of special education must take encouragement to use more often the internet. Οι στάσεις των γονέων σχετικά με την χρήση των παιδιών τους στο διαδίκτυο και τα θέματα ασφάλειας αποτελούν ένα βασικό ζήτημα της σύγχρονης εποχής. Τα παιδιά που φοιτούν στα σχολεία ειδικής αγωγής αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι της εκπαίδευσης και η διερεύνηση του ζητήματος πρέπει να συμπεριλαμβάνει και αυτά ώστε να είναι ολοκληρωμένη. Ο σκοπός της έρευνας είναι να διερευνηθούν οι στάσεις των γονέων παιδιών γενικής και ειδικής αγωγής για τους κινδύνους του διαδικτύου. Στην έρευνα συμμετείχαν 112 γονείς και κηδεμόνες κάτοικοι αστικού περιβάλλοντος. Για την πραγματοποίηση της έρευνας χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο του Ευρωπαϊκού Ερευνητικού Δικτύου EU Kids Online μεταφρασμένο στα Ελληνικά. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι οι γονείς θεωρούν πως το διαδίκτυο μπορεί να βοηθήσει την απόδοση του παιδιού στο σχολείο, να εμπλουτίσει τις γνώσεις του και να ενισχύσει τις φιλίες του. Ωστόσο, η πολύ συχνή χρήση του, εμποδίζει το παιδί να αξιοποιήσει εποικοδομητικά το χρόνο του. Η ζωή των παιδιών φαίνεται να επηρεάζεται σε μεγαλύτερο βαθμό από το διαδίκτυο και σε μεγάλο από τον ηλεκτρονικό υπολογιστή και την τηλεόραση. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι συμμετέχοντες έχουν εξοικείωση με το διαδίκτυο και τους κινδύνους που μπορεί να ελλοχεύουν για τα παιδιά τους. Εποπτεύουν και ελέγχουν δυστυχώς όμως οι κίνδυνοι σεξουαλικής και όχι μόνο παρενόχλησης μέσω διαδικτύου είναι ρεαλιστικοί. Τα παιδιά που φοιτούν στην ειδική αγωγή χρησιμοποιούν το διαδίκτυο λιγότερο από τα παιδιά της γενικής αγωγής. Οι τρόποι προφύλαξης και ασφάλειας στο διαδίκτυο είναι ένα ακανθώδες ζήτημα που χρήζει άμεσης προσοχής. Σεμινάρια και ειδικές εκπαιδεύσεις πρέπει να οργανωθούν για τους γονείς αλλά και ενημέρωση και μεγαλύτερη ενθάρρυνση για τη χρήση του διαδικτύου από τα παιδιά της ειδικής αγωγής. 937 162 170 Renewable energy is a form of energy naturally produced by the sun, the wind, and water events. Climate change, with the continuous increase in greenhouse gas and the increase in oil prices, were the main reasons that led to the idea of alternatives that could achieve energy savings and would be harmless to the environment at the stage of irreversible destruction. Renewable energies are becoming possible and can bring savings and growth to the sustainability of the countries that support it. Generating electricity in alternative ways reduces costs and saves energy. In times of crisis, such ideas are absolutely beneficial as they create new jobs, economic growth but also provide social and economic incentives. In the postgraduate thesis, a financial analysis of energy companies are carried out in Greece. The purpose of this study is to analyze with the help of financial indicators of five energy companies (BIOSAR Energy, Protergia Energy, EL.TEX ANEMOS, ALUMIL SOLAR, PPC Renewables SA) from 2012 to 2016 Η Ανανεώσιμη ενέργεια είναι μορφή ενέργειας που παράγεται με φυσικό τρόπο από τον ήλιο, τον άνεμο, και τις υδατοπτώσεις. Η κλιματική αλλαγή με την συνεχή αύξηση του φαινομένου του θερμοκηπίου αλλά και την αύξηση της τιμής του πετρελαίου, ήταν οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην ιδέα εναλλακτικών λύσεων που θα μπορούσαν να πετύχουν εξοικονόμηση ενέργειας και θα ήταν ακίνδυνες για το περιβάλλον το όποιο βρισκόταν στο στάδιο μιας μη αναστρέψιμης καταστροφής. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καθίστανται δυνατές και μπορούν να επιφέρουν εξοικονόμηση και ανάπτυξη στην βιωσιμότητα των χωρών που την υποστηρίζουν . Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με εναλλακτικούς τρόπους μειώνει το κόστος και εξοικονομεί ενέργεια. Σε περιόδους κρίσης τέτοιες ιδέες κρίνονται απολύτως ωφέλιμες αφού δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης, οικονομική άνθηση αλλά και παροχή κοινωνικών και οικονομικών κινήτρων. Στη μεταπτυχιακή εργασία, πραγματοποιείται χρηματοοικονομική ανάλυση ενεργειακών εταιρειών στην Ελλάδα. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανάλυση με την βοήθεια χρηματοοικονομικών δεικτών πέντε ενεργειακών εταιρειών (BIOSAR Ενεργειακή, Protergia Ενεργειακή, ΕΛ.ΤΕΧ ΑΝΕΜΟΣ, ALUMIL SOLAR, ΔΕΗ Ανανεώσιμες Α.Ε.) από το 2012 έως και το 2016 938 198 185 GCSF (granulocyte-colony stimulating factor) is a glycoprotein, functionally acting as a cytocine and hormone, produced by a number of tissues and showing a variety of biological activities. The pharma-ceutical analogs of naturally occurring GCSF are called filgrastim and lenograstim. GSCF has been used with controversial outcomes in women undergoing assisted reproductive technology (ART), mainly in these with thin endometrium and recurrent implantation failure. Despite the incomplete design, many of the clinical trials did prove a statistical significant increase in endometrial thickness, clinical pregnancy rates, live births and statistical significant reduction of adverse events in the women treated with GSCF. The conducted metaanalyses failed to prove statistical significant benefits in the total number of women treated with GSCF (712 women were randomized, 380 of which in the therapy arm), they indicated however clinical benefit in the subgroup of women with recurrent implantation failure. This benefit could be probably the result of the observed increased endometrial thickness and the immunobiological effect of GSCF in the interplay between embryo and endometrium. Despite the presumptive benefit in a subgroup of treated women the existing data have to be reevaluated in larger clinical trials before GSCF can be used in routine clinical practice O GCSF (granulocyte-colony stimulating factor^ivai μια γλυκοπρωτείνη με λειτουργία κυτταροκίνης και ορμόνης, που παράγεται από διά-φορους ιστούς και έχει μια ποικιλία βιολογικών δράσεων. Τα φαρμα-κευτικά του ανάλογα είναι η φιλγκραστίμη (filgrastim) και λενο-γραστίμη (lenograstim). Έχει χρησιμοποιηθεί με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα σε γυναίκες που υπόκεινται σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, κυρίως αυτές με λεπτό ενδομήτριο και επανα-λαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης. Παρά τον ελλιπή σχεδιασμό τους, κάποιες έρευνες απέδειξαν στατιστικά σημαντική αύξηση στο πάχος ενδομητρίου, τον αριθμό κυήσεων, τον αριθμό γεννήσεων και στατιστικά σημαντική μείωση στην εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών στις γυναίκες που δέχθηκαν τη θεραπεία. Οι διεξαχθείσες μεταανα-λύσεις απέτυχαν να δείξουν στατιστικά σημαντικό όφελος στο σύνολο των γυναικών που υποβλήθησαν σε θεραπεία (τυχαιοποιήθηκαν συνολικά 712 γυναίκες, από τις οποίες 380 στο βραχίονα που δέχθηκε θεραπεία), εντούτοις κατέδειξαν κλινικό όφελος στην υποομάδα των γυναικών με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης. Το όφελος πιθανώς οφείλεται στην παρατηρηθείσα αύξηση του πάχους του ενδομητρίου και στην ανοσοβιολογική επίδραση του GSCF στην αλληλεπίδραση μεταξύ εμβρύου και ενδομητρίου. Παρά το διαφαι-νόμενο όφελος σε μια υποομάδα γυναικών τα υπάρχοντα στοιχεία πρέπει να αξιολογηθούν περαιτέρω σε μεγαλύτερες κλινικές έρευνες, προτού καθιερωθεί η χρήση των φαρμακευτικών αναλόγων του GSCF στην κλινική πράξη. 939 691 705 Phylogenetic analysis of representatives of the arachnogauna of Greece using DNA barcoding Φυλογενετική προσέγγιση αντιπροσώπων της ελληνικής αραχνοπανίδας με ανάλυση τμήματος του μιτοχονδριακού γονιδιώματος (DNA barcoding) Mitochondrial DNA is a form of usually maternally inherited DNA macromolecule, located in many copies inside mitochondria. This kind of DNA has many evolutionary and technical advantages for phylogenetic and other studies. Spiders are a highly diversified order within Arthropoda, as they include at least 45.539 different species worldwide. Their presence in Greece is important too, as the estimated number of species to be recorded in it reaches about 1,200. This fact raises a great interest for their taxonomic, phylogenetic and phylogeographic study. DNA barcoding method usually uses the mitochondrial gene, COI (cytochrome c oxidase, subunit I) and finds a wide application in experimental studies of population genetics and molecular taxonomy and presents enormous potential in several other research applications (e.g. conservation ecology, ichthyology etc). As for other taxa, also for spiders, DNA barcoding is a useful tool for the identification of difficultly recognizable species, for taxonomic comparisons on the molecular level or for preliminary phylogenetic analyses. However, it is still not fully exploited. Specifically, in the website "Barcode of Life" (www.boldsystems.org), there are 5.074 DNA barcodes from spider specimens, while another information source specialized in spiders DNA barcoding is "Araneae: Spiders of Europe" (www.araneae.unibe.ch). In both websites the investigator can find all the current and known spider DNA sequences and compare them with his own findings. Till today, there has not been any study about spiders DNA barcoding in Greece. Aim of this study is the supply with the first DNA barcode sequences from spiders living in Greece and the promotion of DNA barcoding method, through the analysis of phylogenetic relationships of our laboratory samples with each other and with sequences from the international databases. For this purpose, 35 laboratory samples and 85 samples from the GenBank database were used, corresponding to 17 spider families in total. The dataset was chosen in such way, so as to reflect the maximum diversity within the group, and to add new barcodes for the scientific community, representing the greek arachnofauna (common species found in Greece) as much as possible. For the laboratory samples, the whole genomic DNA was extracted, the COI gene was multiplied by PCR method and the final product was cleaned. Then the product was sequenced, edited and aligned with the current techniques and programs (Chromas v.2.1.1, Sequencher v.4.10.1 and ClustalX). Using the phylogenetic program MEGA and based on the Tamura-Nei model, the genetic distances of sequences were calculated and included in the phylogenetic analysis. The Neighbor-Joining (NJ) method and two data sets (the first included the bases of the three coding site and the second did not included the third coding site, in order to eliminate the ‘‘noise’’ of homoplasies) were used. The phylogenetic analysis showed that the withdrawal of the third coding site shortened the genetic distances, thus writing off noise, but also phylogenetic information. In general, it was observed that even with so few samples (relative to the width of the taxonomic scale) the first approach of the phylogenetic relationships among examined spider taxa, revealed the phylogeny of spiders at family level which was largely verified. Additionally, Mesothelae are the most genetically diverged spider infraorder, so they can be used as outgroups in various phylogenetic analyses of broad taxonomic scale. Also, Mygalomorphae are monophyletic as a whole infraorder, but shows paraphyletic groups at family level, suggesting the need of a full systematic revision. The observation that the Araneomorphae families of Dysderidae and Palpimanidae are connected with the Mygalomorphae, although there is not strong statistical support, can be explained by the fact that these families are isolated branches of the Araneomorphae infraorder, while the families with which they are normally connected, were absent in this study. Finally, Salticidae, a highly diversified spider family, which was represented with a lot of samples in this study, shows some paraphyletic groups at the genus level, with some genera connected to other families, with which they have not phylogenetic relationship. The results that arose with DNA barcoding method, achieved the target of creating the first 35 DNA barcodes of spiders from Greece. These will be submitted to the international databases (GenBank). Το μιτοχονδριακό DNA είναι μια μορφή μακρομορίου DNA, το οποίο βρίσκεται σε πολλά αντίγραφα μέσα στα μιτοχόνδρια και κληρονομείται συνήθως από τις μητέρες. Αυτό το μακρομόριο διαθέτει πολλά εξελικτικά και τεχνικά πλεονεκτήματα για την χρησιμοποίηση του σε φυλογενετικές και άλλες αναλύσεις. Οι αράχνες είναι μια τάξη των αρθροπόδων με μεγάλη ποικιλότητα, καθώς περιλαμβάνει τουλάχιστον 45.539 διαφορετικά είδη παγκοσμίως. Επιπλέον στην Ελλάδα η παρουσία τους είναι σημαντική, καθώς ο αριθμός των ειδών που απαντούν εκεί εκτιμάται ότι αριθμεί περί τα 1200 είδη. Το γεγονός αυτό δημιουργεί έντονο ενδιαφέρον για τη μελέτη τους, τόσο από άποψη συστηματικής, όσο και φυλογένεσης και φυλογεωγραφίας.Η μέθοδος του DNA Barcoding πραγματοποιείται συνήθως με τη χρήση ενός μιτοχονδριακού γονιδίου, του COI (της υπομονάδας Ι του μιτοχονδριακού γονιδίου οξειδάση του κυτοχρώματος c), έχει ευρεία χρήση σε ερευνητικές μελέτες πληθυσμιακής γενετικής και μοριακής ταξινόμησης και παρουσιάζει τεράστιες δυνατότητες σε διάφορες άλλες ερευνητικές εφαρμογές και εφαρμοσμένους κλάδους (π.χ. οικολογία της διατήρησης, ιχθυολογία κ. ά.). Ιδιαίτερα για τις αράχνες, το DNA Barcoding αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο τόσο για την ταυτοποίηση δύσκολα αναγνωρίσιμων ειδών, όσο και για προκαταρκτικές φυλογενετικές αναλύσεις, που όμως ακόμα δεν έχει αξιοποιηθεί πλήρως. Συγκεκριμένα, στο διαδικτυακό τόπο “Barcode of Life” (http://www.boldsystems.org/) υπάρχουν 5.074 εγγραφές για DNA barcodes από δείγματα αραχνών, ενώ άλλη πηγή πληροφόρησης για το DNA Barcoding σε αράχνες αποτελεί η εξειδικευμένη γι αυτές ιστοσελίδα “Araneae: Spiders of Europe” (www.araneae.unibe.ch). Και στις δύο αυτές βάσεις δεδομένων μπορεί κανείς να αναζητήσει όλες τις τρέχουσες και γνωστές πλέον αλληλουχίες για αράχνες και να τις συγκρίνει με τα δικά του ευρήματα. Αν και στο εξωτερικό έχουν γίνει διάφορες μελέτες σχετικά με το DNA Barcoding στις αράχνες, μέχρι σήμερα δεν έχει παρουσιαστεί καμία τέτοια μελέτη από την Ελλάδα. Στόχος, λοιπόν, της παρούσας μελέτης ήταν η παράδοση των πρώτων από τον ελλαδικό χώρο DNA barcodes αλληλουχιών αραχνών και η ανάδειξη της χρησιμότητας αυτής της μεθόδου μέσω της ανάλυσης των φυλογενετικών σχέσεων των υπό μελέτη αλληλουχιών μεταξύ τους και με άλλες αλληλουχίες αραχνών από τις παγκόσμιες βάσεις δεδομένων. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν 35 εργαστηριακά δείγματα και 85 δείγματα από την βάση δεδομένων GenBank, τα οποία περιλαμβάνονται σε 17 οικογένειες αραχνών. Για τη συλλογή των εργαστηριακών δειγμάτων έγινε εξαγωγή του ολικού γενωμικού DNA, πολλαπλασιασμός του γονιδίου COI μέσω της τεχνικής της PCR και καθαρισμός του προϊόντος, το οποίο στη συνέχεια αλληλουχήθηκε και «διαβάστηκε» με τις τρέχουσες τεχνικές και προγράμματα (Chromas v.2.1.1 και Sequencher v.4.10.1, ClustalX). Με τη βοήθεια του φυλογενετικού προγράμματος MEGA και βάσει του μοντέλου Tamura-Nei, υπολογίστηκαν οι γενετικές αποστάσεις των αλληλουχιών οι οποίες στη συνέχεια συμπεριλήφθηκαν στην ανάλυση των φυλογενετικών σχέσεων των υπό μελέτη δειγμάτων. Χρησιμοποιήθηκαν δύο σετ δεδομένων (το πρώτο περιελάμβανε τις βάσεις και των τριών κωδικών θέσεων και το δεύτερο δεν περιελάμβανε την τρίτη κωδική θέση, προκειμένου να αφαιρεθεί ο ‘‘θόρυβος’’ των ομοπλασιών) και η ανάλυση Σύνδεσης Γειτόνων (Neighbor-Joining / NJ). Από τις φυλογενετικές αναλύσεις προέκυψε ότι με την αφαίρεση της τρίτης κωδικής θέσης μικραίνουν οι γενετικές αποστάσεις και άρα αφαιρείται φυλογενετική πληροφορία. Σε γενικές γραμμές παρατηρήθηκε ότι, ακόμα και με τόσο λίγα δείγματα (σε σχέση με το εύρος της ταξινομικής κλίμακας), έγινε μια πρώτη προσέγγιση των φυλογενετικών σχέσεων των συγκεκριμένων αραχνών σε επίπεδο οικογένειας. Επιπλέον, τα Μεσόθηλα αποτελούν τα πιο διαφοροποιημένα γενετικά είδη αραχνών και μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εξωομάδες στα διάφορα φυλογενετικά δέντρα. Από την άλλη, τα Μυγαλόμορφα αποτελούν μια μονοφυλετική ομάδα που όμως εμφανίζει παραφυλετικότητες εντός της σε επίπεδο οικογενειών, πράγμα που συνηγορεί στην ανάγκη συνολικής αναθεώρησης της υποτάξης. Το γεγονός ότι οι Αρανεόμορφες οικογένειες των Dysderidae και των Palpimanidae συνδέονται με τα Μυγαλόμορφα, αν και δεν έχει μεγάλη στατιστική υποστήριξη, μπορεί να ερμηνευτεί από το ότι οι συγκεκριμένες οικογένειες αποτελούν αρκετά απομονωμένους κλάδους εντός των Αρανεομόρφων και οι ομάδες με τις οποίες φαίνεται να συνδεονται φυλογενετικά απουσίαζαν από τη συγκεκριμένη μελέτη. Τέλος τα Salticidae, μία μεγάλη οικογένεια αραχνών που αντιπροσωπεύθηκε εδώ με αρκετά μεγάλο αριθμό δειγμάτων, παρουσιάζουν παραφυλετικότητα εντός των γενών τους και συνδέονται με οικογένειες, με τις οποίες δεν έχουν φυλογενετική συγγένεια. Από τα εξαγόμενα αποτελέσματα με την μέθοδο του DNA Barcoding, επιτεύχθηκε ο στόχος της δημιουργίας των πρώτων 35 DNA barcodes αλληλουχιών αραχνών από τον ελλαδικό χώρο στις παγκόσμιες βάσεις δεδομένων (GenBank) και επαληθεύτηκαν σε μεγάλο βαθμό οι φυλογενετικές σχέσεις των υπό μελέτη αραχνών. 940 176 198 Gender construction through children’s play. An ethnographic research in public and private playgrounds in the city of Drama Η κατασκευή του κοινωνικού φύλου στο παιδικό παιχνίδι. Μια εθνογραφική μελέτη σε χώρους παιχνιδιού στην περιοχή της Δράμας Τhis paper studies the way in which gender is constructed in childhood through play. Childhood has been approached as social and cultural construction and not as something universal. Both children’s play and the construction of gender are not culturally neutral concepts. Therefore, the comprehension of the cultural conditions that contribute to the gender construction with the aid of ethnography was necessary. In addition, there is a discussion about public and private playgrounds and gendered play, which is approached through gendered theories and perceptions. The field research took place in four playgrounds. More specific, it took place in two public playgrounds and two private ones in the city of Drama, from 15 of February to 14 of April 2017. Also, additional empirical data was gathered with the aid of semi-structured interviews with parents, private playgrounds’ caretakers and public playgrounds’ municipal councilor. Finally, the conclusion of ethnographic research combines the theoretical approaches with the data from field observations and interviews Η παρούσα έρευνα μελετά τον τρόπο με τον οποίο συγκροτείται το κοινωνικό φύλο κατά την παιδική ηλικία μέσω του έμφυλου παιχνιδιού. Η παιδική ηλικία προσεγγίστηκε ως κοινωνική και παράλληλα πολιτισμική κατασκευή και όχι ως κάτι καθολικό. Βέβαια, τόσο το παιχνίδι όσο και ο τρόπος που συγκροτείται το κοινωνικό φύλο δεν είναι δυο έννοιες πολιτισμικά ουδέτερες. Επομένως, κρίθηκε απαραίτητη η κατανόηση των πολιτισμικών συνθηκών που συντελούν στη δόμηση του κοινωνικού φύλου με τη βοήθεια της εθνογραφικής μελέτης. Επιπροσθέτως, γίνεται λόγος για το παιχνίδι σε χώρους παιχνιδιού και το έμφυλο παιχνίδι, το οποίο προσεγγίζεται μέσω των θεωριών και αντιλήψεων περί κοινωνικού φύλου. Όσον αφορά την επιτόπια έρευνα που πραγματοποίησα, έλαβε χώρα σε τέσσερα περιβάλλοντα παιχνιδιού, δυο παιδικές χαρές και δυο παιδότοπους στην πόλη της Δράμας από τις 15 Φεβρουαρίου έως τις 14 Απριλίου 2017. Επιπλέον εμπειρικά δεδομένα συλλέχθηκαν και με τη βοήθεια των ημι-δομημένων συνεντεύξεων με γονείς, υπεύθυνες παιδότοπων και υπεύθυνο δήμου για τις παιδικές χαρές. Τέλος, κατατίθενται τα συμπεράσματα της εθνογραφικής έρευνας, τα οποία συνδυάζουν τις θεωρητικές προσεγγίσεις με τα στοιχεία, τα οποία προέκυψαν από την επιτόπια παρατήρηση και τις συνεντεύξεις 941 160 162 Recent developments in the field of 3D printing and in particular the three-dimensional printing of biomaterials (bioprinting) in medicine, offer new possibilities in the treatment of diseases. This paper outlines the process of three-dimensional printing and bioprinting and then focuses on the analysis of the ethical and legal issues that arise. In particular, aims to present and critically discuss the issues related to the use of stem cells as biomaterial production material. Furthermore, analyses issues related to the application of this method to humans considering the current legislative framework of clinical trials and human experimentation, and in particular the risk of bodily harms due to the application of this method. Specifically it focuses to the problem of falsified and conterfeit medicines and its relation to the three-dimensional printing process. Additionally, it examines the possibility of the products of three-dimensional printing and bioprinting of being traded analysing issues of intellectual and industrial property law (patent law) that occur during this process. Οι πρόσφατες εξελίξεις στον τομέα της τρισδιάστατης εκτύπωσης και ειδικότερα της τρισδιάστατης βιοεκτύπωσης των βιοϋλικών (βιοεκτύ-πωση) στον τομέα της ιατρικής επιστήμης προσφέρουν νέες δυνατό-τητες στη θεραπευτική προσέγγιση των ασθενειών. Η παρούσα ερ-γασία επιχειρεί αρχικώς να σκιαγραφήσει τη διαδικασία τόσο της τρισδιάστατης εκτύπωσης όσο και της τρισδιάστατης βιοεκτύπωσης και εν συνεχεία επικεντρώνεται στην ανάλυση των ηθικών και νομικών προβληματισμών που προκύπτουν. Ειδικότερα ασχολείται με ζητήματα που αφορούν στη χρήση βλαστοκυττάρων ως υλικού παραγωγής βιο-μελάνης. Περαιτέρω αναλύονται ζητήματα που αφορούν στην εφαρ-μογή της μεθόδου αυτής στον άνθρωπο λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ισχύ-ον νομοθετικό πλαίσιο των κλινικών δοκιμών και του πειραματισμού στον άνθρωπο, ειδκότερα αναλύεται ο κίνδυνος πρόκλησης σωματικών βλαβών εξαιτίας της εφαρμογής της συγκεκριμένης μεθόδου. Γίνεται ειδική αναφορά στο πρόβλημα των ψευδεπίγραφων φαρμάκων και στη σχέση του με την διαδικασία της τρισδιάστατης εκτύπωσης. Επι-πλέον εξετάζονται ζητήματα που αφορούν στη δυνατότητα να αποτε-λούν αντικείμενο συναλλαγής τα προϊόντα της τρισδιάστατης εκτύ-πωσης και βιοεκτύπωσης και τέλος αναλύονται ζητήματα που αφο-ρούν στο δίκαιο της πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας. 942 377 422 Η σχέση της φωτοσυνθετικής επιφάνειας με την επιφάνεια του σομφού και του εγκάρδιου ξύλου για την QUERCUS FRAINETTO Using the sector of hydraulic architecture many scientists wanted to create allometric relationships to connect the leaf area and biomass with the vascular tissue of trees. Thus, Shinozaki et al. (1964 a, b) developed the "Pipe Model Theory" which suggests that plants can be viewed as an assemblage of unit pipes, each of which support a unit of leaves. This quantity of leaves existing in and above a certain stem or branch is directly proportional to the area of the conducting tissue of the stem. In the frame of the above model, in the present study we investigated the relationship of photosynthetic leaf area in relation relative to the sapwood area for Quercus frainetto. 23 trees were destructively sampled in the university forest Taxiarhi-Vrastamon, in Chalkidiki, and the data we taken came from measurements in the field and in the laboratory. Specifically, the relationships between leaf area and foliar weight with four stem dimensions (dbh, total stem cross-sectional area, total sapwood area and current sapwood area) were studied in five different height sections such as stump height (0.3m), breast height (1.3m), mid stem, base of live crown and mid crown. Simple linear regression was used to calibrate the models, multiple linear regression and nonlinear regression were also used for better goodness of fit. In all tested models total stem cross-sectional area was consistently the most accurate estimator for leaf area and foliar weight exhibiting R2 = 0.856 R2 = 0.885 respectively. This result did not verify the pipe model theory which supports that the leaf area is connected with the sapwood area. It did not verify other studies that were concern with the application of model in oaks and indicated the current sapwood area as more accurate estimator As general conclusion of this study it can be said that the leaf area as well as the foliar weight is better determined by the total cross-sectional area of the xylem than the sapwood area and not at the breast height but rather at the stump height. The pipe model theory does not seem to be verified considering the sapwood as the only water conducting tissue for Q. frainetto. The total cross-sectional area of the xylem might be somehow active in the water conducting from roots to the leaves Χρησιμοποιώντας τον τομέα της υδραυλικής αρχιτεκτονικής πολλοί επιστήμονες θέλησαν να δημιουργήσουν αλλομετρικές σχέσεις για να συνδέσουν την φυλλική επιφάνεια και βιομάζα με το αγωγό σύστημα των δέντρων. Έτσι ο Shinozaki et al. (1964 a, b) δημιούργησε το “Pipe Model Theory” η «Μοντέλο της Θεωρίας των Σωλήνων», βάση του οποίου τα φυτά αποτελούν ένα άθροισμα από αγωγούς σωλήνες καθένας από τους οποίους υποστηρίζει μια μονάδα φύλλων. Αυτή η ποσότητα φύλλων που υπάρχει μέσα και πάνω από αυτό το σημείο του κορμού/κλαδιού είναι απευθείας ανάλογη με την περιοχή του αγώγιμου ιστού του κορμού. Στην παρούσα μελέτη ερευνήθηκε η σχέση της φωτοσυνθετικής φυλλικής επιφάνειας σε σχέση με την επιφάνεια του σομφού για την πλατύφυλλο δρυ (Quercus frainetto). Για τον σκοπό αυτό υλοτομήθηκαν 23 δέντρα του συγκεκριμένου είδους στο πανεπιστημιακό δάσος Ταξιάρχη-Βραστάμων, στην Χαλκιδική, και τα δεδομένα που αποκτήθηκαν προήλθαν από μετρήσεις στο πεδίο αλλά και στο εργαστήριο. Συγκεκριμένα μελετήθηκαν οι σχέσεις της φυλλικής επιφάνειας / ξηρού βάρους του φυλλώματος με την συνολική εγκάρσια κυκλική επιφάνεια του ξύλου, την συνολική επιφάνεια σομφού και την πρόσφατη επιφάνεια σομφού όπως επίσης και με την διάμετρο στο στηθιαίο ύψος. Οι σχέσεις αυτές διερευνήθηκαν σε διάφορα ύψη του δέντρου όπως ύψος πρέμνου, στηθιαίο ύψος, στο μέσο του κορμού, στη βάση της πράσινης κόμης και στο μέσο της κόμης.. Η Απλή και πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση χρησιμοποιήθηκε για την παραμετροποίηση των παραπάνω σχέσεων. Η μη γραμμική παλινδρόμηση εφαρμόστηκε επίσης για τη διερεύνηση της τυχόν καλύτερης προσαρμογής. Τόσο για την φυλλική επιφάνεια όσο και για το βάρος του φυλλώματος καλύτερος εκτιμητής αποδείχθηκε η συνολική κυκλική επιφάνεια του ξυλώματος με R2=0,856 για την φυλλική επιφάνεια και R2=0,885 για το βάρος φυλλώματος. Το αποτέλεσμα αυτό δεν επαλήθευσε το μοντέλο της θεωρίας των σωλήνων που υποστηρίζει ότι το φύλλωμα συνδέεται με την επιφάνεια σομφού ξύλου αλλά ούτε και άλλες έρευνες που αφορούν την εφαρμογή του μοντέλου στις δρύες και υποδεικνύουν ως καλύτερο εκτιμητή την πρόσφατη περιοχή σομφού. Γενικό συμπέρασμα της παρούσας διατριβής είναι ότι η φυλλική επιφάνεια όπως και το βάρος του φυλλώματος στην πλατύφυλλη δρυ προσδιορίζεται – εκτιμάται καλύτερα λαμβάνοντας υπόψη όχι την επιφάνεια του σομφού ξύλου αλλά η συνολική επιφάνεια του ξυλώματος και μάλιστα όχι στο στηθιαίο αλλά στο ύψος του πρέμνου. Το μοντέλο της θεωρίας των σωλήνων δε φαίνεται να επαληθεύεται λαμβάνοντας υπόψη το σομφό ξύλο ως το μόνο αγωγό ιστό νερού. Η συνολική επιφάνεια του ξυλώματος μάλλον είναι με κάποιο τρόπο ενεργή στη μεταφορά του νερού από τις ρίζες μέσω του κορμού στα φύλλα 943 261 259 Μελέτη των επιπέδων της πρωτεΐνης CA-125 στον ορό ασθενών πασχόντων από ενδομητρίωση The purpose of this study is to estimate the variance of the CA-125 marker in patients who suffer from endometriosis. In the first part of this study, the basic knowledge about the female reproductive system is cited, with a view to a better understanding of the pathophysiology of the disease. Histological analysis of endometriotic tissue clarifies the areas in which the disease is detected. In 35 patients who have been diagnosed with endometriosis, with a histological diagnosis, the CA-125 levels in their blood serum are checked . This check is performed by using an immunoradiometric test in vitro (IRMA) for the CA-125 marker. Measurement results have contributed to the staging of the disease and to the finalization of the diagnosis. Considering 35 U/ml the normal level for the marker, the results indicated 2 values slightly below the normal range, 32 values above normal and 1 value which was too high. The levels of the marker are associated with the stages of the disease. Moreover, bibliographical study was conducted on the correlation of marker levels in women with endometriosis, who were proved to have elevated CA-125 values, compared with women with ovarian cancer and the increase in this indicator has been proved. We concluded that the determination of endometriosis with the CA-125 marker is reliable when done in conjunction with laparoscopic and histological analysis in order to eliminate false positive results arising from the method, in some cases. However, it is also an equally reliable indicator for the diagnosis of ovarian cancer in both pre-operative situations as well as adaptation therapy postoperatively. κοπός της παρούσας μελέτης είναι να εκτιμηθεί η διακύμανση του δείκτη CA-125 σε ασθενείς που πάσχουν από ενδομητρίωση. Αρχικά, παρατίθενται οι βασικές γνώσεις για το γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα ώστε να γίνει κατανοητή η παθοφυσιολογία της νόσου. Η ιστολογική ανάλυση του ενδομητριωτικού ιστού διασαφηνίζει τις περιοχές στις οποίες εντοπίζεται η νόσος. Σε 35 ασθενείς οι οποίες έχουν διαγνωσθεί με ενδομητρίωση, με ιστολογική διάγνωση, πραγματοποιείται έλεγχος των επιπέδων CA-125 στον ορό του αίματος. Ο έλεγχος αυτός γίνεται με την χρήση ανοσοραδιομετρικής εξέτασης in vitro(IRMA) για το δείκτη CA-125. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων συνέβαλλαν στην σταδιοποίηση της νόσου και στην οριστικοποίηση της διάγνωσης. Με δεδομένη φυσιολογική τιμή του δείκτη τα 35U/ml οι τιμές που προέκυψαν ήταν 2 τιμές ελάχιστα κάτω από τη φυσιολογική τιμή, 32 τιμές αρκετά πάνω από την φυσιολογική και 1 τιμή η οποία ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Η μελέτη της διακύμανσης των τιμών συσχετίστηκε με τα στάδια της νόσου. Ακόμα, έγινε βιβλιογραφική μελέτη συσχέτισης των επιπέδων του δείκτη σε γυναίκες με ενδομητρίωση, που αποδείχθηκε ότι έχουν αυξημένες τιμές CA-125, σε σύγκριση με γυναίκες που έχουν καρκίνο των ωοθηκών και είναι αποδεδειγμένη η αύξηση του συγκεκριμένου δείκτη. Καταλήξαμε στο ότι ο προσδιορισμός της ενδομητρίωσης με το δείκτη CA-125 είναι αξιόπιστος όταν γίνεται σε συνδυασμό με λαπαροσκοπικές και ιστολογικές αναλύσεις έτσι ώστε να εξαλείφονται τα ψευδώς θετικά αποτελέσματα που προκύπτουν από τη μέθοδο, σε μερικές περιπτώσεις. Ωστόσο αποτελεί εξίσου αξιόπιστο δείκτη και για την διάγνωση του καρκίνου των ωοθηκών τόσο σε προεγχειρητικές καταστάσεις, όσο και στην προσαρμογή θεραπειών μετεγχειρητικά. 944 278 331 Blood coagulation disorders and thromboembolic events that may occur as a result of these are of utmost clinical importance due to their frequent occurrence and often fatal outcome. Anticoagulants are the most important weapon in the pharmaceutical management of these patients. The purpose of this study is to examine the course of antithrombotic therapy in Greece from 2012-2016. We obtained the data from community pharmacies’ sales by IQVIA. The drugs that were examined were; acenocoumarol and warfarin (VKAs), dabigatran, rivaroxaban and apixaban (NOACs) and tinzaparine, enoxaparin, bemiparine, nadroparine and fondaparinux (LMWH - Fondaparinux). The data were presented by the DDD and DDD / 1000 inhabitants per day indexes as to enable comparisons. The anticoagulants were divided in per os and injectable. During the 5 years of observation, the overall use of anticoagulants increased from 10.43 to 19.64 DDD / 1000 inhabitants per day, mainly due to an increase in NOACs from 1.10 in 2012 to 8.99 DDD / 1000 inhabitants per day in 2016. The use of VKAs remained relatively stable from 5.97 to 5.09 DDD / 1000 inhabitants per day, while LMWH - Fodarparinux changed from 3.36 to 5.56 DDD / 1000 inhabitants per day. The most widely used anticoagulant during the entire observation period was asenocoumarol, while the use of the other VKA, warfarin, was was considerably lower. Rivaroxaban distinguished from NOACs. This paper is a first approach to recording the use of anticoagulants in Greece as the introduction and rapid acceptance of new therapies such as NOACs should be accompanied by clinical practice studies. Further research is needed to give as a more complete picture of the subject which will lead to better patient management. Οι διαταραχές της πήξης του αίματος και τα θρομβοεμβολικά επεισόδια που ενδέχεται να παρουσιαστούν ως αποτέλεσμα αυτών είναι υψίστης κλινικής σημασίας λόγω του συχνού επιπολασμού τους και της θανατηφόρας συχνά έκβασής τους. Τα αντιπηκτικά αποτελούν το σημαντικότερο όπλο στη φαρμακευτική διαχείριση αυτών των ασθενών. Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη της διαχρονικής εξέλιξης της αντιπηκτικής θεραπείας στη χώρα μας από το 2012-2016. Τα δεδομένα προέρχονται από πωλήσεις φαρμακείων κοινότητας όπως αυτά μας δόθηκαν από την IQVIA και αφορούν το σύνολο της χώρας. Συγκεκριμένα εξετάστηκαν η ασενοκουμαρόλη και η βαρφαρίνη από την κατηγορία VKAS, η δαβιγατράνη, η ριβαροξαμπάνη και η απιξαμπάνη από τα NOACS και η τινζαπαρίνη, η ενοξαπαρίνη, η βεμηπαρίνη, η ναδροπαρίνη και η φονταπαρινόξη από τις LMWH - Fondaparinux. Η παρουσίαση των δεδομένων έγινε βάσει του δείκτη DDD και DDD/1000 κατοίκους ανα ημέρα προκείμένου να είναι εφικτές συγκρίσεις. Τα αντιπηκτικά διαχωρίστηκαν σε ενέσιμα και καταπινόμενα. Στα 5 χρόνια παρατήρησης η συνολική χρήση αντιπηκτικών αυξήθηκε από 10,43 σε 19,64 DDD/1000 κατοίκους ανά ημέρα κυρίως λόγω της αύξησης των NOACs από 1,10 το 2012 σε 8,99 DDD/1000 κατοίκους ανά ημέρα το 2016. Η χρήση των VKAs έμεινε σχετικά σταθερή από 5,97 σε 5,09 DDD/1000 κατοίκους ανά ημέρα ενώ οι LMWH- φονταπαρίνες μεταβλήθηκαν από 3,36 σε 5,56 DDD/1000 κατοίκους ανά ημέρα. Το αντιπηκτικό με τη μεγαλύτερη χρήση για όλο το διάστημα παρατήρησης ήταν η ασενοκουμαρόλη με μεγάλη διαφορά από το άλλο αντιπηκτικο της κατηγορίας VKA, τη βαρφαρίνη, ενώ από τα NOACs ξεχώρισε η ριβαροξαμπάνη. Η χρήση των NOACs το 2015 ξεπέρασε τα παραδοσιακών χρησιμοποιούμενα VKAs γεγονός που δείχνει ότι η Ελλάδα σταδιακά εναρμονίζεται με τις διεθνής κατευθυντήριες οδηγίες αλλά και με αντίστοιχα κλινικά δεδομένα άλλων χωρών. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση στην καταγραφή της χρήσης των αντιπηκτικών στην Ελλάδα καθώς η εισαγωγή και η γρήγορη αποδοχή νέων θεραπειών όπως τα NOACs θα πρέπει να συνοδεύεται και από μελέτες κλινικής πρακτικής. Περεταίρω έρευνα χρειάζεται ώστε να αποκτήσουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα στο συγκεκριμένο θέμα με απώτερο στόχο την καλύτερη διαχείριση των ασθενών. 945 215 213 In this dissertation an attempt is being made to analyse both theoretically and empirically the factors which affect a student’s academic performance. Specifically, the contribution of the student, the family, the school environment and the society to the children’s learning development is approached. Our survey, whose objective is to canvass the teachers’ views on the role the aforementioned factors play in the students’ academic performance, was conducted by means of semi-structured interviews of practising Primary Education teachers in Alexandroupolis and in the wider district of Evros County during the 2019-2020 school year. As can be observed from the survey results, the teachers consider the student to be one of the main factors which affect school performance through their innate and non-innate qualities. Furthermore, family has a direct impact on the student’s academic performance depending on its involvement in the educational process. As far as the school environment is concerned, the teachers laid emphasis on a teacher’s dominant role as well as on the organisation and operation of schools. The last factor which is featured by the teachers is society which contributes to academic performance through the values it promotes. In conclusion, we perceive that the student, the family, the school environment and society influence the students’ academic performance, each factor in its own distinctive way. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να αναλύσει θεωρητικά και εμπειρικά τους παράγοντες που επηρεάζουν τη σχολική επίδοση του μαθητή. Ειδικότερα, προσεγγίζονται η συμβολή του μαθητή, της οικογένειας, του σχολικού περιβάλλοντος και της κοινωνίας στη μαθησιακή εξέλιξη των παιδιών. Η έρευνά μας, που στοχεύει στη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για το ρόλο που διαδραματίζουν οι προαναφερθέντες παράγοντες στη σχολική επίδοση των μαθητών, πραγματοποιήθηκε με εργαλείο την ημι- δομημένη συνέντευξη, σε εν ενεργεία εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης και της ευρύτερης περιφέρειας του Νομού Έβρου κατά τη σχολική χρονιά 2019-2020. Όπως διαφαίνεται από τα συμπεράσματα της έρευνας, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι ο μαθητής αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που επηρεάζει τη σχολική επίδοσή του με τα εκ γενετής και μη χαρακτηριστικά που έχει. Ακόμη, η οικογένεια έχει άμεσο αντίκτυπο στη σχολική επίδοση του παιδιού ανάλογα με την εμπλοκή της στην εκπαιδευτική διαδικασία. Σχετικά με το σχολικό περιβάλλον, οι εκπαιδευτικοί τόνισαν τον κυρίαρχο ρόλο του εκπαιδευτικού καθώς και της οργάνωσης και του τρόπου λειτουργίας του σχολείου. Ως τελευταίος παράγοντας αναδεικνύεται από τους εκπαιδευτικούς η κοινωνία που συμβάλλει στη σχολική επίδοση μέσω των αξιών που προβάλλει. Εν κατακλείδι, γίνεται αντιληπτό ότι ο μαθητής, η οικογένεια, το σχολικό περιβάλλον και η κοινωνία επηρεάζουν τη σχολική επίδοση των μαθητών, ο καθένας με τον δικό του μοναδικό τρόπο 946 355 352 The management of school indiscipline in elementary school. Historical review and current reality Η διαχείριση της μαθητικής απειθαρχίας στο δημοτικό σχολείο. Ιιστορική ανασκόπηση και σημερινή πραγματικότητα This work was conducted as part of postgraduate studies at the Department of Primary Education, Democritus University of Thrace in the field «School Pedagogy and Diversity in Education (Intercultural Education, Special Education) during the academic year 2013-2014. The aim is to explore the issue of school indiscipline from both theoretical and empirical terms. The student disorder is one of the most serious problems of school life, and to some extent concerns all the people involved in education. There is constant reference to children who are indifferent during the lesson, disturb their schoolmates, behave violently, call names or cause damage to public property. In previous years, these inappropriate actions and behaviors dealt with severely painful means among which corporal punishment was the most usual. At present the above methods have been banned and replaced with other interventionist actions, each of which has a different degree of immediacy to the disobedient child, so as the teacher to be able to choose the most appropriate one for each incident. Lately, however, greater emphasis is now given on prevention of incidents of disobedience, project that depends on various factors such as the personality of the teacher, the role of director, quality and adequacy of school logistics etc. The fees, the imitation model and the establishment of rules as instruments for reinforcing the desired behavior play an important role in order to succeed in securing and maintaining discipline. Finally, research was conducted on a sample of 192 primary school teachers in the prefecture of Serres, the majority of which stated, inter alia, that the most common forms of school indiscipline are violence and aggression and highlighted the family of the children as a key cause of the disorderly student behavior. As for the correlation of the gender of the teachers to the answers they provided, it was also found that female teachers contrary to male ones rely on providing compensation and awards in greater frequency and they support more strongly that the absence of courses in basic studies hold back the effective treatment of student behavioral problems Η παρούσα εργασία διεξήχθη στα πλαίσια των μεταπτυχιακών σπουδών στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στην κατεύθυνση «Σχολική Παιδαγωγική και Διαφορετικότητα στην Εκπαίδευση (Διαπολιτισμική Αγωγή, Ειδική Αγωγή)» κατά το ακαδημαϊκό έτος 2013-2014. Σκοπός αυτής είναι η διερεύνηση του θέματος της σχολικής απειθαρχίας τόσο από θεωρητική όσο και από εμπειρική σκοπιά. Η μαθητική αταξία αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της σχολικής ζωής, καθώς απασχολεί έως έναν βαθμό όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα στον χώρο της εκπαίδευσης. Διαρκώς γίνεται νύξη σε παιδιά που, μεταξύ άλλων, αδιαφορούν την ώρα του μαθήματος, ενοχλούν τους συμμαθητές τους, ενεργούν βίαια, αισχρολογούν ή προξενούν φθορές σε ξένη περιουσία. Στα παλαιότερα χρόνια, οι ανάρμοστες αυτές ενέργειες και συμπεριφορές αντιμετωπίζονταν με αυστηρά και επώδυνα μέσα, εκ των οποίων κυρίαρχη θέση κατείχε έως και το πρόσφατο παρελθόν η σωματική ποινή. Στη σημερινή εποχή οι παραπάνω μέθοδοι έχουν απαγορευτεί και αντικατασταθεί με άλλες παρεμβατικές ενέργειες, η καθεμιά από τις οποίες έχει διαφορετικό βαθμό αμεσότητας στο παράκουο παιδί, ώστε να είναι σε θέση να επιλέγει από αυτές ο εκπαιδευτικός τις αρμόζουσες για κάθε περιστατικό. Το τελευταίο, όμως, χρονικό διάστημα δίδεται μεγαλύτερη σημασία στην πρόληψη των περιστατικών μαθητικής απείθειας, εγχείρημα που εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, όπως την προσωπικότητα του διδάσκοντος, τον ρόλο του διευθυντή, την ποιότητα και επάρκεια της σχολικής υλικοτεχνικής υποδομής κ.ά. Στην επιτυχή εξασφάλιση και διατήρηση της πειθαρχίας σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, οι αμοιβές, η μίμηση προτύπου και η θέσπιση κανόνων ως μέσα ενίσχυσης της επιθυμητής συμπεριφοράς. Τέλος, στα πλαίσια της εργασίας αυτής πραγματοποιήθηκε έρευνα σε δείγμα 192 εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στον νομό Σερρών, η πλειοψηφία των οποίων δήλωσε, μεταξύ άλλων, πως οι συνηθέστερες μορφές σχολικής απειθαρχίας είναι η βία και η επιθετικότητα και ανέδειξε ως βασική αιτία της ατίθασης μαθητικής στάσης την οικογένεια των παιδιών. Από τη συσχέτιση του φύλου των δασκάλων με τις απαντήσεις που παρείχαν διαπιστώθηκε, ακόμη, πως οι γυναίκες εκπαιδευτικοί καταφεύγουν περισσότερο στην παροχή αμοιβών και βραβείων έναντι των αρρένων διδασκόντων και υποστηρίζουν εντονότερα ότι η απουσία μαθημάτων διαχείρισης σχολικής τάξης στις βασικές σπουδές λειτουργεί ανασταλτικά στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων μαθητικής συμπεριφοράς 947 411 388 The use of drama techniques in teaching fairy tales for the cultivation of empathy in kindergarten Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών στη διδασκαλία του παραμυθιού για την καλλιέργεια ενσυναίσθησης στο Νηπιαγωγείο Nowadays, empathy constitutes a multidimensional notion, studied by different disciplines, due to its importance. It is through empathy that one’s thoughts and behavior become interpretable, while people are given the opportunity to experience other people’s condition by means of emotional involvement. It is highly estimated as one of the foremost social skills, while its cultivation is considered essential on educational fields. Hence, new instructive techniques are being looked for that will take into consideration pupils emotional condition and expectan effective approach of the “other”. Within the framework of this research is situated theater and its techniques act in favor of that research, as they constitute an alternative didactic method and approach. The present master thesis uses the drama techniques as a means of developing empathy in the kindergarten. The value of fairy tales is undoubtedly major. Specialists claim that fairy tales function as role model during one’s maturation process. Particular characteristics of fairy tales help children in forming their own identity, in experiencing feelings they hadn’t experienced before, in identifying themselves with the heroes, in getting in “other’s” place as well as in emerging the sense of belonging in a group. Fairy tales used for didactic purposes provide grounds for the development of creative teaching activities, which constitute a necessary source to cultivate a differential, alternative and attractive method of multiple school courses. In the present master thesis we present the planning, the conduct and the evaluation of the teaching intervention by means of drama techniques utilization, which was conducted in an extended optional program to 11th kindergarten in Alexandroupolis. The teaching intervention was realized within the context of instruction of fairy tales and it aimed at cultivating empathy. At the same time, was examined the potential effectiveness of drama techniques in initiating collaboration and collectiveness, in developing responsibility, as well in improvement of interpersonal relations among pupils. As the most appropriate research method, we chose the education research action, which aspires to the inquiry and the improvement of perceptions and attitudes of the precise group, targeting a more profound knowledge of the concerned topic. The data collection was achieved through the observation conducted by the instructor–researcher and the critical friend, a diary, recordings, photographs and the portfolio. Results showed that the use of drama techniques contributed to cultivation of empathy and improved, at the same time, the communication and the interpersonal relations among pupils. Στη σύγχρονη εποχή η ενσυναίσθηση αποτελεί μία πολυδιάστατη έννοια, η οποία απασχολεί πολλούς επιστημονικούς κλάδους λόγω της σπουδαιότητάς της. Μέσω της ενσυναίσθησης γίνεται κατανοητή η σκέψη, η συμπεριφορά κάποιου και δίνεται η δυνατότητα στο άτομο να βιώσει την κατάσταση του άλλου συμμετέχοντας συναισθηματικά. Εκτιμάται όλο και περισσότερο ως μία από τις κορυφαίες κοινωνικές δεξιότητες και κρίνεται αναγκαία η καλλιέργειά της στο χώρο της εκπαίδευσης. Έτσι, αναζητούνται καινούργιες μέθοδοι διδασκαλίας που λαμβάνουν υπόψη το συναισθηματικό κόσμο των μαθητών και προσβλέπουν σε μια αποτελεσματική προσέγγιση του ‘άλλου’. Στο πλαίσιο αυτής της αναζήτησης κινείται το θέατρο και οι τεχνικές του, οι οποίες αποτελούν μία εναλλακτική μέθοδο διδασκαλίας και διδακτικής προσέγγισης. Η παρούσα ερευνητική εργασία αξιοποιεί τις θεατρικές τεχνικές για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης στη διδασκαλία του παραμυθιού στο νηπιαγωγείο. Η αξία του παραμυθιού είναι αναμφισβήτητα εξέχουσα. Ειδικοί αναφέρουν ότι το παραμύθι λειτουργεί ως μοντέλο για τη διαδικασία ωρίμανσης του ατόμου. Τα ιδιαίτερα στοιχεία του παραμυθιού βοηθούν τα παιδιά να διαμορφώσουν την προσωπική τους ταυτότητα, να νιώσουν καινούργια συναισθήματα, να ταυτιστούν με τον ήρωα, να μπουν στη θέση του ‘άλλου’ και να αναδυθεί η ανάγκη του «ανήκειν» σε μια ομάδα. Η διδασκαλία του παραμυθιού προσφέρει το απαραίτητο έδαφος για την ανάπτυξη δημιουργικών διδακτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες αποτελούν μια απαραίτητη πηγή για την καλλιέργεια μιας διαφοροποιημένης, εναλλακτικής, ελκυστικής διδακτικής πολλών σχολικών μαθημάτων. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται ο σχεδιασμός, η διεξαγωγή και η αξιολόγηση διδακτικής παρέμβασης με την αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών, η οποία πραγματοποιήθηκε σε ένα τμήμα ολοήμερου προαιρετικού προγράμματος, στο 11ο νηπιαγωγείο Αλεξανδρούπολης. Η διδακτική παρέμβαση έγινε στο πλαίσιο της διδασκαλίας του παραμυθιού και αποσκοπούσε στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης. Συνάμα ερευνήθηκε η ενδεχόμενη αποτελεσματικότητα των θεατρικών τεχνικών στη μύηση του πνεύματος συνεργασίας και ομαδικότητας, στην ανάπτυξη υπεύθυνης στάσης και στη βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων των νηπίων. Ως καταλληλότερη μέθοδος έρευνας επιλέχθηκε η εκπαιδευτική έρευνα-δράση, η οποία προσβλέπει στη διερεύνηση και στη βελτίωση αντιλήψεων και στάσεων της συγκεκριμένης ομάδας με σκοπό τη δημιουργία μιας βαθύτερης γνώσης για το υπό έρευνα θέμα. Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν η παρατήρηση από την εκπαιδευτικό-ερευνήτρια και τον κριτικό φίλο, το προσωπικό ημερολόγιο, η ηχογράφηση, η φωτογράφιση και ο ατομικός φάκελος. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι η χρήση των θεατρικών τεχνικών συνέβαλε στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης, βελτιώνοντας παράλληλα την επικοινωνία και τις διαπροσωπικές σχέσεις των μαθητών. 948 330 279 The role of the Director of Education in the educational management and administration The subject this theoretical and research study deals with is the Education Director’s contribution to educational administration and it specifically focuses on the Elementary Education. The principal target of this paper is to outline the education director’s place, work and role both through the legislative framework and through the examination of the few relative Greek bibliography. Furthermore, Elementary Education directors’ opinions are examined and represented in this dissertation. As part of the research study, there have been conducted nine semi-structured interviews to active Directors of Elementary Education. These interviews aimed at the investigation of their opinions about the way they were chosen for this position, their duties and responsibilities, their difficulties in achieving their targets in work, the collaboration with the rest education executives, their training and evaluation. The basic findings of this research are the following: the possession of a MA or a PhD degree or the further education on the education management and the educational and administrative experience are the most vital and requisite qualifications for such a position. Moreover, the four-year service is advocated contrary to the permanent service, as the first is considered to be more constructive. The proper operation of the school, the administrative management, the creation of a cooperative atmosphere between the Education Executives, the compliance with the law and the management of the human resources are referred as the most significant duties of an education manager. The most common problems they deal with concern the students’ parents. However, the cooperation of all the Education Executives is essential and beneficial in order to overcome such problems. Unfortunately, this cooperation is not always possible. Last but not least, the participants of this research support that there is a need of further education, at least when one first acquires such an executive position in education. They also claim that a two-way evaluation to all that belong to the education management pyramid is necessary. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι η συμβολή του Διευθυντή Εκπαίδευσης στην εκπαιδευτική διοίκηση και πιο συγκεκριμένα εστιάζει στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι να σκιαγραφηθεί η θέση του, το έργο και ο ρόλος του τόσο μέσα από το νομοθετικό πλαίσιο, όσο και μέσα από την αναδίφηση της λιγοστής ελληνόγλωσσης σχετικής βιβλιογραφίας. Επίσης στην εργασία διερευνώνται και παρουσιάζονται απόψεις Διευθυντών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο της ερευνητικής μελέτης, διεξήχθησαν εννιά ημιδομημένες συνεντεύξεις σε εν ενεργεία Διευθυντών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης με στόχο τη διερεύνηση των απόψεων τους για τον τρόπο επιλογής τους, τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές τους, τις δυσκολίες στην επιτέλεση του έργου τους, τη συνεργασία με τα υπόλοιπα Στελέχη Εκπαίδευσης, την επιμόρφωση και την αξιολόγηση. Τα βασικότερα ευρήματα της έρευνας είναι τα εξής: η κατοχή ενός μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου ή η επιμόρφωση στη διοίκηση της Εκπαίδευσης και η εκπαιδευτική αλλά και η διοικητική εμπειρία είναι βασικά και απαραίτητα προσόντα για μια τέτοια θέση. Επίσης υποστηρίζεται η τετραετής θητεία σε αντιδιαστολή με την μονιμότητα, ωη και πιο εποικοδομητική ως κυριότερα καθήκοντα αναφέρουν την εύρυθμη λειτουργία των σχολείων, τη διοικητική διαχείριση, το κλίμα συνεργασίας μεταξύ των Στελεχών Εκπαίδευσης, την τήρηση του γράμματος του νόμου και τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού τα πιο συχνά προβλήματα που αντιμετωπίζουν αφορούν κυρίως με τους γονείς των μαθητών, όμως η συνεργασία με τα υπόλοιπα Στελέχη της Εκπαίδευσης είναι απαραίτητη και ωφέλιμη για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες- αν και δεν είναι πάντα εφικτή. Τέλος, οι συμμετέχοντες υποστηρίζουν ότι υπάρχει μεγάλη ανάγκη επιμόρφωσης, τουλάχιστον στην αρχή της ανάληψης της θέσης αυτής και ότι η αξιολόγηση είναι απαραίτητη και πρέπει να γίνεται αμφίδρομα σε όλους όσους ανήκουν στην πυραμίδα της εκπαιδευτικής διοίκησης. 949 205 233 Η αντιμετώπιση του πόνου και του θανάτου διαχρονικά στην Ελλάδα (Αρχαιότητα - Βυζάντιο - Νεότερα χρόνια ) Bioethics, a relatively new science of the 20th century, deals with ethical dilemmas arising from the advancement of medical science and biology. Two of the major issues regarding bioethics deal with human suffering and managing death. As these issues are timeless and global, historical science is also involved in the field of Bioethics. The current research investigates, throughout the ancient, Byzantine and modern Greek history, the way the Greek people dealt with pain and death, the perceptions, practices of relief and healing, the philosophical and reli-gious documentation, rendering meaning in situations that seem incomprehensible. A number of important historical sources were used, such as the Homeric epics, the great tragedies of the 5th century, the works of Hippocrates (and Hippocrates’ Oath), the writings of Basil the Great, folk mourning songs and laments. Valid information is provided by all the above sources about physicians of the time, the medicines used, medical care practices, places of cure, burial customs and rituals and ways of externalizing pain. The research conducted to the conclu-sion that the Greek culture, constantly changing, yet constantly remaining alike within its inherent diversity, presents continuity as well as a creative adaptability, in terms of the way it addresses the issue of pain and death. Η Βιοηθική, μια νέα, σχετικά, επιστήμη του 20ου αι. ασχολείται με τα ηθικά διλλήματα που προκύπτουν από την πρόοδο των ιατρικών επιστημών και της βιολογίας. Δύο από τα προβλήματα που την απασχολούν είναι η αντιμετώπιση του ανθρώπινου πόνου και η διαχείριση του θανάτου. Καθώς τα προβλήματα αυτά είναι διαχρονικά και παγκόσμια η ιστορική επιστήμη εμπλέκεται επίσης στα ενδιαφέροντα της Βιοηθικής. Αυτή η εργασία μελετά μέσα από μια περιδιάβαση στην ελληνική ιστορία, την αρχαία, την βυζαντινή και τη νεότερη, τον τρόπο που διαχειρίστηκε ο ελληνικός λαός τον πόνο και τον θάνατο. Τις αντιλήψεις, τις πρακτικές ανακούφισης και θεραπείας, την φιλοσοφική και θρησκευτική τεκμηρίωση, την απόδοση νοήματος σε καταστάσεις που φαίνονται ακατανόητες. Πολλές και σημαντικές ιστορικές πηγές χρησιμοποιήθηκαν. Τα ομηρικά έπη, οι σπουδαίες τραγωδίες του 5ου αι. π. Χ., έργα του Ιπποκράτη (και ο Όρκος του), έργα του Μεγάλου Βασιλείου, τα δημοτικά τραγούδια του θανάτου, τα μοιρολόγια. Όλες αυτές οι πηγές παρέχουν έγκυρες πληροφορίες για τους γιατρούς, τη χρήση των φαρμάκων, τις ιατρικές πρακτικές, τους χώρους περίθαλψης, τα έθιμα και τις τελετουργίες της ταφής και τους τρόπους έκφρασης της οδύνης. Το συμπέρασμα που συνάγεται είναι πως υπάρχει μια συνέχεια και μια δημιουργική προσαρμοστικότητα στον, αέναα μεταβαλλόμενο και αέναα όμοιο στη διαφορετικότητα του, ελληνικό πολιτισμό όσον αφορά τον τρόπο που διαχειρίζεται το πρόβλημα του πόνου αλλά και του θανάτου. 950 223 254 Ο ρόλος της προγεστερόνης στην εξελικτική πορεία του ωοθυλακίου και στην υπογονιμότητα Infertility is a common condition with psychological, economic, demographic, social and medical consequences. Infertility can be caused by a variety of factors and as a condition, may be reversible. There are many methods of assisted reproduction and possible treatments of infertility, while new theories are still developing. Progesterone is a steroid hormone that affects many aspects of reproduction, including ovulation, endometrial development and pregnancy. The multiple and complex function of progesterone in the female reproductive system and in various signaling pathways, make it a key factor worth investigating for both the mechanisms by which it is involved and as a therapeutic agent. The effect of progesterone on certain factors of the mTOR pathway, make it capable of regulating the expression of certain factors of the mTOR signaling pathway in the human myometrium. While the effects of the hormone can occur from the time- period before childbearing to the time of birth. In addition, the P4-PGRMC1 pathway has been found in several studies as an influencer of the development of primitive follicles, while progesterone is acting as a regulator of follicle development. Progesterone is used as a treatment to prevent miscarriages and to improve the chances of a successful IVF, but also to maintain the viability of the oocytes. Of course, more studies need to be carried out to establish these effects of progesterone. Η υπογονιμότητα αποτελεί μια συχνή κατάσταση με σημαντικές ψυχολογικές, οικονομικές, δημογραφικές, κοινωνικές και ιατρικές επιπτώσεις. Η υπογονιμότητα μπορεί να είναι αναστρέψιμη ή όχι και δύναται να προκληθεί από διάφορους παράγοντες. Ποικίλες θεραπείες και μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν ανακαλυφθεί, με τον τομέα αυτόν να μην παύει να εξελίσσεται. Η προγεστερόνη είναι μία στεροειδής ορμόνη αυτή τελεί σημαντικό ρόλο σε πολλές πτυχές της αναπαραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της ωορρηξίας, της δημιουργίας του ενδομητρίου και της εγκυμοσύνης. Οι πολλαπλές και πολύπλοκες δράσεις της προγεστερόνης στη γυναικεία αναπαραγωγική διαδικασία αλλά και σε διάφορα σηματοδοτικά μονοπάτια την καθιστούν βασικό παράγοντα διερεύνησης τόσο σχετικά με τους μηχανισμούς με τους οποίους εμπλέκεται αλλά και ως θεραπευτικό μέσο. Η επίδραση της σε ορισμένα σημαντικά «συστατικά κλειδιά» της οδού mTOR, την θέτουν ικανή να ρυθμίζει την έκφραση ορισμένων παραγό-ντων του σηματοδοτικού μονοπατιού του mTOR στο ανθρώπινο μυομήτριο, με τις δράσεις της να κυμαίνονται από την περίοδο πριν την τεκνοποίηση μέχρι και τη γέννηση. Πρόσθετα, η οδός P4- PGRMC1 έχει βρεθεί από αρκετές μελέτες να επηρεάζει την εξέλλιξη των αρχέγονων ωοθυλακίων, με τη προγεστερόνη να λειτουργεί ως ρυθμιστής του μηχανισμού ανάπτυξης των ωοθυλακίων, παρουσιά-ζοντας διαφορετικές επιδράσεις ανάλογα το στάδιο ανάπτυξης του ωοθυλακίου και τα επίπεδα συγκέντρωσης της ορμόνης. Η προγεστε-ρόνη έχει δράσεις τόσο στην πρόληψη αποβολών όσο και στη βελτίωση των πιθανοτήτων πετυχημένης εξωσωματικής γονιμοποίησης αλλά και στη διατήρηση της βιωσιμότητας των ωαρίων. Βέβαια, περισσότερες μελέτες πρέπει να διεξαχθούν ώστε να εδραιωθούν οι λειτουργίες της προγεστερόνης τόσο στο αναπαραγωγικό σύστημα όσο και εκτός αυτού. 951 90 101 Το Νομοθετικό Πλαίσιο για την προστασία των φυσικών οικοσυστημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση The protection of natural ecosystems is one of the key pillars of the European Union's overall environmental policy. This is expressed through Directives and Regulations, which are addressed to the Member States and are mandatory. Moreover, with the signing and participation of the European Union in international conventions that bind it. This policy consists of the legal framework of the European Union, is structured in various fields and has both preventive and repressive function. In accordance with the European Union directives, the corresponding legal framework in Greece is being formed. Η προστασία των φυσικών οικοσυστημάτων αποτελεί έναν από τους βασικούς άξονες της γενικότερης περιβαλλοντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτή εκφράζεται μέσα από Οδηγίες και Κανονισμούς, τα οποία απευθύνονται προς τα κράτη-μέλη και έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα. Επιπλέον, με την υπογραφή και τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε διεθνείς συμβάσεις, οι οποίες τη δεσμεύουν. Η πολιτική αυτή συνίσταται στο νομικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαρθρώνεται σε διάφορους τομείς και έχει τόσο προληπτική όσο και κατασταλτική λειτουργία. Βάσει, κυρίως, των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαμορφώνεται και το αντίστοιχο νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα. 952 80 77 The time women decide to conceive a child nowadays has changed up to the age of 40 years old. The age affects both the quality and the quantity of oocytes. At first an assessment of ovarian reserve of women should be done and then selection of the appropriate mode of ovaries stimulation must be decided, without a clear superiority of one protocol resulting to live embryo birth rates. The last choice of these women is the use of donated oocytes. H προσπάθεια τεκνοποίησης στη σημερινή εποχή έχει μετατεθεί σε ηλικίες που πλησιάζουν τα 40 έτη μιας γυναίκας. Στις ηλικίες αυτές είναι επηρεασμένες τόσο η ποιότητα των ωαρίων, όσο και η ποσότητά τους. Αρχικά γίνεται εκτίμηση του ωοθηκικού αποθέματος των γυναικών και στη συνέχεια η επιλογή του κατάλληλου τρόπου διέγερσης των ωοθηκών τους ,χωρίς να υπάρχει σαφής υπεροχή κάποιου πρωτοκόλλου ως προς τα ποσοστά γέννησης ζώντων εμβρύων. Η τελευταία επιλογή των γυναικών αυτών είναι η χρησιμοποίηση δανεικών ωαρίων. 953 231 235 Achilles tendon ruptures, correlation of different operative techniques Αντιμετώπιση ρήξεων Αχίλλειου τένοντα, με έμφαση στις διάφορες χειρουργικές τεχνικές Achilles tendon rupture is a common pathology amongst the general population. The treatment of the rupture is a dilemma. The aim of this study is to recognised the optimal treatment of Achilles tendon ruptures. Material and Methods. In the literature, there are several treatments for Achilles tendon ruptures. The usual treatment is either conservative or surgical. Surgery is performed by percutaneous, minimally invasive and open techniques. The techniques are evaluated based on complications, the functional outcomes and patient satisfaction. Result.The present study demonstrates that the percutaneous and minimal invasive techniques are those with the fewest complications. The minimally invasive repair of the Achilles tendon improves the clinical and functional outcomes, in comparison to open surgery which has more complications. Open surgery is usually used upon failure of the other two techniques and based on the experience of the surgeon.Conclusion. Minimal invasive techniques are theoretically the ideal treatment for acute Achilles tendon rupture. The indications and contraindications of the surgical techniques helps the surgeon make the best decision. More data is needed to examine the long¬term functional outcomes, recovery to post-injury daily status and sports activities. Keywords.Achilles tendon ; Achilles tendon rupture ; Percutaneous repair ; Subcutaneous repair ; Subcutaneous suturing ; Minimally Invasive Approach ; Mini-Open Repair Technique ; Minimally invasive surgery ; Open repair surgery ; Functional outcome ; Recovery ; Complications Η ρήξη του Αχιλλείου τένοντα μνημονεύεται από την εποχή του Ομήρου. Εμφανίζεται συχνά στο γενικό πληθυσμό. Ποιο συχνά εμφανίζεται σε μεσήλικες που αθλούνται. Η διάγνωση τίθεται κλινικά και απεικονιστικά. Η θεραπεία της ρήξης του Αχιλλείου τένοντα είναι ένα δίλημμα. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να αναγνωρίσει την ιδανική θεραπεία. Υλικά και Μέθοδος. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές θεραπείες της ρήξης του Αχιλλείου τένοντα. Η συνήθη αντιμετώπιση είναι είτε συντηρητική είτε χειρουργική. Πολυάριθμες βιβλιογραφικές αναφορές υποστηρίζουν τη συντηρητική θεραπεία. Στις μέρες μας, όλο και περισσότεροι αρθρογράφοι υποστηρίζουν τη χειρουργική θεραπεία. Η χειρουργική θεραπεία πραγματοποιείται είτε με ελάχιστη επεμβατικότητας τεχνική είτε με ανοικτή τεχνική. Η ελάχιστης επεμβατικότητας αντιμετώπιση γίνεται είτε με διαδερμική είτε με περιορισμένη ανοικτή τεχνική. Οι ελάχιστης επεμβατικότητας τεχνικές έχουν θέση σε οξείες ρήξεις και σε ασθενείς με μειωμένη συννοσηρότητα. Οι ανοικτές τεχνικές εφαρμόζονται κυρίως σε ασθενείς με χρόνιες ρήξεις και επιβαρυμένη συννοσηρότητα. Η διαδερμική τεχνική είναι μια υποδόρια προσπέλαση. Σε έμπειρα χέρια είναι μια εύχρηστη τεχνική. Παρουσιάζει αρκετές παραλλαγές συρραφής. Η περιορισμένη ανοικτή τεχνική είναι μια ανοικτή προσπέλαση με μικρό μήκος τομής. Η συρραφή γίνεται με αρκετές τεχνικές. Η ανοικτή τεχνική γίνεται με εκτεταμένο μήκος προσπέλασης. Στο παρελθόν η ανοικτή τεχνική ήταν η πιο διαδεδομένη προσπέλαση. Η εκτίμηση των τεχνικών γίνεται βάσει των επιπλοκών τους, των λειτουργικών αποτελεσμάτων και της ικανοποίησης του ασθενούς. Έχουν αναπτυχθεί πολυάριθμα σκορ και τεστ εκτίμησης της μετεγχειρητικής πορείας του ασθενούς. 954 55 82 Εμβρυομεταφορά στο στάδιο της αυλάκωσης (cleavage stage) ή βλαστοκύστης ET is a critical step in an assisted reproduction cycle. Over the past decade there has been an increasing trend to extending culture from cleavage-stage to blastocyst transfer. There has also been a trend to single ET and reporting the success assisted reproductive cycles as cumulative live-birth rates after using both fresh and frozen embryos. H εμβρυομεταφορά είναι ένα κρίσιμο βήμα σε έναν κύκλο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Την περασμένη δεκαετία υπήρξε μια αυξανόμενη τάση επέκτασης της καλλιέργειας του εμβρύου ως το στάδιο της βλαστοκύστης. Παράλληλα άρχισε να ενισχύεται η ιδέα της επιλεκτικής μεταφοράς ενός μόνο εμβρύου και της κρυοσυντήρησης των υπολοίπων εμβρύων. Έτσι, κάθε επιτυχία ενός υποβοηθούμενου αναπαραγωγικού κύκλου άρχισε να αναφέρεται ως ένα συσσωρευτικό ποσοστό ζώντων γεννήσεων μετά από χρήση τόσο των φρέσκων όσο και των κρυοσυντηρημένων εμβρύων. 955 267 287 Background - Objective: Invasive fungal infections cause significant morbidity and mortality in neonatal and pediatric patients, with echinocandins being the newest effective antifungal agents. The aim of this meta-analysis was to investigate the efficacy and safety of echinocandins in children with invasive fungal infection. Methods: Databases PubMed, Cochrane Central Register, Scopus and Clinical trial registries were searched to identify relevant studies up to March 27, 2016. Eligible studies were randomized trials (RCTs), which evaluated the efficacy and safety of echinocandins versus other antifungal agents for the treatment of invasive fungal infection in pediatric patients. The primary outcome was treatment success, in MITT (modified intention to treat) population, with resolution of symptoms and signs, and absence or eradication of any invasive fungal infection. In the meta-analysis used a random effects model because of heterogeneity across studies and calculated the odds ratio (OR) and 95% confidence intervals (CI). Results: 4 randomized clinical trials (about 320 patients), 2 confirmed invasive candidiasis and 2 empirical therapy trials were included. There was no significant difference between the echinocandins and the control group (liposomal amphotericin B, L-AmB) in terms of treatment success (OR = 1,61, 95% CI 0,74-3,50) and incidence of treatment related adverse events (OR = 0,70, 95% CI 0,39-1,26). However, significantly fewer children treated with echinocandins discontinued treatment due to adverse events (OR = 0,26, 95% CI 0,08-0,82). Conclusions: Echinocandins show good and tolerant profile. However, there is no significant difference in efficacy and safety compared to the L-AmB. Additional randomized clinical trials deem necessary to strengthen the elements that determine the outcome of the results for their use in children. Εισαγωγή - Σκοπός: Οι διηθητικές μυκητιακές λοιμώξεις αποτελούν σημαντική αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας σε νεογέννητα και παιδιατρικούς ασθενείς, με τις εχινοκανδίνες να αποτελούν τα νεότερα αποτελεσματικά αντιμυκητιακά φάρμακα. Σκοπός της παρούσας μεταανάλυσης ήταν να διερευνήσει την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εχινοκανδινών σε παιδιά με διηθητική μυκητιακή λοίμωξη. Μέθοδοι: Έγινε αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων PubMed, Cochrane Central Register, Scopus και Clinical trial registries για τον εντοπισμό σχετικών μελετών ως και τις 27 Μαρτίου 2016. Επιλέχθηκαν τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες (RCTs), που αξιολογούσαν την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των εχινοκανδινών σε σύγκριση με άλλα αντιμυκητιακά φάρμακα για τη θεραπεία διηθητικής μυκητιακής λοίμωξης σε παιδιατρικούς ασθενείς. Η κύρια έκβαση ήταν η επιτυχής ολοκλήρωση της θεραπείας, στον MITT (modified intention to treat) πληθυσμό, με υποχώρηση των συμπτωμάτων και σημείων, καθώς και απουσία ή εκρίζωση οποιασδήποτε διηθητικής μυκητιακής λοίμωξης. Στη μετα-ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το μοντέλο των τυχαίων επιδράσεων, λόγω ετερογένειας μεταξύ των μελετών και υπολογίστηκαν οι λόγοι αναλογιών (OR) και τα 95% διαστήματα εμπιστοσύνης (CI). Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθηκαν 4 τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες (περίπου 320 ασθενείς), 2 επιβεβαιωμένης διηθητικής καντιντίασης και 2 εμπειρικής θεραπείας. Δεν υπήρξε σημαντική διαφορά μεταξύ των εχινοκανδινών και της ομάδας ελέγχου (λιποσωμιακή αμφοτερικίνη Β, L-AmB) όσον αφορά το θεραπευτικό αποτέλεσμα (OR=1,61, 95% CI 0,74-3,50), καθώς και την επίπτωση ανεπιθύμητων ενεργειών σχετιζόμενων με τη θεραπευτική αγωγή (OR=0,70, 95% CI 0,39-1,26). Παρόλα αυτά, τα παιδιά που διέκοψαν τη θεραπεία εξαιτίας ανεπιθύμητων ενεργειών ήταν σημαντικά λιγότερα στην ομάδα των εχινοκανδινών (OR=0,26, 95% CI 0,08-0,82). Συμπεράσματα: Οι εχινοκανδίνες εμφάνισαν καλό και ανεκτικό προφίλ. Ωστόσο, δεν παρουσίασαν σημαντική διαφορά ως προς τη αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά τους συγκριτικά με τη L-AmB. Πρόσθετες τυχαιοποιημένες κλινικές μελέτες κρίνεται ότι είναι απαραίτητες για την ενδυνάμωση των στοιχείων, που καθορίζουν την έκβαση των αποτελεσμάτων σχετικά με τη χρήση τους σε παιδιά. 956 195 197 Oxygenated blood supply from mother to fetus is vital during pregnancy but mainly during labor. Provided obstetric care comprises of the early identification of reduced fetal oxygenation, the diagnosis of the underlying causes, the assessment of the condition’s reversibility, and the determination of appropriate timing for intervention, either by conservative measures or by expediting the birth. The main purpose of fetal monitoring during labour, through cardiotography and complementary techniques, is the identification of fetuses at risk, the early intervention prior to the establishment of permanent neurological damage and the avoidance of unnecessary obstetric intervention in case of adequate fetal oxygenation. Inadequate oxygen supply to the fetus is diagnosed by confirming metabolic acidosis in the umbilical cord or neonatal circulation immediately after birth. Hypoxic Ischemic Encephalopathy is a short - term, whereas Cerebral Palsy (spastic quadriplegic or dyskinetic type) is a long-term neurological complication, both associated with insufficient fetal oxygenation. Although cardiotocography has contributed to the reduction of adverse neonatal outcomew, it has been shown that it has resulted to increased trate of caesarian section and instrumental labor worldwide. Current scientific research in the field of cardiology is expected to confirm and improve their predictive value. Η παροχή οξυγονωμένου αίματος από τη μητέρα προς το έμβρυο είναι ζωτικής σημασίας κατά τη διάρκεια της κύησης, αλλά κυρίως κατά τη διάρκεια του τοκετού. Η παρεχόμενη μαιευτική φροντίδα έγκειται στην έγκαιρη αναγνώριση της μειωμένης οξυγόνωσης του εμβρύου, στη διάγνωση των υποκείμενων αιτιών, στην αξιολόγηση της δυνητικής αναστρεψιμότητας της κατάστασης και στον καθορισμό του κατάλληλου χρόνου παρέμβασης είτε με συντηρητικά μέτρα είτε με επίσπευση του τοκετού. Ο κύριος σκοπός της εμβρυικής παρακολούθησης κατά τη διάρκεια του τοκετού, μέσω της καρδιοτοκογραφίας και συμπληρωματικών τεχνικών, είναι η αναγνώριση των επί κινδύνω εμβρύων, η έγκαιρη παρέμβαση προτού εγκατασταθεί μόνιμη νευρολογική βλάβη, καθώς και η αποφυγή αναναγκαίων μαιευτικών παρεμβάσεων στις περιπτώσεις επαρκούς εμβρυικής οξυγόνωσης. Η ανεπαρκής παροχή οξυγόνου στο έμβρυο διαγιγνώσκεται με επιβεβαίωση της μεταβολικής οξέωσης στον ομφάλιο λώρο ή τη νεογνική κυκλοφορία αμέσως μετά τη γέννηση. Η Υποξική Ισχαιμική Εγκεφαλοπάθεια αποτελεί άμεση, ενώ η Εγκεφαλική Παράλυση (σπαστική τετραπληγία ή δυσκινητικού τύπου) συνιστά μακροπρόθεσμη νευρολογική επιπλοκή, αμφότερες συνδεόμενες με ανεπαρκή εμβρυική οξυγόνωση. Παρότι η καρδιοτοκογραφία συνέβαλε στη μείωση δυσμενούς νεογνικού αποτελέσματος, έρευνες έχουν δείξει ότι αύξησε τα ποσοστά καισαρικής τομής και παρεμβατικού τοκετού παγκοσμίως. Τρέχουσες επιστημονικές έρευνες στο πεδίο της καρδιοτοκογραφίας αναμένονται να επιβεβαιώσουν και να βελτιώσουν την προγνωστική της αξία. 957 276 281 Perceptions of students of the Department of Education Sciences in Early Childhood of the Democritus University of Thrace regarding climate change and response to the prospect of sustainability Αντιλήψεις των φοιτητών/φοιτητριών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης όσον αφορά την κλιματική αλλαγή και την αντιμετώπισή της στην προοπτική της βιωσιμότητας Climate change is one of the most important problems of our time. The effects of climate change are expected to affect many aspects of people's daily lives. In order to address this, it is necessary to take measures at international, state and private level. Each individual citizen can contribute to mitigating climate change and reducing greenhouse gas emissions. Individual action is considered as important as taking measures at global level. The purpose of this work is to investigate the knowledge of the students of the Department of Education Sciences in Early Childhood of the Democritus University of Thrace on climate change and the necessity they consider to characterize the various actions to combat it, as well as their views on sustainable development and the ways in which it can be achieved. The sample of the survey was 100 students who have taken the course of Environmental Education. A questionnaire with closed-ended questions was used to collect the data. According to the results of the survey, the most important characteristics that influence students' views on climate change are the year of study, the educational level of parents, the place of residence and participation in an environmental group outside the university. In particular, fourth-year students, those who come from university-educated parents and those who live in a city and / or participate in an environmental group outside the university seem to be more familiar with the concept of climate change and show more interest in the environment over the rest. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μια ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της εποχής μας. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής αναμένονται να επηρεάσουν πολλές πτυχές της καθημερινότητας των ανθρώπων. Για την αντιμετώπιση της, κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων τόσο σε διεθνές και κρατικό όσο και σε ιδιωτικό επίπεδο. Κάθε πολίτης ατομικά μπορεί να συμβάλει στον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής και τη μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η ατομική δράση κρίνεται εξίσου σημαντική με τη λήψη μέτρων σε παγκόσμιο επίπεδο. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της γνώσης των φοιτητών του Παιδαγωγικού τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης σχετικά με την κλιματική αλλαγή και την αναγκαιότητα που κρίνουν ότι χαρακτηρίζει τις διάφορες δράσεις για την καταπολέμησή της, καθώς και τις απόψεις τους για την βιώσιμη ανάπτυξη και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί. Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ένα ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου. Το δείγμα της έρευνας απετέλεσαν 100 φοιτητές οι οποίοι έχουν λάβει το μάθημα της Περιβαλλοντικής Αγωγής. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τις απόψεις των φοιτητών σχετικά με την κλιματική αλλαγή είναι το έτος φοίτησης, το μορφωτικό επίπεδο των γονιών, ο τόπος κατοικίας και η συμμετοχή σε περιβαλλοντική ομάδα εκτός του πανεπιστημίου. Συγκεκριμένα, οι φοιτητές του τέταρτου έτους όπως και αυτοί που προέρχονται από γονείς με πανεπιστημιακή εκπαίδευση και όσοι ζουν σε πόλη ή/και συμμετέχουν σε περιβαλλοντική ομάδα εκτός του πανεπιστημίου φαίνεται να είναι σε μεγαλύτερο βαθμό γνώστες της έννοιας της κλιματικής αλλαγής και εμφανίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό ενδιαφέρον για το περιβάλλον έναντι των υπολοίπων. 958 132 134 According to the existing research in Greece and internationally, the role and importance of the project for the whole mental and psycho-emotional development of the child, the exploration of artistic expression in children with particularities, is an area that we believe needs a specific study and attention, especially in Greece where there is a need for further research and enlightenment of teachers. The work is about the children's drawing which is used as a diagnostic tool and as a cure for children's psyche in recent years. Our aim is to bring to light elements and knowledge that will help future educators to understand the particularities between the groups of children of a formal classroom school and special education educators to provide tools for understanding and ways of dealing with each case separately. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες έρευνες στην Ελλάδα και διεθνώς, είναι γενικά αποδεκτός ο ρόλος και η σημασία του σχεδίου για την ολόπλευρη νοητική και ψυχο-συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Η διερεύνηση της εικαστικής έκφρασης σε παιδιά με ιδιαιτερότητες όμως, είναι ένας τομέας που πιστεύουμε πως χρήζει ειδικής μελέτης και προσοχής, κυρίως στην Ελλάδα, όπου υπάρχει ανάγκη περαιτέρω έρευνας και διαφώτισης των εκπαιδευτικών. Η εργασία μας έχει ως θέμα το παιδικό ιχνογράφημα το οποίο χρησιμοποιείται ως διαγνωστικό εργαλείο και θεραπεία στον ψυχισμό των παιδιών τα τελευταία χρόνια. Στόχος μας είναι να φέρουμε στο φως στοιχεία και γνώση, που θα βοηθήσουν τους μελλοντικούς παιδαγωγούς να κατανοήσουν τις ιδιαιτερότητες ανάμεσα στις ομάδες των παιδιών μιας τυπικής τάξης του σχολείου, αλλά και στους παιδαγωγούς της ειδικής αγωγής να δώσουν εργαλεία κατανόησης και τρόπους αντιμετώπισης της κάθε μια περίπτωσης ξεχωριστά 959 22 23 The effects of salinity (NaC1) and boron on the growth and chemical of the pomegranate (Punica granatum L.) cultivars Ermioni and Wonderful Η επίδραση της αλατότητας (NaC1) και του βορίου στην ανάπτυξη και χημική σύσταση φυτών ροδιάς (Punica granatum L.) των ποικιλιών Ερμιόνη και Wonderful 960 351 375 The evolution of science and technology has brought many benefits to human society. The emergence of new problems and queries from technological discoveries led to the need for ethical guidelines and the creation of a new branch of bioethics. Bioethics as a special way of moral meditation provides a framework for a range of ethical issues related to life science and especially humans, animals and nature. The consept of respect for individual autonomy, confidentiality and privacy, informed consent of the person and the person limits and moral subject/person are considered basic principles on bioethics. The aim of research is to promote scientific knowledge and innovation and thus improve the quality of life and well-being of society. The value and the integrity of it, is essential as it must demonstrate that it will yield a potential benefit to society, that is well designed and is conducted with honesty and respect. The science to ensure this type of knowledge, use certain methods and rules. Clinical research refers to the subset of research that involves human beings and focuses on interventions for improving human health and well-being. The goal is to develop the knowledge to improve human health or increase the understanding of human biology. To ensure this knowledge is made possible only with the participation of people in the survey. Developments in research they often bring to the surface new ethical and moral issues. Attempts to determine when it is acceptable to conduct clinical research are greatly influenced by the history of the manner in which up to now has been carried out and particularly by the way has suffered violations. It is therefore necessary to ensure a framework for the development of research initiatives governed by fundamental moral principles and specific ethical rules, recognized by the international scientific community. The above are secured with a series of directives and guidelines and especially the Nuremberg Code, the Declaration of Helsinki, the rules of good clinical practice and local legislation. The objective is the evaluation not opposed to research but instead to be creative and collective with positive effects on the quality of research. Η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας έχει επιφέρει πολλά οφέ-λη στην ανθρώπινη κοινωνία. Η εμφάνιση νέων προβλημάτων και ερω-τημάτων από τις τεχνολογικές ανακαλύψεις οδήγησε στην ανάγκη για ηθικές κατευθυντήριες γραμμές και στη δημιουργία ενός νέου κλάδου της βιοηθικής. Η βιοηθική ως ένας ιδιαίτερος τρόπος ηθικού διαλο-γισμού παρέχει ένα πλαίσιο για μια σειρά από ηθικά ζητήματα και θέματα που αφορούν τις επιστήμες ζωής και κυρίως τον άνθρωπο, τα ζώα και τη φύση. Οι έννοιες του σεβασμού στην ατομική αυτονομία, στην εμπιστευτικότητα και την ιδιωτικότητα, της ενήμερης συγκατά-θεσης, του ατόμου και τα όρια προσώπου και ηθικού υποκειμένου/προσώπου θεωρούνται βασικές αρχές για την βιοηθική. Η έρευνα έχει σκοπό να προάγει την επιστημονική γνώση και την καινοτομία συμβάλ-λοντας έτσι στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής και στην ευημερία του κοινωνικού συνόλου. Η αξία και η ακεραιότητα της είναι ουσια-στικής σημασίας καθώς πρέπει να αποδεικνύει ότι θα αποφέρει ένα δυνητικό όφελος για την κοινωνία, ότι είναι καλά σχεδιασμένη, και διεξάγεται με ειλικρίνεια και σεβασμό. Η επιστήµη, για να εξασφαλίσει αυτό το είδος της γνώσης, ακολουθεί ορισµένη µεθοδολογική πορεία και δικούς της µεθοδολογικούς κανόνες. Η κλινική έρευνα αναφέρεται στο υποσύνολο της έρευνας που αφορά τα ανθρώπινα όντα και επικε-ντρώνεται στις παρεμβάσεις για τη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας και της ευημερίας. Ο στόχος είναι η ανάπτυξη γνώσεων που βελτιώ-νουν την ανθρώπινη υγεία ή αυξάνουν την κατανόηση της ανθρώπινης βιολογίας. Η εξασφάλιση αυτής της γνώσης καθίσταται δυνατή μόνο με τη συμμετοχή ανθρώπων στην έρευνα. Οι εξελίξεις στην έρευνα φέρνουν συχνά στην επιφάνεια καινούρια δεοντολογικά και ηθικά θέματα η ζητήματα. Οι προσπάθειες να καθοριστεί πότε είναι αποδε-κτή η διεξαγωγή κλινικής έρευνας έχουν επηρεαστεί σημαντικά από την ιστορία της, από τον τρόπο με τον οποίο μέχρι τώρα έχει διεξαχθεί και ιδιαίτερα από τον τρόπο με τον οποίο έχει υποστεί παραβιάσεις. Απαιτείται, επομένως, να εξασφαλίζεται ένα πλαίσιο ανάπτυξης των ερευνητικών πρωτοβουλιών, που να διέπεται από θεμελιώδεις ηθικές αρχές και συγκεκριμένους δεοντολογικούς κανόνες, που να αναγνω-ρίζονται από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα. Τα παραπάνω διασ-φαλίζονται με μία σειρά οδηγιών και κατευθυντήριων γραμμών και κυρίως τον Κώδικα της Νυρεμβέργης, τη Διακήρυξη του Ελσίνκι και τους κανόνες της Ορθής Κλινικής Πρακτικής και τοπικών νομοθετικών ρυθμίσεων. Στόχος είναι η αξιολόγηση να μην αντιτίθεται στην έρευνα αλλά, αντίθετα, να είναι δημιουργική και συλλογική, με θετικά αποτε-λέσματα για την ποιότητα της έρευνας. 961 350 426 Αξιολόγηση χρονικής διάρκειας επεισοδίων κολπικής μαρμαρυγής στην εκτίμηση κινδύνου για ισχαιμικό ΑΕΕ Atrial fibrillation is one of the most frequent arrythmias. Stroke is the major complication of atrial fibrillation. According to the guidelines and the risk scales, the stroke risk is not based on the duration of the atrial fibrillation or the pattern. Treatment with anticoagulants is necessary in most of the patients in order to prevent thromboembolic events. The pattern or the duration of the atrial fibrillation are not included in the guidelines for treatment initiation with anticoagulants. Αims The aim of this review is the evaluation of the clinical significance of the atrial fibrillation duration in the assessment and management of the stroke risk in patients with atrial fibrillation. Methods A systematic search of the Pubmed database was proceeded. Studies in english, evaluating the relation between the duration of atrial fibrillation and the stroke risk and also studies evaluating the relation between different patterns of atrial fibrillation and the stroke risk were included. After an initial assessment of 42 articles, data from 16 articles were included. Results From the findings of the studies that evaluate the relation between the pattern of atrial fibrillation and the stroke risk, there is relation between the atrial fibrillation burden and the stroke risk and since the atrial fibrillation burden is significant, the precise evaluation of the burden is crucial. Studies that used implanted record devices could continuously record , detect and quantificate the atrial fibrillation burden and relate the atrial fibrilation duration with the stroke risk and also provide the specific sub-category of atrial fibrillation patients that will benefit from the anticoagulation treatment. The precise quantity of atrial fibrilation burden that is necessary to increase the stroke risk is not fixed and these studies are suggesting duration of atrial fibrillation with a range from >5 minutes to >24 hours. Conclusion All the studies that assessed the relation between subclinical atrial fibrillation and stroke risk concluded that there is relation between the duration of the atrial fibrillation and the stroke risk. The analysis of these studies indicates that the atrial fibrillation burden correlates with stroke risk, but not as a direct causative factor of stroke. Η κολπική μαρμαρυγή αποτελεί μία από τις συχνότερες αρρυθμίες. Κύρια επιπλοκή της αποτελούν τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Ο κίνδυνος για ΑΕΕ σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες και τις κλίμακες αξιολόγησης δεν εκτιμάται με βάση τη διάρκεια των επεισοδίων της κολπικής μαρμαρυγής ή τον τύπο της. Απαραίτητη είναι η αντιπηκτική αγωγή στην πλειονότητα των ασθενών προκειμένου να προληφθούν τα θρομβοεμβολικά επεισόδια. Οι κατευθυντήριες οδηγίες δεν περιλαμβάνουν στα κριτήρια για έναρξη της αντιπηκτικής αγωγής τον τύπο της κολπικής μαρμαρυγής ή τη διάρκεια των επεισοδίων. Σκοπός Στόχος της μελέτης είναι η αξιολόγηση της κλινικής σημαντικότητας της χρονικής διάρκειας των επεισοδίων της κολπικής μαρμαρυγής στην εκτίμηση, τη διαχείριση και την αντιμετώπιση του κινδύνου για ΑΕΕ στους ασθενείς με ΚΜ. Μέθοδος Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική αναζήτηση στη βάση δεδομένων Pubmed. Συμπεριλήφθησαν μελέτες στα αγγλικά που αξιολογούσαν τη σχέση μεταξύ της χρονικής διάρκειας των επεισοδίων της ΚΜ και του κίνδυνου για ΑΕΕ καθώς και μελέτες που αξιολογούσαν τη σύνδεση των διαφορετικών τύπων ΚΜ με την εκτίμηση του κινδύνου για ΑΕΕ. Έπειτα από αρχική αξιολόγηση 42 άρθρων, συμπεριλήφθησαν δεδομένα από 16 άρθρα. Αποτελέσματα Από τα ευρήματα των μελετών που αξιολογούν τη σχέση του τύπου της ΚΜ με τον κίνδυνο για ΑΕΕ, υπάρχουν ενδείξεις ότι υπάρχει συσχέτιση του φορτίου ΚΜ και του κινδύνου για ΑΕΕ και εφόσον το φορτίο της ΚΜ είναι σημαντικό τότε η ακριβής αξιολόγηση του φορτίου είναι κρίσιμη. Μελέτες που χρησιμοποίησαν εμφυτεύσιμες συσκευές καταγραφής παρείχαν τη δυνατότητα μακράς καταγραφής, ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης του φορτίου της ΚΜ, συσχέτισης της διάρκειας της ΚΜ με την επίπτωση των ΑΕΕ καθώς και πιθανής επιλογής αντιπηκτικής αγωγής σε συγκεκριμένη υπο-ομάδα ασθενών με ΚΜ. Όμως, η ακριβής ποσότητα και τιμή του φορτίου της ΚΜ που είναι απαραίτητη για να αυξηθεί ο κίνδυνος για ΑΕΕ δεν είναι βέβαιη, με τις παραπάνω μελέτες να προτείνουν διάρκεια ΚΜ που κυμαίνεται από >5 λεπτά μέχρι >24 ώρες. Όλες οι μελέτες που ανέλυσαν την χρονική συσχέτιση μεταξύ της υποκλινικής ΚΜ και του κινδύνου για ΑΕΕ ανέφεραν ότι υπάρχει χρονική σύνδεση. Οι αναλύσεις αυτές δείχνουν ότι το φορτίο της ΚΜ σχετίζεται με τον κίνδυνο για ΑΕΕ, αλλά ίσως όχι ως άμεσος αιτιολογικός παράγοντας του ΑΕΕ. Συμπεράσματα Με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα από τις μελέτες και τις αναλύσεις τους υπάρχει συσχέτιση του φορτίου της ΚΜ με τον κίνδυνο για ΑΕΕ. Όμως, παραμένει ασαφές εάν η συσχέτιση αυτή είναι αιτιολογική ή απλά το φορτίο της ΚΜ είναι ένας παράγοντας με πολύπλοκη παθοφυσιολογία στην αύξηση του συνολικού κινδύνου. Ενώ, προκύπτουν ερωτήματα για την ανάγκη αντιπηκτικής αγωγής σε ασθενείς με ιστορικό παροξυσμικής ΚΜ και χαμηλό φορτίο ΚΜ 962 213 207 The educational system in Greece and in Sweden and the education of teachers: a comparative approach Το εκπαιδευτικό σύστημα στην Ελλάδα και τη Σουηδία και η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών: μία συγκριτική προσέγγιση The theme of this thesis is about the greek educational system, and the swedish one. Specifically, the main characteristics which distinguish the two educational systems, their structure and the way they function are presented. The aims of this thesis are to point out as well as delineate the existing similarities and differences between the two countries, concerning education. As for the way of research on the theme, initially a historical survey is attempted in the field greek education, from the foundation of the greek state till nowadays. Consequently, the structure of the greek educational system, as well as the way of its function is presented. The context and the principles that determine and control its organization and administration in Greece are quoted, whereas some data on intercultural education and the opportunities of access to the field of education in general are quoted as well. Then a reference to the evaluation system that supervises the organization follows, as well as to the function and the efficiency of education in the country and the issue concerning teachers and the educational and retraining conditions that are in effect. Next, a similar presentation of the educational system of Sweden is conducted Το θέμα της συγκεκριμένης εργασίας αφορά το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και το αντίστοιχο της Σουηδίας. Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται τα κύρια εκείνα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που διακρίνουν τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα, τη διάρθρωση και τον τρόπο λειτουργίας τους. Σκοπός της εργασίας είναι να οριοθετηθούν και να επισημανθούν οι ομοιότητες και οι διαφορές που υφίστανται μεταξύ των δύο χωρών σχετικά με την εκπαίδευση. Όσον αφορά τον τρόπο πραγμάτευσης του θέματος, αρχικά επιχειρείται μία ιστορική επισκόπηση στο χώρο της ελληνικής εκπαίδευσης από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι και τη σημερινή εποχή. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η δομή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, αλλά και ο τρόπος λειτουργίας του. Επίσης, παρατίθενται τα πλαίσια και οι αρχές που διέπουν και καθορίζουν την οργάνωση και τη διοίκησή του στην Ελλάδα, ενώ παρατίθενται και ορισμένα στοιχεία για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση και τις ευκαιρίες πρόσβασης στο χώρο γενικά της εκπαίδευσης. Κατόπιν, γίνεται αναφορά στο σύστημα αξιολόγησης με το οποίο εποπτεύεται η οργάνωση, η λειτουργία και η αποδοτικότητα της εκπαίδευσης στη χώρα, καθώς και στο ζήτημα που αφορά συγκεκριμένα τους εκπαιδευτικούς και τις επαγγελματικές και επιμορφωτικές συνθήκες που ισχύουν γι’ αυτούς. Ακολούθως, πραγματοποιείται κατ’ αντιστοιχία μία ανάλογη παρουσίαση του εκπαιδευτικού συστήματος της Σουηδίας 963 331 342 One of the major issues among the educational community is the improvement of the scholar assessment bearing in mind that the modern school has changed because of the social, economic and technological restructures and reformations during the last decades on global scale. The interest of the educational community about the issue of assessment is undeniable on national as well as on global scale puzzling them instensively until nowadays. In that direction, major organizations, such as the Organization for Economic Co-operation and Development (OECD), the European Union, Unesco and the World Bank Group contributed enhancing a policy which first started from the English-spoken regions on the 1960’s. It becomes clear that the whole educational community and the global organizations are seeking the “measurement” of all those variables affecting the educational work in its entirety. In the fields of primary education, “measurements” are being made on a daily basis and those must not be enmeshed with the notion of evaluation because the second one includes a much wider range of issues and it is generally qualitatively different. Scholar assessment becomes nowadays a “must”, in order to an up-to-date and scientifically proven statement about the educational reality, become acceptable. The research of this paper aims at probing the aspects of the pre-service teachers about assessment. The results of this research prove that the attitude of the pre-service teachers for scholar evaluation is generally positive and this attitude aligns with the bibliography given to this subject. Additionally, the pre-service teachers consider evaluation a fertile procedure of feedback and redesigning the educational work given the fact that they are willing to embrace alternative forms of evaluation such as self-evaluation. Nevertheless, they doubt whether or not evaluation enhances cooperation among teachers and strongly disagree with evaluation being a criterion for teacher’s advancement to higher educational positions. Last but not least, as far as it concerns the evaluation of the students the pre-service teachers prefer an evaluation which focuses on encouraging the student’s critical thinking and ability gaining Ένα από τα κεντρικά ζητήματα του εκπαιδευτικού κόσμου είναι η βελτίωση της σχολικής αξιολόγησης αποτιμώντας το σύγχρονο σχολείο μέσα στις κοινωνικές, οικονομικές και τεχνολογικές αναδομήσεις και αναδιαρθρώσεις των τελευταίων δεκαετιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Το ενδιαφέρον του εκπαιδευτικού κόσμου για το ζήτημα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου είναι αναντίρρητο τόσο σε εθνικό όσο και διεθνές επίπεδο απασχολώντας εντατικά τον εκπαιδευτικό κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες. Προς αυτήν την κατεύθυνση συνέβαλλαν προεξέχοντες οργανισμοί όπως ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Unesco και η Παγκόσμια Τράπεζα ενδυναμώνοντας μια πολιτική που ξεκίνησε από τον αγγλοσαξονικό χώρο το 1960. Γίνεται σαφές πως σύμπασα η εκπαιδευτική κοινότητα και διεθνείς οργανισμοί επιδιώκουν την “μέτρηση” όλων εκείνων των εκπαιδευτικών μεταβλητών που επηρεάζουν το εκπαιδευτικό έργο στο σύνολό του. Στο τομέα των επιστημών αγωγής, οι μετρήσεις (π.χ. επίδοση του μαθητή) είναι γεγονός στην καθημερινή εκπαιδευτική πράξη και δεν πρέπει να συγχέονται με την έννοια της αξιολόγησης καθώς η δεύτερη περιλαμβάνει ένα πολύ μεγαλύτερο εύρος θεμάτων και είναι εν γένει ποιοτικά διαφορετική. Η σχολική αξιολόγηση παρουσιάζεται στις μέρες μας ως επιταγή αναβάθμισης κάθε προσπάθειας να υπάρχει μια σύγχρονη και επιστημονικά τεκμηριωμένη απόδειξη των σχολικών πεπραγμένων και προς αυτή την κατεύθυνση η έρευνα της παρούσας εργασίας κινήθηκε με σκοπό να διερευνήσει τις απόψεις των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Από τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας, προκύπτει ότι η στάση των υποψήφιων εκπαιδευτικών απέναντι στη σχολική αξιολόγηση είναι εν γένει θετική και συμφωνεί με τις βιβλιογραφικές θεωρήσεις του υπό μελέτη ζητήματος. Επιπρόσθετα, οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί θεωρούν τη σχολική αξιολόγηση μια γόνιμη διαδικασία ανατροφοδότησης και επανασχεδιασμού του εκπαιδευτικού έργου καθώς ακόμα καταδεικνύεται ότι είναι πρόθυμοι να υποστηρίξουν εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης όπως είναι η αυτοαξιολόγηση. Ωστόσο, κρατούν τις επιφυλάξεις τους αναφορικά με το κατά πόσον η σχολική αξιολόγηση καλλιεργεί τη δημιουργία κλίματος συνεργασίας και διαφωνούν με το να αποτελεί η αξιολόγηση κριτήριο ανέλιξης των εκπαιδευτικών στις υψηλότερες βαθμίδες της εκπαίδευσης. Τέλος, όσον αφορά το κομμάτι της αξιολόγησης των μαθητών οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί προκρίνουν μια αξιολόγηση εστιασμένη στην ενθάρρυνση του μαθητή που πρώτο της μέλημα θα έχει την ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας και την απόκτηση δεξιοτήτων 964 182 169 Students with special educational needs and/or disability supported by “special assistants”: Υποστήριξη μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή/και αναπηρία από Ειδικό Βοηθό: The purpose of this report is to investigate the experiences of parents of children with disabilities and /or special educational needs (SEN) relation to the institution of Special Assistant. More specifically, it investigates the reasons why parents choose this institution, their criteria for choosing the person, as well as their requirements from the Special Assistant. The qualitative methodology was chosen and more specifically the conduct of semi-structured interviews for data collection. Twenty three interviews were conducted with parents of children with disabilities and /or SEN. Data analysis was performed based on the technique of thematic analysis. The analysis revealed that the parents choose the institution of the Special Assistant either due to problems related to the operation of the institution of Parallel Support because they were not granted educational support for their child via the institution of Parallel Support. They choose the Special Assistant based on their training or other reasons (instinct, suggestion from a third party or relative). Parents' demands were mainly related to behavioral issues (socialization, integration and communication). Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να διερευνήσει τις εμπειρίες των γονέων με παιδιά με αναπηρία ή/και Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες σχετικά με τον θεσμό του Ειδικού Βοηθού. Ειδικότερα, ερευνά τους λόγους που επιλέγουν οι γονείς τον συγκεκριμένο θεσμό, τα κριτήριά τους για την επιλογή του προσώπου, καθώς και τις απαιτήσεις τους από τον Ειδικό Βοηθό. Επιλέχθηκε η ποιοτική μεθοδολογία και πιο συγκεκριμένα η διενέργεια ημιδομημένων συνεντεύξεων για την συλλογή δεδομένων. Πραγματοποιήθηκαν 23 συνεντεύξεις γονέων παιδιών με αναπηρία ή/και ΕΕΑ (δια ζώσης και τηλεφωνικές). Η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε βάσει της τεχνικής της θεματικής ανάλυσης του περιεχομένου. Συμπερασματικά οι γονείς επιλέγουν τον θεσμό του Ειδικού Βοηθού λόγω των προβλημάτων που σχετίζονται με την λειτουργία του θεσμού καθώς και ότι δεν δικαιούνται Παράλληλη Στήριξη. Επιλέγουν τον Ειδικό Βοηθό έχοντας ως κριτήριο την κατάρτιση του ή άλλους λόγους (ένστικτο, πρόταση από τρίτο ή συγγενή). Οι απαιτήσεις των γονέων σχετίζονταν κυρίως με ζητήματα που σχετίζονταν με τη συμπεριφορά (κοινωνικοποίηση, ένταξη και επικοινωνία). 965 194 198 Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση The purpose of this Diploma Thesis is to study renewable energy sources by focusing on the free movement of goods in the European Union. The methodology of work will be based on the collection of secondary sources through books, magazines and articles on the Internet. In particular, it will attempt to present renewable energy sources, what they are, how to use them, but also to quote European legislation on environmental law and energy as a commodity. In order to explore the issue of energy and its free movement as a commodity, it will present the current state of the internal energy market through the European Court of Justice case law, highlighting the constraints, state trading monopolies and the relationship between national green support regimes energy and the principle of the free movement of goods. It will present pending issues as well as restrictions on a single and unobstructed electricity market. Finally, two specific case studies will be presented in this case: the case of Costa v Enel, the case of Essent and Almelo. The work will be completed by summarizing its key conclusions and making future proposals for a single and barrier-free energy market. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να μελετήσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εστιάζοντας στην ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μεθοδολογία της εργασίας θα στηριχθεί στη συλλογή δευτερογενών πηγών μέσα από βιβλία, περιοδικά και άρθρα στο διαδίκτυο. Συγκεκριμένα θα επιχειρήσει να παρουσιάσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ποιες είναι, τρόποι χρήσης τους αλλά και να παραθέσει την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία για το δίκαιο του Περιβάλλοντος και για την ενέργεια ως εμπόρευμα. Προκειμένου να διερευνήσει το ζήτημα της ενέργειας και της ελεύθερης κυκλοφορίας της ως εμπόρευμα θα παρουσιάσει την υφιστάμενη κατάσταση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας μέσα από τη νομολογία του ΔΕΕ, αναδεικνύοντας τους περιορισμούς, τα κρατικά εμπορικά μονοπώλια, αλλά και τη σχέση μεταξύ των εθνικών καθεστώτων στήριξης της πράσινης ενέργειας και της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Θα παρουσιάσει ζητήματα που εκκρεμούν αλλά και τους περιορισμούς για μια ενιαία και χωρίς εμπόδια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Τέλος προς επίρρωση των παραπάνω θα παρουσιάσει δύο συγκεκριμένες μελέτες περίπτωσης : την περίπτωση Costa κατά Enel, την περίπτωση Essent καθώς και την Almelo. Η εργασία θα ολοκληρωθεί συνοψίζοντας τα βασικά συμπεράσματά της και κάνοντας μελλοντικές προτάσεις για μια ενιαία και χωρίς εμπόδια αγορά ενέργειας. 966 138 157 Η στρατηγική του Freeze - all με αναστολή της εμβρυομεταφοράς φρέσκων εμβρύων Assisted reproduction is one of the most rapidly growing branches of medical science.Since the birth of the first child via IVF, there has been tremendous progress and development in all aspects of assisted reproduction therapies.Both the methods and technical tools used are optimized daily, but mainly new knowledge and data are constantly emerging as a result of surveys and studies that take place globally and improve our perception of assisted reproduction. Oocyte techniques, ovary stimulation protocols, gamete processing, fertilization, cryo-preservation techniques, maintenance and embryo transfer techniques are constantly improving, increasing the chances of a couple with infe-rtility problems getting children. The purpose of this diploma thesis is to analyze the literature on the freeze strategy of freezing all embryos resulting from an assisted reproductive therapy as well as the possible applications of this strategy in individual patient groups κλάδους της ιατρικής επιστήμης . Από την εποχή που γεννήθηκε το πρώτο παιδί μέσω εξωσωματικής γονιμοποίησης μέχρι και σήμερα έχει συντελεστεί τεράστια πρόοδος και εξέλιξη που αφορά όλους τους επιμέρους τομείς των θεραπειών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Τόσο οι μέθοδοι όσο και τα τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνται βελτιστοποιούνται καθημερινα,κυρίως όμως νέες γνώσεις και δεδομένα προκύπτουν συνεχώς ως αποτέλεσμα ερευνών και μελετών που λαμβάνουν χώρα παγκοσμίως και βελτιώνουν την αντίληψη που έχουμε για την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Τεχνικές λήψης ωαρίων, πρωτόκολλα διέγερσης, επεξεργασία γαμετών , τεχνικές γονιμοποίησης , κατάψυξης , συντήρησης και μεταφοράς εμβρύων βελτιώνονται συνεχώς αυξάνοντας τις πιθανότητες ένα ζευγάρι με προβλήματα υπογονιμότητας να αποκτήσει παιδιά. Σκοπός της παρούσης διπλωματικής είναι η ανάλυση της βιβλιογραφίας σχετικά με την στρατηγική του freeze all δηλαδή της κατάψυξης όλων των εμβρύων που προκύπτουν από μια θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής καθώς επίσης και των πιθανών εφαρμογών της στρατηγικής αυτής σε επιμέρους κατηγορίες ασθενών. 967 196 195 In the digital era we are traversing science has been constantly turning to computational solutions in order to solve problems. Pharmaceutical research and development is no exception. When faced with time consuming and money sinking adversities, new practices arose trying to alleviate them. “Drug repositioning” is one of great promises which seems to take over new ground every day helping researchers make strides. The term refers to the practice of repurposing drugs already in the market for certain conditions into potential therapies for others. In this thesis we will explore neurodegenerative diseases while researching how drug repositioning has been and can be applied to find viable drug candidates for them. We will showcase past successes and analyze the biological backgrounds those were based on. By investigating the genetic and molecular background of these conditions we hope to have a better understanding of what and how we as researchers can target for therapeutic purposes. Finally as a proof of concept we will launch our own pilot implementation of techniques targeting Alzheimer’s Disease, Parkinson’s Disease and Multiple Sclerosis creating a de novo gene signature for each of them and utilizing it to find perturbagens that affect it positively. Κατά την «ψηφιακή εποχή» που διανύουμε η επιστήμη στρέφεται διαρκώς σε υπολογιστικές λύσεις για την επίλυση προβλημάτων. Η φαρμακευτική έρευνα και ανάπτυξη δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα. Οικονομικές και χρονικές αντιξοότητες οδήγησαν στην ανάπτυξη μεθόδων για την άμβλυνση τους με την επανατοποθέτηση φαρμάκων ως ελπιδοφόρο παράδειγμα που διαγράφει ολοένα και πιο σημαντικές επιτυχίες. Στόχο της επανατοποθέτησης αυτής αποτελεί η χρήση φαρμάκων, που ήδη κυκλοφορούν στο εμπόριο για συγκεκριμένες ασθένειες, σε νέες. Σε αυτή την μεταπτυχιακή εργασία θα μελετήσουμε τις νευροεκφυλιστικές νόσους και το πως η επανατοποθέτηση φαρμάκων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εύρεση νέων θεραπευτικών προσεγγίσεων για αυτές. Θα καταγράψουμε προηγούμενες επιτυχίες και τις βιολογικές διεργασίες στις οποίες στηρίχθηκαν. Καλύτερη γνώση του γενετικού και μοριακού υποβάθρου των νοσημάτων αυτών θα μας βοηθήσει στον εντοπισμό και την θεραπευτική στόχευση διεργασιών και το πως αυτή μπορεί να επιτευχθεί. Εν κατακλείδι για την επαλήθευσή των μεθόδων που θα καταγράψουμε θα παρουσιάσουμε την δική μας εμπειρία από τις τεχνικές και τα αποτελέσματα μας στοχεύοντας 3 συγκεκριμένες παθήσεις, την νόσο του Αλτζχαιμερ, την νόσο του Πάρκινσον και την Πολλαπλή Σκλήρυνση, χρησιμοποιώντας μια νέα «γονιδιακή υπογραφή» από δεδομένα που αναλύσαμε για την εξεύρεση πιθανών ουσιών που την επηρεάζουν θετικά. 968 355 369 Angiogenesis is the formation of new blood vessels from pre-existing ones and it takes place in many physiologic and pathologic procedures like wound healing and cancer. During this process, endothelial cells sprout from pre-existing blood vessels in response to proagiogenic factors like VEGFA. The new blood vessels are surrounded from mural cells and smooth muscle cells. Around the endothelial cells there is the extracellular matrix (ECM) that interacts directly with the endothelial cells. The focal adhesion sites, play important role in the communication between the endothelium and the ECM and they are consisted by protein complexes. The major transmembrane proteins that are located in focal adhesion sites and are important for the interaction between the extracellular matrix and cytoskeleton are integrins. Integrins, take part in a variety of cell procedures like cell adhesion, cell migration, cell migration and survival. One of the proteins that interacts directly not only with integrins but also with cytoskeleton is talin. According to previous studies, talin is essential for embryonic development and deletion of talin-1 from endothelial cells in vivo, affects the cell spread. In order to investigate the role of talin in tumor angiogenesis, mouse strains PDGFCreERT2- Talin flox/flox were injected with cancer cells LLC (Lewis Lung Carcinoma) and tumors were grown up. In some of these tumors talin gene was deleted, after the induction of the expression of Cre-recombinase with tamoxifen. Another focal adhesion protein is the focal adhesion kinase (FAK) which has the ability to be activated after its interaction with integrins or growth factor receptors. FAK plays a key role in the transmition of singals to downstream molecules like MAPK. In order to reveal the activation of FAK, wild type endothelial cells and endothelial cells that did not have talin-1, were activated with serum. The results from our study, reveal that firstly, talin-1 affects the ability of tumors to form new blood vessels. Also the activation of FAK through its phosphorylation in tyrosine 397, in endothelial cells that did not have talin and had been stimulated with serum was approximately in the same levels as in wild type endothelial cells that were also stimulated with serum. Η αγγειογένεση είναι η δημιουργία νέων αγγείων από ήδη προϋπάρχοντα και συμμετέχει σε πολλές φυσιολογικές και παθολογικές καταστάσεις, όπως η επούλωση των πληγών και ο καρκίνος. Κατά την διαδικασία αυτή, ενδοθηλιακά κύτταρα εκβλαστάνουν από προϋπάρχοντα αγγεία έπειτα από απόκριση σε προαγγειογενικούς παράγοντες όπως είναι ο VEGFA. Τα νέα αγγεία που δημιουργούνται επικαλύπτονται από κύτταρα λείου μυός και κύτταρα του τοιχώματος. Γύρω από τα αγγεία εντοπίζεται το εξωκυττάριο υπόστρωμα, το οποίο αλληλεπιδρά άμεσα με τα ενδοθηλιακά κύτταρα. Σημαντικό ρόλο στην επικοινωνία αυτών με το εξωκυττάριο υπόστρωμα παίζουν οι θέσεις κυτταρικής προσκόλλησης, οι οποίες αποτελούν πολυπρωτεϊνικά σύμπλοκα. Οι κύριες διαμεμβρανικές πρωτεΐνες που εντοπίζονται στις θέσεις κυτταρικής προσκόλλησης και μεσολαβούν στην αλληλεπίδραση του εξωκυττάριου υποστρώματος με τον κυτταροσκελετό, είναι οι ιντεγκρίνες. Οι ιντεγκρίνες συμμετέχουν σε μια ποικιλία κυτταρικών λειτουργιών, όπως είναι η κυτταρική προσκόλληση ,η κυτταρική μετανάστευση, ο κυτταρικός πολλαπλασιασμός και η επιβίωση. Μία από τις πρωτεΐνες που αλληλεπιδρά άμεσα τόσο με τις ιντεγκρίνες, όσο και με τον κυτταροσκελετό είναι η ταλίνη. Σύμφωνα με προηγούμενες μελέτες η ταλίνη είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη εμβρύων ποντικών, ενώ η εξάλειψη της ταλίνης -1 από τα ενδοθηλιακά κύτταρα in vivo, επηρεάζει την κυτταρική εξάπλωση. Για την μελέτη του ρόλου της πραγματοποιήθηκε ανάπτυξη όγκων έπειτα από ένεση καρκινικών κυττάρων πνεύμονα LLC σε στελέχη ποντικών PDGFCreERT2- Talin flox/flox . Σε ορισμένους από αυτούς τους όγκους έγινε εξάλειψη της ταλίνης μέσω επαγωγής της έκφρασης Cre-εκομπινάσης με την συνθετική ουσία tamoxifen. Μία άλλη πρωτεΐνη εστιακής προσκόλλησης είναι η κινάση εστιακής προσκόλλησης (FAK) που έχει την ικανότητα να ενεργοποιείται έπειτα από την πρόσδεση με την ταλίνη και της ιντεγρίνες αλλά και από υποδοχείς αυξητικών παραγόντων. Η FAK συμμετέχει ακόμη στην μετάδοση σημάτων καθοδικά αλληλεπιδρώντας με άλλες πρωτεΐνες όπως οι MAP κινάσες. Για την μελέτη ενεργοποίησης της FAK, ενδοθηλιακά κύτταρα αγρίου τύπου και κύτταρα από τα οποία έχει εξαλειφθεί η ταλίνη ενεργοποιήθηκαν με φυσιολογικό ορό. Τα αποτελέσματα της μελέτης μας, έδειξαν πως η ταλίνη επηρεάζει την ικανότητα των όγκων να δημιουργούν νέα αγγεία. Ακόμη, δείχθηκε πως σε ενδοθηλιακά κύτταρα από τα οποία έχει εξαλειφθεί η ταλίνη και τα οποία είχαν ενεργοποιηθεί με φυσιολογικό ορό δεν άλλαξε η ενεργοποίηση της κινάσης εστιακής προσκόλλησης, η οποία ήταν περίπου η ίδια με ενδοθηλιακά κύτταρα αγρίου τύπου, τα οποία ενεργοποιήθηκαν και αυτά με φυσιολογικό ορό. 969 207 217 Education of bilingual students: teachers' views on the reception classes that operated in the region of Xanthi during the school year 2016-2017 Εκπαίδευση δίγλωσσων μαθητών: οι απόψεις των εκπαιδευτικών για τη λειτουργία των τάξεων υποδοχής του νομού Ξάνθης, κατά το σχολικό έτος 2016-2017 Reception Classes are an educational institution targeting non-native students who do not have sufficient knowledge of the Greek language. This research studies and presents the views of teachers on the Reception Classes that operated in the region of Xanthi, during the school year 2016-2017. In particular, it studies the views of teachers, in the light of five research questions: a) The degree of contribution of the Reception Classes to the academic and social development of the students b) The recruitment of teachers of the Reception Classes c) Teacher Training d) The pedagogical and educational materials provided to teachers e) The professional satisfaction of teachers. The conclusions of the research highlight important issues. Among these it is pointed out that most teachers believe that the Reception Classes contribute to the social and academic development of the students. Furthermore, it is evident that there is a need for teacher training, a need for more effective pedagogical and educational materials, and a need for change, regarding the recruitment of teachers of the Reception Classes. Finally, teachers state various degrees of professional satisfaction, according to a number of factors Οι Τάξεις Υποδοχής αποτελούν έναν εκπαιδευτικό θεσμό, ο οποίος απευθύνεται στους μη γηγενείς μαθητές, που δεν έχουν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας. Η παρούσα έρευνα μελετά και παρουσιάζει τις απόψεις των εκπαιδευτικών, σχετικά με τις Τάξεις Υποδοχής που λειτούργησαν στα δημοτικά σχολεία του νομού Ξάνθης, στη διάρκεια του σχολικού έτους 2016-2017. Πιο συγκεκριμένα, ερευνά τις απόψεις των εκπαιδευτικών, οι οποίοι στελεχώνουν τις Τάξεις Υποδοχής, υπό το πρίσμα πέντε βασικών ερευνητικών ερωτημάτων: α) Το βαθμό συμβολής των Τάξεων Υποδοχής στην ακαδημαϊκή και κοινωνική ανάπτυξη των μαθητών β) Τη στελέχωση των Τάξεων Υποδοχής γ) Την παρεχόμενη υποστήριξη που δέχονται οι εκπαιδευτικοί σε θέματα επιμόρφωσης δ) Την παρεχόμενη υποστήριξη που δέχονται οι εκπαιδευτικοί σε θέματα διδακτικού – παιδαγωγικού υλικού και ε) Την επαγγελματική ικανοποίηση που λαμβάνουν οι εκπαιδευτικοί των Τάξεων Υποδοχής. Η έρευνα καταλήγει σε συμπεράσματα, τα οποία αναδεικνύουν σημαντικά θέματα. Ανάμεσα σε αυτά επισημαίνεται, ότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί πιστεύουν πως οι Τάξεις Υποδοχής συμβάλλουν στην κοινωνική και ακαδημαϊκή ανάπτυξη των μαθητών. Επίσης, διαφαίνεται η ανάγκη επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, η ανάγκη δημιουργίας πρόσθετου διδακτικού – παιδαγωγικού υλικού και η ανάγκη αλλαγής στον τρόπο στελέχωσης των Τάξεων Υποδοχής. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν διαφορετικό βαθμό επαγγελματικής ικανοποίησης, σύμφωνα με διαφορετικούς παράγοντες 970 268 254 The goal of this task is to describe the feminine figures in Chekhov’s dramaturgy, especially all female figures in his plays: The Seagull, Uncle Vanya, The Three Sisters, The Cherry Orchard. The first part focuses on Chekhov’s life and refers to daily life in Russia at the times of the last czar, to Chekhov’s social work and especially to his contribution by shedding light on the living conditions of the prisoners in Sakhalin Island. At the same time this article presents the position and the role of women in this prison – island and generally in czarist Russia. In the second part the plots of the four aforementioned plays are presented where the feminine figures – roles are analyzed. The task is completed with critical comments. Chekhov, apart from a great author was an exceptional man who helped other people in many ways and offered his medical knowledge for free. In his works we can see the socioeconomic circumstances of his times. In these everyone is a protagonist who- through their indifferent daily life- seek for the meaning of life and envision a better future. The heroes experience unrequited love and the futility of life. They believe in a better tomorrow, far away in the future, and in a death which will absolve them of all their problems. At the same time, his works are characterized by the natural and musical element. Nature empathizes with the heroes while the author’s love for Russia is especially emphasized in The Three Sisters. Biographical elements are also very apparent in most of his works which are always considered classic and modern Σκοπός της εργασίας είναι η περιγραφή και ανάλυση των γυναικείων μορφών στη δραματουργία του Άντον Τσέχωφ και ειδικότερα στα θεατρικά έργα: Γλάρος, Θείος Βάνιας, Τρεις Αδερφές και Βυσσινόκηπος. Το πρώτο μέρος εστιάζεται στη ζωή του Τσέχωφ, αναφέρεται στην καθημερινότητα στη Ρωσία κατά την εποχή του τελευταίου τσάρου, στο κοινωνικό έργο του Τσέχωφ και ιδιαίτερα στη συμβολή του για την ανάδειξη των συνθηκών διαβίωσης των κρατουμένων στη νήσο Σαχαλίνη. Παράλληλα παρουσιάζει τη θέση και το ρόλο των γυναικών στο νησί-φυλακή και στη γενικότερη θέση τους στην τσαρική Ρωσία. Στο δεύτερο μέρος γίνεται αναφορά στις υποθέσεις των τεσσάρων παραπάνω θεατρικών έργων, όπου αναλύονται τα γυναικεία πρόσωπα – ρόλοι. Η εργασία ολοκληρώνεται με τον κριτικό σχολιασμό. Ο Τσέχωφ εκτός από μεγάλος συγγραφέας ήταν και ένας ξεχωριστός και μεγαλόψυχος άνθρωπος που με κάθε τρόπο βοηθούσε τους συνανθρώπους του προσφέροντας δωρεάν τις ιατρικές του υπηρεσίες. Μέσα στα έργα του προβάλλονται οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες της εποχής του. Σε αυτά όλοι είναι πρωταγωνιστές που -μέσα από την αδιάφορη καθημερινότητά τους- αναζητούν το νόημα της ζωής και οραματίζονται ένα καλύτερο αύριο. Οι ήρωες βιώνουν τον ανεκπλήρωτο έρωτα και τη ματαιότητα της ζωής. Πιστεύουν σε ένα καλύτερο αύριο, πολύ απόμακρο, και σε ένα θάνατο που θα τους απαλλάξει από όλα τους τα προβλήματα. Συνάμα τα έργα του συνοδεύονται από το φυσικό και το μουσικό στοιχείο. Η φύση συμπάσχει με τους ήρωες, ενώ η αγάπη του συγγραφέα για τη Ρωσία προβάλλεται ιδιαίτερα στις Τρείς Αδελφές. Εμφανή είναι και τα βιογραφικά στοιχεία σε πολλά από τα έργα του, τα οποία θεωρούνται πάντα διαχρονικά και επίκαιρα 971 247 242 The effect of Emotional Intelligence of the teachers in the management in the school context Η επίδραση της Συναισθηματικής Νοημοσύνης των εκπαιδευτικών στη διαχείριση των συγκρούσεων στο σχολικό πλαίσιο The subject of the present study is the investigation of the views of the Primary Education teachers from the prefectures of Evros and Rodopi, regarding the correlation of Emotional Intelligence and the choice of conflict management style that occur in a school setting. First, a theoretical analysis of the topic was performed, according to the literature review, and then with the quantitative method, the research analysis was performed using a questionnaire, which was distributed to 160 teachers, of which 135 were used in the research. The analysis of the data showed that conflicts in schools are real and frequent. The main causes of conflicts are poor communication and misunderstanding of information, the behavior of teachers and the way the school is run by the principal. It also turned out that the effects of the conflicts are more negative than positive. The main negative effect was the increase of teacher’s work related stress. The management of conflict amongst teachers seen in the the results showed that they choose more the «Integrating» and less the «Dominating» one. There does not appear to be a relationship between demographic characteristics gender and age with causes and conflict management styles. Finally, Emotional Intelligence was found to be related to the style of «Integrating» and one of its four dimensions, which concerns the management of emotions by the individual himself, is also related to the style of «Dominating». Το θέμα που μελετά η παρούσα εργασία είναι η διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης των νομών Έβρου και Ροδόπης, σχετικά με τη συσχέτιση της Συναισθηματικής Νοημοσύνης και την επιλογή του στυλ διαχείρισης των συγκρούσεων που συμβαίνουν στο σχολικό πλαίσιο. Αρχικά έγινε θεωρητική ανάλυση του θέματος, σύμφωνα με τη βιβλιογραφική ανασκόπηση, κι έπειτα με την ποσοτική μέθοδο έγινε η ερευνητική ανάλυση με τη χρήση ερωτηματολογίου, που διανεμήθηκε σε 160 εκπαιδευτικούς εκ των οποίων χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα τα 135. Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι οι συγκρούσεις στα σχολεία είναι υπαρκτές και συχνές. Οι βασικότερες αιτίες πρόκλησης των συγκρούσεων είναι η κακή επικοινωνία και η παρανόηση των πληροφοριών, η συμπεριφορά των εκπαιδευτικών και ο τρόπος διοίκησης του σχολείου από τον διευθυντή. Ακόμη προέκυψε ότι οι επιπτώσεις των συγκρούσεων είναι περισσότερο αρνητικές παρά θετικές. Κυριότερη αρνητική επίπτωση βρέθηκε η αύξηση του εργασιακού στρες των εκπαιδευτικών. Οι εκπαιδευτικοί για τη διαχείριση των μεταξύ τους συγκρούσεων φάνηκε από τα αποτελέσματα να επιλέγουν περισσότερο την «Ενσωμάτωση-Συνεργασία» και λιγότερο το στυλ «Κυριαρχία». Δεν φαίνεται να υπάρχει σχέση μεταξύ των δημογραφικών χαρακτηριστικών φύλο και ηλικία με τα αίτια και τα στυλ διαχείρισης των συγκρούσεων. Τέλος, η Συναισθηματική Νοημοσύνη βρέθηκε να σχετίζεται με το στυλ της «Ενσωμάτωσης-Συνεργασίας» και μία από τις τέσσερις διαστάσεις της, που αφορά τη διαχείριση των συναισθημάτων από το ίδιο το άτομο, να συσχετίζεται επίσης και με το στυλ της «Κυριαρχίας». 972 357 330 Opinions and perceptions of secondary education students on nuclear energy and radiation Απόψεις και αντιλήψεις των μαθητών/τριών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την πυρηνική ενέργεια και τη ραδιενέργεια The purpose of this study is to explore the views and perceptions of the students of Junior High School as well as those of the first grade of Lyceum regarding Nuclear Energy and Radioactivity. The thesis consists of two parts. The first part presents material addressed to teachers that they could use as a "travelogue" for an interdisciplinary approach, which could cover all branches of science and cultivate behaviours and attitudes in students towards nuclear energy and radioactivity. It attempts to present the origin, the mode of action as well as the uses of radioactive radiation and nuclear energy for humans and their environment on a qualitative and quantative basis, while it also refers to their importance for human health, but also the potential ways of protection. It studies methods of didactic intervention which concern the teaching of natural sciences. Given the fact that there is a corresponding gap in the curriculum of Junior high School and Lyceum, the teaching intervention is considered to be an innovative teaching approach. For its fulfillment , the existence of both positive climate and an appropriate culture on a school unit level are required. At this point, the role of the principal is regarded as being crucial, because of the importance of his / her contribution in creating the conditions for the above to be made feasible, as the training of teachers both by himself/herself and by education executives, is also an innovation, which is examined as a parameter in the present work. In the second, empirical part, the research data which were collected through a questionnaire are presented, and analyzed using research methods. The results showed that there are several misunderstandings on the part of students regarding the issue examined as well as a lack of knowledge, which can be taken into account by teachers so that they adapt their teaching accordingly This teaching intervention is considered necessary to the extent that it will help students to acquire knowledge, which will enable them to make the right decisions for themselves and for society and the environment in general. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ειδίκευσης είναι να διερευνηθούν οι απόψεις και οι αντιλήψεις των μαθητών/τριών του Γυμνασίου και της Α Λυκείου σχετικά με την Πυρηνική Ενέργεια και τη Ραδιενέργεια. Η εργασία αποτελείται από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται υλικό που απευθύνεται στους εκπαιδευτικούς, το οποίο θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν σαν «οδοιπορικό» για μια διαθεματική προσέγγιση, η οποία να καλύπτει όλους τους κλάδους των φυσικών επιστημών και να καλλιεργεί στους μαθητές/τριες συμπεριφορές και στάσεις ζωής γύρω από την πυρηνική ενέργεια και την ραδιενέργεια. Επιχειρεί να παρουσιάσει ποιοτικά και ποσοτικά την προέλευση, τη δράση και τις χρήσεις των ραδιενεργών ακτινοβολιών και της πυρηνικής ενέργειας στον άνθρωπο και στο περιβάλλον του, τη σημασία τους για την ανθρώπινη υγεία, αλλά και τους πιθανούς τρόπους προστασίας. Μελετά τρόπους διδακτικής παρέμβασης, που αφορούν τη διδασκαλία των φυσικών επιστημών. Δεδομένου ότι υπάρχει αντίστοιχο κενό στη διδακτέα ύλη του Γυμνασίου και Λυκείου, η διδακτική παρέμβαση αποτελεί καινοτόμο προσέγγιση διδασκαλίας. Για την πραγματοποίησή της, προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη θετικού κλίματος και κατάλληλης κουλτούρας σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Στο σημείο αυτό καθοριστικός κρίνεται ο ρόλος του διευθυντή, η συμβολή του οποίου είναι σημαντική, διότι μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις, ώστε να γίνουν εφικτά τα παραπάνω, καθώς η επιμόρφωση εκπαιδευτικών τόσο από τον ίδιο όσο και από άλλα Στελέχη εκπαίδευσης, αποτελεί επίσης καινοτομία, η οποία εξετάζεται ως παράμετρος στην παρούσα εργασία. Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζονται τα ερευνητικά δεδομένα, που συλλέχτηκαν μέσω ερωτηματολογίου και αναλύθηκαν μέσω ερευνητικών μεθόδων. Τα αποτελέσματα έδειξαν αρκετές παρανοήσεις από πλευράς των μαθητών/τριών, όσον αφορά το διαπραγματευόμενο από την εργασία θέμα καθώς και έλλειμμα γνώσης, τα οποία μπορούν να ληφθούν υπόψη από τους εκπαιδευτικούς ώστε να προσαρμόσουν αναλόγως στη διδασκαλία τους. Η παρούσα διδακτική παρέμβαση κρίνεται απαραίτητη στο βαθμό που θα βοηθήσει τους μαθητές/τριες να αποκτήσουν γνώσεις, οι οποίες θα τους καταστήσουν ικανούς να παίρνουν σωστές αποφάσεις τόσο για τους ίδιους όσο και για την κοινωνία αλλά και το περιβάλλον γενικότερα. 973 201 241 Επίδραση βιοκλιματικής ανάπλασης αστικού συμπλέγματος στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα κτιρίων με την χρήση προσομοίωσης This study evaluates the results in the energy performance of buildings and their environmental footprint, in the city of Serres (Greece) after a microclimatic urban improvement. The proposed redevelopment was to reduce the urban thermal island effect. The study of the environmental effects was based on calculations with CFD software using numerical methods. The effect that these changes will have on the energy behavior of the buildings (in a quite large area) was evaluated using TAS Simulation software. Therefore, it was necessary the adaptation of the weather data to formulas describing periodic variations. With the EDSL TAS Simulation, the cooling loads for the buildings and the reduction of these loads (after the microclimatic improvement) were calculated. Thus, the whole project was focused on the cooling loads during the summer period though an annual evaluation could be done. Additionally, this study calculates the cooling loads as a conjunction of some parameters (other than temperature) as the wind velocity, the cloudiness, the age of the buildings, the facades orientation, the height, the construction materials and the air infiltration. At the end, the eco-benefits due to the redevelopment are evaluated, and becomes an assessment of the consequences to the environmental footprint of the buildings. Η παρούσα μελέτη εκτιμά τα αποτελέσματα που έχει μια μικροκλιματική επέμβαση και ανάπλαση εντός του αστικού ιστού της πόλης των Σερρών, στην ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και στο περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα. Η προτεινόμενη ανάπλαση είχε ως στόχο τον περιορισμό του φαινομένου της θερμικής αστικής νησίδας. Η μελέτη των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ανάπλασης πραγματοποιήθηκε με λογισμικό υπολογιστικής ρευστομηχανικής (CFD) που βασίζεται σε αριθμητικές μεθόδους. Το αποτέλεσμα αυτών των μεταβολών στην ενεργειακή συμπεριφορά των κτιρίων (μιας αρκετά μεγάλης περιοχής) υπολογίστηκε με τη βοήθεια του λογισμικού TAS Simulation. Για την εργασία αυτή ήταν αναγκαία η προσαρμογή των μετεωρολογικών δεδομένων σε μαθηματικούς τύπους που να περιγράφουν αυτές τις περιοδικές μεταβολές. Με το λογισμικό TAS Simulation έγινε υπολογισμός των ενεργειακών φορτίων που απαιτούνται για τον δροσισμό των κτιρίων πριν και μετά την μικροκλιματική επέμβαση. Γι’ αυτό, η όλη εργασία εστιάζει στα ενεργειακά φορτία για τον δροσισμό κατά την περίοδο του καλοκαιριού, αν και θα μπορούσε να γίνει εκτίμηση όλων των φορτίων σε ετήσια βάση. Επιπροσθέτως, στη μελέτη υπολογίζονται τα φορτία που απαιτούνται για το δροσισμό των κτιρίων σε σχέση με άλλες παραμέτρους (πέραν της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος) όπως η ταχύτητα του ανέμου, η νέφωση, η ηλικία των κτιρίων, ο προσανατολισμός τους, το ύψος τους, τα υλικά κατασκευής τους και η ανεμορροή. Τέλος, αξιολογούνται τα περιβαλλοντικά οφέλη που θα προκύψουν από την ανάπλαση και γίνεται μια αποτίμηση της μεταβολής στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα των κτιρίων. 974 210 222 The operation of Integration classes in Secondary Education Schools and the Principal’s role Η λειτουργία των τμημάτων ένταξης στις σχολικές μονάδες δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ο ρόλος του διευθυντή The subject, which is discussed by this specific research study, is the role of the director of a Secondary Education School in the operation of Integration Classes. The main goal is to explore the views of special education teachers who teach in Integration Classes. The effectiveness of those classes depends on the following components: the implementation of inclusive education, the cooperation of general education teachers with teachers specialized in special education and the cooperation of special education teachers with the parents of students with special needs. The above components are explored in relation to the director’s impact. In the ambit of the research, ten semi-structured interviews were held with two men and 8 female teacher who teach in Integration Classes in Northern Greece. The main findings of the present research study are the following: a) The director of each school plays an important role in the smooth running of an Integration Class, as he affects all three components of its operation. b) The effectiveness of an Integration Class depends on the director’s education in special education. c) Most special education teachers are satisfied with the operation of integration Classes and with the supporting role of the director. Το θέμα που πραγματεύεται αυτή η ερευνητική μελέτη είναι ο ρόλος του διευθυντή μιας σχολικής μονάδας της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στη λειτουργία των Τμημάτων Ένταξης. Βασικός στόχος είναι να διερευνηθούν οι απόψεις εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης με ειδίκευση στην Ειδική Αγωγή που εργάζονται σε Τμήματα Ένταξης όσον αφορά το ρόλο που διαδραματίζει ο διευθυντής στην εύρυθμη λειτουργία τους. Η αποτελεσματικότητα τους εξαρτάται από τις εξής συνιστώσες: την εφαρμογή της συμπεριληπτικής εκπαίδευσης, τη σχέση εκπαιδευτικών ειδικής εκπαίδευσης και γενικής εκπαίδευσης και της σχέσης εκπαιδευτικών ειδικής εκπαίδευσης με τους γονείς των μαθητών των τμημάτων Ένταξης. Οι παραπάνω συνιστώσες διερευνώνται σε σχέση με την επίδραση του ρόλου του διευθυντή. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθησαν 10 ημιδομημένες συνεντεύξεις με οκτώ γυναίκες και δύο άντρες εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε τμήματα ένταξης της Βόρειας Ελλάδας. Βασικά ευρήματα της παρούσας μελέτης είναι τα εξής: α) Ο διευθυντής της εκάστοτε σχολικής μονάδας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης πράγματι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εύρυθμη λειτουργία των τμημάτων ένταξης αφού επηρεάζει και τις τρεις συνιστώσες λειτουργίας τους. β) Η αποτελεσματικότητα των τμημάτων ένταξης εξαρτάται από την κατάρτιση του διευθυντή σε θέματα Ειδικής Αγωγής. γ) Σε μεγάλο βαθμό οι εκπαιδευτικοί ειδικής αγωγής είναι ικανοποιημένοι από τον τρόπο λειτουργίας των τμημάτων ένταξης αλλά και από τον υποστηρικτικό ρόλο του διευθυντή. 975 185 208 Ανάπτυξη διαδικτυακής γεωγραφικής εφαρμογής για τη βέλτιστη χρήση και προβολή μονοπατιών του Αγίου Όρους The need for continuous monitoring and observation of the phenomena affecting the anthropogenic activity, but also the environment, necessitated the use of Remote Sensing and GIS, monitoring of natural ecosystems and the environment in general, in order to allow for quick and precise observation. These two sciences contributed to the construction of several models for the protection of the environment and detect changes and applications that are designed to prevent natural disasters and minimize losses. Also contributed to the development of tourism and the right guide citizens through online geographic information systems (Web GIS). In this paper, we analyzed the key issues of Remote Sensing and GIS, while great attention is paid to the presentation of the paths of the Monastic State, where the use of both these sciences helped to obtain useful information about the environment, the peninsula of Mount Athos . It developed the Web GIS application which informs the user of both scientific and tourist. In application means the user can be informed of the vegetation that has each path, distance and the Land of monasteries. The web application is named http://athospath.com/ Η ανάγκη για συνεχή καταγραφή και παρατήρηση των φαινομένων που επηρεάζουν την ανθρωπογενή δραστηριότητα, αλλά και το περιβάλλον, κατέστησε απαραίτητη τη χρήση της Τηλεπισκόπησης και των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, στην παρακολούθηση των φυσικών οικοσυστημάτων, και του περιβάλλοντος γενικότερα, προκειμένου να είναι εφικτή η γρήγορη και ακριβής παρατήρησή τους. Οι δυο αυτές επιστήμες, συνέβαλλαν στην δόμηση πολλών μοντέλων για την προστασία του περιβάλλοντος και τον εντοπισμό αλλαγών, καθώς και σε εφαρμογές που έχουν ως στόχο να προλαμβάνουν φυσικές καταστροφές και να ελαχιστοποιούν τις απώλειες. Επίσης συνέβαλαν στην ανάπτυξη του τουρισμού και την σωστή καθοδήγηση των πολιτών μέσω των διαδικτυακών γεωγραφικών πληροφοριακών συστημάτων (Web GIS). Στην παρούσα εργασία, αναλύονται τα βασικά ζητήματα της Τηλεπισκόπησης και των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών, ενώ μεγάλη βαρύτητα δίνεται στην παρουσίαση των μονοπατιών της Μοναστικής Πολιτείας, όπου η χρήση των δυο παραπάνω επιστημών συνετέλεσε στην απόκτηση χρήσιμων πληροφοριών, για το περιβάλλον, της χερσονήσου του Αγίου Όρους. Αναπτύχθηκε η Web GIS εφαρμογή η οποία ενημερώνει τον χρήστη τόσο επιστημονικά όσο και τουριστικά. Στην εφαρμογή μέσα ο χρήστης μπορείς να ενημερωθεί για την βλάστηση που έχει το κάθε μονοπάτι, την απόσταση και τις εδαφικές εκτάσεις των μονών. Η διαδικτυακή εφαρμογή έχει την ονομασία http://athospath.com/ 976 64 70 Η φασματοσκοπία Ράμαν στην Οφθαλμολογία, με έμφαση στην ιατρική απεικόνιση The current thesis is a literature review of the applications that the Raman effect (an inelastic scattering of light), the corresponding spectroscopic technique, its variants and their imaging applications find in the field of Ophthalmology. Classical forms of optical and electron microscopy combined with Raman devices are finding their way beyond experimental and clinical applications in everyday medical practice and possibly soon in Ophthalmology. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση του φαινομένου Ράμαν (ανελαστική σκέδαση του φωτός), της αντίστοιχης φασματοσκοπικής τεχνικής, των παραλλαγών της καθώς και των απεικονιστικών εφαρμογών τους στο πεδίο της Οφθαλμολογίας. Κλασικές μορφές οπτικής και ηλεκτρονικής μικροσκόπισης συνδυαζόμενες με διατάξεις Ράμαν βρίσκουν εκτός από πειραματικές και κλινικές εφαρμογές στην καθημερινή ιατρική πράξη και στο άμεσο μέλλον πιθανώς και στην Οφθαλμολογία. 977 465 478 Κατεψυγμένα λαχανικά. Διατροφική αξία, ποιοτικά χαρακτηριστικά και αποδοχή από τους καταναλωτές How vital vegetables are in our daily diet for an average person is something that has correctly been established in scientific bibliography. The vital elements in each study confirms the importance of the protective effect which they have on certain serious degenerative diseases which may even be fatal. Roughage, metals, vitamins, but also phytochemicals literally shield our health and provides us with a high protective effect against various types of cancer, cardiovascular disease, strokes etc. In today’s world it is rare for someone to find at the greengrocer’s or in stores wide range of vegetables all year round, from various places from all over the world. For this reason, alternative solutions, like frozen vegetables, are available. The unlimited wide range of products, independent of the season, is also a reason why frozen vegetables are preferred. Unlimited are the choices irrelevant with the season of the fresh products. The categories of the frozen vegetables are preferred especially when there are shortcomings of fresh vegetables in the market, because of bad weather conditions, winter months, but also because of the high prices which troubles the consumer. Today, frozen vegetables are used not only in creative cooking and home-made food but also in professional dishes, because they offer high quality and adaptation. It has been proven that frozen vegetables have more nutritional value than fresh vegetables, as they are selected at their most ripe phase, when all their level of nutritional value is high, cooked partly and frozen before anything is lost. When the vegetables are out of season or are left too long in the fields or on the trees or plants than they are supposed to be, then their vitamins and nutritional value can be harmed. Over the years, consuming frozen vegetables have risen tremendously. They play an important role on the shopping list of the Greek consumer. The modern consumer facing the quick pace of life and less free time, demands its daily life to become simpler. In this context, he chooses solutions which don’t demand much time in preparing a meal. The consumer searches for products which offer the necessary nutrition, which isn’t just a quick solution but also a healthy one. Frozen vegetables are very safe (even in comparison with the fresh) because of the special heating process and the quick procedure of deep freezing, which reduces the bacterial load of the fresh and deactivates the enzyme which is caused by deterioration. This is the reason why they can be stored for a long time (up till 18 months) without having important loss in the nutritional value, since it is kept in temperatures less than -18° C. So can frozen vegetables replace fresh vegetables? Which opinion do the consumers have about the above? All of these answers will be analyzed below in detail Το πόσο πολύτιμα είναι τα λαχανικά στην διατροφή του μέσου ανθρώπου είναι κάτι που πολύ ορθά έχει θεμελιωθεί από όλη την επιστημονική βιβλιογραφία. Τα πολύτιμα συστατικά τους σε κάθε μελέτη επιβεβαιώνουν την σημαντική τους προστατευτική τους δράση σε μια σειρά από σοβαρές εκφυλιστικές παθήσεις που μπορεί να είναι ακόμα και θανατηφόροι. Οι φυτικές ίνες, τα μέταλλα, οι βιταμίνες αλλά και τα φυτοχημικά κυριολεκτικά θωρακίζουν την υγεία μας και μας παρέχουν μια εξαιρετική προστατευτική δράση ενάντια σε διάφορους τύπους καρκίνου, καρδιοπάθειες, εγκεφαλικά κλπ. Πρακτικά πλέον είναι πολύ σπάνια κάποιος να βρει σε κάποιο μανάβικό ή κατάστημα τεράστια ποικιλία λαχανικών όλο το χρόνο, προερχόμενα από διάφορα μέρη του πλανήτη. Λόγω αυτού του γεγονότος στρέφεται σε εναλλακτικές λύσεις, όπως είναι τα κατεψυγμένα λαχανικά. Η απεριόριστη ποικιλία προϊόντων ανεξαρτήτως εποχής αποτελεί μια ακόμη παράμετρο που συντελεί στην προτίμησή των κατεψυγμένων λαχανικών. Δεν περιορίζεται δηλαδή η επιλογή του από την εποχικότητα που διακρίνει τα νωπά προϊόντα. Η κατηγορία των κατεψυγμένων λαχανικών ευνοείται ιδιαίτερα από τις ελλείψεις της αγοράς σε νωπά λαχανικά, λόγω καιρικών συνθηκών, τους χειμερινούς μήνες, αλλά και από το πρόβλημα των υψηλών τιμών κάτι που απασχολεί έντονα τον καταναλωτή. Τα κατεψυγμένα λαχανικά σήμερα χρησιμοποιούνται στη δημιουργική μαγειρική, στην οικιακή αλλά και την επαγγελματική κουζίνα, γιατί προσφέρουν υψηλή ποιότητα και μεγάλη προσαρμογή. Έχει αποδειχτεί πως τα κατεψυγμένα λαχανικά έχουν συχνά περισσότερα θρεπτικά στοιχεία από τα φρέσκα, επειδή συλλέγονται ακριβώς στην πιο ώριμη φάση τους, όταν τα θρεπτικά τους επίπεδα βρίσκονται στον υψηλότερο βαθμό, μαγειρεύονται μερικώς και καταψύχονται πριν τα χάσουν. Όταν τα λαχανικά είναι σχεδόν εκτός εποχής ή έχουν παραμείνει είτε στο αμπέλι είτε στο χωράφι είτε σε κάποιο θάμνο για περισσότερο χρονικό διάστημα από όσο πρέπει, οι βιταμίνες και τα θρεπτικά τους συστατικά μπορεί να πληγούν σοβαρά. Τα τελευταία χρόνια η κατανάλωση κατεψυγμένων λαχανικών έχει αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Καταλαμβάνουν όλο και πιο σημαντική θέση στο καλάθι αγορών του σύγχρονου Έλληνα καταναλωτή. Ο σύγχρονος καταναλωτής αντιμέτωπος με τους ταχείς ρυθμούς της ζωής και τη μείωση του ελεύθερου χρόνου του, επιδιώκει την απλοποίηση της καθημερινότητάς του. Στο πλαίσιο αυτό, επιλέγει λύσεις που δεν απαιτούν πολύ χρόνο για την προετοιμασία ενός γεύματος. Επιδιώκει την εύρεση προϊόντων που προσφέρουν τα απαιτούμενα θρεπτικά συστατικά, που δεν αποτελούν, δηλαδή, απλώς “λύση ανάγκης”, αλλά είναι και υγιεινά. Τα κατεψυγμένα λαχανικά είναι αρκετά ασφαλή (ακόμα και σε σύγκριση με τα νωπά) χάρη στην ειδική θερμική επεξεργασία και τη διαδικασία γρήγορης κατάψυξης, που μειώνουν το μικροβιακό φορτίο των νωπών και απενεργοποιούν τα ένζυμά τους που προκαλούν αλλοιώσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να μπορούν να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον έως και 18 μήνες) χωρίς να υπάρχει σημαντική απώλεια της διατροφικής τους αξίας, εφόσον συντηρούνται σε θερμοκρασίες μικρότερες των -18° C. Άραγε τα κατεψυγμένα λαχανικά μπορούν να αντικαταστήσουν τα νωπά; Οι καταναλωτές ποια γνώμη έχουν για τα παραπάνω; Όλα αυτά θα τα αναλύσουμε παρακάτω με μεγαλύτερη σαφήνεια 978 198 217 Relational Aggression, Anger, Jealousy, Emotion Regulation and Parenting Practices Επιθετικότητα Σχέσεων, Θυμός, Ζήλια, Συναισθηματική Ρύθμιση και Γονικές Πρακτικές The purpose of this study is to examine the relationship among relational aggression and a series of individual (anger, jealousy in friendships, emotion regulation) and environmental factors (parenting practices) to 570 students (51% boys, 49% girls) attending the 6th grade of Elementary School, who completed a self-report questionnaire. Data analysis revealed that girls scored higher in jealousy in friendships and perceived behavioral control. Indirect relational aggression (proactive and reactive) and direct proactive were positively and significantly associated with anger, jealousy in friendships and perceived psychological control and negatively with cognitive reappraisal, perceived warmth and perceived behavioral control. Direct reactive relational aggression was positively associated with anger and jealousy in friendships and negatively with perceived warmth and perceived behavioral control. Multiple regression analysis highlighted anger, jealousy in friendships and low perceived warmth as important predictors of the four dimensions of relational aggression. In addition to the above factors, proactive indirect relational aggression is also predicted by increased use of expressive suppression and limited use of cognitive reappraisal, while reactive indirect relational aggression is also predicted by low perceived behavioral control. The findings are discussed in terms of their educational applications. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη της σχέσης ανάμεσα στην επιθετικότητα σχέσεων και μια σειρά ατομικών (θυμός, ζήλια στις φιλίες, συναισθηματική ρύθμιση) και περιβαλλοντικών παραγόντων (γονικές πρακτικές) σε 570 μαθητές (51% αγόρια, 49% κορίτσια) ΣΤ’ Δημοτικού με τη χρήση ενός ερωτηματολογίου αυτοαναφοράς. Από τις αναλύσεις των δεδομένων προέκυψε ότι τα κορίτσια σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στο συναίσθημα της ζήλιας στις φιλίες και στον αντιλαμβανόμενο συμπεριφορικό έλεγχο. Η έμμεση επιθετικότητα σχέσεων (προληπτική και αντιδραστική) και η άμεση προληπτική εμφάνισαν θετική συσχέτιση με το θυμό, τη ζήλια στις φιλίες και τον αντιλαμβανόμενο ψυχολογικό έλεγχο και αρνητική με τη γνωστική επανεκτίμηση, την αντιλαμβανόμενη ζεστασιά και τον αντιλαμβανόμενο συμπεριφορικό έλεγχο. Η άμεση αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων παρουσίασε θετική συσχέτιση με το θυμό και τη ζήλια στις φιλίες και αρνητική με την αντιλαμβανόμενη ζεστασιά και τον αντιλαμβανόμενο συμπεριφορικό έλεγχο. Η πολλαπλή παλινδρομική ανάλυση ανέδειξε το θυμό, τη ζήλια στις φιλίες και τη χαμηλή αντιλαμβανόμενη ζεστασιά ως σημαντικούς προβλεπτικούς παράγοντες των τεσσάρων διαστάσεων της επιθετικότητας σχέσεων. Εκτός από τους παραπάνω παράγοντες, η προληπτική έμμεση επιθετικότητα σχέσεων προβλέπεται επιπλέον από την αυξημένη χρήση της εκφραστικής αναστολής και την περιορισμένη της γνωστικής επανεκτίμησης, ενώ η αντιδραστική έμμεση προβλέπεται επιπλέον από τον χαμηλό αντιλαμβανόμενο συμπεριφορικό έλεγχο. Τα ευρήματα συζητούνται ως προς την εφαρμογή τους στο χώρο της εκπαίδευσης 979 278 277 Συσχέτιση κλινικών και απεικονιστικών ευρημάτων του γλαυκώματος φυσιολογικής πίεσης με το πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας PURPOSE: The purpose of this study is to investigate the correlations of the structural and functional parameters between primary open-angle glaucoma (POAG) and normal tension glaucoma (NTG). We also tried to verify the existence of different patterns in the progression rates of change for each group's parameters. METHODS: We conducted a retrospective chart review. Thirty-eight eyes have been chosen for each study group, followed for an average of two years, with at least one annual examination. The eyes of each group were matched for age and VFI. The Perimeter test (VFI-MD) and Fourier-OCT (RNFL and GCC) data were correlated and compared for the entire follow-up duration. RESULTS: Both study groups showed a strong positive correlation between VFI and MD functional parameters (Rntg = 0.756 and Rpoag = 0.877 p <0.0001), as well as between RNFL and GCC structural parameters (Rntg = 0.783 and Rpoag = 0.705 p <0001). However, in both study groups, a weak positive correlation was found, between the functional and structural parameters, and their overall changes, not always significant statistically. Regarding the rate of change of the parameters of each group, the POAG eyes appeared to have greater deterioration in the mean MD field index compared to the NTG eyes (-0.59 dB / y and -0.10dB / y p <0.042). No statistically significant difference was found in VFI, GCC, and RNFL progression rates. CONCLUSION: After all the afore mentioned, only a weak correlation appears to exist between the structural and functional parameters, possibly indicating the non¬linear reduction relationship between them. Moreover, patients with POAG show a greater reduction of the MD rate of change than patients with NTG, indicating a faster progression of the disease. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης είναι η διερεύνηση συσχετίσεων των δομικών και λειτουργικών παραμέτρων μεταξύ του πρωτοπαθούς γλαυκώματος ανοιχτής γωνίας (ΠΓΑΓ-POAG) και του γλαυκώματος φυσιολογικής πίεσης (ΓΦΠ-NTG). Επίσης έγινε μια προσπάθεια να εξακριβώσουμε την ύπαρξη διαφορετικών μοτίβων στο ρυθμό μείωσης των παραμέτρων αυτών. ΜΕΘΟΔΟΣ: Πραγματοποιήθηκε αναδρομική μελέτη ανασκόπησης ιατρικών αρχείων. Επιλέχθηκαν 38 οφθαλμοί για κάθε ομάδα μελέτης, για ένα μέσο διάστημα παρακολούθησης 2 ετών, με τουλάχιστον μια ετήσια εξέταση. Οι οφθαλμοί ήταν ταιριασμένοι για την ηλικία και το δείκτη περιμετρίας VFI. Στη συνέχεια συσχετίστηκαν και συγκρίθηκαν τα δεδομένα των εξετάσεων περιμετρίας (VFI-MD) και Fourier-OCT(RNFL και GCC) για όλη την δίαρκεια παρακολούθησης των ασθενών. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: ^ι στις δύο ομάδες μελέτης εμφανίζεται ισχυρή θετική συσχέτιση μεταξύ των λειτουργικών παραμέτρων VFI και MD (Rntg=0,756 και Rpoag=0,877 p<0,0001), καθώς και μεταξύ των δομικών παραμέτρων RNFL και GCC (Rntg=0,783 και Rpoag=0,705 p<0,0001). Εντούτοις και στις δύο ομάδες μελέτης, φάνηκε να υπάρχει μικρή θετική συσχέτιση, μεταξύ των δομικών και λειτουργικών παραμέτρων και των συνολικών μεταβολών αυτών, όχι πάντα στατιστικά σημαντική. Σχετικά με τους ρυθμόυς μεταβολής των παραμέτρων κάθε ομάδος, στους POAG οφθαλμούς φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη επιδείνωση στον δείκτη οπτικών πεδίων MD σε σχέση με τους NTG οφθαλμούς (-0,59 dB/y και - 0,10dB/y p<0,042). Στους ρυθμούς μεταβολής του VFI, GCC και RNFL δεν εντοπίστηκε στατιστικά σημαντική διαφορά. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Όπως προκύπτει από τα δεδομένα, φαίνεται να υπάρχει μικρή και αδύναμη συσχέτιση αναμεταξύ των δομικών και λειτουργικών παραμέτρων, πιθανώς καταδεικνύοντας την μη γραμμική σχέση μείωσης που υπάρχει. Επίσης οι ασθενείς με POAG εμφανίζουν μεγαλύτερο ρυθμό μείωσης της λειτουργικής παραμέτρου MD σε σχέση με τους NTG ασθενείς, υποδεικνύοντας ταχύτερη επιδείνωση της νόσου. 980 112 137 Αξιοποίηση ζεόλιθου και ατταπουλγίτη στην καλλιέργεια του σκληρού σιταριού In this study, the effect of zeolite and attapulgite application on the growth of durum wheat plantswas investigated. Plant height, number of stems and dry matter of plants at the stages of flowering and maturity, as well as the grain yield were studied. Zeolite and attapulgite treatments tended to increase the accumulation of dry matter in both the flowering and the maturity stages, but with no significant differences with the control. Also, the application of both materials did not affect the height of durum wheat plants compared with the. Finally, seed yield of durum wheat increased with zeolite and was significantly higher compared to that obtained with attapulgite and with the control Στην παρούσα εργασία ερευνήθηκε η επίδραση της χρήσης ζεόλιθου και ατταπουλγίτη στην ανάπτυξη των φυτών του σκληρού σιταριού. Μελετήθηκε το ύψος των φυτών, ο αριθμός των στελεχών και η ξηρά ουσία των φυτών στο στάδιο της άνθησης και της ωρίμανσης, καθώς και η απόδοση σε σπόρο. Η επέμβαση με ζεόλιθο και ατταπουλγίτη έτεινε να αυξήσει τη συσσώρευση ξηράς ουσίας τόσο στο στάδιο της άνθησης όσο και σε εκείνο της ωρίμανσης, χωρίς όμως σημαντικές διαφορές με τον μάρτυρα. Επίσης, η εφαρμογή αμφοτέρων των υλικών δεν επηρέασε το ύψος των φυτών του σκληρού σιταριού σε σχέση με τον μάρτυρα. Τέλος, η απόδοση σε σπόρο του σκληρού σιταριού αυξήθηκε με τη χρήση ζεόλιθου και ήταν σημαντικά μεγαλύτερη σε σύγκριση τόσο με την επέμβαση με ατταπουλγίτη όσο και με εκείνη του μάρτυρα 981 197 198 Language attitudes of young Muslim women of Pomak origin of prefecture of Xanthis Γλωσσικές στάσεις νεαρών μουσουλμάνων γυναικών πομάκικης καταγωγής του νομού Ξάνθης This project deals with the language attitudes of young Muslim women of Pomak origin of the prefecture of Xanthi. In more detail, the objective set is to broaden the relationship between non-teaching of their mother tongue and school careers. For this reason, qualitative research was chosen. The research question that concerned us was: How did the non-teaching of the Pomac language and attitudes towards pomak language affect their school career? The method used to collect the data is the qualitative and specifically the semi-structured interview. The sample consisted of 18 young pomacophone women who are between the ages of 18-26 years and reside either in the villages of Xanthi prefecture (mountain and lowland), or in the town of Xanthi. The results of the survey showed that there is no strong link between not teaching their mother tongue and school careers. Also, attitudes towards the pomak language are not related to their school careers. Finally, the influence of the family on the formation of attitudes towards the pomak language is important, but they can be changed or maintained according to the value attributed to it Στη παρούσα εργασία διερευνώνται οι γλωσσικές στάσεις των νεαρών μουσουλμάνων γυναικών πομάκικης καταγωγής του νομού Ξάνθης. Πιο αναλυτικά, ο στόχος που τέθηκε είναι η διεύρυνση της σχέσης μεταξύ της μη διδασκαλίας της μητρικής τους γλώσσας και της σχολικής σταδιοδρομίας πομακόφωνων μαθητών. Το ερευνητικό ερώτημα που μας απασχόλησε ήταν: Πώς επηρέασε η μη διδασκαλία της πομακικής γλώσσας και οι στάσεις απέναντι σε αυτήν τη σχολική σταδιοδρομία των πομακόφωνων γυναικών; Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την συλλογή και την επεξεργασία των δεδομένων είναι η ποιοτική και συγκεκριμένα η ημι-δομημένη συνέντευξη. Το δείγμα αποτελείτο από 18 νεαρές πομακόφωνες γυναίκες οι οποίες είναι μεταξύ της ηλικίας 18-26 ετών και κατοικούν είτε στα χωριά του νομού Ξάνθης (ορεινά και πεδινά), είτε στην πόλη της Ξάνθης. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι δεν υπάρχει ισχυρή σχέση μεταξύ της μη διδασκαλίας της μητρικής τους γλώσσας και της σχολικής σταδιοδρομίας. Επίσης, οι στάσεις απέναντι στην πομακική γλώσσα δεν σχετίζονται με την σχολική τους σταδιοδρομία. Τέλος, σημαντική είναι η επιρροή της οικογένειας για την διαμόρφωση των στάσεων απέναντι στην πομακική, οι οποίες όμως μπορούν να αλλάξουν ή να διατηρηθούν ανάλογα με την αξία που αποδίδεται σε αυτήν 982 814 886 Μελέτη πολυμορφισμών των γονιδίων της τελομεράσης, ως προγνωστικοί δείκτες του καρκίνου του πνεύμονα Telomeres are nucleoprotein structures at the ends of eukaryotic linear chromosomes. Α telomere is a region of short, repetitive nucleotide sequences, which prevents the end of the linear chromosomal DNA from being recognized as a broken end. Thus, telomeres facilitate the protection of genetic material and its duplication during mitosis, and maintain genetic stability and viability of the cell. Telomere shortening is a normal cellular process, in which telomeres get shorter after repeated cell divisions, because of the end replication problem. Somatic cells stop dividing when their telomeres are extremely small, causing permanent cell cycle arrest, cellular senescence and inactivation. During telomere shortening, the ribonucleoprotein complex “telomerase” carries out the enzymatic repair of chromosome ends and prevents the loss of genetically encoded information during mitosis. The main function of telomerase is to catalyze the extension of telomeric DNA by adding DNA repeats onto chromosome ends. In normal cells, the absence of telomerase results in a decrease in telomere length, cell aging and therefore cell cycle arrest. Generally, telomeres can lead to specific cellular changes that do not facilitate adaptation, prevent cell division and tissue replenishing. These changes can lead to chromosomal instability due to genome shifts and, in many cases, tumorigenesis. Telomere length influences cancer cell differentiation: telomerase activation contributes to the maintenance of long telomeres, thereby obviating cellular aging and, as a result, tumor cells are being immortalized. On the other hand, the loss of telomerase activity causes a faster telomere shortening. These dysfunctional telomeres cause abnormal adhesion of different chromosomal ends, resulting in chromosomal instability, a major cause of tumorigenesis. Telomerase is a ribonucleoprotein complex consisting of the TERT (Telomerase Reverse Transcriptase) protein and the TERC (Telomerase RNA Component) RNA sequence, which is used by the former as a matrix. The simultaneous expression of TERT and TERC ensures the catalytic activity of telomerase. Polymorphisms of these two genes are related to telomerase function and thus to the rate of telomere size reduction and, possibly, the age of cancer incidence. The aim of this study is to study the potential association between functional TERC rs10936599C> T and TERT rs2736100T> G and rs2735940C> T polymorphisms and the age of lung cancer incidence, as well as the clinical characteristics of the patients. In the present study, 56 lung cancer patients (mean age 65.9 years (± 9.9), 80.4% men) following specific anticancer treatment were enrolled (9 small cell, 47 non-small cell type). All participants were consecutive patients of the Oncology Clinic of the General University Hospital of Alexandroupolis. Genomic DNA from peripheral blood was isolated. TERC and TERT polymorphisms were analyzed by use of PCR- RFLP method, using the restriction endonucleases MluCI, SfcI and HapII, respectively. Allele frequencies of TERC rs10936599T, TERT rs2736100G and rs2735940T alleles were estimated at 8.9%, 56.3% and 39.3%, respectively. TERC rs10936599C> T polymorphism was associated with lung cancer age of onset. The disease occurred at a younger age in the carriers of the rs10936599T allele, compared to non-carriers [average age 57.5 years (± 11.2) versus 67.5 years (± 9.7), (β = -9,436, p = 0.011, 95% CI-16.577, -2.295)]. The presence of the rs10936599T allele explains 11.7% of the variance of the age of onset of lung cancer. In addition, significant associations were found between the three polymorphisms and the occurrence of side effects. Specifically, frequency of TERC rs10936599 CT and TT genotypes was increased in patients who experienced allergies after the first (p = 0.029) and second (p = 0.047) treatment regimens, as well as in patients who experienced weariness or vertigo (p = 0.041). In patients who experienced pulmonary side effects, TERT rs2736100 TG and GG genotypes had a lower incidence (p = 0.021), while the frequency of TERT rs2735940 TC and CC genotypes was increased (p = 0.032). Finally, in the studied patient group, 2.6% received supportive treatment with antipsychotic or antidepressant drugs. The diseases associated with telomeres length have different manifestations that are directly related to the age spectrum. Telomerase can stimulate tumor progression, ensuring that telomeres are maintained under a critically short length, resulting in premature cell aging and apoptosis. Lack of telomerase activity can contribute to the early stages of cancer development. According to the results of the present study, TERC rs10936599T carriers have probably shorter telomeres at younger ages, leading to early interruption of cell proliferation and chromosomal instability. This results in the development of lung cancer at an earlier age, namely a decade earlier, as shown by the results of the present research. At the same time, chromosomal instability in minor allele carriers appears to be related to the occurrence of different side effects among patients. In addition, cancer is a disease directly associated with the development of major depressive disorder or other psychiatric disorders. Although a large proportion of cancer patients receive supportive treatment with antidepressant and antipsychotic drugs, interestingly, only 2.6% of patients in the present study are treated with psychiatric medication. Τα τελομερή είναι νουκλεοπρωτεϊνικές περιοχές- σύμπλοκα, οι οποίες βρίσκονται στα άκρα των ευκαρυωτικών γραμμικών χρωματοσωμάτων. Χαρακτηρίζονται από πολλαπλές επαναλήψεις σύντομων αλληλουχιών DNA και έχουν ως βασικό ρόλο να αποτρέπουν την αναγνώριση των χρωματοσωμικών άκρων ως περιοχές βλάβης του γονιδιώματος. Έτσι, προστατεύουν τη χρήσιμη γενετική πληροφορία από τη φθορά, εξασφαλίζουν τον πλήρη διπλασιασμό των χρωματοσωμάτων και διατηρούν τη γενετική σταθερότητα και βιωσιμότητα του κυττάρου. Η βράχυνση των τελομερών αποτελεί μια φυσιολογική διαδικασία του οργανισμού, κατά την οποία χάνεται μία τελομερική επανάληψη σε κάθε κύκλο αντιγραφής, εξαιτίας του προβλήματος λήξης της αντιγραφής. Αν το τελομερές δεν αποκατασταθεί σε μήκος με κάποιο μηχανισμό επιδιόρθωσης, η κάθε κυτταρική διαίρεση το καταναλώνει. Τα σωματικά κύτταρα σταματούν τη διαίρεση, όταν τα τελομερή τους είναι εξαιρετικά μικρά, οπότε και επέρχεται μόνιμη διακοπή κυτταρικού κύκλου και τα κύτταρα περιορίζονται σε μια κατάσταση γήρατος και καθίστανται πλέον βιολογικά ανενεργά. Στη διαδικασία της φθοράς των τελομερών, δρα ανασταλτικά η τελομεράση, η οποία αναλαμβάνει την ενζυματική αποκατάσταση των άκρων των χρωματοσωμάτων, και αποτρέπει την απώλεια των γενετικά κωδικοποιημένων πληροφοριών κατά τη διάρκεια της μίτωσης. Η βασική λειτουργία της τελομεράσης, είναι να καταλύει την επέκταση του τελομερικού DNA στους ευκαρυωτικούς οργανισμούς, προσθέτοντας επαναλήψεις DNA στα άκρα των χρωματοσωμάτων. Στα φυσιολογικά κύτταρα, η απουσία τελομεράσης έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση του μήκους του τελομερούς, την κυτταρική γήρανση και συνεπώς τη διακοπή του κυτταρικού κύκλου. Γενικά, η φθορά των τελομερών μπορεί να οδηγήσει σε συγκεκριμένες κυτταρικές αλλαγές, οι οποίες δεν ευνοούν την προσαρμογή, εμποδίζουν τη διαίρεση των κυττάρων και την αναπλήρωση των ιστών, οδηγούν σε χρωματοσωμική αστάθεια λόγω ανακατατάξεων του γονιδιώματος και προκαλούν, σε πολλές περιπτώσεις, καρκινογένεση. Τα καρκινικά κύτταρα σχετίζονται με το μήκος των τελομερών με δύο τρόπους: η ενεργοποίηση τελομεράσης και γενικότερα η υπερέκφρασή της, συμβάλλει στη διατήρηση των τελομερών πάνω από ένα μήκος, επομένως παρακάμπτεται η κυτταρική γήρανση και τα καρκινικά κύτταρα αθανατοποιούνται. Από την άλλη, η απώλεια ενεργότητας της τελομεράσης προκαλεί την ταχύτερη βράχυνση των τελομερών. Τα δυσλειτουργικά αυτά τελομερή, προκαλούν μη φυσιολογική συγκόλληση των άκρων διαφορετικών χρωματοσωμάτων, με αποτέλεσμα να δημιουργείται χρωματοσωμική αστάθεια, μία βασική αιτία καρκινογένεσης. Το σύμπλοκο της τελομεράσης αποτελείται από την πρωτεΐνη TERT (Telomerase Reverse Transcriptase) και την αλληλουχία RNA TERC (Telomerase RNA Component), την οποία χρησιμοποιεί η πρώτη ως μήτρα. Η ταυτόχρονη έκφραση των TERT και TERC εξασφαλίζει την καταλυτική δραστικότητα της τελομεράσης. Πολυμορφισμοί των δύο αυτών γονιδίων του συμπλόκου της τελομεράσης, σχετίζονται με το ρυθμό μείωσης του μεγέθους των τελομερών και ενδεχομένως με την ηλικία εμφάνισης καρκίνου. Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη συσχέτισης των λειτουργικών πολυμορφισμών TERC rs10936599C>T, TERT rs2736100T>G και rs2735940C>T με την ηλικία εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα και με τα κλινικά χαρακτηριστικά των ασθενών. Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν 56 ασθενείς (80,4% άντρες) με καρκίνο του πνεύμονα (9 μικροκυτταρικού, 47 μη-μικροκυτταρικού τύπου), μέσης ηλικίας 65,9 έτη (±9,9) που λαμβάνουν αντικαρκινική θεραπεία. Οι ασθενείς προέρχονται από την Ογκολογική Κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης. Στο σύνολο των συμμετεχόντων, απομονώθηκε γενωμικό DNA από περιφερικό αίμα. Οι πολυμορφισμοί TERC rs10936599C>T, TERT rs2736100T>G και TERT rs2735940C>T αναλύθηκαν με τη μέθοδο PCR-RFLP, με χρήση των περιοριστικών ενδονουκλεασών MluCI, SfcI και HapH, αντίστοιχα. Η συχνότητα εμφάνισης των αλληλομόρφων TERC rs10936599T, TERT rs2736100G και rs2735940T ανέρχεται σε 8,9%, 56,3% και 39,3%, αντίστοιχα. Ο πολυμορφισμός TERC rs10936599C>T σχετίστηκε με την ηλικία εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα. Οι φορείς του αλληλομόρφου ^10936599Τ εμφάνισαν καρκίνο του πνεύμονα σε νεαρότερη ηλικία συγκριτικά με τους ασθενείς που δεν φέρουν το αλληλόμορφο αυτό [μέση ηλικία 57,5 έτη (±11,2) έναντι 67,5 έτη (±9,7), (β=-9,436, p=0.011, 95%CI -16.577, -2.295)]. Η παρουσία του αλληλομόρφου rs10936599T εξηγεί ποσοστό 11,7% της ποικιλομορφίας στην ηλικία εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα. Επιπλέον, βρέθηκαν σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στους πολυμορφισμούς και την εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών. Συγκεκριμένα, η συχνότητα των γονοτύπων TERC rs10936599 CT και TT ήταν αυξημένη στους ασθενείς που εμφάνισαν αλλεργίες μετά το πρώτο (p=0,029) και το δεύτερο (p=0,047) θεραπευτικό σχήμα, καθώς και στους ασθενείς που εμφάνισαν καταβολή ή ζάλη (p=0,041). Στους ασθενείς με πνευμονικές παρενέργειες, οι γονότυποι TERT rs2736100 TG και GG είχαν χαμηλότερη συχνότητα εμφάνισης (p=0,021), ενώ η συχνότητα των γονοτύπων TERT rs2735940 TC και CC ήταν αυξημένη (p=0,032). Τέλος, στην ομάδα ασθενών που μελετήθηκε, το 2,6% έλαβε υποστηρικτική αγωγή με αντιψυχωσικά ή αντικαταθλιπτικά φάρμακα. Οι ασθένειες που σχετίζονται με τελομερή έχουν διαφορετικές εκφάνσεις που σχετίζονται άμεσα με το φάσμα ηλικίας. Η τελομεράση μπορεί να διεγείρει την εξέλιξη του όγκου, εξασφαλίζοντας τη διατήρηση των τελομερών κάτω από ένα κριτικά μικρό μήκος, με αποτέλεσμα την πρόωρη κυτταρική γήρανση και απόπτωση. Η έλλειψη τελομεράσης, μπορεί να συνεισφέρει στα αρχικά στάδια της ανάπτυξης του καρκίνου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την παρούσα μελέτη, οι φορείς του αλληλομόρφου TERC ^10936599Τ πιθανόν έχουν βραχύτερα τελομερή σε νεαρότερες ηλικίες, γεγονός που οδηγεί σε πρόωρη διακοπή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και χρωματοσωμική αστάθεια. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση καρκίνου του πνεύμονα σε μικρότερη ηλικία, και συγκεκριμένα μία δεκαετία νωρίτερα, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης έρευνας. Παράλληλα, η χρωματοσωμική αστάθεια στους φορείς των αλληλομόρφων, φαίνεται να σχετίζεται με την εκδήλωση διαφορετικών παρενεργειών και σε διαφορετικές συχνότητες, ανάμεσα στους ασθενείς. Επιπλέον, ο καρκίνος είναι μία ασθένεια άμεσα συνυφασμένη με την εκδήλωση μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και άλλων ψυχιατρικών νόσων. Αν και ένα μεγάλο ποσοστό των καρκινοπαθών λαμβάνει υποστηρικτική αγωγή με αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωσικά φάρμακα, ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι μόλις 2,6% των ασθενών της παρούσας μελέτης βρίσκεται υπό αγωγή με κάποιο ψυχιατρικό φάρμακο. 983 337 294 Self – awareness, problem solving and executive control during childhood Μηχανισμοί αυτο-ρύθμισης, επίλυση προβλημάτων και εκτελεστικός έλεγχος κατά τη σχολική ηλικία The present study is constituted by two parts, the theoretical and the research. The first part includes three chapters, in which the structure of cognitive system is analyzed . In the first chapter, basic elements round the growth of cognitive abilities in school aged students are presented. Initially, an effort of defining various terms is being conducted, then the various cognitive dexterities that every individual develops across his life span, are presented on a greater scale, and finally the importance of these factors in the processing and comprehension of data is being discussed. Afterwards, the tripartite organization of mind is being presented, according to Dimitriou’s theory, as well as the five specialized structural systems, known as EDOS. In the second chapter the metacognitive faculty of students is examined. More specifically, an effort of defining the interpretation of metacognition is being conducted, its importance for the cognitive developmental course is highlighted and the metacognitive sentiments, which constitute expression of the wider significance of metacognition are being thoroughly analyzed. In the third chapter, an analytic presentation of executive function is attempted. More precisely, in the beginning various interpretations of Executive Control are presented, as result from research on international bibliography. Following, the tree components of Executive Function, their most important characteristics, which constitute EF, the cross-correlation of the developmental course and, finally, the cross correlation of developmental course within students’s age are mentioned, based on inquiring data. The second part constitutes of the research part and includes three chapters. Extensively, in the fourth chapter the methodology of the conducted research is presented. Furthermore, the aim, the importance of the research and the inquiring questions are analyzed. The tools of measurement, the process of data collection and the sample are also presented. In the fifth chapter, the results that came up from the statistical processing of data are being presented. In the sixth chapter the research findings are being discussed, the conclusions and proposals on exploitation of results are postulated. Η παρούσα μελέτη αποτελείται από δύο μέρη, το θεωρητικό και το ερευνητικό. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει τρία κεφάλαια, όπου αναλύεται η δομή του γνωστικού συστήματος. Στο πρώτο κεφάλαιο, παρουσιάζονται βασικά στοιχεία γύρω από την ανάπτυξη γνωστικών δεξιοτήτων σε μαθητές σχολικής ηλικίας. Αρχικά, επιχειρείται η προσπάθεια ορισμού της έννοιας, έπειτα παρουσιάζονται λεπτομερέστερα οι διάφορες γνωστικές δεξιότητες, που αναπτύσσει το άτομο, και τέλος γίνεται λόγος για τη σπουδαιότητα αυτών στην επεξεργασία και κατανόηση των δεδομένων - πληροφοριών. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η τριμερής οργάνωση του νου σύμφωνα με τη θεωρία του Δημητρίου, καθώς και τα πέντε εξειδικευμένα δομικά συστήματα (ΕΔΟΣ). Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετάται η μεταγνωστική ικανότητα των μαθητών. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται μια προσπάθεια ορισμού - ερμηνείας της μεταγνώσης, τονίζεται η σημασία της για τη γνωστική αναπτυξιακή πορεία των ανθρώπων και αναλύονται τα μεταγνωστικά συναισθήματα, που αποτελούν έκφανση της ευρύτερης έννοιας μεταγνώση. Στο τρίτο κεφάλαιο επιχειρείται μια αναλυτική παρουσίαση των εκτελεστικών λειτουργιών του ατόμου. Αναλυτικότερα, στην αρχή παρουσιάζονται διάφορες ερμηνείες του εκτελεστικού ελέγχου, όπως αυτές προκύπτουν από την αναδίφηση της διεθνούς βιβλιογραφίας. Κατόπιν, παρατίθενται οι τρείς επιμέρους συνιστώσες της εκτελεστικής λειτουργίας, τα κυριότερα χαρακτηριστικά που διέπουν αυτές, και τέλος η συσχέτιση της αναπτυξιακής πορείας έκαστης με την ηλικία των μαθητών, βασισμένη σε ερευνητικά δεδομένα. Το δεύτερο μέρος αποτελεί το εμπειρικό κομμάτι της παρούσας μελέτης και περιλαμβάνει τρία κεφάλαια. Αναλυτικότερα, στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας. Αναλύεται ο σκοπός και η σπουδαιότητα της έρευνας, διατυπώνονται τα ερευνητικά ερωτήματα και παρουσιάζεται η μέθοδος συλλογής δεδομένων. Περιγράφονται τα εργαλεία μέτρησης, η διαδικασία συλλογής δεδομένων και το δείγμα. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων. Στο έκτο κεφάλαιο συζητούνται τα ευρήματα, διατυπώνονται τα συμπεράσματα και οι προτάσεις για αξιοποίηση των αποτελεσμάτων. 984 214 250 Βαθμός γνώσης παραβάσεων δεοντολογίας στις επιστημονικές δημοσιεύσεις σε ειδικευόμενους ιατρούς Adherence to ethical principles is a fundamental pillar of scientific research, in order to ensure that knowledge is being promoted in an objective manner. Especially regarding medical research, adherence to ethical principles is the duty of researchers to society, patients and the scientific community and is a pillar of safeguarding the prestige of medical science. A basic parameter of the general ethics framework is the ethics of scientific publications, to ensure that the findings of the research are valid and that they meet all the rules of publication. In the current study, a primary quantitative survey is conducted as to whether and to what extent participants have knowledge of the ethics principles of scientific publications and whether they can be aware of violations of these principles. In addition, a coherent and comprehensive framework of ethical rules and criteria for a medical research to be conducted and published is formulated. Research findings show that participants have, to some extent, an awareness of the ethical principles that a medical research must meet. It is also noted that they have the knowledge to identify any breaches of ethical principles in a medical research that they conduct and consider as essential to adhere to ethical principles in scientific publications but a percentage indicates tolerance in some forms infringement. Η τήρηση των αρχών της ηθικής και δεοντολογίας αποτελεί θεμελιώδη πυλώνα της επιστημονικής έρευνας, ώστε να διασφαλίζεται η προαγωγή της γνώσης, με τρόπο αντικειμενικό. Ειδικά όσον αφορά στην ιατρική έρευνα, η τήρηση των αρχών της ηθικής και δεοντολογίας είναι χρέος των ερευνητών έναντι της κοινωνίας, των ασθενών και της επιστημονικής κοινότητας και αποτελεί πυλώνα διασφάλισης του κύρους της ιατρικής επιστήμης. Βασική παράμετρος του γενικού πλαισίου της ηθικής και δεοντολογίας αποτελεί η ηθική και δεοντολογία των επιστημονικών δημοσιεύσεων, ώστε να υπάρχει διασφάλιση ότι τα συμπεράσματα των ερευνών είναι έγκυρα και πληρούν όλους του κανόνες της δημοσίευσης. Στην παρούσα εργασία γίνεται πρωτογενής ποσοτική έρευνα αναφορικά με το κατά πόσο και σε ποιο βαθμό οι ειδικευόμενοι ιατροί έχουν γνώση των αρχών δεοντολογίας και ηθικής των επιστημονικών δημοσιεύσεων και κατά πόσο μπορούν να έχουν επίγνωση των παραβάσεων των εν λόγω αρχών. Επίσης, γίνεται διατύπωση ενός συνεκτικού και πλήρους πλαισίου των κανόνων δεοντολογίας και των κριτηρίων που θα πρέπει να πληροί μια ιατρική έρευνα προκειμένου να διεξαχθεί και να δημοσιευθεί. Τα ευρήματα της έρευνας καταδεικνύουν ότι οι ειδικευόμενοι ιατροί έχουν, σε κάποιο βαθμό, επίγνωση των αρχών ηθικής και δεοντολογίας που οφείλει να πληροί μια ιατρική έρευνα. Επίσης, διαπιστώνεται ότι οι ειδικευόμενοι ιατροί έχουν την γνώση να εντοπίσουν τυχόν παραβάσεις των αρχών ηθικής και δεοντολογίας σε μια ιατρική έρευνα που διεξάγουν και θεωρούν ως σημαντική την τήρηση των αρχών της ηθικής και δεοντολογίας στις επιστημονικές δημοσιεύσεις, ωστόσο ένα ποσοστό δείχνει μια ανοχή σε ορισμένες μορφές παράβασης. 985 173 170 The views of the fourth year students on the curriculum of the Pedagogical Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace Οι απόψεις των σπουδαστών του τέταρτου έτους για το πρόγραμμα σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Every effort to qualitatively upgrade the training provided University Pedagogical Departments, depends on its quality training offered to prospective teachers. The aim of the present research is to capture the perceptions of the four-year students on the curriculum of the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace in the academic year 2016-2017 and to interpret and comment on these findings. For the needs of the research we studied earlier researches studying the same or similar topic for the Primary School of Elementary Education of the Democritus University of Thrace. The main conclusion is that students' perceptions differ from in many respects. However, in the questionnaire questions, it is possible to recognize the majority view of the curriculum. Research findings could be taken into account for possible future modifications to the Curriculum, given that changes proposed by such studies and implemented have been positively judged by the students Κάθε προσπάθεια για ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης στα Πανεπιστημιακά Παιδαγωγικά Τμήματα, εξαρτάται από την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης στους υποψήφιους εκπαιδευτικούς. Η παρούσα έρευνα έχει ως σκοπό να αποτυπώσει τις αντιλήψεις των τεταρτοετών φοιτητών για το Πρόγραμμα Σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 και να ερμηνεύσει και να σχολιάσει τα ευρήματα αυτά. Για τις ανάγκες της έρευνας μελετήθηκαν παλιότερες έρευνες που μελετούσαν το ίδιο ή παρεμφερές θέμα για το Π.Τ.Δ.Ε. του Δ.Π.Θ. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι οι αντιλήψεις των φοιτητών διαφέρουν μεταξύ τους για τα διάφορα θέματα. Μέσα όμως από τις ερωτήσεις του ερωτηματολογίου, είναι δυνατόν να αναγνωρισθεί η άποψη της πλειοψηφίας για το Πρόγραμμα Σπουδών. Τα ευρήματα της έρευνας θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη σε κάποιες ενδεχόμενες μελλοντικές τροποποιήσεις του Προγράμματος Σπουδών δεδομένου ότι αλλαγές που προτάθηκαν από παρόμοιες εργασίες και έχουν εφαρμοστεί, κρίνονται θετικά από τους φοιτητές 986 280 276 Organ donation is the ultimate act of altruism and humanism and, at the same time, a prerequisite for carrying out transplants. Τranspla-ntation is one of the greatest medicine achievements of 20th century and has now been established as a therapeutic method. It allows restoration of the body functions that had been lost to that moment and in some cases were partially substituted by a mechanical type method. However, the most important barrier to transplants is the lack of available grafts in relation to their demand and their receipt from living or dead human bodies. Stagnation or even a decrease in the number of organs available for transplantation is largely due to the reluctance of relatives to consent to organ donation of their loved ones. The most important reasons for this reluctance are: a) inadequate information and - sometimes - misinformation of the population, which is often the victim of inflated rumors; b) the lack of trust in operators and doctors, as well as the fear of organ trafficking c) the various superstitions and superstitions that accompany the end of life. For the proper and legitimate process of organ donation, it is crucial to ensure some necessary safeguards, such as the written consent of the donor, the expression of his or her true will, and not just as a result of a relative's choice or based on a supposed consensus. It is also necessary to observe the procedure prescribed by the law for the diagnosis of stroke death. Lastly, ensure that the free supply of tissue and body organs will not be traded on the donor's side nor on the part of the other involved (relatives, recipients, medical staff, companies, etc.). Η δωρεά οργάνων αποτελεί ύψιστη πράξη αλτρουισμού και ανθρω-πιάς και ταυτόχρονα την απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματο-ποίηση των μεταμοσχεύσεων. Η μεταμόσχευση αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της ιατρικής του 20ου αιώνα και έχει καθιε-ρωθεί πλέον ως μία θεραπευτική μέθοδος. Επιτρέπει την αποκατά-σταση των λειτουργιών του σώματος που είχαν μέχρι εκείνη τη στιγμή χαθεί και σε μερικές περιπτώσεις είχαν μερικώς υποκατασταθεί με μία μηχανικού τύπου μέθοδο. Ωστόσο, το σημαντικότερο εμπόδιο στις μεταμοσχεύσεις είναι η έλλειψη διαθέσιμων μοσχευμάτων σε σχέση με τη ζήτησή τους και η λήψη τους από ζωντανό ή νεκρό ανθρώπινο σώμα. Η στασιμότητα ή ακόμα και η μείωση στον αριθμό των διαθέσιμων οργάνων προς μεταμόσχευση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε απροθυμία των συγγενών να συναινέσουν στη δωρεά οργάνων των προσφιλών τους προσώπων. Σημαντικότερες αιτίες αυτής της απροθυ-μίας αποτελούν: α) η ελλιπής ενημέρωση και -αρκετές φορές- η παρα-πληροφόρηση του πληθυσμού, ο οποίος συχνά πέφτει θύμα διογκω-μένης φημολογίας, β) η έλλειψη εμπιστοσύνης σε φορείς και γιατρούς, όπως και στο φόβο για εμπόριο οργάνων, και γ) οι διάφορες προλή-ψεις και δεισιδαιμονίες, που συνοδεύουν το τέλος της ζωής. Για τη ορθή και νόμιμη διαδικασία της δωρεάς οργάνων κρίσιμο είναι να εξασφαλίζονται κάποια αναγκαία εχέγγυα, όπως η έγγραφη συγκα-τάθεση του δότη, η έκφραση της πραγματικής του βούλησης, και να μην είναι μόνο αποτέλεσμα επιλογής των συγγενών ή να στηρίζεται σε μια εικαζόμενη συναίνεση. Απαραίτητο, επίσης, είναι να τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται από τον νόμο για τη διάγνωση του εγκεφαλικού θανάτου. Τέλος, να διασφαλίζεται ότι η ελεύθερη προσφορά ιστών και οργάνων του σώματος δεν θα γίνει αντικείμενο εμπορικών συναλλαγών, τόσο από την πλευρά του δότη, όσο και από την πλευρά των άλλων εμπλεκόμενων (συγγενείς, λήπτες, ιατρικό προσωπικό, εταιρείες κ.λπ.). 987 206 240 Folding simulation of a ftz-derived peptide in a TFE-water solution and NOE analysis Μελέτη αναδίπλωσης μέσω προσομοιώσεων μοριακής δυναμικής ενός πεπτιδίου προερχόμενο από την πρωτεΐνη FTZ σε διάλυμα TFE νερό και ανάλυση των NOEs The study of coactivator peptide FTZpep that participates with the orphan nuclear receptor FTZ-F1 in the regulation circuit of the pair-rule gene Fushi tarazu expressed in Drosophila Melanogaster embryogenesis is conducted via molecular simulation in order to crosscheck the existent NMR experimental evidence by Weontae Lee et al.(2012), extend the knowledge about peptide spatial conformation and behaviour in a water-TFE (50%) mixture and correlate the components and parameters of the system to extract information about FTZpepand the puzzling cosolvent TFE. For the comparison between the NMR and molecular simulation findings were calculated and analysed NOEs and for the correlation were created matrices compounded by Pearson’s correlation coefficient, r. The results appear to be quite favorable as the simulation data suggest computational and experimental agreement as it provides some crucial notes about system and the preferences of force field. Furthermore, the observation of correlation matrices proved fruitful indicating important correlation between the peptide and TFE contacts with the TFE rich aggregation regions in the solution. Together with previous bibliographic references that prove TFE promotes secondary structure formation, it may be evidence that these aggregation regions are the key in TFE role translated into function. Στην παρακείμενη μελέτη πρωταγωνιστεί το συν-ενεργοποιητικό πεπτίδιο FTZpep, το οποίο συμμετέχει με τον ορφανό πυρηνικό υποδοχέα FTZ-F1 στο κύκλωμα ρύθμισης του pair-rule γονιδίου Fushi tarazu κατά την εμβρυογένεση στη Drosophila melanogaster. Αποτελέσματα προερχόμενα από μοριακή προσομοίωση διασταυρώθηκαν με τα υπάρχοντα πειραματικά δεδομένα NMR εντύπως διανεμημένα από τον Weontae Lee (2012), προκειμένου να επεκταθούν οι γνώσεις σχετικά με τη χωρική αναδίπλωση του πεπτιδίου και τη συμπεριφορά του σε ένα μείγμα νερού-TFE (50%) καθώς και να βρεθεί η συσχέτιση των διαφόρων συστατικών και παραμέτρων του συστήματος ώστε να απομυζηθούν όσο το δυνατόν περισσότερες ουσιαστικές πληροφορίες σχετικά με το FTZpepKai τον αινιγματικό συνδιαλύτη TFE. Για τη σύγκριση μεταξύ δεδομένων NMR και μοριακής προσομοίωσης, υπολογίστηκαν και αναλύθηκαν NOEs, ενώ για το συσχετισμό δημιουργήθηκαν πίνακες με τιμές συντελεστή συσχέτισης Pearson, r. Τα αποτελέσματα φαίνεται ότι είναι αρκετά ευνοϊκά, καθώς τα δεδομένα προσομοίωσης υποδηλώνουν υπολογιστική και πειραματική συμφωνία, ενώ παράλληλα,παρέχονται κάποιες κρίσιμες σημειώσεις για το σύστημα και τις προτιμήσεις του πεδίου. Επιπλέον, η παρατήρηση των αποτελεσμάτων οδήγησε σε χρήσιμα συμπεράσματα, υποδεικνύοντας σημαντική συσχέτιση μεταξύ του αριθμού επαφών ανάμεσα σε TFE-πεπτίδιο και τις πλούσιες σε TFE περιοχές συσσωμάτωσης στο διάλυμα. Μαζί με προηγούμενες βιβλιογραφικές αναφορές που υποδεικνύουν ότι το TFE προωθεί τη δημιουργία δευτερογενούς δομής, μπορεί να είναι μια ιδέα ότι αυτές οι περιοχές συσσωμάτωσης είναι το κλειδί στο ρόλο του TFE που μεταφράζεται σε λειτουργία. 988 314 358 Children assessment and school failure ,which our graduation project discusses are the main issues for our society in order to promote the school functionality. First, through our study we noticed the effort of many teachers and not only, to define and construct definitions regarding assessment. The bibliography is full of various definitions regarding assessment of teachers and students. However, we gathered and categorized the different kinds and types of assessment. Furthermore, an important point of our project is the display of the characteristics of assessment, which are vital for a correct and effective assessment. In addition, we found the differences between the traditional and modern assessment, highlighting the advantages of modern assessment in contrast to the traditional one. Not only the teachers but also the students seem to prefer the modern ways of assessment. We considered important to mention 2 alternative ways of assessment that are used more and more nowadays in education. These are the portfolio and the worksheets. We found that by using the portfolio, students learn to act by themselves and they feel more responsible. On the other hand, worksheets are a useful tool for the teacher and can be considered as a distinct object of assessment. In the second part of the project, that discusses school failure, we analyzed the definition of school performance and school failure. We found the importance of performance and motivation and the connection between the motivation and the learning incentives. We also considered important to mention the assessment of school performance, the way it is done, its categories, its advantages and disadvantages. As it concerns school failure, we clarified this definition and we analyzed the different types of failure. We also analyzed the different reasons why children fail at school and the consequences of such a failure. Finally we analyzed the meaning of mistake, studying its influence on the success or the failure of students Η αξιολόγηση του μαθητή και η σχολική αποτυχία τα οποία πραγαματεύεται η εργασία μας, αποτελούν πρωτεύοντα ζητήματα ανάμεσα στα υπόλοιπα για την προώθηση τςη λειτουργικότητας της σχολικής μονάδας. Αρχικά, μέσα από τη μελέτη μας διαπιστώσαμε την προσπάθεια πολλών παιδαγωγών και όχι μόνο για την οριοθέτηση και κατασκευή εννοιών πάνω στο θέμα της αξιολόγησης. Η σχετική βιβλιογραφία διακατέχεται από πλήθος ποικίλων ορισμών που αφορούν την αξιολόγηση τόσο των εκπαιδευτικών όσο και μαθητών. Ωστόσο, συγκεντρώσαμε και κατηγοριοποιήσαμε τα διαφορετικά είδη και μορφές στα οποία χωρίζεται η αξιολόγηση. Ακόμη, σημαντικό σημείο της εργασίας μας αποτέλεσε η παράθεση των χαρακτηριστικών της αξιολόγησης, η ύπαρξη των οποίων είναι απαραίτητη για την πραγματοποίηση μιας σωστής και αποτελεσματικής αξιολόγησης. Στη συνέχεια, εντοπίσαμε τις διαφορές της παραδοσιακής με τη σύγχρονη αξιολόγηση διαπιστώνοντας τα θετικά στοιχεία της σύγχρονης σε αντίθεση με την παραδοσιακή. Ακόμα και οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι μαθητές έδειξαν να προτιμούν τους σύγχρονους τρόπους αξιολόγησης από την παραδοσιακή εξέταση. Κρίναμε απαραίτητο να αναφερθούμε ιδιαίτερα σε δύο εναλλακτικούς τρόπους αξιολόγησης που φαίνεται να κυριαρχούν ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια, στα εκπαιδευτικά δρώμενα. Στον φάκελο εργασιών του μαθητή (portfolio) και στα φύλλα εργασίας. Έτσι, διαπιστώσαμε ότι με το portfolio οι μαθητές αυτενεργούν, αυτονομούνται και αισθάνονται υπεύθυνοι. Από την άλλη, τα φύλλα εργασίας αποτελούν ένα χρήσιμο εργαλείο για τον εκπαιδευτικό και μπορούν να μετρηθούν ως ένα ξεχωριστό αντικείμενο αξιολόγησης. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας μας, που αφορά τη σχολική αποτυχία, αναφερθήκαμε εκτενώς στην έννοια της σχολικής επίδοσης και αποτυχίας. Διαπιστώσαμε λοιπόν, τη σπουδαιότητα της έννοιας της επίδοσης και των κινήτρων της, καθώς επίσης και τη σύνδεση αυτών των κινήτρων με τα κίνητρα μάθησης. Ακόμη, κρίναμε σημαντικό να αναφερθούμε στην αξιολόγηση της σχολικής επίδοσης, στον τρόπο που γίνεται, στις κατηγορίες της, στα πλεονεκτήματα και στα μειονεκτήματα που έχει. Όσον αφορά τη σχολική αποτυχία, θεωρήσαμε χρήσιμο να αποσαφηνίσουμε τον όρο αυτό και να μελετήσουμε τους διαφορετικούς ορισμούς και έννοιες της αποτυχίας. Ακόμη, ασχοληθήκαμε με τους λόγους για τους οποίους αποτυγχάνουν τα παιδιά στο σχολείο καθώς επίσης και με τις συνέπειες που θα έχει μία αποτυχία για αυτά. Τέλος, αναφερθήκαμε στην έννοια του λάθους και του σφάλματος μελετώντας τον τρόπο επιρροής τους στην επιτυχία ή την αποτυχία των μαθητών 989 157 157 Greek pre-service teachers’ knowledge, attitudes and behaviors toward the recycling Γνώσεις, στάσεις και συμπεριφορές των Ελλήνων μελλοντικών εκπαιδευτικών σχετικά με την ανακύκλωση Ιt is generally accepted, that the humans’ behavior is, to a great extent, responsible for the environmental problems and especially for recycling. That is the reason why the knowledge, attitude and behaviors toward the environments is deemed necessary. This change is possible through information and activation of citizens and particularly future educators. They play an important role in shaping active citizens with concern and sensitivity in the environment. Thus, in this survey, there has been an effort to evaluate the knowledge, the attitude and behavior of the future educators of the Department of Education in Alexandroupolis. A structured questionnaire has been used as a tool, which was distributed to 149 university students of the first and fourth year of studies. With the analysis the data is became obvious that our sample is lower to medium. These findings contribute to a better information and activation of future educators. Είναι γενικά παραδεκτό, ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό για τα περιβαλλοντικά προβλήματα και ιδιαίτερα για την ανακύκλωση. Γι’ αυτό και κρίνεται αναγκαία η αλλαγή των γνώσεων, των στάσεων και των συμπεριφορών προς το περιβάλλον. Η αλλαγή αυτή, είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μέσω της ενημέρωσης και της δραστηριοποίησης των πολιτών και ιδιαίτερα των μελλοντικών εκπαιδευτικών. Αυτοί κατέχουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενεργών πολιτών με ενδιαφέρον και ευαισθησία προς το περιβάλλον. Έτσι, έγινε μία προσπάθεια στην παρούσα έρευνα, να αξιολογηθούν οι γνώσεις, οι στάσεις και οι συμπεριφορές των μελλοντικών εκπαιδευτικών του Παιδαγωγικού Τμήματος της Αλεξανδρούπολης. Ως εργαλείο χρησιμοποιήθηκε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο, το οποίο μοιράστηκε σε 149 φοιτητές από το πρώτο και το τέταρτο έτος σπουδών. Με την ανάλυση των δεδομένων έγινε φανερό πως το δείγμα μας βρίσκεται σε χαμηλά προς μέτρια. Αυτά τα ευρήματα συμβάλλουν στην καλύτερη ενημέρωση και δραστηριοποίηση των μελλοντικών εκπαιδευτικών. 990 169 203 Παρουσίαση-ανατομική προσέγγιση των παθολογιών και βιβλιογραφική ανασκόπηση Sciatica is a common symptom (incidence from 13% up to 40%, according to literature) that may lead a patient to the doctor. The annual cost of treatment, in US, is more than 100.000.000$. The most usual cause (up to 90%) of sciatica is the pressure of a lumbar nerve root. Because of this fact the clinical and radiological evaluation of a patient, who complains for sciatica, are usually focused on the lumbar spine. This may lead to misdiagnose of extra-spinal causes that can produce sciatic pain. This master will focus on these common and rear extra-spinal musculo-skeletal pathologies that can be presented as sciatica, emphasizing on the anatomical base and the diagnostic algorithm of each cause. The aim is to make clear that there are plenty of skeletal problems that can irritate the sciatic nerve along its long course. These pathologies should always be considered by the physician when a patient with sciatica is examined, especially when the radiological findings of the lumber spine cannot explain the clinical findings. Η ισχιαλγία αποτελεί ένα από τα πλέον συχνά συμπτώματα, για το οποίο ο ασθενής θα προσέλθει στο ιατρείο για εξέταση. Η επίπτωση της κυμαίνεται από 13% έως και 40% σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες σύμφωνα με τις διεθνείς μελέτες. Το ετήσιο κόστος νοσηλείας των ασθενών με ισχιαλγία στις ΗΠΑ ξεπερνά τα 100.000.000$. Επιπλέον κόστος προκύπτει από τις πρόσθετες παροχές υπηρεσιών υγείας λόγω των συχνών υποτροπών και της απουσίας από την εργασία. Κύρια αιτία εμφάνισης ισχιαλγίας με ποσοστό 90% αποτελεί η πίεση νωτιαίας ρίζας/ριζών στην ΟΜΣΣ με αποτέλεσμα η κλινική και απεικονιστική διερεύνηση να εστιάζονται συνήθως στην παραπάνω περιοχή. Γεγονός το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένες διαγνώσεις μιας και υπάρχουν και μη σπονδυλικά αίτια, που μπορούν να εκδηλωθούν ως ισχιαλγία. Στην παρούσα μελέτη θα αναλυθούν αίτια ισχιαλγίας που δεν οφείλονται στις συχνές παθολογίες της σπονδυλικής στήλης (όπως κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου, υπερτροφία οπισθίων αρθρώσεων- facets, σπονδυλολίσθηση κτλ.) Έμφαση θα δοθεί στην ανατομική εξήγηση της κάθε μιας παθολογίας καθώς και στην διαγνωστική της προσέγγιση. Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι η ανάδειξη μη σπονδυλικών αιτίων ισχιαλγίας που θα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψιν κατά την κλινική και απεικονιστική εξέταση ενός ασθενούς με ισχιαλγία ώστε να αποφευχθούν πιθανές λανθασμένες ιατρικές διαγνώσεις. 991 248 297 Η αστική ιατρική ευθύνη στην περίπτωση της απώλειας ευκαιρίας (σε προγεννητικό έλεγχο) The purpose of this thesis is to examine the civil liability of medical practitioners for opportunity loss in prenatal tests. The study is compo-sed of 6 chapters. First of all, Chapter 1 defines and clarifies the scope of the study, namely the relationship of private practitioners with pregnant women, the usage of the word “patient”, the natural process leading to conception. Chapter 2 examines the legal framework of civil liability of medical practitioners, particularly obstetricians with preg-nant women during the period of prenatal tests. Chapter 3 addresses the legal framework of opportunity loss and Chapter 4 concentrates on how this can be applied in practice in problem cases during the period of prenatal tests. Here, a clear distinction must be made: on the one hand, the cases of wrongful birth/life and on the other hand, the cases of unnecessary expenses due to unnecessary tests/treatments are examined. The latter is associated with the application of defensive medicine on which a lot of research has been made, especially in the U.S.A. The above mentioned distinction is also presented in Chapter 5. Here, the study focuses on the practical application of compensating damages and the rights/legalization of the beneficiaries. Furthermore, opportunity loss of pregnant women, when subjected to unnecessary expenses, as well as the establishing of claims for compensation is emphasized. Finally, in Chapter 6 some suggestions are made aiming at the improvement in the existing legal system of medical liability and medical malpractice and the financial protection of pregnant women. Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με την αστική ιατρική ευθύνη για απώλεια ευκαιρίας σε προγεννητικό έλεγχο. Η εξέταση και ανάπτυξη των ζητημάτων που ανακύπτουν από αυτήν, διαρθρώνεται σε 5 κεφάλαια. Κατ’ αρχάς (Κεφάλαιο 1), γίνονται οι αναγκαίες οριο-θετήσεις και διευκρινίσεις ως προς τη μεθοδολογική διαπραγμάτευση του θέματος (σχέση ιδιώτη γιατρού με την έγκυο, τρόπος χρήσης της έννοιας «ασθενής», φυσική διαδικασία που οδηγεί στη σύλληψη). Ακολουθεί (Κεφάλαιο 2) μία σύντομη επισκόπηση της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί και ισχύει ως τώρα σε σχέση με το νομικό πλαίσιο της αστικής ιατρικής ευθύνης, εξειδικευμένης, εν προκειμένω, στο γιατρό μαιευτήρα – γυναικολόγο και στη σχέση του με την έγκυο, κατά το στάδιο του προγεννητικού ελέγχου. Στη συνέχεια (Κεφάλαιο 3) παρουσιάζεται η νομική κατασκευή της απώλειας ευκαιρίας, η οποία αμέσως παρακάτω (Κεφάλαιο 4) εξετάζεται ως δυνατότητα πρακτικής εφαρμογής στις προβληματικές περιπτώσεις που μπορούν να προκύ-ψουν στο διάστημα του προγεννητικού ελέγχου. Εδώ, επιβάλλεται να γίνει μια διάκριση περιπτώσεων: αρχικά, εξετάζονται οι περιπτώσεις wrongfulbirth/life και ακολουθεί η ανάπτυξη της περίπτωσης της υπο-βολής της εγκύου σε περιττές δαπάνες, που προέκυψαν μέσα από την παραπομπή της σε διενέργεια περιττών διαγνωστικών εξετάσεων/θεραπειών. Αυτή η τελευταία περίπτωση συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή της αμυντικής ιατρικής, για τις οικονομικές επιπτώσεις της οποίας έχουν ήδη γίνει έρευνες, ιδίως στην Αμερική. Η ως άνω διά-κριση περιπτώσεων διατηρείται και στο επόμενο κεφάλαιο (Κεφάλαιο 5), όπου διερευνάταιη πρακτική εφαρμογή της αποζημίωσης και της νομιμοποίησης των δικαιούχων της, ενώ δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην εξέταση της απώλειας ευκαιρίας της εγκύου κατά την υποβολή της σε περιττές δαπάνες, καθώς και της θεμελίωσης της ενδεχόμενης αξίωσης αποζημίωσής της. Τέλος (Κεφάλαιο 6), γίνονται ορισμένες προτάσεις, που στοχεύουν στη βελτίωση του υπάρχοντος συστήματος αστικής ιατρικής ευθύνης και που αποσκοπούν στην οικονομική προστασία της εγκύου από τις περιττές δαπάνες. 992 13 15 Investigating the causes of necrosis of Pinus Sylvestris L. at the Pieria mountains Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Σχολή Επιστημών Γεωπονίας και Δασολογίας. Τμήμα Δασολογίας, Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων 993 222 245 Οι μεταβολές του πληθυσμού των φυλακών και οι πολιτικές κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων This Diploma Thesis entitled ΄΄The changes of the prison population and the policies of social reintegration of inmates΄΄ was written by Eleni Iordanidou, postgraduate student of Postgraduate Studies in Social Policy and Social Work of Social Administration Department of DUTH (Direction: Social Policy- Management of Social Programs) under the supervision of Assistant Professor Nikolaos Koulouris and was completed in March of 2015. This paper concentrates on the changes of the prison population and how these changes are related to programs of social reintegration of inmates. The increase of inmate΄s population is connected with the dominance of suppressive policies and the increase of punitiveness and criminalization of human behavior. As a result, the development and the implementation of the social reintegration oriented programs of inmates become too difficult. This text was based on secondary sources, formal documents, conducted researches, and on the processing of relevant data and information (recent annual reports of bodies and organizations which are pertinent to the implementation of penitentiary policy and its results). Based on these data, the paper attempts to demonstrate how state policies are shaped- in a suppressive or welfare form, considering penitentiary institutions. The presentation of general trends and their connection with some systems of political economy is accompanied with the detailed approach of three countries which belong to European South, highlighting the case of Greece. Η παρούσα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία με τίτλο ΄΄Οι μεταβολές του πληθυσμού των φυλακών και οι πολιτικές κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων΄΄ εκπονήθηκε από την Ελένη Ιορδανίδου, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στην Κοινωνική Πολιτική και Κοινωνική Εργασία του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του ΔΠΘ (κατεύθυνση: ΄΄Κοινωνική Πολιτική- Διαχείριση Κοινωνικών Προγραμμάτων΄΄) υπό την επίβλεψη του Επίκουρου Καθηγητή Νικόλαου Κουλούρη και ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2015. Κεντρικό θέμα της μελέτης αυτής είναι οι μεταβολές του πληθυσμού των φυλακών και πώς αυτές σχετίζονται με τα προγράμματα κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων. Η αύξηση του πληθυσμού των κρατουμένων συνδέεται με την ενίσχυση του κράτους καταστολής και την αύξηση της εγκληματοποίησης και ποινικοποίησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, δυσχεραίνοντας την ανάπτυξη και εφαρμογή των αναγκαίων προγραμμάτων κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων. Η εκπόνηση της εργασίας αυτής βασίστηκε σε δευτερογενείς πηγές, επίσημες βιβλιογραφικές αναφορές, υπάρχουσες έρευνες, και στην επεξεργασία υλικού που αφορά το σύνολο των παραπάνω παραμέτρων (πρόσφατες ετήσιες εκθέσεις φορέων και οργάνων που δραστηριοποιούνται στην εφαρμογή της σωφρονιστικής πολιτικής και τον απολογισμό της). Με βάση τα στοιχεία αυτά επιχειρείται να τεκμηριωθεί προς ποια κατεύθυνση στρέφεται η σωφρονιστική πολιτική με την ανάδειξη των κοινωνικοπρονοιακών και των κατασταλτικών στοιχείων της, εξετάζοντας τους τομείς που δίνεται ιδιαίτερη έμφαση κατά την εφαρμογή της. Τη γενική παρουσίαση των σχετικών τάσεων και τη σύνδεσή τους με ορισμένα συστήματα πολιτικής οικονομίας συνοδεύει η λεπτομερέστερη προσέγγιση τριών χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, με έμφαση στην περίπτωση της Ελλάδας. 994 309 328 Το Ελληνικό και Ευρωπαϊκό Νομοθετικό Πλαίσιο για την περιβαλλοντική βιοηθική This thesis deals with the legal framework of environmental bioethics in Greece and Europe. According to the method used, the thesis is divided into five sections, as are the environmental bioethics issues whose legal framework is investigated at national and EU level, in order to establish at what extent the implementing arrangements and measures legislated envisage the values advocated by environmental bioethics. On the first issue addressed, biodiversity, it is inferred that the legal framework at European level incorporates the principles of environmental bioethics, promoting sustainable development and ensuring the conservation of biodiversity, which is essential for the humanity to maintain its autonomy. GMOs are the second issue addressed, which European legislation tends to regulate mainly focusing on ensuring environmental sustainability, although other aspects concerning environmental bioethics should be further included. The third issue is climate change, which is regulated by a multitude of measures and regulations at EU level. A dominant tool of the EU climate change mitigation policy is the EU ETS, which has been reported by certain scientists to be of questionable compliance to environmental bioethics. Moreover, the fourth issue addressed is biofuels, whose large scale production has caused various problems relevant to environmental bioethics, which EU legislation has failed to sufficiently regulate. Microbial resistance to antibiotics is the last issue addressed in this thesis, which ranks as environmental bioethics issue because of the serious threat that poses in public health and the environment. This threat sought to diminish the EU with the introduction of the EU-ban on antibiotics in animal feed, embracing the highest level of rigor and eventually reaping excellent results. Overall, the legal compliance of Greece in European legislation of environmental bioethics for the issues examined, is consistent, since the body of EU law has been implemented in national law, however, in some cases the actual compliance in practice falls short of excellence. Αυτή η μεταπτυχιακή εργασία πραγματεύεται το νομοθετικό πλαίσιο της περιβαλλοντικής βιοηθικής σε Ελλάδα και Ευρώπη. Σύμφωνα με τη μέθοδο που ακολουθείται, η εργασία χωρίζεται σε πέντε ενότητες, όσα και τα περιβαλλοντικά θέματα των οποίων το νομοθετικό πλαίσιο διερευνάται σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο, ώστε να διαπιστωθεί σε τί βαθμό συμφωνούν οι εκτελεστικές ρυθμίσεις και τα μετρά που νομοθετούνται με τις αξίες που πρεσβεύει η περιβαλλοντική βιοηθική. Σχετικά με το πρώτο θέμα που εξετάζεται, τη βιοποικιλότητα, διαπιστώνεται από την έρευνα πως το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο ενσωματώνει τις αρχές της περιβαλλοντικής βιοηθικής, προωθώντας τη βιώσιμη ανάπτυξη και διασφαλίζοντας τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, η οποία είναι απαραίτητη προκειμένου να συνεχίσει ο άνθρωπος να καλύπτει της βασικές του ανάγκες. Οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί (Γ.Τ.Ο.) αποτελούν το δεύτερο υπό εξέταση θέμα, το οποίο η σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία τείνει να ρυθμίζει κυρίως τεχνικά, εστιάζοντας στη διασφάλιση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας κατά τη νομοθετική ρύθμιση της απελευθέρωσης Γ.Τ.Ο. στο περιβάλλον, αλλά παραμερίζοντας αξίες της περιβαλλοντικής βιοηθικής. Το τρίτο θέμα αποτελεί η κλιματική αλλαγή, που ρυθμίζεται από πληθώρα μέτρων και ρυθμίσεων σε επίπεδο Ε.Ε., με κυρίαρχο το E.U. E.T.S. που έχει κριθεί κατά καιρούς ως αντίθετο με την περιβαλλοντική βιοηθική· ενώ το τέταρτο θέμα είναι τα βιοκαύσιμα, από την παραγωγή των οποίων σε μεγάλη κλίμακα πηγάζουν διάφορα προβλήματα περιβαλλοντικής βιοηθικής, που δεν ρυθμίζονται σε ικανοποιητικό βαθμό από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή νομοθεσία. Ως τελευταίο θέμα εξετάζεται η μικροβιακή αντοχή στα αντιβιοτικά, το οποίο συγκαταλέγεται ως θέμα περιβαλλοντικής βιοηθικής λόγω της σοβαρής απειλής που απευθύνει στη δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Αυτή την απειλή θέλησε να μετριάσει η Ε.Ε. με την θεσμοθέτηση της απαγόρευσης χρήσης αντιβιοτικών στις ζωοτροφές, υιοθετώντας το ανώτατο επίπεδο αυστηρότητας και τελικά αποκομίζοντας εξαιρετικά αποτελέσματα. Ολοκληρώνοντας, η νομοθετική συμμόρφωση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή νομοθεσία περιβαλλοντικής βιοηθικής των θεμάτων που εξετάστηκαν, χαρακτηρίζεται από συνέπεια, αφού το σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας έχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο, ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις η πρακτική συμμόρφωση υπολείπεται αρτιότητας. 995 134 178 Ο ρόλος της χειρουργικής αποκατάστασης της κιρσοκήλης στην εποχή της IVF Clinical varicocele is a very frequent condition among infertile men, as well as the most common treatable cause of male infertility. It may cause disturbances in spermatogenesis, while recent data suggest that oxidative stress and sperm DNA fragmentation (SDF) may play a key role in the varicocele induced infertility. There has been reported an improvement in sperm count parameters as well as SDF after varicocele repair. Moreover, data suggest that patients with non obstructive azoospermia benefit from a higher sperm retrieval rate after TESE or mTESE. Studies have shown that varicocele repair can positively affect pregnancy rates and live birth rates, increasing the chances of assisted reproductive technology (ART). Hence, despite the great evolution of ART, varicocele repair -and its subsequent benefits- should be included in the treatment choices offered to the infertile couple. Η κλινική κιρσοκήλη αποτελεί μία από τις πιο συχνές παθήσεις που αναγνωρίζεται στους άνδρες με υπογονιμότητα, καθώς και την πιο κοινή θεραπεύσιμη αιτία αυτής. Μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στη σπερματογένεση, ενώ νεότερα δεδομένα υποστηρίζουν πως το οξειδωτικό στρες και η κατάτμηση του DNA των σπερματοζωαρίων διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην επαγώμενη από αυτήν ανδρική υπογονιμότητα. Μετά την αποκατάσταση της κιρσοκήλης σε άνδρες με παθολογικό σπερμοδιάγραμμα, έχει παρατηρηθεί βελτίωση όχι μόνο στις παραμέτρους του σπέρματος αλλά και στη βλάβη του DNA των σπερματοζωαρίων. Επιπρόσθετα, υπάρχουν στοιχεία πως σε ασθενείς με μη αποφρακτική αζωοσπερμία οδηγεί σε αύξηση του ποσοστού ανάκτησης σπέρματος μετά από βιοψία του όρχι. Μελέτες έχουν δείξει πως η διόρθωση της κιρσοκήλης μπορεί να επηρεάσει θετικά τα ποσοστά εγκυμοσύνης και γεννήσεων ζώντων νεογνών, αυξάνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Ως εκ τούτου, ακόμα και μετά την εξέλιξη που γνωρίζουν οι τεχνικές αυτές τα τελευταία χρόνια, η αποκατάσταση της κιρσοκήλης - και τα ωφέλη που προσφέρει- πρέπει να περιλαμβάνεται στις θεραπευτικές επιλογές που προσφέρονται στα υπογόνιμα ζευγάρια. 996 246 218 Contents of school textbook due to the languagebook of the 6th grade of primary school School textbooks are the most important tools that teachers can use in class. They were created at modern times and their spread helped the spread of school too, as it gave rise to school decentralization. Nowadays, in our country, school textbooks are being used in all grades of education. Their replacement with new ones was an innovation in education. The emphasis is being placed on the connection of the schoolbooks with real life. Pedagogical games are another valuable means of instruction. There are many different kinds of pedagogical games and many researchers have studied this issue. Games are very important for the psycho-emotional development of the child and for the promotion of trust, cooperation and solidarity among students. The book research has showed that, as far as our country is concerned, the main themes that are demonstrated are the patriotism of Greek people, the defence of freedom, the incomparable-sometimes superhuman- bravery and their heroism. As regards the thematic axis of environment, there are a lot of references to the environment and its elements, while it seems that the exploitation of nature by humans, in order to create the human-made environment is being emphasized. In addition, ecological consciousness is being promoted, as the necessity of the existence of physical environment is being emphasized. With regard to family, different types of family, the mythology of domestic violence and children abuse are being demonstrated Το σχολικό εγχειρίδιο είναι το σημαντικότερο εργαλείο που αξιοποιεί ο εκπαιδευτικός στην τάξη. Είναι δημιούργημα των νεότερων χρόνων και η διάδοση του βιβλίου συντέλεσε στη διάδοση του ίδιου του σχολείου, καθώς οδήγησε σε σχολική αποκέντρωση. Στη Σύγχρονη εποχή, τα διδαχτικά σχολικά βιβλία χρησιμοποιούνται στη χώρα μας, σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Η αντικατάσταση των σχολικών εγχειριδίων με νέα αποτέλεσε τομή στην εκπαίδευση. Έμφαση δίνεται στη σύνδεση του βιβλίου με την καθημερινή ζωή. Πολύτιμο μέσο διδασκαλίας αποτελούν και τα παιδαγωγικά παιχνίδια. Υπάρχουν πολλά είδη παιδαγωγικών παιχνιδιών και πολλοί ερευνητές έχουν μελετήσει το θέμα αυτό. Το παιχνίδι είναι πολύ σημαντικό για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και για την καλλιέργεια της εμπιστοσύνης, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης μεταξύ των μαθητών. Από τη μελέτη των βιβλίων διαπιστώθηκε ότι όσον αφορά την πατρίδα μας, παρουσιάζεται η φιλοπατρία των Ελλήνων, η υπεράσπιση της ελευθερίας, η ασύγκριτη- υπεράνθρωπη κάποιες φορές – γενναιότητα και ηρωισμός τους. Όσον αφορά το θεματικό άξονα περιβάλλον, εντοπίζονται πάρα πολλές αναφορές στο φυσικό περιβάλλον και τα στοιχεία του, ενώ φαίνεται να τονίζεται η εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο με συνέπεια τη δημιουργία του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Επίσης, προωθείται η οικολογική συνείδηση στους μαθητές, καθώς δίνεται έμφαση στην αναγκαιότητα ύπαρξης φυσικού περιβάλλοντος. Όσον αφορά την οικογένεια, προβάλλονται τα διάφορα είδη οικογένειας, η μυθολογία της ενδοοικογενειακής βίας και η παιδική κακοποίηση 997 369 400 Έλεγχος in vitro της αντικαρκινικής φωτοθεραπευτικής ικανότητας εστέρων- οξιμών , μέσω φωτοδιάσπασης του DNA In the present study, an attempt to compose a series of ketoxime derivatives has been made, in order to study their photo-cleavage activity in DNA. Oximes are aliphatic or aromatic chemical compounds, which include the oxime group >C=N-OH in their molecule. A continuously increasing interest in the study and development of new synthetic methodologies exist for their efficient production, due to the fact that oximes possess significant biological applications. Oximes may suffer homolytic scission of their N-O bond and act as DNA photo-cleavers, capable to serve photo-dynamic anti-cancer and anti-bacterial treatment therapies. In this study, we have composed three groups of esteric derivatives of p-nitrophenyl-ethanone oxime: carbamates, carboxylates and sulfonates. All derivatives are new chemical compounds. P-nitro-phenyl-oxime has been chosen as a chromophore, due to its known high photochemical quantum dissociation yield. In order to estimate the ester’s DNA photo-cleavage activity, all compounds were incubated and irradiated in the presence of plasmid supercoilled DNA and the formation of the relaxed and linear plasmid DNA was estimated through gel electrophoresis. The homolytic cleaveage of the oximes’ N-O bond and the creation of oxygen and nitrogen centered radicals may be obtained under either UVA or UVB irradiation. Due to the fact that our compounds have good affinity with DNA, the produced radicals from their excited states have the appropriate proximity to DNA and are able to cause extensive DNA damages.In this project, significant results have been derived from the photo-cleavage ability of all three kinds of ester groups of the ketoxime at two different wavelengths: 312 nm (UVB) and 365nm (UVA). Carbamate esters bearing aromatic halogene (-Cl, -F) substituents in their carbamidic segment, showed more affective photo-cleavage in 312 nm. In fact, the best derivative DP6 has shown 50% DNA photo-cleavage at a concentration of only 10 μΜ. All carboxylic esters had photo-cleavage ability in DNA in 365 nm, which was independent from the electronic phenomena of the ester. Finally, all sulfonic esters showed effective DNA photo-cleavage at both 312nm and 365 nm.Towards novel therapies for cancer and other diseases, the above observations open the road for the design, synthesis and study of more targeted synthetic oxime esters able to cleave DNA at UVA and UVB irradiations, as photo-dynamic therapy agents. Στην παρούσα εργασία έγινε προσπάθεια να συντεθεί μια σειρά παραγώγων κετοξιμών με σκοπό τη μελέτη της φωτοδιασπαστικής τους δράσης στο DNA. Οι οξίμες είναι αλειφατικές ή αρωματικές χημικές ενώσεις που περιλαμβάνουν στο μόριο τους την ομάδα της οξίμης, >C=N-OH. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την μελέτη και την ανάπτυξη νέων μεθόδων παρασκεύης οξιμών καθώς οι βιολογικές τους εφαρμογές είναι ιδαίτερα σημαντικές. Ένα από τα πεδία εφαρμογής τους είναι και η φωτοδυναμική θεραπεία καθώς οι οξίμες λειτουργούν ως φωτοδιασπαστικοί παράγοντες στο DNA, εξαιτίας της ομόλυσης του δεσμού Ν-Ο που φέρουν στο μόριό τους. Συγκεκριμένα, συντέθηκαν τρεις τάξεις εστερικών παραγώγων της π-νιτροφαινυλο-αιθανονικής οξίμης, καρβαμιδικοί, καρβοξυλικοί και σουλφονικοί. Όλα τα παράγωγα αποτελούν νέες χημικές ενώσεις. Η επιλογή του συγκεκριμένου υποστρώματος της οξίμης, δηλαδή η π-νιτρο-φαινυλο οξίμη έγινε γιατί είναι γνωστό στη βιβλιογραφία πως έχει υψηλή φωτοχημική κβαντική απόδοση διάσπασης. Η βιολογική διερεύνυνση έγινε μέσω ηλεκτροφόρησης κυκλικού πλασμιδιακού DNA, όπου μελετήθηκε η φωτοδιασπαστική ικανότητα των εστερικών παραγώγων σε αυτό. Μέσω φωτοβόλησης με UVA και UVB ακτινοβολία, γίνεται ομολυτική σχάση του δεσμού Ν-Ο και δημιουργούνται ελεύθερες ρίζες οξυγόνου και αζώτου. Οι ρίζες αυτές μπορούν να προσεγγίσουν το DNA, ενώ βρίσκονται σε ηλεκτρονιακή διέγερση και να προκαλέσουν θραύση στην νουκλεοτιδική αλυσίδα, επειδή οι ενώσεις έχουν καλή αγχιστεία με το DNA. Από την εργασία αυτή προέκυψαν σημαντικά αποτελέσματα για την φωτοδιασπαστική ικανότητα και των τριών ειδών εστερικών ομάδων της κετοξίμης και τους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν την δράση της, σε δύο διαφορετικά μήκη κύματος, 312 nm (UVB) και 365 nm (UVA). Έτσι, οι καρβαμιδικοί εστέρες είχαν αποτελεσματική διάσπαση στα 312 nm και όχι στα 365 nm και μόνο αυτοί που στο καρβαμιδικό τμήμα τους ο υποκαταστάτης ήταν αλογόνο (Cl, F). Μάλιστα, το καλύτερο παράγωγο, DP6 εμφάνιζε 50% φωτοδιασπαστική ικανότητα στο DNA σε συγκέντρωση μόλις 10 μΜ. Οι καρβοξυλικοί εστέρες είχαν φωτοδιασπαστική ικανότητα στο DNA κυρίως στα 365 nm, όπου φάνηκε πως η ενεργότητά τους ήταν ανεξάρτητη από το ηλεκτρονικό φαινόμενο του εστέρα. Αυτό δεν φαινόταν να ισχύει για τους καρβοξυλικούς εστέρες στα 312 nm, παρά μόνο στα αλογονωμένα παράγωγα. Τέλος οι σουλφονικοί εστέρες, είχαν δράση με όλα τα παράγωγα που συντέθηκαν και στα 312 και στα 365 nm. Αυτό ανοίγει το δρόμο για την μελέτη νέων παραγώγων οξιμών, αλλά και την περαίτερω διερεύνηση του μηχανισμού δράσης τους με το DNA με σκοπό την στοχευμένη θεραπεία του καρκίνου και άλλων ασθενειών. 998 253 275 Η θέση της υπερηχογραφικής υστεροσαλπιγγογραφίας με την χρήση αφρού στον έλεγχο της διαβατότητας των σαλπίγγων σε υπογόνιμα ζευγάρια 'Hysterosalpingosonography for diagnosing tubal occlusion in subfertile women: a systematic review' Subfertility, defined as the inability to conceive within 12 months of unprotected intercourse, affects 1 out of 6 couples trying to get pregnant. Traditionally, the gold standard diagnostic methods for subfertility includes tests to assess tubal status, among which hysterosalpingography (HSG) and diagnostic laparoscopy with DYE test are the most established tests. HSG is still the test of first choice during the fertility work-up in many IVF centers and only if tubal pathology is suspected laparoscopy and DYE test is performed. Initially, hysterosalpingo-contrast sonography (HyCoSy) has been proposed as an alternative for HSG as a first line office tubaI patency test. In 2011, hysterosalpingo-foam sonography (HyFoSy) was introduced as a new technique for tubal patency testing and an alternative for HyCoSy. This imaging technique is comparable to HyCoSy, but it uses foam instead of gel. The advantages of HyFoSy over HSG are manifold as there is no radiation exposure and the HyFoSy procedure is less painful as well as less time consuming compared to HSG. HyFoSy would be an acceptable alternative to HSG for tubal patency testing during fertility work-up in subfertile women. Due to the relatively new technique, there are currently insufficient data from randomized clinical trials and, secondarily, from prospective studies. In this study, a systematic literature review was designed in accordance with Cochrane Collaboration guidelines according to the instructions of the Cochrane Collaboration, in order to concentrate on existing documentation on the pros and cons of the new method Η υπογονιμότητα ορίζεται ως η αδυναμία σύλληψης μετά από συνολικά 12 μήνες σεξουαλικών επαφών χωρίς προφυλάξεις και επηρεάζει 1 στα 6 ζευγάρια που προσπαθούν να επιτύχουν εγκυμοσύνη. Παραδοσιακά, η διαγνωστική προσέγγιση της υπογονιμότητας περιλαμβάνει την αξιολόγηση της κατάστασης των σαλπίγγων, με την βοήθεια της υστεροσαλπιγγογραφίας (HSG) και της διαγνωστικής λαπαροσκόπησης με έλεγχο της διαβατότητας των σαλπίγγων (DYE test). Η υστερο-σαλπιγγογραφία εξακολουθεί να αποτελεί την μέθοδο επιλογής, κατά τη διάρκεια της διερεύνησης της υπογονιμότητας σε πάρα πολλά κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και μόνο σε περίπτωση υποψίας παθολογίας των σαλπίγγων να πραγματοποιείται λαπαροσκόπηση και έλεγχος διαβατότητας σαλπίγγων. Αρχικά, η υπερηχογραφική υστεροσαλπιγγογραφία αντίθεσης (HyCoSy) είχε προταθεί ως προς εναλλακτική μέθοδος ελέγχου της βατότητας των σαλπίγγων σε επίπεδο εξωτερικού ιατρείου. Το 2011, η υπερηχογραφική υστεροσαλπιγγογραφία με αφρό (HyFoSy) προτάθηκε ως, μια νέα τεχνική για τον έλεγχο των σαλπίγγων, εναλλακτικά του HyCoSy. Η νεότερη αυτή τεχνική απεικόνισης είναι συγκρίσιμη με το HyCoSy, αλλά χρησιμοποιεί αφρό αντί για gel. Τα πλεονεκτήματα του HyFoSy έναντι του HSG είναι σημαντικά, διότι με το HyFoSy δεν υπάρχει έκθεση σε ακτινοβολία, ενώ η διαδικασία είναι λιγότερο επώδυνη και λιγότερο χρονοβόρα συγκριτικά με την HSG. Το HyFoSy θα μπορούσε να αποτελέσει μια αποδεκτή εναλλακτική λύση έναντι της HSG για τον έλεγχο της διαβατότητας των σαλπίγγων. Λόγω της σχετικά νέας τεχνικής δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα σήμερα από τυχαι-οποιημένες κλινικές δοκιμές και δευτερευόντως από προοπτικές μελέτες. Στην παρούσα διπλωματική εργασία, σχεδιάστηκε μια συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας, σύμφωνα με τις οδηγίες της Cochrane Collaboration, με σκοπό να συγκεντρωθεί η υπάρχουσα τεκμηρίωση σε ότι αφορά τα πλεονεκτήματα και πιθανώς μειονεκτήματα της νέας μεθόδου. 999 243 255 Public buildings are of high interest for several case studies focusing on their energy retrofit, as they importantly contribute to the total energy consumption and Carbon dioxide (CO2) emissions of the building sector. The implementation of integrated solutions and energy efficient technologies at public buildings may lead to considerable energy cost reduction, accomplishing also the national targets of emissions reduction. This research aims to document, energy capture and assess some public buildings of the municipality of Xanthi, focused on office buildings and public areas. For a more detailed and specialized approach, one multi type building is selected, characterized as C climatic zone, in order to assess its potential for low carbon emissions/footprint based on an energy modelling computer program. Through energy assessment of those buildings, it was revealed that the majority of them present/suffer from inadequate thermal insulation of the building envelope and low efficient heating and cooling systems. According to the simulation analysis, concerns are raised regarding the thermal comfort in summer. The energy retrofit scenarios that are examined refer to thermal envelope, cooling system and electricity production for future use. Based on these scenarios, it is expected that an annual reduction of 25,74 tn CO2 can be achieved for the reference building. Finally, some proposals are discussed in order to reduce the energy consumption and to improve comfort conditions. These are related to heating and cooling systems, lighting, building equipment, energy management systems, air quality, water management, maintenance and user training. Τα δημόσια κτίρια αποτελούν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες περιπτώσεις μελέτης όσον αφορά την ενεργειακή τους αναβάθμιση, διότι συμβάλλουν σημαντικά στη συνολική κατανάλωση ενέργειας του κτιριακού τομέα και στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Με την εφαρμογή ολοκληρωμένων προτάσεων και ενεργειακά αποδοτικών τεχνολογιών στα δημόσια κτίρια, δίνεται η δυνατότητα για σημαντική μείωση του ενεργειακού κόστους, επιτυγχάνοντας την επιτακτική ανάγκη συμμόρφωσης με τους εθνικούς στόχους μείωσης των αέριων εκπομπών. Στην έρευνα αυτή έγινε καταγραφή, ενεργειακή αποτύπωση και αξιολόγηση του δημόσιου κτιριακού αποθέματος του Δήμου Ξάνθης, με έμφαση στα κτίρια χρήσης γραφείων και συνάθροισης κοινού. Για αναλυτικότερη και πιο ειδική προσέγγιση, έγινε επιλογή ενός κτιρίου μικτής χρήσης, γραφείων και συνάθροισης κοινού που βρίσκεται στην πόλη της Ξάνθης και ανήκει στην Γ’ κλιματική ζώνη, το οποίο διερευνήθηκε ως προς την επίτευξη χαμηλών εκπομπών άνθρακα με τη χρήση δυναμικού ενεργειακού προσομοιωτικού μοντέλου. Μέσω της ενεργειακής αξιολόγησης που πραγματοποιήθηκε στα δημόσια κτίρια του Δήμου Ξάνθης, προέκυψε πως στην πλειοψηφία των κτιρίων υπάρχει μη θερμομονωτική επάρκεια του κελύφους και χαμηλή απόδοση των συστημάτων θέρμανσης και ψύξης. Στο κτίριο μελέτης καταγράφηκαν προβλήματα, έλλειψης θερμικής άνεσης το καλοκαίρι. Τα σενάρια ενεργειακής αναβάθμισης που αναπτύχθηκαν μέσω μοντέλου δυναμικής θερμικής προσομοίωσης, αφορούσαν τη θερμική λειτουργία του κελύφους, τη ψύξη και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Από αυτά προέκυψε, πως στο κτίριο μπορεί να επιτευχθεί ετήσια μείωση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ίση με 25,74tn (CO2). Επιπλέον, προτάθηκαν μέτρα μείωσης κατανάλωσης ενέργειας και βελτίωσης άνεσης, τα οποία αφορούσαν τα συστήματα θέρμανσης, δροσισμού, φωτισμού, τον εξοπλισμό, τα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης, την ποιότητα αέρα, τη διαχείριση νερού, τη συντήρηση και την εκπαίδευση χρηστών. 1000 286 303 μελέτη βασισμένη σε νοσοκομειακά δεδομένα (Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης) The study "Periodicity of aneurysmal hemorrhages. A study based on hospital data (University General Hospital of Alexandroupolis) ", is a study of observation and recording of data, whose main purpose is to investigate the association of aneurysmal hemorrhages with the seasonal distribution of the disease. Alexandroupolis University General Hospital from January 1, 2008 to December 3 1, 2017, due to aneurysmal bleeding.The study data were retrospectively collected both through the electronic database and from the patient register of the Intensive Care Unit of Alexandroupolis University General Hospital and tests were used for statistical analysis of the collected data, such as Chi squaredog, Kolm test and regularity Kolm tests. Smirnov and Shapiro - Wilk, as well as Analysis of Variance. There were 62 cases (31 men and 31 women) who were treated in the Intensive Care Unit of the University General Hospital of Alexandroupolis from January 1, 2008 to December 31, 2017, due to aneurysmal hemorrhages.In this study it was observed that: • Aneurysmal hemorrhages were more common in the spring with 3 5% and in the fall with 29%, while they were less common in the winter with 19.4% and in the fall with 16.1%. • The tendency of aneurysms to affect people aged 51 to 70 years was intense. • The patient's place of residence appears to affect the appearance of aneurysms. • The vast majority of study patients in 82.3% had subarachnoid hemorrhage. • In 48.4% of patients, aneurysmal bleeding was detected in the anterior anastomotic artery. Although it was not possible to draw statistically significant conclusions with the strict mathematical meaning of the term, due to the limited sample, the tables and graphs extracted, however, showed clear trends and regularities within the sample. Η μελέτη «Περιοδικότητα ανευρυσματικών αιμορραγιών. Μελέτη βασισμένη σε νοσοκομειακά δεδομένα (Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης)», είναι μελέτη παρατήρησης και καταγραφής στοιχείων, που ως βασικό σκοπό έχει τη διερεύνηση της συσχέτισης των ανευρυσματικών αιμορραγιών με την εποχιακή κατανομή, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των περιστατικών που νοσηλεύθηκαν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του πανεπι-στημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης από την 1 Ιανουαρίου 2008 έως και την 31 Δεκεμβρίου 2017, εξαιτίας ανευρυσματικών αιμορραγιών. Τα δεδομένα της μελέτης συλλέχθηκαν αναδρομικά τόσο μέσω της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων, όσο και από το μητρώο ασθενών της Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Γ ενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και για την στατιστική ανάλυση των δεδομένων που συλλέχθηκαν χρησιμοποιήθηκαν τεστ, όπως το Chi squared, τα test κανονικότητας Kolmogorov - Smirnov και Shapiro - Wilk, καθώς η ανάλυση της διακύμανσης (Analysis of Variance). Υπήρξαν 62 περιπτώσεις (31 άνδρες και 3 1 γυναίκες) που νοσηλεύθηκαν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης από την 1 Ιανουαρίου 2008 έως και την 31 Δεκεμβρίου 2017, εξαιτίας ανευρυσματικών αιμορραγιών.Στη συγκεκριμένη μελέτη παρατηρήθηκε ότι:• Οι ανευρυσματικές αιμορραγίες παρουσίαζαν μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης την άνοιξη με 35 % και το φθινόπωρο με 29 %, ενώ μικρότερη συχνότητα εμφάνισης παρουσίαζαν τον χειμώνα με 19,4 % και το φθινόπωρο με 16,1 %. • Η τάση των ανευρυσμάτων να προσβάλλουν άτομα ηλικίας από 51 έως 70 ετών ήταν έντονη. • Ο τόπος διαμονής των ασθενών φαίνεται ότι επηρεάζει την εμφάνιση ανευρυσμάτων. • Η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών της μελέτης σε ποσοστό 82,3 % εμφάνισε υπαραχνοειδή αιμορραγία. • Σε ποσοστό 48,4 % των ασθενών εντοπίσθηκε ανευρυσματική αιμορραγία στην πρόσθια αναστομωτική αρτηρία. Παρόλο που δεν κατέστη δυνατή η εξαγωγή στατιστικά σημαντικών συμπερασμάτων με την αυστηρή μαθηματική έννοια του όρου, λόγω του περιορισμένου δείγματος, εντούτοις οι πίνακες και τα γραφήματα που εξήχθησαν, κατέδειξαν ξεκάθαρες τάσεις και κανονικότητες εντός του δείγματος. 1001 242 244 This paper aims to examine the importance of differentiated teaching as well as whether it is applied organized and systematically by teachers. The work also examines through the words of the teachers the difficulties that exist for its implementation but also what needs to be done by the State in order to make this project possible. In the first part, the theory makes special reference to concepts related to differentiated teaching, approaches the concept of differentiated teaching, its purpose and philosophy and delves into the main categories of student diversity, the role of the teacher in differentiated teaching, the need for support for this part, the axes of differentiation of teaching and finally some strategies for differentiation of teaching are given. In the second part of the work, the empirical, the semi-structured interviews explored the views of Primary Education teachers on differentiated teaching as well as through their so-called teaching methods in which it is understood whether they apply organized and systematically differentiated teaching. The present study showed that although teachers recognize the diversity of students and the need to apply differentiated teaching, they don’t implement a differentiated teaching organized and systematically with a specific plan that will meet the learning needs of all students. Furthermore, the research reveals the difficulties for the implementation of differentiated teaching with the substantial support of the State to be a one-way street so that differentiated teaching becomes an integral part of the Greek educational system. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τη σημασία της διαφοροποιημένης διδασκαλίας καθώς και αν αυτή εφαρμόζεται οργανωμένα και συστηματικά από τους εκπαιδευτικούς. Στην εργασία εξετάζονται ακόμη μέσα από τα λεγόμενα των εκπαιδευτικών οι δυσκολίες που υπάρχουν για την εφαρμογή της αλλά και τι χρειάζεται να γίνει από την Πολιτεία ώστε να καταστεί δυνατό αυτό το εγχείρημα. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, γίνεται ιδιαίτερη αναφορά σε έννοιες σχετικές με τη διαφοροποιημένη διδασκαλία, προσεγγίζεται η έννοια της διαφοροποιημένης διδασκαλίας, ο σκοπός και η φιλοσοφία της και γίνεται εμβάθυνση στις κύριες κατηγορίες διαφορετικότητας των μαθητών, το ρόλο του εκπαιδευτικού κατά τη διαφοροποιημένη διδασκαλία, την ανάγκη στήριξης του για το κομμάτι αυτό, τους άξονες διαφοροποίησης της διδασκαλίας και τέλος παρατίθενται κάποιες στρατηγικές διαφοροποίησης της διδασκαλίας. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εν ενεργεία εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την διαφοροποιημένη διδασκαλία καθώς και μέσα από τα λεγόμενα τους ο τρόπος διδασκαλίας τους με τον οποίο γίνεται αντιληπτό αν εφαρμόζουν οργανωμένα και συστηματικά διαφοροποιημένη διδασκαλία. Η παρούσα μελέτη έδειξε ότι αν και οι εκπαιδευτικοί αναγνωρίζουν τη διαφορετικότητα των μαθητών και την αναγκαιότητα της εφαρμογής της διαφοροποιημένης διδασκαλίας δεν εφαρμόζουν οργανωμένα και συστηματικά με συγκεκριμένο σχέδιο διαφοροποιημένη διδασκαλία που θα ανταποκρίνεται στις μαθησιακές ανάγκες όλων των μαθητών. Ακόμη, από την έρευνα γίνονται γνωστές οι δυσκολίες για την εφαρμογή της διαφοροποιημένης διδασκαλίας με την ουσιαστική στήριξη της Πολιτείας να αποτελεί μονόδρομο έτσι ώστε η διαφοροποιημένη διδασκαλία να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος. 1002 271 367 Sexual Education can be described as the beginning of sexual communication from early childhood to adulthood and beyond. Sexual Education is considered essential for the achievement of a person’s sexual health. Parents do want to provide Sexual Education to their children, nevertheless, research findings justify a distance between good will and what actually happens. The aim of the present study is to define the role parents play in the Sexual Education of their children. Parents’ knowledge, attitude and comfort as well as the kind of Sexual Education they themselves have received have been thoroughly examined. A questionnaire of 29 questions has been distributed to parents of preschool children. 193 people took part in the study. The majority of the participants mentioned that they have not received sufficient Sexual Education from their parents especially in regard with cognitive information. Nonetheless, they stated that they have been preoccupied enough with the Sexual Education of their own children, they feel positive towards it and appeared comfortable enough for sexual communication. An apparent unsatisfactory preparation from their part for their responsibility, though, testifies the distance between theory and practice. Indeed, correlation of the variables communication, attitude and comfort indicated a significant interrelationship among them. Still, the actual sequence of events has not been clear, that is whether positive attitude and/or comfort increase communication or whether those parents who communicate have more positive attitude to teaching sexuality and therefore develop comfort. It is apparent from the present study however, that these three variables are significant and as such provide the cornerstone for the development of education programs for parents to increase their involvement in Sexuality Education. Η έναρξη της σεξουαλικής επικοινωνίας από την πρώιμη παιδική ηλικία και η συνέχισή της μέχρι την ενηλικίωση ενός ατόμου αλλά και μετέπειτα μπορεί να περιγραφεί ως Σεξουαλική Αγωγή. Η Σεξουαλική Αγωγή κρίνεται απαραίτητη για την εδραίωση της σεξουαλικής υγείας στον άνθρωπο. Οι γονείς επιθυμούν να παρέχουν Σεξουαλική Αγωγή στα παιδιά τους, εντούτοις τα ερευνητικά δεδομένα μαρτυρούν την ύπαρξη μίας απόστασης ανάμεσα στην καλή τους θέληση και πρόθεση από τη μία πλευρά και σε αυτό που πραγματικά συμβαίνει από την άλλη. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση του ρόλου που διαδραματίζουν οι γονείς στη Σεξουαλική Αγωγή των παιδιών τους. Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα εξετάζει τις γνώσεις, τις στάσεις και τις αντιλήψεις των γονέων σχετικά με το ρόλο τους ως προαγωγοί της Σεξουαλικής Αγωγής∙ αξιολογεί την άνεση που νιώθουν οι τελευταίοι στις συζητήσεις περί σεξουαλικότητας με τα παιδιά τους και ερευνά το βαθμό στον οποίο η δική τους σεξουαλική μάθηση επηρεάζει τη συμμετοχή τους στη Σεξουαλική Αγωγή των παιδιών τους. Για τους σκοπούς της έρευνας δομήθηκε ένα ερωτηματολόγιο 29 ερωτήσεων που μοιράστηκε σε γονείς παιδιών προσχολικής ηλικίας. 193 γονείς συμμετείχαν στην έρευνα. Οι ερωτηθέντες στην πλειονότητά τους ανέφεραν πως δεν έχουν λάβει επαρκή σεξουαλική ενημέρωση από τους δικούς τους γονείς, ιδίως στα πλαίσια των γνωστικών πληροφοριών. Εντούτοις, δήλωσαν πως τους έχει απασχολήσει αρκετά η Σεξουαλική Αγωγή των δικών τους παιδιών, την αντιμετωπίζουν θετικά και παρουσιάζονται δεκτικοί στην ιδέα συζητήσεων σεξουαλικού περιεχομένου μαζί τους. Βέβαια, η σχετική έλλειψη προετοιμασίας τους για αυτό τους το καθήκον επαληθεύει την απόσταση μεταξύ της θεωρίας και της πράξης. Είναι αληθές πως η εξέταση των μεταβλητών της επικοινωνίας, της στάσης και της άνεσης αποκάλυψε μία αλληλεξάρτηση μεταξύ τους. Πλην όμως δεν κατέστη σαφές ποια είναι η πραγματική αλληλουχία των γεγονότων, εάν, δηλαδή, είναι η θετική στάση ή/και η άνεση που αυξάνει την επικοινωνία ή εάν εκείνοι οι γονείς που επικοινωνούν με τα παιδιά τους έχουν θετικότερη στάση απέναντι στη διδασκαλία της σεξουαλικότητας και αναπτύσσουν κάποιο βαθμό άνεσης ως επακόλουθο. Είναι προφανές από τα δεδομένα της παρούσας έρευνας, ωστόσο, ότι οι μεταβλητές αυτές είναι σημαίνουσες και ως τέτοιες αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την ανάπτυξη επιμορφωτικών προγραμμάτων που απευθύνονται σε γονείς και στοχεύουν στην αύξηση της εμπλοκής τους στη Σεξουαλική Αγωγή των παιδιών τους. 1003 228 236 Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας: Εφαρμογές Μοντέλων Βιωματικής Μάθησης για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση Conventional fuels make the world “go round”. However, such an exploitation of non-renewable energy sources, obviously generates an important problem in the natural environment and its components. The continuous reduction of global stocks and their impending exhaustion, in case that irrational use continues, are not prophecies of researchers anymore, but are already taking place and, undoubtedly, those are the results of human activity, mostly caused by the overcrowding and uncontrolled overconsumption. Clearly, the rational use of existing energy resources and a switch to new and alternative ones, in this case renewable energy sources, could be the catalyst or the solution to the environmental problems that have emerged, creating a terrible blow to Earth. Achieving this goal requires information, awareness, involvement and subsequent action. Perhaps, the world community’s most important means to save the planet and achieve the above is environmental education. If people were trained through the earliest age, living their lives taking into account natural environment and its needs, then they would be able, not only to avoid causing problems to the environment, but also, to protect and maintain it as a healthy and safe place for future generations. This training must divert from traditional education models and follow more experiential approaches, thus making it more effective. This paper is an attempt to highlight lesson plans based on experiential learning models that maximize the involvement of learners Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο πλανήτης δείχνει να «κινείται» με συμβατικά καύσιμα. Ωστόσο, μια τέτοιου είδους εκμετάλλευση των μη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργεί, καταφανέστατα, σημαντικό πρόβλημα στο φυσικό περιβάλλον και όσα το απαρτίζουν. Η συνεχής μείωση των αποθεμάτων του πλανήτη και η επικείμενη εξάντλησή τους στην περίπτωση που η αλόγιστη χρήση τους συνεχιστεί, δεν αποτελούν πια προφητείες των ερευνητών, αλλά ήδη λαμβάνουν χώρα και, αναντίλεκτα, είναι τα αποτελέσματα της ανθρώπινης δραστηριότητας, του φαινομένου του υπερπληθυσμού και της ανεξέλεγκτης υπερκατανάλωσης. Σαφώς, η ορθολογική χρήση των υπαρχουσών πηγών ενέργειας και η στροφή σε νέες, και πιο συγκεκριμένα σε ανανεώσιμες, μπορεί να σταθεί καταλύτης στα περιβαλλοντικά προβλήματα που έχουν εμφανιστεί, δημιουργώντας τρομακτικό πλήγμα στη Γη. Η επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου απαιτεί ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και επακόλουθη συμμετοχή και δράση από πλευράς κοινού. Το σημαντικότερο, ίσως, εργαλείο της παγκόσμιας κοινότητας, για να επιτύχει τα παραπάνω, είναι η περιβαλλοντική εκπαίδευση. Αν οι πολίτες εκπαιδευθούν από την πιο μικρή ηλικία έχοντας ως γνώμονα το περιβάλλον, τότε θα σταθούν ικανοί όχι μόνο να μην το επιβαρύνουν, αλλά να το προστατεύσουν και να το διατηρήσουν υγιές και ασφαλές για τις επόμενες γενιές. Η εκπαίδευση αυτή οφείλει να ξεφύγει από τα παραδοσιακά μοντέλα και να ακολουθήσει περισσότερο βιωματικές προσεγγίσεις, που θα την καταστήσουν αποτελεσματικότερη. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια ανάδειξης σχεδίων μαθήματος που βασίζονται σε μοντέλα βιωματικής μάθησης, τα οποία μεγιστοποιούν την εμπλοκή των εκπαιδευόμενων 1004 338 394 This work was part of the Graduate Program "Environmental Policy, Education and Communication" of the Department of Forestry and Management of the Environment and Natural Resources. It concerned the planning, conduct and evaluation of two teaching interventions using two different educational models, the traditional model and Kolb’s model of experiential learning. The topic of the teaching interventions was "Photosynthesis". The research was conducted during the school year 2015-2016. The sample size was 18 students from the Elementary School of Kimmeria in Xanthi, four of which were at the fourth grade, 10 at the fifth grade and 4 at the sixth grade. These students were divided into two groups. Each group had 9 students (2 students from the fourth grade, 5 students from the fifth grade and 2 students from the sixth grade). The two groups were taught a two-hour session using a different teaching model. The evaluation of the two teaching models (the traditional model and Kolb's experiential learning model), was done by interviewing pupils before the teaching interventions, immediately after and one month later. In every interview students of both groups answered the same questions. The interviews conducted before the teachings intended to investigate the initial students’ knowledge about “photosynthesis and plant nutrition”. The interviews and the teaching interventions were conceived, organized and executed by the same person. The most important findings of the research are the following:  Significant effect on the students’ cognitive level on “photosynthesis and plant nutrition” immediately after the teachings, with greater impact on the group taught using Kolb's model, one month after the teachings.  Significant impact on the Kolb's model group in understanding concepts.  Significant improvement on the Kolb's model group with regard to cognitive skills.  Significant improvement of the students’ initial mistaken beliefs about "photosynthesis and plant nutrition", with greater impact on the students of the Kolb's model group.  Improvement of the students’ views and perceptions about the role of the plants in the ecosystem, with greater impact on the students of the Kolb's model group Η παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών «Περιβαλλοντική Πολιτική, Εκπαίδευση και Επικοινωνία» του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων. Είχε ως αντικείμενο έρευνας το σχεδιασμό, τη διεξαγωγή και την αξιολόγηση δυο διδακτικών παρεμβάσεων με δύο διαφορετικά διδακτικά μοντέλα, το παραδοσιακό μοντέλο και το μοντέλο βιωματικής μάθησης του Kolb. Το θέμα των διδακτικών παρεμβάσεων ήταν «Η φωτοσύνθεση». Η έρευνα διεξήχθη κατά το σχολικό έτος 2015-2016. Το μέγεθος του δείγματος αποτέλεσαν 18 μαθητές του 4/Θ Δημοτικού Σχολείου Κιμμερίων Ξάνθης, από τους οποίους 4 ήταν της Τετάρτης (Δ΄) τάξης, 10 της Πέμπτης (Ε΄) τάξης και 4 της Έκτης (ΣΤ) τάξης. Οι παραπάνω μαθητές χωρίστηκαν σε δύο τμήματα. Το κάθε τμήμα είχε εννέα μαθητές (2 μαθητές από την Δ΄, 5 μαθητές από την Ε΄ και 2 μαθητές από την ΣΤ΄). Στους μαθητές του κάθε τμήματος πραγματοποιήσαμε διδασκαλία διάρκειας δύο διδακτικών ωρών, με διαφορετικό διδακτικό μοντέλο. Η αξιολόγηση των δύο διδακτικών μοντέλων (του παραδοσιακού μοντέλου και του μοντέλου βιωματικής μάθησης του Kolb) έγινε με συνεντεύξεις των μαθητών, που πραγματοποιήθηκαν πριν, αμέσως μετά και μετά ένα μήνα από τις διδακτικές παρεμβάσεις. Σε κάθε συνέντευξη οι μαθητές και των δύο τμημάτων απάντησαν στις ίδιες ερωτήσεις. Με τις συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν πριν τις διδασκαλίες έγινε η διερεύνηση των αρχικών ιδεών των μαθητών για τη «φωτοσύνθεση και τη θρέψη των φυτών». Οι συνεντεύξεις και οι διδακτικές παρεμβάσεις σχεδιάστηκαν, οργανώθηκαν και εκτελέστηκαν από το ίδιο άτομο. Τα κυριότερα αποτελέσματα της έρευνας είναι τα εξής:  Σημαντική επίδραση στο γνωστικό επίπεδο των μαθητών, που αφορά την «φωτοσύνθεση και τη θρέψη των φυτών» αμέσως μετά τις διδασκαλίες, με μεγαλύτερη επίδραση στους μαθητές του τμήματος στο οποίο η διδασκαλία έγινε με το μοντέλο του Kolb, ένα μήνα μετά τις διδασκαλίες.  Σημαντική επίδραση στην κατανόηση και στην εφαρμογή εννοιών στους μαθητές του τμήματος στο οποίο η διδασκαλία έγινε με το μοντέλο του Kolb.  Σημαντική βελτίωση των γνωστικών δεξιοτήτων στους μαθητές του τμήματος στο οποίο η διδασκαλία έγινε με το μοντέλο του Kolb.  Σημαντική βελτίωση των αρχικών λανθασμένων ιδεών των μαθητών που αφορούν τη «φωτοσύνθεση και τη θρέψη των φυτών», με μεγαλύτερη επίδραση στους μαθητές του τμήματος στο οποίο η διδασκαλία έγινε με το μοντέλο του Kolb.  Βελτίωση των απόψεων και των αντιλήψεων των μαθητών για το ρόλο των φυτών μέσα στα οικοσυστήματα, με μεγαλύτερη επίδραση στους μαθητές του τμήματος στο οποίο η διδασκαλία έγινε με το μοντέλο του Kolb 1005 18 16 Η προετοιμασία των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για να διαχειρίζονται γλωσσικά και πολιτισμικά ετερογενείς σχολικές τάξεις The preparation of teachers of primary education on coping with linguistically and culturally diverse students in the classroom 1006 217 217 Καταγραφή, ανάλυση, προτάσεις βελτιστοποίησης της αλυσίδας παραγωγής, τυποποίησης και διακίνησης προϊόντων κρέατος In this paper we try to record, analyze, and some suggestions for optimizing the chain of production, standardization, and distribution of meat products. The kinds of red meat (pork, beef, lamb) that we will look at, are one of the most important species in the diet of Greek consumers. It is a fact that they are consumed in a larger quantity than the one suggested by the Mediterranean diet. In the first chapter there is a brief historical review of dietary habits over the centuries and some basic definitions of the terminology of meat are given. In the second chapter, the paper records the processes that take place on the day the animal is born, its diet, its veterinary care, its slaughter and its final distribution at the retail outlets. In addition, the ways in which the quality of meat is guaranteed at all stages of its movement are analyzed. The third chapter presents the questionnaire given to consumers and the analysis of the results on the respondents' views on the quality and safety of the meat products they consume, as well as some optimization proposals. Finally, as a member of a breeding family, I feel happy and fortunate to quote some personal details and knowledge I have gained during my work in the family farm unit Στην παρούσα εργασία γίνεται προσπάθεια καταγραφής, ανάλυσης, αλλά και κάποιων προτάσεων βελτιστοποίησης της αλυσίδας παραγωγής, τυποποίησης, και διακίνησης προϊόντων κρέατος. Τα είδη του κόκκινου κρέατος (χοιρινό, βοδινό, αμνοερίφια) που θα εξετάσουμε, αποτελούν ένα από τα βασικότερα είδη στη διατροφή των Ελλήνων καταναλωτών. Αποτελεί γεγονός ότι καταναλώνονται σε μεγαλύτερη ποσότητα από αυτή που προτείνει η μεσογειακή διατροφή. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία σύντομη ιστορική αναδρομή σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες κατά το πέρασμα των αιώνων και αποδίδονται κάποιοι βασικοί ορισμοί σχετικά με την ορολογία του κρέατος. Στο δεύτερο κεφάλαιο η εργασία καταγράφει τις διαδικασίες που πραγματοποιούνται από την ημέρα γέννησης του ζώου, τη διατροφή του, την κτηνιατρική του περίθαλψη, τη σφαγή του και την τελική του διανομή στα σημεία λιανικής πώλησης. Επιπλέον αναλύονται οι τρόποι με τους οποίους διασφαλίζεται η ασφάλεια ποιότητας του κρέατος σε όλα τα στάδια διακίνησής του. Στο τρίτο κεφάλαιο παρατίθεται το ερωτηματολόγιο που δόθηκε στους καταναλωτές και η ανάλυση των αποτελεσμάτων σχετικά με τις απόψεις των ερωτηθέντων για την ποιότητα και ασφάλεια των προϊόντων κρέατος που καταναλώνουν, αλλά και κάποιες προτάσεις βελτιστοποίησης. Τέλος, ως μέλος μιας κτηνοτροφικής οικογένειας, νιώθω τη χαρά και την τύχη να παραθέσω και κάποια προσωπικά στοιχεία και γνώσεις που απέκτησα κατά την εργασία μου στην οικογενειακή κτηνοτροφική μονάδα 1007 159 150 The training of primary and secondary education teachers in Greece and Cyprus: a comparative approach Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα και την Κύπρο: μία συγκριτική προσέγγιση In this dissertation, an approach of teachers’ training policy of two European States, Greece and Cyprus is attempted. Apart from the forms of training (introductory, administrative, graduate training, recurrent, specialized educational programs, supplementary training, annual, distance learning, repetitive compulsory seminars, optional seminars), not only does the dissertation refer to teaching methods and education services, but also to the actions intending to prepare the teachers of primary and secondary education to confront with the contemporary challenges in the regime of education. More specifically, it addresses the introduction and incorporation of Informational and Communicational Technologies in the educational procedure, in the educational program of expatriated educators and in the intercultural education of teachers. From the comparative analysis is attempted the presentation of contemporary policies adopted on the basis of European standards, as well as an indication of the similarities and differences presented in the two countries Στην παρούσα εργασία επιχειρείται μία προσέγγιση της επιμορφωτικής πολιτικής δύο ευρωπαϊκών χωρών, της Ελλάδας και της Κύπρου. Εκτός από τις μορφές επιμόρφωσης (εισαγωγική, ενδοϋπηρεσιακή, ενδοσχολική, περιοδική, ειδικά επιμορφωτικά προγράμματα, συμπληρωματική κατάρτιση, ετήσια, εξ’ αποστάσεως, επαναλαμβανόμενα υποχρεωτικά σεμινάρια, προαιρετικά σεμινάρια), η εργασία αναφέρεται και στις μεθόδους επιμόρφωσης, στους φορείς επιμόρφωσης, αλλά και στις δράσεις που αποσκοπούν στην προετοιμασία των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ώστε να ανταπεξέλθουν στις σύγχρονες προκλήσεις στο χώρο της εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα γίνεται αναφορά στην εισαγωγή και ενσωμάτωση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στη μαθησιακή διαδικασία, στο πρόγραμμα επιμόρφωσης Ομογενών Εκπαιδευτικών και στη Διαπολιτισμική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Μέσα από τη συγκριτική ανάλυση, επιχειρείται η παρουσίαση των σύγχρονων πολιτικών που υιοθετούνται με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα, καθώς και η ανάδειξη των ομοιοτήτων και των διαφορών που παρουσιάζονται στις δύο χώρες 1008 500 462 Medical science aims at preserving not only the most valuable human commodity of life but also those of health, physical integrity and human dignity. Physicians have to furnish their medical services demonstrating the due diligence and attention owed under the circumstances, following the standards and the generally accepted principles of medical science, art and ethics, capitalizing on their knowledge and experience. Medical liability that more often than not identifies with medical negligence and malpractice stems from the deviation of the forementioned generally accepted medical standards and rules. This deviation generates a lack of the due diligence that our society and the state impose on the average specialized physician. 11% of hospitalized patients experience medical malpractice, half of which could be avoided if owed attention had been showed. Sifting through historical data makes us aware of the fact that humanity has always sought to regulate the consequences of medical malpractice. Hammurabi’s Babylonian law code, Egyptian Holy Bible, Hippocratic works, latin “lex duodecim tabularum” and “lex Aquilia” constituted milestones during this search. Current medicine has abandoned the paternalistic attitudes and practices which had established medical authority and substituted them for the respect of patient’s autonomy. Medical actions which take place without assuring previous patient’s informed consent are arbitrary and constitute insults of patient’s personality, generating civil medical liability. Medical negligence is both a form of fault and an illicit behavior that can give rise to medical liability and consequently oblige physicians to pay compensation in accordance with the provisions of the law about tort. The breach of the physician’s contractual obligations in the provision of medical services can also build conventional liability. Therefore, civil medical liability is a concurrence of contractual and tort liability. Code of conduct and expert (uncommon) knowledge are the criteria and legal grounds for medical liability that is an objective liability in which the burden of proof falls to the injurer medical practitioner in accordance with article 8 of the Act 2251/1994. Public hospitals are subject to civil liability against patients for unlawful medical acts or omissions whereas physicians are not personally liable towards third persons (patients). The legislative framework governing medical liability in Greece is sporadic and seeks to prevent medical malpractice and at the same time eliminate the phenomenon of defensive medicine, which in many cases constitutes a “sui generis” medical malpractice. Lifelong training of doctors, the drafting of guidelines, the familiarization of physicians with the basic rules of bioethics, the elimination of defensive medicine, the radical reform of medical study programs with emphasis on safeguarding the patient’s autonomy, the cultivation of a spirit of collaboration between physicians and patients, the establishment of internal audit procedures and the diligent maintenance of the medical records and patient’s files will contribute to the limitation of medical malpractice. In conclusion our society is in urgent need of a diligent, not a frightened physician who will not practice defensive medicine in fear of punishment and will properly safeguard the legally protected goods of the lives and physical integrity of patients. Η ιατρική επιστήμη στοχοθετεί την προστασία του πολυτιμότερου ανθρώπινου αγαθού της ζωής αλλά και της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο ιατρός έχει καθήκον να παρέχει τις υπηρεσίες του καταβάλλοντας την προσήκουσα επιμέλεια και προσοχή ακολουθώντας τους γενικά παραδεδεγμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, τέχνης και δεοντολογίας και αξιοποιώντας την εμπειρία και τις γνώσεις του. Η ιατρική ευθύνη που ταυτίζεται πολλές φορές με την ιατρική αμέλεια ή το ιατρικό σφάλμα αναφύεται όταν παραβιάζονται οι ανωτέρω κανόνες με αποτέλεσμα να μην επιδεικνύεται αντικειμενικά προς τον ασθενή εκείνο το ενδιαφέρον που αναμένει η κοινωνία και η πολιτεία να επιδείξει ένας μέσος συνετός εξειδικευμένος ιατρός.Το 11% των ασθενών που εισάγονται στα νοσοκομεία έχουν την εμπειρία ενός ιατρικού λάθους, από τα οποία τα περισσότερα από τα μισά θα μπορούσαν να αποτραπούν αν επιδεικνύονταν το σύνηθες καθήκον επιμέλειας. Η αναδίφηση στο ιστορικό γίγνεσθαι οδηγεί στη διαπίστωση ότι διαχρονικά η ανθρωπότητα επιδίωξε την κανονιστική ρύθμιση των επιπτώσεων των επιζήμιων ιατρικών πράξεων, με κυριότερους σταθμούς τον βαβυλωνιακό κώδικα του Χαμουραμπί, την Αιγυπτιακή Ιερά Βίβλο, τo έργο του Ιπποκράτη, τη Δωδεκάδελτο και τον Ακουίλιο Νόμο. Στη σύγχρονη ιατρική υποχωρεί η πατερναλιστική αντίληψη που καθιέρωσε την ιατρική αυθεντία προς όφελος της αυτονομίας του ασθενούς. Η αυθαίρετη ιατρική πράξη, που λαμβάνει χώρα χωρίς την ενημερωμένη συναίνεση του ασθενούς δημιουργεί ευθύνη από την προσβολή της προσωπικότητας του ασθενούς. Η ιατρική αμέλεια αποτελεί μορφή υπαιτιότητας και παράνομη συμπεριφορά του ιατρού και θεμελιώνει αδικοπρακτική ευθύνη του ιατρού για καταβολή αποζημίωσης. Η παράβαση των όρων της σύμβασης παροχής ιατρικής αγωγής θεμελιώνει επίσης συμβατική ιατρική ευθύνη. Η αστική ιατρική ευθύνη είναι συρροή δικαιοπρακτικής και αδικοπρακτικής ευθύνης. Ερείσματα της ιατρικής ευθύνης αποτελούν οι κανόνες δεοντολογίας και η εξειδικευμένη γνώση. Η ιατρική ευθύνη είναι νόθος αντικειμενική και υπάγεται στο άρθρο 8 του Ν. 2251/1994. Τα δημόσια νοσοκομεία υπέχουν αστική ευθύνη απέναντι στους ασθενείς για παράνομες ιατρικές πράξεις ή παραλείψεις, ενώ τα όργανα αυτών ( ιατροί) δεν ευθύνονται ατομικά. Το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει την ιατρική αστική ευθύνη στην Ελλάδα είναι σποραδικό και επιδιώκει την πρόληψη των ιατρικών λαθών και την εξάλειψη του φαινομένου της αμυντικής ιατρικής που κατά πολλούς αποτελεί sui generis ιατρικό σφάλμα. Στον περιορισμό των ιατρικών λαθών θα συμβάλλουν η δια βίου εκπαίδευση των ιατρών, η σύνταξη «κατευθυντήριων οδηγιών», η εξοικείωση των ιατρών με τους βασικούς κανόνες της βιοηθικής, η εξάλειψη της αμυντικής ιατρικής, η ριζική αναμόρφωση των προγραμμάτων ιατρικών σπουδών με έμφαση στην αφομοίωση της προστασίας της αυτονομίας του ασθενούς και στην καλλιέργεια πνεύματος συνεργασίας ιατρών - ασθενών, η καθιέρωση εσωτερικών διαδικασιών ελέγχου (auditing), η επιμελής τήρηση του ιατρικού αρχείου και του φακέλου των ασθενών. Συμπερασματικά η κοινωνία μας χρειάζεται τον επιμελή και όχι το φοβισμένο ιατρό που δεν θα ασκεί αμυντική ιατρική υπό το φόβο της τιμωρίας του αλλά θα προασπίζει προσηκόντως τα έννομα αγαθά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας των ασθενών. 1009 11 11 Bio-evaluation of bee-based natural products preparations against UV-induced cellular oxidative damage Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Σχολή Επιστημών Υγείας. Τμήμα Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής 1010 192 183 Over the last two decades Greece has gone from being a country that sends immigrants abroad to one that receives immigrants. One of the after months of this development is that a large number of foreign students attend Greek school, it was therefore thought fit that this project should examine and analyze Greek teachers. Views on foreign students with a view to investigating any stereotyping beliefs expressed in their speech. This is why such extensive reference is made to stereotypes in the theoretical part, focusing on the way in which the latter affect the formation of beliefs concerning people belonging to diverse groups. To investigate the above, it was deemed necessary to conduct individual semi- structured qualitative interviews with educators who teach in kindergartens and elementary schools. The educators answered the questions expressing their views and the latter were then analyzed using the qualitative content analysis method. The findings of this research, which are based on the educators’ views, indicate that teachers attribute difficulties mostly to foreign students’ different mother tongue as well as their family environment. Teachers create different identities for foreign students and thus, reproduce social stereotypes concerning those students. Η Ελλάδα κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες από χώρα αποστολής έχει μετατραπεί σε χώρα υποδοχής μεταναστών. Απότοκο αυτού του φαινομένου συνιστά το γεγονός, ότι στο ελληνικό σχολείο φοιτεί μεγάλος αριθμός αλλοδαπών μαθητών. Επομένως, κρίθηκε σκόπιμο η παρούσα εργασία να εξετάσει και να αναλύσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών για τους αλλοδαπούς μαθητές, με σκοπό τη διερεύνηση τυχόν στερεοτυπικών αντιλήψεων, όπως εκφράζονται στο λόγο τους. Για το λόγο αυτό, στο θεωρητικό μέρος, γίνεται εκτενής αναφορά στα στερεότυπα εστιάζοντας στον τρόπο με τον οποίο επηρεάζουν τη διαμόρφωση αντιλήψεων για άτομα διαφορετικών ομάδων. Για να εξεταστούν τα παραπάνω, κρίθηκε σκόπιμο να πραγματοποιηθούν ατομικές ημι-δομημένες ποιοτικές συνεντεύξεις με εκπαιδευτικούς, οι οποίοι διδάσκουν σε Νηπιαγωγεία και Δημοτικά σχολεία. Οι εκπαιδευτικοί, τοποθετήθηκαν εκφράζοντας τις απόψεις τους στα ερωτήματα, οι οποίες, στη συνέχεια, αναλύθηκαν με τη μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Τα ευρήματα της έρευνας, που βασίζονται στις τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών, δείχνουν ότι οι εκπαιδευτικοί αποδίδουν, τις περισσότερες φορές την ύπαρξη δυσκολιών κυρίως στη διαφορετική μητρική γλώσσα αλλά και το οικογενειακό περιβάλλον των αλλοδαπών μαθητών, κατασκευάζουν διαφορετικές ταυτότητες για τους αλλοδαπούς μαθητές και αναπαράγουν κοινωνικά στερεότυπα που αφορούν τους μαθητές αυτούς. 1011 591 658 Φαρμακογενετική μελέτη γονιδιακών πολυμορφισμών που σχετίζονται με την ανταπόκριση στα αντικαρκινικά φάρμακα 5-Φθοριοουρακίλη και Καπεσιταβίνη The administration of the chemotherapeutic drugs 5-Fluorouracil/Capecitabine (5-FU/CAP) is the first line treatment of solid tumors in clinical practice. These drugs are metabolised via the pyrimidine biosynthesis pathway, which includes the enzymes Dihydropyrimidine Dehydrogenase (DPD), Methylenetetrahydrofolate Reductase (MTHFR) and Thymidylate Synthase (TS). These enzymes are encoded by DPYD, MTHFR and TYMS genes, respectively. Polymorphisms of these genes appear to have a significant effect on the response to the 5-FU/CAP therapy. The aim of the present study was to analyze the potential association of DPYD*2A, MTHFR C677T, TYMS-TSER and TYMS 3R G>C polymorphisms with the clinical response of cancer patients to 5-FU/CAP, in terms of overall response to the pharmacotherapy and incidence of side effects. The ultimate goal is the individualization of chemotherapy, which could be achieved by the formation of the patient's genetic profile and hence their treatment could be adapted to their needs, thus minimizing the possibility of exposure to the health of the patient at risk. In the present study a total of 101 cancer patients (50 men, 49,5%) of mean age 64,7 years (± 10,3) were included. Diagnoses were colorectal cancer (55,4%), breast cancer (20,8%), stomach cancer (15%), pancreas cancer (5%), ovarian cancer (1%), colorectal - stomach cancer (1%) and colorectal - breast cancer (1%). 80,2% of patients were on CAP treatment, 10,9% on 5-FU, whereas 8,9% received both drugs during their treatment. In the study population, 5-FU/CAP were not used as monotherapy but in combination with other anticancer drugs. For all patients demographic data and data on the dosage regimens and the presence of side effects were collected. Genomic DNA was isolated from peripheral blood and the studied polymorphisms were analyzed by use of PCR and PCR-RFLP methods. The frequency of MTHFR C677T, TYMS-TSER and TYMS 3R G>C alleles was estimated at 30,7%, 34,16% and 44,06%, respectively. DPYD*2A polymorphism was not found. Carriers of MTHFR 677T allele had an increased risk of requiring a reduced dose of CAP compared to wild-type allele carriers (OR 5,13, p = 0,013, 95% CI 1,42-18,59). Dose was reduced by 500-1000 mg daily (in men: from 4000mg to 3000mg or from 3500mg to 3000mg, in females: from 3500mg to 3000mg or from 3000mg to 2500mg or 2000mg). Regarding the type of cancer, MTHFR polymorphism was associated with dose reduction in colorectal cancer patients (p=0,035), while TYMS-TSER polymorphism was associated with dose reduction in breast cancer patients (p<0,001). 63,4% of the patients enrolled in the present study presented with side effects during their treatment. These side effects were further categorized as haematological (incidence 30%), gastrointestinal (33%), dermatological (12%), neurological (26%), respiratory (2%), cardiac (2%), fatigue and dizziness (12%). These side effects were the cause of changing the current therapeutic regimen (in 11% ofpatients) or of reducing the administered dosage (9%). Analyses in the different types of cancer have shown a significant association between the presence of polymorphisms in the genome and the occurrence of side effects. More specifically, MTHFR C677T polymorphism appears to be associated with the occurrence of hematological side effects in colorectal cancer patients (p = 0,057), while TYMS-TSER polymorphism was associated with an increased risk of gastrointestinal side effects in breast cancer patients (p = 0,020). Additionally, TYMS 3R G> C polymorphism was associated with the occurrence of fatigue and dizziness in gastric cancer patients (p = 0,013). Our results show that MTHFR C677T, TYMS-TSER and TYMS 3R G>C polymorphisms are potential biomarkers to predict the efficacy and toxicity of 5-FU/CAP therapy. Expanding current knowledge on the pharmacogenomics of anticancer drugs will help improve the individualization of 5-FU/CAP dosage regimens. Η χορήγηση των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων 5-Φθοριοουρακίλη/Καπεσιταβίνη (5-FU/CAP) αποτελεί συνήθη επιλογή στην κλινική πρακτική για την αντιμετώπιση συμπαγών όγκων. Τα συγκεκριμένα φάρμακα ανήκουν στην οικογένεια των φθοριοπυριμιδινών και μεταβολίζονται μέσω του μονοπατιού βιοσύνθεσης των πυριμιδινών, στο οποίο συμμετέχουν τα ένζυμα Αφυδρογονάση της Διϋδροπυριμιδίνης (DPD), Μεθυλενοτετραϋδροφυλλική Ρεδουκτάση (MTHFR) και Θυμιδυλική Συνθετάση (TS). Πολυμορφισμοί των γονιδίων DPYD, MTHFR και TYMS που κωδικοποιούν τα συγκεκριμένα ένζυμα, φαίνεται να επιδρούν σημαντικά στην ανταπόκριση στην θεραπεία με τις συγκεκριμένες φθοριοπυριμιδίνες. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η ανάλυση της συσχέτισης των πολυμορφισμών DPYD*2A, MTHFR C677T, TYMS-TSER και TYMS 3R G>C με την κλινική εικόνα των ασθενών, δηλαδή την ανταπόκριση στη χορηγούμενη φαρμακοθεραπεία και την εκδήλωση ανεπιθύμητων ενεργειών από τη χρήση της. Απώτερος στόχος είναι η εξατομίκευση της χημειοθεραπείας, η οποία επιτυγχάνεται με τον καθορισμό του γενετικού προφίλ κάθε ασθενή και συνεπώς η θεραπεία δύναται να προσαρμοστεί σύμφωνα με τις ανάγκες και το υπόβαθρο κάθε ασθενή, εξατομικευμένα, μειώνοντας έτσι στο ελάχιστο την πιθανότητα έκθεσης της υγείας των ασθενών σε κίνδυνο και αυξάνοντας στο μέγιστο την ανταπόκριση στη θεραπεία. Στην παρούσα εργασία έλαβαν μέρος 101 ασθενείς (50 άνδρες, 49,5%), μέσης ηλικίας εμφάνισης νόσου 64,7 έτη (± 10,3) με διάγνωση καρκίνου: ορθοκολικός (55,4%), μαστού (20,8%), στομάχου (15,8%), παγκρέατος (5%), ωοθηκών (1%), ορθοκολικός - στομάχου (1%) και ορθοκολικός - μαστού (1%). Από το σύνολο των ασθενών, το 80,2% εξ αυτών λαμβάνουν CAP, το 10,9% 5-FU και το 8,9% έχουν λάβει και τα δύο φάρμακα κατά τη διάρκεια της θεραπείας τους. Στο μελετώμενο πληθυσμό, τα φάρμακα αυτά δεν δίνονται ως μονοθεραπεία, αλλά συνδυαστικά με άλλα αντικαρκινικά σκευάσματα. Για όλους τους ασθενείς ελήφθησαν στοιχεία από τους φακέλους τους, τόσο ατομικού/προσωπικού ιστορικού και δημογραφικά στοιχεία, όσο και στοιχεία αναφορικά με τα θεραπευτικά σχήματα που τους χορηγούνται και τις δόσεις αυτών, την κλινική τους πορεία και τυχόν εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών. Από τον κάθε ένα ασθενή απομονώθηκε γενωμικό DNA από περιφερικό αίμα και χρησιμοποιήθηκε για τις εργαστηριακές αναλύσεις και τη δημιουργία του γενετικού τους προφίλ, αναφορικά με τους πολυμορφισμούς DPYD*2A, MTHFR 677 C>T, TYMS-TSER και TYMS 3R G>C, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο PCR-RFLP. Η συχνότητα εμφάνισης των αλληλομόρφων MTHFR C677T, TYMS-TSER και TYMS G>C 3R ανέρχεται σε 30,7%, 34,16% και 44,06%, αντίστοιχα. Ο πολυμορφισμός DPYD*2A δεν ανευρέθη. Οι φορείς του αλληλομόρφου MTHFR 677T είχαν αυξημένη πιθανότητα να χρειαστούν μειωμένη δόση CAP συγκριτικά με άτομα που δεν φέρουν το αλληλόμορφο αυτό (OR 5,13, p= 0,013, 95% C.I. 1,42-18,59).Συγκεκριμένα, η δόση μειώθηκε κατά 500-1000mg ημερησίως (άνδρες: από 4000mg σε 3000mg ή από 3500mg σε 3000mg, γυναίκες: από 3500mg σε 3000mg ή από 3000mg σε 2500mg ή σε 2000mg). Αναφορικά με τον τύπο του καρκίνου, ο πολυμορφισμός MTHFR σχετίστηκε με μείωση της δόσης στον ορθοκολικό καρκίνο (p=0,035), ενώ ο πολυμορφισμός TYMS-TSER σχετίστηκε με μείωση της δόσης στις ασθενείς με καρκίνο του μαστού (p<0,001).Το 63,4% των ασθενών που συμμετείχαν στη μελέτη εμφάνισε κάποια ανεπιθύμητη ενέργεια κατά τη διάρκεια της φαρμακευτικής τους αγωγής. Οι παρενέργειες αυτές κατηγοριοποιήθηκαν σε αιματολογικές (συχνότητα εμφάνισης 30%), γαστρεντερικές (33%), δερματολογικές (12%), νευρολογικές (26%), αναπνευστικές (2%), καρδιακές (2%), καταβολή και ζάλη (12%). Συχνά, οι παρενέργειες αυτές οδήγησαν στην αλλαγή του θεραπευτικού σχήματος (11%) ή στη μείωση δόσεων του ήδη χορηγούμενου (9%). Αναλύσεις στους διαφορετικούς τύπους καρκίνου ανέδειξαν σημαντική σύνδεση ανάμεσα στην παρουσία των πολυμορφισμών στο γονιδίωμα και την εμφάνιση ανεπιθύμητων ενεργειών. Πιο αναλυτικά, ο πολυμορφισμός MTHFR C677T φαίνεται να συνδέεται με την εμφάνιση αιματολογικών παρενεργειών στον ορθοκολικό καρκίνο (p=0,057), ενώ ο πολυμορφισμός TYMS-TSER συσχετίστηκε με αυξημένη πιθανότητα εκδήλωσης γαστρεντερικών παρενεργειών σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού (p=0,020). Τέλος, προέκυψε συσχέτιση του σημειακού πολυμορφισμού TYMS 3R G>C με την εκδήλωση καταβολής και ζάλης σε περιστατικά γαστρικού καρκίνου (p=0,013). Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας, φαίνεται ότι οι πολυμορφισμοί MTHFR C677T, TYMS-TSER και TYMS G>C 3R αποτελούν δυνητικούς βιοδείκτες για την πρόβλεψη της αποτελεσματικότητας και της τοξικότητας της θεραπείας με 5-FU/CAP. Η επέκταση της τρέχουσας γνώσης σχετικά με τη φαρμακογονιδιωματική των αντικαρκινικών φαρμάκων θα συμβάλλει στη βελτίωση της εξατομίκευσης των δοσολογικών σχημάτων των 5-FU/CA 1012 267 355 Συσχέτιση μεταξύ κλινικοεργαστηριακών ευρημάτων και κλιμάκων αυτοαξιολόγησης διαταραχών του ύπνου και παραμέτρων εθισμού στη νικοτίνη Background-Aim: Smoking can have negative effects on sleep characteristics resulting in the incidence, or worsening, of sleep disorders. Aim of this study to investigate the eassociation between smoking and nicotine dependence with the presence of daytime sleepiness among individuals, seeking help at a smoking cessation clinic of a large tertiary hospital. Material and Methods: Smokers who attended between 11/2015 and 06/2016 (8 months) the Smoking Cessation Clinic of Evangelismos General Hospital participated in the survey. A thorough medical history was obtained, focusing on the smoking habit and on potential sleep disorders. Fagerstrom Nicotine Dependence Scale (FNDS) and Epworth Sleepiness Scale (ESS) were used for assessing nicotine dependence and daytime sleepiness respectively. In addition the results of respiratory functional tests were analyzed. Results: Included were 100 smokers, 44 males and 56 females, mean age 56±11 years. Male participants reported greater tobacco consumption than female (56.3±38.9 versus 35.2±19.1 pack-years, p <0.01) and demonstrated significantly lower value of FEV1/FVC index (91.3±10% vs. 9..4±6,2% p=0.004). ESS values did not differ between genders (5.2 ± 2.7 males versus females 5.5±2.8, p=0.646). The same result was FNDS (6.8±2.4 male versus 7±2 females, p=0.697) FNDS value was correlated with packyears (r=0.208, p=0.038).It is noteworthy that ESS values showed a statistical correlation with the FEV1/FVC ratio (r=-0.211, p=0.035.On the contrary,no correlation was observed with FNDS values (p= 0.173) and mean packyears (p=0.785). Finally, snoring was significantly correlated withfunctional respiratory parameters in a subpopulation of individuals with chronic bronchitis in their history. Conclusions Among smokers attending a smoking cessation clinic, no association was found between daytime sleepinessnicotine nicotine dependence, nor with smoking history, expressed in packyears. Εισαγωγή: Η καπνισματική συνήθεια μπορεί να έχει σημαντικές επιδράσεις στα χαρακτηριστικά ύπνου των καπνιστών, με ενδεχόμενη εμφάνιση ή/και επιδείνωση διαταραχών του ύπνου. Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνηθεί η επίδραση του καπνίσματος και της εξάρτησης από τη νικοτίνη με την παρουσία ημερήσιας υπνηλίας, ένα από τα συχνότερα συμπτώματα που συνοδεύει τις διαταραχές ύπνου, στον ειδικό πληθυσμό του ιατρείου διακοπής καπνίσματος. Υλικό και Μέθοδοι: Καπνιστές που προσήλθαν διαδοχικά στο Ιατρείο Διακοπής Καπνίσματος του ΓΝΑ Ευαγγελισμός συμμετείχαν στη μελέτη. Σε όλους ελήφθη ιατρικό ιστορικό, με έμφαση στην καπνισματική συνήθεια, καθώς και στην παρουσία πιθανών διαταραχών του ύπνου. Χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα Fagerstrom και η κλίμακα Epworth για την εκτίμηση της εξάρτησης από τη νικοτίνη και της ημερήσιας υπνηλίας αντίστοιχα. Αναλύθηκαν επιπλέον τα αποτελέσματα των λειτουργικών δοκιμασιών του αναπνευστικού. Η στατιστική ανάλυση έγινε με δοκιμασία t- test ανεξαρτήτων δειγμάτων και με ανάλυση συσχετίσεων κατά Pearson. Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθηκαν 100 καπνιστές, 44 άντρες και 56 γυναίκες, μέσης ηλικίας 56±11 ετών. Οι άνδρες ανέφεραν μεγαλύτερη κατανάλωση καπνού σε σχέση με τις γυναίκες (56,3±38,9 έναντι 35,2±19,1 pack-years, p<0,01) και είχαν σημαντικά χαμηλότερη τιμή λόγου FEV1/FVC (91,3±10% έναντι 96,4±6,2% p=0,004). Μεταξύ των δύο φύλων δεν παρατηρήθηκε διαφορά στην τιμή των κλιμάκων Epworth (5,2±2,7 άρρενες έναντι 5,5±2,8 θήλεις, p=0,646) και Fagerstrom (6,8±2,4 άρρενες έναντι 7±2 θήλεις, p=0,697). Η τιμή της κλίμακας Fagerstrom σχετίστηκε με την καπνιστική συνήθεια (pack-years) (r=0,208, p=0,038). Η τιμή της Epworth εμφάνισε στατιστικά σημαντική αρνητική συσχέτιση με το δείκτη FEV1/FVC (r=-0,211, p=0,035). Δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση της Epworth με τη βαθμολογία της Fagerstrom (p=0,173) και την τιμή packyears (p=0,785). Σημαντική είναι επίσης η συσχέτιση του ροχαλητού με τις παραμέτρους φυσιολογίας του αναπνευστικού, ειδικά στον υποπληθυσμό που ανέφερε χρόνια βρογχίτιδα. Συμπεράσματα: Σε τυχαίο δείγμα καπνιστών που προσέρχονται σε ιατρείο διακοπής καπνίσματος, δε διαπιστώθηκε συσχέτιση της ημερήσιας υπνηλίας με την καπνισματική συνήθεια ή την εξάρτησή τους από τη νικοτίνη. Η αύξηση του δείγματος μελέτης και η προσθήκη περισσότερων παραμέτρων του λειτουργικού ελέγχου της αναπνοής καθώς και της μελέτης διαταραχών του ύπνου μπορεί να μας οδηγήσει σε σημαντικά συμπεράσματα στο μέλλον για την πιθανή σχέση καπνίσματος και εμφάνισης διαταραxών στον ύπνο. 1013 149 153 Ανάλυση της ελληνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας και νομολογίας για την προστασία των υγροτόπων και των οικοσυστημάτων τους The consequences of the climate change are already evident in the environment, the economy and the society, not only in Europe but also in the rest of the world (EEA, 2012 and IPCC, 2013). Given these consequences, the protection, recovery and right management of the natural environment is now necessary (sine qua non) and the protection of the biodiversity must be integrated in all the national sectoral policies (law 3937/2011). The protection of wetlands is an important part of the environmental policy, because wetlands constitute sensitive ecosystems with multiple functions, which sustained severe damage and debasement over the past decades. The present postgraduate dissertation intends to cite the legislation and the jurisprudence for the protection of wetlands at national and European level, so as the adequacy and the complement of the conditions in effect and the process for the conservation and the advisable management of wetlands can be investigated. Οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής είναι ήδη εμφανείς στο περιβάλλον, στην οικονομία και στην κοινωνία, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο (ΕΕΑ, 2012 και IPCC, 2013). Με δεδομένες τις συνέπειες αυτές, η προστασία, αποκατάσταση και ορθή διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος είναι πλέον εκ των ων ουκ άνευ και η προστασία της βιοποικιλότητας πρέπει να ενσωματώνεται σε όλες τις εθνικές τομεακές πολιτικές (Νόμος 3937/2011). Στο πλαίσιο αυτό, εντάσσεται και η προστασία των υγροτόπων, οι οποίοι αποτελούν ευαίσθητα οικοσυστήματα με πολλαπλές λειτουργίες, τα οποία υπέστησαν καταστροφές και υποβάθμιση κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό την παράθεση της νομοθεσίας και της νομολογίας για την προστασία των υγροτόπων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να διερευνηθεί η επάρκεια και η πληρότητα των ισχυουσών προϋποθέσεων και διαδικασιών για τη διατήρηση και ορθή διαχείριση των υγροτόπων. 1014 223 240 Primary teachers’ conceptions about success and failure in school mathematics: social factors Αντιλήψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την επιτυχία και την αποτυχία στα σχολικά μαθηματικά: κοινωνικοί παράγοντες The work presented here is an attempt to explore the factors considered by primary school teachers to lead a student to succeed or fail in school mathematics. To this end we investigated the perceptions of teachers regarding the social factors that contribute to it. The review of the literature focuses initially on the educational and then on the broader social context framing the phenomenon of school failure or success in mathematics. Teachers’ perceptions regarding how a series of factors affect students’ success or failure in mathematics are then discussed. The empirical part of the work presents the methodology, the results and the conclusions of a study on the primary teachers’ conceptions about the social factors influencing success or failure in school mathematics. The sample consisted of 128 teachers who answered the questions of a questionnaire constructed for the purposes of the study. The results showed that the subjects tend to agree on the relevance of social factors to the failure or success of students in mathematics but also on the contribution of their own everyday classroom practices to this direction. However, despite the fact that they recognize the consequences of their students’ failure in mathematics for their professional 'pride', they consider themselves sufficiently trained to effectively manage a socio-culturally complex class Η εργασία επιχειρεί να διερευνήσει τους παράγοντες που θεωρούν οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ότι οδηγούν έναν μαθητή να τα καταφέρει ή να αποτύχει στα σχολικά μαθηματικά. Προς αυτήν την κατεύθυνση ερευνώνται οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με τους κοινωνικούς παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό. Η βιβλιογραφική πλαισίωση της εργασίας εστιάζει αρχικά στον εκπαιδευτικό και έπειτα στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον που πλαισιώνουν το φαινόμενο της σχολικής αποτυχίας ή επιτυχίας στα μαθηματικά. Στη συνέχεια, μελετώνται οι αντιλήψεις των εκπαιδευτικών για μια σειρά από παράγοντες που συμβάλλουν στην επιτυχία ή την αποτυχία των μαθητών στα μαθηματικά. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας παρουσιάζεται η μεθοδολογία, τα αποτελέσματα και τα συμπεράσματα μιας μελέτης σχετικής με τις αντιλήψεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τους κοινωνικούς παράγοντες της επιτυχίας ή αποτυχίας στα σχολικά μαθηματικά. Το δείγμα αποτελούνταν από 128 εκπαιδευτικούς, οι οποίοι απάντησαν στις ερωτήσεις ενός ερωτηματολογίου που κατασκευάστηκε για τους σκοπούς της έρευνας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί του δείγματος τείνουν να συμφωνούν για την κρισιμότητα των κοινωνικών παραγόντων στην αποτυχία ή την επιτυχία των μαθητών στα μαθηματικά αλλά και για τη συμβολή των δικών τους καθημερινών πρακτικών στην τάξη σε αυτήν την κατεύθυνση. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζουν τις συνέπειες της αποτυχίας των μαθητών τους στα μαθηματικά στην επαγγελματική τους ‘περηφάνια’, θεωρούν τους εαυτούς τους επαρκώς καταρτισμένους για να διαχειριστούν αποτελεσματικά μια σύνθετη από κοινωνικο-πολιτισμική σκοπιά τάξη 1015 202 196 Preimplantation Diagnosis is a method, which is applied under 1VF cycles, and its purpose is to check whether the embryos suffer from a genetic disease or a chromosomal abnormality before they are transferred to the uterus. So, the birth of only healthy children can be succeeded from parents who have a great chance to have a child with an inherited disease or a genetic syndrome. This can be done with the screening of the genetic material of a single cell from an embryo, which is at the stage of 6-8 cells. The techniques that can be used are: a) PCR and b) FISH. In this assay the procedure of Preimplantation Diagnosis is going to be described widely, and we will focus on two cases. At the first one the couple are both carriers of b-thalassemia and at the second the two couples cannot have children due to maternal gonadal mosaicism or translocations and have a great risk to have children with Down syndrome. PCR was used to detect the mutated b-thalassemia genes and the first couple had two healthy children. FISH was used to detect the translocations but unfortunately after the embryo transfer there was not a clinical pregnancy as a result. Η Προεμφυτευτική Διάγνωση είναι μία μέθοδος που εφαρμόζεται στα πλαίσια της IVF και έχει ως σκοπό τον έλεγχο των εμβρύων για γενετικές ασθένειες ή χρωμοσωμικές ανωμαλίες πριν από την μεταφορά τους στην μήτρα. Έτσι επιτυγχάνεται η γέννηση μόνο υγιών νεογνών από γονείς που έχουν μεγάλες πιθανότητες να φέρουν στον κόσμο κάποιο παιδί με μία κληρονομική πάθηση ή κάποιο γενετικό σύνδρομο. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως με την εξέταση του γενετικού υλικού ενός κυττάρου από ένα έμβρυο στο στάδιο των έξι με οχτώ κυττάρων. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται είναι η PCR σε περίπτωση κάποιου κληρονομικού νοσήματος και η FISH όταν θέλουμε να ανιχνεύσουμε κάποια χρωμοσωμική ανωμαλία. Στην παρούσα εργασία θα περιγράφει αναλυτικά η διαδικασία της Προεμφυτευτικής Διάγνωσης και θα εστιάσουμε σε δύο περιπτώσεις: στην πρώτη το ζευγάρι είναι και οι δύο φορείς β-θαλασσαιμίας και στην δεύτερη δύο ζευγάρια δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν λόγω μητρικού γονικού μωσαϊκισμού και έχουν μεγάλο κίνδυνο να αποκτήσουν απογόνους με σύνδρομο Down. Όπως θα δούμε, με την χρήση PCR για την ανίχνευση των γονιδίων της β-θαλασσαιμίας το πρώτο ζευγάρι απέκτησε δύο υγιής απογόνους. Στην άλλη περίπτωση χρησιμοποιήθηκε FISH για την ανίχνευση των μετατοπίσεων αλλά δυστυχώς μετά την εμβρυομεταφορά δεν είχαμε σαν αποτέλεσμα μία κλινική εγκυμοσύνη. 1016 199 277 Εκτίμηση της εγκυρότητας της ελληνικής έκδοσης του ερωτηματολογίου stop bang για την διάγνωση του συνδρόμου απνοιών στόν ύπνο Objective: The STOP-Bang (SB) questionnaire is considered internationally as a valid screening tool for Obstructive Sleep Apnea (OSA). The objective of this study is to validate SB questionnaire in Greek language. Method: Consecutive patients referred to the sleep clinics of G.H."G. Papanikolaou" (Thessaloniki) and G.H. of Alexandroupolis for clinical evaluation of OSA, completed the official Greek translation of SB questionnaire and Epworth Sleepiness Scale (ESS). Patients' medical history , anthropometric measurements and sleep study parameters were also recorded. Results: In total, 344 people were included (74.1% male) of mean age 51,6±12,9 years, mean ΒΜΙ 33,1±7,2kg/m2 and mean RDI 30,6±29,5/h. They had ESS score 9,4±5,0 and SB total score 5,1±1,6. The Cronbach’s alpha internal consistency was 0,414. A significant correlation was found between ESS and SB score (r=0,306, p<0,001). 24% of the patients had RDI<5/h. There was a significant difference in the SB score between them and patients with RDI >5/h (p=0.000) and a significant correlation was found between SB score>4 and RDI (p=0,000). Conclusions: SB score is high in patients with OSA and it is correlated with daytime sleepiness and RDI value. SB score >4 seems to associate with severe OSA but more studies are needed regarding SB score<4. Σκοπός: Η πιθανότητα έγκαιρης διάγνωσης του Συνδρόμου Απνοιών Υποπνοιών Υπνου (ΣΑΥΥ), αυξάνεται με τη χρήση ειδικών ερωτηματολογίων, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση είναι η στάθμισή τους στη γλώσσα του πληθυσμού για τον οποίο προορίζεται. Σκοπός της εργασίας ήταν η στάθμιση του ερωτηματολογίου STOP-BANG (SB) στην ελληνική γλώσσα. Υλικό - Μέθοδος: Το ερωτηματολόγιο SB, αποτελείται από 8 ερωτήσεις με βαθμολόγηση 0-8. Η ελληνική μετάφραση, αποδεκτή από τους δημιουργούς του πρωτότυπου ερωτηματολογίου, δόθηκε σε διαδοχικά άτομα που προσήλθαν για εξέταση στα ΕΙ των Εργαστηρίων Ύπνου του Γ.Ν.Θ. "Γ. Παπανικολάου" και του Π.Γ.Ν. Αλεξανδρούπολης, λόγω συμπτωμάτων ενδεικτικών για ΣΑΑΥ. Εκτιμήθηκαν επίσης το ιατρικό ιστορικό, τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά και η ημερήσια υπνηλία με την κλίμακα υπνηλίας Epworth (ESS) και τα αποτελέσματα της μελέτης ύπνου. Αποτελέσματα: Συμπεριλήφθηκαν 344 άτομα (74,1% άνδρες), μέσης ηλικίας 51,6 ± 12,9 ετών και το 45,7% είχε ΒΜΙ> 35 kg/m2. Τα άτομα της μελέτης είχαν μέση βαθμολογία ESS 9,4±5,0 και δείκτη αναπνευστικής διαταραχής (Respiratory Disturbance Index, RDI) 30,6±29,5/ώρα. Ο δείκτης εσωτερικής συνέπειας Crombach α της ελληνικής μετάφρασης ήταν 0,414. Η βαθμολογία SB (SBsc) ήταν 5,1±1,6. Υπήρχε σημαντική συσχέτιση μεταξύ SBsc και ESS (r=0,306, p<0,001). Το 24% των ατόμων της μελέτης παρουσίασε RDI < 5/ώρα και τα άτομα αυτά είχαν στατιστικά σημαντική διαφορά στο SBsc συγκριτικά με τους ασθενείς με ΣΑΥΥ, ανεξάρτητα από τη βαρύτητα του συνδρόμου (p=0,000). Τιμή SBsc>4 είχε στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τον RDI (p=0,000). Συμπεράσματα: Η βαθμολογία SΒ είναι υψηλή σε ασθενείς με ΣΑΥΥ και σχετίζεται με τον RDI και την ημερήσια υπνηλία. Υψηλότερη βαθμολογία (>4) ενισχύει την πιθανότητα για σοβαρό ΣΑΥΥ, αλλά χρειάζεται επιπλέον έρευνα για τιμές <4. 1017 12 11 Open area mechatronic security system using wireless sensor network (WSN) and UAV Μηχανοτρονικό σύστημα ασφαλείας ανοιχτού χώρου με χρήση ασύρματου δικτύου αισθητηρίων (ΑΔΑ) 1018 307 276 The concept of “crisis” is considered to be intertwined with the personal and social life of each individual and the historical phases of each society. The emergence of economic crises in a country consists of a multidimensional fact and has an effect not only on the financial figures and institutions of said country, but above all its human wealth, that is, its citizens. The main affected areas of the civilians’ lives are their income, their living conditions (both in housing as well as in a broader personal and social welfare level), and their health (both in provision of health services as well as on a morbidity level). The purpose of this thesis was the evaluation of the health and safety conditions present in a modern home in times of a socio-economic crisis and the highlighting of causal factors that contribute to the degradation of the residence. Also, the effect on the health of the occupants from the new living conditions due to the current economic problems was studied. The sample consisted of 205 houses in Attica, their selection done by random sampling and data collection was done by using anonymous questionnaires. The questionnaire contained mostly closed multiple choice questions and a few open questions, one of which with the choice of justification through self-explanation. The coding and data processing of the data was made through the use of the SPSS 20 program. Measures of descriptive statistics were used, along with control independence tests. The survey results revealed many data such as: changes and/or downgrading to the heating system in a large number of households, limitations to the repairing of structural and operational damage of homes due to financial problems, restrictions to prevention control actions and to the protection of the health of residents, varying degrees of effect on the health of the residents (especially women) and others. Η έννοια της "κρίσης” θεωρείται συνυφασμένη με την προσωπική και κοινωνική ζωή κάθε ατόμου και με τις ιστορικές φάσεις κάθε κοινωνίας. Η εμφάνιση οικονομικών κρίσεων σε μια χώρα αποτελεί πολυδιάστατο γεγονός και επηρεάζει όχι μόνο τα οικονομικά μεγέθη και τους θεσμούς της, αλλά κυρίως τον ανθρώπινο πλούτο της, δηλαδή τους πολίτες της. Οι βασικότεροι τομείς επηρεασμού των πολιτών είναι το εισόδημά τους, οι συνθήκες διαβίωσής τους (τόσο σε επίπεδο στέγασης όσο και σε ευρύτερο προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο ευημερίας) και η υγεία τους (τόσο σε επίπεδο παροχής υπηρεσιών υγείας όσο και σε επίπεδο νοσηρότητας). Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η εκτίμηση των συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας που επικρατούν στο σύγχρονο σπίτι σε περιόδους κοινωνικοοικονομικής κρίσης και η ανάδειξη αιτιολογικών παραγόντων που συμβάλλουν στην υποβάθμιση της κατοικίας. Παράλληλα, μελετήθηκε ο επηρεασμός της υγείας των ενοίκων των κατοικιών από τις νέες συνθήκες διαβίωσής τους λόγω των σύγχρονων οικονομικών προβλημάτων. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 205 κατοικίες στο Λεκανοπέδιο της Αττικής, η επιλογή τους έγινε με τυχαία δειγματοληψία και η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη χρήση ανώνυμων ερωτηματολογίων. Το ερωτηματολόγιο περιείχε κυρίως κλειστές ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών και μερικές ανοικτές ερωτήσεις, η μία με δυνατότητα δικαιολόγησης και ο τρόπος συμπλήρωσης ήταν αυτός της αυτοσυμπλήρωσης. Πραγματοποιήθηκε η κωδικοποίηση και η επεξεργασία των δεδομένων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20. Χρησιμοποιήθηκαν μέτρα περιγραφικής στατιστικής καθώς και τεστ ελέγχου ανεξαρτησίας. Από τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψαν στοιχεία όπως: αλλαγές/υποβάθμιση στον τύπο θέρμανσης μεγάλου μέρους των νοικοκυριών, περιορισμοί ενεργειών αποκατάστασης δομικών και λειτουργικών φθορών στις κατοικίες λόγω οικονομικών προβλημάτων, περιορισμοί ενεργειών προληπτικού ελέγχου και προάσπισης της υγείας των ενοίκων, ποικίλου βαθμού επηρεασμός της υγείας των ενοίκων (ιδιαίτερα των γυναικών) κ.ά. 1019 399 389 Η Οδηγία Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2000/60/EC) για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα πολιτικής των υδάτων Since 2000, the protection and management of waters in Europe has changed radically due to the adoption of the Water Framework Directive (WFD), as supplemented by the daughter directives for groundwater and the environmental quality standards. Water protection has as its environmental objective the good water status, which concerns sufficient quality and quantity of water for the ecosystem sustainability. To achieve this objective, a successive series of specific actions is set out, with a time horizon of 2015. We examine how the member states (MS) have implemented the above process: definition of administrative authorities; typology of water systems; pressure analysis; monitoring of water status; program of measures for the improvement of waters that are not in good status. We check the effect of WFD implementation over the first management period: only a small part of the environmental targets set by the WFD have been achieved. Greece implemented all the steps of the WFD with a systematic delay, did not plan the monitoring program in a timely and correct manner, did not reliably assess the state of the waters and drew up a program of measures with incomplete documentation and no implementation time. From the above analysis, we note the necessity and the positive results of the WFD: common European policy and understanding on water protection and EU-wide knowledge of water status with comparable data. The weaknesses of the WFD are mainly associated with the intense consultations between stakeholders on its provisions, resulting in delays in the institutionalization of daughter directives as well as ambiguity in the criteria for excluding water bodies. With regard to the implementation of the WFD, problems encountered concerning the implementation schedule in several MS as well as the inadequate implementation of the WFD innovations on the ecological status of surface water, the effects of hydromorphological alterations and the requirements for groundwater dependent Σελίδα xiv ecosystems. The need for establishing a common methodology for the threshold values of groundwaters is highlighted. The need to integrate the implementation of WFD with the rest of the EU environmental legislation also emerges. Regarding the implementation of the WFD in Greece, responsibilities of the policy applied are recorded. Improving proposals include immediate modification of the monitoring network, adoption of common methodological approach in all RBMPs and ways to improve public consultation procedures. It is recommended that the proposals should be taken into account in the first review of the RBMPs. Από το έτος 2000 η προστασία και διαχείριση των υδάτων στην Ευρώπη άλλαξε ριζικά με την ψήφιση της Οδηγίας Πλαισίου για τα Ύδατα (ΟΠΥ), όπως συμπληρώθηκε με τις θυγατρικές οδηγίες για τα υπόγεια ύδατα και τα πρότυπα ποιότητας περιβάλλοντος. Η προστασία των υδάτων έχει ως περιβαλλοντικό στόχο την καλή κατάστασή τους, που αφορά στην επαρκή ποιότητα και ποσότητα των υδάτων για την αειφορία του οικοσυστήματος. Για την επιδίωξη του στόχου ορίζεται μια διαδοχική σειρά από καθορισμένες ενέργειες, με χρονικό ορίζοντα το έτος 2015. Εξετάζουμε πώς τα ΚΜ εφάρμοσαν την παραπάνω διαδικασία: ορισμό διοικητικών αρχών, τυπολογία των υδατικών συστημάτων, ανάλυση πιέσεων, παρακολούθηση της κατάστασης των υδάτων, πρόγραμμα μέτρων για τη βελτίωση των υδάτων που δεν είναι σε καλή κατάσταση. Ελέγχουμε το αποτέλεσμα της εφαρμογής της ΟΠΥ στην πρώτη διαχειριστική περίοδο: επιτεύχθηκαν μόνο κατά μικρό μέρος οι περιβαλλοντικοί στόχοι που έθεσε η ΟΠΥ. Η Ελλάδα εφάρμοσε με συστηματική καθυστέρηση όλα τα βήματα της ΟΠΥ, δε σχεδίασε έγκαιρα και σωστά το πρόγραμμα παρακολούθησης, δεν εκτίμησε αξιόπιστα την κατάσταση των υδάτων και συνέταξε πρόγραμμα μέτρων με ελλιπή τεκμηρίωση και χωρίς χρόνο υλοποίησης. Από την παραπάνω ανάλυση, επισημαίνουμε την αναγκαιότητα αλλά και τα θετικά αποτελέσματα της ΟΠΥ: κοινή ευρωπαϊκή πολιτική και συναντίληψη για την προστασία των υδάτων καθώς και πανευρωπαϊκή γνώση της κατάστασης τους με συγκρίσιμα δεδομένα. Οι αδυναμίες της ΟΠΥ προέρχονται κυρίως από τις έντονες διαβουλεύσεις μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών για τις διατάξεις της, που είχαν ως συνέπεια την καθυστέρηση στη θεσμοθέτηση των θυγατρικών οδηγιών καθώς και ασάφεια στα κριτήρια εξαίρεσης υδατικών συστημάτων. Από την εφαρμογή της ΟΠΥ εντοπίζονται προβλήματα στο χρονοδιάγραμμα εκτέλεσης από αρκετά ΚΜ και αδυναμία στην εφαρμογή των καινοτομιών της ΟΠΥ σχετικά με την οικολογική κατάσταση των επιφανειακών υδάτων, τις συνέπειες των υδρομορφολογικών αλλοιώσεων και τις απαιτήσεις για τα συσχετιζόμενα συστήματα με υπόγεια ύδατα. Αναδεικνύεται η αναγκαιότητα για καθορισμό ενιαίας μεθοδολογίας για τις ανώτερες αποδεκτές τιμές των υπόγειων υδάτων. Παρουσιάζεται η αναγκαιότητα για ολοκλήρωση της εφαρμογής της ΟΠΥ με την υπόλοιπη ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία. Για την εφαρμογή της ΟΠΥ Ελλάδα καταγράφονται οι ευθύνες της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Προτείνεται η άμεση τροποποίηση του δικτύου παρακολούθησης, η κοινή μεθοδολογική προσέγγιση σε όλα τα ΣΔΛΑΠ καθώς και τρόποι βελτίωσης της δημόσιας διαβούλευσης. Οι προτάσεις πρέπει να ληφθούν υπόψη στην πρώτη αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης των υδάτων. 1020 313 309 strategies used by students in connection with formal and informal mathematical knowledge oι Στρατηγικές που αξιοποιούν οι μαθητές σε σύνδεση με τις τυπικές και άτυπες μαθηματικές γνώσεις τους Axial symmetry belongs to the field of Geometric Transformations. However, it appears in many geometric formations that are encountered everyday in artworks, especially in painting and in architecture. Furthermore, it constitutes a characteristic of many structures in nature, such as the human body. Consequently, the person receives stimuli regarding axial symmetry from a young age and forms perceptions about it. During his attendance at school, axial symmetry is taught to the students incorporated into a more strict and formal mathematical structure. Frequently, the person recalls the knowledge which has been acquired through his everyday experience, in order to cope with the symmetrical geometric situations that he encounters. Based on this reality, the present study aims to investigate the strategies that are used by the students in order to identify and construct symmetrical geometric figures. In addition, it is investigated how these strategies are related with the formal and informal students' mathematical knowledge. A qualitative approach was followed for the research to be conducted, based on task interviews of 15 students of the 6th grade of elementary school. The results indicate two basic strategies used to identify axial symmetry: the Visual Ascertainment of the symmetry and Folding, which are included in the category of Holistic strategies. On the contrary, in order to construct symmetrical geometric figures, students resort to strategy combination patterns, based on Analytic strategies, with the Orthogonal Procedure to be the predominant one. Afterwards, they alter the Analytic strategies to Holistic, aiming at the completion of the construction. These different kinds of approaches indicate the utilization of the informal mathematical knowledge for the identification of axial symmetry and of the formal for the construction of symmetrical figures. Therefore, it becomes apparent that constructions encourage students' analytical-synthetical thinking and urge them to proceed from Holistic to Analytic approach regarding axial symmetry. Η αξονική συμμετρία ανήκει στο πεδίο των Μετασχηματισμών του κλάδου της Γεωμετρίας. Ωστόσο, εμφανίζεται και σε πολλούς γεωμετρικούς σχηματισμούς που συναντάμε καθημερινά σε δημιουργήματα της τέχνης, όπως της ζωγραφικής και της αρχιτεκτονικής. Επίσης, αποτελεί χαρακτηριστικό διαφόρων δομών στη φύση, όπως το ανθρώπινο σώμα. Κατά συνέπεια, το άτομο δέχεται από μικρή ηλικία ερεθίσματα σχετικά με την αξονική συμμετρία και διαμορφώνει αντιλήψεις γι' αυτήν. Κατά τη φοίτησή του στο σχολείο, ο άνθρωπος διδάσκεται την αξονική συμμετρία ενταγμένη σε μια πιο αυστηρά μαθηματική δομή και πολλές φορές ανακαλεί τη γνώση που απέκτησε μέσω της εμπειρίας του για να ανταπεξέλθει σε συμμετρικές γεωμετρικές καταστάσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος. Στηριζόμενη σ' αυτήν την πραγματικότητα, η παρούσα έρευνα αποσκοπεί στη διερεύνηση των στρατηγικών που χρησιμοποιούν οι μαθητές για να αναγνωρίσουν και να κατασκευάσουν καταστάσεις αξονικής συμμετρίας. Επίσης, μελετάται ο τρόπος σύνδεσής τους με τις τυπικές και άτυπες μαθηματικές γνώσεις των μαθητών. Για τη διεκπεραίωση της έρευνας ακολουθήθηκε η ποιοτική προσέγγιση, η οποία στηρίζεται σε συνεντεύξεις μαθητών κατά την επίλυση ενός έργου (task interview). Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 15 μαθητές της Στ' τάξης. Τα ευρήματα αναδεικνύουν δύο κύριες στρατηγικές αναγνώρισης της αξονικής συμμετρίας: την Οπτική διαπίστωση της συμμετρίας και την Αναδίπλωση, οι οποίες ανήκουν στην κατηγορία των Ολιστικών στρατηγικών. Αντιθέτως, για την κατασκευή συμμετρικών γεωμετρικών δομών οι μαθητές καταφεύγουν σε μοτίβα συνδυασμού στρατηγικών, στηριζόμενοι σε Αναλυτικές στρατηγικές, με κυρίαρχη την Ορθογώνια Διαδικασία, τις οποίες έπειτα αλλάζουν σε Ολιστικές για την ολοκλήρωση της κατασκευής. Αυτός ο διαφορετικός τρόπος προσέγγισης των μαθητών υποδεικνύει την αξιοποίηση της άτυπης γνώσης των μαθητών κατά την αναγνώριση αξονικής συμμετρίας και της τυπικής κατά την κατασκευή. Συνεπώς, γίνεται φανερό πως οι κατασκευές είναι αυτές που ενθαρρύνουν την αναλυτικο-συνθετική σκέψη των μαθητών και τους ωθούν να μεταβούν από την ολιστική στην αναλυτική προσέγγιση της αξονικής συμμετρίας. 1021 137 95 In the context of this research it is attempted to highlight the opinions of 120 primary school teachers in relation to their training in the field of special education. In fact, the purpose of this research was to point out the importance and necessity of the teachers’ participation in this kind of training, as well as to shed light on the expectations of those who take part in it. The main research results relate to the significance of dealing with problematic situations that must be solved and coping with the problems that concern the special education students themselves. Last but not least the teachers’ expectations are related to the use of modern means and tools in dealing with special education students along is also interesting finding of the research. The suggestions for the future are also interesting. Στα πλαίσια της παρούσας έρευνας επιχειρείται να αναδειχθούν οι απόψεις 120 εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, σχετικά με τις επιμορφώσεις τους στο γνωστικό αντικείμενο της ειδικής αγωγής. Αναλυτικότερα, ερευνητικοί στόχοι ήταν η ανάδειξη της σημασίας και της αναγκαιότητας συμμετοχής σε τέτοιου είδους επιμορφώσεις, καθώς και οι προσδοκίες από τη συμμετοχή αυτών. Τα βασικότερα ερευνητικά αποτελέσματα αφορούν στη σημασία ενασχόλησης με προβληματικές καταστάσεις που πρέπει να επιλυθούν, στην αντιμετώπιση προβλημάτων που αφορούν στα ίδια τα παιδιά με ειδική αγωγή, ενώ οι προσδοκίες αφορούν στην αξιοποίηση των σύγχρονων μέσων και εργαλείων. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι προτάσεις για το μέλλον. 1022 213 235 Συσχέτιση της έκφρασης του CD1d με προγνωστικούς και διαγνωστικούς δείκτες σε ασθενείς με πολλαπλό μυέλωμα CD1d is an antigen-presenting, non-polymorphic HLA I-like molecule which presents glycolipid antigen on invariant NKT cells. It is expressed on the intestine epithelia cells, on the skin, on the mononuclear-macrophage, on haematopeiotic and some B-cell. In neoplasias, it has been mentioned in myelo-monocellular leukemias, in several B cell Non-Hodgin lymphoma and in Mypliple Myeloma. Multiple myeloma is described by high plasma myeloma cell infiltration of the bone marrow and the presence of M-protein in the circulation. Targets of this disorder is mainly the kindney and the bones. The survival of myeloma cell is depended on genetic factors and interaction with the microenvironment of the bone marrow. Myeloma is an incurable disorder and is characterized by relapses. In previous study has been shown that CD1d is expressed in high levels at the early stage of the disorder. It’s expression is decreased in relapses and don’t expressed in myeloma cell lines, which represent the final stage of the disorder. It is known that binding of CD1d with monoclonal antibodies leads myeloma cells in apoptotic death. This effect is enhanced with proteasome inhibitors and dexamethasone treatment. In this study, the aim is to investigate whether there is any correlation between the expression of CD1d in newly diagnosed multiple myeloma patients and some prognostic and diagnostic factors. Το αντιγονοπαρουσιαστικό μόριο CD1d είναι ένα μή πολυμορφικό τύπου HLA I μόριο, που παρουσιάζει γλυκολιπιδικά αντιγόνα στα αδιαφοροποίητα NKT Λεμφοκύτταρα. Εκφράζεται στα κύτταρα του εντερικού επιθηλιού, στο δέρμα, στα μονοπύρηνα-Μακροφάγα, στα αρχέγονα αιμοποιητικά και κάποια Β-λεμφοκύτταρα. Σε νεοπλασίες έχει περιγραφεί η εκφρασή του σε μυελομονοκυτταρικές λευχαιμίες, σε αρκετους B κυτταρικής αρχής μη Hodkins λεμφωμάτων και στο Πολλαπλό Μυέλωμα. Στο πολλαπλό μυέλωμα παρατηρείται συσσώρευση παθολογικών πλασματοκυττάρων στο μυελο των οστών και παρουσία παθολογικής παραπρωτείνης στο αίμα. Όργανα στόχοι αποτελούν κυρίως τα νεφρά και τα οστά. Η επίβιωση του μυελωματικού κυττάρου εξαρτάται απο γενετικούς παράγοντες αλλα και απο την αλληλεπίδραση με το μικροπεριβάλλον του μυελού των οστών, που είναι αποτέλεσμα τόσο γενετικών παραγόντων όσο και παραγόντων του μικροπεριβάλλοντος. Το νόσημα είναι ανίατο και χαρακτηρίζεται απο παρρωδικές υφεσης και υποτροπές. Σε προηγούμεη μελέτη, έχει δειχθεί΄το το Cd1D εκφράζεται σε υψηλά επίπεδα στη αρχή της νόσου. Στα παθολογικά πλασματοκύτταρα η έκφραση ελαττώνεται στις υποτροπές και δεν εκφράζεται στις κυτταρικές γραμμές που αποτελουν την τελική εξέλιξη του μυελώματος όταν γίνεται ανεξάρτητο του μυελού των οστων. Η σύζευξη του CD1d με μονοκλωνικά αντισώματα είναι γνωστό οτι οδηγει το μυελωματικο κύτταρο σε αποπτωτικό θάνατο ενώ εμφανίζει συνεργική δράση με τους αναστολείς του πρωτεασώματος και τη δεξαμεθαζόνη. Στη παρούσα μελέτη, στόχος μας ήταν να συσχετίσουμε την εκφρασή του Cd1d σε πρωτοδιαγνωσμένους ασθενείς με κάποιους πρωγνωστικούς και διαγνωστικούς δείκτες. 1023 212 212 The approach of diversity through Greek modern literature books for children: on the way to the critical literacy Η προσέγγιση της ετερότητας μέσα από ελληνικά νεοτερικά λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά: στο δρόμο για τον κριτικό γραμματισμό The purpose of the present thesis is to demonstrate the subversive morphological features of postmodern writing in selected texts of contemporary Greek literature for children and to investigate their connection to the development of a positive attitude towards diversity in the context of critical literacy. Initially, theoretical issues associated with this thesis are examined, such as the role of literature in children's socialization, critical literacy, postmodern fiction and its features, τhe role of the reader. Then the methodological tool of qualitative content analysis, used for the realization of this study, is presented. The following is the analysis of the investigated material, which includes the finding and the analysis of the following features of postmodern fiction: metafiction, intertextuality, parody, magic realism, the playful dimension, the specific role of language, mixing of genres, the participating reader. The conclusion which emerges is that, although with little presence in the Greek literary production, contemporary books, expressing, in greater or lesser degree, a postmodern perspective, contribute to the development of a detached from the dominant ideology, critical look for the world, operate reversibly to the stereotypes associated with otherness, and thereby assist in a more positive approach of diversity Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να αναδείξει ανατρεπτικά μορφολογικά χαρακτηριστικά της μεταμοντέρνας γραφής σε επιλεγμένα έργα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας για παιδιά και να διερευνήσει τη σύνδεσή τους με την ανάπτυξη μιας θετικής στάσης απέναντι στην ετερότητα στο πλαίσιο του κριτικού γραμματισμού. Αρχικά, εξετάζονται θεωρητικά ζητήματα που συνδέονται με τη συγκεκριμένη έρευνα, όπως η κοινωνικοποιητική λειτουργία της Παιδικής Λογοτεχνίας, ο κριτικός γραμματισμός, η μεταμοντέρνα μυθοπλασία και τα χαρακτηριστικά της, ο ρόλος του αναγνώστη. Στη συνέχεια παρουσιάζεται το μεθοδολογικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για την πραγματοποίηση της έρευνας, η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Ακολουθεί η ανάλυση του ερευνώμενου υλικού, που περιλαμβάνει τον εντοπισμό και το σχολιασμό των παρακάτω χαρακτηριστικών της μεταμοντέρνας μυθοπλασίας: της μεταμυθοπλασίας, της διακειμενικότητας, της παρωδίας, του μαγικού ρεαλισμού, της παιγνιώδους διάστασης, του ιδιαίτερου ρόλου της γλώσσας, της μείξης ετερόκλητων κειμένων, του συμμετοχικού αναγνώστη. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι, αν και με μικρή παρουσία στην ελληνική λογοτεχνική παραγωγή, έργα νεοτερικά, που εκφράζουν, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, μια μεταμοντέρνα αντίληψη, συμβάλλουν στην ανάπτυξη μιας αποστασιοποιημένης από τα κυρίαρχα ιδεολογήματα, κριτικής ματιάς για τον κόσμο, λειτουργούν ανατρεπτικά προς τα στερεότυπα που σχετίζονται με την ετερότητα και βοηθούν με τον τρόπο αυτό στη θετικότερη προσέγγισή της 1024 205 237 Relational aggression, psychosocial classroom climate and emotional intelligence among adolescent students Επιθετικότητα σχέσεων, ψυχοκοινωνικό κλίμα της τάξης και συναισθηματική νοημοσύνη σε εφήβους The present study, aims to study the association between relational aggression (proactive and reactive), the dimensions of perceived psychosocial classroom climate and emotional intelligence, among adolescents. The sample was 200 students, attending the junior high school, who answered a self-report questionnaire. Data analysis demonstrated that the males scored significantly higher in both proactive and reactive aggression. On the other hand, there were not significant differences between males and females in both psychological classroom climate and emotional intelligence. In addition, association between relational aggression, psychosocial classroom climate and emotional intelligence showed that relational aggression was negatively associated with all of the aspects of psychosocial classroom climate. Furthermore, emotional intelligence was also negatively associated with both proactive and reactive aggression. A regression analysis indicated that reactive relational aggression, gender and students’ support from the classroom educator, were significant predictors of proactive aggression. More specifically, boys who perceive limited support from the classroom educator and they tend to use reactive aggression, are more likely to use proactive aggression. Last but not least, reactive aggression was predicted by proactive aggression. Findings of the present study are discussed in terms of their practical applications, as well as its limitations. Η παρούσα μελέτη, στοχεύει στην διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην Επιθετικότητα Σχέσεων (προληπτική και αντιδραστική), τις διαστάσεις του αντιλαμβανόμενου Ψυχοκοινωνικού Κλίματος της Τάξης και της Συναισθηματικής Νοημοσύνης, σε εφήβους μαθητές. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 200 μαθητές Γυμνασίου, οι οποίοι κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο αυτο-αναφοράς. Έπειτα από τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων, προέκυψε ότι τα αγόρια του δείγματος σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στην εμπλοκή σε περιστατικά τόσο Προληπτικής όσο και Αντιδραστικής Επιθετικότητας Σχέσεων, σε σύγκριση με τα κορίτσια. Σε ό,τι αφορά τις επιμέρους διαστάσεις του Ψυχοκοινωνικού Κλίματος της Τάξης και τη Συναισθηματική Νοημοσύνη δεν παρατηρήθηκε διαφορά ανάμεσα στις βαθμολογίες των αγοριών και των κοριτσιών του δείγματος. Αναφορικά με τις συσχετίσεις μεταξύ των μεταβλητών, οι διαστάσεις τις Επιθετικότητας Σχέσεων, παρουσίασαν αρνητική συσχέτιση με όλες τις διαστάσεις του Ψυχοκοινωνικού Κλίματος της Τάξης. Σχετικά με τη Συναισθηματική Νοημοσύνη, βρέθηκε αρνητική και στατιστικά σημαντική συσχέτιση τόσο με την Προληπτική όσο και με την Αντιδραστική Επιθετικότητα Σχέσεων. Προβλεπτικοί παράγοντες της Προληπτικής Επιθετικότητας Σχέσεων, αποτέλεσαν η Αντιδραστική Επιθετικότητα Σχέσεων, το φύλο και η χαμηλή Υποστήριξη (διάσταση Ψυχοκοινωνικού Κλίματος της Τάξης). Αναλυτικότερα, τα αγόρια που αντιλαμβάνονται περιορισμένη υποστήριξη από τον εκπαιδευτικό της τάξης και συμμετέχουν σε περιστατικά Αντιδραστικής Επιθετικότητας Σχέσεων, παρουσιάζουν αυξημένη πιθανότητα να εμφανίσουν Προληπτική Επιθετικότητα. Τέλος, ως προβλεπτικός παράγοντας της Αντιδραστικής Επιθετικότητας αναδείχθηκε η Προληπτική Επιθετικότητα. Τα ευρήματα συζητούνται ως προς την πρακτική εφαρμογή τους, καθώς και τους περιορισμούς τους. 1025 320 369 Διερεύνηση της έκβασης ασθενών που παρακολουθούνται σε δίκτυο παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας The main objective of the present study was to investigate the clinical outcome of the inpatients in the Department of Psychiatry of the General Hospital of Katerini, Greece. Thus, for the purposes of the study the participant inpatients – both as a whole and individually by diagnostic category – were evaluated in terms of their clinical picture and their social functioning. The sample of the study consisted of 70 individuals representing a variety of psychiatric disorders that were hospitalized in the above department between April 2017 and January 2018.The patients were evaluated twice: a) during the first days of their hospitalization and b) just before their discharge. In addition to the widely used Health of the Nation Outcome Scale (HoNOS) two other questionnaires were used: the Brief Psychiatric Rating Scale 18 (BPRS) for evaluating the psychopathology of the patients and the Global Assessment of Functioning (GAF) scale for assessing their psychological, social and occupational functional status. The results revealed a significant reduction in HoNOS scores between admission and discharge, thus, illustrating the psychiatric improvement of the patients. Sex and age were not found to significantly influencing the HoNOS scores. The greatest overall improvement, in a row, was observed for patients included in « Disorders of adult personality and behaviour», «Mental and behavioural disorders due to psychoactive substance use», « Mood [affective] disorders- Bipolar Disorder» and finally, « chizophrenia, schizotypal and delusional disorders» diagnostic categories (ICD-10). The HoNOS, BPRS and GAF scales were found to be significantly correlated at both times (i.e. admission and discharge). Comorbid physical diagnoses was found, not to influence the length of stay. The findings of the present study suggest that the patients’ stay in the Department of Psychiatry of the General Hospital of Katerini, Greece, was beneficial in terms of their psychiatric health and social functionality. Furthermore, HoNOS proved to be a useful and reliable instrument, appropriate for evaluating inpatients’ treatment outcome in everyday clinical practice. Σκοπός της παρούσας εμπειρικής μελέτης, είναι η διερεύνηση της έκβασης νοσηλείας ατόμων που νοσηλεύθηκαν στην Ψυχιατρική Κλινική του Ψυχιατρικού Τομέα του Γενικού Νοσοκομείου Κατερίνης, όσον αφορά την κλινική εικόνα τους και την κοινωνική λειτουργικότητα, τόσο στο σύνολο των νοσηλευθέντων όσο και ανά διαγνωστική κατηγορία. Το δείγμα αποτέλεσαν 70 ασθενείς με ποικίλες ψυχικές διαταραχές που νοσηλεύθηκαν στην Ψυχιατρική Κλινική του Ψυχιατρικού Τομέα του Γενικού Νοσοκομείου Κατερίνης, για το χρονικό διάστημα από τον Απρίλιο του 2017 έως Ιανουάριο του 2018. Οι ασθενείς αξιολογήθηκαν 2 φορές: α) κατά τις πρώτες ημέρες μετά την εισαγωγή τους και β) λίγο πριν το εξιτήριο. Οι αξιολογήσεις πραγματοποιήθηκαν αφενός με την Κλίμακα Health of the Nation Outcome Scales (HoNOS) ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο εργαλείο μέτρησης της ψυχικής υγείας και της κοινωνικής λειτουργικότητας και αφετέρου με την Κλίμακα Brief Psychiatric Rating Scale 18 (BPRS) ένα εργαλείο μέτρησης και αξιολόγησης της ψυχοπαθολογίας ασθενών με ψυχικά προβλήματα καθώς και την Global Assessment of Functioning (GAF) που αξιολογεί και μετρά την ψυχική, κοινωνική και επαγγελματική λειτουργικότητα. Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι οι βαθμολογίες της Κλίμακας HoNOS μειώθηκαν σημαντικά από την εισαγωγή στο εξιτήριο, αποτυπώνοντας την βελτίωση στην ψυχοπαθολογία και την κοινωνική λειτουργικότητα των ασθενών. Το φύλο και η ηλικία φαίνεται να είναι παράγοντες που δεν επηρεάζουν τη συνολική βαθμολογία της Κλίμακας HoNOS. Ασθενείς που εντάσσονται κατά σειρά, στις διαγνωστικές ομάδες, «Ψυχικές Διαταραχές και διαταραχές συμπεριφοράς που οφείλονται στη χρήση ψυχοδραστικών ουσιών», «Συναισθηματικές Διαταραχές- Διπολική Διαταραχή», «Διαταραχές της προσωπικότητας και της συμπεριφοράς στον ενήλικα» και «Σχιζοφρένεια, σχιζοτυπική διαταραχή και παραληρητικές διαταραχές», βελτιώθηκαν σε μεγαλύτερο βαθμό (όπως φαίνεται από την βαθμολογία στην Κλίμακα HoNOS) από την εισαγωγή στο εξιτήριο. Βρέθηκε ότι οι κλίμακες HoNOS, BPRS και GAF σχετίζονται σημαντικά μεταξύ τους τόσο κατά την εισαγωγή όσο και στο εξιτήριο. Βρέθηκε, ότι η συννοσηρότητα της ψυχικής πάθησης με άλλες νόσους, δεν φαίνεται να επηρεάζει τη διάρκεια νοσηλείας. Τα ευρήματα συνηγορούν υπέρ του ότι α) οι ασθενείς κατά την διάρκεια νοσηλείας τους στην Ψυχιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Κατερίνης παρουσίασαν σημαντική βελτίωση όσον αφορά τη ψυχοπαθολογία τους και την κοινωνική λειτουργικότητά τους και β) η Κλίμακα HoNOS είναι ένα εργαλείο εύχρηστο, αξιόπιστο και κατάλληλο για την μέτρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος στη καθημερινή κλινική πράξη. 1026 141 177 Αιτιολογικοί οικογενειακοί παράγοντες που σχετίζονται με την αποτυχία στην ανάπτυξη Failure to thrive refers to the inadequate growth or the inability to maintain growth in early childhood. The etiology is multifactorial and in addition to organic causes, psychological and family factors are implicated. The purpose of this review is to examine the risk factors, which contribute to the development of non-organic failure to thrive. Economic, social, educational and psychological factors of family members, as well as special characteristics of the infant, have been shown to contribute to failure to thrive but more recent studies showed that the mother-infant interaction plays an important role. The multifactorial etiology makes the diagnosis of developmental disorder a matter of particular concern. Detection of risk factors related to parental capacity is considered necessary, since according to the literature it is more likely to affect the infant-child's physical and psychological development than those directly affecting the infant. Η διαταραχή αποτυχίας της ανάπτυξης («failure to thrive») αναφέρεται στην καθυστέρηση ή τη στασιμότητα της αναπτυξιακής πορείας σε βρέφη και μικρά παιδιά. Η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική και εκτός από τα οργανικά αίτια, ενοχοποιούνται ψυχοσυναισθηματικοί και οικογενειακοί παράγοντες. Σκοπός της παρούσας βιβλιογραφικής ανασκόπησης είναι η αναφορά των αιτιολογικών παραγόντων για τις διαταραχές της αποτυχίας της ανάπτυξης, επί απουσίας οργανικής πρωτογενούς αιτιολογίας («non organic failure to thrive»). Οικονομικοί, κοινωνικοί, μορφωτικοί και ψυχολογικοί παράγοντες των μελών της οικογένειας, όπως επίσης και ειδικά χαρακτηριστικά του βρέφους αποδείχθηκαν ότι συμβάλλουν στην εμφάνιση της διαταραχής της αποτυχίας της ανάπτυξης, ωστόσο πιο πρόσφατες μελέτες συνδέουν την αποτυχία της ανάπτυξης με τη διαταραχή δεσμού μητέρας - βρέφους. Η πολυπαραγοντική αιτιολογία καθιστά τη διάγνωση της διαταραχής της αποτυχίας της ανάπτυξης ως ένα ζήτημα ιδιαίτερου προβληματισμού. Η ανίχνευση παραγόντων κινδύνου σχετικά με τη γονεϊκή ικανότητα θεωρείται αναγκαία, καθώς σύμφωνα με τη βιβλιογραφία είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν τη σωματική και ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του βρέφους - παιδιού, περισσότερο μάλιστα συγκριτικά με τους παράγοντες που επιδρούν άμεσα στο βρέφος. 1027 285 278 Female representations in the Grimms’ tales and in their contemporary adaptions/transcriptions Γυναικείες απεικονίσεις στα παραμύθια των αδερφών Γκριμ και στις σύγχρονες διασκευές/μεταγραφές τους The aim of the present dissertation is to highlight the important contribution of child’s literature in the depiction of the two genres, as in the classic fairytales of “Cinderella”, “Red Riding Hood” and “Snow White”. At the same time, the present dissertation attempts to examine the subversive depictions that have derived in the contemporary remakes or transcriptions of these fairytales. The dissertation is divided in two parts: The first part of theory and the second part of the text analysis. In the first part, we clarify some key concepts, such as the ideology in regards to the gender while at the same time we examine their interconnections with child’s literature. Furthermore, we examine social issues, such as the patriarchic model and the position of women both in the past and the present. Moreover we investigate the social framework of the Grimm Brothers as well as the ideological influences that permeate their work. At the end of the theoretical part, we analyze the value of intertextuality in the evolution of child’s literature and we present the methodology the present dissertation employed to analyze the texts. In the second part of the dissertation, we list the classic fairytales of Grimm Brothers and their contemporary transcriptions-remakes. The texts, both classic and contemporary were analyzed using thematic analysis, an approach that essentially allow us to encapsulate both the similarities as well as the differences between the two, always with regards to the depiction of femininity. At the same time, we investigated the distinction of heroines in good and evil, the role of male, the motive of beauty as well as the sociocultural framework, in which these stories unfold Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να υπογραμμίσει την συμβολή της παιδικής λογοτεχνίας στην απεικόνιση των δυο φύλων. Η εργασία επικεντρώνεται ιδιαίτερα στην απεικόνιση της γυναίκας σε τρία από τα πιο γνωστά παραμύθια των Γκριμ: την « Σταχτοπούτα», την « Κοκκινοσκουφίτσα» και την « Χιονάτη». Παράλληλα, επιχειρεί να εξετάσει τις ανατρεπτικές απεικονίσεις της γυναίκας, οι οποίες εντοπίζονται σε σύγχρονες διασκευές ή μεταγραφές των παραπάνω παραμυθιών. Η εργασία χωρίζεται σε δυο μέρη· το πρώτο μέρος, στο οποίο εγγράφονται τα θεωρητικά προλεγόμενα και το δεύτερο μέρος στο οποίο αναλύονται τα επιλεγόμενα κείμενα. Στο θεωρητικό μέρος, αρχικά αποσαφηνίζονται ορισμένες βασικές έννοιες όπως η ιδεολογία σχετικά με το φύλο και παράλληλα μελετάται η σύνδεση τους με την παιδική λογοτεχνία. Επιπλέον, εξετάζονται ζητήματα, όπως το πατριαρχικό μοντέλο και η θέση της γυναίκας, τόσο στο παρελθόν όσο και στη σύγχρονη εποχή. Στη συνέχεια, διερευνάται το κοινωνικό πλαίσιο του έργου των αδελφών Γκριμ και οι ιδεολογικές επιρροές που διαπερνούν το έργο τους. Στο τέλος του πρώτου μέρους, αναλύεται η αξία της διακειμενικότητας στην εξέλιξη της παιδικής λογοτεχνίας και περιγράφεται η μεθοδολογία εκπόνησης της πτυχιακής εργασίας. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, παρατίθενται οι αναλύσεις των κλασσικών παραμυθιών των Γκριμ και των σύγχρονων διασκευών ή μεταγραφών τους. Η ανάλυση του περιεχομένου των παραπάνω έργων, πραγματοποιήθηκε με την ποιοτική θεματική ανάλυση και μέσα από την εξέταση των κλασικών κειμένων αλλά και των διασκευών τους, προβλήθηκαν οι ομοιότητες και οι διαφορές τους, με βάση την απεικόνιση της θηλυκότητας. Παράλληλα, μελετήθηκαν κάποιες επιπλέον πτυχές όπως η διάκριση των ηρωίδων σε καλές κι κακές, ο ρόλος του άντρα, το μοτίβο της ομορφιάς αλλά και το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο εξέλιξης των ιστοριών 1028 186 190 Μείωση της ηλεκτρικής κατανάλωσης νοικοκυριών μέσω παροχής Θετικών Ενισχυτών The electricity consumer feedback interventions can play an important role in reducing electricity consumption and thus to protect the environment. In doing so an established mobile android application was conducted and was pilot tested in order to determine whether the daily self-feedback may result in changes in consumption behaviors. The research sample consisted of 20 households in the greater Athens area. Participants were divided into two groups to examine two separate cases. In group A the intergroup competition (presentation of team performance against the performance of another group) was examined, while in group B the competition between the group was tested (presentation of their ranking and performance relative to the average of participants). In both groups there was a significant reduction of power consumption 19.7%. Specifically for the group A, the mean difference between the reference period and the period main intervention was 27.1% while for group B the corresponding reduction was 12.1%. Conclusively, the implementation of the intervention for the period of time considered worked as a reinforcing frame for the power reduction actions providing socially dependent reinforcing stimuli (team wins credits performance and ranking) Οι παρεμβάσεις ανατροφοδότησης των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας μπορούν να παίξουν σημαντικό ρόλο στη μείωση της ηλεκτρικής κατανάλωσης και συνεπώς στη προστασία του περιβάλλοντος. Με σκοπό αυτό καταρτίστηκε εφαρμογή κινητών android η οποία ελέγχθηκε πιλοτικά προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο η ημερήσια ανατροφοδότηση μπορεί να επιφέρει αλλαγές στις συμπεριφορές κατανάλωσης. Το ερευνητικό δείγμα αποτελούνταν από 20 νοικοκυριά της ευρύτερης περιοχής των Αθηνών. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δυο ομάδες για την εξέταση δυο διαφορετικών υποθέσεων. Στην ομάδα Α εξετάστηκε η συνθήκη διομαδικού ανταγωνισμού (παρουσίαση της ομαδικής επίδοσης σε σχέση με την επίδοση της άλλης ομάδας), ενώ στην ομάδα Β εξετάστηκε η συνθήκη ενδοομαδικού ανταγωνισμού ( παρουσίαση της κατάταξης και της επίδοσης τους σε σχέση με το μέσο όρο συμμετεχόντων). Και στις δυο ομάδες σημειώθηκε σημαντική μείωση της ηλεκτρικής κατανάλωσης 19,7%. Συγκεκριμένα στην ομάδα Α ο μέσος όρος παρέμβασης ήταν 27,2% ενώ για την ομάδα Β η αντίστοιχη μείωση ήταν 12,1%. Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε ότι η εφαρμογή για το διάστημα της περιόδου παρέμβασης λειτούργησε ως ενισχυτικό πλαίσιο για δράσεις μείωσης της ηλεκτρικής ενέργειας παρέχοντας κοινωνικά εξαρτημένα ενισχυτικά ερεθίσματα (νίκη ομάδας, πόντοι επίδοσης και θέσης κατάταξης) 1029 49 45 The aim of this essay is to present a detailed bibliographic analysis between smoking and human reproduction, in men and women. The consequences of smoking on sperm and ovarian parenchyma are analyzed. ^e effects of tobacco in terms of assisted reproduction, on biochemical and genetic background, are also analyzed. Στόχος αυτής τη εργασίας είναι να παρουσιάσει μια λεπτομερή βιβλιογραφική ανάλυση της σχέσης μεταξύ καπνίσματος και αναπαραγωγής στους άνδρες και τις γυναίκες. Αναλύεται ακόμα η επίδραση του καπνίσματος στο σπερματικό και ωοθηκικό παρέγχυμα, ενώ διαπιστώνονται οι επιπτώσεις στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή σε βιοχημικό και γενετικό υπόβαθρο. 1030 287 302 Οι ανάγκες σε φωτισμό των ασθενών που έχουν υποβληθεί σε ψευδοφακική διόρθωση της πρεσβυωπίας To examine whether and in what way lighting conditions affect the near visual capacity of patients that underwent pseudophakic presbyopic correction. Methods.For this purpose, a special controlled lighting installation was manufactured, that consisted of lamps with different light temperatures of 3000, 4000 and 6000 Kelvins. For each lamp, intensity of light was adjusted to 25, 50 and 75 fc. Near visual capacity of 75 patients divided into 3 groups was asserted by means of near visual acuity optotype. 25 patients with insertion of the intraocular lens ReSTOR (G1), 25 patients with the intraocular lens PanOptix (G2) and those who remained with the natural crystalloid lens (CG). Results. Control group CG demonstrated significantly lower visual acuity than the other two groups G1 and G1, regardless of the intensity and temperature of lighting (p<0.05, Anova). The best results in near visual acuity referred to higher light intensity (75fc) and cooler light temperatures. Group G1 showed the best results in near visual acuity also at 75 fc (p<0.05), with no correlation regarding light temperature. Group G2 demonstrated the best results among all groups in every lighting intensity and temperature (p<0.05), with no differentiation in higher light intensity, but with a significant inclination towards warmer light temperatures. Conclusion. Pseudophakic presbyopic correction using a multifocal intraocular lens can dramatically improve patients’ performance regarding near vision activities and at the same time change patients’ needs in lighting conditions, both subjectively and objectively. Trifocal intraocular lenses present a higher independence from lighting, as they have a better performance status than bifocal ones in near vision activities, regardless of the lighting conditions. However, these results don’t apply to every distance, as diffractive trifocal lenses distribute less light in distant vision targets that hybrid bifocal lenses. Η εξακρίβωση του κατά πόσο και κατά ποιόν τρόπο οι συνθήκες φωτισμού επηρεάζουν την οπτική ικανότητα σχετικά με τις κοντινές δραστηριότητες των ασθενών που έχουν υποβληθεί σε ψευδοφακική διόρθωση. Μέθοδος. Για το λόγο αυτό δημιουργήθηκε εγκατάσταση ελεγχόμενου φωτισμού με διαφορετικούς λαμπτήρες θερμότητας 3000,4000 και 6000 Κ, με εναλλαγή εντάσεων για το καθένα από αυτούς στα 25,50 και 75 fc. Σε αυτές τις συνθήκες και με τη χρήση του οπτότυπου κοντινής οράσεως ελέγχθηκε η κοντινή οπτική ικανότητα 75 ασθενών, οι οποίοι διαμοιράσθηκαν σε 3 ομάδες. 25 συμμετέχοντες που φέρουν ενδοφακό ReSTOR (G1), 25 με τον ενδοφακό PanOptix (G2) και 25 που παρέμεναν με τον κρυσταλλοειδή φακό τους (CG). Αποτελέσματα. Η ομάδα ελέγχου CG παρουσίασε σημαντικά μειωμένη οπτική οξύτητα σε σχέση με τις δυο ομάδες πολυεστιακών ενδοφακών G1 και G2, ανεξάρτητα από την ένταση και τη θερμοκρασία του φωτισμού ( όλα τα p<0.05, Anova). Τα βέλτιστα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν στη μεγαλύτερη ένταση φωτός (75 fc), με ψυχρό φωτισμό. Η ομάδα G1 εμφάνισε τη βέλτιστη οπτική οξύτητα επίσης στα 75 fc (p<0.05), ανεξαρτήτως θερμοκρασίας. Η ομάδα G2 παρουσίασε σημαντικά καλύτερη οπτική οξύτητα από τις άλλες δύο ομάδες σε όλες τις εντάσεις και θερμοκρασίες φωτισμού (p<0.05), χωρίς διαφοροποίηση με την αύξηση της έντασης, αλλά με φανερή προτίμηση σε θερμό φωτισμό. Συμπεράσματα. Η ένθεση πολυεστιακών ενδοφακών βελτιώνει σημαντικά την οπτική ικανότητα του ατόμου για τις κοντινές δραστηριότητες, μεταβάλλοντας ταυτόχρονα τις ανάγκες σε φωτισμό, τόσο υποκειμενικά όσο και αντικειμενικά. Οι τριπλοεστιακοί ενδοφακοί παρουσιάζουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία από την ένταση του φωτισμού, αφού αποδίδουν καλύτερα από τους διπλοεστιακούς ανεξάρτητα της εντάσεως του φωτός όσον αφορά στις κοντινές δραστηριότητες. Ωστόσο, αυτό δεν ισχύει για όλες τις αποστάσεις, διότι είναι γνωστό ότι στους περιθλαστικούς τριπλοεστιακούς ενδοφακούς αποδίδεται μικρότερο ποσοστό ακτινοβολίας για τις μακρινές αποστάσεις, από ότι στους υβριδικούς διπλοεστιακούς. 1031 238 247 This thesis aims to present the types of modern ultrasound during the first trimester of pregnancy. The following chapters will attempt to present in detail the features and benefits of these ultrasounds. In the first chapters of this thesis, the early stages of fetal organogenesis and its anatomy during the first trimester of pregnancy, as well as the Doppler method, will be developed in detail. Next, nuchal translucency, how it is measured and its results data will be presented, as well as additional transparency tests, such as PAPP-A. In the fourth chapter of the thesis there is an analyze of the method of intracranial transparency and its evaluation parameters, in terms of gestational age, fetal position, its transabdominal and transvaginal evaluation and evaluation of fetal anatomy through it. Non-invasive prenatal examinations will also be presented, such as NIPT, a comparison will be made, the complexities of NIPT, its clinical application, the way to diagnose appropriate chromosomal abnormalities, and its ethical approach. Finally, the non-invasive prenatal examination of chorionic villus sampling will be presented in conjunction with its benefits and risks in the course of pregnancy. In conclusion, the first trimester ultrasound allows the early detection of a large number of aneuploid and fetal malformations. It allows adequate precision to detect chromosomal abnormalities and is the key tool for early detection and treatment of potential fetal abnormalities, especially in cases of inherited or old age of the pregnant woman. Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία έχει ως στόχο να παρουσιάσει τα είδη της σύγχρονης υπερηχογραφίας κατά το πρώτο τρίμηνο κύησης. Στα κεφάλαια που ακολουθούν θα γίνει μια προσπάθεια να παρουσιαστούν αναλυτικά τα χαρακτηριστικά και τα οφέλη αυτών των υπερηχογραφιών. Στα πρώτα κεφάλαια της εργασία θα αναπτυχθούν διεξοδικά τα πρώτα στάδια οργανογένεσης του εμβρύου και η ανατομία του κατά το πρώτο τρίμηνο κύησης, όπως και το Doppler του φλεβώδη πόρου. Στη συνέχεια θα παρουσιαστεί η αυχενική διαφάνεια, ο τρόπος μέτρησης της και τα δεδομένα των αποτελεσμάτων της, καθώς και συμπληρωματικές εξετάσεις διαφάνειας, όπως η πρωτεΐνη πλάσματος Α εγκυμοσύνης. Στο τέταρτο κεφάλαιο της εργασίας θα αναλυθεί η μέθοδος της ενδοκρανιακής διαφάνειας και οι παράμετροι εκτίμησης της, όσον αφορά στην ηλικία κύησης, στην εμβρυϊκή θέση, στην διακοιλιακή και διακολπική αξιολόγηση της και στην εκτίμηση της εμβρυϊκής ανατομίας μέσω αυτής. Επίσης, θα παρουσιαστούν μη επεμβατικές προγεννητικές εξετάσεις, όπως η NIPT, θα γίνει μια σύγκριση ανάμεσα τους, θα αναφερθούν οι πολυπλοκότητες της NIPT, η κλινική εφαρμογή της, ο τρόπος διάγνωσης ενδεδειγμένων χρωμοσωμικών ανωμαλιών μέσω αυτής και η δεοντολο-γική προσέγγιση της. Τέλος, θα παρουσιαστεί η μη επεμβατική προγεννητική εξέταση της δειγματοληψίας των πλακουντιακών ιστών σε συνδυασμό με τα οφέλη και τα ρίσκα που έχει για την πορεία της εγκυμοσύνης. Συμπερασματικά, η υπερηχογραφία του πρώτου τριμήνου επιτρέπει την έγκαιρη ανίχνευση μεγάλου αριθμού ανευπλοειδών και εμβρυϊκών δυσμορφιών. Επιτρέπει μια επαρκή ακρίβεια ανίχνευσης χρωμοσωμικών ανωμαλιών και αποτελεί το βασικό εργαλείο έγκαιρου εντοπισμού και αντιμετώπισης πιθανών ανωμαλιών του εμβρύου, ειδικά σε περιπτώσεις κληρονομικότητας ή μεγάλης ηλικίας της εγκύου. 1032 225 213 Η αξιοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία: απόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης The use of ICT in the educational process has been α subject during of study in recent years. The purpose of this study is to examine the perspective of teachers of primary schools regarding the use of ICT in educational procedure. The theoretical study attempts to disclose the role of ICT and their use in the classroom. Additionally, the value of the use of computers in teaching is highlighted as it stands as one of the most important ˝ tools of the New Technologies. In our research, which was conducted in February 2016, we use a questionnaire 24 questions as our basic research tool. The Sample of the research consisted of 50 teachers of schools from Alexandroupolis city. The survey data showed that most schools are properly equipped to use new technologies. The teachers feel that ICT act as a useful helping tool and they say that they make use of computers in the classroom. Moreover, they strongly believe that their use goes hand in hand with the training of educators themselves on them. Students from their aspect are excited by the use of ICT in the educational process, increasing their attention to the lesson. However, it must be pointed out that the immoderate computer use may lead to social isolation of the student and could cause health problems such as fatigue, headache and eyestrain Η χρήση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί αντικείμενο μελέτης τα τελευταία χρόνια. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την αξιοποίηση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση. Η θεωρητική μελέτη επιχειρεί να γνωστοποιήσει το ρόλο των ΤΠΕ και την αξιοποίηση τους στην τάξη. Επιπρόσθετα, τονίζεται η αξία του Η/Υ στη διδασκαλία, καθώς αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία των Νέων Τεχνολογιών. Στην έρευνα μας, που διεξήχθη το Φεβρουάριο του 2016, χρησιμοποιείται ως ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο, με 24 ερωτήσεις. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 50 εκπαιδευτικούς της πόλης της Αλεξανδρούπολης. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν, ότι οι περισσότερες σχολικές μονάδες διαθέτουν τον κατάλληλο εξοπλισμό για την χρήση των νέων τεχνολογιών στο σχολείο. Οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι οι ΤΠΕ αποτελούν ένα βοηθητικό εργαλείο και ότι αξιοποιούν συχνά τον ηλεκτρονικό υπολογιστή στη τάξη. Ακόμη, υποστηρίζουν ότι η χρήση τους συνδέεται άρρηκτα με την επιμόρφωση γύρω από αυτές. Οι μαθητές από την πλευρά τους, ενθουσιάζονται με τη χρήση των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία, αυξάνοντας την προσοχή τους στο μάθημα. Εντούτοις, η αλόγιστη χρήση του Η/Υ μπορεί να οδηγήσει στην απομόνωση του μαθητή από το κοινωνικό περιβάλλον, καθώς και σε προβλήματα υγείας, όπως κόπωση, πονοκέφαλο και κούραση ματιών 1033 232 251 Συγκριτική μελέτη πρωτεϊνών του ακραιόφιλου αρχαίου Metallosphaera sedula με ομόλογες πρωτεΐνες άλλων οργανισμών Extremophilic organisms have developed a wide variety of mechanisms which enable them to survive in environments where the conditions seem incompatible with life to humans. Conditions like extreme temperature, pH, salinity, pressure or a combination of those can lead to the denaturation of proteins and loss of their activity, which naturally leads to the death of the organism. One way which enables organisms to survive extreme conditions is by isolating their external from their internal environment. For example, some acidophiles have proton pumps that allow them to keep their cytoplasm at pH values near neutral, regardless of their extremely acidic external environment. However, this is not always possible. Organisms that live in extremely hot or cold environments is one such example. These organisms cannot shut out heat or cold, so they had to develop different mechanisms to survive. In the mechanisms developed by extremophilic organisms there could be adaptations to the protein structure and amino acid sequence, which aim to the retention of the proteins’ stability and activity under the extreme conditions in which they live. In the present study, we studied proteins of the thermoacidophilic archaeon Metallosphaera sedula and we compared them with homologous proteins from mesophilic or extremophilic organisms. Our goal was to identify protein traits that tend to appear or be absent from specific proteins and could possibly be associated with their ability to remain functional under extreme conditions. Οι ακραιόφιλοι οργανισμοί (extremophiles) έχουν αναπτύξει πληθώρα μηχανισμών με τους οποίους καθίσταται δυνατή η επιβίωση τους σε περιβάλλοντα όπου επικρατούν ακραίες συνθήκες. Συνθήκες όπως ακραίες τιμές θερμοκρασίας, pH, αλατότητας, πίεσης ή και συνδυασμός αυτών μπορεί να οδηγήσουν στην αποδιάταξη και απώλεια ενεργότητας των πρωτεϊνών με φυσικό επακόλουθο το θάνατο του οργανισμού. Ένας τρόπος με τον οποίο πολλοί οργανισμοί επιβιώνουν σε ακραίες συνθήκες είναι η απομόνωση του εξωτερικού τους περιβάλλοντος από το εσωτερικό τους. Παραδείγματος χάριν, ορισμένοι οξεόφιλοι οργανισμοί διαθέτουν αντλίες με τις οποίες αποβάλουν ιόντα υδρογόνου με αποτέλεσμα να διατηρούν σχέδον ουδέτερο pH στο εσωτερικό τους, ανεξάρτητα με το όξινο pH που επικρατεί στο εξωτερικό τους περιβάλλον. Ωστόσο, πολλές φορές κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι οργανισμοί που ζουν σε περιβάλλοντα όπου επικρατούν ακραίες θερμοκρασίες. Οι οργανισμοί αυτοί δεν μπορούν να απομονώσουν το εσωτερικό τους από τις ακραίες θερμοκρασίες και επομένως αναγκάστηκαν να αναπτύξουν άλλους μηχανισμούς για να επιβιώσουν. Στους μηχανισμούς αυτούς μπορεί να ενέχονται προσαρμογές της πρωτεϊνικής δομής και αμινοξικής αλληλουχίας, οι οποίες αποσκοπούν στη διατήρηση της σταθερότητας και ενεργότητας των πρωτεϊνών τους κάτω από τις ακραίες συνθήκες στις οποίες ζουν. Στην παρούσα εργασία μελετήσαμε πρωτεΐνες του θερμόφιλου και οξεόφιλου αρχαίου Metallosphaera sedula και τις συγκρίναμε με ομόλογες πρωτεΐνες τους απο μεσόφιλους ή ακραιόφιλους οργανισμούς. Σκοπός μας ήταν ο πιθανός εντοπισμός χαρακτηριστικών που έχουν την τάση να εμφανίζονται ή να απουσιάζουν από πρωτεΐνες που έχουν εξελιχθεί έτσι ώστε να παραμένουν λειτουργικές σε ακραίες συνθήκες. 1034 218 232 Programmes Zones of Educational Priority at schools of Alexandroupolis: representations of educators, minority parents and minority students Προγράμματα Ζ.Ε.Π. σε σχολεία της Αλεξανδρούπολης: αναπαραστάσεις εκπαιδευτικών, μειονοτικών μαθητών και μειονοτικών γονέων Minority education is a burning issue that has concerned Greek state since the appearance of minority phenomenon in Greece with the signing of Lausanne Treaty, in 1923. Partially, Greek government has applied several measures of educational policy, such as the minority school’s establishment. In 2010, the institution Zones of educational priority has been initiated aiming the equal integration of all students at the educational system through supporting actions for the minority students’ improvement at school performance. This research’s aim is to demonstrate the contribution of Zones of educational priority to the minority students’ integration at the typical program of school. In addition, the research discusses the reconstructions of educators about their intercultural readiness. Also, the reconstructions of typical programs’ educators, of educators that staff Zones of Educational Priority, and also of minority parents’ and minority students’ about Zones of Educational Priority are issued. Finally, the reconstructions of educators and minority parents about minority students’ school performance are analyzed. For the research’s aims 37 interviews at typical programs’ educators, educators that staff Zones of Educational Priority, minority parents and minority students have been fulfilled. Case study has been chosen as research approach. Data analysis has been made by ideological- critical content analysis Η εκπαίδευση των μειονοτικών μαθητών αποτελεί ένα ζήτημα που απασχολεί την ελληνική πολιτεία από την εμφάνιση του μειονοτικού φαινομένου στην Ελλάδα με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης το 1923. Κατά καιρούς, η ελληνική πολιτεία εφάρμοζε διάφορα μέτρα εκπαιδευτικής πολιτικής όπως η ίδρυση μειονοτικών σχολείων. Το 2010 εισάγεται ο θεσμός των Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας. Στόχος του θεσμού είναι η ισότιμη ένταξη όλων των μαθητών στο εκπαιδευτικό σύστημα μέσω της λειτουργίας υποστηρικτικών δράσεων για τη βελτίωση της σχολικής επίδοσης των μειονοτικών μαθητών. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διαπιστωθεί η συμβολή των τμημάτων υποδοχής Ζ.Ε.Π στην ένταξη των μειονοτικών μαθητών στο τυπικό πρόγραμμα του σχολείου. Στη συνέχεια, η έρευνα πραγματεύεται τις αναπαραστάσεις των εκπαιδευτικών για τη διαπολιτισμική τους ετοιμότητα. Ακόμα, παρουσιάζονται οι αναπαραστάσεις των εκπαιδευτικών των τυπικών τάξεων, των εκπαιδευτικών που στελεχώνουν τα Τμήματα Υποδοχής Ζ.Ε.Π. αλλά και των μειονοτικών μαθητών και μειονοτικών γονέων αναφορικά με το θεσμό των Ζωνών Εκπαιδευτικής Προτεραιότητας. Τέλος, διερευνώνται οι αναπαραστάσεις των εκπαιδευτικών και των μειονοτικών γονέων αναφορικά με τη σχολική επίδοση των μειονοτικών μαθητών αλλά και οι παράγοντες που εμποδίζουν τη σχολική επιτυχία των μαθητών αυτών. Για τους σκοπούς της έρευνας πραγματοποιήθηκαν 37 συνεντεύξεις σε εκπαιδευτικούς τυπικών τάξεων, εκπαιδευτικούς τμημάτων Ζ.Ε.Π., μειονοτικούς γονείς και μειονοτικούς μαθητές. Ως ερευνητική προσέγγιση επιλέχθηκε η μελέτη περίπτωσης. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε με ποιοτική ιδεολογικο- κριτική ανάλυση περιεχομένου 1035 313 309 the case of the 5th and 6th grade Greek language textbooks in primary education Τα κείμενα στα εγχειρίδια Νεοελληνικής γλώσσας ως κοινωνική διαδικασία: The genre-based approach to literacy represents a fundamentally innovative educational paradigm, which is based on an understanding of the nature of language in a quite different way from that of traditional grammar. From the point of view of genre theorists, “genre is a term used in literacy pedagogy to connect the different forms text takes with variations in social purpose”. This means that genres are social processes patterned in reasonably predictable ways according to patterns of social interaction in a particular socio-cultural context. Moreover, genres give their users access to certain realms of social interaction, certain realms of social influence and power. As far as language teaching is concerned, schooling has the potential to induct students into a variety of genres with broad range of potential social effectivity. The purpose of this dissertation was to study the texts of the 5th and 6th grade Greek language textbooks in primary education, from the perspective of the genre-based approach to literacy. More specifically, having as criteria the authenticity of the texts, the social functions of the texts, the purpose of the discourse and the relation of the texts to their illustration, a multi-perspective qualitative content analysis of the texts was attempted, in order to reveal the underlying purpose of the Greek language textbooks, in terms of familiarizing students with a variety of literacy genres, which will enable them to have access to social and material resources in their adult life. Data analysis revealed that the textbooks of the 5th and 6th grade of primary school do not include to the same degree texts from all literacy genres, showing a preference to genres which have the tendency to describe, inform and generally represent reality in an objective, impersonal way, limiting the genres which promote functions of language, such as arguing and instructing. Η κειμενοκεντρική προσέγγιση του γραμματισμού αποτελεί ένα θεμελιωδώς καινοτόμο εκπαιδευτικό παράδειγμα, που βασίζεται στην κατανόηση της φύσης της γλώσσας με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον της παραδοσιακής γραμματικής. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς της κειμενοκεντρικής προσέγγισης, «ο όρος κειμενικό είδος χρησιμοποιείται στην παιδαγωγική του γραμματισμού για να συνδέσει τις διαφορετικές μορφές που παίρνει το κείμενο, με τους ποικίλους κοινωνικούς σκοπούς». Αυτό σημαίνει ότι τα κειμενικά είδη αποτελούν κοινωνικές διαδικασίες, που τυποποιούνται με λογικά προβλέψιμους τρόπους σύμφωνα με τα πρότυπα κοινωνικής αλληλεπίδρασης ενός συγκεκριμένου κοινωνικοπολιτισμικού περιβάλλοντος. Επιπλέον, τα κειμενικά είδη προσφέρουν στο άτομο πρόσβαση σε συγκεκριμένες περιοχές κοινωνικής αλληλεπίδρασης, κοινωνικής επιρροής και κοινωνικής ισχύος. Όσον αφορά στη διδασκαλία της γλώσσας, η σχολική εκπαίδευση έχει τη δυνατότητα να εισάγει τους μαθητές σε μια ποικιλία κειμενικών ειδών ευρείας γκάμας δυνατοτήτων κοινωνικής αποτελεσματικότητας. Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν να μελετήσει τα κείμενα των σχολικών εγχειριδίων γλώσσας της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης του δημοτικού σχολείου, υπό το πρίσμα της κειμενοκεντρικής προσέγγισης του γραμματισμού. Ειδικότερα, έχοντας ως κριτήρια την αυθεντικότητα των κειμένων, τις κοινωνικές λειτουργίες των κειμένων, τον σκοπό του λόγου και τη σχέση του κειμένου με την εικονογράφησή του, επιχειρήθηκε μία ποιοτική ανάλυση περιεχομένου των κειμένων των εγχειριδίων από διαφορετικές οπτικές γωνίες, προκειμένου να αποκαλυφθεί η υποκείμενη στόχευση των εγχειριδίων, όσον αφορά στην εξοικείωση των μαθητών με μία ποικιλία κειμενικών ειδών, τα οποία θα τους καταστήσουν ικανούς να έχουν πρόσβαση σε κοινωνικοοικονομικούς πόρους στην ενήλικη ζωή τους. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας αποκάλυψε ότι τα εγχειρίδια γλώσσας της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης του δημοτικού σχολείου δεν περιλαμβάνουν όλα τα κειμενικά είδη σε ισομερή αναλογία, καθώς υπερτερούν τα κειμενικά είδη που έχουν την τάση να περιγράφουν, να ενημερώνουν και γενικά να αναπαριστούν την πραγματικότητα με έναν αντικειμενικό και απρόσωπο τρόπο, περιορίζοντας τα κειμενικά είδη που προάγουν λειτουργίες της γλώσσας όπως η επιχειρηματολογία και η καθοδήγηση. 1036 155 165 Συσχέτιση κολποτραχηλικού μικροβιώματος με την υγεία των γυναικών και την αναπαραγωγική έκβαση The human vagina is colonized with microorganisms that play a key role in homeostasisand host’s physiological functions, influencing the immune response, metabolism and endocrine system of the female body. Dysregulations in the composition of the cervicovaginal micro-biome have been linked to various inflammatory conditions, increased risk of STI acquisition, preterm birth and other reproductive compli-cations. The transition from culture-based to molecular-based techni-ques, has led to a deeper understanding of the female reproductive tract microenvironment. The cervicovaginal microbiome tends to fluctuate in various states such as during menses and there may be differences in the vaginal microbiome among different women. In this review we aim to determinethe composition of the cervicovaginal microbiome and the factors that defineit. We attempt to understand how disturbances in the balance of the microbiomeaffect women’s health and reproductive outcomes. The thorough study of the female genital tract micro- ecosystem will shed light to the dynamic interactions between the host and microorganisms. Ο γυναικείος κόλπος είναι αποικισμένος με μικροοργανισμούς, οι οποί-οι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ομοιόστασης και των φυσιολογικών λειτουργιών του ξενιστή, επηρεάζοντας το μετα-βολισμό, την ενδοκρινή λειτουργία και το ανοσοποιητικό σύστη-μα. Διαταραχές στην ισορροπία του κολποτραχηλικού μικροβιώματος έχουν συσχετισθεί με διάφορες φλεγμονώδεις καταστάσεις, αυξημένο κίνδυνο νόσησης από σεξουαλικώς μεταδιδόμενες λοιμώξεις, πρόωρο τοκετό και άλλες επιπλοκές της κύησης. Ημετάβαση από τις καλλι-έργειες στις νεότερες μοριακές τεχνικές, οδήγησε σε μια βαθύτερη κατανόηση του μικροπεριβάλλοντος του αναπαραγωγικού συστή-ματος του θήλεος. Το κολποτραχηλικό μικροβίωμα δεν είναι στατικό, αλλά αντιθέτως παρουσιάζει διακυμάνσεις τόσο μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων, όσο και στο ίδιο το άτομο. Στην παρούσα ανασκόπη-σηγίνεται μία προσπάθεια προσδιορισμού των παραγόντων που καθορίζουν τη σύνθεση του κολποτραχηλικού μικροβιώματος. Επίσης, γίνεται προσπάθεια να διευκρινιστεί πως οι διαταραχές στην ισορ-ροπία της χλωρίδας επηρεάζουν την υγεία της γυναίκας και την αναπαραγωγική έκβαση. Η ενδελεχής μελέτη του μικρόκοσμου της γυναικείας αναπαραγωγικής οδού θα ρίξει φως στις δυναμικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ ξενιστή και μικροοργανισμών. 1037 190 245 Προεμφυτευτικός Γενετικός Έλεγχος (PGS-Preimplantation Genetic Screening)-σημερινά δεδομένα, όρια και προϋποθέσεις The preimplantation genetic aneuploid screening is applied in clinical practice for searching possible disorders (aneuploidies) in the number of chromesomes. The deviations observed in the number of chromo-somes during the first stages of embryogenesis constitute one of the most common problems in accomplishing or maintaining a pregnancy. It functions in association with the in vitro fertilization (IVF/ICSI) so that it will be possible to isolate embryonic material to be used for analysis. The indications required for conducting this control is advanced maternal age, repeated implantation failure, miscarriage failures and serious male factor. Then, cell genetic analysis is conducted in cells, which have been isolated by means of oocyte polar body biopsy, cleavage stage biopsy and blastocyst trophectoderm biopsy . The techniques used for screening of the chromosomes are FISH, which is based on immunofluoresence, and the more recent techniques that involve the analysis of all the chromosomes (aCGH,SNP arrays, qPCR,NGS). The results attained by the preimplantation screening were not encouraging. However, the difficulties were not confined only in the specialized nature of the techniques used, but also in matters of bioethics, which raised a number of ethical dilemmas and questions. Ο προεμφυτευτικός γενετικός ανευπλοϊδικός έλεγχος (Preimplantation Genetic Screening – PGS) χρησιμοποιείται στην κλινική πράξη για την διερεύνηση διαταραχών στον αριθμό των χρωμοσωμάτων (ανευπ-λοϊδίες). Οι παρεκκλίσεις στον αριθμό των χρωμοσωμάτων, κατά τα πρώτα στάδια της εμβρυογένεσης αποτελούν μια από της πιο κοινές αιτίες αδυναμίας επίτευξης ή διατήρησης της κύησης. Πραγματοποι-είται σε συνδυασμό με την διενέργεια εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF/ICSI), έτσι ώστε να υπάρχει δυνατότητα απομόνωσης εμβρυικού γενετικού υλικού για ανάλυση. Οι ενδείξεις που απαιτούνται για την διενέργεια αυτού του ελέγχου είναι η αυξημένη αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας, οι καθ’ έξιν αποβολές, οι επαναλαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης και η εμπλοκή υπογονιμότητας οφειλόμενη στην ύπαρξη σοβαρού ανδρικού παράγοντα. Στα πλαίσια του PGS πραγματοποιείται απομόνωση γενετικού υλικού έπειτα από βιοψία που μπορεί να πραγματοποιηθεί στα πολικά σωμάτια που προέ-ρχονται από ωάρια, σε βλαστομερίδια που προέρχονται από έμβρυα στο στάδιο της αυλάκωσης και σε κύτταρα του τροφοεξωδέρματος που έχουν απομονωθεί από έμβρυα όταν αυτά βρίσκονται στο στάδιο της βλαστοκύστης. Οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται για τον προσδιο-ρισμό του αριθμού των χρωμοσωμάτων είναι η Fluorescent In Situ Hybridization (FISH), η οποία βασίζεται στον in situ φθορισμό του DNA, αλλά και πιο σύγχρονες τεχνικές στις οποίες πραγματοποιείται ταυτόχρονη ανάλυση όλων των χρωμοσωμάτων (aCGH, SNP arrays, qPCR, NGS). Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την χρήση του ελέγχου δεν ήταν ενθαρρυντικά. Ωστόσο, οι δυσκολίες δεν περιορίστηκαν μόνο στην εξειδικευμένη φύση των τεχνικών που χρησιμοποιήθηκαν αλλά και σε ζητήματα ηθικής δεοντολογίας, τα οποία εγείρουν πλήθος προβληματισμών και ερωτημάτων. 1038 376 340 Effects of mastic oil from the resin of Pistacia lentiscus var. chia on cancer cells Throughout the ages, mankind has been using natural products and herbs in order to prevent or even to cure diseases, infectious or not. Specifically, essential oils have been thoroughly used due to their antimicrobial properties, thus attracting the interest of the researchers for future applications. The plant Pistacia lentiscus is an evergreen tree distributed from the Mediterranean basin to Central Asia. However, the species Pistacia lentiscus var. chia, found in the southern part of the island of Chios, is the only one that produces resin. This resin is used in cooking and therapeutical applications due to its antimicrobial properties. It consists of α-pinene, β-pinene, limonene, linalool and β-myrcene, with α-pinene and β-myrcene being in major concentrations, all of them having great antimicrobial and antiproliferative potency. The purpose of this thesis was to study the antiproliferative properties of mastic oil derived from the resin of the plant Pistacia lentiscus var. Chia and its components using two different cancer cell lines HepG2, a human cellular hepatocarcinoma cell line and Jurkat, an immortalized line of human T lymphocyte cells. GC-MS analysis showed that mastic oil consisted of, among else, α-pinene, β-pinene, β-myrcene, limonene and linalool with α-pinene and β-myrcene being the majors. HepG2 cells were treated with increasing concentrations of the compounds for 72 hours. SRB cytotoxicity assays were employed and the EC50 values for mastic oil and its major constituents were determined. It was found that mastic oil and its main component α-pinene exhibited significant antiproliferative properties at lower concentrations compared to the rest of the constituents. Also, mastic oil induced significant DNA oxidative damage in Jurkat cells, as demonstrated by comet assay analysis. However, α-pinene and β-pinene showed relatively higher DNA damage, rendering α-pinene the drastic compound of mastic oil due to its high concentration. DNA oxidative damage may drive cells to apoptosis, as indicated by monitoring PARP cleavage by Western blotting. In conclusion, mastic oil and its major constituents demonstrated significant antiproliferative properties in vitro associated with oxidative DNA damage that possibly trigger apoptosis in cancer cells. However, the exact mechanism(s) of the induction of cell death, as well as the anticancer and chemoprotective properties of mastic oil require further investigation. Από την αρχαιότητα, η ανθρωπότητα έχει χρησιμοποιήσει φυσικά προϊόντα και βότανα, προκειμένου να αποφευχθούν ή ακόμη και να θεραπευτούν ασθένειες, μολυσματικές ή μη. Συγκεκριμένα, τα αιθέρια έλαια έχουν χρησιμοποιηθεί εκτενώς χάρη στις αντιμικροβιακές τους ιδιότητες, προσελκύοντας έτσι το ενδιαφέρον των ερευνητών για μελλοντικές εφαρμογές. Το φυτό Pistacia lentiscus είναι ένα αειθαλές δέντρο το οποίο ευδοκιμεί κυρίως στο νότιο τμήμα της Χίου, ώντας, ωστόσο, το μοναδικό μέρος όπου παράγεται ρητίνη από το φυτό. Χρησιμοποιείται στο μαγείρεμα και σε θεραπευτικές εφαρμογές λόγω των αντιμικροβιακών ιδιοτήτων του. Ανάλυση GC-MS έδειξε ότι το έλαιο μαστίχας αποτελείται, εκτός άλλων, από α-πινένιο, β-πινένιο, λιμονένιο, λιναλοόλη και β-μυρκένιο, με το α-πινένιο και β-μυρκένιο να είναι σε μεγάλες συγκεντρώσεις, παρουσιάζοντας όλα μεγάλη αντιμικροβιακή και αντιπολλαπλασιαστική δραστικότητα. Ο σκοπός αυτής της πτυχιακής εργασίας ήταν η μελέτη της αντιπολλα-πλασιαστικής ιδιότητας του ελαίου μαστίχας, που προέρχεται από τη ρητίνη του φυτού Pistacia lentiscus var. chia, καθώς και των κυριοτέρων συστατικών του. Για την έρευνα της δράσης τους κατά του καρκίνου, δύο διαφορετικές σειρές καρκινικών κυττάρων χρησιμοποιήθηκαν, τα HepG2 και τα Jurkat. Τα κύτταρα Jurkat είναι μια αθανατοποιημένη σειρά ανθρώπινων Τ-λεμφοκυττάρων, ενώ τα HepG2 είναι μια ανθρώπινη κυτταρική σειρά ηπατοκυτταρικού καρκινώματος. Έγιναν επιδράσεις σε κύτταρα HepG2 με αυξανόμενες συγκεντρώσεις των ενώσεων για 72 ώρες. Με τη μέθοδο κυτταροτοξικότητας SRB καθορίστηκαν οι τιμές EC50 του ελαίου μαστίχας και των κυριότερων συστατικών του. Διαπιστώθηκε ότι το έλαιο μαστίχας και το συστατικό που περιέχεται σε μεγαλύτερη συγκεντρώση, το α-πινένιο, εμφανίζουν σημαντικές αντιπολλαπλασιαστικές ιδιότητες σε μικρότερες συγκεντρώσεις συγκριτικά με τα υπόλοιπα συστατικά. Επίσης, το έλαιο μαστίχας προκάλεσαι σημαντική βλάβη στο DNA Jurkat κυττάρων, όπως αποδείχθηκε από την ανάλυση του comet assay. Η αποκομμένη PARP,που ανιχνεύθηκε με τη μέθοδο Western blotting, υποδεικνύει ότι οξειδωτικές βλάβες στο DNA μπορεί να οδηγούν τα κύτταρα σε απόπτωση. Συμπερασματικά, το έλαιο μαστίχας και τα κύρια συστατικά του έδειξαν σημαντικές αντιπολλαπλασιαστικές ιδιότητες in vitro που σχετίζονται με την οξειδωτική βλάβη του DNA που ενδεχομένως προκαλεί απόπτωση σε καρκινικά κύτταρα. Ωστόσο, ο ακριβής μηχανισμός της επαγωγής του κυτταρικού θανάτου, καθώς επίσης και οι αντικαρκινικές και χημειοπροστατευτικές ιδιότητες του ελαίου μαστίχας απαιτούν περαιτέρω έρευνα. 1039 170 222 Η σχέση των επιπέδων της βιταμίνης D της μητέρας κατά την κύηση και του νεογνού κατά τον τοκετό με τη σκελετική και ψυχοσωματική ανάπτυξη σε παιδική και εφηβική ηλικία Vitamin D plays a vital role in calcium homeostasis. Adequate vitamin D concentrations are considered of major importance, especially in the context of important physiological changes, such as those taking place during pregnancy, when maternal 25(OH)D is the unique vitamin D source for the developing fetus. Consequently, vitamin D deficiency in pregnant women has been associated with perinatal complications and adverse neonatal outcomes, including preeclampsia, gestational diabetes mellitus and increased caesarean section rates, and low birth weight, small for gestational age newborns, poor skeletal and immune development, respiratory infections and allergies, respectively. In the last decades, numerous studies have highlighted the key role of maternal vitamin D in neural, musculoskeletal, psychomotor development and bone health in children and adolescents. However, there are limited data evaluating the association between maternal vitamin D status and health outcomes in the offspring's later life. The present work aims to synopsize and evaluate available evidence on the role of maternal and child vitamin D adequacy in maintaining optimal health during pregnancy, infancy, childhood and adolescence. Η βιταμίνη D διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ομοιοστασία του ασβεστίου και η ανεπάρκεια αυτής αποτελεί κοινή ανησυχία παγκοσμίως, ιδιαίτερα σε περιόδους που λαμβάνουν χώρα ταχείες μεταβολές (προσαρμογές) όπως συμβαίνει στην εγκυμοσύνη, κατά την οποία η μητρική βιταμίνη D αποτελεί μοναδική πηγή για το αναπτυσσόμενο έμβρυο. Συνεπώς, η ανεπάρκεια της βιταμίνης D στις έγκυες γυναίκες ίσως αποτελεί αίτιο για την εμφάνιση περιγεννητικών και νεογνικών επιπλοκών. Οι επιπλοκές κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης περιλαμβάνουν την προεκλαμψία, το σακχαρώδη διαβήτη κυήσεως και την πιθανότητα καισαρικής τομής, ενώ στις νεογνικές επιπλοκές συμπεριλαμβάνονται το χαμηλό βάρος γέννησης, το μικρό για την ηλικία κύησης νεογνό, πτωχότερη σκελετική και ανοσολογική ανάπτυξη, λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος και αλλεργίες. Τις τελευταίες δεκαετίες αρκετές μελέτες υποστήριξαν τον ρόλο της μητρικής βιταμίνης D στην ανάπτυξη του νευρικού, μυοσκελετικού και ψυχοκινητικού συστήματος, καθώς και στην υγεία των οστών στα παιδιά και στους εφήβους. Ωστόσο, υπάρχουν περιορισμένα δεδομένα που να αξιολογούν την συσχέτιση μεταξύ των κυκλοφορούντων συγκεντρώσεων της μητρικής βιταμίνης D και των θετικών αποτελεσμάτων αυτής στην μετέπειτα ζωή των απογόνων. Στο παρόν άρθρο παρέχονται στοιχεία σχετικά με τον προστατευτικό ρόλο των επαρκών επιπέδων της βιταμίνης D στην κυοφορία, στον νεογνό, στο παιδί και στον έφηβο. 1040 219 240 Investigation of adults’ knowledge on water resources management and protection issues Διερεύνηση των γνώσεων ενηλίκων σε ζητήματα διαχείρισης και προστασίας των υδατικών πόρων The water cycle, and management and protection of the water resources are some of the most urgent environmental issues of our time, since water constitutes a significant good for the survival of all living things on earth. For this reason, it is necessary not only for students but for adults too, to be educated about such issues. However, in order for such process to be more effective, the research of the knowledge level of different age groups is of great importance. In the present thesis, anonymous structured questionnaires were administered and via statistical analysis the cognitive level of Greek adults about water resources was illustrated. According to the results of the methodology used, it seems that most of the adults ignore important meanings related to our subject. Although the answers revealed that adults lack of interest in the water cycle, they seem to be more interested in water management and protection. Finally, it is obvious that people have not been influenced by the environmental education programs about the importance of this matter. This very fact possibly increases our concern about the effectiveness of the educational system in Greece, and whether the changes that have been occurred repeatedly in the last few decades have improved the citizens’ educational level. Ο κύκλος του νερού και η διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά ζητήματα της εποχής μας, καθώς το νερό είναι το βασικότερο αγαθό για την επιβίωση όλων των οργανισμών πάνω στον πλανήτη. Για το λόγο αυτό κρίνεται αναγκαία η ενημέρωση γύρω από τέτοια θέματα, όχι μόνο των μαθητών που εντάσσονται στην παιδική και εφηβική ηλικία, αλλά και των ενηλίκων. Ωστόσο, για να είναι αποτελεσματικότερη μια τέτοια εκπαιδευτική διαδικασία, καθίσταται αναγκαία η εκ των προτέρων διερεύνηση του επιπέδου των γνώσεων των διαφόρων ηλικιακών ομάδων γύρω από σχετικά θέματα. Η παρούσα εργασία αφορά σε μια τέτοια διερεύνηση με υποκείμενα ενήλικες από τον ευρύτερο ελλαδικό χώρο και πραγματοποιήθηκε με τη χορήγηση δομημένου ερωτηματολογίου το οποίο και αποτύπωσε το γνωστικό τους επίπεδο σε θέματα που σχετίζονται με το νερό. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι περισσότεροι ενήλικες αγνοούν σημαντικές έννοιες που σχετίζονται με το νερό και μολονότι διαφαίνεται η έλλειψη ενδιαφέροντος για τον κύκλο του νερού, καταδεικνύεται ότι υπάρχει ενδιαφέρον για τη διαχείριση και προστασία των υδατικών πόρων. Επίσης, γίνεται κατανοητό πως τα περιβαλλοντικά προγράμματα δεν έχουν ευαισθητοποιήσει στο βαθμό που θα έπρεπε τους πολίτες. Το γεγονός αυτό πιθανώς αυξάνει το επίπεδο ανησυχίας για την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού συστήματος στη χώρα μας και για το κατά πόσο οι αλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί επανειλημμένως, κυρίως κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχουν βελτιώσει το επίπεδο εκπαίδευσης των πολιτών. 1041 195 230 This thesis assesses the Menis Koumandareas’ work, which is full of autobiographical features that require intense studying. He was a writer of the 2nd postwar generation and his literature work concerned issues like decaying, loss, youth, the social stratification, homosexuality, the cityscape of Athens, the anxiety of employees etc. Lines of poets such as Cavafy, Karyotakis, Ritsos, Homer, Sappho, Kalvos, Palamas, and Shakespeare are all over his work. There are similarities among Koumandareas’, Tachtsis’ and Ioannou’s works, with whom he used to have friendly relationships and common experiences. Also, it is obvious in Menis Koumandareas’ works and he had confessed that he was a writer who was not afraid of being exposed and indicate the real side of society, no matter how unfair it is. He had an emphasis on the problems of greek society in each period, especially on contemporary sociopolitical issues like xenophobia, racism and judgmental attitude towards homosexuals. In addition, art featured in his life and influenced his work. Music, theater, cinema and painting were types of art that contributed to his final form. All that we said above constitute noticeable autobiographical features that we can see all over his literature work Η συγκεκριμένη εργασία πραγματεύεται τα αυτοβιογραφικά στοιχεία, τα οποία είναι εντονότατα στο έργο του Μένη Κουμανταρέα και χρίζουν επισταμένης μελέτης. Ο Μένης Κουμανταρέας είναι ένας λογοτέχνης της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς και το συγγραφικό του έργο απασχόλησαν θέματα όπως η φθορά, η απώλεια, οι νέοι, η κοινωνική διαστρωμάτωση, η ομοφυλοφιλία, το αστικό τοπίο της Αθήνας, το άχθος της υπαλληλικής ζωής κ.α. Το έργο του είναι εμποτισμένο με στοίχους ποιητών, όπως του Καβάφη, του Καρυωτάκη, του Ρίτσου, του Όμηρου, της Σαπφούς, του Κάλβου, του Παλαμά, του Σαίξπηρ και άλλων και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με αυτό του Ιωάννου και του Ταχτσή, με τους οποίους είχε φιλικές σχέσεις και κοινές εμπειρίες. Ο Κουμανταρέας ήταν ένας συγγραφέας, ο οποίος, όπως είχε ομολογήσει σε συνεντεύξεις του, αλλά και όπως αντικατοπτρίζεται σχεδόν σε ολόκληρο το έργο του, δε φοβόταν να εκτεθεί και να παρουσιάσει την πραγματική πλευρά της κοινωνίας, όσο άδικη κι αν ήταν. Δίνει έμφαση στα προβλήματα που ταλανίζουν την Ελληνική κοινωνία κάθε εποχής και ιδιαίτερα στα σύγχρονα κοινωνικο- πολιτικά ζητήματα, όπως την ξενοφοβία, το ρατσισμό και την επικριτική στάση απέναντι στην ομοφυλοφιλία. Επίσης, παρατηρούμε ότι το έργο του έχει επηρεαστεί σε πολύ μεγάλο βαθμό από την τέχνη, η οποία κατέχει εξέχουσα θέση στη ζωή του. Η μουσική, το θέατρο, ο κινηματογράφος και η ζωγραφική αποτέλεσαν τις μορφές τέχνης που συντέλεσαν στη διαμόρφωσή του. Όλα τα παραπάνω αποτέλεσαν ευδιάκριτα αυτοβιογραφικά στοιχεία που διέπουν το έργο του. 1042 242 240 This work deals with political and educational developments between 1958 and 1974. Beginning with the period of 1958-1967, where the Greek constitution was a democracy, the changes that took place in the political arena, which in turn led to constant tensions and ultimately to the dichotomism of the Greek people. Then, reference is made to the period of dictatorship and the imposition of a junta by Georgios Papadopoulos. On April 21, 1967, the army took the coup to take over. On November 17, 1973, to invade the tanks at the Polytechnic School of Athens Law to stifle the revolution of the students. Deaths, injuries which led to the replacement of Papadopoulos by Dimitrios Ioannidis. Then there is a reference to the educational reform of 1964, which is the most substantial effort to improve Greek education at all levels. Indeed, during this period a number of changes were made regarding the levels of education that gave a better result. Then we have a description of education during the period of the dictatorship, where the colonels in order to secure their positions have again brought back the classicist and theoretical character to education aimed at youngsters not to develop their critical thinking and to easily obey them. In conclusion, the work is completed with the empirical part of the research. Finally, the work is completed by recording the conclusions based on the data and information gathered from the volunteers who participated in the interview Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις πολιτικές και εκπαιδευτικές εξελίξεις της περιόδου 1958-1974. Ξεκινώντας με την περίοδο του 1958-1967 όταν και το πολίτευμα της Ελλάδας ήταν δημοκρατία, διαφαίνονται οι αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν στον πολιτικό χώρο, που με τη σειρά τους οδήγησαν σε συνεχείς εντάσεις και τελικά στο διχοτομισμό του ελληνικού λαού. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην περίοδο της δικτατορίας και την επιβολή Χούντας από τον Γεώργιο Παπαδόπουλο. Στις 21 Απριλίου του 1967 πραγματοποιήθηκε το πραξικόπημα από το στρατό, ώστε να αναλάβει την εξουσία.. Στις 17 Νοέμβρη του 1973 εισβάλλουν τα τανκς στο Πολυτεχνείο της Νομικής Αθηνών για να καταπνίξουν την επανάσταση των φοιτητών. Οι θάνατοι, οι τραυματισμοί που προηγήθηκαν είχαν ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση του Παπαδόπουλου από τον Δημήτριο Ιωαννίδη. Εν συνεχεία, γίνεται νύξη στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1964, που αποτελεί την πλέον ουσιαστική προσπάθεια βελτίωσης της ελληνικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της. Πράγματι, κατά τη περίοδο αυτή πραγματοποιήθηκαν ποικίλες αλλαγές όσον αφορά τις βαθμίδες της εκπαίδευσης που προσέδωσαν ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Ακολούθως, έχουμε την περιγραφή της εκπαίδευσης κατά την περίοδο της δικτατορίας, όπου οι συνταγματάρχες για να εξασφαλίσουν τις θέσεις τους, επανέφεραν και πάλι το κλασικιστικό και θεωρητικό χαρακτήρα στην εκπαίδευση, με στόχο οι νέοι να μην αναπτύσσουν την κριτική τους σκέψη και να υπακούν εύκολα σε αυτούς. Εν κατακλείδι, η εργασία ολοκληρώνεται με το εμπειρικό μέρος της έρευνας και την καταγραφή των συμπερασμάτων βασισμένη στα στοιχεία και τις πληροφορίες που αντληθήκαν από τους εθελοντές που συμμετείχαν στη συνέντευξη 1043 283 296 The cooperation between school’s unit principal and parents’ association: case study Η συνεργασία του διευθυντή σχολικής μονάδας με τον σύλλογο γονέων και κηδεμόνων: μία μελέτη περίπτωσης The present dissertation is a theoretical and practical attempt to approach the institution of Parents Association aimed to contribute as much as possible in emerging the meaning of cooperation of this institution with the School's Unit Principal so that new ways of improving communications and collaboration between these factors will arise. In our research we carry out structured interviews with Principals of School Units and members of Parents' Associations from ten School Units of elementary education within Xanthi's prefecture. It is our major concern that the questionnaire is answered only by concerned and active members of the Parents Associations, members of the administrative council and also by the most active members. Analysis and interpretation of the data from our research shown that the Parents Association is entangled with the School Unit but is not really involved. Its role within the School Unit is not clearly identified and its collaboration with the School's Unit Principal is considered occasional evincing of the lack of effective communication. However, active participation by members of Parents Association is contributing in prevention of conflicts within the School Units along with fund raising for it. The progress of children's school achievement also seems to be affected in a positive way. Operations of bigger School Units seem to be unevenly more effective and improved against smaller School Units through the cooperation of the Principal and the Parent Association. Although the members of the Association appear to be satisfied by the School's Principal, especially when the Principal maintains a democratic style of management, there are questions raised on justifying this satisfactory collaboration if their communication is considered typical and remotely direct Η παρούσα εργασία είναι μία θεωρητική και ερευνητική απόπειρα προσέγγισης ενός θεσμού, του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, που αποβλέπει στο να συμβάλλει όσο είναι δυνατό στην ανάδειξη της σημασίας της συνεργασίας του θεσμού αυτού με το Διευθυντή Σχολικής Μονάδας, ώστε να προκύψουν τρόποι για την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Σχολικής Μονάδας, καθώς και τη βελτίωση της συνεργασίας και επικοινωνίας μεταξύ των παραπάνω παραγόντων. Στην έρευνά μας διενεργούμε δομημένες συνεντεύξεις στο Διευθυντή Σχολικής Μονάδας και στα μέλη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, δέκα Σχολικών Μονάδων δημοτικής εκπαίδευσης του Νομού Ξάνθης. Γίνεται προσπάθεια το ερωτηματολόγιο να απαντηθεί κατ' εξοχήν απο συνειδητοποιημένα και ενεργά μέλη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, ήτοι τόσο απο τα μέλη του Δ.Σ, όσο και απο τα πλέον δραστήρια απλά μέλη. Η ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων υποδεικνύουν ότι ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων εμπλέκεται με τη Σχολική Μονάδα αλλά δεν συμμετέχει πραγματικά σε αυτήν. Ο ρόλος του μέσα στη Σχολική Μονάδα δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια και η συνεργασία του με το Διευθυντή Σχολικής Μονάδας χαρακτηρίζεται ως περιστασιακή καταδεικνύοντας την απουσία αποτελεσματικής επικοινωνίας. Ωστόσο, η ενεργή συμμετοχή των μελών του Συλλόγου φαίνεται να βοηθάει τόσο στην πρόληψη των συγκρούσεων στη Σχολική Μονάδα, όσο και στην αύξηση των οικονομικών πόρων αυτής, ενώ η πρόοδος των μαθητών, φαίνεται πως επηρεάζεται σε γενικές γραμμές θετικά. Η λειτουργία των μεγαλύτερων Σχολικών Μονάδων φαίνεται να καθίσταται αποτελεσματικότερη και πλέον ενισχυμένη έναντι των μικρότερων, διαμέσου της συνεργασίας Διευθυντή Σχολικής Μονάδας-Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων. Παρόλο που τα μέλη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων φαίνονται ικανοποιημένα απο το Διευθυντή Σχολικής Μονάδας και ειδικά όταν αυτός διαθέτει δημοκρατικό ύφος ηγεσίας, εντούτοις δημιουργούνται ερωτήματα για το πως αιτιολογείται αυτή η ικανοποιητική συνεργασία, εφόσον η επικοινωνία τους κρίνεται τυπική και καθόλου άμεση 1044 203 196 Introduction: Depression is a disease with increasing incidence rate in the present day. There is great interest in the therapeutic treatment with new interventions that, except the remission of the symptoms, will alongside improve the residual symptoms that will follow. The purpose of this study is to investigate, via thorough literature review, on the effectiveness of physical exercise in treatment and improvement of the quality of life in patients with depression. The methodology that was followed was based on a literature search of 140 retrospection and research studies that were drawn from the international basis of Pubmed data. In addition, 23 other sources of scientific content from the internet as well as 5 writings on relevant topics were used. Results: Physical exercise, and especially aerobic, mild to moderate volume and medium duration, can be applied as a therapeutic intervention, that seems to help in mood and stress management improvement, in the increase of self-esteem and self-image and in the maintenance of cognitive function. The neurobiological action along with certain psychosocial mechanisms can promote these changes. Conclusion: Aerobic physical activity on a regular basis is a useful non pharmaceutical therapeutic intervention that can be incorporated in clinical practice for the treatment of depressive disorders. Εισαγωγή: Η κατάθλιψη είναι μία ασθένεια με αυξανόμενο ρυθμό εμφάνισης στην σημερινή εποχή. Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την θεραπευτική της αντιμετώπιση με νέες παρεμβάσεις που εκτός από την υποχώρηση των συμπτωμάτων θα βελτιώνουν παράλληλα και τα υπολειμματικά συμπτώματα που την ακολουθούν.Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι να διερευνήσει μέσω ενδελεχούς βιβλιογραφικής ανασκόπησης την αποτελεσματικότητα της σωματικής άσκησης στην θεραπεία και στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών με κατάθλιψη. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε στηρίχτηκε στην βιβλιογραφική αναζήτηση 140 ανασκοπικών και ερευνητικών μελετών οι οποίες αντλήθηκαν από τη διεθνή βάση δεδομένων Pubmed. Συμπληρωματικά χρησιμοποιήθηκαν και άλλες 23 πηγές επιστημονικού περιεχομένου από το διαδίκτυο καθώς και 5 συγγράμματα με σχετική θεματολογία. Αποτελέσματα: Η σωματική άσκηση και ειδικότερα η αερόβια, ήπιας έως μέτριας έντασης και μέσης διάρκειας, μπορεί να εφαρμοστεί ως θεραπευτική παρέμβαση και φαίνεται να βοηθά στην βελτίωση της διάθεσης, στην καλύτερη διαχείριση του άγχους, στην αύξηση της αυτοεκτίμησης και της αυτοεικόνας καθώς και στην διατήρηση της γνωστικής λειτουργίας. Η νευροβιολογική της δράση σε συνδυασμό με ορισμένους ψυχοκοινωνικούς μηχανισμούς προωθούν τις αλλαγές αυτές. Συμπέρασμα: Η τακτική αερόβια σωματική δραστηριότητα είναι μια χρήσιμη μη φαρμακευτική θεραπευτική παρέμβαση που μπορεί να ενσωματωθεί στην κλινική πρακτική για τη θεραπεία των καταθλιπτικών διαταραχών. 1045 250 206 The role of School Support Educational Networks (SSED) – Diagnostics Support Evaluation Training Committee (DSETC) as new institutions in treatment of special educational and education problems in the modern school Ο ρόλος των ΣΔΕΥ- ΕΔΕΑΥ ως νέων θεσμών στην αντιμετώπιση προβλημάτων ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης στο σύγχρονο σχολείο The present thesis researches the views of the headmasters and educators working in primary and secondary school units regarding the effectiveness of the (ΕΔΕΑΥ) CDEAS institution. This refers to units which were staffed and functioned, as well as to those which were not. Firstly, there is a review of the bibliography related to the development of the special education system in our country, while the structure, organization and function of the diagnostic and evaluation service department is still in place, as required by law. The sample group of this research project is comprised of L64 headmasters and educators. The research tools used were questionnaires, and data analysis was done by the statistical program SPSS (Program of Statistical Process of Data and Social Science). The quantitative and qualitative analysis of the data reveal that both the headmasters teachers, in whose schools the C.D.E.A.S have operated, express their satisfaction for the work that has been produced by the C.D.E.A.S personal. On the other hand, in schools where these scientific committees have not operated, it is evaluated by both the headmasters and the teachers that many of the problems that were created could have been successfully solved by C.D.E.A.S if they were to operate. In conclusion, the conduct of relevant research is imperative in order to shed more light on the aforementioned issues. Η παρούσα διπλωματική εργασία διερευνά τις απόψεις του διευθυντών και των εκπαιδευτικών των σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης την αποτελεσματικότητα του θεσμού των ΕΔΕΑΥ, οι οποίες στελεχώθηκαν και λειτούργησαν αλλά και αυτών οι οποίες δε λειτούργησαν. Αρχικά, γίνεται ανασκόπηση της βιβλιογραφίας που σχετίζεται με εξέλιξη της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης στη χώρα μας, ενώ ακόμη παρουσιάζεται η δομή, η οργάνωση και η λειτουργία των διαγνωστικών-αξιολογικών φορέων, όπως αυτές καθορίζονται από τις νομικές διατάξεις. Δείγμα της έρευνας αποτελέσαν 164 διευθυντές και εκπαιδευτικοί. Τα ερευνητικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ερωτηματολόγια. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πρόγραμμα SPSS (Πρόγραμμα Στατιστικής Επεξεργασίας Δεδομένων Κοινωνικών Επιστημών). Από την ποσοτική και ποιοτική ανάλυση των δεδομένων προέκυψε τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι διευθυντές των σχολείων στις οποίες λειτούργησαν οι ΕΔΕΑΥ εκφράζουν την ικανοποίησή τους για το έργο του προσωπικού τους. Όμως, από την πλευρά τους και οι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί των ΕΔΕΑΥ που δε λειτούργησαν αποτιμούν πως δημιουργήθηκαν πολλά προβλήματα, τα οποία θα μπορούσαν να επιλύσουν τα στελέχη των ΕΔΕΑΥ, εφόσον λειτουργούσαν. Τέλος, είναι επιτακτική η ανάγκη διεξαγωγής αντίστοιχων ερευνών οι οποίες θα διαφωτίσουν ακόμα περισσότερο τα παραπάνω ζητήματα. 1046 302 279 Aspects and contradictions οf the inter-war minority education policy. The education of Slavic-Speaking students in Florina «... with national narratives and patriotic chants " 1926-1932 Όψεις και αντιφάσεις της μειονοτικής εκπαιδευτικής πολιτικής του Μεσοπολέμου. Η Εκπαίδευση των σλαβόφωνων της Φλώρινας «… με τας εθνικάς διηγήσεις και τα πατριωτικά άσματα» 1926-1932 The purpose of the dissertation is to analyse the policy and the assimilation mechanisms the Greek state used through the educational institution, for the hellenisation of the Slavic-speaking people during the Inter-war period, and the period of the last government of Venizelos between 1928 and 1932, in order to disseminate and/or impose a single national identity in the new countries. In the first part, we examine the historical framework of the establishment of Slavic speakers in Greece, the national rivalries in the area of Macedonia, as well as the diplomatic framework and historiography developed around the Macedonian issue. Then, we focused on the relationship between education and foreign policy, analysing the aspects that influenced the attitudes and practices of the inter-war Governments for the education of the Slavic-speakers of Macedonia and the contribution of the Educational group members in the development of the educational policy of Venizelos for the foreign speakers. In the second part, studying the annual reports of the education inspectors from schools in Florina, in the period between 1926-1932, we tried to analyse the educational reality, as conceived by the acting subjects, the policy contradictions towards Slavic-speaking pupils, the conflicts between political and educational factors, as well as the role of the pedagogical approach to the way in which different inspectors deal with Slavophonia. These reports, which take place in a historic period full of educational and political events in Greece, are considered in connection with other sources of the same era, such as the local press and the correspondence of senior state officials and allow a better understanding of the complex context of the language learners’ assimilation process in a nationally sensitive area. Σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι η ανάλυση της πολιτικής και των μηχανισμών αφομοίωσης, που χρησιμοποίησε το ελληνικό κράτος μέσω του εκπαιδευτικού θεσμού, για τον εξελληνισμό των σλαβόφωνων κατά τον Μεσοπόλεμο, και ειδικότερα την περίοδο της τελευταίας βενιζελικής διακυβέρνησης 1928-1932, προκειμένου να διαδοθεί ή/ και να επιβληθεί μια ενιαία εθνική ταυτότητα στις Νέες Χώρες. Στο πρώτο μέρος εξετάζουμε το ιστορικό πλαίσιο εγκατάστασης των Σλαβόφωνων στην Ελλάδα, τις εθνικές αντιπαλότητες στον χώρο της Μακεδονίας καθώς και το διπλωματικό πλαίσιο και την ιστοριογραφία που αναπτύχθηκε γύρω από το μακεδονικό ζήτημα. Στη συνέχεια, εστιάζουμε στη σχέση εκπαιδευτικής και εξωτερικής πολιτικής, αναλύοντας τις παραμέτρους που επηρέασαν τη στάση και τις πρακτικές των κυβερνήσεων του Μεσοπολέμου για την εκπαίδευση των σλαβόφωνων της Μακεδονίας καθώς και τη συμβολή των μελών του εκπαιδευτικού ομίλου στη χάραξη της εκπαιδευτικής πολιτικής του Βενιζέλου για τους ξενόφωνους. Στο δεύτερο μέρος, αξιοποιώντας τις ετήσιες εκθέσεις των Επιθεωρητών Εκπαίδευσης από τα σχολεία της Φλώρινας, την περίοδο 1926-1932, επιχειρήσαμε να αναλύσουμε την εκπαιδευτική πραγματικότητα, όπως προσλαμβάνεται από τα δρώντα υποκείμενα, τις αντιφάσεις της πολιτικής απέναντι στους σλαβόφωνους μαθητές, τις συγκρούσεις μεταξύ των πολιτικών και εκπαιδευτικών παραγόντων, καθώς και τον ρόλο της παιδαγωγικής προσέγγισης στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τη σλαβοφωνία οι διαφορετικοί επιθεωρητές. Οι εκθέσεις αυτές, που λαμβάνουν χώρα σε μια πλούσια σε γεγονότα περίοδο της εκπαιδευτικής και πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, εξεταζόμενες σε συνδυασμό με άλλες πηγές της εποχής, όπως ο τοπικός τύπος και η αλληλογραφία ανώτερων κρατικών αξιωματούχων, επιτρέπουν την κατανόηση του σύνθετου τοπίου της διαδικασίας αφομοίωσης των αλλόγλωσσων μαθητών σε μια εθνικά ευαίσθητη περιοχή. 1047 283 304 Virtual laboratories and videotaped experiments in distance learning Εικονικά εργαστήρια και βιντεοσκοπημένα πειράματα κατά την απομακρυσμένη διδασκαλία The qualitative research of this dissertation discusses the issue related to the views of secondary school educators regarding the use of virtual laboratories and videotaped experiments conducted during e-learning in the last two school years. A total of ten semi-structured interviews are conducted and analyzed. Initially, the teachers express their views concerning generally the usefulness of experiments in the natural sciences, and then their efforts on integrating the experimental process in the digital classrooms are discussed. Their preferences in relation to virtual and videotaped experiments are also investigated, and simultaneously an attempt is made to highlight the difficulties that may have arisen during distance learning, and whether or not they have hindered their efforts in coping under these unprecedented circumstances to which they had to adapt. At the same time, the procedures that have been followed in order to integrate the experiments into their teaching are scrutinized, as well as whether their efforts have turned out to be helpful in contributing to the improvement of their students' academic performance. Another issue addressed by the research is the comparison between the time given for the experimental procedures in the digital classroom and the time devoted to them when executed in the actual one. Furthermore, the actions that have or should have been taken by the board of education are recorded and analyzed, in order to facilitate the teachers’ educational work, such as the repositories of experiments and the necessary training. Finally, through the experience acquired by the secondary school teachers during the past two years the research also examines the beneficial practical applications of e-learning methods which could consequently be potentially implemented in the actual classroom. Το θέμα που πραγματεύεται η ποιοτική έρευνα της εργασίας αυτής σχετίζεται με τις απόψεις των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με τη χρήση των εικονικών εργαστηρίων και των βιντεοσκοπημένων πειραμάτων που έγινε στη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης τα δύο τελευταία σχολικά έτη. Συνολικά διεξάγονται και αναλύονται δέκα ημιδομημένες συνεντεύξεις. Αρχικά αποτυπώνονται οι απόψεις που έχουν οι εκπαιδευτικοί σε σχέση με τη χρησιμότητα γενικά των πειραμάτων στις φυσικές επιστήμες ενώ κατόπιν αναλύονται οι προσπάθειες που έγιναν από μέρους τους έτσι ώστε να εντάξουν την πειραματική διαδικασία και στις ψηφιακές τους τάξεις. Διερευνώνται οι προτιμήσεις τους σε σχέση με τα εικονικά και τα βιντεοσκοπημένα πειράματα, ενώ ταυτόχρονα γίνεται προσπάθεια να αναδειχθούν και οι δυσκολίες οι οποίες πιθανόν παρουσιάστηκαν στη διάρκεια της τηλεκπαίδευσης και λειτούργησαν επιβαρυντικά στις προσπάθειές τους να ανταπεξέλθουν στην πρωτόγνωρη αυτή κατάσταση στην οποία έπρεπε να προσαρμοστούν αυτοί και οι μαθητές τους. Ταυτόχρονα διερευνώνται και οι μηχανισμοί τους οποίους εφάρμοσαν προκειμένου να ενταχθεί το πείραμα στη διδασκαλία τους καθώς επίσης και οι απόψεις τους για το κατά πόσο τελικά οι προσπάθειες που έγιναν αποτέλεσαν μία παραγωγική διαδικασία που συνετέλεσε στη βελτίωση των ακαδημαϊκών επιδόσεων των μαθητών τους. Ένα ακόμη από τα ζητήματα που πραγματεύεται η έρευνα είναι και η σύγκριση του χρόνου που αποδόθηκε για πειραματικές διαδικασίες στην ψηφιακή τάξη σε σχέση με τον χρόνο που αφιερώνεται σε αυτές όταν γίνονται στην φυσική. Επιπλέον καταγράφονται και αναλύονται οι ενέργειες εκείνες που είχαν γίνει ή θα έπρεπε να είχαν γίνει εκ μέρους των επισήμων φορέων της εκπαίδευσης έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι εκπαιδευτικοί στο εκπαιδευτικό τους έργο, όπως τα αποθετήρια πειραμάτων και οι απαραίτητες επιμορφώσεις. Τέλος μέσα από τις εμπειρίες που αποκόμισαν οι εκπαιδευτικοί στα δύο αυτά σχολικά έτη, αναζητούνται και ωφέλιμες πρακτικές της τηλεκπαίδευσης που θα μπορούσαν πιθανώς να εφαρμοστούν κατ’ επέκταση και στη φυσική τάξη. 1048 439 480 Η συνεργασία των εκπαιδευτικών με τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας και η δημιουργία ενός υποστηρικτικού πλαισίου ειδικής αγωγής για την εκπαίδευση παιδιών με ειδικές ανάγκες Special Education has been the object of scientific and social interest for some decades. It is a new branch that has emerged in pedagogical science. Special Education is part of the education system, since it does not replace it, but it complements, supports and strengthens it. Cooperating with health professionals successfully creates an appropriate supporting framework for children’s education which aims at full integration. Interdisciplinary collaboration begins with children’s assessment at an early stage and is proceeded to intervention stage.The multidisciplinary team consists of specialized health and special education professionals and more specifically of child psychiatrists, psychologists, speech therapists, occupational therapists, special pedagogues, etc. This paper aims to examine the categories of children in need of special education, to analyze the concepts of "inclusion" and "integration" that are essential to creating a supportive framework. Furthermore the paper refers to the role of each of the health professionals involved in the education of children with special needs and examinesthe extent to which they cooperate with each other for the common goal of being educated so as to promote a better way of life for these children. More specifically, the first chapter refers to special education in Greece, epidemiological data, as well as to the aims and objectives of the special education. In the second chapter a reference is made to the different categories of pupils - children with disabilities and special educational needs, according to the law 3699/2008 the CFTMEA model of the French Classification of Child and Adolescent Mental Disorders (CFTMEA). The third chapter of the project refers to the legislation on mental health and special education, while in the fourth there are the developmental attributes in school age, the entrance of the child into school, the children with special needs in pre-school age, as well as the early intervention. The following chapter lists education programs for special education needs, the concepts of inclusion and integration. In the sixth chapter, reference is made to the role of the mental health professional during the evaluation process. The concept of interdisciplinary cooperation is also mentioned for the joint objective of creating a supportive framework for the education of children with special educational needs. The advantages of collaborating scientists from different disciplines are mentioned as well. The role of each mental health practitioner and other specialists, such as the role of child psychiatrist, the role of the psychologist, the role of the educator, the role of the speech therapist, the role of the occupational therapist and the role of the social worker, are also mentioned. The seventh and final chapter explains the role of drugs in pervasive developmental disorders and mental retardation. Η Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση αποτελεί εδώ και μερικές δεκαετίες αντικείμενο επιστημονικού και κοινωνικού ενδιαφέροντος. Αποτελεί έναν νέο κλάδο που έκανε την εμφάνισή του στην παιδαγωγική επιστήμη. Η Ειδική Αγωγή αποτελεί μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος, αφού δεν το αντικαθιστά, αλλά το συμπληρώνει, το υποστηρίζει και το ενισχύει. Μέσα από τη συνεργασία των επαγγελματιών υγείας είναι δυνατόν να δημιουργηθεί το κατάλληλο υποστηρικτικό πλαίσιο για την εκπαίδευση των παιδιών, με στόχο την ένταξη και ενσωμάτωση. Η διεπιστημονική συνεργασία, ξεκινάει μέσα από τι αρχικό στάδιο, όπου είναι η διαδικασία αξιολόγησης του παιδιού και μέχρι τη διαδικασία της παρέμβασης. Η διεπιστημονική ομάδα απαρτίζεται από εξειδικευμένους επαγγελματίες υγείας και ειδικής αγωγής και πιο συγκεκριμένα από παιδοψυχίατρους, ψυχολόγους, λογοθεραπευτές, εργοθεραπευτές, ειδικούς παιδαγωγούς, κ.α. Στην εργασία που ακολουθεί έχουμε ως σκοπό να αναλύσουμε τις κατηγορίες των παιδιών που χρήζουν ειδική αγωγή και εκπαίδευση , να αναλύσουμε τις έννοιες « ένταξη » και « ενσωμάτωση » που είναι βασικές για τη δημιουργία ενός υποστηρικτικού πλαισίου , να αναφέρουμε το ρόλο του καθενός από τους επαγγελματίες υγείας που εμπλέκονται στη εκπαίδευση των παιδιών με ειδικές ανάγκες και να εξετάσουμε το κατά πόσο συνεργάζονται μεταξύ τους , για τον από κοινού στόχο , που δεν είναι άλλος από την εκπαίδευση και την προαγωγή ενός καλύτερου τρόπου ζωής για τα άτομα αυτά. Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην ειδική αγωγή στην Ελλάδα, στα επιδημιολογικά στοιχεία , καθώς επίσης και στους σκοπούς και στόχους της ειδικής αγωγής. Στο δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας υπάρχουν οι διάφορες κατηγορίες μαθητών – παιδιών με αναπηρίες και ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών , σύμφωνα με το νόμο 3699/2008 και γίνεται αναφορά στο μοντέλο Γαλλικής Ταξινόμησης Ψυχικών Διαταραχών Παιδιού και Εφήβου (CFTMEA ). Στο τρίτο κεφάλαιο της εργασίας γίνεται αναφορά στη νομοθεσία για τη ψυχική υγεία και την ειδική αγωγή , ενώ στο τέταρτο ακολουθούν τα αναπτυξιακά γνωρίσματα στη σχολική ηλικία, η είσοδος του παιδιού στο σχολείο , τα παιδιά με ειδικές ανάγκες στην προσχολική ηλικία , καθώς και η πρώιμη παρέμβαση. Στο επόμενο κεφάλαιο αναφέρονται τα εκπαιδευτικά προγράμματα ειδικής αγωγής , οι έννοιες της ένταξης και της ενσωμάτωσης. Στο έκτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στο ρόλο του επαγγελματία ψυχικής υγείας κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης. Επίσης, αναφέρεται η έννοια της διεπιστημονικής συνεργασίας για τον από κοινού στόχο της δημιουργίας ενός υποστηρικτικού πλαισίου για την εκπαίδευση παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Αναφέρονται τα πλεονεκτήματα της συνεργασίας των επιστημόνων από τους διάφορους κλάδους. Επίσης, αναφέρεται ο ρόλος του καθενός από τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας και άλλων ειδικοτήτων , όπως ρόλος του παιδοψυχίατρου, ο ρόλος του ψυχολόγου , ο ρόλος του εκπαιδευτικού, ο ρόλος του λογοθεραπευτή, ο ρόλος του εργοθεραπευτή και ο ρόλος του κοινωνικού λειτουργού. Το έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο εξηγεί το ρόλο που έχουν τα φάρμακα στις διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές και στη νοητική υστέρηση . 1049 149 182 The vast influence of social media use has changed most aspects of modern life. Nowadays people eliminate distances by choosing to communicate online. A natural outcome is the use of social media by health care professionals, organizations that represent them and by researchers. Publicly displayed online information, crowdsourcing, patient-doctor online communication, online research patient recruitment, total amount of medical information online and the type of social media accounts that clinicians must have, are some of the issues that concern bioethicists. Thus, apart from the legal content of social media, there is an ethical content to be established, in order to ensure the fundamental principles of bioethics, which maintain public trust to health care professionals. In this thesis ethical matters and dilemmas are analyzed, the current published bibliography, which includes guidelines for social media use is stated and encompassing guidelines, based on research, ethic codes, laws and regulations, are proposed. Η αθρόα εισροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει αλλάξει τις περισσότερες εκφάνσεις της σύγχρονης ζωής. Οι άνθρωποι πλέον εκμηδενίζουν τις αποστάσεις, επικοινωνώντας κυρίως διαδικτυακά. Φυσικό επακόλουθο ήταν και η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τους επαγγελματίες του ιατροφαρμακευτικού κλάδου, τους συλλόγους που τους εκπροσωπούν αλλά και τους ερευνητές. Οι διαδικτυακά διαθέσιμες προσωπικές πληροφορίες, ο πληθοπορισμός, η αλληλεπίδραση μεταξύ ασθενών-ιατρών, η προσέλκυση ασθενών σε έρευνες, το σύνολο των διαδικτυακών ιατρικών πληροφοριών και τα διαδικτυακό προφίλ των ιατρών είναι κάποια από τα θέματα που απασχολούν τον κλάδο της βιοηθικής. Κι αυτό γιατί θα πρέπει εκτός από το νομικό να τοποθετηθεί και ένα ηθικό πλαίσιο κατά τη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να διαφυλαχτούν οι αρχές της βιοηθικής, με σκοπό τη διατήρηση της εμπιστοσύνης που διατηρεί το κοινό απέναντι στον ιατροφαρμακευτικό κλάδο. Στη συγκεκριμένη διπλωματική, αναλύονται ηθικά ζητήματα και διλήμματα, που εγείρει η χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τους επαγγελματίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, αναφέρεται η ήδη υπάρχουσα δημοσιευμένη βιβλιογραφία, η οποία προτείνει κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση τους και προτείνονται εμπεριστατωμένες οδηγίες που βασίζονται στις μέχρι τώρα έρευνες, ηθικούς κώδικες, νόμους και κανονισμούς. 1050 270 300 Το σύστημα του εκλυτικού παράγοντα της κορτικοτροπίνης ως καινούργιος στόχος φαρμακοθεραπείας στις παθήσεις του καρδιαγγεικού The understanding of Corticotropin Releasing Factor (CRF) system involvement in physiology and pathophysiology has become a priority, given its pleotropic nature. CRF and homologous neuropeptides are the major neuroendocrine factors related with body's response to stress. Each ligand/peptide of the system and each type of receptor that has been identified has unique phylogenetic history, gene, pharmacology, tissue distribution and functions. Activation of CRF-R2 receptor mediates pharmacological effects often opposing those mediated by CRF-R1 receptor, including anti-inflammatory properties, anxiolytic activity, actions in the gastrointestinal system, hypotension and others. However, Urocortin 1 shares several properties-actions with CRF such as in anorexia, in increased energy consumption / thermogenesis, in proinflammatory actions mediated by CRF- R1 receptor, delivery and reproduction. Urocortins may be significant peptides in the pathogenesis, treatment or management of many diseases particularly of the cardiovascular system, such as congestive heart failure, ischemia and hypertension, while studies have indicated their role as potential biomarkers in the early diagnosis of heart failure. Clinical trials have already started , testing intravenous urocortin 2 or 3 in the therapy of congestive heart failure with encouraging results. In parallel, studies in experimental animals open the way for the use of CRF receptors as potential drug targets in disorders of cardiovascular system we mentioned before such as ischemia and hypertension. It has been noticed that Urocortins cause vasodilation and as a result hypotension, increase in cardiac output and reduction in peripheral vascular resistance, while improving the hormonal and renal profile. The present review summarizes their actions on the cardiovascular system, focusing on data bringing them to notice as drug targets for the diseases of the cardiovascular system. Η κατανόηση του συστήματος του Εκκλυτικού Παράγοντα Κορτικοτροπίνης (Corticotropin Releasing Factor, CRF) έχει γίνει επιτακτική ανάγκη. Ο CRF και τα ομόλογα με αυτόν πεπτίδια είναι ο βασικός νευροενδοκρινικός ρυθμιστής στην απάντηση του οργανισμού στο στες. Κάθε πεπτίδιο του συστήματος και κάθε τύπος υποδοχέα που έχει ταυτοποιηθεί έχει μοναδική φυλογενετική ιστορία, γονίδιο, φαρμακολογία, κατανομή στους ιστούς και λειτουργίες. Η ενεργοποίηση του CRF-R2 υποδοχέα συχνά διαμεσολαβεί φαρμακολογικές επιδράσεις αντίθετες με εκείνες που προκαλούνται από τον CRF-R1 υποδοχέα, συμπεριλαμβανομένων των αντι- φλεγμονωδών ιδιοτήτων, της αγχολυτικής δραστικότητας, της δράσης στο γαστρεντερικό σύστημα, της υπότασης και άλλων. Ωστόσο, η Ουροκορτίνη 1 μοιράζεται αρκετές γενικές ιδιότητες-δράσεις με τον CRF όπως π.χ., στην ανορεξία, στην αυξημένη κατανάλωση ενέργειας/θερμογένεση, στις προ- φλεγμονώδεις δράσεις διαμεσολαβούμενες από τον υποδοχέα CRF-R1, στον τοκετό και την αναπαραγωγή. Οι Ουροκορτίνες μπορεί να αποτελούν σημαντικά πεπτίδια στην παθογένεση, τη θεραπεία ή τη διαχείριση πολλών παθήσεων ιδιαίτερα του καρδιαγγειακού συστήματος, όπως είναι η συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, η ισχαιμία και η υπέρταση, ενώ μελέτες ανέδειξαν τον ρόλο τους και ως πιθανό βιοδείκτη στην πρώιμη διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας. Έχουν ήδη αρχίσει κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους με ενδοφλέβια χορήγηση Ουροκορτίνης 2 ή 3 για τη θεραπεία της συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας με ενθαρρυντικά αποτελέσματα, ενώ οι μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σε πειραματόζωα δίνουν το πράσινο φως για την χρήση των CRF υποδοχέων ως πιθανών στόχων φαρμακοθεραπείας και σε άλλες παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος που προαναφέραμε όπως η ισχαιμία και η υπέρταση. Σημειώθηκε ότι οι Ουροκορτίνες προκαλούν αγγειοδιαστολή και κατ’επακόλουθο υπόταση, αύξηση της καρδιακής παροχής και μείωση των περιφερικών αντιστάσεων με ταυτόχρονη βελτίωση του ορμονικού και νεφρικού προφίλ. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια ανασκόπηση των δράσεων τους στο καρδιαγγειακό σύστημα, εστιάζοντας στην ανάδειξή τους ως φαρμακευτικούς στόχους για τις προαναφερθείσες παθήσεις του καρδιαγγειακού συστήματος. 1051 299 253 The main purpose of this master thesis is to examine the role of the openness of a market economy and the quality of the institution in the protection of the environment. The question here is: To what extent does a country’s political system and, consequently, the free market and its economic development affect its environmental performance? Put differently, is open economy and institutional quality the answer to sustainability? To address this question, various macroeconomic, environmental and institutional indicators are selected, namely Gross Domestic Product per capita (GDPc), the ‘Open Markets Index’, calculated by the International Chamber of Commerce (ICC) in 2013, the ‘Environmental Performance Index’ (EPI), calculated by the Yale Center for Environmental Law and Policy (YCELP) and the ‘Control of Corruption’ (CC), ‘Rule of Law’ (RL) and ‘Government Effectiveness’ (GE) indicators, part of The Worldwide Governance Indicators (WGI) project. The sampled countries include all G20 and EU members and, together with the remaining ones, they comprise ‘more than 90% of global trade and investment’, as stated in ICC’s report. The results show that the Environmental Performance Index is directly proportional to the Open Markets Index & GDPc and that countries with stable democratic establishments better protect the environment. For the estimation of a statistical model, Principal Component Regression is applied, where EPI is the dependent and GDPc & OMI & the three governance indicators, i.e. CC, RL and GE, are the independent variables, that strongly suggests that high per capita income, an open economy and high levels of corruption control, legal system viability and government effective ness, i.e. good governance, have a positive effect on a country’s environmental performance. Mainly, it is shown that there is a statistically significant positive correlation between a country’s economic growth, openness of economy & levels of effective governance and its environmental performance. Ο κύριος σκοπός της μεταπτυχιακής αυτής εργασίας είναι να εξετάσει τον ρόλο της ανοιχτής οικονομίας και της ποιότητας των θεσμών στην προστασία του περιβάλλοντος. Το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: `Σε ποιόν βαθμό επηρεάζει το πολιτικό σύστημα μιας χώρας και, κατ’ επέκταση, η ελεύθερη αγορά και η οικονομική της ανάπτυξη την περιβαλλοντική της επίδοση;΄. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, εξετάζονται κάποιοι μακροοικονομικοί, περιβαλλοντικοί και θεσμικοί δείκτες· συγκεκριμένα το κατά κεφαλήν εισόδημα (GDPc), ο Δείκτης Ανοιχτής Αγοράς (OMI), ο Δείκτης Περιβαλλοντικής Επίδοσης (EPI) και οι δείκτες Ελέγχου Διαφθοράς (CC), Εφαρμοσιμότητας των Νόμων (RL) και Αποτελεσματικότητας της Κυβέρνησης (GE). Το δείγμα των χωρών περιλαμβάνει όλα τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις G20, οι οποίες, μαζί με τις υπόλοιπες χώρες του δείγματος, διακινούν παραπάνω από το 90% του παγκόσμιου εμπορίου και επενδύσεων, σύμφωνα με την έκθεση του ICC (2013). Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο EPI είναι ευθέως ανάλογος των GDPc και OMI και ότι οι χώρες με σταθερά δημοκρατικά πολιτεύματα προστατεύουν καλύτερα το περιβάλλον. Εφαρμόζοντας Παλινδρόμηση Κύριων Παραγόντων, υπολογίζουμε ένα στατιστικό μοντέλο με εξαρτημένη μεταβλητή τον Δείκτη Περιβαλλοντικής Επίδοσης (EPI) και ανεξάρτητες τους GDPc, OMI, CC, RL και GE, το οποίο δείχνει ότι το υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, η ανοιχτή οικονομία και υψηλά επίπεδα ελέγχου διαφθοράς, Εφαρμοσιμότητας των νόμων και αποτελεσματικότητας της κυβέρνησης είναι πιθανό να έχουν σημαντικά θετική επίδραση στην περιβαλλοντική επίδοση μιας χώρας. Στην ουσία δείχνεται ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης, της ανοιχτής οικονομίας και των επιπέδων αποτελεσματικής κυβερνησιμότητας μιας χώρας με την περιβαλλοντική της επίδοση. 1052 486 482 Τοπογραφικές και διαθλαστικές αλλαγές σε κερατόκωνο μετά απο ένθεση ενδοκερατοειδικών δακτυλίων με femtosecond laser Purpose: The study of better corrected visual acuity (BCVA) and changes in Coma, Q-value, astigmatism and K max in the keratoconus following intracorneal ring insertion (ICRS) in patients with stable keratoconus. Patients and Method: Prospective observational study involving 13 eyes from 13 patients with stable keratoconus. Measurements were performed preoperatively and 6 months postoperatively. All participants were subjected to the measurement of the best corrected visual 6 acuity and topography using Pentacam from which the following variables were analyzed: Coma, Q-value, Astigmatism and K max. Results: The data show an average increase of BCVA (LogMAR) by 0.35, which corresponds to an increase of 312.5% of the initial value (triplet of the index). From the t-test control for dependent samples, the observed increase was statistically significant (t (12) = -8.189, p = 0.000 <0.05). Essentially, we can say that after surgery the patients had a significant increase in BCVA. Corneal topography results in an average Coma reduction of 0.296, corresponding to a decrease of 78.7% of the original value. From the t-test control for dependent samples, the observed decrease was statistically significant (t (12) = 2.918, p = 0.000 <0.05). Essentially, we can say that after surgery the patients had a significant reduction in Coma. Still, there was an average Q-value decrease of 0.128, which corresponds to a 19.2% decrease in the initial value. From the t-test the observed decrease is not statistically significant (t (12) = 1,841, p = 0,090> 0.05). The data show an average decrease of astigmatism by 1,716, corresponding to a decrease of 43.06% of the initial value. From the t-test control for dependent samples, the observed decrease was statistically significant (t (12) = - 3,877, p = 0.002 <0.05). Essentially, we can say that after surgery patients had a significant decrease in astigmatism. The data shows an average Q-value decrease of 0.128 corresponding to a decrease of 19.2% of the initial value. From the t-test control for dependent samples, the observed decrease was not statistically significant (t (12) = 1.841, p = 0.090> 0.05). In fact, we can say that the value of Q-value before and after surgery can be considered equivalent, ie the operation did not appear to have affected Q-value. From the data, an average decrease of Kmax (D) by 1,623 was obtained, corresponding to an increase of 3.01% of the initial value. From the t- test control for dependent samples, the observed increase was not statistically significant (t (12) = 1.803, p = 0.097> 0.05). In fact, we can say that the K max (D) value before and after the surgery can be considered equivalent, ie the operation does not seem to affect the K max (D). Conclusions: Visual acuity is significantly improved after insertion of intracellular rings as well as the value of Coma. The price of Astigmatism decreases to a significant extent, while the remaining markers did not show any statistically significant change in the period considered. Σκοπός: Η μελέτη της καλύτερα διορθούμενης οπτικής οξύτητας (BCVA) και οι μεταβολές του Coma, Q-value, astigmatism και K max στον κερατόκωνο μετά από ένθεση ενδοκερατοειδικών δακτυλίων (ICRS) σε ασθενείς με σταθερό κερατόκωνο. Ασθενείς και μέθοδος: Προοπτική μελέτη παρατήρησης στην οποία συμμετείχαν 13 οφθαλμοί από 13 ασθενείς με σταθερό κερατόκωνο. Οι μετρήσεις έγιναν προεγχειρητικά και 6 μήνες 5 μετεγχειρητικά. Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθησαν σε μέτρηση της καλύτερα διορθούμενης οπτικής οξύτητας και τοπογραφίας κερατοειδούς με τη χρήση της Pentacam απο την οποία αναλύθηκαν οι εξής μεταβλητές: Coma, Q-value, Astigmatism και K max. Αποτελέσματα: Από τα δεδομένα προκύπτει μια μέση αύξηση του ΒCVA (LogMAR) κατά 35 που αντιστοιχεί σε αύξηση 312.5% της αρχικής τιμής (τριπλασιασμός του δείκτη). Από τον έλεγχο έλεγχος t-test για εξαρτημένα δείγματα προέκυψε ότι η παρατηρούμενη αύξηση είναι στατιστικά σημαντική (t(12)=-8.189, p=0.000<0.05). Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι μετά την επέμβαση οι ασθενείς είχαν σημαντική αύξηση του ΒCVA. Στην τοπογραφία κερατοειδούς προκύπτει μια μέση μείωση του Coma κατά 0.296 που αντιστοιχεί σε μείωση 78.7% της αχικής τιμής. Από τον έλεγχο έλεγχος t-test για εξαρτημένα δείγματα προέκυψε ότι η παρατηρούμενη μείωση είναι στατιστικά σημαντική (t(12)=2.918, p=0.000<0.05). Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι μετά την επέμβαση οι ασθενείς είχαν σημαντική μείωση του Coma. Ακόμα παρατηρήθηκε μια μέση μείωση του Q-value κατά 0.128 που αντιστοιχεί σε μείωση 19.2% της αρχικής τιμής. Απο τον έλεγχο του t-test η παρατηρούμενη μείωση δεν είναι στατιστικά σημαντική (t(12)= 1.841, p=0.090>0.05). Από τα δεδομένα προκύπτει μια μέση μείωση του αστιγματισμού κατά 1.716 που αντιστοιχεί σε μείωση 43.06% της αρχικής τιμής. Από τον έλεγχο έλεγχος t-test για εξαρτημένα δείγματα προέκυψε ότι η παρατηρούμενη μείωση είναι στατιστικά σημαντική (t(12)=-3.877, p=0.002<0.05). Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι μετά την επέμβαση οι ασθενείς είχαν σημαντική μείωση του αστιγματισμού. Από τα δεδομένα προκύπτει μια μέση μείωση του Q-value κατά 0.128 που αντιστοιχεί σε μείωση 19.2% της αρχικής τιμής. Από τον έλεγχο έλεγχος t-test για εξαρτημένα δείγματα προέκυψε ότι η παρατηρούμενη μείωση δεν είναι στατιστικά σημαντική (t(12)=1.841, p=0.090>0.05). Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι η τιμή του Q-value πριν και μετά την επέμβαση μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμη, δηλαδή η επέμβαση δεν φαίνεται να επηρέασε την τιμή του Q-value. Από τα δεδομένα προκύπτει μια μέση μείωση του K max (D) κατά 1.623 που αντιστοιχεί σε αύξηση 3.01% της αρχικής τιμής. Από τον έλεγχο έλεγχος t-test για εξαρτημένα δείγματα προέκυψε ότι η παρατηρούμενη αύξηση δεν είναι στατιστικά σημαντική (t(12)=1.803, p=0.097>0.05). Ουσιαστικά μπορούμε να πούμε ότι η τιμή του K max (D) πριν και μετά την επέμβαση μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμη, δηλαδή η επέμβαση δεν φαίνεται να επηρέασε την τιμή του K max (D). Συμπεράσματα: Η οπτική οξύτητα βελτιώνεται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό μετά την τοποθέτηση ενδοκερατοειδικών δακτυλίων καθώς επίσης και η τιμή του Coma. Η τιμή του Astigmatism μειώνεται σε στατιστικά σημαντικό βαθμό ενώ οι υπολοιποι δείκτες δεν παρουσίασαν καμία στατιστικά σημαντική αλλαγή στη χρονική περίοδο που εξετάστηκαν. 1053 202 201 Ανάπτυξη μεθοδολογίας PCR-RFLP για τη μελέτη του πολυμορφισμού rsi2i39527 του γονιδίου CACNA1S ως γενετική συνιστώσα της μυωπίας Myopia is one of the most common refractive eye disorders, whose etiology relates either to the increase of the anteroposterior axis or the refractive power of the organ itself. It is estimated that people with myopia account for a 30% of the population in western societies as well as an 80% of Asians. The prevalence of myopia is associated with environmental and genetic factors. Today, the incidence of myopia is approaching that of epidemics and hence, a thorough investigation of its pathobiology is still needed. Notably, myopia is a risk factor for the occurrence of several serious ocular pathologies, such as glaucoma, cataracts and ultimately, blindness.In the context of this BSc thesis, a novel PCR-RFLP method was developed, optimized, validated and employed in a pilot study towards the investigation of the mononucleotide polymorphism ^12139527 (CACNA1S). The latter was chosen to be studied in the context of the genetic component of myopia in the Greek population. In parallel, a critical review of this work is taking place herein. We believe that the investigation of the no doubt strong hereditary component of myopia may contribute towards a more effective prevention as well as treatment approach, being of benefit to the individual and the society. Η μυωπία είναι μία από τις πιο συχνές διαθλαστικές ανωμαλίες του οφθαλμού, της οποίας η αιτιολογία αφορά στην αύξηση του προσθιοπίσθιου άξονα η της διαθλαστικής δύναμης του οργάνου. Υπολογίζεται ότι από αυτή πάσχει το 30% των κατοίκων της Δύσης και έως και το 8ο% των Ασιατών. Ο επιπολασμός της μυωπίας έχει συσχετιστεί με περιβαλλοντικούς και γενετικούς παράγοντες. Σήμερα, η συχνότητα εμφάνισης της μυωπίας προσεγγίζει εκείνη των επιδημιών, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη της εν τω βάθει διερεύνησής της. Σημαντικά, η μυωπία αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση σοβαρών οφθαλμολογικών παθολογικών καταστάσεων, όπως το γλαύκωμα, ο καταρράκτης και εν τέλει, η τύφλωση . Στα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής εργασίας, αναπτύχθηκε, βελτιστοποιήθηκε, προτυποποιήθηκε και εφαρμόστηκε πιλοτικά καινοτόμος μεθοδολογία PCR-RFLP, προκειμένου να διερευνηθεί ο μονονουκλεοτιδικός πολυμορφισμός rsi2i39527 (CACNA1S). Ο εν λόγω πολυμορφισμός επιλέχθηκε να μελετηθεί στα πλαίσια της γενετικής συνιστώσας της μυωπίας στον ελληνικό πληθυσμό. Παράλληλα, γίνεται μία κριτική συζήτηση στο σύνολο της εργασίας, καθώς και προτάσεις για περαιτέρω έρευνα. Πιστεύουμε πως η διερεύνηση της ισχυρής κληρονομικής συνιστώσας της μυωπίας μπορεί να συμβάλλει σε πιο αποτελεσματικές μεθόδους πρόληψης και θεραπείας, με ποικίλα οφέλη στο άτομο και στην κοινωνία. 1054 269 309 Παράγοντες που επηρεάζουν τους συγγενείς πασχόντων από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ώστε να επιλέξουν εάν θα ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα αποκατάστασης σε οργανωμένο κέντρο ή όχι PURPOSE: The purpose of this study is to investigate the knowledge, attitude and views of the escorts of people with stroke, regarding the factors that influence their choice in rehabilitation after hospitalization stroke. METHOD-SAMPLE: To implement research used qualitative methodological approach, namely “Phenomenology”. Data analysis was done by the method of the Thematic Content Analysis. The sample were 12 people, aged 18 years and older. For the collection of data, the method of individual structured interview face to face was used, with open ended questions. Collecting research data through interviews lasted from September to November 2016. RESULTS: No interviewee had no prior sufficient knowledge or information about the Rehabilitation Centres. Information, received mainly from the internet and from the hospital health professionals where hospitalized patients. The views of all the people on what skills are needed to restore, vary. The role of the physician in any specialty, appears in only three of the twelve interviews. Overall, the respondents replied that the restoration, either at home or in an organized center, has a high economic cost. As regards the recommendation to third, interested, people with a similar problem, the common component of all who participated in the study is the quality of the professional to take on the incident. For all study subjects either had chosen rehabilitation center or at home, the psychology factor displayed in prominent position and influence, than it appears, significantly their final decision. CONCLUSIONS: Our study showed that there is a lack of information. An important role is the existence of qualified staff in dealing with the stroke and that significant contributions have graduate education programs. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθούν η γνώση, η στάση και οι απόψεις των συνοδών ατόμων με ΑΕΕ, σε ότι αφορά τους παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή τους στην αποκατάσταση μετά την νοσηλεία από ΑΕΕ. ΜΕΘΟΔΟΣ-ΔΕΙΓΜΑ: Για την υλοποίηση της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ποιοτική μεθοδολογική προσέγγιση και συγκεκριμένα η μέθοδος της Φαινομενολογίας. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε με την μέθοδο της θεματικής Ανάλυσης Περιεχομένου. Το δείγμα αποτελούσαν 12 άτομα, ηλικίας από 18 ετών και άνω. Για την συλλογή των δεδομένων, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της ατομικής δομημένης συνέντευξης πρόσωπο με πρόσωπο, με ερωτήσεις ανοικτού τύπου. Η συλλογή των ερευνητικών δεδομένων, μέσω συνεντεύξεων, διήρκησε από τον Σεπτέμβριο έως και τον Νοέμβριο του 2016. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ: Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε προηγούμενη επαρκή γνώση ή ενημέρωση για τα Κέντρα Αποκατάστασης. Την ενημέρωση, την έλαβαν, κυρίως, από το διαδίκτυο και από επαγγελματίες υγείας του νοσοκομείου όπου νοσηλεύονταν οι ασθενείς. Οι απόψεις σχετικά με το ποιες ειδικότητες χρειάζονται για την αποκατάσταση, ποικίλουν. Ο ρόλος του ιατρού, με οποιαδήποτε ειδικότητα, εμφανίζεται σε τρεις μόνο, από τις δώδεκα, συνεντεύξεις. Συνολικά, οι ερωτηθέντες, απάντησαν ότι η αποκατάσταση, είτε στο σπίτι είτε σε οργανωμένο κέντρο, έχει υψηλό οικονομικό κόστος. Σε ό,τι αφορά την σύσταση προς τρίτα, ενδιαφερόμενα, άτομα με παρόμοιο πρόβλημα, η κοινή συνισταμένη όλων όσων έλαβαν μέρος στη μελέτη είναι η ποιότητα του επαγγελματία που θα αναλάβει το περιστατικό. Για όλα τα άτομα της μελέτης, είτε είχαν επιλέξει Κέντρο Αποκατάστασης είτε την οικία, ο παράγοντας ψυχολογία εμφανίζεται σε προέχουσα θέση και επηρεάζει, από όσο φαίνεται, σημαντικά την τελική τους απόφαση. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ:Η μελέτη μας έδειξε ότι υπάρχει έλλειμμα ενημέρωσης. Σημαντικό ρόλο έχει και η ύπαρξη εξειδικευμένου προσωπικού στο θέμα της αντιμετώπισης των ΑΕΕ και σε αυτό ουσιώδη συμβολή έχουν και προγράμματα μεταπτυχιακής εκπαίδευσης. 1055 254 234 a study on the factors influencing student course preferences at the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace μια εμπειρική έρευνα για τους παράγοντες που επηρεάζουν τις επιλογές μαθημάτων των φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΔΠΘ Preservice teachers’ education is one of the most critical issues of the educational science, due to the fact that the teacher is one of the greatest factors of the educational process, and is responsible for growing personalities who are capable of adapting, and responding properly to the needs of today’s society. The curricula of the Department of Primary Level Education aim to the proper preparation of the future teacher and to the prompting of the development of their personal pedagogical theory and their educational profile. The offered mandatory and elective courses of the curriculum contribute to the students’ equipment of basic educational knowledge, abilities and practical skills, and to the widening of their aptitudes and interests. The issue that this thesis is trying to analyze refers to the education that teachers get in an undergraduate level, and, specifically, to the contribution of the elective courses to the education of the teachers. For this purpose, a experiential research was carried out, for the course choices that students of DPLE/DUTH make, over the course of their studies. The application of cluster analysis showed three distinct groups of students: a group whose students mostly choose courses in education, a second group who mostly choose courses in natural sciences and a third one who choose courses in all the fields. These results could be utilized from the people responsible for creating the curricula of the Educational Departments. Η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών αποτελεί ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα της Παιδαγωγικής Επιστήμης, καθώς ο εκπαιδευτικός αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες της εκπαιδευτικής διαδικασίας και είναι υπεύθυνος για την καλλιέργεια προσωπικοτήτων, ικανών να ενταχθούν στο κοινωνικό σύνολο και να ανταποκριθούν στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας. Τα Προγράμματα Σπουδών των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης στοχεύουν στην σωστή προετοιμασία του μελλοντικού εκπαιδευτικού και στην υποβοήθηση της ανάπτυξης της προσωπικής του παιδαγωγικής θεωρίας και του εκπαιδευτικού του προφίλ. Τα προσφερόμενα υποχρεωτικά και κατ’ επιλογήν μαθήματα του Προγράμματος Σπουδών συμβάλλουν στον εφοδιασμό των φοιτητών με βασικές εκπαιδευτικές γνώσεις, δεξιότητες και πρακτικές και στην διεύρυνση των κλίσεων και των ενδιαφερόντων των φοιτητών, αντίστοιχα. Η προβληματική της παρούσας εργασίας αφορά στην εκπαίδευση που λαμβάνουν οι εκπαιδευτικοί σε προπτυχιακό επίπεδο και συγκεκριμένα στη συμβολή των μαθημάτων επιλογής στην εκπαίδευση των εκπαιδευτικών. Για τον σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα για τις επιλογές μαθημάτων που γίνονται από τους φοιτητές του ΠΤΔΕ/ΔΠΘ κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η εφαρμογή της Ιεραρχικής Ανάλυσης σε Συστάδες έδειξε τρεις διακριτές ομάδες φοιτητών: μία ομάδα που επιλέγουν κυρίως μαθήματα παιδαγωγικής, μια δεύτερη ομάδα που επιλέγουν κυρίως μαθήματα θετικών επιστημών και μία τρίτη που επιλέγουν μαθήματα από όλα τα πεδία. Τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τους υπευθύνους σχεδιασμού προγραμμάτων σπουδών των Παιδαγωγικών Τμημάτων. 1056 307 306 Οι απόψεις των εκπαιδευτικών για τους παράγοντες που επηρεάζουν τη σχολική επίδοση των μαθητών There are factors that have a direct or indirect impact on the school performance of the students and as demonstrated by the literature references, the number of these factors is rather high. Knowledge of the factors that affect positively or negatively the school performance of the students is essential for all teachers. Provided that the teachers take into account all the factors, they might be able to help their students on a more personal, educational and social level. One of the aspects of this dissertation will be to clarify the terms assessment, rating, efficiency and performance. Moreover, the present study examines the factors that may affect school performance of students, according to modern English and Greek literature and research reports. The survey we conducted aimed to examine the views of the teachers regarding the factors they consider to be affecting the school performance of the students in primary schools of the city of Alexandroupolis. More specifically, our research aims to identify what the teachers think about whether the mother language, the country of origin, the teacher himself, his assessment for each student, the student himself, the individual characteristics and the place of residence can affect school performance. Our survey involved 52 teachers who filled our questionnaire. From the analysis of the collected data, we concluded that family, both in matter of the interpersonal relationships that are formed within and regarding the educational level of the parents, perhaps is the most decisive factor in the school performance of the students, that most of the times the parental involvement has a positive effect in the school performance of the students, that anxiety and the environment of the classroom has a very strong impact on the student’s performance, on the other hand, the initial impressions that the teacher formulates for each student doesn’t seem to affect their actual school performance Υπάρχουν παράγοντες που επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τη σχολική επίδοση των μαθητών και όπως φάνηκε από τις βιβλιογραφικές αναφορές οι παράγοντες αυτοί είναι αρκετοί. Η γνώση για τους παράγοντες που επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά τη σχολική επίδοση των μαθητών είναι απαραίτητη για όλους τους εκπαιδευτικούς. Οι εκπαιδευτικοί αν λάβουν υπόψη τους αυτούς τους παράγοντες μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές τους σε προσωπικό, μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας γίνεται η αποσαφήνιση των όρων αξιολόγηση, βαθμολόγηση, απόδοση και επίδοση. Ακόμη, στην παρούσα εργασία εξετάζονται οι παράγοντες που είναι δυνατό να επηρεάσουν τη σχολική επίδοση των μαθητών σύμφωνα με σύγχρονες αγγλικές και ελληνικές βιβλιογραφικές και ερευνητικές αναφορές. Η έρευνα που πραγματοποιήσαμε έμελε να εξετάσει τις απόψεις που έχουν οι εκπαιδευτικοί δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης για τους παράγοντες που θεωρούν οι ίδιοι ότι επηρεάζουν τη σχολική επίδοση των μαθητών τους. Ειδικότεροι στόχοι της έρευνάς μας ήταν να εντοπίσουμε τις απόψεις των εκπαιδευτικών για το αν η οικογένεια, η μητρική γλώσσα, η χώρα προέλευσης, ο ίδιος ο εκπαιδευτικός, η αξιολόγηση του προς τον κάθε μαθητή, ο ίδιος ο μαθητής, τα ατομικά του χαρακτηριστικά και ο τόπος διαμονής του επηρεάζουν τη σχολική επίδοση. Στην έρευνά μας συμμετείχαν 52 εκπαιδευτικοί που απάντησαν στο ερωτηματολόγιό μας. Από την ανάλυση των δεδομένων που συλλέξαμε προέκυψε ότι η οικογένεια, τόσο με τις διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσονται σε αυτή όσο και με το μορφωτικό επίπεδο των γονέων, αποτελεί ίσως τον καθοριστικότερο παράγοντα σχολικής επίδοσης των μαθητών, ότι τις περισσότερες φορές η γονεϊκή εμπλοκή λειτουργεί με θετικό τρόπο στη σχολική επίδοση των μαθητών, ότι πολύ μεγάλο ρόλο στην επίδοση του μαθητή παίζει το άγχος και το κλίμα της τάξης, ενώ αντίθετα, η αρχική εικόνα που έχουν οι εκπαιδευτικοί για τους μαθητές δεν φαίνεται να επηρεάζει τη σχολική τους επίδοση 1057 334 357 Implementation of educational digital stories and interactive exercises on modules of greek kindergartens’ curriculum Υλοποίηση εκπαιδευτικών πολυμεσικών ιστοριών και αλληλεπιδραστικών ασκήσεων για τις ενότητες του Δ.Ε.Π.Π.Σ The interdisciplinary curriculum for Greek kindergartens (DEPPS) includes the learning area ‘Child and Informatics’. The computer and the Internet has penetrated into all areas of science and any other productive activity thus contributing, in an indirect and direct way, to their rapid evolution itself. It is obvious that the social impacts of this new productive force are important, complex and, to some extent, we would say unpredictable. Directly affect a significant number of our quality of life, even the formation of our character and our social interactions.The purpose of this learning area, according to DEPPS is to give young children the opportunity to interact with computers and other technological resources through appropriate educational activities. One type of activities involving technological resources that may be integrated in the curriculum is digital storytelling that is, using digital tools to tell stories. Digital storytelling aims to transfer important messages. The use of digital storytelling has educational benefits to students who become writers as well as develop personal and narrative discourse. The teacher’s role is catalytic, because he/she involves students in the storytelling process. Beyond the benefits, however, there are limitations of digital storytelling as many students focus on the power of technology and visual effects and on the narrative, so teachers need to cultivate the art of written and oral storytelling. Digital storytelling is related to puppet theatre, a type of theatre in which actors are not people but dolls. A software tool that may be used to implement digital stories is Scratch. Scratch is a programming environment for education and entertainment that is developed by MIT and which may be used to create animation, digital art, music and computer games. In the context of this thesis, three digital stories were also implemented with Scratch. The scenarios of these stories are based on corresponding scenarios of fairy tales addressed to young children. Therefore, in the future, digital stories can be used in kindergartens Στο νέο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών για το Νηπιαγωγείο (ΔΕΠΠΣ) έχει προστεθεί τα τελευταία χρόνια και η μαθησιακή περιοχή Παιδί και Πληροφορική. Ο Ηλεκτρονικός Υπολογιστής και το Διαδίκτυο έχει εισχωρήσει σε όλους τους τομείς της επιστήμης και κάθε άλλης παραγωγικής δραστηριότητας συμβάλλοντας έτσι, με έμμεσο και άμεσο τρόπο, στην ίδια τη ραγδαία εξέλιξή τους. Είναι προφανές πως οι κοινωνικές επιπτώσεις από τη νέα αυτή παραγωγική δύναμη είναι σημαντικές, σύνθετες και, ως ένα σημείο, θα λέγαμε απρόβλεπτες. Επηρεάζουν άμεσα και σε σημαντικό αριθμό την ποιότητα της ζωής μας, ακόμη και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας και τις κοινωνικές μας αλληλεπιδράσεις.Ο σκοπός αυτής της μαθησιακής περιοχής, σύμφωνα με το ΔΕΠΠΣ, είναι αρχικά να προσφέρει μέσα από κατάλληλες δραστηριότητες στα παιδιά ευκαιρίες να έρθουν σε επαφή με τον ηλεκτρονικό υπολογιστή (Η/Υ) και άλλους τεχνολογικούς πόρους..Ένας τρόπος ενσωμάτωσης τεχνολογικών πόρων στο νηπιαγωγείο είναι οι εφαρμογές ψηφιακής αφήγησης. Η ψηφιακή αφήγηση είναι η διήγηση ψηφιακών ιστοριών σε ένα κοινό, που έχει ως στόχο τη μεταβίβαση σημαντικών μηνυμάτων. Η χρήση της ψηφιακής αφήγησης έχει παιδαγωγικά οφέλη στους μαθητές, οι οποίοι γίνονται συγγραφείς, αναπτύσσουν τον προσωπικό κι αφηγηματικό τους λόγο. Επίσης, ο ρόλος του εκπαιδευτικού είναι καταλυτικός, γιατί εμπλέκει τους μαθητές στη διαδικασία της αφήγησης. Πέρα από τα οφέλη, όμως, υπάρχουν και περιορισμοί της ψηφιακής αφήγησης, καθώς πολλοί μαθητές δίνουν έμφαση στην ισχύ της τεχνολογίας και στα ειδικά εφέ, παρά στην αφήγηση, με αποτέλεσμα οι εκπαιδευτικοί να πρέπει να καλλιεργούν την τεχνική της γραπτής και προφορικής αφήγησης. Η ψηφιακή αφήγηση συνδέεται με το κουκλοθέατρο, ένα είδος θεάτρου στο οποίο οι ηθοποιοί του δεν είναι άνθρωποι αλλά κούκλες. Ένα εργαλείο με το οποίο μπορούν να υλοποιηθούν ψηφιακές ιστορίες είναι το Scratch. Το Scratch είναι ένα περιβάλλον προγραμματισμού για εκπαίδευση και ψυχαγωγία που αναπτύσσεται από το ΜΙΤ και με το οποίο μπορούν να δημιουργηθούν κινούμενα σχέδια, ψηφιακή τέχνη, μουσική και ηλεκτρονικά παιχνίδια. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας, υλοποιήθηκαν και τρεις ψηφιακές ιστορίες με το Scratch. Τα σενάρια των ιστοριών βασίζονται σε σενάρια τριών αντίστοιχων παραμυθιών που απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Μελλοντικά, λοιπόν, ψηφιακές ιστορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο του Νηπιαγωγείου 1058 137 137 In this study we analyzed the major issue of constitutionally protected basic principle of the patient's self-determination in general medical practice and in particular in specific medical practice of the process of transplantation of organs or tissues.It became obvious that the principle of donor and recipient body self-determination is done with the timely, accurate and fully updated patient’s consent (under the conditions analyzed above) before any medical intervention instrument. If there is no such consensus (except for the cases reported in which consent is not required), there are criminal, civil and disciplinary sanctions for the doctor. Finally it is analyzed the existing system of the Law 3984/2011 concerning the institution of transplantation, which is referring to the involvement of related-relevant people of cadaveric and living donor and to the position of the recipient during the transplantation process. Στην παρούσα διατριβή αναλύθηκε το μείζον θέμα της συνταγματικά προστατευόμενης βασικής αρχής της αυτοδιάθεσης του ασθενούς στην εν γένει ιατρική πράξη και ειδικότερα στην ειδικότερη ιατρική πράξη της διαδικασίας της μεταμόσχευσης οργάνων ή ιστών. Έγινε αυτονόητο ότι η αρχή της αυτοδιάθεσης του σώματος του δότη και του λήπτη πραγματώνεται με την έγκαιρη, έγκυρη και πλήρως ενημερω-μένη συναίνεση του ασθενούς (υπό τους όρους που παραπάνω αναλύ-θηκαν) πριν την πραγματοποίηση κάθε πράξης ιατρικής επέμβασης. Σε περίπτωση μη ύπαρξης της συναίνεσης αυτής (εκτός των περιπτώσεων που αναφέρθηκαν στις οποίες δεν απαιτείται η συναίνεση), προβλέ-πονται ποινικής, αστικής και πειθαρχικής φύσεως κυρώσεις στον ιατρό. Τέλος αναλύθηκε το ισχύον σύστημα του θεσμού των μεταμο-σχεύσεων που υιοθετεί ο Νόμος 3984/2011, το οποίο αναφέρεται στην ανάμιξη των συγγενικών-οικείων προσώπων του πτωματικού και ζώντος δότη αλλά και τη θέση του λήπτη κατά την διαδικασία της μεταμόσχευσης. 1059 355 364 Mental illness is a syndrome characterized by a clinically significant disorder of a person's knowledge, regulation of emotions or behavior, and reflects a malfunction in the psychological, biological or developmental processes on which mental function is based (Stein et al., 2010). The aim of this study is to follow up a group of psychiatric patients, describing their demographic characteristics, their clinical diagnosis, any comorbidities that they have, their pharmacotherapy and the interactions that may arise from it. Data collection was made retrospectively (07.2016-01.2017) from a private pharmacy in Alexandroupolis (Greece). 219 psychiatric patients out of the 600 patients totally enrolled in the electronic system of pharmacy were included in the study. The mean age of psychiatric patients was 59 years (± 16.45, range 19-92). The three most common epidemiological psychiatric diseases were anxiety disorders (49.3%), mood disorders (39.7%) and psychotic disorders (12.3%). The number of comorbidities was 10. The most prevalent were cardiovascular disease (35%), hypercholesterolemia (19%) and gastroesophageal reflux (10%). Ihe highest rate of patient’s psychiatric pharmacotherapy had the antidepressant drugs (50%), of which SSRIs being the largest group of antidepressants (75%), with first drug escitalopram (36%). Anxiolytics/hypnotics had lower rate (28%), with alprazolam being first selection drug. Finally, antipsychotics had the lowest rate (22%), with first category atypical antipsychotics (65%). Interactions involved psychiatric drugs with other psychiatric drugs, psychiatric drugs with drugs for other diseases, drugs for other diseases with psychiatric drugs and drugs for other diseases among themselves. Drug interactions were mainly via cytochrome P450 metabolism (CYP2D6, CYP2C19) as well as other pathways. Specifically, in the first category of interactions, 20% of patients have used a CYP450 inducer or inhibitor and may have clinical significant drug interactions. In the second category, there was a combination of a CYP2D6 inhibitor and a CYP2D6 substrate (11 patients). In the last two categories there were 2 and 3 cases, respectively, who had co-administration of an inhibitor or inducer with a substrate. 70 For the preservation of mental health all health professionals should cooperate to increase the quality of care for patients and also to prevent negative consequences for both the patient and the health professional. Η ψυχιατρική ασθένεια είναι ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από κλινικά σημαντική διαταραχή της γνωστικής λειτουργίας ενός ατόμου, της διαχείρισης των συναισθημάτων και της συμπεριφοράς του. Αντικατοπτρίζει μια δυσλειτουργία στις ψυχολογικές, βιολογικές ή αναπτυξιακές διεργασίες στις οποίες βασίζεται η ψυχική λειτουργία (Stein et al., 2010). Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η παρακολούθηση μίας ομάδας ψυχιατρικών ασθενών, περιγράφοντας τα δημογραφικά χαρακτηριστικά τους, την κλινική τους διάγνωση, τυχόν συννοσηρότητες, τη φαρμακοθεραπεία τους και αλληλεπιδράσεις που μπορεί να προκύψουν από αυτή. Η συλλογή δεδομένων έγινε αναδρομικά (07.2016-01.2017) από ένα ιδιωτικό φαρμακείο της Αλεξανδρούπολης (Ελλάδα). Οι ψυχιατρικοί ασθενείς ήταν 219 σε αριθμό, από τους 600 σταθερούς ασθενείς που ήταν εγγεγραμμένοι στο ηλεκτρονικό σύστημα του φαρμακείου. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 59 έτη (± 16,45, εύρος τιμών 19-92). Οι τρεις πιο συχνές επιδημιολογικά ψυχιατρικές ασθένειες ήταν οι αγχώδεις διαταραχές (49,3%), οι διαταραχές διάθεσης (39,7%) και οι ψυχωσικές διαταραχές (12,3%). Οι συννοσηρότητες που εμφάνισαν οι ψυχιατρικοί ασθενείς ήταν 10 σε αριθμό. Τα επικρατέστερα ποσοστά είχαν οι καρδιαγγειακές παθήσεις (35%), η υπερχοληστερολαιμία (19%) και η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (10%).Η ψυχιατρική φαρμακοθεραπεία των ασθενών, παρουσίασε το μεγαλύτερο ποσοστό στην κατηγορία των αντικαταθλιπτικών (50%), εκ των οποίων το μεγαλύτερο κομμάτι κατείχε η κατηγορία των SSRIs (75%), με πρώτο φάρμακο την εσκιταλοπράμη (36%). Τα αγχολυτικά/υπνωτικά φάρμακα εμφάνισαν μικρότερο ποσοστό (28%), με την αλπραζολάμη ως το πρώτο φάρμακο εκλογής (51%). Τέλος τα αντιψυχωσικά παρουσίασαν το μικρότερο ποσοστό (22%), με πρώτη την κατηγορία των άτυπων αντιψυχωσικών (65%).Οι αλληλεπιδράσεις αφορούσαν τα ψυχιατρικά φάρμακα μεταξύ τους, τα ψυχιατρικά με φάρμακα άλλων παθήσεων, τα φάρμακα άλλων παθήσεων με ψυχιατρικά και τα φάρμακα άλλων παθήσεων μεταξύ τους. Οι αλληλεπιδράσεις των φαρμάκων ήταν κυρίως μέσω κυττοχρώματος (CYP2D6, CYP2C19) αλλά και άλλων μονοπατιών. Συγκεκριμένα, στην πρώτη κατηγορία αλληλεπιδράσεων το 20% των ασθενών που χρησιμοποιούσαν κάποιο επαγωγέα ή αναστολέα, ήταν δυνατό να εμφανίσουν αλληλεπιδράσεις. Στη δεύτερη κατηγορία υπήρξε συνδυασμός αναστολέα CYP2D6 και υποστρώματος (11 ασθενείς). Στις 2 τελευταίες κατηγορίες υπήρξαν 2 και 3 περιπτώσεις ασθενών, αντίστοιχα, που εμφάνισαν συγχορήγηση αναστολεά ή επαγωγέα με κάποιο υπόστρωμα. Για τη διατήρηση της ψυχικής υγείας, σημαντική είναι η συνεργασία όλων των επαγγελματιών υγείας, για την αύξηση της ποιότητας φροντίδας των ασθενών, αλλά και για την πρόληψη αρνητικών επιπτώσεων τόσο για τον ασθενή όσο και για τον επαγγελματία υγείας. 1060 271 323 Enhancing EFL students’ language skills by training their phonological short-term memory Ενίσχυση των γλωσσικών δεξιοτήτων παιδιών που μαθαίνουν την Αγγλική ως ξένη γλώσσα, μέσω της ενδυνάμωσης της φωνολογικής βραχύχρονης μνήμης Recent studies emphasize the relationship between phonological short-term memory skills and language development, and support the important contribution of phonological memory in the early stages of both native and foreign language development. This study aimed at (1) investigating the relationship between phonological short-term memory and vocabulary size in 3rd grade Greek-speaking students learning English as a foreign language, and (2) designing, implementing and assessing a phonological memory training program which aimed at strengthening students’ foreign language skills through a series of playful activities in the English language classroom. A pre- and post-test quasi-experimental design was adopted, with an experimental group (N=38) and a control group (N=30). Students of both groups were initially assessed in the English version of the Nonword Repetition Task (NWR), as well as in an English language vocabulary test (receptive and productive). Consequently, students of both groups attended the same English language teaching schedule, following the same activities by the same teacher. However, the experimental group students participated in the training program for 10 minutes at the beginning of each class (4 times a week, for 8 weeks). At the end of these two months, the students of both groups were assessed again as for their NWR skills and vocabulary knowledge. Results confirm the important relationship between their performance in the NWR and their English vocabulary scores. Moreover, a significant enhancement of the experimental group’s vocabulary knowledge during the second assessment was detected. Results are discussed in relation to previous research findings and the possibility of improving and implementing the training program for fostering foreign language learning Πρόσφατες έρευνες έχουν αναδείξει τον ρόλο της φωνολογικής βραχύχρονης μνήμης στη γλωσσική ανάπτυξη, στηρίζουν, δε, τον σημαντικό της ρόλο κατά τις πρώιμες φάσης τόσο της ανάπτυξης της μητρικής γλώσσας, όσο και της εκμάθησης ξένων γλωσσών. Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν (1) η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της φωνολογικής βραχύχρονης μνήμης και του μεγέθους του λεξιλογίου της αγγλικής σε ελληνόφωνους μαθητές της Γ’ τάξης του Δημοτικού που μαθαίνουν την αγγλική ως ξένη γλώσσα, και (2) ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η αξιολόγηση ενός προγράμματος ενίσχυσης της φωνολογικής μνήμης το οποίο μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες στα πλαίσια του μαθήματος των Αγγλικών στόχευε στην έμμεση ενίσχυση των γλωσσικών δεξιοτήτων των μαθητών στην ξένη γλώσσα. Για τις ανάγκες της παρούσας μελέτης υιοθετήθηκε ημιπειραματικό σχέδιο με μία πειραματική ομάδα (Ν=38) και μία ομάδα ελέγχου (Ν=30). Οι μαθητές και των δύο ομάδων αξιολογήθηκαν αρχικά ως προς τις επιδόσεις τους σε έργο επανάληψης αγγλικών ψευδολέξεων και ως προς το μέγεθος του λεξιλογίου της αγγλικής (προσληπτικού και εκφραστικού). Στη συνέχεια, όλοι οι μαθητές παρακολούθησαν το ίδιο διδακτικό πρόγραμμα αγγλικής γλώσσας, πραγματοποιώντας πανομοιότυπες δραστηριότητες από την ίδια εκπαιδευτικό. Οι μαθητές της πειραματικής ομάδας, ωστόσο, επί 10 λεπτά στην αρχή κάθε μαθήματος (4 φορές την εβδομάδα επί 8 εβδομάδες) συμμετείχαν στις ειδικά σχεδιασμένες παιγνιώδεις δραστηριότητες του προγράμματος παρέμβασης. Μετά το πέρας των 8 εβδομάδων, σε όλους τους μαθητές χορηγήθηκε εκ νέου η δοκιμασία επανάληψης ψευδολέξεων και το τεστ λεξιλογίου της αγγλικής γλώσσας. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τη σημαντική σχέση της επίδοσης στη δοκιμασία επανάληψης ψευδολέξεων με το μέγεθος του λεξιλογίου. Επιπλέον, παρότι οι επιδόσεις και των δύο ομάδων σημείωσαν βελτίωση κατά τη δεύτερη αξιολόγηση, οι επιδόσεις της πειραματικής ομάδας στο μέγεθος του αγγλικού λεξιλογίου ήταν σημαντικά υψηλότερες. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με προγενέστερα ερευνητικά ευρήματα και τη δυνατότητα βελτίωσης και εφαρμογής του προγράμματος παρέμβασης για την έμμεση ενίσχυση της γλωσσικής επίδοσης στην ξένη γλώσσα 1061 218 318 Ανάλυση φαρμακοεπιδημιολογικών δεδομένων σε ασθενείς παθολογικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας The field of Pharmacoepidemiology includes the use of drugs in large populations and provides information regarding their effects on human beings (Alvarez-Requejo et al, 1995; Evans, 2012; Public Policy Committee, International Society of Pharmacoepidemiology, 2016). The proper implementation of the clinical trial’s findings in everyday clinical practice is fundamental because the medical services will be better and also the average range of cost effectiveness of these services will be decreased (Fischer et al., 2016) . Everyday clinical practice is complicated and contains a lot of difficulties. The implementation of recording patients’ data in hospitals’ computer systems is now a worldwide fact. This was a key point to form this clinical study. The main object of this no interventional, retrospective, descriptive study was to control the appropriateness of drugs prescribed to the hospitalised patients in the area of Kavala in Greece. Demographic data as well as patients’ drugs and diagnosis were collected, recorded and statistically analysed. These patients were hospitalised in the Department Bof Internal Medicine of General Hospital of Kavala. The collected data were not only analysed but also compared to data found in international bibliography. Additionally, this study could reveal doctors’ therapeutic trends in the prefecture of Kavala. All things considered, this study could reveal doctors’ level of compliance with the international up to date medical guidelines. H φαρμακοεπιδημιολογία έχει ως αντικείμενο μελέτης την χρήση των φαρμάκων σε πληθυσμούς ανθρώπων και παρέχει σημαντικές πληροφορίες για τις επιδράσεις των φαρμάκων στον άνθρωπο (Alvarez-Requejo et al, 1995; Evans et al, 2012; Public Policy Committee, International Society of Pharmacoepidemiology, 2016) . Η ορθή εφαρμογή των ευρημάτων των κλινικών μελετών στην καθημερινή ιατρική πράξη είναι αναγκαία, όχι μόνο γιατί μπορεί να βελτιωθεί η ποιότητα των ιατρικών υπηρεσιών, αλλά και γιατί μπορεί να μειωθεί ταυτόχρονα και ο λόγος κόστους - αποτελεσματικότητος των υπηρεσιών αυτών (Fischer et al., 2016) . Η καθημερινή κλινική πράξη είναι πολύπλοκη και ταυτόχρονα φέρει πολλές δυσκολίες. Η ηλεκτρονική καταγραφή των ασθενών κατά την είσοδο τους στο νοσοκομείο, έχει αρχίσει να εφαρμόζεται σχεδόν σε όλα τα νοσοκομεία, σε παγκόσμιο επίπεδο. Το γεγονός αυτό, αποτέλεσε σημαντικό βοήθημα για τη διενέργεια της συγκεκριμένης μελέτης. Αντικειμενικός σκοπός λοιπόν, αυτής της μη παρεμβατικής, περιγραφικής, αναδρομικής μελέτης, είναι η παρουσίαση δεδομένων που αφορούν τη χρήση και χορήγηση φαρμάκων στον πληθυσμό της ευρύτερης περιοχής της Καβάλας, ο οποίος νοσηλεύθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Καβάλας. Γι’ αυτό, διενεργήθηκε καταγραφή, παρουσίαση, στατιστική ανάλυση και επεξεργασία δημογραφικών στοιχείων, φαρμακευτικών αγωγών και της κύριας διάγνωσης εισόδου και εξόδου των ασθενών από την Β' Παθολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας. Στη συνέχεια, έγινε ανάλυση των συγκεκριμένων ευρημάτων και στατιστικών αποτελεσμάτων, έχοντας πάντα ως βάση τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα. Η μελέτη αυτή, αναδεικνύει την επίδραση της νοσηλείας σε γενικό νοσοκομείο στο προφίλ της φαρμακευτικής αγωγής των ασθενών, προβλήματα στη φαρμακευτική αγωγή πριν την είσοδό τους στο νοσοκομείο και το είδος των φαρμακευτικών ουσιών που χορηγούνται στους ασθενείς. Επιπλέον, δείχνει τις θεραπευτικές τάσεις των ιατρών στο νομό Καβάλας και κατ’ επέκταση στον Ελλαδικό χώρο, ως προς τη θεραπεία ορισμένων συχνών παθήσεων και νοσολογικών οντοτήτων. Τέλος, μελετάται η τήρηση ή μη των διεθνών κατευθυντήριων οδηγιών, καθώς και η ύπαρξη τυχόν συχνών και επαναλαμβανόμενων θεραπευτικών σφαλμάτων, τα οποία αφορούν τα συνταγογραφούμενα φάρμακα. 1062 112 122 In the current study, 51 human blastocysts were used (26 unbiopsied and 25 following biopsy on day 3). These embryos were vitrified on day 5 using a DMSO/EG vitrification kit . Following warming, they were allowed to recover in culture for 24h and were immunostained with a-tubulin, acetylated tubulin, and/or gamma tubulin antibodies in combination with DAPI. Labelled embryos were examined by both fluorescence and confocal laser scanning microscopy. The survival rates following warming and the incidence of normal spindle chromosome configurations was not statistically different between the two groups. The incidence of spindle abnormalities including multipolarity, chromosome lagging, congression failure and chromosome bridging were also similar between the two groups . Για τη διεκπεραίωση της ακόλουθης μελέτης χρησιμοποιήθηκαν 51 ανθρώπινες βλαστοκύστες (25 από τις οποίες υποβλήθηκαν σε βιοψία την τρίτη ημέρα και 26 από τις οποίες δεν υποβλήθηκαν σε βιοψία). Οι βλαστοκύστες αυτές υαλοποιήθηκαν με κρυοπροστατευτικό μέσο που περιείχεΌΜ8Θ/ΕΟ. Στη συνέχεια αποψύχθηκαν και αφέθηκαν για επώαση 24 ώρες. Τέλος ανοσοσημάνθηκαν με αντισώματα έναντι της a-tubulin, της acety^ed^^^^^ της gammatubulinσε συνδυασμό με DAPI. Τα ανοσοσημασμένα έμβρυα αυτά αναλύθηκαν με ίΜοτο8θοηοοκαι confocallaserscanningmicroscopy. Οι ρυθμοί επιβίωσης μετά την απόψυξη και η συχνότητα των φυσιολογικών ατράκτων που εμφανίστηκαν δεν αποδείχθηκαν σημαντικά διαφορετικά ανάμεσα στα έμβρυα που υποβλήθηκαν σε βιοψία έναντι αυτών που δεν υποβλήθηκαν. Επίσης διαφορετική δεν φάνηκε να είναι ούτε και η συχνότητα των ατράκτων που εμφάνισαν κάποιας μορφής ανωμαλία όπως πολυπολικότητα, chromosomelagging, congression failure καιchromosomebridging.. 1063 750 762 Η επίδραση της εκτομής του καταλυθέντος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων ήπατος στην ιστομορφομετρία του εντέρου. OBJECTIVE: The investigation of the role of the remaining in situ, radiofrequency ablated liver, in the histomorphometry of the intestinal mucosa. MATERIAL AND METHODS: A total of 48 wistar mice were used and randomized in 4 groups. These groups were subdivided into 2 subgroups of 6 animals and subjected to midline laparotomy and a) Sham operation, b) excision of the left lateral liver lobe LLL (group HEP), c) RFA of the left lateral liver lobe (group RFA), and d) RFA and excision of the left lateral liver lobe (group RFA-HEP). Euthanasia of the animals of each subgroup was performed at 24 and 48 hours after the completion of the surgery, with concomitant excision of tissue specimens from terminal ileum. The samples which were taken from the terminal ileum were fixed and subjected to histopathological examination and morphometric analysis. The parameters which we studied were the height and density of the villi. The villus height in each group was expressed as the average villus height of the examined samples. The density of the villi in each group was expressed as average number of villi per field at 10X. The observed changes in the samples were quantified according to a scoring system, ranging from complete absence to presence of heavy lesions (0: no lesions, 1: slight damage, 2: moderate lesions, 3: severe lesions). Thus, a score was taken resulting from the sum of the scores of the parameters examined for each preparation. RESULTS: Regarding the measurements of 24 hours, the villus height was as follow: group RFA: 320.68±4 μm, RFA-HEP: 309.62±4.14 μm, HEP: 307.77± 10.11 μm and SHAM: 345.06±20.42 μm. At 48h the villus height of the groups was: RFA: 306.82 ±13.38 μm, RFA-HEP: 302.86±16.65 μm, HEP: 303.38±27.25 μm and SHAM: 336.86±20.07 μm. The statistical analysis showed that, in regard to the measurements of 24 hours, there was significant reduction of villus height in groups RFA (p<0.01), RFA-HEP (p=0.028) and HEP (p=0.019), compared to the group SHAM, while the villus height in group RFA-HEP was significantly lower than in the group RFA (p=0.04). Regarding the measurements of 48 hours, there was no statistically significant reduction in villus height among the pairs, in comparison to the group SHAM, while the comparisons between the same groups at different time points did not reveal statistically significant results. Regarding the measurements of 24 hours, the villus density of the groups was: RFA: 5.67 ±0.52, RFA-HEP: 5.83 ±0.75, HEP: 6.17 ± 0.75 και SHAM: 6.5±0.55. Regarding the measurements of 48 hours, the villus density in the groups was: RFA: 5.5±0.55, RFA-HEP: 5.67±0.52, HEP: 5.67±0.51 και SHAM: 6.33±0.52. No statistically significant reduction was observed in the density of the different groups (p>0.05). In regard to the measurements of 24 hours, the histopathological score was: RFA: 5.17 ±0.93, RFA-HEP: 5.83±0.88, HEP: 3.83±0.93 και SHAM: 0.83±0.98. In regard to the measurements of 48 hours, the histopathological score was: RFA: 10.83 ±0.52, RFA-HEP: 11 ±0.55, HEP: 5.75 ±0.96 και SHAM: 1.33 ±1.03. An increase was observed in groups RFA (p<0.01), RFA-HEP (p<0.01) and HEP (p<0.01) compared to the group SHAM, while the histopathological index in group RFA- HEP was significantly higher than that of the group HEP (p=0.08). In the measurements of 48 hours, there was an increase of the histopathological scores in groups RFA (p<0.05), RFA-HEP (p<0.05) and HEP (p<0.01) in comparison to the group SHAM. In group RFA-HEP, the histopathological score was significantly higher than that of group HEP (p<0.01), as well as in the RFA group it was significantly higher than that of group HEP (p<0.01). The comparisons between the groups in the different time points showed an increase of the histopathological scores in groups RFA (p<0.01), RFA-HEP (p<0.01) and HEP (p=0,012) at 48 hours, compared to the ones of the same groups at 24 hours. CONCLUSION: Radiofrequency ablation damages the intestinal mucosa morphometric characteristics by reducing the height of the intestinal villi and increasing tissue damage. The resection of the ablated hepatic parenchyma does not reduce the harmful effect of radiofrequency, regarding the histomorphometry of the intestine and especially the villus height of the intestinal mucosa. Due to the synergistic effect of hepatectomy, it was not possible to reach any firm conclusions of the role of the remaining in situ ablated liver in the group where the ablation of the liver was followed by resection of the ablated tissue. Regarding the tissue damage of the intestinal mucosa, it was found that the remaining in situ ablated liver does not play a significant role in the observed changes. ΣΚΟΠΟΣ: Η διερεύνηση του ρόλου της παραμονής in situ του καταλυθέντος ηπατικού παρεγχύματος στην ιστομορφομετρία του εντέρου.νβ ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Χρησιμοποιήθηκαν συνολικά 48 επίμυες της φυλής Wistar, που χωριστήκαν τυχαία σε 4 ομάδες των 12 πειραματόζωων (RFA, RFA-HEP, HEP, SHAM). Οι ομάδες αυτές υποδιαιρέθηκαν σε 2 υποομάδες των 6 πειραματόζωων. Στην ομάδα RFA, τα ζώα υποβλήθηκαν σε λαπαροτομία μέσης γραμμής και κατάλυση του αριστερού πλάγιου λοβού του ήπατος (LLL), περίπου του 30% του συνολικού όγκου του ήπατος του επίμυ, με ραδιοσυχνότητες σε μια ενιαία συνεδρία RFA. Στην ομάδα RFA-HEP, οι επίμυες υποβλήθηκαν σε κατάλυση με ραδιοσυχνότητες και εκτομή του LLL. Στην ομάδα SHAM, οι επίμυες υποβλήθηκαν σε εικονική επέμβαση. Στην ομάδα HEP, οι επίμυες υποβλήθηκαν σε εκτομή του LLL. Ευθανασία των πειραματόζωων της κάθε υποομάδας διενεργήθηκε στις 24 και στις 48 ώρες μετά την ολοκλήρωση της επέμβασης, με ταυτόχρονη λήψη τμήματος τελικού ειλεού. Τα δείγματα που λήφθηκαν από τον τελικό ειλεό μονιμοποιήθηκαν και υποβλήθηκαν σε ιστοπαθολογική εξέταση και ιστομορφομετρική ανάλυση. Οι παράμετροι που μελετήθηκαν ήταν το ύψος και η πυκνότητα των λαχνών. Το ύψος των λαχνών σε κάθε ομάδα εκφράστηκε ως μέσος όρος του ύψους των λαχνών από τα εξεταζόμενα δείγματα. Η πυκνότητα των λαχνών σε κάθε ομάδα εκφράστηκε ως μέσος όρος του αριθμού των λαχνών ανά οπτικό πεδίο στα 10X. Οι παρατηρούμενες αλλοιώσεις στα δείγματα ποσοτικοποιήθηκαν σύμφωνα με ένα σύστημα βαθμονόμησης, που κυμαίνονταν από πλήρη απουσία μέχρι παρουσία βαριών αλλοιώσεων (0:απουσία αλλοιώσεων, 1:ελαφρές αλλοιώσεις, 2:μέτριες αλλοιώσεις, 33:βαριές αλλοιώσεις). Λαμβάνονταν, έτσι, ένα σκορ που προέκυπτε από το άθροισμα των βαθμών της κάθε παραμέτρου που εξετάζονταν για το κάθε παρασκεύασμα. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Στις μετρήσεις των 24 ωρών, το ύψος των λαχνών είχε ως εξής: ομάδα RFA: 320,68±4 μm, RFA-HEP: 309,62± 4,14 μm, HEP:307,77± 10,11 μm και SHAM: 345,06±20,42 μm. Στις 48 ώρες το ύψος των λαχνών ήταν: RFA: 306,82 ±13,38 μm, RFA-HEP: 302,86±16,65 μm, HEP: 303,38±27,25 μm και SHAM: 336,86±20,07 μm. Η στατιστική ανάλυση έδειξε ότι στις μετρήσεις των 24 ωρών, στις ομάδες RFA (p<0,01), RFA-HEP(p=0,028) και HEP (p=0,019) υπήρχε σημαντική μείωση του ύψους των λαχνών σε σχέση με την ομάδα SHAM και ότι το ύψος των λαχνών στην ομάδα RFA-HEP ήταν σημαντικά μικρότερο και από εκείνο της ομάδας RFA (p=0,04). Στις μετρήσεις των 48 ωρών, κανένα ζευγάρι δεν παρουσίασε στατιστικά σημαντική μείωση στο ύψος των λαχνών σε σχέση με την ομάδα SHAM, ενώ από τις συγκρίσεις μεταξύ ομάδων στις διαφορετικές χρονικές στιγμές δεν προέκυψαν στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα. Στις μετρήσεις των 24 ωρών, η πυκνότητα των λαχνών είχε ως εξής: ομάδα RFA: 5,67 ±0,52, RFA-HEP: 5,83 ±0,75, HEP: 6,17 ± 0,75 και SHAM: 6,5±0,55. Στις 48 ώρες η πυκνότητα των λαχνών ήταν: RFA:5,5±0,55, RFA-HEP: 5,67 ±0,52, HEP: 5,67 ±0,51 και SHAM: 6,33±0,52. Στις μετρήσεις της πυκνότητας των λαχνών δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική μείωση (p>0,05) στις διάφορες ομάδες. Στις μετρήσεις των 24 ωρών, το ιστοπαθολογικό σκορ είχε ως εξής: ομάδα RFA:5,17 ±0,93, RFA-HEP: 5,83 ±0,88, HEP:3,83±0,93 και SHAM:0,83±0,98. Στις 48 ώρες ήταν: RFA: 10,83 ±0,52, RFA-HEP: 11 ±0,55, HEP: 5,75 ±0,96 και SHAM: 1,33±1,03. Σε ό, τι αφορά στο ιστοπαθολογικό σκορ στις μετρήσεις των 24 ωρών, αυξήθηκε στις ομάδες RFA (p<0,01), RFA-HEP (p<0,01) και HEP (p<0,01) σε σχέση με την ομάδα SHAM, ενώ ο ιστοπαθολογικός δείκτης στην ομάδα RFA - HEP ήταν σημαντικά υψηλότερος από εκείνο της ομάδας HEP (p=0,08). Στις μετρήσεις των 48 ωρών παρατηρήθηκε αύξηση στο ιστοπαθολογικό σκορ στις ομάδες RFA (p<0,05), RFA-HEP (p<0,05) και HEP (p<0,01) σε σχέση με την ομάδα SHAM. Ωστόσο, στην ομάδα RFA-HEP, το ιστοπαθολογικό σκορ ήταν σημαντικά υψηλότερο από εκείνο της ομάδα HEP (p<0,01), όπως επίσης και στην ομάδα RFA ήταν σημαντικά υψηλότερο από εκείνο της ομάδα HEP (p<0,01). Στις συγκρίσεις μεταξύ των ομάδων για τα διαφορετικά χρονικά σημεία, παρατηρήθηκε μεγαλύτερο ιστοπαθολογικό σκορ στις ομάδες RFA (p<0,01), RFA - HEP (p<0,01) και HEP (p=0,012) στις 48 ώρες σε σχέση με το ιστοπαθολογικό σκορ των ίδιων ομάδων στις 24 ώρες. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η κατάλυση με ραδιοσυχνότητες επιδρά βλαπτικά στα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά του εντέρου, μειώνοντας το ύψος των εντερικών λαχνών και αυξάνοντας την ιστική βλάβη. Η εκτομή του καταλυθέντος ηπατικού παρεγχύματος δεν μειώνει την βλαπτική επίδραση των ραδιοσυχνοτήτων, σε ό, τι αφορά στην ιστομορφομετρία του εντέρου και ειδικότερα το ύψος των λαχνών του εντερικού βλεννογόνου. Λόγω της συνεργικής δράσης της ηπατεκτομής στην ομάδα όπου τη ραδιοκατάλυση του ηπατικού παρεγχύματος ακολούθησε η εκτομή του, δεν κατέστη δυνατή η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων ως προς το ρόλο της παραμονής in situ του ραδιοκαταλυθέντος ήπατος. Ως προς την ιστική βλάβη του εντερικού βλεννογόνου, διαπιστώθηκε ότι η παραμονή in situ του καταλυθέντος ηπατικού παρεγχύματος δεν παίζει σημαντικό ρόλο στην παρατηρηθείσες μεταβολές. 1064 230 278 As a result of social trends many women elect to postpone their first pregnancy to a later stage in life. A large part of this population will be infertile by the time they opt to conceive, mainly because of a decreasing ovarian reserve and low oocyte quality resulting from age. In a subfertile population the availability of an accurate screening test of ovarian reserve would provide a useful means of predicting the chances of pregnancy and live birth with or without treatment and selecting an optimal dose of ovarian stimulation where treatment using ovarian stimulation is necessary. The following hormonal and ultrasound markers ave been used to attempt to estimate ovarian reserve and predict those with a poor chance of success in assisted reproductive techniques: age, concentrations of follicle stimulating hormone - FSH, estradiol, inhibin B, antimullerian hormone - AMH, ovarian antral follicle count - AFC, ovarian volume and ovarian stromal blood flow. There are also dynamic tests like clomiphene citrate challenge test - CCCT, exogenous follicle stimulating hormone ovarian reserve test - EFORT and gonadotropin releasing hormone agonist stimulation test - GAST. The use of a wide range of tests suggests that no single test provides a sufficiently accurate result. Nevertheless, assays like AMH and AFC have proven usefulness as markers of diminished ovarian reserve and predictors of response to ovarian stimulation in patients undergoing in vitro fertilization treatment. Ως αποτέλεσμα της αλλαγής των κοινωνικών τάσεων πολλές γυναίκες επιλέγουν να αναβάλλουν την πρώτη τους κύηση για ένα επόμενο στάδιο της ζωής τους. Μεγάλο μέρος αυτού του πληθυσμού θα είναι υπογόνιμο την περίοδο της επιθυμίας σύλληψης, κυρίως εξαιτίας της μείωσης των ωοθηκικών αποθεμάτων και της χαμηλής ποιότητας ωαρίων λόγω της προόδου της ηλικίας. Σε έναν υπογόνιμο πληθυσμό, η διαθεσιμότητα μίας ακριβούς μεθόδου ελέγχου των ωοθηκικών αποθεμάτων θα παρείχε ένα χρήσιμο τρόπο πρόβλεψης των πιθανοτήτων επίτευξης κύησης και ζωντανής γέννησης παιδιού με ή χωρίς θεραπεία και έναν τρόπο επιλογής ιδανικής δόσης θεραπείας ωοθηκικής διέγερσης όταν η θεραπεία αυτή απαιτηθεί. Οι εξής ορμονικοί και υπερηχογραφικοί δείκτες έχουν χρησιμοποιηθεί στην απόπειρα εκτίμησης των ωοθηκικών αποθεμάτων και πρόβλεψης εκείνων των γυναικών με πτωχές πιθανότητες επιτυχίας στις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής: η ηλικία, οι συγκεντρώσεις της ωοθυλακιοτρόπου ορμόνης - follicle-stimulating hormone, FSH -, η οιστραδιόλη, η ινχιμπίνη Β, η αντιμυλλέρειος ορμόνη - antimullerian hormone, AMH - , ο αριθμός των αντρικών ωοθυλακίων - antral follicular count, AFC -, ο ωοθηκικός όγκος και η μελέτη της αγγείωσης των ωοθηκών. Αναφέρονται και δυναμικές μέθοδοι ελέγχου, οι οποίες είναι το τεστ πρόκλησης με κιτρική κλομιφένη - Clomiphene citrate challenge test, CCCT -, το τεστ ωοθηκικών αποθεμάτων με εξωγενώς χορηγούμενη ωοθυλακιοτρόπο ορμόνη - Exogenous follicle stimulating hormone ovarian reserve test, EFORT -, και το τεστ διέγερσης με αγωνιστή της εκλυτικής ορμόνης των γοναδοτροπινών - GnRH agonist stimulation test, GAST. Η ύπαρξη και χρήση ενός μεγάλου εύρους δοκιμασιών αναδεικνύει το ότι καμία μεμονωμένη μέθοδος ελέγχου δεν προσφέρει απόλυτα ακριβές αποτέλεσμα. Παρ'όλα αυτά, μέθοδοι όπως η ΑΜΗ και ο AFC επιδεικνύουν μεγαλύτερη χρησιμότητα ως δείκτες ανεπαρκών ωοθηκικών αποθεμάτων και πρόβλεψης της απόκρισης στην ωοθηκική διέγερση κατά τη θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης. 1065 328 343 Βιβλιογραφική ανασκόπηση με θέμα: Οπτικά Πεδία σε ασθενείς με χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, αποφολιδωτικό γλαύκωμα και γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης Comparison of the characteristics, pattern and rate of change of visual fields between patients with chronic open-angle glaucoma (POAG), exfoliative glaucoma (PEXG) and normal tension glaucoma (NTG). Additional matching of these functional changes with the structural changes detected by optical coherence tomography (OCT) and optical coherence tomography angiography (OCTA). Method. Review of pubmed, sciencedirect, google scholar databases using keywords: visual field, glaucoma, open angle, pseudoexfoliation, normal tension, optical coherence tomography (OCT). A total of 6,161 results were obtained. After reading and evaluating the titles and abstracts, the present bibliography was selected. Results. The rate of visual field progress in the general sample is higher in PEXG compared to the other subtypes. However, it is equalized when adjusted for risk factors such as age, mean IOP, central corneal thickness, disc bleeding, and peripapillary β-zone atrophy of varying severity per subtype. In NTG, defects are more localized, sharper, deeper and closer to the fixation. The pattern of the defects varies depending on the stage of the disease and in the final stages it’s similar between subtypes. RNFL lesions are also more localized in NTG. In all subtypes due to the relationship of the lesion with the path of the nerve fibers the most common lesions are observed in the temporal retina and in the nasal field. GCIPL thinning in PEXG is faster, while its rate as well as RNFL thinning rate depends on the stage of the disease. In POAG, damage to the inferior pole of the optic disc and lower inferior vessel density, which is reflected in the superior visual field, is more common. Conclusion. Patients must be at a similar stage of the disease in order to be able to assess the differences (structurally and functionally) in characteristics, pattern and rate of progression between glaucoma subtypes. Also, in order to draw safe conclusions from the comparison of the characteristics, the pattern and the progress rate of visual fields between the glaucoma subtypes, the risk factors should be simulated. Σκοπός. Σύγκριση των χαρακτηριστικών, του μοτίβου και του ρυθμού αλλαγής των οπτκών πεδίων μεταξύ των ασθενών με χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας (ΧΓΑΓ), αποφολιδωτικό γλαύκωμα (ΑΓ) και γλαύκωμα φυσιολογικής πίεσης (ΓΦΠ). Επιπλέον αντιστοίχιση των λειτουργικών αυτών αλλαγών με τις δομικές αλλαγές που εντοπίζονται με την οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) και την αγγειογραφία της οπτικής τομογραφίας συνοχής (angio OCT). Μέθοδος. Βιβλιογραφική ανασκόπηση στις βάσεις δεδομένων pubmed, sciencedirect, google scholar με χρήση λέξεων-κλειδιά : οπτικά πεδία, γλαύκωμα, ανοικτή γωνία, ψευδοαποφολίδωση, φυσιολογική πίεση, οπτική τομογραφία συνοχής (OCT). Προέκυψαν συνολικά 6.161 αποτελέσματα. Μετά από ανάγνωση των τίτλων και των περιλήψεων, έγινε αξιολόγηση και επιλέχθηκε η παρούσα βιβλιογραφία. Αποτελέσματα. Ο ρυθμός εξέλιξης οπτικού πεδίου σε γενικό δείγμα είναι μεγάλυτερος στο ΑΓ έναντι των άλλων υποτύπων. Ωστόσο εξισώνεται όταν προσαρμόζεται για παράγοντες κινδύνου όπως ηλικία, μέση ΕΟΠ, κεντρικό πάχος κερατοειδούς, αιμορραγία δίσκου και περιθηλαία ατροφία β-ζώνης με διαφορετική βαρύτητα ανά υπότυπο. Στο ΓΦΠ παρατηρούνται βλάβες πιο εντοπισμένες, απότομες, βαθύτερες και εγγύτερα στην προσήλωση. Η τοπογραφία των ελλειμμάτων εμφανίζει μεταβλητότητα ανάλογα με το στάδιο της νόσου και στα τελικά στάδια προσομοιάζει μεταξύ των υποτύπων. Στο ΓΦΠ οι βλάβες RNFL είναι επίσης πιο εντοπισμένες. Σε όλους τους υποτύπους λόγω της σχέσης της βλάβης με την διαδρομή των ινών οι συχνότερες βλάβες παρατηρούνται στον κροταφικό αμφιβληστροειδή και στο ρινικό πεδίο. Η αραίωση GCIPL στο ΑΓ είναι ταχύτερη, ενώ ο ρυθμός της όπως και της αραίωσης RNFL εξαρτάται από το στάδιο νόσου. Στο ΧΓΑΓ παρατηρείται συχνότερα βλάβη στον κάτω πόλο της κεφαλής του οπτικού νεύρου και χαμηλότερη κατώτερη αγγειακή πυκνότητα που αντικατοπτρίζονται στο ανώτερο οπτικό πεδίο. Για να μπορέσουν να αξιολογηθούν οι διαφορές των χαρακτηριστικών, του μοτίβου και του ρυθμού εξέλιξης μεταξύ των γλαυκωματικών υποτύπων, τόσο σε δομικό όσο και σε λειτουργικό επίπεδο θα πρέπει οι ασθενείς να βρίσκονται σε παρόμοιο στάδιο της νόσου. Επίσης για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα από την σύγκριση των τριών υποτύπων σχετικά με τις παραπάνω παραμέτρους θα πρέπει να γίνει προσομοίωση ως προς τους παράγοντες κινδύνου που παρουσιάζονται κάθε φορά. 1066 208 188 Multiculturalism in literature--Study and teaching(Early childhood) Ετερότητα σε παιδικά βιβλία προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας The present thesis deals with the matter of otherness and the way it is presented as a subject to be managed in children’s literature. In the first part of the thesis, we examine theoretical matters that concern children’s literature and the concept of otherness, such as the roles of children’s literature and especially its socializing role, or the relation of ideology and socialization. Moreover, the first part of the thesis defines terms relevant to our research, such as stereotypes and prejudices, while emphasis is given to matters that concern culture, identity, multiculturalism and the models for education in a multicultural society. In the second part of our thesis, we analyse the contents of a sample of 12 contemporary illustrated children’s books by Greek and foreign authors, which have been translated into Greek. The objective of this research is to observe the multiple depictions of the “Other” in the contemporary literature for young readers as well as the ways in which they deal with the question of otherness. The conclusions of this research show that the children’s books of our sample both reveal the racist attitudes of the dominant groups and at the same time they propose different ways of dealing with otherness. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της ετερότητας και τον τρόπο που αυτό παρουσιάζεται ως αντικείμενο διαχείρισης σε βιβλία παιδικής λογοτεχνίας. Στο πρώτο μέρος εξετάζονται θεωρητικά ζητήματα και έννοιες που αφορούν την παιδική λογοτεχνία και την ετερότητα. Γίνεται λόγος για τους ρόλους της παιδικής λογοτεχνίας, την κοινωνικοποίηση και την ιδεολογία που μπορεί αυτή να προβάλλει. Στην συνέχεια, αποσαφηνίζονται όροι σχετικοί με την έρευνα, όπως τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις, ενώ δίνεται έμφαση σε ζητήματα που αφορούν τον πολιτισμό, την ταυτότητα, την πολυπολιτισμικότητα και τα εκπαιδευτικά μοντέλα διαχείρισής της. Έχοντας παρατηρήσει, στο θεωρητικό μέρος, τις αναπαραστάσεις του Άλλου στην παιδική λογοτεχνία περνάμε στο δεύτερο μέρος που είναι το ερευνητικό. Σε αυτό αναλύεται το περιεχόμενο ενός δείγματος 12 εικονογραφημένων παιδικών βιβλίων Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά. Σκοπός της έρευνας είναι να καταγραφούν οι τάσεις απεικόνισης του Άλλου και οι προτάσεις διαχείρισης της ετερότητας, οι οποίες εγγράφονται στα λογοτεχνικά βιβλία για μικρά παιδιά. Τα συμπεράσματα της έρευνας δείχνουν πως στα συγκεκριμένα παιδικά βιβλία καταδεικνύεται η ρατσιστική συμπεριφορά της κυρίαρχης ομάδας και αποτυπώνονται διάφοροι τρόποι διαχείρισης της ετερότητας. 1067 187 207 Προετοιμασία ενδομητρίου για τη μεταφορά κρυοσυντηρημένων εμβρύων, παράθυρο εμφύτευσης και χρήση προγεστερόνης The last three decades it has been observed a significant progress in the field of assisted human reproduction, offering safer and more effective treatments of infertility. Significant improvements in assisted reproductive technologies such as cryopreservation by vitrification, have provided increased survival of cryopreserved embryos and more pregnancies. Transfer of good quality embryos increases the chance of pregnancy as well as implantation rates. In addition, with embryo transfer, at the blastocyst stage, multiple pregnancies have decreased due to a reduction in the number of embryos transferred. Restrictions in the number of embryos transferred, have led to a progressive increase in frozen embryo transfers. An infertile couple’s goal is achievement of pregnancy. Consequently, it is very important to accurately describe and follow the necessary steps leading to a frozen embryo transfer. Optimal preparation of the endometrium, synchronization to the “implantation window” alongside the thawing time and transfer of the best quality embryos will yield the desired results. In today's society due to lifestyle problems faced by infertile couples, the number of cryopreserved cycles (FET) is gradually increasing and may soon surpass in numbers and success rates “fresh” cycles (ET). Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες έχει παρατηρηθεί σημαντική πρόοδος στον τομέα της υποβοηθούμενης ανθρώπινης αναπαραγωγής, που αποσκοπεί στην ασφαλέστερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της υπογονιμότητας. Ως εκ τούτου, σημαντικές βελτιώσεις σε τεχνολογίες της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής όπως η κρυοσυντήρηση, μέσω της υαλοποίησης, προσέφεραν αυξημένα ποσοστά επιβίωσης των κρυοσυντηρημένων εμβρύων και συνεπώς, επιτυχημένες εγκυμοσύνες. Τα καλής ποιότητας έμβρυα αυξάνουν την πιθανότητα για εγκυμοσύνη καθώς αυξάνονται τα ποσοστά εμφύτευσης. Επιπροσθέτως, με την εμβρυομεταφορά στο στάδιο της βλαστοκύστης, έχουν μειωθεί οι πολύδυμες κυήσεις λόγω του μειωμένου αριθμού των εμβρύων που μεταφέρονται. Οι περιορισμοί στη μεταφορά των εμβρύων, έχουν οδηγήσει σε μια προοδευτική αύξηση των κύκλων εμβρυομεταφοράς με έμβρυα από απόψυξη. Ένα υπογόνιμο ζευγάρι έχει ως απώτερο στόχο την επίτευξη εγκυμοσύνης. Για το λόγο αυτό, είναι πολύ σημαντικά κάποια στάδια που ακολουθούνται στην εμβρυομεταφορά κρυοσυντηρημένων εμβρύων. Η κατάλληλη προετοιμασία του ενδομητρίου, ο συγχρονισμός με το «παράθυρο εμφύτευσης, παράλληλα με το χρόνο απόψυξης και τη μεταφορά των καλύτερων ποιοτικά εμβρύων θα δώσουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στη σημερινή κοινωνία, εξαιτίας του τρόπου ζωής και των όποιων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα υπογόνιμα ζευγάρια, ο αριθμός των κρυοσυντηρημένων κύκλων (FET) αυξάνεται προοδευτικά και σύντομα μπορεί να ξεπεράσει σε αριθμούς και ποσοστά επιτυχίας τους «φρέσκους» κύκλους (ET). 1068 283 255 an aspect of vocabulary teaching in fifth and sixth grade of elementary school Η πολυσημία ως πτυχή της διδασκαλίας του λεξιλογίου στην Ε’ και ΣΤ’ δημοτικού Introduction:Τhe aim of this task is the description of polysemy, a phenomenon of vocabulary and it’s didactic approach in the fifth and sixth grade of elementary school. Theoretical part: In the first part, the theorist the term language and it’s basic structural parts are presented and analysed as well. In addition the terms word and lexeme are presented. Furthermore, it is noted the connection of the meaning and semantics with word. Moreover, in this part the polysemy is presented analytically according to the fact that it is the main subject of the task. In particular, not only the types of polysemy are mentioned but polysemy’s relation to homonymy and lexicography as well. Last but not least, the teaching of language and vocabulary in greek education is presented. Empiric part: The methodology which is implemented for the teaching of polysemy in fifth and sixth grade of elementary school is illustrated. Also in the same part the results are demonstrated, the vocabulary exercises which are included into instructive books are presented and the conclusions are mentioned. At the end, there are some proposals of teaching the polysemy in fifth and sixth grade of elementary school. Conclusions: polysemy is an essential vocabulary phenomenon due to the fact that most of the words have many meanings. Metaphor is a basic approach of polysemy. Also polysemy is close related to homonymy and lexicography. Moreover, the study of instructive books indicate that there is no clear and direct teaching of polysemy in these grades apart from metaphor. Finally, the dictionary and the corpus of greek texts are thought as essential materials for the teaching of polysemy. Εισαγωγή Ο σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η περιγραφή και η διδακτική προσέγγιση του λεξιλογικού φαινομένου της πολυσημίας στις δύο τελευταίες τάξεις του δημοτικού σχολείου. Θεωρητικό μέρος Γίνεται παρουσίαση και ανάλυση του όρου γλώσσα και των βασικών δομικών μερών της. Επίσης, παρουσιάζονται οι όροι λέξη και λέξημα. Ακολούθως, σημειώνεται η σχέση της λέξης με τη σημασία και τη σημασιολογία κι έπειτα παρουσιάζεται αναλυτικά η πολυσημία, που αποτελεί το βασικό θέμα της εργασίας. Συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά στα είδη πολυσημίας, αλλά και στη σχέση της με την ομωνυμία και τη λεξικογραφία. Στο τέλος, παρουσιάζεται η διδασκαλία τόσο της γλώσσας όσο και του λεξιλογίου στην ελληνική εκπαίδευση. Εμπειρικό μέρος Περιγράφεται η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για τη διδασκαλία της πολυσημίας στην Ε’ και Στ’ δημοτικού αλλά και των αποτελεσμάτων και διατυπώνονται συμπεράσματα. Τέλος, παρουσιάζονται οι λεξιλογικές ασκήσεις των σχολικών εγχειριδίων, επισημαίνονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν και διατυπώνονται προτάσεις διδασκαλίας των πολύσημων λέξεων μέσα από τις ήδη υπάρχουσες ασκήσεις των σχολικών εγχειριδίων. Συμπεράσματά Απ’ την επεξεργασία των δεδομένων προκύπτουν τα εξής: η πολυσημία είναι ένα σημαντικό λεξιλογικό φαινόμενο, καθώς οι περισσότερες λέξεις τυγχάνουν πολλών σημασιών. Βασική πτυχή της πολυσημίας αποτελεί η μεταφορά, ενώ διαπιστώνεται στενή σχέση της πολυσημίας με την ομωνυμία και τη λεξικογραφία. Από τη μελέτη των σχολικών εγχειριδίων δε διαπιστώθηκε ρητή και άμεση διδασκαλία των πολύσημων λέξεων σ’ αυτές τις τάξεις, πέρα από τη διδασκαλία της μεταφοράς, ενώ πολύ χρήσιμα εργαλεία για τη διδασκαλία των πολύσημων λέξεων κρίνονται το λεξικό και το Σώμα Ελληνικών Κειμένων. 1069 88 101 Μελέτη της απόκρισης των καταναλωτών στα φρούτα και λαχανικά αναφορικά με την διατροφική αξία στο Νομό Έβρου The present research examines the consumer response towards fruits and vegetables associated with nutritional value. The data were collected by the answers of 100 consumers in the form filling questionnaires in the northeastern region of Evros. The answers of this research are analyzed using statistical data processing program for social sciences SPSS 20.0. The findings of the study indicated useful concluding remarks. Given the importance of the results, statistically significant differences were noted regarding the question of how are fruits and vegetables consumed according to the age group Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, μελετάται η απόκριση των καταναλωτών στα φρούτα και λαχανικά αναφορικά με την διατροφική αξία. Τα δεδομένα συλλέχτηκαν από τις απαντήσεις 100 καταναλωτών, σε μορφή ερωτηματολογίου στο Νομό Έβρου. Γίνεται ανάλυση και καταγραφή των απαντήσεων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20.0. Στην συνέχεια μελετήθηκαν τα αποτελέσματα, από τα οποία εξάχθηκαν χρήσιμα συμπεράσματα. Το πιο σημαντικό ήταν ότι οι στατιστικώς σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στο ερώτημα σχετικά με το από που προμηθεύονται οι καταναλωτές φρούτα και λαχανικά ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα 1070 107 99 The main objective of this thesis is to explore the strategies that shape the development plan of the Prefecture of Evros. It is based on a new model of development that aims at "endogenous" development by exploiting the comparative advantages of the Prefecture. The purpose of this thesis is to record and analyze the current situation of the Prefecture in order to identify and evaluate the factors that influence the production system of the Prefecture and to formulate an integrated development strategy with specific action-oriented action plans and proposals based on the financial, productive and social dynamics of the place and the needs of the local population Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως βασικό στόχο τη διερεύνηση των στρατηγικών που διαμορφώνουν το σχέδιο ανάπτυξης του Νομού Έβρου. Βασίζεται σε ένα νέο πρότυπο ανάπτυξης το οποίο στοχεύει σε «ενδογενή» ανάπτυξη μέσω της αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων του Νομού. Στόχος της εργασίας είναι η καταγραφή και η ανάλυση της υφιστάμενης κατάστασης του Νομού, προκειμένου να προσδιοριστούν και να αξιολογηθούν οι παράγοντες που έχουν επίδραση στο παραγωγικό σύστημα του Νομού και η διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης αναπτυξιακής στρατηγικής με συγκεκριμένους άξονες δράσεις και προτάσεις παρέμβασης, βασιζόμενη στην οικονομική, παραγωγική και κοινωνική δυναμική του τόπου και τις ανάγκες του τοπικού πληθυσμού 1071 229 271 Ανάπτυξη λογισμικού φιλικού προς τον χρήστη για τον υπολογισμό αποκλειόμενου όγκου πρόσδεσης μικρών μορίων The study of protein interactions has spurred the interest of the scientific community nowadays. In recent years, many studies have been performed in this field, with particular emphasis on the study of ligand biding with corresponding receptors (dock-ing). Given this, it is essential to develop efficient methods, based on the available tools, in order to obtain valid and robust results that could give answers, even in the most fundamental questions in Biology. In the context of this thesis, a user-friendly software was developed for the cal-culation of the accessible volume upon ligand binding. Basic criteria of this project were molecular configurations and their relative orientation; as for performing calcula-tions, a novel approach was used, which is based on the computation of the three-di-mensional space where the ligand cannot be placed. The algorithm of this program, coded in Python, incorporates useful computational methods and tools aiming to solve the desired problem. The final version of the software includes a graphical user interface, and can display the test molecules through molecular imaging program. The algorithm calculates the accessible volume -area ac-cording to molecular surfaces, interior or pocket cavities that may be detected. The results obtained after computation has been completed are representative of the mole-cules studied. The performance of the designed program was satisfactory in low pro-cessing power systems, while it is also indicated for the study of small molecules bind-ing. Η μελέτη πρωτεϊνικών αλληλεπιδράσεων έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον της επι-στημονικής κοινότητας στις μέρες μας. Τα τελευταία χρόνια έχουν πραγματοποιηθεί πολλές έρευνες στο συγκεκριμένο πεδίο, με ιδιαίτερη έμφαση στη μελέτη της σύνδεσης μεταξύ προσδέτη - υποδοχέα (docking). Δεδομένου αυτού, κρίνεται απαραίτητη η α-νάπτυξη αποδοτικών μεθόδων, βάσει των εργαλείων που υπάρχουν διαθέσιμα, για την λήψη έγκυρων κι ορθών αποτελεσμάτων, τα οποία μπορούν να δώσουν απάντηση, α-κόμη και στα κυριότερα ερωτήματα της Βιολογίας. Στην πλαίσια της διπλωματικής εργασίας, έλαβε χώρα η ανάπτυξη ενός λογισμικού, φιλικού ως προς τον χρήστη, με στόχο τον υπολογισμό του προσπελάσιμου όγκου κατά την σύνδεση ενός προσδέτη με τον αντίστοιχο υποδοχέα. Βασικά κριτήρια αποτέλεσαν οι τρισδιάστατες διαμορφώσεις κι ο σχετικός προσανατολισμός των αλλη-λεπιδρώντων μορίων, ενώ για την εκτέλεση των υπολογισμών, χρησιμοποιήθηκε μια πρωτότυπη προσέγγιση, η οποία στηρίζεται στον προσδιορισμό του χώρου, όπου δεν καθίσταται εφικτή η τοποθέτηση του προσδέτη. Ο αλγόριθμος του προγράμματος συντάχθηκε σε γλώσσα προγραμματισμού Python, με την βοήθεια της οποίας πραγματοποιήθηκε η ενσωμάτωση χρήσιμων υπολογιστικών μεθόδων κι εργαλείων, με απώτερο σκοπό την επίλυση του ζητούμενου προβλήματος. Η τελική μορφή του λογισμικού περιλαμβάνει γραφικό περιβάλλον διε-παφής με τον χρήστη, καθώς και δυνατότητα προβολής των εξεταζόμενων μορίων, μέσω προγράμματος μοριακής απεικόνισης. Βάσει του αλγορίθμου μπορεί να πραγματοποιηθεί ο υπολογισμός προσπελάσιμου όγκου - εμβαδού για επιφάνειες του μορίου, εσωτερικές κοιλότητές ή εσοχές, που μπορεί να διαθέτει. Τα παραγόμενα αποτελέ-σματα, μετά από την εκτέλεση των προβλεπόμενων υπολογισμών, είναι αντιπροσω-πευτικά των μορίων που μελετώνται. Η λειτουργία του προγράμματος εμφάνισε ικα-νοποιητική απόδοση, κατά την χρήση σε συστήματα χαμηλής επεξεργαστικής ισχύος, ενώ επίσης, ενδείκνυται για τη μελέτη πρόσδεσης μικρών μορίων. 1072 490 558 Ανασκόπηση δεικτών ποιότητας υδάτινου περιβάλλοντος σε σχέση με την Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά και την Οδηγία Πλαίσιο για τη Θαλάσσια Στρατηγική The Water Framework Directive (WFD) 2000/60/EU, entered into force on 2000. On 2016 the Greek river basin management plans were under evaluation during the second implementation cycle. The implementation of the Directive’s quality indices started on 2010 and their first outcomes are now under evaluation. The Marine Strategy Framework Directive (MSFD) 2008/56/EC, entered into force on 2008. On 2016, the program of measure for obtaining the Good Environmental Status (GES) of the European marine waters, should start implementing. The associated eleven quality environmental indicators were established on 2012 but till now appropriate harmonization with the Directive protocols has not been implemented for the final assessment of the current environmental status, as presented in the review of the WFD and the MSFD in Chapter 1. The keywords used in the implemented literature review methodology and the work procedure are presented in Chapter 2. In Chapter 3 the MSFD indicators’ characteristics and relevant quantitative parameters are analyzed as defined in the 477 Decision of the European Commission, documenting the scope of this study to review, through literature, the parameters’ and indicators’ level of analysis of the descriptor D10 for marine litter which has minimum range of application and evaluation data. As presented in Chapter 4, in order to evaluate the current environmental status and to define the appropriate associated measures that will lead to GES of marine waters, the descriptor is implemented in five different areas, coastlines, water surface, sea floor, marine biota and microliter / microplastics, where harmonized with the MSFD monitoring protocols are suggested. The Joint Research Center (JRC) has developed proposed methodologies in 2011 for the implementation of the monitoring protocols. Taking these as a start point I created common reference tables for all proposed protocols enriching them and reviewing them with the methodologies used in the regional seas since 1992 and the revised protocols proposed by the JRC in 2013. These common reference fields in the tables are set in order to make distinct the particular features of the protocols. In Chapter 5 the protocols are evaluated based on criteria derived from the above features, and I highlighted sectors that need to be improved through diagrams that I created with assignment of evaluation results into numerical values.5 These criteria include the level of protocol’s maturity, equipment cost and general cost, the required level of personnel expertise for sampling and analysis, the geographic applicability, limitations and opportunities to reduce costs of implementation. Until now there was a delay in defining the appropriate harmonized protocols. The published output data cannot be fully utilized due to non-harmonized reporting. The provision of knowledge and the intercultural dialogue, the use of new biodegradable materials, the general technological progress and the proper awareness of all people, could potentially contribute to the objectives of the MSFD on marine litter, as presented in my proposals for improving the protocols effectiveness in Chapter 6. Finally Chapter 7 presents the literature reviewed for the implementation of the work. Η Οδηγία Πλαίσιο περί Υδάτων (ΟΠΥ) 2000/60/ΕΕ, ξεκίνησε να εφαρμόζεται το έτος 2000 και σήμερα το έτος 2016 τα διαχειριστικά σχέδια του 2 ου κύκλου εφαρμογής της ΟΠΥ για τα ελληνικά υδατικά διαμερίσματα βρίσκονται ήδη υπό αναθεώρηση. Οι ποιοτικοί δείκτες της Οδηγίας τέθηκαν σε εφαρμογή το έτος 2010 και ήδη αξιολογούνται τα πρώτα αποτελέσματα της χρήσης τους. Παράλληλα, η Οδηγία Πλαίσιο για τη Θαλάσσια Στρατηγική (ΟΠΘΣ) 2008/56/ΕΚ, ξεκίνησε να εφαρμόζεται το έτος 2008 και σήμερα το έτος 2016 πρέπει να ξεκινήσει η εφαρμογή του προγράμματος των κατάλληλων μέτρων για την επίτευξη της Καλής Περιβαλλοντικής Κατάστασης (ΚΠΚ) των θαλάσσιων υδάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η θέσπιση 11 ποιοτικών δεικτών παρακολούθησης έγινε το έτος 2012 αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν εφαρμοστεί τα κατάλληλα εναρμονισμένα με την Οδηγία πρωτόκολλα για την πλήρη αξιολόγηση της υφιστάμενης περιβαλλοντικής κατάστασης, όπως παρουσιάζω στην ανασκόπηση των δύο Οδηγιών στο κεφάλαιο 1. Στο κεφάλαιο 2 παρουσιάζονται οι λέξεις κλειδιά της εφαρμοζόμενης μεθόδου βιβλιογραφικής επισκόπησης και εξηγώ τον τρόπο διερεύνησης του θέματος. Στο κεφάλαιο 3 αναλύω τα χαρακτηριστικά και τις παραμέτρους ποσοτικοποίησης των δεικτών της ΟΠΘΣ όπως αναφέρονται στην απόφαση 477 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2010 και τεκμηριώνω τον σκοπό της εργασίας, για την ανασκόπηση των παραμέτρων και των κριτηρίων του δείκτη για τα θαλάσσια απορρίμματα (D10), ενός δείκτη με πολύ μικρό εύρος δεδομένων εφαρμογής και αξιολόγησης. Όπως αναλύεται στο κεφάλαιο 4 προκειμένου η αξιολόγηση της κατάστασης και εν συνεχεία ο καθορισμός των κατάλληλων μέτρων να αποφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα της ΚΠΚ των θαλάσσιων υδάτων, ο δείκτης εφαρμόζεται σε 5 διαφορετικά πεδία, τις ακτές, την επιφάνεια των υδάτων, τον πυθμένα, τους θαλάσσιους οργανισμούς και τα μικροαπορρίμματα / μικροπλαστικά, στα οποία προτείνεται η εφαρμογή πρωτοκόλλων παρακολούθησης, εναρμονισμένων με την ΟΠΘΣ. Για την εφαρμογή των πρωτοκόλλων έχουν αναπτυχθεί το 2011 προτεινόμενες μεθοδολογίες από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ε.Ε., τις οποίες έλαβα ως αφετηρία και δημιούργησα πίνακες με κοινά πεδία αναφοράς για όλα τα προτεινόμενα πρωτόκολλα, εμπλουτίζοντας αλλά και αναθεωρώντας τα με τις αναφερόμενες σε αυτά μεθοδολογίες των περιφερειακών θαλασσών που ήδη βρίσκονται σε εφαρμογή από το 1992 αλλά και την αναθεωρημένη πρόταση από το3 Κοινό Κέντρο Ερευνών το 2013. Στους πίνακες αυτούς θέτω κοινά πεδία αναφοράς προκειμένου να γίνουν ευδιάκριτα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των πρωτοκόλλων. Στο κεφάλαιο 5 τα πρωτόκολλα αξιολογούνται βάσει κριτηρίων που προκύπτουν από τα παραπάνω χαρακτηριστικά και καταδεικνύω τους τομείς όπου υπάρχει ανάγκη βελτίωσης μέσω διαγραμμάτων που δημιούργησα με αντιστοίχιση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης σε αριθμητικές τιμές. Τα κριτήρια περιλαμβάνουν την ωριμότητα της μεθόδου, το κόστος του εξοπλισμού και το γενικό κόστος της μεθόδου, την απαιτούμενη εξειδίκευση του προσωπικού που διεξάγει τη δειγματοληψία και ανάλυση, τη γεωγραφική καταλληλότητα της μεθόδου, τους περιορισμούς και τις δυνατότητες μείωσης τους κόστους εφαρμογής της. Μέχρι σήμερα υπήρξε καθυστέρηση στον καθορισμό εναρμονισμένων πρωτοκόλλων και τα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί δεν είναι πλήρως αξιοποιήσιμα λόγω μη εναρμονισμένης αναφορά τους. Η παροχή γνώσης και ο διαπολιτισμικός διάλογος, η χρήση νέων βιοδιασπώμενων πρώτων υλών και γενικά η πρόοδος της τεχνολογίας μαζί με την κατάλληλη ευαισθητοποίηση όλων των ανθρώπων, θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων της ΟΠΘΣ για τα θαλάσσια απορρίμματα, όπως παρουσιάζεται στις προτάσεις μου για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των πρωτοκόλλων στο κεφάλαιο 6. Τέλος στο κεφάλαιο 7 παρουσιάζεται η βιβλιογραφία που εξέτασα για την υλοποίηση της εργασίας. 1073 335 297 Στάθμιση και αξιολόγηση του ερωτηματολογίου «functional outcomes of sleep questionnaire (FOSQ)» στον Ελληνικό πληθυσμό σε ασθενείς με διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο Purpose: The implementation of the Greek version of the abbreviated questionnaire Functional Outcome of Sleep Questionnaire (FOSQ-10), which examines the impact of sleep disorders in the functioning of people, using 10 instead of 30 questions, using the original version. Background and Objective FOSQ-10 is a quick and validate questionnaire never used in Greek population with sleep breathing disorders. Method: evaluated 432 participants (73.7% men with mean age 52,99 ± 14,13 years (18-87 years of distribution range) and mean body mass index (BMI) = 32,72 ± 6,35 kg / m2) and (26.3% women with a mean age 56,19 ± 13,88 years (23-84 years of distribution range) and BMI = 34,34 ± 8,38kg / m2 with diagnosed OSA were included. We appreciated the internal cohesion, factor analysis, analysis by multivariate scaling and validity of FOSQ-10.Participants completed the visualized sleepiness scale, coexisting diseases and received treatment. Results: The factor analysis found that all questions-factors met the recovery criteria. The Cronbach Alpha coefficient for FOSQ-10 all the parameters that make up the (activity, vigilance, intimacy, general productivity, social outcome) showed internal consistency reliability A = 0.864. Each subclass correlation variation (correlation matrix) ranged from 0.477 to 0.590. The Cronbach Alpha values for the three categories were parametric activity = 0,760, vigilance = 0,772, general productivity = 0,735 respectively. The lowest value (base) was observed in the results on all subscales of FOSQ-10, but the ceiling was reached on the total score of FOSQ-10 (normal price range: 16.3 to 19.41) and all subscales FOSQ -10. They classified the patients according to the severity of the syndrome into three groups (5 30) showed statistical significance only as a reference activity (activity) in the group with the mildest syndrome compared to other two. Conclusions: The FOSQ-10 is a reliable and valid instrument for the functional evaluation in patients with daytime sleepiness in the Greek population with OSA. However, it is not as sensitive to discriminate functional problems in-between OSA patients with different grade (RDI) of severity. Σκοπός: Η εφαρμογή της Ελληνικής έκδοσης του συντομευμένου ερωτηματολογίου Functional Outcome of Sleep Questionnaire (FOSQ-10), που εξετάζει την επίπτωση των διαταραχών του ύπνου στη λειτουργικότητα των ατόμων, με τη χρήση 10 αντί για 30 ερωτήσεις, που χρησιμοποιεί η αρχική έκδοσή του. Μέθοδος: Αξιολογήθηκαν 432 συμμετέχοντες (73,7% άνδρες με μέση ηλικία 52,99±14,13 έτη, (18-87 ετών εύρος κατανομής) και μέσο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ)=32,72±6,35 kg/m2) και (26,3% γυναίκες με μέση ηλικία 56,19±13,88 έτη, (23-84 ετών εύρος κατανομής) και ΔΜΣ=34,34±8,38kg/m2 με διαγνωσμένο ΣΑΥ συμπεριλήφθησαν. Εκτιμήθηκε η εσωτερική συνοχή, η παραγοντική ανάλυση, η ανάλυση με πολυπαραγοντική κλιμάκωση και η εγκυρότητα του FOSQ-10. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν την οπτικοποιημένη κλίμακα υπνηλίας, και καταγράφηκαν τα συνυπάρχοντα νοσήματα και τη λαμβανόμενη αγωγή. Αποτελέσματα: Η παραγοντική ανάλυση διαπίστωσε ότι όλες οι ερωτήσεις-παράγοντες πληρούσαν τα κριτήρια αξιοποίησης. Ο συντελεστής Cronbach Alpha για το FOSQ-10 στο σύνολο των παραμέτρων που τον απαρτίζουν (activity, vigilance, intimacy, general productivity, social outcome) εμφάνισε αξιοπιστία εσωτερικής συνοχής Α=0,864. Η διακύμανση συσχέτισης ανά υποκατηγορία (correlation matrix) κυμάνθηκε από 0,477 έως 0,590. Οι τιμές του Cronbach Alpha για τις 3 παραμετρικές κατηγορίες ήταν activity= 0,760, vigilance=0,772 και general productivity=0,735 αντίστοιχα. Η κατώτερη τιμή (βάση) δεν παρατηρήθηκε στα αποτελέσματα σε όλες τις υποκλίμακες του FOSQ-10, αλλά το ανώτατο όριο επιτεύχθηκε στο συνολικό σκορ του FOSQ-10 (διακύμανση φυσιολογικών τιμών: 16,3-19,41) και σε όλες τις υποκλίμακες FOSQ-10. Ταξινομήθηκαν οι ασθενείς με βάση τη βαρύτητα του συνδρόμου σε τρεις κατηγορίες (530) έδειξε στατιστική σημαντικότητα μόνο όσο αναφορά την δραστηριότητα (activity) στην ομάδα με το ηπιότερο σύνδρομο σε σχέση με τις άλλες δύο. Συμπεράσματα.Το FOSQ-10 είναι ένα αξιόπιστο και έγκυρο μέσο για την λειτουργική αξιολόγηση σε ασθενείς με ημερήσια υπνηλία στον ελληνικό πληθυσμό με ΣΑΥ. 1074 541 572 Στιγματισμός, προκαταλήψεις και κοινωνική ταυτότητα στις διομαδικές σχέσεις, εν μέσω της παρατεινόμενης οικονομικής ύφεσης και των μεταναστευτικών ροών στην Ελλάδα This paper examines bibliographically the negative dialectical relationships that give rise to stigmatization and prejudice, studying emerging social identities amidst the prolonged economic recession and migratory flows in Greece. In the first chapter, the concept of social identity, stereotypical perceptions and prejudices is being investigated and analyzed in theory. The theoretical approaches to social identity and its relation to nationality are presented extensively. The second chapter analyzes the global political developments and their impact on the intensity of the humanitarian and cultural crisis. In particular, the role of globalization, the role of religions in global geopolitics, and the issues that have arisen through the passage of societies into modernity and post-modernity. In Chapter Three, the research focuses on the immigration inflows into Greece of the economic crisis, the conflicts of ethnic groups and the negative inter-party relations that arise. The examination of scientific articles highlights the role of media in shaping political attitudes, the rise of the far right and the action of the “Islamic State” in connection with the refugee crisis. In the fourth chapter, through the study of theoretical research and the current journalistic articles, cultural differences related to conflicts, negative stereotypes, prejudices, discrimination and racism are identified. The work did not confine itself to highlighting the negative attitudes of the Greek society, but attempted to present the multidimensional nature of the phenomenon and to propose solutions (chapter 5) without hurrying to make hasty conclusions, but trying to show the complexity of the present situation (Chapter 6). Objective: The aim of this research is through the understanding of a negative phenomenon, such as the occurrence of stereotypical reactions and prejudices, which often revolve around intergroup conflicts, as is currently the case in Greece to a great extent, as changes to be made for the future. Understanding the sources of fear and suspicion, through a more comprehensive, critical briefing and a dispassionate look at things, we can change attitudes and stereotypical perceptions. Conclusions: The situation in Greece is undergoing development and evolution, so that the attempt to draw definitive conclusions is very hasty. It seems that altruism and racism co-exist in the behavior of the Greeks, without implying that these behaviors are well established. Beyond the political expressions of racism, as manifested by the “Golden Dawn”, there are no other manifest events of racism against refugees. The incidents of violence against them are not lacking. Neither are there many absences of solidarity. It is also not clear the formal political intention towards refugees. The story usually keeps a distance from the events. So it will take time for all the parameters to emerge and for an objective and distant valuation of events to be made. This study looked at a phenomenon that does not reflect the total attitude of Greek society. Racism and xenophobia, while there are increasingly worrying in size, do not refer to all Greeks. Concerns and fears may be reasonable, but they do not predetermine a posture. Although there is often a culture of suspicion in the media, this does not mean that the Greeks respond to xenophobic calls. Humanistic reactions are not lacking, and personal stories often overcome the bleak climate of the era and point to another Greece. Understanding can change attitudes and stereotypical perceptions. Η παρούσα εργασία εξετάζει βιβλιογραφικά τις αρνητικές διομαδικές σχέσεις που γεννούν στιγματισμό και προκαταλήψεις, μελετώντας τις αναδυόμενες κοινωνικές ταυτότητες εν μέσω της παρατεινόμενης οικονομικής ύφεσης και των μεταναστευτικών ροών στην Ελλάδα. Στο πρώτο κεφάλαιο, ερευνάται και αναλύεται θεωρητικά η έννοια της κοινωνικής ταυτότητας, των στερεοτυπικών αντιλήψεων και των προκαταλήψεων. Παρουσιάζονται εκτενέστερα οι θεωρητικές προσεγγίσεις της κοινωνικής ταυτότητας και η σχέση της με την εθνικότητα. Στο δεύτερο κεφάλαιο, αναλύονται οι παγκόσμιες πολιτικές εξελίξεις και ο τρόπος που αυτές επιδρούν στην ένταση της ανθρωπιστικής και πολιτισμικής κρίσης. Συγκεκριμένα, ο ρόλος της παγκοσμιοποίησης, ο ρόλος των θρησκειών στην παγκόσμια γεωπολιτική και ποια είναι τα ζητήματα που προέκυψαν μέσα από το πέρασμα των κοινωνιών στη νεωτερικότητα και τη μετανεωτερικότητα. Στο κεφάλαιο τρία, η έρευνα επικεντρώνεται στην περίπτωση των μεταναστευτικών εισροών στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, τις συγκρούσεις εθνικών ομάδων και τις αρνητικές διομαδικές σχέσεις που ανακύπτουν. Μέσα από την εξέταση επιστημονικών άρθρων αναδεικνύεται ο ρόλος των ΜΜΕ στη διαμόρφωση πολιτικών στάσεων, η άνοδος της ακροδεξιάς και η δράση του «Ισλαμικού Κράτους» σε συνδυασμό με την προσφυγική κρίση. Στο τέταρτο κεφάλαιο, μέσα από τη μελέτη των θεωρητικών ερευνών και την τρέχουσα αρθρογραφία, εντοπίζονται οι πολιτισμικές διαφορές που σχετίζονται με τις συγκρούσεις, τα αρνητικά στερεότυπα, τις προκαταλήψεις, τις διακρίσεις και τα φαινόμενα ρατσισμού. Η εργασία δεν περιορίζεται στο να αναδείξει τις αρνητικές στάσεις της ελλαδικής κοινωνίας, αλλά επιχειρεί να παρουσιάσει την πολυδιάστατη φύση του φαινομένου και να προτείνει λύσεις (κεφάλαιο 5), χωρίς να βιάζεται να βγάλει εσπευσμένα συμπεράσματα, αλλά επιχειρώντας να φανεί η πολυπλοκότητα της παρούσας κατάστασης (κεφάλαιο 6). Σκοπός: Στόχος της μελέτης αυτής είναι μέσα από την κατανόηση ενός αρνητικού φαινομένου, όπως η εκδήλωση στερεοτυπικών αντιδράσεων και προκαταλήψεων, που εκτρέφουν συχνά διομαδικές συγκρούσεις, όπως συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα σε μεγάλο βαθμό, να γίνουν βήματα για αλλαγές στο μέλλον. Η κατανόηση όσων φοβίζουν και προκαλούν καχυποψία, μέσα από μια πιο σφαιρική, κριτική ενημέρωση και μια ψύχραιμη ματιά προς τα πράγματα, μπορεί να μεταβάλει τις στάσεις και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις. Συμπεράσματα: Η κατάσταση στην Ελλάδα είναι υπό διαμόρφωση και εξέλιξη, ώστε να είναι πολύ βεβιασμένη η απόπειρα να δοθούν οριστικά συμπεράσματα. Φαίνεται ότι συνυπάρχει ο αλτρουισμός και ο ρατσισμός στη συμπεριφορά των Ελλήνων, χωρίς να σημαίνει ότι αυτές οι συμπεριφορές είναι παγιωμένες. Πέρα από τις πολιτικές εκφράσεις του ρατσισμού, όπως εκδηλώνονται με την «Χρυσή Αυγή», δεν παρουσιάζονται άλλες φανερές εκδηλώσεις ρατσισμού απέναντι στους πρόσφυγες. Τα περιστατικά βίας απέναντί τους δεν λείπουν. Ούτε επίσης απουσιάζουν τα πολλά περιστατικά αλληλεγγύης. Ακόμη δεν είναι σαφής, επίσης, η επίσημη πολιτική πρόθεση απέναντι στους πρόσφυγες. Η ιστορία συνήθως κρατάει μια απόσταση από τα γεγονότα, μέχρι να τα καταγράψει. Οπότε θα χρειαστεί χρόνος, για να αναδειχτούν όλες οι παράμετροι και να μπορέσει να γίνει μια όσο το δυνατόν αντικειμενική και αποστασιοποιημένη αποτίμηση των γεγονότων. Σε αυτή τη μελέτη εξετάστηκε ένα φαινόμενο, το οποίο δεν εκφράζει την καθολική στάση της ελληνικής κοινωνίας. Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία, ενώ υπάρχουν και παίρνουν όλο και πιο ανησυχητικές διαστάσεις, δεν αφορούν όλους τους Έλληνες. Οι προβληματισμοί και οι φόβοι μπορεί να είναι εύλογοι, αλλά δεν προκαθορίζουν μια στάση. Παρόλο που συχνά καλλιεργείται ένα κλίμα καχυποψίας στα ΜΜΕ, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Έλληνες ανταποκρίνονται στα ξενοφοβικά καλέσματα. Οι ανθρώπινες αντιδράσεις δεν λείπουν και οι προσωπικές ιστορίες συχνά ξεπερνούν το δυσοίωνο κλίμα της εποχής και αναδεικνύουν μια άλλη Ελλάδα. Η κατανόηση μπορεί να μεταβάλει τις στάσεις και τις στερεοτυπικές αντιλήψεις. 1075 368 507 Μελέτη των επιπέδων της 25 - Υδροξυβιταμίνης D (25-OHD) στον ορό ορθοπεδικών ασθενών που υποβάλλονται σε σπινθηρογράφημα οστών για τον έλεγχο φλεγμονής, με τη ραδιοανοσολογική μέθοδο RIA INTRODUCTION: Recent studies have reported that low serum vitamin D levels are associated with a variety of diseases, including bone inflammations and especially osteoarthritis. Mechanisms that are affected by vitamin D activity and could explain this association include osteosynthesis, especially bone metabolism, desalting and bone reshaping. AIM: We study the association of 25 hydroxyvitamin D (25-OH-D) as prognostic factor of the disease in patients with bone inflammation and especially osteoarthritis. PATIENTS AND METHODS: The test was carried out at the Nuclear Medicine Laboratory of the Democritus University of Thrace. We studied 65 patients 41 men and 24 women aged 38 to 67 years (mean age 46.5 years). 48 of these patients suffered from bone inflammation and mainly from osteoarthritis and the remaining 17 from hip and knee arthroplasty. Specifically, (25-OH-D) serum levels were measured with radioimmunoassay (RIA) method with Diasorin kit and correlated with bone inflammation with 99mTc-MDP SPECT .The study was done in the Nuclear Medicine’s laboratory in Democritus University of Thrace.RESULTS: 2 patients had vitamin D levels of 0 to < 5 ng/mL 42 patients had levels of 5 to < 20 ng/mL 20 patients had levels of 20 to > 40 ng/mL 1 patient had levels of 40 to > 100 ng/mL. STATISTICAL ANALYSIS: We were then able to perform a statistical analysis of the results by Pearson correlation test. Statistically significant was p <0.005. CONCLUSIONS: A) The majority of patients with arthroplasty (N = 18) were male. Male patients with arthroplasty were 12, while female patients with arthroplasty were. 6. B) Patients with arthroplasty and highly positive bone scintigraphy for inflammation (N = 8) had very low serum vitamin D values. C) Patients with osteoarthritis and highly positive bone scintigraphy for inflammation (N = 11) by 65% had a vitamin D deficiency, 30% inadequacy and only 5% sufficiency. D) Patients with osteoarthritis and mild positive bone scintigraphy for inflammation (N = 37) had a 20% deficitenvy, 63% inadequacy and 17% sufficiency.E) Very low vitamin D levels in the serum are associated with severe bone disease. G) Measurement of vitamin D in serum of patients with osteoarthritis is a safe, useful and accurate method that can be used in assessing the severity of the diseases. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Πρόσφατες μελέτες έχουν αναφέρει ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στον ορό συνδέονται με μια ποικιλία ασθενειών, συμπεριλαμβανομένων των ορθοπεδικών παθήσεων και ειδικότερα την οστεοαρθρίτιδα. Μηχανισμοί οι οποίοι επηρεάζονται από τη δράση της βιταμίνης D και θα μπορούσαν να εξηγήσουν αυτή τη συσχέτιση περιλαμβάνουν την οστεοσύνθεση και ειδικά την ανταλλαγή μετάλλων των οστών, την αφαλάτωση και τον ανασχηματισμό των οστών. ΣΚΟΠΟΣ: H παρούσα μελέτη εξετάζει εάν και κατά πόσο τα επίπεδα της 25-ΟΗ-Ύδροξυ-Βιταμίνης D συνδέονται με τη βαρύτητα της νόσου ως προγνωστικός παράγοντας σε ασθενείς με φλεγμονές στα οστά και ιδίως οστεοαρθρίτιδας, σε συσχέτιση με τη σπινθηρογραφική απεικόνιση των οστών. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: : Ο έλεγχος πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο της Πυρηνικής Ιατρικής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης,. Μελετήθηκαν 65 ασθενείς, 41 άνδρες και 24 γυναίκες ηλικίας από 38 έως 67 ετών (μέση ηλικία 46,5 έτη). Οι ασθενείς προέρχονται κατά κύριο λόγο από την πανεπιστημιακή ορθοπεδική κλινική του πανεπιστημιακού νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης και από εξωτερικούς ορθοπεδικούς ιατρούς. Από τους ασθενείς αυτούς οι 48 έπασχαν από φλεγμονές οστών και κατά κύριο λόγο από οστεοαρθρίτιδα και οι υπόλοιποι 17 από αρθροπλαστική ισχύος και γόνατος λόγω οστεοαρθρίτιδας. Όλοι οι ασθενείς έχουν υποβληθεί και σε σπινθηρογράφημα οστών, οι πλείστοι τριών φάσεων με Tc 99m MDP στο τμήμα πυρηνικής ιατρικής ΠΓΝΕ. Η μέτρηση της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο ραδιοανοσοδοκιμασίας (RIA) της DiaSorin. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ : 2 ασθενείς παρουσίασαν έλλειμμα με επίπεδα βιταμίνης D 0 έως < 5 ng / mL, 42 ασθενείς παρουσίασαν ανεπάρκεια με επίπεδα βιταμίνης D από 5 έως < 20 ng / mL, 20 ασθενείς παρουσίασαν υποβιταμίνωση με επίπεδα βιταμίνης D από 20 έως > 40 ng /mL 1 ασθενής παρουσίασε επάρκεια με επίπεδα βιταμίνης D από 40 έως> 100 ng / mL Από τη σπινθηρογραφική απεικόνιση προέκυψε ότι: 19 από τους ασθενείς παρουσίασαν εντόνως θετικό σπινθηρογράφημα οστών για φλεγμονή και 46 παρουσίασαν ήπια θετικό σπινθηρογράφημα οστών για φλεγμονή. ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Η στατιστική ανάλυση έγινε με Student-test (chi-square test) και την Pearson correlation test για τη συσχέτιση των τιμών με τη βαρύτητα της νόσου. Στατιστικά σημαντικό θεωρήθηκε το p< 0,005. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Α) Η πλειονότητα των ασθενών με αρθροπλαστική ( N= 18) ήταν άντρες. Οι άντρες ασθενείς με αρθροπλαστική είναι 12, ενώ οι γυναίκες ασθενείς με αρθροπλαστική είναι 6. Β) Οι ασθενείς με αρθροπλαστική και εντόνως θετικό σπινθηρογράφημα οστών για φλεγμονή (Ν=8) είχαν λίαν χαμηλές τιμές βιταμίνης D στον ορό. Γ) Ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα και εντόνως θετικό σπινθηρογράφημα οστών για φλεγμονή (Ν=11) κατά 65% είχαν έλλειμμα βιταμίνης D, 30% ανεπάρκεια και μόλις 5% επάρκεια. Δ) Ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα και ήπια θετικό σπινθηρογράφημα οστών για φλεγμονή (Ν=37) παρουσίαζαν 20% έλλειμμα, 63% ανεπάρκεια και 17% επάρκεια. Ε) Λίαν χαμηλές τιμές βιταμίνης D στον ορό συνδέονται με σοβαρή οστική νόσο. Ζ) Η μέτρηση της βιταμίνης D στον ορό ασθενών με οστεοαρθρίτιδα είναι μία ασφαλής, χρήσιμη και ακριβής μέθοδος και μπορεί να αξιοποιηθεί στην εκτίμηση της σοβαρότητας της νόσου και ενδεχομένως και στη θεραπεία. 1076 185 194 Οι χρήσεις γης στο ελληνικό θεσμικό πλαίσιο και η συμβολή τους στην προστασία του περιβάλλοντος The location of human activities, as reflected each time in legislation, acts as a catalyst for environmental protection, conservation of natural resources and landscape formation. This dissertation through the historical review of the legal framework, seeks to detect the impact that land use policies had on the environmental situation overtime. The recording is done independently but at the same time simultaneously for planned and unplanned (i.e. without a street layout plan) areas. Particular emphasis is placed on the analysis and commentary of spatial arrangements that took place during the period of crisis, under the threat of financial collapse. The diffuse economic-political-social crisis accelerated the institutional changes and intensified the spatial processes in a way that raises major concerns about the direction of reform. In the frame of this work it is investigated whether the effort to create a favorable climate for investments and facilitating entrepreneurship, by disestablishing restrictions and promoting greater flexibility in land development, sidelined environmental priorities. In the last part, there is an attempt to draw some conclusions and highlight some critical theoretical assumptions, necessary for the design of the land use framework. Η χωροθέτηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως αυτή αποτυπώνεται κάθε χρονική στιγμή στα νομοθετικά κείμενα, δρα καταλυτικά στην προστασία του περιβάλλοντος, τη διατήρηση των φυσικών πόρων και τη διαμόρφωση του τοπίου. Η παρούσα εργασία μέσα από την ιστορική ανασκόπηση του νομοθετικού πλαισίου, επιδιώκει να ανιχνεύσει τον αντίκτυπο που είχαν διαχρονικά οι πολιτικές χρήσεων γης στην κατάσταση του περιβάλλοντος. Η καταγραφή γίνεται αυτοτελώς μεν παράλληλα δε, ξεχωριστά, για τις εντός και εκτός σχεδίου περιοχές. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάλυση και το σχολιασμό των χωρικών ρυθμίσεων που έλαβαν χώρα κατά την περίοδο της κρίσης, υπό καθεστώς δημοσιονομικής απειλής. Η διαχέουσα οικονομικό-πολιτικό-κοινωνική κρίση επιτάχυνε τις θεσμικές μεταλλαγές και εντατικοποίησε τις χωρικές διαδικασίες κατά τρόπο τέτοιο, που εγείρει έντονους προβληματισμούς σχετικά με την κατεύθυνση της μεταρρύθμισης. Στο πλαίσιο της εργασίας διερευνάται αν στην προσπάθεια δημιουργίας ευνοϊκού κλίματος για τις επενδύσεις και διευκόλυνσης της επιχειρηματικότητας, μέσω της άρσης των περιορισμών και της μεγαλύτερης ευελιξίας στην ανάπτυξη της γης, παραγκωνίστηκε η περιβαλλοντική προτεραιότητα. Στο τελευταίο τμήμα, επιχειρείται η εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων και η ανάδειξη ορισμένων κρίσιμων θεωρητικών παραδοχών, αναγκαίων κατά το σχεδιασμό του πλαισίου χρήσεων γης. 1077 180 205 Mathematics is a subject that many students struggle with, because of the traditional teaching approaches still followed by teachers. Exploiting digital games to teaching mathematics is a challenge for modernizing education and the basic challenge of this report. Its theoretical part is based on literature regarding the historical evolution of digital games, their incorporation into mathematics education, their advantages in teaching and learning mathematics, the difficulties that students face with geometry and especially the development of spatial thinking and also on educational digital games and software which will can support the above. As far as the empirical part of the report is concerned, an experimental teaching intervention took place, using the digital game “Angry Birds” in a 5th grade class. Its aim was to improve students’ understanding of geometrical concepts and to develop their spatial thinking via their engagement in the digital game. The results showed the nurturing of a mathematical way of thinking for the majority of students, as well as the improvement of their spatial thinking with no advancement, however, to the next level of van Hiele’s theory. Το μάθημα των μαθηματικών αποτελεί συχνά για τους σημερινούς μαθητές του Δημοτικού Σχολείου «βασανιστήριο», εξαιτίας του παραδοσιακού στυλ διδασκαλίας τους, που ακόμη ακολουθεί μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού προσωπικού. Η αξιοποίηση των ψηφιακών παιχνιδιών για τη διδασκαλία των μαθηματικών αποτελεί μια πρόκληση για τον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης και τη βασική πρόκληση για την υλοποίηση της παρούσας εργασίας. Το θεωρητικό της πλαίσιο στηρίχθηκε σε βιβλιογραφία σχετική με την ιστορική εξέλιξη των ψηφιακών παιχνιδιών, την ένταξή τους στη μαθηματική εκπαίδευση, τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν στη διδασκαλία και τη μάθηση των μαθηματικών, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές στη γεωμετρία και ιδιαίτερα στην ανάπτυξη της χωρικής σκέψης και σε εκπαιδευτικά ψηφιακά παιχνίδια και λογισμικά, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να τη στηρίξουν. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας σχεδιάστηκε μια διδακτική παρέμβαση πειραματικού χαρακτήρα σε ένα τμήμα μαθητών της Στ΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου, με τη χρήση του ψηφιακού παιχνιδιού Angry Birds και στόχο τη βελτίωση της κατανόησης γεωμετρικών εννοιών και της ανάπτυξης της χωρικής τους σκέψης μέσω της εμπλοκής τους με το ψηφιακό παιχνίδι. Τα αποτελέσματα έδειξαν τη καλλιέργεια ενός μαθηματικού τρόπου σκέψης του μεγαλύτερου μέρους των μαθητών, καθώς και τη βελτίωση της χωρικής τους σκέψης χωρίς την ανέλιξη τους σε επόμενο επίπεδο σύμφωνα με τη θεωρία van Hiele. 1078 339 290 Μελέτη του αισθητικού αποκλεισμού σε υπαραχνοειδή αναισθησία για καισαρική τομή Purpose: The aim of this paper is to study comparatively the level of the sensor blockade in the spinal anesthesia (with a local anesthetic of fixed volume and consistence) in parturients with different body height. Materials and Methods: 107 parturients were studied, in which spinal anesthesia was provided for Caesarean section (planned or emergency one). The parturients were divided in two groups, based on their body height. In the group A (n=65), the parturients that they were included have a body height until 165 cm (155-165 cm) and in the group B (n=42), they have a body height of 165 cm and higher (166-178 cm). The access in the subarachnoid space was fulfilled with a G25 needle through the spinal space of L3-L4 and in that region, it was given ropivacaine 0.75% 20mg and 10mcg fentanyl (the whole total solution was 2.8 ml). The level of the spinal anesthesia was measured and it was written down after 10 minutes of the fulfillment of the spinal anesthesia. Also, the hemodynamic parameters were being measured every 3 minutes. In order for the arterial pressure to be preserved, it was given either ephedrine or phenylephrine, every time and in as many doses as it was needed. The APGAR score was also written down in the 1st and in the 5th minute. Results: In all the parturients the level of the spinal block was adequate for the Caesarean section to be fulfilled. The two groups was statistically comparable and they had no differences considering age, BMI and hemodynamic parameters. The total dosage of the vasoconstrictive drugs that it was provided was similar in both groups. Furthermore, the APGAR score of the babies had no statistical differences between the two groups. Also, there was not any visible statistical difference considering the level of the spinal anesthesia (group A= T2-T3, group B= T2-T3). Conclusion: The spinal blockade with 2.7 ml ropivacaine 0.75% and 10mcg fentanyl is a safe choice for the successful fulfillment of the Caesarean section, despite of the body height of the parturient. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η συγκριτική μελέτη του επιπέδου του αισθητικού αποκλεισμού της υπαραχνοειδούς αναισθησίας (σταθερού όγκου και σύστασης διαλύματος τοπικού αναισθητικού) σε επίτοκες για καισαρική τομή με διαφορετικό σωματικό ύψος. Υλικό & Μέθοδος: Μελετήθηκαν 107 επίτοκες (ASA II), στις οποίες χορηγήθηκε υπαραχνοειδής αναισθησία για Καισαρική Τομή (προγραμματισμένη ή επείγουσα). Οι επίτοκες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, ανάλογα με το σωματικό τους ύψος. Στην ομάδα Α (ν=65) συμπεριλήφθησαν οι επίτοκες με σωματικό ύψος έως 165 εκ (155-165 εκ.) και στην ομάδα Β (ν=42) αυτές με σωματκό ύψος από 165 εκ και πάνω (166-178 εκ). Η ενδορραχιαία προσπέλαση έγινε με βελόνα Νο 25 στο διάστημα Ο3-Ο4 και χορηγήθηκε ropivacaine 0,75% 20mg και fentanyl 10mcg (διάλυμα συνολικού όγκου 2.8ml). Το επίπεδο της ραχιαίας αναισθησίας ελέγχθηκε και καταγράφηκε μετά από 10min από την εκτέλεση της ραχιαίας. Επίσης, γινόταν μέτρηση των αιμοδυναμικών παραμέτρων ανά 3 λεπτά. Για τη διατήρηση της ΑΠ χορηγήθηκε εφεδρίνη ή φαινυλεφρίνη όπου και όσες φορές χρειάστηκε. Καταγράφηκε, επίσης, το APGAR SCORE των νεογνών στο 1ο και 5ο λεπτό. Αποτελέσματα: Σε όλες τις επίτοκες το επίπεδο της ραχιαίας αναισθησίας ήταν επαρκές για τη διενέργεια της Καισαρικής Τομής. Οι δύο ομάδες ήταν στατιστικά συγκρίσιμες και δεν διέφεραν ως προς την ηλικία, το ΒΜΙ και τις αιμοδυναμικές παραμέτρους. Η συνολική δόση των αγγειοσυσπαστικών φαρμάκων που χορηγήθηκαν ήταν παρόμοια και στις δύο ομάδες. Επίσης το APGAR SCORE των νεογνών δεν διέφερε στατιστικά και στις δύο ομάδες. Δεν διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά ως προς το ύψος του επιπέδου της υπαραχνοειδούς αναισθησίας (ομάδα Α= Θ2-Θ3 και ομάδα Β= Θ2-Θ3). Συμπεράσματα: Ο υπαραχνοειδής αποκλεισμός με 2,7ml ropivacaine 0,75% και 10mcg fentanyl είναι μια ασφαλής επιλογή για τη διενέργεια Καισαρικής Τομής, ανεξαρτήτως του σωματικού ύψους της επιτόκου. 1079 252 252 Construction and characterization of a cell model of Spinal Muscular Atrophy (SMA) Spinal Muscular Atrophy (SMA) belongs to the group of motor neuron diseases. There are at least five types, characterised by differences in the symptoms and the age of onset. The disease is caused by mutations in the SMN1 gene. However, the SMA type is determined by the copy-number of the SMN2 gene. It seems that the disease is actually caused by chromosomal abnormalities in the SMN1 region that most likely happen during paternal meiosis. The SMN protein participates in various cellular functions, as part of the SMN complex or autonomously. Reduced levels of the SMN protein result in cellular dysfunction, including defects in the production, recycling and splicing of SMN1 pre-mRNA. At the moment, novel treatments for SMA are being developed, aiming to improve patients' standard of living and lifespan. Various stem cell lines are used in SMA modelling. Here, we generated a novel stem cell line using small molecule neural progenitor cells (smNPCs). smNPCs were infected with lentiviruses encoding dCas9-KRAB under the Tet-On promoter allowing the control of transgene expression. A stable cell line expressing the dCas9-KRAB protein was generated in which a gene of interest may be silenced in the presence of an appropriate single-guide RNA. Tet-On dCas9-KRAB smNPCs were differentiated into neuronal populations and characterized. Furthermore, a set of guide RNAs targeting the promoter region of SMN1/SMN2 genes was designed. These cells can be used for silencing of SMN1/SMN2 genes and modelling of SMA in human neurons. Η νωτιαία μυϊκή ατροφία (SMA) ανήκει στις νευροεκφυλιστικές ασθένειες των κινητικών νευρώνων. Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε τύποι SMA που αναγνωρίζονται από τις διαφορές στα συμπτώματα και την ηλικία έναρξης. Η ασθένεια προκαλείται από μεταλλάξεις στο γονίδιο SMN1. Ωστόσο, ο τύπος της SMA καθορίζεται από τον αριθμό των αντιγράφων του γονιδίου SMN2. Η ασθένεια πιθανόν προκαλείται από χρωμοσωμικές ανωμαλίες στην περιοχή του γονιδίου SMN1, οι οποίες συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της πατρικής μείωσης. Η πρωτεΐνη SMN συμμετέχει σε ποικίλες κυτταρικές λειτουργίες ως μέρος του συμπλόκου SMN ή αυτόνομα. Τα μειωμένα επίπεδά της προκαλούν πολλές κυτταρικές δυσλειτουργίες, όπως βλάβες στην παραγωγή, στην ανακύκλωση και στο μάτισμα του SMN1 pre-mRNA. Αυτή τη στιγμή, αναπτύσσονται νέες θεραπείες για την αντιμετώπιση της SMA, με σκοπό την βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και του προσδόκιμουζωής των ασθενών. Για τη μοντελοποίηση της SMA χρησιμοποιούνται ποικίλες βλαστικές κυτταρικές σειρές. Στην παρούσα διπλωματική εργασία κατασκευάσαμε μια νέα κυτταρική σειρά χρησιμοποιώντας νευρικά προγονικά κύτταρα επαγόμενα από μικρά μόρια (smNPCs). Τα smNPCs μολύνθηκαν με ιούς (lentiviruses) που κωδικοποιούν την πρωτεΐνη dCas9-KRAB υπό τον έλεγχο του υποκινητή Tet-On που επιτρέπει τον έλεγχο της έκφρασης του διαγονιδίου. Έτσι, κατασκευάστηκε μια σταθερή κυτταρική σειρά, στην οποία το γονίδιο ενδιαφέροντος μπορεί να αποσιωπηθεί από ένα κατάλληλο μονόκλωνο οδηγού RNA. Τα smNPCs που εκφράζουν την dCas9-KRAB διαφοροποιήθηκαν σε νευρικούς πληθυσμούς και χαρακτηρίστηκαν. Επιπλέον, σχεδιάστηκε ένα σύνολο οδηγών RNA που στοχεύουν τον υποκινητή των γονιδίων SMN1 και SMN2. Αυτά τα κύτταρα μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αποσιώπηση των γονιδίων SMN1 και SMN2 και για τη μελέτη της SMA σε ανθρώπινους νευρώνες. 1080 214 223 Diversity and crisis in modern Greece. Survival strategies and integration practices. The case of the repatriate students of Orestiada Ετερότητα και κρίση στη σύγχρονη Ελλάδα. Στρατηγικές επιβίωσης και πρακτικές ενσωμάτωσης H περίπτωση των παλιννοστούντων μαθητών της Ορεστιάδας The aim of this study concerns the field of education. In particular I would like to point out that there are two parts to education. The first is diversity and the second is crisis. So first will be studied the institutional framework for the education and integration of repatriated pupils into Greek school and Greek society in the Orestiada area. In the next phase, we will discuss the educational course of these students from the time they arrived in Greece and whether the financial crisis that erupted in Greece affected them. In order to achieve this study, ethnographic field research was conducted by conducting selected interviews with 5 primary education teachers in the Orestiada area, in order to investigate the presence and course of repatriated students in Greek schools as well as their relative importance the educational image of these students. Additional interviews were also conducted with 5 adult repatriates from the PSE residing in the city of Orestiada in order to initially explore their intergenerational adaptation to Greek society and the Greek school, then the difficulties they encountered after coming to Greece and finally how they lived financial crisis in Orestiada in recent years. Η παρούσα μελέτη αφορά τον τομέα της εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα θα ήθελα να επισημάνω ότι υπάρχουν δύο σκέλη που συνδέονται με την εκπαίδευση. Το πρώτο είναι η ετερότητα και το δεύτερο η κρίση. Σε πρώτη φάση λοιπόν θα μελετηθεί το θεσμικό πλαίσιο για την εκπαίδευση και την ένταξη των παλιννοστούντων μαθητών στο ελληνικό σχολείο και στην ελληνική κοινωνία στην περιοχή της Ορεστιάδας. Σε επόμενη φάση θα γίνει λόγος για την εκπαιδευτική πορεία αυτών των μαθητών από την περίοδο που έφθασαν στην Ελλάδα και εάν η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην Ελλάδα τους επηρέασε. Για να επιτευχθεί αυτή η μελέτη πραγματοποιήθηκε επιτόπια εθνογραφική έρευνα με τη διενέργεια επιλεγμένων συνεντεύξεων με 5 εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της περιοχής της Ορεστιάδας, προκειμένου να διερευνηθεί η παρουσία και η πορεία των παλιννοστούντων μαθητών στα ελληνικά σχολεία καθώς και κατά πόσο υπάρχει συσχέτιση της οικονομικής κρίσης και της εκπαιδευτικής εικόνας των μαθητών αυτών. Επιπρόσθετα συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν και σε 5 ενήλικους παλιννοστούντες από την ΠΣΕ που κατοικούν στην πόλη της Ορεστιάδας με σκοπό να διερευνηθεί αρχικά η διαγενεακή προσαρμογή τους στην ελληνική κοινωνία και στο ελληνικό σχολείο, στη συνέχεια οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν μετά τον ερχομό τους στην Ελλάδα και τέλος πως βιώνουν την οικονομική κρίση στην Ορεστιάδα τα τελευταία χρόνια. 1081 219 233 Primary school curricula and language teaching: a comparative study (Greece, Great Britain, Sweden) Αναλυτικά προγράμματα δημοτικού και γλωσσική διδασκαλία: μία συγκριτική μελέτη (Ελλάδα, Μεγάλη Βρετανία, Σουηδία) This dissertation is focused on the presentation and comparison of educational and language policies that have been designed in Greece, Great Britain and Sweden to help immigrant children integrate into new school environments and effectively learn the language in the host country. In the framework of these language policies, language curriculum in elementary schools are also going to be examined. Specifically, we examine to what extent the educational and language policies of each country and the European Union exhibit differences and similarities compared to the curriculum mentioned above. We assume that the most effective method for the collection and analysis of such information is the descriptive method, which ascribes to educational research. This is due to the fact that the present research does not solely include the collection and analysis of the data, but also adopts a comparative perspective. In particular, the comparative study is a type of descriptive method, hence similarities and differences between the educational policies and the programs implemented are discussed through comparing the data. The results of this study show that there exist major differences between the aforementioned countries. The dissertation is concluded with suggestions for the improvement of the Greek language curriculum and educational policies for immigrant children in our country Το αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η παρουσίαση και η σύγκριση των εκπαιδευτικών και γλωσσικών πολιτικών που έχουν σχεδιαστεί στην Ελλάδα, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Σουηδία προκειμένου τα παιδιά με μεταναστευτικό υπόβαθρο να ενταχθούν στο σχολικό πλαίσιο και να μάθουν τη γλώσσα της χώρας υποδοχής. Έπειτα, στο πλαίσιο αυτών των πολιτικών θα εξεταστούν τα αναλυτικά προγράμματα του μαθήματος της γλώσσας στο δημοτικό. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζεται κατά πόσο τα υπό εξέταση αναλυτικά προγράμματα συντονίζονται ή διαφοροποιούνται τόσο με τις εκπαιδευτικές και γλωσσικές πολιτικές του κάθε κράτους ξεχωριστά όσο και με τις εκπαιδευτικές και γλωσσικές πολιτικές που υπαγορεύει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Καταλληλότερη για τη συλλογή και την ανάλυση των πληροφοριών κρίθηκε η περιγραφική μέθοδος, η οποία υπάγεται στην εκπαιδευτική έρευνα, διότι η έρευνα της εργασίας δεν περιορίζεται μόνο στη συλλογή και την αξιολόγηση των δεδομένων αλλά υιοθετεί και μια συγκριτική προοπτική. Αναλυτικότερα, η συγκριτική μελέτη αποτελεί κατηγορία της περιγραφικής μεθόδου, οπότε μέσα από τη σύγκριση καταδεικνύονται οι ομοιότητες και οι διαφορές που υπάρχουν τόσο μεταξύ των εκπαιδευτικών πολιτικών που εφαρμόζονται όσο και μεταξύ των αναλυτικών προγραμμάτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας δείχνουν πως υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών. Στο τέλος της εργασίας συμπεριλαμβάνονται προτάσεις για τη βελτίωση όχι μόνο του αναλυτικού προγράμματος της γλώσσας αλλά και για τις εκπαιδευτικές πολιτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας για τα παιδιά των μεταναστών 1082 218 212 National and religious school events in kindergartens of Thrace with gross (christian - muslim) student population Εθνικές και θρησκευτικές γιορτές σε νηπιαγωγεία της Θράκης με μικτό (χριστιανικό - μουσουλμανικό) μαθητικό πληθυσμό Object of this thesis is to explore the perceptions of parents with different cultural and linguistic background for school celebrations that take place in kindergarten, as well as the participation of their children in them. Also, investigates, the perceptions that the teachers of a preschool have and the practical approaches being taken on the issue of commemorative anniversaries, while in their classroom they have mixed student population. A survey is carrying out, in which it considered the views of parents and kindergarten teachers for the crucial issue of school celebrations. Especially with the conduct of this research is a attempted to investigate whether the diversity of parents and therefore their children (linguistic, religious, cultural), is a cause of exclusion and assimilation from the teacher or it’s an incentive mechanism for the emergence of their particular characteristics. Our engagement selection with the school celebrations that are taking place in the field of kindergarten and include students from different cultural backgrounds was a challenge for us. In order to reach this important issue, we proceeded to the examination of the situation in multicultural kindergartens in Thrace, especially from the optical of parents, where attracts a large proportion of immigrant students in the educational community. Αντικείμενο της παρούσας πτυχιακής εργασίας αποτελεί η διερεύνηση των αντιλήψεων των γονέων, με διαφορετικό πολιτισμικό και γλωσσικό υπόβαθρο, για τις σχολικές γιορτές που λαμβάνουν χώρα στο νηπιαγωγείο, καθώς επίσης και για τη συμμετοχή των παιδιών τους σε αυτές. Διερευνώνται, ακόμη, και οι αντιλήψεις που διαθέτουν οι εκπαιδευτικοί προσχολικής αγωγής και οι πρακτικές προσεγγίσεις που ακολουθούν για το ζήτημα των εορταστικών επετείων, όταν στην τάξη τους έχουν μικτό μαθητικό πληθυσμό. Πραγματοποιείται μία έρευνα, στα πλαίσια της οποίας θα εξεταστούν οι απόψεις των γονέων και των νηπιαγωγών για το κρίσιμο ζήτημα των σχολικών γιορτών. Ειδικότερα, με τη διεξαγωγή της συγκεκριμένης έρευνας, επιχειρείται να μελετηθεί αν η διαφορετικότητα των γονέων και συνεπώς των παιδιών τους (γλωσσική, θρησκευτική, πολιτισμική), είναι αιτία αποκλεισμού και αφομοίωσης τους από τον εκπαιδευτικό μηχανισμό ή αποτελεί κίνητρο για την ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους. Η επιλογή ενασχόλησης μας με τις σχολικές γιορτές που πραγματοποιούνται στο χώρο του νηπιαγωγείου και περιλαμβάνουν μαθητές από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα, αποτέλεσε ένα θέμα-πρόκληση για εμάς. Για την προσέγγιση του σημαντικού αυτού θέματος, λοιπόν, προβήκαμε στην εξέταση της κατάστασης που επικρατεί σε πολυπολιτισμικά νηπιαγωγεία της Θράκης, κυρίως από την οπτική των γονέων, η οποία συγκεντρώνει μεγάλο ποσοστό αλλόγλωσσων μαθητών στην εκπαιδευτική κοινότητα. 1083 207 210 Teaching interventions by means of drama techniques in ‘Helen’ by Euripides: Διδακτικές παρεμβάσεις με τη χρήση θεατρικών τεχνικών στην ‘Ελένη’ του Ευριπίδη: In the present study are presented the planning, the conduct and the evaluation of three teaching interventions in ‘Helen’ by Euripides, a 3rd grade Junior High School (Gymnasium) course. The purpose of the research was to improve the teacher's practices, in order to make teaching more attractive to her students. For this purpose, action research and the use of drama techniques in the educational process were selected as an appropriate research method. Students in a democratic, participatory and flexible learning environment with the teacher’s animating attitude enquired together about the social role and identities of gender and critically examined the stereotypes of our time. In this way they enriched their personal experiences for the world. For the data collection, methodological triangulation was applied using five research tools, direct observation, questionnaire, teacher’s diary, recording and photography as well as researcher triangulation, as data were collected from students, the critical friend and the researcher. The results showed that the teaching interventions improved the effectiveness of teacher’s educational work, as they increased the interest of all students, their self-action and active involvement in the educational process and contributed to creating a climate of trust and intimacy among the participants. Στην παρούσα έρευνα παρουσιάζονται ο σχεδιασμός, η διεξαγωγή και η αποτίμηση τριών διδακτικών παρεμβάσεων στην Ελένη του Ευριπίδη, μάθημα της Γ΄ Γυμνασίου. Σκοπός της έρευνας ήταν η βελτίωση της πρακτικών της εκπαιδευτικού, ώστε να καταστήσει ελκυστικότερη τη διδασκαλία στους μαθητές της. Για τον σκοπό αυτό επιλέχθηκε ως κατάλληλη ερευνητική μέθοδος η έρευνα δράσης και η χρήση θεατρικών τεχνικών στην εκπαιδευτική διαδικασία. Οι μαθητές μέσα σε ένα δημοκρατικό, συμμετοχικό και ευέλικτο εκπαιδευτικό περιβάλλον μάθησης με την εμψυχωτική στάση της εκπαιδευτικού διερεύνησαν από κοινού τον κοινωνικό ρόλο και τις ταυτότητες των δύο φύλων και εξέτασαν κριτικά τις στερεοτυπικές αντιλήψεις της εποχής μας. Με αυτόν τον τρόπο εμπλούτισαν τις προσωπικές τους εμπειρίες για τον κόσμο. Για τη συλλογή δεδομένων εφαρμόστηκε η μεθοδολογική τριγωνοποίηση με τη χρήση πέντε ερευνητικών εργαλείων, της άμεσης παρατήρησης, του ερωτηματολογίου, του ημερολογίου εκπαιδευτικού, της ηχογράφησης και της φωτογραφίας και η τριγωνοποίηση ερευνητών, καθώς συγκεντρώθηκαν δεδομένα από τους μαθητές, την κριτική φίλη και την εκπαιδευτικό ερευνήτρια. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως οι διδακτικές παρεμβάσεις βελτίωσαν την αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού έργου, καθώς αύξησαν το ενδιαφέρον όλων των μαθητών, την αυτενέργεια και την ενεργητική τους εμπλοκή στην εκπαιδευτική διαδικασία και συνέβαλαν στη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και οικειότητας μεταξύ των συμμετεχόντων. 1084 554 543 Κριτήρια επιλογής των μεθόδων διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση Effective teaching is affected by various factors and teachers have to make specific decisions before, during and after teaching. One important decision they have to make before teaching is which teaching method they are going to use, so as not only to impart knowledge to their students, but also to help them improve their abilities and develop their personalities. Certainly, teachers should not make the same decision for every subject and every class. This study aims to probe theoretically and empirically the criteria with which teachers of primary education choose the teaching method they are going to use during teaching. More specifically, in the first chapter of the theoretical part, there is a reference to the concepts of “teaching method”, “teaching form”, “teaching strategy” and “teaching technique”. Then, there is a presentation of teaching methods’ various categorizations, the types of teaching methods and also which teaching forms are combined with which teaching methods. In the end, there is a presentation of the criteria with which teachers choose the teaching method they are going to use, as they have been outlined by other relevant studies until today. Regarding the empirical investigation of this study, we describe the gathering, the analysis and the interpretation of data, collected with the questionnaire, from the answers of 115 teachers of primary education of city of Drama. Through this study, we made the attempt: a) to examine to which point teachers select specific teaching methods as a part of their daily preparation for their teaching, b) to examine if and to which point teachers believe that choosing the right teaching method, affects their teaching and their self-awareness, c) to identify if and to which point various factors, such as the subject, the teaching aims etc., affect teachers’ decision regarding which teaching method they are going to use, d) to pinpoint to which point the sex, the level of studies, their experience, the classroom and the number of students in the classroom affect the procedure of choosing specific teaching methods. From this study, it emerged that teachers select specific teaching methods as a part of their daily preparation. Also, they believe that selecting the right teaching method contributes to a successful teaching and to the improvement of their self-awareness. Besides, it emerged that teaching aims are the most important factor that affects the procedure of choosing the appropriate teaching method. Also, the factor “students” affects which teaching method teachers are going to select. Concerning the subject of Language, teachers choose, mainly, the analytical-composite teaching method. Regarding the subject of Mathematics and the subject of Physics, they choose the problem solving method. As far as the subject of Environmental Studies is concerned, they choose the combination of deductive and inductive teaching method. Regarding the subject of History and the subject of Social and Political Education, they choose the Socratic method of teaching. Furthermore, teachers choose the deductive teaching method so as to strengthen the experiential features of their teaching. They select the combination of deductive and inductive teaching method in order to fortify students’ participation in teaching. They prefer the genetic method of teaching, so as the students have the opportunity to learn how to solve some troublesome situations. Finally, they choose the problem solving method and the Socratic method of teaching in order to cultivate the critical thinking of their students Η αποτελεσματική διδασκαλία είναι ένα γεγονός που επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες και ο εκπαιδευτικός οφείλει να λαμβάνει ορισμένες αποφάσεις πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την ολοκλήρωσή της. Μία σημαντική απόφαση που πρέπει να λάβει ο εκπαιδευτικός πριν την πραγματοποίηση της διδασκαλίας είναι ποια μέθοδο διδασκαλίας θα επιλέξει να χρησιμοποιήσει στο μάθημά του, προκειμένου να πετύχει όχι μόνο την όσο δυνατόν καλύτερη μετάδοση των γνώσεων, αλλά και να βοηθήσει τους μαθητές να αναπτύξουν τις ικανότητές τους και την προσωπικότητά τους. Ασφαλώς, αυτή η απόφαση δεν μπορεί να είναι ίδια σε κάθε μάθημα και σε κάθε τάξη. Η παρούσα εργασία, λοιπόν, αποσκοπεί στη θεωρητική εξέταση και εμπειρική μελέτη των κριτηρίων με βάση τα οποία οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης επιλέγουν τις μεθόδους διδασκαλίας που θα χρησιμοποιήσουν στα μαθήματά τους. Πιο αναλυτικά, στο πρώτο κεφάλαιο του θεωρητικού μέρους πραγματοποιείται η εννοιολογική αποσαφήνιση των εννοιών «μέθοδος διδασκαλίας», «μορφή διδασκαλίας», «στρατηγική διδασκαλίας», «τεχνική διδασκαλίας». Στη συνέχεια, παρουσιάζονται οι διάφορες κατηγοριοποιήσεις των μεθόδων διδασκαλίας, τα είδη τους, καθώς και ποιες μορφές διδασκαλίας συνδυάζονται με ποιες μεθόδους διδασκαλίας. Στο τέλος, παρουσιάζονται τα διάφορα κριτήρια με βάση τα οποία οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν τις μεθόδους διδασκαλίας, όπως αυτά εντοπίστηκαν στην ελληνόγλωσση και ξενόγλωσση βιβλιογραφία. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας, πραγματοποιήθηκε η συλλογή, ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν, με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο, από 115 εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Δήμου Δράμας. Μέσα από αυτήν την έρευνα έγινε προσπάθεια: α) να εξεταστεί κατά πόσο η διαδικασία επιλογής μεθόδων διδασκαλίας αποτελεί κομμάτι της καθημερινής προετοιμασίας των εκπαιδευτικών, β) να εξεταστεί εάν και κατά πόσο οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η επιλογή της σωστής μεθόδου διδασκαλίας επηρεάζει τη διδασκαλία τους και την αποτελεσματικότητά τους, γ) να ανιχνευθεί εάν και κατά πόσο οι εκπαιδευτικοί στην απόφασή τους να επιλέξουν τη μέθοδο διδασκαλίας που θα εφαρμόσουν επηρεάζονται από συγκεκριμένους παράγοντες, όπως είναι το μάθημα, οι στόχοι που επιδιώκουν να πετύχουν κ.ά. και δ) να ανιχνευθεί κατά πόσο το φύλο, οι σπουδές, τα έτη υπηρεσίας, η τάξη και ο αριθμός των μαθητών της τάξης επηρεάζουν τη διαδικασία επιλογής των μεθόδων διδασκαλίας. Από την παρούσα έρευνα, αναδείχθηκε το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί περιλαμβάνουν κατά τη διάρκεια τη προετοιμασίας και του σχεδιασμού των μαθημάτων της επόμενης ημέρας τη διαδικασία επιλογής των μεθόδων διδασκαλίας. Επίσης, θεωρούν ότι η επιλογή της σωστής μεθόδου διδασκαλίας συμβάλλει σημαντικά στην επιτυχή πραγματοποίηση του μαθήματος και στη βελτίωση της αυτοαντίληψής τους. Θεωρούν ότι οι στόχοι του μαθήματος, που θέλουν να πραγματοποιήσουν, αποτελούν το σημαντικότερο παράγοντα που επηρεάζει την επιλογή της μεθόδου διδασκαλίας. Σημαντικός παράγοντας αποτελεί, επίσης, και ο μαθητής. Όσον αφορά στο μάθημα της Γλώσσας, οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν την αναλυτικο-συνθετική μέθοδο διδασκαλίας, στο μάθημα των Μαθηματικών και των Φυσικών τη μέθοδο επίλυσης προβλήματος, στο μάθημα της Μελέτης Περιβάλλοντος το συνδυασμό της απαγωγικής και της επαγωγικής μεθόδου διδασκαλίας και στο μάθημα της Ιστορίας και της Κοινωνικής και Πολιτικής Αγωγής τη σωκρατική μέθοδο διδασκαλίας. Παράλληλα, οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν την επαγωγική μέθοδο διδασκαλίας προκειμένου να ενισχύσουν το βιωματικό χαρακτήρα της διδασκαλίας τους, το συνδυασμό της απαγωγικής και της επαγωγικής μεθόδου διδασκαλίας προκειμένου να ενισχύσουν τη συμμετοχή των μαθητών, τη γενετική μέθοδο διδασκαλίας προκειμένου να γνωρίσουν οι μαθητές τη διαδικασία επίλυσης προβληματικών καταστάσεων και, τέλος, τη μέθοδο επίλυσης προβλήματος και τη σωκρατική μέθοδο διδασκαλίας προκειμένου να ενισχύσουν την κριτική σκέψη των μαθητών 1085 270 270 Future teacher’s views on the 4th year teaching practice of the Department of Education Sciences in Early Childhood of Democritus University of Thrace Οι απόψεις των μελλοντικών εκπαιδευτικών για την Πρακτική Άσκηση του 4ου έτους του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης This study is situated within the framework of thesis dissertation at the Department of Education Sciences in Early Childhood and its subject is about “Future teacher’s views on the 4th year teaching practice of the Department of Education Sciences in Early Childhood of Democritus University of Thrace”. It aims to investigate the views of future teachers regarding the 4th year teaching practice implemented by the students of the Department of Education Sciences in Early Childhood of Democritus University of Thrace during the academic year 2018-2019. In particular, it attempts to investigate the students’ level of satisfaction regarding the structure and content of the 4th year Teaching Practice and its response to their needs and expectations as well. Furthermore, this study investigates the views of students about the Lesson Study model which is implemented in the program of the Teaching Practice at the Department of Education Sciences in Early Childhood. Research was conducted after the completion of the students' teaching practice in the winter and spring semester. Questionnaire was used as a tool for data collection. The findings of the research, after analyzing and processing all the results, show that the students of the Department are quite satisfied with the present teaching practice but they would like to have some changes regarding its structure and content. In addition, the results of the research could be used in the future for changes that can be made to the teaching practice in the Department of Education Sciences in Early Childhood. Η παρούσα εργασία εντάσσεται στο πλαίσιο της εκπόνησης πτυχιακής μελέτης στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία (ΤΕΕΠΗ) και το αντικείμενο μελέτης της είναι «Οι απόψεις των μελλοντικών εκπαιδευτικών για την Πρακτική Άσκηση του 4ου έτους του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης». Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση των απόψεων των μελλοντικών εκπαιδευτικών σχετικά με την Πρακτική Άσκηση του 4ου έτους, που υλοποίησαν οι φοιτητές του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης κατά το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019. Συγκεκριμένα μελετώνται ο βαθμός ικανοποίησης των φοιτητών ως προς τη δομή και το περιεχόμενο της Πρακτικής Άσκησης του 4ου έτους καθώς και η ανταπόκριση της στις ανάγκες και τις προσδοκίες τους. Επιπλέον διερευνώνται οι απόψεις των φοιτητών σχετικά με το μοντέλο Lesson Study που εφαρμόζεται στο πρόγραμμα Πρακτικής Κατάρτισης του ΤΕΕΠΗ. Η έρευνα διενεργήθηκε μετά την ολοκλήρωση της Πρακτικής Άσκησης των φοιτητών του 4ου έτους που πραγματοποιήθηκε στο χειμερινό και εαρινό εξάμηνο. Ως εργαλείο για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο. Τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την έρευνα, μετά την ανάλυση και επεξεργασία όλων των δεδομένων, έδειξαν πως οι φοιτητές του τμήματος είναι αρκετά ικανοποιημένοι από την παρούσα Πρακτική Άσκηση του 4ου έτους, ωστόσο θα επιθυμούσαν να γίνουν κάποιες αλλαγές ως προς τη Δομή και το Περιεχόμενο της. Ακόμη, τα αποτελέσματα της έρευνας θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο μέλλον για αλλαγές που μπορούν να πραγματοποιηθούν σχετικά με το πρόγραμμα Πρακτικής Άσκησης στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία 1086 401 440 Ραδιοανοσοπροσδιορισμός των επιπέδων της βιταμίνης D του ορού σε ασθενείς με νόσο Alzheimer και συσχέτιση με τη νόσο Nowadays, there are more and more cases of neurodegenerative diseases. These diseases are incurable and lead to progressive degeneration and death of nerve cells, which causes problems in the motor or cognitive function of sufferers. A particular increase is observed in dementia and especially in Alzheimer's disease, since it accounts for 50-60% of dementia cases.Purpose: This study investigates the role of vitamin D in the monitoring of patients with dementia and Alzheimer's disease. Specifically, it studies patients' serum vitamin D levels and checks their possible association with the disease. Vitamin D is also considered to be a prognostic factor for the development and severity of Alzheimer's disease. Patients and methods: This research studied 20 patients, including 11 men and 9 women. Their average age was 58 ± 8 years and they were selected because they showed similar clinical symptoms of Alzheimer's disease. They were examined and monitored in the Department of Nuclear Medicine of the General University Hospital of Alexandroupolis. They underwent to a brain scintigraphy (SPECT) with 99mTc-HMPAO to determine whether they really suffer from Alzheimer's disease or some other form of Dementia. In addition, they underwent to blood collection to measure their serum vitamin D levels. The determination was made using the RIA radioimmunoassay method in the in vitro laboratory of the Department of Nuclear Medicine. Results: 80% of the patients who were studied suffer from Alzheimer's disease or some other severe form of Dementia. These patients had low levels of vitamin D in their blood serum. Statistical analysis:The statistical analysis was performed with the χ2 test, with the statistical significance being considered for p < 0.005.Conclusion: Brain scintigraphy with 99mTc-HMPAO is a safe and highly accurate method, which provides great sensitivity and specificity in the diagnosis of Alzheimer's disease and other forms of Dementia. Patients who experienced low levels of vitamin D presented complications in the scintigraphy. In short, the scintigraphy indicated imaging deficits in the frontal, temporal and occipital lobes. Very low vitamin D values were showed by patients with severe and advanced clinical symptoms of both Alzheimer's disease and other severe forms of Dementia. At the same time, they showed characteristic structural abnormalities in the scintigraphy. Patients with slightly higher levels of vitamin D values than the above experienced less extensive damage to the scintigraphy. Therefore, vitamin D values could potentially be considered and used as a prognostic factor in determining the severity of Alzheimer's disease. Εισαγωγή: Στις μέρες μας παρατηρούνται ολοένα και περισσότερα περιστατικά νευροεκφυλιστικών παθήσεων. Οι παθήσεις αυτές είναι ανίατες και οδηγούν σε προοδευτική εκφύλιση και θάνατο των νευρικών κυττάρων, γεγονός που προκαλεί προβλήματα στην κινητική ή στη νοητική λειτουργία των πασχόντων. Ιδιαίτερη αύξηση παρατηρείται στις άνοιες και ειδικότερα στη νόσο Alzheimer, μιας και αντιπροσωπεύει το 50-60% των περιπτώσεων. Σκοπός: Στην παρούσα μελέτη ερευνάται ο ρόλος της βιταμίνης D στην παρακολούθηση ασθενών που πάσχουν από νοια και ιδιαίτερα από τη νόσο Alzheimer. Συγκεκριμένα, μελετώνται τα επίπεδα της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών και ελέγχεται η πιθανή συσχέτισή τους με τη νόσο. Επίσης, ελέγχεται το ενδεχόμενο να αποτελεί η βιταμίνη D έναν προγνωστικό παράγοντα στην εξέλιξη και τη σοβαρότητα της νόσου Alzheimer. Ασθενείς και μέθοδοι:Μελετήθηκαν 20 ασθενείς, εκ των οποίων οι 11 ήταν άνδρες και οι 9 γυναίκες. Ο μέσος όρος της ηλικίας τους ήταν τα 58 ± 8 έτη και επιλέχθηκαν γιατί παρουσίαζαν ανάλογα κλινικά συμπτώματα της νόσου Alzheimer. Εξετάστηκαν και παρακολουθήθηκαν στο Τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης. Υποβλήθηκαν σε σπινθηρογράφημα εγκεφάλου (SPECT) με 99mTc-HMPAO, ούτως ώστε να διαπιστωθεί αν πάσχουν πράγματι από τη νόσο Alzheimer ή από κάποια άλλη μορφή άνοιας. Επιπλέον, υποβλήθηκαν σε αιμοληψία για να προσδιοριστούν τα επίπεδα της βιταμίνης D του ορού του αίματός τους. Ο προσδιορισμός πραγματοποιήθηκε με τη χρήση της ραδιοανοσομετρικής μεθόδου RIA στο in vitro εργαστήριο του τμήματος Πυρηνικής Ιατρικής. αποτελέσματα: Το 80% των ασθενών που μελετήθηκαν πάσχει από τη νόσο Alzheimer ή από κάποια άλλη βαριά μορφή άνοιας. Οι ασθενείς αυτοί παρουσίασαν αρκετά χαμηλα επίπεδα βιταμίνης D στον ορό του αίματός τους.Στατιστική ανάλυση: Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με τον έλεγχο χ2, με την στατιστική σημασία να θεωρείται για p < 0.005. Συμπεράσματα: Το σπινθηρογράφημα εγκεφάλου με 99mTc-HMPAO είναι μια ασφαλής και ιδιαίτερα ακριβής μέθοδος, η οποία παρέχει μεγάλη ευαισθησία και ειδικότητα στη διάγνωση της νόσου Alzheimer και άλλων μορφών άνοιας. Οι ασθενείς που παρουσίασαν χαμηλές τιμές στα επίπεδα της βιταμίνης D, εμφάνισαν επιπλοκές στο σπινθηρογράφημα. Με λίγα λόγια, το σπινθηρογράφημα υποδείκνυε ελλείμματα απεικόνισης στους μετωπιαίους, στους κροταφικούς και στους ινιακούς λοβούς. Πολύ χαμηλές τιμές βιταμίνης D εκδήλωσαν οι ασθενείς με έντονα και σε προχωρημένο στάδιο κλινικά συμπτώματα τόσο της νόσου Alzheimer, όσο και άλλων βαρέων μορφών άνοιας. Παράλληλα, παρουσίασαν χαρακτηριστικές δομικές ανωμαλίες στο σπινθηρογράφημα. Ασθενείς με ελαφρώς πιο υψηλά επίπεδα τιμών βιταμίνης D από τους παραπάνω, εμφάνισαν λιγότερο εκτεταμένες ανωμαλίες στο σπινθηρογράφημα. Συνεπώς, οι τιμές της βιταμίνης D θα μπορούσαν ενδεχομένως να θεωρηθούν και να χρησιμοποιηθούν ως ένας προγνωστικός παράγοντας για τον προσδιορισμό της βαρύτητας της νόσου ασθενών που πάσχουν από την νόσο Alzheimer. 1087 246 259 Sexting among Greek university students and its relationship to personality Tο sexting σε Έλληνες φοιτητές και η σχέση του με την προσωπικότητά τους The purpose of this study was to investigate the phenomenon of sexting in relation to personality traits (Big Five Factor Model), in a sample of 2,913 students in Greece, with average age of 22 years. Participants were asked to answer an anonymous online questionnaire. The results showed that 7 out of 10 students are engaged in sexting, one in 5 are engaged in dangerous sexting and one in 6 in unwanted sexting. Specifically, sexting was more common in men and non-heterosexuals. In addition, sexting was more common between romantic partners, long-term romantic partners, and those who were in a long-distance relationship. Also, women were found to be pressured more often by their romantic partners to engage in unwanted sexting, while men were pressured by their friends to sext and non-heterosexuals by strangers. However, victimization by forwarding and posting non-consensual sexts was more common in heterosexuals, while no differences were found between men and women, although men usually forward non-consensual sexts. Finally, students engaged in sexting report high Extroversion and low Consciousness, while several gender differences were found in the relationship between personality and sexting, dangerous sexting and unwanted sexting. The results of the multiple regression analysis showed that non-heterosexual men in a romantic relationship with a high score in Extroversion and low in Conscientiousness are more likely to engage in sexting. The results are discussed in terms of future research and practical implications in education practice. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του φαινομένου του sexting σε σχέση με τα χαρακτηριστικά της Προσωπικότητάς (Μοντέλο Μεγάλων Πέντε Παραγόντων), σε ένα δείγμα 2.913 φοιτητών στην Ελλάδα, με μέσο όρο ηλικίας τα 22 έτη. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να απαντήσουν σε ένα διαδικτυακό ανώνυμο ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 7 στους 10 φοιτητές εμπλέκονται στο sexting, ένας στους 5 στο επικίνδυνο και ένας στους 6 στο ανεπιθύμητο sexting. Ειδικότερα, το sexting ήταν πιο συχνό στους άνδρες και στους μη ετεροφυλόφιλους. Επιπλέον, το sexting ήταν συχνότερο μεταξύ των ρομαντικών συντρόφων, των συντρόφων με μακροχρόνια ρομαντική σχέση και όσων διατηρούσαν σχέση εξ’ αποστάσεως. Ακόμη, οι γυναίκες βρέθηκαν να πιέζονται συχνότερα από τους ρομαντικούς τους συντρόφους για εμπλοκή στο ανεπιθύμητο sexting, ενώ οι άνδρες να πιέζονται από τους φίλους τους και οι μη ετεροφυλόφιλοι από αγνώστους. Ωστόσο, η θυματοποίηση από το μη συναινετικό διαμοιρασμό γυμνημάτων (sexts) ήταν πιο συχνή σε ετεροφυλόφιλους, ενώ δε βρέθηκαν διαφυλικές διαφορές, μολονότι οι άνδρες ήταν αυτοί που συνήθως προωθούσαν μη συναινετικά γυμνήμτα. Παράλληλα, οι φοιτητές που εμπλέκονται με το sexting δηλώνουν υψηλή Εξωστρέφεια και χαμηλή Προσήνεια, ενώ διαπιστώθηκαν αρκετές διαφυλικές διαφοροποιήσεις ως προς τη σχέση της προσωπικότητας με την εμπλοκή στο sexting, το επικίνδυνο sexting και το ανεπιθύμητο sexting. Τα αποτελέσματα της παλινδρομικής ανάλυσης έδειξαν πως οι μη ετεροφυλόφιλοι άνδρες σε ρομαντική σχέση εξ’ αποστάσεως με υψηλή βαθμολογία στην Εξωστρέφεια και χαμηλή στην Προσήνεια είναι πιο πιθανό να εμπλακούν στο sexting. Τα πορίσματα της παρούσας μελέτης συζητιούνται για μελλοντική αξιοποίηση και εφαρμογή. 1088 242 239 a teaching proposal of the English language for Pre-school children μια πρόταση διδασκαλίας της Αγγλικής γλώσσας σε παιδιά προσχολικής ηλικίας The present study aims at investigating the effectiveness of teaching English to young learners in Kindergarten through playful activities, placing emphasis on the holistic approach of learning by implementing activities based on the project method. The first part of the study introduces a literary review where theories and methods regarding early learning and teaching of a foreign language are analyzed. More specifically, the advantages of starting a foreign language at a young age are investigated with regard to achieving higher oral and grammatical proficiency as compared to older learners. However, some of the disadvantages of early start are also presented. The second part of the study introduces the research and the intervention which was conducted in a public Kindergarten in Alexandroupolis, Greece. Furthermore, the intervention focuses on a case study where 12 preschoolers constitute the subjects of the study. The methodological tools used to collect the data are the semi-structured interviews, observation (participant observer) and an open-ended questionnaire which was filled in by the preschooler’s parents. The researcher attempts linking the theoretical background and the practice of the method so as to answer the research questions aforementioned. Summing up, the efficacy of the intervention was ascertained concerning children’s language development through the project method and the use of the puppet in the classroom. The results of the study are also encouraging as far as cultivating a positive attitude towards the target language. Η παρούσα προπτυχιακή εργασία εστιάζει στη διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της διδασκαλίας της Αγγλικής ως ξένης γλώσσας στο Νηπιαγωγείο μέσω παιγνιωδών δραστηριοτήτων δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στην ολιστική προσέγγιση της γνώσης μέσω της μεθόδου σχεδίου εργασίας (project). Στο πρώτο μέρος της εργασίας τοποθετείται η βιβλιογραφική ανασκόπηση όπου αναλύονται θεωρίες και μέθοδοι σχετικά με την πρώιμη εκμάθηση και διδασκαλία της ξένης γλώσσας. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται η αποτελεσματικότητα της εκμάθησης της ξένης γλώσσας σε νεαρή ηλικία ιδιαίτερα αναφορικά με την προφορική και την γραμματική ευχέρεια συγκριτικά με μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες αλλά και τα μειονεκτήματα που μπορεί να παρουσιάζει η πρώιμη εκμάθηση. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας παρουσιάζεται το ερευνητικό κομμάτι όπου αναλύεται η παρέμβαση που διεξήχθη σε ένα δημόσιο Νηπιαγωγείο της Αλεξανδρούπολης. Αναλυτικότερα, η παρέμβαση αφορά σε μια μελέτη περίπτωσης ενώ το δείγμα απαρτίζουν 12 παιδιά νηπιακής ηλικίας. Τα μεθοδολογικά εργαλεία που αξιοποιήθηκαν για την καταγραφή των δεδομένων είναι η ημιδομημένη συνέντευξη, η συμμετοχική παρατήρηση και το ανοιχτού τύπου ερωτηματολόγιο το οποίο συμπληρώθηκε από τους γονείς των νηπίων. Καταλήγοντας, γίνεται σύνδεση του θεωρητικού πλαισίου με το πρακτικό μέρος της έρευνας προκειμένου να απαντηθούν τα βασικά ερωτήματα που τέθηκαν από την ερευνήτρια. Συμπερασματικά, διαπιστώθηκε η αποτελεσματικότητα της παρέμβασης αναφορικά με την γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών στην εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας μέσω της μεθόδου σχεδίου εργασίας και της χρήσης της κούκλας ενώ τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά και για την καλλιέργεια θετικής στάσης προς την γλώσσα-στόχο 1089 213 280 Introduction: Stroke represents a major cause of functional disability with increasing prevalence. Thus, it is imperative that stroke prognosis be both timely and valid. Up to today, several biomarkers have been investigated in an attempt to forecast stroke patient’s potential for motor recovery, Transcranial Magnetic Stimulation (TMS) being among them. Aim: To explore the value of TMS as a prognostic tool in the early phase post-stroke. Material and methods: A literature research of two databases (MEDLINE and Scopus) was conducted in order to trace all relevant studies published between 1980 and 2021 that focused on the potential utility of TMS implementation on stroke prognosis. Only full-text articles published in English language were included. Results: 110 full-text articles have been traced and are included in this study. Motor Evoked Potentials (MEPs) recording is indicative of favorable prognosis concerning the motor recovery of upper and lower extremities’ weakness, swallowing and speech difficulties as well as the patient’s general functional outcome. On the contrary, MEP absence is usually associated with poor prognosis. Relative correlations have also been made among other TMS variants (excitation threshold, MEP amplitude, central motor conduction time) and the expected recovery rate. Conclusion: TMS represents a fast, safe and reproducible prognostic post-stroke that could resolve the prognostic uncertainties in many cases of stroke. Εισαγωγή: Το Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ), ως απότοκο διαταραχής της αγγειακής κυκλοφορίας του εγκεφάλου, συνιστά μία ετερογενή νοσολογική οντότητα, της οποίας το συνολικό φορτίο ενισχύεται αισθητά τις τελευταίες δεκαετίες. Ως αποτέλεσμα, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη ακριβούς και έγκαιρης πρόγνωσης του αναμενόμενου βαθμού λειτουργικής αποκατάστασης. Ποικίλοι νευρολογικοί βιοδείκτες έχουν αξιοποιηθεί στην προσπάθεια εξατομικευμένης εκτίμησης του δυναμικού κινητικής ανάρρωσης των ασθενών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός (TMS). Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας ανασκόπησης έγκειται στη διερεύνηση της αξίας του TMS ως προγνωστικού εργαλείου μετά από ΑΕΕ. Υλικό-Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε συστηματική αναζήτηση στις βάσεις δεδομένων MEDLINE και Scopus με σκοπό την ανεύρεση μελετών, οι οποίες δημοσιεύτηκαν μεταξύ 1980 και 2021 και εκτιμούν τα προγνωστικά οφέλη που απορρέουν από τη χρήση του TMS σε ασθενείς μετά από ΑΕΕ. Χρησιμοποιήθηκαν άρθρα πλήρους κειμένου στην αγγλική γλώσσα, ενώ παράλληλα αξιοποιήθηκαν οι βιβλιογραφικές αναφορές τους. Αποτελέσματα: Η πλειονότητα των βιβλιογραφικών δεδομένων συνηγορεί υπέρ της υψηλής προγνωστικής αξίας του TMS σε ασθενείς κατά τη διάρκεια της υποξείας φάσης μετά από ΑΕΕ. Η παρουσία κινητικών προκλητών δυναμικών (MEPs) θεωρείται ενδεικτική “αναλογικής” αποκατάστασης και ακολουθείται από αξιόλογη έκβαση, όσον αφορά την κινητικότητα άνω και κάτω άκρων, την κατάποση, τις διαταραχές λόγου και τη συνολική λειτουργικότητα. Αντίθετα, η απουσία κινητικών απαντήσεων συνοδεύεται, κατά κύριο λόγο, από φτωχή πρόγνωση. Ανάλογες συσχετίσεις διαπιστώνονται μεταξύ των λοιπών νευροφυσιολογικών παραμέτρων (ουδός διέγερσης, εύρος ΜΕΡ, χρόνος κεντρικής κινητικής αγωγιμότητας) και του αναμενόμενου βαθμού λειτουργικής ανάρρωσης. Ωστόσο, το προγνωστικό όφελος της εφαρμογής TMS δεν επιβεβαιώνεται από το σύνολο των μελετών. Συμπέρασμα: Συμπερασματικά, διαφαίνεται ο πολύτιμος ρόλος του TMS ως προγνωστικού δείκτη μετά από ΑΕΕ, καθώς πρόκειται για μία ταχεία, ασφαλή και επαναλήψιμη τεχνική, η οποία δύναται να επιλύσει την προγνωστική αβεβαιότητα σε αρκετές περιπτώσεις ΑΕΕ. 1090 372 382 διερεύνηση της αντιοξειδωτικής και αντιπολλαπλασιαστικής τους δράσης Aromatic plants have been used since ancient times for their medicinal properties and their use in food preservation and food flavoring. They produce a wide variety of secondary metabolites, essential oils, whose properties provide protection against predators, microbes, and insects. The protective role of essential oils against a multitude of pathologies intrigued the scientific community to investigate potential therapeutic uses. The mastic of Chios is produced from the plant Pistacia lentiscus var Chia. The mastic gum as well as its essential oil are composed of about 70 components and have numerous and significant pharmacological properties. Chios Mastic gum is under investigation for the discovery of novel pharmaceutical agents for therapeutic applications. Cinnamon is a spice that has been used by various cultures around the world for several centuries. It is obtained from the bark of trees of the genus Cinnamomum. Several studies have dealt with the numerous properties of cinnamon in all its forms. Each of these properties plays a key role in human health. The available in vitro and in vivo data shows that cinnamon has anti-microbial, anti-parasitic and anti-oxidant activity. Star Anise is an aromatic evergreen tree of the family Illiciaceae. Fruits of anise are used in traditional Chinese cooking, mainly as a spice, but have been also used for the treatment of many disorders. Current pharmacological studies showed that crude extracts and active compounds of anise have great pharmacological activities especially antimicrobial, antioxidant, insecticide and sedative. The aim of this study was to investigate the antioxidant and antiproliferative activity of the essential oils of the plants Cinnamomum zeylanicum, Illicium verum and Pistacia lentiscus var Chia. The effects of the essential oils were tested against the human liver cancer cell line HepG2. The results indicated that essential oils possess significant antioxidant properties as well as have the ability to neutralize the active radical DPPH in vitro. Furthermore, the essential oils exhibited significant cytotoxic effects in liver hepatocellular carcinoma HepG2 cells as demonstrated by cell viability assays. In conclusion, the results indicate that the oils of Cinnamomum zeylanicum, Illicium verum, Pistacia lentiscus var Chia exert significant antioxidant and anti-proliferative activities in vitro. Further studies are warranted to investigate the chemopreventive potential and detailed mechanisms of action of these potent essential oils. Τα αρωματικά φυτά χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές τους ιδιότητες, τη συντήρηση τροφίμων, καθώς επίσης και για να προσδώσουν άρωμα και γεύση στο φαγητό. Παράγουν μια μεγάλη ποικιλία δευτερογενών μεταβολιτών, τα αιθέρια έλαια, των οποίων οι ιδιότητες προσδίδουν προστασία έναντι σε αρπακτικά ζώα, μικρόβια και έντομα. Ο προστατευτικός αυτός ρόλος των αιθέριων ελαίων έναντι σε πληθώρα παθολογικών καταστάσεων κίνησε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας που πλέον ερευνά πιθανές θεραπευτικές χρήσεις τους. Η μαστίχα Χίου παράγεται από το φυτό Pistacia lentiscus var Chia. Η μαστίχα Χίου καθώς και το αιθέριο έλαιό της αποτελούνται απο περίπου 70 συστατικά και κατέχουν πολυάριθμες και ποικίλες βιοϊατρικής και φαρμακολογικής σημασίας ιδιότητες. Τα τελευταία χρόνια αποτελεί αντικείμενο έρευνας για την ανακάλυψη νέων φαρμακευτικών παραγόντων με σκοπό τη θεραπεία πολλών ασθενειών του ανθρώπου και των ζώων. Η κανέλα είναι ένα μπαχαρικό που χρησιμοποιείται από διάφορους πολιτισμούς σε όλο τον κόσμο για αρκετούς αιώνες. Λαμβάνεται από τον φλοιό των δέντρων του γένους Cinnamomum. Αρκετές μελέτες έχουν ασχοληθεί με τις πολυάριθμες ιδιότητες της κανέλας σε όλες τις μορφές της. Κάθε μία από αυτές τις ιδιότητες διαδραματίζει βασικό ρόλο στην υγεία του ανθρώπου. Τα διαθέσιμα in vitro και in vivo στοιχεία δείχνουν ότι η κανέλα έχει αντι-μικροβιακή, αντι-παρασιτική και αντι-οξειδωτική δράση. Ο αστεροειδής γλυκάνισος είναι ένα αρωματικό αειθαλές δέντρο της οικογένειας Illiciaceae. Τα φρούτα του γλυκάνισου χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή κινεζική μαγειρική, κυρίως ως μπαχαρικό, αλλά έχουν χρησιμοποιηθεί και σε πολλές περιπτώσεις διαταραχών. Σύγχρονες φαρμακολογικές μελέτες έδειξαν ότι τα ακατέργαστα εκχυλίσματα και οι δραστικές ενώσεις του γλυκάνισου έχουν μεγάλες φαρμακολογικές δράσεις κυρίως αντιμικροβιακές, αντιοξειδωτικές, εντομοκτόνες και ηρεμιστικές. Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνηθεί η αντιοξειδωτική και h πιθανή αντικαρκινική δράση των αιθέριων ελαίων των φυτών Cinnamomum zeylanicum, Illicium verum, Pistacia lentiscus var Chia. Για την μελέτη των δράσεων αυτών χρησιμοποιήθηκε η ανθρώπινη καρκινική σειρά ήπατος HepG2. Διαπιστώθηκε ότι τα έλαια κατέχουν σημαντικές αντιοξειδωτικές ιδιότητες, καθώς έχουν την ικανότητα να εξουδετερώνουν τη δραστική ρίζα DPPH in vitro. Παράλληλα, μπορούν να επάγουν τον κυτταρικό θάνατο καρκινικών κυττάρων του ύπατος, όπως αποδείχτηκε με τη βοήθεια δοκιμασιών κυτταρικής βιωσιμότητας. Συμπερασματικά, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν πως τα έλαια και τα σημαντικότερα συστατικά τους χαρακτηρίζονται από σημαντική αντιοξειδωτική και αντιπολλαπλασιαστική ικανότητα in vitro. Οι αντικαρκινικές και χημειοπροφυλακτικές ιδιότητες των αιθέριων ελαίων, καθώς και οι μηχανισμοί δράσης τους επιδέχονται περαιτέρω έρευνας. 1091 250 216 The theories of play in the application of an evaluational model of educational software for children in early childhood Οι θεωρίες παιχνιδιού στην εφαρμογή ενός μοντέλου αξιολόγησης εκπαιδευτικών λογισμικών για παιδιά προσχολικής ηλικίας The purpose of this paper is to evaluate a variety of software based on the model of Verenikina, Harris, Lysaght, Herrington. In other words, we applied the model to a variety of software to evaluate in relation to the developmental aspects they promote in children in early childhood. A clarification at this point is necessary, the software chosen is free on the internet and suitable for children in early childhood. At the same time, we studied classical and modern play theories to evaluate the software. It is worth mentioning that this paper deals with the importance of digital play, which has developed rapidly. Undoubtedly, this has as a consequence a large variety of educational software on the internet. So after studying, some of the main results we came up with, is that most software are linking older children's skills to new ones. Furthermore, it is very important that more than half of the software contain symbolic representations. However, we have found that a small number of educational software give children the opportunity to interact more closely with the roles that are assigned to them from the game. In conclusion, the elements that include a successful educational software, in our opinion, are attractive and contemporary graphics as well as a variety of games. The combination of these two elements help children to avoid boredom and contribute to the development of the child. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αξιολόγηση μιας ποικιλίας λογισμικών με βάση το μοντέλο των Verenikina, Harris, Lysaght, Herrington. Πιο αναλυτικά, εφαρμόσαμε το μοντέλο σε μια ποικιλία λογισμικών, ώστε να τα αξιολογήσουμε σε σχέση με τις πλευρές της ανάπτυξης που προάγουν σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. Μια διευκρίνιση στο σημείο αυτό είναι απαραίτητη, τα λογισμικά που επιλέχτηκαν είναι ελεύθερα στο διαδίκτυο. Παράλληλα, για να γίνει η αξιολόγηση των λογισμικών μελετήθηκαν οι κλασσικές και σύγχρονες θεωρίες παιχνιδιού. Αξίζει να τονιστεί, ότι η παρούσα εργασία πραγματεύεται την σημασία του ψηφιακού παιχνιδιού, το οποίο έχει αναπτυχθεί ραγδαία. Αναντίρρητα, αυτό έχει ως φυσικό επακόλουθο να υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός εκπαιδευτικών λογισμικών στο διαδίκτυο. Έτσι, ύστερα από μελέτη μερικά από τα κυριότερα αποτελέσματα στα οποία καταλήξαμε είναι ότι τα περισσότερα λογισμικά συνδέουν παλαιότερες δεξιότητες των παιδιών με καινούργιες. Επίσης, ιδιαίτερα σημαντικό είναι ότι περισσότερα από τα μισά λογισμικά περιέχουν συμβολικές αναπαραστάσεις. Ωστόσο, διαπιστώσαμε ότι μικρός αριθμός εκπαιδευτικών λογισμικών δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να προβληματιστούν για τους ρόλους που αναλαμβάνουν. Συμπερασματικά, τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει ένα επιτυχημένο εκπαιδευτικό λογισμικό, κατά την γνώμη μας, είναι ελκυστικά και σύγχρονα γραφικά, καθώς και ποικιλία παιχνιδιών. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγεται η πλήξη και ενισχύεται η ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού. 1092 200 202 The problems which people with visual disabilities deal with in the urban environment of thessalonikh Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με οπτικές αναπηρίες στο αστικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης The subject of this paper is the difficulty of moving for visually impaired people in urban environments. This difficulty is one of the many problems faced by those vulnerable social groups and one of the most important topics of discussion of the scientific public in recent years. The aim of this paper is to examine the context of these problems in the urban environment of Thessaloniki. The goal will be achieved through a primary survey with initial data using the interviews as a research tool and will consist of six (6) participants. In the first part of the paper, the existing scientific knowledge and research data are used, where the review shows that the qualitative and humanitarian management of people with disabilities and more specifically those with visual disabilities, presents serious deficits at the dawn of the Twenty-First Century in the urban environment of the co-Capital. The research results from the primary interviews will be compared with the bibliographic references. Therefore, in Thessaloniki, many actions and local policies are required to ensure the quality of life of people – children with visual problems or disabilities. Αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας είναι η δυσκολία μετακίνησης των ατόμων με οπτικά προβλήματα σε αστικά περιβάλλοντα. Η δυσκολία αυτή, αποτελεί ένα από τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εν λόγω ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και ένα από τα πιο σημαντικά θέματα συζήτησης του επιστημονικού κοινού τα τελευταία χρόνια. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να εξετάσει το πλαίσιο αυτών των προβλημάτων στο αστικό περιβάλλον της Θεσσαλονίκης. Η επίτευξη του στόχου θα πραγματοποιηθεί μέσω της εκπόνησης μιας πρωτογενούς έρευνας με αρχικά δεδομένα έχοντας ως ερευνητικό εργαλείο τις συνεντεύξεις και θα αποτελείται από έξι (6) συμμετέχοντες. Στο πρώτο μέρος της εργασίας, αξιοποιείται η υπάρχουσα επιστημονική γνώση και τα ερευνητικά δεδομένα, όπου μέσα από την ανασκόπηση αναδεικνύεται πως η ποιοτική και ανθρωπιστική διαχείριση των ατόμων με αναπηρίες και πιο συγκεκριμένα των ατόμων με οπτικές αναπηρίες, παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα στο αστικό περιβάλλον της συμπρωτεύουσας. Τα ερευνητικά αποτελέσματα από τις πρωτογενείς συνεντεύξεις θα συγκριθούν με τις βιβλιογραφικές αναφορές. Επομένως, στη Θεσσαλονίκη, απαιτείται η ανάληψη πολλών δράσεων και η θέσπιση τοπικών πολιτικών για τη διασφάλιση της ποιότητας όλης της ζωής των ατόμων – παιδιών με οπτικά προβλήματα ή αναπηρίες 1093 158 169 Teaching strategies in order to attract and maintain student’s interest: theory and research Μέσα και στρατηγικές διδασκαλίας με σκοπό την πρόκληση και τη διατήρηση του ενδιαφέροντος του μαθητή: θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση One of the main problems faced by teachers daily is to attract and maintain student’s interest. This problem should be solved, otherwise learning couldn’t be achieved. The use of teaching strategies can help teacher to attract student’s interest and create a good atmosphere in the classroom. Our research aims at investigating primary education teachers’ opinions about the use of teaching strategies in order to motivate their students. Our findings suggest that teachers consider the equipment available in class and the use of new technology a primary factor in order to trigger the students' interest. Moreover, they claim that the relationship between teacher and student as well as teaching in groups and carrying out experiments can make the lesson more interesting. Therefore, it is vital teachers organize small groups in class, so that students can cooperate with each other thus encourage the development of team spirit Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι εκπαιδευτικοί, είναι η πρόκληση και η διατήρηση του ενδιαφέροντος των μαθητών. Το πρόβλημα αυτό θα πρέπει να επιλυθεί , διαφορετικά παρεμποδίζεται η διαδικασία της μάθησης. Η χρήση συγκεκριμένων στρατηγικών διδασκαλίας μπορεί να βοηθήσει το δάσκαλο στο να κεντρίσει το ενδιαφέρον των μαθητών καθώς και να διαμορφώσει καλό κλίμα μέσα στην τάξη. Η παρούσα μελέτη στοχεύει στο να διερευνήσει τις απόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη χρήση στρατηγικών με στόχο τη δραστηριοποίηση των μαθητών. Τα ευρήματά μας καταδεικνύουν ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν τον εξοπλισμό της αίθουσας και τη χρήση νέων τεχνολογιών σημαντικό παράγοντα για την πρόκληση του ενδιαφέροντος των μαθητών. Επίσης, δηλώνουν ότι η σχέση δασκάλου-μαθητή καθώς και η χρήση ομαδικών μορφών διδασκαλίας και πειραμάτων μπορεί να κάνει πιο ενδιαφέρον το μάθημα. Για το λόγο αυτό οι εκπαιδευτικοί οργανώνουν μικρές ομάδες στην τάξη, ώστε οι μαθητές να συνεργάζονται και να αναπτύσσεται ομαδικό κλίμα 1094 352 358 Μελέτη της σχετιζόμενης με την υγεία ποιότητας ζωής των άτυπων φροντιστών ασθενών με ΑΕΕ INTRODUCTION: this paper examines how the quality of life of informal family caregivers of stroke patients is often affected negatively by the load of caregiving supplied. The findings also apply for caregivers of patients with dementia. PURPOSE:the purpose of this research was study HRQoL of stroke patients’ caregivers, its relationship with anxiety and depression of those who take care of others, as well as with the functional impairment of patients, there is also a comparison of HRQoL between the two groups of caregivers, in addition an investigation of the differentiation of HRQoL regarding their demographic and socioeconomic characteristics. MATERIAL AND METHOD: in this crossectional study 27 informal stroke caregivers took part and were used as the control group and 27 informal caregivers of dementia patients. All of the participants complete questionnaires with demographic and socioeconomic data. To asses HRQoL SF-36 generic questionnaire was used. Moreover HADS scale was used for the evaluation of anxiety and depression. Finally, for the patients’ functional independence the Barthel Index was used. RESULTS: the results showed that HRQoL of stroke patients caregivers is negatively influenced from their caregiving duty, as well as the dementia patients caregivers. Significant difference to the HRQoL, between the two caregivers’ groups was found in the scale of Physical role limitation. Caregivers of both groups show medium level symptoms of anxiety and depression. The patient’s functional inability doesn’t affect the HRQoL of their caregivers. Caregivers’ depression affect their physical function as part of their HRQoL. Moreover, anxiety affects caregivers’ HRQoL significantly. Caregivers who take care of stroke patients from six to twelve months have worse HRQoL in their social function and employment or in their other everyday activities too. Additionally, caregiving for many hours every day affects social life and causes bodily pain to caregivers. Existence of a formal caregiver allows informal caregivers to have better social functioning, to correspond better in their job and other activities and to feel less bodily pain. CONCLUSION: in conclusion, informal caregivers of stroke patients do not have good HRQoL, they aren’t ready for this role and they need material, social and emotional support in their work. Εισαγωγή: Η ποιότητα ζωής (HRQoL) των άτυπων οικογενειακών φροντιστών ασθενών με Aγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΑΕΕ) συχνά επηρεάζεται αρνητικά από το φορτίο της παροχής φροντίδας. Αυτό είναι τεκμηριωμένο ότι συμβαίνει και με τους φροντιστές ασθενών με άλλες παθήσεις, όπως η άνοια. Σκοπός: ήταν να μελετηθεί η HRQoL των άτυπων φροντιστών ασθενών με ΑΕΕ, σε σύγκριση με τους φροντιστές ασθενών με άνοια. Επίσης, να διερευνηθεί η επίδραση διαφόρων παραμέτρων, δημογραφικών, ψυχολογικών και κοινωνικοοικονομικών, καθώς και της λειτουργικής ανικανότητας των ασθενών στην ποιότητα ζωής των φροντιστών. Υλικό και μέθοδος: στη μελέτη συμμετείχαν 27 άτυποι φροντιστές ασθενών με ΑΕΕ και ως ομάδα ελέγχου, 27 άτυποι φροντιστές ασθενών με άνοια. Όλοι οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο δημογραφικών και κοινωνικοοικονομικών χαρακτηριστικών τους. Για την εκτίμηση της HRQoL χρησιμοποιήθηκε η γενική επισκόπηση υγείας SF-36. Για τη μέτρηση του άγχους και της κατάθλιψης χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα HADS. Για την αξιολόγηση της λειτουργικής ανεξαρτησίας των ασθενών χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα Barthel. Αποτελέσματα: η HRQoL των φροντιστών ασθενών με ΑΕΕ είναι αρνητικά επηρεασμένη από το φορτίο της φροντίδας όπως και η αντίστοιχη των φροντιστών ασθενών με άνοια. Σημαντική διαφορά, στην HRQoL μεταξύ των δύο ομάδων διαπιστώθηκε σχετικά με την εργασία και τις άλλες δραστηριότητες ως αποτέλεσμα της σωματικής υγείας τους. Οι φροντιστές των δύο ομάδων εμφανίζουν, σε μέτριο βαθμό, συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης. Η λειτουργική αδυναμία των ασθενών δεν επηρεάζει την HRQoL των φροντιστών. Η κατάθλιψη των φροντιστών επηρεάζει την HRQoL ως προς τη σωματική λειτουργικότητα τους. Το άγχος επηρεάζει σημαντικά την HRQoL των φροντιστών. Όσοι έχουν τον ρόλο του φροντιστή από έξι μήνες ως ένα χρόνο έχουν χειρότερη HRQoL ως προς την κοινωνική λειτουργικότητα και την επάρκεια στην εργασία και άλλες δραστηριότητες. Η πολύωρη καθημερινή φροντίδα πλήττει την κοινωνική ζωή και επιφέρει σωματικό πόνο στους φροντιστές. Η ύπαρξη έμμισθου φροντιστή επιτρέπει στους άτυπους φροντιστές να έχουν καλύτερη κοινωνική λειτουργικότητα, να ανταπεξέρχονται καλύτερα στην εργασία και στις δραστηριότητες τους και να αισθάνονται λιγότερο σωματικό πόνο. Συμπεράσματα: οι φροντιστές ασθενών με ΑΕΕ δεν έχουν καλή HRQoL, δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένοι για την ανάληψη αυτού του ρόλου και έχουν ανάγκη υλικής, κοινωνικής και ψυχικής υποστήριξης στο έργο τους. 1095 178 194 The present paper investigates the role of metacognitive awareness in the process of solving verbal and mathematical problems in primary school. This study involved 32 elementary school students aged 10-12 years respectively. An array of 5 cognitive tasks was used to conduct the research, in each of which the students were examined. Specifically, they examined 2 cognitive tasks (words, reasoning), which related to verbal ability, and 3 cognitive tasks (numbers, proportions, actions), which addressed quantitative ability. Vocabulary thinking was used as a method for determining partic-ipants' metacognitive awareness in the process of solving cognitive tasks. That is, each student had to "speak loudly" as he or she solved a problem and justify his or her choices. Analysis of the results revealed that older participants (12 years) performed much better than younger participants (10 years) in mathematics (quantitative ability). However, in terms of verbal ability it was found that age did not significantly affect cognitive performance as older participants did not perform significantly better than younger participants. Finally, there appeared to be a relationship between conscious-ness and problem-solving efficiency. Στην παρούσα εργασία διερευνάται ο ρόλος της μεταγνωστικής ενημερότητας στη διαδικασία επίλυσης λεκτικών και μαθηματικών προβλημάτων στο δημοτικό σχολείο. Στην συγκεκριμένη έρευνα συμμετείχαν 32 μαθητές της Δ’ και ΣΤ’ τάξης του δημοτικού σχολείου, ηλικίας 10-12 ετών αντίστοιχα. Για την διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήθηκε μια συστοιχία 5 γνωστικών έργων, στο καθένα από τα οποία εξετάστηκαν οι μαθητές. Ειδικότερα, εξετάστηκαν σε 2 γνωστικά έργα (λέξεις, συλλογισμοί), που αφορούσαν την λεκτική ικανότητα και 3 γνωστικά έργα (αριθμοί, αναλογίες, πράξεις), που απευθύνονταν στην ποσοτική ικανότητα. Ως μέθοδος για τον προσδιορισμό της μεταγνωστικής ενημερότητας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των γνωστικών έργων αξιοποιήθηκε η έκφωνη σκέψη. Ο κάθε μαθητής/τρια, δηλαδή, έπρεπε να «μιλάει φωναχτά» καθώς έλυνε ένα πρόβλημα και να αιτιολογεί τις επιλογές που έκανε. Μέσω της ανάλυσης των αποτελεσμάτων έγινε αντιληπτό πως οι μεγαλύτερης ηλικίας συμμετέχοντες (12 ετών) παρουσίασαν πολύ καλύτερη επίδοση από τους πιο μικρούς συμμετέχοντες (10 ετών) στα μαθηματικά (ποσοτική ικανότητα). Ωστόσο, σε ό,τι αφορά την λεκτική ικανότητα φάνηκε πως η ηλικία δεν επηρεάζει σημαντικά την γνωστική επίδοση καθώς οι μεγαλύτερης ηλικίας συμμετέχοντες δεν παρουσίασαν σημαντικά καλύτερες επιδόσεις από τους μικρότερους συμμετέχοντες. Τέλος, φάνηκε πως υφίσταται σχέση ανάμεσα στην ενσυνειδησία και την αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων. 1096 232 219 Σύγχρονα δεδομένα και απόψεις για την αυτοκτονία σε σχιζοφρενικούς ασθενείς Τhe present thesis is studying suicidality in schizophrenia through bibliograghic review. The target of the thesis is to reveal the relation between suicide and schizophrenia as well as the factors that appear to interact in this relation. As far as the theoretical basis is concerned, there has been made effort to set out the definition of schizophrenia and suicide, with reference to the psychotic symptoms and the types of schizophrenia, record of epidemiological data and definition of pathogenesis both for schizophrenia and suicide as well. Thereafter , there has been an attempt for the presentation of the discussion results of the study as far as the relation between suicide and schizophrenia is concerned, through epidemiological data and risk factors that seem to interact in this relation . More specifically, the main risk factors that are reported to interact in this relation are: depression and the feeling of despair, previous suicidal attempts, the disorder of substance abuse, the psychotic symptoms , the insight of the patient (defined as the awareness of suffering from a mental disorder and needing of treatments) and eventually psychosocial factors. This study is being completed with reference to the prevention and treatment of suicidality in schizophrenia both through medical treatment and through non-drug method of treatment as well, ultimately indicating that the combination of the above methods is the most ideal for the achievement of the best possible result. Η παρούσα εργασία μελετά την αυτοκτονικότητα στην σχιζοφρένεια, μέσω βιβλιογραφικής επισκόπησης . Σκοπός της εργασίας είναι να αναδείξει τη σχέση μεταξύ αυτοκτονίας και σχιζοφρένειας καθώς επίσης και τους παράγοντες εκείνους που φαίνονται να επιδρούν στη σχέση αυτή. Στο θεωρητικό υπόβαθρο πραγματοποιείται προσπάθεια διατύπωσης του ορισμού της σχιζοφρένειας και της αυτοκτονίας, με αναφορά στην συμπτωματολογία και στους τύπους σχιζοφρένειας , καταγραφή επιδημιολογικών στοιχείων και προσδιορισμός της αιτιοπαθογένειας τόσο για την σχιζοφρένεια όσο και για την αυτοκτονία. Έπειτα επιχειρείται η παρουσίαση της συζήτησης-αποτελεσμάτων της μελέτης ως προς τη σχέση που υφίσταται μεταξύ αυτοκτονίας και σχιζοφρένειας, μέσω επιδημιολογικών στοιχείων και παραγόντων κινδύνου που φαίνονται να επιδρούν στη σχέση αυτή. Συγκεκριμένα, οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου που αναφέρονται να επιδρούν στη σχέση αυτή αποτελούν η κατάθλιψη και το αίσθημα απελπισίας, το ιστορικό με προηγούμενες απόπειρες αυτοκτονίας, η διαταραχή χρήσης ουσιών, η ψυχωσική συμπτωματολογία και η εναισθησία ασθενούς (προσδιορίζεται ως επίγνωση της ψυχικής νόσου από την οποία νοσεί ο ασθενής και της ανάγκης για θεραπεία) και τέλος ψυχοκοινωνικοί παράγοντες. Η μελέτη ολοκληρώνεται με αναφορά στην πρόληψη και θεραπεία της αυτοκτονικότητας στη σχιζοφρένεια, τόσο με φαρμακευτική αντιμετώπιση , όσο και με μη φαρμακευτικές θεραπευτικές μεθόδους , σημειώνοντας , τέλος, τον συνδυασμό των δυο παραπάνω μεθόδων ως τον πλέον ιδανικό για την επίτευξη του καλύτερου δυνατού αποτελέσματος. 1097 329 348 Πρόγνωση λειτουργικών και μορφολογικών αλλαγών σε ασθενείς με απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδούς μετά από ενδοϋαλοειδική έγχυση αντι-VEGF παραγόντων The aim of the study is to identify and evaluate prognostic factors for the assessment of visual acuity of patients with macular edema secondary to retinal vein occlusion treated with intravitreal injections of anti-vascular endothelial growth factor (anti-VEGF).Methods. In this retrospective study were included 55 eyes of 55 patients diagnosed with macular edema secondary to central or branch retinal vein occlusion and treated with intravitreal anti-VEGF during the period from January 2013 to April 2017 in the ophthalmology clinic of the general hospital "Agios Dimitrios" in Thessaloniki. The first three injections took place each month. After the third injection, patients were examined between four and eight weeks and continued treatment if optical coherence tomography (OCT) showed intraretinal or subretinal fluid or there was recurrence of edema. Baseline visual acuity (best corrected visual acuity - BCVA), central retinal thickness (CRT), the integrity of photoreceptor inner and outer segment junction (IS/OS), age, the interval from diagnosis to treatment initiation were analyzed as potential predictors of the effects of anti-VEGF.Results. The median baseline BCVA was improved from 0.656 logMAR to 0.409 logMAR after complete remission of macular edema. There was a reduction in the mean baseline thickness of the central macular thickness from 550μm to 187μm. A 2 lines increase of the final BCVA was showed in patients with age ≤60 years (p <0.05) and 4 lines increase of the final BCVA in patients with baseline BCVA <0.7 logMAR (p <0.05). Eyes with visible the integrity of IS/OS after treatment of edema are associated with a better final BCVA, from 0.55 ± 0.30 at baseline to 0.19 ± 0.23 final BCVA (logMAR). In addition, initiation of anti-VEGF therapy in less than <30 days after diagnosis leads to an improvement of 2 lines of BCVA.Conclusions. Age, baseline BCVA, the central retinal thickness and the integrity of photoreceptor inner and outer segment junction are prognostic factors for the final outcome of BCVA in patients with retinal venous occlusion following intravitreal injection of anti -VEGF. Σκοπός της μελέτης είναι η αναγνώριση και αξιολόγηση προγνωστικών παραγόντων για την εκτίμηση της οπτικής οξύτητας ασθενών με οίδημα ωχράς από απόφραξη φλέβας αμφιβληστροειδούς που υποβλήθηκαν σε έγχυση αντι-αγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF) ενδοϋαλοειδικά. Μεθοδολογία. Στην αναδρομική αυτή μελέτη συμπεριλήφθηκαν 55 οφθαλμοί, 55 ασθενών που διαγνώστηκαν με οίδημα ωχράς προερχόμενο από κεντρική ή κλαδική απόφραξη φλέβας του αμφιβληστροειδή και υποβλήθηκαν σε ενδοϋαλοειδική θεραπεία με anti-VEGF κατά το χρονικό διάστημα Ιανουάριος 2013 έως Απρίλιος 2017 στην οφθαλμολογική κλινική του Γ.Ν.Θ «Ο Άγιος Δημήτριος». Οι τρεις πρώτες εγχύσεις πραγματοποιήθηκαν ανά μήνα μεταξύ τους. Μετά την τρίτη έγχυση, οι ασθενείς εξετάζονταν μεταξύ τεσσάρων και οκτώ εβδομάδων και συνέχιζαν την θεραπεία εφόσον στην οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) παρέμενε ενδοαμφιβληστροειδικό ή υπαμφιβληστροειδικό υγρό ή υπήρχε υποτροπή του οιδήματος. Η αρχική καλύτερη διορθωμένη οπτική οξύτητα (BCVA), το κεντρικό πάχος του κεντρικού βοθρίου (CRT), η ακεραιότητα του ορίου μεταξύ του έσω και έξω τμήματος των φωτοϋποδοχέων (inner and outer segment junction of photoreceptors – IS/OS), η ηλικία, το χρονικό διάστημα από την διάγνωση μέχρι την έναρξη της θεραπείας αναλύθηκαν ως πιθανοί προγνωστικοί παράγοντες της αποτελεσματικότητας των anti-VEGF.Αποτελέσματα. Ο μέσος όρος της αρχικής BCVA βελτιώθηκε από 0.656 logMAR (logarithm of the Minimum Angle of Resolution) σε 0.409 logMAR μετά την πλήρη υποχώρηση του οιδήματος της ωχράς. Παρατηρήθηκε μείωση του μέσου όρους του αρχικού πάχους του κεντρικού βοθρίου της ωχράς από 550μm σε 187μm. Βελτίωση 2 γραμμών της τελικής BCVA έδειξαν οι ασθενείς με ηλικία ≤60 έτη (p<0.05) και 4 γραμμών εκείνοι με αρχική Ο.Ο <0.7 logMAR (p<0.05). Οφθαλμοί με ορατή την παρουσία του IS/OS μετά την υποχώρηση του οιδήματος σχετίζονται με καλύτερη τελική BCVA, από 0.55±0.30 αρχική σε 0.19±0.23 τελική BCVA (logMAR). Επιπλέον, έναρξη της θεραπείας με anti-VEGF σε χρονικό διάστημα <30 ημερών από την διάγνωση οδηγεί σε βελτίωση 2 γραμμών της BCVA. Συμπεράσματα. Η ηλικία, η αρχική BCVA, το πάχος του κεντρικού βοθρίου και η παρουσία του IS/OS των φωτοϋποδοχέων αποτελούν προγνωστικούς παράγοντες για το τελικό αποτέλεσμα της BCVA ασθενών με φλεβική αποφράξη του αμφιβληστροειδή μετά από ενδοϋαλοειδική έγχυση anti-VEGF. 1098 248 266 Μεταγνωστική ενημερότητα και μαθηματική ικανότητα στη σχολική ηλικία The purpose of this study was to investigate possible interactive links between metacognitive awareness and mathematical problem solving. In particular, the reason for this work was to demonstrate the importance of the role of metacognition in student performance. The sample involved 15 students at the ages of 11-12 of N. Chili Elementary School, Alexandroupolis. From these students, three pupils with low performance and three with high were selected. In particular, to examine the quantitative capacity of these participants, an array of 2 cognitive projects was given. The first cognitive work to be resolved consisted of 4 mathematical sub-project and the second of eight analogical sub-projects. The most appropriate technique in aid of the research was the thinking-aloud method. With this technique, the students' thought was more approached when solving the projects in order to compare the thinking process of the students with high and low achievers. At the end of each sub-project, students were asked to answer closed-ended questions about their metacognitive experiences. The results of the study showed that students with a high mean also exhibit high metacognitive awareness during math problems solving, compared to lower performing pupils. The processing of the results of the research was based on the bibliography on the structure of the cognitive system, but also the modern aspects of metacognitive awareness in solving mathematical problems. Finally, this study demonstrated the effect of metacognitive awareness on mathematical ability. In conclusion, there is a direct relationship between metacognitive awareness and mathematical ability of students. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της μεταγνωστικής ενημερότητας και της επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων. Ειδικότερα, ο λόγος εκπόνησης της συγκεκριμένης εργασίας ήταν η κατάδειξη της σημαντικότητας του ρόλου που έχει η μεταγνώση στην επίδοση των μαθητών. Στην έρευνα συμμετείχαν 15 μαθητές ηλικίας 11-12 ετών της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου Ν. Χηλής, Αλεξανδρούπολη. Από αυτούς τους μαθητές έγινε επιλογή τριών μαθητών με χαμηλή επίδοση και τριών με υψηλή. Ειδικότερα, για να εξεταστεί η ποσοτική ικανότητα των συμμετεχόντων αυτών, δόθηκε μία συστοιχία 2 γνωστικών έργων. Το πρώτο γνωστικό έργο προς επίλυση αποτελούνταν από 4 υποέργα μαθηματικών πράξεων και το δεύτερο από 8 υποέργα αναλογίας. Η καταλληλότερη τεχνική για τη διεκπεραίωση της έρευνας κρίθηκε η τεχνική της έκφωνης σκέψης. Με αυτή την τεχνική προσεγγίστηκε περισσότερο η σκέψη των μαθητών κατά την επίλυση των έργων με σκοπό τη σύγκριση της διεργασίας σκέψης των μαθητών με υψηλές επιδόσεις και αυτών με χαμηλές. Στο τέλος κάθε υποέργου, οι μαθητές καλούνταν να απαντήσουν σε ερωτήματα κλειστού τύπου για τις μεταγνωστικές τους εμπειρίες. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι μαθητές με υψηλό Μ.Ο. παρουσιάζουν υψηλότερη μεταγνωστική ενημερότητα κατά τη διάρκεια επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων, σε σύγκριση με τους μαθητές με χαμηλή επίδοση. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων της έρευνας έγινε με βάση τη βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις της μεταγνωστικής ενημερότητας αναφορικά με την επίλυση των μαθηματικών προβλημάτων. Τέλος, στην έρευνα αυτή, καταδείχτηκε η επίδραση της μεταγνωστικής ενημερότητας στη μαθηματική ικανότητα. Συμπερασματικά, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στη μεταγνωστική ενημερότητα και τη μαθηματική ικανότητα των μαθητών. 1099 322 323 Ιστολογική εικόνα και φλεγμονώδης απόκριση των νεφρών μετά από μερική ηπατεκτομή με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων (τεχνική Habib-4X) Background and Aim: The aim of this study was to identify the damages of the renal parenchyma and evaluate the inflammatory response measuring IL-6, TNF-α and NF-κB, after radiofrequency assisted partial hepatectomy in pigs with the use of the bipolar Habib 4X device. Materials and Method: 14 Landrace pigs aged 3-4months and of 20-25kgr weight each were used and randomized into 3groups. In the first group (CC, n=4) partial resection of the left lateral and left medial lobe was performed by the crushing clamp technique. In the second group (H, n=4) same resection was performed using Habib 4X. In the third group, (Sham, n=6), Sham operation was performed. 48h after the intervention, euthanasia was performed and speciments were obtained. Damages such as hyperaemia-dilatation of parenchymal vessels, and renal blood vessels, inflammatory infiltrates of parenchyma and tubular necrosis were sought and rated as 0(negative), 1(mild), 2(moderate), 3(intense). In each subject, the sum of the scores gave the histopathological grade (HG). Antibody expression scored as follows: (0): no expression, (1): mild, (2): moderate, (3): intense. Results: In group CC, mild damages were noted in "hyperaemia-dilatation of renal blood vessels" [median (IQR): 1 (0)] and "inflammatory parenchymal infiltrates"[median IQR: 1 (0,38)], compared to “Sham” [median (IQR): 0 (0.75) and median (IQR): 0 (0), respectively] (CC vs Sham: p=0.040 and p=0.011 respectively)] [HG median (IQR): 3.5 (1.38)] (HG p=0,019 CC vs Sham). In group H mild alterations noted in the same parameters [median (IQR): 1 (0)] and [median (IQR): 0.75 (0.5)] respectively compared to “Sham” [median (IQR): 1 (0.75) and median (IQR): 0 (0), respectively] (p=0.040 and p=0,013 respectively) [HG Median (IQR): 2.75 (0.5)], [HG p=0.019 H vs Sham]. No increase of IL-6 (p = 0.368), TNFα (p = 0.157) and NF-κB (p = 0.079) expression was detected. Conclusion: Radiofrequency assisted partial hepatectomy using the Habib 4X device causes no significant damages to the pig renal parenchyma. The expression of inflammatory agents is not significant either. Σκοπός: Σκοπό της μελέτης ήταν η διερεύνηση ιστικών βλαβών του νεφρού χοίρων και η καταγραφή της φλεγμονώδους απάντησης μετά από μερική ηπατεκτομή με τη συσκευή ραδιοσυχνοτήτων Habib 4X. Υλικά και Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 14 χοίροι Landrace 3-4μηνών και 20-25κιλών ο καθένας. Χωρίστηκαν τυχαία σε 3 ομάδες. Στην πρώτη (CC,n=4), πραγματοποιήθηκε εκτομή τμήματων του αριστερού πλάγιου και αριστερού μέσου λοβού με την τεχνική σύνθλιψης του παρεγχύματος με λαβίδες. Στη δεύτερη (Η, n=4) πραγματοποιήθηκε όμοια επέμβαση με χρήση συσκευής Habib 4X. Στην τρίτη ομάδα (Sham, n=6) πραγματοποιήθηκε εικονική επέμβαση. 48ώρες μετά έγινε ευθανασία και ελήφθησαν δείγματα. Mελετήθηκαν η υπεραιμία-διάταση αγγείων του παρεγχύματος και αιμοφόρων αγγείων των νεφρικών σωματίων, οι φλεγμονώδεις διηθήσεις του παρεγχύματος και η σωληναριακή νέκρωση. Οι αλλοιώσεις βαθμολογήθηκαν ως εξής: 0=καμία, 1=ήπιες, 2=μέτριες, 3=έντονες αλλοιώσεις. Σε κάθε δείγμα, το άθροισμα των επιμέρους αλλοιώσεων έδινε τον ιστοπαθολογικό δείκτη (ΙΔ). Η εκτίμηση της έκφρασης της φλεγμονώδους απάντησης έγινε μέσω της έκφρασης των μορίων φλεγμονής IL-6, TNFα και NF-κB και βαθμολογήθηκε ως εξής: 0=απουσία, 1=ήπια, 2=μέτρια, 3=έντονη έκφραση. Αποτελέσματα: Στην CC διαπιστώθηκαν ήπιες αλλοιώσεις στις παραμέτρους «υπεραιμία-διάταση αιμοφόρων αγγείων των νεφρικών σωματίων» [διάμεσος (IQR): 1 (0)] και «φλεγμονώδεις διηθήσεις παρεγχύματος» [διάμεσος (IQR): 1 (0,3)], σε σύγκριση με ομάδα Sham [Διάμεσος (IQR): 1 (0,75)] και [Διάμεσος (IQR) : 0 (0) αντίστοιχα] (p=0.040 και p=0.011 αντίστοιχα) ] [ΙΔ Διάμεσος (IQR) : 3,5 (1.38)] (ΙΔ p=0,019 συγκρίνοντας CC-Sham). Στην Η διαπιστώθηκαν ήπιες αλλοιώσεις στις ίδιες παραμέτρους [διάμεσος (IQR): 1 (0)] και [διάμεσος (IQR): 0,75 (0,5)] αντίστοιχα., σε σύγκριση με τη Sham [Διάμεσος (IQR) : 1 (0,75) και Διάμεσος (IQR): 0 (0)] αντίστοιχα (p=0.040 και p=0.011 αντίστοιχα) [ΙΔ Διάμεσος (IQR): 2,75 (0,5)] (ΙΔ p=0,019 συγκρίνοντας Η-Sham). Σε καμία ομάδα δεν παρατηρήθηκε αυξημένη έκφραση IL-6 (p=0.368), TNFα (p=0.157) και NF-κB (p=0.079)Συμπεράσματα: Η μερική ηπατεκτομή με χρήση διπολικής συσκευής Habib 4X προκαλεί ήπιες ιστολογικές αλλοιώσεις στους νεφρούς χοίρου. Η έκφραση των παραγόντων φλεγμονής δεν είναι αξιόλογη. 1100 164 196 Μελέτη του κατακερματισμού του DNA σπερματοζωαρίων πρίν και μετά την κρυοσυντήρηση The cryopreservation of human spermatozoa has been recognized as an effective method for the storage and maintenance of the male gamete. However, this process appears to have a detrimental effect both on sperm function and on the integrity of its DNA. The presence of high levels of Sperm DNA Fragmentation (SDF) in sperm cells may be a cause of male infertility. This study investigated the percentage of sperm DNA fragmentation before and after cryopreservation, in a cohort of sixteen men who underwent simple sperm examinations or fertility assess-ments, at an assisted reproduction unit. The Sperm Chromatin Dispe-rsion (SCD) method was used to determine sperm DNA fragmentation and a Halosperm® G2 diagnostic kit (Halotech) was used. A statistically-significant increase in sperm fragmentation after cryopreservation by 39.2% was observed. It appears that cryopreservation may have a negative effect on the integrity of DNA. Additionally, It has been shown that a high level of sperm DNA fragmentation significantly reduces sperm fertilization potential, and may affect embryonic development. Η κρυοσυντήρηση των σπερματοζωαρίων του ανθρώπου έχει αναγνωριστεί ως μια αποτελεσματική μέθοδος για την αποθήκευση και διατήρηση του ανδρικού γαμέτη. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή φαίνεται να έχει επιζήμια δράση τόσο στις λειτουργίες του σπερμα-τοζωαρίου, όσο και στην ακεραιότητα του γενικού του υλικού. Η παρουσία υψηλών επιπέδων κατακερματισμού του DNA (Sperm DNA fragmentation - SDF) στα κύτταρα του σπέρματος, μπορεί να αποτε-λέσει αιτία ανδρικής υπογονιμότητας. Στη παρούσα μελέτη εξετάστηκε το ποσοστό κατακερματισμού του σπερματικού DNA, πριν και μετά την κρυοσυντήρησή του, σε 16 άνδρες οι οποίοι προσήλθαν στη μονάδα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για απλή εξέταση σπέρματος ή για διερεύνηση της γονιμότητάς τους. Για τον προσδιορισμό του κατα-κερματισμού του σπερματικού DNA εφαρμόστηκε η μέθοδος SCD (Sperm Chromatin Dispersion) και χρησιμοποιήθηκε το διαγνωστικό kit Halosperm® G2 της εταιρείας Halotech. Παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική αύξηση των τιμών του κατακερματισμού του σπέρματος μετά την κρυοσυντήρησή του κατά 39,2%. Συμπερασματικά, φαίνεται πως η επίδραση της κρυοσυντήρησης έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ακεραιότητα του σπερματικού γενετικού υλικού. Παράλληλα το υψηλό επίπεδο κατάτμησης του σπερματικού DNA μειώνει σημαντικά το γονι-μοποιητικό δυναμικό του σπέρματος, ενώ μπορεί να έχει ποικίλες συ-νέπειες στο έμβρυο, όσον αφορά την ανάπτυξή του. 1101 175 177 The following thesis examines the opinion of primary education teachers regarding the use of comics during the teaching procedure. This thesis is divided into two parts. What concerns the first one, it contains a theoretical approach with deeper information about the concept of comics, their way and evolution through years, special characteristics and categories, information about their use in primary education and their educational assets. When it comes to the second part, which is the research, it introduces the methodology which was followed during the interviews, the research findings’ analysis and the outcomes which were aroused. The interviews’ analysis indicates that the majority of primary education teachers make use of comics during the educational procedure mainly because they appear to be an easy, smart and quick mean in order to draw the students’ attention and interest. Most of the comics are derived from the internet or the school book. Last but not least, some of the difficulties that may occur to the teachers due to their lacking training or the young students are also mentioned. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τα κόμικς στο δημοτικό σχολείο. Η εργασία χωρίζεται σε δύο βασικά μέρη. Στο θεωρητικό μέρος, στο οποίο παρατίθενται πληροφορίες σχετικά με την έννοια των κόμικς, την ιστορία τους μέσα από το πέρασμα των χρόνων, τις κατηγορίες και τα χαρακτηριστικά τους. Επιπρόσθετα, συλλέχθηκαν δεδομένα σχετικά με τα κόμικς στην εκπαίδευση και την διδακτική τους αξιοποίηση στο δημοτικό σχολείο. Στο δεύτερο και ερευνητικό μέρος, παρουσιάζεται η μεθοδολογία της έρευνας, η οποία διεξήχθη μέσω συνεντεύξεων, η ανάλυση των συλλεχθέντων δεδομένων και τέλος, η συζήτηση των ευρημάτων και οι διαπιστώσεις που εξήχθησαν. Από την ανάλυση των συνεντεύξεων, διαπιστώθηκε πως οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τα κόμικς κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας τους, κυρίως γιατί αποτελεί έναν εύκολο, έξυπνο και γρήγορο τρόπο για να τραβήξουν τη προσοχή και το ενδιαφέρον των μαθητών. Οι πηγές από τις οποίες οι διδάσκοντες αντλούν τα κόμικς είναι είτε μέσω των σχολικών εγχειριδίων, είτε από το διαδίκτυο. Τέλος, ανέφεραν ορισμένες δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι ίδιοι λόγω της ελλιπούς κατάρτισής τους ή οι μαθητές τους. 1102 287 274 The major advances in controlled ovarian stimulation protocols, oocyte retrieval techniques, and the modifications in oocyte and embryo culture conditions over the past three decades, resulted in an increase of the number of embryos available for transfer, and in the extended embryo culture up to the blastocyst stage, as blastocysts exhibit higher implantation rates. However, multiple embryo transfer, in hopes of improving pregnancy rates, led to the rise of multiple pregnancies, that are associated with serious perinatal risk for mother and child. Consequently, the selection of a single embryo, the transfer of which will result in the birth of a healthy baby, was soon one of the main goals of human assisted reproductive technology (ART). Currently, the most widely used predictor of quality to select blastocysts for transfer is their developmental stage and the morphology of the inner cell mass, the trophectoderm, and other morphological features commonly seen when observing human blastocysts. The advances in blastocyst biopsy techniques contributed to the selection of euploid embryos for transfer, as their morphology could not always be predictive of their chromosomal status. Lately, new noninvasive approaches to assess embryo quality have been developed, based on biomarkers present in spent cultured medium of the embryo. Nevertheless, the use of proteomics, metabolomics and miRNA in a clinical setting is not yet established, due to protocol heterogeneity, the large number of contradictory studies and high cost. In conclusion, presently, the use of morphological assessment of or cryopreserved blastocysts and cytogenic analysis results, continue to be the only reliable tools for the assessment of the embryo's ability to implant, whereas further basic research and clinical studies are still required for the implementation of the biomarker analysis for embryo selection into the clinical laboratory. Οι εξελίξεις των τελευταίων τριών δεκαετιών στα πρωτόκολλα ελεγχόμενης ωοθηκικής διέγερσης, στις τεχνικές ωοληψίας αλλά και στην βελτίωση των συνθηκών καλλιέργειας ωαρίων και εμβρύων, είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση της διαθεσιμότητας εμβρύων, καθώς και την καλλιέργειά τους μέχρι το στάδιο της βλαστοκύστης, η μεταφορά των οποίων έχει συνδεθεί με υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσυνών. Παρόλα αυτά, η μεταφορά πολλών εμβρύων στην προσπάθεια βελτίωσης των πιθανοτήτων εγκυμοσύνης, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των ποσοστών πολύδυμων κυήσεων, και κατά συνέπεια, των επιπλοκών που αυτές συνεπάγονται για τη μητέρα και το νεογνό. Συνεπώς, η επιλογή ενός κατάλληλου εμβρύου, η μεταφορά του οποίου θα κατέληγε στη γέννηση ενός υγιούς νεογνού, αποτέλεσε πολύ σύντομα έναν από τους κύριους στόχους των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Τα ευρύτερα χρησιμοποιούμενα κριτήρια επιλογής της ποιοτικότερης βλαστοκύστης είναι το στάδιο ανάπτυξής της και η μορφολογία της εσωτερικής κυτταρικής μάζας, του τροφεκτοδέρματος, καθώς και άλλων σχηματισμών που ενδέχεται να παρατηρηθούν στο έμβρυο. Η ανάπτυξη των τεχνικών της βιοψίας βλαστοκύστης συνέβαλε στην επιλογή ευπλοειδικών εμβρύων, η οποία δεν μπορούσε να προβλεφθεί πάντα βάσει μορφολογικών κριτηρίων. Τα τελευταία χρόνια, γίνεται προσπάθεια ανάπτυξης περισσότερων μη επεμβατικών τεχνικών αξιολόγησης της ποιότητας των βλαστοκύστεων, οι οποίες βασίζονται στην ύπαρξη βιοδεικτών στο καλλιεργητικό υλικό των εμβρύων. Ωστόσο, η εφαρμογή στην κλινική πράξη των πρωτεϊνικών και μεταβολικών βιοδεικτών, καθώς και των εκκρινόμενων miRNA, δεν πραγματοποιείται ακόμα σε επίπεδο ρουτίνας, λόγω μη καθορισμένων πρωτοκόλλων, ασυμφωνίας των σχετικών μελετών και υψηλού οικονομικού κόστους. Συμπερασματικά, επί του παρόντος, μόνο η μορφολογία των <φρέσκων> ή κρυοσυντηρημένων βλαστοκύστεων, καθώς και τα αποτελέσματα κυτταρογενετικών αναλύσεων, μπορούν να αποτελέσουν ένδειξη της εμφυτευτικής ικανότητάς τους, ενώ για την χρήση των βιοδεικτών στην αξιολόγηση της ποιότητας των εμβρύων, απαιτούνται περαιτέρω έρευνες και κλινικές δοκιμές. 1103 284 327 Διερεύνηση των ευρημάτων του OCT(RNFL-GCC) σε ασθενείς που παρακολουθούνται στο τμήμα γλαυκώματος και έχουν φυσιολογικό οπτικό πεδίο, σε σχέση με την κλινική προσέγγιση και διαχείρισή τους PURPOSE: To investigate the role of OCT parameters (RNFL,GCC), in patients without detectable glaucomatous functional damage (VF) and the correlation with patients’ management. METHODS: Retrospective search of patients’ files, that belong to a glaucoma department, of a public hospital. Only patients with normal visual field tests were selected and the data were processed with statistical analysis. Three categories of patients’ management were formed: 1=medication for IOP lowering, 2=observation with follow-up tests, 3=discharge from glaucoma department. Case tests were performed, to investigate the possible role of the variables, in order to classify these patients in one of three teams. RESULTS: Sample variables with the strongest statistical significant relationship were RNFL1st with RNFLlast (r=0,91, p<0,0001) and GCC1st with GCClast (r=0,91, p<0,0001). The difference values between the last OCT testing and the first were presented with negative sign, so it seems that OCT parameters values are decreasing by time (RNFLdif:-3,13±3,26, GCCdif:-1,10 with IQR=3,07). Concerning the classification between the three categories of management, statistical significant relationship was found, only when separating team 1 from team 2 and also team 1 from team 3. This kind of relationship was found for variables like age, maximum IOP and for all OCT parameters (except for RNFL1st). There was no statistical significant conclusion when discriminating team 2 from team 3. CONCLUSION: Several known facts from literature were confirmed, about the subgroups of glaucoma that were tested (glaucoma suspects and ocular hypertension). OCT parameters were correlated with the case of medication taking. The chances that a patient would sort in team 1, were higher as OCT values were decreasing. Of course, OCT evaluation was not the only influence on management decision, as there are many established factors for such a hard decision making. ΣΚΟΠΟΣ: Η διερεύνηση των παραμέτρων του OCT (RNFL,GCC) και ο έλεγχος της συσχέτισής τους με τον τρόπο διαχείρισης των ασθενών χωρίς λειτουργική βλάβη, σύμφωνα με την περιμετρία. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Αναδρομική μελέτη αρχείου του τμήματος γλαυκώματος ενός δημόσιου νοσοκομείου. Επιλέχθηκαν οι φάκελοι ασθενών με φυσιολογικές εξετάσεις οπτικών πεδίων και πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν. Διαμορφώθηκαν τρεις κατηγορίες του τρόπου διαχείρισης των ασθενών, ως εξής: 1=λήψη φαρμακευτικής αντιγλαυκωματικής αγωγής, 2=παρακολούθηση και 3=αποδέσμευση από το τμήμα γλαυκώματος. Ακολούθως, έγιναν έλεγχοι υποθέσεων για το ρόλο των μεταβλητών του δείγματος, στην κατάταξη των ασθενών στις τρεις αυτές ομάδες. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Οι μεταβλητές του δείγματος με την ισχυρότερη στατιστικά σημαντική συσχέτιση ήταν το RNFLlst με το RNFLlast (r=0,91, p<0,0001) και το GCClst με το GCClast (r=0,91, p<0,0001). Οι τιμές της διαφοράς μεταξύ τελικών μετρήσεων και αρχικών προέκυψαν με αρνητικό πρόσημο, κάτι που υποδεικνύει την μείωση των τιμών των παραμέτρων του OCT στο χρόνο (RNFLdif:- 3,13±3,26, GCCdif:-1,10, IQR=3,07). Αναφορικά με την κατάταξη στις τρεις υποομάδες της διαχείρισης, αναδείχθηκαν στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις μόνο όσον αφορά στο διαχωρισμό της 1ης ομάδας από τη 2η και αντιστοίχως της 1ης από την 3η. Οι μεταβλητές που έδωσαν τέτοιες συσχετίσεις ήταν η ηλικία, η μέγιστη ΕΟΠ και όλες οι παράμετροι του OCT (εκτός του RNFL1st). Για το διαχωρισμό των ομάδων 2 και 3 δεν παρουσιάστηκε κάποιο στατιστικά σημαντικό συμπέρασμα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Επιβεβαιώθηκαν κάποια γνωστά δεδομένα από την βιβλιογραφία σχετικά με τις ομάδες των υπό εξέταση κατηγοριών γλαυκώματος (ύποπτοι γλαυκωματικοί και υπέρτονοι). Οι παράγοντες του OCT σχετίστηκαν στατιστικά σημαντικά με το σενάριο της λήψης φαρμακευτικής αγωγής. Όσο μικρότερες οι τιμές τους, τόσο πιο μεγάλη η πιθανότητα να ανήκει ο ασθενής αυτός στην 1η κατηγορία, σε σύγκριση με τις άλλες δύο. Σαφώς, η λήψη της απόφασης για τον τρόπο αντιμετώπισης δεν βασίστηκε μόνο στο OCT, καθώς είναι αποδεδειγμένη η συμμετοχή πολλών παραγόντων στη δύσκολη αυτή διαδικασία. 1104 302 319 The psychosocial and emotional profile of greek students participating in cyber-bullying and traditional bullying incidents: a comparative study Tο ψυχοκοινωνικό και συναισθηματικό προφίλ των Ελλήνων μαθητών γυμνασίου που εμπλέκονται σε περιστατικά κυβερνο-εκφοβισμού (cyber-bullying) και παραδοσιακού εκφοβισμού: συγκριτική μελέτη Cyber-bullying/victimization (CB/CV) incidents take place in a different context compared to traditional bullying/victimization (TB/TV), a fact that may affect the extent to which adolescents’ individual and social characteristics will act as risk factors for their participation. The purpose of this study was to compare the psychosocial and emotional profile of Greek Junior High school students involved in CB/CV incidents, with that of students participating in TB/TV incidents, based on the General Aggression Model, the theory of individual differences, and the interpretative theories of Computer Mediated Communication (CMC). The study was conducted with the use of self-report questionnaires among 1,097 students attending the three grades of Junior High school in the regions of Eastern Macedonia-Thrace and Central Macedonia, Greece. The results indicated that most students participated only in TB/TV incidents, or simultaneously in both phenomena (CB/CV and TB/TV), with the same role or multiple roles. The investigation of the effect that participant roles had on students’ individual and social characteristics did not reveal any significant differences between CB and TB bullies, while among victims, differences were observed only in terms of their social relations, since CB victims had higher scores than TB victims. Path analyses indicated mostly common predictive factors for CB and TB, and differences which regarded the prediction of the phenomena by social relations and social anxiety. Results of path analyses for CV and TV revealed several similarities in terms of their predictive factors, but also indicated the significant role that online disinhibition plays in the prediction of CV. In conclusion, this study confirms the overlap of CB/CV and TB/TV incidents, highlights the common personal and social characteristics of students participating in the phenomena and, finally, reveals factors associated with their differentiated participation Τα περιστατικά κυβερνο-εκφοβισμού/θυματοποίησης (ΚΕ/ΚΘ) λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικό πλαίσιο συγκριτικά με τα περιστατικά παραδοσιακού εκφοβισμού/θυματοποίησης (ΠΕ/ΠΘ), γεγονός που μπορεί να επηρεάσει το βαθμό στον οποίο τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των εφήβων θα λειτουργήσουν ως παράγοντες επικινδυνότητας για τη συμμετοχή τους. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η σύγκριση του ψυχοκοινωνικού και συναισθηματικού προφίλ των Ελλήνων μαθητών Γυμνασίου που συμμετέχουν σε περιστατικά ΚΕ/ΚΘ, με αυτό των μαθητών που συμμετέχουν σε περιστατικά ΠΕ/ΠΘ, βάσει του Γενικού Μοντέλου Επιθετικότητας, της θεωρίας ατομικών διαφορών, και των θεωριών ερμηνείας της Ηλεκτρονικά Διαμεσολαβούμενης Επικοινωνίας (ΗΔΕ). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ερωτηματολογίων αυτοαναφοράς σε 1,097 μαθητές των τριών τάξεων του Γυμνασίου των Περιφερειών Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και Κεντρικής Μακεδονίας. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι οι περισσότεροι μαθητές συμμετείχαν αποκλειστικά στα περιστατικά ΠΕ/ΠΘ, ή ταυτόχρονα και στα δύο φαινόμενα (ΚΕ/ΚΘ και ΠΕ/ΠΘ), με τον ίδιο ρόλο, ή με πολλαπλούς ρόλους. Η μελέτη της επίδρασης του ρόλου συμμετοχής στα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των μαθητών δεν ανέδειξε διαφορές μεταξύ των θυτών ΚΕ και των θυτών ΠΕ, ενώ μεταξύ των θυμάτων παρατηρήθηκαν διαφορές μόνο ως προς τις κοινωνικές τους σχέσεις, αφού τα θύματα ΚΕ σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία από τα θύματα ΠΕ. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων διαδρομών υπέδειξαν κυρίως κοινούς προβλεπτικούς παράγοντες για τον ΚΕ και τον ΠΕ, και διαφοροποιήσεις που αφορούσαν την πρόβλεψη των φαινομένων από τις κοινωνικές σχέσεις και το κοινωνικό άγχος. Οι αναλύσεις διαδρομών για την πρόβλεψη της ΚΘ και της ΠΘ φανέρωσαν αρκετές ομοιότητες ως προς τους προβλεπτικούς παράγοντες, αλλά επιπλέον ανέδειξαν το διαφορετικό ρόλο που διαδραματίζει η άρση αναστολής κατά τη χρήση του διαδικτύου στην πρόβλεψη της ΚΘ. Συμπερασματικά, η παρούσα έρευνα επιβεβαιώνει την αλληλοεπικάλυψη των περιστατικών ΚΕ/ΚΘ με τα περιστατικά ΠΕ/ΠΘ, αναδεικνύει τα κοινά ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των μαθητών που συμμετέχουν στα φαινόμενα, ενώ επιπλέον επισημαίνει παράγοντες που συνδέονται με τη διαφοροποιημένη συμμετοχή τους 1105 220 183 The Headmaster’s sex and its impact on the administration of the School Unit This dissertation aims at shedding light on the role of the headmaster’s sex in the Administration of the School Unit. Basic terms such as (Educational) Administration, Leadership and School Unit are clarified in the theoretical part of this work. Furthermore, the educational sector is presented, both from the aspect of the educator’s sex and the aspect of the synthesis of the School Unit. Continuing, the department of Educational Administration in Greece is examined, whilst the position of women in the administration of schools are also presented. Also, the notion of the School Climate and its importance are approached. At the end, there is a revision of the bibliography and the results of the survey are listed. In the research part of this survey, the opinions of the Headmasters of Secondary Education in the municipality of Evros are investigated via interviews. Based on the data analysis, it is established that the women who take on the position of a Headmaster have the same characteristics in Administration as their male counterparts. The factor which is considered most crucial for the School Unit Administration, regardless of the individual’s sex, is the combination of the headmaster’s social and communicative skills that will help in the effective administration of the School Unit. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να ερευνήσει το ρόλο του φύλου του Διευθυντή στη διαχείριση της Σχολικής Μονάδας. Στο θεωρητικό μέρος αποσαφηνίζονται βασικές έννοιες όπως της (Εκπαιδευτικής) Διοίκησης, της Ηγεσίας και της Σχολικής Μονάδας. Επίσης, παρουσιάζεται ο κλάδος των εκπαιδευτικών τόσο από πλευράς σύνθεσης, όσο και από την πλευρά του φύλου του εκπαιδευτικού μέσα στη Σχολική Μονάδα. Συνεχίζοντας, εξετάζεται ο τομέας της Εκπαιδευτικής Διοίκησης στην Ελλάδα, ενώ γίνεται επίσης παρουσίαση της θέσης των γυναικών στη διοίκηση των Σχολείων. Ακόμη προσεγγίζεται η έννοια του Σχολικού Κλίματος και της σπουδαιότητάς του. Τέλος, γίνεται ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και παρατίθενται τα συμπεράσματα του θεωρητικού μέρους. Στο ερευνητικό μέρος της εργασίας διερευνώνται, μέσα από συνεντεύξεις, οι απόψεις Διευθυντών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Έβρου σχετικά με το θέμα. Από την ανάλυση του ερευνητικού υλικού διαπιστώνεται πως οι γυναίκες που αναλαμβάνουν Διευθυντικές θέσεις, όπως και οι άνδρες συνάδελφοί τους, παρουσιάζουν σε γενικές γραμμές τα ίδια χαρακτηριστικά στη διοίκηση. Ο παράγοντας που για όλους, ανεξάρτητα από το φύλο, έχει σημασία στη διαχείριση της Σχολικής Μονάδας είναι οι αναπτυγμένες κοινωνικές και επικοινωνιακές δεξιότητες του Διευθυντή που θα τον βοηθήσουν στην αποτελεσματική διοίκησή της. 1106 679 675 Συσχέτιση των αποτελεσμάτων του φαρμακογενετικού ελέγχου με το κλινικό αποτέλεσμα της θεραπείας σε ασθενείς ψυχιατρικής κλινικής γενικού νοσοκομείου harmacogenetics or Pharmacogenomics (PGx), regarding psychiatric pharmacology, aims in the recognition of important indicators, which predict the compatibility or incompatibility of drugs given, in association with the patient that receives them. Up to date, relative research, has not produced solid results and the implementation of pharmacogenetic studies in clinical praxis is significantly limited. The aim of the present study is to highlight the importance of each patients’ genetic profile when choosing the most appropriate therapeutic regime for him or her. This information is directly related to the optimal action of the selected treatment regime, but also to the total cost of the treatment, which is concluded not only by its duration, but also by its possible side effects and the number of drug-tests. The clinical implementation of the psychiatric pharmacogenetics trials began after 2003 and there is broad expectation that, along with the additional tests of each new gene variant, the clinical utility of Pharmacogenetic genome recording will inevitably increase. Gene-encoded enzymes are responsible for the metabolism of drugs and the proteins that make up the enzymes define the response of the cells to a treatment.It is known, that 60-80% of psychotropic drugs are metabolized by the CYP gene and only 20% of the Caucasians naturally metabolize the quadratic fraction encoded by the CYP2D6-2C9-2C19-3A4 / 5 genes. That is a fact indicating that if we ignore the individual pharmacogenetic profile, there is a potential for 70% of incorrect medication administration. In the present study, a sample of 103 patients was selected using random sampling between 2009 and 2013. For the above patients, their genome was tested in relation to the expression of the following proteins (enzymes, receptors): CYP2D6, CYP3A5, CYP1A2, CYP2C19, 5HT2CR, 5HTTLPR. The patients who received treatment according to the results of the pharmacogenomic testing, were compared to the patients who received treatment on the basis of the doctor’s experience. The patients of this study, were also examined according to the time (days) past from their discharge note of hospitalization, during which the pharmacogenomic testing had taken place, up until their next admission for hospitalization. Also, another comparison was made according to the number of their readmissions for hospitalization after their discharge note of hospitalization, during which the pharmacogenomic testing had taken place, up until the day this study had taken place.It is a fact that our results are quite moderate. However, after the statistical analysis of the data, the most important finding was that for psychotic patients in whom their pharmacogenetic profile was fully matched with their antipsychotic treatment of their discharge ticket, the time passed up until their next hospitalization, and so their equivalent time of health and functionality, was larger than those in comparison in whom the treatment was not fully matched with their pharmacogenetic profile (980,57 versus 629,12 days, respectively). This difference is within the limits of statistical significance (p =, 051).Interesting findings were also observed considering the metabolism of antipsychotic and antidepressant therapy in male and female patients with statistically significant gender variations for the re-entry time to hospitalization. An important finding was that genetic polymorphism in the serotonin receptor appears to play a role in mental health of both male and female patients. Another important aspect of the present study was the comparison between the decisions for the treatment based upon the clinical experience of the doctor and the findings of pharmacogenetic control. In the majority of cases, the doctor’s clinical opinion was in agreement with the conclusions of the pharmacological test. According to the present study, there are indications that psychotic patients whose antipsychotic treatment matches their pharmacogenetic profile are likely to have a better course of treatment. No similar evidence is emerging regarding the use of other treatments in patients suffering from other mental illnesses. The present study indicates that pharmacogenetic control is likely to have a place in everyday clinical practice, mainly regarding antipsychotic treatment, by improving the clinical efficacy of medical decisions. There is not enough evidence to establish itself as a routine check regarding the clinical efficacy of treatment in general for all cases of mental illness. Η φαρμακογενετική ή φαρμακογενομική (PGx), όσον αφορά την ψυχιατρική φαρμακολογία, στοχεύει στην αναγνώριση σημαντικών δεικτών, οι οποίοι προβλέπουν την συμβατότητα ή μη των χορηγούμενων φαρμάκων σε σχέση με τον ασθενή που τα λαμβάνει. Μέχρι σήμερα, η σχετική έρευνα δεν έχει αποδώσει ξεκάθαρα αποτελέσματα και η χρήση στην πράξη μελετών φαρμακογενετικής είναι σημαντικά περιορισμένη. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η ανάδειξη της σημαντικότητας του γενετικού προφίλ του κάθε ασθενή κατά την επιλογή του καταλληλότερου θεραπευτικού σχήματος για τον ίδιο.H πληροφορία αυτή έχει άμεση σχέση με τη βέλτιστη δράση της επιλεγμένης θεραπευτικής αγωγής, αλλά και το συνολικό κόστος της θεραπείας, που υπολογίζεται όχι μόνο με τη διάρκειά της, αλλά και με τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες και το πλήθος των φαρμάκων-δοκιμών. Η κλινική εφαρμογή των δοκιμών της ψυχιατρικής φαρμακογενετικής ξεκίνησε μετά το 2003 και υπάρχει ευρεία προσδοκία ότι μαζί με τις επιπλέον δοκιμασίες κάθε νέας γονιδιακής παραλλαγής, η κλινική χρησιμότητα της Φαρμακογενετικής καταγραφής του γονιδιώματος θα αυξηθεί αναπόφευκτα. Τα κωδικοποιούμενα από γονίδια ένζυμα είναι υπεύθυνα για το μεταβολισμό των φαρμάκων και οι πρωτεΐνες που αποτελούν τα ένζυμα ορίζουν την απόκριση των κυττάρων σε μία θεραπευτική αγωγή. ίναι γνωστό, ότι 60-80% των ψυχοτρόπων φαρμάκων μεταβολίζονται με τη μεσολάβηση του γονιδίου CYP και μόνο 20% των Καυκάσιων μεταβολίζουν φυσιολογικά το τετραγενές κλάσμα που κωδικοποιείται από τα γονίδια CYP2D6- 2C9-2C19-3A4/5. Αυτό αποτελεί γεγονός που υποδεικνύει ότι εάν αγνοήσουμε το ατομικό φαρμακογενετικό προφίλ, υπάρχει πιθανότητα 70% χορήγησης εσφαλμένης φαρμακευτικής αγωγής. Στην παρούσα εργασία έγινε χρήση ενός δείγματος 103 ασθενών, οι οποίοι επιλέχθηκαν με απλή τυχαία δειγματοληψία μεταξύ των ετών 2009 -2013. Για τους ανωτέρω ασθενείς ελέγχθηκε το γονιδίωμα τους σε σχέση με την έκφραση των ακολούθων πρωτεϊνών (ενζύμων, υποδοχέων) CYP2D6, CYP3A5, CYP1A2, CYP2C19, 5HT2CR, 5HTTLPR. Οι ασθενείς που λάμβαναν την αγωγή σύμφωνα με τα αποτελέσματα του φαρμακογενετικού ελέγχου, συγκρίθηκαν με τους ασθενείς οι οποίοι λάμβαναν αγωγή εμπειρικά. Επίσης, οι ασθενείς της μελέτης εξετάστηκαν και όσον αφορά τον χρόνο (ημέρες) από την έξοδο τους από την νοσηλεία στην οποία πραγματοποιήθηκε ο Φαρμακογενετικός Έλεγχος μέχρι την επόμενη εισαγωγή τους για νοσηλεία. Ακόμη έγινε εξέταση σχετικά και με τον αριθμό επανεισαγωγών τους μετά την έξοδό τους από την νοσηλεία όπου πραγματοποιήθηκε ο Φαρμακογενετικός Έλεγχος έως και την ημέρα της έρευνας. Είναι γεγονός ότι τα αποτελέσματα μας είναι αρκετά μετριοπαθή. Παρόλα αυτά, έπειτα από τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων, το σημαντικότερο εύρημα που προέκυψε είναι ότι για τους ψυχωτικούς ασθενείς στους οποίους το φαρμακογενετικό τους προφίλ ταίριαζε πλήρως με την αντιψυχωτική αγωγή εξιτηρίου, ο χρόνος που μεσολάβησε έως την επόμενη επανανοσηλεία τους, άρα και το αντίστοιχα ισόχρονο διάστημα υγείας και λειτουργικότητας, ήταν μεγαλύτερο σε σχέση με αυτούς στους οποίους η αγωγή εξιτηρίου ταίριαζε μερικώς ή και καθόλου με το φαρμακογενετικό τους προφίλ (980,57 έναντι 629,12 ημερών, αντίστοιχα). Η διαφορά αυτή βρίσκεται στα όρια της στατιστικής σημαντικότητας (p=,051). Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία σχετικά με τον μεταβολισμό της Αντιψυχωσικής και Αντικαταθλιπτικής αγωγής τους Άρρενες και Θήλεις ασθενείς με στατιστικά σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς το φύλο για το χρόνο επανεισαγωγής σε νοσηλεία.Ένα, επίσης, σημαντικό εύρημα ήταν ότι ο γενετικός πολυμορφισμός στον υποδοχέα της Σεροτονίνης δείχνει να παίζει κάποιο ρόλο όσον αφορά την ψυχική υγεία ανδρών και γυναικών. Άλλη σημαντική πτυχή της έρευνας, ήταν η σύγκριση μεταξύ των αποφάσεων για την αγωγή βασισμένων στην κλινική εμπειρία του ιατρού και των ευρημάτων του φαρμακογενετικού ελέγχου. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η κλινική γνώμη του ιατρού συμφωνούσε με τα συμπεράσματα του φαρμακολογικού ελέγχου. Σύμφωνα με την παρούσα εργασία, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι ψυχωτικοί ασθενείς των οποίων η αντιψυχωτική αγωγή ταιριάζει με το φαρμακογενετικό τους προφίλ είναι πιθανόν να έχουν καλύτερη πορεία θεραπείας. Δεν προκύπτουν ανάλογες ενδείξεις όσο αφορά τη χρήση άλλων αγωγών σε ασθενείς που πάσχουν από άλλες ψυχικές νόσους. Η παρούσα έρευνα έδειξε ότι πιθανά ο Φαρμακογενετικός έλεγχος έχει θέση στην καθημερινή κλινική πράξη, κύρια όσο αφορά την αντιψυχωσική αγωγή, βελτιώνοντας την κλινική αποτελεσματικότητα των ιατρικών αποφάσεων, σε μερικές περιπτώσεις. Όμως δεν υπάρχουν αρκετές ενδείξεις ώστε να καθιερωθεί ως έλεγχος ρουτίνας για την κλινική αποτελεσματικότητα της αγωγής γενικά σε όλες τις ψυχικές νόσους. 1107 176 220 A decline in serum testosterone levels is observed in the aging male. Andropause, also known as late onset hypogonadism (LOH), refers to the development of a low testosterone syndrome, in combination with sexual dysfunction, muscular decline in power and stamina and development of mental disorders (depression). Late onset hypogonadism is caused by either testicular failure (primary), or by hypothalamic - pituitary failure (secondary). LOH is associated with adiposity (obesity), metabolic syndrome, diabetes mellitus type II, cardiovascular disease and chronic pulmonary obstruction. The diagnosis of LOH is often not easy, as symptoms are not always in accordance with low testosterone levels. The European Male Ageing Study (EMAS) has proposed diagnostic criteria for LOH, which includes simultaneous presence of low testosterone (total and free) in multiple measurements and minimum three sexual symptoms. Evidence based data on optimal medical management of LOH does not exist. Yet, lifestyle modifications are advised, such as body weight reduction and treatment of co-morbidities. Testosterone replacement therapy is currently widely used although long, randomized, controlled clinical trials on safety have not yet been performed. Η μείωση των επιπέδων της τεστοστερόνης στον ορό με την αύξηση της ηλικίας είναι φυσιολογικό φαινόμενο στους άνδρες. Η ανδρόπαυση ή όψιμος υπογοναδισμός, όπως συχνά αναφέρεται στη βιβλιογραφία, αφορά την ανάπτυξη του συνδρόμου χαμηλής τεστοστερόνης, σε συνδυασμό με σεξουαλική δυσλειτουργία, μείωση της μυϊκής ισχύος και αντοχής και ανάπτυξη ψυχολογικών διαταραχών. Η μείωση των επιπέδων της τεστοστερόνης είναι συχνά οριακή στον όψιμο υπογοναδισμό (late onset hypogonadism) και μπορεί να οφείλεται είτε σε πρωτοπαθή ανεπάρκεια των όρχεων (υψηλή LH και χαμηλή τεστοστερόνη) είτε σε δευτεροπαθή ανεπάρκεια του άξονα υποθάλαμος - υπόφυση (χαμηλή τεστοστερόνη με χαμηλές / φυσιολογικές τιμές LH). Ο όψιμος υπογοναδισμός σχετίζεται με αυξημένο σωματικό βάρος (παχυσαρκία) και χρόνια νοσήματα, όπως σακχαρώδης διαβήτης και μεταβολικό σύνδρομο, καρδιαγγειακή νόσο και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Η διάγνωση του συνδρόμου συχνά δεν είναι εύκολη, καθώς δεν συνοδεύεται πάντα από χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης ορού. Η ευρωπαϊκή μελέτη για τον γηράσκοντα άντρα (EMAS) έχει καθορίσει αυστηρά διαγνωστικά κριτήρια για τον όψιμο υπογοναδισμό, σύμφωνα με τα οποία, απαιτείται η παρουσία χαμηλής τεστοστερόνης (ολικής και ελεύθερης) σε επαναλαμβανόμενες μετρήσεις, καθώς και τουλάχιστον τρία συμπτώματα σεξουαλικής δυσλειτουργίας. Τεκμηριωμένες προτάσεις σχετικά με την βέλτιστη θεραπευτική προσέγγιση δεν υπάρχουν, καθώς συστήνεται η τροποποίηση του τρόπου ζωής με ελάττωση του σωματικού βάρους και αντιμετώπιση συννοσηροτήτων. Η θεραπεία υποκατάστασης με τεστοστερόνη έχει ευρεία χρήση, αλλά προς το παρόν απουσιάζουν τυχαιοποιημένες, μακροχρόνιες κλινικές μελέτες ασφάλειας. 1108 162 182 Haris Sakellariou and theatre. Plays and essays for adults: linguistic, ideological, social references and influences Χάρης Σακελλαρίου και θέατρο. Θεατρικά έργα και δοκίμια για ενήλικες: γλωσσικές, ιδεολογικές, κοινωνικές αναφορές και επιρροές Harris Sakellariou is one of the influential litterateur, poet, pedagogue and adult theatric play writer. Folksy elements and simple demotic language is found in all his plays, which disclosures the target audience of the author. He was using a variety of subjects which was always approachable to the audience. His subjects were addressing the reality of day-to-day life during his time, but at the same time his plays remained timeless. His wish and desire was to disseminate through his plays or writings an ideological or pedagogical message to the audience. Through those messages it is clear for everyone to understand Harris Sakellariou's left-wing political ideology, as he was a member of EPON. He fought, in his own unique way, to keep people vigilant and to help them succeed in life with dignity. His works and his contribution to Greek Resistance (during WWII) are undoubtedly recognizable and consolidated Ο Χάρης Σακελλαρίου αποτελεί ένας από τους σημαντικούς παιδαγωγούς, λογοτέχνες, ποιητές και δραματουργούς του Θεάτρου για ενήλικες. Σε όλα τα έργα του δεσπόζουν στοιχεία λαϊκά και η απλή δημοτική κάτι που φανερώνει το κοινό στο οποίο απευθυνόταν ο σημαντικός αυτός δραματουργός. Η θεματολογία που χρησιμοποιούσε στα έργα του ποικίλει και ήταν προσιτή στο κοινό. Ασχολούνταν με θέματα της καθημερινότητας, θέματα που ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα της εποχής του αλλά παράλληλα διαχρονικά ώστε να ανταποκρίνονται και στη σύγχρονη εποχή. Επιθυμούσε μέσα από τα θεατρικά έργα του να μεταλαμπαδεύσει κάποια μηνύματα στους αναγνώστες του είτε κοινωνικά είτε ιδεολογικά. Μέσα λοιπόν από αυτά τα μηνύματα δεν μπορεί να μη κατανοήσει κάποιος την ιδεολογική κατεύθυνση του συγγραφέα, η οποία φιλοσοφικά ανήκει στο χώρο του Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού. Αγωνίστηκε δυναμικά με το δικό του μοναδικό τρόπο ώστε να καταστήσει το λαό επάγρυπνο και να τον βοηθήσει να προχωρήσει στη ζωή με την ανάλογη αξιοπρέπεια. Το έργο του καθώς επίσης και η συμβολή του στην Εθνική Αντίσταση είναι αναμφίβολα αναγνωρισμένα και παγιωμένα 1109 273 237 The presentation of the greek national identity in the history school textbooks of the primary school Η εθνική ταυτότητα των Ελλήνων, όπως προβάλλεται στα σχολικά εγχειρίδια της ιστορίας του δημοτικού σχολείου The aim of this thesis is the analytical research and presentation of the fundamental elements that constitute the Greek national identity, as they are being projected and shaped by the History school textbooks that are used by four grades of Primary School (C, D, E, G), and by the Curriculum that is used in Primary Education. This research, was conducted since January 1st, 2016 until August 31st, 2016, and used both quantitative and qualitative methods of survey. The conclusions that were extracted, are cited below. First of all, these textbooks represent the continuity and the historical trajectory of Hellenism through the Ages. In order to achieve this goal, they focus mainly on those elements that connect the nation with the territorial concept of the homeland and the civilization it expresses, and secondly, with the bonds that are created by the common myths and history, the economic and the legal system. A very important conclusion, lays on the references to the Greater Hellenism, that resides outside the Greek State, and the “trauma” that was caused by the Fall of Constantinople in 1453. On the other hand, a great number of questions arise as a result of the inequality between the aims that have been set and the content of the textbooks, or the presentation of historical facts and persons. A typical example is the aim that demands the cultivation of a common European identity, that has a relatively small number of pages, or the lack of clear reference to the need of cultivation of a Greek national identity Στόχος της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η αναλυτική διερεύνηση και παρουσίαση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων (Ελληνισμός και ελληνικότητα), όπως αυτή προβάλλεται και διαμορφώνεται από τα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας των τεσσάρων τάξεων (Γ’, Δ’, Ε’ και Στ’) του Δημοτικού Σχολείου, το ΔΕΠΠΣ και το ΑΠΣ. Η έρευνα αυτή, πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2016 και της 31ης Αυγούστου, του αυτού έτους, και χρησιμοποίησε τόσο ποσοτικές, όσο και ποιοτικές μεθόδους έρευνας. Τα συμπεράσματα που εξήχθησαν από αυτή είναι τα ακόλουθα. Πρωτ’ απ’ όλα, τα εγχειρίδια παρουσιάζουν τη συνέχεια και την ιστορική πορεία του Ελληνισμού. Προκειμένου να επιτύχουν κάτι τέτοιο, χρησιμοποίησαν, κυρίως, εκείνα τα στοιχεία που συνδέουν το έθνος με τη γεωγραφική έννοια της πατρίδας και του πολιτισμού, και σε μικρότερο βαθμό εκείνα που υποδηλώνουν την κοινή καταγωγή και Ιστορία των Ελλήνων, την οικονομική τους οργάνωση και το δικαϊκό σύστημα. Ένα βασικό συμπέρασμα είναι η αναφορά στον ευρύτερο Ελληνισμό, που βρίσκεται εκτός Ελλάδος και στο «τραύμα» που προκάλεσε στους Έλληνες η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Από την άλλη πλευρά όμως, πολλά ερωτήματα εγείρονται ως αποτέλεσμα της αναντιστοιχίας μεταξύ τεθέντων στόχων και περιεχομένων των σχολικών εγχειριδίων, ή η παρουσίαση ιστορικών γεγονότων και προσώπων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο στόχος για καλλιέργειας της κοινής ευρωπαϊκής ταυτότητας, ο οποίος «αντιστοιχεί» σε λίγες συγκριτικά σελίδες ή η μη ρητή αναφορά σε καλλιέργεια της ελληνικής εθνικής ταυτότητας 1110 152 155 Απομόνωση και ταυτοποίηση με μοριακές μεθόδους γηγενών φυκών γλυκού νερού Algae are a large group of organisms of great diversity. There exist unicellular algal species (microalgae) as well as others with more complicated multicellular structures (macroalgae). The majority of them are photosynthetic. As for their reproduction, it can be either sexual or asexual. Besides their use as a food source, products derived from algae can have a variety of applications in the pharmaceutical and fuel industries. The identification of an alga species based both on morphological and molecular methods, as a modern approach, is part of the basic research in the fields of psychology. This project aims at identifying the species of a freshwater macroalga which grows in the tanks of the Fisheries Research Institute in Nea Peramos, Kavala, Greece. (ELGO-DIMITRA). The results of the molecular techniques which are used, according to alga’s morphology , indicates propably the species Cladophora glomerata which belong in a very difficult taxonomic group of green algae. Τα φύκη είναι μία ομάδα οργανισμών με μεγάλη ποικιλομορφία. Υπάρχουν είδη που είναι μονοκύτταρα (μικροφύκη), αλλά και είδη με πολυπλοκότερες πολυκύτταρες δομές (μακροφύκη). Πρόκειται, κατά κύριο λόγο, για φωτοσυνθετικούς οργανισμούς που έχουν τη δυνατότητα εγγενούς και/ή αγενούς αναπαραγωγής. Η μελέτη των φυκών σήμερα έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ποικίλους τρόπους, όπως σε φάρμακα, καλλυντικά, τροφές, αλλά και ως βιοκαύσιμα. Η ταυτοποίηση του είδους ενός φύκους βασιζόμενη, τόσο σε μορφολογικές, όσο και μοριακές τεχνικές, αποτελεί σύγχρονη προσέγγιση, μέρος της βασικής έρευνας στο πεδίο της φυκολογίας. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην ταυτοποίηση ενός είδους μακροφύκους γλυκού νερού που ευδοκιμεί στις δεξαμενές του Ινστιτούτου Αλιευτικής Έρευνας (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), στη Νέα Πέραμο Καβάλας. Τα αποτελέσματα των μοριακών τεχνικών που χρησιμοποιήθηκαν έδειξαν, σε συμφωνία με τη μορφολογία του, ότι πιθανότατα πρόκειται για το είδος Cladophora glomerata, δηλαδή, ανήκει στο ιδιαίτερα δύσκολο, από άποψη ταξινομίας γένος των χλωροφυκών. 1111 136 173 Ακτινοεαισθητοποίηση κυττάρων γλοιοβλαστώματος με τη χρήση διχλωρικού οξέος Cancer is one of the most complex diseases. The display cases are increasing more and more and this is one of the major causes of death of the modern world. Two methods are used to treat cancer: radiotherapy and chemotherapy. Sometimes surgical excision is indispensable in synergistic way. Researchers are interested to produce anti-cancer drugs that can kill cancer cells without affecting the normal cells. These drugs will be targeting some of the most significantly signaling pathways of cancer cells upregulating the metabolism of the cell and lead it in apoptosis. Dichloroacetic acid (DCA) could probably be an anti-cancer drug, because it seems that his effect shifts metabolism of cancer cells from anaerobic to aerobic and redefines the abnormal mitochondria function without affecting normal cells. In this study we investigate the DCA-mediated radiosensitization of glioblastoma cells. Ο καρκίνος αποτελεί μια από τις πλέον πολύπλοκες και πολυπαραγοντικές ασθένειες. Τα κρούσματα εμφάνισης του αυξάνονται όλο και περισσότερο, ενώ πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες αιτίες θανάτου του σύγχρονου κόσμου. Η ακτινοθεραπεία και η χημειοθεραπεία είναι οι δυο πιο αποτελεσματικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση του, ενώ δεν αποκλείεται και η χειρουργική αφαίρεση του όγκου σε συνδυασμό με τις παραπάνω μεθόδους. Η σύγχρονη εργαστηριακή έρευνα στοχεύει στη δημιουργία φαρμάκων τα οποία θα δρουν αποκλειστικά στα καρκινικά κύτταρα χωρίς να επηρεάζουν τα φυσιολογικά κύτταρα. Αυτό δύναται να επιτευχθεί με τη δημιουργία φαρμάκων τα οποία στοχεύουν σε σημαντικά σηματοδοτικά μονοπάτια του μεταβολισμού των καρκινικών κυττάρων. Η δράση των φαρμάκων αυτών θα δημιουργεί σοβαρές επιπλοκές στη λειτουργία του κυττάρου οδηγώντας το σε απόπτωση. Ένα από αυτά τα φάρμακα θα μπορούσε να είναι το διχλωροξικό οξύ, το οποίο φαίνεται να επαναπροσδιορίζει τη λειτουργία των απενεργοποιημένων μιτοχονδρίων του καρκινικού κυττάρου. Στην παρούσα πτυχιακή εργασία μελετάται η δράση του διχλωροξικού οξέος σε κύτταρα γλοιοβλαστώματος σε συνδυασμό με την ακτινοβολία. 1112 250 242 the settlement of the refugees in the city of Volos and τηε attidude of local society towards them η εγκατάσταση των προσφύγων στον αστικό χώρο του Βόλου και η στάση της τοπικής κοινωνίας απέναντι τους This paper examines the refugee crisis of 2016 and the settlement of refugees in an urban setting relating to the main aspects of the refugee and migration issue in Greece with the key reference area of Volos and modern refugee influx from 2016 onwards. The theoretical framework underlying the work concerns the phenomenon of migration and refugee as expressed in a small urban network such as that of Volos. More specifically, the theoretical framework attempts to give definitions to concepts that are directly related to the core issues of this paper such as refugee, migration, foreigners, asylum seekers and the host country, repatriates, integration and rehabilitation. In addition, there is a historical retrospective analysis of the refugee and migratory phenomenon in Greece from the early 20th century onwards, which then focuses on Magnesia and in particular the city of Volos and the refugees who arrived in the city from various Greek islands since April 2016. The following is a description and results of a survey of residents in the area. In this context, the concepts of refugee status and attitudes towards the newly arrived refugees adopted by a sample of the indigenous population towards the newly arrived refugees and the prospect of their integration and resettlement within the city are discussed, with the main condition for this action to take place within the context of remodeling some neighborhoods that are not ghetto. Στην παρούσα εργασία με θέμα την προσφυγική κρίση του 2016 και την εγκατάσταση προσφύγων στον αστικό χώρο του Βόλου, εξετάζονται οι βασικές πτυχές του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος στην Ελλάδα, με βασικό σημείο αναφοράς το Βόλο και τα σύγχρονα προσφυγικά ρεύματα από το 2016 και έπειτα. Το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο βασίζεται η εργασία αφορά το φαινόμενο της μετανάστευσης και της προσφυγιάς όπως αυτό εκφράζεται σε ένα μικρό αστικό δίκτυο όπως αυτό του Βόλου. Πιο συγκεκριμένα, στο θεωρητικό πλαίσιο επιχειρείται η απόδοση ορισμών σε έννοιες που σχετίζονται άμεσα με τα βασικά ζητούμενα της εργασίας όπως προσφυγιά, μετανάστευση, αλλοδαποί, αιτούντες άσυλο και χώρα υποδοχής, παλιννοστούντες, ενσωμάτωση και αποκατάσταση. Επιπλέον γίνεται ιστορική αναδρομή-ανάλυση του προσφυγικού και μεταναστευτικού φαινομένου στην Ελλάδα από τις αρχές του 20ού αιώνα και έπειτα, η οποία εστιάζεται στη συνέχεια στη Μαγνησία και ειδικότερα στην πόλη του Βόλου και τους πρόσφυγες που έφτασαν στην πόλη από διάφορα νησιά της Ελλάδας από τον Απρίλη του 2016. Ακολουθεί η περιγραφή και τα αποτελέσματα έρευνας σε κατοίκους της περιοχής. Στο πλαίσιο αυτό, συζητούνται οι αντιλήψεις σχετικά με το προσφυγικό και οι στάσεις που υιοθετούνται από ένα δείγμα του γηγενούς πληθυσμού απέναντι στους νεοεισαχθέντες πρόσφυγες και στην προοπτική της ένταξης και αποκατάστασής τους στο εσωτερικό της πόλη με βασική προϋπόθεση αυτή η ενέργεια να γίνει στα πλαίσια της οικιστικής αναμόρφωσης ορισμένων γειτονιών οι οποίες να μη συνιστούν γκέτο. 1113 149 138 Evaluation of genomewide genotype imputation in Greek populations using 1000 Genomes as reference We evaluated the accuracy of imputation on a sample of 100 Greeks genotyped on IlluminaHumanOmni2.5 with a coverage of 2.3m SNPs. To this end the common SNPs with PsychArray (600k SNPs) and HumanOmniExpress-24 (700k SNPs) were used as input for the imputation. As reference we used data from 1000Genomes populations (IBS, TSI, CEU, FIN, GBR, EUR, ALL). The quality control of the datasets was performed with self-developed Python scripts and PLINK software. For the imputation three different suites were used. BEAGLE which performs both phasing and imputation. SHAPEIT which performs the phasing stage and IMPUTE which performs the imputation stage. As well as the combination of SHAPEIT and MINIMAC which performs the imputation. Ultimately, we compare the SNPs which were called through imputation and the SNPs in the initial Greek dataset to evaluate each method's accuracy. τα πλαίσια της πτυχιακής έγινε αξιολόγηση του imputation σε 100 δείγματα Ελλήνων γονοτυπημένα στο IlluminaHumanOmni2.5 (2,3εκ SNPs), από τα οποία έγινε απομόνωση των κοινών SNPs που περιέχονται στα chip PsychArray (περίπου 600000 SNPs) και HumanOmniExpress-24 (περίπου 700000 SNPs). Για τη διαδικασία του imputation χρησιμοποιήθηκαν ως δείγματα αναφοράς πληθυσμοί του 1000Genomes (IBS, TSI, CEU, FIN, GBR, EUR, ALL). O ποιοτικός έλεγχος των δεδομένων έγινε με scripts σε Python και το πρόγραμμα PLINK. To imputation έγινε με 3 διαφορετικά πακέτα προγραμμάτων. Το BEAGLE που πραγματοποιεί phasing και imputation. To SHAPEIT που κάνει το phasing και το IMPUTE που κάνει το imputation. Tέλος χρησιμοποιήθηκε ο συνδυασμός των SHAPEIT και ΜΙΝΙMAC που εκτελεί το imputation. Tα SNPs που προβλέφθηκαν μέσω της μεθόδου του imputation συγκρίθηκαν με τα αρχικά δεδομένα των δειγμάτων των Ελλήνων (2,3k SNPs) για να αξιολογηθεί η ακρίβεια της μεθόδου. 1114 366 392 Η χρησιμότητα της οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCT) στον προεγχειρητικό έλεγχο του καταρράκτη Purpose: To estimate the usefulness of Optical Coherence Tomography (OCT) in the evaluation of macula, preoperatively in patients with senile cataract and how it affects clinical practice and treatment.Institution / Origin: Private Ophthalmic Office, Tirnavos. Setting: Retrospective observational study. Material and Method: 100 eyes with senile cataract were studied over one year. Preoperatively, all patients underwent dilated fundus examination, followed by OCT screening with the Optovue device, iVUE 100 version 3.3. The Retina Map and Cross Line with Auto Adjust protocol was used to evaluate the macula of patients. The findings of the two screening methods were recorded and categorized as pathological and normal. The frequency and type of macular disorders were analyzed. The results were compared, and the percentage of patients who required adjustments in their treatment was recorded. The contribution of additional information derived from OCT to the overall clinical project was also studied. Results: 100 eyes of 92 patients, 38 men and 54 women participated in the study. The age of patients was 54-88 years with a mean age of 74.23 ± 7.91 years. In 9 out of 100 (9%) it was not possible to examine the patients. Fundoscopy assessed 63 (69.2%) eyes as normal and 28 (30.8%) as pathological while OCT 60 (65.9%) as normal and 31 (34.1%) as pathological. Data were statistically analyzed by Kappa coefficient (K = 0.925, p <0.001) and McNemar's test (p = 250), and no statistically significant difference was found in the ability of detecting macular disorders between the two methods. However, OCT offered statistically significant clinical benefit by modifying therapeutic intervention in 8 (8.8%) eyes (p <0.01) and enhancing doctor's diagnostic thinking in 11 (12.1%) (p <0.01), while protecting him from potential legal liability in 10 (12.1%) cases (p <0.01). Conclusion: Although OCT does not detect additional maculopathy incidence, it significantly contributes to the treatment of patients with cataract and maculopathy. It enhances doctor's diagnostic ability and protects him from post-operative surprises. It protects him from unfair liabilities and gives the patient realistic expectations regarding the postoperative outcome. OCT could be a complementary test in the preoperative screening mainly in patients with macular disorders, with media opacities and in patients scheduled for multifocal intraocular lens insertion. Σκοπός: Η εκτίμηση της χρησιμότητας της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής (OCT) στην αξιολόγηση της ωχράς κηλίδας προεγχειρητικά σε ασθενείς με γεροντικό καταρράκτη και πως επηρεάζει το κλινικό έργο και τη θεραπευτική αντιμετώπιση. Ιδρυμα /Προέλευση: Ιδιωτικό οφθαλμολογικό ιατρείο, Τύρναβος. Είδος μελέτης: Αναδρομική μελέτη παρατήρησης. Υλικό και Μέθοδος: Μελετήθηκαν 100 οφθαλμοί με γεροντικό καταρράκτη σε διάστημα ενός έτους. Προεγχειρητικά πραγματοποιήθηκε σε όλους βυθοσκόπηση υπό μυδρίαση και ακολούθησε εξέταση OCT με την συσκευή της Optovue, iVUE 100 version 3.3. Χρησιμοποιήθηκε το πρωτόκολλο Retina Map και Cross Line με Auto Adjust για την αξιολόγηση της ωχράς κηλίδας των ασθενών. Τα ευρήματα των δύο μεθόδων εξέτασης καταγράφηκαν και κατηγοριοποιήθηκαν ως παθολογικά και φυσιολογικά. Μελετήθηκε η συχνότητά τους και το είδος της ωχροπάθειας που διαγνώστηκε. Τα αποτελέσματα συγκρίθηκαν μεταξύ τους ενώ μελετήθηκε το ποσοστό των ασθενών στο οποίο τροποποιήθηκε η θεραπευτική παρέμβαση και πως. Μελετήθηκε επίσης η συνεισφορά των επιπρόσθετων πληροφοριών που προέκυψαν από τo OCT στο συνολικό κλινικό έργο. Αποτελέσματα: 100 οφθαλμοί 92 ασθενών, 38 άνδρες και 54 γυναίκες συμμετείχαν στη μελέτη. Η ηλικία των ασθενών ήταν 54-88 έτη με μέσο όρο 74,23 ±7,91έτη. Σε 9 από 100 (9%) ο έλεγχος του βυθού δεν ήταν εφικτός. Η βυθοσκόπηση εκτίμησε 63 (69,2%) οφθαλμούς ως φυσιολογικούς και 28 (30,8%) ως παθολογικούς ενώ η OCT 60 (65,9%) ως φυσιολογικούς και 31 (34,1%) ως παθολογικούς. Τα δεδομένα αναλύθηκαν στατιστικώς με τον συντελεστή συμφωνίας Κάππα (Κ=0,925 , p < 0,001) και τον έλεγχο McNemar (p=250) και δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά στην δυνατότητα ανίχνευσης ωχροπαθειών μεταξύ των δύο μεθόδων. Η OCT προσέφερε όμως στατιστικά σημαντικά στο κλινικό έργο τροποποιώντας την θεραπευτική παρέμβαση σε 8 (8,8%) οφθαλμούς (p < 0,01), ενισχύοντας την διαγνωστική σκέψη του θεράποντος σε 11 (12,1%) (p < 0,01) ενώ τον προστάτευσε από δυνητικές νομικές ευθύνες σε 10 (12,1%) περιστατικά ( p < 0,01). Συμπέρασμα: Η OCT παρόλο που δεν ανιχνεύει επιπλέον περιστατικά με ωχροπάθεια έναντι της βυθοσκόπησης προσφέρει σημαντικά στη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με καταρράκτη και ωχροπάθεια. Ενισχύει την διαγνωστική ικανότητα του θεράποντος και τον προφυλάσσει από μετεγχειρητικές εκπλήξεις. Τον προστατεύει από επίρριψη ευθυνών που δεν του αναλογούν και δίνει στον ασθενή πραγματικές προσδοκίες για το μετεγχειρητικό αποτέλεσμα. H OCT θα μπορούσε να αποτελεί συμπληρωματική εξέταση στον προεγχειρητικό έλεγχο κυρίως ασθενών με ωχροπάθεια, με θολά διαθλαστικά μέσα και σε ασθενείς στους οποίους πρόκειται να χρησιμοποιηθούν πολυεστιακοί ενδοφακοί. 1115 258 239 Thematic, scenic and linguistic approaches to prologues of school plays in Greece from 1896 to 1974 Θεματολογικές, σκηνικές και γλωσσικές προσεγγίσεις σε προλόγους θεατρικών έργων του σχολικού θεάτρου στην Ελλάδα από το 1896 έως το 1974 The research we have conducted refers to prologues of theatrical/drama scripts for children, expanding chronologically into 4 different eras/periods. More specifically, in the first period (1896-1921) the main topic dominating is children's pleasure, to which they refer the majority of these prologues scripts of this period. Subsequently in the second period (1922-1939) we take information mainly about school festivals and children's drama, while some other prologues refer to the development of the national feeling. Additionally, in the third period (1940-1949) we get acquainted with the reason why the playwright has chosen the topic of their play, while in many prologue cases we have a historical retrospect as far as children's drama is concerned. Finally, in the fourth period (1950-1969) we see that there are some positive remarks in these prologue excerpts, either made by the playwright themselves or by someone else, and at the same time we are given historical information about the play for the first time. In studying the language of these scripts we note that Pure Greek dominates, gradually giving its place to Demotic Greek which contains some Pure Greek characteristics, while at the same time we are given information about the stage design/scenery and the direction, almost exclusively in the third and fourth period. In conclusion, the prologues of children's plays that we have been studying in all four periods show great variety of topics as well as common or different characteristics in linguistic and stage design/scenery aspects Η έρευνα, η οποία πραγματοποιήσαμε, αναφέρεται σε προλόγους θεατρικών κείμενων για παιδιά και εκτείνεται σε τέσσερις περιόδους. Συγκεκριμένα, στην πρώτη περίοδο (1896-1921) το κύριο θέμα το οποίο επικρατεί είναι η παιδική ευχαρίστηση, στην οποία αναφέρεται η πλειοψηφία των προλογικών κειμένων αυτής της περιόδου. Ακολούθως, στη δεύτερη περίοδο (1922-1939) αντλούμε πληροφορίες κυρίως για τις σχολικές γιορτές και το παιδικό θέατρο, ενώ κάποιοι πρόλογοι αναφέρονται και στην ανάπτυξη του εθνικού φρονήματος. Ακόμη, στην τρίτη περίοδο (1940-1949) μας γνωστοποιείται ο λόγος για τον οποίο ο συγγραφέας επέλεξε να γράψει το έργο του, καθώς και σε αρκετές περιπτώσεις προλόγων συντελείται ιστορική αναδρομή στον τομέα του θεάτρου για παιδιά. Τέλος, στην τέταρτη περίοδο (1950-1969) παρατηρούμε ότι εμφανίζονται στα προλογικά αποσπάσματα κάποιες θετικές παρατηρήσεις για το έργο, είτε γραμμένες από τον ίδιο τον συγγραφέα, είτε από άλλους, ενώ συγχρόνως για πρώτη φορά μας παρατίθενται ιστορικές πληροφορίες σχετικά με το έργο. Μελετώντας τη γλώσσα των κειμένων διαπιστώνουμε ότι κυριαρχεί η καθαρεύουσα, δίνοντας σταδιακά τη θέση της στη δημοτική, που εμπεριέχει ωστόσο και κάποια στοιχεία καθαρεύουσας, ενώ παράλληλα σκηνογραφικές και σκηνοθετικές πληροφορίες εμφανίζονται σχεδόν αποκλειστικά στην τρίτη και κυρίως στην τέταρτη περίοδο. Εν κατακλείδι, οι πρόλογοι θεατρικών έργων για παιδιά και των τεσσάρων περιόδων που μελετάμε εμφανίζουν μεγάλη ποικιλία στη θεματολογία τους, καθώς και γλωσσικά αλλά και σκηνογραφικά στοιχεία παρουσιάζοντας τόσο κοινά όσο και μη κοινά χαρακτηριστικά 1116 154 150 This thesis was written during the academic year 2019-2020. Its subject is the bioethics of transplants. The purpose of the present paper was to examine this issue in the most comprehensive and detailed way pos-sible. In particular, reference is initially made to the definition of bioe-thics, its content and purpose. The following is a reference to the definition of transplantation A historical overview of this complex process is made, analyzing the attitude of society and religions towards the issue of transplantation. The following discusses the concepts of brain death and its definition criteria, the concept of transplant conse-nsus, and organ donation. Following are the conditions that apply in Greece as well as the future of transplants, and the causes that lead to the low organ donation rates in Greece. Reference is also made to the proper distribution of cuttings and the problem of organ trading inter-nationally. Finally, the role of the nurse is described. Η παρούσα πτυχιακή εργασία συγγράφηκε κατά το ακαδημαϊκό έτος 2019-2020. Το αντικείμενο της αφορά την βιοηθική των μεταμοσχεύ-σεων. Στόχος της παρούσας αποτέλεσε η όσο το δυνατόν περισσότε-ρο σφαιρική και λεπτομερής εξέταση του εν λόγω ζητήματος Συγκεκ-ριμένα, αρχικά γίνεται αναφορά στον ορισμό της βιοηθικής, του περιε-χομένου και του σκοπού της. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στον ορι-σμό της μεταμόσχευσης πραγματοποιείται μια ιστορική αναδρομή αυ-τής της πολύπλοκης διαδικασίας, αναλύεται η στάση της κοινωνίας και των θρησκειών απέναντι στο θέμα των μεταμοσχεύσεων. Στη συνέχεια αναλύονται οι έννοιες του εγκεφαλικού θανάτου και των κριτηρίων καθορισμού του, η έννοια της συναίνεσης στη μεταμόσχευση και τη Δωρεά Οργάνων. Ακολούθως παραθέτονται οι προϋποθέσεις που ισχύουν στην Ελλάδα καθώς και το μέλλον των μεταμοσχεύσεων και εξετάζονται οι αιτίες που οδηγούν στα χαμηλά ποσοστά Δωρεάς Οργά-νων στην Ελλάδα. Επίσης γίνεται αναφορά στην σωστή κατανομή των μοσχευμάτων και το πρόβλημα της εμπορίας οργάνων διεθνώς. Και τέλος περιγράφεται ο ρόλος του νοσηλευτή. 1117 154 182 Χρήση της μετφορμίνης σε γυναίκες με υπογονιμότητα και σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών Infertility is a multifactorial health problem with a variety of personal, economic and social implications. Infertility is defined as non-attainment after at least one year of non-contraceptive, regular sexual intercourse. It is a problem that concerns both partners, as its causes may be of male or female origin. The female causes of infertility includes polycystic ovarian syndrome (PCOS). PCOS is one of the most common endocrine disorders in women, a complicated, heterogeneous disorder with unclear causes. There is strong evidence that it has a genetic background. The diagnosis is based on the so- called "Rotterdam criteria”. In PCOS, complex changes occur in the hypothalamus, the pituitary and the ovaries, resulting in overproduction of androgens, which affect ovulation, ultimately resulting in infertility and the search for assisted reproduction techniques. PCOS may also be associated with insulin resistance and obesity. The use of metformin in PCOS improves insulin sensitivity and positively affects ovulation and glucose tolerance. Η υπογονιμότητα αποτελεί ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα υγείας με ποικίλες προσωπικές, οικονομικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Με τον όρο υπογονιμότητα ορίζεται η μη επίτευξη κύησης, έπειτα από τουλά-χιστον ένα έτος τακτικών σεξουαλικών επαφών χωρίς αντισυλληπτική προστασία. Αποτελεί πρόβλημα που αφορά και τους δύο συντρόφους, καθώς οι αιτίες της μπορεί να προέρχονται τόσο από τον άντρα όσο και από τη γυναίκα. Στα γυναικεία αίτια της υπογονιμότητας συγκαταλέγεται το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS). Το PCOS είναι μια από τις πιο συνηθισμένες ενδοκρινικές διαταραχές στη γυναίκα, μια πολύπλοκη, ετερογενής διαταραχή με ασαφή αίτια, αλλά ισχυρές αποδείξεις ότι εμφανίζει γενετικό υπόβαθρο. Η διάγνωση βασίζεται στα λεγόμενα "κριτήρια του Rotterdam”. Στο PCOS, πολύπλοκες αλλαγές συντελούνται στον υποθάλαμο, την υπόφυση και τις ωοθήκες, με αποτέλεσμα την υπερπαραγωγή ανδρογόνων, τα οποία επηρεάζουν την ωοθυλακιορρηξία, με τελική κατάληξη την υπογονιμότητα και την αναζήτηση τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Το PCOS μπορεί επίσης να σχετίζεται με αντίσταση στην ινσουλίνη και παχυσαρκία. Η χρήση της μετφορμίνης στο PCOS βελτιώνει την ευαισθησία της ασθενούς στην ινσουλίνη και επιδρά θετικά στην ωοθυλακιορρηξία και την ανοχή της γλυκόζης. 1118 254 265 Automobile wrecking and used parts industry --Greece--Region of Eastern Macedonia and Thrace Ανακύκλωση οχημάτων τέλους κύκλου ζωής στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης The automobile since its appearance, dominated our life on this planet for more than a century. Its contribution was substantial in improving the quality of life and progress, and people depend on it, both in a practical and psychological way. Despite the high technological evolution, the automobile still consumes natural resources and creates pollution, since its manufacturing, during its useful life, and until it becomes End of Life Vehicle, producing further hazardous residues. It is responsible during its whole life cycle, for a significant part of climate change via pollution and the environmental consequences. The modern request for the sustainable development, through the environmental protection and the circular economy, makes urgent and of the highest priority the management of the waste generation. The E.L.V.’s recycling, reuse and recovery, keep a very important role, with the major problem being the random dumping and the illegal E.L.V.’s treatment. Crucial is the role of thousands enterprises dedicated to recycling, due to the fact that the motor vehicles are very complex products and dismantling them, is a complicated and environmentally dangerous operation. The E.L.V.’s recycling started officially in Greece in 2004 by applying the European law and the Periphery of East Macedonia- Thrace was a pioneer of these applications. This paperwork attempts an analysis of the present status of the recycling sector of E.L.V. in the area and focuses as well in providing useful information to the local society, hopping also for long term environmental benefits. Το αυτοκίνητο κυριάρχησε στη ζωή στον Πλανήτη με την εμφάνισή του, εδώ και πάνω από έναν αιώνα. Η συμβολή του ήταν ουσιαστική στη βελτίωση του επιπέδου της ανθρώπινης διαβίωσης και προόδου, και η εξάρτηση του ανθρώπου από αυτό είναι τόσο πρακτική όσο και ψυχολογική. Παρά την τεχνολογική εξέλιξή του, ένα σοβαρό μειονέκτημα του είναι ότι καταναλώνει φυσικούς πόρους και γεννά ρύπους σε όλο τον κύκλο ζωής του, από την παραγωγή, τη λειτουργία έως και τη λήξη της χρήσιμης ζωής του. Του αντιστοιχεί μεγάλο μερίδιο στη δημιουργία της μάστιγας της κλιματικής αλλαγής και των δυσμενών επιπτώσεων της στο περιβάλλον. Το σύγχρονο αίτημα της αειφόρου ανάπτυξης μέσω της περιβαλλοντικής προστασίας και της κυκλικής οικονομίας, κάνει να είναι επείγουσα αναγκαιότητα και υψίστης σημασίας η διαχείριση των απορριμμάτων και ανάμεσα τους η ανακύκλωση, επαναχρησιμοποίηση και ανάκτηση των Ο.Τ.Κ.Ζ. των οποίων η παράνομη διαχείριση αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για το σκοπό αυτό. Κύριος είναι ο ρόλος της δραστηριοποίησης χιλιάδων επιχειρήσεων ανακύκλωσης παγκοσμίως, καθώς το αυτοκίνητο είναι ένα πολύπλοκο στη σύνθεσή του προϊόν και αντίστοιχη είναι η διαχείρισή του στο τέλος της ζωής του. Η ελεύθερη απόρριψη του στο περιβάλλον και η λειτουργία παράνομων διαλυτηρίων μπορούν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα. Η ανακύκλωση των Ο.Τ.Κ.Ζ. ξεκίνησε στην Ελλάδα το 2004 με την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ε.Ε. και η Περιφέρεια Ανατολική Μακεδονίας – Θράκης ήταν από τις πρώτες όπου λειτούργησε ο θεσμός αυτός. Με την παρούσα εργασία επιχειρείται η παρουσίαση της υφιστάμενης κατάστασης του τομέα ανακύκλωσης Ο.Τ.Κ.Ζ. στην περιοχή και η παροχή χρήσιμων πληροφοριών προς χρήση της τοπικής κοινωνίας, ευελπιστώντας σε μακροπρόθεσμα περιβαλλοντικά οφέλη. 1119 261 231 Η βασική έκφανση της αρχής της αξιοπρέπειας του ανθρώπου αποτελεί η γνώση των προγόνων του The present diploma dissertation elaborates on the recently emerging trend which requires further analysis and elaboration. In Vitro Fertilization, IVF, has captured the attention of the public since its sensational introduction in1978 and is available throughout most of the civilized world. However certain bioethics issues are raised and consist of the main subject of investigation in this analysis. In particular, establishing a family through the employment of genetic material deriving from a donor constitutes an arm of the reproductive autonomy right. Disclosing or not the donor’s identity debate is additionally highlighted. Greek legislation promotes the anonymity of the donor due to the social-emotional affinity adopted by the Civil Code. A brief description of the legislation framework adopted by the following countries: Austria, Cyprus, Germany, United Kingdom, United States of America and Ireland is reported. The disclosure of the donor’s identity is closely affiliated to the right of each offspring conceived by a donor to integrate knowledge of their ancestry/origin, which consists a manifestation of the greater right of human dignity. The issue is controversial. Below, the arguments of two positions are analyzed. This controversial issue is analyzed, along with questions raised as to what extent could the identity of the donor remain confidential or the human dignity violated when the anonymity of the sperm’s donor is compromised. Finally, the question arises as to how much it is possible for the identity of the donor to remain confidential and ultimately if there is violation and in which extent of the right to human dignity by applying the anonymity of the sperm’s donor. Η τεχνητή γονιμοποίηση, IVF, έχει προσελκύσει την προσοχή του κοινού από την εντυπωσιακή εισαγωγή της το 1978 και σήμερα είναι διαθέσιμη στο μεγαλύτερο μέρος του πολιτισμένου κόσμου. Εκτός, όμως, από τα οφέλη και τις δυνατότητες που προσφέρει στον άνθρω-πο εγείρει ζητήματα βιοηθικής. Ένα ζήτημα τέτοιας φύσεως είναι το ερευνητικό αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας. Συγκεκριμένα, προσεγγίζεται το δικαίωμα στην αναπαραγωγή, την ίδρυση οικογένειας με τη χρήση γενετικού υλικού ενός τρίτου δότη σε συνάφεια με την επιλογή της αποκάλυψης ή όχι των στοιχείων της ταυτότητας του. Η ελληνική έννομη τάξη έχει επιλέξει την ανωνυμία του δότη λόγω της «κοινωνικοσυναισθηματικής» συγγένειας που υιοθετεί ο Αστικός Κώδικας. Γίνεται μία σύντομη αναφορά στο νομοθετικό πλαίσιο που έχουν επιλέξει οι χώρες: Αυστρία, Κύπρος, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και Ιρλανδία. Η αποκάλυψη των στοιχείων του δότη συνδέεται με το δικαίωμα της γνώσης της καταγωγής του τέκνου που θα γεννηθεί από το γενετικό υλικό του δότη, το οποίο δικαίωμα αποτελεί ειδικότερη έκφανση του δικαιώματος της αξιοπρέπειας του ανθρώπου. Δεν υπάρχει σύγκλιση απόψεων στον προβληματισμό αυτό. Παρακάτω αναλύονται τα επιχειρήματα των δύο θέσεων. Τέλος τίθεται το ερώτημα κατά πόσο είναι τελικά δυνατόν να μείνουν τα στοιχεία του δότη απόρρητα και αν τελικά παραβιάζεται και σε πιο βαθμό το δικαίωμα της αξιοπρέπειας του ανθρώπου εφαρμόζοντας την ανωνυμία της ταυτότητας του δότη σπέρματος. 1120 211 211 Μετα-ανάλυση και συσχέτιση αφασίας με ΧΟΠΑ συμπτώματα μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο με τη βοήθεια της μηχανικής μάθησης The present study investigates the frequency of FAST symptoms (Face, Arm, Speech,), which resulted from the process of medical history of people diagnosed with stroke, using natural language processing techniques, and the association that may exist between FAST symptoms and the type of aphasia the patient has. In particular our research aims to answer the following questions: a) whether patients had FAST symptoms when they had a stroke and b) whether there a connection between the FAST symptoms they mention to have during the stroke and the type of aphasia they have now. The present study involved 106 patients who suffered ischemic stroke. To carry out the research, statistical analysis and analysis of the language through mechanical learning were performed on the patients' answers to the question "Why are you here today". The results of the analysis of the text through term frequency and topic modelling techniques have shown that terminology belonging to FAST symptoms is often present in the patient's speech. Further investigation of whether each FAST symptom is associated with a particular type of aphasia showed which type of aphasia was present in the majority of patients they had each FAST symptom, but the small sample of FAST patients in the study made it dangerous to draw further conclusions. Η παρούσα ερευνητική μελέτη ερευνά τη συχνότητα που εντοπίζονται τα συμπτώματα ΧΟΠΑ (Ομιλία, Πρόσωπο, Χέρι) που προέκυψαν από τη διαδικασία λήψης ιατρικού ιστορικού ατόμων με εγκεφαλικό επεισόδιο, χρησιμοποιώντας τεχνικές επεξεργασίας φυσικής γλώσσας και την συσχέτιση των ΧΟΠΑ συμπτωμάτων με την αφασία. Ειδικότερα, η έρευνα αποβλέπει στην απάντηση των εξής ερωτημάτων α) κατά πόσο οι ασθενείς εμφανίζουν συμπτώματα που υπάρχουν στο ακρωνύμιο ΧΟΠΑ όταν παθαίνουν εγκεφαλικό και β) κατά πόσο σχετίζονται συγκεκριμένες μορφές αφασίας με κάποιο ΧΟΠΑ σύμπτωμα που σηματοδότησε το εγκεφαλικό. Στην παρούσα έρευνα συμμετείχαν 106 ασθενείς που υπέστησαν αγγειακό ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. Για την υλοποίηση της έρευνας πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση και ανάλυση της γλώσσα μέσω της μηχανικής μάθησης, στις απαντήσεις των ασθενών στην ερώτηση «Γιατί είστε εδώ σήμερα». Τα αποτελέσματα της ανάλυσης του κειμένου μέσω των τεχνικών «term frequency» και «topic modelling» έδειξαν πως στο λόγο των ασθενών εμφανίζεται συχνά ορολογία που ανήκει στα ΧΟΠΑ συμπτώματα. Η περαιτέρω διερεύνηση του κατά πόσο το κάθε ΧΟΠΑ σύμπτωμα συνδέεται με κάποιο συγκεκριμένο είδος αφασίας στην πορεία, έδειξε ποιο είδος αφασίας εμφάνισε η πλειονότητα των ασθενών σε κάθε ΧΟΠΑ σύμπτωμα, ωστόσο το μικρό δείγμα ασθενών με ΧΟΠΑ συμπτώματα της έρευνας καθιστά μη ασφαλή διεξαγωγή περαιτέρω συμπερασμάτων. 1121 344 388 Ανοσοϊστοχημική μελέτη έκφρασης καρκινικών δεικτών στο γεννητικό σύστημα της γυναίκας INTRODUCTION: The purpose of this current project is the immunohistochemical study and the assessment of the predictive value of the expression of tumor marker CRIP-1 (Cysteine-rich intestinal protein -1) in the endometrial carcinoma and the parallel correlation with various clinco-histopathological parameters. Endometrial carcinoma, as known, is the fourth appeared malignant neoplasm of woman's reproductive system. It occurs mainly in the period of menopause. The most common type is adenocarcinoma but the other types of tumors occur at much lower frequency. It has been found from references, that some types are more aggressive and can spread rapidly if the patient does not receive appropriate treatment. MATERIALS AND METHODS: We used 46 samples from patients with endometrial carcinoma. After their proper histological treatment, they were examined by the method of immunohistochemistry avidin-biotin [a method which involved the use of horseradish peroxidase enzyme (HRP) and its suitable substrate DAB, in order to determine the presence of expression or overexpression of CRIP-1 (Cysteine-rich intestinal protein -1). RESULTS: The expression of CRIP-1 was detected and assessed (mild, moderate, severe) in cancer cells of endometrium. Then, a comparative study of antibody expression was associated with clinico-histopathological parameters, such as, the age, the histological type, the grade of differentiation, the stage of disease, the depth of myometrial invasion, and the patient survival. We found that the overexpression of this protein was associated with the older age, the non-endometrioid types carcinoma, the advanced stage of disease (73.3% in stages II-III) and the invasion of the tumor in the overall thickness of the myometrium (75.0%). Finally, it was found that the overexpression of the CRIP-1 is a bad prognostic factor and indicates shorter survival in patients with endometrial adenocarcinoma. CONCLUSIONS: According to our results the protein CRIP-1 could be a significant prognostic factor in endometrial carcinoma. Maybe, it could be used as drug target for therapeutic protocols in order to determine the level of aggressiveness. However, there are relatively few studies of CRIP-1 in cancer, thus, its functional role in the carcinogenetic process and on effective therapies in endometrial carcinoma awaits further elucidation. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Σκοπός της παρούσας προπτυχιακής εργασίας είναι η ανοσοϊστοχημική μελέτη και η εκτίμηση της προγνωστικής αξίας της έκφρασης του καρκινικού δείκτη CRIP-1 (Cysteine-rich intestinal protein -1) στο καρκίνωμα του ενδομητρίου κι ο παράλληλος συσχετισμός με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Το καρκίνωμα του ενδομητρίου, ως γνωστό, είναι το 4ο κατά σειράν εμφάνισης κακόηθες νεόπλασμα του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας. Εμφανίζεται κυρίως κατά την περίοδο της εμμηνόπαυσης. Ο πλέον συνήθης τύπος είναι το αδενοκαρκίνωµα, ενώ οι άλλοι τύποι καρκινωμάτων της µήτρας εµφανίζονται σε πολύ µικρότερη συχνότητα. Έχει διαπιστωθεί, από τα δεδομένα της διεθνούς βιβλιογραφίας, ότι ορισμένα είδη είναι πιο επιθετικά και µπορούν να εξαπλωθούν ταχύτερα, εάν η ασθενής δε λάβει την κατάλληλη θεραπεία. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΙ: Χρησιμοποιήθηκαν 46 δείγματα προερχόμενα από ασθενείς με καρκίνωμα του ενδομητρίου. Έπειτα από κατάλληλη ιστολογική επεξεργασία, μελετήθηκαν με τη μέθοδο της ανοσοϊστοχημείας αβιδίνης-βιοτίνης [μέθοδος που περιελάμβανε τη χρήση του ενζύμου υπεροξειδάσης του χρένου (HRP) και το κατάλληλο υπόστρωμα 3,3’διαμινοβενζινδίνη (DAB)], προκειμένου να διαπιστωθεί η παρουσία έκφρασης ή υπερέκφρασης του καρκινικού δείκτη CRIP-1 (Cysteine-rich intestinal protein -1). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Εντοπίστηκε και αξιολογήθηκε η έκφραση του CRIP-1 (ήπια, μέτρια, έντονη) στα καρκινικά κύτταρα του ενδομητρίου. Στη συνέχεια έγινε συγκριτική μελέτη της έκφρασης του αντισώματος με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους, όπως η ηλικία των ασθενών, τον ιστολογικό τύπο, το βαθμό διαφοροποίησης, το στάδιο της νόσου, το βάθος διήθησης του μυομητρίου, καθώς και την επιβίωση των ασθενών. Διαπιστώσαμε ότι, η υπερέκφραση της πρωτεΐνης σχετίζεται με τη μεγαλύτερη ηλικία, με τα μη-ενδομητριοειδούς τύπου καρκινώματα, με το προχωρημένο στάδιο της νόσου (73.3% στα στάδια ΙΙ-ΙΙΙ) και με την διήθηση του όγκου στο ολικό πάχος του μυομητρίου (75.0%). Τέλος, διαπιστώθηκε ότι η υπερέκφραση της CRIP-1 αποτελεί κακό προγνωστικό παράγοντα και προϋποθέτει μικρότερη επιβίωση σε ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της παρούσης εργασίας, προκύπτει ότι η πρωτεΐνη CRIP-1 θα μπορούσε να αποτελεί σημαντικό προγνωστικό δείκτη στο καρκίνωμα του ενδομητρίου. Ίσως θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως ένας φαρμακευτικός στόχος για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία του καρκίνου μέσω της ανάπτυξης κάποιου θεραπευτικού πρωτοκόλλου προκειμένου να επιλεγεί η κατάλληλη θεραπεία στον εκάστοτε ασθενή, σύμφωνα με το βαθμό και το επίπεδο της επιθετικότητας της νόσου. Στο μέλλον θα ήταν ωφέλιμο να διεξαχθούν περαιτέρω μελέτες για την εξακρίβωση του λειτουργικού ρόλου της συγκεκριμένης πρωτεΐνης αλλά και για την συμβολή της στην εξέλιξη άλλων μορφών καρκίνου του ανθρώπινου οργανισμού. 1122 195 242 Συγκριτική εμπειρία και βαθμός ικανοποίησης ασθενούς από τη διεγχειρητική εμπειρία του καταρράκτη στους δύο οφθαλμούς Aim: To evaluate and compare the preoperative anxiety, patient peropertive time perception and time expectation as well as patient satisfaction and inconvenience, between first and second eye cataract surgery. Methods: In this study, a voluntary questionnaire was distributed to 40 patients of our hospital undergoing consecutive bilateral uneventful cataract surgery for senile cataracts. Surgery was conducted by the same surgeon with the method of clear corneal phacoemulsification under topical anesthesia with drops and adjunct intracameral without sedation. Surgery duration should be shorter than 30 minutes and maximum interval between the two surgeries should be shorter than 3 months. Results: Mean patient satisfaction does not differ between first and second eye cataract surgery although inconvenience appears to be increased for the second eye cataract surgery. Mean preoperative anxiety was less for the second operation which appeared to last longer according to patient perception although it met their expectation of time duration. Conclusion: Our results confirmed previous findings of lesser preoperative anxiety and longer estimated time of operation duration in patients undergoing their second eye cataract surgery. These data may help to explain the common clinical operative observation, that patients find the second cataract surgery more inconvenient. Σκοπός: Να αποτιμήσουμε και να συγκρίνουμε το προεγχειρητικό άγχος, την εκτίμηση του διάρκειας και την προσδοκία της διάρκειας από τον ασθενή καθώς και τον βαθμό ικανοποίησης και την ταλαιπωρία του ασθενούς κατά την εγχείρηση καταρράκτη στον 1ο και στον 2ο οφθαλμό. Υλικό και Μέθοδος: Σε αυτή τη μελέτη συλλέξαμε στοιχεία μέσω ερωτηματολογίου από 40 ασθενείς του νοσοκομείου μας που χειρουργήθηκαν αμφοτερόπλευρα και ανεπίπλεκτα για ηλικιακό καταρράκτη. Όλες οι επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν από τον ίδιο χειρουργό με τη μέθοδο της φακοθρυψίας υπό τοπική αναισθησία με σταγόνες και intracameral χωρίς μέθη και η διάρκεια τους ήταν μικρότερη από 30 λεπτά. Τα ερωτηματολόγια συμπληρώνονταν αμέσως μετά το χειρουργείο και το 2ο χειρουργείο διενεργούνταν μέσα σε διάστημα 3 μηνών από το 1ο. Αποτελέσματα: Δεν βρέθηκε διαφορά στον βαθμό ικανοποίησης του ασθενούς κατά την εγχείρηση καταρράκτη στον 1ο και στον 2ο οφθαλμό αν και η μέση ταλαιπωρία ήταν μεγαλύτερη στο 2ο χειρουργείο. Το μέσο προεγχειρητικό άγχος ήταν λιγότερο στο 2ο χειρουργείο που φάνηκε να διήρκησε περισσότερο στους ασθενείς αν και η διάρκεια του βρέθηκε σύμφωνη με τις προσδοκίες τους. Συμπεράσματα: Η έρευνα μας φαίνεται να επιβεβαιώνει τα ευρήματα προηγούμενων μελετών περί λιγότερου προεγχειρητικού άγχους και περί αντίληψης πιο χρονοβόρου χειρουργείου των ασθενών που χειρουργούνται στον 2ο οφθαλμό. Τα ευρήματα μας μπορούν να βοηθήσουν στην εξήγηση της συχνής κλινικής διαπίστωσης πως οι ασθενείς βρίσκουν την εμπειρία του 2ου χειρουργείο χειρότερη από εκείνη του 1ου. 1123 146 165 Introduction: The stroke is e very frequent disease affecting a large part of the population. Stoke demand immediate treatment. Ischemic cerebral infraction comprise 80%-88% οf them, while the remaining 12%-20% pertain to hemorrhagic stroke. Occupational therapists and physiotherapists contribute to the patients’ recovery, those suffering from impaired mobility resulting in pressure sores due to their prolonged hospitalization. Purpose: The purpose of this dissertation is to present facts given by bibliography concerning pressure sores as a complication of the stroke. Material - Method: Medical and nursing literary were employed, written in Greek and foreign language, along with journals from approved scientific resources, after controlling the relevant facts with the use of key-words. Conclusions: The stroke is a frequent disease which should be treated immediately after the initiation of these symptoms. The resulting pressure sores constitute a major problem for the hospitalized patients, especially those with impaired mobility. Εισαγωγή: Το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (AEE) αποτελεί μια συχνή νόσο, η οποία, αφορά το μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η αντιμετώπιση του βασίζεται στην άριστη συνεργασία της κατάλληλης ομάδας που απαρτίζεται από ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, εργοθεραπευτές και φυσιοθεραπευτές, οι οποίοι συμβάλλουν εκτός από την κινητική αποκατάσταση και στην πρόληψη εμφάνισης κατακλίσεων, μια επιπλοκή που παρατηρείται λόγω της παρατεινόμενης κλινήρους κατάστασης των ασθενών, αναλόγως της βαρύτητας του επεισοδίου. Σκοπός: Σκοπός είναι να παρουσιαστούν δεδομένα της βιβλιογραφίας που αφορούν τις κατακλίσεις ως επιπλοκή των ΑΕΕ. Υλικό – Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν ιατρικά και νοσηλευτικά συγγράμματα ελληνικά και ξενόγλωσσα καθώς και άρθρα από σχετικές βάσεις δεδομένων, χρησιμοποιώντας λέξεις-κλειδιά. Συμπεράσματα: Το Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο αποτελεί μια συχνή νόσο που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα από την έναρξη της συμπτωματολογίας του. Οι κατακλίσεις αποτελούν ένα μείζον πρόβλημα στους νοσηλευόμενους ασθενείς με κινητικά προβλήματα όπως είναι άτομα με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και βαριά κινητική δυσλειτουργία. Σκοπός της θεραπευτικής ομάδας είναι η συνδυασμένη αντιμετώπιση του επεισοδίου και των επιπλοκών αυτού συμπεριλαμβανομένων και των κατακλίσεων. 1124 109 132 Ο ρόλος των αντισωμάτων κατά του κυκλικού κιτρουλλιουμένου πεπτιδίου στη διάγνωση και θεραπεία της νεανικής ιδιοπαθούς αρθρίτιδας Juvenile Idiopathic Arthritis (JIA) is the most common chronic rheumatologic disease in children. Its diagnosis is based mainly on clinical manifestations supported by serological findings. Anti-cyclic citrullinated peptide antibodies (anti-CCPs) have been considered recently as an important serological marker for the diagnosis of RA in adults. This review, according to data elements that were studied, refers to the detection of anti-CCP in patients with JIA, at varying rates, and the possible correlation with the rheumatoid factor (RF), the activity of the disease, the severity of joint damage and the possible need for early aggressive therapy in order to retreat inflammation, prevent development articular lesions and disease progression in adulthood. Η Νεανική Ιδιοπαθής Αρθρίτιδα (ΝΙΑ) είναι το πιο κοινό χρόνιο ρευματολογικό νόσημα σε παιδιά. Η διάγνωσή της βασίζεται κυρίως σε κλινικές εκδηλώσεις οι οποίες υποστηρίζονται από ορολογικά ευρήματα. Τα αντισώματα κατά του κυκλικού κιτρουλλιωμένου πεπτιδίου (anti-CCPs) θεωρήθηκαν πρόσφατα ως ένας σημαντικός ορολογικός δείκτης για τη διάγνωση της ΡΑ σε ενήλικες. Στην παρούσα ανασκόπηση, σύμφωνα με τα βιβλιογραφικά δεδομένα, μελετήθηκαν τα ποικίλα ποσοστά ανίχνευσης των anti -CCP στους ασθενείς με ΝΙΑ και η πιθανή συσχέτισή τους με το ρευματοειδή παράγοντα (RF), την δραστηριότητας της νόσου, τη σοβαρότητα της αρθρικής προσβολής και την πιθανή ανάγκη έγκαιρης επιθετικής θεραπεία για την υποχώρηση της φλεγμονής, την πρόληψη ανάπτυξης αρθρικών βλαβών καθώς και την εξέλιξη της νόσου στην ενήλικη ζωή. 1125 344 395 Parental involvement in homework and its contribution in student school achievement. Alexandroupolis' elementary school teachers' perspectives Η γονεϊκή εμπλοκή στις κατ’ οίκον εργασίες και η συμβολή της στη σχολική επίδοση των μαθητών. Η οπτική των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης The main subject of this assignment is a research on parental involvement in student’s homework and its contribution in student school achievement. This assignment is split into two parts: a theoretical approach and an investigative research. Starting with the theoretical part, this project looks into the practices utilized by parents in these situations, how they affect a child’s school achievement, what factors cause this type of involvement and what consequences it has on students, parents and teachers, while also suggesting a few methods that can give some assistance, before reviewing various projects, both Greek and from abroad, based around this subject and summarizing the most important findings of this theoretical approach to this subject. Moving on to the investigative research into this subject, a questionnaire is utilized, with the goal of understanding how elementary school teachers in the city of Alexandroupolis view parental involvement in their student’s homework and the resulting effects it has on their school achievement. Through that method, we have found out that teachers believe that: a) parents get often involved with their children’s homework, b) the amount of free time and the level of education are the main factors that determine how much a parent gets involved, c) the most common obstacles parents face are a lack of spare time and the generational gap between them and their children, d) the biggest effect of parental involvement in student’s homework is a lack of creativity and agency on the part of the student going forward, e) the major positive of this phenomenon is the parent’s ability to detect a child’s strengths & weaknesses, followed by the resulting improvement in that child’s school achievement and its level of consistency, f) psychological support is the most effective way for a parent to get involved, while extensive scrutiny for mistakes is the least effective one, and finally g) more informative meetings between teachers & parents can lead to more productive involvement by a parent in his children’s homework. Στην παρούσα εργασία διερευνώνται διάφορα ζητήματα με σκοπό την προσέγγιση του βασικού μας θέματος το οποίο είναι η γονεϊκή εμπλοκή στις κατ’ οίκον εργασίες και η επίδρασή της στη σχολική επίδοση των μαθητών. Ένα από τα ζητήματα λοιπόν που μελετώνται στο θεωρητικό μας μέρος είναι οι πρακτικές που εφαρμόζουν οι γονείς κατά την εμπλοκή τους στις κατ’ οίκον εργασίες σε σχέση με την επίδρασή τους στη σχολική επίδοση των μαθητών. Επίσης περιγράφονται οι παράγοντες που επηρεάζουν τη γονεϊκή εμπλοκή στις κατ’ οίκον εργασίες και οι επιπτώσεις που έχει σε μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικούς και αναφέρονται κάποιες στρατηγικές και προτάσεις για την ενίσχυσή της. Το θεωρητικό μέρος ολοκληρώνεται με μια ανασκόπηση ελληνικών και ξένων ερευνών σχετικών με το υπό διερεύνηση θέμα, και με τη συγκέντρωση των βασικών συμπερασμάτων που προέκυψαν από τη θεωρητική μελέτη του. Ακολουθεί η ερευνητική προσέγγιση του θέματος με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο, η οποία στοχεύει στο να αποτυπώσει την οπτική των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης σχετικά με τη γονεϊκή εμπλοκή στις κατ’ οίκον εργασίες και την επίδραση που ασκεί αυτή στη σχολική επίδοση των μαθητών. Έτσι, καταλήξαμε στα βασικότερα συμπεράσματα της έρευνάς μας, σύμφωνα με τα οποία οι εκπαιδευτικοί πιστεύουν ότι: α) υπάρχει συχνά γονεϊκή εμπλοκή στις κατ’ οίκον εργασίες, β) ο βασικότερος παράγοντας που επηρεάζει την εμφάνιση της γονεϊκής εμπλοκής είναι ο διαθέσιμος χρόνος των γονέων κι έπειτα το μορφωτικό τους επίπεδο, γ) οι κυριότερες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γονείς κατά την εμπλοκή τους στις κατ’ οίκον εργασίες είναι η έλλειψη χρόνου και η δυσκολία συνεννόησης με το παιδί, δ) το πιο σημαντικό αποτέλεσμα της γονεϊκής εμπλοκής στις κατ’ οίκον εργασίες είναι ο περιορισμός της αυτενέργειας του μαθητή, ε) συχνότερο πλεονέκτημα της γονεϊκής εμπλοκής στις κατ’ οίκον εργασίες είναι ο εντοπισμός των ικανοτήτων και αδυναμιών του παιδιού από τον γονέα κι έπειτα η βελτίωση της επίδοσης των μαθητών και η συνέπεια στις υποχρεώσεις τους, στ) η γονεϊκή πρακτική που έχει τη μεγαλύτερη επίδραση στη σχολική επίδοση είναι η ψυχολογική στήριξη του παιδιού, ενώ αυτή που επιδρά στον μικρότερο βαθμό από τις άλλες είναι ο έλεγχος των εργασιών από τον γονέα για τον εντοπισμό λαθών, ζ) η σημαντικότερη από τις στρατηγικές ενίσχυσης της γονεϊκής εμπλοκής στις κατ’ οίκον εργασίες είναι οι ενημερωτικές συναντήσεις εκπαιδευτικών και γονέων. 1126 287 286 Administration in kindergartens attended by pupils from the muslim minority of Thrace Η Διοίκηση σε νηπιαγωγεία που φοιτούν μαθητές από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης The aim of this study is to investigate the kindergarten’s Heads’ views whose pupils come from muslim minority of Thrace. Data were collected using the qualitative method, utilizing the research tool of semi-structured interview. Ten Heads of kindergarten of the aforementioned kindergarten schools, participated in the present study. The use of the qualitative method aims to identify the difficulties which the Heads of kindergarten encounter in the performance of their duties in these kindergarten schools and highlight the difficulties associated with the cultural elements, which characterize the muslim minority. Moreover, this study attempts to investigate the practices which the Heads of kindergarten use to address these difficulties, the amount of support provided in their administrative work by the State and the Educational Institutions, their training needs, as well as the team working skills which the participants of this study build with all the parties involved. Finally, this study attempts to record the Heads of kindergarten suggestions on how to facilitate their own administrative work. The study ultimately revealed that with regard to the cultural elements of the muslim minority, language and religion are the elements which, in certain cases, hinder their work. State support and the training they have received were regarded as insufficient by the Heads of kindergarten. They seek collaboration with all the parties involved, especially with corresponding schools, since they consider that experience sharing will assist them in performing their administrative work more effectively. Their suggestions indicate that they wish to receive training on the specificity of the kindergarten schools which they supervise; they also wish the acceleration of bureaucracy procedures as well as the segregation of their pedagogical and administrative duties. Σκοπός της παρούσας μελέτης αποτελεί η διερεύνηση των απόψεων των Προϊσταμένων που διοικούν νηπιαγωγεία, στα οποία οι μαθητές που φοιτούν προέρχονται από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν με τη χρήση της ποιοτικής μεθόδου, αξιοποιώντας το ερευνητικό εργαλείο της ημιδομημένης συνέντευξης. Συμμετέχουσες της έρευνας αποτέλεσαν δέκα Προϊσταμένες των προαναφερθέντων νηπιαγωγείων. Η χρήση της ποιοτικής μεθόδου έχει στόχο να εντοπίσει τις δυσκολίες που συναντούν οι Προϊσταμένες στα εν λόγω νηπιαγωγεία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, και κυρίως να αναδειχθούν οι δυσκολίες που συνδέονται με πολιτισμικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη μουσουλμανική μειονότητα. Επιπλέον επιχειρείται να διερευνηθούν οι πρακτικές που αξιοποιούν για την αντιμετώπιση των εν λόγω δυσκολιών, ο βαθμός στήριξης από μέρους της Πολιτείας και των Εκπαιδευτικών Φορέων στο διοικητικό τους έργο, οι επιμορφωτικές τους ανάγκες καθώς και οι συνεργασίες που αναπτύσσουν οι συμμετέχουσες της έρευνας με όλους τους εμπλεκόμενους. Τέλος, γίνεται απόπειρα καταγραφής των προτάσεων των Προϊσταμένων για τη διευκόλυνση της άσκησης του διοικητικού τους έργου. Η μελέτη εν τέλει ανέδειξε πως αναφορικά με τα πολιτισμικά στοιχεία της μουσουλμανικής μειονότητας, η γλώσσα και η θρησκεία είναι τα στοιχεία που σε ορισμένες περιπτώσεις αποτελούν εμπόδιο στο έργο τους. Η στήριξη από μέρους της Πολιτείας καθώς και η επιμόρφωση που έχουν δεχτεί, θεωρήθηκαν ανεπαρκείς από τις Προϊσταμένες. Οι ίδιες επιδιώκουν τη συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους και ιδιαιτέρως με όμορα σχολεία καθώς μέσω του διαμοιρασμού των εμπειριών τους, θεωρούν πως θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν καλύτερα στο διοικητικό τους έργο. Στις προτάσεις τους φαίνεται πως επιθυμούν να επιμορφωθούν αναφορικά με την ιδιαιτερότητα των νηπιαγωγείων στα οποία προΐστανται, επιτάχυνση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, ενώ εισηγήθηκαν και το σαφή διαχωρισμό του παιδαγωγικού από το διοικητικό τους έργο. 1127 112 149 Ηλικία και παράμετροι σπέρματος-καταγραφή & ανάλυση δεδομένων από ένα ιδιωτικό εργαστήριο Objective: To investigate the effect of age in semen parameters( volume, pH, liquefaction time, viscosity, sperm concentration, sperm motility and morphology). Methods: A total of 100 semen samples were analyzed according to WHO 2010 standard criteria at a private laboratory center in Kavala.The samples are analysed from 2014 to 2016. Results: Analysis of the semen parameters shows that only volume has statistically significant raise with age (p=0,023) but this relationship is not very strong (r=0,227). PH, liquefaction time, viscosity, sperm concentration, motility and morphology do not show any change (p>0.05) as the age grows. Conclusions: In this study, age has no influence in semen parameters except of volume which raised a little. Σκοπός: Η μελέτη της επίδρασης της ηλικίας στις παραμέτρους της βασικής ανάλυσης σπέρματος (όγκος, pH , ρευστοποίηση, γλοιότητα- ιξώδες, συγκέντρωση σπερματοζωαρίων, κινητικότητα και μορφολογία). Μέθοδος: Συμπεριελήφθησαν δεδομένα από 100 δείγματα σπέρματος τα οποία αναλύθηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες WHO 2010, σε ιδιωτικό Μικροβιολογικό Εργαστήριο της Καβάλας. Τα δείγματα αναλύθηκαν την περίοδο 2014-2016. Αποτελέσματα: Η ανάλυση των παραμέτρων της βασικής ανάλυσης σπέρματος έδειξε ότι μόνο ο όγκος παρουσιάζει στατιστικά σημαντική αύξηση με την ηλικία (p=0,023) όμως η συσχέτιση αυτή δεν είναι ιδιαίτερα ισχυρή (r=0,227). To pH, η ρευστοποίηση, το ιξώδες, ο αριθμός σπερμ/αρίων/ml, ο ολικός αριθμός, η κινητικότητα (α+β, γ και δ) και η μορφολογία δεν φάνηκε να μεταβάλλονται με την αύξηση της ηλικίας (p>0,05). Συμπέρασμα: Στην παρούσα μελέτη, η ηλικία δεν φάνηκε να επηρεάζει τις παραμέτρους του σπέρματος παρά μόνο τον όγκο ο οποίος αυξάνεται σε μικρό βαθμό. 1128 256 252 The relation between conceptual change and executive function in elementary school students Η σχέση εννοιολογικής αλλαγής και εκτελεστικού ελέγχου σε μαθητές δημοτικού The main goal of this study was to investigate the relationship between the Executive Function and Conceptual Change, and how this relationship is affected by age. More specifically, the research focused on the role of executive function during the invocation and use of the initial and scientific knowledge. The research involved 133 elementary students (62 boys and 71 girls) of the firth and fifth grade. To investigate the role of Executive Function in the invocation and use of the initial and scientific knowledge there have been designed two Conceptual Change tasks and two Executive Function tasks, in which the students were examined individually. In both tasks there were two main dependent variables (a) accuracy and (b) the results of the average Reaction Time. Two tasks implemented to measure Conceptual Change: The Re-Cat and SP-Ver task. Τwo Reaction Time tasks, that were developed for the needs of the current study and were adapted and presented using the E-prime software for computer administration applied to evaluate the Executive Function. The results showed that Executive Function plays an important role in the invocation and use of both the initial conceptual and scientific responses, which are products of Conceptual Change. More specifically, it was found that the initial responses were more accurate and faster than the scientific responses both in the Re-Cat and SP-Ver tasks. While also the correlations between the Reaction Time of Executive Function and the Accuracy of Conceptual Change were either non-existent or very low Βασικός στόχος της έρευνας ήταν να διερευνηθεί η σχέση μεταξύ του Εκτελεστικού Ελέγχου και της Εννοιολογικής Αλλαγής, καθώς και το πώς αυτή η σχέση επηρεάζεται από την ηλικία. Πιο συγκεκριμένα η έρευνα επικεντρώθηκε στο ρόλο του Εκτελεστικού ελέγχου κατά την κατασκευή και χρησιμοποίηση της αρχικής και της επιστημονικής γνώσης. Στην έρευνα συμμετείχαν 133 μαθητές δημοτικού (62αγόρια και 71 κορίτσια) της Δ’ και ΣΤ’ τάξης. Προκειμένου να διερευνηθεί ο ρόλος του Εκτελεστικού Ελέγχου στην κατασκευή και την αξιοποίηση της αρχικής και της επιστημονικής γνώσης σχεδιάστηκαν δύο έργα Εννοιολογικής Αλλαγής και δύο έργα Εκτελεστικού Ελέγχου, όπου οι μαθητές εξετάστηκαν ατομικά. Και στα δύο έργα οι βασικές εξαρτώμενες μεταβλητές ήταν δύο (α) η ακρίβεια και (β) τα αποτελέσματα του μέσου χρόνου αντίδρασης. Για τη μέτρηση της εννοιολογικής αλλαγής εφαρμόστηκαν δύο έργα: Το έργο Επανακατηγοριοποίησης και το έργο Εξήγησης Φαινομένων. Ο Εκτελεστικός Έλεγχος αξιολογήθηκε με δύο έργα χρόνου αντίδρασης, ειδικά σχεδιασμένα για αυτή την έρευνα, σε Η/Υ, χρησιμοποιώντας το λογισμικό E-prime. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι Εκτελεστικές Λειτουργίες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην κατασκευή και την χρησιμοποίηση τόσο των αρχικών εννοιολογικών αντιλήψεων όσο και των επιστημονικών εννοιών, που αποτελούν προϊόντα της εννοιολογικής αλλαγής. Πιο συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι οι αρχικές απαντήσεις ήταν πιο ακριβείς και πιο γρήγορες από τις επιστημονικές απαντήσεις τόσο για το έργο επανακατηγοριοποίησης όσο και για το έργο εξήγησης φαινομένων, ενώ επίσης οι συσχετίσεις μεταξύ του χρόνου αντίδρασης του εκτελεστικού ελέγχου και της ακρίβειας της εννοιολογικής αλλαγής ήταν είτε ανύπαρκτες είτε πολύ χαμηλές 1129 292 349 Υποβοηθούμενη λέπτυνση και εκκόλαψη με τη χρήση Laser κατα το ένα τέταρτο της διαφανούς ζώνης σε απεψυγμένα ανθρώπινα έμβρυα με τη μέθοδο της υαλοποίησης, πριν τη μεταφορά Objective: The improvement of implantation rates is a main goal in human IVF. Intrinsic abnormalities in the blastocyst or in the zona pellucida (ZP) can result in implantation failure. The effects of ZP hardening on embryo hatching as a consequence of embryos vitrification/warming may impair their following implantation. Theoretically, zona pellucida thinning (ZPT) or zona pellucida hatching (ZPH) with laser may facilitate this process and subsequently increase implantation rates. The objective of this study was to determine whether laser-assisted zona hatching or laser-assisted zona thinning on a quarter of the zona pellucida, can improve implantation and pregnancy rates of assisted reproductive techniques in patients subjected to vitrified/warmed embryo transfer. Method: This study was performed between March 2016 and January 2018. Patients were divided into three groups. Each group had control patients. We used Octax Navilase Laser. The study groups included: D3 embryos that underwent quarter Laser Zona Thinning (qLZT), D3 embryos that underwent qLZT on D3 and were cultured until D5 thus they were embryotransfered, and finally D5 embryos that underwent either qLZT or quarter Laser Zona Hatching (qLZH). Statistical analysis was performed using the x2 method. Results: In total 380 patients (p = 380) participated in the protocol and 758 embryos were transferred (n = 758). There was a statistically significant increase in pregnancy and implantation rates in thinned D3 embryos. For D3->D5 embryos, we could not reach to a conclusion due to insufficient number of cases. D5 embryos do not appear to be benefited from the application of AH. Conclusion: Quarter Laser Zona Thinning (qLZT) is beneficial to D3 embryos that come from donated oocytes. A more sufficient number of cases is needed to come to a conclusion as to whether qLZT or qLZH should be run as routine protocols. Σκοπός: Η βελτίωση του ποσοστού εμφύτευσης είναι ένας από τους κύριους στόχους στην ανθρώπινη υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Οι ενδογενείς ανωμαλίες στο έμβρυο ή τη διάφανη ζώνη (Zona Pellucida - ZP) μπορεί να οδηγήσουν σε αποτυχία εμφύτευσης. Η σκλήρυνση της ZP ως συνέπεια της κρυοσυντήρησης/απόψυξης του εμβρύου επηρεάζει την εκκόλαψή του, γεγονός το οποίο μπορεί επακόλουθα να επηρεάσει αρνητικά την εμφύτευσή του. Θεωρητικά, η λέπτυνση της διαφανούς ζώνης (Zona Pellucida Thinning - ZPT) ή διάνοιξη/εκκόλαψη (Zona Pellucida Hatching - ΖΡΗ) με laser, μπορεί να διευκολύνει αυτή τη διαδικασία και στη συνέχεια να αυξήσει τα ποσοστά εμφύτευσης. Σκοπός της μελέτης είναι να προσδιοριστεί κατά πόσο η υποβοη-θούμενη λέπτυνση ή διάνοιξη/εκκόλαψη στο ένα τέταρτο της διαφανούς ζώνης, μπορεί να βελτιώσει τα ποσοστά εμφύτευσης και εγκυμοσύνης των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε γυναίκες που υποβάλλονται σε εμβρυομεταφορά μετά από απόψυξη. Μέθοδος: Η μελέτη πραγματοποιήθηκε την περίοδο Μάρτιος 2016 - Ιανουάριος 2018. Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε τρείς ομάδες. Κάθε ομάδα περιείχε ασθενείς αναφοράς. Χρησιμοποιήθηκε το Octax Navilase Laser. Οι ομάδες ήταν οι εξής: έμβρυα D3 στα οποία έγινε λέπτυνση της ZP κατά το ένα τέταρτο (qLZT), έμβρυα D3 στα οποία έγινε qLZT και καλλιεργήθηκαν μέχρι D5 οπότε και μεταφέρθηκαν, και τέλος έμβρυα D5 στα οποία έγινε είτε qLZT είτε διάνοιξη της ZP κατά το ένα τέταρτο (qLZH). Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο x2 .Αποτελέσματα: Συνολικά στο πρωτόκολλο έλαβαν μέρος 380 ασθενείς (p=380) και μεταφέρθηκαν 758 έμβρυα (n=758). Παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικά αυξημένα ποσοστά εγκυμοσύνης και εμφύτευσης στα έμβρυα ληπτριών D3 που υπέστη-σαν λέπτυνση. Για τα έμβρυα D3->D5 δεν μπόρεσε να εξαχθεί συμπέρασμα λόγω μικρού αριθμού περιστατικών. Για τα έμβρυα D5 δεν φαίνεται είναι ευνοϊκή η εφαρμογή της AH. Συμπέρασμα: Η κατά το ένα τέταρτο λέπτυνση της ZP με τη χρήση laser (qLZT) είναι επωφελής στα έμβρυα D3 τα οποία έχουν προκύψει από δωρεά ωαρίων. Χρειάζεται μεγαλύτερος αριθμός περιστατικών προκειμένου να εξαχθούν πιο σαφή συμπεράσματα για το αν η qLZT ή η qLZH πρέπει να εκτελούνται ως πρωτόκολλα ρουτίνας. 1130 1141 1099 Η ταυτότητα των σύγχρονων πόλεων και ο ρόλος του διαδικτύου στη διαμόρφωσή της The vast evolution of technology, along with the extensive globalization of social and cultural changes, outline the need for the development of a process that will setup, operate, promote and maintain in the information environment a modern and unique identity for each city. For some decades now, cities around the world have been trying to re¬configure their identity and “role” in order to enter the world market and claim their desired share of interest. The ever-increasing competition for the attraction of investment and tourism, along with the need to maintain the cultural heritage, the tradition, and the history of their respective areas, are some of the challenges faced by modern cities, amidst an environment of constant cultural and social changes. The modern marketing theories suggest that the creation of a “strong” city identity, accompanied by the appropriate mechanism of promotion and support, constitute the best possible protection from all (current and future) challenges which may lead to the isolation, downgrade and devaluation of cities. Such a mechanism needs as a prerequisite the formation of a city marketing plan, which would incorporate the methodology of city branding. The leading, and probably the most important, role in the creation and operation of this mechanism is played by Internet. Nowadays, during the so called “second era of Media” (defined from the “de-massification” of the News Media, the extensive spread of new media and internet), Media find it difficult to coordinate “society’s imaginary”, leading in a global puzzle of short lived, scattered images of the world’s million “destinations”. On top of that, the technological advance and the ever-increasing international competition influence drastically the way “destinations” are perceived by the human mind. The creation of such perception is not anymore a result of a static process of the 20th century media. It is a dynamic and constantly evolving process of choice, interaction, common practice, and experience. As a result, a targeted and cohesive promotion through the Internet is essential in order to establish a successful “destination identity”. The process of “e-city branding”, is an integral part of city branding and city marketing, in the same manner that e-branding of a product is part of the strategy for branding and marketing designed for the product. The choice of the term “branding” as opposed to the term “marketing”, is made in accordance to the acknowledgment that the promotion of a city through the internet, requires the pre-existence of a marketing plan and the e- city branding comes to fill in the general branding strategy. Within the framework of a competitive city identity, internet is the media means for a system that will: a. promote and communicate the identity of the city in the world wide web “audience”, b. maintain the audience’s interest by constant updates, c. “modernize” its perception by using innovative promotional methods, d. integrate the city’s identity with the internet users by using social media (which in turn will constantly feed back to the system user’s reflections, essential for a, b and c. mentioned above). The choice of the topic elaborated in the following dissertation, comes as a result of the increasing interest for the process of branding places, and “city branding” in particular, which is the abovementioned process’ most common application. The combination of city branding with internet is made due to the substantial penetration of internet in the global population and almost all aspects of modern life, making it the one of the (if not the) most important media means for information spread and exchange. The term “e-city branding” (main ingredient in the title and content of this essay) became an idea in July 2010 during the exploration of international academic bibliography, where the term was nowhere to be found as one phrase, despite the numerous references to “e-“ (for electronic), “city” and “branding”. It came as an intriguing challenge to explore and assess the branding for cities with emphasis on their Internet presence (through their official web sites and social networking). The starting point for this essay project was a memorandum of cooperation signed between the cities of Volos, Heraklion and Kavala for a common initiative to create competitive identities for each of the involved cities. Nevertheless, since the author’s profession is integrated in the urban development sector and the fact that the essay’s subject is one of the main ingredients in the wider framework of urban development planning, constituted an additional incentive for further research and specialization. Bibliography, wide range of articles (printed and electronic) and scientific magazines, were the main sources for the theoretical support of this essay (in reference to marketing, public relations and civic administration). The majority of sources used were international, due to the relative lack of Greek bibliography on the subject. The main sources of “raw” information for the essay was the material available in the official Greek web sites of cities’ local governments, along with the data collected during a survey conducted for the essay’s purpose. The target of the survey was to collect data in relation to: a) the use of internet as a means of obtaining information for a city, b) to assess the presence of local government organizations in the internet, c) the identity of the city of Kavala and its presentation in the internet. The survey was conducted in 25 days (from 7th of January 2012 to 1st of February 2012) and concluded with the collection of 551 questionnaires. Taking under consideration the above-mentioned environment, following essay is attempting to: a) Present some theoretical approaches in reference to the process of creating a competitive city (and wider areas) identity, related to the use of internet, b) Provide a synopsis of the steps required for the setup of such a process c) Provide an analysis on some of the existing presence of cities in the World Wide Web. d) Explore the “internet potential” of Greek cities. Through the above, the main aims of the essay is to familiarize the reader with the terms and practices that constitute the competitive identity process, to reinforce the recognition of the importance of Internet’s role in the branding of cities (or wider areas) and underline the weaknesses of the existing Greek cities websites. There are two major conclusions that came out during the theoretical and research approach of the subject. Firstly, that as long as the city branding process is studied and applied consistently, combined with the tools and processes available with internet, it can be the means for obtaining a comparative advantage as well as a means of development for the local societies. Secondly, that the existing mediocre internet presentation of cities (supported by local authorities departments) proves that the local governments fail to understand the power of internet and the damage done to the public image of their city and that they have not yet realized the potential gains available through a successful internet profile. Στο πλαίσιο της φρενήρους τεχνολογικής ανάπτυξης, της ολοένα και πιο επετακτικής παγκοσμιοποίησης και των κοινωνικο-πολιτισμικών αλλαγών, η ανάγκη εφαρμογής ενός συστήματος για τη δημιουργία, λειτουργία, προώθηση και διατήρηση μιας σύγχρονης και διαφοροποιημένης ταυτότητας φαντάζει για την κάθε πόλη, πιο επιτακτική από ποτέ. Εδώ και αρκετές δεκαετίες, οι πόλεις προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο τους και να εισέλθουν δυναμικά στην παγκόσμια αγορά αποσκοπώντας στη διεκδίκηση ενός σεβαστού μεριδίου της. Ο αυξανόμενος ανταγωνισμός για πόρους, επενδύσεις και τουρισμό, καθώς και η ανάγκη διατήρησης της πολιτιστικής κουλτούρας, της παράδοσης και της ιστορίας της κάθε περιοχής είναι κάποιες από τις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη κάθε σύγχρονη πόλη εν μέσω των εντεινόμενων πολιτισμικών και κοινωνικών αλλαγών. Οι σύγχρονες θεωρίες marketing υποστηρίζουν ότι η δημιουργία μιας ισχυρής ταυτότητας πόλης, συνοδευόμενη από το κατάλληλο σύστημα υποστήριξης και προώθησης, αποτελεί την καλύτερη ασπίδα για όλες τις τρέχουσες και επικείμενες "απειλές" περιθωριοποίησης, υποβάθμισης και απαξίωσης των πόλεων. Το σύστημα αυτό, λοιπόν, προϋποθέτει την κατάρτιση ενός σχεδίου μάρκετινγκ για την πόλη, το οποίο θα εγκολπώνει την πρακτική του city branding. Καθοριστικό ρόλο στη δόμηση και λειτουργία του εν λόγω συστήματος πρόκειται να διαδραματίσει το διαδίκτυο. Κατά την τρέχουσα περίοδο, τη λεγόμενη "δεύτερη εποχή των Μέσων", με την απομαζικοποίηση των Μέσων Ενημέρωσης, τη διάδοση νέων Μέσων και την εξάπλωση του διαδικτύου, τα Μέσα δυσκολεύονται να συντονίσουν το "κοινωνικό φαντασιακό", με αποτέλεσμα οι εικόνες των προορισμών να είναι κατακερματισμένες και εφήμερες. Επιπλέον, η τεχνολογική πρόοδος και ο αυξημένος διεθνής ανταγωνισμός επηρεάζουν δραματικά τον τρόπο με τον οποίο οι προορισμοί γίνονται αντιληπτοί από τον ανθρώπινο νου. Ο σχηματισμός της εικόνας των προορισμών δεν είναι πλεόν μια στατική πρακτική μαζικής επικοινωνίας, αλλά μια δυναμική διαδικασία επιλογής, αντανάκλασης, κοινής χρήσης και εμπειρίας. Επομένως, μια στοχευμένη και συγκροτημένη προβολή μέσω του διαδικτύου είναι απαραίτητη για τη δόμηση της αναγνωρισιμότητας επιτυχημένης ταυτότητας προορισμού. Η πρακτική του e-city branding, λοιπόν, εντάσσεται στο σύστημα του city branding και εν γένει του city marketing, με την ίδια λογική που εντάσσεται το e-branding ενός προϊόντος στον αντίστοιχο στρατηγικό σχεδιασμό branding και marketing που το αφορά. Όσον αφορά στην επιλογή του όρου branding αντί για τη χρήση του γενικότερου όρου marketing, οφείλεται στο ότι η προώθηση μιας πόλης στο διαδίκτυο, πρϋποθέτει ότι έχει ήδη καταρτιστεί ένα στρατηγικό σχέδιο marketing και η ενέργεια αυτή καλείται να συμπληρώσει την πρακτική του branding της πόλης. Στο πλαίσιο του συστήματος ανταγωνιστικής ταυτότητας πόλης, το διαδίκτυο διαδραματίζει το ρόλο του μέσου που θα προβάλλει και θα επικοινωνήσει την ταυτότητα της πόλης στο διαδικτυακό κοινό, που θα τη διατηρήσει με τη συνεχή επικαιροποίηση της, που θα της προσδώσει σύγχρονα χαρακτηριστικά εφαρμόζοντας καινοτόμους τρόπους προβολής, που θα τη δικτυώσει χρησιμοποιώντας τα κοινωνικά μέσα και που θα την ανανεώνει σύμφωνα με την ανατροφοδότηση που θα λαμβάνει από τους χρήστες. Η επιλογή του θέματος που πραγματεύεται η ακόλουθη εργασία προέκυψε από το συνεχώς αυξανόμενο ενδιαφέρον για την πρακτική του branding τόπων και ιδιαίτερα του city branding που αποτελεί τη δημοφιλέστερη χωρική εξειδίκευση του. Ο συνδυασμός της πρακτικής αυτης με την παράμετρο του διαδικτύου οφείλεται στη σημαντική διείσδυση του τελευταίου στον παγκόσμιο πληθυσμό και σε όλους τους τομείς της σύγχρονης ζωής, με αποτέλεσμα να αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή μέσα διάχυσης και ανταλλαγής πληροφοριών. Κατά την αναζήτηση τίτλου, τον Ιούλιο του 2010, συλλάβαμε τον ορισμό "e-city branding" χωρίς να γνωρίζουμε αν είναι δόκιμος όρος. Κατά την αναζήτηση των σχετικών πηγών πληροφόρησης διαπιστώσαμε, προς έκπληξη μας, ότι δεν υφίσταται σχετικός όρος στη διεθνή ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, τουλάχιστον στις διεθνώς αναγνωρισμένες και επίσημες βάσεις δεδομένων. Έτσι, αποφασίσαμε ότι θα αποτελούσε μια ενδιαφέρουσα ευκαιρία να προσεγγίσουμε το θέμα του branding των πόλεων δίνοντας έμφαση στη διαδικτυακή παρουσία τους μέσω των επίσημων ιστότοπων τους και της κοινωνικής τους δικτύωσης. Αφετηρία, βέβαια, στάθηκε η σύναψη ενός μνημονίου συνεργασίας, μεταξύ των πόλεων του Βόλου, του Ηρακλείου και της Καβάλας για την κοινή δρομολόγηση των απαραίτητων διαδικασιών που θα οδηγήσουν στη δημιουργία ανταγωνιστικής ταυτότητας για τις συμμετέχουσες πόλεις. Επιπροσθέτως, η επαγγελματική ιδιότητα της συγγραφέως της εργασίας, εμπίπτει στον τομέα της αστικής ανάπτυξης και δεδομένου ότι το εν λόγω θέμα είναι ένα από τα αντικείμενα που εμπίπτουν στον αστικό σχεδιασμό, αποτέλεσε ένα κίνητρο για περαιτέρω μελέτη και εξειδίκευση. Για τη σύνταξη της παρούσας εργασίας και συγκεκριμένα για τη θεωρητική τεκμηρίωση των θεμάτων που αφορούσαν τον τομέα του μάρκετινγκ. της πληροφορικής, της δημόσιας διπλωματίας και της τοπικής αυτοδιοίκησης χρησιμοποιήθηκαν δευτερογενείς πηγές, ήτοι βιβλιογραφία, εκτενής αρθρογραφία, έντυπη και διαδικτυακή, επιστημονικά περιοδικά, κα. Οι πηγές που αφορούσαν το branding πόλεων και τόπων ήταν κατά κύριο λόγο ξενόγλωσσες, δεδομένης της έλλειψης σχετικής ελληνικής βιβλιογραφίας. Ως πρωτογενές υλικό, χρησιμοποιήθηκε το υλικό που παρείχαν οι ιστόχωροι των ελληνικών διαδικτυακών τόπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και τα στοιχεία που συλλέχθησαν από την έρευνα που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της εργασίας. Ο στόχος της εν λόγω έρευνας ήταν η συλλογή δεδομένων που αφορούν στη χρήση του διαδικτύου ως μέσου πληροφόρησης για μια πόλη, τη διαδικτυακή παρουσία των αργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, την ταυτότητα της πόλης της Καβάλας και τη διαδικτυακή παρουσία της. Η έρευνα διήρκεσε είκοσι πέντε (25) ημέρες, συγκεκριμένα από τις 7 ιανουαρίου 2012 έως τη 1 Φεβρουαρίου 2012, και συγκέντρωσε πεντακόσια πενήντα ένα (551) ερωτηματολόγια. Λαμβάνοντας υπόψη, λοιπόν, τις παραπάνω συνθήκες και εξελίξεις, η παρούσα εργασία επιχειρεί να παρουσιάσει κάποιες θεωρητικές προσεγγίσεις που σχετίζονται με το σύστημα δημιουργίας ανταγωνιστικής ταυτότητας πόλεων και τόπων εν γένει, και το διαδίκτυο, να συνοψίσει τα βήματα που απαιτούνται για τη δημιουργία του εν λόγω συστήματος, να αναλύσει κάποιες περιπτώσεις διαδικτυακής παρουσίας πόλεων και να ερευνήσει τη διαδικτυακή δυναμική των πόλεων στην Ελλάδα. Ο κύριος στόχος είναι η εξοικείωση με τους όρους και τις πρακτικές που συνθέτουν ένα σύστημα ανταγωνιστικής ταυτότητας, η αναγνώριση της σημαντικότητας του ρόλου του διαδικτύου στη διαδικασία του branding μιας πόλης, αλλά και μιας περιοχής εν γένει, και η ανάδειξη των αδυναμιών που παρουσιάζει η διαδικτυακή παρουσία των ελληνικών πόλεων. Τέλος, τα κυριότερα συμπεράσματα τα οποία μπορούμε να εξάγουμε από τη θεωρητική και ερευνητική προσέγγιση του θέματος είναι δύο. Πρωτίστως, συμπεραίνουμε ότι αν η πρακτική του city branding μελετηθεί και εφαρμοσθεί με συνέπεια και σε συνδυασμό με εργαλεία που προσφέρει το διαδίκτυο, μπορεί να αποτελέσει το μέσο τόσο για την επίτευξη του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, όσο και για την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας. Και δευτερευόντως, ότι η μέτρια έως αρνητική διαδικτυακή εκπροσώπηση των πόλεων από τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, αποδεικνύει ότι οι τοπικές διοικήσεις δεν έχουν αντιληφθεί ακόμη τη δύναμη του διαδικτύου, τη ζημία που τους προκαλεί η υφιστάμενη μέτρια διαδικτυακή τους παρουσία, αλλά και τα οφέλη που μπορούν να αδράξουν από ένα ισχυρό διαδικτυακό προφίλ. Λέξεις κλειδιά Marketing, Branding, E-branding, City branding, E-city branding, Ταυτότητα πόλης, Διαδίκτυο, Ιστότοπος, Κοινωνική Δικτύωση, Τοπική Αυτοδιοίκηση 1131 242 274 Έκφραση του MMP13 στο νεφρό και στον πνεύμονα σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας –επαναιμάτωσης ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: To investigate if silibinin beyond its hepatoprotective role, provides protection against remote injury to the kidney and lung after liver ischemia reperfusion injury, as this is evaluated by lower levels of MMP13 expression. Material and Methods: 63 Wistar-type rats, 14-16 weeks old and 220-350 gr weight were divided randomly in 3 groups : Control group (28 rats were subjected in liver ischemia reperfusion without silibinin infusion), Silibinin group Si (28 rats were subjected in liver ischemia reperfusion with silibinin infusion),and Sham group (7 rats were subjected in virtual surgery). Control group and Si group were then separated into 4 subgroups of time points, according to the reperfusion time (60, 120, 180 and 240 min of reperfusion in each group). Results: Renal and pulmonary injury due to hepatic ischemia-reperfusion injury is confirmed by the increased MMP13 expression in the Control group compared to the Sham group, with pulmonary injury occurring from the 120 min of reperfusion time. Renal injury occurs later in 180 min after reperfusion. The beneficial role of silibinin in the kidney, was shown by reduced MMP13 expression in 240 min of reperfusion time in the Si group, as well as by the time-dependent reduction of MMP13 in the kidney. In the lung, there was no statistically significant difference in MMP13 expression in the Si group. Conclusions: Silibinin administration appears to have both hepatoprotective and nephroprotective effect in the hepatic ischemia-reperfusion injury. Such protection is not provided against lung injury. Σκοπός: να διερευνηθεί αν η σιλιμπινίνη, πέραν της ηπατοπροστατευτικής της δράσης, παρέχει προστασία έναντι της βλάβης που προκαλείται λόγω ηπατικής ισχαιμίας και επαναιμάτωσης, στο νεφρικό και στο πνευμονικό παρέγχυμα (remote injury), όπως αυτό μετράται με μειωμένη έκφραση του ΜΜΡ13. Υλικό και μέθοδος: 63 άρρενες επίμυες τύπου Wistar ηλικίας 14-16 εβδομάδων και βάρους 220-350 gr. χωρίστηκαν με τυχαιοποιημένο τρόπο σε 3 πειραματικές oμάδες: Control C (28 που υποβλήθηκαν σε ισχαιμία – επαναιμάτωση ήπατος χωρίς τη χορήγηση σιλιμπινίνης), Si (28 με χορήγηση σιλιμπινίνης), Sham S (7 υποβλήθηκαν σε εικονικό χειρουργείο). Η ομάδα Control και η ομάδα σιλιμπινίνης Si χωρίστηκαν σε 4 υποομάδες έκαστη, σύμφωνα με τη διάρκεια επαναιμάτωσης (60, 120, 180 και 240 λεπτά επαναιμάτωσης στην κάθε ομάδα). Αποτελέσματα: Τα επίπεδα του MMP13 στο νεφρό και στον πνεύμονα ήταν χαμηλά στην ομάδα Sham, το οποίο είναι ένδειξη ότι από μόνη της η επέμβαση δεν προκαλεί άνοδο των τιμών. Η νεφρική και πνευμονική βλάβη λόγω ηπατικής βλάβης ισχαιμίας- επαναιμάτωσης επιβεβαιώνεται από την αυξημένη έκφραση του MMP13 στην ομάδα Control σε σύγκριση με την ομάδα Sham, με την πνευμονική βλάβη να εμφανίζεται από τα 120΄ επαναιμάτωσης. Η νεφρική βλάβη εμφανίζεται στα 180΄ μετά την επαναιμάτωση. Η νεφροπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης, φάνηκε από τη μειωμένη έκφραση του MMP13 στα 240΄ επαναιμάτωσης στην ομάδα Si, καθώς και από την χρονοεξαρτώμενη μείωση του MMP13 στο νεφρό. Στον πνεύμονα, δεν φάνηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στην έκφραση του MMP13 στην ομάδα σιλιμπινίνης. Συμπεράσματα: Η χορήγηση σιλιμπινίνης εκτός από ηπατοπροστατευτική φαίνεται να έχει και νεφροπροστατευτική δράση, χωρίς όμως να παρέχει ανάλογη προστασία έναντι της βλάβης του πνεύμονα. 1132 141 151 Authoritarian regimes and youth political indoctrination during the Interwar (through three examples) Αυταρχικά καθεστώτα και πολιτική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας στον Μεσοπόλεμο μέσα από τρία παραδείγματα After World War II and until World War II broke out, Europe was once again full of blood, tension and surprises. This was because the extreme voices had begun to be heard which eventually attracted a large part of the world, and especially the young people, thus launching a new political reality characterized by authoritarianism. Based on the literature review, an attempt is made to investigate both the general rise of the empire in Europe and its acceptance by youth in three countries, Russia, Italy and Germany. The first part examines the economic, political and social conditions that have allowed the deviation from democracy in these three European countries, while the second part examines the way youths are organized into party youth and their ideological education by the regimes. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι να ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Ευρώπη διένυσε για ακόμα μία φορά, μία περίοδο γεμάτη αίμα, εντάσεις και εκπλήξεις. Αυτό συνέβη διότι είχαν αρχίσει να εισακούγονται οι ακραίες φωνές οι οποίες τελικά συμπαρέσυραν μία μεγάλη μερίδα του κόσμου και ειδικά τους νέους εγκαινιάζοντας, έτσι, μία νέα πολιτική πραγματικότητα η οποία χαρακτηριζόταν από αυταρχισμό. Με βάση την βιβλιογραφική ανασκόπηση γίνεται μία προσπάθεια διερεύνησης τόσο της γενικευμένης ανόδου του αυταρχισμού στην Ευρώπη όσο και της αποδοχής του από τη νεολαία σε τρεις χώρες, Ρωσία, Ιταλία και Γερμανία. Στο πρώτο μέρος της εργασίας εξετάζονται οι οικονομικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που επέτρεψαν την παρέκκλιση από τη δημοκρατία στις τρεις αυτές ευρωπαϊκές χώρες ενώ στο δεύτερο μέρος διερευνάται ο τρόπος οργάνωσης των νέων στις κομματικές νεολαίες και η ιδεολογική τους εκπαίδευση από τα καθεστώτα. 1133 234 190 The aim of this study is, on one hand, the exploration of the local history of Soufli and on the other, the elevation of the local education during the decade of 1920-1930. The survey was carried out through an archival study at the First and Second Preliminary Schools of Soufli. The class lists of the four schools of Soufli in the decade of 1920-1930, as well as the school records were used as the material of the study. Throughout class lists, what was elevated was the total number of the students that had participated in the educational procedure, as well as the educational stagnation percentages that were designated throughout the class lists. Drawing from the clues gathered throughout the study, it became evident that boys showed more active behavior regarding education, as they outweighed girls on a registration level as well as in continuing their school studies. As far as educational Stagnation is concerned this is observed to be more evident in the First Grade of the Preliminary School for most of the school years. However, this was not the case in the school year of 1929-1930, when stagnation was shifted to B, C and D Grades of the Preliminary School. Furthermore, if we try to refer to the whole period studied, although stagnation was noticeable throughout, it alternated between boys and girls and it continually changed every year and in every single class Η παρούσα έρευνα αποσκοπεί αφενός στη διερεύνηση της τοπικής ιστορίας του Σουφλίου και αφετέρου στην ανάδειξη της τοπικής εκπαίδευσης τη δεκαετία 1920 – 1930. Η ερευνητική διαδικασία υλοποιήθηκε μέσα από τη μελέτη αρχειακού υλικού και διενεργήθηκε στα Α΄ και Β΄ Δημοτικά Σχολεία Σουφλίου. Το προς μελέτη υλικό απαρτίζουν τα μαθητολόγια των τεσσάρων σχολείων που λειτουργούσαν στο Σουφλί την δεκαετία 1920 – 1930 όσο και τα πρακτικά δύο εξ’ αυτών. Μέσα από τα μαθητολόγια αναδείχθηκε τόσο το σύνολο των παιδιών που συμμετείχαν στην εκπαιδευτική διαδικασία όσο και τα ποσοστά στασιμότητας. Από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν προέκυψε ότι τα αγόρια είχαν μια πιο ενεργή στάση απέναντι στην εκπαίδευση καθώς υπερτερούσαν των κοριτσιών αφενός σε επίπεδο εγγραφέντων και αφετέρου σε επίπεδο συνέχισης της φοίτησης. Όσον αφορά τη στασιμότητα, παρατηρείται να υπάρχει ως επί το πλείστον στην Α΄ Τάξη του Δημοτικού για τα περισσότερα σχολικά έτη. Ωστόσο, αυτό διαφοροποιήθηκε την χρονιά 1929- 1930 όπου η στασιμότητα μετατοπίστηκε στις Β΄, Γ΄ και Δ΄ τάξεις του Δημοτικού. Ωστόσο αν επιχειρήσουμε να αναφερθούμε συνολικότερα στο προς μελέτη διάστημα, η στασιμότητα, παρόλο που ήταν αισθητή, εναλλάσσονταν μεταξύ αγοριών και κοριτσιών και μεταβάλλονταν συνεχώς ανά χρονιά και ανά τάξη 1134 156 157 Design, application and evaluation of a philangnosis program in a museum Σχεδιασμός, εφαρμογή και αξιολόγηση ενός προγράμματος φιλαναγνωσίας σε μουσείο The purpose of this research is to examine whether the technique of filanagnosias may promote the use of museum and to highlight possibilities and potential limitations of the application filanagnosias educational programs in a museum environment. The sample consisted of 84 children of preschool and primary-school age a kindergarten and two elementary schools in Alexandroupolis, which took part in filanagnosias program in museum of the city. The method used was the action research, an important methodological tool to achieve change and improvement of the educational process. Also used the method of individual semi-structured interview, the data of which were recorded. For the processing of data performed content analysis. The researcher kept diary after the completion of implementation of the program with each group. One of the main conclusions is that the filanagnosias technique can be used as an excellent tool in reclaiming the museum environment Ο σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει εάν η τεχνική της φιλαναγνωσίας μπορεί να προάγει την αξιοποίηση ενός μουσειακού χώρου και να αναδείξει δυνατότητες αλλά και πιθανούς περιορισμούς της εφαρμογής εκπαιδευτικών προγραμμάτων φιλαναγνωσίας σε μουσειακό περιβάλλον. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 84 παιδιά προσχολικής και πρωτο-σχολικής ηλικίας ενός δημόσιου νηπιαγωγείου και δύο δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης, τα οποία έλαβαν μέρος σε πρόγραμμα φιλαναγνωσίας σε μουσείο της πόλης. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η έρευνα δράση, ένα σημαντικό μεθοδολογικό εργαλείο για την επίτευξη αλλαγής και βελτίωσης της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Επίσης χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της ατομικής ημι-δομημένης συνέντευξης, τα δεδομένα της οποίας μαγνητοφωνήθηκαν. Για την επεξεργασία των δεδομένων πραγματοποιήθηκε ανάλυση περιεχομένου. Η ερευνήτρια τηρούσε ημερολόγιο μετά την ολοκλήρωση υλοποίησης του προγράμματος με την εκάστοτε ομάδα. Ένα από τα βασικότερα συμπεράσματα που προέκυψαν είναι ότι η τεχνική της φιλαναγνωσίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα άριστο εργαλείο στην αξιοποίηση του μουσειακού περιβάλλοντος 1135 215 188 The uniqueness of coastal areas requires specific management mechanisms. The development activities carried out in coastal zones constantly threatens the productivity of these unique systems. For this reason, its management must be multidisciplinary. Should coordinate and integrate properly the interests of all economic activities in the coastal zone. It must identify and take into account the interaction of all economic sectors operating in the coastal zone and use it simultaneously. The scientifically based knowledge of the marine system and the ability to monitor early prediction of spatial and temporal variations of sea parameters in real time, significantly contribute to sustainable development and economic activity in coastal areas. Marine oceanographic monitoring and forecasting using operational oceanographic systems at global, regional and local level significantly contributes to a balanced relationship of sustainable development and protection of the marine environment. Research and development of operational oceanographic forecasting systems is to reduce negative effects crowd including, industrial or maritime accidents and the timely action of the services responsible for the protection of the marine environment. Given that environmental protection and conservation of biodiversity is a major issue, the coordination of economic development in the coastal zone management programs, should be designed with care and respect, and be dependent on the political, legal, ecological and realistic estimates of each region. Η μοναδικότητα των παράκτιων περιοχών, προϋποθέτει συγκεκριμένους μηχανισμούς διαχείρισης. Οι δραστηριότητες ανάπτυξης που υλοποιούνται στις παράκτιες ζώνες απειλούν διαρκώς την παραγωγικότητα των μοναδικών αυτών συστημάτων. Για το λόγο αυτό η διαχείρισή τους, οφείλει να είναι διεπιστημονική. Πρέπει να συντονίζει και να ενσωματώνει κατάλληλα τα συμφέροντα όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων στην παράκτια ζώνη. Οφείλει να εντοπίζει και να συνεκτιμά την αλληλεπίδραση όλων των οικονομικών κλάδων που δραστηριοποιούνται στην παράκτια ζώνη και τη χρησιμοποιούν ταυτοχρόνως. Η θαλάσσια ωκεανογραφική παρακολούθηση και πρόγνωση με τη χρήση των επιχειρησιακών ωκεανογραφικών συστημάτων σε παγκόσμιο, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο συντελεί σημαντικά σε μια ισόρροπη σχέση βιώσιμης ανάπτυξης και προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Η έρευνα και ανάπτυξη των επιχειρησιακών ωκεανογραφικών προγνωστικών συστημάτων συνιστά στη μείωση πλήθους αρνητικών επιδράσεων μεταξύ των οποίων, βιομηχανικά ή ναυτιλιακά ατυχήματα και στην έγκαιρη δράση των αρμόδιων υπηρεσιών για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος Δεδομένου πως η προστασία του περιβάλλοντος και η διατήρηση της βιοποικιλότητας είναι μείζονος σημασίας θέμα, ο συντονισμός της οικονομικής ανάπτυξης στα προγράμματα διαχείρισης της παράκτιας ζώνης, θα πρέπει να σχεδιάζεται με φειδώ και σεβασμό και να εξαρτάται από τις πολιτικές, νομικές, οικολογικές και ρεαλιστικές εκτιμήσεις, της εκάστοτε περιοχής. 1136 276 251 Control of genotoxicity of chemical agents in human H1299 cancer cell line Έλεγχος γονοτοξικότητας χημικών παραγόντων στην ανθρώπινη καρκινική σειρά H1299 Sister chromatid exchanges (SCEs) are a repair mechanism of irreparable DNA damages of the cells. Harmful factors increase the number of genetic material exchanges between homologous regions of sister chromatids. For this reason, a controlling method of the chemical agents' action, which is based in this repair mechanism of the cells, has been developed. This method, which is applied for years to blood lymphocytes, and only to them, has been applied to human lung cancer cells of H1299 cell line. At first, the protocol was planned, that is the ideal for the H1299 cancer cells. Various incubations times of the cell cultures and different concentrations of the 5-bromo-2-deoxyuridine (BrdU), which is necessary for the visualization of the sister chromatid exchanges (SCEs), were examined. Additionally, various concentrations of irinotecan (CPT-11), which is an inducer of SCEs and an ideal positive control for checking the action of others chemical agent, were defined. Finally, the action of a triad complex ΑΔ211, that contain copper, naringenin and 1,10- phenanthroline was examined. For every chemical agent three indexes were evaluated: a) the mitotic index (MI), that is a qualitative indicator of cytotoxicity, b) the proliferation rate index (PRI), that is a qualitative indicator of cytostatic activity and c) the frequency of SCEs, that is a quantitative and most valuable indicator of genotoxicity. Experiments have shown that the optimum BrdU concentration is 0.83 pg/ml and for CPT-11 is 21 ng/ml, while the incubations of the cultures should be completed in 48 hours. Finally, ΑΔ211 complex at high concentrations inhibits proliferation of H1299 cells and appears to be antagonistic to CPT-11. Οι ανταλλαγές μεταξύ των αδελφών χρωματίδων αποτελούν έναν μηχανισμό επιδιόρθωσης ανεπανόρθωτων βλαβών των κυττάρων. Βλαπτικοί παράγοντες αυξάνουν τον αριθμό των ανταλλαγών γενετικού υλικού μεταξύ ομόλογων περιοχών των αδελφών χρωματίδων. Γι' αυτόν τον λόγο, έχει αναπτυχθεί μια μεθοδολογία ελέγχου της δράσης χημικών παραγόντων, που βασίζεται σε αυτόν τον επιδιορθωτικό μηχανισμό των κυττάρων. Η μέθοδος αυτή που εφαρμόζεται διαχρονικά σε λεμφοκύτταρα αίματος εφαρμόστηκε σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα πνεύμονα της σειράς H1299. Σχεδιάστηκε αρχικά, το πρωτόκολλο που είναι ιδανικό για τα καρκινικά κύτταρα H1299. Εξετάστηκαν ποικίλοι χρόνοι επώασης των καλλιεργειών και διαφορετικές συγκεντρώσεις της 5-βρωμο-2- δεοξυουριδίνης (BrdU), που είναι απαραίτητη για την οπτικοποίηση των χρωματιδιακών ανταλλαγών. Επιπλέον, ελέγχτηκαν συγκεντρώσεις της ιρινοτεκάνης (CPT-11), που αποτελεί επαγωγέα των χρωματιδιακών ανταλλαγών και προσδιορίστηκε η ιδανική συγκέντρωση που την καθιστά ιδανικό θετικό μάρτυρα για τον έλεγχο της δράσης άλλων χημικών παραγόντων. Τέλος, εξετάστηκε η δράση ενός τριαδικού συμπλόκου που αποτελείται από χαλκό, ναρινγκενίνη και 1,10-φαινανθρολίνη. Για κάθε χημικό παράγοντα αξιολογήθηκαν τρεις δείκτες, ο Μιτωτικός Δείκτης που αποτελεί έναν ποιοτικό δείκτη κυτταροτοξικότητας, ο Δείκτης Ρυθμού Πολλαπλασιασμού που αποτελεί έναν ποιοτικό δείκτη κυτταροστατικότητας και η συχνότητα εμφάνισης των χρωματιδιακών ανταλλαγών που αποτελεί έναν ποσοτικό δείκτη γονοτοξικότητας. Τα πειράματα κατέδειξαν πως η ιδανική συγκέντρωση της BrdU είναι η 0.83 μ§/ηί και της CPT-11 είναι η 21 ng/ml, ενώ οι επωάσεις των καλλιεργειών πρέπει να ολοκληρώνονται με την πάροδο των 48 ωρών. Τέλος, το σύμπλοκο ΑΔ211 σε υψηλές συγκεντρώσεις εμποδίζει τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων Η1299 και φαίνεται πως δρα ανταγωνιστικά με την CPT-11. 1137 12 10 Περιβαλλοντικές επιπτώσεις απο την κατασκευή αιολικού πάρκου σε δασικές εκτάσεις Environmental impacts caused by the construction of wind farm in forest areas 1138 184 169 Design and development of museum educational material about Mediterranean marine life for preschool and early primary school children Σχεδιασμός και ανάπτυξη μουσειακού εκπαιδευτικού υλικού με θέμα τη μεσογειακή θαλάσσια ζωή για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. The present research is based on the method of the bibliography review, which will consequently shape a fertile ground for the design of a museum loan kit, whose subject is the Mediterranean Sea. The target group that can benefit from this material are the preschool and first primary school children, meaning the kindergarten classes and the first junior classes. The purpose is the enrichment with knowledge and the basic under standing – for the specific age group – of the relative with the Mediterranean Sea ele ments, through a productively creative way, which will lead to the knowledge and the concern. By so doing, the research aims at the enforcement of the school practices and the avoidance of the repetitiveness which might characterize them. Ideally, this material will be offered to the environmental laboratory of the department of educational sci ences in early childhood of the Democritus university of Thrace, in order to inspire the future educators who are willing to experiment during their university practice Η παρούσα έρευνα στηρίζεται στην μέθοδο της βιβλιογραφικής ανασκόπησης, η οποία στη συνέχεια θα διαμορφώσει ένα εύφορο έδαφος για τον σχεδιασμό μιας πρότυπης μουσειοσκευής, με θέμα την Μεσόγειο θάλασσα. Το κοινό – στόχος που δύναται να επωφεληθεί από αυτό το υλικό, είναι τα παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας, ή διαφορετικά οι τάξεις του νηπιαγωγείου και της πρώτης δημοτικού. Στόχος είναι ο εμπλουτισμός με γνώση και η κατανόηση βασικών - για την ηλικιακή αυτή ομάδα - παραμέτρων σχετικά τα ζητήματα της Μεσογείου θάλασσας, μέσα από έναν παραγωγικά δημιουργικό τρόπο, που θα οδηγεί στη γνώση και τον προβληματισμό. Με αυτό τον τρόπο η έρευνα στοχεύει στην ενίσχυση των σχολικών πρακτικών, παρακάμπτοντας την όποια επαναληπτικότητα σε αυτές. Ιδανικά, το υλικό αυτό θα προσφερθεί στο εργαστήρι περιβάλλοντος του Τμήματος Επιστημών της Προσχολικής Ηλικίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, με σκοπό να εμπνεύσει τους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς που επιθυμούν να πειραματιστούν κατά την πρακτική τους άσκηση 1139 284 304 Ακεραιότητα του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού μετά από μερική ηπατεκτομή. Background: Laparoscopic partial hepatectomy is a new trend in the treatment of the liver’s surgical diseases. In selected groups of patients, high pressure pneumoperitoneum is needed in order to improve surgical field visualization (obese patients) or to reduce intraoperative hemorrhage. Gut barrier dysfunction leading to bacterial translocation seems to be responsible for post operational septic complications following partial hepatectomy, increasing morbidity, mortality, cost and length of stay in the hospital.Aim: The aim of the present study is to investigate whether laparoscopic partial hepatectomy with high CO2 pneumoperitoneum compromises gut barrier, compared to open method. Materials and Methods: A total of 102Wistar rat were assigned to five groups. The first group was subjected to laparoscopic partial hepatectomy with high pressure CO2 pneumoperitoneum 8mmHg (LAP-HEP-8), the second to open partial hepatectomy (HEP) the third to sham operation (SHAM-8) and the fourth was the control group (CONTROL). Terminal ileum was sampled in 5 timepoints (24h, 48h, 1w, 2w, 3w). Histopathologic lesions, mitotic activity (Ser10), apoptotic activity (TUNEL method) and histomorphometric characteristics (villi height and density) were assessed. Results: HEP group presented mild histologic lesions of the gut mucosa although, these lesions were more prevalent compared to LAP-HEP-8 group. Apoptotic activity did not show any statistically significant differences between groups. Mitotic activity, height and density of the villi were found to be significantly reduced in HEP group compared to LAP-HEP-8 group, in which the values were significantly higher compared to CONTROL group. Villi density was also higher in SHAM-8 group. Conclusions: Open partial hepatectomy compromises gut barrier function. Laparoscopic partial hepatectomy with high CO2 pneumoperitoneum and laparoscopic access do not affect the gut barrier per se, on the contrary they seem to have a protective effect on it. Εισαγωγή: Η διενέργεια λαπαροσκοπικής μερική ηπατεκτομής αποτελεί νέα τάση στην αντιμετώπιση χειρουργικών παθήσεων του ήπατος. Σε επιλεγμένες ομάδες ασθενών απαιτείται η εγκατάσταση υψηλών πιέσεων πνευμοπεριτοναίου είτε για βελτίωση του χειρουργικού πεδίου (παχύσαρκοι ασθενείς) είτε για περιορισμό της διεγχειρητικής αιμορραγίας. Η βλάβη στον βλεννογόνιο εντερικό φραγμό (ΒΕΦ) με αποτέλεσμα την βακτηριακή μετακίνηση φαίνεται να ευθύνεται για σηπτικές μετεγχειρητικές επιπλοκές μετά από μερική ηπατεκτομή, αυξάνοντας τη νοσηρότητα, τη θνητότητα, το κόστος και τη διάρκεια νοσηλείας των αρρώστων. Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί αν παραβλάπτεται ο ΒΕΦ κατά την λαπαροσκοπική ηπατεκτομή με υψηλές πιέσεις CO2 πνευμοπεριτοναίου σε σύγκριση με την ανοικτή μέθοδο. Υλικά και Μέθοδοι: Χρησιμοποιήθηκαν 102 επίμυες Wistar, οι οποίοι χωρίστηκαν σε 4 ομάδες. Η πρώτη υπεβλήθη σε λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή υπό πνευμοπεριτόναιο CO2 8mmHg (LAP-HEP-8), η δεύτερη σε ανοικτή μερική ηπατεκτομή (HEP), η τρίτη σε εικονική επέμβαση (SHAM-8) και η τέταρτη αποτέλεσε ομάδα ελέγχου (CONTROL) . Ελήφθη τμήμα τελικού ειλεού σε 5 χρονικές στιγμές (24h, 48h, 1w, 2w, 3w). . Εκτιμήθηκαν οι ιστοπαθολογικές βλάβες, ο μιτωτικός δείκτης (Ser10), ο αποπτωτικός δείκτης (μέθοδος TUNEL), και τα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά (πυκνότητα και ύψος λαχνών).Αποτελέσματα: Η ομάδα HEP παρουσίασε ήπιες ιστολογικές αλλοιώσεις του βλεννογόνου του εντέρου αν και σε σύγκριση με την ομάδα LAP-HEP-8 οι αλλοιώσεις αυτές ήταν εντονότερες. Ο αποπτωτικός δείκτης δεν παρουσίασε στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων. Ο μιτωτικός δείκτης, το ύψος και η πυκνότητα των λαχνών βρέθηκαν σημαντικά μειωμένα στην ομάδα HEP σε σχέση με την ομάδα LAP-HEP-8 της οποίας οι τιμές βρέθηκαν σημαντικά αυξημένες ως προς την ομάδα CONTROL. Η πυκνότητα των λαχνών ήταν επίσης αυξημένη στην ομάδα SHAM-8. Συμπεράσματα: Η ανοικτή μερική ηπατεκτομή παραβλάπτει τον ΒΕΦ. Η λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή υπό υψηλή πίεση πνευμοπεριτοναίου και η λαπαροσκοπική προσπέλαση per se, δε παραβλάπτουν τον ΒΕΦ, αντίθετα έχουν προστατευτική επίδραση σε αυτόν. 1140 119 148 Εκπαίδευση του προσωπικού των επιχειρήσεων εμπορίας καφέ στην υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων In today's age characterized by fast pace and standardization of production, food safety and hygiene are an important prerequisite for modern life. It is therefore understood that there is a need for mass caterers, and in particular the assembly areas, to provide healthy and safe food, in order to avoid any risk of diseases originating from them. The reality is that advances in science and pharmacy have identified and limited several food-related diseases. However, the factor of handling a food which is directly related to the human factor, and more particularly to those working in the field, will remain very important. As a consequence, it is understood that education will remain the most critical part in combating foodborne infections Στη σημερινή εποχή η οποία χαρακτηρίζεται από τους γρήγορους ρυθμούς και την τυποποίηση της παραγωγής η ασφάλεια και η υγιεινή των τροφίμων αποτελεί σημαντική προϋπόθεση στην ζωή του σύγχρονου ατόμου. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό, ότι υπάρχει ανάγκη οι επιχειρήσεις μαζικής εστίασης, και ειδικότερα οι χώροι συνάθροισης του ατόμου να προσφέρουν υγιεινά και ασφαλή τρόφιμα, ώστε να αποφευχθεί κάθε κίνδυνος νοσημάτων προερχόμενων από αυτά. Η πραγματικότητα είναι ότι η πρόοδος της επιστήμης και της φαρμακευτικής έχουν εντοπίσει και περιορίσει αρκετές ασθένειες που έχουν σχέση με τα τρόφιμα. Ωστόσο πολύ σημαντικός θα παραμένει ο παράγοντας του χειρισμού ενός τροφίμου, το οποίο έχει άμεση σχέση με τον ανθρώπινο παράγοντα, και πιο συγκεκριμένα με τους εργαζόμενους σε αυτόν τον τομέα. Ως επακόλουθο γίνεται κατανοητό ότι η εκπαίδευση θα παραμένει το πιο κρίσιμο κομμάτι στην καταπολέμηση των μολύνσεων από τα τρόφιμα 1141 530 508 The interrelation between sericulture mathematics and school mathematics This dissertation is part of the research field that explores connections between school mathematics and mathematics in workplace. More specifically, it has researched the connection between the mathematics of sericulture and school mathematics. The study was carried out in the area of Soufli village, where the silk production occupation is part of the village’s culture. The research adopts the socio-cultural approach considering that the knowledge developed in different contexts, such as the workplace and the classroom, is interrelated with the conditions and rules of each context. The research was carried out in two phases: in the first phase, the mathematical practices in the sericulturist’s occupation were identified, whereas in the second phase, the students' degree of familiarity with the sericulturist’s occupation, as well as their ability to recognize mathematical concepts and processes in the ethnographic material of sericulture that was presented to them, were also identified (1st stage). Additionally, the ways in which students used their initiation into this occupation or their familiarity with it to solve mathematical problems were recorded (2nd stage) and they reflected on the teaching intervention (3rd stage). In the first phase, the study focused on the mathematical concepts and practices developed during the sericulture workers’ activities. The data resulted from the ethnographic observation, discussions and interviews with sericulturists, visits to breeding and cocooning places, but also by watching a detailed visual tribute, which was also used in the next research phase. The mathematical presence that was recognized was rich and fully integrated into its frame of reference. In particular, concepts and practices derived from the application of algebraic and geometric parameters were identified, which, however, as a total were not immediately perceived by the employees. In the second phase, the research focused on the identification and involvement of 42 first grade upper secondary students in the mathematical concepts encountered in the sericulturist’ occupation. The data were collected during a teaching intervention that was completed in three stages. In the first stage, two groups of students were identified. The ΓΣΜΧ group (25 students) reported that they had personal experiences with sericulture, either from educational visits to silk production places, or from some family activity related to this occupation and the Mx group (17 students) reported that they did not know anything about this occupation. Then, through a series of exploratory questions, before and after the provision of information related to sericulture, the possibilities of recognizing mathematical elements by the students were recorded. The students of the ΓΣΜΧ team, due to their familiarity with the sericulturist’s occupation realized and identified mathematical practices in it easily compared to the group Mx. Similarly, in the 2nd stage, the group that was familiar with the characteristics of the occupation performed better than the other students. So the importance of understanding the cultural elements of an occupation, which is the language and its practices (e.g stages and tools of silkworm breeding) in solving mathematical problems related to it, was highlighted. In the 3rd stage, many students reported a positive attitude to this teaching intervention. At the end of the research the contribution of the didactic intervention in the teaching of mathematics is recorded. H παρούσα διπλωματική εργασία εντάσσεται στο πεδίο ερευνών που αναζητούν συνδέσεις ανάμεσα στα σχολικά μαθηματικά και στα μαθηματικά στους χώρους εργασίας. Συγκεκριμένα, ασχολήθηκε με τη διασύνδεση των μαθηματικών της σηροτροφίας με τα σχολικά μαθηματικά. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στην περιοχή του Σουφλίου όπου το επάγγελμα της σηροτροφίας αποτελεί μέρος της πολιτισμικής κουλτούρας του τόπου. Η εργασία υιοθετεί την κοινωνικο-πολιτισμική προσέγγιση θεωρώντας ότι η γνώση που αναπτύσσεται σε διαφορετικά πλαίσια, όπως ο χώρος εργασίας και η σχολική τάξη, είναι συνυφασμένη με τις συνθήκες και τους κανόνες του κάθε πλαισίου. Η έρευνα υλοποιήθηκε σε δύο ερευνητικές φάσεις: στην Α’ ερευνητική φάση εντοπίστηκαν μαθηματικές πρακτικές στο επάγγελμα του σηροτρόφου ενώ στη Β’ ερευνητική φάση προσδιορίστηκε η εξοικείωση των μαθητών με αυτό το επάγγελμα αλλά και η διερεύνηση αν μπορούν να αναγνωρίσουν μαθηματικές έννοιες και διαδικασίες σε εθνογραφικό υλικό της σηροτροφίας που τους παρουσιάστηκε (1ο στάδιο). Καταγράφηκαν επίσης τρόποι με τους οποίους οι μαθητές αξιοποίησαν τη μύησή τους στο επάγγελμα ή την εξοικείωσή τους με αυτό για να επιλύσουν μαθηματικά προβλήματα (2ο στάδιο) και αναστοχάστηκαν σχετικά με τη διδακτική παρέμβαση (3ο στάδιο). Στην Α΄ ερευνητική φάση, η μελέτη επικεντρώθηκε στις μαθηματικές έννοιες και πρακτικές που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων των εργαζομένων στη σηροτροφία. Τα δεδομένα προέκυψαν μετά από εθνογραφική παρατήρηση, από συζητήσεις και συνεντεύξεις με σηροτρόφους, από επισκέψεις σε χώρους εκτροφής και αναπήνισης κουκουλιών, αλλά και από την παρακολούθηση αναλυτικού οπτικού αφιερώματος, το οποίο χρησιμοποιήθηκε και στην επόμενη ερευνητική φάση. Η μαθηματική παρουσία που αναγνωρίστηκε ήταν πλούσια και πλήρως ενταγμένη στο πλαίσιο αναφοράς της. Ειδικότερα αναγνωρίστηκαν έννοιες και πρακτικές που προέρχονταν από την εφαρμογή αλγεβρικών αλλά και γεωμετρικών παραμέτρων, οι οποίες ωστόσο στο σύνολό τους δεν γίνονταν άμεσα αντιληπτές από τους εργαζομένους. Στη Β΄ ερευνητική φάση, η έρευνα επικεντρώθηκε στην αναγνώριση και εμπλοκή 42 μαθητών της Α΄ Λυκείου στις μαθηματικές έννοιες που συναντώνται στο επάγγελμα του σηροτρόφου. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια μιας διδακτικής παρέμβασης που ολοκληρώθηκε σε τρία στάδια. Στο πρώτο στάδιο, αναγνωρίστηκαν δυο ομάδες μαθητών. Η ομάδα ΓΣΜΧ (25 μαθητές) ανέφερε ότι είχαν προσωπικές εμπειρίες από τη σηροτροφία, είτε από εκπαιδευτικές επισκέψεις σε σηροτροφία, είτε από κάποια οικογενειακή δραστηριότητα, σχετική με το επάγγελμα αυτό και η ομάδα Μx (17 μαθητές) που ανέφερε ότι δεν γνώριζαν σχετικά με το επάγγελμα αυτό. Στη συνέχεια μέσα από μια σειρά διερευνητικών ερωτήσεων, πριν και μετά την παροχή σχετικών με τη σηροτροφία πληροφοριών, καταγράφηκαν οι δυνατότητες αναγνώρισης μαθηματικών στοιχείων από τους μαθητές. Οι μαθητές της ομάδας ΓΣΜΧ λόγω της εξοικείωση τους με το επάγγελμα του σηροτρόφου αντιλήφθηκαν και εντόπισαν ευκολότερα μαθηματικές πρακτικές στο επάγγελμα του σηροτρόφου σε σχέση με την ομάδα ΜΧ. Στο 2ο στάδιο, πάλι η ομάδα που ήταν εξοικειωμένη με στοιχεία του επαγγέλματος απέδωσαν καλύτερα από τους άλλους μαθητές. Με αυτόν τον τρόπο αναδείχθηκε η σημασία κατανόησης των πολιτισμικών στοιχείων ενός επαγγέλματος που είναι η γλώσσα και οι πρακτικές του (π.χ. στάδια και εργαλεία εκτροφής του μεταξοσκώληκα) στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων που σχετίζονται με αυτό. Στο 3ο στάδιο πολλοί μαθητές αναφέρθηκαν θετικά για αυτή τη διδακτική παρέμβαση. Στο τέλος της εργασίας καταγράφεται η συνεισφορά της διδακτικής παρέμβασης στη διδασκαλία των μαθηματικών. 1142 247 269 Μελέτη των μοριακών μηχανισμών που εμπλέκονται στις μεταβολές του σωματικού βάρους σε πειραματικό μοντέλο διακοπής του καπνίσματος Although the negative effects of smoking are known a very large proportion of the population, worldwide, is unfortunately addicted to tobacco. According to the World Health Organization (WHO), in recent years the number of smokers presents a reduction, although getting detoxed is a particularly difficult achievement. It is estimated that in the duration of one cigarette, are emitted 4.000 chemical substances, heavy metals and radioactive elements, which are contained in the smoke they produce. Between these substances, some are components of the tobacco leaf, but the majority releases from the heated region of the cigarette by cracking-distillation at a temperature of 950 degrees Celcius. In this particular experimental study have been used rats as laboratory animal, which were exposed to cigarette smoke for 8 weeks and then interrupted this report. Throughout the process we tried to create such conditions that nicotine levels in the serum should be equivalent to those of smokers. In order to find, if rats actually were addicted to tobacco we used the test ‘’biased preference case’’. In periods we noticed the changes in body weight and also the food consumption of the animals, in order to understand the correlation between body weight and quitting smoking. The mechanisms which are involved in this interaction have not been clarified. The purpose of this work is to study the molecular mechanisms which are involved in the changes of bodyweight at an experimental smoking cessation model as well as the expression of uncoupled proteins in adipose tissue. Το κάπνισμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια από τις πιο βλαβερές συνήθειες της εποχής. Παρόλο που είναι γνωστές οι αρνητικές επιπτώσεις του καπνίσματος ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού παγκοσμίως είναι δυστυχώς εθισμένοι στον καπνό. Σύμφωνα με τον παγκόσμιο οργανισμό υγείας (WHO), τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των καπνιστών παρουσιάζει καθοδικές τάσεις παρότι το να απεξαρτητοποιηθεί κάποιος είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο επίτευμα.Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια του καπνίσματος ενός τσιγάρου εκλύονται 4.000 περίπου χημικές ουσίες, βαρέα μέταλλα και ραδιενεργά στοιχεία, που εμπεριέχονται στον παραγόμενο καπνό. Από τις ουσίες αυτές ορισμένες αποτελούν συστατικά των φύλλων του καπνού, η πλειοψηφία τους όμως, σχηματίζεται στη θερμή περιοχή του τσιγάρου με πυρόλυση-απόσταξη σε θερμοκρασία 950 βαθμών Κελσίου.(6) Στην παρούσα πειραματική μελέτη χρησιμοποιήσαμε επίμυες ως πειραματόζωα τα οποία εκθέσαμε σε καπνό τσιγάρου για 8 εβδομάδες και εν συνεχεία διακόψαμε αυτή την έκθεση. Σε όλη τη διαδικασία προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε τέτοιες συνθήκες ώστε τα επίπεδα νικοτίνης στον ορό να είναι ισοδύναμα με εκείνα των καπνιστών. Για να διαπιστώσουμε εάν τα ποντίκια εθίστηκαν στον καπνό χρησιμοποιήσαμε τη δοκιμασία «προκατειλημμένης προτίμησης κλωβού». Και στις περιόδους παρακολουθήσαμε τις μεταβολές του σωματικού βαρους αλλά και της κατανάλωσης τροφής από τα πειραματόζωα ούτως ώστε να κατανοήσουμε τη συσχέτιση του σωματικού βάρους με τη διακοπή του καπνίσματος. Οι μηχανισμοί οι οποίοι εμπλέκονται σε αυτή την αλληλεπίδραση δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να μελετήσουμε τουςμοριακους μηχανισμους που εμπλέκονται στις μεταβολές του σωματικού βάρους σε πειραματικό μοντέλο διακοπής του καπνίσματος καθώς επίσης και την έκφραση των uncoupled proteins στο λιπώδη ιστό. 1143 220 228 In this particular dissertation, an effort is made to analyze, both theoretically and empirically, specific factors which affect the effective management of a school classroom. In particular, the factors approached are: the teacher’s personality, interpersonal relations between the teacher and the student, effective teaching (preparation, time, style), organizing the learning environment and the conformation of behavioural rules. Furthermore, techniques concerning the prevention and handling of undesired behaviour are reported. The research part of this dissertation aims to canvass the teachers’ opinions on the role the aforementioned factors play in the effective management of a school classroom. More specifically, the research study was conducted by means of a written questionnaire, which was filled out by practicing teachers of Elementary Education in the city of Komotini during the 2017-2018 school year. As can be seen from the data in the research part of the dissertation, the teachers sampled believe that the personality traits which contribute, to a great extent, to efficiently managing a school classroom are: impartiality, humour, sincerity, diligence, kindness and patience. Additionally, they consider techniques such as the teacher’s daily preparation, innovative activities, cooperation with the students’ parents and listening to the students’ problems to be making a major contribution to classroom management. Finally, the teachers sampled seem to mention insufficient information, instruction and education on managing a school classroom Με την συγκεκριμένη εργασία γίνεται προσπάθεια να αναλυθούν θεωρητικά και εμπειρικά συγκεκριμένοι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης. Πιο συγκεκριμένα, προσεγγίζεται ο ρόλος της προσωπικότητας του εκπαιδευτικού, των διαπροσωπικών σχέσεων εκπαιδευτικού-μαθητή, της αποτελεσματικής διδασκαλίας (προετοιμασία, χρόνος, στυλ), της οργάνωσης του υλικού περιβάλλοντος μάθησης και της διαμόρφωσης των κανόνων συμπεριφοράς. Επιπλέον, καταγράφονται τεχνικές οι οποίες αφορούν την πρόληψη της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς αλλά και την αντιμετώπισή της. Το ερευνητικό μέρος της παρούσας εργασίας στοχεύει στη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για τον ρόλο που διαδραματίζουν οι παραπάνω παράγοντες στην αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης. Ειδικότερα, η έρευνα πραγματοποιήθηκε με εργαλείο το γραπτό ερωτηματολόγιο, το οποίο συμπληρώθηκε από εν ενεργεία εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Κομοτηνής κατά τη σχολική χρονιά 2017-2018. Όπως διαφαίνεται από την επεξεργασία των δεδομένων του ερευνητικού μέρους της εργασίας οι εκπαιδευτικοί του δείγματος θεωρούν πως τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του εκπαιδευτικού που συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στην αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης είναι η αμεροληψία, το χιούμορ, η ειλικρίνεια, η συνέπεια, η ευγένεια και η υπομονή. Επιπρόσθετα, θεωρούν πως πρακτικές όπως η καθημερινή προετοιμασία του εκπαιδευτικού, οι πρωτότυπες δραστηριότητες, η συνεργασία με τους γονείς των μαθητών και η ακρόαση των προβλημάτων του μαθητή συμβάλλουν σημαντικά στην αποτελεσματική διαχείριση της σχολικής τάξης. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί του δείγματος φαίνεται να κάνουν λόγο για ανεπαρκή ενημέρωση, κατάρτιση και επιμόρφωση σχετικά με την διαχείριση της σχολικής τάξης. 1144 257 250 Museum learning and drama techniques for the development of empathy in preschool (4-5) and first school (6-7) age Μουσειακή εκπαίδευση και θεατρικές τεχνικές για την καλλιέργεια ενσυναίσθησης σε παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας The purpose of this research is to explore the employment of drama techniques for the development of empathy in the context of a museopedagogical program. Empathy could be simply described as the ability of being able to put oneself in someone else's place. It has been linked to the development of positive social behaviors and constitutes a basic skill in intercultural education. Thus, as there is an increasing multicultural element in society in recent years, it is essential to cultivate humanitarian skills, such as empathy, in order for the smooth coexistence of people to be achieved. Role-playing, exploratory character and the creation of emotional experiences reinforce the development of empathy. With this context, a museopedagogical program was designed and carried out using theatrical techniques in a group consisting of 15 pre-school and first-school children. More particularly, the three-cycle intervention at the Ethnological Museum of Thrace, as part of a leisure program, is presented. The results show that the intervention program seemed to work adequately and strengthen the development of empathy. The researcher, reflecting on her role as an animator, drew conclusions on the importance of that role, as well as on ways of reforming and enhancing her own practice. Finally, the design of the program proved serve as a tool towards the development of empathy and the space of the museum seemed to confirm the theory and to serve as a stimulant for the creation of a scenery environment. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει την αξιοποίηση των θεατρικών τεχνικών για την καλλιέργεια της ενσυναίσθησης στα πλαίσια ενός μουσειοπαιδαγωγικού προγράμματος. Η ενσυναίσθηση με έναν πολύ απλοποιημένο ορισμό είναι η ικανότητα να μπαίνει κανείς στη θέση του άλλου. Έχει συνδεθεί με την ανάπτυξη θετικών κοινωνικών συμπεριφορών και αποτελεί βασική δεξιότητα στην διαπολιτισμική εκπαίδευση. Έτσι, καθώς τα τελευταία χρόνια όλες οι κοινωνίες παίρνουν μορφή πολυπολιτισμική, κρίνεται απαραίτητη η καλλιέργεια ανθρωπιστικών δεξιοτήτων, όπως της ενσυναίσθησης, για την ομαλή συνύπαρξη των ανθρώπων. Οι θεατρικές τεχνικές ενδείκνυται για το σκοπό αυτό καθώς, θέτουν σε ενεργοποίηση λειτουργίες που είναι προϋπόθεση για την ενσυναίσθηση. Η ανάληψη ρόλου, ο διερευνητικός χαρακτήρας αλλά και η δημιουργία και συγκινησιακών βιωμάτων ενισχύουν την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης. Με αυτό το σκεπτικό σχεδιάστηκε μια έρευνα-δράση και πραγματοποιήθηκε μουσειοπαιδαγωγικό πρόγραμμα με τη χρήση θεατρικών τεχνικών σε 15 παιδιά προσχολικής και πρώτο σχολικής ηλικίας. Συγκεκριμένα, παρουσιάζεται η παρέμβαση που πραγματοποιήθηκε σε τρείς κύκλους στο Εθνολογικό μουσείο Θράκης, στα πλαίσια προγράμματος ελεύθερου χρόνου. Τα αποτελέσματα καταλήγουν ότι το πρόγραμμα παρέμβασης φάνηκε να λειτουργεί σε ικανοποιητικό βαθμό και να ενισχύει την ενσυναίσθηση. Η ερευνήτρια, λειτουργώντας ως εμψυχώτρια, κατέληξε στην εκτίμηση της αξίας αυτού του ρόλου, μέσω του οποίου, αναμόρφωσε και εμπλούτισε τις πρακτικές της. Τέλος ο σχεδιασμός του προγράμματος αποδείχθηκε ότι χρησιμεύει ως εργαλείο για την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης και ο χώρος του μουσείου φάνηκε να επιβεβαιώνει τη θεωρία και να χρησιμεύει ως έναυσμα για τη δημιουργία ενός δραματικού περιβάλλοντος. 1145 294 313 Ανοσοϊστοχημική μελέτη ήπατος (HMGB1, CD45) σε πειραματικό μοντέλο επιμυός - ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Background: Liver ischemia reperfusion syndrome (IR) during liver surgical interventions constitutes a significant factor of hepatic injury. The damage becomes more intense due to protracted vascular clamping. Although the ideal time of vascular clamping is still under investigation, the anti-oxidant effect of various substances is tested pre-, trans- and post operatively. The present study aims to investigate the expression of factors-receptors in the IR phenomena such as HMGB1 and CD45 correlating the results with the anti-oxidant and hepatoprotective molecule silibinin. Materials-Methods: 63 Wistar type rats were used. The animals were aged between 10 and 19 week. Except for sham group, vascular clamping was performed in all cases for 45 minutes. The study group (Si) received intravenously silibinin before reperfusion. The euthanasia was performed 60, 120, 180, 240 minutes after the vascular clamping and the liver was removed. Immunohistochemistry evaluation of HMGB1 and CD45 expression was done in all groups. Results: HMGB1 expression is no statistically significant after 60, 120, 180 min, however, is maximized and becomes statistically significant after 240 min in relation to sham group. Silibinin has a limited effect on ΗMGB1 expression (Si60) whereas demonstrates a statistically significant relation after 120,180,240 min where the HMBG1 expression tends to be nullified. CD45 expression was statistically insignificant in the control group of 60 min (C60) whereas was significant in 120,180,240 between control and sham group. With the exception of C60-Si60 relation, a statistically significant relation exists between control and silibinin groups. Silibinin totally suppressed CD45 expression from the first hour after IR. Conclusions: In the present study, the hepatoprotective role of silibinin in the liver ischemia-reperfusion phenomena is outlined. The translation of the results in clinical level as well as the interaction of additional molecular markers seems to be interesting points for further investigation. Σκοπός: Η ισχαιμία-επαναιμάτωση (ΙΕ) του ήπατος κατά τη διάρκεια χειρουργικών χειρισμών αποτελεί ένα σημαντικό βλαπτικό παράγοντα. Η βλάβη καθίσταται ακόμα εντονότερη κατά τη διάρκεια παρατεταμένων αγγειακών αποκλεισμών. Ο ιδανικός χρόνος αποκλεισμού δεν έχει πλήρως αποδειχτεί, ενώ δοκιμάζεται η χρήση αντιοξειδωτικών ουσιών προ-, δια- ή μετεγχειρητικά. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη διερεύνηση της έκφρασης παραγόντων-υποδοχέων όπως των πρωτεϊνών HMGB1 και CD45 που συμμετέχουν στη διεργασία της διεύρυνσης της ΙΕ ως φλεγμονώδεις παράγοντες καθώς και του ρόλου της αντιοξειδωτικής ουσίας σιλιμπινίνης.Υλικό-Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν 63 επίμυες τύπου Wistar ηλικίας 10-19 εβδομάδων. Πραγματοποιήθηκε αγγειακός αποκλεισμός για 45 λεπτά με εξαίρεση την ομάδα εικονικής επέμβασης (Sham). Στην ομάδα μελέτης (Si) χορηγήθηκε ενδοφλεβίως σιλιμπινίνη άμεσα πριν την επαναιμάτωση. Η ευθανασία πραγματοποιήθηκε 60, 120, 180, 240 λεπτά μετά τον αποκλεισμό και αφαιρέθηκε το ήπαρ. Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης των πρωτεϊνών HMGB1 και CD45 πραγματοποιήθηκε σε όλες τις ομάδες. Αποτελέσματα: H έκφραση της πρωτεΐνης HMGB1 είναι μη στατιστικά σημαντική στα 60, 120, 180, αλλά μεγιστοποιείται με στατιστική σημαντικότητα στα 240 λεπτά σε σχέση με την ομάδα sham. Η σιλιμπινίνη επιδρά περιορισμένα στην αρχική έκφραση της HMGB1 (Si60) ενώ υπάρχει στατιστικά σημαντική συσχέτιση στα 120,180,240 λεπτά όπου ουσιαστικά η έκφραση της πρωτεΐνης τείνει να μηδενιστεί. Η έκφραση του CD45 ήταν περιορισμένη, ασήμαντη στατιστικά στην ομάδα ελέγχου 60 λεπτών (C60). Αντίθετα, στα 120, 180 και 240 λεπτά επιβεβαιώνεται μια στατιστικά σημαντική σχέση της έκφρασης της πρωτεΐνης μεταξύ ομάδας sham και ομάδας ελέγχoυ. Με εξαίρεση τις ομάδες C60-Si60, διαπιστώνεται στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ των ομάδων ελέγχου και των ομάδων σιλιμπινίνης. Η χορήγηση της σιλιμπινίνης κατέστειλε πλήρως την έκφραση του CD45 ήδη από την πρώτη ώρα. Συμπεράσματα: H μελέτη ενισχύει τον ηπατοπροστατευτικό ρόλο της σιλιμπινίνης στα φαινόμενα ισχαιμίας-επαναιμάτωσης του ήπατος. Η μετάφραση του αποτελέσματος σε κλινικό επίπεδο καθώς και οι αλληλεπιδράσεις με άλλους μοριακούς δείκτες παρουσιάζουν σημαντικό ενδιαφέρον για νέες μελέτες. 1146 312 338 Diabetic retinopathy remains a leading cause of visual impairment and blindness in the developed world. Vascular changes in the retinal capillary network are associated with areas of non-perfusion and vision threatening sequalae like vitreous hemorrhage and neovascularization. Prompt diagnosis of vascular changes is essential in appropriate management of the disease. The goal of this study is to evaluate the morphology of retinal vasculature using OCT-A in patients with diabetes without retinopathy. Methods. This is a cross-sectional study, which included 200 patients with diabetes and 200 healthy controls. Participants underwent OCT-A imaging as a part of their routine clinical examination. Images were analyzed in ImageJ where post-processing skeletonization of the images was performed. Biomarker such as number of branches, total junction points and skeleton density were assessed and compared between groups. Results. Mean age was 51.2 ± 7.8 years for the patient group and 50.3 ± 4.8 years for the control group. No significant difference was found between the two groups in FAZ (p=0.34), superficial (p=0.18) and deep vessel density (p=0.06). In skeletonized images, total number of branches were 246.9 ± 32.43 in the patient group and junction points were 163 ± 78.6. Neither parameter showed significant difference when compared to the control group. Skeleton density was measured 10.1 ± 5.05 % in the diabetic group and 17.9 ± 4.97% for the control group. The difference was statistically significant (t=15.64, p<0.001). By applying receiver operation curve analysis we found that the area under the curve was 0.86 with standard error of 0.017 και 95% CI 0.83- 0.89. Discussion. Evaluation of diabetic retinopathy in daily practice consists of identification of retinal changes in clinically significant disease. In this work, we presented a methodology able to detect subtle abnormalities in pre-clinical stages. The described analysis is very promising with a view to identify patients at risk for diabetic retinopathy and early management of the disease. Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες απώλειας όρασης στο δυτικό κόσμο. Ανατομικές αλλαγές στο αγγειακό δίκτυο οδηγούν σε περιοχές μείωσης της αιμάτωσης του αμφιβληστροειδή και δημιουργία επιπλοκών, όπως νεοαγγειώση. Η έγκαιρη διαπίστωση παθολογικών αλλοιώσεων σε αρχόμενα στάδια αμφιβληστροειδοπάθειας μπορεί να βοηθησεί στην πρώιμη διάγνωση και πρόληψη εξέλιξης της νόσου. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της μορφολογίας του αγγειακού δικτύου του αμφιβληστροειδούς, μέσω αναλύσης εικόνων OCT αγγειογραφίας σε ασθενείς με διαβήτη. Μέθοδοι-Υλικά. Πρόκειται για μια συγχρονική μελέτη στην οποία συμπεριλήφθηκαν 200 ασθενείς με διαβήτη καθώς και 200 υγιή άτομα. Στα πλαίσια της καθιερωμένης οφθαλμολογικής τους εξέτασης διενεργήθηκε OCT και OCT αγγειογραφία. Οι εικόνες του αγγειακού δικτύου επεξεργάστηκαν στο πρόγραμμα ImageJ, όπου πραγματοποιήθηκε μετασχηματισμός σκελετού. Δείκτες σχετιζόμενοι με την πυκνότητα και την πορεία των τριχοειδών συγκρίθηκαν μεταξύ των ομάδων. Αποτελέσματα. Η μέση ηλικία στην ομάδα των ασθενών ήταν 51,2 ± 7,8 έτη, ενώ στην ομάδα σύγκρισης 50,3 ± 4,8 έτη. Δεν βρέθηκαν σημαντικές διαφορές για τις 2 ομάδες ως προς την ανάγγειο ζώνη του κεντρικού βοθρίου (p=0,34), το επιπολής (p=0,18) και το εν τω βάθη αγγειακό δίκτυο (p=0,06). Στον μετασχηματισμό σκελετού τα συνολικά διακλαδώμενα αγγεία υπολογίστηκαν σε 246,9 ± 32,43 στην ομάδα των ασθενών ενώ τα σημεία διασταύρωσης ήταν 163 ± 78,6. Καμία από τις 2 παραμέτρους δεν διέφερε στατιστικά σημαντικά σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Στην συνολική επιφάνεια του σκελετού σε σχέση με την διαθέσιμη επιφάνεια υπολογίστηκε πως στην ομάδα διαβητικών καταλαμβάνει το 10,1 ± 5.05 % ενώ η ομάδα ελέγχου το 17,9 ± 4,97 %. Η διαφορά ήταν στατιστικά σημαντική (t=15,64, p<0,001). Στην καμπύλη ευαισθησίας της μέτρησης υπολογίσαμε ότι η περιοχή κάτω από την καμπύλη ήταν 0,86 με τυπικό σφάλμα 0.017 και 95% διάστημα εμπιστοσύνης 0,83- 0,89. Συζήτηση.Η εκτίμηση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας στη κλινική πρακτική εκτιμά τις αμφιβληστροειδικές αλλοιώσεις σε κλινικά εμφανή στάδια της νόσου. Στην παρούσα εργασία αναδείξαμε μεθοδολογία ικανή να εντοπίσει αλλοιώσεις στα προκλινικά στάδια της νόσου. Η μέθοδος είναι πολύ υποσχόμενη για την ανίχνευση ασθενών που βρίσκονται σε κίνδυνο για ανάπτυξη διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας και στην έγκαιρη αντιμετώπιση της νόσου. 1147 229 225 Molecular Dynamics Simulations is a revolutionary technique used for the determination and study of molecular structures and motions. In present project, this technique is used to study the folding of W2W11, a Vammin-derived mutant peptide, and the results are compared with NMR studies in order to examine the accuracy of Molecular Dynamics Simulations. Vammin is a Vascular Endothelial Growth Factor found in snake venom. Loop-3 of Vammin, which adopts a β-hairpin structural conformation, appears to be a possible anti-angiogenic candidate. W2W11 is a mutant peptide that contains the sequence of Vammin's loop-3, but with a Trp-Trp pair inserted in a hydrogen-bonded site to act as a possible stabilizer for the peptide's folded structure in water solution. W2W11 has a total of 12 amino acids with the following sequence: MWVNPRTQSSWM. NMR experiments proved that when placed at a hydrogen-bonded site, the Trp side chains do not interact with each other. The peptide is mostly disordered, and no native-like β-hairpin is formed. Simulation of W2W11 is conducted using Amber-ff99SB-ILDN force field and TIP3P water model, and produces 5.868.600 frames over 4.69μs. The results derived from Q-T diagrams, RMSD matrix, Secondary Structure analysis and Principal Components analysis come in strong agreement with the experimental findings. NOE distance restraints calculated for the simulation have certain differences with the NMR results. Simulation chemical shifts show a significant level of agreement with the experimental results. Οι Προσομοιώσεις Μοριακής Δυναμικής αποτελούν μια επαναστατική μέθοδο για τον προσδιορισμό και την μελέτη της δομής και της κίνησης μορίων. Στην παρούσα εργασία, η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται για την μελέτη της αναδίπλωσης του πεπτιδίου W2W11, ένα μεταλλαγμένο πεπτίδιο προερχόμενο από την πρωτεΐνη Vammin, και τα αποτελέσματα συγκρίνονται με πειράματα NMR ώστε να διαπιστωθεί η ακρίβεια της μεθόδου προσομοιώσεων. Η πρωτεΐνη Vammin είναι ένας αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας που συναντάται στο δηλητήριο του φιδιού. Ο βρόχος 3 της πρωτεΐνης, που έχει δομή β-φουρκέτας, αποτελεί πιθανό αντι-αγγειογόνο στόχο. Το W2W11 είναι ένα μεταλλαγμένο πεπτίδιο που περιέχει την αλληλουχία του βρόχου 3 της Vammin, με ένα ζευγάρι τρυπτοφανών εισαγμένο σε θέση υδρογονικού δεσμού για να λειτουργήσει σαν πιθανός σταθεροποιητής της αναδιπλωμένης δομής του πεπτιδίου σε υδατικό διάλυμα. Το W2W11 αποτελείται από 12 αμινοξέα με την εξής αλληλουχία: MWVNPRTQSSWM. Πειράματα NMR απέδειξαν ότι όταν τοποθετούνται σε θέση υδρογονικού δεσμού οι τρυπτοφάνες δεν αλληλεπιδρούν. Το πεπτίδιο είναι κυρίως αποδιατεταγμένο, και η σταθερή δομή β-φουρκέτας δεν παρατηρείται. Τα αποτελέσματα που λαμβάνονται από τα διαγράμματα Q-T, το πλέγμα RMSD και τις αναλύσεις δευτεροταγούς δομής και ομαδοποίησης βάση κύριων συνιστωσών έρχονται σε συμφωνία με τα πειραματικά ευρήματα. Οι περιορισμοί αποστάσεων (ΝΟΕ$) που υπολογίστηκαν για την προσομοίωση έχουν ορισμένες διαφορές με αυτούς που εξήχθησαν από το φάσμα NOE των πειραμάτων NMR. Οι χημικές μετατοπίσεις της προσομοίωσης έχουν σημαντικό επίπεδο συμφωνίας με τα πειραματικά αποτελέσματα. 1148 255 292 Διερεύνηση της δράσης του Lactobacillus casei ATCC393 σε πειραματικό καρκίνωμα του κόλον Lactobacillus casei is a well-known probiotic microorganism. The beneficial effects of probiotic bacteria on their hosts raise questions regarding the microbes’ precise mechanism of action. This study investigates the antitumor activity of the ATCC 393 Lactobacillus casei strain against colon carcinoma. In order to determine the effect of this probiotic organism, cell viability assays of epithelial colon cancer cell lines were performed using the SRB method. The encouraging results of these tests resulting in growth inhibiton of human HT29 cells, following the incubation with varying concentrations of both live and fragmented Lactobacillus, led further examine its effect against murine colon cancer cells, CT26. The inhibitory activity of Lactobacillus was confirmed also in vivo where oral administration of this probiotic strain in BALB /c mice resulted in supression of CT26 tumor growth when compared to the control group. Finally, in an effort to find the signaling pathway through which the inhibition of cell proliferation is achieved, the transcriptional levels of various genes associated with cancer (such as genes that control apoptosis and cell cycle , TRAIL and cyclin D1 respectively, MMP9, NF-kB, INOS, BIRC5 / survivin, examined in both cell lines) were determined using Real Time PCR. Notable changes from the control level were detected. These changes and more particularly the overexpression of TRAIL and the downregulation of cyclin D1 and BIRC5, partially disclose L.casei’s mode of action. Further research, based on the results so far, would be interesting in order to clarify the molecular pathway that ultimately leads to the antiproliferative potential of the bacillus. Ο Lactobacillus casei είναι ένας ευρέως γνωστός προβιοτικός μικροοργανισμός. Οι ευεργετικές ιδιότητες των προβιοτικών βακτηρίων για τους ξενιστές τους εγείρουν ολοένα και περισσότερα ερωτήματα γύρω από τον ακριβή μηχανισμό δράσης των μικροβίων αυτών. H παρούσα μελέτη αφορά στη διερεύνηση της αντικαρκινικής δράσης του Lactobacillus casei και πιο συγκεκριμένα του στελέχους ATCC 393 στον καρκίνο του κόλον. Προκειμένου να προσδιοριστεί η προστασία που παρέχει ο προβιοτικός αυτός οργανισμός στους ξενιστές του πραγματοποιήθηκαν δοκιμασίες κυτταροτοξικότητας με τη μέθοδο της SRB σε καρκινικές επιθηλιακές κυτταρικές σειρές του κόλον. Τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα των δοκιμών αυτών στα ανθρώπινα HT29 κύτταρα, κατόπιν επίδρασης ποικίλων συγκεντρώσεων τόσο ζωντανού λακτοβάκιλλου όσο και κλασμάτων αυτού, οδήγησαν στη διερεύνηση της δράσης του έναντι επιθηλιακών καρκινικών κυττάρων ποντικού, CT26. Η ανασταλτική δράση του λακτοβάκιλλου επιβεβαιώθηκε και σε in vivo επίπεδο όπου συστηματική χορήγησή του σε BALB/c ποντίκια οδήγησε στο σχηματισμό ελαττωμένου μεγέθους CT26-επαγώμενου όγκου συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου. Τέλος, σε μία προσπάθεια εύρεσης του σηματοδοτικού μονοπατιού μέσω του οποίου επιτυγχάνεται η αναστολή του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, ανιχνεύθηκαν, με την τεχνική της Real Time PCR, τα μεταγραφικά επίπεδα διαφόρων γονιδίων που σχετίζονται με τον καρκίνο (όπως γονίδια που ελέγχουν την απόπτωση και τον κυτταρικό κύκλο, TRAIL και cyclin D1 αντίστοιχα, MMP9, NF-kB, INOS, BIRC5/survivin, όλα τα γονίδια και στις δύο κυτταρικές σειρές) και αναζητήθηκαν αξιοσημείωτες μεταβολές από τα υπό φυσιολογικές συνθήκες επίπεδα. Οι μεταβολές αυτές και πιο συγκεκριμένα η υπερέκφραση του TRAIL αλλά και μείωση των cyclin D1 και BIRC5, αποκαλύπτουν ένα σκέλος του τρόπου δράσης του Lactobacillus casei. Θα ήταν ενδιαφέρουσα η περαιτέρω διερεύνηση του μηχανισμού δράσης του λακτοβάκιλλου στηριζόμενη στα αποτελέσματα αυτά ώστε να γίνει περισσότερο σαφές το μοριακό μονοπάτι που οδηγεί τελικά στην αντιπολλαπλασιαστική ιδιότητα του εν λόγω βακίλλου. 1149 239 214 The present project investigates Charis Sakellariou’s theatrical work for children in social, political and artistic context of the era in which the famous educator lived and created art. After a bibliographic reference to the social, political and historical perspectives of this era. playwrights for children of the second half of 20th century until this day are referenced. In this way the evolution of artistic events, which is influenced by the social and political developments of the country. Analogously, the work of Charis Sakellariou, who creates work including theatrical work for children, is influenced. This playwrights are analyzed for their thematologies, and their educational, lexical and ideological dimensions. In more detail views are expressed for the playwrights of Sakellariou and come out as a result of the studying of this playwrites. This project finishes with conclusions about the famous playwrites work that has been studied. For the preparation of this project the students- writers of it have worked with the help of the supervisor teacher. The part of the project which describes the historical, social and political context and the theatrical work of people who lived in the same era as Sakellariou, is made by studying books about these issues. Also, the part of the project that describes the plays of the well- known educator is consisted of remarks that are made by the writers of this final year project report, after the study of his actual playwrites for children Η παρούσα εργασία μελετά το θεατρικό έργο για παιδιά του Χάρη Σακελλαρίου μέσα στα κοινωνικά, πολιτικά και καλλιτεχνικά πλαίσια της εποχής στην οποία έζησε και δημιούργησε ο γνωστός εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Αφού γίνει μια βιβλιογραφική αναφορά ως προς τις κοινωνικές, πολιτικές και ιστορικές διαστάσεις της αυτής εποχής, αναφέρονται τα έργα διάσημων δραματουργών για παιδιά από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα. Με αυτό τον τρόπο γίνεται φανερή η εξέλιξη των καλλιτεχνικών δρώμενων, που επηρεάζεται από τις κοινωνικο-πολιτικές εξελίξεις της χώρας Αναλόγως επηρεάζεται και το έργο του Χάρη Σακελλαρίου, ο οποίος μεταξύ άλλων δημιουργεί θεατρικά έργα για παιδιά. Αυτά τα έργα αναλύονται ως προς τις θεματολογικές, παιδαγωγικές, γλωσσικές και ιδεολογικές διαστάσεις τους. Αναλυτικότερα, διατυπώνονται σχόλια που αφορούν έργα του Σακελλαρίου και προκύπτουν από τη μελέτη των έργων του. Η εργασία καταλήγει στα συμπεράσματα, σχετικά με την εργογραφία του γνωστού δραματουργού που έχει μελετηθεί . Για την εκπόνηση αυτής της εργασίας εργάστηκαν οι φοιτήτριες –συγγραφείς της με τη βοήθεια του επιβλέποντος καθηγητή. Το κομμάτι της εργασίας που αφορά το ιστορικο-κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο, καθώς και το έργο σύγχρονών του προκύπτει από τη βιβλιογραφική μελέτη. Παράλληλα, το κομμάτι της εργασίας που αφορά το σχολιασμό των έργων του γνωστού εκπαιδευτικού αποτελείται από παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από τις συγγραφείς της πτυχιακής μετά την μελέτη των έργων του για παιδιά 1150 234 241 Μελέτη της χρήσης ιλύος βιολογικού καθαρισμού και του ζεόλιθου στην καλλιέργεια του κριθαριού The postgraduate work was done in order to investigate the effect of zeolite and of sludge on growth, development and yield of barley in the Northern Evros region and specifically in Orestiada Thourio. Barley used as model-a model for research and the choice was made because it is one of the most important crops in the Northern Evros region. In the context of the experiment made measurements regarding the plant height, dry matter of individual sections of the plant and the concentration of nitrogen and total nitrogen the parts of the plant during flowering. An extensive reporting is done on the sludge and the rational use of, as well as for the zeolite, which apart from its use as a soil improver, has positive results in animal husbandry, in plant protection as well as in the wider environment. For the safe extraction of results used the criterion of minimum significant difference and for averages of repetitions of each treatment was variance analysis. Observed increase in dry matter of executives and spikes at the stage of flowering as well as increase in total dry matter, a result of increased production of dry matter of individual sections of the plant. Finally it was found an increase in the concentration of total nitrogen in flowering stage, because the nitrogen application with zeolite, increases the concentration of the first in the field and restricts the removal of heavily Η μεταπτυχιακή αυτή εργασία έγινε με σκοπό την διερεύνηση της επίδρασης του ζεόλιθου καθώς και της ιλύς στην αύξηση, ανάπτυξη και απόδοση του κριθαριού στην περιοχή του Βορείου Έβρου και συγκεκριμένα στο Θούριο Ορεστιάδας. Το κριθάρι χρησιμοποιήθηκε ως μοντέλο-πρότυπο για την έρευνα και η επιλογή του έγινε, διότι είναι μία από τις σημαντικότερες καλλιέργειες στην περιοχή του Βορείου Έβρου. Στα πλαίσια του πειράματος έγιναν μετρήσεις αναφορικά με το ύψος των φυτών, την ξηρά ουσία των επιμέρους τμημάτων του φυτού καθώς και την συγκέντρωση του αζώτου και του ολικού αζώτου των τμημάτων του φυτού κατά το στάδιο της άνθησης. Γίνεται εκτενής αναφορά για την λυματολάσπη και την ορθολογική χρήση της, καθώς και για τον ζεόλιθο, ο οποίος εκτός από την χρήση του ως βελτιωτικό εδάφους, έχει θετικά αποτελέσματα στην κτηνοτροφία, στην φυτοπροστασία καθώς και στο ευρύτερο περιβάλλον. Για την ασφαλή εξαγωγή των αποτελεσμάτων χρησιμοποιήθηκε το κριτήριο της ελάχιστης σημαντικής διαφοράς και για τους μέσους όρους των επαναλήψεων κάθε μεταχείρισης έγινε ανάλυση παραλλακτικότητας. Παρατηρήθηκε αύξηση της ξηράς ουσίας των στελεχών και των στάχεων στο στάδιο της άνθησης καθώς και αύξηση της συνολικής ξηράς ουσίας, επακόλουθο της αυξημένης παραγωγής ξηράς ουσίας των επιμέρους τμημάτων του φυτού. Τέλος, διαπιστώθηκε αύξηση της συγκέντρωσης του συνολικού ολικού αζώτου στο στάδιο της άνθησης, διότι η εφαρμογή αζώτου μαζί με ζεόλιθο, αυξάνει τη συγκέντρωση του πρώτου στον αγρό και περιορίζει την απομάκρυνση του σε μεγάλο βαθμό 1151 254 256 Opinions of Primary Education teachers for the cultivation of critical thinking of pupils through the Curriculum Απόψεις εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την καλλιέργεια της κριτικής σκέψης των μαθητών μέσα από το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών The need to reinforce critical thinking is justified by the fact that there is a burst of knowledge and information nowadays. Thus, the student, and generally the modern man, is asked, on the one hand, to know a multitude of information, but also to evaluate them. The successful treatment of everyday problems requires the activation of the skills that constitute critical thinking. An important role for the cultivation of these skills in the students plays the curriculum, as it is the most important means of shaping the educational reality. In Greek curriculum many of the general principles, methodological approaches and pedagogical practices, are based on critical theory. Based on this, the educational process raises problems that refer to social inequalities and discrimination, while the ultimate goal is the autonomy of the pupils.The current research studies the way teachers perceive the curriculum and the extent to which it helps the development of students' critical thinking. These concepts were initially studied from a bibliographic standpoint and then through empirical research by conducting structured interviews. This survey was conducted in Thessaloniki. The results showed that the prevailing perception is that the current curriculum, although in the general part ensures the development of critical thinking among pupils, in the practical implementation it indicates school pathology, both in the role of teachers and students.In addition, it was noted that teachers' practices are the main reasons for preventing students from growing their critical thinking. H ανάγκη για ενίσχυση της κριτικής σκέψης δικαιολογείται από το γεγονός ότι στις μέρες µας σημειώνεται έκρηξη γνώσεων και πληροφοριών. Ο μαθητής, και ο σύγχρονος άνθρωπος γενικότερα, καλείται αφενός να γνωρίζει πλήθος πληροφοριών και αφετέρου να τις αξιολογεί. Η επιτυχής αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων απαιτεί την ενεργοποίηση των δεξιοτήτων που συγκροτούν την κριτική σκέψη. Σημαντικό ρόλο στην καλλιέργεια των δεξιοτήτων αυτών παίζει το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, διότι αποτελεί το σημαντικότερο μέσο διαμόρφωσης της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Στο ελληνικό πρόγραμμα πολλές από τις γενικές αρχές, τις μεθοδολογικές προσεγγίσεις και τις παιδαγωγικές πρακτικές, έχουν ως βάση την Κριτική Θεωρία. Βάσει αυτής, η εκπαιδευτική διαδικασία θίγει προβλήματα που αναφέρονται στις κοινωνικές ανισότητες και διακρίσεις, ενώ απώτερος στόχος της είναι η αυτονομία των μαθητών. Στην παρούσα έρευνα μελετάται ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι εκπαιδευτικοί το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών και ο βαθμός συνεισφοράς του στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών. Οι έννοιες αυτές μελετήθηκαν αρχικά από βιβλιογραφική σκοπιά και στη συνέχεια, μέσα από εμπειρική έρευνα, με τη διεξαγωγή ημιδομημένων συνεντεύξεων. Η έρευνα διεξήχθη στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Από τα αποτελέσματά της διαφαίνεται ότι το ισχύον Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών, μολονότι στο γενικό μέρος του μεριμνά για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης των μαθητών, στη πρακτική εφαρμογή του παρουσιάζει μία σχολική παθολογία, τόσο στο ρόλο τον εκπαιδευτικών όσο και των μαθητών. Επιπλέον, διαφάνηκε ότι οι πρακτικές που ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί αποτελούν τις κύριες αιτίες παρεμπόδισης ανάτπυξης και καλλιέργειας της κριτικής σκέψης των μαθητών. 1152 214 262 Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) αερίων του θερμοκηπίου ως μέσο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής The Carbon Emission Trading System (ETS) features prominently in the measures adopted against Climate Change. This present study attempts to explicate European’s Union energy policy and its specific section, the European Environmental policy. The meaning of Climate Change is quoted and also the reasons which urged Europe to work actively for its therapy, the sustainable development intended, based on the economic development, European citizen’s prosperity, the security of energy supply and atmosphere’s security as well. Kyoto’s protocol is interpreted, thereafter; the greenhouse gas to be reduced, the Emission Reduction Mechanisms and the Emission Trading System is further specified: the basic principles, the scope of that instrument and specific arrangements. The sharp emission reduction compared to 1990’s levels and limiting the increase of earth’s average temperature to 2oC compared to pre-industrial levels constitutes the basic objectives of the instruments. The Kyoto’s protocol is validated by Paris Agreement, which is referred briefly; however the implementation of Emission Trading System to European legal system, its four phases of functioning as an integral part of European market and the problems observed, are examined extensively. The last part of the study is dedicated to the way that Greece incorporated the Emission Trading System to its domestic legal order, the institutional framework and the System’s implementation to its national market. Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ΣΕΔΕ) κατέχει εξέχουσα θέση στα μέσα για την αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής. Η παρούσα εργασία επιδιώκει να αναπτύξει την ενεργειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ειδικότερο τμήμα της, την Περιβαλλοντική της πολιτική. Παρατίθεται η έννοια της Κλιματικής αλλαγής και οι λόγοι που οδήγησαν την Ευρώπη να αναλάβει ενεργό δράση για την αντιμετώπιση της, την αειφορία που επιδιώκει με γνώμονα όχι μόνο την οικονομική πρόοδο, την ευημερία των ευρωπαίων πολιτών και την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού αλλά και την προστασία της ατμόσφαιρας. Εν συνεχεία ερμηνεύεται το Πρωτόκολλο του Κιότο, τα αέρια του θερμοκηπίου για τα οποία τίθενται περιορισμοί, οι Μηχανισμοί Μείωσης των Εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και εξειδικεύεται το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου, οι βασικές Αρχές λειτουργίας του, το πεδίο εφαρμογής και οι ειδικές ρυθμίσεις. Βασικό στόχο των μέτρων αποτελεί η σημαντική μείωση των εκπομπών συγκριτικά με τα επίπεδα του 1990 και ο περιορισμός της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας της γης στους 2οC σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Το Πρωτόκολλο του Κιότο επικυρώθηκε από την Συμφωνία των Παρισίων στην οποία γίνεται συνοπτική αναφορά, ενώ εκτενέστερα εξετάζεται η εφαρμογή του ΣΕΔΕ στην έννομη τάξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι τέσσερις φάσεις λειτουργίας του ως αναπόσπαστο τμήμα της ευρωπαϊκής αγοράς καθώς και τα προβλήματα που παρατηρήθηκαν. Στο τελευταίο μέρος της εργασίας γίνεται αναφορά στον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα ενσωμάτωσε το ΣΕΔΕ στην εσωτερική της έννομη τάξη, το θεσμικό πλαίσιο και τη λειτουργία του Συστήματος στην εθνική αγορά. 1153 293 301 Η στάση των εμπλεκόμενων φορέων για την αξιοποίηση του ρόλου του Πρότυπου Δάσους It is now widely accepted that public involvement is a critical component of sustainable natural resources. However, achieving meaningful participation continues to be a challenge. For more than 20 years, the International Model Forest Network (IMFN) has been implementing a participatory, landscape-level approach to the sustainable management of natural resources working with organizations and initiatives around the world. The Model Forest approach offers an effective and flexible process that creates broad partnerships and represents the environmental, social and economic forces. The main purpose of this study is to investigate the position of the stakeholders for the Model Forest role in the Regional Unity of Grevena. The survey was conducted among the stakeholders who involved in the process of the creation of the Grevena Model Forest and the local residents of the Regional Unity of Grevena. The research focuses on held important conclusions which can be used in a integrated effort in order to improve and make better use of natural resources in the region and the resolution of related environmental problems. It is a socio-demographic research, with the views of respondents about the management of natural resources in their area and the Model Forest, which was doing using a structured questionnaire and the method of personal interview. The results of the research concluded that local residents are concerned both for the protection of their environment and for the development of the region. It also demonstrates that they are not satisfied with the activities that affect the management of natural resources in their area, they consider that through the exploitation of natural resources the economic situation will change for the better. Finally, they are a bit hesitant to participate in a Model Forest although they believe that the benefits of the establishment is multiple Είναι ευρέως αποδεκτό πως η συμμετοχή του κοινού είναι ένας κρίσιμος παράγοντας για την αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων. Ωστόσο, η επιτυχία μιας ουσιαστικής συμμετοχής συνεχίζει να αποτελεί μια πρόκληση. Για περισσότερα από 20 χρόνια, το Διεθνές Δίκτυο Πρότυπων Δασών (IMFN) συμμετέχει στην αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων συνεργαζόμενο με οργανισμούς και πρωτοβουλίες σε όλο τον κόσμο. Το Πρότυπο Δάσος συνεισφέρει σε μια πιο αποτελεσματική και ευέλικτη διαδικασία, δημιουργώντας ευρείες συνεργασίες και αντιπροσωπεύοντας τις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις. Ο βασικός σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση της στάσης των ενδιαφερομένων για την αξιοποίηση του ρόλου του Πρότυπου Δάσους στην Περιφερειακή Ενότητα Γρεβενών. Η έρευνα έγινε μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων που συμμετείχαν στη διαδικασία δημιουργίας του Πρότυπου Δάσους Γρεβενών καθώς και του κοινού της Περιφερειακής Ενότητας Γρεβενών. Η όλη διαδικασία επικεντρώνεται στο να διεξαχθούν σημαντικά συμπεράσματα τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μια ολοκληρωμένη προσπάθεια για τη βελτίωση και την καλύτερη αξιοποίηση των φυσικών πόρων της περιοχής και την επίλυση των σχετικών περιβαλλοντικών προβλημάτων. Πρόκειται για μια δημογραφική έρευνα, με τις απόψεις των ερωτηθέντων για τη διαχείριση των φυσικών πόρων στην περιοχή τους καθώς και το Πρότυπο Δάσος, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ερωτηματολογίων και προσωπική συνέντευξη. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι κάτοικοι της περιοχής προβληματίζονται τόσο για τα θέματα προστασίας του περιβάλλοντός τους, όσο και για την περαιτέρω ανάπτυξη της περιοχής. Επίσης καταδεικνύει ότι δεν είναι ικανοποιημένοι με τις δραστηριότητες που επηρεάζουν τη διαχείριση των φυσικών πόρων στην περιοχή τους, θεωρώντας πως μέσα από την αξιοποίηση των φυσικών πόρων η οικονομική κατάσταση θα αλλάξει προς το καλύτερο. Τέλος είναι λίγο διστακτικοί στο να συμμετέχουν σε ένα Πρότυπο Δάσος, παρόλο που θεωρούν πως τα οφέλη από τη δημιουργία του είναι πολλαπλά 1154 164 143 The frequency of occurrence of word suffixes in the textbooks of teaching Greek as a second foreign language, which are taught in grades D ', E', F 'of the primary schools of the minority schools of Thrace Η συχνότητα εμφάνισης των επιθημάτων των λέξεων στα εγχειρίδια διδασκαλίας της ελληνικής ως δεύτερης ξένης γλώσσας, που διδάσκονται στις τάξεις Δ', Ε', ΣΤ' των μειονοτικών σχολείων της Θράκης The present dissertation studies the frequency of occurrence of suffixes of the modern Greek language in grades D ', E' and F 'of the primary schools of the minority schools of Thrace. The issue of teaching Greek as a second / foreign language and at the same time the morphological level of Greek and the process of suffixation are investigated. Examining the suffixes that appear in the textbooks of the three grades, we found that the frequency of their occurrence is associated with the number of words produced by each of them, but also with the style of these words. Also, the suffixes with the highest frequency, although not necessarily the most productive, however, are important for teaching a multitude of words of the modern Greek language. Η παρούσα διπλωματική εργασία μελετά τη συχνότητα εμφάνισης των επιθημάτων της νέας ελληνικής γλώσσας στις τάξεις Δ’ , Ε’ και Στ’ του δημοτικού των μειονοτικών σχολείων της Θράκης. Διερευνάται το ζήτημα της διδασκαλίας των Ελληνικών σαν δεύτερη/ξένη γλώσσα και παράλληλα το μορφολογικό επίπεδο της Ελληνικής και η διαδικασία της επιθηματοποίησης. Μελετώντας τα επιθήματα τα οποία εμφανίζονται στα σχολικά εγχειρίδια των τριών τάξεων, διαπιστώσαμε ότι η συχνότητα εμφάνισής τους συνδέεται με το πλήθος των λέξεων που παράγονται από καθένα από αυτά, αλλά και με το ύφος των λέξεων αυτών. Επίσης, τα επιθήματα με τη μεγαλύτερη συχνότητα, αν και δεν είναι απαραίτητα τα πιο παραγωγικά, ωστόσο, είναι σημαντικά για τη διδασκαλία πλήθους λέξεων της νέας ελληνικής γλώσσας. 1155 268 255 The present work aims at shedding light on the teaching of local history using the project method. The theoretical part clarifies basic concepts, presents the three epistemological approaches of the local history and the two main ways of recording it, and talks about the historical course of teaching local history in Greece and abroad. We also examine the topics of local history and the subjects for school and teaching research and the necessity of teaching local history is highlighted. Moreover, the transition from the traditional to the modern way of teaching history is presented herein. Specifically, the method of approach is the project method, along with its prerequisites, advantages and limitations. Finally, a literature review on the teaching of local history is conducted with the project method. In the research part of the work we investigate, through the use of interviews, the views of primary school teachers on the topics, the organization and the methodology of local history projects, mainly with the aim of highlighting the importance and contribution of teaching local history using the project method in elementary school. Through the analysis of the research data, we unveil the contribution of experiential learning through the stimuli of the relevant environment to the multifaceted development of the pupils. However, the need for teachers to take initiatives and to take a more active role in teaching school history becomes clear, as the teaching of local history is within their jurisdiction. Through the findings of the present study we aspire to give teachers an incentive for further thought and effort, as well as to enrich the literature on the subject. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να ερευνήσει τη διδασκαλία της τοπικής ιστορίας με τη χρήση της μεθόδου project. Στο θεωρητικό μέρος αποσαφηνίζονται βασικές έννοιες, παρουσιάζονται οι τρεις επιστημολογικές προσεγγίσεις της τοπικής ιστορίας και οι δύο βασικοί τρόποι καταγραφής της, καθώς και γίνεται λόγος για την ιστορική πορεία της διδασκαλίας της τοπικής ιστορίας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Επίσης, εξετάζονται τα αντικείμενα της τοπικής ιστορίας και η θεματολογία για σχολική και διδακτική έρευνα και επισημαίνεται η αναγκαιότητα διδασκαλίας της τοπικής ιστορίας. Συνεχίζοντας, παρουσιάζεται η μετάβαση από την παραδοσιακή στη σύγχρονη διδασκαλία της ιστορίας και ειδικότερα θα προσεγγιστεί η μέθοδος project, με τις προϋποθέσεις, τα πλεονεκτήματα και τα όριά της. Τέλος, γίνεται ανασκόπηση της βιβλιογραφίας για τη διδασκαλία της τοπικής ιστορίας με τη μέθοδο project. Στο ερευνητικό μέρος της εργασίας διερευνώνται μέσω συνεντεύξεων οι απόψεις εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη θεματολογία, την οργάνωση και τη μεθοδολογία των projects τοπικής ιστορίας, με βασικό σκοπό την ανάδειξη της σημασίας και της συμβολής της διδασκαλίας της τοπικής ιστορίας με χρήση της μεθόδου project στο δημοτικό σχολείο. Από την ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων διαπιστώνεται η συμβολή της βιωματικής μάθησης μέσα από τα ερεθίσματα του οικείου περιβάλλοντος στην πολύπλευρη ανάπτυξη των μαθητών. Ωστόσο, γίνεται κατανοητή και η ανάγκη λήψης πρωτοβουλιών από τους εκπαιδευτικούς και ανάληψης πιο ενεργού ρόλου στη διδασκαλία της σχολικής ιστορίας, καθώς η διδασκαλία της τοπικής ιστορίας έγκειται στη δική τους πρωτοβουλία. Τα ευρήματα της παρούσης έρευνας φιλοδοξούν να αποτελέσουν αφορμή για τους εκπαιδευτικούς για περαιτέρω σκέψη και προσπάθεια, καθώς και να εμπλουτίσουν τη βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα. 1156 297 308 The contribution of educational programs of Greek museums in Education for the Environment and Sustainability in kindergarten Η συμβολή των εκπαιδευτικών προγραμμάτων των ελληνικών μουσείων στην Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία στο νηπιαγωγείο Education for the Environment and Sustainability is globally recognized as a crucial means for the protection and preservation of the environment but also for the formation of a society of active and responsible citizens inspired by the values of equality and solidarity between nations and generations, between human and other living beings. In order to achieve its goals, Education for the Environment and Sustainability embraces the progressive currents that manifest in the field of pedagogy. Adopts the vision for a "New School", which promotes active experiential learning and the expansion of the learning process beyond the classroom. The museums are a frequent choice for out-of-school activities in order for students to enrich their learning experience. The subject matter of our study is the connection of the kindergarten with the museum and especially the utilization of them as a place for applying Education for the Environment and Sustainability with the assistance of Museum Pedagogy. Adopting the qualitative approach, our research attempts to identify, write down and analyze the educational programs of Greek museums with the aim of environmental awareness, addressed to the school team of kindergarten, during the school year 2018-19. Using the thematic analysis of the context as a research tool, our study attempts: a) to check their relevance with the purpose, the pedagogical framework and the guiding principles of Education for the Environment and Sustainability in kindergarten and b) examine their contribution to achieving the objectives of Education for the Environment and Sustainability in kindergarten. Our research finds that the educational museum programs promote the principles of Education for the Environment and Sustainability, enhance its effectiveness and promote the museum space in an ideal learning field for its implementation. Η Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία αναγνωρίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο ως κρίσιμο μέσο για την προστασία και τη διατήρηση του περιβάλλοντος αλλά και για τη διαμόρφωση μιας κοινωνίας ενεργών και υπεύθυνων πολιτών που θα διαπνέεται από τις αξίες της ισότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ εθνών και γενεών, μεταξύ ανθρώπινων και άλλων έμβιων όντων. Προκειμένου να πετύχει τους στόχους της, η Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία ενστερνίζεται τα προοδευτικά ρεύματα που εκδηλώνονται στο χώρο της παιδαγωγικής. Υιοθετεί το όραμα για ένα «Νέο Σχολείο», που προάγει την ενεργητική βιωματική μάθηση και τη διεύρυνση της μαθησιακής διαδικασίας πέρα από τη σχολική αίθουσα. Τα μουσεία αποτελούν συχνή επιλογή εξωσχολικού χώρου για τον εμπλουτισμό της μαθησιακής εμπειρίας των μαθητών. Αντικείμενο της μελέτης μας είναι η σύνδεση του νηπιαγωγείου με το μουσείο και συγκεκριμένα η αξιοποίηση του μουσειακού χώρου ως πεδίου εφαρμογής της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία για τους μαθητές του νηπιαγωγείου με τη συνδρομή της Μουσειοπαιδαγωγικής. Υιοθετώντας την ποιοτική προσέγγιση, η έρευνά μας επιχειρεί τον εντοπισμό, την καταγραφή και την ανάλυση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων των ελληνικών μουσείων που στόχο έχουν την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση και απευθύνονται στους μαθητές του νηπιαγωγείου κατά το σχολικό έτος 2018-2019. Με ερευνητικό εργαλείο τη θεματική ανάλυση περιεχομένου επιχειρεί: α) να ελέγξει τη συνάφειά τους με το σκοπό, το παιδαγωγικό πλαίσιο και τις κατευθυντήριες αρχές της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία στο νηπιαγωγείο και β) να εξετάσει τη συμβολή τους στην επίτευξη των στόχων της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία στο νηπιαγωγείο. Από την έρευνά μας προκύπτει ότι τα εκπαιδευτικά μουσειακά προγράμματα προωθούν τις αρχές της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία, ενισχύουν την αποτελεσματικότητά της και προάγουν τον χώρο του μουσείου σε ιδανικό μαθησιακό πεδίο για την εφαρμογή της. 1157 167 228 Nowadays, many contradictory opinions exist about the safe use of biotechnological products, such as foods, medicines and vaccines. Our civilized world recently adopted the use of such products, so several environmental aspects concerning biotechnology remain still unknown. Analysis of bioethics dimensions is also important since the debate on biotechnology can be initiated even from theological side. Based on the existing European and international legal framework for Biotechnology, this dissertation gives a particular emphasis on fields related to health, industry and agriculture, explaining the legislative branch on biotechnology and the legal requirements concerning pharmaceutical, food and crops as well as clinical trials and medical devices. It is concluded that biotechnology at political level is a priority sector for European Member States, willing to expand the biotechnological applications into European citizens' everyday life in a sustainable way. Indeed, Greece is harmonized considerably with the European biotech legislative acquis. Due to the rapid expansion of biotechnology worldwide, the initiative for an international bioethics committee is needed to resolve ethical issues. Στις μέρες μας ακούγονται πολλές αντικρουόμενες απόψεις γύρω από την ασφαλή χρήση βιοτεχνολογικών προϊόντων, π.χ. τροφίμων, φαρμάκων και εμβολίων. Ο πολιτισμένος κόσμος μας μόλις πολύ πρόσφατα υιοθέτησε τη διάθεση τέτοιων προϊόντων με αποτέλεσμα οι συνέπειες τους στο περιβάλλον να παραμένουν εν πολλοίς άγνωστες. Έτσι, η βιοηθική διάσταση είναι σημαντική και η συζήτηση για την βιοτεχνολογία αποκτά ακόμη και θεολογική πλευρά. Με βάση το υπάρχον ευρωπαϊκό και διεθνές νομοθετικό πλαίσιο για την Βιοτεχνολογία, στην παρούσα εργασία γίνεται ανάλυση των πεδίων εφαρμογής της με αναλυτική παρουσίαση των μεθόδων που χρησιμοποιεί για την κατατόπιση του αναγνώστη στον βαθύτερο πυρήνα της. Ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στα πεδία της βιοτεχνολογίας που αφορούν την υγεία, την βιομηχανία και την γεωργία, όπου παρουσιάζεται το νομοθετικό σκέλος τους όπως οι νομικές προϋποθέσεις οδηγιών για φάρμακα, τρόφιμα, και καλλιέργειες καθώς και για τις κλινικές δοκιμές και τις ιατροτεχνολογικές συσκευές. Βάσει της υπάρχουσας νομοθεσίας συμπεραίνεται ότι η επιστήμη της βιοτεχνολογίας ανάγεται σε μείζονα προτεραιότητα σε επίπεδο πολιτικής βούλησης των κρατών-μελών για διεύρυνση των τομέων εφαρμογών της από το εργαστηριακό επιστημονικό πεδίο στην ενσωμάτωσή τους στην καθημερινότητα του πολίτη της Ευρώπης. Στόχος είναι να αποτελεί η Βιοτεχνολογία την αιχμή του δόρατος για βιώσιμη ανάπτυξη. Η Ελλάδα εναρμονίζεται σε σημαντικό βαθμό προς το Ευρωπαϊκό βιοτεχνολογικό νομοθετικό κεκτημένο. Λόγω της ραγδαίας προόδου της βιοτεχνολογίας παγκοσμίως, προκύπτει η ανάγκη για τη δημιουργία επιτροπής βιοηθικής με διεθνή υπόσταση για την επίλυση θεμάτων ηθικής δεοντολογίας. 1158 292 310 Αξιολόγηση των διηθητικών φυσαλίδων μετά από τραμπεκουλεκτομή και ένθεση βαλβίδας Ex - PRESS χρησιμοποιώντας το Visante οπτική τομογραφία συνοχής Aim: The quantitative and qualitative imaging of the characteristics of the filtration bleb, their evaluation and analysis, and the correlation between them, after trabeculectomy and implantation Ex-PRESS shunt using Anterior Segment Optical Coherence Tomography AS-OCT Visante Model 1000. Methods : Twelve eyes from 12 patients (50% male), age 68,67 ± 8,50 years (Mean ± SD), were examined after 7 to 14 months of filtration surgery from Visante optical coherence tomography at the Alexandroupolis University general Hospital in Ophthalmology department. Results: Post-Op IOP in correlation with Pre-Op IOP shown (p = 0,001 < 0,05 ). The parameters of filtration bleb were compared with published research and presented with [20], [21] and [32] ( width base bleb : p = 0,118, p = 0,797 p = 0,355 maximal internal height : p = 0,202, 0,411 and p = 0, 405, minimum thickness of wall : p = 0,000 p = 0,004, 0,004 and reflectivity : p = 0,298 and p = 0,151), respectively. Significant differences observed in reflectivity (p = 0,012) and in bleb morphology (p = 0,002) between functional (IOP < 20 mmHg & without medication) and non functional filtration blebs. Statistically significant positive correlation between width base bleb and time elapsed between surgery and examination (r = 0,858, p = 0,029). No statistically significant differences were observed in the comparison of parameters between trabeculectomy and implantation Ex - PRESS shunt, between diffuse functional and non functional filtration blebs and between Pre-Op IOP and PostOp IOP. Conclusion: The diffuse functional filtration blebs were not statistically significant with non functional and that is necessary for a new investigation. The trabeculectomy with Ex-PRESS didn’t show any statistical significant, as in the case.The correlation with others researches has many similarities except for the minimum wall thickness. Σκοπός : Η ποσοτική και ποιοτική απεικόνιση των χαρακτηριστικών της διηθητικής φυσαλίδας, η αξιολόγηση - ανάλυση αυτών και η μεταξύ τους συσχέτιση, μετά από χειρουργικές επεμβάσεις τραμπεκουλεκτομής και ένθεσης βαλβίδας Ex-PRESS χρησιμοποιώντας το Anterior Segment Optical Coherence Tomography AS - OCT Visante Model 1000. Μέθοδοι : Δώδεκα οφθαλμοί από 12 ασθενείς (50% άντρες), μέσης ηλικίας 68,67 ± 8,50 ετών (Mean ± SD), εξετάστηκαν μετά από χρονικό διάστημα 7 μέχρι 14 μηνών από την επέμβαση, από το VISANTE οπτικής τομογραφίας συνοχής στην Οφθαλμολογική Κλινική, στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης (ΠΓΝΑ). Αποτελέσματα : Η μετεγχειρητική ΕΟΠ σε σχέση με την προεγχειρητική παρουσίασε (p = 0,001 < 0,05 ). Οι παράμετροι της φυσαλίδας συγκρίθηκαν με δημοσιευμένες εργασίες και παρουσίασαν με την [20], [21] και [32] (πλάτος βάσης p = 0,118, , p = 0,797 p = 0,355 μέγιστο εσωτερικό ύψος p = 0,202, 0,411, p = 0, 405, ελάχιστο πάχος τοιχώματος p = 0,000 p = 0,004, 0,004 και ανακλαστικότητα p = 0,298 και p = 0,151) , αντίστοιχα. Σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στην ανακλαστικότητα (p = 0,012) και στη μορφολογία (p = 0,002) μεταξύ λειτουργικών (ΕΟΠ < 20 mmHg & χωρίς φαρμακευτική αγωγή) και μη λειτουργικών διηθητικών φυσαλίδων. Σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ πλάτους της βάσης και του χρόνου μεταξύ επέμβασης και εξέτασης (r = 0,858 , p = 0,029). Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στη σύγκριση των παραμέτρων μεταξύ τραμπεκουλεκτομής και Ex - PRESS, μεταξύ διάχυτων λειτουργικών και μη λειτουργικών φυσαλίδων και μεταξύ μετεγχειρητικής και προεγχειρητικής ενδοφθάλμιας πίεσης. Συμπεράσματα: Οι διάχυτες λειτουργικές φυσαλίδες δεν παρουσίασαν στατιστική σημαντικότητα με τις μη λειτουργικές και το φαινόμενο χρήζει διερεύνησης. Η τραμπεκουλεκτομή σε σχέση με την Ex-PRESS δεν παρουσίασε στατιστική σημαντικότητα, όπως ισχύει. Η συσχέτιση με άλλες εργασίες παρουσιάζει πολλές ομοιότητες εκτός από το ελάχιστο πάχος του τοιχώματος. 1159 247 242 Carcinogenesis is a multi-factorial process that occurs when the endogenic regulatory mechanisms of the cells are deregulated. Moreover, cancer remains an incurable disease. In Greece, according to the statistics of the national service about cancer, the number of new cancer cases reaches to almost 41000 per year, while the number of deaths caused by the disease approaches 28000. So, there is a dire necessity for new methods to be discovered and novel approaches for diagnosing, studying and fighting cancer staging. By discovering short RNA molecules, it seems that this need may be fulfilled to a certain degree. Those short molecules called miRNAs are able to interact with gene transcripts and to control them by hampering their expression. In addition to the above miRNAs are important molecules for studies as long as they affect major cellular processes that regulate cell cycle, cell proliferation and affect several cancer related pathways. In this study, we chose to study miR-221-3p, miR-222-3p and miR-342-3p and experimentally validate the putative targets. The function of these miRNAs has been studied in different kinds of cancers and their mode of action is well-documented. The corresponding targets-genes that we analyzed are TFG, MRFAP1 and MAT2A. All of them are involved in mechanisms of DNA replication, mechanisms that affect the cell cycle and cell proliferation. Our data showed that only TFG is the actual target of miR-221/222-3p, in contrast with the other two whose level did not decrease in response to the presence of the corresponding miRNA. Η καρκινογένεση είναι μια πολυπαραγοντική διαδικασία που συμβαίνει όταν απορυθμίζονται οι ενδογενείς ρυθμιστικοί μηχανισμοί των κυττάρων. Επιπλέον ο καρκίνος παραμένει ανίατη ασθένεια. Στην Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Υπηρεσίας για την έρευνα στον καρκίνο οι περιπτώσεις εμφάνισης νέων καρκίνων αγγίζει τις 41000 περίπου ενώ και ο αριθμός των θανάτων προερχόμενοι από την ασθένεια ξεπερνά τις 28000 περιπτώσεις1. Είναι λοιπόν αδήριτη ανάγκη να εφευρεθούν νέες μέθοδοι και τεχνικές μελέτης για την πρόληψη, την καταπολέμηση και τη σταδιοποίηση της νόσου. Με την ανακάλυψη μικρών μορίων RNA μειώθηκε το κενό αυτό. Τα μικρά αυτά μόρια miRNAs μπορούν να προσδένονται σε μετάγραφα γονιδίων και να τα ελέγχουν καταστέλλοντάς τα. Επιπλέον τα miRNAs καθίσταται σημαντικά μόρια για μελέτες εφόσον επηρεάζουν άμεσα σημαντικές κυτταρικές διαδικασίες, που είναι ρυθμιστές του κυτταρικού κύκλου, του κυτταρικού πολλαπλασιασμού και της ενεργοποίησης διάφορων καρκινικών μονοπατιών. Για το λόγο αυτό επιλέχθηκαν το miR221-3p το miR-222-3p και το miR-342-3-p, ώστε να επικυρωθούν πιθανά γονίδια στόχοι αυτών. Η δράση των παραπάνω miRNAs έχει μελετηθεί σε διάφορα είδη καρκίνων και ο ρόλος τους είναι ως ένα βαθμό γνωστός. Τα γονίδια που επιλέχθηκαν προς μελέτη είναι το TFG, το MRFAP1 και τέλος το MAT2A. Όλα ενέχονται σε μηχανισμούς αντιγραφής του DNA, μηχανισμούς που επηρεάζουν τον κυτταρικό κύκλο και τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό. Εν τέλει από τα δεδομένα της έρευνάς μας αποδείχθηκε ότι μόνο ο TFG είναι πραγματικός στόχος του miR-221/222 σε αντίθεση με τα άλλα δύο που δεν φαίνεται να μειορυθμίζονται από την παρουσία του αντίστοιχου miRNA. 1160 275 286 μια διδακτική παρέμβαση με στοιχεία Freinet σε πολυπολιτισμικό περιβάλλον The support of culturally diverse students and their development into active and participatory citizens who will learn to live and act within the society in accordance with democratic principles is the main objective of this paper. The educational interventions applied, concerned Freinet’s alternative participatory practices “What’s New” and “Class Council”, were studied in order to examine the positive changes that will emerge in students’ behavior regarding their political socialization, the foundation of real democracy, diversity management and their contribution in shaping future active citizens. A triangulation process was followed in order to draw more secure conclusions regarding the individual research questions. In particular, Action Research was used through self-analysis and observation of educational practices, group interviews with students and teacher interviews. These interventions were implemented in an intercultural school, during the school year 2017-2018. In conclusion, according to the study, it appears that students within the free and safe context of “What's New” and the “Class Council”, have experienced a great democracy lesson. They learned how to be participatory and active, to respect each other's diversity, to resolve any disputes and manage conflicts, to set rules and to design joint actions within mixed groups. They demonstrated superiority and critical judgment in rewarding good practices, they were supportive with those who had weaknesses and shown solidarity in taking initiatives and preparing action plans. The above mentioned social and political skills did not emerge mimetically, nor were they imposed by anyone, but came up as a natural and logical consequence of Freinet’s Practices. The students were strengthened, shaped their identity within a framework of acceptance and equality and became promoters of democratic and solidarity skills and behaviors. Η ενδυνάμωση των πολιτισμικά διαφορετικών μαθητών και η εξέλιξή τους σε ενεργούς και συμμετοχικούς πολίτες που θα επιλέγουν να συμβιώνουν και να διαπραγματεύονται σύμφωνα με δημοκρατικές αρχές, αποτελεί τον βασικό στόχο της παρούσας εργασίας. Οι διδακτικές παρεμβάσεις που εφαρμόστηκαν, αφορούσαν τις εναλλακτικές συμμετοχικές πρακτικές Freinet, «Τι νέα» και «Συμβούλιο Τάξης» και μελετήθηκαν με σκοπό να ερευνηθούν οι θετικές αλλαγές που θα προκύψουν στη συμπεριφορά των μαθητών ως προς την πολιτική τους κοινωνικοποίηση, τη θεμελίωση της πραγματικής δημοκρατίας, τη διαχείριση της διαφορετικότητας και αυτό θα έχει άμεση συσχέτιση με την καλλιέργεια και τη διαμόρφωση μελλοντικών ενεργών πολιτών. Η διαδικασία της Τριγωνοποίησης, ακολουθήθηκε με σκοπό να εξαχθούν ασφαλέστερα συμπεράσματα για τα επιμέρους ερευνητικά ερωτήματα. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε η έρευνα Δράσης μέσω της παρατήρησης και της αυτοανάλυσης των εκπαιδευτικών πρακτικών, η ομαδική συνέντευξη των μαθητών και οι συνεντεύξεις των εκπαιδευτικών. Οι παρεμβάσεις, εφαρμόστηκαν σε τμήμα διαπολιτισμικού σχολείου κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 2017 – 2018. Συμπερασματικά προκύπτει μέσα από την έρευνα πως οι μαθητές, στο ελεύθερο και ασφαλές πλαίσιο του «Τι νέα» και του «Συμβουλίου» βίωσαν ένα μεγάλο μάθημα δημοκρατίας. Έμαθαν να είναι συμμετοχικοί και ενεργοί, να σέβονται τη διαφορετικότητα του άλλου, να επιλύουν διαφωνίες και συγκρούσεις, να θεσμοθετούν κανόνες και να σχεδιάζουν κοινές δράσεις σε μεικτές ομάδες. Έδειξαν ανωτερότητα και κριτική ικανότητα στην επιβράβευση των καλών πρακτικών, υποστηρικτική διάθεση στις αδυναμίες των άλλων και αλληλέγγυα αντιμετώπιση στην ανάληψη πρωτοβουλιών και σχεδίων δράσης. Όλες αυτές οι κοινωνικές και πολιτικές δεξιότητες δεν προέκυψαν ούτε μιμητικά ούτε επιβλήθηκαν από κάποιον, ήρθαν ως φυσική και λογική συνέπεια των Πρακτικών Freinet. Οι μαθητές ενδυναμώθηκαν, δόμησαν την ταυτότητά τους μέσα σε πλαίσιο αποδοχής και ισότητας και μετουσιώθηκαν σε πολλαπλασιαστές δημοκρατικών και αλληλέγγυων δεξιοτήτων και συμπεριφορών. 1161 116 123 The “bad” wolf’s character shifts in contemporary tales and their ideological dimensions Οι αλλαγές στον χαρακτήρα του «κακού» λύκου στα σύγχρονα παραμύθια και οι ιδεολογικές διαστάσεις τους This final year project report deals with the changes of the profile of the fictional character of the "bad” wolf in contemporary tales, and the ideological objectives of these changes. Just because of the stereotypical 'bad' features that accompany him from the classic tales, this particular hero offers contemporary authors the opportunity to overthrow stereotypes and initiate ideologies in their writings, in line with modern times, replacing established beliefs. Twelve stories are analyzed with the wolf as the main character and in which the dominant feature is intertextuality. As shown the latter becomes the driving force for the ideological twists pursued by modern writers Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται τις αλλαγές στο προφίλ του μυθοπλαστικού χαρακτήρα του «κακού λύκου» στα σύγχρονα νεωτερικά παραμύθια καθώς και τους ιδεολογικούς στόχους των αλλαγών αυτών. Λόγω των στερεοτυπικών ‘κακών’ χαρακτηριστικών που τον συνοδεύουν από τα κλασσικά παραμύθια, ο συγκεκριμένος χαρακτήρας δίνει την ευκαιρία στους σύγχρονους συγγραφείς για ανατροπές στερεότυπων και για την εγγραφή εναλλακτικών ιδεολογιών στα κείμενά τους, οι οποίες συμβαδίζουν με την σύγχρονη εποχή και έρχονται να αντικαταστήσουν την κατεστημένες πεποιθήσεις. Αναλύονται δώδεκα εικονογραφημένα νεωτερικά παραμύθια με πρωταγωνιστή τον λύκο, στα οποία κυρίαρχη είναι η λειτουργία της διακειμενικότητας. Όπως δείχνεται, η τελευταία γίνεται ο βασικός μοχλός για τις ιδεολογικές ανατροπές που επιδιώκουν οι σύγχρονοι συγγραφείς 1162 342 320 The use of dictionary for the teaching of mother tongue and its contribution to the cultivation of language expression Η χρήση του λεξικού για τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας και η συμβολή του στην καλλιέργεια της γλωσσικής έκφρασης Τhe incorporation and use of the dictionary in the language course constitutes a neces-sary and useful activity in the field of language didactics providing, in this way, to the students the possibility to introduce themselves to a searching method and an auton-omous search. In the theoretical part of this paper it is examined the importance of using dictionaries at school and at home, turning to advantage the Greek and international bibliography pertaining to dictionaries and their use. In the empirical part, there are presented the findings of two studies that were performed by using three questionnaires. The main goal of the studies was to detect the tendencies, the points of view and the behavior of students and educators of our country as far as it concerns the use of dictionaries, the teaching of strategies and the techniques of using them, as well as their contribu-tion to the cultivation of language expression and the enrichment of the vocabulary of the mother tongue, before and after the incorporation of two dictionaries of the Or-ganization of Publishing Text Books (O.E.D.B.) in Primary Education. Finally, there are cited the conclusions that arose from the two researches and there are formed some proposals regarding the effective use of dictionaries inside and outside the edu-cational environment. The analysis of the survey data revealed the following: -Students largely use the dictionary more at home, while using it at school is not suffi-cient. -It seems that, despite the introduction of the dictionary into the school, the condi-tions that inhibit its use in the classroom have not changed. -There was a significant preference for the sample of students / values in using the dic-tionary for receptive reasons, and in particular for finding the meaning of words. -Both pupils and primary school teachers believe that using the dictionary helps them to enrich their vocabulary and cultivate their linguistic expression. -Primary education teachers appear to be teaching a great deal of vocabulary use strat-egies Η ένταξη και η χρήση του λεξικού στο γλωσσικό μάθημα συνιστούν μια απαραίτητη και χρήσιμη δραστηριότητα στο πεδίο της διδακτικής των γλωσσών, παρέχοντας τη δυνατότητα στους μαθητές να μυηθούν στην ερευνητική μέθοδο και στην αυτόνομη αναζήτηση. Στο θεωρητικό μέρος της παρούσας μελέτης εξετάζεται η σπουδαιότητα της χρήσης του λεξικού στο σχολείο και στο σπίτι, αξιοποιώντας την ελληνική και διεθνή βιβλιο-γραφία που αφορά στο λεξικό και τη χρήση του. Στο εμπειρικό μέρος παρουσιάζονται τα ευρήματα δύο ερευνών, που διεξήχθησαν μέσω τριών ερωτηματολογίων. Ο κύριος στόχος των ερευνών ήταν να ανιχνευτούν οι στάσεις, οι απόψεις και οι συμπεριφορές των μαθητών και των εκπαιδευτικών της Ελλάδας σε ό,τι αφορά στη χρήση των λεξι-κών, στη διδασκαλία στρατηγικών και τεχνικών χρήσης αυτών και στη συμβολή τους στην καλλιέργεια της γλωσσικής έκφρασης και στον εμπλουτισμό του λεξιλογίου της μητρικής γλώσσας, πριν και μετά την ένταξη των δύο λεξικών του Οργανισμού Εκδό-σεως Διδακτικών Βιβλίων (Ο.Ε.Δ.Β.) στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Στο τέλος, πα-ρατίθενται τα πορίσματα που προέκυψαν από τις δύο έρευνες και διατυπώνονται προ-τάσεις αναφορικά με την αποτελεσματική χρήση των λεξικών μέσα και έξω από το εκπαιδευτικό σχολικό περιβάλλον. Από την ανάλυση των δεδομένων των ερευνών διαπιστώθηκαν τα παρακάτω: -Οι μαθητές σε μεγάλο ποσοστό χρησιμοποιούν το λεξικό περισσότερο στο σπίτι, ενώ η χρήση του στο σχολείο δεν γίνεται σε ικανοποιητικό βαθμό. -Φαίνεται ότι, παρά την εισαγωγή του λεξικού στο σχολείο, δεν έχουν διαφοροποιηθεί οι συνθήκες που αναστέλλουν τη χρήση του μέσα στην τάξη. -Διαπιστώθηκε σημαντική προτίμηση του δείγματος των μαθητών/τριών στη χρήση λεξικού για προσληπτικούς λόγους και κυρίως για την εύρεση της σημασίας των λέ-ξεων. -Τόσο οι μαθητές/τριες όσο και οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης πι-στεύουν ότι η χρήση του λεξικού τούς βοηθάει να εμπλουτίσουν το λεξιλόγιό τους και να καλλιεργήσουν τη γλωσσική τους έκφραση. -Οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης φαίνεται ότι διδάσκουν στρατηγι-κές χρήσης των λεξικών σε μεγάλο ποσοστό 1163 271 271 The association between bilingualism and autism spectrum disorders in pre-school and school age Η συσχέτιση της διγλωσσίας με τις διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού στην προσχολική και σχολική ηλικία Children with Autism Spectrum Disorders (ASD) have severe developmental deficits, especially in the field of communication, whose main qualities are language skills. Acquiring and developing them is a developmental milestone for all children, whether they have one native language, or they are bilingual. Bilingualism – multilingualism in children with autism spectrum disorders (ADHD) does not automatically imply the non-conquest of the two or more languages to which the child is exposed. There are many factors, such as the time of child’s exposure to languages, the time at which each child is exposed to the new language, that affects not only the success or not of the conquest of languages but also affects the degree of conquest and the acquisition of proficiency equally in the languages in which a child is exposed. The purpose of this study is to explore bibliographically possible associations between bilingualism/multilingualism and the evolution of speech in pervasive developmental disorders. Research is focused on whether having two or more languages is helpful to children, whether there is no association or whether children with a developmental disorder cannot function as bilinguals and there are severe language deficits. Bibliographic review of articles was selected to approach the topic, in databases such as Google Scholar, PubMed, ScienceDirect, PsychInfo. The main selection criteria were the age of the children and their diagnosis. The results of the study show that bilingualism in autism spectrum disorders does not necessarily constitute an aggravating factor in psychoemotional development. However, it is necessary to further investigate the relationship and the factors that affect it. Τα παιδιά με διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού (ΔΑΦ) εμφανίζουν σοβαρά αναπτυξιακά ελλείμματα, κυρίως στον τομέα της επικοινωνίας, κύρια χαρακτηριστικά του οποίου είναι οι γλωσσικές δεξιότητες. Η απόκτηση και ανάπτυξη αυτών αποτελεί αναπτυξιακό ορόσημο για όλα τα παιδιά, είτε έχουν μία μητρική γλώσσα είτε είναι δίγλωσσα. Η διγλωσσία-πολυγλωσσία σε παιδιά με αναπτυξιακές διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού (ΔΑΦ) δεν συνεπάγεται αυτόματα τη μη κατάκτηση των δύο ή περισσοτέρων γλωσσών στις οποίες εκτίθεται το παιδί. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες, όπως ο χρόνος έκθεσης του παιδιού στις γλώσσες, η χρονική στιγμή στην οποία το κάθε παιδί εκτίθεται στη νέα γλώσσα, που επηρεάζουν όχι μόνο την επιτυχία ή μη της κατάκτησης των γλωσσών αλλά επίσης επηρεάζουν τον βαθμό κατάκτησης και την απόκτηση επάρκειας εξίσου στις γλώσσες στις οποίες ένα παιδί εκτίθεται. Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνηθούν βιβλιογραφικά πιθανές συσχετίσεις μεταξύ της διγλωσσίας/πολυγλωσσίας και της εξέλιξης του λόγου στις διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές. Οι έρευνες προσανατολίζονται στο αν η κατοχή δύο ή και περισσότερων γλωσσών λειτουργούν βοηθητικά προς τα παιδιά, αν δεν υπάρχει κάποια συσχέτιση ή αν τα παιδιά με κάποια αναπτυξιακή διαταραχή δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως δίγλωσσα και παρατηρούνται έντονα γλωσσικά ελλείμματα Για την προσέγγιση του θέματος επιλέχθηκε η βιβλιογραφική ανασκόπηση άρθρων, σε βάσεις δεδομένων όπως Google Scholar, Pubmed, ScienceDirect, PsychInfo. Βασικά κριτήρια επιλογής αποτέλεσαν η ηλικία των παιδιών και η διάγνωση τους. Τα αποτελέσματα της μελέτης καταδεικνύουν ότι η διγλωσσία στις διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού δεν αποτελεί απαραίτητα επιβαρυντικό στην ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη. Καταδεικνύεται ωστόσο αναγκαία η περαιτέρω διερεύνηση της σχέσης και των παραγόντων που την επηρεάζουν. 1164 23 26 Απόψεις μαθητών για τη συμπεριφορά του / της δασκάλου / ας τους μέσα στη σχολική τάξη. Μια εμπειρική έρευνα σε μαθητές της ΣΤ’ τάξης Δημοτικού Σχολείου The students’ perspectives about their teacher’s behavior in a classroom context. An empirical research about students of the 6th grade attenting Elementary School 1165 322 300 Ανοσοϊστοχημική μελέτη (Caspase 3, TUNEL) των νεφρών σε πειραματικό μοντέλο επίμυος -ισχαιμίας / επαναιμάτωσης ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης Purpose: To examine the effect of silibinin renal injury of experimental animals which had undergone specific duration ischemia and liver reperfusion of varying durations. Materials and Methods: For conducting the experiments 63 Rats were used, divided into nine groups: Control group that received sham surgery, and C60, C120, C180 and C240, which underwent 45 minutes liver ischemia and reperfusion of 60, 120, 180 and 240 minutes respectively. Also, silibinin groups Si60, Si120, Si180 and Si240, which underwent 45 minutes liver ischemia and reperfusion of 60, 120, 180 and 240 minutes respectively after receiving silibinin. Immunohistochemical study followed that studied the renal damage through Caspase-3 expression and TUNEL method. Results: Ischemia - reperfusion caused renal lesions relevant to reperfusion time. The C60 group showed lesser degrees of damage in comparison with those of Si60. The group C120 showed no statistically significant difference compared with the Si120 group. The C180 group showed lesions which were statistically greater significantly in comparison with those of Si180. The C240 group showed lesions much higher than those of the Si240 group. Conclusion: Liver ischemia - reperfusion, by its own, caused renal lesions proportional to the duration of the reperfusion time. The histopathologic index rose significantly with time, only for ischemia - reperfusion without silibinin. Contrary, the silibinin animals, a decrease of the hestopathologic index was observed with time, with maximum decrease at 240 minutes. For the 60 minutes reperfusion, silibinin seemed to exacerbate renal damage. For the 120 minutes reperfusion period there was no difference in renal lesions between the two groups. For the 180 minutes period the nephroprotective action of silibinin was clearly revealed, since the Si group lesions were smaller, compared the C group. For the 240 minutes reperfusion period, the statistical analysis of the results showed that the silibinin for this time it has the largest nephroprotective of action,since the damages that the Si group animals suffered, were significantly lower than the respective group C. Σκοπός: η μελέτη της επίδρασης της σιλιμπινίνης στη νεφρική βλάβη των πειραματόζωων τα οποία είχαν υποστεί συγκεκριμένης διάρκειας ισχαιμία και διαφορετικής διάρκειας επαναιμάτωση ήπατος. Υλικό και μέθοδος: Για τη διενέργεια των πειραμάτων χρησιμοποιήθηκαν 63 επίμυες σε εννέα ομάδες: ομάδα μάρτυρας που υπέστη εικονική επέμβαση και οι ομάδες ελέγχου C60, C120, C180 και C240, οι οποίες υπέστησαν ισχαιμία ήπατος διάρκειας 45 λεπτών και επαναιμάτωση διάρκειας 60, 120, 180 και 240 λεπτών αντίστοιχα. Επίσης, ομάδες σιλιμπινίνης Si60, Si120, Si180 και Si240, οι οποίες υπέστησαν ισχαιμία ήπατος διάρκειας 45 λεπτών και επαναιμάτωση διάρκειας 60, 120, 180 και 240 λεπτών αντίστοιχα αφού προηγουμένως τους είχε χορηγηθεί σιλιμπινίνη. Ακολούθησε ανοσοϊστοχημική μελέτη όπου μελετήθηκε η νεφρική βλάβη μέσω της έκφρασης της Caspase-3 και της μεθόδου TUNEL.Αποτελέσματα: Τα πειραματόζωα ισχαιμίας - επαναιμάτωσης, παρουσίασαν νεφρικές βλάβες ανάλογες του χρόνου επαναιμάτωσης. Η ομάδα C60 παρουσίασε μικρότερου βαθμού βλάβες σε σχέση με τις αντίστοιχες της Si60. Η ομάδα C120 δεν παρουσίασε διαφορά στατιστικά σημαντική σε σχέση με την ομάδα Si120. Η ομάδα C180 παρουσίασε βλάβες μεγαλύτερες σε σχέση με τις αντίστοιχες της Si180. Η ομάδα C240 παρουσίασε βλάβες πολύ μεγαλύτερες σε σχέση την Si240.Συμπεράσματα: Η ισχαιμία - επαναιμάτωση ήπατος, αυτή καθαυτή, προκάλεσε νεφρικές βλάβες ανάλογες της χρονικής διάρκειας της επαναιμάτωσης. Ο ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε σημαντικά σε συνάρτηση με το χρόνο μόνο για τα πειραματόζωα ισχαιμίας - επαναιμάτωσης χωρίς σιλιμπινίνη. Αντιθέτως, για τα πειραματόζωα σιλιμπινίνης, ο ιστοπαθολογικός δείκτης μειώθηκε με την πάροδο του χρόνου, με μέγιστη μείωση στα 240 λεπτά.Για επαναιμάτωση διάρκειας 60 λεπτών, η σιλιμπινίνη φάνηκε να επιδείνωσε τη νεφρική βλάβη. Για διάρκεια επαναιμάτωσης 120 λεπτών δεν υπήρξε διαφορά στις νεφρικές βλάβες των δυο ομάδων. Για διάρκεια επαναιμάτωσης 180 λεπτών φάνηκε ξεκάθαρα η νεφροπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης, αφού οι βλάβες της ομάδας. 1166 170 194 The surrogacy, an assisted reproductive technology (ART), involves third party or parties and it is a potential or the only option for a certain group of infertile couples for child-bearing. Establishes a complex and extended reproductive unit––the “surrogacy triad” consisting of the intending parents, the surrogate mother and the child-offspring. This method is still controversial because it challenges and disrupts two traditional concepts that have long been established mostly in the world that is: motherhood and family. It disassociates motherhood from significant biological events, such as pregnancy and childbirth and forms a complex family type. The complexity of surrogacy causes cultural and psychosocial concerns and also raises ethical, medical, psychological and legal issues. This study aims to attempt a medical, legal and psychological approach to surrogacy. It studies the medical indications and risks and examines the legislative framework in Greece for the setting of the method. Finally analyzes the characteristics of the members of the surrogacy triad, their relationships, their motivation and the effects of that arrangement on their lives. Η παρένθετη μητρότητα περιλαμβάνεται στις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με συμμετοχή τρίτου ή τρίτων προσώπων και αποτελεί πιθανή ή τη μοναδική επιλογή τεκνοποίησης για μια κατηγορία υπογόνιμων ζευγαριών. Το «τρίπτυχο της παρένθετης μητρότητας» συνιστά μια σύνθετη και ευρύτερη αναπαραγωγική μονάδα, που αποτελείται από τους υποψήφιους γονείς, την παρένθετη μητέρα και το παιδί-απόγονο που προκύπτει. H μέθοδος αυτή παραμένει αμφιλεγόμενη, διότι αμφισβητεί και θίγει δύο παραδοσιακούς θεσμούς που έχουν εδώ και καιρό εδραιωθεί στον κόσμο μας: τη μητρότητα και την οικογένεια. Αποδεσμεύει, δηλαδή, τη μητρότητα από σημαντικά βιολογικά γεγονότα, όπως την κύηση και τον τοκετό και διαμορφώνει μια πολυσύνθετη μορφή οικογένειας. Η πολυπλοκότητα της παρένθετης μητρότητας προκαλεί πολιτισμικές και ψυχοκοινωνικές ανησυχίες, καθώς επίσης “γεννά καινοφανή προβλήματα ηθικού, ιατρικού, ψυχολογικού και νομικού χαρακτήρα”( Κουνουγέρη- Μανωλεδάκη, 2012). Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να επιχειρήσει μια ιατρική, νομική και ψυχολογική προσέγγιση της παρένθετης μητρότητας. Να μελετήσει τις ιατρικές ενδείξεις και τους κινδύνους που ελλοχεύουν και να εξετάσει το νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας που διέπει την εφαρμογή αυτής της μεθόδου. Τέλος να αναλύσει τα χαρακτηριστικά των μελών αυτού του τρίπτυχου της παρένθετης μητρότητας, τις σχέσεις μεταξύ τους, τα κίνητρα τους και τις επιπτώσεις της συμφωνίας αυτής στη ζωή τους. 1167 205 152 The incidence of Modern Greek prefixes in schoolbooks: the case of 4th, 5th, 6th grade schoolbooks of minority primary schools. Η συχνότητα των προθημάτων στα βιβλία των τάξεων Δ’,Ε’,ΣΤ’ των μειονοτικών δημοτικών σχολείων In the present study, the incidence of prefixes in Modern Greek language in the school books which students have been taught in the last three yearsin the minority schools in Greece will be investigated. The minority of Muslims lives in Thrace, where schools for minorities operate in order to provide students who use Greek as a second language with intercultural education. The Greek language educational programme includes the use of school books which should be appropriate to the specific educational needs of the children of the Muslim minority who learn Greek as a second language. The theoretical part of the study deals with issues which are related to the morphology and instruction of the Modern Greek language and in particular, the instruction of the vocabulary to bilingual students. In respect to the empirical part of the study, a variety of prefixes is existent in coursebooks in a different frequency rate. The most frequently used prefix is -παρά,whereas the least frequently used prefix is -εις. Specific techniques of instruction are suggested through the use of the data that has been used concerning the instruction pf prefixes. Στην παρούσα μελέτη διερευνούμε τη συχνότητα εμφάνισης των νεοελληνικών προθημάτων στα σχολικά εγχειρίδια τα οποία χρησιμοποιούνται για τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας στα μειονοτικά σχολείακαι, πιο συγκεκριμένα, στις Δ’, Ε’ και Στ’ τάξεις. Στις περιοχές της Θράκης, όπου ζει η μουσουλμανική μειονότητα, λειτουργούν δημοτικά μειονοτικά σχολεία, τα οποία παρέχουν διαπολιτισμική εκπαίδευση στα παιδιά τα οποία,διδάσκονται την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα. Στο θεωρητικό μέρος της μελέτης εξετάζονται θέματα που αφορούν στη μορφολογία και τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας, ειδικά τη διδασκαλία του λεξιλογίου σε δίγλωσσους μαθητές. Στο εμπειρικό μέρος, σχολικά εγχειρίδια τα οποία μελετήσαμε, απαντούν πολλά προθήματα, άλλα πιο συχνά και άλλα σπανιότερα. Το συχνότερο πρόθημα το οποίο συναντάται συνολικά είναι το πρόθημα παρα-, ενώ το πιο σπάνιο είναι το πρόθημα εισ-. Μέσα από τη χρήση των δεδομένων που αντλήθηκαν όσον αφορά τη διδασκαλία των προθημάτων, προτείνονται συγκεκριμένες τεχνικές διδασκαλίας. 1168 235 227 Introduction: Sleep disorders are common in patients with rheumatic diseases, but often remain undiagnosed. The aim of this study was to investigate the prevalence of insomnia, daytime sleepiness and fatigue in patients with various rheumatic diseases and to investigate possible differences according to the gender. Patients - Methods: 100 (37 males) consecutive outpatients, who visited the Rheumatology Clinic of the General Hospital of Kavala, were included in the study. For insomnia and daytime sleepiness assessment Athens Insomnia Scale (AIS) and Epworth Sleepiness Scale (ESS) questionnaires were used, respectively, while assessment of fatigue was made using the Fatigue Severity Scale (FSS). Additionally anthropometric data and medical history / medication were recorded. Results: Insomnia (AIS> 6) was reported by 35 patients (35%), daytime sleepiness (ESS> 10) 27 (27%) and fatigue (FSS> 36) by 35 (35%). No significant association was found with any anthropometric, laboratory or other factor associated with the main rheumatologic disease. Between the two sexes were not found difference in the proportion of rheumatic diseases (p = 0.764), age (p = 0.838) and BMI (p = 0.523). Women showed a significantly higher rate of insomnia compared to men (44.4 % versus 18.9%, p = 0.010). No differences in the prevalence of daytime sleepiness (p = 0.477) and fatigue (p = 0.200) were observed. Conclusions: Sleep disorders are observed in a large proportion of patients with rheumatologic diseases. The prevalence of insomnia is higher in females. Εισαγωγή: Οι διαταραχές του ύπνου είναι συχνές σε ασθενείς με ρευματολογικά νοσήματα αλλά συνήθως παραμένουν αδιάγνωστες. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση του επιπολασμού της αϋπνίας, της ημερήσιας υπνηλίας και της κόπωσης σε ασθενείς με διάφορα ρευματολογικά νοσήματα και η διερεύνηση πιθανών διαφορών ανάλογα με το φύλο. Ασθενείς – Μέθοδοι: 100 (37 άρρενες) διαδοχικοί ασθενείς, που επισκέφθηκαν τα Ε.Ι. της Ρευματολογικής Κλινικής του ΠΓΝ Καβάλας, συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Για την εκτίμηση της αϋπνίας και της ημερήσιας υπνηλίας χρησιμοποιήθηκαν τα ερωτηματολόγια Athens Insomnia Scale (AIS) και Epworth Sleepiness Scale (ESS) αντίστοιχα ενώ η εκτίμηση της κόπωσης έγινε με τη χρήση της Fatigue Severity Scale (FSS). Επιπρόσθετα έγινε καταγραφή ανθρωπομετρικών στοιχείων και του ιατρικού ιστορικού/φαρμακευτικής αγωγής. Αποτελέσματα: Αϋπνία (AIS>6) αναφέρθηκε από 35 ασθενείς (35%), ημερήσια υπνηλία (ESS>10) 27 (27%) και κόπωση (FSS>36) από 35. Δε βρέθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση αυτών των διαταραχών με σωματομετρικούς, εργαστηριακούς ή άλλους παράγοντες που σχετίζονται με τη νόσο. Μεταξύ των 2 φύλων δε διαπιστώθηκε διαφορά στην αναλογία των ρευματικών παθήσεων (p=0,764), την ηλικία (p=0,838) και τον ΒΜΙ (p=0,523). Οι γυναίκες εμφάνισαν σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό παθολογική αϋπνία σε σχέση με τους άνδρες (44,4% έναντι 18,9%, p=0,010). Δεν παρατηρήθηκε ωστόσο διαφορά ως προς τον επιπολασμό της ημερήσιας υπνηλίας (p=0,477) και της κόπωσης (p=0,200). Συμπεράσματα: Διαταραχές του ύπνου παρατηρούνται σε μεγάλο ποσοστό των ρευματολογικών ασθενών. Οι γυναίκες ασθενείς εμφανίζουν συχνότερα αϋπνία συγκριτικά με τους άνδρες. 1169 182 205 Science teaching self-efficacy of pre-service and in-service teachers Αυτο-αποτελεσματικότητα υπηρετούντων και μελλοντικών εκπαιδευτικών στη διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών This work aims to investigate and compare the science teaching self-efficacy of pre-service and in-service elementary teachers in Greece. The relationships between self-efficacy, gender, previous science experience and years of teaching experience are also studied. For this purpose, a structured questionnaire was administered to a sample of pre-service teachers of the Primary Education Department in the Democritus University of Thrace, as well as to a sample of in-service teachers in Alexandroupoli and Komotini. Results indicated that science teaching self-efficacy and outcome expectancy do not differ with gender and years of teaching experience. On the contrary, previous experience with science university courses is positively correlated with science teaching self-efficacy but science university courses do not affect outcome expectancy. Also, in-service teachers have greater science teaching self-efficacy than pre-service teachers, but the latter group seems to expect better science teaching outcomes than the former. These findings highlight the importance of science teaching self-efficacy as a major factor that influences teaching quality and has to be taken into consideration in the process of designing teacher preparation programs. Η εργασία αυτή έχει ως βασικό σκοπό να μελετήσει και να συγκρίνει την αυτο-αποτελεσματικότητα μελλοντικών και υπηρετούντων εκπαιδευτικών στη διδασκαλία Φυσικών Επιστημών (Φ.Ε.) και τη σχέση που ενδεχομένως υπάρχει ανάμεσα στην αυτο-αποτελεσματικότητα και το φύλο, την προηγούμενη εμπειρία από πανεπιστημιακά μαθήματα και την προϋπηρεσία του εκπαιδευτικού. Για το σκοπό αυτό, χορηγήθηκε ένα δομημένο ερωτηματολόγιο σε δείγμα προπτυχιακών φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δ.Π.Θ., καθώς και σε δείγμα υπηρετούντων εκπαιδευτικών από σχολεία της Κομοτηνής και της Αλεξανδρούπολης. Τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας έδειξαν πως η αντίληψη αυτο-αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών και τα προσδωκόμενα μαθησιακά αποτελέσματα από τη διδασκαλία των Φ.Ε. δε διαφέρουν ως προς το φύλο και τα χρόνια προϋπηρεσίας του εκπαιδευτικού. Αντίθετα, βρέθηκε ότι η εμπειρία των εκπαιδευτικών από μαθήματα των Φ.Ε. σχετίζεται θετικά με την αυτο-αποτελεσματικότητα, αλλά όχι και με τα προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα. Τέλος, οι υπηρετούντες εκπαιδευτικοί δηλώνουν μεγαλύτερη αυτο-αποτελεσματικότητα στη διδασκαλία των Φ.Ε. από τους μελλοντικούς, αλλά οι τελευταίοι προσδοκούν καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα από τη διδασκαλία των Φ.Ε. Τα παραπάνω ευρήματα αναδεικνύουν τη σημαντικότητα της αντίληψης αυτο-αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών, ως παράγοντα που επηρεάζει την ποιότητα της διδασκαλίας και στον οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στο πλαίσιο προγραμμάτων εκπαίδευσης μελλοντικών δασκάλων 1170 168 195 views of parents with children with disabilities and/or special educational needs απόψεις γονέων με παιδιά με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες The present project explores the views of parents of children with disabilities and/or special educational needs (SEN) with regards to their communication with the school. More specifically, the project tin vest gates the parents’ views concerning the overall communication that had with the teachers and the rest educational staff of the school, their first communication with them, the content, as well as the obstacles regarding their communication. Research followed a qualitative framework. Data was collected through 20 semi-structured interviews with parents of students with disabilities and/or SEN (through telephone and physical contact) from different areas of Greece. The data was an analyzed through the method of thematic analysis. The results showed that parents communicate with their children’s educators mainly through meetings inside the school or through telephone conversation. Children behaviour and educational progress is the main focus of the discussions.Τhe busy schedule of educators and parent often becomes a very important obstacle in their cooperation and communication. Η παρούσα εργασία διερευνά την οπτική των γονέων με παιδιά με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΕΕΑ) όσον αφορά την επικοινωνίας τους με το σχολείο. Ειδικότερα, ερευνά τις απόψεις των γονέων σχετικά με την γενικότερη επικοινωνία τους με τους εκπαιδευτικούς, το υπόλοιπο προσωπικό του σχολείου, την πρώτη επαφή που είχαν μαζί τους, το περιεχόμενο της συζήτησης, καθώς και τα εμπόδια που υπάρχουν στην μεταξύ τους επικοινωνία. Μέσω της ποιοτικής μεθοδολογίας και πιο συγκεκριμένα των ημί-δομημένων συνεντεύξεων πραγματοποιήθηκε η συλλογή δεδομένων. Πραγματοποιήθηκαν 20 συνεντεύξεις με γονείς παιδιών με αναπηρία ή/και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (δια ζώσης και τηλεφωνικές) από διαφορετικές περιοχές της Ελλάδος, των οποίων τα παιδιά τους φοιτούν σε διαφορετικές σχολικές βαθμίδες. Η ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων έγινε με τη μέθοδο της θεματικής ανάλυσης του περιεχομένου. Διαπιστώνεται ότι η επικοινωνία των γονέων με τους εκπαιδευτικούς διεκπεραιώνεται κυρίως μέσω συναντήσεων στο χώρο του σχολείου είτε μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας. Η συμπεριφορά του παιδιού και η μαθησιακή του εξέλιξη είναι το επίκεντρο των συζητήσεων. Πολλές φορές, ο μεγάλος φόρτος εργασίας, από τη μεριά των γονέων αλλά και από τη μεριά των εκπαιδευτικών αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην συνεργασία τους. 1171 127 150 Homosexuality in the discourse of Senior students of Department of Educational Sicences in Early Childhood and Department of Primary Eduation: Possilbe issues of managment in the classroom Η ομοφυλοφιλία στον λόγο των τεταρτοετών φοιτητών του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία και του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης: Πιθανά ζητήματα διαχείρισης στην σχολική τάξη The present research examines the ways potential educators refer to issues related to homosexuality and the way modern homophobia appears in their talk. At first the two forms of prejudice, Old-fashioned and Modern, as well as their subcategories were analyzed. Secondly, we studied homosexuality and more specifically its history, LGBTQI+ rights, studies referred to homosexuality and the factors which contribute to reform opinions about homosexuality. Through interviews with future teachers the data which collected, were categorized and were analyzed based on discourse analysis. Finally, conclusions and implications of the study were presented, while simultaneously ideas for future research were suggested. Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο μελλοντικοί εκπαιδευτικοί αναφέρονται σε θέματα που αφορούν την ομοφυλοφιλία και πως μέσα από τον λόγο τους παρουσιάζεται η μοντέρνα ομοφοβία. Στην αρχή αναλύονται οι δύο κύριες μορφές προκατάληψης, Παραδοσιακή και Μοντέρνα, και οι υποκατηγορίες τους. Ακολουθεί η μελέτη της ομοφυλοφιλίας και πιο συγκεκριμένα της ιστορίας της, τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων, οι έρευνες που την αφορούν και οι παράγοντες που συμβάλλουν στην διαμόρφωση των απόψεων όσον αφορά την ομοφυλοφιλία. Μέσα από συνεντεύξεις με μελλοντικούς εκπαιδευτικούς συγκεντρώθηκαν δεδομένα, κατηγοριοποιήθηκαν και αναλύθηκαν με βάση την τεχνική της ανάλυσης λόγου. Τέλος, παρουσιάστηκαν τα συμπεράσματα της έρευνας, οι περιορισμοί που αντιμετωπίστηκαν κατά την διάρκεια εκπόνησης της εργασίας και της έρευνας, ενώ παράλληλα προτάθηκαν και ιδέες για μελλοντική έρευνα. 1172 293 316 A teaching approach of geometric shapes within computational settings for preschool students Μια διδακτική προσέγγιση των γεωμετρικών σχημάτων με υπολογιστικά περιβάλλοντα σε μαθητές προσχολικής ηλικίας The aim of this study was to design, implement and evaluate an ICT-based teaching intervention, based on the Van Hiele model, to aid preschool students in correctly identifying geometric shapes. The intervention included a series of activities via the use of a custom digital application, developed for the aims of the research, as well as student group activities. The study followed a quasi-experimental design, with both the intervention and control groups assessed before and after the intervention. The sample consisted of a total of 32 preschool students, 17 girls and 15 boys, 18 of whom were four years old and 14 five years old. Students were randomly assigned to two groups, the intervention and the control group, while efforts were made to maintain a gender balance in both groups. The research instrument used to evaluate the intervention was a questionnaire with geometric shape recognition activities, whereas participants were also asked to justify their responses. Data analysis showed a significant improvement in the recognition of geometric shapes in the intervention group; differences between infants and preschoolers were also observed. Specifically, four-year-olds showed a significant improvement in the recognition of all shapes, whereas five-year-olds correctly identified squares and triangles. The circle activity was easy for five-year-old children, but no improvement was found for rectangles. With regard to children’s justifications, both age groups mainly focused on visual features that distinguish the shapes, but there was also a group of students that identified the properties of the shapes. Overall, the improvement was more obvious for the four-year than it was for the five-year old children. The study results are in line with research efforts that outline the importance of utilizing ICT in preschool mathematics education. Στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η αξιολόγηση μιας διδακτικής παρέμβασης με τη χρήση ΤΠΕ για την αναγνώριση γεωμετρικών σχημάτων κατά Van Hiele από μαθητές προσχολικής ηλικίας. Η παρέμβαση περιλάμβανε μια σειρά από δραστηριότητες μέσω μιας ψηφιακής εφαρμογής που αναπτύχθηκε για τους σκοπούς της έρευνας, καθώς και σε ομαδικές δραστηριότητες των μαθητών. Στο πλαίσιο της έρευνας, υιοθετήθηκε ένας προ-πειραματικός ερευνητικός σχεδιασμός με μία ομάδα παρέμβασης και μία ομάδα ελέγχου, που αξιολογήθηκαν πριν και μετά την παρέμβαση. Το δείγμα αποτέλεσαν συνολικά 32 μαθητές προσχολικής ηλικίας, 17 κορίτσια και 15 αγόρια, από τους οποίους οι 18 ήταν τεσσάρων ετών και οι 14 πέντε ετών. Οι μαθητές τοποθετήθηκαν με κλήρωση σε δύο επιμέρους ομάδες, μία ομάδα παρέμβασης και μία ομάδα ελέγχου, ενώ έγινε προσπάθεια ώστε να διατηρηθεί στις δύο ομάδες η αναλογία ως προς το φύλο. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της παρέμβασης ήταν ένα ερωτηματολόγιο με δραστηριότητες αναγνώρισης γεωμετρικών σχημάτων, ενώ ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να τεκμηριώσουν τις απαντήσεις τους. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έδειξε σημαντική βελτίωση στην αναγνώριση γεωμετρικών σχημάτων στην ομάδα παρέμβασης, αλλά παρατηρήθηκαν και επιμέρους διαφορές μεταξύ νηπίων και προνηπίων. Συγκεκριμένα, τα προνήπια παρουσίασαν σημαντική βελτίωση στην επιλογή όλων των σχημάτων, ενώ τα νήπια κυρίως στα σχήματα του τετραγώνου και του τριγώνου. Η δοκιμασία των κύκλων ήταν εύκολη για τα νήπια, ενώ σε αυτή των ορθογωνίων δεν παρατηρήθηκε βελτίωση. Αναφορικά με την τεκμηρίωση των απαντήσεων των παιδιών φάνηκε ότι τόσο τα νήπια όσο και τα προνήπια επικεντρώθηκαν κυρίως σε οπτικά χαρακτηριστικά που διέκριναν στα σχήματα, αλλά υπήρχαν και ορισμένες περιπτώσεις μαθητών που διέκριναν τις ιδιότητες των σχημάτων. Συνολικά, η βελτίωση ήταν μεγαλύτερη για τα προνήπια σε σχέση με τα νήπια. Τα αποτελέσματα της έρευνας έρχονται σε συμφωνία με αντίστοιχες έρευνες που επισημαίνουν τη σημασία αξιοποίησης των ΤΠΕ στη μαθηματική εκπαίδευση για την προσχολική ηλικία. 1173 320 322 Charter of Fundamental Rights of the European Union (2000 December 7) Το ζήτημα της οριζόντιας εφαρμογής (τριτενέργειας) των δικαιωμάτων του Ευρωπαϊκού Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων The horizontal effect of fundamental rights has attracted the attention of contemporary legal science and became a field of controversies. Every state has its own view on it. Τhe so-called ‘third party effect’ (Drittwirkung) has occupied the European Union due to the enshrined fundamental economic freedoms and the legally binding Charter of EU since 1st December of 2009. The present dissertation deals with the issue of horizontality of the Charter ‘s rights. The first part begins with the definition of the horizontal effect as well as its significance, combined with historical references concerning the legal sociology. Next follows an explanation about the access, conversion and the development of the ‘horizontality theory’ within European legal order. The pleathora of terms used to describe this theory reflects its origin as well as its close connection with the ‘direct effect’ theory. The first part closes with an overview of the ECJ decisions over the issue based on the classification of the sources of european union law. The second part begins with a brief summary of the jurisprudence development on the protection of the fundamental rights in Europe culminating in the establishment of the Charter and the 2/2013 negative opinion about the accession of the EU to the European Convention of Human Rights. Αn emphasis is put on the Charter, especially on its content and on the legal limitations of its scope. Given that, the second part continues with an overview of the ECJ ‘s case-law in a chronological order after the Charter came into force. The goal is to find a method, based on certain criteria developed by the Court and the legal scholars, which affords to find out when a fundamental right of the Charter is applicable between private parties. Finally, the assignment concludes with the results of the overall analysis and the writer ΄s personal thoughts over the matter discussed. Το ζήτημα της εφαρμογής των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών έχει προκαλέσει ζωηρό ενδιαφέρον και αντιπαραθέσεις στη σύγχρονη νομική επιστήμη. Η αντιμετώπιση του διαφέρει σε κάθε έννομη τάξη. Η λεγόμενη τριτενέργεια (Drittwirkung) απασχολεί και την Ενωσιακή έννομη τάξη, δεδομένης της κατοχύρωσης θεμελιωδών οικονομικών ελευθεριών και από 1ης Δεκεμβρίου 2009 της ισχύος του Ενωσιακού Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τη προβληματική της τριτενέργειας των δικαιωμάτων που κατοχυρώνει ο Χάρτης. Στο πρώτο μέρος παρουσιάζεται η έννοια και η σημασία της τριτενέργειας, σε συνδυασμό με στοιχεία ιστορικά που άπτονται της κοινωνιολογίας του δικαίου. Στη συνέχεια, εξηγείται πως η έννοια της τριτενέργειας εντάσσεται, μετουσιώνεται και εξελίσσεται στους κόλπους της ΕΕ. Η πανσπερμία όρων που χρησιμοποιείται στο ευρωπαϊκό δίκαιο για την αντιμετώπιση του ζητήματος αντικατοπτρίζει όχι μόνο τις νομικές καταβολές της τριτενέργειας, αλλά και την σύνδεση της με τη θεμελιώδη έννοια της άμεσης ισχύος ή άμεσου αποτελέσματος. Ακολουθεί η καταγραφή της νομολογίας του ΔΕΕ για τον τρόπο ανάπτυξης οριζόντιας άμεσης ισχύος για κάθε μία από τις πηγές του ευρωπαϊκού δικαίου. Το δεύτερο μέρος ξεκινάει με μία συνοπτική ανάπτυξη της νομολογιακής εξέλιξης στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός των Κοινοτήτων, καταλήγοντας στην κατοχύρωση του Χάρτη και την αρνητική γνωμοδότηση 2/2013 του ΔΕΕ σχετικά με την «είσοδο» της ΕΕ στην ΕΣΔΑ. Έμφαση δίνεται στο κείμενο του Χάρτη, τόσο μέσα από τη σύντομη παρουσίαση του περιεχομένου του όσο και μέσα από την ανάπτυξη των νομικών περιορισμών στην εφαρμογή του. Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, επιχειρείται μία επισκόπηση των κυριότερων αποφάσεων του ΔΕΕ στο ζήτημα της τριτενέργειας των δικαιωμάτων του Χάρτη κυρίως με χρονολογική σειρά, μετά τη θέση του σε ισχύ. Στόχος είναι η ανεύρεση κριτηρίων που διαμορφώθηκαν είτε νομολογιακά είτε στο πλαίσιο ακαδημαϊκού διαλόγου, ως αξιόπιστα μέσα για την διαπίστωση της οριζόντιας εφαρμογής των διατάξεων του ΧΘΔΕ. Η εργασία καταλήγει στα συμπεράσματα που περιλαμβάνουν γενικές διαπιστώσεις σχετικά με το σύνολο της μελέτης και προσωπικές σκέψεις. 1174 214 206 The views of the administrative personnel of the Secretariat about their role in the steady operation of the Academic Department Απόψεις Διοικητικών Υπαλλήλων της Γραμματείας για το ρόλο τους στην εύρυθμη λειτουργία του Πανεπιστημιακού Τμήματος This theoretical and research dissertation studies the role that the administrative personnel of the secretariat of the University of Thrace faculties, plays in the organization of the university. The aim of the dissertation is to record and investigate the opinion of the administrative personnel regarding the operation of the secretariat, in order to denote their contribution in the steady operation of the departments and the university in general. During the research, nine semi structured interviews of current administrative personnel of the Democritus University of Thrace were conducted in the cities of Xanthi, Komotini, Alexandroupolis and Orestiada. The dissertation attempts to investigate the role, work objectives, training and professional development of the administrative personnel and records the difficulties they face in the work environment, the personal relations of the members involved, together with the way of interaction between them and the students. The theoretical and the investigative part of this dissertation comes to the conclusion that the administrative personnel of the secretariat consists an important part of the University's work force as they contribute in the steady and smooth operation of the institution by adopting the rules of the university and a formal managerial behavior. Η παρούσα θεωρητική και ερευνητική εργασία πραγματεύεται το ρόλο που διαδραματίζουν οι διοικητικοί υπάλληλοι των γραμματειών πανεπιστημιακών τμημάτων στην οργάνωση του Πανεπιστημίου. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι να καταγραφούν και να διερευνηθούν οι απόψεις των ίδιων των διοικητικών υπαλλήλων σχετικά με τη λειτουργία των γραμματειών, με σκοπό να διαφανεί η συμβολή τους στην εύρυθμη λειτουργία τόσο των τμημάτων όσο και του πανεπιστημίου γενικότερα. Στα πλαίσια της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθησαν εννέα ημιδομημένες συνεντεύξεις από εν ενεργεία διοικητικούς υπαλλήλους γραμματειών τμημάτων του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στις πόλεις της Ξάνθης, της Κομοτηνής, της Αλεξανδρούπολης και της Ορεστιάδας. Στην εργασία επιχειρείται η έρευνα του ρόλου, του εργασιακού αντικειμένου, της επιμόρφωσης και της επαγγελματικής εξέλιξης των διοικητικών υπαλλήλων και καταγράφονται οι δυσχέρειες κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, οι διαπροσωπικές σχέσεις ανάμεσα σε όλα τα εμπλεκόμενα μέλη, αλλά και ο τρόπος αλληλεπίδρασης διοικητικών υπαλλήλων και φοιτητών. Τόσο από το θεωρητικό όσο και από το ερευνητικό μέρος της εργασίας προκύπτει ότι οι διοικητικοί υπάλληλοι των γραμματειών αποτελούν σημαντικό κομμάτι του ανθρώπινου δυναμικού του πανεπιστημίου, καθώς μέσα από την τήρηση των νόμων και των κανόνων ορθής διοικητικής συμπεριφοράς, συμβάλλουν στην εύρυθμη και αρτιότερη λειτουργία του ιδρύματος. 1175 87 92 In the first unit there is the history of music in Europe starting from ancient Greece till today. We focus more on how composers wrote music based on lyrics or poems. In the second unit we mention the biographies of the composers and the poets we are to investigate their music and poets. In the third unit we investigate and analyze the poets and the music written based on the poems. In the fourth unit we extract our conclusions after reading the analysis of the third chapter. Η εργασία κάνει στην αρχή μία ιστορική αναδρομή από την αρχαιότητα έως σήμερα για την μουσική και ιδιαίτερα για την εξέλιξη της μουσικής και της μελοποίησης από την πρώτη εμφάνιση της μουσικής στην Ευρώπη μέχρι και σήμερα. Το δεύτερο μέρος αναφέρει τις βιογραφίες των ποιητών και μουσικών των οποίων τα έργα αναλύουμε παρακάτω. Στο τρίτο μέρος έχουμε την φιλολογική και μουσική ανάλυση των έργων (ποιημάτων και μουσικής) που είναι μελοποιημένα. Στο τέταρτο και τελευταίο μέρος εξάγουμε τα συμπεράσματα μας βασιζόμενοι στις συγκρίσεις και στις αναλύσεις των έργων που γίνεται στο προηγούμενο κεφαλαίο. 1176 311 366 Συμμετοχή των ιών της γρίπης, του ιού του αναπνευστικού συγκυτίου (RSV) και του ανθρώπειου μεταπενυμονοΐού σε περιστατικά γριπώδους συνδρόμου σε παιδιά <6 ετών στην Βόρεια Ελλάδα. The respiratory tract infections are common causes of morbidity and mortality in infants and children worldwide. They can be caused from various caues and sometimes those are undiagnosed. Influenza virus is a common cause of respiratory infections, causing epidemics every year. (CDC, 2016b) Human respiratory syncytial virus (RSV) is the most common cause of morblity and mortality in infants and children. (Μπουσιάκου, 2007) Furthermore, the human metapneumovirus (hMPV) can cause respiratory infections in people of all ages, but especially in children. (Lévy et al., 2013) The aim of the present thesis is to investigate a possible association between these three respiratory viruses (influenza virus, RSV and hMPV) in children under 6 years old, with respiratory infection, during 2015-2016 in Northern Greece. The samples of the study, which were pharyngeal swabs, collected from the National Reference Center for influenza in Northern Greece, which is located at Laboratory Department of Medical School of Aristotle University of Thessaloniki. 146 specimens, belonging to children aged 0-6 years (65 female and 77 male) were tested. RNA was extracted and a reversal real-time PCR reaction was performed for the detection of the viruses.According to our results, influenza virus was detected in 60 samples (41%), hMPV in 21 samples (14.4%) and RSV in 3 samples (2.1%). From the positive samples for influenza virus the dominant subtype was Α(H1N1)pmd2009. Males were mostly infected by influenza virus and hMPV (44.8%, 16.9%), such as by RSV (1.4% male and 0.7% female). Children belonging to the 0-6 months age group was mostly infected by influenza virus and RSV, hMPV appeared at a similar rate in all age groups. Only 3 cases positive for influenza (H1N1 pmd2009) and four positive for hMPV developed pneumonia. No RSV positive sample showed signs of pneumonia. Finally, only 1 case positive for hMPV and 1 positive for Influenza virus were admitted to the Intensive Care Unit (ICU). Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος αποτελούν συχνή αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας σε βρέφη και παιδιά παγκοσμίως. Οι αιτίες τους ποικίλουν, ενώ πολλές φορές οι λοιμώξεις αυτές παραμένουν αδιάγνωστες. Ο ιός της γρίπης είναι συχνή αιτία αναπνευστικών λοιμώξεων και προκαλεί ετήσιες επιδημίες παγκοσμίως. (CDC, 2016b). Ο ιός του αναπνευστικού συγκυτίου (RSV) αποτελεί την πλέον συχνή αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας στα νεογνά και μικρά παιδιά. (Μπουσιάκου, 2007). Επίσης, ο ανθρώπειος μεταπνευμονοϊός (hMPV) είναι δυνατόν να προκαλέσει λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος σε άτομα όλων των ηλικιών, κυρίως όμως σε παιδιά. (Lévy et al., 2013) Σκοπός της παρούσης πτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της συμμετοχής των τριών αναπνευστικών ιών (ιός της γρίπης, RSV και hMPV) σε παιδιά ηλικίας κάτω των 6 ετών με λοίμωξη του αναπνευστικού, κατά την περίοδο 2015-2016 στη Βόρεια Ελλάδα. Τα δείγματα της μελέτης ήταν φαρυγγικά επιχρίσματα και εκπλύματα, τα οποία συλλέχτηκαν από το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς Γρίπης Βορείου Ελλάδος που εδράζεται στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας, της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Μελετήθηκαν συνολικά 146 δείγματα, που ανήκαν σε παιδιά ηλικίας 0 έως 6 ετών (65 θήλυ και 77 άρρεν). Σε αυτά έγινε απομόνωση του RNA και στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε αντίστροφη real-time PCR για την ανίχνευση των ανωτέρω ιών.Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μας, ο ιός της γρίπης ανιχνεύθηκε σε 60 δείγματα (41%), σε 21 δείγματα (14,4%) ο ιός hMPV και σε 3 δείγματα (2,1%) ο ιός RSV. Από τα θετικά για τον ιό της γρίπης δείγματα, ο υπότυπος που κυριάρχησε ήταν ο Α(H1N1) pmd2009. Οι άρρενες μολύνθηκαν κυρίως από τον ιό της γρίπης και τον hMPV (44,8%, 16,9%), όπως και από τον RSV (1,4% άρρεν και 0,7% θήλυ). Επίσης, τα παιδιά που ανήκαν στην ηλικιακή ομάδα των 0 έως 6 μηνών παρουσίασαν τα υψηλότερα ποσοστά μόλυνσης από τον ιό της γρίπης και τον RSV, ενώ ο hMPV ιός εμφανίστηκε σε παρόμοιο ποσοστό σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Μόνο 3 περιστατικά θετικά για γρίπη (ΑH1N1 pmd2009) και 4 θετικά για hMPV ανέπτυξαν πνευμονία. Τέλος, μόνο 1 περιστατικό θετικό για hMPV και 1 περιστατικό θετικό για γρίπη νοσηλεύτηκαν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.). 1177 265 254 Μελέτη επί του συνδρόμου μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης σε ερασιτέχνες αθλητές με μαγνητική αρθρογραφία ισχίου Femoroacetabular impingement (FAI) represents a common etiology of sports hernia and restriction of hip joint movements. The purpose of the present study was to retrospectively evaluate MR imaging findings and intra-articular block results in amateur athletes presenting with symptoms of FAI that were treated arthroscopically.Materials and Methods. During a four year period (January 2014 to January 2018), 197 amateur athletes presented with symptoms of sports hernia and were referred with the possible diagnosis of femoroacetabular impingement. After careful clinical evaluation 27 of them met the diagnostic criteria of the syndrome and were subsequently studied with direct MR arthrography in combination with intra-articular block. All patients were consequently treated by means of arthroscopic therapy. MR arthrographic findings and VAS (Visual Analog Scale) scores pre and post intra-articular block were recorded and were analyzed to verify the clinical suspicion of impingement. Statistical analysis was performed with dedicated software (MedCalc. Statistics Software). Results.Femoroacetabular impingement was verified in all patients (27/27, 100%). Labral tears were depicted in 23 patients by arthroscopy (23/27, 85.2%). High sensitivity and specificity was recorded for MR arthrography regarding acetabular labral tears (97% and 84% respectively). MR arthrography showed a high positive predictive value (PPV) and accuracy for the diagnosis of labral tears (PPV: 95.7% and Accuracy: 93.1%). Evaluation of intra-articular blocks showed a high positive predictive value (PPV) and accuracy for the diagnosis of intra-articular pathology (PPV: 100% and Accuracy: 100%). The mean pain scores pre and post intra-articular blocks were 8 and 2 respectively.Conclusions.MR arthrography in combination with intra-articular block showed a high sensitivity and specificity for the diagnosis of femoroacetabular impingement syndrome. Το σύνδρομο μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης [Femoroacetabular impingement (FAI)] αναγνωρίζεται ως συχνή αιτία αθλητικής βουβωναλγίας (sports hernia) και περιορισμού του εύρους της κινητικότητας της κατ’ισχίον άρθρωσης. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αναδρομική μελέτη των απεικονιστικών ευρημάτων με τη βοήθεια μαγνητικής αρθρογραφίας σε συνδυασμό με ενδαρθρικό block σε ερασιτέχνες αθλητές που αντιμετωπίστηκαν θεραπευτικά με αρθροσκόπηση.Υλικό-Μέθοδος. Σε χρονικό διάστημα 4 ετών (Ιανουάριος 2014-Ιανουάριος 2018), 197 ερασιτέχνες αθλητές παραπέμφθηκαν με την πιθανή διάγνωση συνδρόμου μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης. Από αυτούς 27 πληρούσαν τα κλινικά κριτήρια του συνδρόμου και υποβλήθηκαν σε άμεση μαγνητική αρθρογραφία με ενδαρθρικό block και ακολούθως έγινε αρθροσκοπική αποκατάσταση. Τα ευρήματα της μαγνητικής αρθρογραφίας και του ενδαρθρικού block συσχετίστηκαν με τα αρθροσκοπικά ευρήματα. Η ανταπόκριση στο ενδαρθρικό block μελετήθηκε σε κλίμακα πόνου (VAS score) πριν και μετά την έγχυση. Ολα τα επιμέρους αποτελέσματα αναλύθηκαν στατιστικά (MedCalc. Statistics Software). Αποτελέσματα. Σύνδρομο μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης διαπιστώθηκε σε όλους τους ασθενείς (27/27, 100%). Ρήξη επιχειλίου χόνδρου διαπιστώθηκε αρθροσκοπικά σε 23 ασθενείς (23/27, 85.2%). Διαπιστώθηκε υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα της μαγνητικής αρθρογραφίας στη διάγνωση της ρήξεως του επιχειλίου χόνδρου (97% και 84% αντίστοιχα), με συνοδό υψηλή θετική προγνωστική αξία (PPV 95.7%) και ακρίβεια (Accuracy 93.1%). Η ανταπόκριση στο ενδαρθρικό block ήταν διαγνωστική σε όλους τους ασθενείς (ευαισθησία 100%, θετική προγνωστική αξία (PPV 100%) και ακρίβεια (Αccuracy 100%) με μέση ανταπόκριση σε κλίμακα VAS πόνου από 8 (προεπεμβατικά) σε 2 (μετεπεμβατικά). Συμπεράσματα.Ο συνδυασμός μαγνητικής αρθρογραφίας με ενδαρθρικό block έχει υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα και αυξάνει τη διαγνωστική ταυτοποίηση συνδρόμου μηροκοτυλιαίας πρόσκρουσης. 1178 119 132 The purpose of this research was to study the relationships between the five dimensions of the School Climate (teacher-student relationships, student relationships, how fair the school rules are, students' sense of security at school liking of school), and Cyber-victimization, in a sample of 196 adolescent students of the last two grades of Lyceum (A and B grades of Lyceum), through a questionnaire. According to the results, it was found that participants in the Cyber-victimization perceive safety at school, as well as fair rules at their school, while the opposite was expected. In addition, the results of the research are in line with the prediction that no statistically significant difference will be found between the two sexes and Cyber Victimization. Σκοπός της παρούσας πτυχιακής εργασίας υπήρξε η μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στις πέντε διαστάσεις του Σχολικού Κλίματος (σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικού – μαθητή, σχέσεις μεταξύ των μαθητών, πόσο δίκαιοι θεωρούνται οι κανόνες του σχολείου από τους μαθητές, το αίσθημα ασφάλειας των μαθητών στο σχολείο και το πώς αισθάνονται οι μαθητές για το σχολείο τους), και την Κυβερνο - θυματοποίηση, σε δείγμα 196 έφηβων μαθητών/-τριων, των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου (Α΄ και Β΄ τάξη), μέσω ερωτηματολογίου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε πως, μετέχοντες στην Κυβερνο - θυματοποίηση αντιλαμβάνονται ασφάλεια στο χώρο του σχολείου, όπως επίσης και δίκαιους κανόνες στο σχολείο τους, ενώ αναμενόταν το αντίθετο. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της έρευνας συμφωνούν με την πρόβλεψη που αφορά ότι δεν θα βρεθεί κάποια στατιστική σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα και την Κυβερνο - θυματοποίηση. 1179 142 170 Νεότερες εξελίξεις στη θεραπεία της νυχτερινής ενούρησης στα παιδιά Enuresis is a frequent childhood disorder that affects a child's physical health and its psychosocial development because it is associated with difficulties in integration and socialization, and therefore has various psychological effects. Furthermore, it can be annoying for the child itself and disruptive for the whole family. One in ten children in the age of six has enuresis while the percentage in teenage age is 1-2%. The causes of enuresis are numerous, which complicates the therapeutic approach, including monotherapies, combinations with other drugs or non-medication therapy. The aim of this research is to investigate the current data and the efficacy of the treatment of enuresis as described by international medical sources and the guidelines of the international pediatric communities. Particular reference will be given to the treatment and current therapeutic options available to the pediatric community to address this common pediatric problem. Η ενούρηση αποτελεί συχνή διαταραχή της παιδικής ηλικίας που επηρεάζει τη σωματική υγεία ενός παιδιού και την ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη, διότι σχετίζεται με δυσκολίες στην ένταξη και την ομαλή κοινωνικοποίησή του και κατά συνέπεια έχει διάφορες ψυχολογικές επιπτώσεις. Επιπροσθέτως, μπορεί να είναι ενοχλητική για το ίδιο το παιδί και αποδιοργανωτική για όλη την οικογένεια. Ένα στα δέκα παιδιά ηλικίας έξι ετών αντιμετωπίζει πρόβλημα ενούρησης ενώ το ποσοστό στην εφηβική ηλικία κυμαίνεται στο 1-2%. Οι αιτίες της ενούρησης είναι πολλές, γεγονός που καθιστά περίπλοκη τη διερεύνηση και τη θεραπευτική της προσέγγιση, η οποία περιλαμβάνει μονοθεραπείες, συνδυασμούς φαρμακευτικών ουσιών μεταξύ τους ή με μη φαρμακευτική θεραπεία. Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των νεότερων δεδομένων και της αποτελεσματικότητας της φαρμακευτικής αντιμετώπισης της ενούρησης όπως αναφέρεται από την σύγχρονη διεθνή βιβλιογραφία και τις κατευθυντήριες οδηγίες των διεθνών παιδιατρικών κοινοτήτων. Ιδιαίτερη αναφορά θα πραγματοποιηθεί στην θεραπεία και τις σημερινές θεραπευτικές επιλογές που διαθέτει η παιδιατρική κοινότητα για την αντιμετώπιση αυτού του συχνού παιδιατρικού προβλήματος. 1180 262 290 MMP2 και TIMP2 στο ήπαρ σε μοντέλο ΙΕ ήπατος με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: To investigate whether the antioxidant silibinin can protect against hepatic ischemia and reperfusion injury by determining the expression levels of MMP2 and TIMP2. Materials and Methods: 63 Wistar-type rats, 14-16 weeks old and 220-350 gr weight were divided randomly in 3 groups: Control C (28 rats subjected in liver ischemia reperfusion without silibinin perfusion), Silimbinin group (Si) (28 rats subjected in liver ischemia reperfusion with silimibinin infusion) and Sham group (7 rats were subjected in virtual surgery). The control group and the silimbinin Si group were further divided into 4 subgroups according to the reperfusion duration (60, 120, 180 and 240 minutes reperfusion in each group). Results: The levels of MMP2 and TIMP2 expression remained low in the Sham group, so the surgery itself did not induce an increase in values. Liver damage due to ischemia-reperfusion is confirmed by the increased expression of MMP-2 at the point 60 in the control group compared to the sham group. The hepatoprotective effect of silimbinin on reperfusion ischemia injury results from the difference in expression of MMP-2 between the control group and the silimbinin group at time point 180. Its time-dependent antioxidant activity is shown by the difference in the expression of MMP-2 between the control and silimbinin groups at time point 240, as well as by the difference between the Si180 and Si240 subgroups.TIMP-2 metalloproteinase may be a reliable but not as strong indicator of liver damage as MMP-2. Conclusions: Administration of silibinin seems to have a hepatoprotective effect against ischemia-reperfusion injury, which is of great interest for clinical application in liver surgery. Σκοπός: να διερευνηθεί αν το αντιοξειδωτικό σιλιμπινίνη είναι δυνατόν να δρα προστατευτικά και έναντι της βλάβης που προκαλείται λόγω ηπατικής ισχαιμίας και επαναιμάτωσης, με τον προσδιορισμό της έκφρασης των δεικτών ΜΜΡ2 και ΤΙΜΡ2 .Υλικά και μέθοδος: 63 άρρενες επίμυες τύπου Wistar ηλικίας 14-16 εβδομάδων και βάρους 220-350 gr. χωρίστηκαν με τυχαιοποιημένο τρόπο σε 3 πειραματικές ομάδες: Control C (28 επίμυες που υποβλήθηκαν σε ισχαιμία ήπατος και κατόπιν επαναιμάτωση, χωρίς τη χορήγηση σιλιμπινίνης), Ομάδα σιλιμπινίνης (Si) (28 επίμυες με χορήγηση σιλιμπινίνης), Sham S (7 επίμυες που υποβλήθηκαν σε εικονική επέμβαση ). Η ομάδα Control και η ομάδα σιλιμπινίνης Si χωρίστηκαν περαιτέρω σε 4 υποομάδες, σύμφωνα με τη διάρκεια επαναιμάτωσης (60, 120, 180 και 240 λεπτά επαναιμάτωσης στην κάθε ομάδα). Αποτελέσματα: Τα επίπεδα των δεικτών ΜΜΡ2 και ΤΙΜΡ2 στο ήπαρ παρέμειναν χαμηλά στην ομάδα Sham, επομένως η επέμβαση μόνη της δεν προκαλεί άνοδο των τιμών. Η βλάβη του ήπατος λόγω ισχαιμίας- επαναιμάτωσης σχετίζεται με την αυξημένη έκφραση της ΜΜP-2 στη χρονική στιγμή 60 στην ομάδα control σε σχέση με την ομάδα sham. H ηπατοπροστατευτική δράση της σιλιμπινίνης στη βλάβη ισχαιμίας επαναιμάτωσης προκύπτει από τη διαφορά στην έκφραση της ΜΜΡ-2 μεταξύ της ομάδας control και της ομάδας σιλιμπινίνης στη χρονική στιγμή 180. Ακόμη η χρονοεξαρτώμενη δράση του αντιοξειδωτικού φαίνεται από τη διαφορά στην έκφραση της ΜΜΡ-2 μεταξύ των ομάδων control και σιλιμπινίνης στη χρονική στιγμή 240, όπως και από τη διαφορά μεταξύ των υποομάδων Si180 και Si240.Ο αναστολέας μεταλλοπρωτεινάσης ΤΙΜΡ-2 μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστο, αλλά όχι ισχυρό δείκτη ηπατικής βλάβης όσο της ΜΜΡ-2. Συμπεράσματα: Η χορήγηση σιλιμπινίνης φαίνεται να έχει ηπατοπροστατευτική δράση έναντι της βλάβης ισχαιμίας - επαναιμάτωσης γεγονός που αποτελεί πεδίο ισχυρού ενδιαφέροντος για την κλινική εφαρμογή στην ηπατική χειρουργική. 1181 548 583 Aldehyde dehydrogenases (ALDHs) as emerging biomarkers of cancer stem cells and therapeutic implicatios Cancer stem cell hypothesis has drawn much attention the past few years even though it was proposed several decades ago, primarily because it is a theory that can provide explanations concerning many parameters of the multifaceted disease of cancer. Up to a certain extent, it is proven that cancer stem cells exist and are the origin not only for the initiation and progression of carcinomas, but mainly for metastasis and recurrence that are often observed in cancer patients and comprise the underlying cause for the high death rates recorded worldwide. Thus, it has become apparent that to address this issue, it is pivotal initially to identify these cells within the tumor mass and then attempt to target them with specific compounds via properly constructed carriers, in order to eliminate them. Aldehyde dehydrogenases (ALDHs) are a family of enzymes that are implicated in many metabolic procedures, especially in the oxidation of toxic aldehydes while they also possess antioxidant, regulatory and structural functions. In the human genome, 19 functional ALDH genes have been discovered so far, each one having a fundamental role in cellular homeostasis and metabolism, a fact that is highlighted by a variety of pathologic conditions and clinical syndromes that emerge upon loss of their function. For many decades speculations existed concerning the potential role of ALDHs in cancer progression, but not until recently, there existed the proper methodology for their detection and measurement in vivo. The Aldefluor assay, therefore, comprises nowadays, an indispensable tool in cancer stem cell research since a plethora of studies have intertwined elevated ALDH expression with cancer stem cell phenotype. This review explored the potential use of ALDHs as biomarkers of cancer stem cells in breast, ovarian, lung and prostate cancers, based on recent literature. After thorough analysis, it is concluded that although there exist studies that failed to acknowledge ALDHs as specific cancer stem cell markers for the certain cancer types investigated, the vast majority of the scientific community endorses the use of ALDHs as biomarkers of cancer stem cells. More specifically, a plethora of studies correlated high ALDH activity with ALDH1 isoform, however, other ALDH isoforms, such as ALDH1A3, ALDH7A1, ALDH3A1 have been lately detected at high levels in several carcinomas and are speculated to be involved in carcinogenesis as well. Additionally, ALDH expression was often linked with aggressive behavior, including increased tumorigenicity, sphere-forming capacity, invasiveness, metastatic potential and chemotherapy/radiotherapy resistance. ALDH+ cancer cells were reported to displayed a distinct gene expression profile, which corresponded with fundamental properties attributed to cancer stem cells, such as elevated levels of genes implicated in self-renewal, as well as genes characteristic of high proliferative and metastatic capacity. Consequently, ALDH activity could be exploited as a prognostic/predictive biomarker, at least for some cancer types, especially in correlation with other known cancer stem cell surface markers. ALDH expression, thus, could facilitate the detection of cancer stem cells since it is widely accepted that therapeutic efficacy could be enhanced if treatment regimens incorporate compounds that eliminate both the bulk of the tumor as well as the resistant cancer stem cell compartment. Moreover, selective ALDH inhibition could provide additional assistance in combination with the classic anticancer agents, so as to override chemotherapy resistance and prevent relapse. Η θεωρία των καρκινικών βλαστικών κυττάρων έχει τραβήξει ιδιαίτερη προσοχή τα τελευταία χρόνια αν και αρχικά προτάθηκε αρκετές δεκαετίες παλαιότερα, κυρίως επειδή αποτελεί μια θεωρία που δύναται να εξηγήσει αρκετές παραμέτρους της πολυπαραγοντικής ασθένειας του καρκίνου. Έως ένα βαθμό, έχει αποδειχθεί ότι τα καρκινικά βλαστικά κύτταρα υπάρχουν και είναι υπεύθυνα όχι μόνο για την έναρξη και εξέλιξη της καρκινογένεσης, αλλά ιδίως για τη μετάσταση και την υποτροπή, καταστάσεις που συχνά παρατηρούνται στους καρκινοπαθείς και αποτελούν την υποκείμενη αιτία για τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας που καταγράφονται παγκοσμίως. Για το λόγο αυτό, έχει καταστεί σαφές ότι προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα αυτό, είναι ουσιώδους σημασίας αρχικά να ανιχνευθούν τα κύτταρα αυτά μέσα στην καρκινική μάζα και εν συνεχεία να γίνει απόπειρα στόχευσής τους με συγκεκριμένες ουσίες μέσω κατάλληλα κατασκευασμένων φορέων, ούτως ώστε να οδηγηθούμε σε εξόντωσή του πληθυσμού τους. Οι αλδεϋδικές αφυδρογονάσες (ALDHs) αποτελούν μια οικογένεια ενζύμων που εμπλέκονται σε διάφορες μεταβολικές διεργασίες, ιδίως στην οξείδωση των τοξικών αλδεϋδών, ενώ επίσης, διαθέτουν αντιοξειδωτικές, ρυθμιστικές και δομικές λειτουργίες. Στο ανθρώπινο γένωμα, 19 λειτουργικά ALDH γονίδια έχουν προς το παρόν καταγραφεί, με το καθένα να επιτελεί καταλυτικό ρόλο στην κυτταρική ομοιόσταση και το μεταβολισμό, γεγονός που καταδεικνύεται από την πληθώρα παθολογικών καταστάσεων και κλινικών συνδρόμων που αναδύονται σε περιπτώσεις απώλειας λειτουργίας των ενζύμων αυτών. Εδώ και πολλές δεκαετίες, έχουν διατυπωθεί πολλές υποθέσεις σχετικά με τον πιθανό ρόλο των αλδεϋδικών αφυδρογονασών στην εξέλιξη του καρκίνου, αλλά μέχρι προσφάτως, δεν υπήρχε η κατάλληλη μεθοδολογία για τον εντοπισμό και μέτρησή τους in vivo. Η μέθοδος Aldefluor, επομένως, αποτελεί στις μέρες μας, αναντικατάστατο εργαλείο στην έρευνα των καρκινικών βλαστικών κυττάρων, καθώς πολλές μελέτες έχουν συνδέσει την αυξημένη έκφραση αλδεϋδικών αφυδρογονασών με τον φαινότυπο των καρκινικών βλαστικών κυττάρων. Η παρούσα ανασκόπηση εξέτασε τη δυνατότητα χρήσης των αλδεϋδικών αφυδρογονασών ως βιοδεικτών των καρκινικών βλαστικών κυττάρων στα καρκινώματα μαστού, ωοθηκών, πνεύμονα και προστάτη, βασιζόμενη σε πρόσφατη βιβλιογραφία. Κατόπιν ενδελεχούς ανασκόπησης, το συμπέρασμα που απορρέει είναι ότι παρόλη την ύπαρξη μελετών οι οποίες δεν κατέδειξαν ότι οι αλδεϋδικές αφυδρογονάσες μπορούν να αποτελέσουν αξιόπιστους βιοδείκτες των καρκινικών βλαστικών κυττάρων για τους συγκεκριμένους τύπους καρκίνου που μελετήθηκαν, η μεγάλη πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητας ασπάζεται την χρησιμότητα των ενζύμων αυτών ως επιφανειακούς δείκτες των κυττάρων αυτών. Πιο συγκεκριμένα, πληθώρα μελετών συσχετίζει τα υψηλά ALDH επίπεδα, με το ισοένζυμο ALDH1, αν και άλλες ισομορφές όπως οι ALDH1A3, ALDH7A1, ALDH3A1 έχουν τελευταία ανιχνευθεί σε αυξημένες συγκεντρώσεις σε διάφορες μορφές καρκίνου, γεγονός που οδηγεί σε εικασίες για πιθανή εμπλοκή τους στην καρκινογένεση. Επιπροσθέτως, η έκφραση ALDH συχνά συσχετίσθηκε με επιθετικό φαινότυπο, συμπεριλαμβανομένων αυξημένης ογκογονικότητας, ικανότητας σχηματισμού σφαιροειδών, διεισδυτικότητας, μεταστατικού δυναμικού καθώς και ανθεκτικότητας στη χημειοθεραπεία και ακτινοβολία. Επίσης, τα ALDH+ καρκινικά κύτταρα επέδειξαν σε πολλές μελέτες ένα χαρακτηριστικό γονιδιακό προφίλ το οποίο αντιστοιχεί σε βασικά γνωρίσματα των καρκινικών βλαστικών κυττάρων, όπως αυξημένα ποσοστά γονιδίων που σχετίζονται με την αυτοανανέωση, καθώς και με υψηλή αναπαραγωγική και μεταστατική ικανότητα. Συνεπώς, η έκφραση των αλδεϋδικών αφυδρογονασών θα μπορούσε δυνητικά να χρησιμοποιηθεί ως προγνωστικός βιοδείκτης των καρκινικών βλαστικών κυττάρων, τουλάχιστον για κάποιες κακοήθειες, ιδιαίτερα σε συνδυσμό με άλλους παρόμοιους και καταξιωμένους επιφανειακούς δείκτες. Έτσι, η δραστικότητα των αλδεϋδικών αφυδρογονασών θα μπορούσε να διευκολύνει την ανίχνευση των καρκινικών βλαστικών κυττάρων καθώς είναι ευρύτερα αποδεκτό ότι η αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών προσεγγίσεων θα μπορούσε να βελτιστοποιηθεί εάν στα χημειοθεραπευτικά σχήματα συμπεριλαμβάνονται ουσίες που στοχεύουν τόσο την πλειοψηφία των απλών καρκινικών κυττάρων, όσο και των ανθεκτικών καρκινικών βλαστικών κυττάρων. Επίσης, η επιλεκτική χρήση ειδικών αναστολέων των αλδεϋδικών αφυδρογονασών σε συνδυασμό με τα κλασικά χημειοθεραπευτικά φάρμακα, θα μπορούσε να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την αποτροπή της ανθεκτικότητας και υποτροπής της νόσου. 1182 182 177 Relationship between working memory and metacognition in preschool and early school age Σχέση εργαζόμενης μνήμης και μεταγνώσης κατά την προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία Findings of recent studies have brought to the surface the fact that there is a connection between working memory and metacognitive awareness. The present study examines the effect of working memory and metacognition on the cognitive and academic performance, of preschool and primary school children, and the relationship between them. Reference is made to the basic elements and the contribution of executive control to children’s thinking and behavior, while working memory is presented as a component of it, due to the fact that it is not an autonomous part of the cognitive system. Then the contribution of working memory to the cognitive development and learning performance of students is analyzed and suggestions and intervention programs for its improvement are presented. Then, the importance of metacognition and metacognitive strategies in the development of self-regulation and academic progress is assessed and practices to enhance cognitive awareness are given. Finally, bibliographic data on the relationship between working memory and metacognition are provided and given issues that could be the basis for future research. Ευρήματα σύγχρονων μελετών έχουν φέρει στην επιφάνεια το γεγονός πως υπάρχει σύνδεση μεταξύ της εργαζόμενης μνήμης και της μεταγνωστικής ενημερότητας. Η παρούσα μελέτη εξετάζει την επίδραση της εργαζόμενης μνήμης και της μεταγνώσης στην γνωστική και ακαδημαϊκή επίδοση των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας και την μεταξύ τους σύνδεση. Γίνεται αναφορά στα βασικά στοιχεία και την συνδρομή του εκτελεστικού ελέγχου στην παιδική σκέψη και την συμπεριφορά, ενώ η εργαζόμενη μνήμη παρουσιάζεται ως συνιστώσα του, εξαιτίας του γεγονότος πως δεν είναι ένα αυτόνομο μέρος του γνωστικού συστήματος. Στη συνέχεια αναλύεται η συμβολή της μνήμης εργασίας στην γνωστική ανάπτυξη και τις μαθησιακές επιδόσεις των μαθητών και παρατίθενται προτάσεις και παρεμβατικά προγράμματα για την βελτίωση της. Κατόπιν, εκτιμάται η σημαντικότητα της μεταγνώσης και των μεταγνωστικών στρατηγικών στην ανάπτυξη της αυτορρύθμισης και την ακαδημαϊκή πρόοδο και δίνονται πρακτικές ενίσχυσης της μεταγνωστικής επίγνωσης. Τέλος, δίνονται βιβλιογραφικά στοιχεία αναφορικά με την σχέση της εργαζόμενης μνήμης και της μεταγνώσης και παρέχονται ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα θεμέλια μελλοντικών ερευνών. 1183 210 204 Drama in education as a way of counteracting racist and social discrimination in early childhood Η θεατρική αγωγή ως μέσο αντιμετώπισης φαινομένων ρατσισμού και κοινωνικού αποκλεισμού στο νηπιαγωγείο Drama in education is the educational and social approach of the theater. Pre-school age is cultivated with mechanisms familiar to the child, such as game, which contributes to their cognitive and social development, as well as the theatrical and educational programs, which involve several games. One of the reasons for inclusion in the educational system is the need to provide solutions to various social problems. One of the most widely discussed social problems is racism and the social exclusion of various groups from society. It is important to note that in our everyday life we "build" stereotypes and prejudices towards groups that are different from us, with great ease even if we had never been in touch with them. These prejudices are rapidly spreading from society to society and from person to person. For this purpose it is desirable to establish an intercultural education for all, which is also a goal of modern school. This work explores the contribution of theatrical education to the treatment of racist and social phenomena in pre-school age. As it turned out from the results of the research, theatrical education contributed to the reduction of the prejudices against the different. Η θεατρική αγωγή αποτελεί την παιδαγωγική και κοινωνική προσέγγιση του θεάτρου. Στην προσχολική ηλικία καλλιεργείται με μηχανισμούς που είναι οικείοι στο παιδί, όπως είναι το παιχνίδι, το οποίο συμβάλλει στην γνωστική και κοινωνική τους ανάπτυξη, αλλά και τα θεατροπαιδαγωγικά προγράμματα, τα οποία εμπεριέχουν αρκετά θεατρικά παιχνίδια. Ένας από τους λόγους που έχει ενταχθεί στο εκπαιδευτικό σύστημα είναι η ανάγκη της να δώσει λύσεις σε διάφορα κοινωνικά προβλήματα. Ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα κοινωνικά προβλήματα είναι ο ρατσισμός και ο κοινωνικός αποκλεισμός διαφόρων ομάδων από την κοινωνία. Είναι απαραίτητο να σημειωθεί πως στην καθημερινότητά μας “χτίζουμε” στερεότυπα και προκαταλήψεις απέναντι σε ομάδες που είναι διαφορετικές από εμάς, με μεγάλη ευκολία ακόμα και αν δεν είχαμε έρθει ποτέ σε επαφή μαζί τους. Οι προκαταλήψεις αυτές μεταδίδονται ραγδαία από κοινωνία σε κοινωνία και από άτομο σε άτομο. Για αυτό το λόγο είναι σκόπιμη η θεμελίωση μιας διαπολιτισμικής εκπαίδευσης προς όλους, που αποτελεί στόχο και του σύγχρονου σχολείου. Με την παρούσα εργασία διερευνάται η συμβολή της θεατρικής αγωγής στην αντιμετώπιση ρατσιστικών και κοινωνικών φαινομένων στην προσχολική ηλικία. Όπως προέκυψε από τα αποτελέσματα της έρευνας η θεατρική αγωγή συνέβαλε στην μείωση των προκαταλήψεων απέναντι στο διαφορετικό 1184 234 211 The use of livestock manure for fertilizing of crop plants is a very common practice in organic farming. Α field experiment was conducted in the area of Alexandroupolis to study the effect of two types of fertilization (inorganic fertilization and cow manure) on the weed flora of an organic olive grove, relative to a non-fertilized control. Fertilization did not affect significantly the number of species of the weed flora, that is, fertilization did not introduce new weed species and did not reduce the size of the weed flora. There was a small decrease in the proportion of annual species and a small increase in the proportion of perennials with organic and inorganic fertilizations, but no significant change in the proportion of grass and broadleaf weeds. Fertilization increased significantly biomass (fresh and dry weight) of the weeds compared with the control without fertilization. The increased biomass was greater with the inorganic fertilization. Some species were favoured by fertilization and prevailed in the weed flora, while others are not. Thus, fertilization increased significantly the growth of certain species, like lambsquarters (Chenopodium album) and smooth sow thistle (Sonchus oleraceus). In particular, the development of lambsquarters increased primarily with the chemical fertilization and secondarily with the organic fertilization, while smooth sow thistle showed an inverse trend (increased more with the organic fertilization). No statistically significant differences in the Shannon diversity index, Margalef richness index, and Pielou evenness index Η χρήση της κοπριάς αγροτικών ζώων για τη λίπανση των καλλιεργούμενων φυτών είναι μια πολύ συνηθισμένη πρακτική στην οργανική γεωργία. Σε πείραμα αγρού μελετήθηκε η επίδραση δύο μορφών λίπανσης (ανόργανη λίπανση και αγελαδινή κοπριά) στη ζιζανιοχλωρίδα οργανικού ελαιώνα στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, σε σχέση με μάρτυρα χωρίς λίπανση. Η λίπανση δεν επηρέασε σημαντικά τον αριθμό των ειδών της ζιζανιοχλωρίδας, δηλαδή η λίπανση δεν εισήγαγε νέα είδη ζιζανίων, αλλά ούτε ελάττωσε σημαντικά τη σύνθεση της ζιζανιοχλωρίδας. Επίσης, παρατηρήθηκε μικρή μείωση της αναλογίας των ετήσιων ειδών και μικρή αύξηση της αναλογίας των πολυετών με την οργανική και ανόργανη λίπανση, αλλά δεν παρατηρήθηκε σημαντική μεταβολή στην αναλογία των αγρωστωδών και των πλατύφυλλων ζιζανίων. Η λίπανση αύξησε σημαντικά τη βιομάζα (νωπό και ξηρό βάρος) των ζιζανίων σε σχέση με τον μάρτυρα χωρίς λίπανση. Η αύξηση της βιομάζας ήταν μεγαλύτερη με την ανόργανη λίπανση. Κάποια είδη ευνοήθηκαν σημαντικά από τη λίπανση και επικράτησαν στη ζιζανιοχλωρίδα, ενώ κάποια άλλα όχι. Έτσι, η λίπανση αύξησε σημαντικά την ανάπτυξη ορισμένων ζιζανίων, όπως η λουβουδιά και ο ζωχός. Ειδικότερα, η ανάπτυξη της λουβουδιάς αυξήθηκε κυρίως με τη χημική λίπανση και δευτερευόντως με την οργανική, ενώ ο ζωχός έδειξε αντίστροφη συμπεριφορά (αυξήθηκε περισσότερο με την οργανική λίπανση). Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές στους δείκτες ποικιλότητας Shannon, αφθονίας Margalef και ομοιομορφίας Pielou 1185 234 275 Διερεύνηση καλλιεργητικών πρακτικών αντιμετώπισης των ζιζανίων στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας στην περιοχή του Βόρειου Έβρου In the present study, we recorded and analyzed the positions and views of farmers about the cultivation practices for weed control in large plants cultivation of Evros, to what extent they are willing to adopt new ones and the factors that influence their decisions. Quantitative research came from a structured questionnaire through personal interviews of 250 holders of agricultural holdings. The whole sample consisted of 168 men and 82 women of mainly professional farmers in the age range from 20 to 60 years old and over, with a level of education from Elementary School, Junior Hight, Primary and Senior Hight. According to respondents' answers the main crops in V. Evros is cotton, wheat, sunflower and followed in smaller scale sugar beet, barley, alfalfa and other crops. The usual cultivation practice for weed control in large-scale plants is 82.8% herbicide application and systematic crop rotation with 90,4%. The biggest percentage of respondents does not apply any of the non-chemical methods of herbicide, although it is known that the weed's resistance to herbicides is one of the major problem faced by the producers. However, 56.4% of the sample is not willing to change the way of herbicide application, while most of them believe that durability can be avoided or delayed by choosing appropriate ones. Finally, they accept new practices if only there are reduced cost, efficiency and performance, but mainly by avoiding risks to human health Στην παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε η καταγραφή και η ανάλυση των θέσεων και των απόψεων των κατόχων αγροτικών εκμεταλλεύσεων όσον αφορά τις καλλιεργητικές πρακτικές αντιμετώπισης των ζιζανίων στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας του Β. Έβρου, σε τι βαθμό είναι διατεθειμένοι να υιοθετήσουν νέες πρακτικές και ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τις αποφάσεις τους. Η ποσοτική έρευνα προήλθε από δομημένο ερωτηματολόγιο μέσω προσωπικών συνεντεύξεων σε 250 κατόχους αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Το σύνολο του δείγματος αποτελούνταν από 168 άντρες και 82 γυναίκες κυρίως επαγγελματίες γεωργοί σε ηλικιακό φάσμα από 20 έως 60 χρονών και άνω και με μορφωτικό επίπεδο από λίγες τάξεις του Δημοτικού έως την Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων οι κύριες καλλιέργειες στο Β. Έβρο είναι το βαμβάκι, το σιτάρι, ο ηλίανθος και ακολουθούν σε μικρότερη κλίμακα ζαχαρότευτλα, κριθάρι, μηδική και λοιπές καλλιέργειες. Η συνήθης καλλιεργητική πρακτική για την αντιμετώπιση των ζιζανίων στα φυτά μεγάλης καλλιέργειας είναι η εφαρμογή ζιζανιοκτόνων σε ποσοστό 82,8% και η συστηματική αμειψισπορά στα σιταροχώραφα με ποσοστό 90,4%. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων δεν εφαρμόζει κάποια από τις μη χημικές μεθόδους ζιζανιοκτονίας αν και γνωρίζει για την ανθεκτικότητα των ζιζανίων στα ζιζανιοκτόνα, ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που έχουν να αντιμετωπίσουν οι παραγωγοί. Παρόλα αυτά, το 56,4% του δείγματος δεν είναι διατεθειμένο να αλλάξει τον τρόπο ζιζανιοκτονίας που εφαρμόζει, ενώ οι περισσότεροι από αυτούς πιστεύουν ότι η ανθεκτικότητα μπορεί να αποφευχθεί ή να καθυστερήσει με την επιλογή κατάλληλων μέτρων από τον παραγωγό. Τέλος δέχονται να υιοθετήσουν νέες πρακτικές εφόσον θα υπάρχει μειωμένο κόστος, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και απόδοση αλλά κυρίως με αποφυγή των κινδύνων για την υγεία των ανθρώπων 1186 250 275 This study is a bibliographic review of the issue of dementia and immune syndromes as well as the ethical issues that arise. Dementia is a syndrome manifested by a series of mental symptoms (with consequent impairment of functionality at the professional and / or social level). These vary according to the type of dementia and depending on the stage of dementia. It affects memory, thought, orientation, comprehension, computation, learning ability, language, behavior and judgment Immune patients are at greater risk of exploitation and violation of their human rights, as they are not able to understand what is going on. Bioethics, on the other hand, explores ethical issues and questions that mainly concern patient rights, doctor-patient relationships and nursing staff. From the study of the relevant literature it became clear that at all stages (early, intermediate and final) of dementia and its syndromes emerged manifold bioethical issues.Patients and their families are called upon to make important decisions throughout the illness, including decisions on care, treatment, participation in research, autonomy, safety, and issues related to the end of the disease life and maintaining the dignity of the sufferers. In conclusion, the problems that arise must be addressed, with the assistance of the whole of society. People suffering from dementia should be treated with courtesy and with the knowledge that they can still enjoy life. They must enjoy dignity and respect and have access to high-quality healthcare based on the assessment and consideration of their personal needs rather than biased assumptions about dementia. Η παρούσα μελέτη αποτελεί μια βιβλιογραφική ανασκόπηση για το ζήτημα της άνοιας και των ανοικών συνδρόμων καθώς και των ηθικών θεμάτων που προκύπτουν.Η άνοια αποτελεί σύνδρομο, που εκδηλώ-νεται με μια σειρά από νοητικά συμπτώματα (με συνακόλουθη έκπτωση της λειτουργικότητας σε επαγγελματικό ή/και κοινωνικό επίπεδο). Αυτά διαφοροποιούνται ανάλογα με το είδος της άνοιας και ανάλογα με το στάδιο της άνοιας. Επηρεάζει τη μνήμη, τη σκέψη, τον προσανατολισμό, την κατανόηση, τον υπολογισμό, την ικανότητα μάθησης, τη γλώσσα, τη συμπεριφορά και την κρίση. Η ανοϊκοί ασθενείς αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν εκμετάλλευση και παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, καθώς δεν έχουν την ικανότητα να κατανοήσουν τι συμβαίνει.Η βιοηθική από την άλλη μεριά διερευνά ηθικά ζητήματα και ερωτήματα που αφορούν κυρίως τα δικαιώματα ασθενών, σχέσεις ιατρού-ασθενή και νοσηλευτικού προσωπικού . Από τη μελέτη της σχετικής βιβλιογραφίας έγινε σαφές ότι σε όλα τα στάδια (πρώιμα, ενδιάμεσα και τελικά) της άνοιας αλλά και των συνδρόμων αυτής ανακύπτουν πολλαπλής φύσεως βιοηθικά ζητήματα.Οι ασθενείς αλλά και οι οικογένειές τους καλούνται να λάβουν σημαντικές αποφάσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ασθένειας, συμπεριλαμβανόμενων των αποφάσεων για τη φροντίδα, τη θεραπεία, τη συμμετοχή στην έρευνα, την αυτονομία, την ασφάλεια, καθώς και για θέματα που αφορούν στο τέλος της ζωής και τη διατήρηση της αξιοπρέπειας των πασχόντων.Συμπερασματικά τα προβλήματα που προκύπτουν πρέπει να αντιμετωπιστούν, με τη συνδρομή όλης της κοινωνίας. Οι άνθρωποι που υποφέρουν από άνοια θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με ευγένεια και με τη γνώση ότι μπορούν ακόμη να απολαμβάνουν τη ζωή. Επιβάλλεται να χαίρουν αξιοπρέπειας και σεβασμού και να έχουν πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη υψηλής ποιότητας που βασίζεται στην αξιολόγηση και συνεκτίμηση των προσωπικών τους αναγκών, και όχι σε προκατειλημμένες παραδοχές σχετικά με την άνοια. 1187 218 218 ο ρόλος των συγγενών στη λήψη κρίσιμων για τη ζωή του ασθενούς αποφάσεων This thesis examines the patient's advanced directives issue, how these directives are applied in practice, not only through living wills but also with the contribution of health – care proxies and the role of the patient's relatives, when the later is not in position to express his true will as far as the health care that he would like to be provided with is concerned. Furthermore, there is a representation of legislation and corresponding cases of several USA's states as well as of different European countries, with references to significant cases of the European Court of Human Rights and a relevant allusion to the Greek legal world, which, however, doesn't recognize the biding power of the patient's previous directives. Despite the differences that are observed in a theoretical and case-study context, many similarities are also spotted in the aforementioned states in regard to the patient's right to define himself even when it comes to the end of life. Greece has to move towards this direction, in order for this legislative gap to be filled, namely by making and enacting anthropocentric laws who ensure the patient's previously expressed wishes. Occasioned by this legislative deficit, a living will's plan is suggested, so that it can be applied by the Greek legislator, based on the existing standards of the western countries. Η διατριβή αυτή εξετάζει το ζήτημα των προγενέστερων οδηγιών του ασθενούς, το πως εφαρμόζονται στην πράξη τόσο μέσω των διαθηκών ζωής όσο και των πληρεξουσίων για θέματα υγείας αλλά και το ρόλο των οικείων του ασθενούς, όταν ο ίδιος δεν είναι σε θέση να εκφράσει την πραγματική του βούληση αναφορικά με την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη που θα επιθυμούσε να λάβει. Εν συνεχεία, παρουσιάζεται μία απεικόνιση της νομοθεσίας και των αντίστοιχων αποφάσεων ορισμένων πολιτειών των ΗΠΑ αλλά και διαφόρων κρατών της Ευρώπης, με αναφορές σε υποθέσεις που αποτέλεσαν σταθμό για τη νομολογία του ΕΔΔΑ και σχετική μνεία στην ελληνική έννομη τάξη, η οποία, ωστόσο, δεν αναγνωρίζει τη δεσμευτική ισχύ των προγενέστε-ρων οδηγιών του ασθενούς. Παρά τις διαφορές που παρατηρούνται σε θεωρητικό και νομολογιακό επίπεδο, διαπιστώνονται και αρκετές συγκλήσεις ανάμεσα στα προαναφερθέντα κράτη, αναφορικά με το δικαίωμα του ασθενούς να αυτοκαθορίζεται ακόμη και στο τέλος της ζωής του. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να στραφεί και η Ελλάδα προκειμένου να καλυφθεί το νομοθετικό κενό που υφίσταται στην έννομη τάξη της, ήτοι μέσω της θέσπισης ανθρωποκεντρικών νόμων που διασφαλίζουν τις προηγουμένως εκφρασθείσες επιθυμίες του ασθενούς. Με αφορμή αυτό το νομοθετικό έλλειμμα, προτείνεται ένα σχέδιο διαθήκης ζωής προς εφαρμογή από τον Έλληνα νομοθέτη, στηριζόμενο στα υπάρχοντα πρότυπα των δυτικών κρατών. 1188 471 457 Δεσμοί, ψυχολογικό κλίμα τάξης και σχολική προσαρμογή εφήβων μαθητών The present study was designed to study the relationship of conceptual bond (with parents, close friends and a teacher), the psychological climate in classroom and school adjustment (academic performance and behavior) of 1518 adolescent 15-year-old students attending the 3rd Grade of Greek Junior High School, from all the administrative regions of Greece, who filled in a self reference questionnaire. The results of the analysis have shown that close emotional relationships of conceptual bond that adolescent students develop in the family, friendly and school environment and the psychological climate in classroom are connected to both internalized and externalized behavior difficulties. More specifically, students who find themselves trusting their conceptual bond figures greatly and having a strong communication to them, can better perceive the positive aspects of the psychological climate in classroom (involvement, connectivity, support) and declare less behavior difficulties. Moreover, boys declared more externalized - while girls declared more internalized - behavior difficulties and students of low socio-economic status - compared to students of high socio-economic status - declared lower academic performance and more behavior difficulties. The simultaneous examination of the dimensions of the conceptual bond, school (classroom) environment and academic performance (taking into account socio-demographic characteristics), have shown that alienation from parents, gender, and academic performance, are the strongest predictors of behavior difficulties, as - to a lesser extent - all dimensions of the bond and classroom psychological climate. The corresponding investigation of the dimensions of the behavior difficulties (internalized, externalized), bond (parents, close friends and teacher) and classroom environment, (taking into account socio-demographic characteristics) as predictors of academic performance, showed that the strongest predictor factor is the socio-economic status, but also - to a lesser extent - the externalized difficulties, gender, and certain dimensions classroom climate. During the process, the role of possible interactions between the independent variables at school adjustment were investigated , but the contribution of these interactions in the interpretation of the the behavior difficulties (internalized, externalized) and the academic performance, were very small and therefore they were not investigated further. Moreover, the examination of the psychological climate as a mediatory factor on the impact of the conceptual bond on behavior difficulties and academic performance - applying the structural equations model -, shows that dimensions measuring the positive aspects of psychological climate (involvement, connectio, support) mediate on the relation between perceived trust-communication (with parents and teacher) and academical performance, increasing importantly its positive impact. It is worth mentioning that the psychological climate in classroom was found to barely mediate on the positive impact of perceived alienation (with all conceptual bond figures), on behavior difficulties. The results can contribute to the knowledge for design curricula and training of teachers and parents, with the goal of adolescent students developing close emotional and social relationships in their family, friendly and school environment so that their school adjustment is best achieved. Η παρούσα έρευνα είχε σκοπό τη μελέτη της σχέσης του δεσμού (με γονείς, στενούς φίλους και καθηγητή), του ψυχολογικού κλίματος της σχολικής τάξης και της σχολικής προσαρμογής (επίδοση και συμπεριφορά) 1518 εφήβων μαθητών Γ’ Γυμνασίου από όλες τις Διοικητικές Περιφέρειες της Ελλάδας, οι οποίοι συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς. Τα αποτελέσματα των αναλύσεων έδειξαν ότι οι στενές συναισθηματικές σχέσεις δεσμού που αναπτύσσουν οι έφηβοι μαθητές στο οικογενειακό, φιλικό και σχολικό περιβάλλον και το ψυχολογικό κλίμα της τάξης, συσχετίζονται με τις εσωτερικευμένες και εξωτερικευμένες δυσκολίες συμπεριφοράς. Ειδικότερα, οι μαθητές που θεωρούν ότι οι φιγούρες δεσμού τους εμπνέουν υψηλή εμπιστοσύνη και επικοινωνία, αντιλαμβάνονται περισσότερο τις θετικές πλευρές του ψυχολογικού κλίματος της τάξης (εμπλοκή, συνεκτικότητα, στήριξη) και δήλωνουν λιγότερες δυσκολίες συμπεριφοράς. Επίσης τα αγόρια δήλωσαν περισσότερες εξωτερικευμένες - ενώ τα κορίτσια περισσότερες εσωτερικευμένες - δυσκολίες συμπεριφοράς και οι μαθητές χαμηλού κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου (ΚΟΙΕ) - συγκριτικά με τους μαθητές υψηλού ΚΟΙΕ -, δήλωσαν χαμηλότερη επίδοση και περισσότερες δυσκολίες συμπεριφοράς. Η ταυτόχρονη διερεύνηση των διαστάσεων του δεσμού (Γ, ΣΦ, Κ) και του ΨΚΣΤ (λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικο-δημογραφικών χαρακτηριστικών και της επίδοσης), ως προβλεπτικών παραγόντων των δυσκολιών συμπεριφοράς (εσωτερικευμένες, εξωτερικευμένες), έδειξε ως ισχυρότερους προβλεπτικούς παράγοντες την αποξένωση από τους γονείς, το φύλο και την επίδοση, αλλά και - σε μικρότερο βαθμό - τις περισσότερες διαστάσεις του δεσμού (Γ, ΣΦ, Κ) και του ΨΚΣΤ. Η αντίστοιχη διερεύνηση των διαστάσεων των ΔΣ (εσωτερικευμένες, εξωτερικευμένες), του δεσμού (Γ, ΣΦ, Κ) και του ΨΚΣΤ (λαμβανομένων υπόψη των κοινωνικο-δημογραφικών χαρακτηριστικών), ως προβλεπτικών παραγόντων της επίδοσης έδειξε ως ισχυρότερους προβλεπτικούς παράγοντες το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο, αλλά και - σε μικρότερο βαθμό - τις εξωτερικευμένες ΔΣ, το φύλο, καθώς και ορισμένες διαστάσεις του ΨΚΣΤ. Κατά τη διαδικασία, διερευνήθηκε και ο ρόλος των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στις ανεξάρτητες μεταβλητές, στη σχολική προσαρμογή, αλλά η συνεισφορά των αλληλεπιδράσεων αυτών στην ερμηνεία των ΔΣ (εσωτερικευμένες, εξωτερικευμένες) και της επίδοσης, ήταν πολύ μικρή και για το λόγο αυτό δε διερευνήθηκε περαιτέρω. H εξέταση του ψυχολογικού κλίματος ως μεσολαβητικού παράγοντα της επίδρασης του αντιληπτού δεσμού στις δυσκολίες συμπεριφοράς και στην επίδοση - με το Μοντέλο Δομικών Εξισώσεων -, έδειξε τις διαστάσεις που μετρούν τις θετικές πλευρές του ψυχολογικού κλίματος (εμπλοκή, συνεκτικότητα, στήριξη), να μεσολαβούν τη σχέση της αντιληπτής εμπιστοσύνης - επικοινωνίας (με γονείς και καθηγητή) στην επίδοση, αυξάνοντας σημαντικά τη θετική της επίδραση. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ψυχολογικό κλίμα της σχολικής τάξης, φάνηκε να μεσολαβεί ελάχιστα έως καθόλου τη θετική επίδραση της αντιληπτής αποξένωσης (με όλες τις φιγούρες δεσμού), στις δυσκολίες συμπεριφοράς. Τα ευρήματα μπορούν να συμβάλουν στη γνώση για το σχεδιασμό προγραμμάτων σπουδών και επιμόρφωσης για τους καθηγητές και τους γονείς, με σκοπό την ανάπτυξη των στενών συναισθηματικών και κοινωνικών σχέσεων των εφήβων μαθητών στο οικογενειακό, φιλικό και σχολικό τους περιβάλλον, με στόχο την καλή σχολική προσαρμογή τους. 1189 175 188 The image of the foreigner in the anthology textbooks of primary school: a comparative study in comparison to the changes of curiculla Η εικόνα του ξένου στα ανθολόγια του δημοτικού (1987-2006): συγκριτική εξέταση σε σχέση με τις αλλαγές στα Α.Π.Σ. The subject field of this research contains the Anthology textbooks of all grades of primary school from 1987 to 2006. The issue being studied is the foreigner image and the comparative examination between past (1987) and current (2006) manuals depending on the respective Curricula (D.E.P.P.S. - A.P.S.) as occurred in 1982 and in 2003. This period is characterized by profound social and political ferment with a direct impact on education, which reflects the image that gives the society to the foreigner of the 21st century. The work begins with a study of the concepts of identity and diversity and the langue’s role in their configuration. Subsequently, follow the examination of textbooks as ideology carrier and stereotypes that include the texts of the Anthology for the national «other». The ultimate goal of the research is to promote the study and commentary of the national "foreign image" in textbooks of Anthology from 1987 until today Αντικείμενο έρευνας της παρούσας εργασίας αποτελούν τα εγχειρίδια του Ανθολογίου όλων των τάξεων του Δημοτικού από το 1987 έως σήμερα. Το θέμα που μελετάται είναι η εικόνα του «ξένου». Πιο συγκεκριμένα, η έρευνα προβαίνει σε συγκριτική εξέταση της εικόνας του «ξένου», όπως αυτή εμφανίζεται στα παλιότερα (1987) και τα τωρινά (2006) εγχειρίδια, σε συνάρτηση με τα Δ.Ε.Π.Π.Σ. – Α.Π.Σ. του 1982 και του 2003 αντίστοιχα. Το χρονικό αυτό διάστημα χαρακτηρίζεται από έντονες κοινωνικές και πολιτικές ζυμώσεις με άμεσο αντίκτυπο στο χώρο της εκπαίδευσης, η οποία αποτυπώνει την εικόνα που προσδίδει η κοινωνία στον ξένο του 21ου αιώνα. Η εργασία ξεκινά με μία μελέτη των εννοιών της ταυτότητας και της ετερότητας, καθώς και του ρόλου που έχει ο λόγος στη διαμόρφωσή τους. Ακολουθεί η εξέταση των σχολικών βιβλίων ως φορέας ιδεολογίας και των στερεοτύπων που περιλαμβάνουν τα κείμενα των Ανθολογίων για τον εθνικά «άλλον». Τελικός στόχος της έρευνας είναι η ανάδειξη, η μελέτη και ο σχολιασμός της εικόνας του εθνικά «ξένου» στα σχολικά εγχειρίδια του Ανθολογίου από το 1987 μέχρι σήμερα 1190 345 354 Αξιολόγηση των συνθηκών θερμικής άνεσης σε υπαίθριους αστικούς χώρους Nowadays, more than a half of the world population is used to living in urban areas reaching a 75 % in the industrialized countries. This percentage is constantly increased in the highly developed countries, particularly in those are located in the tropical area.and it is possible to have an increase in the urban population of 106 per year. This constant development of cities and a lack of attention towards the planning of open spaces affect the urban microclimate which leads to the increase of the air temperature affecting comfort and health condition of citizens. Human thermal comfort is defined as the condition of mind which expresses satisfaction with the thermal environment. The present study focuses on three goals. Initially, focuses on the way that meteorological parameters (wind speed, air temperature, mean radian temperature, solar radiation and relative humidity) affect the usage of the urban open spaces through field questionnaire survey simultaneously with weather measurments in urban area in the city of Xanthi, a medium cized city Northern Greece. The field study lasted 21 days through the summer. Also, focuses on the quantification of the thermal sensation through the calculation of 18 thermophysiological indices which devided into three categories: thermal indices, empirical indices and indices based on linear equations. Finally, proposed mitigation techniques. The main bioclimatic interventions concern the application of cool materials in both pavements and building facades, the increase of vegetated areas and the installation of air to earth heat exchanger. The evaluation of both cool materials and the increase of vegetation areas is performed with the holistic three-dimensional non-hydrostatic simulation software, while the evaluation of the underground heat exchanger is performed with the one-dimensional model developed by Bisoniya, 2015. The simulations took place in the warmest experimental day specifically in the 21th day (e.g. 6/8/2016). The adaption of both cool materials and vegetation contribute to a decrease of the air temperature up to 1,36 o C and decrease of PMV up to 5,50. Finally, the use of the buried pipes contribute to a decrease of the ambient temperature up to 0,37 o C. Την σημερινή εποχή, περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου πληθυσμού είναι κάτοικοι πόλεων φτάνοντας το 75 % σε χώρες υψηλής βιομηχανικής ανάπτυξης. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται συνεχώς στις αναπτυσσόμενες χώρες και ιδίως σε εκείνες που βρίσκονται στην τροπική περιοχή και είναι ιδιαίτερα πιθανό να έχουμε αύξηση πληθυσμού της τάξης του ΙΟ6 ανά έτος. Η συνεχής ανάπτυξη των πόλεων και η έλλειψη προσοχής ως προς τον σχεδίασμά των ανοιχτών χώρων έχουν ως αποτέλεσμα την επίδραση του αστικού μικροκλίματος το οποίο οδηγεί σε αύξηση της θερμοκρασίας αέρα και επηρεάζει την θερμική άνεση και συνάμα την κατάσταση της υγείας των ανθρώπων. Ως συνθήκες άνεσης ορίζεται η κατάσταση του νου που εκφράζει την ικανοποίηση του για το θερμικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας επικεντρώνεται σε τρείς στόχους. Αρχικώς, επικεντρώνεται στον τρόπο που οι μικροκλιματικές συνθήκες (θερμοκρασία αέρα, ηλιακή ακτινοβολία, σχετική υγρασία, ταχύτητα ανέμου και μέση θερμοκρασία ακτινοβολίας) επηρεάζουν την χρήση του αστικού υπαίθριου χώρου σε μία περιοχή στην πόλη της Ξάνθης, στην Ελλάδα, με τη χρήση έρευνας πεδίου η οποία περιλαμβάνει και διαμοιρασμό ερωτηματολογίων που πραγματοποιήθηκε σε πεζόδρομο της περιοχής για 21 ημέρες τους καλοκαιρινούς μήνες. Έπειτα, επικεντρώνεται στη διερεύνηση ποσοτικοποίησης των συνθηκών θερμικής άνεσης μέσω υπολογισμού 18 θερμικών δεικτών οι οποίοι χωρίζονται σε θερμοφυσιολογικούς, εμπειρικούς και δείκτες οι οποίοι βασίζονται σε γραμμικές εξισώσεις. Τέλος προτείνεται αναβάθμιση με βιοκλιματικά κριτήρια. Οι κύριες βιοκλιματικές επεμβάσεις αφορούν την εφαρμογή ψυχρών υλικών επίστρωσης και επικάλυψης κτιριακών προσόψεων, εκτεταμένη χρήση βλάστησης και τέλος εφαρμογή υπόγειου εναλλάκτη θερμότητας γης-αέρα. Η αξιολόγηση που αφορά τα ψυχρά υλικά και την χρήση εκτεταμένης βλάστησης πραγματοποιήθηκε με την χρήση του ολιστικού τρισδιάστατου μη-υδροστατικού μοντέλου ENVI-met V4, ενώ η αξιολόγηση του υπόγειου εναλλάκτη με το μονοδιάστατο μοντέλο του Bisoniya, 2015. Η ημέρα προσομοίωσης αποτελεί την 21η ημέρα του πειράματος στις 06/08/2016 καθώς αποτελεί την θερμότερη ημέρα του πειράματος. Με την υιοθέτηση ψυχρών υλικών και της εκτεταμένης χρήσης βλάστησης παρατηρήθηκε μείωση της θερμοκρασίας αέρα έως και 1,36 0 C και μείωση του δείκτη PMV έως και 5,50 μονάδες. Ενώ με την εφαρμογή του υπόγειου εναλλάκτη θερμότητας παρατηρήθηκε μείωση της θερμοκρασίας αέρα έως και 0,37 0 C. 1191 267 303 Ο ρόλος των ειδικών IGE αλλεργιογόνων (Rast test) και των επιπέδων της 25-υδοξιβιταμίνης D (25-OHD) του ορού στην παρακολούθηση παιδιατρικών ασθενών με δερματική αλλεργία Vitamin D insufficiency might be associated with biased immune responses re¬sulting in inflammatory conditions such as atopy and asthma. According to a recent study low vitamin D levels possibly associated with skin allergic diseases in children such as atopic dermatitis and eczema. The aim of this study is the evaluate whether 25-hydroxyvitamin D insufficiency in children is linked to the appearance of skin aller¬gies in childhood. 165 pediatric patients aged from 2, who had skin allergy, were checked for vitamin D serum levels. The method that was used for determination of skin allergens was the radio- immuno method (RAST test) and concerns the quantification of (IgE) antibodies to the specific allergen. In addition, serum 25-hydroxyvitamin D levels were measured by im¬munoassay method, RIA, with diagnostic kits. Subjects, who were checked for Vitamin D levels, were categorized into deficient (< 10 ng/ml), insufficient (10-30 ng/ml), and sufficient (> 40 ng/ml) groups. 52% of patients had high antibody levels in milk and dairy (especially infants), 12% in egg, 18% in grass, 11% in powders and mites and 7% in nuts. 84% of the patients had skin rashes, and 65% of them had a significant defi¬ciency in serum vitamin D levels and very low values were related to extensive skin reactions. A statistically significant (p <0.005) percentage was also found in patients with very high titers of antibodies showing a high degree of allergic reaction associated with the severity of the disease. Vitamin D deficiency was higher among children with atopic dermatitis, acute urticaria, and eczema. Thus, vitamin D deficiency is associated with childhood skin allergies and high total IgE. Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D μπορεί να συσχετιστεί με ανοσολογικές απο¬κρίσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την εμφάνιση φλεγμονωδών καταστάσεων όπως η ατοπία και το άσθμα. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D πιθανών σχετίζονται με δερματικές αλλεργικές παθήσεις σε παιδιά όπως η ατοπική δερματίτιδα και το έκζεμα. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι να αξιολογηθεί εάν η α¬νεπάρκεια 25-υδροξυβιταμίνης D στα παιδιά συνδέεται με την εμφάνιση δερματικών αλλεργιών στην παιδική ηλικία. Ελέγχθηκαν για τα επίπεδα βιταμίνης D στον ορό 165 παιδιατρικοί ασθενείς ηλικίας 2 έως 8 ετών, που είχαν αλλεργία στο δέρμα. Για τον προσδιορισμό των δερματικών αλλεργιογόνων χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος ραδιοα¬νοσοποίησης (δοκιμή RAST) και αφορά την ποσοτικοποίηση αντισωμάτων (IgE) στο συγκεκριμένο αλλεργιογόνο. Επιπλέον, τα επίπεδα 25-υδροξυβιταμίνης D στον ορό μετρήθηκαν με τη μέ¬θοδο ανοσοδοκιμασίας, RIA, με διαγνωστικά κιτ. Τα άτομα, τα οποία ελέγχθηκαν για επίπεδα βιταμίνης D, ταξινομήθηκαν σε ελλειμματικές (<10ng/ml), ανεπαρκείς (10 - 30ng/ml) και επαρκείς (>40ng/ml) ομάδες. Το 52% των ασθενών εμφάνισαν υψηλό τίτλο αντισωμάτων στο γάλα και σε γαλακτοκομικά(ιδίως τα βρέφη), 12% στο αυγό, 18% σε γρασίδι, 11% σε σκόνες και ακάρεα και 7% σε ξηρούς καρπούς. Το 84% των ασθενών παρουσίαζαν δερματικά εξανθήματα και εξ αυτών το 65% παρουσίασαν ση¬μαντική ανεπάρκεια των επιπέδων της βιταμίνης D του ορού και με λίαν χαμηλές τι¬μές υπήρχε σχέση με εκτεταμένες δερματικές αντιδράσεις. Στατιστικά σημαντικό (ρ<0.005) ποσοστό επίσης υπήρξε στο ότι ασθενείς με λίαν υψηλούς τίτλους αντισω¬μάτων εμφάνισαν μεγάλου βαθμού αλλεργική αντίδραση αποτέλεσμα που σχετίζε¬ται με την βαρύτητα της νόσου. Η ανεπάρκεια της βιταμίνης D ήταν υψηλότερη στα παιδιά που έπασχαν από ατοπική δερματίτιδα, οξεία κνίδωση και έκζεμα. Έτσι, η α¬νεπάρκεια της βιταμίνης D σχετίζεται με την εμφάνιση παιδικών δερματικών αλλερ¬γικών παθήσεων και με υψηλά επίπεδα IgE. 1192 320 342 ανασκόπηση πρόσφατης βιβλιογραφίας και σύγκριση ανοικτής και ενδοσκοπικής χειρουργικής αντιμετώπισης Carpal tunnel syndrome is the result of pressure on the median nerve as it passes through the carpal tunnel, and is the most common nerve entrapment neuropathy in the upper extremity. The median nerve has a high probability of being compressed in the carpal tunnel, both due to its anatomy, since it is a narrow space, and to the fact that a large number of anatomical elements pass through it, nine tendons and one nerve. Although the syndrome is in most cases idiopathic, there are a large number of risk factors that have been blamed for its occurrence. The most common symptoms are pain in the wrist and numbness in the median nerve distribution, while in severe cases atrophy, weakness and loss of sensation are observed. There are a number of diagnostic tests for the syndrome, but each one alone cannot make a diagnosis. Questionnaires completed by the patient and electrophysiological studies contribute to the diagnosis and evaluation of the symptoms of the syndrome. Differential diagnosis includes other neuropathies of the median nerve in the upper extremity and many other local or systemic conditions that cause symptoms similar to those of the syndrome. Treatment can be conservative or surgical. Surgical treatment aims to relieve the pressure on the median nerve by dividing the transverse carpal ligament, the roof of the carpal tunnel, and can be performed either openly or endoscopically. The purpose of this review is to compare the effectiveness of the two surgical techniques in terms of remission of symptoms, frequency of complications and cost-effectiveness of each one, by analyzing data from the international literature through the last 20 years. Although some authors claim that endoscopic release of the carpal tunnel is superior to open surgery, the results of many studies and meta-analyses show that both techniques are equally effective and safe. Therefore, the dilemma of choosing between the two methods seems to be present in the near future. Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι το αποτέλεσμα της πίεσης του μέσου νεύρου κατά τη διέλευσή του μέσα από τον καρπιαίο σωλήνα και αποτελεί την πιο συχνή νευροπάθεια από παγίδευση νεύρου στο άνω άκρο. Το μέσο νεύρο έχει υψηλή πιθανότητα να συμπιεστεί στον καρπιαίο σωλήνα, τόσο λόγω της ανατομίας αυτού, αφού αποτελεί κατασκευαστικά έναν στενό χώρο, όσο και από το γεγονός ότι εντός αυτού διέρχεται μεγάλος αριθμός ανατομικών στοιχείων, συγκεκριμένα εννέα τένοντες και ένα νεύρο. Παρότι το σύνδρομο είναι στην πλειονότητα των περιπτώσεων ιδιοπαθές, υπάρχει μεγάλος αριθμός παραγόντων κινδύνου που έχουν ενοχοποιηθεί για την εμφάνισή του. Τα κύρια και συχνότερα συμπτώματα είναι ο πόνος και τα μουδιάσματα στην περιοχή που νευρώνει το μέσο νεύρο στο χέρι, ενώ σε βαρύτερες περιπτώσεις παρατηρούνται ατροφία, αδυναμία και απώλεια αισθητικότητας. Υπάρχει πληθώρα από διαγνωστικές δοκιμασίες για το σύνδρομο, όμως μεμονωμένα η καθεμία δεν μπορεί να θέσει τη διάγνωση. Στη διάγνωση και την αξιολόγηση των συμπτωμάτων του συνδρόμου συμβάλλουν ερωτηματολόγια που συμπληρώνονται από τον ασθενή και ηλεκτροφυσιολογικές μελέτες. Διαφορική διάγνωση γίνεται από τις άλλες νευροπάθειες παγίδευσης του μέσου νεύρου στο άνω άκρο, αλλά και από πολλές άλλες παθολογικές καταστάσεις, τοπικές ή συστηματικές, που προκαλούν παρό¬μοια συμπτώματα με αυτά του συνδρόμου. Η θεραπεία μπορεί να είναι συντη¬ρητική ή χειρουργική. Η χειρουργική θεραπεία στοχεύει στην άρση της πίεσης που δέχεται το μέσο νεύρο με τη διατομή του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού, της οροφής δηλαδή του καρπιαίου σωλήνα, και μπορεί να γίνει είτε ανοικτά είτε ενδοσκοπικά. Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης είναι να συγκρίνει την απο¬τελεσματικότητα των δύο χειρουργικών τεχνικών όσον αφορά την ύφεση των συμπτωμάτων, τη συχνότητα των επιπλοκών και την αποδοτικότητα σε σχέση με το κόστος της καθεμίας, αναλύοντας δεδομένα από τη διεθνή βιβλιογραφία των τελευταίων 20 χρόνων. Αν και μερίδα των συγγραφέων υποστηρίζουν ότι η ενδοσκόπηση υπερτερεί της ανοικτής εγχείρησης στους παραπάνω τομείς, τα αποτελέσματα πολλών μελετών και μετα-αναλύσεων δείχνουν ότι και οι δύο τεχνικές είναι εξίσου αποτελεσματικές και ασφαλείς. Συνεπώς, το δίλημμα της επιλογής ανάμεσα στις δύο μεθόδους φαίνεται ότι θα συνεχίσει να υφίσταται και στο εγγύς μέλλον. 1193 204 254 Ποιοί είναι οι καλύτεροι προγνωστικοί παράγοντες για την πρόβλεψη του σοβαρού συνδρόμου υπερδιέγερσης ωοθηκών "Ovarian Hyperstimulation Syndrome" (OHSS) is a serious iatrogenic complication of ovulation induction that usually occurs after gonado-tropin (FSH) stimulation or stimulation with clomiphene citrate (CC), followed by human chorionic gonadotropin administration, for infertility treatment. Despite the fact that OHSS can occasionally occur spontaneously, the vast majority of cases are due to Controlled Ovarian Stimulation (COS). The moderate and severe forms may occur in 3,1-8% of all Assisted Reproductive Technology (ART) and the incidence may reach 20% among high risk women. OHSS is characterized by increased vascular permeability that leads in a fluid shift from the intravascular space to extravascular compartments. Serious manifestations of OHSS are ascites, gastrointestinal symptoms, hydrothorax leading to ARDS, renal and liver dysfunction and thrombosis. Among the risk factors of OHSS are young age, former OHSS, Polycystic Ovaries Syndrome (PCOS), low Body Mass Index (BMI), increased Antral Follicle Count (AFC), high doses of gonadotropins, repeated doses of hCG, sudden and high raise of oestradiol (E2), pregnancy and the number of follicles on triggering day. Severe OHSS, which two decades ago was considered an iatrogenic life-threatening condition, can now be effectively prevented or managed during the early stages by carefully considering the endocri-nology of ovulation and using appropriate and dose-adjusted pharmaceutical agents. Το «Σύνδρομο Υπερδιέγερσης Ωοθηκών» (ΣΥΩ) είναι μια σοβαρή ιατρογενής επιπλοκή που μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διέγερση των ωοθηκών με γοναδοτροπίνες (FSH) ή κιτρική κλομιφαίνη, συνοδευό-μενης με εξωγενή χορήγηση ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (hCG) στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Παρόλο που το ΣΥΩ μπορεί κάποιες φορές να συμβεί αυτόματα, η μεγαλύτερη πλειοψηφία των περισταστικών αφορά γυναίκες οι οποίες υποβάλλονται σε ελεγχόμενη ωοθηκική διέγερση (ΕΩΔ). Οι μέτριες και σοβαρές μορφές του συνδρό-μου μπορεί να αφορούν 3,1-8% του συνόλου των κύκλων Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ) ενώ η επίπτωση μπορεί να φτάσει έως και 20% στις ομάδες υψηλού κινδύνου. Το ΣΥΩ χαρακτη-ρίζεται από αυξημένη τριχοειδική διαπερατότητα η οποία οδηγεί σε μεγάλη εξαγγείωση υγρών στον τρίτο χώρο και ενδαγγειακή αφυδάτωση. Οι σοβαρές εκδηλώσεις του συνδρόμου περιλαμβάνουν ασκίτη, παραλυτικό ειλεό, περιοριστικού τύπου πνευμονοπάθεια (ARDS), νεφρική και ηπατική ανεπάρκεια και θρομβοεμβολικά φαινόμενα. Στους προγνωστικούς παράγοντες κινδύνου ανήκουν η νεαρή ηλικία, το προηγούμενο ιστορικό ΣΥΩ, το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών (ΣΠΩ), ο χαμηλός Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ), ο αυξημένος αριθμός ωοθυλακίων με άντρο (Antral Follicle Count - AFC), οι υψηλές δόσεις γοναδοτροπινών, οι επαναληπτικές δόσεις hCG, η απότομη και μεγάλη αύξηση της οιστραδιόλης (Ε2), η κύηση και ο μεγάλος αριθμός ωοθυλακίων. Το σοβαρό ΣΥΩ, το οποίο πριν δύο δεκαετίες θεωρούνταν μια ιατρογενής απειλητική για τη ζωή κατάσταση, μπορεί σήμερα να προβλεφθεί και να προληφθεί επαρκώς ή και να αντιμετωπιστεί στα αρχικά στάδια, χάρη στην προσεκτική κατανόηση της ενδοκρινολογίας της ωοθυλακιορρηξίας και στην εξατομίκευση και προσαρμογή των δόσεων των εκάστοτε φαρμακευτικών παραγόντων. 1194 155 189 Η επίδραση της θεραπευτικής άσκησης στην τενοντοπάθεια του υπερακανθίου σε elite κολυμβητές με επώδυνο ώμο Swimming is a very demanding sport as the nature of the sport puts a lot of strain on the shoulder joint, showing it in the first place in the frequency of injuries to elite athletes. Competitive swimmers travel long distances of up to 4,000 kilometers per day during training, as well as 1,500,000 shoulder rotations per year. This type of training predisposes to overuse syndromes. Supraspinatus tendinopathy is the most common overuse injury in swimmers. The supraspinatus, which is the main muscle of the rotator cuff, is under great strain, resulting in the tendon’s degenerative and the appearance of neovascularization that change its structure and ability. Supraspinatus tendinopathy is the main cause of pain in elite swimmers. Therapeutic exercise is considered an effective intervention for pain and dysfunction associated with supraspinatus tendinopathy. The purpose of this review is to collect and present data on the effect of therapeutic exercise on supraspinatus tendinopathy in elite swimmers. Η κολύμβηση είναι ένα ιδιαίτερα απαιτητικό άθλημα καθώς η φύση του αθλήματος επιφέρει μεγάλη καταπόνηση στην άρθρωση του ώμου εμφανίζοντάς τον στη πρώτη θέση στην συχνότητα των τραυματισμών σε elite αθλητές. Οι κολυμβητές υψηλών απαιτήσεων διανύουν καθημερινά κατά την διάρκεια των προπονήσεων μεγάλες αποστάσεις που φτάνουν τα 4000 χιλιόμετρα καθώς και τις 1500000 περιστροφές του ώμου τον χρόνο. Αυτού του είδους η προπόνηση προδιαθέτει για εμφάνιση συνδρόμων υπέρχρησης. Η τενοντοπάθεια του υπερακανθίου είναι το πιο συχνό αποτέλεσμα της υπέρχρησης στους κολυμβητές. Ο υπερακάνθιος που είναι ο κύριος μυς του στροφικού πετάλου δέχεται μεγάλη καταπόνηση με αποτέλεσμα την εξαλλαγή του τένοντα και την εμφάνιση νεοαγγείωσης και νεονεύρωσης που αλλάζουν την δομή του και την ικανότητα του. Η τενοντοπάθεια υπερακανθίου είναι η κύρια αιτία πόνου σε elite αθλητές κολύμβησης. Η θεραπευτική άσκηση θεωρείται αποτελεσματική παρέμβαση για τον πόνο και την δυσλειτουργία που σχετίζεται με την τενοντοπάθεια του υπερακανθίου. Σκοπός αυτής της ανασκόπησης είναι να συλλέξει και να παρουσιάσει τα δεδομένα σχετικά με την επίδραση της θεραπευτικής άσκησης στην τενοντοπάθεια του υπερακανθίου σε αθλητές κολύμβησης υψηλών απαιτήσεων. 1195 63 75 Στρατηγικές διδασκαλίας των μαθηματικών σε οργανωμένες δραστηριότητες στο νηπιαγωγείο The target of this study is to evaluate the strategies used by kindergarten teacher in the implementing organized mathematical activities. For the preparation of the work performed literature review and conducting qualitative research, attended the kindergarten teacher and the thirteen children of class. Basic research was non-participant observation, with recording tool the grill method and the semi-structured interview before and after the activities Ο στόχος του παρούσας εργασίας είναι η μελέτη των στρατηγικών που χρησιμοποιεί η νηπιαγωγός κατά την υλοποίηση οργανωμένων μαθηματικών δραστηριοτήτων. Για την εκπόνηση της εργασίας πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση αλλά και ποιοτική έρευνα, στην οποία συμμετείχε η νηπιαγωγός και τα δεκατρία παιδιά της τάξης. Βασικά της έρευνας ήταν η μη συμμετοχική παρατήρηση, με εργαλείο καταγραφής τη μέθοδο σχάρας και η ημιδομημένη συνέντευξη πριν και μετά τις δραστηριότητες 1196 227 230 Στάσεις και αντιλήψεις των εκπαιδευτικών προσχολικής ηλικίας στην Αλεξανδρούπολη σχετικά με τη "Διαπολιτισμική Εκπαίδευση" και τη "Διαπολιτισμική Συμβουλευτική" The current project is making an attempt to approach the issue of Intercultural Counseling in the educational sector. The study consists of a two-party structure. To begin with, in the first part the initial concepts that prevail in the school environment are presented, followed by an attempt to determine the term, conditions and aims of Intercultural Education. Simultaneously, there is a reference to the proportions of Multicultural Education and the laws implemented through time, in connection with the education of children with different cultural backgrounds. Moreover, the definition, aims and stages of Counseling in education are examined, as well as the necessity of the existence of Intercultural Counseling, according to the new facts that dominate greek schools. In addition, the importance of Counseling work that the educator is obliged to provide in contemporary multicultural classroom is pointed out, as well as the strategies used, the qualifications he/she acquires and finally the grounding he/she needs in the specific sector. The second part of the study refers to the research, which aims to investigate the attitudes of preschool educators in the city of Alexandroupolis, on the issue of Intercultural Education and the degree of his/her formation regarding Intercultural Counseling. Finally, the facts that lead to the deduction of conclusions and the determination of the factors, which form educators’ attitudes towards a multi-racial school population, are analyzed and commented on. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να προσεγγίσει το θέµα της ∆ιαπολιτισµικής Συµβουλευτικής στο χώρο της εκπαίδευσης. Η µελέτη ακολουθεί διµερή δοµή. Στο πρώτο µέρος γίνεται αρχικά παρουσίαση των εθνοκεντρικών αντιλήψεων που επικρατούν στο σχολικό περιβάλλον και έπειτα ακολουθεί µια προσπάθεια να δοθεί ο ορισµός, οι αρχές και οι σκοποί της ∆ιαπολιτισµικής Εκπαίδευσης. Παράλληλα, αναφέρονται οι διαστάσεις της Πολυπολιτισµικής Εκπαίδευσης και το νοµοθετικό πλαίσιο που έχει καθιερωθεί µε το πέρασµα των χρόνων, αναφορικά µε την εκπαίδευση παιδιών µε διαφορετικό πολιτισµικό υπόβαθρο. Στη συνέχεια, µελετάται ο ορισµός, οι στόχοι και τα στάδια της Συµβουλευτικής στην εκπαίδευση, αλλά και η αναγκαιότητα της ύπαρξης της ∆ιαπολιτισµικής Συµβουλευτικής, σύµφωνα µε τα νέα δεδοµένα που επικρατούν στο ελληνικό σχολείο. Επιπλέον, επισηµαίνεται η σπουδαιότητα του συµβουλευτικού έργου που οφείλει να παρέχει ο εκπαιδευτικός στη σύγχρονη πολυπολιτισµική τάξη, καθώς επίσης οι στρατηγικές που χρησιµοποιεί, τα προσόντα που διαθέτει και τέλος η κατάρτιση που έχει ανάγκη πάνω στο συγκεκριµένο τοµέα. Το δεύτερο µέρος αφορά την έρευνα, που έχει σκοπό να διερευνήσει τις στάσεις των εκπαιδευτικών της προσχολικής ηλικίας στη πόλη της Αλεξανδρούπολης σε θέµατα ∆ιαπολιτισµικής Εκπαίδευσης και το βαθµό κατάρτισής τους, αναφορικά µε τη ∆ιαπολιτισµική Συµβουλευτική. Γίνεται ανάλυση και σχολιασµός των δεδοµένων, που αποσκοπούν στη διεξαγωγή συµπερασµάτων και προσδιορισµός των παραµέτρων που διαµορφώνουν τη συµπεριφορά τους απέναντι στη ποικιλοµορφία του µαθητικού πληθυσµού. 1197 314 394 Έχει θέση η χρήση GnRH-αγωνιστή για την προστασία των γονάδων σε γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία? The long-term survival of children, adolescents and young women who underwent chemotherapy for cancer and the frequent adverse effects of chemotherapy on the other hand such as premature ovarian failure and potentially infertility, led the oncology medical community to focus on the effects of chemotherapy on ovarian function and therefore to discover methods for maintaining the fertility of these women. International guidelines recommend that treating physicians involved in the treatment of these reproductive women with cancer, should discuss with cancer patients the risk of ovarian dysfunction in chemotherapy resulting in infertility and to help them decide (whether or not to maintain fertility) as soon as possible. Current Thesis attempts to study and analyze data from studies with women of childbearing age who have been diagnosed with cancer and experience infertility due to chemotherapy. The clinical care of these individuals may be complex and the final decisions on whether or not fertility is maintained and in what ways it could be achieved is controversial. Although oocyte cryopreservation plus embryo freezing is the gold standard, one of these adjuvant methods might be the use of a GnRH-agonist to protect and prevent the loss of follicles during chemotherapy and thus the maintenance of fertility. By analyzing both clinical studies and meta-analyzes on them, and studying the guidelines, we investigated whether the use of GnRH-agonist in cancer chemotherapy patients under chemotherapy requiring a GnRH agonist is warranted, and whether their administration is effective in protecting the gonads. In this review, we summed up the mechanisms and studies that investigate the potential protective role of the GnRH-agonist as an adjuvant treatment that helps maintain part of the follicle reserve. Data suggest that administration of GnRH-Agonist could be an efficient method in preserving the ovarian function though diminished, for chemotherapy treated cancer patients and the results regarding pregnancy and overall survival although promising still need further studied to be confirmed. Η μακροχρόνια επιβίωση παιδιών, εφήβων και νεαρών γυναικών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία για καρκίνο αφ’ ενός, και οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες της χημειοθεραπείας όπως η πρόωρη ωοθηκική ανεπάρκεια και δυνητικά η στειρότητα αφ’ ετέρου, οδήγησε την ογκολογική ιατρική κοινότητα να εστιάσει στις επιδράσεις της χημειοθεραπείας στην λειτουργία των ωοθηκών και να ανακαλύψει μεθόδους για την διατήρηση της γονιμότητας αυτών των γυναικών . Οι μείζονες διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές συστήνουν στους ιατρούς που εμπλέκονται στην θεραπεία αυτών των γυναικών να συζητούν με τους καρκινοπαθείς ασθενείς τους, τον κίνδυνο δυσλειτουργίας των ωοθηκών που διατρέχουν κατά τη χημειοθεραπεία με απώτερη συνέπεια την στειρότητα και την πρόωρη εμμηνόπαυση και να τους βοηθούν στην απόφαση διατήρησης ή όχι της γονιμότητας (fertility preservation) όσο το δυνατόν συντομότερα. Αυτή η εργασία προσπαθεί να μελετήσει και να αναλύσει δεδομένα από έρευνες με γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας που διαγνώστηκαν με καρκίνο και αντιμετωπίζουν υπογονιμότητα λόγω της χημειοθεραπείας. Η κλινική φροντίδα αυτών των ατόμων μπορεί να είναι περίπλοκη και οι τελικές αποφάσεις για την διατήρηση ή όχι της γονιμότητας και με ποιούς τρόπους αυτό θα μπορούσε να επιτευχθεί να είναι αμφιλεγόμενο. Αν και η κύρια μέθοδος είναι η κρυοσυντήρηση ωαρίων ή και εμβρύων, μία επικουρική μέθοδος είναι και η χρήση GnRH-αγωνιστή με σκοπό να αποτρέψει την εκτεταμένη απώλεια ωοθυλακίων κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας και κατ’ επέκταση να επιτρέψει τη διατήρηση ποσοστού ωοθηκικής λειτουργίας και άρα την αποτροπή της πρόωρης εμμηνόπαυσης και αποφυγή της υπογονιμότητας. Αναλύοντας τόσο κλινικές μελέτες, όσο και μετα-αναλύσεις επί αυτών, και μελετώντας τις κατευθυντήριες οδηγίες, διερευνήσαμε το κατά πόσο έχει θέση η χρήση GnRH-Αγωνιστή, σε ασθενείς με καρκίνο υπό χημειοθεραπεία και κατά πόσο η χορήγηση τους είναι αποτελεσματική στην προστασία των γονάδων. Τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι η χορήγηση GnRH-Αγωνιστή (GnRH-Agonist) θα μπορούσε να είναι μία ικανή μέθοδος στον τομέα της διατήρησης της Εμμήνου Ρύσεως αφενός κι έν μέρει της γονιμότητας αφετέρου στις χημειοθεραπευμένες γυναίκες αναπραγωγικής ηλικίας με καρκίνο. Η παρούσα ανασκόπηση, κατέδειξε τον προστατευτικό ρόλο του GnRH-αγωνιστή ως μια επικουρική θεραπεία στις χημειοθεραπευθείσες ασθενείς στη διατήρηση μέρους του αποθέματος των ωοθυλακίων και τον δυνητικό θετικό ρόλο στη ν αποφυγή της πρόωρης εμμηνόπαυσης. Αν και υπάρχει μικρή αύξηση των κυήσεων μετά την χημειοθεραπεία και ίσως και της ποιότητας ζωής προσδιοριζόμενο ως ελευθέρου νόσου διάστημα επιβίωσης, δεν είναι σίγουρο ακόμα και γι αυτό χρειάζονται περισσότερες μελέτες. 1198 136 144 Αναστοχασμός εν ενεργεία εκπαιδευτικών. Πεποιθήσεις, στρατηγικές και προτάσεις παρέμβασης Reflective teaching is a complex process which includes the teachers’ perceptions and beliefs that affect their actions, as well as the students’ knowledge and experiences. It is about a metacognitive process that aims to the improvement of teaching and learning. The present study aimed to collect information about how pre-school education teachers in Greece reflect. An interview based on Open-Ended questions to 12 active pre-school education teachers was the tool that was used to carry out the research. It has been found that teachers reflect between the levels of Pre-reflection and Surface reflection. The value of reflective practice in order to improve teaching, in conjunction with the low level of reflection that was observed, proves that it is needed to reinforce reflective practice and promote reflection to higher levels in aid of developing teaching and learning Ο αναστοχασμός της διδακτικής πράξης αποτελεί μία σύνθετη διαδικασία, η οποία περιλαμβάνει τις αντιλήψεις και τις πεποιθήσεις του εκπαιδευτικού που οδηγούν τις πράξεις του, καθώς και τις γνώσεις και τις εμπειρίες του εκπαιδευόμενου. Πρόκειται για μία μεταγνωστική διαδικασία που στοχεύει στη βελτίωση της διαδικασίας διδασκαλίας–μάθησης. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στη συγκέντρωση πληροφοριών, σχετικά με τη διαδικασία αναστοχασμού των εν ενεργεία νηπιαγωγών στην Ελλάδα. Το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για την πραγματοποίηση της έρευνας ήταν η συνέντευξη με «ανοικτού τύπου» ερωτήσεις σε 12 εν ενεργεία νηπιαγωγούς. Διαπιστώθηκε ότι ο αναστοχασμός των εκπαιδευτικών βρίσκεται μεταξύ των ορίων του Προ-αναστοχασμού και του Περιγραφικού/Επιφανειακού αναστοχασμού. Η αξία της αναστοχαστικής πρακτικής με σκοπό τη βελτίωση της διδασκαλίας, σε συνδυασμό με το χαμηλό επίπεδο αναστοχασμού που παρατηρήθηκε, αποδεικνύει την ανάγκη για ενίσχυση της αναστοχαστικής πρακτικής και προώθηση του αναστοχασμού σε υψηλότερα επίπεδα 1199 347 310 The present work addresses the issue of the birth of a child with a serious illness or disability, which the physician failed to diagnose during prenatal screening and to inform the pregnant woman about it in time in order for the latter to choose whether to continue the pregnancy or to have an abortion. It also deals with the bioethical issues that arise out of it. The crucial point in cases of wrongful life and wrongful birth is that the serious abnormality of the child is not a result of medical act but is due to the inheritance and genetic identity of the child. In other words, the disease is detectable but not avoidable, meaning that no measures can be taken to prevent the child from being born with the particular disease. Therefore, if the doctor's illegal behavior was eliminated, the child would not be born healthy, but probably would not be born at all because his mother would have aborted his birth. The establishment of compensation claims requires the fulfillment of certain conditions, including injury. But is it a loss to have a life with a disability that is preferable to non-existence?In examining the issues that underlie the thematic of this thesis, the concepts that define the theme are first clarified in order to clarify the conditions that make up the process of prenatal screening in general. Then, there is a discussion of some issues of bioethics which arise from the widespread use of diagnostic methods in the fetus and the termination of pregnancy, that could be associated with them; in particular, the issues are examined both from a constitutional and theological point of view.Going deeper into the subject there is an approach of Orthodox theology and its attitude and position towards disability. Through the mystery of life and the concept of the person as "utterly conceived", as this is understood by Orthodox anthropology as well as by the teaching of the Orthodox Holy Fathers facing the given problem of "harmful birth", an attempt is made to understand the biomedical dilemmas arising out of this issue. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το θέμα της γέννησης τέκνου με σοβαρή ασθένεια ή αναπηρία, την οποία ο ιατρός παρέλειψε να διαγνώσει στα πλαίσια προγεννητικού ελέγχου και να ενημερώσει έγκαιρα την κυοφόρο, προκειμένου η τελευταία να επιλέξει τη συνέχιση της εγκυμοσύνης ή την τεχνητή διακοπή της. Ακόμα, πραγματεύεται και τα βιοηθικά ζητήματα που ανακύπτουν από αυτό. Το κρίσιμο στοιχείο στις περιπτώσεις wrongful life (ζημιογόνο ζωή) και wrongful birth (ζημιογόνο γέννηση) είναι ότι, η σοβαρή ανωμαλία του παιδιού δεν είναι απότοκο ιατρικής πράξης αλλ’ οφείλεται στην κληρονομικότητα και τη γενετική ταυτότητα του παιδιού. Με άλλα λόγια, η πάθηση ήταν μεν ανιχνεύσιμη αλλ’ όχι αποφευκτέα, δηλαδή δεν μπορούσαν να ληφθούν μέτρα για την αποτροπή γέννησης του παιδιού με τη συγκεκριμένη ασθένεια. Επομένως, εάν εξέλειπε η παράνομη συμπεριφορά του ιατρού, το παιδί δεν θα γεννιόταν μεν υγιές, αλλά πιθανότατα δεν θα γεννιόταν καθόλου, διότι η μητέρα του θα είχε ματαιώσει τη γέννησή του. Η θεμελίωση αποζημιωτικών αξιώσεων προϋποθέτει την πλήρωση ορισμένων προϋποθέσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η ζημία. Είναι όμως ζημία η ύπαρξη ζωής με αναπηρία προτιμότερη από την ανυπαρξία; Στα πλαίσια εξέτασης των ζητημάτων που συναπαρτίζουν την θεματική της παρούσας εργασίας, αρχικά γίνεται αποσαφήνιση των εννοιών που οριοθετούν την θεματική, προκειμένου να διασαφηνιστούν οι όροι που συνθέτουν τη διαδικασία του προγεννητικού και προεμφυτευτικού ελέγχου, γενικά. Στη συνέχεια θίγονται ορισμένα ζητήματα βιοηθικής, που ανακύπτουν από την ευρεία διάδοση των διαγνωστικών μεθόδων στο έμβρυο και την συναφή με αυτές διακοπή της κύησης, εξεταζόμενης από συνταγματική αλλά και θεολογική σκοπιά. Προχωρώντας στην εμβάθυνση του θέματος προσεγγίζουμε την Ορθόδοξη θεολογία και την στάση και θέση της απέναντι στην αναπηρία. Μέσα από το μυστήριο της ζωής και την έννοια του προσώπου, "εξ άκρας συλλήψεως", όπως αυτό νοείται στην Ορθόδοξη ανθρωπολογία καθώς και την θέση της αγιοπατερικής διδασκαλίας μπροστά στο δεδομένο πρόβλημα της “ζημιογόνου γέννησης”, γίνεται προσπάθεια κατανόησης των βιοηθικών διλημμάτων που προκύπτουν από το εν λόγω ζήτημα. 1200 287 291 The continuous development of Information and Communication Technology (ICT) as well as the wider use of the Internet as a means of information and communication, and its operation as an informal learning environment, seems to be an appropriate ground for strengthening national identities. The mediated space of Internet communication has led to the creation of "virtual communities" that, through human subjectivity, create new forms of perception of modern society. Thus, the discussion of national identity on the Internet is an interesting field of study in terms of new ways that are used in order to build and reproduce it. This finding has triggered my interest in exploring how the Internet as an informal learning environment helps build national identity and works competitively against formal education. The aim of the thesis is to compare three web pages of different ideological direction in terms of the concept of the nation in order to formulate theoretical proposals. The methodology used is the netnography which adapts the processes of participatory observation to the characteristics of the mediated social interaction. So, through my participation in the three virtual fields of the web pages, the research material with the ethnographic calendar tool was collected. Then, with the help of the grounded theory, the resulting data was classified into analytical categories. At the final stage of this classification emerged the fundamental research questions concerning the new ways in which the national identity is formed on the Internet and its functioning as an informal learning environment competing with formal education. The founded research questions that have emerged can be an incentive for further research work that will provide more data and more extensive knowledge of the study of national identity in the detteritorialized Internet environment Η συνεχής ανάπτυξη της Τεχνολογίας Πληροφοριών και Επικοινωνίας (Τ.Π.Ε.), καθώς και η ευρύτατη χρήση του Διαδικτύου ως μέσου ενημέρωσης και επικοινωνίας, αλλά και η λειτουργία του ως άτυπου περιβάλλοντος μάθησης φαίνεται να αποτελεί ένα πρόσφορο έδαφος για την ενίσχυση των εθνικών ταυτοτήτων. Ο διαμεσολαβημένος χώρος συνομιλίας και επικοινωνίας του Διαδικτύου έχει οδηγήσει στην δημιουργία «δυνητικών κοινοτήτων» οι οποίες μέσω της ανθρώπινης υποκειμενικότητας γεννούν νέους τρόπους αντίληψης της σύγχρονης κοινωνίας. Έτσι, η συζήτηση για την εθνική ταυτότητα στο Διαδίκτυο αποτελεί ένα ενδιαφέρον πεδίο μελέτης ως προς τους νέους τρόπους που χρησιμοποιούνται προκειμένου αυτή να συγκροτηθεί και να αναπαραχθεί. Αυτή η διαπίστωση προκάλεσε το ενδιαφέρον μου για την διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο το Διαδίκτυο ως ένα άτυπο περιβάλλον μάθησης συμβάλλει στην κατασκευή της εθνικής ταυτότητας και λειτουργεί ανταγωνιστικά ως προς την τυπική εκπαίδευση. Στόχος της εργασίας είναι η συγκριτική μελέτη τριών ιστοσελίδων διαφορετικής ιδεολογικής κατεύθυνσης ως προς την έννοια του έθνους έτσι ώστε να διατυπωθούν θεμελιωμένες θεωρητικές προτάσεις. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε είναι η εθνογραφία του Διαδικτύου η οποία προσαρμόζει τις διαδικασίες της συμμετοχικής παρατήρησης στα χαρακτηριστικά της διαμεσολαβημένης κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Έτσι, μέσα από την συμμετοχή μου στα τρία δυνητικά πεδία των ιστοσελίδων συλλέχθηκε το ερευνητικό υλικό με το εργαλείο του εθνογραφικού ημερολογίου. Στη συνέχεια, με την βοήθεια της θεμελιωμένης θεωρίας, τα δεδομένα που προέκυψαν, ταξινομήθηκαν σε αναλυτικές κατηγορίες. Στο τελικό στάδιο αυτής της ταξινόμησης προέκυψαν τα θεμελιωμένα ερευνητικά ερωτήματα που αφορούν τους νέους τρόπους με τους οποίους συγκροτείται η εθνική ταυτότητα στο Διαδίκτυο και την λειτουργία αυτού ως άτυπου περιβάλλοντος μάθησης, ανταγωνιστικού προς την τυπική εκπαίδευση.Τα θεμελιωμένα ερευνητικά ερωτήματα που προέκυψαν μπορούν να αποτελέσουν κίνητρο για επόμενες ερευνητικές εργασίες οι οποίες θα προσφέρουν περισσότερα δεδομένα και εκτενέστερη γνώση αναφορικά με την μελέτη της εθνικής ταυτότητας στο απεδαφοποιημένο περιβάλλον του Διαδικτύου. 1201 311 294 Αναδρομική μελέτη αιτίων αλλαγής αντιρετροϊκής θεραπείας σε ασθενείς με HIV λοίμωξη κατά το χρονικό διάστημα 1997-2017 OBJECTIVE: The aim of this retrospective research is to look into the most usual antiretroviral regimens used in patients with HIV, the most common reasons that resulted in regimen switch together with the leading adverse events of each antiretroviral category. METHODS: We selected and analyzed data from 1346 patients who are treated in the special Infectious Diseases Department of the University Hospital of Thessaloniki AHEPA and started antiretroviral therapy between the 1st of January 1997 and the 31st of December 2016 and are being followed up until nowadays. More specifically, trends in the following factors were described: 1) the percentage of regimen switching within these 20 years, 2) the leading reasons that resulted in switching, 3) the factors that contributed to each of them and 4) the patients' surviving rate. RESULTS: 55% of patients switched to a second-line regimen, while 43,9% of them sooner than 1 year. The incidence of switching was significantly increased in Greek patients who started therapy after 2012, but it was not related with any other factor, clinical or demographic. The main reasons that resulted in switching were in order of decreasing incidence toxicity (41,5%), simplification of the regimen (27,3%), failure (12%) and other reasons (19,2%) while the leading secondary causes included renal toxicity (5,8%), neuropsychiatric adverse events (5,2%), liver toxicity (5%) while a percentage of 15,7% still remains of uncertain cause. The predictors of switching as well as its causes include patients': sex, mode of transmission, WHO clinical stage, ethnicity, age, chosen first-line regimen and the viroimmunological state. Overall, patients' 5 year survival incidence was counted 93%. CONCLUSIONS: It seems to be of great importance for the physicians to evaluate and understand the causes that can lead to a switching of first-line regimens as well as of the predicting factors of ART modification so that we can soon be able to come closer to AIDS eradication. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας αναδρομικής μελέτης είναι η διερεύνηση των συνηθέστερα χρησιμοποιούμενων αντιρετροϊκών θεραπευτικών σχημάτων στους ασθενείς με HIV, των συχνότερων αιτιών που οδήγησαν σε αλλαγή και των σχήματος καθώς και των κυριότερων ανεπιθύμητων ενεργειών που αναδύθηκαν ανά κατηγορία αντιρετροϊκών παραγόντων. ΜΕΘΟΔΟΣ: Συνελέξαμε και αναλύσαμε στοιχεία από 1346 ασθενείς της Μονάδας Ειδικών Λοιμώξεων του ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ οι οποίοι ξεκίνησαν αντιρετροϊκή αγωγή από την 1η Ιανουαρίου 1997 μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2016 και παρακολουθούνται στη Μονάδα μέχρι και σήμερα, υπολογίζοντας ειδικότερα 1) το ποσοστό των αλλαγών που έλαβαν χώρα, 2)τα αίτια που οδήγησαν σε αυτές τις αλλαγές, 3)τους παράγοντες που συνέλαβαν σε καθένα από αυτά και 4) την επιβίωση του υπό μελέτη πληθυσμού.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: 55% των ασθενών προχώρησε σε αλλαγή του σχήματος με το 43,9% να αλλάζει σε διάστημα <1 έτους. Η επίπτωση αλλαγής ήταν μεγαλύτερη σε έλληνες ασθενείς που ξεκίνησαν αγωγή μετά το 2012 αλλά ανεξάρτητη οποιουδήποτε άλλου παράγοντα, κλινικού ή δημογραφικού. Συχνότερα αίτια αγωγής ήταν κατά σειρά η ανάπτυξη τοξικότητας (41,5%), η απλοποίηση (27,3), η αποτυχία του σχήματος (12%) και άλλοι παράγοντες (19,2%) με τα κυρίαρχα επιμέρους αίτια τοξικότητας να αποτελούν η νεφροτοξικότητα (5,8%), οι νευροψυχιατρικές διαταραχές (5,2%), η ηπατοτοξικότητα (5%), ενώ 15,7% παραμένει αδιευκρίνιστο. Το φύλο, η εθνικότητα, η ηλικία, το στάδιο της νόσου, το επιλεγμένο σχήμα αγωγής και η ιοανοσολογική κατάσταση του ασθενούς επηρέασαν σε άλλοτε άλλο βαθμό την επίπτωση κάθε αιτίου και της ίδιας της αλλαγής. Τέλος το ποσοστό 5ετούς επιβίωσης υπολογίσθηκε στο 93%. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Υψίστης σημασίας κρίνεται η βαθιά κατανόηση των αιτιών που οδηγούν στην αναγκαιότητα αλλαγής θεραπείας με την πάροδο των ετών και των παραγόντων που παίζουν ρόλο και μπορούν να αλλάξουν ώστε να μπορούμε να μιλάμε σύντομα για εξάλειψη του HIV. 1202 240 225 Knowledge and attitudes of Greek university students regarding biodiversity issues The research problem of this study concerns the mapping of the knowledge and attitudes of Greek university students concerning biodiversity issues. Biodiversity loss is considered of particular importance because of its devastating impact on the entire planet. Therefore, a structured questionnaire was administered to students of six Departments of Democritus University of Thrace, namely the Department of Elementary Education, the Department of Studies in Early Childhood, the Department of Molecular Biology and Genetics, the Medical School, the Department of Forestry and Environmental Management of Natural Resources, and the Department of Agricultural Development, aiming at investigating their knowledge and attitudes towards biological diversity. Based on the analysis of the survey’s results from the 143 returned questionnaires, it was observed that generally there is a good level of knowledge about biodiversity issues, with no significant differences between the students from the various Departments, while their attitudes appear also to be in satisfactory environmentally friendly levels. Specifically, as far as the students of each Department is concerned, the highest score in the cognitive sub-scale was recorded by the Molecular Biology students, followed by the Forestry Department students, while limited knowledge was found by students from the Department Agricultural Development, while the highest attitude values towards biodiversity issues were presented by the students of the Department of Education Sciences in Early Childhood and the lower ones were registered at the Department of Elementary Education. Το ερευνητικό πρόβλημα, το οποίο πραγματεύεται η παρούσα εργασία, αφορά στην αποτύπωση των γνώσεων και των στάσεων Ελλήνων φοιτητών σε θέματα βιοποικιλότητας. Το ζήτημα της απώλειας της βιοποικιλότητας θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, λόγω των καταστροφικών επιπτώσεων που επιφέρει ήδη σε ολόκληρο τον πλανήτη. Ως εκ τούτου, διανεμήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο σε φοιτητές έξι Τμημάτων του Δημοκριτείου Πανεπιστήμιου Θράκης και συγκεκριμένα του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία, της Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής, της Ιατρικής, του Τμήματος Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Φυσικών Πόρων και της Αγροτικής Ανάπτυξης με στόχο τη διερεύνηση των γνώσεων και των στάσεών τους σε θέματα της βιολογικής ποικιλότητας. Με βάση την ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας από τα 143 ερωτηματολόγια που επιστράφηκαν συμπληρωμένα, παρατηρήθηκε ότι γενικά υπάρχει ένα καλό επίπεδο γνώσεων, χωρίς σημαντικές ωστόσο διαφοροποιήσεις μεταξύ των φοιτητών των διαφορετικών Τμημάτων, ενώ οι στάσεις τους εμφανίζονται να είναι επίσης σε ικανοποιητικό βαθμό φιλοπεριβαλλοντικές. Ειδικότερα για την επίδοση των φοιτητών του κάθε Τμήματος, το υψηλότερο σκορ στην υποκλίμακα των γνώσεων καταγράφηκε από το Τμήμα Μοριακής Βιολογίας, ενώ επίσης υψηλή γνώση εμφάνισε και το Τμήμα Δασολογίας. Σημαντικά ελλιπή γνώση φάνηκε πως είχαν οι φοιτητές του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης, ενώ όσον αφορά τις στάσεις σε ζητήματα βιοποικιλότητας, τις υψηλότερες τιμές εμφάνισαν οι φοιτητές του Τμήματος Επιστημών της Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία και αντίστοιχα οι χαμηλότερες καταγράφηκαν στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης 1203 242 308 Ενεργειακή και περιβαλλοντική αξιολόγηση υλικών θερμομόνωσης στα κτίρια Life Cycle Analysis (LCA) is a very important method for both the construction sector and other human activities. Considering the environmental impacts that materials has during its lifetime LCA plays a key role to take right decisions about the use of those. The goal of an LCA is to observe the interactions between an activity and the environment. In this way, necessary information is collected to determine the environmental impact of different activities in order to improve. The credibility of the results of an LCA depends on the reliability of the data. The more updated data can be lead to better results. Important role is the way of modeling and simplifying the processes, as well as the whole assumptions made in each study. The aim of this study is to compare two external thermal insulation systems using as insulation material expanded polystyrene and rock wool. The SimaPro life cycle analysis software was used to study the two systems. As a reference building was used a 70m2 detached house, without any kind of insulation. Additionally, the building was examined for the four climatic zones, as defined by K.EN.AK. Our results lead to the conclusion that the use of external insulation with expanded polystyrene is better that of rock wool. In addition, the way of managing the insulation systems after their end-of-life needs special attention, while the production processes of the insulating materials and the adhesive mortar used for their installation can be improved. Η Ανάλυση Κύκλου Ζωής (ΑΚΖ) είναι μία μέθοδος πολύ σημαντική τόσο για τον κατασκευαστικό τομέα, όσο και για τους υπόλοιπους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκαλούν τα υλικά από την παραγωγή τους, μέχρι το τέλος της χρήσης τους, μπορεί να γίνει η αντίστοιχη λήψη αποφάσεων για την επιλογή τους. Στόχος μίας ΑΚΖ είναι η παρατήρηση των αλληλεπιδράσεων μεταξύ μιας δραστηριότητας και του περιβάλλοντος. Μέσα από αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτή η αλληλεξάρτηση που έχει η ανθρώπινη δραστηριότητα και το περιβάλλον. Με τον τρόπο αυτό συλλέγονται οι απαραίτητες πληροφορίες για να καθοριστούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων και να αναγνωριστεί η δυνατότητα για περιβαλλοντικές βελτιώσεις. Η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων μίας ΑΚΖ, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αξιοπιστία των δεδομένων. Όσο πιο έγκυρες και σύγχρονες είναι οι πηγές τόσο πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι τα αποτελέσματα. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει ο τρόπος μοντελοποίησης και απλοποίησης των διεργασιών, καθώς και το σύνολο των παραδοχών και υποθέσεων που έχουν γίνει στην κάθε μελέτη. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η συγκριτική αξιολόγηση με την ΑΚΖ δύο συστημάτων εξωτερικής θερμομόνωσης τοιχοποιίας και συγκεκριμένα με τη χρήση διογκωμένης πολυστερίνης και με τη χρήση πετροβάμβακα. Για την μελέτη των δύο συστημάτων χρησιμοποιήθηκε το λογισμικό ανάλυσης κύκλου ζωής «SimaPro7». Στη μελέτη περίπτωσης εξετάστηκε μία μονοκατοικία 70μ2 , με αμόνωτη τοιχοποιία, στην οποία εφαρμόστηκαν τα 2 συστήματα εξωτερικής θερμομόνωσης. Το κτίριο μελέτης εξετάστηκε στις τέσσερεις κλιματικές ζώνες, όπως αυτές ορίζονται από τον Κ.ΕΝ.Α.Κ. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης με το λογισμικό «SimaPro7» οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η χρήση εξωτερικής θερμομόνωσης με διογκωμένη πολυστερίνη υπερέχει σε σχέση με αυτή του πετροβάμβακα. Επιπλέον, ο τρόπος διαχείρισης των συστημάτων μόνωσης μετά το τέλος ζωής τους χρήζει ιδιαίτερης προσοχής ενώ οι διεργασίες παραγωγής των μονωτικών υλικών καθώς και του κονιάματος που χρησιμοποιείται για την τοποθέτηση τους επιδέχονται σημαντικές βελτιώσεις. 1204 157 157 Gendered representation into the recent language textbooks of all classes of the greek primary school: a critical overview Αναπαραστάσεις των έμφυλων ρόλων στα εγχειρίδια της ‘Γλώσσας’ του δημοτικού σχολείου: μια κριτική επισκόπηση This study examines the gendered representations and stereotypes built into the recent language textbooks of all the classes of the Greek Primary school. More specifically, the aim of this study is to examine gender roles as projected in the texts and images of language textbooks, in order to detect potential stereotypes and prejudice which are reproduced and may consequently affect children’s construction of gender identities. With the help of a combination of two methods, that is the qualitative content analysis and critical discourse analysis, we explore and present examples of texts and images where sexist stereotypes are traced. Our analysis shows that social discrimination is reproduced by school textbooks and, in particular, the dominance of the male gender is confirmed in the family, in work settings and in society in general, while the female gender is marginalized as powerless-inferior Στην παρούσα μελέτη εξετάζονται οι έμφυλες αναπαραστάσεις και τα στερεότυπα που οικοδομούνται στα νέα σχολικά εγχειρίδια της Γλώσσας σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού σχολείου. Πιο συγκεκριμένα, στόχος της εργασίας αυτής είναι η εξέταση των ρόλων των δύο φύλων έτσι όπως προβάλλονται μέσα από τα κείμενα και τις εικόνες της γλωσσικής διδασκαλίας, έτσι ώστε να ανιχνευτούν τυχόν στερεότυπα και προκαταλήψεις που αναπαράγονται και πιθανόν επηρεάζουν τη διαδικασία κατασκευής των έμφυλων ταυτοτήτων των παιδιών. Με τη βοήθεια ενός συνδυασμού μεθοδολογικών προσεγγίσεων, της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου και της κριτικής ανάλυσης λόγου, διερευνώνται και παρουσιάζονται παραδείγματα τόσο από κείμενα όσο και από εικόνες στα οποία ανιχνεύονται σεξιστικά στερεότυπα. Η ανάλυσή μάς δείχνει ότι μέσω του σχολικού εγχειριδίου αναπαράγονται κοινωνικές ανισότητες που αφορούν το φύλο και ειδικότερα η κυριαρχία του αρσενικού φύλου επιβεβαιώνεται στο οικογενειακό, εργασιακό και κοινωνικό περιβάλλον, ενώ το θηλυκό περιθωριοποιείται ως το πιο αδύναμο-κατώτερο 1205 442 466 The ability of scientists to interfere with the biological nature of man, as never before in history, has brought societies before unprecedented moral problems under the pressure of which Bioethics was born.An important role in bioethical issues is Law, which has incorporated ethical universal values into international treaties and laws. Medical Law regulates issues such as the general rules of practice of the medical profession. The right to health has been recognized as a fundamental human right by international treaties and conventions.Medical ethics deals with common problems of daily medical practice as well as with unusual. Ethics as a philosophical branch deals mainly with the question of which human acts are inappropriate. The first concept of medical ethics was formulated in the Hippocrates oath.The four basic principles underpinning bioethics are the principle of autonomy, the principle of utility, the principle of non-harm, and the principle of justice. These principles have been identified as the main pillars of bioethics and are a basic rule for making decisions about bioethical seizures.Ethical theories of moral philosophy define the criterion of moral conduct. The most important ethical theories in medical ethics and moral philosophy in general are: Benevolence - Condominism, Ethical - Kantian ethics, and Aretaic - Aristotelian ethics.Codes of ethics are a system of ethical rules governing the activity of the whole (profession, science). Law 3418/2005 "Code of Medical Ethics" sets out the way in which the medical function is exercised in the Greek territory.In the Greek legal order, the rights of the patient are laid down in Article 47 of Law 2071/92The medical error is directly related to medical malpractice and is usually interpreted as a violation of standard medical rules.Patient's informed consent is a matter of great interest for both medicine and bioethics. The physician's obligation not to carry out medical operations without the consent of the patient and his obligation to provide information to the patient is a moral commitment of the physician with a legal and ethical dimension.Privacy and confidentiality are a moral promise by the medical practitioner to the recipient of medical care, and a prerequisite for establishing a relationship of trust between the two. Observance of medical confidentiality is one of the most essential duties of a doctor whose violation results in ethical, ethical and legal problems.Conflict of duties exists when two or more conflicting tasks are borne by the same operator, so that the fulfillment of one leads to a violation of the other. The doctor's choice is made by him, but it is done within the framework of the law and for this reason he is controlled, and if it is arbitrary, the doctor bears civil-criminal-disciplinary responsibility. Η δυνατότητα των επιστημόνων να παρεμβαίνουν στην βιολογική φύση του ανθρώπου, όπως ποτέ ξανά στην ιστορία, έφερε τις κοινωνίες ενώπιον πρωτόγνωρων ηθικών προβλημάτων υπό την πίεση των οποίων γεννήθηκε η Βιοηθική.Σημαντικό ρόλο σε βιοηθικά ζητήματα κατέχει το Δίκαιο, το οποίο έχει ενσωματώσει ηθικές πανανθρώπινες αξίες σε διεθνείς συνθήκες και νόμους. Το Ιατρικό Δίκαιο ρυθμίζει ζητήματα όπως οι γενικοί κανόνες άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος. Το δικαίωμα στην υγεία έχει αναγνωριστεί ως θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα από διεθνείς συνθήκες και συμβάσεις.Η ιατρική ηθική ασχολείται με συνήθη προβλήματα της καθημερινής ιατρικής πρακτικής καθώς και με ασυνήθη. Η Ηθική ως φιλοσοφικός κλάδος ασχολείται κυρίως με το ερώτημα ποιες ανθρώπινες πράξεις είναι ανάρμοστες. Η πρώτη αντίληψη περί ιατρικής ηθικής διατυπώθηκε στον όρκο Ιπποκράτη.Οι τέσσερεις βασικές αρχές στις οποίες στηρίζεται η βιοηθική είναι η αρχή της αυτονομίας, η αρχή της ωφέλειας, η αρχή της μη βλάβης, και η αρχή της δικαιοσύνης. Οι αρχές αυτές έχουν αναγορευτεί ως οι βασικοί πυλώνες του βιοηθικού στοχασμού και αποτελούν βασικό κανόνα για τη λήψη αποφάσεων ενόψει βιοηθικών διλλημάτων.Οι ηθικές θεωρίες της ηθικής φιλοσοφίας προσδιορίζουν το κριτήριο της ηθικής πράξης. Οι σημαντικότερες ηθικές θεωρίες στην ιατρική ηθική , και στην ηθική φιλοσοφία γενικότερα, είναι : ο Ωφελιμισμός - Συνεπειοκρατία, η Δεοντολογική - Καντιανή ηθική, και η Αρεταϊκή - Αριστοτελική ηθική.Οι κώδικες δεοντολογίας αποτελούν ένα σύστημα ηθικών κανόνων που διέπουν τη δραστηριότητα του συνόλου (επάγγελμα, επιστήμη). Ο Ν. 3418/2005 "Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας", οριοθετεί το τρόπο άσκησης του ιατρικού λειτουργήματος στην ελληνική επικράτεια.Στην ελληνική έννομη τάξη τα δικαιώματα του ασθενούς διατυπώνονται στο άρθρο 47 του Νόμου 2071/92.Το ιατρικό σφάλμα συνδέεται άμεσα με την ιατρική αμέλεια και συνήθως ερμηνεύεται ως παράβαση των τυποποιημένων ιατρικών κανόνων. Η αστική ευθύνη του ιατρού μπορεί να θεμελιωθεί σε τρεις διαφορετικές βάσεις :την συμβατική ιατρική ευθύνη, την ευθύνη του ιατρού από αδικοπραξία, και την ευθύνη του ιατρού από το νόμο περί προστασίας καταναλωτή.Η ενημερωμένης συναίνεσης του ασθενούς αποτελεί ζήτημα μεγάλου ενδιαφέροντος για την ιατρική, και την βιοηθική. Η υποχρέωση του γιατρού να μη διενεργεί ιατρικές πράξεις χωρίς τη συναίνεση του ασθενούς, καθώς και η υποχρέωσή του να παρέχει στον ασθενή πληροφορίες αποτελεί ηθική δέσμευση του ιατρού, με νομική και δεοντολογική διάσταση.Η μυστικότητα και η εμπιστευτικότητα αποτελούν απαράβατη ηθική υπόσχεση του ιατρού προς τον λήπτη της ιατρικής φροντίδας, και την απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκαθίδρυση μίας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο. Η τήρηση του ιατρικού απορρήτου αποτελεί ένα από τα ουσιωδέστερα καθήκοντα του ιατρού από τηνπαραβίαση του οποίου προκύπτουν προβλήματα ηθικού, δεοντολογικού και νομικού χαρακτήρα.Σύγκρουση καθηκόντων υπάρχει όταν δύο ή περισσότερα αλληλοσυγκρουόμενα καθήκοντα βαρύνουν το ίδιο φορέα, κατά τρόπον ώστε η εκπλήρωση του ενός οδηγεί σε παραβίαση του άλλου. Η επιλογή του ιατρού ναι μεν διαμορφώνεται από τον ίδιο, γίνεται όμως στα πλαίσια που ο νόμος ορίζει και για το λόγο αυτό ελέγχεται, και αν κριθεί αυθαίρετη τότε ο ιατρός φέρει αστική - ποινική - πειθαρχική ευθύνη. 1206 202 197 Study of the role of 2-deoxy-D_glucose on the raiosensitivy of glioblastoma cell lines Η επίδραση της 2-δεοξυγλυκόζης (2-DG) στο μεταβολισμό και την ακτινευαισθησία κυτταρικών σειρών γλοιοβλαστώματος In the context of this study, the role of 2-deoxyglucose (2DG) in cancer cell metabolism of glioblastoma cell lines and their radiosensitivity was examined. 2-deoxyglucose is a structural analogue of glucose which inhibits the glucolysis pathway. More specifically, at the first stage of the pathway, 2-deoxyglucose is isomerized to 6-phosphate 2-deoxyglucose, a molecule thatgets entrapped into the cell before the next step of phosphoglucoisomeriosis, suspending further glycolysis. During the experimental process, the minimum and average lethal concentration of 2DG was found in order to determine the final concentration to be used later in the study. Glioblastoma cells wereincubated with 2DG and were collected after a specific time point (24h) to examine the effect of this substance in main metabolic enzymes (HIF1a, Glut1, PDH, p-PDH, PDK1, LDH1 and LDH5) through the Western Blot Analysis. At a final stage, with the use of the fluorescence 96-well plate reader OMEGA Fluostar the survival and the radio-sensitisation of cells after the exposure in specific concentrations of 2DG and scaled doses of radiation. Through the results of the experiments, a conclusion concerning the effect of 2DG in the radiosensitivity of glioblastoma cells was reached. Η παρούσα Διπλωματική Εργασία έχει ως θέμα την μελέτη της επίδρασης της 2-δεοξυγλυκόζης (2-DG) στο μεταβολισμό και την ακτινευαισθησία των κυτταρικών σειρών T98G και U87MG του γλοιοβλαστώματος. H 2-δεοξυγλυκόζη είναι ένα μόριο γλυκόζης το οποίο αναστέλλει τη γλυκόλυση λόγω της δομής του. Συγκεκριμένα, το παράγωγο 6-φωσφορική 2-δεοξυγλυκόζη του πρώτου σταδίου της γλυκόλυσης εγκλωβίζεται στο κύτταρο πριν το στάδιο της φωσφογλυκοϊσομερίωσης διακόπτοντας το μονοπάτι. Κατά την πειραματική διαδικασία, αρχικά βρέθηκε η ελάχιστη και μέση θανατηφόρα συγκέντρωση της 2DG ώστε να επιλεχθεί η κατάλληλη συγκέντρωση που θα χρησιμοποιηθεί. Στο δεύτερο στάδιο, τα κύτταρα επωάστηκαν με 2DG και έγινε η συλλογή τους σε καθορισμένο χρονικό σημείο επώασης (24 ώρες) προκειμένου να ελεγχθεί με ανοσοαποτύπωση κατά Western η επίδραση της ουσίας στην έκφραση πρωτεϊνών που ενέχονται στη γλυκόλυση (HIF1a, GLUT1, PDH,p-PDH, PDK1, LDH1 και LDH5). Mε τη βοήθεια του fluorecence 96-well platereader OMEGA Fluostar μελετήθηκε η επιβίωση και η ακτινευαισθητοποίηση των κυττάρων μετά από έκθεση σε επιλεγμένες συγκεντρώσεις 2DG και διαβαθμισμένες δόσεις ιονίζουσας ακτινοβολίας. Μέσω των αποτελεσμάτων που προέκυψαν από τα παραπάνω πειράματα εξήχθη το συμπέρασμα για την ακτινευαισθησία που προκαλεί η 2-DG στις κυτταρικές σειρές του γλοιοβλαστώματος. 1207 116 129 Χρήση αντισυλληπτικών δισκίων στην αντιμετώπιση δυσλειτουργικών αιμορραγιών Introduction: Dysfunctional uterine bleeding is a condition presenting a variety of forms such as menorrhagia, oligomenorhea, multimenstrual disease and metrorrhagia. Purpose: The purpose of this diploma thesis is to highlight the effectiveness of delivering contraceptive tablets to treat dysfunctional uterine bleeding. Material - Method: Greek and foreign language books and articles from published journals were used on a public online database (Pubmed). Conclusions: Treatment of dysfunctional uterine bleeding can be treated either conservatively or surgically. Conservative treatment is based on the use of contraceptive pills. There are many combinations that have been used to deal with it. Many studies have been conducted on the subject in order to obtain the appropriate contraceptive tablet. Opinions are controversial. Εισαγωγή : Η δυσλειτουργική αιμορραγία της μήτρας είναι μια κατάσταση η οποία παρουσιάζει ποικίλες μορφές όπως η μηνορραγία, ολιγομηνόρροια, πολυμηνόρροια, και μητρορραγία. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι η ανάδειξη της αποτελεσματικότητας της χορήγησης αντισυλληπτικών δισκίων για την αντιμετώπιση της δυσλειτουργικής αιμορραγίας της μήτρας. Υλικό – Μέθοδος : Χρησιμοποιήθηκαν ελληνικά και ξενόγλωσσα συγγράμματα και άρθρα από δημοσιευμένα περιοδικά σε επίσημη διαδικτυακή βάση δεδομένων (Pubmed). Συμπεράσματα: Η αντιμετώπιση της δυσλειτουργικής αιμορραγίας της μήτρας μπορεί να αντιμετωπισθεί είτε συντηρητικά είτε χειρουργικά. Η συντηρητική θεραπεία βασίζεται στη χρήση των αντισυλληπτικών δισκίων. Υπάρχουν πολλοί συνδυασμοί που έχουν χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση της . Πολλές μελέτες έχουν διεξαχθεί σχετικά με το θέμα με σκοπό την κατάληξη της χορήγησης του κατάλληλου αντισυλληπτικού δισκίου. Οι απόψεις είναι αμφιλεγόμενες. 1208 312 297 The views of the teachers of Primary education of Xanthi Prefecture on the abilities - skills of the Head of the School Unit Οι απόψεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Ξάνθης για τις ικανότητες -δεξιότητες του Διευθυντή σχολικής μονάδας In today's ever-changing society with uncontrolled scientific and technological growth, the educational community cannot remain unaffected, but has to successfully cope with the complex school reality as it has been shaped. A key person for the effective operation of the school is the Headteacher who must have the set of skills and competencies which will enable him / her to successfully respond to his / her complex and demanding role. The purpose of this thesis is to explore the views of primary school teachers of Xanthi Prefecture on the skills and competencies that the Headteacher of the school unit should possess. For this reason, 140 teachers were questioned so as to determine what style of educational leadership they considered to be appropriate for the effective operation of the school unit and to highlight the main skills - competencies, personal attributes and qualities that a Headteacher should possess. Furthermore, their views were explored on the criteria they consider important and on the procedure they wish to follow when making the choice of Headteachers. To derive the data, a quantitative survey was conducted with the questionnaire as the research tool. According to their views, teachers in their majority want a combination of leadership styles and consider the contribution of the Headteacher's cognitive, communication, administrative and technical skills essential to the effective functioning of the school. At the same time it was pointed out that a Headteacher must be characterised by determination, integrity and patience, and in addition he/she must be fair, industrious and flexible. Regarding their opinion on how headteachers should be appointed, the majority of the teachers stated that they want the choice to be made by the school teaching staff in conjunction with an objective scoring system of credentials. Στη σημερινή συνεχώς μεταβαλλόμενη κοινωνία με τους ανεξέλεγκτους επιστημονικούς και τεχνολογικούς ρυθμούς ανάπτυξης, η εκπαιδευτική κοινότητα δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη, αλλά πρέπει να αντιμετωπίσει με επιτυχία την πολύπλοκη σχολική πραγματικότητα, όπως έχει διαμορφωθεί. Πρόσωπο «κλειδί» για την αποτελεσματική λειτουργία της σχολικής μονάδας, αποτελεί ο Διευθυντής που πρέπει να διαθέτει το πλέγμα εκείνο των ικανοτήτων και δεξιοτήτων προκειμένου να μπορέσει να ανταποκριθεί με επιτυχία στον πολυσύνθετο και απαιτητικό ρόλο του. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Ξάνθης για τις ικανότητες - δεξιότητες που πρέπει να διαθέτει ο Διευθυντής σχολικής μονάδας. Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η άποψη 140 εκπαιδευτικών για να διαπιστωθεί ποιο στυλ εκπαιδευτικής ηγεσίας θεωρούν ότι είναι κατάλληλο για την αποτελεσματική λειτουργία της σχολικής μονάδας και να αναδειχτούν οι κυριότερες ικανότητες - δεξιότητες, ατομικά χαρακτηριστικά και γνωρίσματα που πρέπει να κατέχει ένας Διευθυντής. Επίσης διερευνήθηκε η άποψή τους για τα κριτήρια που θεωρούν σημαντικά καθώς και τον τρόπο που επιθυμούν να γίνεται η επιλογή των Διευθυντών. Για να αντληθούν τα στοιχεία διενεργήθηκε ποσοτική έρευνα με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Μέσα από τις απόψεις τους αναδείχθηκε ότι στην πλειοψηφία τους οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν ένα συνδυασμό των στυλ ηγεσίας και θεωρούν πάρα πολύ σημαντική τη συμβολή των γνωστικών, επικοινωνιακών, διοικητικών και τεχνικών ικανοτήτων – δεξιοτήτων του Διευθυντή στην αποτελεσματική λειτουργία της σχολικής μονάδας. Παράλληλα αναδείχθηκε ότι ένα Διευθυντή πρέπει να τον διακρίνει η αποφασιστικότητα, η ακεραιότητα και η υπομονή και επιπλέον πρέπει να είναι δίκαιος, εργατικός και ευέλικτος. Επίσης σκιαγραφήθηκε η άποψή τους για τον τρόπο επιλογής των Διευθυντών όπου στην πλειοψηφία τους οι εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι επιθυμούν η επιλογή να γίνεται από το Σύλλογο Διδασκόντων σε συνδυασμό με μετρήσιμα μόρια. 1209 323 332 Primary Education Teachers’ Beliefs about the promotion of Greek as second language Απόψεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αναφορικά με την προώθηση της ελληνικής ως ξένης γλώσσας The ever-increasing migration in our country over the past few years and the awareness of the education of the Muslim Minority in Thrace are creating new facts in educational reality. In the majority of Greek Schools, different languages and cultures are in contact with each other, which requires a change in the way teachers teach and therefore a change in the educational process, in order to be able to respond successfully to the constantly changing requirements of a school class with a mixed composition. Teachers' beliefs are vital for the smooth integration and success of bilingual pupils in schools, as they face cultural diversity and bilingualism every day and are called upon to implement pedagogical strategies to empower these pupils. The purpose of this work is to explore beliefs of primary school teachers with regard to Greek as second language and the factors and teaching practices which promote Greek as second language. Both theoretical and research part, make a particular effort to investigate and record teachers’ beliefs on: a) the role played by the pupil’s first language (C1) in promoting the second language (C2), b) the knowledge and the language profiles of their bilingual pupils, c) the role of two languages systems in the school performance of pupils, d) educational practices which promote Greek as second language The research findings of this study were derived by the adoption of the quantitative method for data collection. In particular, a structured questionnaire was used which was distributed electronically to primary school teachers from all over Greece. The survey was conducted in January-March 2020. The results showed a more general positive attitude of teachers towards bilingualism and bilingual pupil as well as towards their education, the use of C1 at school, but towards the possibility of changes in the education system in order to create the right conditions for the teaching of foreign-language students. Η συνεχώς αυξανόμενη μετανάστευση στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια αλλά και η ευαισθητοποίηση σχετικά με την εκπαίδευση της Μουσουλμανικής Μειονότητας στη Θράκη δημιουργεί νέα δεδομένα στην εκπαιδευτική πραγματικότητα. Στην πλειοψηφία των ελληνικών σχολείων έρχονται σε επαφή μεταξύ τους μαθητές που χρησιμοποιούν διαφορετικούς γλωσσικούς κώδικες και προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα, γεγονός που απαιτεί την αλλαγή του τρόπου διδασκαλίας των εκπαιδευτικών και κατά συνέπεια την αλλαγή της εκπαιδευτικής διαδικασίας, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκριθούν επιτυχώς στις συνεχώς μεταβαλλόμενες απαιτήσεις μιας σχολικής τάξης με μεικτή σύνθεση. Οι απόψεις των εκπαιδευτικών είναι ζωτικής σημασίας για την ομαλή ένταξη και την σχολική επιτυχία των δίγλωσσων μαθητών, καθώς οι ίδιοι έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με ζητήματα πολιτισμικής ετερότητας και διγλωσσίας και καλούνται να εφαρμόσουν παιδαγωγικές στρατηγικές ενδυνάμωσης των μαθητών αυτών. Η παρούσα εργασία σκοπό έχει να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα και τους παράγοντες και διδακτικές πρακτικές που προωθούν την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα. Τόσο μέσα από το θεωρητικό όσο και από το ερευνητικό μέρος γίνεται ιδιαίτερη προσπάθεια διερεύνησης και καταγραφής των απόψεων των εκπαιδευτικών σχετικά με: α)τον ρόλο που παίζει η μητρική γλώσσα (Γ1) του μαθητή στην προώθηση της δεύτερης γλώσσας (Γ2), β)το γνωστικό και γλωσσικό προφίλ των δίγλωσσων μαθητών, γ) τον ρόλο των δυο γλωσσικών συστημάτων στην σχολική επίδοση των μαθητών και δ)τις διδακτικές πρακτικές που προωθούν την ελληνική γλώσσα ως δεύτερη. Τα ερευνητικά ευρήματα της παρούσας μελέτης προέκυψαν από την υιοθέτηση ποσοτικής μεθόδου για τη συλλογή δεδομένων. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο το οποίο διανεμήθηκε ηλεκτρονικά σε εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από όλη την Ελλάδα. Η έρευνα διεξήχθη κατά τον μήνα Μάρτιο του 2020. Τα αποτελέσματα έδειξαν μια γενικότερη θετική στάση των εκπαιδευτικών προς τη διγλωσσία και τον δίγλωσσο μαθητή, προς την επιμόρφωσή τους, την χρήση της Γ1 στο σχολείο αλλά προς το ενδεχόμενο αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα προκειμένου να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για τη διδασκαλία των αλλόγλωσσων μαθητών. 1210 244 197 Primary generalized glucocorticoid resistance or Chrousos syndrome is a rare genetic disorder characterized by generalized, partial, target-tissue insensitivity to glucocorticoids. The molecular basis of the condition has been ascribed to inactivating mutations in the human glucocorticoid receptor (hGR) gene. Objective. The objective of the study was to delineate the molecular mechanisms through which the mutant receptor hGRaT556I impairs glucocorticoid signal transduction and leads to generalized glucocorticoid resistance. Case and results. The index case had a history of adrenal incidentaloma and presented with elevated plasma adrenocorticotropic hormone and urinary free cortisol excretion, but no clinical manifestations suggestive of Cushing's Syndrome. The subject harbored a novel heterozygous point mutation (T^I) at nucleotide position 1667 of the hGR gene, which resulted in substitution of threonine (T) by isoleucine (I) at amino acid 556 in the ligand-binding domain of the receptor. Compared with the wild-type receptor, the mutant receptor hGRaT556I demonstrated a significant (55%) reduction in its ability to transactivate the mouse mammary tumor virus (MMTV) promoter in response to dexamethasone, a 50% decrease in its affinity for the ligand, and a 4.5-fold delay in nuclear translocation. However, the mutant receptor did not exert a dominant negative effect on the wild-type receptor and displayed significantly enhanced ability to transrepress the nuclear factor-κΒ (NF-kB) signaling pathway. Conclusion. The natural mutant receptor hGRaT556l causes primary generalized glucocorticoid resistance by affecting multiple steps in the glucocorticoid signal transduction, including the affinity for the ligand and the time required for nuclear translocation. Το σύνδρομο πρωτοπαθούς γενικευμένης αντίστασης στα γλυκοκορτικοειδή ή σύνδρομο «Χρούσος» είναι μια σπάνια γενετική νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από γενικευμένη ιστοειδική αντίσταση στα γλυκοκορτικοειδή. Η μοριακή βάση του συνδρόμου έχει αποδοθεί σε αδρανοποιητικές μεταλλάξεις του γονιδίου του ανθρώπινου υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών (hGR). Σκοπός. Ο σκοπός της μελέτης αυτής ήταν η διερεύνηση των μοριακών μηχανισμών, μέσω των οποίων ο μεταλλαγμένος uποδοχέαςhGRαT556I επηρεάζει το σηματοδοτικό μονοπάτι των γλυκοκορτικοειδών και οδηγεί στην εμφάνιση του φαινοτύπου της αντίστασης στα γλυκοκορτικοειδή.Παρουσίαση περιστατικού και αποτελέσματα. Ένας άνδρας με ιστορικό επινεφριδιακού αδενώματος παρουσίασε αυξημένα επίπεδα αδρενοκορτικοτρόπου ορμόνης, καθώς και ελεύθερης κορτιζόλης ούρων 24ώρου. Η αλληλούχηση του γονιδιώματος του ασθενούς ανέδειξε αντικατάσταση της βάσης C από τη βάση T στο νουκλεοτίδιο 1667, που οδήγησε σε αντικατάσταση της θρεονίνης (Τ) από ισολευκίνη (I) στο αμινοξύ 556 του υποδοχέα των γλυκοκορτικοειδών στην περιοχή σύνδεσης με τον προσδέτη. Ο μεταλλαγμένος υποδοχέας hGRαT556I παρουσίασε ελάττωση στη μεταγραφική του ικανότητα, της τάξης του 55%, δύο φορές ελαττωμένη συγγένεια με τον προσδέτη και 4,5 φορές καθυστέρηση στην μετατόπιση του στον πυρήνα, σε σχέση με τον φυσικού τύπου υποδοχέα hGRα. Συμπέρασμα. Ο μεταλλαγμένος υποδοχέας των γλυκοκορτικοειδών hGRαT556I προκαλεί γενικευμένη αντίσταση στα γλυκοκορτικοειδή επηρεάζοντας πολλά σημαντικά βήματα στο μονοπάτι μεταγωγής σήματος των γλυκοκορτικοειδών. 1211 89 119 In recent years, due to a number of factors acting simultaneously, a growing segment of the population has problems gastroesophageal reflux disease, the pathophysiology of which is not fully understood even today. In particular, from 1970 onwards, according to epidemiological studies it was found a substantial increase of the disease and its complications. Moreover, nowadays a large part of the population suffers from a more multifactorial disease, sinusitis which not only affects patients' quality of life but it is also dangerous because of its unpleasant complications that may arise. Τα τελευταία έτη, εξαιτίας μίας σειράς παραγόντων οι οποίοι δρουν σωρευτικά, όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού αντιμετωπίζει προβλήματα γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, η παθοφυσιολογία της οποίας δεν είναι πλήρως κατανοητή ακόμη και σήμερα. Ιδιαίτερα, από το 1970 και έπειτα, σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες διαπιστώνεται μια ουσιαστική αύξηση της νόσου και των επιπλοκών της.Επιπλέον, στις μέρες μας μεγάλο τμήμα του πληθυσμού ταλαιπωρείται από μια ακόμη πολυπαραγοντική ασθένεια, την ρινοκολπίτιδα η οποία δεν επηρεάζει μόνο την ποιότητα ζωής των ασθενών αλλά κρίνεται και επικίνδυνη λόγω δυσάρεστων επιπλοκών που μπορούν να προκύψουν. Στα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα γίνει προσπάθεια να αποδειχθεί βιβλιογραφικά η σύνδεση των δύο ασθενειών καθώς και η συνδυαστική φαρμακευτική αντιμετώπιση τους και τα οφέλη που προκύπτουν από αυτή. 1212 385 392 Implementation of educational digital stories for language topics in early childhood Υλοποίηση εκπαιδευτικών πολυμεσικών ιστοριών για ζητήματα γλώσσας στην προσχολική ηλικία The prevailing global conditions during the second decade of the twenty-first century lead to new teaching approaches that put emphasis on innovation and the use of Information and Communication Technology (ICT). Learners are enabled to “learn how to learn” in order to develop a plethora of skills that will help them to cope with the demands of a competitive social and work environment. Several ICT tools are available to the educational community that may be used in teaching and learning. A tool that is gaining importance the last years involves digital storytelling. The subject of this diploma dissertation is to illustrate main aspects involving the development of activities using educational multimedia stories that focus on language issues in early childhood education. The dissertation is organized into eight chapters. The first chapter discusses learning and teaching in general presenting the factors and theories of learning as well as the forms and props of teaching. The second chapter discusses the concepts of Educational Technology and ICT. At the same time, the positive and negative effects of ICT integration in the educational process as well as the corresponding opinions of preschool teachers are presented by conducting a bibliographical review. The third chapter focuses on a correlation between the cognitive subjects of ICT and Language by outlining the corresponding goals according to the Cross-Thematic Curriculum Framework and the Kindergarten Teacher Guide. The role of the teacher in linguistic education is also emphasized. The following three chapters deal with the concepts of digital storytelling, teaching scenario based on ICT and educational software. The seventh chapter presents an indicative teaching scenario that includes activities regarding language issues with the use of educational software. The activities provide learners the opportunity to practice on narrating various stories, thus cultivating phonological awareness skills as well as production of verbal speech. At the same time, the learners’ individual and cultural development is promoted. The aim of the indicative teaching scenario is to highlight the role of ICT in the achievement of the learning outcome, by making the learning experience more appealing and interesting to young students. The activities include five digital stories that have been created with Scratch. The digital stories include recorded narration and dialogues. Finally, the conclusions of the dissertation are presented Οι συνθήκες, που επικρατούν σε παγκόσμιο επίπεδο κατά την δεύτερη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα που διανύουμε, οδηγούν σε νέες διδακτικές προσεγγίσεις, οι οποίες δίνουν έμφαση στην καινοτομία και τη χρήση Τεχνολογιών της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών (ΤΠΕ). Οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα «να μαθαίνουν πώς να μαθαίνουν» προκειμένου να αναπτύξουν ένα εύρος δεξιοτήτων που θα τους βοηθήσουν να αντεπεξέλθουν σε ένα ανταγωνιστικό κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον. Αρκετά εργαλεία των ΤΠΕ είναι διαθέσιμα στην εκπαιδευτική κοινότητα τα οποία και μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο της διδασκαλίας και μάθησης. Ένα εργαλείο που αναδεικνύεται τα τελευταία χρόνια είναι η ψηφιακή αφήγηση. Αντικείμενο της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας είναι η αποτύπωση των βασικών αξόνων, στους οποίους θα στηριχτεί η ανάπτυξη δραστηριοτήτων που αξιοποιούν εκπαιδευτικές πολυμεσικές ιστορίες οι οποίες εστιάζουν σε ζητήματα γλώσσας στην προσχολική ηλικία. Το κείμενο της πτυχιακής εργασίας έχει διαρθρωθεί σε οκτώ κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στη μάθηση και διδασκαλία γενικότερα, παρουσιάζοντας τους παράγοντες και τις θεωρίες της μάθησης, όπως και τις μορφές και τα μέσα διδασκαλίας. Στη συνέχεια, αποσαφηνίζονται οι έννοιες της Εκπαιδευτικής Τεχνολογίας, των ΤΠΕ. Παράλληλα, κάνοντας μια βιβλιογραφική ανασκόπηση, παρουσιάζονται οι θετικές και αρνητικές επιδράσεις της ενσωμάτωσης των ΤΠΕ στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς και οι σχετικές απόψεις των νηπιαγωγών. Το τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζει έναν συσχετισμό των γνωστικών αντικειμένων των ΤΠΕ και της Γλώσσας, παραθέτοντας τους αντίστοιχους μαθησιακούς στόχους σύμφωνα με το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγράμματος Σπουδών και τον Οδηγό του Νηπιαγωγού δίνοντας έμφαση στο ρόλο του/της εκπαιδευτικού στην διδασκαλία της γλωσσικής αγωγής. Τα επόμενα τρία κεφάλαια αναλύουν έννοιες που αφορούν την ψηφιακή αφήγηση, το εκπαιδευτικό σενάριο που βασίζεται σε ΤΠΕ και το εκπαιδευτικό λογισμικό. Το έβδομο κεφάλαιο παρουσιάζει ένα ενδεικτικό εκπαιδευτικό σενάριο διδασκαλίας με προτεινόμενες δραστηριότητες για ζητήματα γλώσσας στην προσχολική ηλικία αξιοποιώντας εκπαιδευτικά λογισμικά. Οι δραστηριότητες παρέχουν στα παιδιά την ευκαιρία, αποκωδικοποιώντας λεκτικά μηνύματα από εικονικές αναπαραστάσεις, να ασκηθούν στην αφήγηση διαφόρων ιστοριών, καλλιεργώντας δεξιότητες φωνολογικής επίγνωσης, όπως και παραγωγής προφορικού λόγου, προάγοντας παράλληλα την προσωπική και κοινωνική τους ανάπτυξη. Σκοπός του προτεινόμενου εκπαιδευτικού σεναρίου είναι να αναδείξει τον βοηθητικό ρόλο των ΤΠΕ για την επίτευξη του μαθησιακού αποτελέσματος καθιστώντας τη μαθησιακή διαδικασία περισσότερο ελκυστική και ενδιαφέρουσα για τους μικρούς μαθητές. Οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν πέντε ψηφιακές ιστορίες που δημιουργήθηκαν με το εργαλείο Scratch. Οι ψηφιακές ιστορίες εμπεριέχουν ηχογραφημένη αφήγηση και διαλόγους. Στο τέλος παρατίθενται τα συμπεράσματα της πτυχιακής εργασίας 1213 304 356 Study of the adenosinergic pathway in CD8 + T lymphocytes and CD34 + progenitor cells in patients with myelodysplastic syndrome Μελέτη της αδενοσινεργικής οδού στα CD8+ T λεμφοκύτταρα και στα CD34+ Τ προγονικά κύτταρα ασθενών με μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο Background: Myelodysplastic syndromes (MDS) are a heterogeneous group of myeloid neoplasms, with a strong immune background and increased risk of developing Acute Myelogenous Leukemia (AML). In high-risk MDS, hypomethylating agents (HMA) are the treatment of choice, but their mechanism of action remains unclear. The adenosinergic pathway is a major immunosuppressive mechanism. Activation of this pathway is caused mainly in hypoxic tumors, where intracellular adenosine suppresses the antineoplastic immunity, by endogenous mechanisms of the tumor or mediated by the microenvironment. Recent data suggest the expression of CD39 and CD73 ectonucleotidases in CD8+ and CD34+ cells, which metabolize ATP and AMP to adenosine in stem cells of patients with AML. Aim of the Study: to investigate the expression of CD39 and CD73 in CD8+ and CD34+ cells of MDS patients: a) relative to the risk of MDS (low vs high), b) is it possible to predict the outcome of HMA treatment? Material and Methods: 22 high risk MDS and 5 low risk MDS patients, treated with HMA were retrospectively studied. Results: Pretreatment high risk MDS patients have a higher frequency of CD8+CD73+ cells (p=.017), pretreatment low risk MDS patients present higher frequency of CD34+CD39+ cells (p= .021), pretreatment low risk MDS patients have a higher frequency of CD34+CD73+ cells (p=.008). Post-HMA treatment, a higher frequency of CD34+CD39+ cells is observed among the complete responders compared to the patients with hematological improvement (p=.011). Finally, CD73 expression on CD8+ cells differs between patients with RAEB-II, CMML-II, AML and Low Risk MDS (p=.021). Conclusion: the expression of the ectonucleotidases CD39 and CD73 on CD8+ and CD34+ cells could serve as a biomarker to distinguish between pre-treatment high and low risk MDS patients and to predict the post-HMA treatment response. Εισαγωγή: Τα Μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα (ΜΔΣ) αποτελούν μια ετερογενή ομάδα μυελικών νεοπλασμάτων, με ισχυρό ανοσολογικό υπόβαθρο και αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης σε Οξεία Μυελογενή Λευχαιμία (ΟΜΛ). Στα υψηλού κινδύνου MΔΣ, θεραπεία επιλογής αποτελούν οι υπομεθυλιωτικοί παράγοντες (ΥΜΠ). Η αδενοσινεργική οδός αποτελεί μείζονα ανοσοκατασταλτικό μηχανισμό. Ενεργοποίηση αυτής της οδού προκαλείται στους υποξικούς κυρίως όγκους, όπου η ενδοκυττάρια αδενοσίνη καταστέλλει την αντινεοπλασματική ανοσία, με μηχανισμούς ενδογενείς του όγκου ή μεσολαβούμενους από το μικροπεριβάλλον. Πρόσφατα δεδομένα υποδεικνύουν την έκφραση των εκτονουκλεοτιδασών CD39 και CD73 στα CD8+ και CD34+ κύτταρα, οι οποίες μεταβολίζουν το ATP και το AMP σε αδενοσίνη, σε βλαστικά κύτταρα ασθενών με ΟΜΛ. Σκοπός: η μελέτη της έκφρασης των CD39 και CD73 στα CD8+ και CD34+ κύτταρα ασθενών με ΜΔΣ: α) σε σχέση με τον βαθμό κινδύνου στον οποίο κατατάσσονται οι ασθενείς (Low Risk, High Risk) και β) σε σχέση με τη θεραπεία με HMA (προθεραπευτικά, 6ος κύκλος). Μπορεί η αδενοσινεργική οδός να προβλέψει την ανταπόκριση σε θεραπεία με αζακυτιδίνη; Υλικό και Μέθοδος: Πρόκειται για αναδρομική συγκριτική μελέτη μεταξύ 22 ασθενών με υψηλού και 5 ασθενών χαμηλού κινδύνου ΜΔΣ, οι οποίοι έχουν αντιμετωπιστεί με υπομεθυλιωτικούς παράγοντες. Αποτελέσματα: πριν από την έναρξη θεραπείας διαπιστώνεται μεγαλύτερη συχνότητα CD8+CD73+ κυττάρων στους ασθενείς υψηλού κινδύνου (p=.017), μεγαλύτερη συχνότητα CD34+CD39+ κυττάρων στους ασθενείς χαμηλού κινδύνου (p= .021) καθώς και μεγαλύτερη συχνότητα CD34+CD73+ κυττάρων στους ασθενείς χαμηλού κινδύνου (p=.008). Μετά τη θεραπεία με HMA διαπιστώνεται μεγαλύτερη συχνότητα CD34+CD39+ κυττάρων στους ασθενείς που εμφάνισαν πλήρη ανταπόκριση σε σύγκριση με τους ασθενείς που παρουσίασαν αιματολογική βελτίωση (p=.011). Τέλος, σε ασθενείς με ΜΔΣ, η έκφραση του CD73 στα κυτταροτοξικά Τ κύτταρα (CD8+) πριν από την έναρξη της θεραπείας διαφέρει σημαντικά (p=.021) μεταξύ των ασθενών με RAEB-II, CMML-II, AML και Low Risk MDS. Συμπέρασμα: η μελέτη της αδενοσινεργικής οδού, μέσω της μελέτης της έκφρασης των δεικτών CD39 και CD73 στα CD8+ και CD34+ κύτταρα, θα μπορούσε να αποτελέσει δείκτη για τη διάκριση των ασθενών σε υψηλού και χαμηλού κινδύνου πριν από τη θεραπεία με HMA και για την πρόβλεψη των ασθενών που έχουν αυξημένη πιθανότητα να ανταποκριθούν ή όχι στην θεραπεία. 1214 125 112 Music as a knowledge sector, combined with movement, constitutes a significant factor which contributes to the education of pre- school children. Through their tuition, are being shaped both psychologically/ emotionally and physically balanced characters and are being fortified appropriately their personality. Music and movement as parts of aesthetic education, contributes not only to the reinforce of delight, joy and entertainment, but also in development of musical and motor skills. The present project/ assignment focuses on music and movement teaching methods, beginning from the first, crucial years of school life. Moreover, a number of particular activities, which implemented in pre- school children, are being apposed, in order to highlight the importance of implementing music and movement, which aspire to inspire professors and undergraduate into respective teachings Η μουσική ως γνωστικό αντικείμενο σε συνδυασμό με την κίνηση αποτελούν σημαντικά στοιχεία της εκπαίδευσης των παιδιών στην προσχολική ηλικία. Μέσα από τη διδασκαλία τους διαμορφώνεται ψυχικά και σωματικά ο χαρακτήρας και η προσωπικότητά τους. Η μουσική και η κίνηση ως κομμάτια της αισθητικής αγωγής συμβάλλουν τόσο στην ενίσχυση της απόλαυσης, της χαράς και της διασκέδασης, όσο και στην ανάπτυξη των μουσικο-κινητικών ικανοτήτων. Η παρούσα εργασία μελετά τη σχέση της μουσικής με την κίνηση και τη διδασκαλία τους στην πρώτη σχολική ηλικία. Επιπλέον παραθέτει σχετικές δραστηριότητες που εφαρμόστηκαν στο νηπιαγωγείο και αναδεικνύουν τη σπουδαιότητα της εφαρμογής της μουσικής και της κίνησης, και που φιλοδοξούν να βοηθήσουν εκπαιδευτικούς και φοιτητές σε αντίστοιχες διδασκαλίες. 1215 1207 1215 Η ευθύνη του Δημόσιου Νοσοκομείου καταλογισμός ιατρών ΕΣΥ/Πανεπιστημίου στα πλαίσια της αστικής ευθύνης Health is the most valuable asset for the human being and his life, and it is equally important for the state itself, that the legislator is taking a variety of measures to protect it more efficiently. Public health includes a set of services aimed at disease prevention, diagnosis and treatment, hospitalization, rehabilitation and, more generally, protection and promotion. Achieving the above goals is accomplished through the medical services provided by public hospitals. The Greek health system is characterized as heavily hospital-centered. The beneficiaries of cover by insurers have free access to public hospitals, while uninsured and poor sections of the population also have free access to that, so public hospitals ultimately are chosen by a large section of the population due to low or no hospital treatment costs. In the provision of medical servi-ces by public hospitals, issues of medical liability often arise usually from injurious acts or omissions of the medical and nursing staff who serve them. There is always a question of rehabilitation by the State of the damage caused to the patient and his relatives. Medical civil liability in the sense of the obligation to compensate the victim for the damage suffered by illegal acts or omissions of the institutions of the public hospitals has constitutional, legislative and supranational bases. For the establishment of the civil liability of the public hospital no fault liability is required or negligence of the doctors working in them. It is sufficient for the occuring damage to establish the right of the victim and the corresponding liability of the State for compensation. In order to establish the civil liability of a public hospital, there must be an act, omission, physical action or omission of a physical instrument of a hospital institution that is inherently connected with its duty cycle, which is illegal, harmful and well-causal link with illegality. In the context of the provision of health services by a public hospital, as accepted in Greek law, there is no contractual relationship between the doctor and the public hospital with the patient. However, there is a relationship of public law governed by the legislation of the national health system, the "abnormal" development of which, establishes the patient's right to be compensated.Once the physician joins the National Health System, occupying a post in a public hospital, he falls under it and therefore acquires the status of its organ. His medical duties are an aspect of the 'public authority' exercised, and there is no individual civil liability of the injured physician against the patient, that is to say, doctors are not personally liable to the injured person. The physician is liable only against the State governed by public law for any damage caused by fraud or gross negligence and is referred to the Court of Auditors. The current provisions on civil liability of hospital doctors also apply to university doctors. Medical error is considered to be a breach of an institutionalized explicitly regulated obligation and any conduct generally considered not to be one of more than one standards to be observed in accordance with the rules of medical science (lege artis), which is the duty of any diligent and prudent medical practitioner. Gn the contrary, the doctor is not responsible when he deliberately diagnosed and applied the appropriate treatment under the rules of medical science. The inappropriate medical practice giving legitimate liability, may be associated with the diagnostic and therapeutic stage of the disease or may be associated with the preoperative, operative and postoperative stage. Also, the poor medical practice may be due to general mistakes in the medical staff duties, hospital infections, mistakes by nursing staff, inadequate actions by the administrative and technical staff of the hospitals, etc. A prerequisite for damages is, inter alia, the existence of a causal link between the unlawful act or omission or physical energy or material omission of the public hospital body and the damage suffered. On the other hand, where it is not established that the act or omission of the institution would, in the normal course of events and with a high probability, have the damaging effect, there is no causal link and therefore no obligation to pay compensation. The doctor, and by extension the public hospital in which the doctor operates, does not promise to heal the patient and, therefore, the "failure" of the medical act itself is not sufficient for the breach of the doctor's and the hospital’s obligations to be established. On the other hand, in order to establish the civil liability of the State, it is necessary to provide full proof of general actual incidents, namely the breaches of obligations and the diligence rules of the prudent medical practitioner who alone or collectively led inevitably to the failed medical act or generally to poor hospitalization, causing finally damage the patient's health or even his death. The expert’s report offers considerable assistance to the administrative court when it faces issues requiring special medical knowledge and has the power to order evidence by conducting an expert examination by asking specific questions to the expert. Furthermore, great practical significance for proving the vio-lation of medical obligations have also the private or public documents, which are in the administrative file of the case. In addition to the administrative proceedings concerning civil liability of the State for medical errors, there is often a second trial in the criminal courts, where the criminal responsibility of the medical practitioner or the nursing staff is sought for the criminal offense. Also, from the same offense, irrespective of the birth of criminal responsibility, the disciplinary responsibility for the accused organ is also incurred against his superiors for breach of duty, which implies the imposition of the disciplinary sanctions provided by the Code of Civil Procedure, which may reach up to the permanent cessation of service. Also, the violation of ethical rules also implies the sanctions provided by the relevant disciplinary councils of local medical associations. The courts are bound by the judgments of the civil courts, which, according to the provisions in force, apply to everyone. They are also bound by the irrevocable convictions of the criminal courts as to the guilt of the perpetrator, the irrevocable innocent decisions, and the irrevocable decision not to take the class, unless the exemption is based on the absence of objective or subjective evidence are not a condition of the infringement. On the other hand, a similar commitment does not arise with regard to innocent decisions, which appear to be considered but not binding on the administrative court, since they concern the individual criminal responsibility of certain of its organs. Therefore, despite the existence of criminal or criminal exonerating rulings, the administrative court may assess differently the facts of the case and establish liability for the compensation of the public hospital. The lifelong training of doctors by reforming curricula and familiarizing them with new technologies, bioethics rules, medical ethics rules, and developing doctor-patient trust relationships, with the primary aim of defending the legal good of life and physical integrity, could help reduce medical errors and prosecutions against doctors and medical-malpractice lawsuit against the medical institutions where they serve. There will gradually be a reduction in the phenomenon of defense medicine with further positive consequences for patients and the national health system. Η υγεία αποτελεί το πολυτιμότερο αγαθό για τον άνθρωπο και τη ζωή του, ενώ είναι εξίσου σημαντικό αγαθό και για το ίδιο το κράτος ώστε ο νομοθέτης λαμβάνει ποικίλα μέτρα με στόχο την αποτελεσματικότερη προστασία της. Η δημόσια υγεία περιλαμβάνει ένα σύνολο υπηρεσιών που έχουν ως στόχο την πρόληψη των νόσων, τη διάγνωση και τη θεραπεία τους, τη νοσηλεία, την αποκατάσταση και γενικότερα την προστασία και προαγωγή της. Η πραγμάτωση των παραπάνω στόχων επιτυγχάνεται μέσω των ιατρικών υπηρεσιών που παρέχουν τα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα. Το ελληνικό σύστημα υγείας χαρακτηρίζεται ως έντονα νοσοκομειοκεντρικό. Οι δικαιούχοι κάλυψης από τους ασφαλιστικούς φορείς έχουν ελεύθερη πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία, ενώ τα ανασφάλιστα και φτωχά στρώματα του πληθυσμού έχουν ομοίως πρόσβαση σε αυτά που εν τέλει επιλέγονται από μεγάλο τμήμα του πληθυσμού λόγω του χαμηλού ή μηδενικού κόστους νοσηλείας. Κατά την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών από τα δημόσια νοσοκομεία πολλές φορές ανακύπτουν ζητήματα ιατρικής ευθύνης από ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που υπηρετεί σε αυτά και εντεύθεν τίθεται θέμα αποκατάστασης εκ μέρους του Δημοσίου της προκληθείσας ζημίας του ασθενούς και των οικείων του. Η ιατρική αστική ευθύνη με την έννοια της υποχρέωσης αποζημίωσης του παθόντος για τη ζημία που υπέστη από παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων των δημοσίων νοσηλευτικών ιδρυμάτων έχει συνταγματικά, νομοθετικά και υπερ-νομοθετικά ερείσματα ενώ για την καθίδρυση της αστικής ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου δεν απαιτείται υπαιτιότητα δηλαδή δόλος ή αμέλεια των ιατρών που εργάζονται σε αυτά. Αρκεί να επισυμβεί η βλάβη για να ιδρυθεί το δικαίωμα του θιγομένου και η αντίστοιχη υποχρέωση του Δημοσίου για αποζημίωση. Για τη στοιχειοθέτηση της αστικής ευθύνης του δημόσιου νοσοκομείου απαιτείται να υπάρχει πράξη, παράλειψη, υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενέργειας οργάνου του νοσοκομείου που βρίσκεται σε εσωτερική συνάφεια με τον κύκλο των καθηκόντων του, η οποία πράξη να είναι παράνομη, ζημιογόνα και να βρίσκεται σε πρόσφορο αιτιώδη σύνδεσμο με την παρανομία.Στα πλαίσια της παροχής υπηρεσιών υγείας από δημόσιο φορέα, όπως γίνεται δεκτό στο ελληνικό δίκαιο δεν δημιουργείται ουδεμία συμβατική σχέση του γιατρού και του δημοσίου νοσηλευτηρίου με τον ασθενή, αλλά αναπτύσσεται μεταξύ τους μια έννομη σχέση δημοσίου δικαίου διεπόμενη από τη νομοθεσία περί Ε.Σ.Υ., η τυχόν «ανώμαλη» εξέλιξη της οποίας, θεμελιώνει δικαίωμα του ασθενούς προς αποζημίωση. Αφ’ ης στιγμής ο ιατρός εντάσσεται στο Ε.Σ.Υ., καταλαμβάνοντας θέση σε δημόσιο νοσοκομείο, υπάγεται σε αυτό και ως εκ τούτου αποκτά την ιδιότητα του οργάνου του. Η άσκηση των ιατρικών καθηκόντων του συνιστά πτυχή στης ασκούμενης «δημόσιας εξουσίας και δε στοιχειοθετείται και ατομική αστική ευθύνη του ζημιώσαντος ιατρού έναντι του ασθενούς, δηλαδή δεν ευθύνονται προσωπικά οι ιατροί ΕΣΥ έναντι του ζημιωθέντος. Ο ιατρός ευθύνεται μόνο έναντι του Δημοσίου για κάθε ζημία την οποία προξένησε σε αυτό από δόλο ή βαριά αμέλεια και παραπέμπεται σχετικά στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Οι ισχύουσες διατάξεις για την αστική ευθύνη των νοσοκομειακών ιατρών εφαρμόζονται και για τους πανεπιστημιακούς ιατρούς. Ιατρικό σφάλμα θεωρείται η αθέτηση θεσμοθετημένης ρητώς ρυθμισμένης υποχρέωσης και οποιαδήποτε εν γένει συμπεριφορά που αξιολογείται, ως υπολειπόμενη, έναντι ενός ή περισσότερων προτύπων που έπρεπε να τηρηθούν σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης (lege artis), κάτι που είναι υποχρέωση κάθε επιμελούς και συνετού ιατρού. Αντίθετα ο ιατρός δεν ευθύνεται όταν έκανε ευσυνειδήτως τη διάγνωση και εφήρμοσε τη δέουσα θεραπεία κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Η πλημμελής ιατρική πράξη που επισύρει νόμιμους λόγους ευθύνης μπορεί να συνδέεται με το διαγνωστικό και θεραπευτικό στάδιο της νόσου ή μπορεί να συνδέεται με το προ εγχειρητικό, εγχειρητικό και το μετεγχειρητικό στάδιο. Επίσης, η πλημμελής ιατρική πράξη μπορεί να οφείλεται σε εν γένει σφάλματα κατά την άσκηση των ιατρικών υπηρεσιακών καθηκόντων, σε νοσοκομειακές λοιμώξεις, σε εσφαλμένες ενέργειες του νοσηλευτικού προσωπικού, σε πλημμελείς ενέργειες του διοικητικού και τεχνικού προσωπικού των νοσοκομείων κλπ. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης είναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας του οργάνου του δημόσιου νοσοκομείου και της ζημίας που επήλθε. Αντιθέτως, όταν δεν αποδεικνύεται ότι η πράξη ή η παράλειψη του οργάνου θα επέφερε, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων και με μεγάλη πιθανότητα, το επιζήμιο αποτέλεσμα, δεν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος και ως εκ τούτου δεν γεννάται υποχρέωση προς αποζημίωση». Ο ιατρός, και κατ' επέκταση το δημόσιο νοσηλευτικό ίδρυμα, εντός του οποίου λειτουργεί και θεραπεύει ο ιατρός, δεν υπόσχονται να θεραπεύσουν οπωσδήποτε τον ασθενή και, επομένως, από μόνη της η «αποτυχία» της ιατρικής πράξης δεν αρκεί για να θεμελιωθεί ή να θεωρηθεί αποδεδειγμένη η παράβαση των υποχρεώσεων του ιατρού και του νοσοκομείου. Απεναντίας, για τη θεμελίωση της αστικής ευθύνης του Δημοσίου, απαιτείται η πλήρης απόδειξη του συνόλου των πραγματικών συμβάντων, δηλαδή των παραβάσεων των υποχρεώσεων και των κανόνων επιμέλειας του μέσου συνετού ιατρού, που, μεμονωμένα ή όλες μαζί συνολικώς, οδήγησαν αναπόδραστα στην αποτυχημένη «ιατρική πράξη» ή εν γένει σε πλημμελή νοσηλεία, επιφέροντας, εν τέλει, βλάβη στην υγεία του ασθενούς ή ακόμη και στον θάνατό του. Η πραγματογνωμοσύνη προσφέρει σημαντική βοήθεια στον διοικητικό δικαστή όταν αυτός έρχεται αντιμέτωπος με ζητήματα που απαιτούν ειδικές ιατρικές γνώσεις και διαθέτει την εξουσία να διατάξει αποδείξεις με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης υποβάλλοντας συγκεκριμένα ερωτήματα στον πραγματογνώμονα, Μεγάλη, περαιτέρω, πρακτική σημασία για την απόδειξη της παράβασης των ιατρικών υποχρεώσεων έχουν και τα ιδιωτικά ή δημόσια έγγραφα, που βρίσκονται στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης. Παράλληλα με τη διοικητική δίκη που αφορά στην αστική ευθύνη του Δημοσίου από ιατρικά σφάλματα, εξελίσσεται συχνά και μία δεύτερη δίκη ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων, στην οποία αναζητούνται οι ποινικές ευθύνες του θεράποντος ιατρού ή του νοσηλευτικού προσωπικού για το προκληθέν ποινικώς κολάσιμο αποτέλεσμα. Επίσης, από την ίδια παραβατικότητα ανεξαρτήτως της γέννησης ποινικής ευθύνης, για το υπαίτιο όργανο γεννάται και πειθαρχική ευθύνη του απέναντι στους προϊσταμένους του για παραβίαση υπηρεσιακών υποχρεώσεων, οι οποίες συνεπάγονται την επιβολή των προβλεπόμενων από τον Υπαλληλικό Κώδικα πειθαρχικών ποινών, που μπορεί να φτάνουν μέχρι και τη οριστική παύση από την υπηρεσία. Επίσης, η παραβίαση κανόνων δεοντολογίας συνεπάγεται και τις προβλεπόμενες κυρώσεις από τα οικεία πειθαρχικά συμβούλια των κατά τόπους ιατρικών συλλόγων. Τα δικαστήρια δεσμεύονται από τις αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων, οι οποίες, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν έναντι όλων. Δεσμεύονται, επίσης, από τις αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις των ποινικών δικαστηρίων ως προς την ενοχή του δράστη, από τις αμετάκλητες αθωωτικές αποφάσεις, καθώς και από τα αμετάκλητα αποφαινόμενα να μην γίνει η κατηγορία βουλεύματα, εκτός εάν η απαλλαγή στηρίχθηκε στην έλλειψη αντικειμενικών ή υποκειμενικών στοιχείων που δεν αποτελούν προϋπόθεση της παράβασης. Αντιθέτως, ανάλογη δέσμευση δεν προκύπτει όσον αφορά τις αθωωτικές αποφάσεις, οι οποίες φαίνεται να είναι συνεκτιμητέες, αλλά όχι δεσμευτικές για τον διοικητικό δικαστή, δεδομένου ότι αφορούν την ατομική ποινική ευθύνη συγκεκριμένων οργάνων του. Ως εκ τούτου παρά την ύπαρξη απαλλακτικών ποινικών αποφάσεων ή βουλευμάτων, το διοικητικό δικαστήριο μπορεί να εκτιμήσει διαφορετικά τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και να στοιχειοθετήσει ευθύνη προς αποζημίωση του δημοσίου νοσοκομείου. Η δια βίου εκπαίδευση των ιατρών με την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών και την εξοικείωσή τους με τις νέες τεχνολογίες, τους κανόνες βιοηθικής, τους κανόνες ιατρικής δεοντολογίας και την ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης ιατρού-ασθενούς με πρωταρχική επιδίωξη την προάσπιση του εννόμου αγαθού της ζωής και σωματικής ακεραιότητας θα μπορούσαν να συμβάλλουν στον περιορισμό των ιατρικών λαθών και τη μείωση των μηνύσεων κατά των ιατρών και των αγωγών κατά των νοσηλευτικών ιδρυμάτων που αυτοί υπηρετούν. Σταδιακά θα υπάρξει μείωση του φαινομένου της αμυντικής ιατρικής με περαιτέρω θετικές συνέπειες για τους ασθενείς και το εθνικό σύστημα υγείας. 1216 358 415 The incidence of ectopic pregnancy is approximately 1-2% of all reported pregnancies worldwide ('ACOG Practice Bulletin No. 193: Tubal Ectopic Pregnancy' 2018; Elson CJ 2016; Institute of Obstetricians and Gynaecologists 2017), with a rate of 4-10% of all pregnancy-related deaths (Marion and Meeks 2012). Over the years, there has been a significant reduction in the mortality from this complication by improving the diagnostic tools (such as high-resolution ultrasonography and the laboratory measurement of human chorionic gonadotrophin) and the treatment options. The aim of this study was to review and compare the recommendations from published guidelines on this potentially fatal condition. Therefore, a descriptive review of guidelines from the Royal College of Obstetricians and Gynaecologists (RCOG), the Royal College of Physicians of Ireland (RCPI), the Society of Obstetricians and Gynaecologists of Canada (SOGC), the American College of Obstetricians and Gynecologists (ACOG) and the National Institute for Health and Care Excellence (NICE) on ectopic pregnancy was carried out. All the guidelines point out the crucial role of transvaginal ultrasound in the prompt diagnosis of ectopic pregnancy and recommend very similar sonographic findings. There is a consensus regarding the indications and contraindications on the use of methotrexate, the post treatment surveillance and the criteria of expectant management. The indications for a surgical approach are not well established, although RCOG, RCPI, ACOG and NICE agree that a laparoscopic intervention is preferred to clinically stable patients rather than laparotomy, which is considered as a better option only in emergency conditions. These medical societies (except NICE) also mention that a future pregnancy must be postponed for at least 3 months after medical treatment. However, there is no common pathway in the recommended methotrexate protocols, the administration of anti-D immunoglobulin and the evaluation of b-hCG and progesterone levels. Hence, it is important to develop consistent international protocols, in order to help clinicians all over the world diagnose ectopic pregnancies in the most timely and accurate way and subsequently treat them effectively as a non-urgent medical condition, lowering the mortality rate in an era of increased EP prevalence due to assisted reproductive techniques (Muller et al. 2016; Lin et al. 2017; Yoder, Tal, and Martin 2016 Η επίπτωση της έκτοπης κύησης υπολογίζεται περίπου στο 1-2% όλων των καταγεγραμμένων κυήσεων παγκοσμίως ('ACOG Practice Bulletin No. 193: Tubal Ectopic Pregnancy' 2018; Elson CJ 2016; Institute of Obstetricians and Gynaecologists 2017) κι ευθύνεται για 4-10% όλων των θανάτων που σχετίζονται με την κύηση (Marion and Meeks 2012). Με το πέρασμα των χρόνων έχει παρατηρηθεί μια σημαντική μείωση της θνησιμότητας από αυτή την επιπλοκή κυρίως λόγω της βελτίωσης των θεραπευτικών επιλογών και των διαγνωστικών μεθόδων (όπως, η υψηλής ανάλυσης υπερηχογραφία και η εργαστηριακή μέτρηση της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης στον ορό του αίματος). Ο σκοπός αυτής της μελέτης ήταν να γίνει μια ανασκόπηση και να συγκριθούν οι συστάσεις των δημοσιευμένων κατευθυντήριων οδηγιών σχετικά με αυτή τη δυνητικά θανατηφόρο κατάσταση. Συγκεκριμένα, έγινε μια περιγραφική ανασκόπηση των κατευθυντήριων οδηγιών που έχουν εκδώσει για την έκτοπη κύηση το Royal College of Obstetricians and Gynaecologists (RCOG), το Royal College of Physicians of Ireland (RCPI), το Society of Obstetricians and Gynaecologists of Canada (SOGC), το American College of Obstetricians and Gynecologists (ACOG) και το National Institute for Health and Care Excellence (NICE). Όλες οι οδηγίες επισημαίνουν τον καίριο ρόλο του ενδοκολπικού υπερηχογραφήματος στην έγκαιρη και σωστή διάγνωση της έκτοπης κύησης προτείνοντας μάλιστα παρόμοια υπερηχογραφικά ευρήματα. Υπάρχει ομοφωνία σχετικά με τις ενδείξεις και τις αντενδείξεις χρήσης της μεθοτρεξάτης, την επίβλεψη των ασθενών μετά τη θεραπεία και τα κριτήρια επιλογής μιας πιο συντηρητικής στάσης αναμονής. Οι ενδείξεις για χειρουργική προσέγγιση της νόσου δε διευκρινίζονται με σαφήνεια, αν και το RCOG, το RCPI, το ACOG και το NICE φαίνεται να συμφωνούν στο γεγονός ότι η λαπαροσκόπηση είναι η μέθοδος εκλογής για τις αιμοδυναμικά σταθερές ασθενείς ενώ η λαπαροτομία πρέπει να προτιμάται σε επείγουσες καταστάσεις. Οι παραπάνω ιατρικές κοινότητες (εκτός του NICE) αναφέρουν επίσης την αναγκαιότητα αναβολής μια μελλοντικής εγκυμοσύνης τουλάχιστον για 3 μήνες μετά τη λήξη της θεραπείας με μεθοτρεξάτη. Παρόλ’ αυτά δεν υπάρχει κοινή πολιτική σχετικά με τα προτεινόμενα πρωτόκολλα χρήσης αυτού του φαρμάκου, την χορήγηση αντι-D ανοσοσφαιρίνης και την αξιολόγηση των επιπέδων τόσο της β-hCG όσο και της προγεστερόνης. Η συχνότητα των έκτοπων κυήσεων φαίνεται να αυξάνεται στις μέρες μας περίπου κατά 2,5-5 φορές λόγω της ευρείας χρήσης των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (Lin et al. 2017; Yoder, Tal, and Martin 2016; Muller et al. 2016). Αναδεικνύεται, λοιπόν, η τεράστια σημασία και ανάγκη δημιουργίας κοινών διεθνών πρωτοκόλλων που θα καθοδηγούν τους γιατρούς ανά τον κόσμο να διαγιγνώσκουν έγκαιρα και με ακρίβεια τις εξωμήτριες κυήσεις και να τις θεραπεύουν ως μη επείγουσες καταστάσεις, γεγονός που πιθανότατα θα μειώσει τη νοσηρότητα και τη θνησιμότητα τους. 1217 176 178 The effect of a negative neonatal experience, on the CRH receptors, in the rat brain The goal of this dissertation was to determine in an animal model the effects of an adverse neonatal experience on the CRH system in the VTA, and accordingly to justify the effects of this negative experience on the dopaminergic system of the PFC, which originates from the VTA. These effects were studied both in pups (PND11 - Postnatal Day) and in adult rats. To achieve this goal, immunohistochemistry for CRH-R1 in the VTA was performed, in pup and adult brain sections. Also, real-time PCR was performed in order to examine the expression levels of CRH in the hypothalamus of pups. According to our results, it was found that in pups the expression of CRH is increased, indicative of enhanced CRH release, while CRH-R1 levels are decreased. In contrast, the levels of CRH-R1 were elevated in adult rats. These results, confirm the widely accepted view, that a negative early life experience can affect brain neurochemistry and subsequently the behavior of the organism. Ο στόχος αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση σε επίμυες της επίδρασης μιας αρνητικής πρώιμης εμπειρίας στο σύστημα των υποδοχέων της CRH στη VTA (Ventral Tegmental Area) και με βάση τα αποτελέσματα αυτά να εξεταστεί η επιρροή στο ντοπαμινεργικό σύστημα του PFC (Prefrontal Cortex), που προέρχεται από τη VTA, τόσο στην νεογνική ηλικία όσο και μακροπρόθεσμα στην ενήλικη ζωή. Για την επίτευξη αυτού του στόχου έγινε ανοσοϊστοχημικός έλεγχος για τους υποδοχείς της CRH (CRH-R1) σε τομές εγκεφάλου νεογνών αρουραίων (PND11 -Postnatal Day) αλλά και σε ενήλικους αρουραίους. Επίσης, πραγματοποιήθηκε real-time PCR για την εξέταση των επιπέδων έκφρασης της CRH, στον υποθάλαμο νεογνών αρουραίων. Με βάση τα αποτελέσματα αυτά έγινε συσχέτιση των επιπέδων CRH και CRH-R1 στις δύο ηλικιακές ομάδες, όπου στα νεογνά υπάρχουν αυξημένα επίπεδα mRNA της CRH στον υποθάλαμο, ενδεικτικό αυξημένης απελευθέρωσής της αλλά χαμηλά επίπεδα έκφρασης του υποδοχέα CRH-R1, ενώ στα ενήλικα παρατηρούνται αυξημένα επίπεδα του υποδοχέα. Τα αποτελέσματα αυτά επιβεβαιώνουν την υπάρχουσα επιστημονική άποψη ότι μια πρώιμη αρνητική εμπειρία μπορεί να επηρεάσει τόσο τη νευροχημεία του εγκεφάλου αλλά και μετέπειτα τη συμπεριφορά του οργανισμού. 1218 153 148 The relationship among metacognite aware, executive control and verbal ability during childhood Η σχέση μεταξύ μεταγνωστικής ενημερότητας, εκτελεστικού ελέγχου και λεκτικής ικανότητας κατά τη σχολική ηλικία This study explores the relationship between metacognitive awareness, executive function and verbal ability at school age. The survey involved 15 pupils aged 11 to 12 years. The participants were tested on two verbal works which aimed at the verbal - propositional capacity. Moreover, the method of spoken thought was used to determine the self-awareness of the participants in the process of solving verbal works. Examination of participants was done on an individual level. The processing of the results was based on the current literature on the structure of the cognitive system. It turned out that the performance (high or low) leads to, developed or not, metacognitive capacity. The results showed a direct correlation of the acquisition of metacognitive awareness with executive function and thinking aloud for effective problem solving. As regards conservation errors, it was not possible to draw firm conclusions Η παρούσα μελέτη διερευνά τη σχέση μεταξύ μεταγνωστικής ενημερότητας, εκτελεστικού ελέγχου και λεκτικής ικανότητας κατά τη σχολική ηλικία. Στην έρευνα συμμετείχαν 15 μαθητές ηλικίας 11-12 χρόνων. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε 2 λεκτικά έργα τα οποία απευθύνονταν στην λεκτική-προτασιακή ικανότητα. Επίσης, η μέθοδος της έκφωνης σκέψης χρησιμοποιήθηκε, ώστε να προσδιοριστεί η ενσυνειδησία-ενημερότητα των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των λεκτικών έργων. Η εξέταση των συμμετεχόντων έγινε σε ατομικό επίπεδο. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με βάση την τρέχουσα βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος. Αποδείχτηκε πως η επίδοση (υψηλή ή χαμηλή) οδηγεί σε ανεπτυγμένη ή όχι μεταγνωστική ικανότητα. Από τα αποτελέσματα φάνηκε η άμεση συσχέτιση της κατάκτησης της μεταγνωστικής ικανότητας με τον εκτελεστικό έλεγχο και της έκφωνης σκέψης στην αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων. Όσον αφορά τα λάθη διατήρησης δεν ήταν εφικτό να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα 1219 258 303 Primary school teachers’ opinions about parental involvement and its contribution to pupils’ academic achievement Aπόψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη γονεϊκή εμπλοκή και τη συμβολή της στην επίδοση των μαθητών The communication and the collaboration between school and family is nowadays a matter of inquiry for many researchers. Additionally, parental involvement positively contributes to improving pupils’ school achievement. The present aims to investigate the views of elementary school’s teacher about parental involvement and its contribution to pupils’ academic achievement. The first part, which is theoretical, deals with issue regarding parental involvement. More specifically, the term, the factors that influence it and the models of parental involvement are described in the first chapter. The second chapter is associated with school performance and the factors that affect it. In the third chapter, there is a review of the role of parental involvement and its contribution to pupils' school performance according the research. The second part presents the starting point, goal and methodology of the research, its results and the conclusions that emerged from it. Τhe questionnaire was chosen as a tool in order to complete the research. 125 primary school teachers working in Alexandroupolis participated in the survey. The results of the study indicate that primary school teachers acknowledge the fact that the cooperative relationship between them and the parents positively affects school performance and pupils' behavior. Moreover, parental assistance in students’ homework is poorly related to school performance. However, they cannot express absolute agreement or disagreement about whether the socio-economic status affects parental involvement. Finally, the educational attainment of the parents and the school performance of the child demonstrate a great impact on parental involvement. Η επικοινωνία και η συνεργασία σχολείου – οικογένειας αποτελεί σήμερα θέμα εξέτασης για πολλούς ερευνητές. Παράλληλα, η συμμετοχή των γονέων στα σχολικά θέματα συμβάλλει θετικά στη βελτίωση της σχολικής επίδοσης των παιδιών. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη σπουδαιότητα της εμπλοκής των γονέων στα εκπαιδευτικά θέματα και πώς αυτή επιδρά στη σχολική επίδοση των μαθητών. Αποτελείται από δύο μέρη: το πρώτο μέρος είναι το θεωρητικό και το δεύτερο είναι το ερευνητικό. Το πρώτο μέρος αποτελείται από τρία κεφάλαια, όπου στο πρώτο γίνεται αποσαφήνιση του όρου γονεϊκή εμπλοκή, παρουσιάζονται οι παράγοντες που την επηρεάζουν, καθώς και τα μοντέλα γονεϊκής εμπλοκής. Το δεύτερο κεφάλαιο πραγματεύεται τον όρο της σχολικής επίδοσης και τους παράγοντες που την επηρεάζουν. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια ανασκόπηση του ρόλου της γονεϊκής εμπλοκής στην ενίσχυση ή μη της σχολικής επίδοσης των μαθητών μέσα από το πρίσμα των μέχρι τώρα ερευνών. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζεται η αφετηρία, ο στόχος και η μεθοδολογία της έρευνας, τα αποτελέσματά της και τα συμπεράσματα που προέκυψαν από αυτήν. Για την υλοποίηση του ερευνητικού μέρους της εργασίας επιλέχθηκε ως εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 125 εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που εργάζονται στην Αλεξανδρούπολη. Διεφάνη πως οι εκπαιδευτικοί του δείγματος είναι σύμφωνοι με το γεγονός ότι η συνεργατική σχέση μεταξύ αυτών και των γονέων επιδρά θετικά στη σχολική επίδοση και στη συμπεριφορά των μαθητών, ενώ η βοήθεια των γονέων στις κατ’ οίκον εργασίες σχετίζεται ασθενώς με τη σχολική επιτυχία. Ωστόσο, δε μπορούν να εκφράσουν απόλυτη συμφωνία ή διαφωνία σχετικά με το αν το κοινωνικο- οικονομικό επίπεδο επηρεάζει τη γονεϊκή εμπλοκή. Τέλος, το μορφωτικό επίπεδο των γονέων και η σχολική επίδοση του παιδιού φάνηκε ότι επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την εμπλοκή της οικογένειας. 1220 156 182 Cryopreservation of ovarian tissue and subsequent transplantation thawed tissue are considered the most promising alternative strategy for restoration of fertility in women and preadolescent girls experiencing premature ovarian failure due to chemotherapy, radiotherapy or surgery of the pelvis. For these patients, this technique allows direct cryopreservation of the tissue before gonadotoxic treatment and subsequent transplant of ovarian tissue to restore fertility. To date, ovarian function has been restored in a large number of patients, so this technique can be applied more and more frequently to maintain and restore fertility. At least 25% to 30% of women undergoing a transplant will give birth at this time. These results clearly demonstrate the effectiveness of cryopreserved ovarian tissue transplantation and encourage us to consider this technology among other established fertility preservation options. The purpose of this thesis is to summarize current knowledge about cryopreserved ovarian transplantation and to provide information on ovarian function, fertility and reproductive outcome after transplantation. Η κρυοσυντήρηση ωοθηκικού ιστού και η επακόλουθη μεταμόσχευση αποψυχθέντων ιστών θεωρούνται η πιο ελπιδοφόρα εναλλακτική στρατηγική για την αποκατάσταση της γονιμότητας σε γυναίκες και κορίτσια προεφηβικής ηλικίας που αντιμετωπίζουν πρόωρη ανεπάρκεια των ωοθηκών λόγω χημειοθεραπείας, ακτινοθεραπείας ή χειρουργικής επέμβασης της πυέλου. Για αυτές τις ασθενείς, η τεχνική αυτή επιτρέπει την άμεση κρυοσυντήρηση του ιστού πριν από την γοναδοτοξική θεραπεία και την μεταγενέστερη μεταμόσχευση του ωοθηκικού ιστού για την αποκατάσταση της γονιμότητας. Μέχρι σήμερα, η λειτουργία των ωοθηκών έχει αποκατασταθεί σε μεγάλο αριθμό ασθενών, με αποτέλεσμα αυτή η τεχνική να εφαρμόζεται όλο και πιο συχνά για τη διατήρηση και αποκατάσταση της γονιμότητας. Τουλάχιστον το 25% έως το 30% των γυναικών που υποβάλλονται σε μεταμόσχευση θα γεννήσουν αυτή τη στιγμή. Αυτά τα αποτελέσματα καταδεικνύουν σαφώς την αποτελεσματικότητα της μεταμόσχευσης κρυοσυντηρημένου ωοθηκικού ιστού και μας ενθαρρύνουν να εξετάσουμε αυτήν την τεχνολογία μεταξύ των άλλων καθιερωμένων επιλογών διατήρησης της γονιμότητας. Ο στόχος αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι, να συνοψίσει τις τρέχουσες γνώσεις για τη μεταμόσχευση κρυοσυντηρημένου ωοθηκικού ιστού και να δώσει πληροφορίες για τη λειτουργία των ωοθηκών, τη γονιμότητα και το αναπαραγωγικό αποτέλεσμα μετά τη μεταμόσχευση. 1221 359 359 Οξειδωτική κατάσταση του ηπατικού ιστού μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ Aim: The aim of the present study was to compare the level of oxidative stress of the remaining liver remnant following partial hepatectomy after open and laparoscopic approach. Materials and Methods: 24 male Wistar rats were divided in four groups of six rats each: HEP group, where rats were subjected to 70% partial hepatectomy with resection of the median and left lateral lobes following median laparotomy, LAP-HEP group, where rats were subjected to 70% partial hepatectomy with resection of the median and left lateral lobes performed laparoscopically, SHAM group, where rats were subjected to sham operation with pneumoperitoneum creation and trocar insertion, and CONTROL group, where rats were not subjected to any treatment. The total operation time was 45 minutes for all groups and the pneumoperitoneum time, in LAP-HEP and SHAM groups, was 25 minutes. The oxidative state of liver tissue was determined 1 hour postoperatively using as markers of oxidative stress the level of the thiobarbituric acid reactive substances (TBARS), expressed as malondialdehyde (MDA)/protein ^mol/mg (x1000)], and the immunohistochemical expression of nuclear factor NF- kB using the following scoring system: 0 = absence, 1 = low, 2 = moderate, 3 = high expression.Results: A statistically significant increase of TBARS in the liver (expressed as mean ± standard deviation) was observed in the LAP-HEP group [0.51±0.12 μmol/mg] compared with HEP group [0.37±0.05 μmol/mg] (p = 0.038), and also a tendency to increase was observed in the LAP-HEP group compared to CONTROL group [0.38±0.04 μmol/mg], which however was not statistically significant (p = 0.055). No statistically significant difference in the expression of NF- kB [expressed as median (interquartile range)] was observed among the groups that were subjected to intervention {HEP [2(1)], LAP-HEP [2(0.25)], SHAM [2(0)]}. However, the expression of NF- kB was significantly increased in all groups compared to CONTROL group [0(0.13)] (p = 0.002 vs. HEP, p = 0.002 vs. LAP- HEP, p = 0.001 versus SHAM) Conclusion: Laparoscopic partial hepatectomy in the rat causes oxidative stress in the remaining liver remnant which is higher compared with open partial hepatectomy and leads to inflammatory response in the liver, which however is not different from that caused by open hepatectomy. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η σύγκριση του οξειδωτικού στρες στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα μετά από μερική ηπατεκτομή με ανοιχτή έναντι της λαπαροσκοπικής προσέγγισης. Υλικά και μέθοδοι: Ως ζωικά πρότυπα χρησιμοποιηθήκαν 24 αρσενικοί επίμυες Wistar οι οποίοι χωριστήκαν σε 4 ομάδες των 6 πειραματόζωων: ομάδα ΗΕΡ όπου υποβληθήκαν σε 70% μερική ηπατεκτομή με εκτομή του μέσου και αριστερού πλάγιου λοβού μετά από μέση λαπαροτομία, ομάδα LAP-HEP όπου υποβληθήκαν σε 70% μερική ηπατεκτομή με εκτομή του μέσου και αριστερού πλάγιου λοβού που διενεργήθηκε λαπαροσκοπικά, ομάδα Sham όπου υποβληθήκαν σε εικονική επέμβαση με δημιουργία πνευμοπεριτοναίου και εισαγωγή των τροκάρ και ομάδα Control όπου δεν υποβληθήκαν σε κανένα πειραματισμό. Η διάρκεια της συνολικής επέμβασης ήταν 45 λεπτά σε όλες τις ομάδες και του πνευμοπεριτοναίου, στις ομάδες LAP-HEP και SHAM, ήταν 25 λεπτά. Η οξειδωτική κατάσταση του ηπατικού ιστού προσδιορίσθηκε μια ώρα μετά το τέλος της επέμβασης χρησιμοποιώντας ως δείκτες τα επίπεδα των δραστικών παραγώγων του θειοβαρβιτουρικού οξέος (TBARS), εκφραζόμενα ως μαλονική διαλδεΰδη (MDA)/πρωτεΐνη ^mol/mg (x1000)], και την ανοσοϊστοχημική έκφραση του πυρηνικού παράγοντα NF-κΒ με βάση την κλίμακα: 0= απουσία έκφρασης ή αρνητικό, 1= ήπια έκφραση, 2= μέτρια έκφραση, 3= έντονη έκφραση.Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική αύξηση των TBARS στο ήπαρ (οι τιμές εμφανίζονται με τη μορφή: αριθμητικός μέσος όρος ± μία τυπική απόκλιση) στην ομάδα LAP-HEP (0.51±0.12 μmol/mg) σε σχέση με την ομάδα ΗΕΡ (0.37±0.05 μmol/mg) (p=0.038), καθώς και μια τάση προς αύξηση σε σχέση με την ομάδα CONTROL (0.38±0.04 μmol/mg), η οποία δεν ήταν όμως στατιστικώς σημαντική (p=0.055). Δεν παρατη-ρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά στην έκφραση του NF-κΒ [οι τιμές εμφανίζονται με τη μορφή: διάμεσος (εύρος τεταρτημόριου)] μεταξύ των ομάδων που υποβληθήκαν σε παρέμβαση {ομάδες ΗΕΡ [2(1)], LAP-HEP [2(0.25)], SHAM [2(0)]}, που όμως ήταν στατιστικώς σημαντικά αυξημένη σε όλες τις ομάδες σε σχέση με την ομάδα CONTROL [0(0.13)] (p=0.002 έναντι ΗΕΡ, p=0.002 έναντι LAP-HEP, p=0.001 έναντι SHAM). Συμπεράσματα: Η λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή στον επίμυ οδηγεί σε οξειδωτικό στρες στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα το οποίο είναι μεγαλύτερο συγκριτικά με εκείνο μετά από ανοικτή μερική ηπατεκτομή και προκαλεί φλεγμονώδη αντίδραση στο ήπαρ η οποία ωστόσο δεν διαφέρει από εκείνη της ανοικτής ηπατεκτομής. 1222 197 221 Διπλή αναστολή του μεταβολισμού (αερόβιου και αναερόβιου) σε κυτταρικές σειρές γλοιοβλαστώματος - χημειοευαισθητοποίηση This thesis has as subject the dual inhibition of both aerobic and anaerobic metabolism of glioblastoma cells in order to study the viability of cells in combination with chemotherapy. Dual inhibition of metabolism was performed by two ways: • with sodium oxamate (analog of pyruvate which inhibits lactic dehydrogenase blocking the path of glykoneogenesis and thus, inhibits the anaerobic metabolism) and silencing of PDH gene (the first enzyme of pyruvate dehydrogenase complex whose silencing inhibits the aerobic metabolism ) • with amiodarone (a drug that blocks the mitochondria and inhibits the aerobic metabolism) and silencing of LDH-A gene (an enzyme that catalyzes the conversion of pyruvate to lactate in the absence of oxygen and therefore inhibits the anaerobic metabolism). In the experimental procedure we cultured cell lines U87MG and T98G. Effects were made on cells using sodium oxamate and silencing of PDH gene separately and then in combination. Effects were also performed with amiodarone and suppression of LDH-A gene both separately and in combination. Next, in all cells with an effect chemotherapeutic drugs were added and cytotoxicity experiments measured the survival. By the results obtained, we determined chemo-sensitivity of glioblastoma cells mediated by dual inhibition of metabolism. Η διπλωματική αυτή εργασία έχει ως θέμα τη διπλή αναστολή τόσο του αερόβιου όσο και του αναερόβιου μεταβολισμού κυττάρων γλοιοβλαστώματος και τη μελέτη της βιωσιμότητας των κυττάρων σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά. Η διπλή αναστολή του μεταβολισμού πραγματοποιήθηκε με δύο τρόπους: • με sodium oxamate (ανάλογο του πυροσταφυλικού που αναστέλλει τη δράση της γαλακτικής αφυδρογονάσης εμποδίζοντας το μονοπάτι της γλυκονεογέννεσης και άρα, αναστέλλει τον αναερόβιο μεταβολισμό) και αποσιώπηση του γονιδίου της PDH (το πρώτο ένζυμο του συμπλόκου της πυροσταφυλικής αφυδρογονάσης του οποίου η αποσιώπηση, αναστέλλει τον αερόβιο μεταβολισμό) • με αμιωδαρόνη (φάρμακο που μπλοκάρει τα μιτοχόνδρια και αναστέλλει τον αερόβιο μεταβολισμό) και αποσιώπηση του γονιδίου της LDH-Α (ένζυμο που καταλύει την μετατροπή του πυροσταφυλικού σε γαλακτικό απουσία οξυγόνου και επομένως, αναστέλλει τον αναερόβιο μεταβολισμό). Κατά την πειραματική διαδικασία καλλιεργήθηκαν οι κυτταρικές σειρές U87MG και T98G. Πραγματοποιήθηκαν επιδράσεις στα κύτταρα με sodium oxamate και αποσιώπηση του γονιδίου PDH ξεχωριστά και στη συνέχεια έγινε συνδυασμός των δύο επιδράσεων. Επίσης, πραγματοποιήθηκαν επιδράσεις με αμιωδαρόνη και αποσιώπηση του γονιδίου LDH-Α και ξεχωριστά και συνδυαστικά. Στη συνέχεια, σε όλα τα κύτταρα με κάποια επίδραση προστέθηκαν χημειοθεραπευτικά φάρμακα και με πειράματα κυτταροτοξικότητας μετρήθηκε η επιβίωσή τους. Μέσω των αποτελεσμάτων που προέκυψαν, προσδιορίστηκε η χημειο-ευαισθησία των κυττάρων γλοιοβλαστώματος που προκαλείται από τη διπλή αναστολή του μεταβολισμού. 1223 187 174 Educating the coming educators.Personal theories and expectations that students have Εκπαίδευση μελλοντικών εκπαιδευτικών. Οι προσωπικές θεωρίες και οι προσδοκίες των φοιτητών The purpose of this research is to study personal theories and expectations which 1st year students at Department of Education Sciences in Early Childhood have formed in relation to their studies. The sample consists of 113 students from Department of Education Sciences in Early Childhood of which 109 were women, four (4) were men and all of them were studying in their 1st term of their course in the 1st year 2015 – 2016. To accomplish this research a questionnaire was used to collect data. This consisted of 20 questions concerning the student’s studies. The results showed that the majority of students believe that they need to nurture love for the children and have patience. It was also necessary to be tolerant with the children and not to be strict. Furthermore it seems that the students are well informed about their studies and are interested in becoming well trained teachers. On the other hand they expect Department of Education Sciences in Early Childhood to support them with the knowledge and skills required for their course of study Ο σκοπός της έρευνας είναι να μελετήσει τις προσωπικές θεωρίες και τις προσδοκίες που έχουν διαμορφώσει οι πρωτοετείς φοιτητές του ΤΕΕΠΗ αναφορικά με τις σπουδές τους. Το δείγμα αποτέλεσαν 113 φοιτητές του ΤΕΕΠΗ εκ των οποίων οι 109 ήταν γυναίκες, τέσσερις (4) ήταν άνδρες και όλοι φοιτούσαν στο 1ο εξάμηνο των σπουδών τους κατά το ακαδημαϊκό έτος Α’ 2015-2016. Για την πραγματοποίηση της παρούσας έρευνας ως μέσο συλλογής δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο, το οποίο αποτελείται από 20 ερωτήσεις που αφορούν τις σπουδές τους. Από την έρευνα προέκυψε ότι οι περισσότεροι φοιτητές του δείγματος πιστεύουν πώς χρειάζεται να τρέφουν αγάπη για τα παιδιά και να έχουν υπομονή. Ακόμα χρειάζεται να δρουν με ψυχραιμία, να είναι ανεκτικοί απέναντι στα παιδιά και να μην είναι αυστηροί μαζί τους. Επιπλέον, φαίνεται ότι είναι αρκετά ενημερωμένοι για τις σπουδές τους και τους ενδιαφέρει να γίνουν παιδαγωγοί καταρτισμένοι και αφ’ ετέρου προσδοκούν ότι το ΤΕΕΠΗ θα τους ενισχύσει με γνώσεις και δεξιότητες που απαιτούνται σε αυτή την πορεία τους 1224 298 299 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Galektin-3 σε προεκλαμπτικής πλακούντες AIM: The aim of this study was to assess the immunohistochemical expression and the prognostic value of galectin-3 protein (GAL-3) in pre-eclamptic placentas. Pre-eclampsia is a disease of the placenta. It was always the most common and most dangerous complication of pregnancy, especially in the category of women's first pregnancy. Until today, the etiology of the disease is unknown and therefore the effective treatment is a goal of scientists. A substantial percentage of pregnant women were driven to death or miscarriage by pre-eclampsia-eclampsia. In this study, was examined the galectin-3 protein, who belongs to the family of lectins and is a known cancer biomarker. The galectin-3 normally expressed in tissues of the placenta but its precise role is unclear. As a tumor marker, it is overexpressed in tumor endothelial cells. It is generally known to be involved in the mechanism of apoptosis of T lymphocytes and B lymphocytes by blocking it in several ways. Also, the galectin-3 is detected on the surface of macrophages and enhances their ability to phagocytosis. Another role of galectin-3 is to activate neutrophils. MATERIALS & METHODS: In this study, we examined the expression of galectin-3 protein, in 29 patients suffering from pre-eclampsia, mild to severe, using the immunohistochemical method. RESULTS: Positive expression of galectin-3 was observed in all the examined preeclamptic placentas, regardless of disease severity, in contrary to normal ones in which expression of GAL-3 was mild or absent. CONCLUSIONS: In conclusion, according to our research results (despite the fact that the number of cases was limited) it is apparent that galectin-3 can be an important prognostic factor in pre-eclampsia. This fact renders the need to conduct further research studies in order to utilize galectin-3 protein, both on the prognosis and the development of effective therapies for the successful treatment of pre-eclampsia. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η ανοσοϊστοχημική μελέτη και προγνωστική αξία της έκφρασης της πρωτεΐνης γαλεκτίνης-3 (GAL-3) σε προεκλαμπτικούς πλακούντες. Η προεκλαμψία είναι μία νόσος του πλακούντα που αποτελούσε και αποτελεί τη συχνότερη και πιο επικίνδυνη επιπλοκή της κύησης, ιδιαίτερα στην κατηγορία των πρωτότοκων γυναικών. Μέχρι και σήμερα η αιτιολογία της νόσου είναι άγνωστη και συνεπώς η αποτελεσματική αντιμετώπιση της αποτελεί στόχο των επιστημόνων. Ένα σημαντικό ποσοστό εγκύων οδηγούνται στο θάνατο ή στην αποβολή των εμβρύων τους από προεκλαμψία-εκλαμψία Στην παρούσα εργασία εξετάστηκε η πρωτεΐνη γαλεκτίνη-3 η οποία ανήκει στην οικογένεια των λεκτινών και αποτελεί γνωστό καρκινικό δείκτη. Η γαλεκτίνη εκφράζεται φυσιολογικά στους ιστούς του πλακούντα αλλά ο ακριβής της ρόλος είναι άγνωστος. Ως καρκινικός δείκτης υπερεκφράζεται στα ενδοθηλιακά κύτταρα των όγκων. Γενικά είναι γνωστό ότι συμμετέχει στο μηχανισμό απόπτωσης των Τ-λεμφοκυττάρων και Β- λεμφοκυττάρων μπλοκάροντας τον με διάφορους τρόπους. Επίσης η γαλεκτίνη-3 εντοπίζεται στην επιφάνεια των μακροφάγων και βελτιώνει την ικανότητα τους για φαγοκυττάρωση. Παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην ενεργοποίηση των ουδετερόφιλων. ΥΛΙΚΑ & ΜΕΘΟΔΟΙ: Στη συγκεκριμένη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τομές ιστού πλακούντα από 29 ασθενείς με προεκλαμψία ήπιας έως βαρειάς μορφής, στις οποίες ανιχνεύτηκε η έκφραση της γαλεκτίνης-3 με τη βοήθεια της ανοσοϊστοχημικής μεθόδου. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Θετική έκφραση της γαλεκτίνης-3 παρατηρήθηκε σε όλους τους εξεταζόμενους πλακούντες που προέρχονταν από ασθενείς με προεκλαμψία, ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της νόσου, σε αντίθεση με τους φυσιολογικούς πλακούντες όπου η έκφραση ήταν ήπια έως απούσα. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης μας (παρά τον περιορισμένο αριθμό περιστατικών) προκύπτει ότι η πρωτεΐνη γαλεκτίνη-3 μπορεί να αποτελέσει έναν σημαντικό προγνωστικό δείκτη για τη νόσο της προεκλαμψίας. Κάτι τέτοιο καθιστά επιτακτική την ανάγκη διεξαγωγής περαιτέρω ερευνητικών μελετών, με στόχο την αξιοποίηση της γαλεκτίνης-3, τόσο στην πρόγνωση όσο και στην θεραπευτική αντιμετώπιση της προεκλαμψίας. 1225 446 455 Ανατομική εντόπιση και ταξινόμηση σωματικών βλαβών σε περιπτώσεις σωματικής κακοποίησης παιδιών στην περιοχή της Θράκης από το 2005 έως το 2017. The issue of child physical abuse has taken on huge proportions in recent years, both in Greece and internationally, since it is a complex medico- social problem of major importance to public health. PURPOSE: This work attempted to approach the issue through the analysis of modern Greek and foreign literature, while at the same time data related to child abuse in the geographical region of Thrace were collected by the DUTH Laboratory of Forensic Sciences. MATERIAL-METHOD: The study sample consisted of 95 children aged 1- 18 years old who were examined at the DUTH Laboratory of Forensic Sciences in the years 2005-2017, following a complaint about reported physical abuse. RESULTS: Of the 95 children who were clinically examined, 29 (30.5%) bore signs of physical abuse. Of the 29 physically abused 13 (45%) were boys and 16 (55%) were girls. The mean age was 10.93 years (range: 2- 16). The analysis of the results shows that the most common injuries regard the skin and soft tissues (72%). Head and cervix are the most common anatomical sites of injuries (69%), while the majority of the injuries (70%) have been caused by blunt instruments.In addition, 48% of the abused children bore only one physical injury, while only 7% bore more than four injuries. Concerning the classification of body injuries in relation to their gravity, 79% were classified as simple ones, while it is remarkable that there were not deadly bodily injuries as a result of physical abuse. One more factor that was investigated was the duration of absence from school and general activities as a result of the abuse, with the highest percentage of children (72%) being absent for 0-5 days. Finally, it is noted that for 67% of the cases there was a direct complaint to the competent authorities, (within three days), most complaints were made in September and December, in 40% of cases children came to be examined accompanied by their mother, while in 43% of the reported cases the father of the child was reported to be the offender. CONCLUSIONS: From recording and analysis of incidents of child physical abuse in the region of Thrace, it results that most of the physically abused children bore one physical injury, of mild gravity (simple body injury), with the head and cervix being the most frequent anatomic sites of the injuries. In order to deal effectively with the serious phenomenon of child physical abuse, information and education of healthcare professionals is essential so that they can distinguish a random injury from a case of physical abuse, while the creation of interdisciplinary teams in each region for studying and recording the evolution of the phenomenon through time is also important. Τα τελευταία χρόνια το θέμα της παιδικής σωματικής κακοποίησης έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις τόσο στον ελληνικό, όσο και στο διεθνή χώρο, καθώς αποτελεί ένα σύνθετο ιατροκοινωνικό πρόβλημα μείζονος σημασίας για τη δημόσια υγεία. ΣΚΟΠΟΣ: Στην παρούσα εργασία επιχειρήθηκε η προσέγγιση του θέματος με την ανάλυση της σύγχρονης ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας, ενώ παράλληλα συγκεντρώθηκαν δεδομένα που αφορούν την παιδική σωματική κακοποίηση στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Θράκης από το Εργαστήριο Ιατροδικαστικών Επιστημών του Δ.Π.Θ. ΥΛΙΚΟ- ΜΕΘΟΔΟΣ: Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 95 παιδιά ηλικίας 1-18 ετών που προσήλθαν για κλινική εξέταση στο Εργαστήριο Ιατροδικαστικών Επιστημών του Δ.Π.Θ μετά από καταγγελία για αναφερόμενη σωματική κακοποίηση τους, κατά τη χρονική περίοδο 2005- 2017. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Από τα 95 παιδιά που εξετάστηκαν κλινικά, τα 29 (30.5%) έφεραν σημεία ενδεικτικά σωματικής κακοποίησης. Από τα 29 σωματικά κακοποιημένα παιδιά τα 13 (45%) ήταν αγόρια και τα 16 (55%) ήταν κορίτσια. Ο μέσος όρος ηλικίας ήταν 10.93 έτη, με εύρος ηλικιών (2-16) έτη. Όπως προκύπτει από την ανάλυση των αποτελεσμάτων οι κακώσεις που παρατηρούνται συνηθέστερα, είναι οι κακώσεις του δέρματος και των μαλακών μορίων (72%), η συνηθέστερη ανατομική εντόπιση των κακώσεων είναι η κεφαλή– τράχηλος (69%), ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό των κακώσεων (70%) έχουν προκληθεί από θλώντα όργανα. Επιπρόσθετα, το 48% των κακοποιημένων παιδιών έφερε μόνο μια σωματική κάκωση, ενώ πάνω από τέσσερις κακώσεις έφερε μόλις το 7%. Όσον αφορά την ταξινόμηση των σωματικών βλαβών σε σχέση με τη βαρύτητα τους, σε ποσοστό 79% χαρακτηρίστηκαν ως απλές σωματικές βλάβες, ενώ αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως δεν διαπιστώθηκαν θανατηφόρες σωματικές βλάβες, συνεπεία σωματικής κακοποίησης. Ένας ακόμη παράγοντας που διερευνήθηκε είναι οι ημέρες αποχής από το σχολικό περιβάλλον και τις γενικότερες δραστηριότητες των παιδιών συνεπεία της κακοποίησης, με το μεγαλύτερο ποσοστό (72%) να απουσιάζει από 0- 5 ημέρες.Τέλος, διαπιστώνεται ότι το 67% των περιστατικών κατήγγειλαν άμεσα (εντός τριών ημερών) το συμβάν στις αρμόδιες αρχές, οι περισσότερες καταγγελίες έγιναν τους μήνες Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο, στο 40% των περιπτώσεων τα παιδιά προσήλθαν συνοδεία της μητέρας τους για τη διενέργεια της Ιατροδικαστικής εξέτασης, ενώ στο 43% των καταγγελλόμενων περιστατικών ως δράστης αναφέρεται ο πατέρας του παιδιού. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Από την καταγραφή και ανάλυση των περιστατικών παιδικής σωματικής κακοποίησης στην περιοχή της Θράκης, προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των σωματικά κακοποιημένων παιδιών έφεραν μια σωματική κάκωση, ήπιας βαρύτητας (απλή σωματική βλάβη), με συχνότερη ανατομική εντόπιση την κεφαλή-τράχηλο. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του σοβαρού φαινομένου της παιδικής σωματικής κακοποίησης απαραίτητη κρίνεται η ενημέρωση και εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας ώστε να μπορούν να διακρίνουν έναν τυχαίο τραυματισμό από μια περίπτωση σωματικής κακοποίησης, αλλά και η δημιουργία διεπιστημονικών ομάδων σε κάθε περιφέρεια για τη μελέτη και καταγραφή της διαχρονικής εξέλιξης του φαινομένου. 1226 243 287 Έλεγχος των διαστάσεων του κερατοειδή πριν και μετά από χειρουργείο LASIK με τη χρήση Pentacam HR και Avanti Angiovue OCT This work attempts to test the dimensions of the cornea both preoperatively and six months postoperatively after a lasik surgery. During this effort, the cornea was measured in 40 eyes undergoing lasik surgery. Control of pachymetry apex, thinnest pachymetry, Rm and anterior chamber depth before and after lasik surgery was performed using the schempflug topography from Pentacam HR and OCT tomography from Avanti Angiovue OCT. In the study, corneal peak thickness (CCT), the thickness at its finest point TCT, mean radius of curvature (Rm) and depth of anterior chamber (ACD) before refractive surgery, and six months after ' she. In the analysis of the results, a statistically significant difference was observed between the two machines with respect to the following parameters: the thickness of the cornea preoperatively as well as the thickness at the thinnest point of the cornea both preoperatively and postoperatively. This was confirmed by the Bland-Altman diagrams. It was observed that Pentacam topography gives higher corneal thickness than OCT, up to a specific thickness (about 510nm), and above that, it appears that OCT overestimates the thickness of the cornea both at the top and at its finest point . Noteworthy is that the two machines agree on the depth of the anterior chamber (ACD) and on the assessment of the mean radius of curvature Rm. Our study also had two limitations, namely the size of the population studied was small and we used right and left eye for each patient. Σε αυτή την εργασία επιχειρείται να γίνει ο έλεγχος των διαστάσεων του κερατοειδούς προεγχειρητικά και έξι μήνες μετεγχειρητικά από ένα χειρουργείο lasik. Κατά την προσπάθειά μας αυτή έγινε έλεγχος της παχυμετρίας του κερατοειδούς σε 40 οφθαλμούς που υποβλήθηκαν σε χειρουργείο με την μέθοδο lasik. Έγινε έλεγχος της μεταβολής των διαστάσεων του κερατοειδούς (pachymetry apex, thinnest pachymetry, Rm και anterior chamber depth) πριν και μετά την επέμβαση lasik χρησιμοποιώντας τη scheimpflug τοπογραφία από το Pentacam HR και την OCT τομογραφία από Avanti Angiovue OCT. Κατά την έρευνα μετρήθηκε το πάχος στην κορυφή του κερατοειδούς (CCT), το πάχος στο λεπτότερο σημείο του (TCT), η μέση ακτίνα καμπυλότητας (Rm) και το βάθος του προσθίου θαλάμου (ACD) πριν την διαθλαστική επέμβαση αλλά και έξι μήνες μετά απ’ αυτή. Κατά την ανάλυση των αποτελεσμάτων παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των δύο μηχανημάτων όσο αναφορά τις εξής παραμέτρους: το πάχος του κερατοειδούς προεγχειρητικά καθώς και το πάχος στο λεπτότερο σημείο του κερατοειδούς τόσο προεγχειρητικά όσο μετεγχειρητικά. Αυτό επιβεβαιώθηκε και από τα διαγράμματα Bland-Altman. Παρατηρήθηκε ότι η Pentacam τοπογραφία δίνει μεγαλύτερες τιμές στο πάχος του κερατοειδούς από ότι η OCT τομογραφία, μέχρι ένα συγκεκριμένο πάχος (περίπου 510nm), ενώ πάνω από αυτό φαίνεται πως η OCT τομογραφία υπερεκτιμά το πάχος του κερατοειδούς και στην κορυφή του και στο λεπτότερο σημείο του. Αξιοσημείωτο είναι πως τα δύο μηχανήματα συμφωνούν ως προς την εκτίμηση του βάθους του προσθίου θαλάμου (ACD) και ως προς την αξιολόγηση της μέσης ακτίνας καμπυλότητας Rm . Επίσης η μελέτη μας είχε τους εξής δύο περιορισμούς: το μέγεθος του πληθυσμού που μελετήθηκε ήταν μικρό και χρησιμοποιήσαμε δεξί και αριστερό οφθαλμό για κάθε ασθενή. 1227 150 168 Ηθικά διλλήματα στην άμβλωση-κοινωνικοί και θρησκευτικοί παράγοντες και ψυχολογία εγκύου In the work we have discussed, we have referred to the psychological, social, legal and theological aspects of the issue of abortion. The study dealt with both data in Greece and other countries so that the findings are comparative. Abortion remains a sensitive social and ethical issue and continues despite the will to decriminalize it to provoke strong reactions in every organized society. The state should, through a liberal legislative framework, protect the private life of women by giving it the right to self-determination and the choice of how to dispose of her body. The duty of the state to control and limit abortions is to implement a social care policy that includes comprehensive youth information on contraception and reproduction, essential family planning, financial incentives for couples to acquire children, and to ensure in the context of the right to public health the choice of safe abortion to the woman. Στην εργασία, που διαπραγματευθήκαμε αναφερθήκαμε στις ψυχικές, κοινωνικές, νομικές και θεολογικές παραμέτρους του ζητήματος της άμβλωσης. Η μελέτη ασχολήθηκε τόσο με δεδομένα στην Ελλάδα όσο και σε άλλα κράτη, ώστε τα πορίσματα να είναι συγκριτικά. Η άμβλωση παραμένει ένα ευαίσθητα κοινωνικό και ηθικό ζήτημα και εξακολουθεί παρά την διάθεση για αποποινικοποίηση της να προκαλεί έντονες αντιδράσεις σε κάθε οργανωμένη κοινωνία. Η πολιτεία θα πρέπει μέσα από ένα φιλελεύθερο νομοθετικό πλαίσιο να προστατεύει την ιδιωτική ζωή της γυναίκας παρέχοντας σε αυτήν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και της επιλογής για το πώς θα διαθέσει το σώμα της. Καθήκον της πολιτείας προκειμένου να ελέγξει και να περιορίσει τις αμβλώσεις, είναι να εφαρμόζει μία πολιτική κοινωνικής μέριμνας η οποία θα περιλαμβάνει την ολοκληρωμένη ενημέρωση νέων σε θέματα αντισύλληψης και αναπαραγωγής , τον ουσιαστικό οικογενειακό προγραμματισμό, την παροχή οικονομικών κινήτρων στα ζευγάρια να αποκτήσουν παιδιά ,αλλά και να εξασφαλίζει στα πλαίσια του δικαιώματος στην δημόσια υγεία την επιλογή στην γυναίκα της ασφαλούς άμβλωσης. 1228 314 314 Information and communications technology in early childhood education Υλοποίηση εκπαιδευτικών πολυμεσικών ιστοριών για μαθηματικές έννοιες προσχολικής ηλικίας This dissertation deals with the issue of implementing educational activities for early childhood that combine Informatics and Mathematics. From the field of mathematics, the focus is specifically on the arithmetic operations of addition and subtraction. Initially the issue of integrating IT in Kindergarten curriculum is presented. This integration has started during the last years to contribute in the development of children from all sides emphasizing on the “positive” use of computers by young children. Furthermore, the issue of IT in Education is investigated as an attempt to compare the two contradicting views, that is, those who support the use of computers by infants and those who do not agree with this position. There are many corresponding views and arguments. But, somehow they tend to reach an agreement and result in a specific position. Computer use in classroom is allowed but with a time limit and of course in the presence of the kindergarten teacher. Then teaching issues regarding Mathematics and different perspectives are presented such as, the realistic teaching perspective, traditional perspective and finally the differentiated perspective of mathematics. Then, this work focuses on two arithmetic operations, addition and subtraction. In the context of this dissertation, a 3D digital story regarding addition and subtraction problems addressed to early childhood was implemented. Storytelling is used in the context of education for centuries. Digital storytelling applications are integrated in education during the last years as they combined advantages of storytelling and digital media. Digital stories involving mathematical concepts for young children may be useful in early childhood. The digital story was implemented with the programming environment Alice which enables the creation of 3D multimedia applications. Goals of this digital story for young children are their ability to list the displayed objects but also to perform the operations of addition and subtraction with objects (i.e. balls, teddy bears, books) Η συγκεκριμένη πτυχιακή ασχολείται με το ζήτημα της υλοποίησης εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων για την προσχολική ηλικία που συνδυάζουν την Πληροφορική και τα Μαθηματικά. Από τον τομέα των Μαθηματικών, η εστίαση γίνεται συγκεκριμένα στην πρόσθεση και την αφαίρεση. Αρχικά, παρουσιάζεται το ζήτημα της ενσωμάτωσης της Πληροφορικής στο πρόγραμμα σπουδών του Νηπιαγωγείου. H ενσωμάτωση αυτή ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια για να συμβάλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού δίνοντας έμφαση στη «θετική» χρήση των Η/Υ από νήπια. Παράλληλα, το θέμα της Πληροφορικής στην Εκπαίδευση αντιμετωπίζεται πιο διερευνητικά καθώς γίνεται μια προσπάθεια σύγκρισης των δύο πλευρών, δηλαδή, αυτών που τάσσονται υπέρ της χρήσης H/Y από νήπια αλλά και αυτών που δεν συμφωνούν με αυτή τη θέση. Οι απόψεις και τα επιχειρήματα είναι πολλά. Αλλά, κάπου συμπίπτουν και καταλήγουν σε μια συγκεκριμένη θέση. Να επιτρέπεται η χρήση H/Y μέσα στην τάξη αλλά με χρονικό όριο και φυσικά με την παρουσία του/της νηπιαγωγού. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται ζητήματα διδασκαλίας των Μαθηματικών και διαφόρων θεωρήσεων περί αυτής όπως, της ρεαλιστικής θεώρησης των μαθηματικών, των παραδοσιακής θεώρησης και τέλος, της διαφοροποιημένης διδασκαλίας των μαθηματικών. Έπειτα, γίνεται επικέντρωση σε δυο αριθμητικές πράξεις και πιο συγκεκριμένα της πρόσθεσης και της αφαίρεσης. Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας παρουσιάζεται και η υλοποίηση μιας τρισδιάστατης ψηφιακής ιστορίας για ζητήματα πρόσθεσης και αφαίρεσης στην προσχολική ηλικία. Η αφήγηση χρησιμοποιείται εδώ και αιώνες στο πλαίσιο της εκπαίδευσης. Εφαρμογές ψηφιακής αφήγησης ενσωματώνονται στην εκπαίδευση τα τελευταία χρόνια καθώς συνδυάζουν πλεονεκτήματα της αφήγησης και των ψηφιακών μέσων. Ψηφιακές ιστορίες που αφορούν μαθηματικές έννοιες μπορεί να είναι χρήσιμες στην προσχολική εκπαίδευση. Η ψηφιακή ιστορία υλοποιήθηκε με το προγραμματιστικό περιβάλλον Alice το οποίο δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας τρισδιάστατων πολυμεσικών εφαρμογών. Στόχος της ψηφιακής ιστορίας είναι τα παιδιά να μπορούν να απαριθμούν τα αντικείμενα που εμφανίζονται στην οθόνη αλλά και να κάνουν τις πράξεις της πρόσθεσης και της αφαίρεσης με τα διάφορα αντικείμενα (μπάλες, αρκουδάκια, βιβλία) 1229 320 339 Η συμβολή της τηλεϊατρικής στην καθ’ ημέρα ιατρική κλινική πράξη-από την εξατομικευμένη Ιατρική διάγνωση και θεραπεία έως την ενίσχυση των συστημάτων υγείας The social requirements of modern age, such as demographic changes (eg increase of aging population and increase of chronic patients), the need for high-quality health care, ensuring equal access to health services (especially for areas, which are geographically or socially or economically excluded), combating health problems (eg lack of medical staff) and providing good primary health care with a key focus on prevention and valid and timely diagnosis and treatment, along with financial requirements such as increased cost of providing health services, in combination with the capabilities of information technology (eg digital imaging and signal analysis, hospital information systems, electronic patient file, decision support systems) (for example, digital imaging and signal analysis, hospital information systems, electronic patient file, decision support systems) and communications (eg satellite communications, Internet) have led to the development of telemedicine. The aim of this postgraduate diploma dissertation is in principle to delimit the concept of telemedicine and its legal foundation in European and Greek legislation, while referring to its bioethical extensions, with particular emphasis on patients' rights, licensing of health professionals, processing and protection of personal data in accordance with the new European General Data Protection Regulation (GDPR), medical confidentiality, patient information- consent, reimbursement and medical liability-medical error. Consequently, the history of telemedicine as well as a number of its applications in Greece and worldwide are briefly presented. Moreover, the role of telemedicine is also projected in the day-to-day clinical practice through the personalized medical diagnosis and treatment it offers, with reference to a wide range of medical specialties in which it can be applied. In conclusion, the contribution of telemedicine to the reinforcement and remodeling of health systems in developing and developed countries is highlighted, as well as its advantages and disadvantages along with the concerns regarding the perspectives and challenges of the individualized application of telemedicine to medical practice and views related to its future in Greece and all over the world in general. Οι κοινωνικές απαιτήσεις της σύγχρονης εποχής, όπως είναι οι δημογραφικές μεταβολές (π.χ. αύξηση της γήρανσης του πληθυσμού και αύξηση των χρόνιων ασθενών), η ανάγκη για παροχή υγειονομικής περίθαλψης υψηλής ποιότητας, η διασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας (ιδιαίτερα για περιοχές γεωγραφικά ή κοινωνικά ή οικονομικά αποκλεισμένες), η καταπολέμηση προβλημάτων του τομέα υγείας (π.χ. έλλειψη ιατρικού προσωπικού) και η παροχή άρτιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με βασικό γνώμονα την πρόληψη και την έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, παράλληλα με τις οικονομικές απαιτήσεις, όπως είναι το αυξημένο κόστος παροχής υπηρεσιών υγείας, σε συνδυασμό με τις δυνατότητες που παρέχει η πληροφορική (π.χ. ψηφιακή επεξεργασία-ανάλυση εικόνων και σημάτων, πληροφοριακά συστήματα νοσοκομείων, ηλεκτρονικός φάκελος ασθενών, συστήματα υποστήριξης λήψης αποφάσεων) και οι επικοινωνίες (π.χ. δορυφορικές επικοινωνίες, διαδίκτυο) οδήγησαν στην ανάπτυξη της τηλεϊατρικής. Προσπάθεια της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής διατριβής είναι κατ’ αρχήν η οριοθέτηση της έννοιας της τηλεϊατρικής και η νομική της θεμελίωση στην ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, με παράλληλη αναφορά στις βιοηθικές της προεκτάσεις με ιδιαίτερη έμφαση στα δικαιώματα των ασθενών, στην αδειοδότηση των επαγγελματιών υγείας, στην επεξεργασία και προστασία προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με τον νέο Ευρωπαϊκό Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων (GDPR), στο ιατρικό απόρρητο, στην ενημέρωση - συναίνεση του ασθενούς, στην ασφάλιση/αποζημίωση του ασθενούς και στην ιατρική ευθύνη- ιατρικό σφάλμα. Εν συνεχεία, παρουσιάζονται συνοπτικά, η ιστορία της τηλεϊατρικής καθώς και ένα πλήθος εφαρμογών της, στην Ελλάδα και στον κόσμο. Επίσης, προβάλλεται ο ρόλος της τηλεϊατρικής στην καθ’ ημέρα ιατρική κλινική πράξη μέσω της εξατομικευμένης ιατρικής διάγνωσης και θεραπείας που εκείνη προσφέρει, με αναφορά σε ένα ευρύ φάσμα ιατρικών ειδικοτήτων στις οποίες αυτή δύναται να εφαρμοστεί. Καταλήγοντας, αναδεικνύεται η συμβολή της τηλεϊατρικής στην ενίσχυση-αναδιαμόρφωση των συστημάτων υγείας των αναπτυσσόμενων και ανεπτυγμένων χωρών, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της, καθώς και οι προβληματισμοί που αφορούν στις προοπτικές και στις προκλήσεις της εξατομικευμένης εφαρμογής της τηλεϊατρικής στην ιατρική πράξη καθώς και οι σκέψεις που αφορούν στο μέλλον της στην Ελλάδα και στον κόσμο γενικότερα. 1230 360 319 Η γυναίκα διευθύντρια σχολικής μονάδας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση: έρευνα The topic which this theoretical and research study discusses is the women as elementary school principals – Theory and Research. The basic aim of this study is to investigate the views of both women and men School heads, for the presence of the woman Headmistress into the administrative hierarchy of education. Moreover, this study aims to designate the convergence or deviation points of the Headmistresses and Headmasters' views as each one of them is a separate and integral link of the same chain - the administration of the School Unit - and perceives the principal's position from his/her own perspective. Into the framework of the research inquiry of this topic some semi structured interviews took place, with four Headmasters/mistresses of elementary school units participating, from whom two are women and the other two are men coming from the municipality of Evros and specifically from the city of Alexandroupolis. There has been an effort to investigate the views of the members of education, in order to ascertain the position of the woman headmistress into the administration of the school unit, to study the administrative styles of women, to detect if the Subjects of the research consider that women are more appropriate for teaching and men for leading and to verify if the role of sex , forms a factor which affects the administration of education. Furthermore, it is significant to establish if and in what degree stereotypes and prejudice affect the presence of women as members of administration, to study the factor and the causes of the low in number representation of women in administrative positions according to the opinion of the Subjects of the research and to verify which are the barriers arised for the development of women in administration based on the Subjects of the research. This theoretical and research study shows that even though efforts for the improvement of the position of the woman in the administration of the school unit are taking place, it is obvious that the barriers and the prejudice she has to face due to her sex, haven't been eliminated yet, by making it hard to step up on to the hierarchy of education Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι η γυναίκα διευθύντρια σχολικής μονάδας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι, να διερευνηθούν οι απόψεις γυναικών Διευθυντριών και ανδρών Διευθυντών Σχολικών Μονάδων, για την παρουσία της γυναίκας διευθύντριας στην διοικητική ιεραρχία της εκπαίδευσης. Ακόμη, να αναδειχθούν τα σημεία σύγκλισης ή απόκλισης των απόψεων των Διευθυντριών και Διευθυντών, καθώς ο καθένας ως ξεχωριστός και αναπόσπαστος κρίκος της ίδιας αλυσίδας, της διοίκησης της Σχολικής Μονάδας, αντιλαμβάνεται την διευθυντική θέση από την δική του σκοπιά. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος, διεξήχθησαν ημιδομημένες συνεντεύξεις με τέσσερις Διευθυντές-ντριες σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, από τους οποίους οι δύο είναι γυναίκες και άλλοι δύο άνδρες από τον Νομό Έβρου, και πιο συγκεκριμένα από την πόλη της Αλεξανδρούπολης. Έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν οι απόψεις των στελεχών εκπαίδευσης, για να διαπιστωθεί η θέση της γυναίκας διευθύντριας στην διοίκηση της σχολικής μονάδας, να μελετηθούν τα στυλ διοίκησης των γυναικών, να ανιχνευθεί αν τα Υποκείμενα της έρευνας θεωρούν ότι οι γυναίκες είναι καταλληλότερες να διδάσκουν και οι άνδρες να διοικούν και να εξακριβωθεί αν ο ρόλος του φύλου αποτελεί έναν παράγοντα που επηρεάζει την διοίκηση της εκπαίδευσης. Ακόμη, σημαντικό είναι να διαπιστωθεί αν και σε ποιο βαθμό τα στερεότυπα και οι προκαταλήψεις επηρεάζουν την παρουσία των γυναικών ως στελέχη διοίκησηςδιεύθυνσης, να μελετηθούν οι παράγοντες και τα αίτια χαμηλής εκπροσώπησης των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις, σύμφωνα με την γνώμη των Υποκειμένων της έρευνας και να εξακριβωθούν ποια είναι τα εμπόδια που προκύπτουν για την εξέλιξη της καριέρας των γυναικών στην διοίκηση. Η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη δείχνει ότι αν και εξακολουθούν να γίνονται προσπάθειες για την βελτίωση της θέσης της γυναίκας στην διοίκηση της σχολικής μονάδας, ωστόσο γίνεται φανερό πως, τα εμπόδια και οι προκαταλήψεις που έχει να αντιμετωπίσει, λόγω του φύλου της, δεν έχουν ακόμη εκλείψει εντελώς, δυσκολεύοντας την ανέλιξή της στην ιεραρχία της εκπαίδευσης 1231 300 331 Υλοποίηση εκπαιδευτικών πολυμεσικών ιστοριών για παιδιά προσχολικής ηλικίας: This diploma dissertation focuses on the integration of computers in early cildhhod education. Τhe educational experiences offered to young children are enriched without replacing their classical-conventional activities. The role of kindergarten teachers in this new educational environment is very important. Education and training of kindergarten teachers in ICT focuses on acquisition and development of knowledge and skills that will assist them in effectively integrating new technologies in their classroom and implementing corresponding learning activities. A modern way of integrating ICT in education is the humorous conversational narrative that focuses on humor, thus creating a pleasant atmosphere for children. It can be exploited in all levels of education by following a suitable teaching approach that meets certain conditions. Students have the chance to develop more skills. On the one hand, they may interact with digital stories created by teachers and on the other hand, they may take part in the design, creation and presentation of their own digital stories. Teachers need to employ digital storytelling with responsibility putting emphasis on storytelling itself and not on visual effects. Another way of developing childrens' skills is puppet theatre that enriches them mentally, emotionally and cognitively. A software tool that may be employed to create digital stories is the programming environment Scratch. Scratch enables the user to easily create interactive stories, animations, computer games, music and digital art. This dissertation is organised in four chapters. In the first charpter, theoretical issues concerning the integration of computers in early childhood education are discussed. In the second chapter general issues about digital storytelling papet theater and their intergration in education are mentioned. In the third chapter , the scenarios of three digital stories addressed to early childhood that were implemented with Scratch are presented. Finally, the fourth chapter out lines future extenions regarding the implemented applications Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία αφορά την ενσωμάτωση του ηλεκτρονικού υπολογιστή (Η/Υ) στο νηπιαγωγείο. Οι διδακτικές εμπειρίες που προσφέρονται στους μαθητές εμπλουτίζονται χωρίς να αντικαθίστανται οι κλασσικές-συμβατικές δραστηριότητες των παιδιών. Ο ρόλος της/του Νηπιαγωγού στο νέο εκπαιδευτικό περιβάλλον είναι σημαντικός. Η εκπαίδευση και η επιμόρφωση των Νηπιαγωγών στις ΤΠΕ στοχεύει στην απόκτηση-ανάπτυξη γνώσεων και δεξιοτήτων που θα τους βοηθήσουν να ενσωματώσουν αποτελεσματικότερα τις νέες τεχνολογίες στην τάξη τους και να υλοποιήσουν σχετικές μαθησιακές δραστηριότητες. Ένας σύγχρονος τρόπος ενσωμάτωσης των ΤΠΕ στην εκπαίδευση είναι η χιουμοριστική συνομιλιακή αφήγηση που επίκεντρό της είναι το χιούμορ, δημιουργώντας έτσι ένα ευχάριστο κλίμα για τα παιδιά. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης μέσα από μια κατάλληλη διδακτική προσέγγιση και εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις. Δίνει στα παιδιά την ευκαιρία για ανάπτυξη περισσότερων δεξιοτήτων καθώς από τη μια πλευρά μπορούν να αλληλεπιδρούν με ψηφιακές ιστορίες που έχουν δημιουργήσει εκπαιδευτικοί και από την άλλη μπορούν να συμμετέχουν στον σχεδιασμό, τη δημιουργία και την παρουσίαση ψηφιακών ιστοριών τους. Η ψηφιακή αφήγηση πρέπει να εφαρμόζεται από τον εκπαιδευτικό με υπευθυνότητα δίνοντας περισσότερη σημασία στην ισχύ της αφήγησης και όχι τόσο στα ειδικά εφέ. Ένας άλλος σημαντικός τρόπος ανάπτυξης του παιδιού που συσχετίζεται με την ψηφιακή αφήγηση είναι το κουκλοθέατρο που το εμπλουτίζει ψυχικά, συναισθηματικά, νοητικά και γνωστικά. Ένα εργαλείο που μπορεί να αξιοποιηθεί για τη δημιουργία εφαρμογών ψηφιακής αφήγησης είναι το περιβάλλον προγραμματισμού Scratch. Το Scratch επιτρέπει στον χρήστη να δημιουργήσει εύκολα διαδραστικές ιστορίες, κινούμενα σχέδια, ηλεκτρονικά παιχνίδια, μουσική και ψηφιακή τέχνη. Το κείμενο της πτυχιακής εργασίας έχει δομηθεί σε 4 κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας γίνεται μια θεωρητική αναφορά σε ζητήματα ενσωμάτωσης του Η/Υ στην προσχολική εκπαίδευση. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται αναφόρα σε ζητήματα ψηφιακής αφήγησης, σε ζητήματα εκπαιδευτικής αξιοποίησης της ψηφιακής αφήγησης και σε ζητήματα κουκλουθεάτρου. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφονται τα σενάρια τριών ψηφιακών ιστοριών για παιδιά προσχολικής ηλικίας που υλοποιήθηκαν με την αξιοποίηση του Scratch. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά για μελλοντικές επεκτάσεις στο νηπιαγωγείο 1232 186 172 Ορμονική υποκατάσταση σε νεαρές γυναίκες με πρωτοπαθή ωοθηκική ανεπάρκεια και πρώιμη εμμηνόπαυση The term Primary Ovarian Insufficiency (POI) refers to a medical situation of intermittent ovarian function that occurs to female patients under the age of 40 years and includes a variety of symptoms similar to menopause. POI comes in difference with common menopause, as it concerns the age of appearance and the causative pathogenetic mechanisms. However, grief and low self-esteem may exist in both situations. If POI stays undiagnosed and untreated, women are likely in an increased risk of developing genito-urinary symptoms, premature osteoporosis, cardiovascular and neurological disease, cognitive problems, dementia, psychological decline and low life quality. Apart from phycological support needed and medical monitoring, hormone replacement therapy (HRT) suggested by the scientific community, comes as the "gold standard" and first step treatment to alleviate the symptoms and regulate the negative implications. HRT substitutes the estrogonal deprivation, diminish the negative symptoms and risk of further implications and prolong life-expectancy. Ending, although there has been done a great work from scientists all over the world to this direction, there is still much to be investigated in order to be able to have a clearer view on this situation. Η "Πρώιμη Ωοθηκική Ανεπάρκεια" (ΠΩΑ) είναι μία κατάσταση διαλείπουσας ωοθηκικής λειτουργίας, που προσβάλλει γυναίκες κάτω των 40 ετών και περιλαμβάνει ένα σύνολο εκδηλώσεων παρόμοιων με αυτών της εμμηνόπαυσης. Διαφοροποιείται από τη φυσιολογική εμμηνόπαυση, τόσο ως προς την ηλικία εμφάνισης όσο και ως προς τους παθοφυσιολογικούς μηχανισμούς της πυροδότησής της. Ωστόσο, συναισθήματα θλίψης και εσωστρέφειας μπορεί να υπάρχουν και στις δύο καταστάσεις. Η ΠΩΑ, εάν παραμείνει χωρίς θεραπεία, μπορεί να επιπλακεί με ουρογεννητικά-αγγειοκινητικά συμπτώματα, αυξημένη πιθανότητα πρόωρης οστεοπόρωσης και καρδιαγγειακής νόσου, ψυχολογική επιδείνωση, νευρολογική συμπτωματολογία και χαμηλού επιπέδου ποιότητα ζωής. Εκτός από την ψυχολογική υποστήριξη και την ιατρική παρακολούθηση που χρήζουν οι ασθενείς, η θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (ΘΟΥ) αποτελεί προσέγγιση πρώτης γραμμής για τη ρύθμιση των συμπτωμάτων και επιπλοκών της ΠΩΑ. Η ΘΟΥ υποκαθιστά τα ανεπαρκή επίπεδα οιστρογόνων, βελτιώνει την κλινική εικόνα, ελαττώνει τους παράγοντες κινδύνου και επιμηκύνει το προσδόκιμο επιβίωσης. Παρά τις πρόσφατες διαγνωστικές και θεραπευτικές εξελίξεις, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την συνολική αντιμετώπιση της ΠΩΑ και των επιπλοκών της. 1233 247 261 Επίδραση της μερικής ηπατεκτομής με χρήση ραδιοσυχνοτήτων στην ιστολογία του ήπατος Introduction. Partial hepatectomy is one of the commonest operations, taking place for both benign and malignant indications. With a view to reducing intraoperative blood loss, the current surgical practice includes the use of radiofrequency energy for the transection of liver parenchyma. Aim. The aim of this study is to evaluate the effect of radiofrequency use in the remnant liver after partial hepatectomy. Material – Methods. We used 21 Landrace pigs, divided into four groups depending on the type of operation they underwent (Habib-4X group, sequential coagulation – cut group - SCC, crush – clamp group - CC and sham operation group). After pathology examination, we evaluated the histopathology index (taking into account hyperemia, steatosis, inflammatory infiltration, edema, distention of bile ducts and necrosis) and using immunohistochemical techniques we evaluated the expression of NFκB, TNFα and IL-6. Results. Radiofrequency use led to an increase in tissue expression of TNFα and NFκB. IL-6 was increased only in the Habib-4X group. The Habib-4X technique caused minimal tissue damage, equal to that noted in the control group. On the other hand, the SCC technique caused significant damage versus control. Comparison between the CC and H groups demonstrated the importance of liver transection per se in the noted alterations. Conclusions. The SCC technique causes tissue damage in the remnant liver whilst the Habib technique does not. Partial hepatectomy with radiofrequency use induces inflammatory response in the remnant liver. The use of Habib-4X technique induces an increase in the liver – protective IL-6. Εισαγωγή. Η μερική ηπατεκτομή αποτελεί μία συχνά εκτελούμενη επέμβαση, με ποικίλες καλοήθεις και κακοήθεις ενδείξεις. Με σκοπό τη μείωση της διεγχειρητικής αιμορραγίας, τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται η διατομή του ηπατικού παρεγχύματος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων. Σκοπός. Σκοπός της παρούσης μελέτης είναι η διερεύνηση των επιπτώσεων της χρήσης ραδιοσυχνοτήτων για τη διενέργεια μερικής ηπατεκτομής στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα. Υλικά – Μέθοδοι. Χρησιμοποιήθηκαν 21 χοίροι της φυλής Landrace οι οποίοι χωρίσθηκαν σε τέσσερις ομάδες, ανάλογα με την επέμβαση στην οποία υπεβλήθησαν (ομάδα Habib-4X, ομάδα προοδευτικής πήξης – διατομής, ομάδα σύνθλιψης με λαβίδα, ομάδα εικονικής επέμβασης). Κατόπιν παθολογοανατομικής εξέτασης αξιολογήθηκε ο ιστοπαθολογικός δείκτης (αξιολογώντας την υπεραιμία, τη λιπώδη διήθηση, τη φλεγμονώδη διήθηση, το οίδημα, τη διάταση των χοληφόρων και τη νέκρωση) και με ανοσοϊστοχημική τεχνική αξιολογήθηκε η έκφραση των κυτταροκινών NFκB, TNFα και IL-6. Αποτελέσματα. Η εφαρμογή ραδιοσυχνοτήτων οδήγησε σε αύξηση του βαθμού ιστικής έκφρασης των TNFα και NFκB. Η IL-6 βρέθηκε αυξημένη μόνο με τη μέθοδο Habib-4Χ. Η μέθοδος Habib-4X προκάλεσε ιστική κάκωση αντίστοιχη με αυτήν που διαπιστώθηκε στην ομάδα ελέγχου. Αντίθετα η τεχνική προοδευτικής πήξης – διατομής προκάλεσε μεγαλύτερη ιστική κάκωση συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου. Η σύγκριση μεταξύ των ομάδων CC και Η κατέδειξε το σημαντικό ρόλο της εκτομής ηπατικού παρεγχύματος αυτού καθ’ αυτού στις παρατηρούμενες μεταβολές. Συμπεράσματα. Η τεχνική προοδευτικής πήξης – διατομής προκαλεί ιστική κάκωση στο εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα ενώ η τεχνική Habib-4X όχι. Η μερική ηπατεκτομή με τη χρήση ραδιοσυχνοτήτων επάγει φλεγμονώδη απόκριση στο ηπατικό παρέγχυμα. Η χρήση της τεχνικής Habib-4X επάγει την αύξηση της ηπατοπροστατευτικής IL-6. 1234 325 347 Η εμπορία οργάνων ως κοινωνικό φαινόμενο και η ποινική αντιμετώπισή του Organ transplantation can be counted among the medical miracles of the 20th century, as it has led to the improvement and the prolongation of the life of millions of people worldwide. But organ transplantation is not only a medical miracle, a great scientific breakthrough and a mile-stone in the history of medicine but also a great symbol of human solidarity and altruism. If it weren’t for the donors, organ transplanta-tion would remain outside of the realm of the reality. Nowadays unfortunately the demand for organs far exceeds the supply. The mistrust towards the state medical systems, the inadequate information on transplantations, the increasing life expectancy in combination with the modern lifestyle that contributes to premature health damages and the fear of the post-operative complications are some of the causes that led to this imbalance between demand and supply. As a result thousands of organs are being bought and sold illegally in black markets around the world. The shadowy world of these black markets includes mostly poor citizens willing to sell a part of their body in order to meet their vital economic needs, desperate patients who face the dilemma of obeying the law or saving their life, brokers and unscrupulous medical professionals. In the wake of these events, it has become imperative that organs of human origin should be protected by criminal law as socially legitimate goods. For this reason, the majority of the gove-rnments around the world criminalized the sale of human organs for profit and introduced a large number of criminal provisions at local and international level in order to reduce and eliminate this phenomenon. Unfortunately, the legislative framework established to date has proved ineffective in eliminating the phenomenon and for this reason several scientists and representatives of state bodies are now openly in favor of the idea of legalizing organ trafficking in contradiction to the majority of the scientific communities that consider this idea to be unthinkable and offensive to human nature. Η μεταμόσχευση οργάνων μπορεί να συγκαταλεχθεί ανάμεσα στα ια-τρικά θαύματα του 20ου αιώνα, καθώς έχει οδηγήσει στην βελτίωση και την επιμήκυνση της ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων ανά τον κόσμο. Η μεταμόσχευση οργάνων όμως, δεν είναι μόνο ένα ιατρικό θαύμα, ένα κορυφαίο επιστημονικό επίτευγμα και ορόσημο στην ιστορία της ιατρικής αλλά και ένα μεγαλειώδες σύμβολο της ανθρώπινης αλλη-λεγγύης και του αλτρουισμού. Αν δεν υπήρχαν δωρητές η μεταμό-σχευση οργάνων θα είχε παραμείνει έξω από τη σφαίρα της πραγμα-τικότητας.Δυστυχώς όμως, η ζήτηση οργάνων υπερβαίνει κατά πολύ την προσφορά. Η δυσπιστία έναντι των κρατικών συστημάτων υγείας, η ελλιπής ενημέρωση σχετικά με τις μεταμοσχεύσεις, το αυξανόμενο προσδόκιμο ζωής σε συνδυασμό με τον σύγχρονο τρόπο ζωής, ο οποί-ος συμβάλει σε πρόωρες βλάβες της υγείας και ο φόβος των μετεγχει-ρητικών επιπλοκών είναι μερικές από τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτή τη δυσαναλογία. Ως συνέπεια, χιλιάδες όργανα αγοράζονται και πω-λούνται πλέον παράνομα σε μαύρες αγορές ανά τον κόσμο. Ο σκιώδης κόσμος των μαύρων αυτών αγορών περιλαμβάνει ως επί το πλείστον πένητες πολίτες πρόθυμους να προσφέρουν ένα μέρος από το σώμα τους για να καλύψουν ζωτικές οικονομικές ανάγκες, απελπισμένους ασθενείς που αντιμετωπίζουν το δίλημμα της υπακοής στο νόμο ή της διάσωσης της ζωής τους, μεσίτες και αδίστακτους επαγγελματίες υγείας. Το παράνομο αυτό εμπόριο οργάνων, τείνει να αμαυρώσει την εικόνα της δωρεάς και μεταμόσχευσης οργάνων. Στον απόηχο αυτών των γεγονότων, κατέστη επιτακτική η ανάγκη τα όργανα ανθρώπινης προέλευσης να αναχθούν σε νομικά προστατευόμενα κοινωνικά έννομα αγαθά και για το λόγο αυτό ακολούθησε η ποινικοποίηση της εμπορίας οργάνων και η θέσπιση πλήθους ποινικών διατάξεων σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, οι οποίες μάχονται και έχουν ως στόχο να μειώσουν και να εξαφανίσουν το φαινόμενο αυτό. Δυστυχώς όμως, το νομοθετικό πλαίσιο που έχει θεσπισθεί μέχρι σήμερα έχει αποδειχθεί αναποτελεσματικό στην εξάλειψη του φαινομένου και για το λόγο αυτό αρκετοί επιστήμονες και εκπρόσωποι κρατικών φορέων τάσ-σονται πλέον απροκάλυπτα υπέρ της ιδέας νομιμοποίησης της εμπο-ρίας οργάνων σε αντίθεση με την πλειοψηφία της επιστημονικής κοινότητας και βαρυσήμαντων ιατρικών και γενικότερα επιστημονικών οργανισμών που θεωρούν την ιδέα αυτή αδιανόητη και προσβλητική για τον άνθρωπο. 1235 355 363 The postgraduate thesis aims at presenting the situation in the field of education and health in the Pomak villages of the Prefecture of Xanthi and the interdependence between these two institutions. The theoretical part of the thesis presents the basic characteristics of the Pomak minority in terms of demography, population, spread and economic activities, and the basic legislation that defined their social and economic life from the Treaty of Lausanne to the present day. It also presents the characteristics of minority education and the changes that have been made to the decentralized National Health System since the beginning of the 20th century until today. The research part of the work exploited methods, such as direct observation, interview with informants and the analysis of secondary sources. In particular, there was a trekking tour of the Prefecture of Xanthi and a semi-structured interview with people who worked for decades in education and health in these areas. Using the above methods, information was collected about the population of the purely Pomak villages of Xanthi Prefecture and about the changes that have taken place over the past decades, as well as about the regulatory reforms that minority education has received at all levels, its basic function, the timetable, the school textbooks and the teaching staff, from the Treaty of Lausanne to the present day. Finally, data related to changes in the health system and mainly to primary health care, with legislative reforms in the 1980s and the establishment of Regional Health Centers, emerged. The findings of this diplomatic work reveal that changes in the education and health institutions of the Pomak minority have been rapid in the last decades towards more positive signs. There has been a balance in these places, increasing the educational and living standard of the Pomaks with slow but steady pace. Indeed, it is important to find that since the beginning of the 21st century these two institutions have joined forces for the best result through Health Education Programs in all Minority Primary Schools. The minority education and health care of the Pomak population is now moving on a single basis with constantly evolving pace Η μεταπτυχιακή εργασία έχει ως σκοπό την παρουσίαση της κατάστασης που επικρατεί στο χώρο της εκπαίδευσης και της υγείας στα πομακοχώρια του Νομού Ξάνθης και την αλληλεξάρτηση που υπάρχει ανάμεσα σε αυτούς τους δύο θεσμούς. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας παρουσιάζονται τα βασικά στοιχεία της πολιτισμικής μειονότητας των Πομάκων ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, τον πληθυσμό, την εξάπλωση και τις οικονομικές τους δραστηριότητες και μελετάται η βασική νομοθεσία που καθόρισε την κοινωνική και οικονομική τους ζωή από τη Συνθήκη της Λωζάνης μέχρι και σήμερα. Επίσης, παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της μειονοτικής εκπαίδευσης και οι αλλαγές που έχουν επέλθει στο αποκεντρωμένο Εθνικό Σύστημα Υγείας από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα. Στο ερευνητικό μέρος της εργασίας αξιοποιήθηκαν μέθοδοι, όπως η άμεση παρατήρηση, η συνέντευξη από πληροφορητές-κλειδιά και η ανάλυση δευτερογενών πηγών. Ειδικότερα, πραγματοποιήθηκε οδοιπορικό στα πομακοχώρια του Νομού Ξάνθης και ημιδομημένη συνέντευξη με άτομα που εργάστηκαν επί δεκαετίες στην εκπαίδευση και στην υγεία στις συγκεκριμένες περιοχές. Με την χρήση των παραπάνω μεθόδων συλλέχτηκαν πληροφορίες για τον πληθυσμό των αμιγώς πομακικών χωριών του Νομού Ξάνθης, για τις αλλαγές που έχει υποστεί αυτός τις τελευταίες δεκαετίες, όπως και για τις ρυθμιστικές αναδιαρθρώσεις που έχει δεχτεί η μειονοτική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες της, όσον αφορά στη βασική της λειτουργία, το ωρολόγιο πρόγραμμα, τα σχολικά εγχειρίδια και το εκπαιδευτικό προσωπικό, από τη Συνθήκη της Λωζάνης μέχρι και σήμερα. Τέλος, προέκυψαν δεδομένα που αφορούν στις αλλαγές στο σύστημα υγείας και κυρίως στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, με τις νομοθετικές μεταρρυθμίσεις στη δεκαετία του ΄80 και τη θέσπιση των Περιφερειακών Κέντρων Υγείας. Τα ευρήματα της συγκεκριμένης μεταπτυχιακής εργασίας φανερώνουν ότι οι αλλαγές στους θεσμούς της εκπαίδευσης και της υγείας που αφορούν στη μειονότητα των Πομάκων ήταν ραγδαίες τις τελευταίες δεκαετίες προς πιο θετικά πρόσημα. Έχει επέλθει μια ισονομία στους χώρους αυτούς, αυξάνοντας το μορφωτικό και βιοτικό επίπεδο των Πομάκων με αργούς, αλλά σταθερούς ρυθμούς. Μάλιστα, σημαντικό είναι το εύρημα ότι από τις αρχές του 21ου αιώνα οι δύο αυτοί θεσμοί έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους για το καλύτερο αποτέλεσμα, μέσω Προγραμμάτων Αγωγής Υγείας σε όλα τα Μειονοτικά Δημοτικά Σχολεία. Η μειονοτική εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη του πληθυσμού των Πομάκων κινείται πλέον σε μια ενιαία βάση με συνεχόμενους ρυθμούς εξέλιξης. 1236 312 384 Optical Coherence Tomography biomarkers for visual acuity in patients with idiopathic epiretinal membrane Προγνωστικοί παράγοντες οπτικής οξύτητας σε ασθενείς με ιδιοπαθή επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη με τη χρήση της απεικόνισης με οπτική τομογραφία συνοχής Purpose: To investigate the correlation between outer and inner retina optical coherence tomography (OCT) biomarkers and visual acuity in patients with idiopathic epiretinal membrane (iERM) and identify which of them may be predictive of postoperative visual outcome. Methods: In this retrospective study two groups of patients were enrolled. Group A consisted of patients diagnosed with iERM and group B of those that underwent pars- plana vitrectomy with ERM removal with a follow-up of 12 months. Spectral domain OCT images were obtained and evaluated for the presence of cotton ball sign, ellipsoid zone disruption, ectopic inner foveal layer, disorganization of retinal inner layers, intra- and sub-retinal fluid and epimacular membrane rip. The photoreceptor outer segment length, outer foveal thickness, ganglion cell-inner plexiform layer complex thickening, inner retinal thickness, inner-retinal layer irregularity index, central foveal thickness and maximal retinal thickness were measured. The association of OCT parameters with preoperative and postoperative best corrected visual acuity was analyzed. Results: 97 eyes were included in group A and 21 in group B. Univariate regression analysis in group A showed that only the presence of cotton ball sign and subretinal fluid were not significantly correlated with worse visual acuity. Multivariate regression analysis in the same group found that maximal retinal thickness and severe disorganization of retinal inner layers (DRIL) were strongly associated with worse vision (p<0.001). Subretinal fluid presence was also included in this model. In group B, multivariate analysis presented statistically significant association between preoperative visual acuity, cotton ball sign and DRIL severity score with postoperative visual improvement. Conclusion: Maximal retinal thickness, severe DRIL and subretinal fluid presence should be considered negative prognostic factors for visual function preoperatively. Preoperative visual acuity, the presence of cotton ball sign and DRIL severity should be used as predictors of postoperative visual outcome in patients treated surgically. Σκοπός: Να διερευνήσουμε τη συσχέτιση μεταξύ των βιοδεικτών έξω και έσω αμφιβληστροειδούς, με βάση την οπτική τομογραφία συνοχής, και της οπτικής οξύτητας σε ασθενείς με ιδιοπαθή επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη. Επίσης, να προσδιορίσουμε ποιοι από αυτούς μπορούν να συμβάλλουν στην πρόγνωση του οπτικού αποτελέσματος μετεγχειρητικά. Μέθοδος: Σε αυτήν την αναδρομική μελέτη συμμετείχαν 2 ομάδες ασθενών. Η ομάδα Α αποτελούνταν από ασθενείς που είχαν διαγνωσθεί με ιδιοπαθή επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη και η ομάδα Β από ασθενείς οι οποίοι υπεβλήθησαν σε pars-plana βιτρεκτομή με αφαίρεση της μεμβράνης και βρίσκονταν υπό παρακολούθηση για 12 μήνες μετεγχειρητικά. Εικόνες οπτικής τομογραφίας συνοχής ελήφθησαν και αξιολογήθηκαν για την παρουσία του σημείου «μπάλα βαμβακιού», διάσπασης της ελλειψοειδούς στιβάδας των φωτοϋποδοχέων, έκτοπης έσω βοθριακής στιβάδας, αποδιοργάνωσης των έσω στιβάδων του αμφιβληστροειδούς, ενδο-και υπο- αμφιβληστροειδικού υγρού και σχίσιμου επιωχρικής μεμβράνης. Επίσης μετρήθηκε το μήκος του έξω τμήματος των φωτοϋποδοχέων, το έξω βοθριακό πάχος, το πάχος του συμπλέγματος της στιβάδας των γαγγλιακών κυττάρων με την έσω δικτυωτή, το πάχος του έσω αμφιβληστροειδούς, ο δείκτης ανωμαλίας του έσω αμφιβληστροειδούς, το κεντρικό και μέγιστο πάχος αμφιβληστροειδούς. Ακολούθησε στατιστική ανάλυση για τη σύνδεση αυτών των παραμέτρων με την οπτική οξύτητα προ- και μετεγχειρητικά. Αποτελέσματα: 97 ασθενείς καταγράφηκαν στην ομάδα A και 21 στην ομάδα B. Η μονομερής ανάλυση στην ομάδα Α έδειξε ότι μόνο η παρουσία του σημείου «μπάλα βαμβακιού» και του υπο-αμφιβληστροειδικού υγρού δεν σχετίζονταν σημαντικά με ελαττωμένη οπτική οξύτητα. Η πολυπαραγοντική ανάλυση στην ίδια ομάδα διαπίστωσε ότι το μέγιστο πάχος του αμφιβληστροειδούς και η σοβαρού τύπου αποδιοργάνωση των έσω στιβάδων του ήταν ισχυρά συνδεδεμένη με χαμηλότερη όραση (p<0.001). Η παρουσία υπο-αμφιβληστροειδικού υγρού συμπεριλήφθηκε επίσης σε αυτό το μοντέλο. Στην ομάδα Β, η πολυπαραγοντική ανάλυση παρουσίασε στατιστικά σημαντική συσχέτιση της οπτικής οξύτητας προεγχειρητικά, του σημείου «μπάλα βαμβακιού» και του βαθμού σοβαρότητας αποδιοργάνωσης των έσω στιβάδων του αμφιβληστροειδούς με τη βελτίωση της όρασης μετεγχειρητικά. Συμπεράσματα: Το μέγιστο πάχος του αμφιβληστροειδούς, η σοβαρού τύπου αποδιοργάνωση των έσω στιβάδων του και η παρουσία υποαμφιβληστροειδικού υγρού θα πρέπει να θεωρούνται αρνητικοί προγνωστικοί παράγοντες της όρασης προεγχειρητικά. Η προεγχειρητική οπτική οξύτητα, η παρουσία του σημείου «μπάλα βαμβακιού» και η βαρύτητα της αποδιοργάνωσης των έσω στιβάδων του αμφιβληστροειδούς θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν δείκτες του οπτικού αποτελέσματος που επιτυγχάνεται στους ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση. 1237 318 300 Τhe linguistic and educational integration of speakers of other languages in the Greek state Η γλωσσική και εκπαιδευτική ένταξη αλλόγλωσσων πληθυσμών στο ελληνικό κράτος The present paper constitutes an ethnographic case study which investigates the mechanisms of linguistic and educational assimilation of speakers of other languages in the Greek state. The object of this work is the ethnic group of the Turkish speaking Christians from Cappadocia, who arrived in Greece after the destruction of Asia Minor and they settles at the village of Askites in the prefecture of Rodopi. In order to interpret the process of assimilation of the Cappadocians refugees, I am using Yinger’s assimilation model as the most appropriate in this case, according to which assimilation consists of four aspects: amalgamation, integration, identification and acculturation. Due to the lack of writings concerning the refugees in Askites, the basic methodological tool used is interviews of second, third and fourth generation refugees’ members. According to the fndings, assimilation is now evident in the fourth generation of the Cappadocians because the second and third generation members still use the turkish language in specific circumstances with specific interlocutors. It is considered that the most important factors of language maintenance of the turkish language by the specific ethnic group are first, their residence in the prefecture of Rodopi, where a great percentage of the muslim minority lives as well and as a result, the turkish language has a significant economic and social prestige and value and second, the geographical adjacency with Turkey. On the other hand, the most significant factors of linguistic and educational assimilation seem to be the ethnic greek self-conscience of the turkish-speaking Cappadocians which was kept through the ages via their strong religious faith, their will to be integrated into the greek society, family, whose members encouraged the children to show progress socially, economically and professionally and last but not least, school, which constituted the principal means of teaching the greek language to the turkish-speaking residents in Askites. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια εθνογραφική μελέτη περίπτωσης που διερευνά τους μηχανισμούς γλωσσικής και εκπαιδευτικής αφομοίωσης αλλόγλωσσων πληθυσμών στο ελληνικό κράτος. Αντικείμενο της έρευνας αποτελεί η εθνοτική ομάδα των τουρκόφωνων χριστιανών από την Καππαδοκία, οι οποίοι μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, έφθασαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στο χωριό των Ασκητών Νομού Ροδόπης. Για την ερμηνεία της διαδικασίας της αφομοίωσης των Καππαδοκών προσφύγων χρησιμοποιείται ως πιο κατάλληλο το μοντέλο του Yinger (1994) σύμφωνα με το οποίο αναλύονται οι τέσσερις όψεις της αφομοίωσης: η ανάμειξη (amalgamation),η ένταξη (integration), η συνείδηση ταυτότητας (identification) και ο επιπολιτισμός (acculturation). Λόγω της έλλειψης συγγραμάτων για τους προσφυγικούς πληθυσμούς των Ασκητών, οι συνεντεύξεις προσφύγων δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενιάς αποτελούν το βασικό μεθοδολογικό εργαλείο. Σύμφωνα με τα δεδομένα, η αφομοίωση των τουρκόφωνων Καππαδοκών είναι πλέον ορατή στην τέταρτη γενιά προσφύγων, καθώς η δεύτερη και η τρίτη γενιά ακόμη διατηρούν τη χρήση της τουρκικής γλώσσας σε συγκεκριμένες περιστάσεις και με συγκεκριμένους συνομιλητές. Παρατηρείται ότι οι πιο σημαντικοί παράγοντες διατήρησης της τουρκικής γλώσσας από την εν λόγω εθνοτική ομάδα είναι η μόνιμη κατοικία τους στο νομό Ροδόπης, όπου διαμένει πολύ μεγάλο ποσοστό της μουσουλμανικής μειονότητας με αποτέλεσμα η τουρκική να έχει σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό κύρος και αξία αλλά και η γεωγραφική γειτνίαση της Δυτικής Θράκης με την Τουρκία. Αντίθετα, οι βασικότεροι παράγοντες γλωσσικής και εκπαιδευτικής αφομοίωσης φαίνεται ότι είναι η εθνική ελληνική συνείδηση των τουρκόφωνων Καππαδοκών που κατάφερε να διατηρηθεί μέσω της ισχυρής θρησκευτικής τους πίστης, η επιθυμία τους να ενταχθούν στο ελληνικό κράτος ως ισότιμα μέλη του εθνικού ελληνικού κορμού, η οικογένεια, που ενθάρρυνε τα παιδιά να εξελιχθούν κοινωνικά, οικονομικά και επαγγελματικά ώστε να έχουν μια καλύτερη ποιότητα ζωής και το σχολείο, το οποίο αποτέλεσε τον πρωταρχικό δίαυλο εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας για τους τουρκόφωνους κατοίκους των Ασκητών. 1238 304 265 The school director's contribution to the configuration of a good school climate through his actions to cope with school bullying Η συμβολή του διευθυντή στη διαμόρφωση καλού σχολικού κλίματος μέσα από τις δράσεις του για την αντιμετώπιση του σχολικού εκφοβισμού This paper investigates the contribution of the school unit’s director to the configuration of good school climate, as it is demonstrated by the school leader’s actions to face the phenomenon of school bullying. In particular, the first part includes a theoretical approach of the above concepts, focusing on where they meet. Initially, the school director is being studied as a factor of school efficiency. Furthermore, there is a discussion about the concept of the school climate, in the composition of which important role plays the school director. Then, the phenomenon of school bullying is presented as a factor of disruption of the good school climate and also it is investigated how the school director contributes to maintain the balance in the school environment and to remove the elements that endanger the quality of the school climate. Regards to the second part, the empirical one, which deepens in the above topic, through semi-structured interviews that take place to School Leaders and also to Primary Education Teachers. From this specific research effort, it appears that the school director’s way of managing decisively influences the formation of the school climate. Additionally, it is noted that the factors which compose a positive school climate, at the same time, function dissuasively against the occurrence of intimidating incidents. Finally, the dominant role of the school head director in the management of the phenomenon of school bullying is confirmed, also the need for the school leader's support and intervention in various intimidating incidents is recognized by the teachers and at last is noted the absence or the gradual reduction of the victimization rate in school units where the school director takes over an active role in the management of this phenomenon Η παρούσα εργασία διερευνά τη συμβολή του Διευθυντή σχολικής μονάδας στη διαμόρφωση καλού σχολικού κλίματος όπως αυτή αναδεικνύεται από τις δράσεις που πραγματοποιεί ο σχολικός ηγέτης για την αντιμετώπιση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού. Ειδικότερα, το πρώτο μέρος περιλαμβάνει μια θεωρητική προσέγγιση των παραπάνω εννοιών, εστιάζοντας στα σημεία όπου συναντώνται. Αρχικά λοιπόν μελετάται ο Διευθυντής ως παράγοντας σχολικής αποτελεσματικότητας. Ακολουθεί η ενασχόληση με την έννοια του σχολικού κλίματος, στη σύνθεση του οποίου σημαντικός είναι ο ρόλος του Διευθυντή. Στη συνέχεια παρουσιάζεται το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού ως παράγοντας διατάραξης του καλού σχολικού κλίματος και διερευνάται η συμβολή του Διευθυντή στη διατήρηση της ισορροπίας στο σχολικό περιβάλλον και στην απομάκρυνση των στοιχείων που θέτουν σε κίνδυνο την ποιότητα του σχολικού κλίματος. Όσον αφορά το δεύτερο μέρος, το εμπειρικό εμβαθύνει στην παραπάνω προβληματική, μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων που πραγματοποιούνται σε Διευθυντές σχολικών μονάδων και σε εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Από την συγκεκριμένη ερευνητική προσπάθεια προκύπτει ότι ο τρόπος διοίκησης του Διευθυντή επιδρά καθοριστικά στη διαμόρφωση του σχολικού κλίματος. Επιπρόσθετα, διαπιστώνεται ότι οι παράγοντες που συνθέτουν ένα θετικό σχολικό κλίμα, ταυτόχρονα λειτουργούν αποτρεπτικά ως προς την εμφάνιση εκφοβιστικών περιστατικών. Τέλος, επιβεβαιώνεται ο κυρίαρχος ρόλος του Διευθυντή σχολικής μονάδας στη διαχείριση του φαινομένου του σχολικού εκφοβισμού, αναγνωρίζεται από τους εκπαιδευτικούς η ανάγκη για τη στήριξη και την παρέμβαση του σχολικού ηγέτη σε πολλά εκφοβιστικά συμβάντα και διαπιστώνεται η απουσία ή η σταδιακή μείωση του ποσοστού θυματοποίησης σε σχολικές μονάδες όπου ο Διευθυντής αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στη διαχείριση του εν λόγω φαινομένου 1239 255 283 Resilient students in science: secondary analyses of PISA 2006 data Τα χαρακτηριστικά των «ανθεκτικών» μαθητών στις φυσικές επιστήμες: δευτερογενείς αναλύσεις των δεδομένων της έρευνας PISA 2006 Recently, research efforts in education have rapidly increased, due to the diversity in the school environment. This diversity originates from the variety of economic, social and cultural living conditions of students, given the social class to which they belong. In this context, recent research has focused on the investigation of the characteristics possessed by resilient students. Resilient students are those students, who may be experiencing tough situations in their daily life (like poverty, war financial crisis, etc.), but still exhibit a satisfactory or even good performance at school. The aim of the present research is to investigate the characteristics of resilient students in Science, within the framework of a large international student assessment program, PISA 2006 for Greece. PISA is an international survey conducted every three years aiming at evaluating the performance of 15-year-old students who are reaching the end of their compulsory education and are faced with difficult living conditions. More specifically, we study the school and educational characteristics of resilient and non- resilient students, the differences they exhibit towards Science, as well as, the learning strategies they employ in Science. Data analysis was based on both descriptive (frequency tables) and inferential statistics (logistic regression). Results have shown that, the most important characteristics which can differentiate resilient from non- resilient students are hands-on activities employed in Science, self-efficacy in Science and frequency of Internet use for recreational purposes. These findings are critical for intervention design and implementation aiming to develop student resilience in Science Τα τελευταία χρόνια, οι έρευνες που αφορούν στο χώρο της εκπαίδευσης έχουν αυξηθεί ραγδαία κάτι που οφείλεται στο γεγονός της ανομοιογένειας που επικρατεί στο σχολικό περιβάλλον. Η ανομοιογένεια προέρχεται από τις διαφορετικές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθήκες διαβίωσης των παιδιών και κοινωνικές τάξεις στις οποίες ανήκουν. Έτσι, οι ερευνητές έχουν επικεντρωθεί στην αναζήτηση των χαρακτηριστικών που παρουσιάζουν οι «ανθεκτικοί» μαθητές. Ως ανθεκτικοί μαθητές καλούνται οι μαθητές, οι οποίοι παρόλο που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις στην καθημερινή τους ζωή (φτώχεια, πόλεμο, οικονομική κρίση κ.ά.), έχουν ικανοποιητική ή καλή σχολική επίδοση. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αναζήτηση των χαρακτηριστικών που διαθέτουν οι ανθεκτικοί μαθητές στις Φυσικές Επιστήμες, όπως αξιολογήθηκαν στο πλαίσιο της διεθνούς έρευνας PISA 2006 για την Ελλάδα. Το πρόγραμμα PISA είναι μια διεθνής έρευνα που στοχεύει στην αξιολόγηση της επίδοσης 15χρόνων μαθητών οι οποίοι βρίσκονται στο τέλος της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης και αντιμετωπίζουν δύσκολες συνθήκες διαβίωσης. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται διερεύνηση για τα κοινωνικά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά των ανθεκτικών και μη ανθεκτικών μαθητών, τις διαφορές που παρουσιάζουν ως προς τις στάσεις που υιοθετούν απέναντι στις Φ.Ε. και τις ΤΠΕ, καθώς επίσης, και τις στρατηγικές μάθησης που χρησιμοποιούν στις Φυσικές Επιστήμες. Για την ανάλυση των δεδομένων εφαρμόστηκαν μέθοδοι περιγραφικής και επαγωγικής στατιστικής. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι, τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τους ανθεκτικούς από τους μη ανθεκτικούς μαθητές είναι οι βιωματικές δραστηριότητες που εφαρμόζονται στις Φ.Ε., η αυτοαποτελεσματικότητα στις Φ.Ε. και η συχνότητα χρήσης του διαδικτύου από τους μαθητές για λόγους ψυχαγωγίας. Τα ευρήματα αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν για το σχεδιασμό και την υλοποίηση παρεμβάσεων με στόχο την ανάπτυξη της ανθεκτικότητας των μαθητών στις Φυσικές Επιστήμες 1240 340 306 Resilience, Personality and Psychosocial functioning in Adolescents Ψυχική ανθεκτικότητα, Προσωπικότητα και Ψυχοκοινωνική προσαρμογή σε Εφήβους The purpose of this study is to investigate the association between the three aspects of Resilience (Sense of Mastery, Sense of Relatedness, Emotional Reactivity), the Big Five Personality traits (Conscientiousness, Agreeableness, Extraversion, Openness to experience, Neuroticism) and Psychosocial Functioning (hyperactivity/ inattention, conduct problems, emotional symptoms, peer problems, Prosocial behavior) in a sample of 297 adolescents (157 girls) attending the three grades of Junior High and First grade of Senior High School, who completed a self-report questionnaire. The results indicated important gender differences with respect to two traits of the Big Five (Conscientiousness, Agreeableness) and two aspects of Psychosocial Functioning (emotional symptoms, prosocial behavior) in favor of female students, whereas, as far as the aspects of Resilience are concerned, there was not any statistically significant difference in terms of gender. On the other hand, the gender was not found to influence participants' scores on the three dimensions of Resilience. Moreover, age appears to differentiate participants' responses for Conscientiousness and Openness to Experience with First grade Junior High school students reporting higher scores on these characteristics compared to students of higher grades. In addition, it has become apparent that adolescents in the Third grade of Junior High school and the First grade of Senior High school reported more emotional symptoms compared to the rest of the students, while it has also been found that Third grade students reported more problems with their peers than Second grade adolescents. In tandem with these findings, the research has demonstrated remarkable positive correlations between Sense of Mastery and Sense of Relatedness with positive Personality Traits and Prosocial behavior. On the other hand, positive correlations have been found between Emotional Reactivity and Neuroticism with Psychosocial difficulties (hyperactivity/ inattention, conduct problems, emotional symptoms, peer problems). Finally, concerning the prediction of Psychosocial Adaptation, the results have shown that specific aspects of Resilience and personality traits were found as predictors of various aspects of adolescents' Psychosocial Adaptation Functioning. The results are discussed in terms of future research and practical applications in educational practice. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας υπήρξε η μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στις τρεις διαστάσεις της Ψυχικής Ανθεκτικότητας (Αυτοποτελεσματικότητα, Κοινωνικές Σχέσεις, Συναισθηματική Αντιδραστικότητα), τα χαρακτηριστικά της Προσωπικότητας (Ευσυνειδησία, Συνεργατικότητα, Εξωστρέφεια, Δεκτικότητα στις εμπειρίες, Νευρωτισμός) και την Ψυχοκοινωνική Προσαρμογή (υπερκινητικότητα, προβλήματα διαγωγής, συναισθηματικά συμπτώματα, προβλήματα με συνομηλίκους, φιλοκοινωνική συμπεριφορά) σε δείγμα 297 εφήβων μαθητών/-τριών (157 κορίτσια) των τριών τάξεων του Γυμνασίου και της πρώτης τάξης του Λυκείου, μέσω ερωτηματολογίου αυτο-αναφοράς. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημαντικών διαφυλικών διαφοροποιήσεων για δύο από τα χαρακτηριστικά της Προσωπικότητας (Ευσυνειδησία, Συνεργατικότητα) και για δύο από τις διαστάσεις της Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής (συναισθηματικά συμπτώματα, φιλοκοινωνική συμπεριφορά) υπέρ των κοριτσιών, ενώ για τις διαστάσεις της Ψυχικής Ανθεκτικότητας δεν αναδείχθηκε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ως προς το φύλο. Επίσης, διαπιστώθηκε σημαντική διαφοροποίηση στις απαντήσεις των συμμετεχόντων ως προς την ηλικία (τάξη φοίτησης) για την Ευσυνειδησία και τη Δεκτικότητα στις εμπειρίες με τους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου να δηλώνουν υψηλότερη βαθμολογία σε αυτά τα χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τους υπόλοιπους μαθητές. Επιπλέον, έγινε φανερό ότι οι έφηβοι της Γ΄ Γυμνασίου και της Α΄ Λυκείου παρουσιάζουν περισσότερα συναισθηματικά συμπτώματα σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, ενώ βρέθηκε ακόμη ότι οι μαθητές της Γ΄ Γυμνασίου δήλωσαν περισσότερα προβλήματα με τους συνομηλίκους συγκριτικά με τους εφήβους της Β΄ Γυμνασίου. Παράλληλα, αναδείχθηκαν σημαντικές θετικές συσχετίσεις μεταξύ της Αυτοαποτελεσματικότητας και των Κοινωνικών Σχέσεων με τα θετικά χαρακτηριστικά της Προσωπικότητας και την φιλοκοινωνική συμπεριφορά. Από την άλλη, βρέθηκαν θετικές συσχετίσεις μεταξύ της Συναισθηματικής Αντιδραστικότητας και του Νευρωτισμού με τις δυσκολίες Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής (υπερκινητικότητα, προβλήματα διαγωγής, συναισθηματικά συμπτώματα, προβλήματα με συνομηλίκους). Σχετικά με την πρόβλεψη της Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής, τα αποτελέσματα έδειξαν πως συγκεκριμένες διαστάσεις της Ψυχικής Ανθεκτικότητας! και ορισμένα χαρακτηριστικά της Προσωπικότητας, είναι ικανά για την πρόβλεψη των διαστάσεων της Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής. Τα πορίσματα της παρούσας μελέτης συζητούνται για μελλοντική αξιοποίηση και εφαρμογή σε εκπαιδευτικά προγράμματα. 1241 11 10 Συμβολή στη μελέτη των υπερδομών με εφαρμογές στην υποχρεωτική εκπαίδευση Contribution to the study of huberstructures with applications in compulsory education 1242 179 196 First level education teachers’ discourse on students of different cultural background Οι «λόγοι» εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τους μαθητές με διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο Immigration is a common phenomenon of modern era, as illustrated in the current refugee crisis. Greece is now a host country of immigrants as they now make up 10% of the country’s total population. The study of the adaptation of immigrants is an integral part within Social Psychology, examining the acculturation strategies immigrants follow. Research data supports that immigrants in the country are opt to follow the strategy of “integration”. In the past, the citizenship granting process in Greece was based on the ‘Jus Sanguinis’ principles, exempting the Law 3838 in 2010 (also known as ‘Ragkousis Law’), when ‘Jus Soli’ principles were introduced. The law was then declared unconstitutional by the Council of State and was finally repealed. This study aims to explore educators’ discourse, specifically studying teaching staff at primary school level education, regarding students from different cultural background and their citizenship. The basic aim of this research is to explore how educators “construct” rhetorically the citizenship of their student who come from a different cultural background Η μετανάστευση αποτελεί ένα κοινό φαινόμενο της σύγχρονης εποχής, με ιδιαίτερα τραγικές εκφάνσεις, όπως φανερώνεται από την τρέχουσα προσφυγική κρίση. Η Ελλάδα αποτελεί χώρα – προορισμό των μεταναστών, καθώς πλέον οι μετανάστες αποτελούν το 10% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Η έρευνα, λοιπόν, για την προσαρμογή των μεταναστών είναι κυρίαρχο θέμα στην Κοινωνική Ψυχολογία, η οποία εξετάζει ανάμεσα σε άλλα πράγματα τις στρατηγικές επιπολιτισμού που θα ακολουθήσουν οι μετανάστες. Ερευνητικά στοιχεία αναφέρουν πως οι μετανάστες στην χώρα προτιμούν την στρατηγική της «εναρμόνισης». Βέβαια, στην Ελλάδα, η πολιτική χορήγησης της «ιδιότητας του πολίτη» βασίζεται στις αρχές του δίκαιου του αίματος (jus sanguinis) με εξαίρεση το Νόμο 3838, γνωστός ως ‘Νόμος Ραγκούση’, το 2010 με τον οποίο εισήχθησαν αρχές του δίκαιου του εδάφους (jus soli). Ο νόμος σύντομα κρίθηκε αντισυνταγματικός από το Συμβούλιο της Επικρατείας και καταργήθηκε. Η εργασία αυτή έχει σκοπό να ερευνήσει τους «λόγους» εκπαιδευτικών, συγκεκριμένα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, για τους μαθητές από διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο και την «ιδιότητα του πολίτη» τους. Σκοπός της έρευνας είναι να μελετηθούν οι τρόποι με τους οποίους «κατασκευάζουν» στον λόγο τους οι εκπαιδευτικοί την «πολιτειότητα» αυτών των μαθητών 1243 206 206 Investigate and teaching of politeness as a linguistic phenomenon in kindergarten Διερεύνηση και διδασκαλία της ευγένειας ως γλωσσικού φαινομένου στο νηπιαγωγείο This dissertation aims to investigate and teach the linguistic phenomenon of politeness in kindergarten. In the theoretical framework various theoretical approaches to politeness are presented, with Brown & Levinson’s (1978, 1987) one being the most important. In addition, research concerning the teaching of politeness in class is discussed. In order to investigate the specific linguistic phenomenon I chose the communicative setting of service encounters which is ideal for this purpose due to the fact that preschool children are constantly involved in various interactions at the corner shop. In this context, I designed two activities related to service encounters. These two activities were carried out in the corner shop. On the first day the first activity was carried out and at the end of this activity an intervention took place. The second activity was carried out the day after. Through the implementation of the two above-mentioned activities I collected my data. Data analysis led to the following conclusion: children initially made use of positive politeness and after the intervention they tried to make use of negative politeness. Consequently, the results show that preschool children can be taught politeness norms through interventions such as the present one Η παρούσα πτυχιακή μελέτη στόχο έχει τη διερεύνηση και διδασκαλία του γλωσσικού φαινομένου της ευγένειας στο νηπιαγωγείο. Στο θεωρητικό της πλαίσιο παρουσιάζονται διάφορες θεωρητικές προσεγγίσεις γύρω από την ευγένεια, με κύρια αυτή των Brown & Levinson (1978, 1987). Επίσης, παρουσιάζονται ορισμένες έρευνες που αφορούν τη διδασκαλία της ευγένειας στη σχολική τάξη. Προκειμένου να διερευνήσω το συγκεκριμένο γλωσσικό φαινόμενο επέλεξα την επικοινωνιακή περίσταση των επαγγελματικών συνδιαλλαγών η οποία ενδείκνυται για αυτόν το σκοπό, διότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας συνεχώς έρχονται σε επαφή με διάφορες συνδιαλλαγές στο μαγαζάκι. Έτσι λοιπόν, σχεδίασα δυο δραστηριότητες οι οποίες αφορούσαν τις επαγγελματικές συνδιαλλαγές. Οι δυο αυτές δραστηριότητες υλοποιήθηκαν στη γωνιά μαγαζάκι. Αρχικά την 1η ημέρα υλοποιήθηκε η μια δραστηριότητα και στο τέλος της δραστηριότητας έγινε μια παρέμβαση. Η δεύτερη δραστηριότητα υλοποιήθηκε μετά από μια ημέρα. Μέσα από την υλοποίηση των δυο παραπάνω δραστηριοτήτων συνέλεξα τα δεδομένα μου. Η ανάλυση των δεδομένων με οδήγησε στα εξής συμπεράσματα: τα παιδιά αρχικά έκαναν χρήση της θετικής ευγένειας, ενώ στη συνέχεια μετά την παρέμβαση που έγινε προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν την αρνητική ευγένεια. Έτσι λοιπόν μέσα από τα αποτελέσματα φαίνεται πως στα παιδιά της προσχολικής ηλικίας μπορεί να διδαχθεί η ευγένεια μέσα από παρεμβάσεις όπως η παρούσα 1244 350 402 Μελέτη της κατανομής των πολικών λιπιδίων και της χοληστερόλης στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων σε ασθενείς με ηπατίτιδα C The aim of this pilot study for the determination of the phospholipids and cholesterol pattern in the RBC membrane of HCV patients was a) To study physical/chemical characteristics of the RBC membrane in humans infected with HCV. in terms with its composition in polar lipids, b) To test the hypothesis that the membrane of RBCs contributes to the cholesterol transfer. This hypothesis has been enhanced lately due to reports that increased RBC membrane cholesterol content is positively linked with the natural history of the cardiovascular disease. HCV patients are a suitable model for validating this hypothesis, since 40-80% of these cases have hepatic steatosis, especially those infected with HCV genotype 3. Materials and Methods.In our study 20 people participated(12 men and 8 women). From each patient we took 3 ml of blood. From part of the sample, RBC ghosts were prepared. Then,lipids were extracted paying emphasis to cholesterol and phospholipids analysis with TLC. Using GelPro3©, individual lipids/cholesterol (number of pixels per band) were quantified as percentage of total polar lipids. Results . By comparison to the healthy population, the levels of cholesterol and Phosphatidyloinositol presented a statistically significant increase in the RBC membrane of HCV patients (p<0.05). By contrast, the levels of sphingomyelin, phosphatidylethanolamine and phosphatidylserinewere lower in the same samples (p<0.05) Furthermore, the ratios of C/PL, C/SM and PC/SM displayed statistically significant increases (p<0.05). Conclusions .It is possible that by comparison to the healthy population, the membrane of the RBCs of the patients with Hepatitis C has (qualitative and quantitative) clearly different physical and chemical characteristics correlating with the metabolic changes expressed in the host as a consequence of the HCV infection. This study should be expanded in a bigger number of patients so that our observations be validated. Most important emerges further correlation with clinical findings that are markers of structural and functional integrity of the hepatic tissue(hepatic enzymes AST,ALT, degree of liver fibrotic degeneration/steatosis) as well as circulating levels of lipoproteins (LDL and HDL). Finally, this study has to be validated with different methods of lipid analysis; the cholesterol content in RBC membrane must also be estimated. Η παρούσα πιλοτική μελέτη της κατανομής των φωσφολιπιδίων και της χοληστερόλης στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων σε ασθενείς με ηπατίτιδα C έγινε με σκοπό α) Την μελέτη των φυσικών/χημικών χαρακτηριστικών της μεμβράνης των ερυθρών αιμοσφαιρίων σε ασθενείς με την ηπατίτιδα C, ως συνάρτηση της σύστασης σε πολικά λιπίδια, β) Τον έλεγχο της υπόθεσης ότι η μεμβράνη των ερυθροκυττάρων συμμετέχει στη μεταφορά χοληστερόλης. Η υπόθεση αυτή έχει ενισχυθεί ιδιαίτερα από τελευταίες μελέτες όπου φάνηκε πως η αυξημένη ποσότητα χοληστερόλης στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων σχετίζεται θετικά με την φυσική ιστορία της καρδιαγγειακής νόσου. Οι ασθενείς με ηπατίτιδα C αποτελούν ένα κατάλληλο μοντέλο ελέγχου αυτής της υπόθεσης μιάς και σε ένα ποσοστό 40-80% παρουσιάζουν ηπατική στεάτωση, ιδιαίτερα εκείνοι που έχουν μολυνθεί από τον HCV γονότυπου 3. Υλικό και Μέθοδοι. Στη μελέτη συμμετείχαν 20 άτομα (12 άνδρες και 8 γυναίκες). Από κάθε ασθενή λάβαμε δείγμα αίματος όγκου 3ml περίπου. Μέρος του κάθε δείγματος υποβλήθηκε σε κατάλληλη διαδικασία ετσι ώστε να απομονωθούν θραύσματα μεμβράνης ερυθρών αιμοσφαιρίων (RBC ghosts). Έπειτα, ακολούθησε εκχύλιση των λιπιδίων, με έμφαση στην ανάλυση χοληστερόλης και φωφσφολιπίδιων με χρωματογραφία λεπτής στιβάδας (TLC). Τέλος, με τη χρήση του λογισμικού GelPro3© τα επίπεδα των επιμέρους λιπιδίων/χοληστερόλης (συνολικός αριθμός pixels ανά ζώνη) εκφράστηκαν ως εκατοστιαία ποσοστά επί της συνολικής ποσότητας των πολικών λιπιδίων. Αποτελέσματα. Σε σύγκριση με τον υγιή πληθυσμό, τα ποσοστά χοληστερόλης και φωσφατιδυλοινοσιτόλης ήταν αυξημένα στη μεμβράνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων των ασθενών με HCV (p<0.05). Αντίθετα, τα ποσοστά της σφιγγομυελίνης, της φωσφατιδυλοσερίνης και της φωσφατιδυλοαιθανολαμίνης παρουσίασαν μείωση (p<0.05). Ακόμη, στατιστικώς σημαντικά αυξημένες τιμές παρουσίασαν οι λόγοι C/PL, C/SM και PC/SM. Συμπεράσματα Φαίνεται ότι η μεμβράνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων των ασθενών HCV σε σύγκριση με τον υγιή πληθυσμό έχει (ποιοτικά και ποσοτικά) σαφώς διαφορετικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά που πιθανότατα σχετίζονται με τις μεταβολικές αλλαγές που προκαλεί στον ξενιστή η προσβολή από τον ιό της ηπατίτιδας C. Η μελέτη πρέπει να επεκταθεί σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών έτσι ώστε να διερευνηθεί η εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. Ιδιαίτερα σημαντική προβλέπεται η επέκταση των συσχετισμών σε κλινικά ευρήματα-δείκτες της δομικής και λειτουργικής ακεραιότητας του ηπατικού ιστού (ηπατικά ένζυμα ALT και AST, βαθμός ινώδους εκφύλισης/στεάτωσης κλπ) καθώς και με τα κυκλοφορούντα επίπεδα των λιποπρωτεϊνών (LDL, HDL). Τέλος, η μελέτη πρέπει να επιβεβαιωθεί και με διαφορετικούς τρόπους ανάλυσης λιπιδίων (φασματογραφία μάζας), ενώ πρέπει να γίνει και μέτρηση της ποσότητας της χοληστερόλης στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων. 1245 254 289 Analysis of linguistic errors in elementary school students’ written speech: This undergraduate thesis aims to analyze the linguistic errors that occur in essays written by students of the Muslim minority in Thrace. Muslim students are considered bilingual, since they use Greek as a second language both in everyday life and formal settings. The error analysis attempted consists of four main steps: (a) identification, (b) recording, (c) classification of errors and (d) discussion of the results. The current research reflectson the grammatical competence of bilingual primary school students, as it is depicted in their written production errors. To that end, 90 written essays were collected during 2018-2019. Three main research hypotheses were formulated: (1) is the linguistic competence –as depicted in errors– correlated with school year level and age, (2) which error types appear to be the most frequent ones, and (3) does gender affect the students’ written production and error occurrence? The methodological approach followed is the combination of qualitative and quantitative analysis, that is, the errors were quantified and statistically analyzed, and then interpreted through qualitative analysis. The results can guide L2 instruction to members of the Muslim minority in the frame of the Learner-based Error Analysis. On the one hand, Learner-based Error Analysis will provide the teachers with the appropriate tools to organize their lesson in a multicultural environment; on the other hand, it will enable the students to understand the differences in the linguistic structure of L1 and L2, so that they can develop a positive attitude towards the target language. Η παρούσα πτυχιακή εργασία έχει ως στόχο την ανάλυση των γλωσσικών λαθών που προκύπτουν στον γραπτό λόγο μαθητών της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Στην προκειμένη περίπτωση, οι μαθητές αυτοί θεωρούνται δίγλωσσοι, διότι στην καθημερινότητά τους χρησιμοποιούν την ελληνική ως δεύτερη γλώσσα, οπότε τα γλωσσικά λάθη τα οποία ανακύπτουν είναι συχνά και πολυποίκιλα. Στο παρόν πόρισμα, η ανάλυση των γλωσσικών λαθών θα γίνει στα εξής τέσσερα στάδια: α) εντοπισμός, β) καταγραφή, γ) ταξινόμηση των λαθών και δ) παρουσίαση και συζήτηση των αποτελεσμάτων. Η έρευνα παρέχει, επίσης, στοιχεία για τη γλωσσική/γραμματική ικανότητα των δίγλωσσων μαθητών του δημοτικού, όπως αυτή αποτυπώνεται στα λάθη των γραπτών κειμένων τους. Για τον σκοπό αυτό, συλλέχθηκαν 90 γραπτά των δίγλωσσων μαθητών κατά τη σχολική χρονιά 2018-19 για τη σχολική χρονιά 2018-19.Η ανάλυση λαθών βασίστηκε στις εξής τρεις ερευνητικές υποθέσεις: (1) η συσχέτιση της γλωσσικής ικανότητας των μαθητών –όπως αποτυπώνεται στα λάθη τους– με την τάξη στην οποία φοιτούν και την ηλικία τους,(2) οι τύποι (κατηγορίες και υποκατηγορίες) γλωσσικών λαθών που αποδεικνύονται πιο συχνοί και (3) το ποσοστό των λαθών που συσχετίζεται με το φύλο. Η μεθοδολογική προσέγγιση που ακολουθήθηκε στην έρευνα είναι ο συνδυασμός της ποιοτικής και ποσοτικής ανάλυσης, δηλαδή τα λάθη ποσοτικοποιήθηκαν και στη συνέχεια ερμηνεύτηκαν μέσω της ποιοτικής ανάλυσης. Τέλος, τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη διδασκαλία της ελληνικής ως Γ2, στο πλαίσιο της Επικεντρωμένης στον Μαθητή Ανάλυσης Λαθών. Από τη μια, η προσέγγιση αυτή παρέχει τα κατάλληλα εφόδια στον ίδιο τον εκπαιδευτικό, υποδεικνύοντάς του για παράδειγμα τον τρόπο που θα οργανώσει το μάθημά του σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, ενώ από την άλλη, προσφέρει στον μαθητή τη δυνατότητα να διακρίνει ο ίδιος τη διαφορά στις δομές των δύο γλωσσών, έτσι ώστε να μπορέσει να αναπτύξει θετική στάση απέναντι στη γλώσσα στόχο. 1246 174 214 α-synuclein is a small protein that together with β- and γ-synuclein belongs to the synuclein family. Although expressed in various tissues, especially high levels of α-synuclein are found in the brain and specifically in the nerve cells. α-synuclein became a subject of intense study when it was found that its aggregates are associated with a series of neurodegenerative diseases known as synucleinopathies. The physiological role of α-synuclein has not been elucidated; however its localization in the presynaptic nerve terminals and its interaction with other synaptic proteins suggest that it is probably involved in neurotransmitter release regulation procedures. α-synuclein is also localized in the nucleus, where it interacts with histones and DNA. In a previous SELEX study using recombinant α-synuclein a consensus recognition sequence TGGTGG has been characterized. In the present study, the ability of recombinant human α-synuclein to interact with the sequence TGGTGG was analyzed using EMSA under several conditions as well as by single SELEX cycle combined with qPCR. However, it was not possible to detect specific interaction between α-synuclein and the TGGTGG. Η α-συνουκλεΐνη είναι μια μικρή πρωτεΐνη που μαζί με τις β- και γ-συνουκλεΐνη αποτελεί την οικογένεια των συνουκλεϊνών. Παρά το γεγονός ότι εκφράζεται σε διάφορους ιστούς, ιδιαίτερα υψηλά επίπεδά της εντοπίζονται στον εγκέφαλο και συγκεκριμένα στα νευρικά κύτταρα. Η α-συνουκλεΐνη αποτελεί αντικείμενο έντονης μελέτης καθώς έχει βρεθεί πως τα συσσωματώματα α-συνουκλεΐνης συσχετίζονται με μια σειρά νευροεκφυλιστικών νόσων, γνωστών ως συνουκλεϊνοπάθειες. Αν και ο φυσιολογικός ρόλος της πρωτεΐνης αυτής δεν έχει αποσαφηνιστεί μέχρι σήμερα, ο εντοπισμός της στις προσυναπτικές απολήξεις των νευρικών κυττάρων και η αλληλεπίδρασή της με άλλες συναπτικές πρωτεΐνες υποδεικνύουν ότι πιθανόν ενέχεται σε διαδικασίες ρύθμισης της απελευθέρωσης νευροδιαβιβαστών. Εκτός από τις προσυναπτικές απολήξεις, η α-συνουκλεΐνη εντοπίζεται και στον πυρήνα, όπου έχει δειχθεί ότι αλληλεπιδρά με τις ιστόνες και με το DNA. Προηγούμενη μελέτη στο εργαστήριο με τη μέθοδο SELEX οδήγησε στον προσδιορισμό της αλληλουχίας TGGTGG ως αλληλουχίας αναγνώρισης της α-συνουκλεΐνης. Έτσι, στην συγκεκριμένη εργασία μελετήθηκε η ικανότητα της α- συνουκλεΐνης να αλληλεπιδρά με την αλληλουχία TGGTGG. Για τον σκοπό αυτό ανασυνδυασμένη ανθρώπινη α-συνουκλεΐνη συντηγμένη με κατάλοιπα ιστιδίνης χρησιμοποιήθηκε σε δοκιμές EMSA, καθώς και σε δοκιμές ενός κύκλου SELEX και σε δοκιμές ενός κύκλου SELEX σε συνδυασμό με qPCR. Ωστόσο, με καμιά από τις μεθόδους και στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν έγινε δυνατή η ανίχνευση ειδικής αλληλεπίδρασης της α- συνουκλεΐνης με την αλληλουχία TGGTGG. 1247 419 391 study case of a school event using the Lesson Study model and the implementation of the Educational Action Plan (Project) Η εμπλοκή των γονέων στην εκπαιδευτική διαδικασία του Νηπιαγωγείου: In recent years, there has been a growing interest in issues related to school-family cooperation, which is expressed through research that proposes theoretical models, studies best practices and aims to highlight the positive effects on the learning process and psychosocial development of children (Mylonakou-Keke 2009: 217-218). The present research studies the involvement of parents in the educational process of the kindergarten and was implemented in a kindergarten in an urban area of the prefecture of Evros. It is a case study and emerged as a result of two years of active parental involvement in this kindergarten. The research was based on an open-ended encouraging action with an encouraging group of the parents of the department, who were invited to participate in an Educational Action Project (end-of-school year event). The action was implemented from April 2019 to June of the same year and was approached methodologically using the Lesson Study method. The Lesson Study team focused on studying the course of S.E.D. (Project), which was identified, co-designed, implemented and evaluated by the class parents. A total of two teachers and three teachers of TEEPI of DUTH were involved, as education professionals-members of the Lesson Study team and eighteen parents. After the completion of the project (June 2019) and the evaluation of its course by the kindergarten-researcher in collaboration with the Lesson Study team, followed by the investigation of the experienced experience of the parents of the department regarding their involvement in this program, through individual semi-structured interviews. More specifically, the personal motivations of the parents were investigated, as endogenous factors for this type of involvement in the educational process as well as the external factors that contributed to the strengthening of their participation decision. In addition, it was examined the impact of this involvement on parents' perceptions of kindergarten as an educational institution, in the relationship and communication with their children, in the relationship of parents between them, in their relationship with the class teacher, in their self-image as parents of infants and finally in the educational process itself. The results of this study demonstrated the importance of parental involvement in the educational process, especially when it is based on collaborative methods and participatory processes. Parents and kindergarten teachers are proving to have the potential to develop and cultivate effective collaboration strategies, creating channels of two-way and meaningful communication that promote responsibility for both educational outcomes and children's psychosocial development. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα ζητήματα που αφορούν στη συνεργασία σχολείου-οικογένειας, το οποίο εκφράζεται μέσα από τη διεξαγωγή ερευνών που προτείνουν θεωρητικά μοντέλα, μελετούν τις βέλτιστες πρακτικές και στοχεύουν στην ανάδειξη των θετικών επιδράσεων στη διαδικασία της μάθησης και στην ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών (Μυλωνάκου-Κεκέ 2009: 217- 218). Η παρούσα έρευνα μελετά την εμπλοκή των γονέων στην εκπαιδευτική διαδικασία του νηπιαγωγείου και υλοποιήθηκε σε διθέσιο νηπιαγωγείο αστικής περιοχής του νομού Έβρου. Αποτελεί μία μελέτη περίπτωσης και προέκυψε ως απόρροια της διετούς ενεργού γονικής εμπλοκής στο συγκεκριμένο νηπιαγωγείο. Η έρευνα θεμελιώθηκε σε μια ανοιχτού τύπου εμψυχωτική δράση με εμψυχούμενη ομάδα τους γονείς του τμήματος, οι οποίοι κλήθηκαν να συμμετάσχουν σε ένα Σχέδιο Εκπαιδευτικής Δράσης-Project ( εκδήλωση λήξης της σχολικής χρονιάς). Η δράση υλοποιήθηκε από τον Απρίλιο του 2019 έως τον Ιούνιο του ίδιου έτους και προσεγγίστηκε μεθοδολογικά με τη μέθοδο Lesson Study. Η ομάδα Lesson Study επικεντρώθηκε στη μελέτη της πορείας του Σ.Ε.Δ. (Project), το οποίο προσδιορίστηκε, συνδιαμορφώθηκε, υλοποιήθηκε και αξιολογήθηκε από τους γονείς της τάξης. Συνολικά ενεπλάκησαν δύο εκπαιδευτικοί και τρεις διδάσκουσες του ΤΕΕΠΗ του ΔΠΘ, ως επαγγελματίες της εκπαίδευσης-μέλη της ομάδας Lesson Study και δεκαοκτώ γονείς. Μετά την ολοκλήρωση του Σ.Ε.Δ. (Ιούνιος 2019) και την αξιολόγηση της πορείας του από τη νηπιαγωγό-ερευνήτρια σε συνεργασία με την ομάδα Lesson Study, ακολούθησε η διερεύνηση της βιωμένης εμπειρίας των γονέων του τμήματος αναφορικά με την εμπλοκή τους στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, μέσω ατομικών ημιδομημένων συνεντεύξεων. Αναλυτικότερα, διερευνήθηκαν τα προσωπικά κίνητρα των γονέων, ως ενδογενείς παράγοντες για αυτού του τύπου την εμπλοκή στην εκπαιδευτική διαδικασία καθώς και οι εξωγενείς παράγοντες που συνετέλεσαν στην ενίσχυση της απόφασης συμμετοχής τους. Επιπλέον διερευνήθηκε ο αντίκτυπος που αυτή η εμπλοκή είχε στις αντιλήψεις των γονέων για το νηπιαγωγείο ως εκπαιδευτικό θεσμό, στη σχέση και την επικοινωνία με τα παιδιά τους, στη σχέση των γονέων μεταξύ τους, στη σχέση τους με την εκπαιδευτικό της τάξης, στην αυτοεικόνα τους ως γονείς νηπίων και τέλος στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης κατέδειξαν τη σπουδαιότητα της γονικής εμπλοκής στην εκπαιδευτική διαδικασία ιδιαίτερα όταν αυτή θεμελιώνεται σε ομαδοσυνεργατικές μεθόδους και συμμετοχικές διαδικασίες. Γονείς και νηπιαγωγοί αποδεικνύεται ότι έχουν τη δυνατότητα ανάπτυξης και καλλιέργειας αποτελεσματικών στρατηγικών συνεργασίας, δημιουργώντας κανάλια αμφίδρομης και ουσιαστικής επικοινωνίας, που προωθούν την υπευθυνότητα αμφότερων απέναντι στα εκπαιδευτικά αποτελέσματα και την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. 1248 375 337 The cases that make the outcome of a pregnancy unpredictable and unexpected result in the making of decisions that concern, not only the medical and social becoming, but also the bioethical. In cases of pregnant women who are in a coma or they are brain dead, cancer patients, surrogate mothers, others addicted to opioids or alcohol, it is then, that the obstetrician - gynecologist is called upon to play a catalytic role in the options and the priorities of the given situation. In addition, similar dilemmas arise primarily for parents and then for the physician of what course should be followed when the fetus is diagnosed with a congenital anomaly. The mother is the one to decide if the pregnancy will be continued or terminated. However, if it is not possible to decide on the fate of the fetus, as in the case of maternal brain death in advanced pregnancy, then the doctor in collaboration with the spouse and then with the parents of the woman will have to make the best decision possible. There are cases, in which close family are absent and cannot be reached in order to consent. It is then, that the doctor is called upon to take responsibility and proceed with the decision that he deems appropriate and to the advantage of his patient. In other words, he saves the patient’s life according to the Penal Code, where it is made clear by the legislator that the life of the woman should be given priority and be protected. The case study above, makes it clear, of how the situation of a problematic pregnancy should be dealt with. Bioethical dilemmas that arise on a scientific, social and individual level, are multifaceted and of major importance. The priorities and the social implications are presented and interpreted, based on the Law and Bioethics. From a religious point of view, the Orthodox Church indirectly maintains a more flexible attitude in favor of the mother, but without overlooking the moral status of the fetus from the moment of its conception. The Catholic Church is less flexible and is clearly in favor of the fetus. This dissertation aims to raise questions, to call upon us to reflect and make suggestions opening another field in scientific thought. Οι περιπτώσεις που καθιστούν την έκβαση μιας κύησης απρόβλεπτη και απρόοπτη έχουν ως απότοκο την λήψη ευαίσθητων αποφάσεων που απασχολούν τόσο το ιατρικό, όσο και τον κοινωνικό και βιοηθικό γίγνεσθαι. Σε περιπτώσεις εγκύων που βρίσκονται σε κωματώδη κατάσταση, είναι ιατρικώς εγκεφαλικά νεκρές, καρκινοπαθείς, παρένθετες μητέρες, εθισμένες σε οπιοειδή ή αλκοόλ, ο ιατρός μαιευτήρας - γυναικολόγος καλείται να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο με τις επιλογές και τις προτεραιότητες που καλείται να λάβει. Επιπλέον, ανάλογα διλήμματα προκύπτουν πρωτίστως για τους γονείς και κατόπιν για τον ιατρό τι μέλλει γενέσθαι, όταν το έμβρυο διαγιγνώσκεται με συγγενή ανωμαλία. Η μητέρα έχει τον πρώτο λόγο στην καθοριστική απόφαση, εάν θα συνεχίσει την κύηση ή θα την διακόψει. Εάν όμως δεν δύναται να αποφανθεί για την τύχη του εμβρύου, όπως στην περίπτωση του εγκεφαλικού θανάτου της μητέρας σε προχωρημένη κύηση, τότε ο ιατρός σε συνεργασία με τον σύζυγο/σύντροφο και στη συνέχεια με τους γονείς της επιτόκου αναλαμβάνουν την ευθύνη της υπολογίσιμης απόφασης. Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες, είτε απουσιάζουν οι οικείοι, είτε δεν δύνανται να ενημερωθούν και να συναινέσουν, συνεπώς ο ιατρός καλείται να αναλάβει την ευθύνη και να προχωρήσει στην απόφαση που κρίνει πιο συμφέρουσα και πρέπουσα για την ασθενή του. Δίνει δηλαδή προτεραιότητα στη ζωή και την υγεία της επιτόκου που συνάγεται ευθέως από τον Ποινικό Κώδικα, όπου με σαφήνεια ο νομοθέτης προκρίνει την προστασία της ζωής ή υγείας της εγκύου. Η περιπτωσιολογία που αφορά τις ανωτέρω κατηγορίες καθιστά εναργή τον διαφορετικό χειρισμό και κατά συνέπεια την έκβαση μιας προβληματικής κύησης. Τα βιοηθικά διλήμματα που αναφύονται σε επιστημονικό, κοινωνικό και ατομικό επίπεδο είναι πολυποικίλα και μείζονος σημασίας. Προτεραιότητες και κοινωνικές προεκτάσεις παρουσιάζονται και ερμηνεύονται με γνώμονα το Δίκαιο και την Βιοηθική. Από θρησκευτικής σκοπιάς, η ορθόδοξη Εκκλησία διατηρεί έμμεσα μια πιο ελαστική στάση υπέρ της μητέρας, χωρίς όμως να παραβλέπει το ηθικό status του εμβρύου από την στιγμή της σύλληψής του. Η καθολική Εκκλησία είναι λιγότερο ελαστική και τίθεται με σαφήνεια υπέρ του εμβρύου. Η διατριβή αυτή έχει ως σκοπό να τεθούν ερωτήματα, προβληματισμοί και προτάσεις, ανοίγοντας ένα πεδίο στην επιστημονική σκέψη. 1249 318 283 In the present master thesis basic and fundamental issues are developed in project risk management and mainly in the identification and management of the risks in transnational cooperation projects. In the first chapter are presented the categories of projects, their structure and characteristics focusing in the ones which receive European funding. Also, the policies and the priorities of the European Union regarding these projects are briefly developed. In the second chapter, are analyzed the main methods of projects’ management from its very beginning. There is a detailed reference in all knowledge areas of the process and concretely in the integration, scope, time, cost, quality, human resources, communication and procurement management in a project. In the third chapter an extensive analysis is done referring to the process of the project risk management starting with the definition and the categories of the risks that lurk in the projects and ending to the presentation of risk management levels from planning to monitoring and control. In the fourth chapter are mentioned the types and characteristics of the transnational cooperation projects, financed by European resources. Their particularities are presented, so in their nature, as in their way of management. At the same time, the risks, which the transnational cooperation implies, are underlined as well as the way they can be managed by the project team. In the fifth chapter, the theoretical approach of the transnational projects acquires practical application, through the study of a concrete project which is implemented by transnational partners and the way they manage the implementing processes. In the sixth chapter of the analysis, the thematic tendencies of transnational cooperation in Europe are given, as they were shaped at the end of the previous programmatic period. In addition, the measures which guarantee the qualitative and effective project management imposed by the European Union in the potential beneficiaries are presented. The conclusions of the thesis are given in the last chapter. Στην παρούσα διπλωματική εργασία αναπτύσσονται βασικά και θεμελιώδη θέματα της διαχείρισης κινδύνων των έργων και κυρίως στην αναγνώριση και διαχείριση των κινδύνων έργων διακρατικής συνεργασίας. Στο πρώτο κεφάλαιο, γίνεται αναφορά στις κατηγορίες, τη δομή και τα χαρακτηριστικά των έργων εστιάζοντας στα έργα που επέρχονται Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης και στις πολιτικές και τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο δεύτερο κεφάλαιο, αναλύονται οι κύριες μέθοδοι διαχείρισης έργων και από το ξεκίνημα της. Είνεται λεπτομερής αναφορά σε όλες τις γνωστικές περιοχές της διαδικασίας και συγκεκριμένα στη διαχείριση ενοποίησης, αντικειμένου, χρόνου, κόστους, ποιότητας, ανθρώπινων πόρων, επικοινωνίας και προμηθειών του έργου. Στο τρίτο κεφάλαιο παρατίθεται μια διεξοδική ανάλυση στην διαδικασία διαχείρισης των κινδύνων ενός έργου ξεκινώντας με τον ορισμό και τις κατηγορίες των κινδύνων που ελλοχεύουν στα έργα. Ακολουθούν τα στάδια της διαχείρισης των κινδύνων από τον σχεδίασμά έως την παρακολούθηση και τον έλεγχο αυτών. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στα είδη και τα χαρακτηριστικά των έργων της διακρατικής συνεργασίας, που χρηματοδοτούνται από Ευρωπαϊκούς πόρους. Παρουσιάζονται οι ιδιαιτερότητες των έργων αυτών, τόσο στη φύση, όσο και στον τρόπο διαχείρισης τους. Παράλληλα, υπογραμμίζονται οι κίνδυνοι, που συνεπάγεται η διακρατική συνεργασία και ο τρόπος με τον οποίο μπορούν να διαχειριστούν από την ομάδα έργου. Στο πέμπτο κεφάλαιο, η θεωρητική προσέγγιση των διακρατικών έργων αποκτά πρακτική εφαρμογή, μέσα από την μελέτη ενός συγκεκριμένου έργου που υλοποιείται από διακρατικούς εταίρους και τον τρόπο που αυτοί διαχειρίζονται τις διαδικασίες υλοποίησης. Στο έκτο κεφάλαιο της ανάλυσης μας, γίνεται αναφορά στις θεματικές τάσεις διακρατικής συνεργασίας στην Ευρώπη, όπως διαμορφώθηκαν κατά το τέλος της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου αλλά και στα μέτρα εξασφάλισης της ποιοτικής και αποτελεσματικής διαχείρισης των έργων που επιβάλει η Ευρωπαϊκή Ένωση στους δυνητικούς δικαιούχους. Στο έβδομο κεφάλαιο δίνονται συνοπτικά τα συμπεράσματα της παρούσας εργασίας. 1250 492 499 The workplace and the conditions prevailing in it play a key role in the lives of most workers, since a significant part of the time of life is spent there. The characteristics of each workplace can affect the physical and mental health of the individual and the degree of satisfaction with the work throughout life. It is widely accepted that the realization of the expectations and visions of employees in a hospital contributes to the provision of high quality nursing and medical care. However, there are various factors, such as individual, demographic and, above all, environmental, which cause stress to the worker, resulting in symptoms of burn out. The case of healthcare professionals is a prime example, since hospitals, most of which are the workplace of most, are flooded with fast pace and work intensity. According to psychology, professional burnout does not appear in the short term, but is gradually graduated, resulting in long-term problems, such as feelings of despair, 5 discomfort and inadequacy towards the demands of work, which have an impact on all areas of human life. The concept of professional burnout has been increasingly appearing in recent years and has been of particular concern to psychologists, sociologists and management specialists as they have recognized its significant impact on the individual, the organization and more generally on the economy and production. The purpose of this work is to study the burnout syndrome among health professionals (nurses) and how this affects their mental health, their professional and family relationships. The issue to be studied is particularly important as a number of investigations, as it turns out, that have been carried out have known that burnout syndrome is more common in some professions whose workers have a social function such as doctors and nurses. For this reason, the syndrome was considered as a result of daily contact with human pain, while its use was limited to service professions such as physicians, dentists, nurses, physiotherapists and social workers. The present work consists of a theoretical and a special part. The theoretical consists of five chapters, the first of which refers generally to professional burnout (definition, stages, etc.) the second to stress and stress (definitions, aetiopathy clinical picture etc) in stress management, occupational burnout surveys Health and the causes of burnout. The third chapter lists the symptoms of burnout. In the fourth chapter there are various factors that contribute to the occurrence of burnout. The fifth chapter is devoted to the prevention of burnout by taking individual, social and administrative measures. The specific part describes the purpose of the research, the research questions and gives information on how it is carried out (sample, methodological tools, data collection, etc.). Next, the data are presented as derived from SPSS 17. At the end of the paper there are the conclusions that summarize the main elements of our work and compare findings from other studies and a chapter called discussion, ,Interventions at individual, organizational / administrative level. Ο εργασιακός χώρος και οι συνθήκες που επικρατούν σε αυτόν διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή των περισσότερων εργαζομένων, αφού εκεί δαπανάται σημαντικό μέρος του χρόνου της ζωής τους. Τα χαρακτηριστικά του κάθε εργασιακού χώρου είναι δυνατόν να επηρεάσουν τη σωματική και ψυχική υγεία του ατόμου και το βαθμό ικανοποίησης του από την εργασία καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι, η υλοποίηση των προσδοκιών και των οραμάτων των εργαζομένων σε ένα νοσοκομείο, συμβάλλει στην παροχή υψηλής ποιότητας νοσηλευτικής και ιατρικής φροντίδας. Υπάρχουν όμως διάφοροι παράγοντες όπως ατομικοί, δημογραφικοί και κυρίως περιβαλλοντικοί, οι οποίοι καταπονούν τον εργαζόμενο με αποτέλεσμα να διαφαίνονται συμπτώματα επαγγελματικής εξουθένωσης. Η περίπτωση των επαγγελματιών υγείας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αφού τα νοσοκομεία, που κυρίως αποτελούν το χώρο εργασίας των περισσότερων, κατακλύζονται από γρήγορους ρυθμούς και ένταση εργασίας. Σύμφωνα με την ψυχολογία, η επαγγελματική εξουθένωση δεν εμφανίζεται βραχυπρόθεσμα, αλλά κλιμακώνεται σταδιακά, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μακροχρόνια προβλήματα, όπως αισθήματα απελπισίας, δυσφορίας και ανεπάρκειας προς τις απαιτήσεις της εργασίας, τα οποία έχουν αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής. Η έννοια της επαγγελματικής εξουθένωσης εμφανίζεται ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια και έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους ψυχολόγους, τους κοινωνιολόγους αλλά και τους ειδικούς του μάνατζμεντ καθώς έχουν αναγνωρίσει τις σημαντικές της επιπτώσεις στο άτομο, στον οργανισμό και γενικότερα στην οικονομία και την παραγωγή. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να μελετήσουμε το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης ανάμεσα στους επαγγελματίες υγείας (νοσηλευτές) σε χώρους νοσοκομείων. Το θέμα που πρόκειται να μελετηθεί είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς από πλήθος ερευνών, όπως θα αποδειχθεί, που έχουν διενεργηθεί έχει γίνει γνωστό ότι το σύνδρομο της επαγγελματικής εξουθένωσης είναι πιο συχνό σε κάποια επαγγέλματα των οποίων οι εργαζόμενοι ασκούν κοινωνικό λειτούργημα όπως οι γιατροί και οι νοσηλευτές. Για το λόγο αυτό το σύνδρομο θεωρήθηκε αποτέλεσμα της καθημερινής επαφής με τον ανθρώπινο πόνο ενώ η χρήση του περιορίστηκε στα επαγγέλματα 4 παροχής υπηρεσιών όπως για παράδειγμα στους παθολόγους, τους οδοντίατρους, τους νοσηλευτές, τους φυσιοθεραπευτές και τους κοινωνικούς λειτουργούς. Η παρούσα εργασία αποτελείται από ένα θεωρητικό και ένα ειδικό μέρος. Το θεωρητικό αποτελείται από πέντε κεφάλαια εκ των οποίων το πρώτο αναφέρεται γενικά στην επαγγελματική εξουθένωση (ορισμός, στάδια κλπ) το δεύτερο στο άγχος και το στρες(ορισμοί, αιτιοπαθογένεια κλινική εικόνα κλπ) στη διαχείριση του στρες, στις έρευνες για την επαγγελματική εξουθένωση σε επαγγελματίες υγείας και στα αίτια της επαγγελματικής εξουθένωσης. Στο τρίτο κεφάλαιο αναφέρονται τα συμπτώματα της επαγγελματικής εξουθένωσης. Στο τέταρτο κεφάλαιο δίνονται διάφοροι παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση της επαγγελματικής εξουθένωσης. Στο πέμπτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην πρόληψη της επαγγελματικής εξουθένωσης με τη λήψη ατομικών, κοινωνικών και διοικητικών μέτρων. Στο ειδικό μέρος περιγράφεται ο σκοπός της έρευνας, τα ερευνητικά ερωτήματα και δίνονται στοιχεία για τον τρόπο διεξαγωγής της (δείγμα, μεθοδολογικά εργαλεία, συλλογή δεδομένων κλπ). Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα στοιχεία όπως προέκυψαν από το στατιστικό πακέτο SPSS 17. Στο τέλος της εργασίας υπάρχουν τα συμπεράσματα στα οποία συνοψίζονται τα κυριότερα στοιχεία από την εργασία μας και στο οποίο συγκρίνονται ευρήματα από άλλες μελέτες και ένα κεφάλαιο στο οποίο αναφέρονται προτάσεις, παρεμβάσεις σε ατομικό, οργανωτικό/διοικητικό επίπεδο. 1251 204 203 The ecological perspective of the heideggerian understanding of authentic dwelling Η οικολογική προοπτική της χαϊντεγκεριανής κατανόησης του αυθεντικού κατοικείν This thesis attempts to highlight the ecological perspective of the heideggerian concept of authentic dwelling. In order to examine this issue, we considered that it was necessary to divide the dissertation into two parts. In the first part, in order to delve into the understanding of authentic dwelling, we examined, relevant heideggerian concepts, such as building, fourfold, homelessness and authentic self in relation with the concept of authentic dwelling. This study was conducted with respect to their ecological prospects. In the second part, we examined the concepts of coexistence and interdependence in fourfold (earth, sky, gods and mortals), we attempted to determine the relation between earth and man on the basis of the concept of authentic dwelling, and finally, we endeavoured to define the concept of ecological dwelling via associating it with authentic dwelling. We concluded that not only can the notion of ecology find a place in heideggerian thought but it can also be repositioned in its essence. In conclusion, heideggerian thought enables us to define the meaning of the human being who takes care of his home, by taking care of himself, as well as to redefine the significance of ecological thinking. Με την παρούσα εργασία επιχειρούμε να αναδείξουμε την οικολογική προοπτική της χαϊντεγκεριανής έννοιας του αυθεντικού κατοικείν. Για την πραγμάτευση του θέματός μας κρίναμε απαραίτητο το χωρισμό της εργασίας σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, προκειμένου να εμβαθύνουμε την κατανόηση του αυθεντικού κατοικείν, μελετήσαμε, σε σχέση με την έννοια του αυθεντικού κατοικείν, συναφείς χαϊντεγκεριανές έννοιες, όπως αυτές του κτίζειν, του τετραμερούς, της ανεστιότητας και του αυθεντικού εαυτού. Η μελέτη αυτή μας έγινε υπό το πρίσμα των οικολογικών προοπτικών τους. Στο δεύτερο μέρος, μελετήσαμε τις έννοιες της συνύπαρξης και της αλληλεξάρτησης στο τετραμερές (γη, ουρανός, θεοί και θνητοί), προσπαθήσαμε να προσδιορίσουμε τη σχέση της γης και του ανθρώπου στη βάση του ανθρώπινου κατοικείν, ενώ, τέλος, επιδιώξαμε να ορίσουμε την έννοια του οικολογικού κατοικείν συσχετίζοντάς την με αυτήν του αυθεντικού κατοικείν. Αυτό που διαπιστώσαμε στην παρούσα μελέτη είναι ότι η έννοια της οικολογίας όχι μόνο μπορεί να βρει έναν τόπο στην χαϊντεγκεριανή σκέψη αλλά και να επανατοποθετηθεί στην ουσία της. Εν κατακλείδι, η χαϊντεγκεριανή σκέψη θεωρούμε πως μας δίνει τη δυνατότητα να προσδιορίσουμε το νόημα του ανθρώπου που μεριμνά για τον οίκο του, μεριμνώντας για τον εαυτό του, όπως και να επαναπροσδιορίσουμε τη σημασία της οικολογικής σκέψης. 1252 243 256 Μεσογειακό Πρωτόκολλο για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών The coastal zone of Greece and more specifically its coastal setback, becomes constantly recipient of intense pressures, which significantly dislocate the natural coastal activities, degrade the geomorphologic characteristics and its ecosystems and affect the public use. In order to halt the current situation and protect the marine and coastal environment the integrated coastal management is proposed, as this is promoted by the Mediterranean Protocol on the Integrated Coastal Zone Management, which is also signed by our country. Through the study of the Greek legislation it has been concluded that Greece is not fully capable of materializing the main objectives of this Protocol, as far as its coastal setback zone management is concerned. For this reason, the reformation of the existing legal framework is needed by setting new, specialized provisions. With these provisions in place a more scientifically substantiated methodology of determining the entire coastal setback zone would be applied, the permitted activities and land uses would be specified and the citizens’ constitutional right to free coastal access would be protected. Furthermore, it would be essential for the country to define all the appropriate preventive measures in order to minimize the negative impacts of coastal erosion and natural risks due to climate change, to emphasize on the preservation of the coastal ecosystems, as part of the natural environment and finally, to reorganize its public administrative structures, in order for the respective bodies to cooperate in a better way and utilize each individual strategic plan. Η ελληνική παράκτια ζώνη και πιο συγκεκριμένα η ζώνη του αιγιαλού, γίνεται συνεχώς αποδέκτης έντονων πιέσεων, οι οποίες απορρυθμίζουν σε σημαντικό βαθμό τις φυσικές παράκτιες διεργασίες, αλλοιώνουν τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά και τα οικοσυστήματά της και πλήττουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα της. Ως τρόπος ανάσχεσης της υφιστάμενης κατάστασης και προστασίας του παράκτιου περιβάλλοντος, προτείνεται η ολοκληρωμένη παράκτια διαχείριση, όπως αυτή προωθείται μέσα από το Μεσογειακό Πρωτόκολλο για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών, το οποίο έχει υπογράψει και η χώρα μας. Μέσα από τη μελέτη της ελληνικής νομοθεσίας προκύπτει το συμπέρασμα πως αυτή δεν είναι σε θέση να υλοποιήσει πλήρως τους βασικούς στόχους που το διεθνές αυτό κείμενο θέτει ως προς τη διαχείριση των ζητημάτων που ανακύπτουν στην παράκτια ζώνη του αιγιαλού. Για το λόγο αυτό προτείνεται η αναμόρφωση του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου με τη θέση σε ισχύ εξειδικευμένων διατάξεων. Με αυτές θα εφαρμόζεται ένας περισσότερο αντικειμενικός και επιστημονικός τρόπος καθορισμού της συνολικής οριογραμμής της ζώνης του αιγιαλού, θα καθορίζονται ρητώς οι επιτρεπόμενες επ’ αυτής δραστηριότητες και θα κατοχυρώνεται το συνταγματικώς θεμελιωμένο δικαίωμα της ελεύθερης πρόσβασης των πολιτών στην ακτή. Ακόμη, κρίνεται αναγκαίο να οριστούν τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα που πρέπει να λάβει η χώρα για την ελαχιστοποίηση των συνεπειών των διαβρωτικών ή ακραίων καιρικών φαινομένων εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, να δοθεί έμφαση στη διατήρηση των παράκτιων οικοσυστημάτων της, ως μέρος του φυσικού περιβάλλοντος και τέλος, να αναδιαρθρωθούν οι διοικητικές της δομές, προκειμένου οι αρμόδιοι φορείς, συνεργαζόμενοι μεταξύ τους, να είναι σε θέση να υλοποιήσουν τα επιμέρους στρατηγικά σχέδια. 1253 245 277 Αντιλήψεις μαθητών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για θέματα γενετικής και βιοτεχνολογίας The aim of this research is to review literature on the perceptions of primary school students in genetics and biotechnology and to propose a research tool that could potentially be used in a relevant research in a Greek primary school. Scopus, Google Scholar and the online journals of Taylor & Francis and Wiley were used for the data collection. The results of the research showed that, even though students receive a lot of information on genetics and biotechnology from the media, magazines and the internet, in fact this information is fragmentary and creates many misconceptions to the students. As a result they do not sufficiently know αbout issues like human reproductive system, sexually transmitted diseases (STDs), heredity, DNA and they completely ignore biotechnology issues, such as genetic engineering and genetically modified foods that we consume so much today. After the study of the research tools used in the above researches, a questionnaire which could potentially used for the estimation of primary students’ knowledge is proposed. Primary students misconceptions in matters of genetics and biotechnology, as well as the very limited number of teaching interventions and proposals for these subjects underline the need for more research in this area, which will lead to new teaching proposals and educational material so that even young people can be aware of these concepts and as citizens to be able to actively and responsibly participate in social and political decision-making arising from concerns and issues related to genetics and biotechnology. Στόχος της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει βιβλιογραφικά τις αντιλήψεις μαθητών Α/θμιας εκπαίδευσης σε θέματα γενετικής και βιοτεχνολογίας και να προχωρήσει στην πρόταση ερευνητικού εργαλείου που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δυνητικά σε σχετική διερεύνηση σε ελληνικό δημοτικό σχολείο. Για την συλλογή των δεδομένων, πραγματοποιήθηκε αναζήτηση στην ηλεκτρονική βιβλιογραφική βάση δεδομένων Scopus, στην μηχανή αναζήτησης Google Scholar και στα ηλεκτρονικά περιοδικά των εκδοτικών Οίκων Taylor & Francis και Wiley. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι, αν και οι μαθητές λαμβάνουν αρκετές πληροφορίες σχετικά με θέματα γενετικής και βιοτεχνολογίας από τα ΜΜΕ, τα περιοδικά και το διαδίκτυο, στην ουσία αυτή η πληροφορία που προσφέρεται είναι αποσπασματική και δημιουργεί αρκετές παρανοήσεις στους μαθητές με αποτέλεσμα να μη γνωρίζουν για θέματα του αναπαραγωγικού συστήματος του ανθρώπου, για τις σεξουαλικά μεταδιδόμενες ασθένειες (ΣΜΑ), την κληρονομικότητα, το DNA και να έχουν πλήρη άγνοια για θέματα βιοτεχνολογίας, όπως για την γενετική μηχανική και για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα που τόσο πολύ καταναλώνουμε στην σημερινή μας εποχή. Μετά τη μελέτη των ερευνητικών εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν στις παραπάνω έρευνες, προτείνεται ερωτηματολόγιο για την αξιολόγηση των γνώσεων μαθητών Α/θμιας Εκπαίδευσης. Οι παρανοήσεις των μαθητών Α/θμιας Εκπαίδευσης σε θέματα γενετικής και βιοτεχνολογίας αλλά και ο πολύ περιορισμένος αριθμός διδακτικών παρεμβάσεων και προτάσεων για τα θέματα αυτά υπογραμμίζουν την ανάγκη για περισσότερη έρευνα στο χώρο αυτό, η οποία θα οδηγήσει σε νέες διδακτικές προτάσεις και εκπαιδευτικό υλικό ώστε από νωρίς οι νέοι να αρχίζουν να γνωρίζουν τις έννοιες αυτές και ως πολίτες αργότερα να μπορούν να συμμετέχουν ενεργά και με υπευθυνότητα στη λήψη κοινωνικών και πολιτικών αποφάσεων που απορρέουν από προβληματισμούς και ζητήματα σχετικά με τη γενετική και τη βιοτεχνολογία. 1254 330 342 "Micro" and "Macro" approaches to education for the environment and sustainability «Μίκρο» και «Μάκρο» προσεγγίσεις στην εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία Since the introduction of Environmental Education in the Curriculum, a large number of educational programs have been implemented in schools of all levels. However, it is noted that despite the number of these programs, even with the evolution of Environmental Education in Environmental and Sustainable Education, few steps have finally become towards the functioning of members of society with environmentally responsible behavior. Researchers attempt to study the reasons for this, by exploring teachers' views on factors that foster the cultivation of environmentally-friendly behavior, the characteristics of educational interventions that are applied in practice, and the way in which teachers approach environmental issues in the planning of their interventions. Educational interventions seem to be designed by teachers at the Micro- or Macro-level. By Mikro-approaches is meant interventions mainly related to the acquisition of knowledge and skills (e.g. we aim to teach children to learn how to recycle), while Makro-approaches are related to the questioning of the existing culture of society, which will lead to its radical change (for example, we aim at a deeper understanding of the importance of re-use and the reduction of consumption of material goods). The purpose of this paper is to investigate whether and to what extent primary school teachers plan and apply Micro- or Macro-educational approaches to children's environmental education and the factors they themselves consider to affect the long-term achievement of goals their. Pre-school and Primary Education teachers participated in the research process. The data collection was carried out with the semi-structured interview research tool, and the study was done using the method of content analysis and thematic analysis. According to the results of the survey, it appears that teachers who systematically apply environmental education programs tend to use Macro-approaches. They themselves, with regard to ensuring the environmentally responsible behavior of children, consider that the family environment plays a significant role and systematically engages in environmental education programs at all levels of their education. Από τότε που θεσμοθετήθηκε και εντάχθηκε η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, πλήθος εκπαιδευτικών προγραμμάτων εφαρμόζεται στα σχολεία όλων των βαθμίδων. Παρατηρείται όμως, ότι, παρά το πλήθος των προγραμμάτων αυτών, ακόμα και με την εξέλιξη της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία, λίγα βήματα έχουν γίνει τελικά στη διαμόρφωση ατόμων με περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά. Ερευνητές επιχειρούν να μελετήσουν τους λόγους για τους οποίους συμβαίνει αυτό, διερευνώντας τις απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με τους παράγοντες που ενισχύουν την καλλιέργεια ατόμων με φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά, τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών παρεμβάσεων που εφαρμόζονται στην πράξη, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο οι εκπαιδευτικοί προσεγγίζουν τα περιβαλλοντικά ζητήματα στο σχεδιασμό των παρεμβάσεων τους. Οι εκπαιδευτικές παρεμβάσεις φαίνεται να σχεδιάζονται από τους εκπαιδευτικούς σε Μίκρο- ή σε Μάκρο- επίπεδο. Με τον όρο Μίκρο- προσεγγίσεις εννοούνται οι παρεμβάσεις που σχετίζονται κυρίως με την κατάκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων (π.χ. στοχεύουμε στο να μάθουν τα παιδιά να κάνουν ανακύκλωση), ενώ οι Μάκρο- προσεγγίσεις σχετίζονται με την αμφισβήτηση της υπάρχουσας κουλτούρας της κοινωνίας, η οποία θα οδηγήσει και στη ριζική αλλαγή της (π.χ. στοχεύουμε στη βαθύτερη κατανόηση της σημασίας της επαναχρησιμοποίησης και της μείωσης της κατανάλωσης υλικών αγαθών). Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διερευνήσει εάν και σε ποιο βαθμό, οι εκπαιδευτικοί της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν Μίκρο- ή Μάκρο- εκπαιδευτικές προσεγγίσεις στην εκπαίδευση των παιδιών για το περιβάλλον και τους παράγοντες που οι ίδιοι θεωρούν ότι επηρεάζουν τη μακροπρόθεσμη επίτευξη των στόχων τους. Στην έρευνα συμμετείχαν εκπαιδευτικοί προσχολικής και δημοτικής εκπαίδευσης. Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με το ερευνητικό εργαλείο της ημι-δομημένης συνέντευξης, ενώ αναλύθηκαν με την μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου και της θεματικής ανάλυσης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, φαίνεται ότι οι εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν συστηματικά προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης έχουν την τάση να χρησιμοποιούν Μάκρο- προσεγγίσεις. Οι ίδιοι, αναφορικά με τη διασφάλιση της περιβαλλοντικά υπεύθυνης συμπεριφοράς των παιδιών, θεωρούν ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το οικογενειακό περιβάλλον και η συστηματική εμπλοκή τους σε ΠΠΕ σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης τους. 1255 607 563 Εκτίμηση της ποιότητας του ύπνου και της ποιότητας ζωής ατόμων που εργάζονται σε εναλλασσόμενο ωράριο Introduction-Aim: In health services, the need for nursing care on a full-time basis, forces nursing staff to work in rotating shifts. Many researches have demonstrated that shift work is associated with the disruption of sleep quality, the reduction of family and social life, the burden of mental health, and finally, is considered to be a risk factor for many health problems such as obesity, cardiovascular diseases, diabetes etc. The purpose of this research is to study the sleep quantity and quality and to investigate the effects of the shift work on the quality of life and the health of the nursing personnel in the University General Hospital of Alexandroupolis. Method: The material of the study consisted of 312 employees, who belonged to the nursing and paramedical personnel of our hospital. One hundred ninety four (62.2%) of the participants used to work on rotating shifts, with or without night-time working hours (172 women, mean age 39.14 ± 6.92 years), while 118 nurses used to work permanently on morning shifts (101 women, mean age 39.95 ± 6.42 years). Data collection was per-formed using the following specific questionnaires: Functional Outcomes of Sleep Ques-tionnaire (FOSQ), Shift Work Disorders screening questionnaire (SWD) and WHO (FIVE) Well-Being Index (WHO-5). Results: The response rate was 53.8%. Nurses who work on shift work, showed a statisti-cally significantly worse degree compared with nurses who work permanently on morn¬ing shifts, both on FOSQ (p<0.001) and Scale WHO-5 (p<0.001) . According to the de¬gree on the scale SWD, the problem of insufficient quantity of total sleep seems to be more serious, followed by a reduced sense of well-being during the time they were awake, sleep quality and intense sleepiness while they used to work on non-standard shifts. Sleep problems were much more acute in women (p = 0.040), in people aged from 36 to 45 years (p<0.001), in married people (p=0.048), in employees with children (p=0,006), in employees with more than 3 non-standard shifts per week (p<0.001) and in those who have been working in non-standard shifts for more than 5 years (p<0.001). According to the participants' responses to Scale FOSQ’ questions, nurses working on rotating shifts are experiencing much more difficulties in "concentrating on what they do" (p<0.001), to remember various things (p<0.001) and to be regularly visited by their family or friends at their own home (p <0.001), the relationship with their families, friends or colleagues has been much more affected (p<0.001), they experience much more difficulties in watching TV (p<0.001), a film at the cinema or at home (p <0.001), or attending a theatre performance or a lecture (p<0.001), find more difficulties in being as active as they would like during the morning (p<0.001) or during the night (p<0.001), their sexual de¬sire has been much more affected (p<0.001) and finally, they find it rather difficult to drive their own vehicle for a long time (more than 1 hour) (p<0.001), because they start feeling drowsy or tired. According to the participants' responses to Scale WHO-5’ ques¬tions, nurses working on rotating shifts rarely feel happy and in a good mood (p<0.001), calm and peaceful (p<0.001), energetic, active and strong (p=0.005) and that their daily life was full of interesting things (p<0.001). Diabetes Mellitus (p=0.008) and frequent legs-shaking during the night (p=0.054), were more common in nurses working on rotat¬ing shifts. Conclusions: The present research showed that the work of nurses on rotating shifts is likely to have adverse effects on everyday life, functionality and health of workers, main¬ly due to the reduction in the sleep quantity and quality. Social and demographic charac-teristics of the nurses differentiate these impacts. Therefore, a better shifts’ program planning is being required. Εισαγωγή-Σκοπός: Στις υπηρεσίες υγείας, η ανάγκη για νοσηλευτική φροντίδα σε εικο­σιτετράωρη βάση αναγκάζει το νοσηλευτικό προσωπικό να εργάζεται σε κυκλικό εναλ­λασσόμενο ωράριο. Πολλές εργασίες έχουν καταδείξει ότι η εργασία σε βάρδιες σχετίζε­ται με τη διατάραξη της ποιότητας του ύπνου, την έκπτωση της οικογενειακής και της κοινωνικής ζωής, την επιβάρυνση της ψυχικής υγείας, και τέλος θεωρείται παράγοντας κινδύνου για πολλά προβλήματα υγείας, όπως η παχυσαρκία, οι καρδιαγγειακές παθή­σεις, ο διαβήτης κ.α. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη της ποσότητας και της ποιότητας του ύπνου και η διερεύνηση των επιδράσεων του κυκλικού ωραρίου στην ποιότητα ζωής και στην υγεία του νοσηλευτικού προσωπικού του Π.Γ.Ν. Αλεξανδρού­πολης. έθοδος: Το υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 312 εργαζόμενοι στο Π.Γ.Ν. Αλεξανδρού­πολης, από όλα σχεδόν τα τμήματα και τις κλινικές, που ανήκαν στο νοσηλευτικό και παραϊατρικό προσωπικό του νοσοκομείου. Εκατόν ενενήντα τέσσερις (62.2%) από τους συμμετέχοντες ακολουθούσε κυκλικό εναλλασσόμενο ωράριο με ή χωρίς νυκτερινά ω­ράρια εργασίας (172 γυναίκες, μέση ηλικία 39,14 ± 6,92 έτη), ενώ 118 νοσηλευτές εργα­ζόταν μόνιμα στο πρωινό ωράριο (101 γυναίκες, μέση ηλικία 39,95 ± 6,42 έτη). Η συλ­λογή των δεδομένων έγινε με τη χρήση των παρακάτω ειδικών ερωτηματολογίων: Func­tional Outcomes of Sleep Questionnaire (FOSQ), Shift Work Disorders screening ques­tionnaire (SWD) και WHO (FIVE) Well - Being Index (WHO-5). Αποτελέσματα: Το ποσοστό ανταπόκρισης ήταν 53,8%. Οι νοσηλευτές που εργάζονται σε εναλλασσόμενο ωράριο παρουσίασαν στατιστικά σημαντικά χειρότερη βαθμολογία σε σχέση με τους νοσηλευτές που εργάζονται μόνιμα στο πρωινό ωράριο τόσο στην Κλίμακα FOSQ (p<0,001) όσο και στην Κλίμακα WHO-5 (p<0,001). Σύμφωνα με τη βαθμολογία στην κλίμακα SWD, σοβαρότερο φαίνεται να ήταν το πρόβλημα της μη ικα­νοποιητικής συνολικής ποσότητας του ύπνου, ενώ ακολούθησαν η μειωμένη αίσθηση ευεξίας κατά το διάστημα που ήταν ξυπνητοί, η μη ικανοποιητική ποιότητα του ύπνου και η έντονη υπνηλία ενώ εργάζονταν σε μη-σταθερές βάρδιες. Εντονότερα ήταν τα προβλήματα ύπνου στις γυναίκες (p=0,040), τις ηλικίες 36 - 45 ετών (p<0,001), στους έγγαμους (p=0,048), στους εργαζόμενους με παιδιά (p=0,006), στους εργαζόμενους με περισσότερες από 3 μη-σταθερές βάρδιες/εβδομάδα (p<0,001) και σε αυτούς που εργά­ζονται σε μη-σταθερές βάρδιες για περισσότερα από 5 έτη (p<0,001). Σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων στις ερωτήσεις της Κλίμακας FOSQ, οι νοσηλευτές που εργάζονται σε εναλλασσόμενο ωράριο δυσκολεύονται περισσότερο "να συγκεντρωθούν σε ότι κάνουν" (p<0,001), να θυμηθούν διάφορα πράγματα (p<0,001) και να δεχθούν επισκέψεις της οικογένειάς τους ή των φίλων τους στο δικό τους σπίτι (p<0,001), έχουν επηρεαστεί περισσότερο οι σχέσεις τους με την οικογένεια, τους φίλους ή τους συναδέλ­φους τους (p<0,001), δυσκολεύονται περισσότερο να παρακολουθήσουν τηλεόραση (p<0,001), μία ταινία στο σινεμά ή στο βίντεο (p<0,001) καθώς και μία θεατρική παρά­σταση ή μία διάλεξη (p<0,001), δυσκολεύονται περισσότερο να είναι όσο δραστήριοι θα θέλανε το πρωί (p<0,001) και το βράδυ (p<0,001), έχει επηρεασθεί περισσότερο η επι­θυμία τους για ερωτική ή σεξουαλική επαφή (p<0,001) και τέλος δυσκολεύονται περισ­σότερο να οδηγήσουν το όχημά τους για μεγάλο χρονικό διάστημα (περισσότερο από 1 ώρα) (p<0,001) επειδή αρχίζουν να νιώθουν νυσταγμένοι ή κουρασμένοι. Σύμφωνα με τις απαντήσεις των συμμετεχόντων στις ερωτήσεις της Κλίμακας WHO-5, οι νοσηλευτές που εργάζονται σε εναλλασσόμενο ωράριο αισθάνονται λιγότερο συχνά χαρούμενοι και με καλή διάθεση (p<0,001), ήρεμοι και γαλήνιοι (p<0,001), ενεργητικοί, δραστήριοι και ακμαίοι (p=0,005) και ότι η καθημερινή τους ζωή ήταν γεμάτη πράγματα που τους ενδι­αφέρουν (p<0,001). Ο σακχαρώδης διαβήτης (p=0,008) και οι συχνές κινήσεις των κάτω άκρων τη νύχτα (p=0,054) ήταν συχνότερα στους νοσηλευτές που εργάζονται σε εναλ­λασσόμενο ωράριο. 1256 221 257 The refugee children will go with joy… School environment and refugee students Τα προσφυγόπουλα θα πάνε με χαρά… Σχολικό περιβάλλον και πρόσφυγες μαθητές Nowadays, multicultural classes tend to become the standard in the educational system. Refugee and immigrant children’s school attendance is required by international treaties aiming to increase the prosperity and development of the countries where they live. Every country plans and implements social integration strategies for refugees and immigrants. The Greek state pursues an integration model which aims for interculturalism. A number of integration practices are implemented in order to achieve that. This paper, which is a field research in a primary school in the Prefecture of Attica, studies which are the weaknesses of the educational system during the process of refugee students’ integration, examines if the implemented practices are interculturally oriented, explores how efficient and prepared the teachers are for intercultural teaching and tries to determine which of the techniques used by teachers comply with the principles of intercultural education. The conclusions the research reaches raise serious concerns. Generally, even though the applied integration practices are interculturally orientated, there are several problems to be solved before integration is actually accomplished. Moreover, further education of teachers appears to be necessary, since most of them are inefficient and inadequately prepared for intercultural teaching and, when they try to involve the refugee students in the teaching procedure, they mostly use outdated techniques. Στις μέρες μας, οι πολυπολιτισμικές τάξεις αποτελούν όλο και περισσότερο τον κανόνα στον χώρο της εκπαίδευσης. Διεθνείς συμβάσεις, καθιστούν τη φοίτηση των προσφύγων και μεταναστών μαθητών στην τυπική εκπαίδευση, υποχρεωτική με απώτερο στόχο την ευημερία και την ανάπτυξη της χώρας στην οποία διαμένουν. Τα κράτη σχεδιάζουν και υλοποιούν στρατηγικές για την ένταξη των προσφύγων και των μεταναστών στις κοινωνίες τους. Το μοντέλο που ακολουθεί το ελληνικό κράτος για την ένταξη προσφύγων και μεταναστών στοχεύει στην «κατάκτηση» της διαπολιτισμικότητας. Για να το πετύχει αυτό, εφαρμόζει μια σειρά από πρακτικές ένταξης. Η παρούσα εργασία, η οποία αποτελεί επιτόπια έρευνα, σε σχολείο πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στον νομό Αττικής, μελετά τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος κατά τη διαδικασία ένταξης των προσφύγων μαθητών, εξετάζει ποιες από τις πρακτικές ένταξης που εφαρμόζονται είναι διαπολιτισμικά προσανατολισμένες και ποιες όχι, αναζητά τον βαθμό διαπολιτισμικής επάρκειας και ετοιμότητας των εκπαιδευτικών και προσπαθεί να εντοπίσει, ποιες από τις τεχνικές, τις οποίες χρησιμοποιούν οι εκπαιδευτικοί, ακολουθούν τις αρχές της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Η έρευνα καταλήγει σε συμπεράσματα, τα οποία προκαλούν έντονο προβληματισμό. Σε γενικές γραμμές, αν και οι πρακτικές οι οποίες εφαρμόζονται για την ένταξη των προσφύγων μαθητών είναι διαπολιτισμικά προσανατολισμένες, στο εκπαιδευτικό σύστημα υπάρχουν ακόμη αρκετά ζητήματα, τα οποία πρέπει να λυθούν προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ένταξης. Ακόμη, αναδεικνύεται η ανάγκη για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αφού οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί είναι διαπολιτισμικά μη επαρκείς και ανέτοιμοι, ενώ οι τεχνικές, τις οποίες χρησιμοποιούν, όταν χρησιμοποιούν, για να εμπλέξουν τους πρόσφυγες μαθητές στο μάθημα, είναι στην πλειονότητά τους αναχρονιστικές. 1257 1587 1610 Ecological study of lagoons in the Εvros river estuarine area and utilization of the lagoonal ecosystem structure and function knowledge in the production of educational material Οικολογική μελέτη λιμνοθαλασσών των εκβολών του ποταμού Έβρου και αξιοποίηση στοιχείων της δομής και λειτουργίας του λιμνοθαλάσσιου οικοσυστήματος στη συγκρότηση εκπαιδευτικού υλικού The main goals of the present study were to contribute to the better knowledge of the structure and function of the lagoonal ecosystems, to the students’ comprehension (Elementary Grades 5 and 6) of the function of these ecosystems, as well as to the growth of friendly thoughts and attitudes towards the natural environment. Laki and Drana lagoons (Estuary of Evros river, NE Greece) were chosen as the study area. The research program comprised two phases. During the first one, which was carried out in the summer of 1997, quantitative samples of macrozoobenthos were collected from ten sites, covering almost the entire area of both lagoons; during the second phase, monthly quantitative samplings of macrophytes and macrozoobenthos, seasonal quantitative samplings of ichthyofauna employing two fishing methods (bag seine net and fyke nets) and monthly observations of avifauna were carried out at selected sites of the two lagoons throughout the annual cycle. After working out the samples in the laboratory, species number, total number of individuals or/and total biomass and species dominance for each one category of organisms separately were calculated, while the macrozoobenthic assemblages structure was described using uni- and multi variate analyses Water salinity varied between 15 and 17 psu in Drana lagoon in July 1997, and between 32 and 35 psu in Laki lagoon in early September 1997. Salinity values were much lower both in Laki (0.1–6.8 psu) and in Drana lagoon (0.8–8.7 psu) during February 1998 – February 1999. The major part of the isolated from the sea Drana lagoon was temporarily drained in September 1998. Nineteen taxa of dominant macrophytes were collected overall, both in the inner part of Laki lagoon and in Drana lagoon, throughout the annual cycle. From the seventeen taxa of dominant macroalgae collected in the inner part of Laki lagoon, eight taxa belong to Chlorophyceae, six to Rodophyceae and two to Phaeophyceae, while Charophyceae were also collected. However, only two of these taxa (Ulva rigida and Gracilaria bursa-pastoris), had a frequent monthly presence and a high mean dominance. The species number peaked during autumn, while total biomass during late summer and late autumn. Only three dominant taxa of the macrophytes were collected in Drana lagoon: the angiosperm Ruppia maritima, which showed very high mean dominance, the angiosperm Zannichellia palustris, and Charophyceae. Total biomass increased sharply after May and peaked in August, just before the temporary drainage of the lagoon, while no macrophyte was recorded from mid autumn to the end of the winter. Thirty taxa of the macrobenthic fauna were collected in both lagoons of Evros Delta during the study period (summer 1997, February 1998 – February 1999). The macrobenthic fauna in the outer part of Laki lagoon was characterized by higher diversity and the presence of both marine and lagoonal species, while in the innermost part of the lagoon by higher total abundance and the presence of only lagoonal species. The combination of the variables “distance from the sea”, depth, salinity and organic matter content of the sediment might have mainly affected the spatial distribution of the macrobenthic fauna. The structure of the macrozoobenthic assemblage in the innermost part of Laki lagoon generally showed an even seasonal variation. Temperature, which regulates the species’ reproductive cycle, might have mainly affected this variation. The composition of the macrobenthic fauna in spring 1998, when salinity had values of 0.1–0.2 psu, was similar to that in late summer 1997, when salinity varied between 32 and 35 psu, showing that the most species of the assemblage are highly tolerant to extremely low salinities. A reduction in the diversity and total abundance of macrozoobenthos was observed during summer, probably due to a possible dystrophic episode; this reduction was followed by a recovery phase. The increase in salinity during summer and autumn (5–7 psu) was followed by the presence of some marine species in the innermost part of Laki lagoon; this presence might suggest a shift of the lagoon zones during the recovery phase. Predation from the fish Atherina boyeri might have mainly contributed to the reduction of the abundance of some species during late autumn and winter, and to the reduction of the total abundance of the macrozoobenthos in September and November. Total abundance of macrozoobenthos displayed an intense seasonal variation; it showed its highest values mainly in late spring and in mid autumn. Only eleven taxa of macrobenthic invertebrates were collected throughout the study period in the isolated Drana lagoon. All species found are considered to be exclusive inhabitants of the coastal brackish waters. The macrobenthic fauna composition was similar at all sampling sites in July 1997. The macrozoobenthic assemblage structure showed an even seasonal variation from late winter 1998 to the end of summer 1998. The synergistic effect of temperature, transparency, and sediment characteristics might have primarily governed this seasonal variation. The assemblage structure showed a sharp change after the temporary drainage of the major part of Drana lagoon in September 1998. During autumn and winter two taxa of the assemblage were not collected; moreover the abundance of the rest was drastically reduced. Predation from the fish Aphanius fasciatus might have mainly affected the development of the macrozoobenthic assemblage structure during autumn and winter. Total abundance of the macrobenthic fauna showed its highest value in July 1998, while it sharply decreased after the temporary drainage of the lagoon; a small increase was observed in late winter. Fourteen taxa of the ichthyofauna were overall collected in both lagoons of Evros Delta during the study period. Seven taxa were collected with the bag seine net and five species using the fyke nets in Laki lagoon. Some of these species are permanent inhabitants of coastal brackish environments (Knipowitschia caucasica, Aphanius fasciatus, Pomatoschistus marmoratus, Atherina boyeri), some other species spend a part of their biological cycle in lagoons (e.g. Anguilla anguilla, Liza aurata, Diplodus annularis), while some others are mainly found in fresh water habitats (Carassius auratus, Gambusia affinis). Diversity and total biomass of the ichthyofauna collected with the bag seine net showed their maximal values during summer. Five species of the ichthyofauna, four of which are permanent inhabitants of coastal brackish water environments (K. caucasica, A. fasciatus, P. marmoratus, A. boyeri), and one inhabitant of fresh water environments (Alburnus alburnus), were collected with the bag seine net in Drana lagoon. Only one species, which is usually found in fresh water, was collected with the fyke nets (Lepomis gibbosus). Total abundance of the ichthyofauna in Drana lagoon showed its highest value during summer and its lowest during autumn, that is after the temporary drainage of the major part of the lagoon. The review of the relevant literature revealed that the presence of 37 and 50 species of larids, shorebirds, waterfowl and wading birds has been recorded up to date in Laki and Drana lagoons, respectively. The species composition of larids, shorebirds, waterfowl, wading birds and raptors in Evros Delta shows high similarity to that in other coastal brackish water environments of Greece, and of the Mediterranean Sea in general. A digital educational material entitled “The Lagoon” was organized utilizing elements of the lagoonal ecosystem structure and function. This material aims at the implementation of Environmental Education programs, so as students of the last two grades of the Elementary School to understand the function of ecosystems and to develop friendly perceptions and attitudes towards the natural environment. The educational material was designed and organized on the basis of the self-experienced and constructivist learning and furthermore, on the basis of the digital educational material (multimedia applications) principals as well; “Field trip” as the basic methodological approach, and applications of the students’ knowledge modulatory evaluation were used. The educational material is organized in two parts. The first one includes five units (The Ecosystem, The Lagoonal biotope, The Lagoonal Organisms, The Lagoonal Food Web, Sampling and Observation equipment), the first four of which introduce the students into the structure and function of the Mediterranean lagoonal ecosystem. In the fifth unit, which is addressed both to students and teachers, a description of materials and methods used for measuring physico chemical water variables and sampling or observing lagoonal organisms is given. Each unit ends with a brief summarizing self-examination of knowledge including multiple-choice questions and crosswords. Unknown terms are defined in the glossary. The second part of the educational material entitled “Field trip” is addressed to teachers. Instructions are given for the preparation of the students, the organization of the filed trip and the activities carried out at the field and at school after the returning. Useful catalogues and worksheets accompany this unit. Additionally, a brief catalogue of supplementary resources is given. The initial screen of the software environment includes the main menu that is, the unit titles of the educational material. On the top of the screen and during the entire application, there is a toolbar containing a set of illustrated buttons corresponding to several commands, like for example the evaluation button, the glossary button, the supplementary resources button. In the main screen of some units other buttons appear leading to subunits. On the screen of a unit or subunit a text and illustrations appear as well as a number of buttons corresponding to a variety of other commands like for instance printing, term defining, narration, video screening, picture fitting etc. The educational material aims at constituting the basis for systematic investigation of the possibilities offered by such an approach in the area of “Marine/Aquatic Education”. Κεντρικό στόχο της παρούσας έρευνας αποτέλεσαν η συμπλήρωση ορισμένων από τα κενά που υπάρχουν στη γνώση της δομής και λειτουργίας των λιμνοθαλάσσιων οικοσυστημάτων και η συμβολή στην κατανόηση από μαθητές, των δύο τελευταίων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου, στοιχείων της λειτουργίας των οικοσυστημάτων αυτών, καθώς και στην ανάπτυξη φιλικών αντιλήψεων και στάσεων για το φυσικό περιβάλλον. Ως περιοχή μελέτης επιλέχτηκαν οι λιμνοθάλασσες Λακί και Δράνα της εκβολικής περιοχής του ποταμού Έβρου (Β.Α. Ελλάδα). Το πρόγραμμα έρευνας περιελάμβανε δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση, που εξελίχθηκε κατά τη θερινή περίοδο του 1997, έγιναν ποσοτικές δειγματοληψίες του μακροζωοβένθους σε δέκα σταθμούς, που κάλυπταν όλη σχεδόν την έκταση των δύο λιμνοθαλασσών· κατά τη δεύτερη φάση έγιναν μηνιαίες ποσοτικές δειγματοληψίες των μακρόφυτων και του μακροζωοβένθους, εποχικές ποσοτικές δειγματοληψίες της ιχθυοπανίδας με τη χρήση δύο αλιευτικών μεθόδων (γρίπου γόνου και βολκών) και μηνιαίες παρατηρήσεις της ορνιθοπανίδας, σε όλη τη διάρκεια του ετήσιου κύκλου, σε επιλεγμένες θέσεις των δύο λιμνοθαλασσών. Μετά την επεξεργασία στο εργαστήριο, για κάθε μια κατηγορία οργανισμών χωριστά, υπολογίστηκαν ο αριθμός ειδών, ο ολικός αριθμός ατόμων ή / και η ολική βιομάζα και η επικράτηση κάθε είδους ενώ επιπλέον η δομή των μακροζωοβενθικών συνευρέσεων περιγράφηκε με τη χρήση μονο- και πολυ μεταβλητής ανάλυσης. Η αλατότητα του ύδατος είχε τιμή 15–17 psu τον Ιούλιο του 1997 στη λιμνοθάλασσα Δράνα και 32–35 psu στις αρχές του Σεπτεμβρίου του 1997 στη λιμνοθάλασσα Λακί. Οι τιμές της αλατότητας ήταν πολύ χαμηλές κατά την περίοδο Φεβρουάριος 1998 – Φεβρουάριος 1999 τόσο στη λιμνοθάλασσα Λακί (0,1–6,8 psu) όσο και στη λιμνοθάλασσα Δράνα (0,8–8,7 psu). Το μεγαλύτερο τμήμα της απομονωμένης από τη θάλασσα λιμνοθάλασσας Δράνα αποξηράνθηκε προσωρινά το Σεπτέμβριο του 1998. Δεκαεννιά ταξινομήματα επικρατούντων μακρόφυτων συλλέχτηκαν συνολικά στο εσωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας Λακί και στη λιμνοθάλασσα Δράνα σε όλη τη διάρκεια του ετήσιου κύκλου. Από τα δεκαεπτά ταξινομήματα επικρατούντων μακροφυκών, που συλλέχτηκαν στο εσωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας Λακί, 8 ανήκουν στα χλωροφύκη, 6 στα ροδοφύκη και 2 στα φαιοφύκη, ενώ επιπλέον συλλέχτηκαν και χαροφύκη. Μόνον, όμως, δύο από τα ταξινομήματα αυτά, το χλωροφύκος Ulva rigida και το ροδοφύκος Gracilaria bursa-pastoris, είχαν συχνή μηνιαία παρουσία και υψηλή μέση μηνιαία επικράτηση. Υψηλότερος αριθμός ειδών παρατηρήθηκε κατά το φθινόπωρο, ενώ υψηλότερη ολική βιομάζα κατά τα τέλη του καλοκαιριού και τα τέλη του φθινοπώρου. Τρία μόνον επικρατούντα ταξινομήματα της μακροβενθικής βλάστησης συλλέχτηκαν στη λιμνοθάλασσα Δράνα. Πρόκειται για τα αγγειόσπερμα Ruppia maritima, που παρουσίασε πολύ υψηλή επικράτηση και Zannichellia palustris, καθώς και για χαροφύκη. Η ολική βιομάζα αυξήθηκε απότομα μετά το Μάιο και απέκτησε μέγιστη τιμή τον Αύγουστο, λίγο πριν την αποξήρανση της λιμνοθάλασσας, ενώ μετά την αποξήρανση και μέχρι το τέλος του χειμώνα, δεν καταγράφηκε η παρουσία κάποιου μακρόφυτου. Τριάντα ταξινομήματα της μακροβενθικής πανίδας συλλέχτηκαν συνολικά και στις δύο λιμνοθάλασσες της εκβολικής περιοχής του ποταμού Έβρου σε όλη τη διάρκεια της μελέτης (καλοκαίρι 1997, Φεβρουάριος 1998 – Φεβρουάριος 1999). Υψηλότερη ποικιλότητα και η παρουσία τόσο θαλάσσιων όσο και λιμνοθαλάσσιων ειδών χαρακτήρισαν τη μακροβενθική πανίδα στο εξωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας Λακί, ενώ υψηλότερη ολική αφθονία και η παρουσία μόνο λιμνοθαλάσσιων ειδών τη μακροβενθική πανίδα στο εσωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας. Ο συνδυασμός των παραγόντων «απόσταση από τη θάλασσα», βάθος, αλατότητα και οργανική ύλη του ιζήματος πιθανώς να επηρέασε κυρίως την τοπική διανομή της μακροβενθικής πανίδας. Η δομή της μακροζωοβενθικής συνεύρεσης στο εσωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας Λακί γενικώς παρουσίασε ομαλή εποχική διακύμανση. Η θερμοκρασία, που ρυθμίζει τον αναπαραγωγικό κύκλο των ειδών, πιθανώς να επηρέασε κυρίως αυτήν τη διακύμανση. Η σύνθεση της μακροζωοβενθικής πανίδας κατά τη διάρκεια της άνοιξης του 1998, όταν η αλατότητα είχε τιμές 0,1–0,2 psu, ήταν παρόμοια με αυτήν κατά τα τέλη του καλοκαιριού του 1997, όταν η αλατότητα είχε τιμές 32–35 psu, γεγονός που δείχνει ότι τα περισσότερα είδη της συνεύρεσης χαρακτηρίζονται από μεγάλη ανοχή στις πολύ χαμηλές αλατότητες. Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού παρατηρήθηκε μείωση της ποικιλότητας και της ολικής αφθονίας του μακροζωοβένθους, πιθανώς ως συνέπεια δυστροφικού επεισοδίου· αυτή η μείωση ακολουθήθηκε από μια φάση ανάκαμψης. Η αύξηση της αλατότητας κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και του φθινοπώρου (5–7 psu) συνοδεύτηκε από την παρουσία ορισμένων θαλάσσιων ειδών στο εσωτερικό τμήμα της λιμνοθάλασσας Λακί· αυτή η παρουσία ίσως υποδηλώνει μια μετατόπιση των ζωνών της λιμνοθάλασσας κατά τη φάση της ανάκαμψης. Η θήρευση από τον οστεϊχθύ Atherina boyeri ίσως συνέβαλε στη μείωση της αφθονίας ορισμένων ειδών της μακροπανίδας κατά τα τέλη του φθινοπώρου και το χειμώνα, καθώς και στη μείωση της ολικής αφθονίας του μακροζωοβένθους το Σεπτέμβριο και Νοέμβριο. Η ολική αφθονία του μακροζωοβένθους εμφάνισε έντονη εποχική διακύμανση, έχοντας υψηλότερες τιμές κυρίως κατά τα τέλη της άνοιξης, αλλά και κατά τα μέσα του φθινοπώρου. Έντεκα μόνο ταξινομήματα μακροβενθικών ασπόνδυλων συλλέχτηκαν συνολικά, σε όλη τη διάρκεια της μελέτης, στην απομονωμένη λιμνοθάλασσα Δράνα. Όλα τα είδη που βρέθηκαν θεωρούνται αποκλειστικοί κάτοικοι των παράκτιων υφάλμυρων περιβαλλόντων. Η σύνθεση της μακροβενθικής πανίδας ήταν ομοιόμορφη σε όλους τους σταθμούς δειγματοληψίας τον Ιούλιο του 1997. Η δομή της μακροζωοβενθικής συνεύρεσης παρουσίασε μια ομαλή εποχική διακύμανση από τα τέλη του χειμώνα του 1998 μέχρι τα τέλη του καλοκαιριού του 1998. Η συνεργιστική επίδραση της θερμοκρασίας, της διαφάνειας του νερού και χαρακτηριστικών του ιζήματος πιθανώς να επηρέασαν κυρίως αυτήν την εποχική διακύμανση. Η δομή της συνεύρεσης παρουσίασε μια απότομη μεταβολή μετά την προσωρινή αποξήρανση του μεγαλύτερου τμήματος της λιμνοθάλασσας Δράνα το Σεπτέμβριο του 1998· κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου και του χειμώνα δε συλλέχτηκαν δύο ταξινομήματα της συνεύρεσης, ενώ επιπλέον μειώθηκε σημαντικά η αφθονία όλων των υπολοίπων. Η θήρευση από τον οστεϊχθύ Aphanius fasciatus ίσως να επηρέασε την εξέλιξη της δομής της μακροζωοβενθικής συνεύρεσης κατά το φθινόπωρο και το χειμώνα. Η ολική αφθονία της μακροβενθικής πανίδας εμφάνισε την υψηλότερη τιμή της τον Ιούλιο 1998, ενώ παρουσίασε απότομη πτώση μετά την προσωρινή αποξήρανση της λιμνοθάλασσας· μικρή αύξηση παρατηρήθηκε κατά τα τέλη του χειμώνα. Δεκατέσσερα ταξινομήματα οστεϊχθύων βρέθηκαν συνολικά και στις δύο λιμνοθάλασσες σε όλη την περίοδο μελέτης. Επτά ταξινομήματα της ιχθυοπανίδας συλλέχτηκαν με τη σύρση γρίπου γόνου και 5 είδη με τη μέθοδο των βολκών στη λιμνοθάλασσα Λακί. Από τα ταξινομήματα αυτά, άλλα είναι μόνιμοι κάτοικοι των παράκτιων υπόαλων περιβαλλόντων (Knipowitschia caucasica, Aphanius fasciatus, Pomatoschistus marmoratus, Atherina boyeri), άλλα περνούν μέρος του βιολογικού τους κύκλου στις λιμνοθάλασσες (π.χ. Anguilla anguilla, Liza aurata, Diplodus annularis), ενώ λίγα είναι είδη κυρίως των γλυκών νερών (Carassius auratus, Gambusia affinis). Η ποικιλότητα και η ολική αφθονία της ιχθυοπανίδας, που συλλέχτηκε με τη μέθοδο του γρίπου, παρουσίασαν τις υψηλότερες τιμές τους κατά το καλοκαίρι. Πέντε είδη της ιχθυοπανίδας, τα τέσσερα από τα οποία είναι μόνιμοι κάτοικοι των παράκτιων υπόαλων περιβαλλόντων (K. caucasica, A. fasciatus, P. marmoratus, A. boyeri) και ένα κάτοικος κυρίως των γλυκών νερών (Alburnus alburnus), συλλέχτηκαν με τη σύρση γρίπου γόνου στη λιμνοθάλασσα Δράνα. Με τη μέθοδο των βολκών συλλέχτηκε μόνο ένα είδος, που συνήθως συναντάται στα γλυκά νερά (Lepomis gibbosus). Η ολική αφθονία της ιχθυοπανίδας παρουσίασε την υψηλότερη τιμή της κατά το καλοκαίρι και τη χαμηλότερη κατά το φθινόπωρο, δηλαδή μετά την προσωρινή αποξήρανση του μεγαλύτερου τμήματος της λιμνοθάλασσας. Η ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας αποκάλυψε ότι μέχρι σήμερα έχει καταγραφεί η παρουσία 37 και 50 ειδών υδροβατικών, παρυδάτιων, υδρόβιων και γλαρόμορφων πτηνών στις λιμνοθάλασσες Λακί και Δράνα, αντίστοιχα. Η σύνθεση ειδών των υδροβατικών, παρυδάτιων, υδρόβιων, γλαρόμορφων και αρπακτικών πτηνών της εκβολικής περιοχής του ποταμού Έβρου παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με αυτήν άλλων μεταβατικών περιβαλλόντων της χώρας, αλλά και της Μεσογείου γενικότερα. Η αξιοποίηση στοιχείων της δομής και λειτουργίας του λιμνοθαλάσσιου οικοσυστήματος οδήγησε στην κατασκευή του ηλεκτρονικού εκπαιδευτικού υλικού με τίτλο «Η Λιμνοθάλασσα». Το υλικό αυτό αποβλέπει στην υλοποίηση προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με στόχο μαθητές των δύο τελευταίων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου να κατανοήσουν τη λειτουργία των οικοσυστημάτων και να αναπτύξουν φιλικές αντιλήψεις και στάσεις για το φυσικό περιβάλλον. Το προτεινόμενο εκπαιδευτικό υλικό οργανώθηκε και σχεδιάστηκε με βάση το πλαίσιο αρχών της βιωματικής και εποικοδομητικής μάθησης, αλλά και του ηλεκτρονικού εκπαιδευτικού υλικού (πολυμεσικές εφαρμογές)· χρησιμοποιεί ως βασική μεθοδολογική προσέγγιση τη «Μετακίνηση στο πεδίο» και εφαρμόζει τη διαμορφωτική αξιολόγηση των γνώσεων του μαθητή. Το εκπαιδευτικό υλικό είναι οργανωμένο σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος περιλαμβάνει πέντε ενότητες, (Το Οικοσύστημα, Ο Βιότοπος της Λιμνοθάλασσας, Οι Οργανισμοί της Λιμνοθάλασσας, Το Τροφικό Πλέγμα της Λιμνοθάλασσας, Εξοπλισμός Δειγματοληψίας και Παρατήρησης), οι τέσσερις από τις οποίες εισάγουν τους μαθητές στη δομή και λειτουργία του Μεσογειακού λιμνοθαλάσσιου οικοσυστήματος. Στην πέμπτη ενότητα, που απευθύνεται τόσο στους μαθητές όσο και στους εκπαιδευτικούς, δίνεται περιγραφή και ο τρόπος χρήσης οργάνων μέτρησης φυσικών και χημικών χαρακτηριστικών του ύδατος και συλλογής και παρατήρησης οργανισμών. Κάθε ενότητα καταλήγει σε έναν ανακεφαλαιωτικό αυτοέλεγχο γνώσης που περιλαμβάνει ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής και σταυρόλεξα. Όροι κλειδιά και άγνωστες έννοιες ορίζονται στο γλωσσάριο. Το δεύτερο μέρος του εκπαιδευτικού υλικού που έχει τίτλο «Μετακίνηση στο πεδίο» απευθύνεται στους εκπαιδευτικούς. Δίνονται οδηγίες για την προετοιμασία των μαθητών, την οργάνωση της μετακίνησής τους στο πεδίο, τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο πεδίο και μετά την επιστροφή τους στο σχολείο. Η ενότητα αυτή συνοδεύεται από χρήσιμους καταλόγους και φύλλα εργασίας. Δίνεται ακόμη ένας σύντομος κατάλογος συμπληρωματικών πηγών. Η αρχική οθόνη του λογισμικού περιβάλλοντος του εκπαιδευτικού υλικού «Η Λιμνοθάλασσα» περιλαμβάνει τον κεντρικό κατάλογο των περιεχομένων, δηλαδή τις επιμέρους ενότητες του εκπαιδευτικού υλικού. Στο πάνω μέρος της οθόνης και σε όλη τη διάρκεια της εφαρμογής υπάρχει μια εργαλειομπάρα που περιέχει μια σειρά από εικονογραφικά κουμπιά, τα οποία αντιστοιχούν σε ποικίλες εντολές, όπως για παράδειγμα στα εργαλεία αυτοαξιολόγησης της γνώσης, στο γλωσσάριο, στις βιβλιογραφικές πηγές κ.α. Στην κεντρική οθόνη ορισμένων ενοτήτων εμφανίζονται κουμπιά που οδηγούν σε υποενότητες. Στην οθόνη μιας ενότητας ή υποενότητας εμφανίζονται κείμενο, φωτογραφίες και απεικονίσεις, καθώς και ένας αριθμός κουμπιών που αντιστοιχούν σε μια ποικιλία εντολών, όπως για παράδειγμα εκτύπωση, ερμηνεία όρου, αφήγηση, προβολή βιντεοταινίας, συναρμολόγηση απεικονίσεων κ.α. Το υλικό φιλοδοξεί να αποτελέσει τη βάση συστηματικής διερεύνησης των δυνατοτήτων που προσφέρει μια τέτοια προσέγγιση στο χώρο της «Εκπαίδευσης στα Υδάτινα Περιβάλλοντα». 1258 15 13 Δοκιμές ελέγχου μιας αριθμητικής επίλυσης της εξίσωσης μεταφοράς-διάχυσης σε μία και δύο διαστάσεις Validity tests of a numerical solution of the advection-diffusion equation in one and two dimensions 1259 230 313 Διερεύνηση των μεταβολών του πάχους της στοιβάδας των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς (RNFL) σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη Purpose: To evaluate peripapillary retinal nerve fiber layer (RNFL) changes in patients with diabetes mellitus (DM) and compare them with those of normal population. In addition, this study aims to determine potential factors, affecting RNFL changes in patients with DM. Methods: Participants in this study were 107 patients (211 eyes) with DM and 100 healthy controls (200 eyes). Diabetic patients were further classified into 4 groups depending on severity of diabetic retinopathy (no retinopathy, mild, moderate, severe non-proliferative diabetic retinopathy and proliferative diabetic retinopathy), while presence of macular edema was also assessed. All participants underwent spectral-domain optical coherence tomography (SD-OCT) to measure RNFL thickness, while demographic and clinical characteristics of the participants were also recorded. Results: Patients with DM with or without DR presented significantly decreased peripapillary RNFL thickness in all quadrants. In the diabetic group, the multivariate analysis showed a significant association between decreased average RNFL thickness and increased HbA1c (p<0.001), longer DM duration (p=0.007) and more severe diabetic retinopathy status (p=0.016), while presence of DME, age, gender, hypertension and hyperlipidaemia were not found to be associated with RNFL thickness decrease. Conclusion: Diabetes mellitus seems to affect RNFL thickness, suggesting that early neurodegenerative changes may occur, potentially before microvascular alterations. Since duration of disease, DR severity and HbAlc levels were associated with RNFL thinning, modifying glycaemic control seems to be important to potentially prevent the development of DM complications. Σκοπός: Να αξιολογηθούν οι αλλαγές στο πάχος της στιβάδας των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς (RNFL) σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔ) και να συγκριθούν με αυτές του φυσιολογικού πληθυσμού. Επιπλέον, η παρούσα μελέτη στοχεύει στον προσδιορισμό των πιθανών παραγόντων που επηρεάζουν τις μεταβολές του RNFL σε ασθενείς με ΣΔ. Μέθοδοι: Συμμετέχοντες σε αυτή τη μελέτη ήταν 107 ασθενείς (211 οφθαλμοί) με ΣΔ και 100 υγιή άτομα (200 μάτια). Οι διαβητικοί ασθενείς ταξινομήθηκαν περαιτέρω σε 4 ομάδες, ανάλογα με τη σοβαρότητα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (χωρίς αμφιβληστροειδοπάθεια, ήπια, μέτρια, σοβαρή μη πολλαπλασιαστική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και πολλαπλασιαστική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια), ενώ παράλληλα εκτιμήθηκε η παρουσία οιδήματος της ωχράς κηλίδας. Όλοι οι συμμετέχοντες υπεβλήθησαν σε εξέταση οπτικής τομογραφίας συνοχής (SD-OCT) για τη μέτρηση του πάχους της στιβάδας των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς (RNFL), ενώ καταγράφηκαν επίσης τα δημογραφικά και κλινικά χαρακτηριστικά των συμμετεχόντων. Αποτελέσματα: Ασθενείς με ΣΔ με ή χωρίς διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (ΔΑ) παρουσιάζουν σημαντικά μειωμένο πάχος της στιβάδας περί των νευρικών ινών του αμφιβληστροειδούς RNFL, σε όλα τα τεταρτημόρια. Στην ομάδα των διαβητικών, η πολυπαραγοντική ανάλυση έδειξε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του μέσου μειωμένου πάχους RNFL και της αυξημένης HbA1c (p <0.001), μεγαλύτερης διάρκειας ΣΔ (p = 0.007) και πιο σοβαρής μορφής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (p = 0.016) , ενώ η παρουσία του διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας (DME), η ηλικία, το φύλο, η υπέρταση και η υπερλιπιδαιμία δεν συσχετίστηκαν με μείωση του πάχους RNFL. Συμπέρασμα: Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) φαίνεται να επηρεάζει το πάχος του RNFL, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να εμφανιστούν πρώιμες νευροεκφυλιστικές αλλαγές, πιθανώς πριν από τις μικροαγγειακές αλλοιώσεις. Δεδομένου ότι η διάρκεια της νόσου, η σοβαρότητα της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (ΔΑ) και τα επίπεδα HbA1c συσχετίστηκαν με την μείωση του πάχους του RNFL, η γλυκαιμική ρύθμιση φαίνεται να είναι σημαντική για την πιθανή πρόληψη της ανάπτυξης επιπλοκών από ΣΔ. 1260 233 237 Εκφραζόμενο συναίσθημα και σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας The term burnout syndrome is the physical, sentimental and spiritual worker's stress, during his effort of adjustment in his everyday demands and difficulties which are related with his duties. Burnout is a syndrome which is characterized from three dimensions-emotional exhaustion, depersonalization, lack of personal achievements-and it seems to appear frequently among health professionals and most specifically among mental health professionals. Despite the enormous interest for the burnout syndrome in a number of professionals, there are studies for the mental health professionals which examine aspects of professional exhaustion. In general the number of systematic efforts of understanding the appearance of the syndrome of burnout in this very "special" professional team is limited. Expressed Emotion is a potentially useful "construction" for measuring the quality of the relationship between a professional and a patient, which represents some central aspects of interpersonal relationships. It includes measurements of critical attitude, hostility, cordiality, positive feedback and emotional over involvement on the part of an important person towards the mentally ill. Surveys to mental health professionals show that there are high levels of EE in their relationship to patients in a wide range of diagnoses, although there is no evidence of a strong correlation between high EE mental health professionals and relapses of the patients they take care of. Few researchers have tried to investigate the relationship between EE and professional burnout and the findings of these studies are contradictory. Ο όρος burnout εκφράζει τη σωματική, συναισθηματική και πνευματική καταπόνηση και εξάντληση του εργαζόμενου κατά την προσπάθεια ανταπόκρισής του στις καθημερινές απαιτήσεις και δυσκολίες που παρουσιάζονται στον εργασιακό χώρο. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από τρεις διαστάσεις-συναισθηματική εξάντληση, αποπροσωποποίηση, έλλειψη προσωπικών επιτευγμάτων και φαίνεται να εμφανίζεται συχνά μεταξύ των επαγγελματιών υγείας και πιο συγκεκριμένα ψυχικής υγείας. Παρά το τεράστιο ενδιαφέρον για το σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης σε πλήθος επαγγελματιών, για τους εργαζόμενους ψυχικής υγείας υπάρχουν μελέτες που εξετάζουν τις πτυχές της επαγγελματικής εξουθένωσης, αλλά γενικά είναι περιορισμένος ο αριθμός των συστηματικών προσπαθειών κατανόησης της εμφάνισης του συνδρόμου επαγγελματικής εξουθένωσης σε αυτή την πολύ «ιδιαίτερη» επαγγελματική ομάδα. Το Εκφραζόμενο Συναίσθημα (ΕΣ) είναι μια δυνητικά χρήσιμη «κατασκευή» για τη μέτρηση της ποιότητας της σχέσης ανάμεσα σε επαγγελματία και ασθενή, η οποία αναπαριστά κάποιες κεντρικές πτυχές των διαπροσωπικών σχέσεων. Συμπεριλαμβάνει μετρήσεις της κριτικής στάσης, της εχθρότητας, της εγκαρδιότητας, των θετικών σχολίων και της συναισθηματικής υπερεμπλοκής από τη μεριά ενός σημαντικού προσώπου απέναντι στον ψυχικά ασθενή. Οι έρευνες σε επαγγελματίες ψυχικής υγείας δείχνουν πως επικρατούν υψηλά επίπεδα ΕΣ στη σχέση τους με ασθενείς σε ένα ευρύ φάσμα διαγνώσεων, ωστόσο δεν υπάρχουν αποδείξεις μιας ισχυρής συσχέτισης μεταξύ υψηλού Ε.Σ. στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας και υποτροπών των ασθενών που φροντίζουν. Λίγοι ερευνητές προσπάθησαν να διερευνήσουν τη σχέση ανάμεσα σε ΕΣ και επαγγελματική εξουθένωση και τα ευρήματα αυτών των μελετών είναι αντιφατικά. 1261 53 55 This document compares perinatal outcomes of different types of AHR pregnancies with each other and with those of spontaneously conceived pregnancies. Clinicians will be better , informed about the adverse outcomes that have been documented in association with AHR, including obstetrical complications adverse perinatal outcomes, multiple gestations, preterm birth and low birth weight Η παρούσα εργασία περιγράφει τα περιγεννητικά αποτελέσματα των κυήσεων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής συγκρίνοντας τα τόσο μεταξύ τους, όσο και με τα περιγεννητικά αποτελέσματα των αυτόματων κυήσεων. Σκοπός είναι να ενημερωθούν οι κλινικοί γιατροί για την περιγεννητική έκβαση των κυήσεων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, συμπεριλαμβανομένων των μαιευτικών επιπλοκών, των πολύδυμων κυήσεων, των πρόωρων τοκετών και του χαμηλού βάρους γέννησης. 1262 197 204 Economic development for Greece and Turkey is a major issue. If there is economic growth then both countries can make a social and cultural development. The economy can also secure national security for each country. Thus, the economic development is also a priority for both countries. This thesis examines the problems and the economic development of the two sides and structured in three parts. Firstly, the historical and diplomatic environment of Greece and Turkey analyzed for each period of time, from 1900 until today. The following chapter is about an examination of the economic dimension concerning the three productive sectors of each country which are analyzed. In the last part of each chapter follow the conclusions of each reporting period and the comparative analysis of the structure of the two economies gross domestic product.In the third part of the paper analyzes the dimensions of the underground economy as well as the energy issues of the two countries since the 2000s. Finally, we will see the general conclusions of the work and we will come up with after the detailed analysis examining whether the purpose of the work and if answers were given to the research questions asked. Η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί για την Ελλάδα όσο και για την Τουρκία είναι το μείζον θέμα. Αν υπάρχει οικονομική ευρωστία τότε μπορούν και οι δύο χώρες να προβούν σε κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη. Επίσης, η οικονομία μπορεί να διασφαλίσει και την εθνική ασφάλεια κάθε χώρας. Έτσι, η ανάπτυξη της οικονομίας αποδεικνύεται και πρωταρχικό μέλημα και για τις δύο χώρες. Η παρούσα μελέτη εξετάζει τα προβλήματα και την ανάπτυξη της οικονομίας των δύο χώρων και διαρθρώνεται σε τρία μέρη. Πρώτα, αναλύεται το ιστορικό – διπλωματικό περιβάλλον της Ελλάδας και της Τουρκίας για κάθε εξεταζόμενη χρονική περίοδο από το 1900 μέχρι και τις μέρες μας. Ακολουθεί η εξέταση της οικονομικής διάστασης στην οποία αναλύονται οι τρεις παραγωγικοί τομείς κάθε χώρας. Στο τελευταίο μέρος κάθε κεφαλαίου ακολουθούν τα συμπεράσματα από κάθε εξεταζόμενη περίοδο καθώς και η συγκριτική ανάλυση μεταξύ της διάρθρωσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος των δύο οικονομιών. Στο τρίτο μέρος της εργασίας, αναλύονται οι διαστάσεις της παραοικονομίας καθώς και τα ενεργειακά ζητήματα που απασχολούν τις δύο χώρες μετά τη δεκαετία του 2000. Μετά από αυτά υπάρχουν τα γενικά συμπεράσματα της εργασίας στα θα καταλήξουμε μετά από την λεπτομερή ανάλυση και εξετάσουμε αν επιτεύχθηκε ο σκοπός της εργασίας και αν δόθηκαν απαντήσεις στα ερευνητικά ερωτήματα που τέθηκαν. 1263 234 262 The implementation of the Group Investigation technique at the lesson of History in the 6th grade of Primary School Η εφαρμογή της τεχνικής Group Investigation στο μάθημα της Ιστορίας στην ΣΤ’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου This paper aims to explore changes in behavior and interaction among students during the course of History lesson with the Group Investigation method. The method was introduced in 1976 by Sharan & Sharan as "small group teaching" and in 1980 Sharan & Lazarowitz gave it its present form. Group Investigation encourages students to collaborate and explore the topic they are interested in, earning far more benefits than individual work. This research was carried out at the 18th Primary School of Xanthi, in the sixth grade, after a teacher's short training program had been done. The method chosen for the realization of the research is qualitative, because its object was attitudes and behaviors, reason and actions, limited number of subjects (students and teachers), during the course of History with the Group Investigation method. In particular, this is a case study, of a particular classroom, designed to outline a teaching-learning situation. For data collection, observation forms, research diary, questionnaires and semi-structured interviews were designed and used. The results of the collaborative method Group Investigation showed, in line with previous research data, its positive contribution to the development of social interactions, collaborative and communicative skills of students, as they cultivated problem solving or difficulties in working groups, and have greatly enhanced their positive interdependence, individual responsibility and self-confidence. Η παρούσα εργασία έχει σκοπό να διερευνήσει τις αλλαγές στη συμπεριφορά και στην αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας του μαθήματος της Ιστορίας με τη μέθοδο «έρευνα σε ομάδα» (Group Investigation). Η μέθοδος παρουσιάστηκε το 1976 από τους Sharan & Sharan ως «διδασκαλία σε μικρές ομάδες» και το 1980 οι Sharan & Lazarowitz της έδωσαν την τωρινή της μορφή. Η «έρευνα σε ομάδα» ενθαρρύνει τους μαθητές να συνεργάζονται και να διερευνούν τη θεματική που τους ενδιαφέρει, αποκομίζοντας πολύ περισσότερα οφέλη από ότι με την ατομική εργασία. Η εν λόγω έρευνα πραγματοποιήθηκε στο 18ο Δημοτικό Σχολείο Ξάνθης, στην Έκτη τάξη, αφού προηγουμένως εκπονήθηκε ένα σύντομης διάρκειας «πρόγραμμα εκπαίδευσης» της εκπαιδευτικού. Η μέθοδος που επιλέχθηκε για την υλοποίηση της έρευνας είναι ποιοτική, διότι το αντικείμενό της ήταν στάσεις και συμπεριφορές, λόγος και πράξεις, περιορισμένου αριθμού υποκειμένων (μαθητών και εκπαιδευτικού), στη διάρκεια ανάπτυξης του μαθήματος της Ιστορίας με τη μέθοδο «έρευνα σε ομάδα». Συγκεκριμένα, πρόκειται για μια μελέτη περίπτωσης, μιας συγκεκριμένης σχολικής τάξης, που σχεδιάστηκε για να σκιαγραφήσει μια κατάσταση διδασκαλίας-μάθησης. Για τη συλλογή των δεδομένων σχεδιάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν φόρμες (σχάρες) παρατήρησης, ερευνητικό ημερολόγιο, ερωτηματολόγια και ημιδομημένες συνεντεύξεις. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής της συνεργατικής μεθόδου «έρευνα σε ομάδα» έδειξαν, σε συμφωνία με προηγούμενα ερευνητικά δεδομένα, τη θετική συμβολή της στην ανάπτυξη των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων, των συνεργατικών και επικοινωνιακών δεξιοτήτων των μαθητών, καθώς καλλιέργησαν δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων ή δυσκολιών, στο πλαίσιο λειτουργίας των ομάδων, και ενίσχυσαν σημαντικά την θετική αλληλεξάρτηση, την ατομική ευθύνη και την αυτοπεποίθησή τους. 1264 302 298 Classroom management in kindergarten: theoretical and empirical approach Διαχείριση τάξης στο νηπιαγωγείο: θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση Classroom management in kindergarten is a very important issue for the educational community. Preschool teachers face many and different kinds of forms and tension problems in their classes. In the context of their educational work, prevention, treatment and resolution of such troublesome situations are included. The aim of this paper is to explore Greek-language and foreign-language literature and draw conclusions about the factors that play a role in preschool class management. In particular, the theoretical part of this work refers to the concepts of "school class", "preschool classroom" and "classroom management". Also, there is a detailed presentation of the factors which make preschool class management efficient, along with the prevention and dealing strategies of problems that come up during their lessons. In the empirical part of this work, there has been a collection, analysis and interpretation of the data gathered with the research tool of a questionnaire from 143 preschool teachers of the Prefecture of Kavala was carried out. In particular, the following were investigated: a) the importance that preschool teachers point to the issue of preschool classroom management; b) the views preschool teachers hold on factors that contribute to proper management of preschool classes: c) the preschool teacher’s behavior towards classroom management d) the views of preschool teachers concerning techniques of prevention and treatment that can be applied during learning processes and e) the causes that disrupt classroom function on a daily basis. Research findings show that the introduction of classroom rules in conjunction with good interpersonal relationships contribute to the proper management of the preschool classroom. Also, in our research, preschool teachers mainly use discussion with children of their class as a tool to solve each difficult situation and they consider the use of social rewards as a incentive to best results Η διαχείριση της τάξης στο νηπιαγωγείο αποτελεί ένα πολυσήμαντο ζήτημα που απασχολεί την εκπαιδευτική κοινότητα. Οι νηπιαγωγοί αντιμετωπίζουν πολλά και διαφορετικής μορφής και έντασης προβλήματα στην τάξη τους. Στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού τους έργου εντάσσεται η πρόληψη, η αντιμετώπιση και η επίλυση αυτών των προβλημάτων. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αναδίφηση της ελληνόγλωσσης και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας και η εξαγωγή διαπιστώσεων σχετικά με τους παράγοντες που παίζουν ρόλο στη διαχείριση τάξεων νηπιαγωγείου. Ειδικότερα, στο θεωρητικό μέρος της παρούσας εργασίας γίνεται αναφορά στις έννοιες «σχολική τάξη», «νηπιαγωγείο» και «διαχείριση σχολικής τάξης». Στη συνέχεια παρατίθενται οι παράγοντες που καθιστούν τη διαχείριση μιας τάξης νηπιαγωγείου αποτελεσματική καθώς και οι στρατηγικές πρόληψης και αντιμετώπισης που χρησιμοποιούν οι νηπιαγωγοί προκειμένου να επιλύσουν τα προβλήματα που προκύπτουν στη τάξη τους. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας, πραγματοποιήθηκε η συλλογή, ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο από 143 νηπιαγωγούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Νομού Καβάλας. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκαν τα εξής: α) η σημασία που αποδίδουν οι νηπιαγωγοί στο ζήτημα της διαχείρισης τάξης νηπιαγωγείου β) οι απόψεις των νηπιαγωγών αναφορικά με τους παράγοντες που συμβάλλουν στη σωστή διαχείριση μιας τάξης νηπιαγωγείου γ) η συμπεριφορά της νηπιαγωγού στη διαχείριση της τάξης δ) οι απόψεις των νηπιαγωγών σχετικά με τις τεχνικές πρόληψης και αντιμετώπισης που εφαρμόζουν κατά τη διαδικασία της μάθησης καθώς και ε) τα αίτια που διαταράσσουν καθημερινά τη λειτουργία της σχολικής τάξης. Μέσα από τα ευρήματα της έρευνας, αναδεικνύεται ότι η θέσπιση κανόνων λειτουργίας στη τάξη σε συνδυασμό με τις καλές διαπροσωπικές σχέσεις συμβάλλουν στη σωστή διαχείριση της τάξης του νηπιαγωγείου. Επίσης, οι νηπιαγωγοί, στην έρευνα μας, χρησιμοποιούν κυρίως τη συζήτηση με τα παιδιά της τάξης τους για να επιλύσουν μία δύσκολη κατάσταση και θεωρούν ότι η χρήση των κοινωνικών αμοιβών επιφέρει τα καλύτερα αποτελέσματα 1265 137 145 Τρόποι εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από το 1975 έως το 2015 The present research deals with the ways students enter the higher education in Greece from1975 to 2015. There has been an effort to highlight the conditions of each education system so that students can enter the higher and the highest education, as well as analyzing the evaluation. Moreover, a historical review was made on both political and educational levels from 1975 to 2015. The common aim of the education systems was to make known a workable and effective way of getting into higher education. The overall conclusion of the survey was that over the years educational systems have been "recycled" with modifications that adapt them to the philosophy of the respective governments. To the practical part, seven teachers of secondary education express their point of view for educational systems, as well as the emotional effect on students. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τους τρόπους εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, στον ελλαδικό χώρο από το 1975 έως το 2015. Γίνεται προσπάθεια ανάδειξης των προϋποθέσεων του κάθε εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να εισαχθούν οι μαθητές στην Ανώτερη και Ανώτατη εκπαίδευση, καθώς επίσης αναλύθηκε και η αποτίμησή τους. Επιπρόσθετα, πραγματοποιήθηκε ιστορική αναδρομή τόσο σε πολιτικό επίπεδο, όσο και σε εκπαιδευτικό, την περίοδο από το 1975 έως το 2015. Κοινός στόχος των συστημάτων, ήταν η ανάδειξη ενός αξιοκρατικού και αποτελεσματικού τρόπου εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το συνολικό συμπέρασμα της έρευνας, ήταν πως με το πέρασμα των χρόνων τα εκπαιδευτικά συστήματα «ανακυκλώνονται» με τροποποιήσεις οι οποίες τα προσαρμόζουν στη φιλοσοφία των εκάστοτε κυβερνήσεων. Στο εμπειρικό μέρος, παρουσιάζονται οι απόψεις 7 καθηγητών της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για τα συστήματα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια, καθώς και για τη συναισθηματική τους επίδραση στους μαθητές. 1266 118 141 Ovarian Hyperstimulation Syndrome (OHSS) is a rare, iatrogenic complication due to ovarian stimulation in assisted reproduction protocols that occurs during either the luteal phase or early pregnancy. This syndrome is characterized by ovarian enlargement, due to multiple ovarian cysts, and an acute fluid shift from the intravascular into the extravascular space due to increased capillary permeability. Severe forms of OHSS can be life threatening and include ascites, pleural effusion, hemoconcetration, hypovolemia, and electrolyte imbalances. Given the morbidity and mortality of OHSS, prevention is better than cure in this iatrogenic disorder. The aim of the management is the improvement of the patient and, in the case of deteriorating OHSS, its recognition and interventional therapy, which requires careful fluid management. Το σύνδρομο υπερδιέγερσης των ωοθηκών (Ovarian Hyperstimulation Syndrome – OHSS) είναι μία σπάνια, ιατρογενής επιπλοκή της ωοθηκικής διέγερσης κατά την εφαρμογή πρωτοκόλλων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, η οποία συμβαίνει είτε κατά την ωχρινική φάση, είτε κατά την πρώιμη εγκυμοσύνη. Το σύνδρομο αυτό χαρακτηρίζεται από μεγέθυνση των ωοθηκών, εξαιτίας της ανάπτυξης πολλαπλών ωοθηκικών κύστεων, και από τη μετακίνηση υγρών από τον ενδαγγειακό στον τρίτο χώρο, λόγω αυξημένης διαπερατότητας των τριχοειδών. Η σοβαρή μορφή του συνδρόμου είναι απειλητική για τη ζωή και η κλινική εικόνα εμφανίζεται με ασκίτη, πλευρική συλλογή, αιμοσυμπύκνωση, υποβολαιμία και ηλεκτρολυτικές διαταραχές. Δεδομένου της νοσηρότητας και θνητότητας του συνδρόμου είναι καλύτερη η πρόληψη από την θεραπεία της ιατρογενούς αυτής διαταραχής. Ο στόχος της θεραπείας είναι η επιβεβαίωση της βελτίωσης της ασθενούς, και, στην περίπτωση επιδεινούμενου συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών, η αναγνώριση και η παρεμβατική του αντιμετώπιση, η οποία απαιτεί προσεχτική διαχείριση υγρών. 1267 219 198 Life events and illustrated child literature for children of preschool and elementary first age Γεγονότα ζωής και εικονογραφημένη παιδική λογοτεχνία για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας The purpose of this project is to investigate the depictions of certain life events, and more specifically death and divorce, in illustrated child literature for preschool and Elementary First age children. The study includes two parts; in the first, theoretical part we studied the issues of death and divorce in the light of psychology and also the way literature has approached them over the years. The writing of the theoretical part of the project was a prerequisite of the second part of this study, namely the process of reading books, because that was how we were able to perceive the ideologies and approaches of the books. This research was achieved through the quality analysis of data from ten (10) illustrated child books related to our subject. The results have shown that there is a differentiation in the approach to the issue of death in contrast to divorce, where the depictions show a commonplace. They have also shown that the way in which these issues are dealt with is realistic, as it is presented by the vocabulary used in the books and the description of the events. This way corresponds to modern views, which support the need for the child to get in touch with reality. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση των απεικονίσεων των γεγονότων ζωής και συγκεκριμένα του θανάτου και του διαζυγίου, στην παιδική εικονογραφημένη λογοτεχνία για παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας. Η εργασία περιλαμβάνει δύο μέρη: στο πρώτο, το θεωρητικό μελετήσαμε το θέμα του θανάτου και του διαζυγίου υπό το πρίσμα της ψυχολογίας αλλά και πως η λογοτεχνία τα προσέγγισε στην διάρκεια των χρόνων. Η συγγραφή του θεωρητικού μέρους της εργασίας, ήταν απαραίτητο να προηγηθεί του δεύτερου μέρους της εργασίας, αυτό της μελέτης των βιβλίων, διότι έτσι ήμασταν σε θέση να αντιληφθούμε τις ιδεολογίες και τις προσεγγίσεις των βιβλίων. Η διερεύνηση αυτή επιτεύχθηκε μέσω της ποιοτικής ανάλυσης δεδομένων δέκα (10) παιδικών εικονογραφημένων βιβλίων, σχετικών με το θέμα μας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπάρχει διαφοροποίηση στον τρόπο προσέγγισης του θέματος του θανάτου σε αντίθεση με του διαζυγίου, όπου οι απεικονίσεις εμφανίζουν μία κοινοτυπία. Έδειξαν, επίσης, ότι ο τρόπος διαχείρισης των θεμάτων είναι ρεαλιστικός όπως φαίνεται από το λεξιλόγιο των βιβλίων και από την περιγραφή των γεγονότων. Ο τρόπος αυτός, συμβαδίζει με τις σύγχρονες απόψεις, οι οποίες υποστηρίζουν την ανάγκη να φέρουμε σε επαφή το παιδί με την πραγματικότητα. 1268 266 289 Μοριακή ανάλυση για αντοχή σε ιούς απογόνων γενεαλογικής επιλογής σε πληθυσμούς φακής Lentil similarly to other legumes is rich in nutrients and its cultivation is compatible with sustainable farming systems that are important in meeting the increasing needs for food and feed. A factor that leads to yield reduction in lentil is viral infections. The plants that were examined in the present study are the product of a single seed descent breeding project conducted by Dr. Anastasia Kargiotidou during her PhD studies and are putatively resistant to infection by viruses especially seed borne ones, since that was one of the primary goals of her research. The genetic material in question comprises 27 genotypes that have originated from 3 local populations that are cultivated in three areas, namely Elassona, Leukada and Evros. The plants were cultivated in an RCB experimental design to test their performance under low input farming. At the same time, DNA from the different genotypes was extracted and tested through High Resolution Melting Curve (HRM) analysis for polymorphic patterns using 6 SSR markers. The primer pairs for SSR markers 19, 33, 59, 80, 154 and 156 were used to investigate the genetic dissimilarity and genetic distance among the three populations. In summary, there was no correlation between polymorphic patterns and putative resistance to viruses because on the one hand, yield analyses did not reveal any significant statistical difference among the different genotypes and on the other hand, the polymorphisms generated through the HRM analysis of the SSR markers were few. The only classification possible was the construction of two groups of genotypes, i.e. those that originated from the areas Elassona and Leukada and those from Evros Η φακή, όπως και τα περισσότερα ψυχανθή, είναι πλούσια σε θρεπτικά στοιχεία και η καλλιέργεια της είναι συμβατή με τα αειφορικά συστήματα καλλιέργειας που είναι απαραίτητα για να καλυφθούν οι συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες σε τρόφιμα με βιώσιμο τρόπο. Ένας παράγοντας που έχει σημαντική αρνητική επίδραση στην απόδοση της φακής είναι οι προσβολές από ιώσεις. Τα φυτά που χρησιμοποιήθηκαν στις αναλύσεις της παρούσας μελέτης έχουν προκύψει έπειτα από γενεαλογική επιλογή, στα πλαίσια της έρευνας διδακτορικής διατριβής της Δρ. Αναστασίας Καργιωτίδου, με πιθανή ανθεκτικότητα σε ιώσεις και ιδιαίτερα τις σπορομεταδιδόμενες, που ήταν ανάμεσα στους βελτιωτικούς στόχους της έρευνας. Πρόκειται για 27 συνολικά γενοτύπους, οι οποίοι προέρχονται από 3 αρχικούς πληθυσμούς που καλλιεργούνται στις περιοχές Ελασσόνα, Λευκάδα και Έβρος. Έγινε εγκατάσταση των φυτών στον αγρό με πειραματικό σχέδιο RCB τριών επαναλήψεων για την εκτίμηση της απόδοσης των φυτών σε συνθήκες καλλιέργειας χαμηλών εισροών, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκε ανάλυση του γενετικού υλικού των ίδιων γενοτύπων στο εργαστήριο με χρήση της μεθόδου ανάλυσης καμπύλης τήξης υψηλής διακριτικής ικανότητας (HRM). Για τις αντιδράσεις χρησιμοποιήθηκαν τα ζεύγη εκκινητών 19, 33, 59, 80, 154 και 156 για την ανάλυση των αντίστοιχων SSR δεικτών. Υπολογίστηκε η γενετική ανομοιομορφία μεταξύ των γενοτύπων, καθώς και η γενετική απόσταση των τριών πληθυσμών. Τελικά, δεν ήταν δυνατόν να γίνει κάποιος συσχετισμός με την ανθεκτικότητα σε ασθένειες καθώς από τη μία πλευρά η στατιστική ανάλυση των αποδόσεων δεν έδωσε στατιστικά σημαντικές διαφορές ανάμεσα στους γενοτύπους, και από την άλλη η παραλλακτικότητα που βρέθηκε από τους δείκτες SSR ήταν μικρή. Ο πολυμορφισμός που εμφάνισαν οι SSR δείκτες ήταν ωστόσο αρκετός ώστε να γίνει διαφοροποίηση ανάμεσα στα φυτά που προέρχονται από τον Έβρο σε σύγκριση με αυτά που προέρχονται από τις δύο άλλες περιοχές 1269 263 240 Η ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων των μαθητών μέσα απο την ομαδική διδασκαλία The purpose of the present study is to examine the contribution of group teaching to the development of interpersonal relationships among pupils. In the theoretical stage, the concepts of teaching, team, and group teaching are approached. What ensues is a historical review of the evolution of this teaching method, presenting the reasons for its integration in the educational process. Further on, the prerequisites for the successful implementation of group teaching are mentioned, complemented by a description of the relevant stages to be followed, all subsequently concluded by an attempt to register its advantages and disadvantages. Moreover, the group-assembling criteria as well as the experts’ standpoints regarding the optimal number of participants in a group are highlighted. Finally, the relationships cultivated among pupils through collaboration within the spectrum of group teaching are presented. The research of this study features the opinions of Primary Education teachers in active employment as regards the enhancement of interpersonal relationships among pupils through group teaching. In particular, 10 Primary Education teachers holding positions in schools within the Prefecture of Thessaloniki participated in the investigation, which utilized structured interview as a research tool. The investigation showcased the crucial contribution of group teaching to the realm of knowledge, and even more so to that of social standing. Furthermore, the shortcomings of group teaching in regard to the tension and noise created are brought under the spotlight. Issues such as the prospect of duty assignment only to pupils of high prowess, as well as the time required for the educational goals to be accomplished through this educational method are also touched upon. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τη συμβολή της ομαδικής διδασκαλίας στην ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων των μαθητών. Στο θεωρητικό μέρος, προσεγγίζονται οι έννοιες της διδασκαλίας, της ομάδας και της ομαδικής διδασκαλίας. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται μία ιστορική αναδρομή της εξέλιξης αυτής της διδακτικής μεθόδου και παρουσιάζονται οι λόγοι ένταξή της στην εκπαιδευτική διαδικασία και οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να εφαρμοστεί επιτυχώς. Περιγράφονται τα στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της ομαδικής διδασκαλίας. Ακόμη, παραθέτονται τα κριτήρια σύνθεσης των ομάδων και οι απόψεις των ειδικών για τον αριθμό μελών που πρέπει να αποτελείται μία ομάδα. Τέλος, παρουσιάζονται οι σχέσεις που αναπτύσσουν οι μαθητές μέσα από τη συνεργασία τους στο πλαίσιο της ομαδικής διδασκαλίας. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν οι απόψεις των εν ενεργεία εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων των μαθητών μέσω της ομαδικής εργασίας. Ειδικότερα, στην έρευνα συμμετείχαν 10 εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι διδάσκουν σε σχολεία του Νομού Θεσσαλονίκης, και χρησιμοποιήθηκε ως ερευνητικό εργαλείο η δομημένη συνέντευξη. Η έρευνα ανέδειξε τη σημαντική συμβολή της ομαδικής διδασκαλίας στο γνωστικό και ακόμα περισσότερο στον κοινωνικό τομέα. Επίσης, αναδείχθηκαν τα μειονεκτήματα της ομαδικής διδασκαλίας που αφορούσαν στη φασαρία που δημιουργείται, στην πιθανότητα εργασίας και ανάληψης αρμοδιοτήτων μόνο από πλευράς δυνατών μαθητών και στον χρόνο που χρειάζεται για να επιτευχθούν οι διδακτικοί στόχοι μέσα από αυτή τη διδακτική μέθοδο. 1270 263 251 Αξιολόγηση επενδύσεων στην ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας In the present thesis we will study the most important Renewable Energy Sources, namely, the solar and the wind, which nowadays consists one of the most promising renewable energy sources (Varun et al. 2009). To begin with, in the first chapter we will examine solar, wind, geothermal energy and energy from biomass and we will review the legislation and the energy policies. In the second chapter we will present the support mechanisms for renewable energy technologies, the subsidized programs and the policies which work as incentives for the investment in the energy field in Greece. In the third chapter we will refer to the economic indicators used for the evaluation of the energy efficiency and the RES and finally, in the fourth chapter we will make a political assessment of specific investments in power generation technologies that use RES. The purpose of this paper is the investment assessment in power generation technologies using RES, taking into account the capacity of wind and solar provided in Greece. In order to achieve the goal of the present thesis we will analyze the energy policy, namely the support mechanisms and the incentives (taxes and subsidies). Furthermore, we will analyze the economic indicators used in the evaluation of investments in RSE technologies. However, in order to assess the return on investment we should evaluate financial flow associated with it, that is why we will use a range of assessment criteria of investments. Finally, it is necessary to make some propositions on how to improve the current situation in our country, and to promote the renewable energy technologies. Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία θα μελετηθούν δύο από τις σημαντικότερες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, η ηλιακή και η αιολική, που είναι από τις πλέον υποσχόμενες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (Varun et all., 2009). Αρχικά, στο πρώτο κεφάλαιο θα αναπτυχθούν η ηλιακή, αιολική, η γεωθερμία και η ενέργεια που παράγεται από βιομάζα και θα γίνει μια ανασκόπηση της νομοθεσίας και των ενεργειακών πολιτικών. Στην συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο θα παρουσιαστούν οι μηχανισμοί στήριξης των τεχνολογιών ΑΠΕ, επιδοτούμενα προγράμματα και πολιτικές που αποτελούν κίνητρα για την επένδυση στην ενέργεια στην Ελλάδα. Στο τρίτο κεφάλαιο θα γίνει αναφορά των οικονομικών δεικτών για την αξιολόγηση της ενεργειακής αποδοτικότητας και των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο θα γίνει οικονομική αξιολόγηση επενδύσεων σε φωτοβολταϊκών και ανεμογεννητριών σε τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν ΑΠΕ. Σκοπός της παρούσας εργασίας αποτελεί η αξιολόγηση επενδύσεων σε τεχνολογίες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν ΑΠΕ λαμβάνοντας υπόψη την δυναμικότητα του ανέμου και του ήλιου που παρέχει η Ελλάδα. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού θα αναλυθεί η ενεργειακή πολιτική, δηλαδή οι μηχανισμοί στήριξης και τα κίνητρα (φόροι και επιδοτήσεις). Ακόμη θα αναλυθούν οι οικονομικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση επενδύσεων σε τεχνολογίες ΑΠΕ. Προκειμένου όμως να εκτιμηθεί η αποδοτικότητα μιας επένδυσης θα πρέπει να αξιολογηθούν οι χρηματοροές που συνδέονται με αυτήν, γι’ αυτό και θα χρησιμοποιηθούν μια σειρά από κριτήρια αξιολόγησης επενδύσεων. Τέλος, είναι αναγκαίο να γίνουν κάποιες προτάσεις για τον τρόπο βελτίωσης της παρούσας κατάστασης στην χώρα μας, και να δοθεί ώθηση σε τεχνολογίες ΑΠΕ. 1271 195 183 The educational exploitation of make up techniques and Mantle of the Expert in Secondary Vocational Education Η διδακτική αξιοποίηση των τεχνικών ψιμυθίωσης και του Μανδύα του Ειδικού στη Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Εκπαίδευση This paper explores the impact of innovative teaching approaches on the upgrading of the educational process in Secondary Vocational Education. In this context, the inquiry dramatic method of Mantle of the Expert and the make up techniques were used in the teaching of the course of Ancient Greek Aesthetics and Wellness Techniques in approaching the concepts of well-being and well living. The research purpose was to ascertain their contribution to the cultivation of learning incentives, the experiential involvement of students and the differentiation of their attitude towards the educational process. The teaching intervention was carried out on students of the evening Vocational School and the research method used was research - action. The implementation of the intervention and the evaluation of the results showed the decisive contribution of the applied techniques to the radical reconfiguration of the vocational courses teaching, as it was proved out that they gave an experiential character to teaching, contributed to the meaningful understanding of «well living» and wellness, awakened students’ interest, reinforced group collaborative communication and dynamically influenced the inner of the student group. Η παρούσα εργασία διερευνά την επίδραση των καινοτόμων διδακτικών προσεγγίσεων στην αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας στη Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Εκπαίδευση. Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιήθηκαν διδακτικά η διερευνητική δραματική μέθοδος του Μανδύα του Ειδικού (Mantle of the Expert) και οι τεχνικές ψιμυθίωσης στη διδασκαλία του μαθήματος Αρχαιοελληνικές Τεχνικές Αισθητικής και Ευεξίας για την προσέγγιση των εννοιών της ευεξίας και του εὖ ζῆν. Σκοπός της έρευνας ήταν να διαπιστωθεί η συμβολή τους στην καλλιέργεια κινήτρων μάθησης, στη βιωματική εμπλοκή των μαθητών και στη διαφοροποίηση της στάσης τους απέναντι στην εκπαιδευτική διαδικασία. Η διδακτική παρέμβαση πραγματοποιήθηκε σε μαθητές του Εσπερινού ΕΠΑΛ και η ερευνητική μέθοδος που αξιοποιήθηκε είναι η έρευνα – δράση. Η υλοποίηση της παρέμβασης και η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων κατέδειξαν την καθοριστική συμβολή των τεχνικών που αναπτύχθηκαν στη ριζική αναδιαμόρφωση της διδασκαλίας των επαγγελματικών μαθημάτων, καθώς διαπιστώθηκε ότι προσέδωσαν βιωματικό χαρακτήρα στη διδασκαλία, συνέβαλαν στην ουσιαστική κατανόηση του εὖ ζῆν και της ευεξίας, αφύπνισαν το ενδιαφέρον των μαθητών, ενίσχυσαν την ομαδοσυνεργατική επικοινωνία και επέδρασαν δυναμικά στο εσωτερικό της μαθητικής ομάδας 1272 228 263 Illustrated school book and its contribution in the learning process The present dissertation aims to investigate the contribution of textbook’s illustration to the learning process. Textbook’s illustration is an important element of textbook’s quality which contributes to promote children’s creativity and imagination, improves their critical thinking and ability, while at the same time enhances their good mood and their optimistic feelings. In this paper, the concept of illustration and its function in the illustrated book are investigated. Also, the illustrated book’s history and illustration’s function in the text are presented. A reference has been also made to the factors that determine the illustration’s quality and its importance to the student. The research attempts to outline the perspectives of primary school teachers on the contribution of textbook’s illustrations to the learning process. Fifteen elementary school teachers teaching in Komotini’s schools in 2019-2020 school year participated in the research. It was concluded that teachers a) recognize the contribution of the illustrated textbook to the learning process, b) consider that textbook’s illustrations are not modern and can be improved, c) argue that textbook’s illustration stimulates students’ interest for the lesson, contributes to their good psychology, and improves teaching effectiveness, and d) believe that illustration itself cannot convey the desired meanings and ideas to students, so it is necessary to study themselves in order to be able to guide their students correctly. Η παρούσα εργασία στοχεύει να εξετάσει τη συμβολή της εικονογράφησης του σχολικού εγχειριδίου στη διαδικασία της μάθησης. Η εικονογράφηση του σχολικού εγχειριδίου αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο σε ένα ποιοτικό σχολικό εγχειρίδιο το οποίο θα συμβάλλει στην προώθηση της δημιουργικότητας και της φαντασίας, ενισχύοντας την κριτική σκέψη και ικανότητα των μαθητών, προκαλώντας τους παράλληλα καλή διάθεση και συναισθήματα αισιοδοξίας. Έτσι στην παρούσα εργασία μελετώνται η έννοια της εικονογράφησης και η θέση της στο εικονογραφημένο βιβλίο. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η ιστορική πορεία του εικονογραφημένου βιβλίου και σημειώνονται οι λειτουργίες της εικονογράφησης στο κείμενο. Γίνεται, επίσης, αναφορά στους παράγοντες που καθορίζουν την ποιοτική εικονογράφηση και σημειώνεται η σημασία της για τον μαθητή. Με την πραγματοποίηση της έρευνας επιχειρήθηκε η σκιαγράφηση των απόψεων των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αναφορικά με τη συμβολή της εικονογράφησης του σχολικού εγχειριδίου στη διαδικασία της μάθησης. Σε αυτήν συμμετείχαν δεκαπέντε εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που υπηρετούν σε σχολεία της Κομοτηνής τη σχολική χρονιά 2019-2020. Συμπερασματικά προέκυψε ότι οι εκπαιδευτικοί: α) αναγνωρίζουν τη συμβολή της εικονογράφησης του σχολικού εγχειριδίου στη μάθηση, β) θεωρούν ότι οι εικόνες που συνοδεύουν τα κείμενα του σχολικού εγχειριδίου κατά κύριο λόγο δεν είναι σύγχρονες και δέχονται περιθώρια βελτίωσης στην ποιοτική τους απόδοση, γ) υποστηρίζουν ότι η εικονογράφηση στο σχολικό εγχειρίδιο κεντρίζει το ενδιαφέρον των μαθητών, συμβάλλει στην καλή ψυχολογία τους και βελτιώνει την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας, και δ) θεωρούν ότι η εικονογράφηση από μόνη της δεν μπορεί να μεταδώσει τα επιθυμητά νοήματα και ιδέες στους μαθητές για αυτό κρίνεται αναγκαία η μελέτη τους και από τους ίδιους για να είναι σε θέση να κατευθύνουν σωστά τους μαθητές τους. 1273 296 286 The views of primary school teachers on the contribution of the communication skills of the school principal to its proper functioning: theoretical and research approach Οι απόψεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη συμβολή των επικοινωνιακών δεξιοτήτων του διευθυντή σχολικής μονάδας στην εύρυθμη λειτουργία της: θεωρητική και ερευνητική προσέγγιση Nowadays, the rapid developments in the political, social, technological and economic field, also bring about significant changes in the workplace. The labor market, in order to meet current demands, increases its requirements, creating a competitive framework between both organizations – companies and employees of an organization. The educational field, accepting the effects of the other fields, as there is a relationship of dependence and interaction among them, changes and evolves continuously. Securing success through the effective operation of the school unit, is considered a key concern of each school organization. The communication skills of the Principal ensure a better communication relationship between school community members, positively influencing the smooth and efficient functioning of the school community. The object of the present research is to investigate the role of the communication skills of the Primary school Principal in its proper functioning, through the visual aspect of the teachers. For the specific reason, one hundred (100) primary education teachers from Alexandroupoli were asked about: The quality of the relations between them and their Principal The degree of communication skills provided by their Principal The importance of communication skills in the smooth operation of the school unit The data were obtained through quantitative research, having as a research tool the questionnaire. The results of the survey, after the data collection, showed that the majority of the teachers believe that: The communicative relations between the teachers and the Principals are quite good and there is a cooperative climate between them The Principals have communicative skills to a satisfactory degree Communication skills are a key component of an effective school unit and ensure its smooth operation Στη σημερινή εποχή οι ραγδαίες εξελίξεις στο πολιτικό, κοινωνικό, τεχνολογικό και οικονομικό πεδίο επιφέρουν και σημαντικές μεταβολές στο εργασιακό. Η αγορά εργασίας προκειμένου να ανταποκριθεί στις σύγχρονες επιταγές, αυξάνει τις απαιτήσεις της, δημιουργώντας ένα ανταγωνιστικό πλαίσιο τόσο μεταξύ των οργανισμών – επιχειρήσεων, όσο και ανάμεσα στους εργαζομένους ενός οργανισμού. Το εκπαιδευτικό πεδίο δεχόμενο τις επιδράσεις από τα υπόλοιπά, καθώς υπάρχει μια σχέση εξάρτησης – αλληλεπίδρασης μεταξύ τους, μεταβάλλεται και εξελίσσεται συνεχώς. Η εξασφάλιση της επιτυχίας μέσα από την αποτελεσματική λειτουργία της σχολικής μονάδας, θεωρείται βασικό μέλημα κάθε σχολικού οργανισμού. Οι επικοινωνιακές δεξιότητες του Διευθυντή σχολικής μονάδας, εξασφαλίζουν καλύτερες επικοινωνιακές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της σχολικής κοινότητας, επιδρώντας θετικά στη διασφάλιση της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας της. Αντικείμενο της παρούσας ερευνητικής εργασίας είναι η διερεύνηση του ρόλου των επικοινωνιακών δεξιοτήτων του Διευθυντή σχολικής μονάδας πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην εύρυθμη λειτουργία της, μέσα από την οπτική πλευρά των εκπαιδευτικών. Για το λόγο αυτό ζητήθηκε η άποψη 100 εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Αλεξανδρούπολη σχετικά με: Τη ποιότητα των σχέσεων ανάμεσα σε αυτούς και τον Διευθυντή τους Τον βαθμό επικοινωνιακών δεξιοτήτων που διαθέτει ο Διευθυντής τους Τη σημαντικότητα των επικοινωνιακών δεξιοτήτων στην εύρυθμη λειτουργία της σχολικής μονάδας. Τα στοιχεία αντλήθηκαν μέσω ποσοτικής έρευνας, έχοντας ως ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα της έρευνας μετά τη συλλογή δεδομένων, έδειξαν ότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών θεωρεί πως: Οι επικοινωνιακές σχέσεις ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και στους Διευθυντές είναι αρκετά καλές και επικρατεί κλίμα συνεργασίας μεταξύ τους Οι Διευθυντές διαθέτουν επικοινωνιακές δεξιότητες σε ικανοποιητικό βαθμό Οι επικοινωνιακές δεξιότητες αποτελούν βασικό συστατικό της αποτελεσματικής σχολικής μονάδας και εξασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία της 1274 163 148 Cultivating empathy through drama techniques in the primary school course Theatre Pedagogy Η καλλιέργεια της ενσυναίσθησης μέσω θεατρικών τεχνικών στο μάθημα της θεατρικής αγωγής στο Δημοτικό Σχολείο Empathy is a multidimensional phenomenon. The ability to empathize is an important part of social and emotional development, affecting an individual’s behavior toward others and the quality of social relationships. Empathy also facilitates the development of social competence and enhances the quality of meaningful relationships. Empathy can be both emotional and cognitive experience. The ability to empathize develops with contributions from various biologically and environmentally based factors. This paper is an action research in order to investigate the impact of drama techniques on the cultivation of empathy, in students on the 4th grade in Primary School. The action research took place within the course of Theatre Education. Drama techniques are considered to be an excellent pedagogical – didactical tool at primary school. The results of our research reveal that the use of drama techniques can have a positive influence in empathy development of the students, in both affective and cognitive componments. Η ενσυναίσθηση είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο. Αποτελεί σημαντικό παράγοντα της κοινωνικής και συναισθηματικής ανάπτυξης του ατόμου, επηρεάζοντας την ποιότητα των προσωπικών και κοινωνικών του σχέσεων. Διευκολύνει την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων και ενισχύει την ποιότητα των ουσιαστικών ανθρώπινων σχέσεων. Η ενσυναίσθηση μπορεί να είναι συναισθηματική και γνωστική εμπειρία. Η ανάπτυξή της επηρεάζεται από διάφορους γενετικούς, βιολογικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Η εργασία αυτή αποτελεί μια έρευνα-δράση, με σκοπό να διερευνήσει την επίδραση των θεατρικών τεχνικών στην ανάπτυξη της ενσυναίσθησης σε μαθητές της Δ΄ τάξης του Δημοτικού στα πλαίσια του μαθήματος της Θεατρικής Αγωγής. Οι θεατρικές τεχνικές θεωρούνται ένα εξαιρετικά χρήσιμο παιδαγωγικό και διδακτικό εργαλείο στο δημοτικό σχολείο. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν πως οι θεατρικές τεχνικές μπορεί να επηρεάσουν θετικά την ανάπτυξη της ενσυναίσθησης των μαθητών, τόσο στη συναισθηματική όσο και στη γνωστική της διάσταση. 1275 216 208 Μελέτη της αδενοσυνεργικής οδού στα CD4+ T λεμφοκύτταρα ασθενών με μυελοδυσπλαστικό σύνδρομο The purpose of this study is to be identified the role of exonucleases CD39 and CD73, which metabolize AMP and ATP into Adenosine. Then, the extracellular adenosine is bound to receptors and induces immunosuppression in the environment of a tumor. The co-expression of these enzymes represents subpopulation of CD4+ FoXP3+ T-regulators lymphocytes. Myelodysplastic Syndromes is a heterogeneous group of clonic neoplasms which are characterized by a bone marrow blood plenty of cells, peripheral cytopenias and sometimes turn into Acute Myeloid Leukaemia. EXPERIMENTAL DESIGN. Lymphocytes from 12 patients’ samples with MDS, were stored first in -80 oC and then in -150oC through freezing protocol, then followed thawing, extracellular staining with flourescense antibodies, gating strategies at the flow cytometer in order to analyze the cells subpopulations of interest and finally we completed the experimental work with statistical analysis of the flow cytometry results. RESULTS.In the present study we examined the exonucleases 39 and 73 in T-helper and T- regulatory (FoXP3+) lymphocytes, derived from patients suffering from myelodysplastic syndrome. The correlations were made between cell sub-populations in relation to IPSS, WHO categorization, transfusion rate and karyotype. No statistically significant correlations were observed, except from the levels of CD39 exonucleases in T-helper lymphocytes which were statistically significantly higher in patients who responted in treatment with azacididine, in relationship with non-responders. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο ρόλος των εξωνουκλεασών CD39 και CD73, η δράση των οποίων σχετίζεται με τον μεταβολισμό ATP και AMP σε αδενοσίνη. Πρόσδεση της αδενοσίνης σε κατάλληλους υποδοχείς επάγει έντονη ανοσοκαταστολή στο περιβάλλον ενός όγκου. Η συνέκφραση αυτών των ενζύμων φαίνεται να αντιπροσωπεύει τα CD4+ FΟXP3+ Τ-λεμφοκύτταρα τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μελέτη της Αδενοσυνεργικής οδού. Τα Μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα αποτελούν μια ετερογενή ομάδα κλωνικών νεοπλασιών που χαρακτηρίζονται από μυελική κυτταροβριθεία, περιφερική κυτταροπενία και συχνά εξελίσσονται σε Οξεία Μυελογενή Λευχαιμία (ΟΜΛ).ΜΕΘΟΔΟΣ.Μονοπύρηνα λεμφοκύτταρα συλλέχθηκαν από 18 δείγματα ασθενών με Μυελοδυσπλαστικά Σύνδρομα. Ακολούθησε χρώση των δειγμάτων με πολυχρωματική κυτταρομετρία ροής για τις εξωνουκλεάσες CD39 και CD73. Τέλος, πραγματοποιήθηκε περαιτέρω ανάλυση με τη χρήση του στατιστικού προγράμματος IBM SPSS Statistics v23.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ.Η παρούσα μελέτη αφορούσε τις εξωνουκλεάσες 39 και 73 σε T-βοηθητικά και Τ- ρυθμιστικά (FoXP3+) λεμφοκύτταρα, ασθενών που έπασχαν από μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα. Οι συσχετίσεις έγιναν μεταξύ των κυτταρικών υπό-πληθυσμών σε σχέση με την κατηγοριοποίηση κατά IPSS, WHO, ποσοστό μεταγγίσεων και καρυοτυπικής απεικόνισης. Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές συσχετίσεις, παρά μόνο στα επίπεδα των εξωνουκλεασών CD39 στα Τ-βοηθητικά λεμφοκύτταρα τα οποία προθεραπευτικά ήταν στατιστικά σημαντικά υψηλότερα στους αποκρινόμενους στη θεραπεία με αζακιτιδίνη ασθενείς, σε σχέση με τους μη αποκρινόμενους. 1276 21 20 Παράγωγα ρήματα της Νέας Ελληνικής με αναντιστοιχία μορφής και σημασίας - Η περίπτωση των προθηματοποιημένων ρημάτων σε -ιζω, -ιαζω, -ωνω Derivative verbs of Modern Greek without correspondence between form and meaning - The case of prefixed verbs in -izo, -iazo, -ono 1277 592 554 Παρένθετη μητρότητα και ο ρόλος της στο πλαίσιο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. The present study analyzes and examines the significant scientific achievements in medically assisted reproduction using the method of surrogacy. Such achievements bring about changes in the traditional maternity and family model, as remarkable moral, legal, theological, and social dilemmas arise in a society that has to respond to controversial issues linked to bioethics. The medical reasons which are linked to the infertility of couples, especially to the expectant mother, in addition to the extreme desire to have a child, are advancing the phenomenon of surrogacy at a great pace globally. Greece holds a liberal legislative framework on surrogacy with heterologous artificial insemination, where third party donor material is used and applies exclusively for altruistic purposes without financial consideration. The Greek legislator allows gestational surrogacy for heterosexual couples and unmarried mothers who are not living with a partner. The surrogate mother must meet certain criteria, be 25 to 45 years of age, be the mother of one child and to have not been subjected to more than two cesarean sections. The fundamental advantage of the Greek legislation is that after the birth on the birth certificate, the names of the biological or social parents are listed, with the increase of reproductive tourism in Greece being a spinoff output. After a thorny incident in Thailand that shocked the world opinion, the abandonment of the young twin Gammy - the Baby Gammy case - with Down syndrome by his biological Australian parents to his surrogate mother, was the starting point for changing the legislative frameworks of developing countries, setting strict laws on surrogacy. Countries like India, Thailand, and Mexico have become the “Mecca” of surrogacy with unexpected consequences on trafficking and exploitation of economically disadvantaged women and artificially disguised “tailor made” human life industries, with respectable economic benefits for infertility clinics, surrogacy agencies and surrogate mothers. Straight and heterosexual couples, famous stars, unmarried women and men who are not living with a partner acquire offspring using surrogate mothers, sometimes characterized by immodesty, such as the case of a sister becoming pregnant giving birth to her own brothers, satisfying purely utilitarian reasons and not the acquisition of children motivated by love. The motivation for surrogate motherhood raises major bioethical issues where unnecessary concerns linked to the legitimate right of a childless woman to acquire a child through surrogacy for medical reasons arise, breaking the traditional family model and adopting new ones (homosexual and single parental families), as well as the alteration of maternity at the altar of commercial transactions and individual vanity. Reasonable questions arise, such as: whether a man is entitled to experiment with human life for the acquisition of children, whether a mother can lend her uterus for a fee without sentiment for her embryo, and then be forcibly cut off from it after birth; If the pregnant mother has passed the age limit, is there a risk for her and her embryo? How does a child feel when it is informed that it has three or five parents and has been the product of an exchange relationship? Do biotechnological achievements owe respect to the surrogate mother and the embryo itself? How moral is it in states where surrogacy is allowed for social reasons, as in some states of the United States, for the child not to be carried by the biological mother for aesthetic and professional reasons? It is often very doubtful as to where the boundary lies and there is much controversy around the issue of surrogacy when it ceases to be a divine gift but rather a product of altruistic love. Τα βαρυσήμαντα επιστημονικά επιτεύγματα στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με την μέθοδο της παρένθετης μητρότητας, αναλύονται και εξετάζονται στην παρούσα μελέτη, τα οποία επιφέρουν μεταβολές στο παραδοσιακό μοντέλο μητρότητας και οικογένειας, καθώς αναφύονται αξιοσημείωτα ηθικά, νομικά, θεολογικά και κοινωνικά διλλήματα σε μια βιοηθικά αμφιλεγόμενη κοινωνία. Οι ιατρικοί λόγοι που ταυτίζονται με την υπογονιμότητα των ζευγαριών και δη της επίδοξης μητέρας, επιπροσθέτως η άκρατη επιθυμία απόκτησης τέκνου, αναπτύσσει το φαινόμενο της παρένθετης μητρότητας με αλματώδεις ρυθμούς παγκοσμίως. Η Ελλάδα διαθέτει ένα φιλελεύθερο νομοθετικό πλαίσιο περί της παρένθετης μητρότητας, με ετερόλογη τεχνητή γονιμοποίηση, όπου χρησιμοποιείται γεννητικό υλικό τρίτου δότη και εφαρμόζεται αποκλειστικά για αλτρουιστικούς λόγους, άνευ οικονομικού ανταλλάγματος. Ο Έλληνας νομοθέτης επιτρέπει την μερική υποκατάσταση στα ετερόφυλα ζευγάρια και στις μοναχικές αδέσμευτες μητέρες. Η παρένθετη μητέρα πρέπει να πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις περί καταλληλότητας, να είναι 25 έως 45 ετών, μητέρα ενός παιδιού και να μην έχει υποβληθεί σε πάνω από δυο καισαρικές τομές. Το κεφαλαιώδες πλεονέκτημα της ελληνικής νομοθεσίας είναι ότι μετά τον τοκετό στο πιστοποιητικό γέννησης αναγράφονται τα ονόματα των βιολογικών ή κοινωνικών γονέων, με απότοκο την αύξηση του αναπαραγωγικού τουρισμού στην Ελλάδα. Έπειτα από ένα ακανθώδες περιστατικό στην Ταϋλάνδη, που συγκλόνισε την παγκόσμια γνώμη, την εγκατάλειψη του δίδυμου μικρού Gammy - η υπόθεση Baby Gammy- με σύνδρομο Down από τους βιολογικούς αυστραλούς γονείς του στην παρένθετη μητέρα του, αποτέλεσε το εφαλτήριο αλλαγής των νομοθετικών πλαισίων των αναπτυσσόμενων χωρών, θέτοντας αυστηρούς νόμους στην παρένθετη μητρότητα. Χώρες όπως η Ινδία, η Ταϋλάνδη, το Μεξικό αποτέλεσαν την Μέκκα της υποκατάστασης με απρόσμενες συνέπειες εμπορίας και εκμετάλλευσης των οικονομικά μειονεκτουσών γυναικών και μιας τεχνηέντως κεκαλυμμένης βιομηχανίας ανθρώπινων ζωών «επί παραγγελία», με αξιοσέβαστα οικονομικά οφέλη για κλινικές υπογονιμότητας, πρακτορεία ανεύρεσης παρένθετων και για τις φέρουσες μητέρες. Ετερόφυλα και ομόφυλα ζευγάρια, διάσημοι αστέρες, άγαμες αδέσμευτες γυναίκες και αδέσμευτοι μοναχοί άντρες αποκτούν απογόνους με παρένθετες μητέρες, ενίοτε χαρακτηριζόμενες από αμετροέπεια, -όπως η αδερφή να γίνεται κυοφορούσα μητέρα γεννώντας τα αδέρφια της-, ικανοποιώντας αμιγώς ωφελιμιστικούς λόγους, κι όχι την απόκτηση παιδιών από αγάπη. Η αιτιολογοκρισία της παρένθετης μητρότητας εγείρει βιοηθικά ζητήματα μείζονος σημασίας όπου απιθώνονται ασύνοροι προβληματισμοί που συνδέονται με το θεμιτό δικαίωμα μιας άτεκνης γυναίκας για ιατρικούς λόγους να αποκτήσει παιδί μέσω παρένθετης μητέρας, με την διάρρηξη του παραδοσιακού οικογενειακού σχήματος και την υιοθέτηση νέων οικογενειακών προτύπων (ομόφυλες και μονογονεϊκές οικογένειες), καθώς και με την αλλοίωση της μητρότητας στο βωμό της εμπορικής συναλλαγής και της ατομικής ματαιοδοξίας. Εύλογα ερωτήματα ανάγονται, όπως: εάν ο άνθρωπος δικαιούται να πειραματίζεται με την ανθρώπινη ζωή για την απόκτηση παιδιών, αν δύναται μια μητέρα να δανείζει τη μήτρα της έναντι αμοιβής, χωρίς συναίσθημα για το κυοφορούμενο έμβρυό της και κατόπιν να αποκόπτεται βιαίως από εκείνο μετά την γέννα του; Αν η φέρουσα μητέρα έχει περάσει τα ηλικιακά επιτρεπτά όρια, ελλοχεύει κίνδυνος για την ίδια και το κυοφορούμενο έμβρυο; Πως αισθάνεται ένα παιδί όταν πληροφορείται ότι έχει τρεις ή και πέντε γονείς και υπήρξε προϊόν συναλλαγματικής σχέσης; Κατά πόσο τα βιοτεχνολογικά επιτεύγματα οφείλουν σεβασμό στην παρένθετη μητέρα και στο ίδιο το έμβρυο; Πόσο ηθικό είναι σε κράτη, όπου επιτρέπεται η παρένθετη μητρότητα και για κοινωνικούς λόγους, όπως σε ορισμένες Πολιτείες των Η.Π.Α. το παιδί να μην κυοφορείται από την βιολογική μητέρα για αισθητικούς και επαγγελματικούς λόγους; Δυσδιάκριτα τα όρια και αμφιλεγόμενο το ζήτημα της παρένθετης μητρότητας, όταν παύει να είναι θείο δώρο και αγαθό αλτρουιστικής αγάπης. 1278 142 145 The contribution of interpersonal relations between teachers and students in configuration of psychological classroom climate Οι διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών και η συμβολή τους στη διαμόρφωση του ψυχολογικού κλίματος της τάξης The present study refers to the contribution of interpersonal relations between teachers and students in configuration of psychological classroom climate. Specifically, the importance of interpersonal relations for teachers and their students is examined. Moreover, the factors affecting interpersonal relations are analyzed. Furthermore, reference is made to the psychological classroom climate and his definitions. Then, reported the sectors where developing the factors that configure the psychological climate and emphasized the important contribution of the positive psychological climate for learning. Aim of the current research is to investigate primary education teachers' views and for this purpose the technique of the interview was used. The findings of this research confirmed the importance of the contribution of interpersonal relations in configuration of psychological classroom climate and in relation to the teaching Η παρούσα εργασία αναφέρεται στη συμβολή των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών στη διαμόρφωση του ψυχολογικού κλίματος της τάξης. Ειδικότερα, εξετάζεται η σημασία των διαπροσωπικών σχέσεων για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές τους. Ακόμη, αναλύονται οι παράγοντες που επηρεάζουν τις διαπροσωπικές σχέσεις. Επιπλέον γίνεται αναφορά στο ψυχολογικό κλίμα της τάξης και ακολουθούν κάποιοι ορισμοί του. Στη συνέχεια αναφέρονται οι τομείς στους οποίους αναπτύσσονται οι παράγοντες που διαμορφώνουν το ψυχολογικό κλίμα και τονίζεται η σημαντική συμβολή του θετικού ψυχολογικού κλίματος στη μάθηση. Η ερευνητική διαδικασία είχε ως στόχο τη διερεύνηση των απόψεων εκπαιδευτικών και πραγματοποιήθηκε με την τεχνική της συνέντευξης. Από τα πορίσματα της έρευνας αυτής επιβεβαιώθηκε η σημαντικότητα της συμβολής των διαπροσωπικών σχέσεων στη διαμόρφωση του ψυχολογικού κλίματος της τάξης και σε σχέση με τη διδασκαλία 1279 115 115 In this paper an attempt is made to study sea pollution and how it could be taught best through experiential learning. In particular, the concept of sea pollution will be explored and clarified at the outset, its ways of dealing with it, but also its impact on various sectors, such as the economy, social life and the environment. Then, this dissertation discusses the concept of environmental education, how it is implemented and experiential learning with its most important representatives. In addition, this dissertation looks at specific models of experiential learning, in particular Kolb’s, Gross’ and the five-stage model. Finally, all three models are applied using concrete examples and activities from the field of sea pollution Στην παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια μελέτης της θαλάσσιας ρύπανσης και της συσχέτισης αυτής με τη βιωματική μάθηση. Πιο συγκεκριμένα, αρχικά θα διερευνηθεί και θα αποσαφηνιστεί η έννοια της «θαλάσσιας ρύπανσης», οι τρόποι αντιμετώπισης της, αλλά και οι επιπτώσεις της σε διάφορους τομείς, όπως είναι η οικονομία, η κοινωνική ζωή και το περιβάλλον. Στη συνέχεια μελετάται η έννοια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, και των τρόπων εφαρμογής αυτής, αλλά και η βιωματική μάθηση, πραγματοποιώντας και μια ιστορική αναδρομή στους βασικότερους εκπροσώπους της τελευταίας. Επιπρόσθετα, μελετώνται και συγκεκριμένα μοντέλα βιωματικής μάθησης, όπως είναι για παράδειγμα το μοντέλο του Kolb, του Gross και το μοντέλο των πέντε σταδίων. Τέλος, πραγματοποιείται εφαρμογή όλων των μοντέλων χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα παραδείγματα και δραστηριότητες 1280 315 365 Μετα-ανάλυση γονιδιωματικών μελετών για την ταυτοποίηση κοινής γενετικής βάσης ανάμεσα στο σύνδρομο Tourette και τον αυτισμό ourette Syndrome is a chronic, childhood-onset, neuropsychiatric disorder, characterized by the presence of multiple motor and vocal tics, with a duration of more than 1 year. It is comorbid with other psychiatric disorders, such as Autism, Attention Deficit/Hyperactivity Disorder (ADHD) and Obsessive - Compulsive Disorder. Autism is a neurodevelopmental disorder and its basic features include limited social interaction of the patients, communication difficulties and repetitive behaviors. Previous studies, have suggested that 6-11% of Tourette Syndrome patients also exhibit Autism symptoms, indicating a possible common genetic basis. The purpose of this study is to identify common genetic variants that may contribute to the co-occurrence of Tourette Syndrome and autism. In this study, a meta-analysis was carried out on the association results of the first Tourette Syndrome Genome-wide Association Study (GWAS) by Scharf et al., 2013, reporting 552 associated Single Nucleotide Polymorphisms (SNPs) associated at p<10-3 after the study of 1285 cases and 4964 controls, and the findings of the most extended Autism metaanalysis to date, conducted by the Psychiatric Genomics Consortium (PGC), including 4788 trio cases, 4788 trio pseudocontrols, 161 cases and 526 controls. For the metaanalysis, the fixed-effects model was implemented, using the METAL software. Afterwards, annotation and a functional significance study were conducted, using the online platforms Variant Effect Predictor, LdOOKUP, ToppGene Suite, GTEx Portal and Expression Atlas. This study identified 3 significant SNPs, most of which are located in introns or intergenetic regions of the STYX, PSMC6, GNPNAT1, RP11-589M4.2, RP11-589M4.3, and GLP2R genes, while other 7 SNPs had p-values close to be statistically significant and are located in ADCY2, FDX1, LINC00972, COL6A2, FTCD, UNC13C and RPS6KA2 genes. The majority of the above genes have been implicatedin the function of the respiratory system and the musculoskeletal system, in signaling pathways and in the development of synapses. The results of the present study provide an insight into the genetic basis of Tourette Syndrome and Autism. Το Σύνδρομο Tourette είναι μία χρόνια, νευροψυχιατρική διαταραχή, με πρώτη εκδήλωση κατά την παιδική ηλικία, που χαρακτηρίζεται από πολλαπλά κινητικά και φωνητικά τικ, με διάρκεια μεγαλύτερη του ενός χρόνου. Σε αρκετές περιπτώσεις, συνοδεύεται από επιπλέον ψυχιατρικές διαταραχές, όπως ο Αυτισμός, η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (Autism, Attention Deficit/Hyperactivity Disorder - ADHD) και η Διαταραχή της Ιδεοψυχαναγκαστικής Συμπεριφοράς (Obsessive - Compulsive Disorder - OCD). Ο Αυτισμός είναι μία νευροαναπτυξιακή διαταραχή με βασικά χαρακτηριστικά την περιορισμένη κοινωνική αλληλεπίδραση, τη μειωμένη ικανότητα επικοινωνίας των ασθενών και την εμφάνιση επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών. Παλαιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι το 6-11% των ασθενών που πάσχουν από Σύνδρομο Tourette εκδηλώνουν παράλληλα συμπτώματα Αυτισμού, γεγονός το οποίο πιθανώς να δηλώνει την ύπαρξη κοινής γενετικής βάσης. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ταυτοποίηση των κοινών γενετικών τόπων που πιθανώς συντελούν στην ταυτόχρονη εκδήλωση Συνδρόμου Tourette και Αυτισμού. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με τη διεξαγωγή μετα-ανάλυσης των αποτελεσμάτων της πρώτης Μελέτης Συσχέτισης Ολόκληρου του Γονιδιώματος (GWAS) από τους Scharf et al., 2013, για το Σύνδρομο Tourette, τα οποία ανέρχονται σε 552 συσχετιζόμενους ΜονοΝουκλεοτιδικούς Πολυμορφισμούς (Single Nucleotide Polymorphisms - SNPs) από 1285 ασθενείς και 4964 μάρτυρες ελέγχου, με τιμή p<10-3, και της μεγαλύτερης μετα-ανάλυσης μέχρι σήμερα για τον Αυτισμό από το Psychiatric Genomics Consortium (PGC), η οποία περιελάμβανε 4788 πυρηνικές οικογένειες ασθενών, 4788 πυρηνικές οικογένειες ως ψευδείς μάρτυρες ελέγχου, 161 ασθενείς και 526 μάρτυρες ελέγχου. Για την μετα-ανάλυση χρησιμοποιήθηκε το μοντέλο σταθερών επιδράσεων (fixed-effects model) μέσω του λογισμικού METAL. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε επεξεργασία των αποτελεσμάτων μέσω των διαδικτυακών εργαλείων Variant Effect Predictor, LdOOKUP, ToppGene Suite, GTEx Portal και Expression Atlas. Από την μελέτη προέκυψαν 3 σημαντικά SNPs, τα οποία εντοπίζονται ως επί το πλείστο σε ιντρονικές ή διαγονιδιακές περιοχές των γονιδίων STYX, PSMC6, GNPNAT1, RP11-589M4.2, RP11-589M4.3, και GLP2R, ενώ, άλλα 7 SNPs πλησίασαν το όριο σημαντικότητας και εντοπίζονται σε περιοχές των γονιδίων ADCY2, FDX1, LINC00972, COL6A2, FTCD, UNC13C και RPS6KA2. Τα περισσότερα από τα παραπάνω γονίδια έχουν συσχετιστεί με επιπτώσεις στο μυοσκελετικό και αναπνευστικό σύστημα, καθώς και σε μονοπάτια σηματοδότησης και στο σχηματισμό συνάψεων. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης συνεισφέρουν στην κατανόηση της γενετικής βάσης του Συνδρόμου Tourette και του Αυτισμού. 1281 298 428 Προσδιορισμός των αλλαγών του κερατοειδούς μετά από επέμβαση φακοθρυψίας με τη χρήση συνεστιακής μικροσκοπίας και συσχέτισή τους με προεγχειριτικές και διεγερτικές παραμέτρους The purpose of this study is to investigate the effect of ultrasound energy used during phacoemulcification on corneal structure, which is the most important refractive part of the eye. This will be achieved with the comparison of preoperative and postoperative parameters related to corneal thickness and endothelium and their correlation with clinical, intrasurgical and imaging diagnostic findings. Methods: This is a clinical prospective study conducted in Evangelismos G.H.A with cooperation with the University Ophthalmοlogy Clinic of Democritus University of Thrace, Greece. The patients’ enrollment was based on detailed medical history assessment, medication records as well as meticulous slit lamp examination, tonometry, best corrected visual acuity evaluation and thorough fundoscopy. Nuclear cataract sclerosis was evaluated with Lens Opacities Classification System III, and patients were scheduled for surgery. Preoperatively, with the use of specular microscopy (Tomey EM-3000; Tomey, Tennenlohe, Germany), central corneal thickness (CCT) and several endothelial indices were recorded. The same measurements took place the 1st, 7th and 30th postoperative day. All the surgical operations were done without complications. Results: statistical analysis from preoperative and postoperative data showed that CCT, although elevated during the 1st and 7th postoperative day, did not present statistical significant difference in the final evaluation, with a mean elevation of only 3,9pm. Endothelial cell density levels though were reduced in all postoperative measurements (p<0,001). Thefinalpercentageendothelialcelllosswas18,58%, with the most profound loss being accounted in the first postoperative week. Corneal edema and endothelial cell loss were correlated with poor visual acuity, reduced corneal curvature, increased nuclear sclerosis and prolonged time of ultrasound metrics. Conclusion: the use of confocal microscopy is a useful tool in pointing significant differences of corneal structure after uneventfull cataract phacoemulcification. The evaluation of a larger cohort of patients and a prolonged follow up procedure could give further information concerning corneal alterations after surgery. Σκοπός της μελέτης είναι να αναδείξει την επίδραση της χρήσης των υπερήχων της φακοθρυψίας κατά τη διάρκεια της επέμβασης καταρράκτη στη δομή του κερατοειδούς χιτώνα, ο οποίος αποτελεί το σημαντικότερο διαθλαστικό τμήμα του οφθαλμού. Αυτό θα πραγματοποιηθεί με τη σύγκριση προεγχειρητικών και μετεγχειρητικών δεδομένων που σχετίζονται με το ενδοθήλιο και το πάχος του κερατοειδούς και η συσχέτισή τους με διάφορες κλινικο-εργαστηριακές και διεγχειρητικές παραμέτρους. Όσον αφορά τη μεθοδολογία, πρόκειται για κλινική προοπτική μελέτη, η διεξαγωγή της οποίας πραγματοποιήθηκε στο Γ.Ν.Α «Ο Ευαγγελισμός» σε συνεργασία με την Οφθαλμολογική Κλινική του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Η επιλογή των συμμετεχόντων πραγματοποιήθηκε κατόπιν λήψης πλήρους ατομικού και οικογενειακού ιστορικού, καταγραφής πιθανής λήψης φαρμακευτικής αγωγής καθώς και ολοκληρωμένης οφθαλμολογικής εξέτασης, που περιλάμβανε λήψη οπτικής οξύτητας (logMAR standards), εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία, τονομέτρηση με τονόμετρο Goldmann και βυθοσκόπηση υπό μυδρίαση. Επίσης έγινε εκτίμηση και καταγραφή της σκληρότητας του κρυσταλλοειδούς φακού με το Σύστημα Σταδιοποίησης Θολερότητας Κρυσταλοειδούς Φακού LOCSIII (στάδιο σκληρότητας φακού απο 2 έως 5) και ακολούθησε προγραμματισμός για επέμβαση φακοθρυψίας. Προεγχειρητικά, με τη χρήση της συνεστιακής μικροσκοπίας (Tomey EM-3000; Tomey, Tennenlohe, Germany), έγινε καταγραφή διαφόρων παραμέτρων του ενδοθηλίου και του κεντρικού πάχους του κερατοειδούς των ασθενών. Οι ίδιες μετρήσεις επαναλήφθηκαν κατά την πρώτη, έβδομη και τριακοστή μετεγχειρητική ημέρα. Όλες οι χειρουργικές επεμβάσεις πραγματοποιήθηκαν χωρίς επιπλοκές. Κατά την στατιστική ανάλυση των δεδομένων από τον προεγχειρητικό και τους μετεγχειρητικούς ελέγχους βρέθηκε ότι το πάχος του κερατοειδούς ενώ παρουσίασε στατιστικά σημαντική αύξηση κατά την 1η και 7η μετεγχειρητική ημέρα (p<0,001), στην 30η μετεγχειρητική ημέρα η διαφορά δεν βρέθηκε στατιστικά σημαντική, με μια μέση τιμή αύξησης στα 3,9 μm ±7,3. Αντίθετο αποτέλεσμα έδειξε ο δείκτης του αριθμού - πυκνότητας των ενδοθηλιακών κυττάρων. Εδώ υπήρξε στατιστικά σημαντική ελάττωση και την 1η (p<0,001), και την 7η μετεγχειρητική ημέρα (p<0,001), και την 30η μετεγχειρητική ημέρα. Η μέση εκατοστιαία μείωση του αριθμού των ενδοθηλιακών κυττάρων ήταν 18,58% ενώ η μεγαλύτερη αριθμητικά απώλεια παρατηρήθηκε την πρώτη μετεγχειρητική εβδομάδα. Η απώλεια των ενδοθηλιακών κυττάρων και η ύπαρξη κερατοειδικού οιδήματος παρουσίασαν θετική συσχέτιση με τη μειωμένη οπτική οξύτητα, την μειωμένη κερατοειδική καμπυλότητα, την αυξημένη σκληρότητα του φακού και την παράταση του ενεργού χρόνου φακοθρυψίας.Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι η χρήση της συνεστιακής μικροσκοπίας μπορεί να αναδείξει αξιοσημείωτες διαφορές στον κερατοειδή μετά από μια ανεπίπλεκτη επέμβαση φακοθρυψίας. Και σε αυτή τη μελέτη, η συμμετοχή περισσότερων ασθενών θα έδινε πιο ασφαλή και έγκυρα στατιστικά αποτελέσματα. Επίσης η δυνατότητα παρακολούθησης των ασθενών σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου θα παρείχε περισσότερες πληροφορίες για τη μακροχρόνια πορεία των τελευταίων. 1282 447 490 Παράγοντες οικογενειακού περιβάλλοντος που συνδέονται με την κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία This study focuses on highlighting the phenomenon of child abuse by emphasizing the multifaceted risk factors of the family environment that are involved in both appearance and maintenance over time (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Χατζηφωτίου 2005, WHO & ISCPAN, Butchart A, Kahane T 2006, Widom, Czaja, & DuMont 2015). Child abuse is not a current phenomenon; in recent decades there has been a gradual change in attitudes of people around this issue (Jenks, 1994). The child in many societies has been and continues to be treated until now, as an "estate" or as "ownership" of his parents who can force him into strict and exhaustive punishments, hard work, exploit or even provoke his death. Although societies are gradually developing, large number of children live daily in conditions of deprivation, without access to basic goods, with insufficient coverage of their biological and psychoemotional needs, and often lacking the necessary health care (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Χατζηφωτίου 2005). In the effort to interpret and analyze this complex medico-social henomenon, various risk factors have been implicated and interact with each other. They are related in addition to the psychopathology of the parent or the person who guardianship the child, and for years the research has focused, on a more general family dysfunction involving many socio-economic factors such as unemployment, job loss, low income, low educational level and poor parenting skills, low intelligence and a lack of community support frameworks (Christoffercen 2000, Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Rynian, Wattam, Ikeda, Hassan, & Ramino WHO 2002, WHO & ISCPAN, Butchart A, Kahane T 2006, Venta, Velez, & Lau 2016, Curti, Luparielo, & Di Vella 2017). Families with a higher incidence of maltreatment are usually dysfunctional (with recurrent tensions and crises, lack of communication), of a low socio-economic level, of a different structure and composition in their constitution (large or single parent, respectively, with increased coverage needs), socially isolated without a support network and often without help from relatives or friends (Linehan, Heard, & Armstrong 1993, Pelton 1994, Αγάθωνος-Γεωργοπούλου & Μαραγκός 1995, Chaffin, Kelehher, & Hollenberg 1996, Christoffercen 2000, Χατζηφωτίου 2005, Παναγοπούλου 2007, Πρεκατέ 2008, Παπαδομαρκάρη 2011, Παπαγεωργοπούλου 2014, Pinto, Correia-Santos, & Levendosky 2016). The phenomenon of child abuse has gradually provoked strong reactions and a multidisciplinary approach has been required with a common approach and collaboration between many different disciplines such as pediatricians, social workers, sychologists, psychiatrists and child psychiatrists, teachers and lawyers. Early diagnosis in both prevention and intervention, coupled with the existence of a legal framework, has gradually led to a more holistic and therapeutic approach, less punitive (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Παπακίτσου 2011, Τσόπελας, Τσέτσου, & Δουζένης 2011). Η μελέτη αυτή εστιάζει στην ανάδειξη του φαινομένου της παιδικής κακοποίησης δίνοντας έμφαση στους πολύπλευρους παράγοντες κινδύνου του οικογενειακού περιβάλλοντος που εμπλέκονται τόσο στην εμφάνιση όσο και στην διατήρησή του μέσα στο χρόνο (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Χατζηφωτίου 2005, WHO & ISCPAN, Butchart A, Kahane T 2006, Widom, Czaja, & DuMont 2015). Η κακοποίηση των παιδιών δεν αποτελεί σημερινό φαινόμενο, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια σταδιακή αλλαγή στην στάση των ανθρώπων γύρω από το θέμα αυτό (Jenks, 1994). Το παιδί σε πολλές κοινωνίες αντιμετωπιζόταν και συνεχίζει να αντιμετωπίζεται μέχρι και σήμερα ως «κτήμα» ή ως «ιδιοκτησία» των γονιών του οι οποίοι μπορούν να το εξαναγκάζουν σε αυστηρές και εξαντλητικές τιμωρίες, σε σκληρή εργασία, να το εκμεταλλεύονται ή ακόμη και να προκαλούν το θάνατό του. Παρόλο που οι κοινωνίες σταδιακά εξελίσσονται μεγάλος αριθμός παιδιών ζει καθημερινά κάτω από συνθήκες εξαθλίωσης, χωρίς πρόσβαση σε βασικά αγαθά, με ανεπαρκή κάλυψη των βιολογικών και ψυχοσυναισθηματικών αναγκών του και συχνά στερούμενο της απαραίτητης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Χατζηφωτίου 2005). Στην προσπάθεια ερμηνείας και ανάλυσης του σύνθετου αυτού ιατροκοινωνικού φαινομένου έχουν ενοχοποιηθεί διάφοροι παράγοντες κινδύνου οι οποίοι βρίσκονται σε αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Σχετίζονται εκτός από την ψυχοπαθολογία του γονέα ή του ατόμου που έχει αναλάβει την φροντίδα του παιδιού και που για χρόνια εστίαζαν οι έρευνες σε μια γενικότερη δυσλειτουργία στα πλαίσια της οικογένειας με συμμετοχή πολλών κοινωνικό-οικονομικών παραγόντων όπως η ανεργία, η απώλεια εργασίας, το χαμηλό εισόδημα, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των γονέων, η χαμηλή νοημοσύνη και η έλλειψη κοινοτικών πλαισίων στήριξης (Christoffercen 2000, Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002, Rynian, Wattam, Ikeda, Hassan, & Ramino, WHO 2002, WHO & ISCPAN, Butchart A, Kahane T 2006, Venta, Velez, & Lau 2016, Curti, Luparielo, & Di Vella 2017) . Οι οικογένειες στις οποίες εκδηλώνονται με μεγαλύτερη συχνότητα κρούσματα κακοποίησης είναι συνήθως δυσλειτουργικές με επαναλαμβανόμενες εντάσεις και κρίσεις, έλλειψη επικοινωνίας, χαμηλού κοινωνικό-οικονομικού επιπέδου, διαφορετικής δομής και σύστασης ως προς την σύνθεσή τους όπως πολυμελής ή μονογονεϊκές αντίστοιχα με αυξημένες ανάγκες κάλυψης (Finkelhor 1999, Sethi, Bellis, Hughes, Gilbert, Mitis, & Galea 2013) απομονωμένες κοινωνικά χωρίς κοινωνικό δίκτυο στήριξης και συχνά χωρίς βοήθεια από συγγενείς ή φίλους. (Linehan, Heard, & Armstrong 1993, Pelton 1994, Αγάθωνος-Γεωργοπούλου & Μαραγκός 1995, Chaffin, Kelehher, & Hollenberg 1996, Christoffercen 2000, Χατζηφωτίου 2005, Παναγοπούλου 2007, Πρεκατέ 2008, Παπαδομαρκάρη 2011, Παπαγεωργοπούλου 2014, Pinto, Correia-Santos, & Levendosky 2016). Tο φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης προκάλεσε σταδιακά έντονες αντιδράσεις και απαιτήθηκε διεπιστημονική προσέγγιση με κοινή μέθοδο αντιμετώπισης και συνεργασίας πολλών διαφορετικών ειδικοτήτων όπως παιδιάτρων, κοινωνικών λειτουργών, ψυχολόγων, ψυχιάτρων και παιδοψυχίατρων, εκπαιδευτικών και νομικών (Krug, Dahlberg, Mercy, Zwi, & Lozano 2002). Η έγκαιρη διάγνωση τόσο στον τομέα της πρόληψης όσο και στον τομέα της παρέμβασης, σε συνδυασμό με την ύπαρξη νομικού πλαισίου οδήγησε σταδιακά σε μια αντιμετώπιση περισσότερο ολιστική και θεραπευτική και λιτότερο τιμωρητική (WHO & ISCPAN, Butchart A, Kahane T 2006, Παπακίτσου 2011, Τσόπελας, Τσέτσου, & Δουζένης 2011). 1283 323 310 Evaluation of fire risk on high value natural and cultural elements of Crete using Geographic Information Systems Αξιολόγηση κινδύνου πυρκαγιάς σε υψηλής αξίας φυσικά και πολιτιστικά στοιχεία της Κρήτης με χρήση Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών Natural disasters such as earthquakes, floods, forest fires (wildfires), etc. constitute an important threat to the elements of Natural (N.H) and Cultural (C.H) heritage, which are priceless for humanity. Wildland fires are closely related not only to natural, but mainly to human factors. Crete includes thousands of valuable N.H/C.H elements that require proper monitoring and protection, considering its very ancient history and varied topographic characteristics. Towards the protection of such elements from wildland fires, the contribution of Geographic Information Systems (GIS) is important, as they are the only available tool for fast, economic, large scale fire risk mapping. GIS also offer the possibility for analysis - evaluation of fire ignition risk at different spatial and temporal scales. On the one hand, this paper attempts to digitize the most valuable N.H/C.H elements found outside the city zones or around the perimeter of settlements, on the other hand to estimate and evaluate the wildland fire risk for entire Crete, in order to evaluate the risk for each one of these elements. To achieve these objectives, a multicriteria methodology is used, in which six fire risk variables are considered when estimating the overall wildland fire risk, using GIS software. Combining all the selected risk variable layers resulted to an advanced fire risk (raster) map and each of its cell correspond in values whose range is between “1-very low” to “5-very high”. The elements were separated in 7 categories so as to give us a better perspective on the subject and the results showed that the vast majority of them fall into fire risk class 3 (medium risk) and 4 (high risk). Moreover, resulted diagrams show per prefecture or per municipality the number of each category’s elements, so that they might be able to assist the distribution of local resources for monitoring, prevention and fighting the phenomenon near the elements Φυσικές καταστροφές όπως οι σεισμοί, οι πλημμύρες, οι δασικές πυρκαγιές, κ.ά., αποτελούν σημαντική απειλή για τα στοιχεία Φυσικής (Φ.Κ) και Πολιτιστικής (Π.Κ) Κληρονομιάς, τα οποία έχουν ανεκτίμητη αξία για τον άνθρωπο. Οι πυρκαγιές που συμβαίνουν σε δασική έκταση συνδέονται στενά όχι μόνο με φυσικούς, αλλά κυρίως ανθρώπινους παράγοντες. Η Κρήτη περιλαμβάνει χιλιάδες αξιόλογα στοιχεία Φ.Κ/Π.Κ που χρήζουν σωστής παρακολούθησης και προστασίας, καθώς έχει πανάρχαια ιστορία και ποικίλα τοπογραφικά χαρακτηριστικά. Στην προστασία αυτών των στοιχείων από τέτοιες πυρκαγιές, σημαντική είναι η συμβολή των Συστημάτων Γεωγραφικών Πληροφοριών (ΣΓΠ), τα οποία σήμερα αποτελούν τα μοναδικά εργαλεία για γρήγορη, οικονομική, ευρείας έκτασης χαρτογράφηση του κινδύνου. Επίσης προσφέρουν τη δυνατότητα για ανάλυση και αξιολόγηση του κινδύνου εμφάνισης πυρκαγιάς σε διαφορετικές χωρικές και χρονικές κλίμακες. Η παρούσα διατριβή επιχειρεί αφενός να ψηφιοποιήσει τα πιο αξιόλογα στοιχεία Φ.Κ/Π.Κ σε θέσεις εκτός πόλεων και περιμετρικά οικισμών, αφετέρου να εκτιμήσει και να αξιολογήσει τον κίνδυνο πυρκαγιάς στο σύνολο της Κρήτης, με σκοπό να αξιολογηθεί ο κίνδυνος για κάθε ένα από τα στοιχεία αυτά. Για την επίτευξη των στόχων αυτών, χρησιμοποιείται μια πολυκριτηριακή μεθοδολογία, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη έξι μεταβλητές που εισέρχονται στην εκτίμηση του συνολικού κινδύνου πυρκαγιάς με τη χρήση λογισμικού ΣΓΠ. Από το συνδυασμό των επιμέρους επιπέδων των μεταβλητών κινδύνου που επιλέχτηκαν προέκυψε ένας ενοποιημένος χάρτης κινδύνου/επικινδυνότητας και κάθε κελί του αντιστοιχεί σε τιμές επικινδυνότητας με εύρος από «1-πολύ χαμηλή» έως «5-πολύ υψηλή». Τα στοιχεία χωρίστηκαν σε 7 κατηγορίες ώστε να υπάρχει μία σαφέστερη εικόνα και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συντριπτική πλειοψηφία ανήκει στις κλάσεις 3 (μέτρια επικινδυνότητα) και 4 (υψηλή επικινδυνότητα). Επιπλέον προέκυψαν διαγράμματα που δείχνουν ανά νομό και ανά δήμο τον αριθμό των επιμέρους κατηγοριών, ώστε πιθανόν να βοηθήσουν την κατανομή των πόρων για την παρακολούθηση, πρόληψη και καταπολέμηση του φαινομένου κοντά στα στοιχεία σε τοπικό επίπεδο 1284 291 344 Η επίδραση της βιταμίνης D στην έκφραση των γονιδίων που εμπλέκονται στον μεταβολισμό της ντοπαμίνης The role of vitamin D and the other neurosteroid factors in psychosis is widely argued during the last years. Initial observations from the Department of Medical School at Democritus University of Thrace suggested a possible implication of low vitamin D levels with psychotic disorders, which were significantly improved upon administration of vitamin D. Following an initial literature review that supported these observations we sought to investigate the role of vitamin D in neural dopamine metabolism. For this reason, we utilized the PC-12 cells as an in-vitro model of neural cells and investigated the effect of increasing concentration levels of vitamin D ranging from low/under physiological levels to high/supraphysiological levels on a) cell viability, b) morphological cell appearance and c) transcriptional levels of selected genes involved in the study included C0MT, M A0- a, M A0- b, ALDH1A1. PC-12 cells were incubated with vitamin D (0-200nM) for 48 hours and cell viability was monitored by the Trypan Blue binding assay. No significant cytotoxicity was observed within the rand of concentrations of vitamin D tested. Next, the transcriptional levels of C 0 MT, M A0-a, MA 0 -b , A LDH1A1 were investigated via real-time quantitative PCR. Based on our results, the transcriptional profile of the selected genes involved in dopamine metabolism appeared to have their optimum expression under normal concentrations (5-30 nM) of vitamin D. At higher concentrations of vitamin D, it (100nM) appeared to promote PC-12 cell differentiation based on our initial morphological observations. This is a preliminary study that suggests the implication of vitamin D in the transcriptional regulation of genes involved in dopamine metabolism. Further studies are required to dissect the precise molecular mechanisms by which vitamin D may exerts its genomic or non- genomic actions in the brain. Ο ρόλος της βιταμίνης D και άλλων νευροστεροειδών παραγόντων σε ψυχικές νόσους αλλά και σε συμπτώματα όπως τα ψυχωτικά ερευνάται ευρέως τα τελευταία χρόνια. Ορισμένες αρχικές κλινικές παρατηρήσεις του τμήματος Ιατρικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης υπέδειξαν πιθανή επιπλοκή των χαμηλών επιπέδων βιταμίνης D ως πιθανό αίτιο συμπτωμάτων που αφορούν ψυχικές νόσους, τα οποία υποχώρησαν με επακόλουθη χορήγηση βιταμίνης D σ' αυτούς τους ασθενείς. Ύστερα από μελέτη βιβλιογραφίας που υποστήριζαν αυτές τις κλινικές παρατηρήσεις προσπαθήσαμε να διερευνήσουμε τον ρόλο της βιταμίνης D στον μεταβολισμός της ντοπαμίνης. Για τον λόγο αυτό, χρησιμοποιήσαμε κύτταρα της κυτταρικής σειράς PC-12 ως in-vitro μοντέλο των νευρικών κυττάρων και ερευνήσαμε την επίδραση των αυξανόμενων επιπέδων συγκεντρώσεων βιταμίνης D με εύρος χαμηλών τιμών (κάτω από τα φυσιολογικά όρια βιταμίνης D στο αίμα) έως υψηλών τιμών (πάνω από το όριο της φυσιολογικής τιμής συγκέντρωσης βιταμίνης D στο αίμα) α) την βιωσιμότητα των κυττάρων, β) πιθανές κυτταρο-μορφολογικές μεταβολές , γ) τα μεταγραφικά επίπεδα των γονιδίων που επιλέξαμε τα οποία εμπλέκονται στον μεταβολισμό της ντοπαμίνης. Τα γονίδια που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα είναι τα C0ΜΤ, ΜΑ0- a, ΜΑ0-b, ALDΗ1Α 1. Τα PC-12 κύτταρα επωάστηκαν με παρουσία βιταμίνης D και η βιωσιμότητα των κυττάρων παρακολουθήθηκε μέσω της χρωστικής trypan blue. Δεν παρατηρήθηκε σημαντική κυτταροτοξικότητα σε καμία από τις συγκεντρώσεις βιταμίνης D που μελετήθηκαν. Επιπροσθέτως, τα μεταγραφικά επίπεδα των C0 ΜΤ, ΜΑ0-a, ΜΑ 0 - b , A LD Η1Α1 διερευνήθηκαν με την βοήθεια της ποσοτικής real-time PCR. Με βάση τα αποτελέσματά μας, το μεταγραφικό προφίλ των μελετούμενων γονιδίων φάνηκε να παρουσιάζει την βέλτιστη έκφρασή του στις πιο χαμηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης D (5-30 nM). Ενώ η κυτταρική διαφοροποίηση που παρατηρήθηκε, διαπιστώθηκε στις πιο υψηλές (υψηλότερες των φυσιολογικών τιμών στο αίμα) συγκεντρώσεις βιταμίνης D (100nM). Το συγκεκριμένο πείραμα αποτελεί μέρος βασικής έρευνας που υποδεικνύει τυχόν επιπλοκή της βιταμίνης D στην ρύθμιση της μεταγραφής γονιδίων που εμπλέκονται στον μεταβολισμό της ντοπαμίνης. Περαιτέρω έρευνες απαιτούνται για να αναλύσουν λεπτομερώς τον ακριβή μοριακό μηχανισμό με τον οποίο η βιταμίνη D δρά γενωμικά ή μη γενωμικά στον εγκέφαλο. 1285 144 150 indicative references from articles in: New York Times, The Guardian, Le Monde Diplomatique, BBC, Time ενδεικτικές αναφορές από άρθρα των: New York Times, The Guardian, Le Monde Diplomatique, BBC, Time The scope of this research is focused on Islamic feminism and the manner that it is presented in four globally acknowledged media. Initially, the term of the Islamic feminism is analysed through its history; its origins, its expressions and from which persons. The terms feminism and Islamism are opposite by nature. However, it is noted that the term Islamic feminism has parallel routs with the Western feminism without having any common elements. After a thorough analysis of the term with use of structuralism theories, research will focus on media and more specifically the electronic media that are mentioned in the methodology. The aim of the research was to focus on all articles that were dealing with the issue and to be presented against the ideologies that are their routes. Το θέμα της παρούσας έρευνας αφορά στον ισλαμικό φεμινισμό και πως αυτός παρουσιάζεται σε τέσσερις παγκόσμια αναγνωρισμένες εφημερίδες. Αρχικά, θα παρουσιαστεί η έννοια του ισλαμικού φεμινισμού μέσα από την ιστορία του: πως και που γεννήθηκε, τις ρίζες του και πως εκφράζεται ανά τα χρόνια, που και από ποιους/ες . Οι λέξεις φεμινισμός και Ισλάμ φαίνονται αντίθετες. Ωστόσο, ο ισλαμικός φεμινισμός εντοπίζεται στο ίδιο περίπου βάθος χρόνου με τον Δυτικό, χωρίς όμως ναπρόκειται για κάποια συνέχεια του. Αφού γίνει μια αναλυτική παρουσίαση του όρου μέσα από το πρίσμα του δομισμού, η έρευνα θα στραφεί τόσο στα ΜΜΕ γενικά και ειδικότερα στις ηλεκτρονικές μορφές των εφημερίδων που προαναφέρθηκαν. Στόχος είναι να εντοπιστούν άρθρα με περιεχόμενο αναφερόμενο στον ισλαμικό φεμινισμό και να ερμηνευτούν με βάση τον τρόπο παρουσίασης, την τοποθέτηση τους απέναντι του και των ιδεολογιών που εγγράφονται. 1286 280 348 Μελέτη της μεταβολής των καρκινικών αντιγόνων TPA και CA 15-3 στον ορό ασθενών του μαστού με την ραδιοανοσολογική μέθοδο IRMA Breast cancer is the most common cancer in the female population, and affects a small percentage of the male population. The early diagnosis, treatment planning and follow- up of breast cancer may be helpful for many cases of cancer. ΑΙΜ. There were studied 75 female patients aged 28-67 years (average age 56 ± 8 years) suffering from Breast Cancer in different stages (15 females in preoperative testing and other after mastectomy). The blood was received and centrifuged. The serum was saved in cryopreserved -70® centigrade until the final determination of the tumor marker. RESULTS. The normal values for CA 15-3 were <37 ng / ml and the TPA <95 ng / ml. These values are consistent with those values of international literature and our laboratory’s measurements in normal blood donors. STATISTICAL ANALYSIS. The statistical analysis of the results was done by x2 test (student test) and the correlation was the Pearson Correlation. A statistical significance was p <0.005. CONCLUSIONS.• Patients without metastases showed mainly CA 15-3 TPA values within normal limits. • Patients with metastases showed high values of CA 15-3, (p <0,005) but not high, statistically significant values of TPA . • Patients with multiple metastases showed very high values of CA 15-3 compared to the values of CA 15-3 in patients with fewer metastases (p <0,005), while prices of TPA were not statistically significant. • Cancer marker CA 15-3 seems more reliable as a predictor than the TPA for patients with breast cancer. • The marker CA 15-3 detects more reliable the progress of cancer (p <0.005) than TPA marker. • The combination of both markers does not seem to increase the sensitivity and specificity of the study. Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος στο γυναικείο πληθυσμό, ενώ προσβάλει και ένα μικρό ποσοστό στον ανδρικό πληθυσμό. Για την πρώιμη διάγνωση, το σχεδιασμό της θεραπείας και την παρακολούθηση του καρκίνου του μαστού, είναι χρήσιμοι πολλοί καρκινικοί δείκτες. ΣΚΟΠΟΣ Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να μελετηθούν οι τιμές των καρκινικών δεικτών CA 15-3 και TPA στον όρο ασθενών με καρκίνο του μαστού ως προγνωστικοί παράγοντες της νόσου και ιδίως της υποτροπής της. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Μελετήθηκαν 75 γυναίκες ασθενείς ηλικίας 28-67 ετών (μέσης ηλικίας 56 ± 8 έτη) πασχόντων από καρκίνο του μαστού διάφορων σταδίων, 15 σε προεγχηρητικό έλεγχο και οι υπόλοιπες μετά από μαστεκτομή. Έγινε λήψη αίματος, φυγοκέντριση του και η αποθήκευση του όρου σε βαθιά κατάψυξη -70® κελσίου έως τον τελικό προσδιορισμό των καρκινικών δεικτών. ΣΤΑΤΙΣΤΗΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με τον x test (student test) και η συσχέτιση έγινε με την Pearson Correlation. Στατιστικά σημαντικό ήταν το p <0,005. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ- ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Οι φυσιολογικές τιμές για το CA 15-3 βρέθηκαν <37 ng/ml και για το TPΑ <95 ng/ml. Οι τιμές αυτές συμβαδίζουν με αυτές της διεθνούς βιβλιογραφίας και από μετρήσεις του εργαστηρίου μας σε φυσιολογικούς αιμοδότες. 1. Ασθενείς χωρίς μεταστάσεις παρουσίασαν κατά κύριο λόγο τιμές CA 15-3 και TPA μέσα στα φυσιολογικά όρια. 2. Ασθενείς με μεταστάσεις παρουσίασαν υψηλές τιμές CA 15-3 (p <0,005) αλλά όχι υψηλές τιμές ΤΡΑ στατιστικά σημαντικές. 3. Ασθενείς με πολλαπλές μεταστάσεις παρουσίασαν πολύ υψηλές τιμές μόνο του CA 15¬3 σε σύγκριση με τις τιμές του CA 15-3 ασθενών με λιγότερες μεταστάσεις (p <0,005), ενώ, οι τιμές του ΤΡΑ δεν ήταν στατιστικά σημαντικές. 4. Ο καρκινικός δείκτης CA 15-3 φαίνεται να είναι πιο αξιόπιστος ως προγνωστικός δείκτης σε σχέση με το ΤΡΑ στην παρακολούθηση ασθενών με καρκίνο του μαστού. 5. Ο δείκτης CA 15-3 ανιχνεύει πιο αξιόπιστα την υποτροπή της νόσου (p <0,005) σε σχέση με τον δείκτη ΤΡΑ. 6. Η συσχέτιση των δύο δεικτών δεν φαίνεται να αυξάνει της ευαισθησία και την ειδικότητα της μελέτης. 1287 153 140 The role of Erasmus+KA2 programs (school partnerships) in Secondary Education School teachers’ professional development Η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών μέσα από τις σχολικές συμπράξεις Erasmus+ KA2 This paper explores the contribution of Erasmus +: KA2 program of the European Education Policy of Greek Secondary Teachers to their professional and personal development. The aim of this research is to examine the perceptions of teachers who have participated in such programs about who and if they have benefited professionally and personally of these programs. The research methodology is qualitative, and interviews conducted with ten teachers of Secondary Education (High School and Lyceum) of Evros Prefecture, with convenient sampling. The results of this research showed that the Erasmus + program: ΚΑ2 (school partnerships) is an important tool for the professional and personal development of secondary school teachers, although, some improvements are needed in terms of the logistical part of the program. In addition, there are also some concerns of teachers in terms of collaborations both in-school and out-of-school. Η εργασία διερευνά τη συμβολή του Προγράμματος Erasmus+:ΚΑ2 της εκπαιδευτικής πολιτικής της Ευρώπης στους εκπαιδευτικούς της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης στην επαγγελματική και την προσωπική τους ανάπτυξη. Σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν σε ένα τέτοιο πρόγραμμα σχετικά με το πως και αν ωφελήθηκαν επαγγελματικά και προσωπικά. Η μεθοδολογία της έρευνας είναι ποιοτική και διενεργήθηκαν συνεντεύξεις σε δέκα εκπαιδευτικούς Γυμνασίου και Λυκείου του Νομού Έβρου με βολική δειγματοληψία. Οι διαπιστώσεις που προέκυψαν από την έρευνα έδειξαν ότι το πρόγραμμα Erasmus+:ΚΑ2 (σχολικές συμπράξεις) αποτελεί σημαντικό εργαλείο για τη επαγγελματική και προσωπική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και ότι χρειάζονται και κάποιες βελτιώσεις ως προς το υλικοτεχνικό κομμάτι του προγράμματος. Επιπλέον, εμφανίζονται και κάποιοι προβληματισμοί των εκπαιδευτικών σε επίπεδο συνεργασιών τόσο ενδοσχολικά όσο και εξωσχολικά. 1288 150 153 The present project is dealing with the educational reformation in higher education, that took place in Greece and Cyprus, since the establishment of the Greek state to nowadays. An effort is made to reveal the most important reformational attempts in the field of education presenting the reasons that caused them and analyzing their results. Common aim of those reformation attempts is to embeed modern and democratic principles to the educational system, especially the university field and achieve their adaptation to the socio-economic conditions of each period. In all these efforts, the outcome is the same: non-consensus of political parties, the constant intervention of conservative circles and the Church, leading these efforts on a part-even-any application, without actually solving the educational problems . So, it becomes imperative to make certain changes to the university system in Greece, which should be based on requirements of the country in general and scientific manpower. Η παρούσα εργασία, πραγματεύεται τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, που έλαβαν χώρα στον ελλαδικό χώρο και την Κύπρο, από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους μέχρι σήμερα. Γίνεται προσπάθεια ανάδειξης των σημαντικότερων μεταρρυθμιστικών προσπαθειών στον εκπαιδευτικό τομέα, περιγράφονται οι λόγοι που τις προκάλεσαν, καθώς επίσης αναλύονται και τα αποτελέσματά τους. Κοινός στόχος αυτών των προσπαθειών, είναι η ανάγκη για εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατισμό του εκπαιδευτικού συστήματος και κυρίως του πανεπιστημιακού τομέα, καθώς και η προσαρμογή του στις κοινονικο-οικονομικές συνθήκες κάθε περιόδου. Σε όλες αυτές τις προσπάθειες, η κατάληξη είναι η ίδια: η μη συναίνεση των πολιτικών κομμάτων, η συνεχής παρέμβαση των συντηρητικών κύκλων και της Εκκλησίας, οδηγούν τις προσπάθειες αυτές σε μερική –ακόμα και καθόλου- εφαρμογή τους, χωρίς να επιλύουν ουσιαστικά τα εκπαιδευτικά προβλήματα. Έτσι, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη να πραγματοποιηθούν ορισμένες αλλαγές στο πανεπιστημιακό σύστημα της Ελλάδας, οι οποίες θα πρέπει να βασιστούν στις απαιτήσεις της χώρας σε επιστημονικό και γενικότερα ανθρώπινο δυναμικό. 1289 239 228 This dissertation aims at exploring the extent to which parents interfere with the school unit, which has concerned a large number of researchers, due to its importance and its complicacy. Specifically, the way in which parents interfere with the school activities is studied, the benefits of such interference for the student, the teacher’s work as well as for the parents themselves, the factors that influence the extent of their interference, as well as strategies to reinforce their participation. The research was carried out through study, analysis - processing and composition of the bibliographic sources which are directly linked with this issue. The bibliographic review led to some remarkable conclusions. There has been an increase in the interest of parents to actively participate in the school reality in the recent years. Among other factors, a very crucial one has been the institutionalising of parental participation. Furthermore, throughout the bibliography as a whole, the importance of good interpersonal relations is highlighted, both in promoting knowledge and cognitive development of a child, as well as in managing behavioral malfunctions. Some other factors, however, obstruct an effective cooperation. The parents’ low socioeconomic and educational status, their traumatic school experiences and the discouraging attitude of the school unit are only a few to mention. Finally, both the teachers through appropriate training and education, and the parents through parents meetings, can improve their interpersonal relations for the benefit of everyone and mainly of the child Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του βαθμού παρέμβασης των γονέων στη σχολική μονάδα, η οποία έχει απασχολήσει μεγάλη μερίδα ερευνητών, εξαιτίας της καίριας σημασία αλλά και της πολυπλοκότητας που την χαρακτηρίζει. Συγκεκριμένα, διερευνούνται ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς εμπλέκονται στα σχολικά δρώμενα, τα οφέλη της εμπλοκής τους για το μαθητή, το έργο του εκπαιδευτικού αλλά και τους ίδιους, οι παράγοντες που επηρεάζουν το βαθμό εμπλοκής τους, καθώς και οι στρατηγικές ενίσχυσης της συμμετοχής τους. Η διερεύνηση διεξήχθη μέσα από τη μελέτη, ανάλυση - επεξεργασία και σύνθεση βιβλιογραφικών πηγών, άμεσα συνδεόμενων με το θέμα. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση οδήγησε σε αξιοσημείωτες διαπιστώσεις. Το ενδιαφέρον των γονέων για ενεργό συμμετοχή στη σχολική πραγματικότητα έχει ενταθεί τα τελευταία χρόνια. Ανάμεσα σε άλλους, καθοριστικό παράγοντα αποτέλεσε η θεσμοθέτησή της γονεϊκής εμπλοκής. Επιπλέον, στο σύνολο των βιβλιογραφικών πηγών επισημαίνεται η αξία των καλών διαπροσωπικών σχέσεων γονέων- εκπαιδευτικών τόσο στην προώθηση της μάθησης και της γνωστικής ανάπτυξης του παιδιού όσο και στη διαχείριση των δυσλειτουργικών μορφών συμπεριφοράς. Ωστόσο, ορισμένες παράμετροι εμποδίζουν μια αποτελεσματική συνεργασία. Το χαμηλό κοινωνικο- οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο των γονέων, οι τραυματικές σχολικές τους εμπειρίες και η αποθαρρυντική στάση της σχολικής μονάδας είναι κάποιες απ’ αυτές. Τέλος, τόσο οι εκπαιδευτικοί μέσα από την κατάλληλη επιμόρφωση, όσο και οι γονείς μέσα από τις σχολές γονέων μπορούν να βελτιώσουν τις διαπροσωπικές τους σχέσεις προς όφελος όλων και κυρίως του παιδιού 1290 340 370 Εφαρμογή αυτογραφικής μεθόδου χρωματογραφίας λεπτής στιβάδας για την εκτίμηση της αντιμικροβιακής δράσης αιθέριων ελαίων In recent years the study of the antimicrobial action of essential oils from aromatic and medicinal plants has been of great scientific interest. The reason is the increasing resistance of microorganisms and especially pathogens towards the synthetic antibiotics and also the trend of consumers who want to use naturally and cheaper formulations. Although essential oils have been used in traditional therapy since antiquity, their activity and mode of action are currenlty decoded through international systematic research. In this context, contrary to the microdilution method of assessing their minimal inhibitory concentration (MIC) in this work, the utility and performance of an autographic method, which also includes the chromatographic analysis of essential oil, was studied. For that purpose, essential oils from 18 aromatic and medicinal plants were chromatographed on plates of thin layer chromatography with a mixture of solvents and subsequently incorporated into Mueller-Hinton agar plates that had been inoculated with a specific population of E. coli and S. aureus microbial strains. Five of the essential oils gave clear positive indications of antimicrobial activity against both E. coli and S. aureus. However, a number of other oils drastic enough according to the literature did not show the expected results. It appeared that the selected method is not as sensitive as the one preferred in current scientific research (ie that of microdilution) to assess the MIC of essential oils since the latter can exhibit the antimicrobial activity of lower concentrations of essential oils than the amounts used in this study. However, the advantage of the tested method is the ability to highlight the presence of more than one active fraction in the essential oil in contrast to the classical method which has no such capabilities. We believe that the use of a scaled-up experimental approach (larger quantities of essential oils, petri dishes with twice the volume of agar and chromatography plates with a double length) can produce comparable results with the conventional method and to provide an efficient approach for rapidly obtaining information about the antimicrobial activity of any essential oil under study Τα τελευταία χρόνια η μελέτη της αντιμικροβιακής δράσης των αιθέριων ελαίων από αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά συγκεντρώνει έντονο επιστημονικό ενδιαφέρον. Ο λόγος είναι αφενός η συνεχώς αυξανόμενη ανθεκτικότητα των μικροοργανισμών και κυρίως των παθογόνων έναντι των συνθετικών αντιβιοτικών και αφετέρου η στάση των καταναλωτών που επιθυμούν την χρήση περισσότερο φυσικών αλλά και φθηνότερων σκευασμάτων. Αν και τα αιθέρια έλαια χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή θεραπεία από την αρχαιότητα, η δραστικότητα και ο τρόπος δράσης τους αποκωδικοποιείται μέσα από συστηματικές έρευνες που δημοσιεύονται διεθνώς. Στα πλαίσια αυτά σε αντίθεση με την διεθνώς προτεινόμενη μέθοδο της μικροαραίωσης για την εκτίμηση της ελάχιστης ανασταλτικής δράσης τους στην παρούσα πτυχιακή μελετήθηκε η χρησιμότητα και η απόδοση μιας αυτογραφικής μεθόδου που περιλαμβάνει και την χρωματογραφική ανάλυση του αιθέριου ελαίου. Για τον σκοπό αυτό αιθέρια έλαια από 18 αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά αναπτύχθηκαν σε πλάκες χρωματογραφίας λεπτής στιβάδας με μίγμα διαλυτών και στην συνέχεια ενσωματώθηκαν σε Mueller-Hinton άγαρ το οποίο είχε επιμολυνθεί με συγκεκριμένο πληθυσμό από μικροβιακά στελέχη E. coli και S. aureus. Πέντε από τα αιθέρια έλαια έδωσαν σαφώς θετικές ενδείξεις αντιμικροβιακής δράσης τόσο στο στέλεχος E. coli όσο και στο S. aureus. Εντούτοις, μια σειρά άλλων ελαίων που με βάση την βιβλιογραφία είναι δραστικά, δεν εμφάνισαν στην αυτογραφική μέθοδο τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Από τα αποτελέσματα της έρευνας, φάνηκε ότι η μέθοδος που μελετήθηκε δεν είναι ανάλογα ευαίσθητη με αυτήν η οποία και προτιμάται στην επιστημονική έρευνα για την εκτίμηση του MIC των αιθέριων ελαίων (δηλ αυτή της μικροαραίωσης) δεδομένου ότι η τελευταία, μπορεί να αναδείξει την αντιμικροβιακή δράση μικρότερων συγκεντρώσεων αιθέριων ελαίων από τις ποσότητες που χρησιμοποιήθηκαν κατά την παρούσα μελέτη. Το πλεονέκτημα όμως της παρούσας μεθόδου είναι η δυνατότητα να αναδεικνύει την παρουσία περισσότερων του ενός δραστικών κλασμάτων εντός του αιθέριου ελαίου το οποίο εξετάζεται σε αντίθεση με την κλασική μέθοδο η οποία δεν έχει ανάλογη δυνατότητα. Θεωρούμε ότι η χρήση μεγαλύτερης ποσότητας αιθέριου ελαίου σε πολλαπλάσια διάταξη από αυτήν που χρησιμοποιήσαμε (τρυβλία διπλάσιου όγκου και πλάκες χρωματογραφίας με διπλάσιο) θα μπορεί να δώσει ανάλογα αποτελέσματα με αυτά της κλασικής μεθόδου και να αποτελέσει μια γρήγορη μέθοδο για την ταχεία λήψη πληροφοριών σχετικά με την αντιμικροβιακή δράση των μελετώμενων αιθέριων ελαίων 1291 168 165 Organization of teaching and development prospects of the all-day schooling programme of the Unified type of all-day Primary School. Οργάνωση διδασκαλίας και προοπτικές ανάπτυξης του ολοήμερου προγράμματος του Ενιαίου Τύπου Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου. The all-day school has been operating for many years with a wide variety of forms, serving social, cognitive and pedagogical purposes. It provides students with learning activities, socialization opportunities and a more creative way of staying at school. The present master dissertation aims to investigate and record the operating framework of the Unified type all-day Primary School, in force since 2016, as well as the views of teachers who teach in it, regarding its organization, preparation - study and its development prospects. The method chosen is qualitative research and more appropriate data collection tool the structured interview. The analysis of the results shows that the all-day school responds to the social necessity of its existence, but it still faces many problems regarding the fulfillment of its pedagogical and cognitive goals. Teachers with their suggestions wish its continuous improvement, aiming at the operation of a more effective all-day Primary School. Το ολοήμερο σχολείο λειτουργεί, εδώ και πολλά χρόνια, με μια μεγάλη ποικιλία μορφών, εξυπηρετώντας κοινωνικούς, γνωστικούς και παιδαγωγικούς σκοπούς. Παρέχει στους μαθητές του μαθησιακές δραστηριότητες, δυνατότητες κοινωνικοποίησης και δημιουργικότερη διάθεση του χρόνου παραμονής τους στο σχολείο. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έχει, ως στόχο να διερευνήσει και να καταγράψει το πλαίσιο λειτουργίας του Ενιαίου Τύπου Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου, που ισχύει από το 2016, καθώς και τις απόψεις των εκπαιδευτικών που διδάσκουν σε αυτό, αναφορικά με την οργάνωσή του, την προετοιμασία - μελέτη και τις προοπτικές ανάπτυξής του. Η μέθοδος που επιλέχτηκε είναι η ποιοτική έρευνα, με καταλληλότερο εργαλείο συλλογής δεδομένων τη δομημένη συνέντευξη. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων δείχνει, πως το ολοήμερο σχολείο ανταποκρίνεται στην κοινωνική αναγκαιότητα ύπαρξής του, αντιμετωπίζει, όμως, ακόμη πολλά προβλήματα, σχετικά με την πλήρωση των παιδαγωγικών και γνωστικών του στόχων. Οι εκπαιδευτικοί, με τις προτάσεις τους επιθυμούν τη συνεχή βελτίωσή του, στοχεύοντας στη λειτουργία ενός αποτελεσματικότερου Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου. 1292 256 310 Διερεύνηση των στάσεων των παραγωγών και των καταναλωτών ως προς τη χρήση των εντομοκτόνων Although insecticides and pesticides development has greatly contributed to productivity growth in agriculture, their extensive use has been linked with severe health impacts and environmental damage. This study investigated farmers’ and consumers’ attitudes toward the use of insecticides after combining both qualitative and quantitative research methods. In the qualitative research implementation, eight farmers were recruited to participate in an “in-depth” interview. According to the main findings, the majority of the farmers supports that the use of insecticides has more advantages than disadvantages. In addition, although there is sufficient information on the adverse effects on health and biodiversity from the use of insecticides, their necessity is highlighted. As it concerns the quantitative research implementation, individual-level data were collected via a formal questionnaire that was administered in personal interviews to a sample of 350 consumers. The factors that influence consumer’s view of the relationship between organic and conventional foods are: the “superiority” of organic products in comparison with the conventional products, the treatment of organic products as a luxury item and the reluctance of consumers to how compliance with the standards in food that are sold as organic is achieved. In addition, the factors that influence consumer attitudes toward the use of pesticides/insecticides are: the suspiciousness of the proper application of insecticide management legislation, the production-quality protection, the perceived harmlessness of the proper use and the level of information-awareness. Also, consumer’s attitudes toward bio-conventional products and the use of pesticides/insecticides are significantly associated with demographic and socio-economic characteristics, such as age category, annual personal income and educational attainment Τα εντομοκτόνα ως φυτοπροστατευτικά σκευάσματα έχουν συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της αγροτικής παραγωγής, όμως η μη ελεγχόμενη χρήση τους έχει οδηγήσει σε επιπτώσεις στη δημόσια υγεία και περιβαλλοντικές καταστροφές. Στην παρούσα μελέτη διερευνήθηκαν οι στάσεις των παραγωγών και των καταναλωτών ως προς τη χρήση των εντομοκτόνων, και γενικότερα των φυτοπροστατευτικών σκευασμάτων. Για την επίτευξη των στόχων της έρευνας πραγματοποιήθηκε συνδυασμός μεθόδων ποιοτικής και ποσοτικής έρευνας. Συγκεκριμένα, διεξήχθη ποιοτική έρευνα χρησιμοποιώντας την τεχνική των «σε βάθος συνεντεύξεων» σε ένα δείγμα οκτώ παραγωγών. Με βάση τα αποτελέσματα της ποιοτικής έρευνας παρατηρήθηκε ότι η πλειοψηφία των παραγωγών θεωρεί ότι η χρήση των εντομοκτόνων έχει περισσότερα πλεονεκτήματα από ότι μειονεκτήματα. Επιπλέον, παρόλο που υπάρχει επαρκής ενημέρωση για τις δυσμενείς συνέπειες στην υγεία και τη βιοποικιλότητα από τη χρήση των εντομοκτόνων, οι παραγωγοί επιμένουν στην αναγκαιότητά της χρήσης τους. Η ποσοτική έρευνα πραγματοποιήθηκε με προσωπικές συνεντεύξεις μέσω ενός δομημένου ερωτηματολογίου σε ένα δείγμα 350 καταναλωτών. Με βάση τα αποτελέσματα, οι κύριοι άξονες που επηρεάζουν τις στάσεις των καταναλωτών ως προς τα βιολογικά προϊόντα σε σύγκριση με τα συμβατικά είναι τρεις, και συγκεκριμένα είναι: η «ανωτερότητα» των βιολογικών προϊόντων σε σχέση με τα συμβατικά σε ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά τους, η αντιμετώπισή των βιολογικών προϊόντων ως είδος πολυτελείας, αλλά και η επιφυλακτικότητα του καταναλωτικού κοινού ως προς τον τρόπο τήρησης των προδιαγραφών στα τρόφιμα που πωλούνται ως βιολογικά,. Σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν τις στάσεις των καταναλωτών ως προς τη χρήση των φυτοφαρμάκων/εντομοκτόνων προέκυψαν οι παρακάτω τέσσερις: η καχυποψία ως προς τον έλεγχο-νομοθεσία, η προστασία παραγωγής-ποιότητας, η ακινδυνότητα της ορθής χρήσης, και η επάρκεια στην ενημέρωση. Επίσης, ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα, το ετήσιο ατομικό εισόδημα και το επίπεδο εκπαίδευσης του καταναλωτή επηρεάζονται σημαντικά οι απόψεις του σε θέματα σχετικά με τα βιολογικά-συμβατικά προϊόντα και τη χρήση των φυτοφαρμάκων/εντομοκτόνων 1293 315 356 Ηθική φιλοσοφία, επιστήμη και τεχνολογία. Πώς η συμπόρευση τους μπορεί να εξασφαλίσει την ατομική ελευθερία και την κοινωνική ισότητα. O Tempora! O mores! (Oh the times! Oh the manners!) Science and technology in the twenty-first century are bound to shape new manners through their contemporary achievements. We the people of this world, we are confronted with developments in science and biotechnology such as cloning, genetic mutations, artificial intelligence etc., that cause us discomfort and confusion. Anyone can ask himself: are there moral correlations in perpetual scientific development? What should be our attitude towards the modern life of biosciences? What is the purpose and end of any scientific act?Ethics is the scientific sector that comes to respond to the dilemmas posed by scientific and technological developments. Composing the Humanities with science under a valid interdisciplinary dialogue, bioethics seeks to respond to contemporary dilemmas of life sciences having guided the activities of the biggest benefit for humans and society. As activity bioethics concerns not only scientists, but also every citizen separately as we have a duty as a human conscious subjects to judge and to decide ethically when find ourselves faced with dilemmas like stopping a pregnancy or the right in death.The use of moral philosophy, specifically of applied ethics is the parameter that helps the Bioethics to come up with moral overtones. With the tooling using traditional moral theories, applied Ethics can lead to moral judgments and judgments on insoluble scientific ethics dilemmas. There are of course dilemmas where conflicting values ​​and goods can prevail. Through the tools of Applied Ethics, Bioethics is called upon to evaluate the priority of these values ​​and to apply them to society in the form of consensus.ioethics is rightly considered today as an autonomous and complex ethical social ecumenical activity. Recognizing the priorities of individual liberty and social equality, Interdisciplinary Bioethics processes aim to create those conditions that will help scientists and citizens to make moral judgments and decisions on dilemmas created by the use of modern scientific achievements. O tempora! O mores. (Ω καιροί, ω ήθη). Η επιστήμη και η τεχνολογία κατά τον εικοστό πρώτο αιώνα θεωρείται βέβαιο πως θα διαμορφώσουν νέα ήθη μέσω των σύγχρονων επιτευγμάτων τους. Εμείς οι άνθρωποι αυτού του κόσμου, ερχόμαστε αντιμέτωποι με εξελίξεις στην επιστήμη και την βιοτεχνολογία όπως η κλωνοποίηση, οι γενετικές μεταλλάξεις, η τεχνητή νοημοσύνη κ.α. που μας δημιουργούν αμηχανία και σύγχυση. Ο καθένας μπορεί να αναρωτηθεί: υπάρχουν ηθικοί συσχετισμοί στην αέναη επιστημονική ανάπτυξη; Ποια θα πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στα σύγχρονα διλλήματα των βιοεπιστημών; Ποιος ο σκοπός και το τέλος οποιασδήποτε επιστημονικής πράξης; Η Βιοηθική είναι ο επιστημονικός εκείνος κλάδος που έρχεται να απαντήσει στα διλλήματα που τίθενται από τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Συνθέτοντας τις ανθρωπιστικές με τις θετικές επιστήμες υπό ένα έγκυρο διεπιστημονικό διάλογο, η Βιοηθική επιδιώκει να απαντήσει στα σύγχρονα διλλήματα των βιοεπιστημών έχοντας ως γνώμονα των δραστηριοτήτων της το μεγαλύτερο όφελος για τον άνθρωπο και την κοινωνία. Ως δραστηριότητα, η Βιοηθική δεν αφορά μόνο τους επιστήμονες, αλλά και τον κάθε πολίτη ξεχωριστά καθώς έχουμε χρέος ως ανθρώπινα συνειδητά υποκείμενα να κρίνουμε και να αποφασίζουμε ηθικά όταν βρεθούμε μπροστά σε διλλήματα όπως η διακοπή μιας κύησης ή το δικαίωμα μας στον θάνατο.Η χρησιμοποίηση της Ηθικής φιλοσοφίας, συγκεκριμένα της Εφαρμοσμένης Ηθικής, είναι η παράμετρος που βοηθά την Βιοηθική να καταλήξει σε ηθικούς συσχετισμούς. Με την εργαλειακή χρήση των παραδοσιακών ηθικών θεωριών, η Εφαρμοσμένη Ηθική μπορεί να οδηγήσει σε ηθικές αποφάνσεις και κρίσεις επί δυσεπίλυτων επιστημονικών ηθικών διλλημάτων. Υπάρχουν, βεβαίως, διλλήματα όπου δύναται να επικρατούν συγκρουόμενες αξίες και αγαθά. Μέσω των εργαλείων της Εφαρμοσμένης Ηθικής, η Βιοηθική καλείται να αξιολογήσει την προτεραιότητα των αξιών αυτών και να τις εφαρμόσει στη κοινωνία υπό την μορφή συναίνεσης. Η Βιοηθική δικαίως σήμερα θεωρείται μια αυτόνομή και σύνθετη ηθικο-κοινωνική οικουμενική δραστηριότητα. Αναγνωρίζοντας τις προτεραιότητες της ατομικής ελευθερίας και της κοινωνικής ισότητας, οι διεπιστημονικές διεργασίες της Βιοηθικής στοχεύουν να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες που θα βοηθήσουν επιστήμονες και πολίτες να οδηγηθούν σε ηθικές κρίσεις και αποφάσεις επί των διλλημάτων που δημιουργούνται από την χρήση των σύγχρονων επιστημονικών επιτευγμάτων. 1294 341 343 The purpose of this postgraduate study is the investigation and detailed presentation of the child refugees’ social reality. As “child refugees” are referred the children who follow their parents in their escape route from the war conflicts and the “unaccompanied” minors who try to escape war, too. Particularly, the case of children from Syria, who have come as refugees in Greek territory, is being studied and presented in this thesis. This research was conducted between January 5, 2016 and August 30, 2016 and qualitative research methods were used. An extensive literature review with study of secondary sources (news, internet, files, articles and books) has been accomplished, concerning the Immigration Crisis, the Greek and European legislation framework and the international refugee management organizations. The research has been accomplished with constant updating from news and web releases, with case studies that came out in publicity and with interviews to people related to sectors, which are directly related to the management of minors refugees, such as the police, the Asylum Service and the minors refugees’ hosting center of the Non Governmental Organization “Arsis” in Alexandroupolis, Greece. As for the information evaluation, the qualitative data analysis was chosen. This dissertation attempts to lead to the understanding of the situation resulting from the Contemporary Immigration and Refugee Crisis. The conclusions are the follow. Initially, the formal procedures by which it is necessary to pass a minor refugee is varied and often lengthy. Within the large numbers of refugees entering Europe, are recorded thousands of unaccompanied minors, as well, who travel alone. The dangers facing these children are many. As a result, thousands of them disappear in the European territory. The European legislation, in conjunction with international law, treats minor refugees, especially unaccompanied, as particularly vulnerable groups. In Greek territory, unaccompanied minors are under the protection of the State and special accommodation structures, they are treated differently than adults and they can claim either family reunification or asylum. Finally, these children’s access to education is a challenge and objective for both host countries and the international community Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση και αναλυτική παρουσίαση της κοινωνικής πραγματικότητας των ανήλικων προσφύγων, δηλαδή των παιδιών που ακολουθούν τους γονείς τους στην πορεία διαφυγής τους από τις εστίες πολέμου και των «ασυνόδευτων» ανήλικων προσφύγων. Ειδικότερα μελετάται και παρουσιάζεται η περίπτωση των παιδιών από τη Συρία, που έχουν καταλήξει ως πρόσφυγες στο ελληνικό έδαφος. Η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε μεταξύ της 5ης Ιανουαρίου 2016 και της 30ης Αυγούστου 2016 και στα πλαίσια της χρησιμοποιήθηκαν ποιοτικές μέθοδοι έρευνας. Πραγματοποιήθηκε εκτενής βιβλιογραφική ανασκόπηση με μελέτη δευτερογενών πηγών (δελτία ειδήσεων, διαδίκτυο, αρχεία, άρθρα, βιβλία) που αφορούν τη μεταναστευτική κρίση, το ελληνικό και ευρωπαϊκό νομοθετικό πλαίσιο και τους διεθνείς οργανισμούς που προσπαθούν να διαχειριστούν τη μεταναστευτική κρίση. Επιλέχθηκε η διερεύνηση με συνεχή ενημέρωση από δελτία ειδήσεων και το διαδίκτυο, η μελέτη περιπτώσεων που βγήκαν στο φώς της δημοσιότητας και οι συνεντεύξεις ατόμων που υπάγονται σε φορείς, οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με τη διαχείριση των ανήλικων προσφύγων, όπως είναι η αστυνομία, η υπηρεσία ασύλου και η δομή φιλοξενίας ανήλικων προσφύγων της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Άρσις», στην Αλεξανδρούπολη. Για την αξιολόγηση των πληροφοριών χρησιμοποιήθηκε η ποιοτική ανάλυση δεδομένων. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία οδηγεί στην κατανόηση της επικρατούσας κατάστασης που προκύπτει από τη Σύγχρονη Μεταναστευτική και Προσφυγική Κρίση. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι τα ακόλουθα. Αρχικά, οι επίσημες διαδικασίες από τις οποίες είναι απαραίτητο να περάσει κάποιος ανήλικος πρόσφυγας είναι ποικίλες και συχνά χρονοβόρες. Μέσα στους μεγάλους όγκους των προσφύγων, που εισέρχονται στην Ευρώπη, καταγράφονται και χιλιάδες ασυνόδευτα ανήλικα, τα οποία ταξιδεύουν μόνα τους. Οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν τα παιδιά αυτά είναι πολλοί, με αποτέλεσμα χιλιάδες από αυτά να εξαφανίζονται στο ευρωπαϊκό έδαφος. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία, σε συνδυασμό με τη διεθνή νομοθεσία, αντιμετωπίζει τους ανήλικους πρόσφυγες και ιδιαίτερα τους ασυνόδευτους ως ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες. Στο ελληνικό έδαφος, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι υπάγονται υπό την προστασία του κράτους και ανάλογων δομών φιλοξενίας, αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο από τους ενήλικες και μπορούν να αιτηθούν είτε οικογενειακή επανένωση, είτε άσυλο. Τέλος, η πρόσβαση τους στην εκπαίδευση αποτελεί πρόκληση αλλά και στόχο τόσο για τις χώρες υποδοχής, όσο και για τη διεθνή κοινότητα 1295 11 11 Algebraic multigrid methods based on approximate inverses and high performance techniques Αλγεβρικές πολυπλεγματικές μέθοδοι με χρήση προσεγγιστικών αντιστρόφων και τεχνικές υψηλής απόδοσης 1296 236 247 The study of environmental problems in Greek children’ s literature Η μελέτη των περιβαλλοντικών προβλημάτων στην ελληνική παιδική λογοτεχνία The present thesis investigates the contribution of fairy tales to Environmental Education and more specifically to the understanding of environmental problems. In more detail, the present study seeks to: (a) record the environmental problems referred to in the eco-friendly fairy tales, 2000-2018, (b) investigate the causes, impacts and ways of dealing with the issue of marine pollution, and (c) examine the crowd, as well as the kind, of coping strategies, proposed in fairytales about sea pollution. The method used is Content Analysis of a Sample of 42 Tales. The results of the research are: In the pre-school ecological fairy tales of the period 2000-2018, a number of environmental problems can be approached, either directly or indirectly. The content of the majority of fairy tales, approaching the issue of marine pollution, is described as "Satisfactory", which has emerged from the multitude of reports included on the causes, effects and ways of dealing with them. Finally, according to the third research question, we focused on the content of coping strategies. The results showed that the majority of fairy tales contained a small number of references to the modes of treatment, while the suggested modes were more practical. Examining the content of eco-friendly tales highlights the educational nature of Children's Literature with influences from Environmental Education and its positive impact on young readers in shaping cognitive and ideological perspectives Στην παρούσα διπλωματική εργασία ερευνάται η συμβολή των παραμυθιών στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και πιο συγκεκριμένα στην κατανόηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Αναλυτικότερα η παρούσα έρευνα επιδιώκει: α) να καταγράψει τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αναφέρονται στα παραμύθια οικολογικού περιεχομένου, το χρονικό διάστημα 2000-2018, β) να διερευνήσει τα αίτια, τις επιπτώσεις και τους τρόπους αντιμετώπισης ως προς το ζήτημα της ρύπανσης των θαλασσών και γ) να εξετάσει το πλήθος, όσο και το είδος, των τρόπων αντιμετώπισης, που προτείνονται στα παραμύθια με θέμα τη ρύπανση των θαλασσών. Η μέθοδος που εφαρμόσθηκε είναι η Ανάλυση Περιεχομένου σε δείγμα 42 παραμυθιών. Τα αποτελέσματα που αναδείχθηκαν από την έρευνα είναι: Στα οικολογικά παραμύθια προσχολικής ηλικίας, του χρονικού διαστήματος 2000-2018, παρατηρείται να προσεγγίζεται μια πληθώρα περιβαλλοντικών προβλημάτων, είτε γίνονται άμεσες αναφορές σε αυτά, είτε έμμεσες. Το περιεχόμενο της πλειοψηφίας των παραμυθιών, που προσεγγίζουν το θέμα της ρύπανσης των θαλασσών, χαρακτηρίζεται «Ικανοποιητικό», το οποίο προέκυψε από το πλήθος των αναφορών που περιελάμβαναν, σχετικά με τα αίτια, τις επιπτώσεις και τους τρόπους αντιμετώπισης. Τέλος, σύμφωνα με το τρίτο ερευνητικό ερώτημα, επικεντρωθήκαμε στο περιεχόμενο των τρόπων αντιμετώπισης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πλειοψηφία των παραμυθιών περιείχαν μικρό αριθμό αναφορών στους τρόπους αντιμετώπισης, ενώ οι τρόποι που προτείνονταν είναι περισσότερο πρακτικοί. Μέσα από την εξέταση του περιεχομένου των παραμυθιών οικολογικού περιεχομένου επισημαίνεται ο εκπαιδευτικός χαρακτήρας της Παιδικής Λογοτεχνίας με επιρροές από την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και η θετική επίδραση της στους μικρούς αναγνώστες, όσον αφορά στη διαμόρφωση γνωστικών και ιδεολογικών απόψεων. 1297 225 268 Ψυχικές εκδηλώσεις παράνομα εισερχομένων μεταναστών το πρώτο διάστημα παραμονής τους The issue of migration has become center of interest during the last years, since the tension has been increasing and the legal framework is constantly changing. This heterogeneous migrant population consists of three different groups, refugees, asylum seekers and work immigrants. As a result, various psychosocial and cultural factors are involved with different consequences and effects on the mental health of these immigrant groups. This study is a retrospective observational study of the mental health patterns of the illegally incoming immigrants that had arrived at Greece during their first reception from Greek services. Data were collected from 239 semi-stuctional interviews that took place from June 2013 to February 2015 at Evros First Reception Center from the psychosocial team of the Greek NGO Iatrikh Paremvash (Med.In.). Mental health patterns were tested with variables such as demographic information, history of psychopathology, drugs/alcohol abuse, traumatic experiences, and family companion. Statistic analysis showed that stress and Neurotic, stress-related and somatoform disorders (F40-F48) were more frequent. It also showed that the existence of psychopathology is more related to specific traumatic experiences. Psychological and physical violence were more frequent than war to those who have been diagnosed with a mental disorder. Also, traumatic experiences were not that related to those who mentioned drugs/alcohol abuse. Finally, history of psychopathology, was not common in those who have been diagnosed with a mental disorder. Το μεταναστευτικό ζήτημα βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τα τελευταία χρόνια καθώς η ένταση με την οποία εκδηλώνεται έχει αυξηθεί και το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη συνεχώς αλλάζει. Η ανομοιογένεια του μεταναστευτικού πληθυσμού έχει ως αποτέλεσμα το διαχωρισμό του σε τρεις ξεχωριστές ομάδες, τους αιτούντες ασύλου, τους πρόσφυγες και τους οικονομικούς μετανάστες. Αυτό σημαίνει πως το ζήτημα αυτό εμπλέκει ποικίλους ψυχοκοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες με διαφορετικές επιπτώσεις και επιδράσεις στην ψυχική υγεία των μεταναστευτικών ομάδων. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια αναδρομική μελέτη παρατήρησης των ψυχικών εκδηλώσεων παράνομα εισερχόμενων μεταναστών το πρώτο διάστημα της παραμονής τους στην Ελλάδα. Χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από 239 ημι- δομημένες συνεντεύξεις τα οποία συλλέχθηκαν από τον Ιούνιο 2013 μέχρι το Φεβρουάριο 2015 στο Κέντρο Πρώτης Υποδοχής (Κ.Ε.Π.Υ.) Νομού Έβρου από το κλιμάκιο ψυχοκοινωνικής υποστήριξης της ΜΚΟ «Ιατρική Παρέμβαση» (Med.In.). Οι ψυχικές εκδηλώσεις εξετάστηκαν με μεταβλητές όπως δημογραφικά στοιχεία, καταχρήσεις ουσιών/αλκοόλ, τραυματικές εμπειρίες, ύπαρξη οικογενειακού περιβάλλοντος. Οι στατιστικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν έδειξαν ότι το σύμπτωμα που αναφέρθηκε συχνότερα ήταν το άγχος και οι διαταραχές με τη μεγαλύτερη συχνότητα ήταν οι οι νευρωσικές, συνδεόμενες με το στρες και σωματόμορφες διαταραχές (F.40 - F.48). Διαπιστώθηκε επίσης ότι η ύπαρξη ψυχοπαθολογίας εξαρτάται από το είδος της τραυματικής εμπειρίας. Η ψυχολογική και σωματική βία αναφέρθηκε με μεγαλύτερη συχνότητα απ’ ότι ο πόλεμος από αυτούς που έλαβαν κάποια διάγνωση. Επίσης οι τραυματικές εμπειρίες δεν είχαν μεγάλη συχνότητα σε αυτούς που ανέφεραν καταχρήσεις αλκοόλ και ουσιών. Τέλος, το ιστορικό ψυχοπαθολογίας δεν ήταν μεταβλητή που εμφανίστηκε συχνά σε αυτούς που έλαβαν κάποια διάγνωση κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο ΚΕΠΥ. 1298 332 311 how students and teachers perceived them. A case-study in a Greek High School. η πρόσληψή τους από εκπαιδευτικούς και μαθητές. Μια μελέτη περίπτωσης στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση The purpose of the present thesis is to study the components of discipline matters, which may arise in a school unit of Secondary Education and, in particular, Soufli High School. At first, we studied the theoretical background concerning questions of discipline in general and, more specifically, school discipline and its various aspects (rules, authority relations, time and space organization, sanctions). Next, we examined the issue of school divergence on a theoretical level, its causes and ways of dealing with it. Finally, we focused on the question of school sanctions within the scope of the regulatory framework which concerns them. We also considered the pedagogical views that emerge from disciplinary policies applied in a school environment. As far as the research part of this paper is concerned, it took place in the High School of Soufli (Lyceum). More precisely, the subjects of the research were students attending the current school year (2017-18) at the second grade and the teachers these students are taught by. So, this is a case-study. The methodology adopted was qualitative as we employed the technique of semi-structured interviews as a means of collecting data. Thus, we interviewed (16) sixteen students – boys and girls -, and (8) eight teachers, women and men, studying and working in the particular school unit. Distinct interviewing guides were used for each group. The data analysis proceeded with the method of Content Analysis and revealed that teachers and students alike value the significance of discipline in the classroom and seek for ways of achieving it. Furthermore, it appears that instances where lack of discipline occurs are rare and manageable, and can be dealt with inside the classroom. Finally, the interviewees rejected the hourly removal of a student from the classroom as a form of sanction. Instead, they suggested other ways of disciplinary control by stressing the importance of encouraging the development of communication between the educator and disorderly and disruptive students. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη πτυχών του πειθαρχικού φαινομένου, όπως εκδηλώνονται σε σχολική μονάδα Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Λύκειο Σουφλίου). Για τη διερεύνηση του θέματος, αρχικά, μελετήθηκαν θεωρητικές αναλύσεις της πειθαρχίας ευρύτερα, και ειδικότερα της σχολικής πειθαρχίας και των παραμέτρων της (κανόνες, εξουσιαστικές σχέσεις, οργάνωση του χωροχρόνου, ποινές). Στη συνέχεια, διερευνήθηκε θεωρητικά το φαινόμενο της σχολικής απόκλισης, τα αίτια που το προκαλούν και οι δυνατότητες αντιμετώπισής του. Τέλος, εστιάσαμε στο ζήτημα των σχολικών ποινών, υπό το πρίσμα του κανονιστικού πλαισίου που τις διέπει, καθώς και των παιδαγωγικών προβληματισμών που αναφύονται κατά την εφαρμογή τιμωρητικών κυρώσεων στο σχολείο. Όσον αφορά στο ερευνητικό μέρος της εργασίας, το πλαίσιο στο οποίο πραγματοποιήθηκε η έρευνα αποτέλεσε το Λύκειο Σουφλίου. Ειδικότερα, τα υποκείμενα της έρευνας ήταν μαθητές που φοιτούν το τρέχον σχολικό έτος (2017-18) στη Β΄ Λυκείου και εκπαιδευτικοί που τους διδάσκουν. Πρόκειται, επομένως, για μια μελέτη περίπτωσης. Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε ήταν ποιοτική: χρησιμοποιήθηκε ως μέσο συλλογής δεδομένων η τεχνική των ημι-δομημένων συνεντεύξεων από δεκαέξι (16) μαθητές και μαθήτριες και οκτώ (8) εκπαιδευτικούς, άντρες και γυναίκες, της σχολικής μονάδας, με ξεχωριστούς οδηγούς συνεντεύξεων για κάθε μία από τις δύο ερευνώμενες ομάδες. Η ανάλυση των δεδομένων έγινε με τη μέθοδο της Ανάλυσης Περιεχομένου (Content Analysis) και έδειξε, καταρχάς, ότι εκπαιδευτικοί και μαθητές εκτιμούν τη σημασία της πειθαρχίας μέσα στην τάξη και αναζητούν τρόπους για την επίτευξή της. Παράλληλα, φάνηκε ότι τα φαινόμενα απειθαρχίας είναι ήπιας μορφής και, σε γενικές γραμμές, αντιμετωπίζονται μέσα στην τάξη με παιδαγωγικά μέσα. Τέλος, η επιβολή της τάξης με κυρίαρχη μορφή κύρωσης την ωριαία απομάκρυνση από το μάθημα, γενικά, απορρίπτεται από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, και στη θέση της ποινής αυτής προτείνονται άλλοι τρόποι αντιμετώπισης των πειθαρχικών προβλημάτων που αναφύονται την ώρα του μαθήματος, με έμφαση στην καλλιέργεια της επικοινωνίας ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και τον ή τους απείθαρχους μαθητές. 1299 14 14 Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών από τη σκοπιά των γονέων - Θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση The evaluation of teachers from the perspective of parents - Theoretical and empirical approach 1300 291 402 In this study conducted in dissertation preparation within the Department of Primary Education, Democritus University of Thrace, we will study and analyze the theory of Kant for treatment, anthropology, politics and finally the creation of a pedagogical theory. Ιn the chapter "Enlightenment" will refer to the Age of Enlightenment, which Kant lived and acted in order to better understand the social context of the time established after the French Revolution. I will refer to the sciences, the era intellectuals and their contribution to the socio-political and educational field. The second chapter anthropology embedded and intertwined in the pedagogical theory in which both the inherent idea of education and politics. The Turn will tell us that the ability of the effort to autonomy is essential for possession of human freedom facility. The purpose of man as a rational being is to fulfill its intended purpose through its development and through all the possibilities of natural origins. In the third chapter, this policy, Kant tells us that he was well aware that the economic and social institutions could undermine the ability of individuals to do so rationally within society. It refers to the relationship between independence and dependence of the crisis in social and economic relations. It tells us that some people are able to gain political rights, must be active citizens and further must also be independent. In the fourth chapter we will refer to the formation of pedagogical theory according to Kant, it seems that is constructed from the Anthropology and Politics, where anthropology plays a key role in construction. The pedagogical theory is that a proportional relationship with Mr. Anthropology 'theory Policy. The pedagogical theory is essential corollary to the idea of freedom, which is the greater good for Man Στην παρούσα εργασία η οποία διεξήχθη στα πλαίσια εκπόνησης πτυχιακής εργασίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, θα μελετήσουμε και θα αναλύσουμε την θεωρία του Καντ για την αγωγή, την ανθρωπολογία, την πολιτική και τέλος την δημιουργία μιας παιδαγωγικής θεωρίας. Στο κεφάλαιο «Διαφωτισμός» θα αναφερθούμε στην εποχή του Διαφωτισμού, στην οποία έζησε και έδρασε ο Κάντ, ώστε να καταλάβουμε καλύτερα το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής εκείνης που δημιουργήθηκε μετά την Γαλλική Επανάσταση. Θα αναφερθώ στις επιστήμες, τους διανοούμενους της εποχής και στην προσφορά τους στον πολιτικοκοινωνικό και παιδαγωγικό τομέα. Ακολουθεί το κεφάλαιο η ιδέα της αγωγής. Εκεί θα αναφερθούμε ότι είναι κοινό καθήκον κάθε ανθρώπου να διαπαιδαγωγηθεί ώστε να καταστεί ηθικό υποκείμενο και να κατευθύνει τις πράξεις του προς τον τελικό σκοπό του, ο οποίος είναι η απόκτηση της ευδαιμονίας. Θεωρεί ο Κάντ δηλ. ότι η σταδιακή πρόοδος προς την ηθική τελειοποίηση του ανθρώπου μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από την κατάλληλη εκπαίδευση και αγωγή. Η αγωγή μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στο να προσεγγίσει το αγαθό για το οποίο διαθέτει εν δυνάμει. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της ελευθερίας του ανθρώπου. Στο δεύτερο κεφάλαιο η ανθρωπολογία εμπεριέχεται και συνυφαίνεται στην παιδαγωγική θεωρία στην οποία ενυπάρχουν αμφότερες η ιδέα της αγωγής και της πολιτικής. Ο Kαντ θα μας πει ότι η ικανότητα της προσπάθειας για την αυτονομία είναι βασική για την κατοχή της δυνατότητας ελευθερίας του ανθρώπου. Σκοπός του ανθρώπου ως έλλογου όντος είναι να εκπληρώσει τον προορισμό του μέσω της ανάπτυξής του και μέσω των δυνατοτήτων όλων των φυσικών καταβολών του. Στο τρίτο κεφάλαιο, αυτό της πολιτικής, ο Κάντ μας αναφέρει ότι γνώριζε πολύ καλά ότι οι οικονομικοί και οι κοινωνικοί θεσμοί θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ικανότητα των ατόμων για να πράξουν ορθολογικά μέσα στην κοινωνία. Αναφέρεται στη σχέση μεταξύ ανεξαρτησίας της κρίσης και εξάρτησης στις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις. Θα μας αναφέρει ότι για να είναι κάποιοι άνθρωποι ικανοί για να αποκτήσουν πολιτικά δικαιώματα, πρέπει να είναι ενεργοί πολίτες και επιπλέον πρέπει να είναι και ανεξάρτητοι. Στο τέταρτο κεφάλαιο θα αναφερθούμε στον σχηματισμό της παιδαγωγικής θεωρίας σύμφωνα με τον Κάντ, φαίνετε ότι αυτή κατασκευάζεται από την Ανθρωπολογία και την Πολιτική, όπου η Ανθρωπολογία παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην κατασκευή της. Η παιδαγωγική θεωρία έχει δηλαδή μια αναλογική σχέση με την Ανθρωπολογία κ’ την Πολιτική θεωρία. Η παιδαγωγική θεωρία έχει ως βασικό επιστέγασμα την ιδέα της ελευθερίας, η οποία είναι και το μεγαλύτερο αγαθό για τον Άνθρωπο 1301 261 308 Επίδραση των αναστολέων της διπεπτιδυλοπεπτιδάσης -4 στο καρδιαγγειακό σύστημα Diabetes Mellitus is a long-term metabolic disease which threatens both the cardiovascular morbidity and mortality levels to a large extent. The beneficial effect of glycemic control on microvascular complications has been thoroughly studied and sufficiently documented. However, there are some clinical studies which show that some antidiabetic treatments are highly likely to increase the cardiovascular risk. Yet, the same treatments may be particularly effective for lowering glycaemia. For this reason, the new antidiabetic drugs should be tested for their cardiovascular safety through a series of randomized clinical trials in order to be approved by official authorities. Drawing on the pubmed data base and the clinical trials website (clinical.trials.gov), we tried to find out the impact of inhibitors of dipeptidyl peptidase-4 on the cardiovascular system. The three major multicenter clinical studies concerning the inhibitors DPP-4 and major cardiovascular events, proved the cardiovascular safety of these drugs. Gliptins have neither favorable nor unfavorable effects on the cardiovascular system. Unlike SAVOR and EXAMINE studies, where it was observed an increased incidence of hospitalization due to heart failure, there were no such results in TECOS study. Thus, the findings arising emphasize on the importance of rather a drug effect and not a class effect. However, considering cardiovascular safety, there is still a lot of research that needs to be done in order to be sure for the role of these drugs and their effect on the therapeutic treatment of Diabetes Mellitus. Well-known research centers have focused on the exact mechanisms that lead to cardiovascular benefits, thus expecting to break new ground to coping with diabetes. Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) είναι μία χρόνια μεταβολική νόσος και αποτελεί μείζονα παράγοντα κινδύνου καρδιαγγειακής νοσηρότητας και θνητότητας. Η ευεργετική επίδραση της επίτευξης γλυκαιμικού ελέγχου στις μικροαγγειακές επιπλοκές έχει μελετηθεί και τεκμηριωθεί επαρκώς. Ωστόσο, υπάρχουν κλινικές μελέτες που δείχνουν ότι ορισμένα φάρμακα του ΣΔ ενδεχομένως να αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, παρά το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά στη ρύθμιση της γλυκόζης του αίματος. Για τον λόγο αυτό, οι νέοι αντιδιαβητικοί παράγοντες θα πρέπει να αποδείξουν την καρδιαγγειακή τους ασφάλεια μέσα από μεγάλες, τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες κλινικές δοκιμές προκειμένου να εγκριθούν από τις αρμόδιες αρχές. Επιχειρώντας να εξεταστεί η επίδραση των αναστολέων της διπεπτιδυλοπεπτιδάσης-4 (DPP-4) στο καρδιαγγειακό σύστημα, έγινε έρευνα στις βάσεις δεδομένων του Pupmed και στην ιστοσελίδα κλινικών δοκιμών clnical.trials.gov για τις σχετικές δημοσιεύσεις της τελευταίας δεκαετίας. Οι τρεις μεγάλες πολυκεντρικές κλινικές μελέτες (SAVOR-TIMI, EXAMINE, TECOS) που αφορούν τους αναστολείς της DPP-4 και έθεσαν ως στόχους μείζονα καρδιαγγειακά συμβάματα, απέδειξαν την καρδιαγγειακή ασφάλεια των φαρμάκων αυτών. Όπως αποδεικνύεται απο τις παραπάνω μελέτες, οι αναστολείς DPP-4 (γλιπτίνες) δεν ασκούν ευεργετική αλλά ούτε και δυσμενή επίδραση στο καρδιαγγειακό σύστημα. Η αυξημένη επίπτωση νοσηλείας λόγω καρδιακής ανεπάρκειας που παρατηρήθηκε στις μελέτες SAVOR και ΕΧΑΜΙΝΕ, δεν προέκυψε στην τρίτη μελέτη TECOS, αποδεικνύοντας ότι αυτή δεν φαίνεται να είναι αποτέλεσμα όλων των φαρμάκων αυτής της κατηγορίας (class effect) αλλά αποτέλεσμα μόνο των δύο συγκεκριμένων αναστολέων DPP-4 (drug effect). Ο δρόμος ωστόσο είναι μακρύς και θα πρέπει, αφού λαμβάνονται υπόψη και τα θέματα της καρδιαγγειακής ασφάλειας, να γίνουν μακροχρόνιες μελέτες μέσα από τις οποίες θα κατανοήσουμε ακόμη καλύτερα τον ρόλο αυτών των ουσιών και τη θέση τους στη θεραπευτική αντιμετώπιση του ΣΔ. Οι ακριβείς μηχανισμοί μέσω των οποίων επιτυγχάνεται το πιθανό καρδιαγγειακό όφελος είναι πλέον το επίμαχο αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας από μεγάλα πανεπιστημιακά και ερευνητικά κέντρα, δημιουργώντας προσδοκίες για ένα νέο τοπίο στην αντιμετώπιση του ΣΔ. 1302 240 260 Reports on clinica use of platelet-rich plasma (PRP) have dramatically increased in the last decade. Recent publications have shown its positive effects in promoting endometrial and follicular growth and gestation in assisted reproduction cycles. PRP is a natural product where a high level of platelets is concentrated with growth factors concentration 3 to 5 times greater than plasma. Studies have shown that PRP administration in the ovarian tissue has resulted in rejuve-nation as evaluated by the relevant biochemical markers as well as reactivation of folliculogenesis. Other researchers have showed effective use in improving pregnancy outcomes in patients with repeated implantation failure (RIF). For managing repeated failures, several methods have been attempted, but recently PRP appears as effective in inducing endometrial development in patients with thin, poor endometrium. In their alpha granules, platelets contain a cocktail of chemical mediators that trigger tissue regeneration, both through the promotion of angiogenesis and the initiation of cell regeneration. Such bioactive factors include platelet derived growth factor (PDGF), transforming growth factor-beta (TGF-β), vascular endothelial growth factor (VEGF), epidermal growth factor (EGF), fibroblast growth factor (FGF), insulin growth factor (IGF). Another possible mechanism of PRP to endometrium is through its anti¬inflammatory actions. PRP is an innovative therapeutic modality, as it is simple, easily performed, and effective, with minimal risk as it is an autologous product. Large randomized controlled trials are required though to confirm its efficacy and safety in the field of infertility and assisted reproduction. Οι αναφορές σχετικά με τις κλινικές χρήσεις του πλάσματος πλούσιου σε αιμοπετάλια (PRP) έχουν αυξηθεί δραματικά την τελευταία δεκα-ετία. Πρόσφατες δημοσιεύσεις έχουν δείξει τα θετικά αποτελέσματα της χρήσης PRP στην ωρίμανση των ωοθυλακίων, και την πάχυνση του ενδομητρίου σε κύκλους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. To PRP είναι ένα φυσικό βιολογικό προϊόν με υψηλή συγκέντρωση αιμο-πεταλίων και περίπου 3-5 φορές υψηλότερη συγκέντρωση αυξητικών παραγόντων. Μελέτες έχουν δείξει ότι μετά την έγχυση PRP στις ωο-θήκες έχει παρατηρηθεί αναζωογόνηση της ωοθηκικής λειτουργίας όπως αποδεικνύεται από μεταβολή των βιοχημικών δεικτών και επα-νενεργοποίηση της ωοθυλακιογένεσης. Άλλοι ερευνητές έχουν δείξει αποτελεσματική χρήση του PRP για την κύηση σε γυναίκες με επανα-λαμβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης. Για τη διαχείριση περιπτώσεων με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες έχουν προταθεί διάφορες μέθοδοι, όμως η χορήγηση PRP έχει πρόσφατα αναδειχθεί ως αποτελεσματική στην πάχυνση ενδομητρίου σε ασθενείς με λεπτό, μη λειτουργικό ενδομήτριο. Στα α-κοκκία τους, τα αιμοπετάλια περιέχουν ένα κοκτέιλ χημικών μεσολαβητών που ενεργοποιούν την αναγέννηση των ιστών, τόσο μέσω της προαγωγής της αγγειογένεσης όσο και της έναρξης της κυτταρικής αναγέννησης. Κάποια από αυτά τα βιοενεργά μόρια είναι ο αιμοπεταλιακός αυξητικός παράγοντας (PDGF), ο αυξητικός παρά-γοντας μετασχηματισμού (TGF-β), ο αγγειακός ενδοθηλιακός αυξητικός παράγοντας (VEGF), ο επιδερμικός αυξητικός παράγοντας (EGF), ο ινοβλαστικός αυξητικός παράγοντας (FGF), και ο ινσουλινικός αυξη-τικός παράγοντας (IGF). Ένας άλλος πιθανός μηχανισμός δράσης του PRP στο ενδομήτριο είναι μέσω των αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων του. Το PRP είναι μια πρωτοποριακή θεραπευτική μέθοδος, καθώς είναι απλή, εύκολη και αποτελεσματική, με ελάχιστους κινδύνους αφού είναι αυτόλογο προϊόν. Μεγάλες ελεγχόμενες τυχαιοποιημένες μελέτες απαιτούνται όμως για την επιβεβαίωση της αποτελεσμα-τικότητας και της ασφάλειας στο πεδίο της υπογονιμότητας και της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. 1303 121 125 In recent years embryo transfer at the blastocyst stage has been increasingly used in assisted reproduction cycles instead of embryo transfer at the cleavage stage. Increased rates of successful implantation, and pregnancy in both fresh and frozen cycles, reduction in the number of the transferred embryos and therefore of multiple pregnancies, and accurate genetic diagnosis are just some of the benefits blastocyst transfer can offer. Extended cultivation, on the other hand, raises concerns about the potential effects it may have on pregnancy, mother and fetus. For this reason, the present study summarizes data from the most recent studies, in order to compare the results and the effects of the selection of embryo transfer at the two different stages of embryo development. Τα τελευταία χρόνια η μεταφορά εμβρύων στο στάδιο της βλαστοκύστης χρησιμοποιείται ολοένα και περισσότερο στους κύκλους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής αντί για την μεταφορά εμβρύων στο στάδιο της αυλάκωσης. Τα αυξημένα ποσοστά επιτυχούς εμφύτευσης, εγκυμοσύνης σε φρέσκους και κατεψυγμένους κύκλους, η μείωση του αριθμού των μεταφερόμενων εμβρύων και κατ’ επέκταση των πολύδυμων κυήσεων και η ακριβής γενετική διάγνωση είναι μόνο μερικά από τα πλεονεκτήματα που μπορεί να προσφέρει. Η εκτεταμένη καλλιέργεια από την άλλη πλευρά εγείρει ανησυχίες σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις που μπορούν να έχουν στην κύηση, την μητέρα αλλά και το έμβρυο. Για το λόγο αυτό στην παρούσα εργασία συνοψίζονται δεδομένα από τις πιο πρόσφατες μελέτες, με σκοπό την σύγκριση των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων της επιλογής εμβρυομεταφοράς στα δύο διαφορετικά στάδια ανάπτυξης των εμβρύων. 1304 238 246 Ερμηνευτικές και διδακτικές προσεγγίσεις στο δημοτικό τραγούδι. Παραλογές Demotic song and paraloges, a prominent category of it, occupy a special place in Modern Greek literature. Oral tradition, including folk poetry, works as a tool for collective expression and literacy pleasure of Greek people. The value which is given today to these products of Greek spirit, reflects the ability of people to compose in their own particular way elements of the rich ancient Greek literary heritage and to carry forward them with his experiences and fundamentals during the last two thousand years. At this procedure of composition and transportation of literature, paraloges, narrative and recitative songs associated with ancient tragedy, play main role. The importance of demotic song is great not only because it is proving national continuity but it is also working as a mean of communication in human societies. Hence, there is a need to create a special educational framework related to demotic songs and paraloges. This work is developed in order to investigate the assumptions above about our demotic song, especially from the aspect of its performance, and to make suggestions on how to use paraloges as a communication framework in school. Looking at the bibliography, it is obvious the fixed and natural evolution of demotic poetry, which, of course, includes decay. However, the rich communication environment of song with prominent features the collectivity and the re-creation can be transferred into school practice through many literary or other student works during the Language course Το δημοτικό τραγούδι και οι παραλογές, ως εξέχουσα κατηγορία του, καταλαμβάνουν ιδιαίτερο χώρο στη νεοελληνική λογοτεχνία. Η προφορική παράδοση, που περιλαμβάνει τη δημοτική ποίηση, λειτουργεί ως εργαλείο συλλογικής έκφρασης και τέρψης του ελληνικού λαού. Η αξία που δίνεται σήμερα σε αυτά τα πνευματικά προϊόντα αντανακλά την ικανότητα του λαού να συνθέσει με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο στοιχεία της πλούσιας αρχαιοελληνικής λογοτεχνικής κληρονομιάς και να τα μεταφέρει εμπλουτισμένα με τις εμπειρίες και αρχές του στο πέρασμα των δύο χιλιάδων τελευταίων χρόνων. Σε αυτή τη διαδικασία της σύνθεσης και της μεταφοράς, σπουδαίο ρόλο παίζουν οι παραλογές, τα τραγούδια διήγησης και απαγγελίας, που είναι συνδεδεμένα με την αρχαία τραγωδία. Η σημασία του δημοτικού τραγουδιού δεν οφείλεται μόνο σε λόγους απόδειξης της εθνικής συνέχειας, αλλά και στην επικοινωνιακή λειτουργία μεταξύ των ανθρώπινων κοινωνιών. Από εδώ προκύπτει η ανάγκη δημιουργίας ειδικού εκπαιδευτικού πλαισίου αναφορικά με το δημοτικό τραγούδι και τις παραλογές. Κατά την ανάπτυξη της παρούσας εργασίας επιδιώκεται να ερευνηθούν οι διάφορες όψεις του δημοτικού μας τραγουδιού, κυρίως από την πλευρά της επιτέλεσής του, και να γίνουν προτάσεις αξιοποίησης των παραλογών ως ενός επικοινωνιακού πλαισίου στο σχολείο. Ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία, φαίνεται η σταθερή και με φυσικό τρόπο εξέλιξη της δημοτικής ποίησης, η οποία περιλαμβάνει, βέβαια, και τη φθορά. Το πλούσιο, όμως, επικοινωνιακό περιβάλλον του τραγουδιού με εξέχοντα χαρακτηριστικά τη συλλογικότητα και την αναδημιουργία, είναι δυνατόν να μεταφερθεί στη σχολική πράξη μέσω πολλών λογοτεχνικών ή μαθητικών έργων στο πλαίσιο του μαθήματος της Γλώσσας 1305 635 780 Αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας φρέσκου, ανθρώπινου, ετερόλογου σκληρικού ιστού με μεθοδολογία οπτικής τομογραφίας συνοχής πρόσθιου ημιμορίου μακροπρόθεσμα ως μόσχευμα κάλυψης στις χειρουργικές επεμβάσεις τοποθέτησης βαλβιδικού μηχανισμού. Introduction : Trabeculectomy has remained the gold standard for glaucoma surgical intervention, but glaucoma drainage devices indications are continuously expanding and growing in popularity during the last 15 years. Even though progress has been made in the design and material technology of these devices over the years, they are still liable for overlying tissue erosion with 1,6% erosion in a follow-up of 18,2 ± 15,4 months and 3-8% in a follow-up of 1-5 years. Erosion of the overlying tissue puts the patient at risk for potentially devastating infection, leading to the development of patch grafts materials used to address exposure of glaucoma drainage devices. Purpose : To determine the safety and efficacy of heterologous, fresh, human donor sclera as patch graft material in glaucoma drainage device surgery using anterior segment optical coherence tomography for the measurement of its thickness as well as the thickness of the overlying epithelium when entering the anterior chamber. Material and Methods : This is initially a retrospective and subsequently a prospective study of 24 patients of the Athens Vision Eye Institute operated by 2 surgeons (Theodoros Filippopoulos and Gerasimos Kopsinis) for glaucoma drainage devices implantations in which heterologous, fresh, human donor sclera was used as patch graft material. Collected data of the patients included demographic characteristics, diagnosis, best- corrected visual acuity, number and type of glaucoma medications before and after the operation, intraocular pressure, Humphrey visual field global indices, central corneal thickness, cup to disc ratio, number and type of previous intraocular surgeries, and previous glaucoma laser procedures. Other data were type of the device (Ahmed or Baerveldt), type of intervention (simple in the anterior chamber or combined with vitrectomy in the pars plana), time from the operation, implantation quadrant, position of the tube in the eye. There were also recorded topical or systematic drugs that can be associated with the healing process such as corticosteroids and antineoplasmatics. If a patient was submitted in bilateral operation, only one eye was randomly selected and used for our study. During the prospective part of the study, collected data included intraocular pressure, glaucoma medications, best-corrected visual acuity, complications and additional surgical interventions recorded on day 1, week 1, and 1 month after surgery and typically at 6,12 months postoperatively and every 6 months thereafter for a maximum of 10 years after the surgery. We performed a cross line scanning over the glaucoma drainage devices tube, at the point where the tube changes its direction and the epithelium is at its most thinner level using anterior segment optical coherence tomography (AngioVue, Fremont, CA). The patients were asked to look towards the direction of the valve tube during the scanning (for example downwards and nasally in the case of an upper valve implantation). We measured both total and the overlying epithelium thickness of the patch graft while entering the anterior chamber. Results : Linear regression analysis between total thickness of the patch graft and time after the Ahmed glaucoma valve surgery was characterized by a satisfying R2=0,4076. We determine that the total thickness of heterologous, fresh, human donor sclera reduces over time. Furthermore, linear regression analysis between the thickness of the overlying epithelium covering the valve tube and time after the Ahmed glaucoma valve surgery was characterized by an R2=0,1148. The thickness of the overlying epithelium doesn't seem to change over time. Conclusions : We determined that heterologous, fresh, human donor sclera as patch graft material in glaucoma drainage device surgery doesn't seem to erode during the time of our follow-up, but presents reduction of its thickness over time, making necessary the frequent review of patients with glaucoma drainage device surgery. To our acknowledgment, is the first time that anterior segment optical coherence tomography is used to confirm the potential erosion of a patch graft material over time in a large field of glaucoma diagnosis. Εισαγωγή : Στην χειρουργική αντιμετώπιση του γλαυκώματος η τραμπεκιουλεκτομή αποτελεί το gold standard, αλλά τα τελευταία 15 χρόνια οι συσκευές βαλβιδικού μηχανισμού απορροής υδατοειδούς υγρού φαίνεται να κερδίζουν έδαφος καθότι αυξάνονται οι ενδείξεις τους καθώς και η δημοτικότητά τους. Παρόλο που τα τελευταία χρόνια σημαντική πρόοδος έχει καταγραφεί τόσο στον σχεδιασμό όσο και στην τεχνολογία υλικού αυτών των συσκευών, η διάβρωση του υπερκείμενου ιστού παραμένει μία από τις σημαντικότερες επιπλοκές τους σε ποσοστό 1,6% σε follow-up 18,2 ± 15,4 μηνών και σε ποσοστό 3-8% σε follow-up 1-5 ετών. Η διάβρωση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση με πιθανά καταστροφικά αποτελέσματα για τον οφθαλμό του ασθενούς, γεγονός που καθιστά αναγκαία την ανάπτυξη υλικών κάλυψης, ικανών να αναχαιτίσουν την έκθεση των συσκευών βαλβιδικού μηχανισμού. Σκοπός : Σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης είναι η αντικειμενική μέτρηση του πάχους φρέσκου, ανθρώπινου, ετερόλογου, σκληρικού ιστού αλλά και του υπερκείμενου επιθηλίου που καλύπτει τον αυλό της βαλβίδας λίγο πριν την είσοδο αυτού στον πρόσθιο θάλαμο με μεθοδολογία οπτικής τομογραφίας συνοχής προσθίου ημιμορίου για την αξιολόγηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητάς του μακροπρόθεσμα ως μόσχευμα κάλυψης στις χειρουργικές επεμβάσεις τοποθέτησης βαλβιδικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος. Υλικά και μέθοδος : Πρόκειται για μία αναδρομική μελέτη αρχικά και εν συνεχεία προοπτική σε 24 ασθενείς του οφθαλμολογικού κέντρου Athens Vision που υποβλήθηκαν από 2 χειρουργούς (Φιλιππόπουλος Θεόδωρος και Κοψίνης Γεράσιμος) σε χειρουργικές επεμβάσεις τοποθέτησης βαλβιδικού μηχανισμού απορροής υδατοειδούς υγρού για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος χρησιμοποιώντας φρέσκο, ανθρώπινο, ετερόλογο, σκληρικό ιστό ως μόσχευμα κάλυψης. Σε όλους τους ασθενείς πραγματοποιήθηκε καταγραφή των δημογραφικών τους στοιχείων, της διάγνωσης, της καλύτερης διορθούμενης οπτικής οξύτητας, του αριθμού και τύπου αντιγλαυκωματικών κολλυρίων πριν και μετά την επέμβαση, τηςενδοφθάλμιας πιέσεως, των περιγραφικών δεικτών των οπτικών πεδίων Humphrey, του κεντρικού πάχους κερατοειδούς, του C/D ratio, του αριθμού και τύπου προηγούμενων ενδοφθάλμιων χειρουργικών επεμβάσεων και τεχνικών laser γλαυκώματος. Επίσης, καταγράφηκαν ο τύπος του βαλβιδικού μηχανισμού (Ahmed ή Baerveldt), το είδος της επέμβασης (απλή τοποθέτηση στον πρόσθιο θάλαμο ή συνδυασμένη επέμβαση με υαλοειδεκτομή προς τοποθέτηση της βαλβίδας στην pars plana), το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από την επέμβαση, το τεταρτημόριο τοποθέτησης, η θέση του σωλήνα στον οφθαλμό. Καταγράφηκαν ακόμη, η λήψη συστηματικών ή τοπικών φαρμάκων που ενδεχομένως σχετίζονται με τη διαδικασία της επούλωσης όπως κορτικοστεροειδή ή αντινεοπλασματικά φάρμακα. Σε περίπτωση που ένας ασθενής είχε υποβληθεί σε αμφοτερόπλευρη ένθεση βαλβίδας τυχαία επιλέχθηκε ένας οφθαλμός και χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη μας. Στο προοπτικό σκέλος της μελέτης στοιχεία όπως η ενδοφθάλμια πίεση, η αντιγλαυκωματική αγωγή, η καλύτερη διορθούμενη οπτική οξύτητα, επιπλοκές και επιπλέον χειρουργικές επεμβάσεις καταγράφηκαν στις ημερομηνίες του follow-up που είναι την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα, μετά την πρώτη εβδομάδα, μετά τον πρώτο μήνα και έπειτα στους 6 ,12 μήνες μετεγχειρητικά και κάθε 6 μήνες στη συνέχεια για διάστημα ως τα 10 έτη μετά το χειρουργείο. Πραγματοποιήθηκε με την οπτική τομογραφία συνοχής προσθίου ημιμορίου (AngioVue, Fremont, CA) λήψη μίας σάρωσης (cross line) 2 κάθετων μεταξύ τους γραμμικών σαρώσεων, το σημείο τομής των οποίων τοποθετείται ακριβώς υπέρ του σωληνίσκου της βαλβίδας στο σημείο στο οποίο αλλάζει απότομα κατεύθυνση ο σωληνίσκος και όπου κατά τεκμήριο το επιθήλιο οφείλει να είναι στο λεπτότερο επίπεδό του. Οι λήψεις πραγματοποιήθηκαν ζητώντας από τους ασθενείς να στρέψουν το βλέμμα τους προς την κατεύθυνση του αυλού της βαλβίδας (δηλαδή προς τα κάτω και ρινικά σε περίπτωση ανώτερης κροταφικής βαλβίδας). Ελήφθησαν 2 μετρήσεις του συνολικού πάχους αλλά και του πάχους του επιθηλίου του υπερκείμενου ιστού στο σημείο όπου αλλάζει κατεύθυνση ο σωληνίσκος. Αποτελέσματα : Διαπιστώθηκε ότι η σχέση μεταξύ του συνολικού πάχους του ετερόλογου, σκληρικού μοσχεύματος και του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από την χειρουργική επέμβαση τοποθέτησης της βαλβίδας Ahmed εκφράζεται καλύτερα από μία εκθετική εξίσωση με ικανοποιητικό R2=0,4076. Παρατηρήθηκε ότι το συνολικό πάχος του ετερόλογου, σκληρικού μοσχεύματος υφίσταται μείωση σε βάθος χρόνου. Από την άλλη, η ανάλυση της σχέσης μεταξύ του υπερκείμενου επιθηλίου που καλύπτει τον σωληνίσκο της βαλβίδας και του χρονικού διαστήματος που μεσολαβεί από την χειρουργική επέμβαση τοποθέτησης της βαλβίδας Ahmed εκφράζεται από μια γραμμική εξίσωση με R2=0,1148. Παρατηρήθηκε ότι το πάχος του υπερκείμενου επιθηλίου δεν φαίνεται να παρουσιάζει κάποια σημαντική διακύμανση σε βάθος χρόνου. Συμπεράσματα : Αποδείξαμε ότι ο φρέσκος, ανθρώπινος, ετερόλογος, σκληρικός ιστός που χρησιμοποιήσαμε στην μελέτη μας ως μόσχευμα κάλυψης στις χειρουργικές επεμβάσεις τοποθέτησης βαλβιδικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση του γλαυκώματος δεν παρουσιάζει διάβρωση κατά τη διάρκεια του follow-up μας, ωστόσο εμφανίζει μείωση του πάχους του καθιστώντας αναγκαίους τους τακτικούς επανελέγχους των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργικές επεμβάσεις τοποθέτησης βαλβιδικών μηχανισμών. Από όσο γνωρίζουμε είναι η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται με τη χρήση οπτικής τομογραφίας συνοχής προσθίου ημιμορίου σε ένα μεγάλο εύρος διαγνώσεων γλαυκώματος. 1306 270 311 Primary teacher's education and training in Great Britain (England, Wales, Northern Ireland, Scotland): a comparative approach Η εκπαίδευση και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Μεγάλη Βρετανία (Αγγλία, Ουαλία, Bόρεια Ιρλανδία, Σκωτία): μια συγκριτική προσέγγιση Great Britain is an island that consists of four autonomous regions, England, Wales, Scotland and Northern Ireland. In England there are many ways that someone can follow, in order to become a teacher and to teach in a primary school. These could be a four or three-year undergraduate programme, postgraduate studies, school-centered training and many chances for training. Νorthern Ireland is a deeply religious separated society. Initial teacher training is provided by five Higher Institutions while undergraduate programmes, attract students by two main religious groups (Catholics and Protestants). The routes for teaching qualification is two: The under-graduate and the post-graduate way. In Scotland there is also a four-year undergraduate initial teacher training programme and a one-year postgraduate programme. Moreover in these four regions a graduate must complete the statutory induction period in order to gain the Qualified Teacher Status. Most of the training is delivered in the classroom by experienced teachers while schools and universities / colleges work together in order to provide the best teacher taining. The profession of teaching tends to be a woman profession, as the majority of the students who attend initial teacher training programmes are women. In this project report will be presented the education system of the four nations and will be analysed all the features of teacher education in Great Britain The second part analyzes the training of teachers. In Great Britain there is great interest in the training of teachers, as the preservice training is mandatory and in-service training offers a wide range of training opportunities Η Μεγάλη Βρετανία αποτελείται από τέσσερις αυτόνομες χώρες, από την Αγγλία, την Ουαλία, τη Βόρεια Ιρλανδία και τη Σκωτία. Στην Αγγλία υπάρχει μια μεγάλη διαφοροποίηση των τρόπων με τους οποίους οι ενδιαφερόμενοι προετοιμάζονται για να εισέλθουν στο εκπαιδευτικό επάγγελμα. Αυτοί περιλαμβάνουν τριετές ή τετραετές πρόγραμμα σπουδών, μεταπτυχιακές σπουδές, σπουδές με βάση το σχολείο και πολλές ευκαιρίες επιμόρφωσης. Σε κάθε περίπτωση, ο περισσότερος χρόνος ενός φοιτητή ξοδεύεται στη τάξη ενός σχολείου υπό τη καθοδήγηση ενός έμπειρου δασκάλου, ενώ τα σχολεία και τα πανεπιστημιακά ιδρύματα συνεργάζονται στην εκπαίδευση των δασκάλων, ώστε να παρέχουν τη καλύτερη κατάρτιση. Η Βόρεια Ιρλανδία είναι μια βαθιά διαιρεμένη θρησκευτική κοινωνία. Η αρχική εκπαίδευση στη Βόρεια Ιρλανδία παρέχεται από πέντε ανώτατα ιδρύματα, ενώ τα κολέγια προπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών προσελκύουν σπουδαστές από τις δύο θρησκευτικές ομάδες (Καθολικούς και Προτεστάντες). Οι διαδρομές για την απόκτηση της διδακτικής επάρκειας είναι δύο: Η προπτυχιακή και η μεταπτυχιακή. Στη Σκωτία υπάρχει επίσης ένα τετραετές προπτυχιακό πρόγραμμα εκπαίδευσης δασκάλων και ένα μονοετές μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών. Επιπρόσθετα και στις τέσσερις χώρες ένας απόφοιτος οφείλει να πραγματοποιήσει μια υποχρεωτική δοκιμαστική περίοδο διδασκαλίας για ένα έτος, προκειμένου να αποκτήσει το Πιστοποιητικό της διδακτικής επάρκειας. Επιπλέον, οι προϋποθέσεις εισόδου για την είσοδο στα προγράμματα εκπαίδευσης είναι σε μεγάλο βαθμό συγκλίνουσες και στις τέσσερις χώρες. Το επάγγελμα του δασκάλου τείνει να γίνει ένα γυναικείο αποκλειστικά επάγγελμα, καθώς η συντριπτική καθώς η πλειοψηφία των φοιτητών των προγραμμάτων εκπαίδευσης είναι γυναίκες. Στη παρούσα εργασία θα παρουσιαστεί το εκπαιδευτικό σύστημα των τεσσάρων κρατιδίων και θα αναλυθούν εκτενέστατα όλα τα χαρακτηριστικά των προγραμμάτων εκπαίδευσης των δασκάλων. Στο δεύτερο μέρος αναλύεται η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Στη Μεγάλη Βρετανία υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για την επιμόρφωση των δασκάλων, με την εισαγωγική επιμόρφωση να είναι υποχρεωτική και με την ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση να προσφέρει ένα ευρύ φάσμα ευκαιριών επιμόρφωσης 1307 193 197 A research of kindergarten teachers’ perceptions about biodiversity and it’s approach in the curricula Διερεύνηση των αντιλήψεων νηπιαγωγών για την έννοια της βιοποικιλότητας και η προσέγγισή της στο νηπιαγωγείο Investigating teachers' perceptions is a main topic in educational research as it highlights many sides of understanding the issue that concerns education. The purpose of the present study is to explore and present the biodiversity perceptions of early-years school teachers. It explores the cognitive structures that are assigned to the concept of biodiversity both, as context of science and as subject of environmental education and education for sustainability. For the purpose of this research, a sample of twenty public teachers was picked up. An in-depth, semi-structured interview was chosen as research tool and the methodological approach of a qualitative method of analysis was adopted. According to the results, kindergarten teachers understand biodiversity mainly as a variety of living organisms. Both genetic diversity and ecosystem diversity are rarely mentioned. All participants, in their own way, seem to understand the importance of biodiversity for human life and ecological balance. As a school subject, they integrate biodiversity into the fields of the environmental education. According to their responses therefore, they seem to endorse a model of environmental education of the past decades. Η διερεύνηση των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών γίνεται συχνά αντικείμενο εκπαιδευτικής έρευνας καθώς αναδεικνύει το επίπεδο κατανόησης ενός ζητήματος που ενδιαφέρει την εκπαιδευτική κοινότητα. Η παρούσα έρευνα έχει στόχο να διερευνήσει, να αναδείξει και να κοινοποιήσει τις αντιλήψεις εκπαιδευτικών πρώτης σχολικής ηλικίας σχετικά με τη βιοποικιλότητα. Περιγράφονται σε αυτήν οι νοητικές δομές που αποδίδονται στην έννοια βιοποικιλότητα ως αντικείμενο των επιστημών και ως αντικείμενο της εκπαίδευσης για το περιβάλλον και την αειφορία. Το δείγμα της έρευνας αποτελούν είκοσι εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε δημόσια νηπιαγωγεία. Ως εργαλείο της έρευνας επιλέχθηκε η ημιδομημένη, σε βάθος, συνέντευξη και υιοθετήθηκε η μεθοδολογική προσέγγιση της ποιοτικής μεθόδου ανάλυσης των δεδομένων που συλλέχθηκαν. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας οι νηπιαγωγοί κατανοούν τη βιοποικιλότητα κυρίως ως ποικιλία ζωντανών οργανισμών. Τόσο η γενετική ποικιλότητα όσο και η ποικιλότητα των οικοσυστημάτων σπάνια αναφέρονται. Όλες οι συμμετέχουσες, με τον τρόπο τους, φαίνεται να κατανοούν τη σημαντικότητα της βιοποικιλότητας για την ανθρώπινη ζωή και την ισορροπία του περιβάλλοντος. Ως αντικείμενο διδασκαλίας, την εντάσσουν στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Από τις δηλώσεις τους φαίνεται ότι ενστερνίζονται ένα μοντέλο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης που ανήκει σε προηγούμενες δεκαετίες. 1308 253 314 Το πέρασμα με την ενηλικίωση, από υπηρεσίες παιδιών και εφήβων σε υπηρεσίες ενηλίκων The purpose of the present review is to examine the practices used by mental health services for the transition of young patients from child and adolescent services to adult services and to study any arising questioning. The search of literature used the existing databases. Moreover, research was made on available relevant works in the library of the Adolescent Unit of the AHEPA University General Hospital of Thessaloniki. Adolescence is the stage of transition from childhood to adulthood, during which the young person must manage new situations both on physical and psychosocial level. Regarding mental health of adolescents, primary concern for the care of young patients should be on proper diagnosis and continuing progress of treatment. The history of Child Psychiatry dates back in the early 50s, when the first institutions appeared, contributing among others to the training of new specialists. In Child Psychiatry, prognosis plays a key role in therapy and follow up. The therapeutic continuum appears to reduce the rates of adverse effects to the young person’s overall functioning.Cooperation between the services, information exchange and participation of the young patient in the whole process of transition are necessary for a proper transition. These figures, though, seem not to be always part of the practices of many mental health services. The procedure of transition should be planned on the basis of the adolescent-patient’s needs and his/her own participation should be encouraged. Mental health services should review the good practices in order to avoid the “easy” referrals of patients from one department to another. Σκοπός της συγκεκριμένης ανασκόπησης είναι η μελέτη των πρακτικών που χρησιμοποιούνται από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας για το πέρασμα των νέων από υπηρεσίες παιδιών κι εφήβων σε υπηρεσίες ενηλίκων και η μελέτη τυχόν προβληματισμών που προκύπτουν. Για την αναζήτηση βιβλιογραφίας χρησιμοποιήθηκαν επιστημονικές βάσεις δεδομένων. Επίσης, έγινε αναζήτηση σχετικών κειμένων στη βιβλιοθήκη της Μονάδας Εφήβων του ΠΓΝΘ ΑΧΕΠΑ.Η εφηβεία είναι το στάδιο μετάβασης από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση, κατά τη διάρκεια της οποίας, ο νέος καλείται να διαχειριστεί νέες καταστάσεις σε σωματικό αλλά και σε ψυχοκοινωνικό επίπεδο. Αναφορικά με τη ψυχική υγεία των εφήβων πρωταρχικό μέλημα για τη φροντίδα των νέων-ασθενών θα πρέπει να είναι τόσο η σωστή διάγνωση όσο και η συνεχής πρόοδος της θεραπείας. Η αρχή της Παιδοψυχιατρικής βρίσκεται στις αρχές της δεκαετίας του ΄50, οπότε και εμφανίζονται οι πρώτοι θεσμοί που συνέβαλαν στην εκπαίδευση των ειδικών, οι οποίοι ασχολήθηκαν με την ψυχική υγεία των παιδιών και των εφήβων. Στην Παιδοψυχιατρική η πρόγνωση παίζει ουσιαστικό ρόλο στη θεραπεία αλλά και στη συνέχεια αυτής. Το θεραπευτικό συνεχές φαίνεται να μειώνει τα ποσοστά για αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργικότητα του νέου. Η συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών, η ανταλλαγή πληροφοριών αλλά και η συμμετοχή του νέου στην όλη διαδικασία της μετάβασης κρίνεται απαραίτητη για μια σωστή μετάβαση. Τα παραπάνω στοιχεία όμως φαίνεται πως εκλείπουν από τις πρακτικές πολλών υπηρεσιών ψυχικής υγείας. Η διαδικασία της μετάβασης θα πρέπει να προγραμματίζεται βάσει των αναγκών του έφηβου-ασθενή και να του επιτρέπεται η συμμετοχή στην όλη διαδικασία. Οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας θα πρέπει να επανεξετάσουν της τακτικές που ακολουθούν ώστε να αποφεύγονται οι απλές παραπομπές των ασθενών από τη μια υπηρεσία στην άλλη. Συνοψίζοντας, η σωστή μετάβαση του νέου από την υπηρεσία παιδιών κι εφήβων σε υπηρεσία ενηλίκων κρίνεται μείζονος σημασίας τόσο για το θεραπευτικό συνεχές όσο και γενικότερα για την πορεία του νέου προς την ενηλικίωση. 1309 376 345 Φαρμακοεπιδημιολογία σε βαρέως πάσχοντες ασθενείς στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας Introduction: Pharmacoepidemiology is the study of the use and of the effects of drugs in large numbers of people, the application of which, presents a challenge to the ICU scientist due to the demanding conditions of work because of the diversity, the complexity, and the severity of each patient's health condition. The pharmacological epidemiology of Adverse Drug Events (ADEs) is a relatively novel scientific sector entering the ICUs worldwide. Objectives: Understanding and discovering the potential of clinical pharmacology towards avoidance of ADEs, while contributing to the reduction of medication errors in the ICU. Methods: Literature review of online published papers came up with 41 results. 14 of them are prospective cohort studies, 13 of them are retrospective cohort studies, 10 of them are reviews, and 4 of them are interventional studies reporting the potential connection between the presence of a clinical pharmacologist and the statistical outcome of the ICU's study approach. Results: The focus of each study was limited within the number of ADEs of patients either being admitted to the ICU or being inpatients in the ICU, the potential savings of a clinical pharmacist intervention, or the role of a clinical pharmacologist during physicians’ rounds. It was described that pharmacoepidemiological interventions decrease medication errors, but their study designs are not well established yet. Cost reduction was documented when the clinical pharmacist advised the physicians during the ICU rounds. Some studies reported antibiotics, sedatives and anticoagulants as the most common causes of ADEs. The available studies conclude that in a given ICU, higher percentage of ADEs will raise the number of patient-days and the total cost of treatment.Conclusions: Pharmacoepidemiology marks the beginning of a new era of therapeutic approaches in the ICU. The complexity of each patient’s case, demands efforts towards personalized treatment, considering the patient’s current health status rather as a syndrome than a single disease. The presence of a clinical pharmacologist during the rounds in the ICU contributes to the reduction of ADEs and medication errors, and as a result it can lessen the length of ICU stay of a patient. The in-depth comprehension of the pharmacologists’ role will be revealed in the future, thus creating the need for further systematic studies in the field of pharmacoepidemiology within the intricate environment of the ICU. Εισαγωγή: Η Φαρμακοεπιδημιολογία είναι η μελέτη της χρήσης και των επιδράσεων των φαρμάκων σε μεγάλους πληθυσμούς. Η εφαρμογή της αποτελεί πρόκληση στους επιστήμονες μιας Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), λόγω των απαιτητικών συνθηκών εργασίας εξαιτίας της διαφοροποίησης, της πολυπλοκότητας και της σοβαρότητας της κατάστασης υγείας κάθε ασθενούς. Η φαρμακοεπιδημιολογία των Ανεπιθύμητων Φαρμακευτικών Γεγονότων (ADEs) είναι ένας σχετικά νέος επιστημονικός τομέας που εισάγεται στις ΜΕΘ παγκοσμίως. Σκοπός: Η κατανόηση και η ανακάλυψη των δυνατοτήτων της κλινικής φαρμακολογίας προς την αποφυγή των ADEs, συμβάλλοντας στη μείωση των σφαλμάτων συνταγογράφησης στη ΜΕΘ. Μέθοδος: Η ηλεκτρονική βιβλιογραφική ανασκόπηση απέδωσε 41 άρθρα ως αποτελέσματα. Εξ αυτών: 14 προοπτικές μελέτης κοόρτης, 13 αναδρομικές μελέτες, 10 ανασκοπήσεις και 4 παρεμβατικές μελέτες που αναφέρονται στην πιθανή συσχέτιση της παρουσίας ενός κλινικού φαρμακολόγου στη ΜΕΘ και του στατιστικού αποτελέσματος των ευρημάτων τους. Αποτελέσματα: Οι μελέτες επικεντρώθηκαν στον αριθμό των ADEs των νοσηλευόμενων ή των εισαχθέντων ασθενών στη ΜΕΘ, στα πιθανά οικονομικά οφέλη της παρέμβασης ενός κλινικού φαρμακολόγου και στο ρόλο του φαρμακολόγου κατά τη διάρκεια της ιατρικής επίσκεψης της ΜΕΘ. Περιεγράφηκε πως οι φαρμακοεπιδημιολογικές παρεμβάσεις μειώνουν τα λάθη συνταγογράφησης αλλά τα μοντέλα μελέτης δεν είναι ακλόνητα επιβεβαιωμένα. Μείωση του κόστους θεραπείας αναφέρθηκε όταν ο κλινικός φαρμακολόγος συμβούλευε τους θεράποντες ιατρούς κατά την ιατρική επίσκεψη. Τα αντιβιοτικά, τα κατασταλτικά και τα αντιπηκτικάσκευάσματα καταγράφονται ως οι πιθανότερες αιτίες ADEs. Οι διαθέσιμες μελέτες καταλήγουν πως σε μια δεδομένη ΜΕΘ, υψηλότερα ποσοστά ADEs αυξάνουν τον αριθμό ημερών νοσηλείας και το συνολικό κόστος θεραπείας. Συμπεράσματα: Η Φαρμακοεπιδημιολογία αποτελεί το έναυσμα μιας νέας εποχής θεραπευτικής προσέγγισης στη ΜΕΘ. Η πολυπλοκότητα της πάθησης κάθε ασθενούς, απαιτεί προσπάθειες προς την προσωποποιημένη θεραπεία, αντιμετωπίζοντας την κατάσταση υγείας του ασθενή ως σύνδρομο παρά ως μεμονωμένη νόσο. Η παρουσία του κλινικού φαρμακολόγου κατά τη διάρκεια των ιατρικών επισκέψεων στη ΜΕΘ συμβάλλει στη μείωση των λαθών συνταγογράφησης και των ADEs, με αποτέλεσμα τη μείωση της διάρκειας νοσηλείας στη ΜΕΘ. Η εις βάθος κατανόηση του ρόλου των φαρμακολόγων θα αναδειχθεί στο μέλλον, δημιουργώντας την ανάγκη για περισσότερες συστηματικές μελέτες στον τομέα της φαρμακοεπιδημιολογίας εντός του απαιτητικού περιβάλλοντος μιας ΜΕΘ. 1310 219 224 Εθνική νομοθεσία και νομολογία για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων The forest is one of the most important terrestrial ecosystems of our planet, because of its multiple functions. Human interventions without preconditions, aiming solely at financial gain, negatively affect the ecological balance and the conservation of forest ecosystems. Their protection has emerged as a major issue from the establishment of the Greek State to date. A plethora of laws have been issued, resulting in complicating forest legislation and creating difficulty in the interpretation and application of legal provisions. This paper aims to provide an overview of the main national legislation for the protection of forest ecosystems and to analyse the relevant case law. The interpretation of the term "forest" and the continuous changes of its legal definition have been the subject of judicial debate over the years. However, the Greek Constitution in Articles 24 and 117 places the forests under strict protection. The changes brought about by the recent Law 4280/2014, regarding permitted development as well as other matters, raise issues of the constitutionality of these provisions. Moreover, the sanctions against violators of forest law, preventive measures and the introduction of a forest register, will positively contribute to the protection of forests. Finally, environmentally friendly interpretative solutions are recommended in order to strengthen the protection of forest ecosystems in the light of the principles of sustainability and sustainable development. Το δάσος αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα χερσαία οικοσυστήµατα του πλανήτη µας, λόγω των πολλαπλών λειτουργιών που επιτελεί. Οι ανθρώπινες επεµβάσεις χωρίς προϋποθέσεις, µε σκοπό το οικονοµικό όφελος, επηρεάζουν αρνητικά την οικολογική ισορροπία και την διατήρηση των δασικών οικοσυστηµάτων. Η προστασία τους έχει αναδειχθεί, µείζον ζήτηµα από την σύσταση του ελληνικού κράτους έως σήµερα. Πλήθος νοµοθετηµάτων έχουν εκδοθεί, µε αποτέλεσµα η δασική νοµοθεσία να καταστεί περίπλοκη και να υπάρχει δυσκολία στην ερµηνεία και εφαρµογή των νοµοθετικών διατάξεων. Η παρούσα εργασία επιχειρεί µια ανασκόπηση της κυριότερης εθνικής νοµοθεσίας για την προστασία των δασικών οικοσυστηµάτων και ανάλυση της συναφούς νοµολογίας. Η ερµηνεία της έννοιας του "δάσους" και οι συνεχείς αλλαγές του νοµοθετικού προσδιορισµού της, αποτέλεσε θέµα δικαστικής συζήτησης, όλα αυτά τα χρόνια. Ωστόσο, το ελληνικό Σύνταγµα µε τα άρθρα 24 και 117 παρέχει στα δάση αυστηρά προστατευτικό πλαίσιο. Οι αλλαγές που επιφέρει ο πρόσφατος Ν. 4280/2014, τόσο στον τοµέα των επιτρεπτών επεµβάσεων, όσο και σε άλλα θέµατα, εγείρουν ζητήµατα συνταγµατικότητας των διατάξεων αυτών. Επίσης, η επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες της δασικής νοµοθεσίας και η λήψη µέτρων πρόληψης και η σύνταξη του δασολογίου, θα συµβάλλουν θετικά στην προστασία των δασών. Τέλος καταδεικνύονται ερµηνευτικές λύσεις φιλικές προς το περιβάλλον, ώστε να ενισχυθεί η προστασία των δασικών οικοσυστηµάτων υπό το πρίσµα των αρχών της αειφορίας και της βιώσιµης ανάπτυξης. 1311 654 789 νομική φύση, τύπος, περιεχόμενο κι έννομες συνέπειες της δηλώσεως βουλήσεως In Medical Law very important issue, is the issue of patient info-rmation, which is presented in this thesis, as a first step for obtaining a valid consent before a medical practice is carried out, and which is set out in detail in the first chapter of this paper. Information that is inextricably linked to the doctor’s "duty for truth" is a "medical education contract". In conclusion, patient’s information, in order to be completed, must be understandable and clear for the "average patient" and must contain information and dangers for the medical practice, the financial and psychological costs for the patient and must have written or spoken form. Subject of serious debate is also, the right of patients to non-information, which stems from each person's "right to self-determination". However, the question arises, how far the limits of this right can be extended and if it can sometimes lead to "the self-abolition of patient". The main theme of this work is the issue of patients' consent before carrying out the medical act, which must be serious, spontaneous and informed. The participant’s ability to consent is based on the data and the circumstances of each particular medical event. Consent may be written, oral, or silent, however, must be taken prior to medical practice and based on the patient's free will. Frequent medical issue is also, the issue of "self-awareness medical practices", which is always based on the principle of "beneficial or non-harmful", which can be carried out in urgent circumstances requiring immediate interve-ntion (ex. suicide). Consensus removes the fraudulent nature of a medical act, and lawfully and effectively enforces the doctor and protects patients' rights for freedom of expression and self-deter-mination. Various forms of consensus have been analyzed and examined int this thesis , while the fourth chapter examined the issue of consensus among underage patients. A critical question at this point is, if minors have the ability to understand the seriousness of the situation so they can consent correctly and validly. Parents in the context of parenting, play an important role in giving consent, but they also have to behave with maturity and seriousness, in order to confront these kind of issues. Frequent phenomena, such as parents refusal to consent for a medical practice can cause immediate and serious danger foe the child. In this case, the Prosecutor of the Prosecutor's Office may be requested to intervene about the matter. The fifth chapter of this thesis deals with the issue of taking consent from patients with mental disorders. In this case, doctor’s job is to realize if the patient is able to respond to the information and then to consent. If he realizes it is not able to respond, then he has to turn to his legal representatives it may be, the judical supporter which has appointed by the court or patient's relatives. The term "relatives" is unclear and there is a legal vacuum in the case of disagreement among them. However, the patient's will always be taken into account by the physician, and any medical action takes place with the main characteristic of respecting patient’s personality. The sixth chapter talks about the patient's consent on transplants, considering the issue from two sides, from donor’s part and from recipient’s part. The consent of the donor is provided by a notary document, with a document validating the authentic signature and a with an oral statement which is recorded in a special book at the Nursing Institution of the Transplantation. As far as the consent of the recipient is concerned it must be provided before the conduction of any medical act and after comprehensive information on the whole procedure. An important step for the modern era is the familiarization of people with the transplantation procedure, through the complete information of citizens who will be guided by the trust of doctors, the consent and the acceptability of transplanting when it is necessary, leaving fear and uncertainty in the past. Στο Ιατρικό Δίκαιο καίριο ζήτημα, αποτελεί το ζήτημα της ενημέρωσης των ασθενών, το οποίο παρουσιάζεται στην εργασία ως πρώτο στάδιο για την λήψη έγκυρης συναίνεσης πριν την διενέργεια μιας ιατρικής πράξης και το οποίο περιγράφεται εκτενώς κατά το πρώτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας. Η ενημέρωση συνδεόμενη άρρηκτα με το «καθήκον για αληθεία» του ιατρού, αποτελεί «σύμβαση ιατρικής αγωγής» Συμπερασματικά, η ενημέρωση για να είναι ολοκληρωμένη οφείλει να είναι σαφής, κατανοητή για τον «μέσο ασθενή» και να εμπεριέχει πληροφορίες για την ιατρική πράξη και τους κινδύνους αυτής, το οικονομικό και ψυχολογικό κόστος για τον ασθενή και να έχει γραπτό ή προφορικό τύπο. Θέμα σοβαρής συζήτησης αποτελεί και το δικαίωμα των ασθενών για μη ενημέρωση, το οποίο πηγάζει από το «δικαίωμα αυτοκαθορισμού» κάθε ατόμου. Το ερώτημα ωστόσο, τίθε-ται μέχρι που μπορεί να φτάσει το δικαίωμα αυτό και εάν μπορεί να οδηγήσει ορισμένες φορές και σε «αυτό-κατάργηση του ασθενούς ». Κύριο θέμα της παρούσας εργασίας αποτελεί το ζήτημα της συναί-νεσης των ασθενών πριν την διενέργεια της ιατρικής πράξης, η οποία οφείλει να είναι σοβαρή, αυθόρμητη και πληροφορημένη. Όσον αφορά την ικανότητα για συναίνεση των μερών λαμβάνεται με βάση τα δεδομένα και τις συνθήκες κάθε συγκεκριμένου ιατρικού περι-στατικού. Η συναίνεση μπορεί να είναι γραπτή, προφορική ή σιωπηρή πρέπει πάντως να λαμβάνεται πριν την ιατρική πράξη και να στηρίζεται στην ελεύθερη βούληση του ασθενούς. Συχνό, ιατρικό ζήτημα είναι και αυτό των «αυτόγνωμων ιατρικών πράξεων», οι οποίες στηριζόμενες πάντοτε στην κυριότερη ιπποκρατική αρχή του «ωφελέειν ή μη βλά-πτειν» μπορούν να διενεργηθούν σε επείγουσες περιπτώσεις που χρήζουν άμεσης επέμβασης (π.χ αυτοκτονία). Η συναίνεση αίρει τον αδικοπρακτικό χαρακτήρα μιας ιατρικής πράξης, κατοχυρώνει νομικά και ουσιαστικά τον ιατρό και προασπίζει τα δικαιώματα των ασθενών για ελευθερία της έκφρασης και αυτοκαθορισμό. Στην παρούσα εργα-σία αναλύθηκαν και εξετάστηκαν διάφορες μορφές ειδικής συναίνε-σης, ενώ το τέταρτο κεφάλαιο, εξέτασε διεξοδικά το ζήτημα της συναί-νεσης των ανήλικων ασθενών. Κρίσιμο ερώτημα είναι σε αυτό το σημείο , αν οι ανήλικοι έχουν την ικανότητα να κατανοήσουν την σοβαρότητας της κατάστασης, ώστε να συναινέσουν ορθά και έγκυρα. Οι γονείς στο πλαίσιο άσκησης γονικής μέριμνας παίζουν σημαντικό ρόλο για την παροχή συναίνεσης, οφείλουν όμως και οι ίδιοι να φερθούν ώριμα και σοβαρά για την επίλυση τέτοιων θεμάτων. Συναντώνται φαινόμενα όπως άρνησης των γονέων να συναινέσουν για την διενέργεια ιατρικής πράξης ενώ τίθεται ζήτημα πρόκλησης άμεσου και σοβαρού κινδύνου για το τέκνο. Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να ζητηθεί επέμβαση του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, ώστε να επιληφθεί αυτός επί του θέματος.Το πέμπτο κεφάλαιο της παρούσας εργασίας πραγματεύεται το ζήτημα της λήψης συναίνεσης από ψυχικά ασθενείς. Έργο του ιατρού είναι να αντιληφθεί αν ο ασθενής είναι σε θέση να ανταποκριθεί στην ενημέρωση και έπειτα να συναινέσει. Σε περίπτωση που αντιληφθεί πως δεν είναι, τότε στρέφεται στους νόμιμους εκπροσώπους του. Αυτοί μπορεί να είναι, ο δικαστικός συμπαραστάτης σε περίπτωση που έχει ορισθεί ή οι οικείοι του ψυχικά ασθενούς. Ο όρος «οικείοι» χαρακτηρίζεται ασαφής και υπάρχει νομικό κενό σχετικά με την περίπτωση διαφωνίας αυτών. Πάντοτε, ωστόσο, λαμβάνεται υπόψη από τον ιατρό η βούληση του ίδιου του ασθενούς και οποιαδήποτε ενέργεια λαμβάνει χώρα με κύριο γνώμονα τον σεβασμό της προσωπικότητας του ασθενούς. Στο έκτο κεφάλαιο γίνεται λόγος για τη συναίνεση ασθενών κατά τις μεταμοσχεύσεις, εξετάζοντας το ζήτημα από δυο πλευρές, αυτή του δότη και αυτή του λήπτη. Η παροχή συναίνεσης του δότη ,διενεργείται με συμβολαιο-γραφικό έγγραφο, με έγγραφο με επικύρωση του γνησίου υπογραφής καθώς και με προφορική δήλωση η οποία καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο στο νοσηλευτικό ίδρυμα διενέργειας της μεταμόσχευσης. Όσον αφορά την συναίνεση του λήπτη οφείλει να παρέχεται πριν την διενέργεια οποιασδήποτε ιατρικής πράξης και μετά από ολοκληρω-μένη ενημέρωση για την όλη διαδικασία. Σημαντικό βήμα για την σύγχρονη εποχή είναι, η εξοικείωση των ανθρώπων στο καθεστώς των μεταμοσχεύσεων, μέσα από την ολόπλευρη ενημέρωση των πολιτών που θα οδηγηθούν με γνώμονα την εμπιστοσύνη προς τους ιατρούς, στην συναίνεση και την δεκτικότητα διενέργειας μεταμοσχεύσεων όταν αυτό κρίνεται αναγκαίο, αφήνοντας πια στο παρελθόν τον φόβο και την αβεβαιότητα γύρω από αυτό το θέμα. Τέλος, στο έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας παρουσιάζεται το ζήτημα της συναί-νεσης κατά την Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, στην οποία καταφεύγουν είτε όσοι αντιμετωπίζουν αδυναμία τεκνοποίησης με φυσικό τρόπο είτε όσοι αποφεύγουν την μετάδοση σοβαρής ασθένειας στο τέκνο. Υψίστης σημασίας ζήτημα, αποτελεί και η ενημέρωση κατά την Ι.Υ.Α τόσο στους συμμετέχοντες με σκοπό την απόκτηση τέκνου όσο και στους τρίτους ,δότες γενετικού υλικού. Η συναίνεση κατά την Ι.Υ.Α αποτελεί ζήτημα πολύ σημαντικό, καθώς επιφέρει νομική κατοχύρωση και για το ίδιο το τέκνο μετά την γέννηση του, νομιμοποιεί την ιατρική πράξη και κατοχυρώνει νομικά και τον ιατρό. Τέλος, στην σύγχρονη εποχή σημαντικό είναι να σταθούμε στην θετική πλευρά της Ι.Υ.Α, η οποία αποτελεί όπλο για την καταπολέμηση της υπογεννητικότητας και με συνετή χρήση μπορεί να οδηγήσει σε ένα λαμπρότερο μέλλον για την ανθρωπότητα. 1312 270 259 Conversation, being an important part of the educational process, contributes to the development, as well as children’s learning. This essay aims to approach at a theoretical and practical context its use in the school classroom, as well as the views of the educators regarding its development during teaching. In particular, the sample of the survey consists of 89 Primary School Educators from the county of North Evros, whilst the survey tool is a questionnaire. From the results of the survey it can be ascertained that the importance of the development of conversation is comprehended, yet its use is based more on the actions of the educator and less on the agency of the students. In particular, educators use the dialogue mainly in subjects like Science, Civic and Political Education and Greek Language. The format that is usually chosen is asking and answering and discussion. The preparation, launching and completion of the conversation are based more on the actions of the educators and less on the externalisations of the students. During the progression of the conversation educators prefer to address the class as a whole and do not necessarily depend on a planned, a priori, conversation. The questions the educators ask predominantly promote the vocalization of opinions and the retraction of information. The educators believe that the use of discussion especially aids the development of critical thinking, the cultivation of a positive school atmosphere and the acquisition of democratic practice. Their knowledge competence is one of the most important factors that can positively affect its development. Whereas student participation can be affected mainly from appropriate atmosphere, but also from student personality. Ο διάλογος, αποτελώντας ένα σημαντικό κομμάτι της διδακτικής διαδικασίας, συμβάλλει στην ανάπτυξη, αλλά και στη μάθηση των παιδιών. Η παρούσα εργασία αποσκοπεί να προσεγγίσει σε θεωρητικό και εμπειρικό πλαίσιο τη χρήση του στη σχολική αίθουσα, καθώς και τις απόψεις των εκπαιδευτικών που αφορούν την ανάπτυξή του κατά τη διδασκαλία. Συγκεκριμένα το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 89 εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του βόρειου Έβρου, ενώ το ερευνητικό εργαλείο είναι το ερωτηματολόγιο. Από τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώνεται ότι έχει κατανοηθεί η σημασία της ανάπτυξης του διαλόγου στη διδασκαλία, αλλά η χρήση της βασίζεται περισσότερο στις ενέργειες του εκπαιδευτικού και λιγότερο στην αυτενέργεια των μαθητών. Συγκεκριμένα, οι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τον διάλογο κυρίως σε μαθήματα όπως η Μελέτη Περιβάλλοντος, η Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή και η Γλώσσα. Οι μορφές που επιλέγονται είναι συνήθως η ερωταπόκριση και η συζήτηση. Η προετοιμασία, η εκκίνηση και η ολοκλήρωση του διαλόγου βασίζονται περισσότερο σε ενέργειες των εκπαιδευτικών και λιγότερο στις εξωτερικεύσεις των μαθητών. Κατά την εξέλιξη του διαλόγου οι εκπαιδευτικοί προτιμούν να απευθύνονται στο σύνολο της τάξης και να μη βασίζονται απαραίτητα σε έναν, εκ των προτέρων, προγραμματισμένο διάλογο. Οι ερωτήσεις που θέτουν οι εκπαιδευτικοί προωθούν κατεξοχήν τη διατύπωση απόψεων και την ανάκληση πληροφοριών. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η χρήση του διαλόγου βοηθά ιδίως στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης, στην καλλιέργεια ενός θετικού σχολικού κλίματος και στην εκμάθηση δημοκρατικών πρακτικών. Η επάρκεια γνώσεών τους είναι από τους σημαντικότερους παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν θετικά την ανάπτυξή του. Ενώ η μαθητική συμμετοχή μπορεί να επηρεαστεί κυρίως από το κατάλληλο κλίμα, αλλά και από την προσωπικότητα του μαθητή. 1313 201 201 Introduction: The implantation of the graft from either a living or a cadaverous donor is a prerequisite for the success of the transpla-ntation process. The graft offer makes transplants a process through which the values and priorities of a society are tested and the huma-nity's remaining love and altruism is appreciated. However, each graft is good, its mood must follow some transparent rules and the protection of society as a whole.Purpose: The aim of the thesis is to present the issue of transplantation and the moral dimension in the diagnosis of death. Material-Method: Were used medical and nursing writings and articles from science sources of internet bases. Conclusions: Transplants are associated with a number of medical, ethical and legal questions such as life, death, power on our bodies, are not so easy to answer. In order to achieve the goal of growing transplants, strong political will is needed, sufficient funding for the transplantation sector, the existence of skilled staff, a self-centered approach to the family, a constant and valid awareness of society's awareness, faithful implementation of the forecasts laws, with an amendment to the current law and a preventive attitude towards health risks and may lead to the need for transplanta-tion. Εισαγωγή: Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της διαδικασίας μιας μεταμοσχεύσης είναι η προσφορά του μοσχεύματος είτε από ζών-τα είτε από πτωματικό δότη. Η προσφορά του μοσχεύματος καθιστά τις μεταμοσχεύσεις μια διαδικασία, μέσω της οποίας, δοκιμάζονται οι αξίες και οι προτεραιότητες μιας κοινωνίας και εκτιμάται η αναπομεί-νασα αγάπη και αλτρουισμός των ανθρώπων της. Από τη στιγμή που ένα μόσχευμα θεωρείται αγαθό, η διάθεση του θα πρέπει να ακολου-θεί ορισμένους διαφανείς κανόνες και την προστασία του κοινωνικού συνόλου. Σκοπός: Σκοπός της εργασίας είναι η παρουσίαση του θέμα-τος των μεταμοσχεύσεων και η ηθική διάσταση στη διάγνωση του θανάτου. Υλικό-Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν ιατρικά και νοσηλευτική συγγράμματα και άρθρα από το διαδίκτυο. Συμπεράσματα: Οι μετα-μοσχεύσεις συνδέονται με ένα πλήθος ερωτημάτων ιατρικών, ηθικών και νομικών όπως η ζωή, ο θάνατος, η επί του σώματός μας εξουσία, δεν είναι και τόσο εύκολο να απαντηθούν. Για την επίτευξη του στόχου της αύξησης μοσχευμάτων, χρήζει ισχυρής πολιτικής βούλησης, επαρ-κής χρηματοδότηση του τομέα μεταμοσχεύσεων, ύπαρξη εξειδικευ-μένου προσωπικού, αυτοματοποιημένη προσέγγιση της οικογένειας για τη λήψη της συναίνεσης, διαρκής και έγκυρη ενημέρωση για την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, πιστή εφαρμογή των εκάστοτε προ-βλέψεων των νόμων, με τροποποίηση του ισχύοντος νόμου και προ-ληπτική στάση έναντι των κινδύνων υγείας και μπορεί να οδηγήσουν στην ανάγκη για μεταμόσχευση. 1314 233 248 Οι φυσικές καταστροφές και η επίδρασή τους στο ανθρωπογενές περιβάλλον Natural disasters are one of the biggest dangers that pose a threat to the human life. Earthquakes, volcanic eruptions, floods and landslides comprise the most important natural causes that endanger humanity among the centuries. They bring numerous consequences to the human environment, especially in the economic and social sector, to the community‘s urban planning, and to the human psychology. The role of the local and state government is deemed crucial for the restoration and rebuilding of the affected community. The first part of the study is dedicated to the nature and the mechanics of the natural hazards as well as their impact to the human environment. Accounts are being made of disastrous events, in order to define how they affect people’s lives, as well as of the civil prevention and protection plan against the natural disasters. The second part studies the earthquake of June 20th 1978 that hit the city of Thessaloniki. Τhe earthquake‘s aftermath in the economic ,social and cultural sector, the city’s urban planning and the measures taken for its restoration and rebuilding investigate. Lastly, the consequences of natural disasters can be decreased by proper educational intervention at schools. In numerous countries, including Greece, the education on natural disasters is acceded to the courses of study. After close examination of the courses of study of above-said countries, the use of new technologies to facilitate academic lecturing about seismic hazards is suggested. Οι φυσικές καταστροφές αποτελούν έναν από τους πιο ζοφερούς κινδύνους, που απειλούν τις ανθρώπινες ζωές. Οι σεισμοί, οι εκρήξεις των ηφαιστείων, οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις συνιστούν τους πιο σημαντικούς φυσικούς κινδύνους, που πλήττουν την ανθρωπότητα ανά τους αιώνες. Επιφέρουν πλήθος συνεπειών στο ανθρωπογενές περιβάλλον, ειδικότερα στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα, στην πολεοδομική σύσταση της κοινότητας και στη ψυχολογία των ανθρώπων. Ο ρόλος της κυβέρνησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης θεωρείται μείζονος σημασίας, για την αποκατάσταση και την ανασυγκρότηση της πληγείσας κοινότητας. Στο πρώτο μέρος της εργασίας μελετάται η φύση και οι μηχανισμοί των φυσικών κινδύνων, καθώς και ο αντίκτυπός τους στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Γίνεται αναφορά σε καταστροφικά γεγονότα, προκειμένου να γίνει σαφής ο τρόπος με τον οποίο επηρεάζουν τις ανθρώπινες ζωές, καθώς και το σχέδιο πολιτικής πρόληψης και αντιμετώπισης των φυσικών καταστροφών. Στο δεύτερο μέρος μελετάται ο σεισμός της 20ης Ιουνίου του 1978, που έπληξε την πόλη της Θεσσαλονίκης. Διερευνώνται ο αντίκτυπος του σεισμού στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό τομέα, καθώς και στην πολεοδομική σύσταση της πόλεως, αλλά και τα μέτρα, που ελήφθησαν για την αποκατάσταση και ανασυγκρότηση της πόλεως. Τέλος, οι συνέπειες των φυσικών καταστροφών μπορούν να μετριαστούν μέσω της κατάλληλης εκπαιδευτικής παρέμβασης στα σχολεία. Σε πολλές χώρες του κόσμου η εκπαίδευση για τις φυσικές καταστροφές είναι ενταγμένη στα προγράμματα σπουδών, όπως επίσης και στην Ελλάδα. Αφού διερευνήθηκαν τα προγράμματα σπουδών ορισμένων κρατών, αλλά και της χώρας μας, προτείνεται η διδασκαλία των σεισμικών καταστροφών, μέσω των νέων τεχνολογιών. 1315 148 149 In modern age, it is necessary to explore and introduce into the education innovative methods so that students become acquainted with the use of new technologies. Educational Robotics, based on the principles of constuctivism and constructinism, is a modern educational tool that can be applied at all levels of education starting from early childhood and contribute to the technological literacy of children, promoting values such as creativity, innovation, collaboration and teamwork. The aim of the paper is to investigate the effect of the programmable toy Beebot on the learning of preschool children and the methods of using it in the classroom of Kindergarten. Modern research data suggests that appropriately designed activities based on Beebot can be effectively utilized to facilitate the learning process and the understanding of mathematical concepts. At the same time, Beebot promotes cooperation among children, triggering their interest and exploiting their physical tendency to play Στην εποχή μας είναι αναγκαία η εξερεύνηση και η εισαγωγή στην εκπαίδευση καινοτόμων μεθόδων ώστε οι μαθητές να εξοικειωθούν με τη χρήση των νέων τεχνολογιών. Η εκπαιδευτική Ρομποτική στηριζόμενη στις αρχές του εποικοδομισμού και του κατασκευαστικού εποικοδομισμού αποτελεί ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό εργαλείο που μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης από την προσχολική ακόμη ηλικία και να συμβάλει στον τεχνολογικό αλφαβητισμό των παιδιών προωθώντας αξίες όπως η δημιουργικότητα, η καινοτομία, η συνεργασία και η ομαδική εργασία. Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση της επίδρασης του προγραμματιζόμενου παιχνιδιού Beebot στη διαδικασία της μάθησης των παιδιών προσχολικής ηλικίας και των μεθόδων αξιοποίησης του στην τάξη του νηπιαγωγείου. Σύγχρονα ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι κατάλληλα σχεδιασμένες δραστηριότητες με το Beebot μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά διευκολύνοντας τη μαθησιακή διαδικασία, και την προσέγγιση μαθηματικών εννοιών. Παράλληλα προάγει τη συνεργασία των παιδιών, προκαλώντας το ενδιαφέρον τους, και εκμεταλλευόμενο τη φυσική τους τάση για παιχνίδι. 1316 409 450 Κοινωνική πολιτική και αγροτικός πληθυσμός: ζητήματα υγείας και ασφάλισης Both health and social security are common social goods for the citizens of a country, from which the progress of a welfare state and the effectiveness of its social policy is assessed. Over the last decade (2009-2019), the economic crisis in Greece has had major economic and social repercussions, which could not leave the agricultural sector, one of the most important production sectors in Greece, unaffected. The review of the literature indicates that rural occupation, due to its peculiarities, is intertwined with risks that threaten health and safety. The border area of Evros, consists of the main lever in the sector, with the farming sector being the main occupation of the inhabitants of the area, with dominant crops of long-growing plants, which involves long-term employment in the fields and the use of agricultural machinery, which have the consequence the emergence of health and safety risks. The purpose of this paper is to assess the effectiveness of social policy on health and insurance issues related to the rural population through a survey conducted in the rural population of North Evros. The aim is to assess the health and safety risks of the agricultural profession and to explore the demographic and social characteristics of farmers who are satisfied with the public health and safety system and which of the private ones. It is also expected to investigate whether there is an impact on the professional satisfaction of farmers with how they perceive the pursuit of social policy. What emerges from the results of this study in assessing health risks, is that farmers with long-growing plants, who are also the majority of the sample, experienced mainly respiratory-ophthalmological or ophthalmic problems and had more work-related accidents than other crops. Women, younger farmers, farmers with a higher level of education, and urban residents are more optimistic about the farming profession and take individual health protection measures. The profile of the farmer who prefers the public health system is mainly women, ages 31-40, high-educated farmers, lower-income and urban residents, while the private health and insurance system is the choice of men, farmers aged 20-30 years, people with high family incomes and many acres of fiels. This research could be the starting point for corresponding future surveys addressed to the entire agricultural population of Greece so that they can generalize the conclusions and make more effective policies or even perform comparative studies with the rural population and the social health and safety policies at European level Τόσο η υγεία όσο και η κοινωνική ασφάλιση αποτελούν κοινά αγαθά για τους πολίτες μιας χώρας, από τα οποία και αξιολογείται η πορεία ενός κράτους πρόνοιας και η αποτελεσματικότητα της κοινωνικής πολιτικής που εφαρμόζει. Την τελευταία περίπου δεκαετία (2009-2019) η οικονομική κρίση στην Ελλάδα επέφερε σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστο και τον αγροτικό τομέα, που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους παραγωγής στην Ελλάδα. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας διαφαίνεται ότι η αγροτική ενασχόληση λόγω των ιδιαιτεροτήτων της είναι συνυφασμένη με κινδύνους που απειλούν την υγεία και την ασφάλεια. Ο ακριτικός Νομός Έβρου αποτελεί βασικό μοχλό του κλάδου, με την γεωργία την κτηνοτροφία να αποτελούν την κύρια ενασχόληση των κατοίκων της περιοχής, με κυρίαρχες καλλιέργειες των φυτών μακράς καλλιέργειας, το οποίο συνεπάγεται πολύωρη απασχόληση στους αγρούς και χρήση γεωργικών μηχανημάτων, τα οποία έχουν ως επακόλουθο την εμφάνιση κινδύνων υγείας και ασφάλειας. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να εκτιμήσει την αποτελεσματικότητα της κοινωνικής πολιτικής σε θέματα υγείας και ασφάλισης που αφορούν τον αγροτικό πληθυσμό μέσα από μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε στον αγροτικό πληθυσμό του Βορείου Έβρου. Στόχος είναι να εκτιμηθούν οι κίνδυνοι υγείας και ασφάλειας που περικλείουν το αγροτικό επάγγελμα και να διερευνηθούν ποια είναι τα δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά των αγροτών που ικανοποιούνται από το δημόσιο σύστημα ασφάλισης και υγείας και ποια από το ιδιωτικό. Επίσης αναμένεται να διερευνηθεί αν υπάρχει επίδραση της επαγγελματικής ικανοποίησης των αγροτών με το πώς διαισθάνονται την άσκηση της κοινωνικής πολιτικής. Αυτό που διαφαίνεται από αποτελέσματα της παρούσας μελέτης όσον αφορά την εκτίμηση των κινδύνων υγείας, είναι ότι οι αγρότες με φυτά μακράς καλλιέργειας, οι οποίοι και αποτελούν και την πλειοψηφία του δείγματος εμφάνισαν κυρίως προβλήματα αναπνευστικά-οφθαλμολογικά ή ωταλγίας και είχαν περισσότερα εργατικά ατυχήματα εν συγκρίσει με τις λοιπές καλλιέργειες. Οι γυναίκες, οι νεαρότεροι αγρότες, οι αγρότες με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και οι κάτοικο αστικών περιοχών εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι αναφορικά με το αγροτικό επάγγελμα και λαμβάνουν ατομικά μέτρα προστασίας για την υγεία. Το προφίλ του αγρότη που προτιμά το δημόσιο σύστημα υγείας είναι κυρίως γυναίκες, οι ηλικίες 31-40 ετών, τα άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου, τα άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα και κάτοικοι αστικών περιοχών ενώ αντιθέτως το ιδιωτικό σύστημα υγείας και ασφάλισης είναι επιλογή των αντρών, των αγροτών ηλικίας 20-30 ετών, των ατόμων με υψηλά οικογενειακά εισοδήματα και με πολλά στρέμματα εκμετάλλευσης. Η παρούσα έρευνα δίνει το έναυσμα να ακολουθήσουν αντίστοιχες έρευνες στο μέλλον που θα απευθύνονται στο σύνολο του γεωργικού πληθυσμού της Ελλάδας ούτως ώστε να μπορούν να γενικευτούν τα συμπεράσματα και να παρθούν αποτελεσματικότερες πολιτικές ή ακόμη και να γίνουν αντίστοιχες μελέτες σύγκρισης με τον αγροτικό πληθυσμό και τις κοινωνικές πολιτικές υγείας και ασφάλειας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο 1317 77 90 Η μέτρηση της οικονομικής αποδοτικότητας των Ελληνικών επιχειρήσεων σε θέματα κλιματικής αλλαγής Abstract The issue of climate change attracted the increasing attention of businesses in recent years, resulting in the adoption of a wide range of strategies to address it. This paper focuses on the measurement of economic performance of European enterprises with respect to the various risks arising from climate change, with the use of benchmarking techniques. The accountability indicators and business performance are calculated and the conclusions drawn indicate positive signs in the direction of environmental sustainability. Το θέμα της κλιματικής αλλαγής προσέλκυσε την αυξανόμενη προσοχή των επιχειρήσεων τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα την υιοθέτηση ενός μεγάλου εύρους στρατηγικών για την αντιμετώπισή τους. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στη μέτρηση της οικονομικής αποδοτικότητας των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων όσον αφορά στους διάφορους κινδύνους που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, με τη χρήση των τεχνικών συγκριτικής αξιολόγησης. Υπολογίζονται οι δείκτες υπευθυνότητας κι απόδοσης των επιχειρήσεων και τα συμπεράσματα που βγαίνουν, υποδεικνύουν θετικά σημάδια προς την κατεύθυνση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. 1318 294 283 The need for the protection of one’s personal data, as implied by the era of globalization in which the flow of data is a daily phenomenon and it contributes to the configuration of the global economy, makes also the need to protect one’s genetic data imperative, since the protection of such data was not foreseen by the provisions of the Directive 95/46/EC, which was adopted two decades ago and it does not fully comply to the needs of the modern digital environment of the social media and the electronic commerce. The existing protection rules are to be modernized and updated through the strict and coherent legal framework of the Regulation (EU) 2016/679, the application of which is highly expected throughout Europe in May 2018. The General Data Protection Regulation aims to lead to a new era for the protection of the data concerning health, contributing enormously to the development of biomedical research that is conducted in large-scale databases and biorepositories that store biological samples, the so-called biobanks, with the important role they play in the study and fighting against a wide range of serious diseases. In order for the ultimate goal of the operation of biobanks to be achieved and also in contexts of the harmonisation of the existing infrastructures in Europe, it is necessary to lay down basic rules and principles to tackle crucial bioethical and legal issues, such as the donors’ consent and the compliance to the required confidentiality safeguards to ensure safety of the sensitive information that is contained in the genetic data. Besides, the fundamental principles of biomedical ethics for good medical practice, such as the respect for human dignity and the protection of individual rights, outweigh the equally important need to promote research in order to improve public health. Η ανάγκη για προστασία των προσωπικών δεδομένων του ατόμου, όπως επιτάσσει η εποχή της παγκοσμιοποίησης όπου η ροή των δεδομένων είναι ένα καθημερινό φαινόμενο και συμβάλλει στην διαμόρφωση της παγκόσμιας οικονομίας, καθιστά το ίδιο επιτακτική την ανάγκη για προστασία των γενετικών δεδομένων, η θεσμοθέτηση των οποίων υπεκφεύγει των διατάξεων της Οδηγίας 95/46/ΕΚ, η οποία μετράει ήδη δύο δεκαετίες από την ψήφισή της και δεν ανταποκρίνεται πλήρως στο σύγχρονο ψηφιακό περιβάλλον των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Τον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων κανόνων προστασίας, ανταποκρινόμενος στο αίτημα επικαιροποίησης, στοχεύει να πετύχει μέσα από ένα αυστηρό και συνεκτικό νομικό πλαίσιο ο Κανονισμός 2016/679, η εφαρμογή του οποίου αναμένεται με αυξημένη αδημονία από ολόκληρη την Ευρώπη τον Μάιο του 2018. Ο Γενικός Κανονισμός για την Προστασία των Δεδομένων φιλοδοξεί να οδηγήσει σε μία νέα εποχή προστασίας των δεδομένων που αφορούν την υγεία, συμβάλλοντας καταλυτικά και στην εξέλιξη της βιοϊατρικής έρευνας, που διενεργείται στις μεγάλου βεληνεκούς βάσεις δεδομένων και βιολογικών δειγμάτων, τις βιοτράπεζες, με το σημαντικό ρόλο που αυτές διαδραματίζουν στη μελέτη ενός ευρέος φάσματος σοβαρών ασθενειών και στην προσπάθεια καταπολέμησής τους. Προκειμένου να επιτευχθεί ο απώτερος στόχος της λειτουργίας των βιοτραπεζών, αλλά και στα πλαίσια εναρμόνισης των ήδη υφιστάμενων στον ευρωπαϊκό χώρο υποδομών, κρίνεται απαραίτητη η θεσμοθέτηση βασικών κανόνων και αρχών για την κοινή αντιμετώπιση καίριων βιοηθικών και νομικών ζητημάτων, όπως η συναίνεση των συμμετεχόντων στην έρευνα δοτών και η τήρηση των απαιτούμενων εγγυήσεων εμπιστευτικότητας για τη διασφάλιση των αποτυπωμένων στα γενετικά δεδομένα ευαίσθητων πληροφοριών. Άλλωστε, οι θεμελιώδεις αρχές της βιοϊατρικής ηθικής για ωφέλιμη ιατρική πρακτική με γνώμονα το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων υπερτερούν της εξίσου σημαντικής ανάγκης για προώθηση της έρευνας με στόχο την προαγωγή της δημόσιας υγείας. 1319 429 479 Development and characterization of an activation dependent eGFP reporter system in chimeric antigen receptor bearing T cells The Adoptive Cell Therapy in the context of Cancer Immunotherapy involves the generation of autologous T cells with tumor specificity, which are then expanded and adoptively transferred back into cancer patients. Autologous T cells with tumor specificity are either isolated from tumor specimens or obtained after genetic modification of peripheral blood lymphocytes in order to redirect their antigen specificity. That redirection most often occurs by the introduction of an exogenous T cell receptor or of a Chimeric Antigen Receptor (CAR). One important issue in the case when redirected T cells are utilized is the safety of the treatment, since those T cells often recognize and kill normal cells that express low levels of the antigen that they have been redirected against. To date, the ‘prediction’ of such toxicity in preclinical level is limited to the evaluation of the expression of the targeted antigen on the surface of normal tissues. Therefore, a system that can assess the activation of the CAR redirected T cells after co culture with normal tissues may provide a more accurate ‘prediction’ of such toxicity. To that end, Steve Santoro generated a lentiviral construct that encompassed the firefly luciferase fLuc marker gene under the control of one NFAT-responsive promoter and a constitutively expressed second generation CAR that targeted the Prostate Specific Membrane Antigen (PSMA). Subsequently, he transduced primary T cells with the construct mentioned and co cultured them with a target cell line that expressed PSMA. His results demonstrated that by transducing primary T cells with that construct it was possible to achieve activation dependent expression of a transgene, fLuc, that was under the control of the NFAT-responsive promoter. Based on these data and motivated by the possible utility of a system able to easily assess the activation of CAR bearing T cells, we hypothesized that effector T cells transduced with a vector (experimental vector) that contains the eGFP gene under the control of the NFAT-responsive promoter and a constitutively expressed anti PSMA CAR, will be visually identifiable, via flow cytometry, upon CAR activation through antigen stimulation. In order to test our hypothesis we generated primary and Jurkat T cells transduced with our experimental or appropriate control vectors, had those CAR activated through in vitro or in vivo antigen stimulation and characterized their expression of eGFP. Our results confirmed our hypothesis. Primary and Jurkat T cells transduced with our experimental construct were found to upregulate eGFP, after in vitro or in vivo CAR activation, in an antigen dependent fashion. Η Παθητική Κυτταρική Θεραπεία στα πλαίσια της Ανοσοθεραπείας του Καρκίνου περιλαμβάνει την δημιουργία αυτόλογων Τ λεμφοκυττάρων με ειδικότητα κατά καρκινικών αντιγόνων. Τα Τ λεμφοκύτταρα αυτά πολλαπλασιάζονται σε συνθήκες κυτταροκαλλιέργειας και έπειτα εισάγονται στους ασθενείς με καρκίνο. Αυτόλογα Τ λεμφοκύτταρα με ειδικότητα κατά καρκινικών αντιγόνων, είτε απομονώνονται από όγκους ασθενών είτε δημιουργούνται μετά από γενετική τροποποίηση λεμφοκυττάρων που απομονώθηκαν από την συστηματική κυκλοφορία των ασθενών. Η γενετική τροποποίηση αυτή αφορά τον επαναπροσδιορισμό της αντιγονικής ειδικότητας των λεμφοκυττάρων αυτών και στην πλειονότητα των περιπτώσεων γίνεται μέσω της εισαγωγής γονιδίου που κωδικοποιεί για έναν εξωγενή Τ λεμφοκυτταρικό αντιγονικό υποδοχέα ή για έναν χιμαιρικό αντιγονικό υποδοχέα (CAR). Ένα σημαντικό θέμα στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται Τ λεμφοκύτταρα των οποίων η ειδικότητα έχει επαναπροσδιοριστεί μέσω γενετικής τροποποίησης είναι η ασφάλεια της θεραπείας. Έχει αναφερθεί στη βιβλιογραφία ότι τα κύτταρα αυτά είναι ικανά να αναγνωρίζουν και να θανατώνουν κύτταρα φυσιολογικού ιστού που εκφράζουν χαμηλά επίπεδα αντιγόνου που τα Τ λεμφοκύτταρα, μετά από την γενετική τροποποίησή τους, αναγνωρίζουν. Μέχρι σήμερα η «πρόβλεψη», σε προκλινικό επίπεδο, τέτοιας τοξικότητας περιορίζεται στην εκτίμηση των επιπέδων έκφρασης του στοχευόμενου αντιγόνου σε φυσιολογικούς ιστούς. Συνεπώς, ένα σύστημα που θα μπορούσε να ανιχνεύσει την ενεργοποίηση των Τ λεμφοκυττάρων, με επαναπροσδιορισμένη αντιγονική ειδικότητα, έπειτα από συγκαλλιέργεια τους με κύτταρα φυσιολογικού ιστού ίσως παρείχε μία πιο ακριβή «πρόβλεψη» της τοξικότητας αυτής. Για αυτό τον λόγο ο Steve Santoro δημιούργησε έναν lenti-ιικό φορέα που περιείχε το γονίδιο firefly luciferase (fLuc) υπό τον μεταγραφικό έλεγχο ενός υποκινητή, που περιείχε την αλληλουχία πρόσδεσης των μεταγραφικών παραγόντων της οικογένειας NFAT, καθώς και έναν ιδιοστατικά εκφραζόμενο χιμαιρικό αντιγονικό υποδοχέα δεύτερης γενιάς που αναγνώριζε το Prostate specific membrane antigen (PSMA). Στη συνέχεια, διαμόλυνε Τ λεμφοκύτταρα προσφάτως απομονωμένα από υγιή δότη, με τον φορέα που αναφέρθηκε, και τα συγκαλλιέργησε με κυτταρική σειρά που εξέφραζε PSMA. Τα αποτελέσματά έδειξαν πως η fLuc εκφράστηκε με τρόπο εξαρτώμενο από την παρουσία PSMA στην συγκαλλιέργεια.Βασισμένοι σε αυτά τα αποτελέσματα και έχοντας ως κίνητρο την πιθανή χρησιμότητα ενός συστήματος ικανού να εκτιμά εύκολα την ενεργοποίηση Τ λεμφοκυττάρων που φέρουν έναν CAR, προβήκαμε στην εξής υπόθεση: Τ λεμφοκύτταρα διαμολυσμένα με έναν lenti-ιικό φορέα (πειραματικό φορέα) που περιέχει το γονίδιο eGFP υπό τον μεταγραφικό έλεγχο ενός υποκινητή, που περιέχει την αλληλουχία πρόσδεσης των μεταγραφικών παραγόντων της οικογένειας NFAT, καθώς και έναν ιδιοστατικά εκφραζόμενο CAR δεύτερης γενιάς που αναγνωρίζει το PSMA, θα είναι αναγνωρίσιμα μέσω κυτταρομετρίας ροής έπειτα από ενεργοποίησή τους μέσω του CAR λόγω παρουσίας του PSMA. Προκειμένου να ελέγξουμε την υπόθεσή μας διαμολύναμε Τ λεμφοκύτταρα προσφάτως απομονωμένα από υγιείς δότες καθώς και Jurkat Τ λεμφοκύτταρα με τον πειραματικό φορέα καθώς και κατάλληλους φορείς controls.Στη συνέχεια ενεργοποιήσαμε τα λεμφοκύτταρα αυτά in vitro ή in vivo παρουσία PSMA και χαρακτηρίσαμε την έκφραση της eGFP. Τα αποτελέσματά μας επιβεβαίωσαν την υπόθεσή μας. Τ λεμφοκύτταρα προσφάτως απομονωμένα από υγιείς δότες καθώς και Jurkat Τ λεμφοκύτταρα διαμολυσμένα με τον πειραματικό φορέα εξέφρασαν eGFP μετά από in vitro ή in vivo ενεργοποίηση, παρουσία PSMA. 1320 509 372 Μελέτη της κατανομής της χοληστερόλης και των φωσφολιπιδίων στη μεμβράνη των ερυθρών αιμοσφαιρίων ασθενών με ηπατίτιδα C πρίν και μετά τη θεραπεία Hepatitis C virus alters host’s hepatic lipid metabolism and subsequently drives to chracterstical diagnostic points of the disease (liver inflammation, steatosis, fibrosis) which are normalised long after the succesful treatment. Erythrocyte lipidome is a multiaffected feature that is changed during chronic liver disease (non alcoholic steatosis/ steatohepatitis and viral, non alcoholic, alcoholic and cholestatic cirrhosis) and is often correlated with liver lipidome and subequent liver tissue corruptions. It has been noticed that erythrocyte exchanges lipids with hepatocyte and due this way it could contribute to disease pathophysiology and its natural history (steatosis, steatohepattitis, cirrhosis). Cholesterol and phospholipids play a significant part in the maintenance of the structural and functional role of biological memebranes. Thus, changes in the distribution of these lipids may affect both hepatocyte’s and erythrocyte’s functionality. Since there are not any studies regarding hepatitis c effect on erythrocyte lipidome, the aim of this thesis is to I)study the effect of hepatitis c infection and clearance through antiviral treatment on the distribution pattern of cholesterol and phospholipids in erythrocytes membane of infected patients, II) study correlations between erythrocyte lipidome and clinical parametes descriptive of liver damage during the course of the disease, in a try to find a biological marker. Subjects and Methods. 21 different patients participated at 1 to 3 stages of treatment. 15 patients before treatment (9 men, 6 women with age 60.3 + 8.9 years old). 10 patients at the end of the treatment (5 men, 5 women with age 60 +7.2 years) and 4 patients 6 months after the end of treatment (4 womed aged 66 + 5.3 aged). Every patient had fibrosis ^F3, as defined through FIBROSCAN and was treated with DAAs. Lipids were extacted from patients derived erythrocyte ghosts, and cholesterol and phospholipids were seperated by thin layer chromatography.Percentage calculation of cholesterol ( C ), phosphatidyloethanolamie (PE), phosphatidylocholine (PC) and sphingomyelin (SM) was done after digital analysis their bands. Results. Before treatment, 9 women presented lower values of the PC/PE, PC/SM and PC/PE+SM ratios (p<0.05). 6 out of 6 patients had higher value of PC/PE ratio after treatment in comparison to before treament value (p<0.05) In 4 out of 4 patients PI, PSer percentages and PC/SM and PC/PE+SM ratios values decreased (p<0.05). Male patients present significant correlations between AST and PSer, SM and Chol/SM. Also, PSer correlated to ALT levels. In women, there was a negative statistical siginificant correlation between SM and plasma cholesterol.Conclusion. Sever fibrosis (^F3) and hepatitis C infection alter erythrocyte membane lipidome. These changes are caused by alteration of liver lipid metabolism and the mechanisms responsible for the lipid exchange between hepatocyte and erythrocyte. These alterations contribute to stuctural and functional changes of liver tissue (steatosis, steatohepatitis, cirrhosis). Treatment with direct antiviral agents normalise some changes in erythrocyte lipidome. Our results indicate that red blood cell membrane cholesterol and phospholipid distribution pattern reflects strucural and functional intergity of the liver. This study should be expanded to a greater number of patient including healthy controls. Experimental study should examine whether and in which way erythrocyte contribute to hepatitis C pathophysiology. Ο ιός της ηπατίτιδας C τροποποιεί θεαματικά τον ηπατικό μεταβολισμό των λιπιδίων του ξενιστή με άμεσες επιπτώσεις τα χαρακτηριστικά διαγνωστικά σημεία-ορόσημα της παθοφυσιολογίας της νόσου (ηπατική φλεγμονή, στεάτωση, ίνωση) τα οποία εξομαλύνονται μετά την κάθαρση του ιού, με την πάροδο του χρόνου. Το λιπίδωμα του ερυθροκυττάρου είναι ένα πολυπαραγοντικό χαρακτηριστικό το οποίο μεταβάλλεται σε χρόνιες ηπατικές νόσους (μη αλκοολική και αλκοολική ηπατική στεάτωση- στεατοηπατίτιδα,και μη αλκοολική, αλκοολική, ιϊκή και χολεστατική κίρρωση) και συχνά συσχετίζεται με αντίστοιχες μεταβολές του λιπιδώματος του ηπατοκυττάρου, και τις επερχόμενες αλλοιώσεις του ηπατικού ιστού. Έχει παρατηρηθεί σε πειραματικά μοντέλα ότι το ερυθροκύτταρο συμμετέχει στην μεταφοράς/ανταλλαγής λιπιδίων μεταξύ αυτού και του ηπατοκυττάρου και με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να συμμετέχει στην παθοφυσιολογία και στην εν γένει φυσική ιστορία της ηπατικής νόσου (ηπατική φλεγμονή, στεάτωση, κίρρωση) . Μεταξύ των λιπιδίων που ανταλάσσονται, τα φωσφολιπίδια και η χοληστερόλη έχουν εξέχουσα σημασία, ως δομικά και λειτουργικά στοιχεία των βιολογικών μεμβρανών. Έτσι, τροποποιήσεις στο πρότυπο της κατανομής τους, επηρεάζουν σημαντικά την λειτουργικότητα αφ’ενός μεν ερυθροκυττάρου και αφ’ ετέρου, του ηπατοκυττάρου. Δεδομένου ότι ανάλογα ευρήματα δεν έχουν αναφερθεί σχετικά με το παράδειγμα της ηπατίτιδας C, στόχοι της παρούσας μελέτης είναι α) Η μελέτη του πρότυπου της κατανομής της χοληστερόλης και των φωσφολιπιδίων στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων σε ασθενείς με ηπατίτιδα C πριν και μετά την αντι-ιϊκή θεραπεία, β) Η συσχέτιση των ευρημάτων με κλινικά δεδομένα που περιγράφουν την ηπατική βλάβη στους ίδιους ασθενείς και εκτίμηση των ενδεχόμενων μεταβολών χαρακτηριστικών παραμέτρων του λιπιδώματος των ερυθροκυττάρων κατά τη διάρκεια της νόσου, με προοπτική την χρήση τους ως βιολογικών δεικτών. Υλικό και Μέθοδοι. Στη μελέτη μας συμμετείχαν συνολικά 21 διαφορετικοί ασθενείς σε μία έως τρεις φάσεις της θεραπείας. 15 ασθενείς πριν τη θεραπεία (9 άνδρες, 6 γυναίκες ηλικίας 60.3 + 8.9 χρόνων), 10 ασθενείς στο τέλος της θεραπείας (5 άνδρες, 5 γυναίκες ηλικίας 60 χρόνων +7.2 χρόνων), και 4 ασθενείς (4 γυναίκες ηλικίας 66 + 5.3 χρόνων) 6 μήνες μετά το τέλος της θεραπείας. Όλοι οι ασθενείς πριν την έναρξη της θεραπείας είχαν ίνωση σταδίου >F3. Από κάθε ασθενή ελήφθη δείγμα αίματος (3 ml) από το οποίο απομονώθηκαν κυστίδια μεμβράνης ερυθρών αιμοσφαιρίων (RBC ghosts). 1321 198 200 Children’s and parents’ relationship to mathematics: an investigation within two discrete cultural contexts Σχέσεις παιδιών και γονέων με τα μαθηματικά: μια διερεύνηση σε δύο διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια The paper studies the affect relationship of elementary school students with mathematics in relation to the parental involvement in their learning at home, in two distinct cultural environments, of a majority and of a minority. In the review of the literature, the basic concepts and in particular that of the students’ beliefs about mathematics are identified and the relevant arguments and the research findings that reveal the complexity of the socio-cultural factors contributing to these beliefs are discussed. Also, some critical characteristics of the Muslim minority in Thrace and of the education of the Muslim children associated with the parental involvement in children's learning at home are presented. The empirical part includes a study, in which 200 majority and Muslim minority students were asked to complete a questionnaire, which was constructed for the purposes of the study. Also, five parents were required to answer to the questions of a semi-structured interview concerning their own beliefs about mathematics and their involvement in their children’s mathematical activities. The results showed that the beliefs of the participating about mathematics converged to those of their parents, regardless cultural backgrounds Η παρούσα εργασία μελετά τη συναισθηματική σχέση μαθητών Δημοτικού Σχολείου με τα μαθηματικά σε αντιπαραβολή με τη γονική εμπλοκή στη μάθησή τους στο σπίτι, σε μια προσπάθεια αναζήτησης συνδέσεων σε δυο διακριτά πολιτισμικά περιβάλλοντα, ένα πλειονοτικό και ένα μειονοτικό. Στο θεωρητικό - βιβλιογραφικό μέρος οριοθετούνται οι βασικές έννοιες και ειδικότερα αυτή των πεποιθήσεων των μαθητών για τα μαθηματικά και παρουσιάζονται τα επιχειρήματα και τα ευρήματα σχετικών ερευνών που φανερώνουν την πολυπλοκότητα των κοινωνικο-πολιτισμικών κυρίως παραγόντων που συμβάλλουν στη διαμόρφωσή τους. Επίσης, παρουσιάζονται χαρακτηριστικά της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης και της εκπαίδευσης των παιδιών της που συνδέονται με την εμπλοκή των γονιών στη μάθηση των παιδιών στο σπίτι. Το εμπειρικό μέρος αφορά σε μια μελέτη, στο πλαίσιο της οποίας ζητήθηκε από 200 μαθητές της πλειονότητας και της μειονότητας να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο κατασκευάστηκε για τους σκοπούς της έρευνας και από πέντε γονείς να απαντήσουν σε ερωτήσεις μιας ημι-δομημένης συνέντευξης σχετικής με τις δικές τους πεποιθήσεις για τα μαθηματικά και την εμπλοκή τους στις μαθηματικές δραστηριότητες των παιδιών τους. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι πεποιθήσεις των παιδιών συγκλίνουν με αυτές των γονέων ανεξαρτήτως πολιτισμικής προέλευσης 1322 16 16 Primary Education teachers' views on all - day school in the prefectures of Rodopi and Evros: Το ολοήμερο σχολείο και οι απόψεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης των νομών Ροδόπης και Έβρου: 1323 524 495 Κλινική εμπειρία απο την χρορήγηση του Daratumumab (anti-CD38) στην θεραπεία του πολλαπλού μυελώματος The multiple myeloma consists a malignancy of the plasmacytes and up until a few years ago treatment was limited to alkylation agents and corticoids. Recently though in the quiver of treatment choices new categories of medicine have been incorporated, specifically proteasome inhibitors, immunomodulatory medicine and monoclonal antibodies. The multiple myeloma is defined as a rare disease, since it affects less than 5 people in 10,000. Both diagnosis and observation of the course of the disease, are done based on the criteria included in the clinical findings a) hypercalcemia b) renal failure c) anemia d) osteolytic damage and the biomarkers 1) the degree of filtration of bone marrow by the plasmacytes, 2) the levels or the ratio of the free light chains (κ/λ) in the serum and 3) the presence of two or more osteolytic damages in the magnetic tomography. Daratumumab is a monoclonal antibody aiming at CD38, which is a glycoprotein found at a great degree on the surface of the myelomatic cells. Due to the fact that the multiple myeloma is ranked among the rare diseases, Daratumumab was declared an orphan medicine, based on the criteria of the European Medical Association (EMA). 41 The dose is 16mg/kg, and the medicine is given either as a monotherapy to patients with resistant or relapsing myeloma, who have received at least three previous lines of treatment which included a proteasome inhibitor and an immunomodulatory medicine, either in combination with lenalidomidi and dexamethasone or with bortezomib and dexamethazone, to patients with resistant or relapsing myeloma, receiving at least a line of treatment. The medicine was put under study for its efficiency and safety in the clinical studies of a part of MMY2002 and GEN501. Based on the results of these studies, the Committee for medicine for human use of the European Medical Association, granted permission under certain conditions (conditional authorisation). The studies MMY3003 and MMY3004 followed, in which Daratumumab was studied in combination with lenalidomidi and dexamethasone and in combination with bortezomib and dexamethazone. Based on the results of these studies which are still in progress, the Committee has granted permanent license of circulation. In this present project, six (6) patients were studied with resistant or relapsing multiple myeloma, three men and three women, who followed treatment at a great university hospital and who received Daratumumab as treatment. The study was dealing with recording data concerning the disease, the line of treatment, the patient's tolerance to monoclone, the response and the duration of the response. One of the patients received Daratumumab as a second line of treatment in combination to bortezomib and dexamethasone, with good response. Three of them received Daratumumab as a single treatment, after they had received at least the previous lines of treatments and the medicine showed that it had good response, without side effects. One female patient recieved Daratumumab as a single treatment with good results but with biochemical relapse while the last female patient receiveed Daratumumab, as a single treatment without any response. The results agree with the general context and the findings of the clinical studies. In five patients there was some degree of response while in one there was none. Το πολλαπλούν μυέλωμα αποτελεί κακοήθεια των πλασματοκυττάρων και μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι θεραπείες περιοριζόταν στους αλκυλιούντες παράγοντες και τα κορτικοειδή. Πρόσφατα όμως εντάχθηκαν στην φαρέτρα των θεραπευτικών επιλογών, νέες κατηγορίες φαρμάκων και συγκεκριμένα οι αναστολείς πρωτεασώματος, τα ανοσορρυθμιστικά φάρμακα και τα μονοκλωνικά αντισώματα. Το πολλαπλούν μυέλωμα χαρακτηρίζεται ως σπάνια νόσος, δεδομένου ότι προσβάλει λιγότερα από 5 άτομα ανά 10.000. Τόσο η διάγνωση όσο και η παρακολούθηση της πορείας της νόσου, γίνονται βάσει κριτηρίων που περιλαμβάνουν τα κλινικά ευρήματα α) υπερασβεστιαιμία β) νεφρική ανεπάρκεια γ) αναιμία δ) οστεολυτικές βλάβες και τους βιοδείκτες 1) τον βαθμό διήθησης του μυελού των οστών από πλασματοκύτταρα, 2) τα επίπεδα ή τον λόγο των ελεύθερων ελαφριών αλυσίδων (κ/λ) στον ορό και 3) την παρουσία δύο ή περισσοτέρων οστεολυτικών βλαβών στην μαγνητική τομογραφία . Το Daratumumab είναι ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, που στοχεύει στο CD38, που είναι μια γλυκοπρωτεΐνη που εκφράζεται σε μεγάλο βαθμό στην επιφάνεια των μυελωματικών κυττάρων. Λόγω του ότι το πολλαπλούν μυέλωμα κατατάσσεται στις σπάνιες νόσους, το Daratumumab ανακηρύχθηκε ορφανό φάρμακο, βάσει των κριτηρίων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMA).Η συνήθως χορηγούμενη δόση είναι 16mg/kg, και το φάρμακο χορηγείται είτε ως μονοθεραπεία σε ασθενείς με ανθεκτικό ή υποτροπιάζον μυέλωμα, που έχουν λάβει τρείς τουλάχιστον προηγούμενες γραμμές θεραπείας και που περιελάμβαναν έναν αναστολέα πρωτεασώματος και ένα ανοσορρυθμιστικό φάρμακο , είτε σε συνδυασμό με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη ή με bortezomib και δεξαμεθαζόνη, σε ασθενείς με ανθεκτικό ή υποτροπιάζον μυέλωμα ,που έλαβαν μια τουλάχιστον γραμμή θεραπείας. Το φάρμακο μελετήθηκε για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλειά του στις κλινικές μελέτες ενός σκέλους MMY2002 και GEN501. Στηριζόμενη στα αποτελέσματα αυτών των μελετών, η Επιτροπή για τα φάρμακα ανθρώπινης χρήσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων, χορήγησε άδεια υπό προϋποθέσεις (conditional authorisation). Ακολούθησαν οι μελέτες MMY3003 και MMY3004, στις οποίες μελετήθηκε το Daratumumab σε συνδυασμό με λεναλιδομίδη και δεξαμεθαζόνη και σε συνδυασμό με bortezomib και δεξαμεθαζόνη. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτών των μελετών που ακόμη βρίσκονται σε εξέλιξη, η Επιτροπή χορήγησε διαρκή άδεια κυκλοφορίας. Στην παρούσα εργασία, μελετήθηκαν έξι (6) ασθενείς με ανθεκτικό ή υποτροπιάζον πσλλαπλούν μυέλωμα, τρείς άνδρες και τρείς γυναίκες, που αντιμετωπίστηκαν θεραπευτικά σε μεγάλο πανεπιστημιακό νοσοκομείο και οι οποίοι έλαβαν ως θεραπεία το Daratumumab. Η μελέτη αφορούσε την καταγραφή δεδομένων που αφορούν τη νόσο, τη γραμμή θεραπείας που αποτέλεσε το Daratumumab, την ανοχή των ασθενών στο μονοκλωνικό, την ανταπόκριση και τη διάρκεια της ανταπόκρισης. Ο ένας εκ των ασθενών πήρε το Daratumumab ως δεύτερη γραμμή θεραπείας σε συνδυασμό με bortezomib και dexamethasone , με καλή ανταπόκριση. Οι τρείς πήραν το Daratumumab ως μονοθεραπεία, αφού πήραν τρείς τουλάχιστον προηγούμενες γραμμές θεραπείας και το φάρμακο έδειξε να έχει καλή ανταπόκριση, χωρίς παρενέργειες. Η μία ασθενής έλαβε το Daratumumab ως μονοθεραπεία με καλά αποτελέσματα αλλά με βιοχημική υποτροπή και η τελευταία ασθενής έλαβε το Daratumumab, ως μονοθεραπεία, χωρίς όμως ανταπόκριση. Τα αποτελέσματα συμφωνούν σε γενικά πλαίσια με τα ευρήματα των κλινικών μελετών. Σε πέντε ασθενείς υπήρξε κάποιου βαθμού ανταπόκριση και σε μία ασθενή καμμία ανταπόκριση. 1324 248 272 Η διδασκαλία του λεξιλογίου μέσω διαφόρων στρατηγικών εκμάθησης, με έμφαση στη σημασιολογική χαρτογράφηση The theme of the present assignment is vocabulary learning strategies. The thesis is composed of two parts; the theoretical and the empirical one. In the theoretical part, the terms “word” and “vocabulary” are presented and analyzed, as well as, how important they are in our lives. In addition, it provides us with some of the most important views in the disciplinary and scientific world relevant to teaching vocabulary. This study goes on to explore the strategies of teaching words which are then analyzed extensively. These are: 1. Possible sentences, 2. Semantic feature analysis, 3. Venn diagram, 4.Word maps, 5. Four square vocabulary learning, 6. Semantic mapping, 7. Concept mapping, 8. Usage of word parts , 9. Use of dictionary. In the empirical part, strategies are applied on the presented words. What came out of this application and our research was hands on material that can easily be used and “exploited” by teachers during their instruction. What was used as a resource was the book of History in the fifth grade. Nevertheless, the suggested material may be used by any other subject. Conclusions: There is a wide variety of vocabulary learning strategies, that could be employed by a teacher in a classroom, but in the school reality, these are not actually applied. In fact, an emphasis is placed solely on grammar. Finally, not a lot of research is conducted on vocabulary. As a result just a few references are found on the methods of vocabulary teaching for Greek students. Ο σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι η παρουσίαση διάφορων στρατηγικών διδασκαλίας του λεξιλογίου και προτάσεων εφαρμογής τους στη διδακτική πράξη. Η εργασία μας χωρίζεται σε δύο μέρη, το θεωρητικό και το πρακτικό. Όσον αφορά το θεωρητικό μέρος, αρχικά γίνεται αναφορά στο τι σημαίνει γνώση μιας λέξης, στη σημασία του λεξιλογίου, καθώς και σε μερικές κυρίαρχες απόψεις σχετικά με τη διδασκαλία του. Έπειτα, περιγράφονται οι παρακάτω στρατηγικές διδασκαλίας του λεξιλογίου: 1. Πιθανές προτάσεις, 2. Ανάλυση σε σημασιολογικά χαρακτηριστικά, 3. Διαγράμματα Venn, 4. Λεξιλογικοί χάρτες, 5. Τέσσερα τετράγωνα, 6. Σημασιολογικοί χάρτες, 7. Εννοιολογικοί χάρτες, 8. Παράγωγες - σύνθετες λέξεις και 9. Χρήση λεξικού. Στη συνέχεια, ακολουθεί το πρακτικό μέρος που περιλαμβάνει την πρακτική εφαρμογή των παραπάνω στρατηγικών μέσα από προτεινόμενα διδακτικά σενάρια. Οι λέξεις που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή των στρατηγικών αυτών προέρχονται από το γνωστικό αντικείμενο της Ιστορίας της Ε΄ δημοτικού, αλλά θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε οποιοδήποτε άλλο γνωστικό αντικείμενο. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη εργασία επισημαίνουν την ύπαρξη πάρα πολλών στρατηγικών που μπορεί να αξιοποιήσει ο εκπαιδευτικός για να διδάξει το λεξιλόγιο, ωστόσο, συνήθως, η διδασκαλία του παραγκωνίζεται, καθώς δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη γραμματική και το συντακτικό. Ακόμα, στην Ελλάδα είναι γεγονός ότι δεν έχουν γίνει οι κατάλληλες ενέργειες για τη βελτίωση της διδασκαλίας του λεξιλογίου. Τα βιβλία, τα οποία μπορεί να εντοπίσει κανείς, σχετικά με τον τρόπο που μπορεί να διδάξει το λεξιλόγιο σε μαθητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, είναι ελάχιστα, όπως και οι έρευνες που έχουν υλοποιηθεί σε ελληνικό μαθητικό πληθυσμό, ενώ και από την επίσημη πολιτεία δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πρόταση διδασκαλίας προς τον εκπαιδευτικό 1325 272 307 Μελέτη της ωχράς κηλίδας με Οπτική Τομογραφία Συνοχής (O.C.T.) σε άτομα που πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας και λαμβάνουν φινγκολιμόδη (Gilenya) Background: Multiple Sclerosis (MS) is an auto-immune neurological disorder with increasing incidence. Fingolimod consists a recently introduced Disease-modifying Drug (DMD) having a beneficial effect on the clinical course of MS. Macula Lutea (ML) is a significant marker of non-response to DMD treatment, in cases of shortening, and of adverse events, in cases of ML edema, leading to a change of DMD. Hence, monitoring the size of ML in MS patients is of primary importance. Aim: To investigate the size of ML in patients with MS after the use of fingolimod treatment. Methods: The study sample consisted of 21 MS patients assessed through the use of Optical Coherence Tomography (OCT) at baseline and after one year (mean 12.17 months). Demographic and medical related variables such as age, gender, time of using fingolimod and time since the diagnosis of MS were also recorded. Results: There were insignificant correlations between the time using fingolimod with macula diameter in the first measurement of the right and left eye (p=0.765 & 0.856 respectively) and in the second measurement of the right and left eye (p=0.526 & 0.509 respectively). The time interval between the two measurements did not have a correlation to the diameter of macula for the left (p=0.693) and the right eye (p=0.389). No statistically significant relationships were also noted for the subgroups analyzed. Conclusions: The present study supports that fingolimod is not related to a change in the diameter of macula in multiple sclerosis patients. These findings support the safety and efficacy of fingolimod as a DMD. Due to the need to further investigate fingolimod’s long term-efficacy and adverse reactions, future research should be intensified. Θεωρητικό Υπόβαθρο: Η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) αποτελεί μια αυτοάνοση νευρολογική διαταραχή με αυξημένη επίπτωση. Η φινγκολιμόδη αποτελεί μια πρόσφατα χρησιμοποιούμενη ουσία που έχει καταγράψει ευεργετική επίδραση στη διαχείριση της συμπτωματολογίας της νόσου. Η ωχρά κηλίδα αποτελεί ένα βασικό προγνωστικό δείκτη μη ανταπόκρισης στην αγωγή, σε περίπτωση συρρίκνωσης, και ανεπιθύμητων ενεργειών που αναγκάζει σε διακοπή της αγωγής, σε περίπτωση οιδήματος. Για το λόγο αυτό, σε ασθενείς με ΣΚΠ η παρακολούθηση του μεγέθους της ώχρας κηλίδας καθίσταται επιτακτική. Σκοπός: Η διερεύνηση του μεγέθους της ώχρας κηλίδας σε ασθενείς με ΣΚΠ μετά από τη χορήγηση της φινγκολιμόδης. Μεθοδολογία: Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 21 ασθενείς με ΣΚΠ που υποβλήθηκαν σε μέτρηση με τη μέθοδο Optical Coherence Tomography (OCT). Πραγματοποιήθηκαν δύο μετρήσεις με μέση τιμή της χρονικής απόστασης μεταξύ των μετρήσεων τους 12.17 μήνες. Καταγράφηκαν επίσης μεταβλητές όπως η ηλικία, το φύλο, τα έτη λήψης της φινγκολιμόδης και τα έτη από τη πρώτη διάγνωση της νόσου. Αποτελέσματα: Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές σχέσεις ανάμεσα στα έτη λήψης της φινγκολιμόδης και τη διάμετρο της ώχρας κηλίδας στη πρώτη μέτρηση του δεξιού και αριστερού οφθαλμού (p=0.765 & 0.856 αντίστοιχα) και στη δεύτερη μέτρηση του δεξιού και αριστερού οφθαλμού (p=0.526 & 0.509). Το χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο μετρήσεων δεν συσχετίστηκε με το μέγεθος της ώχρας κηλίδας για τον αριστερό (p=0.693) και δεξιό οφθαλμό (p=0.389). Μη στατιστικά σημαντικές διαφορές εντοπίστηκαν και για τις υποομάδες των ασθενών που αναλύθηκαν. Συμπεράσματα: Από τη παρούσα εργασία υποστηρίζεται πως η λήψη φινγκολιμόδης δεν συνδέεται με μεταβολή του μεγέθους της ώχρας κηλίδας σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση, στοιχεία που συνηγορούν υπέρ της απουσίας ανεπιθύμητων ενεργειών και της αποτελεσματικότητάς της. Λόγω της αναγκαιότητας μακροχρόνιας διερεύνησης της ευεργετικότητας και αποτελεσματικότητας της φινγκολιμόδης, η έρευνα στο πεδίο αυτό οφείλει να εντατικοποιηθεί. 1326 172 141 This paper presents the education in the villages, named Darnakochoria, of the prefecture of Serres in Greece at the first half of the 20th century and is structured in two parts, the theoretical and the scientific one. At the theoretical part of the essay, the sociopolitical dimensions of Greece and the educational reforms of that period are, at first, mentioned. Moreover the educational status of the region of Macedonia, with particular emphasis at the kazades (counties) of the Serres prefecture, is stated. There is also an analysis of the education provided at the Darnakochoria villages which is the core topic of the paper. At the scientific part, the education offered at the Darnakochoria during the turbulent period of 1946-1951, is examined. Furthermore, the sex of the students who studied at the schools of the region during those particular school years, their grades and also their parents’ profession are looked into. In the end, the paper contains an appendix in which, important documents of that period and pictures of the schools, are included Η εργασία παρουσιάζει την εκπαίδευση, που παρεχόταν στα Δαρνακοχώρια του Νομού Σερρών κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα και διαρθρώνεται σε δύο μέρη, το θεωρητικό και το εμπειρικό. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας γίνεται αναφορά, αρχικά, στην κοινωνικο-πολιτική διάσταση της Ελλάδας και στις σημαντικότερες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της περιόδου. Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για την εκπαιδευτική κατάσταση στην περιοχή της Μακεδονίας με ιδιαίτερη αναφορά στους καζάδες (επαρχίες) του Νομού Σερρών. Επίσης, αναλύεται η εκπαίδευση στα Δαρνακοχώρια, η οποία αποτελεί τον βασικό κορμό της εργασίας. Στο εμπειρικό μέρος, εξετάζεται η εκπαίδευση που προσφερόταν στα Δαρνακοχώρια την ταραγμένη χρονική περίοδο 1946-1951. Επιπλέον, διερευνάται το φύλο των μαθητών που φοιτούσαν στα σχολεία της περιοχής τις συγκεκριμένες σχολικές χρονιές, η βαθμολογία τους καθώς και το επάγγελμα των γονέων τους. Τέλος, η εργασία περιλαμβάνει παράρτημα, στο οποίο εμπεριέχονται σημαντικά έγγραφα της εποχής και φωτογραφίες των σχολείων 1327 169 169 This post-graduate thesis aims at the statistical study of the recall of food chain products, packaging and food products in Greek territory. The data resulted after electronic data collection of the HFC website. There is a descriptive and statistical analysis (tables, graphs) of the recall data frequencies for the whole years of the above web page for the years 2011-2018. The results were then studied, from which various conclusions were drawn. Most importantly, the highest recall rate was observed in meat products (carcases, frozen, processed) and seafood. In addition, we notice that the most frequent cause of recall results from the presence of toxic agents - migration of substances and the exceeding of permitted limits. Finally, we conclude that, on the one hand, the growth of the food industry is growing by offering consumers the satisfaction of any gastronomic desire; on the other hand, national and Community legislation should be applied, always adapting to the standards in place for the quality and safety management of such due to products Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, έχει ως αντικείμενο την στατιστική μελέτη των ανακλήσεων προϊόντων εφοδιαστικών αλυσίδων τροφίμων, συσκευασιών αυτών καθώς επίσης και των προϊόντων εστίασης στην ελληνική επικράτεια. Τα δεδομένα προέκυψαν μετά από ηλεκτρονική αποδελτίωση στοιχείων της σελίδας του ΕΦΕΤ. Γίνεται περιγραφική και στατιστική ανάλυση (πίνακες, γραφήματα) των συχνοτήτων των στοιχείων των ανακλήσεων για το σύνολο των ετών που περιλαμβάνει η παραπάνω διαδικτυακή σελίδα για τα έτη 2011 – 2018. Στην συνέχεια μελετήθηκαν τα αποτελέσματα, από τα οποία προέκυψαν ποικίλα συμπεράσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν ότι η μεγαλύτερη συχνότητα ανακλήσεων παρατηρήθηκε σε προϊόντα κρέατος (σφάγια, κατεψυγμένα, επεξεργασμένα) και σε θαλασσινά. Επιπλέον, παρατηρούμε ότι η συχνότερη αιτία ανάκλησης προκύπτει από την παρουσία τοξικών παραγόντων – μετανάστευση ουσιών και υπέρβαση επιτρεπόμενων ορίων. Τέλος, συμπεραίνουμε ότι από τη μία πλευρά η ανάπτυξη της βιομηχανίας τροφίμων είναι αυξανόμενη προσφέροντας στο καταναλωτικό κοινό την ικανοποίηση κάθε γαστρονομικής επιθυμίας, από την άλλη θα πρέπει η Εθνική και Κοινοτική Νομοθεσία να εφαρμόζεται προσαρμοζόμενη πάντα στα ισχύοντα πρότυπα για τη διαχείριση ποιότητας και ασφάλειας των εν λόγω προϊόντων 1328 370 388 Συσχέτιση χαρακτηριστικών του σήματος της οξυαιμοσφαιρίνης και της αρχιτεκτονικής του ύπνου με την αντίσταση στην ινσουλίνη σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο Obstructive Sleep Apnea Syndrome (OSA) may cause insulin resistance while it may also contribute to the increasing prevalence of metabolic disorders. The pathogenesis of the syndrome is considered as a result of the chronic intermittent hypoxia (IH), causing lesions at the molecular level, oxidative stress and systemic inflammation. Intermittent hypoxia during sleep is a characteristic of the syndrome. However, the existing sleep hypoxia parameters cannot express accurately the effect of the mild desaturations. Materials - methods: A total of 51 patients were examined through polysomnography (PSG). Hypoxia factors were analyzed, in areas where the signal SpO2 had low values: the average (M) of the SpO2 signal samples, with the values below the 94% and 92% threshold. Moreover, the desaturations were analyzed, together with their duration within the recording. Functions were used to clean the signal from noise and artifacts. A blood sample was analyzed for parameters: high sensitivity C-reactive protein (CRP), homocysteine, lipid profile, blood glucose, glycosylated hemoglobin, insulin levels and the HOMA (Homeostasis model assessment) index in order to assess insulin resistance.Results: The average patients’ age was 46,63±8,84 years, with BMI 31,45±5,81. Among the patients, 28 were diagnosed with severe OSA, with an Apnea Hypopnea index (AHI) 59,11±26,10/h, averSpO2 91,64±4,50%, minSpO2 78,18±10,26%, t<90 21,42±28,64 and ODI 35,48±33,79/h. A statistically significant correlation between the average M92 and insulin (r=0,401, p<0,03) and HOMA (r=0,431, p<0,022), the amount of desaturations and fasting glucose (r=0,400, p<0,035) was observed. Moreover, it was noted that there was a statistically significant correlation between the desaturations’ average value and the insulin (r=0,378, p<0,047) and the CRP (r=0,400, p<0,035) levels. A strong correlation of the total sum of the desaturations’ duration, recorded by the SpO2 signal, with fasting glucose (r=0,964 p<0,000), glycosylated hemoglobin (r=0,860, p<0,000) and HOMA index (r=0,580, p<0,001) was observed. No BMI effect was detected in the relation between hypoxia factors from SpO2 signal and metabolic factors. Conclusions: Hypoxia factors derived from SpO2 signal analysis, show a strong correlation with insulin resistance, and with fasting glucose levels of OSA patients. The correlations of the proposed hypoxia factors were found to be stronger than the known hypoxia factors derived from PSG, however a more extended analysis is necessary in order to consolidate the findings of this study. Το σύνδρομο αποφρακτικής άπνοιας κατά τον ύπνο (ΣΑΑΥ) μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη και να συμβάλει στον αυξανόμενο επιπολασμό των μεταβολικών διαταραχών.Η παθογένεια του συνδρόμου θεωρείται ότι είναι επακόλουθο της χρόνιας διαλείπουσας υποξίας προκαλώντας αλλοιώσεις σε μοριακό επίπεδο, οξειδωτικό στρες και συστηματική φλεγμονή. Η διαλείπουσα υποξία κατά τη διάρκεια του ύπνου αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό του συνδρόμου. Ωστόσο, η επίδραση των ήπιων αποκορεσμών δεν αποτυπώνεται καλά με τους υπάρχοντες δείκτες υποξίας κατά τον ύπνο.Υλικό-μέθοδοι: Εξετάστηκαν 51 άτομα τα οποία υποβλήθηκαν σε πολυσωματογραφική μελέτη ύπνου. Αναλύθηκαν δείκτες υποξίας σε περιοχές του σήματος SpO2 με χαμηλές τιμές: η μέση τιμή (Μ) δειγμάτων του σήματος με τιμές SpO2 κάτω από το κατώφλι του 94% (Μ94) και του 92% (Μ92). Επιπλέον, αναλύθηκαν ο αριθμός των αποκορεσμών και η διάρκεια που καταλαμβάνουν στο χρόνο της καταγραφής. Για την ανάλυση χρησιμοποιήθηκαν συναρτήσεις για τον καθαρισμό του σήματος από θόρυβο και παράσιτα. Eξετάστηκε δείγμα αίματος των ασθενών για τον προσδιορισμό των ακόλουθων παραμέτρων: υψηλής ευαισθησίας C-αντιδρώσα πρωτεΐνη, ομοκυστεΐνη, λιπιδαιμικό προφίλ, γλυκόζη αίματος, γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη, επίπεδα ινσουλίνης και ο δείκτης HOMA (Homeostasis model assessment) ως δείκτης αντίστασης στην ινσουλίνη. Αποτελέσματα: Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 46,63±8,84 έτη, με ΒΜΙ 31,45±5,81. Οι 28 ασθενείς διαγνώστηκαν με σοβαρό ΣΑΥΥ με Δείκτη απνοιών-υποπνοιών (Apnea Hypopnea index, AHI) 59,11 ±26,10, averSpO2 91,64±4,50, minSpO2 78,18±10,26, t<90 21,42±28,64 και ODI 35,48±33,79. Παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ της μέσης τιμής Μ92 και της ινσουλίνης (r=0,401, p<0,035),^u HOMA (r= 0,431, p<0,022), του αριθμού των αποκορεσμών και της γλυκόζης νηστείας (r=0,400, p<0,035). Επιπλέον, παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ του μέσου όρου των αποκορεσμών και της ινσουλίνης (r=0,378, p<0,047) και της CRP (r=0,400, p<0,035). Ισχυρή συσχέτιση ανέδειξε το συνολικό άθροισμα του χρόνου διάρκειας των αποκορεσμών της καταγραφής του σήματος SpO2 με τη γλυκόζη νηστείας (r=0,964 p<0,000), τη γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (r=0,860, p<0,000) και του δείκτη HOMA (r=0,580, p<0,001). Δεν παρατηρήθηκε επίδραση του ΒΜΙ στη σχέση μεταξύ δεικτών υποξίας του σήματος SpO2 και των μεταβολικών δεικτών. Συμπεράσματα: Οι δείκτες υποξίας από την ανάλυση του σήματος SpO2 παρουσιάζουν ισχυρή συσχέτιση με την αντίσταση στην ινσουλίνη και κυρίως με τη γλυκόζη νηστείας σε ασθενείς με ΣΑΥΥ. Η συσχέτιση είναι ισχυρότερη από αυτή των δεικτών υποξίας από την πολυσωματογραφική μελέτη, ωστόσο απαιτείται περεταίρω ανάλυση. 1329 370 526 Η συμβολή του Enhanced Depth Imaging OCT και της OCT-Angiography στη μελέτη του χοριοειδούς σε ασθενείς με Χρόνια Κεντρική Ορώδη Χοριοαμφιβληστροειδοπάθεια πριν και μετά τη φωτοδυναμική θεραπεία The purpose of the study is to evaluate the choroidal changes after performing half¬dose photodynamic therapy (hd-PDT) in eyes with chronic central serous chorioretinopathy (CSC) using Enhanced Depth Imaging Optical Coherence Tomography (EDI-OCT) and Optical Coherence Tomography Angiography (OCT- A). Methods. This prospective case-control study included 10 eyes (10 patients). The choroidal layer was examined before applying hd-PDT (baseline) and at 1 month following treatment. Binarization with a modified method and analysis by ImageJ were applied at EDI-OCT and OCT-A images. We investigated the changes of the mean choroidal thickness (CT) at subfoveal area and at 750μm nasal and temporal of the fovea. The thickness of Haller and CC/Sattler layer were measured independently. Binarization method was applied to separately measure the whole area (WA), the luminal area (LA) and the interstitial area (IA) at EDI-OCT and the perfusion density (PD) at OCT-A. The ratio of the LA to the WA at EDI-OCT corresponded to the choroidal vascularity index (CVI). Visual acuity (VA) was measured. The unaffected fellow eye was used for comparison. Results. The mean CT concerning the subfoveal area and the area 750 μm nasal and temporal the fovea was significantly lower at 1 month after hd-PDT than the baseline (measurements of all p<0.001). The mean values of the Haller and CC/Sattler layer were significantly lower at 1 month after treatment than the baseline (measurements of all p<0.001). The values of WA, LA and IA were significantly reduced at 1 month post-treatment compared to the baseline values (measurements of all p<0.001). A statistically significant increase of the PD in OCT-A was observed at 1 month after hd-PDT compared to the baseline (p<0.001). CVI did not differ significantly before and after treatment (p>0.05) There was a significant negative correlation between the PD and VA before and after applying hd-PDT (measurements of all p <0.05). None of the analyzed parameters reached the values of the unaffected fellow eye at 1 month after hd-PDT. Conclusion. After applying hd-PDT, choroidal thickness at each measured area and thickness of Haller and CC/Sattler layer significantly declined, with both luminal and interstitial components to be markedly reduced. OCT-A is an objective tool for evaluating the values of choriocapillaris perfusion that seem to have an amelioration post-treatment. Σκοπός της έρευνάς μας είναι η μελέτη της δομής των μορφολογικών χαρακτηριστικών και της αγγείωσης του χοριοαμφιβληστροειδούς στην περιοχή του οπισθίου πόλου σε περιπτώσεις χρόνιας κεντρικής ορώδους χοριοαμφιβληστροειδοπάθειας πριν και μετά την εφαρμογή της φωτοδυναμικής θεραπείας μισής δόσης. Η ανάλυση των ανωτέρω χαρακτηριστικών θα πραγματοποιηθεί με τη χρήση της Οπτικής Τομογραφίας Συνοχής Enhanced Depth Imaging και της OCT-Αγγειογραφίας. Υλικό – Μέθοδος. Για την διεξαγωγή της μελέτης μας μελετήθηκαν προοπτικά 10 οφθαλμοί (10 ασθενείς). Πραγματοποιήθηκε λεπτομερής εξέταση της στιβάδας του χοριοειδούς πριν την εφαρμογή της φωτοδυναμικής θεραπείας μισής δόσης και 1 μήνα έπειτα. Εφαρμόστηκε ειδικό λογισμικό πρόγραμμα με τη χρήση του Image J στις εικόνες που λήφθηκαν με την Οπτική Τομογραφία Συνοχής Enhanced Depth Imaging και την OCT-Αγγειογραφία. Μελετήσαμε διεξοδικά τις μεταβολές στο πάχος του χοριοειδούς υποωχρικά, όπως και 750μm ρινικά και κροταφικά της ωχράς αντίστοιχα. Πραγματοποιήθηκαν ανεξάρτητες μετρήσεις στο πάχος της στιβάδας του Haller και της στιβάδας του Sattler και των χοριοτριχοειδών σε ενιαία μέτρηση. Με την εφαρμογή ειδικού λογισμικού προγράμματος πραγματοποιήθηκε μέτρηση του συνολικού όγκου του χοριοειδούς, του αγγειακού στοιχείου και του ενδιάμεσου των αγγείων ιστού στην Οπτική Τομογραφία Συνοχής Enhanced Depth Imaging και της αγγειακής πυκνότητας στην OCT-Αγγειογραφία. Ο λόγος του αγγειακού στοιχείου προς το συνολικό όγκο του χοριοειδούς αντιστοιχεί στο choroidal vascularity index. Έγινε μέτρηση της οπτικής οξύτητας. Ο ασυμπτωματικός έτερος οφθαλμός χρησιμοποιήθηκε για να πραγματοποιηθεί σύγκριση. Αποτελέσματα. Η μέση τιμή του πάχους του χοριοειδούς στην υποωχρική περιοχή, όπως και 750μm ρινικά και κροταφικά της ωχράς παρουσίασε σημαντικά μειωμένες μετρήσεις 1 μήνα μετά τη φωτοδυναμική θεραπεία μισής δόσης σε σύγκριση με τις μετρήσεις πριν την εφαρμογή της (ρ <0.001 σε όλες τις μετρήσεις). Η μέση τιμή του πάχους της στιβάδας του Haller και της στιβάδας του Sattler και των χοριοτριχοειδών σε ενιαία μέτρηση παρουσίασε σημαντικά μειωμένες μετρήσεις 1 μήνα μετά τη θεραπεία σε σύγκριση με τις μετρήσεις πριν την εφαρμογή της (ρ <0.001 σε όλες τις μετρήσεις). Η μέση τιμή του συνολικού όγκου του χοριοειδούς, του αγγειακού στοιχείου και του ενδιάμεσου των αγγείων ιστού παρουσίασε σημαντικά μειωμένες μετρήσεις 1 μήνα μετά τη θεραπεία σε σύγκριση με τις μετρήσεις πριν την εφαρμογή της (ρ <0.001 σε όλες τις μετρήσεις). Μια στατιστικά σημαντική αύξηση της αγγειακής πυκνότητας στην OCT-Αγγειογραφία παρατηρήθηκε 1 μήνα μετά την εφαρμογή της θεραπείας (p<0.001). Οι τιμές της choroidal vascularity index δεν παρουσίασαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές πριν και μετά την εφαρμογή της θεραπείας (ρ<0.05). παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της αγγειιακής πυκνότητας και της οπτικής οξύτητας (ρ<0.05). Οι παράμετροι που αναλύθηκαν δεν έφτασαν τις τιμές του έτερου οφθαλμού 1 μήνα μετά την εφαρμογή της θεραπείας. Συμπεράσματα. Το πάχος του χοριοειδούς σε όλα τα σημεία που έγιναν οι μετρήσεις, το πάχος της στιβάδας Haller και της στιβάδας του Sattler και των χοριοτριχοειδών σε ενιαία μέτρηση, καθώς επίσης το αγγειακό στοιχείο και ο ενδιάμεσος των αγγείων ιστός παρουσίασε σημαντικά μειωμένες τιμές μετά την εφαρμογή της φωτοδυναμικής θεραπείας μισής δόσης. Η OCT-Αγγειογραφία αποτελεί αντικειμενική καινοτόμο μέθοδο για την εκτίμηση της αγγειακής πυκνότητας των χοριοτριχοειδών, οι τιμές της οποίας φαίνεται να παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση μετά τη θεραπεία. 1330 415 454 Εκπαίδευση του προσωπικού των επιχειρήσεων μαζικής εστίασης στην υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων In today's times the need for food hygiene and safety is a top priority for many reasons, mainly because human eating habits have changed due to the modern lifestyle. It is understood that there is an urgent need for mass caterers to offer healthy and safe foods in order to avoid any risk of causing foodborne illnesses. Although the causes of food-borne diseases have been investigated and the means to prevent them have been clearly identified, their appearance has not diminished, but in many cases has increased. In order to limit the causes of such situations, therefore, it is necessary to properly educate both owners and business employees about the importance of their role in the production of safe food. Aim: The aim of the present study was to investigate the knowledge of the staff of the catering enterprises in the hygiene and food safety and whether the knowledge they possess comes from certified or not. Identify also the training needs of employees in respecting the rules of good hygiene practice. Method: For the research, the staff, owners and employees, of the mass caterers in the city of Alexandroupolis participated. In total, 130 questionnaires were distributed with 40 closed-ended questions, each of which answered 120. Questions beyond the demographic and professional characteristics of the staff concerned their knowledge of hygiene and food safety, but there was no possibility of examining it entirely but an effort to bring their knowledge about good hygiene practices closer together. The statistical analysis of the data was carried out using the SPSS ver 22.0 method in order to draw safe conclusions as the reliability it offers is very high. Results: From the study of the results and correlations carried out, it was found that the level of knowledge of personnel, in compliance with the rules of good hygiene practice, was quite satisfactory and encouraging, since as staff training in the hygiene and food safety requires legal requirement, an increasing number of employees in this sector are looking to fulfill this obligation. As we know, it is the human factor that plays the primary role in ensuring food hygiene and food safety, as it has the greatest influence on it by handling food that often comes in contact. However, the role of the competent authorities or bodies is important, and they should have regular and extraordinary inspections of the food and drink businesses with properly trained staff in order to ascertain the employees' educational attainment in food hygiene and food safety Στη σημερινή εποχή η ανάγκη της υγιεινής και της ασφάλειας των τροφίμων βρίσκεται σε πρώτη προτεραιότητα για πολλούς λόγους, κυρίως όμως επειδή οι διατροφικές συνήθειες του ανθρώπου έχουν αλλάξει, εξαιτίας του σύγχρονου τρόπου ζωής. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό, ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη οι επιχειρήσεις μαζικής εστίασης να προσφέρουν υγιεινά και ασφαλή τρόφιμα, ώστε να αποφευχθεί κάθε κίνδυνος πρόκλησης τροφιμογενών νοσημάτων. Παρότι οι αιτίες των διατροφικών ασθενειών έχουν διερευνηθεί και τα μέσα για την αποτροπή τους έχουν σαφώς προσδιοριστεί, παρόλα αυτά η εμφάνιση τους δεν έχει μειωθεί, αλλά σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις έχει αυξηθεί. Προκειμένου, λοιπόν, να περιοριστούν οι αιτίες εμφάνισης τέτοιων καταστάσεων αναγκαία είναι η κατάλληλη εκπαίδευση, τόσο των ιδιοκτητών, όσο και των εργαζομένων των επιχειρήσεων, σχετικά με τη σημασία του ρόλου τους στην παραγωγή ασφαλών τροφίμων. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθούν οι γνώσεις του προσωπικού των επιχειρήσεων μαζικής εστίασης στην υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων και αν οι γνώσεις που κατέχουν προέρχονται από πιστοποιημένη ή μη εκπαίδευση. Να εντοπισθούν, επίσης, οι εκπαιδευτικές ανάγκες των εργαζομένων όσον αφορά στην τήρηση των κανόνων ορθής υγιεινής πρακτικής. Υλικό – Μέθοδος: Για την πραγματοποίηση της έρευνας συμμετείχε το προσωπικό, ιδιοκτήτες και εργαζόμενοι, των επιχειρήσεων μαζικής εστίασης στην πόλη της Αλεξανδρούπολης. Συνολικά διανεμήθηκαν 130 ερωτηματολόγια με 40 ερωτήσεις κλειστού τύπου το καθένα, από τα οποία απαντήθηκαν τα 120. Οι ερωτήσεις πέρα από τα δημογραφικά και επαγγελματικά χαρακτηριστικά του προσωπικού αφορούσαν τις γνώσεις τους στην υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων, χωρίς όμως να υπάρχει δυνατότητα εξέτασης εξολοκλήρου του γνωστικού αντικειμένου, αλλά μια προσπάθεια προσέγγισης των γνώσεων τους σχετικά με τους κανόνες ορθής υγιεινής πρακτικής. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο του SPSS ver 22.0 προκειμένου να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα, καθώς η αξιοπιστία την οποία προσφέρει είναι πολύ μεγάλη. Συμπεράσματα – Αποτελέσματα: Από την μελέτη των αποτελεσμάτων και των συσχετίσεων που πραγματοποιήθηκαν διαπιστώθηκε ότι το επίπεδο των γνώσεων του προσωπικού στην τήρηση των κανόνων ορθής υγιεινής πρακτικής ήταν αρκετά ικανοποιητικό και ενθαρρυντικό, καθώς από τη στιγμή πλέον που η εκπαίδευση του προσωπικού στην υγιεινή και ασφάλεια των τροφίμων απαιτεί νομική απαίτηση, ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι του εν λόγω κλάδου φροντίζουν να εκπληρώνουν αυτήν τους την υποχρέωση. Όπως γνωρίζουμε, ο ανθρώπινος παράγοντας είναι αυτός που παίζει τον πρωταρχικό ρόλο στην διασφάλιση της υγιεινής και της ασφάλειας των τροφίμων, καθώς αυτός έχει την μεγαλύτερη επιρροή σε αυτήν με τον χειρισμό των τροφίμων που έρχεται συχνά σε επαφή. Σημαντικός όμως, είναι και ο ρόλος των αρμόδιων αρχών ή φορέων, οι οποίοι θα πρέπει με ένα σωστά καταρτισμένο προσωπικό να διενεργούν τακτικούς και έκτακτους ελέγχους στις επιχειρήσεις τροφίμων και ποτών, ώστε να διαπιστώνεται η εκπαιδευτική επάρκεια των εργαζομένων στην υγιεινή και την ασφάλεια των τροφίμων 1331 739 916 Μακροχρόνια έκβαση ασθενών με σύνδρομο παχυσαρκίας-υποαερισμού υπο κατ' οίκον εφαρμογή μη επεμβατικού μηχανισμού αερισμού Background: The obesity phenomenon is gradually turning into a global epidemic both in the western and the developing world; it carries dramatic consequences in metabolic and cardiovascular risk, as well as in respiratory function. Obesity imposes a mechanical load on the respiratory system, leading to a severe reduction mostly in the expiratory reserve volume and in lesser extent in other static pulmonary volumes, in pulmonary compliance and in respiratory muscles’ power and endurance. It is also correlated with sleep apnea hypopnea syndrome, being the main risk factor. A sub-group of patients, via pathophysiologic mechanisms still under research, raises the main clinical and research interest, which are patients with obesity hypoventilation syndrome (OHS). The syndrome is defined as the combination of BMI ≥30kg/m2, daytime hypercapnia (pCO2≥45 mmHg) and sleep disordered breathing, after excluding other causes of hypoventilation. Sleep disordered breathing can cover a wide range, from obstructive apneas and hypopneas, hypoventilation due to partial upper airway obstruction , central apneas to pure alveolar hypoventilation. Often more than one of the above mentioned disorders coexist. Although it is well known that OHS is associated with significant morbidity and mortality, it remains under diagnosed even in sleep clinics. Measurement of arterial pCO2 is required for its diagnosis but it is an invasive as well as expensive method and it is not routinely performed. Objective of this study was to determine long term prognosis (in terms of survival, continuation or discontinuation of therapy), as well as possible diagnostic predictors of OHS among obese patients with known obstructive sleep apnea/hypopnea syndrome (OSAHS) under noninvasive mechanical ventilation.Materials-Methods: This study is a retrospective analysis of 107 sleep clinic obese patients (BMI>30 kg/m2) with apnea hypopnea syndrome (AHI>15 apneas/hypopneas per hour) in the General Hospital “G. Papanikolaou”, Thessaloniki, Greece (mean time of observation: 5.28 years). Fourty nine (45.7%) of those patients were hypercapnic (with measured arterial PaCO2 >45mmHg) and were characterized as OHS patients since patients with chronic obstructive pulmonary disease, restrictive respiratory disorders, hypothyreoidism, and neuromuscular diseases were excluded. All patients had height and weight measurements, medical history recorded, spirometry, arterial blood gases analysis daytime sleepiness assessed by Epworth sleepiness scale and sleep studies (polysomnography, or cardiorespiratory type III monitoring, attended or unattended. The kind of home mechanical ventilation and interface were also recorded, as well as patients’ compliance with therapy over time and survival of the patients.Results: Analysis of OHS predictors showed significant correlations between hypercapnia and BMI (mean BMI of hypercapnic patients: 46.36 kg/m2 vs. 42.03 kg/m2 of non hypercapnic, p<0.05), pO2 (mean pO2 of hypercapnic patients: 62.6 mmHg vs. 67.83 mmHg of non hypercapnic, p<0.05) and calculated HCO3 from the ΑBGs (mean HCO3 of hypercapnic patients: 31.35mmol/lt vs. 25.22 mmol/lt for non hypercapnic, p<0.05). Other factors including age, gender, FEV1/FVC%, FEV1%, FVC%, AHI, mean nocturnal SpO2 and Epworth sleepiness scale showed no statistically important difference. Concerning comorbidities, coronary disease was the only disease statistically correlated with the presence of hypercapnia (22.2% of hypercapnic patients vs. 4.9% of non hypercapnic were diagnosed with coronary disease by their first visit, p<0.05), among others, as arterial hypertension, heart failure, diabetes mellitus and atrial fibrillation.The majority of hypercapnic patients used biphasic mechanical ventilation modes (84.4% of hypercapnic patients used BPAP S, 11.1% BPAP S/Τ and 4.4% CPAP vs. 66.1%, 4,8%, 29% of non hypercapnic patients), via full face mask (90,2% of hypercapnic vs.67.2% of non hypercapnic patients), as well as nocturnal oxygen (in 71.1% vs.42,9% of non hypercapnic patients) and daytime oxygen therapy with a statistically important correlation (44.4% vs. 12.9% of non hypercapnic patients). Both groups of patients did not discontinue therapy with mechanical ventilation in their majority without differences between the two groups (68.9% of hypercapnic and 61.3% of non hypercapnic). No statistically important correlation was detected concerning discontinuation of therapy but this was more often with men, younger patients, and patients with lower Epworth sleepiness scale. Survival curves did not differ between hypercapnic and normocapnic obese patients with sleep apnea syndrome under domiciliary mechanical ventilation. Conclusions: The clinical importance of this retrospective study is providing evidence concerning simple prognostic factors about the presence of OHS among obese patients with sleep apnea hypopnea syndrome and that there is no difference in long term outcome of patients under home noninvasive mechanical ventilation, whether hypercapnic or not. The presence of diagnosed coronary disease was statistically correlated with OHS. Finally, according to this study, the majority of patients, hypercapnic or not, continue long term application of mechanical ventilation. Εισαγωγή: Το φαινόμενο της παχυσαρκίας που λαμβάνει διαστάσεις επιδημίας τόσο στο δυτικό, όσο και στον αναπτυσσόμενο κόσμο, έχει δραματικές συνέπειες ως προς τον μεταβολικό και καρδιαγγειακό κίνδυνο, αλλά και ως προς την επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος. Η παχυσαρκία προκαλεί μηχανική επιβάρυνση της αναπνοής, με σημαντική μείωση κυρίως στον εκπνευστικό εφεδρικό όγκο και μικρότερου βαθμού σε άλλους στατικούς πνευμονικούς όγκους, στην πνευμονική διατασιμότητα καθώς και στην απόδοση και την ισχύ των αναπνευστικών μυών. Συνδέεται επίσης με το σύνδρομο απνοιών υποπνοιών στον ύπνο, ως ο σημαντικότερος προδιαθεσικός παράγοντας κινδύνου. Μια υποομάδα παχύσαρκων ασθενών, μέσω παθοφυσιολογικών μηχανισμών που πρόσφατα έχουν αναγνωριστεί και διερευνώνται, συγκεντρώνει το μεγαλύτερο κλινικό και ερευνητικό ενδιαφέρον, οι ασθενείς με σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού. O ορισμός του συνδρόμου παχυσαρκίας-υποαερισμού, περιλαμβάνει την παρουσία BMI≥30kg/m2, ημερήσιας υπερκαπνίας (pCO2≥45 mmHg) και διαταραχών της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου, αφού αποκλειστούν άλλα αίτια υποαερισμού. Οι διαταραχές της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα, από τα αποφρακτικά επεισόδια απνοιών και υποπνοιών, τον υποαερισμό που οφείλεται σε μερική απόφραξη ανώτερων αεραγωγών, τις κεντρικές άπνοιες έως τον αμιγή κυψελιδικό υποαερισμό. Συχνά συνυπάρχουν περισσότερες της μιας από τις προαναφερόμενες διαταραχές. Παρ’ όλο που είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός πως το σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού σχετίζεται με σημαντική νοσηρότητα και αυξημένη θνητότητα, παραμένει αδιάγνωστο ακόμα και σε ασθενείς που επισκέπτονται ιατρεία ύπνου με την υπόνοια του συνδρόμου αποφρακτικών απνοιών υποπνοιών, εξειδικευμένα δηλαδή κέντρα σε διαταραχές της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου. Η μέτρηση της μερικής πίεσης διοξειδίου (pCO2) στο αρτηριακό αίμα είναι απαραίτητη για τη διάγνωση του συνδρόμου, αποτελεί όμως μια επεμβατική και ακριβή μέθοδο και δεν πραγματοποιείται ως εξέταση ρουτίνας. Ο σκοπός αυτής της μελέτης είναι να αξιολογήσει τη μακροχρόνια έκβαση (ως προς την επιβίωση και τη συνέχιση ή διακοπή της θεραπείας) ασθενών με σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού υπό θεραπεία με μηχανικό αερισμό συγκριτικά με παχύσαρκους ασθενείς με υποαπνοϊκό σύνδρομο υπό θεραπεία, καθώς και να προσδιορίσει πιθανούς προγνωστικούς διαγνωστικούς παράγοντες για το σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού, ανάμεσα σε παχύσαρκους ασθενείς με γνωστό υποαπνοϊκό σύνδρομο υπό εφαρμογή Μη Επεμβατικού Μηχανικού Αερισμού. Υλικό- Μέθοδος: Πρόκειται για μια αναδρομική μελέτη που συμπεριέλαβε δεδομένα 107 παχύσαρκων (BMI>30 kg/m2) ασθενών με σύνδρομο απνοιών υποπνοιών ύπνου (AHI>15 επεισόδια ανά ώρα) που παρακολουθούνται στα εξωτερικά ιατρεία διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο της πνευμονολογικής κλινικής ΕΣΥ, Γ.Ν. "Γ. Παπανικολάου" Θεσσαλονίκης από τον 10ο 1996 έως τον 10ο 2015 (μέσος χρόνος παρακολούθησης 5, 28 έτη). Οι 49 εξ αυτών ήταν υπερκαπνικοί, με PaCO2>45mmHg και χαρακτηρίστηκαν ως ασθενείς με σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού, αφού αποκλείστηκαν ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, περιοριστικού τύπου πνευμονοπάθεια, υποθυρεοειδισμό και νευρομυϊκά νοσήματα. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε έλεγχο ύψους και βάρους, λήψη ατομικού ιστορικού, σπιρομέτρηση, έλεγχο αερίων αίματος, αξιολόγηση της κλίμακας Εpworth και μελέτη της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου, είτε με πλήρη πολυυπνογραφία, είτε με περιορισμένη καταγραφή τύπου ΙΙΙ, επιτηρούμενη ή μη. Καταγράφηκε επίσης το είδος του μηχανικού αερισμού και το είδος της μάσκας εφαρμογής του, καθώς και η συνέχιση της θεραπείας μακροχρόνια, η διακοπή της θεραπείας και η επιβίωση των εξεταζομένων. Αποτελέσματα: Η στατιστική ανάλυση προγνωστικών παραγόντων για το σύνδρομο παχυσαρκίας υποαερισμού ανέδειξε στατιστικά σημαντική συσχέτιση της παρουσίας υπερκαπνίας με το δείκτη μάζας σώματος(BMI)(μέση τιμή του δείκτη μάζας σώματος των υπερκαπνικών: 46.36 kg/m2ενώ των μη υπερκαπνικών:42.03kg/m2,p<0.05), τη μερική πίεση οξυγόνου στην εγρήγορση (μέση τιμή PO2 των υπερκαπνικών: 62.6 mmHg, ενώ των μη υπερκαπνικών:67.83 mmHg,p<0.05)και την υπολογιζόμενη από το δείγμα αρτηριακού αίματος συγκέντρωση διττανθρακικών (μέση τιμή HCO3 των υπερκαπνικών 31.35mmol/lt ενώ των μη υπερκαπνικών 25.22 mmol/lt, p<0.05) . Δείκτες όπως η ηλικία, το φύλο, ο λόγος FEV1/FVC%, ο FEV1 σε απόλυτη τιμή ή ο FEV1 (%), η FVC σε απόλυτη τιμή και η FVC (%), ο υπνοαπνοϊκός δείκτης (AHI), η μέση τιμή SpO2κατά τη διάρκεια του ύπνου και η κλίμακα Epworth δε συσχετίστηκαν με την παρουσία υπερκαπνίας. Σε ότι αφορά στη συνοσηρότητα, η στεφανιαία νόσος συσχετίστηκε στατιστικά με την παρουσία υπερκαπνίας (το 22.2% των υπερκαπνικών έναντι 4.9% των μη υπερκαπνικών έπασχαν από στεφανιαία νόσο κατά την πρώτη επίσκεψή τους στο εξωτερικό ιατρείο, p<0,05)και όχι η αρτηριακή υπέρταση, η καρδιακή ανεπάρκεια, ο σακχαρώδης διαβήτης και η χρόνια κολπική μαρμαρυγή. Η πλειοψηφία των υπερκαπνικών παχύσαρκων ασθενών χρησιμοποίησε διφασικό μοντέλο μηχανικού αερισμού (το 84.4% BPAPS, το 11,1% BPAPS/Τ, το 4,4% CPAP έναντι 66.1%,4,8%, 29% των μη υπερκαπνικών αντίστοιχα) μέσω ρινοστοματικής μάσκας(90,2% των υπερκαπνικών έναντι 6,2% των μη υπερκαπνικών). Επίσης λάμβανε συμπληρωματικά νυχτερινή οξυγονοθεραπεία (σε ποσοστό 71,1% έναντι 42,9% των μη υπερκαπνικών), αλλά και οξυγονοθεραπεία κατά τη διάρκεια της ημέρας(44,4% των υπερκαπνικών έναντι 12,9% των μη υπερκαπνικών).Και οι δύο ομάδες ασθενών συνέχισαν στο μεγαλύτερο ποσοστό τη θεραπεία κατ’ οίκον με Μη Επεμβατικό Μηχανικό Αερισμό (68.9% των υπερκαπνικών και 61.3% των μη υπερκαπνικών), χωρίς να διαπιστωθεί κάποια στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τη διακοπή της θεραπείας .Αυτό ήταν πιθανότερο ωστόσο να συμβεί σε άνδρες, μικρότερους σε ηλικία ασθενείς, και σε ασθενείς με χαμηλότερη τιμή της κλίμακας Epworth. Τέλος, οι δύο ομάδες ασθενών δεν παρουσίασαν διαφορές ως προς την επιβίωσή τους. Συμπεράσματα: Η κλινική σημασία της αναδρομικής αυτής μελέτης έγκειται στην παροχή στοιχείων για απλούς προγνωστικούς δείκτες για την παρουσία συνδρόμου παχυσαρκίας υποαερισμού σε παχύσαρκους ασθενείς με σύνδρομο απνοιών υποπνοιών στον ύπνο και αποδεικνύει πως δε διαπιστώνεται διαφορά ως προς την μακροχρόνια έκβαση των ασθενών που χρησιμοποιούν κατ' οίκον μη επεμβατικό μηχανικό αερισμό, είτε είναι υπερκαπνικοί, είτε όχι. Διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση του συνδρόμου παχυσαρκίας υποαερισμού και της διάγνωσης στεφανιαίας νόσου. Τέλος, αποδεικνύεται πως η πλειοψηφία των παχύσαρκων ασθενών, είτε παρουσιάζουν υπερκαπνία, είτε όχι, συνεχίζουν μακροχρόνια τη θεραπευτική εφαρμογή του μηχανικού αερισμού, όταν παρακολουθούνται συστηματικά σε ένα στοχευμένο εξωτερικό ιατρείο. 1332 325 333 Η αντιμετώπιση του πάσχοντα (ασθενή) από τον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα και το εργασιακό περιβάλλον Bioethics is a scientific achievement of the 20th century. It has an interdisciplinary character. It is the point of intersection of different scientific fields such as Biology, Medicine, Biomedicine while it also involves in its reflections different cognitive fields such as Law, Philosophy, Sociology, Theology. Ensuring health for all people is a major focus of Bioethics. After all, it is generally accepted that health is the most important good for a happy life. It is a fundamental right of every citizen without exclusions and is protected by International and European Conventions but also by the Greek Constitution and the Greek Legislation. However, being diagnosed with a disease is a fact that all people fear, as they have to face an uncertain future, a new reality, a sense of losing control of their lives. The subject of this work are the public sector employees who suffer from a disease or are chronically ill and their rights guaranteed by the laws and the Constitution. Among them are a number of sick leave, long-term or short-term, but also special leave, depending on the needs of each employee, in order to recover and become operational again for their service. The right to early retirement is also investigated, provided that they meet certain conditions, their availability with pay, but also their re-employment, if they have been dismissed due to physical or mental disability and the health committees consider that they are now able to cope with them. Finally, the cases are presented in which the legislation requires some adjustments to be made in the space, equipment or schedule in order to facilitate the suffering employee in the completion of the work provided by the position. In conclusion, the state-employer must provide the employee, suffering and chronic patient, with a job that will allow him to be creative, to dream, to live, both himself and his family, with dignity and to have one, as much as possible, better quality of life. Η Βιοηθική είναι μια επιστημονική κατάκτηση του 20ου αιώνα. Έχει διεπιστημονικό χαρακτήρα. Αποτελεί το σημείο τομής διαφορετικών επιστημονικών πεδίων όπως η Βιολογία, η Ιατρική, η βιοϊατρική ενώ εμπλέκει στους προβληματισμούς της και διαφορετικούς γνωστικούς τομείς όπως η Νομική, η Φιλοσοφία, η Κοινωνιολογία, η Θεολογία. Η εξασφάλιση της υγείας για όλους τους ανθρώπους αποτελεί κύριο αντικείμενο ενασχόλησης της Βιοηθικής. Άλλωστε, κατά γενική παραδοχή, η υγεία είναι το σημαντικότερο αγαθό για μια ευτυχισμένη ζωή. Αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα κάθε πολίτη χωρίς αποκλεισμούς και προστατεύεται από Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Συμβάσεις αλλά και από το Ελληνικό Σύνταγμα και την Ελληνική Νομοθεσία. Ωστόσο, η διάγνωση μιας ασθένειας αποτελεί ένα γεγονός που όλοι οι άνθρωποι φοβούνται, καθώς πρέπει να αντιμετωπίσουν ένα αβέβαιο μέλλον, μια νέα πραγματικότητα , μια αίσθηση απώλειας ελέγχου της ζωής τους. Αντικείμενο αυτής της εργασίας αποτελούν οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα που πάσχουν από κάποιο νόσημα ή είναι χρόνια ασθενείς και τα κατοχυρωμένα από τους νόμους και το Σύνταγμα δικαιώματα τους. Ανάμεσα σε αυτά πλήθος αναρρωτικών αδειών, μακροχρόνιων ή βραχυχρόνιων, αλλά και ειδικές άδειες, ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε υπαλλήλου, προκειμένου να αναρρώσουν και να καταστούν και πάλι λειτουργικοί για την υπηρεσία τους. Επίσης διερευνάται το δικαίωμα πρόωρης συνταξιοδότησης, εφόσον πληρούν κάποιες προϋποθέσεις, η διαθεσιμότητα με αποδοχές, αλλά και η επαναπρόσληψη τους , εφόσον έχουν απολυθεί για λόγους σωματικής ή πνευματικής ανικανότητας και οι υγειονομικές επιτροπές κρίνουν ότι αποθεραπευμένοι πια, είναι ικανοί να ανταπεξέλθουν στα καθήκοντα τους. Τέλος, παρουσιάζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η νομοθεσία επιβάλλει να γίνουν και κάποιες προσαρμογές στο χώρο, στον εξοπλισμό ή στο ωράριο ώστε να διευκολυνθεί ο πάσχων υπάλληλος στην ολοκλήρωση της προβλεπόμενης από τη θέση του εργασίας. Συμπερασματικά, το κράτος - εργοδότης οφείλει να εξασφαλίσει στον εργαζόμενο, πάσχοντα και χρόνια ασθενή, την εργασία η οποία θα του επιτρέψει να είναι δημιουργικός, να κάνει όνειρα, να ζήσει, τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένεια του, με αξιοπρέπεια και να έχει μία, όσο το δυνατόν, καλύτερη ποιότητα ζωής. 1333 271 277 Προσδιορισμός περιεκτικότητας σφιγγομυελίνης σε ερυθρά αιμοσφαίρια ασθενών με στεφανιαία νόσο The present diploma thesis was conducted in the Atherosclerosis research Lab at the University Hospital of Alexandroupolis, under the supervision of Professor Konstantinides Stavros, and Pavlaki Maria (PhD) in the year of 2018. The subject is defined as "Determination of sphingomyelin content in red blood cells of patients with coronary artery disease" and is a continuation of the research work that has already started in the cardiology department. The main cause of coronary artery disease is the presence of atherosclerosis in the vessels. Atherosclerosis is a disease of the arteries characterized by the thickening of the part of the blood vessel that is closest to the lumen, resulting in a reduction of blood flow. Erythrocyte membranes, which were isolated from red blood cells, were used in the present study. In these, the lipid concentration of sphingomyelin was determined after a set of tests to optimize the parameters of the method of its determination and to obtain as accurate and reliable results as possible. Afterwards, the concentrations of shpingomyelin and cholesterol were correlated to investigate their role in the presence of the coronary desease, as well as the possibility of a relation between them. In addition, samples of the three subclasses of patients were collected,the normals, those with stable coronary heart desease and the patients with acute coronary syndrome, in order to compare the lipid levels between these three categories. At this point, I would like to express my deepest thanks to all the scientific staff of the Atherosclerosis research Lab of the Cardiology department, as they have been valuable assistants in completing this research study by providing useful data and information. Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στο Εργαστήριο μελέτης Αθηροσκλήρωσης της Πανεπιστημιακής Καρδιολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης, υπό την επίβλεψη του κυρίου καθηγητή Κωνσταντινίδη Σταύρου, και της κυρίας Παυλάκη Μαρίας (PhD) κατά το έτος 2018. Το θέμα της ορίζεται ως "Προσδιορισμός περιεκτικότητας σφιγγομυελίνης σε ερυθρά αιμοσφαίρια ασθενών με στεφανιαία νόσο" και αποτελεί συνέχεια του ερευνητικού έργου που βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη από τους ερευνητές της καρδιολογικής κλινικής. Κύριο αίτιο στεφανιαίας νόσου είναι η παρουσία αθηροσκλήρωσης στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγεία. Η αθηροσκλήρωση είναι μία πάθηση των στεφανιαίων αρτηριών που χαρακτηρίζεται από πάχυνση του τμήματος του αιμοφόρου αγγείου που είναι πιο κοντά στον αυλό, με επακόλουθο τη μείωση της αιματικής ροής. Στην παρούσα μελέτη χρησιμοποιήθηκαν ερυθροκυτταρικές μεμβράνες οι οποίες απομονώθηκαν απο ερυθρά αιμοσφαίρια. Στις απομονωμένες μεμβράνες, προσδιορίστηκε η συγκέντρωση της σφιγγομυελίνης ύστερα από ένα σύνολο δοκιμών ώστε να γίνει βελτιστοποίηση των παραμέτρων προσδιορισμού των επιπέδων της και να ληφθούν όσο το δυνατόν πιο ακριβή και αξιόπιστα αποτελέσματα. Στη συνέχεια, έγινε διερεύνηση της πιθανότητας συσχέτισης της συγκέντρωσης τόσο της σφιγγομυελίνης όσο και της χοληστερόλης, με την ύπαρξη της νόσου καθώς και της πιθανότητας σχέσης αλληλοκαθορισμού των επιπέδων των δύο λιπιδίων μεταξύ τους. Ακόμη, συλλέχθηκαν δείγματα από τρεις υποκατηγορίες ασθενών, άτομα υγιή, άτομα με σταθερή στηθάγχη και άτομα με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο, και έγινε σύγκριση των επιπέδων των λιπιδίων μεταξύ των τριών αυτών κατηγοριών. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να εκφράσω τις βαθιές ευχαριστίες μου σε όλο το επιστημονικό προσωπικό του εργαστηρίου Αθηροσκλήρωσης της Καρδιολογικής κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης, καθώς με την παροχή χρήσιμων ερευνητικών δεδομένων και πληροφοριών στάθηκαν πολύτιμοι αρωγοί στην περάτωση της διπλωματικής αυτής εργασίας. 1334 413 384 Utilization of Information and Communication Technologies (ICT) in Primary Education Αξιοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση In recent years, the widespread entry and use of Information and Communication Technologies (ICT) in education has led to the implementation of digital repositories for the purpose of storing and sharing the educational material created. Τhis PhD deals with the design and creation of the new and innovative Digital Repository of Learning Objects (LO) "Kastanos", which is addressed in the field of primary education. The objective of the repository is to have a wide variety of different LOs to create a complete teaching proposal. To also enable the easy search and finding of the, each time, appropriate LO through a specific and strict classification and to provide the teacher with the ability to edit the LO through easy-to-use customization software to the needs of each user. Finally, to include educational material of high pedagogical and didactic quality. The creation of the educational material as well as the design and implementation of the repository “Kastanos” were carried out from the beginning and entirely during the elaboration of the present dissertation. Currently, the repository contains 3.105 LOs and metadata for each one of them. The first part of the dissertation provides a bibliographic overview of ICT in education, LOs, metadata and digital LOs repositories. The second part, which is the empirical part of the dissertation, the objectives and methodology of the research are presented, while then a brief report is made on the design and implementation of the educational material and the repository. In addition, the results of the research are presented and analyzed quantitatively and qualitatively through two separate questionnaires, in order to evaluate the achievement of the objectives of the repository. These two questionnaires contain closed-ended, five-point, Likert-type categorization questions as well as open-ended questions. The first was completed by undergraduate students of the Pedagogical Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace, while the second by teachers of primary and secondary education as well as members of University Academic Staff. In the last part of the dissertation, is presented the evaluation of the main conclusions that emerged and a discussion takes place on the new repository and its contribution to the improvement and assistance of the work of the modern teacher. At the same time, the future perspectives and extensions of the repository are analyzed regarding on how it can be improved, developed and assisted in the collective effort of the further development of the greek digital repositories of LOs. Τα τελευταία χρόνια η ευρεία είσοδος και χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) στην εκπαίδευση έχει οδηγήσει στην υλοποίηση ψηφιακών αποθετηρίων με σκοπό την αποθήκευση και το διαμοιρασμό του εκπαιδευτικού υλικού που δημιουργείται. Η παρούσα διδακτορική διατριβή ασχολείται με το σχεδιασμό και την υλοποίηση του νέου και καινοτόμου Ψηφιακού Αποθετηρίου Μαθησιακών Αντικειμένων (ΜΑ) «Κάστανος», το οποίο απευθύνεται στο χώρο της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στόχος είναι το αποθετήριο να διαθέτει μια μεγάλη ποικιλία διαφορετικών ΜΑ για τη δημιουργία μιας πλήρους πρότασης διδασκαλίας στον εκπαιδευτικό. Να δίδει, επίσης τη δυνατότητα εύκολης αναζήτησης και εύρεσης του κατάλληλου κάθε φορά ΜΑ μέσω συγκεκριμένης και αυστηρής ταξινόμησης και να παρέχει στον εκπαιδευτικό τη δυνατότητα επεξεργασίας των ΜΑ μέσω εύχρηστων λογισμικών για την προσαρμογή τους στις ανάγκες του εκάστοτε χρήστη. Τέλος, να περιλαμβάνει εκπαιδευτικό υλικό υψηλής παιδαγωγικής και διδακτικής ποιότητας. Η δημιουργία του εκπαιδευτικού υλικού καθώς και ο σχεδιασμός και υλοποίηση του αποθετηρίου «Κάστανος» πραγματοποιήθηκαν από την αρχή και εξ’ ολοκλήρου κατά την εκπόνηση της παρούσας διατριβής. Αυτήν την χρονική στιγμή, το αποθετήριο περιέχει 3.105 ΜΑ και μεταδεδομένα για κάθε ένα από αυτά. Στο πρώτο μέρος, της διατριβής γίνεται βιβλιογραφική επισκόπηση των ΤΠΕ στην εκπαίδευση, των ΜΑ, των μεταδεδομένων και των ψηφιακών αποθετηρίων ΜΑ. Στο δεύτερο μέρος, το οποίο αποτελεί και το εμπειρικό μέρος της διατριβής, διατυπώνονται οι στόχοι και η μεθοδολογία της έρευνας, ενώ στη συνέχεια γίνεται σύντομη αναφορά στη σχεδίαση και υλοποίηση του εκπαιδευτικού υλικού και του αποθετηρίου. Επιπλέον, παρουσιάζονται και αναλύονται ποσοτικά και ποιοτικά τα αποτελέσματα της έρευνας μέσω δύο ξεχωριστών ερωτηματολογίων με σκοπό την αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων του αποθετηρίου. Τα ερωτηματολόγια αυτά περιέχουν ερωτήσεις κλειστού τύπου πενταβάθμιας κατηγοριοποίησης τύπου Likert καθώς και ερωτήσεις ανοικτού τύπου. Το πρώτο συμπληρώθηκε από προπτυχιακούς φοιτητές του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, ενώ το δεύτερο από εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καθώς και από μέλη Πανεπιστημιακού Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ). Στο τελευταίο μέρος της διατριβής παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα που προέκυψαν και πραγματοποιείται μια συζήτηση, επί του νέου αποθετηρίου και της συμβολής του στη βελτίωση και συνεπικουρία του έργου του σύγχρονου εκπαιδευτικού. Παράλληλα, αναλύονται οι μελλοντικές προοπτικές και επεκτάσεις του αποθετηρίου σχετικά με τον τρόπο που μπορεί να βελτιωθεί, να εξελιχθεί και να συνδράμει στη συλλογική προσπάθεια της περαιτέρω ανάπτυξης των ελληνικών ψηφιακών αποθετηρίων ΜΑ. 1335 12 12 Η θεατρική αγωγή στην Πρωτοβάθμια & Δευτεροβάθμια Εκπαίδευσή μας μετά το 1974: Democritus University of Thrace. School of Education Sciences. Department of Primary Education 1336 311 289 The Role of the Code of Ethics in the Public Sector and Dealing with Ethical Dilemmas in its Action» Ο ρόλος του κώδικα δεοντολογίας στο δημόσιο τομέα και η αντιμετώπιση ηθικών διλημμάτων στη δράση του This paper deals with the influences of the role of the code of conduct in the complex public sector environment and the impact of ethics on dealing with dilemmas in the action of its officers. The role of the code of conduct has been observed by a significant volume of scientific work over time, in different theoretical contexts and on the basis of different approaches. Due to the complex and labyrinthine nature of the public sector, particularly in conditions of economic recession such as the one we are going through, it is called upon to operate at the same level, bringing results but with a number of limitations, this paper attempts to analyze the key role of morality, through a multi-layered approach.This approach is attempted through the analysis of the usability of the code of conduct as a guidance compass in the behavior of its officers in the first part of the work, while in the second part attempts to analyze the influence of ethics in individual functions of the administrative mechanism of the public administration, such as the structure. organization, internal control, evaluation process and guidance by leaders.The need to integrate morality and the urgent need to change the culture of public administration in all its forms and levels in order to resist corruption and mismanagement is a matter of culture. Administrative ethics and deontology, in addition to the aspect of the right of good administration, are defined as methods of dealing with the vulnerabilities of inefficiency in public administration, in order to ensure non-threatened goods, meritocracy, social welfare,the respect and dignity of citizens, the privacy, professional integrity of public officials and above all the value of individuality as a supreme protected good in the action of the rule of law. Το παρόν πόνημα πραγματεύεται τις επιρροές του ρόλου του κώδικα δεοντολογίας στο σύνθετο περιβάλλον του δημοσίου τομέα και την επίδραση της ηθικής στην αντιμετώπιση διλημμάτων κατά τη δράση των λειτουργών του.Ο ρόλος του κώδικα δεοντολογίας, έχει παρατηρηθεί από έναν σημαντικό όγκο επιστημονικών εργασιών σε βάθος χρόνου, υπό διαφορετικά θεωρητικά πλαίσια και στη βάση διαφορετικών προσεγγίσεων. Λόγω του σύνθετου και λαβυρινθώδη χαρακτήρα του δημόσιου τομέα ιδιαιτέρως σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης όπως αυτής που διανύουμε, καλείται να λειτουργήσει στο ίδιο επίπεδο επιφέροντας αποτελέσματα αλλά με αρκετούς περιορισμούς, η παρούσα εργασία επιχειρεί να αναλύσει τον κομβικό ρόλο της ηθικής, μέσα από μία πολυεπίπεδη προσέγγιση. Η προσέγγιση αυτή επιχειρείται δια μέσου της ανάλυσης της χρηστικότητας του κώδικα δεοντολογίας ως πυξίδα προσανατολισμού στη συμπεριφορά των λειτουργών του κατά το πρώτο μέρος της εργασίας, ενώ κατά το δεύτερο μέρος επιχειρείται η ανάλυση της επιρροής της ηθικής σε επιμέρους λειτουργίες του διοικητικού μηχανισμού της δημόσιας διοίκησης, όπως της δομής, της οργάνωσης, του εσωτερικού ελέγχου, της διαδικασίας της αξιολόγησης και της καθοδήγησης από τα ηγετικά στελέχη. Η αναγκαιότητα της ενσωμάτωσης της ηθικής και η επιτακτική ανάγκη της αλλαγής κουλτούρας της δημόσιας διοίκησης σε όλες τις εκφάνσεις και σε όλα τα επίπεδά της προκειμένου να ασκείται αντίσταση σε φαινόμενα διαφθοράς και κακοδιοίκησης, αποτελεί ζήτημα πολιτισμού. Η διοικητική ηθική και δεοντολογία, εκτός της πτυχής του δικαιώματος της χρηστής διοίκησης, ορίζονται ως μέθοδοι αντιμετώπισης των τρωτών σημείων της αναποτελεσματικότητας στη δημόσια διοίκηση, ώστε να εξασφαλίζονται ως μη απειλούμενα αγαθά, η αξιοκρατία, η κοινωνική ευημερία, ο σεβασμός και η αξιοπρέπεια των πολιτών, η ιδιωτικότητα, η επαγγελματική ακεραιότητα των δημόσιων λειτουργών και κυρίως η αξία της ατομικότητας ως υπέρτατο προστατευόμενο αγαθό στη δράση του κράτους δικαίου. 1337 376 316 Επιδημιολογία αδενοκαρκινώματος και καρκινώματος εκ πλακωδών κυττάρων ρινός και παραρρίνιων κοιλοτήτων Sinonasal malignancies are rare tumors that represent 3-5% of all head and neck malignancies. This percentage is even lower when the different histological types are studied separately, since there is a variety of malignancies that arise in the anatomic area of the nose and the paranasal sinuses. In addition to this, the particularity of the sinonasal anatomy benefits the silent tumor-rising and in the same time endangers important anatomical stractures such as the brain and the eye. As a result, the timely treatment becomes vital, while in the same time the classification and staging efforts of these malignancies become even more difficult. It is easily understood that the epidemiological study of the sinonasal tract malignancies is presented with many specificities and turns difficult the safe planning of therapeutic methods and guidelines. Purpose. First goal of the present study is the observation in three continents (N. America, Europe, Asia) of the incindence of sinonasal malignancies in general and of squamous cell carcinoma and adenocarcinoma of the sinonasal tract more specifically, as it is presented through the literature. Then there is a notation of the most important risk factors and of the way that their changes through the years are reflected in the sinonasal tumor incidence. Material and Methods. We used as our source the internet search engines of the medical literature such as pubmed and EMBASE, which allow access to the most important medical announcements of the last decades. The search was conducted in English. Our study was divided in two parts: the first referring to the incidence of the sinonasal tract malignancies in the three selected continents and the second referring to the different risk factors and the way that they affect the sinonasal tumor incidence. A large number of articles was discarded using specific criteria for each part of the study: In general articles not written in English, French or Italian were excluded for the whole study, as well as articles that referred to the therapeutic methods, the implications and the survival of the patients with sinonasal malignancies. Case reports and articles that were not using a specific data base were excluded from the first part of the study, while in the second part case reports were used as well as genetic studies and experiments. Οι κακοήθεις όγκοι ρινός και παραρρινίων κοιλοτήτων είναι όγκοι αρκετά σπάνιοι που αποτελούν μόλις το 3-5% των κακοηθειών κεφαλής και τραχήλου, ποσοστό που γίνεται ακόμη μικρότερο αν επιχειρήσει κανείς να μελετήσει ξεχωριστά τους διάφορους ιστολογικούς τύπους μια και στη συγκεκριμένη ανατομική περιοχή συναντάται μια πληθώρα διαφορετικών ιστολογικών τύπων κακοήθων όγκων. Επιπρόσθετα, η ιδιάζουσα ανατομία της περιοχής αφενός μεν ευνοεί τη σιωπηρή, από άποψη συμπτωματολογίας, ανάπτυξη των όγκων και αφετέρου θέτει σε κίνδυνο σημαντικές ανατομικές δομές, όπως ο εγκέφαλος και οι οφθαλμικοί κόγχοι, καθιστώντας αναγκαία την έγκαιρη αντιμετώπισή τους, ενώ δυσχεραίνει και την προσπάθεια ταξινόμησης και σταδιοποίησης των κακοηθειών που εμφανίζονται σ ’αυτήν. Γίνεται αντιληπτό ότι η επιδημιολογική μελέτη των όγκων ρινικής κοιλότητας και παραρρινίων κοιλοτήτων παρουσιάζει αρκετές ιδιαιτερότητες, δυσχεραίνοντας την ασφαλή εξαγωγή συμπερασμάτων και κατευθυντήριων οδηγιών. ΣΚΟΠΟΣ-ΣΤΟΧΟΣ. Πρώτος στόχος της παρούσας εργασίας είναι η συνδυαστική παρακολούθηση της επίπτωσης σε τρεις ηπείρους (Β. Αμερική- Ευρώπη-Ασία) των κακοήθων όγκων ρινός και παραρρινίων κοιλοτήτων συνολικά και πιο συγκεκριμένα του καρκινώματος εκ πλακωδών κυττάρων και του αδενοκαρκινώματος μέσα στα χρόνια, όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από την βιβλιογραφία. Στη συνέχεια γίνεται καταγραφή των πιο σημαντικών παραγόντων κινδύνου για την ανάπτυξη των όγκων αυτών, καθώς και του τρόπου με τον οποίο οι μεταβολές του καθένα από αυτούς τους παράγοντες αντανακλώνται στην επίπτωση των κακοηθειών ρινός- παραρρινίων. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ. Πηγή του υλικού αποτέλεσαν οι διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης ιατρικών άρθρων και βιβλιογραφίας, οι οποίες παρέχουν εύκολη πρόσβαση στις σημαντικότερες ιατρικές ανακοινώσεις των τελευταίων δεκαετιών. Η γλώσσα αναζήτησης ήταν η Αγγλική. Η εργασία χωρίστηκε σε δύο μέρη: το πρώτο αναφέρεται στην εμφάνιση των κακοήθων όγκων ρινός-παραρρινίων στις τρεις επιλεγμένες ηπείρους και το δεύτερο στους παράγοντες κινδύνου και τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζουν την επίπτωση των υπό μελέτη κακοηθειών. Ο πολύ μεγάλος όγκος της βιβλιογραφίας που συγκεντρώθηκε περιορίστηκε με τη χρήση συγκεκριμένων κριτηρίων, ξεχωριστών για καθένα από τα δύο επιμέρους τμήματα της μελέτης. 1338 376 389 Μελέτη των τιμών της αυξητικής ορμόνης στον ορό ασθενών πασχόντων από μεγαλακρία λόγω αδενώματος της υπόφυσης με την ανοσοραδιολογική μέθοδο IRMA Growth hormone (GH) is a peptide hormone which is synthesized and secreted by the somatotropic cells of the anterior pituitary gland. Its main function is to promote body growth. The GH deficiency can lead to pituitary dwarfism and the hypersecretion of gigantism or acromegaly. Various diseases and factors can affect the production of GH by typically micro-adenomas of the anterior pituitary gland. This study was conducted in order to assess the GH values in serum of patients suffering from acromegaly due to adenoma of the anterior pituitary of both pre-treatment and after that, to estimate not only the severity of the condition but the response to treatment too. Βecause of the rarity of the disease 12 patients were studied, 7 boys and 5 girls aged 4-12 years (average age 9 ± 3 years) in Nuclear Medicine Department of the Medical School DUTH established in University Hospital of Alexandroupolis. 4 patients (3 boys and 1 girl) primarily studied before and after treatment and long after that, while the remaining 8 (4 boys and 4 girls) during follow up due to the foregoing treatment. Patients derived from pediatric clinics from hospitals of the wider region of Eastern Macedonia and Thrace. Each patient had successive measurements of GH hormone in blood serum depending on their condition. After blood samples were collected they were centrifuged and the serum was kept at -70 ° (until the determination of GH value). To determine the values of serum growth hormone we used the hGH-IRMA immunoradiometric assay method. Normal values of GH were determined in a range of 0-10 ng / ml, results in line with both international standards and with the normal values of our laboratory which correspond to healthy individuals. Statistical analysis was performed with x² test (student test) which indicated that any value (p) could be statistically significant only if p <0.005. The statistical analysis showed that the rate of growth hormone in patients before treatment was increased p <0.005. At patients prior to treatment very high values of GH were linked to the severity of the disease p <0.005. After treatment persistent high prices mean improvement or lack of medication while after treatment in the follow up period of the patients low GH values suggest improvement of the patients’ status. Η αυξητική ορμόνη (GH) είναι μια πολυπεπτιδική ορμόνη, η οποία συντίθεται και εκκρίνεται από τα σωματοτρόπα κύτταρα της πρόσθιας υπόφυσης. Η κύρια λειτουργία της είναι η προαγωγή της αύξησης του σώματος. Η ανεπάρκεια της GH μπορεί να επιφέρει υποφυσιακό νανισμό ενώ η υπερέκκριση της γιγαντισμό ή μεγαλακρία. Διάφοροι νόσοι και παράγοντες μπορούν να επιδράσουν στην παραγωγή της GH με συνηθέστερα τα μικρο-αδενώματα της πρόσθιας υπόφυσης. Με την παρούσα μελέτη έγινε εκτίμηση των τιμών της GH στον ορό ασθενών πασχόντων από μεγαλακρία λόγω αδενώματος της πρόσθιας υπόφυσης τόσο προ της θεραπείας όσο και μετά αυτής, ώστε να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της πάθησης αφ’ ενός και η ανταπόκριση στην θεραπεία αφ’ ετέρου. Μελετήθηκαν λόγω της σπανιότητας της νόσου 12 ασθενείς, 7 αγόρια και 5 κορίτσια ηλικίας 4-12 ετών (μέση ηλικία 9 ± 3 έτη) στο Τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής της Ιατρικής Σχολής ΔΠΘ που είναι εγκατεστημένο στο Π.Γ.Ν.Α . 4 από τους ασθενείς (3 αγόρια και 1 κορίτσι) μελετήθηκαν πρωταρχικά προ και μετά θεραπείας και μετά την συνέχεια αυτής, ενώ οι υπόλοιποι 8 (4 αγόρια και 4 κορίτσια) κατά το follow up τους λόγω προηγηθείσας θεραπείας. Οι ασθενείς προέρχονται από παιδιατρικές κλινικές των νοσοκομείων της ευρύτερης περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Κάθε ασθενής είχε διαδοχικές μετρήσεις της GH ορμόνης στον ορό του αίματος ανάλογα με την περίπτωση. Μετά την αιμοληψία έγινε φυγοκέντρηση και ο ορός εφυλάσσετο στους -70°( μέχρι τον προσδιορισμό της τιμής της GH). Για τον προσδιορισμό των τιμών της αυξητικής ορμόνης στον ορό χρησιμοποιήθηκε κιτ ανοσοραδιομετρικού προσδιορισμού hGH-IRMA. Οι φυσιολογικές τιμές της GH καθορίστηκαν σε εύρος 0-10 ng/ml, αποτελέσματα που συμβαδίζουν τόσο με τα διεθνή standards όσο και με τις φυσιολογικές τιμές του εργαστηρίου μας που έχουν προσδιορισθεί από φυσιολογικά άτομα. Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με το x² test (student test) όπου στατιστικά σημαντικό θεωρήθηκε η τιμή ρ<0,005. Από την στατιστική ανάλυση προέκυψε ότι η τιμή της αυξητικής ορμόνης των ασθενών προ θεραπείας ήταν σε όλους τους ασθενείς αυξημένη ρ<0,005. Στους προ θεραπείας ασθενείς οι πολύ υψηλές τιμές της GH συνδέθηκαν με την σοβαρότητα της νόσου ρ<0,005. Μετά θεραπεία παραμονή υψηλών τιμών σημαίνει βελτίωση ή έλλειψη της φαρμακευτικής αγωγής ενώ οι μετά θεραπεία κατά την παρακολούθηση των ασθενών χαμηλές τιμές GH υποδεικνύουν βελτίωση της κατάστασης των ασθενών. 1339 108 121 Bioethics is defined as a science with philosophical dimensions. It is a guide to practical activities in health services. Examines the ethical problems arising from the advancement of medical science. Is a tool for managing moral dilemmas in the care of terminal patients are entitled to receive relieving palliative care to improve the quality of life of their own and their families through prevention, assessment and treatment of pain. Heath professionals should provide this care without the misconception of analgesic drugs (opioid). This involves that health professionals is trained to have good understanding of the mechanism of action of the opioids and not to hesitate to use them. Η Βιοηθική ορίζεται ως μία επιστήμη με πολλές φιλοσοφικές διαστάσεις και αποτελεί έναν οδηγό για τις πρακτικές δραστηριότητες στις υπηρεσίες υγείας. Εξετάζει τα ηθικά προβλήματα που προκύπτουν από την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης. Είναι ένα εργαλείο διαχείρισης ηθικών διλλημάτων, κατά τη φροντίδα ασθενών τελικού σταδίου. Οι ασθενείς έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν ανακουφιστική – παρηγορητική φροντίδα, με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ιδίων και της οικογένειάς τους μέσω της πρόληψης, εκτίμησης και αντιμετώπισης του πόνου. Οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να παρέχουν αυτή τη φροντίδα, χωρίς την εσφαλμένη αντίληψη του double effect των αναλγητικών φαρμάκων (οπιοειδών). Αυτό προϋποθέτει εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας ώστε να έχουν καλή γνώση του μηχανισμού δράσης των οπιοειδών και να μην διστάζουν στη χρήση τους. 1340 264 289 The Socio-Economic Analysis of Bottled Water Consumption and its Impact on Health and the Environment Η Κοινωνικοοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης Εμφιαλωμένου Νερού και οι Επιπτώσεις της στην Υγεία και το Περιβάλλον The packaged water consumption, is the most dynamic sector of the food and beverage industry. The increase in sales of bottled water are the confluence of marketing activities, promotion and aggressive sales. There is a difference between bottled water and tap water? Opinions differ. Some prefer bottled water, while others tap water. Global consumption of bottled water in 2013 was 70, 371, 6 million gallons or more of consumption in 2008 to 6.2%. This research aims to study views on bottled water and tap water, to compare preferences and to explore possible variations in demographic characteristics This research is quantitative, primary descriptive and correlation using a questionnaire. The population of this research is considered to be the total population living in the wider region of Evros. The sample consisted of 100 individuals, equally divided by gender and married or single marital status, aged 26-50 years old, with 1-4 persons in their household and Didymoteicho, Orestiada and Alexandroupolis, in the majority of cases. The reliability and validity of the data was verified using the Cronbach Alpha reliability factor. The view that bottled water has greater toxicity is supported by people over 75 and retired. In addition, people with a large number of people in their household have claimed that bottled water is not as safe or tasteful as tap water, which has supported it in terms of its taste, quality and health. Finally, with regard to the preference mark, less reticence was shown by pensioners and larger holders of postgraduate Η συσκευασμένη κατανάλωση ύδατος, είναι ο πιο δυναμικός τομέας της βιομηχανίας τροφίμων και ποτών. Η αύξηση των πωλήσεων εμφιαλωμένου νερού είναι η συμβολή των δραστηριοτήτων μάρκετινγκ, προώθησης και επιθετικών πωλήσεων. Υπάρχει διαφορά μεταξύ του εμφιαλωμένου νερού και του νερού της βρύσης; Οι απόψεις διίστανται. Ορισμένοι προτιμούν το εμφιαλωμένο νερό, ενώ άλλοι το νερό της βρύσης. Η παγκόσμια κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού το 2013 ήταν 70,371,6 εκατομμύρια γαλόνια ή περισσότερο από την κατανάλωση το 2008 για 6,2%. Η συγκεκριμένη έρευνα έχει σκοπό να μελετήσει απόψεις σχετικά με το εμφιαλωμένο νερό και το νερό της βρύσης, να συγκρίνει τις προτιμήσεις και να ερευνήσει πιθανές διαφοροποιήσεις ως προς τα δημογραφικά χαρακτηριστικά. Η συγκεκριμένη έρευνα είναι ποσοτική, πρωτογενής περιγραφική και συσχέτισης με χρήση ερωτηματολογίου. Πληθυσμός της παρούσας έρευνας θεωρείται το σύνολο των κατοίκων που διαμένουν στην ευρύτερη περιοχή του Έβρου. Το δείγμα αποτελούταν από 100 άτομα, ισόποσα κατανεμημένα ως προς το φύλο και την έγγαμη ή άγαμη οικογενειακή κατάσταση, ηλικίας κυρίως 26-50 ετών, με 1-4 άτομα στο νοικοκυριό τους και περιοχή κατοικίας το Διδυμότειχο, την Ορεστιάδα και την Αλεξανδρούπολη στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Η αξιοπιστία και η εγκυρότητα των δεδομένων ελέγχθηκε με τον συντελεστή αξιοπιστίας Cronbach Alpha. Η άποψη ότι το εμφιαλωμένο νερό έχει μεγαλύτερη τοξικότητα υποστηρίχτηκε από άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών και συνταξιούχους. Επιπλέον, άτομα με μεγάλο αριθμό ατόμων στο νοικοκυριό τους υποστήριξαν ότι το εμφιαλωμένο νερό δεν είναι τόσο ασφαλές ούτε έχει καλή γεύση σε σχέση με το νερό της βρύσης, το οποίο το υποστήριξαν ως προς την γεύση του, την ποιότητα του και την υγεία που προσφέρει. Τέλος, σχετικά με την μάρκα προτίμησης, μικρότερη προσήλωση έδειξαν οι συνταξιούχοι και μεγαλύτερη οι κάτοχοι μεταπτυχιακού 1341 233 239 Εκτίμηση της αντιβιοαντοχής στελεχών Pseudomonas aeruginosa απομονωθέντων από περιβαλλοντικά δείγματα This master thesis presents the data obtained from the susceptibility testing of 10 common antibiotics against 10 clinical strains and 11 environmental strains of Pseudomonas aeruginosa, isolated from clinical samples of different health units and from foodstuffs or surface water samples of the Prefecture of Evros. The aim- was to compare the resistance against common antimicrobial agents between environmental and clinical strains in order to study the degree of dispersion of resistant strains into the environment. A total of 11 environmental and 10 clinical strains were tested in 10 antibiotics by the Kirby-Bauer method, i.e. the diffusion of commercially available paper disks with impregnated antibiotics placed on the surface of Petri dishes filled with Muller-Hinton agar and inoculated with 108 micro-organism cells per mL (in accordance to population density of 0.5 MacFarland units). The results showed that the clinical strains were the most resistant to the antibiotics tested as well as the most potent. The environmental strains showed a noticeable but lesser resistance than clinical strains. Clinical strain resistance is alarmingly high but partly expected from bibliographic data. The elevated resistance in the environmental strains was the most important observation of this study as it is recorded in even small scale studies. Finally, it seems that the dispersion of antibiotic genotype microorganisms into the environment that has been steadily recorded in recent years continues to pose a serious threat for the public health Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία παρουσιάζονται τα δεδομένα που προέκυψαν από τις δοκιμές ευαισθησίας 10 κοινών αντιβιοτικών έναντι 10 κλινικών στελεχών και 11 περιβαλλοντικών στελεχών Pseudomonas aeruginosa τα οποία απομονώθηκαν τα μεν από κλινικά δείγματα διαφόρων μονάδων υγείας και τα δε από τρόφιμα ή επιφανειακά νερά περιοχών του Νομού Έβρου. Σκοπός ήταν η σύγκριση της ανθεκτικότητας έναντι κοινών αντιμικροβιακών παραγόντων μεταξύ περιβαλλοντικά και κλινικά προερχόμενων στελεχών ώστε να μελετηθεί ο βαθμός διασποράς των ανθεκτικών στελεχών στο περιβάλλον. Συνολικά πραγματοποιήθηκε έλεγχος για 11 περιβαλλοντικά και 10 κλινικά στελέχη σε 10 αντιβιοτικά με την μέθοδο Kirby-Bauer δηλαδή την διάχυση αντιβιοτικών από χάρτινους δίσκους, εμπορικά διαθέσιμους, τοποθετημένους στην επιφάνεια τρυβλίων Petri με Muller-Hinton agar που είχαν επιμολυνθεί με 108 κύτταρα μικροοργανισμών ανά mL (ή 0,5 μονάδων κατά MacFarland πυκνότητας πληθυσμού). Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα κλινικά στελέχη ήταν τα πλέον ανθεκτικά στα αντιβιοτικά τα οποία χρησιμοποιήθηκαν όπως και τα πλέον πολυάντοχα. Τα περιβαλλοντικά στελέχη εμφάνισαν υψηλή μεν αλλά μικρότερου βαθμού αντιβιοαντοχή από τα κλινικά στελέχη. Η αντοχή των κλινικών στελεχών είναι ανησυχητικά υψηλή αλλά και εν μέρει αναμενόμενη με βάση τα βιβλιογραφικά δεδομένα. Η υψηλή αντοχή των περιβαλλοντικών στελεχών είναι η πλέον σημαντική παρατήρηση της έρευνας δεδομένου ότι καταγράφεται ακόμη και σε μικρής έκτασης μελέτες και τέλος ότι η διασπορά των αντιβιοάντοχων γενοτύπων μικροοργανισμών στο περιβάλλον η οποία καταγράφεται σταθερά τα τελευταία χρόνια, συνεχίζει να αποτελεί έναν σοβαρό κίνδυνο για την δημόσια υγεία 1342 194 197 The values displayed in the Religious Textbook for the 3rd Grade Elementary School and their utilization in the prevention of school bullying Οι αξίες που προβάλλονται στον φάκελο του μαθήματος των Θρησκευτικών για την Γ’ Δημοτικού και η αξιοποίησή τους στην πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού The purpose of this research is to highlight the values displayed in the Religious textbook for the 3rd Grade of Elementary School and their teaching utilization towards the prevention of school bullying. The values identified in it, according to the table of quantitative analysis are: the value of Orthodox faith, social life, love, friendship, the natural environment, solidarity, family and humility. Following the qualitative analysis of the above values and their commentary, an attempt is made to utilize them in the teaching process in order to prevent school bullying. These suggestions relate to activities that teachers can do and which aim to make students aware of themselves, to develop their self-esteem, to become members of a group with the same interests, to develop the feeling of "belonging to a group", to accept diversity with the ultimate goal of applying the principles of intercultural education. It is necessary the activities to rely on the interaction and collaboration of pupils, utilizing the individual and the collective potential, in order to bring the desired results. Η εκπόνηση της παρούσας έρευνας στοχεύει στην ανάδειξη των αξιών που προβάλλονται από τον φάκελο του μαθήματος των Θρησκευτικών για την Γ΄ Δημοτικού και στη διδακτική τους αξιοποίηση στην πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού. Οι αξίες που εντοπίζονται σε αυτόν, σύμφωνα με τον πίνακα ποσοτικής κατάταξης, είναι: η αξία της ορθόδοξης πίστης, της κοινωνικής ζωής, της αγάπης, της φιλίας, του φυσικού περιβάλλοντος, της αλληλεγγύης, της οικογένειας και της ταπεινότητας. Μετά την ποιοτική ανάλυση των παραπάνω αξιών και τον σχολιασμό τους, γίνεται μία προσπάθεια διδακτικής αξιοποίησής τους για την πρόληψη του σχολικού εκφοβισμού. Οι προτάσεις αυτές αφορούν σε δραστηριότητες που μπορούν να πραγματοποιήσουν οι εκπαιδευτικοί και οι οποίες στοχεύουν στο να γνωρίσουν οι μαθητές τον εαυτό τους, να αναπτύξουν την αυτοεκτίμηση τους, να γίνουν µέλη ομάδας µε ίδια ενδιαφέροντα, να αναπτύξουν το αίσθημα του «ανήκω σε ομάδα», να αποδέχονται τη διαφορετικότητα με απώτερο σκοπό την εφαρμογή των αρχών της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Οι δραστηριότητες, για να φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα, είναι απαραίτητο να στηρίζονται στην αλληλεπίδραση και συνεργασία των μαθητών, αξιοποιώντας το ατομικό και το συλλογικό δυναμικό. 1343 147 168 In recent decades, the health scientists' interest worldwide has turned to investigating factors that affect fertility in couples. The good news of a pregnancy for a couple can sometimes be reversed if the pregnancy ends in miscarriage. In the past, most of the attention to the causes of miscarriages was focused on female factor, on problems of fallobian tubes, ovary, uterus and on disorders of menstruation whereas the male factor was ignored. However, many studies show that the male factor is exclusively responsible for 20% of cases of infertile couples and co-responsible at 40-50% and that the quality of sperm can affect pregnancy and even be responsible for a miscarriage. Since, the sperm contributes 50% of the genetic material during fertilization; it may be theoretically responsible for half of pregnancy abortions. Elevated levels of spermatozoa with chromosomal abnormalities or with DNA fragmentation may contribute to embryo loss. Τις τελευταίες δεκαετίες, το ενδιαφέρον των επιστημών υγείας παγκοσμίως έχει στραφεί προς τη διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν τη γονιμότητα των ζευγαριών. Τα ευχάριστα νέα μιας εγκυμοσύνης για ένα ζευγάρι μπορεί κάποιες φορές να ανατραπούν, εάν η κύηση καταλήξει σε αποβολή. Στο παρελθόν, το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής στις αιτίες των αποβολών, εστιαζόταν στο γυναι-κείο παράγοντα, στα προβλήματα από τις σάλπιγγες, τις ωοθήκες, τη μήτρα και στις διαταραχές της εμμήνου ρύσεως, ενώ ο ανδρικός παρά-γων παραβλεπόταν. Εντούτοις, σήμερα έχουν γίνει πολλές έρευνες που αποδεικνύουν ότι ο ανδρικός παράγων είναι υπεύθυνος αποκλειστικά στο 20% των περιπτώσεων υπογόνιμων ζευγαριών και συνυπεύθυνος στο 40-50% και μάλιστα ότι η ποιότητα του σπέρματος μπορεί να επηρεάσει την εγκυμοσύνη και να είναι και υπεύθυνη και για μια αποβολή. Δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της γονιμοποίησης το σπερματοζωάριο συνεισφέρει το 50% του γενετικού υλικού, αυτό σημαίνει ότι θεωρητικά είναι υπεύθυνο για το ήμισυ των αποβολών κύησης. Τα αυξημένα ποσοστά σπερματοζωαρίων με χρωμοσωμικές ανωμαλίες ή με κατακερματισμό του DNA μπορεί να συμβάλουν στην απώλεια του εμβρύου. 1344 228 249 Η συνεισφορά των Κανονισμών 714/2009 και 715/2009 στην Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική This study aims at presenting the innovations introduced by the European Parliament and Council Regulations (EC) 714/2009 and 715/2009 and to demonstrate their contribution to the European Energy Policy. The aim of the analysis is to present the European Energy Policy over the years and through the treaties concluded at European level, most notably the Treaty of Lisbon , which sets out in detail the objectives of the Union's policy in the field of energy . The three (3) Energy Scales and the regulations introduced by each, as a secondary EU energy law, are also analyzed. In particular, the "Three Energy Packages" Directives and Regulations are analyzed, with a main presentation and analysis of the provisions of the Third Energy Package, in particular the provisions of the articles of Regulations (EC) 714/2009 and 715/2009. The analysis highlights the major adjustments and innovations of the above-mentioned two Regulations, which contribute to the "vision" for completing the internal electricity and gas market and tend to fulfill as much as possible the objectives of the European Political Energy while at the same time some difficulties are encountered regarding the implementation of the provisions of the two Regulations. Finally, there is a brief presentation of how the electricity and gas market in our country is shaping with power, as well as an indication of the next steps in the European energy market Η παρούσα εργασία επιδιώκει να παρουσιάσει τις καινοτομίες που εισήγαγαν οι Κανονισμοί (ΕΚ) 714/2009 και 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και να καταδείξει την συνεισφορά τους στην Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Πολιτική. Στόχος της ανάλυσης είναι η παρουσίαση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής για την Ενέργεια, μέσα από το πέρασμα των χρόνων και μέσα από τις Συνθήκες που έχουν συναφθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με κυριότερη την Συνθήκη της Λισσαβόνας , η οποία καθόρισε λεπτομερώς τους στόχους της πολιτικής της Ένωσης στον τομέα της ενέργειας. Αναλύονται ακόμα, οι τρεις (3) Ενεργειακές Δέσμες και οι ρυθμίσεις που εισήγαγε η κάθε μία, ως παράγωγο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της ενέργειας. Συγκεκριμένα, αναλύονται οι Οδηγίες και οι Κανονισμοί των «τριών ενεργειακών πακέτων», με κύρια παρουσίαση και ανάλυση στις διατάξεις των νομοθετημάτων της Τρίτης Ενεργειακής Δέσμης και ιδίως στις διατάξεις των άρθρων των Κανονισμών (ΕΚ) 714/2009 και 715/2009. Μέσα από την ανάλυση τονίζονται και αναδεικνύονται οι σημαντικότερες ρυθμίσεις και καινοτομίες των ανωτέρω δύο Κανονισμών, οι οποίες συνεισφέρουν στο «όραμα» για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και τείνουν να εκπληρώσουν κατά το δυνατόν τους στόχους της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ενέργειας ενώ παράλληλα παρουσιάζονται και κάποιες δυσχέρειες αναφορικά με την υλοποίηση των διατάξεων των δύο Κανονισμών. Τέλος, γίνεται μια συνοπτική παρουσίαση στο πώς διαμορφώνεται με την ισχύ τους η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου στη χώρα μας καθώς και μία νύξη στα επόμενα βήματα σχετικά με την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας 1345 284 276 The role of the principal in strengthening the pedagogical climate and in shaping a culture of cooperation between teachers Ο ρόλος του διευθυντή στην ενίσχυση του παιδαγωγικού κλίματος και στη διαμόρφωση κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών The present was implemented in the framework of the Postgraduate program "Education Executives in Education Sciences" of the Pedagogical Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace, during the academic year 2019-2020. The theme of the paper is the role of the principal in strengthening the pedagogical climate and in shaping a culture of cooperation between teachers in school units. Each school unit is a living organism in which teachers, with different personalities, level of knowledge, goals and ambitions, but also experiences, are called upon to coexist, collaborate and communicate. This diversity of teachers requires from the school principal, skills and characteristics that will be able to contribute to the development of a collaborative climate, which is important for its proper and efficient operation. In the context of the present paper, a quantitative research was carried out on a sample of 100 teachers, from multi-seat public Primary Education schools, which serve in the Prefecture of Rodopi, in order to investigate the views of the teachers of the specific Prefecture. The analysis of the data showed that the criteria for cooperation are not purely educational, but are mainly related to interpersonal relationships, as well as issues related to events, such as dealing with student disciplinary misconduct, and discussion among teachers, about with the performance of students, as well as pedagogical approaches. Regarding the role of the principal, the data analysis showed that the most important characteristics that help the principal of the school unit in developing a collaborative climate are his personality and communication skills, while his experience in human resource management issues follows. Η παρούσα εργασία υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Μεταπτυχιακών σπουδών «Στελέχη Εκπαίδευσης στις Επιστήμες της Αγωγής» του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους 2019-2020. Το θέμα της εργασίας είναι ο ρόλος του διευθυντή στην ενίσχυση του παιδαγωγικού κλίματος και στη διαμόρφωση κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ των εκπαιδευτικών. Η κάθε σχολική μονάδα αποτελεί ένα ζωντανό οργανισμό στον οποίο καλούνται να συνυπάρξουν, να συνεργαστούν και να επικοινωνήσουν, εκπαιδευτικοί με διαφορετικές προσωπικότητες, επίπεδο γνώσεων, στόχους και φιλοδοξίες, αλλά και βιώματα. Αυτή η πολυμορφία των εκπαιδευτικών, απαιτεί από το διευθυντή της σχολικής μονάδας, δεξιότητες και χαρακτηριστικά τα οποία θα είναι σε θέση να συντελέσουν στην ανάπτυξη ενός κλίματος συνεργασίας, το οποίο είναι σημαντικό για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργίας της. Στα πλαίσια της παρούσης εργασίας υλοποιήθηκε μια ποσοτική έρευνα σε ένα δείγμα 100 εκπαιδευτικών, από πολυθέσια δημόσια σχολεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, οι οποίοι υπηρετούν στο Νομό Ροδόπης, προκειμένου να διερευνηθούν οι απόψεις των εκπαιδευτικών του συγκεκριμένου Νομού. Από την ανάλυση των δεδομένων φάνηκε ότι τα κριτήρια για συνεργασία δε είναι καθαρά εκπαιδευτικής φύσεως, αλλά σχετίζονται κυρίως με τις διαπροσωπικές σχέσεις, καθώς και με θέματα που άπτονται με εκδηλώσεις, την αντιμετώπιση πειθαρχικών παραπτωμάτων των μαθητών, τη συζήτηση μεταξύ των εκπαιδευτικών σχετικά με την επίδοση μαθητών και μαθητριών, καθώς και των παιδαγωγικών προσεγγίσεων. Σχετικά με το ρόλο του διευθυντή η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά που βοηθούν το διευθυντή της σχολικής μονάδας στην ανάπτυξη ενός συνεργατικού κλίματος, είναι η προσωπικότητα του και οι επικοινωνιακές του δεξιότητες, ενώ ακολουθεί η εμπειρία του σε θέματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού. 1346 255 292 Ακεραιότητα του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού μετά από μερική ηπατεκτομή Background: A variety of pathological conditions affect the functionality of intestinal mucosal barrier, resulting a number of pathogens escaping to systemic circulation, a phenomenon known as bacterial movement. This intestinal barrier dysfunction, appears to be responsible for a series of post-operative complications after partial hepatectomy, increasing morbidity and mortality, ultimately resulting in the cost of health care. Aim: The aim of the present study is to investigate whether laparoscopic partial hepatectomy with normal pneumoperitoneum compromises gut barrier, compared to open method. Materials and Methods: Wistar rat were assigned to four groups. First group was subjected to laparoscopic partial hepatectomy (LAP-HEP-5), the second to open partial hepatectomy (HEP) the third to sham operation (SHAM-5) and the fourth was the control group (CONTROL). A part of ileum was sampled in 4 timepoints (24h, 48h, 1w, 2w). Histopathologic lesions, mitotic activity (Ser10), apoptotic activity (TUNEL method). Histomorphometric characteristics of intestinal mucosa were also assessed.Results: HEP group presented mild histologic impairments of intestinal mucosa, however, compared to the LAP-HEP-5 group, were more pronounced. The apoptotic index appeared increased in the open hepatectomy group, while the mitotic marker did not show statistically significant differences between open and laparoscopic techniques. Height and density of intestinal mucosal villi, were significantly reduced in the HEP group relative to the LAP-HEP-5 group whose values were increased compared to the CONTROL group. Conclusions: Both open and laparoscopic partial hepatectomy cause mild intestinal mucosa dysfunction. Open partial hepatectomy impacts to IBD, to a much greater than laparoscopic technique with totally more intense and prolonged histological damages. Εισαγωγή: Μια ποικιλία παθολογικών καταστάσεων, επηρεάζουν τη λειτουργική επάρκεια του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού, με αποτέλεσμα ενδοαυλικοί παθογόνοι παράγοντες να διαφεύγουν στην συστηματική κυκλοφορία, φαινόμενο γνωστό ως βακτηριακή μετακίνηση. Η βλάβη αυτή του ΒΕΦ (ΒΕΦ) με αποτέλεσμα φαίνεται να ευθύνεται για μια σειρά μετεγχειρητικών επιπλοκών μετά από μερική ηπατεκτομή, αυξάνοντας τη νοσηρότητα και τη θνητότητα με τελικό αποτέλεσμα την επιβάρυνση του κόστους παροχής υγείας. Σκοπός: Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί το ενδεχόμενο πρόκλησης βλάβης του ΒΕΦ κατά την λαπαροσκοπική ηπατεκτομή με συνήθεις πιέσεις πνευμοπεριτοναίου συγκριτικά με την ανοικτή μέθοδο. Υλικά και Μέθοδοι: Επίμυες φυλής Wistar, χωρίστηκαν σε 4 ομάδες. Η πρώτη υπεβλήθη σε λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή (LAP-HEP-5), η δεύτερη σε ανοικτή μερική ηπατεκτομή (HEP), η τρίτη σε εικονική επέμβαση (SHAM-5) και η τέταρτη αποτέλεσε ομάδα ελέγχου (CONTROL) . Τμήματα τελικού ειλεού σε 4 χρονικές στιγμές (24h, 48h, 1w, 2w). Τέλος, εκτιμήθηκαν οι ιστοπαθολογικές βλάβες, ο μιτωτικός δείκτης (Ser10), ο αποπτωτικός δείκτης (μέθοδος TUNEL), και τα ιστομορφομετρικά χαρακτηριστικά του εντερικού βλενογόνου με προσδιορισμό πυκνότητας και ύψους εντερικών λαχνών. Αποτελέσματα: Η ομάδα HEP παρουσίασε ήπιες ιστολογικές αλλοιώσεις του βλεννογόνου του εντέρου ωστόσο, σε σύγκριση με την ομάδα LAP-HEP-5 οι αλλοιώσεις αυτές ήταν εντονότερες. Ο αποπτωτικός δείκτης εμφανίστηκε αυξημένος στην ομάδα της ανοικτής ηπατεκτομής, ενώ ο μιτωτικός δείκτης, δεν εμφάνισε στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ ανοικτής και λαπαροσκοπικής τεχνικής. Το ύψος και η πυκνότητα των λαχνών βρέθηκαν σημαντικά μειωμένα στην ομάδα HEP σε σχέση με την ομάδα LAP-HEP-5 της οποίας οι τιμές βρέθηκαν σημαντικά αυξημένες ως προς την ομάδα CONTROL. Συμπεράσματα: Τόσο η ανοικτή όσο και η λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή προκαλούν ήπιες αλλοιώσεις στον ΒΕΦ. Η ανοικτή μερική ηπατεκτομή παραβλάπτει τον ΒΕΦ σε σαφώς μεγαλύτερο βαθμό απότι η λαπαροσκοπική τεχνική με συνολικά αλλοιώσεις παρατεταμένης διάρκειας. 1347 454 578 Διερεύνηση της υποκειμενικής εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου σε δείγμα εργαζομένων ως διασώστες του Εθνικού Κέντρου Άμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.) στην Περιφέρεια Κρήτης Introduction: EKAΒ is the Greek national organization for prehospital emergency care. The working conditions of the ambulance crew, constitutes a harmful environment for their health and safety. The employees are occupied in internal and external workplaces, in all weather conditions. Physical stress constitutes the main characteristic of their job. The confined space of the ambulance cockpit, the stress for the outcome of the rescue, the weather conditions, the condition of the roadway as well as the intense noise are some of the bargaining factors that make the rescuers job more difficult. Furthermore, they are not only working on shifts but they also work during the night and the weekends. The risks that arise from such a complicated working environment are comprehensive and they may be reduced by following proper security procedures.Αim of work: To track down and record the harmful factors of the working environment and the troublesome health conditions that are caused by their work. Sample: The survey population is constituted by the permanent position workers in EKAB in region of Crete. In total a sample of 146 paramedics was gathered. Method: A questionnaire of subjective evaluation of work risk was distributed to the sample subjects. Descriptive and inductive statistics are presented in order to identify the major risks reported and their influence to the health of the subjects. Results: The musculoskeletal disorders that are frequently reported by the ambulance crew, are mainly related to physical stress, the uncomfortable body postures, and the strenuous and painful handlings. Despite the fact that the majority of the employees are contempt from their job and feel effective they frequently report that they work hard and the job demands affect their relationships with their colleagues. Furthermore, working in shifts affects their personal and family life. As stated the main lacks of EKAB in Crete have to do with infrastructure, personnel, training, resources and coordination with the hospital and other public services. The most frequently reported health disturbances are lower back pain, stress during work and excess tiredness. Almost 1/5 of the respondents reported that these health disturbances were limiting their ability to work. Conclusions: As ascertained by the factor analysis and the ANOVA conducted to the responses, the more frequently an employee reported that was exposed to noise, poor lighting, inappropriate temperature, the more frequently health disturbances like "musculoskeletal disorders - headaches”, "working exhaustion” and "several other disturbances” were reported. Additionally, poor ventilation adds up to the previous "vision disturbances”. Physical stress, the uncomfortable body postures, and the strenuous and painful handlings result to a frequent report of headaches, dizziness and vertigo. The intense working rhythm, repeatability and high responsibility have as result the frequent reporting of "musculoskeletal disorders - headaches”, "working exhaustion” and "several other disturbances”. Εισαγωγή: Το ΕΚΑΒ είναι ο μοναδικός επίσημος φορέας της Πολιτείας για την παροχή υπηρεσιών Επείγουσας Προνοσοκομειακής Ιατρικής και Νοσηλευτικής Φροντίδας. Το περιβάλλον και οι συνθήκες εργασίας των διασωστών - πληρωμάτων ασθενοφόρων, από μόνα τους αποτελούν επιβαρυντικούς παράγοντες για την υγεία των εργαζομένων. Εργάζονται σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, σε όλες τις καιρικές συνθήκες. Η φυσική καταπόνηση αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της εργασίας τους. O περιορισμένος χώρος της καμπίνας του ασθενοφόρου, το άγχος για την έκβαση της διάσωσης, οι καιρικές συνθήκες, η κατάσταση του οδοστρώματος, οι έντονοι θόρυβοι, είναι κάποιοι από τους παράγοντες που δυσχεραίνουν το έργο του διασώστη. Επιπλέον, δεν είναι μόνο εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης αλλά εργάζονται και με βάρδιες, νύχτες και Σαββατοκύριακα. Οι κίνδυνοι που προκύπτουν από το εργασιακό περιβάλλον είναι πολυσήμαντοι και μπορεί να μειωθούν ακολουθώντας κατάλληλες διαδικασίες ασφάλειας. Σκοπός: Η συγκέντρωση στοιχείων για τον εντοπισμό των βλαπτικών παραγόντων στον εργασιακό χώρο, καθώς και η καταγραφή της συχνότητας των σωματικών ενοχλημάτων που σχετίζονται με την εργασία των ερωτώμενων. Δείγμα: Ο πληθυσμός αναφοράς των εργαζομένων στο ΕΚΑΒ Κρήτης, ήταν όλοι οι εργαζόμενοι που κατείχαν οργανικές θέσεις. Συνολικά, συγκεντρώθηκε δείγμα από 146 ερωτηματολόγια των τομέων του ΕΚΑΒ Κρήτης. Μεθοδολογία: Για τη συγκέντρωση των στοιχείων, διανεμήθηκε το «ερωτηματολόγιο για τη διερεύνηση της υποκειμενικής εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου». Ακολούθησε στατιστική ανάλυση του ερωτηματολογίου με την παρουσίαση περιγραφικών στατιστικών, συσχετίσεις για τη διερεύνηση αιτιωδών σχέσεων και παραγοντική ανάλυση. Αποτελέσματα: Η φύση της δουλειάς των διασωστών, που έχει να κάνει με τη βαριά σωματική προσπάθεια, τις άβολες στάσεις και τους κουραστικούς και επίπονους χειρισμούς, έχει ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση του μυοσκελετικού τους συστήματος. Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς νοιώθουν αποτελεσματικοί αλλά και ικανοποιημένοι από την εργασία τους, αναφέρουν πολύ συχνά ότι εργάζονται σκληρά και ότι οι απαιτήσεις της δουλειάς επηρεάζουν τις συναδελφικές σχέσεις. Η εργασία σε βάρδιες επηρεάζει την προσωπική - οικογενειακή τους ζωή, αλλά και τις κοινωνικές τους σχέσεις. Αυτά πιθανώς να οφείλονται στις ελλείψεις που έχει το ΕΚΑΒ Κρήτης σε υποδομές, πόρους, προσωπικό, εκπαίδευση και συντονισμό με νοσοκομεία και άλλες υπηρεσίες. Τα συχνότερα αναφερόμενα ενοχλήματα που βιώνουν οι διασώστες του ΕΚΑΒ Κρήτης είναι ο πόνος στη μέση, το άγχος κατά την εργασία και η υπερβολική κούραση. Περίπου το 1/5 των εργαζομένων του δείγματος ανέφερε ότι οι εμφανιζόμενες ενοχλήσεις στην υγεία τους ήταν αποτρεπτικές για την εργασία τους. Συμπεράσματα: Όπως διαπιστώθηκε από τις αναλύσεις που διενεργήθηκαν, όσο συχνότερα αναφέρονται ο θόρυβος, ο φωτισμός ως πρόβλημα στον εργασιακό χώρο των διασωστών τόσο συχνότερα αναφέρονται ενοχλήματα που εστιάζουν σε «μυοσκελετικές παθήσεις και πονοκέφαλοι», σε «επαγγελματική εξουθένωση» αλλά και σε «διάφορα ενοχλήματα». Όσο συχνότερα οι διασώστες ανέφεραν τον αερισμό ως πρόβλημα στην εργασία τόσο συχνότερα αναφέρονταν ενοχλήματα που εστίαζαν σε «μυοσκελετικές παθήσεις - πονοκέφαλοι», σε «επαγγελματική εξουθένωση» αλλά και σε ενοχλήματα σχετικά με την «όραση» με στατιστικά σημαντική διαφορά. Όσο συχνότερα οι εργαζόμενοι διασώστες ανέφεραν τη θερμοκρασία ως πρόβλημα στην εργασία, τόσο συχνότερα αναφέρονταν ενοχλήματα που εστίαζαν σε «μυοσκελετικές παθήσεις - πονοκέφαλοι», σε «επαγγελματική εξουθένωση» αλλά και «διάφορα ενοχλήματα». Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι δύσκολες και άβολες στάσεις και η καταβολή βαριάς σωματικής προσπάθειας, καθώς και οι κουραστικοί και επίπονοι χειρισμοί επιφέρουν συχνότερη αναφορά ενοχλημάτων στο μυοσκελετικό σύστημα αλλά και συχνότερη αναφορά πονοκεφάλων καθώς επίσης και ενοχλήματα όπως ζαλάδες, ιλίγγους κ.λ.π. Ο έντονος ρυθμός εργασίας, η επαναληπτικότητα και ο υψηλός βαθμός ευθύνης έχουν ως αποτέλεσμα τη συχνότερη αναφορά «μυοσκελετικών παθήσεων - πονοκεφάλων», ενοχλημάτων που σχετίζονται με την «επαγγελματική εξουθένωση» και «διαφόρων άλλων ενοχλημάτων». 1348 203 221 Έλεγχος των επιπέδων έκφρασης του PD-L1 σε καρκινικές σειρές Α549 και Η1299 μη- μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα (NSCLC), σε συνθήκες υποξίας, οξέωσης και συνδυασμού Non-small cell lung cancer (NSCLC) is one of the most common and fatal types of human cancer. The tumor microenvironment is relatively acidic, as constant metabolic cellular activity at the tumor site results in increased H+ ions concentration. In addition, the tumor environment is hypoxic, due to low oxygen levels that lead to changes in the metabolic profile of the tumor cells, making them more resistant to various therapies. On the other hand, cancer cells express a number of proteins on their surface, one of which is the PD-L1 ligand, with particular interest in cancer immunotherapy. Because of the high interest of PD-L1 molecule in cancer immunotherapy as a target for therapy development this study aimed to examine PD-L1 protein and mRNA expression levels in two NSCLC cell lines, namely A549 and H1299, under two different conditions: a) acidosis (pH=6.5) and b) hypoxia ([O2:1%]). Our findings showed a differential expression of PD-L1 between the two cell lines tested. Regarding PD-L1 protein expression, cell line H1299 showed increased expression levels under hypoxia and acidosis, compared to A549, whose levels were relatively low. Moreover, mRNA expression levels of PD-L1 were very low under both hypoxic and acidic conditions, with A549 demonstrating the most intense reduction. Ο μη-μικροκυτταρικός καρκίνος πνεύμονα (NSCLC) είναι ένας από τους πιο συχνούς και θανατηφόρους τύπους καρκίνου του ανθρώπου. Φυσιολογικά, το περιβάλλον του καρκίνου είναι αρκετά όξινο, καθώς η συνεχής μεταβολική δραστηριότητα των κυττάρων στο σημείο του όγκου έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη συγκέντρωση ιόντων Η+. Επιπλέον, το περιβάλλον του όγκου είναι υποξικό, δηλαδή τα επίπεδα οξυγόνου είναι χαμηλά και αυτό οδηγεί στην αλλαγή του μεταβολικού προφίλ των κυττάρων του όγκου, καθιστώντας τα πιο ανθεκτικά σε διάφορες θεραπείες. Τα καρκινικά κύτταρα εκφράζουν στην επιφάνεια τους ένα σύνολο πρωτεϊνών, μία εκ των οποίων είναι ο προσδέτης PD-L1, που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ανοσοθεραπεία του καρκίνου, ως στόχος ανάπτυξης θεραπειών. Λόγω του εξαιρετικά υψηλού ενδιαφέροντος που εμφανίζουν οι παραπάνω συνθήκες για τη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου και σε συνδυασμό με την μεγάλη σημασία της πρωτεΐνης PD-L1 στη θεραπεία του καρκίνου, στην παρούσα μελέτη ασχοληθήκαμε με τον έλεγχο των επιπέδων έκφρασης της PD-L1 στις κυτταρικές σειρές Α549 και Η1299 μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα. Πιο συγκεκριμένα πραγματοποιήθηκε έλεγχος των επιπέδων έκφρασης του PD-L1 στις παραπάνω κυτταρικές σειρές καρκίνου πνεύμονα τόσο σε πρωτεϊνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο mRNA σε τρεις διαφορετικές συνθήκες: α) οξέωσης (pH=6,5), β) υποξίας ([Ο2:1%]) και γ) σε συνδυασμό αυτών. 1349 517 510 Teaching the concept of the derivative function to point by using new technologies Διδασκαλία της έννοιας της παράγωγου συνάρτησης σε σημείο με τη χρήση νέων τεχνολογιών According to the views of the overwhelming majority of Mathematics Teaching Researchers, deep understanding of mathematical concepts by students is crucial to further building mathematical knowledge by themselves. In reality, however, what is happening in Greek education is that the teaching objectives of teaching mathematics degenerate and are limited into a simple learning of processes and algorithms without a meaningful understanding of mathematics. This phenomenon occurs especially in cases where students have a low linguistic background, such as the students of the Muslim minority of Thrace. According to many scholars of Mathematics Teaching, education should turn to conceptual understanding of mathematics, without this meaning that procedural knowledge should be eliminated. The use of different representations of a concept enhances its fullest understanding, and vice versa, the ability to flexibly handle the different representations of each concept is linked to a higher level of understanding. The interactive environment of electronic digital tools enables students to use virtual representations of mathematical concepts in a dynamic way. These dynamic learning environments provide students with the ability to construct mathematical knowledge through action and parallel observation, exploratory work, speculation-assumptions and conclusions. Mathematical knowledge is constructed by the students themselves, as the responsibility for learning mathematics is transferred from the teacher to the students. This thesis deals with the contribution of New Technologies to the understanding of the concepts of Analysis and in particular the concept of the derivative function in its defined scope, through the concept of tangent line of graph function. In the first phase of the research a teaching intervention of eight periods was conducted in a class of 25 Muslim minority students of positive orientation in grade 12, from which data were collected through the class teacher’s observations on what was taking place during the lesson. In the second phase, after the end of the teaching intervention, the students answered two questionnaires, which concerned their views on the specific teaching intervention, as well as the exploration of their progress in understanding the concepts they worked upon. In the third phase, according to their answers to the questionnaires, five students were selected, which answered questions in an interview so that further data is collected regarding the research questions. In the next stage of the research, the critical events of the teachings were identified and analyzed according to the research questions. Next the students' interviews were analyzed, as well those teachings observations made by the teacher, which were related to these critical events. The results of the research, which emerged after a qualitative analysis of the data of all three sources, showed that the use of dynamic electronic environments contributes positively to understanding the concept of the derivative function to point. Moreover, this research has shown that interactive learning environments can be a substitute for the communication skills required in the use of the Greek language so that students who encounter linguistic difficulties are able to respond to the requirements of the mathematics course and thus achieve the highest possible degree of understanding of any mathematical concept. Σύμφωνα με τις απόψεις της συντριπτικής πλειοψηφίας των ερευνητών της Διδακτικής των Μαθηματικών, η κατανόηση σε βάθος των εννοιών των μαθηματικών από τους μαθητές είναι καθοριστικής σημασίας για την περαιτέρω οικοδόμηση της μαθηματικής γνώσης από τους ίδιους. Στην πραγματικότητα όμως αυτό που συμβαίνει στην ελληνική εκπαίδευση είναι ότι οι διδακτικοί στόχοι της διδασκαλίας των μαθηματικών εκφυλίζονται και περιορίζονται σε μία απλή εκμάθηση διαδικασιών και αλγορίθμων, χωρίς ουσιαστική εννοιολογική κατανόηση των μαθηματικών. Αυτό το φαινόμενο συμβαίνει ιδιαίτερα στις περιπτώσεις, που οι μαθητές έχουν χαμηλό γλωσσικό υπόβαθρο, όπως οι μαθητές της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Κατά την γνώμη πολλών μελετητών της Διδακτικής των Μαθηματικών, η εκπαίδευση πρέπει να στραφεί προς την εννοιολογική κατανόηση των μαθηματικών, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι θα πρέπει να εξαλειφθεί η διαδικαστική γνώση. Η χρήση διαφορετικών αναπαραστάσεων μιας έννοιας ενισχύει την πληρέστερη κατανόηση της και η ικανότητα ευέλικτου χειρισμού των διαφορετικών αναπαραστάσεων της κάθε έννοιας συνδέεται με υψηλότερο επίπεδο κατανόησης της. Το διαδραστικό περιβάλλον των ηλεκτρονικών ψηφιακών εργαλείων παρέχει την δυνατότητα στους μαθητές να χειρίζονται τις εικονικές αναπαραστάσεις των μαθηματικών εννοιών, με δυναμικό τρόπο. Αυτά τα δυναμικά περιβάλλοντα μάθησης παρέχουν στους μαθητές την δυνατότητα οικοδόμησης της μαθηματικής γνώσης, μέσω δράσης και παράλληλης παρατήρησης, διερευνητικής εργασίας, ελέγχου εικασιών-υποθέσων και εξαγωγής συμπερασμάτων. Η μαθηματική γνώση κατασκευάζεται από τους ίδιους τους μαθητές, καθώς γίνεται εκχώρηση της ευθύνης μάθησης των μαθηματικών από τον εκπαιδευτικό στους μαθητές. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία διαπραγματεύεται την συμβολή των Νέων Τεχνολογιών στην κατανόηση των εννοιών της Ανάλυσης και ειδικότερα της έννοιας της παραγώγου συνάρτησης σε σημείο του πεδίου ορισμού της, μέσω της έννοιας της εφαπτομένης ευθείας γραφικής παράστασης συνάρτησης. Στην πρώτη φάση της έρευνας πραγματοποιήθηκε μία διδακτική παρέμβαση οκτώ διδασκαλιών σε μία τάξη 25 μαθητών της μουσουλμανικής μειονότητας, θετικού προσανατολισμού της Γ’ Λυκείου, από όπου συλλέχθηκαν δεδομένα μέσω των παρατηρήσεων του διδάσκοντα για τα συμβαίνοντα στην τάξη. Στη δεύτερη φάση, μετά το πέρας της διδακτικής παρέμβασης, οι μαθητές απάντησαν σε δύο ερωτηματολόγια, που αφορούσαν τις απόψεις τους για την συγκεκριμένη διδακτική παρέμβαση, καθώς και την διερεύνηση της προόδου τους στην κατανόηση των εννοιών που διαπραγματεύτηκαν. Στην τρίτη φάση, με βάση τις απαντήσεις τους στα ερωτηματολόγια επιλέχθηκαν πέντε μαθητές οι οποίοι απάντησαν σε ερωτήσεις μιας συνέντευξης, ώστε να ληφθούν περισσότερα δεδομένα σχετικά με τα ερωτήματα της έρευνας. Σε επόμενο στάδιο της έρευνας εντοπίστηκαν και αναλύθηκαν τα κρίσιμα συμβάντα των διδασκαλιών, με βάση τα ερευνητικά ερωτήματα. Ενώ, στην συνέχεια αναλύθηκαν τα σημεία στις συνεντεύξεις των μαθητών, καθώς επίσης και οι παρατηρήσεις των διδασκαλιών από τον διδάσκοντα, που σχετίζονταν με αυτά τα κρίσιμα συμβάντα. Τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία προέκυψαν μετά από ποιοτική ανάλυση των δεδομένων και των τριών πηγών, έδειξαν ότι η χρήση των δυναμικών ηλεκτρονικών περιβαλλόντων συμβάλλει θετικά στην κατανόηση της έννοιας της παραγώγου συνάρτησης σε σημείο. Επίσης, η έρευνα έδειξε ότι τα διαδραστικά περιβάλλοντα μάθησης μπορούν να υποκαταστήσουν επικοινωνιακές δυνατότητες της ελληνικής γλώσσας, ώστε οι μαθητές, που συναντούν γλωσσικές δυσκολίες, να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του μαθήματος των μαθηματικών, με σκοπό την κατανόηση της συγκεκριμένης έννοιας, στο μέγιστο δυνατό βαθμό. 1350 195 160 Displacements during the greek civil war through the press: the case of the newspaper Embros (1946-1949) Μετακινήσεις πληθυσμών την περίοδο του εμφυλίου μέσα από τον τύπο: η εφημερίδα Εμπρός (1946-1949) Based on recent historiography on the Greek Civil War as well as on relevant articles featured in the newspaper Embros this dissertation presents the events of the Greek Civil War (1946- 1949), a very turbulent period in the context of Greek history, which has attracted the historians’ interest relatively recently. More specifically, this dissertation looks into how the policies implemented by both rivals as regarded the movement of the population from the countryside to the urban centers were presented in the newspaper Embros. A random sample of 450 issues of the newspaper was used so as investigate the following issues: the “bandit stricken” populations, the political refugees, the political detainees, and the children who were displaced from their villages of origin and sent to Childtowns. The dissertation concludes that there is considerable disparity between the academic literature on the Greek Civil War and the pro-government Press of the period and points that the Press played a decisive role in the construction of the citizens’ loyalty (nomimofrosini) at a time when the outcome of the Civil War was at stake Με βάση την βιβλιογραφία και την αποδελτίωση της εφημερίδας Εμπρός παρουσιάζονται τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν την περίοδο του εμφυλίου πολέμου (1946-1949), μιας περιόδου κρίσιμης για την ελληνική ιστορία, για την οποία το ενδιαφέρον των ιστορικών είναι σχετικά πρόσφατο. Πιο συγκεκριμένα, η εργασία εστιάζει στην πολιτική που εφαρμόστηκε και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές σχετικά με τις μετακινήσεις του πληθυσμού από την ύπαιθρο στις πόλεις, όπως αυτή παρουσιάζεται από μια μερίδα του τύπου. Οι θεματικές ενότητες που αποδελτιώνονται μέσα από ένα τυχαίο δείγμα 450 φύλλων της εφημερίδας είναι: οι ‘συμμοριόπληκτοι’, οι πολιτικοί πρόσφυγες, οι κρατούμενοι, και τα παιδιά που μετακινήθηκαν από τις εστίες τους προς τις παιδουπόλεις. Από την έρευνα αναδεικνύονται αφενός οι διαφοροποιήσεις ανάμεσα στην επιστημονική βιβλιογραφία και τον φιλοκυβερνητικό τύπο της εποχής και αφετέρου ο ρόλος που έπαιξε ο τύπος στην κατασκευή της νομιμοφροσύνης των πολιτών σε μια κρίσιμη για την έκβαση των γεγονότων περίοδο 1351 148 177 The academic choices of graduate high-school students in the crisis-ridden Greece Οι ακαδημαϊκές επιλογές των τελειόφοιτων μαθητών στην Ελλάδα της κρίσης The aim of the present study was to investigate the perceptions of high-school students amidst the financial crisis in Greece regarding the status quo and their expectations about their educational and professional future. The focal points of the research were how and to what extend a social phenomenon such as the financial crisis has an effect in students’ perceptions and opinions and what was the impact of the social changes in some specific perceptions about social inequality, high status occupations and higher education in Greece. The sample consisted of twenty students from two High Schools that are located in Evros Prefecture. Data was collected using a semi-structured interview and as the method of analysis was used the thematic analysis. The analysis revealed that students are highly affected by the financial crisis and their choices are restricted accordingly. Στόχος της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνήσει τις αντιλήψεις μαθητών της Γ΄ Λυκείου σχετικά με το κοινωνικό στάτους αλλά και τις προσδοκίες τους για το εκπαιδευτικό και επαγγελματικό τους μέλλον στην εποχή της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Τα στοιχεία εκείνα στα οποία δόθηκε ιδιαίτερη βάση ήταν το πώς και σε τι βαθμό ένα κοινωνικό φαινόμενο όπως η οικονομική κρίση μπορεί να επηρεάσει τις αντιλήψεις και τις απόψεις των μαθητών και τι αντίκτυπο είχαν οι κοινωνικές αλλαγές σε κάποιες σταθερές αντιλήψεις όσον αφορά την κοινωνική ανισότητα, τα επαγγέλματα κύρους και την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στην Ελλάδα. Το δείγμα της έρευνας αποτελούνταν από είκοσι μαθητές/τριες από δύο Λύκεια που βρίσκονται στη περιοχή του Νομού Έβρου. Ως εργαλείο για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε η ημι-δομημένη συνέντευξη και ως μέθοδος ανάλυσης των δεδομένων που προέκυψαν, η θεματική ανάλυση. Από την ανάλυση που πραγματοποιήθηκε μετά την απομαγνητοφώνηση του υλικού, διαπιστώθηκε ότι οι μαθητές επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική κρίση και πως οι επιλογές τους για το μέλλον στιγματίζονται από αυτήν. 1352 224 227 Investigation and critical consideration of the legislative framework for the selection of secondary school principals Διερεύνηση και κριτική θεώρηση του νομοθετικού πλαισίου για την επιλογή και τοποθέτηση διευθυντών σχολικών μονάδων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης The subject matter of the present theoretical and research study is to investigate and critical overview of the legal framework for the selection of secondary schools principals. The main purpose of this study was using the method of content analysis of written documents to refer to the legislative framework related to the choice school leaders from 1976 until today, as well as a critical assessment of the current legal framework for the way they choose. Particularly given greater emphasis in the comparison of two most recent laws (Law 3848 / 2010, Law 4327 / 2015) in which were the last two selections of principals in 2011 and 2015. Within the empirical investigation of the matter by using the method of the pilot case study was a comparative study of value tables of diliability candidates Secondary Education Ebro crises of 2011 and 2015. More specifically sought accurately reflected the demographic characteristics of the candidates, their skills against the criteria of scientific and pedagogical utional training, and Staff Steering and management experience in both the crises of 2011 and in those of 2015 and then be compared between the data to determine whether the change in the law made changes in the characteristics of the candidate principals and those finally selected. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική και ερευνητική μελέτη είναι η διερεύνηση και κριτική θεώρηση του νομοθετικού πλαισίου για την επιλογή και τοποθέτηση Διευθυντών Σχολικών μονάδων Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Βασικός σκοπός της εργασίας ήταν χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου γραπτών τεκμηρίων να γίνει αναφορά στο νομοθετικό πλαίσιο που αφορά στην επιλογή διευθυντών σχολικών μονάδων από το 1976 μέχρι και σήμερα, καθώς και μια κριτική αποτίμηση του εκάστοτε νομοθετικού πλαισίου για τον τρόπο επιλογής τους. Ειδικότερα δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στους δυο πιο πρόσφατους νόμους (Ν.3848/2010 και Ν.4327/2015) με τους οποίους έγιναν οι δυο τελευταίες επιλογές στελεχών το 2011 και το 2015. Στα πλαίσια της εμπειρικής διερεύνησης του θέματος με χρήση της μεθόδου της πιλοτικής μελέτης περίπτωσης έγινε συγκριτική μελέτη των αξιολογικών πινάκων των υποψηφίων διευθυντών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Έβρου στις κρίσεις του 2011 και του 2015. Πιο συγκεκριμένα επιδιώκεται να αποτυπωθούν με ακρίβεια τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των υποψηφίων, τα προσόντα τους ως προς τα κριτήρια της επιστημονικής και παιδαγωγικής κατάρτισης, και της υπηρεσιακής κατάστασης, καθοδηγητικής και διοικητικής εμπειρίας τόσο στις κρίσεις του 2011 όσο και σε αυτές του 2015 και στη συνέχεια να γίνει σύγκριση των μεταξύ τους στοιχείων, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο η αλλαγή του νόμου επέφερε αλλαγές στα χαρακτηριστικά των υποψήφιων διευθυντών και αυτών που τελικά επελέγησαν. 1353 114 141 Στάσεις ελλήνων μελλοντικών εκπαιδευτικών σχετικά με το περιβάλλον Ιt is widely accepted, that humans’ behavior is responsible for the environmental problems on our planet. Therefore, it is necessary to change our attitudes and behavior toward the environment. Teachers play a key role in this change, because they can develop active citizens full of interest and sensitivity to environment. Taking into consideration all the above, in this study an effort was made to evaluate future teachers’ attitudes of the Department of Education in Alexandroupolis. We used the revised New Ecological Paradigm (Nep-scale), which was distributed to 197 students from all grades. Data’s analysis made clear that our sample tends to environmentally attitudes. These findings contribute to the design and implementation of environmental programs Είναι ευρέως αποδεκτό, ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι υπεύθυνη σε μεγάλο βαθμό για τα περιβαλλοντικά προβλήματα που μαστίζουν σήμερα τον πλανήτη μας. Γι’ αυτό και κρίνεται αναγκαία η αλλαγή στάσεων και συμπεριφοράς προς το περιβάλλον. Η αλλαγή αυτή, εκτός των άλλων, είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μέσω του έργου των εκπαιδευτικών. Αυτοί κατέχουν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενεργών πολιτών με ενδιαφέρον και ευαισθησία προς το περιβάλλον. Λόγω των παραπάνω, έγινε μία προσπάθεια στην παρούσα έρευνα, να αξιολογηθούν οι στάσεις μελλοντικών εκπαιδευτικών του Παιδαγωγικού Τμήματος της Αλεξανδρούπολης. Ως εργαλείο χρησιμοποιήθηκε το μεταφρασμένο ερωτηματολόγιο «New ecological paradigm» (Nep-scale), το οποίο μοιράστηκε σε 197 φοιτητές από όλα τα έτη σπουδών. Με την ανάλυση των δεδομένων έγινε φανερό πως το δείγμα μας τείνει σε φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές. Αυτά τα ευρήματα συμβάλλουν στον σχεδιασμό και την εφαρμογή εκπαιδευτικών περιβαλλοντικών προγραμμάτων 1354 265 295 Επιλεκτική αλαλία στο σχολείο. Σχέσεις και αντιλήψεις στο εκπαιδευτικό πλαίσιο: μία μελέτη περίπτωσης Selective mutism is an anxiety disorder in which a child does not speak in specific social situations, he is expected to speak and has the ability to do so. Children with selective mutism difficult to cultivate similar skills to those of their peers while deficient in language and social skills, as well as their academic progress. Difficult to form friendships, and often ignored by their peers. Also, difficulties encountered and teachers are invited to cope with the specific characteristics of these children. The present study is a qualitative research and specifically a case study. Its purpose was to look into the institutional educational context parameter function, which jointly shape the social and pedagogical relations and interactions of a child with selective mutism. Sample was a 11 year old child, who already from pre-school age not verbally communicate at school and talking to family and friends in non-formal. The tools used for data collection were: the sociometric test of Moreno, the questionnaire «School Speech Questionnaire», the questionnaire «Selective Mutism Questionnaire», semistructured interviews with the child's family, with the teachers and two education officials. Finally held non-participant observation of the child during the school break. The results showed that the child being studied, it is ignored by his classmates. Concerning teachers, the study showed deficiencies in education and institutional support that allows them to develop strategies for the child's progress. Overall, this research sheds light on interesting aspects of the life of a child with selective mutism and refers to the need for systematic examination of the specific needs and possible ways of supporting children in schools Η επιλεκτική αλαλία είναι μια αγχώδης διαταραχή κατά την οποία ένα παιδί δε μιλά σε συγκεκριμένες κοινωνικές καταστάσεις, ενώ αναμένεται να μιλήσει και έχει την ικανότητα να το πράξει. Τα παιδιά με επιλεκτική αλαλία δυσκολεύονται να καλλιεργήσουν δεξιότητες όμοιες με αυτές των συνομηλίκων τους ενώ, παρουσιάζουν ανεπάρκεια στις γλωσσικές και κοινωνικές τους δεξιότητες, καθώς και στην ακαδημαϊκή τους πορεία. Δυσκολεύονται να δημιουργήσουν φιλίες, και συνήθως αγνοούνται από τους συμμαθητές τους. Επίσης, δυσκολίες αντιμετωπίζουν και οι εκπαιδευτικοί που καλούνται να ανταπεξέλθουν στην ιδιαιτερότητα των παιδιών αυτών. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια ποιοτική έρευνα και ειδικότερα μια μελέτη περίπτωσης. Σκοπός της ήταν να μελετήσει μέσα στο θεσμικό εκπαιδευτικό πλαίσιο τη λειτουργία παραμέτρων, οι οποίες συνδιαμορφώνουν τις κοινωνικές και παιδαγωγικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις ενός παιδιού με επιλεκτική αλαλία. Δείγμα της αποτέλεσε ένα 11χρονο παιδί, το οποίο ήδη από την προσχολική ηλικία δεν επικοινωνεί λεκτικά στο σχολείο, ενώ μιλά στην οικογένεια και σε εξωσχολικούς φίλους. Τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη συλλογή των δεδομένων, ήταν: το Κοινωνιομετρικό test του Moreno, το ερωτηματολόγιο «School Speech Questionnaire», το ερωτηματολόγιο «Selective Mutism Questionnaire», ημιδομημένες συνεντεύξεις με μέλη της οικογένειας του παιδιού, με τους εκπαιδευτικούς του, καθώς και με δύο στελέχη της εκπαίδευσης. Τέλος πραγματοποιήθηκε μη συμμετοχική παρατήρηση του παιδιού κατά τη διάρκεια του σχολικού διαλείμματος. Τα αποτελέσματα, έδειξαν ότι το συγκεκριμένο παιδί που μελετάται, είναι αγνοημένο από τους συμμαθητές του. Αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς, η μελέτη έδειξε ελλείψεις στην εκπαίδευση και την θεσμική στήριξή τους ώστε να μπορούν να αναπτύξουν στρατηγικές για την πρόοδο του παιδιού. Συνολικά, η παρούσα έρευνα φωτίζει ενδιαφέρουσες πτυχές της ζωής ενός παιδιού με επιλεκτική αλαλία και παραπέμπει στην ανάγκη συστηματικότερης διερεύνησης των ειδικών αναγκών και των πιθανών τρόπων στήριξης των παιδιών στο σχολικό πλαίσιο 1355 255 234 Assessment of the Head of Kindergartens by the School Counselor and the Educational Coordinator Η αξιολόγηση των Προϊσταμένων Νηπιαγωγείου από τον Σχολικό Σύμβουλο και τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου The purpose of this research is to record the views and perceptions of the Education Officers regarding the evaluation of the Heads of Kindergartens by the Educational Coordinator. The data presented concern the exploratory study of the subject under negotiation through qualitative research, which is prepared using a semi-structured interview in eleven Heads of Kindergartens and two Preschool Educational Coordinators, serving in the Region of Eastern Macedonia and Thrace. In particular, the qualitative study attempts to detect the advisory and guiding role played by the Educational Coordinator, its suitability and adequacy in the enrolment of the evaluator's role. In addition, an effort is being made to determine the degree of necessity of implementing the evaluation of Kindergarten Heads by the Educational Coordinator and it is sought to determine whether interpersonal relationships affect and are affected by the evaluation. Finally, an attempt is made to record the suggestions of the participants to improve the evaluation process. The research demonstrates the satisfaction of Kindergarten Teachers with the guidance they receive from the Educational Coordinator, but is considered inappropriate as their evaluator. On the contrary, participants consider it legitimate to evaluate them under certain conditions, while the existence of interpersonal relationships between the two parties involved is considered a factor that affects the objectivity of the evaluation. The proposals of the participants for the improvement of the institution focus mainly on the elimination of the one-person evaluation and on the establishment of objective criteria Σκοπό της παρούσας έρευνας αποτελεί η καταγραφή των απόψεων και αντιλήψεων των Στελεχών της Εκπαίδευσης αναφορικά με την αξιολόγηση των Προϊσταμένων Νηπιαγωγείων από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται αφορούν στη διερευνητική μελέτη του υπό διαπραγμάτευση θέματος μέσω ποιοτικής έρευνας, η οποία εκπονείται με την χρήση ημιδομημένης συνέντευξης σε έντεκα Προϊσταμένες Νηπιαγωγείων και δυο Συντονίστριες Εκπαιδευτικού Έργου προσχολικής ηλικίας, που υπηρετούν στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Ειδικότερα η ποιοτική μελέτη επιχειρεί να ανιχνεύσει τον συμβουλευτικό και καθοδηγητικό ρόλο που διαδραματίζει ο Συντονιστής Εκπαιδευτικού Έργου, την καταλληλότητα και επάρκεια του στην άσκηση του ρόλου του αξιολογητή. Επιπλέον γίνεται προσπάθεια διαπίστωσης του βαθμού αναγκαιότητας υλοποίησης της αξιολόγησης των Προϊσταμένων των Νηπιαγωγείων από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου και επιδιώκεται να εξακριβωθεί κατά πόσο οι διαπροσωπικές σχέσεις επηρεάζουν και επηρεάζονται από την αξιολόγηση. Τέλος επιχειρείται μια καταγραφή των προτάσεων των συμμετεχόντων για την βελτίωση της διαδικασίας της αξιολόγησης. Η έρευνα καταδεικνύει την ικανοποίηση των Προϊσταμένων των Νηπιαγωγείων από την καθοδήγηση που λαμβάνουν από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου, όμως θεωρείται ακατάλληλος ως αξιολογητής τους. Αντιθέτως, οι συμμετέχουσες θεωρούν θεμιτή την αξιολόγηση τους υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ενώ η ύπαρξη διαπροσωπικών σχέσεων ανάμεσα στις εμπλεκόμενες πλευρές, θεωρείται παράγοντας που επηρεάζει την αντικειμενικότητα της αξιολόγησης. Οι προτάσεις των συμμετεχόντων για βελτίωση του θεσμού εστιάζουν κυρίως στην εξάλειψη της μονοπρόσωπης αξιολόγησης και στην θέσπιση αντικειμενικών κριτηρίων. 1356 212 255 Αιμοδυναμική συμπεριφορά πέντε διαφορετικών ενδοφλεβίων αναισθητικών παραγόντων κατά την εισαγωγή στην αναισθησία Introduction: In this retrospective research study we studied the hemodynamic behavior of the five anaesthesia induction factors: propofol, etomidate, thiopental, midazolam, diazepam. Methodology: Through simple randomization five groups of thirty patients each, with similar weight, height and physical status according to American Society of Anesthesiologists were investigated. These patients were undergoing elective major vascular surgery. Before the induction of anesthesia, a pulmonary catheter Swan- Ganz was placed and all the other co-induction factors were kept the same ( fentanyl, vecuronium, lidocaine, prehydration). The factors we studied were heart rate, blood pressure (systolic, diastolic, mean), central venous pressure, right ventricular pressure (systolic, diastolic), pulmonary artery pressure (systolic and diastolic), pulmonary capillary wedge pressure, cardiac output and stroke volume. These factors were recorded in two phases: phase 1 before the induction in anesthesia and phase 2 after the orotracheal intubation. Conclusions: A statistically significant difference was observed between phase 1 and phase 2 for all the anesthetic drugs. We identified decrease in heart rate, blood pressure and cardiac output, while the central venous pressure, right ventricular pressure, pulmonary pressure and the pulmonary wedge capillary pressure rose. However, there was no statistically significant difference between the drugs themselves, which might mean that every intravenous anesthetic induction factor may be used safely in the appropriate dosage. Εισαγωγή: Στην παρούσα αναδρομική μελέτη καταγραφής μελετήθηκε η αιμοδυναμική συμπεριφορά των πέντε ενδοφλέβιων παραγόντων εισαγωγής στην αναισθησία: της προποφόλης, της ετομιδάτης, της θειοπεντάλης, της μιδαζολάμης και της διαζεπάμης. Μεθοδολογία: Με απλή τυχαιοποίηση προέκυψαν πέντε ομάδες των τριάντα ασθενών -έκαστη- με παρόμοια σωματομετρικά χαρακτηριστικά και κατάταξη φυσικής κατάστασης σύμφωνα με την Αμερικάνικη Αναισθησιολογική Εταιρεία ( ASA-PS ), οι οποίοι θα υποβάλλονταν σε μείζονες αγγειοχειρουργικές επεμβάσεις. Πριν την εισαγωγή στην αναισθησία για τις ανάγκες της επέμβασης είχε τοποθετηθεί στην πνευμονική αρτηρία καθετήρας Swan- Ganz. Όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες συνεισαγωγής διατηρήθηκαν σταθεροί (φεντανύλη, βεκουρόνιο, προενυδάτωση, λιδοκαΐνη). Ελήφθησαν για όλους τους παράγοντες στοιχεία από δύο φάσεις: πριν την εισαγωγή στην αναισθησία και μετά την εγκατάσταση του μηχανικού αερισμού. Οι παράγοντες που μελετήθηκαν ήταν η καρδιακή συχνότητα, η συστηματική αρτηριακή πίεση, η κεντρική φλεβική πίεση, η πίεση της δεξιάς κοιλίας, η πίεση της πνευμονικής αρτηρίας, η πίεση ενσφήνωσης, η καρδιακή παροχή και ο όγκος παλμού.Συμπεράσματα: Τα συμπεράσματα που προέκυψαν είναι τα εξής: παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά για όλους τους ενδοφλέβιους παράγοντες μεταξύ των δυο φάσεων ( πριν την εισαγωγή στην αναισθησία και μετά τη διασωλήνωση ) καθώς καταγράφηκε πτώση της καρδιακής συχνότητας, της αρτηριακής πίεσης και της καρδιακής παροχής ενώ αυξήθηκε η κεντρική φλεβική πίεση, η πίεση στη δεξιά κοιλία και η πίεση στην πνευμονική αρτηρία και η πίεση ενσφήνωσης. Όμως δεν προέκυψε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των διαφορετικών ομάδων των φαρμάκων, κάτι που υποδεικνύει πως όλοι οι ενδοφλέβιοι παράγοντες μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια στην κατάλληλη δοσολογία. 1357 324 323 Nowadays, in an obvious way, there are worldwide growing demands for more efficient and more effective services at the health sector. The new technological and communicational environment that has been shaped is likely to have a major impact on various sectors in healthcare provision and a new challenge is emerging for all countries. This challenge concerns the adoption of the information and telecommunications technologies in healthcare and the creative exploitation of the opportunities provided from these new technologies, in order to improve the quality of life, provide reliable health information regardless distance and provide clinically meaningful and cost-effective value added services to the healthcare community. The scope of integrating and operating the telemedicine network into a National Health System, is to provide specialized diagnostic and therapeutic information to peripheral healthcare units as well as to create specialized programs of preventive medicine and health promotion. The purpose of telemedicine is to provide valid and timely diagnostic and therapeutic assistance (avoiding unnecessary movement of patients to large hospitals units), reducing the sense of isolation of people living in remote areas, improving health and welfare services and more rational management of resources for the citizen benefit. Simultaneously, it can provide a wide range of diagnostic/therapeutic tools (hematology, radiology, neurology, surgery, etc.) important help in the physicians and healthcare professionals stay in geographically remote areas, enabling continuous distance learning. The development of the telemedicine network should be designed in such a way as to ensure reliability, trustworthiness, security and confidentiality of telemedicine services and applications. The scope of this paper is to understand and present the ways of applying telemedicine and in particular, the different telepsychiatric models to modern reality, as it has been shaped by the introduction and application of telecommunications and information technology in many aspects of everyday life of human race. Furthermore, the possibilities of further development and improvement of telemedicine and telepsychiatry services as a result of the rapid technological evolution, are briefly presented. Σήμερα, με πολύ εμφανή πλέον τρόπο παρατηρούνται παγκοσμίως αυξανόμενες απαιτήσεις για αποδοτικότερες και αποτελεσματικότερες υπηρεσίες στον τομέα της υγείας. Το νέο τεχνολογικό και επικοινωνιακό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί είναι πιθανό να ασκήσει σημαντική επίδραση σε διάφορους τομείς στην παροχή υγειονομική περίθαλψης και μια νέα πρόκληση εμφανίζεται, για όλα τα κράτη. Αυτή η πρόκληση αφορά την υιοθέτηση των τεχνολογιών πληροφορικής και τηλεπικοινωνίων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και τη δημιουργική εκμετάλλευση των ευκαιριών που παρέχονται από αυτές τις νέες τεχνολογίες, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα της ζωής, να παρασχεθούν αξιόπιστες πληροφορίες υγείας ανεξαρτήτως απόστασης και να προσφερθούν κλινικά σημαντικές και οικονομικώς αποδοτικές υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας, στην κοινότητα της υγειονομικής περίθαλψης. Σκοπός της ένταξης αλλά και της λειτουργίας του δικτύου τηλεϊατρικής σε ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι η παροχή εξειδικευμένων διαγνωστικών και θεραπευτικών πληροφοριών σε περιφερικές υγειονομικές μονάδες αλλά και η δημιουργία εξιδεικευμένων προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής και προαγωγής της υγείας. Απώτερος στόχος της τηλεϊατρικής είναι η παροχή έγκυρης και έγκαιρης διαγνωστικής και θεραπευτικής βοήθειας (αποφεύγοντας περιττές μετακινήσεις ασθενών προς τις μεγάλες νοσοκομειακές μονάδες), μείωση της αίσθησης απομόνωσης των ανθρώπων που κατοικούν σε απομακρυσμένες περιοχές, βελτίωση των υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας καθώς και στην πιο ορθολογική διαχείριση πόρων προς όφελος του πολίτη. Παράλληλα μπορεί να προσφέρει ένα ευρύ φάσμα διαγνωστικών/θεραπευτικών εργαλείων (αιματολογία, ακτινολογία, νευρολογία, χειρουργική κτλ.), σημαντική βοήθεια στην παραμονή ιατρών και υγειονομικού προσωπικού σε γεωγραφικά απομακρυσμένες περιοχές, δίνοντας τη δυνατότητα συνεχούς εκπαίδευσης από απόσταση. Η ανάπτυξή του δικτύου τηλεϊατρικής οφείλει να σχεδιάζεται με τρόπο που να εξασφαλίζει την αξιοπιστία, εμπιστευτικότητα, ασφάλεια, και το απόρρητο των τηλεϊατρικών υπηρεσιών και εφαρμογών. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατανόηση και η παρουσίασή του τρόπου εφαρμογής της τηλεϊατρικής και πιο συγκεκριμένα των διαφορετικών μοντέλων τηλεψυχιατρικής στη σύγχρονη πραγματικότητα, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί με την είσοδο και την εφαρμογή των τηλεπικοινωνίων και της πληροφορικής σε πολλούς τομείς της ανθρώπινης καθημερινότητας. Επιπλέον, συνοπτικά παρουσιάζονται οι δυνατότητες περεταίρω ανάπτυξης και βελτίωση των υπηρεσιών τηλεϊατρικής και τηλεψυχιατρικής, ως απόρροια της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης. 1358 211 264 Ψυχοκοινωνικοί και Συμπεριφορικοί Παράγοντες επίδρασης της τοπικής κοινωνίας σε θέματα περιβαλλοντικής επίδοσης των μεταλλευτικών επιχειρήσεων This thesis, answers the following scientific questions: 1) How does information on environmental issues differentiate between men and women? 2) how is the social capital differentiated between men and women? 3) whether information on environmental issues shapes people's perceptions of mining companies? 4) how does social capital shape people's perceptions of mining companies? 5) how does environmental management of mining companies awareness, of men and women differentiate? The answer to these questions was carried out by research and addressed to a random sample of citizens. This research is a quantitative survey, as its purpose is through questionnaires and closed-ended questions and after appropriate statistical processing, to produce results and conclusions capable of answering the questions of the thesis.The survey lasted from October 2016 to December 2016. Certain important research findings show that information on environmental issues is not statistically differentiated between men and women and that woman more than men believe that businesses can contribute to shaping and adopting environmental policy in their area and are informed about the decisions of their local councils on environmental issues. As a result, it is the local community that can help shape and adopt environmental policy in their region so as to develop and protect the environment without depriving future generations of its use Η παρούσα διπλωματική εργασία απαντά στα εξής επιστημονικά ερωτήματα: 1) Κατά πόσο η πληροφόρηση για τα περιβαλλοντικά ζητήματα διαφοροποιείται μεταξύ ανδρών και γυναικών; 2) κατά πόσο το κοινωνικό κεφαλαίο διαφοροποιείται μεταξύ ανδρών και γυναικών; 3) κατά πόσο η πληροφόρηση για περιβαλλοντικά θέματα διαμορφώνει τις αντιλήψεις των ανθρώπων για τις εξορυκτικές εταιρίες; 4) κατά πόσο το κοινωνικό κεφάλαιο διαμορφώνει τις αντιλήψεις των ανθρώπων για τις εξορυκτικές εταιρίες; 5) κατά πόσο διαφοροποιείται η ενημέρωση των ανδρών και των γυναικών για τις περιβαλλοντική διαχείριση των εξορυκτικών εταιριών; Η απάντηση αυτών των ερωτημάτων πραγματοποιήθηκε με έρευνα και απευθυνόταν σε τυχαίο δείγμα πολιτών. Η παρούσα έρευνα αποτελεί ποσοτική έρευνα, καθώς ο σκοπός της είναι μέσα από τα ερωτηματολόγια και τις κλειστού τύπου ερωτήσεις και έπειτα από την ανάλογη στατιστική επεξεργασία, να καταλήξει σε αποτελέσματα και συμπεράσματα ικανά να απαντήσουν τα ερωτήματα της εργασίας. Η έρευνα διήρκησε από τον Οκτώβριο του 2016 έως τον Δεκέμβριο 2016. Ορισμένα σημαντικά ευρήματα της έρευνας δείχνουν ότι η πληροφόρηση για τα περιβαλλοντικά ζητήματα δεν διαφοροποιείται στατιστικά μεταξύ ανδρών και γυναικών κα ότι οι γυναίκες περισσότερο από τους άνδρες θεωρούν ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλλουν στην διαμόρφωση και στην υιοθέτηση περιβαλλοντικής πολιτικής της περιοχής τους και είναι ενημερωμένες σχετικά με τις αποφάσεις των τοπικών δημοτικού συμβουλίου τους σε θέματα περιβαλλοντικά. Όπως προκύπτει η τοπική κοινωνία είναι αυτή που δύναται να συμβάλλει για την διαμόρφωση και υιοθέτηση περιβαλλοντικής πολιτικής στην περιοχή τους ώστε να την βοηθήσει αναπτυξιακά και να προστατεύσει το περιβάλλον δίχως να στερήσει μελλοντικές γενεές την χρήση του 1359 337 346 Υγιεινή και ασφάλεια στο χώρο του ινστιτούτου αισθητικής στο Νομό Θεσσαλονίκης In recent years, addressing and especially preventing workplace accidents of any kind have increasingly raised the interest of the scientific community. In modern times, the profession of the beautician is one of the most exposed to risks professions, especially, if one considers the huge diversity of risks, which lurk in this specific workplace.The present thesis aims to search, study and demonstrate the risks to which employees, who work at beauty salons, nail salons, aesthetic laboratories and other workplaces are being exposed every day. The professionals mentioned above were called to fill out a specially designed questionnaire, consisted of questions about their working conditions, the diseases, which are possibly related to their job, and the protection measures, which are being taken at their workplaces. Then, the questionnaires were collected and their analysis led to the necessary results. The results of the research made clear that the participants are beauticians-cosmetologists, beauticians' assistants, nail technicians, beauticians occupied with the teaching profession, potential beauticians doing their internship and professional makeup artists, all working at the prefecture of Thessaloniki. According to the above, in a daily basis, this specific brunch of work is called to face many working adversities, which are being categorized into environmental, mechanical, ergonomic, chemical and psychosocial risk factors. Additionally, a large number of the participants agreed that many musculoskeletal, dermal, respiratory or refractive problems were caused or intensified due to their working conditions. At the same time, a small, yet important, sample rate seems not to be sufficiently informed about the hygiene and safety conditions which need to be present at the workplace, while some other participants are incapable of following the necessary measures due to their job's nature. In conclusion, it seems that informing about and preventing accidents at beauticians' workplaces constitute a primary need, because many employees are not sufficiently trained and informed. A beautician's health issues usually become apparent over time and for that reason there must be constant and timely information available to the professionals, so that they maintain their health and work well-being. Τα τελευταία χρόνια, η αντιμετώπιση και ιδιαίτερα η πρόληψη των ατυχημάτων πάσης φύσης, στο χώρο εργασίας, συγκεντρώνει, ολοένα και περισσότερο, το ενδιαφέρον του επιστημονικού κόσμου. Το επάγγελμα του αισθητικού αποτελεί ένα από τα πλέον εκτεθειμένα σε κινδύνους επαγγέλματα της σύγχρονης εποχής, ιδιαίτερα, αν αναλογιστούμε την τεράστια ποικιλομορφία κινδύνων, που ελλοχεύουν, στο χώρο εργασίας του. Η παρούσα εργασία, έχει ως σκοπό να αναζητήσει, να μελετήσει και να καταδείξει τους κινδύνους, στους οποίους εκτίθενται καθημερινά οι εργαζόμενοι, οι οποίοι απασχολούνται σε κέντρα αισθητικής, κέντρα ονυχοπλαστικής, εργαστήρια αισθητικής και άλλους χώρους. Οι ανωτέρω επαγγελματίες, κλήθηκαν να συμπληρώσουν ειδικά διαμορφωμένο ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο, αποτελούμενο από ερωτήσεις, που αφορούσαν τις συνθήκες εργασίας, στις οποίες εργάζονται, τις παθήσεις, που ενδεχομένως να σχετίζονται με την εργασία τους, και τα μέτρα προστασίας, που λαμβάνονται στους επαγγελματικούς τους χώρους. Ακολούθησε η συλλογή των ερωτηματολογίων, από την ανάλυση των οποίων εκμαιεύθηκαν τα απαραίτητα συμπεράσματα. Από τα αποτελέσματα της έρευνας, κατέστη σαφές, πως οι συμμετέχοντες είναι αισθητικοί-κοσμητολόγοι, βοηθοί αισθητικών, τεχνίτες ονυχοπλαστικής, αισθητικοί, που εργάζονται ως εκπαιδευτικοί, εν δυνάμει αισθητικοί, οι οποίοι βρίσκονται στο στάδιο της πρακτικής τους άσκησης, καθώς κι επαγγελματίες ψιμυθιολόγοι, που εργάζονται με έδρα την Περιφερική Ενότητα Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τους παραπάνω, ο συγκεκριμένος κλάδος, καλείται καθημερινά να αντιμετωπίσει διάφορες επαγγελματικές αντιξοότητες, οι οποίες κατηγοριοποιούνται σε περιβαλλοντικούς, μηχανικούς, εργονομικούς, χημικούς, βιολογικούς και ψυχοκοινωνικούς κινδύνους. Επιπροσθέτως, πολλοί ήταν αυτοί, που συμφώνησαν, πως πολλά μυοσκελετικά, δερματικά, αναπνευστικά ή διαθλαστικά προβλήματα προκλήθηκαν ή εντάθηκαν, λόγω των συνθηκών εργασίας. Ταυτόχρονα, ένα μικρό, αλλά σημαντικό ποσοστό, φαίνεται να μην είναι επαρκώς καταρτισμένο, όσον αφορά τις συνθήκες υγιεινής κι ασφάλειας, που πρέπει να επικρατούν σε ένα χώρο εργασίας, αλλά και ορισμένοι δεν είναι σε θέση να τηρούν τα ανάλογα μέτρα, λόγω της φύσεως του επαγγέλματος. Συμπερασματικά, φαίνεται πως η ενημέρωση και η πρόληψη ατυχημάτων στο χώρο εργασίας ενός αισθητικού, αποτελεί πρωταρχική ανάγκη, καθώς πολλοί είναι οι εργαζόμενοι που δεν είναι επαρκώς καταρτισμένοι. Τα προβλήματα υγείας ενός αισθητικού, διαφαίνονται συνήθως με το πέρασμα του χρόνου, γι αυτό κι επιβάλλεται διαρκής κι έγκαιρη πληροφόρηση του επαγγελματία, ώστε να διατηρήσει ακέραιη την υγεία του. 1360 265 275 How social changes affected the representation of the female gender in children’s illustrated literature: the paradigm of witches Πώς οι κοινωνικές αλλαγές επηρέασαν την απεικόνιση του γυναικείου φύλου στην εικονογραφημένη παιδική λογοτεχνία: το παράδειγμα των μαγισσών The present study examines the change in the portrayal of witches as characters of children’s illustrated literature, as a result of social changes from the 1970s onwards. The final ambition was to explore the ways of reversal of the stereotypes that govern the classic witch figure, aiming to adumbrate the modern witch portrayals. The sample was composed by illustrated children’s books printed between 1987 and 2016. Qualitative research was used as the research method. The paper is consisted of four main sections. The first section is referred at the interaction association between social reality and literature’s ideological content, as well as the consequences of children’s literature socialization attribute. In the second section, the portrayal and purpose of “evil” in children’s literature is mentioned, subsequently the political agenda behind the social demonization of witches is analyzed tracing back at the Witch Hunt and at last the classical witch portrayal is deconstructed, along the social and literary movements of the last six decades and their impact on social reality and by extension in literary production. The third section is about the selection process of the research methods and the exploration parameters that is followed by the analysis of the subversive elements of witches’ portrayals in the chosen novels. The last section sums up the subverted stereotypical elements, namely the breach of the witch’s identification with evil and fear and her connection with everyday women, challenging the polarization between good and evil and the use of magic for good cause Στην παρούσα πτυχιακή εργασία μελετήθηκε η αλλαγή του τρόπου απεικόνισης των μαγισσών ως χαρακτήρων της εικονογραφημένης παιδικής λογοτεχνίας ως απόρροια των κοινωνικών αλλαγών από το 1970 και έπειτα. Ο τελικός στόχος ήταν να διερευνηθούν οι τρόποι ανατροπής των στερεοτύπων που διέπουν την φιγούρα της κλασσικής μάγισσας, με σκοπό την σκιαγράφηση των νεωτερικών απεικονίσεων των μαγισσών. Τα δείγματα που μελετήθηκαν αποτελούν εικονογραφημένα παιδικά αναγνώσματα με μια ή περισσότερες μάγισσες ως κεντρικούς χαρακτήρες, που εκδόθηκαν από το 1987 έως το 2016. Ως ερευνητική μέθοδος χρησιμοποιήθηκε η ποιοτική ανάλυση του περιεχομένου.Η εργασία αποτελείται από τέσσερις βασικές ενότητες. Στην πρώτη αναφέρονται η σχέση αλληλεπίδρασης της κοινωνικής πραγματικότητας με το ιδεολογικό περιεχόμενο της λογοτεχνίας και η σημασία της στα αποτελέσματα της κοινωνικοποιητικής ιδιότητας της παιδικής λογοτεχνίας. Στη δεύτερη ενότητα, γίνεται αναφορά στις μορφές των απεικονίσεων του «κακού» στην παιδική λογοτεχνία και τη λειτουργία τους, έπειτα αναλύεται η πολιτική σκοπιμότητα της δαιμονοποίησης της μάγισσας σε κοινωνικό επίπεδο, με ιστορική αναδρομή στο κυνήγι των μαγισσών και τέλος αναλύεται η κλασσική απεικόνιση του χαρακτήρα της μάγισσας, καθώς και τα κοινωνικά και λογοτεχνικά κινήματα και ρεύματα των τελευταίων έξι δεκαετιών και τις επιπτώσεις τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι και κατ’ επέκταση στη λογοτεχνική παραγωγή. Η τρίτη ενότητα αφορά τα κριτήρια επιλογής της ερευνητικής μεθόδου και τις παραμέτρους προς διερεύνηση ενώ στην τέταρτη ακολουθεί η ανάλυση των ανατρεπτικών στοιχείων των απεικονίσεων των μαγισσών στα αφηγήματα που επιλέχθηκαν. Η τελευταία ενότητα συνοψίζει τα στερεοτυπικά στοιχεία που ανατρέπονται μέσα από τα νεοτερικά αφηγήματα και το ιδεολογικό πλαίσιο σχετικά με την θηλυκότητα, το οποίο διαγράφεται μέσα από τους νέους τύπους μαγισσών 1361 295 358 Εμβόλια κατά του ιού των ανθρώπινων θηλωμάτων στη μάχη για την πρόληψη του καρκίνου Human Papillomavirus (HPV) infection is the cause of almost all cervical cancers and a proportion of other cancers of the anogenital and oropharyngeal system. The bivalent vaccine against HPV16 and 18 and the quadrivalent vaccine against HPV6, 11, 16 and 18 are used in vaccination programs around the world. In clinical trials, the three doses of vaccines provide 90¬100% protection against cervical cancer and pre-cancerous HPV16-related and 18-related infections in 15-26 year-old women not infected prior to vaccination. Partial cross-protection against other types of HPV has been reported, but its duration is unknown. Vaccines are also effective at preventing HPV16 and 18 infections in other anatomical positions in both sexes. In recent years, millions of doses of the HPV vaccine have been administered worldwide and the data on efficacy and safety are quite promising. In 2014, the new nonavalent vaccine, including 9 HPV types, the HPV6, 11, 16, 18, 31, 33, 45, 52 and 58, was approved by the US Food and Drug Administration (FDA). Vaccination against HPV first appeared in countries with high incomes due to the cost of vaccines, administrative challenges and competitive health priorities. Since 2011, vaccine prices have fallen, allowing the introduction of the vaccine in some middle-income countries. By 2014, more than 57 countries had included the HPV vaccination in their national health programs. Expansion of programs has begun in countries with the highest HPV burden, but further efforts are needed to harness the potential of HPV vaccines. This diploma thesis discusses the justification of HPV vaccination, the natural history of HPV and cervical cancer, the mechanism of action of HPV vaccines, efficacy and safety data from randomized controlled trials, as well as from national programs immunizations in different countries, as well as the various therapeutic approaches currently in place. Η λοίμωξη από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV) είναι η αιτία σχεδόν όλων των καρκίνων του τραχήλου της μήτρας και ενός ποσοστού άλλων καρκίνων του πρωκτο-γεννητικού και του στοματο-φαρυγγικού συστήματος. Το διδύναμο εμβόλιο έναντι των τύπων HPV16 και 18 και το τετραδύναμο εμβόλιο έναντι των τύπων HPV6, 11, 16 και 18, χρησιμοποιούνται σε προγράμματα εμβολιασμού σε όλο τον κόσμο. Σε κλινικές δοκιμές, οι τρεις δόσεις εμβολίων παρέχουν 90-100% προστασία έναντι του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και των προ- καρκινικών αλλοιώσεων σχετιζόμενων με τους HPV16 και 18 σε γυναίκες ηλικίας 15-26 ετών που δεν έχουν μολυνθεί πριν τον εμβολιασμό. Έχει αναφερθεί μερική διασταυρούμενη προστασία έναντι άλλων τύπων HPV, αλλά η διάρκειά της είναι άγνωστη. Τα εμβόλια είναι επίσης πολύ καλά στην πρόληψη των λοιμώξεων από HPV16 και 18 σε άλλες ανατομικές θέσεις και στα δύο φύλα. Τα τελευταία χρόνια εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου HPV έχουν χορηγηθεί σε όλο τον κόσμο και τα δεδομένα σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια είναι αρκετά ελπιδοφόρα. Το 2014, χορηγήθηκε από την Αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) το εννιαδύναμο εμβόλιο που περιέχει τα αντιγόνα έναντι των HPV6, 11, 16, 18, 31, 33, 45, 52 και 58. Ο εμβολιασμός κατά του ιού HPV πρωτοεμφανίστηκε σε χώρες με υψηλό εισόδημα εξαιτίας του κόστους των εμβολίων, των διοικητικών προκλήσεων και των ανταγωνιστικών προτεραιοτήτων στον τομέα της υγείας. Από το 2011, οι τιμές των εμβολίων μειώθηκαν, επιτρέποντας την εισαγωγή του εμβολίου σε μερικές χώρες μεσαίου εισοδήματος. Έως το 2014, περισσότερες από 57 χώρες είχαν συμπεριλάβει το εμβόλιο HPV στα εθνικά τους προγράμματα υγείας. Έχει ξεκινήσει η επέκταση των προγραμμάτων σε χώρες με το μεγαλύτερο φορτίο παρουσίας του HPV, αλλά απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για την αξιοποίηση του δυναμικού των εμβολίων HPV. Στην παρούσα διπλωματική εργασία εξετάζεται η αιτιολόγηση του εμβολιασμού κατά του HPV, η φυσική ιστορία του ιού του HPV και του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, ο μηχανισμός δράσης των εμβολίων, τα δεδομένα αποτελεσματικότητας και ασφάλειας από τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές, καθώς και από τα εθνικά προγράμματα ανοσοποίησης διαφόρων χωρών, καθώς και οι διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις που υπάρχουν επί του παρόντος. 1362 303 311 Investigation of human NAT1 gene expression in breast cancer patients Arylamine N-acetyltransferases (NATs) are phase II xenobiotic metabolizing enzymes which mediate the biotransformation of cyclic and heterocyclic arylamines and hydrazines. In human, there are two isoenzymes, NAT1 and NAT2. The functional genes encoding for those two isoenzymes have been mapped to the chromosomal region 8p21.3-23.1, where a non-functional pseudogene (NATP) is also located. NAT1 has two distinct promoters which control the production of differentially spliced variants. These variants are grouped into two main categories, the major (EST ID: BF247489) and the minor (EST ID: BM926650) transcripts. Many arylamines, which are NAT1 selective, are known to be carcinogens. The NAT1 gene has been reported to be upregulated in estrogen receptor and progesterone receptor positive breast cancer samples, based on microarrays analyses. The aims of this thesis were, firstly, to investigate the expression of NAT1 gene in a small number of samples from matched normal-tumor breast tissue of the same patient and, secondly, to study NAT1 gene expression in extended panels of clinically characterized breast cancer samples. Both parts of this work were carried out using real-time reverse transcriptase quantitative PCR. In the first part of the experiments, higher expression of NAT1 gene was observed in the tumor samples, relative to their matched normal samples. Using the ΔΔΦ method, the expression of the NAT1 gene in the tumor samples was estimated to be increased by approximately four-fold. In the second part of the experiments, higher expression of NAT1 was observed in tissue panels that were positive for the estrogen ER(+) and progesterone PR(+) receptors. The difference in ΔΦ of ER(+) and PR(+), relative to ER(-) and PR(-), tumors was statistically significant (p<0.001) using the IBM SPSS software for statistical analysis. No other factor seemed to associate with NAT1 gene expression to a statistically significant level. Οι Ν-ακετυλοτρανσφεράσες των αρυλαμινών (ΝΑΤ) συμμετέχουν στη φάση ΙΙ του ξενοβιοτικού μεταβολισμού και συγκεκριμένα στη βιομετατροπή των κυκλικών και ετεροκυκλικών αμινών και υδραζινών. Στον άνθρωπο υπάρχουν δύο ισομορφές, τα ένζυμα ΝΑΤ1 και ΝΑΤ2. Τα λειτουργικά γονίδια που κωδικοποιούν για τα δύο ισοένζυμα έχουν χαρτογραφηθεί στην περιοχή 8p21.3-23.1, ενώ μεταξύ τους υπάρχει το μη λειτουργικό ψευδογονίδιο NATP. Το ΝΑΤ1 διαθέτει δύο υποκινητές, με αποτέλεσμα μέσω διαφορικού ματίσματος να δημιουργούνται ποικίλα μετάγραφα. Τα μετάγραφα αυτά ανήκουν σε δύο κύριες κατηγορίες, τα μείζονα (EST ID: BF247489) και τα ελάσσονα (EST ID: BM926650). Πολλές αρυλαμίνες που αποτελούν υπόστρωμα για το ισοένζυμο ΝΑΤ1 είναι καρκινογόνες. Το γονίδιο ΝΑΤ1 έχει ταυτοποιηθεί σε μεταγραφωματικές μελέτες μικροσυστοιχιών ως παράγοντας με σημαντική υπερέκφραση στον καρκίνο του μαστού, και ειδικότερα στους θετικά χαρακτηριζόμενους όγκους για τους υποδοχείς οιστρογόνων και προγεστερόνης. Ο σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής ήταν να εξεταστεί η έκφραση του γονιδίου ΝΑΤ1, αφενός σε μικρό αριθμό δειγμάτων φυσιολογικού και καρκινικού ιστού του μαστού από το ίδιο άτομο, αφετέρου σε εκτενείς συλλογές κλινικά χαρακτηρισμένων ιστολογικών δειγμάτων καρκίνου του μαστού. Και στα δύο σκέλη της μελέτης χρησιμοποιήθηκε ποσοτική PCR πραγματικού χρόνου, αφού είχε προηγηθεί αντίστροφη μεταγραφή. Στο πρώτο σκέλος της μελέτης, παρατηρήθηκε αυξημένη έκφραση του γονιδίου ΝΑΤ1 στα καρκινικά δείγματα, συγκριτικά με τα φυσιολογικά ζεύγη τους. Υπολογίζοντας την τιμή της σχετικής ποσοτικοποίησης με τη μέθοδο ΔΔΦ, τα καρκινικά δείγματα εμφάνισαν περίπου τέσσερις φορές υψηλότερη έκφραση. Στο δεύτερο σκέλος, μελετήθηκε το πρότυπο έκφρασης σε συλλογές ιστολογικών καρκινικών δειγμάτων μαστού και παρατηρήθηκε μεγαλύτερη έκφραση του ΝΑΤ1 σε όγκους θετικούς για τους υποδοχείς οιστρογόνων ER(+) και προγεστερόνης PR(+). Τα αποτελέσματα μελετήθηκαν περαιτέρω με στατιστική ανάλυση, χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα IBM SPSS. Στατιστικά σημαντική (p<0.001) εμφανίστηκε η διαφορά των ΔΟ: ανάμεσα στα δείγματα ER(+) και PR(+) έναντι των δειγμάτων που χαρακτηρίζονται αρνητικά για την ύπαρξη των δύο υποδοχέων, ενώ κανένας άλλος παράγοντας δε φάνηκε να συσχετίζεται με το πρότυπο έκφρασης του ΝΑΤ1 σε στατιστικά σημαντικό επίπεδο. 1363 352 335 Ανάλυση της φυσικής αναγέννησης στις αναδασώσεις Pinus nigra στην περιοχή της Δεσκάτης Γρεβενών The aim of the thesis is to analyze the natural regeneration of P. nigra reforestations in the area of Deskati Grevena. In total, 30 square-shaped plots of 100 m2 were established in the reforestations of the study area. In the trees of each plot, the breast height diameter was measured, and each tree was classified in one of the following crown classes: dominant, codominant, intermediate, suppressed. In each plot of 100 m2, 4 square subplots of 1 m2 were randomly established. A total of 120 subplots of 1 m2 were established. In each subplot, the number of plants of the regeneration of the different forest species was counted and their height was measured. For each subplot of 1 m x 1 m, the ground cover was estimated by the vertical crown projection. The ground cover was also estimated, with the previous method, for areas of 5 m x 5 m and 10 m x 10 m having the subplot of 1 m x 1 m as a center. For each subplot of 1m2, in which there was even one A. borisii-regis regeneration plant, the distance of the nearest individual of the species that could function as a seed tree was measured. The same was done for the Q. frainetto. If the distance was more than 50 m, the 50 m were considered as the distance of the nearest tree. The main conclusions-results of this work are: a) the total number of plants of regeneration established under the reforestation of P. nigra is large; b) A.borisii-regis is the species having the most regeneration plants c) Q. frainetto has relatively satisfactory regeneration density in the reforestations of P. nigra, (d) the existence of only one year old P. nigra regeneration plants shows that the conditions are not favourable for the survival of regeneration plants of more than one year old; e) the existence of C. sativa and J. regia regeneration plants shows that, in the future, broadleaves will be present in the composition of the stands, increasing their diversity, f) in the reforestation of the Deskati the dominant trees are an important structural element Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η ανάλυση της φυσικής αναγέννησης των αναδασώσεων P. nigra στην περιοχή της Δεσκάτης Γρεβενών. Συνολικά εγκαταστάθηκαν 30 επιφάνειες σχήματος τετραγώνου των 100 m2 στις αναδασώσεις της περιοχής έρευνας. Στα δέντρα της κάθε επιφάνειας μετρήθηκε η στηθιαία διάμετρος και έγινε κατάταξη σε τέσσερεις κοινωνικές θέσεις: Κυρίαρχα, Συγκυρίαρχα, Ενδιάμεσα και Καταπιεσμένα. Σε κάθε επιφάνεια των 100 m2 εγκαταστάθηκαν τυχαία 4 τετράγωνες επιφάνειες του 1 m2. Συνολικά εγκαταστάθηκαν 120 επιφάνειες του 1 m2. Σε κάθε επιφάνεια μετρήθηκε ο αριθμός των ατόμων της αναγέννησης των διαφόρων δασοπονικών ειδών και μετρήθηκε το ύψος τους. Για κάθε μικρή επιφάνεια 1 m x 1 m εκτιμήθηκε η εδαφοκάλυψη από την κομοστέγη, επίσης εκτιμήθηκε η εδαφοκάλυψη από την κομοστέγη σε επιφάνειες 5 m x 5 m και 10 m x 10 m με κέντρο την επιφάνεια του 1 m2. Για κάθε επιφάνεια του 1 m2 στην οποία υπήρχε έστω και ένα φυτό αναγέννησης A. borisii-regis μετρήθηκε η απόσταση του κοντινότερου ατόμου του είδους που θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν σπορέας. Το ίδιο έγινε και για το Q. frainetto. Αν η απόσταση ήταν μεγαλύτερη των 50 m ως απόσταση θεωρούνταν αυτή των 50 m. Τα κυριότερα συμπεράσματα – κυριότερα αποτελέσματα της εργασίας αυτής είναι: α) ο συνολικός αριθμός των ατόμων της αναγέννησης που έχει εγκατασταθεί κάτω από τις αναδασώσεις του P. nigra είναι μεγάλος β) το είδος που έχει τα περισσότερα φυτά της αναγέννησης είναι το A. borisii-regis. γ) το Q. frainetto επίσης έχει σχετικά ικανοποιητική αναγέννηση κάτω από τις αναδασώσεις του P. nigra, δ) Η ύπαρξη μόνο μονοετών φυταρίων αναγέννησης του P. nigra δείχνει ότι οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές για την επιβίωση φυτών αναγέννησης του είδους με ηλικία μεγαλύτερη του ενός έτους, ε) Η ύπαρξη φυτών αναγέννησης των C. sativa, και J. regia δείχνει ότι στο μέλλον τα πλατύφυλλα θα υπάρχουν στην σύνθεση των συστάδων που θα προκύψουν αυξάνοντας την ποικιλότητά τους, στ) στις αναδασώσεις της Δεσκάτης τα κυρίαρχα δέντρα είναι σημαντικό δομικό στοιχείο 1364 175 199 The present dissertation answers a series of scientific questions which aims to explore the sources and the level of information of agricultural producers on issues related to the overall eco-labeling of agricultural products and the legislation governing it, the importance of incentives and barriers to eco-labeling for manufacturers, the impact of eco-labeling in international trade of organic agricultural products and if any difference in the views of producers according to sex, age and educational level. The exploration of these questions took a survey through questionnaires to agricultural producers in the Regional Units of Xanthi and Drama from November of the year 2015 to January of the year 2016. The major findings of this research is the fact that the main source of information of producers for the sustainable cultivation methods are agronomists also that producers believe that eco-labeling affects the marketing of products serving as an advertising medium for those who have it, while both say they have not encountered problems during the sale or export of their products due to lack of Eco-label them. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία απαντά σε μια σειρά επιστημονικών ερωτημάτων που σκοπό έχουν να διερευνήσουν τις πήγες και το βαθμό πληροφόρησης των παραγωγών αγροτικών προϊόντων για θέματα σχετικά με την εν γένει οικολογική σήμανση των αγροτικών προϊόντων και τη νομοθεσία από την οποία διέπεται η τελευταία, τη σημασία που έχουν τα κίνητρα αλλά και τα εμπόδια της οικολογικής σήμανσης για τους παραγωγούς, την επιρροή της οικολογικής σήμανσης στο διεθνές εμπόριο των βιολογικών αγροτικών προϊόντων και αν υπάρχει διαφοροποίηση στις απόψεις των παραγωγών ανάλογα με το φύλο, την ηλικία και το μορφωτικό τους επίπεδο. Η διερεύνηση των ως άνω ερωτημάτων πραγματοποιήθηκε με έρευνα μέσω ερωτηματολογίων σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων στις Περιφερειακές Ενότητες της Ξάνθης και της Δράμας από τον Νοέμβριο τους έτους 2015 έως και τον Ιανουάριο του έτους 2016. Τα σημαντικότερα ευρήματα της παρούσας έρευνας είναι το γεγονός ότι η κυριότερη πηγή ενημέρωσης των παραγωγών για τις αειφόρες μεθόδους καλλιέργειας είναι οι γεωπόνοι, επίσης ότι οι παραγωγοί πιστεύουν πως η οικολογική σήμανση επηρεάζει την εμπορία των προϊόντων λειτουργώντας ως διαφημιστικό μέσο για αυτά που τη φέρουν, ενώ ταυτόχρονα δηλώνουν ότι δεν έχουν αντιμετωπίσει προβλήματα κατά την πώληση ή εξαγωγή των προϊόντων τους λόγω έλλειψης του οικολογικού σήματος από αυτά. 1365 323 320 Εκτίμηση των τιμών της προκαλσιτονίνης ως προγνωστικού παράγοντα φλεγμονής στον ορό ασθενών νοσηλευόμενων στην Mονάδα Eντατικής Θεραπείας Septicemia is the most lethal infection at Intensive Care Units causing deaths to 46% of patients . However the occurrence of sepsis is the result of several steps such as the appearance of SIRS which we are now able to detect with reasonable certainty although the pathophysiology of this ''disease'' is not fully understood yet . By using various diagnostic methods - factors we can predict the disease and prevent the outcome of the patient. The subject of this Diploma thesis is to study the procalcitonin serum levels of patients with suspected sepsis, which is a precursor of calcitonin and it is already confirmed that it is related with systematic bacterial infections, as a marker of inflammation in 64 affected individuals of both sexes. Subsequently, the serum levels of C-reactive protein were determined (CRP), an acute - phase protein that is increased dramatically at infection periods. Exploring the role of procalcitonin (PCT), which is determined and measured with the use of immunochromatography, as a prognostic factor in disease progression and comparison with the C-reactive protein (CRP), which is defined biochemically, are the main topics (basic axis) of the study. The experimental measurements that were conducted are highlighting the fact that procalcitonin is the most reliable indicator of inflammation as well as the most efficient prediction factor of the progression of the disease and a perfect marker for monitoring the therapy in comparison with the values of C-reactive protein in infected individuals with inflammation. In conclusion, the result of this experimental procedure was that procalcitonin is a very stable and relatively unaffected indicator for infections with much more improved characteristics than CRP, which is definitely proved by the fact that it can even provide informations fot the need to change therapeutic strategy . Moreover the values were clearly reduced after the patient's response to this thin specific new strategy , unlike the values of CRP which continued to remain at very high levels . Η σηψαιμία είναι η πιο θανατηφόρος λοίμωξη στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας προκαλώντας θανάτους που αγγίζουν το 46% των ασθενών που πάσχουν . Ωστόσο για την εκδήλωσή της απαιτούνται πρόδρομα βήματα όπως η εμφάνιση του SIRS τα οποία είμαστε πλέον σε θέση να ανιχνεύουμε με σχετική βεβαιότητα παρόλο που η παθοφυσιολογία της συγκεκριμένης ''νόσου'' δεν μας είναι ακόμη ξεκάθαρη . Με τη χρήση διαφόρων διαγνωστικών μεθόδων -παραγόντων μπορούμε να προβλέψουμε την εμφάνιση της νόσου προλαμβάνοντας την κατάληξη του ασθενούς . Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας υπήρξε η μελέτη των τιμών της προκαλσιτονίνης του ορού ασθενών με υποψία σήψης , η οποία αποτελεί πρόδρομη πρωτεΐνη της καλσιτονίνης και σχετίζεται με συστηματικές βακτηριακές λοιμώξεις, ως δείκτη φλεγμονής σε 64 πάσχοντα άτομα και των δυο φύλων . Εν συνεχεία, προσδιορίσθηκαν οι τιμές της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης του ορού (CRP) , πρωτεΐνη οξείας φάσης που αυξάνεται δραματικά σε περιόδους λοίμωξης. Η διερεύνηση του ρόλου της προκαλσιτονίνης (PCT), η οποία προσδιορίζεται ανοσοχρωματογραφικά, ως προγνωστικού παράγοντα στην εξέλιξη της νόσου και η σύγκριση της με τη C-αντιδρώσα πρωτεΐνη (CRP), που προσδιορίζεται βιοχημικά , αποτέλεσαν τον κατευθυντήριο άξονα της μελέτης. Οι πειραματικές μετρήσεις που διεξήχθησαν, ανέδειξαν την προκαλσιτονίνη ως τον πιο αξιόπιστο δείκτη φλεγμονής καθώς και τον πιο αποτελεσματικό προγνωστικό παράγοντα στη εξέλιξη της νόσου και στη παρακολούθηση της θεραπείας σε σύγκριση με τις τιμές της C-αντιδρώσας πρωτεΐνη στα άτομα που παρουσίαζαν φλεγμονή . Εν τούτοις, το κεντρικό συμπέρασμα, απόρροια της πειραματικής διαδικασίας αποτέλεσε το γεγονός ότι η προκαλσιτονίνη είναι ένας πολύ σταθερός και σχετικά ανεπηρέαστος δείκτης λοιμώξεων με αρκετά πιο βελτιωμένα χαρακτηριστικά από την CRP , κάτι που αποδείχθηκε και από το γεγονός ότι προέβλεπε ακόμη και την ανάγκη αλλαγής θεραπείας και οι τιμές φάνηκε ξεκάθαρα να μειώνονται έπειτα από την ανταπόκριση του ασθενούς σε αυτή , σε αντίθεση με τις τιμές της CRP οι οποίες συνέχιζαν να παραμένουν ιδιαίτερα υψηλές. 1366 284 323 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης S100A11 στον καρκίνο του παγκρέατος Purpose: The adenocarcinoma of the pancreas is a disease whose prognosis, despite the progress of medical science, remains remarkably poor. The aim of our study was to detect new indicators that could aim the early diagnosis as well as give information that would guide to the choice of the proper individual therapy. Thus, we evaluated the immunohistochemical expression of the protein S100A11 in pancreatic adenocarcinoma and its relevance with several clinical and histo-pathological parameters.Materials and methods: In this specific study we used pancreatic tissue specimens from 47 patients with pancreatic adenocarcinoma of whom 26 women and 21 men with a medium age of 61,7 +/_ 9.1 years, who were operated with pancreatectomy between 2008-2013. In these specimens the expression of S100A11 was evaluated by immunohistochemistry using streptavidin - biotin method. The parameters that were examined and related to the expression of S100A11 were age, sex, the differentiation degree of the cancer cells, the cancer stage, chemotherapy and survival. Results: We observed positive expression of S100A11 in 45 of the total 47 patients (95.7%). The relevance of S100A11 expression with age (p=0.9157) and survival (p=0.1603) was of no statistical importance. On the contrary, we found statistically important relation with grade (p<0.0001) and cancer stage (p=0.0070). Tumors with high expression of S100A11 were related with worse prognosis. No receival of chemotherapy was related to worse prognosis, according to the log-rank test (p=0.0082). Conclusion: The results of our study are an indication that S100A11 protein can be useful in the prognosis of pancreatic cancer outcome. However, the role of S100A11 protein as an important potential target for the development of therapeutic strategies in order to inhibit tumor growth for this aggressive and deadly disease awaits further elucidation. Σκοπός: Ο καρκίνος της εξωκρινούς μοίρας του παγκρέατος είναι μία νόσος της οποίας η πρόγνωση, παρά την πρόοδο της ιατρικής επιστήμης, παραμένει εξαιρετικά δυσοίωνη. Σκοπός της μελέτης μας ήταν η αξιολόγηση της ανοσοϊστοχημικής έκφρασης της πρωτεΐνης S100A11 στο αδενοκαρκίνωμα του παγκρέατος και ο συσχετισμός της με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους, προκειμένου να ανιχνεύσουμε καινούργιους δείκτες που θα μπορέσουν να βοηθήσουν στην πρωϊμότερη διάγνωση, αλλά και να μας δώσουν πληροφορίες που θα μας κατευθύνουν στην επιλογή της κατάλληλης, κατά περίπτωση, θεραπείας. Υλικό και Μέθοδος: Στη συγκεκριμένη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν τομές παγκρεατικού ιστού από 47 ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα του παγκρέατος, εκ των οποίων 26 γυναίκες και 21 άνδρες με μέση ηλικία 61,7 ±9,1 έτη, που υποβλήθηκαν σε παγκρεατεκτομή, κατά το χρονικό διάστημα 2008-2013. Στις τομές αυτές ανιχνεύτηκε η έκφραση της πρωτεΐνης S100A11 με τη βοήθεια της ανοσοϊστοχημικής μεθόδου στρεπταβιδίνης - βιοτίνης. Οι παρά-μετροι που εξετάστηκαν και συσχετίστηκαν με την έκφραση της S100A11, ήταν η ηλικία των ασθενών, το φύλο, ο βαθμός διαφοροποίησης των καρκινικών κυττάρων, το στάδιο της νόσου, η λήψη χημειοθεραπευτικού σχήματος και η επιβίωση των ασθενών. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε θετική έκφραση της S100A11 στους 45 από 47 (95.7%) ασθενείς. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση της έκφραση της S100A11 με την ηλικία (p=0.9157) και την επιβίωση των ασθενών (p=0.1603). Αντίθετα, βρέθηκε στατιστικώς σημαντική συσχέτιση με τους υπόλοιπους κλινικοϊστοπαθολογικούς παράγοντες που εξετάστηκαν, δηλαδή με τον βαθμό διαφοροποίησης (p<0.0001) και το στάδιο της νόσου (p=0.0070). Τα καρκινώματα με έντονη έκφραση της S100A11 σχετίζονται με χειρότερη πρόγνωση. Επίσης, η μη υποβολή σε χημειοθεραπεία σχετίζεται με χειρότερη πρόγνωση, σύμφωνα με τον έλεγχο log-rank p=0.0082).Συμπεράσματα: Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας η έκφραση της S100A11 πρωτεΐνης θα μπορούσε να αποτελέσει αξιόπιστο προγνωστικό δείκτη για την εξέλιξη της νόσου του αδενοκαρκινώματος του παγκρέατος στους εξεταζόμενους ασθενείς. Παρόλα αυτά, ο ρόλος της συγκεκριμένης πρωτεΐνης στην εφαρμογή θεραπευτικών πρωτοκόλλων και η ενδεχόμενη χρησιμοποίησή της ως θεραπευτικός στόχος χρειάζεται περισσότερες μελέτες και σίγουρα μεγαλύτερο δείγμα ασθενών. 1367 294 285 Musical Instruments, Musical Traditions and their Geographical Distribution in Greece Μουσικά Όργανα, Μουσικές Παραδόσεις και η Γεωγραφική τους κατανομή στον Ελλαδικό Χώρο The topic of this dissertation relates to the study of traditional musical instruments and musical traditions in Greece. The content of the dissertation focuses on three main areas. In the contribution of music in our lives and in its place in the world, in the reporting of the most important traditional instruments from Ancient Greece until today and in the recording of the most important music and dance traditions and musical instruments that accompany them in relation to their geographical distribution in Greece. The dissertation discusses the relationship between music and culture in general, the place it has in the world and in our lives, and comments on the relationship between music and tradition, music, society and history, music and art. In addition, in order to understand the use of traditional musical instruments in Greece as well as their origin - most of which is ancient Greek - reference is made to the most important musical instruments of the ancient Greeks, followed by commentary and reference to the corresponding musical instruments that concern the musical tradition of modern Greece. Musical instruments are presented in their three main categories which have been used from ancient times until today with various variations. These are the string instruments, the wind instruments and the percussion instruments. Finally, the most important traditional instruments per region of Greece are recorded and reported, covering both the island and the continental territory. This recording is also depicted on a map created with the software google earth. The most important and well-known music and dance traditions of each region are presented and commented on in each region in an effort to highlight the beauty and richness of the musical tradition of our homeland. Το αντικείμενο της παρούσας πτυχιακής εργασίας αφορά τη μελέτη των παραδοσιακών μουσικών οργάνων και των μουσικών παραδόσεων στην Ελλάδα. Η εργασία εστιάζει το ενδιαφέρον της σε τρεις κυρίως άξονες. Στην συμβολή της μουσικής στη ζωή μας και στη θέση της στον κόσμο, στην αναφορά των σημαντικότερων παραδοσιακών οργάνων από την Αρχαία Ελλάδα μέχρι και σήμερα και στην καταγραφή των σημαντικότερων μουσικοχορευτικών παραδόσεων και των μουσικών οργάνων που τις συνοδεύουν ανά γεωγραφική κατανομή στην Ελλάδα. Στην εργασία γίνεται αναφορά στη σχέση της μουσικής με τον πολιτισμό γενικότερα, στη θέση που αυτή έχει στον κόσμο και στη ζωή μας, ενώ σχολιάζεται η σχέση μεταξύ μουσικής και παράδοσης, μουσικής, κοινωνίας και ιστορίας, και μουσικής και τέχνης. Επιπλέον, και για να γίνει κατανοητή η χρήση των παραδοσιακών μουσικών οργάνων στην Ελλάδα καθώς και η προέλευσή τους – η οποία στην πλειοψηφία της είναι αρχαιοελληνική – γίνεται αναφορά αρχικά στα σημαντικότερα μουσικά όργανα των αρχαίων Ελλήνων, ενώ ακολουθεί σχολιασμός και αναφορά των αντίστοιχων μουσικών οργάνων που αφορούν την μουσική παράδοση της σύγχρονης Ελλάδας. Τα μουσικά όργανα παρουσιάζονται στις τρεις κύριες κατηγορίες τους οι οποίες χρησιμοποιούνταν από παλιά μέχρι σήμερα με διάφορες παραλλαγές. Αυτές είναι τα έγχορδα ή χορδόφωνα, τα πνευστά ή αερόφωνα και τα κρουστά ή μεμβρανόφωνα. Τέλος, γίνεται καταγραφή και αναφορά των πιο σημαντικών παραδοσιακών οργάνων ανά περιφέρεια της Ελλάδας, καλύπτοντας τόσο τη νησιωτική όσο και την στερεά επικράτεια. H καταγραφή αυτή αποτυπώνεται επίσης και σε χάρτη που δημιουργήθηκε με τη χρήση του λογισμικού googleearth. Σε κάθε περιφέρεια παρουσιάζονται και σχολιάζονται οι πλέον σημαντικές και γνωστές μουσικοχορευτικές παραδόσεις της κάθε περιοχής σε μια προσπάθεια να αναδειχθεί η ομορφιά και ο πλούτος της μουσικής παράδοσης της πατρίδας μας. 1368 192 191 Many studies have been done around the waste production (WP) and municipal solid waste (MSW). Most of them deal with unit quantities of solid waste generated by households and municipalities. Only few of them deal with the waste production of institutions (education institutions, health institutions, etc). Zero information seems to exist about the rates of waste production as well as the unit quantities of solid waste generated by educational institutions of primary education. The purpose of this paper is to fill the gap that exists in this field and to measure the production of solid waste generated in selected primary schools in the prefecture of Xanthi with primary field measurements. Specifically, daily amount of solid waste generated in a random sample of schools of the county has been calculated. We studied the factors that affect the rates of waste production such as geographical location, the existence of recycling programs, population density, operating time, etc. The final results of the analysis show that the geographical location and the existence of recycling programs affect both the rates of waste production and the quantity of solid waste produced by the primary schools of the prefecture. Πολλές μελέτες έχουν γίνει γύρω από την παραγωγή απορριμμάτων (ΠΑ) και τα αστικά στερεά απόβλητα (ΑΣΑ). Οι περισσότερες ασχολούνται με τις μοναδιαίες ποσότητες στερεών αποβλήτων (ΜΠΑ) που παράγονται από τα νοικοκυριά και τους δήμους. Δεν ισχύει το ίδιο όμως και για τον τομέα των ιδρυμάτων ( εκπαιδευτικών, υγειονομικών, κ.ά. ) γύρω από τον οποίο οι μελέτες είναι λιγότερες. Μηδενική πληροφορία φαίνεται να υπάρχει σχετικά με τους ρυθμούς παραγωγής απορριμμάτων (ΡΠΑ) και τις μοναδιαίες παραγωγές απορριμμάτων (ΜΠΑ) από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να καλύψει το κενό που υπάρχει στο συγκεκριμένο τομέα εκτιμώντας την παραγωγή και σύσταση των στερεών αποβλήτων σε επιλεγμένα δημοτικά σχολεία του νομού Ξάνθης με πρωτογενείς μετρήσεις πεδίου. Συγκεκριμένα έγινε υπολογισμός της ημερήσιας ποσότητας στερεών αποβλήτων που παράγονται σε ένα τυχαίο δείγμα σχολείων του νομού και μελετήθηκαν οι παράγοντες που επηρεάζουν το ΡΠΑ και τη ΜΠΑ όπως η γεωγραφική περιοχή, η ύπαρξη προγραμμάτων ανακύκλωσης, η πληθυσμιακή πυκνότητα, ο χρόνος λειτουργίας κ.ά. Τα τελικά αποτελέσματα της ανάλυσης δείχνουν ότι η γεωγραφική περιοχή αναφοράς καθώς και η ύπαρξη προγραμμάτων ανακύκλωσης επηρεάζουν τόσο το ΡΠΑ όσο και τη ΜΠΑ στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού. 1369 237 246 Η φιλοσοφική θεώρηση του Πλάτωνα περί Εκπαίδευσης και η αντίστοιχη του Μεγάλου Βασιλείου Through this dissertation I am trying to feature the pedagogic views of one of the greatest thinkers of the classical ancient times, Plato (late 5th-4th century BC),as well as one of the first Fathers of Christianity, Saint Basil, bishop of Caesarea in Capadokia (4th century AC). In the beginning, I give the context in which the primary education functioned during the Homeric and the Classical times in the 2 leading powers of that period, Athens and Sparta. Furthermore, I quote in detail the views of Plato on education as these are recorded in the work of Plato "Politeia" and mostly deal with the education of the "guards" and his opinions ,as far as poetry, music, physical education and mathematics are concerned, and their exploitation in education. Additionally, I refer concisely to the pedagogic views of Plato as those result from his work "Nomoi". Afterwards, besides the details for the life and the work of Saint Basil, I cite his chief pedagogic aspects, while highlighting the loans and the diversification of the second towards the first. In the last chapter I try to scrutinize whether the views of those two thinkers on educational matters, their way and "mind" of teaching and the extracts from their work chosen to be taught are utilized, according to the official documents of the Ministry of Education. Finally, I submit some prolific suggestions so as the teaching of those extracts to become effective. Με την παρούσα εργασία επιχειρείται η ανάδειξη των παιδαγωγικών απόψεων ενός από τους μεγαλύτερους διανοητές της κλασικής αρχαιότητας, του Πλάτωνα (τέλη 5ου – 4ος αιώνας π.Χ.), καθώς επίσης κι ενός από τους πρώτους Πατέρες της εκκλησίας, του Μεγάλου Βασιλείου, επισκόπου Καισαρείας της Καππαδοκίας (4ος αιώνας μ.Χ.). Αρχικά, δίνεται γενικά το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούσε η στοιχειώδης εκπαίδευση κατά την ομηρική και κλασική εποχή στις δυο ηγέτιδες δυνάμεις της περιόδου, στην Αθήνα και τη Σπάρτη. Έπειτα, παρατίθενται αναλυτικότερα οι απόψεις του Πλάτωνα περί παιδείας έτσι όπως αυτές καταγράφονται στο έργο του Πολιτεία κι έχουν να κάνουν περισσότερο με την εκπαίδευση των φυλάκων και τις απόψεις του ως προς την ποίηση, τη μουσική, τη γυμναστική και τα μαθηματικά και την αξιοποίησή τους στην εκπαίδευση. Επιπρόσθετα, αναφέρονται συνοπτικά και οι παιδαγωγικές του θέσεις, όπως αυτές προκύπτουν από το έργο του Νόμοι. Εν συνεχεία, κι αφού δοθεί ο βίος και το έργο του Μεγάλου Βασιλείου παρατίθενται οι βασικές παιδαγωγικές του απόψεις, ενώ αναδεικνύονται τα δάνεια και η διαφοροποίηση του δεύτερου από τον πρώτο. Στο τελευταίο κεφάλαιο επιχειρείται να διερευνηθεί, με βάση επίσημα εγχειρίδια του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, αν και κατά πόσο αξιοποιούνται οι απόψεις περί παιδείας των δυο αυτών διανοητών, ο τρόπος και το «πνεύμα» της διδασκαλίας τους, τα κείμενα που έχουν επιλεγεί να διδαχτούν από το έργο τους κλπ. Τέλος, υποβάλλονται γόνιμες προτάσεις, με σκοπό η διδασκαλία των αντίστοιχων κειμένων να καταστεί αποτελεσματική. 1370 15 16 Η δια βίου εκπαίδευση και η συμβολή της στην προσέγγιση της μουσουλμάνας γυναίκας του Νομού Ροδόπης The life long education and her contribution in the approach of muslim woman of Rodopi 1371 456 504 Σύνδρομο ευθραυστότητας, λειτουργική ανικανότητα και νευρολογικό έλλειμμα σε ασθενείς μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο- ερευνητική Introduction: Frailty is a common biological phenomenon among elders that leads to worse health outcome. The Fried index is a common tool in order to assess the frailty level (Fried et al., 2001). The index categorizes elders into three groups. In the first group known as Non-Frail elders do not suffer from the syndrome, in the second group known as Pre Frail, people are in a pre-state of the syndrome and in the third group, known as Frail, people are already suffering from the syndrome. Stroke is also common amongst elders and is related to a high risk of death and deterioration of their health status. Aim: The aim of the study was to assess the relation between frailty and stroke and whether stroke could have an impact on the gravity of the syndrome. Also it was questioned whether the Fried index could be used to assess the level of frailty in elders who have survived from stroke. This study is part of the “Frailsafe” program, which subject is “Sensing and predictive treatment associated co-morbiodoties using advanced personalized models and intervations “, funded by the European program HORIZON 2020. Evidence-Method: 54 elders were examined in this study. 23 had suffered a stroke at least one year ago and 31 had not (Control group). The exclusion criteria from the study were age under 67 years of age, bed bound patients, and people who suffered from dementia (mini mental <24). Each subject was personally interviewed and the question sheet included personal questions (age, sex, weight, height, living conditions, social activities etc), the Fried index and also assessment scales of their physical, mental and psychological status. The results were analyzed using the statistic program SPSS 17.0. Results: From the stroke survivors 2 (8%) were categorized as Non Frail, 9 (39%) as Pre Frail and 12 (52%) as Frail. From the Control group 6 (19%) were found to be Non Frail, 16 (52%) Pre Frail and 9 (29%) Frail. Frail subgoups of both groups (Elders with stroke and control group) had the lower scores in all assessment scales. Statistical difference was only found between the two major groups only in the case of VAS Stress scale. Conclusion: Stroke does not seem to affect the health status of frail elders. More specifically no statistically significant difference was reported between the group with stroke and the Control group, when it came to physical, emotional, mental and 11 nutritional status. Although the number of participants was small, the results of the study showed that stroke does not increase frailty, at least when it comes to subjects with no disabilities. Last the Fried Index can be also used in elder people who have suffered a stroke in order to assess the level of frailty. Εισαγωγή: Το σύνδρομο ευθραυστότητας αποτελεί ένα συχνό βιολογικό φαινόμενο που εμφανίζεται στην ομάδα των ηλικιωμένων ατόμων και σχετίζεται με δυσμενή εξέλιξη της υγείας τους. Για την εκτίμηση του συνδρόμου χρησιμοποιείται ευρέως η κλίμακα κατά Fried (Fried et al., 2001) η οποία ταξινομεί τους ηλικιωμένους σε τρεις ομάδες. Στην ομάδα Non-Frail όπου ο ηλικιωμένος δεν πάσχει από το σύνδρομο, στην ομάδα Pre-Frail όπου ο ηλικιωμένος βρίσκεται στο στάδιο προ-συνδρόμου και στην ομάδα Frail όπου ο ηλικιωμένος πάσχει από το σύνδρομο. Ακόμη, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ) σχετίζεται με αυξημένη θνησιμότητα αλλά και μείωση της ποιότητας ζωής των πασχόντων και οι επιπτώσεις του αυξάνονται με την ηλικία. Σκοπός: Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η εκτίμηση της σχέσης μεταξύ του συνδρόμου ευθραυστότητας και του ΑΕΕ, καθώς και ο βαθμός στον οποίο το ΑΕΕ επηρεάζει τους ηλικιωμένους που πάσχουν από το σύνδρομο ευθραυστότητας. Ακόμη, αξιολογήθηκε το κατά πόσο η κλίμακα ταξινόμησης του συνδρόμου ευθραυστότητας κατά Fried είναι κατάλληλη για την εφαρμογή σε ηλικιωμένους με ΑΕΕ, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν πάσχουν από το σύνδρομο. Η παρούσα μελέτη αποτελεί μέρος του προγράμματος “Frailsafe” με θέμα “Sensing and predictive treatment associated co-morbiodoties using advanced personalized models and intervations“ που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα HORRIZON 2020. Υλικό και Μέθοδοι: Η μελέτη συμπεριέλαβε συνολικά 54 ηλικιωμένα άτομα, εκ των οποίων τα 23 ήταν με ΑΕΕ, τουλάχιστον προ έτους, και τα υπόλοιπα 31 χωρίς να έχει προηγηθεί ΑΕΕ (ομάδα Control). Τα κριτήρια αποκλεισμού στην έρευνα ήταν ηλικία κάτω των 67 ετών, κατατεκλιμένοι ασθενείς και παρουσία ανοϊκής συνδρομής ( inimental<24). Σε κάθε συμμετέχοντα πραγματοποιήθηκε προσωπική συνέντευξη. Το ερωτηματολόγιο που χρησιμοποιήθηκε περιλάμβανε ερωτήσεις δημογραφικού περιεχομένου, την κλίμακα Fried, κλίμακες αξιολόγησης της φυσικής, της συναισθηματικής, της νοητικής, της διατροφικής κατάστασης και του επιπέδου λειτουργικής ικανότητας και κλίμακες αυτοαξιολόγησης πόνου, stress και ποιότητας ζωής. Στα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις κλίμακες πραγματοποιήθηκε στατιστική ανάλυση με το πρόγραμμα SPSS 17.0. Αποτελέσματα: Συνολικά από την ομάδα με ΑΕΕ, 2 (8%) άτομα ταξινομήθηκαν ως Non-Frail, 9 (39%) ως Pre-Frail και 12 (52%) ως Frail, ενώ από την ομάδα Control 6 9 (19%) άτομα ταξινομήθηκαν ως Non-Frail, 16 (52%) άτομα ως Pre-Frail και 9 (29%)άτομα ως Frail. Σε όλες τις κλίμακες αξιολόγησης που χρησιμοποιήθηκαν οι υποομάδες Frail με ΑΕΕ και Control σημείωσαν τη χαμηλότερη βαθμολογία. Η κλίμακα στην οποία παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων με ΑΕΕ και Control ήταν η κλίμακα VAS Stress. Συμπεράσματα-Συζήτηση: Στην παρούσα μελέτη, η αξιολόγηση των συμμετεχόντων με προηγούμενο ΑΕΕ, δεν ανέδειξε στατιστικώς σημαντικές διαφορές όσον αφορά τη φυσική, τη συναισθηματική, νοητική και τη διατροφική κατάσταση τους σε σχέση με την ομάδα ελέγχου (Control). Παρότι ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν μικρός, ως αποτέλεσμα της μελέτης προέκυψε ότι το ΑΕΕ, τουλάχιστον για τους ηλικιωμένους με καλή λειτουργική κατάσταση δεν αποτελεί οπωσδήποτε παράγοντα ευθραυστότητας, γεγονός που συνάδει με τη διεθνή βιβλιογραφία. Ακόμη, ο δείκτης Fried, που χρησιμοποιείται ευρέως για την ταξινόμηση των ηλικιωμένων για το σύνδρομο ευθραυστότητας, φαίνεται ότι δύναται να χρησιμοποιηθεί για την ταξινόμηση του συνδρόμου και σε ηλικιωμένους με προηγούμενο ΑΕΕ. 1372 211 290 Απεικονιστικά ευρήματα με SD-OCT σε ασθενείς με υγρή ΗΕΩ που δεν ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία με ranibizumab (Lucentis) To study and investigate the initial SD-OCT findings in patients with wet Age-related Macular Degeneration (AMD) who did nοt respond to intravitreal ranibizumab treatment. METHODS. In our retrospective study we included 120 eyes of 100 neovascular AMD patients whose first treatment was intravitreal ranibizumab. Our patients were divided in two groups according to their response to the medication, judged by the visual acuity and the central retinal thickness (CRT). Initially, we created the case group which included patients with worsened visual acuity and increased central retinal thichness (n=40). Then the control group was created which randomly included the double number of patients (n=80) whose visual acuity improved and central retinal thickness reduced. Each patient’s data was reviewed including demographic information, clinical records and the imaging findings from the initial OCT.RESULTS. The initial SD-OCT findings from the patients of both groups were studied. The non-responder group had greater rates of pigment epithilial atrophy and pigment epithilial detachment, subretinal and intraretinal fluid, fibrosis and disturbances in the photoreceptor inner and outer segments; however, the differences are not statistically significant.CONCLUSIONS. Althought most of the neovascular AMD patients respond to the intravitreal ranibizumab treatment, the study of initial characteristics of non-responders is crucial in order to avoid ineffective treatments to the benefit of our patients. Η διερεύνηση των απεικονιστικών ευρημάτων στο SD-OCT σε ασθενείς με ΗΕΩ εξιδρωματικού τύπου που δεν ανταποκρίθηκαν στη θεραπεία με τον αντι-αγγειογενετικό παράγοντα ranibizumab (Lucentis®).ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ.Στην αναδρομική αυτή μελέτη συμπεριλήφθηκαν συνολικά 120 οφθαλμοί από 100 ασθενείς που έπασχαν από ΗΕΩ υγρού τύπου και σε όλους τους ασθενείς χορηγήθηκαν υαλοειδικές ενέσεις ranibizumab (Lucentis®) ως αρχική θεραπευτική αντιμετώπιση. Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν σε δύο ομάδες με βάση τη μεταβολή στην οπτική οξύτητα και τη μεταβολή του πάχους του κεντρικού αμφιβληστροειδούς (Central Retinal Thickness, CRT). Αρχικά, δημιουργήθηκε η ομάδα των ασθενών (case group), στην οποία εντάχθηκαν ασθενείς με μείωση της οπτικής οξύτητας και αύξηση του πάχους του κεντρικού αμφιβληστροειδούς (CRT) (n=40). Στη συνέχεια δημιουργήθηκε η ομάδα ελέγχου (control group) στην οποία εντάξαμε με τυχαίο τρόπο το διπλάσιο αριθμό περιστατικών (n=80) και η οποία περιλαμβάνει ασθενείς με αύξηση της οπτικής οξύτητας και μείωση του πάχους του κεντρικού αμφιβληστροειδούς (CRT). Σε κάθε ασθενή καταγράφηκαν δεδομένα συμπεριλαμβανομένων τόσο δημογραφικών στοιχείων όσο και στοιχείων από το ιστορικό του καθώς και τα απεικονιστικά ευρήματα στο αρχικό OCT του ασθενούς. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Μελετώντας τα απεικονιστικά ευρήματα από το αρχικό OCT των ασθενών και των δύο ομάδων παρατηρήσαμε ότι η ομάδα των ασθενών είχε μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης τόσο ατροφικών περιοχών στο μελάγχρου επιθηλίου όσο και αποκόλλησης του μελάγχρου επιθηλίου, υποαμφιβληστροειδικού όσο και ενδοαμφιβληστροειδικού υγρού (κυστικού και διάχυτου), στοιχείων ίνωσης και διαταραχές στη στοιβάδα των φωτοϋποδοχέων, χωρίς όμως οι συσχετίσεις να είναι στατιστικά σημαντικές.ΣΥΖΗΤΗΣΗ. Αν και οι περισσότεροι ασθενείς με ΗΕΩ υγρού τύπου ανταποκρίνονται στην ενδοϋαλοειδική χορήγηση ranibizumab (Lucentis®), η εύρεση παραγόντων κινδύνου για την μη ανταπόκριση στη συγκεκριμένη θεραπεία είναι απαραίτητη έτσι ώστε να αποφεύγεται η ανεπαρκής θεραπευτική προσέγγιση με άμεσο όφελος για τους ασθενείς. 1373 286 359 Μελέτη των χαρακτηριστικών του ύπνου σε ασθματικά παιδιά και συσχέτιση τους με δείκτες βαρύτητας άσθματος Introduction: Asthma and allergic rhinitis (AR) are among the most prevalent chronic conditions affecting children and have been associated with sleep disordered breathing (SDB). Aim of the study was to examine the association between SDB risk and severity of asthma in children. Methods: Consecutive children (n=140) undergoing PFTs and FeNO examination at the Asthma Outpatient Unit were recruited. Asthma was diagnosed in 65, both asthma and AR in 57, and single AR in 18. Parents completed the Childhood Asthma Control Test (C-ACT) (for the asthmatic children) and the Sleep-Related Breathing Disorder scale, extracted from the Pediatric Sleep Questionnaire (PSQ) with scores ≥ 0,33 suggestive of high risk for SDB.Results: Mean age was 7,8±3,1 years (range: 4-16,8 years). Mean PSQ and C-ACT scores were 0,17±0,14 and 24,9±3,2 respectively. High risk for SDB was identified in 26 children (mean PSQ 0,4±0,08). Comparison between them and children with normal PSQ score did not reveal differences in terms of age (7,8±3,3 vs. 7,9±3,1, P=0,858) or FeNO [median 19,6 (range 5,6-248,9) vs. 20,3, (6,7-233,6), P=0,613]. A significant difference in C-ACT score was disclosed (25,1±3,1 vs. 23,7±3,5, P=0,048) and a negative association between ACT and PSQ scores was demonstrated (r=-0,356, P<0,001). A difference in diagnosis distribution between children at high or low risk for SDB was also revealed (P<0,001). Among children at high risk, 23 (88,5%) were diagnosed with both atopic conditions, 2 had only asthma and 1 single AR. The percentage of both conditions among children with low PSQ score was 29,8 %. Asthma was mainly diagnosed in this group. Conclusions: The importance of a good asthma control was shown. Also, the presence of AR in asthmatic children seems to increase the burden of SDB, requiring further investigation in this direction. Εισαγωγή: Το άσθμα και η αλλεργική ρινίτιδα (Allergic Rhinitis, AR) είναι ανάμεσα στα πιο κοινά χρόνια νοσήματα τα οποία επηρεάζουν τα παιδιά και έχουν συσχετιστεί με την εμφάνιση διαταραχών της αναπνοής κατά τον ύπνο (Sleep Disordered Breathing, SDB). Σκοπός της εργασίας ήταν να εξεταστεί η συσχέτιση μεταξύ της ύπαρξης κινδύνου για SDB και της βαρύτητας του παιδιατρικού άσθματος. Μέθοδος: Μελετήθηκαν συνολικά 140 παιδιά από το Εξωτερικό Παιδοπνευμονολογικό Ιατρείο, τα οποία είχαν υποβληθεί σε σπιρομέτρηση καθώς και μέτρηση του FeNO. Από αυτά, τα 65 διαγνώστηκαν με άσθμα, τα 57 με άσθμα και AR και τα υπόλοιπα 18 μόνο με AR. Οι γονείς των ασθματικών παιδιών συμπλήρωσαν το τεστ ελέγχου του άσθματος της παιδικής ηλικίας (Children-Asthma Control Test, C-ACT) και την υποκλίμακα των διαταραχών της αναπνοής κατά τον ύπνο (Sleep-Related Breathing Disorder scale, SRBD scale) του παιδιατρικού ερωτηματολογίου για τον ύπνο (Pediatric Sleep Questionnaire, PSQ), όπου η συνολική βαθμολογία ≥ 0.33 ήταν ενδεικτική υψηλού κινδύνου εμφάνισης SDB. Αποτελέσματα: Η μέση ηλικία των παιδιών ήταν 7,8±3,1 έτη (εύρος: 4 έως 16,8 έτη), η μέση τιμή της βαθμολογίας PSQ και C-ACT ήταν 0,17±0,14 και 24,9±3,2 αντίστοιχα. Υψηλός κίνδυνος για SDB εντοπίστηκε σε 26 παιδιά (μέση PSQ 0,4±0,08). Από τη σύγκριση μεταξύ αυτών των παιδιών και της ομάδας των παιδιών με φυσιολογική PSQ βαθμολογία δεν προέκυψαν διαφορές ως προς την ηλικία (7,8±3,3 έναντι 7,9±3,1, P=0,858) ή στο FeNO [διάμεση τιμή 19,6 (εύρος 5,6 έως 248,9 ppd) έναντι 20,3 (6,7 έως 233,6 ppd), P=0,613]. Παρατηρήθηκε, ωστόσο, στατιστικά σημαντική διαφορά στη βαθμολογία C-ACT αυτών (25,1±3,1 έναντι 23,7±3,5, P=0,048) και διαπιστώθηκε αρνητική συσχέτιση μεταξύ των βαθμολογιών C-ACT και PSQ (r=-0,356, P<0,001). Τέλος, μεταξύ των παιδιών που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο, 23 (88,5%) είχαν διαγνωστεί ταυτόχρονα με άσθμα και AR, 2 έπασχαν μόνο από άσθμα, ενώ 1 μόνο από AR. Το ποσοστό συνύπαρξης και των δύο ατοπικών νοσημάτων μεταξύ των παιδιών με χαμηλό σκορ PSQ ήταν 29,8%, με το άσθμα να αποτελεί την κυρίαρχη νόσο σε αυτή την ομάδα. Συμπεράσματα: Η παρουσία AR σε ασθματικά παιδιά αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης SDB πιθανότατα λόγω της επίδρασης στον έλεγχο του άσθματος και στην ποιότητα του ύπνου. 1374 322 331 Η αναγνωρισιμότητα και η επίγνωση της σήμανσης CE στα παιχνίδια από τους γονείς In order to ensure the suitability of toys moving freely in the European Market, the European Union has imposed by law the implementation of the CE certification on them. Despite the measures, many toys which are non-compliant with European standards, invade the market every year, thereby affecting the most vulnerable part of society, that is, children. Toys are an integral part of children‟s everyday life and act as a tool for learning, entertainment and emotional development. Parents, who are mainly responsible for the developing, nurturing and safety of their children, should provide them with the appropriate toys. This paper examines the importance of the CE marking on toys and explores its identifiability and parents‟ awareness about it. As part of our research, we initially conducted a literature review which showed that no other similar researches had been conducted, thus, our knowledge of the subject is non-existent. So we prepared an electronic questionnaire which was fully completed by 337 parents of both sexes, aged 18-60 years old from all over Greece. The questionnaire consists of 29 questions, mainly closed-typed, categorical and dichotomous. Parents were initially asked to answer general questions regarding the CE marking on products and then more specific questions concerning toys and their safety. In the end, they completed their demographics. Finally, a statistical analysis of the survey results followed, which was based on the statistical package SPSS 15.0 and helped us draw conclusions by performing statistical tests. The results showed that the majority of parents, regardless of gender, are not very well informed about the CE certification on toys, except for those who tend to read the labels frequently before they buy, so as they gain knowledge about the toys‟ safety. When selecting a toy, parents give priority to the safety and quality of that toy, criteria which are interrelated. While viewing a related video, appears to improve knowledge and raise awareness of parents on the issue of toy safety. Η Ευρωπαϊκή Ένωση προκειμένου να διασφαλίσει την καταλληλόλητα των παιχνιδιών που διακινούνται ελεύθερα στην Ευρωπαϊκή Αγορά έχει επιβάλλει με νόμο την εφαρμογή της πιστοποίησης CE σε αυτά. Ωστόσο κάθε χρόνο, παρά τα μέτρα, πολλά μη συμμορφούμενα με τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές παιχνίδια εισβάλλουν στην αγορά. Τα παιχνίδια αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας τους, καθώς λειτουργούν ως εργαλείο μάθησης, ψυχαγωγίας, έκφρασης και συναισθηματικής ανάπτυξης. ΟΙ γονείς ως κύριοι υπεύθυνοι για την ανάπτυξη, ανατροφή και ασφάλεια των παιδιών οφείλουν να τους εξασφαλίζουν τα κατάλληλα παιχνίδια. Η παρούσα εργασία μελετά τη σημασία της σήμανσης CE που είναι τοποθετημένη στα παιχνίδια και διερευνά την αναγνωρισιμότητά της και τις γνώσεις των γονέων για αυτήν. Στα πλαίσια της έρευνάς μας, αρχικά πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση η οποία έδειξε πως δεν έχουν διεξαχθεί παρόμοιες έρευνες οπότε και οι γνώσεις μας για το θέμα είναι ανύπαρκτες. Έτσι συντάχθηκε ηλεκτρονικό ερωτηματολόγιο το οποίο συμπληρώθηκε πλήρως από 337 γονείς και των 2 φύλων, ηλικίας 18 έως 60 ετών από όλη την Ελλάδα. Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από 29 ερωτήσεις κυρίως κλειστού τύπου, κατηγορικές και διχοτομικές. Αρχικά οι γονείς κλήθηκαν να απαντήσουν σε γενικές ερωτήσεις όσον αφορά τη σήμανση CE στα προϊόντα και έπειτα σε πιο ειδικές που αφορούν τα παιχνίδια και την ασφάλεια τους. Ενώ στο τέλος, συμπλήρωσαν τα δημογραφικά τους στοιχεία. Στη συνέχεια, ακολούθησε στατιστική επεξεργασία των αποτελεσμάτων της έρευνας με το στατιστικό πακέτο SPSS 15.0, όπου πραγματοποιήθηκαν στατιστικοί έλεγχοι που μας βοήθησαν στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι η πλειοψηφία των γονέων, ανεξαρτήτως φύλου, δεν είναι ιδιαίτερα ενημερωμένη όσον αφορά τη σήμανση CE στα παιχνίδια, εκτός από αυτούς που συνηθίζουν να διαβάζουν συχνότερα τις ετικέτες, πριν τα αγοράσουν, ώστε να έχουν περισσότερες γνώσεις όσον αφορά την ασφάλειά τους. Προτεραιότητά των γονέων στην επιλογή παιχνιδιού αποτελούν η ασφάλεια και η ποιότητα του παιχνιδιού, κριτήρια αλληλένδετα. Ενώ η προβολή ενημερωτικού σχετικού βίντεο φαίνεται να βελτιώνει τις γνώσεις και να ευαισθητοποιεί τους γονείς στο θέμα της ασφάλειας των παιχνιδιών. 1375 271 280 The particular final year project report, deals with the subject of conflicts in the classroom, from theoretical viewpoint. The most basic objective of this report is to inform the teachers about the variety of techniques that can be used for the resolution of conflicts. Initially, is given particular emphasis in the role of teacher and student in the context of classroom, as well as in each other communication. At the same time, is stressed the contribution of school space for harmonious coexistence of its members and the normal organization of the learning progress. Afterwards, are reported the types of school conflicts and the reasons that create them. In a classroom, usually take place conflicts between the students, without this means that there are not conflicts between teachers and students or teachers and parents. Then, are represented the effects of conflicts that can be positive or negative. From reading, is clearly that the teachers should give greater importance in the prevention of conflicts, in order to avoid them. In cases where the teachers do not anticipate the occurrence of conflicts are proposed techniques and methods that they help in their termination, so the classroom operates effectively. The bigger responsibility of a teacher is to select the most suitable method to face up any conflicts. If the teachers are not able to give a resolution to each conflict by alone, there are persons in the school community that can help. Such persons are the school psychologist, the Principal of school, the school adviser and the family of students, who should be always aware and follow a common line in interventionist programs of resolution Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το θέμα των συγκρούσεων στη σχολική τάξη από θεωρητική σκοπιά. Ο βασικότερος στόχος της εργασίας είναι να ενημερώσει τους εκπαιδευτικούς σχετικά με την πληθώρα τεχνικών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επίλυση των συγκρούσεων. Αρχικά, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο του εκπαιδευτικού και του μαθητή στα πλαίσια της σχολικής τάξης, καθώς και στη μεταξύ τους επικοινωνία. Παράλληλα, τονίζεται η συμβολή του σχολικού χώρου για την αρμονική συνύπαρξη των μελών της και την ομαλή οργάνωση της μαθησιακής διαδικασίας. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στα είδη των σχολικών συγκρούσεων και στα αίτια που τις δημιουργούν. Σε μια σχολική τάξη, συνήθως λαμβάνουν χώρα συγκρούσεις που εκδηλώνονται ανάμεσα στους μαθητές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εκλείπουν συγκρούσεις ανάμεσα στον εκπαιδευτικό και τους μαθητές ή στον εκπαιδευτικό και στους γονείς. Έπειτα, εκθέτονται οι επιπτώσεις όλων αυτών των συγκρούσεων, οι οποίες ανάλογα με την έκβαση των συγκρουσιακών καταστάσεων μπορεί να είναι είτε θετικές είτε αρνητικές. Από τη βιβλιογραφία γίνεται κατανοητό ότι ο εκπαιδευτικός πρέπει να δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην πρόληψη των συγκρουσιακών καταστάσεων, ώστε να αποφεύγονται. Σε περιπτώσεις που ο εκπαιδευτικός δεν προλάβει την εκδήλωση συγκρούσεων, προτείνονται τεχνικές και μέθοδοι που βοηθούν στην καταστολή τους, με αποτέλεσμα την εύρυθμη λειτουργία της σχολικής τάξης. Η μεγαλύτερη ευθύνη του εκπαιδευτικού στην επίλυση των σχολικών συγκρούσεων έγκειται στην επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου αντιμετώπισης. Αν ο εκπαιδευτικός δεν είναι αρκετά ικανός να διευθετήσει τις συγκρούσεις της σχολικής τάξης μόνος του, έχει τη δυνατότητα να καταφύγει στη βοήθεια άλλων προσώπων της σχολικής κοινότητας. Τέτοια πρόσωπα είναι ο σχολικός ψυχολόγος, ο Διευθυντής του σχολείου, ο Σχολικός σύμβουλος και η οικογένεια των μαθητών, τα οποία πρέπει να είναι πάντα ενήμεροι και να ακολουθούν κοινή γραμμή στα παρεμβατικά προγράμματα αντιμετώπισης 1376 97 105 Suffer from data documenting that infertility empoiei negative influences on emotional health, self-esteem and quality of life of women and their companions. Many women who experience infertility almost 40%, experiencing extreme stress with long-term effects, which is expressed with incidents of stress and depression (Lock I.H., 2002). Psychological parameters investigated are anxiety and depression. From the results of the studies found that the assisted methods have been successful or childbearing. The Midwife with the proper counseling of inserting the knowledge and akatanemiti psychological support has to offer in this particular group of pregnant women and their partners. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα δεδομένα η υπογονιμότητα έχει αρνητικές επιρροές στην συναισθηματική υγεία, στην αυτοεκτίμηση και στην ποιότητα ζωής των γυναικών και των συντρόφων τους. Ανάμεσα στις γυναίκες που βιώνουν την υπογονιμότητα, σχεδόν το 40%, βιώνουν έντονο στρες με μακρόχρονες επιπτώσεις, το οποίο εκφράζεται με περιστατικά άγχους και κατάθλιψης (LockI.H.,2002). Οι ψυχολογικοί παράμετροι που ερευνώνται είναι το άγχος και η κατάθλιψη. Από τα αποτελέσματα των μελετών διαπιστώνεται ότι οι μέθοδοι υποβοηθουμένης αναπαραγωγής έχουν συχνά επιτυχή κατάληξη. Η Μαία με την αρμόζουσα συμβουλευτική της παρεμβολή την γνώση και την ψυχολογική της στήριξη έχει μπορεί να προσφέρει στην ιδιαίτερη αυτή ομάδα των εγκύων και των συντρόφων τους. 1377 324 347 Μεταβολές φαρμακευτικής αγωγής γλαυκωματικών ασθενών μετά απο επέμβαση καταρράκτη The purpose of this study is to evaluate postoperative changes of IOP and of medication at glaucoma patients who undergo cataract surgery and to investigate possible correlations of these changes such as the age and the sex of patient, the type of cataract, the type of glaucoma, the duration of medical treatment, the patient’s compliance, the family history of glaucoma, the axial length, the depth of the anterior chamber of the eye as well as other concurrent systemic diseases such as the cardiovascular disease, the diabetes mellitus, the thyroid disease, the hyperlipidemia, the arterial hypertension, the benign prostatic hypertrophy, the osteoporosis, the depression and other diseases.Material and Method. They participated 96 patients with glaucoma who underwent cataract surgery with the method of phacoemulsification at the Ophthalmological Clinic of General Hospital of Piraeus "Tzaneio". Using the applanation tonometer Goldmann it was measured IOP preoperatively and at the 7th, 14th, 21st, 30th, 45th, 60th, 75th and 90th postoperative day. Measurements of IOP were evaluated depending on the levels of IOP and on pressure - target for each patient and changes were made in medical treatment.Results. The medication was decreased from 1,5 (SD 0,8) preoperatively to 1,2 (SD 0,8) after the phacoemulsification (mean percent reduction 22,1% - SD 36,9%). This reduction was positively associated with the number of preoperative medication, the angle closure glaucoma and negatively with the age, the arterial hypertension, the axial length and the preoperative depth of anterior chamber. Furthermore the mean preoperative IOP of patients was decreased from 15,94 mmHg (SD = 4,77 mmHg) preoperatively to 13,11 mmHg (SD = 2,79 mmHg) at the 90th postoperative day (mean percent reduction 14,75% -SD = 15.66%). The IOP reduction was positively associated with the preoperative IOP, the angle closure glaucoma, the nuclear cataract and negatively with the preoperative depth of the anterior chamber.Conclusions.In patients with glaucoma, the method of phacoemulsification contributed to be decreased the postoperative IOP and the number of medications for this disease. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η αξιολόγηση των μετεγχειρητικών μεταβολών της ΕΟΠ και της φαρμακευτικής αγωγής γλαυκωματικών ασθενών που υποβάλλονται σε επέμβαση καταρράκτη καθώς επίσης και η διερεύνηση πιθανών παραγόντων συσχέτισης των μεταβολών αυτών. Τέτοιοι παράγοντες είναι : η ηλικία και το φύλο του ασθενούς, ο τύπος του καταρράκτη, το είδος του γλαυκώματος, η διάρκεια της αντιγλαυκωματικής αγωγής, η συμμόρφωση του ασθενούς, η κληρονομικότητα, το αξονικό μήκος, το βάθος του προσθίου θαλάμου του οφθαλμού καθώς επίσης και άλλες συνυπάρχουσες συστηματικές ασθένειες όπως είναι η καρδιοπάθεια, ο σακχαρώδης διαβήτης, η θυρεοειδοπάθεια, η υπερλιπιδαιμία, η αρτηριακή υπέρταση, η καλοήθης υπερτροφία του προστάτη, η οστεοπόρωση, η κατάθλιψη και άλλα συνοδά νοσήματα. Υλικό και Μέθοδος.Συμμετείχαν 96 γλαυκωματικοί ασθενείς που υποβλήθηκαν σε επέμβαση καταρράκτη με τη μέθοδο της φακοθρυψίας στην Οφθαλμολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Πειραιά «Τζάνειο». Με τη βοήθεια του τονομέτρου επιπεδώσεως τύπου Goldmann μετρήθηκε η προεγχειρητική ΕΟΠ καθώς επίσης και η ΕΟΠ την 7η, την 14η, την 21η, την 30η, την 45η, την 60η, την 75η και την 90η μετεγχειρητική μέρα. Οι μετρήσεις της ΕΟΠ αξιολογήθηκαν και ανάλογα με τα μετρούμενα επίπεδα της ΕΟΠ και με βάση την πίεση - στόχο για κάθε ασθενή, πραγματοποιήθηκαν αλλαγές στην αντιγλαυκωματική αγωγή. Αποτελέσματα. Μειώθηκε ο μέσος όρος των αντιγλαυκωματικών φαρμάκων που προεγχειρητικά ήταν 1,5 (SD 0,8) σε 1,2 (SD 0,8) μετεγχειρητικά με μέση ποσοστιαία μείωση κατά 22,1% (SD 36,9%). Η μείωση της αντιγλαυκωματικής αγωγής συσχετίστηκε θετικά με το προεγχειρητικό αριθμό των φαρμάκων, το γλαύκωμα κλειστής γωνίας και αρνητικά με την ηλικία, την αρτηριακή υπέρταση, το αξονικό μήκος και το προεγχειρητικό βάθος του προσθίου θαλάμου. Επιπλέον μειώθηκε η μέση προεγχειρητική ΕΟΠ των ασθενών από 15,94 mmHg ( SD= 4,77 mmHg) σε 13,11 mmHg ( SD= 2,79 mmHg) την 90η μετεγχειρητική μέρα σημειώνοντας μέση ποσοστιαία μείωση κατά 14,75% (SD=15,66%). Η μείωση της ΕΟΠ συσχετίστηκε θετικά με την προεγχειρητική ΕΟΠ, το γλαύκωμα κλειστής γωνίας, τον πυρηνικό καταρράκτη και αρνητικά με το προεγχειρητικό βάθος του προσθίου θαλάμου. Σε γλαυκωματικούς ασθενείς η μέθοδος της φακοθρυψίας συνετέλεσε στη μείωση της μετεγχειρητικής ΕΟΠ και του αριθμού των φαρμάκων της αντιγλαυκωματικής αγωγής. 1378 483 487 Απόκλιση από τη διάθλαση στόχο με τη χρήση της διαθλαστικής χειρουργικής με τις μεθόδους LASIK xtra και PRK xtra Purpose: The main purpose of this study is to clarify whether there is any change on the expected refraction after a LASIK or PRK treatment with additional fast crosslinking (90 sec soaking with riboflavin VibeX and then UVA radiation for another 90 sec). Furthermore, this study aims to clarify whether this method is safe and effective. Patients and Methods: This is a retrospective study, in which 29 eyes of 15 patients were included. 21 of the eyes underwent a LASIK xtra treatment and 8 eyes underwent PRK xtra treatment. All of these patients were marginally eligible to undergo a Laser Refractive surgery due to a high degree of myopia that needed to be corrected in association with their pre-operation topographic pachymetry values (thin corneas). The data collected were from the same patients in 3 different time intervals. Time 0, correlates with the pre-operation time, time 1 with the post-operative time 1 month after the refractive surgery and time 2 with the post-operative time 12 months after. The variables that were examined is the uncorrected distance visual acuity- UDVA, the subjective refraction (with the use of an auto-refractometer) of sphere and cylinder in the 3 time intervals mentioned and the cornea’s thinnest location on topographic pachymetry with the use of Pentacam Scheimpflug system at times 0 and 1. Results: The results of this study revealed that, the subjective refraction changes post- operatively in a year from surgery. Sphere mean value changes to -0.914 in a year from surgery from the initial -0.345 that was measured 1 month post-operatively. This change is not statistically significant and does not correlate with the uncorrected distance visual acuity- UDVA which remains unchanged in the 93.11% of our cases at 9/10 and 10/10 (measured on Snellen chart). A small percentage of 6.89% of our cases lost one line on Snellen chart, and reduced from 10/10 to 9/10. From the topographic pachymetry measuered on Pentacam, it is shown that the difference in pachymetry pre-operatively and post-operatively was in association with the degrees of myopia corrected. Finally, there was not a complication in any of our cases. Conclusions: The use of fast crosslinking in addition with LASIK and PRK (xtra) is safe and effective. There was no worrying clinical course or topographic finding post- operatively even if used in marginally eligible for refractive surgery cases and did not change the expected post-operative clinical image of our patients. In our patient sample we noted a small deviation in the subjective refraction in sphere towards myopia (~ -1.0 D) a year later, which is not statistically significant and even though present, it does not affect the patient’s uncorrected distance visual acuity - UDVA. This finding should not be alarming for the clinical doctor and should not be accounted for as an undercorrection of myopia but it should rather provide reassurance as there is increased cornea stability on this cornea from the fast crosslinking. Σκοπός: Ο κύριος σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να διευκρινιστεί κατά πόσο αλλάζει το αναμενόμενο διαθλαστικό αποτέλεσμα μετά την εφαρμογή της επιπρόσθετης ταχείας διασύνδεσης κολλαγόνου (έκθεση σε ριβοφλαβίνη VibeX για 90sec και έπειτα ακτινοβόληση με UVA για 90 sec) διεγχειρητικά στις μεθόδους LASIK και PRK και κατά πόσο είναι ασφαλής ή όχι. Επιπρόσθετα γίνεται μια προσπάθεια κατανόησης ως προς το ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα που έχει η εφαρμογή της επιπρόσθετης ταχείας διασύνδεσης κολλαγόνου στη διάθλαση σε ένα οφθαλμό που του διορθώνεται το διαθλαστικό του σφάλμα με Laser, με σκοπό να καταστεί εμμετρωπικό. Ασθενείς και Μέθοδος: Πρόκειται για μια αναδρομική μελέτη στην οποία έχουν μελετηθεί 29 οφθαλμοί, 15 ασθενών. 21 οφθαλμοί υποβλήθηκαν στην τεχνική LASIK xtra και 8 οφθαλμοί υποβλήθηκαν στην τεχνική PRK xtra. Οι ασθενείς αυτοί πληρούσαν οριακά τα κριτήρια για διαθλαστική χειρουργική ως προς τους βαθμούς διόρθωσης και την προεγχειρητική παχυμετρία τους. Οι μετρήσεις αφορούν μετρήσεις ιδίων ατόμων σε 3 διαφορετικές χρονικές στιγμές. Λαμβάνονται μετρήσεις προεγχειρητικά (χρονική στιγμή 0), 1 μήνα μετεγχειρητικά (χρονική στιγμή 1) και 12 μήνες μετεγχειρητικά (χρονική στιγμή 2). Οι μεταβλητές που εξετάστηκαν είναι η καλύτερη μακρινή οπτική οξύτητα (UDVA-Uncorrected Dinstance Visual Acuity), η αντικειμενική διάθλαση με αυτόματο διαθλασίμετρο για μετρήσεις σφαιρώματος και κυλίνδρου στις 3 χρονικές στιγμές και το λεπτότερο σημείο του κερατοειδούς (παχυμετρία) με τη χρήση της Pentacam Scheimpflug system στις χρονικές στιγμές 0 και 1. Αποτελέσματα: Βάσει των αποτελεσμάτων που έχουν προκύψει από την εργασία φαίνεται πώς η αντικειμενική διάθλαση (που λαμβάνεται με το αυτόματο διαθλασίμετρο) αλλάζει μετεγχειρητικά στο χρόνο και από -0.345 που ανευρίσκεται κατά μέσο όρο στον 1 μήνα μετεγχειρητικά, το σφαίρωμα αυξάνει στο -0.914 στους 12 μήνες. Αυτό δεν ανευρίσκεται στατιστικά σημαντικό και δεν αντιστοιχεί ούτε με την αδιόρθωτη μακρινή όραση (UDVA) η οποία παραμένει αναλλοίωτη στο 93.11% των περιστατικών στα 9/10 και 10/10 και μόνο σε ένα ποσοστό 6.89% μειώθηκε κατά 1 γραμμή στον πίνακα Snellen (από τα 10/10 στα 9/10). Από την τοπογραφική παχυμετρική ανάλυση με τη χρήση της Pentacam, φαίνεται πώς η διαφορά η οποία παρατηρείται στην παχυμετρία μετεγχειρητικά είναι αναμενόμενη και σε συνάρτηση με τους βαθμούς μυωπίας που έχουν διορθωθεί. Τέλος σε κανέναν ασθενή δεν παρατηρήθηκε επιπλοκή.Συμπεράσματα: Η χρήση της ταχείας διασύνδεσης κολλαγόνου στις τεχνικές LASIK xtra και PRK xtra είναι ασφαλής και αποτελεσματική. Δεν παρουσιάστηκε καμία ανησυχητική κλινική εικόνα ή τοπογραφικό εύρημα ενώ χρησιμοποιήθηκε σε οριακά για διαθλαστική χειρουργική περιστατικά και δεν άλλαξε την αναμενόμενη μετεγχειρητική εικόνα στους ασθενείς μας. Στο δείγμα ασθενών μας έγινε η παρατήρηση μικρής απόκλισης στην αντικειμενική διάθλαση στο αυτόματο διαθλασίμετρο στους 12 μήνες μετεγχειρητικά, η οποία δεν είναι στατιστικά σημαντική και παρ’ότι εμφανίζεται αυτή (~ -1.0 D) οι ασθενείς διατηρούν αναλλοίωτη την αδιόρθωτη μακρινή όραση τους (UDVA). Η παρατήρηση αυτή δεν πρέπει να τρομάζει τον κλινικό ιατρό για τυχόν υποδιόρθωση του διαθλαστικού σφάλματος, παρά να τον καθησυχάζει διότι έχει επιτευχθεί ενίσχυση στη σταθερότητα του εναπομείνωντος στρωματικού ιστού. 1379 346 306 Η ανάρμοστη συμπεριφορά του μαθητή στη σχολική τάξη και η αποτελεσματική αντιμετώπισή της από τον εκπαιδευτικό The present essay examines the phenomenon of the appearance of inappropriate behaviors on the part of the students in the classroom. At first, there is an attempt to present on the various forms of indiscipline of the students and of the reasons why they have appeared and subrequently to describe briefly specific techniques of prevention and confrontation of problematic behaviors. Whereupon, there is a presentation of the opinions that teachers of Kavala’s prefecture/district have as far as the appearance of the inappropriate behaviors in the classroom is concerned, as well as of the methods they use in order to confront them. According to the results of the research, teachers are of the opinion that the students’ acting out disrupts to a considerable extent the regular prosecution of the tuition, having the conversation among classmates, the random shifting in the classroom and the occupation with activities irrelevant to the lesson as the most frequent externalizations of inappropriate behaviors. Teachers consider the family school, sociocultural and intrapersonal factors as the ones that play an important role on the appearance of disobedient comportments in the classroom, making a particular reference to the age and temperament of the student. They consider the use of verbal interjections as well as the castigation as the most effective methods for the confrontment of students’ infractions and they declared that they prefer to follow methods such as the humor, the discussion, the severe look, the lecture, the warning threat, the prohibition-removal of privileges and lastly the debrief of the disobedient student’s parent. When it comes to the degree of satisfaction of the following methods for the resolution of these behaviors they claimed that they are satisfied, and that if they need some advice, they usually turn to colleagues, to the headmaster or to the school counselor. Finally, they make a remarkable reference to the important role that the everyday preparation of the lesson, the development of interpersonal relations and the use of rewards for the acceptable behavior, the collaboration with parents and the determination of good manners, play to the prevention of inappropriate behaviors. Η παρούσα εργασία μελετά το φαινόμενο εμφάνισης ανάρμοστων συμπεριφορών των μαθητών στη σχολική τάξη. Αρχικά γίνεται μία θεωρητική παρουσίαση των διάφορων μορφών απειθαρχίας των μαθητών και των αιτιών στις οποίες αυτές οι μορφές οφείλουν την εμφάνισή τους και εν συνεχεία περιγράφονται συνοπτικά συγκεκριμένες τεχνικές πρόληψης και αντιμετώπισης προβληματικών συμπεριφορών. Ακολούθως παρουσιάζονται οι απόψεις των εκπαιδευτικών του νομού Καβάλας σχετικά με την εμφάνιση των ανάρμοστων συμπεριφορών στη σχολική αίθουσα, αλλά και τους τρόπους αντιμετώπισης από τους ίδιους. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι η μαθητική αταξία παρεμποδίζει αρκετά την ομαλή διεξαγωγή της διδασκαλίας με πιο συχνές εκδηλώσεις ανάρμοστων συμπεριφορών τη συνομιλία μεταξύ των συμμαθητών, την άσκοπη μετακίνηση μέσα στην τάξη και την ενασχόληση με δραστηριότητες πέραν του μαθήματος. Ως παράγοντες που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση απείθαρχων συμπεριφορών μέσα στη σχολική τάξη οι εκπαιδευτικοί θεωρούν τους οικογενειακούς, τους σχολικούς, τους κοινωνικοπλιτισμικούς και τους ενδοατομικούς, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην ηλικία και στην ιδιοσυγκρασία του μαθητή. Ως αποτελεσματικότερες πρακτικές για την αντιμετώπιση της μαθητικής αταξίας θεωρούν την χρήση λεκτικών παρεμβάσεων, αλλά και την παρέμβαση με μορφή επίπληξης και δήλωσαν πως προτιμούν να ακολουθούν πρακτικές όπως το χιούμορ, τη συζήτηση, το αυστηρό βλέμμα, την επίπληξη, την προειδοποιητική απειλή, την απαγόρευση- αφαίρεση προνομίων και ως τελευταίο την ενημέρωση γονέα του ατακτούντα μαθητή. Σε ό,τι αφορά στο βαθμό ικανοποίησης από τις πρακτικές που ακολουθούν για την διευθέτηση αυτών των συμπεριφορών δήλωσαν ότι είναι ικανοποιημένοι και, αν χρειαστούν κάποια συμβουλή, καταφεύγουν κυρίως στους συναδέλφους, στον διευθυντή αλλά και στον σχολικό σύμβουλο. Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά κάνουν στο σημαντικό ρόλο που παίζει η καθημερινή προετοιμασία του μαθήματος, η ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων και η χρήση αμοιβών για την αποδεκτή συμπεριφορά, η συνεργασία με τους γονείς και ο καθορισμός κανόνων καλής συμπεριφοράς στην πρόληψη των ανάρμοστων συμπεριφορών. 1380 374 305 Εκτίμηση του ύπνου των ηλικιωμένων ασθενών με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο Aim: The prevalence of sleep-disordered breathing (SDB) increases with the age. However, this condition is often undiagnosed since their symptoms are not well evaluated and they are considered a normal consequence that comes with the age. The aim of the study is to assess the clinical presentation, the comorbidities, the sleep quality and other sleep parameters in elderly patients with SDB. Material and Method: We studied retrospectively 130 patients aged>70 years old, with confirmed SBD, who underwent a full polysomnography study (patients with compatible clinical features and respiratory disturbance index-RDI>5/ per sleep hour were included). There were recorded the anhtropometric characteristics, all daily and nocturnal symptoms, the daytime sleepiness, the medical history and the PSG results. Results: The patients were 107 male and 23 female. The mean age was 74,7±3,2 years old and the mean ΒΜΙ [body mass index, computed as weight(kg)/height(m)2] was 31,6±5,2kg/m2. They were mostly non-smokers (67%).50,4% of the patients reported having good sleep quality and 45,1% having daytime sleepiness. The mean score of Epworth Sleepiness Scale (ESS) was 8,7±5,4. In this sample of elderly, cardiovascular disease was present in 77% of the patients νόσο, metabolic disease in 47,8% and chronic pulmonary disease in 16,5%. As far as the sleep parameters are concerned, sleep efficiency was 86,5±12,8%, mean RDI was 40,7±23,6/h, the AvSpO2 91,2±2,4%, the mean oxygen desaturation index-ODI 41,4±24,3 and the mean T<90% 25,5±25,8%. This sample was divided into 3 groups, depending on RDI: group A with RDI<20/h (22,5% of the patients), group B with 2040/ώρα (46,5% of the patients). There were not recorded important differences between the groups in parameters such as the age, the subjective and objective sleep quality or the referred symptoms. The group of patients with severe SDB had a higher BMI and cardiovascular comorbidity (p<0.05). Patients with increased morbidity had shorter and more restless sleep, with fewer awakenings and tended to preserve REM sleep. There was no statistically significant association between comorbidity and severity of respiratory disorder. Conclusions: The prevalence of sleep disordered breathing is very common in older patients. However their symptoms both during the day and night tend to be mild. The severity of SDB is positive correlated with a higher BMI and cardiovascular disease. Σκοπός: Ol διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο αυξάνονται στην τρίτη ηλικία, όμως συχνά παραμένουν αδιάγνωστες και οι επιπτώσεις τους δεν αξιολογούνται, καθώς θεωρούνται συνέπεια του γήρατος. Σκοπός της εργασίας ήταν η αξιολόγηση των συμπτωμάτων, της παρουσίας χρόνιων νοσημάτων και της ποιότητας ύπνου και διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο σε ηλικιωμένους ασθενείς. Υλικό - Μέθοδος: Μελετήθηκαν αναδρομικά 130 ασθενείς, ηλικίας >70 ετών, με αναφερόμενη συμπτωματολογία διαταραχής της αναπνοής στον ύπνο, στους οποίους πραγματοποιήθηκε πλήρης πολυκαταγραφική μελέτη. Εκτιμήθηκαν τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά, η υπνηλία, η παρουσία χρόνιων ασθενειών, οι συνήθειες ύπνου και τα αποτελέσματα της πολυυπνογραφίας. Αποτελέσματα: Οι ασθενείς (107 άνδρες, 23 γυναίκες), με μέση ηλικία 74,7±3,2 έτη, μέσο ΒΜΙ 31,6±5,2 kg/m2, ήταν κυρίως μη καπνιστές (67%). Από καρδιαγγειακή νόσο έπασχε το 77%, από μεταβολικό νόσημα το 47,8% και από χρόνιο αναπνευστικό νόσημα το 16,5% του πληθυσμού της μελέτης. To 50,4% των ασθενών ανέφερε ότι η ποιότητα ύπνου του ήταν υποκειμενικά καλή, ενώ το 45,1% ανέφερε ημερήσια υπνηλία. Η τιμή της Epworth Sleepiness Scale (ESS) ήταν 8,7±5,4. Στην πολυκαταγραφική μελέτη η αποτελεσματικότητα ύπνου (Sleep Efficiency, SE) ήταν 86,5±12,8%, με δείκτη αναπνευστικής διαταραχής (Respiratory Disturbance Index, RDI) 40,7±23,6/h, AvSpO2 91,2±2,4%, ODI 41,4±24,3/h, T<90% 25,5±25,8%. Οι ασθενείς, χωρίστηκαν σε ομάδες με βάση τον RDI: RDI<20/h (22,5%), 2040/h (46,5%). Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους ως προς την ηλικία, την υποκειμενική και αντικειμενική ποιότητα ύπνου ή τα συμπτώματα. Οι ασθενείς με αυξημένο RDI, είχαν μεγαλύτερη υπνηλία, υψηλότερο ΒΜΙ και αυξημένη καρδιαγγειακή νοσηρότητα (p<0.05). Οι ασθενείς με αυξημένη συννοσηρότητα εμφάνισαν μικρότερης διάρκειας ύπνο. Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ της παρουσίας συννοσηροτήτων και της βαρύτητας της αναπνευστικής διαταραχής. Συμπεράσματα: Η παρουσία αναπνευστικής διαταραχής στον ύπνο είναι συχνή στους ηλικιωμένους ασθενείς με ήπια ημερήσια ή νυχτερινή συμπτωματολογία. Η βαρύτητα της διαταραχής συνοδεύεται από αυξημένο ΒΜΙ και καρδιαγγειακή νοσηρότητα. 1381 413 437 Application of the differential scanning fluorimetry technique to study bacterial NAT proteins in the presence or absence of various acyl- coenzyme A compounds Εφαρμογή της τεχνικής της διαφορικής φθορισμομετρικής σάρωσης για τη μελέτη βακτηριακών πρωτεϊνών ΝΑΤ παρουσία ή απουσία διαφορετικών μορίων ακυλο-συνενζύμου Α Arylamine N-acetyltransferases (NATs) are enzymes of phase II xenobiotic metabolism, which catalyze the acetylation of aromatic amines or hydrazines. The NAT enzymes use a variety of substrates to perform N-acetylation, many of which are drugs, thus highlighting the important role of these enzymes in the pharmacological metabolism. The acetyl-coenzyme A acts as the typical acetyl donor substrate of NAT enzymes. Other compounds, such as propionyl- or malonyl-coenzyme A can also serve as acyl-group donors for certain NAT enzymes. The enzyme reaction follows a ping-pong Bi-Bi catalytic mechanism. All NAT enzymes have a conserved catalytic triad at their active site, consisting of amino acids Cys-His-Asp. Studies based on phylogenetic analysis showed that these enzymes are present in many organisms, both prokaryotes and eukaryotes, including humans, where they have been extensively studied due to their important role in pharmacogenetics. NAT genes have been found in many bacterial genomes. In these microorganisms, the role of NAT enzymes has not been elucidated fully. In some bacteria, NATs appear to provide protection against harmful substances found in the environment. Particularly in mycobacteria, NATs are believed to contribute to the survival of pathogens within the host macrophages. The deciphering of the structure of NAT enzymes from various prokaryotic microorganisms has laid the foundations for the study of these proteins in other organisms. The present thesis undertook expression of 16 bacterial NAT proteins in recombinant form, from gene sequences previously cloned into plasmid vector pET28b(+) in E.coli strain BL21. Following affinity chromatography purification and quantification of these recombinant proteins, studies by differential scanning fluorimetry (DSF) were performed. This technique allows assessment of the thermal stability of recombinant proteins, as well as detection of protein-ligand interactions, in this case (the acetyl-, malonyl-, propionyl-, or succinyl-coenzyme A). The DSF method measures the Tm values of each protein and detects changes of this value upon addition of each one of the four acyl-coenzyme A compounds of interest. Moreover, the method aimed to expand the conclusions of earlier prior research in the laboratory, which involved enzymatic activity assays of the same NAT proteins. The DSF results showed that acyl-coenzyme A compounds generally interacted with the recombinant NAT enzymes of Streptomycetes, increasing their Tm values. Such interaction was less evident in the case of the recombinant NAT enzymes of Bacilli, while the pattern was more variable in the case of other bacteria. Οι Ν-ακετυλοτρανσφράσες των αρυλαμινών (ΝΑΤ) είναι ένζυμα της φάσης ΙΙ του ξενοβιοτικού μεταβολισμού τα οποία καταλύουν τη Ν-ακετυλίωση των αρωματικών αμινών ή υδραζινών. Τα ένζυμα αυτά χρησιμοποιούν εύρος υποστρωμάτων ως δέκτες της ακετυλομάδας κατά την αντίδραση της Ν-ακετυλομεταφοράς, πολλά εκ των οποίων είναι ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα, τονίζοντας το σημαντικό ρόλο των πρωτεϊνών ΝΑΤ στο φαρμακολογικό μεταβολισμό. Το ακέτυλο-συνένζυμο Α λειτουργεί ως τυπικό υπόστρωμα δότης της ακετυλομάδας. Ωστόσο, για μερικά ένζυμα ΝΑΤ, ως δότες αλκυλομάδας μπορούν να λειτουργήσουν και άλλες παρόμοιες ενώσεις, όπως το προπιόνυλ- ή το μαλόνυλο- συνένζυμο Α. Η διεκπεραίωση των αντιδράσεων από τα ένζυμα ΝΑΤ ακολουθεί τον καταλυτικό μηχανισμό ping-pong Bi-Bi. Όλα τα ένζυμα ΝΑΤ φέρουν μια καταλυτική τριάδα στο ενεργό κέντρο τους, αποτελούμενη από τα αμινοξέα Cys-His-Asp, η οποία εμφανίζεται συντηρημένη. Μελέτες φυλογενετικής ανάλυσης έδειξαν ότι τα ένζυμα αυτά υπάρχουν σε πολλούς οργανισμούς, προκαρυωτικούς και ευκαριωτικούς, ανάμεσα τους και στον άνθρωπο στον οποίο έχουν μελετηθεί ευρέως για το ρόλο τους στη φαρμακογενετική. Τα γονίδια ΝΑΤ έχουν βρεθεί σε πληθώρα βακτηριακών γονιδιωμάτων. Στους μικροοργανισμούς αυτούς ο ρόλος των ενζύμων ΝΑΤ δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως. Σε κάποια βακτήρια τα ένζυμα ΝΑΤ φαίνεται να παρέχουν προστασία έναντι σε βλαβερές ουσίες του περιβάλλοντος. Ειδικά στα μυκοβακτήρια, τα ένζυμα ΝΑΤ πιστεύεται ότι συμβάλλουν στην επιβίωση των παθογόνων μέσα στα μακροφάγα κύτταρα των ξενιστών τους. Η αποκρυπτογράφηση της δομής των πρωτεϊνών ΝΑΤ σε αρκετούς προκαρυωτικούς μικροοργανισμούς έθεσε τα θεμέλια για την κατανόηση της σχέσης δομής-λειτουργίας της συγκεκριμένης οικογένειας ενζύμων. Στα πλαίσια της παρούσας διπλωματικής διατριβής επιχειρήθηκε η έκφραση 16 βακτηριακών πρωτεϊνών ΝΑΤ σε ανασυνδυασμένη μορφή, από γονιδιακές αλληλουχίες οι οποίες βρίσκονταν κλωνοποιημένες σε πλασμιδιακό φορέα έκφρασης pET28b(+) σε κύτταρα E.coli στελέχους BL21. Ακολούθησε ο καθαρισμός με χρωματογραφία συγγένειας και η ποσοτικοποίηση των ανασυνδυασμένων πρωτεϊνών, με σκοπό τη μελέτη τους με τη μέθοδο διαφορικής φθορισμομετρικής σάρωσης. Η τεχνική επιτρέπει έλεγχο της θερμικής σταθερότητας των ανασυνδυασμένων πρωτεϊνών, καθώς και ανίχνευση της αλληλεπίδρασης πρωτεΐνης-προσδέτη, όπου στην προκειμένη περίπτωση χρησιμοποιήθηκαν τα ενζυμικά υποστρώματα (ακέτυλο-, μαλόνυλο-, προπιόνυλο-, σουξίνυλο-συνένζυμο Α). Η μέθοδος επιτρέπει τον προσδιορισμό της τιμής Tm κάθε πρωτεΐνης, καθώς και των μεταβολών της τιμής αυτής παρουσία καθενός από τα διαφορετικά υποστρώματα. Επιπλέον, η χρήση της μεθόδου DSF αποσκοπούσε στην επέκταση προηγούμενωνων μελετών του εργαστηρίου βασισμένων σε δοκιμασίες ενζυμικής ενεργότητας των πρωτεϊνών αυτών. Η μελέτη των αποτελεσμάτων των πειραμάτων DSF έδειξε ότι η αλληλεπίδραση των πρωτεϊνών ΝΑΤ των στρεπτομυκήτων με τα τέσσερα αλκυλο-συνένζυμα Α γενικά συνέβαλε στην αύξηση της τιμής ^. Η αλληλεπίδραση αυτή ήταν γενικά λιγότερο εμφανής στις περιπτώσεις των πρωτεϊνών ΝΑΤ των βάκιλλων, ενώ σε άλλα βακτήρια το πρότυπο αλληλεπίδρασης εμφάνιζε μεγαλύτερη ποικιλομορφία. 1382 606 652 Έκθεση εργαζομένων Γ.Π. Νοσοκομείου σε αιματογενώς μεταδιδόμενα ιογενή νοσήματα The exposure of workers to Health Services in blood-transmitted viral diseases is an important occupational hazard worldwide. Among the approximately 35 million workers in health services worldwide, estimated to occur annually around 3 million reports (mostly percutaneous) to blood- transmissible agents. Of these, 2,000,000 related to HBV (Hepatitis B virus, HBV), 900.000 in hepatitis C (Hepatitis C virus, HCV) and 170,000 in human acquired immunodeficiency virus (Human immunodeficiency virus, HIV). From these reports may be caused 66.000, 16.000 and 1.000 HBV, HCV and HIV infections respectively. The purpose of this study is the analysis of all workplace accidents exposure to blood-borne viral diseases over 8 years (January 2007 - December 2014) at General University Hospital (G.P.N.). specifically investigated conditions - activities and causes of occupational exposure, the routes of exposure, the risk of infection and the precautions taken after exposure. Also studied the temporal variation of occupational exposure incidence and attempted evaluation of the measures of prevention measures and the level of awareness and education of workers on exposure avoidance measures and precaution after exposure to blood-borne infectious agents during their work. As the study material, the Declaration Forms Accidents submitted to the Commission responsible physician Hospital Infections were used during the same 8-year period. A total of 404 recorded accidents which were set out above by 404 employees 280 women and 124 men belonging to a range of age groups <30 years old and > 60. Of these accidents, 176 occurred during the morning shift, 55 during the afternoon and 18 during the night shift. The 32.92% of accidents involved in Nursing and associated personnel and 41.09% recorded in the Pathology Department. On conditions - activities and exposure causes, the 18,32% of injuries happened when venous blood collection and the most frequent cause of accidents was wrong employee handling (39.11%). In 89.11% of cases were percutaneous injury. As to the source of exposure, in 8.42% of cases the source of exposure was not known, while in 91.09% of cases were hospitalized patients who gave consent serology immediately after the accident. In 16.84% of these patients was found seropositivity for at least one of the tested blood borne diseases, such as HBV (8,42%), HCV (6,44%), HIV (0,74%), HBV-HCV coinfection ( 0.74%), and syphilis (0,50%). In 99.50% of workers who suffered the accident and subjected to serological tests, absent any indication of HBV infection, HCV, or HIV, and 0.25% were HBV findings and also 0.25% HCV infection findings. The majority of exposed (74.75%) indicated complete vaccination for HBV, while 73.76% of them had a sufficient titer of antibodies against HBV (anti- HBs). In the immediate precautionary measures implemented by the workers immediately after exposure, they were consistent with the guidelines of the Control Center for Infectious Diseases (KE.EL.P.NO.) and international scientific recommended practices in an amount of 50.99%, while 49.01% followed other and largely not recommended longer precautionary practices. The 87.13% of the workers presented to Doctor Commission of Hospital Infection (E.N.L.) during the first 24 hours after the accident. None of the 404 workers exposed to blood-borne viral diseases and monitored at planned intervals showed no infection. In view of the foregoing that the exposure accidents (particularly intradermal) of workers to blood borne viral infectious agents are often, but not usually lead to infection, despite the relatively high percentage of HBC or HCV seropositive source. Most workers have sufficiently vaccinated against HBV and have protective antibody titer. Observed reduction in the annual incidence of accidents exposure to blood-borne viral disease, which needs further confirmation. It requires better working environment, adequate staff, adequate mechanical equipment, information, recording - monitoring of occupational exposure accidents and interventional reduction strategies. Η έκθεση των εργαζομένων σε Υπηρεσίες Υγείας σε αιματογενώς μεταδιδόμενα ιογενή νοσήματα αποτελεί σημαντικό επαγγελματικό κίνδυνο παγκοσμίως. Μεταξύ των 35 περίπου εκατομμυρίων εργαζομένων σε Υπηρεσίες Υγείας παγκοσμίως, εκτιμάται ότι συμβαίνουν ετησίως περίπου 3 εκατομμύρια εκθέσεις (κυρίως διαδερμικές) σε αιματογενώς μεταδιδόμενους παράγοντες. Από αυτές, 2.000.000 αφορούν στον ιό της ηπατίτιδας Β (Hepatitis B virus, HBV), 900.000 στον ιό της ηπατίτιδας C (Hepatitis C virus, HCV) και 170.000 στον ιό της επίκτητης ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (Human immunodeficiency virus, HIV). Από αυτές τις εκθέσεις είναι δυνατό να προκληθούν 66.000, 16.000 και 1.000 HBV, HCV και HIV λοιμώξεις αντιστοίχως. Σκοπός αυτής της μελέτης είναι η ανάλυση όλων των εργατικών ατυχημάτων έκθεσης σε αιματογενώς μεταδιδόμενα ιογενή νοσήματα σε διάστημα 8 ετών (Ιανουάριος 2007 - Δεκέμβριος 2014) σε Γενικό Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο (Γ.Π.Ν.). Διερευνήθηκαν ειδικότερα οι συνθήκες - δραστηριότητες και τα αίτια της επαγγελματικής έκθεσης, οι τρόποι έκθεσης, ο κίνδυνος λοίμωξης και τα ληφθέντα μέτρα προφύλαξης μετά από την έκθεση. Επίσης μελετήθηκε η διαχρονική μεταβολή της επίπτωσης της επαγγελματικής έκθεσης και επιχειρήθηκε η αξιολόγηση των ληφθέντων μέτρων πρόληψης και του επιπέδου ενημέρωσης και εκπαίδευσης των εργαζομένων σχετικά με τα μέτρα αποφυγής έκθεσης καθώς και της προφύλαξης μετά από την έκθεση σε αιματογενώς μεταδιδόμενους λοιμώδεις παράγοντες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους. Ως υλικό της μελέτης, χρησιμοποιήθηκαν τα Έντυπα Δήλωσης Εργατικού ατυχήματος που κατατέθηκαν στον αρμόδιο ιατρό της Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων κατά την αντίστοιχη 8ετή περίοδο. Συνολικά μελετήθηκαν 404 καταγεγραμμένα εργατικά ατυχήματα, τα οποία αφορούσαν από τους 404 εκτεθέντες εργαζομένους 280 γυναίκες και 124 άνδρες, ανήκοντες σε εύρος ηλικιακών ομάδων από <30 ετών έως και >60. Από τα ατυχήματα αυτά, 176 συνέβησαν κατά τη διάρκεια της πρωινής βάρδιας, 55 κατά τη διάρκεια της απογευματινής και 18 κατά τη διάρκεια της βραδινής βάρδιας. Το 32,92% των ατυχημάτων αφορούσε στο Νοσηλευτικό & συναφές προσωπικό και το 41,09% κατεγράφη στον Παθολογικό Τομέα. Σχετικά με τις συνθήκες - δραστηριότητες και τα αίτια έκθεσης, το 18,32% των τραυματισμών έγινε κατά την αιμοληψία φλεβικού αίματος και η συχνότερη αιτία των ατυχημάτων ήταν λανθασμένοι χειρισμοί του εργαζόμενου (39,11%). Στο 89,11% των περιπτώσεων επρόκειτο για διαδερματικό τραυματισμό. Ως προς την πηγή έκθεσης, στο 8,42% των περιπτώσεων δεν ήταν γνωστή η πηγή έκθεσης, ενώ στο 91,09% των περιπτώσεων επρόκειτο για νοσηλευόμενους ασθενείς, οι οποίοι έδωσαν συγκατάθεση ορολογικού ελέγχου αμέσως μετά από το εργατικό ατύχημα. Στο 16,84% αυτών των ασθενών διαπιστώθηκε οροθετικότητα για ένα τουλάχιστον από τα ελεγχθέντα αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όπως HBV (8,42%), HCV (6,44%), HIV (0,74%), συλλοίμωξη HBV-HCV (0,74%) και Σύφιλη (0,50%). Στο 99,50% των εργαζομένων που υπέστησαν ατύχημα και υπεβλήθησαν σε ορολογικό έλεγχο, απουσίαζε οποιαδήποτε ένδειξη λοίμωξης από HBV, HCV ή HIV, ενώ στο 0,25% υπήρξαν ευρήματα HBV και επίσης στο 0,25% ευρήματα HCV λοίμωξης. Το μεγαλύτερο ποσοστό των εκτεθέντων (74,75%) ανέφερε πλήρη εμβολιασμό για HBV, ενώ το 73,76% αυτών είχε επαρκή τίτλο αντισωμάτων έναντι HBV (anti-HBs). Ως προς τα άμεσα μέτρα προφύλαξης που εφαρμόστηκαν από τους εργαζόμενους αμέσως μετά από την έκθεση, αυτά ήταν σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ.) και των διεθνών επιστημονικών συνιστώμενων πρακτικών σε ποσοστό 50,99%, ενώ το 49,01% ακολούθησε άλλες και εν πολλοίς μη συνιστώμενες πλέον πρακτικές προφύλαξης. Το 87,13% των εργαζομένων παρουσιάστηκε στον Ιατρό Επιτροπής Νοσοκομειακών Λοιμώξεων (Ε.Ν.Λ.), κατά το 1ο 24ωρο έπειτα από το ατύχημα. Κανείς από τους 404 εργαζόμενους που εκτέθηκαν σε αιματογενώς μεταδιδόμενα ιογενή νοσήματα και παρακολουθήθηκε στα προβλεπόμενα διαστήματα δεν εμφάνισε λοίμωξη. Με βάση τα ανωτέρω προκύπτει ότι τα ατυχήματα έκθεσης (κυρίως διαδερμικής) των εργαζομένων σε αιματογενώς μεταδιδόμενους ιογενείς λοιμώδεις παράγοντες είναι συχνά, αλλά δεν οδηγούν συνήθως σε λοίμωξη, παρά το σχετικώς υψηλό ποσοστό HBC ή HCV οροθετικότητας της πηγής. Η πλειονότητα των εργαζομένων έχουν εμβολιαστεί επαρκώς έναντι HBV και έχουν προστατευτικό τίτλο αντισωμάτων. Παρατηρείται μείωση της ετήσιας επίπτωσης των ατυχημάτων έκθεσης σε αιματογενώς μεταδιδόμενα ιογενή νοσήματα, η οποία χρήζει περαιτέρω επιβεβαίωσης. Απαιτείται καλύτερο περιβάλλον εργασίας, επάρκεια προσωπικού, επαρκής μηχανικός εξοπλισμός, ενημέρωση, καταγραφή - παρακολούθηση των επαγγελματικών ατυχημάτων έκθεσης και παρεμβατικές στρατηγικές μείωσης. 1383 199 229 Relational aggression, coping and empathy in preadolescent students Επιθετικότητα σχέσεων, στρατηγικές αντιμετώπισης στρεσογόνων καταστάσεων και ενσυναίσθηση σε προέφηβους μαθητές The present study investigated the relationship between primary school students‟ involvement in relational aggression, the coping strategies they use and their empathy. In addition, the study examined the impact of gender in the variables under study. The sample consisted of 337 fifth and sixth graders attending primary schools in the areas of Kavala, Athens, Thessaloniki and Evros. A self-report questionnaire was used to collect the data. Results revealed that students‟ gender differentiated the self-reported frequency of relational aggression, their coping strategies and their empathy. The dimensions of relational aggression, the coping strategies and empathy were correlated with each other. Specifically, both dimensions of relational aggression (proactive and reactive) displayed positive correlations with the strategy of aggression. However, reactive aggression was positively correlated with rumination. Moreover, proactive and reactive aggression was negatively correlated with empathy (cognitive and emotional). Furthermore, positive correlation was found between empathy and problem- solving coping (i.e. situation control). The present study enriches the existing references about the relational aggression. Furthermore, the present study indicates the need of implementation of intrusive programs for the dealing of relational aggression, the reinforcement of coping and the development of empathy in students Η παρούσα έρευνα μελετά τη σχέση ανάμεσα στην εμπλοκή των μαθητών δημοτικού σχολείου σε περιστατικά επιθετικότητας σχέσεων ( προληπτική και αντιδραστική), τις στρατηγικές αντιμετώπισης που χρησιμοποιούν καθώς και την ενσυναίσθησή τους. Επίσης, διερευνά την επίδραση του φύλου στις υπό μελέτη μεταβλητές. Στην έρευνα συμμετείχαν 337 μαθητές Ε΄ και ΣΤ΄ δημοτικού σχολείου οι οποίοι φοιτούσαν σε σχολεία των περιοχών της Καβάλας, της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και του Έβρου και οι οποίοι απάντησαν σε ερωτηματολόγιο αυτοαναφοράς. Από την ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι το φύλο διαφοροποιεί σημαντικά τη συχνότητα επιθετικότητας σχέσεων των μαθητών. Επίσης, το φύλο διαφοροποιεί σημαντικά την εφαρμογή στρατηγικών αντιμετώπισης και την εκδήλωση ενσυναίσθησης. Επιπλέον, οι διαστάσεις της επιθετικότητας σχέσεων, των στρατηγικών αντιμετώπισης και ενσυναίσθησης παρουσίασαν μεταξύ τους σημαντικές συσχετίσεις. Συγκεκριμένα οι δυο διαστάσεις της επιθετικότητας σχέσεων (προληπτική, αντιδραστική) παρουσίασαν θετική συσχέτιση με τη στρατηγική της επιθετικότητας. Ωστόσο η αντιδραστική επιθετικότητα συσχετίστηκε θετικά με τη στρατηγική του στοχασμού. Όσον αφορά την επιθετικότητα σχέσεων και την ενσυναίσθηση, διαπιστώθηκε αρνητική συσχέτιση της προληπτικής και αντιδραστικής επιθετικότητας με την ενσυναίσθηση (γνωστική, συναισθηματική). Τέλος, θετική συσχέτιση παρουσιάστηκε ανάμεσα στην ενσυναίσθηση και των στρατηγικών εστιασμένων στο πρόβλημα (π.χ. έλεγχος κατάστασης). Η παρούσα έρευνα εμπλουτίζει την υπάρχουσα βιβλιογραφία για την επιθετικότητα σχέσεων και υποδεικνύει την ανάγκη υλοποίησης παρεμβατικών προγραμμάτων για την αντιμετώπισή της, την ενίσχυση των στρατηγικών αντιμετώπισης και την καλλιέργεια ενσυναίσθησης στους μαθητές 1384 16 15 Instructive utilization and evaluation of the educational material entitled "The lagoon" by eleven year old students Διδακτική αξιοποίηση και αξιολόγηση του εκπαιδευτικού υλικού " Η λιμνοθάλασσα" από μαθητές ηλικίας 11 ετών 1385 445 420 Συγκριτική Εκτίμηση Οικονομικότητας Κλάδων Φυτικής Παραγωγής στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας & Θράκης The purpose of the current thesis is the development of a tool for fast and easy calculation of several financial indicators, that helps us compare the financial efficiency of plant production branches, in order to generate scenarios and take decisions before the application of any production plan. By seeking dynamic production and recording of information, instead of static, we have developed a calculation tool “CULTIVATION FINANCES.XLS”, which is based on spreadsheets, has been developed in Office Excel 2007 and can directly, fast and with accepted reliability to calculate: the Gross profit, the Gross revenue (product worth + subsidies) and the Variable costs (material + external work) simultaneously for 16 different branches of plant production, that could be included in some production plan. In this way, a potential is created that can be leveraged for decision making, even when data or/and scenarios are being changed. As input data in the underlying calculation tool, static and parametrized values (depending on each case) are used, that are processed in order to produce the desired information. Moreover, an easy-to-use and understandable user interface has been developed, in order to facilitate the access to this information. The tool gives parametrizing options, and so we have created scenarios with the following parameters: a) usage of external machinery and b) family work, in order to determine the production conditions as accurately as possible. By using the tool, we have created value tables for 60 branches of plant production. Among those tables, the Variable Cost Index (VCI) is of special interest, which is the ratio between the Variable costs and the Gross revenue. The more the values tend to zero, the better the index (more favourable cultivation), while the more the values of VCI tend to one, the more the Gross revenue and Variable costs come to a balance and so the Gross profit tend to eliminate. In other words, when a cultivation expresses smaller VCI, this means that it is a “cheap” cultivation according to the cost but with good return of Gross profit. For example, the “humble” network lettuce in record No. 28 has the smallest VCI (0,147), since with only 34,73€/ha for Variable costs it gives back 236,8€/ha for Gross revenue and 202,06€/ha for Gross profit. By comparing the values, we can conclude that the results taken from the tool are very close (generally speaking) in those of other researchers, and therefore we can accept and consider them valid. In order to achieve greater reliability and to leverage the tool as a prediction model, a validation process should be completed and the statistical data should be updated (indexes REMTH), by using scientifically proven methodology for sampling and collecting primary data Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η δημιουργία ενός "εργαλείου" που θα υπολογίζει γρήγορα και εύκολα διάφορους οικονομικούς δείκτες και θα μας βοηθά στην συγκριτική οικονομικότητα των κλάδων φυτικής παραγωγής ώστε να δημιουργούμε σενάρια και να λαμβάνουμε αποφάσεις, πριν την εφαρμογή του οποιουδήποτε σχεδίου παραγωγής. Επιδιώκοντας την δυναμική και όχι την στατική παραγωγή και παράθεση πληροφοριών, αναπτύξαμε ένα εργαλείο υπολογισμού «ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ.XLS», που βασίζεται στα υπολογιστικά φύλλα, αναπτύχθηκε με το Office Excel 2007 και μπορεί άμεσα, γρήγορα και με αποδεκτή αξιοπιστία να υπολογίζει: το Ακαθάριστο κέρδος, την Ακαθάριστη πρόσοδο (αξία προϊόντος + επιδοτήσεις) και τις Μεταβλητές δαπάνες (υλικά + ξένη εργασία) ταυτόχρονα για 16 διαφορετικούς κλάδους φυτικής παραγωγής που θα μπορούσαν να ενταχθούν σε κάποιο σχέδιο παραγωγής. Έτσι δημιουργείται μια δυναμική, ώστε να μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για λήψη αποφάσεων ακόμα και όταν αλλάζουν τα δεδομένα ή/και τα σενάρια. Ως δεδομένα εισόδου, στο συγκεκριμένο εργαλείο υπολογισμού, χρησιμοποιούνται στατικά και παραμετρικά δεδομένα (κατά περίπτωση), που θα επεξεργαστούν, ώστε να παραχθούν οι πληροφορίες που επιδιώκουμε. Αναπτύχθηκε, ένα εύχρηστο και κατανοητό περιβάλλον αλληλεπίδρασης (interface) με τον χρήστη, προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση. Το εργαλείο μας δίνει τη δυνατότητα παραμετροποίησης, έτσι δημιουργήσαμε σενάρια με παραμέτρους, α) την χρήση ξένων μηχανημάτων και β) την οικογενειακή εργασία, ώστε να καθορίσουμε όσο το δυνατό ακριβέστερα τις συνθήκες παραγωγής. Με τη χρήση του εργαλείου δημιουργήσαμε πίνακες για 60 κλάδους φυτικής παραγωγής. Από τους πίνακες ενδιαφέρον παρουσιάζει ο Δείκτης Μεταβλητών Δαπανών (ΔΜΔ), που ορίζεται ως, ο λόγος των Μεταβλητών δαπανών προς την Ακαθάριστη πρόσοδο. Όσο οι τιμές τείνουν προς το μηδέν τόσο καλύτερος είναι ο δείκτης (πιο συμφέρουσα καλλιέργεια) όσο οι τιμές του ΔΜΔ τείνουν προς τη μονάδα, τότε ισοσκελίζεται η Ακαθάριστη πρόσοδος με τις Μεταβλητές δαπάνες και έτσι τείνει να μηδενιστεί το Ακαθάριστο κέρδος. Με άλλα λόγια όταν μια καλλιέργεια παρουσιάζει μικρότερο ΔΜΔ, σημαίνει πως πρόκειται για μια "φθηνή" σε κόστος καλλιέργεια αλλά με καλή απόδοση Ακαθάριστου κέρδους. Βλέπουμε για παράδειγμα το "ταπεινό" Μαρούλι δικτύου στην εγγραφή α/α 28 να έχει τον μικρότερο ΔΜΔ 0,147 αφού μόλις με 347,37€/στρ Μεταβλητές δαπάνες, αποδίδει Ακαθάριστη πρόσοδο 2368 €/στρ και Ακαθάριστο κέρδος 2020,63€/στρ. Από τις συγκρίσεις τιμών, βλέπουμε ότι το εργαλείο παράγει τιμές που σε γενικές γραμμές είναι πολύ κοντά σε αυτές άλλων ερευνητών, οπότε μπορούμε, να τις αποδεχτούμε και να τις θεωρήσουμε έγκυρες. Για τη δημιουργία μεγαλύτερης αξιοπιστίας και την αξιοποίηση του εργαλείου, ως μοντέλου πρόγνωσης, θα πρέπει να γίνει επικύρωση εγκυρότητας (validation) και να επικαιροποιηθούν τα στατικά δεδομένα (δείκτες ΠΑΜΘ), χρησιμοποιώντας επιστημονικά τεκμηριωμένη μεθοδολογία δειγματοληψίας και συλλογής πρωτογενών δεδομένων 1386 236 205 their values. Innovative teaching approaches in pre-school aged children oι αξίες στους μύθους του Αισώπου. Καινοτόμες διδακτικές προσεγγίσεις για παιδιά προσχολικής ηλικίας This research studies the acceptance and emotional understanding of diversity in primary education and more specifically in pre-school education. Modern school comprises an institution which combines diversity with heterogeneity. Nursery school appears to be the first socially organised unit where a person realises the importance of the term “different”(the other). The study focuses on both observing as well as analytically demonstrating the value of Aesop's myths. In particular it is attempted to shed light on preschoolers' ability to fully understand the meaning of diversity. Furthermore, innovative teaching approaches are introduced and implemented on preschool children. Traditional classroom teaching tools -such as child drawing among with advanced technologies (google-pictures, Reveletion Natural Art, Art steps, digital storytelling)- are combined in the framework of edutainment( education and entertainment) .Two Aesop's myths are selected by initially using the traditional narrative method supported later on by sophisticated technology while it is analysed whether the latter serves as an additional facilitation of the comprehension of the sense this study is occupied with. In the light of that it is inquired whether there could be any potential correlation between education and entertainment (edutainment) hopefully leading to a high-tech knowledgeable generation through more amusing teaching methods .The results illustrate that edutainment could achieve higher school performance. Nursery school children seem to practise and interact more pleasantly while expressing their emotions of diversity awareness by drawing. Η παρούσα έρευνα μελετά την αποδοχή και την ενσυναίσθηση της διαφορετικότητας στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και ειδικότερα στην προσχολική. Το σύγχρονο σχολείο είναι το σχολείο της ετερότητας, της ανομοιογένειας. Η πρώτη οργανωμένη σχολική μονάδα στην οποία εμφανίζεται ο σημαντικός άλλος είναι το νηπιαγωγείο. Σκοπός της έρευνας είναι να εξετάσει εάν με τη διδασκαλία των μύθων του Αισώπου και τη χρήση εκπαιδευτικών ψηφιακών εφαρμογών «Google pictures», «Reveletion Natural Art», «Art steps» και της ψηφιακής αφήγησης, σε πλαίσιο edutainment, η έννοια της ετερότητας γίνεται κατανοητή από παιδιά προσχολικής ηλικίας. Επιλέγονται δύο μύθοι του Αισώπου και χρησιμοποιείται αρχικά η παραδοσιακή αφηγηματική μέθοδος Στην συνέχεια ενισχύεται η πρώτη με τις νέες τεχνολογίες και διερευνάται αν οι τελευταίες λειτουργούν προσθετικά και διευκολύνουν την κατανόηση της έννοιας που απασχολεί την έρευνα. Στο πλαίσιο της ψηφιακής εκπαιδευτικής εφαρμογής edutainment ερευνάται αν η εκπαίδευση και η ψυχαγωγία αλληλοσυνδέονται και οδηγούν τη γενιά της νέας τεχνολογίας στη μάθηση μέσω της ευχαρίστησης. Από τα αποτελέσματα φαίνεται πως το edutainment οδηγεί σε καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα. Τα παιδιά του νηπιαγωγείου με το συνδυασμό των δύο μεθόδων, εργάζονται ευχάριστα τόσο ατομικά όσο και ομαδικά και εκφράζουν με τα ιχνογραφήματά τους τις γνώσεις τους για την ετερότητα. 1387 245 236 Η διοικητική οργάνωση της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινουπόλεως This study concerns the Latin Empire of Constantinople, which lasted from 1204 to 1261 and its administrative structure. Constantinople was picked up by the crusaders of the Fourth Crusade and was later ruled by six Latin Emperors. The fall of Constantinople in 1204 resulted in: • The abolition of the Byzantine State • The creation of a new state entity, the Latin Empire of Constantinople, and many smaller Frankish states, theoretically subject to it • The political and territorial expansion of Venice in Greece, in the Aegean and in Constantinople itself • Creating mutual mistrust and hatred between Byzantines, Franks and Venetians In Chapter 1 there is a reference to political history, to the Fourth Crusade and to the final defeat of Constantinople, and to the years of the Frankish rule (1204-1261). We also refer to the Latin and Greek states that were created after the Fourth Crusade, to the Latin Emperors of this period and to the end of the Latin Empire. Chapter 2 presents and analyzes the organizational and administrative structure of the Latin Empire of Constantinople and provides information on the economy and the Church. The third and final chapter attempts an in-depth analysis and evaluation of the main administrative structures of the state: Reference is made to the Convention of March 1204, to the institutions and to the administrative organization: political power, Committees, Councils, Parliament, court and etiquette, diplomatic services, judiciary and military organization. The study is completed with an outline Η παρούσα μελέτη αφορά στη Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης (1204-1261) και στη διοικητική δομή αυτής. Η Κωνσταντινούπολη αλώθηκε από τους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας και εν συνεχεία κυβερνήθηκε από έξι Λατίνους Αυτοκράτορες. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 είχε ως συνέπεια:  την κατάλυση του Βυζαντινού Κράτους  τη δημιουργία μιας νέας κρατικής οντότητας, της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης, καθώς και πολλών μικρότερων φραγκικών κρατών, σε αυτήν θεωρητικά υπαγομένων  την πολιτική και εδαφική επέκταση της Βενετίας στον ελλαδικό χώρο, στο Αιγαίο και στην ίδια την Κωνσταντινούπολη  τη δημιουργία αμοιβαίας δυσπιστίας και έχθρας μεταξύ Βυζαντινών, Φράγκων και Βενετών Στο 1ο Κεφάλαιο γίνεται αναφορά στη πολιτική ιστορία, στη Δ’ Σταυροφορία και στην άλωση της Κωνσταντινούπολης, και στα χρόνια της Φραγκοκρατίας (1204-1261). Αναφερόμαστε επίσης στα Λατινικά και στα Ελληνικά κράτη που δημιουργήθηκαν μετά την Δ’ Σταυροφορία, στους Λατίνους Αυτοκράτορες αυτής της περιόδου και στο τέλος της Λατινικής Αυτοκρατορίας. Στο 2ο Κεφάλαιο παρουσιάζεται και αναλύεται η οργάνωση και η διοικητική δομή της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης και δίνονται πληροφορίες για την οικονομία και την Εκκλησία. Στο 3ο και τελευταίο κεφάλαιο επιχειρείται μια εις βάθος ανάλυση και αξιολόγηση των κυριότερων διοικητικών δομών αυτού του κράτους: Γίνεται αναφορά στη Σύμβαση του Μαρτίου 1204, στα θεσμικά όργανα και στη διοικητική οργάνωση: πολιτική εξουσία, Επιτροπές, Συμβούλια, Κοινοβούλιο, αυλή και εθιμοτυπία, γραμματεία, διπλωματικές υπηρεσίες, δικαστική εξουσία και στρατιωτική οργάνωση. Η μελέτη ολοκληρώνεται με έναν επίλογο. 1388 285 293 The changes in the urban habits of the non-Muslim populations of Constantinople as a factor in the remodeling of the structured urban landscape of the Ottoman capital in the late 19th century Η μεταβολή των αστικών συνηθειών των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Κωνσταντινούπολης ως παράγοντας επαναδιαμόρφωσης του δομημένου αστικού τοπίου της οθωμανικής πρωτεύουσας στα τέλη του 19ου αιώνα This paper attempts to examine the way the change of urban habits of non-Muslim population in Istanbul, acts as a re-modeling factor regarding the urban landscape of the district of Pera / Beyoğlu, the most emblematic area of the Ottoman capital at the end of the 19th century. Initially, the historical conditions are presented, under which Ottoman governments attempt to halt the decline of Ottoman Empire, aiming to Europeanise / westernise the military and administrative state structures which are geographically concentrated in the Pera district due to the favorable economic conditions and the social and population characteristics of the area. Afterwards, the developments regarding the urban planning and architecture of the area are described, as part of Istanbul’s urban and architectural history from the first urban settlement until 19th century. Also, the basic elements of non-Muslim communities established in Beyoğlu region during the period mentioned above are analyzed, which are characterized by an astonishing variety of ethnic and geographical origins, linguistic expressions and legal status. Finally, the places of religious and secular activities the specific population group erected at the end of 19th century are recorded, redefining and reshaping the part of the urban area where they live and work, introducing new concepts regarding the urban planning and the architecture of the city. Thus, Pera / Beyoğlu district has been transformed into a unique European influenced urban area, whose inhabitants, without losing their ethnic and religious identity, experience the cosmopolitan character of the Ottoman capital during the last decades of the 19th century. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να εξετάσει τον τρόπο με τον οποίο η μεταβολή των αστικών συνηθειών των μη μουσουλμανικών πληθυσμών της Κωνσταντινούπολης λειτουργεί ως παράγοντας επαναδιαμόρφωσης του δομημένου αστικού τοπίου της πλέον εμβληματικής περιοχής της οθωμανικής πρωτεύουσας στα τέλη του 19ου αιώνα, της συνοικίας του Πέρα / Beyoğlu. Αρχικά, παρουσιάζονται οι ιστορικές συνθήκες κάτω από τις οποίες οι οθωμανικές κυβερνήσεις επιχειρούν να αναστείλουν την πορεία παρακμής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, επιδιώκοντας τον εξευρωπαϊσμό / εκδυτικισμό των στρατιωτικών και διοικητικών δομών του κρατικού μηχανισμού· αυτή η προσπάθεια επικεντρώνεται γεωγραφικά στην περιοχή του Πέρα λόγω των ευνοϊκών οικονομικών, κοινωνικών και πληθυσμιακών χαρακτηριστικών του τόπου. Στη συνέχεια περιγράφεται η εξέλιξη της πολεοδομικής μορφής και της αρχιτεκτονικής όψης της περιοχής ως τμήμα της γενικότερης πολεοδομικής και αρχιτεκτονικής ιστορίας της Κωνσταντινούπολης από την εποχή της πρώτης αστικής εγκατοίκησης μέχρι και τον 19ο αιώνα. Επίσης, αναλύονται τα βασικά γνωρίσματα των μη μουσουλμανικών κοινοτήτων που συγκροτούνται στην περιοχή του Beyoğlu την παραπάνω περίοδο και οι οποίες χαρακτηρίζονται από μια εκπληκτική ποικιλία εθνοθρησκευτικών και γεωγραφικών προελεύσεων, γλωσσικών εκφάνσεων και νομικής υπόστασης. Τέλος καταγράφονται χώροι θρησκευτικών και κοσμικών λειτουργιών που οι συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες ανεγείρουν στα τέλη του 19ου αιώνα, επαναδιαμορφώνοντας το τμήμα του αστικού χώρου στο οποίο κατοικούν και δραστηριοποιούνται επαγγελματικά και κοινωνικά και εισάγοντας νέες αντιλήψεις ως προς την πολεοδομική οργάνωση και λειτουργία αλλά και την αρχιτεκτονική όψη της πόλης· με αυτόν τον τρόπο η περιοχή του Πέρα / Beyoğlu μεταμορφώνεται σε μια ιδιότυπη ευρωπαϊκής αισθητικής αστική περιοχή, οι κάτοικοι της οποίας, χωρίς να χάνουν την ιδιαίτερη εθνοθρησκευτική τους ταυτότητα, βιώνουν τον κοσμοπολιτισμό της οθωμανικής πρωτεύουσας κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα. 1389 254 245 The potential role of inorganic polyphosphates in the mechanism of Neutrophil Extracellular Traps (NETs) Ο πιθανός ρόλος των ανόργανων πολυφωσφορικών στον μηχανισμό των εξωκυττάριων ουδετεροφιλικών δικτύων χρωματίνης ackround/Aim: Neutrophils and Neutrophil Extracellular Traps (NETs), are one of the mechanisms of action of these cells, are involved in conditions like thrombosis and inflammation. On the other hand, studies support the ability of platelets to secrete inorganic polyphosphate chains, polyP, under the influence of certain mediators. PolyP appears to be associated with thrombosis. However, their role in platelet-neutrophil interaction in the context of thrombosis-inflammation and NETs remains largely unknown. Methods: For the collection of polyP, healthy platelets were stimulated with plasma from the thrombocyte artery of patients with acute myocardial infarction. To test the ability of polyP to induce NETs formation, neutrophils, isolated from healthy donors, were stimulated with native polyP. At the same time, the excited platelet supernatants (which contained the native polyP) were incubated with alkaline phosphatase, which is a biological inhibitor of polyP. The formation of NETs was investigated by immunofluorescence and flow cytometry. Results: Stimulation of healthy neutrophils with native polyP, led to the release of a significant number of NETs, according to observation / analysis of the samples in a confocal microscope or cytometer. The use of alkaline phosphatase significantly reduced the release of NETs. Conclusion: The results of this study suggest that natural polyP are the primary mediator / promoter of NETs in inflammation and thrombosis conditions, providing more informations for correlation between platelet and neutrophil. In addition, these results suggest the platelet / polyP / neutrophil axis as a potential therapeutic target. Εισαγωγή: Τα ουδετερόφιλα και τα εξωκυττάρια ουδετεροφιλικά δίκτυα χρωματίνης (Neutrophil Extracellular Traps, NETs), που αποτελούν έναν από τους μηχανισμούς δράσεις των συγκεκριμένων κυττάρων, έχουν εμπλακεί σε καταστάσεις θρόμβωσης-φλεγμονής. Από την άλλη πλευρά, μελέτες υποστηρίζουν την ικανότητα των αιμοπεταλίων να εκκρίνουν ανόργανες αλυσίδες πολυφωσφωρικών (polyphosphates, polyP), υπό την επίδραση ορισμένων μεσολαβητών. Τα polyP φαίνεται να συνδέονται με τη θρόμβωση. Ωστόσο, ο ρόλος τους στη συνομιλία αιμοπεταλίου-ουδετερόφιλου στο πλαίσιο της θρόμβωσης-φλεγμονής και των NETs παραμένει σε σημαντικό βαθμό άγνωστος. Μέθοδοι: Για τη συλλογή των φυσικών polyP, υγιή αιμοπετάλια διεγέρθηκαν με το πλάσμα από τη θρομβωμένη αρτηρία ασθενών με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου. Για να εξεταστεί η ικανότητά των polyP να επάγουν το σχηματισμό NETs, ουδετερόφιλα που απομονώθηκαν από υγιείς δότες διεγέρθηκαν με τα φυσικά polyP. Παράλληλα, τα υπερκείμενα των διεγερμένων αιμοπεταλίων (που περιείχαν τα φυσικά polyP) επωάστηκαν με αλκαλική φωσφατάση, η οποία αποτελεί έναν βιολογικό αναστολέα των polyP. Ο σχηματισμός των NETs διερευνήθηκε με ανοσοφθορισμό και κυτταρομετρία ροής.Αποτελέσματα: Η διέγερση των υγιών ουδετερόφιλων με τα φυσικά polyP οδήγησε στην απελευθέρωση σημαντικού αριθμού NETs, σύμφωνα με την παρατήρηση/ανάλυση των δειγμάτων σε συνεστιακό μικροσκόπιο ή κυτταρόμετρο. Η χρήση της αλκαλικής φωσφατάσης μείωσε σημαντικά την απελευθέρωση των NETs. Συμπέρασμα: Τα αποτελέσματα της διπλωματικής μελέτης προτείνουν τα φυσικά polyP ως βασικό μεσολαβητή/διεγέρτη των NETs σε καταστάσεις φλεγμονής-θρόμβωσης, παρέχοντας περισσότερα στοιχεία για τη συνομιλία μεταξύ αιμοπεταλίου-ουδετερόφιλου. Επιπλέον, τα αποτελέσματα αυτά προτείνουν τον άξονα αιμοπεταλίου/ροΙγΡ/ουδετερόφιλου ως έναν πιθανό θεραπευτικό στόχο. 1390 180 190 The understanding and reproduction multimodal texts of natural science from students in preschool and primary school Κατανόηση και αναπαραγωγή πολυτροπικών κειμένων φυσικών επιστημών από παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας In summary, the dissertation entitled “The understanding and production of multi modal texts of natural science by children of preschool and primary education”, refers to what extend children of these particular ages have the ability to comprehend multimodal texts and analyze data. In addition, we analyze theoretically the concepts of multimodality, of natural sciences in order to analyze the reasons why natural sciences are taught at schools, how they should be taught and which skills are acquired by children and the notion of the ecosystem. Moreover, some researches concerning multimodality on natural science both in Greece and internationally are presented. Furthermore, we present the investigative tools which were used for the conduct of the reasearch that we carried out at a kindergarten and Primary school are exhibited. Besides, the means we collected data is demonstrated. Finally, we present the results of the research in combination with both the conclusions we drew and the difficulties we faced as well as some future recommendations are indicated Συνοπτικά, η πτυχιακή εργασία με θέμα: «Κατανόηση και παραγωγή πολυτροπικών κειμένων φυσικών επιστημών από παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας » αναφέρεται στο κατά πόσο τα παιδιά αυτών των ηλικιών είναι σε θέση να κατανοούν πολυτροπικά κείμενα και να διαβάζουν δεδομένα. Επίσης, αναλύονται θεωρητικά οι έννοιες της πολυτροπικότητας, του πολυγραμματισμού, των φυσικών επιστημών με σκοπό να αναλυθούν οι λόγοι για τους οποίους διδάσκονται οι Φυσικές επιστήμες στο σχολείο, πώς πρέπει να διδάσκονται και τι δεξιότητες αποκτούν οι μαθητές όπως επίσης αναλύεται και η έννοια του οικοσυστήματος και συγκεκριμένα του χερσαίους το οποίο έγινε αντικείμενο μελέτης για την διεξαγωγή της έρευνας. Εν συνέχεια, παρουσιάζονται έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί και συνδέουν την πολυτροπικότητα με τις φυσικές επιστήμες τόσο στην Ελλάδα όσο και σε διεθνές επίπεδο. Έπειτα, παρουσιάζονται τα ερευνητικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για τη διεξαγωγή της έρευνας που πραγματοποιήσαμε στο Νηπιαγωγείο και στο Δημοτικό σχολείο και ο τρόπος συλλογής των δεδομένων μας. Εν τέλει, παρατίθενται τα αποτελέσματα της έρευνάς μας και τα συμπεράσματα που διεξήγαμε, τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε και κάποιες μελλοντικές προτάσεις που προτείνουμε για επεξεργασία και περαιτέρω εξειδίκευσης 1391 326 349 σύγκριση αναερόβιας επεξεργασίας και υγειονομικής ταφής αστικών στερεών αποβλήτων Biogas is produced from the anaerobic digestion of the biodegradable fraction of Municipal Solid Waste in sanitary landfills and anaerobic reactors. In recent years there has been an increase in the energy utilization of biogas and the question is which of the two methods is the most advantageous. The purpose of this work is to compare the two methods and select the most appropriate one, taking into consideration energy, environmental, technological, economical and legal criteria. Initially, general information on biogas is provided, then the equipment included in an integrated biogas plant is described and reference is made to the potentially applicable technologies. Reference is also made to the legal framework for cogeneration from Renewable Energy Sources and to the financial instruments that encourage the construction of such cogeneration units. Each treatment method calculates the amount of biogas produced, selects the appropriate cogeneration engine, calculates the energy produced and the amounts of carbon dioxide and nitrogen oxides released into the atmosphere. After analyzing the cost of facilities, the sustainability of energy production investments over twenty years is being considered. As an initial production of Municipal Solid Waste 50.000 tons/year are taken and a sensitivity analysis is conducted with respect to the amount of treated waste. The comparison of the two methods shows that from the energy, legal and environmental point of view, the method of anaerobic digestion prevails, but the use of biogas for energy production from landfill has a lower total cost. The economic evaluation of the investments on the basis of the Net Present Value shows that the critical quantities of treated waste for the selection of the most profitable investment are 150.000 and 210.000 tons of MSW/year, respectively, for the cases the investment capital is subsidized or not. For smaller quantities of treated waste, investment in sanitary landfill is recommended, while for larger quantities investment in the anaerobic digestion of the biodegradable fraction of Municipal Solid Waste for energy production from biogas is recommended. Το βιοαέριο παράγεται από την αναερόβια επεξεργασία του βιοαποδομήσιμου κλάσματος των Αστικών Στερεών Αποβλήτων σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) και σε αναερόβιους αντιδραστήρες. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση στην ενεργειακή αξιοποίηση του βιοαερίου και το ερώτημα που τίθεται είναι ποια από τις δύο μεθόδους είναι πιο συμφέρουσα. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να γίνει σύγκριση των δύο μεθόδων, ώστε να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για την επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου, λαμβάνοντας υπόψη ενεργειακά, περιβαλλοντικά, τεχνολογικά, οικονομικά και νομικά κριτήρια. Αρχικά δίνονται γενικές πληροφορίες για το βιοαέριο, στη συνέχεια περιγράφεται ο εξοπλισμός που περιλαμβάνει μια ολοκληρωμένη μονάδα ενεργειακής αξιοποίησης βιοαερίου και γίνεται αναφορά στις τεχνολογίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ακολουθεί αναφορά στο νομικό πλαίσιο που αφορά στη συμπαραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και στα χρηματοδοτικά εργαλεία που ενθαρρύνουν την κατασκευή τέτοιων μονάδων συμπαραγωγής. Για κάθε μέθοδο υπολογίζεται η παραγόμενη ποσότητα βιοαερίου, επιλέγεται η κατάλληλη μηχανή συμπαραγωγής, υπολογίζεται η παραγόμενη ενέργεια και οι ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και οξειδίων του αζώτου που εκλύονται στην ατμόσφαιρα. Αφού γίνει ανάλυση του κόστους των εγκαταστάσεων, εξετάζεται η βιωσιμότητα των επενδύσεων παραγωγής ενέργειας με ορίζοντα εικοσαετίας. Ως αρχική ποσότητα παραγωγής Αστικών Στερεών Αποβλήτων λαμβάνονται οι 50.000 τόνοι/έτος και γίνεται ανάλυση ευαισθησίας για το πως μεταβάλλονται τα μεγέθη, αν μεταβληθεί η ποσότητα των αποβλήτων. Από τη σύγκριση των δύο μεθόδων, προκύπτει ότι από ενεργειακή και περιβαλλοντική άποψη καθώς και σχετικά με την εναρμόνιση με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας, υπερέχει η μέθοδος της αναερόβιας επεξεργασίας. Η ενεργειακή αξιοποίηση βιοαερίου από την υγειονομική ταφή παρουσιάζει μικρότερο συνολικό κόστος. Από την οικονομική αξιολόγηση των επενδύσεων με κριτήριο την Καθαρή Παρούσα Αξία, προκύπτει ότι οι κρίσιμες τιμές όσον αφορά στις ποσότητες των παραγόμενων αποβλήτων, για την επιλογή της πιο συμφέρουσας επένδυσης, είναι οι 210.000 και 150.000 τόνοι ΑΣΑ/έτος, στις περιπτώσεις χωρίς ενίσχυση του κεφαλαίου της επένδυσης και με ενίσχυση του κεφαλαίου της επένδυσης, αντίστοιχα. Για ποσότητες παραγόμενων αποβλήτων μικρότερες από τις παραπάνω τιμές, συμφέρει η επένδυση της ενεργειακής αξιοποίησης του βιοαερίου από την υγειονομική ταφή και για μεγαλύτερες, η επένδυση της αναερόβιας επεξεργασίας του βιοαποδομήσιμου κλάσματος των Αστικών Στερεών Αποβλήτων. 1392 164 163 Cognitive and linguistic awareness during preschool and school age Γνωστική και γλωσσική ενημερότητα κατά τη νηπιακή και σχολική ηλικία This research intends to investigate the impact of cognitive awareness on the development of linguistic awareness during preschool and school years. The sample of the survey consisted of 197 children aged 5-11 years, who were individually exam-ined in a series of tasks. Three types of growing difficulty tasks were used to examine cognitive awareness (an alteration of the classic false belief task, 6 faux-pas detection stories, and 2 videos that explored the participants' ability to draw conclusions based on induction). In order to study the general linguistic competence and the further lin-guistic awareness, two tasks were used (1 to test memory and general linguistic com-petence and 1 to test the metacognitive linguistic awareness). The results of the re-search show the effect of age on the cognitive abilities studied in the research. Finally, it was revealed that cognitive and linguistic awareness interdepend and interdepend-ent during childhood giving the child a high level of general linguistic skills. Η παρούσα έρευνα στοχεύει στη διερεύνηση της επίδρασης της γνωστικής ενημερότητας στην ανάπτυξη της γλωσσικής ενημερότητας κατά τη νηπιακή και σχολική ηλικία. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 197 παιδιά ηλικίας 5-11 ετών, τα οποία εξετάστηκαν ατομικά σε μία σειρά έργων. Για τη διερεύνηση της γνωστικής ενημερότητας χρησιμοποιήθηκαν 3 τύποι έργων αυξανόμενης δυσκολίας (1 έργο – παραλλαγή του κλασικού έργου λανθασμένης πεποίθησης, 6 ιστορίες ανίχνευσης κοινωνικού σφάλματος και 2 videos τα οποία διερευνούσαν την ικανότητα των συμμετεχόντων να συνάγουν συμπεράσματα με βάση επαγωγικές διαδικασίες). Για τη μελέτη της γενικής γλωσσικής ικανότητας και κατ’ επέκταση της γλωσσικής ενημερότητας χρησιμοποιήθηκαν δύο έργα (1 μνημονικής και γενικής γλωσσικής ικανότητας και ένα μεταγνωστι-κής γλωσσικής ενημερότητας). Στα αποτελέσματα της έρευνας φαίνεται η επίδραση της ηλικίας στις γνωστικές ικανότητες που μελετήθηκαν στην έρευνα. Τέλος, διαφάνη-κε ότι η γνωστική ενημερότητα και η γλωσσική ενημερότητα αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοεξαρτώνται κατά την παιδική ηλικία προσδίδοντας στο παιδί το υψηλό επίπεδο της γενικής γλωσσικής ικανότητας. 1393 160 157 The physical environment of the all-day kindergarten and its ability to effectively deliver its daily program Ο χώρος του ολοήμερου νηπιαγωγείου και η υλοποίηση του ημερήσιου προγράμματός του This research paper examines the relationship between physical environments at All-day Kindergartens and their ability to effectively deliver their daily programs. Specifically, it analyzes the correlation between space and the successful running of programs, listing official building recommendations for All-day Kindergartens. Through both literary and empirical-qualitative research, the aim of this paper is to highlight the significance of physical environments to the implementation of daily programs. The research was based on formal interviews with Kindergarten Teachers from All-day Centres in the Municipality of Alexandroupolis, Education Representatives and Council Staff responsible for Early Learning. The findings show that several of the premises inspected are unsuitable to operate as All-day Centres due to the lack of specialized areas such as lunchrooms, sleep spaces and playgrounds. Children's needs are not being met as the absence of necessary facilities has a negative impact on the programs being provided Η παρούσα πτυχιακή εργασία αναφέρεται στη σχέση του χώρου των ολοήμερων νηπιαγωγείων με την υλοποίηση του ημερήσιου προγράμματος. Σε αυτήν αναλύεται η σημασία του χώρου στην υλοποίηση του προγράμματος και παρατίθενται οι επίσημες κτιριακές προδιαγραφές που προβλέπονται για τα ολοήμερα νηπιαγωγεία. Στόχος της πτυχιακής εργασίας είναι να αναδείξει, τόσο μέσα από βιβλιογραφική ανασκόπηση όσο και με εμπειρική-ποιοτική έρευνα, την επίδραση του χώρου στην εφαρμογή του ολοήμερου προγράμματος. Η έρευνα στηρίχθηκε σε δομημένες συνεντεύξεις με νηπιαγωγούς ολοήμερων νηπιαγωγείων του Δήμου Αλεξανδρούπολης και με εκπροσώπους εκπαιδευτικών και δημοτικών αρχών, αρμόδιων για την εκπαίδευση. Τα αποτελέσματα της έδειξαν ότι οι χώροι αρκετών από τα εξεταζόμενα νηπιαγωγεία είναι ακατάλληλοι για τη λειτουργία ολοήμερου τμήματος, ενώ η απουσία εξειδικευμένων χώρων (αίθουσα φαγητού και ύπνου), όπως και αύλειων σε ορισμένα από αυτά, έχει ως αποτέλεσμα να επηρεάζεται αρνητικά η υλοποίηση του ημερήσιου προγράμματος και να μην ικανοποιούνται οι ανάγκες των παιδιών 1394 321 368 The effects of an intervention about carbon cycle and ocean acidification on 5th grade students’ knowledge, attitudes and behavior Η επίδραση διδακτικής παρέμβασης σχετικά με τον κύκλο του άνθρακα και την οξίνιση των ωκεανών στις γνώσεις, στάσεις και συμπεριφορά μαθητών Ε΄ Δημοτικού The current study deals with the assessment and enhancement of fifth graders’ knowledge of carbon cycle focusing on the effects of carbon dioxide increase on ocean acidification. Also, the study aims to examine the changes in student’s attitudes and behavior toward ocean protection, after the educational intervention. The author developed a 10 hours program for primary students, aligned with constructivism and inquirt-based approaches. It included class activities, such as experiments, concept maps, use of virtual laboratories and interactive online activities regarding carbon cycle and ocean acidification. It was conducted with a convenient sample of 17 experimental and 17 control group students from two classes of different public primary schools in Greece. The research combined quantitative and qualitative methods, namely (a) a structured questionnaire distributed to the experimental and control groups as pre-test and post-test, and (b) “rich pictures” drawn only by the experimental group before and after the learning process. The findings indicated that, although the experimental group was initially statistically equal to control group, it revealed statistically significant increase in knowledge scale after the intervention, as most students almost doubled their performance. The concept inventory also showed a statistically significant increase in self-reported content knowledge of the experimental group only. The analyses of the students’ rich pictures at the beginning of the learning process indicated that most of them possessed an incomplete picture of the carbon cycle and had many misconceptions. On the other hand, students’ significantly increased acquaintance with the carbon cycle components and processes was clearly manifested in the rich pictures after the learning process, while, at the same time, some misconceptions were also revealed to steadily remain. The intervention had no significant influence on student’s attitudes and behavior (high pretest scores). This findings provide a basis for offering suggestions on ways marine education might foster students’ ocean literacy Η παρούσα μελέτη στοχεύει στην αξιολόγηση και ενίσχυση της γνώσης μαθητών πέμπτης δημοτικού σχετικά με τον κύκλο του άνθρακα, εστιάζοντας στις επιπτώσεις της αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα για την οξίνιση των ωκεανών. Επίσης, η μελέτη εξετάζει τις αλλαγές στη στάση και τη συμπεριφορά τους απέναντι στην προστασία των ωκεανών, ως αποτέλεσμα της συμμετοχής τους στην εκπαιδευτική παρέμβαση. Για τον σκοπό της έρευνας, αναπτύχθηκε ένα ειδικά διαμορφωμένο πρόγραμμα για μαθητές της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας, που αποτελούνταν από μαθήματα 10 διδακτικών ωρών. Για τη διαμόρφωσή του λήφθηκαν υπόψη οι αρχές της ανακαλυπτικής μάθησης και του κοινωνικού κονστρουκτιβισμού και συμπεριλήφθηκαν δραστηριότητες όπως πειράματα, εικονικά εργαστήρια και ομαδικές εργασίες. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 17 μαθητές της πειραματικής ομάδας και 17 μαθητές της ομάδας ελέγχου, από δύο παραθαλάσσια σχολεία της περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Για τη συλλογή των δεδομένων αξιοποιήθηκε (α) ένα ειδικά διαμορφωμένο ερωτηματολόγιο, το οποίο συμπλήρωσαν οι δύο ομάδες και λειτούργησε ως αξιολογική και διαγνωστική δοκιμασία, αλλά και (β) «Εμπλουτισμένες Εικόνες» (rich pictures) που κατασκεύασαν οι μαθητές της πειραματικής ομάδας πριν και μετά το τέλος της παρέμβασης. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως αν και πριν την παρέμβαση οι δύο ομάδες δεν παρουσίαζαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις γνώσεις τους, μετά την παρέμβαση η πειραματική ομάδα βελτιώθηκε σημαντικά με τους περισσότερους μαθητές να διπλασιάζουν τις επιδόσεις τους. Η ανάλυση των «Εμπλουτισμένων Εικόνων» των μαθητών, έδειξε πως πριν την παρέμβαση οι περισσότεροι μαθητές δεν είχαν ολοκληρωμένη εικόνα του κύκλου του άνθρακα, ενώ παράλληλα διατηρούσαν ορισμένες παρανοήσεις. Στα τελικά έργα τους, οι μαθητές περιλάμβαναν περισσότερα και πιο ομαδοποιημένα στοιχεία και διαδικασίες του κύκλου του άνθρακα αλλά και στοιχεία σχετικά με την ανθρώπινη επίδραση στο κύκλο και τις επιπτώσεις της οξίνισης των ωκεανών. Παρά τη συνολική βελτίωση των μαθητών, ορισμένες από τις παρανοήσεις που είχαν αρχικά εξακολούθησαν να υπάρχουν. Η παρέμβαση δε φαίνεται να είχε τις ίδιες θετικές επιδράσεις στις στάσεις και συμπεριφορά των μαθητών, οι οποίες όμως παρουσίαζαν αρκετά υψηλά ποσοστά ακόμη και πριν την παρέμβαση. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης υποδηλώνουν ότι παρόμοιες διδακτικές παρεμβάσεις μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση του γραμματισμού μαθητών Δημοτικού ως προς το θαλάσσιο περιβάλλον 1395 249 297 The notion of “autonomy”, implying that the human being has the logic and the freedom to make judgments and decisions, is fundamental in Medical Ethics and comprises one of the basic principles of Bioethics, which the doctor has to respect in daily medical practice.Medical paternalism has been restricted through time by the patient’s free will. The concepts of informed consent and informed refusal arise from the ethical principle of patient autonomy and basic human rights. The doctor’s professional autonomy is expressed in making critical decisions while tackling ethical dilemmas in cases where there are conflicting alternatives.Respecting privacy and maintaining confidentiality while ensuring patient's data is a doctor’s main concern as an application of the autonomy principle. Moreover, it is his duty to thoughtfully manage every issue that arises depending on the personal data of every individual patient, using moral reasoning. The principles of autonomy and self-determination, confidentiality, beneficence, non-maleficence, justice and honesty constitute the framework of ethical decision making in healthcare. However, the Law plays a vital role with regard to morality in the clinical context of medical practice.Consequently, the morally acting clinician must have the flexibility and wisdom that is gained primarily from experience in order to be able to resolve any issue arising from the patient’s data by taking into consideration the fundamental principles of Medical Ethics, statutory rules, the patient’s right to self-determination and his own conscience, with the ultimate aspiration to sustain or improve the patient’s physical or mental health and relieve him from pain. Η έννοια της αυτονομίας, που υπαγορεύει ότι ο άνθρωπος είναι ένα έλλογο όν, ελεύθερο να κρίνει και να αποφασίζει, είναι θεμελιώδους σημασίας στην ιατρική Ηθική και αποτελεί μία από τις βασικές αρχές της Βιοηθικής, τις οποίες ο ιατρός οφείλει να σέβεται κατά την ενάσκηση του λειτουργήματος του στα πλαίσια της καθημερινής ιατρικής πρακτικής. Ο ιατρικός πατερναλισμός έχει περιοριστεί στο διάβα του χρόνου από την ελεύθερη έκφραση της βούλησης του ασθενούς. Οι έννοιες της ενημερωμένης συναίνεσης και της ενημερωμένης άρνησης εκφράζουν την αυτονομία του ασθενούς. Η αυτονομία του ιατρού εκφράζεται με την ελευθερία να αποφασίζει, όταν αντιμετωπίζει ηθικά διλλήματα, σε περιστατικά που υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων. Ο σεβασμός των προσωπικών δεδομένων του ασθενούς, ως έκφανση της αρχής της αυτονομίας, αποτελεί βασικό μέλημα του ιατρού που εκφράζεται με την τήρηση του ιατρικού απορρήτου. Ωστόσο, καθήκον του αποτελεί και η προσεκτική διευθέτηση του κάθε ζητήματος που προκύπτει ανάλογα με τα προσωπικά δεδομένα του κάθε ασθενούς, αντιμετωπίζοντάς τα με ηθική συλλογιστική. Πέρα από τις αρχές της αυτονομίας και της εμπιστευτικότητας, οι αρχές του «ωφελέειν» , του «μηβλαπτειν», της ίσης και δίκαιης αντιμετώπισης των ασθενών, αλλά και το καθήκον ειλικρίνειας αποτελούν το ηθικό πλαίσιο των επιλογών του ιατρού. Ωστόσο, ο ιατρός κατά την ενάσκηση του λειτουργήματός του οφείλει επίσης να σέβεται την ισχύουσα νομοθεσία, που προσδιορίζει το νομικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να κινηθούν οι ηθικές επιλογές. Συνεπώς, ο ιατρός πρέπει να διαθέτει την ευελιξία και την σοφία που αποκτάται με την εμπειρία, για να αντιμετωπίζει την κατάσταση που διαμορφώνεται από τα προσωπικά δεδομένα του κάθε ασθενούς, ισορροπώντας ανάμεσα στην αυτόνομη βούληση του ασθενούς, την τήρηση των αρχών της Ιατρικής Ηθικής, τους κανόνες που έχει θεσπίσει η Πολιτεία, αλλά και τη συνείδησή του, με σκοπό τη διατήρηση ή βελτίωση της σωματικής ή ψυχικής υγείας του ασθενούς και την ανακούφιση από τον πόνο. 1396 226 221 The assessment of grazing capacity with the use of satelite images Rangelands constitute the largest land-cover type in the country, occupying over 40% of its area. The rangelands of northern Greece,which are mostly dominated by woody vegetation,are areas with particular environmental and economic values.The purpose of this study was to evaluate the grazing capacity of rangelands in the central part of Evros region with the help of satellite images.In the study area, in the villages Kiriaki, MikroDereio, Giannouli and Sidiro, three types of rangelands were identified: grasslands, shrublands and silvopastoral systems dominated mainly by pine and oak. Plant cover, floristic composition and forage material production were measured in a total of 72 sample plots - polygons, in late spring (May 2016). Then, the grazing capacity was calculated in small animal units (sAU) per hectare for each sample plot. Differences in plant cover were detected among sample plots and rangeland types as well. Similarly, a variation was found in floristic composition and forage production and therefore in grazing capacity.The higher value of plant cover was recorded in grasslands of Mikro Dereio and Giannouli. The silvopastoral systems in Giannouli had the largest forage and therefore the highest grazing capacity, almost double than those of the other areas.Optimal grazing strategies are needed through the regulation of grazing in space, time and intensity for the sustainable management of these ecosystems Τα λιβάδια αποτελούν το σημαντικότερο σε έκταση εδαφικό πόρο της χώρας, καταλαμβάνοντας πάνω από το 40% της έκτασής της. Στα λιβάδια της βόρειας Ελλάδας κυριαρχούν τα θαμνολίβαδα, σε συνδυασμό με μερικά ποολίβαδα και δασολίβαδα, περιοχές με ιδιαίτερες περιβαλλοντικές και οικονομικές αξίες χάρη της πλούσιας βλάστησης που επικρατεί.Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η εκτίμηση της βοσκοϊκανότητας σε λιβαδικές εκτάσεις του κεντρικού τμήματος του νομού Έβρου με τη βοήθεια δορυφορικών εικόνων. Στην περιοχή μελέτης, στα χωριά Κυριακή, Μικρό Δέρειο, Γιαννούλη και Σιδήρω του νομού Έβρου, αναγνωρίστηκαν τρεις τύποι λιβαδιών τα ποολίβαδα, τα θαμνολίβαδα και τα δασολίβαδα, κυρίως πεύκης και δρυός.Στη κάθε περιοχή, στο τέλος της άνοιξης (Μάιος 2016), μετρήθηκαν σε 72 δειγματοληπτικές επιφάνειες – πολύγωνα, η φυτοκάλυψη, η σύνθεση της βλάστησης και η παραγωγή βοσκήσιμης ύλης. Στη συνέχεια υπολογίστηκε η βοσκοϊκανότητα σε μικρές μηνιαίες ζωικές μονάδες (μΜΖΜ) ανά εκτάριο για κάθε πολύγωνο. Παρατηρήθηκαν διαφορετικές τιμές στην φυτοκάλυψη μεταξύ των περιοχών δειγματοληψίας και των λιβαδικών τύπων. Ανάλογες διακυμάνσεις διαπιστώθηκαν στη σύνθεση και στην παραγωγή και κατά συνέπεια και στη βοσκοϊκανότητα. Η φυτοκάλυψη ήταν μεγαλύτερη στα ποολίβαδα στο Μικρό Δέρειο και στο Γιαννούλη. Τα δασολίβαδα στο Γιαννούλη είχαν τη μεγαλύτερη παραγωγή λιβαδικής βλάστησης και τη μεγαλύτερη τιμή της βοσκοϊκανότητας, σχεδόν διπλάσια από τις άλλες περιοχές. Για την αειφορική διαχείριση των οικοσυστημάτων αυτών είναι απαραίτητο να υπάρξει ορθολογική οργάνωση της βόσκησης κατά χώρο, χρόνο και ένταση 1397 187 179 continuity or discontinuity? Perceptions of Kindergarten and elementary school teachers. A case study συνέχεια ή ασυνέχεια; Οι αντιλήψεις νηπιαγωγών και δασκάλων. Μια μελέτη περίπτωσης In the present thesis, the focus is on the issue of children’s transition from kindergarten to elementary school, focusing on the perceptions of kindergarten and elementary school teachers who have taught or are teaching in the first grade of elementary school. The purpose of the research was to highlight the way in which they perceive the concept of transition and through what educational practices they seek “continuity” between kindergarten and elementary school. In order to approach this topic, the qualitative research method was chosen, which was conducted from July 2019 to October 2019 utilizing the tool of the individual semi-structured interview with 6 elementary teachers and 6 kindergarten teachers. The research questions were based on both bibliographical references and the purpose of the research itself. Interviewers' responses were transcribed, grouped, and coded into categories which thematic content analysis was based on. The qualitative analysis of the data showed that, although elementary teachers’ and kindergarten teachers’ perceptions converge, their pedagogical practices exhibit discontinuities that impede the smooth transition of children from kindergarten to elementary school. Στην παρούσα εργασία το ενδιαφέρον στρέφεται στο ζήτημα της μετάβασης των παιδιών από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό σχολείο, εστιάζοντας στις αντιλήψεις νηπιαγωγών και δασκάλων που έχουν διδάξει ή διδάσκουν στην πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Σκοπός της έρευνας ήταν να αναδειχθεί ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται την έννοια της μετάβασης και μέσα από ποιες εκπαιδευτικές πρακτικές επιδιώκουν τη «συνέχεια» ανάμεσα στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό σχολείο. Για τη προσέγγιση του θέματος επιλέχθηκε η ποιοτική μέθοδος έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε από τον Ιούλιο έως και τον Οκτώβριο του 2019 με εργαλείο την ατομική ημιδομημένη συνέντευξη με 6 δασκάλους και 6 νηπιαγωγούς. Τα ερευνητικά ερωτήματα στηρίχθηκαν τόσο σε βιβλιογραφικές αναφορές όσο και στον σκοπό της. Οι απαντήσεις των συνεντευξιαζόμενων μεταγράφηκαν, ομαδοποιήθηκαν και κωδικοποιήθηκαν σε κατηγορίες με βάση τις οποίες έγινε θεματική ανάλυση περιεχομένου. Από την ποιοτική ανάλυση των δεδομένων προέκυψε ότι, αν και οι αντιλήψεις δασκάλων και νηπιαγωγών συγκλίνουν, οι παιδαγωγικές πρακτικές που εφαρμόζουν παρουσιάζουν ασυνέχειες που δυσχεραίνουν την ομαλή μετάβαση των παιδιών από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό σχολείο. 1398 306 278 Επίδραση του Irinotecan επί του πολλαπλασιασμού και της βιωσιμότητας καρκινικών ωοθηκικών κυττάρων Amongst all gynecologic cancers, ovarian cancer has the highest mortality rates; as a result, new diagnostic and therapeutic methods must be sought to counter that. The purpose of this diploma thesis was to test the effects of anticancer drug Irinotecan on the cell number and viability of the ovarian cancer cell line SKOV3. The cells were cultured in pairs - without the drug (control culture) and with it, and were tested for differences in cell number and viability based on three factors: the presence or absence of Irinotecan, the duration of the cell culture (24, 48, or 72 hours) and the different drug concentrations used (1, 10 or 100μg/ml). A Neubauer hemocytometer was used to count cell numbers and cell viability was assessed using Trypan blue staining. The Kolmogorov - Smirnov test was used to analyse the results, in order to pinpoint statistically significant differences between the pairs of cell culture groups that were being compared. The comparison results showcased significant differences in cell numbers, which tend to be smaller when Irinotecan is present and in longer culture durations. In the case of different drug concentrations, cell numbers are affected as follows: Cell cultures that were incubated with the highest concentration of Irinotecan (100μg/ml) have a larger cell number than cultures incubated with lower drug concentrations (1 or 10μg/ml) over a period of 24h and 48h. However, when the incubation period is extended to 72h, cultures treated with 100μg/ml Irinotecan have a much smaller cell number than those treated with lower drug concentrations. Cell viability remains generally high, without substantial differences between compared cell culture groups. Based on these results, it is concluded that the anticancer drug Irinotecan does affect the growth of SKOV3 cells by reducing their cell number, especially when administered in high concentrations and when the incubation period lasts for more than 48h. O καρκίνος των ωοθηκών παρουσιάζει την υψηλότερη θνησιμότητα μεταξύ των γυναικολογικών καρκίνων, κάτι που επιβάλει την αναζήτηση μεθόδων διάγνωσης και αντιμετώπισής του. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν ο έλεγχος της επίδρασης του αντικαρκινικού φαρμάκου Irinotecan στον αριθμό και τη ζωτικότητα της ωοθηκικής καρκινικής σειράς SKOV3. Τα κύτταρα καλλιεργήθηκαν σε ζεύγη ελέγχου (χωρίς φάρμακο) και με φάρμακο και ελέγχθηκαν για διαφορές στον αριθμό και τη ζωτικότητα με βάση την παρουσία ή μη Irinotecan, τη διάρκεια καλλιέργειας (24, 48 ή 72h) και τη διαφορά στη συγκέντρωση του φαρμάκου (1, 10 ή 100μg/ml). O κυτταρικός αριθμός μετρήθηκε με αιμοκυτταρόμετρο Neubauer και η ζωτικότητα μέσω χρώσης με Trypan blue. Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν με το test Kolmogorov -Smirnov, για εύρεση στατιστικά σημαντικών διαφορών μεταξύ των συγκρινόμενων ζευγών ομάδων καλλιεργειών. Τα αποτελέσματα των συγκρίσεων αποκάλυψαν σημαντικές διαφορές στον αριθμό των κυττάρων, ο οποίος γενικά εμφανίζεται μειωμένος παρουσία Irinotecan και σε μεγαλύτερες διάρκειες επώασης. Στην περίπτωση που μεταβάλλεται η συγκέντρωση του φαρμάκου, ο κυτταρικός αριθμός παρουσιάζει τις εξής μεταβολές: κύτταρα που αναπτύχθηκαν υπό τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Irinotecan (100μg/ml) έχουν υψηλότερο αριθμό κυττάρων από τις καλλιέργειες με τις άλλες συγκεντρώσεις (1 και 10μg/ml) όταν επωάζονται για 24 και 48h. Aντίθετα όταν η επώαση διαρκεί 72h, οι καλλιέργειες με 100μg/ml !rinotecan έχουν πολύ μικρότερο αριθμό κυττάρων από τις άλλες δύο ομάδες καλλιεργειών. Όσον αφορά τη ζωτικότητα, αυτή παραμένει γενικά υψηλή και χωρίς σημαντική διαφοροποίηση μεταξύ των συγκρινόμενων ομάδων. Με βάση αυτά τα αποτελέσματα εξάγεται το συμπέρασμα πως το αντικαρκινικό φάρμακο Irinotecan επιδρά στην ανάπτυξη των SKOV3, μειώνοντας τον αριθμό των κυττάρων, ιδίως όταν η συγκέντρωσή του είναι υψηλή και η διάρκεια επώασης μεγαλύτερη των 48h. 1399 320 320 Απεικόνιση κερατοειδή με σύγχρονες κλινικές διατάξεις και συσχέτιση τους με την εφαρμογή φακών επαφής (Απεικόνιση κερατοειδούς και φακοί επαφής) The main topic of this work focuses on the use of medical imaging of the anterior segment and fitting procedures of contact lenses (CL). Several are the parameters that are used by practitioners in order to form their judgment for the final selection of the lens to be applied. The shape of the cornea is described by the curvature, the diameter and the shape factor. These parameters are usually incorporated in modern imaging devices as data and detected with the help of calculations and simple keratometry. In a sample of candidate’s patient population to undergo refractive surgery were measured biometric indicators curvature (7.80 ± 0.27mm), Mr. angle (5.290 ± 1.57), asphericity (-0.23 ± 0.14), corneal diameter (11.67 ± 0.31mm), the diameter of the pupil (3.19 ± 0.36mm, Pentacam and 4.17 ± 0.71mm, Orbscan). The diameter of the pupil maintains a negative relationship with the person's age, the angle k depends on the refractive state of the patient. Virtual CL fittings by the use of cornea topographers and image processing with the corresponding software shows very good results thus achieve minimizing patient dissatisfaction with repeated visits and test applications and finally achieving the proper CL product.The radius of curvature is a key, but ineffective indicator for the proper selection CL. The systematic observation of the final outcome of the application is probably the most crucial factor. The monitoring of people who use occasionally or regularly CL at regular intervals, is the safest method to avoid consequences of asymptomatic conditions. Insects, especially pine caterpillars in the spring, are medical problem in the Mediterranean region with frequent allergic reactions and in rare cases several injuries from the entrance of their hair on the cornea tissue. In the questionnaire addressed to practitioner’s opticians and optometrists involved in CL fitting highlight the necessity of imaging with cornea topographers at 86.4% in specific applications on a daily basis the slit lamp 100% of respondents implementing CL. Το βασικό θέμα της εργασίας αυτής εστιάζει στη χρήση της ιατρικής απεικόνισης του πρόσθιου ημιμορίου και την εφαρμογή φακών επαφής (φ.ε). Αρκετές είναι η παράμετροι οι οποίες χρησιμοποιούν οι εφαρμοστές προκειμένου να διαμορφωθεί η απόφαση τους για την τελική επιλογή του φακού που θα εφαρμοστεί. Το σχήμα του κερατοειδή περιγράφετε από την καμπυλότητα του την διάμετρο του και τον συντελεστή σχήματος. Οι παράμετροι αυτοί συνήθως ενσωματώνονται στις σύγχρονες απεικονιστικές διατάξεις ως δεδομένα ενώ ανιχνεύονται με την βοήθεια υπολογισμών και με την απλή κερατομετρία. Σε δείγμα πληθυσμού ασθενών υποψηφίων να υποβληθούν σε διαθλαστική χειρουργική μετρήθηκαν βιομετρικοί δείκτες καμπυλότητα (7.80±0.27mm), γωνία κ (5.290±1.57), ασφαιρικότητα (-0.23±0.14), διάμετρος κερατοειδή (11.67±0.31mm), η διάμετρος της κόρης (3.19±0.36mm, Pentacam και 4.17±0.71mm, Orbscan). Η διάμετρος της κόρης διατηρεί αρνητική σχέση με την ηλικία του ατόμου, η γωνία κ εξαρτάτε από την διαθλαστική κατάσταση του ασθενούς. Η εικονική εφαρμογή με την βοήθεια τοπογράφου και την επεξεργασία με το αντίστοιχο λογισμικό παρουσιάζει πολύ καλά αποτελέσματα ως εκ τούτου επιτυγχάνετε η ελαχιστοποίηση της ταλαιπωρίας του ασθενούς με της επανειλημμένες επισκέψεις και της δοκιμαστικές εφαρμογές και τελικά η εφαρμογή του κατάλληλου προϊόντος. Η ακτίνα καμπυλότητας αποτελεί βασικό αλλά αναποτελεσματικό δείκτη για την ορθή επιλογή φ.ε. Η συστηματική παρατήρηση της τελικής έκβασης της εφαρμογής είναι πιθανά ο καθοριστικότερος παράγοντας.Η παρακολούθηση των ατόμων που χρησιμοποιούν περιστασιακά ή τακτικά φ.ε ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είναι η ασφαλέστερη μέθοδος προκειμένου να αποφευχθούν συνέπειες ασυμπτωματικών καταστάσεων. Τα έντομα, ιδιαίτερα οι κάμπιες των πεύκων την άνοιξη, αποτελούν ιατρικό πρόβλημα στην περιοχή της Μεσογείου με συχνές αλλεργικές αντιδράσεις και σε αρκετά σπάνιες περιπτώσεις κακώσεις από την είσοδο του τριχώματος τους στον κερατοειδή. Στο ερωτηματολόγιο που απευθύνετε σε εφαρμοστές φ.ε οπτικούς και οπτικούς οπτομέτρες επισημαίνετε η αναγκαιότητα της απεικόνισης με τοπογράφο κατά 86,4% σε ειδικές εφαρμογές και σε καθημερινή βάση τη σχισμοειδή λυχνία το 100% των ερωτηθέντων για την εφαρμογή φ.ε. 1400 243 283 The purpose of this study is to investigate the association between the two distinct functions of relational aggression (RA; proactive and reactive), social goals (perceived popularity, social dominance orientation, intimacy) and jealousy in sample of 235 adolescents (120 girls) attending the three grades of the Junior High School, who completed a self-report questionnaire. The results indicated important gender differences with respect to the proactive function of relational aggression and social goals. On the other hand, reactive RA and intimacy were not affected by gender. Specifically, boys reported higher levels of proactive RA, social dominance orientation and perceived popularity, while girls scored higher in intimacy. Moreover, no grade level differences were observed. Besides, the research demonstrated that proactive RA was positively associated with social dominance orientation, perceived popularity and jealousy, and negatively with intimacy. Concerning reactive RA, the findings showed that it was positively associated with perceived popularity, intimacy and jealousy. Regarding the prediction of proactive RA, regression analyses showed that boys involved in reactive RA, who scored high in in social dominance orientation, are more likely to get involved in proactive RA. Furthermore, with regards to reactive RA, the results indicate that girls who endorsed relationally aggressive behaviors, and scored levels in perceived popularity, intimacy and jealousy were more likely to report reactive RA. In all, the present findings indicated that social goals and jealousy during adolescence could be associated with RA. Results are discussed in terms of future research and educational practice Σκοπός της παρούσας εργασίας υπήρξε η μελέτη των σχέσεων ανάμεσα στις δύο βασικές λειτουργίες της επιθετικότητας σχέσεων, την προληπτική και την αντιδραστική, τους κοινωνικούς στόχους (κοινωνική κυριαρχία, αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, οικειότητα) και τη ζήλεια σε δείγμα 235 εφήβων μαθητών/-τριών των τριών τάξεων του Γυμνασίου, μέσω ερωτηματολογίου αυτο-αναφοράς. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, διαπιστώθηκε η ύπαρξη σημαντικών διαφυλικών διαφοροποιήσεων για την προληπτική επιθετικότητα σχέσεων και τους κοινωνικούς στόχους, ενώ για την αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων και τη ζήλεια δεν αναδείχθηκε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση ως προς το φύλο. Συγκεκριμένα, τα αγόρια σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στην προληπτική διάσταση της επιθετικότητας σχέσεων, την κοινωνική κυριαρχία και την αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, ενώ τα κορίτσια στην οικειότητα. Επίσης, δεν διαπιστώθηκε σημαντική διαφοροποίηση στις απαντήσεις των συμμετεχόντων ως προς την τάξη φοίτησης. Επιπλέον, αναδείχθηκαν θετικές συσχετίσεις της προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων με την κοινωνική κυριαρχία, την αντιλαμβανόμενη δημοφιλία και τη ζήλεια, ενώ παρουσιάστηκε αρνητική συσχέτιση με την οικειότητα. Από την άλλη, η αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων παρουσίασε θετικές συσχετίσεις με την αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, την οικειότητα και τη ζήλεια. Όσον αφορά την προβλεπτική αξία των υπό μελέτη μεταβλητών, μέσω της πολλαπλής παλινδρομικής ανάλυσης, διαφάνηκε ότι τα αγόρια που δήλωσαν αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων και σημείωσαν υψηλή βαθμολογία στην κοινωνική κυριαρχία είναι πιθανό να εμπλακούν σε προληπτική επιθετικότητα σχέσεων. Σχετικά με την πρόβλεψη της αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων, τα αποτελέσματα έδειξαν πως τα κορίτσια, τα οποία δήλωσαν συμμετοχή σε πρακτικές προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων και σημείωσαν αντιλαμβανόμενη δημοφιλία, οικειότητα και ζήλεια, εμφανίζουν περισσότερες πιθανότητες εμπλοκής σε συμπεριφορές αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων. Τα ευρήματα της μελέτης στο σύνολο τους κατέδειξαν ότι η ύπαρξη κοινωνικών στόχων και ζήλειας ενδέχεται να συνδέεται με την εμφάνιση της επιθετικότητας σχέσεων στην εφηβική ηλικία. Τα πορίσματα της παρούσας μελέτης συζητούνται για μελλοντική αξιοποίηση και εφαρμογή σε εκπαιδευτικά προγράμματα 1401 130 123 This work is a diploma thesis for the completion of our studies by the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace. This consists of the theoretical and the research part. The first concerns the institution of Second Chance Schools, with references to Greece and Europe. The above institution is part of the Adult Education structures. More specifically, the catalytic role of S.C.S. management and educators for their normal function is underlined. The research part is based on a qualitative approach and searches the views of educators and managers of S.C.S., with the interview as a research tool. The main findings have revealed show the effectiveness of schools with educators and managers to consider themselves qualified to respond to their role and identified differences in the typical school. Η εργασία αποτελεί πτυχιακή εργασία για την ολοκλήρωση των σπουδών μας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Αυτή αποτελείται από το θεωρητικό και το ερευνητικό μέρος. Το πρώτο πραγματεύεται τον θεσμό των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας, με αναφορές στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Ο παραπάνω θεσμός υπάγεται στις δομές Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Πιο συγκεκριμένα, υπογραμμίζεται ο καταλυτικός ρόλος της διοίκησης και των εκπαιδευτών των Σ.Δ.Ε. για την εύρυθμη λειτουργία τους. Το ερευνητικό μέρος βασίζεται στην ποιοτική προσέγγιση και διερευνά απόψεις εκπαιδευτών και διευθυντών των Σ.Δ.Ε., με εργαλείο την συνέντευξη. Τα κυριότερα ευρήματα που προέκυψαν φανερώνουν την αποτελεσματικότητα των σχολείων, με εκπαιδευτές και διευθυντές να θεωρούν ότι έχουν τα προσόντα για να ανταποκριθούν στον ρόλο τους ενώ εντόπισαν διαφορές με το τυπικό σχολείο. 1402 308 293 Interdisciplinary and multidisciplinary teaching models on ammonite fossils Μοντέλα διδασκαλίας των απολιθωμάτων αμμωνιτών εντός και εκτός Δ.Ε.Π.Π.Σ. The term “geosciences” refers to the scientific branch dealing with the formation, structure and changes on planet Earth. Geoscience education research is a challenging field, as geosciences is the less studied area amongst the natural sciences’ education research. The current study aims to contribute into the field of Greek primary geoscience education. The ammonite fossils are chosen as the main subject and learning tool. These marine fossils are considered to be the most representative and widely found Greek fossils. Ammonite fossils are also a direct proof of the existence of the prehistoric Tethys Sea in the Greek region. Towards designing a prototype teaching approach about ammonite fossils, the relative scientific content, school content and childrens’ alternative ideas are taken into consideration. Greek students’ alternative ideas in ammonite fossils were investigated through a large sample of 1.099 participating students. Following the above alternative ideas’ research, two different teaching models were developed. The first is an infusion model, which «injects» the subject of the ammonite fossils in existing subjects of the primary school curriculum and the second is a multidisciplinary model. After a small scale pilot study, the two above models were applied in two student groups of 550 students, respectively. The two models’ evaluation proved that they were able to replace the students’ alternative ideas about the ammonite fossils with the correct scientific ones. Despite that, it was also recorded that only the 1/3 of the participating students showed retrodictive reasoning skills, through which they could retrodict Greece’s prehistoric marine paleoenvironment, using ammonite fossils as an evidence. The current essay aims to become a triggering start for developing school and teachers’ training context about more geoscience topics. This is considered critical, as geoscience literacy of primary students is essential in an active tectonic area with a wide geosite diversity, as Greece. Ο επιστημονικός κλάδος των γεωεπιστημών ερευνά τον σχηματισμό, τη δομή και την εξέλιξη της Γης. Για τους ερευνητές της διδακτικής των θετικών επιστημών, αποτελεί πρόκληση η ενασχόληση με τις γεωεπιστήμες, οι οποίες είναι ένας από τους λιγότερο μελετημένους κλάδους της διδακτικής. Η παρούσα διατριβή αποτελεί μία προσπάθεια ανάπτυξης της γεωεπιστημονικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ως διδακτικό εργαλείο των προτεινόμενων διδακτικών παρεμβάσεων, επιλέγονται τα απολιθώματα αμμωνιτών, καθώς είναι τα αντιπροσωπευτικότερα ελληνικά απολιθώματα, που αποδεικνύουν την παρουσία της προϊστορικής θάλασσας της Τηθύος στον ελληνικό χώρο. Αναφορικά με τη διδασκαλία των απολιθωμάτων αμμωνιτών, η παρούσα διατριβή λαμβάνει υπόψη την επιστημονική γνώση, τη σχολική γνώση και τα εναλλακτικά πλαίσια των παιδιών. Οι εναλλακτικές ιδέες των Ελλήνων μαθητών, για τα απολιθώματα αμμωνιτών, διερευνήθηκαν σε ένα δείγμα 1.099 μαθητών. Λαμβάνοντας υπόψη, την προϋπάρχουσα γνώση, που καταγράφηκε, δημιουργήθηκαν δύο μοντέλα διδασκαλίας. Το μοντέλο διδασκαλίας εντός ΔΕΠΠΣ, το οποίο είναι ένα μοντέλο εμβολιασμού, των ήδη υπαρχόντων μαθημάτων, με το συγκεκριμένο θέμα και το μοντέλο διδασκαλίας εκτός ΔΕΠΠΣ, το οποίο είναι ένα διαθεματικό μοντέλο διεπιστημονικών προσεγγίσεων του θέματος των απολιθωμάτων αμμωνιτών. Σε συνέχεια της πιλοτικής έρευνας, τα δύο μοντέλα εφαρμόστηκαν αντίστοιχα σε δύο ομάδες 550 μαθητών. Κατά το στάδιο αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των δύο μοντέλων, καταγράφηκε ότι αυτά κατάφεραν να αντικαταστήσουν τις εναλλακτικές ιδέες των μαθητών, αναφορικά με το τι είναι οι αμμωνίτες. Απεδείχθη όμως παράλληλα, ότι μόνο το 1/3 των μαθητών ανέπτυξε την ικανότητα πρόβλεψης του παλαιοπεριβάλλοντος της Ελλάδας, μέσα από τις αποδείξεις που προσφέρουν τα απολιθώματα αμμωνιτών. Η παρούσα εργασία φιλοδοξεί να αποτελέσει έναυσμα για παραγωγή σχολικής ύλης και για επιμόρφωση εκπαιδευτικών σε ακόμη περισσότερα γεωεπιστημονικά θέματα, καθώς ο γεωεπιστημονικός εγγραμματισμός σε μία τεκτονικά ενεργή χώρα, με ποικιλία γεωμορφών, όπως η Ελλάδα, δεν θα πρέπει να υπολείπεται, έναντι άλλων γνωστικών αντικειμένων. 1403 260 293 Το Ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο για την ενεργειακή αξιοποίηση αγροτοβιομηχανικών αποβλήτων και παραπροϊόντων Increasingly higher demand for renewable sources of energy, in order to replace the traditional use of fossil fuels, is pushing the international lobby into a policy of sustainable development, that allows organic waste to be considered as an alternative source of energy (electricity and heating). This paper is aimed to highlight the legal framework concerning the waste valorization, especially biomass, derived from agro-industrial products and by-products. In the first place, it is crucial that the key-concepts of the research be specified, meaning the concept of waste management, the content of the term agricultural waste and the anaerobic digestion process. In the meantime, the course of International and European Community towards the adoption of the principle of sustainability, the adoption of measures to govern the regime of waste management and that of the renewable energy sources is presented. Special approach is attempted as far as the progression of the National Law incorporating terms as “biomass”, “biogas” and “biofuels” and analyzing the current scheme and as far as the classification of the RES’ installation is concerned, their licensing process and the general conditions under which the function of RES’ plants takes place. However, despite the mandatory EU Regulations, the Greek national public administration faces important obstacles that impede the promotion of RES, including the difficulties concerning the capacity of acquiring a license in special sensitive ecosystems and forests as well as the lack of special spatial planning. Concluding, simplification of the implementation of the European Law and tax privileges are required so that Greece could become a competitive investment land concerning RES. Η αυξανόμενη ανάγκη για ανεύρεση νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας προς αντικατάσταση των παραδοσιακών ορυκτών καυσίμων κυρίως, έχει δημιουργήσει σε διεθνές επίπεδο μία πολιτική ανάπτυξης και αειφορίας, η οποία έχει εισάγει τα απόβλητα ως μία νέα αξιοποιήσιμη πηγή για την παραγωγή ενέργειας (ηλεκτρισμό και θερμότητα) διά του οργανικού τους φορτίου. Η παρούσα διπλωματική εργασία στοχεύει στην ανάδειξη του ζητήματος της ενεργειακής αξιοποίησης κυρίως της βιομάζας, εστιάζοντας στην οπτική των αγροτοβιομηχανικών αποβλήτων και παραπροϊόντων μέσα στο ισχύον ρυθμιστικό εθνικό και κοινοτικό πλαίσιο. Αρχικά, παρουσιάζονται ορισμένες βασικές έννοιες για την κατανόηση του θέματος, όπως η έννοια της διαχείρισης απορριμμάτων, η έννοια των αγροτοβιομηχανικών αποβλήτων και η διαδικασία της αναερόβιας χώνευσης , ενώ παράλληλα προωθείται η εμπέδωση της πορείας της Διεθνούς και Ευρωπαϊκής Κοινότητας προς την υιοθέτηση της αρχής της αειφορίας και τη λήψη σχετικών μέτρων για τη διαχείριση των αποβλήτων και της προώθησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Ιδιαίτερη προσέγγιση επιχειρείται, βέβαια, για την παρακολούθηση της νομοθετικής πρωτοβουλίας σε εθνικό επίπεδο, και ειδικότερα όσον αφορά το ισχύον καθεστώς για τους ορισμούς της βιομάζας, του βιοαερίου και τη χρήση βιοκαυσίμων καθώς και την κατάταξη των έργων ΑΠΕ σε κατηγορίες, τη διαδικασία αδειοδότησης αυτών και διαδικασίες που σχετίζονται με τη λειτουργία τους. Ωστόσο, παρά τη δεσμευτική ισχύ του ρυθμιστικού πλαισίου από την πλευρά της Ε.Ε., σημαντικά είναι τα εμπόδια που παρουσιάζονται στην ελληνική έννομη τάξη και αφορούν την προώθηση των Α.Π.Ε., με ειδικότερες εκφάνσεις τα προβλήματα αδειοδότησης σε ευαίσθητες περιοχές, την έλλειψη ειδικού χωροταξικού σχεδιασμού και το λεπτό ζήτημα επέμβασης σε δάση και δασικές εκτάσεις. Για το λόγο αυτό, απαραίτητες κρίνονται κάποιες ενέργειες από τον εθνικό κρατικό μηχανισμό τόσο σε ζητήματα απλοποίησης της νομοθεσίας όσο και στην προσέλκυση επενδύσεων Α.Π.Ε αλλά και στην καθιέρωση ειδικού φορολογικού καθεστώτος. 1404 172 172 the intercultural and ideological dimensions of illustrated children's books, Primary School, on Refugees and Migration διαπολιτισμικές και ιδεολογικές διαστάσεις παιδικών εικονογραφημένων βιβλίων, πρώτης σχολικής ηλικίας, για την προσφυγιά και την μετανάστευση In recent years the refugee crisis and migration has taken on a large scale. This is a fact which concerns the Greek society and does not leave the area of children's literature unaffected. Children's literature is constantly being written, trying to approach this issue. Through the books under analysis selected as a sample of my research, I first identified the different ideological approaches of distinctness entered into them, both through texts and images. Secondly, through the analysis of the books, I traced the sociological models of the approach to diversity with which, each book is analyzed and fits according to the messages it carries. For the above purposes, ten books of Greek writers, which were published in the last decade, were selected. The analysis of the books, will give us an insight into the new trends of the ideological approach adopted by the authors, in the face of such a topical issue as the refugees and migration. Τα τελευταία χρόνια η προσφυγική κρίση και η μετανάστευση έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Το γεγονός αυτό απασχολεί την Ελληνική κοινωνία και δεν αφήνει ανεπηρέαστο τον χώρο της παιδικής λογοτεχνίας. Όλο και περισσότερα βιβλία για παιδιά γράφονται προσπαθώντας να προσεγγίσουν το θέμα αυτό. Μέσα από τα υπό ανάλυση βιβλία που επιλέχθηκαν ως δείγμα της έρευνας μου εντόπισα καταρχάς τις διαφορετικές ιδεολογικές προσεγγίσεις της ετερότητας που εγγράφονται σε αυτά, τόσο μέσα από το κείμενο όσο και μέσα από τις εικόνες τους. Δεύτερον, μέσα από την ανάλυση των βιβλίων εντόπισα τα κοινωνιολογικά μοντέλα προσέγγισης της ετερότητας με τα οποία το κάθε υπό ανάλυση βιβλίο συμπορεύεται και εντάσσεται ανάλογα με τα μηνύματα που μεταφέρει. Για τους παραπάνω σκοπούς επιλέχθηκαν δέκα βιβλία Ελλήνων συγγραφέων που κυκλοφόρησαν την τελευταίας δεκαετίας. Η ανάλυση των βιβλίων θα μας δώσει μια εικόνα για τις νέες τάσεις στην ιδεολογική προσέγγιση που υιοθετούν οι συγγραφείς απέναντι σε ένα τόσο επίκαιρο θέμα όπως η προσφυγιά και η μετανάστευση. 1405 481 460 Cancer remains the major health problem worldwide as is the first cause of death in the western world. The classic therapeutic strategies (chemotherapy, radiotherapy and surgery)are used to prolong the survival of the patients, however, they exhibit significant drawbacks as besides destroying cancer cells they affect and damage the surrounding healthy tissues with various side effects and toxicity,. For this reason, the interest of the scientific community has focused in recent years on research for developing more targeted therapeutic strategies. Immunotherapy and Nanomedicince provide novel approaches in the battle against cancer. Due to their very small size (1-100nm, nanoparticles can contribute to cancer therapy as well as in early diagnosis, In the present thesis we studied a particular type of nanoparticles with magnetic properties. Magnetic nanoparticles (MNPs) have both the ability to get magnetized by applying a magnetic field and furthermore to be used for functionalization of their surface through binding to ligand molecules which help the ΜΝPs to get directed in the region of the tumor. So far, MNPs have been used in a variety of biomedical applications, of which the most important are: I.Targeted drug delivery or gene delivery in which MNPs operate as a carrier for the administration of drugs or genes in cancer cells. II. Hyperthermia, as MNPs have the ability to convert the electromagnetic energy into heat in the presence of a magnetic field with the aim to affect and damage cancer cells without affect the healthy tissues. III. Magnetic resonance imaging (MRI) which is one of the most important noninvasive imaging techniques and wherein MNPs are used as contrast agents to improve the contrast among different tissues. IV. Last but not least, Immunotherapy, whereby MNPs can act as a vehicle for administration of immunostimulatory molecules or cells by enhancing tumor antigen-specific immune responses and by breaking immune tolerance or immune suppression. The main purpose of the present thesis was to address scientific studies in the field of Cancer Immunotherapy combining the use of MNPs. In a literature search (in the database of Pubmed-120 articles) for MNPs that target only cancer cells and stimulating immunity, several reports point that tumor-specific immune responses can be induced which can destroy the tumor without damaging the surrounding healthy tissues. These studies have been performed in experimental models (mice, rodents, etc.), however, nowadays further research is required for these novel approaches in clinical trials to prove the safety and the efficacy in humans. It was also suggested that a combination of applications can provide much more encouraging results (e.g. the combination of magnetic hyperthermia and immunotherapy). Finally it became clear that multifunctional nanoplatforms which will be carrying imaging agents for early diagnosis and delivering agents (drugs) which would destroy the tumor as well as molecules (e.g. antibodies) that would guide the nanoparticles to the tumor site, will be able to drive an effective and successful treatment of this fatal disease. Ο καρκίνος αποτελεί μία από τις θανατηφόρες ασθένειες παγκοσμίως με ελάχιστες θεραπευτικές στρατηγικές που να αποφέρουν το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσμα. Είναι γνωστό ότι οι κλασικές μέθοδοι αντιμετώπισης του καρκίνου (χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία και χειρουργική επέμβαση) παρουσιάζουν αρκετά μειονεκτήματα με ποικίλες παρενέργειες και τοξικότητα. Το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας έχει στραφεί τις τελευταίες δεκαετίες στην έρευνα για την ανακάλυψη πιο στοχευμένων θεραπευτικών στρατηγικών αξιοποιώντας το ανοσοποιητικό σύστημα και παράλληλα τις νέες εξελίξεις στον αναδυόμενο Τομέα της Νανοτεχνολογίας). Στη συγκεκριμένη διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση των μελετών που βασίζονται σε μαγνητικά νανοσωματίδια και στη χρήση τους για ανοσοθεραπεία του καρκίνου. Τα νανοσωματίδια μπορούν να συνεισφέρουν στην αποτελεσματική θεραπεία του καρκίνου αλλά και στη έγκαιρη διάγνωση του, λόγω του πολύ μικρού μεγέθους τους (1-100nm). Τα μαγνητικά νανοσωματίδια (MNPs) έχουν την ικανότητα να μαγνητίζονται με την εφαρμογή ενός μαγνητικού πεδίου και παρέχουν επιπλέον την ικανότητα για σύνδεση στη επιφάνειά τους με μόρια-συνδέτες τα οποία θα τα κατευθύνουν στα καρκινικά κύτταρα. Έχουν χρησιμοποιηθεί για μελέτη σε ποικίλες βιοιατρικές εφαρμογές εκ των οποίων οι πιο σημαντικές είναι : I. Η στοχευμένη χορήγηση φαρμάκου ή γονιδίου στην οποία τα MNPs λειτουργούν ως φορέας για την χορήγηση τους στα καρκινικά κύτταρα. II. Η υπερθερμία, καθώς τα MNPs έχουν την ικανότητα να μετατρέπουν την ηλεκτρομαγνητική ενέργεια σε θερμότητα παρουσία μαγνητικού πεδίου, με στόχο την επιλεκτική καταστροφή των καρκινικώνκυττάρων. III. Η απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (MRI) που αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές τεχνικές μη επεμβατικής απεικόνισης και στην οποία τα MNPs χρησιμοποιούνται ως στοιχεία αντίθεσης για να βελτιώσουν την αντίθεση μεταξύ των ιστών. IV. Τελευταία αλλά εξίσου σημαντική είναι η ανοσοθεραπεία όπου τα MNPs μπορεί να λειτουργήσουν ως φορέας για την χορήγηση ανοσοδιεγερτικών μορίων ή και κυττάρων ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο τις ανοσολογικές αποκρίσεις έναντι των καρκινικών κυττάρων εμποδίζοντας την προκληθείσα ανοσοκαταστολή. Η ανοσοθεραπεία του καρκίνου σε συνδυασμό με τα MNPs αποτελεί μια νέα πολλά υποσχόμενη στρατηγική αντιμετώπισης του καρκίνου. Μέσα από βιβλιογραφική αναζήτηση στη βάση δεδομένων Pubmed (120 άρθρα) διαπιστώθηκε ότι υπάρχουν αρκετές μελέτες που αναφέρονται στη χρήση MNPsγια στόχευση στα καρκινικά κύτταρα και στην περαιτέρω διέγερση εξειδικευμένων ανοσολογικών αποκρίσεων οι οποίες έχουν την ικανότητα να καταστρέφουν τον όγκο χωρίς να επιδρούν στους γύρω υγιείς ιστούς. Οι μελέτες αυτές έχουν γίνει σε πειραματικά μοντέλα (ποντικούς, τρωκτικά κτλ) αλλά χρειάζεται περαιτέρω έρευνα αλλά και κλινικές δοκιμές ώστε να αποδειχθεί η ασφάλεια της χρήσης τους και στον άνθρωπο. Επίσης διαπιστώθηκε ότι ο συνδυασμός διαφορετικών εφαρμογών έχει συνεργιστική δράση και επιφέρει πολύ πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα (π.χ. συνδυασμός μαγνητικής υπερθερμίας και ανοσοθεραπείας). Τέλος έγινε φανερό ότι μια πολυλειτουργική νανοπλατφόρμα η οποία θα φέρει στοιχεία απεικόνισης για έγκαιρη διάγνωση, στοιχεία χορήγησης (φάρμακα) τα οποία θα καταστρέφουν τον όγκο αλλά και μόρια (π.χ. αντισώματα) που θα κατευθύνουν τα νανοσωματίδια στην περιοχή του όγκου θα μπορέσει να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά στην επιτυχή θεραπεία αυτής της θανατηφόρας νόσου. 1406 268 283 The exploitation of ICT by teachers in the learning environment of primary education in the area of the Prefecture of Evros Greece Η αξιοποίηση των «ΤΠΕ» από τους εκπαιδευτικούς στο μαθησιακό περιβάλλον στα πλαίσια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην περιοχή του Νομού Έβρου The subject of this paper is the exploitation of "ICT" by primary school teachers in the learning environment in the Evros County. In particular, their views on the contribution of "ICT" in the educational process, as well as their pedagogical use, are examined. Since the research on "ICT" that has been implemented so far mainly includes results exported by the teachers from all over Greece from each educational level (Primary and Secondary Education), we have chosen to become more specific and to conduct a survey aimed at Primary Education teachers from the Evros County. The analysis of the results of the present study revealed that Primary Schools in the Evros County are adequately equipped with the necessary technological equipment and most of the teachers working in this context have chosen to be trained and certified with exams on ICT , in order to keep up with ever-changing technological developments. The analysis of the data showed that teachers perceive the necessity of integrating ICT into the educational process as they noticed that their lesson is better organized while at the same time it adds an additional incentive to students to successfully follow it. In addition, the use of "ICT" develops educational activities that make the lesson more interesting, as opposed to the traditional way of teaching. Finally, teachers have chosen to integrate ICT in their educational process, while using traditional teaching methods, combining new technologies with the traditional learning model, always aiming at the student's best education. Το αντικείμενο μελέτης της παρούσας εργασίας αφορά την αξιοποίηση των «ΤΠΕ» από τους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο μαθησιακό περιβάλλον στην περιοχή του Νομoύ Έβρου. Ειδικότερα, εξετάζονται οι απόψεις τους σχετικά με την συμβολή των «ΤΠΕ» στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και στην παιδαγωγική αξιοποίηση τους. Καθότι, οι έρευνες σχετικά με τις «ΤΠΕ» που έχουν υλοποιηθεί έως σήμερα περιλαμβάνουν κυρίως αποτελέσματα που εξήχθησαν από τους εκπαιδευτικούς όλης της Ελλάδας από κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα (Α’ βάθμια και Β΄βάθμια), για την παρούσα έρευνα επιλέξαμε να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι και να κάνουμε μια έρευνα, η οποία να απευθύνεται σε εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από τον νομό Έβρο. Από την ανάλυση των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας προέκυψε ότι τα σχολεία της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης του νομού Έβρου είναι επαρκώς εφοδιασμένα με τον απαραίτητο τεχνολογικό εξοπλισμό, ενώ παράλληλα οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί που εργάζονται στο συγκεκριμένο πλαίσιο έχουν επιλέξει να επιμορφωθούν και να πιστοποιηθούν κατόπιν εξεταστικών διαδικασιών πάνω στις ΤΠΕ, προκειμένου να συμβαδίζουν με τα συνεχώς μεταβαλλόμενα τεχνολογικά δρώμενα. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε πως οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα ένταξης των «ΤΠΕ» στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς παρατήρησαν ότι το μάθημα τους οργανώνεται καλύτερα, ενώ παράλληλα προστίθεται ένα επιπλέον κίνητρο στους μαθητές για την επιτυχή παρακολούθηση του. Ακόμα, με τη χρήση των «ΤΠΕ» αναπτύσσονται εκπαιδευτικές δραστηριότητες, οι οποίες κάνουν το μάθημα πιο ενδιαφέρον, σε αντίθεση με τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί, ενώ έχουν επιλέξει να εντάξουν τις «ΤΠΕ» στην εκπαιδευτική τους διαδικασία, παράλληλα κάνουν χρήση του παραδοσιακού τρόπου διδασκαλίας, συνδυάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις νέες τεχνολογίες με το παραδοσιακό μοντέλο μάθησης, στοχεύοντας πάντα στην καλύτερη εκπαίδευση του μαθητή. 1407 229 256 Ακεραιότητα του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού μετά από μερική ηπατεκτομή με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων εφαρμόζοντας την τεχνική Habib- 4Χ σε ζωικό μοντέλο χοίρου Aim: The effect of partial hepatectomy with the Habib-4X technique on integrity of intestinal mucosa barrier was investigated in the present experimental study. Material and Methods: Three groups of 4 Landrace pigs were studied following random selection: I) Habib-4X group: partial resection of left lateral and median hepatic lobe using bipolar radiofrequency Habib- 4X device. II) Crush Clamp group: partial resection of left lateral and median hepatic lobe using Crush Clamp technique. III) Sham group: virtual operation. 48 hours after surgery, tissue specimens of terminal ileum were received, followed by histopathological-histomorphometric analysis and immuno-histochemical ditermination of mitotic (SER- 10 antibody) and apoptotic (TUNEL system) activity.Results: Low inflammation was observed in the intestinal wall with an increase (p= 0.018) on the histopathologic index in Ηabib- 4X group [median (IQR): 6.5 (1)] compared to sham group [1.5 (1.25)], without alterations in intestinal villous height and density. However, was marked a significant decrease (p= 0.028) in mitotic index [Habib- 4X: 8.7 (0.48) versus Sham: 9.45 (0.18)] and increase (p= 0.02) in apoptotic index [Habib- 4X: 9.1 (0.05) versus Sham: 7.65 (0.53)]. Compared to Crush Clamp group, was observed lesser (p= 0.018) histopathologic index [Crush Clamp: 9 (0.5)], while mitotic and apoptotic index didn’t differ. Conclusions: Partial hepatectomy with Habib-4X technique causes lower histopathological alterations on the intestinal wall, reducing epithelial cell regeneration and increasing the apoptotic activity, without alterations of histomorphometric features. Σκοπός: Η επίδραση της μερικής ηπατεκτομής με την τεχνική Habib- 4X στην ακεραιότητα του βλεννογόνιου εντερικού φραγμού αποτέλεσε αντικείμενο μελέτης του παρόντος ερευνητικού πρωτοκόλλου. Υλικό και μέθοδοι: Μελετήθηκαν 3 ομάδες από 4 χοίρους φυλής Landrace μετά από τυχαία επιλογή: Ι) Ομάδα Habib-4X: εκτομή τμήματος του αριστερού πλάγιου και μέσου ηπατικού λοβού χρησιμοποιώντας ραδιοσυχνότητες. II) Ομάδα Crush Clamp: εκτομή τμήματος του αριστερού μέσου και πλάγιου λοβού με την τεχνική Crush Clamp. III) Ομάδα Sham: εικονική επέμβαση. Μετά την πάροδο 48 ωρών από την επέμβαση πραγματο-ποιούνταν δειγματοληψία τελικού ειλεού για ιστοπαθολογική- ιστομορφομετρική ανάλυση και ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της μιτωτικής (αντίσωμα SER- 10) και αποπτωτικής (μέθοδος TUNEL) δραστηριότητας. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε ήπια φλεγμονή του εντερικού τοιχώματος με αύξηση (p= 0.018) του ιστοπαθολογικού δείκτη στην ομάδα Habib- 4X [διάμεση τιμή (IQR): 6.5 (1)] σε σχέση με την ομάδα sham [1.5 (1.25)], χωρίς να παρατηρούνται μεταβολές στο ύψος και την πυκνότητα εντερικών λαχνών. Ωστόσο, παρατηρήθηκε σημαντική μείωση (p= 0.028) του μιτωτικού δείκτη [Habib- 4X: 8.7 (0.48) έναντι Sham: 9.45 (0.18)] και αύξηση (p= 0.02) του αποπτωτικού δείκτη [Habib- 4X: 9.1 (0.05) έναντι Sham: 7.65 (0.53)]. Συγκριτικά με την ομάδα Crush Clamp, διαπιστώθηκε μικρότερος (p= 0.018) ιστοπαθολογικός δείκτης [Crush Clamp: 9 (0.5)], ενώ ο μιτωτικός και ο αποπτωτικός δείκτης δεν διέφεραν. Συμπεράσματα: Η μερική ηπατεκτομή με την τεχνική Ηabib- 4Χ χαρακτηρίζεται από ήπιες ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις του εντερικού τοιχώματος, μείωση της αναγεννητικής και αύξηση της αποπτωτικής δραστηριότητας, χωρίς, ωστόσο, μεταβολές των ιστομορφομετρικών χαρακτηριστικών. 1408 201 213 The topic of this current thesis is the all-day school in Greece. Specifically, it deals with the purposes, the goals, the forms and the types of all day schools, its historic development in Greece, as well as its building infrastucture and study programme. It emphasizes the necessity of all day schools in a society that is constantly changing and rapidly evolving. The all day school comes to enhance the educational reality and to establish itself in the educational system as a social and pedagogical necessity. The purpose of the research conducted is to investigate the contribution of all day schools and whether and to what degree they are properly organized and operational. To examine all of the above, our research separated in theoretical and research part. Regarding the theoretical part, information was drawn from the Greek and international bibliography, articles and internet sources. The research part was conducted through questionnaires, completed by primary teachers in Thessaloniki and Alexandroupoli. Research findings showed that all day schools are a social necessity that helps both the parents as well as the students to socialize better. Furthermore, our research indicates the lack of building infrastructures and proper operation with limited staff and without parent involvement Η παρούσα πτυχιακή εργασία αφορά το ολοήμερο σχολείο στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα αναφέρονται οι σκοποί και οι στόχοι του οι μορφές και τα είδη ολοήμερου σχολείου, η ιστορική του πορεία στην Ελλάδα, καθώς επίσης και η κτηριακή υποδομή του ολοήμερου σχολείου και το πρόγραμμα σπουδών. Τονίζεται επίσης η αναγκαιότητα ύπαρξης του ολοήμερου σχολείου, σε μια κοινωνία που συνεχώς αλλάζει και εξελίσσεται με ταχύτατους ρυθμούς. Το ολοήμερο σχολείο έρχεται να αναβαθμίσει την εκπαιδευτική πραγματικότητα και να εδραιωθεί στο εκπαιδευτικό σύστημα ως κοινωνική και παιδαγωγική αναγκαιότητα. Ο σκοπός της έρευνας που πραγματοποιήθηκε είναι να ερευνηθεί η συμβολή του ολοήμερου σχολείου και αν και κατά πόσο υπάρχει σωστή οργάνωση και λειτουργία. Για να γίνει η εξέταση των όσων προαναφέρθηκαν η έρευνα μας χωρίστηκε σε θεωρητικό και ερευνητικό μέρος. Όσον αφορά το θεωρητικό μας μέρος οι πληροφορίες αντλήθηκαν από ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία, άρθρα και πηγές από το διαδίκτυο. Το ερευνητικό μας μέρος πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίων από εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σε Θεσσαλονίκη και Αλεξανδρούπολη. Με βάση τα ερευνητικά ευρήματα προκύπτει πως το ολοήμερο σχολείο αποτελεί μια κοινωνική αναγκαιότητα που βοηθά τόσο τους γονείς όσο και τους μαθητές με το να κοινωνικοποιούνται καλύτερα. Επίσης διαφαίνονται από την ερευνά μας οι έλλειπες κτηριακές υποδομές και η μη σωστή λειτουργία με περιορισμένο προσωπικό και χωρίς την εμπλοκή των γονέων 1409 152 191 Η επίδραση των προγραμμάτων αγωγής υγείας στην ανάπτυξη γνώσεων, θετικών στάσεων και συμπεριφορών σε θέματα υγείας και ασφάλειας από μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Schools are the places that offer the opportunity to promote health of school-aged children (Birdthistle WHO 1999). Creating a safe and healthy school environment is essential to make school a benchmark, not only for life and learning but also for the future work of its students (WHO, 1995). School Health Education Programs improve the state of children’s health in schools, as they increase knowledge and enhance health behaviors (Shrestha et al, 2016).The role of teachers in promoting health within school units is important, and they need adequate training to bear this responsibility (Pickett et al., 2015). This requires the integration of Occupational Safety and Health (OSH), at each different age, at all levels of education. As much as needed the risk education through the integration of OSH into the school curriculum, it is also beneficial its inclusion in training programs for future teachers (European agency for safety and health at work, 2011). Τα σχολεία είναι οι χώροι που προσφέρουν τη δυνατότητα προαγωγής της υγείας, των παιδιών σχολικής ηλικίας (Birdthistle WHO 1999). Η δημιουργία ενός ασφαλούς και υγιεινού σχολικού περιβάλλοντος είναι απαραίτητη, ώστε το σχολείο να αποτελέσει σημείο αναφοράς όχι μόνο για τη ζωή και τη μάθηση αλλά και την μελλοντική εργασία των μαθητών του (WHO, 1995). Τα σχολικά Προγράμματα Αγωγής Υγείας βελτιώνουν την κατάσταση της υγείας των παιδιών στα σχολεία, εφόσον αυξάνουν τη γνώση και ενισχύουν τις συμπεριφορές υγείας (Shrestha et al, 2016). Σημαντικός είναι ο ρόλος των εκπαιδευτικών στην προώθηση της υγείας μέσα στη σχολικές μονάδες και απαιτείται επαρκής εκπαίδευσή τους για να αναλάβουν αυτή την ευθύνη (Pickett et al., 2015). Κάτι τέτοιο προϋποθέτει την ενσωμάτωση της Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας (ΕΑΥ), σε κάθε διαφορετική ηλικία, σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης. Όσο απαραίτητη είναι η εκπαίδευση των κινδύνων μέσω της ενσωμάτωσης ΕΑΥ στο σχολικό πρόγραμμα, τόσο ωφέλιμη είναι και η ένταξή της στα προγράμματα κατάρτισης για τους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς (European agency for safety and health at work, 2011). 1410 249 260 Νομοθετικό πλαίσιο και τεχνικές προδιαγραφές διάθεσης στη γεωργία της ιλύος από εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων The present diploma work develops the legislative framework and the technical specifications for the disposal of agricultural matter by the sewage treatment plants as described and specialized in both European and Greek legislation and at tempts to compare the data and conditions set by the Member States of the European Union Union in their domestic legislation, in relation to the corresponding provisions of the Greek legislation. It identifies gaps in European legislation and specifies the ambiguities, errors and omissions of Greek legislation, which needs specialization and improvement in the sense that it is lenient and unclear as regards the treatment methods and the conditions of application of the treated sludge by the Wastewater Treatment Plants , but also with regard to the licensing conditions for its disposal. This paper introduces and deals with the issue of pollutants, and in particular the microplastics detected in sludges from WWTPs, and highlights the need to legislate measures and to provide methods for further purification of sludge for safe disposal. Finally, there is a need to reform the legislative framework by introducing new technical specifications and prohibitions on the disposal of processed sludge produced by Wastewater Treatment Plants in agriculture, but also the most innovative solution to the adoption of a new European Directive and the consequent and a new Ministerial Decision for the integrated management of biological sludge with the main aim of preventing and lasting choice, placing it in agriculture due to its harmful consequences in human life and the environment. Στην παρούσα διπλωματική εργασία αναπτύσσεται το νομοθετικό πλαίσιο και οι τεχνικές προδιαγραφές διάθεσης στη γεωργία της ιλύος από τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων όπως αυτό περιγράφεται και εξειδικεύεται τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην ελληνική νομοθεσία και επιχειρείται μία συγκριτική παράθεση των δεδομένων και προϋποθέσεων που θέτουν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο εσωτερικό τους δίκαιο, σε σχέση με τα αντίστοιχα της ελληνικής νομοθεσίας. Εντοπίζονται τα κενά της ευρωπαϊκής νομοθεσίας και εξειδικεύονται οι ασάφειες, τα σφάλματα και οι παραλείψεις της ελληνικής νομοθεσίας, η οποία χρήζει εξειδίκευσης και βελτίωσης υπό την έννοια ότι είναι επιεικής και ασαφής όσον αφορά τις μεθόδους επεξεργασίας και τις προϋποθέσεις εφαρμογής της επεξεργασμένης ιλύος από τις Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυμάτων αλλά και όσον αφορά τις προϋποθέσεις αδειοδότησης για την διάθεσή της. Η παρούσα εργασία εισάγει και πραγματεύεται το θέμα των ρύπων και ιδιαίτερα των μικροπλαστικών που ανιχνεύονται στις ιλύες από τις ΕΕΛ και αναδεικνύει την ανάγκη νομοθέτησης μέτρων και την πρόβλεψη μεθόδων περαιτέρω καθαρισμού των ιλύων για την ασφαλή διάθεσή τους. Τέλος συμπερασματικά αναδεικνύεται η ανάγκη αναμόρφωσης του νομοθετικού πλαισίου με την εισαγωγή νέων τεχνικών προδιαγραφών και απαγορεύσεων για την διάθεση στη γεωργία της παραγόμενης επεξεργασμένης ιλύος από τις Εγκαταστάσεις Επεξεργασίας Λυμάτων αλλά επίσης και η πιο ρηξικέλευθη λύση της έκδοσης μίας νέας ευρωπαϊκής οδηγίας και επακόλουθα και μίας νέας ΚΥΑ για την ολοκληρωμένη διαχείριση της βιολογικής ιλύος με κύριο σκοπό την πρόληψη και τελευταία φευκτέα επιλογή, την διάθεσή της στην γεωργία λόγω των επιβλαβών συνεπειών της στην ανθρώπινη ζωή και το περιβάλλον. 1411 380 390 Μελέτη ορολογικών δεικτών , προσδιορισμός συγκεκριμένων αυτοαντισωμάτων και συσχέτιση τους με υποκείμενα αυτοάνοσα νοσήματα σε γυναίκες της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης The human Immune System is a highly dynamic and adaptable system that, through its specialized cell and tissue network, achieves the body's defense against pathogenic microorganisms and foreign substances. At the same time, it is characterized by tolerance to self-constituents and the ability to maintain the homeostasis of the host. However, in some cases the overfunction of the Immune System and the rupture of self- tolerance may lead to the emergence of autoimmune diseases. These are multifactorial diseases that genetic, environmental and hormonal factors are implicated in their etiology.During the past decades, a new term "Autoimmunity Epidemic", came out with an ever increasing number of patients, especially in industrial areas. In addition, it is noticeable that the vulnerable subpopulation is mainly women, with some diseases occurring predominantly at the reproductive age, while some others at an older age. However, women of reproductive age are more prone to the occurrence of an autoimmune disease.In the present study, entitled "Study of serological markers, determination of specific autoantibodies and their association with underlying autoimmune diseases in women of the Muslim minority of Thrace", an attempt has been made to take a snapshot of the incidence of autoimmune diseases and symptoms in this population group with parallel correlation on the one hand with the levels of specific autoantibodies and serological markers and on the other hand their age of onset. The studied autoimmune diseases and indications are: Rheumatoid Arthritis(RA), Systemic Lupus Erythematosus, Sjogren Syndrome, Raynaud's Phenomenon, Arthritis, Arthralgias, Polyarthritis, Deep Vein Thrombosis(DVT), Preeclampsia during pregnancy. The autoantibodies and serological markers are: Rheumatoid Factor(RF), ANA anti-nuclear autoantibodies, ENA autoantibodies(SSA, SSB, Sm, Sn/RNP), Anticardiolipin antibodies(ACA IgG, ACA IgM, β2-GPI IgG, β2-GPI IgM), antibodies anti-CCPs, Immunoglobulins IgA, IgG, IgM and C3,C4 fragments of Complement Complex. It was observed that the most frequent autoimmune disease in this population group was Rheumatoid Arthritis(RA). The most common disease in women of reproductive age(up to 45 years old) was Systemic Lupus Erythematosus (SLE), whereas Rheumatoid Arthritis(RA) in women over 45 years old. Moreover the occurrence of autoimmune diseases was more frequent in women over 45 years old. In parallel, in all autoimmune diseases and occurrences, the measurements of levels of the autoantibodies and serological markers are in line with the existing literature for their correlation with these autoimmune diseases and occurrences. Το Ανοσιακό Σύστημα του ανθρώπου αποτελεί ένα ιδιαίτερα δυναμικό και ευπροσάρμοστο σύστημα που μέσω του εξειδικευμένου δικτύου κυττάρων και ιστών που διαθέτει επιτυγχάνει την άμυνα του οργανισμού έναντι παθογόνων μικροοργανισμών και ξένων ουσιών. Παράλληλα, χαρακτηρίζεται από ανοχή σε εαυτά συστατικά και την ικανότητα διατήρησης της ομοιόστασης του οργανισμού. Ωστόσο, σε κάποιες περιπτώσεις η υπερλειτουργία του ανοσιακού συστήματος και η ρήξη του μηχανισμού της ανοχής οδηγούν στην εκδήλωση αυτοάνοσων νοσημάτων. Πρόκειται για πολυπαραγοντικά νοσήματα που στην αιτιολογία τους ενοχοποιούνται γενετικοί, περιβαλλοντικοί και ορμονικοί παράγοντες.Στις μέρες μας, γίνεται λόγος για «Επιδημία της Αυτοανοσίας», με έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό ασθενών ιδιαίτερα στις βιομηχανικές χώρες. Επιπλέον, παρατηρείται πως η προσβολή αφορά κυρίως γυναίκες, με κάποια νοσήματα να εμφανίζονται στην αναπαραγωγική ηλικία ενώ κάποια άλλα σε μεγαλύτερη ηλικία. Παρ' όλα αυτά γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας είναι πιο επιρρεπείς στην εκδήλωση κάποιου αυτοάνοσου νοσήματος. Στην παρούσα μελέτη, με τίτλο «Μελέτη ορολογικών δεικτών , προσδιορισμός συγκεκριμένων αυτοαντισωμάτων και συσχέτιση τους με υποκείμενα αυτοάνοσα νοσήματα σε γυναίκες της Μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης» έγινε μια προσπάθεια ελέγχου της συχνότητας αυτοάνοσων νοσημάτων και εκδηλώσεων στην συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα, με παράλληλη συσχέτιση αφ' ενός με τα επίπεδα αυτοαντισωμάτων και ορολογικών δεικτών και αφ' ετέρου την ηλικία εκδήλωσής τους. Τα αυτοάνοσα νοσήματα και εκδηλώσεις που συσχετίσαμε και μελετήσαμε με βάση τις κλινικές πληροφορίες παραπομπής τους στο εργαστήριο είναι τα εξής: Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος, Σύνδρομο Sjogren, Φαινόμενο Raynaud, Αρθρίτιδα, Αρθραλγίες, Πολυαρθροπάθεια, Εν τω βάθει Φλεβική Θρόμβωση(ϋνϊ) και Προεκλαμψία κατά την κύηση, ενώ τα αυτοαντισώματα και οι ορολογικοί δείκτες με τα οποία συσχετίστηκαν είναι τα εξής: Ρευματοειδής Παράγοντας^), Αντιπυρηνικά αντισώματα(ΑΝΑ), Extractable Nuclear Antigens (ΕΝΑ αυτοαντισώματα: SSA,SSB,Sm,Sn/RNP) Αντικαρδιολιπινικά αντισώματα(ACA IgG, ACA IgM, β2-GPI IgG, β2-GPI IgM), αυτοαντισώματα anti-CCPs, Ανοσοσφαιρίνες IgA,IgG,IgM και τα κλάσματα C3,C4 του Συστήματος του Συμπληρώματος. Παρατηρήθηκε, πως το συχνότερο αυτοάνοσο νόσημα στην συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα ήταν η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα (ΡΑ). Ως συχνότερο νόσημα στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας(ως 44 ετών) βρέθηκε ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος(ΣΕΛ) ενώ στις γυναίκες από 45 ετών και άνω η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα(ΡΑ). Επιπλέον η εκδήλωση των αυτοάνοσων νοσημάτων παρατηρήθηκε με μεγαλύτερη συχνότητα σε γυναίκες άνω των 45 ετών. Παράλληλα, σε όλα τα αυτοάνοσα νοσήματα, οι μετρήσεις των επιπέδων των αυτοαντισωμάτων και ορολογικών δεικτών, συμφωνούν με την υπάρχουσα βιβλιογραφία για την συσχέτισή τους με τις αντίστοιχες εκδηλώσεις. 1412 177 188 Μελέτη των επιπέδων έκφρασης της CSRP2 πρωτεΐνης στον λιπώδη ιστό ασθενών με ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής CSRP2 protein is mainly expressed in vascular smooth muscle cells and is involved in migration and differentiation processes. Human vessels are surrounded by perivascular adipose tissue, which appears to have an active regulatory role on the vessel through adipokines secretion. Abdominal aortic aneurysm (A.A.A) is a disease in which a localized dilation of aorta occurs. This is induced and characterized by extensive proteolysis of the extracellular matrix of the aortic wall, inflammation and apoptosis of the vascular smooth muscle cells. In this diploma thesis, expression of CSRP2 was detected in perivascular adipose tissue of patients suffering from abdominal aortic aneurysm. Indeed, by the implementation of techniques such as ELISA, Western blot analysis and real-time PCR, we determined the location of CSRP2’s expression to be in perivascular adipose tissue. Moreover, compared to visceral and subcutaneous adipose tissue, the protein’s concentration and expression levels tend to be higher in perivascular adipose tissue. However, little is known so far for the involvement of CSRP2 in the abdominal aortic aneurysm; therefore, it is important to further investigate its role in AAA. Η CSRP2 πρωτεΐνη εκφράζεται κυρίως στα λεία μυϊκά κύτταρα των αγγείων και εμπλέκεται σε διαδικασίες μετανάστευσης και διαφοροποίησης αυτών. Τα αγγεία περιβάλλονται από τον περιαγγειακό λιπώδη ιστό, ο οποίος φαίνεται να έχει ενεργό ρυθμιστικό ρόλο ως προς το αγγείο μέσω έκκρισης αδιποκινών. Το ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής είναι μία ασθένεια κατά την οποία προκαλείται διάταση κοιλιακής αορτής (Abdominal Aortic Aneurysm, AAA) και χαρακτηρίζεται από εκτεταμένη πρωτεόλυση του εξωκυττάριου υλικού των τοιχωμάτων της αορτής, φλεγμονή και απόπτωση των λείων μυϊκών κυττάρων του αγγείου. Στην παρούσα διπλωματική εργασία εντοπίστηκε η έκφραση της CSRP2 στον περιαγγειακό λιπώδη ιστό ασθενών που πάσχουν από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής. Πράγματι, μέσα από τεχνικές ELISA, Western Blot και real-time PCR προσδιορίστηκε η έκφραση της CSRP2 στον περιαγγειακό λιπώδη ιστό. Ακόμη, σε σύγκριση με τον σπλαχνικό και τον υποδόριο λιπώδη ιστό η συγκέντρωση και τα επίπεδα έκφρασης της πρωτεΐνης τείνουν να είναι υψηλότερα στον περιαγγειακό λιπώδη ιστό. Ωστόσο, λίγα είναι γνωστά μέχρι στιγμής για την συμβολή της CSRP2 στο ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής και συνεπώς είναι σημαντική η περεταίρω διερεύνηση του ρόλου της. 1413 248 240 Το θεσμικό πλαίσιο για τη αξιοποίηση της γεωθερμίας ως καθαρή ενέργεια Geothermal is a mild, renewable and green energy source that plays a significant role in increasing participation rates of RES in final energy consumption worldwide. However, despite the fact that the bedrock of Greece is particularly rich in geothermal resources, geothermal energy is not utilized satisfactorily until today. In the first place, this paper aims to present an overview of geothermal energy features, the possibilities of its exploitation as well the advantages and disadvantages being affected by its use. Additionally, statistics for the existing investments in exploitation of geothermal energy in Greece and the produced energy power are being stated. Afterwards, the current Greek legal framework governing the management and exploitation of geothermal energy is recorded and analysed. Thereafter follows a comparative approach with other institutional frameworks at a European and global level, of countries which produce and utilize geothermal energy to a great extent. Τhe aforementioned analysis highlights the necessity of a research regarding the casual link between the Greek institutional framework and the problems that arise in any effort of utilization of geothermal energy as RES. The correlation of "the weak" points of the legal framework with the stagnation of investments leads to proposals regarding the optimization and revision of the existing ordinances. The ultimate goal of this paper is the emergence of a functional regulatory framework that is going to secure the reinforcement of investments as well as the gradual improvement of the percentage of use of geothermal energy as a clean energy in Greece. Η γεωθερμία είναι μια ήπια, ανανεώσιμη και πράσινη πηγή ενέργειας που διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αύξηση των ποσοστών συμμετοχής των Α.Π.Ε στην τελική ενεργειακή κατανάλωση σε παγκόσμιο επίπεδο. Εντούτοις, αν και το γεωλογικό υπόβαθρο της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε γεωθερμικούς πόρους, η γεωθερμία δεν έχει αξιοποιηθεί μέχρι σήμερα σε ικανοποιητικό βαθμό. Στην παρούσα εργασία γίνεται αρχικά μια επισκόπηση των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων της γεωθερμίας, των δυνατοτήτων εκμετάλλευσής της καθώς και των πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων που επιφέρει η χρήση της. Περαιτέρω, παρατίθενται στατιστικά δεδομένα για τις υφιστάμενες επενδύσεις αξιοποίησης της γεωθερμικής ενέργειας στην Ελλάδα και την παραγόμενη εξ’ αυτών ενεργειακή ισχύ. Εν συνεχεία, καταγράφεται και αναλύεται το ισχύον ελληνικό νομικό πλαίσιο που διέπει τη διαχείριση και εκμετάλλευση της γεωθερμίας. Ακολουθεί σύντομη συγκριτική προσέγγιση με άλλα θεσμικά πλαίσια σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, χωρών που παράγουν και αξιοποιούν σε μεγάλο βαθμό τη γεωθερμική ενέργεια. Από την ανάλυση των ανωτέρω εκτεθέντων αναδεικνύεται η αναγκαιότητα της αναζήτησης του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του ελληνικού θεσμικού πλαισίου και των προβλημάτων που ανακύπτουν σε κάθε προσπάθεια εκμετάλλευσης της γεωθερμίας ως Α.Π.Ε. Η συσχέτιση των «μελανών» σημείων του νομικού πλαισίου με τη στασιμότητα των επενδύσεων οδηγεί σε προτάσεις βελτιστοποίησης και αναθεώρησης των υπαρχουσών διατάξεων. Απώτερος σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η εξεύρεση ενός λειτουργικού ρυθμιστικού πλαισίου που θα διασφαλίζει την ενίσχυση των επενδύσεων και τη σταδιακή αύξηση του ποσοστού χρήσης της γεωθερμίας ως καθαρή ενέργεια στην Ελλάδα. 1414 380 412 Συσχέτιση της βαρύτητας της ψωρίασης με την πολυπλοκότητα της στεφανιαίας νόσου Correlation of the severity of psoriasis with the complexity of coronary heart disease. Observation study with retrospective data evaluation"Psoriasis is a chronic immune - mediated skin disorder that affects about 1-3% of the population. It is associated with a systemic inflammatory load and there is a trend, nowadays towards renaming the skin disorder as psoriatic disease, including the various comorbidities. There is an increasing correlation between psoriasis and coronary artery disease (CAD). Major studies have shown that the risk of a cardiovascular event is increased in patients with psoriasis and even more so in younger patients with more severe psoriasis. However, most of these studies, often do not have a clearly documented history of cardiovascular disease (CVD) in the populations studied. In addition, there are no systematic studies and reports correlating the severity of psoriasis with the complexity of CAD, as quantified by SYNTAX score. In 2005, a team of researchers proposed a system of coronary heart disease complexity in order to select optimal reperfusion technique (percutaneous angioplasty or coronary artery bypass) in coronary patients. It is an "angiographic tool", which, considering only the coronary network anatomy, quantifies the complexity and severity of coronary heart disease, indicating the optimal reperfusion technique and is predictive of clinical outcomes. The purpose of this study is to demonstrate or not the correlation between the severity of psoriasis and the complexity of CAD, as demonstrated angiographically and quantified by SYNTAX score. We retrospectively studied 47 patients with psoriasis who had been diagnosed with coronary heart disease.We compared the prevalence of psoriasis severity in a sample of CAD patients confirmed by coronary angiography and quantified by the SYNTAX score and in a non-CAD patient control sample. The correlation of the severity of psoriasis with the complexity of coronary artery disease was the main research question of the study, namely the correlation between the PASI score and the SYNTAX score. Initially, correlations were made with the Pearson correlation coefficient and then with the Spearman correlation coefficient. Both coefficients demonstrated that there was a significant correlation between the two scores of 0.699 and 0.612 respectively with p value =, 000, N = 47. This study attempts to fill this gap of literature, however further population-based epidemiological studies are required to assess cardiovascular risk in patients with psoriasis. Η ψωρίαση είναι μια χρόνια φλεγμονώδης δερματοπάθεια με ανοσολογικό υπόστρωμα, συχνά οικογενής, που προσβάλλει περίπου το 1¬3% του πληθυσμού. Προσβάλλει το ίδιο συχνά άντρες και γυναίκες και μπορεί να ξεκινήσει σε οποιαδήποτε ηλικία, αν και η συνήθης ηλικία έναρξης είναι μεταξύ 20-35 ετών. Ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει αυξανόμενη συσχέτιση μεταξύ της ψωρίασης και της CAD. Μεγάλες μελέτες έχουν δείξει ότι ο κίνδυνος ενός καρδιαγγειακού συμβάματος είναι αυξημένος σε ασθενείς με ψωρίαση και ακόμη περισσότερο, σε νεότερους ασθενείς με πιο σοβαρή ψωρίαση. Οι περισσότερες από αυτές τις μελέτες όμως συχνά δεν έχουν ένα σαφώς τεκμηριωμένο ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου (CVD) στους πληθυσμούς που μελετήθηκαν. Επιπρόσθετα, δεν υπάρχουν συστηματικές μελέτες και αναφορές που να συσχετίζουν τη σοβαρότητα της ψωρίασης με την πολυπλοκότητα της CAD, όπως αυτή ποσοτικοποιείται με το SYNTAX score. Το 2005, ομάδα ερευνητών εισηγήθηκαν ένα σύστημα διαβάθμισης της πολυπλοκότητας της στεφανιαίας νόσου, με σκοπό την επιλογή της βέλτιστης τεχνικής επαναιμάτωσης (διαδερμική αγγειοπλαστική ή αορτοστεφανιαία παράκαμψη) σε στεφανιαίους ασθενείς. Πρόκειται για ένα «αγγειογραφικό εργαλείο», το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη μόνο την ανατομία του στεφανιαίου δικτύου, ποσοτικοποιεί την πολυπλοκότητα και τη βαρύτητα της στεφανιαίας νόσου υποδεικνύοντας τη βέλτιστη τεχνική επαναιμάτωσης και εμφανίζει προγνωστικό χαρακτήρα για τις κλινικές εκβάσεις. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να καταδείξει τη συσχέτιση ή μη μεταξύ της σοβαρότητας της ψωρίασης και της πολυπλοκότητας της CAD, όπως αυτή αποδεικνύεται αγγειογραφικά και ποσοτικοποιείται μέσω SYNTAX score. Υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 47 ασθενείς οι οποίοι έπασχαν από ψωρίαση και εξετάστηκαν στα τακτικά εξωτερικά της Β' Κλινικής Δερματικών και Αφροδίσιων Νοσημάτων Α.Π.Θ. του Γενικού Νοσοκομείου Παπαγεωργίου. Πρόκειται για μία αναδρομική μελέτη αναφορικά με τη σύγκριση του επιπολασμού της σοβαρότητας της ψωρίασης αφενός σε ένα δείγμα ασθενών με την CAD, η οποία έχει επιβεβαιωθεί από στεφανιαία αγγειογραφία και έχει ποσοτικοποιηθεί με το SYNTAX score και αφετέρου σε ένα δείγμα ελέγχου των ασθενών χωρίς CAD. Η συσχέτιση της βαρύτητας της ψωρίασης με την πολυπλοκότητα της στεφανιαίας νόσου αποτέλεσε το κύριο ερευνητικό ερώτημα της μελέτης, δηλαδή η συσχέτιση μεταξύ του PASI score με το SYNTAX score. Αρχικά έγιναν οι συσχετίσεις με το συντελεστή συσχέτισης Pearson και ακολούθως με το συντελεστή συσχέτισης Spearman. Με αμφότερους τους δύο συντελεστές διαπιστώθηκε ότι υπήρχε σημαντική συσχέτιση μεταξύ των δύο score 0,699 και 0,612 αντίστοιχα με p value = 0,000, N=47 . Η παρούσα μελέτη επιχειρεί να συμπληρώσει αυτό το κενό στη βιβλιογραφία, ωστόσο απαιτούνται επιπλέον επιδημιολογικές μελέτες βασισμένες στον πληθυσμό για την εκτίμηση του καρδιαγγειακού κινδύνου σε ασθενείς με ψωρίαση. 1415 93 94 Mathematics is one of the most important sciences that man uses right from the moment s/he starts exploring his/her world and every day in all his/her life. The aim of the present study is to investigate how children of the early school age think about the numerical concepts. In particular, the focus is on how they approach these concepts, the difficulties they face because of various factors, and the support they need to master correctly these arithmetic ideas at this age, when they are confronted with the numerical world for the first time. Τα μαθηματικά είναι μια από τις πλέον σημαντικές επιστήμες που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος από τη στιγμή που αρχίζει να εξερευνά τον κόσμο του και σε όλη τη ζωή του στην καθημερινότητα του. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη διερεύνηση του τρόπου σκέψης των παιδιών της πρώτης σχολικής ηλικίας αναφορικάμε τις αριθμητικές έννοιες. Ειδικότερα, ανιχνεύονται ο τρόπος που τις προσεγγίζουν, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν εξαιτίας διάφορων παραγόντων και η υποστήριξη που χρειάζονται για την ορθή κατάκτηση των αριθμητικών ιδεώνσε αυτήν την ηλικία, όπου τα παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με τον αριθμητικό κόσμο για πρώτη φορά. 1416 416 416 Έρευνα της παραλλακτικότητας, σε σχέση με την γεωγραφική κατανομή, του είδους Lilium rhodopaeum Delip The species of Lilium rhodopaeum Delip. is an endemic plant located only in the Rodopi Mountain Range, in Greece and Bulgaria. Eleven subpopulations inside the Rodopi Mountain Range National Park of Greece were studied using morphological traits. The aim of this study was to analyze the variety of the different adaptive characteristics of the plant within and between the subpopulations, as well as the interpretation and determination of the ecological factors that contribute to that variety. For that purpose, four (4) morphological traits of the plant and ten (10) morphological traits of the leaves, were measured and evaluated. The results indicated that the position where Lilium rhodopaeum grows has statistically important effect on the morphological characters and the characteristics of the plant, but no specific ecological factor was responsible for this effect on its own. The morphometric analyses showed that all five ecological factors (altitude, inclination, aspect, macro-relief and micro-relief) except inclination, have, statistically important, influence in the characteristics of the plant and the morphology of its leaves. The altitude, as it increases, has a gradient small negative correlation with the size of the leaves and the number of leaves in a plant, with a distinct clustering in three groups at: 1200-1500 m, 1500-1800 m and 1800-1900 m. The inclination of a slope doesn’t have statistically important effect on the plant, but it was observed that in smaller inclinations the leaves have bigger values of specific leaf area (SLA). The plant was found in every aspect except from the north one (N). Specifically, the SW and SSW aspects were most favorable for the increase of the height of the plant, while in the S, ENE and, mostly, in the E aspect, the size and the circularity of the leaves were bigger and the height of the plants was smaller. In the SE aspect the plants were taller and they had smaller and more elongated leaves. On regard to the macro-relief the flat positions and the ones that were placed at the bottom of a slope were statistically important for the increase of the size of the leaves and the height of the plant, whilst on regard to the micro-relief, the hollow spaces had positive correlation to the size and the shape of the leaves. Among the subpopulations, not many differences showed up regarding the diversity between them. On the contrary, the analyses indicated a very distinct geographical variety in a micro-location level with the obvious separation of two groups with multi-variable characteristics that needs further investigation Το είδος Lilium rhodopaeum Delip. είναι ενδημικό φυτό της Οροσειράς Ροδόπης και συναντάται μόνο στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία. Στη προκείμενη διατριβή μελετήθηκαν 11 υποπληθυσμοί L. rhodopaeum εντός του Εθνικού Πάρκου Οροσειράς Ροδόπης. Σκοπός της διατριβής ήταν η ανάλυση της ποικιλότητας των χαρακτήρων προσαρμογής του φυτού ανάμεσα και μεταξύ των πληθυσμών του με τη βοήθεια μορφολογικών χαρακτηριστικών και η εξαγωγή συμπερασμάτων όσον αφορά τους οικολογικούς εκείνους παράγοντες που συντελούν στην ενδεχόμενη αυτή ποικιλότητα. Για τον σκοπό αυτό μετρήθηκαν και αξιολογήθηκαν τέσσερα (4) μορφολογικά χαρακτηριστικά του φυτού και δέκα (10) μορφολογικά χαρακτηριστικά των φύλλων του φυτού. Τα αποτελέσματα υπέδειξαν πως η θέση εμφάνισης του L. rhodopaeum είχε στατιστικά σημαντική επιρροή στους μορφολογικούς χαρακτήρες και τα χαρακτηριστικά του φυτού, χωρίς όμως αυτή η επιρροή να ταυτίζεται με κάποιο συγκεκριμένο οικολογικό παράγοντα. Από τις μορφομετρικές αναλύσεις προέκυψε ότι από τους πέντε οικολογικούς παράγοντες (υψόμετρο, κλίση εδάφους, έκθεση ως προς τον ορίζοντα, μακροανάγλυφο και μικροανάγλυφο) όλοι, εκτός από την κλίση του εδάφους, επιδρούν στατιστικά σημαντικά σε μικρό βαθμό στα χαρακτηριστικά του φυτού και τη μορφολογία των φύλλων. Το υψόμετρο έχει βαθμιαία μικρή αρνητική συσχέτιση, όσο αυξάνεται, με το μέγεθος των φύλλων και του αριθμού τους ανά φυτό, με διακριτή ομαδοποίηση αυτών σε τρείς ομάδες, στα εξής υψόμετρα: 1200-1500 m, 1500-1800 m και 1800-1900 m. Η κλίση του εδάφους δεν έχει στατιστικά σημαντική επίδραση στο φυτό, παρατηρήθηκε όμως πως σε μικρότερες συγκριτικά κλίσεις τα φύλλα του έχουν μεγαλύτερη ειδική φυλλική επιφάνεια. Οι εκθέσεις ως προς τον ορίζοντα που παρατηρήθηκε το φυτό ήταν σε όλες εκτός από τις βόρειες (N). Συγκεκριμένα, οι SW και SSW εκθέσεις ήταν ευνοϊκότερες για την αύξηση του ύψους των φυτών, ενώ στην S, ENE και, περισσότερο, στην E έκθεση, ήταν μεγαλύτερα το μέγεθος και η κυκλικότητα των φύλλων, ενώ μικρότερα τα ύψη των φυτών. Στην SE έκθεση τα φυτά ήταν ψηλότερα και είχαν μικρότερου μεγέθους και πιο επιμήκη φύλλα. Το επίπεδο μακροανάγλυφο και η ανάπτυξη των φυτών στα κάτω τμήματα της πλαγιάς ήταν στατιστικά σημαντικά για την αύξηση του μεγέθους των φύλλων και του ύψους του φυτού, ενώ όσον αφορά το μικροανάγλυφο, οι κοίλες θέσεις υπέδειξαν μεγάλη θετική συσχέτιση με το μέγεθος και το σχήμα των φύλλων. Επίσης, από τα αποτελέσματα δεν παρατηρήθηκαν μεγάλες στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των υποπληθυσμών. Αξιοσημείωτο είναι όμως ότι εντός των υποπληθυσμών το Lilium rhodopaeum παρουσιάζει διακριτή διαφοροποίηση σε επίπεδο μικροθέσης με εμφανή τον διαχωρισμό δύο ομάδων με πολύ-μεταβλητά χαρακτηριστικά, τα οποία χρήζουν διευκρίνησης και συνεπώς περαιτέρω διερεύνησης 1417 383 414 Η Επίδραση των διαφυλλικών ψεκασμών με εκχυλίσματα φυκιών στην ανάπτυξη του καρπού και της μικροχλωρίδας επιτραπέζιας ποικιλίας ελιάς Olive cultivation is a very important worldwide. Indeed, our country is the third in order of largest grower country in the world with huge olive production that is quantitatively much of Greece's total agricultural production, as favored by the climatic conditions prevailing in the Mediterranean region. As regards the requirements of the trees in nutrients, the olive can suceed in various soils of different chemical composition. Nevertheless, the requirements in order to achieve optimization of production are specified. So, the basic fertilization (N-P-K) necessary for the olive as well as the B-allocation both at table and in oil producing varieties. In order to cover the needs of the necessary nutritious, an important weapon in producer’s hands is to use seaweed extracts as an as an excellent source of organic matter and mineral nutrients. Specifically, the combination of seaweed extract fertilization and B effectively contribute to increasing the productivity of trees. As regard to table olive cultivars , to make them edible will have to undergo a form of treatment. The processing which must bear the olive is associated with the removal of elefropainis. So that to rebittering the olive, is necessary fermentation of olives. The microorganisms in this step plays an important role so that the different groups of microorganisms involved in both production and fermentation of table olives. The fermentation separated in anaerobic and aerobic. Processing of Greek varieties divided green lactic fermentation olives and black olives in brine. Based on the above, as a part of this master thesis, we studied the effect of seaweed extracts when they were given as lubrication, in the development of the olive and the microflora of the table cultivar Chondrolia Halkidiki. Thus, the analysis of the results shows that fertilizer KELP 100 when used twice within a year, had a positive effect on production, the leaf content of N and K and the concentration of B, in olive fruit. Unlike, the Acadian when used twice in a year, significantly affected K concentration in olive frutis. The combination of both fertilizer caused a significant increase in vegetative growth and the B content in the fruits. Finally, on the growth of lactobacilli, the increased number of lactobacilli for a long time and the growth of yeasts appear to dominate as the most beneficial use of Acadian formulation Η ελαιοκαλλιέργεια αποτελεί μια ιδιαίτερα σημαντική καλλιέργεια σε παγκόσμια κλίμακα. Μάλιστα η χώρα μας αποτελεί την 3η κατά σειρά μεγαλύτερη ελαιοπαραγωγό χώρα στον κόσμο με τεράστιο όγκο παραγωγής ελιάς ο οποίος αποτελεί ποσοτικά μεγάλο μέρος της συνολικής αγροτικής παραγωγής της Ελλάδας, καθώς ευνοείται από τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή της Μεσογείου. Όσον αφορά τις απαιτήσεις των δέντρων σε θρεπτικά συστατικά, η ελιά μπορεί να ευδοκιμίσει σε ποικίλα εδάφη διαφορετικής χημικής σύστασης. Παρόλα αυτά οι απαιτήσεις της, ούτως ώστε να επιτευχθεί μεγιστοποίηση της παραγωγής είναι συγκεκριμένες. Έτσι λοιπόν, η βασική λίπανση (N-P-K) κρίνεται αναγκαία για την ελιά καθώς επίσης και η χορήγηση Β τόσο σε επιτραπέζιες όσο και σε ελαιοδοτικές ποικιλίες. Για την κάλυψη αναγκών λίπανσης, σημαντικό όπλο στα χέρια των παραγωγών αποτέλεσε η χρήση φυκιών καθώς αποτελούν άριστη πηγή οργανικής ύλης και ανόργανων θρεπτικών συστατικών. Συγκεκριμένα, ο συνδυασμός της λίπανσης αυτής με Β συμβάλει αποτελεσματικά στην αύξηση της παραγωγικότητας των ελαιόδεντρων. Όσον αφορά τις επιτραπέζιες ποικιλίες ελιάς, για να καταστούν αυτές βρώσιμες θα πρέπει να υποστούν μια μορφή επεξεργασίας. Η επεξεργασία την οποία πρέπει να υποστεί η ελιά σχετίζεται με την απομάκρυνσης της ελευροπαϊνης. Ούτως ώστε να αποπικρανθεί ο καρπός της ελιάς απαραίτητη είναι η ζύμωση των καρπών. Οι μικροοργανισμοί στο στάδιο αυτό παίζουν ένα σημαντικό ρόλο. Οι διαφορετικές ομάδες μικροοργανισμών εμπλέκονται τόσο στην παραγωγή όσο και στην ζύμωση των επιτραπέζιων ελιών. Η ζύμωση την οποία υποβοηθούν οι μικροοργανισμοί χωρίζεται σε αναερόβια και αερόβια. Η επεξεργασία των ελληνικών ποικιλιών χωρίζεται στις πράσινες ελιές γαλακτικής ζύμωσης και στης μαύρες ελιές σε άλμη. Με βάση όλα τα παραπάνω στα πλαίσια αυτής της διατριβής, μελετήθηκε η επίδραση των εκχυλισμάτων φυκιών όταν αυτά χορηγήθηκαν ως λίπανση, στην ανάπτυξη του καρπού αλλά και της μικροχλωρίδας του στην επιτραπέζια ποικιλία Χονδρολιά Χαλκιδικής. Έτσι, από την ανάλυση των αποτελεσμάτων προκύπτει το λίπασμα KELP 100 όταν αυτό χρησιμοποιήθηκε δύο φορές μέσα σε μία χρονιά, είχε θετική επίδραση στην παραγωγή, στην περιεκτικότητα των φύλλων σε Β και Κ αλλά και στην περιεκτικότητα των καρπών σε Β. Αντίθετα το Acadian όταν χρησιμοποιήθηκε δύο φορές, επηρέασε σημαντικά την περιεκτικότητα σε Κ στους καρπούς. Ο συνδυασμός και των δύο λιπασμάτων προκάλεσε σημαντική αύξηση στην βλαστική ανάπτυξη αλλά και στην περιεκτικότητα Β στους καρπούς. Τέλος, όσον αφορά την ανάπτυξη των λακτοβάκιλλων, τον αυξημένο αριθμό των λακτοβακίλλων για μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά και την ανάπτυξη των ζυμών φαίνεται πως κυριαρχεί ως πιο ευεργετική η χρήση του σκευάσματος Acadian 1418 243 250 This study is refered to the institution of Special Education in Greece. The history of Special Education begins in 1906 and reaches up to this day. Apart from the historical background are also mentioned certain structures such as the Center for Diagnosis and Diaforodiagnosis and Support (KEDDY) and the organization of school units for children with disabilities. Another part of our study, which was also based on the research part, is the collaboration between a family and school and whether it affects positively parents and especially children themselves. In the empirical part qualitative research was conducted, and in particular the tool of the research we used was the interview. The sample of the survey consisted of 7 parents whose children have certain types of disability, such as Autism Spectrum Disorder (ASD), Asperger's Syndrome, and Cerebral Palsy. The main findings from the empirical part of the work are the incomplete information and guidance of the parents from the state structures, the cooperation between the school and the family, which is a necessary condition for the provision of appropriate care and education and the unawareness of certain teachers of the public school, who have limited knowledge of the education of children with special needs. Dealing with the special education sector and parents' views on the issue led us to draw some key facts about the institution of Special Education. Finally, it helped us understand how important the collaboration that develops between school and family is Η εν λόγω εργασία αναφέρεται στο θεσμό της Ειδικής Αγωγής στην Ελλάδα. Η ιστορία της Ειδικής Αγωγής ξεκινά από το 1906 και φτάνει μέχρι σήμερα. Εκτός από την ιστορική αναδρομή γίνεται λόγος στην παρούσα εργασία για τις κατηγορίες των ατόμων με ειδικές ανάγκες, το Κέντρο Διάγνωσης – Διαφοροδιάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ) και την οργάνωση των σχολικών μονάδων που φοιτούν τα παιδία με αναπηρία. Ένα άλλο κομμάτι της εργασίας μας, στο οποίο στηρίχθηκε και το ερευνητικό μέρος, είναι η συνεργασία μεταξύ σχολείου οικογένειας και κατά πόσο αυτή επιδρά θετικά στους γονείς και κυρίως στα ίδια τα παιδιά. Στο εμπειρικό μέρος διεξήχθη ποιοτική έρευνα και συγκεκριμένα το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήσαμε είναι η συνέντευξη. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 7 γονείς, των οποίων τα παιδιά παρουσιάζουν ορισμένα είδη αναπηρίας, όπως η διαταραχή αυτιστικού φάσματος (ΔΑΦ), το σύνδρομο Asperger και η εγκεφαλική παράλυση. Τα κύρια ευρήματα που προκύπτουν από το εμπειρικό μέρος της εργασίας, είναι η ελλιπής ενημέρωση και καθοδήγηση των γονέων από τις δομές του Κράτους, η συνεργασία σχολείου – οικογένειας που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την παροχή κατάλληλης φροντίδας και εκπαίδευσης και η άγνοια ορισμένων εκπαιδευτικών του γενικού σχολείου, οι οποίοι έχουν περιορισμένες γνώσεις σχετικά με την εκπαίδευση των παιδιών που παρουσιάζουν ειδικές ανάγκες. Η ενασχόληση με τον κλάδο της Ειδικής Αγωγής και τις απόψεις των γονέων πάνω στο θέμα, μας οδήγησε στο να αντλήσουμε ορισμένα βασικά στοιχεία για το θεσμό της Ειδικής Αγωγής και συνέβαλε στο να κατανοήσουμε πόσο σημαντική είναι τελικά η συνεργασία που αναπτύσσεται μεταξύ σχολείου - οικογένειας 1419 373 365 Association of polymorphisms of the gene ATM (Ataxia Telangiectasia Mutated) with response to metformin in type II diabetic patients Συσχέτιση πολυμορφισμών του γονιδίου ΑΤΜ (Ataxia Telangiectasia Mutated) με την ανταπόκριση στη μετφορμίνη σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου ΙΙ Diabetes type II is a chronic disease and according to the latest estimates more than 387 million people worldwide suffer from it. Metformin consists the first- line therapeutic treatment for diabetes but significant variance in response is observed among its users. It is estimated that the contribution of the genetic factors to that variance is more than 90%, thus it is important to determine them in order to aim the best therapeutic approach. The first genome wide association study (GWAS) in diabetes type II detected a single nucleotide polymorphism (SNP) which was strongly associated with therapeutic response to metformin. This SNP is located at the locus containing ATM (Ataxia Telangiectasia Mutated) gene, a gene known for its DNA- repairing role. In this study we first investigated the genetic structure of the ATM gene in world populations and then we focused on the data of Greek population. In addition we determined the frequency of the SNP rs11212617 on Greek diabetic people in metformin treatment by genotyping them as a part of this thesis. Finally, we have a first estimation on the response of Greek patients to metformin according to their genetic profile. The results show a high rate of conservation on the locus of the ATM gene and the SNP which are both found in a linkage disequilibrium block, especially in the evolutionary newer populations. Greek population follows this specific pattern considering its genetic structure, but there are some differences on SNP’s frequencies. These differences are not significant comparing to our closest genetically populations. Our subject cohort consists of 66 patients with diabetes, 43,9% are genotyped as A/A, 39,4% as A/C and 16,6% as C/C. In addition, in the cohort consisted of 16 patients, ΑΤΜ rs11212617 genotypes were not associated with metformin variable response. Pharmacogenetics is a new scientific area which can influence the clinical practice. A first step towards understanding the complex mechanisms with which our body reacts to treatment is the consideration of the genetic structure of chromosomic regions involved in drug response. Following this approach we can generate information useful in tailoring therapeutic treatments based on the genetic profile of patient groups. Ο διαβήτης είναι μία χρόνια πάθηση που σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις αφορά πάνω από 382 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Η επικρατέστερη θεραπευτική αγωγή για το διαβήτη είναι η χορήγηση μετφορμίνης, ωστόσο έχουν παρατηρηθεί αρκετές διαφοροποιήσεις ως προς την ανταπόκριση μεταξύ των ασθενών που χορηγήθηκε. Υπολογίστηκε πως οι γενετικοί παράγοντες συμβάλλουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% σε αυτή τη διαφορετική ανταπόκριση οπότε κρίνεται ιδιαίτερου ενδιαφέροντος ο προσδιορισμός τους ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη δυνατή θεραπευτική προσέγγιση. Στην πρώτη έρευνα συσχέτισης σε επίπεδο γονιδιώματος (GWAS) εντοπίστηκε ένας σημειακός πολυμορφισμός (SNP) rs11212617 που συσχετίστηκε ισχυρά με τη θεραπευτική ανταπόκριση στη μετφορμίνη. Το SNP αυτό ανήκει στη χρωμοσωμική περιοχή του ΑΤΜ (Ataxia Telangiectasia Mutated) γονιδίου, γνωστό για τον επιδιορθωτικό ρόλο του στο DNA. Στην παρούσα εργασία, μελετήθηκε η γενετική δομή του γονιδίου ΑΤΜ στους πληθυσμούς της γης με ιδιαίτερη έμφαση στα υπάρχοντα δεδομένα για τον ελληνικό πληθυσμό. Επίσης μελετήθηκαν οι συχνότητες του SNP rs11212617 από τη γονοτύπηση δειγμάτων Ελλήνων διαβητικών σε αγωγή μετφορμίνης που εξετάσθηκαν ως μέρος της πτυχιακής αυτής εργασίας και γίνεται σύγκριση με τα υπάρχοντα δεδομένα από βιβλιογραφικές έρευνες. Τέλος, παρατίθεται μία πρώτη εκτίμηση για την απόκριση στη μετφορμίνη των ασθενών βάσει του γονότυπού τους. Τα αποτελέσματα που εξαγάγαμε αποδεικνύουν τον υψηλό βαθμό συντήρησης του γονιδίου ΑΤΜ και του SNP που βρίσκονται σε block ανισορροπίας σύνδεσης, ιδιαίτερα στους νεότερους εξελικτικά πληθυσμούς. Ο ελληνικός πληθυσμός ακολουθεί τα πρότυπα των υπόλοιπων όσο αφορά τη γενετική δομή, ενώ παρουσιάζει κάποιες διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις συχνότητες του SNP, που ωστόσο συνάδουν με τους στενότερούς μας εξελικτικά πληθυσμούς. Σε δείγμα 66 ασθενών με διαβήτη 43,9% φέρουν γονότυπο Α/Α, 39,4% Α/C και 16,6% C/C. Επίσης δεν παρατηρήθηκε κάποια στατιστικά σημαντική διαφορά στην ανταπόκριση στη μετφορμίνη ανάλογα με τον γονότυπο σε δείγμα 16 ασθενών. Η φαρμακογενετική έρευνα είναι ένα νέο πεδίο της επιστήμης που μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στη θεραπεία. Γνωρίζοντας τη γενετική δομή χρωμοσωμικών περιοχών που σχετίζονται με την απόκριση σε μία θεραπεία είναι το πρώτο βήμα για την κατανόηση των πολύπλοκων μηχανισμών ανταπόκρισης. Αυτή η μελέτη μπορεί να μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες για νέες πρακτικές, βασισμένες στα γονιδιακά δεδομένα των ασθενών. 1420 212 202 Διερεύνηση προσωπικών αξιών υπηρετούντων και μελλοντικών εκπαιδευτικών Π.Τ.Δ.Ε.: The value orientation of teachers plays an important role in shaping and conducting educational work. The present thesis explores the personal values of both in-service and pre-service primary education teachers in the context of Schwartz’s theory. The research design followed was quantitative and the data collection was carried out employing the Schwartz Value Survey (SVS) questionnaire. The research sample included 132 teachers serving in Greek schools and 130 students of the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace. Data analysis was based on Correspondence Analysis (AFC), aiming to investigate both the external and the internal structure of the participants’ values. Moreover, a typology of teachers was created through Hierarchical Cluster Analysis. The results indicate that values reflecting a more social focus, including achievements and social stability through the development of good interpersonal relationships, are of most importance to teachers, regardless of their work status. In contrast, values which reflect a more personal focus are considered to be less important. Moreover, two distinctive clusters of teachers were identified, who provide systematically higher ranks to all values than the rest of the participants. The results of this study could be exploited for the purposes of educational planning, but also for facing problems that arise during the application of various educational programs. Ο αξιακός προσανατολισμός των εκπαιδευτικών κατέχει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και διεξαγωγή του εκπαιδευτικού έργου. Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκαν οι προσωπικές αξίες, τόσο υπηρετούντων όσο και μελλοντικών εκπαιδευτικών δημοτικής εκπαίδευσης, στο πλαίσιο της θεωρίας του Schwartz. Ο ερευνητικός σχεδιασμός που υιοθετήθηκε είναι ποσοτικός και η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε μέσω του ερωτηματολογίου διερεύνησης αξιών (SVS). Στην έρευνα συμμετείχαν 132 μόνιμοι και αναπληρωτές εκπαιδευτικοί, καθώς και 130 φοιτητές Παιδαγωγικού Τμήματος. Για την ανάλυση των δεδομένων εφαρμόστηκε η Παραγοντική Ανάλυση των Αντιστοιχιών, με στόχο τη διερεύνηση της εξωτερικής και της εσωτερικής δομής της κλίμακας μέτρησης των αξιών. Επίσης, δημιουργήθηκε μία τυπολογία εκπαιδευτικών, μέσω της Ιεραρχικής Ανάλυσης σε Συστάδες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί, ανεξάρτητα από το καθεστώς εργασίας τους, ιεραρχούν ως πιο σημαντικές αξίες που αναφέρονται στην κοινωνική εστίαση, καθώς και στην επίτευξη και διατήρηση της κοινωνικής σταθερότητας, μέσω της ανάπτυξης αρμονικών διαπροσωπικών σχέσεων. Αντίθετα, λιγότερο σημαντικές θεωρούν τις αξίες που παρουσιάζουν περισσότερο προσωπική εστίαση. Επιπλέον, εντοπίστηκαν δύο υποομάδες εκπαιδευτικών που ιεραρχούν συστηματικά υψηλότερα ή χαμηλότερα τις αξίες από τους υπόλοιπους συμμετέχοντες. Τα αποτελέσματα της έρευνας θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό, αλλά και την ανάλυση/επίλυση προβλημάτων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων. 1421 369 401 Διερεύνηση της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων υγρών αποβλήτων μετά από επεξεργασία σε βιοαντιδραστήρα μεμβρανών με εναλλασσόμενο αερισμό και περιοδική τροφοδοσία Guided by the Greek wastewater reuse legislation (Κ.Υ.Α. 145116), a membrane bioreactor system (MBR) was developed. The method of intermitted aeration and pulse feeding was used for municipal wastewater treatment by this system and the ability of reuse was investigated. The pilot plant was designed and operated in the laboratory of Wastewater Management and Treatment Technologies (Democritus University of Thrace) and fed with municipal wastewater from the Democritus University campus. The system’s configuration was an external submerged membrane bioreactor based on flat-sheet ultrafiltration membrane with a pore size of 0.04 μm. The combination of intermitted aeration and pulse feeding methods maximized the enforced loads removal. Specifically, the system’s percent removals were 98±1, 93.2±5, 86.8±3, 91.4±3 and 93.5±6.3% for BOD5, COD, TKN, NH4-N and PO4-P respectively, with effluent concentrations of 3.4±0.3, 21±12, 9.8±2, 4.6±1 and 0.2±0.2 mg/l for each one. Zero concentrations of ΝΟ3-Ν were measured with a mean value of effluent 0.7±0.7 mg/l, demonstrating complete denitrification. Absence of total suspended solids (TSS) was observed in the effluent through the filtration membrane. The role of ultrafiltration membrane was crucial, since a complete removal of microbial indicator E.Coli was carried out with two positive samples (1 CFU/100 ml) from a total of 24 samples. Regarding the second microbial indicator, Total Coliforms, T.C. were detected with an average of 6920 CFU/100 ml, at the 1st period (25/05-2/07). Following the period cleaning of permeate line (in form of sodium hypochlorite) external sources contribution were excluded and combined with the disinfection ability of bio fouling, the effluent comply with the reuse policy since an average mean of 1.9 CFU/100 ml was achieved (15/10-4/12). Furthermore, disinfection methods of the chlorination with sodium hypochlorite and exposure to ultraviolet radiation (UV) were investigated and compared to ensure public health. The concentrations of the sodium hypochlorite were in low levels, with a mean value of 2 mg/l complied with the registration limits (except for one sample). On the other hand, the disinfection level of UV radiation was absolute with zero values of Total coliforms except for one sample (1 CFU/100 ml) on 2/07. In conclusion, the pilot MBR system provides excellent effluent quality, complied with the legislation reuse policy while providing public health and maintaining the natural environment. Με κατευθυντήριο άξονα την ελληνική νομοθεσία επαναχρησιμοποίησης υγρών αποβλήτων Κ.Υ.Α. 145116/2011, λειτούργησε πιλοτική μονάδα βιοαντιδραστήρα μεμβρανών (MBR), εναλλασσόμενου αερισμού και περιοδικής τροφοδοσίας για την επεξεργασία υγρών αστικών αποβλήτων και διερευνήθηκε η δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης τους. Η πιλοτική μονάδα σχεδιάστηκε και λειτούργησε στο εργαστήριο Τεχνολογίας και Διαχείρισης Υγρών Αποβλήτων του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης ενώ τροφοδοτούνταν με αστικό λύμα προερχόμενο από τις φοιτητικές εστίες του πανεπιστημίου. Το MBR σύστημα λειτούργησε με διάταξη εξωτερικά εμβαπτισμένης ροής, εφαρμόζοντας δομοστοιχείο επίπεδων φύλλων μεμβρανών υπερδιήθησης με πορώδες 0,04 μm. Ο συνδυασμός εναλλασσόμενου αερισμού και περιοδικής τροφοδοσίας μεγιστοποίησε την απομάκρυνση των φορτίων τηρώντας τις προϋποθέσεις που θέτει η νομοθεσία. Συγκεκριμένα η πιλοτική μονάδα πραγματοποίησε ποσοστιαία απομάκρυνση 98±1, 93,2±5, 86,8±3, 91,4±3 και 93,5±6,3% για BOD5, COD, TKN, NH4-N και PO4-P αντίστοιχα που εκφράζονται σε συγκεντρώσεις εκροής, 3,4±0,3, 21±12, 9,8±2, 4,6±1 και 0,2±0,2 mg/l για την κάθε μία παράμετρο. Σε μηδενικά επίπεδα κυμαίνονταν οι συγκεντρώσεις ΝΟ3-Ν, με μέση συγκέντρωση 0,7±0,7 mg/l, πραγματοποιώντας πλήρη απονιτροποίηση. Η διεργασία της διήθησης είχε σαν αποτέλεσμα την πλήρη απουσία αιωρούμενων στερεών στην εκροή της πιλοτικής μονάδας. Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε και η μεμβράνη υπερδιήθησης απομακρύνοντας καθολικά από την εκροή τον ένα από τους μικροβιακούς δείκτες μόλυνσης (E.Coli), με μόλις δυο δείγματα θετικά (1 CFU/100 ml) από σύνολο 24 δειγματοληψιών. Όσον αφορά το δεύτερο μικροβιακό δείκτη που εξετάστηκε στην εκροή, τα ολικά κολοβακτηρίδια (Total Coliforms, T.C.) παρουσίασαν μέση συγκέντρωση 6920 CFU/100 ml κατά τη διάρκεια της εναρκτήριας χρονικής φάσης (t1). Στη συνέχεια των πειραμάτων διακόπτοντας την επιμόλυνσης της εκροής από εξωγενείς παράγοντες (δίκτυο διηθήματος) και σε συνδυασμό με την απολυμαντική ικανότητα της βιο-έμφραξης η εκροή πληρούσε τα όρια επαναχρησιμοποίησης, με μέση συγκέντρωση 1,9 CFU/100 ml, για μετρήσεις από 15/10 έως 4/12 (t3-t4). Επίσης με αρχή τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας διερευνηθήκαν και συγκρίθηκαν οι μέθοδοι απολύμανσης με υποχλωριώδες νάτριο και έκθεσης σε υπεριώδη ακτινοβολία (UV). Αρχικά οι συγκεντρώνεις του υποχλωριώδες νάτριου κυμαίνονταν σε χαμηλά επίπεδα με μέση συγκέντρωση 2 mg/l, ικανοποιώντας τα νομοθετικά όρια (πλην μιας δειγματοληψίας). Στον αντίποδα η απολύμανση με UV ακτινοβολία ήταν καθολική, δεδομένου ότι όλες οι τιμές του μικροβιακού δείκτη μόλυνσης ήταν μηδενικές εκτός τις 2/07 που αναπτύχτηκε μόλις 1 CFU/100 ml. Εν κατακλείδι, το πιλοτικό MBR σύστημα παρείχε άριστη ποιότητα εκροής ικανοποιώντας το νομοθετικό πλαίσιο για επαναχρησιμοποίηση υγρών αποβλήτων, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη δημόσια υγεία και τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος. 1422 316 307 Teachers’ and Principals’ opinion on Primary Education school Principal’s effectiveness Απόψεις εκπαιδευτικών και Διευθυντών για τον αποτελεσματικό Διευθυντή σχολικής μονάδας Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης The specific theoretical and research study focuses on probing primary school Principals’ views in reference to the effective practice of their role. It is important to make known in their opinion the obstacles that appear in the school daily routine and to propose basic repairs that have to be done from the state’s side so that primary school Principal’s job will be upgraded. At the same time, it is necessary to be apparent if their views converge or diverge because each one of them composes a separate entity that looks at his role from a different angle. In the context of subject’s research probing ten semi-structured interviews were held at which five women and five men primary school Principals participated. More precisely, an attempt was made so as to probe the views of the primary school Principals in reference to the profile and the duties that a primary school Principal assumes, but to the obstacles that meets during the exercise of his duties too. Furthermore, some proposals of the participants in the present research in reference to the redesign of the primary school Principal’s role were collected. The main findings of the present theoretical and research study are the following: a) primary school Principal has to have a good knowledge of legislation, to be experienced, flexible and fair, to cooperate with the teachers and to cope with probable conflicts in order to be effective, b) bureaucracy, lack of time and school facilities’ care compose the biggest obstacles for the practice of Principals’ duties and finally c) the majority of the interviewers believes that the problem of bureaucracy must be solved and teachers have to be released from the precise school curriculum with an ulterior purpose for school’s more efficient function. The findings of the specific survey may be useful to school Principals, teachers and other researchers. Η εν λόγω θεωρητική και ερευνητική μελέτη επικεντρώνεται στη διερεύνηση απόψεων Διευθυντών δημοτικού σχολείου όσον αφορά την αποτελεσματική άσκηση του ρόλου τους. Είναι σημαντικό να αναδειχθούν κατά τη γνώμη τους τα εμπόδια που συναντώνται στη σχολική καθημερινότητα, καθώς και να προταθούν ουσιαστικές διορθώσεις που πρέπει να γίνουν από την πλευρά του κράτους προκειμένου να αναβαθμιστεί το έργο του Διευθυντή δημοτικού σχολείου. Παράλληλα, κρίνεται απαραίτητο να φανεί εάν συγκλίνουν ή αποκλίνουν οι απόψεις τους διότι ο καθένας από αυτούς συνιστά μια ξεχωριστή οντότητα που αντιλαμβάνεται το ρόλο του από διαφορετικό πρίσμα. Στο πλαίσιο της ερευνητικής διερεύνησης του θέματος διεξήχθησαν δέκα ημιδομημένες συνεντεύξεις στις οποίες έλαβαν μέρος πέντε γυναίκες και πέντε άντρες Διευθυντές δημοτικού σχολείου. Πιο συγκεκριμένα, έγινε προσπάθεια να διερευνηθούν οι απόψεις των Διευθυντών δημοτικού σχολείου σχετικά με το προφίλ και τα καθήκοντα που αναλαμβάνει ο Διευθυντής δημοτικού σχολείου, αλλά και με τα εμπόδια που συναντάει κατά την άσκηση του έργου του. Επιπλέον, συγκεντρώθηκαν και ορισμένες προτάσεις των συμμετεχόντων στην παρούσα έρευνα που αφορούν τον επανασχεδιασμό του ρόλου του Διευθυντή δημοτικού σχολείου. Οι κυριότερες διαπιστώσεις της συγκεκριμένης θεωρητικής και ερευνητικής μελέτης είναι οι ακόλουθες: α) ο Διευθυντής δημοτικού σχολείου οφείλει να γνωρίζει καλά τη νομοθεσία, να έχει διοικητικές ικανότητες, να είναι έμπειρος, ευέλικτος και δίκαιος, να συνεργάζεται με το εκπαιδευτικό προσωπικό και να αντιμετωπίζει ενδεχόμενες συγκρούσεις ώστε να είναι αποτελεσματικός, β) η γραφειοκρατία, η έλλειψη χρόνου και η φροντίδα σχολικών εγκαταστάσεων συνιστούν τα μεγαλύτερα εμπόδια για την άσκηση των διευθυντικών καθηκόντων και τέλος ζ) οι περισσότεροι συνεντευξιαζόμενοι υποστηρίζουν ότι κρίνεται απαραίτητο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της γραφειοκρατίας και να αποδεσμευτούν οι εκπαιδευτικοί από τη συγκεκριμένη ύλη των σχολικών μαθημάτων με απώτερο σκοπό την πιο αποδοτική λειτουργία της σχολικής μονάδας. Οι διαπιστώσεις της συγκεκριμένης έρευνας πιθανόν να φανούν χρήσιμες σε Διευθυντές, εκπαιδευτικούς, αλλά και σε άλλους ερευνητές. 1423 262 308 Η νοσηλεία μητέρων και των βρεφών τους σε ειδικές ψυχιατρικές μονάδες The postpartum period is a high-risk period for the deterioration of a woman's mental health, and the effects of perinatal mental disorders have been the subject of many studies in developed countries. In the first half of the 20th century, the separation of mothers from infants was described as the best practice when women experienced serious mental illness and needed psychiatric treatment. In the late 1950s, this practice began to be challenged and psychiatric structures were created, where mothers were treated along with their infants. Psychiatric Mother- Baby Units (MBIs) have emerged as part of a series of social changes, including new insights into the importance of mother-infant relationships and attachment, advances in psychiatric treatments, and the changing nature of the principle of social psychiatry and the increase in the number of psychiatrists who were women. Most of the available data from countries such as the United Kingdom, France, Belgium and Australia show that 75-80% of mothers who have joined MMB have positive results. The aim of this review is to provide an overview of the empirical research conducted at MBI around the world. A systematic search and analysis of the existing literature was carried out. After examining the articles found, 60 were included in this literature review and major themes were: (1) admissions data, (2) outcomes for mothers, and (3) the impact of programs and interventions in MMB. However, there were also secondary themes, such as: a) postnatal follow-up, b) separation of mothers and infants after discharge, c) satisfaction of mothers with MMBs, and d) partners of women admitted to MBUs. Η περίοδος μετά τον τοκετό είναι μια περίοδος με υψηλό ρίσκο για την επιδείνωση της ψυχικής υγείας μιας γυναίκας και οι επιπτώσεις των περιγεννητικών ψυχικών διαταραχών έχουν υπάρξει το αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνών στις αναπτυγμένες χώρες. Στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα ο διαχωρισμός των μητέρων από τα βρέφη είχε διακηρυχτεί ως η καλύτερη πρακτική, όταν οι γυναίκες βίωναν σοβαρές ψυχικές ασθένειες και έχρηζαν ψυχιατρικής θεραπείας. Στα τέλη του 1950 άρχισε να αμφισβητείται αυτή η πρακτική και δημιουργήθηκαν δομές ψυχιατρικής φύσης, όπου οι μητέρες νοσηλεύονταν μαζί με τα βρέφη τους. Οι Ψυχιατρικές Μονάδες Μητέρας- Βρεφών (ΜΜΒ) εμφανίστηκαν στο πλαίσιο μιας σειράς κοινωνικών αλλαγών και της συμβολής της έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των νέων αντιλήψεων σχετικά με τη σημασία της σχέσης μητέρα-βρέφος και της προσκόλλησης, τις προόδους στις σχετικές ψυχιατρικές θεραπείες, την μεταβαλλόμενη φύση των ασύλων, την αρχή της κοινωνικής ψυχιατρικής και την αύξηση του αριθμού των ψυχιάτρων που ήταν γυναίκες. Τα περισσότερα από τα διαθέσιμα δεδομένα από χώρες, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, το Βέλγιο και την Αυστραλία, δείχνουν ότι το 75-80% των μητέρων που είχαν ενταχθεί σε ΜΜΒ έχουν θετικά αποτελέσματα. Στόχος της παρούσας ανασκόπησης είναι να παράσχει μια συνολική εικόνα της εμπειρικής έρευνας που διεξήχθη σε ΜΜΒ σε όλο τον κόσμο. Πραγματοποιήθηκε συστηματική αναζήτηση και ανάλυση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας. Αφού εξετάστηκαν τα άρθρα που βρέθηκαν, διακρίθηκαν 60 που εντάχθηκαν στην βιβλιογραφική αυτή ανασκόπηση και τα κύρια θέματα που αναδείχθηκαν ήταν (1) τα δεδομένα εισαγωγής, (2) τα αποτελέσματα για τις μητέρες που εντάχθηκαν σε ΜΜΒ και (3) ο αντίκτυπος των προγραμμάτων και των παρεμβάσεων στις ΜΜΒ. Ωστόσο, προέκυψαν και υπο- θέματα, όπως: α) η παρακολούθηση μετά το εξιτήριο, β) ο διαχωρισμός των μητέρων και των βρεφών μετά το εξιτήριο, γ) η ικανοποίηση των μητέρων από τις ΜΜΒ και δ) οι σύντροφοι των γυναικών που εισάχθηκαν σε ΜΜΒ. 1424 257 257 This post-graduate paper refers to the semantic and morphological analysis of environmental terms. More specifically, it is composed of six chapters: introduction, literature review, the paper‟s purpose and objectives, research methodology, results and in the end the conclusions - discussion. A literature review of various studies on the terms in the environmental field is performed. It was considered appropriate in the theoretical part to discuss the object of study of the morphology and the word formation process. Then, the origins of words, which are divided into two categories, those that are structured in the Greek language and those that are borrowed, are discussed. Finally, a reference to semantics and the major categories of words, homonyms, synonyms, polysemous, hyponyms, opposites (or antonymous) and metaphors takes places. In the third chapter, the purpose and the objectives of this paper are indicated, whereas in the fourth, there is a reference to the methodology followed and the data used. The fifth chapter presents the classification of environmental terminology as to the origin of words and they are divided into those that are structured in the Greek language and the borrowed ones. Then lexical and productive prefixes are presented in tables as well as lexical and productive suffixes. For each lexical or productive prefix its etymology, the grammar category of its basis, its semantic directive, productive and compound words are given. Also, for each lexical or productive suffix its semantic directive is given, as well as all the words that have been identified. Finally, the conclusions drawn from this study are presented. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αναφέρεται στη σημασιολογική και μορφολογική ανάλυση περιβαλλοντικών όρων. Πιο συγκεκριμένα, απαρτίζεται από έξι κεφάλαια: την εισαγωγή, τη βιβλιογραφική ανασκόπηση, το σκοπό και τους στόχους της εργασίας, τη μεθοδολογία της έρευνας, τα αποτελέσματα και τέλος τα συμπεράσματα - συζήτηση. Πραγματοποιείται μια βιβλιογραφική ανασκόπηση σε διάφορες μελέτες σχετικά με τους όρους από τον τομέα του περιβάλλοντος. Κρίθηκε σκόπιμο στο θεωρητικό μέρος να γίνει λόγος για το αντικείμενο μελέτης της μορφολογίας και για τη διαδικασία σχηματισμού λέξεων. Έπειτα, γίνετε λόγος για την προέλευση των λέξεων, οι οποίες χωρίζονται σε δυο κατηγορίες, αυτές που έχουν δομηθεί στην ελληνική γλώσσα και αυτές που είναι δάνειες. Τέλος, πραγματοποιείται μια αναφορά στη σημασιολογία και στις κυριότερες κατηγορίες των λέξεων, τις ομώνυμες, τις συνώνυμες, τις πολύσημες, τις υπώνυμες, τις αντίθετες ( ή αντώνυμες) και τις μεταφορές. Στο τρίτο κεφάλαιο, επισημαίνονται ο σκοπός και οι στόχοι της παρούσας εργασίας, ενώ στο τέταρτο, γίνεται λόγος για τη μεθοδολογία που ακολουθήθηκε και τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η ταξινόμηση της περιβαλλοντικής ορολογίας ως προς την καταγωγή των λέξεων και διακρίνονται σε αυτές που έχουν δομηθεί στην ελληνική γλώσσα και στις δάνειες. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται σε πίνακες τα λεξικά και παραγωγικά προθήματα, αλλά και τα λεξικά και παραγωγικά επιθήματα. Για κάθε λεξικό ή παραγωγικό πρόθημα δίνεται η ετυμολογία του, η γραμματική κατηγορία βάσης, η σημασιακή του οδηγία, οι παραγωγικές και οι σύνθετες λέξεις. Επίσης, για κάθε λεξιλογικό ή παραγωγικό επίθημα δίνεται η σημασιακή του οδηγία, καθώς και οι λέξεις που έχουν εντοπιστεί. Τέλος, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που εξάγονται από την παρούσα μελέτη. 1425 249 220 The principal's contribution to the conflict management of the teachers' association in the school unit Η συμβολή του διευθυντή στη διαχείριση συγκρούσεων του συλλόγου διδασκόντων στη σχολική μονάδα In the present study, the phenomenon of conflicts in the teachers' association and the contribution of the principal-leader in the effort to manage them for the prevalence of a favorable climate in the school unit were studied. An attempt was made through qualitative research to study the views of high school and high school principals, in order to make sense of the concept of conflict and the form of its manifestation. The causes that caused them were then investigated, as well as their impact on members of the school community. Finally, the way they were managed by the school principal was analyzed, as well as the ancillary factors that help them in their difficult task. The search was carried out in the Prefecture of Evros. Eleven high school and day high school principals took part in the survey, the views of whose were gathered using the semi-structured interview method. The results of the research showed that conflicts are a daily reality, a fact that is expected if one considers the diversity of school units. According to the findings, the causes that cause them are organizational and interpersonal. The effects of the conflict are generally positive, as the issues that arise are an opportunity for dialogue and collective action. The role of the principal in managing and resolving conflicts is highlighted as his personality is the connecting link that strengthens cohesion in the school unit. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε το φαινόμενο των συγκρούσεων στο σύλλογο διδασκόντων και η συμβολή του διευθυντή – ηγέτη στην προσπάθεια διαχείρισής τους για την επικράτηση ενός ευνοϊκού κλίματος στη σχολική μονάδα. Έγινε προσπάθεια μέσω της ποιοτικής έρευνας να μελετηθούν οι απόψεις των διευθυντών γυμνασίων και λυκείων, προκειμένου να νοηματοδοτηθεί η έννοια της σύγκρουσης και η μορφή εκδήλωσής της. Έπειτα διερευνήθηκαν οι αιτίες που τις προκαλούν καθώς και ο αντίκτυπός τους στα μέλη της σχολικής κοινότητας. Τέλος, αναλύθηκε ο τρόπος διαχείρισης τους από τον διευθυντή σχολικής μονάδας όπως επίσης και οι βοηθητικοί παράγοντες που αποτελούν αρωγό στη δύσκολο έργο του. Η έρευνα διεξήχθη στο Νομό Έβρου. Συμμετέχοντες στην έρευνα ήταν έντεκα διευθυντές γυμνασίων και ημερησίων λυκείων, οι απόψεις των οποίων συγκεντρώθηκαν με τη μέθοδο της ημιδομημένης συνέντευξης. Από τα αποτελέσματα της έρευνας διαπιστώθηκε ότι οι συγκρούσεις είναι καθημερινή πραγματικότητα, γεγονός αναμενόμενο αν αναλογιστεί κανείς την πολυμορφία των σχολικών μονάδων. Σύμφωνα με τα ευρήματα, οι αιτίες που τις προκαλούν είναι οργανωσιακές αλλά και διαπροσωπικές. Οι επιπτώσεις των συγκρούσεων χαρακτηρίζονται κυρίως θετικές, εφόσον τα θέματα που ανακύπτουν είναι ευκαιρία για διάλογο και συλλογική δράση. Αναδεικνύεται ο ρόλος του διευθυντή στην διαχείριση και επίλυση των συγκρούσεων καθώς η προσωπικότητα του είναι ο συνδετικός κρίκος που ενισχύει τη συνοχή στη σχολική μονάδα. 1426 201 214 Homosexuality is a matter of social, legal and theological dimension while identifies human relationships and dividing them. Gradually, society has made progress in tackling this by raising the issue of the stereotypes and social discrimination of these groups while the legal side has embarked on a reform process to give all citizens access to basic goods (marriage, cohabitation, foster care, adoption, decent treatment, equality at all levels) redefining human value.The right to foster care by homosexual families (a cohabitation agreement that has almost equal rights to marriage) is a sign of social integration and removing stereotypes, but also recognition of a right to which everyone has access (family formation, personality development, respect for the individual ). The theological side, however, maintains a strict, cautious attitude, and does not hesitate to criticize any legislation that believes it is opposed to manners and human being, since it places human on a spiritual level with the prospect of resemblance to God. Although the division between theology and law on the subject is present, there are times when their views are the same as homophobia (not homophobia on both sides), violation of human rights but also the encouragement of collegiality, solidarity , understanding and love. Η ομοφυλοφιλία είναι ένα θέμα κοινωνικής, νομικής και θεολογικής διάστασης, προσδιορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις ενώ παράλληλα τις διχάζει. Σταδιακά η κοινωνία έκανε πρόοδο ως προς την αντιμετώπιση αυτής, θέτοντας το ζήτημα των στερεοτύπων και των κοινωνικών διακρίσεων αυτών των ομάδων ενώ η νομική πλευρά ξεκίνησε μια διαδικασία μεταρρύθμισης έτσι ώστε να προσφέρει σε όλους τους πολίτες πρόσβαση στα βασικά αγαθά (γαμός, συμβίωση, αναδοχή, υιοθεσία, αξιοπρεπή μεταχείριση, ισότητα σε όλα τα επίπεδα ) επαναπροσδιορίζοντας την ανθρώπινη αξία.Το δικαίωμα στην αναδοχή από ομόφυλες οικογένειες (σύμφωνο ελεύθερης συμβίωσης που έχει σχεδόν ίσα δικαιώματα με αυτά του γάμου) είναι ένδειξη κοινωνικής ενσωμάτωσης και κατάρριψης στερεοτύπων αλλά και αναγνώριση ενός δικαιώματος στο οποίο όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση (δημιουργία οικογένειας, ανάπτυξη προσωπικότητας, σεβασμός του ατόμου). Η θεολογική πλευρά ωστόσο, διατηρεί αυστηρή, επιφυλακτική στάση και δε διστάζει να ασκήσει κριτική σε οποιαδήποτε νομοθετική ρύθμιση πιστεύει ότι είναι αντίθετη με τα ήθη και την ανθρώπινη υπόσταση, αφού τοποθετεί τον άνθρωπο σε ένα πνευματικό επίπεδο με την προοπτική να ομοιάσει με τον Θεό. Αν και ο διχασμός μεταξύ θεολογίας και νομικής επί του θέματος, είναι υπαρκτός, υπάρχουν στιγμές που οι απόψεις τους ταυτίζονται κυρίως όταν πρόκειται για την ομοφοβία (όχι στην ομοφοβία και από τις δύο πλευρές), την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και την ενθάρρυνση της συλλογικότητας, αλληλεγγύης, κατανόησης και αγάπης. 1427 70 95 Ψυχολογικά προβλήματα και ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις σε παιδιά - εφήβους που παρακολουθούνται απο παιδοογκολογικά τμήματα Childhood cancer is the second cause of death in children after accidents. Despite the progress of medical treatments, the incidence is still high. Much emphasis is given to the psychological impact of the disease in children during the treatment, and after survival. Children face various psychological problems such as anxiety manifestations, behavioral problems, somatoform disorders, altered self-esteem and altered self-image. For their support both biological and psychological treatments are applied. Ο παιδικός καρκίνος αποτελεί την δεύτερη αιτία θανάτου στα παιδιά μετά τα ατυχήματα. Παρά την πρόοδο της ιατρικής, η επίπτωση εξακολουθεί να είναι μεγάλη ετησίως. Μεγάλη έμφαση δίνεται στον ψυχολογικό αντίκτυπο της νόσου στα παιδιά τόσο κατά τη διάρκεια των θεραπειών, όσο και όταν έχουν επιζήσει της νόσου. Τα παιδιά έρχονται αντιμέτωπα με διάφορα ψυχολογικά προβλήματα, όπως αγχώδεις εκδηλώσεις, προβλήματα συμπεριφοράς, σωματοποιητικές διαταραχές, χαμηλή αυτοεκτίμηση και άσχημη εικόνα εαυτού. Για την υποστήριξη των παιδιών εφαρμόζονται τόσο σωματικές όσο και ψυχολογικές θεραπείες. 1428 287 298 he therapeutic and pharmaceutical properties of essential oils are well known. The plant Lippia (Aloysia) citriodora (Louisa) of Verbenaceae family, has been identified in Greece, but in fact originates from America and came to Europe in the 17th century. Although the various therapeutic properties of different extracts from Aloysia citriodora are known, the plant is mainly used as an antidepressant and an antimicrobial while its antitumor activity has not been studied so far. In the present study, we investigated the antitumor activity of the essential oil derived from the Greek plant Aloysia citrodora on an in vivo syngeneic model of breast adenocarcinoma in BALB/c mice. The essential oil was found to have significant in vitro anti-proliferative activity against the murine breast cancer cell line, DA3, as determined with the SRB assay. The 48h EC50 of the essential oil was estimated to be 0.0782 mg / ml, and the 72h EC50 was found to be 0.07084 mg / ml, however the EC50 of citral was not possible to determine. Based on the in vitro results we further examined the in vivo antitumor efficacy of aloysia essential oil and the prophylactic oral administration of aloysia oil to BALB/c mice in order to investigate its ability for in vivo tumor growth inhibition.In a murine syngeneic breast cancer model, daily oral administration of the essential oil for 10 days to mice resulted in 40% reduction in mean tumor volume relative to the size of the tumors that were developed by the control group. This study demonstrates the in vitro and in vivo anti-tumor activity of aloysia oil against breast cancer. Further studieis are required to investigate the biological targets at the molecular level and oil’s efficiency as a potential anticancer agent. Οι θεραπευτικές και φαρμακευτικές ιδιότητες των αιθέριων ελαίων είναι ευρέως γνωστές. Το φυτό Lippia (Aloysia) citriodora (Λουίζα) της οικογένειας Verbenaceae, έχει ταυτιστεί με την Ελληνική γη, στην πραγματικότητα όμως κατάγεται από την Αμερική και ήρθε στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα. Παρά το ότι είναι γνωστές οι ποικίλες θεραπευτικές ιδιότητες εκχυλισμάτων λουίζας, χρησιμοποιείται κυρίως ως καταπραϋντικό και αντιμικροβιακό, ενώ η αντικαρκινική του δράση δεν έχει μελετηθεί μέχρι τώρα. Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκε η αντικαρκινική ενεργότητα αιθέριου ελαίου του φυτού της λουίζας σε ένα in vivo συνγονικό μοντέλο αδενοκαρκινώματος μαστού σε BALB/c μύες. Αρχικά, διερευνύθηκε in vitro η πιθανή κυτταροτοξική δράση του ελαίου και του κυριότερου συστατικού του, του ώώαΐ, έναντι της καρκινική κυτταρικής σειρά μυός,, DA3, με τη μέθοδο του SRB. Παρατηρήθηκε μια μικρή αντι-πολλαπλασιαστική δράση έναντι καρκινικών κυττάρων DA3. Το EC50 των 48 ωρών του αιθέριου ελαίου εκτιμάται στα 0.0782 mg/ml και το EC50 των 72 ωρών στα 0.07084 mg/ml ενώ το EC50 του πρότυπου συστατικού του δεν ήταν εφικτό να προσδιοριστεί. Συμπληρωματικά διερευνήθηκε η δυνατότητα επαγωγής την απόπτωσης για να διευκρινιστεί ο τρόπος δράσης του αιθέριου ελαίου. Τα θετικά ευρήματα των in vitro μελετών οδήγησαν στην προφυλακτική από του στόματος χορήγηση ελαίου λουίζας σε BALB/C μύες, για να διερευνηθεί η ικανότητα in vivo αναστολήςy η ανάπτυξης του όγκου. Για το σκοπό αυτό εξετάστηκε η δράση του σε μοντέλο αδενοκαρκινώματος σε μύες, βασιζόμενο στην υποδόρια χορήγηση DA3 καρκινικών κυττάρων. Καθημερινή χορήγηση από του στόματος για 10 ημέρες, είχε ως αποτέλεσματα 40% μείωση του μέσου μεγέθους των όγκων σε σχέση με το μέγεθος αυτών που ανέπτυξαν οι μύες-μάρτυρες. Η παρούσα μελέτη αποδεικνύει την in vitro και in vivo αντι-νεοπλασματική δράση του ελαίου λουίζας έναντι καρκίνου του μαστού. Απαιτείται σαφώς περαιτέρω μελέτη για να διερευνηθούν οι στόχοι σε μοριακό επίπεδο καθώς και η αποτελεσματικότητα του ως έναν πιθανό αντικαρκινικό παράγοντα. 1429 214 223 Επιδημιολογική μελέτη της αντοχής πολυανθεκτικών βακτηρίων σχετιζόμενων με λοιμώξεις αιματικής ροής Bloodstream infections (BSI) are the second most common categoryof infections in patients in Intensive Care Unit (ICU), after ventilator-associated pneumonia. In Greece, bacteremias are mainly due to multi-resistant gram-negative strains, and most of the times to the species Pseudomonas aeruginosa, Acinetobacter baumannii and Klebsiella pneumoniae. These bacteremias cause high mortality and increase the hospitalization time, but also the cost of treatment. They are divided into primary and secondary BSI, depending on the gateway of the pathogen into the circulation system. The main source of infection is Central Venous Catheter (CVC), from where the pathogens enter. The present retrospective epidemiological study was conducted at the PGNA (University General Hospital of Alexandroupolis) from June 2016 to June 2020. There where 137 cases with the majority of them appearing in the ICU. These included cases of primary, secondary, intravascular catheters’ and unspecified gateways BSI. There was observed increase in isolation of multidrug-resistant strains in ICU patients, involving 51 multi-resistant strains of Acinetobacter baumanni, 28 Klebsiella pneumoniae and 33 Pseudomonas aeruginosa. The existing antimicrobial agents are proved ineffective for those strains, excepting colistin and phosphomycin, which showed the greatest sensitivity. The absence of new drugs for multidrug- resistant pathogens’ treatment, as well as the unfaithful implementation of prevention and hygiene measures make bacteremias a majos problem in hospitals. Οι λοιμώξεις αιματικής ροής (ΛΑΡ) συνιστούν τη δεύτερη συχνότερη κατηγορία λοιμώξεων σε ασθενείς της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ),μετά την πνευμονία σχετιζόμενη με αναπνευστήρα. Στον ελλαδικό χώρο, οι βακτηριαιμίες οφείλονται κατά κύριο λόγο σε πολυανθεκτικά gram-αρνητικά στελέχη και κυρίως των ειδών Pseudomonas aeruginosa, Acinetobacter baumannii και Klebsiell apneumoniae. Οι βακτηριαιμίες αυτές αποτελούν αιτία αυξημένης θνητότητας και παράτασης του χρόνου, αλλά και του κόστους νοσηλείας. Διακρίνονται σε πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς, ανάλογα με την πύλη εισόδου του παθογόνου στην κυκλοφορία. Κυριότερη πηγή λοιμώξεων αποτελεί ο κεντρικός φλεβικός καθετήρας (ΚΦΚ), από όπου και εισέρχονται τα παθογόνα.Κατά τη διεξαγωγή της παρούσας αναδρομικής επιδημιολογικής μελέτης στο ΠΓΝΑ, κατά την περίοδο Ιουνίου 2016 Ιουνίου 2020, σημειώθηκαν 137 περιστατικά, με την πλειονότητά τους να εμφανίζεται στη ΜΕΘ. Σε αυτά περιλαμβάνονταν περιπτώσεις πρωτοπαθούς, δευτεροπαθούς ΛΑΡ, ενδαγγειακών καθετήρων, αλλά και αδιευκρίνιστης πύλης εισόδου. Παρατηρήθηκε αύξηση απομόνωσης πολυανθεκτικών στελεχών σε ασθενείς της ΜΕΘ, η οποία αφορούσε 51 πολυανθεκτικά στελέχη Acinetobacter baumannii, 28 Klebsiella pneumoniae και 33 Pseudomonas aeruginosa. Οι υπάρχοντες αντιμικροβιακοί παράγοντες αποδείχθηκαν ως επί τω πλείστον αναποτελεσματικοί για τα στελέχη αυτά, με εξαίρεση την κολιστίνη και τη φωσφομυκίνη, στις οποίες και παρατηρήθηκε η μεγαλύτερη ευαισθησία. Η απουσία νέων φαρμάκων για την αντιμετώπιση των ανθεκτικών παθογόνων, καθώς και η μη πιστή εφαρμογή των μέτρων πρόληψης και υγιεινής καθιστούν τις βακτηριαιμίες σημαντικό νοσοκομειακό πρόβλημα. 1430 265 339 Η επίδραση των αλληλομόρφων της απολιποπρωτεΐνης Ε (ApoE) στην παθογένεια της ηπατίτιδας C (HCV) Background: Hepatitis C (HCV) is a liver disease caused by HCV virus. This virus can lead to either acute or chronic hepatitis infection, ranging in severity from mild illness lasting a few weeks to serious lifelong illness. Nowadays, HCV patients are usually treated with interferon-ribavirin, which is considered to be the most common. Recent studies regarding apolipoprotein E (ApoE) indicate a correlation between ApoE and HCV infection. ApoE is a glycoprotein with tree different isoforms, ApoE2, ApoE3 & ApoE4, encoded by E2, E3 & E4 allele and involved in a variety of diseases, while playing a different role each time. In regard to HCV infection, most people who suffer from HCV have an E3 allele. The objective of the present study is to identify the ApoE genotype among people with HCV infection and to correlate it with clinical and pathological aspects of the disease and with epidemiological data. Materials and Methods: The present study was conducted in 101 subjects with HCV infection. DNA was extracted from whole blood and genotype analysis was performed using semi-nested PCR (Polymerase Chain Reaction) - RFLP (Restricted Fragment Length Polymorphism), followed by digestion with Hha I. Results: The experimental data were correlated with the greek distribution of ApoE allele, gender of patients, interferon-ribavirin therapy and genotype of the HCV virus. Conclusions: The data regarding the distribution of apoE allele among the population are in agreement with the preexisting ones, particularly with the greek standard. As far as the interferon-ribavirin therapy is considered, people who carry two E3 alleles respond better to therapy than people who carry one E3 allele (p=0.000816). Εισαγωγή: Η ηπατίτιδα C (HCV) αποτελεί μία ηπατική νόσο η οποία προκαλείται από τον HCV ιό. Ο συγκεκριμένος ιός μπορεί να προκαλέσει είτε οξεία είτε χρόνια HCV λοίμωξη (CHC), τα συμπτώματα των οποίων μπορεί να διαρκούν μερικές εβδομάδες (ήπια μορφή) ή να εμφανίζονται καθόλη τη διάρκεια της ζωής των ατόμων (σοβαρή μορφή). Μέχρι σήμερα, η πιο διαδεδομένη θεραπεία περιλαμβάνει τη χορήγηση ιντερφερόνης ενίοτε σε συνδυασμό με ριμπαβιρίνη στους ασθενείς. Πρόσφατες μελέτες που αφορούν την απολιποπρωτεΐνη Ε (ApoE) υποδεικνύουν συσχέτιση μεταξύ αυτής και της HCV λοίμωξης. Η απολιποπρωτεΐνη Ε αποτελεί μία γλυκοπρωτεΐνη με τρεις ισομορφές, τα ApoE2, ApoE3 & ApoE4. Τα Ε2, Ε3 & Ε4 αποτελούν τα βασικά αλληλόμορφα που τις κωδικοπο^ύν και καθένα από αυτά εμπλέκεται σε διάφορα νοσήματα διαδραματίζοντας διαφορετικό ρόλο. Έτσι, όσον αφορά την HCV λοίμωξη, τα περισσότερα άτομα που εκδηλώνουν τη νόσο φέρουν Ε3 αλληλόμορφο. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ταυτοποίηση των γονοτύπων ApoE στο αίμα ασθενών που πάσχουν από HCV λοίμωξη και η συσχέτισή τους με την κλινοκοπαθολογία της νόσου καθώς και με ήδη υπάρχοντα επιδημιολογικά δεδομένα. Μέθοδος: Η παρούσα μελέτη διενεργήθηκε σε δείγμα 101 άτομων με HCV λοίμωξη. Η γενοτυπική ανάλυση για τον πολυμορφισμό της ApoE διενεργήθηκε με τη χρήση semi-nested PCR-RFLP, δηλαδή, δύο διαδοχικές αλυσιδωτές αντιδράσεις πολυμεράσης (PCR) ακολουθούμενες από πέψη με περιοριστικό ένζυμο (Hha I). Αποτελέσματα: Τα πειραματικά δεδομένα που προέκυψαν συσχετίστηκαν με τη γενική κατανομή των αλληλομόρφων ApoE στον ελληνικό πληθυσμό, με το φύλο των ατόμων που συμμετείχαν στη μελέτη, με την ανταπόκριση των ασθενών στην κλασική για την HCV λοίμωξη θεραπεία με ιντερφερόνη-ριμπαβιρίνη καθώς και με το γονότυπο του HCV ιού από τον οποίο είχαν μολυνθεί τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη. Συμπεράσματα: Οι συχνότητες εμφάνισης των αλληλομόρφων apoE συμφωνούν με αυτές της γενικής κατανομής στον πληθυσμού και ιδιαίτερα με το ελληνικό πρότυπο. Όσον αφορά την ανταπόρκιση των ασθενών στη θεραπεία, τα ομόζυγα για το Ε3 αλληλόμορφο άτομα ανταποκρίνονται θετικότερα σε αυτή σε σύγκριση με τα άτομα που φέρουν ένα αλληλόμορφο Ε3 σε ετεροζυγωτία (p=0.000816). 1431 135 132 Advanced mathematics in primary education: a teaching intervention with concepts of number theory Θέματα ανωτέρων μαθηματικών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση: μια διδακτική παρέμβαση με έννοιες της θεωρίας αριθμών Advanced mathematics and primarily concepts of Number Theory, which constitutes a special branch of Mathematics, are frequently met nowadays in elementary mathematics teaching. The present report examines the extent to which students in the last two primary school grades respond to advanced mathematical issues. The results show that students of this age are capable of working effectively around these ideas, disclosing the ways of thinking and the problem-solving strategies that led them to go into fair depth into the advanced mathematics issues at hand: the set Zn, prime numbers with Goldbach’s conjecture and the Fibonacci sequence. The relevant ideas constituted part of the experimental teaching approach employed in the study, which was based on activities compatible with the principles of discovery learning Ανώτερα μαθηματικά και κυρίως έννοιες της Θεωρίας Αριθμών, η οποία αποτελεί έναν ιδιαίτερο κλάδο των μαθηματικών, απαντώνται όλο και συχνότερα στη διδασκαλία των μαθηματικών του δημοτικού σχολείου. Η παρούσα εργασία εξετάζει τον βαθμό στον οποίο οι μαθητές δημοτικού, ιδιαίτερα στις δύο τελευταίες τάξεις, μπορούν να ανταποκριθούν σε θέματα ανώτερων μαθηματικών. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι οι μαθητές μπόρεσαν να ανταποκριθούν φανερώνοντας τον τρόπο σκέψης και τις στρατηγικές επίλυσης προβλήματος που τους οδήγησαν στην εμβάθυνση των τριών θεμάτων που επιλέξαμε, το σύνολο Zn, τους πρώτους αριθμούς με την εικασία Goldbach και την ακολουθία Fibonacci. Οι σχετικές έννοιες αποτελούσαν κεντρικό σημείο αναφοράς της πειραματικής διδακτικής παρέμβασης, η οποία στηριζόταν σε δραστηριότητες που ήταν συμβατές με το δομιστικό μοντέλο μάθησης 1432 359 395 The influence of N-acetylcysteine in renal function in patients of Internal Medicine Clinic alter providing them with lodinated Contrast Media for diagnostic reason Η επίδραση της Ν- Ακετυλοκυστείνης στη νεφρική λειτουργία σε ασθενείς παθολογικής κλινικής μετά τη χορήγηση ιωδιούχου σκιαστικού για απεικονιστικό έλεγχο Introduction. In everyday clinical practice a great number of both patients and healthy people are subjected to Computerized Tomography (CT) for diagnostic reasons. For this procedure, the patients are provided with lodinated Contrast Media so that a better image to be achieved.Nether less, these drugs (lodinated Contrast Media) are not as innocent as we may consider them. They are responsible for a number of side effects, the most important and serious of which being nephropathy followed by anaphylaxis.Apart of hydration, no other protection measure against nephropathy caused by lodinated Contrast Media is known. But in the last years many studies have suggested that N-acetylcysteine can also act as a shield against nephropathy and protect the kidney function.The purpose of the present research is to whether N-acetylcysteine provision protects the renal function from aggravation and the appearance of acute renal failure. Specifically we studied the change in both the Serum Creatinine (Cr) and in diuresis levels of the patients the day before and in the 1st and 3rd day after providing them with lodinated Contrast Media. These patients were compared with patients who did not take N-acetylcysteine.Material and Methods. Our study consisted of patients hospitalized in B Internal Medicine Clinic of the Kavala Hospital from 1.10.2016 until 31.03.2017. The total number of the participants was 200. N-acetylcysteine was given to them in sachets after being dissolved in water (50ml), on the day when the patients were having the Computerized Tomography (2 doses total, the 1st 12 hours before and the 2nd 2 hours before the exam). Subsequently, the change of serum Creatinine and diuresis value of the patients who took N-acetylcysteine were compared with the corresponding ones of the patients who did not take it. Finally, a statistic analysis of the results (t-test) was carried out.Results. The group of patients that took N-acetylcysteine did not present a significant statistical difference in Serum Creatinine and diuresis levels compared with the corresponding levels of the 2nd group. Therefore, N-acetylcysteine does not offer protection from lodinated Contrast Media occurred Nephropathy. Εισαγωγή. Στην καθημερινή κλινική πράξη ένας μεγάλος αριθμός ασθενών αλλά και υγιών ανθρώπων υποβάλλονται σε απεικονιστικό έλεγχο με αξονική τομογραφία για διαγνωστικούς σκοπούς με χορήγηση σκιαγραφικών για καλύτερο απεικονιστικό αποτέλεσμα.Ωστόσο τα <<φάρμακα>> (ιωδιούχα σκιαστικά) δεν είναι τόσο αθώα όσο τα θεωρούμε. Ευθύνονται για πληθώρα ανεπιθύμητων αντιδράσεων, η κυριότερη και σοβαρότερη εκ των οποίων είναι η νεφρική βλάβη που προκαλούν, με δεύτερη επιπλοκή την αναφυλαξία.Ως μέσα προφύλαξης απέναντι στη νεφροπάθεια από ιωδιούχα σκιαστικά πέρα από την ενυδάτωση, δεν έχει αναδειχθεί κάποιο άλλο μέτρο. Τα τελευταία χρόνια, αρκετές μελέτες, έχουν αποδείξει ότι η Ν- ακετυλοκυστείνη μπορεί να αποτελέσει την ασπίδα μας απέναντι στη νεφροπάθεια από σκιαγραφικά.Σκοπός της απλής, τυχαιοποιημένης, προοπτικής μελέτης με ομάδα ελέγχου που διεξαγάγαμε είναι να ελέγξουμε αν η χορήγηση της Ν- ακετυλοκυστείνης προφυλάσσει από την επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας και την εμφάνιση οξείας νεφρικής βλάβης. Συγκεκριμένα, μελετήσαμε τη μεταβολή της τιμής της Κρεατινίνης ορού (Cr) και της διούρησης των ασθενών την ημέρα προ της χορήγησης και τη 1ηκαι τη 3η ημέρα σε ασθενείς που πήραν Ν- ακετυλοκυστείνη σε σύγκριση με ασθενείς που δεν πήραν.Δειγματοληψία- Μεθοδολογία: Το δείγμα μας ήταν ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στη Β Παθολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Καβάλας κατά τη χρονική περίοδο από 1 Οκτωβρίου 2016 μέχρι 31 Μαρτίου 2017. Ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν 200 άτομα. Η Ν-ακετυλοκυστείνη χορηγήθηκε με τη μορφή φακελίσκου διαλυμένου σε νερό (50ml) την ημέρα πριν την εξέταση (συνολικά δύο δόσεις, η μία 12 ώρες και η δεύτερη 2 ώρες πριν την εξέταση). Ακολούθως μελετήσαμε τη μεταβολή της τιμής της Κρεατινίνης ορού (Cr) και της διούρησης των ασθενών την ημέρα προ της χορήγησης και τη 1η και 3η ημέρα σε ασθενείς που πήραν Ν- ακετυλοκυστείνη σε σύγκριση με ασθενείς που δεν πήραν. Στη συνέχεια έγινε στατιστική ανάλυση (στατιστική μέθοδος t-test) των αποτελεσμάτων και συγκρίναμε τις δύο ομάδες.Αποτελέσματα: Η ομάδα των ατόμων που έλαβε Ν-ακετυλοκυστείνη δεν παρουσίασε στατιστική σημαντική μεταβολή των τιμών της κρεατινίνης και της διούρησης σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Επομένως, η ουσία αυτή δεν προσφέρει στην προφύλαξη από τη νεφροπάθεια που προκαλείται από ιωδιούχα σκιαστικά. Συγκεκριμένα, με βάση τη στατιστική ανάλυση t-test οι τιμές του p δεν ήταν <0.005, άρα στατιστικά ασήμαντη η μεταβολή.Λέξεις - κλειδιά: οξεία νεφρική βλάβη, χρόνια νεφρική νόσος, κρεατινίνη, διούρηση, ιωδιούχο σκιαστικό, Ν- ακετυλοκυστείνη, ελεύθερες ρίζες οξυγόνου, ρυθμός σπειραματικής διήθησης 1433 196 179 Administrative and leading staff's training needs regarding special education issues : a qualitative approach in intercultural school units Διερεύνηση των επιμορφωτικών αναγκών στελεχών εκπαίδευσης διαπολιτισμικών σχολικών μονάδων σε θέματα ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης The main purpose of this study is to identify the views of educational executives about the necessity, organization and content of their training to Special Education. The evidence presented refer to the exploratory study of that subject through qualitative research, which has been prepared and conducted by an interview addressed to educational executives (school counselors, school principals and deputy principals), serving in Intercultural Schools of primary and secondary education at the Prefecture of Rodopi. Particularly, this qualitative study attempts to explore the training needs of school principals and deputy principals, who serve in primary and Secondary Schools of intercultural education, as well as of the school counselors, who are entrusted with the educational and scientific guidance of those schools regarding Special Education. The present dissertation records the positive attitude of the educational executives, pertaining to their training in issues of Intercultural and Special Education, who observe the absence of a respective training policy as well as the necessity to be trained in such issues, while at the same time they consider imperative the design of such training activities Βασικός σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να καταγραφούν οι απόψεις Στελεχών Εκπαίδευσης, αναφορικά με την αναγκαιότητα, την οργάνωση και το περιεχόμενο της επιμόρφωσής τους, σε θέματα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Τα στοιχεία που παρουσιάζονται αφορούν στη διερευνητική μελέτη του προαναφερθέντος θέματος μέσω ποιοτικής έρευνας, η οποία εκπονήθηκε μέ ημι-δομημένη συνέντευξη σε οχτώ Στελέχη Εκπαίδευσης (δύο Σχολικούς Συμβούλους, τρεις Διευθυντές και τρεις Υποδιευθυντές), που υπηρετούν στα Διαπολιτισμικά Σχολεία Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Ν. Ροδόπης. Ειδικότερα, η παρούσα ποιοτική μελέτη επιχειρεί να διερευνήσει τις επιμορφωτικές ανάγκες των Διευθυντών και Υποδιευθυντών, που υπηρετούν σε Σχολικές Μονάδες Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, καθώς και των Σχολικών Συμβούλων, που έχουν την παιδαγωγική και επιστημονική καθοδήγηση των εν λόγω σχολείων, αναφορικά με την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Στην εργασία καταγράφεται η θετική στάση των Στελεχών Εκπαίδευσης σχετικά με την επιμόρφωση τους σε θέματα Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης, επισημαίνεται η απουσία επιμορφωτικής πολιτικής και τονίζεται η αναγκαιότητα επιμόρφωσής τους στα εν λόγω θέματα, ενώ θεωρούν επιβεβλημένο το σχεδιασμό επιμορφωτικών δράσεων 1434 401 374 Mosquitoes have been, for centures, a scourge on humankind. Apart from their annoying presence and their annoying itchiness that they cause they are the most deadly animals for humankind. The spread of deadly diseases, like malaria, dengue fever, yellow fever, the virus of West Nile etc due to mosquitoes have caused sanitation problems to humans as well as to animals. Man in his attempt to fight mosquitoes, especially in the areas where they reproduce, uses insecticides either with terrestrial spraying synergies or by air spraying means. The purpose of the present Postgraduate Thesis is to present the application results of these insecticides on the aquatic organisms in several areas of the Evros prefecture. Sampling was carried out in areas where insecticides are used to combat mosquitoes either with air spraying (rice paddies – South Evros) or with terrestrial (North Evros), near urban areas. With the use of Gas chromatography at the Laboratory of Agricultural Pharmacology and Ecotoxicology of the Agricultural Development Department of the Democritus University of Thrace the specification of the consentration of pesticide was conducted. The toxicity test took place under laboratory conditions on aquatic organisms and specifically on fish species Gambusia affinis, of Poeciliidae family, according to the experimental protocol 203 of OECD. Gambusia affinis is a fresh water fish, which constitutes a toxicity measurement indicator and the main reason why it was chosen for the above experiment is that it has been and is used under conditions for the biological control of mosquitoes and so it thrives in areas where mosquitoes exert all their biological activities and therefore in areas where insecticides are applied for their combat. According to the experimental protocol, a series of preliminary experiments Took place, in order to determine the range of the application doses, for the localization of LC50, with maximum concentration 15 mg/L. The results of the experiments did not show any death rates to the organisms which were the subject of the experiment but no change was observed in their normal behavior either. In conclusion it was noted that the active substance Diflubenzuron does not cause any toxicity to the aquatic organism Gambusia affinis even if it is exposed to multiple concentrations compared with those which were detected in aquatic ecosystems, after the application of the specific insecticide for the combat of the mosquitoes. Indicatively I state that the maximum concentration which was detected in the samples is 63,2 μg/L Τα κουνούπια, αιώνες τώρα, αποτελούν μάστιγα για το ανθρώπινο γένος. Πέρα από την ενοχλητική παρουσία τους και τον ενοχλητικό κνησμό που προκαλούν, αποτελούν τα πιο θανατηφόρα ζώα για την ανθρωπότητα. Η εξάπλωση θανατηφόρων ασθενειών όπως είναι η ελονοσία, ο δάγκειος πυρετός, ο κίτρινος πυρετός, ο ιός του Δυτικού Νείλου κλπ., με τη συμβολή των κουνουπιών έχουν προκαλέσει τεράστια προβλήματα υγειονομικής σημασίας, τόσο στον άνθρωπο όσο και στα ζώα. Ο άνθρωπος στην προσπάθειά του να καταπολεμήσει τα κουνούπια, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου αναπαράγονται, εφαρμόζει εντομοκτόνα είτε με επίγεια ψεκαστικά συνεργεία είτε με εναέρια ψεκαστικά μέσα. Ο σκοπός της παρούσας Μεταπτυχιακής Διατριβής είναι να παρουσιάσει τα αποτελέσματα των επιδράσεων αυτών των εντομοκτόνων στους υδρόβιους οργανισμούς, σε διάφορες περιοχές του Νομού Έβρου. Πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες σε περιοχές όπου εφαρμόζονται εντομοκτόνα για την καταπολέμηση των κουνουπιών τόσο με εναέριους ψεκασμούς (ορυζώνες – Νότιος Έβρος) όσο και με επίγειους (Βόρειος Έβρος), πλησίον αστικών περιοχών. Με τη χρήση αέριου χρωματογράφου στο Εργαστήριο Γεωργικής Φαρμακολογίας & Οικοτοξικολογίας του Τμήματος Αγροτικής Ανάπτυξης του Δ.Π.Θ., έγινε ο προσδιορισμός της συγκέντρωσης των φαρμάκων. Η εφαρμογή αυτής της συγκέντρωσης πραγματοποιήθηκε σε εργαστηριακές συνθήκες, σε υδρόβιους οργανισμούς και συγκεκριμένα σε ψάρια του γένους Gambusia affinis, της οικογένειας Poeciliidae σύμφωνα με το πειραματικό πρωτόκολλο 203 του OECD. Το Gambusia affinis είναι ψάρι του γλυκού νερού, αποτελεί δείκτη μέτρησης τοξικότητας και ο κυριότερος λόγος που επιλέχθηκε για το παραπάνω πείραμα είναι ότι χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται υπό προϋποθέσεις για τη βιολογική καταπολέμηση των κουνουπιών και έτσι ευδοκιμεί σε περιοχές όπου τα κουνούπια ασκούν όλες τις βιολογικές τους δραστηριότητες, σε περιοχές δηλαδή που εφαρμόζονται τα εντομοκτόνα για την καταπολέμησή τους. Σύμφωνα με το πειραματικό πρωτόκολλο, πραγματοποιήθηκαν μια σειρά από προκαταρτικά πειράματα, προκειμένου να εντοπιστεί το εύρος των δόσεων εφαρμογής, για τον εντοπισμό της LC50, με μέγιστη συγκέντρωση τα 15mg/L. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων δεν έδειξαν καμία θνησιμότητα στους πειραματικούς οργανισμούς αλλά δεν παρατηρήθηκε και καμία αλλαγή της φυσιολογικής συμπεριφοράς τους. Μετά απ’ όλα αυτά διαπιστώθηκε ότι η δραστική ουσία Diflubenzuron δεν επιφέρει καμία τοξικότητα στον υδρόβιο οργανισμό Gambusia affinis ακόμη και αν εκτεθεί σε πολλαπλάσιες συγκεντρώσεις σε σχέση με αυτές που ανιχνεύτηκαν σε υδάτινα οικοσυστήματα, μετά από την εφαρμογή του συγκεκριμένου εντομοκτόνου με σκοπό την καταπολέμηση των κουνουπιών. Ενδεικτικά αναφέρω ότι η μέγιστη συγκέντρωση που ανιχνεύτηκε στα δείγματα είναι 63,2 μg/L 1435 173 187 Πρόθεση συμμετοχής σε προγράμματα συλλογής αποβλήτων «πόρτα-πόρτα» και παράγοντες επίδρασης The purpose of this research is to document residents intention to participate in recycling programs as door to door and to investigate the factors that influence this intention. The survey was conducted on a random sample of 150 people of Xanthi municipality and the data were collected using a structured questionnaire by personal interview. The results suggest that there is a differentiation between people associated with particular demographic, social and economic characteristics of respondents. Specifically it was found a positive effect of income to the extent of recycling and the willingness to participate in the household composting program material and a positive effect of age on the recycling rate. In addition it was observed a differentiation between persons with different religious identity to the extent of recycling, recycling rate and willingness to participate in home composting program materials. Another important finding is that there is a willingness in recycling system including sorting at source but there is no willingness to be charged by fees based on the weight of waste produced per household Σκοπός της παρούσας ερευνητικής μελέτης είναι η καταγραφή της πρόθεσης συμμετοχής των πολιτών σε προγράμματα ανακύκλωσης τύπου πόρτα – πόρτα και η διερεύνηση των παραγόντων που την επηρεάζουν. Η έρευνα διεξήχθη σε τυχαίο δείγμα 150 ατόμων του δήμου Ξάνθης και η συλλογή των στοιχείων πραγματοποιήθηκε με τη χρήση δομημένου ερωτηματολόγιου με προσωπική συνέντευξη. Από τα αποτελέσματα διαφαίνεται ότι υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ των πολιτών η οποία σχετίζεται με τα ιδιαίτερα δημογραφικά, κοινωνικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των ερωτώμενων. Συγκεκριμένα βρέθηκε θετική επίδραση του μορφωτικού επιπέδου στο βαθμό ανακύκλωσης και στην προθυμία συμμετοχής στο σύστημα συλλογής απορριμμάτων πόρτα-πόρτα, θετική επίδραση του εισοδήματος στο βαθμό ανακύκλωσης και στην προθυμία συμμετοχής για το πρόγραμμα οικιακής κομποστοποίησης υλικών, και θετική επίδραση της ηλικίας στη συχνότητα ανακύκλωσης. Ακόμη παρατηρήθηκε διαφοροποίηση μεταξύ ατόμων διαφορετικής θρησκευτικής ταυτότητας στο βαθμό ανακύκλωσης, στη συχνότητα ανακύκλωσης και στην προθυμία συμμετοχής στο πρόγραμμα οικιακής kομποστοποίησης υλικών. Άλλο σημαντικό εύρημα είναι ότι υπάρχει προθυμία για συμμετοχή σε σύστημα ανακύκλωσης που περιλαμβάνει διαλογή στην πηγή αλλά δεν υπάρχει προθυμία για χρέωση τελών με βάση το βάρος των απορριμμάτων που παράγει κάθε νοικοκυριό 1436 126 143 εφαρμογές μοντέλων βιωματικής μάθησης για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση Nowadays, the environmental degradation of our planet is more pronounced, as the complexity and the slow but constant deterioration of environmental problems, as well as the lack of direct awareness of the effects of human actions, dominate. The harmonious relationship between man and nature is disturbed. Environmental education in order to address this challenge aims to raise citizens' awareness and active participation in actions and behaviors that protect the natural and man-made environment. This dissertation through certain applications of experiential learning models aims to build responsible citizens who are actively involved in preserving the environment and not just creating people with only environmental knowledge and nothing more, because they cultivate values, attitudes and behaviors that lead to the building of good practices for Protect our planet Σήμερα, η περιβαλλοντική υποβάθμιση του πλανήτη μας, αποκτά πιο έντονα χαρακτηριστικά, καθώς κυριαρχούν η πολυπλοκότητα και η αργή αλλά συνεχής επιδείνωση των περιβαλλοντικών προβλημάτων, όπως και η έλλειψη άμεσης επίγνωσης των επιπτώσεων από τις ενέργειες των ανθρώπων. Η αρμονική σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης έχει διαταραχθεί. H εκπαίδευση για το περιβάλλον επιδιώκοντας να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόκληση, στοχεύει στην ευαισθητοποίηση των πολιτών και την ενεργητική συμμετοχή τους, σε δράσεις και συμπεριφορές που προστατεύουν το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. H διατριβή αυτή μέσα από συγκεκριμένες εφαρμογές μοντέλων βιωματικής μάθησης στοχεύει στη διαμόρφωση υπεύθυνων περιβαλλοντικά ατόμων, που θα συμμετέχουν ενεργά στη διαφύλαξη του περιβάλλοντος και όχι απλώς στη δημιουργία ατόμων που θα έχουν μόνο περιβαλλοντικές γνώσεις και τίποτα παραπάνω, επειδή καλλιεργούν αξίες, στάσεις και συμπεριφορές που οδηγούν στην οικοδόμηση καλών πρακτικών για την προστασία του πλανήτη μας 1437 265 252 Readiness of future Primary Education teachers about Education for the Environment and Sustainability Η ετοιμότητα των μελλοντικών εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία Future teachers’ preparation in the area of Education for the Environment and Sustainability (E.E.S.) is very important in order to include it effectively in their teaching. It is considered necessary for the future teachers to have environmental knowledge, attitudes and values, competences and skills and the competence to act for the environment (goals of the E.E.S.). On the other hand, they need to have pedagogical knowledge relevant to E.E.S.. The purpose of this paper is to investigate the perceptions of future Primary Education teachers for their readiness about E.E.S.. A semi-structured interview was chosen as a data collection instrument, whereas the sample consists of fifty pre-service teachers of the School of Educational Sciences of the Democritus University of Thrace (future primary teachers and future early childhood teachers). The results show that most of the future teachers despite the fact that they have not successfully completed all the goals of the E.E.S. think that they are able to help their students to achieve these goals. Furthermore, the majority of pre-service teachers appreciate that in the future they will face problems in the application of the innovations of the E.E.S. at school. However, all future teachers have motives for becoming involved in it. Most of them consider that they have been prepared for E.E.S. by university’s lessons, but not completely. Finally, all the future teachers with the exception of two people desire to participate in training programs about issues of environment and sustainability in order to improve their knowledge, their competences and their skills. Η προετοιμασία των μελλοντικών εκπαιδευτικών σχετικά με την Εκπαίδευση για το Περιβάλλον και την Αειφορία (Ε.Π.Α.) είναι πολύ σημαντική, έτσι ώστε αυτοί να την εντάξουν αποτελεσματικά στη διδασκαλία τους. Οι μελλοντικοί εκπαιδευτικοί κρίνεται απαραίτητο να διαθέτουν περιβαλλοντικές γνώσεις, στάσεις και αξίες, ικανότητες και δεξιότητες και την ικανότητα δράσης για το περιβάλλον (στόχοι της Ε.Π.Α.). Από την άλλη πλευρά, αυτοί χρειάζεται να διαθέτουν παιδαγωγικές γνώσεις σχετικά με την Ε.Π.Α.. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό τη διερεύνηση των αντιλήψεων των μελλοντικών εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την ετοιμότητά τους σχετικά με την Ε.Π.Α.. Ως μέσο συλλογής δεδομένων επιλέχθηκε η ημι-δομημένη συνέντευξη, ενώ το δείγμα αποτελείται από πενήντα φοιτητές της Σχολής Επιστημών Αγωγής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (μελλοντικοί δάσκαλοι και μελλοντικοί νηπιαγωγοί). Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο πολλοί μελλοντικοί εκπαιδευτικοί παρόλο που δεν έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία όλους τους στόχους της Ε.Π.Α. πιστεύουν ότι μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές τους στην επίτευξη αυτών των στόχων. Επιπλέον, η πλειοψηφία των φοιτητών εκτιμά ότι στο μέλλον θα αντιμετωπίσει προβλήματα στην εφαρμογή των καινοτομιών της Ε.Π.Α. στο σχολείο. Ωστόσο, όλοι οι μελλοντικοί εκπαιδευτικοί έχουν κίνητρα για να ασχοληθούν με αυτήν. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι έχουν προετοιμαστεί για την Ε.Π.Α. από τα μαθήματα του Πανεπιστημίου, αλλά όχι απολύτως. Τέλος, όλοι οι φοιτητές με εξαίρεση δύο άτομα επιθυμούν να συμμετέχουν σε επιμορφωτικά προγράμματα για θέματα περιβάλλοντος και αειφορίας, έτσι ώστε να βελτιώσουν τις γνώσεις, τις ικανότητες και τις δεξιότητές τους. 1438 125 161 Συσχέτιση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και των ανωμαλιών του πλακούντα και ομφάλιου λώρου The pregnancies achieved with the use of ART, besides the known obstetric and perinatal complications have also been associated with an increased risk of placental abnormalities, including placenta previa, placental abruption, and umbilical cord insertion abnormalities. It is believed that ART and procedures can cause clinical, morphological, and epigenetic changes in placental and umbilical cord development and function, and that these changes depend on the underlying infertility cause, the genetic background, the culture conditions and the developmental stage of the embryos during embryo transfer. The aim of this thesis is to present through the literature review, the correlation of assisted reproduction techniques and placental and umbilical cord abnormalities. For the literature review used the databases Pubmed, Embase, Medline, Scopus, Web of Science, ClinicalTrials.gov and Cochrane. Οι κυήσεις των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART), πέραν των γνωστών μαιευτικών και περιγεννητικών επιπλοκών, έχουν συσχετιστεί επίσης με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ανωμαλιών του πλακούντα, συμπεριλαμβανομένων του προδρομικού πλακούντα, της αποκόλλησης του πλακούντα και των ανωμαλιών πρόσφυσης του ομφάλιου λώρου. Πιστεύεται ότι οι χειρισμοί και οι διαδικασίες ART μπορούν να προκαλέσουν κλινικές, μορφολογικές και επιγενετικές αλλαγές στην ανάπτυξη και λειτουργία του πλακούντα και του ομφάλιου λώρου και ότι αυτές οι αλλαγές εξαρτώνται από την υποκείμενη υπογονιμότητα, το γενετικό υπόβαθρο, το μη φυσιολογικό ορμονικό περιβάλλον που προκύπτει από την επαγωγή της ωορρηξίας, τις συνθήκες καλλιέργειας και το στάδιο ανάπτυξης των εμβρύων κατά την εμβρυομεταφορά. Ο σκοπός αυτής της διπλωματικής εργασίας, είναι να παρουσιάσει μέσω της βιβλιογραφικής ανασκόπησης, τη συσχέτιση των τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής με τις ανωμαλίες του πλακούντα και του ομφάλιου λώρου. Για τη βιβλιογραφική ανασκόπηση χρησιμοποιήθηκαν οι βάσεις δεδομένων Pubmed, Embase, Medline, Scopus, Web of Science, ClinicalTrials.gov και Cochrane. 1439 210 258 Nowadays, not only diabetes mellitus but also depression has reached epidemic levels affecting a significant part of the global population and having a great impact on global economy. The purpose of the present study is to investigate the connection between diabetes mellitus and the development of depressive disorders, the mechanisms in which one disease can lead to the other and, also, the proper ways to effectively treat the comorbidity of the two diseases. For the study’s purposes, we have searched in online scientific journals and relative books, using proper key-words. It has been proved that many studies and scientific researches have been conducted, analyzing not only every disease separately but also the connection between them. We have discovered that a great number of researches had proved, many years ago, the way in which diabetes mellitus can lead to depression disorders. On the other hand, the reverse connection was proved very recently. From all the evidence gathered, we are led to the conclusion that there is a strong connection between the two diseases and that one disease has a great impact on the development of the other. A timely and effective treatment of both diseases should have positive consequences for the patients’ quality of life and the global economy as well. Τα τελευταία χρόνια τόσο η νόσος του διαβήτη όσο και αυτή της κατάθλιψης έχουν προσλάβει επίπεδα παγκόσμιας ιατρικής απειλής αφού επηρεάζουν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη ενώ, επιπλέον, έχουν ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της νόσου του σακχαρώδη διαβήτη και της ανάπτυξης καταθλιπτικών διαταραχών, η μελέτη των μηχανισμών με τους οποίους η μία νόσος μπορεί να οδηγήσει στην εκδήλωση της άλλης καθώς και των τρόπων αποτελεσματικής αντιμετώπισης των περιπτώσεων συννοσηρότητας των δύο ασθενειών. Για τους σκοπούς της έρευνας έγινε αναζήτηση σε βάσεις ηλεκτρονικών περιοδικών που σχετίζονται με ιατρικά θέματα, καθώς και σχετικών βιβλίων χρησιμοποιώντας κατάλληλες λέξεις-κλειδιά. Αποδείχτηκε ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός μελετών και επιστημονικών ερευνών που διερευνούν τόσο την κάθε νόσο ξεχωριστά όσο και τη σύνδεση που φαίνεται να υπάρχει μεταξύ τους. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση που έγινε πάνω στο θέμα της σχέσης του σακχαρώδη διαβήτη και της κατάθλιψης απέδειξε ότι ένας μεγάλος αριθμός μελετών έχει αποδείξει εδώ και χρόνια τον τρόπο με τον οποίο ο σακχαρώδης διαβήτης λειτουργεί ως προδιαθεσιακός παράγοντας για την εκδήλωση καταθλιπτικών διαταραχών. Αντίθετα, η αντίστροφη σχέση αποδείχτηκε μέσω ερευνών που διεξήχθησαν πολύ πρόσφατα. Από τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν αποδεικνύεται ότι οι δύο ασθένειες συνδέονται πολύ στενά και η μία επηρεάζει έντονα την εξέλιξη της άλλης. Για το λόγο αυτό, σε περίπτωση συννοσηρότητας, η θεραπεία πρέπει να στοχεύει και τις δύο και όχι να εστιάζει στην αντιμετώπιση της μίας. Η έγκαιρη και αποτελεσματική θεραπεία τους θα έχει θετικές συνέπειες τόσο στην ποιότητα ζωής των ασθενών όσο και στην παγκόσμια οικονομία. 1440 337 349 Bioethics is a branch of applied philosophy that seeks to provide answers and solutions to ethical questions and dilemmas arising from recent advances in biomedical technology. The ethical codes in Medicine and Nursing clearly define the obligations to ensure patients' rights. When patients' rights relate to people who are in the final stage of the disease, then they become particularly important because often these patients are unable to protect themselves from the excitement and claim their rights as free people. Nowadays, the rapid technological advances in medical sector offer treatment options more than before, even in patients with advanced disease. This wide range of available choices has risen ethical concerns in the treatment of patients and particularly those with end stage disease.n contemporary medical practice, “medically unnecessary” does not refer to impossible, inapplicable or uncommon, but it has the meaning of a low probability of success and utility of desired outcome. A medical treatment should be considered useless and futile, when it cannot fulfill the overarching objective of a physical health and mental well-being of the patients. In this context, futility refers to the aspect that a particular treatment would not benefit the patient. However, it refers to specific interventions for a specific patient and application time, hence it should not be applied to every patient or to any medical condition under global therapies. Moral concerns have also been reinforced by the patients’ right and self-determination movements, which extends not only to denial of medical care but also to demands for intensive treatment. Finally, it is not just the moral issues that surround the medical futility, but financial concerns with regards to the cost and availability of health resources can also be raised. In light of these concerns the absence of an objective definition of medical futility is considered as a drawback. The sure thing is that for each of us a decision with regard to medical care even if is described as futility or not, it will become a reality at some future point in time. Η Βιοηθική αποτελεί έναν κλάδο της εφαρμοσμένης φιλοσοφίας, που προσπαθεί να δώσει απαντήσεις και λύσεις σε ηθικά ερωτήματα και Οι κώδικες της Ιατρικής και Νοσηλευτικής Δεοντολογίας καθορίζουν με σαφήνεια ποιες είναι οι υποχρεώσεις προκειμένου να διασφαλιστούν τα δικαιώματα των αρρώστων. Όταν τα δικαιώματα των αρρώστων αφορούν άτομα που βρίσκονται στο τελικό στάδιο νόσου τότε αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα, γιατί συχνά οι ασθενείς αυτοί δεν είναι σε θέση να προστατέψουν οι ίδιοι τον εαυτό τους από αυθαιρεσίες και να διεκδικήσουν τα δικαιώματα τους ως ελεύθεροι άνθρωποι διλήμματα, που εγείρονται από τις εξελίξεις τις βιοϊατρικής τεχνολογίας. Η ιατρική με την ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη έχει καταφέρει να προσφέρει περισσότερες επιλογές θεραπείας σήμερα από ποτέ, ακόμη και σε ασθενείς με προχωρημένη νόσο. Αυτό το ευρύ φάσμα διαθέσιμων επιλογών οδήγησε την κοινωνία σε ηθικό προβληματισμό σχετικά με τις θεραπείες ειδικά σε ασθενείς τελικού σταδίου.Στην ιατρική πραγματικότητα, το “ιατρικώς ανώφελο” δεν αναφέρεται στο αδύνατο, στο ανεφάρμοστο ή στο ασυνήθιστο αλλά έχει την έννοια της μικρής πιθανότητας επιτυχίας μιας θεραπείας ή και της μικρής αξίας του επιθυμητού αποτελέσματος. Η παροχή ιατρικής φροντίδας θεωρείται ανώφελη και μάταιη όταν δεν μπορεί να επιτευχθεί ο σκοπός της, που είναι η επίτευξη μιας σωματικής και ψυχικής ευεξίας. Στο πλαίσιο αυτό, η ματαιότητα αναφέρεται στην προοπτική ότι μια συγκεκριμένη θεραπεία δεν θα ωφελούσε τον ασθενή. Δεν ισχύει για θεραπείες σε παγκόσμιο επίπεδο, σε κάθε ασθενή ή σε κάθε ιατρική κατάσταση, αντίθετα, αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη παρέμβαση σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, για έναν συγκεκριμένο ασθενή.Οι ηθικοί προβληματισμοί ενισχύθηκαν και από το κίνημα για τα δικαιώματα των ασθενών και την αντίληψη για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης που επεκτείνεται όχι μόνο στην άρνηση των ιατρικών θεραπειών αλλά και στις απαιτήσεις για υπερβολική θεραπεία. Τέλος, δεν είναι μόνο τα ηθικά προβλήματα που περιβάλλουν την ιατρική ματαιότητα αλλά μπορεί να τεθούν και οικονομικοί προβληματισμοί σχετικά με το κόστος και την διάθεση των πόρων για την υγεία. Στους προβληματισμούς αυτούς το μειονέκτημα είναι ότι δεν υπάρχει ένας αντικειμενικός ορισμός για την ιατρική ματαιότητα. Το σίγουρο είναι ότι, για καθέναν από εμάς μία απόφαση θεραπευτικής αγωγής που πιθανά να χαρακτηρισθεί ή όχι ματαιότητα, θα τη συναντήσουμε στο διάβα μας. 1441 137 159 Ποιες συγγενείς ανωμαλίες εμφανίζονται συχνότερα στα παιδιά που προέρχονται από τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής; Introduction: Despite the relatively experience from the use of assisted reproduction techniques, there are still concerns about the development of children from assisted reproduction and related concerns about the potential risks. The purpose of this study is to systematically review the literature on possible congenital anomalies that may occur after using assisted reproduction methods. Material-Method: According to the instructions of Cochrane Collaboration, the studies related to the subject of the present review were searched by the International and Greek bibliography using the medically accepted bibliographic sources. Conclusions: The results of the systematic review of the literature confirmed relatively higher rates of genetic and chromosomal abnormalities and congenital malformations for assisted reproductive babies compared to fetuses from spontaneous conception. Further studies are needed to determine the true role of infertility and, consequently, the different assisted reproductive methods used. Σκοπός: Παρόλα τη σχετικά μεγάλη εμπειρία, από την χρήση των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής υπάρχουν ακόμα προβληματισμοί́ σχετικοί με την εξέλιξη των παιδιών που προέρχονται από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και σχετικές ανησυχίες για τους πιθανούς κινδύνους που προκύπτουν. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής μελέτης είναι η συστηματική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με τις πιθανές συγγενείς ανωμαλίες που μπορεί να προκύψουν μετά από χρήση των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Υλικά – Μέθοδοι: Σύμφωνα με τις οδηγίες της Cochrane Collaboration, οι μελέτες σχετικές με το θέμα της παρούσας με ανασκόπησης αναζητήθηκαν από τη Διεθνή, την Ελληνική βιβλιογραφία κάνοντας χρήση των ιατρικώς αποδεκτών βιβλιογραφικών πηγών. Συμπεράσματα: Τα αποτελέσματα της συστηματικής ανασκόπησης της βιβλιογραφίας επιβεβαίωσαν τα σχετικά μεγαλύτερα ποσοστά́ γενετικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών και συγγενών διαμαρτιών συγκριτικά́ με τα έμβρυα από αυτόματη σύλληψη. Περαιτέρω μελέτες απαιτούνται προκειμένου να καθοριστεί ο πραγματικός ρόλος της υπογονιμότητας και κατ’ επέκταση των διαφορετικών μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, που εφαρμόζονται. 1442 196 194 Postroke Depression (PSD) is one of the most frequent neuropsychiatric disorder following a stroke, associated with greater disability as well as increased mortality. Prevalence rates of PSD range from 25% to 79% and a significant number of cases are neither diagnosed or nor treated. The pathophysiological mechanisms of PSD are not yet fully understood. Biological, behavioral and social factors are thought to be involved. The term ``early-onset PSD`` has been proposed to refer to PSD occurring within the first three months after stroke while ``late-onset PSD`` refers to PSD developing after three months. The symptoms of PSD are similar to those of common depression, including or not the feeling of sadness. Many screening tools have been used to diagnose the PSD and one specific questionnaire has been constructed to identify the depression after a stroke, the PSDRS (Postroke Depression Rating Scale). Pharmacological therapy with antidepressants and psychotherapy should be considered as first line of treatment for PSD. Neuromodulation using repetitive transcranial magnetic stimulation (rTMS) or transcranial direct current stimulation (tDCS), as well as novel psychosocial interventions are potentially useful treatments in need of further research. A significant role in the treatment of PSD plays the prevention Η Κατάθλιψη μετά από ένα Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (ΚΜΑΕΕ) αποτελεί μία από τις συχνότερες νευροψυχιατρικές διαταραχές που ακολουθούν. Η συχνότητα εμφάνισης της κυμαίνεται μεταξύ 25-79%. Σχετίζεται με πτωχότερη λειτουργική αποκατάσταση και αυξημένη θνησιμότητα. Μεγάλο ποσοστό των ασθενών με ΚΜΑΕΕ φαίνεται είτε να υποδιαγιγνώσκεται είτε να μην θεραπεύεται αποτελεσματικά. Οι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί που οδηγούν στην ΚΜΑΕΕ δεν είναι ακόμη πλήρως κατανοητοί, ωστόσο διάφοροι βιολογικοί, συμπεριφορικοί και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση της. Στη βιβλιογραφία διακρίνουμε την ΚΜΑΕΕ πρώιμης εμφάνισης (τα συμπτώματα της συνήθως εμφανίζονται μέσα σε τρεις μήνες από το εγκεφαλικό επεισόδιο) και την ΚΜΑΕΕ όψιμης εμφάνισης (τα συμπτώματα εμφανίζονται σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα). Τα συμπτώματα της είναι συνήθως αυτά της τυπικής κατάθλιψης συνοδευόμενα ή όχι από το αίσθημα της θλίψης. Για τη διάγνωση της έχουν χρησιμοποιηθεί τα ειδικά εργαλεία της κατάθλιψης, καθώς επίσης έχει σχεδιαστεί και ένα εξιδεικευμένο ερωτηματολόγιο για τη διάγνωση της ΚΜΑΕΕ, το PSDRS (Postroke Depression Rating Scale). Στις θεραπευτικές προσεγγίσεις της ΚΜΑΕΕ συγκαταλέγονται οι εξής: η φαρμακολογική θεραπεία, η ψυχοθεραπεία, η ηλεκροσπασμοθεραπεία, η νευροδιέγερση, η παροχή πληροφοριών σχετικά με τη νόσο τόσο στους ασθενείς όσο και στους οικείους τους, επιπρόσθετα σημαντικό ρόλο παίζει η πρόληψη της ΚΜΑΕΕ. 1443 165 213 October 1981. A new, promising democratic and progressive faction forms a government. There are many hopes and expectations. The first legislation adopted by the new Government was N. 1304/82, which definitively put an end to the period of Inspector and opened a new chapter in the educational matters of our country with the institution of the school advisor. In January 2018, the school counselor's circle closes and a new one opens. In this work we will try to show the main milestones in the course of the school counsellor, the mentoring role and the factors that influenced it. This work presents the system of supervision and support in primary and secondary education through the study of the existing literature. There is a presentation of the institution of the Inspector from 1834 to 1982, the institution of the School Advisor from 1982 to 2018 and the institution of the coordinator of educational work. Special emphasis is given to the school counselor in his role and responsibilities. Οκτώβριος του 1981. Μια νέα, πολλά υποσχόμενη δημοκρατική και προοδευτική παράταξη έρχεται στην κυβέρνηση. Οι ελπίδες πολλές και οι προσδοκίες περισσότερες. Από τα πρώτα νομοθετήματα που ψήφισε η νέα κυβέρνηση ήταν ο Ν.1304/82, ο οποίος έθετε οριστικά τέλος στην περίοδο του επιθεωρητή – επιθεωρητισμού και άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στα εκπαιδευτικά πράματα της χώρας μας με την εφαρμογή του θεσμού του Σχολικού Συμβούλου. Αρχές του 2018, ο κύκλος του σχολικού συμβούλου κλείνει και ανοίγει ένας νέος, ο κύκλος του Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου. Στην εργασία αυτή προσεγγίζονται οι κυριότεροι σταθμοί στην πορεία εποπτείας και υποστήριξης του εκπαιδευτικού έργου, με έμφαση στο θεσμό του σχολικού συμβούλου, του καθοδηγητικού - εποπτικού του ρόλου καθώς και τους παράγοντες που επηρέασαν αυτή τη διαδρομή. Παρουσιάζονται, επίσης, το σύστημα εποπτείας και υποστήριξης στην πρωτοβάθμια (και δευτεροβάθμια παρεμπιπτόντως γιατί ως δομή είναι ενιαία η πρωτοβάθμια με την δευτεροβάθμια στο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας) εκπαίδευση της Ελλάδας μέσα από τη μελέτη της βιβλιογραφίας που έχει γραφτεί έως το 2019. Η παρουσίαση ξεκινά με το θεσμό του Επιθεωρητή από το 1834 έως το 1982 και αναπτύσσεται ο θεσμός του Σχολικού Συμβούλου από το 1982 μέχρι το 2018 και τέλος ο θεσμός του Συντονιστή Εκπαιδευτικού έργου όπως θεσμοθετήθηκε αρχές του 2018. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο σχολικό σύμβουλο στο ρόλο και τις αρμοδιότητες του. 1444 200 196 Vitamins are a group of compounds that are necessary for the human body, in small quantities, in order to remain healthy. These molecules can be consumed through the daily food intake and some of them through other sources. Vitamin D can be found in food and it can also be produced in lower skin layers of epidermis by UVB which is the reason why it is widely known as “the sunshine vitamin” (Wikipedia, Vitamin, 2001). From the early stages of embryonic life to the last decades of one’s life, vitamin D is essential as it is associated with the proper function of the intestine, bones and kidneys (Vander A, 2011). In recent years, scientists have discovered that there are some additional functions to this vitamin and that there is a correlation between vitamin D and the immune system, the pancreas as well as the reproductive system (testis, ovaries, endometrium, placenta and pituitary gland). Moreover, it has been found that Vitamin D Receptor (VDR) gene polymorphisms are related to female and male infertility, IVF outcome, endometriosis, pregnancy rates and embryo health. Last but not least, there is a link between vitamin D and semen quality and testosterone levels (Lerchbaum E, 2012). Οι βιταμίνες είναι μια ομάδα από οργανικές χημικές ενώσεις απαραίτητες για τον ανθρώπινο οργανισμό σε μικρές ποσότητες προκειμένου να παραμείνει υγιής. Τα απαραίτητα αυτά στοιχεία μπορούν είτε να προσληφθούν μέσω την τροφής είτε από άλλες πηγές. Πιο συγκεκριμένα, η βιταμίνη D μπορεί να καταναλωθεί από τρόφιμα, καθώς επίσης και να παραχθεί στα κατώτερα τμήματα του δέρματος με την βοήθεια της ηλιακής ακτινοβολίας UVB. Γι’αυτό συχνά αναφέρεται και ως «η βιταμίνη του ηλίου» (Wikipedia, Vitamin, 2001). Ήδη από την εμβρυική ηλικία μέχρι και τα τελευταία έτη της ζωής, η βιταμίνη αυτή είναι απαραίτητη για την ομαλή λειτουργία του εντέρου, των οστών και των νεφρών (Vander A, 2011). Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια φαίνεται να συσχετίζουν την βιταμίνη D με την ομαλή λειτουργία και άλλων συστημάτων όπως το ανοσοποιητικό καθώς και το αναπαραγωγικό. Επιπροσθέτως, έχει βρεθεί πως μεταλλάξεις στον υποδοχέα της βιταμίνης D (VDR) επηρεάζουν την γονιμότητα και στα δύο φύλα, σχετίζονται με την έκβαση της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, με την εμφάνιση ενδομητρίωσης, με τα ποσοστά κύησης καθώς και με την υγεία του εμβρύου. Τέλος, φαίνεται να σχετίζεται με την ποιότητα του σπέρματος και την επίπεδα τεστοστερόνης (Lerchbaum E, 2012). Λέξεις-κλειδιά: βιταμίνη D, αναπαραγωγικό σύστημα, υποβοηθούμενη αναπαραγωγή 1445 306 346 Ο ρόλος των ειδικών Ige αλλεργιογόνων (Rast tests) του ορού, στην παρακολούθηση παιδιατρικών ασθενών με δερματική αλλεργία Introduction: Skin allergy is defined as an abnormal immune response to food, drugs or bee or wasp sting. It can occur either as urticaria, ie as a single skin allergy with the onset of a rash, or as a combination of skin allergy and symptoms from other organs such as the respiratory, digestive and circulatory system where the disease is then called a systemic anaphylactic reaction or anaphylaxis. Aim : the aim of this thesis is to study the proportion of dermal allergenic agents in children, so that, according to the results of each factor, appropriate precautions are taken to facilitate the monitoring of patients by medical experts.Patients and method: To achieve this, 152 patients aged 0 to 12 years were tested. 79 patients were girls and 73 patients were boys, coming from the Pathology Clinics and Pulmonary Clinic of the University General Hospital of Alexandroupolis and from external doctors. Patients were studied mainly for the group that associated with skin allergens and some patients for combined groups from the list of allergens. The method that was used for determination of allergens called radio-immuno method (RAST test), and concerns the quantification of IgE antibodies to the specific allergen. Results: The majority of patients, 43%, presented intolerance to house dust on factors H1,H2, H3 and mites on factors D1 and D2. 40% of patients presented intolerance to various foods such as cow's milk to the factor F2, egg to the factors F1 (white) and F75 (saffron) and nuts to the factor F13. Finally, 15% of patients whose requested combination of skin and other allergens were found positive effects on the combined factors and 2% had negative values allergens that requested by clinicians. Conclusions: The identification of various types of allergens by RAST method is an accurate and sensitive test that helps in the diagnosis and proper treatment Εισαγωγή: Ο όρος δερματική αλλεργία, αναφέρεται στην εκδήλωση αλλεργικών συμπτωμάτων από το δέρμα ως αντίδραση σε τροφές, φάρμακα ή νυγμό μέλισσας ή σφήκας. Μπορεί να εμφανιστεί είτε ως κνίδωση δηλαδή ως μεμονωμένη δερματική αλλεργία με την εκδήλωση ενός εξανθήματος, είτε ως συνδυασμός δερματικής αλλεργίας και συμπτωμάτων από άλλα όργανα, όπως το αναπνευστικό, το πεπτικό και το κυκλοφορικό σύστημα όπου τότε η πάθηση ονομάζεται συστηματική αναφυλακτική αντίδραση ή αναφυλαξία. Σκοπός: Στην παρούσα διπλωματική εργασία γίνεται μελέτη του ποσοστού των παραγόντων δερματικών αλλεργιογόνων σε παιδιά, έτσι ώστε, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του κάθε παράγοντα, να ληφθούν οι κατάλληλες προφυλάξεις και να διευκολυνθεί η παρακολούθηση των ασθενών από ιατρούς ειδικούς. Ασθενεις και μέθοδοι: Για το σκοπό αυτό μελετήσαμε 152 ασθενείς ηλικίας από 0 έως 12 ετών. Τα 79 ήταν κορίτσια τα 73 αγόρια, προερχόμενα από τις Παθολογικές κλινικές και την Πνευμονολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης (ΠΓΝΑ) κατά κύριο λόγο και από εξωτερικούς ιατρούς με διαφόρους τύπους αλλεργικών αντιδράσεων. Οι ασθενείς μελετήθηκαν κυρίως για την ομάδα που σχετίζεται με τα δερματικά αλλεργιογόνα και μερικοί ασθενείς για συνδυασμένες ομάδες από την λίστα αλλεργιογόνων .Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον προσδιορισμό των αλλεργιογόνων αποκαλείται ραδιοαλλεργοπροσροφητική μέθοδος (RAST test) και αφορά την ποσοτικοποίηση των IgE αντισωμάτων για τα συγκεκριμένα αλλεργιογόνα. Αποτελέσματα: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών, 43%, παρουσίασαν δυσανεξία στην οικιακή σκόνη, τη γύρη και στα ακάρεα και εμφανίζουν κυρίως αλλεργία στους παράγοντες Η1, Η2, Η3 ( οικιακή σκόνη), D1, D2 (ακάρεα) και T9, W19 (γύρη). Ποσοστό των ασθενών, 40%, παρουσίασαν δυσανεξία σε διάφορες τροφές και εμφανίζουν κυρίως αλλεργία στους παράγοντες F2 (αγελαδινό γάλα), Π(ασπράδι αυγού) F75 (κρόκος αυγού) και F13 (ξηροί καρποί). Σε ένα ποσοστό 15% των ασθενών που ζητήθηκε συνδυασμός δερματικών και λοιπών αλλεργιογόνων βρέθηκαν θετικά ως προς τους συνδυασμένους παράγοντες και 2% εμφάνισαν αρνητικές τιμές στα αλλεργιογόνα που ζητήθηκαν από τους κλινικούς ιατρούς. Συμπεράσματα: Ο προσδιορισμός των διαφόρων τύπων αλλεργιογόνων με την μέθοδο RAST είναι μια ακριβής και ευαίσθητη εξέταση η οποία βοηθάει στην διάγνωση και την ορθή διαχείριση της νόσου. 1446 283 275 The aim of the present study, is to give information about the therapy through arts. We would like readers to indentify the therapeutic effect that creative expression has on a child’s life. Also, we would like readers to be sensitized about the heated issue of the arts in education. In particular, we focus on the therapeutic effect of arts at school especially of art therapy, drama therapy, in theater and play therapy, music therapy and eventually in dance therapy. The research incorporates the theoretical part, which is included in some chapters. In the first chapter, there is a clarification of the meaning of the art and follows its historical course from the palaiolithical time until today, and at the end of the chapter the importance of arts in human’s development and its therapeutic character is analyzed. In the next five chapters, there is a clear definition mainly of the meaning, the objective and the usefulness of art therapy, drama therapy, theatrical education, music therapy and dance therapy generally to the humans, especially to the child who is part of the school life. In the final chapter, is made a critic about the role of the arts in Greek schools and mainly in the curriculum. The importance of arts in education is highlighted and there is a reference to some efforts and programs which have been implemented to this end. A lot of bibliography, mostly Greek one than a foreign one, has been used in the study. Furthermore, scientific articles have been used which are available on the internet. The opinions and the researchers that have been included in the bibliography are relevant to everybody regardless of age, rather than a limited age group Σκοπός της παρούσας εργασίας, είναι να γίνει μια γνωριμία με τις θεραπείες μέσω της τέχνης. Επιθυμούμε οι αναγνώστες να αναγνωρίσουν την θεραπευτική ιδιότητα που έχει η δημιουργική έκφραση στη ζωή του παιδιού και να ευαισθητοποιηθούν σχετικά με το ακανθώδες ζήτημα της πλήρους και ουσιαστικής ένταξης των τεχνών στην εκπαίδευση. Πιο συγκεκριμένα, εστιάσαμε στην θεραπευτική επίδραση των τεχνών, κυρίως στο σχολείο και πιο συγκεκριμένα στην εικαστική θεραπεία, στη δραματοθεραπεία, στο θέατρο και στο θεατρικό παιχνίδι, στη μουσικοθεραπεία και τέλος στη χοροθεραπεία. Η εργασία αποτελείται από το θεωρητικό μέρος, το οποίο διακρίνεται από τα εξής κεφάλαια: Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μια αποσαφήνιση της έννοιας της ‘Τέχνης’, έπειτα ακολουθεί η ιστορική αναδρομή της, από την παλαιολιθική εποχή μέχρι την σύγχρονη και τέλος αναλύθηκε η σημασία που κατέχει στη ανάπτυξη του ανθρώπου και ο θεραπευτικός της χαρακτήρας. Στα επόμενα πέντε κεφάλαια, διατυπώνονται οι βασικές έννοιες, το αντικείμενο και η χρησιμότητα της εικαστικής θεραπείας, της δραματοθεραπείας, της θεατρικής αγωγής, της μουσικοθεραπείας και τέλος της χοροθεραπείας γενικά στον άνθρωπο και ειδικότερα στο παιδί που αποτελεί μέρος της σχολικής ζωής. Στο τελευταίο κεφάλαιο, γίνεται μια κριτική προσέγγιση της θέσης που κατέχουν οι τέχνες στο ελληνικό σχολείο και ειδικότερα στα Αναλυτικά προγράμματα. Τονίζεται η αναγκαιότητα της αξιοποίησης των τεχνών στους κόλπους της εκπαίδευσης και παραθέτονται κάποιες προσπάθειες και δράσεις που εφαρμόστηκαν για την επίτευξη αυτού του σκοπού. Για την συγγραφή της εργασίας, χρησιμοποιήθηκαν πολλές πηγές με κυρίαρχη την ελληνική βιβλιογραφία και σε μικρότερο βαθμό την ξενόγλωσση. Επίσης, αξιοποιήθηκαν και πηγές από επιστημονικά περιοδικά και άρθρα που είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο. Οι απόψεις και οι έρευνες που υπήρχαν στην βιβλιογραφία, απευθύνονταν σε ένα ευρύ κοινό και φάσμα ηλικιών και όχι σε μια συγκεκριμένη ομάδα 1447 221 265 Απομόνωση γαλακτικών βακτηρίων από το κεφίρ και αξιολόγηση τους στην παραγωγή προζυμιού και άρτου In the present research, a novel strain of Lactobacillus paracasei that was previously isolated from kefir grains and is characterized as potential probiotic strain was employed for sourdough production. Specifically, 4 bread were produced through liquid sourdoughs that were added in the following amounts: 10% w/w leavening with Lactobacillus paracasei (L1), 20% w/w leavening with Lactobacillus paracasei (L2), 10% w/w commercial yeast (W1) and 20 % w/w commercial yeast (W2). The produced sourdough breads were examined for physicochemical characteristics such as: pH, total titratable acidity (TTA), specific volume, and lactic and acetic acid concentration was determined. Additionally, through macroscopic observations and molecular analyses (PCR-DGGE analysis) the appearance of rope spoilage was examined. The outcome showed that sourdough breads produced with Lactobacillus paracasei exhibited similar physicochemical characteristics as breads produced with commercial sourdoughs (wild microflora). The most significant outcome was the rope spoilage appearance in the produced breads. Specifically, sourdough breads produced with Lactobacillus paracasei were spoiled in 12-13 day, approximately 5 days later than commercial sourdough breads. This finding may be justified through the higher concentrations of lactic and acetic acid determined in the respective sourdough breads (2,12-2,65g/Kg bread and 0,69-0,83g/Kg bread respectively). Likewise, Lactobacillus paracasei can be successfully applied for the production of sourdough bread, that can be preserved more than commercial sourdough breads regarding the appearance of rope spoilage Στην παρούσα ερευνητική εργασία χρησιμοποιήθηκε ένα νέο στέλεχος Lactobacillus paracasei το οποίο απομονώθηκε από κόκκους κεφίρ και δύναται να χαρακτηριστεί ως προβιοτικό για την παραγωγή άρτου με τη μέθοδο του προζυμιού. Ειδικότερα, παρασκευάσθηκαν 4 άρτοι με υγρά προζύμια σε προστιθέμενες ποσότητες: 10% w/w προζύμι με Lactobacillus paracasei (L1), 20% w/w προζύμι με Lactobacillus paracasei (L2), 10% w/w εμπορικό προζύμι (W1) και 20% w/w εμπορικό προζύμι (W2). Εξετάστηκαν τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά των άρτων όπως: pΗ, ολικά τιτλοδοτούμενη οξύτητα (ΤΤΑ) και ειδικός όγκος του άρτου και προσδιορίστηκε η συγκέντρωση του γαλακτικού και οξικού οξέος. Επιπρόσθετα, διεξήχθησαν μακροσκοπικές παρατηρήσεις και μοριακές αναλύσεις (PCR-DGGE) όσον αφορά την εμφάνιση της σχοινώδους αλλοίωσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι άρτοι που παρήχθησαν με προζύμι που είχε προετοιμαστεί με Lactobacillus paracasei είχαν παρόμοια φυσικοχημικά χαρακτηριστικά συγκριτικά με τους άρτους που είχαν παραχθεί με εμπορικό προζύμι. Το πιο αξιοσημείωτο εύρημα είχε να κάνει με την εμφάνιση σχοινώδους αλλοίωσης. Ειδικότερα, οι άρτοι που παρήχθησαν με προζύμι που είχε προετοιμαστεί με Lactobacillus paracasei εμφάνισαν σχοινώδη αλλοίωση την 12-13η ημέρα δηλαδή 5 περίπου ημέρες αργότερα από ότι οι άρτοι που είχαν παραχθεί με εμπορικό προζύμι. Αυτό αποδεικνύει ισχυρότερη μικροβιακή θωράκιση των άρτων στην συγκεκριμένη περίπτωση, κάτι που ίσως να οφείλεται στην μεγαλύτερη προσδιοριζόμενη συγκέντρωση γαλακτικού και οξικού οξέος σε αυτά τα προζύμια (2,12-2,65g/Kg άρτου και 0,69-0,83g/Kg άρτου αντίστοιχα). Εν κατακλείδι, το νέο στέλεχος Lactobacillus paracasei μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιτυχημένα για την παραγωγή άρτου, ο οποίος μπορεί να συντηρηθεί περισσότερο από άρτους που έχουν παραχθεί με εμπορικά προζύμια αναφορικά με την εμφάνιση σχοινώδους αλλοίωσης 1448 120 109 In this study we tried to retrospect across the years, from the 5th Century B.C. in Ancient Greece until today, the events which influenced and determined the structure of the Elementary Education of Greece. Simuntaneously, we analysed the historical evolution of the Element Education, from the Middle Ages until recently in the Federal Republick of Germany. To be more specific, we studied the reformations between the two countries, which affected the Elementary School and the educational field, in general. Furthermore, we perused in detail, the Educational System between these two countries in modern times, based on the special arrangements of each one. This study was completed with the comparative approach of Elementary Education between Greece and German in these periods Με την παρούσα μελέτη πραγματοποιούμε μια ιστορική αναδρομή από την Αρχαία Ελλάδα του 5ου αιώνα π.Χ. μέχρι τη σημερινή εποχή, στα γεγονότα που συνέβαλαν στη δομή της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Ελλάδας. Παράλληλα διερευνήσαμε τις ιστορικές εξελίξεις της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης από το Μεσαίωνα αιώνα μέχρι και σήμερα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Αναλυτικά, μελετήσαμε τις μεταρρυθμίσεις των δύο χωρών που αφορούν τη στοιχειώδη εκπαίδευση αλλά και γενικότερα το εκπαιδευτικό τοπίο. Επιπλέον, εξετάσαμε αναλυτικά το εκπαιδευτικό σύστημα των δύο χωρών στη σημερινή εποχή, δίνοντας βαρύτητα στους ιδιαίτερους κανονισμούς κάθε χώρας . Η εργασία ολοκληρώθηκε με τη συγκριτική προσέγγιση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη Γερμανία και στην Ελλάδα, αναφορικά με τη σύγχρονη εποχή 1449 141 175 Τρόποι διδασκαλίας παιδικών τραγουδιών σε παιδιά ηλικίας πέντε-έξι χρόνων This Thesis deals with the theoretical study and teaching modes childhood song. Studied the concept of music education and special contribution to the intellectual development of children in kindergarten. It also presents the Interdisciplinary Curriculum Framework (DEPPS) regarding music education, and the role of the teacher. Carry out a listing of the most classic and widespread music educational methods and systems, and studied the teaching of music, the approach to childhood song interdisciplinary way, but with the method of educational action plan (Project). In addition, it presents the development stages of song to the children, strategies and theories for the teaching of singing and teaching process and criteria for the selection of appropriate songs for teaching. Finally, they suggested musical activities, which are related to the teaching of children's song and include movement, rhythm, orchestration, choir, musical instruments and creative expression. Η παρούσα Πτυχιακή εργασία πραγματεύεται τη θεωρητική μελέτη και τους τρόπους διδασκαλίας του παιδικού τραγουδιού σε παιδιά ηλικίας 5-6 χρονών, καθώς σε αυτή την ηλικία τα παιδιά αναπτύσσεται η μουσική τους αντίληψη και μπορούν να κατανοήσουν τις μουσικές έννοιες. Μελετάται η έννοια της μουσικής αγωγής και η ιδιαίτερη προσφορά της στην πνευματική ανάπτυξη των παιδιών στο νηπιαγωγείο. Επίσης, παρουσιάζεται το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) αναφορικά με τη μουσική εκπαίδευση, αλλά και ο ρόλος του εκπαιδευτικού. Πραγματοποιείται παράθεση των πιο κλασσικών και διαδεδομένων μουσικοπαιδαγωγικών μεθόδων και συστημάτων και μελετάται η διδακτική της μουσικής, η προσέγγιση του παιδικού τραγουδιού με διαθεματικό τρόπο, αλλά και με τη μέθοδο του σχεδίου εκπαιδευτικής δράσης (Project). Επιπλέον, παρουσιάζονται τα στάδια ανάπτυξης του τραγουδιού στα παιδιά, στρατηγικές και θεωρίες για τη διδασκαλία του τραγουδιού και την εκπαιδευτική διαδικασία και τα κριτήρια επιλογής των κατάλληλων τραγουδιών για διδασκαλία. Τέλος, προτείνονται μουσικές δραστηριότητες, οι οποίες σχετίζονται με τη διδασκαλία του παιδικού τραγουδιού και περιλαμβάνουν κίνηση, ρυθμό, ενορχήστρωση, χορωδία, μουσικά όργανα και δημιουργική έκφραση. 1450 223 212 Teaching Ancient Greek literature from translation in middle high school with the use of drama techniques Η διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας από μετάφραση στο Γυμνάσιο με την αξιοποίηση των θεατρικών τεχνικών In the present study, the teaching of the Ancient Greek literature from translation is being studied by using the Pedagogy of the Theater, which according to research creates conditions of active and exploratory learning in the teaching of literary courses, changing the role of students and teachers. At the same time, it is possible to create favorable conditions for the understanding and interpretation of the texts, but also an experiential environment capable of increasing pupils' participation in the teaching process, in order to communicate directly and creatively with the texts according to their personal experience horizon. All of the above are a basic aim of this work and are pursued through the teaching of Iliad's excerpts in middle high school using drama techniques. It is a qualitative research with research method of research action. From the results of the research it was realized that drama techniques increased the interest and the participation of the students in the Iliad lesson and through exploratory, experiential and collaborative activities the students were led to the understanding of the excerpts taught. At the same time, through comparisons with their experiences from the present day and their personal experience, they found the actuality of the text, changing their perspective on the lesson. Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας μελετάται η διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας από μετάφραση με την αξιοποίηση της Παιδαγωγικής του Θεάτρου, η οποία σύμφωνα με έρευνες δημιουργεί συνθήκες ενεργητικής και διερευνητικής μάθησης στη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων, μεταβάλλοντας τον ρόλο μαθητών και εκπαιδευτικού. Παράλληλα, είναι δυνατόν να διαμορφώσει ευνοϊκές συνθήκες για την κατανόηση και ερμηνεία των κειμένων αλλά και ένα βιωματικό περιβάλλον, ικανό να αυξήσει τη συμμετοχή των μαθητών στη διδακτική διαδικασία, προκειμένου να επικοινωνήσουν άμεσα και δημιουργικά με τα κείμενα, σύμφωνα με τον προσωπικό ορίζοντα εμπειριών τους. Όλα τα παραπάνω αποτελούν βασικό σκοπό της παρούσας εργασίας και επιδιώκονται μέσα από τη διδασκαλία αποσπασμάτων της Ιλιάδας στη Β΄ Γυμνασίου με τη χρήση θεατρικών τεχνικών. Πρόκειται για μια ποιοτική έρευνα με βασική ερευνητική μέθοδο την έρευνα-δράση. Από τα αποτελέσματα της έρευνας έγινε αντιληπτό ότι οι θεατρικές τεχνικές αύξησαν το ενδιαφέρον και τη συμμετοχή των μαθητών στο μάθημα της Ιλιάδας και μέσα από διερευνητικές, βιωματικές και ομαδοσυνεργατικές δραστηριότητες, οι μαθητές οδηγήθηκαν στην κατανόηση των αποσπασμάτων που διδάχθηκαν. Την ίδια στιγμή, μέσα από συγκρίσεις με εμπειρίες τους από τη σημερινή εποχή αλλά και το προσωπικό τους βίωμα, διαπίστωσαν την επικαιρότητα του κειμένου, μεταβάλλοντας την οπτική τους για το μάθημα. 1451 330 325 Παροδική σφαιρική αμνησία και συσχέτιση με την παθολογία των εγκεφαλικών αγγείων Transient global amnesia (TGA) is a disease of unknown cause. The clinical picture lasts up to 24 hours and is characterized by transient prospective and retrospective amnesia with neither disturbances of the level of consciousness nor focal neurologic semiology. High signal, at MRI DWI, in CA1 area of the hippocampus, as a manifestation of dysfunction of this area, is a very common finding. Caplan first formulated the diagnostic criteria of TGA, which Hodges and Warlow, and subsequently Quinette et al. later analysed and certified. Various theories have been proposed about its etiology, including pathology of the cerebral arteries and veins. One hypothesis suggests the mechanism of vein congestion, as a result of jugular veins valvular insufficiency. In this case the main predisposing factor is the Valsalva mechanism. This hypothesis is supported by the neuroimaging findings of the diffusion weighted sequence of the brain and color duplex. Additionally, perhaps, the peculiar anatomy of the hippocampal vessels creates the condition for TGA to manifest, under the influence of predisposing factors. At the onset of the condition, in almost 90% of patients, there is transient disturbance in the MRI DWI of the hippocampus. These neuroimaging findings are absent after two weeks, as are findings from the T2 and FLAIR sequences.However, these neuroimaging findings are not absolutely compatible with stroke pathology. Patients with TGA when compared to the general population seem to have the same risk of having a future stroke. Also, patients with TGA do not appear to have the same risk factors as those with ischemic stroke. Despite the various proposed theories, TGA remains a disease of unknown cause. It is not known if the variations of the hippocampal vessels play any role in the manifestation of TGA in some patients. Furthermore, the constant imaging finding of diffusion disorders in MRI-DWI could be used for the existing diagnostic criteria to be modified and updated.Since transient global amnesia does not seems to be associated with stroke pathology, secondary prevention is not currently indicated. Η Παροδική σφαιρική αμνησία (transient global amnesia, TGA) είναι μία νόσος άγνωστης αιτιολογίας. Η διάρκειά της είναι το ανώτερο 24 ώρες. Χαρακτηρίζεται από διαταραχές της προδρομικής και της ανα-δρομικής μνήμης χωρίς διαταραχές του επιπέδου συνείδησης ή εστιακής νευρολογικής σημειολογίας. Παρατηρείται δυσλειτουργία της CA1 περιοχής του ιπποκάμπου, όπου διαπιστώνονται διαταραχές διάχυσης στην MRI DWI.Ο Caplan διατύπωσε τα διαγνωστικά κριτήρια, τα οποία οι Hodges και Warlow, και ακολούθως οι Quinette et al. τα ανέλυσαν και τα πιστοποίησαν. Έχουν εκφραστεί διάφορες θεωρίες για την αιτιολογία της, μεταξύ των οποίων η παθολογία των εγκεφαλικών αρτηριών και φλεβών. Μία υπόθεση προτάσσει το μηχανισμό της φλεβικής συμφόρησης, ως αποτέλεσμα βαλβιδικής ανεπάρκειας των σφαγίτιδων φλεβών. Σ'αυτήν την υπόθεση, κύριος προδιαθεσικός παράγοντας είναι ο μηχανισμός Valsalva. Αυτή η υπόθεση ενισχύεται από τα αποτελέσματα της νευροαπεικόνισης, μέσω της ακολουθίας διάχυσης στη μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και από τη διενέργεια έγχρωμου duplex Επίσης, ίσως, η ιδιαίτερη ανατομική των αγγείων του ιπποκάμπου να δημιουργεί τις προϋποθέσεις, υπό την επίδραση προδιαθεσικών παραγόντων, να εκδηλώνεται η TGA. Απεικονιστικά, τις πρώτες ημέρες, σχεδόν στο 90% των ασθενών, παρατηρείται παροδική διαταραχή στις ακολουθία διάχυσης. Αυτά τα ευρήματα σε επανέλεγχο, μετά από 2 εβδομάδες απουσιάζουν, όπως και ευρήματα από τις ακολουθίες Τ2 και FLAIR. Ωστόσο, αυτά τα απεικονιστικά ευρήματα δεν είναι συμβατά με την παθολογία των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων. Παράλληλα φαίνεται ότι ο κίνδυνος πρόκλησης αγγειακού εγκεφαλικού είναι ο ίδιος μεταξύ των ασθενών με TGA και το γενικό πληθυσμό. Επίσης, οι ασθενείς με TGA δεν έχουν τους ίδιους παράγοντες κινδύνου που εμφανίζουν οι ασθενείς με ισχαιμικό αγγειακό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο.Παραμένει, οπότε, σχετικά άγνωστης αιτιολογίας χωρίς να γνωρίζουμε αν οι παραλλαγές στην αιμάτωση του ιπποκάμπου συνεισφέρουν στην εμφάνιση TGA. Το σταθερό απεικονιστικό εύρημα των διαταραχών διάχυσης στην MRI-DWI, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ώστε να τροποποιηθούν τα υπάρχοντα διαγνωστικά κριτήρια και να επικαιροποιηθούν.Εφόσον, η παροδική σφαιρική αμνησία δεν φαίνεται να σχετίζεται με την παθολογία των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων, δεν ενδείκνυται η δευτερογενής πρόληψη. 1452 271 300 Nowadays, the development of medical science, provides the possibility of artificially extending the life of Intensive Care Unit (I.C.U.) patients suffering from terminal diseases at their final stages. This possibility rises various moral and legal issues, particularly the patient’s right to pursue death with dignity, according to his personal beliefs, and determine its time and process, by denying treatment or seeking assistance to end his life/execution from a third party, in order to seek relief from painful disease symptoms. The patient, his family and the medical staff, especially in the I.C.U. environment, are often involved in this end of life decision making and encounter dilemma, concerning the introduction of a treatment. Bioethics deals with this dilemma, consisted of four principles: a) respect for autonomy, b) beneficence), c) non maleficence and d) justice. These principles promote the withholding or withdrawing of a futile treatment into moral and medical recognized practice and the introduction of palliative care into healthcare provider’s duty and legal obligation. Furthermore, these principles establish the patient’s consent as a necessary condition for every medical act, and according to legislation, after the patient is fully and understandably informed. In case the patient is not capable of giving his consent, due to his health status, advanced directives should determine his medical treatment, provided that all the legal conditions for his will’s validity and authenticity are met, as already occurred in some European States and the U.S.A. The Greek legal framework forbids and punishes most of euthanasia forms, thus it needs further legislative measures, in order to ensure that the introduction of a futile treatment is not worse than the disease itself. Η ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης παρέχει πλέον την δυνατότητα τεχνητής παράτασης της ζωής ασθενών που νοσηλεύονται στη Μ.Ε.Θ. και βρίσκονται στο καταληκτικό στάδιο ανίατης ασθένειας. Η δυνατότητα αυτή εγείρει ηθικά και νομικά ζητήματα, ιδιαιτέρως δε την ύπαρξη δικαιώματος του ασθενούς να επιδιώξει έναν αξιοπρεπή κατά τον ίδιο θάνατο και να επιλέξει τον τρόπο και τον χρόνο επέλευσής του, με το να αρνηθεί μια θεραπεία ή να αιτηθεί την συνδρομή ή εκτέλεση της θανάτωσής του από τρίτο πρόσωπο, με σκοπό ν’ ανακουφισθεί από τα αλγεινά συμπτώματα που βιώνει λόγω της ασθένειας. Ο ασθενής, οι οικείοι του αλλά και το ιατρικό προσωπικό, ιδιαιτέρως στον χώρο της Μ.Ε.Θ., έρχονται αντιμέτωποι με τις αποφάσεις περί του τέλους της ζωής και τα σχετικά διλήμματα που επάγονται ως προς την εφαρμογή μιας θεραπείας. Τα διλήμματα αυτά πραγματεύεται η Βιοηθική, η οποία διαπνέεται από τέσσερις βασικές αρχές και συγκεκριμένα: α)τον σεβασμό της αυτονομίας του ανθρώπου, β)ωφελέειν, γ)μη βλάπτειν και δ)δικαιοσύνη. Οι αρχές αυτές αναδεικνύουν την μη κλιμάκωση ή την απόσυρση μιας ανώφελης θεραπείας σε ηθικά και ιατρικά δόκιμες πρακτικές ως και την χορήγηση παρηγορητικής αγωγής σε καθήκον και νόμιμη υποχρέωση των ιατρών. Περαιτέρω, οι αρχές αυτές καθιστούν την συναίνεση του ασθενούς απαραίτητη προϋπόθεση διενέργειας κάθε ιατρικής πράξης, και μάλιστα, όπως κάνει δεκτό ο νομοθέτης, κατόπιν πλήρους και κατανοητής ενημέρωσής του. Στην περίπτωση δε, που ο ασθενής δεν είναι σε θέση να συναινέσει, λόγω της κατάστασης του, οι προγενέστερες εκφρασθείσες επιθυμίες του δέον όπως ορίζουν την ιατρική του μεταχείριση, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, τήρησης όλων των νόμιμων όρων για την εγκυρότητα και γνησιότητά τους, όπως συμβαίνει σε κάποια ευρωπαϊκά κράτη και τις Η.Π.Α. Η ελληνική έννομη τάξη απαγορεύει και τιμωρεί τις περισσότερες μορφές ευθανασίας και βεβαίως, χρήζει περαιτέρω νομοθετικής ρύθμισης, ούτως ώστε η ανώφελη θεραπεία να μην καθίσταται χειρότερη από την ασθένεια, επιτείνοντας την επιθανάτια αγωνία του ασθενούς. 1453 353 371 The prevalence of obesity is rising and has taken the form of an epidemic all over the world. More and more women with increased BMI have either primary or secondary infertility. Numerous reports associate obesity with negative fertility results. Age is known to exert the strongest effect on fertility and obstetric effects. The combination of advanced age and increasing BMI has a negative effect on the success of fertility. Obesity has a negative impact on all systems, including reproductive health. Fertility rates throughout the developed world are in decline. The prevalence of obesity in infertile women and men is high and it is now known that there is a causal relationship between obesity and infertility. Overweight and obese men have lower quality sperm and a worse outcome in trying to obtain an offspring. Male obesity is implicated in causing changes in concentration, total number, mobility, vitality, sperm morphology, seminal DNA fragmentation, and reduced acrosomal response. Overweight women have a higher incidence of menstrual malfunctions and anovulation. The rates of conception, rates of miscarriage, and pregnancy complications are increasing in these women. They have lower reproductive effects both after natural conception and after using assisted reproductive technologies, such as ovulation induction, in vitro fertilization / intracytoplasmic sperm infusion (IVF / ICSI), and egg donation. Obesity has a negative impact on pregnancy and is associated with an increased risk of miscarriage, gestational diabetes and hypertension. Preeclampsia rates have increased, as is the need for induction of labor and, consequently, invasive deliveries and cesarean sections. Postpartum bleeding rates are elevated in obese women. Complications from anesthesia increase significantly, as well as post-operative morbidity, and greater hospitalization in this population. Finally, there is an increased risk of venous thromboembolism and maternal mortality. Obese-born infants are at increased risk of being premature, infants with high or low birth weight, macrosomia, congenital abnormalities, neonatal death, and hypoglycemia, and are at increased risk of developing metabolic syndrome and developing neurodevelopmental problems. It is important that there are many factors that affect fertility and very few of them are modifiable. Weight loss has beneficial effects on reproductive performance in these patients. Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας αυξάνεται και έχει πάρει μορφή επιδημίας σε όλο τον κόσμο. Όλο και περισσότερες γυναίκες με αυξημένο ΔΜΣ παρουσιάζουν είτε πρωτογενή είτε δευτερογενή υπογονιμότητα. Πληθώρα αναφορών συσχετίζουν την παχυσαρκία με αρνητικά αποτελέσματα στη γονιμότητα. Η ηλικία είναι γνωστό ότι ασκεί την ισχυρότερη επίδραση στη γονιμότητα και τις μαιευτικές συνέπειες. Ο συνδυασμός της προχωρημένης ηλικίας και του αυξανόμενου ΔΜΣ ασκεί αρνητική επίδραση στην επιτυχία της σύλληψης. Η παχυσαρκία έχει αρνητικές επιδράσεις σε όλα τα συστήματα, συμπεριλαμβανομένης της αναπαραγωγικής υγείας. Τα ποσοστά γονιμότητας σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο είναι σε πτώση. Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας σε υπογόνιμες γυναίκες και άνδρες είναι υψηλός και είναι γνωστό πλέον ότι υπάρχει αιτιολογική σχέση μεταξύ της παχυσαρκίας και της υπογονιμότητας.Υπέρβαροι και παχύσαρκοι άνδρες έχουν κατώτερης ποιότητας σπέρμα και δυσμενέστερη έκβαση στην προσπάθεια απόκτησης απογόνων. Η ανδρική παχυσαρκία ενοχοποιείται για την πρόκληση μεταβολών στη συγκέντρωση, τον συνολικό αριθμό, την κινητικότητα, τη ζωτικότητα, τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων, τον κατακερματισμό του DNA του σπέρματος και τη μειωμένη ακροσωμιακή αντίδραση. Υπέρβαρες γυναίκες έχουν μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης δυσλειτουργιών της έμμηνου ρύσης και ανωοθυλακιορηξία. Τα ποσοστά σύλληψης, ποσοστά αποβολών, και των επιπλοκών της εγκυμοσύνης αυξάνονται σε αυτές τις γυναίκες. Έχουν χαμηλότερα αναπαραγωγικά αποτελέσματα τόσο μετά από φυσική σύλληψη όσο και μετά τη χρήση των τεχνολογιών της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως πρόκληση της ωορρηξίας, in vitro γονιμοποίηση / ενδοκυτταροπλασματική έγχυση σπερματοζωαρίων (IVF / ICSI), και δωρεά ωαρίων. Η παχυσαρκία έχει αρνητικό αντίκτυπο στην εγκυμοσύνη και συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αποβολής, διαβήτη κύησης και υπέρταση. Τα ποσοστά προεκλαμψίας αυξήθηκαν, όπως επίσης η ανάγκη για πρόκληση του τοκετού και, κατά συνέπεια, οι επεμβατικοί τοκετοί και οι καισαρικές τομές. Τα ποσοστά αιμορραγίας μετά τον τοκετό είναι αυξημένα σε παχύσαρκες γυναίκες. Οι επιπλοκές από την αναισθησία αυξάνονται σημαντικά, όπως επίσης η μετεγχειρητική νοσηρότητα, και μεγαλύτερη νοσηλεία σε αυτόν τον πληθυσμό. Τέλος, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος φλεβικής θρομβοεμβολής και μητρικής θνησιμότητας. Τα γεννηθέντα από παχύσαρκους γονείς νεογνά έχουν αυξημένο κίνδυνο να είναι πρόωρα, νεογνά με υψηλό ή χαμηλό βάρος γέννησης, μακροσωμία, συγγενείς ανωμαλίες, νεογνικό θάνατο και υπογλυκαιμία, ενώ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης μεταβολικού συνδρόμου και εμφάνισης νευροαναπτυξιακών προβλημάτων. Αξίζει να σημειωθεί, πως υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τη γονιμότητα και πολύ λίγοι από αυτούς είναι τροποποιήσιμοι. Η απώλεια βάρους δρα ευεργετικά στα αναπαραγωγικά αποτελέσματα σε αυτούς τους ασθενείς. 1454 16 13 Pilot study of torrents settlement associated with the fire in the island of Chios on 2012 Πρότυπη μελέτη διευθέτησης χειμάρρων μετά απο την πυρκαγιά του 2012 στη Νήσο Χίο 1455 126 134 This thesis focuses on the phenomenon of diversity in children's literature, having animals as protagonists. The purpose of this study is to depict the different forms of diversity in children's books and also to search for the existence of stereotypes - if any - and whether they are deconstructed. So, nine children's picture books were chosen and were categorized, depending on the form of otherness being represented. Moreover, stories were analyzed on the levels language and ideology. Pictures accοmpanying the stories were also analyzed whenever that was deemed necessary. The analysis showed a dominant trend of the authors attempting to create a positive outlook of the “other person”. Last but not least, we observed an effort targetted to enhancing idividual uniqueness and undermining the racist ideology. Αντικείμενο της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι το θέμα της ετερότητας στην παιδική λογοτεχνία με ήρωες ζώα. Στόχος της εργασίας ορίστηκε η ανάδειξη των διαφόρων μορφών ετερότητας που συναντά κανείς στα βιβλία της λογοτεχνίας για παιδιά αλλά και αν και κατά πόσο είναι εφικτή η αποδόμηση των στερεοτύπων που αντικατοπτρίζονται στα τελευταία. Επιλέξαμε, λοιπόν, εννιά εικονογραφημένα παιδικά βιβλία, τα οποία τα χωρίσαμε σε ορισμένες κατηγορίες, ανάλογα με την μορφή της ετερότητας την οποία αντιπροσώπευαν. Επίσης, μελετήσαμε τις ιστορίες σε δύο επίπεδα, αυτό της Γλώσσας και αυτό της Ιδεολογίας και όπου χρειάστηκε μελετήσαμε και τις εικόνες που συνόδευαν το κείμενο. Από την ανάλυση μας αυτή φανερώθηκε μια κυρίαρχη τάση των συγγραφέων των παιδικών βιβλίων, να δημιουργήσουν στο παιδί-αναγνώστη μία θετική εικόνα για το διαφορετικό, να ενισχύσουν την μοναδικότητα του καθενός και να υπονομεύσουν την ρατσιστική ιδεολογία. 1456 507 512 Effective classroom managment, primary education teachers' point of view: Απόψεις και στάσεις των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για την αποτελεσματική διαχείριση σχολικής τάξης: Classroom management constitutes an issue, which has gained great value and importance as time passes in the field of education. The reason is that, first of all, classroom management is one of the biggest problems that new in-service teachers have to encounter and secondly, there are only a few educators who are dealing with this issue. Thirdly, classroom management is a minor matter in teacher educating programs. Throughout all these, a question is rising: What makes classroom management effective? Due to those reasons, this study aims to investigate theoretically and empirically the views and the attitudes of teachers of elementary schools concerning effective classroom management. Regarding the theoretical part of this study, there is a reference to the concept of “classroom management”. Then, there is an attempt to find the factors that contribute to a successful classroom management as well as to find strategies which substantially help teachers to implement those factors successfully. Lastly, there is a presentation of the views and the attitudes of teachers as they have been outlined by other relevant studies until today. With regard to the empirical investigation of the subject, we describe the gathering, the analysis and the interpretation of the data, which were selected from 127 in-service teachers of elementary schools of the city of Corfu with the questionnaire as research tool. To be more specific, we explored the following: a) the importance of classroom management to the teachers, b) teachers’ views concerning the prism through which they deal with classroom management, c) teachers’ views concerning the factors that contribute to an effective classroom management, d) the frequency in which teachers implement specific classroom management strategies, e) teachers’ satisfaction from the way they manage their classroom, f) the principal’s influence on the way teachers manage their classroom and g) the sources that influence the way teachers manage their classroom. Through the findings of the present study, there is an indication that classroom management is an essential part of the educational process for the teachers of elementary schools. They believe that the discussion between the teacher and their students helps the second to be more responsible as far as school responsibilities are concerned. This view represents a classroom management approach that is defined by a medium degree of intervention by the teacher. They, also, claim that the most important factor that contributes to a more successful classroom management is the teacher’s personality and more specifically, the respect and the concern that the teacher shows to their students. According to this view, the strategy that teachers use the most frequently to manage their classroom effectively is that they prefer to show their concern to their students. Obviously, there is a correspondence between the views and the attitudes of teachers concerning effective classroom management, from which they seem to derive a rewarding amount of satisfaction. All those classroom management strategies they implement are their own, even if the principal provides them with specific guiding lines, and they are the result of their own experience Η διαχείριση σχολικής τάξης συνιστά ένα ζήτημα το οποίο με την πάροδο των χρόνων έχει αποκτήσει ιδιαίτερη αξία και βαρύτητα στον εκπαιδευτικό κόσμο. Αυτό συμβαίνει, διότι πρώτον, αποτελεί ένα από τα βασικότερα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι νέοι εκπαιδευτικοί της πράξης, δεύτερον, λίγοι είναι οι ερευνητές που έχουν ασχοληθεί με αυτό το θέμα και τρίτον, τα προγράμματα προετοιμασίας και εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών θέτουν αυτό το ζήτημα σε δεύτερη μοίρα. Εγείρεται, με αυτόν τον τρόπο, το εξής ερώτημα: Τι είναι εκείνο που καθιστά τη διαχείριση σχολικής τάξης αποτελεσματική; Για αυτούς, λοιπόν, τους λόγους η παρούσα εργασία αποσκοπεί να διερευνήσει σε θεωρητικό και εμπειρικό επίπεδο τις απόψεις και τις στάσεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την αποτελεσματική διαχείριση σχολικής τάξης. Πιο αναλυτικά, στο θεωρητικό μέρος της παρούσας εργασίας γίνεται αναφορά στην έννοια «διαχείριση σχολικής τάξης». Στη συνέχεια, διερευνώνται οι παράγοντες που την καθιστούν περισσότερο αποτελεσματική, καθώς επίσης και οι στρατηγικές εκείνες που μπορούν να βοηθήσουν τον εκπαιδευτικό να θέσει σε εφαρμογή αυτούς τους παράγοντες με επιτυχία. Τέλος, αναφέρονται οι απόψεις και οι στάσεις των εκπαιδευτικών, όπως έχουν σκιαγραφηθεί από τις έρευνες που έχουν λάβει χώρα μέχρι σήμερα. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας, πραγματοποιήθηκε η συλλογή, ανάλυση και ερμηνεία των δεδομένων που συγκεντρώθηκαν με ερευνητικό εργαλείο το ερωτηματολόγιο από 127 εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού Κέρκυρας. Συγκεκριμένα, διερευνήθηκαν τα εξής: α) η βαρύτητα που δίνεται από τους εκπαιδευτικούς στο ζήτημα της διαχείρισης σχολικής τάξης, β) οι απόψεις των εκπαιδευτικών σχετικά με το στυλ διαχείρισης σχολικής τάξης που επιλέγουν να υιοθετήσουν, γ) οι απόψεις των εκπαιδευτικών αναφορικά με τους παράγοντες που καθιστούν αποτελεσματική τη διαχείριση σχολικής τάξης, δ) η συχνότητα με την οποία οι εκπαιδευτικοί εφαρμόζουν ορισμένες στρατηγικές διαχείρισης σχολικής τάξης, ε) η ικανοποίηση των εκπαιδευτικών από τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τη σχολική τους τάξη, στ) η επιρροή του διευθυντή σχολικής μονάδας στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται οι εκπαιδευτικοί την τάξη τους και ζ) οι πηγές επιρροής των εκπαιδευτικών αναφορικά με τον τρόπο διαχείρισης σχολικής τάξης. Μέσα από τα ευρήματα της έρευνας, αναδεικνύεται ότι για τους εκπαιδευτικούς η διαχείριση σχολικής τάξης είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Θεωρούν ότι η συζήτηση του εκπαιδευτικού με τους μαθητές του τους βοηθά να είναι υπεύθυνοι στις υποχρεώσεις του σχολείου, ακολουθούν δηλαδή μία προσέγγιση διαχείρισης σχολικής τάξης που δεν είναι ιδιαίτερα παρεμβατική. Κατά την άποψή τους, ο παράγοντας που καθιστά τη διαχείριση σχολικής τάξης αποτελεσματική είναι η προσωπικότητα του εκπαιδευτικού και συγκεκριμένα, ο σεβασμός και το ενδιαφέρον που δείχνει ο εκπαιδευτικός στους μαθητές του. Κατά ανάλογο τρόπο, οι εκπαιδευτικοί πιο συχνά από οποιαδήποτε άλλη στρατηγική διαχείρισης σχολικής τάξης επιλέγουν να δείχνουν ενδιαφέρον στους μαθητές τους. Υπάρχει, δηλαδή, αντιστοιχία ανάμεσα στις απόψεις και στις στάσεις των εκπαιδευτικών για την αποτελεσματική διαχείριση σχολικής τάξης, από την οποία οι εκπαιδευτικοί φαίνεται ότι είναι αρκετά ικανοποιημένοι. Όλες οι στρατηγικές διαχείρισης σχολικής τάξης που επιστρατεύονται είναι δικές τους, ακόμη και στην περίπτωση που ο διευθυντής της σχολικής τους μονάδας τους παρέχει συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές και στη διαμόρφωσή τους συνέβαλε, κατά κύριο λόγο, η εμπειρία των εκπαιδευτικών 1457 205 204 Η θέση και τα ηθικά διλήμματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας σε σχέση με την αποτέφρωση The cremation of the human body, is for many, an expressed desire of the body's decomposition method after their death. This option is usu-ally the result of cultural-religious, and not only, perceptions, while its ratification by the proponents of the burning of the dead, is based on arguments which they raise. The Orthodox Church, on the other hand, projecting to the total burial against that of the cremation of the dead body, refuses to consent to this practice because it is incompatible with the Christian faith and its theology contained therein. This whole atti-tude of the church, is also the one that actually raises the moral dilem-mas and concerns about the cremation of the bodies. However, these scruples are not only expressed on the part of the Orthodox Church, but there are also environmental, historical, medical psychological and other reasons that advocate on this. The church, addressing to its members, respecting at the same time the freedom and the choices of the individual, expresses its view and position on this issue. Meanwhile, it expresses its arguments in defense of the correctness of its negative attitude towards the burning of the dead, but also in response to the objections raised by the supporters of this perception. Η αποτέφρωση του ανθρώπινου σώματος αποτελεί για πολλούς μια εκπεφρασμένη επιθυμία του τρόπου αποσύνθεσης του σώματος μετά τον θάνατό τους. Η επιλογή αυτή συνήθως είναι απόρροια θρησκευ-τικοπολιτιστικών και όχι μόνο αντιλήψεων, ενώ η επικύρωσή της από τους υπέρμαχους της καύσης των νεκρών στηρίζεται σε επιχειρήματα τα οποία και προβάλλουν. Η Ορθόδοξη Εκκλησία από την άλλη πλευ-ρά, προβάλλοντας την ολόσωμη ταφή έναντι της αποτέφρωσης του νεκρού σώματος, αρνείται να συγκατατεθεί στην πρακτική αυτή, διότι δεν συμβαδίζει με την χριστιανική πίστη και την εμπεριεχομένη σε αυτή θεολογία της. Η όλη αυτή στάση της εκκλησίας είναι και αυτή που προβάλλει ουσιαστικά τα ηθικά διλήμματα και τους προβληματι-σμούς για την αποτέφρωση των σωμάτων. Οι ενδοιασμοί όμως αυτοί δεν εκφράζονται μόνο από την πλευρά της Ορθόδοξης Εκκλησίας αλλά λόγοι περιβαλλοντολογικοί, ιστορικοί, ιατρικοί, ψυχολογικοί κ.ά., συνηγορούν σε αυτό. Η εκκλησία απευθυνόμενη στα μέλη της, σεβό-μενη όμως συγχρόνως και την ελευθερία του ατόμου και των επιλογών του, εκφράζει την άποψή της και την θέση στο θέμα αυτό. Παράλληλα διατυπώνει τα επιχειρήματά της, ως υπεράσπιση της ορθότητας της αρνητικής στάσης της έναντι της καύσεως των νεκρών, αλλά και ως απάντηση στις ενστάσεις των θετικά προσκείμενων αυτής της αντίλη-ψης. 1458 207 241 Συμμετοχικές διαδικασίες πολιτών στην Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιας Ζώνης – Σύγχρονα εργαλεία και τεχνικές The ever-increasing use of coastal areas by humans for their daily needs and consequently problems caused by pressure on these areas ∙ the installation and operation of LNG terminals in coastal areas as well as the installation and operation of offshore wind farms despite that is beneficial both in the energy and in trade and economy of a region ∙ not cease to employ both local society and the scientific community, so that became necessary to create a system through which will enable the management of coastal areas . Integrated Coastal Zone Management strategy, integrates collaborative participation in the design management actions. So administered, socio-economic actors and non-governmental organizations participate in decision-making and opinion making highly significant political participation and participatory pluralism (Spanos, 2000). The role of techniques and tools such as PPGIS is important, as they are used in the participation of citizens in decision making. The characteristic feature is the technology used for mapping areas, either by paper or digital mapping using modern web mapping services. By participating in PPGIS tools that individuals contribute to the work of mapping as "achieved a methodological link between the rational design patterns of government bodies, which focus on experts and scientific solutions in the traditional design" (Brown, 2012). Η ολοένα και αυξανόμενη χρήση των παράκτιων ζωνών από τους ανθρώπους για τις καθημερινές τους ανάγκες και τα συνακόλουθα προβλήματα που δημιουργούν οι πιέσεις που υφίστανται οι περιοχές αυτές∙ η εγκατάσταση και λειτουργία τερματικών σταθμών LNG σε παράκτιες περιοχές όπως και η εγκατάσταση και λειτουργία παράκτιων αιολικών πάρκων παρά το γεγονός ότι είναι επωφελής τόσο στον ενεργειακό όσο και στον εμπορικοοικονομικό τομέα μιας περιοχής∙ δεν παύουν να απασχολούν την εκάστοτε τοπική κοινωνία και την επιστημονική κοινότητα, γι’ αυτό και κατέστη αναγκαία η δημιουργία ενός συστήματος μέσω του οποίου θα είναι εφικτή η διαχείριση των παράκτιων περιοχών. Η στρατηγική για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών, εντάσσει τη συνεργατική συμμετοχή στο σχεδιασμό δράσεων διαχείρισης. Έτσι διοικούμενοι, κοινωνικοοικονομικοί φορείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις μετέχουν στις διαδικασίες γνωμοδότησης και λήψης αποφάσεων καθιστώντας άκρως σημαντική την πολιτική συμμετοχή και τον συμμετοχικό πλουραλισμό (Σπανού, 2000). Σημαντικός είναι και ο ρόλος τεχνικών και εργαλείων, όπως τα PPGIS, που χρησιμοποιούνται κατά τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι η τεχνολογία που χρησιμοποιείται για τη χαρτογράφηση περιοχών, είτε με έντυπη χαρτογράφηση είτε με ψηφιακή με τη βοήθεια σύγχρονων διαδικτυακών χαρτογραφικών υπηρεσιών. Με τη συμμετοχή τους στα εργαλεία PPGIS οι διοικούμενοι συμβάλλουν στο έργο της χαρτογράφησης καθώς «επιτυγχάνεται μια μεθοδολογική σύζευξη μεταξύ του ορθολογικού σχεδιαστικού προτύπου των κυβερνητικών οργάνων, το οποίο επικεντρώνεται σε εμπειρογνώμονες και επιστημονικές λύσεις, με τον παραδοσιακό σχεδιασμό» (Brοwn, 2012). 1459 296 315 Θρησκευτικές απόψεις και προσεγγίσεις στη χρησιμοποίηση ζώων εργαστηρίου στη βιοιατρική έρευνα In this work I have been concerned with the use of laboratory animals for scientific purposes, according to the view of religions, Buddhism, Islam, Christianity and the Catholic Church. I also mention their sermons and their teaching. More specifically, in Christianity, animals are presented as creations of God, which have not the ability of man to reach to the likeness. But they require man to respect, care and love. Buddhists, on the other hand, believe in reincarnation. That is, they are convinced that they now came to life as animals because they had bad karma. But they hope that through the continual reincarnations, sometime they will change their karma and come as men. For the Islamists, animals are creatures of the Alach, and man must show them respect and love. They must not be mistreated or harassed. For it is as if she is showing disrespect for Alah. Finally, the Catholic Church wants the animals to be inferior to those of men. But not inferior to creatures. They deserve respect and love from man. Regarding the use of animals for experimental purposes, both Christianity, Buddhism, the Catholic Church, and Islam are in favor of experimenting with animals, as long as they are not harassed or tortured and made for the benefit of health of humans, but also of animals. Lastly, I considered it appropriate to quote the European Directive and the Presidential Decree on the use of laboratory animals, as well as the basic principles for the use of these animals, also known as 3Rs. The principle of replacement, improvement and reduction. I tried to cover as much as possible the issue I was given. But my main aim was to present the sermons and the teaching of these religions about the use of laboratory animals. Στην παρούσα εργασία ασχολήθηκα με τη χρήση των ζώων εργαστηρίου για επιστημονικούς σκοπούς, σύμφωνα με την άποψη των θρησκειών, του Βουδισμού, του Ισλαμισμού, του Χριστιανισμού και της Καθολική εκκλησία. Επίσης αναφέρω τα κηρύγματα και τη διδασκαλία τους. Πιο συγκεκριμένα, στον Χριστιανισμό, τα ζώα παρουσιάζονται ως δημιουργήματα του Θεού, που δεν έχουν τη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος να φτάσουν στο καθ' ομοίωσίν. Όμως απαιτούν από τον άνθρωπο σεβασμό, φροντίδα και αγάπη. Οι Βουδιστές, από την άλλη πιστεύουν στην μετενσάρκωση. Δηλαδή έχουν την πεποίθηση πως τώρα ήρθαν στη ζωή ως ζώα, γιατί είχαν κακό κάρμα. Όμως ελπίζουν πως μέσα από τις συνεχείς μετενσαρκώσεις, κάποια στιγμή θα αλλάξει το κάρμα τους και θα έρθουν ως άνθρωποι. Για τους Ισλαμιστές τα ζώα είναι δημιουργήματα του Αλάχ και πρέπει ο άνθρωπος να τους δείχνει σεβασμό και αγάπη. Δεν πρέπει να τα κακομεταχειρίζεται ούτε να τα ταλαιπωρεί. Διότι έτσι είναι σα να δείχνει ασέβεια στον Αλάχ. Τέλος η Καθολική εκκλησία θέλει τα ζώα να είναι μεν κατώτερα πνευματικά από τους ανθρώπους. Αλλά όχι κατώτερα ως πλάσματα. Τους αξίζει σεβασμός και αγάπη από τον άνθρωπο. Σχετικά τώρα με τη χρησιμοποίηση των ζώων για πειραματικούς σκοπούς, τόσο ο Χριστιανισμός, ο Βουδισμός, η Καθολική εκκλησία, όσο και το Ισλάμ είναι υπέρ του πειραματισμού σε ζώα, αρκεί να μην ταλαιπωρούνται, ούτε να βασανίζονται και να γίνεται με σκοπό το όφελος της υγείας του ανθρώπου, αλλά και των ζώων. Τέλος θεώρησα σκόπιμο να παραθέσω την Ευρωπαϊκή οδηγία και το ισχύον Προεδρικό Διάταγμα για τη χρήση των ζώων εργαστηρίου, καθώς και τις βασικές αρχές χρησιμοποίησης των ζώων αυτών, γνωστές και ως 3Rs. Η αρχή της αντικατάστασης, της βελτίωσης και της μείωσης. Προσπάθησα να καλύψω όσο το δυνατόν καλύτερα το θέμα που μου δόθηκε. Όμως κύρια επιδίωξή μου, ήταν να παρουσιάσω τα κηρύγματα και τη διδασκαλία των συγκεκριμένων θρησκειών, σχετικά με τη χρησιμοποίηση των ζώων εργαστηρίου. 1460 260 241 Τhe effect of Drama Play and Dramatization on the expression of children's emotions in preschool and early school age Η επίδραση του Θεατρικού Παιχνιδιού και της Δραματοποίησης στην έκφραση των συναισθημάτων των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας The present work aims to present the effect of Drama Play and Dramatization on the expression of children's emotions in preschool and early school age. For its implementation, an individual questionnaire of quantitative method was selected, which was distributed to students, current teachers and teachers of extracurricular environments in the city of Alexandroupolis. In the first part of the study, the theoretical framework is realized, in which the Drama Play and Dramatization are presented and analysed as educational tools as they are the field of study that we deal with. Additionally, the Inquiry Drama is examined, while in the second part of the work, the research framework is developed, where the methodology is analysed. The methodology exhibits the sample of the respondents who were 130 in total, the results of the research are presented, which were encouraging, as most of the participants use Drama play and Dramatization in their educational process and are aware of their beneficial properties on children's mental health and the help they offer so that they can externalize their innermost emotions. Finally, suggestions are given on this topic. The first proposal is for the questionnaire to be distributed to a wider range of respondents in order to cover a wider range of teachers across the country and it is also proposed for the results to be partly analysed by experts not only in the field of education but also in the field of psychology, psychiatry and sociology Η παρούσα εργασία αποσκοπεί στην παρουσίαση της επίδρασης του Θεατρικού Παιχνιδιού και της Δραματοποίησης στην έκφραση των συναισθημάτων των παιδιών στην προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία. Για την υλοποίηση της επιλέχθηκε ατομικό ερωτηματολόγιο ποσοτικής μεθόδου, το οποίο μοιράστηκε σε φοιτητές, εν ενεργεία εκπαιδευτικούς και εκπαιδευτικούς εξωσχολικών περιβαλλόντων στην πόλη της Αλεξανδρούπολης. Αρχικά, πραγματοποιείται το θεωρητικό πλαίσιο, σε αυτό παρουσιάζονται και αναλύονται το Θεατρικό Παιχνίδι και η Δραματοποίηση ως εκπαιδευτικά εργαλεία καθώς είναι και το πεδίο μελέτης που ασχολούμαστε. Συμπληρωματικά, εξετάζεται η διερευνητική δραματοποίηση, ενώ στο δεύτερο μέρος της εργασίας, αναπτύσσεται το ερευνητικό πλαίσιο, όπου αναλύεται η μεθοδολογία. Σε αυτή φανερώνεται, το δείγμα των ερωτηθέντων που ήταν 130 στο σύνολο, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία ήταν ενθαρρυντικά, καθώς οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες χρησιμοποιούν το Θεατρικό παιχνίδι και την Δραματοποίηση στην εκπαιδευτική τους διαδικασία και γνωρίζουν τις ευεργετικές ιδιότητες που έχουν στην ψυχική υγεία των παιδιών και την βοήθεια που προσφέρουν, ώστε να μπορέσουν να εξωτερικεύσουν μύχια συναισθήματα. Τελειώνοντας, δίνονται οι προτάσεις σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα. Η πρώτη πρόταση είναι να δοθεί το ερωτηματολόγιο σε ένα μεγαλύτερο φάσμα ερωτηθέντων, ώστε να καλύψει μία μεγαλύτερη γκάμα από εκπαιδευτικούς σε όλη την χώρα και επίσης προτείνεται η ανάλυση ενός μέρους των αποτελεσμάτων από ειδικούς όχι μόνο του χώρου της εκπαίδευσης αλλά και από τον χώρο της ψυχολογίας, της ψυχιατρικής και της κοινωνιολογίας. 1461 168 174 Bioethics deals with the assessment of the behavior and acts of man as not to prevent the beneficial applications of new knowledge but at the same time to reduce the risk of its harmful consequences. This interdisciplinary field, being almost fifty years old, aims to enhance the quality of life, the achievement of which depends on the morale of those serving a science.In recent decades more and more medical schools worldwide have incorporated teaching bioethics in their curricula. However, there is no consensus on its objectives, teaching techniques and strategies, teachers and the way students are evaluated. This, of course, does not mean that bioethics in medical education is on the same way in all countries.Greece has in recent years attempted to incorporate its teaching in the curricula of medical schools, including courses that address issues of bioethical dimension and place greater emphasis on the development of clinical skills of future physicians. However, bioethics education as a separate subject in medical education is still at an early stage. Η Βιοηθική ασχολείται με την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και των πράξεων του ανθρώπου, ώστε να μην εμποδίζονται οι ευεργετικές εφαρμογές της νέας γνώσης, αλλά, συνάμα, να περιορίζονται οι κίνδυνοι από τις επιβλαβείς συνέπειές της. Ο διεπιστημονικός αυτός κλάδος, που μετρά σχεδόν πέντε δεκαετίες ζωής, στοχεύει στην αναβάθμιση της ποιότητας του βίου, η επίτευξη της οποίας εξαρτάται από το ήθος των υπηρετούντων μια επιστήμη. Τις τελευταίες δεκαετίες όλο και περισσότερες ιατρικές σχολές παγκοσμίως ενσωματώνουν τη διδασκαλίας της στα προγράμματα σπουδών τους. Ωστόσο, δεν υπάρχει ομοφωνία όσον αφορά στους στόχους της, τις τεχνικές και στρατηγικές διδασκαλίας, στους διδάσκοντες, αλλά και στον τρόπο αξιολόγησης των φοιτητών. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι η Βιοηθική στην ιατρική εκπαίδευση έχει την ίδια εξέλιξη σε όλες τις χώρες. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια επιχειρείται η ενσωμάτωση της διδασκαλίας της στα προγράμματα σπουδών των ιατρικών σχολών, συμπεριλαμβάνοντας μαθήματα που θίγουν θέματα με βιοηθική διάσταση και δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη των κλινικών δεξιοτήτων των μελλοντικών γιατρών. Ωστόσο, η βιοηθική εκπαίδευση ως ξεχωριστή θεματική ενότητα στην ιατρική εκπαίδευση βρίσκεται ακόμα σε αρχικό στάδιο. 1462 243 268 teachers’ conceptions and students’ performance in arithmetic at the end of primary school αντιλήψεις εκπαιδευτικών και επιδόσεις μαθητών στην αριθμητική στις τελευταίες δύο τάξεις του Δημοτικού Σχολείου According to literature, students with ADHD exhibit particularities when performing tasks associated to basic arithmetic knowledge. This fact renders the methodical educational support necessary. However, only a few researches focused on the way teachers conceive and support this students’ group in the mathematics classroom. This study focuses on the investigation of elementary teachers’ conceptions about the arithmetic “profile” of 5th and 6th grade students with ADHD and their educational support in classroom. For that purpose, a mixed research approach was adopted. In order to carry out the quantitative research, a questionnaire was constructed and completed by 123 General and Specific-needs elementary school teachers. The qualitative study’s data were collected through a test of number processing and calculation tasks, which was constructed for the research’s needs. Four 5th and 6th grade students with ADHD completed the test during interviews. The association between the focus group’s abilities and their teachers conceptions as well as the educational support of students with ADHD were investigated through semi-structured interviews with a General and a Special needs elementary teacher. The data analysis showed that the teachers conceive sufficiently the basic characteristics of children with ADHD performance in arithmetical reasoning as well as the basic support ways. In the qualitative study, we obtained some particularities of students with ADHD, which agreed generally with the literature, whereas the targeted support practices were adequately conceived by the participant teachers. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, οι μαθητές με ΔΕΠ-Υ εμφανίζουν ιδιαιτερότητες στην εκτέλεση έργων που συνδέονται με βασικές αριθμητικές γνώσεις, γεγονός που καθιστά σημαντική την μεθοδευμένη εκπαιδευτική τους στήριξη. Ωστόσο, ελάχιστες έρευνες έχουν ασχοληθεί με τον τρόπο που οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται και υποστηρίζουν τη συγκεκριμένη ομάδα μαθητών στην τάξη των μαθηματικών. Η παρούσα μελέτη εστιάζει στη διερεύνηση των αντιλήψεων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για το αριθμητικό «προφίλ» τελειόφοιτων μαθητών του δημοτικού σχολείου με ΔΕΠ-Υ και την εκπαιδευτική τους στήριξη στην τάξη. Για το σκοπό αυτό υιοθετήθηκε μια μεικτή ερευνητική προσέγγιση. Για τη διεξαγωγή της ποσοτικής έρευνας κατασκευάστηκε ένα ερωτηματολόγιο, που απαντήθηκε από 123 εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Γενικής και Ειδικής Αγωγής. Τα δεδομένα της ποιοτικής έρευνας συλλέχθηκαν μέσω ενός τεστ αντίληψης και επεξεργασίας του αριθμού και εκτέλεσης των πράξεων, που κατασκευάστηκε για τις ανάγκες της παρούσας μελέτης. Το τεστ συμπληρώθηκε σε συνεντεύξεις με 4 τελειόφοιτους μαθητές Δημοτικού με ΔΕΠ-Υ. Η σύνδεση των δυνατοτήτων των μαθητών της ομάδας εστίασης με τις αντιλήψεις των εκπαιδευτικών τους, καθώς και η εκπαιδευτική στήριξη ενός μαθητή με ΔΕΠ-Υ μελετήθηκαν μέσω ημιδομημένων συνεντεύξεων με έναν εκπαιδευτικό Γενικής Αγωγής και έναν εκπαιδευτικό τμήματος Ένταξης. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται επαρκώς τα βασικά χαρακτηριστικά της επίδοσης των παιδιών με ΔΕΠ-Υ στον αριθμητικό λογισμό, καθώς και τις βασικές κατευθύνσεις υποστήριξής τους στην τάξη. Στο ποιοτικό μέρος της μελέτης, ορισμένες ιδιαιτερότητες των μαθητών με ΔΕΠ-Υ σε αριθμητικά έργα ήταν συμβατές με αυτές που καταγράφονται στη βιβλιογραφία, ενώ το περιεχόμενο της στοχευμένης υποστήριξής τους κατά τη διδασκαλία ήταν ικανοποιητικά αντιληπτό από τους συμμετέχοντες εκπαιδευτικούς 1463 255 275 Μελέτη της ιστολογίας και της έκφρασης μορίων προσκόλλησης στους νεφρούς μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ The aim of this study was to compare the laparoscopic versus open partial hepatectomy concerning histopathological lesions and expression of intercellular adhesion molecule-1 (ICAM-1) and vascular cell adhesion molecule -1 (VCAM-1), as inflammatory markers, in kidneys. 51 male Wistar rats studied, aged 6 months and 450-500gr weight. They were divided into four groups and they underwent laparoscopic (group LAP-HEP, n = 16) or open hepatectomy 70% (HEP group, n = 17), sham operation (pneumoperitoneum and inserting trocars, PNE group, n = 12) and no intervention (control group, n = 6). At 48 hours and one week postoperatively, we received renal tissue for histopathological examination and immunohistochemical assessment of expression of ICAM-1 and VCAM-1. Histopathological index increased in groups of hepatectomy at both time points, while it was lower in LAP-HEP group versus HEP group at 1 week. Histopathological lesions were mild in severity. No significant expression of ICAM-1 was observed. It was less in LAP-HEP group versus HEP group at 48 hours, while it was not expressed at all in PNE and control groups. VCAM-1 expression was intense in LAP-HEP group and higher than HEP group at both time points, while it decreased at 1 week. Pneumoperitoneum with laparoscopic access played a minor role in the observed histopathological lesions and the expression of VCAM-1 after laparoscopic partial hepatectomy. We conclude that laparoscopic partial hepatectomy causes mild histopathological changes in kidneys, which are fewer than those caused by open partial hepatectomy. However, VCAM-1 is expressed more intensively in laparoscopic partial hepatectomy compared to open partial hepatectomy. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η σύγκριση της λαπαροσκοπικής έναντι της ανοικτής μερικής ηπατεκτομής, όσον αφορά τις ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις και την έκφραση του διακυττάριου μορίου προσκόλλησης-1 (ICAM-1) και του μορίου προσκόλλησης των αγγειακών κυττάρων-1 (VCAM-1), ως δεικτών φλεγμονής, στους νεφρούς. Μελετήθηκαν 51 αρσενικοί επίμυες Wistar, ηλικίας 6 μηνών και βάρους 450-500gr. Χωρίστηκαν σε 4 ομάδες και υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική (ομάδα LAP-HEP, n=16) ή σε ανοικτή ηπατεκτομή 70% (ομάδα HEP, n=17), σε εικονική επέμβαση (πνευμοπεριτόναιο και εισαγωγή τροκάρς, ομάδα PNE, n=12) και σε καμία παρέμβαση (ομάδα control, n=6). Σε 48 ώρες και 1 εβδομάδα μετά την επέμβαση ελήφθη νεφρικός ιστός για ιστοπαθολογική εξέταση και ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης των ICAM-1 και VCAM-1. Ο ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε στις ομάδες ηπατεκτομής και στις δύο χρονικές στιγμές, ενώ ήταν μικρότερος στην ομάδα LAP-HEP έναντι της ομάδας HEP στη 1 εβδομάδα. Οι ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις ήταν ήπιας βαρύτητας. Δεν παρατηρήθηκε αξιόλογη έκφραση του ICAM-1. Αυτή ήταν μικρότερη στην ομάδα LAP-HEP έναντι της ομάδας HEP στις 48 ώρες, ενώ στις ομάδες PNE και control δεν εκφράστηκε καθόλου. H έκφραση του VCAM-1 ήταν έντονη στην ομάδα LAP-HEP και υψηλότερη από εκείνη της ομάδας ΗΕP στις δύο χρονικές στιγμές, ενώ μειώθηκε στη 1 εβδομάδα. Το πνευμοπεριτόναιο μαζί με λαπαροσκοπική προσπέλαση διαδραμάτισαν μικρό ρόλο στις παρατηρηθείσες ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις και την έκφραση του VCAM-1 μετά από λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι στη λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή προκαλούνται ήπιας βαρύτητας ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις στους νεφρούς οι οποίες είναι λιγότερες σε σχέση με την ανοικτή μερική ηπατεκτομή. Ωστόσο, ο VCAM-1 εκφράζεται εντονότερα στη λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή σε σχέση με την ανοικτή μερική ηπατεκτομή. 1464 127 133 ΜΠΕ από εξόρυξη και επεξεργασία μεταλλευμάτων στην Ελλάδα και προτάσεις για βελτίωση του νομοθετικού πλαισίου The present thesis examines the Greek legal framework, which governs the institution of Environmental Impact Assessments in the mining industry. Furthermore, it concludes with recommendations for the industry's improvement aiming at balancing the environmental protection as well as the creation of a welcoming and healthy investment climate. This thesis presents general historical information about the significance of mining activities in Greece and determines the content of the Environmental Impact Assessments related to mining. Moreover, it demonstrates a retrospection of the regulatory framework and analyses the current legal regime, which governs the Environmental Impact Assessments in relation to the mining and ore processing. As a conclusion, the thesis exhibits a critical consideration of the existing legal system and cites possible recommendations that could contribute to its further improvement. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εξετάζει το ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το θεσμό των Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων στον εξορυκτικό κλάδο και καταλήγει με προτάσεις για τη βελτίωσή του ώστε να λειτουργήσει εξισορροπητικά μεταξύ μίας διευρυμένης περιβαλλοντικής προστασίας και της δημιουργίας ενός φιλόξενου και υγιούς επενδυτικού κλίματος. Στην εργασία παρατίθεται η σύνδεση του ελλαδικού χώρου με τη μεταλλευτική δραστηριότητα και προσδιορίζεται το περιεχόμενο των ΜΠΕ από εξόρυξη. Παράλληλα, πραγματοποιείται μία ιστορική αναδρομή στο κανονιστικό πλαίσιο των ΜΠΕ και αναλύεται το ισχύον νομικό καθεστώς που ρυθμίζει τις ΜΠΕ που σχετίζονται με την εξορυκτική διαδικασία και την επεξεργασία μεταλλευμάτων. Συμπερασματικά, καταλήγει σε κριτική θεώρηση του υπάρχοντος νομικού συστήματος και εξετάζονται πιθανές προτάσεις που θα μπορούσαν να συνδράμουν στην περαιτέρω βελτίωσή του. 1465 329 326 The uncertainty and insecurity that prevailed among the rural population of our country, is linked with a number of negative developments recorded in the domestic, the European and international environment. As a result to that, the E.U. has created a mechanism, not only for the Greeks, but also for all the Europeans farmers, that of the Common Agricultural Policy (C.A.P.). Essentially the C.A.P. is a mechanism of supporting the agricultural income, applied uniformly in all E.U. member states. One of the main objectives of this policy was to secure a fair and reliable income for E.U. farmers from the land use. The purpose of the research was to identify the views and attitudes of the farmers, of the prefecture under study, towards the new C.A.P. and essentially to determine the way they perceive and assimilate the new data. The individual objectives of the study, mainly concerned farmers' level of knowledge with regard to the revised C.A.P., the modern trends in agriculture, the productive system, its implementation, its advantages and disadvantages. On a second level, the questions focused on the characteristics of producers and the sources they use in order to get informed, regarding the C.A.P. reform. The survey was conducted using the personal interview poll, based on a questionnaire, in a sample of 150 producers. The main findings, which at the same time constitute the conclusions of the current research, were multiple. Initially, the farmers of the Prefecture of N. Evros face problems regarding the income they receive from agriculture, while very few are young people who want to engage in agriculture. At the same time, farmers are sensitized with regard to the quality of their products and the protection of the environment. Regarding the attitude of the farmers in the study area, on C.A.P., a very large percentage of producers were not properly informed about its reformulations and the vast majority believes that agriculture should be protected by the E.U., otherwise it will be weakened and eventually collapse Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια που διακατείχε από παλαιότερα μέχρι και σήμερα τον αγροτικό πληθυσμό της χώρας μας, συνδέεται με ένα πλήθος αρνητικών εξελίξεων που καταγράφονται στο εγχώριο, το ευρωπαϊκό και το διεθνές περιβάλλον. Με εφαλτήριο αυτήν την ανησυχία, όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και των Ευρωπαίων αγροτών, η Ε.Ε. δημιούργησε έναν μηχανισμό, αυτόν της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Κ.Α.Π.). Ουσιαστικά η Κ.Α.Π. είναι ένας μηχανισμός στήριξης του αγροτικού εισοδήματος, που εφαρμόζεται ενιαία σ’ όλες τις χώρες μέλη της Ε.Ε.. Ένας από τους κύριους στόχους της πολιτικής αυτής ήταν να εξασφαλίσει για τους γεωργούς ένα δίκαιο και αξιόπιστο εισόδημα από τη γη. Σκοπός της έρευνας ήταν να προσδιοριστούν οι απόψεις και στάσεις των αγροτών του υπό μελέτη Νομού απέναντι στην νέα Κ.Α.Π. και ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο εκλαμβάνουν και αφομοιώνουν τα νέα δεδομένα. Οι επιμέρους στόχοι αφορούσαν κυρίως στο επίπεδο γνώσης των γεωργών αναφορικά με την αναθεωρημένη Κ.Α.Π., τις σύγχρονες τάσεις της γεωργίας και το παραγωγικό σύστημα, την πιστότητα εφαρμογής της, καθώς και τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του παραγωγικού συστήματος. Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο, οι ερωτήσεις εστιάστηκαν στα χαρακτηριστικά των παραγωγών και στους κύριους τρόπους ενημέρωσής τους για τις μεταρρυθμίσεις της Κ.Α.Π.. Ο τρόπος διεξαγωγής της έρευνας ήταν η δημοσκόπηση με τη μέθοδο προσωπικών συνεντεύξεων, βάση ερωτηματολογίου, σε δείγμα 150 παραγωγών. Τα κύρια ευρήματα που ταυτόχρονα αποτελούν και συμπεράσματα της έρευνας ήταν πολλαπλά. Ενδεικτικά, οι αγρότες του Ν. Έβρου φαίνεται να αντιμετωπίζουν προβλήματα με το εισόδημα που προέρχεται από τη γεωργία, ενώ παράλληλα πολύ λίγοι είναι οι νέοι οι οποίοι επιθυμούν να ασχοληθούν με τη γεωργία. Την ίδια στιγμή, οι αγρότες δείχνουν να είναι ευαισθητοποιημένοι όσον αφορά την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων τους και την προστασία του περιβάλλοντος. Αναφορικά με τη στάση των αγροτών της περιοχής μελέτης σχετικά με την Κ.Α.Π., ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των παραγωγών δεν ήταν σωστά ενημερωμένοι για τις αναμορφώσεις της και η συντριπτική πλειοψηφία πιστεύει ότι η γεωργία πρέπει να προστατεύεται από την Ε.Ε., διαφορετικά θα αποδυναμωθεί και θα καταρρεύσει 1466 225 209 School textbooks for children with special educational needs and handicap Σχολικά εγχειρίδια για παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αναπηρία Sensitization towards people with special needs and handicap has led the state to take measures for their social integration and the provision of equal opportunities and rights with their fellow citizens. Τhe right to education is also considered as a fundamental one. Every human being has got a right to education, to acceptance by society and coverage of his basic needs. The present research paper wishes to highlight the role school textbooks may play in the life of a human being in order to make him autonomous, while at the same time to be able to share values of the social milieu. Besides, reference is made to the components of the textbooks, which play an important role in learning, but also to other data that directly/ indirectly related to them and cultivate fertile ground for future knowledge. Two school textbooks have been used as the sample of this research that are currently used in Special Education schools. More specifically the titles of these books are “Cognitive abilities” and “Emotional management”. From the research of these two school textbooks it has become apparent that there exists a large emphasis not only on the cognitive part of the cultivation of pupils but also on the acquisition of certain skills and knowledge that partakes in their everyday lives Η ευαισθητοποίηση για τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και αναπηρία οδήγησε την πολιτεία στη λήψη μέτρων για την ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία και στην παροχή ίσων ευκαιριών και δικαιωμάτων με τους συμπολίτες τους. Ως θεμελιώδες δικαίωμα θεωρείται και ο θεσμός της εκπαίδευσης. Κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση, στην αποδοχή από την κοινωνία και στην κάλυψη των βασικών αναγκών του. Η παρούσα έρευνα ασχολείται με την ανάδειξη του ρόλου που μπορούν να διαδραματίζουν τα σχολικά εγχειρίδια στη ζωή του ατόμου έτσι ώστε να καθίσταται όσο το δυνατόν αυτόνομο, ενώ παράλληλα να ενστερνίζεται τις αξίες του κοινωνικού γίγνεσθαι. Εκτός αυτών, γίνεται αναφορά και στα δομικά στοιχεία των εγχειριδίων, τα οποία διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην μάθηση, αλλά και σε άλλα δεδομένα που έχουν άμεση/ έμμεση σχέση με αυτά και καλλιεργούν πρόσφορο έδαφος για τις επερχόμενες γνώσεις. Το δείγμα της έρευνας αυτής αποτέλεσε η μελέτη δύο σχολικών εγχειριδίων που χρησιμοποιούνται στις δομές της ειδικής αγωγής. Πιο συγκεκριμένα, οι τίτλοι των βιβλίων αυτών είναι «Νοητικές Ικανότητες» και «Συναισθηματική Οργάνωση». Από τη μελέτη των προαναφερθέντων σχολικών εγχειριδίων προέκυψε ότι μεγάλη έμφαση δίνεται όχι μόνο στο γνωστικό κομμάτι της καλλιέργειας των μαθητών, αλλά στην απόκτηση απαραίτητων γνώσεων που συμβάλλουν στην καθημερινή διαβίωση τους 1467 318 395 Λειτουργία των Δημοτικών Σχολείων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στην Περιοχή της Θράκης In light of the recent socio-economic conditions in our country and the resulting reductions in education funds it is necessary to carry out an updated and systematic study on the operation of Special Education and Training elementary schools in the region of Thrace, within which the schooling of children with disabilities is realized. The aim of this PhD dissertation is to investigate the operation of the eight (8) Special Education elementary schools in Thrace, through the assessment of teacher-student as well as teacher-parent relationships. Hence, this study focuses on the understanding of the working mechanisms of this particular educational institution through the social interactions of the involved participants. This study was carried out using mixed methods research, including both quantitative and qualitative approaches for the collection and analysis of data. More specifically, three research methods were combined (questionnaires, interviews, field observation), aiming at an in-depth understanding of the function of the school reality and the presentation of a comprehensive overview of the subject. This approach ensures data triangulation and, by extension, the validity and reliability of the results. Our data indicate immature school and social conditions in Thrace for the implementation of equal integration of disabled students. Interviewed teachers and parents urge the necessity for alternative teaching approaches; continuous education on disability management of staff in both special education and general schools; upgrade of school facilities and units with the necessary logistical support and/or improvement of the overall financial support; adequate staffing of schools in order to meet the learning and therapeutic needs of the students as well as enhancing accessibility to and security within and around school premises. It is of note that these findings were cross-validated, independently of the data collection method. Meeting the aforementioned criteria and building constructive relationships between students, their families and the teachers can create more favorable conditions for school and consequently social integration of children with disabilities and special educational needs. Στο πλαίσιο των διαμορφωμένων κοινωνικό-οικονομικών συνθηκών στη χώρα μας (μνημόνια) και τις συνακόλουθες περικοπές των δαπανών για την εκπαίδευση, κρίνεται αναγκαία μια επικαιροποιημένη και συστηματική διερεύνηση των συνθηκών λειτουργίας των δημοτικών σχολείων Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης στην περιοχή της Θράκης, μέσα στα οποία πραγματώνεται η σχολική μάθηση των παιδιών με αναπηρία. Με βάση την παραπάνω προβληματική, ως στόχος της παρούσας διδακτορικής διατριβής τίθεται η διερεύνηση της λειτουργίας των οχτώ (8) ειδικών δημοτικών σχολείων της Θράκης, μέσα από τη μελέτη που αφορά στη διαμόρφωση των σχέσεων τόσο ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές όσο και ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς των μαθητών τους. Πρόκειται για την κατανόηση της λειτουργίας του εν λόγω σχολικού θεσμού μέσα από μια ιδιαίτερη οπτική, αυτή που αφορά στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις των σχολικών δρώντων προσώπων. Η μέθοδος που ακολουθήθηκε κατά τη διεξαγωγή της διατριβής ήταν μικτή, καθώς περιελάμβανε τόσο ποσοτικές όσο και ποιοτικές μεθόδους για τη συλλογή και ανάλυση των ερευνητικών δεδομένων. Αναλυτικότερα, έγινε συνδυασμός τριών ερευνητικών μεθόδων (ερωτηματολόγια, συνεντεύξεις, επιτόπια παρατήρηση), με σκοπό την εις βάθος κατανόηση της λειτουργίας της εν λόγω σχολικής πραγματικότητας και την απόκτηση μιας σφαιρικής εικόνας του θέματος. Η προσέγγιση αυτή διασφαλίζει την τριγωνοποίηση των δεδομένων και κατ’ επέκταση την εγκυρότητα και την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι προέκυψε επαλήθευση των ευρημάτων ανεξάρτητα με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων. Τα δεδομένα της παρούσας έρευνας δείχνουν ότι οι σχολικές και κοινωνικές συνθήκες στη Θράκη δεν είναι ακόμα οι κατάλληλες για να εφαρμόσουν την ισότιμη σχολική και κοινωνική ένταξη των μαθητών με αναπηρία. Σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενα των εκπαιδευτικών και των γονέων, κρίνεται αναγκαία η ανάπτυξη εναλλακτικών τρόπων οργάνωσης της διδασκαλίας, η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών που στελεχώνουν τα ειδικά και τα γενικά σχολεία σχετικά με την διαχείριση της αναπηρίας, ο εκσυγχρονισμός των σχολικών μονάδων με την αναγκαία υλικοτεχνική υποδομή, η αύξηση των οικονομικών κονδυλίων στα σχολεία, η επαρκής στελέχωση των σχολείων με σκοπό την κάλυψη των μαθησιακών και θεραπευτικών αναγκών των μαθητών, καθώς και η ενίσχυση της προσβασιμότητας και της ασφάλειας των μαθητών στους χώρους του σχολείου. Η εξασφάλιση των παραπάνω προϋποθέσεων και η ανάπτυξη μιας εποικοδομητικής συνεργασίας ανάμεσα στις οικογένειες των μαθητών και το σχολείο, δύναται να δημιουργήσει περισσότερο ευνοϊκές συνθήκες για τη σχολική και συνακόλουθα την κοινωνική ένταξη των παιδιών με αναπηρία και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. 1468 449 458 Adult education is an important issue, especially nowadays that the society is constantly changing and requires increasing amounts of knowledge and skills. The first organized efforts for establishing adult schools began in the 20th century. Over the years numerous educational and training programs have been providing adults with the knowledge and skills they seek. Second Chance Schools are one of the main stages of adult education. With their open and flexible nature, they offer a second chance to adults of all ages and allow them to obtain a high school diploma. Their aim is to deal with unemployment and social exclusion, as well as enable familiarity with new technologies and new business requirements of employers. Their existence becomes really important during the last years of the great economic recession, with the changes in working conditions and the rapid increase in unemployment. The purpose of the present thesis is the investigation and detailed presentation of the institution and the activities of Adult Schools of Evros Prefecture during the period of the great economic recession, i.e. from 2010 to today. In particular, in this thesis we attempt to present the institutional framework of Adult Schools and their historical evolution. Furthermore, we present the purposes they serve, their functions and the consequences of the economic recession on their operability. As part of this survey, we conducted an extensive literature review including secondary sources (books, scientific articles, the Internet, published records) concerning the institution, social control, education, adult education, adult school and unemployment. The research is based on qualitative data analysis using the structured interview method, with open questions from a representative sample of teachers from the Second Chance Schools of Alexandroupolis and Orestiada. The purpose of the present Master dissertation is to present the operation of the two Second Chance Schools of Evros Prefecture through the information and opinions given by their educators. Using the structured interview method, we collected information from three instructors of Second Chance Schools of Alexandroupolis and Orestiada. Through their responses we highlighted the value of the education of trainers and the need for continuous state support. We noted the important role of the active engagement of trainees in the teaching process, the self-discovery of knowledge and self-assessment of their effort. We also present the friendly atmosphere between trainers and trainees within the school premises. In addition, we refer to the Second Chance Schools curriculum and activities, which are formed by the trainers, according to the needs and interests of trainees. We continue with the advantages and disadvantages of Second Chance Schools versus typical middle schools, and finally we present some of the problems that the schools are facing today, i.e. during the period of the economic crisis Η εκπαίδευση ενηλίκων αποτελεί ένα θέμα ιδιαίτερα σημαντικό, ιδίως στις μέρες μας, όπου η κοινωνία μεταβάλλεται συνεχώς και απαιτεί ολοένα και περισσότερες γνώσεις και δεξιότητες. Οι πρώτες οργανωμένες προσπάθειες για την ίδρυση σχολείων ενηλίκων ξεκίνησαν κατά τον 20ο αιώνα. Στο πέρασμα των χρόνων πλήθος εκπαιδευτικών και επιμορφωτικών προγραμμάτων προσφέρουν σε ενήλικες τις γνώσεις και τις ικανότητες που επιζητούν. Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας αποτελούν ένα από τα κυριότερα κεφάλαια της εκπαίδευσης ενηλίκων. Με τον ανοικτό και ευέλικτο χαρακτήρα τους προσφέρουν μια δεύτερη ευκαιρία στους ενήλικες κάθε ηλικίας και τους δίνουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν απολυτήριο Γυμνασίου. Στόχο έχουν την καταπολέμηση της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς και την εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες και τις νέες επαγγελματικές απαιτήσεις των εργοδοτών. Η ύπαρξη των σχολείων γίνεται ιδιαίτερα σημαντική κατά τα τελευταία χρόνια της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, με την αλλαγή των συνθηκών εργασίας και την ραγδαία αύξηση της. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση και αναλυτική παρουσίαση του θεσμού και των λειτουργιών των Σχολείων Ενηλίκων του Νομού Έβρου την περίοδο της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, δηλαδή από το 2010 έως σήμερα. Ειδικότερα, η εργασία επιχειρεί να παρουσιάσει το θεσμικό πλαίσιο των Σχολείων Ενηλίκων, καθώς και την ιστορική τους εξέλιξη. Παρουσιάζονται, επίσης, οι σκοποί που εξυπηρετούν, ο μαθητικός τους πληθυσμός και τα δημογραφικά του χαρακτηριστικά, οι λειτουργίες που επιτελούν και οι συνέπειες της οικονομικής ύφεσης στον τρόπο λειτουργίας τους. Στα πλαίσια της έρευνας αυτής πραγματοποιήθηκε εκτενής βιβλιογραφική ανασκόπηση με μελέτη δευτερογενών πηγών (βιβλία, επιστημονικά άρθρα, Διαδίκτυο, δημοσιευμένα αρχεία) που αφορούσαν τον θεσμό, τον κοινωνικό έλεγχο, την παιδεία, την εκπαίδευση ενηλίκων, το σχολείο ενηλίκων και την ανεργία. Η έρευνα στηρίχθηκε στην ποιοτική ανάλυση δεδομένων με τη μέθοδο της δομημένης συνέντευξης με ανοιχτές ερωτήσεις, από ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα εκπαιδευτών των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας Αλεξανδρούπολης και Ορεστιάδας. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία στόχο έχει την παρουσίαση της λειτουργίας των δύο Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας του Νομού Έβρου μέσα από τις πληροφορίες και απόψεις των εκπαιδευτών τους. Με τη μέθοδο της δομημένης συνέντευξης συλλέχθηκαν πληροφορίες από τρεις εκπαιδεύτριες των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας Αλεξανδρούπολης και Ορεστιάδας. Μέσα από τις απαντήσεις τους τονίζεται η αξία της επιμόρφωσης των εκπαιδευτών και η ανάγκη για συνεχή κρατική στήριξη. Σημειώνεται ο σπουδαίος ρόλος που διαδραματίζει η ενεργός εμπλοκή των εκπαιδευόμενων στη μαθησιακή διαδικασία, η αυτο-ανακάλυψη της γνώσης και η αυτο-αξιολόγηση της προσπάθειάς τους. Παρουσιάζεται, επίσης, το φιλικό κλίμα που επικρατεί μεταξύ εκπαιδευτών και εκπαιδευόμενων μέσα στον χώρο του σχολείου. Επιπλέον, γίνονται αναφορές στο Αναλυτικό Πρόγραμμα και στις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, οι οποίες διαμορφώνονται από τους εκπαιδευτές, σύμφωνα με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των εκπαιδευόμενων. Έπονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας έναντι των τυπικών Γυμνασίων, ενώ τέλος παρουσιάζονται ορισμένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στις μέρες μας, στην περίοδο δηλαδή της οικονομικής κρίσης 1469 16 22 Internal and external influences on individual's knowledge sharing behaviour - Examining personal, organisational and receiver effects Εσωτερικές και εξωτερικές επιδράσεις επάνω στην ατομική συμπεριφορά διάθεσης γνώσης - Μελέτη παραγόντων που αφορούν στο άτομο, οργανισμό και δέκτη της γνώσης 1470 124 123 Representation of the speech of children to television advertising In this essay, we will discuss how, primarily, preschool and, secondly, adolescents speak in television advertisements. We will analyze the ways they express themselves and the particularities of their discourse. In the beginning, we will present the theoretical framework forming the basis for analyzing the discoursal means and the linguistic “choices” of children and the respective subcategories. We will consider each category separately and will highlight its basic features. Then based on the data collected, we will present and analyze specific examples to illustrate the concepts presented earlier. In addition, we will propose an advertisement-related project as a program for teaching preschool children in the kindergarten. The final section of the essay includes our conclusions. Στην εργασία αυτή, θα εξετάσουμε τον τρόπο που εκφράζονται τα παιδιά της προσχολικής και, κατά δεύτερο λόγο, της εφηβικής ηλικίας μέσα στις τηλεοπτικές διαφημίσεις. Θα αναλύσουμε τους τρόπους έκφρασής τους και τα χαρακτηριστικά του λόγου τους. Αρχικά, θα παρουσιάσουμε το θεωρητικό πλαίσιο βάσει του οποίου αναλύονται τα εκφραστικά μέσα και οι γλωσσικές «επιλογές» των παιδιών και οι επιμέρους κατηγορίες τους. Θα εξετάσουμε κάθε είδος ξεχωριστά και θα επισημάνουμε τα βασικά του χαρακτηριστικά. Στη συνέχεια βασισμένοι στα δεδομένα που συλλέξαμε, θα τεκμηριώσουμε με σχετικά παραδείγματα και την ανάλυσή τους τις θεωρητικές έννοιες που παρουσιάστηκαν προηγουμένως. Επιπροσθέτως, θα προτείνουμε ένα project σχετικό με τη διαφήμιση ως πρόγραμμα για διδασκαλία σε παιδιά προσχολικής ηλικίας στο χώρο του νηπιαγωγείου. Στο τέλος της εργασίας συμπεριλαμβάνονται τα συμπεράσματά μας. 1471 251 260 The all-day primary school in Greece and Cyprus: a comparative approach Το ολοήμερο δημοτικό σχολείο στην Ελλάδα και στην Κύπρο: μια συγκριτική προσέγγιση The theoretical and comparative approach of the All-Day Primary School in Greece and Cyprus is the subject of this study, paying particular attention to the characteristics of the All-Day Primary Schools and the comparison of both countries’ education systems. The aim of this study is to examine the evolution and functioning of the institution, taking into account the educational and socio-cultural characteristics. The literature review, which took place and focused on the collection of Greek-language and foreign-language texts, is the main way to establish this task. The definition of education and the education system contributes to the reflection of the prevalent situation in today’s Greece of economic, humanitarian and social crisis. Accordingly, it is possible to identify certain elements of the Cypriot society. The presentation and analysis of the All-Day Primary School is placed within these conditions, as an innovative element in education, which seeks to meet the students’ needs. The basic features of the All-Day Primary School resulted from comparing the way of functioning of the institution in both countries. The main points, according to which the comparison is made, are the students’ registration, the organization and composition of the classes, the curriculum and timetable, the teaching approaches, the staff, the building structure and logistics equipment, as well as feeding. Through comparing the All-Day Primary School in Greece and Cyprus, we are shown that this institution is very similar in both countries, although each country has its own particularities Η θεωρητική και συγκριτική προσέγγιση του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου στην Ελλάδα και στην Κύπρο αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εργασίας, δίνοντας ιδιαίτερη σημασία στα χαρακτηριστικά των Ολοήμερων Δημοτικών Σχολείων και στη σύγκριση των εκπαιδευτικών συστημάτων των δύο χωρών. Σκοπός της εργασίας είναι η εξέταση της εξέλιξης και της λειτουργίας του θεσμού λαμβάνοντας υπόψη τα εκπαιδευτικά και κοινωνικοπολιτισμικά χαρακτηριστικά. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση, η οποία πραγματοποιήθηκε και η οποία εστίασε στη συλλογή ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων κειμένων, αποτελεί το βασικό τρόπο εκπόνησης της συγκεκριμένης εργασίας. Ο καθορισμός της εκπαίδευσης και του εκπαιδευτικού συστήματος συμβάλλει στον αντικατοπτρισμό της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα του σήμερα, της οικονομικής, της ανθρωπιστικής και κοινωνικής κρίσης. Κατ’ ανάλογο τρόπο, είναι δυνατός και ο εντοπισμός ορισμένων στοιχείων της κυπριακής κοινωνίας. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες τοποθετείται η παρουσίαση και η ανάλυση του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου, ως ένα καινοτόμο στοιχείο στον χώρο της εκπαίδευσης, το οποίο επιδιώκει την ικανοποίηση των αναγκών των μαθητών. Μέσω της σύγκρισης του τρόπου λειτουργίας του θεσμού στις δύο χώρες προκύπτουν τα βασικά χαρακτηριστικά του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου. Τα βασικά σημεία, σύμφωνα με τα οποία πραγματοποιείται η σύγκριση, είναι η εγγραφή των μαθητών, η οργάνωση και η σύνθεση των τμημάτων, το Αναλυτικό και Ωρολόγιο Πρόγραμμα, οι διδακτικές προσεγγίσεις, το προσωπικό, η κτιριακή δομή και ο υλικοτεχνικός εξοπλισμός, καθώς και η σίτιση. Μέσα από τη σύγκριση του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου σε Ελλάδα και Κύπρο προκύπτει ότι ο συγκεκριμένος θεσμός έχει πολλές ομοιότητες και στις δύο χώρες, παρόλο που η κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες 1472 157 185 Over the years, primary education subject matters in Greece seem to have well-defined boundaries and rarely two or more of them are being combined, although the current curriculum claims to be interdisciplinary. This report deals with the relationship between Visual Arts and Mathematics and the way that this relationship could be utilized to support students in understanding geometric transformations (axial symmetry, rotation, transfer). The research method adopted in the empirical part of the study is a teaching intervention based on exploratory learning in the three early grades of elementary school. The research tools used for the data collection were observation, field notes, students’ productions, informal teacher interviews and recordings of teaching sessions. The data analysis, for which grounded theory and content analysis techniques were combined, indicated that interventions of the type used helps students visualize mathematical concepts, such as geometric transformations and that the factors mainly influencing students’ involvement are age, learning settings and certain individual characteristics. Εδώ και πολλά χρόνια τα αντικείμενα μάθησης στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση έχουν σαφή και διακριτά όρια και πολύ σπάνια γίνεται συνδυασμός δύο ή και παραπάνω πεδίων γνώσης, παρόλο που τα ισχύοντα Αναλυτικά Προγράμματα είναι διαθεματικά. Η παρούσα εργασία αναφέρεται στη σχέση των Εικαστικών Τεχνών με τα Μαθηματικά και στο πως θα μπορούσε να αξιοποιηθεί αυτή η σχέση για να υποστηρίξει τον/την μαθητή/ρια στην κατανόηση μιας σημαντικής πτυχής του γεωμετρικού λογισμού, των γεωμετρικών μετασχηματισμών (αξονική συμμετρία, περιστροφή, μεταφορά). Η ερευνητική μέθοδος που επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί είναι η διδακτική παρέμβαση με χαρακτηριστικά ανακαλυπτικής μάθησης στις πρώτες τρεις τάξεις του Δημοτικού Σχολείου. Τα εργαλεία για τη συλλογή δεδομένων ήταν η παρατήρηση, οι άτυπες συνεντεύξεις με τις εκπαιδευτικούς και οι μαγνητοφωνήσεις των διδασκαλιών, ενώ στα δεδομένα συγκαταλέγονται οι σημειώσεις πεδίου και τα έργα των μαθητών. Η ανάλυση των δεδομένων για την οποία αξιοποιήθηκαν συνδυαστικά οι τεχνικές θεμελιωμένης θεωρίας και ανάλυσης περιεχομένου, έδειξε ότι μια τέτοιου είδους παρέμβαση βοηθάει στην οπτικοποίηση μαθηματικών εννοιών όπως οι γεωμετρικοί μετασχηματισμοί και ότι οι παράγοντες που επηρεάζουν τη συμμετοχή και την εμπλοκή των μαθητών/ριών είναι κυρίως το μαθησιακό περιβάλλον, η ηλικία και τα ατομικά χαρακτηριστικά. 1473 429 417 Referring children of other cultural and linguistic background (Roma) to special education – the european experience Παραπομπή παιδιών με πολιτισμική και γλωσσική ετερότητα (Ρομά) σε σχολεία ειδικής αγωγής – ευρωπαϊκή εμπειρία This present final paper is moving in the wider field of education policy and focuses on the education of Roma in Western and Central Europe, namely in Hungary, Slovakia, Bulgaria and Romania. Before we proceed to the analysis of educational policies which implement in these countries for the education of Roma, we deem appropriate to consider a number of issues, which make up the framework within which the matter under consideration takes place. So, we proceed to the successive presentation initially, the issue of education in modernism directly involved with the idea of the nation- state, and then the question of the existence of various minorities within it, which is also linked to the issue of integration or social and educational exclusion interim minority students. Following comes a special reference to the educational policies that moderate everything in Europe as well as the issue of Intercultural Education, of educational role models that dominated and will continue to dominate in the educational field but also in the matter of Special Education. Essential part of our paper is the discussion upon the minority of the Roma. This part begins with an attempt to clarify a series of issue, like the identity of the Roma and their educational needs. Thus, a few axes are assembled, upon which the findings of the inquiring part are being placed in order to reach some deductions regarding the government choices but also families/communities regarding the education of the children Roma in Central Europe. Motive for the development of this paper are the knowledge and concerns that arose during the class of the E’ semester of our studies with title “Management of cultural diversity in the classroom”, with our professor Mavrommatis Georgios. Our exposure to the subject was our first stimulate for our avocation with the Roman and their education. The feeling of curiosity that came from our contact with the subject was enhanced from the stance from the country which we come from, Greece, has adopt against minorities and especially against the Roma. Nevertheless, the general racist perception against minorities is not a phenomenon that locates only in Greece but in all European countries from which other show a bigger and others smaller percentage of their establishment. Biases of that kind contribute to the haunting of the name of “Rom”, they were caused from negative social perception that “follow” the minority from the begging of its first appearance, without any special effort being made for the improvement of this situation Η παρούσα πτυχιακή εργασία κινείται στον ευρύτερο χώρο της εκπαιδευτικής πολιτικής και εστιάζει στην εκπαίδευση των Ρομά στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη, και πιο συγκεκριμένα στην Ουγγαρία, στη Σλοβακία, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία. Προτού προχωρήσουμε στην ανάλυση των εκπαιδευτικών πολιτικών που εφαρμόζονται στις παραπάνω χώρες για τη μόρφωση των Ρομά κρίνουμε σκόπιμο να εξετάσουμε μια σειρά από ζητήματα που ουσιαστικά αποτελούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνει χώρα το υπό εξέταση ζήτημα. Έτσι, προχωράμε στη διαδοχική παρουσίαση αρχικά, του θέματος της εκπαίδευσης στην νεωτερικότητα που εμπλέκεται άμεσα με την ιδέα του έθνους – κράτους κι έπειτα στο ζήτημα της ύπαρξης διάφορων μειονοτήτων μέσα στα πλαίσια αυτού, το οποίο συνδέεται και με το ζήτημα της ένταξης ή του κοινωνικού και εκπαιδευτικού αποκλεισμού τω μειονοτικών μαθητών. Ακολουθεί ιδιαίτερη αναφορά στις εκπαιδευτικές πολιτικές που ρυθμίζουν τα πράγματα στην Ευρώπη, καθώς και στο θέμα της Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, των εκπαιδευτικών μοντέλων που κυριάρχησαν και κυριαρχούν στον εκπαιδευτικό χώρο, αλλά και στο ζήτημα της Ειδικής Αγωγής. Βασικό κομμάτι της εργασίας μας αποτελεί η συζήτηση γύρω από τη μειονότητα των Ρομά. Το μέρος αυτό ξεκινά με μια απόπειρα αποσαφήνισης μιας σειράς ζητημάτων, όπως είναι η «ταυτότητα» των Ρομά και οι εκπαιδευτικές τους ανάγκες. Έτσι, συγκροτούνται κάποιοι άξονες, πάνω στους οποίους τοποθετούνται τα ευρήματα του ερευνητικού μέρους, ώστε να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα αναφορικά με τις επιλογές κυβερνήσεων, αλλά και οικογενειών/κοινοτήτων αναφορικά με την εκπαίδευση των παιδιών Ρομά στην Κεντρική Ευρώπη. Κίνητρο για την εκπόνηση της εργασίας αυτής αποτέλεσαν οι γνώσεις και οι προβληματισμοί που προέκυψαν παρακολουθώντας το μάθημα του Ε’ εξαμήνου σπουδών μας με τίτλο «Διαχείριση της Πολιτισμικής Ετερότητας στη σχολική τάξη», με διδάσκοντα τον κύριο Μαυρομμάτη Γεώργιο. Η επαφή μας με το μάθημα αποτέλεσε το αρχικό ερέθισμα για την ενασχόληση μας με τους Ρομά και την εκπαίδευσή τους. Το αίσθημα περιέργειας που μας προκλήθηκε από την επαφή μας με το μάθημα, ενισχύθηκε από τη στάση που η χώρα από την οποία καταγόμαστε, η Ελλάδα, έχει υιοθετήσει γενικά απέναντι στις μειονότητες και ειδικά απέναντι στους Ρομά. Ωστόσο, η γενική ρατσιστική αντίληψη απέναντι στις μειονότητες δεν είναι φαινόμενο που εντοπίζεται τόσο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, από τις οποίες άλλες παρουσιάζουν μεγαλύτερο και άλλες μικρότερο ποσοστό εγκατάστασης τους. Τέτοιου είδους προκαταλήψεις που συμβάλλουν στη στοιχείωση του ονόματος «Ρομ», προκλήθηκαν από αρνητικές κοινωνικές αντιλήψεις που «ακολουθούν» τη μειονότητα αυτή από την αρχή της εμφάνισης της, χωρίς να παρατηρείται κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια βελτίωσης της κατάστασης αυτής 1474 408 408 Υγιεινή και ασφάλεια των φοιτητών κατά την εργαστηριακή τους άσκηση στο εργαστήριο ιατροδικαστικών επιστημών The academic education of the course on Forensic Medicine, except for the theoretical teaching of the courses, also involves the laboratory-clinical exercise at the laboratory. The laboratory - clinical exercise of the students is carried out in the area of the morgue, which is situated at the headquarters of the Laboratory of Forensic Sciences at the University General Hospital of Evros. Undergraduate students in the fourth year of training in the Faculty of Medicine, divided into groups, are attending and are involved in the current incidents of postmortem examinations and autopsies performed in the Laboratory of Forensic Sciences in order to complete a mandatory number of attendances.The present diploma thesis aims to collect data on the sanitation and safety of undergraduate students during their laboratory practice at the Laboratory of Forensic Sciences, and thus, determine the level of awareness of the risks that may be encountered in a laboratory exercise, design ways of dealing with the latter, improve as much as possible the conditions and level of knowledge on the educational activities of students and make suggestions or even propose solutions. The dissertation will be drafted in two parts; the general and the specific part. The general part of the diploma thesis refers to the primary subject of Forensic Science, which is postmortem examination - autopsy. Furthermore, the hygiene and safety measures to be taken at the morgue are listed as well as the infections in the area of the morgue and the disinfectants used, the potentially harmful factors to the workers and the students are determined, the occupational hazards and minimum mandatory standards of the occupational environment of a forensic laboratory are assessed, and the sanitation and safety measures taken by students during their medical practice are referred to. In the specific part, the purpose, methodology and timeline of the research is resented, by using a questionnaire which has been distributed to the students. The results of the questionnaire are depicted in percentage and schematic with tables and graphs. The results and the students’ answers to the questions addressed are analyzed. At the end of the paper, data from a similar, earlier conducted survey will be discussed comparatively. In conclusion, based on the results of the research, measures on the improvement of the sanitation and safety conditions for students in their laboratory practice are proposed as well as the enhancement of the level of knowledge on the field of educational activities of the Laboratory of Forensic Sciences. Η εκπαιδευτική διδασκαλία του μαθήματος της Ιατροδικαστικής εκτός της θεωρητικής διδασκαλίας των μαθημάτων περιλαμβάνει και την εργαστηριακή - κλινική άσκηση στο Εργαστήριο. Η εργαστηριακή - κλινική άσκηση των φοιτητών πραγματοποιείται στο χώρο του νεκροτομείου το οποίο στεγάζεται στην έδρα του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικών Επιστημών στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Έβρου. Οι φοιτητές του 4ου έτους του Τμήματος της Ιατρικής χωρισμένοι ανά ομάδες παρακολουθούν και συμμετέχουν στην διενέργεια των τρεχόντων περιστατικών νεκροψιών - νεκροτομών που διενεργεί το Εργαστήριο της Ιατροδικαστικής με την προϋπόθεση να συμπληρώσουν έναν υποχρεωτικό αριθμό παρουσιών. Σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι η συλλογή στοιχείων σχετικά με την υγιεινή και ασφάλεια των φοιτητών κατά την εργαστηριακή τους άσκηση στο Εργαστήριο της Ιατροδικαστικής. Να καθορίσουμε το επίπεδο γνώσεων σχετικά με τους κινδύνους που μπορεί να διατρέχουν σε μία εργαστηριακή άσκηση, να σχεδιάσουμε τους τρόπους αντιμετώπισης τους, να βελτιώσουμε σε όσο τον δυνατόν μεγαλύτερο βαθμό τις συνθήκες και το επίπεδο γνώσεων των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων των φοιτητών και να υποβάλλουμε τυχόν προτάσεις η και λύσεις. Η διπλωματική εργασία θα εκπονηθεί σε δύο μέρη, στο γενικό μέρος και στο ειδικό μέρος. Το γενικό μέρος της διπλωματικής εργασίας θα περιλαμβάνει αναφορές στο κύριο αντικείμενο της Ιατροδικαστικής Επιστήμης που είναι η νεκροψία - νεκροτομή. Τα μέτρα υγιεινής και ασφαλείας που θα πρέπει να λαμβάνονται στο χώρο του νεκροτομείου. Οι λοιμώξεις στο χώρο του νεκροτομείου , τα απολυμαντικά μέσα που χρησιμοποιούνται και να καθορίσουμε τους βλαπτικούς παράγοντες που είναι επικίνδυνοι για τους εργαζόμενους και τους φοιτητές σε ένα χώρο όπως είναι το νεκροτομείο. Να εκτιμήσουμε τους επαγγελματικούς κινδύνους και τις ελάχιστες προδιαγραφές που θα πρέπει να διαθέτει ένα εργασιακό περιβάλλον ενός εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και να αναφερθούμε στα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας των φοιτητών που λαμβάνονται κατά την εργαστηριακή τους άσκηση στα νεκροτομικά περιστατικά.Στο ειδικό μέρος θα παραθέσουμε τον σκοπό, την μεθοδολογία και το χρονοδιάγραμμα της έρευνας, με την χρήση ενός ερωτηματολογίου το οποίο διανεμήθηκε στους φοιτητές. Θα παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου ποσοστιαία και σχηματικά με πίνακες και γραφήματα. Θα αναλύσουμε τα αποτελέσματα και τις απαντήσεις των φοιτητών στα ερωτήματα που τους θέσαμε στο ερωτηματολόγιο. Στην συζήτηση που θα ακολουθήσει στο τέλος της εργασίας θα αναλύσουμε συγκριτικά στοιχεία από προγενέστερη και παρόμοια έρευνα που διεξήχθη. Κλείνοντας με βάση τα αποτελέσματα της έρευνάς θα αναφέρουμε προτάσεις προκειμένου να βελτιώσουμε τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας των φοιτητών κατά την εργαστηριακή τους άσκηση καθώς και το επίπεδο γνώσεων των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων του Εργαστήριου Ιατροδικαστικών Επιστημών. 1475 20 20 Routing protocols and quality of service evaluation in wireless ad hoc and sensor networks: An integrated water resources management framework Πρωτόκολλα δρομολόγησης και ποιότητα υπηρεσίας ασύρματων μη δομημένων δικτύων (ad hoc) και δικτύων αισθητήρων. Εφαρμογή σε ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης υδάτων 1476 236 280 Semen analysis is always used to evaluate infertile men. It has been demonstrated that semen’s concentration, motility and morphology are different between fertile and infertile men. Standards measurements may not reveal all the sperm defects, which can affect fertility. Like female infertility, male infertility is multifactorial. Because of this, new markers are needed to discriminate infertile from fertile men and predict pregnancy outcome. Various sperm function tests are proposed and endorsed by different researchers in addition to the routine evaluation of fertility. These tests detect function of a certain part of spermatozoon and give insight on the events in fertilization of the oocyte. The number of spermatozoa should be sufficient (count) and their structure should be normal to be able to fertilize eggs (semen morphology). Spermatozoa should have intact and functional membrane to survive through the harsh environment of vagina and uterine fluids (vitality and hypo-osmotic swelling test). They should also have satisfactory acrosome function, to be able to penetrate zona pellucida (acrosome reaction test, zona penetration test). They should have properly packed DNA in the nucleus to be able to transfer the male genes (nuclear chromatic decondensation test) to the oocyte during fertilization. Finally, they should be protected from the bad effects of leucocytes and reactive oxygen species (ROS estimation). The aim of the current diplomatic work was the study and the presentation of the main function sperm assays, their clinical application and their use. Η ανάλυση σπέρματος χρησιμοποιείται πάντα στην αξιολόγηση της ανδρικής υπογονιμότητας. Έχει αποδειχτεί ότι η συγκέντρωση, η κινητικότητα και η μορφολογία των σπερματοζωαρίων διαφέρουν μεταξύ των γόνιμων και των υπογόνιμων ανδρών. Οι τυπικές μετρήσεις, όμως, δεν μπορούν να αποκαλύψουν όλες τις ανωμαλίες των σπερματοζωαρίων που επηρεάζουν τη γονιμότητα. Όπως και η γυναικεία υπογονιμότητα, έτσι και η ανδρική είναι πολυπαραγοντική. Απαιτούνται, λοιπόν, νέοι δείκτες για τη διάκριση των υπογόνιμων ανδρών από τους γόνιμους και για την πρόβλεψη της έκβασης της εγκυμοσύνης. Διάφορες λειτουργικές δοκιμασίες του σπέρματος προτάθηκαν από διάφορους ερευνητές, επιπρόσθετα από την συνηθισμένη αξιολόγηση της γονιμότητας. Αυτές οι δοκιμασίες ανιχνεύουν τη λειτουργία ενός ορισμένου μέρους του σπερματοζωαρίου και δίνουν στοιχεία σχετικά με τις εκδηλώσεις που αφορούν στην γονιμοποίηση του ωαρίου. Ο αριθμός των σπερματοζωαρίων θα πρέπει να είναι επαρκής (μέτρηση) και η δομή τους φυσιολογική, ώστε να είναι σε θέση να γονιμοποιήσουν τα ωάρια (μορφολογία σπερματοζωαρίων). Τα σπερματοζωάρια θα πρέπει να έχουν άθικτη και λειτουργική μεμβράνη, ώστε να επιβιώσουν στο σκληρό περιβάλλον της μήτρας και των υγρών του κόλπου (ζωτικότητα και δοκιμασία υποοσμωτικής διόγκωσης. Θα πρέπει επίσης να έχουν ικανοποιητική λειτουργία ακροσώματος και να είναι σε θέση να διεισδύσουν στη διαφανή ζώνη (δοκιμή ακεραιότητας του ακροσώματος, δοκιμή διείσδυσης της διαφανούς ζώνης). Θα πρέπει να έχουν κατάλληλα «πακεταρισμένο» το DNA του πυρήνα και να είναι σε θέση να μεταφέρουν τα αρσενικά γονίδια (δοκιμασία ελέγχου της χρωματίνης και του πυρηνικού DNA) στο ωάριο κατά τη γονιμοποίηση. Τέλος τα σπερματοζωάρια θα πρέπει να προστατεύονται από τις κακές συνέπειες των λευκοκυττάρων και των ενεργών ενώσεων οξυγόνου (δοκιμασίες ελέγχου ύπαρξης οξειδωτικού στρες). Σκοπός, λοιπόν, της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν να μελετηθούν και να παρουσιαστούν οι κυριότερες λειτουργικές δοκιμασίες του σπέρματος, η κλινική τους εφαρμογή και χρησιμότητα. 1477 293 377 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C1 στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα Liver cancer is the 3rd most common cause of death related to cancer. Its numbers are constantly rising which may be related to the also rising number hepatitis B and C cases worldwide. Along with the diseases' constant increase worldwide, therapeutic and diagnostic approaches are making significant progress, including the appearance of new tumor biomarkers. MAGE-C1 protein is a perfect example. It belongs to the MAGE gene family but is also included in the Cancer- Testis genes group. This specific gene is located on chromosome Xq26-27. The MAGE-C1 gene is not expressed normal cells with the exception of primary spermatocytes. On the other hand, MAGE-C1 protein's expression, which can be either nuclear or cytoplasmic, is found in a variety of malignancies such as breast or prostate cancer, melanoma, etc.. Taking all the above as into consideration, this project aimed to analyze the immunohistochemical expression of MAGE-C1 in hepatocellular carcinoma tissues, and correlate it to clinicohistopathological parameters. During these experiments 26 liver cancer tissues were used, in which immunohistochemistry was conducted using anti-MAGE-C1 antibody. After that the expression of this factor was evaluated and then correlated to the parameters of interest. Our results showed a statically significant correlation between the expression of MAGE-C1 protein and a number o factors that included age, gender, HBV or HCV infection, Grade, Lymph node invasion, Nodules, AFP, Cirrhosis and status. According to these results and taking into consideration the available literature we came to the conclusion that MAGE-C1 can be an efficient prognostic marker for this malignancy and can potentially be used as a drug target. However due to the limited number of cases used in this preliminary study, future studies are needed to confirm these results in order to be applied in clinical practice and therapeutic management. Ο καρκίνος του ήπατος είναι το 3ο πιο κοινό αίτιο θανάτου, σχετιζόμενο με καρκίνο. Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί μια συνεχόμενη αύξηση των περιστατικών γεγονός που αποδίδεται στην αύξηση των λοιμώξεων από του ιούς της ηπατίτιδας B και C. Παράλληλα όμως με την αύξηση των περιστατικών της νόσου, παρατηρείται και σημαντική πρόοδος όσων αφορά την διάγνωση και την θεραπεία της. Ένας από τους παράγοντες που έχουν βοηθήσει στο συγκεκριμένο τομέα είναι και οι καρκινικοί προγνωστικοί δείκτες, όπως το MAGE-C1.Το συγκεκριμένο γονίδιο συμπεριλαμβάνεται και στην ομάδα των αντιγόνων του καρκίνου των όρχεων και εδράζεται στο χρωμόσωμα Χ στη θέση q26-q27. Η έκφραση του γονιδίου περιορίζεται μόνο σε καρκινικού ιστούς, χωρίς να παρατηρείται σε φυσιολογικά κύτταρα με εξαίρεση τους πυρήνες των πρώιμων σπερματοκυττάρων. Η πρωτεΐνη αντίστοιχα μπορεί να έχει τόσο κυτταροπλασματική, όσο και πυρηνική έκφραση και εντοπίζεται σε διάφορα είδη καρκίνων πέραν του ηπατοκυτταρικού, όπως ο καρκίνος του μαστού, του προστάτη, το μελάνωμα και πολλά άλλα. Στόχος λοιπόν της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας ήταν ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C1 σε δείγματα από ασθενείς με ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα και την συσχέτισή της με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους (όπως το φύλλο, η ηλικία, η προϋπάρχουσα λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας B ή C κ.α.). Για την επίτευξη του σκοπού μας, χρησιμοποιήσαμε 26 ιστοτεμάχια από καρκίνο του ήπατος, στα οποία μέσω της μεθόδου της έμμεσης ανοσοϊστοχημείας και την χρήση αντισώματος anti-MAGE-C1, καταφέραμε να αναλύσουμε την έκφραση του εν λόγω παράγοντα. Στην συνέχεια η έκφραση του συσχετίστηκε με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Τα αποτελέσματα ήταν αρκετά ενθαρρυντικά. Από τις παραμέτρους που ελέγχθηκαν αυτές που βρέθηκαν να συσχετίζονται με τον συγκεκριμένο δείκτη με στατιστική σημαντικότητα (p<0,05) ήταν : το φύλλο, η ηλικία, η προϋπάρχουσα λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β ή C, ο βαθμός διαφοροποίησης, η λεμφαδενική διήθηση, ο αριθμός των όγκων, η έκφραση της AFP, η κίρρωση καθώς και η επιβίωση. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω καθώς και την διεθνή βιβλιογραφία φτάσαμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτεΐνη MAGE-C1 μπορεί να αποτελέσει έναν αποτελεσματικό προγνωστικό δείκτη για τη συγκεκριμένη κακοήθεια και να χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικός στόχος. Παρόλα αυτά λόγω του μικρού αριθμού δειγμάτων που εξετάστηκαν σε αυτή την προκαταρκτική μελέτη, απαιτούνται μελλοντικές έρευνες για την επιβεβαίωση των παραπάνω αποτελεσμάτων πριν την χρήση τους σε κλινικό επίπεδο. 1478 268 262 the case of the pupil’s Club concerning history and theatrical expression of the 1st Experimental Primary School of Alexandroupolis η περίπτωση του Ομίλου Ιστορίας και Θεατρικής Έκφρασης του 1ου Πειραματικού Δημοτικού Σχολείου Αλεξανδρούπολης The 1st Experimental Primary School of Alexandroupoli serves modern education by implementing innovative actions and good practices. The "History and Theatrical Expression" Club, through this view, contributes to culture, applying the Pedagogy of Theater to Education. It brings pupils into contact with art, encourages them to function as a Club and at the same time cultivates their autonomy. It helps in their psycho-spiritual development and the expression of their emotions. This diploma thesis aims at a detailed presentation of the activities of the "History and Theatrical Expression" Club, which operates from 2013 until today in the 1st Experimental Primary School of Alexandroupoli. In particular, through the study of the archives of S.S.B, which lasted from November 2018 to January 2019, the laws concerning the establishment of the Templates and later of the Experimental Schools and the website of the school, a record was made of its activities, its contribution to culture and its association with the local community. In the second part of the thesis a Case Study was made through a theatrical intervention, which ended with the theatrical performance "Ecclesiazouses”. The methodological tools of the Case Study, which consisted of 26 club children, were participatory observation, participatory planning with the help of users (edutainment) and the method of dialectical theater of Brecht. The thesis presents the actions of the Club in the local society, in its goal to bring together the school and the society. The "History and Theatrical Expression" Club encourages parents to participate in its effort. Το 1ο Πειραματικό Δημοτικό σχολείο υπηρετεί την σύγχρονη εκπαίδευση εφαρμόζοντας καινοτόμες δράσεις και καλές πρακτικές. Ο Όμιλος Ιστορίας και Θεατρικής Έκφρασης μέσα απ’ αυτήν την οπτική συμβάλλει στον πολιτισμό, εφαρμόζοντας την Παιδαγωγική του θεάτρου στην εκπαίδευση. Φέρνει τους μαθητές σε επαφή με την Τέχνη, τους ενθαρρύνει να λειτουργούν ως ομάδα και συγχρόνως καλλιεργεί την αυτονομία τους. Βοηθά στην ψυχοπνευματική τους ανάπτυξη και στην έκφραση των συναισθημάτων τους. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έχει σκοπό την αναλυτική παρουσίαση των δράσεων του Ομίλου Ιστορίας και Θεατρικής Έκφρασης, ο οποίος λειτουργεί στο 1ο Πειραματικό Δημοτικό Σχολείο Αλεξανδρούπολης από το 2013 έως σήμερα. Συγκεκριμένα μέσα από την μελέτη των αρχείων του Επιστημονικού, Εποπτικού, Συμβουλίου, (ΕΠ.Ε.Σ), η οποία διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Ιανουάριο του 2019, τους νόμους που αφορούν στην ίδρυση των Προτύπων και αργότερα Πειραματικών σχολείων και την ιστοσελίδα του σχολείου έγινε μια καταγραφή των δραστηριοτήτων του, της συμβολής του στον πολιτισμό και της σύνδεσης του με την τοπική κοινωνία. Στο δεύτερο μέρος της έρευνας έγινε μια Μελέτη Περίπτωσης μέσω μιας θεατρικής παρέμβασης, η οποία έκλεισε με τη θεατρική παράσταση «Εκκλησιάζουσες». Τα μεθοδολογικά εργαλεία της Μελέτης Περίπτωσης την οποία αποτέλεσαν 26 παιδιά του Ομίλου ήταν η Συμμετοχική παρατήρηση, ο Συμμετοχικός Σχεδιασμός με τη βοήθεια των χρηστών (edutainment) και η μέθοδος του διαλεκτικού θεάτρου του Μπρεχτ. Η εργασία αυτή παρουσιάζει τις δράσεις του Ομίλου στην τοπική κοινωνία, φέρνοντας έτσι σε επαφή σχολείο και κοινωνία. Ο Όμιλος Ιστορίας και Θεατρικής Έκφρασης ενθαρρύνει τη συμμετοχή των γονέων σ’ αυτή του την προσπάθεια 1479 398 301 Perceptions of education: the case of parents, who immigrate to Germany Αντιλήψεις για την εκπαίδευση: η περίπτωση των υπό μετανάστευση στη Γερμανία γονέων It has been recently observed in Greece, that during the period of economic crisis, there is a considerable number of parents with children enrolled in compulsory education, who immigrate to Germany. On one hand, this observation has raised questions about the parents’ perceptions of the affinity between immigration and typical education during the crisis. On the other hand, there is the role of social networks, which are created and developed by these parents, who take also part in them, although that this participation is independent from their own cultural capital. Thus, in the research paper there was made an attempt to trace the social reality of Greek parents with school-age children, who immigrated to Germany the last two years of economic crisis. In more concrete terms, not only is the target group’s profile being under research, but the extent of the phenomenon as well and the correlation of migration with the one of the previous generation. However, the recovery of Germany as a migration destination does not constitute a “history repeat itself”. But, even though it is determined by a family “habitus”, it is being further accompanied by a scrutinised consideration of the factors that seem to guarantee the educational ensuring of new immigrants’ children. Additional issues concerning the current research have been the parents’ trust on the state within the framework of typical education, the state’s reactions and the weaknesses of formal education through parents’ perspective. Taking into account parents with school-age children being on the verge of immigrating to Germany, they obviously have stereotypical ideas first on education and second on the country of immigration. Parents, who in some cases are ‘ethnically other’, raise their concerns on their children’s education and working future both in Greece and Germany. Furthermore, the parents were asked how they perceive themselves as part of the social networks and how these networks incite them to decide to immigrate to Germany, how they support them during the transition to a new country and how they help them to solve their problems about the education of their children afterwards. Regarding methodology, the current thesis is based on oral interviews which constitute up to a certain extent a series of life stories, and on participant observation, given the fact that the author belongs to the same target group having had himself immigrated parents Έχει παρατηρηθεί ότι τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, στον καιρό της οικονομικής κρίσης, υπάρχουν γονείς με παιδιά στην υποχρεωτική εκπαίδευση, οι οποίοι μεταναστεύουν προς τη Γερμανία. Με αφετηρία αυτό το γεγονός, στη συγκεκριμένη εργασία επιχειρείται να διερευνηθούν οι αντιλήψεις αυτών των γονέων για τη μετανάστευση σε σχέση με το ζήτημα της εκπαίδευσης των παιδιών τους στο περιβάλλον υποδοχής, σε συνάρτηση με το κοινωνικό / πολιτισμικό κεφάλαιο που οι ίδιοι οι γονείς φέρουν. Πιο συγκεκριμένα, διερευνάται το προφίλ της ομάδας, οι αντιλήψεις τους για την τυπική εκπαίδευση τόσο στη χώρα τους όσο και στη χώρα υποδοχής και η σχέση της μετανάστευσης μέσα από την αξιοποίηση της οικογενειακής μετανάστευσης της προηγούμενης γενιάς προς τη Γερμανία. Ωστόσο, αυτή η ανάκαμψη της Γερμανίας ως μεταναστευτικού προορισμού δε συνιστά μια «ιστορία που επαναλαμβάνεται», αλλά παρόλο που καθορίζεται από ένα οικογενειακό habitus, συνοδεύεται επιπλέον από μια ενδελεχή εξέταση των παραγόντων εκείνων που φαίνεται να διασφαλίζουν την εκπαιδευτική εξασφάλιση των παιδιών των νέων μεταναστών. Άλλη μια παράμετρο που σχετίζεται με το ζήτημα αποτέλεσε η εμπιστοσύνη που δείχνουν οι γονείς απέναντι στο κράτος στα πλαίσια της τυπικής εκπαίδευσης, οι αντιδράσεις του κράτους αλλά και οι αδυναμίες της τυπικής εκπαίδευσης μέσα από την οπτική των γονέων. Για τους υπό μετανάστευση στη Γερμανία γονείς με παιδιά σε σχολική ηλικία φαίνεται πως υφίστανται στερεότυπα τόσο για την εκπαίδευση όσο και για τη “Γερμανία”. Οι γονείς, που σε κάποιες περιπτώσεις είναι και “εθνοτικά άλλοι” προβάλλουν τις ανησυχίες τους για την εκπαίδευση και το εργασιακό μέλλον των παιδιών τους τόσο για την Ελλάδα όσο και για τη χώρα μετανάστευσης. Από μεθοδολογική άποψη, η εργασία στηρίζεται σε προφορικές συνεντεύξεις που συνιστούν ως ένα βαθμό μερικές αφηγήσεις ζωής, αλλά και στη συμμετοχική παρατήρηση, δεδομένου ότι ο γράφων εντάσσεται στη συγκεκριμένη ομάδα υπό μετανάστευση γονέων 1480 297 298 Οι απόψεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για την επιμόρφωση: Education as a subject related to knowledge is inextricably linked to the institution of training. This institution is correlated with the progress of the educational system and the quality of education in general. Thus it is a challenge both for the satisfaction of the needs of the educator and for his personal and professional development, especially in the modern era, where the demands grow with rapid rhythms. The purpose of this paper is to investigate the views of teachers in the county of Pella on their experience so far on the training programs they have attended. In the first part the conceptual clarification of the term of the training is analyzed, its necessity is mentioned, as well as a brief historical review of the ordinance. A thorough bibliographic overview is also presented. Then we analyze the forms, the purpose, the basic prerequisites of the organization, the models of the teacher’s training, and lastly, reference is made to the training of the Education Executives. The second part of the thesis involves the empirical section, the research itself. The selection of the methodology and the research tool was based on the interpersonal approach to the sample as we believe that such an approach can bring more valid results. Specifically, the qualitative data analysis was chosen as the most appropriate method, and the semi-structured interview was chosen as a research tool. The main result of the research is the requirement of teachers regarding the direction of educational policy, which should concentrate on better planning and organization of training programs, which should respond directly to the real needs of teachers. It is expected that this research will be a reason for further reflection and additional research on the institution of training in the context of the upgrading of our education system. Η εκπαίδευση ως ένας κλάδος εξ αντικειμένου σχετικός με τη γνώση, συνδέεται άρρηκτα με το θεσμό της επιμόρφωσης. Ο θεσμός αυτός συσχετίζεται με την πρόοδο του εκπαιδευτικού συστήματος , την ποιότητα της εκπαίδευσης εν γένει και αποτελεί πρόκληση τόσο για την ικανοποίηση των αναγκών του εκπαιδευτικού, όσο και για την προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξή του, ιδιαίτερα τη σύγχρονη εποχή, όπου οι απαιτήσεις αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να διερευνήσει τις απόψεις των εκπαιδευτικών του Νομού Πέλλας σχετικά με την μέχρι τώρα εμπειρία τους ως προς τα επιμορφωτικά προγράμματα που έχουν παρακολουθήσει. Στο πρώτο μέρος πραγματοποιείται η εννοιολογική αποσαφήνιση του όρου της επιμόρφωσης, αναφέρεται η αναγκαιότητα της, καθώς επίσης παρατίθεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή του θεσμού της επιμόρφωσης, συμπληρωματικά παρουσιάζεται μια ενδελεχής βιβλιογραφική επισκόπηση. Στη συνέχεια, αναλύονται οι μορφές, ο σκοπός, οι βασικές προϋποθέσεις της οργάνωσης, τα μοντέλα της επιμόρφωσης και τέλος γίνεται αναφορά στην επιμόρφωση των Στελεχών Εκπαίδευσης. Το δεύτερο μέρος της εργασίας εμπεριέχει το εμπειρικό τμήμα, δηλαδή, την έρευνα αυτή καθεαυτή. Η επιλογή της μεθοδολογίας και του ερευνητικού εργαλείου είχε ως κριτήριο τη διαπροσωπική προσέγγιση με το δείγμα, καθότι πιστεύουμε ότι μία τέτοια προσέγγιση μπορεί να φέρει πιο έγκυρα αποτελέσματα. Συγκεκριμένα, η ποιοτική ανάλυση δεδομένων επιλέχθηκε ως η καταλληλότερη μέθοδος, καθώς επίσης ως ερευνητικό εργαλείο επιλέχθηκε η ημιδομημένη συνέντευξη. Ως κύριο αποτέλεσμα της έρευνας εξάγεται η απαίτηση των εκπαιδευτικών για αλλαγή κατεύθυνσης της εκπαιδευτικής πολιτικής η οποία οφείλει να επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στον καλύτερο σχεδιασμό και οργάνωση των επιμορφωτικών προγραμμάτων, τα οποία θα πρέπει να ανταποκρίνονται άμεσα στις πραγματικές ανάγκες των εκπαιδευτικών. Προσδοκάται η έρευνα αυτή να αποτελέσει αφορμή για περαιτέρω προβληματισμό και για τη διεξαγωγή επιπρόσθετων ερευνών σχετικά με το θεσμό της επιμόρφωσης στα πλαίσια πάντα της αναβάθμισης του εκπαιδευτικού μας συστήματος. 1481 283 243 Αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των Migs στο αποφολιδωτικό γλαύκωμα Glaucoma, according to the World Health Organization, is the second most common cause of blindness in the world, affecting about 60 million people. It is a multifactorial disease which depends, between others, on the intraocular pressure and is more commonly seen in patients of more than 55 years of age. With the ongoing increase in population age, it is expected to have an increase in the incidence of glaucoma, accompanied with an increased need for effectively managing it. Glaucoma managements is based on pharmacological and surgical treatments which have as a main target the decrease of the intraocular pressure. Εxfoliative syndrome is a systemic disorder, of which the results we can mainly see in the eyes of the patient. The presence of exfoliative material leads to an increased risk of glaucoma and also to more aggressive forms of glaucoma due to the tendency of the intraocular pressure to widely vary during 24hrs. A more aggressive type of glaucoma is usually accompanied with a higher probability of need for a surgical intervention during some stage of the disease. In Greece exfoliation is a common cause of glaucoma.MIGS are a new and progressing type of surgical interventions for glaucoma, combined or not with the phacoemulsification of the cataract lens. They promise successful regulation of the intraocular pressure to 15mmHg in an average and they are accompanied with an excellent safety profile. Even though they have been mostly used in patients with a primary open angle glaucoma, the results in patients with secondary types of glaucoma, and specifically exfoliative, are exceptionally encouraging. This type of intervention could be used either to successfully manage intraocular hypertension or in attempt to decrease the need of daily drop installation. Το γλαύκωμα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας αποτελεί την δεύτερη κυριότερη αιτία τύφλωσης στον πλανήτη, επηρεάζοντας 60 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Είναι μια πολυπαραγοντική νόσος η οποία εξαρτάται μεταξύ άλλων από την ενδοφθάλμια πίεση και συναντάται κυρίως σε άτομα άνω των 55 ετών. Με την αυξανόμενη μέση ηλικία του παγκόσμιου πληθυσμού πρόκειται να αυξηθεί και η ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετώπισης του γλαυκώματος. Η αντιμετώπιση του γλαυκώματος βασίζεται σε φαρμακολογικές και χειρουργικές θεραπείες που έχουν ως στόχο τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης. Το αποφολιδωτικό σύνδρομο αποτελεί μια συστημική νόσο, της οποίας τα αποτελέσματα βλέπουμε κυρίως στον οφθαλμό. Η παρουσία αποφολιδωτικού υλικού αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης γλαυκώματος και οδηγεί σε επιθετικότερες μορφές γλαυκώματος λόγω της μεγαλύτερης διακύμανσης της ενδοφθάλμιας πίεσης κατά της διάρκεια του 24ώρου. Μια επιθετικότερη μορφή γλαυκώματος συνοδεύεται συνήθως από μεγαλύτερη πιθανότητα ανάγκης για χειρουργική επέμβαση σε κάποιο στάδιο προόδου της νόσου. Στην Ελλάδα η αποφολίδωση αποτελεί συχνό αίτιο γλαυκώματος.Οι MIGS αποτελούν μια νέα και εξελισσόμενη μορφή χειρουργικών επεμβάσεων γλαυκώματος, συνδυασμένες ή όχι με την επέμβαση φακοθρυψίας καταρράκτη. Υπόσχονται ρύθμιση της ενδοφθάλμιας πίεσης περίπου στα 15mmHg με ένα πολύ καλό προφίλ ασφαλείας. Αν και έχουν χρησιμοποιηθεί περισσότερο σε ασθενείς με πρωτοπαθές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας τα αποτελέσματα των ασθενών με δευτερογενή γλαυκώματα, ειδικότερο το αποφολιδωτικό γλαύκωμα, είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Μια τέτοιου είδους επέμβαση μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ενδοφθάλμιας υπέρτασης είτε για την μείωση των φαρμάκων που απαιτείται να χρησιμοποιεί καθημερινά ο ασθενής. 1482 262 265 The present dissertation aims to present the value of ultrasound during embryo transfer. Embryo transfer is the final stage of the fertilization technique. After proper preparation (removal of mucus from the cervix, visual inspection of the cervix by means of a mirror and placement of the woman in the appropriate position), embryo transfer is followed by the use of the appropriate catheter at a particular distance from the uterus. It is of great importance to use the right catheter to avoid cervical and endometrial trauma. The embryo transfer process can only be done based on the clinician's clinical experience (clinical touch) or carried out under the guidance of ultrasound imaging. Embryo transfer based on the clinical touch is not considered a reliable technique as it does not detect the appropriate embryo deposition site and can not monitor a possible uterine contractility, which is a major cause of embryo elimination. On the other hand, the US guided embryo transfer process gives the possibility of accurately determining the position of the uterus and the cervical-uterine angle so that the most suitable catheter can be used. Also, its use is important in identifying the correct embryo deposition site in order for embryo transfer to be successful. The drawbacks of this methodology include the necessary presence of a second operator, the filling of the woman's bladder, which may be disconcerting, the possible need for catheter movement in order to improve the exact localization that may injure the endometrium. Finally, a potential disadvantage could be the possible unknown side effects of early embryo ultrasound prior to implantation. Η παρούσα βιβλιογραφική διπλωματική εργασία έχει ως στόχο την παρουσίαση της αξίας του υπερήχου κατά την εμβρυομεταφορά. Η εμβρυομεταφορά αποτελεί το τελικό στάδιο της διαδικασίας της τεχνικής της γονιμοποίησης. Αφού προηγηθεί η σωστή προετοιμασία (απομάκρυνση βλέννας από τον τράχηλο, οπτική παρακολούθηση του τραχήλου με τη βοήθεια κατόπτρου και τοποθέτηση της γυναίκας στην κατάλληλη θέση), ακολουθεί η εμβρυομεταφορά με τη χρήση του κατάλληλου καθετήρα σε συγκεκριμένη απόσταση από τον πυθμένα της μήτρας. Δίνεται μεγάλη σημασία στη χρήση του σωστού καθετήρα προκειμένου να αποφευχθούν οι τραυματισμοί του τραχήλου και του ενδομητρίου. Η διαδικασία της εμβρυομεταφοράς μπορεί να πραγματοποιηθεί βασιζόμενη μόνο στην κλινική εμπειρία του ιατρού (clinical touch) ή να πραγματοποιηθεί υπο την καθοδήγηση υπερηχογραφικής απεικόνισης. H εμβρυομεταφορά βασιζόμενη στο clinical touch, δε θεωρείται αξιόπιστη τεχνική, καθώς δε δίνει τη δυνατότητα εντοπισμού της κατάλληλης θέσης εναπόθεσης του εμβρύου και δεν μπορεί να παρακολουθήσει μια πιθανή συσταλτότητα της μήτρας, που αποτελεί βασική αιτία αποβολής του εμβρύου. Από την άλλη η χρήση υπερήχου κατά την εβρυομεταφορά, δίνει πρωτίστως τη δυνατότητα ακριβέστερου προσδιορισμού της θέσης της μήτρας και της γωνίωσης τραχήλου - μήτρας, ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο καταλληλότερος καθετήρας. Επίσης η χρήση του είναι σημαντική στον εντοπισμό της σωστής θέσης εναπόθεσης του εμβρύου, προκειμένου η εμβρυομεταφορά να είναι επιτυχής. Τα μειονεκτήματα που παρουσιάζει η συγκεκριμένη μεθοδολογία περιλαμβάνουν την απαραίτητη παρουσία δεύτερου χειριστή, την πλήρωση της κύστης της γυναίκας, που ίσως προκαλεί δυσαρέσκεια, τη πιθανή ανάγκη για μετακίνηση του καθετήρα προκειμένου να βελτιωθεί ο ακριβής εντοπισμός, κίνηση που ίσως τραυματίσει το ενδομήτριο. Τέλος ένα ακόμα μειονέκτημα είναι οι πιθανές άγνωστες παρενέργειες του πρώιμου υπερηχογραφήματος στο έμβρυο πριν από την εμφύτευση. 1483 468 453 the effects of social change in attitudes and institutions (with emphasis on the institution of education) οι επιπτώσεις της κοινωνικής αλλαγής στις στάσεις και στους θεσμούς (με έμφαση στον θεσμό της εκπαίδευσης) The purpose of this doctoral thesis is the study of the rapid social change that characterizes the western world from the beginning of the 21st century. More specifically, the thesis presents components of social change that are connected with the big economic crisis of the Greek state (2009-2018). In this framework, institutional functions, differentiations and changes in the Greek society are investigated. The thesis investigates whether there is change in the attitudes of Greeks – teachers and parents – towards the institutions of education, family and the European Union from 2009 till 2016. Particularly, the thesis focuses on possible changes in the working environment, changes in the function of the institution of education, changes in individual, family, communal level and in the level of social interactions, and attitudes towards issues concerning the European Union. Data gathering was conducted in Eastern Macedonia and Thrace region in 2016. The population was teachers and parents with children who attended school (6-18 years old). Primary and secondary education schools were chosen, that represent 15.8% of the total public schools in the region. Teachers and parents answered a structured questionnaire with open and closed questions. In total, 934 participants answered the questionnaire, of which 410 were teachers, 182 were parents and 342 were both teachers and parents. According to research findings, the economic crisis that affected the Greek state in 2009 has a direct impact on the institutions of education and family. Between 2009 and 2016, there are negative shifts on participants’ attitudes regarding Greece and European Union (EU) relations, the euro, and the European identity. There is growing eurosceptisism and considerable divergence of opinions. However, the majority is in favor of the common future of Greece and the EU. The main findings present changes in school operation and educational work. The crisis has negative influence on school performance and students’ behavior, according to half of the parents. Students’ standard of living has been decreased and there is an increase in student undernourishment cases according to the majority of teachers. As a response to the crisis, schools have developed social support systems and new skills. There is significant degradation of the standard of living of the Greek family. Almost 53% of participants evaluate negatively the covering of basic needs in 2016. There is deterioration of working conditions and dramatic decrease of remuneration. In individual and family level, expenses, various activities, entertainment and trips are decreased. 61.8% of the participants find positive changes in everyday life. The family objects to the consumerist way of living and focuses on the traditional values of the Greek civilization, namely, family cohesion, loyalty to moral and social values and attachment to homeland’s culture. In communal level, volunteerism and social offer are increased Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη της ραγδαίας κοινωνικής αλλαγής, η οποία χαρακτηρίζει τον δυτικό κόσμο από τις αρχές του 21ου αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάζονται συνιστώσες της κοινωνικής αλλαγής που συνδέονται με τη μεγάλη οικονομική κρίση στο ελληνικό κράτος (2009-2018). Στο πλαίσιο αυτής της αλλαγής, ερευνώνται οι λειτουργίες, οι διαφοροποιήσεις και οι αλλαγές θεσμών στην ελληνική κοινωνία. Διερευνάται αν αλλάζουν σημαντικά οι στάσεις των Ελλήνων – εκπαιδευτικών και γονέων – απέναντι στους θεσμούς της εκπαίδευσης, της οικογένειας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2009 έως το 2016. Ειδικότερα, η διατριβή εστιάζει σε πιθανές αλλαγές στο εργασιακό περιβάλλον, αλλαγές στη λειτουργία του θεσμού της εκπαίδευσης, αλλαγές σε επίπεδο ατομικό, οικογενειακό, κοινοτικό και σε επίπεδο κοινωνικών συναναστροφών, και στάσεις απέναντι σε θέματα που αφορούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συλλογή δεδομένων πραγματοποιήθηκε το 2016 στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, και ο πληθυσμός ήταν εκπαιδευτικοί και γονείς με παιδιά σχολικής ηλικίας (6-18 ετών). Επιλέχθηκαν σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που αντιπροσωπεύουν το 15,8% του συνόλου των δημόσιων σχολείων της περιφέρειας. Οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς απάντησαν σε δομημένο ερωτηματολόγιο, το οποίο περιελάμβανε ερωτήσεις ανοικτού και κλειστού τύπου. Συνολικά απάντησαν 934 συμμετέχοντες, εκ των οποίων οι 410 είναι εκπαιδευτικοί, 182 γονείς, και 342 εκπαιδευτικοί και γονείς. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, η οικονομική κρίση που έπληξε το ελληνικό κράτος το 2009 έχει άμεσες επιπτώσεις στους θεσμούς της εκπαίδευσης και της οικογένειας. Ανάμεσα στα έτη 2009 και 2016, σημειώνονται αρνητικές μεταβολές στις στάσεις των συμμετεχόντων για τις σχέσεις Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), το ευρώ, και την ευρωπαϊκή ταυτότητα. Παρατηρείται αυξανόμενος ευρωσκεπτικισμός και σημαντική διάσταση απόψεων. Παρόλα αυτά η πλειοψηφία τάσσεται υπέρ του κοινού μέλλοντος Ελλάδας-ΕΕ. Τα κύρια συμπεράσματα της έρευνας παρουσιάζουν μεταβολές στη λειτουργία των σχολικών μονάδων και στο εκπαιδευτικό έργο. Η κρίση επηρεάζει αρνητικά τη σχολική επίδοση και τη συμπεριφορά των μαθητών, σύμφωνα με τους μισούς περίπου γονείς. Έχει μειωθεί το βιοτικό επίπεδο και έχουν αυξηθεί οι περιπτώσεις υποσιτισμού μαθητών σύμφωνα με την πλειοψηφία των εκπαιδευτικών. Ως απάντηση στην κρίση, οι σχολικές μονάδες αναπτύσσουν συστήματα κοινωνικής υποστήριξης και νέες δεξιότητες. Σημειώνεται σημαντική πτώση του βιοτικού επιπέδου της ελληνικής οικογένειας. Το 53% περίπου του συνόλου των συμμετεχόντων αξιολογεί αρνητικά την κάλυψη βασικών αναγκών το 2016. Παρατηρείται χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας και δραματική μείωση αποδοχών. Σε ατομικό και οικογενειακό επίπεδο μειώνονται έξοδα, ποικίλες δραστηριότητες, ψυχαγωγία και ταξίδια. Το 61,8% των συμμετεχόντων εντοπίζει θετικές αλλαγές στην καθημερινότητα. Η οικογένεια περιορίζει τον καταναλωτικό τρόπο ζωής και εστιάζει στις παραδοσιακές αξίες του ελληνικού πολιτισμού, όπως είναι η οικογενειακή συνοχή, η πίστη στις κοινωνικές και ηθικές αξίες και η προσήλωση στα συλλογικά πολιτισμικά πρότυπα. Σε κοινοτικό επίπεδο αυξάνεται ο εθελοντισμός και η κοινωνική προσφορά 1484 168 184 Meaning attributed by primary and secondary teachers about assessment in mathematics Νοηματοδοτήσεις αξιολόγησης εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στα μαθηματικά The field of assessment is connected with educational events and is the subject of discussion by all those who have a role in the educational process. Opinions differ about what is the right way to assess maths, but also about how this can be achieved with teachers often following their own practices, sometimes closer to what we call “traditional assessment ”and other times to alternative practices. This paper focuses on how teachers make sense of the concept of assessment and through what ways they try to achieve “appropriate” assessment of their students’ tasks. A questionnaire was used for the collection of quantitative data on 107 teachers of primary and secondary education. In addition, 2 semi-structured interviews were conducted with a primary and a secondary school teacher. The quantitative data were analysed with descriptive statistics, while the qualitative data with content analysis. Teachers invoke individual “criteria” of assessment in mathematics, while differences in means and practices are distinct Η αξιολόγηση ως πεδίο είναι συνυφασμένη με τα εκπαιδευτικά δρώμενα και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης από όλους όσοι έχουν ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Οι απόψεις διίστανται σχετικά με το ποιος είναι ο σωστός τρόπος να αξιολογούνται τα μαθηματικά έργα των μαθητών, αλλά και το πώς αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τους εκπαιδευτικούς να ακολουθούν σε πολλές περιπτώσεις τις δικές τους πρακτικές, άλλες φορές πιο κοντά σε αυτό που ονομάζουμε “παραδοσιακή αξιολόγηση” και άλλες φορές σε εναλλακτικές πρακτικές. Η παρούσα εργασία εστιάζεται στη μελέτη του πώς νοηματοδοτούν οι εκπαιδευτικοί την έννοια της αξιολόγησης και μέσα από ποιους τρόπους προσπαθούν να επιτύχουν “κατάλληλη” αξιολόγηση για τα έργα των μαθητών τους. Για τη συλλογή των ποσοτικών δεδομένων διανεμήθηκε ηλεκτρονικά ερωτηματολόγιο σε 107 εκπαιδευτικούς Α’ βάθμιας και Β’ βάθμιας εκπαίδευσης. Επιπλέον πραγματοποιήθηκαν 2 ημι-δομημένες συνεντεύξεις με έναν εκπαιδευτικό Α’ βάθμιας εκπαίδευσης και έναν εκπαιδευτικό Β’ βάθμιας εκπαίδευσης. Η ανάλυση των ποσοτικών δεδομένων έγινε με περιγραφική στατιστική, ενώ των ποιοτικών δεδομένων με ανάλυση περιεχομένου. Οι εκπαιδευτικοί επικαλούνται ατομικά “κριτήρια” αξιολόγησης στα μαθηματικά, ενώ είναι διακριτές οι διαφοροποιήσεις σε μέσα και πρακτικές. 1485 272 298 άδειες προμήθειας, το μητρώο χρηστών, οι αποδεσμεύσεις: ευρωπαϊκό και ελληνικό δίκαιο Natural gas has always been a major energy product for the EU. Its attempt to find sources of gas to be supplied is continuous and spreads out of its borders, inevitably leading to cooperation with third countries. Considering that it is an essential component of the EU's energy mix at a rate of about 25% of primary energy supply, mainly contributing to the production of electricity, heat, power generation and transport fuels, can understand its importance to the EU's energy security. In addition, the EU's domestic energy production has fallen by almost a fifth between 1995 and 2012. Today, over 50% of the EU's energy needs in natural gas are covered by external suppliers such as Russia, Norway, Algeria and Libya. Continuous and uninterrupted supply of the EU natural gas has been a major issue for years for the European Union and led to the adoption of legislation to ban it. This, of course, requires the liberalization of the energy market in general and the activation of companies in the energy sector operating under the conditions of European law which regulates all the details of the production, supply, market, transport and distribution of natural gas. An important and decisive role is played by the energy regulators, whose establishment, at European level, ensures the smooth and orderly functioning of these businesses. This paper analyzes in particular the key role of energy regulators in the granting, revocation and modification of gas supply permits, as well as the obligation to keep the gas user register so that the control of companies involved in energy activities is continuous and impartial based on predefined criteria and terms. Το φυσικό αέριο αποτελούσε ανέκαθεν ένα σημαντικό ενεργειακό προϊόν για την ΕΕ. Η προσπάθεια της για την εξεύρεση πηγών από όπου θα προμηθευτεί το φυσικό αέριο είναι συνεχής και εξαπλώνεται έξω από τα σύνορά της οδηγώντας αναπόφευκτα σε συνεργασία με τρίτες χώρες. Αν αναλογιστεί κανείς ότι αποτελεί ουσιαστικό συστατικό του ενεργειακού μίγματος της Ε.Ε. σε ποσοστό μάλιστα 25% του εφοδιασμού σε πρωτογενή ενέργεια συμβάλλοντας κυρίως στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θερμότητας, στην τροφοδοσία της βιομηχανίας και στα καύσιμα για τις μεταφορές, μπορεί να κατανοήσει την σημασία του στην ενεργειακή σταθερότητα της Ε.Ε. Επιπρόσθετα η εγχώρια παραγωγή ενέργειας της Ε.Ε. έχει μειωθεί σχεδόν κατά το ένα πέμπτο μεταξύ 1995 και 2012. Σήμερα, πάνω από το 50% των ενεργειακών αναγκών της Ε.Ε. σε φυσικό αέριο καλύπτονται από εξωτερικούς προμηθευτές, όπως Ρωσία, Νορβηγία, Αλγερία και Λιβύη. Ο συνεχής και απρόσκοπτος εφοδιασμός της Ε.Ε. με φυσικό αέριο απασχόλησε επί σειρά ετών την Ε.Ε. και την οδήγησε στην θέσπιση νομοθετημάτων για την περιχαράκωσή του. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας γενικότερα και της δραστηριοποίησης εταιριών του ενεργειακού τομέα που θα λειτουργούν με τους όρους βέβαια που ισχύουν στο ευρωπαϊκό δίκαιο το οποίο ρυθμίζει όλες τις επιμέρους λεπτομέρειες στις δραστηριότητες της παραγωγής, της προμήθειας, της αγοράς, της μεταφοράς και της διανομής φυσικού αερίου. Σημαντικός και καθοριστικός είναι ο ρόλος των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας, η σύσταση των οποίων, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, περιχαρακώνει και διασφαλίζει την εύρυθμη και σύμφωνη με τις νομοθετικές επιταγές λειτουργία αυτών των επιχειρήσεων. Στην παρούσα εργασία αναλύεται κυρίως ο καθοριστικός ρόλος των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας στην χορήγηση, ανάκληση και τροποποίηση αδειών προμήθειας φυσικού αερίου αλλά και στην υποχρέωση τήρησης του μητρώου χρηστών φυσικού αερίου ώστε ο έλεγχος των εταιριών που εμπλέκονται στις ενεργειακές δραστηριότητες να είναι συνεχής και αμερόληπτος βασιζό 1486 231 242 Οικογενειακός προγραμματισμός-Οργάνωση ιατρείου οικογενειακού προγραμματισμού-αντισύλληψη Family planning as an entity of primary health care, provides units and programs of type A or B that provide complete and on regular basis services in hospitals, health care centers, private institutions and inform society through internet about the benefits of family planning. Family planning is specialized to inform couples or individuals with a way to fortify the sexual and reproductive health, as well as psychological and family well-being. Aims to ensure child and motherhood care and dealing with problems that turn out from not proper information of family planning in families. All carriers of family planning address to a big part of our society and especially to vulnerable groups. Goal of offices with the equipment’s that they have at their disposal and all people that contribute in family planning as a reflection of ascending course, is to ensure for all women the essential, prompt and valid information as far as concern primary prevention of gynecological cancers, modern methods of contraception, prevention of sexual transmitted diseases or prevention of unintended pregnancies and furthermore access to agents that help to improve sexual health. Family planning constitutes a very important chapter during a woman’s life. The components of this chapter summarized by: Regular gynecological exams . Pap test . Vaccination (in adolescence).Contraception-information. For a better world with limited abortions and individuals especially woman or adolescent girls far away from fear and sadness. Ο Οικογενειακός Προγραμματισμός ως φορέας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας διαθέτει μονάδες και προγράμματα Α κ Β τύπου που παρέχουν συστηματικές ολοκληρωμένες υπηρεσίες σε νοσοκομεία, κέντρα υγείας ,δημοτικά ιατρεία ακόμα και μέσω διαδικτύου .Είναι ο τομέας που είναι υπεύθυνος για την ενημέρωση ζευγαριών ή μεμονωμένων προσώπων έτσι ώστε να θωρακιστεί η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία καθώς και η ψυχολογική και η οικογενειακή ευημερία. Έχει ως σκοπό την φροντίδα της μητέρας και του παιδιού όπως επίσης και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν από την μη ενημέρωση σε οικογένειες. Όλοι οι φορείς απευθύνονται σε μεγάλη μερίδα της σημερινής κοινωνίας και ιδιαίτερα σε ευπαθείς ομάδες. Στόχος των εργαστηρίων με τα μέσα που διαθέτουν καθώς και όλων των συντελεστών που απαρτίζουν τον Οικογενειακό Προγραμματισμό, ως αντικαθρέφτισμα της ανοδικής εξελικτικής πορείας της ανθρωπότητας, είναι να έχουν όλες οι γυναίκες την απαραίτητη έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση όσων αφορά την πρόληψη του γυναικολογικού καρκίνου ,τις σύγχρονες μεθόδους αντισύλληψης για την πρόληψη των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων ή μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, καθώς επίσης πρόσβαση στα μέσα και τους φορείς βελτίωσης της αναπαραγωγικής και σεξουαλικής τους υγείας. Σε όλο το φάσμα της ζωής μιας γυναίκας ο Οικογενειακός Προγραμματισμός έχει συντάξει ένα ανάγνωσμα σαν σε άγραφο Ευαγγέλιο και αυτό είναι: Ο τακτικός γυναικολογικός έλεγχος Το τεστ Παπανικολάου. Εμβολιασμός ( σε νεαρή ηλικία). Η αντισύλληψη – ενημέρωση. Για έναν καλύτερο κόσμο με λιγότερες αμβλώσεις και συνανθρώπους μας δη μητέρες ή μικρά κορίτσια , μακριά από το έλεος απόκοσμης φρίκης. 1487 156 189 Μελέτη επιβίωσης στην γαστρεντερική οδό και προσκόλλησης στο εντερικό επιθήλιο επίμυων φυλής Wistar του Lactobacillus plantarum 2035 Today, most consumers seek for safe food with potential health beneficial effects, explaining therising interest in probiotic food products. The term “probiotic” refers to live microorganisms that, when administered in adequate amounts, confer a health benefit on the host. Most probiotics belong to the genus of Lactobacillus and Bifidobacterium. In the present study, a) survival of Lactobacillus plantarum 2035 during transit through the gastrointestinal track, and b) potential intestinal mucosa adhesion in a rat Wistar model was investigated. According to microbiological and multiplex PCR analysis, the above strain was detected at levels >6 logcfu/g of caecal and colonic intestinal content 24h post administration, after daily administration for 7 days. In addition, L. plantarum 2035 was detected at levels >5 and >4 logcfu/g of cecum and colon intestinal tissue, respectively, 24h after daily administration for 7 days. In conclusion, L. plantarum 2035 survived transit through the gastrointestinal track and exhibited transient distinct adhesion to the intestinal mucosa. Στις μέρες μας, πολλοί καταναλωτές αναζητούν ασφαλή τρόφιμα με πιθανές ευεργετικές ιδιότητες στην υγεία. Το γεγονός αυτό εξηγεί το έντονο ενδιαφέρον γύρω από την παραγωγή προβιοτικών προϊόντων. Ο όρος «προβιοτικοί μικροοργανισμοί» αφορά τους ζωντανούς μικροοργανισμούς, οι οποίοι όταν χορηγούνται στην κατάλληλη δοσολογία, επιφέρουν θετικά αποτελέσματα στην υγεία του ξενιστή. Οι περισσότεροι προβιοτικοί μικροοργανισμοί ανήκουν στα γένη Lactobacillus και Bifidobacterium. Η παρούσα διπλωματική εργασία αφορά την in vivo μελέτη α) επιβίωσης του στελέχους Lactobacillus plantarum 2035 κατά την διέλευσή του από τη γαστρεντερική οδό, και β) προσκόλλησης στον εντερικό βλεννογόνο επίμυων φυλής Wistar. Σύμφωνα με μικροβιολογική και multiplex PCR ανάλυση, το στέλεχος ανιχνεύτηκε σε δείγματα εντερικού περιεχομένου σε μέγιστα επίπεδα >6 log cfu/ml 24 ώρες ύστερα από καθημερινή χορήγηση για 7 ημέρες. Ομοίως, το στέλεχος L. plantarum 2035 ταυτοποιήθηκε σε δείγματα εντερικού ιστού τυφλού και κόλου, σε μέγιστα επίπεδα >5 και >4 log cfu/g, αντίστοιχα, 24 ώρες μετά την καθημερινή χορήγηση. Συμπερασματικά, το στέλεχος L. plantarum 2035 επιβίωσε της διέλευσης μέσα από την γαστρεντερική οδό και παρουσίασε παροδική διακριτή προσκόλληση στον εντερικό βλεννογόνο. 1488 247 262 The intercultural approach to otherness in modern children’s books for young children H διαπολιτισμική προσέγγιση της ετερότητας στα σύγχρονα παιδικά βιβλία για μικρά παιδιά In recent years, modern societies, due to the immense migratory and refugee flows they have received, have become a backdrop for different nationalities, races, cultures, morals and customs. The heterogeneity of societies is now a given, and the concept of diversity is found in various forms in terms of social class, religion, language, skin color and so on. As early as three years old, children in multicultural societies are aware of the social structure of their community and understand the power relations between the majority and the minority. Literature, therefore, within an educational system that manages the concept of difference, captures social phenomena and is undoubtedly one of the main ways of recording diversity and one of the main means of raising awareness of social exclusion and racism. Children's literature, in particular, can act as a catalyst in establishing acceptance, respect, and trust in everything else. Children's literature texts characterized by an ideological content that clearly reflects the social context and social conflicts of each era. Thus, an appropriate framework is created, for childhood, for discussion and reflection that transfers new readings to children - readers, moving them away from stereotypes and the ideology of racism. Children's literature therefore plays a key role in raising children's awareness of intercultural diversity, as through the heroes who basically have a distinct and 'different' character, they come into direct contact with the idea of tolerance, respect and coexistence. Τα τελευταία χρόνια, οι σύγχρονες κοινωνίες, εξαιτίας των αθρόων μεταναστευτικών και προσφυγικών ρευμάτων που δέχονται, έχουν μετατραπεί σε ένα παλίμψηστο διαφορετικών εθνικοτήτων, φυλών, πολιτισμών, θρησκειών, ηθών και εθίμων. Η ετερογένεια των κοινωνιών είναι πλέον κάτι δεδομένο, ενώ η έννοια της διαφορετικότητας απαντάται σε διάφορες μορφές ως προς την κοινωνική τάξη, το θρήσκευμα, τη γλώσσα, το χρώμα του δέρματος κ. ο. κ. Ήδη από τριών ετών, τα παιδιά σε πολυπολιτισμικές κοινωνίες έχουν συνείδηση της κοινωνικής δομής της κοινότητάς τους και αντιλαμβάνονται τις σχέσεις εξουσίας μεταξύ πλειονότητας και μειονότητας. Η λογοτεχνία, λοιπόν, στο πλαίσιο ενός εκπαιδευτικού συστήματος που διαχειρίζεται την έννοια του διαφορετικού, καταγράφει τα κοινωνικά φαινόμενα και αποτελεί, αδιαμφισβήτητα, έναν από τους κυριότερους τρόπους εγγραφής της ετερότητας κι ένα από τα κυριότερα μέσα ευαισθητοποίησης σε ζητήματα κοινωνικού αποκλεισμού και ρατσισμού. Η παιδική λογοτεχνία, συγκεκριμένα, μπορεί να δράσει ως καταλύτης στην εδραίωση της αποδοχής, του σεβασμού και της εμπιστοσύνης, απέναντι σε κάθε τι διαφορετικό. Τα κείμενα της παιδικής λογοτεχνίας χαρακτηρίζονται από ένα ιδεολογικό περιεχόμενο, το οποίο προφανώς και αντανακλά το κοινωνικό γίγνεσθαι και τις κοινωνικές συγκρούσεις κάθε εποχής. Έτσι, δημιουργείται ένα κατάλληλο πλαίσιο, για την παιδική ηλικία, για συζήτηση και προβληματισμό που μεταφέρει στα παιδιά-αναγνώστες νέες αντιλήψεις, απομακρύνοντάς τα από στερεότυπα και από την ιδεολογία του ρατσισμού. Επομένως, η παιδική λογοτεχνία παίζει καθοριστικό ρόλο στην ευαισθητοποίηση των παιδιών γύρω από την διαπολιτισμική ετερότητα, καθώς μέσα από τους ήρωες, οι οποίοι κατά βάση διαθέτουν ένα ιδιαίτερο και «διαφορετικό» χαρακτηριστικό, έρχονται σε άμεση επαφή με την ιδέα της ανοχής, του σεβασμού και της συνύπαρξης. 1489 43 54 Στρατηγικές διδασκαλίας τραγουδιών σε οργανωμένες δραστηριότητες στο νηπιαγωγείο The aim of this thesis is the study of songs teaching marches-strategies in organized activities in kindergarten. The study based on both literature review highlighting strategies and marches of singing for preschoolers, as well as fieldwork qualitative research with non-participatory observation and interview Ο στόχος της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι η μελέτη των πορειών-στρατηγικών διδασκαλίας τραγουδιών σε οργανωμένες δραστηριότητες στο νηπιαγωγείο. Η μελέτη βασίστηκε τόσο σε βιβλιογραφική ανασκόπηση αναδεικνύοντας στρατηγικές και πορείες τραγουδιού για την προσχολική ηλικία, όσο και σε επιτόπια (ποιοτική) έρευνα με μη συμμετοχική παρατήρηση και συνέντευξη 1490 231 265 The performance of the cherry rootstock CAB-6P to salinity conditions was investigated using different salts. One year-old, young plants were irrigated with tap water for 18 days and then with nutrient solutions containing NaCl, CaCl22H2O and Na2SO4 at 0, 20, 40 80 mM concentrations. The effect of salinity caused toxicity symptoms at the termination of the experiment, particularly in the older leaves, reduced growth and development of shoots and changes in their chemical composition. In detail, the rate of photosynthesis was significantly reduced by the inclusion of the salts NaCl, CaCl22H2O and Na2SO4 in the nutrient solution, but the rest photosynthetic parameters were unaffected. The chlorophyll was decreased only in the treatment with CaCl22H2O. Irrigation with NaCl caused an increase of K and N concentrations in leaves and Na in the leaves and roots. Leaf P and root Cu concentrations of the plants treated with NaCl were negatively affected. Supplying CaCl22H2O to plants led to increased Mn concentration in leaves, reduced K and P concentrations and, generally, exacerbated the negative effects of salinity. The plants treated with Na2SO4 presented an increase in Na concentration in leaves and roots, Fe in roots and new shoots, Mg in old shoots as well as Mn in the root. Also, there was a decrease in the ratio K/Na roots. In conclusion, the results suggest that the studied rootstock may have increased tolerance to soil salinity Στην παρούσα έρευνα μελετήθηκε η επίδραση τριών αλάτων στην αύξηση, ανάπτυξη και χημική σύσταση του κλωνικού υποκειμένου κερασιάς CAB-6P. Τα νεαρά φυτά ηλικίας ενός έτους καλλιεργήθηκαν σε φυτοδοχεία με μείγμα εδάφους : άμμου : περλίτη με αναλογία (2:1:2). Για 18 ημέρες τα φυτά αρδεύονταν με νερό βρύσης και στη συνέχεια με διαλύματα τα οποία περιείχαν τα άλατα NaCl, CaCl22H2O και Na2SO4 σε συγκεντρώσεις 0 , 20, 40 και 80 mM. Η επίδραση της αλατότητας εκδηλώθηκε με συμπτώματα τοξικότητας, κατά την ολοκλήρωση του πειράματος, ιδιαίτερα στα παλαιότερα φύλλα, με μειωμένη αύξηση και ανάπτυξη των βλαστών και με αλλαγές στη χημική τους σύσταση. Συγκεκριμένα, ο ρυθμός φωτοσύνθεσης μειώθηκε σημαντικά με την προσθήκη των αλάτων NaCl, CaCl22H2O και Na2SO4 στο θρεπτικό διάλυμα, αλλά όχι οι υπόλοιπες φωτοσυνθετικές παράμετροι. Η χλωροφύλλη μειώθηκε μόνο στη μεταχείριση με CaCl22H2O. Γενικά, η αλατότητα επηρεάζει τη συγκέντρωση ορισμένων θρεπτικών στοιχείων. Η άρδευση με NaCl προκάλεσε αύξηση των συγκεντρώσεων K και N στα φύλλα, καθώς και Na στα φύλλα και στη ρίζα. Οι συγκεντρώσεις P στα φύλλα και Cu στη ρίζα των φυτών που δέχτηκαν NaCl παρουσίασαν μείωση. Η προσθήκη CaCl22H2O οδήγησε σε αύξηση της συγκέντρωσης Mn στα φύλλα, μείωση του Κ και Ρ, ενώ, γενικά, όξυνε τις αρνητικές επιδράσεις της αλατότητας στα φυτά. Τα φυτά που δέχτηκαν Na2SO4 σημείωσαν αύξηση στη συγκέντρωση Na σε φύλλα και ρίζες, του Fe σε ρίζες και νέους βλαστούς, του Mg σε παλαιούς βλαστούς καθώς επίσης και του Mn στη ρίζα. Μείωση σημειώθηκε με την επίδραση Na2SO4 στο λόγο K/Na στη ρίζα. Γενικά, τα αποτελέσματα αποτελούν ενδείξεις ότι το υποκείμενο CAB-6P διαθέτει αυξημένη αντοχή στην αλατότητα του εδάφους 1491 284 298 Abortion is a serious moral issue, studied for its impact on individuals and society, from different perspectives, on health, on human rights, on morality, theology, on law, on politics. Many debates, conflicts and mo-ral dilemmas about whether or not to be legalized. The purpose of this document is to examine the ethical aspects of abortion in relation to the pregnancy self-determination. In the historical background that we are attempting to understand, knowledge of abortion has existed since antiquity and was accepted. With the emergence and subsequent spread of Christianity, abortion is forbidden, giving a particular meaning to embryonic life. In the years that followed, two large and often conflicting groups were formed, the advocates and the abortion supporters. Reference is made to older and modern legislation in Greece and an indicative presentation of legal systems in Europe and America where it is proposed to take legislative action and enforce stricter legislative sanctions to prevent unsafe abortions and to ensure that women have access to safe abortion services. There are recorded views, philosophies, policies and the feminist movement that analyze thoroughly and in their own way the concept of self-determination of the pregnant woman, her right over her body and the fetus body. Describing abortion and physical and mental effects. Significant is the distinction for the fetus if it is a human face or not. If we believe that the fetus is a person then it has full rights and primary life. But if we believe it is not, then abortion is acceptable. Father's rights should not be left out of discussion. When it comes to pregnancy and abortion, the mother's rights are strong, but the father must also be social and participate in decision-making. Η άμβλωση είναι ένα σοβαρό ηθικό ζήτημα, έχει μελετηθεί για την επίπτωσή της στα εμπλεκόμενα άτομα όσο και την κοινωνία, από διαφορετικές προοπτικές, στην υγεία, στα ανθρώπινα δικαιώματα, την ηθική, την θεολογία, την νομική, την πολιτική. Πολλές συζητήσεις, συγκρούσεις και ηθικά διλήμματα για το αν πρέπει να νομιμοποιηθεί ή όχι. Σκοπός του παρόντος εγγράφου είναι να εξετάσει τις ηθικές πτυχές της άμβλωσης σε σχέση με την αυτοδιάθεση της εγκύου. Κατά την ιστορική αναδρομή που επιχειρείται αντιλαμβανόμαστε ότι η γνώση για την άμβλωση υπήρχε από την αρχαιότητα και ήταν αποδεκτή. Με την εμφάνιση και μετέπειτα εξάπλωση του Χριστιανισμού απαγορεύονται οι αμβλώσεις δίνοντας μια ιδιαίτερη σημασία στην εμβρυική ζωή. Στα χρόνια που ακολουθούν δημιουργούνται δύο μεγάλες και πολλές φορές συγκρουόμενες ομάδες, οι υπέρμαχοι και οι κατά των αμβλώσεων υποστηρικτές. Γίνεται αναφορά στην παλαιότερη και σύγχρονη νομοθεσία στην Ελλάδα και ενδεικτική παρουσίαση νομικών συστημάτων σε Ευρώπη και Αμερική όπου προτείνεται να γίνουν νομοθετικές παρεμβάσεις και να επιβληθούν αυστηρότερες νομοθετικές κυρώσεις για να αποτρέψουν τις ανασφαλείς εκτρώσεις και να διασφαλίσουν ότι οι γυναίκες θα έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ασφαλών αμβλώσεων. Καταγράφονται απόψεις, φιλοσοφικές, πολιτικές και του φεμινιστικού κινήματος που αναλύουν διεξοδικά και με τον δικό τους τρόπο την έννοια της αυτοδιάθεσης της εγκύου, του δικαιώματός της πάνω στο σώμα της και στο σώμα του εμβρύου. Περιγράφονται οι τρόποι άμβλωσης και οι επιπτώσεις σωματικές και ψυχικές. Σημαντική είναι η διάκριση για το έμβρυο εάν είναι ανθρώπινο πρόσωπο ή όχι. Εάν πιστεύουμε ότι το έμβρυο είναι άτομο τότε έχει πλήρη δικαιώματα και πρωταρχικό αυτό της ζωής. Αλλά αν πιστεύουμε ότι δεν είναι, τότε η άμβλωση είναι αποδεκτή. Τα δικαιώματα του πατέρα δεν πρέπει να μείνουν εκτός συζήτησης. Όταν πρόκειται για εγκυμοσύνη και άμβλωση τα δικαιώματα της μητέρας είναι ισχυρά, αλλά και ο πατέρας πρέπει να είναι κοινωνός και να συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων. 1492 174 202 Σύστημα H.A.C.C.P. εφαρμογή σε μαγειρεία και αποθήκες τροφίμων στον Ελληνικό Στρατό στην περιοχή του Β. Έβρου HACCP is a preventive system that is applied at all stages of the food production process, ensuring their safety and therefore the health of the consumer. The purpose of this study was to investigate the application of HACCP principles by the personnel of the kitchens and food warehouses of Greek Army Units in the area of North Evros. The method used to collect the survey data was the questionnaire. Questionnaires were distributed in total to 89 employees of the above specialties and they were anonymously completed in the workplace. The questionnaire included 40 closed-ended questions, covering as much as possible the good hygiene practises and the principles of HACCP system. Statistical analysis was performed during the processing of the questionnaires, using pie charts and bar charts and a quantitative analysis of these graphs to draw the conclusions of the research. The analysis of the data revealed that although the personnel were relatively well aware of the principles of hygiene and food safety, HACCP principles in this area do not appear to be fully implemented Το HACCP είναι ένα προληπτικό σύστημα το οποίο εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας των τροφίμων, διασφαλίζοντας την ασφάλειά τους και κατ’ επέκταση την υγεία του καταναλωτή. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί η εφαρμογή των αρχών του HACCP από το προσωπικό των μαγειρείων και αποθηκών τροφίμων των Μονάδων του Ελληνικού Στρατού στην περιοχή του Βορείου Έβρου. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας, ήταν το ερωτηματόλογιο. Συνολικά διανεμήθηκαν ερωτηματολόγια σε 89 εργαζόμενους των παραπάνω ειδικοτήτων, τα οποία συμπληρώθηκαν ανώνυμα στον χώρο εργασίας. Το ερωτηματολόγιο περιλάμβανε 40 ερωτήσεις κλειστού τύπου, οι οποίες κάλυπταν όσο το δυνατόν περισσότερο τους κανόνες ορθής υγιεινής πρακτικής και τις αρχές γύρω από το σύστημα HACCP. Κατά την επεξεργασία των ερωτηματολογίων πραγματοποιήθηκε στατιτική ανάλυση, με τη χρήση διαγραμμάτων πίτας και ραβδογραμμάτων και ποσοτική ανάλυση των γραφημάτων αυτών για την εξαγωγή των συμπερασμάτων της έρευνας. Από την ανάλυση των δεδομένων διαπιστώθηκε ότι αν και το προσωπικό γνώριζε σε σχετικά ικανοποιητικό βαθμό τις αρχές που διέπουν την υγιεινή και ασφάλεια στα τρόφιμα, απέχει αρκετά από το να θεωρήσουμε πως εφαρμόζει πλήρως τις αρχές του HACCP στο χώρο 1493 260 274 Ανίχνευση υπολειμμάτων γεωργικών φαρμάκων σε υπόγεια ύδατα του Β. Έβρου A six-month monitoring study in river Ardas basin North Evros, showed pesticide residues in groundwater of this region. The target compounds were metolachlor, terbuthylazine, atrazine and its metabolites DIA, DEA and HA. In past, in this region and in North Greece these compounds were frequently detected. Also, many studies in Europe showed pesticides residues including target compounds in groundwater samples. The presence of pesticide residues in groundwater is considered to be risky for human and environment. So, European Union enacted as the maximum permissible limit of pesticide concentration 0.1 μg/L in each sample. Five drinking water two irrigation wells and four experimental boreholes were monitored. These wells and boreholes are closed to villages Arzos, Fylakio, Plati, Keramos, Elia, Kastanies and Rizia. The overall amount of samples was fifty-four. The samples were prepared using solid-phase extraction and were analyzed by HPLC/DAD. Although, the EU banned atrazine and metolachlor, atrazine was detected in fifty-two samples and its concentration was in twenty-four samples over than 0.1 μg/L and metolachlor was detected in fifty-four samples (the overall amount) and its concentration was in thirty-seven samples over than 0.1 μg/L. The highest concentration of atrazine was 1.81 μg/L, DIA 2.581 μg/L, DEA 0.651 μg/L, HA 0.296 μg/L, metolachlor 0.928 μg/L and terbuthylazine 1.003 μg/L. The properties of soil in this region facilitate leaching and preferential flow. The experimental borehole and the irrigation well, which are closed to Fylakio are the most contaminated by pesticides. The irrigation well, which is closed to Arzos is the clearest. Lower concentrations were detected in the irrigation well of Arzos Η διερεύνηση υπολειμμάτων Γεωργικών Φαρμάκων σε υπόγεια ύδατα πραγματοποιήθηκε το χρονικό διάστημα Μάρτιος-Σεπτέμβριος 2017, στη λεκάνη απορροής του ποταμού Άρδα, στον Βόρειο Έβρο. Οι ενώσεις υπό διερεύνηση ήταν οι metolachlor, terbuthylazine, atrazine και οι μεταβολίτες της DIA, DEA και HA. Όλες τους ανιχνεύτηκαν. Η επιλογή των ανωτέρω ουσιών έγινε καθώς στο παρελθόν σε μελέτες στη περιοχή αλλά και σε άλλα μέρη της Βόρειας Ελλάδας παρουσίασαν υψηλή συχνότητα ανίχνευσης. Επίσης, ανίχνευσή τους υπήρξε σε πολλές μελέτες και σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Η παρουσία ΓΦ στα υπόγεια ύδατα θεωρείται επικίνδυνη για τον άνθρωπο και το περιβάλλον. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση θέσπισε ως ανώτατο επιτρεπτό όριο συγκέντρωσης ενός ΓΦ 0.1 μg/L σε ένα δείγμα. Από το σύνολο των 11 γεωτρήσεων οι 5 ήταν υδρευτικές, 2 αρδευτικές και 4 πειραματικές. Οι γεωτρήσεις βρίσκονται κοντά στα χωριά Άρζος, Φυλάκιο, Πλάτη, Κέραμος, Ελιά, Καστανιές και Ρίζια. Τα δείγματα που συλλέχτηκαν ήταν 54. Εφαρμόστηκε η εκχύλιση στερεάς φάσης κι η ανάλυση τους έγινε σε HPLC/DAD. Παρόλο, που η ΕΕ απαγόρευσε την χρήση της atrazine και του metolachlor, η atrazine ανιχνεύτηκε σε 52 δείγματα και ξεπέρασε το επιτρεπτό όριο συγκέντρωσης 0.1 μg/L σε 24, ενώ το metolachlor ανιχνεύτηκε σε όλα και ξεπέρασε το όριο σε 37. Η υψηλότερη συγκέντρωση της atrazine ήταν 1.81 μg/L, της DIA 2.581 μg/L, της DEA 0.651 μg/L, της HA 0.296 μg/L, του metolachlor 0.928 μg/L και της terbuthylazine 1.003 μg/L. Οι εδαφολογικές και υδρολογικές συνθήκες της περιοχής ευνοούν την επιλεκτική ροή (preferential flow) και την έκπλυση των ΓΦ. Οι γεωτρήσεις κοντά στο χωριό Φυλάκιο είναι οι πιο επιβαρυμένες, ενώ σε αυτή του Άρζου ανιχνεύτηκαν οι χαμηλότερες συγκεντρώσεις 1494 214 192 perceptions about minority kindergarten students and educational practices of kindergarten teachers in Thrace θεωρήσεις μειονοτικών νηπίων και παιδαγωγικές πρακτικές εκπαιδευτικών σε νηπιαγωγεία της Θράκης The present research paper addresses the issues of both the construction and the management of cultural diversity in the framework of formal state preschool education. More specifically, this thesis aims firstly to record, study and interpret the patterns of hetero-determination formed by teachers working at kindergartens in Thrace about the ethnocultural identity of a specific group of kindergarten students, namely the group that seems to have the lowest financial means and status in the highly hierarchical society of the Muslim minority in Thrace. Secondly, based on the teachers’ notions, the paper seeks to examine the extent to which the teachers’ constructions about these students affect and eventually shape and determine their educational practices. This study has been based on the qualitative social research; The data was obtained through ten semi- structured interviews with educators working in the cities of Alexandroupoli, Xanthi and Komotini. The data analysis was conducted on the basis of the grounded theory. The analysis of the data has revealed the prevalence of the assimilative pedagogical model, the educational exclusion of these students from the educational practices as well as, most importantly, the educators’ ignorance and reluctance to implement contemporary pedagogical approaches in the multicultural environments where they work. Η παρούσα εργασία κινείται στον ευρύτερο χώρο μελέτης τόσο της αναπαράστασης όσο και της διαχείρισης της πολιτισμικής ετερότητας στο πλαίσιο της τυπικής δημόσιας προσχολικής εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, επιχειρεί να καταγράψει, να μελετήσει και να ερμηνεύσει αρχικά τα σχήματα ετερο-προσδιορισμού που μοιάζουν να συγκροτούν εκπαιδευτικοί που εργάζονται σε νηπιαγωγεία της Θράκης για την εθνοπολιτισμική ταυτότητα μιας κατηγορίας νηπίων, εκείνης που φαίνεται, βάσει ταξικών κριτηρίων, να κατέχει το χαμηλότερο οικονομικό κεφάλαιο και status στην κοινωνικά ιεραρχημένη πυραμίδα της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης. Βάσει των θεωρήσεων τους, εν συνεχεία, αναζητείται το πώς οι αναπαραστάσεις που συγκροτούν οι εκπαιδευτικοί για τους συγκεκριμένους μαθητές τους επηρεάζουν και τελικά συν-διαμορφώνουν τις εκπαιδευτικές πρακτικές τους. Η μελέτη βασίστηκε στην ποιοτική κοινωνική έρευνα, το υλικό παράχθηκε μέσα από δέκα ημι-δομημένες συνεντεύξεις με εκπαιδευτικούς που εργάζονται στην Αλεξανδρούπολη, την Ξάνθη και την Κομοτηνή και η μέθοδος ανάλυσής των δεδομένων βασίστηκε στην θεμελιωμένη θεωρία. Η ανάλυση του υλικού ανέδειξε την επικράτηση του αφομοιωτικού μοντέλου εκπαίδευσης, τον εκπαιδευτικό αποκλεισμό των νηπίων και κυρίως την μη ύπαρξη, στη σκέψη των εκπαιδευτικών, αναζήτησης και εφαρμογής εναλλακτικών παιδαγωγικών προσεγγίσεων στα πολυπολιτισμικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα που εργάζονται. 1495 178 206 Επίδραση της αδενομύωσης στην έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης Adenomyosis is a benign uterine disorder in which endometrial glands and stroma are pathologically demonstrated in the uterine myometrium. The disease is increasingly recognized in young women with or without symptoms through the use of imaging techniques such as transvaginal ultrasound and magnetic resonance imaging. A adenomyosis causes disturbances in the uterine cavity, which can affect the fertility of women. The main infertility-causing disorders include alterations of the myometrial architecture, endothelial susceptibility, and endometrial inflammation that affect implantation. No relation to the quality of the oocytes has yet been determined. The negative effect of adenomyosis on the reproductive outcome is also confirmed by the results of IVF techniques. The rates of implantation, the clinical pregnancy per cycle, the clinical pregnancy per embryo transfer and the live birth rates in women with adenomyosis are significantly lower than in people without adenomyosis. The miscarriage rate in women with adenomyosis is also higher. However, depending on the type of adenomyosis, surgical and / or medications in combination with assisted reproductive techniques can contribute to improve reproductive outcome of women with adenomyosis. Η αδενομύωση είναι μια καλοήθης διαταραχή της μήτρας στην οποία οι ενδομήτριοι αδένες και το στρώμα ανευρίσκονται παθολογικά στο μυομήτριο της μήτρας. Η νόσος αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο σε νεαρές γυναίκες με ή χωρίς συμπτώματα μέσω της χρήσης των τεχνικών απεικόνισης όπως, η διακολπική υπερηχογραφία και ο μαγνητικός τομογράφος. Η αδενομύωση προκαλεί διαταραχές στην κοιλότητα της μήτρας, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη γονιμότητα των γυναικών. Μεταξύ των κύριων διαταραχών που προκαλούν υπογονιμότητα αναφέρονται οι αλλοιώσεις στην αρχιτεκτονική λειτουργία του μυομητρίου, οι διαταραχές στην ενδοθηλιακή δεκτικότητα και η ενδομήτρια φλεγμονή που επηρεάζει την εμφύτευση. Καμία σχέση με τη ποιότητα των ωοκυττάρων δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί. Η αρνητική επίδραση της αδενομύωσης στην αναπαραγωγική έκβαση επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα των τεχνικών εξωσωματικής γονιμοποίησης. Τα ποσοστά εμφύτευσης, η κλινική εγκυμοσύνη ανά κύκλο, η κλινική εγκυμοσύνη ανά εμβρυομεταφορά και ο ρυθμός ζωντανών γεννήσεων σε γυναίκες με αδενομύωση είναι σημαντικά χαμηλότερα από ό,τι σε άτομα χωρίς αδενομύωση. Το ποσοστό των αποβολών σε γυναίκες με αδενομύωση είναι επίσης υψηλότερο. Ωστόσο, ανάλογα με τον τύπο της αδενομύωσης, οι χειρουργικές ή /και οι φαρμακευτικές αγωγές σε συνδυασμό με τις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, μπορούν να συμβάλλουν ώστε να βελτιώσουν την αναπαραγωγική έκβαση των γυναικών με αδενομύωση. 1496 332 251 η έννοια της μεταμόρφωσης στη γραφή και στα πρόσωπα των έργων του Ευγένιου Τριβιζά The present assignment constitutes a thorough study on the theme of transformation in Eugene Trιvizasʼs work. While closely examining his works we have encountered pure forms of transformation, examples of personification, as well as alterations in terms of character or inner self. There have often enough been heroes who undergo a complete metamorphosis themselves but can also, less frequently though, fall low. We have followed the procedure of transformation in terms of conscience, which led to major or minor metamorphoses of entire communities. There have also been detected instances of people making different assumptions, according to their perspective. There has been an examination of the notion of disguise and its hilarious effect. A great part of our study was dedicated to the textual transformations, as well as the transformation on the level of lexes, which acquire multiple qualities and meanings in the works of this resourceful writer. The transformations in the text have brought about issues which regard the polyphony and intertextuality in Trivizasʼs works, novel versions of older stories but also subversive ideas and insinuations. We have come across various forms of metamorphosis in the narrative voice and we have expressed thoughts and assumptions of possible interpretations to the reader. Finally, we have spotted instances in which the writer himself skillfully displays his political attitude in disguise. The various transformations in the text have been studied alongside with their corresponding illustrations, which work in a complementary and clarifying way. Imaging aids towards the better understanding of the text itself since it enriches the text with new elements and enhances its humorous aspect. We have also examined Trivizasʼs theatrical plays or works adapted to be performed on stage, and we have found that the issue of metamorphosis is portrayed in these works as well. In general, we could state that in the overall repertoire of Trivizas, the theme of metamorphosis is abundant and relates to individuals, whole communities as well as discourse. Nothing remains firm and settled in this gifted writerʼs world Στην παρούσα εργασία ερευνήσαμε το θέμα της μεταμόρφωσης στο έργο του Ευγένιου Τριβιζά. Εντοπίσαμε καθαυτό μεταμορφώσεις, προσωποποιήσεις, μεταστροφές. Διαπιστώσαμε ότι συχνά οι ήρωες υπερβαίνουν τον εαυτό τους αλλά και, λιγότερο συχνά, ξεπέφτουν. Παρακολουθήσαμε τη διαδικασία μεταμόρφωσης συνειδήσεων που οδήγησαν στη μεταλλαγή μικρών και μεγάλων κοινωνιών. Ακόμη είδαμε πώς οι άνθρωποι διαμορφώνουν διαφορετικές πραγματικότητες, ανάλογα με την οπτική τους. Ασχοληθήκαμε με τη μεταμφίεση και τις ευτράπελες καταστάσεις που προκαλεί. Ένα μεγάλο τμήμα της εργασίας αφιερώθηκε στις μεταμορφώσεις του κειμένου, καθώς και των λέξεων, που παίρνουν μια άλλη διάσταση στα έργα του ευφάνταστου συγγραφέα. Οι μεταμορφώσεις του κειμένου έφεραν στο φως θέματα πολυφωνίας και διακειμενικότητας των έργων, νεωτερικές εκδοχές μύθων, καθώς και ανατρεπτικά νοήματα και υπονοούμενα. Παράλληλα με τα διάφορα είδη μεταμόρφωσης, προέκυψαν στοιχεία σχετικά με τον μεταμφιεσμένο πολιτικό λόγο του συγγραφέα. Εντοπίσαμε διάφορες μεταμορφώσεις της αφηγηματικής φωνής και εκφέραμε σκέψεις και προβληματισμούς για τις πιθανές αλλαγές στον αναγνώστη των έργων. Οι μεταμορφώσεις των κειμένων ερευνήθηκαν παράλληλα με την εικονογράφησή τους που όπως προέκυψε λειτουργεί συμπληρωματικά και διευκρινιστικά. Οι εικόνες βοηθούν την κατανόηση του κειμένου, το εμπλουτίζουν με νέα στοιχεία, επιτείνουν το χιούμορ του. Ασχοληθήκαμε ακόμη με τα θεατρικά του έργα και όσα διασκευάστηκαν για το θέατρο, αυτά στα οποία εντοπίσαμε μεταμορφώσεις, όπως αυτές ορίστηκαν και ιχνηλατήθηκαν στο υπόλοιπο έργο. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι στο σύνολο του έργου του Τριβιζά υπάρχουν άφθονες μεταμορφώσεις ατόμων, κοινωνιών και λόγου. Τίποτε δεν είναι μόνιμο και στατικό στον κόσμο του ευφάνταστου συγγραφέα 1497 294 299 ο λόγος των εμπλεκόμενων φορέων αναφορικά με την εκπαίδευση πληθυσμών που βρίσκονται σε κατάσταση διέλευσης συνόρων (transit migration) στην Ελλάδα το 2018 The first months of 2016 were an important milestone for Greece as the European Union decided to close its borders, preventing the passage of the Balkan road to Europe, amid the influx of large refugee flows from the countries of the East. This decision created a series of new data for the Greek state, which was required to manage the arrival and indefinite stay of displaced populations within its borders. These developments have greatly influenced the form of immigration of these populations, which changed radically from one day to the next, acquiring features of so-called "transit migration". This study approaches the context of the organization and operation of the field of formal education of refugees in Greece, as presented in the public texts of state regulatory decisions and the discourses of some of the institutional actors involved, who accepted to share the knowledge and opinions for the implementation of this work. The aim of the study is to obtain a as comprehensive picture as possible of the refugee education field in Greece, as well as to understand the overall framework of the political systems that are surrounding it. For this reason, the discourse around the topics of the rights, needs and politics of borders is approached with the tool of the institutional ethnography, the tool of “studying up”. An attempt is made to study how the three criteria of rights, needs, and politics of borders appear to influence decision making and decision implementing, initially in the wider field of refugee education in Greece as a whole and then in the special field of the city of Kavala. At the end of the study there are findings that can be the subject of discussions on a possible alternative approach to the education of migrant populations Οι πρώτοι μήνες του 2016 αποτέλεσαν ένα σημαντικό χρονικό ορόσημο για την Ελλάδα καθώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να κλείσει τα σύνορα της, εμποδίζοντας το πέρασμα της Βαλκανικής οδού προς την Ευρώπη, εν μέσω της εισροής μεγάλων προσφυγικών ροών από τις χώρες της Ανατολής. Η συγκεκριμένη απόφαση δημιούργησε μία σειρά από νέα δεδομένα για το ελληνικό κράτος, το οποίο για πρώτη φορά κλήθηκε να διαχειριστεί την άφιξη και απροσδιόριστη παραμονή μετακινούμενων πληθυσμών εντός των συνόρων του. Οι εν λόγω εξελίξεις επηρέασαν σημαντικά την μορφή της μετανάστευσης αυτών των πληθυσμών, η οποία άλλαξε ριζικά από την μία μέρα στην άλλη, αποκτώντας χαρακτηριστικά του λεγόμενου «transit migration». Στη συγκεκριμένη μελέτη προσεγγίζεται το πλαίσιο της οργάνωσης και λειτουργίας του πεδίου της τυπικής εκπαίδευσης προσφύγων στην Ελλάδα, όπως αυτό παρουσιάζεται από τα δημόσια κείμενα των ρυθμιστικών αποφάσεων του κράτους και από τους λόγους κάποιων εκ των εμπλεκομένων θεσμικών φορέων, που δέχτηκαν να μοιραστούν τις γνώσεις και απόψεις τους για την υλοποίηση της συγκεκριμένης εργασίας. Στόχο της μελέτης αποτελεί η απόκτηση μιας κατά το δυνατόν συνολικής εικόνας του πεδίου εκπαίδευσης προσφύγων στην Ελλάδα, καθώς και η κατανόηση του συνολικότερου πλαισίου πολιτικών συστημάτων που το περιβάλλουν. Για τον λόγο αυτό, με βασικό εργαλείο την εθνογραφία των θεσμών, προσεγγίζεται ο λόγων των θεσμικών φορέων αναφορικά με τα δικαιώματα, τις ανάγκες και τις πολιτικές συνόρων. Πραγματοποιείται προσπάθεια να μελετηθεί πως τα τρία αυτά κριτήρια φαίνονται να επηρεάζουν την λήψη και εφαρμογή αποφάσεων, αρχικά στο ευρύτερο πεδίο της προσφυγικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα συνολικά και στη συνέχεια στο ειδικότερο πεδίο της πόλης της Καβάλας. Στο τέλος της μελέτης διατυπώνονται διαπιστώσεις που δύνανται να αποτελέσουν πεδίο συζητήσεων για μία πιθανή εναλλακτική προσέγγιση του χώρου της εκπαίδευσης μετακινούμενων πληθυσμών 1498 244 255 Η αποτελεσματικότητα του ολοήμερου νηπιαγωγείου στη βελτίωση των γλωσσικών ικανοτήτων των παιδιών που φοιτούν σε αυτό The present study examines how the all-day kindergarten or the kindergarten of extended schedule improves the linguistic abilities of children, more precisely their vocabulary in comparison the half-day kindergarten or the classic kindergarten. A research took place in which sixty children of kindergarten (all-day and classic) participated from two age-related teams; half of them were infants and half pre-infants. All children were called to identify the meaning of twenty words-significance, from the weighted vocabulary test, of the “Athina” test. The research was constituted by two separate phases. The first phase took place in December 2007 and the second in March 2008. The reason that the vocabulary test was applied in two different time periods was to investigate the level of linguistic growth of children and specifically how much the comprehension of vocabulary is developed to them from one period to the other. Also the differentiations of answers between the children that study in classic and in all-day kindergarten’s department were detected. From the results of this research, it became obvious that in the first measurement the factor “type of kindergarten”, was not found to influence statistically considerably; a statistically important difference was not found between the children that attended classic of all-day Kindergarten. The only factor that influenced was that of the age; the infants had statistically better performance than the pre-infants. In the other hand, a statistically important difference was found in the second measurement, in favour of children that attended all-day kindergarten. Η παρούσα εργασία, εξετάζει το κατά πόσο το Ολοήμερο Νηπιαγωγείο ή Νηπιαγωγείο διευρυμένου ωραρίου, βελτιώνει τις γλωσσικές ικανότητες και πιο συγκεκριμένα την ανάπτυξη του λεξιλογίου των παιδιών, που φοιτούν σε αυτό, έναντι του Νηπιαγωγείου μισής ημέρας, ή κλασσικού Νηπιαγωγείου. Πραγματοποιήθηκε έρευνα στην οποία πήραν μέρος εξήντα παιδιά Νηπιαγωγείου (ολοήμερου και κλασσικού) από δύο ηλικιακές ομάδες, δηλαδή τα μισά από αυτά ήταν νήπια και τα μισά προνήπια. Όλα τα παιδιά κλήθηκαν να απαντήσουν, λέγοντας τι σημαίνουν είκοσι λέξεις-έννοιες, από το σταθμισμένο τεστ λεξιλογίου, του Αθηνά τεστ. Η έρευνα αποτελείτο από δύο ξεχωριστές φάσεις –μετρήσεις. Η πρώτη φάση έγινε το Δεκέμβριο του 2007 και η δεύτερη το Μάρτιο του 2008. Ο λόγος που το τεστ λεξιλογίου εφαρμόστηκε σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους ήταν για να διερευνηθεί το επίπεδο γλωσσικής ανάπτυξης των παιδιών, και συγκεκριμένα κατά πόσο η κατανόηση του λεξιλογίου τους αναπτύσσεται από την μία περίοδο στην άλλη, και να ανιχνευθούν οι τυχόν διαφοροποιήσεις των απαντήσεων ανάμεσα στα παιδιά που φοιτούν σε κλασσικό και σε ολοήμερο τμήμα νηπιαγωγείου. Από τα αποτελέσματα της έρευνας, έγινε φανερό ότι στην πρώτη μέτρηση ο παράγοντας τύπος νηπιαγωγείου, δε βρέθηκε να επηρεάζει στατιστικά σημαντικά, δηλαδή δεν υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στα παιδιά που παρακολουθούσαν Κλασσικό ή Ολοήμερο Νηπιαγωγείο. Ο μόνος παράγοντας που επηρέασε ήταν η ηλικία, δηλαδή τα νήπια είχαν στατιστικά καλύτερη επίδοση από τα προνήπια. Από την άλλη στη δεύτερη μέτρηση, υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στα παιδιά που παρακολουθούσαν Κλασσικό ή Ολοήμερο Νηπιαγωγείο. 1499 237 237 The depiction of death in literature for preschoolers and first graders Απεικονίσεις του θανάτου στα βιβλία λογοτεχνίας προσχολικής πρωτοσχολικής ηλικίας The loss of a beloved person is an unpleasant situation, which both adults and children have to face. Undeniably, both sides feel sadness, occasionally anger and discontent and a lot of times they feel helpless. The given senior thesis tries to approach the meaning of death as it arises through children’s literature. In the theoretical part of this thesis, which is necessary because it leads the reader to understand the meanings and the substance, brief references about the meaning of children’s literature, its role to the child’s socialization, what an illustrated book is, and also what children believe regarding the death, the reactions of children about it and the stages of mourning are included. In the second part of the thesis, the books of children’s literature, which have been chosen and have in common heroes who have lost a favorite person or pet, are analyzed. In our reviews we try to point out who dies, how miserable the heroes feel, how the child is informed about the loss of the beloved person or the pet, how the child confronts the loss and finally if the death is shown in a literal or in an indirect way. Eventually at this senior thesis we have the aggregate conclusions of our analysis apropos with the contribution and the impact of children’s literature to children-readers concerning the matter of death. Η απώλεια ενός προσφιλούς προσώπου είναι μία δυσάρεστη κατάσταση, με την οποία έρχονται αντιμέτωποι τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά. Αναμφισβήτητα, και οι δύο μεριές νιώθουν θλίψη, ενίοτε θυμό και παράπονο, και πολλές φορές νιώθουν αβοήθητοι. Η παρούσα πτυχιακή εργασία επιχειρεί να προσεγγίσει την έννοια του θανάτου όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από την παιδική λογοτεχνία. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας, το οποίο είναι απαραίτητο για να οδηγηθεί ο αναγνώστης στην κατανόηση των εννοιών και των νοημάτων της, περιλαμβάνονται συνοπτικές αναφορές στο τι είναι παιδική λογοτεχνία, ποιος ο ρόλος της στην κοινωνικοποίηση του παιδιού, τι είναι εικονογραφημένο βιβλίο, αλλά και στο τι αντιλήψεις έχουν τα παιδιά σχετικά με τον θάνατο, ποιες είναι οι αντιδράσεις τους και ποια είναι τα στάδια του θρήνου. Στο δεύτερο μέρος της πτυχιακής εργασίας αναλύονται τα βιβλία παιδικής λογοτεχνίας τα οποία έχουν επιλεγεί και τα οποία έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό ήρωες που χάνουν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο ή κατοικίδιο. Αυτό που επιχειρούμε να δείξουμε στις αναλύσεις μας είναι ποιος πεθαίνει, πόσο θλιμμένοι είναι οι ήρωες, πώς πληροφορείται το παιδί ήρωας την απώλεια ενός αγαπημένου του προσώπου ή κατοικίδιου, πώς αντιμετωπίζει την απώλεια και εάν ο θάνατος προβάλλεται με κυριολεκτικό ή με έμμεσο τρόπο. Στο τέλος της εργασίας παρατίθενται τα συγκεντρωτικά συμπεράσματα των αναλύσεών μας αναφορικά με τη συμβολή και την επίδραση της παιδικής λογοτεχνίας στα παιδιά- αναγνώστες σε σχέση με το θέμα του θανάτου. 1500 173 170 Narratives of Thracian Muslim Minority parents regarding the choice of primary school (public or minority) of their children. Αφηγήματα Θρακιωτών Μουσουλμάνων Μειονοτικών αναφορικά με την επιλογή δημοτικού σχολείου (μειονοτικού ή δημόσιου) για τη φοίτηση των παιδιών τους. For more than two decades, we notice the appearance of an increasing tendency among the Thracian Muslim Minority parents, who chose to enroll their children to public elementary schools. This study was conducted in order to research the factors that lead Thracian minority parents to the choice of a school for their children. From the analysis of the data, which resulted from eleven biographical interviews, we arrived at the finding that, the main reason that leads some of the parents who participated in the research to the choice of public school, is the low level of quality that seems to characterizes minority education. On the other hand, parents who choose the minority primary school appear to be motivated by the need to protect and preserve their minority identity. Apart from these, another important reason determining the parent’s final choice seems to be the way in which the specific minority members deal with the minority trauma. Εδώ και δύο δεκαετίες παρατηρείται στη Θράκη, μια συνεχώς αυξανόμενη τάση των μουσουλμάνων μειονοτικών γονέων να επιλέγουν το δημόσιο σχολείο για τη φοίτηση των παιδιών τους. Η παρούσα έρευνα εκπονήθηκε με σκοπό τη διερεύνηση των παραγόντων που οδηγούν τους Θρακιώτες μειονοτικούς γονείς στην επιλογή δημόσιου ή μειονοτικού δημοτικού σχολείου. Από την ανάλυση των δεδομένων, τα οποία προέκυψαν μέσα από την πραγματοποίηση έντεκα βιογραφικών συνεντεύξεων, φάνηκε πως ο κύριος λόγος που οδηγεί ορισμένους από τους γονείς που συμμετείχαν στην έρευνα να επιλέξουν το δημόσιο σχολείο, είναι το χαμηλό επίπεδο ποιότητας που φαίνεται να πιστεύουν πως χαρακτηρίζει τη μειονοτική εκπαίδευση. Από την άλλη πλευρά, οι γονείς που επιλέγουν το μειονοτικό δημοτικό σχολείο φαίνεται να οδηγούνται στην απόφαση αυτή από την ανάγκη προστασίας και διατήρησης της μειονοτικής τους ταυτότητας. Επίσης, ο τρόπος διαχείρισης του μειονοτικού τραύματος που φέρουν οι συμμετέχοντες γονείς φαίνεται να αποτελεί ακόμη ένα σημαντικό λόγο που καθορίζει την τελική επιλογή τους. 1501 215 210 The role of working memory and awareness in the processing of math tasks during childhood Ο ρόλος της εργαζόμενης μνήμης και της ενσυνειδησίας στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων Τhis study investigates the effect of the working memory and the metacognitive awareness on mathematical problem solving during childhood. Twenty-eight students, aged 9 years old, were tested with 3 sicognitive tasks (numbers, actions, proportions), which addressed to the quantitative capacity. For the determination of the level of executive function, participants were tested with the version of the Visually Cued Color-Shape Task Test by Zelazo, Craik, and Booth (2004). For the study of working memory, or work memory, two tests were used (virtual and numeric). In addition, in order to determine the participants’ metacognitive awareness of the cognitive processing tasks we resorted to the thinking aloud method. All participants were examined individually. The results are discussed in the light of current literature on the structure of the cognitive system but also on contemporary views on the relation between the executive function and the metacognitive awareness of cognitive activities. The results showed the higher performance of the participants in the cognitive work "actions" aimed at the quantitative-correlation capacity (ΜΟ = 1,67) and the lower performance in the cognitive projects "proportions" (ΜΟ = 1,20) and "numbers" (MO = 1). Finally, the results confirmed the effect of metacognitive awareness on the effective solving problems H παρούσα μελέτη διερευνά την επίδραση της εργαζόμενης μνήμης και της μεταγνώσης στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων κατά την ηλικία των 9 ετών. Στην έρευνα συμμετείχαν 28 μαθητές ηλικίας 9 χρόνων. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μία συστοιχία 3 γνωστικών έργων (αριθμοί, πράξεις, αναλογίες) τα οποία απευθύνονταν στη ποσοτική ικανότητα. Για τον προσδιορισμό του επιπέδου του εκτελεστικού ελέγχου των συμμετεχόντων χρησιμοποιήθηκε η ηλεκτρονική μορφή του Τεστ Οπτικής Ανίχνευσης Σχήματος-Χρώματος (Visually Cued Color-Shape Task) των Zelazo, Craik, και Booth (2004). Για τη μελέτη της εργαζόμενης μνήμης, ή αλλιώς μνήμη εργασίας, χρησιμοποιήθηκαν δύο τεστ (εικονικό και αριθμητικό). Επίσης, για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των γνωστικών έργων ακολουθήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με βάση την τρέχουσα βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις για τη σχέση μεταξύ εκτελεστικού ελέγχου και μεταγνωστικής ενημερότητας αναφορικά με τη γνωστική δραστηριότητα. Φάνηκε ότι καλύτερες είναι οι επιδόσεις των συμμετεχόντων στο γνωστικό έργο «πράξεις» που απευθύνεται στην ποσοτική-συσχετική ικανότητα (Μ.Ο. = 1,67) και χαμηλότερες στα γνωστικά έργα «αναλογίες» (Μ.Ο. = 1,20) και αριθμοί (Μ.Ο. = 1). Τέλος, φάνηκε η επίδραση της ενσυνειδησίας στην αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων 1502 169 172 Κυτταρογενετική μελέτη της επίδρασης του θειοθειϊκού νατρίου ως συντηρητικό τροφίμων The following study was accomplished at the laboraty of Genetics of the Medical School of Democritus University of Thrace, under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris. The purpose of this reasearch is the cytogenetic study of the effect of Sodium thiosulfate (STS) as a food preservative, in human chromosomes. The substance Sodium thiosulfate was added to cultures of human peripheral blood lymphocytes in vitro. Each culture was evaluated by three markers: • the Sister Chromatid Exchanges (SCEs), as a quantitative marker of genotoxicity,• the Proliferation Rate Index (RPI), as a quality marker of cytostatics,• the Mitotic Index (MI), as a quality marker of cytotoxicity. In the evaluation oft he results, the substance showed a low effect on the genotoxicity, cytostatics and cytotoxicity. However, some of the concentrations they have gave statistical significant results, which leads to give more attention to the use of such substances (preservatives or other) food additives, in particular at concentrations such that will not produce damages to the cell or to the chromosomes themselves. Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο Γ ενετικής της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη. Ο σκοπός της εργασίας είναι η κυτταρογενετική μελέτη της επίδραση του θειοθειϊκού νατρίου (Sodium thiosulfate-STS) ως συντηρητικό τροφίμων, στα ανθρώπινα χρωματοσώματα. Η ουσία Sodium thiosulfate προστέθηκε σε καλλιέργειες με ανθρώπινα λεμφοκύτταρα του περιφερικού αίματος in vitro. Η αξιολόγηση κάθε καλλιέργειας έγινε μέσω τριών δεικτών: ■ τον δείκτη χρωματιδιακών ανταλλαγών (SCEs) ως ποσοτικό δείκτη γονοτοξικότητας, ■ τον δείκτη ρυθμού πολλαπλασιασμού (ΔΡΠ) ως ποιοτικό δείκτη κυτταροστατικότητας, ■ τον μιτωτικό δείκτη (Μ.Δ) ως ποιοτικό δείκτη κυτταροτοξικότητας. Στην αξιολόγηση των αποτελεσμάτων γενικά η ουσία έδειξε μικρή επίδραση όσον αφορά την γονοτοξικότητα, την κυτταροστατικότητα και την κυτταροτοξικότητα. Ωστόσο κάποιες συγκεντρώσεις έδωσαν στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα, γεγονός που οδηγεί στο ότι πρέπει να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή στη χρήση τέτοιων ουσιών (συντηρητικών ή άλλων) προσθετικών των τροφίμων και μάλιστα σε συγκεντρώσεις τέτοιες ώστε να μη προκαλούνται βλάβες σε κύτταρα ή και στα ίδια τα χρωματοσώματα. 1503 308 317 This diploma thesis explores the phenomenon of offshore companies of tax havens as well as their treatment by the Greek legal order. In the first chapter there is an extensive reference to the definition of offshore companies, their historical path and the advantages and disadvantages of their operation, as well as issues related to the process of their founding, the share capital formation of their companies and which factors should be taken into account when establishing them. In the second chapter, the areas of operation of offshore companies are presented, as well as their forms of operation from the world experience. The third chapter analyzes the meaning of tax havens in order to demonstrate that there is no commonly accepted definition, but that dealing with the issue of tax havens has several difficulties. Initially, a reference is made to the OECD criteria for the listing of tax havens and then tax havens grouped by using different criteria, first geographical, then according to their secrecy. This chapter also deals with how an individual or a company chooses the suitable tax haven, the treatment of tax havens by Greek tax law, which refers to non-cooperative states, and states with a privileged tax regime and finally conclude with the view of advocates of tax havens. The fourth chapter of the paper analyzes the connection of offshore companies to tax evasion and money laundering from criminal activities and terrorist financing, as well as a reference to organizations dealing with these phenomena. The fifth chapter analyzes the Greek institutional framework governing offshore companies both on the Greek tax law and on the corporate and criminal law aspects, while in the sixth one there is an audit analysis of an offshore company’s involvement in an overpricing circuit by the Corruption Investigation Corps. Finally, the conclusions of the thesis and the literature used are presented Η παρούσα διπλωματική εργασία ερευνά το φαινόμενο των εξωχώριων εταιρειών των φορολογικών παραδείσων καθώς και την αντιμετώπισή τους από την ελληνική έννομη τάξη. Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται εκτενής αναφορά στον προσδιορισμό της έννοιας των εξωχώριων εταιρειών, στην ιστορική διαδρομή τους καθώς και στα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα που παρουσιάζει η λειτουργία τους, αναπτύσσονται δε και ζητήματα που άπτονται της διαδικασίας ίδρυσής τους, της μετοχικής σύστασης του εταιρικού κεφαλαίου τους καθώς και ποιοί παράγοντες πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την ίδρυσή τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παρουσιάζονται οι τομείς δραστηριοποίησης των εξωχώριων εταιρειών καθώς και οι μορφές λειτουργίας τους από την παγκόσμια εμπειρία. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται ανάλυση της έννοιας του φορολογικού παραδείσου, για να καταδειχθεί ότι απουσιάζει ένας κοινά αποδεκτός ορισμός αλλά και ότι η ενασχόληση με το θέμα των φορολογικών παραδείσων υποκρύπτει αρκετές δυσκολίες. Αρχικά γίνεται μια αναφορά στα κριτήρια του Ο.Ο.Σ.Α για τη διαμόρφωση της λίστας των φορολογικών παραδείσων και κατόπιν ομαδοποίηση τους με χρήση διαφόρων κριτηρίων, πρώτα γεωγραφικών, έπειτα βάσει απορρήτου. Το κεφάλαιο αυτό ασχολείται επίσης με τα κριτήρια επιλογής ενός φορολογικού παραδείσου από μεριάς του επιχειρηματία, την αντιμετώπιση των φορολογικών παραδείσων από τη ελληνική φορολογική νομοθεσία, στην οποία γίνεται λόγος για μη συνεργάσιμα κράτη, και κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς για να κλείσει με την άποψη των υπέρμαχων των φορολογικών παραδείσων. Στο τέταρτο κεφάλαιο της εργασίας αναλύεται η σύνδεση των εξωχώριων εταιρειών με τα φαινόμενα της φοροδιαφυγής της φοροαποφυγής και του ξεπλύματος χρήματος από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας καθώς και αναφορά στους Οργανισμούς και Φορείς που ασχολούνται με την αντιμετώπιση των φαινομένων αυτών. Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύεται το ελληνικό θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εξωχώριες εταιρείες τόσο από την πλευρά του Ελληνικού Φορολογικού δικαίου όσο και από την πλευρά του Εταιρικού και Ποινικού Δικαίου, ενώ στο έκτο γίνεται ανάλυση ενός παραδείγματος εμπλοκής εξωχώριας εταιρείας σε κύκλωμα υπερτιμολόγησης από έλεγχο του Σ.Δ.Ο.Ε. Στο τέλος παρατίθενται τα συμπεράσματα της εργασίας καθώς και η χρησιμοποιηθείσα βιβλιογραφία 1504 163 163 In this study on the dialect of Pelion and its use at school, we investigate the attitudes adopted by the school towards the use of dialect in the preschool and primary school age. The theoretical framework the study is based on involves the phenomenon of linguistic diversity and how it affects/is affected and treated by state mechanisms, one of which is the school. In the theoretical framework we discuss in particular the content of the term dialect, previous research on Greek dialects and by extension on the context of linguistic diversity in Greece. The description and the results of a survey conducted in schools in the Pelion region (where the local dialect is used) follow. In this context we explore the attitudes that the contemporary school exhibits towards the existence of various dialects as well as the strong influence that school seems to exert on the way children speak, leading them to use the dominant language more, thus limiting the use of dialect. Στην παρούσα εργασία με θέμα τη διάλεκτο του Πηλίου και τη χρήση της στο σχολείο, εξετάζονται οι στάσεις που υιοθετούνται από το σχολείο απέναντι στη χρήση της διαλέκτου κατά την προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία. Το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο βασίζεται η εργασία, αφορά το φαινόμενο της γλωσσικής ποικιλότητας και πώς αυτή επηρεάζει – επηρεάζεται και αντιμετωπίζεται από τους κρατικούς μηχανισμούς, ένας εκ των οποίων είναι και το σχολείο. Στο θεωρητικό πλαίσιο συγκεκριμένα συζητούνται το περιεχόμενο του όρου διάλεκτος, η ως τώρα μελέτη των ελληνικών διαλέκτων και κατ’ επέκταση της κατάστασης της γλωσσικής ποικιλότητας στην Ελλάδα. Ακολουθεί η περιγραφή και τα αποτελέσματα έρευνας σε σχολεία της περιοχής του Πηλίου όπου χρησιμοποιείται τοπική διάλεκτος. Στο πλαίσιο αυτό συζητούνται οι στάσεις που κρατά το σύγχρονο σχολείο απέναντι στην ύπαρξη διαφόρων διαλέκτων καθώς επίσης και η έντονη επιρροή που φαίνεται να ασκεί στον τρόπο ομιλίας των παιδιών, έχοντας ως αποτέλεσμα να τα οδηγεί συχνά στη χρήση περισσότερο της επίσημης/κυρίαρχης γλώσσας, περιορίζοντας έτσι τη χρήση της διαλέκτου. 1505 321 283 Views of the Principal of Kindergarten on the cooperation with infants’ parents Απόψεις Προϊσταμένων νηπιαγωγείου για τη συνεργασία τους με τους γονείς των νηπίων The topic which the present study deals with is the cooperation of the kindergarten with the family. Specifically, the main purpose of this study was to be recorded, to be presented and to be investigated the views of the Education Officers, the Principal Kindergarten teachers regarding with their cooperation with parents, as provided by law and as found in the relevant pedagogical literature. In the context of the investigation of the issue, thirteen semi-structured interviews were conducted by Principal Kindergarten teachers of Private and Public Kindergartens from the city of Alexandroupolis, the area of Komotini and the area of Kavala. In particular, through the research process, an attempt was made to be ascertained the views of the Principal Kindergarten teachers regarding whether they consider their cooperation with the parents of the toddlers beneficial and necessary and what are the benefits that receive the Principal Kindergarten teachers and their parents, to be determined whether collaboration affects the relationship between them as well as the way they treat to their student, in addition to be ascertained the benefits that the student derives from this collaboration. To be recorded the forms of cooperation chosen by the Principal Kindergarten teachers and respectively by the parents, as well as what is the frequency of their implementation. To be determined the type and content of communication - cooperation, to be verified the attitude of the Principal Kindergarten teachers to the parents and to be clarified the role of the Principal Kindergarten teacher in his cooperation with the parents, to be investigated the factors that foster and complicate a collaboration and to be identified the strategies which use the Principal Kindergarten teachers to solve the problems of collaboration that arise. Finally, one of the individual targets was to be recorded the suggestions and goals for the best cooperation of the Principal Kindergarten teachers with the parents. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα έρευνα είναι η συνεργασία του νηπιαγωγείου με την οικογένεια. Πιο συγκεκριμένα, κεντρικός σκοπός της μελέτης ήταν να καταγραφούν, να παρουσιαστούν και να διερευνηθούν οι απόψεις των Στελεχών Εκπαίδευσης, των Προϊσταμένων νηπιαγωγών ως προς τη συνεργασία τους με τους γονείς, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία αλλά και όπως συναντάται από τη σχετική παιδαγωγική βιβλιογραφία. Στα πλαίσια της διερεύνησης του θέματος υλοποιήθηκαν δεκατρείς ημιδομημένες συνεντεύξεις από Προϊσταμένες νηπιαγωγούς των Ιδιωτικών και Δημόσιων νηπιαγωγείων από την πόλη της Αλεξανδρούπολης, την περιοχή της Κομοτηνής και την περιοχή της Καβάλας. Ειδικότερα, μέσα από την ερευνητική διαδικασία έγινε προσπάθεια να διαπιστωθούν οι απόψεις των Προϊσταμένων νηπιαγωγών αναφορικά με το αν κρίνουν τη συνεργασία τους με τους γονείς των νηπίων ωφέλιμη και αναγκαία και ποια είναι τα οφέλη που δέχονται οι ίδιοι αλλά και οι γονείς, να εξακριβωθεί αν η συνεργασία επηρεάζει τη μεταξύ τους σχέση καθώς και τον τρόπο που συμπεριφέρονται στο μαθητή τους, επιπλέον να διαπιστωθούν τα οφέλη που αποκομίζει ο μαθητής από αυτή τη συνεργασία. Να καταγραφούν οι μορφές συνεργασίας που επιλέγουν οι Προϊστάμενοι νηπιαγωγοί και αντίστοιχα οι γονείς καθώς και ποια είναι η συχνότητα υλοποίησης τους. Να προσδιοριστεί το είδος και το περιεχόμενο της επικοινωνίας – συνεργασίας, να εξακριβωθεί η στάση των Προϊσταμένων νηπιαγωγών προς τους γονείς και να διευκρινιστεί ο ρόλος του Προϊστάμενου νηπιαγωγού στη συνεργασία του με τους γονείς, να διερευνηθούν οι παράγοντες που ευνοούν και που δυσχεραίνουν μία συνεργασία και να προσδιοριστούν οι στρατηγικές που χρησιμοποιούν οι Προϊστάμενοι νηπιαγωγοί για την επίλυση των προβλημάτων συνεργασίας που προκύπτουν. Τέλος, να καταγραφούν οι προτάσεις και οι στόχοι για την καλύτερη συνεργασία των Προϊσταμένων νηπιαγωγών με τους γονείς. 1506 352 339 The effects of salinity (NaCl) and potassium on the growth and chemical composition of pomegranate (Punica granatum L. cvs. Wonderful and Ermioni) plants Η επίδραση της αλατότητας (NaCl) και του καλίου στην ανάπτυξη και χημική σύσταση των φυτών ροδιάς (Punica granatum L.) των ποικιλιών Ερμιόνη και Wonderful Aim of this study was to investigate the behavior of two pomegranate cultivars (Wonderful and Ermioni) grown under saline conditions (NaCl 60 mM) and different K concentrations (0, 58 and 235 ppm) in two treatments of light intensity (fully sun exposure and 20% shaded). Initially the plants were transplanted into 3L plastic bags filled with a sand: perlite mixture (1: 1). Afterwards, the plants were irrigated with a modified Hoagland nutrient solution. The diameter of the main stem of each plant was measured at the beginning of the experiment. The parameters of photosynthesis, the concentration of chlorophyll and carotenoids, concentrations of K, Ca, Mg, Na, Cl, the leaf water potential, the permeability of membranes and the thickness of the main stems, the number of lateral stems and the total length and plant height were measured at the end of the experiment. The plant height, diameter of main stem, the internal concentration of CO2, the rate of stomatal transpiration, stomatal conductance, the rate of photosynthesis, chlorophyll and K concentration were affected by the light conditions, i.e. higher values were recorded in the shaded plants. The number of shoots was reduced by salinity. Finally, the stem length and water potential decreased under saline and light conditions. Wonderful growth parameters were greater than those of Ermioni (diameter of main stem, moisture %, number and length of side shoots). The cell membranes of Wonderful were less affected. The rate of photosynthesis of Wonderful in shade without NaCl was greater, while in full sun exposure lower. The a/b ratio of chlorophyll was grater in Ermioni when NaCl was not added. Carotenoid concentration was higher in Ermioni. In the full sun exposure - K on the leaves was higher in Wonderful. The Na concentration in Ermioni was higher in both NaCl and Ca treatments without NaCl. Cl concentration in full sun exposure was higher for Ermioni with NaCl, while in the shade for Wonderful. The concentration of N in the shade was higher for Wonderful Σκοπός της εργασίας ήταν να μελετηθεί η συμπεριφορά των δύο ποικιλιών ροδιάς (Wonderful και Ερμιόνη) σε συνθήκες αλατότητας (60 mM NaCl) και διαφορετικών συγκεντρώσεων K (0, 58 και 235 ppm) σε δύο περιπτώσεις φωτός (πλήρης έκθεση στον ήλιο και σκίαση 20%). Τα ενός έτους φυτά αναπτύχθηκαν σε πλαστικές σακούλες των 3L με μίγμα άμμου : περλίτη (1:1). Το πείραμα ξεκίνησε στις 7 Ιουνίου 2014 και είχε διάρκεια 35 ημέρες. Κατά την διάρκεια αυτή τα φυτά αρδευόταν με τροποποιημένο θρεπτικό διάλυμα Hoagland No2 50%. Στην αρχή του πειράματος μετρήθηκε η διάμετρος του κεντρικού βλαστού του κάθε φυτού. Στο τέλος του πειράματος μετρήθηκαν οι παράμετροι αύξησης των φυτών, ο ρυθμός φωτοσύνθεσης, η συγκεντρώσεις K, Ca, Mg, Na, Cl, χλωροφύλλης και καροτενοειδών, το υδατικό δυναμικό και η διαπερατότητα των μεμβρανών. Το ύψος των φυτών, η διάμετρος του κεντρικού βλαστού, η εσωτερική συγκέντρωση CO2, ο ρυθμός στοματικής διαπνοής, η στοματική αγωγιμότητα, ο ρυθμός φωτοσύνθεσης, η συγκέντρωση χλωροφύλλης και το K επηρεάστηκε από την έκθεση στο ηλιακό φως ενώ μεγαλύτερη συγκέντρωση Κ βρέθηκε στα φυτά υπό σκίαση. Ο αριθμός των βλαστών μειώνεται από την αλατότητα. Τέλος, το μήκος των βλαστών και το υδατικό δυναμικό μειώνονται σε συνθήκες αλατότητας και φωτός. Η ποικιλία Wonderful σε σχέση με την Ερμιόνη είχε μεγαλύτερες παραμέτρους αύξησης (διάμετρος κεντρικού βλαστού, υγρασία %, αριθμός και μήκος πλαγίων βλαστών). Οι κυτταρικές μεμβράνες της Wonderful επηρεάστηκαν λιγότερο. Ο ρυθμός φωτοσύνθεσης της Wonderful στο σκίαστρο χωρίς NaCl είναι μεγαλύτερος ενώ στην πλήρη έκθεση στον ήλιο. Ο λόγος χλωροφύλλης a/b χωρίς προσθήκη NaCl είναι μεγαλύτερος στην Ερμιόνη. Η συγκέντρωση των καροτενοειδών είναι υψηλότερη στην Ερμιόνη. Η συγκέντρωση Κ στον υπαίθριο χώρο στα φύλλα είναι υψηλότερη στη Wonderful. Η συγκέντρωση Na σε μεταχειρίσεις με NaCl και Ca στην ρίζα χωρίς NaCl είναι υψηλότερη στην Ερμιόνη. Η συγκέντρωση Cl στον υπαίθριο χώρο είναι υψηλότερη στην Ερμιόνη με NaCl, ενώ στο σκίαστρο στην Wonderful. Η συγκέντρωση Ν στο σκίαστρο είναι υψηλότερη στην Wonderful 1507 130 145 Ο ρόλος της πρωτεΐνης LDHA στον καρκίνο του προστάτη in vivo και in vitro Prostate cancer is one of the most common types of cancer worldwide, and is responsible for the high mortality rate in men each year. It is known that cancer cells turn to anaerobic glycolysis to gain their energy requirements. Upon anaerobic glycolysis, positive regulation of LDHA gene expression is observed. The purpose of this thesis is to study this protein both in animal in vivo experimental models and in vitro at the cellular level. For the present study, hormone-dependent prostate cancer cells were introduced into immunodeficient mice, with concomitant administration of antiandrogen drug and examination of tumor growth progression in this experimental model. At the same time, the expression of the LDHV gene was silenced, with subsequent study of this suppression by Western blot analysis., by Immunofluorescence and Confocal microscopy. O καρκίνος του προστάτη αποτελεί έναν από τους πιο κοινούς τύπους καρκίνου παγκοσμίως, ενώ ευθύνεται για τα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας στους άνδρες ετησίως. Είναι γνωστό ότι τα καρκινικά στρέφονται στην αναερόβια γλυκόλυση, προκειμένου να καλύψουν τις ενεργειακές τους απαιτήσεις. Κατά την αναερόβια γλυκόλυση, παρατηρείται θετική ρύθμιση της έκφρασης του γονιδίου LDHA. Σκοπός της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι η μελέτη της πρωτεΐνης αυτής τόσο σε ζωικά in vivo πειραματικά μοντέλα, όσο και σε κυτταρικό επίπεδο in vitro. Για την παρούσα μελέτη πραγματοποιήθηκε εισαγωγή ορμονοεξαρτώμενων κυττάρων καρκίνου του προστάτη σε ανοσοκατεσταλμένους μύες, με παράλληλη χορήγηση αντιανδρογόνου φαρμάκου και εξέταση της προόδου αύξησης του όγκου στο συγκεκριμένο πειραματικό μοντέλο. Παράλληλα, πραγματοποιήθηκε καταστολή της έκφρασης του γονιδίου της LDHV, με επακόλουθη μελέτη της καταστολής αυτής με Ανοσοαποτύπωμα κατά Western, με Ανοσοφθορισμό και Συνεστιακή μικροσκοπία . 1508 300 341 Μελέτη των επιπέδων ιντερλευκίνης-8 και συστατίνης C στον ορό ασθενών με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο Background: Obstructive sleep apnea syndrome (OSAS) is associated with increased risk of cardiovascular and chronic kidney disease. The underlying pathophysiologic mechanisms of this association include intermittent hypoxia and systemic inflammation. Previous studies assessed blood levels of inflammatory biomarkers in OSAS patients with a view to explore possible inflammation and predict vascular damage risk. Cystatin C is a novel biomarker of latent renal damage and cardiovascular disease. Aim: The aim of the present study was to measure serum levels of cystatin C, IL-8 and CRP in otherwise healthy OSAS patients. Methods: We evaluated serum levels of cystatin C, IL-8 and CRP in 84 individuals (68 men and 16 women) who underwent polysomnography. Participants were divided according to apnea hypopnea index (AHI) in two groups: OSAS group (n=64, AHI>5/hour) and control group (n=20, AHI<5/hour). Results: Cystatin C levels were higher in OSAS patients compared with controls (1176.13 ± 351.33 versus 938.60 ± 245.83 ng/ml respectively, p=0.017). There was no statistically significant difference in serum levels of IL-8 and CRP between two groups (31.79 ± 20.09 versus 34.09 ± 14.37 pg/ml, p=0.665 and 0.55 ± 0.57 versus 0.32 ± 0.41 mg/dL, p=0,154 respectively). In OSAS group, cystatin C levels were positevely correlated with RDI (r=0.240, p= 0.039), AHI (r=0.237, p=0.042), percent of the total time with oxygen saturation level lower than 90% (r=0.290, p=0.02) and negatively correlated with average hemoglobin saturation during sleep (r=-0.291, p=0.012). There was no correlation between serum IL-8, CRP levels and polysomnographic or anthropometric parameters. After adjustment for age and body mass index, RDI was an independent predictor of cystatin C serum levels in OSAS patients (β=0.256, p=0.039). Conclusions: Cystatin C serum levels are increased in OSAS patients without comorbidities, suggesting increased risk of renal and cardiovascular disease in this population. Intermittent hypoxia appears as the main pathogenetic mechanism. Εισαγωγή: Το σύνδρομο αποφρακτικών απνοιών στον ύπνο (ΣΑΑΥ) σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων και χρόνιας νεφρικής νόσου. Οι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί που συμμετέχουν περιλαμβάνουν τη διαλείπουσα υποξυγοναιμία και τη συστηματική φλεγμονή. Προηγούμενες μελέτες υπολόγισαν τα επίπεδα βιοδεικτών φλεγμονής στο αίμα ασθενών με ΣΑΑΥ με στόχο να εκτιμήσουν την συμμετοχή της συστηματικής φλεγμονής στο σύνδρομο και τον κίνδυνο εμφάνισης αγγειακής βλάβης. Η συστατίνη C αποτελεί ένα νεότερο βιοδείκτη λανθάνουσας νεφρικής βλάβης και μελλοντικών καρδιαγγειακών συμβάντων. Σκοπός: Στόχος της μελέτης ήταν η μέτρηση των επιπέδων συστατίνης C, IL-8 και CRP σε ασθενείς με ΣAΑΥ χωρίς άλλα συνοδά νοσήματα. Μέθοδοι: Τα επίπεδα συστατίνης C, IL-8 και CRP μετρήθηκαν στον ορό 84 ατόμων (68 ανδρών και 16 γυναικών) που υποβλήθηκαν σε πολυσωματοκαταγραφική μελέτη στα πλαίσια διερεύνησης πιθανού ΣΑΑΥ. Ανάλογα με το δείκτη απνοιών-υποπνοιών (apnea-hypopnea index-AHI) οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν στην ομάδα ασθενών με ΣΑΑΥ (n=64, AHI>5/ώρα) και στην ομάδα ελέγχου (n=20, AHI<5/ώρα). Αποτελέσματα: Τα επίπεδα συστατίνης C ήταν υψηλότερα στους ασθενείς με ΣΑΑΥ σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου (1176.13 ± 351.33 έναντι 938.60 ± 245.83ng/mL αντίστοιχα, p=0.017). Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στα επίπεδα IL-8 και CRP μεταξύ των δύο ομάδων (31.79 ± 20.09 έναντι 34.09 ± 14.37pg/mL, p=0.665 και 0.55 ± 0.57 έναντι 0.32 ± 0.41mg/dL, p=0.154 αντίστοιχα). Τα επίπεδα συστατίνης C στους ασθενείς με ΣΑΑΥ παρουσίασαν θετική συσχέτιση με τον AHI (r=0.237, p=0.042), τον RDI (r=0.240, p=0.039), το ποσοστό χρόνου ύπνου με κορεσμό οξυαιμοσφαιρίνης κάτω από 90% (r=0.290, p=0.02) και αρνητική συσχέτιση με τη μέση τιμή κορεσμού της οξυαιμοσφαιρίνης κατά τον ύπνο (r=-0.291, p=0.012). Δεν παρατηρήθηκε συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων IL-8, CRP και πολυσωματοκαταγραφικών ή ανθρωπομετρικών παραμέτρων. Μετά από προσαρμογή για την ηλικία και το BMI, ο RDI αναδείχθηκε ως ανεξάρτητος παράγοντας καθορισμού των επιπέδων συστατίνης C (β=0.256, p=0.039). Συμπεράσματα: Τα επίπεδα συστατίνης C είναι αυξημένα σε ασθενείς με ΣAΑΥ χωρίς άλλα συνοδά νοσήματα, υποδηλώνοντας αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης νεφρικής βλάβης και καρδιαγγειακών νοσημάτων σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών. Η διαλείπουσα υποξυγοναιμία φαίνεται να αποτελεί σημαντικό παθογενετικό μηχανισμό. 1509 383 400 Μελέτη των επιπέδων κατεχολαμινών (Αδρεναλίνης-Νοραδρεναλίνης) στον ορό ασθενών πασχόντων από Στεφανιαία Νόσο, με την ραδιοανοσολογική μέθοδο RIA oronary artery disease may be due to many causes, including coronary artery stenosis due to atherosclerosis, hypertension and angina pectoris. Catecholamines Adrenaline, Noradrenaline are excreted from the adrenal medulla, are associated with hypertension and are characterized as stress hormones. The present study evaluates serum levels of catecholamines in patients suffering from coronary artery disease, after myocardial perfusion scintigraphy in stress and rest, and correlation with the severity of the disease. We studied 30 patients (19 males and 11 women) aged 35-62 years (mean age 43 ± 7 years) with coronary artery disease, and 5 patients who appeared to be symptomatic of the disease. Patients come from the University Cardiology Clinic of the Democritus University of Thrace, University General Hospital of Alexandroupolis (U.G.H.E.). All patients underwent basic hematological and cardiac checkup. Patients had a 99mTc-Sestamibi stress and rest scintigraphy on a gamma camera at the Department of Nuclear Medicine of PGNE. At the same time, blood was taken to determine catecholamines levels by the RIA radioimmunoassay method with a commercial Adrenaline-Noradrenaline kit from DRG, Germany. Physiological values were <600pg / ml. 28 patients had a positive myocardial perfusion (ischemia or infarction) scintigraphy and 7 had no signs (normal individuals). Normal subjects exhibited low catecholamine values in the blood, while patients with positive results after scintigraphy, had higher levels of catecholamines (p <0.005). Statistical analysis of the results of the experiments to determine serum levels of catecholamines in patients with coronary artery disease, was done with the x2 test (student test) and the correlation of the values with the correlation coefficient "Pearson Correlation". Also, the results were considered statistically significant since for all the results of the experiments p <0.005 was applied. Patients with a negative myocardial perfusion scintigraphy exhibited normal values of catecholamines (p <0.005). Nor-Adrenaline values were higher than Adrenaline values in both normal subjects and in pathological subjects (p <0.005). According to the results, there were no statistically significant differences in values between men and women. Ischemic patients had high (above normal) catecholamines’ levels in their blood (p <0.005). Patients with myocardial infarction showed very high catecholamine values compared to those in ischemic patients (p <0.005). High rates of catecholamines are related to the severity of Coronary Disease (p <0.005). Determination of catecholamines is useful in monitoring patients with Coronary Artery Disease. Η Στεφανιαία νόσος μπορεί να οφείλεται σε πολλές αιτίες, με κυριότερη την στένωση των στεφανιαίων αρτηριών από αθηρωμάτωση, βασικό σύμπτωμα αποτελούν η υπέρταση και η στηθάγχη. Οι κατεχολαμίνες Αδρεναλίνη, Νοραδρεναλίνη εκκρίνονται από τον μυελό των επινεφριδίων, σχετίζονται με την υπέρταση και χαρακτηρίζονται ως ορμόνες του στρες. Με την παρούσα μελέτη, γίνεται η εκτίμηση των επιπέδων των κατεχολαμινών στον ορό στεφανιαίων ασθενών που υποβάλλονται σε σπινθηρογράφημα αιμάτωσης του μυοκαρδίου σε κόπωση και ηρεμία με σκοπό τη συσχέτιση τους με την σοβαρότητα της νόσου. Μελετήσαμε 30 ασθενείς (19 άνδρες και 11 γυναίκες) ηλικίας 35-62 ετών (μέσος όρος ηλικίας 43 ±7 έτη) που πάσχουν από στεφανιαία νόσο, καθώς και 5 ασθενείς που εμφάνιζαν συμπτώματα ΣΝ. Οι ασθενείς προέρχονται από την Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική Δ.Π.Θ. του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης. Όλοι οι ασθενείς υποβλήθηκαν στο βασικό αιματολογικό και καρδιολογικό έλεγχο. Οι ασθενείς υπεβλήθησαν σε σπινθηρογράφημα κόπωσης και ηρεμίας με 99mTc - Sestamibi σε γ-camera, στο Τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής του Π.Γ.Ν.Ε.. Ταυτόχρονα έγινε λήψη αίματος με σκοπό τον προσδιορισμό των κατεχολαμινών του αίματος με τη ραδιοανοσολογική μέθοδο RIA με τη χρήση kit Αδρεναλίνης- Νορ-Αδρεναλίνης της εταιρείας DRG, Germany. Οι φυσιολογικές τιμές ήταν <600pg/ml. 28 ασθενείς εμφάνισαν θετικό σπινθηρογράφημα αιμάτωσης μυοκαρδίου (ισχαιμία ή έμφραγμα) και 7 ασθενείς φυσιολογικό. Τα φυσιολογικά άτομα εμφάνισαν χαμηλές τιμές κατεχολαμινών στο αίμα, ενώ οι θετικοί ως προς το σπινθηρογράφημα, υψηλές (p<0,005). Η στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων των πειραμάτων για τον προσδιορισμό των επιπέδων των κατεχολαμινών στον ορό ασθενών με στεφανιαία νόσο, έγινε με to x2 test (student test) και η συσχέτιση των τιμών με τον συντελεστή συσχέτισης ‘‘Pearson Correlation’’. Επίσης, τα αποτελέσματα θεωρήθηκαν στατιστικά σημαντικά εφόσον για όλα τα αποτελέσματα των πειραμάτων ισχύει p<0,005.Οι ασθενείς που παρουσίασαν αρνητικό σπινθηρογράφημα αιμάτωσης του μυοκαρδίου εμφάνιζαν φυσιολογικές τιμές κατεχολαμινών αίματος (p<0,005). Οι τιμές της Νορ-Αδρεναλίνης ήταν υψηλότερες των τιμών της Αδρεναλίνης τόσο στα φυσιολογικά άτομα όσο και στα παθολογικά άτομα (p<0,005). Σύμφωνα, με τα αποτελέσματα δεν υπήρχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στις τιμές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Οι ασθενείς με ισχαιμία παρουσίαζαν υψηλές τιμές (άνω του φυσιολογικού) κατεχολαμινών στο αίμα τους (p<0,005). Οι ασθενείς με έμφραγμα του μυοκαρδίου παρουσίασαν πολύ υψηλές τιμές κατεχολαμινών σε σύγκριση με αυτές των ασθενών με ισχαιμία (p<0,005). Οι υψηλές τιμές των κατεχολαμινών σχετίζονται με την σοβαρότητα της Στεφανιαίας Νόσου (p<0,005). Ο προσδιορισμός των κατεχολαμινών είναι χρήσιμος στην παρακολούθηση των ασθενών με Στεφανιαία Νόσο. 1510 241 271 Η τεχνολογία της οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCT) και η χρησιμότητά της στην οφθαλμολογία Optical Coherence Tomography (OCT) is a new imaging technique that is used in numerous medical fields. The greatest interest of OCT appears in Ophthalmology, presenting various different applications. OCT uses low coherent light in order to measure the intensity of light that reflects or scatters from tissue, producing this way tomographic images of similar resolution and morphology to histological sections. The two major OCT methods are time domain OCT and frequency domain OCT. The second is further divided into Spectral Domain OCT and Swept source OCT. Lately, frequency domain OCT has prevailed, due to the fast scanning speed and the quality of image resolution it offers. Broadband light sources assisted in capturing images of higher resolution. Also, using larger wavelengths achieved deeper penetration depth. Most of the OCT systems operate at wavelengths of 800 nm and 1300 nm. Two or three dimensional images are defined by the scanning direction (en face view) and the system’s software (volume rendering). Based upon the two main OCT methods, new system setups have been developed, that not only allow the visualization of various eye structures, but also give functional information. The most important ones are Polarization Sensitive OCT (PS-OCT), using different polarization states of specific tissues for extracting functional information about the thickness of the retinal nerve fiber layer, and Doppler OCT (D-OCT) which utilizes the Doppler effect (Doppler shift) so, as to quantitatively measure the flow of the blood cells within the retinal blood. Η Οπτική Τομογραφία Συνοχής (OCT) είναι μία σχετικά νέα απεικονιστική μέθοδος που χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς της ιατρικής. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η χρήση της OCT στην Οφθαλμολογία, με πληθώρα διαφορετικών εφαρμογών. Η OCT χρησιμοποιεί φως χαμηλής συνοχής για να μετρήσει την ένταση του φωτός που ανακλάται ή σκεδάζεται από έναν ιστό, παράγοντας με αυτό τον τρόπο τομογραφικές εικόνες παρόμοιας ανάλυσης και μορφολογίας με ιστολογικές διατομές. Οι βασικές μέθοδοι OCT είναι η OCT στο πεδίο του χρόνου και η OCT στο πεδίο των συχνοτήτων. Η δεύτερη διαχωρίζεται περαιτέρω σε OCT φασματικού πεδίου και OCT με πηγή σάρωσης. Τα τελευταία έτη επικράτησε η χρήση της OCT στο πεδίο των συχνοτήτων, λόγω της μεγαλύτερης ταχύτητας σάρωσης και της καλύτερης ανάλυσης εικόνας που προσφέρει. Στη λήψη εικόνων υψηλότερης ανάλυσης βοήθησαν οι ευρυζωνικές πηγές φωτισμού. Επίσης, με τη χρήση μεγαλύτερων μηκών κύματος επιτυγχάνεται μεγαλύτερο βάθος διείσδυσης. Τα περισσότερα συστήματα OCT λειτουργούν στις περιοχές μηκών κύματος 800 nm και 1300 nm. Ο προσανατολισμός της σάρωσης και το λογισμικό ενός συστήματος καθορίζουν τη λήψη των δυσδιάστατων ή τρισδιάστατων εικόνων. Πάνω στις δύο βασικές μεθόδους OCT, αναπτύχθηκαν νέες διατάξεις που επιτρέπουν όχι μόνο την απεικόνιση των διάφορων οφθαλμικών δομών, αλλά δίνουν πληροφορίες και για τη λειτουργία τους. Οι κυριότερες από αυτές είναι η Polarization Sensitive OCT (PS-OCT) ευαίσθητη στην πόλωση OCT, που χρησιμοποιεί τις διαφορετικές καταστάσεις πόλωσης συγκεκριμένων ιστών για να εξάγει λειτουργικές πληροφορίες για το πάχος της στιβάδας των νευρικών ινών και η Doppler OCT (D-OCT) που χρησιμοποιεί το Doppler effect για να μετρήσει ποσοτικά τη ροή των αιμοσφαιρίων μέσα στη αμφιβληστροειδική αιματική κυκλοφορία. 1511 436 324 This thesis explores current concepts in the diagnosis and treatment of SPS of the knee. Furthermore, this study is a retrospective review of published several studies who have examined the epidemiology, the clinical aspects, the pathophysiologic manifestations, and features outcome of the plica knee syndrome. At the first part, described anatomy and function in the knee joint, the anatomical structure, classification and types of the plica on the embryologic development of synovial plicae, and show how pathology of this structure can cause severe knee problems. In the second part, the aim of this stydy is to provide an evidence-based guide in the development of plica syndrome, the indication, clinical diagnosis and treatment of plica syndrome, with emphasis in wich cases usually the nonoperative strategies are successful and when conservative treatment, may yield satisfactory results. The term synovial plica has been devised to describe a number of intra-capsular folds . Depending on their position within the knee, four types of plicae are known to exist: suprapatellar, infrapatellar, medial parapatellar and lateral patellar plica. the medial plica is the most commonly symptomatic one. Synovial plicae most are asymptomatic with little clinical consequence and on occasion, a plica may be symptomatic, and then it is responsible for the so-called plica syndrome. Plica syndrome, arises from an injury such as a direct blow, repeated activity, like sports that require repetitive flexion-extension motion, a twisting force that stretches the plica, or some other pathologic knee condition that results in an inflammatory process. Plica syndrome, should be suspected in patients with intermittent pain, swelling, and snapping sensation affecting the knees, which is associated with activity that involves increased loading of the patellofemoral joint. Clinicians should exert a high degree of suspicion when assessing a patient with a plica syndrome and should be included in the differential diagnosis of internal derangement of the knee. In most cases a plica syndrome is confirmed when excluded other condition of the knee, which can cause similar symptoms, like meniscal tears, medial collateral ligament sprain and synovitis. If a diagnosis of plica syndrome has been made, nonsurgical treatment is always preferable initially. Nonoperative strategies are usually successful for early or mild disease. Physiotherapy, may yield satisfactory results especially if instigated early in the disease process. Intraarticular injections may also be useful. Once the conservative measure fails, it means that the condition has become chronic and the plica has undergone irreversible morphological changes, and the nonoperative strategies will be fail. However the arthroscopic excision of the entire fold, remains the treatment of choice.The synovial plica resection provides good results and high levels of reported satisfaction for most patients. Η διπλωματική αυτή εργασία εξετάζει τις τρέχουσες αντιλήψεις στη διάγνωση και τη θεραπεία του «συνδρόμου της υμενικής πτυχής» του γόνατος. Πρόκειται για αναδρομική ανασκόπηση αρκετών δημοσιευμένων μελετών που εξετάζουν και παρουσιάζουν την επιδημιολογία, τις κλινικές εκφάνσεις, τις παθοφυσιολογικές εκδηλώσεις και τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου. Στο πρώτο μέρος της διπλωματικής περιγράφεται η ανατομία και η κινησιολογία της άρθρωσης του γόνατος, η ανατομική εντόπιση, η ταξινόμηση και οι τύποι των υμενικών πτυχών καθώς και, η παθολογία αυτής της δομής η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στο γόνατο. Στο δεύτερο μέρος, αναλύονται οι κατευθυντήριες οδηγίες για την κλινική εξέταση, την διάγνωση και την θεραπεία του συνδρόμου υμενικής πτυχής στο γόνατο. Ανάλογα με την ανατομική τους εντόπιση στο γόνατο, υπάρχουν τέσσερις τύποι υμενικών πτυχών: η υπερεπιγονατιδική, η υποεπιγονατιδική η έσω και η έξω υμενική πτυχή. Η κύρια κλινική συμπτωματολογία προέρχεται συνήθως από την έσω υμενική πτυχή. Η έναρξη του συνδρόμου, προέρχεται είτε από άμεσο η αμβλύ τραυματισμό, ή από μικροτραυματισμούς λόγω επαναλαμβανόμενης κινήσεις που προκαλούνται σε διάφορα αθλήματα, η συνέπεια άλλων καταστάσεων που προκαλούν θυλακίτιδα. Η υποψία του συνδρόμου θα πρέπει να τίθεται σε ασθενείς με διαλείποντα πόνο, οίδημα και αίσθημα κρότου στην άρθρωση του γόνατος, συνέπεια δραστηριοτήτων που αυξάνουν την φόρτιση, στην επιγονατιδομηριαία άρθρωση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το σύνδρομο υμενικής πτυχής, επιβεβαιώνεται όταν αποκλείεται άλλη παθολογική κατάσταση στο γόνατο, η οποία μπορεί να προκαλέσει παρόμοια συμπτώματα, όπως η ρήξη μηνίσκου, το διάστρεμμα του έσω πλαγίου συνδέσμου και η θυλακίτιδα. Με την διάγνωση του συνδρόμου, συνίσταται η αρχική αντιμετώπιση του συνδρόμου να είναι συντηρητική. Η φυσιοθεραπεία μπορεί να αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα, ειδικά στα αρχικά στάδια του συνδρόμου. Οι ενδοαρθρικές εγχύσεις μπορεί επίσης να είναι χρήσιμες. Σε χρονιότητα του συνδρόμου και σε ανατομοπαθολογικές αλλοιώσεις τις υμενικής πτυχής η συντηρητική αντιμετώπιση δεν έχει ένδειξη. Ωστόσο, αν αποτύχουν τα συντηρητικά μέσα, η αρθροσκοπική εκτομή ολόκληρης της υμενικής πτυχής, παραμένει η θεραπεία επιλογής. Η χειρουργική εξαίρεση της υμενικής πτυχής παρέχει καλά αποτελέσματα και υψηλά επίπεδα αναφερόμενης ικανοποίησης για τους περισσότερους ασθενείς. 1512 295 311 The main objective of this particular thesis is to discuss about the ethical issues of classic radiology, to inform and to alert.More analytically, since the birth of x-rays from Röntgen, we examined the form of x-rays till today and their evolution. Radiology is still a growing field of medicine as they still try to improve the display of inner organs and technology never stops improving. After pointing out the important foundings of x-rays in the passage of years, we referred to the implementation of x-rays today, the methods that they use and the radio-protection rules which are necessary in order to dicrease the exposure to radiation as it is harmful for our organism.Subsequently, we examined some ethical dilemmas that the classic radiology faces concerning vulnerable social groups like pregnant women, patients of final cancer stage or people with special needs.In the last chapter we referred to Bioethics and how much it can help resolve such problems that were mentioned in the previous chapter.Through the route of radiology and the analysis of ethical issues we concluded that radiological examinations have importantly helped medicine and have made diagnosis much more easy. Nevertheless, the radiation that the patient is exposed to in order to do the examination can have consequenses in their organism that are not usually reversible.It is the doctor's ethical obligation to try to avoid pointless exposure to radiation and to proceed to this solution only when it is absolutely necessary. Also, all the people involved in x-rays should take all the necessary radio-protection measures (doctors, patients, area protection).In conclusion, the most important thing is the doctor to respect his patient and to balance the risk and the benefit before he proceeds in clinical examination in order to be done only when it is really necessary. Σκοπός εκπόνησης αυτής της εργασίας ήταν να συζητηθούν τα ηθικά και δεοντολογικά ζητήματα της κλασικής Ακτινολογίας, να ενημερώσει και να προβληματίσει Πιο αναλυτικά, ξεκινώντας από τη γέννηση των ακτινών Χ από τον Röntgen, εξετάσαμε τη πορεία των ακτινών μέχρι τη σημερινή τους μορφή και την εξέλιξή τους. Η Ακτινολογία εξακολουθεί να αποτελεί αναπτυσσόμενο κλάδο της ιατρικής, καθώς γίνονται ακόμα προσπάθειες βελτίωσης της απεικόνισης των εσωτερικών οργάνων του σώματος και η τεχνολογία δεν σταματά να εξελίσσετα. Αφού επισημάνθηκαν τα σημαντικά ευρήματα των ακτινών στο πέρασμα των χρόνων, έγινε αναφορά στις εφαρμογές της ακτινολογίας σήμερα, στις μεθόδους που χρησιμοποιεί και στους κανόνες ακτινοπροστασίας, οι οποίοι είναι απαραίτητοι ώστε να μειωθεί η έκθεση στην ακτινοβολία καθώς είναι επιβλαβής για τον οργανισμό. Στη συνέχεια θίχτηκαν κάποια ηθικά και δεοντολογικά διλλήματα που αντιμετωπίζει η κλασική Ακτινολογία και αφορούσαν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες όπως είναι οι κυοφορούσες, οι ασθενείς που έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο τελικού σταδίου ή τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Στο τελευταίο κεφάλαιο έγινε αναφορά στη Βιοηθική και πόσο μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση και επίλυση των προβλημάτων που αναφέρθηκαν σε προηγούμενο κεφάλαιο. Μέσα από την πορεία της Ακτινολογίας και την ανάλυση των ηθικών και δεοντολογικών ζητημάτων παρατηρήσαμε πως οι ακτινολογικές εξετάσεις έχουν βοηθήσει σημαντικά στην ιατρική και έχει γίνει ευκολότερη η διαδικασία της διάγνωσης. Παρόλα αυτά, η ακτινοβολία που δέχεται ο ασθενής για να κάνει την εξέταση δύναται να έχει επιπτώσεις στον οργανισμό του που συχνά, δεν διορθώνονται Είναι ηθική υποχρέωση του γιατρού να προσπαθεί να αποφεύγει την άσκοπη έκθεση σε ακτινοβολία και να προβαίνει σε αυτή τη λύση μόνο όταν είναι αναγκαία. Ακόμη, θα πρέπει να τηρούνται οι κανόνες ακτινοπροστασίας από όλους τους εμπλεκόμενους στην ακτινολογική εξέταση (ασθενείς, γιατρούς, προστασία χώρου).Εν κατακλείδι, το πιο σημαντικό είναι να σέβεται ο γιατρός τον ασθενή του και να προσμετρά τη σχέση οφέλους και κινδύνου πριν προχωρήσει σε κλινική εξέταση, ώστε να πραγματοποιείται εφόσον έχει κριθεί απαραίτητη. 1513 191 183 The contribution of the Museum Education to the cultivation of students' critical and creative thinking Η συμβολή της Μουσειοπαιδαγωγικής στην καλλιέργεια της κριτικής και δημιουργικής σκέψης των μαθητών The interest in linking the Museum and School has grown since it was realized that the opportunity of an experiential approach to learning offered by the Museum as an informal education institution is beneficial in the learning process. Particularly in modern times, when students seek motivation for learning and have overcome the traditional teaching model, the Museum acquires a more extensive role in education. Since in Greece museum education is gradually developing, our research aims at exploring the views of Greek Secondary Education teachers regarding the contribution of the Museum Education to the cultivation of students' critical and creative thinking. Through their experiences of school visits to various museums in Greece, it is attempted to connect the specific skills of the students with the museum experience and to formulate thoughts on the best connection between the Museum and the School. The results of the survey have led the researcher to useful findings and its expectation is to give new prospects for further research into the use of the Museum Education, this promising field of science education. Το ενδιαφέρον για τη σύνδεση Μουσείου – Σχολείου αυξήθηκε από τη στιγμή που συνειδητοποιήθηκε ότι η δυνατότητα βιωματικής προσέγγισης της μάθησης που προσφέρει το Μουσείο, ως φορέας άτυπης εκπαίδευσης, λειτουργεί ευεργετικά στη μαθησιακή διαδικασία. Ιδιαίτερα στη σύγχρονη εποχή, που οι μαθητές επιζητούν κίνητρα για μάθηση και έχει ξεπεραστεί το παραδοσιακό μοντέλο διδασκαλίας, το Μουσείο αποκτά έναν ρόλο πιο διευρυμένο στην εκπαίδευση. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα η μουσειακή αγωγή αναπτύσσεται σταδιακά, η έρευνά μας αποσκοπεί στη διερεύνηση απόψεων Ελλήνων εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης αναφορικά με τη συμβολή της Μουσειοπαιδαγωγικής στην καλλιέργεια της κριτικής και δημιουργικής σκέψης των μαθητών. Μέσα από την αποτύπωση των εμπειριών τους από σχολικές επισκέψεις σε διάφορα μουσεία της Ελλάδας, επιχειρείται να συνδεθούν οι συγκεκριμένες δεξιότητες των μαθητών με τη μουσειακή εμπειρία και να διατυπωθούν σκέψεις για την καλύτερη σύνδεση Μουσείου - Σχολείου. Τα αποτελέσματα της έρευνας οδήγησαν την ερευνήτρια σε χρήσιμες διαπιστώσεις και η προσδοκία της είναι να δώσει νέες προοπτικές για περαιτέρω έρευνα στον τρόπο αξιοποίησης της Μουσειοπαιδαγωγικής, αυτής της πολλά υποσχόμενα στον χώρο της εκπαίδευσης, επιστήμης 1514 156 139 The aim of this study is the literature research throught data based of extrahepatic bile ducts and to seek for their anatomical variants and their related abnormalities. The knowledge of the anatomy is essential for the comprehension of the pathological entities in the area. MATERIAL AND METHOD. A review of the international literature (Pub med, scopus), and a study of recent research articles and papers, was carried out. RESULTS.The anatomical area of the extrahepatic bile ducts exhibits plethora of anatomic variants. Thus, it is important to be evaluated the incidence of such a variant, its clinical significance as well as the severity of the complications that it may cause or its inadequate knowledge during a surgical procedure. CONCLUSION. The detailed study and comprehension of anatomic variants of extrahepatic bile ducts is a prerequisite in order to avoid the intraoperative biliary of tract lesions , but it is also necessary for the targeted treatment of any complications. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η βιβλιογραφική έρευνα μέσα από βάσεις δεδομένων της ανατομίας των εξωηπατικών χοληφόρων και η αναζήτηση των ανατομικών τους παραλλαγών και των συγγενών τους ανωμαλιών. Η γνώση της ανατομίας είναι απαραίτητη για την κατανόηση των παθολογικών οντοτήτων της περιοχής. Υλικό και μέθοδος. Πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας (Pub med, scopus) και μελέτη πρόσφατων άρθρων και ανακοινώσεων ερευνητών.Αποτελέσματα. Η ανατομική περιοχή των εξωηπατικών χοληφόρων εμφανίζει πληθώρα ανατομικών παραλλαγών. Έτσι, είναι σημαντικό να αξιολογηθεί η συχνότητα εμφάνισης μίας τέτοιας παραλλαγής, η κλινική της σημασία όπως και η βαρύτητα των επιπλοκών που τυχόν θα επιφέρει η πλημμελής γνώση της κατά την διάρκεια μίας χειρουργικής επέμβασης. Συμπέρασμα. Η λεπτομερής μελέτη και κατανόηση των ανατομικών παραλλαγών των εξωηπατικών χοληφόρων αποτελεί προϋπόθεση για την αποφυγή διεγχειρητικών κακώσεων του χοληφόρου δέντρου, αλλά ταυτόχρονα είναι απαραίτητη για την στοχευμένη θεραπεία των τυχόν επιπλοκών. 1515 142 163 Mathematical errors are still puzzling the educational community with respect to their learning importance and their effective classroom management. The research dealt with in this report examines how primary teachers conceive and exploit mathematical misconceptions. The review of the relevant literature discusses initially the nature and the types of errors as well as their learning and teaching importance. Then, aspects of teachers’ effective management of mathematical errors, especially with reference to number operations are presented. The empirical part presents the methodology and the results of a study with 175 teachers, who answered the questions of a questionnaire constructed for the purposes of the study. The results showed that teachers have a variety of conceptions regarding the content and the learning value of the mathematical error, not always compatible with one other and with contemporary literature, as well as its effective classroom management Το λάθος στα μαθηματικά προβληματίζει ακόμα και σήμερα την εκπαιδευτική κοινότητα αναφορικά με τη σημασία του στη μάθηση και τον αποτελεσματικό τρόπο διαχείρισής του στην τάξη. Η έρευνα που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας εργασίας μελετά το πώς οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αντιλαμβάνονται και αξιοποιούν το λάθος στα μαθηματικά. Στο βιβλιογραφικό μέρος συζητούνται η έννοια του λάθους, η σημασία του για τη μάθηση και τη διδασκαλία των μαθηματικών, τα είδη των κυριότερων λαθών ειδικά στις πράξεις με φυσικούς και κλασματικούς αριθμούς και οι τρόποι διαχείρισης των μαθηματικών λαθών από τους εκπαιδευτικούς. Στο εμπειρικό μέρος παρουσιάζονται η μεθοδολογία και τα αποτελέσματα μιας έρευνας στην οποία συμμετείχαν 175 δάσκαλοι, οι οποίοι απάντησαν στις ερωτήσεις ενός ερωτηματολογίου που κατασκευάστηκε για τους σκοπούς της μελέτης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί διαθέτουν μια ποικιλία αντιλήψεων σχετικά με το περιεχόμενο και τη μαθησιακή αξία του μαθηματικού λάθους, όχι πάντοτε συμβατών μεταξύ τους αλλά και με τη σύγχρονη βιβλιογραφία, καθώς και αναφορικά με την αποτελεσματική διαχείρισή τους στην τάξη 1516 166 162 Προσομοιώσεις μοριακής δυναμικής ενός FMRF-amide-like πεπτιδίου του C. elegans One of the modern and unsolved problems in biology is the problem of protein folding, namely the understanding of the formation mechanisms of the native conformation of a protein in a few milliseconds. To solve this problem there have been developed various theories and some approaches have been tested . In this paper we will explore with computational methods one of the FLP-18 peptides that has the following sequence EMPGVLRF-NH2. This peptide belongs to the largest group of neuromodulation of C. elegans and it has been shown to be one of the regulators, among the FLP-18 peptides, of the food behavior in C.elegans. The aim of this work is to study the folding of FLP-18 peptide 1 by using physics-based methods and the comparison of the results with the experimental data. According to the results of the analysis, the peptide does not take a specific shape for a long time and could be described as unstructured, which is consistent with the findings of the NMR experiments. Ένα από τα πλέον σύγχρονα και άλυτα προβλήματα της βιολογίας είναι το πρόβλημα της αναδίπλωσης των πρωτεϊνών, δηλαδή η κατανόηση των μηχανισμών σχηματισμού της φυσικής διαμόρφωσης μιας πρωτεΐνης μέσα σε λίγα χιλιοστά του δευτερολέπτου. Για την επίλυση αυτού του προβλήματος έχουν αναπτυχθεί διάφορες θεωρίες και έχουν δοκιμασθεί κάποιες προσεγγίσεις. Στην παρούσα εργασία θα διερευνήσουμε με υπολογιστικές μεθόδους ένα από τα πεπτίδια FLP-18, με αλληλουχία EMPGVLRF-NH2. Το πεπτίδιο αυτό ανήκει στη μεγαλύτερη ομάδα νευρορυθμιστών του C. elegans και φαίνεται να ρυθμίζει μαζί με τα υπόλοιπα FLP-18 πεπτίδια, την τροφική συμπεριφορά στον C.elegans. Στόχος της εργασίας είναι η επίλυση της αναδίπλωσης του FLP-18 πεπτιδίου 1, με τη χρήση physics-based μεθόδων και η σύγκριση των αποτελεσμάτων των προσομοιώσεων με τα πειραματικά δεδομένα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των αναλύσεων, το πεπτίδιο δε λαμβάνει κάποια συγκεκριμένη διαμόρφωση για μεγάλο χρονικό διάστημα και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μη δομημένο, γεγονός που συμβαδίζει με τα ευρήματα των πειραμάτων NMR. 1517 12 13 The use of school library by learners of Primary and Secondary Education Η χρήση της σχολικής βιβλιοθήκης απο του μαθητές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης 1518 108 119 Το ολοήμερο σχολείο στην Ελλάδα και την Κύπρο: μια συγκριτική προσέγγιση This essay deals with the study, theoretical analysis and presentation of the institution of All-Day School in Greece and Cyprus, while attempting a comparative approach between them. There was an extensive use of both Greek, and foreign literature, in order to make a thorough and objective description of the institution, and its’ association with the educational, social and political characteristics of each country. The All-Day school is an innovation in the field of education and in case it manages to be improved, it could be a great key factor in upgrading the educational system and especially in strengthening the educational goals that focus on students and their needs Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται τη μελέτη, ανάλυση και παρουσίαση του θεσμού του Ολοήμερου Σχολείου στην Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ παράλληλα επιχειρεί μια συγκριτική μεταξύ τους προσέγγιση. Για τη συγγραφή της εργασίας έγινε εκτεταμένη χρήση τόσο ελληνικής, όσο και ξένης βιβλιογραφίας με σκοπό την ενδελεχή και αντικειμενική περιγραφή του θεσμού, όπως αυτός πλαισιώνεται από τα εκπαιδευτικά και καινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά της κάθε χώρας. Το ολοήμερο σχολείο αποτελεί καινοτομία στο χώρο της εκπαίδευσης και αν καταφέρει να σταθεί αντάξιο των προσδοκιών του μπορεί να αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και κυρίως για την ενίσχυση των εκπαιδευτικών στόχων που επικεντρώνονται στο μαθητή και τις ανάγκες του 1519 191 187 This study explores the applicability of Environmental Management Systems in Agrobusiness and especially in Greek agro-clusters. Μore specifically, the study is focused on the systems of EMAS, ISO 14001, AGRO 1 & 2. According to the literature review these systems provide multiple benefits to enterprises such as the improvement of environmental effectiveness, increase of exports and promotion of companies profile by acquiring strong competitive advantage. However, it was depicted that there are plenty of barriers restraining their application such as high costs and the requirement specialized staff. Moreover, Greece is at an early stage as for agro-clusters and environmental management systems applications are limited. In order to investigate the attitudes of Greek farmers as for this venture, a quantitative survey was conducted through a questionnaire. The results were analyzed using the SPSS software. Farmers appeared to be informed concerning the Environmental Management Systems and agro-clusters. The incentives and barriers as for the implementation of Environmental Management Systems as they emerged from the survey results were similar with those of the literature and seemed to be of equal importance whilst the strengthening strategies was recognized as an important tool for their promotion. Η μελέτη αυτή διερευνά τη δυνατότητα εφαρμογής Συστημάτων Περιβαλλοντικής Διαχείρισης σε αγροτικές επιχειρήσεις και ειδικότερα σε ελληνικούς αγροτικούς συνεργατικούς σχηματισμούς. Ειδικότερα δίνεται έμφαση στα συστήματα EMAS, ISO 14001 και ΑGRO 1 και 2. Τα συστήματα αυτά σύμφωνα με τη βιβλιογραφική επισκόπηση προσφέρουν πολλαπλά οφέλη στις επιχειρήσεις μεταξύ των οποίων είναι η βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων, δυνατότητα εξαγωγικών διεισδύσεων και ανάδειξη του προφίλ των εταιρειών μέσω απόκτησης ισχυρού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Ωστόσο, διαπιστώθηκε και μία πληθώρα εμποδίων που δυσχεραίνουν την εφαρμογή τους όπως το υψηλό κόστος, η υψηλή γραφειοκρατία και η ανάγκη εξειδικευμένου προσωπικού. Επιπλέον, η χώρα μας βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο ακόμα σε θέματα αγροτικών συνεργατικών συνασπισμών και η εφαρμογή συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης είναι περιορισμένη. Προκειμένου να διερευνηθεί η στάση των Ελλήνων αγροτών στο από κοινού εγχείρημα πραγματοποιήθηκε ποσοτική έρευνα με χρήση ερωτηματολόγιου. Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν μέσω του στατιστικού πακέτου SPSS. Οι αγρότες εμφανίστηκαν ενημερωμένοι για τα Συστήματα Περιβαλλοντικής Διαχείρισης αλλά και για τους αγροτικούς συνεργατικούς συνασπισμούς. Τα κίνητρα και εμπόδια ως προς την εφαρμογή των ΣΠΔ ταυτοποιήθηκαν με αυτά της βιβλιογραφίας και εμφανίστηκαν με ισοδύναμη σημασία, ενώ αναδείχθηκε η σημαντικότητα των στρατηγικών ενίσχυσης για την προώθηση τους. 1520 180 129 Democritus University of Thrace. School of Educational Sciences. Department of Education Sciences in Early Childhood Music is important in education as the engagement of children in music increases varied skills especially when it comes to learn a musical instrument. The benefits in the individual and the general personal life. A life without sounds, it would be something like "dumb", music is a way that helps people communicate. For example, two unknown people from other countries, without speaking the same language, it is possible to communicate through to their music, to express themselves with a global language. The younger people, think that the music and the rhythm of the traffic is a companion plays a protruding position, important for learning, is the maturation and the formation of a balanced personality of these children. However, many times have questioned the value and the consequences, from the parents and the teachers. The musical education that children have to receive early, helps them to do better things in school and especially benefits the overall development of speech and movement in language and mathematical perception. Η παρούσα πτυχιακή εργασία διαπραγματεύεται το γνωστικό αντικείμενο της μουσικής εκπαίδευσης σε συνδυασμό με τη κίνηση/ρυθμό στην προσχολική ηλικία καθώς και τους τρόπους διδασκαλίας αυτών στο νηπιαγωγείο. Αποτελεί μία προσπάθεια προσέγγισης των εννοιών της μουσικής και της κίνησης στο χώρο του νηπιαγωγείου αλλά και τη σημασία αυτών για τα παιδιά του νηπιαγωγείου. Επίσης, παραθέτει μεθόδους, στρατηγικές και μουσικοκινητικές δραστηριότητες για να μελετηθεί η διαδικασία της μάθησης και να δημιουργήσει τις βάσεις για τη δημιουργία ενός μαθήματος μουσικής που θα δίνει στους μαθητές το ερέθισμα για ουσιαστική ενασχόληση με τη μουσικοκινητική αγωγή. Για την πραγματοποίηση του παραπάνω στόχου τέθηκε σε επεξεργασία ένα φάσμα εννοιών, θεωριών, μεθόδων και στρατηγικών, που αφορούν την εκπαιδευτική διαδικασία, τη δόμηση του μαθήματος, τη διαμόρφωση του χώρου και το ρόλο του εκπαιδευτικού στο χώρο του νηπιαγωγείου. 1521 162 154 Έλεγχος χρωματοσωμικής ευθραυστότητας σε παιδιά με αλλεργική ρινίτιδα The following study was accomplished at the Genetic Laboratory of the Medical Department of Democritus University of Thrace, under the supervision of Professor Theodore S. Lialiaris, with the help of Dr. Ε. Paraschakis. The purpose of this study was the determination of chromosome fragility to children with allergic rhinitis. For this purpose, blood was taken from children till the age of 13 from the Pediatric Clinic of the University Hospital of Alexandroupolis with the help of the trainee, Skylogianni Helen, and leukocytes were cultured. Another aim of this study was to determine the level of Sister Chromatid Exchanges (SCEs), the Proliferation Rate Index (P.R.I) and the Mitotic Index (M.I). Sister chromatid exchanges were found increased at the leukocytes cultures of the children that had perennial or seasonal allergic rhinitis rather than the cultures of the healthy children. Also, the evalutation of the P.R.I and the M.I showed an elevated cytostaticity and cytotoxicity effect at the culture of the children with allergic rhinitis. Η πτυχιακή εργασία πραγματοποιήθηκε στο εργαστήριο της Ιατρικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, υπό την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Θεόδωρου Σ. Λιαλιάρη και με τη βοήθεια του ιατρού Ε. Παρασχάκης. Σκοπός της πτυχιακής εργασίας ήταν ο έλεγχος χρωματοσωματικής ευθραυστότητας σε παιδιά με αλλεργική ρινίτιδα. Για το σκοπό αυτό, έγινε αιμοληψία από έναν αριθμό παιδιών ηλικίας μέχρι 13 ετών από τη Παιδιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης με τη βοήθεια της ειδικευόμενης ιατρού, Σκυλογιάννη Έλενα, και καλλιέργεια των λεμφοκυττάρων καθώς και αξιολόγηση των επιπέδων χρωματιδιακών ανταλλαγών (SCE’s), του δείκτη ρυθμού πολλαπλασιασμού (Δ.Ρ.Π) και του μιτωτικού δείκτη (Μ.Δ.). Οι χρωματιδιακές ανταλλαγές βρέθηκαν αυξημένες στα παιδιά που είχαν ετήσια ή εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα έναντι των υγιών παιδιών. Το ίδιο έδειξε και η αξιολόγηση του δείκτη ρυθμού πολλαπλασιασμού και του μιτωτικού δείκτη. Πιο συγκεκριμένα τα αποτελέσματα εμφάνισαν αυξημένη κυτταροστατικότητα και κυτταροτοξικότητα στις καλλιέργειες των ασθενών έναντι των υγιών παιδιών. 1522 334 293 The approaches of divorce in illustrated children's books for younger ages Οι προσεγγίσεις του διαζυγίου στα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία για μικρές ηλικίες In this assignment, we analyze the way that the social phenomenon of divorce is depicted in illustrated children’s books, which are intended for younger ages. The topic shows an incremental trend, not only in the Greek but also in the foreign publication industry, as divorce is one of the issues a child is very probable to experience in the course of their life and is characterized by increased rates. On its behalf, children literature contributes in the management of the unpleasant fact of life by the child, as it provides the opportunity, through relevant books, to get accustomed to the fact and become aware of ways on how to cope with such a situation. So, it has been appraised as interesting to observe certain elements chosen by the editors of these books in order to illustrate this issue in children literature. In the search, the process of quality is implemented, and specifically, the analysis of the content through judgmental and interpretative approach. The sample consists of six books, in Greek and also translated, covering the topic of divorce, aimed at children of pre-school age as well as children in the first year of school, published after the year 2000. The following aspects of the books are analyzed: the plot of the stories, the characters involved, vocabulary, the ending of the stories, the illustration and the way it is narrated. The results of the search showed that divorce is not considered as taboo, but it is often imprinted in children’s books, where some alternative types of family are presented. In the stories contained in the books, elements of realism are observed, but the characters are presented rather idolized. The stories have many components in common, such as the young age of the lead character, support by their peers, the exemplary attitude of the parents towards the child, as well as the realization and maturity of the main character, all resulting to a happy ending. Στην παρούσα εργασία, διερευνάται ο τρόπος που εγγράφεται το κοινωνικό φαινόμενο του διαζυγίου στα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία, τα οποία απευθύνονται σε μικρές ηλικίες. Το θέμα παρουσιάζει αυξητικές τάσεις τόσο στην ελληνική όσο και στην ξένη εκδοτική παραγωγή, διότι το διαζύγιο είναι ένα από τα θέματα που είναι πολύ πιθανό να βιώσει το παιδί στη πορεία της ζωής του και χαρακτηρίζεται από αυξημένα ποσοστά. Από τη μεριά της, η παιδική λογοτεχνία συνδράμει στην διαχείριση του δυσάρεστου αυτού γεγονότος από το παιδί, καθώς του παρέχει την ευκαιρία, μέσω των σχετικών βιβλίων, να εξοικειωθεί με το γεγονός και να γνωρίσει πώς μπορεί να διαχειριστεί μία τέτοια κατάσταση. Κρίθηκε, λοιπόν, ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε συγκεκριμένα στοιχεία που επιλέγουν να χρησιμοποιήσουν οι επιμελητές των βιβλίων ώστε να αποτυπώσουν το θέμα αυτό στη παιδική λογοτεχνία. Στην έρευνα, εφαρμόζεται η ποιοτική μέθοδος και συγκεκριμένα η ανάλυση περιεχομένου μέσω της κριτικής και της ερμηνευτικής προσέγγισης. Το δείγμα, αποτελείται από έξι βιβλία, ελληνικά και μεταφρασμένα, με θεματική το ζήτημα του διαζυγίου, που απευθύνονται σε παιδιά προσχολικής και πρωτοσχολικής ηλικίας και εκδόθηκαν μετά το 2000. Εξετάζονται τα εξής στοιχεία των βιβλίων: η πλοκή των ιστοριών , οι χαρακτήρες που συμμετέχουν, το λεξιλόγιο, το τέλος των ιστοριών, η εικονογράφηση και ο τρόπος αφήγησης. Από τα δεδομένα που προέκυψαν, φάνηκε ότι, το διαζύγιο δεν είναι ένα θέμα ταμπού αλλά αποτυπώνεται συχνά στα βιβλία της παιδικής λογοτεχνίας, όπου παρουσιάζονται και εναλλακτικές μορφές οικογενειών. Στις ιστορίες των βιβλίων, παρατηρούνται μεν στοιχεία ρεαλισμού, όμως οι χαρακτήρες παρουσιάζονται μάλλον εξιδανικευμένοι. Οι ιστορίες εμφανίζουν κοινά στοιχεία, όπως είναι η μικρή ηλικία του πρωταγωνιστή, η στήριξη των φίλων, η υποδειγματική στάση των γονέων προς το παιδί, καθώς και η συνειδητοποίηση και η ωριμότητα του κεντρικού ήρωα, με απόρροια το ευτυχισμένο τέλος. 1523 421 439 Investigation of the properties of Chios mastic oil on the growth of murine mammary adenocarcinoma Διερεύνηση της δράσης του αιθέριου ελαίου της μαστίχας Χίου στην ανάπτυξη κυττάρων αδενοκαρκινώματος μαστού μυός The aim was to investigate the antineoplastic activity of the essential oil of Chios mastic gum from Pistacia lentiscus var. chia on DA3 murine mammary adenocarcinoma. Primarily, in vitro effects of the essential oil of Chios mastic gum (mastic oil) and its main components to the viability of DA3 cells were studied with SRB assay and the EC50 value was determined after 48 and 72 hours treatment. The EC50 of mastic oil on DA3 cells was estimated at 0,1102 mg/ml after 48 hours and at 0,1609 mg/ml after 72 hours. The EC50 of alpha-pinene was estimated at 0,1031 mg/ml and at 0,1664 mg/ml after 48 and 72 hours, respectively. Possibly, the antiproliferative effect of mastic oil could be attributed to the action of alpha-pinene. Then, flow cytometry showed that mastic oil induces cell death. Specifically, staining with Annexin V FITC/ PI showed that following a 24 hours-incubation at 0,089 mg/ml with mastic oil induces cell death in tumor cells through an increase in the population of early apoptotic (Annexin V-positive)-cells. The technique of Scratch Assay revealed that mastic oil and its main component, alpha-pinene, acted on the invasion capacity of DA3 cells by reducing the rate of coverage of the open area comparatively to control cells. Potentially, the above action could be largely attributed to its main ingredient, alpha-pinene. Furthermore, the in vivo activity of daily oral administration of 13,35 mg mastic oil per animal for 14 days to the ectopic tumor volume increase of injected DA3 mammary adenocarcinoma cells in syngeneic BALB/c mice was investigated. There was a statistically significant (p<0,05) decrease in the size of tumor growth at 37,24 to 56,24% and a reduction in tumor weight compared to mice who were not receiving the mastic oil, without any evidence of toxicity in animals. Administration of alpha-pinene did not induce considerable decrease in tumor growth in vivo. Several components of the mastic oil potentially contribute to its action and they act synergistically. Finally, the levels of interleukin-6 (IL-6) and interleukin-12 (IL-12) from the blood serum of the above mice were tested by ELISA technique. There was a decrease of IL-6 levels and a small increase of IL-12 levels in serum blood mice which were receiving the mastic oil compared to the levels of those who were not. Concluding, the essential oil of Chios mastic gum shows antitumor activity against DA3 cells in a preclinical model of mammary adenocarcinoma, both in vitro and in vivo. Το αντικείμενο της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι η διερεύνηση της αντινεοπλασματικής δράσης του αιθέριου ελαίου της μαστίχας Χίου (Pistacia lentiscus var. chia) σε DA3 κύτταρα αδενοκαρκινώματος του μαστού μυός. Πρωτίστως, με την δοκιμασία SRB μελετήθηκε η in vitro επίδραση του αιθέριου ελαίου της μαστίχας Χίου και των κύριων συστατικών του ως προς την βιωσιμότητα των DA3 κύτταρων και προσδιορίστηκε η τιμή EC50 μετά από 48 και 72 ώρες επίδρασης. Το EC50 του αιθέριου ελαίου της μαστίχας των 48 ωρών εκτιμάται στα 0,1102 mg/ml και των 72 ωρών στα 0,1609 mg/ml. Το EC50 του α-πινένιου εκτιμήθηκε στα 0,1031 mg/ml και 0,1664 mg/ml για τις 48 και 72 ώρες αντίστοιχα. Ενδεχομένως, η αντι-πολλαπλασιαστική δράση του αιθέριου ελαίου της μαστίχας να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο α-πινένιο. Έπειτα, με κυτταρομετρία ροής διαπιστώθηκε το αιθέριο έλαιο της μαστίχας Χίου επάγει κυτταρικό θάνατο, και συγκεκριμένα με χρώση Annexin V FITC/ PI φάνηκε ότι μετά από 24 ώρες επίδραση σε συγκέντρωση 0,089 mg/ml, επάγει κυτταρικό θάνατο στα καρκινικά κύτταρα DA3 μέσω αποπτωτικού μηχανισμού, καθώς παρατηρήθηκε αύξηση στον πληθυσμό των πρώιμων αποπτωτικών ^nnexin V-θετικών)-κυττάρων. Με την τεχνική του Scratch Assay, φανερώθηκε ότι το αιθέριο έλαιο της μαστίχας και το κύριο συστατικό του, α-πινένιο, επιδρούν στο διηθητικό δυναμικό των DA3 κυττάρων, ελαττώνοντας τον ρυθμό κάλυψης της ανοιχτής περιοχής συγκριτικά με τα κύτταρα control. Ενδεχομένως, η παραπάνω δράση να οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο κύριο συστατικό του, α-πινένιο. Ακόμη, μελετήθηκε η in vivo η δράση της καθημερινά δια του στόματος χορήγησης ανά ζώο 13,35 mg αιθέριου ελαίου της μαστίχας Χίου για 14 ημέρες, στην εκτοπική αύξηση του όγκου των εγχεόμενων DA3 καρκινικών κυττάρων αδενοκαρκινώματος του μαστού σε συνγονικούς μύες BALB/c. Σημειώθηκε, στατιστικά σημαντική (p<0,05) μείωση της αύξησης του μεγέθους των όγκων κατά 37,24 έως 56,24% και μείωση στο βάρος των όγκων συγκριτικά με των μυών που δεν λάμβαναν το αιθέριο έλαιο της μαστίχας χωρίς καμία ένδειξη τοξικότητας στα ζώα. Η χορήγηση όμως του α-πινένιου επέφερε ελάχιστη έως μηδαμινή μείωση στην αύξηση των όγκων in vivo. Στην δράση του αιθέριου ελαίου της μαστίχας Χίου πιθανά να συνεισφέρουν διάφορα συστατικά που δρουν συνεργικά. Τέλος, με την τεχνική της ELISA ελέγχθηκαν τα επίπεδα της ιντελευκίνης-6 (IL-6) και ιντερλευκίνης-12 (IL-12) από τον ορό του αίματος των περιγραφόντων μυών. Σημειώθηκε μείωση της IL-6 και μικρή αύξηση της IL-12 στον ορό του αίματος των μυών που λάμβαναν το αιθέριο έλαιο της μαστίχας Χίου συγκριτικά με τα επίπεδα εκείνων που δεν το λάμβαναν. Καταληκτικά, το αιθέριο έλαιο της μαστίχας Χίου παρουσιάζει αντινεοπλασματική δράση έναντι των DA3 κυττάρων του προκλινικού μοντέλου αδενοκαρκινώματος του μαστού, τόσο in vitro όσο και in vivo. 1524 268 291 The subject of this theoretical and research thesis concerns the involvement of parents in primary school. This work consists of a theoretical and a practical part. Firstly, at the theoretical part, the conceptual terms are clarified and the models of parental involvement are presented according to the existing bibliography. Then, a brief historical review and a reference to school-family communication are made. The last chapter of the theoretical part presents a literature review and the relevant conclusions. The practical part of this study records the research that was carried out, starting by the description of its purpose and objectives. The purpose of this paper is to investigate, analyse and record the views of parents who attend their children's classes in primary school, as well as of primary school teachers. To this end, ten semi-structured interviews were conducted. The first five refer to parents whose children attend primary school classes in Attica, while the other five refer to teachers working in public and private primary schools in Attica. The sample is initially asked to comment on the factors that influence the cooperation of parents and teachers, as well as whether parental involvement has increased or decreased during this period. We also attempted to record the chosen ways of communication and assessed whether the school’s Principal can positively contribute to the good communication between parents and teachers. Parents and teachers have also described their view on the potential of school counselling to aid the cooperation between them. Notably, parents and teachers have a positive attitude towards parental involvement, as they believe that this cooperation will be beneficial for the students. Το θέμα της παρούσας θεωρητικής, αλλά και ερευνητικής πτυχιακής εργασίας αφορά τη συμμετοχή των γονέων στο δημοτικό σχολείο. Η εργασία αποτελείται από το θεωρητικό και το εμπειρικό μέρος. Αρχικά, στο θεωρητικό μέρος πραγματοποιείται η αποσαφήνιση εννοιολογικών όρων και η παρουσίαση των μοντέλων γονεϊκής εμπλοκής σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Έπειτα, γίνεται μια σύντομη ιστορική αναδρομή και στην συνέχεια γίνεται αναφορά στην επικοινωνία σχολείου – οικογένειας. Στο τελευταίο κεφάλαιο του θεωρητικού μέρους παρουσιάζεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση και μερικά συμπεράσματα. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας καταγράφεται η έρευνα που υλοποιήθηκε, αναφέροντας αρχικά τον σκοπό και τους στόχους της. Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνηθούν, αναλυθούν και καταγραφούν οι απόψεις γονέων που φοιτούν τα παιδιά τους στις τάξεις του δημοτικού σχολείου, αλλά και των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Έτσι, πραγματοποιήθηκαν δέκα ημιδομημένες συνεντεύξεις. Οι πέντε πρώτες αναφέρονται σε γονείς των οποίων τα παιδιά τους φοιτούν σε τάξεις του δημοτικού σχολείου της Αττικής. Οι υπόλοιπες αναφέρονται σε εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε δημόσια και ιδιωτικά δημοτικά σχολεία της Αττικής. Στην αρχή ζητείται από τους συμμετέχοντες να σχολιάσουν τους παράγοντες που επηρεάζουν την συνεργασία γονέων και εκπαιδευτικών, καθώς και αν η γονεϊκή εμπλοκή έχει αυξηθεί ή ελαττωθεί στην εποχή που διανύουμε. Ακόμη, επιχειρείται η καταγραφή των τρόπων που επιλέγονται για να επικοινωνήσουν μεταξύ τους, αλλά και αν ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας μπορεί να συντελέσει θετικά για την επίτευξη καλής επικοινωνίας ανάμεσα στους γονείς και στους εκπαιδευτικούς. Έπειτα, ζητείται η γνώμη τους για τον αν η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών στο χώρο του σχολείου θα μπορούσε να βοηθήσει την μεταξύ τους συνεργασία. Μελετώντας τις απαντήσεις που δόθηκαν, αξίζει να σημειωθεί ότι διαπιστώθηκε πως γονείς και εκπαιδευτικοί κρατούν θετική στάση απέναντι στη γονεϊκή εμπλοκή, καθώς γνωρίζουν ότι μόνο μέσα από τη συνεργασία τους θα προκύψουν οφέλη για τον μαθητή. 1525 211 246 Ηθικά διλήμματα κατά την εσφαλμένη χρήση και αξιολόγηση των βιομετρικών στοιχείων σε εγκληματικές πράξεις Crime is a social phenomenon that affects the whole of society directly or indirectly, especially when criminal behavior is considered dangerous to it. Since biometric identifiers are reliable indicators of a person's identity, there is a need to ensure that the data associated with the biometric identifier is correct and of high quality. There must be safeguards for the storage, evaluation and use of data in accordance with the law. Therefore, the right to protection of personal data remains central to the processing of biometric and other data stored in databases. The genetic data that are collected are of utmost impo-rtance, as are the elements of the surrounding environment and their consideration helps to clarify a criminal case. Consideration, proper evaluation of findings and training are the key to a fair, free of errors and ethical dilemmas, decision. This is also agreed by the Director of the Hellenic Forensic Investigation Division, Major General Penelope Miniatis, "There is a huge gap in our legal culture. To teach judges and defense lawyers about new technologies, which should be everyone's privilege. To enable lawyers, for their clients for example, and judges to understand and exploit the opportunities offered by science and new technologies. And this gap begins with knowledge not provided by law schools". Το έγκλημα αποτελεί ένα κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο επηρεάζει όλη την κοινωνία με τρόπο άμεσο ή έμμεσο, ειδικά όταν η εγκληματική συμπεριφορά κρίνεται επικίνδυνη απέναντι σε αυτή. Δεδομένου ότι τα βιομετρικά αναγνωριστικά στοιχεία είναι αξιόπιστοι δείκτες της ταυτότητας ενός ατόμου, υπάρχει ανάγκη να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που συνδέονται με το βιομετρικό αναγνωριστικό είναι σωστά και υψηλής ποιότητας. Πρέπει να υπάρχουν διασφαλίσεις για την αποθήκευση, αξιολόγηση και χρήση των δεδομένων σύμφωνα με το νόμο. Ως εκ τούτου, το δικαίωμα προστασίας των προσωπικών δεδομένων παραμένει κεντρικό στοιχείο της επεξεργασίας βιομετρικών και άλλων δεδομένων που αποθηκεύονται σε βάσεις δεδομένων. Τα γενετικά στοιχεία τα οποία συλλέγονται είναι υψίστης σημασίας, όπως επίσης και τα στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου και η συνεκτίμηση αυτών βοηθά στη διαλεύκανση μιας ποινικής υπόθεσης. Η συνεκτίμηση, η ορθή αξιολόγηση των ευρημάτων και η κατάρτιση αποτελούν το κλειδί για μια δίκαιη, χωρίς σφάλματα και ηθικά διλήμματα, απόφαση. Και σε αυτό είναι σύμφωνη και η Διευθύντρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ., Υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη, «Υπάρχει ένα τεράστιο κενό στη νομική μας κουλτούρα. Στο να μάθουν δικαστές, αλλά και συνήγοροι υπεράσπισης τις νέες τεχνολογίες, κάτι που θα έπρεπε να είναι προνόμιο όλων. Να μπορούν να καταλάβουν και να εκμεταλλευτούν για τον πελάτη τους π.χ. οι συνήγοροι, αλλά και οι δικαστές τις δυνατότητες που παρέχει η επιστήμη και οι νέες τεχνολογίες. Και το κενό αυτό ξεκινά από τη γνώση που δεν παρέχεται στις νομικές σχολές». 1526 131 154 Η βιοηθική διάσταση της εξάρτησης (στο αλκοόλ, τσιγάρο, ναρκωτικά) One of the worst situations a person may suffer is addiction and dependence on substances but also other situations that cause him to lose control of behavior, health problems (physical and psychological), isolation from the family and social environment , and in many cases lead to extreme situations such as violence and deaths. Although dependence on most people has been linked to drugs and alcohol, smoking is the worst form of addiction, as it is spread to more people and causes more deaths. People's dependencies are dealt with by the moral aspect of medicine, bioethics, where health professionals are called for in the context of their people's rights and autonomy, to intervene to save a patient's life, or even to judge if their actions, pose a risk to themselves or others. Μια από τις χειρότερες καταστάσεις που μπορεί να υποπέσει ένας άνθρωπος, είναι ο εθισμός και η εξάρτησή του από ουσίες αλλά και από άλλες καταστάσεις, οι οποίες του προκαλούν απώλεια ελέγχου της συμπεριφοράς, προβλήματα υγείας (σωματικά και ψυχολογικά), απομόνωση από το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οδηγούν σε ακραίες καταστάσεις, όπως βία και θανάτους. Αν και η εξάρτηση από τους περισσότερους ανθρώπους έχει συνδεθεί με τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, το κάπνισμα αποτελεί την χειρότερη μορφή εξάρτησης, καθώς είναι διαδομένο σε περισσότερους ανθρώπους και προκαλεί περισσότερους θανάτους. Οι εξαρτήσεις των ανθρώπων εξετάζονται από την ηθική πλευρά της ιατρικής, την βιοηθική, όπου καλούνται οι επαγγελματίες της υγείας στα πλαίσια των δικαιωμάτων των ανθρώπων και της αυτονομίας τους, να επέμ-βουν προκειμένου να σώσουν την ζωή ενός ασθενή, ή ακόμη να κρίνουν αν οι ενέργειες τους, καθιστούν κίνδυνο για τους ίδιους ή τους άλλους ανθρώπους. 1527 25 26 Παράγοντες που καλλιεργούν τη φιλαναγνωσία στους μαθητές του Δημοτικού. Μια ερευνητική προσέγγιση στο ζήτημα της ανάγνωσης εξωσχολικών βιβλίων από μαθητές ΣΤ΄ Δημοτικού στον ελεύθερο χρόνο τους Factors that cultivate the filanagnosia to elementary school students. A research approach on the extracurricular reading books by sixth grade schoolchildren in their spare time 1528 270 284 Ψυχολογικά χαρακτηριστικά παιδιών με γονείς που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη Regardless of their well-known increased risk for mental health problems and their tendency to become carers, children of somatically ill parents were rarely under serious research. Many theories in the last decades examine how a parental illness changes these childrens’ life. The aim of this study was to examine the psychological effects of parental diabetes on children of the family. The sample was 50 children aged 2-18 years old from 22 families with one affected parent (mother or father) who is treated for type 1 or type 2 Diabetes and visits the out-patient clinic for Diabetes of the Department of Medicine of General University Hospital of Alexandroupolis. The study was accomplished by the fullfilling of specific questionnaires by the diabetic parents. Limited criteria were the presence of mental illness of the child and the presence of other medical conditions in the family. Emotional and behavioral problems in the children were identified by semi-structured interviews of the parents and by the following instruments: CBCL(Child Behavior Checklist-CBCL/Achenbach, parent’s form) and the SDQ-Hel (Strengths & Difficulties Questionnaires). Data were collected and statistically analyzed and the results showed that the majority of children, regardless who the ill parent was, are within limits as far as their psychological functionality is concerned. A small percentage of children displayed psychological symptoms in form of internal (mainly emotionally problems) as well as external problems (mainly behavioral problems), yet not in a clinical level. These children get to know from a very young age certain aspects of the disease and a large number of them turns in to carers thus playing a significant role in their parents’ self-management diabetes. Τα παιδιά των σωματικά ασθενών γονέων σπάνια τύχαιναν σοβαρής έρευνας, παρά το γεγονός ότι είναι γνωστός ο αυξημένος κίνδυνος που διατρέχουν για ψυχικές ασθένειες και η τάση που έχουν να μετατρέπονται σε φροντιστές. Πολλές θεωρίες των τελευταίων δεκαετιών εξετάζουν πώς μια γονεϊκή ασθένεια αλλάζει τη ζωή αυτών των παιδιών. Ο σκοπός αυτής της έρευνας ήταν να εξετάσει τις επιπτώσεις του γονεϊκού διαβήτη στον ψυχισμό των παιδιών της οικογένειας. Το δείγμα της παρούσας έρευνας αφορά 50 παιδιά 2-18 χρονών από 22 οικογένειες με ένα γονέα (μητέρα ή πατέρα) που πάσχει από Σακχαρώδη Διαβήτη (Τύπου 1και 2) και παρακολουθείται από το Ειδικό Ιατρείο για το Σακχαρώδη Διαβήτη της Β' Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Αλεξανδρούπολης. Η ερευνητική εργασία πραγματοποιήθηκε μέσω της συμπλήρωσης ειδικών ερωτηματολογίων από τους διαβητικούς γονείς. Κριτήρια αποκλεισμού της έρευνας ήταν η ύπαρξη γνωστής ψυχοπαθολογίας στο παιδί/έφηβο της οικογένειας και οποιοδήποτε άλλο χρόνιο νόσημα στην οικογένεια. Μελετήθηκαν προβλήματα συμπεριφοράς και συναισθηματικά ζητήματα στα παιδιά με τη χρήση ημι-δομημένης συνέντευξης των γονέων και με τα διαγνωστικά εpγαλεία:CBCL(Child Behavior Checklist-CBCL/Achenbach,parent’s formal SDQ- Hel(Strengths&Difficulties Questionnaires). Τα δεδομένα της συγκεκριμένης έρευνας συλλέχθηκαν και αναλύθηκαν στατιστικά και τα αποτελέσματα ανέδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών, ανεξαρτήτως του ποιος ήταν ο ασθενής γονέας, βρίσκονται εντός φυσιολογικών ορίων ως προς την ψυχοκοινωνική τους λειτουργικότητα. Ένα πολύ μικρό ποσοστό παρουσιάζει ψυχολογικά συμπτώματα τα οποία εκδηλώνονται με τη μορφή τόσο εσωτερικευμένων-συναισθηματικής φύσεως συμπτωμάτων όσο και εξωτερικευμένων προβλημάτων, που εκφράζονται μέσω της συμπεριφοράς χωρίς όμως να βρίσκονται σε κλινικό επίπεδο. Τα παιδιά αυτά μπορούν από πολύ νωρίς να κατανοήσουν κάποιες βασικές αρχές της ασθένειας και σημαντικός αριθμός αυτών μετατρέπονται σε φροντιστές, αναλαμβάνοντας ενεργό ρόλο στη διαχείριση της νόσου του γονέα τους. 1529 158 129 Επάρκεια Περιβαλλοντικής Νομοθεσίας και των Σημάτων Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης The current thesis refers to Corporate Social Responsibility (CSR), by taking a view on the history of CSR, how it has become as it is known today and where it has been applied. On the other hand, there will be a presentation of CSR labelling and how sufficient it is. Also, a reference will be made to the International and Greek legislation on CSR and CSR labelling. The theoretical analysis will be followed by the case study of Thrace Group and Coca-Cola Global, where there will be a comparison of what is happening between the two, when it comes to CSR reports and CSR labelling. Through the comparison the thesis concludes that there is lack of CSR labelling both in the Greek and the International industry. In the end there are suggestions to correct the mistakes in the CSR reports and reduce the lack of CSR labelling. Nonetheless it is important to continue further research on the matter. Η παρούσα εργασία ασχολείται με την έννοια της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης (ΕΚΕ), πώς ξεκίνησε ιστορικά, πώς εξελίχθηκε και ποιοι είναι οι τομείς που απασχολεί. Από την άλλη πλευρά εξετάζεται τι είναι η σήμανση ΕΚΕ, σε ποιους τομείς εμφανίζεται και εάν υπάρχει επάρκεια σήμανσης. Ακόμη η εργασία παρουσιάζει την διεθνή και ελληνική νομοθεσία γύρω από τις σημάνσεις – ως ευρύτερο πλαίσιο – και την ΕΚΕ για να καταλήξει στην μελέτη περίπτωσης των εταιρειών Όμιλος Πλαστικά Θράκης και Coca-Cola Global, όπου παρατηρείται συγκριτικά τι συμβαίνει με τις Εκθέσεις ΕΚΕ και τις σημάνσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό. Η σύγκριση κατέδειξε την έλλειψη άμεσης σήμανσης σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τέλος προτείνονται οι διορθώσεις των μέχρι τώρα λαθών ή ελλείψεων και η μελλοντική περαιτέρω έρευνα. 1530 21 16 Pilot Study Rust proofing agents and flood defences in Evros prefecture of the fire on August 24,2011. Design, construction and functionality Πρότυπη Μελέτη Αντιδιαβρωτικών και Αντιπλημμυρικών 'Εργων στον Νομό 'Εβρο μετά την πυρκαγιά της 24ης Αυγούστου 2011: 1531 252 258 The presence and integration of the Muslim minority of Alexandroupoli in secondary schools Η παρουσία και η ένταξη της μουσουλμανικής μειονότητας της Αλεξανδρούπολης στα σχολεία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης The Postgraduate Thesis was implemented at the Pedagogical Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace in the framework of the Postgraduate Program of Educational Managers in Educational Sciences and the general objective of the study is to the perceptions and attitudes of young Muslims attending or studying in the recent past in Alexandroupolis Secondary Education Schools about their attendance. This thesis explores the data, as they are shaped by modern social and economic conditions, regarding the attendance of young Muslims in secondary schools, particularly at the high school level. Through a small scale research effort, the question of what is what drives some of the pupils to the completion of high school through high school tries to answer the question, as opposed to the larger portion of them who will eventually stop their studies as well and the extent to which these students manage to join school communities and the school process. The sample of the present survey was 10 people aged 16 to 26, of whom three (3) women and seven (7) Muslim men from the Alexandroupolis area attending or recently attending high schools in the city. From the research process a series of conclusions were drawn, mainly on the influence of the family on the successful schooling of children and on the beneficial action of the measures taken by the state in order to improve the education provided and to reduce the school leakage. Η παρούσα Μεταπτυχιακή Εργασία Ειδίκευσης υλοποιήθηκε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών Στελέχη Εκπαίδευσης στις Επιστήμες της Αγωγής και ως γενικότερο στόχο έχει την μελέτη των αντιλήψεων και της στάσης των νέων μουσουλμάνων που φοιτούν ή φοίτησαν στο πρόσφατο παρελθόν στα σχολεία Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης σχετικά με τη φοίτηση τους. Στην εργασία διερευνώνται τα δεδομένα, όπως διαμορφώνονται με τις σύγχρονες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, σχετικά με τη φοίτηση των νεαρών μουσουλμάνων σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συγκεκριμένα στη βαθμίδα του λυκείου. Μέσα από μία μικρής κλίμακας ερευνητικής προσπάθειας επιχειρείται να απαντηθεί το ερώτημα για το τι είναι αυτό που ωθεί κάποιους από τους μαθητές στην ολοκλήρωση της σχολικής πορείας μέσω του λυκείου σε αντίθεση με την μεγαλύτερη μερίδα από αυτούς οι οποίοι και τελικά θα διακόψουν τις σπουδές τους καθώς επίσης και το βαθμό στον οποίο αυτοί οι μαθητές καταφέρνουν να ενταχθούν στις σχολικές κοινότητες και στη σχολική διαδικασία. Το δείγμα της παρούσας έρευνας αποτέλεσαν 10 άτομα ηλικίας 16 έως 26 ετών εκ των οποίων τρεις (3) γυναίκες και επτά (7) άνδρες, μουσουλμάνοι της περιοχής της Αλεξανδρούπολης που φοιτούν ή φοίτησαν πρόσφατα σε λύκεια της πόλης. Από την ερευνητική διαδικασία εξήχθησαν μία σειρά συμπερασμάτων, με κυριότερα την επιρροή που ασκεί η οικογένεια στην επιτυχή σχολική πορεία των παιδιών αλλά και στην ευεργετική δράση των μέτρων που έχει λάβει η πολιτεία με στόχο τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης καθώς και της μείωσης της σχολικής διαρροής. 1532 233 251 Προσδιορισμός δεξιοτήτων σχολικών Διευθυντών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης School leaders with their skills can improve the provided education by bringing qualitative upgrading to it. The present study investigates the necessary skills that school principals possess or have to develop, in order to respond successfully to their multifaceted and complex work. In the theoretical part of the present study there is a review of school principal’s skills (technical skills, interpersonal skills, conceptual skills, administrative skills, political skills, social and personal skills), how to develop them, their characteristics and how they correlate with different types of school leadership. The research part of the study presents the analysis of the quality data derived through semi-structured interviewing. The sample of the survey selected using random sampling method and consists of twelve school principals Primary and Secondary Education from the Prefecture of Evros. In conclusion, school principals of Primary and Secondary Education from the Prefecture of Evros find particular important the development of skills related to their leading position in order to meet not only their personal needs but also the needs of the school unit and its members. The main skills they developed are administrative, interpersonal, technical, conceptual, personal and social. The acquisition and development of those skills came from continuous education. Finally, it was found that school principles should have specific set of skills before taking up their position and also have a vision for the upgrading of the school unit and its members. Τα στελέχη εκπαίδευσης είναι εκείνα που με τις ικανότητες και τις δεξιότητές τους μπορούν να βελτιώσουν την παρεχόμενη εκπαίδευση επιφέροντας ποιοτική αναβάθμιση σε αυτή. Στην παρούσα εργασία διερευνώνται οι απόψεις των σχολικών διευθυντών σχετικά με τις δεξιότητες που πρέπει να διαθέτουν ή που επιθυμούν να αναπτύξουν προκειμένου να μπορέσουν να ανταποκριθούν με επιτυχία στο πολύπλευρο και πολυσύνθετο έργο τους. Στο θεωρητικό μέρος διερευνήθηκαν και αναφέρονται οι δεξιότητες (τεχνικές, ανθρώπινες, νοητικές, διοικητικές, πολίτικες, κοινωνικές, προσωπικές) των σχολικών διευθυντών, οι τρόποι απόκτησής τους, τα χαρακτηριστικά τους γνωρίσματα και η σύνδεση τους με τους τύπους εκπαιδευτικής ηγεσίας. Στο ερευνητικό μέρος καταγράφονται και αναλύονται τα ποιοτικά δεδομένα τα οποία προήλθαν από τη διεξαγωγή ημι-δομημένων συνεντεύξεων. Το δείγμα της έρευνας προέκυψε με τη μέθοδο της τυχαίες επιλογής και απαρτίζεται από δώδεκα διευθυντές/διευθύντριες σχολικών μονάδων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού Έβρου. Συμπερασματικά οι διευθυντές των σχολείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού Έβρου αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία στην απόκτηση δεξιοτήτων που σχετίζονται τόσο με την ηγετική τους θέση όσο και με την κάλυψη των ελλείψεών τους, των αναγκών των σχολικών μονάδων αλλά και των μελών τους. Οι κύριες δεξιότητες που απέκτησαν είναι οι διοικητικές, οι διαπροσωπικές, οι τεχνικές, οι νοητικές, οι προσωπικές και οι κοινωνικές. Η απόκτηση και η ανάπτυξη των παραπάνω δεξιοτήτων προήλθε μέσα από συνεχή επιμόρφωση και επιστημονική κατάρτιση. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι θα πρέπει να έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα πριν αναλάβουν τη θέση αυτή και όραμα που αποσκοπεί στη συλλογική εξέλιξη της μονάδας και των μελών της. 1533 453 477 Comparative study of parental involvement in the education of children with and without specific learning disabilities Συγκριτική μελέτη της εμπλοκής των γονέων στην εκπαίδευση παιδιών με και χωρίς ειδικές μαθησιακές δυσκολίες Parental Involvement (PI) in children’s education is linked to significant benefits for the students themselves, the families, the school as well as the community. However, in the case of parents with children with Specific Learning Disabilities (SLD), who usually attend mainstream schools, research is rare worldwide and absent in the Greek context. Τhe present study uses Hoover-Dempsey and Sandler’s (2005) parental involvement theoretical model which includes the following: a) the factors that motivate parents to get involved in the educational process, b) the ways in which they are involved, and c) the effects of their involvement on children’s school performance. The purpose of this thesis is the comparative study of the factors associated with PI in the education of children with and without SLD who attend primary schools in the region of Eastern Macedonia and Thrace. The participants were teachers and parents of pupils with and without SLD. Initially, the pupils diagnosed with SLDs who attended the district schools were identified; then an equal number of pupils without SLD were randomly selected matched in gender, grade and age. A total of 197 parents from each group of pupils and 128 teachers participated. Results showed that: a) the PIP-PQ constitutes a valid and reliable PI measurement tool for Greek parents of children with and without SLD, b) there are significant differences between the two groups of parents in almost all the factors under study (11 of 14) which are related to the PI according to the model in favor of the parents of children without SLD, c) the application of the theoretical model to Greek parents of children with and without SLD was confirmed, as it was found that the first level factors explain significant proportion of the variance of the second level factors (home -based and school – based involvement, psychological mechanisms of PI), d) the factors that often occurred in all predictive models are those concerning to the invitations from the child, parental beliefs about their role and responsibilities and parental self-efficacy, e) of the socio-demographic parent and child characteristics, only students’ age with typical development served as moderator between invitations from the child and the home-based involvement, f) in alternative theoretical models tested, a minor mutual relationship between the predictive ability of the home-based involvement and the Mechanism of Modeling – Instruction was found but only in the case of parents of children with SLDs. Results are discussed in relation to those of other studies; limitations of this research are acknowledged, the implications of this study on a national as well as an international level are discussed and finally topics for future research are identified Η Γονική Εμπλοκή (ΓΕ) στην εκπαίδευση του παιδιού συνδέεται με σημαντικά οφέλη για το μαθητή, την οικογένεια, το σχολείο και την κοινότητα γενικότερα. Ωστόσο, στην περίπτωση των γονέων που έχουν παιδιά με Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες (ΕΜΔ) η ερευνητική δραστηριότητα που καταγράφεται διεθνώς είναι εξαιρετικά περιορισμένη. Σε εθνικό επίπεδο δε οι εκτιμήσεις μας ως προς το ζήτημα αυτό συνάγονται κατά τεκμήριο από ευρήματα ερευνών που μελετούν τη ΓΕ στην εκπαίδευση παιδιών με τυπική ανάπτυξη ή άλλες ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Στην παρούσα έρευνα αξιοποιείται το θεωρητικό μοντέλο Γονικής Εμπλοκής των Hoover-Dempsey και Sandler (2005) στο οποίο προσδιορίζονται: α) οι παράγοντες που κινητοποιούν τους γονείς να εμπλακούν στην εκπαιδευτική διαδικασία, β) οι τρόποι με τους οποίους εμπλέκονται, και γ) οι επιδράσεις της εμπλοκής στη σχολική επίδοση των παιδιών. Ο σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η συγκριτική μελέτη των παραγόντων που συνδέονται με τη ΓΕ στην εκπαίδευση παιδιών με και χωρίς ΕΜΔ τα οποία φοιτούν σε Δημοτικά Σχολεία της περιφέρειας Αν. Μακεδονίας και Θράκης. Στην έρευνα συμμετείχαν εκπαιδευτικοί και γονείς μαθητών με και χωρίς ΕΜΔ. Αρχικά εντοπίστηκαν οι μαθητές με ΕΜΔ που φοιτούσαν σε σχολεία της περιφέρειας και στη συνέχεια επιλέχθηκαν, με τυχαίο τρόπο, ισάριθμοι ως προς το φύλο, την τάξη φοίτησης και την ηλικία μαθητές χωρίς ΕΜΔ. Συνολικά συμμετείχαν εθελοντικά 197 γονείς από κάθε ομάδα μαθητών και 128 εκπαιδευτικοί. Τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι: α) το ΕΓΕ-Γ συνιστά ένα εργαλείο με αποτελέσματα υψηλής αξιοπιστίας και εγκυρότητας για τη μέτρηση της ΓΕ σε Έλληνες γονείς παιδιών με και χωρίς ΕΜΔ, β) ανάμεσα στις δύο ομάδες γονέων υπάρχουν σημαντικές διαφορές υπέρ των γονέων παιδιών χωρίς ΕΜΔ, σχεδόν σε όλους τους υπό μελέτη παράγοντες (11 από τους 14) που συνδέονται με τη ΓΕ, γ) επιβεβαιώθηκε η εφαρμογή του θεωρητικού μοντέλου σε Έλληνες γονείς παιδιών με και χωρίς ΕΜΔ, καθώς βρέθηκε ότι οι παράγοντες του πρώτου επιπέδου (Κίνητρα, Προσκλήσεις, Πόροι Οικογένειας) προβλέπουν σημαντικά ποσοστά της συνολικής διακύμανσης των παραγόντων του δεύτερου επιπέδου (ΓΕ, Ψυχολογικών Μηχανισμών), δ) οι παράγοντες που εμφανίζονται συχνά σε όλα τα προβλεπτικά μοντέλα είναι εκείνοι που αναφέρονται στις προσκλήσεις παιδιού, στις πεποιθήσεις ρόλου – αρμοδιοτήτων και στην αυτεπάρκεια των γονέων, ε) από τα κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά γονέων και παιδιών, μόνο η ηλικία των μαθητών τυπικής ανάπτυξης λειτουργεί ως μεταβλητή ρύθμισης (moderator) ανάμεσα στις προσκλήσεις παιδιού και τη ΓΕ στο σπίτι, στ) στα εναλλακτικά θεωρητικά μοντέλα που ελέγχθηκαν βρέθηκε μία στατιστικά σημαντική μικρή αμοιβαία σχέση ανάμεσα στην προβλεπτική ικανότητα της ΓΕ στο σπίτι και του Ψυχολογικού Μηχανισμού Μίμηση Προτύπου – Διδασκαλία μόνο για την περίπτωση των γονέων παιδιών με ΕΜΔ. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με τα αντίστοιχα άλλων διεθνών ερευνών, αναγνωρίζονται οι περιορισμοί της παρούσας έρευνας, κατατίθενται προτάσεις που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν μελλοντικά από ερευνητές που ενδιαφέρονται για τη μελέτη της ΓΕ, καθώς και προτάσεις για θεωρητικές και πρακτικές εφαρμογές σε εθνικό και διεθνές επίπεδο 1534 228 217 Η επιδημιολογία και η επίπτωση στην πρόγνωση της οξείας νεφρικής βλάβης σε ασθενείς που νοσηλεύονται με έμφραγμα του μυοκαρδίου (διατοιχωματικό ή μη) και θεραπευτικές στρατηγικές πρόληψης . Acute kidney injury is one of the most common complications during the hospitalization. Trying to review the literature concerning the incidence and the prognosis of patients hospitalized with acute myocardial infarction who developed acute kidney injury, we searched the database Pubmed and Googlescholar for the period spanning the last decade. Due to the heterogeneity of this articles, the incidence ranged from 5.2% to 59%, with a mean value deriving from a meta analysis of 15,8%. The conclusion was almost unanimous, that the presence of acute kidney injury has detrimental effect on the patients prognosis, raising the mortality not only during the 30 first days (mean ΗR 3.1,95% G,2.6-3.6),but also during the first year (mean ΗR 2.2,95% Q,1.9-2.6). Even though there were plenty proposals concerning the prevention of acute kidney injury, the majority of them failed to prove their efficacy. The hydration of the patients remains the cornerstone of the preventive measures and additionally it is recommended to use statins before the coronary angiography, to use iso-osmolar or low-osmolar agents at lowest possible dose and to prefer the radial access. The aforementioned strategies led to a substantial decrease in the incidence of this ramification. Nonetheless, the prevalence remains still high and therefore it is crucial for the doctors to be alert for its presence and for the scientific community to discover new measures to improve this results even more. H οξεία νεφρική βλάβη είναι μια από τις συχνότερες επιπλοκές κατά τη διάρκεια της νοσηλείας ενός ασθενούς. Επιχειρώντας να εξετάσουμε τη συχνότητα και την επίπτωσή της σε ασθενείς με οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, αναζητήσαμε στις βάσεις δεδομένων του Pubmed και του Google scholar τις σχετικές δημοσιεύσεις της τελευταίας δεκαετίας. Λόγω της μεγάλης ετερογένειας των μελετών, η συχνότητα κυμαινόταν από 5.2% έως 59%, με μέση συχνότητα που προέκυψε από μετα-ανάλυση στο 15.8%. Σχεδόν ομόφωνο ήταν το συμπέρασμα ότι η παρουσία ΟΝΒ επιβαρύνει την πρόγνωση των ασθενών, αυξάνοντας τη θνησιμότητα τόσο τις 30 πρώτες ημέρες (μέσο ΗΡ 3.1,95% ϋ,2.6-3.6),όσο και στο τέλος του πρώτου έτους (μέσο ΗΡ 2.2,95% G,1.9-2.6). Όσον αφορά τις θεραπευτικές στρατηγικές πρόληψης, αν και οι προτάσεις ήταν πολλές, λίγες κατόρθωσαν να αποδείξουν το όφελός τους. Θεμέλιος λίθος είναι η ενυδάτωση των ασθενών, ενώ παράλληλα συστήνεται η χρήση στατίνης πριν από τη στεφανιογραφία, η χρήση ισοωσμωτικών ή υποωσμωτικών σκιαγραφικών σε μικρές ποσότητες και κερκιδική προσπέλαση των στεφανιαίων. Τα παραπάνω μέτρα οδήγησαν σε μείωση της συχνότητας ΟΝΒ τα τελευταία χρόνια. Εντούτοις, τα περιστατικά είναι ακόμη πολυάριθμα και ως εκ τούτου απαιτείται εγρήγορση στην εντόπισή τους και περαιτέρω βελτίωση των θεραπευτικών μέτρων. 1535 348 392 Μελέτη δεικτών φλεγμονής (resistin, IL-18) στον ορό και ανοσοϊστοχημική μελέτη (HMGB1, CD45) εντέρου σε πειραματικό μοντέλο οξείας παγκρεατίτιδας - επίμυων που έλαβαν απιγενίνη The exact pathogenetic mechanisms that cause acute pancreatitis remain still unclear. This is the main reason for our inability to prevent the progress of the disease. At times, in many clinical studies, various plant substances have been used in order to clarify their role in the progress of acute pancreatitis. Among these , flavonoids appear to have a promising beneficial effect in an experimental model of acute pancreatitis. Aim of the study was to investigate the effect of apigenin, in an experimental model of acute pancreatitis in rats by measuring the values of IL-18 and resistin in serum and CD45 and of HMGB1 in the animal intestinal tissue.Material and method: In our study, 117 male Wistar rats, aged 90-120 days and of body weight 250-350gr, were used. The rats were divided in three groups: SHAM (S), CONTROL (C) and APIGENIN (A). (S) group consists of 20 rats, which were submitted to laparotomy and closure of the surgical wound. (C) group: consists of 48 rats, which were submitted to ligature of the pancreatic duct and subsequent acute pancreatitis. Finally,(A) group: consists of 49 rats, on which, after induction of acute pancreatitis, apigenin was given promptly postoperatively, on a dose of 4cc of solution which was containing 5mg of apigenin. Each group was divided into 5 subgroups according to the time of the second laparotomy (6, 12, 24, 48 and 72 hours after the first laparotomy) and were taken serum samples and intestinal tissue. Results: In our study, analyzing statistically the results we observed that: IL-18 decreases (64%) in 24 hours but the result seems to be marginally statistically significant. Resistin decreases significantly in Apigenin group versus CONTROL group in 48 hours. CD45 increases significantly during the time in CONTROL group while decreases also significantly during the time in Apigenin group. At last, HMGB1 also increases significantly during the time in CONTROL group while decreases also significantly during the time in Apigenin group. Conclusion: In conclusion, in our study, the use of apigenin exhibited antioxidant with particular beneficial effects mainly between the 24* and the 48* hour after the injection Οι παθογενετικοί μηχανισμοί που οδηγούν σε οξεία παγκρεατίτιδα, παραμένουν ακόμη ασαφείς. Το γεγονός αυτό, αποτελεί τον κύριο λόγο αδυναμίας μας να ανακόψουμε την πορεία της νόσου. Κατά καιρούς, έχουν χρησιμοποιηθεί σε κλινικές μελέτες διάφορες φυτικές ουσίες με στόχο τη διευκρίνιση του ρόλου τους στην εξέλιξη της οξείας παγκρεατίτιδας. Μεταξύ αυτών, τα φλαβονοειδή φαίνεται να ασκούν μία πολλά υποσχόμενη ευεργετική δράση σε πειραματικό μοντέλο πρόκλησης οξείας παγκρεατίτιδας. Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνηθεί η επίδραση της απιγενίνης, σε πειραματικό μοντέλο οξείας παγκρεατίτιδας σε επίμυες, με βάση τις μετρήσεις της IL-18 και της ρεζιστίνης στον ορό και του CD45 και του HMGB1 σε ιστό εντέρου των πειραματοζώων. Υλικό και μέθοδος: Χρησιμοποιήσαμε 117 άρρενες επίμυες τύπου Wistar, ηλικίας 90-120 ημερών και σωματικού βάρους 250-350γρ. Οι επίμυες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες : την SHAM (S), την CONTROL (C), και την APIGENIN (A). Η ομάδα (S) περιλαμβάνει 20 επίμυες στους οποίους διενεργήθηκε λαπαροτομία και σύγκλειση του χειρουργικού τραύματος. Η ομάδα (C) περιλαμβάνει 48 επίμυες στους οποίους προκλήθηκε οξεία παγκρεατίτιδα μέσω απολίνωσης του παγκρεατικού πόρου. Τέλος, η ομάδα (Α) περιλαμβάνει 49 επίμυες στους οποίους προκλήθηκε οξεία παγκρεατίτιδα με τον ίδιο τρόπο όπως και στην ομάδα (C) και επιπλέον χορηγήθηκε απιγενίνη σε μία εφάπαξ δόση των 4^διαλύματος περιεκτικότητας 5mg σε απιγενίνη. Όλες οι ομάδες διαιρέθηκαν σε 5 υποομάδες σύμφωνα με τον χρόνο εκτέλεσης της δεύτερης λαπαροτομίας (6, 12, 24, 48 και 72 ώρες) με σκοπό την λήψη αίματος και ιστών προς εξέταση. Αποτελέσματα: Στη μελέτη μας, μετά από ανάλυση των αποτελεσμάτων παρατηρήσαμε τα εξής: η τιμή της IL-18 παρουσίασε μείωση κατά 64% στην ομάδα της Απιγενίνης, στις 24 ώρες, αποτέλεσμα που ήταν όμως στα όρια της στατιστικής σημαντικότητας. Η Ρεζιστίνη εμφάνισε σημαντικά μειωμένη τιμή στην ομάδα της Απιγενίνης σε σχέση με την ομάδα CONTROL στις 48 ώρες. Το CD45 παρουσίασε σημαντική αύξηση με την πάροδο του χρόνου στην ομάδα CONTROL και σημαντική μείωση με την πάροδο του χρόνου στην ομάδα της Απιγενίνης. Τέλος, η HMGB1, επίσης παρουσίασε σημαντική αύξηση με την πάροδο του χρόνου στην ομάδα CONTROL και σημαντική μείωση με την πάροδο του χρόνου στην ομάδα της Απιγενίνης. Συμπέρασμα: Συμπερασματικά, στη μελέτη μας, η χρήση της απιγενίνης δρα αντιοξειδωτικά και εμφανίζει ευεργετικά αποτελέσματα κυρίως από την 24η έως την 48η ώρα μετά την χορήγηση της. 1536 202 288 Μελέτη του προτύπου της κατανομής των πολικών λιπιδίων - φωσφολιπίδια και χοληστερόλη- στη μεμβράνη των ερυθροκυττάρων ασθενών με μή αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος Introduction. The aim of this study of the distribution pattern of phospholipids and cholesterol in the membranes of the erythrocytes from patients with Non-Alcoholic Fatty Liver Disease was not only to study the physical and chemical characteristics of the red blood cells membrane in term with its composition in polar lipids, but also to test the hypothesis that the membrane of the erythrocytes contributes to the cholesterol transfer. Materials and Methods. Erythrocyte ghosts were prepared from blood samples taken from 10 patients with NAFLD, [3 women and 7 men, ages 56.4 ± 10.49 years (31-69)]. Phospholipids and cholesterol were extracted and analyzed with TLC. Using GelPro3©, individual lipids were quantified.Results. The levels of phosphatidylethanolamine (PE) were higher (p<0.05) and of phosphatidylcholine (PC) lower (p<0.05) in the NAFLD patients by comparison to healthy individuals, whereas the ratio of phosphatidylcholine/sphingomyelin (PC/SM) was lower (p<0.05). Also, total blood cholesterol was borderline-high (200-239 mg/dl) and their mean corpuscular hemoglobin concentration (MCHC) was higher in all patients (>25.0-32.0 g/dL) Conclusions. The differences observed in the lipid patterns of the NAFLD patients may reflect fundamental changes in the physical properties of the erythrocyte membrane related to the disease. Further studies are needed in order to validate our hypothesis. Εισαγωγή. Ο στόχος της μελέτης του προτύπου κατανομής των φωσφολιπιδίων και της χοληστερόλης στις μεμβράνες των ερυθρών αιμοσφαιρίων ασθενών με Μη Αλκοολική Λιπώδη Διήθηση του Ήπατος ήταν αφενός η μελέτη των φυσικοχημικών χαρακτηριστικών της μεμβράνης των ερυθροκυττάρων σε συνάρτηση με τη σύστασή της σε πολικά λιπίδια, αφετέρου η εξέταση της υπόθεσης ότι η μεμβράνη του ερυθροκυττάρου συνεισφέρει σημαντικά στη μεταφορά της χοληστερόλης στο ήπαρ των ασθενών. Υλικά και Μέθοδοι. Ερυθροκυτταρικά κυστίδια ελεύθερα αιμοσφαιρίνης προετοιμάστηκαν από δείγματα αίματος 10 ασθενών με Μη Αλκοολική Λιπώδη Διήθηση του Ήπατος, [3 γυναίκες και 7 άνδρες, ηλικίας 56.4 ± 10.49 ετών (31-69)]. Τα φωσφολιπίδια και η χοληστερόλη απομονώθηκαν, αναλύθηκαν με Χρωματογραφία Λεπτής Στοιβάδας και ποσοτικοποιήθηκαν με τη χρήση του προγράμματος GelPro3©. Αποτελέσματα. Συγκριτικά με τον υγιή πληθυσμό, τα επίπεδα της φωσφατιδυλοαιθανολαμίνης βρέθηκαν υψηλότερα (p<0.05) σε ασθενείς με Μη Αλκοολική Λιπώδη Διήθηση του Ήπατος, ενώ τα επίπεδα της φωσφατιδυλοχολίνης χαμηλότερα (p<0.05). Ταυτόχρονα, ο λόγος των μέσων τιμών της φωσφατιδυλοχολίνης και της σφιγγομυελίνης βρέθηκε χαμηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο λόγο σε υγιή άτομα. Αξιοσημείωτο εύρημα θεωρείται και το ότι η συγκέντρωση της ολικής χοληστερόλης του αίματος των ασθενών βρέθηκε στο όριο της ανώτατης φυσιολογικής τιμής (200-239 mg/dl), ενώ η μέση συγκέντρωση της αιμοσφαιρίνης υπερέβαινε τα φυσιολογικά όρια (>25.0-32.0 g/dL) σε όλους τους ασθενείς. Συμπεράσματα. Οι διαφορές που παρατηρήθηκαν στο λιπιδικό πρότυπο κατανομής των ασθενών με Μη Αλκοολική Λιπώδη Διήθηση πιθανώς να υποδεικνύει θεμελιώδεις αλλαγές στις φυσικές ιδιότητες της ερυθροκυτταρικής μεμβράνης, οι οποίες σχετίζονται με την ύπαρξη και την παθογένεια της νόσου. Περαιτέρω έρευνες θα πρέπει να γίνουν σε μεγαλύτερο εύρος ασθενών προκειμένου να επαληθευθεί και να εγκαθιδρυθεί η υπόθεσή μας. 1537 185 196 Emotional intelligence, personality and psychosocial functioning in early adolescence Συναισθηματική νοημοσύνη, προσωπικότητα και ψυχοκοινωνική προσαρμογή στην πρώιμη εφηβεία The present study investigates the correlation between Emotional Intelligence, the Big 5 traits of Personality (Emotional Instability, Extraversion, Agreeableness, Conscientiousness, openness to experience) and Psychosocial Functioning (emotional symptoms, conduct problems, hyperactivity/inattention, peer problems, prosocial be-havior). The research was conducted using a sample of 204 preadolescent students in the fifth and sixth grade of primary school (85 boys and 119 girls), using self-report questionnaires. The findings revealed that there are considerable gender differences in four dimensions of personality (Emotional Instability, Extraversion, Agreeableness, Conscientiousness) and four of Psychosocial Functioning (conduct problems, hyper-activity/inattention, peer problems, prosocial behavior)..Regarding age (class attend-ance), , no significant variation was observed. Furthermore, we identified a positive correlation between Emotional Intelligence, positive traits of Personality (Extraver-sion, Agreeableness, Conscientiousness, Openness to experience) and prosocial behav-ior, while also detected negative connection of Emotional Intelligence with Emotional Instability and functioning difficulties (emotional symptoms, conduct problems, hy-peractivity/inattention, peer problems). Finally, the findings showed that the difficul-ties of adjustment may be provided by Emotional Intelligence and specific traits of Personality. The findings can be used to generate future educational programs. Η παρούσα μελέτη μελετά τη σχέση ανάμεσα στη Συναισθηματική Νοημοσύνη, τους Μεγάλους Πέντε Παράγοντες της Προσωπικότητας (Συναισθηματική Αστάθεια, Εξωστρέφεια, Προσήνεια, Ευσυνειδησία, Δεκτικότητα στις εμπειρίες) και την Ψυχοκοινωνική Προσαρμογή (συναισθηματικά συμπτώματα, προβλήματα διαγωγής, υπερκινητικότητα/έλλειψη προσοχής, προβλήματα με συνομηλίκους και φιλοκοινωνική συμπεριφορά). Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με δείγμα 204 προεφήβων μαθητών Ε’ και ΣΤ’ δημοτικού (85 αγόρια και 119 κορίτσια), με τη χρήση ερωτηματολογίων αυτοαναφοράς. Τα ευρήματα της μελέτης ανέδειξαν ότι υπάρχει σημαντική διαφυλική διαφοροποίηση σε τέσσερις διαστάσεις της Προσωπικότητας (Συναισθηματική Αστάθεια, Εξωστρέφεια, Προσήνεια, Ευσυνειδησία) και σε τέσσερις της Ψυχοκοινωνικής Προσαρμογής (προβλήματα διαγωγής, υπερκινητικότητα/έλλειψη προσοχής, προβλήματα με συνομηλίκους, φιλοκοινωνική συμπεριφορά). Σχετικά με την ηλικία (τάξη φοίτησης) δεν παρατηρήθηκε κάποια σημαντική διαφοροποίηση. Επιπλέον, εντοπίστηκε θετική συσχέτιση μεταξύ Συναισθηματικής Νοημοσύνη, θετικών χαρακτηριστικών της Προσωπικότητας (Εξωστρέφεια, Προσήνεια, Ευσυνειδησία, Δεκτικότητα στις εμπειρίες) και φιλοκοινωνικής συμπεριφοράς, ενώ επίσης, ανιχνεύθηκε αρνητική σύνδεση της Συναισθηματικής Νοημοσύνης με τη Συναισθηματική Αστάθεια και με τις δυσκολίες προσαρμογής (συναισθηματικά συμπτώματα, προβλήματα διαγωγής, υπερκινητικότητα/έλλειψη προσοχής, προβλήματα με συνομηλίκους). Τέλος, τα ευρήματα έδειξαν ότι οι δυσκολίες προσαρμογής μπορούν να προβλεφθούν από τη Συναισθηματική Νοημοσύνη και συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της Προσωπικότητας. Τα ευρήματα της έρευνας μπορούν να αξιοποιηθούν για τη δημιουργία μελλοντικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. 1538 333 313 Σύνδρομο παγίδευσης επιπολής κερκιδικού νεύρου- σύνδρομο Wartenberg Introduction: Wartenberg’s syndrome is described in terms of pathogenesis, symptoms, clinical examination and treatment. Aim: It is a review of the literature on Wartenberg’s syndrome. Studies will be searched in the literature that will be examined extensively for the syndrome. Material-Method: Publications from literature databases were searched until October 2017 for patients who suffered from symptoms due to acute or chronic pressure of superficial radial nerve’s entrapment in the distal forearm and wrist without open trauma or iatrogenic injury. 53 publications were found and examined for characteristics, symptoms and objective findings, laboratory examinations, treatment, rehabilitation and follow-up of patients. Patients were classified into 9 categories depending on the cause of the syndrome. A statistical analysis of the findings was made. Results: A total of 346 patients were studied for the parameters under consideration. Women were more. The median age was 40 years. Nerve pressure in frequency range was caused by external pressure (more commonly handcuffs), blunt injury, coexistence of De Quervain’s disease, neuroma, hand overuse and tumors on the distal forearm. Rarely were anatomical abnormalities, systemic diseases or unknown causes. The median duration of patient symptoms was 82.5 days. 54% of the patients were conservatively treated and the others were operated. Complete rehabilitation and improvement was achieved in most patients (87%), while the remaining patients experienced symptomatic stagnation. Differences were found depending on the cause of the syndrome. Conclusions: It is a rarely described peripheral nerve entrapment syndrome in the literature, more frequent in women of 40 years with duration of symptoms of 82.5 days. Conservative treatment is mainly preferred when surgical treatment is applied when there is no improvement. The results are very good but a 13% of the patients have significant permanent post-treatment symptoms. Worse prognosis is experienced by patients after handcuffs, blunt injury or hand overuse. Utility: It is the first comprehensive review of Wartenberg’s syndrome. It is the basis for reviews shorter or more extensive. We need further research into the association of De Quervain’s disease and Wartenberg’s syndrome. Εισαγωγή: Το σύνδρομο Wartenberg περιγράφεται ως προς την αιτιοπαθογένεια, συμπτώματα, κλινική εξέταση και τη θεραπεία. Σκοπός: Είναι η ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας για το σύνδρομο Wartenberg. Θα αναζητηθούν μελέτες στη βιβλιογραφία που θα εξεταστούν αναλυτικά για το σύνδρομο. Υλικό-Μέθοδος: Αναζητήθηκαν οι δημοσιεύσεις από τις βάσεις δεδομένων της βιβλιογραφίας έως τον Οκτώβριο του 2017 με ασθενείς που έφεραν οξεία ή χρόνια εμφάνιση συμπτωμάτων συνδρόμου Wartenberg στο περιφερικό αντιβράχιο και καρπό χωρίς ανοικτό τραύμα ή ιατρογενώς. 53 δημοσιεύσεις εξετάστηκαν ως προς τα χαρακτηριστικά, συμπτώματα και αντικειμενικά ευρήματα, εργαστηριακές εξετάσεις, θεραπεία, αποκατάσταση και χρόνο παρακολούθησης των ασθενών. Οι ασθενείς ταξινομήθηκαν σε 9 κατηγορίες ανάλογα της αιτίας του συνδρόμου. Έγινε στατιστική ανάλυση των ευρημάτων. Αποτελέσματα: Συνολικά 346 ασθενείς μελετήθηκαν ως προς τις εξεταζόμενες παραμέτρους. Οι γυναίκες ήταν περισσότερες. Η ηλικία είχε διάμεση τιμή τα 40 έτη. Η πίεση του νεύρου κατά σειρά συχνότητας προερχόταν από εξωτερική πίεση (συχνότερα χειροπέδες), κλειστή κάκωση, συνύπαρξη συνδρόμου με νόσο De Quervain, νευρώματα, υπέρχρηση χεριού και όγκους με πίεση του νεύρου στο περιφερικό αντιβράχιο. Σπανιότερα ήταν ανατομικές ανωμαλίες, συστηματικές παθήσεις ή άγνωστα αίτια. Η διάμεση διάρκεια των συμπτωμάτων των ασθενών ήταν 82,5 ημέρες. 54% των ασθενών αντιμετωπίστηκαν συντηρητικά και οι υπόλοιποι χειρουργήθηκαν. Πλήρης αποκατάσταση και βελτίωση επιτεύχθηκε στους περισσότερους ασθενείς (87%) ενώ στους υπόλοιπους σημειώθηκε στασιμότητα των συμπτωμάτων. Βρέθηκαν διαφορές ανάλογα με την αιτιολογία του συνδρόμου. Συμπεράσματα: Είναι ένα σπάνια περιγραφόμενο σύνδρομο πίεσης περιφερικού νεύρου στη βιβλιογραφία, συχνότερο σε γυναίκες 40 ετών με διάρκεια συμπτωμάτων 82,5 ημέρες. Αντιμετωπίζεται συντηρητικά και με χειρουργική θεραπεία όταν δεν υπάρχει βελτίωση. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά αλλά ένα 13% των ασθενών έχει σημαντικά ενοχλήματα μετά τη θεραπεία. Χειρότερη πρόγνωση έχουν ασθενείς μετά από εφαρμογή χειροπεδών, κλειστή κάκωση ή υπέρχρηση άνω άκρου. Χρησιμότητα: είναι η πρώτη αναλυτική ανασκόπηση του συνδρόμου Wartenberg. Είναι η βάση για ανασκοπήσεις βραχύτερες ή πιο εκτεταμένες. Χρήζει περαιτέρω έρευνας η σχέση συνδρόμου και νόσου De Quervain. 1539 372 381 The term “electronic health – (e-health)” is now included in the voca-bulary of those employed in the broad spectrum of health. The inte-rpretation of the term e-health is no different from the acceptance and integration of technology information systems in the health sector, and the goal as already expressed and accepted is the collection, storage and processing of medical information of a patient and access to this information by both the patient himself and healthcare providers. The “Electronic Health Record”, which is the subject of this thesis, is based on information technology and is considered to be the solution to the longer lasting retention of health information and care of every patient. It also helps to provide better quality of care and the efficiency of health care professionals. It is clear that the automation of almost all activities contributes greatly to the provision of health services and patient-friendly decisions on the other hand, however, the security of the systems supporting the Electronic Health Record is deemed necessary in order to ensure reliability, reliability, management of health information, but also to safeguard the patient's right to respect the privacy of sensitive personal data. It is obvious that it is not possible and would not be acceptable to call into question the safeguarding of the confidentiality of personal data due to the electronic file. It is necessary to define both moral and legal procedures in the handling and processing of personal data so that there is mutual respect and a two-way relationship of trust between patient and healthcare perso-nnel. Otherwise, the risk of hiding information from the patient is visible, resulting in the apparently inappropriate provision of services at risk to the patient's life but also in questioning the capacity of healthca-re providers. More specifically, this paper describes the patient's file by making a historical overview, its handwritten form and its drawbacks, its electronic form by making a historical overview, its advantages and disadvantages, its specifications and the information to be provided, as well and its current course in the world in Europe and Greece. It then describes the ethical and legal issues associated with the Electronic Health Record, the patient's right to protection and the tools and mechanisms for protecting sensitive personal data. Ο όρος ηλεκτρονική υγεία συγκαταλέγεται πλέον στο λεξιλόγιο των απασχολουμένων στο ευρύ φάσμα της υγείας. Η ερμηνεία του όρου ηλεκτρονική υγεία δε, δεν είναι άλλο, από την αποδοχή και ενσω-μάτωση των τεχνολογικών πληροφοριακών συστημάτων στον τομέα της υγείας, ο δε στόχος όπως ήδη εκφράζεται και είναι αποδεκτό είναι η συγκέντρωση, η αποθήκευση και επεξεργασία ιατρικών πληροφο-ριών ενός ασθενούς και η πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες τόσο από τον ίδιο τον ασθενή όσο και από φορείς υγειονομικού ενδιαφέ-ροντος. Ο Ηλεκτρονικός Φάκελος Υγείας, ο οποίος είναι και το αντικεί-μενο της εργασίας, βασίζεται στην τεχνολογία των πληροφοριακών συστημάτων, λογίζεται δε, ως η λύση της πλέον μακράς διάρκειας διατήρησης πληροφοριών υγείας και φροντίδας κάθε ασθενούς. Επί πλέον συμβάλλει στην παροχή καλύτερης ποιότητας φροντίδας και στην αποδοτικότητα των ασχολούντων με το αντικείμενο της υγείας. Είναι σαφές ότι, η αυτοματοποίηση του συνόλου σχεδόν των ενεργει-ών, συνεισφέρει τα μέγιστα στην παροχή υπηρεσιών υγείας και στη λήψη άμεσων για τον ασθενή αποφάσεων από την άλλη πλευρά όμως, κρίνεται επιβεβλημένη η ασφάλεια των συστημάτων που υποστη-ρίζουν τον Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας, ώστε να εξασφαλίζεται η εγκυρότητα, η αξιοπιστία, η διαχείριση των πληροφοριών υγείας αλλά να διαφυλάσσεται και το δικαίωμα του ασθενούς στην τήρηση του απορρήτου των προσωπικών ευαίσθητων δεδομένων. Είναι εμφα-νέστατο ότι, δεν είναι δυνατόν και δεν θα ήταν και δόκιμο, να τεθεί υπό αμφισβήτηση η διασφάλιση του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων εξαιτίας του Ηλεκτρονικού Φακέλου. Είναι απαραίτητος ο καθορισμός τόσο ηθικών όσο και νομικών διαδικασιών στη διακίνηση και επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων ώστε να υπάρξει ένας αλληλοσεβασμός και μία αμφίδρομη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ ασθενή και υγειονομικού προσωπικού. Στην αντίθετη περίπτωση είναι ορατός ό κίνδυνος απόκρυψης πληροφοριών από τον ασθενή, με αποτέλεσμα λανθασμένη προφανώς παροχή υπηρεσιών με κίνδυνο για τη ζωή του ασθενούς αλλά και την αμφισβήτηση της ικανότητας των παρεχόντων υγειονομικές υπηρεσίες. Πιο αναλυτικά η εργασία αυτή περιγράφει το Φάκελο Υγείας του ασθενή κάνοντας ιστορική αναδρομή, τη χειρόγραφη μορφή του και τα μειονεκτήματά του, την ηλεκτρονική μορφή του κάνοντας ιστορική αναδρομή, τα πλεονε-κτήματά του και μειονεκτήματά του, τις προδιαγραφές του και τις πληροφορίες που πρέπει να υφίστανται, καθώς και τη σημερινή του πορεία στον κόσμο την Ευρώπη και την Ελλάδα. Στη συνέχεια περι-γράφει τα ηθικά και νομικά ζητήματα συνδεόμενα με τον Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας, το δικαίωμα προστασίας του ασθενή καθώς και τα όργανα και μηχανισμούς προστασίας των προσωπικών ευαίσθητων δεδομένων. 1540 140 169 Photovoltaic power generation--Law and legislation--European Union countries Συγκριτική αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των κινήτρων αξιοποίησης της ηλιακής ενέργειας, στις επιμέρους εθνικές νομοθεσίες, εφαρμογή της Οδηγίας 28/2009, στα κράτη μέλη της ΕΕ The energy policies in Europe include the reduction in energy consumption along with the environmental impact (focusing mainly on C02 and NOx emissions). In this framework, various innovative technologies were developed to promote Renewable Energy Sources use for heating and cooling of buildings, domestic hot water production and electricity production either for private use or for selling to the National Grid. The main objective of this thesis, is the comparative assessment of the photovoltaics' evolution in selected Member States (MS) of the European Union (Greece, Germany, Austria, Spain), according to their National Law and economic incentives that applied at times. Then, the main purpose is to assess the effectiveness of the relevant National Laws and economic incentives, the particularities of the photovoltaics' development in each MS and finally the conclusions of the thesis. Η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας αλλά και των επιπτώσεων που έχει η χρήση των ορυκτών καυσίμων στο περιβάλλον (κυρίως όσον αφορά τις εκπομπές C02 και ΝΟΧ) αποτελούν βασικό στόχο των ενεργειακών πολιτικών στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύχθηκαν διάφορες τεχνολογίες εκμετάλλευσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, για τη θέρμανση και την ψύξη των κτιρίων, την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης καθώς και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είτε για ιδιόχρηση είτε για πώληση στο εθνικό δίκτυο. Ο στόχος της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η συγκριτική αποτίμηση της εξέλιξης του μεριδίου της φωτοβολταϊκής (Φ/Β) ηλεκτροπαραγωγής σε επιλεγμένα Κράτη Μέλη (ΚΜ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ελλάδα, Γερμανία, Αυστρία, Ισπανία), σε συνάρτηση με τη νομοθεσία και τα οικονομικά κίνητρα, που ίσχυσαν κατά περιόδους. Στη συνέχεια, βασικός σκοπός είναι η αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των σχετικών νομοθεσιών και κινήτρων, των ιδιαιτεροτήτων της πορείας εισόδου των Φ/Β στο κάθε ΚΜ και η εξαγωγή των σχετικών συμπερασμάτων. 1541 498 516 Συσχέτιση πολυμορφισμών του κυτοχρώματος CYP3A5 και άλλων κλινικών συμπαραγόντων με τα τελικά επίπεδα τακρολίμης και κυκλοσπορίνης στο αίμα, σε μεταμοσχευμένους ασθενείς Tacrolimus and cyclosporin are the cornerstones of immunosuppressive treatment, thus protecting transplanted patients from graft rejection episodes. The two above-mentioned immunosuppressive drugs are metabolised by cytochrome CYP3A5. The activity of this enzyme is genetically determined, and therefore genetic analysis for the gene in question can be of considerable use in adjusting the dosage and taking into account the terminal levels of tacrolimus and cyclosporin in the blood, thereby helping achieve the desired therapeutic levels and reduce the risk of nephrotoxicity and graft rejection, resulting in an increasing rate of transplant success. The aim of the present study is to identify all factors contributing to the terminal levels of tacrolimus and cyclosporin and to identify the immunosuppressive therapy based on the genetic profile of each patient. For this purpose the association of CYP3A5 cytochrome gene polymorphism with the response of transplanted patients was studied, kidney and liver patients to talcrolimus and cyclosporin immunosuppressants. The monitoring of immunosuppressive therapy is performed both by the clinical examination for graft function and by the therapeutic measurement of tacrolimus and cyclosporin levels in the patients' whole blood. In total, fifty kidney transplant patients (n = 45) or liver (n = 5) participated in the study. Of these 30 were treated with tacrolimus and 20 with cyclosporin. In all patients, data were collected on demographic, biochemical, haematological parameters and parameters defining renal and hepatic function. In addition, monitoring data for their pharmacotherapy was recorded, and in particular the dose of maintenance and maintenance of immunosuppressive regimens and the corresponding drug levels following therapeutic drug measurement. All genomic DNA was isolated from all participants and the CYP3A5 * 3 and * 1 alleles were genotyped by the PCR-RFLP method. The genotype and allele frequencies for the CYP3A5 cytochrome were studied and the result was 88% for genotype * 3 / * 3, 6% for heterozygote * 1 / * 3 and similarly 6% for homozygous * 1 / * 1. For alleles, a 91.8% incidence of * 3 allele and 9% incidence for allele * 1 occurred. The incidence of genotypes and alleles is in agreement with results published for the Greek population. Regarding tacrolimus, CYP3A5 (allele vectors * 1) excipients required a higher maintenance dose to achieve desired therapeutic levels (B = 2.950, p = 0.042, 95% CI, 0.129-5.771). In patients receiving cyclosporine, cytochrome CYP3A5 does not play a significant role as the maintenance dose appeared to be dependent on the electrolyte concentration in the blood and, in particular, the calcium that acts as a substrate for cyclosporin. In pharmaceutical regimens such as immunosuppression, characterized by a narrow therapeutic range, exact dosage determination is initially considered to be an unnecessary need, and will further contribute to the development of the field of transplants, making more transplants successful. Consequently, genotyping of the CYP3A5 enzyme may identify patients who require a higher dose of tacrolimus. The results of both the international literature and this research advocate for the development and clinical implementation of individualized immunosuppressive therapy. Η τακρολίμη και η κυκλοσπορίνη αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της ανοσοκατασταλτικής αγωγής, προστατεύοντας έτσι μεταμοσχευμένους ασθενείς από επεισόδια απόρριψης του μοσχεύματος. Τα δύο παραπάνω ανοσοκατασταλτικά φάρμακα μεταβολίζονται μέσω του κυτοχρώματος CYP3A5. Η ενεργότητα του ενζύμου αυτού είναι γενετικά καθορισμένη και, συνεπώς η γενετική ανάλυση για το εν λόγω γονίδιο, μπορεί να αποβεί σημαντικά χρήσιμη στην προσαρμογή της δοσολογίας και να συνεκτιμάται με τα τελικά επίπεδα τακρολίμης και κυκλοσπορίνης στο αίμα, συμβάλλοντας έτσι στο να πετυχαίνονται γρηγορότερα τα επιθυμητά θεραπευτικά επίπεδα και να μειώνεται ο κίνδυνος νεφροτοξικότητας και απόρριψης του μοσχεύματος, αυξάνοντας, έτσι, το ποσοστό επιτυχίας της μεταμόσχευσης. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η ταυτοποίηση όλων των παραγόντων που συμβάλλουν στα τελικά επίπεδα της τακρολίμης και της κυκλοσπορίνης και η εξατομίκευση της ανοσοκατασταλτικής θεραπείας με βάση το γενετικό προφίλ κάθε ασθενή. Για το σκοπό αυτό, μελετήθηκε η συσχέτιση του πολυμορφισμού του γονιδίου του κυτοχρώματος CYP3A5 με την ανταπόκριση μεταμοσχευμένων, νεφρού και ήπατος, ασθενών στην ανοσοκατασταλτική αγωγή με τακρολίμη και κυκλοσπορίνη. Η παρακολούθηση της ανοσοκατασταλτικής θεραπείας, γίνεται τόσο με την κλινική εξέταση για τη λειτουργία του μοσχεύματος, όσο και με τη θεραπευτική μέτρηση επιπέδων τακρολίμης και κυκλοσπορίνης στο ολικό αίμα των ασθενών. Συνολικά, στην εργασία συμμετείχαν πενήντα ασθενείς με μεταμόσχευση νεφρού (n=45) ή ήπατος (n=5). Από αυτούς 30 ήταν υπό αγωγή με τακρολίμη και 20 με κυκλοσπορίνη. Στο σύνολο των ασθενών συλλέχθηκαν στοιχεία δημογραφικά, βιοχημικά, αιματολογικά και παράμετροι που καθορίζουν τη νεφρική και ηπατική λειτουργία. Επιπλέον, καταγράφηκαν στοιχεία παρακολούθησης της φαρμακοθεραπείας τους, και, συγκεκριμένα , η δόση εφόδου και συντήρησης της ανοσοκατασταλτικής αγωγής και τα αντίστοιχα επίπεδα φαρμάκου κατόπιν της θεραπευτικής μέτρησης φαρμάκου. Από όλους τους συμμετέχοντες απομονώθηκε γενωμικό DNA και γονοτυπήθηκαν τα αλληλόμορφα CYP3A5*3 και *1 με τη μέθοδο PCR-RFLP. Οι συχνότητες των γονοτύπων και των αλληλομόρφων για το κυτόχρωμα CYP3A5 που μελετήθηκε ήταν 88% για το γόνοτυπο *3/*3, 6% για την ετεροζυγωτία *1/*3 και ομοίως 6% για τους ομόζυγους *1/*1. Για τα αλληλόμορφα προέκυψε συχνότητα εμφάνισης 91,8% του *3 αλληλομόρφου και 9% συχνότητα εμφάνισης για το αλληλόμορφο *1. Η συχνότητα εμφάνισης γονοτύπων και αλληλομόρφων βρίσκεται σε συμφωνία με αποτελέσματα που έχουν δημοσιευτεί για τον Ελληνικό πληθυσμό. Αναφορικά με την τακρολίμη, δείχθηκε ότι οι εκφραστές του ενζύμου CYP3A5 (φορείς του αλληλομόρφου *1) απαιτούν μεγαλύτερη δόση συντήρησης για να επιτύχουν επιθυμητά θεραπευτικά επίπεδα (Β= 2,950, p= 0,042, 95% C.I. 0,129- 5,771). Στους ασθενείς που λαμβάνουν κυκλοσπορίνη, το κυτόχρωμα CYP3A5 φαίνεται να μη διαδραματίζει σημαντικό ρόλο καθώς η δόση συντήρησης φάνηκε να εξαρτάται από τη συγκέντρωση ηλεκτρολυτών στο αίμα και, κυρίως, από το ασβέστιο που λειτουργεί ως υπόστρωμα για την κυκλοσπορίνη. Σε φαρμακευτικά σχήματα αγωγής, όπως αυτό της ανοσοκαταστολής, όπου χαρακτηρίζονται από το στενό θεραπευτικό εύρος, ο προσδιορισμός της ακριβής δοσολογίας αρχικά κρίνεται αδήριτη ανάγκη και επιπλέον θα συμβάλλει στην ανάπτυξη του πεδίου του μεταμοσχεύσεων, καθιστώντας περισσότερες μεταμοσχεύσεις επιτυχείς. Κατά συνέπεια, η γονοτύπηση του ενζύμου CYP3A5 μπορεί να ταυτοποιήσει τους ασθενείς που χρειάζονται υψηλότερη δόση τακρολίμης. Τα αποτελέσματα τόσο της διεθνούς βιβλιογραφίας, όσο και αυτής της έρευνας, συνηγορούν υπέρ της ανάπτυξης και κλινικής εφαρμογής της εξατομικευμένης ανοσοκατασταλτικής θεραπείας. 1542 184 169 This research entitled "Public space and gentrification: The example of the neighborhood of Svolos in Thessaloniki" was conducted in order to investigate the application of the phenomenon of gentrification in the central neighborhood of Thessaloniki, A. Svolou. The research is divided into two parts. Through the theoretical part of the research, an attempt is made to study the production of public space, the claim of rights in the city, the fencing and the phenomenon of gentrification. Gentrification is a phenomenon that has been observed in recent decades in central urban areas and is gradually leading to a total change in the uses, functions and the users of these areas themselves. In the empirical part of the work, the research is carried out in the neighborhood of Svolos in order to identify the application of the gentrification phenomenon. The type of research selected is that of quantitative research and was conducted using an electronic questionnaire on a sample of 75 people. The main conclusion of our research shows that the neighborhood of Svolos is gradually showing more and more samples of the phenomenon of gentrification. Η διπλωματική εργασία με τίτλο «Δημόσιος χώρος και gentrification : Το παράδειγμα της γειτονιάς Σβώλου στη Θεσσαλονίκη» πραγματοποιήθηκε με σκοπό να διερευνηθεί η εφαρμογή του φαινομένου του gentrification στην κεντρική γειτονιά της Θεσσαλονίκης, την Α. Σβώλου. Η εργασία έχει χωριστεί σε δύο μέρη. Μέσα από το θεωρητικό μέρος της έρευνας πραγματοποιείται μια προσπάθεια μελέτης της παραγωγής δημόσιου χώρου, της διεκδίκησης δικαιωμάτων στη πόλη, των περιφράξεων και του φαινομένου του gentrification. Το gentrification είναι ένα φαινόμενο το οποίο παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες σε κεντρικές περιοχές πόλεων και σταδιακά οδηγεί σε μια συνολική αλλαγή στις χρήσεις, στις λειτουργίες και στους ίδιους τους χρήστες των περιοχών αυτών. Στο εμπειρικό μέρος της εργασίας πραγματοποιείται η έρευνα στη γειτονιά της Σβώλου με σκοπό να εντοπιστεί η εφαρμογή του φαινομένου του gentrification. Το είδος της έρευνας που επιλέχθηκε είναι αυτό της ποσοτικής και πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου σε δείγμα 75 ατόμων. Το κεντρικό συμπέρασμα της έρευνας μας δείχνει ότι η γειτονιά της Σβώλου σταδιακά εμφανίζει όλο και περισσότερα δείγματα του φαινομένου του gentrification. 1543 176 171 Synergistic action of antibiotics and natural products (of plant origin) Συνεργική δράση αντιβιοτικών και φυσικών προϊόντων (φυτικής προέλευσης) Increased antibiotic resistance in combination with a corresponding decrease in the production of new drugs have led researchers to look for alternative therapies, including those involving the use of herbal remedies. However, synergistic combinations of herbal extracts with conventional antibiotics seem to provide a much more effective approach to overcoming resistance and enhancing the activity of antibiotics that otherwise appear to be ineffective against resistant bacterial strains. Antimicrobial resistance of antimicrobial drugs is a public health problem as it makes it difficult to combat infectious diseases. Most antibiotics can also lead to many side effects, possibly harmful to the body's normal cells. Therefore, it is important to improve the efficacy of antibiotics and to find an alternative way to minimize the adverse effects associated with most conventional antibiotics. The purpose of the present essay is to present in detail the observed synergy between natural products and antibiotics and to explore the mechanisms of action that contribute to the effective healing of bacterial, fungal and mycobacterial infections Η αύξηση της ανθεκτικότητας στα αντιβιοτικά και η αντίστοιχη μείωση της παραγωγής νέων φαρμάκων έχουν ωθήσει τους ερευνητές προς την αναζήτηση εναλλακτικών θεραπειών. Μεταξύ άλλων, οι ερευνητές στράφηκαν στη μελέτη της συνεργατικής δράσης των φυτικών εκχυλισμάτων και των αιθέριων ελαίων με τα συμβατικά αντιβιοτικά. Η συνέργεια αυτή αποτελεί μια αποτελεσματική προσέγγιση χειρισμού της αυξανόμενης ανθεκτικότητας των παθογόνων βακτηρίων. Η μικροβιακή ανθεκτικότητα στα επί του παρόντος διαθέσιμα αντιβιοτικά αποτελεί πρόβλημα για την δημόσια υγεία, καθώς δυσχεραίνει ισχυρά την καταπολέμηση των μολυσματικών ασθενειών. Συγχρόνως τα περισσότερα αντιβιοτικά είναι δυνατό να προκαλέσουν την εκδήλωση ποικίλων ανεπιθύμητων ενεργειών, ενδεχομένως επιβλαβών για τα φυσιολογικά κύτταρα του σώματος. Κατά συνέπεια, είναι σημαντικό να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών και να εντοπισθούν εναλλακτικοί τρόποι ελαχιστοποίησης των δυσμενών επιδράσεων που σχετίζονται με τη χρήση των περισσοτέρων συμβατικών αντιβιοτικών. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιάσει αναλυτικά την εντοπιζόμενη συνέργεια μεταξύ των φυσικών προϊόντων και των αντιβιοτικών και να αναλύσει τους μηχανισμούς δράσης που συμβάλλουν στην αποτελεσματική καταπολέμηση των βακτηριακών λοιμώξεων 1544 258 316 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης Galectin-3 στο καρκίνωμα του ενδομητρίου Endometrial adenocarcinoma is the most common malignant neoplasia of the female reproductive system, in the most developed countries with an annual incidence of up to 25/100.000. In the present study, we evaluate the immunohistochemical expression of Galectin – 3 in endometrial carcinoma and its correlation with prognosis and patient survival. Review of the literature revealed that up – regulation of galectin – 3 has n=been associated with adverse clinicopathologic factors in several types of malignancies and indeed it has been suggested that inhibition of galectin – 3 may provide a novel therapeutic approach in other tumors. MATERIAL AND METHODS: Galectin – 3 expression was assessed by semi – quantitative immunohistochemistry in 46 primary endometrial carcinomas. Results were statistically analyzed in relation to standard diagnostic clinicohistopathological parameters and survival. RESULTS: Galectin – 3 expression was detected in all patients with endometrial carcinoma (45.7% with mild, 15.2% medium and 39.1% high expression) and exhibited statistically significant correlation with the histological type, disease stage, differentiation and myometrial invasion. The 5-year survival for mild and medium Galectin – 3 expression was 100%. However for patients with high Galectin – 3 expression, the 1-year survival rate was 83.33%, the 2-year was 44.44% and the 5-year survival rate was 33.33%. CONCLUSIONS: Galectin – 3 expression is associated with poor prognosis and could be used as an independent prognostic factor in patients with endometrial carcinoma. Nevertheless, there are relatively few investigations of Galectin – 3 in endometrial carcinoma, thus, its role in the carcinogenetic process and on effective therapies in those tumors awaits further elucidation. Το αδενοκαρκίνωμα του ενδομητρίου είναι η πιο κοινή κακοήθης νεοπλασία του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες με ετήσια συχνότητα πάνω από 25/100.000. Στην παρούσα μελέτη, πραγματοποιήθηκε η ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης της γαλεκτίνης – 3 (Galectin - 3) στον καρκίνο του ενδομητρίου και η συσχέτιση της με την πρόγνωση και την επιβίωση των ασθενών. Η ανασκόπηση της βιβλιογραφίας έδειξε ότι η ανιούσα ρύθμιση της γαλεκτίνης – 3 έχει συσχετισθεί με δυσμενείς κλινικοιστοπαθολογικούς παράγοντες σε διάφορους τύπους κακοηθειών και μάλιστα έχει προταθεί ότι η αναστολή της γαλεκτίνης – 3 μπορεί να παράσχει μια νέα θεραπευτική προσέγγιση και σε άλλους όγκους. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Η έκφραση της γαλεκτίνης – 3 εκτιμήθηκε ημι – ποσοτικά με την μέθοδο της ανοσοϊστοχημείας σε 46 πρωτογενή καρκινώματα του ενδομητρίου. Τα αποτελέσματα αναλύθηκαν στατιστικά και έγινε παράλληλη συσχέτιση τους με συνήθεις διαγνωστικές κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους και κυρίως με την επιβίωση των ασθενών. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η έκφραση της γαλεκτίνης – 3 ανιχνεύτηκε σε όλες τις ασθενείς με καρκίνο του ενδομητρίου (45.7% ήπια, 15.2% μέτρια και 39.1% υψηλή έκφραση) και επέδειξε στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τον ιστολογικό τύπο, το στάδιο της νόσου, τη διαφοροποίηση και την διήθηση του μυομητρίου. Η 5-ετής επιβίωση για την ήπια και μέτρια έκφραση της γαλεκτίνης – 3 ήταν 100%. Ωστόσο, για ασθενείς με υψηλή έκφραση της γαλεκτίνης – 3, το ποσοστό 1-ετούς επιβίωσης ήταν 83.33%, της 2-ετούς επιβίωσης ήταν 44,44% και το ποσοστό της 5-ετούς επιβίωσης ήταν 33.33%. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Η έκφραση της γαλεκτίνης – 3 σχετίζεται με κακή πρόγνωση και θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως ένας ανεξάρτητος προγνωστικός παράγοντας σε ασθενείς με καρκίνο του ενδομητρίου. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν σχετικά λίγες ερευνητικές μελέτες σχετικά με την γαλεκτίνη – 3 στον καρκίνο του ενδομητρίου και γι’ αυτόν το λόγο ο ρόλος της στην διαδικασία της καρκινογένεσης καθώς και στην εφαρμογή αποτελεσματικότερων θεραπευτικών πρωτοκόλλων σε αυτούς τους όγκους απαιτεί επιπλέον αποσαφήνιση. 1545 365 374 As the third AD millennium comes close, humanity's future is uncertain. The development of economy, society, science and technology has greatly affected the level of our lives, both in a positive and negative manner. Particularly, in this century, significant and dangerous growth of environmental problems at regional and global levels has been confirmed, which continues to rise rapidly. This ominous finding resulted in taking precautions, adopting new ethical codes and new attitudes, which would be integrated by appropriate training: Environmental Education (EE).The birth and evolution of EE in the 70s was associated with the belief that when education is a main priority for societies, environmental problems are more likely to be solved, aiming at the development of conscious citizens with sensitivity, knowledge, similar behaviors and willingness to participate in solving any existing environmental issues, preventing new ones. Over the next decades various international conferences took place, where targets, basic principles and the philosophy of the EE were elucidated. It is known that knowledge is the key to any effort of environmental protection. As the value of the environment is becoming widely conceivable, people, either individually or collectively, are working diligently to prevent environmental destruction. But since the majority of the population is students, the role of the teacher, at all levels of education, is decisive, aiming at the knowledge transfer and the awareness of future generations so that they could cope with not only the environmental problems but also choose a more environmentally friendly lifestyle. The forest is the most valuable natural resource on Earth with key social, economic and environmental functions, whereas the protection and conservation of it is of major importance for society and the environment. In recent years the society is becoming aware of the need for environmental protection, urging environmental awareness, while all Education levels have been active through its Environmental Education programs. This thesis was implemented because of a school Environmental Education program deepening the contact of students with the Forest of Dadia, which is a source of life for the residents of the wider region, while showing the efforts made to raise awareness and alertness of students on environmental issues with various training methods, such as the project method Πλησιάζοντας την τρίτη μ.Χ. χιλιετία το μέλλον της ανθρωπότητας διαγράφεται αβέβαιο. Η ανάπτυξη της οικονομίας, της κοινωνίας , της επιστήμης και της τεχνολογίας έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό το επίπεδο της ζωής μας, τόσο σε θετικό όσο και αρνητικό επίπεδο. Ιδιαίτερα, τον αιώνα που διανύουμε έχει διαπιστωθεί σημαντική και επικίνδυνη ανάπτυξη των περιβαλλοντικών προβλημάτων σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο και συνεχίζονται να αυξάνονται με ραγδαίους ρυθμούς. Αυτή η διαπίστωση και η ανησυχία οδήγησε στο να παρθούν γρήγορα προφυλάξεις, υιοθετώντας νέους ηθικού κώδικες και νέες στάσεις, που θα ενσωματώνονται με την κατάλληλη εκπαίδευση την περιβαλλοντική εκπαίδευση. (ΠΕ)Η γέννηση και η εξέλιξη της ΠΕ κατά τη δεκαετία του 70 συνδέθηκε με την πεποίθηση ότι είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος επίλυσης των περιβαλλοντικών προβλημάτων μέσω της εκπαίδευσης των κοινωνιών, στοχεύοντας στη διαμόρφωση συνειδητών πολιτών με γνώσεις, ευαισθησίες, ανάλογες συμπεριφορές και διάθεση για συμμετοχή στην επίλυση των ήδη περιβαλλοντικών ζητημάτων και στην πρόληψη νέων. Τις επόμενες δεκαετίες ακλούθησαν διάφορες διεθνείς συνδιασκέψεις όπου καθορίστηκαν οι στόχοι, οι κατευθυντήριες αρχές και η φιλοσοφία της ΠΕ. Είναι γνωστό ότι η γνώση είναι το κλειδί για κάθε προσπάθεια προστασίας του περιβάλλοντος, άνθρωποι είτε ατομικά είτε συλλογικά, εργάζονται επιμελώς για την αποτροπή της περιβαλλοντικής καταστροφής. Εφόσον, όμως μεγάλο μέρος του πληθυσμού αποτελούν μαθητές, ο ρόλος του εκπαιδευτικού , σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης διαδραματίζεται καθοριστικός, στοχεύοντας στη μεταβίβαση της γνώσης, στην ευαισθητοποίηση μελλοντικών γενιών έτσι ώστε ως αυριανοί πολίτες να είναι ικανοί να ενεργοποιούνται άμεσα για τα περιβαλλοντικά προβλήματα αλλά και να επιλέγουν ένα τρόπο ζωής φιλικότερο προς το περιβάλλον τους. Το δάσος αποτελεί το πιο πολύτιμο φυσικό πόρο πάνω στη Γη με καθοριστικές κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές λειτουργίες, ενώ η προστασία και η διατήρησή του είναι μείζονος σημασίας για την κοινωνία και το περιβάλλον. Τα τελευταία χρόνια η κοινωνία συνειδητοποιεί την ανάγκη για προστασία του περιβάλλοντος, παροτρύνοντας για περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση των πολιτών, ενώ όλες οι βαθμίδες Εκπαίδευσης έχουν δραστηριοποιηθεί μέσω των προγραμμάτων της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Η συγκεκριμένη διατριβή υλοποιήθηκε εξαιτίας ενός σχολικού προγράμματος Π.Ε. εμβαθύνοντας στην επαφή των μαθητών με το Δάσος της Δαδιάς, εφόσον αποτελεί πηγή ζωής για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής, ενώ ταυτόχρονα δείχνει την προσπάθεια που έγινε για ευαισθητοποίηση και εγρήγορση των μαθητών πάνω σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος με διάφορες εκπαιδευτικές μεθόδους, όπως τη μέθοδο project 1546 234 270 Πρώτη προσέγγιση της φυλογεωγραφίας του είδους Cyrtocarenum cunicularium (Olivier, 1811) (Ctenizidae, Aranae) στην Κρήτη και περιοχές της Ελλάδας Spiders of genus Cyrtocarenum (Ausserer, 1871) consist of 2 species, Cyrtocarenum cunicularium (Olivier, 1811) & Cyrtocarenum grajum (C.L. Koch, 1836). Both species exist in Greece, either at the same location or with distinct distribution patterns, as is the case of Crete where only C. cunicularium is located. In the past, few taxonomy studies have been conducted aiming to elucidate the phylogenetic relationship between the species of C. cunicularium; the 1st record of their distribution in Greece was carried out by A.E. Decae in 1996 based on their morphological features. In this diploma thesis, phylogeographical study of the genus C. cunicularium was carried out using mitochondrial DNA (mtDNA), which offers many advantages when used as a molecular marker in phylogenetic studies.. To this end, total DNA was extracted from samples obtained manely from the area of Crete. Thereafter, the mitochondrial genetic locus COI, which encodes for cytochrome C oxidase subunit I, was used to determine the phylogenetic relationships between the various samples, via PCR amplification. The results of the phylogenetic analysis suggest that the distribution of populations of C. cunicularium is characterized by a geographic pattern that differs between Western and Eastern Crete (including Naxos), as well as between Ionian islands, continental Greece and eastern islands from Aegean. This distribution is likely related with the paleogeography of the Greek area which was defined by vicarianistic events that took place, most likely, during Miocene (12 Mya). OL αράχνες του γένους Cyrtocarenum (Ausserer, 1871) περιλαμβάνουν δύο είδη, το Cyrtocarenum cunicularium (Olivier, 1811) και το Cyrtocarenum grajum (C. L. Koch, 1836). Και τα δύο είδη εμφανίζονται στη Ελλάδα, άλλοτε συντοπικά και άλλοτε, κυρίως, ακολουθώντας ξεχωριστή κατανομή, όπως για παράδειγμα στην Κρήτη όπου εκδηλώνεται μόνο η παρουσία του C. cunicularium που αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας μελέτης. Ελάχιστες ταξινομικές μελέτες έχουν πραγματοποιηθεί με σκοπό την διερεύνηση των φυλογενετικών σχέσεων μεταξύ των ειδών C. cunicularium με πρώτη περιγραφή της κατανομής τους στον ελλαδικό χώρο από τον A. E. Decae το 1996 βάσει μορφολογικών χαρακτηριστικών. Στην παρούσα διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε φυλογεωγραφική προσέγγιση του είδους C. cunicularium με χρήση μιτοχονδριακού DNA (mtDNA) που παρουσιάζει πλειάδα πλεονεκτημάτων ως μοριακός δείκτης σε φυλογενετικές μελέτες. Γ ια τον σκοπό αυτό, αφού πραγματοποιήθηκε εξαγωγή ολικού DNA από δείγματα που προήλθαν κυρίως από περιοχές της Κρήτης, στη συνέχεια πολλαπλασιάστηκε, με τη μέθοδο της PCR, ο μιτοχονδριακός γενετικός τόπος COI που κωδικοποιεί για την υπομονάδα 1 κυτοχρωμικής οξειδάσης C και ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για να καθορίσει της φυλογενετικές σχέσεις μεταξύ των δειγμάτων. Από τα αποτελέσματα της φυλογένεσης προκύπτει πως η κατανομή της εξάπλωσης των πληθυσμών C. cunicularium ακολουθεί κάποιο γεωγραφικό πρότυπο που διαφοροποιείται μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Κρήτης (συμπεριλαμβανομένης της Νάξου να εμφανίζεται συγγενική με την Δυτική Κρήτη), καθώς επίσης, και μεταξύ των νησιών του Ιονίου, της ηπειρωτικής Ελλάδας και Ανατολικών νησιών του Αιγαίου. Η εξάπλωση αυτή συνδέεται άμεσα με την παλαιογεωγραφία του ελλαδικού χώρου και καθορίστηκε από βικαριανιστικά γεγονότα που συνέβησαν, πιθανότατα, κατά το μέσο Μειόκαινο (12 Mya). 1547 88 85 The subject addressed by this theoretical study is Modern Greek Enlightenment. The main purpose of the work is to understand the contribution of Enlightenment in Greece. At first, we are studying European enlightenment and some key representatives, and then we are referring to how it influenced the formation of Modern Greek Enlightenment. In the second part of our work we present the main representatives of modern Greek enlightenment with a theoretical study about their lives, their ideas and their actions for the dissemination of the Enlightenment in Greece. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα θεωρητική μελέτη είναι ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Κύριος σκοπός της εργασίας είναι η κατανόηση της συμβολής του Διαφωτισμού στον ελλαδικό χώρο. Αρχικά, μελετάμε τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό και κάποιος βασικούς εκπροσώπους του και στη συνέχεια, αναφερόμαστε στο πως επηρέασε στη διαμόρφωση του Νεοελληνικού διαφωτισμού. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας μας παραθέτουμε τους κύριους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού με μια θεωρητική μελέτη γύρω από τη ζωή τους, τις ιδέες τους αλλά και τη δράση τους για τη διάδοση του Διαφωτισμού στην Ελλάδα. 1548 342 339 This work was conducted as part of postgraduate studies at the Department of Primary Education, Democritus University of Thrace in the field «School Pedagogy and Diversity in Education (Intercultural Education, Special Education) during the academic year 2013-2014. The aim is to explore the issue of school indiscipline from both theoretical and empirical terms. The student disorder is one of the most serious problems of school life, and to some extent concerns all the people involved in education. There is constant reference to children who are indifferent during the lesson, disturb their schoolmates, behave violently, call names or cause damage to public property. In previous years, these inappropriate actions and behaviors dealt with severely painful means among which corporal punishment was the most usual. At present the above methods have been banned and replaced with other interventionist actions, each of which has a different degree of immediacy to the disobedient child, so as the teacher to be able to choose the most appropriate one for each incident. Lately, however, greater emphasis is now given on prevention of incidents of disobedience, project that depends on various factors such as the personality of the teacher, the role of director, quality and adequacy of school logistics etc. The fees, the imitation model and the establishment of rules as instruments for reinforcing the desired behavior play an important role in order to succeed in securing and maintaining discipline. Finally, research was conducted on a sample of 192 primary school teachers in the prefecture of Serres, the majority of which stated, inter alia, that the most common forms of school indiscipline are violence and aggression and highlighted the family of the children as a key cause of the disorderly student behavior. As for the correlation of the gender of the teachers to the answers they provided, it was also found that female teachers contrary to male ones rely on providing compensation and awards in greater frequency and they support more strongly that the absence of courses in basic studies hold back the effective treatment of student behavioral problems. Η παρούσα εργασία διεξήχθη στα πλαίσια των μεταπτυχιακών σπουδών στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στην κατεύθυνση «Σχολική Παιδαγωγική και Διαφορετικότητα στην Εκπαίδευση (Διαπολιτισμική Αγωγή, Ειδική Αγωγή)» κατά το ακαδημαϊκό έτος 2013-2014. Σκοπός αυτής είναι η διερεύνηση του θέματος της σχολικής απειθαρχίας τόσο από θεωρητική όσο και από εμπειρική σκοπιά. Η μαθητική αταξία αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα της σχολικής ζωής, καθώς απασχολεί έως έναν βαθμό όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα στον χώρο της εκπαίδευσης. Διαρκώς γίνεται νύξη σε παιδιά που, μεταξύ άλλων, αδιαφορούν την ώρα του μαθήματος, ενοχλούν τους συμμαθητές τους, ενεργούν βίαια, αισχρολογούν ή προξενούν φθορές σε ξένη περιουσία. Στα παλαιότερα χρόνια, οι ανάρμοστες αυτές ενέργειες και συμπεριφορές αντιμετωπίζονταν με αυστηρά και επώδυνα μέσα, εκ των οποίων κυρίαρχη θέση κατείχε έως και το πρόσφατο παρελθόν η σωματική ποινή. Στη σημερινή εποχή οι παραπάνω μέθοδοι έχουν απαγορευτεί και αντικατασταθεί με άλλες παρεμβατικές ενέργειες, η καθεμιά από τις οποίες έχει διαφορετικό βαθμό αμεσότητας στο παράκουο παιδί, ώστε να είναι σε θέση να επιλέγει από αυτές ο εκπαιδευτικός τις αρμόζουσες για κάθε περιστατικό. Το τελευταίο, όμως, χρονικό διάστημα δίδεται μεγαλύτερη σημασία στην πρόληψη των περιστατικών μαθητικής απείθειας, εγχείρημα που εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, όπως την προσωπικότητα του διδάσκοντος, τον ρόλο του διευθυντή, την ποιότητα και επάρκεια της σχολικής υλικοτεχνικής υποδομής κ.ά. Στην επιτυχή εξασφάλιση και διατήρηση της πειθαρχίας σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, οι αμοιβές, η μίμηση προτύπου και η θέσπιση κανόνων ως μέσα ενίσχυσης της επιθυμητής συμπεριφοράς. Τέλος, στα πλαίσια της εργασίας αυτής πραγματοποιήθηκε έρευνα σε δείγμα 192 εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στον νομό Σερρών, η πλειοψηφία των οποίων δήλωσε, μεταξύ άλλων, πως οι συνηθέστερες μορφές σχολικής απειθαρχίας είναι η βία και η επιθετικότητα και ανέδειξε ως βασική αιτία της ατίθασης μαθητικής στάσης την οικογένεια των παιδιών. Από τη συσχέτιση του φύλου των δασκάλων με τις απαντήσεις που παρείχαν διαπιστώθηκε, ακόμη, πως οι γυναίκες εκπαιδευτικοί καταφεύγουν περισσότερο στην παροχή αμοιβών και βραβείων έναντι των αρρένων διδασκόντων και υποστηρίζουν εντονότερα ότι η απουσία μαθημάτων διαχείρισης σχολικής τάξης στις βασικές σπουδές λειτουργεί ανασταλτικά στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων μαθητικής συμπεριφοράς. 1549 401 319 Η εμφάνιση της δυσφαγίας στην υποξεία φάση του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου Dysphagia is a term used to describe a disorder of the food intake, which usually affects patients that have experienced a stroke. Patients with dysphagia usually face pneumonia, due to aspiration, dehydration, and subnutrition. Thus, it is of high importance to be diagnosed timely. The purpose of the given study is to determine the frequency of appearance of dysphagia in the subacute phase of a stroke. Method: For the existence and assessment of dysphagia, the investigator used the Ohkuma questionnaire. The affore mentioned tool, is tested and standardised for the Greek language. 104 patients participated in the researc, and all had suffered from a stroke. All patients were admitted at the “Arogi Euromedica” rehabilitation center in Thessaloniki, during the time period 1/6/2017 to 31/9/2018. From those, 55 (53%) were men with average age 71 and 49 (47%) of them were women, withaverage age 72. Additionally, 90 of them were diagnosed with an ischaemic stroke (stroke) and 14 were diagnosed with a hemorrhage stroke (14%). At 73 patients of the given sample, (70,2%), the damage was located in the right hemisphere, and at 31 of the patients, (29,8%)the damage was located in the left hemisphere. The only criteria that patients needed to fulfil in order to be able to be admitted in the given survey, was not to suffer from any communication disorder, such as aphasia, or expirience traits from any other kind of neuropsychological disorder such as dementia. Discussion: The results from the investigation that was conducted are all summurized in the table 1 bellow: Dysphagia after stroke- subacute phase 53.8% Dysphagia in pharyngeal stage 35,6% Dysphagia in oral stage 44,2% Dysphagia in women 47% Dysphagia in men 53% Dysphagia in stroke left 32,3% Dysphagia in stroke right 63% Dysphagia of the anterior system 48,1% Dysphagia of the posterior system 61,8% Dysphagia of the posterior-anterior 56,3% Dysphagia in hydration 65,4% Dysphagia in alimentation 29,8% Conclusions: Patients that have experienced a stroke and are in the subacute phase, are more likely to experience dysphagia symptoms, with the percent being up to 53,8% (table 1). Likewise, it has been ascertained by the research of Mann et al., 2000. It has also been observed that dysphagia is statistically related to the affected area, being more frequent in the posterior system. Finally, the Ohkuma questionnaire can become a useful tool for the selection of patients by the nursing staff, before the evaluation of speech therapist. Εισαγωγή: Η Δυσφαγία αποτελεί συχνή διαταραχή της λήψης τροφής, η οποία προκαλείται ύστερα από ένα Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο. Μπορεί να προκαλέσει σοβαρές συνέπειες, όπως πνευμονία από εισρόφηση, αφυδάτωση και υποθρεψία, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για την έγκαιρη διάγνωσή της. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο προσδιορισμός της συχνότητας εμφάνισης της δυσφαγίας στην υποξεία φάση ενός Αγγειακού Εγκεφαλικού Επεισοδίου (ΑΕΕ). Μέθοδος: Για την αξιολόγηση της δυσφαγίας χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο ανίχνευσης δυσφαγίας, Ohkuma το οποίο είναι σταθμισμένο και έγκυρο στην Ελληνική γλώσσα. Στην έρευνα συμμετείχαν 104 ασθενείς με ΑΕΕ, νοσηλευόμενοι στο κέντρο αποκατάστασης «Αρωγή Euromedica» Θεσσαλονίκης, στο χρονικό διάστημα 1-6-2017 έως 31-9-2018. Από αυτούς, 55 (53%) άνδρες, μέσης ηλικίας 71 έτη και 49 (47 %) γυναίκες μέσης ηλικίας 72 έτη. Επίσης, 90 είναι ισχαιμικά (86 %) και 14 αιμορραγικά (14%). Από αυτά στα 73 (70,2%) η βλάβη είναι στο Δεξί ημισφαίριο και στα 31(29,8%) στο Αριστερό. Ως προϋπόθεση τέθηκε οι ασθενείς να μην έχουν κάποια διαταραχή στην επικοινωνία, όπως αφασία, ή άλλου είδους διαταραχές, όπως άνοια. Συζήτηση: Από την έρευνα που πραγματοποιήθηκε, προέκυψαν τα αποτελέσματα του παρακάτω Πίνακα 1. Δυσφαγία μετά από ΑΕΕ υποξεία φάση 53,8% Δυσφαγία στο φαρυγγικό στάδιο 35,6% Δυσφαγία στο στοματικό στάδιο 44,2% Δυσφαγία σε γυναίκες 47% Δυσφαγία σε άνδρες 53% Δυσφαγία σε ΑΕΕ Αριστερά 32,3% Δυσφαγία σε ΑΕΕ Δεξιά 63% Δυσφαγία σε ΑΕΕ προσθίου συστήματος 48,1% Δυσφαγία σε ΑΕΕ οπίσθιου συστήματος 61,8% Δυσφαγία σε ΑΕΕ πρόσθιου-οπίσθιου 56,3% Δυσφαγία στην ενυδάτωση 65,4% Δυσφαγία στη σίτιση 29,8% Συμπεράσματα: Η εμφάνιση της δυσφαγίας κατά την υποξεία φάση του ΑΕΕ είναι υψηλή (53,8%, πίνακας 1.), όπως έχει διαπιστωθεί και από την έρευνα των Mann et al., 2000. Παρατηρήθηκε ακόμα πώς η δυσφαγία σχετίζεται στατιστικά με την περιοχή της βλάβης, με συχνότερη την εμφάνιση αυτής στα ΑΕΕ οπίσθιου συστήματος. Τέλος, το ερωτηματολόγιο Ohkuma μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο διαλογής των ασθενών από το νοσηλευτικό προσωπικό, πριν την εκτίμηση του λογοθεραπευτή. 1550 195 197 This paper discusses the issue of education and regional development. More specifically, through empirical study useful conclusions will be excluded with respect to the envisaged point. The research methodology used is quantitative, using a questionnaire. In particular, it appears that the majority of teachers working over 15 years in education. Also, a large percentage is working and up to 5 years. On the other hand, a large proportion of respondents, was appointed on quickly in a public school and a substantial proportion of respondents had considerable experience until appointed. The majority of the respondents chose this city because of its proximity to the place of origin. On the other hand, another percentage claims that he went there just for the experience, while another percentage for other reasons. As for the quality of Alexandroupoli schools, most of the respondents maintain a neutral position as for the quality of Alexandroupoli schools. From this analysis, it appears that the education sector does not significantly affect the growth of the industry. In other words, to an increase of regional development in Greece, significant changes must be made, in the general legal framework of the country, and in the financing Η συγκεκριμένη εργασία πραγματεύεται το θέμα της εκπαίδευσης και της περιφερειακής ανάπτυξης. Πιο συγκεκριμένα, μέσω της εμπειρικής μελέτης που πραγματοποιείται, εξάγονται χρήσιμα συμπεράσματα, αναφορικά με το μελετώμενο θέμα. Η μεθοδολογία έρευνας που χρησιμοποιείται είναι η ποσοτική, με τη χρήση ερωτηματολογίου. Ειδικότερα, προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εκπαιδευτικών εργάζεται πάνω από 15 έτη στον τομέα της εκπαίδευσης. Επίσης, μεγάλο ποσοστό εργάζεται και έως 5 έτη. Από την άλλη πλευρά, μεγάλο ποσοστό των ερωτηθέντων, διορίστηκε σχετικά γρήγορα σε δημόσιο σχολείο και ένα σημαντικό ποσοστό των ερωτηθέντων, είχε σημαντική προϋπηρεσία, έως ότου διοριστεί. Ως προς τα αίτια επιλογής της συγκεκριμένης πόλης, προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό επέλεξε την εν λόγω πόλη, εξαιτίας της εγγύτητας της, με τον τόπο καταγωγής. Από την άλλη μεριά, ένα άλλο υποστηρίζει ότι πήγε εκεί, απλά για την προϋπηρεσία, ενώ ένα άλλο ποσοστό για άλλους λόγους. Ως προς την ποιότητα των σχολείων της Αλεξανδρούπολης, η πλειοψηφία διατηρεί ουδέτερη στάση. Από την παρακάτω ανάλυση, προκύπτει ότι ο τομέας της εκπαίδευσης δεν επηρεάζει σημαντικά τον κλάδο της ανάπτυξης. Με άλλα λόγια, για να υπάρξει αύξηση της περιφερειακής ανάπτυξης στην Ελλάδα, πρέπει να πραγματοποιηθούν σημαντικές αλλαγές, στον τομέα του ευρύτερου νομικού πλαισίου της χώρας, καθώς και της χρηματοδότησης 1551 202 285 Εκτίμηση της ποιότητας ζωής, ποιότητας ύπνου και κόπωσης ασθενών με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο Background: Obstructive sleep apnea (OSA) is a common disorder, associated with a number of medical and psychological consequences. OSA has been associated with considerable impairment of quality of life (QoL) and quality of sleep as well as fatigue. Aim of the study was to investigate the association between OSA severity, QoL, quality of sleep and fatigue.Methods: Consecutive patients referred for polysomnography because of OSA symptoms (n=376, 74.9% males) were prospectively recruited. They all underwent standard diagnostic procedures and completed WHO-5 questionnaire, Pittsburg Sleep Quality Index (PSQI) and Fatigue Severity Scale (FSS) for the assessment of QoL, quality of sleep and fatigue respectively. Results: According to AHI severity, subjects were divided into controls (17.3%), mild (20.5%), moderate (18.9%), and severe OSA (43.2%). The majority of patients (65.7%) had PSQI score>5 indicative of poor sleep quality, while WHO-5 and FSS scores were abnormal in 46.5% and 45.8% respectively. Logistic regression analysis revealed an inverse correlation between average SpO2 during sleep and FSS score (OR 0.852, 95% CI 0.762-0.952, p=0.005) and PSQI score (OR 0.870, 95% CI 0.759-0.997, p=0.045). Conclusions: OSA can cause significant impairment in sleep quality and quality of life, which is associated with nocturnal hypoxia. Fatigue is also present in OSA patients. Ιστορικό: Το Σύνδρομο αποφρακτικών Απνοιών κατά τον Ύπνο (ΣΑΥ) (Obstructive Sleep Apnea Syndrome- OSAS) είναι μια κοινή διαταραχή που συνδέεται με έναν αριθμό ιατρικών και ψυχολογικών επιπτώσεων. Το ΣΑΥ έχει συσχετιστεί με σημαντική έκπτωση της ποιότητας ζωής (ΠΖ), της ποιότητας του ύπνου, καθώς και με την παρουσία κόπωσης. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί η σχέση της σοβαρότητας της αποφρακτικής άπνοιας, με την ποιότητα ζωής, την ποιότητα ύπνου και την κόπωση. Μέθοδοι: Διαδοχικοί ασθενείς οι οποίοι παραπέμφθηκαν για πολυυπνογραφία λόγω συμπτωμάτων ΣΑΥ (n = 376, 74,9% άνδρες) συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη. Όλοι υποβλήθηκαν σε τυποποιημένες διαδικασίες διάγνωσης και συμπλήρωσαν το ερωτηματολόγια WHO-5 για την διερεύνηση της ποιότητας ζωής, το Pittsburg Sleep Quality Index (PSQI) για την αξιολόγηση της ποιότητας ύπνου και το Fatigue Severity Scale (FSS) για την κόπωση. Αποτελέσματα: Σύμφωνα με τη σοβαρότητα του ΣΑΥ, οι ασθενείς χωρίστηκαν σε ομάδα ελέγχου (17,3%), σε ήπιας βαρύτητας ΣΑΥ (20,5%), σε μέτριας (18,9%), και σε σοβαρής (43,2%). Η πλειοψηφία των ασθενών (65,7%) είχαν βαθμολογία PSQI>5 ενδεικτική κακής ποιότητας του ύπνου, ενώ στα ερωτηματολόγια WHO-5 και FSS τα παθολογικά σκορ ήταν στο 46,5% και 45,8% των ασθενών αντίστοιχα. Η ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης έδειξε μια αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ του μέσου SpO2 κατά τη διάρκεια του ύπνου και της βαθμολογίας στο FSS (OR 0.852, 95% CI 0,762 έως 0,952, p = 0,005) καθώς και της βαθμολογίας στο PSQI (OR 1. 870, 95% CI 0,759 έως 0,997, p = 0,045). Συμπεράσματα: Η αποφρακτική άπνοια μπορεί να προκαλέσει σημαντική έκπτωση στην ποιότητα ζωής και στην ποιότητα ύπνου, η οποία φαίνεται να συνδέεται με τη νυχτερινή υποξία κατά τον ύπνο. Η κόπωση είναι επίσης συχνά παρούσα σε ασθενείς με ΣΑΥ. 1552 199 215 Exploiting music in learning and teaching mathematics at primary school: Αξιοποιώντας τη μουσική στη μάθηση και τη διδασκαλία των Μαθηματικών στο Δημοτικό Σχολείο: The value of Αrts, as well as the multiple benefits offered to the individual through his/her engagement with them, have been highlighted by many philosophers and educators from antiquity to modern times. Art, and in particular Music, can contribute to the teaching and learning of the knowledge taught in modern school and, in particular, of mathematics. Taking the view that there is a connection between mathematics and music, common learning synapses are sought between the two fields and methods that will make it possible and feasible to teach mathematical concepts through musical context are tried. This paper aims to explore the understanding of basic mathematical ideas by 10-11-year-old students through activities / projects that use music as a framework for their activation. This is a 10-hour teaching exercise that took place outside of the school context. The sample consisted of 6 students attending 5th and 6th grade classes Alexandroupolis. The meetings were video-taped and the analysis of the data was carried out combining content analysis and grounded theory techniques. The results showed that musical knowledge can facilitate pupils' access to fundamental mathematical knowledge by making them concrete and meaningful. Η αξία των τεχνών, καθώς και τα πολλαπλά οφέλη που προσφέρονται στο άτομο μέσω της ενασχόλησής του έχουν επισημανθεί από πλήθος φιλοσόφων και παιδαγωγών από τη αρχαιότητα έως και τη σύγχρονη εποχή. Η τέχνη και συγκεκριμένα η μουσική μπορεί να συμβάλει στη μάθηση και τη διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων στο σύγχρονο σχολείο και ειδικότερα στη μάθηση των μαθηματικών. Υιοθετώντας την άποψη ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα στα μαθηματικά και τη μουσική, επιχειρείται η αναζήτηση κοινών μαθησιακών συνάψεων ανάμεσα στα δύο πεδία και η εφαρμογή διδακτικών μεθόδων που θα καταστήσουν δυνατή και υλοποιήσιμη τη διδασκαλία μαθηματικών εννοιών μέσα από ένα μουσικό πλαίσιο. Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη διερεύνηση της κατανόησης βασικών μαθηματικών ιδεών από μαθητές 10-11 ετών μέσα από δραστηριότητες/έργα που αξιοποιούν τη μουσική ως πλαίσιο ενεργοποίησής τους. Πρόκειται για ένα διδακτικό πείραμα διάρκειας δέκα συνολικά διδακτικών ωρών που πραγματοποιήθηκε έξω από το σχολικό πλαίσιο. Το δείγμα αποτέλεσαν 6 μαθητές που φοιτούν στην Ε΄ και Στ΄ τάξη δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης. Οι συναντήσεις βιντεοσκοπήθηκαν και η ανάλυση των δεδομένων πραγματοποιήθηκε συνδυάζοντας τεχνικές ανάλυσης περιεχομένου και θεμελιωμένης θεωρίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι μουσικές γνώσεις μπορούν να διευκολύνουν την πρόσβαση των μαθητών σε θεμελιώδεις μαθηματικές γνώσεις, καθώς τις συγκεκριμενοποιούν και τις προσδίδουν νόημα. 1553 212 223 Teaching profession: How Unemployment affects educational training choices Η ανεργία στο επάγγελμα των εκπαιδευτικών και οι επιπτώσεις της στις επιμορφωτικές τους επιλογές The present dissertation, aims to analyze the impact of unemployment on the profession of the teachers and more specifically on the training choices of young teachers. The theoretical part of the study approaches the notion of unemployment and the types in which it is distinguished. Also, the emergence of unemployment in the Greek state and how it has affected the teaching profession has been analyzed. The profession of teacher is presented through a historical retrospection from the establishment of the Greek state until today, as well as the models of training and professional development of teachers in our country. The second part of the study presents the qualitative research by applying the method of semi-structured interview conducted in order to demonstrate; how the unemployment affects the training choices of young teachers. Twenty young graduates of pre-school and primary education took part in the research. The results showed that although young teachers could practice other professions to make a living, do not deviate from their goal; which is the teaching profession. The main constraint that affects their training choices depends on their financial capabilities. Finally, it has been observed that the subject matter of the training is mainly influenced by the wishes of the teachers. Η παρούσα εργασία στοχεύει να αναλύσει την επιρροή που ασκεί η ανεργία στο επάγγελμα των εκπαιδευτικών και πιο συγκεκριμένα στις επιμορφωτικές επιλογές των νέων δασκάλων και νηπιαγωγών. Στο θεωρητικό μέρος της εργασίας προσεγγίζεται η έννοια της ανεργίας και τα είδη στα οποία διακρίνεται. Γίνεται αναφορά στην εμφάνιση του φαινομένου της ανεργίας στο ελληνικό κράτος και πώς έχει επηρεάσει το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Παρουσιάζεται μέσω μιας ιστορικής αναδρομής το επάγγελμα του δασκάλου από τη σύσταση του ελληνικού κράτους μέχρι και σήμερα, καθώς επίσης, και τα μοντέλα επιμόρφωσης και επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών στη χώρα μας. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας παρουσιάζεται η ποιοτική έρευνα με εργαλείο την ημί-δομημένη συνέντευξη που πραγματοποιήθηκε με σκοπό να καταδείξει πώς η ανεργία επηρεάζει τις επιμορφωτικές επιλογές των νέων εκπαιδευτικών. Στην έρευνα έλαβαν μέρος είκοσι νέοι απόφοιτοι της προσχολικής και δημοτικής εκπαίδευσης. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι νέοι εκπαιδευτικοί παρόλο που μπορεί να ασκήσουν άλλα επαγγέλματα για να βιοποριστούν δεν απομακρύνονται από τον στόχο τους που είναι το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Ο κυριότερος περιορισμός που επηρεάζει τις επιμορφωτικές τους επιλογές είναι το κόστος, προσπαθώντας από την επιμόρφωση να αποκομίσουν τα μέγιστα δυνατά οφέλη γνώσεων σε συνάρτηση με τις οικονομικές τους δυνατότητες. Τέλος, διαφαίνεται ότι η θεματολογία της επιμόρφωσης επηρεάζεται κυρίως από τις επιθυμίες των εκπαιδευτικών. 1554 283 290 Understanding children for the human and superhuman mind: an intercultural study Η κατανόηση των παιδιών για τον ανθρώπινο και υπερανθρώπινο νου: μια διαπολιτισμική μελέτη The Theory of the Mind refers to the ability of an individual to attribute mental states such as beliefs, desires, feelings, thoughts, perceptions, intentions, aspirations, dreams and wishes to himself that aims at the interpretation of behavior. It also relates to the nature and development of human understanding of the mental world and its mental states, and in particular studies the question of how children learn about their own minds as well as the minds of the others. Although scientists have different views on the emergence of this theory, they argue that a theory of understanding the mind is built on children over time, that is, as their age grows. The present work refers to research aimed at finding out how preholked children understand, the way human and non-human minds work and at what age they cease to humanize God. The survey involved 79 children between 3.5 and 5.5 years of age, 31 of whom were Muslim children, while the rest were Orthodox. The places of research were Komotini (for the Muslims) and Alexandroupolis (for the Orthodox). The research tools chosen were based initially on the experimental preparation and familiarization of the involved (participants) with a human (girl / boy) and a non-human (God) offender. The work of the theory of mind presented was "The Box of Biscuits". The results of the research have shown that children aged 3.5 years perceive God anthropomorphically by attributing human qualities, but at 4.5 and thereafter, when the Theory of the Mind appears, they begin to perceive God as omniscient. There was also a significant difference between the Orthodox and the Muslims on the ontological distinction Η Θεωρία του Νου αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να αποδίδει νοητικές καταστάσεις όπως οι πεποιθήσεις, επιθυμίες, συναισθήματα, σκέψεις, αντιλήψεις, προθέσεις, προσδοκίες, όνειρα και ευχές στον εαυτό του που στοχεύει στην ερμηνεία της συμπεριφοράς. Επίσης, συνδέεται με τη φύση και την ανάπτυξη της κατανόησης του ανθρώπου για τον νοητικό κόσμο και τις νοητικές του καταστάσεις και ειδικότερα μελετά το ερώτημα πώς τα παιδιά αποκτούν γνώση για το δικό τους νου καθώς και το νου των υπολοίπων. Παρόλο που οι επιστήμονες έχουν διαφορετικές απόψεις για την εμφάνιση της συγκεκριμένης θεωρίας, υποστηρίζουν ότι θεωρία για την κατανόηση του νου χτίζεται στα παιδιά με το πέρασμα του χρόνου, δηλαδή όσο αυξάνεται η ηλικία τους. Η παρούσα εργασία αναφέρεται σε έρευνα που αποσκοπεί στο να διαπιστώσει το πώς κατανοούν τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, τον τρόπο που λειτουργεί ο ανθρώπινος καθώς και μη ανθρώπινος νους και σε ποια ηλικία παύουν να ανθρωπομορφοποιούν τον Θεό. Στην έρευνα συμμετείχαν 79 παιδιά μεταξύ 3,5 έως 5,5 ετών, τα 31 από αυτά ήταν Μουσουλμανόπαιδα ενώ τα υπόλοιπα Ορθόδοξα. Οι τόποι πραγματοποίησης της έρευνας ήταν η Κομοτηνή (για τους Μουσουλμάνους) και Αλεξανδρούπολη (για τους Ορθόδοξους). Τα ερευνητικά εργαλεία που επιλέχθηκαν στηρίχθηκαν σε πρώτη φάση στην πειραματική προετοιμασία και την εξοικείωση των εμπλεκομένων (συμμετεχόντων) με ανθρώπινο (κορίτσι/ αγόρι) και μη ανθρώπινο (Θεός) δράστη. Το έργο θεωρίας του νου που παρουσιάστηκε ήταν «Το κουτί με τα μπισκότα». Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι τα παιδιά ηλικίας 3,5 ετών αντιλαμβάνονται τον Θεό ανθρωπομορφικά αποδίδοντας του ανθρώπινες ιδιότητες, ωστόσο στα 4,5 και έπειτα, δηλαδή όταν εμφανίζεται η Θεωρία του Νου, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τον Θεό ως παντογνώστη. Επίσης παρουσιάστηκε σημαντική διαφορά ανάμεσα στους Ορθόδοξους και Μουσουλμάνους ως προς τη οντολογική διάκριση 1555 104 126 The aim of this study is to examine the legal and illegal e-waste trade in relation to the countries’ per capita Gross Domestic Product (GDP) and Human Development Index (HDI). The analysis of the worldwide legal e-waste trade is based on data from the category “Waste and scrap of prim cell” for the year 2014, obtained from the UN Comtrade database, with the results showing a strong correlation between the countries’ exports’ NetWeight and GDP per capita. Illegal trade routes, both known and suspected, show that e-waste travels from higher income countries to lower income, and from countries with higher to lower HDI scores. Ο σκοπός της παρούσας Μεταπτυχιακής Εργασίας είναι η διερεύνηση του νόµιµου και του παράνομου εµπορίου ηλεκτρονικών αποβλήτων συγκριτικά µε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανά κάτοικο και τον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης. Η ανάλυση του νόµιµου εµπορίου ηλεκτρονικών αποβλήτων, παγκοσµίως, βασίζεται σε δεδοµένα της κατηγορίας “Waste and scrap of prim cell ” για το έτος 2014, από τη βάση δεδοµένων Comtrade των Ηνωµένων Εθνών, µε τα αποτελέσµατα να δείχνουν ισχυρή συσχέτιση ανάµεσα στο Καθαρό Βάρος εξαγωγών των κρατών µε το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανά κάτοικο. Οι παράνοµες διαδροµές εµπορίου ηλεκτρονικών αποβλήτων, τόσο οι γνωστές όσο και οι υποφαινόµενες, δείχνουν ότι τα ηλεκτρονικά απόβλητα ταξιδεύουν από κράτη µε υψηλότερο εισόδηµα προς άλλα µε χαµηλότερο εισόδηµα, και από κράτη µε υψηλότερες προς άλλα µε χαµηλότερες επιδόσεις στον Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης. 1556 270 277 Αξιοποίηση της Ανάλυσης Κοινωνικών Δικτύων στην εκπαιδευτική έρευνα The aim of this thesis is to introduce Social Network Analysis (SNA) tools in educational sciences. After an introduction to Graph Theory, its properties and characteristics, definitions of centrality measures are provided to clarify the meaning of affinity within a network. Then, Graph Theory is linked to SNA and some recent applications of the latter are mentioned. Two applications of SNA to data from corresponding empirical studies were considered. The data from the first study refer to mathematics achievement of 681 secondary students (network nodes) in schools of the three prefectures of Thrace, Greece, based on their answers to 40 math questions. In the second study, the data refer to 48 elective courses (network nodes) offered to 193 undergraduate students during their studies to a university department (Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace). Degree, closeness and betweenness centrality were calculated separately for each network of students in each prefecture, but also for the whole sample. Also, centrality of the nodes in the second sample were calculated. The first analysis revealed that there are math questions that are more important than the others because they have a more central position in the network, which means that if they were properly answered, then there is a great chance that the neighboring questions have been answered correctly too. Accordingly, the second analysis revealed the courses that are more frequently encountered in students’ learning paths during their studies. All in all, the use of SNA tools in educational research can reveal important patterns and relationships between the variables under study, that remain hidden or unobserved using traditional data analysis methods. Η παρούσα διπλωματική εργασία επιχειρεί να παρουσιάσει κάποιες μεθόδους της Ανάλυσης Κοινωνικών Δικτύων (ΑΚΔ) με εφαρμογές πάνω σε εκπαιδευτικά δεδομένα. Αρχικά γίνεται μια εισαγωγή στη θεωρία γραφημάτων, τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά της και δίνονται ορισμοί για κάποια μέτρα κεντρικότητας ώστε να αποσαφηνιστεί η έννοια της συνάφειας μέσα στο δίκτυο. Στη συνέχεια γίνεται η σύνδεση της θεωρίας με την ΑΚΔ και κάποιες πρόσφατες εφαρμογές της τελευταίας. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν δύο διαφορετικά δείγματα από το χώρο της εκπαίδευσης. Το πρώτο αποτελείται από 681 μαθητές Γυμνασίου της Θράκης και το δεύτερο από 193 φοιτητές Παιδαγωγικού Τμήματος. Τα δεδομένα της πρώτης έρευνας αποτελούνται από τις 40 ερωτήσεις που δόθηκαν στους μαθητές του Γυμνασίου, αποτελώντας τους κόμβους του δικτύου, και τις απαντήσεις τους, ενώ στη δεύτερη οι κόμβοι είναι τα 48 μαθήματα επιλογής του Παιδαγωγικού Τμήματος στα εξάμηνα σπουδών και οι επιλογές των φοιτητών. Τα δεδομένα του πρώτου δείγματος αναλύθηκαν ως προς τις κεντρικότητες βαθμού εγγύτητας και ενδιαμεσότητας, ξεχωριστά για κάθε νομό αλλά και συνολικά για όλους τους μαθητές. Επίσης τα δεδομένα του δεύτερου δείγματος αναλύθηκαν ως προς τις ίδιες κεντρικότητες. Από την πρώτη ανάλυση προέκυψε ότι υπάρχουν ερωτήσεις στο τεστ οι οποίες είναι πιο σημαντικές από τις υπόλοιπες γιατί κατέχουν κεντρικότερη θέση στο δίκτυο. Αντίστοιχα από τη δεύτερη ανάλυση προέκυψε ότι υπάρχουν μαθήματα τα οποία συναντώνται πιο συχνά στις αλυσίδες που δημιουργούνται από τα επιλεγόμενα μαθήματα ανά εξάμηνο κατά τη διάρκεια των σπουδών των φοιτητών. Συμπερασματικά, η χρήση και η αξιοποίηση μεθόδων της ΑΚΔ στην επεξεργασία και στην ανάλυση εκπαιδευτικών δεδομένων μπορεί να αναδείξει σχέσεις ανάμεσα στις υπό μελέτη μεταβλητές, οι οποίες δε γίνονται ορατές με τη χρήση παραδοσιακών μεθόδων. 1557 317 337 The use of I.C.T. in educational process and contribution to the course of language: teachers' point of view Η αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στη διδασκαλία και η συνδρομή τους στο μάθημα της γλώσσας: απόψεις εκπαιδευτικών The present study attempts to make a brief historical flashback that describes the application of I.C.T. at primary education schools. Specifically, pedagogical benefits arisen from the introduction of New Technologies in educational system are examined, as well as the problems that result from their incorporation in the instructive practice. Moreover, proposals are made for further import of new technological means in educational process. Aim of current research is to investigate the range of variation of tutors’ opinion about school’s availability for equipment supporting education with New Technology Methods, level of satisfaction, I.C.T. contribution to alternative forms of tuition and NTM impact at teaching, learning (transmission) and usage frequency of technological means at course of Language. The survey was conducted with written questionnaire, Questionnaires were filled in by active teachers of First degree Education of Alexandroupolis at school year 2015-2016. However the teachers declare that the exploitation of technological means they contribute to a great degree in the facilitation of passage from the traditional teaching in the common teaching. Results and conclusions from the above application indicate I.C.T. high importance for alternative educational purposes and great level (or high percentage) of teaching personnel satisfaction in light of available scholar equipment. Moreover, the use of I.C.T. enhances the possibility of individualized instruction, gives opportunities for initiative and promotes active learning. Moreover, it is shown that the utilization of I.C.T. enhances transition from traditional to group educational processes and boosts individualized tuition and initiatives for active learning. With regard to the contribution of NTM to teaching and learning, teachers seem to decide that introduction of computers help at achieving the educational objectives at course of Language. However the outcoming benefits, most teachers in order to improve their pedagogical abilities, use I.C.T. tools with tension to adapt them to the traditional education model Η παρούσα εργασία επιχειρεί να πραγματοποιήσει μια σύντομη ιστορική αναδρομή που αφορά την εισαγωγή των Τ.Π.Ε. στα σχολεία. Ειδικότερα, εξετάζονται τα παιδαγωγικά οφέλη από την ένταξη των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση καθώς και τα προβλήματα που προκύπτουν από την ενσωμάτωσή τους στη διδακτική πράξη. Ακόμη, επιδιώκεται να γίνει λόγος για την αξιοποίηση των Τ.Π.Ε. στο μάθημα της Γλώσσας, με αναφορά στα γλωσσικοδιδακτικά ρεύματα σε σχέση με τον Η/Υ, στις Νέες Τεχνολογίες και νέους γραμματισμούς, στις Νέες Τεχνολογίες και ΔΕΠΠΣ-ΑΠΣ του μαθήματος της Γλώσσας καθώς και στις δυνατότητες χρήσης των Τ.Π.Ε. στο προαναφερθέν μάθημα. Τέλος, παρατίθενται προτάσεις για την εισαγωγή των νέων τεχνολογικών μέσων στο εκπαιδευτικό σύστημα προτείνεται ένα σενάριο διδασκαλίας της Γλώσσας με τη χρήση των Νέων Τεχνολογιών. Η ερευνητική διαδικασία διεξήχθη με στόχο τη διερεύνηση των απόψεων των εκπαιδευτικών για τον εξοπλισμό του σχολείου σε Νέες Τεχνολογίες, τον βαθμό ικανοποίησής τους, τη συμβολή των Τ.Π.Ε. στη χρήση εναλλακτικών μορφών διδασκαλίας, τη συμβολή της χρήσης Νέων Τεχνολογιών στη διδασκαλία και τη μάθηση και στη συχνότητα χρήσης των τεχνολογικών μέσων στη διδασκαλία του μαθήματος της Γλώσσας. Η εν λόγω διαδικασία υλοποιήθηκε με εργαλείο το γραπτό ερωτηματολόγιο, το οποίο συμπληρώθηκε από εν ενεργεία εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Αλεξανδρούπολης κατά τη σχολική χρονιά 2015-2016. Από τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώθηκε η σημαντικότητα της χρήσης των Τ.Π.Ε. στις εναλλακτικές μορφές διδασκαλίας και προέκυψαν υψηλά ποσοστά ικανοποίησης από το εκπαιδευτικό προσωπικό αναφορικά με τον διαθέσιμο σχολικό εξοπλισμό. Διαπιστώνεται πως η αξιοποίηση των τεχνολογικών μέσων ενισχύει τη μετάβαση από την παραδοσιακή διδασκαλία στην ομαδική δίνοντας την ευκαιρία για εξατομικευμένη διδασκαλία και πρωτοβουλία για αυτενεργό μάθηση. Αναφορικά με την χρήση των Νέων Τεχνολογιών στη διδασκαλία και την μάθηση οι εκπαιδευτικοί κρίνουν ότι η χρήση του Η/Υ βοηθάει στην επίτευξη των στόχων της διδασκαλίας του μαθήματος της Γλώσσας. Παρόλα αυτά, αποδείχθηκε πως οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν τα εργαλεία των Τ.Π.Ε. με σκοπό να βελτιώσουν το έργο τους έχοντας όμως την τάση να τα προσαρμόζουν στο παραδοσιακό μοντέλο εκπαίδευσης 1558 260 282 exploratory Study of the Odyssey values in the Junior High first grade textbook and the journey of values in time with the help of pupils’ writing διερευνητική μελέτη των αξιών της Οδύσσειας στο σχολικό εγχειρίδιο της Α΄ Γυμνασίου και το ταξίδι των αξιών στον χρόνο με τη γραφή των μαθητών The present postgraduate dissertation entitled “Homer’s Odyssey in Modern School: Exploratory Study of the Odyssey values in the Junior High first grade textbook and the journey of values in time with the help of pupils’ writing” aims at recording and presenting the Odyssey’s values, as appeared in the first grade’s students’ textbook, and at detecting the perception of their timelessness and the internalization by the students. For this reason, the dissertation is mostly based on the content of the Odyssey’s texts, presented in the textbook as parts of the basic rhapsodies in the Homer’s epic poems and is additionally supported not only by the images that frame those texts, but also by the parallel texts that accompany them. The applied method was the qualitative and quantitative content analysis. Furthermore, the dissertation includes the presentation and the recording of the values as shown in the written texts that the students of the modern school wrote during a specific educational intervention, after they approached Odyssey and modern social news intertextually. As concluded, Odyssey’s values can be internalized by the students and through their texts can reach the modern times, in order to make their timelessness clear. Values from all sections of people’s social life, such as the social bonds, the religion, the financial relationships, politics, aesthetics and knowledge, are examined. The illustrations and the parallel texts are complimentary and ensure the better understanding of the texts. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία με τίτλο «Η Οδύσσεια του Ομήρου στο σύγχρονο σχολείο: Διερευνητική μελέτη των αξιών της Οδύσσειας στο σχολικό εγχειρίδιο της Α΄ Γυμνασίου και το ταξίδι των αξιών στον χρόνο με τη γραφή των μαθητών» έχει ως σκοπό να καταγράψει και να παρουσιάσει τις αξίες της Οδύσσειας, όπως αυτές εμφανίζονται στο σχολικό εγχειρίδιο της Οδύσσειας της Α΄ Γυμνασίου, και να ανιχνεύσει κατά πόσο είναι δυνατή η συνειδητοποίηση της διαχρονικότητάς τους και η εσωτερίκευσή τους από τους σύγχρονους μαθητές. Για τον λόγο αυτό η μελέτη βασίζεται πρώτιστα στο περιεχόμενο των κειμένων της Οδύσσειας, που παρατίθενται στο σχολικό εγχειρίδιο ως αποσπάσματα των βασικών ραψωδιών του ομηρικού έπους, αλλά συμπληρωματικά βασίζεται και στις εικόνες που πλαισιώνουν αυτά τα κείμενα, καθώς και στα παράλληλα κείμενα που τα συνοδεύουν. Η επιλεχθείσα μέθοδος που εφαρμόστηκε είναι η ποιοτική και η ποσοτική ανάλυση περιεχομένου. Επιπρόσθετα, όμως, η μελέτη συμπεριέλαβε και την παρουσίαση και καταγραφή των αξιών που εμφανίζονται στα γραπτά κείμενα που παρήγαγαν μαθητές του σύγχρονου σχολείου κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης διδακτικής παρέμβασης, αφού προσέγγισαν διακειμενικά την Οδύσσεια και σύγχρονες κοινωνικές ειδήσεις της επικαιρότητας. Όπως διαπιστώνεται, οι αξίες της Οδύσσειας μπορούν να εσωτερικευθούν από τους μαθητές και με το ταξίδι τους στον χρόνο να φτάσουν μέχρι και σήμερα, για να τονίζουν σε όλους τη διαχρονικότητά τους. Μελετώνται αξίες που αφορούν όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων, όπως αξίες που αναφέρονται στους κοινωνικούς δεσμούς, τη θρησκευτική πίστη, τις οικονομικές σχέσεις, την πολιτική, την αισθητική και τη γνώση. Η εικονογράφηση και τα παράλληλα κείμενα είναι ενισχυτικά και βοηθούν στην καλύτερη εποπτεία του κειμένου. 1559 454 489 Μελέτη των μηχανισμών ρύθμισης της γονιδιακής έκφρασης κατά τη διάρκεια της αντι-ιϊκής κυτταρικής απόκρισης Viral infections are characterized by high levels of morbidity and mortality and are a global threat to human health and, by extension, to the smooth functioning of modern societies. This necessitates understanding of the function of human cells during the infections served by the molecular mechanisms of the anti-viral response. Viral infections lead to reprogramming of the transcriptional profile of the genome of the cells, leading to the appearance of a variety of diseases mainly as a result of the disruption of the immune response. Type 1 Diabetes (T1D) is a disease that evolves with the presence of viruses in human organisms that carry a specific genetic background. The function of all organisms is based on the reliable space-time and quantitative expression of genes. In the case of humans, ~ 20,000 genes are controlled by about 1,000,000 DNA regulatory elements dispersed in the human genome that act as regulators of gene expression with positive (enhancers) or negative (repressors) role (ENCODE Project Consortium 2012). It is now generally accepted that enhancers play a predominant role in maintaining homeostasis of cells and organisms, and as a result, their malfunction leads in many cases to the emergence of diseases. There is no doubt about the important biological role of enhancers, however, their identification, characterization and mechanism of function have just begun to become clearer, mainly due to the development and application of genomics techniques. The development of new technologies, notably Next Generation DNA sequencing (NGS), now permits the holistic characterization of enhancers and the answer to important questions that remain cloudy for many years like: a) how can enhancers which are located adjacent to or thousands of bases away from the target genes to interact with them, b) are there common features between enhancers that control co-expressed and coregulated genes, c) are cellular responses associated with certain regulatory regions of the genome and d) is there a relationship between the epigenetic status of a particular cell type and the possibility of developing a particular disease? This diploma thesis focuses on the study of mechanisms of regulation of gene expression during antiviral cellular response and aims at an in-depth understanding of the regulatory logic governing the function of enhancers during the cellular response to viral infections. Type 1 Diabetes is one of the most widespread diseases that affect the well-functioning of the body, acting as an autoimmune phenomenon. The purpose of this work is to study the effect of viral infection on pancreatic β cells at the level of the genome and the transcriptome. For this purpose, it includes a holistic approach consisting of biochemistry, molecular biology, genomics and bioinformatics, and aims to obtain an integrated view of molecular systems that function coordinately during pancreatic β cells infection. Οι ιϊκές μολύνσεις έχουν ως χαρακτηριστικό τα υψηλά επίπεδα νοσηρότητας και θνησιμότητας και αποτελούν παγκόσμια απειλή για την ανθρώπινη υγεία, και κατ’ επέκταση για την εύρυθμη λειτουργία των σύγχρονων κοινωνιών. Το γεγονός αυτό καθιστά αναγκαία την κατανόηση της λειτουργίας των ανθρώπινων κυττάρων κατά τη διάρκεια των μολύνσεων που εξυπηρετείται από τους μοριακούς μηχανισμούς της αντι-ιϊκής απόκρισης. Οι ιϊκές μολύνσεις οδηγούν σε επαναπρογραμματισμό του μεταγραφικού προφίλ του γονιδιώματος των κυττάρων, γεγονός που οδηγεί στην εμφάνιση ποικίλων ασθενειών, κυρίως ως επακόλουθο της αποδιοργάνωσης της ανοσοβιολογικής απόκρισης. Ο Διαβήτης τύπου 1 (Type 1 Diabetes) αποτελεί μια ασθένεια η οποία εξελίσσεται με την παρουσία ιών στον οργανισμό των ανθρώπων που φέρουν συγκεκριμένο γενετικό υπόβαθρο. Η λειτουργία όλων των οργανισμών στηρίζεται στην αξιόπιστη χωροχρονική και ποσοτική έκφραση των γονιδίων. Στην περίπτωση του ανθρώπου, τα ~20.000 γονίδια ελέγχονται από περίπου 1.000.000 ρυθμιστικά στοιχεία DNA διεσπαρμένα στο ανθρώπινο γονιδίωμα τα οποία δρουν ως ροοστάτες της γονιδιακής έκφρασης με θετικό (ενισχυτές) ή αρνητικό (αποσιωποιητές) ρόλο (ENCODE Project Consortium 2012). Είναι πλέον κοινά αποδεκτό ότι οι ενισχυτές παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη διατήρηση της ομοιόστασης των κυττάρων και των οργανισμών, και ως συνέπεια η εμπλοκή στη λειτουργία τους οδηγεί σε πολλές περιπτώσεις στην εκδήλωση ασθενειών. Ενώ ο σημαντικός βιολογικός ρόλος των ενισχυτών είναι πλέον αδιαμφισβήτητος, ο τρόπος με τον οποίον λειτουργούν, η ταυτοποίηση, ο χαρακτηρισμός και ο μηχανισμός δράσης τους έχει μόλις πρόσφατα αρχίσει να αποσαφηνίζεται, κυρίως λόγω της ανάπτυξης και εφαρμογής των τεχνικών της γονιδιωματικής. Η ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών με επίκεντρο την αλληλούχιση DNA νέας γενιάς (Next Generation DNA sequencing, NGS), επιτρέπει πλέον τον ολιστικό χαρακτηρισμό των ενισχυτών και την απάντηση σε σημαντικά ερωτήματα, τα οποία παραμένουν νεφελώδη για πολλά χρόνια όπως: α) πώς είναι δυνατόν ενισχυτές που εδράζουν γειτονικά ή χιλιάδες βάσεις μακριά από τα γονίδια-στόχους να αλληλεπιδρούν με αυτά, β) υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ ενισχυτών που ελέγχουν γονίδια τα οποία συν-εκφράζονται και συν-ρυθμίζονται, γ) έχουν οι κυτταρικές αποκρίσεις σχέση με συγκεκριμένες περιοχές του ρυθμιστικού τμήματος του γονιδιώματος και δ) υπάρχει σχέση μεταξύ της επιγενετικής κατάστασης που ισχύει στον πυρήνα συγκεκριμένου κυτταρικού τύπου και της πιθανότητας εμφάνισης/ανάπτυξης συγκεκριμένης νόσου; Η παρούσα διπλωματική εργασία εστιάζεται στη μελέτη των μηχανισμών ρύθμισης της γονιδιακής έκφρασης κατά τη διάρκεια της αντι-ιϊκής κυτταρικής απόκρισης και αποσκοπεί σε μια εις βάθος κατανόηση της ρυθμιστικής λογικής που διέπει τη λειτουργία των ενισχυτών κατά την κυτταρική απάντηση στην εξέλιξη των ιϊκών μολύνσεων. Ο Διαβήτης τύπου 1 αποτελεί μια από τις πλέον διαδεδομένες νόσους που επηρεάζουν την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού, δρώντας ως αυτοάνοσο φαινόμενο. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της επίδρασης της μόλυνσης από ιό σε β παγκρεατικά κύτταρα, σε επίπεδο ολόκληρου του γονιδιώματος (genomics) και του μεταγραφώματος (transcriptomics). Για το σκοπό αυτό περιλαμβάνει μια ολιστική προσέγγιση η οποία συνίσταται από μεθόδους βιοχημείας, μοριακής βιολογίας, γονιδιωματικής και βιοπληροφορικής και αποσκοπεί στην απόκτηση μιας ολοκληρωμένης εικόνας των μοριακών συστημάτων που λειτουργούν συντονισμένα κατά τη μόλυνση των β παγκρεατικών κυττάρων. 1560 194 205 Proximal humeral fractures occurring in 4-5% of all fractures of the axial skeleton and are third in frequency after hip and distal radial fractures. The classification of these fractures is made with the most widely used “Neer classification”. Non-displaced fractures are treated conservatively with very satisfactory results. The displaced fractures are treated surgically by various osteosynthesis techniques and materials, such as plate – screw open reduction and internal fixation (ORIF), intramedullary nailing, hemiarthroplasty and total schoulder arthroplasty. The main surgical approaches for the replacement and osteosynthesis of these fractures are deltopectoral and anterolateral. Traditional access is considered to be the deltopectoral approach; however, it is associated with various complications, while the anterolateral is considered to be of low invasiveness.The purpose of this study is to describe these two approaches and their clinical anatomy, the indications of these, the advantages and disadvantages and the associated complications of each. The research question that emerges is which approach is superior; The study is retrospective, with a review of literature in Medline, Pubmed databases using key words. The articles used are in English and statistical analysis is not required nor does it require the need for ethics control. Τα κατάγματα του άνω άκρου του βραχιονίου οστού αποτελούν το 4-5% όλων των καταγμάτων του αξονικού σκελετού και είναι τρίτα σε συχνότητα μετά τα κατάγματα ισχίου και περιφερικής κερκίδας. Η κατάταξη των καταγμάτων αυτών γίνεται με την πλέον διαδεδομένη κατάταξη κατά Neer. Τα κατάγματα χωρίς παρεκτόπιση αντιμετωπίζονται συντηρητικά με πολύ ικανοποιητικά αποτελέσματα. Τα παρεκτοπισμένα κατάγματα αντιμετωπίζονται χειρουργικά με διάφορες τεχνικές και υλικά οστεοσύνθεσης. Θέση στη χειρουργική θεραπεία έχουν η: ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση, ενδομυελική ήλωση, ημιαρθροπλαστική και ολική αρθροπλαστική. Οι κύριες χειρουργικές προσπελάσεις για την ανάταξη και οστεοσύνθεση των καταγμάτων αυτών είναι η θωρακοδελτοειδής (deltopectoral) και η έξω πλάγια προσπέλαση (anterolateral). Παραδοσιακή προσπέλαση θεωρείται η θωρακοδελτοειδής, ωστόσο, σχετίζεται με διάφορες επιπλοκές, ενώ αντίθετα, η έξω πλάγια προσπέλαση θεωρείται μικρής επεμβατικότητας. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η περιγραφή των δύο προσπελάσεων και η κλινική τους ανατομία, οι ενδείξεις των προσπελάσεων αυτών, τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα καθώς και οι σχετιζόμενες επιπλοκές της καθεμίας. Το ερευνητικό ερώτημα που προκύπτει είναι αν υπερέχει μία εκ των δύο προσπελάσεων. Η μελέτη είναι αναδρομική, με ανασκόπηση της βιβλιογραφίας στις βάσεις δεδομένων Medline, Pubmed με τη χρήση λέξεων «κλειδιών». Τα άρθρα που χρησιμοποιήθηκαν είναι στην Αγγλική γλώσσα και δεν απαιτείται στατιστική ανάλυση ούτε προκύπτει αναγκαιότητα ελέγχου από επιτροπή ηθικής και δεοντολογίας. 1561 247 256 The role of the School Board in the School Unit’s management and administration Η συμβολή του Σχολικού Συμβουλίου στη λειτουργία και διοίκηση της Σχολικής Μονάδας Educational organizations in our country institutionally belong to the State, which by constitution provides students with the necessary or required education through a system of organization and administration which aims at the improvement of the quality level of the provided scientific and technological knowledge. The present paper examines the supportive institution of the School Board, with reference to the concepts of education, the educational system, the educational organism, School organization and administration. More specifically, it examines the participation of Public Bodies in the administration of an educational organization, as defined by the State. It investigates the contribution of this Body in the work of the School, as well as the potential interaction between the members of the School and those of the School Board. A short reference is made to the institution of School Boards in European countries, Australian States and Ontario, Canada, with a view to detecting differences or similarities in the involvement of Public Bodies in School Administration. Interviews with involved Secondary Education School Board parties are carried out (School Principals, teachers and parents) and the ensuing findings are cross-referenced with pedagogical bibliography. It is argued that the institution of the School Board is not very active in current educational practice. It is, however, a crucial educational institution and should be preserved. In this respect, opinions and recommendations are stated, with a view to reinforcing its role and modifying its institutional framework. Οι εκπαιδευτικοί οργανισμοί στην χώρα μας υπάγονται θεσμικά στην Πολιτεία, η οποία σύμφωνα με το σύνταγμα παρέχει στους φοιτούντες την απαραίτητη ή απαιτούμενη εκπαίδευση μέσα από ένα σύστημα οργάνωσης και διοίκησης, το οποίο επιδιώκει την βελτίωση του επιπέδου της ποιότητας των παρεχόμενων επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων. Στην παρούσα εργασία εξετάζεται ο θεσμός του Σχολικού Συμβουλίου, ενός υποστηρικτικού φορέα της Σχολικής Μονάδας αφού γίνει αναφορά στις έννοιες της εκπαίδευσης, του εκπαιδευτικού συστήματος, του εκπαιδευτικού οργανισμού, της Οργάνωσης και Διοίκησης και της Σχολικής Μονάδας. Ειδικότερα, εξετάζεται η συμμετοχή των Λαϊκών Οργάνων στην διοίκηση ενός εκπαιδευτικού οργανισμού όπως έχει θεσπιστεί από την Πολιτεία. Διερευνάται η συμβολή του οργάνου αυτού στο έργο της Σχολικής Μονάδας και η πιθανή αλληλεπίδραση στις σχέσεις μεταξύ των μελών της Σχολικής Κοινότητας και εκείνων του Συμβουλίου. Ακολουθεί σύντομη αναφορά στον θεσμό των Σχολικών Συμβουλίων σε Ευρωπαϊκές χώρες, σε πολιτείες της Αυστραλίας και στο Οντάριο του Καναδά, με στόχο τον εντοπισμό διαφορών ή συσχετισμών στην εμπλοκή των Λαϊκών Οργάνων στην Διοίκηση των Σχολικών Μονάδων. Διεξάγονται συνεντεύξεις με εμπλεκόμενους φορείς (Διευθυντές Σχολικής Μονάδας, εκπαιδευτικούς και γονείς) Σχολικών Συμβουλίων από την Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και συζητούνται τα ευρήματα που προκύπτουν αναφορικά με την σχετική παιδαγωγική βιβλιογραφία. Προκύπτει ότι ο θεσμός του Σχολικού Συμβουλίου δεν είναι τόσο ενεργοποιημένος στην σύγχρονη εκπαιδευτική πραγματικότητα παρόλα ταύτα είναι από τους πιο σημαντικούς θεσμούς στην εκπαίδευση και πρέπει να διατηρηθεί. Ως εκ τούτου διατυπώθηκαν απόψεις και προτάσεις, οι οποίες στοχεύουν στην ενίσχυση του ρόλου του και την τροποποίηση του θεσμικού του πλαισίου. 1562 327 320 Συσχέτιση γονιδίων με την αυτοκτονικότητα σε Ευρωπαϊκούς πληθυσμούς Suicide is one of the ten leading causes of death, according to the World Health Organization (W.H.O.), making it a serious public health issue. Moreover, the discrepancy between different countries concerning the suicidal rates is huge. Especially, the differences between European countries in suicide rates are impressive. So far, this variability in national suicide rates has not been effectively interpreted. Suicidal behavior is considered to be a very complex phenotype-including both attempted and completed suicide- as it is influenced by both environmental and genetic factors. The heritable component can be attributed to the presence of psychiatric disorders, such as depression, bipolar disorder (BP) and schizophrenia, and also to the presence of independent heritable factors. In this study, we attempted to investigate the genetic factors affecting the suicidal behavior in populations of European countries. With a view to discover genetic markers of suicidality, a high resolution approach is required, such as Genome-Wide Association Study (GWAS). We included a total of 10 GWAS studies focusing on the suicidal behavior. These studies identified candidate SNPs associated with suicidality. Some of these SNPs met the genome-wide significance threshold (p-value<5*10-8), while other SNPs satisfied the suggestive significance (p-value<5*10-6). In order to explain the variability in European suicide rates, we investigated the presence of the top hits that were proposed by the aforementioned GWAS, in our datasets of European populations and we calculated the Minor Allele Frequency (MAF) of these SNPs using PLINK. The obtained MAFs were correlated to the available suicide rates (years: 2000-2012) in order to discover associations between genetic factors (SNPs) and suicidal behavior. The results demonstrate that the suicidal rates in different countries present correlation trends not only with environmental factors, such as the average annual temperature and latitude of each country, but also with genetic markers such as the SNPs rs358592 andrs1630535, located in the genes KCNIP4 and ANXA2 respectively. Due to the correlation of these SNPs with depression, we conclude that indirectly suicidality is associated with depression. Η αυτοκτονικότητα είναι μία από τις δέκα κυριότερες αιτίες θανάτου, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αποτελώντας ένα σοβαρό πρόβλημα δημόσιας υγείας. Παρατηρείται τεράστια απόκλιση στα ποσοστά αυτοκτονίας μεταξύ των χωρών. Ειδικότερα, στις ευρωπαϊκές χώρες, η διαφοροποίηση των ποσοστών των αυτοκτονιών είναι εντυπωσιακή, χωρίς όμως, να έχει υπάρξει μια ικανοποιητική ερμηνεία της. Η αυτοκτονική συμπεριφορά θεωρείται ότι είναι ένας πολύ σύνθετος φαινότυπος -είτε αφορά απόπειρες είτε πραγματοποιηθείσες αυτοκτονίες -καθώς επηρεάζεται από περιβαλλοντικούς και γενετικούς παράγοντες. Η κληρονομήσιμη συνιστώσα μπορεί να αποδοθεί στην παρουσία ψυχιατρικών διαταραχών, όπως η κατάθλιψη, η διπολική διαταραχή και η σχιζοφρένεια, καθώς και στην παρουσία ανεξάρτητων κληρονομικών παραγόντων. Στην μελέτη αυτή, προσπαθήσαμε να διερευνήσουμε τους γενετικούς παράγοντες που επηρεάζουν την αυτοκτονικότητα στους πληθυσμούς των ευρωπαϊκών χωρών. Για την εύρεση γενετικών δεικτών αναφορικά με την αυτοκτονικότητα, απαιτείται μια προσέγγιση υψηλής ανάλυσης, όπως η Μελέτη Συσχέτισης Ολόκληρου του Γονιδιώματος (GWAS). Συμπεριλάβαμε συνολικά 10 GWAS μελέτες με επίκεντρο την αυτοκτονική συμπεριφορά, όπου προσδιορίζονταν πιθανοί μονονουκλεοτιδικοί πολυμορφισμοί (SNPs) που σχετίζονται με την αυτοκτονικότητα. Τα SNPs πληρούσαν είτε το όριο σημαντικότητας για GWAS (p-value<5*10-8) είτε την ενδεικτική στατιστική σημαντικότητα (p-value<5*10-6). Προκειμένου να εξηγήσουμε τη μεταβλητότητα στα ποσοστά αυτοκτονιών των Ευρωπαϊκών χωρών, ερευνήσαμε την παρουσία των κορυφαίων SNPs, που προτάθηκαν στις προαναφερθείσες GWAS μελέτες, στα δεδομένα μας από Ευρωπαϊκούς πληθυσμούς και υπολογίσαμε τη συχνότητα του σπανιότερου αλληλομόρφου (MAF) αυτών των SNPs με χρήση του λογισμικού PLINK. Τα MAFs συσχετίστηκαν με τα διαθέσιμα ποσοστά αυτοκτονιών (έτη: 2000-2012), προκειμένου ναανακαλύψουμε την συσχέτιση μεταξύ των SNPs και της αυτοκτονικής συμπεριφοράς. Τα αποτελέσματα που εξαγάγαμε αποδεικνύουν ότι η διαφορά συχνότητας στην αυτοκτονικότητα σε διαφορετικές χώρες παρουσιάζει τάσεις συσχέτισης με περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η μέση ετήσια θερμοκρασία και το γεωγραφικό πλάτος κάθε χώρας, αλλά και με γενετικούς όπως η παρουσία των SNPs rs358592 και rs1630535, που βρίσκονται στα γονίδια KCNIP4 και ANXA2 αντίστοιχα. Λόγω συσχέτισης των παραπάνω SNPs με την κατάθλιψη, συμπεραίνουμε πως έμμεσα η αυτοκτονικότητα συσχετίζεται με την κατάθλιψη. 1563 203 205 World energy consumption is constantly increasing, while the largest percentage of that produced from fossil resources, the result is the natural environment is under a continuous degradation , natural resources are depleted and the quality of life to decline . Effective response to this threat is to save energy and its combination with mild forms of energy production. The Greece awakened economically and ecologically with regard to saving energy in buildings just in 1979 , the large incision but came a decade later with the transposition of European Directive 2002/91/EC through the “Regulation on the Energy Assessment of Buildings” (Κ.Εν.Α.Κ), a regulation quite innovative for the country that aim beyond the energy saving was to teach a different way of perceiving the Greek engineer. In this thesis an attempt was made to connect these two in the building sector , in two parts. In the first part developed detailed legislation specifically the Regulation on the Energy Assessment of Buildings and techniques for saving energy in buildings simultaneously were given the main points of the legislation of renewable energy applied to the building, in the second part explained the possible interventions for energy saving both by construction means as by using renewable energy technologies. Η παγκόσμια κατανάλωση ενέργειας βρίσκεται σε συνεχή αύξηση ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό αυτής παράγεται από την καύση ορυκτών πόρων, το αποτέλεσμα είναι το φυσικό περιβάλλον να βρίσκεται υπό μια συνεχή υποβάθμιση, οι φυσικοί πόροι να εξαντλούνται και η ποιότητα ζωής της ανθρωπότητας να φθίνει. Αποτελεσματική απάντηση σε αυτή την απειλή είναι η εξοικονόμηση ενέργειας και ο συνδυασμός της με ήπιες μορφές παραγωγής ενέργειας. Η Ελλάδα αφυπνίστηκε οικονομικά και οικολογικά όσον αφορά την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια μόλις το 1979, η μεγάλη τομή όμως ήρθε μια δεκαετία αργότερα με την ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2002/91/ΕΚ μέσω του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (Κ.Εν.Α.Κ), έναν κανονισμό αρκετά πρωτοποριακό για την χώρα που σκοπός του πέραν της εξοικονόμησης ενέργειας ήταν να διδάξει έναν διαφορετικό τρόπο αντίληψης στον Έλληνα μηχανικό. Σε αυτή την εργασία έγινε μια προσπάθεια σύνδεσης αυτών των δυο στον κτιριακό τομέα, σε δυο σκέλη. Στο πρώτο σκέλος αναπτύχθηκε αναλυτικά η νομοθεσία συγκεκριμένα ο Κανονισμός Ενεργειακής Απόδοσης των Κτιρίων και οι τεχνικές για την εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια ταυτόχρονα δόθηκαν τα κύρια σημεία της νομοθεσίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που εφαρμόζονται στο κτίριο, στο δεύτερο σκέλος αναπτύχθηκαν οι δυνατές παρεμβάσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας τόσο κατασκευαστικά όσο και με την χρήση τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 1564 237 299 Η διερεύνηση της συναισθηματικής νοημοσύνης και της ενσυνειδητότητας σε επαγγελματίες στο χώρο της υγείας. Μελέτη βασισμένη σε υψηλόβαθμα στελέχη του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου This MSc thesis entitled “Exploring emotional intelligence and mindfulness in health care professionals. Study based on senior executives of university hospital of Evros” prepared by Chrysanthi Ntafopoulou postgraduate student of the Postgraduate Program in Social Policy and Social Work Department of Social Administration and Political Science of Democritus University of Thrace (direction: “Social Work with Children and Families”) under supervision of Professor Nicholas Polyzos and was completed in January 2015. The health sector presents specificities that do not appear in other areas and a good leadership can contribute to better management of human resources to ensure the best possible service to patients. This study aims to explore the relationship of emotional intelligence with mindfulness and correlation with gender and profession position. The research is aimed solely at leading members of the medical, nursing and administrative staff, for checking correlation between leaders and high emotional intelligence. Data collection was conducted through a questionnaire which measures the emotional intelligence and mindfulness. The sample consisted of 126 senior executives of University Hospital of Evros. Statistical analysis of data was performed with the statistical package SPSS Specifically performed factor analysis, reliability analysis, compare means and correlation analysis. The results showed that there is a positive correlation between emotional intelligence and mindfulness and gender and profession position affect emotional intelligence and mindfulness with male doctors to have the highest rates. Finally, it was found that senior executives have high emotional intelligence levels. Η παρούσα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία με τίτλο «Η διερεύνηση της συναισθηματικής νοημοσύνης και της ενσυνειδητότητας σε επαγγελματίες στο χώρο της υγείας. Μελέτη βασισμένη σε υψηλόβαθμα στελέχη του παν/κου νοσοκομείου Έβρου» εκπονήθηκε από τη Χρυσάνθη Νταφοπούλου, μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στην Κοινωνική Πολιτική και Κοινωνική Εργασία του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης και Πολιτικής Επιστήμης του Δημοκρίτειου πανεπιστημίου Θράκης (κατεύθυνση: «Κοινωνική Εργασία με Παιδιά και Οικογένειες») υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Νικόλαου Πολύζου και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο του 2015. Ο χώρος της υγείας εμφανίζει ιδιαιτερότητες που δεν εμφανίζονται σε άλλους χώρους και μια καλή ηγεσία μπορεί να συμβάλει στην καλύτερη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή παροχή υπηρεσιών στους ασθενείς. Σκοπός της εργασίας είναι να διερευνήσει τη σχέση της συναισθηματικής νοημοσύνης με την ενσυνειδητότητα και τη συσχέτισή τους με το φύλο και την επαγγελματική κατηγορία. Η έρευνα απευθύνεται αποκλειστικά σε ηγετικά στελέχη του ιατρικού, νοσηλευτικού και διοικητικού προσωπικού στοχεύοντας έτσι στον έλεγχο ύπαρξης συσχέτισης μεταξύ ηγετικών στελεχών και υψηλής συναισθηματικής νοημοσύνης. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με τη βοήθεια ερωτηματολογίου το οποίο μετρά τη συναισθηματική νοημοσύνη και την ενσυνειδητότητα. Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 126 υψηλόβαθμα στελέχη του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου. Η στατιστική ανάλυση των δεδομένων έγινε με το στατιστικό πακέτο SPSS και συγκεκριμένα πραγματοποιήθηκαν παραγοντική ανάλυση (Factor Analysis), ανάλυση αξιοπιστίας (Reliability Analysis), σύγκριση μέσων (Compare Means) και ανάλυση συσχέτισης (Correlation Analysis). Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ συναισθηματικής νοημοσύνης και ενσυνειδητότητας και ότι το φύλο και η επαγγελματική κατηγορία επηρεάζουν τα επίπεδα συναισθηματικής νοημοσύνης και ενσυνειδητότητας με τους άνδρες γιατρούς να εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά. Τέλος, βρέθηκε ότι τα υψηλόβαθμα στελέχη εμφανίζουν υψηλά ποσοστά συναισθηματικής νοημοσύνης. 1565 221 260 Investigation of primary school teachers’ creativity in mathematics when using materials Διερεύνηση της δημιουργικότητας των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στα Μαθηματικά με χρήση υλικού The aim of the present study was to investigate primary school teachers’ creativity level when using materials in mathematics teaching. For this aim, 61 in-service and 129 pre-service teachers completed a questionnaire which consisted of three tasks. In the first two tasks the participants were asked to describe the mathematical concepts that could be taught with the use of number line (Task 1) or with the use of geoboard (Task 2). The third task asked participants to indicate any materials that they themselves consider effective for students’ mathematical reasoning. Participants’ responses scored and coded according to Torrance’s (1966, 1974) and Guilford’s (1967) creativity criteria, which are fluency, flexibility and originality. The results revealed that all participants showed low levels of fluency, flexibility and originality in their responses. Regarding the use of number line, fluency, flexibility and originality of in-service teachers did not differ from that of pre-service teachers, whereas in-service teachers showed higher levels of fluency, flexibility and originality compared to pre-service teachers regarding the use of geoboard. Teachers’ levels of creativity were not influenced by experience: both more experienced in-service teachers and 3rd year pre-service teachers indicated same levels of creativity as less experienced in-service teachers and 2nd year pre-service teachers. Last, geoboard restricted all participants’ fluency and originality. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσει το επίπεδο δημιουργικότητας των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στη χρήση υλικών στα Μαθηματικά. Για τον σκοπό αυτό διεξήχθη έρευνα στην οποία συμμετείχαν 61 εν ενεργεία και 129 υποψήφιοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι κλήθηκαν να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο με τρία έργα. Τα δύο πρώτα έργα ζητούσαν από τους συμμετέχοντες να περιγράψουν τις μαθηματικές έννοιες που θα δίδασκαν χρησιμοποιώντας την αριθμογραμμή (Έργο 1) και τον γεωπίνακα (Έργο 2). Στο τρίτο έργο οι συμμετέχοντες έπρεπε να δηλώσουν άλλα υλικά που θεωρούν ότι βοηθούν στην κατανόηση των μαθηματικών εννοιών. Οι απαντήσεις των εκπαιδευτικών που αναδείκνυαν το επίπεδο δημιουργικότητάς τους βαθμολογήθηκαν και κωδικοποιήθηκαν, σύμφωνα με τα κριτήρια των Torrance (1966, 1974) και Guilford (1967), αναφορικά με την ευχέρεια, την ευελιξία και την πρωτοτυπία. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι και οι τρεις αυτοί δείκτες ήταν πολύ περιορισμένοι για το σύνολο των συμμετεχόντων. Στη χρήση της αριθμογραμμής τα επίπεδα ευχέρειας, ευελιξίας και πρωτοτυπίας των εν ενεργεία εκπαιδευτικών δεν διαφοροποιήθηκαν από εκείνα των υποψήφιων εκπαιδευτικών. Αντίθετα, στη χρήση του γεωπίνακα οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί εμφάνισαν μεγαλύτερη ευχέρεια, ευελιξία και πρωτοτυπία από τους υποψήφιους εκπαιδευτικούς. Η εμπειρία βρέθηκε να μην επιδρά στο επίπεδο δημιουργικότητας των εκπαιδευτικών: τόσο οι εν ενεργεία εκπαιδευτικοί με πολλά έτη υπηρεσίας στην εκπαίδευση όσο και οι τριτοετείς υποψήφιοι εκπαιδευτικοί παρουσίασαν παρόμοια επίπεδα ευχέρειας, ευελιξίας και πρωτοτυπίας με εκείνα των εν ενεργεία εκπαιδευτικών με λιγότερα έτη υπηρεσίας στην εκπαίδευση και των δευτεροετών υποψήφιων εκπαιδευτικών. Τέλος, φάνηκε ότι ο γεωπίνακας περιόρισε την ευχέρεια και την πρωτοτυπία όλων των συμμετεχόντων. 1566 228 240 Organization of fungal plasma membrane and response of cells to stress conditions Οργάνωση της κυτταροπλασματικής μεμβράνης μυκήτων και απόκριση των κυττάρων στο στρές Regulation of different physiological processes of the highly dynamic plasma membrane necessitates a complex organization into distinct domains of different sizes, stability, protein/lipid composition and overall architecture. Eisosomes/MCC domains constitute a discrete compartment of the plasma membrane which hosts the arginine permease Can1 of Saccharomyces cerevisiae and corresponds to furrow-like invaginations of the plasma membrane. In addition to Can1, many other transmembrane but also cytoplasmic proteins, conserved in all ascomycetes, residue in Eisosomes/MCC domains (Pil1, Lsp1, Sur7, Nce102). Recently it was shown that Nce102 interacts with Sng1, a protein conferring cold resistance to yeast, and that this interaction is important for sphingolipid biosynthesis through Ypk1 kinase. Moreover, it is well established that regulation of key proteins activity of the sphingolipid biosynthesis pathway through their direct or indirect interactions with eisosomal proteins are involved in the regulation of Reactive Oxygen Species (ROS) production and thus in the oxidative status of the cell. Thus, in the present thesis the role of SngA, the Sng1 homologue in Aspergillus nidulans, in response of fungal cells to different oxidizing agents was investigated through its possible interaction with the Nce102 and PilA eisosomal proteins, using genetic, molecular and epifluorescent approaches. Overall our results showed that SngA does not interact with eisosomal proteins and thus is not involved in fungal cell oxidative status. Η ρύθμιση των διαφορετικών διαδικασιών που επιτελεί η υψηλά δυναμική πλασματική μεμβράνη προϋποθέτει μία πολύπλοκη οργάνωση αυτής σε διακριτές περιοχές διαφορετικού μεγέθους, σταθερότητας και πρωτεινικής/λιπιδιακής σύστασης. Μια διακριτή διαμερισματοποίηση της πλασματικής μεμβράνης αποτελούν τα εισοσώματα ή αλλιώς ονομαζόμενα MCC επικράτεια στην οποία αγκυροβολεί η περμεάση αργινίνης Can1 του Saccharomyces cerevisiae και η οποία αντιστοιχεί σε δομές που ομοιάζουν με εγκολπώσεις. Επιπρόσθετα, συνεντοπίζονται με την Canl άλλες διαμεμβρανικές αλλά και κυταροπλασματικές πρωτεϊνες, συντηρημένες στο βασίλειο των ασκομυκητών, οι οποίες ανήκουν στο σύμπλεγμα των εισοσωμάτων/MCC (Pill, Lspl, Sur7, Nce102). Πρόσφατα, δείχθηκε ότι η Nce102 αλληλεπιδρά με την Sng1, μία πρωτεϊνη που προσδίδει ανθεκτικότητα στο κρύο στη ζύμη , και επιδρούν στο μονοπάτι βιοσύνθεσης σφιγγολιπιδίων μέσω της Ypk1 κινάσης. Ακόμα, είναι εδραιωμένο ότι οι πρωτεϊνες που συμμετέχουν στο μονοπάτι βιοσύνθεσης σφιγγολιπιδίων αλληλεπιδρούν έμμεσα ή άμεσα με πρωτεϊνες του εισοσωμικού συμπλέγματος και σχετίζονται με την ρύθμιση παραγωγής ελεύθερων ριζών οξυγόνου (ROS) και συνεπώς την οξειδωτική κατάσταση των κυττάρων. Συνεπώς, στην παρούσα πτυχιακή εργασία, μελετήθηκε πως η πρωτεϊνη SngA, η ομόλογη της Sng1 στον Aspergillus nidulans, επηρεάζει την απόκριση διαφορετικών μυκητιακών στελεχών κατά την έκθεση τους σε διαφορετικούς παράγοντες οξείδωσης μέσω πιθανής αλληλεπίδρασης με τις κύριες εισοσωμικές πρωτεϊνες Nce102 και PilA, χρησιμοποιώντας μοριακές και γενετικές μεθόδους καθώς και τεχνικές επιφθορισμού. Εν κατακλείδι, αποδείχθηκε πως η SngA πρωτεϊνη δεν αλληλεπιδρά με το σύμπλεγμα των εισοσωμάτων και δεν εμπλέκεται στον έλεγχο της κατάστασης οξείδωσης των μυκητών. 1567 141 137 Καλλιέργεια ανθρώπινων εμβρύων σε συνθήκες υψηλών και χαμηλών επιπέδων Ο2 One of the parameters potentially affecting the in vitro growth of preimplantation embryos, is the oxygen concentration in the culture environment. Increased oxygen concentration causes generation of ROS which in turn can cause damage to the cells and disrupt embryonic development. It has been demonstrated that the oxygen concentration in the fallopian tubes of several mammals is 5-8% while in the uterus is lower and similar measurements have been demonstrated in humans. In addition, studies in mammalian embryos have demonstrated that low oxygen concentrations improve embryo development. Studies on the effect of oxygen concentration on human embryos have been included in three meta- analysis. Although all meta-analysis show positive results in favor of low oxygen concentration, it is considered that the methodological quality of the studies is low and it is suggested that more multicenter clinical studies should be carried out. Μία από τις παραμέτρους που δυνητικά επηρεάζουν την in vitro ανάπτυξη των εμβρύων προεμφυτευτικού σταδίου είναι η συγκέ-ντρωση του οξυγόνου στο περιβάλλον της καλλιέργειας. Αυξημένη συγκέντρωση οξυγόνου προκαλεί δημιουργία ROS τα οποία μπορούν να προκαλέσουν βλάβες στα κύτταρα και διαταράσσουν την εμβρυϊκή ανάπτυξη. Έχει βρεθεί ότι η συγκέντρωση οξυγόνου στις σάλπιγγες αρκετών θηλαστικών είναι 5-8% ενώ στη μήτρα είναι χαμηλότερη και παρόμοιες μετρήσεις έχουν βρεθεί και στον άνθρωπο. Επιπλέον μελέτες σε έμβρυα θηλαστικών έδειξαν ότι χαμηλές συγκεντρώσεις οξυγόνου βελτιώνουν την εμβρυϊκή ανάπτυξη. Οι μελέτες της επί-δρασης της συγκέντρωσης οξυγόνου σε ανθρώπινα έμβρυα έχουν συμπεριληφθεί σε τρεις μετααναλύσεις. Παρόλο που και στις τρεις μετααναλύσεις υπάρχουν θετικά αποτελέσματα υπέρ της χαμηλής συγκέντρωσης, θεωρείται ότι η μεθοδολογική ποιότητα των μελετών είναι χαμηλή και προτείνεται η διεξαγωγή περισσότερων πολυκεν-τρικών κλινικών μελετών. 1568 133 152 Pregnancy is a complex biological process that undergoes significant changes in all of the mother's normal systems. Equally noteworthy are the changes in the mother's microbiome, and especially the vagina, which constitutes a crucial barrier between the external environment and the amniotic cavity. The vaginal microbiome appears to have a particular role as an additional defense mechanism of the mother and therefore the fetus, as its pathology may affect the outcome of pregnancy. The present study examined the changes that the vaginal microbiome undergoes during pregnancy, its pathological conditions and their treatment, with the aim of preventing their adverse effects on the outcome of pregnancy. There is also reference to the practice of vaginal seeding of infants born with cesarean section to the mother's vaginal microbiome and the risks involved in this practice. Η κύηση συνιστά μια περίπλοκη βιολογική διεργασία, κατά την οποία συντελούνται σημαντικές αλλαγές σε όλα τα φυσιολογικά συστήματα της μητέρας. Εξίσου αξιοσημείωτες είναι και οι αλλαγές που υφίσταται το μικροβίωμα της μητέρας, και ιδιαίτερα αυτό του κόλπου, που συνιστά έναν καίριας σημασίας φραγμό μεταξύ του εξωτερικού περιβάλλοντος και της ενδοαμνιακής κοιλότητας. Το κολπικό μικροβίωμα φαίνεται ότι έχει ιδιαίτερο ρόλο ως ένας επιπρόσθετος αμυντικός μηχανισμός της μητέρας και κατ’ επέκταση του εμβρύου, καθώς η παθολογία αυτού μπορεί να έχει επίπτωση στην έκβαση της κύησης. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκαν οι αλλαγές που υφίσταται το κολπικό μικροβίωμα κατά την διάρκεια της κύησης, οι παθολογικές καταστάσεις αυτού και η αντιμετώπιση τους, με απώτερο σκοπό την πρόληψη των αρνητικών τους επιπτώσεων στα αποτελέσματα της έκβασης της κύησης. Επίσης γίνεται αναφορά και στην πρακτική της κολπικής εμβάπτισης των νεογνών που γεννιούνται με καισαρική τομή με το κολπικό μικροβίωμα της μητέρας και των κινδύνων που εμπεριέχει η πρακτική αυτή. 1569 228 271 Συστηματική ανασκόπηση της αντιμετώπισης του πόνου στην πειραματική βιοϊατρική έρευνα The principles of the 3Rs (Replacement, Reduction and Refinement) have been incorporated in European and Greek national legislation governing the use of animals in scientific procedures. Careful planning of the research protocol includes a potential cost-benefit analysis rega-rding animals in relation to the expected benefit to humans and the moral reason of the use of animals for scientific purposes. Minimising animal pain in research procedures reduces the moral burden of huma-nity and promotes better science. The physiology of nociception and pain are different for each species and is a puzzle for the scientific community to accurately assess the intensity of pain as animals can not report their experiences. There is great interest in the scientific com-munity for the development of assessment protocols of pain intensity and an effort to disseminate such information either through the internet or in scientific publications. The humane endpoints specify the time that the experience of pain will end for the animal. The endpoints include administering analgesic therapy for the relief of pain, stopping the research process with the possible revision of the Protocol and euthanasia. The analgesic treatment applies to any research process unless it is documented very specifically that interferes in a substantial way to research results. It is suggested that the method of euthanasia that will cause less pain and less discomfort to the animal must be selected at any case. Οι αρχές των 3Rs (Replacement, Reduction and Refinement) που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά ως αντικατάσταση, μείωση και βελτίωση έχουν ενσωματωθεί στην Ευρωπαϊκή και στην Εθνική νομοθεσία που διέπει τη χρήση ζώων σε επιστημονικές διαδικασίες. Ο προσεκτικός σχεδιασμός του ερευνητικού πρωτοκόλλου που περιλαμβάνει την ανά-λυση της πιθανής βλάβης των ζώων σε σχέση με το όφελος που προσ-δοκάται για τον άνθρωπο αποτελεί και την ηθική αιτιολόγηση της χρήσης των ζώων για επιστημονικούς σκοπούς. Η ελαχιστοποίηση του πόνου των ζώων στις ερευνητικές διαδικασίες μειώνει το ηθικό φορτίο της ανθρωπότητας και προάγει την καλύτερη επιστήμη. Η φυσιολογία της αίσθησης του πόνου και ο πόνος είναι διαφορετικά για κάθε είδος ζώου και αποτελεί ένα γρίφο για την επιστημονική κοινότητα να εκτι-μήσει με ακρίβεια την ένταση του πόνου σε ζώντες οργανισμούς που δεν μπορούν να αναφέρουν την εμπειρία τους. Υπάρχει μεγάλο ενδια-φέρον στην επιστημονική κοινότητα για την ανάπτυξη πρωτοκόλλων εκτίμησης του βαθμού και της έντασης του πόνου και μια προσπάθεια για την διάχυση αυτών των πληροφοριών είτε διαμέσου του διαδι-κτύου είτε των επιστημονικών δημοσιεύσεων . Τα ανθρωπιστικά τελικά σημεία προσδιορίζουν τη χρονική στιγμή που θα λήξει η εμπειρία του πόνου ή της ταλαιπωρίας του ζώου. Τα τελικά σημεία περιλαμβάνουν την χορήγηση αναλγητικής θεραπείας για την ανακούφιση από τον πόνο, την διακοπή της ερευνητικής διαδικασίας με την πιθανή αναθε-ώρηση του πρωτοκόλλου και τέλος την ευθανασία. Η αναλγητική θεραπεία εφαρμόζεται σε κάθε ερευνητική διαδικασία εκτός αν τεκμηριωθεί πολύ ειδικά πως επεμβαίνει με ουσιαστικό τρόπο στα αποτελέσματα της έρευνας. Ως μέθοδος ευθανασίας οφείλει να επιλέγεται κάθε φορά εκείνη που θα προκαλέσει το λιγότερο πόνο και τη λιγότερη ταλαιπωρία στο ζώο. 1570 142 162 The purpose of this essay is the study of a contemporary literary generation which has been called generation of the ‘90s. This generation has often been criticized on the basis of a genuine common belonging among her representatives. The objections of the critics mostly concern the differences between the style of writing and the individualism of the authors. Despite their differences, there are some common features and tendencies which bring together the most prominent representatives of this generation. Through the study of their work, mostly thematic, their common agenda and common trends can be proved. The great importance of art and of the figure of the artist should also be emphasized. Other recurrent resemblances include the motive of parallel realities, the theme of the double, and a constant sense of dualism regarding the main characters and the situations they find themselves in. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη μιας γενιάς της σύγχρονης λογοτεχνίας η οποία έχει ονομαστεί γενιά του 1990 . Πολλές οι κριτικές που δέχτηκε η γενιά αυτή σχετικά με το αν όντως οι εκπρόσωποι της διαθέτουν τα κοινά εκείνα χαρακτηριστικά που τους επιτρέπουν να ενταχθούν σε μια συγκεκριμένη γενιά. Οι ενστάσεις των κριτικών αφορούν το διαφορετικό τύπο γραφής και τονίζουν τον ατομισμό των συγγραφέων αυτών. Ανεξάρτητα όμως από τις διαφορές τους, υπάρχουν και πολλά κοινά χαρακτηριστικά που ενοποιούν τους συγγραφείς της γενιάς του '90. Μέσω μελέτης έργων των συγγραφέων αποδεικνύεται η κοινή τους θεματολογία και οι κοινές τους τάσεις. Πρέπει επίσης να τονιστεί η σημασία της Τέχνης και η συχνή χρήση του καλλιτέχνη ως κεντρικού ήρωα από τους συγγραφείς. Ακόμα, βασικά χαρακτηριστικά του έργου τους είναι οι παράλληλες πραγματικότητες, το μοτίβο του αντικατοπτρισμού και αυτό του σωσία, μια εντύπωση συνεχούς δυϊσμού ως προς πρόσωπα και καταστάσεις, ως έκφραση της ρευστής ταυτότητας των κεντρικών χαρακτήρων και του πλαισίου στο οποίο δρουν. 1571 212 240 We attempted to highlight the relative difficulty that exists on the use of genetically modified products, presenting the views of those who posi-tively disposed towards the use of genetically modified organisms and those that are negatively disposed towards the use of genetically modified organisms. While agricultural biotechnology is a relatively new field, as we have already pointed out, a new field that makes critics to point out that many of the problems it cre-ates will be known after several decades. This is why in the present circumstances we should be very cautious in the use of genetically modified organisms. In any case, hu-mans cannot hold off forever to take advantage of new technologies on the basis of pos-sible harmful results many years or decades into the future. With this diversity of basic assumptions, one can only assume that the debate over GM products will continue long into the future. What we propose is that we should abandon either extreme liberality or extreme conservatism, because these two act as a brake on deve-lopment. Research should con-tinue unhindered, but, at the same time, there should be guidelines, public information and protection, while required estimation of the effects —social, economic, environmen-tal, legal and ethical— which are following the production and consumption of genet-ically modified food. Στην εργασία μας, μέσα από την ανασκόπηση της σύγχρονης βιβλιο-γραφίας, επιχειρήσαμε να αναδείξουμε τη σχετική προβληματική που υπάρχει σχετικά με τη χρήση γενετικά τροποποιημένων προϊόντων, πα-ρουσιάζοντας τις απόψεις τόσο εκείνων που διατίθενται θετικά απένα-ντι στη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών όσο και εκείνων που είναι αρνητικά διακείμενοι στη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών. Αν και η αγροτική βιοτεχνολογία είναι ένας σχετικά και-νούργιος κλάδος, όπως ήδη έχουμε επισημάνει, γεγονός το οποίο κάνει τους επικριτές της να επισημαίνουν ότι πολλά από τα προβλή-ματα που δημιουργεί θα γίνουν γνωστά μετά από αρκετές δεκαετίες, γι’ αυτό και στις παρούσες συνθήκες θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί στη χρήση γενετικά τροποποιημένων οργανισμών. Σε κάθε περίπτωση, αυτοί οι προβληματισμοί δεν μπορούν και δεν πρέπει να λειτουργήσουν ανασχετικά σε ό,τι αφορά στις εφαρμογές της νέας τεχνολογίας. Οι ενδεχομένως επιβλαβείς συνέπειες δεν θα πρέπει να εμποδίσουν τους ανθρώπους να απολαύσουν τα άμεσα οφέλη των νέων τεχνολογιών. Εύλογα κατανοεί κανείς πως η συζήτηση για τις γενετικά τροποποιημένες τροφές θα κρατήσει για πολύ και καιρό ακόμη.Αυτό που προτείνουμε είναι πως σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να εγκαταλείψουμε τις ακραίες τοποθετήσεις είτε αυτές αφορούν στην ακραία ελευθεριότητα είτε στην ακραία συντηρητικότητα που λει-τουργούν ως τροχοπέδη στην εξέλιξη. Η ερεύνα πρέπει να συνεχιστεί ανεμπόδιστα, αλλά, συγχρόνως, θα πρέπει να υπάρξουν κατευ-θυντήριες γραμμές, ενημέρωση του κοινού και προστασία του, ενώ απαιτείται να εκτιμηθούν όλες εκείνες οι επιπτώσεις —κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές, νομικές και ηθικές— που αποτελούν συνεπακόλουθα της παραγωγής και της κατανάλωσης των γενετικά τροποποιημένων τροφίμων. 1572 156 177 Ανάπτυξη RNAi μεθοδολογίας για την αποσιώπηση των γονιδίων dsx και tra στο έντομο Bactrocera oleae The Bactrocera oleae is the major pest in the cultivation of olives. The female Bactrocera oleae lays its eggs inside the olives and the larvae that develop feed on the olive flesh. The damage caused by the larvae makes necessary to limit the population of the insect. An important method used for this purpose is the Sterile Insect Technique (SIT). This method is based on the release of sterile male insects that mate with the females reducing their reproductive potential. In this thesis is described the construction of two plasmids containing parts of the dsx and the tra genes, that allow for the production of double strand RNA in bacteria. Feeding the insects with dsx and tra double strand RNA producing bacteria, will probably silence the corresponding genes eliminating the development of female insects. This procedure could allow the production of large numbers of exclusively male insects, to be used for the Sterile Insect Technique approach. Ο δάκος Bactrocera oleae αποτελεί εξαιρετικά βλαβερό παράσιτο της καλλιέργειας της ελιάς. Η ικανότητά του να εναποθέτει τα αυγά του στον καρπό της ελιάς και μετέπειτα οι προνύμφες που θα προκύψουν να τρέφονται με την σάρκα αυτού, καθιστούν αναγκαίο τον περιορισμό του πληθυσμού του εντόμου. Μία σημαντική μέθοδος που χρησιμοποιείται για το σκοπό αυτό είναι η τεχνική των στείρων ατόμων (Sterile insect technique). Με τη μέθοδο αυτή ελευθερώνονται στείρααρσενικάάτομα με αποτέλεσμα να έχουμε την εξάλειψη του αναπαραγωγικού δυναμικού των θηλυκών εντόμων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο έντομο του δάκου είναι εξαιρετικά δύσκολη η επιλογή μόνο αρσενικών εντόμων. Στην παρούσα διπλωματική εργασία κατασκευάστηκαν δύο πλασμίδια που περιέχουν τμήματα των γονιδίων dsx και tra, με σκοπό την παραγωγή δίκλωνου RNA στο έντομο του δάκου. Μέσω της παρεμβολής RNA τα πλασμίδια αυτά θα μπορούσαν ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν για την επιλεκτική εξάλειψη των θηλυκών εντόμων του δάκου οπότε έτσι θα επιλεχθούν τα αρσενικά άτομα τα οποία θα είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν στην τεχνική των στείρων ατόμων. 1573 190 244 μία εμπειρική έρευνα σε δείγμα μελλοντικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης In the present study, we investigated the psychometric properties of the Greek version of the Abbreviated Math Anxiety Scale (AMAS-GR). The relationship between mathematics anxiety and cognitive and non-cognitive factors that affect learning of mathematics was also evaluated. In addition, the study investigated the additive effects of those factors on mathematics anxiety. A cross-sectional survey using a structured questionnaire was conducted on a sample of 151 undergraduate students at the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace. Results showed that AMAS-GR is a reliable and valid instrument that can be used for measuring mathematics anxiety. Moreover, as expected, math anxiety was found to be negatively correlated with math ability, negatively (positively) correlated with the positive (negative) dimensions of attitudes towards statistics, and positively correlated with statistics anxiety and fear of negative evaluation. Test anxiety in statistics emerged as the most significant predictor of mathematics evaluation anxiety, whereas interpretation anxiety in statistics and math ability had significant effects on mathematics learning anxiety. The study results could inform curriculum development and review processes in Social Science and Humanities faculties, where mathematics courses are among the most demanding to students. Στην παρούσα εργασία διερευνήθηκαν οι ψυχομετρικές ιδιότητες μίας ελληνικής εκδοχής της κλίμακας μέτρησης άγχους στα Μαθηματικά (AMAS-GR) και μελετήθηκαν οι σχέσεις ανάμεσα στο άγχος για τα Μαθηματικά, τη μαθηματική ικανότητα, το άγχος για τη Στατιστική, τις στάσεις απέναντι στη Στατιστική και το φόβο αρνητικής αξιολόγησης. Παράλληλα, διερευνήθηκε η επίδραση όλων των παραπάνω παραγόντων στο άγχος για τα Μαθηματικά. Στο πλαίσιο της εργασίας πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα σε δείγμα 151 προπτυχιακών φοιτητών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δ.Π.Θ., στους οποίους χορηγήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η ελληνική εκδοχή της κλίμακας AMAS παρουσιάζει αξιοπιστία εσωτερικής συνέπειας και εγκυρότητα εννοιολογικής κατασκευής και είναι κατάλληλο ερευνητικό εργαλείο για τη μέτρηση του άγχους για τα Μαθηματικά. Επιπρόσθετα, όπως αναμενόταν, βρέθηκε αρνητική συσχέτιση ανάμεσα στο άγχος για τα Μαθηματικά και τη μαθηματική ικανότητα, αρνητικές (θετικές) συσχετίσεις με τις θετικές (αρνητικές) διαστάσεις των στάσεων απέναντι στη Στατιστική, και θετικές συσχετίσεις μεταξύ άγχους για τα Μαθηματικά, άγχους για την Στατιστική και φόβου αρνητικής αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα αναλύσεων παλινδρόμησης έδειξαν ότι ο πιο σημαντικός παράγοντας που φαίνεται ότι επιδρά στο άγχος εξέτασης για τα Μαθηματικά είναι το άγχος εξέτασης στη Στατιστική, ενώ στο άγχος στο πλαίσιο της διδασκαλίας των Μαθηματικών επιδρούν σημαντικά η μαθηματική ικανότητα και το άγχος ερμηνείας στη Στατιστική. Τα ευρήματα αυτά, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά στο πλαίσιο της αναθεώρηση του προγράμματος σπουδών σε πανεπιστημιακά τμήματα ανθρωπιστικών ή κοινωνικών επιστημών, όπου συνήθως το μάθημα των μαθηματικών είναι ιδιαίτερα απαιτητικό. 1574 165 191 Έλεγχος έκφρασης της πρωτεΐνης Core+1 Long του HCV γονοτύπου 1a με έμφαση στον ρόλο του πρωτεασώματος Hepatitis C virus (HCV) is a positive single stranded RNA virus, of genus Hepacivirus, of Flaviviridae family and is one the main causes of chronic hepatitis and hepatocellular carcinoma, worldwide.The viral genome encodes 3 structural and 7 non-structural proteins. However, the existence of an unconventional open reading frame, within the coding region of the core protein, encodes a protein called ARFP, F or core+1. One of the leading isoforms of core+1 is core+1/L, which initiates from codon 26 of the +1 open reading frame. The principal biological function of this isoform remains unsettled. The aim of this thesis was to examine the expression of core+1/L both on transiently transfected cells and stable Huh7.5 cell lines, using Western blot and mmunofluorescence. The effect of the proteasome inhibitor MG132 on the expression of core+1/L was also examined.During the experiments of transient transfection, core+1/L was not detected. Nevertheless, core+1/L was detected on stable cell lines and its expression was related to the presence of the proteasome inhibitor MG132. Ο ιός της Ηπατίτιδας C (HCV) είναι ένας θετικής πολικότητας μονόκλωνος RNA ιός, του γένους Hepacivirus, της οικογένειας Flaviviridae και αποτελεί μία από τις κυριότερες αιτίες χρόνιας ηπατίτιδας και ηπατοκυτταρικού καρκινώματος παγκοσμίως. Το γονιδίωμα του ιού κωδικοποιεί 3 δομικές και 7 λειτουργικές πρωτεΐνες. Ωστόσο η ύπαρξη ενός εναλλακτικού ανοιχτού αναγνωστικού πλαισίου, εντός της περιοχής κωδικοποίησης της πρωτεΐνης core, κωδικοποιεί μια ακόμα πρωτεΐνη, η οποία ονομάζεται ARFP, F ή core+1. Μία από τις κυριότερες ισομορφές της core+1 είναι η core+1/L, που ξεκινά από το κωδικόνιο 26 του +1 αναγνωστικού πλαισίου. Ο πλήρης βιολογικός ρόλος της συγκεκριμένης ισομορφής παραμένει ασαφής. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η μελέτη της έκφρασης της core+1/L σε παροδικώς διαμολυσμένα κύτταρα, καθώς και σε σταθερές κυτταρικές σειρές Huh7.5, με τις μεθόδους της ανοσοαποτύπωσης κατά Western και του ανοσοφθορισμού. Επιπλέον, διερευνήθηκε η επίδραση του αναστολέα του πρωτεασώματος MG132 στην έκφραση της core+1/L.Στα πειράματα παροδικής έκφρασης η core+1/L δεν ανιχνεύθηκε. Παρόλα αυτά, στα πειράματα έκφρασης στις σταθερές κυτταρικές σειρές παρατηρήθηκε έκφραση της core+1/L, η οποία σχετίζεται με την παρουσία του αναστολέα του πρωτεασώματος MG132. 1575 459 431 primary Education Teachers’ Practices in the City of Alexandroupolis πρακτικές εκπαιδευτικών Δημοτικής Εκπαίδευσης περιοχής Αλεξανδρούπολης Contemporary Greek schools are characterized by a cultural heterogeneity, with the number of non-Greek students in the general school classes increasing significantly during recent years. This reality, combined with the individual differences of the students in terms of learning conditions, makes teachers’ work particularly demanding. Pedagogical approaches such as Intercultural Education and Differentiation of Teaching seem to provide the teacher with appropriate knowledge and methods for a more effective and pedagogical approach to this heterogeneity. A typical example of a multicultural composition of the student population are the classrooms of Alexandroupolis elementary schools, since in addition to the non-Greek students who have been added in recent years, a number of Roma pupils have been consistently recorded with very specific characteristics and needs. In this context, the purpose of this research was to investigate practices of differentiated teaching applied by primary school teachers in Alexandroupolis, responding to the specific characteristics, potential and educational needs of their students in their class and especially those of Roma students. A quantitative research was conducted involving 218 teachers (N = 218), 54 men and 164 women, different specialties, ages, from the full range of primary classes and with different years of service. The total number of primary school teachers serving in the primary schools of Alexandroupolis and the target population of this survey during the school year 2017-2018 was 274. For the collection of the data, a questionnaire with closed-ended questions was used and the data was analyzed with the help of statistical tests. According to the results of the analysis, it was found that teachers use differentiation of teaching practices and support more to the weaker students, while there have been interesting differences between general teachers (PE70) and other specializations. It has been found that the participation of non-Greek students in the lessons taught by general teachers (PE70) is fewest than in the courses of other teachers (physical education, music, visual arts, computer science, theatrical education, foreign language). This finding is positively correlated with the fact that specific field teachers integrate in their teaching elements from the cultural environment of non-Greek students to a greater extent than general classroom teachers. Also, specific field teachers often give more explanations to students who have difficulty and offer more specialized help to students who have difficulty completing a task. It has also been found that teachers with reeducation in the differentiation of teaching make greater use of differentiated practices, but there are no corresponding differences between teachers with or without reeducation in intercultural education. Finally, teachers state that they do not feel sufficiently prepared from their initial academic education to manage heterogeneity in their classrooms and express their need for training and reeducationing on differentiation of teaching. Το σύγχρονο ελληνικό σχολείο χαρακτηρίζεται από πολιτισμική ετερογένεια, με τον αριθμό των αλλόγλωσσων μαθητών στις γενικές σχολικές τάξεις να αυξάνεται σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η πραγματικότητα αυτή, σε συνδυασμό με τις ατομικές διαφορές των μαθητών ως προς τις προϋποθέσεις μάθησης, καθιστά το έργο του εκπαιδευτικού ιδιαίτερα απαιτητικό. Παιδαγωγικές προσεγγίσεις όπως η Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και η Διαφοροποιημένη Διδασκαλία φαίνεται να θέτουν στη διάθεση του εκπαιδευτικού κατάλληλη γνώση και μεθόδους για μια αποτελεσματικότερη και παιδαγωγική αντιμετώπιση αυτής της ανομοιογένειας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πολυπολιτισμικής σύνθεσης μαθητικού πληθυσμού αποτελούν οι τάξεις των δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης, εφόσον σε αυτές, εκτός των αλλόγλωσσων μαθητών που έχουν προστεθεί τα τελευταία χρόνια, φοιτά σταθερά ένας αριθμός μαθητών Ρομά, με πολύ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ανάγκες. Στο πλαίσιο αυτό, σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση πρακτικών διαφοροποίησης της διδασκαλίας που εφαρμόζουν οι εκπαιδευτικοί των δημοτικών σχολείων της Αλεξανδρούπολης, ανταποκρινόμενοι στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τις δυνατότητες και τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών της τάξης τους και ειδικότερα των μαθητών Ρομά. Στην έρευνα συμμετείχαν 218 εκπαιδευτικοί (Ν=218), 54 άνδρες και 164 γυναίκες, διαφορετικών ειδικοτήτων, ηλικιών, από όλο το φάσμα των τάξεων του δημοτικού και με διαφορετικά έτη υπηρεσίας. Το σύνολο των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που υπηρετούν στα δημοτικά σχολεία της Αλεξανδρούπολης και αποτελούν τον πληθυσμό-στόχο της παρούσας έρευνας κατά το σχολικό έτος 2017-2018 ήταν 274. Για τη συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου και τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη βοήθεια στατιστικών ελέγχων. Με βάση τα αποτελέσματα της ανάλυσης διαπιστώθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί εφαρμόζουν στις τάξεις τους πρακτικές διαφοροποίησης της διδασκαλίας και υποστηρίζουν περισσότερο τους αδύναμους μαθητές, ενώ σημειώθηκαν ενδιαφέρουσες διαφορές ανάμεσα στους δασκάλους (ΠΕ70) και τους εκπαιδευτικούς ειδικοτήτων. Βρέθηκε ότι η συμμετοχή των αλλόγλωσσων μαθητών στα μαθήματα που διδάσκουν οι δάσκαλοι (ΠΕ70) είναι μικρότερη από ό,τι στα μαθήματα των εκπαιδευτικών ειδικότητας (φυσικής αγωγής, μουσικής, εικαστικών, πληροφορικής, θεατρικής αγωγής, ξένης γλώσσας). Το εύρημα αυτό συσχετίζεται θετικά με το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί ειδικότητας εντάσσουν στη διδασκαλία τους στοιχεία από το πολιτισμικό περιβάλλον των αλλόγλωσσων μαθητών σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι δάσκαλοι της τάξης. Επίσης, οι εκπαιδευτικοί ειδικότητας δίνουν συχνότερα πρόσθετες εξηγήσεις σε μαθητές που δυσκολεύονται και προσφέρουν σε μεγαλύτερο βαθμό εξατομικευμένη βοήθεια σε μαθητές που δυσκολεύονται να ολοκληρώσουν μία εργασία. Βρέθηκε επίσης ότι οι εκπαιδευτικοί με επιμόρφωση στη διαφοροποίηση της διδασκαλίας κάνουν μεγαλύτερη χρήση πρακτικών διαφοροποίησης, ενώ δεν εντοπίστηκαν αντίστοιχες διαφορές μεταξύ εκπαιδευτικών με και χωρίς επιμόρφωση στη διαπολιτισμική εκπαίδευση. Τέλος, οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι δεν αισθάνονται επαρκώς προετοιμασμένοι από την αρχική τους εκπαίδευση για τη διαχείριση της ετερογένειας στην τάξη τους και εκφράζουν την ανάγκη για επιμόρφωση σε θέματα διαφοροποίησης της διδασκαλίας 1576 244 228 Collaborative teaching and learning in preschool and elementary first age: Η συνεργατική διδασκαλία και μάθηση στην προσχολική και πρωτοσχολική ηλικία: This paper presents the steps you need to follow the teacher to create the foundation for the development of a collaborative learning program for preschool and primary school children. This program is supported by the theoretical framework of collaborative learning with emphasis on the small age groups of children. It is based on the principle that students will create close relations with each other, based on trust and that they will increase the future chance to learn to accept others in groups, to join and to develop collaborative skills with greater ease . Furthermore, the program is based on the children’s interests in the game making it attractive and accessible to children. The steps that are proposed have essentially the form of stages, are the following: Initially, implemented activities are performed to develop the coherence of the group, which aims to create a comfortable environment with active students. Afterwards, some activities are proposed to strengthen the ties between the members in small groups. These activities contribute to familiarity and support among members of a group. Finally several activities are recommended to develop the social skills of students, in order to gain communication and conflict management skills with each other but also feelings of solidarity and the value to encourage each other. After their successful involvement in all above, subsequently the students will be able to proceed to the implementation of more complex collaborative techniques Η παρούσα εργασία παρουσιάζει τα βήματα που χρειάζεται να ακολουθήσει ο εκπαιδευτικός προκειμένου να δημιουργήσει τα θεμέλια για την κατάρτιση ενός προγράμματος συνεργατικής μάθησης για παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Το πρόγραμμα αυτό υποστηρίζεται από το θεωρητικό πλαίσιο της συνεργατικής μάθησης με έμφαση σε στοιχεία που αφορούν τις μικρές ηλικιακές ομάδες παιδιών. Στηρίζεται στην αρχή ότι δημιουργώντας οι μαθητές στενές σχέσεις μεταξύ τους, βασισμένες στην εμπιστοσύνη, αυξάνονται οι πιθανότητες μελλοντικά αφενός να μάθουν να αποδέχονται τους άλλους στις ομάδες που θα ενταχθούν και αφετέρου να αναπτύξουν με μεγαλύτερη ευκολία συνεργατικές δεξιότητες. Επιπλέον, το πρόγραμμα στηρίζεται, στα ενδιαφέροντα των παιδιών και στο παιχνίδι, κάνοντάς το ελκυστικό και προσιτό στα παιδιά. Τα βήματα που προτείνονται κι έχουν ουσιαστικά τη μορφή σταδίων, είναι τα παρακάτω: Αρχικά υλοποιούνται δραστηριότητες που έχουν ως στόχο την ανάπτυξη της συνεκτικότητας της ομάδας, κάτι που αποβλέπει στη δημιουργία ενός άνετου περιβάλλοντος με ενεργούς μαθητές. Στη συνέχεια, προτείνονται δραστηριότητες με στόχο την ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των μελών σε μικρές ομάδες. Τέλος, προτείνονται, δραστηριότητες με στόχο την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων των μαθητών, με σκοπό να αναπτύξουν επικοινωνιακές δεξιότητες, δεξιότητες διαχείρισης συγκρούσεων μεταξύ τους αλλά και συναισθήματα αλληλεγγύης και αλληλοενθάρρυνσης. Μετά από την εμπλοκή τους με επιτυχία σε όλα τα παραπάνω, οι μαθητές είναι σε θέση στο μέλλον να μεταβούν στην υλοποίηση περισσότερο σύνθετων συνεργατικών τεχνικών 1577 513 560 Choroidal nevus is a benign intraocular lesion, often discovered in routine fundoscopic examination. According to the Collaborative Ocular Melanoma Study [19], a choroidal nevus can be defined as a melanocytic choroidal < 5mm in the largest basal dimension and in 1mm in height. This lesion is usually asymptomatic. However, a nevus can impair vision if it located beneath the fovea. Despite the fact that most cases are considered benign, regular surveillance is often recommended in order to monitor the possibility of malignant transformation. Predictive factors predisposing to malignancy include large diameter and thickness, proximity to the optic disc, orange surface pigmentation, local presence of subretinal fluid and impaired vision. The purpose of this study is to quantify the progression of choroidal nevi in terms of size and report changes in fundoscopic characteristics over a follow-up period of 5 years. The analysis was conducted by two independent investigators. Inclusion criteria for enrolment were: patient follow-up at least 5 years, age > 18 years, no concomitant ocular pathology or visual impairment condition, no previous history of malignancy or associated treatment, including anti-vascular endothelial growth factor therapy or photodynamic therapy with verteporfin. The first independent investigator quantified the area occupied by the nevus in optic disc diameters (DD), identified nevi geographic location and reported ophtalmoscopic features of pigmentation, shape and subretinal fluid. The objective quantification was performed by the second investigator. Statistical analysis was performed using SPSS for Windows and correlations were examined by calculating the Pearson’s correlation coefficient for normal distributed data and Spearman’s correlation coefficient for non-normally distributed. Results were considered statistical significant at p< 0, 05. The present study included 87 eyes of 87 participants. The age variable does not follow a normal distribution (Kolmogorof-Smirnov, p=0,001). Of our total sample 52, 87% were women and 47,13% were men. No statistical significant correlation was found between patient age and nevus anteroposterior location (p=0,153) or quadrant location (p=0,111). In addition, patient age was not significantly associated with pigmentation (p=0,751) or drusen presence (p=906). Respectively, gender was not found significant correlated with anteroposterior location (p= 0,241), quadrant location (p= 0,615), pigmentation (p=0,086) and drusen presence (p=0,586). There was statistical significant correlation between anteroposterior location and nevus size (p=0,001) and between nevus size and relationship to macula (p=0,005). No statistical significant correlation was found between nevus size and age (p=0,163) or quadrant location (p=0,695). In a follow-up period of 5 years only two nevi were reported by photography qualification as of increased size: the first one progressed from 0, 5 DD to 1, 0 DD and the second from 1, 5 DD to 2, 5 DD. Choroidal nevi are generally considered a benign condition. However histopathological examinations have revealed multiple uveal melanomas with nevi features. In clinical practice a choroidal nevus is monitored because of its potential malignant transformation or because it is difficult to differentiate from a small choroidal melanoma. It is therefore, of utmost need to establish a method in order to monitor the exact progression of the choroidal lesions. Our presented method revealed high sensitivity and specificity compared to conventional observation and photograph qualification. Οι σπίλοι του χοριοειδούς είναι μια καλοήθης ενδοφθάλμια βλάβη, η οποία συχνά ανακαλύπτεται κατά τη διάρκεια βυθοσκόπησης ρουτίνας. Σύμφωνα με την Collaborative Ocular Melanoma Study[19], χοριοειδικός σπίλος ορίζεται εκείνος με μέγιστη διάσταση βάσης < 5mm και 1mm ύψους. Αυτές οι βλάβες είναι συνήθως ασυμπτωματικές. Ωστόσο, ένας σπίλος μπορεί να μειώσει την οπτική οξύτητα, εάν είναι πολύ κοντά στο ωχρικό βοθρίο. Παρά το ότι στις περισσότερες περιπτώσεις πρόκειται για καλοήθεις βλάβες, είναι απαραίτητη η παρακολούθηση τους, λόγω της πιθανής μετατροπής τους σε κακοήθεια. Οι προγνωστικοί παράγοντες που προδιαθέτουν για κακοήθεια είναι η μεγάλη διάμετρος και πάχος της βλάβης, η γειτνίαση στον οπτικό δίσκο, ο πορτοκαλί χρωματισμός της επιφάνειας, η παρουσία υπαμφιβληστροειδικού υγρού, καθώς και η μείωση της οπτικής οξύτητας. Ο σκοπός της μελέτης είναι να ποσοτικοποιήσει την πρόοδο των χοριοειδικών σπίλων όσον αφορά το μέγεθος και να αναφέρει αλλαγές στα βυθοσκοπικά χαρακτηριστικά τους κατά τη διάρκεια των 5 ετών παρακολούθησης των ασθενών που εντάχθηκαν στην έρευνα. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από δύο ανεξάρτητους ερευνητές και τα κριτήρια των ασθενών που συμπεριελήφθησαν ήταν : ηλικία άνω των 18 ετών, η μη παρουσία άλλης οφθαλμολογικής παθογένειας, η μη αναφορά άλλης κακοήθειας ή συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου, συμπεριλαμβανομένων και των Anti-VEGF παραγόντων ή φωτοδυναμικής θεραπείας με verteprofin. Ο πρώτος ανεξάρτητος ερευνητής ποσοτικοποίησε το μέγεθος των σπίλων σε «διάμετρο οπτικού δίσκου», καθόρισε τη γεωγραφική θέση των βλαβών και ανέφερε οφθαλμοσκοπικά χαρακτηριστικά όπως ο χρωματισμός, το σχήμα και η παρουσία υγρού υπό του αμφιβληστροειδούς. Η αντικειμενική ποσοτικοποίηση των παραπάνω χαρακτηριστικών έγινε από το δεύτερο ανεξάρτητο ερευνητή. Η στατιστική ανάλυση έγινε χρησιμοποιώντας το SPSS των Windows και οι συσχετισμοί μελετήθηκαν υπολογίζοντας το συντελεστή Pearson’s για τα δεδομένα με ομαλή κατανομή και το συντελεστή Spearman’s για τα δεδομένα με μη ομαλή κατανομή. Τα αποτελέσματα θεωρήθηκαν στατιστικά σημαντικά με p< 0,05. Στην έρευνα συμπεριελήφθησαν 87 μάτια από 87 συμμετέχοντες. Η μεταβλητή της ηλικίας δεν ακολουθεί κανονική κατανομή (Kolmogorof-Smirnov, p=0,001). Από το σύνολο, 52.87% ήταν γυναίκες και 47.13% ήταν άνδρες. Κανένας σημαντικός στατιστικά συσχετισμός δε βρέθηκε μεταξύ της ηλικίας του ασθενούς και της προσθιοπίσθιας θέσης του σπίλου (p=0,153) ή της τοποθεσίας τους επί των τετάρτων (p= 0,111). Επιπροσθέτως, η ηλικία του ασθενούς δεν συνδέεται άμεσα με το χρωματισμό (p=0,751) ή με την παρουσία drusen (p=906). Αντιστοίχως, το φύλο δε βρέθηκε να συσχετίζεται σημαντικά με την προσθιοπίσθια θέση (p=0,241), την επί των τετάρτων θέση (p=0,615), το χρωματισμό (p=0,086) και την παρουσία drusen (p=0,586).Βρέθηκε στατιστικά σημαντικός συσχετισμός μεταξύ προσθιοπίσθιας θέσης και μεγέθους του σπίλου (p= 0,001) και μεταξύ μεγέθους του σπίλου και συσχετισμού με την ωχρά (p= 0,005). Κανένας σημαντικά στατιστικός συσχετισμός δε βρέθηκε μεταξύ μεγέθους του σπίλου και ηλικίας (p=0,163) ή της επί των τετάρτων θέση (p=0,695). Σε μια περίοδο 5 ετών, μόνο 2 χοριοειδικοί σπίλοι παρουσίασαν αύξηση μεγέθους, μέσω της φωτογραφικής αξιολόγησης, από 0,5DD σε 1,0 DD ο πρώτος και από 1,5DD σε 2,5DD ο δεύτερος. Αν και σε γενικές γραμμές οι χοριοειδικοί σπίλοι θεωρούνται καλοήθεις βλάβες, ιστοπαθολογικές εξετάσεις έχουν αποδείξει ότι χοριοειδικά μελανώματα μπορούν να προκύψουν από σπίλους. Στην κλινική πράξη κάθε σπίλος παρακολουθείται λόγω της πιθανής εξαλλαγής του σε κακόηθες μελάνωμα ή επειδή είναι δύσκολη η διαφοροποίηση ενός σπίλου από ένα μικρό χοριοειδικό μελάνωμα. Συμπερασματικά, είναι εξαιρετικά σημαντικό να καθοριστεί μια μέθοδος για τη σωστή παρακολούθηση της πορείας των χοριοειδικών βλαβών. Η μέθοδος που παρουσιάζεται από εμάς μέσω της μελέτης αυτής αποδεικνύεται να έχει μεγάλη ευαισθησία και ειδικότητα σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους παρακολούθησης και φωτογράφησης των βλαβών αυτών. 1578 166 195 Η αξιοποίηση των θεατρικών τεχνικών στα εκπαιδευτικά προγράμματα των μουσείων This undergraduate dissertation investigates the role of theatre techniques in museum education practice. This innovative teaching method has not yet had a broad application in Greece, and widely known in the international literatute as “museum theatre” or “museum drama”, which promotes experiential, active and collaborative learning. Via the appropriate choice of theatre techniques children are engaged in an experiential way and through role play and improvisation they approach the understanding of the world and the exchange views on particular subjects. This is an empirical piece of research and includes the design, implementation and evaluation of an educational program for children, which uses “museum drama”, at the Historical Museum of Alexandroupolis. The program aimed at preschool and primary school children, is based on innovative educational museum-teaching methods. The first part of this dissertation, attempts to categorize and clarify some of the main terms used by Museum Education and Museum Drama and the second part of attemps the combination of the two branches to create a new one Η πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της αξιοποίησης της θεατρικής αγωγής και των τεχνικών της, στα εκπαιδευτικά προγράμματα των σύγχρονων μουσείων. Πρόκειται για μια καινοτόμο μέθοδο διδασκαλίας που δεν έχει εφαρμοστεί, ακόμη, ευρέως στον ελλαδικό χώρο, η οποία ονομάζεται στην διεθνή βιβλιογραφία «museum theatre» ή «museum drama», που προωθεί τη βιωματική, ενεργητική και συνεργατική μάθηση των παιδιών. Μέσα από την κατάλληλη επιλογή ενεργητικών δράσεων και τεχνικών, τα παιδιά συμμετέχουν σε παιχνίδια ρόλων και αυτοσχεδιασμούς και με αυτό τον τρόπο οδηγούνται στην κατανόηση του κόσμου και στην ανταλλαγή απόψεων πάνω στις διαστάσεις ενός θέματος. H εργασία προσεγγίζει αυτό το ζήτημα μέσα από την εμπειρική μελέτη, η οποία, περιλαμβάνει τον σχεδιασμό, την υλοποίηση και την αξιολόγηση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος με την εμπλοκή ορισμένων τεχνικών του θεάτρου στο Ιστορικό Μουσείο Αλεξανδρούπολης. Το πρόγραμμα απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας και είναι βασισμένο στις σύγχρονες εκπαιδευτικές και μουσειοπαιδαγωγικές μεθόδους (διδασκαλίας). Επιχειρείται η κατηγοριοποίηση και διασαφήνιση βασικών εννοιών του θεωρητικού υποβάθρου σχετικά με τη Μουσειοπαιδαγωγική και τη Θεατρική Αγωγή και στην συνέχεια, η συνένωση των δύο πεδίων (ή γνωστικών αντικειμένων), τα οποία οδηγούν στην δημιουργία ενός νέου πεδίου 1579 145 148 Looking for convergences and divergences in their explicit or tacit role across professional contexts Αναζητώντας συγκλίσεις και αποκλίσεις του ρητού ή άρρητου ρόλου τους σε διαφορετικούς επαγγελματικούς χώρους Mathematics constitutes part of people's everyday and work life. In these contexts, different requirements lead people to using school and non-school strategies alike, consciously or unconsciously. A common element of these strategies is that they all aim at an operational implementation at every occasion. The present study looks at nine professionals’ conceptions about the nature, the learning and the teaching of mathematics, chosen on the basis of their educational level (low, middle and high level). In addition, the type of mathematical knowledge utilized in their everyday and professional lives is also examined. Our findings suggest the use of specific ‘mathematical’ practices in these contexts, which are formed at school, at work or due to personal circumstances. These practices differ depending on the professional practice and the level of education supporting it Τα μαθηματικά αποτελούν κομμάτι της καθημερινής και επαγγελματικής ζωής των ανθρώπων. Στα πλαίσια αυτά, οι διάφορες απαιτήσεις οδηγούν τα άτομα στη χρήση σχολικών και μη μαθηματικών στρατηγικών, η οποία είναι άλλοτε συνειδητή κι άλλοτε ασυνείδητη. Κοινό στοιχείο αυτών των στρατηγικών είναι ότι αποσκοπούν στη λειτουργική εφαρμογή τους σε κάθε περίσταση. Η παρούσα μελέτη επικεντρώνεται στη διερεύνηση των αντιλήψεων περί της φύσης, μάθησης και διδασκαλίας των μαθηματικών εννιά επαγγελματιών που επιλέχτηκαν με βάση το επίπεδο εκπαίδευσής τους (χαμηλό, μεσαίο, υψηλό). Επιπλέον, διερευνάται το είδος των μαθηματικών γνώσεων που χρησιμοποιούν στην καθημερινή και επαγγελματική τους ζωή. Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν την αξιοποίηση ιδιαίτερων ‘μαθηματικών’ πρακτικών στα συγκεκριμένα πλαίσια, οι οποίες διαμορφώνονται στο σχολείο, στο χώρο εργασίας ή εξαιτίας προσωπικών αναζητήσεων. Οι πρακτικές αυτές διαφέρουν ανάλογα με την επαγγελματική πρακτική και το επίπεδο εκπαίδευσης που την υποστηρίζει 1580 202 203 Toy libraries, places of learning and entertainment: the case of toy libraries in Greece Παιγνιοθήκες, χώροι μάθησης και ψυχαγωγίας: η περίπτωση των παιγνιοθηκών στην Ελλάδα The present study refers to the institution of toy libraries at a global level. The aim of the study is to highlight the importance of toy libraries in the countries that are existing. The main part of this study is based on bibliographic information about toy libraries around the world. These data refer to conceptual indemnification of toy libraries and their characteristics. In addition, there are references to the historical evolution of toy libraries in foreign countries. Also, examples are given on the way toy libraries operate in many countries. Moreover, this study emphasizes on pedagogical and social meanings of toy libraries. In the second part of this study there are data about toy libraries in Greece and their characteristics. The research on Greek toy libraries is based on questionaries’. The questionaries were constructed by the researcher, because there are no available measures for this research. In this research three toy libraries participated. The results of this study highlight the problems which deal the Greek toy libraries and the need to set up more toy libraries in Greece, because of their benefits for children, parents and the community Η παρούσα εργασία αναφέρεται στο θεσμό των παιγνιοθηκών. Οι παιγνιοθήκες αποτελούν ένα παγκόσμιο θεσμό. Ο στόχος της εργασίας είναι η ανάδειξη της σημασίας που έχουν οι παιγνιοθήκες στις χώρες που λειτουργούν αλλά και στην Ελλάδα. Στο μεγαλύτερο μέρος της εργασίας καταγράφονται τα βιβλιογραφικά στοιχεία που υπάρχουν σχετικά με τις παιγνιοθήκες σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα στοιχεία αυτά αφορούν τον εννοιολογικό προσδιορισμό και τα χαρακτηριστικά αυτών. Ακόμα, γίνεται αναφορά στην ιστορική εξέλιξή τους στις χώρες του εξωτερικού και δίνονται παραδείγματα σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας τους. Επίσης, επισημαίνεται η παιδαγωγική και κοινωνική σημασία αυτών. Το δεύτερο κεφάλαιο της εργασίας είναι αφιερωμένο στις παιγνιοθήκες που λειτουργούν στην Ελλάδα και στα χαρακτηριστικά τους. Η μελέτη γίνεται και με τη λήψη πρωτογενούς υλικού, καθώς δίνονται ερωτηματολόγια στις ελληνικές παιγνιοθήκες. Η λήψη του πρωτογενούς υλικού βασίζεται στην κατάρτιση ενός ερωτηματολογίου από την ερευνήτρια, καθώς δεν υπάρχει κανένα διαθέσιμο εργαλείο μέτρησης. Ο αριθμός των παιγνιοθηκών που εξετάζονται είναι τρείς. Τα αποτελέσματα της παρούσας εργασίας αναδεικνύουν την ύπαρξη προβλημάτων στις ελληνικές παιγνιοθήκες αλλά και την ανάγκη ίδρυσης περισσότερων παιγνιοθηκών στην Ελλάδα. Ο θεσμός αυτός φαίνεται ότι παρουσιάζει πολλά οφέλη στα παιδιά, στους γονείς αλλά και σε ολόκληρη την κοινότητα 1581 285 309 This study aims to present the contribution of the 3rd Primary School of Alexandroupolis to the culture and education during the period 1950-1965. The school according to the evidences is the first school that was built in Dedeagats, later Alexandroupolis. The most likely and prevalent date of the building’s erection is 1866. The school archive was destroyed, when the building was used by the Germans and Bulgarians occupants (1941-1944). The archive that was saved is about 1945 and after, it is kept in the General State Archives in Alexandroupolis. The material that could be studied and analyzed for the purposes of education and culture was that of the period 1950-1965. From the bibliographic review emerged the concepts Dedeagats, Alexandroupolis, Education, Culture, “Model” Primary School and School Archive. The method that selected for the study of the archive was the content processing with methodological triangulation: study archive and interview. The results from this study show that there was a restriction in the new students’ registrations with examinations and registration fees. Innovative educational programs were implemented with success and the school took the title of informal “Model” school. The school’s theatrical performances with the original scenarios were well known in the city. An original theatrical scenario and a play’s summary with photographic material were found. The school also distinguished in music, with its mandolin, operetta and choir. From 1950-55 a mute school cinema operated in the school. The school excursions were predestined. The school personnel took measures for protecting the health, the nutrition and wellbeing of all students. Moreover, it had done great work for charitable purposes. Finally, the 3rd Primary School of Alexandroupolis had a remarkable action and operation from the post war years to 1965. Η παρούσα εργασία έχει σκοπό την αναλυτική παρουσίαση της συμβολής του 3ου Δημοτικού Σχολείου Αλεξανδρούπολης στον Πολιτισμό και την Εκπαίδευση την περίοδο 1950-1965. Το σχολείο σύμφωνα με τις μαρτυρίες είναι το πρώτο σχολείο που χτίστηκε στο Δεδέαγατς, μετέπειτα Αλεξανδρούπολη. Η πιθανότερη και επικρατέστερη χρονολογία ανέγερσης κτιρίου είναι το 1866. Το αρχείο του καταστράφηκε όταν το κτίριο χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς σκοπούς από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους (1941-1944). Το αρχείο που διασώθηκε είναι μετά το 1945 και φυλάσσεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Το υλικό που ανασύρθηκε και μπορούσε να μελετηθεί και να αναλυθεί για την Εκπαίδευση και τον Πολιτισμό ήταν κατά την περίοδο 1950-1965. Τα επόμενα χρόνια το 3ο Δημοτικό Σχολείο παρουσίαζε μια ομοιομορφία στη λειτουργία και τη διοίκηση όπως και τα άλλα σχολεία. Από τη βιβλιογραφική επισκόπηση αναδείχτηκαν οι έννοιες Δεδέαγατς, Αλεξανδρούπολη, Εκπαίδευση, Πολιτισμός, «Πρότυπο» Δημοτικό Σχολείο και Σχολικό Αρχείο. Η επιλογή μεθόδου μελέτης που επιλέχθηκε για τη μελέτη του αρχείου έγινε με την επεξεργασία περιεχομένου με τριγωνοποίηση: μελέτη αρχείου και συνέντευξη. Τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν τον περιορισμό εγγραφής μαθητών Α΄ τάξης με εξετάσεις και πληρωμή εγγραφής. Εφαρμόστηκαν καινοτόμα για την εποχή προγράμματα και η επιτυχία τους ήταν αυτή που προσέδωσε στο σχολείο τον τίτλο του άτυπου «Προτύπου» σχολείου. Δάσκαλος τιμήθηκε για της αρχαιολογικές τους έρευνες και την συγγραφή του προσφορά στην ιστορία της Θράκης. Οι θεατρικές παραστάσεις του με τα πρωτότυπα σενάρια του σχολείο ήταν γνωστά στην πόλη. Εντοπίστηκε ένα πρωτότυπο θεατρικό σενάριο και μία περίληψη έργου με φωτογραφικό υλικό. Το σχολείο ξεχώριζε και στη μουσικής, με την μαντολινάτα, την οπερέτα και τη χορωδία του. Από το 1950-55 λειτουργούσε βουβός σχολικός κινηματογράφος. Οι σχολικές εκδρομές του είχαν προσχεδιασμένο χαρακτήρα. Το προσωπικό του λαμβάνει μέτρα για την εστίαση και την υγεία όλων των μαθητών του. Μεγάλο το έργο του για κοινωφελείς σκοπούς. Αξιόλογη η πορεία και λειτουργία του από το τέλος της μεταπολεμικής περιόδου μέχρι την μεταπολίτευση 1582 469 429 The main purpose of this essay is to become familiarized with the con-cepts of Utilitarianism and Bioethics and seek whether there are any connections between them.Beginning with Plato and his moral theory on bliss in a community, which he considered to be the ultimate good, he supported that pleasure which makes us feel nice and not expe-rience any pain is related to bliss. In addition, Aristotle, later on, prese-nts the common ground between his and his teacher’s theory. Acco-rding to Aristotle, everything has a purpose and every human’s purpose is to reach the state of bliss. He agrees with Plato on the fact that pleasure constitutes a part of bliss and believed that addiction or habit to morally righteous deeds will make a person virtuous and help him achieve what he is destined by nature to do. In order for all these to be accomplished, the man must always choose the golden middle way between the two extremes of excess and deficiency so that he can reach his goals. The contribution of education is of vital importance for both philosophers.Moving on to Epicurus, whose theory is based on pleasure and on the fact that the purpose of every human being is to wholeheartedly enjoy this pleasure in order to be happy. Epicurus’ theory is greatly influenced by the rough circumstances during the era he lived and that is possibly why he speaks of attaining happiness and avoiding pain. He gives specific characteristics to pleasure and lays the foundation for the theory which flourished during the 18C by English philosophers, namely Utilitarianism.Furthermore, we referred to the father of Utilitarianism, Jeremy Bentham, who mentions in his theory the importance of achieving greater happiness for a greater number of people. His theory has been claimed to be radical. Maximum happiness constitutes a criterion as well as a measure of control for moral and legal rules. Subsequently, John S. Mill points out that the circumstances under which an action is taking place play an important role when aiming to obtain maximum happiness. He supports that based on the circumstances there is a high possibility that the morality behind our action will be altered.. He prompts us to choose our actions according to our own benefit but, at the same time, endeavor not to cause any pain to the people around us. Finally, Immanuel Kant, as a rationalist, believes that the truth is the key element of morality. His philosophy is characterized by a specific code of conduct and comes into contradi-ction with hedonism. He distinguishes between obligation and duty at a personal and at a collective level. The true essence of this essay is presented at the fourth and final chapter by comparing Utilitarianism and Bioethics and offering examples (e.g abortion) for a much better understanding of this topic and these two concepts. Σκοπός εκπόνησης αυτής της εργασίας είναι να γνωρίσουμε τις έννοιες του Ωφελιμισμού και της Βιοηθικής και αν αυτές σχετίζονται μεταξύ τους. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα με τη θεωρία του περί ευδαιμονίας για ολόκληρη την πολιτεία, θεωρώντας το υπέρτατο αγαθό, υποστή-ριξε πως μέρος της ευδαιμονίας αποτελεί η ηδονή που μας κάνει να νιώθουμε ευχάριστα και να μην πονάμε. Στη συνέχεια τα ηνία παρα-λαμβάνει ο Αριστοτέλης ο οποίος παρουσιάζει κοινά στοιχεία με τη θεωρία του δασκάλου του. Κατά τον Αριστοτέλη όλα έχουν ένα σκοπό και σκοπός του ανθρώπου είναι να φτάσει στην ευδαιμονία. Συμφωνεί με τον Πλάτωνα πως η ηδονή αποτελεί κομμάτι της ευδαιμονίας και πίστευε πως ο εθισμός – συνήθεια σε ορθές πράξεις θα καταστήσουν το χαρακτήρα του ανθρώπου ενάρετο και θα τον βοηθήσουν να φτάσει στον τελικό σκοπό που είναι προορισμένος από τη φύση. Απαραίτητη προϋπόθεση για όλα αυτά είναι ο άνθρωπος να επιλέγει το μέσον, να μη φτάνει δηλαδή στην υπερβολή αλλά ούτε και να έχει έλλειψη, γιατί τότε δεν θα μπορέσει να πετύχει το σκοπό του. Σημαντική είναι η συ-μβολή της παιδείας, και για τους δύο φιλοσόφους. Και φτάνουμε στον Επίκουρο, του οποίου η θεωρία βασίζεται στην ηδονή και σκοπός του κάθε ανθρώπου είναι να απολαμβάνει ηδονές γιατί έτσι θα είναι ευτυχισμένος. Η θεωρία του Επίκουρου είναι αρκετά επηρεασμένη από τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν την εποχή που έζησε και πιθανώς για αυτό τον λόγο μας μιλάει για επιδίωξη ευτυχίας και αποφυγή του πόνου. Δίνει χαρακτηριστικά στις ηδονές και θέτει τα θεμέλια για τη θεωρία που άκμασε τον 18ο αιώνα από τους Άγγλους φιλοσόφους, τον ωφελιμισμό. Στη συνέχεια αναφερθήκαμε στον πατέρα του Ωφελιμισμού, τον Jeremy Bentham, ο οποίος συνοψίζει τη θεωρία του στον σκοπό της επίτευξης της μεγαλύτερης ευτυχίας για μεγαλύτερο αριθμό ατόμων. Η θεωρία του έχει χαρακτηριστεί ριζο-σπαστική και η μέγιστη ευτυχία αποτελεί κριτήριο και μέτρο ελέγχου για τους ηθικούς και νομικούς κανόνες. Στη συνέχεια ο JohnS. Millθέτει ως κριτήριο για τη μέγιστη ευτυχία και τις συνθήκες που επικρατούν όταν συμβαίνει μια πράξη. Υποστηρίζει πως βάσει των συνθηκών είναι πιθανό να αλλάξει και η ηθική και θα πρέπει να επιλέγουμε μια πράξη ανάλογα το συμφέρον μας χωρίς βέβαια να προκαλούμε πόνο στους γύρω μας. Τέλος,ο Immanuel Kant, ως ορθολογιστής, θεωρεί βασικό συστατικό της ηθικής την αλήθεια. Η φιλοσοφία του χαρακτηρίζεται από δεοντοκρατία και έρχεται σε αντίθεση με τον ηδονισμό. Κάνει διάκριση μεταξύ υποχρέωσης και καθήκοντος και σε προσωπικό επί-πεδο και σε συλλογικό. Η ουσία της εργασίας αυτής έρχεται στο τέτα-ρτο και τελευταίο κεφάλαιο με τη συσχέτιση Ωφελιμισμού και Βιοηθι-κής και την παρουσίαση παραδειγμάτων(π.χ. άμβλωση) ώστε να κατα-νοηθεί καλύτερα το θέμα μας και οι δύο αυτές έννοιες. 1583 176 206 Socio-cultural parameters of failure in school mathematics: primary teachers’ conceptions Κοινωνικο-πολιτισμικοί παράγοντες αποτυχίας στα σχολικά μαθηματικά: αντιλήψεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης School failure is a complex problem that arises from the combination of cognitive, emotional and socio-cultural factors interacting with each other. The present study focuses on the attribution of school mathematics failure to socio-cultural factors by experienced primary as well as student teachers. In particular, emphasis is placed on children’s gender, the school and the family environment and peers’ influence. A questionnaire was used for the collection of the data completed by 101 primary teachers and 102 senior students of Primary Education Departments. The results showed that the teachers of the sample accept the contribution of the family and the school environment to pupils’ failure in school mathematics, while rejecting that of their peers. Regarding their own contribution to it, the teachers of the sample appear to agree in certain cases and to be uncertain in others. Finally, they indicate uncertainty about the relationship of parents’ behavior and gender performance in mathematics and disagreement about their differential treatment of the two sexes related to classroom matters Για να αποκτήσει κανείς σφαιρική άποψη του φαινομένου της σχολικής αποτυχίας είναι βασικό να γνωρίσει τις ισχύουσες απόψεις σχετικά με τους παράγοντες που την προκαλούν. Η σχολική αποτυχία είναι ένα σύνθετο πρόβλημα που προκύπτει από το συνδυασμό γνωστικών, συναισθηματικών και κοινωνικο-πολιτισμικών παραγόντων, οι οποίοι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Η παρούσα εργασία εστιάζει στη σύνδεση της αποτυχίας στα σχολικά μαθηματικά με κοινωνικο-πολιτισμικούς παράγοντες από έμπειρους και μελλοντικούς εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ειδικότερα, δίνεται έμφαση στο φύλο των μαθητών, στο σχολικό και οικογενειακό περιβάλλον τους και στην επιρροή που δέχονται από τους συνομηλίκους τους. Για τη συλλογή των δεδομένων της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο που συμπληρώθηκε από 101 εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και 102 τεταρτοετείς φοιτητές Παιδαγωγικών Τμημάτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι εκπαιδευτικοί του δείγματος αποδέχονται τη συμβολή της οικογένειας αλλά και του σχολικού περιβάλλοντος στη σχολική αποτυχία στα μαθηματικά, ενώ απορρίπτουν αυτή των συνομηλίκων. Αναφορικά με τη δική τους συμβολή σε αυτήν, εμφανίζονται σύμφωνοι σε ορισμένες περιπτώσεις και αβέβαιοι σε άλλες. Τέλος, δηλώνουν αβεβαιότητα για τη σχέση συμπεριφοράς γονέων και επίδοσης των δύο φύλων στα μαθηματικά και διαφωνία για τη διαφορετική αντιμετώπιση των δύο φύλων από τους ίδιους που αφορά στις διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα μέσα στην τάξη 1584 317 331 Endometriosis is a common, estrogen-dependent, inflammatory condition associated with chronic pelvic pain, subfertility and dysmenorrhoea. Its estimated prevalence rates range from 5-10% in women of reproductive age in the general population to 35-50% among women with chronic pelvic pain and subfertility. The causes of the condition are complex and involve multiple environmental and genetic factors. A study of 3096 twins, showed that the heritability of endometriosis, the proportion of disease variance due to genetic factors, has been estimated at around 52%. To elucidate the causal genetic variants underlying endometriosis, many investigators, over the past decades, have used the so-called ‘candidate gene’ study approaches which are based on a hypothesis that can be biological or positional. In biological candidate gene studies, genes with an inferred biological relevance to the disease are selected and genetic variants in these genes are tested for association with the disease of interest. In positional candidate gene studies, variants and genes are selected on the basis of prior evidence that a specific genomic region is implicated, for example through hypothesis-free linkage studies described below. Few such positional candidate gene studies have been performed in endometriosis.Biological candidate gene studies in endometriosis have been abundant and, similar to other complex diseases, it is fair to say that they have been generally unsuccessful, with limited replicated results. Reasons for the general failure of candidate gene studies to elucidate genetic mechanisms in complex disease are clear: (i) they are based on a biological hypothesis that may not be true; (ii) only one or a few genes in a relevant biological pathway are typically tested; (iii) usually only a few variants in a gene are tested, and no attempt is made to comprehensively cover the gene; (iv) cases and controls used are often poorly defined, or definitions vary and (v) sample sizes are usually inadequate to detect the effect sizes that are expected for variants influencing a complex trait. Η ενδομητρίωση είναι μια κοινή, εξαρτώμενη από τα οιστρογόνα, φλεγμονώδης κατάσταση που σχετίζεται με χρόνιο πυελικό πόνο, υπογονιμότητα και δυσμηνόρροια. Τα εκτιμώμενα ποσοστά της κυμαίνονται από 5-10% στις γυναίκες της αναπαραγωγικής ηλικίας του γενικού πληθυσμού έως 35-50% μεταξύ των γυναικών με χρόνιο πυελικό πόνο και υπογονιμότητα. Οι αιτίες της κατάστασης είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστες, αλλά είναι πιθανό να είναι περίπλοκες, με πολλαπλούς περιβαλλοντικούς και γενετικούς παράγοντες. Με βάση μια μελέτη 3096 δίδυμων, η κληρονομικότητα της ενδομητρίωσης, η αναλογία της διακύμανσης της νόσου λόγω γενετικών παραγόντων εκτιμάται σε περίπου 52%. Για να διασαφηνιστούν αιτιώδεις γενετικές παραλλαγές που υποκρύπτουν την ενδομητρίωση, πολλοί ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει τις αποκαλούμενες προσεγγίσεις μελέτης «υποψήφιου γονιδίου» τις τελευταίες δεκαετίες. Οι προσεγγίσεις μελέτης υποψήφιου γονιδίου βασίζονται σε μια υπόθεση, η οποία μπορεί να είναι βιολογική ή θετική. Σε βιολογικές υποψήφιες γονιδιακές μελέτες, επιλέγονται γονίδια με υπονοούμενη βιολογική σχέση με την ασθένεια και γενετικές παραλλαγές σε αυτά τα γονίδια εξετάζονται για συσχέτιση με την ασθένεια που μας ενδιαφέρει. Στις υποψήφιες γονιδιακές μελέτες, οι παραλλαγές και τα γονίδια επιλέγονται με βάση τις προηγούμενες αποδείξεις ότι εμπλέκεται μια συγκεκριμένη γονιδιωματική περιοχή, για παράδειγμα με μελέτες σύνδεσης χωρίς υποθέσεις που περιγράφονται παρακάτω. Λίγες τέτοιες υποψήφιες γονιδιακές μελέτες έχουν διεξαχθεί στην ενδομητρίωση. Οι μελέτες βιολογικών υποψήφιων γονιδίων στην ενδομητρίωση ήταν άφθονες και, παρόμοιες με άλλες πολύπλοκες ασθένειες, είναι δίκαιο να πούμε ότι ήταν γενικά ανεπιτυχείς, με περιορισμένα επαναλαμβανόμενα αποτελέσματα. Λόγοι για τη γενική αποτυχία των υποψηφίων γονιδιακών μελετών για την αποσαφήνιση των γενετικών μηχανισμών σε πολύπλοκες ασθένειες είναι σαφείς: (i) βασίζονται σε μια βιολογική υπόθεση που μπορεί να μην είναι αλήθεια, (ii) τυπικά ελέγχονται μόνο ένα ή λίγα γονίδια σε μια σχετική βιολογική οδό, (iii) συνήθως μόνο λίγες παραλλαγές σε ένα γονίδιο ελέγχονται και δεν γίνεται καμία προσπάθεια για την πλήρη κάλυψη του γονιδίου, (iv) οι περιπτώσεις και οι έλεγχοι που χρησιμοποιούνται είναι συχνά κακώς καθορισμένοι ή οι ορισμοί ποικίλλουν και (v) τα μεγέθη δείγματος είναι συνήθως ανεπαρκή για να ανιχνεύσουν τα μεγέθη αποτελεσμάτων που αναμένονται για παραλλαγές που επηρεάζουν ένα σύνθετο χαρακτηριστικό. 1585 516 464 Συσχέτιση των στάσεων των εκπαιδευτικών των διαπολιτισμικών γυμνασίων προς τους αλλόγλωσσους μαθητές τους και των πρακτικών που εφαρμόζουν κατά τη διδασκαλία της νεοελληνικής γλώσσας This study focuses on how the Greek language teachers manage the students’ linguistic and cultural diversity in the Multi-cultural/ Cross-cultural Senior High Schools. The teachers’ attitudes towards their students with a different linguistic and ethnic background as well as the practices they use when teaching Modern Greek Language are investigated in this work. Despite the fact that a lot of students with a different level of knowledge of the Greek language and a diverse cultural background attend classes in the Cross-cultural Schools, the same curricula and syllabuses, the same teaching material and methodology with the other types of Senior High Schools of Greece are used to teach them Modern Greek Language. For this reason the focus of the study is the teachers, that take on the responsibility of teaching Modern Greek Language classes in which Greek language speakers and foreign language speakers coexist. The data for the study were selected through three instruments: 11 questionnaires, interviews and observations. The technique of triangulation was applied with a view to gather both quantitative and qualitative data and to increase the credibility and validity of the results through cross verification. More specifically, during the investigation Questionnaires were used which were answered by the inquired staff. Also Semi- Structured Interviews, for which samples of two stages were used in many phases and finally the method of Non Participant Observation, with sampling of two stages in many phases, the data of which were used as a tool to check the findings of the other two methods. After the gathering and the electronic recording of data, the classification, the coding, the analysis, the treatment and the interpretation of the findings, that correspond to the theoretical affairs of the research, followed thoroughly. According to the results of the research, it has been confirmed that the attitudes and the practices acquired by the Greek Language teachers make the teaching process be organized in a traditional manner that results in the creation of a monolingual – oriented education system as far as the curricula and the teaching material are concerned. Undoubtedly there are many cases in which innovative and pioneering teaching methods are chosen aiming at the effective result of the course and the improvement of the students’ language level and school performance. Teachers point out the lack of infrastructure and the deficit of the institutional framework and doubt the cross-cultural dimension of the educational processes inside the cross-cultural school. However teachers themselves often try hard to create in their multicultural class an environment of mutual acceptance and collaboration among the students, in which the common values can progressively be built and the various cultures may coexist and interact. The findings of the survey seem to confirm the central research hypothesis, since the teachers, who work in a mono-lingual and mono cultural education system, present contradictions, differentiations, regressions between the traditional and the innovative. Besides, having constituted a solidified body of educational experiences and personal mentalities and perceptions, they attempt to discover new ways of managing the multilingual and multicultural composition of their classes and to create a more “cross-cultural” vision of the educational process Η παρούσα εργασία αφορά τη διαχείριση της γλωσσικής και πολιτισμικής ετερότητας του μαθητικού δυναμικού από τους φιλολόγους που διδάσκουν γλώσσα στα Διαπολιτισμικά Γυμνάσια . Διερευνώνται οι στάσεις των εκπαιδευτικών προς τους αλλόγλωσσους μαθητές τους καθώς και οι πρακτικές που χρησιμοποιούν κατά τη διεξαγωγή του μαθήματος της Νεοελληνικής Γλώσσας. Αν και στα Διαπολιτισμικά Σχολεία φοιτούν πολλοί μαθητές με διαβαθμισμένη ελληνομάθεια και ποικίλες πολιτισμικές υπαγωγές, η διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας γίνεται με τα ίδια Αναλυτικά Προγράμματα, τα ίδια Διδακτικά Βιβλία και την ίδια μεθοδολογία με τα υπόλοιπα σχολεία ανά βαθμίδα εκπαίδευσης σ’ ολόκληρη τη χώρα. Για το λόγο αυτό εστιάσαμε την παρούσα έρευνα στους εκπαιδευτικούς, που αναλαμβάνουν την ευθύνη της συνεκπαίδευσης των ελληνόφωνων και αλλόγλωσσων μαθητών κατά τη διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στα σχολεία αυτά. Ως ερευνητική μέθοδος για την καταγραφή και διερεύνηση των στάσεων και των πρακτικών των φιλολόγων των Διαπολιτισμικών Γυμνασίων εφαρμόστηκε η μεθοδολογική τριγωνοποίηση με στόχο το συνδυασμό των ποσοτικών και ποιοτικών δεδομένων. Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε Ερωτηματολόγιο, που απαντήθηκε από το σύνολο του ερευνώμενου πληθυσμού, Ημιδομημένη Συνέντευξη, για την οποία .χρησιμοποιήθηκε πολυσταδιακή δειγματοληψία δυο σταδίων και τέλος έγινε Μη Συμμετοχική Παρατήρηση, με πολυσταδιακή δειγματοληψία δυο σταδίων, τα δεδομένα της οποίας χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλείο ελέγχου των ευρημάτων των δυο άλλων μεθόδων. Μετά τη συλλογή και την ηλεκτρονική καταγραφή των δεδομένων ακολούθησε η ταξινόμηση, η κωδικοποίηση, η ανάλυση, η επεξεργασία και η ερμηνεία των ευρημάτων, που αντιστοιχούν στις θεωρητικές υποθέσεις της έρευνας. Από τα ευρήματα της έρευνας διαπιστώνεται ότι στις στάσεις και τις πρακτικές των φιλολόγων κυριαρχεί ένα παραδοσιακό πλαίσιο οργάνωσης της διδασκαλίας, που εγγράφεται σ’ ένα μονογλωσσικά προσανατολισμένο σύστημα εκπαίδευσης ως προς τα προγράμματα σπουδών και τα σχολικά βιβλία. Δεν είναι όμως λίγες οι περιπτώσεις που επιλέγονται διδακτικοί χειρισμοί καινοτόμοι και πρωτοποριακοί με στόχο την αποτελεσματική έκβαση του μαθήματος, τη βελτίωση 10 της γλωσσομάθειας των μαθητών και τη σχολική τους πρόοδο. Στο λόγο των εκπαιδευτικών τονίζονται κατ’ επανάληψη οι ελλείψεις σε επίπεδο υποδομών αλλά και θεσμών και αμφισβητείται ουσιαστικά η διαπολιτισμική διάσταση των εκπαιδευτικών διαδικασιών εντός του διαπολιτισμικού σχολείου. Ωστόσο οι ίδιο οι εκπαιδευτικοί συχνά προσπαθούν να δημιουργήσουν στην πολυπολιτισμική τάξη τους ένα πλαίσιο αλληλοαποδοχής και συνεργατικότητας των συμ-μαθητών, ώστε να οικοδομηθεί σταδιακά ένα πλαίσιο κοινών αξιών εντός του οποίου οι διάφοροι πολιτισμοί να συνυπάρχουν και να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Τα ευρήματα της έρευνας φαίνεται να επιβεβαιώνουν την κεντρική υπόθεση της έρευνας, καθώς οι εκπαιδευτικοί, μέσα στο μονογλωσσικό και μονοπολιτισμικό εκπαιδευτικό σύστημα που εργάζονται, εμφανίζουν αντιφάσεις, διαφοροποιήσεις, παλινδρομήσεις ανάμεσα στο παραδοσιακό και το καινοτόμο και, έχοντας συγκροτήσει ένα παγιωμένο σώμα εκπαιδευτικών εμπειριών και προσωπικών ιδεολογιών και αντιλήψεων, επιχειρούν να βρουν νέους τρόπους διαχείρισης της πολύγλωσσης και πολυπολιτισμικής σύνθεσης των τάξεών τους και να δημιουργήσουν μια πιο «διαπολιτισμική» οπτική της εκπαιδευτικής διαδικασίας. 1586 271 340 Η σημασία των πρωταρχικών σχέσεων στον ψυχισμό του παιδιού και στην εμφάνιση ψυχοπαθολογίας στην ενήλικη ζωή The aim of this study is to investigate, trough the literature review, the impact of the interaction in early life on personality formation and on psychopathology of emerging adulthood. It appears that the quality of child’s relationship with the parents-caregivers affects to a great extent the person itself throughout his life in psychological, emotional and social terms. Recent studies have shown clearly that the mother-child relationship, mainly during the first year of life, has an important impact on the developing personality, especially the negative ones which could be devastating irreversible. During the last decades, the studies on the escalating consequences of the early attachment between child and caregiver have been spotlighted in virtue of the fundamental role attachment bond has in developmental psychopathology. Attachment theory depicts certain development itineraries of the psychological and social adaptation. These «itineraries» originate from the early relationship between infant and parents or caregivers and could be explained using specific models that mimic the child- parent relationship The personality formation and the emergence of psychopathology in adulthood depend on one’s relationships with family members. The kind and the quality of the emotional bonds between infant and parents are crucial in child’s development. Especially the importance of the relationship between mother and child is emphasized in both psychoanalytic and learning or cognitive theories. Father himself has an essential role to play affecting, either in a positive or negative way, the child’s development. Concluding, the role of early relationships of an individual and the attachment theory constitute the cornerstone of the effort to understand and explain the differences among individuals concerning the psychological and emotional development throughout their lives. Η παρούσα εργασία, με μορφή βιβλιογραφικής ανασκόπησης, έχει ως σκοπό τη διερεύνηση των πρώιμων σχέσεων ως προς τον ρόλο τους στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου και στην εμφάνιση ψυχοπαθολογίας στην ενήλικη ζωή. Φαίνεται πως η ποιότητα της σχέσης του βρέφους με τους γονείς-φροντιστές και κυρίως με τη μητέρα στα πρώτα χρόνια της ζωής επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το άτομο ψυχολογικά, συναισθηματικά, κοινωνικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Έρευνες που έγιναν τα τελευταία χρόνια έδειξαν καθαρά ότι η σχέση ανάμεσα στη μητέρα και το παιδί, τον πρώτο χρόνο της ηλικίας, αφήνει βαθιά ίχνη στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του αναπτυσσόμενου ανθρώπου, τα οποία, εάν είναι αρνητικά, μπορεί να έχουν βλαπτικές και ενδεχομένως ανεπανόρθωτες συνέπειες.Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι μελέτες των συνεχιζόμενων επιπτώσεων του πρώιμου «Δεσμού Προσκόλλησης» βρέφους-φροντιστή στην αναπτυσσόμενη προσωπικότητα του πρώτου έχουν προσελκύσει μεγάλο ενδιαφέρον, με τη θεωρία του «Δεσμού Προσκόλλησης» και τον ρόλο της στην αναπτυξιακή ψυχοπαθολογία να βρίσκεται στο επίκεντρο. Η θεωρία του «Δεσμού Προσκόλλησης» προδιαγράφει συγκεκριμένα αναπτυξιακά μονοπάτια της ψυχοκοινωνικής προσαρμογής του ανθρώπου. Αυτά τα μονοπάτια αναδύονται από τις πρώιμες σχέσεις βρέφους και γονέα και έχουν τις ρίζες τους στον τρόπο οργάνωσης των μοντέλων αναπαράστασης των σχέσεων του παιδιού με τους «σημαντικούς άλλους». Η ανάπτυξη του ανθρώπινου ψυχισμού, η εξέλιξη της προσωπικότητας ενός ατόμου και η εμφάνιση παθολογικής συμπεριφοράς στην ενήλικη ζωή, εξαρτώνται ιδιαίτερα από τις σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ του ιδίου και της οικογένειας του. Συγκεκριμένα, το είδος και η ποιότητα των συναισθηματικών δεσμών γονέα-παιδιού διαδραματίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη του ατόμου. Ιδιαίτερα, η σημαντικότητα της ομαλής σχέσης μητέρας–παιδιού επισημαίνεται τόσο στις ψυχαναλυτικές θεωρίες, όσο και στις θεωρίες της μάθησης και της γνωστικής ανάπτυξης. Ο πατέρας κατέχει ουσιαστικό ρόλο στην πορεία της ανάπτυξης του παιδιού και μπορεί να την επηρεάσει τόσο θετικά όσο και αρνητικά. Για αυτόν τον λόγο, ο ρόλος των πρώιμων σχέσεων και η θεωρία της προσκόλλησης συνιστούν κεντρικό άξονα επεξήγησης των ατομικών διαφορών της ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης του ατόμου σε όλη τη διάρκεια της ζωή του. 1587 151 157 Investigation of perception of preschool and first school age for the noise and the effects of Διερεύνηση των αντιλήψεων των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας για το θόρυβο και τις επιπτώσεις του This project is referred to "Exploring the perceptions of preschool and primary school children about the noise and the effects " which is the object of Physical Science. The first part of the project relates to the value of Physical Science and to the role of children's ideas in the learning process. Additionally, it includes base concepts such as sound, noise and noise pollution including their characteristics. Afterwards, are highlighted the impact of the problem on human health and animals, and appears the ways of dealing with it. Remarkable part of our project is the presentation of researches which are carried out in Greek and international level on the perceptions of children for the noise effects. In the second part, there is our own research about our subject which is investigated and presented the results Η παρούσα πτυχιακή εργασία πραγματεύεται το θέμα «Διερεύνηση των αντιλήψεων των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας για το θόρυβο και τις επιπτώσεις του» το οποίο αποτελεί αντικείμενο των Φυσικών Επιστημών. Το πρώτο μέρος της εργασίας αναφέρεται στην αξία των Φυσικών Επιστημών καθώς επίσης και στο ρόλο των ιδεών των παιδιών στη διαδικασία μάθησης. Επιπλέον, περιλαμβάνει βασικές έννοιες όπως είναι ο ήχος, ο θόρυβος και η ηχορύπανση συμπεριλαμβανομένου και των χαρακτηριστικών τους. Στη συνέχεια επισημαίνονται οι επιπτώσεις του προβλήματος στην ανθρώπινη υγεία και στα ζώα και παρατίθενται οι τρόποι αντιμετώπισής του. Αξιοσημείωτο κομμάτι της πτυχιακής μας εργασίας είναι η παρουσίαση ερευνών που έχουν πραγματοποιηθεί σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο σχετικά με τις αντιλήψεις των παιδιών για το φαινόμενο του θορύβου. Στο δεύτερο μέρος της παρατίθεται η προσωπική μας έρευνα σχετικά με το θέμα που ερευνάται και παρουσιάζονται τα αποτελέσματά της 1588 106 116 The subject of this study is to describe Cremation as better as possible in all its effects on society. The approach is taken in the light of the legal status in Greece, analyzes the problems caused by current legislation and criminal offenses that can be masked even by lawful incineration of the deceased. Cremation has substantial practical benefits. Not only it is much cheaper than traditional burial, but it also comes without its eco-logical burden. The case we make against cremation is not absolute, but we hope it succeeds in casting doubt on the presumed neutrality of cre-mation, because what is legal is not necessarily moral. Αντικείμενο της παρούσας μελέτης, είναι να περιγραφεί η αποτέφρω-ση όσο το δυνατόν περισσότερο σε όλες τις αντανακλάσεις που μπορεί να έχει στην κοινωνία. Επιχειρείται η προσέγγιση του θέματος υπό το πρίσμα του νομικού καθεστώτος στην Ελλάδα, αναλύονται τα προβλή-ματα που προξενεί η ισχύουσα νομοθεσία και οι εγκληματικές πράξεις που δύνανται να συγκαλυφθούν ακόμη και με τη διενέργεια νόμιμης αποτέφρωσης των θανούντων. Η καύση έχει σημαντικά πρακτικά οφέ-λη. Όχι μόνο είναι πολύ φθηνότερη από την παραδοσιακή ταφή, αλλά έρχεται επίσης χωρίς το οικολογικό φορτίο της ταφής. Η προσέγγιση που επιχειρείται ενάντια στην καύση δεν είναι απόλυτη, αλλά ελπί-ζουμε ότι θα καταφέρει να αμφισβητήσει την υποτιθέμενη ουδετε-ρότητα της αποτέφρωσης, καθώς ό,τι είναι νόμιμο δεν είναι απαραί-τητα και ηθικό. 1589 205 232 Study of the inhibitory effect of the Origanum onites essential oil to Caco-2 cell growth Διερεύνηση της ανασταλτικής δράσης του αιθέριου ελαίου Origanum onites στην ανάπτυξη της κυτταρικής σειράς Caco-2 The present study was designed to examine the chemical composition and assess the potential tumor-suppressing effect of Origanum onites L. essential oil on colorectal cancer. In order to draw conclusions, a series of experiments were carried out using colonic epithelial cells from Caco-2 cell line. These experiments were performed using the sulforhodamine B (SRB) assay, which is a procedure that examines the cytotoxicity of a compound in the under¬test cell line, Caco-2. The tests examined the effect on cell growth due to the presence of the oil at various concentrations. The results showed that the presence of Origanum onites L. essential oil has an antiproliferative effect as it causes growth inhibition of Caco-2 cancer cells. Also, from the data of the experiments it became clear that the inhibition rate is proportional to the percentage of the concentration of the essential oil used. The higher the concentration of the oil, the greater the inhibition of cell growth. This seems to be consistent with various references in the literature, which are not only about the cell line examined in this work, Caco-2, but also other colon cancer cell lines, such as HT29. Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε με σκοπό να εξεταστεί η χημική σύσταση και να αξιολογηθεί η πιθανή ογκοκατασταλτική επίδραση του αιθέριου ελαίου του φυτού Origanum onites L. στον καρκίνο του παχέος εντέρου. Προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα, πραγματοποιήθηκε μια σειρά πειραμάτων, στα οποία χρησιμοποιήθηκαν καρκινικά κύτταρα του επιθηλίου του παχέος εντέρου, από την κυτταρική σειρά Caco-2. Τα πειράματα αυτά έγιναν με τη χρήση της δοκιμασίας σουλφοροδαμίνης Β (SRB), η οποία είναι μια διαδικασία που εξετάζει την κυτταροτοξικότητα που εμφανίζει μια χημική ένωση ως προς την υπό δοκιμή κυτταρική σειρά, Caco-2. Κατά τα πειράματα εξετάστηκε η επίδραση που εμφανίστηκε στην ανάπτυξη των κυττάρων λόγω της παρουσίας του αιθέριου ελαίου σε διάφορες συγκεντρώσεις. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η παρουσία του αιθέριου ελαίου του φυτού Origanum onites L. έχει αντιπολλαπλασιαστική δράση, καθώς προκαλεί αναστολή στην ανάπτυξη των καρκινικών κυττάρων Caco-2. Επίσης, από τα δεδομένα των πειραμάτων κατέστη σαφές πως το ποσοστό αναστολής είναι ανάλογο με το ποσοστό της συγκέντρωσης του αιθέριου ελαίου το οποίο χρησιμοποιήθηκε. Δηλαδή όσο μεγαλύτερη ήταν η συγκέντρωση του ελαίου, τόσο μεγαλύτερη ήταν και η αναστολή της ανάπτυξης των κυττάρων. Το γεγονός αυτό φαίνεται να συμφωνεί με διάφορες αναφορές στη βιβλιογραφία, οι οποίες δεν αφορούν μόνο την κυτταρική σειρά που εξετάστηκε σε αυτή την εργασία, την Caco-2, αλλά και άλλες καρκινικές κυτταρικές σειρές του παχέος εντέρου, όπως η HT29. 1590 489 436 Implementation of teaching differentiation techniques within a classroom with non native students in primary education Αξιοποίηση τεχνικών διαφοροποίησης της διδασκαλίας σε τάξη με αλλόγλωσσους μαθητές στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση In modern multicultural societies, school classes are characterized by an intense heterogeneity, depending on different mother tongue, national or cultural background, but also on other characteristics such as learning readiness, the learning style and rhythm of students, their interests, and so on. Thus, through this paper there have been searched and started to be implemented during the last decades some new teaching methods that take into account the students’ differentialism and secure a more efficient way of teaching for each student. Therefore, within the framework of this concept is based the differentiated instruction, which is designed and applied in such a way so as to respond to the students’ different needs and take into advantage in the best possible way the potentials of every single student In this paper there are presented the planning and evaluation of teaching intervention by applying differentiation teaching techniques that took place in a class of a multigrade minority primary school in the region of Thrace, in spring 2018. The students have as mother tongue the Turkish language while some of the subjects of their curriculum are taught in Greek. It has to be underlined that the level of knowledge of Greek is particularly low. The teaching approach was performed within the framework of the subject Social and Civil Behavior, and concerned the unit “The hospital” that had as a goal to conquer the cognitive learning objectives of the unit and at the same time, to develop the lingual and communicative ability of the students in Greek. Simultaneously, there has been posed the research question of how effective can the differentiation techniques be in order to achieve the above mentioned objectives as well as the active involvement of weak students during the teaching procedure, as they usually do not participate in class due to their low lingual ability in Greek. The education research action has been chosen as the most suitable method, since by definition has as its main objective to broaden and improve the teaching of the educator himself/herself and develop his/her practical professional knowledge. In order to collect the necessary data, there has been used observation on behalf of the teacher-researcher and a critical notes sheet, a personal diary, a questionnaire, and project sheets completed by students. According to the results, the use of differentiation techniques when teaching contributed a lot to the achievement of the learning objectives of every student, improving at the same time the lingual ability of the students in Greek. However, the level of achievement of lingual objectives was not corresponding to the one of cognitive objectives, mainly as far as it concerned the students’ low level of language knowledge. What differentiation techniques have managed to do was the motivation and active participation of every weak student in the teaching-learning procedure, creating in this way the appropriate circumstances for equal opportunities in education. Στις σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες οι σχολικές τάξεις χαρακτηρίζονται από έντονη ανομοιογένεια, η οποία δεν εξαρτάται μόνο από τη διαφορετική μητρική γλώσσα, την εθνική καταγωγή ή την πολιτισμική προέλευση αλλά και από άλλα χαρακτηριστικά, όπως η μαθησιακή ετοιμότητα, ο ρυθμός και το στυλ μάθησης των μαθητών, τα ενδιαφέροντά τους κ.ά. Έτσι, αναζητήθηκαν και άρχισαν να εφαρμόζονται τις τελευταίες δεκαετίες νέες διδακτικές μέθοδοι που λαμβάνουν υπόψη την διαφορετικότητα των μαθητών και διασφαλίζουν μια αποτελεσματικότερη διδασκαλία για κάθε μαθητή. Στο πλαίσιο αυτής της λογικής κινείται η διαφοροποιημένη διδασκαλία, η οποία σχεδιάζεται και εφαρμόζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες των μαθητών και να αξιοποιεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις δυνατότητες κάθε μαθητή. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται ο σχεδιασμός και η αξιολόγηση διδακτικής παρέμβασης με εφαρμογή τεχνικών διαφοροποίησης της διδασκαλίας, η οποία πραγματοποιήθηκε σε μια τάξη ενός τριθέσιου μειονοτικού δημοτικού σχολείου στην περιοχή της Θράκης, την άνοιξη του 2018. Οι μαθητές έχουν ως μητρική γλώσσα την τουρκική και διδάσκονται ορισμένα από τα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος σπουδών στην ελληνική. Το επίπεδο της γλωσσικής τους ανάπτυξης στην ελληνική είναι ιδιαίτερα χαμηλό. Η διδακτική παρέμβαση έγινε στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, αφορούσε την θεματική ενότητα «Το νοσοκομείο» και αποσκοπούσε στην επίτευξη των γνωστικών μαθησιακών στόχων της ενότητας και, παράλληλα, στην ανάπτυξη της γλωσσικής και επικοινωνιακής ικανότητας των μαθητών στην ελληνική γλώσσα. Ταυτόχρονα τέθηκε το ερευνητικό ερώτημα πόσο αποτελεσματικές μπορεί να είναι οι τεχνικές διαφοροποίησης στην επίτευξη των παραπάνω στόχων, αλλά και στην δραστηριοποίηση και εμπλοκή στην εκπαιδευτική διαδικασία ιδιαίτερα αδύναμων μαθητών, οι οποίοι, κυρίως λόγω της χαμηλής γλωσσικής τους ικανότητας στην ελληνική, συνήθως δεν συμμετέχουν ενεργά στο μάθημα. Ως καταλληλότερη μέθοδος έρευνας επιλέχθηκε η εκπαιδευτική έρευνα-δράση, εφόσον αυτή εξ ορισμού θέτει ως κύριο στόχο την διερεύνηση και βελτίωση της διδακτικής πράξης του ίδιου του εκπαιδευτικού και την ανάπτυξη της πρακτικής επαγγελματικής του γνώσης. Για την συλλογή των δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν η παρατήρηση εκ μέρους της εκπαιδευτικού-ερευνήτριας και του κριτικού φίλου, το προσωπικό ημερολόγιο, το ερωτηματολόγιο και τα φύλλα εργασίας που συμπλήρωσαν οι μαθητές. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η χρήση τεχνικών διαφοροποίησης της διδασκαλίας συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην επίτευξη των μαθησιακών στόχων για κάθε μαθητή, βελτιώνοντας παράλληλα και τη γλωσσική ικανότητα των μαθητών στην ελληνική. Ωστόσο, ο βαθμός επίτευξης των γλωσσικών στόχων δεν ήταν αντίστοιχος με αυτόν των γνωστικών, κυρίως για τους μαθητές χαμηλού επιπέδου γλωσσομάθειας. Αυτό που κατάφερε η εφαρμογή των τεχνικών διαφοροποίησης σε μεγάλο βαθμό ήταν η κινητοποίηση και η ενεργός συμμετοχή των πολύ αδύναμων μαθητών στην διδακτική-μαθησιακή διαδικασία, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο συνθήκες για ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση. 1591 268 341 Στάθμιση και αξιολόγηση του ερωτηματολογίου Functional Outcomes of Sleep Questionnaire (FOSQ) στον Ελληνικό πληθυσμό σε ασθενείς με διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο We developed a Greek version of the Functional Outcomes of Sleep Questionnaire (E- FOSQ) and investigated its reliability and validity in obstructive sleep apnea (OSA) patients.Methods A total 297 participants [72,4% men, mean age 52,91 ± 13 years, (distribution 18-85 years) and body mass index (BMI)= 33,63 ± 7,24 kg/m2] who had OSA were included. We assessed the internal consistency, factor analysis, multitrait scaling analysis, and the concurrent validity of the E-FOSQ. Participants completed a battery of questionnaires including the Epworth Sleepiness Scale (ESS), Short Form-36 Health Survey (SF-36), Berlin Questionnaire (BQ), Athens Insomnia Scale (AIS) and ZUNG Self-Rating Depression Scale). Results Factor analysis identified that all factors met the loading criteria. Cronbach’s alpha coefficient for all domains exceeded the 0.70 standard for internal consistency. Item-domain correlations ranged from 0.37 to 0.90. Floor effects were not observed in all 5 E-FOSQ subscales, but ceiling effects were marked on global E-FOSQ and on all E-FOSQ subscales. All domains of E-FOSQ were significantly correlated with the corresponding scores of all tested instruments. The global E-FOSQ and the E-FOSQ subscales (all but one) had medium-sized correlations (r = 0.30-0.5) with SF-36 subscales scores. There was no correlation between Intimacy and Sexual Activity of E-FOSQ and Vitality of SF-36. The E-FOSQ global and subscales did discriminate between participants with and without daytime sleepiness, as revealed when patients divided either on ESS using the cut off score of 11 or either to BQ using the cut off score of 2. Conclusions The E-FOSQ is a reliable and valid instrument for assessing functional outcome in participants with daytime sleepiness in Greek Population with OSA. Σκοπός της εργασίας ήταν η ανάπτυξη και εφαρμογή της Ελληνικής έκδοσης του ερωτηματολογίου Functional Outcome of Sleep Questionnaire (E-FOSQ), που εξετάζει την επίπτωση στη λειτουργικότητα των ατόμων λόγω διαταραχών του ύπνου και η εξέταση της αξιοπιστίας και της ισχύος του σε ασθενείς με αποφρακτική άπνοια στον ύπνο (ΣΑΥ) (Obstructive Sleep Apnea - OSA). Μέθοδος Ένα σύνολο 297 συμμετεχόντων [72,4% άνδρες, μέση ηλικία 52,91 ± 13 έτη, (18-85 ετών εύρος κατανομής) και μεσο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) = 33,63 ± 7,24 kg / m2] με διεγνωσμένο ΣΑΥ συμπεριλήφθησαν. Εκτιμήθηκε η εσωτερική συνοχή, η παραγοντική ανάλυση, η ανάλυση με πολυπαραγοντική κλιμάκωση και η εγκυρότητα του E-FOSQ. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν μια ομάδα ερωτηματολογίων συμπεριλαμβανομένης της Κλίμακας υπνηλίας Epworth (ESS), της σύντομης έρευνας Υγείας Short Form-36 (SF-36), το Ερωτηματολόγιο Βερολίνου (BQ), την Κλίμακα Αϋπνίας Αθηνών (AIS) και την κατά Zung Κλίμακα Αυτο-Αξιολόγησης Κατάθλιψης (ΚΑΚ). Αποτελέσματα Η παραγοντική ανάλυση διαπίστωσε ότι όλοι οι παράγοντες πληρούσαν τα κριτήρια αξιοποίησης. Ο συντελεστής Cronbach α για όλους τους τομείς υπερέβη το πρότυπο 0,70 για την εσωτερική συνοχή. Στοιχείο-συσχετίσεις τομέα κυμάνθηκε 0,37 έως 0,90. Η κατώτερη τιμή (βάση) δεν παρατηρήθηκε στα αποτελέσματα σε όλες τις υποκλίμακες του E-FOSQ, αλλά το ανώτατο όριο επιτεύχθηκε στο συνολικό σκορ του E-FOSQ και σε όλες τις υποκλίμακες E- FOSQ. Όλα τα πεδία της E-FOSQ συσχετίζονταν σημαντικά με τις αντίστοιχες βαθμολογίες όλων των ελεγχθέντων οργάνων. Η συνολική E-FOSQ και οι υποκλίμακες E-FOSQ (εκτός από μία) είχαν μεσαίες συσχετίσεις (r = 0,30 - 0,5) με τις υποκλίμακες του SF-36. Δεν υπήρχε συσχέτιση μεταξύ οικειότητας και της σεξουαλικής δραστηριότητας των E-FOSQ και της ζωτικότητας του SF-36. Το συνολικό E-FOSQ και οι υποκλίμακες του προέβησαν σε ικανοποιητική διάκριση μεταξύ των συμμετεχόντων με και χωρίς ημερήσια υπνηλία, όπως αποκαλύφθηκε όταν οι ασθενείς χωρίζονται είτε με τη χρήση της ESS χρησιμοποιώντας ως όριο το σκορ 11 Συμπεράσματα.Το E-FOSQ είναι ένα αξιόπιστο και έγκυρο μέσο για την λειτουργική αξιολόγηση σε ασθενείς με ημερήσια υπνηλία στον ελληνικό πληθυσμό με ΣΑΥ. 1592 223 159 Comparison of the biological behavior of hormone-sensitive prostate cancer cell line 22Rv1, before and after the implantation of xenograft in immunodeficient mouse models Σύγκριση της βιολογικής συμπεριφοράς των καρκινικών ορμονοευαίσθητων κυττάρων προστάτη 22Rv1, πριν και μετά την εγκατάσταση αλλομοσχεύματος σε ανοσοανεπαρκείς μύες Cancer is not just a mass of malignant cells, but a complicated system which includes healthy cells, blood vessels and other components and has its own special features (temperature, pH). The environment, despite the cancer cells, is generally called "microenvironment of tumor" and it is very interesting to study how the cancer cells are affected by it. The purpose of this thesis is to compare the behavior of human prostate cancer cells 22Rv1 before and after the xenograft implantation in a SCID mouse. Initially, 22Rv1 cells will be implanted and when the tumor reaches 0.7 x 0.7 cm, the animal will be sacrificed and the tumor removed. With an appropriate protocol, the tumor will be solved and the 22Rv1p1 cell line will be obtained. Next, the rate of proliferation of the two cell lines will be compared by growth rate monitoring (AlamarBlue® method) and confocal microscopy, studying the Ki67 proliferation marker and calculating the percentage of mitoses. Subsequently, the basal expression of the full-length androgen receptor (AR) and the ARV7 splice variant in the two cell lines will be compared with the Western immunoblotting technique. Finally, the migration ability of 22Rv1 and 22Rv1p1 will be studied with the ScratchAssay method. Σκοπός της συγκεκριμένης πτυχιακής εργασίας είναι η σύγκριση της συμπεριφοράς των ανθρώπινων καρκινικών κυττάρων του προστάτη 22RV1 πριν και μετά την εγκατάσταση αλλομοσχεύματος σε ανοσοανεπαρκές ποντίκι SCID (Severe Combined Immunodeficiency). Αρχικά, κύτταρα 22Rv1 θα εμφυτευθούν και όταν ο όγκος φτάσει 0,7χ0,7 εκατοστά, το ζώο θα θυσιαστεί και ο όγκος θα αφαιρεθεί. Με κατάλληλο πρωτόκολλο θα λυθεί ο όγκος και θα πάρουμε την κυτταρική σειρά 22Rv1p1. Έπειτα, θα συγκριθεί ο ρυθμός πολλαπλασιασμού των δύο κυτταρικών σειρών με παρακολούθηση του ρυθμού ανάπτυξης (μέθοδος AlamarBlue®), καθώς και με συνεστιακή μικροσκοπία, μελετώντας των δείκτη πολλαπλασιασμού Ki67 και υπολογίζοντας το ποσοστό των μιτώσεων. Στη συνέχεια, με την τεχνική ανοσοαποτυπώματος κατά Western θα συγκριθεί η βασική έκφραση του ανδρογονικού υποδοχέα πλήρους μήκους (AR), αλλά και του μεταγράφου ARV7 στις δύο κυτταρικές σειρές. Τέλος, θα μελετηθεί η μεταναστευτική ικανότητα των 22Rv1 και 22Rv1p1 με την μέθοδο ScratchAssay. 1593 298 315 Design, development and pilot administration of a digital receptive vocabulary test for preschool children Σχεδιασμός, δημιουργία και πιλοτική χορήγηση ενός ψηφιακού εργαλείου εκτίμησης του προσληπτικού λεξιλογίου παιδιών προσχολικής ηλικίας Young children’s linguistic performance, being related with their cognitive, social and wider psychological development as well as with their subsequent reading and writing skills, is thought to constitute an important predictive factor of their subsequent school progress. In particular, children's vocabulary growth during the preschool years is considered as one of the most important indicators of potential language disorders. Early and accurate assessment of lexical deficits, thus, constitutes a significant need both for the clinical and the educational practice. This study aimed at the design, development and pilot administration of a digital receptive vocabulary test for preschool children. A cross-sectional research design was adopted with childrens’ age as the main independent variable (comprising five age groups: 4;0 – 4;05 years, 4;06 – 4;11 years, 5;0 – 5;05 years, 5;6 – 5;11 years and 6;00 - 6;06 years), and the number of correct answers to the 54 items of the test as the main independent variable. The sample consisted of 352 healthy Greek-speaking preschool children (46% boys and 54% girls). During the pilot administration of the test, 54 sets of four images were presented in the pc-monitor. In each trial children had to select the picture that corresponded to the word of a vocal message. Analyses indicated that 29 of the 54 items were sensitive to the developmental changes predicted by the childrens’ age. According to these results a new revised version of the test was produced for its subsequent standardization. Additional analyses indicated the developmental sensitivity of the total score of the test, and its high internal consistency (Cronbach a = 0,85). Overall, the results present preliminary evidence of the functionality of this new psychometric tool as a means for assessing preschoolers’ receptive vocabulary Το γλωσσικό επίπεδο των παιδιών έχει φανεί πως σχετίζεται άμεσα με τη γνωστική, την κοινωνική και ευρύτερη ψυχολογική τους ανάπτυξη, συνδέεται δε με τις μελλοντικές τους επιδόσεις στην ανάγνωση και τη γραφή, ενώ γενικότερα αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα της μετέπειτα σχολικής τους πορείας. Ειδικότερα, το μέγεθος του λεξιλογίου τους κατά την προσχολική ηλικία αναφέρεται ως ένας από τους ισχυρότερους δείκτες γλωσσικών διαταραχών. Επομένως, η έγκαιρη και έγκυρη εκτίμηση τυχόν γλωσσικών ελλειμμάτων αποτελεί σημαντική ανάγκη της κλινικής και εκπαιδευτικής πρακτικής. Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν ο σχεδιασμός, η δημιουργία και η πιλοτική χορήγηση ενός ψηφιακού εργαλείου εκτίμησης του προσληπτικού λεξιλογίου παιδιών προσχολικής ηλικίας. Κατά τη εκπόνηση της παρούσας μελέτης, εφαρμόστηκε συγχρονικό σχέδιο έρευνας με ανεξάρτητη μεταβλητή την ηλικία των παιδιών (διαμορφώθηκαν 5 ηλικιακές ομάδες : 4;00 – 4;05 ετών, 4;06 – 4;11 ετών, 5;00 – 5;05 ετών, 5;06 – 5;11 ετών και 6;00-6;06 ετών) και εξαρτημένη μεταβλητή τον αριθμό των σωστών απαντήσεων στα 54 αντικείμενα (items) της δοκιμασίας, που αποτέλεσαν τις κεντρικές μεταβλητές της μελέτης. Το δείγμα αποτελούνταν από 352 υγιή ελληνόφωνα παιδιά εκ των οποίων το 46% ήταν αγόρια και το 54% ήταν κορίτσια. Κατά την πιλοτική χορήγηση της δοκιμασίας παρουσιάστηκαν στην οθόνη του υπολογιστή εικόνες ανά τέσσερεις, μεταξύ των οποίων τα παιδιά έπρεπε να επιλέξουν αυτή που αντιστοιχούσε στη λέξη ενός ηχητικού μηνύματος. Στατιστικές αναλύσεις ανέδειξαν την στατιστικά σημαντική αναπτυξιακή ευαισθησία των 29 εκ των 54 αρχικών items της δοκιμασίας. Με βάση τα αποτελέσματα αυτά αναθεωρήθηκε η πιλοτική εκδοχή της δοκιμασίας. Η αναθεωρημένη εκδοχή ελέγχθηκε ως προς την αναπτυξιακή ευαισθησία της συνολικής της βαθμολογίας η οποία αναδείχθηκε σημαντική. Τα αποτελέσματα έδειξαν, επίσης, ότι η δοκιμασία παρουσιάζει υψηλή αξιοπιστία εσωτερικής συνοχής (Cronbach a= 0,85).Τα πρώτα ευρήματα στο σύνολό τους προσφέρουν σημαντικές ενδείξεις για τη λειτουργικότητα του νέου αυτού ψυχομετρικού εργαλείου ως μέσου για την εκτίμηση του προσληπτικού λεξιλογίου παιδιών προσχολικής ηλικίας 1594 145 144 One of the most common gynecological diseases that afflict 2-10% of the female population of childbearing age is endometriosis. This disease is defined by the presence and implantation of endometrial tissue at sites other than the normal that is the interior of the uterus. Endometriosis is a multifactorial disease and can be associated with autoimmune diseases as well as with cancer. Nowadays, the polymorphism of rs11556218 of the IL-16 gene has been associated with various disorders. The purpose of this study is to correlate the specific polymorphism with the development of endometriosis in the Greek population. This study demonstrated its presence as a possible risk factor in the occurrence of endometriosis in the Greek population. However, it would be good to analyze a larger number of samples to verify the genetic association of rs11556218 with the risk of endometriosis, which was observed in this study. Μία από τις πιο συχνές γυναικολογικές παθήσεις που προσβάλλει το 2-10 % του γυναικείου πληθυσμού σε αναπαραγωγική ηλικία είναι η ενδομητρίωση. Η ασθένεια αυτή ορίζεται από την παρουσία και την εμφύτευση ενδομητριακού ιστού σε θέσεις εκτός από τη φυσιολογική που είναι το εσωτερικό της μήτρας. Η ενδομητρίωση είναι ένα πολυπαραγοντικό νόσημα και μπορεί να συσχετισθεί τόσο με τα αυτοάνοσα νοσήματα όσο και με τον καρκίνο. Ο πολυμορφισμός rs11556218 του γονιδίου IL-16 τα τελευταία χρόνια έχει συσχετισθεί με διάφορες παθογένειες. Σκοπός αυτής της έρευνας είναι η συσχέτιση του συγκεκριμένου πολυμορφισμού με την ενδομητρίωση στον ελληνικό πληθυσμό. Η παρούσα μελέτη κατέδειξε την παρουσία του ως πιθανού παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση της ενδομητρίωσης στον ελληνικό πληθυσμό. Παρόλα αυτά, θα ήταν καλό να αναλυθεί μεγαλύτερος αριθμός δειγμάτων προκειμένου να επιβεβαιωθεί η γενετική συσχέτιση του rs11556218 με τον κίνδυνο εμφάνισης της ενδομητρίωσης, η οποία και παρατηρήθηκε στην παρούσα μελέτη. 1595 271 268 The aim of the present thesis was to study the institution of mediation in the context of modern medical acts and bioethics. In particular, we presented the institution of mediation in the light of the relevant national legislation. We have focused on medical mediation and analyzed the particular nature, process, stages, advantages, disadvantages and benefits of it. We have also referred to the implementation of medical mediation abroad and we have provided data on the experience of foreign countries in Medical Mediation. We have referred to the importance of the Ombudsman's role in Mediation cases and the role of proper communication in conflict prevention and resolution. We referred to the concept of "bioethics" and the principles that govern it, we were dealing with issues of patient autonomy and conflicts between medical staff and patients. In particular, we discussed ways of settling disagreements, analyzed the institution of Medical Mediation, and demonstrated its effectiveness in settling conflicts regarding ethical dilemmas. We point out that the issue of mediation has a particular moral background and is important as it often affects even a human life. The notion of bioethical mediation must be able to bring together people who do not share the same ethical principles, can only take its authority from their consent. Although in Greece there are some steps, compared to the rest of Europe, it is at an early stage. The issue became more acute with the case of journalist Alexandros Velios, which came to the forefront of the lack of a legal background that should be solved, as well as the provision of medical mediation in relation to socially vulnerable groups. Σκοπός της διατριβής ήταν η μελέτη του θεσμού της διαμεσολάβησης στα πλαίσια των σύγχρονων ιατρικών πράξεων και της Βιοηθικής. Ειδικότερα, παρουσιάσαμε τον θεσμό της διαμεσολάβησης υπό το πρίσμα της σχετικής εθνικής νομοθεσίας. Επικεντρωθήκαμε στην ιατρική διαμεσολάβηση και αναλύσαμε την ιδιαίτερη φύση, την διαδικασία, τα στάδια, τα πλεονεκτήματα, τα μειονεκτήματα και τα οφέλη αυτής. Αναφερθήκαμε, επίσης, στην εφαρμογή της ιατρικής διαμεσολάβησης στο εξωτερικό και παραθέσαμε στοιχεία αναφορικά με την εμπειρία των χωρών του εξωτερικού στην Ιατρική Διαμεσολάβηση. Αναφερθήκαμε στη σημαντικότητα του ρόλου του διαμεσολαβητή, στις περιπτώσεις που υπάγονται στην Διαμεσολάβηση και στον ρόλο που διαδραματίζει η σωστή επικοινωνία στην πρόληψη και στην διευθέτηση των συγκρούσεων. Αναφερθήκαμε στην έννοια της «Βιοηθικής» και των αρχών που τη διέπουν, μας απασχόλησαν τα θέματα της αυτονομίας του ασθενούς και των συγκρούσεων μεταξύ ιατρικού προσωπικού και ασθενών. Ειδικότερα, αναφερθήκαμε, στους τρόπους διευθέτησης διαφωνιών, αναλύσαμε το θεσμό της Ιατρικής διαμεσολάβησης και αναδείξαμε την αποτελεσματικότητα αυτού για την διευθέτηση συγκρούσεων αναφορικά με διλήμματα ηθικής φύσεως.Επισημαίνουμε ότι το ζήτημα της διαμεσολάβησης έχει ένα ιδιαίτερο ηθικό υπόβαθρο και είναι σημαντικό μιας και συχνά αφορά ακόμα και μια ανθρώπινη ζωή. Η έννοια της βιοηθικής διαμεσολάβησης πρέπει να είναι ικανή να συνενώσει άτομα που δεν μοιράζονται τις ίδιες ηθικές αρχές, μπορεί να αντλήσει το κύρος της μόνο από τη συναίνεσή τους. Αν και στην Ελλάδα γίνονται κάποια βήματα, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη είναι σε αρχικό στάδιο. Το ζήτημα έγινε πιο έντονο με την περίπτωση του δημοσιογράφου Αλέξανδρου Βέλιου που ήρθε στο προσκήνιο η έλλειψη ενός νομικού υπόβαθρου που θα πρέπει να λυθεί όπως και να υπάρχει μέριμνα για την ιατρική διαμεσολάβηση σε σχέση με τις κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. 1596 281 337 Διερεύνηση της επίδρασης της πρωτεΐνης core+1/ARFP του HCV-1a στην έκφραση των πρωτεϊνών του κυτταροσκελετού σε ηπατικές κυτταροσειρές Hepatitis C virus (HCV) is a positive-single stranded RNA [(+)ssRNA] virus of Flaviviridae family, genus Hepacivirus. Nowadays, HCV is still a serious human pathogen, even in developed societies. It is estimated that 14 million Europeans suffer from chronic Hepatitis C with annually tens of thousands reported deaths due to the absence of a vaccine for HCV and the variousness of several applied therapies’ efficacy. Until today, the pathogenetic mechanisms, as well as, an effective treatment for HCV, are under investigestion. It was found, a few years ago, that the translation of the HCV genome - apart from the 10 known viral proteins - also, produces proteins core+1/ARFP from internal translation initiation in an alternative +1/-2 ORF of capsid core-coding region. Antibodies against these alternative core+1/ARF proteins have been detected in chronic Hepatitis C patients’ sera. The biological role of these proteins does not seem to coincide with the one of HCV core proteins, hence, it is under investigation. Previous research data reported the effect of these proteins on cellular proliferation, carcinogenesis, Fe metabolism and microtubules organization. In order to examine the biological role of core+1 proteins and their interaction with the host, we utilized stable HuH-7.5 cell lines expressing core+1/ARF proteins, especially core+1LH (long isoform with start condon 26) and core+1/SH (short isoform with start condon 85/87) isoforms of HCV-1a (H). In the above cells, we studied the expression levels of F-actin and tubulin cytoskeleton proteins with Western blotting and immunofluorescence (IF). Our experiments revealed an increase of actin expression in the presence of HCV-1a core+1 proteins. In the future, verification of the previously mentioned results and detailed characterization of the molecular mechanism of core+1 -cytoskeleton interaction in hepatocytes, are expected. Ο ιός της Ηπατίτιδας C (HCV) είναι ένας θετικής πολικότητας μονόκλωνος RNA [(+)ssRNA] ιός της οικογένειας των Flaviviridae, το γένος Hepacivirus. Στις μέρες μας, ο HCV αποτελεί ακόμη ένα σημαντικό παθογόνο για τον άνθρωπο, ακόμα και στις αναπτυγμένες κοινωνίες, με 14 εκατομμύρια Ευρωπαίους να πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα C και δεκάδες χιλιάδες θανάτους να καταγράφονται ετησίως, διότι δεν υπάρχει εμβόλιο για τον HCV και η αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων θεραπειών ποικίλλει. Οι μηχανισμοί που οδηγούν στην παθογένειά του, αλλά κοι οι τρόποι αποτελεσματικής αντιμετώπισής του HCV είναι ακόμη υπό διερεύνηση. Πριν από λίγα χρόνια διαπιστώθηκε ότι από τη μετάφραση του γονιδιώματος του HCV -εκτός των ίο πρωτεϊνών του ιού -προκύπτουν και οι πρωτεΐνες core+i/ARFP μέσω εσωτερικής έναρξη της μετάφρασης από το εναλλακτικό ανοιχτό πλαίσιο ανάγνωσης +1/-2 της κωδικής περιοχής της καψιδιακής πρωτεΐνης core του HCV. Aντισώματα για αυτές τις εναλλακτικές πρωτεΐνες core+1/ARFP ανιχνεύθηκαν και στον ορρό ασθενών με χρόνια Ηπατίτιδα C. Ο βιολογικός ρόλος των core+1 πρωτεϊνών δεν δείχνει να είναι αλληλεπικαλυπτόμενος με τους βιολογικούς ρόλους της πρωτεΐνης core του HCV και για αυτό είναι ακόμη υπό μελέτη. Αναφορές υπάρχουν για επίδρασή τους στον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, στην καρκινογένεση, στο μεταβολισμό του σιδήρο, καθώς και στην οργάνωση των μικροσωληνίσκων. Γ ια να διερευνήσουμε το βιολογικό ρόλο των πρωτεϊνών core+1 και την αλληλεπίδρασή τους με τον ξενιστή χρησιμοποιήσαμε σταθερές κυτταρικές σειρές HuH-7.5, οι οποίες εκφράζουν τις πρωτεΐνες core+1/ARFP και συγκεκριμένα τις ισομορφές core+1LH (μακριά ισομορφή με εναρκτήριο κωδικόνιο το 26) και core+1SH (κοντή ισομορφή με εναρκτήριο κωδικόνιο 85/87) του HCV-1a (Η). Στις παραπάνω σταθερές κυτταρικές σειρές μελετήσαμε τα επίπεδα της F-ακτίνης των ινιδίων, και της τουμπουλίνης των μικροσωληνίσκων, τόσο με στύπωμα κατά Western, όσο και με ανοσοφθορισμό. Τα πειράματά μας έδειξαν πως η παρουσία των πρωτεϊνών core+1 του HCV-1a φαίνεται να οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων έκφρασης της ακτίνης. Στο μέλλον, αναμένεται να επιβεβαιωθούν τα παραπάνω αποτελέσματα και να χαρακτηριστεί πλήρως ο μοριακός μηχανισμός αλληλεπίδρασης των core+1 πρωτεϊνών με τον κυτταροσκελετό των ηπατοκυττάρων. 1597 386 427 Φαρμακοεπιδημιολογική μελέτη σε νεφροπαθείς ασθενείς της νεφρολογικής κλινικής Π.Γ.Ν.Α με ανάλυση της φαρμακολογικής θεραπείας και της διατροφικής συμπεριφοράς Introduction: Chronic kidney failure is a serious disease characterized by gradual loss of kidney function and progressive accumulation of metabolites in the blood. Early diagnosis by conducting the appropriate clinical tests is of great significance. The most frequently used methods for therapy include blood dialysis, peritoneal dialysis and kidney transplant. The preservation of a balanced dietary behavior following some basic rules is very important for a better kidney function. Aim: This research is an effort to determine the influence that medication and dietary behavior of a group of patients can have in the appearance of chronic kidney failure and whether the intake of a big number of drugs or the frequent consumption of certain foods can lead to derangement of kidney function. Methodology: The research was conducted on a group of patients undergoing dialysis at the artificial kidney unit in the General University Hospital of Alexandroupolis. Information about the patients’ medication and dietary habits before the disease were collected through the recording of e-prescribing data and through some questionnaires also. All the data were processed and statistically analyzed using the IBM SPSS Statistics 15.0 program. Results: Out of 71 people on this study, 45 (63,4%) are men and 26 (36,6%) are women with an average age of 65,53 years old. Concerning their medication, the most frequent type of drugs are antihypertensives used by 84,5% of the patients. Creatinine and urea rates are the most likely to diverge from normal in chronic kidney disease patients. Hypertension (28,2%) and diabetes type I (1,4%) and II (21,1%) are the most common primary diseases. Polypharmacy is noticed on 38,6% of the patients and is not connected with pathological biochemical data. There is a connection between drugs of the musculoskeletal system and gender but also between drugs of the neural system with gender and age. Results have shown that the patients had been following a Mediterranean diet while a preference for coffee and salt has been noticed. Smoking and consumption of alcohol were reduced after diagnosis of CKD. Discussion – Conclusions: Chronic Kidney Disease is more common among elderly. Polypharmacy is related to age but not pathological biochemical data. CKD depends on a large scale on the dietetic behavior and the lifestyle of the patients and frequent consumption of sugar and salt combined with insufficient water intake can burden kidney function. Εισαγωγή: Η Χρόνια Νεφρική Ανεπάρκεια είναι μία σοβαρή νόσος που χαρακτηρίζεται από σταδιακή απώλεια της λειτουργικότητας των νεφρών και προοδευτική συσσώρευση μεταβολιτών στο αίμα. Εξέχουσας σημασίας είναι η διάγνωση της ασθένειας σε αρχικό στάδιο, διεξάγοντας τις απαραίτητες βιοχημικές εξετάσεις για την ένδειξη φυσιολογικής ή όχι νεφρικής λειτουργίας. Οι βασικές μέθοδοι θεραπείας της νεφρικής ανεπάρκειας και αποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας είναι η αιμοκάθαρση, η περιτοναϊκή κάθαρση και η μεταμόσχευση νεφρού. Εξίσου σημαντική για καλύτερη νεφρική λειτουργία είναι και η διατήρηση μιας ισορροπημένης διατροφικής συμπεριφοράς που θα συμμορφώνεται με κάποιους βασικούς κανόνες. Σκοπός: Η παρούσα ερευνητική εργασία αποτελεί μια προσπάθεια προσδιορισμού της επίδρασης της φαρμακευτικής αγωγής και της διατροφικής συμπεριφοράς ενός δείγματος ασθενών στην εκδήλωση της χρόνιας νεφρικής νόσου. Μεθοδολογία: Η έρευνα διεξάχθηκε σε μία ομάδα ασθενών που εισήχθησαν για αιμοκάθαρση στη μονάδα τεχνητού νεφρού στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης. Συλλέχθηκαν πληροφορίες σχετικά με τη φαρμακευτική αγωγή και τις διατροφικές τους συνήθειες πριν τη ΧΝΑ μέσω του αρχείου ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και κάποιων ερωτηματολογίων. Τα στοιχεία αξιολογήθηκαν στατιστικά με τη βοήθεια του προγράμματος IBM SPSS Statistics 15.0. Αποτελέσματα: Στο σύνολο των 71 ατόμων, τα 45 (63,4%) είναι άνδρες και τα 26 (36,6%) γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας τα 65,53 έτη. Όσον αφορά στη φαρμακευτική αγωγή των ασθενών, πρώτα σε συχνότητα εμφάνισης είναι τα αντιυπερτασικά και γενικά τα φάρμακα του καρδιαγγειακού με ποσοστό περίπου 84,5%. Σχετικά με τα βιοχημικά δεδομένα, απόκλιση από το φυσιολογικό υπάρχει κυρίως στην κρεατινίνη και στην ουρία. Οι πιο συχνές πρωτοπαθείς νόσοι είναι η ιδιοπαθής υπέρταση και ο διαβήτης τύπου Ι και ΙΙ με ποσοστό 28,2%, 1,4% και 21,1% αντίστοιχα. Η πολυφαρμακία εντοπίζεται στο 38,6% των ασθενών και δεν συνδέεται με τα παθολογικά βιοχημικά δεδομένα. Εξάρτηση παρατηρείται στα φάρμακα του μυοσκελετικού με το φύλο και του νευρικού συστήματος με το φύλο και την ηλικία. Τέλος, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ασθενείς ακολουθούσαν το πρότυπο της μεσογειακής δίαιτας, ενώ παρατηρήθηκε ιδιαίτερη προτίμηση στον καφέ και στη κατανάλωση αλατιού. Η κατανάλωση αλκοόλ και το κάπνισμα ήταν συχνά πριν την εμφάνιση της ΧΝΑ αλλά μειώθηκαν μετά τη διάγνωσή της. Συζήτηση - Συμπεράσματα: Η Χρόνια Νεφρική Ανεπάρκεια εμφανίζεται πιο συχνά σε ηλικιωμένους ανθρώπους. Η πολυφαρμακία εξαρτάται άμεσα από την ηλικία αλλά δε σχετίζεται με την εμφάνιση παθολογικών βιοχημικών δεδομένων. Η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με τη διατροφή και το τρόπο ζωής που ακολούθησαν κατά τη διάρκεια τη ζωής τους οι ασθενείς, καθώς η συχνή κατανάλωση ζάχαρης και αλατιού σε συνδυασμό με τη μειωμένη πρόσληψη νερού επιβαρύνει τη λειτουργία των νεφρών. 1598 345 449 Σύγχρονη ακτινοχημειοθεραπεία στον τοπικά προχωρημένο καρκίνο της τραχηλοπροσωπικής χώρας μαζί με ΑΝΤΙ - EGFR στοχευμένη θεραπεία Purpose:To study whether administration of Hypofractioned and Accelerated Radiotherapy with concurrent daily cytoprotection treatment plus weekly chemotherapy administration was well tolerated and effective treatment option in patients with advanced cancer of head and neck region. Material and Methods: After applying exclusion criteria 37 patients with local advanced cancer of head and neck were finally included in the study. Follow up time ranged from 4 to 60 months with mean of 26 months. According to study protocol patients received inductive chemotherapy with cisplatin 50mg/m2, Docetaxel 40mg/m2, plus cetuximab 450mg/m2, every two weeks for 2 consecutive cycles. Radiotherapy weather was possible consisted of 21 non-stop fractions administrated within 29 days. Concurrently patients received chemotherapy with weekly cisplatin dose of 30mg/m2, cetuximab 400mg/m2 during first week of treatment and cetuximab 250mg/m2 weekly dose for consecutive 5 weeks period. Amifostine dose was 500mg the first treatment day increasing progressively by 250mg/day up to maximum dose of 1000mg/day. Acute chemo-radiotherapy toxicity was evaluated according to National Cancer Institute, Common Toxicity Criteria Version 2 scale. Late treatment toxicity was evaluated with RTOG 0522 head and neck adverse event grading toll v.3.0. Response to therapy was evaluated with computed tomography in 2 and 4 months period after completion of treatment protocol. Results: Early radiotherapy skin toxicity was about 10% and mucositis rate was within acceptable limits. Chemotherapy toxicity, with 2nd grade acne requesting medical treatment presented in 26% and 3rd grade acne 4.7%. Late radiotherapy toxicity was for all patients within acceptable limits. Response to treatment protocol was as following. Complete disease control with no detectable disease in 56% of cases and partial disease control in 43%. Conclusion: Complete response to therapy with no detectable disease for a 4 years period was achieved for 50% of patients. Suggested treatment protocol with weekly administration of 30mg/m2 cisplatin and cetuximab and concurrent administration of Hypofractioned Radiotherapy plus Amifostine proved to be particularly effective in advanced head and neck cancer. In addition concomitant cetuximab and amifostine use, two medications with common severe skin side effects is fully accepted and enhances efficiency of the study protocol. ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνηθεί κατά πόσον η επιλογή χορήγησης Υποκλασματοποιημένης και Επιταχυνόμενης Ακτινοθεραπείας με ταυτόχρονη καθημερινή κυτταροπροστασία (HypoARC) και σύγχρονη χορήγηση χημειοθεραπείας, ήταν ανεκτή και αποτελεσματική σε ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο της τραχηλοπροσωπικής χώρας. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Μετά την εφαρμογή των κριτηρίων αποκλεισμού, 37 ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο της τραχηλοπροσωπικής χώρας συμπεριλήφθηκαν τελικά στη μελέτη. Ο μέσος χρόνος τακτικής παρακολούθησης (follow-up) ήταν 26 μήνες (και κυμαινόταν από 4 έως 60 μήνες). Σύμφωνα με το πρωτόκολλο της μελέτης οι ασθενείς υποβάλλονταν σε εισαγωγική χημειοθεραπεία λαμβάνοντας 50 mg/m2 cisplatin και 40 mg/m2 docetaxel καθώς και cetuximab (Erbitux®) στη δόση των 450mg/m2 κάθε δύο εβδομάδες, σε δύο συνεχόμενους κύκλους. Ο προγραμματισμός για την ακτινοθεραπεία ήταν να χορηγηθούν χωρίς διακοπή συνολικά 21 κλάσματα ακτινοθεραπείας, εντός 29 ημερών εφόσον κάτι τέτοιο ήταν εφικτό. Οι ασθενείς ελάμβαναν σύγχρονη χημειοθεραπεία με εβδομαδιαία χορήγηση 30mg/m2 cisplatin και 400 mg/m2 cetuximab (Erbitux®) κατά την την πρώτη εβδομάδα της θεραπείας και στη συνεχεία ελάμβαναν 250mg/m2 εβδομαδιαίως για διάστημα συνολικά 5 εβδομάδων. Η αμιφοστίνη χορηγήθηκε σταδιακά ξεκινώντας από το επίπεδο των 500mg την πρώτη μέρα της θεραπείας, αυξανόμενη προοδευτικά κατά 250mg/ημέρα με μέγιστη χορηγούμενη δόση τα 1000mg/ημέρα. Για την αξιολόγηση της οξείας τοξικότητας της ακτινοχημειοθεραπείας χρησιμοποιήθηκαν τα κριτήρια του NCI (National Cancer Institute) Common Toxicity Criteria Version 2 scale. Ενώ η όψιμη τοξικότητα της αγωγής εκτιμήθηκε με το RTOG 0522 head and neck adverse event grading toll v.3.0. Η ανταπόκριση στη θεραπεία των μετρήσιμων βλαβών εκτιμήθηκε απεικονιστικά με αξονική τομογραφία σε διάστημα 2 και 4 μηνών μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Στην παρούσα μελέτη η πρώιμη δερματική τοξικότητα από την ακτινοθεραπεία εμφανίστηκε μόνο σε ποσοστό 10% των ασθενών ενώ το ποσοστό αυτών που εμφάνισαν βλεννογονίτιδα, κυμάνθηκε εντός των διεθνώς αποδεκτών ορίων. Η τοξικότητα από τη χημειοθεραπεία με εκτεταμένο, 2ου βαθμού ακμοειδές εξάνθημα που απαιτούσε ιατρική αντιμετώπιση καταγράφηκε σε ποσοστό 26% των ασθενών ενώ το αντίστοιχο ποσοστό 3ου βαθμού ακμοειδούς εξανθήματος ανήλθε στο 4,7 %. Το ποσοστό των όψιμων επιπτώσεων της ακτινοβολίας κυμάνθηκε για όλους τους ασθενείς εντός των αποδεκτών ορίων. Πλήρης υποχώρηση της ανιχνεύσιμης νόσου σημειώθηκε σε ποσοστό 56%, ενώ μερική υποχώρηση σε ποσοστό 43% των ασθενών. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Το συνολικό ποσοστό πλήρους ανταπόκρισης στο θεραπευτικό σχήμα με 4ετές διάστημα ελεύθερο νόσου επετεύχθει για το 50% των ασθενών. Συνεπώς το προτεινόμενο θεραπευτικό πρωτόκολλο με εβδομαδιαία συγχορήγηση δόσης 30mg/m2 σισπλατίνης και cetuximab μπορεί να συνδυαστεί ασφαλώς με την χορήγηση επιταχυνόμενης δόσης RT με την προϋπόθεση ότι το θεραπευτικό αυτό σχήμα θα υποστηρίζεται από την ταυτόχρονη χορήγηση της κυτταροπροστατευτικής αμιφοστίνης. Στην παρούσα μελέτη επιβεβαιώνεται λοιπόν η συμβατότητα συγχορήγησης cetuximab και αμιφοστίνης, δηλαδή δύο φαρμάκων που συνδέονται με κοινές ανεπιθύμητες δερματικές παρενέργειες. 1599 138 150 Reasoning, metacognitive awareness and intelligence during infancy and childhood Λογική σκέψη, μεταγνωστική ενημερότητα και νοημοσύνη κατά τη νηπιακή και σχολική ηλικία The aim of this study was to examine how intelligence and awareness of cog-nitive functions affect the development of reasoning. For this aim, 195 children from 5-11 years of age were examined individually with a series of tasks. In order to exam-ine awareness, 6 faux pas stories were used whereas for revealing the development of reasoning, 2 videos investigating the participants’ ability to extract inferences on the basis of inductive processing. Moreover, participants were tested with a RAVEN-like test for the determination of participants intelligence level. All of the participants were examined individually. The results of the research indicated that age affects all cogni-tive abilities involved in the study. In addition, it was found that both awareness about mental states and intelligence have an effect on the inferential ability Στόχος της έρευνας ήταν η διερεύνηση της επίδρασης της νοημοσύνης και της ενημερότητας για τις γνωστικές διεργασίες στην ανάπτυξη της λογικής σκέψης. Για τον στόχο αυτό, 195 παιδιά ηλικίας 5-11 ετών εξετάστηκαν ατομικά με μια σειρά από έργα. Για τη διερεύνηση της ενημερότητας για τον νου χρησιμοποιήθηκαν 6 ιστορίες κοινωνικού σφάλματος ενώ για την κατανόηση της ανάπτυξης της λογικής σκέψης 2 videos τα οποία διερευνούσαν την ικανότητα των συμμετεχόντων να συνάγουν συμ-περάσματα με βάση επαγωγικές διαδικασίες. Για τoν προσδιορισμό της νοημοσύνης χρησιμοποιήθηκε ένα έργο τύπου RAVEN, το οποίο κατασκευάστηκε για τις ανάγ-κες της μελέτης. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν την επίδραση της ηλικίας σε όλες τις πτυχές λειτουργίας του γνωστι-κού συστήματος που μελετήθηκαν στην έρευνα. Επίσης, φάνηκε ότι τόσο η ενημερό-τητα για τον νου αλλά και η νοημοσύνη επηρεάζουν την ικανότητα συναγωγής συμπερασμάτων 1600 186 193 The effect of airborne particulate matter on human lymphocyte cultures in vitro Κυτταρογενετική μελέτη της επίδρασης των αιωρούμενων σωματιδίων αστικού υποβάθρου σε ανθρώπινα λεμφοκύτταρα in vitro Air pollution is one of the key risks faced by people worldwide and is associated with a large burden of disease. Among all air pollutants, particulate matter places at the top due to its significant impact on health, but it is also a very complex, multi-factorial pollutant, which needs to be far better understood and controlled than it currently is. The purpose of this research was to study the effect of airborne particulate matter (PM) on human lymphocytes culture in vitro. PM collected in Thessaloniki from combustion for heating and from vehicle exhaust pipes. They were extracted with inorganic and organic solvents and tested for mutagenic activity on human chromosomes. Sister Chromatid Exchanges (SCEs) were examined as a marker of genotoxicity and Proliferation Rate Index (RPI) and the Mitotic Index (MI) as cytotoxicity marker. SCEs values showed an increase in fractions of PM in comparison with the controls. Aqueous solutions had a great impact on lymphocytes in contrast with organic solutions. Airborne particulate matter from combustion for heating was more harmful than other ones. Τα αιωρούμενα σωματίδια αποτελούν κύριο μέρος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και ευθύνονται για την αλλοίωση της δομής, της σύστασης και των χαρακτηριστικών της ατμόσφαιρας. Αυτές οι αλλαγές είναι δυνατόν να προκαλούν αρνητικές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, στους ζωντανούς οργανισμούς, τα οικοσυστήματα και γενικά να καταστήσουν το περιβάλλον ακατάλληλο. Σκοπός της πτυχιακής εργασίας είναι η μελέτη της επίδρασης των αιωρούμενων σωματιδίων στα ανθρώπινα χρωμοσώματα in vitro. Τα σωματίδια συλλέχτηκαν στη Θεσσαλονίκη από πηγές καύσης για θέρμανση ( τζάκια και κεντρική θέρμανση) και από εξατμίσεις αυτοκινήτων. Εκχυλίστηκαν με υδατικό διαλύτη ή οργανικούς και κάθε κλάσμα προστέθηκε σε καλλιέργειες λεμφοκυττάρων του περιφερικού αίματος. Αξιολογήθηκαν οι χρωματιδιακές ανταλλαγές (SCEs) ως δείκτης γονοτοξικότητας, ο δείκτης ρυθμού πολλαπλασιασμού (ΔΡΠ) και ο μιτωτικός δείκτης (ΜΔ) ως δείκτες κυτταροτοξικότητας, από υδατικά και οργανικά διαλύματα αιωρούμενων σωματιδίων. Στα αποτελέσματα παρατηρήθηκαν αυξημένες τιμές SCEs στα κλάσματα των αιωρούμενων σωματιδίων σε σύγκριση με τις καλλιέργειες ελέγχου. Τα υδατικά διαλύματα έδειξαν πως έχουν μεγαλύτερη επίδραση στα λεμφοκύτταρα σε σχέση με τα οργανικά διαλύματα. Επίσης, τα αιωρούμενα σωματίδια που προέρχονται από τις καύσεις για θέρμανσης φαίνεται να είναι πιο επιβλαβή από τα άλλα. 1601 132 127 Introduction: Endometriosis is a disease of women of reproductive age and one of the main symptoms are infertility. Many women with endo-metriosis are addressed in units of assisted reproduction and under-going IVF techniques.Purpose: Approach, analysis and investigation of current developments in the etiology, diagnosis, treatment of infertility in the light of modern assisted reproductive techniques. Material: English-language literature, articles of medical journals. Method: Lite-rature review. Conclusion: Due to multiple factors having an impact on the causation of disease, the etiology remains under investigation and symptoms vary. One of the most frequent and severe symptoms of endometriosis is infertility, which pushes women to assisted fertility centers. Even today not possible to select the optimal IVF technique due to conflicting results. Age is the most crucial factor in the choice of infertility response strategy. Εισαγωγή: η ενδομητρίωση είναι μία νόσος γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας και ένα από τα κύρια συμπτώματά της είναι η υπογονιμότητα. Πολλές γυναίκες με ενδομητρίωση απευθύνονται σε μονάδες υποβοη-θούμενης αναπαραγωγής και υποβάλλονται σε τεχνικές εξωσωματικής γονιμοποίησης. Σκοπός: Προσέγγιση, ανάλυση και διερεύνηση των σύγχρονων εξελίξεων στην αιτιολογία, διάγνωση, αντιμετώπιση υπο-γονιμότητας υπό το πρίσμα των σύγχρονων τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.Υλικό: αγγλόφωνη βιβλιογραφία, άρθρα ιατρικών περιοδικών. Μέθοδος: Βιβλιογραφική ανασκόπηση Συμπέρασμα: Λόγω της πολυπαραγοντικότητας της νόσου, τα αίτια παραμένουν υπό διε-ρεύνηση και η συμπτωματολογία της ποικίλλει. Ένα από τα συχνότερα και σοβαρότερα συμπτώματα της ενδομητρίωσης είναι η υπογο-νιμότητα, η οποία ωθεί τις γυναίκες στα κέντρα υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Ακόμα και σήμερα δεν εφικτή η επιλογή της βέλτιστης τεχνικής εξωσωματικής γονιμοποίησης λόγω αντικρουόμενων αποτε-λεσμάτων. Η ηλικία είναι ο καθοριστικότερος παράγοντας στην επιλο-γή της στρατηγικής αντιμετώπισης υπογονιμότητας. 1602 101 110 The tuition of rhythm, movement and expression constitutes a significant factor which contributes to the education of pre-school children, shaping both psychologically/ emotionally and physically balanced characters and fortifying appropriately their personality. The present project/ assignment focuses on music, dance and expression teaching methods, beginning from the first, crucial years of school life. Its main purpose is to analyse the basic nations of rhythm, movement and expression, as well as, how these elements are interrelated. All the theories proceed to become practice since the significance of their application on pre- school age children is proved through a number of particular activities. Η διδασκαλία του ρυθμού, της κίνησης και της έκφρασης, αποτελούν σημαντικά στοιχεία ή κάτι παρόμοιο της εκπαίδευσης των παιδιών προσχολικής ηλικίας, που θέτει ισχυρά θεμέλια για την διάπλαση ισορροπημένων σωματικά και ψυχικά χαρακτήρων και οχυρώνει με τα κατάλληλα υλικά την προσωπικότητα τους. Η συγκεκριμένη εργασία αφορά στη διδασκαλία της μουσικής, του χορού και της έκφρασης, από τα πρώτα και σημαντικότερα χρόνια της σχολικής ζωής. Κεντρικός στόχος, είναι να αναλυθούν οι βασικές έννοιες του ρυθμού, της κίνησης και της έκφρασης καθώς και η μεταξύ τους αλληλένδετη σχέση. Όλες οι θεωρίες, παραχωρούν την θέση τους στην πράξη, καθώς μέσα από συγκεκριμένες δραστηριότητες αποδεικνύεται η σπουδαιότητα της εφαρμογής τους σε παιδιά προσχολικής ηλικίας. 1603 340 320 Assistive interventions and dance teacher strategies in the process of learning collective traditional dances in an informal learning environment for children of middle childhood. Υποστηρικτικές παρεμβάσεις και στρατηγικές δασκάλας χορού κατά τη διαδικασία εκμάθησης συλλογικών παραδοσιακών χορών σε άτυπο περιβάλλον μάθησης σε παιδιά μέσης παιδικής ηλικίας The purpose of this dissertation is to analyze the assistive interventions and strategies used by a non-specialized dance teacher in an informal learning environment during the process of teaching traditional dances. To investigate those, initially behavioral and cognitive-interactive learning theories were studied, in order to ascertain their primal assumptions of the teaching and learning process. Subsequently, features and procedures of informal learning environments were analyzed on a theoretical level, as opposed to those of formal educational settings. The main point was to study teaching strategies, focusing on the role of the teacher during the implementation of those strategies in teaching Greek traditional dances. Finally, the importance and role of dance in general, but also specifically the course and role of Greek traditional dances in formal and informal education, were studied. Concerning the research part of this dissertation, the setting studied was the children’s class of Greek traditional dances of a cultural association, where 18 pupils in age from 7 to 12 years old attended the course and where a non-specialized dance teacher instructed. The method chosen was qualitative research: it consisted of structured observation of 7 meetings with the use of a structure observation grid, two interviews with the dance teacher (before and after the observation), one interview with the president of the cultural association and finally, analysis of the constitution of the cultural association. The analysis of the data show that the dance teacher adopts different strategies and assistive interventions for the instruction of known and unknown dances or for semicircular and face to face dances, that she spends more time to the unknown dances than to the known dances and that her strategies consist of a combination of different theoretical approaches. Finally, the course of her teaching shows some characteristics of a formal setting, while the organization as a whole and the methods used for teaching correspond to the characteristics of an informal setting. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη των υποστηρικτικών παρεμβάσεων και των στρατηγικών που υιοθετεί η μη εξειδικευμένη δασκάλα χορού σε ένα άτυπο εκπαιδευτικό πλαίσιο στη διαδικασία διδασκαλίας-μάθησης παραδοσιακών χορών. Για τη διερεύνησή τους, αρχικά μελετήθηκαν οι συμπεριφοριστικές και οι γνωστικές-αλληλεπιδραστικές θεωρίες μάθησης, για να διαπιστωθούν οι παραδοχές τους για τη διαδικασία διδασκαλίας και μάθησης. Στη συνέχεια, διερευνήθηκαν θεωρητικά τα χαρακτηριστικά και οι διαδικασίες διδασκαλίας-μάθησης των άτυπων εκπαιδευτικών περιβαλλόντων, σε αντιπαράθεση με αυτά των τυπικών εκπαιδευτικών περιβαλλόντων. Έμφαση δόθηκε στη μελέτη των στρατηγικών διδασκαλίας, εστιάζοντας κυρίως στον ρόλο του εκπαιδευτικού κατά τη εφαρμογή τους στη διδασκαλία ελληνικών παραδοσιακών χορών. Τέλος, μελετήθηκε η σημασία και ο ρόλος του χορού γενικά, αλλά και συγκεκριμένα η πορεία και ο ρόλος των ελληνικών παραδοσιακών χορών στην τυπική και άτυπη εκπαίδευση. Όσον αφορά το ερευνητικό μέρος της εργασίας, το πλαίσιο στο οποίο αναπτύχθηκε η έρευνα ήταν το παιδικό τμήμα εκμάθησης ελληνικών παραδοσιακών χορών ενός πολιτιστικού συλλόγου, στο οποίο φοιτούσαν 18 μαθητές ηλικίας 7-12 ετών και δίδασκε μια μη εξειδικευμένη δασκάλα χορού. Η μεθοδολογία που υιοθετήθηκε ήταν ποιοτική: χρησιμοποιήθηκε η δομημένη παρατήρηση επτά συναντήσεων διδασκαλίας χορού με τη βοήθεια μίας δομημένης σχάρας παρατήρησης, έγιναν δύο συνεντεύξεις με τη δασκάλα χορού (πριν και μετά την παρατήρηση), μια συνέντευξη με τον πρόεδρο του πολιτιστικού συλλόγου και τέλος, ανάλυση του καταστατικού του πολιτιστικού συλλόγου. Η ανάλυση των δεδομένων έδειξε ότι η δασκάλα χορού υιοθετεί διαφορετικές στρατηγικές και υποστηρικτικές παρεμβάσεις για τη διδασκαλία γνωστών και άγνωστων χορών ή για χορούς που χορεύονται σε ημικύκλιο ή αντικριστά, ότι ο χρόνος που αφιερώνει στους άγνωστους χορούς είναι περισσότερος απ’ ότι στους γνωστούς και ότι οι στρατηγικές της αποτελούν συνδυασμό διάφορων θεωρητικών προσεγγίσεων. Τέλος, η πορεία της διδασκαλίας της παρουσιάζει ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του τυπικού πλαισίου, ενώ όλη η οργάνωση και οι μέθοδοι διδασκαλίας ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά ενός άτυπου πλαισίου. 1604 219 272 Συγκριτική αξιολόγηση της Οπτικής Τομογραφίας Συvoχής (OCT) με τα Οπτικά Πεδία (VF) σε συνάρτηση με την παρακολούθηση των ασθενών με γλαύκωμα Glaucoma is one of the leading causes of acquired blindness worldwide. It is characterized by loss of retinal ganglion cells and visual field deficits .Glaucoma progression can be seen using a series of structural and functional examinations of the optic nerve and optic tract. Functional testing typically involves automated visual field testing. The VF protocols used to monitor glaucoma progression are Guided Progression Analysis (GPA.Carl Zeiss Meditec) ( Global Indices Trend Analysis (MD / PSD / VFI) as well as the Pointwise linear regression (PLR) trend analysis. Structural testing of glaucoma includes OCT evaluation of the peripapillaryRNFL (pRNFL), optic nerve head (ONH), and macular ganglion cell parameters. The individual parameters are the average thickness of pRNFL, Bruch membrane opening-minimum rim width (BMO- MRW) and BMO-MRA (BMO based minimum rim area) as well as the thickness macular ganglion cell complex GCC and GCIPL. There is no gold standard test to evaluate glaucoma progression. It is estimated that VF provides more information on established glaucoma and in particular on middle to advanced disease . OCT, on the other hand, is considered to be more sensitive to detecting the progression at earlier stages of the disease .It is advisable to use VF and OCT together to monitor the disease, as this can detect disease progression more often than using each method separately Το γλαύκωμα είναι μια από τις κύριες αιτίες επίκτητης τύφλωσης παγκοσμίως. Χαρακτηρίζεται από απώλεια των γαγγλιακών κυττάρων του αμφιβληστροειδούς και έλλειμμα οπτικού πεδίου [1-4]. Η γλαυκωματική εξέλιξη μπορεί να διαπιστωθεί χρησιμοποιώντας μια σειρά από δομικές και λειτουργικές εξετάσεις του οπτικού νεύρου και της οπτικής οδού. Οι λειτουργικές εξετάσεις τυπικά αφορούν την μελέτη του οπτικού πεδίου(Ο.Π) [5]. Τα πρωτόκολλα των Ο.Π που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της εξέλιξης του γλαυκώματος είναι η Ανάλυση κατευθυνόμενης εξέλιξης (Guided Progression Analysis- GPA.Carl Zeiss Meditec)[6]^ ανάλυση τάσης των Global Indices(MD/PSD/VFI) [7-10] καθώς επίσης και η ανάλυση τάσης της σημειακής γραμμικής παλινδρόμησης ( Pointwise linear Regression-PLR)[11]. Ο έλεγχος της δομικής βλάβης στο γλαύκωμα περιλαμβάνει την εκτίμηση με OCT του περιθηλαίου RNFL(pRNFL) ,της κεφαλής του οπτικού νεύρου(ONH),) και των παραμέτρων των ωχρικών γαγγλιακών κυττάρων. Οι επιμέρους παράμετροι είναι το μέσο πάχος του pRNFL[12, 13],η Bruch membrane opening-minimum rim width (BMO-MRW)[14] και η BMO-MRA (BMO based minimum rim area)[15], καθώς επίσης και το πάχος των ωχρικών γαγγλιακών κυττάρων(macular ganglion cell complex GCC) και της GCIPL[16]. Δεν υπάρχει gold standard εξέταση για την εκτίμηση της γλαυκωματικής εξέλιξης. Εκτιμάται ότι το ΟΠ παρέχει περισσότερες πληροφορίες σε εγκατεστημένο γλαύκωμα και ιδιαίτερα σε μέση προς προχωρημένη νόσο [17]. Το ΟCT, από την άλλη μεριά, θεωρείται ότι είναι πιο ευαίσθητο στην ανίχνευση της εξέλιξης σε πρωιμότερα στάδια της νόσου [18-21]. Συνίσταται να χρησιμοποιούνται μαζί το ΟΠ και το OCT για την παρακολούθηση της νόσου, καθώς αυτό μπορεί να ανιχνεύσει την εξέλιξη της νόσου πιο συχνά σε σχέση με την χρήση κάθε μίας μεθόδου ξεχωριστά. 1605 293 330 Η ανοσοϊστοχημική έκφραση και η πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης Gal-3 στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα This study investigates the immunohistochemical expression and the possible predictive value of galectin-3 protein in hepatocellular carcinoma following the study of expression this molecule in patients with hepatocellular carcinoma. A total of 36 patients with hepatocellular carcinoma participated in the study. An average follow-up for patient survival was set to be 7 months. The material was obtained from patients’ biopsies. Histopathological and immunohistochemical study of biopsy materials were performed in the histopathological laboratory. The immunohistochemical evaluation of galectin-3 expression was based on a 4-point scale (0, +, ++, +++). The results were subjected to statistical analysis. A review of the literature on the expression of galectin-3 and histopathological, biochemical and clinical findings was conducted. The findings of the study were correlated with those in the literature. According to the findings of our own study in patients with hepatocellular cancer, the galectin-3 value has been associated with statistical significance with patient age, number of hepatocellular carcinoma lesions, histological tumor differentiation as well as prognosis of these patients. Based on the above, the results of our study are in agreement with the existing literature. In addition, the association of age, number of ΗCC lesions with galectin-3 is something new in the study of galectin-3 so far. Study limitations include the relatively small number of samples, which proved to be sufficient for definition of statistical significance. It is a fact that the study of carcinogenic mechanisms in liver cancer is in progress and galectin-3 based on the data so far could play a leading role in it. As it appears to be linked to carcinogenesis and prognosis of hepatocellular carcinoma patients, understanding its activity as well as testing new formulas and drugs that could target its expression, could be instrumental in treating this type of malignancy. Η παρούσα εργασία μελετά την ανοσοϊστοχημική έκφραση και την πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης galectin-3 στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα μετά από μελέτη έκφρασης αυτής σε δείγματα ασθενών που έπασχαν από ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Συνολικά δείγματα από 36 ασθενείς που έπασχαν από ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα έλαβαν μέρος στην έρευνα. Σαν μέσος χρόνος παρακολούθησης ορίστηκαν οι 7 μήνες για την καταγραφή επιβίωσης των ασθενών. Το υλικό πάρθηκε από βιοψία της εξεργασίας των ασθενών. Στο ιστοπαθολογικό εργαστήριο έγινε ιστοπαθολογική και ανοσοϊστοχημική μελέτη των βιοπτικών υλικών. Η ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης της galectin-3 έγινε με βάση 4βαθμιαία κλίμακα (0, +, ++, +++). Τα αποτελέσματα υποβλήθηκαν σε στατιστική ανάλυση. Έγινε ανασκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με την έκφραση της galectin-3 και τα ιστοπαθολογικά, βιοχημικά και κλινικά συμπεράσματα. Τα συμπεράσματα της μελέτης συσχετίσθηκαν με αυτά της βιβλιογραφίας. Σύμφωνα με τα ευρήματα της δικής μας μελέτης σε ασθενείς πάσχοντες από ηπατοκυτταρικό καρκίνο η τιμή της galectin-3 έδειξε να σχετίζεται με στατιστική σημαντικότητα με την ηλικία των ασθενών, τον αριθμό των βλαβών του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, την ιστολογική διαφοροποίηση του όγκου καθώς και με την πρόγνωση των ασθενών αυτών. Με βάση τα προαναφερθέντα, τα αποτελέσματα της μελέτης μας βρίσκονται σε συμφωνία με την υπάρχουσα βιβλιογραφία. Επιπλέον, η συσχέτιση της ηλικίας, του αριθμού των βλαβών του ΗΚΚ με την έκφραση της galectin-3 αποτελεί κάτι νέο στην έως τώρα μελέτη της galectin-3. Περιορισμοί της μελέτης περιλαμβάνουν τον σχετικά μικρό αριθμό δειγμάτων, ο οποίος όμως αποδείχθηκε επαρκής για τον χαρακτηρισμό στατιστικών σημαντικοτήτων. Είναι γεγονός πως η μελέτη των μηχανισμών καρκινογένεσης στον καρκίνο του ήπατος βρίσκεται σε εξέλιξη και η galectin-3 με βάση τα έως τώρα δεδομένα θα μπορούσε να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτήν. Η κατανόηση της δράσης της καθώς και η δοκιμή νέων σκευασμάτων τα οποία θα μπορούσαν να έχουν στόχο την έκφραση της, μιας και αυτή φαίνεται να συνδέεται με τη καρκινογένεση και την πρόγνωση ασθενών με ηπατοκυτταρικό καρκίνο, θα μπορούσε να αποβεί καθοριστική στην αντιμετώπιση αυτού του τύπου κακοήθειας. 1606 17 16 Process development for anaerobic codigestion of agro-industrial wastewaters with sewage sludge from biological WWTP and by-products utilization Ανάπτυξη μεθόδου για συνεπεξεργασία αγροτοβιομηχανικών υγρών αποβλήτων με περίσσεια ιλύ βιολογικής Μ.Ε.Υ.Α. και αξιοποίηση των παραπροϊόντων 1607 298 283 Μελέτη δεικτών φλεγμονής (Resistin,IL-18) στον ορό και ανοσοϊστοχημική μελέτη (HMGB1,CD45) εντέρου σε πειραματικό μοντέλο οξείας παγκρεατίτιδας επιμυών που έλαβαν ευγενόλη With the present study, we examined the effect of eugenol on an experimental model of acute pancreatitis, occlusive etiology in rats. The inflammation indexes interleukin 18 (IL-18) and resistin in serum via ELISA technique were studied, whilst immunohistochemical study of indexes CD 45 and HMGB1 in rats intestine was conducted. MATERIAL AND METHOD. 117 male Wistar rats, aged 90-120 days and body weight 250-350gr, were used. The rats were divided in three groups: Sham (S), Control (C) and Eugenol (E). S group: consists of 20 rats, on which laparotomy and closure of the surgical wound was conducted. C group: consists of 48 rats, on which acute pancreatitis by ligature of the pancreatic duct was induced.E Group: consists of 49 rats, on which, after induction of acute pancreatitis, eugenol was granted promptly postoperatively, via their intestine on a daily dose of 15mg/kgr of body weight per rat. This group was divided into 5 subgroups according to the execution time of the second laparotomy, serum sampling from aorta and euthanasia, 6, 12, 24, 48 and 72 hours after the first laparotomy. RESULTS.A statistically significant reduction in the price of the IL-18 in the Eugenol group, on measurement conducted 12 hours after the first laparotomy, was observed. The resistin prices in Control group were significantly higher than those of the Eugenol group. The resistin prices were significantly reduced in the 12 hours measurement in Eugenol group. The prices of the CD 45 were significantly greater in the Control group compared to those of the Eugenol group. Finally, the prices of HMGB1 were significantly smaller in Eugenol group compared to those of the Control group.CONCLUSION.In conclusion, in a rat model with acute pancreatitis, the use of eugenol exhibited antioxidant with particular beneficial effects mainly at the twelfth hour after the injection . Μελετήθηκαν οι δείκτες φλεγμονής ιντερλευκίνη 18 (IL-18) και ρεζιστίνη στον ορό μέσω της τεχνικής ELISA και παράλληλα πραγματοποιήθηκε ανοσοιστοχημική μελέτη των δεικτών CD 45 και HMGB1 σε έντερο επίμυων.Υλικό και Μέθοδος.Χρησιμοποιήθηκαν 117 άρρενες Wistar επίμυες ηλικίας 90-120 ημερών και σωματικού βάρους 250-350γρ. Οι επίμυες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες : την Sham (S), την Control (C), και την Eugenol (E). Ομάδα S: αποτελείται από 20 επίμυες στους οποίους διενεργήθηκε λαπαροτομία και σύγκλειση του χειρουργικού τραύματος. Ομάδα C: αποτελείται από 48 επίμυες στους οποίους προκλήθηκε οξεία παγκρεατίτιδα μέσω απολίνωσης του παγκρεατικού πόρου.Ομάδα E: αποτελείται από 49 επίμυες στους οποίους μετά την πρόκληση οξείας παγκρεατίτιδας χορηγήθηκε ευγενόλη άμεσα μετεγχειρητικά, διεντερικά σε ημερήσια δόση 15mg/kgr σωματικού βάρους ανά πειραματόζωο. Η ομάδα αυτή διαιρέθηκε σε 5 υποομάδες σύμφωνα με τον χρόνο εκτέλεσης της δεύτερης λαπαροτομίας, με σκοπό την λήψη αίματος από την αορτή και ιστών προς εξέταση και της ευθανασίας.Αποτελέσματα.Παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική μείωση της τιμής της IL-18 στην ομάδα της Ευγενόλης, σε μέτρηση που πραγματοποιήθηκε 12 ώρες (p=0,001). Οι τιμές της ρεζιστίνης στην ομάδα Control ήταν σημαντικά μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες της ομάδας της Ευγενόλης (p=0,016). Οι τιμές της ρεζιστίνης ήταν σημαντικά μειωμένες στην μέτρηση των 12 ωρών στην ομάδα Eugenol (p=0,021). Oι τιμές του CD 45 ήταν σημαντικά μεγαλύτερες στην ομάδα Control συγκριτικά με την ομάδα της Ευγενόλης στις 48 και 72 ώρες (p=0,010). Τέλος, οι τιμές της HMGB1 ήταν σημαντικά μικρότερες στην ομάδα της Ευγενόλης σε σύγκριση με την ομάδα Control (p=0,001). Συμπέρασμα.Συμπερασματικά, σε μοντέλο επίμυων με οξεία παγκρεατίτιδα η χρήση της ευγενόλης παρουσίασε αντιοξειδωτική δράση, με ευεργετικά αποτελέσματα κυρίως την δωδέκατη ώρα μετά την χορήγηση. 1608 176 194 Οι βιομεμβράνες (biofilms) στις λοιμώξεις του μυοσκελετικού συστήματος και νεότερες θεραπευτικές προσεγγίσεις Biofilms constitute one of the two phenotypes of bacteria, their cohabitation structures, which have the characteristics of a multi-cell organism. In physical and medical environments, they are the dominant phenotype that prevails over their planktonic form. In the present study, we first present the historical path that led to the discovery of the biofilms, their developmental parts, their structural characteristics, the process of their formation and the Quorum Sensing system, which can be described evolutionarily as an early nervous system, used by the bacteria to coordinate the biofilm structure. These specific features, give them increased resistance against the host defenses and against the antibiotics. Then, the main symptoms of bacterial infections in the human body, the main classes of orthopedic infections, and their association with the development of biofilms by the bacteria that cause them, are described. Finally, after a short description of the conventional treatment of the bones and joints infections, the latest data and experimental therapies tested in vitro, in vivo in animal models or in the early stages of clinical trials are analyzed. Οι βιομεμβράνες αποτελούν τον έναν από τους δύο φαινοτύπους των βακτηρίων, δομές συμβίωσης αυτών, που λαμβάνουν χαρακτηριστικά πολυκύτταρου οργανισμού. Στα φυσικά και ιατρικά περιβάλλοντα αποτελούν τον κυρίαρχο φαινότυπο, που υπερισχύει έναντι της πλαγκτονικής μορφής τους. Στην παρούσα εργασία αρχικά παρουσιάζεται η ιστορική διαδρομή που οδήγησε στην ανακάλυψη των βιομεμβρανών, περιγράφονται αναλυτικά τα μέρη ανάπτυξής τους, τα δομικά χαρακτηριστικά τους, η διαδικασία σχηματισμού τους και το ιδιότυπο σύστημα Quorum Sensing, το οποίο μπορεί να περιγραφεί εξελικτικά ως ένα πρώιμο νευρικό σύστημα που χρησιμοποιούν τα βακτήρια για τον συντονισμό της δομής της βιομεμβράνης. Τα παραπάνω ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους προσδίδουν αυξημένη αντοχή ενάντια στις άμυνες των ξενιστών και ενάντια στη χρήση των αντιβιοτικών. Στη συνέχεια περιγράφονται τα κύρια συμπτώματα των βακτηριακών λοιμώξεων στον ανθρώπινο οργανισμό, οι κύριες κατηγορίες ορθοπαιδικών λοιμώξεων και ο συσχετισμός τους με την ανάπτυξη βιομεμβρανών από τα βακτήρια που τις προκαλούν. Τέλος, μετά από μικρή αναφορά στην κλασσική αντιμετώπιση των λοιμώξεων των οστών και των αρθρώσεων, γίνεται ανάλυση των νεότερων δεδομένων, καθώς και των πειραματικών θεραπειών που δοκιμάζονται in vitro, in vivo σε ζωικά μοντέλα ή βρίσκονται στα πρώτα στάδια κλινικών δοκιμών. 1609 359 383 Qualitative and quantitative analysis of retinal vasculature in patients with diabetes mellitus using optical coherence tomography angiography Ποιοτική και ποσοτική ανάλυση του αγγειακού δικτύου του αμφιβληστροειδούς σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη χρησιμοποιώντας την OCT αγγειογραφία Purpose: The purpose of this study is to investigate the changes of optical coherence tomography angiography (OCTA) parameters as diabetic retinopathy (DR) progresses and to evaluate the diagnostic ability of OCTA as an early screening tool for DR. Methods: In this cross-sectional observational study, 192 eyes of 111 patients with diabetes and 55 eyes of 34 age-matched healthy subjects were included. Diabetic patients were divided into 3 subgroups: without DR, with mild non-proliferative DR and with moderate-to-severe non-proliferative DR. All eyes underwent dilated fundoscopy along with 3x3mm and 6x6mm OCTA image acquisition using an updated software with 3D projection artifact removal. Vessel density (VD), retinal thickness and foveal avascular zone (FAZ) parameters [area, perimeter and FD- 300(VD of a 300-pm width annulus surrounding FAZ)] were calculated and compared among groups. Correlation analyses between OCTA parameters and DR severity were performed. Receiver operating characteristic (ROC) curves were plotted to assess the discriminatory ability of OCTA parameters for differentiating between healthy and affected by DR eyes. Results: There was statistically significant difference in all OCTA parameters among groups except for superficial foveal VD in 6x6mm scan and whole image retinal thickness in both 3x3mm and 6x6mm scans. As the DR stage was advancing, the mean VD values were decreasing. For superficial parafoveal VD (spafVD3), deep whole image VD (dwiVD3) and deep parafoveal VD (dpafVD3) in 3x3mm scan, statistically significant differences were found in all pairwise comparisons. SpafVD3 (r=-0.610/rs=-0.616, p<0.001), dwiVD3 (r=-0.623/rs=-0.568, p<0.001), dpafVD3 (r=- 0.622/rs=-0.566, p<0.001), and FD-300 (r=-0.590/rs=-0.562, p<0.001) demonstrated the strongest inverse correlation with DR severity. FD-300 in 3x3 mm scan showed the highest area under the ROC curve (AUROC=0.833±0.030, p<0.001). Conclusion: OCTA shows progressive decrease of VD parameters with increasing DR severity. Foveal VD, FAZ area and perimeter are not very useful because of the high interindividual variability of FAZ size. 3x3mm scan parameters were found to be diagnostically superior to the corresponding ones of 6x6mm scan. OCTA and specifically FD-300 may be a promising DR screening tool for detecting preclinical microvascular alterations (FAZ remodeling) in patients without fundoscopically evident DR. Σκοπός: Ο σκοπός αυτής της εργασίας είναι να ερευνήσει της αλλαγές των παραμέτρων της αγγειογραφίας οπτικής τομογραφίας συνοχής (OCTA) καθώς η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια (ΔΑ) εξελίσσεται και να αξιολογήσει τη διαγνωστική ικανότητα της OCTA ως μία πρώιμη εξέταση διαλογής για τη ΔΑ. Μέθοδος: Σε αυτή τη συγχρονική μελέτη παρατήρησης συμπεριλήφθηκαν 192 οφθαλμοί από 111 διαβητικούς ασθενείς και 55 οφθαλμοί από 34 υγιή άτομα αντίστοιχης ηλικίας. Οι διαβητικοί ασθενείς χωρίστηκαν σε 3 υποομάδες: χωρίς ΔΑ, με ήπια μη παραγωγική ΔΑ και με μέτρια προς σοβαρή μη παραγωγική ΔΑ. Σε όλους τους οφθαλμούς πραγματοποιήθηκε βυθοσκόπηση και πάρθηκαν λήψεις OCTA 3x3mm και 6x6mm, χρησιμοποιώντας ένα αναβαθμισμένο λογισμικό με 3D αφαίρεση σφαλμάτων προβολής. Η αγγειακή πυκνότητα (VD), το πάχος αμφιβληστροειδούς και παράμετροι της ανάγγειου ζώνης του κεντρικού βοθρίου (FAZ) [εμβαδόν, περίμετρος και FD-300(VD στον 300^m πλάτους δακτύλιο γύρω από τη FAZ)] υπολογίστηκαν και συγκρίθηκαν μεταξύ των ομάδων. Αναλύσεις συσχέτισης μεταξύ των παραμέτρων OCTA και της σοβαρότητας της ΔΑ πραγματοποιήθηκαν. Καμπύλες λειτουργικού χαρακτηριστικού δέκτη (ROC) σχεδιάστηκαν για να εκτιμηθεί η διακριτική ικανότητα των OCTA παραμέτρων για το διαχωρισμό υγιών και οφθαλμών με ΔΑ. Αποτελέσματα: Παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά σε όλες τις παραμέτρους OCTA μεταξύ των ομάδων με εξαίρεση την επιπολής βοθρική VD στην 6x6mm λήψη και το πάχος αμφιβληστροειδούς ολικής εικόνας στις 3x3mm και 6x6mm λήψεις. Οι μέσες τιμές VD μειώνονταν με την αύξηση του σταδίου της ΔΑ. Για την επιπολής παραβοθρική VD (spafVD3), εν τω βάθει VD ολικής εικόνας (dwiVD3) και εν τω βάθει παραβοθρική VD (dpafVD3) στην 3x3mm λήψη, στατιστικά σημαντικές διαφορές βρέθηκαν σε όλες τις δυαδικές συγκρίσεις. Την ισχυρότερη αντίστροφη συσχέτιση με τη βαρύτητα της νόσου επέδειξαν οι: spafVD3 (r=-0.610/rs=-0.616, p<0.001), dwiVD3 (r=-0.623/rs=-0.568, p<0.001), dpafVD3 (r=- 0.622/rs=-0.566, p<0.001), and FD-300 (r=-0.590/rs=-0.562, p<0.001). Η FD-300 στην 3x3mm λήψη εμφάνισε το μεγαλύτερο εμβαδόν κάτω από την καμπύλη ROC (AUROC=0.833±0.030, p<0.001). Συμπέρασμα: Η OCTA παρουσιάζει προοδευτική μείωση των VD παραμέτρων καθώς αυξάνεται η βαρύτητα της ΔΑ. Η βοθρική VD, το εμβαδόν και η περίμετρος της FAZ δεν είναι χρήσιμες εξαιτίας της υψηλής μεταβλητότητας του μεγέθους της FAZ. Η λήψη 3x3mm φάνηκε διαγνωστικά ανώτερη από την 6x6mm. Η OCTA και συγκεκριμένα η FD-300 μπορεί να είναι μία υποσχόμενη εξέταση διαλογής για την ανίχνευση προκλινικών μικροαγγειακών αλλοιώσεων σε ασθενείς χωρίς βυθοσκοπικά εμφανή ΔΑ. 1610 116 132 This study explores the Alexandroupolis Municipality energy transformation and energy transition towards sustainable forms of energy. It examines all the projects that have been or were to be carried out in this municipality focusing on the use of geothermal energy and solar power (mainly at public buildings), which aims both at the area carbon footprint reduction and the local economy boost. This paper also studies the transition of the socio-technical systems and of sustainability as well as the electric power system and the use of alternative energy sources in Greece. The above mentioned issues have been explored researching relevant bibliography and collecting data through interviews with the Alexandroupolis vice mayor responsible for energy and natural resources. Η συγκεκριμένη διπλωματική εργασία ερευνά τον ενεργειακό μετασχηματισμό και την ενεργειακή μετάβαση του δήμου Αλεξανδρούπολης προς αειφόρες μορφές ενέργειας. Εξετάζει όλες τις δράσεις που έχουν ήδη υλοποιηθεί ή επρόκειτο να υλοποιηθούν στον συγκεκριμένο δήμο, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση της γεωθερμίας και στην αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας (κυρίως στα δημόσια κτήρια), με στόχο όχι μόνο τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος της περιοχής αλλά και τη συμβολή τους στην ενίσχυση της οικονομίας της τοπικής κοινωνίας. Η εργασία αυτή μελετά, ακόμα, τις μεταβάσεις των κοινωνικο-τεχνικών συστημάτων και τις μεταβάσεις βιωσιμότητας, καθώς και το σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας και τη χρήση των ΑΠΕ στη Ελλάδα. Η διερεύνηση των παραπάνω ζητημάτων πραγματοποιήθηκε μέσα από την αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας και τα δεδομένα για τον δήμο της Αλεξανδρούπολης συλλέχτηκαν κυρίως μέσα από τη συνέντευξη με τον αρμόδιο φορέα. 1611 281 327 Διαθλαστικές ανωμαλίες και πάχος του χοριοειδούς στην παιδική ηλικία Purpose: To evaluate choroidal thickness across the posterior pole and the peripapillary area in healthy pediatric population by spectral-domain optical coherensce tomography (SD-OCT). Methods: Twenty-five healthy children aged 6 to 16 years were included in this prospective study. Children were classified into three groups according to their refractive error as myopia group (mean spherical equivalent -3.20 ± 1.47D), emmetropia group (mean spherical equivalent 0.39 ± 0.73D), and hyperopia group (mean spherical equivalent 3.65 ± 1.60D). All subjects underwent a complete ocular examination. Choroidal thickness was manually measured at the fovea, 500μm, 1000μm, 1500μm, and 2000μm nasally and temporally to the fovea, as well as at four quadrants of the peripapillary area. Enhanced depth imaging optical coherence by Heidelberg Spectralis device was used to assess choroidal measurements. Results: Mean subfoveal choroidal thickness of all subjects was 354.32 ± 89.94μm and was significantly influenced by spherical equivalent (P = 0.046). In detail, subfoveal choroidal thickness was significantly thicker in hyperopia group (mean 403.77 ± 80.69μm) compared to emmetropia group (mean 298.24 ± 65.42μm). However, no statitistical significance was found between emmetropia and myopia group (mean 304.27 ± 77.43μm). Also, the choroid of children was significant thicker in the temporal than in the nasal area of posterior pole. Additionally, choroidal thickness in the inferior region of peripapillary area was thinner compared to all regions, but statistical significance was only proved between temporal and inferior quandrant. No significant correlation was found between subfoveal choroidal thickness and age. Conclusion: The pediatric choroid is thicker at temporal locations close to the fovea, while it exhibits thinning all along the nasal border. Also, subjects with hyperopia have thicker choroid compared to other groups. Spherical equivalent influences choroidal thickness. Σκοπός: Αξιολόγηση του πάχους του χοριοειδούς τόσο στην ωχρά κηλίδα, όσο και στην περιθηλαία περιοχή σε υγιή παιδιά με την χρήση της φασματικής οπτικής τομογραφίας συνοχής. Υλικό-μέθοδος: Είκοσι πέντε υγιή παιδιά ηλικίας 6 έως 16 ετών συμπεριλήφθηκαν στην προοπτική μελέτη. Τα παιδιά ταξινομήθηκαν σε τρεις ομάδες σύμφωνα με το διαθλαστικό τους σφάλμα σε ομάδα μυωπίας (μέσο σφαιρικό ισοδύναμο -3,20 ± 1,47D), ομάδα εμμετρωπίας (μέσο σφαιρικό ισοδύναμο 0,39 ± 0,73D) και ομάδα υπερμετρωπίας (μέσο σφαιρικό ισοδύναμο 3,65 ± 1,60D). Όλα τα άτομα υποβλήθηκαν σε πλήρη οφθαλμολογική εξέταση. Το πάχος του χοριοειδούς μετρήθηκε χειροκίνητα υπό το κεντρικό βοθρίο, στα 500μμm, 1000μm, 1500μm και 2000μm ρινικά και κροταφικά αυτού, καθώς και σε τέσσερα τεταρτημόρια της περιθηλαίας περιοχής. Με την λειτουργία της εν τω βάθει ενισχυμένης απεικόνισης του μηχανήματος OCT Heidelberg Spectralis πραγματοποιήθηκε η αξιολόγηση των χοριοειδών μετρήσεων. Αποτελέσματα: Στο σύνολο της μελέτης το μέσο υποωχρικό χοριοειδικό πάχος ήταν 354,32 ± 89,94μm και βρέθηκε στατιστικά σημαντική θετική συσχέτιση με το σφαιρικό ισοδύναμο (P = 0,046). Αναλυτικότερα, το υποωχρικό πάχος του χοριοειδούς ήταν στατιστικά σημαντικά παχύτερο στην ομάδα με υπερμετρωπία (μέσος όρος 403,77 ± 80,69μm) σε σύγκριση με την ομάδα με εμμετρωπία (μέσος όρος 298,24 ± 65,42μm). Ωστόσο, δεν βρέθηκε στατιστική σημαντικότητα μεταξύ των ομάδων με εμμετρωπία και μυωπία (μέσος όρος 304,27 ± 77,43μm). Επίσης, ο χοριοειδής των παιδιών ήταν παχύτερος στο κροταφικό συγκριτικά με το ρινικό οριζόντιο επίπεδο της ωχράς κηλίδας. Επιπροσθέτως, το χοριοειδικό πάχος στο κατώτερο τεταρτημόριο της περιθηλαίας περιοχής βρέθηκε λεπτότερο σε σύγκριση με όλα τα τεταρτημόρια, αλλά στατιστικώς σημαντική διαφορά παρουσιάσθηκε μόνο μεταξύ κροταφικής και κατώτερης περιοχής. Τέλος, δεν βρέθηκε σημαντική συσχέτιση μεταξύ του υποωχρικού πάχους του χοριοειδούς και της ηλικίας. Συμπεράσματα: Στον παιδιατρικό πληθυσμό ο χοριοειδής εμφανίζεται παχύτερος κροταφικά του κεντρικού βοθρίου και λεπταίνει καθώς ματαπίπτει ρινικά αυτού. Επίσης, τα άτομα με υπερμετρωπία χαρακτηρίζονται από παχύτερο χοριοειδή σε όλες τις μετρούμενες περιοχές, ενώ το σφαιρικό ισοδύναμο φαίνεται να επηρεάζει και αυτό με τη σειρά του το χοριοειδικό πάχος. 1612 217 244 Προσδιορισμός των τιμών της παραθορμόνης με ανοσοραδιομετρική μέθοδο, στον ορό ασθενών με αδενώματα παραθυρεοειδών INTRODUCTION: Parathyroid glands adenomas can be diagnosed by a combination of parathormone levels evaluation and parathyroid glands scintigraphy. False negative scintigraphic results can also be found. In that case, evaluation of p-glycoprotein takes place. PATIENTS: We studied 41 patients with parathyroid glands disorders, aged 42 ± 9 years old, using parathormone levels evaluation and parathyroid glands scintigraphy. METHOD: For the scintigraphy, we used Tc99m-sestamibi. Images of neck and mediastinum were taken, 20 minutes (early phase) and 2 hours (late phase) after the administration. Tc99m-sestamibi is taken up by thyroid and parathyroid glands and washes out rapidly from normal thyroid and parathyroid tissues. In case of parathyroid pathology, there is a great retention of the radiopharmaceutical in the parathyroid glands, due to large amount of mitochondria, so that in late acquisition (2 hours) the parathyroid lesion can be detected easily. Parathormone levels evaluation takes place using the IRMA method that uses a detection antibody compatible with the carbo-acid end of parathormone. RESULTS: 10 patients showed low parathormone levels and negative scintigraphic results. 27 patients showed elevated parathormone levels and parathyroid glands adenomas. 4 patients showed elevated parathormone levels and false negative scintigraphic results. CONCLUSION: Elevated parathormone levels are connected to parathyroid glands adenomas. Patients with false negative scintigraphic results and elevated parathormone levels are connected with p-glycoprotein presence. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η διάγνωση αδενώματος των παραθυρεοειδών μπορεί να πραγματοποιηθεί με συνδυασμό προσδιορισμού των επιπέδων της παραθορμόνης και σπινθηρογραφήματος παραθυρεοειδών αδένων. Μπορούν να προκύψουν και ψευδώς αρνητικά σπινθηρογραφικά ευρήματα σε κάποιες περιπτώσεις. Σε αυτά τα περιστατικά πραγματοποιείται έλεγχος p-γλυκοπρωτεΐνης. ΑΣΘΕΝΕΙΣ: Μελετήθηκαν 41 ασθενείς με παθήσεις παραθυρεοειδών, μέσης ηλικίας 42 ± 9 έτη, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε προσδιορισμό των τιμών της παραθορμόνης ορού και σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών αδένων. ΜΕΘΟΔΟΣ: Το σπινθηρογράφημα πραγματοποιήθηκε με χρήση τεχνητίου 99m Sestamibi, κατά το οποίο λαμβάνονται εικόνες του τραχήλου και του μεσοθωράκιου σε 20 λεπτά και μετά από δύο ώρες. Το τεχνήτιο 99m Sestamibi απορροφάται από τον θυρεοειδή και τους παραθυρεοειδείς αδένες και αποβάλλεται ταχέως από τους φυσιολογικούς ιστούς αυτών. Σε περίπτωση παθογένειας, πραγματοποιείται κατακράτηση του ραδιοφαρμάκου από τους παραθυρεοειδείς, λόγω μεγάλου αριθμού μιτοχονδρίων. Έτσι, όταν και κατά τη δεύτερη απεικόνιση (των δύο ωρών) ένα αδένωμα στους παραθυρεοειδείς μπορεί να εντοπιστεί εύκολα. Ο προσδιορισμός της παραθορμόνης πραγματοποιείται με μέθοδο IRMA, η οποία χρησιμοποιεί ένα αντίσωμα ανίχνευσης εναντίον του καρβοξυτελικού άκρου της. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: 10 ασθενείς παρουσίασαν χαμηλές τιμές παραθορμόνης και αρνητικό σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών. 27 ασθενείς παρουσίασαν υψηλές τιμές παραθορμόνης και αδενώματα παραθυρεοειδών. 4 ασθενείς παρουσίασαν υψηλές τιμές παραθορμόνης και ψευδώς αρνητικό σπινθηρογράφημα παραθυρεοειδών. Αυτοί σε ειδικό έλεγχο παρουσίαζαν υψηλές τιμές p-γλυκοπρωτεΐνης. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Τα υψηλά επίπεδα παραθορμόνης συνδέονται με την εμφάνιση αδενωμάτων των παραθυρεοειδών. Περιπτώσεις ασθενών με ψευδώς αρνητικά σπινθηρογραφικά ευρήματα και υψηλές τιμές παραθορμόνης, συνδέονται με την παρουσία p-γλυκοπρωτεΐνης. 1613 249 265 Teachers and parents’ attributions for the Primary school students’ performance Οι αιτιακές αποδόσεις εκπαιδευτικών και γονέων για την επίδοση μαθητών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης The present dissertation aims to investigate the causal performances of teachers and parents regarding the performance of Primary School students. In the first theoretical part, the concept of Motivation and its form are approached while Motivation theories in education are presented. Moreover, theory of causal performances is presented, as it was formulated by both Bernard Weiner and Julian Rotter. More specifically, the dimensions of causal performances are described outcomes, their prejudices and the factors that affect them. In addition, the role of both teachers and parents in the students’ performance is emphasized. In the second empirical part of the thesis, both the views of Primary School teachers and parents on the causal performances of primary school pupils were investigated through questionnaires and hypothetical scenarios. Research findings can be found useful for Primary School teachers and other researchers. The present empirical study has shown that in terms of the causal performances of a student's accidental failure the views of the teachers differ from those of the parents. In general, however, it becomes clear that the views of teachers and parents on emotions, expectations and other factors (project difficulty, effort, etc.) and the evaluation of a potential failure are shaped according to the student's abilities. Furthermore, it has emerged that the causal performances of both teachers and parents are influenced by the performance of each pupil while the need for further research in the Greek field of this topic, is emphasized. Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τις αιτιακές αποδόσεις των εκπαιδευτικών και των γονέων αναφορικά με την επίδοση των μαθητών που φοιτούν στη Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, προσεγγίζεται η έννοια των Κινήτρων, οι μορφές τους και παρατίθενται οι θεωρίες κινήτρων στην εκπαίδευση. Επίσης, παρουσιάζεται η θεωρία των αιτιακών αποδόσεων, όπως έχει διατυπωθεί τόσο από τον Bernard Weiner όσο κι από τον Julian Rotter. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφονται οι διαστάσεις των αιτιακών αποδόσεων, οι προκαταλήψεις τους, καθώς και οι παράγοντες που τις επηρεάζουν. Επιπρόσθετα, τονίζεται ο ρόλος τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των γονέων στην επίδοση των μαθητών. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω ερωτηματολογίων και υποθετικών σεναρίων τόσο οι απόψεις των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης όσο και των γονέων σχετικά με τις αιτιακές αποδόσεις της επίδοσης των μαθητών του Δημοτικού Σχολείου. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλους ερευνητές. Η παρούσα εμπειρική μελέτη έδειξε ότι αναφορικά με τις αιτιακές αποδόσεις μίας τυχαίας αποτυχίας ενός μαθητή οι απόψεις των εκπαιδευτικών διαφέρουν από εκείνες των γονέων. Γενικότερα, όμως, γίνεται έκδηλο ότι οι απόψεις των εκπαιδευτικών και των γονέων σχετικά με τα συναισθήματα, τις προσδοκίες και άλλους παράγοντες (δυσκολία του έργου, προσπάθεια κ.α.), αλλά και την αξιολόγηση μίας πιθανής αποτυχίας διαμορφώνονται ανάλογα με τις δυνατότητες του μαθητή. Επιπλέον, προέκυψε ότι οι αιτιακές αποδόσεις τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των γονέων επηρεάζονται από τις επιδόσεις που έχει ο κάθε μαθητής και τονίζεται η ανάγκη εμβάθυνσης σε αυτή τη θεματική με περαιτέρω έρευνες στον ελληνικό χώρο. 1614 262 264 Πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας στα νοικοκυριά ενός ελληνικού δήμου The use of energy is an integral part of everyday life. The needs of an ever-increasing population, combined with an improvement in their living standards, require the consumption of more and more energy sources, mainly from fossil fuels such as oil, coal and natural gas. However, the reserves of the above fuels are limited and as homes consume a large part of the total energy used worldwide for lighting, cooling, heating, hot water and the operation of electrical household appliances, it is considered necessary to reduce the energy consumed either by using more efficient installations either by switching to renewable energy sources. Energy saving at home is necessary as greenhouse gas emissions that are inextricably linked to climate change are limited. The rational use of energy may be achieved through the cultivation of environmental consciousness of consumers, which in turn leads to a change of behavior in order to reduce energy wastage. Citizens who make prudent use of energy also have a financial benefit. In the context of this diplomatic work, research on energy saving practices was conducted in reference to the households of a Greek municipality. The municipality chosen was that of Thermaikos. The research focused on the ways its citizens save energy every day in their homes in the context of their heating and electric needs. The data collected, through questionnaires, was processed through the spss program. The results suggest that the citizens of Thermaikos do not rely on environmentally friendly practices in regards to energy management. This is due to economic reasons or because they are not adequately informed. Η χρήση της ενέργειας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των ανθρώπων. Οι ανάγκες του ολοένα κι αυξανόμενου πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη βελτίωση του βιοτικού του επιπέδου, απαιτούν την κατανάλωση όλο και μεγαλύτερων ποσοστών ενέργειας, η οποία προέρχεται κυρίως από ορυκτά καύσιμα, όπως το πετρέλαιο, οι γαιάνθρακες και το φυσικό αέριο. Ωστόσο τα αποθέματα των παραπάνω καυσίμων είναι περιορισμένα και καθώς οι κατοικίες καταναλώνουν ένα μεγάλο μέρος της συνολικής ενέργειας που χρησιμοποιείται παγκοσμίως για φωτισμό, ψύξη, θέρμανση, ζεστό νερό και λειτουργία ηλεκτρικών οικιακών συσκευών, κρίνεται απαραίτητη η μείωση της καταναλισκόμενης ενέργειας είτε μέσω της χρήσης αποδοτικότερων εγκαταστάσεων είτε με τη στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η εξοικονόμηση ενέργειας στο σπίτι είναι αναγκαία καθώς περιορίζονται οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που συνδέονται άρρηκτα με την κλιματική αλλαγή. Η ορθολογική χρήση της ενέργειας επιτυγχάνεται κυρίως μέσα από την καλλιέργεια περιβαλλοντικής συνείδησης των καταναλωτών, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε αλλαγή των συμπεριφορών με σκοπό τη μείωση της ενεργειακής σπατάλης. Οι πολίτες που κάνουν συνετή χρήση ενέργειας έχουν συγχρόνως και οικονομικό όφελος. Στα πλαίσια της διπλωματικής αυτής εργασίας διερευνήθηκαν οι πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας στα νοικοκυριά ενός ελληνικού δήμου. Επιλέχθηκε ο δήμος Θερμαϊκού, όπου μελετήθηκαν οι τρόποι με τους οποίους οι κάτοικοί του εξοικονομούν καθημερινά ενέργεια στις οικίες τους στον θερμικό και ηλεκτρικό τομέα. Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν μέσω ερωτηματολογίων, τέθηκαν υπό επεξεργασία στο πρόγραμμα spss. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν αναδεικνύουν ότι οι πολίτες του Θερμαϊκού δεν εφαρμόζουν ιδιαίτερα φιλοπεριβαλλοντικές πρακτικές ως προς τη διαχείριση της ενέργειας, είτε για οικονομικός λόγους, είτε επειδή δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι. 1615 144 165 Ο ρόλος των βλαστοκυττάρων στη νόσο του Alzheimer ως στόχος νεότερων θεραπευτικών προσεγγίσεων This article refers to the studies conducted for studying the use of stem cells applied in Alzheimer's disease therapy. In detail, these studies describe the use of stem cells for therapeutic purposes through the insertion in an organism or in vitro conditions. This process can be combined with molecules, techniques or even gene manipulation. Also, it is described the use of these cells for the validation of substances and small molecules with therapeutic potential, being used as an in vitro preclinical AD model, useful for the phenotypic screening. Stem cells from patients or even differentiated cells that are being converted to stem cells are being used to study the disease, create a disease model and to deepen the knowledge on what causes the disease and its pathophysiology. Finally, this study mentions all the published clinical trials and the ones that are still in progress. Το κείμενο αυτό αναφέρεται στις μελέτες και τις χρήσεις των βλαστικών κυττάρων στην νόσο του Alzheimer. Αναλυτικότερα, γίνεται αναφορά στην έρευνα των βλαστικών κυττάρων για θεραπευτικό σκοπό μέσω της εισαγωγής σε έναν οργανισμό και σε συνθήκες in vitro. Η τοποθέτηση μπορεί να συνδυαστεί και με την χρήση ουσιών ή τεχνικών ή ακόμη και με την γονιδιακή τροποποίηση των κυττάρων αυτών. Ακόμη, παρουσιάζεται και η χρήση των κυττάρων αυτών για τον έλεγχο ουσιών με πιθανή θεραπευτική δράση, χρησιμοποιώντας τα ως ένα in vitro προκλινικό μοντέλο της νόσου, χρήσιμο για το φαινοτυπικό screening ουσιών. Τα βλαστικά κύτταρα που έχουν απομονωθεί από ασθενείς ή διαφοροποιημένα κύτταρα που έχουν παρθεί και έχουν μετατραπεί σε βλαστικά έχουν ακόμη χρησιμοποιηθεί για την μελέτη της νόσου, την δημιουργία μοντέλων της και την βαθύτερη κατανόηση των αιτιών που την προκαλούν, και της παθοφυσιολογίας της. Τέλος, γίνεται αναφορά στις δημοσιευμένες κλινικές μελέτες αλλά και σε αυτές που πραγματοποιούνται αυτή την στιγμή. 1616 11 8 Stabilisation & association process (Σταθεροποίηση και διαδικασία ένταξης) Democritus University of Thrace. Law Faculty. Southeastern European Studies Master Program. 1617 247 234 The purpose of this study was to investigate possible interactive links between shyness, the Big Five Personality traits (openness to experience, conscientiousness, extraversion, agreeableness, neuroticism) and the three types of peer victimization (physical, verbal and relational), in a sample of 284 (52% boys, 48% girls) Greek preadolescent primary school students. Results indicated no significant association between gender and shyness whereas girls scored higher in Conscientiousness and Agreeableness, compared to boys. No further significant associations were found between gender and the rest of the Big Five Personality traits or the three types of peer victimization. Positive associations were found between shyness and Neuroticism, relational and verbal peer victimization while negative associations were indicated by the study’s results between shyness and Openness to experience as well as shyness and Extraversion. The results of a multiple regression analysis outlined that both boys and girls with higher scores in Openness to experience and extraversion appear to have less chances of showcasing shyness characteristics, whereas students that have, in the past, been relatively victimized by their peers have higher chances of experiencing feelings of stress and fear in the face of social interaction. The findings of this study emphasize the higher chances of shy children to become possible targets of victimization by their peers. They’re being discussed so that they can be used for the timely briefing of primary school teachers and the creation of prevention and intervention strategies, aimed to the smooth incorporation of shy children in a healthy school environment Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στη ντροπαλότητα, τους Πέντε Μεγάλους Παράγοντες της Προσωπικότητας καθώς και τις τρείς εκφάνσεις της θυματοποίησης από συνομηλίκους (σωματική, λεκτική, έμμεση) σε δείγμα 284 προ-έφηβων μαθητών και μαθητριών Δημοτικών σχολείων της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (52% αγόρια, 48% κορίτσια). Τα αποτελέσματα δεν κατέδειξαν σημαντική επιρροή του φύλου των παιδιών στη ντροπαλότητα, ανέδειξαν όμως υπεροχή των κοριτσιών με μεγαλύτερη βαθμολογία στην Ευσυνειδησία και τη Συνεργατικότητα σε σχέση με τα αγόρια. Οι υπόλοιπες μεταβλητές των Μεγάλων Πέντε Παραγόντων καθώς και οι τρεις μορφές θυματοποίησης από συνομηλίκους δεν φάνηκαν να επηρεάζονται από το φύλο. Παρουσιάστηκε ακόμα χαλαρή θετική συσχέτιση της ντροπαλότητας με το Νευρωτισμό, την έμμεση και τη λεκτική θυματοποίηση καθώς και αρνητική συσχέτισή της με την Πνευματική Διαθεσιμότητα και την Εξωστρέφεια. Μέσω των αποτελεσμάτων της πολλαπλής παλινδρομικής ανάλυσης βρέθηκε πως τόσο τα αγόρια όσο και τα κορίτσια με υψηλές βαθμολογίες στην Πνευματική Διαθεσιμότητα και την Εξωστρέφεια έχουν μικρότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν χαρακτηριστικά ντροπαλότητας ενώ μαθητές που έχουν θυματοποιηθεί έμμεσα είναι πιθανότερο να βιώσουν συναισθήματα άγχους και φόβου. Τα ευρήματα τονίζουν τις αυξημένες πιθανότητες των ντροπαλών παιδιών να αποτελέσουν στόχους θυματοποίησης από τους συνομηλίκους τους και παρουσιάζονται στα πλαίσια της παρούσας εργασίας με σκοπό την αξιοποίησή τους για την ενημέρωση των εκπαιδευτικών καθώς και για τη χρήση τους στον σχεδιασμό και την εφαρμογή προληπτικών και παρεμβατικών προγραμμάτων που θα στοχεύουν στην ευκολότερη ένταξη των ντροπαλών παιδιών στο σχολικό περιβάλλον 1618 278 328 the case of school textbooks Study of the Environment (grades 1-4), Geography and Physica (grades 5-6) η περίπτωση των σχολικών εγχειριδίων Μελέτη Περιβάλλοντος (Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ Δημοτικού), Γεωγραφία και Φυσικά (Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού) This master thesis aims at presenting an integrated picture regarding the presence of issues regarding climate change in the Greek school textbooks Study of the Environment (grades 1-4), Geography and Physica (grades 5-6). Initially, the theoretical framework clarifies the phenomenon of climate change and describes the course towards Climate Change Education for Sustainable Development. Also, a short reference is made to the Greek Cross Thematic Curriculum Framework and the specific curricula of the school textbooks under investigation, and a review of the relevant references is presented. The method used is quantitative and qualitative content analysis. Based on the theoretical context, the purpose and the research questions, certain categories were defined for both textual and pictorial analysis. Subsequently, these categories were recorded in coding sheets and the data collection and processing of the material was carried out. Both the manifest and the latent textual and pictorial content were investigated. The analysis revealed that climate change does not occupy significant place in the textbooks under investigation, as only in a relatively small part of them is reported. The issue of climate change appears mainly in the latent content of both textual and pictorial materials, in most of the textbooks under study. The climate change issues listed in the textbooks concerned mostly concern about the environmental pollution from anthropogenic activities, water and energy savings, good trash management, weather and climate relationships with humans, and finally renewable and non-renewable energy sources. Finally, some changes to these textbooks are proposed, both in their structure and content, so that climate change is incorporated with a more explicit manner. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έχει ως σκοπό την παρουσίαση μιας ολοκληρωμένης εικόνας αναφορικά με την εμφάνιση ή μη θεμάτων κλιματικής αλλαγής στα σχολικά εγχειρίδια των Φυσικών Επιστημών του Δημοτικού σχολείου και συγκεκριμένα στα εγχειρίδια της Μελέτης του Περιβάλλοντος της Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄ Δημοτικού, της Γεωγραφίας και των Φυσικών της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού. Αρχικά, στο θεωρητικό πλαίσιο διασαφηνίζεται το φαινόμενο της κλιματική αλλαγής και περιγράφεται η πορεία προς την Εκπαίδευση Κλιματικής Αλλαγής για την Αειφόρο Ανάπτυξη. Επίσης, γίνεται μια σύντομη αναφορά στο Δ.Ε.Π.Π.Σ – Α.Π.Σ των υπό εξέταση σχολικών εγχειριδίων και παρουσιάζεται η σχετική με την έρευνα βιβλιογραφία. Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η ποσοτική και ποιοτική ανάλυση περιεχομένου. Με βάση το θεωρητικό πλαίσιο, το σκοπό και τα ερευνητικά ερωτήματα της έρευνας, ορίστηκαν οι κατηγορίες τόσο για την κειμενογραφική όσο και για την εικονογραφική ανάλυση. Στη συνέχεια, οι κατηγορίες καταγράφηκαν σε δελτία κωδικογράφησης και πραγματοποιήθηκε η συλλογή και η επεξεργασία των δεδομένων από το διερευνώμενο υλικό. Αναζητήθηκαν τόσο οι ρητές όσο και οι λανθάνουσες, σχετικές με το θέμα, κειμενογραφικές και εικονογραφικές αναφορές. Από την ανάλυση προέκυψε ότι το ζήτημα της κλιματική αλλαγής δεν κατέχει σημαντική θέση στα υπό διερεύνηση σχολικά εγχειρίδια, καθώς ένα πολύ μικρό ποσοστό αυτών εμφανίζει σχετικές αναφορές. Το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής εμφανίζεται, τόσο κειμενογραφικά όσο και εικονογραφικά με λανθάνοντα αποκλειστικά τρόπο στα περισσότερα υπό μελέτη εγχειρίδια. Τα σχετικά με την κλιματική αλλαγή θέματα που καταγράφηκαν στα υπό μελέτη εγχειρίδια αφορούν κυρίως τη ρύπανση του περιβάλλοντος από τις ανθρωπογενείς δραστηριότητες, την εξοικονόμηση του νερού και της ενέργειας, τη σωστή διαχείριση των απορριμμάτων, τη σχέση του καιρού και του κλίματος με τον άνθρωπο και τέλος τις ανανεώσιμες και μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Τέλος, προτείνεται να γίνουν ορισμένες διορθωτικές αλλαγές στα συγκεκριμένα εγχειρίδια τόσο στη δομή όσο και στο περιεχόμενό τους, ώστε το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής να ενσωματωθεί σε αυτά με ρητό και ξεκάθαρο τρόπο. 1619 219 191 The Zarifeios Pedagogical Academy of Alexandroupoli and the students' living conditions during the decade 1950-60 Η Ζαρίφειος Παιδαγωγική Ακαδημία της Αλεξανδρούπολης και οι συνθήκες διαβίωσης των σπουδαστών τη δεκαετία 1950-1960 With the reformation of 1933 the Teaching Schools were replaced by the Pedagogical Academies which were in operation up to 1989 and 1990. The teaching staff was the Academy Principal, the Deputy Principal and the rest of the teachers of various specialties. However, the strict pedagogical atmosphere prohibited the students from developing professional conscience. In order to enter the Academy, there were some restrictions, the students had to be able-bodied, healthy and above the average height. In addition, the students had to have an excellent high- school diploma as well as certification of their political beliefs. The present research study focuses on the evidence that was provided by the students both male and female that commented about their experiences and estimations on the living conditions in the Academy during the decade 1952-1962. The facts that were revealed by the interviews showed some very important characteristics of the specific period and confirmed some historical facts such as the existence a certification which would prove their right political beliefs and the strict atmosphere in the Academy. Apart from these the students of the two sexes were forbidden to have any kind of relationship and the expression of their own initiatives and personal ideas was deliberately confined. Με τη μεταρρύθμιση του 1933 τα Διδασκαλεία αντικαταστάθηκαν από τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, οι οποίες λειτούργησαν μέχρι τα έτη 1989 και 1990. Το διδακτικό προσωπικό των Ακαδημιών αποτελούσαν ο Διευθυντής, ο υποδιευθυντής και το εκπαιδευτικό προσωπικό, διαφόρων ειδικοτήτων Η επικράτηση όμως ενός αυστηρού παιδαγωγικού κλίματος παραγκώνιζε την ανάγκη διαμόρφωσης επαγγελματικής συνείδησης από τους σπουδαστές. Τη δυνατότητα εισαγωγής στην Ακαδημία δεν είχαν όλοι, ενώ θέτονταν μια σειρά από περιορισμούς, όπως η αρτιμέλεια, η καλή υγεία, το κατάλληλο ύψος, το άριστο απολυτήριο, καθώς και το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων. Η παρούσα έρευνα αποτελεί μια ποιοτική έρευνα που επικεντρώνεται στη διερεύνηση των μαρτυριών σπουδαστών και σπουδαστριών της Ζαρίφειου Παιδαγωγικής Ακαδημίας, ως προς τις εμπειρίες και τις απόψεις τους για τις συνθήκες διαβίωσης στην Ακαδημία τη δεκαετία 1952-1962. Τα δεδομένα που προέκυψαν από τις ημιδομημένες συνεντεύξεις ανέδειξαν σημαντικά χαρακτηριστικά της εν λόγω εποχής και επιβεβαίωσαν τα ιστορικά ντοκουμέντα, όπως την ισχύ της κατοχής του πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων, την επικράτηση αυστηρού κλίματος στην Ακαδημία, την απαγόρευση των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ σπουδαστών και σπουδαστριών καθώς και τον περιορισμό της πρωτοβουλίας έκφρασης των απόψεών τους. 1620 395 384 The contribution of Ιnquiry Drama in Teaching Αncient Greek Μythology to school-age children with the aim to Shaping Self-Perception Η αξιοποίηση της Διερευνητικής Δραματοποίησης στη διδασκαλία της Αρχαίας Ελληνικής Μυθολογίας σε παιδιά σχολικής ηλικίας με στόχο τη διαμόρφωση αντίληψης του Εαυτού Τhe human race is promoted in the course of its evolution. At one time people lived in caves and made inarticulate cries. Today they make plans to move to other planets, create virtual realities, talk about cloning the species and artificial intelligence humanoids. However, isolation, depression, and suicide rates plague a world dominated by a dipole of wealth and misery, modernization and child exploitation, "sophisticated" places where wellness and spirituality programs flourish and others where bodies are dismembered by the explosion of chemical weapons. It may be so. This world may never change. Maybe it needs all that and so it keeps on doing it. Or it may think this situation is necessary having thus identified evolution with a necessary cost which humanity has to be borne with. As teachers, we have seen that whatever behavior the child manifests, it is nothing else but merely a manifestation. Something that shows that something is happening. Somewhere deeper. Inwardly. And which when “hands are laid on it”, the manifested behavior is radically modified. If we keep on punishing or applauding the manifestation, we ignore the cause that provokes it and thus we lose the essence. Peace of mind notwithstanding. Afterglow. Happiness. What fills man and frees him from the need to impose, secure and prove his worth, also makes him manifest what is going on inside him. It seems that this reconciliation with his inner nature, peace of mind with his fears, insecurities and darkness, are what will bring reconciliation and peace of mind in his outer nature, in his relationships, culture and genre. This is what this paper is dealing with. The contact with the essence of Being and the way in which we can create it, through Mindfulness and contemplative education. And, it seems, this substance is common to everybody throughout history. The treasures of ancient Greek mythology bear witness to this and touch upon forgotten pieces that obey universal laws of nature, which are capable, if you perceive them, to transform and spiritualize the sufferings of the soul. Their utilization is attempted through an exceptional modern pedagogical tool that animates those in need of empowerment - so that they do not scream begging for our attention - and is described with the term Inquiry Drama. Το ανθρώπινο γένος μοιάζει να προάγεται στην πορεία εξέλιξής του. Κάποτε οι άνθρωποι ζούσαν σε σπηλιές και έβγαζαν άναρθρες κραυγές. Σήμερα κάνουν σχέδια μετοίκησης σε άλλους πλανήτες, δημιουργούν εικονικές πραγματικότητες, μιλούν για κλωνοποίηση του είδους και τεχνητής νοημοσύνης ανθρωποειδή. Παρόλα αυτά, τα ποσοστά απομόνωσης, κατάθλιψης κι αυτοκτονιών μαστίζουν έναν κόσμο όπου κυριαρχούν δίπολα πλούτου και ανέχειας, εκσυγχρονισμού και παιδικής εκμετάλλευσης, “προηγμένους” τόπους, όπου ανθίζουν προγράμματα ευεξίας και πνευματικότητας κι άλλους, όπου σώματα διαμελίζονται με την έκρηξη χημικών όπλων. Μπορεί. Μπορεί ο κόσμος αυτός να μην αλλάξει ποτέ. Να το χρειάζεται όλο αυτό, και γι’ αυτό να το συντηρεί. Ή μπορεί να νομίζει την κατάσταση αυτή αναγκαία. Και να έχει ταυτίσει την εξέλιξη με ένα απαραίτητο κόστος το οποίο χρεώνεται στο σύνολό της η ανθρωπότητα. Ως δάσκαλοι, έχουμε δει πως οποιαδήποτε συμπεριφορά εκδηλώνει το παιδί, είναι αυτό ακριβώς. Μια εκδήλωση. Κάτι που φανερώνει πως κάτι συμβαίνει. Κάπου πιο βαθιά. Εσωτερικά. Και που όταν αυτό αγγίζεται, η εκδηλούμενη συμπεριφορά τροποποιείται ριζικά. Όσο τιμωρούμε ή επικροτούμε την εκδήλωση, αγνοούμε την αιτία που την προκαλεί κι έτσι χάνουμε την ουσία. Η γαλήνη, όμως. Η πληρότητα. Η ευτυχία. Αυτά που γεμίζουν τον άνθρωπο και τον απελευθερώνουν από ανάγκες επιβολής, εξασφάλισης κι απόδειξης της αξίας του, τον κάνουν επίσης να εκδηλώνει αυτό που συντελείται εντός του. Φαίνεται πως η συμφιλίωση αυτή με τα μέσα του, η ειρήνη με τους φόβους, τις ανασφάλειες και τα σκοτάδια του είναι αυτά που θα φέρουν συμφιλίωση και ειρήνη στο έξω του· στις σχέσεις, τον πολιτισμό και το είδος του. Αυτό πραγματεύεται η παρούσα εργασία. Την επαφή με την ουσία του ‘είναι’ και τον τρόπο με τον οποίο μπορούμε να τη δημιουργήσουμε, μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία. Και φαίνεται πως αυτή η ουσία είναι κοινή σε όλους από καταβολής κόσμου. Οι θησαυροί της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας μαρτυρούν αυτό ακριβώς και αγγίζουν κομμάτια ξεχασμένα που υπακούουν σε παγκόσμιους και καθολικούς φυσικούς νόμους, ικανούς αν τους αντιληφθείς, να μεταμορφώσουν και να μετουσιώσουν τα της ψυχής παθήματα. Επιχειρείται η αξιοποίησή τους μέσα από ένα εξαιρετικό σύγχρονο παιδαγωγικό εργαλείο που εμψυχώνει όσα χρειάζονται να δυναμώσουν -ώστε να μην κραυγάζουν εκλιπαρώντας την προσοχή μας- και περιγράφεται με τον όρο διερευνητική δραματοποίηση, στα πλαίσια μιας ενσυνείδητης και στοχαστικής παιδείας. 1621 373 373 Introduction. Nosocomial (Hospital Acquired) Infections are a common complication with an incidence ranging from 5% to 65% of patients after stroke. The most common infections after stroke are respiratory infection (1%-33%) and urinary tract infection (2%-27%). Factors such as age, gender, length of hospitalization, co-morbidities such as atrial fibrillation, heart failure, diabetes mellitus, arterial hypertension, dyslipidemia and medical interventions such as urinary catheter placement or central venous line placement are related to infections after stroke. The mortality rate of stroke-related infections is estimated to be 13%-65%. The purpose of the present study was to evaluate the incidence of infections in patients with ischemic or transient stroke during their hospitalization. A secondary objective was to estimate the frequency of the type of infection as well as the mortality. Another objective was to investigate the probable independent risk factors for the occurrence of infection. Methods. In our retrospective study, the first 100 patients admitted in the 1st Internal Medicine Clinic of 424 General Military Training Hospital from January 2013 to May 2018 were studied. Patients with ischemic or transient ischemic stroke who developed infection after their first 72 hours of hospitalization were studied. For the purpose of this study, univariate and multivariate logarithmic analysis were performed. Results: A total of 100 patients with ischemic or transient ischemic stroke were included in the study. The incidence of infection is estimated to be 45%, with pneumonia at 21% and urinary tract infection at 18%. Soft tissue infections, abdominal infections and unspecified infections were found to be less frequent (2%). Length of hospitalization (p=0.001), urinary catheter placement after admission (p<0.001), and heart failure (p=0.047) seem to increase the development of an infection. Multivariate logistic analysis showed that urinary catheter placement (OR 3.398, 95% Cl 1.212-9.527, p=0.020) and length of hospitalization (OR 1.137.95% Cl 1.024-1.261, p=0.016) were associated with a statistically significancy, increasing the risk of infection, with the result being weighted for all statistically and clinically significant factors (age, gender, heart failure). Mortality rate after stroke was estimated at 7%. Conclusion: Nosocomial (Hospital Acquired) Infections are very common complications after stroke and can lead to death, with pneumonia and urinary tract infection the most frequent. Urinary catheter placement and length of hospitalization significantly increase the risk of infection. Εισαγωγή: Οι λοιμώξεις είναι πολύ συχνή επιπλοκή με ποσοστό εμφάνισης που κυμαίνεται από 5% ως 65% των ασθενών μετά από ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ). Οι πιο συχνές λοιμώξεις μετά από ΑΕΕ είναι η λοίμωξη αναπνευστικού (1%-33%) και η λοίμωξη ουροποιητικού (2%-27%). Παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η διάρκεια νοσηλείας, συννοσηρότητες όπως η κολπική μαρμαρυγή, η καρδιακή ανεπάρκεια, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αρτηριακή υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία και ιατρικές παρεμβάσεις όπως η τοποθέτηση ουροκαθετήρα ή κεντρικής φλεβικής γραμμής σχετίζονται με την εμφάνιση λοιμώξεων μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Η θνησιμότητα των λοιμώξεων υπολογίζεται 13%-65%. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η εκτίμηση της συχνότητας των λοιμώξεων σε ασθενείς με ισχαιμικά ή παροδικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους. Δευτερεύων στόχος είναι η εκτίμηση της συχνότητας του είδους της λοίμωξης, της θνησιμότητας καθώς και η διερεύνηση παραγόντων κινδύνου για την εμφάνιση λοίμωξης. Μέθοδοι: Στην αναδρομική μας έρευνα μελετήθηκαν οι πρώτοι 100 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στην Α Παθολογική κλινική του 424 ΓΣΝΕ από τον Ιανουάριο του 2013 έως και το Μάιο του 2018. Μελετήθηκαν οι ασθενείς που είχαν ισχαιμικό ή παροδικό ΑΕΕ και εμφάνισαν λοίμωξη μετά τις πρώτες 72 ώρες της νοσηλείας τους. Για τις ανάγκες της μελέτης πραγματοποιήθηκαν μονοπαραγοντικές και πολυπα-ραγοντικές λογαριθμικές αναλύσεις. Αποτελέσματα: Μελετήθηκαν συνολικά 100 ασθενείς με ισχαιμικό ή παροδικό ΑΕΕ. Η συχνότητα εμφάνισης λοίμωξης υπολογίζεται 45%, με πιο συχνή λοίμωξη την πνευμονία με 21% και δεύτερη τη λοίμωξη ουροποιητικού με 18%. Λοιμώξεις μαλακών μορίων, ενδοκοιλιακές λοιμώξεις και μη καθορισμένες λοιμώξεις βρέθηκαν λιγότερο συχνές (2%). Η διάρκεια νοσηλείας (p=0.001), η τοποθέτηση ουροκαθετήρα μετά την εισαγωγή (p<0.001) και η καρδιακή ανεπάρκεια (p=0.047) σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση λοίμωξης. Από τη λογαριθμιστική πολυπαραγοντική ανάλυση προκύπτει ότι η τοποθέτηση ουροκαθετήρα (OR 3.398, 95% Cl 1.212¬9.527, p=0.020) και η διάρκεια νοσηλείας (OR 1.137, 95% Cl 1.024-1.261, p=0.016) σχετίζονται με στατιστικά σημαντική αύξηση του κινδύνου εμφάνισης λοίμωξης, με το αποτέλεσμα αυτό να είναι σταθμισμένο για όλους τους στατιστικά και κλινικά σημαντικούς παράγοντες (ηλικία, φύλο, καρδιακή ανεπάρκεια). Η θνησιμότητα της λοίμωξης υπολογίζεται στο 7%. Συμπέρασμα: Οι λοιμώξεις μετά από ΑΕΕ είναι πολύ συχνές επιπλοκές και μπορούν να οδηγήσουν στο θάνατο, με τις πιο συχνές να είναι η πνευμονία και η λοίμωξη ουροποιητικού. Η τοποθέτηση ουροκαθετήρα και η παρατεταμένη νοσηλεία αυξάνουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης λοίμωξης. 1622 307 341 Υπολογισμός του ραδιοβιολογικού λόγου α/β σε κυτταρικές σειρές καρκίνου πνεύμονα και φυσιολογικών ινοβλαστών The use of ionizing radiation as an effective therapeutic approach to treat cancer dates back to the early 20th century and is part of both the postoperative treatment as well as curative treatment. Cell death by irradiation occurs in two ways: 1) the creation of a lethal damage (factor “α”) and 2) the accumulation of non-lethal damages subject to repair (factor “β”). The α/β ratio is the irradiation dose in Gy, in which death in a cellular population is due to an equal proportion of lethal damages and the accumulation of sublethal damages. Τhe α/β ratio of different tissues (normal and cancerous), has been calculated from clinical data. In this study, we tried to develop an experimental method in which the α/β ratio can be calculated in cancer and normal cell lines. A549 and H1299 were the two lung cancer cell lines used as models as well as the normal fibroblasts MRC5. The α/β ratio was calculated by the time-dependent evaluation of the cell survival after their exposure in different fractionation schemes of ionizing radiation of equal physical total dose at the same time interval. Cell viability and proliferation evaluation was measured using the AlamarBlue assay protocol. In addition, we tried to calculate the ratio a/b by studying the expression of the phosphorylated histone H2AX (γΗ2ΑΧ), in specific time, after the effect of different fractionation schemes of radiation. The histone γΗ2ΑΧ indicates the percentage of DNA damage depending on time. Τhe study of the expression was carried out using the method of Western Blot. However, results were quite unclear. The results from the AlamarBlue assay were satisfying and indicated that α/β ratio is differentiated in each cell line indicating that it must be calculated independently for each cell line and not in total in tissue. This method may prove useful for individualized radiotherapy enhancing the therapeutic index. Η χρήση των ιοντιζουσών ακτινοβολιών ως μια αποτελεσματική θεραπευτική μέθοδος αντιμετώπισης του καρκίνου ανάγεται στις αρχές του 20ου αιώνα και αποτελεί μέρος τόσο της μετεγχειρητικής αγωγής όσο και ως ριζική θεραπεία. Ο κυτταρικός θάνατος από την επίδραση της ακτινοβολίας συμβαίνει με δύο τρόπους 1) με τη δημιουργία ενός θανατηφόρου πλήγματος (συντελεστής «α») και 2) με την συσσώρευση περισσοτέρων πληγμάτων μη θανατηφόρων που υπόκεινται σε διόρθωση (συντελεστής «β»). O λόγος α/β εκφράζει εκείνη τη δόση σε Gy στην οποία ο θάνατος στον συγκεκριμένο πληθυσμό οφείλεται σε ίσο ποσοστό στις θανατηφόρες βλάβες και στη συσσώρευση υποθανατηφόρων βλαβών. H αναλογία α/β των διαφόρων ιστών (φυσιολογικοί και καρκινικοί), έχει υπολογισθεί από κλινικά δεδομένα. Σε αυτή τη μελέτη, προσπαθήσαμε να αναπτύξουμε μια πειραματική μέθοδο στην οποία η αναλογία α/β μπορεί να υπολογιστεί σε καρκινικές και φυσιολογικές κυτταρικές σειρές. Οι Α549 και Η1299 ήταν οι δύο καρκινικές κυτταρικές σειρές πνεύμονα που χρησιμοποιήθηκαν ως πρότυπα καθώς και η φυσιολογικοί ινοβλάστες MRC5. Η αναλογία α/β υπολογίστηκε με την εξαρτώμενη από τον χρόνο αξιολόγηση της επιβίωσης των κυττάρων μετά την έκθεση τους σε διαφορετικά σχήματα κλασματοποίησης της ιονίζουσας ακτινοβολίας ίσης συνολικής δόσης στο ίδιο χρονικό διάστημα. Η αξιολόγηση της βιωσιμότητας και του πολλαπλασιασμού των κυττάρων μετρήθηκε χρησιμοποιώντας την μέθοδο της AlamarBlue. Επίσης, έγινε προσπάθεια υπολογισμού του λόγου α/β με βάση την έκφραση της φωσφορυλιωμένης ιστόνης Η2ΑΧ (γΗ2ΑΧ), σε συγκεκριμένους χρόνους μετά από την επίδραση της ακτινοβολίας των διαφορετικών δοσομετρικών σχημάτων ακτινοβολίας. Η γΗ2ΑΧ αποτελεί ένδειξη του ποσοστού των βλαβών του DNA σε συνάρτηση με τον χρόνο. Η μελέτη της έκφρασής της πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο της ανοσοαποτύπωσης κατά Western (Western Blot). Τα αποτελέσματα ωστόσο ήταν ιδιαίτερα ασαφή. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την μέθοδο της AlamarBlue ήταν ικανοποιητικά και έδειξαν ότι η αναλογία α/β διαφοροποιείται σε κάθε κυτταρική σειρά γεγονός που υποδεικνύει ότι πρέπει να υπολογίζεται ξεχωριστά για κάθε κυτταρική σειρά και όχι στο σύνολο του ιστού. Η μέθοδος αυτή ανοίγει μια νέα προσέγγιση μιας πιο εξειδικευμένης και εξατομικευμένης ακτινοθεραπείας με σκοπό την ενίσχυση του θεραπευτικού δείκτη. 1623 405 443 Φαρμακοεπιδημιολογική μελέτη της χρήσης ατορβαστατίνης σε προτότυπη και γενόσημη μορφή και συσχέτιση αυτής με την πολυφαρμακία According to the World Health Organization, cardiovascular diseases (CVD) are the leading reason of morbidity and mortality worldwide (Maniadakis et al., 2012). The most important risk factors associated with CVD are tobacco use, alcohol consumption, hypertension, obesity, physical inactivity, unhealthy food and especially the presence of hypercholesterolemia with high incidence worldwide (Maniadakis et al., 2012 ). And in Greece the frequency is very high with 45.8% of CVD be responsible for all the deaths in men and women. According to the guidelines, controlling hyperlipidemia can reduce the risk of heart disease. Statins are the main class of drugs which can reduce blood cholesterol and prevent ischemic cardiac events (D.V. Et al., 2007). Atorvastatin is among the most used statins world. The atorvastatin therapy is long use and theoretically the patient is kept under treatment in order to reduce the statistical risk of CHD. However safety issues in patients with type drug interactions with medication (drug drug reaction) are important issues for the safe use of these since these patients with hyperlipidemia have coexisting illnesses and are exposed to multiple drug therapy (Lennernas, 2003).The polypharmacy, is simultaneous use or 5-6 or more drugs (Jorgensenet al., 2001, Linjakumpu et al., 2002) or alternatively the use of a medication to correct the side effects of another or simply taking more drugs than which is clinically required (Montamat & Cusack, 1992; Sharifi et al., 2013; Tjia et al., 2013; Fillit et al., 1999) is an extremely complex phenomenon.The purpose of this study is to investigate the consumption of atorvastatin in ambulatory patients and that this consumption is related on the sex, age, coexisting diseases and the relationship of all these to the choice of generic or original medicines and the occurrence of polypharmacy.Methodology: The study included all the men and women of all 2226 patients performed the recipes in community pharmacies in Thessaloniki dated from 1/11/2011 to 31/12/2014. They studied and recorded the patient records through electronic prescription files and not individual recipes for 25 months. Results This study of atorvastatin consumption as recorded by the electronic prescriptions shows that the use of atorvastatin is particularly widespread in the Greek population, particularly in men and in women after menopause. The choice of the patient between original and generic medicine does not seem to be influenced by age or gender but is significantly influenced by the number of medicinal uses both quantitative and in financial level and possibly also qualitatively. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας τα καρδιαγγειακά νοσήματα (CVD) αποτελούν τον κυρίαρχο λόγο νοσηρότητας και θνητότητας παγκοσμίως(Μ8πΐ808Κΐ8 et al., 2012). Οι πιο σημαντικοί παράγοντες κινδύνου που συνδέονται με τα CVD αποτελούν η χρήση καπνού, η κατανάλωση αλκοόλ, η υπέρταση, η παχυσαρκία, η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, το ανθυγιεινό φαγητό και κυρίως η παρουσία υπερχοληστερολαιμίας με μεγάλο ποσοστό εμφάνισης παγκοσμίως(Maniadakis et al., 2012). Και στην Ελλάδα η συχνότητα είναι πολύ υψηλή με το 45.8% των CVD να ευθύνεται για το σύνολο των θανάτων σε άντρες και γυναίκες. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες, ελέγχοντας την υπερλιπιδαιμία μπορούμε να μειώσουμε τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων. Οι στατίνες αποτελούν την κύρια κατηγορία φαρμάκων με την οποία μπορούμε να μειώσουμε την χοληστερόλη του αίματος και να προλάβουμε ισχαιμικά καρδιακά επεισόδια^.ν. et al., 2007). Η ατορβαστατίνη είναι ανάμεσα στις πιο χρησιμοποιούμενες στατίνες στον κόσμο. Η θεραπεία με ατορβαστατίνη είναι μακράς χρήσεως και θεωρητικά ο ασθενής θα βρίσκεται συνεχώς υπό θεραπευτική αγωγή με σκοπό τη μείωση του στατιστικού κινδύνου από CHD. Παρόλα αυτά ζητήματα ασφάλειας σε ασθενείς με αλληλεπιδράσεις τύπου φάρμακο με φάρμακο (drug drug reaction) αποτελούν σημαντικά θέματα για την ασφαλή χρήση αυτών των καθώς οι συγκεκριμένοι ασθενείς μαζί με την υπερλιπιδαιμία έχουν συνυπάρχουσες ασθένειες και εκτίθενται σε πολλαπλή φαρμακευτική θεραπεία(Leππerπas, 2003). Η πολυφαρμακία, δηλαδή ή ταυτόχρονη χρήση 5-6 ή περισσότερων φαρμάκων (Jorgensenef al., 2001) ή εναλλακτικά η χρήση μιας φαρμακευτικής αγωγής για να διορθωθούν οι ανεπιθύμητες ενέργειες μιας άλλης ή απλά η λήψη περισσότερων φαρμάκων από αυτά που είναι κλινικώς απαραίτητα είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο φαινόμενο. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της κατανάλωσης της ατορβαστατίνης σε περιπατητικούς ασθενείς και πως αυτή η κατανάλωση σχετίζεται με θέμα το φύλο, την ηλικία , συνυπάρχουσες ασθένειες καθώς και η συσχέτιση όλων αυτών με την επιλογή γενόσημων ή πρωτότυπων φαρμάκων και την εμφάνισης της πολυφαρμακίας. Μεθοδολογία: Στη μελέτη συμπεριλήφθηκαν όλοι οι άντρες και γυναίκες στο σύνολο 2226 ασθενείς που εκτέλεσαν τις συνταγές του σε φαρμακεία της κοινότητας στην Θεσσαλονίκη με ημερομηνία από 1/11/2011 έως 31/12/2014. Μελετήθηκαν και καταγράφηκαν τα ιστορικά των ασθενών μέσω των αρχείων της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και όχι σε μεμονωμένες συνταγές για 38 μήνες συνολικά. Αποτελέσματα: Η συγκεκριμένη μελέτη της κατανάλωσης ατορβαστατίνης όπως καταγράφηκε από την ηλεκτρονική συνταγογράφηση δείχνει ότι η χρήση ατορβαστατίνης είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη στον ελληνικό πληθυσμό και ιδιαίτερα στους άνδρες αλλά και στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Η επιλογή του ασθενούς ανάμεσα σε πρωτότυπο και γενόσημο φάρμακο δε φαίνεται να επηρεάζεται από την ηλικία ή το φύλο αλλά επηρεάζεται σημαντικά από το πλήθος των φαρμάκων που καταναλώνει τόσο σε ποσοτικό και χρηματικό επίπεδο όσο και ενδεχομένως και σε ποιοτικό επίπεδο. 1624 185 190 Ακινητοποίηση κυττάρων Lactobacillus casei ATCC393 σε κόκκους μαύρου και κόκκινου πιπεριού του γένους P.Nigrum Nowadays the world recognizes a great multilateral development globally, the need of scientific research is constant. This particular experiment could be the beginning of a groundbreaking method of immobilizing Lactobacillus casei ATCC 393 strain on black and red peppercorns, that derive from the plant Piper Nigrum. Both pepper, as a spice, and probiotic factors manifest remarkable actions on regulating a great diversity of human functions. In order to achieve a more thorough approach to the subject, two different varieties of pepper, red and black were used. Immobilized wet and thermally-dried cells of L. casei ATCC 393 on black and red pepper were produced and were stored at 20, 4 and -20˚C. During the experiment microbiological analyses took place as well as measurement of the water activity until the 256th day. Water activity was stable during the experiment at the wet samples and was increased at the thermally dried. Microbiological analyses showed that both black and red pepper are promising supports for the immobilization of L. casei ATCC 393 cells and their survival during storage. Finally, microbiological analyses showed no populations of enterobacteria, clostridia and staphylococci. Σε έναν κόσμο που συνεχώς εξελίσσεται, η ανάγκη για νέες επιστημονικές μελέτες είναι αδήριτη. Η εργασία αυτή μελετά μία καινοτόμα μέθοδο ακινητοποίησης του βακτηριακού στελέχους Lactobacillus casei ATCC 393 σε κόκκους μαύρου και κόκκινου πιπεριού του φυτού Piper Nigrum. Τόσο το πιπέρι, ως μπαχαρικό, όσο και οι προβιοτικοί μικροοργανισμοί παρουσιάζουν εκπληκτικές ιδιότητες στη ρύθμιση των διαφόρων λειτουργιών του οργανισμού. Στο πείραμα αυτό χρησιμοποιήθηκαν 2 είδη πιπεριού, κόκκινο και μαύρο, για τον έλεγχο της ικανότητας ακινητοποίησης υγρών και θερμικά αποξηραμένων κυττάρων. Τα δείγματα αποθηκεύτηκαν σε θερμοκρασία 20 βαθμών Κελσίου, 4 βαθμών Κελσίου και -20 βαθμών Κελσίου. Πραγματοποιήθηκαν μικροβιολογικές αναλύσεις και μέτρηση της ενεργότητας νερού έως την 256η ημέρα αποθήκευσης. Τα δυο είδη πιπεριού αποτελούν ικανό υπόστρωμα για ακινητοποίηση των προβιοτικών κυττάρων, καθώς τα επίπεδα τους παρέμειναν υψηλά (≥7 log cfu/g κατά την αποθήκευση του σε θερμοκρασία 4 και –20 βαθμών Κελσίου. Στα δείγματα με υγρά κύτταρα η ενεργότητα νερού παρέμεινε σταθερή, ενώ παρατηρήθηκε αύξηση της σε δείγματα με θερμικά αποξηραμένα κύτταρα. Οι μικροβιολογικές αναλύσεις δεν φανέρωσαν προσβολή των δειγμάτων από εντεροβακτηρίδια, κολοβακτηρίδια ή σταφυλόκοκκο κατά την αποθήκευση. 1625 277 306 η σχέση της επίκτητης απραξίας μετά απο ΑΕΕ και της αναπτυξιακής δυσπραξίας Purpose: The purpose of this study is to observe in depth the praxis system in different diagnostic categories, such as acquired apraxia after stroke and dyspraxia manifested in children with neurodevelopmental disorders, while focusing on the interpretation of acquired apraxia after stroke, through interpretations and considerations of developmental dyspraxia. Exploring the likelihood of common signs in the manifestation of symptoms, and hence the possible common function of the praxis system, could shed light on the "mysterious" mechanism of praxis. At the same time, the in-depth analysis of praxis disturbances post stroke may provide useful information for the development of more comprehensive assessment protocols and therapeutic approaches. Method: Four groups of subjects were studied. The first group consisted of six adult patients with post stroke apraxia due to left hemispheric lesion. The second group consisted of five children diagnosed with Specific developmental disorder of motor function- Dyspraxia - F82. The third and fourth group consisted of age-matched control subjects. All four groups of subjects were observed in trials of pantomime, imitation, tool use and specific daily living activities. For each task, the type of errors performed by the subjects was also recorded. Results: No significant differences were found in the incidence and type of errors made among adults with apraxia and children with dyspraxia. An increased frequency was recorded in the execution of spatial errors between the groups. In order to fully assess apraxia, it is essential to observe patients in daily living activities as well as to assess the type of errors they perform. Conclusions: Patients with apraxia and children with dyspraxia exhibit similar symptoms in pantomime, imitation, real tool use and in activities of daily living. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παρατηρήσει σε βάθος το τρόπο λειτουργίας του πραξιακού μηχανισμού σε διαφορετικές διαγνωστικές κατηγορίες, όπως της επίκτητης απραξίας μετά από ΑΕΕ και της δυσπραξίας που εκδηλώνεται σε παιδιά με νευροαναπτυξιακές διαταραχές, δίνοντας όμως μεγαλύτερη έμφαση στην ερμηνεία της επίκτητης απραξίας μετά από ΑΕΕ, μέσα από ερμηνείες και θεωρήσεις της αναπτυξιακής δυσπραξίας. Η διερεύνηση της πιθανότητας ύπαρξης κοινών σημείων στην εκδήλωση των συμπτωμάτων και άρα και της πιθανής κοινής λειτουργίας του μηχανισμού της πραξίας, μπορεί να δώσει εξηγήσεις για τη λειτουργία του τόσο «μυστηριώδη» μηχανισμού της πραξίας. Παράλληλα η σε βάθος ανάλυση των απραξικών διαταραχών μετά από ΑΕΕ μπορεί να δώσει χρήσιμες πληροφορίες για την δημιουργία πληρέστερων αξιολογητικών πρωτοκόλλων και θεραπευτικών προσεγγίσεων. Μέθοδος: Για τη διεξαγωγή της παρούσας εργασίας μελετήθηκαν τέσσερις ομάδες εξεταζομένων. Η πρώτη ομάδα αποτελούνταν από έξι ενήλικες ασθενείς με αριστερή ημισφαιρική βλάβη και απραξία απότοκο αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Η δεύτερη ομάδα αποτελούνταν από πέντε παιδιά με διάγνωση Ειδικής Αναπτυξιακής Διαταραχής της Κινητικής Λειτουργίας - Δυσπραξία - F82. Η Τρίτη και τέταρτη ομάδα ήταν ομάδες ελέγχου ενηλίκων και παιδιών. Και οι τέσσερις ομάδες των εξεταζόμενων αξιολογήθηκαν σε δοκιμασίες παντομίμας, μίμησης, χρήσης εργαλείου καθώς και σε συγκεκριμένες δραστηριότητες καθημερινής διαβίωσης. Για κάθε δοκιμασία καταγράφηκε παράλληλα και το είδος των σφαλμάτων που πραγματοποιούσαν οι εξεταζόμενοι. Αποτελέσματα: Δεν παρατηρήθηκαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές στη συχνότητα εμφάνισης και στο είδος των σφαλμάτων μεταξύ των ενηλίκων με απραξία και των παιδιών με δυσπραξία. Αυξημένη συχνότητα καταγράφηκε στην εκτέλεση χωροχρονικών σφαλμάτων μεταξύ των ομάδων. Για την εκτίμηση των απρακτικών διαταραχών κρίνεται απαραίτητη η παρατήρηση των ασθενών σε δραστηριότητες καθημερινής διαβίωσης καθώς και η εκτίμηση του είδους των σφαλμάτων που εκτελούν. Συμπεράσματα: Ασθενείς με απραξία και παιδιά με δυσπραξία εκδηλώνουν όμοια συμπτωματολογία σε δοκιμασίες παντομίμας, μίμησης, χρήσης εργαλείων καθώς και στην εκτέλεση δραστηριοτήτων καθημερινής διαβίωσης. 1626 398 375 Διερεύνηση της σχέσης θρησκευτικής πίστης και παραμέτρων ψυχικής υγείας σε πληθυσμό Ασιατών προσφυγών στην Ελλάδα To this present day, several research studies have been conducted, which attempt to find out if there is a link between religious faith and mental health. However, these studies that refer to refugee population are relatively limited. Due to the constantly increasing number of refugees worldwide, it was believed that the research of the specific topic could serve as helpful to the approaching manner of this population from the perspective of mental health scientists contributing to the amelioration of the quality standards of the provided services. Objective: The present research was accomplished aiming to investigate the relationship between religious beliefs and parameters of mental health to refugee population and whether this relationship is effected by these harsh circumstances. ample and Methods: The sample of the research was composed by 100 adult refugees who reside in a housing shelter of the charitable association ‘Caritas Hellas’ in the region of Attica, and the method used was the distribution of closed type questionnaires which were related to the evaluation of religiousness (BMMRS), the overall condition of health (GHQ-28), the psychopathology (SCL-90-R) and the quality of life (WHOQOL BREF). Comparisons took place between the kinds of religiousness and the subcategories of the questionnaires GHQ-28, SCL-90-R & WHOQOL-BREF. Moreover, the results were sorted in relation to the gender and the marital status. Results: In general, it was obvious that the higher rate of religiousness was linked to better physical and mental health, even though the links revealed were not that strong. In addition, depending on the gender and marital status of the participants, there were some differences that arose since religiousness served much more protectively to women, comparing to men, while in the case of unmarried participants, religiousness functioned as a more compounding factor whereas this was not observed in married people. The element of forgiveness was positively related to all the subcategories which were relevant to quality of life. Finally, the way people perceived God proved to differentiate the results as people who conceived God as a father had a better state of health. Conclusions: The religious faith had a protective effect to the mental health of the research group. However, further research of the topic is deemed necessary, in order for the mental health specialists to have the chance to fully accommodate -via their treating interventions- the needs of this population. Keywords: Religiousness, religious beliefs, mental health, psychopathology, Arabic- speaking refugees. Έως σήμερα έχουν γίνει αρκετές έρευνες, οι οποίες προσπαθούν να διερευνήσουν αν υπάρχει σχέση μεταξύ θρησκευτικής πίστης και ψυχικής υγείας. Εκείνες που αφορούν προσφυγικό πληθυσμό ωστόσο είναι σχετικά περιορισμένες. Λόγω του όλο και αυξανόμενου αριθμού των προσφύγων παγκοσμίως, θεωρήθηκε πως η μελέτη του συγκεκριμένου θέματος θα μπορούσε ίσως να λειτουργήσει βοηθητικά ως προς τον τρόπο προσέγγισης του πληθυσμού αυτού από τη μεριά των επιστημόνων ψυχική υγείας, συνεισφέροντας στη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Σκοπός: Σκοπός της μελέτης είναι να διερευνήσει τη σχέση θρησκευτικής πίστης και παραμέτρων ψυχικής υγείας και πιο συγκεκριμένα στην περίπτωση των προσφύγων, προκειμένου να μελετηθεί κατά πόσο η σχέση αυτή επηρεάζεται και με ποιον τρόπο μέσα στα πλαίσια των συνθηκών της προσφυγιάς. Υλικό και Μέθοδος: Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 100 ενήλικες πρόσφυγες που διαμένουν σε δομή φιλοξενίας του φιλανθρωπικού σωματείου Caritas Hellas στην περιοχή της Αττικής και η μέθοδος, η οποία ακολουθήθηκε, ήταν η διανομή κλειστών, αυτοσυμπληρούμενων ερωτηματολογίων που αφορούσαν την εκτίμηση της θρησκευτικότητας (τροποποιημένη μορφή του BMMRS), της γενικής υγείας (GHQ-28), της γενικής ψυχοπαθολογίας (SCL-90-R) και της ποιότητας ζωής (WHOQOL BREF). Πραγματοποιήθηκαν συγκρίσεις μεταξύ των διαστάσεων θρησκευτικότητας και των υποκλιμάκων των ερωτηματολογίων GHQ- 28, SCL-90-R & WHOQOL-BREF. Επιπλέον, έγινε διάκριση των αποτελεσμάτων και ανάλογα με το φύλο και την οικογενειακή κατάσταση.Αποτελέσματα: Σε γενικές γραμμές φάνηκε πως ο υψηλότερος βαθμός θρησκευτικότητας συνδεόταν με καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία, αν και οι σχέσεις που αναδείχθηκαν δεν ήταν ισχυρές. Όσον αφορά το φύλο και την οικογενειακή κατάσταση, διαπιστώθηκαν διαφορές, αφού στις γυναίκες η θρησκευτικότητα λειτουργούσε περισσότερο προστατευτικά συγκριτικά με τους άντρες, ενώ στην περίπτωση των άγαμων, η θρησκευτικότητα λειτουργούσε έντονα επιβαρυντικά, κάτι που δεν ίσχυε στους έγγαμους. Η συγχωρητικότητα συνδέθηκε θετικά με όλες τις υποκλίμακες που αφορούσαν την ποιότητα ζωής, ενώ, τέλος, ο τρόπος που αντιλαμβάνονταν οι συμμετέχοντες τον Θεό αποδείχθηκε πως διαφοροποιούσε τα αποτελέσματα, αφού όσοι αντιλαμβάνονταν τον Θεό ως πατέρα είχαν καλύτερη υγεία. Συμπεράσματα: Η θρησκευτική πίστη διαπιστώθηκε πως δρούσε προστατευτικά ως προς την ψυχική υγεία της ομάδας που αποτέλεσε το δείγμα μας, εκτιμάται όμως πως είναι απαραίτητη η περαιτέρω διερεύνηση της σχέσης αυτής, ώστε οι ειδικοί ψυχικής υγείας, μέσω των θεραπευτικών παρεμβάσεων, να έχουν την ευκαιρία να ανταποκριθούν πλήρως στις ανάγκες του συγκεκριμένου πληθυσμού. 1627 548 607 Epilepsy comprises various syndromes and diseases which are characterized by the occurrence of recurrent seizures (two or more). The diagnosis is primarily based on clinical and patient history, the EEG and imaging studies of the central nervous system. The seizure is an episode of neurological or psychiatric semiotics caused by sudden excessive and simultaneous unloading group neurons or all striatal neurons without a contiguous cause. The treatment of epilepsy begins 1850 when it is observed that the compounds of bromine was used in psychiatry have therapeutic effect on seizures. Soon, however, their use is limited by toxicity. In 1910 discovered phenobarbital and primidone and phenytoin in 1940 which is still widely used. In 1968 discovered carbamazepine and got registered in 1974. Since 1960 began to be used valproate which in 1990 received approval for all types of seizures. From 1990 to today began to move and obtain approval newer antiepileptic drugs that are less toxic, more effective in many cases and have better tolerance as lamotrigine, carbamazepine, topiramate, gabapentin, pregabalin levetiracetam and lacosamide. All antiepileptic drugs act on brain function by controlling the electrical activity of the brain. Apart from epilepsy are used for the treatment of migraine, bipolar disorder and chronic pain. The aim of treatment is to control seizures with the fewest side effects. The choice of appropriate drug is depending on the type of epilepsy, the personal history of the patient age sex, comorbidity. The treatment of epilepsy is usually long. The adverse event is defined as substantially harmful or unpleasant reaction resulted medication from the future granting of which may cause danger and justify prophylaxis with change in dosage or discontinuation or special treatment. Adverse reactions are listed by the FDA as a life-threatening, serious and unexpected. The main categories are dose-related and idiosyncratic. The classification according to the World Health Organization is acute type A- related to the pharmacological properties of the drug, type B -qualifying idiosyncratic and usually not related to the medicine works, type C -chronic type D- delayed and type E - secondary to drug interaction. The most common side effects in the central nervous system are dizziness, diplopia, nausea, ataxia gait, impaired sleep and blurred vision. Also observed drowsiness and headache. From the digestive system nausea, anorexia and weight loss. The effect on the cardiovascular system of the blood pressure and conductivity (irregular heartbeat). From hematologic and lymphatic system can occur leukopenia and aplastic anemia. Since genital and reproductive system in women occurs polycystic ovarian syndrome, amenorrhea and obesity, in men disorder of sexual desire and fertility. In the musculoskeletal system, the long-term use causes osteomalacia and osteoporosis. The skin appears simple allergic rash to severe complications such as drug rash accompanied by eosinophilia’s and systemic symptoms (DRESS -drug rash with eosinophilia and systemic symptoms), Stevens - Jonson syndrome or toxic epidermal necrosis. The influence on the psyche for causing depression, agitation, insomnia, anxiety, psychosis, and tremor. The prevention of adverse effects include the selection of appropriate drug for the patient, early detection of side effects and dose modification or change of medication where necessary. The initiation of medication should be done with small doses and gradual titration. Regular monitoring of the patient with clinical examination and laboratory testing especially at the beginning of treatment or modification of medication. Η επιληψία αποτελείται από διάφορα σύνδρομα και νόσους που χαρακτηρίζονται από την εμφάνιση επαναλαμβανόμενων επιληπτικών κρίσεων (δύο ή περισσοτέρων). Η διάγνωση είναι κυρίως κλινική και στηρίζεται στο ιστορικό του ασθενούς, στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και στις απεικονιστικές εξετάσεις του κεντρικού νευρικού συστήματος. Η επιληπτική κρίση είναι ένα επεισόδιο με νευρολογική ή ψυχιατρική σημειολογία που προκαλείται από αιφνίδια υπέρμετρη και σύγχρονη εκφόρτωση ομάδας νευρώνων ή όλων των νευρώνων του φλοιού χωρίς να υπάρχει μία συναφή αιτία. Η θεραπεία της επιληψίας ξεκινάει το 1850 όταν παρατηρείται ότι οι ενώσεις του βρωμίου που χρησιμοποιούταν στην ψυχιατρική είχαν θεραπευτική δράση και στις επιληπτικές κρίσεις. Σύντομα όμως η χρήση τους περιορίστηκε λόγω της τοξικότητας. Το 1910 ανακαλύφθηκαν η φαινοβαρβιτάλη και η πριμιδόνη ενώ το 1940 η φαινυτοΐνη που χρησιμοποιείται ακόμη ευρέως. Το 1968 ανακαλύφθηκε η καρβαμαζεπίνη και πήρε άδεια κυκλοφορίας το 1974. Από το 1960 άρχισε να χρησιμοποιείται το βαλπροϊκό το οποίο το 1990 έλαβε έγκριση για όλους τους τύπους των κρίσεων. Από το 1990 μέχρι σήμερα άρχισαν να κυκλοφορούν και να λαμβάνουν έγκριση τα νεώτερα αντιεπιληπτικά φάρμακα τα οποία είναι λιγότερο τοξικά, πιο αποτελεσματικά σε πολλές περιπτώσεις και έχουν καλύτερη ανοχή όπως η λαμοτριγίνη, η καρβαμαζεπίνη, η τοπιραμάτη, η γκαμπαπεντίνη, η πρεγκαμπαλίνη η λεβετιρακετάμη και η λακοσαμίδη. Όλα τα αντιεπιληπτικά φάρμακα δρουν στην εγκεφαλική λειτουργία ελέγχοντας την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου. Εκτός από την επιληψία χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της ημικρανίας, τη διπολική διαταραχή και το χρόνιο άλγος. Ο σκοπός της θεραπείας είναι ο έλεγχος των επιληπτικών κρίσεων με τις λιγότερες παρενέργειες. Η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου γίνεται ανάλογα με τη μορφή της επιληψίας, το ατομικό ιστορικό του ασθενούς την ηλικία το φύλλο, τη συνοσηρότητα. Η θεραπεία της επιληψίας είναι συνήθως μακροχρόνια. Η ανεπιθύμητη ενέργεια ορίζεται ως μία αισθητά επιβλαβής ή δυσάρεστη αντίδραση σαν αποτέλεσμα φαρμακευτικής αγωγής , από την μελλοντική χορήγηση της οποίας μπορεί να προκληθεί κίνδυνος και δικαιολογεί προφύλαξη με μεταβολή στην δοσολογία ή διακοπή της ή ειδική θεραπεία. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες κατατάσσονται από τον FDA ως απειλητικές για τη ζωή, σοβαρές και μη αναμενόμενες. Οι βασικότερες κατηγορίες είναι οι δοσοεξαρτώμενες και οι ιδιοσυγκρασιακές. Η κατάταξη σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας είναι τύπου A- οξείες σχετιζόμενες με τις φαρμακολογικές ιδιότητες του φαρμάκου, τύπου B -χαρακτηρίζονται ιδιοσυγκρασιακές και συνήθως δεν σχετίζονται με το μηχανισμό δράσης του φαρμάκου, τύπου C -χρόνιες, τύπου D- επιβραδυμένες και τύπου E - δευτερογενής σε αλληλεπίδραση φαρμάκων. Οι πιο συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες από το κεντρικό νευρικό σύστημα είναι η ζάλη, η διπλωπία, η ναυτία, η αταξία βαδίσεως, η διαταραχή του ύπνου και η θόλωση της όρασης. Επίσης παρατηρείται υπνηλία και κεφαλαλγία. Από το πεπτικό σύστημα ναυτία, ανορεξία και απώλεια βάρους. Η επίδραση στο καρδιαγγειακό σύστημα αφορά την αρτηριακή πίεση και την αγωγιμότητα (καρδιακή αρρυθμία). Από το αιματολογικό και το λεμφικό σύστημα μπορεί να παρουσιαστεί λεμφοπενία και απλαστική αναιμία. Από το γεννητικό και αναπαραγωγικό σύστημα στις γυναίκες παρουσιάζεται σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, αμηνόρροια και παχυσαρκία ενώ στους άνδρες διαταραχή της σεξουαλικής επιθυμίας και της γονιμότητας. Στο μυοσκελετικό σύστημα η μακροχρόνια χρήση προκαλεί οστεομαλάκυνση και οστεοπόρωση. Στο δέρμα εμφανίζεται απλό αλλεργικό εξάνθημα έως σοβαρές επιπλοκές όπως φαρμακευτικό εξάνθημα συνοδευόμενο από εοσινοφιλία και συστηματικά συμπτώματα (DRESS -drug rash with eosinophilia and systemic symptoms), το σύνδρομο Stevens-Johnson ή τοξική νεκρωτική επιδερμόλυση. Η επίδραση στον ψυχισμό αφορά την πρόκληση κατάθλιψης, διέγερσης, αϋπνίας, άγχους, ψύχωσης και τρόμου. Η πρόληψη των ανεπιθύμητων ενεργειών περιλαμβάνει την επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου για τον ασθενή, η πρώιμη ανίχνευση των παρενεργειών και η τροποποίηση της δόσης ή αλλαγή του φαρμάκου όπου αυτό απαιτείται. Η έναρξη της φαρμακευτικής αγωγής πρέπει να γίνεται με μικρές δόσεις και σταδιακή τιτλοποίηση. Τακτική παρακολούθηση του ασθενούς με κλινική εξέταση και εργαστηριακό έλεγχο κυρίως κατά την έναρξη της θεραπείας ή την τροποποίηση της φαρμακευτικής αγωγής. 1628 307 305 The present postgraduate thesis is a purely literature review, with its theme including the introduction to the world of genetics, the descri-ption of the most important chromosomal abnormalities, the most common genetic syndrome that occurs internationally, Down syndrome, and a methodology management of people with genetic diseases. More specifically, the dissertation deals with the analysis of the molecular basis of a modern medical topic, while dealing more extensively with the management of children with Down syndrome or Trisomy 21. The purpose of the certain project is to explore the dual scientific interest of both the medical and the social-humanistic aspect. In addition, through this venture I hope to create a valuable writing that will be used as a guide to the proper and comprehensive management of children with severe genetic disorders (focusing mainly on Down syndrome). An extensive bibliographic review was carried out using a variety of electronic scientific databases (Science Direct, PubMed et al.) in order to provide the dissertation an appropriate scientific back-ground and cover the subject universally from different perspectives. In spite of the fairly high frequency posing in Greece there is slight research in Greece have been conducted on the existence and progress of Genetic Syndromes. There is also a clear lack of management of people with genetic abnormalities and of the ethical dilemmas that arise during the interaction and coexistence with people with trisomy 21. On the other hand, new and innovative research on Down syn-drome and other syndromes is being constantly carried out in different European countries. On the basis of the conclusions of the thesis, the best treatment for all Genetic Syndromes for both the affected indi-viduals and their relative’s environment is the teaching, education and teaching principles that should be generously given by social, educa-tional and humanitarian sectors-entities, in combination with social and economic support from the state mechanism. Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μία καθαρά βιβλιογραφική ανασκόπηση, ενώ η θεματολογία της περιλαμβάνει την εισαγωγή στο κόσμο της γενετικής, την περιγραφή των σημαντικότερων χρωμοσω-μικών ανωμαλιών, με αποκορύφωμα το πιο διαδεδομένο γενετικό σύνδρομο που απαντάται διεθνώς, το Σύνδρομο Down, καθώς και μία μεθοδολογία διαχείρισης των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν γενε-τικές ασθένειες. Πιο συγκεκριμένα, η εργασία πραγματεύεται την ανάλυση της μοριακής βάσης ενός σύγχρονου ιατρικού θέματος, ενώ ασχολείται εκτενέστερα με την διαχείριση πασχόντων παιδιών με σύνδρομο Down ή αλλιώς τρισωμία 21. Σκοπός της επιλογής του παρόντος θέματος ως αντικείμενο μελέτης αποτελεί το διττό επιστη-μονικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει, τόσο από ιατρικής όσο και από κοινωνικής-ανθρωπιστικής διάστασης. Επιπλέον, μέσα από το συγκεκριμένο εγχείρημα ευελπιστώ να δημιουργηθεί ένα αξιόλογο σύγγραμμα, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί σαν οδηγός για την ορθή και ολοκληρωμένη διαχείριση παιδιών με σοβαρές γενετικές ανωμαλίες (επικεντρωμένο κυρίως στο σύνδρομο Down). Πραγματοποιήθηκε αναλυτική βιβλιογραφική ανασκόπηση με τη χρησιμοποίηση πληθώ-ρας ηλεκτρονικών επιστημονικές βάσεων δεδομένων (Science Direct, PubMed κ.α.), ώστε να προσδώσουν στην εργασία το κατάλληλο επιστημονικό υπόβαθρο και να καλύψουν το θέμα καθολικά από διαφορετικές οπτικές. Παρά την αρκετά υψηλή συχνότητα που παρου-σιάζουν, στην Ελλάδα είναι λίγες έως ελάχιστες οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί για την ύπαρξη και την διαχείριση των Γενετικών Συνδρόμων, αλλά και των ηθικών διλλημάτων που προκύπτουν. Αντίθετα στις διάφορες χώρες της Ευρώπης εντοπίζονται διαρκώς νέες και συνε-χιζόμενες έρευνες τόσο για το Σύνδρομο Down όσο και για τα υπό-λοιπα σύνδρομα, όπου κατέχουν και αυτά μία θέση εξαιρετικού ενδιαφέροντος. Τα συμπεράσματα που απορρέουν μετά την ολοκλή-ρωση της πτυχιακής καταλήγουν στο γεγονός πως για όλα τα Γενετικά Σύνδρομα, η καλύτερη θεραπεία τόσο για τα πάσχοντα άτομα όσο και για το συγγενικό τους περιβάλλον είναι η διδασκαλία, η εκπαίδευση και οι διδακτικές αρχές που θα πρέπει να δίδονται απλόχερα από τους κοινωνικούς, εκπαιδευτικούς και ανθρωπιστικούς φορείς, σε συνδυ-ασμό με τη στήριξη σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο από τον κρατικό μηχανισμό. 1629 237 226 The water resources management and the influence of the human factor Η διαχείρηση των υδάτινων πόρων και η επίδραση του ανθρώπινου παράγοντα The purpose of this study is to explore the views of local people about the management of water resources and the influence of the human factor in this management. Water resources of the region where the investigation was based is the Kerkini lake and the river Strymonas. The research aims to present their problems and the goods offered in the plain of Serres. Based on the research the majority of the population believes that Strymonas is very important for the region. Furthermore they find very important the goods that are being offered by the lake Kerkini, while based on the answers given by completing the questionnaire, the residents directly blame Greece for its contribution in terms of pollution of the river’s water. They negatively assess the water quality of the region, they are in favor of the view a recreational park to be created and finally they find that environmental education will help them greatly to correctly inform and take action appropriate for the protection of wetlands. So with the opinion of the residents be reflected in the questionnaires they were asked to complete an attempt is made to show the more correct and fuller use of protected areas as we share the view that the understanding of the problems of protected areas and their treatment will give the society most accomplished citizens with ecological sensitivity Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των απόψεων των κατοίκων της περιοχής γύρω την διαχείριση των υδάτινων πόρων και την επίδραση του ανθρώπινου παράγοντα στην διαχείριση αυτή. Οι υδάτινοι πόροι της περιοχής που βασίστηκε η έρευνα είναι η λίμνη Κερκινη και ο ποταμός Στρυμόνας. Στόχος της έρευνας είναι να παρουσιάσει τα προβλήματά τους αλλά και τα αγαθά που προσφέρουν στον κάμπο των Σερών. Με βάση την έρευνα η πλειοψηφία των κατοίκων πιστεύει οτι ο Στρυμόνας είναι πολύ σημαντικός για την περιοχή τους. Επιπλέον πολύ σημαντικά βρίσκουν πως είναι τα αγαθά που προσφέρει η λίμνη Κερκίνη, ενώ βάση των απαντήσεων που έδωσαν συμπληρώνοντας το ερωτηματολόγιο κατηγορούν ευθέως την Ελλάδα για την συνεισφορά της όσον αφορά την ρύπανση των νερών του ποταμού. Αξιολογούν αρνητικά την ποιότητα των νερών της περιοχής, τάσσονται υπέρ της άποψης για την δημιουργία πάρκου αναψυχής ενώ τέλος θεωρούν οτι η περιβαλλοντική εκπαίδευση θα τους βοηθήσει πολύ ώστε να ενημερωθούν σωστά και να δραστηριοποιηθούν κατάλληλα για την προστασία των υγροβιοτόπων. Με την γνώμη των κάτοικων να αποτυπώνεται στα ερωτηματολόγια που κληθήκαν να συμπληρώσουν γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί η σωστότερη και πληρέστερη αξιοποίηση των προστατευόμενων περιοχών καθώς κοινή είναι η διαπίστωση πως η κατανόηση των προβλημάτων των προστατευόμενων περιοχών και η αντιμετώπισή τους θα δώσει στην κοινωνία πιο ολοκληρωμένους πολίτες με οικολογική ευαισθησία 1630 455 466 Μελέτη του αερομεταφερόμενου μικροβιακού φορτίου σε χώρους αποθήκευσης αγρωστωδών In recent years, the rapid growth of the world's population has dramatically increased the production of grass-fed cereals, either for human consumption or for livestock. This has resulted in the intensification of crops in order to increase production. Jobs around the transportation, storage and processing of cereals have increased, taking a significant share of the economic inflation in these areas. But this intensification has led to an increase in health problems, mainly respiratory, in people working in such places with grass. This postgraduate thesis presented in detail the sources of charge of the inhaled air in storage areas of cereal grains. Extensive description has been recorded of the types of inhaled air contamination but also of the health symptoms or problems that can be caused to employees either by one species or a combination thereof. They also set, according to the World Health Organization, tolerable limits on the microbial load of air to allow work in those areas. The study of this thesis is to determine the size of different microbial populations in two sites. One concerns a store selling grass-fed cereals stored in sacks and the second area concerns a bridgehead where bulk grain is concentrated. The determination of the microbial load shall be expressed in CFU / m3 in accordance with the protocols of the European Commission. The types of microbial loads studied include mold fungi, total mesophilic flora, and enterobacteriaceae. Their measurement was performed by measuring the growth of germs on plates containing a specific agar for the growth of each species separately. The specimens were collected with a special air sampler, in which we placed the appropriate microbial plate that was of interest to us at different locations in the grass-fed storage space with a constant volume of air for 20 seconds. When presenting the results of the study it was observed that the population of Enterobacteriaceae is not affected by the presence of grasses. In contrast to grassland storage sites there was an increased population of fungi and total mesophilic flora, with the former having twice the population of the latter. In addition, the bulk storage area had twice the population of fungi and total mesophilic flora from the sack storage area. According to the analysis and evaluation of the results of the study of this thesis the number of fungi and total microbial load is within the acceptable range, namely between low and moderate for fungi and low for total microbial load. In summary, we conclude that the quality of inhaled air in the two grass-fed storage sites studied is safe. However, it would be necessary to study the subject more extensively in areas with greater storage capacity, different ventilation means, and different types of cereals such as rice Τα τελευταία χρόνια η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού στον κόσμο ανέβασε κατακόρυφα την παραγωγή αγρωστωδών σιτηρών είτε για απευθείας κατανάλωση των ανθρώπων είτε για την εκτροφή ζώων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την εντατικοποίηση των καλλιεργειών με στόχο την αύξηση της παραγωγής. Οι θέσεις εργασίας γύρω από τη μεταφορά , την αποθήκευση και την επεξεργασία των σιτηρών αυξήθηκαν λαμβάνοντας σημαντικό ποσοστό στον οικονομικό πληθωρισμό αυτών των περιοχών. Όμως αυτή η εντατικοποίηση είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των προβλημάτων υγείας κυρίως αναπνευστικών, στους ανθρώπους που εργάζονται σε τέτοιους χώρους με αγρωστώδη σιτηρά. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή παρουσιάστηκαν αναλυτικά οι πηγές επιβάρυνσης του εισπνεόμενου αέρα σε χώρους αποθήκευσης αγρωστωδών σιτηρών. Καταγράφηκε εκτενής περιγραφή στα είδη επιμόλυνσης του εισπνεόμενου αέρα αλλά και στα συμπτώματα ή προβλήματα υγείας που μπορούν να δημιουργηθούν στους υπαλλήλους είτε από ένα είδος είτε από τον συνδυασμό αυτών. Επίσης ορίστηκαν σύμφωνα με τον Παγκόσμιο οργανισμό υγείας ανεκτά όρια του μικροβιακού φορτίου του αέρα έτσι ώστε να επιτρέπεται η εργασία στους χώρους αυτούς. Η μελέτη της παρούσας διατριβής αφορά τον προσδιορισμό του μεγέθους διαφόρων μικροβιακών πληθυσμών σε δύο χώρους. Ο ένας αφορά ένα κατάστημα που εμπορεύεται αγρωστώδη σιτηρά αποθηκευμένους σε σάκους και ο δεύτερος χώρος αφορά μια γεφυροπλάστιγγα που πραγματοποιείται συγκέντρωση αγρωστωδών σιτηρών χύδην. Ο προσδιορισμός του μικροβιακού φορτίου εκφράζεται σε CFU/m3 σύμφωνα με τα πρωτόκολλα της Ευρωπαϊκής επιτροπής. Τα είδη του μικροβιακών φορτίων που μελετήθηκαν αφορούν μύκητες-μούχλες , ολική μεσόφιλη χλωρίδα και εντεροβακτηρίδια. Η μέτρηση τους πραγματοποιήθηκε καταμετρώντας την ανάπτυξη των μικροβίων σε τρυβλία τα οποία περιείχαν ειδικό Άγαρ για την ανάπτυξη του κάθε είδους ξεχωριστά. Η συλλογή των δειγμάτων πραγματοποιήθηκε με ειδικό δειγματολήπτη αέρα , στον οποίο τοποθετούσαμε το ανάλογο τρυβλίο για το μικρόβιο που μας ενδιέφερε σε διαφορετικά σημεία των χώρων που αποθηκεύονται αγρωστώδη σιτηρά με τη λήψη σταθερού όγκου αέρα διάρκειας 20 δευτερολέπτων. Κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας παρατηρήθηκε ότι ο πληθυσμός των εντεροβακτηριδίων δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη αγρωστωδών σιτηρών. Αντιθέτως στους χώρους αποθήκευσης αγρωστωδών σιτηρών υπήρχε αυξημένος πληθυσμός μυκήτων και της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας , με τους πρώτους να έχουν διπλάσιο πληθυσμό από τον δεύτερο. Επιπροσθέτως ο χώρος με την χύδην μορφή αποθήκευσης σιτηρών είχε διπλάσιο πληθυσμό μυκήτων και της ολικής μεσόφιλης χλωρίδας από τον χώρο αποθήκευσης αγρωστωδών σιτηρών σε σάκους. Σύμφωνα με την ανάλυση και εκτίμηση των αποτελεσμάτων της μελέτης της παρούσας διατριβής ο αριθμός των μυκήτων και του ολικού μικροβιακού φορτίου διαβαθμίζεται εντός των αποδεκτών ορίων και συγκεκριμένα μεταξύ χαμηλού και μετρίου ορίου για τους μύκητες και ως χαμηλού για το ολικό μικροβιακό φορτίο. Συνοψίζοντας συμπεραίνουμε ότι είναι ασφαλής η ποιότητα εισπνεόμενου αέρα στους δύο χώρους αποθήκευσης αγρωστωδών σιτηρών που μελετήθηκαν. Όμως θα ήταν αναγκαίο να μελετηθεί το θέμα εκτενέστερα σε χώρους με μεγαλύτερο δυναμικό αποθήκευσης , διαφορετικά μέσα εξαερισμού, και διαφορετικά είδη αγρωστωδών σιτηρών όπως το ρύζι 1631 484 513 The interview process in the selection of the head teachers of elementary schools by the official council (from 1992 until 2017): the case of Evros County Η συνέντευξη στην επιλογή των διευθυντών σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο (από το 1992 μέχρι το 2017): το παράδειγμα του Ν. Έβρου Nowday's modern elementary school, the cell of our system of education, is required to fulfill multiple and complex objectives within the knowledge society which is constantly evolving. It must ensure that the students have the necessary equipment (cognitive, ethics professionally and social) by ensuring the smooth access in these (Hatzakis, 2006:3). Through its efficient and qualitative function must prepare the students, tomorrow’s citizens, to join the knowledge society while at the same time owes it to contribute to the fight against social exclusion. Also, through the provision of quality education, helps to create conditions that will lead civil society to actions that will ensure sustainable development (Govaris & Roussakis, 2008:17-18). The role of the Elementary School Headteacher is very important and is a catalyst in its operation as we described it before. The procedure for the selection and the appointment of Headteachers is of great research interest with many points of view and frequent changes in the legal framework. The questions about the system of choice of Headteachers include, among others, the qualifications of an efficient Headteacher, the system of choice him, the role of the “Official Councils”, the role of the School Teachers’ Association and how important is the interview from the “Official Council”. It is the universal claim of educational community to change the way the “interview” because they disagree and agonize over the way how it has been manipulated so far. They argue that it is unreliable, based on political considerations and the composition of the “Official Councils” consists of members who do not have the necessary expert knowledge. The Ministry of Education in 2015 abolished the criterion of the interview and established the criterion of secret voting by members of the School Teachers’ Association. But this provision of the Law was declared unconstitutional by the Court. So, with the Low 4473/2017 it come back the criterion of the interview. All these issues impress on us the need for commonly accepted clearer framework for applying the criterion of the interview in the system of choice of Headteachers. The purpose of this paper is to investigate the role of personal interview on the procedure for the selection the Headteachers from the “Official Councils”, bearing in mind at first that education and its processes are not neutral but are a political act (Bouzakis, 1996:153) and second the theory that a scientific research contributes to the knowledge should add something to what we already know or correct some point of view that is wrong (Anthemidis, 1978:36). We tried to approach and interpret this important subject in a critical way, to reveal its dimensions and to find out whether the interview ensures a merit-based system which includes a valid and objective assessment of the candidates for primary school Headteachers Το σημερινό σύγχρονο δημοτικό σχολείο, το κύτταρο του εκπαιδευτικού μας συστήματος, καλείται να εκπληρώσει πολλαπλούς και σύνθετους στόχους μέσα στη συνεχώς εξελισσόμενη κοινωνία της γνώσης. Ως εκπαιδευτικός οργανισμός οφείλει να εξασφαλίζει για τους μαθητές την παροχή εφοδίων (γνωστικών, ηθικών, επαγγελματικών και κοινωνικών) διασφαλίζοντας την ομαλή πρόσβαση όλων σε αυτά (Χατζάκης, 2006:3). Μέσα από την αποτελεσματική και ποιοτική λειτουργία του καλείται να προετοιμάσει τους μαθητές, τους αυριανούς πολίτες, να ενταχθούν μέσα στη δυναμική και ανταγωνιστική οικονομία και κοινωνία της γνώσης ενώ ταυτόχρονα οφείλει να συμβάλλει στην καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού. Τέλος, μέσα από την παροχή ποιοτικής εκπαίδευσης συμβάλλει στη διαμόρφωση συνθηκών που θα οδηγήσουν την κοινωνία των πολιτών σε ενέργειες που θα διασφαλίζουν την αειφόρο ανάπτυξη (Γκόβαρης & Ρουσσάκης, 2008:17-18). Ο ρόλος του Διευθυντή του δημοτικού σχολείου είναι πολύ σημαντικός και αποτελεί καταλυτικό παράγοντα στην λειτουργία του όπως την περιγράψαμε παραπάνω. Με ποια διαδικασία όμως θα επιλεγούν οι αποτελεσματικοί Διευθυντές; Είναι ένα ερώτημα που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, διατυπώνονται πολλές και ποικίλες απόψεις ενώ μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί πληθώρα νομοθετημάτων που επιχειρούν να διαμορφώσουν το πλαίσιο επιλογής τους. Ο Διευθυντής του δημοτικού σχολείου πρέπει να επιλέγεται από την Πολιτεία ή από το Σύλλογο Διδασκόντων; Ποια είναι τα προσόντα που πρέπει να έχει ένας Διευθυντής; Βάσει ποιων κριτηρίων πρέπει να γίνεται η επιλογή του; Ποιος είναι ο ρόλος του Υπηρεσιακού Συμβουλίου στην επιλογή των Διευθυντών; Είναι απαραίτητη η «συνέντευξη» των υποψηφίων ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που τίθενται κάθε φορά που ανοίγει ένας διάλογος για την επιλογή των Διευθυντών. Αναφορικά με το θέμα της «συνέντευξης» των υποψηφίων Διευθυντών από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο, αποτελεί κοινή διαπίστωση πως η κυρίαρχη άποψη στην εκπαιδευτική κοινότητα είναι πως η «συνέντευξη» είναι αναξιόπιστη, στηρίζεται σε σκοπιμότητες, κυρίως πολιτικές, ενώ τα περισσότερα από τα μέλη του Συμβουλίου Επιλογής στερούνται των απαραίτητων γνώσεων για να προβούν σε αξιολογικές κρίσεις μέσω αυτής. Η άποψη αυτή πιθανότητα οδήγησε την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας το 2015 στην κατάργηση του κριτηρίου της «συνέντευξης» και στην αντικατάστασή του από τη μυστική ψηφοφορία του Συλλόγου Διδασκόντων (Ν. 4327/2015). Βέβαια, μετά την Απόφαση του Σ.Τ.Ε. με την οποία κρίθηκε αντισυνταγματική η παραπάνω διάταξη, το κριτήριο της «συνέντευξης» επανήλθε με τρόπο εντυπωσιακό με την ψήφιση του Νόμου 4473/2017. Όλα τα παραπάνω δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη διαμόρφωσης ενός κοινά αποδεκτού πλαισίου εφαρμογής και λειτουργίας της «συνέντευξης» ως κριτηρίου επιλογής των Διευθυντών. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, την άποψη ότι η εκπαίδευση και οι διαδικασίες της δεν είναι ουδέτερες αλλά αποτελούν πολιτική πράξη (Μπουζάκης, 1996: 153) αλλά και την θεώρηση ότι μια έρευνα πρέπει να προσθέτει κάτι σε αυτά που ήδη γνωρίζουμε ή να διορθώνει κάποια άποψη που είναι εσφαλμένη (Ανθεμίδης, 1978:36), επιχειρήσαμε μέσω της παρούσης εργασίας να ερευνήσουμε το ρόλο της «συνέντευξης» των υποψηφίων Διευθυντών ενώπιον του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, να την προσεγγίσουμε κριτικά, να την ερμηνεύσουμε, να αποκαλύψουμε τις διαστάσεις της και να διαπιστώσουμε το βαθμό που αυτή διασφαλίζει την έγκυρη αξιολόγηση με τρόπο αντικειμενικό και αξιοκρατικό 1632 292 298 Μελέτη των παραμέτρων του OCT, RNFL και GCL σε ασθενείς με πολλαπλή σκλήρυνση INTRODUCTION: Multiple sclerosis is a long-lasting autoimmune inflammatory demyelinating disease of the central nervous system. Optical coherence tomography is a non invasive technology that depicts in detail the retinal layers. GOALS - TARGET: To examine patients with multiple sclerosis clinically, mesure with OCT RNFL and GCC parameters and determine the possible correlates between them. METHOD: 199 patients with multiple sclerosis and 27 healthy subjects were examined. OCT measurements were made for the following parameters: average RNFL thickness, c/d area, rim area, RNFL thickness SN, NU, NL, IN, IT, TL, TU, ST, GCC total, FLV%, GLV%. The eyes were divided in 4 groups: healthy eyes of healthy sybjects (Α), eyes of patients who had no history of optic neuritis (ΟΝ) (Β), eyes of patients with no history of ON in either eye (C), eyes of patients that had a history of ON of the fellow eye (D). The mean scores of OCT parameters were compared between these 4 groups. The statistic analysis was performed with statistical analysis program SPSS 23.RESULTS: Between Α-Β there was a statistically significant difference in all parameters (p<0,001) except from the parameters c/d και Rim (p=0,239, p=0,596). Between Α-C there was a statistically significant difference in all parameters (p<0,05) apart from the Rim parameter (p=0,068). Between D-A there was a statistically significant difference in all parameters (p<0,05) except of the parameters NU και IN (p=0,074, p=0,056). Between C-B there was a statistically significant difference in parameters RNFL, ΙΝ, IT, TL, TU, ST, GCC, FLV, GLV (p<0,05). Between D-B 3 there was a statistically significant difference in parameters ΙΤ, GCC , FLV, GLV (p<0,05). Between C-D there was no statistically significant difference in any parameter (p>0,05).CONCLUSION: OCT can be used in order to diagnose and monitor patients with multiple sclerosis. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η πολλαπλή σκλήρυνση αποτελεί μία χρόνια αυτοάνοση φλεγμονώδη απομυελινωτική νόσο του κεντρικού νευρικού συστήματος. Η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) αποτελεί μία μη επεμβατική μέθοδο που επιτρέπει τη λεπτομερή απεικόνιση των δομών του αμφιβληστροειδούς. ΣΚΟΠΟΣ - ΣΤΟΧΟΣ: Η μελέτη ασθενών που πάσχουν από πολλαπλή σκλήρυνση, σε σχέση με κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου και μετρήσεων των παραμέτρων των RNFL και GCC του OCT. ΥΛΙΚΟ - ΜΕΘΟΔΟΣ: Εξετάσθηκαν κλινικά 199 πάσχοντες από πολλαπλή σκλήρυνση και 27 υγιή άτομα και μετρήθηκαν με το OCT οι παράμετροι average RNFL thickness, c/d area, rim area, RNFL thickness SN, NU, NL, IN, IT, TL, TU, ST, GCC total, FLV%, GLV%. Οι οφθαλμοί χωρίστηκαν σε 4 ομάδες, υγιείς οφθαλμοί υγιών (Α), οφθαλμοί με ιστορικό οπτικής νευρίτιδας (ΟΝ) ασθενών (Β), οφθαλμοί ασθενών χωρίς ΟΝ σε κανέναν οφθαλμό (Γ), οφθαλμοί ασθενών με ιστορικό ΟΝ μόνο στον έτερο οφθαλμό (Δ). Συγκρίθηκαν οι μέσες τιμές των παραμέτρων του OCT μεταξύ των 4 κατηγοριών οφθαλμών. Για τη στατιστική επεξεργασία των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το SPSS 23.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Μεταξύ Α-Β εκτός των παραμέτρων c/d και Rim (p=0,239, p=0,596) σε όλες τις άλλες παραμέτρους παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά (p<0,001). Μεταξύ Α-Γ εκτός της παραμέτρου Rim (p=0,068), σε όλες τις άλλες παραμέτρους παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά (p<0,05). Μεταξύ Δ-Α εκτός των παραμέτρων NU και IN (p=0,074, p=0,056) σε όλες τις άλλες παραμέτρους παρατηρήθηκε στατιστικώς σημαντική διαφορά (p<0,05). Μεταξύ Γ-Β στατιστικά σημαντική διαφορά παρουσιάστηκε στις παραμέτρους RNFL, ΙΝ, IT, TL, TU, ST, GCC, FLV , GLV με (p<0,05). Μεταξύ Δ-Β στατιστικά σημαντική διαφορά βρέθηκε στις παραμέτρους ΙΤ, GCC , FLV, GLV με (p<0,05). Μεταξύ Γ-Δ δε βρέθηκε καμία στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των παραμέτρων των δύο ομάδων (p>0,05). ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Το OCT μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση και παρακολούθηση των ασθενών με πολλαπλή σκλήρυνση. 1633 310 297 Representations of death and of children's cancer in contemporary picturebooks Αναπαραστάσεις του θανάτου και του παιδικού καρκίνου στα σύγχρονα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία The present bachelor dissertation examines the attitudes and the perceptions which are inscribed in Greek contemporary children’s picture books about the subjects of death and children’s cancer but also the ways in which they are represented through the narrative and iconographic elements of such books. The dissertation is organized in two parts. The first part, which is theoretical, contributes to a better understanding of the analyses of the selected books, that are included in the research part, as it provides information on the one hand on role of the ideology of the texts and of the illustrations of children’s books and on the other on the concepts of death and disease (children’s cancer) as well as on the ways in which young children approach such concepts. In the second part, which includes my research, using the method of qualitative content analysis, i examine the attitudes and the perceptions around the concepts of death and of children’s disease that are inscribed in the six selected picture books but also how such attitudes and perceptions penetrate the narrative and iconographic elements of the books. The conclusion that the dissertation reaches is that, over the years, the Greek writers and illustrators try to talk to children about death in an increasingly realistic and illustrative way. Although their approaches may differ, they all seek to keep pace with the reality experienced by their children-readers but also with the contemporary scientific views on the subject. The issue of childhood cancer, on the other hand, which is less common than that of death, is approached in a realistic but also allegorical way. The emphasis is not on how the sick child feels but on how his/her relatives and friends manage his/her illness and on how important their solidarity with and full support of the sufferer is. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται τις στάσεις και τις αντιλήψεις που διακρίνονται στα σύγχρονα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία γύρω από το θέμα του θανάτου και του παιδικού καρκίνου, αλλά και του τρόπου με τον οποίο αυτές διαφαίνονται μέσα από τα αφηγηματικά και εικονογραφικά στοιχεία τους. Η εργασία περιλαμβάνει δύο μέρη. Το πρώτο μέρος, το θεωρητικό, συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των αναλύσεων των βιβλίων οι οποίες περιλαμβάνονται στο ερευνητικό μέρος καθώς σ’ αυτό παρατίθενται στοιχεία σχετικά με τον ρόλο της ιδεολογίας των κειμένων αλλά και της εικονογράφησης των παιδικών βιβλίων, και σχετικά με τις έννοιες του θανάτου και της ασθένειας (του παιδικού καρκίνου) και της αντιμετώπισής τους από τα παιδιά. Στο δεύτερο, ερευνητικό μέρος, με τη χρήση της μεθόδου της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου διερευνώνται οι στάσεις και οι αντιλήψεις γύρω από τον θάνατο και την αρρώστια που εγγράφονται στα έξι επιλεγμένα εικονογραφημένα παιδικά βιβλία αλλά και το πώς αυτές διαπερνούν τα αφηγηματικά και εικονογραφικά στοιχεία τους. Το συμπέρασμα στο οποίο η εργασία καταλήγει είναι ότι οι έλληνες συγγραφείς, με το πέρασμα των χρόνων, επιχειρούν να μιλήσουν στα παιδιά, για το θέμα του θανάτου, με όλο και πιο ρεαλιστικό και παραστατικό τρόπο. Αν και οι προσεγγίσεις διαφέρουν, όπως διαφαίνεται, μεταξύ τους, πάντως όλες επιδιώκουν να συμβαδίσουν με την πραγματικότητα την οποία βιώνουν τα παιδιά – αναγνώστες αλλά και με τις απόψεις της σύγχρονης βιβλιογραφίας γύρω από το θέμα. Το θέμα του παιδικού καρκίνου είναι κατ’ αρχάς λιγότερο σύνηθες απ’ ότι εκείνο του θανάτου και προσεγγίζεται με ρεαλιστικό αλλά και με αλληγορικό τρόπο. Η έμφαση δίνεται όχι στο πώς νιώθει το ίδιο το άρρωστο παιδί αλλά στο πώς διαχειρίζεται το ζήτημα το περιβάλλον των οικείων του και στο πόσο σημαντική είναι η αλληλεγγύη και η αμέριστη συμπαράσταση προς τον πάσχοντα. 1634 118 151 Διερεύνηση της δυνατότητας εφαρμογής της πράσινης χημείας στη φαρμακοβιομηχανία και η νομοθεσία που την πλαισιώνει This Master Thesis attempts to approach conceptually the Green Chemistry, to investigate the application possibility of the principles of the Green Chemistry to the pharmaceutical industry and to examine whether the existing legal framework is capable and sufficient to support actions in this direction. The implementation of green chemistry principles in different pharmaceutical production areas is investigated and presented and the size of changes in the industry itself and environmental protection. In addition are presented the new methods of green chemistry applications at the R&D departments of pharmaceutical companies. Finally, this Master Thesis constitutes an information source of the state and society about the concept, the role and the necessity of the Green Chemistry in the pharmaceutical sector. Αρχικά, στην εργασία αυτή γίνεται εννοιολογική προσέγγιση της Πράσινης Χημείας, διερευνάται αν και σε ποιο βαθμό εφαρμόζονται οι αρχές της στον κλάδο της φαρμακοβιομηχανίας και εξετάζεται αν το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο είναι ικανό και επαρκές για να υποστηριχτούν ενέργειες προς την εν λόγω κατεύθυνση. Στην συνέχεια, γίνεται διερεύνηση για το ποιοι τομείς της παραγωγικής διαδικασίας κατά την σύνθεση των φαρμάκων έχουν ενταχθεί σε προγράμματα αναδιάρθρωσης με βάση τις αρχές της Πράσινης Χημείας και το μέγεθος των αλλαγών στην ίδια την βιομηχανία και στην προστασία του περιβάλλοντος. Επιπρόσθετα, παρουσιάζονται αναλυτικά οι νέες μεθόδους που αρχίζουν να χρησιμοποιούν τα τμήματα Έρευνας και Ανάπτυξης των φαρμακοβιομηχανιών. Τέλος, η εργασία αυτή αποτελεί πηγή ενημέρωσης της πολιτείας αλλά και της κοινωνίας για την έννοια, το ρόλο και την αναγκαιότητα της Πράσινης Χημείας τόσο γενικά όσο και εξειδικευμένα στον τομέα των φαρμάκων. 1635 201 194 Pregnancy hypertensive disease is one of the main causes of maternal morbidity. We can say that it is a multifactorial disease and its pathogenesis is not yet fully elucidated. However, all new studies conclude that it is an endothelium disease and consequently placenta disease. Infertility refers to a large number of the general population, about 1/5 of couples worldwide. All these facts lead to the need to develop numerous scientific protocols and techniques for infertility treatment. Purpose of the current study is to analyze the relationship between assisted reproduction methods as well as the risk of pregnancy hypertensive complications. Until now, almost all the relative scientific studies support that there are predisposing factors of pregnancy hypertension due to ART. These factors can be classified into two main categories: those caused solely by assisted reproduction methods and the risk factors that are common for the infertility as well as for the pregnancy hypertensive disease. All things considered, we conclude that the infertility treatment enhances the appearance of pregnancy hypertensive complications. However, it is considered necessary to analyze and further study the relationship between Assisted reproductive technology and pregnancy hypertensive disease, in order to be able to include more reliable and adequate conclusions. Η υπερτασική νόσος της κυησης είναι μια από τις κύριες αιτίες μητρικής νοσηρότητας. Πρόκειται για πολυπαραγοντική νόσο και η παθογένεια της δεν είναι ακόμη πλήρως αποσαφηνισμένη. Ωστόσο όλες οι νέες μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι αποτελεί νόσος του ενδοθηλίου και ακολούθως του πλακούντα. Η υπογονιμότητα αφορά ένα μεγάλο αριθμό του γενικού πληθυσμού, περίπου το 1/5 των ζευγαριών παγκόσμιος. Γεγονός που οδήγησε στην ανάπτυξη πολυάριθμων πρωτοκόλλων και τεχνικών θεραπείας της υπογονιμότητας. Στόχος της παρούσας εργασίας είναι να αναλύσει την σχέση των μεθόδων της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και του κίνδυνου εμφάνισης υπερτασικών επιπλοκών στην κύηση. Από το σύνολο σχεδόν των μέχρι τώρα μελετών, προκύπτει ότι υπάρχουν προδιαθεσικοί παράγοντες της υπέρτασης της κύησης που οφείλονται στην ART. Οι παράγοντες αυτοί μπορούν να ταξινομηθούν σε 2 κατηγορίες: σε αυτούς που προκαλούνται αποκλειστικά από τις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και στους παράγοντες κινδύνου που είναι κοινοί τόσο στην υπογονιμότητα όσο και στην υπερτασική νόσο της κυησης. Συμπερασματικά καταλήγουμε, ότι η θεραπεία της υπογονιμότητας ενισχύει την εμφάνιση υπερτασικών επιπλοκών στην κύηση. Ωστόσο κρίνεται απαραίτητο κρίνεται απαραίτητο να αναλυθεί και να μελετηθεί ακόμη περισσότερο η σχέση θεραπεία υπογονιμότητας - υπερτασική νόσος στην κύηση, ώστε να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε πιο ασφαλή συμπεράσματα. 1636 277 293 Διερεύνηση της απόδοσης και εφαρμογής ηλιακών συλλεκτών αέρα στις κατασκευές Over the last few decades, there seems to be a clear target for reducing energy needs in the building sector. The above objective can be achieved both by converting the existing building stock into zero or nearly zero energy buildings and by building new buildings that will meet the characteristics of zero or nearly zero energy buildings. In order to convert or build a building in a zero or almost zero energy building, different passive, active and hybrid systems can be used. A system that can be used is a Solar Air Heater Collector. The above system is installed in ZED-KIM (Zero Energy Demand - Kimmeria), by the Laboratory of Environmental and Energy Design of Buildings and Settlements. The ZED-KIM is located at the Campus of the Environmental Engineering Scholl, DUTH at Xanthi, in Kimmeria. In the present study we present the Solar Air Heater Collector and its thermal performance and its contribution to cover heating or cooling loads of a Building. In the above system have been adjusted instruments that monitor and record the energy behavior for export and analysis of experimental data. This study will present and analyze the results from the processing of measurement data for the periods October 2016 - April 2017 and June 2017-August 2017. Based on the above results, it is concluded that even with feature extreme weather conditions prevailing in northern Greece during the periods of measurements, the use of a Solar Air Heater Collector can contribute up to a significant point to covering the heating or cooling load of a building and in conjunction with other passive and active systems can lead at least into nearly zero energy buildings. Τις τελευταίες δεκαετίες φαίνεται να υπάρχει ένας σαφής στόχος που αφορά την μείωση των ενεργειακών αναγκών στον κτιριακό τομέα. Ο παραπάνω στόχος μπορεί να επιτευχθεί τόσο μέσω της μετατροπής του υπάρχοντος κτιριακού αποθέματος σε κτίρια μηδενικής ή σχεδόν μηδενικής ενέργειας όσο και μέσω της κατασκευής νέων κτιρίων που θα πληρούν τα χαρακτηριστικά κτιρίων μηδενικής ή σχεδόν μηδενικής ενέργειας. Για την μετατροπή ή κατασκευή ενός κτιρίου σε κτίριο μηδενικής ή σχεδόν μηδενικής ενέργειας μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαφορετικά παθητικά, ενεργητικά και υβριδικά συστήματα και διατάξεις. Ένα αντίστοιχο σύστημα είναι το σύστημα Ηλιακού Συλλέκτη Αέρος. Το παραπάνω σύστημα εγκαταστάθηκε στον Πρότυπο Πειραματικό Οικίσκο ZED-KIM (Zero Energy Demand – Kimmeria), του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικού και Ενεργειακού Σχεδιασμού Κτιρίων και Οικισμών, Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος, ο οποίος βρίσκεται στην Πανεπιστημιούπολη των Κιμμερίων της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Στην παρούσα εργασία γίνεται παρουσίαση του συστήματος του Ηλιακού Συλλέκτη Αέρος καθώς και διερεύνηση της του απόδοσης και της δυνατότητας συμβολής του στην κάλυψη των θερμικών και ψυκτικών φορτίων του κτιρίου. Στο παραπάνω σύστημα έχουν προσαρμοστεί όργανα παρακολούθησης και καταγραφής της ενεργειακής συμπεριφοράς του με σκοπό την εξαγωγή και ανάλυση των πειραματικών δεδομένων του. Στην παρούσα εργασία θα παρουσιαστούν και θα αναλυθούν τα αποτελέσματα από την επεξεργασία δεδομένων μετρήσεων για τα διαστήματα Οκτώβριος 2016 - Απρίλιος 2017 και Ιούνιος 2017 - Αύγουστος 2017. Βάσει των παραπάνω αποτελεσμάτων εξάγεται το συμπέρασμα ότι ακόμα και με χαρακτηριστικά ακραίες καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν στη Βόρεια Ελλάδα κατά τα διαστήματα των μετρήσεων, η χρήση ενός συστήματος Ηλιακού Συλλέκτη Αέρος μπορεί να συμβάλει επικουρικά στην κάλυψη τόσο του θερμικού όσο και του ψυκτικού φορτίου ενός κτιρίου και σε συνδυασμό με άλλα παθητικά και ενεργητικά συστήματα και διατάξεις μπορεί να οδηγήσει σε κτίρια τουλάχιστον σχεδόν μηδενικής ενέργειας. 1637 15 15 The traditional beginning of fairy tales and the impact of Andersen on readership and cinema Η παραδοσιακή απαρχή των παραμυθιών και η απήχηση του Άντερσεν στο αναγνωστικό και κινηματογραφικό κοινό 1638 70 62 In the present thesis, an attempt was made to study, and understand the technological applications of artificial intelligence (Brain Computer Interfaces and Neuromarketing) and to compare them with the bioe-thical concerns surrounding these contacts. The bioethical view of the official bioethics actors in Greece was presented and a comparison was made between the positive effects of the above applications on modern man and the negative ethical barriers they create . Στην παρούσα εργασία έγινε προσπάθεια για μελέτη, κατανόηση των τεχνολογικών εφαρμογών της τεχνητής νοημοσύνης (διεπαφών και νευρομάρκετινγκ) και η αντιπαραβολή τους με τους προβληματισμούς της βιοηθικής που άπτονται των επαφών αυτών. Παρουσιάστηκε η βιοηθική άποψη των επίσημων φορέων βιοηθικής στην Ελλάδα και έγινε σύγκριση μεταξύ των θετικών επιπτώσεων των παραπάνω εφαρμογών για τον σύγχρονο άνθρωπο και των αρνητικών ηθικών φραγμών που δημιουργούν. 1639 316 310 The present project begins with the presentation of the institution of mediation and its application to medical malpractice cases in Greece and the EU. It describes the concept, key features and process of medi-ation, the role of the parties, the mediation disputes in Greece and the EU, and the consequences of reaching an agreement and its enfor-ceability. Reference is also made to the effort to incorporate Directive 2008/52/EC into the legal order of each State and its impact on society. Following is the incorporation of mediation in Greece with Law 3898/2010, the recent addition of compulsory mediation in Law 4512/2018, mediation disputes, the changes in the process and insti-tutional reactions resulting in the suspension of its operation. In add-ition, the benefits of the institution and the reasons why society should trust the new institution are described. In the last chapters, the work focuses on the medical industry and the current legal framework in cases of medical malpractice, civil and criminal liability. It also mentions the reasons that may prompt the patient to file a lawsuit against the physician and the way the physician is treated legally in litigation. In addition, the compulsory mediation with the introduction of Law 4512/2018 and the differences that fall under it are described too. The benefits of mediation for both the patient and the physician are also examined. In addition, the mediation regime in some countries and whether it is applicable in cases of medical liability is formulated. Following is a description of the situation in Greece and briefly des-cribed the reasons for the institutional response to the introduction of compulsory mediation. There is also an attempt to record malfunctions of the new law and some suggestions for more effective implementa-tion of the law take place. Finally, the dilemma is whether or not to use the mediation process in Greece and what the consequences would be if the institution was rejected. Η παρούσα εργασία ξεκινά με την παρουσίαση του θεσμού της διαμεσολάβησης και την εφαρμογή του σε υποθέσεις ιατρικών σφαλμάτων στην Ελλάδα και στην Ε.Ε. Γίνεται περιγραφή της έννοιας, των βασικών χαρακτηριστικών και της διαδικασίας της διαμεσολάβησης, του ρόλου των μερών, των διαφορών που υπάγονται σε διαμεσολάβηση στην Ελλάδα και στην Ε.Ε, καθώς και των συνεπειών επίτευξης συμφωνίας και της εκτελεστότητας της. Επίσης, γίνεται αναφορά στην προσπάθεια ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ στην έννομη τάξη κάθε κράτους και του αντικτύπου που είχε στην κοινωνία. Ακολουθεί η ενσωμάτωση της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα με τον Νόμο 3898/2010, η πρόσφατη προσθήκη της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης του Νόμου 4512/2018, οι διαφορές που υπάγονται σε διαμεσολάβηση, οι αλλαγές στη διαδικασία και οι αντιδράσεις των θεσμικών φορέων με συνέπεια την αναστολή της λειτουργίας της. Επιπρόσθετα, περιγράφονται τα πλεονεκτήματα του θεσμού και οι λόγοι που η κοινωνία πρέπει να εμπιστευτεί τον νέο θεσμό. Στα τελευταία κεφάλαια, η εργασία επικεντρώνεται στον ιατρικό κλάδο και το ισχύον νομικό πλαίσιο σε υποθέσεις ιατρικού σφάλματος, αστικής και ποινικής ιατρικής ευθύνης. Επίσης, γίνεται αναφορά στους λόγους που ωθούν τον ασθενή να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης κατά του γιατρού και πως αντιμετωπίζεται νομικά ο γιατρός κατά τη δικαστική διαμάχη. Επιπλέον, περιγράφεται η ιατρική υποχρεωτική διαμεσολάβηση με την εισαγωγή του Νόμου 4512/2018 και οι διαφορές που υπάγονται σε αυτή. Ακόμη, εξετάζονται τα πλεονεκτήματα υπαγωγής στη διαμεσολάβηση, τόσο για τον ασθενή, όσο και για τον γιατρό. Επιπρόσθετα, διατυπώνεται το καθεστώς διαμεσολάβησης σε ορισμένες χώρες και κατά πόσο τυγχάνει εφαρμογής σε περιπτώσεις ιατρικής ευθύνης. Ακολουθεί η περιγραφή της κατάστασης στην Ελλάδα και συνοπτικά οι λόγοι της αντίδρασης των θεσμικών φορέων στην θέσπιση της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης. Επίσης, γίνεται προσπάθεια καταγραφής δυσλειτουργιών του νέου νόμου και παρουσιάζονται κάποιες προτάσεις για την διαμόρφωση αποτελεσματικότερης εφαρμογής του νόμου. Τέλος, τίθεται το δίλημμα εάν θα αξιοποιηθεί ή όχι η διαδικασία της διαμεσολάβησης στην Ελλάδα και ποιες θα ήταν οι συνέπειες σε περίπτωση απόρριψης του θεσμού. 1640 249 282 Relational aggression, attachment and emotion regulation among adolescents Eπιθετικότητα σχέσεων, δεσμός προσκόλλησης και ρύθμιση συναισθημάτων σε εφήβους The purpose of this study was to investigate possible interactive links between the two functions of relational aggression (proactive RA and reactive RA), attachment and emotion regulation strategies (cognitive reappraisal and expressive suppression), in a sample of 279 (47.3% boys, 52.7% girls) Greek adolescent secondary school students. Results indicated that proactive RA was significantly positively associated with expressive suppression and negatively with mothers’ availability, whereas reactive RA was significantly positively associated with expressive suppression and negatively with mothers’ dependency and availability. No significant associations were found between cognitive reappraisal and the two functions of relational aggression. Sense of attachment security with both mother and father was associated with adolescents’ use of cognitive reappraisal strategy, whereas no significant associations were found between expressive suppression and attachment to parents. Boys reported more proactive and reactive RA and scored higher in fathers’ dependency subscale, compared to girls. First grade junior high school students reported higher in mothers’ availability compared to third grade ones. Multiple regression analysis revealed that proactive RA was significantly associated with increases in reactive RA, for boys, whereas reactive RA was significantly associated with increases in proactive RA and expressive suppression and decreases in mothers’ dependency, for girls. The results emphasize that expressive suppression and insecure attachment with mother should be taken into consideration when relational aggression is explored. Findings are discussed in terms of prevention and intervention strategies regarding relational aggression, with practical suggestions including reinforcement of emotion regulation skills Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στις δυο διαστάσεις της επιθετικότητας σχέσεων (προληπτική ΕΣ και αντιδραστική ΕΣ), του δεσμού προσκόλλησης και των στρατηγικών ρύθμισης των συναισθημάτων (γνωστική επανεκτίμηση και αναστολή έκφρασης), σε δείγμα 279 (47.3% αγόρια, 52.7% κορίτσια) έφηβων μαθητών των τριών τάξεων του γυμνασίου. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν ότι η προληπτική ΕΣ παρουσίασε θετική συσχέτιση με την αναστολή έκφρασης και αρνητική με τη διαθεσιμότητα της μητέρας, ενώ η αντιδραστική ΕΣ εμφάνισε θετική συσχέτιση με την αναστολή έκφρασης και αρνητική με την εξάρτηση και διαθεσιμότητα της μητέρας. Η γνωστική επανεκτίμηση δεν φάνηκε να συνδέεται με την επιθετικότητα σχέσεων. Ο δεσμός προσκόλλησης με τη μητέρα και τον πατέρα βρέθηκε να σχετίζεται με τη χρήση της γνωστικής επανεκτίμησης, ως στρατηγικής ρύθμισης των συναισθημάτων των εφήβων, ενώ με την αναστολή έκφρασης δεν βρέθηκε καμία συσχέτιση. Τα αγόρια φάνηκε να εμπλέκονται περισσότερο σε περιστατικά προληπτικής και αντιδραστικής ΕΣ και αναφέρουν υψηλότερη εξάρτηση από τον πατέρα, συγκριτικά με τα κορίτσια. Επιπλέον, οι μαθητές της Α΄ γυμνασίου σημείωσαν υψηλότερη βαθμολογία στη διαθεσιμότητα της μητέρας συγκριτικά με τους μαθητές της Γ΄ γυμνασίου. Η πολλαπλή παλινδρομική ανάλυση ανέδειξε ότι τα αγόρια με υψηλή βαθμολογία στην αντιδραστική ΕΣ είναι πιθανό να εκδηλώσουν και προληπτική ΕΣ, ενώ τα κορίτσια με υψηλή βαθμολογία στην προληπτική ΕΣ, που αναστέλλουν τις συναισθηματικές τους εκφράσεις και που δηλώνουν χαμηλή εξάρτηση από τη μητέρα είναι πιθανό να εκδηλώσουν αντιδραστική ΕΣ. Τα ευρήματα υπογραμμίζουν το ρόλο του ανασφαλούς δεσμού προσκόλλησης με τη μητέρα και της αναστολής έκφρασης των συναισθημάτων στην εκδήλωση της επιθετικότητας σχέσεων και συζητούνται στη βάση της αξιοποίησης τους στην εφαρμογή προληπτικών και παρεμβατικών προγραμμάτων που στοχεύουν την ενίσχυση των δεξιοτήτων ρύθμισης των συναισθημάτων 1641 238 287 Γενετικοί Πολυμορφισμοί της Ακουαπορίνης-4 και Αυτόματη Ενδοεγκεφαλική Αιμορραγία Background: Several genetic variants have been studied so far in association with the risk of intracerebral hemorrhage. Aquaporin-4 is a water channel molecule, which plays a significant role in the formation of cerebral edema. This fact led the scientific society to investigate the role of AQP4 in the pathophysiological processes of ICH development. Objective: The present candidate gene association study aimed to find the possible influence of AQP4 gene variants on the risk of intracerebral hemorrhage. Methods: Genetic samples were collected from 250 patients with primary intracerebral hemorrhage and 250 healthy controls. Using logistic regression alalyses, 7 AQP4 tag SNPs were tested for possible association with the ICH risk, whether a lobar one, or a non-lobar hemorrhage. They were also tested for possible association with 6-month dissability after ICH. Cox regression models were used to test the effect of these variants on ICH age of onset and correction with Bonferroni method was used for multiple comparisons. Results: Multivariate logistic regression analysis showed that the AQP4 SNP, rs3875089 had a significant influence on the risk of intracerebral hemorrhage and may influence as well, the age of onset of the ICH. However, these results did not survive Bonferroni correction (p value >0.007). Moreover, these SNPs were not found to have any significant effect on long-term disability after ICH. Conclusions: The present study provides an indication that AQP4 variants possibly have an effect on ICH risk and ICH age at onset. Εισαγωγή: Αρκετοί γενετικοί πολυμορφισμοί έχουν μέχρι σήμερα συσχετιστεί με τις ενδοεγκεφαλικές αιμορραγίες. Η ακουαπορίνη-4 είναι ένα μόριο που λειτουργεί ως διαύλος ύδατος στο κεντρικό νευρικό σύστημα και φαίνεται να έχει καίριο ρόλο στο σχηματισμό του εγκεφαλικού οιδήματος. Με το δεδομένο αυτό, θα μπορούσε να εμπλέκεται στις παθοφυσιολογικές αλλαγές που λαμβάνουν χώρα στο εγκεφαλικό παρέγχυμα, αμέσως μετά την ενδοεγκεφαλική αιμορραγία. Σκοπός: Η παρούσα μελέτη συσχέτισης υποψήφιου γονιδίου έχει ως στόχο να διερευνήσει την πιθανή επίδραση πολυμορφισμών του γονιδίου της ακουαπορίνης-4 στο κίνδυνο ενδοεγκεφαλικής αιμορραγίας και στην έκβαση αυτής. Μέθοδος: Συγκεντρώθηκαν 250 ασθενείς που υπέστησαν ενδοεγκεφαλική αιμορραγία και 250 υγιείς μάρτυρες. Χρησιμοποιήθηκε ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης, οπότε ελέγχθησαν 7 γενετικοί πολυμορφισμοί του γονιδίου της ακουαπορίνης-4 για πιθανή συσχέτιση με τον κίνδυνο ενδοεγκεφαλικής αιμορραγίας, λοβιακής και μη-λοβιακής, καθώς και με την λειτουργική έκβαση των ασθενών με την ενδοεγκεφαλική αιμορραγία 6 μήνες μετά το συμβάν. Μοντέλα παλινδρόμησης Cox χρησιμοποιήθηκαν ώστε να ελεχθεί η επίδραση των γενετικών πολυμορφισμών της ακουαπορίνης στην ηλικία εμφάνισης της ενδοεγκεφαλικής αιμορραγίας. Εφαρμόστηκε διόρθωση με τη μέθοδο Bonferroni για τις πολλαπλές συγκρίσεις δεδομένων. Αποτελέσματα: Πολυπαραμετρική ανάλυση λογιστικής παλινδρόμησης έδειξε ότι ο πολυμορφισμός rs3875089 είχε μια σημαντική επίδραση στον κίνδυνο για ενδοεγκεφαλική αιμορραγία, είτε λοβιακή, είτε μη-λοβιακή. Ο ίδιος πολυμορφισμός φάνηκε να παίζει ρόλο στην ηλικία εμφάνισης της αιμορραγίας. Παρόλα αυτά, τα παραπάνω αποτελέσματα δεν φάνηκαν να επιβεβαιώνονται έπειτα από διόρθωση με τη μέθοδο Bonferroni (p value >0.007). Επιπλέον, οι πολυμορφισμοί του γονιδίου της ακουαπορίνης-4 που μελετήθηκαν δεν φάνηκε να έχουν κάποια επίδραση στην κλινική έκβαση του ασθενούς 6 μήνες μετά την αιμορραγία. Συμπεράσματα: Η συγκεκριμένη μελέτη δίνει κάποιες ενδείξεις πιθανής συσχέτισης του γονιδίου της ακουαπορίνης-4 στην επιρρέπεια για αυτόματη ενδοεγκεφαλική αιμορραγία και πιθανής επίδρασης του γονιδίου στην ηλικία εμφάνισης της αιμορραγίας. 1642 274 269 In the frame of this research postgraduate thesis, the effect of immobilization of Lactobacillus paracasei K5 cells on delignified wheat bran on the viability of the cells during various pomegranate juice fermentations was examined. In particular, various fermentations were carried out where the effect of 4 different initial pH values (3.0, 3.3, 3.6 and 3.9) of pomegranate juice was examined. Initially, the pomegranate juice was fermented for 24 hours and then stored at 4 oC for 4 weeks. Samples were collected after 24 hours of each fermentation and at the end of each week and analyzed for cell viability and other chemical parameters (such as sugars, organic acids and ethanol). In addition, microbiological analyses were carried out regarding the safety of the produced product (yeasts and fungi). Through, elemental analysis using Scanning Electron Microscopy in conjunction with Scanning Electron Spectroscopy (ESD-EDS) the immobilization of the cells was confirmed. Subsequently, according to the results, the immobilized biocatalyst was successfully used in pomegranate juice fermentations, where higher viability was observed compared to to the free Lactobacillus paracasei K5 cell form, demonstrating the positive role of immobilization. The composition of the immobilization substrate (delignified wheat bran), which has been shown to have prebiotic properties in the past seems to be the main reason for this outcome. This prebiotic effect appears to protect and enhance the viability of Lactobacillus paracasei K5 cells. The results regarding sugar, organic acids analyses confirmed this outcome since ethanol production was low and the determined consumption of sugars demonstrates that they were used mainly for biomass production (Lactobacillus paracasei K5). Finally, the microbiological analyzes showed that the produced fermented pomegranate juices were safe Στα πλαίσια της παρούσης ερευνητικής μεταπτυχιακής εργασίας εξετάστηκε η επίδραση της ακινητοποίησης κυττάρων Lactobacillus paracasei K5 σε απολιγνινοποιημένους φλοιούς σιταριού στην βιωσιμότητα των κυττάρων κατά τη διάρκεια διαφόρων ζυμώσεων χυμού ροδιού. Ειδικότερα, διεξάχθηκαν διάφορες ζυμώσεις όπου εξετάστηκε η επίδραση 4 διαφορετικών αρχικών τιμών pH (3.0, 3.3, 3.6 και 3.9) του χυμού ροδιού. Αρχικά ο χυμός ροδιού ζυμώθηκε για 24 ώρες και εν συνέχεια αποθηκεύτηκε στους 4 oC για 4 εβδομάδες. Δείγματα συλλέχθηκαν μετά το πέρας των 24ωρων ζυμώσεων και μετά το πέρας κάθε εβδομάδας και αναλύθηκαν εκτός από τη βιωσιμότητα των κυττάρων και για άλλους χημικούς παράγοντες (όπως σάκχαρα, οργανικά οξέα και αιθανόλη). Επιπρόσθετα, εκτελέστηκαν μικροβιολογικές αναλύσεις που αφορούσαν στην ασφάλεια του παραγόμενου προϊόντος ( ζύμες και μύκητες). Αρχικά, με εφαρμογή στοιχειακής ανάλυσης με τη χρήση Ηλεκτρονικής μικροσκοπίας σάρωσης σε συνδυασμό με φασματοσκοπία ενεργειακής διασποράς (Scanning Electron SpectroscopyEnergy Dispersive Spectroscopy, SEM-EDS) επιβεβαιώθηκε η ακινητοποίηση των κυττάρων. Εν συνεχεία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα ο ακινητοποιημένος βιοκαταλύτης χρησιμοποιήθηκε επιτυχημένα σε ζυμώσεις χυμού ροδιού, όπου παρατηρήθηκαν υψηλότερες βιωσιμότητες σε σχέση με τη μορφή ελευθέρων κυττάρων Lactobacillus paracasei K5 αποδεικνύοντας το θετικό ρόλο της ακινητοποίησης. Σε αυτό, καταλυτικό ρόλο διαδραμάτισε η σύσταση του υποστρώματος ακινητοποίησης (απολιγνινοποιημένους φλοιούς σιταριού ), ο οποίος όπως έχει αποδειχθεί και στο παρελθόν εκφράζει πρεβιοτικές ιδιότητες. Αυτή η πρεβιοτική δράση φαίνεται να προστάτεψε και να ενίσχυσε την βιωσιμότητα των κυττάρων Lactobacillus paracasei K5.Τα αποτελέσματα που εξάχθηκαν από τις αναλύσεις σακχάρων, οργανικών οξέων επιβεβαίωσαν τα παραπάνω μιας και η χαμηλή παραγόμενη ποσότητα αιθανόλης αποδεικνύει ότι η κατανάλωση σακχάρων έγινε για παραγωγή βιομάζας (κυττάρων Lactobacillus paracasei K5). Τέλος οι μικροβιολογικές αναλύσεις ουσιαστικά έδειξαν ότι οι παραγόμενοι ζυμωμένοι χυμοί ροδιού είναι ασφαλείς 1643 386 403 The phenomenon of the gradual increase in global warming and climate change is an issue that has been intensely preoccupied the international community. The main instrument at the international level aimed at the adoption of a single system to the future reduction of greenhouse gases, which are directly responsible for the intense phenomenon of climate change is the Kyoto Protocol. Among the various methods including the Kyoto Protocol, and provided some flexibility mechanisms, which are made available to the parties in order for them to achieve their goals and commitments. This thesis focuses particularly on flexible emissions trading mechanism, which has found wide application mainly in the framework of Community policy to combat the phenomenon of climate change. In the first stage deals with the European Union's action on the matter, based on the commitments made by the Union and its Member States under the Protocol. The relevant Community legislation mainly summarized in Directive 2003/87 / EC and amending this 2009/29 / EC and in Decision 280/2004 / EC. In light of the above analysis, as part of the work, it becomes evident that the Union has given particular attention to the implementation of the said flexible mechanism to promote the effective implementation of the relevant policy, starting with a relatively limited application and extending the scope gradually until today. At national level, the legislator followed the requirements of Community law by incorporating within the relevant directives and decisions. However, the first years of implementation of Community policy, Greece has shown great slowness in adapting national legislation to the EU, while not fulfilled within the required time limits envisaged obligations, resulting in the exclusion of the Greek facility by the European Trading Scheme emissions for a long time. However, today, in the third phase of the Community program, Greece has now complied with EU obligations in a satisfactory manner, but must not overlook the related difficulties presented internally. The Union should therefore put more emphasis on the peculiarities of Greek plants, which are in principle due to its geographical position, there are the risks of carbon leakage. Furthermore, problems occur at the level of small installations, which are majority and which do not have the necessary resources and [7] expertise to adapt to the requirements of the law, excluded therefore from the European emissions trading scheme. Το φαινόμενο της σταδιακής αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη και της κλιματικής αλλαγής αποτελεί ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα την διεθνή κοινότητα. Το βασικό νομοθέτημα σε διεθνές επίπεδο που στοχεύει στην υιοθέτηση ενός ενιαίου συστήματος με σκοπό την μελλοντική μείωση του αερίων του θερμοκηπίου, που ευθύνονται άμεσα για το έντονο φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, είναι το Πρωτόκολλο του Κιότο. Ανάμεσα στις διάφορες μεθόδους που συμπεριλαμβάνει το Πρωτόκολλο του Κιότο, προβλέπονται και κάποιοι μηχανισμοί ευελιξίας, οι οποίοι τίθενται στην διάθεση των συμβαλλομένων μερών προκειμένου αυτά να επιτύχουν τους στόχους και τις δεσμεύσεις του. Η παρούσα εργασία επικεντρώνεται ιδίως στον ευέλικτο μηχανισμό εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών, ο οποίος έχει τύχει ευρείας εφαρμογής κυρίως στο πλαίσιο της κοινοτικής πολιτικής για την καταπολέμηση του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής. Σε πρώτο στάδιο αναλύεται η δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του θέματος, η οποία βασίζεται στις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη αυτής στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου. Η σχετική κοινοτική νομοθεσία συνοψίζεται κυρίως στην Οδηγία 2003/87/ΕΚ και στην τροποποιητική αυτής 2009/29/ΕΚ, καθώς και στην απόφαση 280/2004/ΕΚ. Υπό το πρίσμα της παραπάνω ανάλυσης, στο πλαίσιο της εργασίας, καθίσταται εμφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην εφαρμογή του ως άνω ευέλικτου μηχανισμού, προκειμένου να προωθήσει την αποτελεσματική εφαρμογή της σχετικής πολιτικής της, ξεκινώντας με μία σχετικά περιορισμένη εφαρμογή του και επεκτείνοντας το πεδίο εφαρμογής σταδιακά έως και σήμερα. Σε εθνικό επίπεδο, ο νομοθέτης ακολουθεί τις επιταγές της κοινοτικής νομοθεσίας ενσωματώνοντας στο εσωτερικό τις σχετικές Οδηγίες και αποφάσεις. Παρά ταύτα, τα πρώτα χρόνια εφαρμογής της κοινοτικής πολιτικής, η Ελλάδα επέδειξε μεγάλη βραδύτητα στην προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας με την κοινοτική, ενώ δεν εκπλήρωσε και εντός των απαιτούμενων χρονικών ορίων τις προβλεπόμενες υποχρεώσεις, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των ελληνικών εγκαταστάσεων από το ευρωπαϊκό σύστημα δικαιωμάτων εκπομπών για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, σήμερα, κατά την τρίτη φάση του κοινοτικού προγράμματος, η Ελλάδα έχει πλέον συμμορφωθεί με τις κοινοτικές της [5] υποχρεώσεις σε ικανοποιητικό βαθμό, χωρίς ωστόσο να μπορούν να παραβλεφθούν οι σχετικές δυσχέρειες που παρουσιάζονται σε εσωτερικό επίπεδο. Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει επομένως να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στις ιδιομορφίες των ελληνικών εγκαταστάσεων, οι οποίες καταρχήν λόγω της γεωγραφικής θέσης, υφίστανται τον κίνδυνο της διαρροής άνθρακα. Παράλληλα, προβλήματα παρουσιάζονται και σε επίπεδο μικρών εγκαταστάσεων, οι οποίες αποτελούν πλειοψηφία και οι οποίες δεν διαθέτουν τους αναγκαίους πόρους και την τεχνογνωσία για προσαρμογή στις προϋποθέσεις του νόμου, αποκλειόμενες ως εκ τούτου από το ευρωπαϊκό σύστημα δικαιωμάτων εκπομπών. 1644 190 197 The failure of oocyte retrieval during in vitro fertilization ( IVF) has been recently described as “ Empty Follicle Syndrome”. This is a rare pheno-menon in which no oocytes are retrieved in women who undergo ova-rian stimulation. Empty follicle syndrome has been classified into “ genuine” and “ false” types, but a borderline form has also been described. The incidence of this syndrome deffers, depending on the different criteria used for patient’s admission in the numerous studies which have been conducted over the years. Although many assu-mptions have been made, the mechanism responsible for this syndrome still remains obscure. Possible etiologies range from dysyfunctional folliculogenesis to drug – related causes. In this study, the risk factors of empty follicle syndrome occurrence and the risk of its recurrence have been analyzed. Empty follicle syndrome, in most cases, has a good clinical outcome, achieving pregnancy. Empty follicle syndrome, diagnosis can be done either sonographically or hormonally, while the therapeutic approach depends strongly on the syndrome’s type. Even thought empty follicle syndrome cannot be predicted, the in vitro fertilization team should inform their patients and then proceed together to achieve the desired result. Η αποτυχία ανάκτησης ωοκυττάρων κατά την τεχνητή γονιμοποίηση πρόσφατα αποδόθηκε ως «Σύνδρομο του Κενού Ωοθυλακίου». Είναι ένα σπάνιο φαινόμενο κατά το οποίο δεν ανακτώνται ωάρια σε γυναί-κες που υποβάλλονται σε ωοθηκική διέγερση. Έχει περιγραφεί ο γνή-σιος τύπος του συνδρόμου, ο ψευδές τύπος αλλά και η οριακή μορφή του συνδρόμου του κενού ωοθυλακίου. Η συχνότητα εμφάνισης του συνδρόμου του κενού ωοθυλακίου ποικίλλει από τα διαφορετικά κρι-τήρια ένταξης ασθενών στις διάφορες μελέτες που έχουν γίνει στο πέρασμα των χρόνων. Οι μηχανισμοί για το σύνδρομο κενού ωοθυ-λακίου παραμένουν αδιευκρίνιστοι, παρόλο που πολλές υποθέσεις έχουν αναφερθεί. Εκτείνονται από την δυσλειτουργία ωοθυλάκιο-γένεση έως σε ένα πρόβλημα που σχετίζεται με τα φάρμακα. Ανα-λύθηκαν οι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης του συνδρόμου του κενού ωοθυλακίου καθώς και οι παράγοντες κινδύνου για επανάληψή του ωοθυλακίου στις περισσότερες των περιπτώσεων, έχει καλή τελική κλινική έκβαση, πετυχαίνοντας κύηση. Η πρόληψη του συνδρόμου του κενού ωοθυλακίου μπορεί να γίνει υπερηχογραφικά ή ορμονικά, ενώ η θεραπευτική προσέγγισή του εξαρτάται άμεσα από τον τύπο του συν-δρόμου του κενού ωοθυλακίου. Το σύνδρομο του κενού ωοθυλακίου δεν μπορεί να προβλεφθεί, ωστόσο η ιατρική ομάδα που συμμετέχει στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, οφείλει να ενημερώνει με ειλικρίνεια τις ασθενείς και να προχωρούν μαζί για το επιθυμητό αποτέλεσμα. 1645 543 522 Η επίδραση της εκτομής του καταλυθέντος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων ήπατος στην αναγεννητική του δραστηριότητα The catalysis of liver with radiofrequencies constitutes modern method of confrontation for the obliteration of primary and metastatic liver tumors. It has been found in experimental studies that the realization of RFA triggers the procedure of liver regeneration. The purpose of this experimental study was to clarify the role of the in situ remaining tissue witch ablated using radio frequency up to liver parenchyma on the expression of molecular factors TGFa & HGFa who are involve in the initial stage of liver regeneration procedure. In this study we used 96 rats Albino Wistar with weight 250-300 gr and age 4 month. They separate in four teams with the same number of experimental animals. In the first team performed radiofrequency (RFA) on the left lateral lobe which consists about 30% of total weight of the liver. In the second team first performed RFA and next followed complementary hepatectomy of the left lateral lobe. The third team consists with the animals of hepatectomy of the same lobe and finally we had the control team (sham) which held middlelaparotomy and mobilization of the lobe. For the application of radiofrequency we used the device of radiofrequency Radionics Cool-tip (Tyco Healthcare, Boulder, CO, USA). In 6, 24 & 48 hours studied the immunohistochemical expression of the growth factors HGFa & TGFa up to the uncatalized liver tissue. The expression of each factor calculated based to the density of positive cells and upon became a classification according to the following system of four calibrated scales: 0: non cells, 1: seldom cells, 2: few cells, 3: many cells. Results. HGFa: ομάδα RFA, 1,33 0,52 (6h), 2,000.00 (24h), 1,550,55 (48h), ομάδα RFA-HEP, 1,000,00 (6h), 1,200.00 (24h), 1,330,52 (48h), ομάδα HEP, 1,000,00 (6h), 1,000.00 (24h), 1,160,41 (48h), ομάδα Sham, 0,340,47 (6h), 0,340.52 (24h), 0,500,55 (48h) TGFa: ομάδα RFA, 1,67 0,52 (6h), 2,000.00 (24h), 2,000,00 (48h), ομάδα RFA-HEP, 1,800,50 (6h), 3,000.00 (24h), 3,000,00 (48h), ομάδα HEP, 1,330,52 (6h), 1,830.41 (24h), 2,000,00 (48h), ομάδα Sham, 1,000,00 (6h), 0,670.52 (24h), 1,000,00 (48h) We observed an increase grade of the HGFa expression in the teams of RFA (6h, 24h, 48h), RFA-HEP (6h, 24h) and the HEP (24h). However, no time moment did not differ significantly the expression in HEP group from the group RFA-HEP, therefore there was significant synergy of hepatectomy on the group RFA-HEP. Finally, we cannot held reliable conclusions about the role of the in situ residence ablated hepatic parenchyma in the expression of HGFa in liver tissue. The expression degree of TGF-a increased in teams of RFA (24h, 48h), RFA-HEP (6h, 24h, 48h) and HEP (24h, 48h). However the difference of expression in HEP team was considerably bigger than the RFA-HEP team only in the 48 h, therefore the synergy of hepatectomy in that moment was low on the RFA-HEP team. With this data, it can be said that the in situ ablated liver parenchyma play important role in the expression of TGF-a, only in the 48 h. According to these results of the present study it was not clear the role of remaining in situ ablated liver parenchyma on the expression of growth factors HGFa & TGF-a witch involved in procedure of the regenerated hepatic tissue. Finally, with the above data it is proposed the conduct of additional studies to this direction. Η κατάλυση του ήπατος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων (RFA) αποτελεί σύγχρονη μέθοδο αντιμετώπισης πρωτογενών και μεταστατικών όγκων του ήπατος. Εχει βρεθεί σε πειραματικές μελέτες ότι η διενέργεια RFA εκκινεί τη διαδικασία της αναγέννησης του ήπατος. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να αποσαφηνιστεί ο ρόλος του παραμένοντος in situ καταλυθέντος με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων (RFA) ηπατικού παρεγχύματος στην έκφραση των μοριακών παραγόντων TGFa και HGFa οι οποίοι εμπλέκονται στα αρχικά στάδια της διαδικασίας της αναγέννησης του ήπατος. Χρησιμοποιήθηκαν 96 επίμυες Albino Wistar βάρους 250-300γρ. και ηλικίας 4 μηνών που χωρίστηκαν σε 4 τυχαιοποιημένες ομάδες με τον ίδιο αριθμό πειραματοζώων. Στην πρώτη ομάδα διενεργήθηκε RFA στον αριστερό πλάγιο λοβό του ήπατος, ο οποίος αντιστοιχεί στο 30% του συνολικού βάρους του ήπατος. Στη δεύτερη ομάδα έγινε αρχικά RFA και συμπληρώθηκε με ηπατεκτομή του αντίστοιχου καταλυθέντος τμήματος. Η τρίτη ομάδα περιελάμβανε τα ζώα με την ηπατεκτομή του αντίστοιχου λοβού και τέλος υπήρχε και η ομάδα ελέγχου στην οποία έγινε μέση λαπαροτομία και κινητοποίηση απλά του λοβού. Για την εφαρμογή των ραδιοσυχνοτήτων χρησιμοποιήθηκε η συσκευή ραδιοσυχνοτήτων Radionics Cool-tip(Tyco Healthcare, Boulder, CO, USA). Στις 6,24 και 48 ώρες μελετήθηκε η ανοσοϊστοχημική έκφραση των αυξητικών παραγόντων HGFa και TGFa στο μη καταλυθέν ηπατικό παρέγχυμα. Η έκφραση του κάθε παράγοντα αξιολογήθηκε με βάση την πυκνότητα των θετικών κυττάρων και κατόπιν έγινε ταξινόμηση τους σύμφωνα με το ακόλουθο βαθμονομικό σύστημα τεσσάρων κλιμάκων : 0 καθόλου κύτταρα, 1 αραιά κύτταρα, 2 λίγα κύτταρα, 3 πολλά κύτταρα. Αποτελέσματα. HGFa: ομάδα RFA, 1,33 0,52 (6h), 2,000.00 (24h), 1,550,55 (48h), ομάδα RFA-HEP, 1,000,00 (6h), 1,200.00 (24h), 1,330,52 (48h), ομάδα HEP, 1,000,00 (6h), 1,000.00 (24h), 1,160,41 (48h), ομάδα Sham, 0,340,47 (6h), 0,340.52 (24h), 0,500,55 (48h) TGFa: ομάδα RFA, 1,67 0,52 (6h), 2,000.00 (24h), 2,000,00 (48h), ομάδα RFA-HEP, 1,800,50 (6h), 3,000.00 (24h), 3,000,00 (48h), ομάδα HEP, 1,330,52 (6h), 1,830.41 (24h), 2,000,00 (48h), ομάδα Sham, 1,000,00 (6h), 0,670.52 (24h), 1,000,00 (48h) Παρατηρήθηκε αύξηση του βαθμού έκφρασης του HGFa στις ομάδες RFA (6h, 24h, 48h), RFA-HEP (6h, 24h), αλλά και HEP (24h). Ωστόσο, καμμία χρονική στιγμή δε διέφερε σημαντικά η έκφραση στην ομάδα HEP από την ομάδα RFA-HEP, επομένως υπήρχε σημαντική συνέργεια της ηπατεκτομής επί της ομάδας RFA-HEP. Κατά συνέπεια δεν μπορούν εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα περί του ρόλου της παραμονής in situ του καταλυθέντος ηπατικού παρεγχύματος στην έκφραση του ΗGFa στον ηπατικό ιστό. O βαθμός έκφρασης του TGFa αυξήθηκε στις ομάδες RFA (24h, 48h), RFA-HEP (6h, 24h, 48h), αλλά και HEP (24h, 48h). Ωστόσο η διαφορά της έκφρασης στην ομάδα HEP ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από την ομάδα RFA-HEP μόνο στις 48h, οπότε και η συνέργεια της ηπατεκτομής στη χρονική αυτή στιγμή είναι μικρή επί της ομάδας RFA-HEP. Mε αυτό το δεδομένο, μπορεί να ειπωθεί μόνο για τις 48 h ότι επαιξε ρόλο η παραμονή in situ του καταλυθέντος ηπατικού παρεγχύματος στην έκφραση του TGFa στον ηπατικό ιστό. Με βάση τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δεν κατέστη δυνατός ο αποσαφηνισμός του ρόλου του παραμένοντος in situ ραδιοκαταλυθέντος παρεγχύματος στην έκφραση των μοριακών παραγόντων TGFa και HGFa οι οποίοι εμπλέκονται στη διαδικασία της αναγέννησης του ηπατικού ιστού. Προτείνεται η διεξαγωγή επιπλέον μελετών προς αυτή την κατεύθυνση. 1646 447 414 Obstacles of women pursuing principle positions in Primary Education: Eμπόδια που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που διεκδικούν διευθυντικές θέσεις στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση: The main purpose of the above paper is to search upon the obstacles preventing the women in education from pursuing higher administrative positions in the field. Moreover, the paper attempts to study possible differences on behavior towards women due to their gender, and hereupon, to indicate whether men and women choose to exercise power in different ways. More precisely, there has been a research on the factors affecting the interviewed to proceed with a career in education, as well as those preventing them from pursuing any higher position and their experience on managerial skills of a male and a female principle. For the execution of this paper, there has been a qualitative approach of data collection, using tools of semi-structured interview. The researcher, due to the feeling of convenience caused to the interviewed, so that they can express themselves fluently, has chosen this specific tool. The total sample consists of 10 female education professionals of primary education, from various locations in Greece. Very significant results came up from the data analysis of the interviews. As far as the reasons that led the women to choose such a career, the results have shown that the love for children was the prior motive and such choice was taken rather consciously. In addition, the answers to the question of whether they have attempted to pursue a higher position, were negative in majority. Reasons for turning down such an opportunity are fear and repulsion of undertaking more responsibilities, the loss of direct contact with the children, the lack of self-confidence and experience. On the other hand, combining family with professional duties has not been rendered a significant factor, since a large percentage of the sample believes that if a woman wishes to pursue more power she is more than capable to achieve her goals. Naturally, for some of them, fear of failing to commit to a double role has indeed been proved an inhibitor. To the question of whether men and women choose different ways in managing, the majority strongly supported that it is a matter of character, not gender. Surely, there have been empirical data showing some women to choose a strict administration, in fear that they may not be taken seriously, while on the other hand some female principles appeared more relaxed and communicative. Male principles are showing more of a relaxed behavior. The majority of the women being interviewed have not experience gender bias behavior. Although it is important to mention the comment of one woman being interviewed, who was a witness of a sexist comment made by the Principle concerning a female colleague because of her blonde hair. Σκοπός της δεδομένης εργασίας είναι να αναζητηθούν τα εμπόδια που αποτρέπουν τις γυναίκες απ’ την διεκδίκηση ανώτερων διοικητικών θέσεων στην εκπαίδευση. Ακόμη, να ερευνηθούν πιθανές διαφορετικές συμπεριφορές στο πρόσωπό τους λόγω του φύλου τους και να επισημανθεί αν τελικά, γυναίκες και άνδρες ασκούν εξουσία με διαφορετικό τρόπο. Αναλυτικότερα, διερευνήθηκαν οι παράγοντες που ώθησαν τις συνεντευξιαζόμενες ν’ ασχοληθούν με το επάγγελμα της εκπαιδευτικού, οι παράγοντες που τις απέτρεψαν απ’ την διεκδίκηση κάποιας ανώτερης θέσης και η εμπειρία τους απ’ το διοικητικό στυλ ενός άνδρα Διευθυντή και μιας γυναίκας Διευθύντριας. Στην παρούσα εργασία, πραγματοποιήθηκε ποιοτική προσέγγιση συλλογής δεδομένων, με το εργαλείο της ημιδομημένης συνέντευξης. Το δεδομένο εργαλείο επιλέχτηκε από την ερευνήτρια, λόγω της άνεσης που προσφέρει στα υπό συνέντευξη αντικείμενα να εκφραστούν με περισσότερη ευφράδεια. Το σύνολο του δείγματος αποτελείται από 10 γυναίκες εκπαιδευτικούς Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Από την ανάλυση των συνεντεύξεων που συλλέχθηκαν, προέκυψαν σπουδαία συμπεράσματα. Σχετικά με τους λόγους που ώθησαν τις περισσότερες γυναίκες ν’ ασχοληθούν με το δεδομένο επάγγελμα, κατέληξαν στο οτι ήταν συνειδητή επιλογή και ισχυρό κίνητρο αποτέλεσε η αγάπη που τρέφουν για τα παιδιά. Ακόμη, στην ερώτηση που αφορά το αν οι ίδιες έχουν αποπειραθεί να διεκδικήσουν κάποια ανώτερη θέση, η πλειοψηφία ήταν αρνητική. Οι λόγοι που τις αποθαρρύνουν, είναι κυρίως ο φόβος κι απέχθεια για την ανάληψη κι άλλων ευθυνών, το γεγονός οτι θα χάσουν την καθημερινή κι άμεση επαφή τους με τα παιδιά, η έλλειψη αυτοπεποίθησης και πείρας. Ο συνδυασμός οικογενειακών κι επαγγελματικών υποχρεώσεων, δεν αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό ανασταλτικό παράγοντα, καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δείγματος τόνισε πως αν μια γυναίκα επιθυμεί να κυνηγήσει την εξουσία θα βρει τον τρόπο και θα τα φέρει όλα εις πέρας. Φυσικά, για κάποιες αποτέλεσε σημαντικό ανασταλτικό παράγοντα ο φόβος μήπως αποτύχουν στο να τα συνδυάσουν. Στο ερώτημα αν οι γυναίκες και οι άνδρες διοικούν με διαφορετικό τρόπο, οι πλειοψηφία τάχθηκε υπέρ στο οτι είναι θέμα χαρακτήρα κι όχι τόσο φύλου. Βέβαια, όλες είχαν να διηγηθούν εμπειρίες με γυναίκες που ήταν αρκετά αυστηρές στη διοίκησή τους από φόβο μήπως δεν τις λάβουν σοβαρά και στην αντίπερα όχθη τοποθετήθηκαν εκείνες που δήλωσαν πως οι γυναίκες Διευθύντριες είναι χαλαρές κι επικοινωνιακές. Οι άντρες Διευθυντές συμπεριφέρονται με περισσότερη χαλαρότητα. Η πλειοψηφία των γυναικών του δείγματος δεν έχει δεχτεί διαφορετική αντιμετώπιση λόγω φύλου. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί η μαρτυρία μιας εκπαιδευτικού η οποία άκουσε σεξιστικό σχόλιο από τον Διευθυντή για μια συνάδελφό της, εξαιτίας του ξανθού χρώματος στα μαλλιά της. 1647 95 103 Infertility is a common problem and affects between 9% and 18% of the population. About 40% of infertility cases are attributable to the male factor. Over the last decades there has been a decline in sperm in qua-lity. Among the causes of this phenomenon are lifestyle factors such as body mass index (BMI), cigarette smoking, alcohol intake, herbicide use, or male influence. Each of these factors may affect to vital parameters of human sperm. Aim of this thesis is to summarize and present the most common factors of environmental exposure that can affect sperm quality. Η υπογονιμότητα αποτελεί ένα κοινό πρόβλημα και επηρεάζει ένα 9% έως 18% του πληθυσμού. Περίπου 40 % των περιπτώσεων υπογονιμό-τητας αποδίδονται στο ανδρικό παράγοντα. Τα τελευταίες δεκαετείες παρατηρείται μια μείωση της ποιότητας του σπέρματος. Ανάμεσα στα αίτια αυτού του φαινομένου είναι παράγοντες του τρόπου ζωής όπως ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), κάπνισμα, η κατανάλωση αλκοόλ, η χρήση ζιζανιοκτόνων και η ηλικία του άνδρα. Κάθε ένας από αυτούς τους παράγοντες μπορεί να επηρεάσει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό ζωτικές παραμέτρους του ανθρώπινου σπέρματος. Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η παρουσίαση των κυριότερων παραγόντων περιβαλλοντικής έκθεσης που μπορεί να επηρεάσουν δυ-σμενώς την ποιότητα σπέρματος. 1648 346 339 The purpose of this paper is to find the point of intersection among the concepts of Democracy and Rule of Law, Freedom of the Press and Bioethics. All three of these concepts are intertwined. After thorough research in bibliographical references, we concluded that the most important role regarding all of the above mentioned three concepts, is being played by the principle of autonomy and personal self-determi-nation, while of particular importance is that of trust. Respecting the right of a person’s autonomy and self-determination, we put ourselves on firm ground in assessing rapid biotechnological developments particularly in the fields of medicine and genetics. Beginning with Democracy, people’s sovereignty was emphasized, having as prime characteristics the constitution of civil society, individual freedom, respect for human rights and political equity. Furthermore, democratic consciousness is also evident in the freedom of press and expression. Via press, citizens have the ability to have access to the facts and be timely informed about purely medical as well as societal issues. Chara-cterized - along with the rest of the media - as the “fourth power”, it has the power, besides keeping citizens up to date, to exercise control over all other three estates as well as over the government. The main objective is the profound awareness of citizens regarding biomedical issues, because these issues now constitute a part of our everyday life, exercising influence over social relations, as it is associated with law, sociology and religious beliefs. However, it needs to be restrained, since the phenomena of censorship or falsification of the truth are not rare. Finally, Bioethics was created in order to meet challenges and provide ethical advice to those directly involved in biomedical issues and rese-arch, without however imposing its views. It is branch of ethics that combines human values along with biological knowledge. It is based on democratic consciousness, since it defends the individual's right to autonomy, escaping from the paternalistic model that previously dominated and approached morality. From the aforementioned, it is follows that Bioethics could not thrive in a non- democratic society where a person’s self-expression and self-determination. Στόχος εκπόνησης της παρούσας εργασίας ήταν να βρεθεί το σημείο τομής της Δημοκρατίας, της Ελευθερίας του Τύπου και της Βιοηθικής. Και οι τρεις αυτές έννοιες είναι συνυφασμένες. Έπειτα από ενδελεχή έρευνα σε βιβλιογραφικές αναφορές, καταλήξαμε πως τον σημαντικό-τερο ρόλο, όσον αφορά και τις τρεις έννοιες, κατέχει η αυτονομία και ο αυτοπροσδιορισμός του ατόμου, ενώ ιδιαίτερης επίσης σημασίας είναι η εμπιστοσύνη. Σεβόμενοι το δικαίωμα της αυτονομίας και της αυτο-διάθεσης του ατόμου, τείνουμε σε μια πιο ηθική προσέγγιση των βιοτεχνολογικών εξελίξεων της ιατρικής και της γενετικής. Ξεκινώντας με τη Δημοκρατία, τονίστηκε η κυριαρχία του λαού διά αντιπροσώπων στην κοινωνία, με βασικά χαρακτηριστικά την πολιτική ελευθερία των πολιτών, τον σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα αλλά και την πολι-τική ισότητα. Εν συνεχεία, η δημοκρατική συνείδηση διαφαίνεται και στην ελευθερία του Τύπου και της Έκφρασης. Μέσω του Τύπου, οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να ενημερώνονται έγκυρα και έγκαιρα για θέματα αμιγώς ιατρικά αλλά και άλλα που αφορούν την κοινωνία. Χαρακτηριζόμενος - μαζί με τα υπόλοιπα μέσα μαζικής ενημέρωσης - ως τέταρτη εξουσία, έχει τη δυνατότητα, πέραν της πληροφόρησης των πολιτών, να ασκεί έλεγχο στις υπόλοιπες τρεις εξουσίες καθώς και στην κυβέρνηση. Κύριος στόχος είναι η εμβριθής ενημέρωση των πολιτών για βιοϊατρικά ζητήματα, διότι αποτελούν, πλέον, μέρος της καθη-μερινότητάς μας και επηρεάζουν τις κοινωνικές σχέσεις, καθώς διαπ-λέκονται το δίκαιο, η κοινωνιολογία και οι θρησκευτικές πεποιθήσεις. Παρ’ όλα αυτά, χρήζει περιορισμού, αφού δεν είναι σπάνια τα φαι-νόμενα λογοκρισίας ή παραποίησης της αλήθειας. Τέλος, η Βιοηθική δημιουργήθηκε με στόχο να προτείνει λύσεις και να συμβουλεύσει από ηθικής σκοπιάς τους άμεσα εμπλεκόμενους σε βιοϊατρικά ζητή-ματα και έρευνες, χωρίς όμως να λαμβάνει ή να επιβάλλει απόψεις. Πρόκειται για έναν κλάδο της ηθικής επιστήμης, ο οποίος συνδυάζει την ανθρώπινη αξία με τις βιολογικές γνώσεις. Βασίζεται στη δημο-κρατική συνείδηση, αφού προασπίζεται το δικαίωμα της αυτονομίας του ατόμου, ξεφεύγοντας από το πατερναλιστικό μοντέλο που κυρι-αρχούσε παλαιότερα και προσεγγίζει την ηθική. Από τα προαναφερ-θέντα τεκμαίρεται πως η Βιοηθική δεν θα μπορούσε να ακμάσει σε μία μη δημοκρατική κοινωνία, όπου περιορίζεται, έως απαγορεύεται, η αυτοέκφραση και η αυτοδιάθεση του ατόμου και δεν κυριαρχούν η-θικά πρότυπα. 1649 314 300 The pre- school educators towards the issue of death and towards death education Οι εκπαιδευτικοί προσχολικής ηλικίας απέναντι στο ζήτημα του θανάτου και της περιθανάτιας αγωγής The present project was carried out in order to analyze the attitudes of pre- school educators towards the issue of death and towards death education, the emotions and their obsession with death but also their ability to deal with the subject matter in the school class. Participants were 156 active pre- school age educators of state kindergartens from the prefectures of Evros, Drama, Thessaloniki, Imathia and Attica. A five scale questionnaire was used in the survey. The participants were asked to fill in their demographic data and then answer, mainly based on five- tiered likert scale, in questions related to the anxiety and the distress they feel about death, their views about the children' s perceptions regarding death and their competence to cope with a fact like this in class. As it is shown by the results, most educators have no particular anxiety for death, however, it appears that the less unpleasant feelings death causes them, the more comfortable they feel in order to deal with the issue. What causes them the greatest frustration seems to be the loss of a beloved person. Some views about children’s perceptions are right but the knowledge of educators seem superficial. Most of the educators have not received officially any education about the children’s perceptions about death. In addition, they have not attented any courses on the way in which could teach the topic in class themselves. As a consequence, they do not feel ready to deal with an incident like this in class. There is a loss though, which educators seem to be able to cope with and discuss more easily when it arises naturally: that of a pet or a grandfather or a grandmother. It is extremely difficult for them to cope with the loss of a parent, a sibling and a friend. Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε με σκοπό να διερευνήσει τις στάσεις των εκπαιδευτικών προσχολικής εκπαίδευσης απέναντι στο θέμα του θανάτου και της περιθανάτιας αγωγής, τα συναισθήματα και την εμμονή τους με το θάνατο αλλά και την ικανότητά τους να διαχειριστούν το θέμα στη σχολική τάξη. Στην έρευνα συμμετείχαν 156 εν ενεργεία εκπαιδευτικοί προσχολικής ηλικίας, δημόσιων νηπιαγωγείων από τους Νομούς Έβρου, Δράμας, Θεσσαλονίκης, Ημαθίας και Αττικής. Για τη διεξαγωγή της έρευνας χρησιμοποιήθηκε ένα ερωτηματολόγιο με πέντε ενότητες. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να συμπληρώσουν τα δημογραφικά τους στοιχεία και έπειτα να απαντήσουν κυρίως με βάση την πεντάβαθμη κλίμακα likert σε ερωτήσεις που σχετίζονταν με την άγχος και τη θλίψη που νιώθουν για το θάνατο, τις απόψεις τους για τις αντιλήψεις των παιδιών αναφορικά με το θάνατο και την επάρκειά τους να διαχειριστούν ένα τέτοιο γεγονός στην τάξη. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί δεν έχουν ιδιαίτερο άγχος για το θάνατο, όμως φαίνεται πως όσο λιγότερα δυσάρεστα συναισθήματα τους προκαλεί ο θάνατος, τόσο πιο άνετοι και προετοιμασμένοι νιώθουν να διαχειριστούν το θέμα. Αυτό που τους προκαλεί τη μεγαλύτερη αναστάτωση φαίνεται να είναι η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Διατυπώθηκαν κάποιες σωστές απόψεις για τις αντιλήψεις των παιδιών όμως οι γνώσεις των εκπαιδευτικών φαίνονται επιφανειακές. Οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί δεν έχουν διδαχθεί επίσημα τις αντιλήψεις των παιδιών για το θάνατο. Επιπλέον, δεν έχουν διδαχθεί τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να διδάξουν το θέμα στην τάξη. Κατά συνέπεια δεν νιώθουν έτοιμοι να διαχειριστούν ένα τέτοιο γεγονός στην τάξη. Όμως υπάρχουν απώλειες που φαίνεται πως οι εκπαιδευτικοί μπορούν να τις διαχειριστούν και να τις συζητήσουν πιο εύκολα όταν προκύψουν φυσιολογικά, όπως είναι αυτές ενός κατοικίδιου ζώου και του παππού ή της γιαγιάς. Τους είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαχειριστούν απώλειες γονιών, αδελφών και φίλων 1650 421 430 Ιστική έκφραση των MMP-9 και MMP-13 στο ήπαρ σε πειραματικό μοντέλο επίμυος - ισχαιμίας/επαναιμάτωσης ήπατος, με χορήγηση σιλιμπινίνης Aim: The damage caused by ischemia and reperfusion is a phenomenon observed after a variety of liver surgery. Over the past decades, a number of studies have been conducted to understand the pathophysiology of this phenomenon, due to the increased morbidity and mortality that occurs in these situations. The aim of this study is to investigate and understand , in an experimental ischemia- reperfusion rat model of liver, the effect of silibinin on the hepatic cell, especially on the expression of Matrix Metalloproteinases 9 and 13, two enzymes that appear to have increased expression in cell oxidative states. Material and methods: In this study we used sixtythree male Wistar rats. The experimental animals were divided into nine groups. Each group consisted of seven experimental animals. The first group was the Sham group (virtual operation) to predict possible effects from laparotomy without ischemia on the liver of experimental animals. Four control groups in which liver ischemia was applied for forty-five minutes and they were led to euthanasia at four time intervals (60’, 120’, 180’, 240) after reperfusion The last four groups were silibinin groups, in which animals ischemia was applied for forty five minutes and then iv injection of silibinin followed before the reperfusion. In this group the euthanasia was performed at the same time intervals. We studied MMP-9 and MMP-13, expression in both control and silibinin groups in an effort to see if their expression is affected by the injection of silibinin in the experimental ischemia- reperfusion model of rat liver. Results: The virtual operation was not found to affect the expression of MMP-9 and MMP- 13. A statistically significant difference was observed between all control groups and virtual operation group at each time of measurement for expression of MMP-9 and MMP-13, specifically increased expression of them after ischemia and reperfusion of the liver. In the silibinin groups, a statistically significant difference was observed between all control groups and silibinin groups at each time of measurement for expression of MMP-9, showing that the injection of silybinin reduced significantly the expression of MMP-9. For the expression of MMP-13, a statistically significant difference was observed in the 120’, 180’ and 240’ groups. The injection of silybinin significantly reduced the expression of MMP-13. Conclusions: MMP-9 and MMP-13 play a key role in the pathophysiology of liver parenchyma lesions. The injection of silybinin has an inhibitory effect on the expression of these enzymes, supporting its antioxidant and hepatoprotective action. More emphasis on research and clinical studies will contribute to clinical practice, especially in liver surgery. Σκοπός: Η βλάβη που προκαλείται συνεπεία της ισχαιμίας και της επαναιμάτωσης αποτελεί ένα φαινόμενο που παρατηρείται μετά από ποικίλες χειρουργικές επεμβάσεις του ήπατος, καθώς και σε καταστάσεις καταπληξίας. Τις τελευταίες δεκαετίες διενεργούνται πληθώρα ερευνών με σκοπό την κατανόηση της παθοφυσιολογίας του φαινομένου αυτού, λόγω της αυξημένης νοσηρότητας και θνητότητας που προκύπτει στις καταστάσεις αυτές. Ο σκοπός της μελέτης αυτής είναι να ερευνήσουμε και να κατανοήσουμε την επίδραση της σιλιμπινίνης στο ηπατικό κύτταρο, και συγκεκριμένα στην έκφραση των μεταλλοπρωτεϊνασών 9 και 13, δύο ενζύμων που φαίνεται να έχουν αυξημένη έκφραση σε οξειδωτικές καταστάσεις των κυττάρων, σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης του ήπατος του επίμυος. Υλικό και μέθοδος: Στη μελέτη μας χρησιμοποιήσαμε εξήντα τρείς αρσενικούς επίμυες τύπου Wistar. Τα πειραματόζωα χωρίστηκαν σε εννέα ομάδες. Κάθε ομάδα αποτελούνταν από επτά πειραματόζωα. Η μία ομάδα ήταν ομάδα εικονικής επέμβασης για να προβλεφθούν οι πιθανόν παράμετροι από την λαπαροτομία, χωρίς να εφαρμοσθεί ισχαιμία στο ήπαρ των πειραματοζώων. Οι τέσσερις ομάδες ήταν ομάδα ελέγχου, στα πειραματόζωα της οποίας εφαρμόστηκε ισχαιμία για σαράντα πέντε λεπτά και οδηγήθηκαν σε ευθανασία σε τέσσερα χρονικά διαστήματα (60', 120', 180', 240'). Οι τελευταίες τέσσερις ομάδες ήταν ομάδα σιλιμπινίνης, στα πειραματόζωα της οποίας εφαρμόστηκε ισχαιμία για σαράντα πέντε λεπτά και χορήγηση σιλιμπινίνης πριν την επαναιμάτωση Ακολούθησε ευθανασία σε τέσσερα χρονικά διαστήματα (60', 120', 180', 240'). Οι παράγοντες που μελετήθηκαν ήταν η MMP-9 και η MMP-13, και κατά πόσο επηρεάζεται η έκφραση τους με την χορήγηση της σιλιμπινίνης στο ήπαρ του επίμυος σε πειραματικό μοντέλο ισχαιμίας - επαναιμάτωσης. Αποτελέσματα: Η εικονική επέμβαση δεν επηρέασε καθόλου την έκφραση των MMP-9 και MMP-13. Παρητηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των όλων ομάδων ελέγχου με την ομάδα εικονικής επέμβασης ανά χρονική στιγμή μέτρησης ως προς την έκφραση της MMP-9 και της MMP-13, με αύξηση της έκφρασης αυτών μετά από ισχαιμία και επαναιμάτωση του ήπατος. Σε ομάδες σιλιμπινίνης, παρατηρήθηκε στατιστικώς σηματική διαφορά μεταξύ των όλων ομάδων ελέγχου και των ομάδων σιλιμπινίνης ανά χρονική στιγμή ως προς την έκφραση της MMP-9. Η χορήγηση της σιλιμπινίνης μείωσε σημαντικά την έκφραση της MMP-9. Ως προς την έκφραση της MMP-13, παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά στις ομάδες των 120', 180'και 240'. Η χορήγηση της σιλιμπινίνης μείωσε σημαντικά την έκφραση της MMP-13. Συμπεράσματα: Η MMP-9 και η MMP-13 έχουν βασικό ρόλο στην παθοφυσιολογία των βλαβών στο ηπατικό παρέγχυμα. Η χορήγηση της σιλιμπινίνης έχει ανασταλτική επίδραση στην έκφραση των ενζύμων αυτών, υποστηρίζοντας την αντιοξειδωτική και ηπατοπροστατευτική δράση της. Περισσότερη έμφαση σε ερευνητικές αλλά και κλινικές μελέτες θα συμβάλλουν στην κλινική πράξη, ιδαίτερα στη χειρουργική του ήπατος. 1651 186 205 Theory of Mind development in early school-aged monolingual and bilingual students Η ανάπτυξη της Θεωρίας του Νου σε μονόγλωσσους και δίγλωσσους μαθητές πρώτης σχολικής ηλικίας Theory of Mind, the ability to understand the mental states of oneself and of others, is an essential mechanism for the development of social skills. Several researchers who attempted to associate Theory of Mind with bilingualism, found that bilingual children have a generalized cognitive advantage which also includes Theory of Mind. The aim of the current preliminary study was to investigate the development of the Theory of Mind in early school-aged monolingual and bilingual children, while measuring at the same time the level of their linguistic/vocabulary competence. The study involved 86 children with an average age of 7.4 years, 30 of whom were bilingual. All participants were examined in a First and Second Order False Belief Task, but also in an Expressive Vocabulary Task. Results demonstrate a relationship between children’s scores in Theory of Mind and their expressive vocabulary. Moreover, results show a very small advantage in Theory of Mind of bilinguals compared to monolinguals, which was deemed non-significant. Results are discussed in relation to previous findings, as well as in relation to future directions. Η Θεωρία του Νου αφορά την ικανότητα των ατόμων να κατανοούν νοητικές καταστάσεις των ίδιων και άλλων προσώπων, ενώ αποτελεί έναν αναγκαίο μηχανισμό για την ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων. Αρκετοί ερευνητές οι οποίοι επιχείρησαν να συσχετίσουν την Θεωρία του Νου με την διγλωσσία διαπίστωσαν ότι τα δίγλωσσα παιδιά εμφανίζουν ένα γενικευμένο γνωστικό προβάδισμα που εντοπίζεται και ως προς την Θεωρία του Νου. Στόχος της παρούσας εργασίας ήταν να διερευνήσει την ανάπτυξη της Θεωρίας του Νου σε μονόγλωσσα και δίγλωσσα παιδιά πρώτης σχολικής ηλικίας, ελέγχοντας παράλληλα το επίπεδο της γλωσσικής/λεξιλογικής τους ικανότητας. Σε αυτή τη διερευνητική μελέτη συμμετείχαν 86 παιδιά με μέσο όρο ηλικίας 7,4 ετών και από αυτά τα 30 ήταν δίγλωσσα. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μια Δοκιμασία Εσφαλμένης Πεποίθησης Πρώτου και Δεύτερου Βαθμού αλλά και στη Δοκιμασία Εκφραστικού Λεξιλογίου. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν τη σχέση μεταξύ των επιδόσεων στις δοκιμασίες της Θεωρίας του Νου και του γλωσσικού επιπέδου των παιδιών. Επίσης, τα αποτελέσματα έδειξαν πως το προβάδισμα των δίγλωσσων συγκριτικά με τους μονόγλωσσους ως προς τη Θεωρία του Νου είναι πολύ μικρό και όχι στατιστικά σημαντικό. Τα αποτελέσματα συζητούνται σε σχέση με προγενέστερα ευρήματα και με προτάσεις για μελλοντικές διερευνήσεις. 1652 388 493 Κατάψυξη ωαρίων για κοινωνικούς λόγους μπορούμε να τα έχουμε όλα; Πώς η εφαρμογή τους μπορεί να αλλάξει τα υπάρχοντα κοινωνικο-οικονομικά δεδομένα Today, the preservation of fertility for women constitutes a subject of high importance, There is an notable rise regarding the numerical increase of women that runs through the risk to lose their ability for reproduction, on the grounds of medical, professional, economic or social reasons. The women that are to be submitted to radiotherapy, chemotherapy, ovary resection, or certain other treatment in the frame of treating malignancies or Neoplasm disease, are a special category. The cryopreservation of ova will provide for them the possibility of procreation following this interventional therapeutic approach mana-ging the prospect of sterility, or low fecundity of serious degree. Re-levant methods contributing to preserving fertility include: Embryo cryopreservation, ova cryopreservation (mature/immaturely) or ovarian tissue/cryopreservation, and ovarian tissue transplantation. Combined strategies have also been evaluated. Through studies (Ch. 1) and up to today, the method of vitrification is the more often employed method, as it achieves better results corresponding to survival rates, impla-ntation and pregnancy rates. The women resort to “social” cryopre-servation of oocytes in an effort to avoid reduction of fertility that is owed to age. Also, it should be considered as a recognized and preventive interventive medical treatment and the term “cryopre-servation of ovums” on the “expected exhaustion of gametes”, should be better adopted as it efficiently reflects the motives of women sub-mitted to this process. A true paradox is born as IVF is in the service of possibly fertile healthy women. These cryopreserved oocytes following thaw they can only be fertilized via the technique of ICSI. The reason behind this is the fact that their vitrification requires denudation of surrounding cells. The social and economic matters defining the current status are numerous. Issues of interest on the research front revolve around the possible horizontal application of this trend. The socio-economic triptych involves the following: women who are dedicated in their career, women that create a family in older age, but also the cost of such treatment. In addition to this we should ponder on the bioe-thical matters of “who has access to this treatment”, the “promotion” of singular families and more use of donor sperm, the possible increase in surrogacy as the profile of these women is possible to request surrogacy on the grounds of advanced maternal age. Reproductive autonomy is an important achievement it should however be viewed and managed with caution. Σήμερα, η διατήρηση της γυναικείας γονιμότητας αποτελεί θέμα ιδι-άζουσας σημασίας, λόγω της αριθμητικής αύξησης των γυναικών που διατρέχουν τον κίνδυνο να χάσουν την ικανότητά τους να αναπαραχθούν, εξ αιτίας ιατρικών, επαγγελματικών, οικονομικών ή κοινωνικών λόγων. Εξέχουσα θέση έχουν οι γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία, ωοθηκεκτομή, ή κάποια άλλη θεραπεία στο πλαίσιο αντιμετώπισης κάποιας κακοήθειας ή νεοπλασματικής νόσου. Η κρυοσυντήρηση ωαρίων θα τους παρέχει τη δυνατότητα τεκνοποίησης ακόμα και μετά από μία επεμβατική θεραπευτική προσέγγιση που σε άλλη περίπτωση συνεπάγεται με στειρότητα, ή υπογονιμότητα σοβαρού βαθμού. Για να αντιμετωπισθούν οι αυξημένες απαιτήσεις για τη διατήρηση της γονιμότητας στις γυναίκες αυτές, αναπτύχθηκαν αρκετές μέθοδοι, συμπεριλαμβανομένων των: κρυοσυντήρηση εμβρύων, ωαρίων (ώριμο / ανώριμα) ή ωοθηκικού ιστού / κρυοσυντήρηση ωοθηκών, καλλιέργειες ωοθυλακίων, θωράκιση των γονάδων, καταστολή των ωοθηκών και μεταμόσχευση αυτών. Συνδυασμένες στρατηγικές έχουν επίσης δοκιμαστεί. Μέσα από μελέτες (βλ.κεφ 1) και μέχρι σήμερα, η μέθοδος της ταχείας καταψύξεως είναι η πιο συχνά χρησιμοποιούμενη μέθοδος, καθώς επιτυγχάνει ταχύτερο ρυθμό ψύξης και υψηλότερη συγκέντρωση κρυοπροστατευτικού σε σύγκριση με την βραδεία κατάψυξη. Οι γυναίκες καταφεύγουν στην «κοινωνική» κρυοσυντήρηση ωοκυττάρων διότι αυτό οφείλεται στο ότι θέλουν να αποφευχθεί η μείωση της γονιμότητας που οφείλεται στο προχωρημένο της ηλικίας. Επίσης, θα πρέπει να αναγνωρίζεται ως προληπτική ιατρική θεραπεία και να χρησιμοποιείτε ο όρος «κρυοσυντήρηση των ωαρίων» για την «αναμενόμενη εξάντληση των γαμετών», κάτι που υποδηλώνει ότι αντανακλούν καλύτερα τα κίνητρα των γυναικών ώστε να υποβληθούν σε αυτή τη διαδικασία. Εάν λοιπόν μια γυναίκα πραγματοποιήσει κρυοσυντήρηση ωαρίων για κοινωνικούς λογούς συνεπάγεται, ότι η γυναίκα η το ζευγάρι θα υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση και θα εφαρμοστεί η τεχνική ICSIO λόγος είναι ότι προκειμένου να κρυο-συντηρηθούν τα ωάρια υποβάλλονται σε διαδικασία απογύμνωσης από τα περιβάλλοντα κύτταρα και εν συνεχεία μπορούν μόνο να υποβληθούν σε ICSI και όχι σε κλασσική IVF. Επιπλέον, σύμφωνα με τον νόμο 3305/2005 στις 27 Ιανουάριου 2005, προκειμένου να αποφευχθούν οι πολύδυμες κυήσεις, οι οποίες εγκυμονούν κινδύνους για τα έμβρυα, περιορίζεται ο αριθμός των γονιμοποιημένων ωαρίων που μεταφέρονται στη μήτρα σε δύο ή τρία, ανάλογα με την ποιότητά τους και την ηλικία της γυναίκας. Μέχρι 37 ετών έως 2 έμβρυα, έως 40 ετών μέχρι 3 έμβρυα και άνω των 40 ετών μέχρι και 4 έμβρυα. Μέσα από αυτό το ζήτημα προκύπτουν διάφοροι κοινωνικό- οικονομικοί παράγοντες που σχετίζονται με θέματα όπως: οι γυναίκες που θέλουν να αφιερωθούν στην καριέρα τους, οι γυναίκες που δημιουργούν οικογένεια σε μεγάλη ηλικία, αλλά και ζητήματα αναφορικά με το κόστος μιας τέτοιας θεραπείας. Βέβαια να τονίσουμε ότι γεννιούνται και πολλά ηθικά ερωτήματα τα οποία σχετίζονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή όπως: α) δίνεται η δυνατότητα τεκνοποίησης σε μεγάλης ηλικίας ζευγάρια, σε μοναχικούς άντρες ή γυναίκες και σε «μη ορθόδοξες» μορφές οικογενειών, β) η απόκτηση παιδιών γίνεται με μη σεξουαλικό τρόπο, σε ψυχρό και αφύσικο περιβάλλον, γ)διαταράσσεται το μυστήριο και ο θεσμός του γάμου. Ερωτήματα επί των οποίων ο καθένας δίνει την προσωπική του άποψη. 1653 328 329 Επίδραση της λυοφιλίωσης και της αποθήκευσης στην μεταβολική δραστικότητα της καλλιέργειας kefir κατά την παραγωγή μηλίτη οίνου Today there is a growing interest on microbial starter cultures in cider making, able to conduct both alcoholic and malolactic fermentation, as well as on cell immobilization systems, due to the multiplex technical and economical advantages. In addition, freeze-dried cultures are also considered advantageous, owe to their compatability with the industrial and commercial needs. The aim of the present work was to evaluate of a) simultaneous alcoholic and malolactic fermentation carried out by freezed-dryed free and immobilized, kefir culture, b) the need for the use of cryoprotectant agents during freeze-drying and c) the optimum storage temperature for a 6 month period. Kefir culture was provided by the microbial culture collection of the Laboratory of Applied Microbiology & Biotechnology, Department of Molecular Biology & Genetics, Democritus University of Thrace. Initially, immobilization of kefir culture on apple pieces and delignified cellulosic material (DCM) was tested and subsequently the effect of 10% w/v and 25% w/v solutions of sugars (glucose, fructose, lactose, trehalose, sucrose), as well as 10% v/v, 25% v / v and 50% v/v glycerol solution and apple juice as cryoprotectants during freeze-drying was assessed. For comparison reasons, the use of no cryoprotectants during freeze-drying was evaluated. All freezed-dried cells were stored for a period of six months at ambient (25 °C), refrigerated (4 °C) and freezing (-18 °C) temperature. After storage, all cells were rehydrated and tested in apple juice fermentations for cider production and fermentation kinetics, as well as concentrations of organic acids (malic, lactic and acetic acid) were determined. The use of cryoprotective agents had no significant effect on the fermentation parameters, in contrast, to cell immobilization which improved the levels of malic acid conversion, the ethanol yield and the conversion (%) of sugars. Storage at room and refrigerated conditions influenced positively the levels of of malic acid conversion and daily ethanol productivity, respectively. Finally, cell immobilization and storage temperature had no effect on pH, total and volatile acidity, and on the concentrations of organic acids. Σήμερα υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για μικροβιακές καλλιέργειες στην παραγωγή μηλίτη οίνου, οι οποίες πρέπει να είναι ικανές να διεξάγουν αλκοολική και μηλογαλακτική ζύμωση, αλλά και για συστήματα ακινητοποιημένων κυττάρων, λόγω των πολλαπλών τεχνικών και οικονομικών πλεονεκτημάτων που παρουσιάζουν. Είναι ακόμα προφανές ότι οι λυοφιλιωμένες καλλιέργειες εμφανίζουν ιδιαίτερα πλεονεκτήματα, εξαιτίας της συμβατότητάς τους με τις βιομηχανικές και εμπορικές ανάγκες. Σκοπός της παρούσας εργασίας αποτέλεσε ο έλεγχος α) της ζυμωτικής ικανότητας και συγκεκριμένα της δυνατότητας πραγματοποίησης αλκοολικής και μηλογαλακτικής ζύμωσης από τα λυοφιλιωμένα ελεύθερα και ακινητοποιημένα κύτταρα κεφίρ, β) της αναγκαιότητας χρήσης κρυοπροστατευτικού παράγοντα κατά τη λυοφιλίωση και γ) της ιδανικής θερμοκρασίας αποθήκευσης για 6 μήνες. Η καλλιέργεια κεφίρ που χρησιμοποιήθηκε προήλθε από τη συλλογή του Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Μικροβιολογίας & Βιοτεχνολογίας του Τμήματος Μοριακής Βιολογίας & Γενετικής του Δημοκρίτειου Παν/μίου Θράκης. Αρχικά, δοκιμάστηκε η ακινητοποίηση σε κομμάτια μήλου και σε απολιγνηνοποιημένα κυτταρινούχα υλικά (DCM) και μετά ακολούθησε λυοφιλίωση εξετάζοντας την επίδραση των κρυοπροστατευτικών παραγόντων: 10% w/v και 25% w/v σακχάρων (γλυκόζη, φρουκτόζη, λακτόζη, τρεχαλόζη, σουκρόζη), 10% v/v, 25% v/v και 50% v/v γλυκερόλης και χυμό μήλου. Ως δείγματα ελέγχου χρησιμοποιήθηκαν ελεύθερα και ακινητοποιημένα, λυοφιλιωμένα κύτταρα χωρίς κρυοπροστατευτικό παράγοντα. Όλα τα λυοφιλιωμένα κύτταρα αποθηκεύτηκαν για χρονικό διάστημα 6 μηνών, σε συνθήκες δωματίου (25 °C), ψυγείου (4 °C) και κατάψυξης (-18 °C). Μετά το πέρας της αποθήκευσης, τα κύτταρα επανενυδατώθηκαν και δοκιμάστηκαν σε ζυμώσεις χυμού μήλου για παραγωγή μηλίτη οίνου και προσδιορίστηκαν διάφορες κινητικές παράμετροι. Η χρήση κρυοπροστατευτικού παράγοντα δεν επηρέασε σημαντικά τις παραμέτρους της ζύμωσης. Αντίθετα η ακινητοποίηση βελτίωσε τα επίπεδα της μετατροπής μηλικού οξέος, της απόδοσης αιθανόλης και της μετατροπής (%) των σακχάρων. Η αποθήκευση σε συνθήκες δωματίου και ψυγείου παρουσίασαν τα υψηλότερα επίπεδα μετατροπής μηλικού οξέος και ημερήσιας παραγωγικότητας αιθανόλης, αντίστοιχα. Τέλος, η ακινητοποίηση και η θερμοκρασία αποθήκευσης δεν είχαν επίδραση στις τιμές του pH, της ολικής και πτητικής οξύτητας και στις συγκεντρώσεις των οργανικών οξέων (μηλικό οξύ, γαλακτικό οξύ και οξικό οξύ). 1654 192 254 Preservice teacher’s approaches to learning in relation to their demographic and educational characteristics Αντιλήψεις μελλοντικών εκπαιδευτικών δημοτικής εκπαίδευσης για τη μάθηση και η σχέση τους με ατομικά και εκπαιδευτικά τους χαρακτηριστικά Teachers can affect how students perceive the process of learning, which remains throughout their lifetime. This depends on teachers’ own teaching practices and the way they perceive learning themselves. The aim of this thesis is to investigate the perceptions of prospective primary school teachers about learning and their relationship with prospective teachers' demographic and educational characteristics. For this purpose, an empirical study was conducted on a sample of 125 senior students of the Department of Primary Level Education at the Democritus University of Thrace, using an online questionnaire. The study results showed that with regard to their perceptions about learning, the majority of participants seemed to perceive learning as a process that is not limited by time or place, as remembering, using and understanding information, as well as gaining information. Furthermore, these perceptions do not differ across demographic and educational characteristics of the participants. However, K-means cluster analysis revealed four distinct groups of prospective teachers, which appeared to differ in terms of their study orientation in high school and the degree of agreement with the statements in the questionnaire. Οι εκπαιδευτικοί, με τις πρακτικές διδασκαλίας τους και τον τρόπο που προσεγγίζουν τη διαδικασία της μάθησης, μπορούν να καλλιεργήσουν και να διαμορφώσουν τις αντιλήψεις των μαθητών για τη μάθηση, οι οποίες θα τους ακολουθούν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, εξαρτάται και από τις αντιλήψεις που έχουν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί για τη μάθηση. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η διερεύνηση των αντιλήψεων μελλοντικών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη μάθηση και η σχέση τους με ατομικά και εκπαιδευτικά χαρακτηριστικά. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε εμπειρική έρευνα, η οποία έγινε σε δείγμα ευκολίας 125 τελειοφοίτων του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης με τη χρήση ενός ηλεκτρονικού ερωτηματολογίου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι σε σχέση με τις αντιλήψεις που υιοθετούνται για τη μάθηση, οι συμμετέχοντες φάνηκε να υιοθετούν περισσότερο την αντίληψη ότι η μάθηση είναι μια διαδικασία, η οποία δεν περιορίζεται από το χρόνο ή το μέρος. Επίσης, σε μεγάλο βαθμό υποστηρίχθηκε η αντίληψη της μάθησης ως απομνημόνευση, χρήση και κατανόηση πληροφοριών, ενώ σε μικρότερο βαθμό η αντίληψη της μάθησης ως λήψη πληροφοριών. Επιπλέον, τα αποτελέσματα αυτής της διερεύνησης έδειξαν ότι οι αντιλήψεις των φοιτητών για τη μάθηση δε διαφοροποιούνται σε σχέση με δημογραφικά και εκπαιδευτικά τους χαρακτηριστικά. Αντίθετα, αναδείχθηκαν τέσσερις ομάδες μελλοντικών εκπαιδευτικών, οι οποίες φάνηκε να διαφέρουν ως προς την κατεύθυνση σπουδών που είχαν επιλέξει στο Λύκειο και ως προς τον βαθμό συμφωνίας με τις δηλώσεις του ερωτηματολογίου. 1655 145 128 The relationship among executive control, metacognitive awareness and spatial ability during childhood Σχέση μεταξύ εκτελεστικού ελέγχου, μεταγνωστικής ενημερότητας και εικονικής ικανότητας κατά τη σχολική ηλικία The present study explores the relationship between the executive control, the metacognitive awareness and the spatial ability during childhood. 45 students of 10-12 years old participated in the study. The participants were examined in 2 cognitive tasks which dealt with the virtual-spatial ability. Additionally, for the determination of co-consciousness - awareness of the participants during the solving process of the virtual tasks, the method of thinking aloud was followed. All the participants were examined individually. The process of the results was realized based on the current bibliography for the structure of the cognitive system, and also the contemporary views on the relation between executive control and metacognitive awareness as far as the cognitive activity is concerned. It appeared that the children in the age of 11-12 have a higher level of executive control Η παρούσα μελέτη διερευνά τη σχέση ανάμεσα στον εκτελεστικό έλεγχο, τη μεταγνωστική ενημερότητα και την εικονική ικανότητα κατά τη σχολική ηλικία. Στην έρευνα συμμετείχαν 45 μαθητές ηλικίας 10-12 χρόνων. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε 2 γνωστικά έργα τα οποία απευθύνονταν στην εικονική-χωροταξική ικανότητα. Επίσης, για τον προσδιορισμό της ενσυνειδησίας-ενημερότητας των συμμετεχόντων κατά τη διαδικασία επίλυσης των εικονικών έργων ακολουθήθηκε η μέθοδος της έκφωνης σκέψης. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με βάση την τρέχουσα βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις για τη σχέση μεταξύ εκτελεστικού ελέγχου και μεταγνωστικής ενημερότητας αναφορικά με τη γνωστική δραστηριότητα. Φάνηκε ότι τα παιδιά ηλικίας 11-12 ετών παρουσιάζουν υψηλότερο επίπεδο εκτελεστικού ελέγχου 1656 253 267 In the modern world, stroke tends to become more and more frequent. The consequences of this include aphasia. At this moment a large number of people live and work with mild or severe aphasia. Due to the strong power that speech and communication hold in person's life, it is possible for him to experience hard stigma. Stigmatization occurs when an individual's situation leads him to live out of complete social acceptance. It is divided into many species types, with the most frequent the public stigma. Public stigma relates with the reaction of common people. Since speech is something that is not revealed visually, the person can experience other types of stigma such as hidden stigma or self-stigma. The stigmatized person may experience a variety of emotions, which may even reach the onset of a mental illness. Very common consequences of stigma are depression, anxiety, social withdrawal and change of self-feel. However, many people with aphasia manage to work and live a normal life compensating for their sortage. This is very helpful in early intervention by a clinician. An extremely important role is played by the speech pathologist, who evaluates the situation, improves and intervenes in his patients deficit. In addition, it can compensate the deficit of educate the patient in alternative technics for managing situations in order to avoid stigmatizing the individual. Finally, the main target of the specific work is to inform the general public about the severity that stigmatization affects the course, the social and the mental state of the patient. Στον σύγχρονο κόσμο το εγκεφαλικό επεισόδιο τείνει να γίνεται ολοένα και συχνότερο. Στις συνέπειες του ανήκει και η αφασία. Αυτή τη στιγμή ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων ζουν και εργάζονται με την αφασία. Λόγω της ισχυρής δύναμης που κρατά η ομιλία και η επικοινωνία στη ζωή των ανθρώπων είναι δυνατόν το άτομο να βιώσει και σκληρό στιγματισμό. Ο στιγματισμός συμβαίνει όταν η κατάσταση ενός ατόμου το οδηγεί στο να ζει αποκλεισμένο απο την πλήρη κοινωνική αποδοχή. Χωρίζεται σε πολλά είδη, με ποιο συχνό το δημόσιο στίγμα, το οποίο αφορά τις αντιδράσεις του κόσμου. Εφόσον η ομιλία είναι κάτι που δεν αποκαλύπτεται οπτικά, μπορεί το άτομο να βιώνει και άλλα είδη στίγματος όπως το κρυφό στίγμα ή το αυτοστίγμα. Το στιγματισμένο άτομο ενδέχεται να βιώνει μια πληθώρα συναισθημάτων, τα οποία μπορεί να φτάσουν εώς και την εκδήλωση μιας ψυχικής ασθένειας. Πολύ συχνές συνέπειες του στιγματισμού είναι η κατάθλιψη, το άγχος, η κοινωνική απόσυρση και η αλλαγή της αίσθησης του εαυτού. Παρόλα αυτά, πολλά άτομα με αφασία καταφέρνουν να εργάζονται και να ζουν μια φυσιολογική ζωή, αντισταθμίζοντας το έλλειμμα τους. Σε αυτό βοηθάει πολύ η πρώιμη παρέμβαση απο κάποιον κλινικό. Εξαιρετικά σημαντικό ρόλο παίζει ο λογοθεραπευτής, ο οποίος μετά την αξιολόγηση, μπορεί να βελτιώσει και να παρέμβει στο έλλειμμα του ασθενή του. Επιπλέον, μπορεί να αντισταθμίσει το έλλειμμα ή να εκπαιδεύσει τον ασθενή σε εναλλακτικές τακτικές για τη διαχείριση καταστάσεων με σκοπό την αποφυγή του στιγματισμού του ατόμου. Τέλος, βασικός στόχος και της συγκεκριμένης εργασίας αποτελεί η ενημέρωση του ευρύ κοινού σχετικά με την σφοδρότητα που επηρεάζει ο στιγματισμός την πορεία, την κοινωνική αλλά και την ψυχική κατάσταση του ασθενούς. 1657 159 175 The Rapid evolution of life sciences led to the birth of a new science of Bioethics. Bioethics is the study of ethical issues arising from the advancement of biology and medicine. Is a branch of applied ethics and provides a framework for the whole spectrum of ethical issues around life sciences. It’s based on 4 basic principles: of autonomy, of beneficence, of non-maleficence and of justice. Nuclear medicine is one of the medical disciplines with the fastest evolution and change. The practice of Nuclear medicine includes imaging, patient management, treatment and research. In each of these areas, there are ethical issues guiding decision-making. The responsibilities of the Professionals of nuclear medicine towards patients concern mainly: the suitability of imaging examinations, conscious consensus, patient protection, interpretation of results, communication with patients and doctors, continuous learning and improvement of the quality of the provided services. This thesis is a review of these ethical issues. Understanding them is important in finding solutions. Η ραγδαία εξέλιξη των βιοεπιστημών οδήγησε στην γέννηση μιας νέας επιστήμης της Βιοηθικής. Η Βιοηθική είναι η μελέτη των ηθικών ζητημάτων που προκύπτουν από την πρόοδο της βιολογίας και της ιατρικής. αποτελεί ένα κλάδο της εφαρμοσμένης ηθικής και παρέχει ένα πλαίσιο για ολόκληρο το φάσμα των ηθικών ζητημάτων γύρω από τις επιστήμες της ζωής.Βασίζεται σε 4 βασικές αρχές: της αυτονομίας, της ωφέλειας,της μη-βλάβης και της δικαιοσύνης. Η πυρηνική ιατρική είναι ένας από τους ιατρικούς κλάδους με την ταχύτερη εξέλιξη και αλλαγή. Η πρακτική της πυρηνικής ιατρικής περιλαμβάνει την απεικόνιση, τη διαχείριση των ασθενών, τη θεραπεία και την έρευνα. Σε καθέναν από αυτούς τους τομείς, υπάρχουν ηθικά ζητήματα που καθοδηγούν τη λήψη αποφάσεων. Οι ευθύνες των επαγγελματιών της πυρηνικής ιατρικής απέναντι στους ασθενείς αφορούν κυρίως: την καταλληλότητα των απεικονιστικών εξετάσεων, τη συνειδητή συναίνεση, τη προστασία των ασθενών, την ερμηνεία των αποτελεσμάτων, την επικοινωνία με τους ασθενείς και τους γιατρούς, τη συνεχή μάθηση και τη βελτίωση της ποιότητας.Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αποτελεί μια ανασκόπηση των ηθικών αυτών ζητημάτων. Η κατανόηση τους είναι σημαντική για την εύρεση λύσεων. 1658 149 172 The environmental pollution, the use of non-renewable natural resources, global warming and other environmental problems have led both the European and the International Community to take measures and to adopt regulations, to protect the environment and promote investments in technologies and energy production through methods which are environmentally friendly. Greece, as a member of the EU, has adopted all those directives, to help in the environment protection, but also to urge green investments. Green Investments funding is mainly carried out by banking institutes. Both banks and private investors are in need of control and assessment tools for their credit rating as well as tools that allow spatial control of the proposed investment regarding the location of the installation. The purpose of this study is to present an assessment methodology, which combines an experienced credit rating system with a multi-criteria spatial analysis for the installation site of the proposed investment Η ρύπανση του περιβάλλοντος, η χρήση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα, έχουν οδηγήσει τόσο την Ευρωπαϊκή όσο και την Παγκόσμια Κοινότητα, στη λήψη μέτρων και στη θέσπιση κανονισμών με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και την ενθάρρυνση των επενδύσεων σε τεχνολογίες και μέσα παραγωγής ενέργειας φιλικά προς το περιβάλλον. Η Ελλάδα ως μέλος της Ε.Ε. έχει υιοθετήσει το σύνολο των οδηγιών αυτών, σε μια προσπάθεια να συντελέσει στην προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και να δώσει ώθηση στην πράσινη επιχειρηματικότητα. Η χρηματοδότηση της Πράσινης Επιχειρηματικότητας, πραγματοποιείται σε μεγάλο ποσοστό από τους τραπεζικούς οργανισμούς. Τόσο οι τράπεζες, όσο και οι ιδιώτες επενδυτές, έχουν ανάγκη από εργαλεία ελέγχου και αξιολόγησης της πιστοληπτικής τους ικανότητας, καθώς και από εργαλεία τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα χωρικού ελέγχου της προτεινόμενης επένδυσης ως προς τον έλεγχο της θέσης εγκατάστασης τους. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η παρουσίαση μιας μεθοδολογίας αξιολόγησης, η οποία συνδυάζει ένα έμπειρο σύστημα αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας με μια πολυκριτηριακή χωρική ανάλυση της θέσης εγκατάστασης της προτεινόμενης επένδυσης 1659 352 344 Adult educators’ opinions about their role and their effectiveness Απόψεις εκπαιδευτών ενηλίκων για το ρόλο και την αποτελεσματικότητα τους This paper regarding adult education was carried out in order to examine the role and the attributes of an adult educator that make him efficient during the teaching process. The first part (theory) deals with themes having to do with the area of adult education. To be more precise, meanings are clarified and terms are given, the purposes and the functions of adult education are described while various theories are presented from which the role that an adult teacher must adopt arises. Furthermore, necessary attributes that an adult educator requires are cited, as well as their unique features, the impediments they face during their teacher training and their preferred way of handling these things. Finally, based on a bibliographical summary of various studies, their final observations are recorded. In the second part (research), the opinions of former and present adult educators were investigated based on an interview, their teaching methods along with the role and attributes that would be appropriate for them to adopt. The results of the research could prove useful for both teachers of adults and other researchers. This empirical study showed that adult educators understand to a great degree what unique characteristics adult learners have and based on that, they attempt to establish the conditions for an effective lesson. What is more, what was noticed is that the educators place great emphasis on amply utilizing the adult learners’ knowledge and experiences, offering them flexibility along with the necessary assistance, support and encouragement. The educators considered relevant knowledge to be important, noting that it wasn’t guarantee however, rather that it is necessary to have certain skills and abilities along with the use of various tools and teaching techniques which must be used interchangeably. In general, we came to the conclusion that there is a great effort on the part of the educators to adopt a modern role, that of the animator- prompter- coordinator, even though they encounter obstacles due to a lack of training. That is why the immediate need for their training focusing on teaching and psychology must be emphasized Η παρούσα εργασία αναφορικά με την εκπαίδευση ενηλίκων πραγματοποιήθηκε με σκοπό να εξετάσει τόσο το ρόλο όσο και τα χαρακτηριστικά ενός εκπαιδευτή ενηλίκων, που τον καθιστούν αποτελεσματικό κατά τη μαθησιακή διαδικασία. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, προσεγγίζονται θεματικές που αφορούν το πεδίο της εκπαίδευσης ενηλίκων. Πιο συγκεκριμένα, αποσαφηνίζονται έννοιες και δίνονται ορισμοί, περιγράφονται οι σκοποί και οι λειτουργίες της εκπαίδευσης ενηλίκων ενώ παράλληλα παρουσιάζονται ορισμένες θεωρίες, από τις οποίες προκύπτει ο ρόλος που χρειάζεται να υιοθετεί ένας εκπαιδευτής ενηλίκων. Επίσης, παρατίθενται τα χαρακτηριστικά που είναι αναγκαίο να διακρίνουν έναν εκπαιδευτή ενηλίκων καθώς και τα ιδιαίτερα γνωρίσματα των ενήλικων εκπαιδευόμενων, τα εμπόδια που συναντούν στο διάβα της εκπαιδευτικής διαδικασίας αλλά και η προτεινόμενη αντιμετώπιση τους. Τέλος, με βάση τη βιβλιογραφική ανασκόπηση ποικίλων ερευνών, καταγράφονται οι διαπιστώσεις στις οποίες οδηγούν τα αποτελέσματά τους. Στο δεύτερο μέρος, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω του εργαλείου της δομημένης συνέντευξης οι απόψεις των εκπαιδευτών (εν ενεργεία και μη) για τους ενήλικους εκπαιδευόμενους, για τη διαδικασία μάθησής τους αλλά και για τον ρόλο και τα χαρακτηριστικά, που είναι σκόπιμο οι ίδιοι να υιοθετούν. Τα αποτελέσματα της έρευνας μπορούν να αποβούν χρήσιμα τόσο για εκπαιδευτές ενηλίκων όσο και για άλλους ερευνητές. Η παρούσα εμπειρική μελέτη έδειξε ότι οι εκπαιδευτές αντιλαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ενήλικων εκπαιδευομένων και βάσει αυτών επιχειρούν να διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για μία αποτελεσματική μαθησιακή διαδικασία. Ακόμη, παρατηρήθηκε πως οι εκπαιδευτές δίνουν μεγάλη βαρύτητα στην αξιοποίηση των γνώσεων και των εμπειριών των ενήλικων εκπαιδευομένων, παρέχοντας τους ελευθερία κινήσεων συνδυασμένη όμως με την απαιτούμενη βοήθεια, υποστήριξη και εμψύχωση. Σημαντική θεωρήθηκε από τους εκπαιδευτές και η γνώση του αντικειμένου, επισημαίνοντας όμως ότι δεν αποτελεί εχέγγυο, αλλά χρειάζεται να συνοδεύεται από ορισμένες ικανότητες και δεξιότητες καθώς και τη χρήση ποικίλων μέσων και τεχνικών διδασκαλίας, που είναι σκόπιμο να εναλλάσσονται. Γενικότερα, συμπεραίνουμε ότι γίνεται προσπάθεια από μέρους των εκπαιδευτών να υιοθετήσουν έναν σύγχρονο ρόλο, αυτό του εμψυχωτή-παρακινητή-συντονιστή, αλλά συναντούν εμπόδια λόγω ελλιπούς κατάρτισης. Για το λόγο αυτό υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα μίας επιμόρφωσης τους, που θα επικεντρωθεί σε θέματα διδακτικής και ψυχολογίας. 1660 200 237 Within the framework of a modern multicultural environment, all-day school, that has been operating in Greece since 1997, plays a crucial pedagogical and social role in the lives of pupils as well as parents. The purpose of this study is to highlight whether the goals of all-day school are being achieved in its daily function, and to investigate the interaction among pupils in a more intercultural context. More specifically, the necessity of having an all-day school is mentioned along with its contribution to an ever-changing society. The information for the theoretical part was derived from the Greek bibliography, articles, conference proceedings and sources available on the Internet. The empirical part focuses on the research that was conducted through questionnaires, completed by primary teachers in Arta. Research findings showed that all-day school contributes significantly to education from both a pedagogical and social perspective since it was found to positively predict the educational outcome. Moreover, all day school has been proven to be more effective, in terms of the interculturalism management, contrary to the traditional school. Ηowever, it was indicated that there are several obstacles affecting the all-day school’s effective functioning. The most crucial was the lack of building and logistics facilities. Στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ο πιο καινοτόμος θεσμός που λειτουργεί σήμερα είναι το Ολοήμερο Δημοτικό Σχολείο, το οποίο λειτουργεί στην Ελλάδα από το 1997 και διαδραματίζει, μέσα σε ένα σύγχρονο πολυπολιτισμικό περιβάλλον, σπουδαίο παιδαγωγικό, κοινωνικό και γνωστικό ρόλο στις ζωές τόσο των μαθητών όσο και των γονέων. Σκοπός αυτής της εργασίας είναι να αναδείξει, μέσα από τη θεωρητική και εμπειρική έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε εκπαιδευτικούς, το κατά πόσον επιτυγχάνονται οι σκοποί του Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου στην καθημερινή του λειτουργία αλλά και την αλληλεπίδραση που αναπτύσσουν οι μαθητές στο πλαίσιο της διαπολιτισμικής αγωγής. Πιο συγκεκριμένα γίνεται λόγος για την αναγκαιότητα ύπαρξης του θεσμού του Ολοήμερου Σχολείου και τη συμβολή του σε μια συνεχώς μεταβαλλόμενη κοινωνία. Οι πληροφορίες του θεωρητικού μέρους αντλήθηκαν από την ελληνική βιβλιογραφία, από άρθρα, από πρακτικά συνεδρίων και από πηγές διαθέσιμες στο διαδίκτυο. Το εμπειρικό μέρος, το οποίο ολοκλήρωσε την εργασία μας αποτελείται από μια έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε με τη συμπλήρωση των ερωτηματολογίων από εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στον νομό της Άρτας. Με βάση και τα ερευνητικά ερωτήματα που τέθηκαν στην αρχή της έρευνας προέκυψε πως το Ολοήμερο Σχολείο συνυπολογίζεται ως θετικός παράγοντας της εκπαίδευσης με τα θετικά του να επικεντρώνονται κυρίως στον παιδαγωγικό και κοινωνικό του ρόλο καθώς και στη διαχείριση της διαπολιτισμικότητας. Ωστόσο, εμφανή γίνονται τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο θεσμός αυτός και που λειτουργούν σαν βαρίδια στη καθημερινότητα του εκπαιδευτικού, όπως είναι οι μεγάλες ελλείψεις που σημειώνονται στην κτηριακή και υλικοτεχνική υποδομή. 1661 111 116 The juridical evaluation and dealing of DNA , from the first efforts of the primary and secondary European Union law, up to their adaptation and integration within our national law, with the multiple alterations on the Code of Civil Procedure regarding paternity issues, and mainly on the Criminal Procedure Law where the emphasis is placed upon matters of protection of the rights of the person involved , upon whom the perfo-rmance of a punishable act is attributed and the retrieval of this per-son's DNA only following appropriate from prosecutor or the public attorney order and with ultimate respect on person's dignity, is a crucial point almost on the edge of legality. Η δικαστική εκτίμηση και αντιμετώπιση του DNA, από τις πρώτες προ-σπάθειες του πρωτογενούς και δευτερογενούς ευρωπαϊκού ενωσιακού δικαίου, έως την μεταφορά και ενσωμάτωση αυτών στο εθνικό μας δί-καιο με τις πάμπολλες τροποποιήσεις τόσο στον Κώδικα Πολιτικής Δι-κονομίας όσον αφορά τα θέματα πατρότητας, όσο και κυρίως στον Κώ-δικα Ποινικής Δικονομίας με έμφαση στα θέματα προστασίας των δι-καιωμάτων του υποκειμένου προσώπου στο οποίο αποδίδεται η τέ-λεση μιας αξιόποινης πράξης και τη λήψη DNA από αυτόν μόνο κατό-πιν σχετικής εισαγγελικής παραγγελίας και με απόλυτο σεβασμό στην αξιοπρέπειά του, αποτελεί κρίσιμο σημείο κινούμενο επί των ορίων ενίοτε της νομιμότητας. Συνισταμένη όλων αυτών των νομικών κειμέ-νων αποτελεί ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, η απαγό-ρευση του υπέρμετρου και το μέτρο της αναγκαιότητας. 1662 265 281 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης CYLD και ταυτόχρονη ανίχνευση της μεθυλίωσης του γονιδίου CYLD στον καρκίνο του μαστού: κλινική αξιολόγηση και συσχετισμός με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους INTRODUCTION: The most common malignant disease that is present in women today is breast cancer, which is also the main cause of death for women between 45 and 65 years old. The growing need to develop personalized effective disease therapies has led to the study of prognostic biomarkers such as CYLD. CYLD protein is a deubiquitinase that acts as a negative regulator of various pathways. CYLD was initially identified as a tumor suppressor protein that is etiologically related to the development of tumors in the epidermis. Since then it has been involved in suppressing the growth of different types of cancer cells, including the colon, liver, lung, melanoma and breast. MATERIALS & METHODS: The purpose of this study is to detect the methylation of the CYLD gene promoter in breast tissue samples. The presence of methylation has been studied in relation to the clinicopathological characteristics of patients in order to draw conclusions about the value of methylation of this gene as a prognostic / diagnostic biomarker in breast cancer. During the experiments, paraffin blocks from 25 breast cancer patients were used. RESULTS: As far as the results of the experiment are concerned, CYLD was found to be methylated in the majority of the samples and its methylation was associated with negative hormone receptors. CONCLUSION: The findings of the study are encouraging regarding to the predictive value of methylation of the CYLD gene. However, it would be advisable to study more samples of patients with breast cancer in early stages in order to clarify and verify the role of methylation of this gene in breast cancer. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Η συχνότερη κακοήθης πάθηση που εκδηλώνεται σήμερα στις γυναίκες είναι ο καρκίνος του μαστού, ο οποίος αποτελεί και τη βασικότερη αιτία θανάτου των γυναικών μεταξύ 45 και 65 ετών. Η ολοένα αυξανόμενη ανάγκη για ανάπτυξη εξατομικευμένων αποτελεσματικών θεραπειών έναντι της νόσου, οδήγησε στην έρευνα για προγνωστικούς βιοδείκτες, όπως η προς μελέτη πρωτεΐνη CYLD. Η πρωτεΐνη CYLD είναι μία αποουβικιτινάση που δρα ως αρνητικός ρυθμιστής ποικίλων μονοπατιών. Η CYLD αναγνωρίστηκε αρχικά ως μία ογκοκατασταλτική πρωτεΐνη που σχετίζεται αιτιολογικά με την ανάπτυξη όγκων στην επιδερμίδα. Από τότε έχει εμπλακεί στην καταστολή της αύξησης διαφορετικών τύπων καρκινικών κυττάρων, συμπεριλαμβανομένου του παχέος εντέρου, του ήπατος, του πνεύμονα, του μελανώματος και του μαστού. ΥΛΙΚΑ & ΜΕΘΟΔΟΙ: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η ανίχνευση της μεθυλίωσης του υποκινητή του γονιδίου CYLD σε δείγματα ιστού ασθενών με καρκίνο του μαστού. Η παρουσία της μεθυλίωσης μελετήθηκε σε σχέση με τα κλινικοπαθολογικά χαρακτηριστικά των ασθενών, προκειμένου να εξαχθούν συμπεράσματα για την αξία της μεθυλίωσης του συγκεκριμένου γονιδίου ως προγνωστικού/διαγνωστικού βιοδείκτη στον καρκίνο του μαστού. Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων χρησιμοποιήθηκαν κύβοι παραφίνης που προέρχονταν από 25 ασθενείς καρκίνου του μαστού. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Όσον αφορά τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, το CYLD βρέθηκε μεθυλιωμένο στην πλειοψηφία των δειγμάτων και η μεθυλίωση του συσχετίστηκε με αρνητικούς ορμονικούς υποδοχείς. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Τα ευρήματα της μελέτης είναι ενθαρρυντικά όσον αφορά την προγνωστική αξία της μεθυλίωσης του γονιδίου CYLD. Ωστόσο, θα ήταν σκόπιμο να μελετηθούν περισσότερα δείγματα ασθενών με πρώιμο καρκίνο του μαστού, ώστε να διευκρινιστεί και να εξακριβωθεί, ο ρόλος της μεθυλίωσης του γονιδίου αυτού στον καρκίνο του μαστού. 1663 162 167 The issue of eugenics began as early as 1883 and had few supporters. However, it continued to have strong support, and for this reason laws were also created whereby, with the wishes of each state, to sterilize people with mental disabilities to "cut off" this gene from any other "good" society. The historical retrospection proves the wrong view we have had so far, that eugenics flourished only during the time Hitler and Nazi worked. The United States of America, Australia, the Scandinavian countries are some of the examples we quote at our paper, to prove that such terrible "crimes" have been accepted by many. Finally, it was considered appropriate to make a moral analysis of the issue from the point of view of sociology, because such a matter is not a purely personal decision and has a direct impact on society as a whole. Ethical values and education on such issues determine the quality of each society and then each person individually. Το ζήτημα της ευγονικής ξεκίνησε ήδη από το 1883 και είχε ουκ ολίγους υποστηρικτές. Συνέχισε ωστόσο να έχει ένθερμη υποστήριξη και για το λόγο αυτό δημιουργήθηκαν και νόμοι όπου επέτρεπαν, με τις «ευχές» του κάθε κράτους να στειρώνουν άτομα με νοητική αναπηρία με στόχο να «αποκόψουν» αυτό το γονίδιο από την κάθε άλλο «καλή» κοινωνία. Η ιστορική αναδρομή αποδεικνύει την λανθασμένη άποψη που είχαμε έως τώρα, ότι δηλαδή η ευγονική άνθισε μόνο κατά την περίοδο του Χίτλερ και των Ναζί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η Αυστραλία, οι Σκανδιναβικές χώρες είναι μερικά από τα παραδείγματα που παραθέτουμε στην εργασία με σκοπό να αποδείξουμε ότι τέτοια αποτρόπαια «εγκλήματα» ήταν αποδεκτά από πολλούς. Τέλος, θεωρήθηκε σκόπιμο να γίνει μία ηθική ανάλυση επί του ζητήματος από την σκοπιά της κοινωνιολογίας, διότι ένα τέτοιο ζήτημα δεν αποτελεί μία καθαρά προσωπική απόφαση και έχει άμεσο αντίκτυπο σε όλη την κοινωνία. Οι ηθικές αξίες και η παιδεία πάνω σε τέτοια ζητήματα καθορίζουν την ποιότητα της κάθε κοινωνίας και έπειτα του κάθε ατόμου ξεχωριστά. 1664 276 269 A research on the conceptualization of geometrical transformations by 5th and 6th grade pupils of primary school Μελέτη της νοηματοδότησης των γεωμετρικών μετασχηματισμών από μαθητές της Ε΄και Στ΄τάξης δημοτικού The geometric transformations constitute an important part of geometry, they are rich from the conceptual point of view and they also cultivate important spatial abilities. This research explores the evolution of the 5th and 6th grade pupils' discourse, as regards the geometrical transformations, the role of the concrete and digital tools in this evolution, as well as the role of art as a framework for the conceptualization of geometrical transformations. Taking into consideration two theoretical frameworks, Commognition and Semiotic Mediation, an intervention was designed based on the theoretical example of a 10-hour design research. It was implemented into the mathematical club of a class. It was conducted in three phases, in which the pupils’ evolution of discourse on transformations was explored, through activities on paper and in the dynamic environment of Geometer's Sketchpad. In the end, the pupils created their own projects with the help of GSP. The discourse of all pupils seemed to have evolved into more mathematical versions. In particular, the use of concrete tools seems to have enhanced the enrichment of their vocabulary with dynamic / informal terms. The use of the GSP helped them to focus on mathematics of transformations and enrich their vocabulary with more formal mathematical terms. Their gestures functioned as words and as visual mediators who supported the expression of mathematical ideas. Art as a framework seemed to have helped all pupils to conceptualize mathematical meanings. Our findings confirm that pupils, having been given the appropriate tools and involved in particular activities, can have rich conceptualizations of transformations and develop important skills. Οι γεωμετρικοί μετασχηματισμοί αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι της γεωμετρίας, είναι πλούσιοι από εννοιολογική σκοπιά και καλλιεργούν σημαντικές χωρικές ικανότητες. Η παρούσα έρευνα διερευνά τον τρόπο που εξελίσσεται ο λόγος των μαθητών Ε΄ και Στ΄ δημοτικού για τους γεωμετρικούς μετασχηματισμούς, τον ρόλο των χειραπτικών και ψηφιακών εργαλείων στην εξέλιξη αυτή και τον ρόλο της τέχνης ως πλαίσιο νοηματοδότησης των γεωμετρικών μετασχηματισμών. Υπό τον φακό δύο θεωρητικών πλαισίων, της επικοινωνιογνωστικής προσέγγισης και της σημειωτικής διαμεσολάβησης, σχεδιάστηκε μια παρέμβαση, στηριζόμενη στο θεωρητικό παράδειγμα της έρευνας σχεδιασμού, διάρκειας 10 ωρών περίπου. Εφαρμόστηκε σε μία σχολική τάξη, στο πλαίσιο ενός ομίλου μαθηματικών. Πραγματοποιήθηκε σε τρεις φάσεις, όπου διερευνήθηκε η εξέλιξη του λόγου των μαθητών σχετικά με τους μετασχηματισμούς μέσα από δραστηριότητες στο χαρτί και στο δυναμικό περιβάλλον του Geometer’s Sketchpad (GSP) και στο τέλος οι μαθητές δημιούργησαν τα δικά τους έργα με τη βοήθεια του GSP. Ο λόγος του συνόλου των μαθητών φάνηκε να εξελίχτηκε σε πιο μαθηματικοποιημένες εκδοχές. Συγκεκριμένα, η χρήση χειραπτικών εργαλείων μοιάζει να ενίσχυσε τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου των μαθητών με δυναμικούς/άτυπους όρους. Η χρήση του GSP βοήθησε τους μαθητές να εστιαστούν στα μαθηματικά που διέπουν τους μετασχηματισμούς και να εμπλουτίσουν το λεξιλόγιό τους με περισσότερο τυπικούς μαθηματικούς όρους. Οι χειρονομίες των μαθητών λειτούργησαν ως λέξεις και ως οπτικοί διαμεσολαβητές που υποστήριζαν την έκφραση μαθηματικών ιδεών. Η τέχνη ως πλαίσιο φάνηκε να βοήθησε το σύνολο των μαθητών να νοηματοδοτήσουν τις μαθηματικές έννοιες. Τα ευρήματα μας επιβεβαιώνουν ότι οι μαθητές του δημοτικού με κατάλληλα εργαλεία και δραστηριότητες μπορούν να έχουν πλούσιες νοηματοδοτήσεις για τους μετασχηματισμούς και να αναπτύξουν σημαντικές δεξιότητες. 1665 58 75 Anaemia in pregnancy is a common medical condition. The most commons are iron deficiency and megaloblastic anaemias. Other types are aplastic anaemia and autoimmune and hemolytic anaemias. The symptoms range from mild to grave and if they left unattended can have serious adversal effects on both mother and fetus. Special attention must be given to nutrition during pregnancy. Η αναιμία κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι μια συνήθης ιατρική κατάσταση, με πιο κοινές τη σιδηροπενική και τη μεγαλοβλαστική αναιμία. Άλλοι τύποι αναιμίας που μπορεί να εμφανιστούν είναι η απλαστική και η αιμολυτική αναιμία. τα συμπτώματα κυμαίνονται από πολύ ελαφρά μέχρι βαριά και αν αφεθούν χωρίς τη δέουσα ιατρική φροντίδα μπορεί να υπάρξουν σοβαρές επιπτώσεις για τη μητέρα και το κύημα. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη διατροφή κατά την περίοδο της κύησης. 1666 221 263 A lot of infections can affect pregnancy and the effects of these infections usually give unpleasant effects on the fetus and on the newborn. The different infections can occur either intrauterine or during labor and lead to significant morbidity, but even mortality of the fetus or neonate. The diagnosis of various infections is imperative, as in most of them the possibility of antiviral treatment may occur, even under condition. Maternal infections can be spread to the fetus and neonate by increasing infestation from the upper vagina through the cervix to the amniotic fluid or as a hematogenous spread resulting from maternal vemia, bacteraemia or parasitemia. During pregnancy various infections may be affect the results of the pregnancy. Vertical transmission of infections from the mother to the fetus or neonate is an important cause of neonatal morbidity and mortality. In recent decades, interventions to prevent the transmission of certain infections during pregnancy and childbirth such as streptococcus, hepatitis virus, human immunodeficiency virus or syphilis have been implemented to reduce these incidents. Pregnancy guidelines and treatment recommendations are effective in preventing vertical transmission of infections and thus preventing perinatal morbidity and mortality. Preventing primary mother infection by modifying habits that can increase infection-inducing factors is a major medical intervention. Pregnant education in prenatal and prevention strategies is vital to ensure optimal perinatal outcome. Πληθώρα λοιμώξεων είναι δυνατόν να προσβάλλουν την έγκυο και τα αποτελέσματα αυτών των λοιμώξεων παρουσιάζουν συνήθως δυσάρεστα αποτελέσματα για το έμβρυο και εν συνεχεία το νεογνό. Οι διάφορες λοιμώξεις μπορούν να εκδηλωθούν είτε ενδομήτρια ή κατά τη διάρκεια του τοκετού και να οδηγήσουν σε σημαντική νοσηρότητα, αλλά ακόμα και θνησιμότητα του εμβρύου ή νεογνού. Η διάγνωση των διαφόρων λοιμώξεων κρίνεται επιτακτική καθώς στις περισσότερες από αυτές υπάρχει η δυνατότητα αντιικής θεραπείας έστω και υπό προϋποθέσεις. Οι μητρικές λοιμώξεις μπορεί να εξαπλωθούν στο έμβρυο και το νεογνό μέσω της αύξουσας μόλυνσης από τον άνω κόλπο μέσω του τραχήλου της μήτρας στο αμνιακό υγρό είτε ως αιματογενής εξάπλωση αποτέλεσμα μητρικής ιαιμίας, βακτηριαιμίας ή παρασιταιμίας. Στη διάρκεια της κύησης, η έγκυος μπορεί να προσβληθεί από διάφορες λοιμώξεις. Η κάθετη μετάδοση λοιμώξεων από τη μητέρα στο έμβρυο ή νεογνό αποτελεί μία σημαντική αιτία νεογνικής νοσηρότητας και θνησιμότητας. Τις τελευταίες δεκαετίες, παρεμβάσεις σχετικά με την αποφυγή της μετάδοσης ορισμένων λοιμώξεων κατά τη διάρκεια της κύησης και του τοκετού όπως ο στρεπτόκοκκος, ο ιός της ηπατίτιδας, ο ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας ή η σύφιλη έχουν εφαρμοστεί για τη μείωση των περιστατικών αυτών. Οι προγεννητικές κατευθυντήριες οδηγίες και οι συστάσεις θεραπείας είναι αποτελεσματικές σε ότι αφορά την πρόληψη της κάθετης μετάδοσης λοιμώξεων και κατά συνέπεια την πρόληψη της περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας. Η πρόληψη της πρωταρχικής λοίμωξης της μητέρας μέσω της τροποποίησης των συνηθειών που μπορεί να αυξήσουν τους παράγοντες μετάδοσης λοιμώξεων αποτελεί μία σημαντική ιατρική παρέμβαση. Η εκπαίδευση των εγκύων σε ότι αφορά τις προγεννητικές δοκιμασίες και στρατηγικές πρόληψης είναι ζωτικής σημασίας για τη διασφάλιση του βέλτιστου περιγεννητικού αποτελέσματος. 1667 270 281 Τhe purpose of this doctoral thesis is to study the collective identities which are incorporated in the social identities of children. More specifically, this thesis focuses on the Pontian, the local and the Thracian identities respectively. These identities are inter-ethnic differentiations of the Greek ethnic identity. The methods of participatory design, participatory observation and the educational software of edutainment were used in the research. According to the method of participatory design, the user of digital applications takes active part in the design and the creation of the product. The application of edutainment is addressed to children and combines education with entertainment. The interview, the written questionnaire and the focus groups were used as methodological tools. According to the research conclusions, children incorporate in their social identities elements of the collective identities of their integration groups. The immediate family, the wider family, the cultural group, the community, the school and the internet are factors that strengthen forms of collective identity and at the same time socialization carriers. As socialization carriers, they transmit and play an important role in the procedures of absorbing the collective identities. The children of local origin include in their local identity their local customs, music and dance. The collective identity of children of Pontian origin includes mostly pontian dances, songs and music. The children of Thracian origin identify their collective identity mostly through the thracian customs, the dance and the music. Τo sum up, children as a social group not only adopt the collective identities of their integration groups , but they also strengthen them by transmitting them to their peer groups and their wider social circle. Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι η μελέτη συλλογικών ταυτοτήτων που ενσωματώνονται στις κοινωνικές ταυτότητες των παιδιών. Ειδικότερα, η διατριβή εστιάζει στην ποντιακή, στην ντόπια και στη θρακική συλλογική ταυτότητα. Οι ταυτότητες αυτές αποτελούν ενδοεθνικές διαφοροποιήσεις της ελληνικής εθνικής ταυτότητας. Κατά την έρευνα εφαρμόστηκε η μέθοδος του συμμετοχικού σχεδιασμού (participatory design), της συμμετοχικής παρατήρησης και το εκπαιδευτικό λογισμικό της εκπαιδευτικής ψυχαγωγίας (edutainment). Mε τη μέθοδο του συμμετοχικού σχεδιασμού, ο χρήστης ψηφιακών εφαρμογών συμμετέχει ενεργά από τον σχεδιασμό έως τη δημιουργία του προϊόντος. Η εφαρμογή της εκπαιδευτικής ψυχαγωγίας απευθύνεται σε παιδιά και συνδυάζει την εκπαίδευση με την ψυχαγωγία. Ως μεθοδολογικά εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν η συνέντευξη, το γραπτό ερωτηματολόγιο και οι ομάδες εστίασης. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας, τα παιδιά εντάσσουν στις κοινωνικές τους ταυτότητες στοιχεία του περιεχομένου των συλλογικών ταυτοτήτων των ομάδων ένταξής τους. Η οικογένεια, η ευρύτερη συγγένεια, ο πολιτιστικός σύλλογος, η κοινότητα, το σχολείο και το διαδίκτυο αποτελούν παράγοντες ισχυροποίησης μορφών συλλογικής ταυτότητας και ταυτόχρονα φορείς κοινωνικοποίησης. Ως φορείς κοινωνικοποίησης, μεταδίδουν και συντελούν στις διαδικασίες εσωτερίκευσης των συλλογικών ταυτοτήτων. Τα παιδιά ντόπιας καταγωγής εντάσσουν στο περιεχόμενο της τοπικής τους ταυτότητας τα τοπικά έθιμα, τους ντόπιους χορούς και την ντόπια μουσική. Το περιεχόμενο της συλλογικής ταυτότητας παιδιών ποντιακής καταγωγής περιλαμβάνει κυρίως τους ποντιακούς χορούς, τα ποντιακά τραγούδια και την ποντιακή μουσική. Τα παιδιά θρακικής καταγωγής ταυτίζουν το περιεχόμενο της ταυτότητάς τους κυρίως με τα θρακικά έθιμα, τους θρακικούς χορούς και τη θρακική μουσική. Συνοψίζοντας, τα παιδιά ως κοινωνική ομάδα όχι μόνο υιοθετούν συλλογικές ταυτότητες των ομάδων ένταξής τους, αλλά προβαίνουν σε δράσεις ισχυροποίησης και μετάδοσης του περιεχομένου αυτών των ταυτοτήτων σε ομάδες συνομηλίκων τους και στον κοινωνικό περίγυρο. Λέξεις κλειδιά: κοινωνική ταυτότητα, συλλογική ταυτότητα, κοινωνικός εαυτός, ποντιακή ταυτότητα, τοπική ταυτότητα, θρακική ταυτότητα 1668 408 419 Το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών σε ασθενείς με τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια Introduction: Restless legs syndrome (RLS) is a common disorder of the lower limbs, characterised by intense need for continuous movement and usually accompanied by unpleasant sensations. In patients with chronic renal failure under haemodialysis and under peritoneal dialysis, the syndrome has not been thoroughly studied, particularly in the Greek population. Aim of the study: The aim was the epidemiological study of RLS in end-stage renal disease and its possible correlation with age, sex, rehabilitation method, laboratory findings and questionnaires on quality of life, daily sleepiness and sleep quality. Patients-Methods: 80 patients were selected from the haemodialysis section and 20 patients from the peritoneal dialysis section. The study was a cross-sectional design. Syndrome diagnosis was performed on the basis of the International Restless Legs Syndrome Study Group (IRLSSG) criteria and severity estimation based on the modified RLS rating scale for severity. At the same time, laboratory findings and the questionnaires WHO WELL-BEING INDEX %, EPWORTH SCORE, PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI)-TOTAL SCORE were studied in these patients. Statistical analysis was carried out with appropriate parametric and non-parametric tests and simple and polyonimic hierarchical regression’s models. As level of significance was defined p<0,05. Results: The prevalence of the syndrome was 30% among patients with end-stage renal disease with a higher prevalence among patients under peritoneal dialysis. The syndrome was mild and moderate in patients with peritoneal dialysis while very severe in haemodialysis patients. Increase in parathyroid hormone is associated with an increase in the incidence of the syndrome. Increase of β2-microglobulin is accompanied by an increase in EPWORTH SCORE. The value of urea, β2-microglobulin and parathyroid hormone is related to the scores in the individual components of the PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI) questionnaire. Sex is not statistically associated with the presence or absence of RLS in this particular patient category, but plays a role in the EPWORTH SCORE. The correlation of the three questionnaires we used showed that there is a statistically significant negative correlation between the WHO WELL-BEING INDEX% and the PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI) -TOTAL SCORE. Conclusion: The current epidemiological study found that 3 out of 10 end-stage renal patients in rehabilitation treatment suffer from RLS, with the relative risk being elevated in patients with elevated parathyroid hormone. Conversely, no causal relationship was found with hematocrit levels and haemodialysis characteristics. The value of urea, β2- microglobulin and parathyroid hormone is related to the scores in the individual components of the PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI) questionnaire. Εισαγωγή: Το Σύνδρομο Ανήσυχων Ποδιών (ΣΑΠ) είναι μια νοσολογική οντότητα, που χαρακτηρίζεται από έντονη ανάγκη για συνεχή μετακίνηση των κάτω άκρων και συνήθως συνοδεύεται από δυσάρεστες παραισθησίες. Σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια υπό αιμοκάθαρση και υπό περιτοναϊκή κάθαρση το σύνδρομο δεν έχει μελετηθεί διεξοδικά, ιδιαίτερα στον ελληνικό πληθυσμό. Σκοπός: Σκοπός ήταν η επιδημιολογική μελέτη του ΣΑΠ σε νεφροπαθείς τελικού σταδίου και η πιθανή συσχέτιση του με ηλικία, φύλλο, μέθοδο αποκατάστασης, εργαστηριακούς δείκτες και ερωτηματολόγια σχετικά με την ποιότητα της ζωής, την ημερήσια υπνηλία και την ποιότητα του ύπνου. Ασθενείς-Μέθοδοι: Επιλέχθηκαν 80 ασθενείς από το τμήμα του τεχνητού νεφρού και 20 ασθενείς από το τμήμα της περιτοναϊκής κάθαρσης. Η μελέτη ήταν σχεδιασμού χρονικής στιγμής (cross-sectional). Η διάγνωση του συνδρόμου πραγματοποιήθηκε με βάση τα κριτήρια της Διεθνούς Ομάδας Μελέτης του Συνδρόμου Ανήσυχων Ποδιών (IRLSSG) και η εκτίμηση της βαρύτητας με βάση την τροποποιημένη Κλίμακα Σοβαρότητας Συνδρόμου Ανήσυχων Ποδιών (RLS rating scale for severity). Ταυτόχρονα μελετήθηκαν στους ασθενείς αυτούς εργαστηριακοί δείκτες και τα ερωτηματολόγια WHO WELL-BEING INDEX %, EPWORTH SCORE, PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI)-TOTAL SCORE. Η στατιστική ανάλυση πραγματοποιήθηκε με κατάλληλες παραμετρικές και μη παραμετρικές δοκιμασίες και απλά και πολυωνυμικά μοντέλα ιεραρχικής λογιστικής παλινδρόμησης. Ως επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε το 0,05. Αποτελέσματα: Ο επιπολασμός του συνδρόμου ήταν 30% μεταξύ των ασθενών με τελικού σταδίου νεφρική νόσο με μεγαλύτερο επιπολασμό μεταξύ των ασθενών υπό περιτοναϊκή κάθαρση. Το σύνδρομο ήταν ήπιας και μέτριας βαρύτητας στους περιτοναϊκούς ασθενείς ενώ πολύ σοβαρό στους ασθενείς σε αιμοκάθαρση. Η αύξηση της παραθορμόνης συσχετίζεται με αύξηση του ποσοστού εμφάνισης του συνδρόμου. Αύξηση της β2-μικροσφαιρίνης συνοδεύεται με αύξηση της βαθμολογίας του EPWORTH SCORE. H τιμή της ουρίας, της β2-μικροσφαιρίνης και της παραθορμόνης συχετίζεται με τις βαθμολογίες στα επιμέρους συστατικά του ερωτηματολογίου PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI). Το φύλο δεν συσχετίζεται στατιστικά με την παρουσία ή όχι του ΣΑΠ στη συγκεκριμένη κατηγορία ασθενών, αλλά παίζει ρόλο στη βαθμολογία του EPWORTH SCORE. Ο συσχετισμός των τριών ερωτηματολογίων που χρησιμοποιήσαμε ανέδειξε ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική αρνητική συσχέτιση μεταξύ του WHO WELL-BEING INDEX % και του PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI)-TOTAL SCORE. Συμπέρασμα: Η παρούσα επιδημιολογική μελέτη κατέγραψε ότι 3 στους 10 νεφροπαθείς που βρίσκονται σε θεραπεία αποκατάστασης πάσχουν από ΣΑΠ, με το σχετικό κίνδυνο να είναι αυξημένος στους ασθενείς με αυξημένη παραθορμόνη. Αντίθετα, καμία αιτιολογική συσχέτιση δεν προέκυψε με τα επίπεδα του αιματοκρίτη, και τα χαρακτηριστικά της αιμοκάθαρσης. Οι τιμές της ουρίας, της β2-μικροσφαιρίνης και της παραθορμόνης συσχετίζονται με τις βαθμολογίες στα επιμέρους συστατικά του ερωτηματολογίου PITTSBURGH SLEEP QUALITY INDEX (PSQI). 1669 412 426 ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης του VCAM-1 στον εναπομείναντα ηπατικό ιστό. Πειραματική μελέτη. Background and Aim: The aim of this study is to clarify the safety of radiofrequency assisted partial hepatectomy for the liver remnant and evaluate the local postoperative inflammatory response through tissue immunohistochemical expression of Vascular Cell Adhesion Molecule, VCAM-1. The expression of VCAM-1 is been studied and compared after the two main techniques for radiofrequency assisted partial hepatectomy, the technique Habib 4X and the Sequential Coagulate-Cut technique described by Milicevic et al. Materials and Method: Twenty (20) Landrace pigs aged 3-4 months and of 20-25 kgr weight each were used for this experimental study. The animals were randomized into four groups. In the first group (SCC, n=6)partial resection of the left lateral and left medial liver lobe was performed by the Sequential Coagulate-Cut technique. In the second group (H, n=4) same size hepatectomy was performed by the Habib technique. In the third group (CC, n=4) the same operation was performed by the Crush-Clamp technique. Finally, the animals of the fourth group (Sham, n=6) underwent Sham operation. 48h after the intervention, a new laparotomy was performed and liver tissue from the site of right hepatic lobe was obtained.The study of VCAM-1 tissue expression was performed by immunohistochemical technique and rated as 0 (negative), 1 (mild), 2 (moderate), 3 (intense). Results: All animals survived of the interventions. The expression of VCAM-1 was measured intense in the SCC group (Median: 3, IQR: 0), increased in comparison with the Sham group (Median: 0, IQR: 1) (p=0,002). In contrast, mild expression of the VCAM-1 was noticed in H group (Median: 1, IQR: 0,5), without any difference in comparison with the Sham group (p=0,067). In addition, the expression of VCAM-1 was noticed increased in SCC group compared with H group (p=0,010) and CC group as well (p=0,010), where the expression of VCAM-1 was found mild (Median: 2, IQR: 0,5). Finally, no differences were noticed between the H and the CC groups (p=0,343).Conclusion: Radiofrequency assisted partial hepatectomy performed by the Sequential Coagulate-Cut technique with a monopolar radiofrequency electrode causes intense tissue expression of VCAM-1 in the liver remnant, 48h after the operation. In contrast, when the biopolar electrode device was used for liver parenchyma resection as described by Habib et al the expression of VCAM-1 remained mild, decreased in comparison with the SequentialCoagulate-Cut technique. In comparison with the classic Crush Clump technique, tissue expression of VCAM-1 was measured higher in the Sequential Coagulate-Cut technique group but no differences were noticed between the mentioned group and the Habib’s technique group. Σκοπός: Σκοπός της παρούσης μελέτης αποτελεί η διερεύνηση της ασφάλειας της ηπατεκτομής με τη βοήθεια ραδιοσυχνοτήτων για το εναπομείναν ηπατικό παρέγχυμα και η καταγραφή της μετεγχειρητικής τοπικής φλεγμονώδους αντίδρασης μέσω της εκτίμησης της ανοσοϊ-στοχημικής έκφρασης του Αγγειακού Μορίου Προσκόλλησης VCAM-1 στον εναπομείναντα ηπατικό ιστό στις δύο κύριες τεχνικές ηπατε-κτομής υποβοηθούμενης με ραδιοσυχνότητες (τεχνική Habib 4Χ, τεχνική διαδοχικής πήξης-διατομής που περιγράφηκε από τους Milicevic και συν). Υλικά και Μέθοδος:Για τη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν είκοσι (20) χοίροι της φυλής Landrace ηλικίας 3-4 μηνών και σωματικού βάρους 20-25 kgr ο καθένας. Τα πειραματόζωα χωρίστηκαν τυχαία σε τέσσερις ομάδες. Στην πρώτη ομάδα (ομάδα SCC, n=6) πραγμα-τοποιήθηκε εκτομή τμήματος του αριστερού πλάγιου και τμήματος του αριστερού μέσου λοβού με την τεχνική της διαδοχικής πήξης διατομής. Στη δεύτερη ομάδα (ομάδα Η, n=4) πραγματοποιήθηκε ίσης έκτασης μερική ηπατεκτομή με την τεχνική Habib 4Χ. Στην τρίτη ομάδα (ομάδα CC, n=4) πραγματοποιήθηκε ομοίως ίσης έκτασης ηπατεκτομή με την τεχνική της σύνθλιψης με λαβίδες. Τέλος, στην τέταρτη ομάδα (ομάδα Sham, n=6) πραγματοποιήθηκε εικονική επέμβαση. 48h μετά την αρχική παρέμβαση λήφθηκε δείγμα ηπατικού ιστού από το δεξιό λοβό. Στα δείγματα ηπατικού ιστού μελετήθηκε η ανοσοϊστοχημική έκφραση του VCAM-1. Η ανοσοϊστοχημική εκτίμηση της έκφρασης των αντισωμάτων ήταν ημιποσοτική και αφορούσε την ένταση - έκταση της χρώσης ενώ βαθμολογήθηκε ως εξής:0= απουσία έκφρασης ή αρνητικό, 1= ήπια έκφραση, 2= μέτρια έκφραση, 3= έντονη έκφραση. Αποτελέσματα: Όλαταπειραματόζωα επέζησαν της χειρουργικής επέμβασης. Στην ομάδα SCC διαπιστώθηκε έντονη έκφραση του VCAM-1 (Διάμεσος: 3, IQR: 0), αυξημένη σε σύγκριση με την ομάδα Sham (Διάμεσος: 0, IQR: 1) (p=0,002). Αντίθετα, στην ομάδα Η η έκφραση του VCAM-1 σημειώθηκε ήπια (Διάμεσος: 1, IQR: 0,5), χωρίς να διαφέρει από την ομάδα Sham (p=0,067). Διαπιστώθηκε επίσης αυξημένη έκφραση του VCAM-1 στην ομάδα SCC σε σχέση με την ομάδα Η (p=0,010) αλλά και την ομάδα CC (p=0,010), στην οποία η έκφραση του VCAM-1 σημειώθηκε μέτρια (Διάμεσος: 2, IQR: 0,5). Αντίθετα, οι ομάδες Η και CC δεν διέφεραν μεταξύ τους ως προς την ανοσοϊστοχημική έκφραση του VCAM-1 (p=0,343). Συμπεράσματα: Η ηπατεκτομή με την τεχνική της διαδοχικής πήξης-διατομής όπου χρησιμοποιείται ενέργεια ραδιοσυχνοτήτων με ένα μονοπολικό ηλεκτρόδιο προκαλεί έντονη ανοσοϊστοχημική έκφραση του μορίου προσκόλλησης VCAM-1 στον εναπομείναντα ηπατικό ιστό, 48h μετά την επέμβαση. Αντίθετα, η ηπατεκτομή με ραδιοσυχνότητες με διπολικό σύστημα ηλεκτροδίων κατά Habib προκαλεί ήπια έκφραση του VCAM-1, ελαττωμένη σε σύγκριση με την ομάδα της διαδοχικής πήξης διατομής. Σε σύγκριση με την ομάδα της ηπατεκτομής με σύνθλιψη με λαβίδες, η ανοσοϊστοχημική έκφραση του VCAM-1 υπήρξε υψηλότερη στην ομάδα διαδοχικής πήξης-διατομής αλλά χωρίς μεταβολές στην ομάδα της τεχνικής Habib 4Χ. 1670 179 203 Μικροβίωμα του γεννητικού συστήματος στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή The human body hosts more than 10 trillion microorganisms called microbioma. These microbes are localized in the intestine, oral cavity, skin and urogenital tract. Researchers suggest that dysbiosis of the microorganisms can cause health problems. The ovaries, the ovules, the endometrium, the vagina and the sperm have their own microbioma. Assisted reproduction often has to cope with an infertility problem caused by microbial dysbiosis, while the microbiome is affected and modified as a response to factors of assisted reproduction techniques. The microbiome interacts with the hormonal environment and is involved in implantation, blastocyst formation, subsequent embryo development and in the successful birth of healthy progeny. In healthy individuals, the microbiome appears to be dominated by lactobacilli -upper and lower genital system- whereas the growth of other strains leads to deregulation and dysfunction of the reproductive processes even in the application of assisted reproduction techniques. Efforts are made to modify the genital microbiome to improve reproductive health and ART results. Management of the microbiome could be an important factor in improving reproductive capacity, especially with regard to assisted reproduction techniques. Το ανθρώπινο σώμα φιλοξενεί περισσότερους από 10 τρισεκατομμύρια μικροοργανισμούς που ονομάζονται μικροβίωμα. Εντοπίζονται στο έντερο, τη στοματική κοιλότητα, το δέρμα και την ουρογεννητική οδό. Έρευνες υποδεικνύουν ότι η δυσβίωση των μι-κροοργανισμών δύναται να προκαλέσει προβλήματα στην υγεία των ξενιστών τους. Οι ωοθήκες, οι ωαγωγοί, το ενδομήτριο, ο κόλπος και το σπέρμα έχουν το δικό τους μικροβίωμα. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή τις περισσότερες φορές καλείται να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα υπογονιμότητας που προκλήθηκε από την μικροβιακή δυσβίωση, και παράλληλα το μικροβίωμα επηρεάζεται και τροποποιείται ως απόκριση σε παράγοντες των τεχνικών της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Το μικροβίωμα αλληλεπιδρά με το ορμονικό περιβάλλον και εμπλέκεται στην εμφύτευση, την ανάπτυξη της βλαστοκύστης και του μετέπειτα εμβρύου, στην επιτυχή και τελειόμηνη κύηση υγιών απογόνων. Σε υγιή άτομα το μικροβίωμα φαίνεται να κυριαρχείται σε ανώτερο και κατώτερο γεννητικό σύστημα- από βακτήρια του γένους Lactobacillus, ενώ η αύξηση έτερων στελεχών οδηγεί σε απορρύθμιση και δυσλειτουργία των αναπαραγωγικών διαδικασιών ακόμα και στην εφαρμογή τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Γίνονται προσπάθειες τροποποίησης του μικροβιώματος του γεννητικού συστήματος ώστε να βελτιωθεί η αναπαραγωγική υγεία και τα αποτελέσματα των ART. Η διαχείριση του μικροβιώματος μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της αναπαραγωγικής ικανότητας, ειδικά σε ότι αφορά τις τεχνικές υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. 1671 268 297 Στρατηγικές ανάγνωσης για αναδυόμενα δίγλωσσα παιδιά στο δημοτικό σχολείο: The present study deals with the strategic learning and teaching of reading for the emergent bilingual students in Greek Elementary School. The difficulties these students encounter during the reading acquisition process are construed as challenges in order to improve the quality of their education and optimize it through the strategy-based instruction. This study takes into account not only the intricate essence of the reading process, but also the necessity of planning a systematic strategy-based reading instruction which will contribute to basic literacy acquisition. More specifically, it aims (a) to investigate the reading processes and reading strategies young learners go through in second language, (b) to develop a graduated framework/ model/ syllabus for applying reading strategies from levels A0 to A2, and (c) to provide systematic teaching approaches which incorporate a combination of reading strategies with specific prioritization and reusing. Based on the four reading pillars, (graphophonemic) decoding, vocabulary enrichment, the “word to clause” phase, and the critical reading literacy, the above mentioned innovative approach attempts to lay the foundation in order to develop the reading comprehension skill with the ultimate goal to help students become self-regulated and deal with the communicative demands in second language; thus, enhancing their communicative skills they will be also able to face the academic cognitive demands in school content courses. Moreover, the educational material embraces the Open Educational Resources principals and it is going to be digitally distributed and freely accessed with the view to be reused and modified, so that teachers will get acquainted with it and involved in creating their own educational materials for teaching greek language as a second language. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της εκμάθησης και διδασκαλίας της ανάγνωσης για τους αναδυόμενους δίγλωσσους μαθητές/ τις αναδυόμενες δίγλωσσες μαθήτριες που φοιτούν στις πρώτες τάξεις του Ελληνικού Δημοτικού Σχολείου. Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μαθητές/ μαθήτριες κατά την εκμάθηση της ανάγνωσης εκλαμβάνονται ως πρόκληση για την αναβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης, προσβλέποντας στον εκσυγχρονισμό της μέσα από την ενσωμάτωση των στρατηγικών μάθησης. Η εργασία λαμβάνει υπόψη την περίπλοκη φύση της διαδικασίας της ανάγνωσης αλλά και την ανάγκη για τον σχεδιασμό μιας συστηματικής, βασισμένης σε στρατηγικές, διδασκαλίας της ανάγνωσης, η οποία θα συμβάλει στην κατάκτηση του βασικού γραμματισμού για τα παιδιά αυτά. Πιο συγκεκριμένα, η εργασία στοχεύει (α) να μελετήσει τις αναγνωστικές διαδικασίες και τις στρατηγικές ανάγνωσης και κατανόησης, και ως αποτέλεσμα της μελέτης αυτής, (β) να διαμορφώσει ένα διαβαθμισμένο πλαίσιο/μοντέλο/syllabus αξιοποίησης αναγνωστικών στρατηγικών και (γ) να προσφέρει μεθοδευμένες διδακτικές προτάσεις που ενσωματώνουν συνδυαστικά τις αναγνωστικές στρατηγικές με συγκεκριμένη ιεράρχηση αλλά και ανακύκλωση. Στηριζόμενη στους τέσσερις πυλώνες της αναγνωστικής διαδικασίας, τη (γραφοφωνημική) αποκωδικοποίηση, τη λεξιλογική ενίσχυση, το στάδιο «από τη λέξη στην πρόταση» και τέλος την κριτική ανάγνωση, η εν λόγω πρόταση επιχειρεί να παράσχει στους μαθητές/ στις μαθήτριες στέρεα θεμέλια, ώστε να χτίσουν στρατηγικά την κατανόηση γραπτού λόγου σύμφωνα με τις αρχές του κριτικού γραμματισμού, με απώτερο σκοπό να μπορέσουν να αυτονομήσουν τη μάθησή τους και να αντεπεξέλθουν στις περιστάσεις επικοινωνίας στη δεύτερη γλώσσα αλλά και αργότερα στον ακαδημαϊκό λόγο του σχολείου. Ακόμη, το εκπαιδευτικό υλικό που έχει σχεδιαστεί, υιοθετεί τις αρχές των Ανοικτών Εκπαιδευτικών Πόρων και πρόκειται να διατεθεί ελεύθερο στο διαδίκτυο με σκοπό τη διάχυσή του στην ευρύτερη εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και την περαιτέρω εμπλοκή των εκπαιδευτικών στην παραγωγή πρωτότυπου εκπαιδευτικού υλικού για τη διδασκαλία της ελληνικής ως δεύτερης γλώσσας και τη βελτιστοποίησή του. 1672 241 223 Patients with myopia have a wide range of choices when it comes to correct this refractive error by an operation, refractive surgery with laser and inlay of phakic intraocular lenses (pIOLs) included. Phakic intraocular lenses (PIOL) are in use for many years in order to reduce the high sphero-cylindrical refractive errors. With the rising tension of incidence of these errors and the progress of the technology related to these lenses a lot more patients can take advantage of their insertion in the present time and in the future. However, although the insertion of phakic intraocular lenses (PIOL of anterior and posterior chamber) has demonstrated good optical results, their insertion is still a subject in question in many countries, because some issues that have to do with the quality of vision and the long-term safety of these lenses still remain. So, the purpose of this study is to evaluate the effectiveness, to compare the refractive results, the stability in refraction, to estimate the change in contrast sensitivity, to count the endothelial cells, the safety, the prevalence of complications and the satisfaction of patients with phakic intraocular lenses inserted for the elimination of high sphero-cylindrical refractive errors. The results of the study will contribute to the growth of knowledge about phakic intraocular lenses and will create the necessary conditions for future study in the particular scientific field. The information collected is found mainly in books, articles, published reports, surveys, censuses and online databases. Οι ασθενείς με μυωπία έχουν ένα αριθμό επιλογών για διορθωτικές επεμβάσεις προκειμένου να διορθώσουν τα διαθλαστικά σφάλματα, συμπεριλαμβανομένων των διαθλαστικών επεμβάσεων με laser και της ένθεσης φακικών ενδοφακών (pIOLs). Οι φακικοί ενδοφακοί (PIOL) είναι επιλογές που χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια προκειμένου να ελαττώσουν τα υψηλά σφαιροκυλινδρικά διαθλαστικά σφάλματα. Με την αυξανόμενη συχνότητα αυτών των σφαλμάτων και την εξέλιξη της σχετιζόμενης με αυτούς τους φακούς τεχνολογίας περισσότεροι ασθενείς μπορούν να επωφεληθούν από την ένθεσή τους στο παρόν και το μέλλον. Ωστόσο, μολονότι η ένθεση φακικών ενδοφακών (PIOL προσθίου και οπισθίου θαλάμου) έχει συσχετισθεί με καλά οπτικά αποτελέσματα, η ένθεσή τους είναι ακόμα θέμα υπό συζήτηση σε πολλές χώρες, διότι παραμένουν ακόμα κάποια ζητήματα που αφορούν στην ποιότητα της όρασης και τη μακροπρόθεσμη ασφάλεια αυτών των φακών. Ο σκοπός λοιπόν αυτής της μελέτης είναι να εκτιμήσουμε την αποτελεσματικότητα, να συγκρίνουμε τα διαθλαστικά αποτελέσματα, τη σταθερότητα στη διάθλαση, να εκτιμήσουμε τη μεταβολή στην ευαισθησία αντίθεσης, τη μέτρηση των ενδοθηλιακών κυττάρων, την ασφάλεια, τη συχνότητα επιπλοκών και την ικανοποίηση των ασθενών της ένθεσης φακικών ενδοφακών για την εξάλειψη υψηλών σφαιροκυλινδρικών διαθλαστικών σφαλμάτων. Τα αποτελέσματα της έρευνας θα συμβάλλουν στην προώθηση της γνώσης γύρω από τους φακικούς ενδοφακούς και θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις μελλοντικής έρευνας στη συγκεκριμένη επιστημονική περιοχή. Οι πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί βρίσκονται κυρίως σε βιβλία, άρθρα, δημοσιευμένες εκθέσεις, δημοσκοπήσεις, απογραφές και ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων. 1673 218 313 Η δράση των νευροπεπτιδίων του συστήματος του εκκλυτικού παράγοντα κορτικοτροπίνης στην ανάπτυξη κυτταρικών σειρών μελανώματος Corticotropin releasing factor (CRF - Corticotropin Releasing Factor) stimulates synthesis and secretion of corticotropin (ACTH) and beta-endorphin from the anterior pituitary, thereby regulating the stress response.The regulation of expression of the CRF system receptors, namely the CRF1 and CRF2 and the effect of CRF homologue neuropeptide urocortin II (UCN II) and estrogens E2 on the course of development of cancer cells we study in this work. The study is done using the mouse melanoma cell line C5N. Using total RNA extracted from this cell line, we measured the levels of transcripts of CRF1 and CRF2 after reverse transcription, using real time PCR. Further experiments were made in a cell growth monitoring unit in real time (xcelligence system) to study the development of cancer cells C5N under normal conditions and under the influence of the studied substances-peptides in various concentrations and combinations. Our study showed the CRF2 receptor expression and not of CRF1 in cancer melanoma line C5N. CRF2 receptor type expression was enhanced by E2. We also observed an increasing effect of UCN II and E2 at single administration and in combination in the process of growth of these cells. This model could be used in the next stage of study, to clarify the role of the system in carcinogenesis in the skin and the molecular mechanisms involved. Το Μελάνωμα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους τύπους καρκίνου στις μέρες μας. Το νευροενδοκρινικό σύστημα του Εκλυτικού Παράγοντα Κορτικοτροπίνης (CRF) φαίνεται να έχει κάποια σχέση με την κακοήθεια αυτή. Ο Εκλυτικός Παράγοντας Κορτικοτροπίνης (CRF - Corticotropin Releasing Factor) διεγείρει την σύνθεση και έκκριση κορτικοτροπίνης (ACTH) και β-ενδορφίνης από τα κορτικοτρόπα κύτταρα του προσθίου λοβού της υπόφυσης, ρυθμίζοντας έτσι την απάντηση στο στρες. Το σύστημα του CRF με τα ομόλογά του νευροπεπτίδια, δύο υποδοχείς και μια συνδετική πρωτεϊνη, φαίνεται να εμπλέκεται επίσης στη διέγερση του συμπαθητικού και στην αγγειογένεση αλλά και στη ρύθμιση της απόπτωσης σε πολλά περιφερικά συστήματα όπως στα επινεφρίδια. Την έκφραση του συστήματος CRF και συγκεκριμένα των υποδοχέων CRF1 υποδοχέα και CRF2 υποδοχέα , αλλά και επίδραση του CRF ομόλογου νευροπεπτιδίου Ουροκορτίνη ΙΙ (UCN II) και των οιστρογόνων Ε2στην πορεία της ανάπτυξης των καρκινικών κυττάρων μελετούμε στην εργασία αυτή . Η έρευνα της έκφρασης των παραγόντων αυτών και της ρύθμισής της γίνεται σε κυτταρικές σειρές μελανώματος ποντικού και συγκεκριμένα την C5N. Χρησιμοποιώντας ολικό RNA που εξήχθη από αυτή την κυτταρική σειρά μετρήσαμε τα επίπεδα των μεταγραφημάτων των γονιδίων CRF1 και CRF2 μετά από αντιστροφή μεταγραφή, χρησιμοποιώντας PCR πραγματικού χρόνου. Ακόμη πειράματα έγιναν στο μηχάνημα παρακολούθησης κυτταρικής ανάπτυξης σε πραγματικό χρόνο ( xcelligence system) για τη μελέτη της ανάπτυξης των καρκινικών κυττάρων C5N σε φυσιολογικές συνθήκες και κάτω από επίδραση των υπό μελέτη ουσιών-πεπτιδίων ,σε διαφορετικές συγκεντρώσεις και συνδυασμούς. Η μελέτη μας έδειξε την έκφραση των υποδοχέων CRF2 και όχι του CRF1 στην καρκινική σειρά μελανώματος C5N και την αυξητική επίδραση της UCN II και Ε2 σε απλή χορήγηση και σε συνδυασμό στην πορεία της ανάπτυξης των κυττάρων αυτών. Το μοντέλο αυτό θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε επόμενο στάδιο μελέτης, για τη διευκρίνιση του ρόλου του Συστήματος στην καρκινογένεση στο δέρμα και των μοριακών μηχανισμών που εμπλέκονται. 1674 13 10 Ανάπτυξη ενός πλαισίου ολοκληρωμένης διαχείρισης πολύπλοκων συστημάτων υπογείων υδατικών πόρων Development of a methodology framework for the integrated management of complexed groundwater systems 1675 400 451 Μελέτη της αξιοποίησης του αζώτου από ποικιλίες μαλακού σιταριού (triicum aestivum L.) στον Νομό Έβρου The common wheat (Triticum aestivum L.), a winter cereal, is the most widespread wheat globally with thousands of cultivars. It is the most suitable for making bread because of its grain quality. The purpose of this study was to investigate the adaptability and yielding ability of various common wheat cultivars, which were grown at different levels of nitrogen fertilization in the conditions of Northern Evros, Greece. Particular emphasis was given on parameters related to the N exploitation and N utilization efficiency by plants. The experiment was conducted at the farm of Democritus University of Thrace in Orestiada, in the 2012-2013 growing season. The soil was silty clay with 2.05 % organic matter and a pH of 7.5. Twelve common wheat cultivars were evaluated. The sowing took place on 14th November by hand. The experimental design was a split-plot with 4 replications. The 3 N levels (Ν5=50 kg N/ha, Ν10=100 kg N/ha, Ν15=150 kg N/ha) were used as main plots and the cultivars as subplots. Plant samples from each plot were taken at anthesis and maturity. Date of emergence, duration of plant biological cycle, plant height, dry matter accumulation and redistribution, grain yield and yield components, leaf area index (LAI), N accumulation and redistribution, grain protein concentration and N utilization efficiency were determined. The results showed that the seedling emergence was uniform and no differences in the duration of plant biological cycle were observed. The cultivars differed significantly in plant height. Increasing the level of N fertilization tended to increase the plant height, which ranged from 76.096 to 104.362 cm. The cultivars which had the highest plant height accumulated the highest dry matter. The grain yield ranged from 318 to 455 kg/ha, with significant differences among cultivars. Nitrogen fertilization increased significantly the grain yield. However, the N level required for optimum grain yield varied among cultivars. The N translocation from the vegetative tissues to the grains during grain filling period was depended on the amount of N that was available for translocation at anthesis. Increasing N fertilization tended to reduce the N translocation efficiency. Nitrogen fertilization increased significantly the protein concentration in grains, which ranged from 9.63 to 12.52%. Nitrogen agronomic efficiency was significantly reduced by increasing the N fertilization level. Overall, the results of this study contribute to a better understanding of the common wheat nutrition, and give practical answers related with the adaptability of wheat cultivars in the region Το μαλακό σιτάρι (Triticum aestivum L.) είναι χειμερινό σιτηρό με μεγάλη διάδοση και χιλιάδες ποικιλίες. Είναι το πλέον κατάλληλο για την αρτοποιία, λόγω της ποιότητας της γλοιίνης. Σκοπός της έρευνας αυτής ήταν να διερευνηθεί η προσαρμοστικότητα και το δυναμικό της απόδοσης διαφόρων ποικιλιών μαλακού σιταριού, οι οποίες αναπτύχτηκαν σε διάφορα επίπεδα αζωτούχου λίπανσης στις συνθήκες του Βόρειου Έβρου. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε σε παραμέτρους που σχετίζονται με την αξιολόγηση και την αποτελεσματικότητα χρησιμοποιήσεως του Ν από τα φυτά. Το πείραμα διεξήχθη στο αγρόκτημα του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης στην Ορεστιάδα την καλλιεργητική περίοδο 2012-2013. Το έδαφος ήταν ιλυοαργιλώδες με οργανική ουσία 2,05 % και pH 7,5. Αξιολογήθηκαν 12 ποικιλίες μαλακού σιταριού. Η σπορά έγινε με το χέρι στις 14 Νοεμβρίου με βάση το σχέδιο των υποδιαιρεμένων τεμαχίων (split-plot) με 4 επαναλήψεις. Ως κύρια τεμάχια χρησιμοποιήθηκαν 3 επίπεδα Ν (Ν5=5 kg N/στρ., Ν10=10 kg N/στρ., Ν15=15 kg N/στρ.) και ως υποτεμάχια οι ποικιλίες. Στα φυτά εφαρμόστηκε βασική και επιφανειακή λίπανση. Δείγματα φυτών από κάθε πειραματικό τεμάχιο ελήφθησαν στο στάδιο της πλήρους άνθησης και της ωρίμανσης. Προσδιορίστηκε η ημερομηνία φυτρώματος, η διάρκεια του βιολογικού κύκλου των φυτών, το ύψος φυτών, η συσσώρευση και η ανακατανομή ξηράς ουσίας, η απόδοση και τα συστατικά της απόδοσης, ο Δείκτης Φυλλικής Επιφάνειας (LAI), η συσσώρευση και η ανακατανομή Ν, η περιεκτικότητα των σπορών σε πρωτεΐνη και η αποτελεσματικότητα χρησιμοποιήσεως Ν. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το φύτρωμα των σπόρων ήταν ομοιόμορφο και δεν παρατηρηθήκαν διαφορές ως προς την διάρκεια του βιολογικού κύκλου των φυτών. Οι ποικιλίες διέφεραν σημαντικά ως προς το ύψος φυτών. Η αύξηση του επιπέδου της αζωτούχου λίπανσης έτεινε να αυξήσει το ύψος των φυτών, το οποίο κυμάνθηκε από 76,096 έως 104,362 cm. Οι ποικιλίες με το μεγαλύτερο ύψος συσσώρευσαν και υψηλότερη ξηρά ουσία. Οι ποικιλίες διέφεραν σημαντικά ως προς την απόδοση σε σπόρο, η οποία κυμάνθηκε μεταξύ 318 και 455 kg/στρ. Η αζωτούχος λίπανση αύξησε σημαντικά την απόδοση σε σπόρο. Ωστόσο, το επίπεδο του Ν που απαιτήθηκε για την βέλτιστη απόδοση σε σπόρο διέφερε μεταξύ των ποικιλιών. Η ανακατανομή του Ν από τα βλαστικά τμήματα στους κόκκους κατά το γέμισμα των κόκκων ήταν ανάλογη της διαθέσιμης προς ανακατανομή ποσότητας Ν στο στάδιο της άνθησης. Η αύξηση της αζωτούχου λίπανσης έτεινε να μειώσει την αποτελεσματικότητα ανακατανομής του Ν. Η αζωτούχος λίπανση αύξησε σημαντικά την περιεκτικότητα των κόκκων σε πρωτεΐνη, η οποία κυμάνθηκε από 9,625 έως 12,52%. Η απόδοση σε καρπό ανά μονάδα Ν μειώθηκε σημαντικά με την αύξηση του επιπέδου της αζωτούχου λίπανσης. Τα αποτελέσματα της εργασίας μπορούν να βοηθήσουν όχι μόνο στην καλύτερη κατανόηση της θρέψης του μαλακού σιταριού, αλλά και να δώσουν πρακτικές απαντήσεις σχετικά την προσαρμοστικότητα των ποικιλιών στην περιοχή 1676 355 350 Education and Educational Policy during the Greek War of Independence (1821–1827) Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική πολιτική κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης (1821–1827) normalsize With the beginning of the Greek War of Independence, the Greek fighters soon realized the value of education and training as the fundamental pillars on which the political, economic and social structure of the Modern Greek State should be built. The thirst for learning and proper education of the people is reflected in the first constitutional texts where there is a strong interest in formulating an educational policy that will emphasize the establishment of educational institutions and the systematization and distinction of education in three levels according to European standards. Throughout the Greek Revolution from the “Legal Order of the Eastern Fallow Land of Greece” which assigns the responsibility for the establishment and operation of educational institutions in the local administration to the “Political Constitution of Greece” which guarantees the freedom of education. As a necessary condition for the rebirth of the Nation, many important efforts are made to: a) secure the public and non-exclusionary education of all Greeks regardless of gender or financial status, b) formulate an educational system with new schools of uniform structure and the establishment of the curriculum, c) the establishment and establishment of European standards in Greek education, d) the establishment of an educational mechanism centrally controlled by the Administration initially through the Education Commissioner and later by the Secretariat under law and education, e) the introduction of the mutual teaching method as a medium for the basic education of all Greeks. However, education during the independence war was extremely problematic, as there was a very small network of schools unable to meet the needs, there was no state funding for education, there was a severe shortage of qualified teachers, books and teaching materials. These problems due to the war and political conflicts have resulted in any constitutional requirements, as well as the plans of the education committees, being of little value and of little practical value. Despite all the problems, however, they are the first attempts to establish an educational system and the first decisions for the formation of the educational policy of the Modern Greek State. Με την έναρξη της Απελευθερωτικού Αγώνα του 1821, οι επαναστατημένοι Έλληνες αντιλαμβάνονται την αξία της εκπαίδευσης και της παιδείας ως θεμελιώδεις πυλώνες επάνω στους οποίους θα πρέπει να οικοδομηθεί η πολιτική, οικονομική και κοινωνική συγκρότηση του Νεοελληνικού Κράτους. Η δίψα για μάθηση και σωστή αγωγή του λαού αποτυπώνεται στα πρώτα συνταγματικά κείμενα όπου καταγράφεται έντονα το ενδιαφέρον για τη χάραξη μιας εκπαιδευτικής πολιτικής που θα δίνει έμφαση στην ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και στη συστηματοποίηση και διάκριση της εκπαίδευσης σε τρεις βαθμίδες σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Σε όλη τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης από τη «Νομική Διάταξις της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος» με την οποία ανατίθεται η ευθύνη για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στην τοπική διοίκηση έως και το «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» με το οποίο κατοχυρώνεται η ελευθερία της εκπαίδευσης ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγέννηση του Έθνους, πραγματοποιούνται πολλές και σημαντικές προσπάθειες που ως στόχο έχουν: α) την κατοχύρωση της δημόσιας και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευσης όλων των ελλήνων ανεξαρτήτως φύλου ή οικονομικής κατάστασης, β) τη διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος με νέα σχολεία ομοιόμορφης δομής και διάθρωσης του προγράμματος σπουδών, γ) την κατοχύρωση και καθιέρωση των ευρωπαϊκών προτύπων στην ελληνική εκπαίδευση, δ) τη συγκρότηση ενός εκπαιδευτικού μηχανισμού ελεγχόμενου κεντρικά από τη Διοίκηση αρχικά μέσω του Εφόρου της Παιδείας και αργότερα από τη Γραμματεία ἐπὶ τοῦ δικαίου καὶ τῆς παιδείας, ε) την καθιέρωση της αλληλοδιδακτικής μεθόδου ως μέσο για τη στοιχειώδη εκπαίδευση όλων των Ελλήνων. Ωστόσο, η εκπαίδευση κατά τη διάρκεια του Αγώνα ήταν εξαιρετικά προβληματική, εφόσον υπήρχε ένα πολύ μικρό δίκτυο σχολείων ανίκανο να καλύψει τις ανάγκες, απουσίαζε οποιασδήποτε μορφής κρατική χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, υπήρχε σοβαρή έλλειψη καταρτισμένων εκπαιδευτικών, βιβλίων και διδακτικού υλικού. Αυτά τα προβλήματα λόγω των πολεμικών συνθηκών και των πολιτικών ερίδων είχαν σαν αποτέλεσμα οι όποιες συνταγματικές επιταγές, αλλά και τα σχέδια των επιτροπών σχετικά με την παιδεία να έχουν μικρό αντίκρισμα και μηδαμινή πρακτική αξία. Παρ' όλα τα προβλήματα όμως, αποτελούν τις πρώτες προσπάθειες για την καθιέρωση ενός εκπαιδευτικού συστήματος και τις πρώτες αποφάσεις για τη διαμόρφωση της εκπαιδευτικής πολιτικής του Νεοελληνικού Κράτους. 1677 316 310 mapping fifteen- year-old students’ ideas about the different accounts of the removal of children during the Greek civil war η χαρτογράφηση των ιδεών δεκαπεντάχρονων μαθητών σχετικά με τις διαφορετικές αφηγήσεις για τις μετακινήσεις παιδιών στον ελληνικό Εμφύλιο This dissertation concerns the utilization of controversial issues in history teaching in secondary education. Over the last decades controversial issues have been suggested for the purpose of developing citizenship. In history education they are used for various purposes. This study explores the impact of controversial issues on fostering historical thinking and second-order concepts. In addition, it is based on a vast literature regarding the students’ ideas about the different accounts, the way of handling conflicting sources and, consequently, students’ perceptions of the epistemological status of history. The study was intended to examine whether a structured, multiperspectival teaching of a controversial issue, which focuses on the disciplinary nature of history and exploits role-playing activities and different sources, could contribute to the development of historical thinking. The historical context concerned the civil war of the 1940s and, specifically, a contentious aspect of that, the removal of children of northern Greece by the two conflicting parties. The research design was quasi-experimental and was conducted in three middle schools of the Xanthi Prefecture in the spring of 2017 and 2018. The sample consisted of 94 students of the third grade. Three main tools were used to record students’ ideas: (a) written tests before and after the intervention; (b) recordings of the teaching; (c) interviews with selected participants. The qualitative and quantitative analysis of the data led to the following findings: (a) the field of students’ ideas is complex and the models of historical thinking should be flexible and adaptable to the particularities of the topic and the sources, (b) a structured teaching with an emphasis on the procedural knowledge could contribute to the refinement of students’ historical skills to some extent. In conclusion, we suggest a better structured curriculum and systematic teacher training in fostering the second-order concepts with student-centred strategies Η παρούσα διατριβή αφορά στην αξιοποίηση των επίμαχων ζητημάτων στη διδασκαλία της Ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τις τελευταίες δεκαετίες τα επίμαχα ζητήματα έχουν προταθεί με σκοπό την ανάπτυξη της πολιτότητας. Στην ιστορική εκπαίδευση χρησιμοποιούνται για διάφορους σκοπούς. Αυτή η μελέτη διερευνά την επίδραση των επίμαχων ζητημάτων στην καλλιέργεια της ιστορικής σκέψης και των δευτεροβάθμιων ιστορικών εννοιών. Επίσης, εδράζεται σε μια εκτεταμένη βιβλιογραφία σχετικά με τις ιδέες των διδασκόμενων για τις διαφορετικές αφηγήσεις, τον τρόπο διαχείρισης αντικρουόμενων πηγών και, επομένως, τις αντιλήψεις τους για την επιστημολογική φύση της Ιστορίας. Σκοπός της μελέτης ήταν να διερευνήσει αν μια δομημένη, πολυπρισματική διδασκαλία ενός επίμαχου ζητήματος, που εστιάζει στην επιστημική φύση της Ιστορίας και αξιοποιεί παιχνίδια ρόλων και διαφορετικές πηγές, θα μπορούσε να συμβάλλει στην ανάπτυξη της ιστορικής σκέψης. Το ιστορικό πλαίσιο αφορούσε στον εμφύλιο της δεκαετίας του 1940 και, ειδικότερα, σε μία αμφιλεγόμενη πτυχή του, τις μετακινήσεις παιδιών της βόρειας Ελλάδας από τις δύο αντίπαλες πλευρές. Η έρευνα είχε ημι-πειραματικό σχεδιασμό και διεξάχθηκε σε τρία γυμνάσια του νομού Ξάνθης την άνοιξη του 2017 και 2018. Το δείγμα αποτελούνταν από 94 μαθητές και μαθήτριες της Γ΄ Γυμνασίου. Για την καταγραφή των ιδεών τους χρησιμοποιήθηκαν κυρίως τρία εργαλεία: α) γραπτοί έλεγχοι πριν και μετά την παρέμβαση, β) ηχογραφήσεις των διδασκαλιών και γ) συνεντεύξεις επιλεγμένων μαθητών. Η ποιοτική και ποσοτική ανάλυση των δεδομένων οδήγησε στα εξής ευρήματα: α) το πεδίο των ιδεών των μαθητών είναι σύνθετο και τα μοντέλα ιστορικής σκέψης οφείλουν να είναι ευέλικτα και προσαρμόσιμα στις ιδιαιτερότητες του θέματος και των πηγών, β) μία δομημένη διδασκαλία με έμφαση στη διαδικαστική γνώση μπορεί να συμβάλει στην εκλέπτυνση των ιστορικών δεξιοτήτων αρκετών μαθητών ως έναν βαθμό. Συμπερασματικά, προτείνεται ένα καλύτερα δομημένο πρόγραμμα σπουδών και μια συστηματική επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού στην καλλιέργεια των δευτεροβάθμιων εννοιών με μαθητοκεντρικές στρατηγικές. 1678 274 280 An examination of the relationship between preservice Teachers’ Study Skills and Attitudes towards Statistics Προσεγγίσεις μελλοντικών Εκπαιδευτικών στη Μελέτη και οι Στάσεις τους για το μάθημα της Στατιστικής Although many teachers of introductory Statistics courses in tertiary education are likely to focus on knowledge transfer, many students are likely to have difficulty with Statistics due to non-cognitive factors such as negative attitudes or beliefs, individual and academic characteristics. Such factors may hinder the learning of Statistics or hinder the degree to which students will develop and adopt useful approaches and study skills. An empirical survey examines the relationships between participants’ self-identifying approaches and study skills, as they emerge from the ASSIST scale (Approaches and Study Skills Inventory for Students), and attitudes towards Statistics, as they emerge from the SATS scale (Survey of Attitudes Toward Statistics). Furthermore, associations between learning approaches and students' individual and academic characteristics are examined, such as satisfaction with studies, academic achievement and study orientation in high school. The sample of the research consisted of 124 graduate students of the Department of Primary Education (83.9% women). The study findings reveal that students seem to mostly adopt deep learning approaches. In addition, students of exact sciences in the secondary school reported a higher degree of preference towards deep approaches than students in humanities or social sciences. It was also found that students who are satisfied with their studies develop techniques of a strategic or deep learning. The deep approach, finally, showed a negative association with attitudes towards Statistics. The study findings can be utilized in practice for developing a statistics syllabus for non-mathematical majors. The study findings can be useful to teaching staff as well as postgraduate students in order to improve research output and quality Παρόλο που πολλοί διδάσκοντες εισαγωγικών μαθημάτων Στατιστικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι πιθανό να επικεντρώνονται στη μετάδοση γνώσεων, πολλοί φοιτητές είναι πιθανό να αντιμετωπίζουν δυσκολίες με τη Στατιστική, λόγω μη γνωστικών παραγόντων, όπως αρνητικές στάσεις ή πεποιθήσεις, ατομικά και ακαδημαϊκά χαρακτηριστικά. Τέτοιοι παράγοντες δύναται να αποτελέσουν τροχοπέδη στην μάθηση της Στατιστικής ή να εμποδίσουν το βαθμό στον οποίο οι φοιτητές θα αναπτύξουν και θα υιοθετήσουν χρήσιμες προσεγγίσεις και δεξιότητες στη μάθηση. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια ποσοτική έρευνα επισκόπησης με σκοπό να διερευνήσει τις σχέσεις ανάμεσα στις αυτο-αντιλαμβανόμενες προσεγγίσεις μάθησης των συμμετεχόντων, όπως αυτές προκύπτουν από την κλίμακα ASSIST (Προσεγγίσεις και Δεξιότητες Φοιτητών στη Μάθηση), και των στάσεων απέναντι στη Στατιστική, όπως αυτές προκύπτουν από την κλίμακα SATS (Στάσεις Φοιτητών απέναντι στη Στατιστική). Επίσης, διερευνώνται συσχετίσεις ανάμεσα στις προσεγγίσεις μάθησης και τα ατομικά και ακαδημαϊκά χαρακτηριστικά των φοιτητών, όπως η ικανοποίηση από τις σπουδές, η επίδοση και η κατεύθυνση στο Λύκειο. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 124 τελειόφοιτοι φοιτητές Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης (83,9% γυναίκες). Οι φοιτητές που έλαβαν μέρος στην έρευνα φαίνεται να υιοθετούν σε μεγαλύτερο βαθμό την σε βάθος προσέγγιση μάθησης. Επιπλέον, οι συμμετέχοντες που ακολούθησαν στο Λύκειο την Θετική κατεύθυνση προέκυψε ότι υιοθετούν σε μεγαλύτερο βαθμό την σε βάθος προσέγγιση μελέτης σε σχέση με τους προερχόμενους από τη Θεωρητική κατεύθυνση. Επιπροσθέτως, διαφάνηκε ότι οι ικανοποιημένοι από τις σπουδές τους φοιτητές αναπτύσσουν τεχνικές στρατηγικής ή σε βάθος μελέτης. Η επιφανειακή προσέγγιση μελέτης, τέλος, συσχετίζεται αρνητικά με τις στάσεις απέναντι στη Στατιστική. Τα ευρήματα της έρευνας μπορούν να αξιοποιηθούν κατά το σχεδιασμό και την οργάνωση της διδασκαλίας της Στατιστικής σε πανεπιστημιακά τμήματα ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών. 1679 327 359 Conseption and giving birth to a baby is a process in which many factors contribute. Over the last few decades, the role of the immune system has been dealt with in the search for the causes of infertility. The immune system combined with the hormonal profile contributes to the implantation and maintenance of pregnancy.In the present study we are looking at the role of natural killer (NK) cells, which are lymphocytes, in order to investigate both their presence and their role in fertility and onset abortions.NKs are part of the body's specific immunity and destroy target cells by antibody-dependent cytotoxicity. NKs are activated by the appropriate receptors; bind to the target cell and by injecting lytic enzymes destroying the target cells. Expression of CD16 and CD56 surface receptors, both peripheral blood NK and endometrial uNK, is responsible for cytotoxicity.The hormonal profile, depending on the phase of the woman's diurnal cycle, plays a role both in the concentration of NKs and in their activity. Hormones involved in this process are mainly progesterone and, to a lesser extent, prolactin and estrogens.Hormonal regulation occurs in two ways either directly via the receptors or indirectly via helper T-helper cells, Th-1 and Th-2 and cytokine secretion. The Th-1 / Th-2 ratio plays a role in the proliferation and NK activity.uNK is responsible for the production of cytokines that contribute to the proper environment for the invasion, growth of the trophoblast and creation of the placenta, while uNK does not lyse the trophoblastic cells through a locally suppressed immune environment. Local and peripheral changes are a result of a direct effect of progesterone on NK but also indirect through increased Th-2 secretion over Th-1 cytokines.The hormonal equilibrium according to the menstruation cycle or gestation seems to be interrelated with the concentration and activity of NK and the balance of cytokines. This relationship is investigated and developed in this work to highlight the role of NK in infertility, abortions, implantation and maintenance of pregnancy. Η σύλληψη και η γέννηση ενός μωρού είναι μια διαδικασία στην οποία συντελούν πληθώρα παραγόντων. Τις τελευταίες δεκαετίες στην αναζήτηση των αιτιών υπογονιμότητας γίνεται λόγος για το ρόλο του ανοσοποιητικού συστήματος. Το ανοσοποιητικό σύστημα σε συνδυασμό με το ορμονικό προφίλ συντελούν στην εμφύτευση και στη διατήρηση της κύησης.Στη παρούσα εργασία αναζητούμε βιβλιογρα-φικά το ρόλο των «κυττάρων φυσικών δολοφόνων» (Natural Killer NK), που αποτελούν υποπλυθυσμό των λεμφοκυττάρων, με σκοπό τη διερευνηση τόσο της παρουσίας τους όσο και του ρόλου τους στην γονιμότητα και στις καθέξιν αποβολές.Τα ΝΚ αποτελούν μέρος της ειδικής ανοσίας του οργανισμού και καταστρέφουν τα κύτταρα στόχους μέσω κυτταροτοξικότητας εξαρτώμενης του αντισώματος. Τα ΝΚ ενεργοποιούνται από τον κατάλληλο υποδοχέα, δεσμεύονται στο κύτταρο στόχο και εγχύνοντας λυτικά ένζυμα καταστρέφουν τα κύτταρα στόχους. Η έκφραση των υποδοχέων επιφανείας CD 16 και CD 56, τόσο τα ΝΚ του περιφερικού αίματος όσο και τα ενδομητριακά uNK, είναι υπεύθυνη για την κυτταροτοξικότητα.Το ορμονικό προφίλ ανάλογα με τη φάση του καταμήνιου κύκλου της γυναίκας παίζει ρόλο τόσο στη συγκέντρωση των ΝΚ όσο και στη δραστικότητα αυτών. Ορμόνες που συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία είναι κυρίως η προγεστερόνη και σε μικρότερο βαθμό η προλακτίνη και τα οιστρογόνα.Η ορμονική ρύθμιση συμβαίνει με δυο τρόπους είτε άμεσα μέσω των υποδοχέων είτε έμμεσα μέσω τω βοηθητικών Τ-λεμφο-κυττάρων (T-helper cells, Th-ΐκαι Th-2) και την έκκριση κυτταροκινών. Η αναλογία των Th-1/Th-2 παίζει ρόλο στον πολλαπλασιασμό και στη δραστικότητα των ΝΚ. Τα uNK είναι υπεύθυνα για την παράγωγη των κυτταροκινών που συντελούν στο κατάλληλο περιβάλλον για τη φθαρτοποίηση, την ανάπτυξη της τροφοβάστης και του πλακούντα ενώ παράλληλα τα uNK δεν λύουν τα τροφοβλαστικά κύτταρα μέσω ενός τοπικά κατασταλμένου ανοσολογικά περιβάλλοντος, σε αντίθεση με αυτά του περιφερικού αίματος. Τοπικές και περιφερικές αλλαγές είναι αποτέλεσμα άμεσης επίδρασης της προγεστερόνης στα ΝΚ αλλά και έμμεσης μέσω αυξημένης έκκρισης Th-2 σε σχέση με Th-1 κυτταροκίνες. Η ορμονική ισορροπία ανάλογα με τη φάση του καταμήνιου κύκλου ή της κύησης φαίνεται να είναι αλληλένδετη με τη συγκέντρωση και τη δραστικότητα των ΝΚ και την ισορροπία των κυτταροκινών. Η σχέση αυτή διερευνάται και αναπτύσσεται στην παρούσα εργασία με σκοπό να αναδείξει το ρόλο των ΝΚ στην υπογονιμότητα, τις καθέξιν αποβολές , την εμφύτευση και τη διατήρηση της κύησης. 1680 149 149 Mathematics education in a public school of primary special education This study aims to investigate students’ participation and factors that influence the teaching of mathematics in a Special Primary School. The most appropriate research strategy was considered to be qualitative, while the research method chosen was the “case study” approach. The sample of the research consisted of the students of two classes in a Special Primary School and the two teachers of these classes. The research tool used for data collection was the non-participatory observation as well as the detailed diaries that were kept. The analysis of the qualitative data, for which both content analysis and grounded theory techniques were used, showed that the teaching of mathematics in a Special School differs in terms of the course duration, the number of participants, the quality of participation, the frequency, as well as the way the new mathematics knowledge is “offered”. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η συστηματική παρακολούθηση τάξεων μαθηματικών σε ένα Ειδικό Δημοτικό Σχολείο και ειδικότερα η παρατήρηση της συμμετοχής των μαθητών αλλά και η ανάδειξη των παραγόντων που επηρεάζουν τη διδασκαλία των μαθηματικών. Καταλληλότερη στρατηγική έρευνας θεωρήθηκε η ποιοτική, ενώ η ερευνητική προσέγγιση που επιλέχθηκε ήταν η μελέτη περίπτωσης. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν οι μαθητές και οι μαθήτριες δύο τμημάτων ενός Ειδικού Δημοτικού Σχολείου, καθώς και οι δύο εκπαιδευτικοί των τμημάτων αυτών. Το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή δεδομένων ήταν η μη συμμετοχική παρατήρηση, ενώ τηρήθηκαν ημερολόγια αναλυτικής καταγραφής συμβάντων στην τάξη των μαθηματικών. Η ανάλυση των δεδομένων της ποιοτικής έρευνας,για την οποία αξιοποιήθηκαν συνδυαστικά τεχνικές ανάλυσης περιεχομένου και θεμελιωμένης θεωρίας, έδειξε ότι η διδασκαλία των μαθηματικών στο Ειδικό σχολείο διαφοροποιείται ως προς τη διάρκεια του μαθήματος, τον αριθμό των συμμετεχόντων, την ποιότητα της συμμετοχής, τη συχνότητα, καθώς και την «προσφορά» της νέας γνώσης 1681 184 195 In the 21st century Greece, in the frame of cultural-economic crisis, amidst rapid social changes, multi-ethnicity and the sharp increase of information technologies, an up-to-date, systematic exploration of the role of t e a c h e r is necessary. This study will examine the academic, pedagogical, social, intercultural, psychological and professional profile of primary and secondary public school teachers in the town of Orestiada-Evros (case study), and subsequently will present this information in order to further promote and improve the quality of the education provided there. In the research part of this dissertation a combination of two research methods has been made. Specifically, the research approach has adopted mixed methods for the data collection, aiming to give an overall picture of the subject examined, ensuring the triangulation of data, in order to obtain valid and reliable results. Regarding the concluding survey results, it’s worth mentioning in advance that the analysis of the questionnaire data confirms the findings of the interviews analysis, revealing the confirmation of the findings recorded in both methods. This study belongs to the thematic field of the School of Education Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, στο πλαίσιο των ραγδαίων κοινωνικών αλλαγών, της οικονομικής και πολιτισμικής κρίσης, της πολύ-εθνικότητας και των τεχνολογιών της πληροφορίας , μια επικαιροποιημένη και συστηματική διερεύνηση του προφίλ του εκπαιδευτικού κρίνεται απαραίτητη. Με βάση την παραπάνω προβληματική, ως στόχος της παρούσας διατριβής τίθεται η διερεύνηση του Προφίλ Εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης. Η διατριβή περιλαμβάνει την ανάλυση των συνιστωσών που απαρτίζουν το Ακαδημαϊκό, Παιδαγωγικό, Κοινωνικό, Διαπολιτισμικό, Ψυχολογικό και Επαγγελματικό προφίλ των εκπαιδευτικών που στελεχώνουν τα σχολεία στην πόλη της Ορεστιάδας και αποσαφηνίζει το πως η διερεύνηση αυτή μπορεί να συμβάλλει στην ποιοτική αναβάθμιση και στην προώθηση της εκπαίδευσης στον τόπο μας. Στο ερευνητικό τμήμα της διατριβής έγινε συνδυασμός δυο ερευνητικών μεθόδων. Συγκεκριμένα η έρευνα ακολούθησε μεικτή μεθοδολογία για τη συλλογή δεδομένων, με στόχο την παρουσίαση μιας καθολικής εικόνας περί του θέματος, διασφαλίζοντας την τριγωνοποίηση των δεδομένων έτσι ώστε να προκύψουν έγκυρα και αξιόπιστα αποτελέσματα. Όσον αφορά τα αποτελέσματα της παραπάνω έρευνας, αξίζει να αναφέρουμε ότι η ανάλυση των δεδομένων των ερωτηματολογίων επιβεβαιώνει τα πορίσματα της ανάλυσης των συνεντεύξεων, προέκυψε δηλαδή επιβεβαίωση των ευρημάτων που καταγράφηκαν και στις δυο μεθόδους . Η μελέτη εντάσσεται θεματικά στο χώρο της Παιδαγωγικής του Σχολείου 1682 244 269 Η αποτελεσματικότητα του συνδυασμού Gemcitabine, Oxaliplatin και Irinotecan στο μεταστατικό καρκίνο του παγκρέατος The purpose of the current study was to evaluate the efficacy and the safety of the combination of gemcitabine, oxaliplatin and irinotecan (GEMOXIRI) in patients with metastatic pancreatic cancer. Another aim of our study was the estimation of epidemiology and risk factors and lifestyle characteristics of our cohort of pancreatic cancer patients. Patients with locally advanced or metastatic pancreatic cancer were enrolled in the study. They were treated with gemcitabine (1600 mg/m every 15 days), oxaliplatin (80 mg/m2every 15 days) and irinotecan (150 mg/m2 every 15 days). The endpoints were overall survival (OS), progression free survival (PFS) and toxicity. A questionnaire was performed in order to estimate the epidemiology and lifestyle characteristics of our patients. Thirty two patients were enrolled in the study from 2008 to 2017. The median OS was 19 months ±5,48. The median PFS was 12 months ±2,48. The 25,7% from all toxicities were hematological. The 17,6% from all toxicities were grade 3-4. Overall, the treatment was well tolerated. There was no treatment-related death. Based on the replies to the questionnaire, coffee consumption was associated with an increased risk of pancreatic cancer. However, the differences were statistically insignificant. The combination of gemcitabine, oxaliplatin and irinotecan (GEMOXIRI) showed evidence of high activity in this phase II trial of patients with stage IV pancreatic cancer along with a good safety profile. However, further studies are needed to further evaluate the activity and safety profile of this regimen to a larger cohort of patients. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του συνδυασμού γεμσιταβίνης, οξαλιπλατίνης και ιρινοτεκάνης (GEMOXIRI) σε ασθενείς με μεταστατικό παγκρεατικό καρκίνο. Επιπλέον, στόχος της παρούσας εργασίας ήταν να εκτιμηθεί η επιδημιολογία και o τρόπος ζωής των ασθενών της μελέτης μας. Στη μελέτη έλαβαν μέρος ασθενείς με τοπικά προχωρημένο ή μεταστατικό καρκίνο του παγκρέατος. Χορηγήθηκαν γεμσιταβίνη (1600 mg/m κάθε 15 ημέρες), οξαλιπλατίνη (80 mg/m2 κάθε 15 ημέρες) και ιρινοτεκάνη (150 mg/m2 κάθε 15 ημέρες). Στόχος ήταν να εκτιμηθεί η ολική επιβίωση (OS), το διάστημα ελεύθερο προόδου της νόσου (PFS) και η τοξικότητα. Διενεργήθηκε ερωτηματολόγιο για να εκτιμηθεί η επιδημιολογία του παγκρεατικού καρκίνου και o τρόπος ζωής των ασθενών. Τριάντα δύο ασθενείς συμπεριλήφθηκαν στη μελέτη από το 2008 έως και το 2017. Η διάμεση τιμή ολικής επιβίωσης (overall survival- OS) ήταν 19 μήνες ±5,48. Η διάμεση τιμή διαστήματος ελεύθερου υποτροπής νόσου (progression free survival- PFS) ήταν 12 μήνες ±2,48. Το 25,7% του συνόλου των τοξικοτήτων που αναφέρθηκαν ήταν αιματολογικές. Το 17,6% όλων των τοξικοτήτων ήταν βαθμού 3-4. Γενικά, η θεραπεία ήταν καλά ανεκτή. Δε σημειώθηκε θάνατος εξαιτίας της θεραπείας. Βάση των απαντήσεων στο ερωτηματολόγιο, η κατανάλωση καφέ συσχετίστηκε με αυξημένο κίνδυνο παγκρεατικού καρκίνου. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν ήταν στατιστικά σημαντικά. Ο συνδυασμός γεμσιταβίνης, οξαλιπλατίνης και ιρινοτεκάνης (GEMOXIRI) έδειξε υψηλή αποτελεσματικότητα σε αυτή τη μελέτη σε ασθενείς με FV σταδίου καρκίνο του παγκρέατος. Επίσης, έδειξε ένα καλά ανεκτό προφίλ ασφαλείας. Ωστόσο, πρέπει να διεξαχθούν περαιτέρω μελέτες σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών, ώστε να εξάγουμε ασφαλέστερα συμπεράσματα για την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του μελετηθέντος συνδυασμού. 1683 220 227 Σχέση πάχους ενδομητρίου και εμφύτευσης σε πρωτόκολλο δωρεάς ωαρίων Endometrial thickness is a parameter correlated to endometrial receptivity, as well as to the outcome of an IVF trial. Endometrial thickness is easily assessed by a transvaginal ultrasound probe. The objective of the present study was to determine the possible relation between endometrial thickness and clinical pregnancy rates in oocyte donation cycles. This was a retrospective study conducted between 2005-2016 in a single IVF center. In total, 2425 oocyte donation cycles were analyzed with homogeneous parameters. Mean age of the female participants was 41.7 ± 4,9 and mean endometrial thickness was 9,7mm ± 1,7mm. At all times two 3rd or 5th day embryos were transferred. Positive h- CG was found in 45% of cycles, embryos sacs were present in 38.8% of cycles and clinical pregnancy rate was 37.5%. Our data revealed that endometrial thickness < 7.3mm and >13mm was related to significantly lower clinical pregnancy rates when compared to endometrial thickness >7.3mm and <13mm respectively (37.9% vs 23.6% and 38% vs 30.1% respectively). No significant difference was found in clinical pregnancy rates within a medium range of endometrial thickness 7.3mm-13mm. In conclusion, endometrial thickness <7.3mm or >13mm was associated with significantly lower clinical pregnancy rates when compared to medium range of endometrial thickness (7,3mm-13mm). Our data should be interpreted with caution as prospective studies are needed to verify our results. Η διακύμανση του πάχους του ενδομητρίου είναι μια παράμετρος που συσχετίζεται με την υποδεκτικότητα του ενδομητρίου και επόμενος με το αποτέλεσμα μιας προσπάθειας εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ο προσδιορισμός του θεωρείται εύκολος καθώς επιτυγχάνετε με την χρήση διακολπικού υπερηχογραφήματος. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση της σχέσης του πάχους ενδομητρίου με το ποσοστό επίτευξης κλινικής εγκυμοσύνης σε κύκλους δωρεάς ωαρίων. Πρόκειται για αναδρομική μελέτη παρατήρησης κατά το χρονικό διάστημα 2005-2016 στο ίδιο ιατρικό κέντρο. Συνολικά μελετήθηκαν 2425 κύκλοι εξωσωματικής γονιμοποίησης με δωρεά ωαρίων με ομοιογενή πληθυσμιακά χαρακτηριστικά . Η μέση ηλικία των γυναικών ήταν 41,7 ± 4,9 έτη και το μέσο πάχος ενδομητρίου ήταν 9,7mm ± 1,7mm. Σε όλες τις περιπτώσεις μεταφέρθηκαν 2 έμβρυα ποιότητας 3ης ή 5ης ημέρας. Το ποσοστό διαπίστωσης θετικής β-χοριακής γοναδοτροπίνης ήταν 45% ενώ το ποσοστό διαπίστωσης ενδομητρίου σάκου 38,8% και κλινικής κύησης 37,5%. Η μελέτη μας έδειξε ότι πάχος ενδομητρίου μικρότερο των 7,3mm και μεγαλύτερο των 13mm συσχετίζεται με σημαντικά μειωμένη πιθανότητα επίτευξης κλινικής κύησης (37,9 % έναντι 23,6% και 38,0% έναντι 30,1% αντίστοιχα) . Πάχος ενδομητρίου μεταξύ 7,3 και 13 δεν παρουσιάζει στατιστικά σημαντική διαφορά. Συμπερασματικά πάχος ενδομητρίου μικρότερο των 7,3 χιλιοστών καθώς και μεγαλύτερο των 13 χιλιοστών, φαίνεται να συσχετίζεται στη μελέτη μας με σημαντικά μειωμένη πιθανότητα επίτευξης κλινικής κύησης. Για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων μας είναι απαραίτητη η διενέργεια προοπτικών μελετών. 1684 183 171 School education in communion of minors at the Detention Center in Corinth Η σχολική εκπαίδευση στον λόγο των ανήλικων εγκλείστων των φυλακών Κορίνθου The present research examines how a school within a Detention Center for minors operates, as well as the opinions of the minors for the provided education. The role of the family environment is stressed, and emphasis is also laid on the beliefs of the minors about education in general. The research was conducted at the Detention Center for minors in Corinth. Overall,6 semi-structured interviews were conducted with young inmates-aged between 15-18 years old, who were taking classes in the school of the center. The research was analyzed using qualitative content analysis and was divided in three main sections; The minors’ education before confinement, during confinement and their plans for the future considering their education. The discussion examines young inmates discourse, which led us to the conclusion that the school doesn’t seem to fulfill the needs of the specific social group, their views of the school hasn’t changed during their confinement and their main future plans for acquiring education focus on practical level how education can help them to secure adaily wage. Με την παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε η διερεύνηση του τρόπου που μπορεί να λειτουργεί ένα σχολείο μέσα σε ένα Κατάστημα Κράτησης Ανηλίκων, καθώς και των αντιλήψεων των ανήλικων παραβατών σχετικά με την παρεχόμενη εκπαίδευσή τους. Δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στο οικογενειακό περιβάλλον των παιδιών, αλλά και στην εικόνα που έχουν δημιουργήσει τα για την εκπαίδευση και για θέματα που σχετίζονται με αυτήν. Για την επίτευξη των συγκεκριμένων σκοπών, πραγματοποιήθηκε έρευνα στο Κατάστημα Κράτησης Ανηλίκων Κορίνθου, στο οποίο πραγματοποιήθηκαν 6 ημι-δομημένες συνεντεύξεις από παραβάτες ηλικίας 15-18 ετών, που φοιτούσαν στο σχολείο του Καταστήματος. Για την ανάλυση δεδομένων της έρευνας χρησιμοποιήθηκε η ανάλυση περιεχομένου, από την οποία προέκυψαν τρεις βασικοί άξονες: H εκπαίδευση των ανηλίκων πριν τον εγκλεισμό τους, η εκπαίδευση των ανηλίκων κατά την διάρκεια του εγκλεισμού και τα μελλοντικά σχέδια των ανηλίκων. Συμπερασματικά η έρευνα έδειξε πως η εικόνα τους για το σχολείο δεν έχει αλλάξει κατά την διάρκεια του εγκλεισμού τους και πως τα μελλοντικά τους σχέδια στοχεύουν στο μεροκάματο τους. 1685 173 184 Φυσική δραστηριότητα και γνωστική ανάπτυξη σε παιδιά προσχολικής ηλικίας Early childhood is a special period in children's lives in terms of adopting habits and a healthy lifestyle. Respectively, physical activity and motion in general helps children gain experiences and develop physically and mentally, as well as socially. According to Piaget, physical activity is a major factor in their overall development, highlighting the two-way relationship between body and mind. The aim of this study is to look into the correlation and the impact of physical activity on the cognitive development of preschool children, through a review of the literature. The research methodology was carried out through the collection and study of scientific articles and books. In conclusion, the review showed that the impact of physical activity on cognitive development is quite significant. More specifically, physical activity during childhood has a positive effect on both cognitive and physical development. It also improves children's health and their way of thinking and understanding. In addition, physical activity in early childhood has a positive effect on behavioral control, working memory and the development of a broader vocabulary. Η προσχολική ηλικία αποτελεί μια ξεχωριστή περίοδο στη ζωή των παιδιών ως προς την υιοθέτηση συνηθειών και τρόπου ζωής. Αντίστοιχα η φυσική δραστηριότητα και γενικά η κίνηση, βοηθά τα παιδιά να αποκτήσουν εμπειρίες και να αναπτυχθούν τόσο σωματικά και νοητικά όσο και κοινωνικά. Σύμφωνα με τον Piaget η φυσική δραστηριότητα αποτελεί κύριο παράγοντα στην ολόπλευρη ανάπτυξη τους, τονίζοντας την αμφίδρομη σχέση σώματος και νου. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της συσχέτισης και της επίδρασης της φυσικής δραστηριότητας στην γνωστική ανάπτυξη των παιδιών προσχολικής ηλικίας, μέσω της ανασκόπησης της βιβλιογραφίας. Η μεθοδολογία της έρευνας πραγματοποιήθηκε μέσα από την συλλογή και τη μελέτη επιστημονικών άρθρων και βιβλίων. Συμπερασματικά, η ανασκόπηση έδειξε ότι η επίδραση της φυσικής δραστηριότητας στην γνωστική ανάπτυξη είναι σημαντική. Αναλυτικότερα, η φυσική δραστηριότητα κατά την διάρκεια της παιδικής ηλικίας επιδρά θετικά τόσο στην γνωστική όσο και στην σωματική ανάπτυξη. Επίσης, βελτιώνει την υγεία των παιδιών και τον τρόπο σκέψης και κατανόησης. Επιπλέον, η φυσική δραστηριότητα στην προσχολική ηλικία επιδρά θετικά στον έλεγχο συμπεριφοράς, στην μνήμη εργασίας και στην ανάπτυξη ενός ευρύτερου λεξιλογίου. 1686 206 261 Χρήση της τομογραφίας οπτικής συνοχής για τη μελέτη της μετεγχειρητικής ανατομικής του αποκολληθέντος αμφιβληστροειδή μετά απο χρήση ενδοφθάλμιου αερίου The aim of the present study was the investigation of potential correlations between postoperative retinal anatomic changes in patients suffering from rheg¬matogenous retinal detachment following reattachment surgery and clinical pa¬rameters (extent and duration of the detachment, number of retinal breaks, prolif¬erative vitreoretinopathy, lens status, preoperative macular status) as well as sur¬gical parameters (gas type, gas/air proportion). Spectral domain optical coherence tomography (SD-OCT) was used in or¬der to determine postoperative retinal anatomic changes following surgical man¬agement and complete anatomic recovery. Postoperative follow-up took place 4-8 weeks after surgery and included visual acuity assessment. There were significant correlations between OCT quantitative measure-ments and pre- and postoperative visual acuity, extent and duration of the de-tachment, number of retinal breaks in the study population as well as between subgroups of the aforementioned categorical parameters. Moreover, regarding main and local posterior pole OCT measurements, there were significant differ-ences between subgroups of these categorical parameters (pre- and intraopera-tive). The results of the present study reveal that significant postoperative anat-omic and functional retinal changes correlate with preoperative data and intraop-erative management options such as intraocular gas type and gas/air proportion. The conclusions of this study may facilitate improved understanding of the effects of intraocular gas use in postoperative retinal anatomy following detachment surgery. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η μελέτη της μετεγχειρητικής ανα-τομικής ασθενών πασχόντων από ρηγματογενή αποκόλληση αμφιβληστροειδή σε συνάρτηση με κλινικές παραμέτρους της (έκταση και παλαιότητα αποκόλλησης, αριθμός ρωγμών, παραγωγική υαλοειδοαμφιβληστροειδοπάθεια, κατάσταση φα-κού, προεγχειρητική κατάσταση ωχράς) αλλά και της χειρουργικής αντιμετώπι-σής της (είδος αερίου και αναλογία του επί του εμφυσηθέντος αέρα). Η καταγραφή της μετεγχειρητικής ανατομικής κατάστασης του αμφιβλη-στροειδή έγινε με τη χρήση της τομογραφίας οπτικής συνοχής (spectral domain optical coherence tomography-OCT) μετά την πλήρη απορρόφηση του αερίου και την επαρκή ανατομική αποκατάσταση. Ο μετεγχειρητικός έλεγχος γινόταν 4-8 εβδομάδες από τη διενέργεια του χειρουργείου και συνοδευόταν από εκτίμηση της λειτουργικής κατάστασης του αμφιβληστροειδή. Αναφορικά με τις συσχετίσεις μεταξύ των απεικονιστικών παραμέτρων της OCT με κλινικές παραμέτρους, καταγράφηκαν σημαντικές συσχετίσεις με την προ- και τη μετεγχειρητική οπτική οξύτητα, την έκταση και την παλαιότητα της αποκόλλησης αλλά και των αριθμό των ρωγμών στο σύνολο του πληθυσμού της μελέτης αλλά και μεταξύ των υπο-ομάδων των προαναφερθέντων κατηγορι¬κών μεταβλητών. Επιπρόσθετα, παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στις κύριες αλλά και τις επιμέρους απεικονιστικές μεταβλητές πάχους και όγκου της OCT σχετικά με τις επιλεχθείσες κατηγορικές μεταβλητές (προγχειρητικές και διεγχει-ρητικές). Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης καταδεικνύουν ανατομικές (αλ-λά και λειτουργικές) μεταβολές στον αμφιβληστροειδή, οι οποίες συσχετίστη¬καν με προεγχειρητικά δεδομένα αλλά και με διεγχειρητικές επιλογές αντιμετώ¬πισης όπως ο τύπος του ενδοφθάλμιου αερίου και η αναλογία του μείγματος αε-ρίου/αέρα. Τα συμπεράσματα της μελέτης μπορεί να βοηθήσουν στην επαρκέ-στερη κατανόηση των επιπτώσεων που μπορεί να έχει η χρήση ενδοφθάλμιων αερίων στη μετεγχειρητική ανατομική του αμφιβληστροειδή. 1687 440 471 Μηχανισμοί ρύθμισης της γονιδιακής έκφρασης και της κυτταρικής σηματοδότησης στη χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία LL is extremely heterogeneous with some patients never requiring treatment while others experience aggressive disease. The clinical heterogeneity is linked to and likely reflects the underlying molecular and cellular heterogeneity of the disease. The microenvironment and the signals transmitted through the B cell receptor (BcR) are crucial in CLL development and progression. The significance of BcR signaling is also attested by the predictive value of the IGHV gene mutational status. Based on the mutational status of the clonotypic IGHV genes, CLL patients can be classified into two different groups, with different diagnosis. In particular, cases carrying unmutated IGHV genes (U-CLL) follow an aggressive disease course, while cases carrying mutated IGHV genes (M-CLL) shave an indolent disease. Antigenic binding of the BcR induces a signaling pathway which involves the phosphorylated form of MAP kinase ERK, that is known to be active to some extent in the majority of CLL cases, and finally, induces proliferation and leads to reduced apoptosis in CLL B cells. The purpose of the present study was to compare two different protocols, PerFix EXPOSE kit and BD Phoshflow protocol, for phospho-flow cytometry analysis and select the most appropriate to examine the expression of the pERK kinase in order to standardize the experimental procedure. Furthermore, we aimed to explore differences in pERK expression between CLL cases with different clinicobiological characteristics. The study group included 22 patients with CLL, 7 M-CLL and 15 U-CLL. 8/15 U-CLL cases had stable disease course while 7/15 progressed during the sampling period. Moreover 6/15 belonged to the unmutated stereotyped subset #1. CD19+ cells from U-CLL and M-CLL patients were stimulated with PMA at 37°C for 15 minutes and used as a positive control to compare the different protocols. The expression of pERK was further examined using Western blot and specific antibodies against pERK. CD19+ cells were also stimulated with anti-IgM, at 37°C for 10 minutes in order to analyse the pERK expression in CLL patients after BcR stimulation. The standardization of the experimental procedure which aimed to identify the expression of pERK in patients with U-CLL and M-CLL was based on two sets of independent experiments for each protocol. The BD Phoshflow Protocol was selected as the most reliable and suitable, after confirming the validity of the results using Western blot. Furthermore, studying pERK expression in patients with stable or progressive disease, we found that the response to BcR stimulation with anti-IgM correlated with the clinical course of the disease. Moreover, we found that patients belonging to stereotyped subset #1 were differentiated from the remaining patients with U-CLL, because these two groups had differential basal levels of pERK and responded differently to BcR stimulation. Η Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία (ΧΛΛ) χαρακτηρίζεται ως κλινικά ετερογενής νόσος, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζει και τη βιολογική ετερογένειά της. Το μικροπεριβάλλον και τα σήματα που διαδίδονται μέσω του Β κυτταρικού υποδοχέα (BcR) παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της ΧΛΛ. Ο ρόλος του BcR είναι ιδιαίτερα σημαντικός γεγονός που φαίνεται από την προβλεπτική αξία του status μεταλλάξεων των γονιδίων IGHV των ανοσοσφαιρινών, με βάση το οποίο οι ασθενείς με ΧΛΛ χωρίζονται σε κατηγορίες με διαφορετική πρόγνωση. Συγκεκριμένα οι ασθενείς που φέρουν μεταλλαγμένα γονίδια IGHV (Μ-ΧΛΛ) εμφανίζουν ήπια νόσο, ενώ αυτοί που φέρουν αμετάλλακτα γονίδια IGHV (Α-ΧΛΛ) εμφανίζουν επιθετική νόσο. Η αντιγονική πρόσδεση του BcR επάγει το σηματοδοτικό μονοπάτι που συμπεριλαμβάνει τη φωσφορυλιωμένη μορφή της MAP κινάσης ERK, το οποίο εμφανίζεται ως ένα βαθμό ενεργό στην πλειονότητα των περιπτώσεων της ΧΛΛ και τελικά προωθεί τον πολλαπλασιασμό και τη μειωμένη απόπτωση των Β λεμφοκυττάρων της ΧΛΛ. Σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας ήταν η σύγκριση δύο πειραματικών πρωτοκόλλων κυτταρομετρίας ροής, των PerFix EXPOSE kit και BD Phosflow Protocol, έτσι ώστε να επιλεγεί το καταλληλότερο από αυτά για τη μελέτη της έκφρασης της pERK και να γίνει η προτυποποίηση της πειραματικής διαδικασίας. Επιπλέον, το πρωτόκολλο που επιλέχθηκε εφαρμόστηκε σε ασθενείς με ΧΛΛ και διερευνήθηκαν οι διαφορές στην έκφραση τής pERK σε υποομάδες των ασθενών με διακριτά κλινικοβιολογικά χαρακτηριστικά. Η ομάδα μελέτης περιλάμβανε 22 ασθενείς με Χρόνια Λεμφοκυτταρική Λευχαιμία. Οι 7 από αυτούς έφεραν μεταλλαγμένα γονίδια IGHV (Μ-ΧΛΛ) με σταθερή πορεία της νόσου. Οι υπόλοιποι 15 έφεραν αμετάλλακτα γονίδια IGHV (Α-ΧΛΛ), με 7/15 να εμφανίζουν πρόοδο νόσου κατά τη διάρκεια της δειγματοληψίας. Οι 6/15 ανήκαν στο στερεότυπο υποσύνολο #1 που φέρει αμετάλλακτους BcRs. Αρχικά, για τη σύγκριση των δύο πρωτοκόλλων, ως θετικό control χρησιμοποιήθηκαν CD19+ κύτταρα ασθενών με Α-ΧΛΛ και Μ-ΧΛΛ τα οποία υπέστησαν διέγερση με PMA στους 37°C για 15 λεπτά. Για να επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα των πειραματικών διαδικασιών, η έκφραση της pERK μελετήθηκε και με ανοσοανίχνευση Western, χρησιμοποιώντας ειδικά αντισώματα. Για την ανάλυση της έκφρασης της pERK σε ασθενείς με ΧΛΛ, η διέγερση των κυττάρων μέσω του BcR πραγματοποιήθηκε με τη χρήση αντί-IgM στους 37°C για 10 λεπτά. Η προτυποποίηση της πειραματικής διαδικασίας για τη μελέτη της έκφρασης της pERK με κυτταρομετρία ροής πραγματοποιήθηκε με διεξαγωγή δύο ανεξάρτητων, για το κάθε πρωτόκολλο, πειραμάτων. Το BD Phoshflow Protocol επιλέχθηκε ως το καταλληλότερο μετά την επιβεβαίωση της εγκυρότητας των αποτελεσμάτων με ανοσοανίχνευση Western. Επιπλέον, μελετώντας την έκφραση της pERK σε ασθενείς με σταθερή ή προοδευτική νόσο, παρατηρήσαμε ότι η απάντηση στη διέγερση μέσω του BcR με αντί-IgM συσχετίζεται με την κλινική πορεία της νόσου. Τέλος, από τα πειράματα προέκυψε ότι οι ασθενείς που ανήκουν στο στερεότυπο υποσύνολο #1 διαφοροποιούνται από τους ασθενείς με Α-ΧΛΛ επειδή οι δύο αυτές ομάδες παρουσιάζουν διαφορετικά βασικά επίπεδα pERK και διαφορετική απόκριση στη διέγερση μέσω του BcR. 1688 236 243 As digital technologies evolve, they provide new opportunities to leverage them in order to support learning. Digital applications that allow students to create content are expected to contribute to learning as they mobilize students in this direction. In this context, teaching acquires student-centered characteristics that are expected to exist in all cognitive subjects, including history. The history lesson is one of the basic lessons in education as it aims to support the student in order to acquire historical knowledge, historical thinking and consciousness. A prerequisite for achieving these goals is the activation of the student for action similar to that of the historical researcher. Utilizing digital applications to support such student work is a challenge. In this dissertation the planning of seven activities is proposed in order to support the teacher towards this direction. In particular, the proposed planning of activities is presented through corresponding examples which combine historical content related to land uses, elements of the didactics of history, as well as the digital application Google My Maps and its possible extensions and are addressed to students of the 5th grade of primary school. The dissertation documents the way in which the activities in question are expected to contribute to the goals of the history lesson (general and local). The activities are distinguished by their open nature, which allows the teacher to modify and expand them. In this sense they can be characterized as exemplary. Καθώς εξελίσσονται οι ψηφιακές τεχνολογίες παρέχονται νέες δυνατότητες αξιοποίησής τους με στόχο την υποστήριξη της μάθησης. Ψηφιακές εφαρμογές, οι οποίες επιτρέπουν τη δημιουργία περιεχομένου από τους μαθητές αναμένεται να συμβάλλουν στη μάθηση, καθώς τους κινητοποιούν προς αυτή την κατεύθυνση. Σε αυτό το πλαίσιο, η διδασκαλία αποκτά μαθητοκεντρικά χαρακτηριστικά τα οποία αναμένεται να υπάρχουν σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων και η ιστορία. To μάθημα της ιστορίας αποτελεί ένα από τα βασικά μαθήματα στην εκπαίδευση, διότι στοχεύει στην υποστήριξη του μαθητή προκειμένου να αποκτήσει ιστορικές γνώσεις, ιστορική σκέψη και συνείδηση. Προϋπόθεση για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι η ενεργοποίηση του μαθητή για δράση ανάλογη με αυτή του ιστορικού ερευνητή. Η αξιοποίηση ψηφιακών εφαρμογών με στόχο την υποστήριξη τέτοιου έργου αποτελεί μια πρόκληση. Στην πτυχιακή αυτή προτείνεται ο σχεδιασμός επτά δραστηριοτήτων για την υποστήριξη του εκπαιδευτικού προς αυτή την κατεύθυνση. Ειδικότερα ο προτεινόμενος σχεδιασμός των δραστηριοτήτων παρουσιάζεται μέσα από αντίστοιχα παραδείγματα τα οποία συνδυάζουν ιστορικό περιεχόμενο σχετικά με τις χρήσεις γης, στοιχεία της διδακτικής της ιστορίας, καθώς και την ψηφιακή εφαρμογή Google My Maps και πιθανές επεκτάσεις της και απευθύνονται σε μαθητές της Ε΄ τάξης του δημοτικού σχολείου. Στην πτυχιακή εργασία τεκμηριώνεται ο τρόπος με τον οποίο οι υπόψη δραστηριότητες αναμένεται να συμβάλλουν στη στοχοθεσία του μαθήματος της ιστορίας (γενικής και τοπικής). Οι δραστηριότητες διακρίνονται για τον ανοικτό χαρακτήρα τους, γεγονός το οποίο επιτρέπει στον εκπαιδευτικό να τις τροποποιήσει και να τις επεκτείνει. Με αυτή την έννοια μπορούν να χαρακτηριστούν ως παραδειγματικές. 1689 227 246 Introduction: Cardiovascular diseases, including coronary heart disease and various types of stroke, are the main cause of mortality, morbidity and health care costs. At present, the guidelines on the treatment and management of cardiovascular diseases (non-invasive) include the use of statins. Aims and objectives: The main purpose of the present study is to understand the role of statin therapy in disease management after diagnosis of atherosclerotic plaque formation and their effects on the prevention and treatment of stroke. Methodology: An internet search was carried out in the scientific databases PubMed, Embase and Cinahl, Google scholar, during the period of November and December 2016. The search included a combination of the various terms (eg statins, therapy, atherosclerotic plaque, cardiovascular disease, indications, contraindications etc .) As well as a combination of these terms in Greek and English, in order to identify and display articles that would be as close as possible to the subject of research. Results: Of the 15 studies included in the bibliographic review, it appears that the use of statins, both immediately after the diagnosis of arteries with obstruction or stenosis, as well as after an acute stroke incident, has been shown to be beneficial. Also, the results of the study show that a patient treated with statin therapy, regardless the intensity, has better LDL cholesterol lowering effects, one of the greatest risk factors for stroke. Εισαγωγή: Οι καρδιαγγειακές παθήσεις, συμπεριλαμβανομένης της στεφανιαίας νόσου και των διάφορων τύπων εγκεφαλικού επεισοδίου, αποτελούν κύρια αιτία θνησιμότητας, νοσηρότητας και δαπάνης υγειονομικής περίθαλψης. Επί του παρόντος οι οδηγίες σχετικά με την θεραπεία και διαχείριση των καρδιαγγειακών παθήσεων (μη επεμβατικής μορφής) περιλαμβάνουν και επιβάλλουν την χρήση στατινών. Σκοπός: Κύριος σκοπός της είναι η μελέτη της συσχέτισης της χρήσης των στατινών στους ασθενείς με αθηρωματική νόσο και ο ρόλος τους στην πρόληψη και θεραπεία των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων. Μεθοδολογία: Πραγματοποιήθηκαν αναζητήσεις στις μηχανές αναζήτησης PubMed, Embase και Cinahl, Google scholar, την περίοδο Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του 2016 και Ιανουαρίου του 2017. Η αναζήτηση έγινε με την χρήση λέξεων κλειδιών (π.χ. στατίνες, θεραπεία, αθηρωματική πλάκα, καρδιαγγειακά νοσήματα, ενδείξεις, αντενδείξεις κτλ.) καθώς και συνδυασμός των όρων αυτών. Αποτελέσματα: Από τις μελέτες που αξιολογήθηκαν στην βιβλιογραφική ανασκόπηση προκύπτει ότι η χρήση στατινών τόσο αμέσως μετά την διάγνωση της απόφραξης ή της στένωσης των αρτηριών, όσο και πριν και μετά την εμφάνιση οξέος αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου αποδεικνύεται σημαντική και ωφέλιμη. Επίσης τα αποτελέσματα της έρευνας καταδεικνύουν ότι οι ασθενείς στους οποίους χορηγείται θεραπεία με στατίνη, οποιασδήποτε έντασης, παρουσιάζουν σημαντική μείωση της χοληστερόλης LDL, έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Συμπεράσματα: Από την έρευνα συμπεραίνεται ότι η χρήση στατινών αποτελεί απαραίτητη επιλογή για την αντιμετώπιση της αθηρωματικής νόσου και την πρόληψη των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων. Επίσης συμπεραίνεται ότι η ορθή και συνεχής χρήση της θεραπείας μπορεί να μειώσει τις προσωπικές, υγειονομικές και κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις των εγκεφαλικών επεισοδίων. 1690 322 252 Essential oil Aloysia citriodora: Study of mechanisms of antiproliferative action and potential synergy effects with the chemotherapeutic irinotecan in human colon cancer cells Aloysia citriodora is endemic to South and Central America but is also cultivated around the world because of its lemon-like aroma emitted by its leaves. The essential oil is widely used in folk medicine and in the food and cosmetics industries.The aim of this thesis was to investigate autophagy as a possible mechanism of cell death induced by the oil and its main component, citral, as well as the evaluation of the cytotoxic activity of the chemotherapeutic agent irinotecan in combination with the oil or citral in the colon cancer adenocarcinoma cell lines HT-29 and Caco-2. The expression levels of autophagy-related genes were evaluated with quantitative real-time PCR, while for the estimation of the protein levels Western blotting was used. Furthermore, both cell lines were transiently transfected with the LC3-II plasmid conjugated with the fluorescent protein GFP. In this way, the formation of autophagosomes after incubation with the oil and citral was investigated under fluorescent microscope. The results indicate a possible involvement of the pathway of autophagy in the induction of cell death in the HT-29 cell line. Both agents appear to act in a dose-dependent manner. Sulforhodamine B assay was used to evaluate the in vitro cytotoxicity induced by co-incubation of irinotecan with the oil or citral. The results showed that the combination lemon verbena oil and irinotecan dramatically increases the cytotoxicity against Caco-2 cells, while citral and irinotecan combination is more effective against HT-29 cells in lower concentrations. In conclusion, the essential oil of Aloysia citriodora and its major constituent citral alters the expression levels of autophagy-related genes and proteins indicating autophagy as a possible mechanism of induced cell death. The combinational treatment of irinotecan with the oil or citral significantly increases cell cytotoxicity suggesting a potential synergy effect, which is worth further exploring in future studies. Η Aloysia citriodora είναι ένα φυτό που ευδοκιμεί στην Κεντρική και Ανατολική Αμερική, αλλά καλλιεργείται σε ολόκληρο τον κόσμο εξαιτίας της ιδιαίτερης ευωδίας των φύλλων του. Το έλαιο που προέρχεται από το φυτό χρησιμοποιείται ευρέως στην παραδοσιακή ιατρική, αλλά και στην βιομηχανία τροφίμων και καλλυντικών. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν ο έλεγχος της αυτοφαγίας ως πιθανός μηχανισμός κυτταρικού θανάτου που προκαλούν το έλαιο και το citral και ο έλεγχος της συνδυαστικής τους δράσης με τον χημειοθεραπευτικό παράγοντα irinotecan στα προκλινικά μοντέλα αδενοκαρκινώματος παχέος εντέρου HT-29 και Caco-2. Τα επίπεδα γονιδιακής έκφρασης των γονιδίων-δεικτών της αυτοφαγίας εκτιμήθηκαν με ποσοτική PCR πραγματικού χρόνου ενώ για την αξιολόγηση των πρωτεϊνικών επιπέδων χρησιμοποιήθηκε η ανοσοαποτύπωση κατά Western. Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε παροδική διαμόλυνση των δύο καρκινικών κυτταρικών σειρών με πλασμίδιο που έφερε συζευγμένο το γονίδιο μάρτυρα της αυτοφαγίας, LC3-II, με την φθορίζουσα πρωτεΐνη GFP. Με αυτό τον τρόπο αξιολογήθηκε ο σχηματισμός αυτοφαγοσωμάτων ύστερα από επιδράσεις με το έλαιο και το citral με τη χρήση μικροσκοπίου φθορισμού. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τις παραπάνω τεχνικές υποδεικνύουν πιθανή ανάμειξη του μονοπατιού της αυτοφαγίας στον μηχανισμό του κυτταρικού θανάτου που επάγεται από του δύο παράγοντες που μελετήθηκαν ιδιαίτερα στην καρκινική σειρά HT-29. Η επίδραση τους φάνηκε να δρα δοσο-εξαρτώμενα. Για τον έλεγχο της συνδυαστικής δράσης του ελαίου και του citral με το irinotecan χρησιμοποιήθηκε η δοκιμή κυτταροτοξικότητας SRB. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο συνδυασμός έλαιο και irinotecan αυξάνει δραματικά την κυτταροτοξικότητα απέναντι στα κύτταρα Caco-2, ενώ ο συνδυασμός citral και irinotecan είναι πιο αποτελεσματικός απέναντι στα κύτταρα HT-29 σε χαμηλές συγκεντρώσεις. 1691 73 79 Refuse and refuse disposal--Government policy--European Union countries Διαμόρφωση και προώθηση πολιτικών για την ανακύκλωση επεξεργασμένων λυμάτων The subject of this paper is wastewater reuse. Some basic information is presented, regarding wastewater, the history of its management, the policies of the member states of the E.U. and the legislation of the E.U. and Greece regarding wastewater reuse. Finally, certain conclusions are drawn, regarding the interaction between technology and legislation and some proposals are issued forth, regarding the E.U.’s next steps on the matter. Το αντικείμενο αυτής της μελέτης είναι η επαναχρησιμοποίηση των υγρών αποβλήτων. Παρουσιάζονται βασικές πληροφορίες σχετικά με τα απόβλητα, την ιστορική εξέλιξη της διαχείρισής τους, τις πολιτικές των κρατών μελών της ΕΕ, τη νομοθεσία της ΕΕ και της Ελλάδας σχετικά με την επαναχρησιμοποίηση των υγρών αποβλήτων. Τέλος, αντλούνται συμπεράσματα σχετικά με την αλληλεπίδραση μεταξύ τεχνολογίας και νομοθεσίας και παρουσιάζονται μερικές προτάσεις σχετικά με τα επόμενα βήματα της ΕΕ επί του ζητήματος. 1692 144 118 Ένα πρόγραμμα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης παιδιών προσχολικής ηλικίας This research examines the connection between multicultural education and children literature. This paper includes an educational course for cultural awareness of children to the topic of refugees. The first part of the paper is a literature review about multicultural education. In this part many aspects of the topic are analyzed. This part continues with literature review of children literature and focuses in multicultural literature. In the second part the educational course that is proposed is presented with many details, before and after the implementation, with the comments that are needed to understand the way of implementation. In the end of the paper the results and the new ideas for a better course are presented. It is concluded that the use of children literature with certain activities following the narration of a suitable story in the classroom can make children more culturally aware for refugees Στη παρούσα εργασία παρουσιάζεται η σύνδεση της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης με τη παιδική λογοτεχνία, με τη δημιουργία ενός προγράμματος για την ευαισθητοποίηση των παιδιών για το θέμα των προσφύγων. Στην αρχή της εργασίας παρουσιάζεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, η οποία χωρίζεται σε διάφορους τομείς, προσπαθώντας να καλύψει διάφορες πτυχές του θέματος. Συνεχίζεται η βιβλιογραφική ανασκόπηση της παιδικής λογοτεχνίας και ειδικότερα της διαπολιτισμικής της πλευράς. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας παρατίθεται όλο το πρόγραμμα με κάθε λεπτομέρεια πριν και μετά την υλοποίηση του, όπως και όλα τα στοιχεία που χρειάζονται για να γίνει κατανοητός ο τρόπος υλοποίησης. Στο τέλος της εργασίας καταγράφονται τα αποτελέσματα και οι νέες προτάσεις του προγράμματος. 1693 268 260 Postpartum depression is the most common disorder of the post- natal period, and its rates of exposure to specific population groups, such as refugees, are particularly high due to the traumatic experiences of these people and the unfavourable living conditions they encounter in reception and host countries. Method: Within the present paper there has an attempt to review the available international literature by searching for scientific literature sources in the Google Scholar and PubMed scientific databases using appropriate keywords. This search resulted in 167 articles, 9 reports of international organizations dealing with refugees, 3 academic papers and 14 books on the subject being studied. Results: From the study of available sources it was found that rates of postpartum depression are up to twice as high in female refugees as compared to the general population. The particular living conditions of these women constitute one of the main causes for that. The research data are contradictory in terms of the effect of the woman's cultural background or the child's gender on the risk of developing depressive disorder. Increased reluctance of these women has been recorded regarding the demand for assistance from mental health professionals as well as the unpreparedness of the relevant structures to develop treatment methods that take into account the particular cultural characteristics of these women.Conclusions: It is important that mental health facilities are developed in refugee reception and hosting countries with staff capable of meeting the particular needs of post-partum depressive refugee women. In addition, it is necessary to further study the effect of the cultural background of these women on the risk of developing postnatal depression. Η επιλόχεια κατάθλιψη αποτελεί την πιο συχνή διαταραχή της περιόδου της λοχείας ενώ τα ποσοστά εκδήλωσής της σε ειδικές πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι πρόσφυγες, είναι ιδιαιτέρως υψηλά εξαιτίας των τραυματικών βιωμάτων των ατόμων αυτών και των δυσμενών συνθηκών διαβίωσης που αντιμετωπίζουν στις χώρες υποδοχής και φιλοξενίας. Μέθοδος: Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας έγινε προσπάθεια για ανασκόπηση της διαθέσιμης διεθνούς βιβλιογραφίας μέσω της αναζήτησης επιστημονικών βιβλιογραφικών πηγών στις επιστημονικές βάσεις Google Scholar και PubMed με τη χρήση κατάλληλων λέξεων- κλειδιών. Από την αναζήτηση αυτή προέκυψαν 167 άρθρα, 9 αναφορές διεθνών οργανισμών που ασχολούνται με τους πρόσφυγες, 3 ακαδημαϊκές εργασίες και 14 βιβλία σχετικά με το θέμα που μελετάται. Αποτελέσματα: Από τη μελέτη των διαθέσιμων πηγών βρέθηκε ότι τα ποσοστά εκδήλωσης επιλόχειας κατάθλιψης είναι αυξημένα έως και δύο φορές στις γυναίκες πρόσφυγες σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Μία από τις βασικότερες αιτίες αποτελούν οι ιδιαίτερες συνθήκες ζωής των γυναικών αυτών. Τα ερευνητικά δεδομένα είναι αντιφατικά όσον αφορά την επίδραση του πολιτιστικού υπόβαθρου ή του φύλου του παιδιού στον κίνδυνο εκδήλωσης επιλόχειας κατάθλιψης. Καταγράφηκε αυξημένη διστακτικότητα των γυναικών αυτών σχετικά με τη ζήτηση βοήθειας από επαγγελματίες ψυχικής υγείας και ανετοιμότητα των σχετικών δομών να αναπτύξουν θεραπευτικές μεθόδους που να λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των γυναικών αυτών. Συμπεράσματα: Είναι σημαντικό να αναπτυχθούν στις χώρες υποδοχής και φιλοξενίας των προσφύγων δομές παροχής ψυχικής υγείας με προσωπικό που να είναι σε θέση να καλύψει τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών προσφύγων που εκδηλώνουν επιλόχεια κατάθλιψη. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να μελετηθεί περαιτέρω η επίδραση του πολιτισμικού υπόβαθρου των γυναικών αυτών στον κίνδυνο εκδήλωσης επιλόχειας κατάθλιψης. 1694 320 341 Διερεύνηση υπνηλίας και ποιότητας ζωής σε επαγγελματίες οδηγούς αστικών συγκοινωνιών The working conditions of professional drivers are usually characterized by irregular work hours and monotonous work environment, leading often to fatigue, somnolence and increased risk of road traffic accident involvement. This study focuses on daytime sleepiness and quality of life in urban transport drivers. The study was conducted between June and September 2016 and was based on a sample of 238 urban transport employees (men 99.2%), of whom 144 were holding a professional driving license (60.5%) and 94 had different occupational specialties (39.5%) (control group). Daytime sleepiness was assessed by the Epworth Sleepiness Scale (ESS) and the Berlin Questionnaire (BQ), whilst the quality of life was evaluated by the WHO-5 Questionnaire. The results of the study showed that most professional drivers were over 50-year-old, overweight and regular smokers, although they consumed less alcohol in comparison with the other occupational specialties (p = 0.037). Approximately 1 out of 3 drivers (32.6%) reported chronic health problems, most commonly hypertension and hyperlipidemia (14.5%). Almost 1 in 4 drivers (29.8% %) were taking regular medication. Based on the results of the Berlin questionnaire, daytime somnolence troubles 1 in 4 drivers (24.3%), underlining a significant statistical difference (p = 0.002) when compared to the rest of the employees (43.6%). The results of the Epworth questionnaire (ESS> 10) showed excessive daytime somnolence in 1 out of 20 drivers. Typically, professional drivers presented lower values than the control group in both ESS score (p = 0.000) and ESS> 10 (p = 0.000). Finally, according to WHO 5 grading, the probability of depression (score 0-12) occurs in 17.4% of drivers versus 35.1% of the control group, noting a significant statistical difference (p = 0.002). This study clearly shows that professional drivers employed in urban transport often complain of daily sleepiness. Additionally, the use of questionnaires regarding the subjective assessment of drowsiness and fatigue is easy to handle and is strongly recommended for health professionals when investigating driving stamina. Οι συνθήκες εργασίας των επαγγελματιών οδηγών χαρακτηριζόμενες από ασταθές ωράριο εργασίας και μονότονο εργασιακό περιβάλλον οδηγούν συχνά σε αίσθημα κόπωσης, ημερήσια υπνηλία και υψηλά ποσοστά εμπλοκής σε τροχαίο ατύχημα. Η παρούσα μελέτη διερεύνησης της ημερήσιας υπνηλίας και της ποιότητας ζωής σε επαγγελματίες οδηγούς αστικών μεταφορών πραγματοποιήθηκε κατά το χρονικό διάστημα Ιουνίου-Σεπτεμβρίου 2016 με τη χρήση ερωτηματολογίου σε 238 εργαζόμενους στις αστικές μεταφορές κατά πλειοψηφία άνδρες (99.2%), εκ των οποίων 144 εργαζόμενοι με την ειδικότητα του οδηγού (60.5%) και 94 εργαζόμενοι λοιπών ειδικοτήτων (39.5%) (ομάδα ελέγχου). Η υπνηλία διερευνήθηκε με τη χρήση της Κλίμακας Υπνηλίας Epworth (Epworth Sleepiness Scale - ESS) και του Ερωτηματολογίου Berlin (Berlin Questionnaire - BQ), ενώ η ποιότητα ζωής με τη χρήση του Ερωτηματολογίου WHO-5. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα οι οδηγοί στο μεγαλύτερο ποσοστό διανύουν την πέμπτη δεκαετία της ζωής, είναι υπέρβαροι και καπνιστές, ενώ αναφέρουν μικρότερη λήψη αλκοόλ από την ομάδα των εργαζομένων λοιπών ειδικοτήτων (p=0.037). Περίπου 1 στους 3 οδηγούς (32.6%) αναφέρει κάποιο χρόνιο νόσημα, με κυριότερα νοσήματα την αρτηριακή υπέρταση και την υπερλιπιδαιμία, που αναφέρονται από περίπου 1 στους 7 οδηγούς (14.5%), ενώ η χρόνια λήψη αγωγής αφορά σχεδόν 1 στου 4 οδηγούς (29.8 %). Η ημερήσια υπνηλία αφορά σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο Berlin περίπου 1 στους 4 οδηγούς (24.3%) έναντι σχεδόν 1 στους 2 εργαζόμενους της ομάδας ελέγχου (43.6% ), διαφορά στατιστικώς σημαντική (p=0.002), ενώ σοβαρή ημερήσια υπνηλία, σύμφωνα με το ερωτηματολόγιο Epworth (ESS>10), εμφανίζει περίπου 1 στους 20 οδηγούς. Χαρακτηριστικά οι οδηγοί εμφανίζουν χαμηλότερες τιμές από την ομάδα ελέγχου τόσο στο ESS score (p=0.000), όσο και στο ESS>10 (p=0.000). Τέλος σύμφωνα με το WHO 5 η πιθανότητα κατάθλιψης (σκορ 0-12) αφορά ποσοστό 17.4% των οδηγών έναντι ποσοστού 35.1% της ομάδας ελέγχου, διαφορά στατιστικώς σημαντική (p=0.002). Εκ της παρούσης μελέτης ανακύπτει πως η ημερήσια υπνηλία αναφέρεται συχνά ως σύμπτωμα από επαγγελματίες οδηγούς στις αστικές μεταφορές, ενώ η χρήση ερωτηματολογίων υποκειμενικής αξιολόγησης της υπνηλίας είναι ευχερής και συστήνεται κατά τη διερεύνηση της οδηγικής ικανότητας των επαγγελματιών οδηγών από τους επαγγελματίες υγείας, ειδικά τους ιατρούς εργασίας. 1695 344 357 The national and religious feasts in a kindergarten of Komotini with mixed (christian muslim) population Οι εθνικές και θρησκευτικές εορτές σε ένα νηπιαγωγείο της Κομοτηνής με μεικτό (χριστιανικό- μουσουλμανικό) πληθυσμό The current project is divided into two parts, in the bibliography review and the observations I gathered in a kindergarten in Komotini. In detail, the first chapter focuses on the study and the presentation of “who the others are” in the Greek kindergarten. Everyone presenting characteristics that differ from those of the dominant group is considered “other”. What difficulties and obstacles may “other” students meet? How prepared is the state and the educators to include them in the education system? In the second chapter I concentrate on the school festivities that take place in the kindergarten, their purpose and the way they take place. The ΔΕΠΠΣ and the Analytic Program of the kindergarten state on the one side that there should be a religious education and on the other side that “others” should be given the ability to percent elements of their culture. The two contradicting sides confuse educators, who in turn choose to present national celebrations in an ethnocentric way. If the classroom consisted of individuals supporting two different religions, as in the case of the kindergarten of Komotini (Christians and Muslims), what would be the benefits of an educator trying to include elements of “other” students in those celebrations? Is it that educators are unable to accommodate for such a thing? Another vital factor in the proper function of the kindergarten and more specifically in the celebration of national days is the good cooperation between parents (Christian or Muslim) and teachers. Their relationship should better be based on an authentic dialogue, so that there is sincerity from both sides. Is that however possible, especially when the teacher organizes the school festivities without first consulting with parents? Based on the above I conducted my research on a mixed cultural, Christian and Muslim kindergarten in Komotini. My goal was the designing and conduction method of school celebrations and the position of “other” students in these celebrations as well as the size and context of the poems they were given. Η παρούσα εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη, στην βιβλιογραφική ανασκόπηση και στην μελέτη παρατήρησης που διεξήγαγα στο νηπιαγωγείο της Κομοτηνής. Αναλυτικότερα, το πρώτο κεφάλαιο επικεντρώνεται στην μελέτη και παρουσίαση του «ποιος είναι ο άλλος» στο ελληνικό νηπιαγωγείο. Ως άλλοι θεωρούνται τα άτομα που παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά από την κυρίαρχη ομάδα. Ποιες δυσκολίες και εμπόδια ενδέχεται να συναντήσουν οι διαφορετικοί μαθητές; Κατά πόσο οι εκπαιδευτικοί και το κράτος έχουν την ετοιμότητα να τους εντάξουν στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα; Στο δεύτερο κεφάλαιο εστιάζω στις σχολικές εορτές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του νηπιαγωγείου, ποιος είναι ο στόχος τους και με ποιον τρόπο διεξάγονται. Το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών και το Αναλυτικό Πρόγραμμα του νηπιαγωγείο αναφέρουν από τη μία πλευρά πως θα πρέπει να υπάρχει θρησκευτική διαπαιδαγώγηση και από την άλλη πως θα πρέπει να δίνεται και στους «άλλους» μαθητές η δυνατότητα να παρουσιάζουν στοιχεία του πολιτισμού τους. Οι δύο αντικρουόμενες απόψεις φέρνουν σε σύγχυση τους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι επιλέγουν τελικά να παρουσιάσουν τις γιορτές με έναν εθνοκεντρικό τρόπο. Στην περίπτωση που η τάξη αποτελούνταν από δύο θρησκείες, όπως για παράδειγμα στο νηπιαγωγείο της Κομοτηνής (χριστιανικό- μουσουλμανικό πληθυσμό), ποια θα ήταν τα οφέλη αν ο παιδαγωγός ενσωμάτωνε και στοιχεία των «άλλων» μαθητών; Μήπως οι εκπαιδευτικοί δεν διαθέτουν την διαπολιτισμική ετοιμότητα για να υλοποιήσουν κάτι τέτοιο; Ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας για την εύρυθμη λειτουργία του νηπιαγωγείου και πιο συγκεκριμένα των σχολικών εορτών είναι η καλή συνεργασία του εκπαιδευτικού με τους γονείς (χριστιανούς και μουσουλμάνους). Η σχέση τους θα ήταν ωφέλιμο να στηρίζονται σε έναν αυθεντικό διάλογο, δηλαδή να υπάρχει ειλικρίνεια και από τις δύο πλευρές. Είναι όμως κάτι τέτοιο εφικτό, όταν ο παιδαγωγός διοργανώνει τελικά τις σχολικές εορτές με τον τρόπο που ο ίδιος επιθυμεί, χωρίς να συνυπολογίζει την άποψη των γονέων; Με βάση την παραπάνω μελέτη υλοποίησα την μελέτη παρατήρησης σε ένα νηπιαγωγείο της Κομοτηνής με μεικτό χριστιανικό- μουσουλμανικό πληθυσμό. Στόχος της παρατήρησης μου ήταν ο τρόπος σχεδιασμού και διεξαγωγής των σχολικών εορτών αλλά και η θέση που κατείχαν οι «άλλοι» μαθητές στην εορτή, καθώς και η έκταση και το περιεχόμενο των ποιημάτων που τους δινόντουσαν. 1696 196 172 Primary school principals’ views on in-service education regarding educational management and administration of education Απόψεις διευθυντών σχολικών μονάδων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τα επιμορφωτικά προγράμματα σε θέματα οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης The present research study explores the perceptions of the Directors of Primary Education about the training programs in respect of Organization and Administration of Education. In particular, the research study consists of two sub-sections, the theoretical and the research. In the theoretical part, definitions related to the Management of Education are recorded, the training bodies that contribute to the development of the Directors are presented, as well as the training programs that have been carried out for them. At the same time, a bibliographic review is conducted based on the findings of previous research on the training of Directors regarding Organization and Administration of Education. Then, in the research part, the training profile of the Directors is captured through interviews and their views on the training programs that have been implemented in the last decades are studied. The Directors then point out the obstacles they face in each of their training projects and, at the end, submit proposals for possible future prospects for their development and training. Finally, the findings of the research are recorded as well as the conclusions that emerge. Η παρούσα εργασία διερευνά τις αντιλήψεις των Διευθυντών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης για τα επιμορφωτικά προγράμματα σε θέματα Οργάνωσης και Διοίκησης της Εκπαίδευσης. Ειδικότερα, η εργασία αποτελείται από δύο επιμέρους τμήματα, το θεωρητικό και το ερευνητικό. Στο θεωρητικό μέρος καταγράφονται σχετικοί με την Διοίκηση της Εκπαίδευσης ορισμοί, παρουσιάζονται οι επιμορφωτικοί φορείς που συμβάλλουν στην εξέλιξη των Διευθυντών, καθώς και τα επιμορφωτικά προγράμματα που έχουν πραγματοποιηθεί για αυτούς. Παράλληλα, γίνεται μια Βιβλιογραφική Επισκόπηση βασιζόμενη στα ευρήματα προηγούμενων ερευνών σχετικά με την επιμόρφωση των Διευθυντών σε θέματα Οργάνωσης και Διοίκησης της Εκπαίδευσης. Στη συνέχεια, στο ερευνητικό μέρος αποτυπώνεται το επιμορφωτικό προφίλ των Διευθυντών μέσα από συνεντεύξεις και μελετώνται οι απόψεις τους για τα επιμορφωτικά προγράμματα που έχουν υλοποιηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Έπειτα, οι Διευθυντές επισημαίνουν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν σε κάθε τους επιμορφωτικό εγχείρημα και στο τέλος, καταθέτουν προτάσεις για πιθανές μελλοντικές προοπτικές ανάπτυξής και επιμόρφωσής τους. Τέλος, καταγράφονται τα ευρήματα της έρευνας καθώς και τα συμπεράσματα που προκύπτουν 1697 406 404 Contemporary research suggests that a large proportion of schizophrenia patients suffers from obsessive-compulsive symptoms, a finding with possible clinical and neurobiological implications. This paper presents a comprehensive literature review of the studies conducted during the last 15 years οn the co-occurence of schizophrenia and obsessive-compulsive disorder (OCD) or subclinical obsessive-compulsive symptoms (OCS). The aim of this review is to lead to a better understanding of the complex nature of this psychopathological condition and to provide suggestions for more effective assessment and treatment strategies for the affected patients. Firstly, a historical overview of the concepts on the interrelationship between obsessive- compulsive and psychotic symptoms is presented, followed by a review of the studies investigating the epidemiological, clinical and neurobiological features of the comorbidity. Additionally, current views on the neurobiological substrates of schizophrenia and OCD are summarized and problems in the diffenential diagnosis of obsessive-compulsive from psychotic symptoms are examined. The major issue of the de-novo onset or exacerbation of OCS.OCD during treatment with second generation antipsychotics (SGAs) is explored through the review of the experimental studies. Lastly, suggestions for both pharmaceutical and psychotherapeutic interventions are made, based on existing research findings.This review confirms the greater-than-expected coccurence of OCD/OCS in schizophrenic patients, with an almost twofold prevalence of OCS (25%) vs OCD (13%). The presence of OCD was linked with increased depressive symptoms, while schizophrenics with comorbid OCD and severe OCS seemed to have a greater functional impairment compared with “pure” schizophrenics. However, the diversity of the findings regarding the relationship between OCD/OCS and the psychotic symptoms as well as cognitive functions, did not allow drawing any conclusions on these areas, while highlighted the various methodological issues and limitations of the studies. Prevalence rates and clinical presentation of the comorbid patients seemed to be affected by OCS type and severity, temporal sequence between the two disorders as well as the duration of the schizophrenic illness, suggesting different subgroups within the large cohort of comorbid patients rather than the existence of a unified nosological entity. In regard to the association of SGA treatment, especially clozapine, with the emergence of OCD/OCS, preliminary findings derived from experimental studies were supported by results from genetic studies which link glutamate genes with atypical antipsychotic-induced OCS. More research is needed in the field of neurobiology, while further investigation, focusing on the discrete subgroups of comorbid patients with a unified approach, could, by delineating their clinical and neurobiological profiles, lead to more efficient treatment suggestions. Η σύγχρονη έρευνα υποδεικνύει ότι ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών με σχιζοφρένεια υποφέρει από ψυχαναγκαστικά-καταναγκαστικά συμπτώματα, ένα εύρημα με πιθανές κλινικές και βιολογικές προεκτάσεις. Η παρούσα εργασία αποτελεί μια ολοκληρωμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση των ερευνών που έχουν διενεργηθεί τα τελευταία 15 χρόνια με θέμα τη συνύπαρξη της σχιζοφρένειας με την Ψυχαναγκαστική Καταναγκαστική Διαταραχή (ΨΚΔ) ή με υποουδικά ψυχαναγκαστικά­καταναγκαστικά συμπτώματα (ΨΚΣ). Στόχος της εργασίας είναι η βαθύτερη κατανόηση της σύνθετης φύσης της ψυχοπαθολογικής αυτής κατάστασης, καθώς και η διατύπωση προτάσεων για την αποτελεσματικότερη αξιολόγηση και θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών. Αρχικά, παρουσιάζονται οι ιστορικές απόψεις για τη διασύνδεση των ψυχαναγκαστικών- καταναγκαστικών με τα ψυχωσικά συμπτώματα, ενώ στη συνέχεια ανασκοπούνται οι μελέτες των επιδημιολογικών, κλινικών και νευροβιολογικών χαρακτηριστικών της συννοσηρότητας. Επιπλέον, συνοψίζονται οι σύγχρονες αντιλήψεις για τα νευροβιολογικά υποστρώματα της σχιζοφρένειας και της ΨΚΔ και εξετάζεται το πρόβλημα της διαφορικής διάγνωσης των ψυχαναγκαστικών- καταναγκαστικών από τα ψυχωσικά συμπτώματα. Το μείζον ζήτημα της πρόκλησης πρωτοεμφανιζόμενων ή επιδείνωσης προϋπαρχόντων ΨΚΔ/ΨΚΣ σε σχιζοφρενικούς ασθενείς από τα αντιψυχωσικά δεύτερης γενιάς διερευνάται μέσω της ανασκόπησης των πειραματικών ερευνών. Tέλος, διατυπώνονται συστάσεις για τη φαρμακοθεραπευτική και ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση των συννοσηρών ασθενών, με βάση την υπάρχουσα ερευνητική πληροφόρηση. Η ανασκόπηση αυτή επιβεβαιώνει τη μεγαλύτερη από το αναμενόμενο συχνότητα της εμφάνισης ΨΚΔ/ΨΚΣ στους σχιζοφρενικούς ασθενείς, με σχεδόν διπλάσια επικράτηση των ΨΚΣ (25%) έναντι της ΨΚΔ (13%). Η παρουσία ΨΚΔ συνδέθηκε με αυξημένα καταθλιπτικά συμπτώματα, ενώ οι συννοσηροί ασθενείς με ΨΚΔ και σοβαρά ΨΚΣ φάνηκε να έχουν επιπλέον χαμηλότερη λειτουργικότητα από τους “καθαρούς” σχιζοφρενικούς. Ωστόσο, η ανομοιογένεια των αποτελεσμάτων όσον αφορά τη σχέση των ΨΚΣ με τα ψυχωσικά συμπτώματα και τις γνωστικές λειτουργίες δεν επέτρεψε την εξαγωγή συμπερασμάτων στα πεδία αυτά, ενώ υπογράμμισε τα ποικίλα μεθοδολογικά προβλήματα και τους περιορισμούς των μελετών. Ο επιπολασμός και η κλινική παρουσίαση των συννοσηρών ασθενών φάνηκε ότι επηρεάζονται από τον τύπο και τη βαρύτητα των ΨΚΣ, τη χρονική ακολουθία μεταξύ των δύο διαταραχών καθώς και τη διάρκεια της σχιζοφρενικής διαταραχής, προτείνοντας διαφορετικές υποομάδες μέσα στη μεγάλη ομάδα των συννοσηρών ασθενών, παρά την ύπαρξη μιας ενιαίας νοσολογικής οντότητας. Αναφορικά με τον συσχετισμό των δεύτερης γενιάς αντιψυχωσικών και ειδικά της κλοζαπίνης, με την πρόκληση ΨΚΔ/ΨΚΣ, τα προκαταρκτικά δεδομένα των πειραματικών ερευνών υποστηρίζονται και από αποτελέσματα γενετικών μελετών που συνδέουν τα γονίδια του γλουταμινικού με τα προκαλούμενα από άτυπα ΨΚΣ. Περισσότερη έρευνα χρειάζεται στο πεδίο της νευροβιολογίας, ενώ περαιτέρω διερεύνηση των διαφορετικών υποομάδων των συννοσηρών ασθενών με μια κοινή προσέγγιση, θα μπορούσε, σκιαγραφώντας το κλινικό και νευροβιολογικό προφίλ τους, να οδηγήσει σε αποτελεσματικότερες θεραπευτικές προτάσεις. 1698 148 151 Introduction: It is the fatal biological phenomenon in which all the functions of the organism are suspended and definitively suspended, with the latest breathing and circulation functions.Purpose: Presenting the management of the dead and the end of life. Material-Method: Foreign language and magazine articles were used. Conclusions: The mystery of death is part of the enigma of soul and life itself. Under-standing of death really means understanding life. During life as we know it, the body is vital from the soul. after death, there is a separation between body and soul. But the soul continues to live as it has always been, now free from the physical limitations of the body. And since the true character of a person – goodness virtue and selflessness - lies in the soul, it is reasonable to assume that he will ascend to a superior state after fulfilling his responsibilities on Earth. Εισαγωγή: Θάνατος είναι το μοιραίο βιολογικό φαινόμενο κατά το οποίο αναστέλλονται διαδοχικά και οριστικά όλες οι λειτουργίες του οργανισμού, με τελευταίες τις λειτουργίες της αναπνοής και της κυκλο-φορίας. Σκοπός: Η παρουσίαση της διαχείρισης του νεκρού και του τέλους της ζωής.Υλικό-Μέθοδος: Χρησιμοποιήθηκαν ξενόγλωσσα συγγράμματα και άρθρα από περιοδικά. Συμπεράσματα: Το μυστήριο του θανάτου είναι μέρος του αινίγματος της ψυχής και της ίδιας της ζωής. η κατανόηση του θανάτου σημαίνει πραγματικά κατανόηση της ζωής. Κατά τη διάρκεια της ζωής όπως την ξέρουμε, το σώμα είναι ζωτικής σημασίας από την ψυχή. μετά , υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ σώματος και ψυχής. Αλλά η ψυχή συνεχίζει να ζει όπως έχει πάντα, τώρα ελεύθερη από τους φυσικούς περιορισμούς του σώματος. Και δεδομένου ότι ο αληθινός χαρακτήρας ενός ατόμου - η καλοσύνη, η αρετή και η ανιδιοτέλεια - βρίσκεται στην ψυχή, είναι λογικό να υποθέσουμε ότι θα ανέλθει σε ανώτερο κράτος μετά την εκπλήρωση των ευθυνών του στη Γη. 1699 110 142 Ovarian response varies substantially among women undergoing IVF treatment, ranging from insufficient response leading to poor outcome, to excessive response associated with increased risk for developing ovarian hyperstimulation syndrome. Pharmacogenetics has emerged as a new area of research aiming to predict ovarian response to gonadotrophin stimulation, modify drug doses and avoid undesired treatment complications, based upon the genetic predisposition of the individual patient. Genotyping of women scheduled for controlled ovarian stimulation could be an attractive tool to individualize FSH dosing according to genetic differences in ovarian sensitivity. More clinical studies are warranted to investigate the usefulness of applying pharmacogenetics as a routine test in the field of assisted reproductive technology Η ωοθηκική απόκριση ποικίλλει σημαντικά μεταξύ των γυναικών που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, και κυμαίνεται από ανεπαρκής που οδηγεί σε κακή έκβαση, έως υπερβολική η οποία σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη του υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Η φαρμακογενετική έχει αναδειχθεί ως ένας καινούργιος τομέας έρευνας με στόχο την πρόβλεψη της ωοθηκικής απόκρισης σε διέγερση με γοναδοτροπίνες, την τροποποίηση της δόσης των φαρμάκων και την αποφυγή των ανεπιθύμητων επιπλοκών της θεραπείας, με βάση τη γενετική προδιάθεση του κάθε ατόμου. Ο γονοτυπικός έλεγχος των γυναικών που προγραμματίζονται για εξωσωματική γονιμοποίηση θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο για την εξατομικευμένη χορήγηση FSH δόσης, σύμφωνα με τη γενετική ιδιοσυστασία της κάθε γυναίκας και την ευαισθησία απόκρισης των ωοθηκών της. Η διεξαγωγή περισσότερων κλινικών μελετών είναι αναγκαία προκειμένου να διερευνηθεί η χρησιμότητα της εφαρμογής της φαρμακογενετικής, ως ένας έλεγχος ρουτίνας στο πεδίο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. 1700 303 336 Διερεύνηση της εμπειρίας γονέων παιδιών που έχουν διαγνωστεί με νευρομυϊκές διαταραχές Neuromuscular disorders are a heterogeneous group of mainly hereditary diseases that affect the functioning of the muscle system. Duchenne muscular dystrophy (DMD) is a chronic, degenerative and terminal disorder, while myotonia congenita is a rare disorder that mainly leads to increased muscle tone and muscle stiffness. The child and family’s experience is formed by the progression of the disease and the development of new symptoms. This study’s objective was to investigate the psychological impact of the announcement of the diagnosis to parents and the process of adjustment to the complex nature of their child's condition. A qualitative research design was employed for the study’s methodology. An in-depth analysis of the subject is attempted in this paper, using content analysis of interview data collected by parents of affected children (10 children with Duchenne muscular dystrophy and 1 with myotonia congenita). The data was collected in 2015 using the technique of semi-structured interviews. Results of this study indicated that the announcement of diagnosis is a crucial moment in the family life that elicits feelings of sorrow, despair and guilt in parents. The absence of therapy overturns the reality experienced until then in their everyday lives with their children and many parents resort to the defense mechanisms of denial and repression as a means of coping with this knowledge. Guilt is a central feeling generated, whether there is a genetic transmission of the disease, or not. Parents’ experience is characterized by painful and recurrent losses, which intensify their feelings of isolation and alienation. An elevated sense of parental responsibility may lead to a mutual dependence and closeness in the relationship with the child. Parents’ commitment may take the form of overprotection and control, especially when the feeling of helplessness is overwhelming. Recurrent losses alternate with periods of stability, hope and efforts toward normalcy in family life. Οι νευρομυϊκές διαταραχές αποτελούν μια ετερογενή ομάδα κληρονομούμενων κυρίως ασθενειών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την εξασθένηση των κινητικών λειτουργιών. Η μυϊκή δυστροφία Duchenne (DMD) είναι μια χρόνια, εκφυλιστική και καταληκτική νόσος, ενώ η συγγενής μυοτονία είναι μια σπάνια διαταραχή με κύρια συμπτώματα τον αυξημένο μυϊκό τόνο και τη μυϊκή δυσκαμψία. Η εμπειρία του παιδιού με νευρομυϊκή πάθηση και της οικογένειάς του διαμορφώνεται ανάλογα με την προοδευτική εξέλιξη της νόσου και την εμφάνιση νέων συμπτωμάτων. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθούν ο ψυχολογικός αντίκτυπος της ανακοίνωσης της διάγνωσης στους γονείς και η πορεία που ακολούθησαν οι γονείς στην προσπάθεια προσαρμογής τους στις συνθήκες που επιτάσσει η ασθένεια. Ο σχεδιασμός της παρούσας μελέτης βασίστηκε στις αρχές της ποιοτικής ερευνητικής μεθόδου. Η έρευνα επιχείρησε να αναλύσει σε βάθος το θέμα, μέσα από την ανάλυση περιεχομένου του λόγου δέκα γονέων που έχουν παιδιά που νοσούν (10 παιδιά με μυϊκή δυστροφία Duchenne και ένα με συγγενή μυοτονία). Τα ερευνητικά δεδομένα συλλέχτηκαν το 2015 με την τεχνική της ημι-δομημένης συνέντευξης. Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης η ανακοίνωση της διάγνωσης συνιστά μια κρίσιμη στιγμή στη ζωή της οικογένειας και προκαλεί στους γονείς συναισθήματα θλίψης, απελπισίας και ενοχής. Η απουσία θεραπείας ανατρέπει την πραγματικότητα έτσι όπως τη ζούσαν μέχρι τώρα στην καθημερινότητα με το παιδί τους και πολλοί γονείς καταφεύγουν σε μηχανισμούς άρνησης και απώθησης αυτής της γνώσης. Η ενοχή είναι ένα κεντρικό συναίσθημα που διακινείται στους γονείς, είτε έχει διαπιστωθεί γενετική μετάδοση της νόσου, είτε όχι. Η εμπειρία τους χαρακτηρίζεται από ένα οδυνηρό και επαναλαμβανόμενο βίωμα απώλειας, γεγονός που εντείνει το βίωμα απομόνωσης και διαφορετικότητας της οικογένειας. Το αίσθημα της γονεϊκής ευθύνης είναι ιδιαίτερα ισχυρό, καθώς οι γονείς θέτουν στο επίκεντρο το παιδί τους, σε μια σχέση που χαρακτηρίζεται από αμοιβαία εξάρτηση και εγγύτητα. Η αφοσίωση αυτή μπορεί να πάρει τη μορφή της υπερπροστασίας και του ελέγχου, κυρίως όταν το αίσθημα αβοηθητότητας καταβάλλει τους γονείς. Οι επαναλαμβανόμενες απώλειες εναλλάσσονται με περιόδους σταθερότητας, ελπίδας και προσπαθειών για μια φυσιολογική ζωή. 1701 298 288 Nowadays we live in an era, where statistics is applied in every aspect of our everyday life. The need of statistically literate citizens is undeniable and gives prominence to the necessity of analyzing the educational system of the country. The weakening of stochastic mathematics, due to the abolition of statistics as a main course of the 3rd of General Lyceum, makes the research on the statistics’ teaching methods necessary. Most studies conducted recently, focus on the exploration of knowledge – teachers’ and students’ attitude towards statistical literacy and the use of new technology. However, a research gap is detected, related to the study of beliefs and methods used by teachers during the tuition of statistics. While searching for the appropriate characteristics recommended for statistics’ teaching, the fundamentals of GAISE, as well as the extent of their application in the secondary education of the country were examined. The limited amount of research conducted, indicates that teachers consider the use of real data and technology vital for the development of the required concepts. On the contrary, only a small percentage of teachers focus on the empowerment of statistical thinking and encouragement of active learning. For the needs on the research, 120 secondary teachers from different schools of Greece were examined, while the STI questionnaire was used after translation as a data gathering tool. The results of the research indicated that only few teachers use real data and technological tools to correspondingly teach the course and promote the conceptional understanding. In contrast, many teachers stated that, during their course, they use techniques that motivate the statistical thinking. Finally, there were indications that some special features of teachers (sex, teaching experience, attendance of statistic courses in University), have an impact on the configuration of the teachers’ beliefs, agreeing with the existing bibliography. Ζούμε σε μια εποχή όπου η στατιστική βρίσκει εφαρμογή σε κάθε στιγμή της καθημερινής μας ζωής. Η ανάγκη ύπαρξης στατιστικά εγγράμματων πολιτών είναι αδιαμφισβήτητη και αναδεικνύει την ανάγκη μελέτης του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας μας. Η αποδυνάμωση των στοχαστικών μαθηματικών με την κατάργηση της στατιστικής από μάθημα γενικής παιδείας στην Γ΄ λυκείου, καθιστά επίκαιρη τη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο διδάσκουν στατιστική οι εκπαιδευτικοί. Οι περισσότερες μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια εστιάζουν στην διερεύνηση των γνώσεων - στάσεων εκπαιδευτικών και μαθητών στο στατιστικό εγγραμματισμό και στη χρήση νέων τεχνολογιών. Παρόλα αυτά εντοπίζεται ένα ερευνητικό κενό στη μελέτη των πεποιθήσεων και των πρακτικών που υιοθετούν οι εκπαιδευτικοί κατά τη διδασκαλία της στατιστικής. Αναζητώντας τα χαρακτηριστικά που συνίσταται να έχει η διδασκαλία της στατιστικής μελετήθηκαν οι αρχές του GAISE και εξετάστηκε ο βαθμός στον οποίο εφαρμόζονται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση της χώρας μας. Οι λιγοστές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί δείχνουν ότι οι εκπαιδευτικοί θεωρούν σημαντική τη χρήση πραγματικών δεδομένων και την αξιοποίηση της τεχνολογίας για την ανάπτυξη των ζητούμενων εννοιών. Απεναντίας μικρό είναι ποσοστό των εκπαιδευτικών που εστιάζουν στην ενδυνάμωση της στατιστικής σκέψης και στην ενθάρρυνση της ενεργού μάθησης. Για τις ανάγκες τις έρευνας εξετάστηκαν 120 εκπαιδευτικοί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από διάφορα σχολεία της Ελλάδας ενώ ως εργαλείο συλλογής των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε ύστερα από μετάφραση το ερωτηματολόγιο STI. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι ελάχιστοι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν πραγματικά δεδομένα για τη διδασκαλία του μαθήματος και τεχνολογικά εργαλεία για την προώθηση της εννοιολογικής κατανόησης. Απεναντίας πολλοί εκπαιδευτικοί δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν στο μάθημά τους τεχνικές που προάγουν τη στατιστική σκέψη. Τέλος βρέθηκαν ενδείξεις ότι ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών (φύλο, διδακτική εμπειρία, μαθήματα στατιστικής που έχουν παρακολουθήσει στο πανεπιστήμιο) έχουν επίδραση στη διαμόρφωση των πεποιθήσεων των εκπαιδευτικών, συμφωνώντας με την υπάρχουσα βιβλιογραφία. 1702 178 149 Οι απόψεις των μαθητών της ΣΤ΄ δημοτικού για τα σχολικά εγχειρίδια The school book constitutes an instructional, educational and informational teaching material. In addition, it brings off social processes and secures the development of inter-personal relationships, as it is a political product. For the above mentioned reasons, we have chosen as subject of this project the school textbooks and the students’ views on them, since the students are the ones who are the ones who are directly connected with the learning procedure. The aim of this project is to collect data related to this subject by using questionnaires that were distributed to 39 students of the 6th Grade of a Primary School in the urban area of Thrace. One of the most important conclusions of the research made was that the majority of the students like the school textbooks, as well as the pictures included. Moreover, they have mentioned that they do not face any difficulties when they are using them, because the clarifications given by the educators are really illuminating. However, they have expressed their wish of having these books replaced by modern educational media, such as computers. Το σχολικό βιβλίο αποτελεί μορφωτικό, εκπαιδευτικό και πληροφοριακό υλικό διδασκαλίας. Επιπρόσθετα, επιτελεί κοινωνικές διεργασίες και εξασφαλίζει την ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων, καθώς συνιστά πολιτικό προϊόν. Για τους παραπάνω λόγους, επιλέξαμε ως θέμα αυτής της εργασίας τα σχολικά εγχειρίδια και τις απόψεις των μαθητών σχετικά με αυτά, καθώς αυτοί συνδέονται άμεσα με τη μαθησιακή διαδικασία. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η συλλογή στοιχείων για το συγκεκριμένο θέμα μέσω ερωτηματολογίων, που μοιράστηκαν σε 39 μαθητές της Στ΄ Δημοτικού σχολείου αστικής περιοχής της Θράκης. Από τα σημαντικότερα συμπεράσματα της έρευνας που πραγματοποιήσαμε ήταν ότι στην πλειοψηφία των μαθητών αρέσουν τα σχολικά εγχειρίδια, καθώς και οι εικόνες που αυτά περιέχουν. Επίσης, ανέφεραν ότι δε συναντούν ιδιαίτερες δυσκολίες στη χρήση τους, αφού οι διευκρινίσεις των εκπαιδευτικών είναι κατατοπιστικές. Παρ’ όλα αυτά, εξέφρασαν την επιθυμία να αντικατασταθούν με σύγχρονα μέσα διδασκαλίας, όπως ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. 1703 187 188 Probiotics are live microorganisms that, when administrated in adequate amounts, confer a health benefit on the host. Their beneficial health effects have been thoroughly investigated both in pre-clinical and clinical trials. The aim of this master thesis was to collect and analyze all the data until now that support their significant role in oncology. An analysis of the published evidence from cell lines and animal studies was made. Probiotics seem to exert their beneficial effects through a series of mechanisms such as: reduction of carcinogenic secondary bile acids, alteration of intestinal microflora enzyme activity, binding of carcinogens and mutagens, antitumoural responses and NK (Natural Killer) Cell activation, blocking the initiation phase of colorectal carcinogenesis, reduction of DNA damage, inhibition of the invasion of colorectal cancer, effect on polyamine biosynthesis. Their beneficial effect was shown in a series of solid tumors such as: gastric, colon, breast, sarcomas, hepatocellular, cervical and other neoplasms. Their possible role in preventing chemotherapy induced diarrhea was also analyzed. Finally, a discussion was made regarding the possible limitations of their use, so as to incorporated in a sophisticated way in the everyday oncological practice. Tα προβιοτικά είναι ζωντανοί μικροοργανισμοί που όταν χορηγούνται σε επαρκείς ποσότητες δρουν επωφελώς στην υγεία του ξενιστή. Οι επωφελείς επιδράσεις των προβιοτικών στην υγεία έχουν μελετηθεί τόσο σε προκλινικές όσο και κλινικές δοκιμές. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ήταν να συλλέξει και να αναλύσει όλα τα δεδομένα που υποστηρίζουν το σημαντικό τους ρόλο στην ογκολογία. Παράλληλα αναλύθηκαν τα δημοσιευμένα δεδομένα τόσο σε κυτταρικές σειρές όσο και σε πειραματόζωα. Τα προβιοτικά φαίνεται ότι εκδηλώνουν τις επωφελείς δράσεις του μέσω μιας σειράς μηχανισμών όπως: ελλάτωση των καρκινογόνων δευτερογενών χολικών οξέων, αλλαγή της δραστηριότητας των εντερικών ενζύμων, δέσμευση καρκινογόνων και μεταλλαξιογόνων ουσιών, αντιογκογενετικές ιδιότητες και ενεργοποίηση των ΝΚ (Natural Killer) κυττάρων, παρεμπόδιση της φάσης έναρξης της κολοορθικής καρκινογένεσης, ελλάτωση των βλαβών στο DNA, αναστολή της διαδικασίας εξάπλωσης του κολορθικού καρκίνου καθώς και επίδραση στη βιοσύνθεση των πολυαμινών. Οι επωφελείς επιδράσεις των προβιοτικών έχουν δεχθεί μια σειρά συμπαγών όγκων όπως του : γαστρικού, κολορθικού, μαστού, σαρκωμάτων, ηπατοκυτταρικού, τραχήλου και άλλων νεοπλασμάτων. Παράλληλα μελετήθηκε ο πιθανός ρόλος τους στην πρόληψη της διάρροιας που επάγεται από την χημειοθεραπεία. Τέλος συζητήθηκαν οι πιθανοί περιορισμοί στη χρήση τους, ώστε να ενσωματωθούν ορθώς στην καθημέρα ογκολογική πράξη. 1704 444 430 This dissertation deals with the institution of mediation that was intro-duced in Greece by Law 3898/2010, which has been passed by Preside-ntial Decree 123/2011,issued delegated, as well as, the recent amen-dment by Law 4512/2018, which radically replaced Law 3898/2010 in it's highlights ,eliminating it almost entirely. At the time of writing, law enforcement has not started, as it has been a transitional phase, until September 2018, so that everything be harmonized with the new provisions. The implement of compulsory mediation, that has been evolved in a great rivalry field ,was introduced, as a mean to alleviate the courts of the overabundance of cases ending in them, establishing a mandatory pre-trial stage in specific cases, and a voluntary action in other cases and the whole process will be conducted by accredited, but not private mediators, who are not required to be lawyers. In order to be equipped with the professional title of mediator. only the posse-ssion of a diploma of any higher school is required, after having attended a 80- houred duration training from certified centers and having passed the corresponding examinations, In cases where mediation is mandatory as a requirement of admissibility of the discussion of the ligitation, are also now medical negligence (and death) compensation included .If estimated that ,from the introduction of the mediation law in Greek law system in 2010 until now, a total of 30 cases over Greece have been solved -and no ligitations between doctor and patient or his relatives among them - the opportunity effectiveness between Greek parties, insurance companies and medi-ators.is expected with great interest. Besides the case discussed in the second part of this dissertation, is certainly based on facts, noted by the author in the performance of his profession, but so far was only effe-ctive to the dissertation needs and not in practice, because it is still pending a decision on first instance, since 2015, when the unfortunate incident happened. Overcoming the negative criticism and consi-derations, that may underlie the mandatory of mediation- such as the opportunity to every graduate to be a mediator and not exclusively to lawyers, who provide the guarantee of the proper conduct and the duty, the creation of an improper admission justice state by bypassing traditional structures, and the creation of a private justice institution - and keeping only the positive elements from the theoretical approach of the institution so far, we hope that the results of the institution implementation will be established, in the same way they were collected and reflected in major hospitals around the world, making a reality of the unwritten rule of the institution , which states that "in mediation there are no winners and losers". Η παρούσα διατριβή πραγματεύεται τον θεσμό της διαμεσολάβησης που εισήχθη στην Ελλάδα με τον νόμο 3898/2010 που έχει ψηφιστεί και με το Π.Δ. 123/2011 που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότησή του καθώς και την πρόσφατη τροποποίηση του με το νόμο 4512/2108, που τον αντικατέστησε στα κυριότερα σημεία του εκ βάθρων, καταργώντας σχεδόν ολόκληρο τον προηγούμενο. Κατά τον χρόνο σύνταξης της, δεν έχει αρχίσει η εφαρμογή του νόμου καθώς έχει δοθεί ένα μεταβατικό στάδιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2018 ώστε άπαντες να εναρμονιστούν με τις νέες διατάξεις . Σε μεγάλο πεδίο αντιπαλότητας έχει εξελιχθεί η εφαρμογή της υποχρεωτικής διαμεσολάβησης που εισήχθη ως ένα μέσο για να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια από την υπερπληθώρα των υποθέσεων που καταλήγουν σε αυτά ,καθιερώνοντας ένα υποχρεωτικό στάδιο προδικασίας σε συγκεκριμένες διαδικασίες και με εκούσια προσφυγή στις υπόλοιπες, την οποία διαδικασία θα διεξαγάγουν διαπιστευμένοι μεν, ιδιώτες δε διαμεσολαβητές, οι οποίοι δεν είναι υποχρεωτικό να είναι δικηγόροι.. Με μόνη προϋπόθεση την κατοχή πτυχίου οποιασδήποτε ανώτατης σχολής, έχοντας παρακολουθήσει εκπαίδευση από πιστοποιημένα κέντρα συνολικής διάρκειας 80 ωρών και έχοντας πετύχει στις αντίστοιχες εξετάσεις , εξοπλίζεται ο οποιοσδήποτε ενδιαφερόμενος με τον επαγγελματικό τίτλο του διαμεσολαβητή . Στις υποθέσεις όπου γίνεται υποχρεωτική η διαμεσολάβηση ως προϋπόθεση του παραδεκτού για την συζήτηση της κύριας αγωγής, υπάγονται πλέον και οι αποζημιώσεις ιατρικής αμέλειας (και θανάτου). Αν υπολογιστεί ότι από την εισαγωγή του νόμου στην ελληνική έννομη τάξη το 2010 και μέχρι και σήμερα έχουν λυθεί 30 συνολικά υποθέσεις πανελλαδικώς και μεταξύ αυτών καμία διαφορά μεταξύ ιατρού και ασθενούς ή των οικείων του , αναμένεται με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον η δυνατότητα αποτελεσματικότητας ανάμεσα στους Έλληνες διαδίκους τις ασφαλιστικές εταιρίες και τους διαμεσολαβητές. Άλλωστε η υπόθεση εργασίας που πραγματεύεται η παρούσα διατριβή στο δεύτερο μέρος στηρίζεται μεν σε πραγματικά περιστατικά που αντιμετώπισε ο συγγραφέας κατά την άσκηση του επαγγέλματος του ,ήταν όμως αποτελεσματική μόνο για τις ανάγκες της εργασίας και μέχρι στιγμής όχι ακόμη στην πράξη ,καθόσον ακόμη αναμένεται απόφαση σε πρώτο βαθμό από το έτος 2015 που έλαβε χώρα το ατυχές περιστατικό. Ξεπερνώντας την αρνητική κριτική και τις σκοπιμότητες που μπορεί να κρύβονται πίσω από την υποχρεvτικότητα, το άνοιγμα σε κάθε πτυχιούχο και όχι κατ' αποκλειστικότητα στους δικηγόρους που παρέχουν και τα εχέγγυα της ορθής διενέργειας και του καθήκοντος, της δημιουργίας σταδίου παραδικαιοσύνης κατά παράκαμψη των παραδοσιακών δομών και την δημιουργία ενός θεσμού ιδιωτικής δικαιοσύνης και κρατώντας μόνο τα θετικά από την θεωρητική προσέγγιση μέχρι στιγμής του θεσμού ,ευελπιστούμε να καθιερωθούν τα αποτελέσματα εφαρμογής του θεσμού όπως συλλέχθηκαν και αποτυπώθηκαν στα μεγάλα νοσηλευτικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο ,κάνοντας εφαρμογή τον άγραφο κανόνα του θεσμού ότι « στη Διαμεσολάβηση δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι » . 1705 162 185 Σχεδιασμός και εκπόνηση γλωσσαρίου περιβαλλοντικών όρων για παιδιά σχολικής ηλικίας The main subject of this thesis is the creation of a Glossary of 135 environmental terms, on the basis of textbooks and workbooks of primary education, used for the courses „Environmental studies‟ (grades A to D) and „Natural Sciences - Search and Discover‟ (grades E and F). Its goal is to inform students about the importance of words related to environment, about their spelling, their meaning and speech production, achieving a better understanding of their native language. Additionally, this thesis provides a thorough analysis of useful tools and terms, such as glossary, dictionary, thesaurus, terminology dictionary and describes how we can use them during the educational process. Additionally, this thesis points out the importance of creating a dictionary of environmental terms and its contribution to a comprehensive approach the environmental education. The ultimate aim is to create environmental awareness of students and to encourage their involvement with the environment itself, through the comprehension of Environmental Terminology in the context of environmental education. Στην παρούσα εργασία κατασκευάστηκε ένα γλωσσάρι εκατόν τριάντα πέντε (135) περιβαλλοντικών όρων, οι οποίοι αποδελτιώθηκαν από τα σχολικά εγχειρίδια που διδάσκονται οι μαθητές της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο μάθημα "Μελέτη του Περιβάλλοντος" Α' έως Δ' τάξης και "Φυσικά Δημοτικού Ερευνώ και ανακαλύπτω" Ε' και ΣΤ' καθώς και από τα Τετράδια Εργασιών τους. Στόχος της είναι να παρέχει στους μαθητές πληροφορίες για τη σημασία των λέξεων που αφορούν το περιβάλλον και να συμβάλει στην παραγωγή και κατανόηση λόγου σχετικού με το περιβάλλον και την περιβαλλοντική εκπαίδευση καθώς και τη δημιουργία περιβαλλοντικά εγγράμματων μαθητών και κατ' επέκταση πολιτών. Επιπρόσθετα στην εργασία αναλύονται έννοιες από το πεδίο της λεξικογραφίας όπως γλωσσάριο, λεξικό, θησαυρός, λεξικά ορολογίας και αναδεικνύονται τρόποι χρήσης τους κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Τονίζεται ακόμη η χρησιμότητα της δημιουργίας ενός γλωσσαρίου περιβαλλοντικών όρων και η συμβολή του σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης. Επιχειρείται η γνώση μέσω της κατάκτησης της Περιβαλλοντικής ορολογίας στο πλαίσιο της Περιβαλλοντικής εκπαίδευσης με τελικό σκοπό τη διαμόρφωση της περιβαλλοντικής συνείδησης των μαθητών αλλά και οποιαδήποτε ενασχόληση τους με αυτό καθαυτό το περιβάλλον. 1706 357 347 The human in revolt as an existential certainty and the absurd on Albert Camus Ο εξεγερμένος άνθρωπος ως υπαρξιακή βεβαιότητα και το παράλογο στον Albert Camus In the present research, we are trying to deeply understand what is the absurd, and in which way it constitutes the condition in which the human exists, according to Albert Camus, by emphasizing on his two philosophical essays The myth of Sisyphus and The rebel. The absurd constitutes neither an element of human nor an element of the world but of their coexistence. The absurd rises through the distance between the human spirit that longs for giving a meaning to the world, and between the world that doesn’t allow it, because the world doesn’t enable a logical use. The value of knowing the absurd is extremely essential for human life. The awareness of the absurd relation between the human and the world, though, forms the foundation of the existential revolt of the human, who doesn’t adopt Descartes’s certainty of “I think, therefore I am”, but leads to “I revolt, therefore we are”. In our research, we demonstrate that this human with his revolt confirms not only his own existence but also the existence of the humans in general. So, this revolt is a search where human is both the starting point and the end. It’s a human’s effort and need. Through his revolt, the human doesn’t confirm anything else than his own existence. This revolt doesn’t have any kind of ideological orientation. In this way, revolt differs from revolution, which constitutes nothing else than revolt’s degenerated embodiment. The theory of the man in revolt (the rebel) as a being that has already confirmed his own existence, which except of an anthropological and political interest has also an educational interest, we think that, in order to be used politically and pedagogically if possible, this could only be done by a perspective demonstration of the importance of autonomous human attitude towards himself and the world, as, this human in revolt, knows that the world doesn’t belong to him through a given meaning. Therefore, he doesn’t wish to either control or dominate this world, but to stand with responsibility both to himself and to the world. Στην παρούσα έρευνα, δίνοντας έμφαση κυρίως στα δύο φιλοσοφικά δοκίμια του A. Camus O μύθος του Σίσυφου και Ο επαναστατημένος άνθρωπος, επιχειρούμε να κατανοήσουμε τι είναι το παράλογο και υπό ποίαν έννοια συνιστά τη συνθήκη μέσα στην οποία υπάρχει ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον φιλόσοφο. Το παράλογο, λοιπόν, το οποίο δεν αποτελεί στοιχείο ούτε του ανθρώπου ούτε του κόσμου αλλά της κοινής παρουσίας τους, αναδύεται μέσα από τη διάσταση ανάμεσα στο πνεύμα που επιθυμεί να νοηματοδοτήσει τον κόσμο και στον κόσμο που δεν το επιτρέπει, καθώς δεν προσφέρεται στη λογική διαχείριση. Η αξία της γνώσης του παραλόγου για τη ζωή του ανθρώπου είναι εξαιρετικά μεγάλη. Η συνειδητοποίηση της παράλογης σχέσης ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο αποτελεί, όμως, και το θεμέλιο για την υπαρξιακή εξέγερση του ανθρώπου, ο οποίος δεν υιοθετεί την καρτεσιανή βεβαιότητα «σκέφτομαι άρα υπάρχω» αλλά προτρέπει στο «εξεγείρομαι άρα υπάρχουμε». Μέσα από την έρευνά μας δείχνουμε ότι με την εξέγερσή του αυτός ο άνθρωπος βεβαιώνει την ύπαρξη τη δική του αλλά και του ανθρώπου εν γένει. Η εξέγερση αυτή, λοιπόν είναι μια αναζήτηση που αρχίζει και τελειώνει με τον άνθρωπο. Είναι μια ανθρώπινη προσπάθεια και ανάγκη. Δεν αποσκοπεί σε κάτι που υπερβαίνει τα όρια του ανθρώπου. Ο άνθρωπος μέσω αυτής δεν βεβαιώνει τίποτε άλλο παρά την ίδια του την ύπαρξη. Η εξέγερση, μάλιστα, αυτή δεν έχει κανενός είδους ιδεολογικό προσανατολισμό. Υπ’ αυτήν την έννοια διαφοροποιείται πλήρως από την επανάσταση, η οποία δεν αποτελεί παρά εκφυλισμένη μορφή της. Η θεωρία του εξεγερμένου ανθρώπου ως υπαρξιακά βέβαιου, η οποία εκτός από ανθρωπολογικό και πολιτικό ενδιαφέρον έχει και παιδαγωγικό ενδιαφέρον, θεωρούμε πως, αν θα μπορούσε να αξιοποιηθεί πολιτικά και παιδαγωγικά, αυτό θα ήταν δυνατό να γίνει μόνο στην προοπτική της ανάδειξης της σημασίας της αυτόνομης στάσης του ανθρώπου απέναντι στον εαυτό του και τον κόσμο, καθώς ο άνθρωπος αυτός γνωρίζει ότι ο κόσμος δεν του ανήκει μέσα από ένα δοσμένο νόημα και, συναφώς, δεν επιθυμεί να ελέγξει και να κυριαρχήσει αλλά να σταθεί με υπευθυνότητα τόσο απέναντι στον εαυτό του όσο και απέναντι στον κόσμο. 1707 283 399 Μελέτη των επιπέδων της 25-Υδροξυβιταμίνης D (25-OH-D) στον ορό ασθενών με αυτοάνοσα νοσήματα με την ραδιοανοσολογική μέθοδο RIA INTRODUCTION: Recently, vitamin D has been linked to metabolic and immune processes, which have established its role as a natural regulator of the immune system. There seems to be a strong correlation between low levels of vitamin D and a higher risk chronic inflammatory diseases, such as autoimmune diseases. Several studies have shown the association between low concentration of vitamin D and the prevalence of these diseases. In particular, reduced levels of vitamin D has been demonstrated in autoimmune diseases, such as Rheumatoid Arthritis, Systemic Lupus Erythematosus, and Multiple Sclerosis. AIM: We study the association of serum levels of 25-Hydroxyvitamin D (25-OH-D) in patients with autoimmune diseases, such as Rheumatoid Arthritis, Systemic Lupus Erythematosus, and Multiple Sclerosis with disease severity. PATIENTS AND METHODS: The study was done in the Nuclear Medicine’s laboratory in Democritus University of Thrace. We studied 40 patients, 30 men and 10 women aged 32 to 67 years (mean age 52 ± 8 years). Specifically, (25-OH-D) serum levels were measured with radioimmunoassay (RIA) method with DΙΑsource ΙmmunoΑssays S.A. kit. STATISTICAL ANALYSIS: We were able to perform a statistical analysis of the results by Pearson correlation test.RESULTS: 21 patients (52,5%) had vitamin D levels of ≤ 20 ng/mL. 14 patients (35%) had vitamin D levels of ≤ 40 ng/mL. 5 patients (11,62%) had vitamin D levels of ≥ 40 ng/mL. CONCLUSIONS: a) Patients with severe autoimmune disease have significantly low values of vitamin D. b) Patients with remission of the disease have higher values of vitamin D. c) Vitamin D is a predictive factor of the severity of autoimmune disease. d) Studies are needed to demonstrate whether vitamin D supplements are capable of improving the condition and symptoms of autoimmune diseases. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Τον τελευταίο καιρό, η βιταμίνη D έχει συνδεθεί με μεταβολικές και ανοσολογικές διεργασίες, οι οποίες καθιέρωσαν το ρόλο της ως φυσικό ρυθμιστή του ανοσοποιητικού συστήματος. Φαίνεται να υπάρχει μια ισχυρή συσχέτιση μεταξύ των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D και του υψηλότερου κινδύνου για χρόνιες φλεγμονώδεις ασθένειες, όπως τα αυτοάνοσα νοσήματα. Διάφορες μελέτες αποδεικνύουν τη συσχέτιση μεταξύ της χαμηλής συγκέντρωσης της βιταμίνης D και της επικράτησης των νοσημάτων αυτών. Πιο συγκεκριμένα, μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D έχουν καταδειχθεί σε αυτοάνοσες ασθένειες, όπως, η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος και η Σκλήρυνση κατά πλάκας. ΣΚΟΠΟΣ: Η παρούσα εργασία μελετά εάν και κατά πόσο τα επίπεδα της 25-Υδροξυβιταμίνης D (25-ΟΗ-D) στον ορό ασθενών με αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος και η Σκλήρυνση κατά πλάκας, σχετίζονται με την βαρύτητα της νόσου. ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Ο έλεγχος πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό εργαστήριο Πυρηνικής Ιατρικής ΔΠΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Έβρου (ΠΓΝΕ). Μελετήθηκαν 40 ασθενείς, 30 άνδρες και 10 γυναίκες με ηλικίες από 32 έως 67 ετών (μέσος όρος ηλικίας 52 ± 8 έτη). Εξ αυτών 30 παρουσιάζουν Ρευματοειδή αρθρίτιδα, 8 Σκλήρυνση κατά πλάκας και 2 Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο. Οι ασθενείς προέρχονται από την Ρευματολογική Κλινική και τις πανεπιστημιακές Παθολογικές Κλινικές του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου. Η μέτρηση της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο ραδιοανοσοδοκιμασίας (RIA), όπου χρησιμοποιήθηκε κιτ κατασκευασμένο από την εταιρεία DΙΑsource ΙmmunoΑssays S.A. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η μέτρηση της βιταμίνης D στον ορό των ασθενών έδειξε ότι το 52,5 % των ασθενών (21 ασθενείς) παρουσίασαν ανεπάρκεια βιταμίνης D (τιμές<20ng/ml), το 35 % των ασθενών (1 ασθενείς) παρουσίασαν υποβιταμίνωση (τιμές<40ng/ml) και μόλις το 12,5 % (5 ασθενείς) παρουσίασαν φυσιολογικές τιμές της βιταμίνης (τιμές>40ng/ml). ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ: Η συσχέτιση των αποτελεσμάτων μεταξύ των ομάδων των ασθενών έγινε με την κατά Pearson correlation test για να διαπιστωθεί κατά πόσον συσχετίζονται οι τιμές της βιταμίνης D με την βαρύτητα της στεφανιαίας νόσου των ασθενών. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: α) Ασθενείς με βαριά μορφή αυτοάνοσου νοσήματος, παρουσιάζουν ανεπάρκεια βιταμίνης D με σημαντικά χαμηλές τιμές. β) Ασθενείς με ήπια συμπτώματα ή ύφεση της νόσου, παρουσιάζουν υψηλότερες τιμές βιταμίνης D. γ) Η βιταμίνη D είναι ένας προγνωστικός δείκτης για την βαρύτητα του αυτοάνοσου νοσήματος. δ) Απαιτούνται μελέτες για να αποδειχθεί κατά πόσο η χορήγηση συμπληρωμάτων βιταμίνης D είναι ικανή να βελτιώσει την κατάσταση και τα συμπτώματα των νοσημάτων. 1708 285 288 Expectations of roma parents to Drosero Xanthis for their children’s education and their future Προσδοκίες ρομά γονέων στο Δροσερό Ξάνθης για την εκπαίδευση και το μέλλον των παιδιών τους The present study aims to investigate the expectations of Roma parents especially, the expectations of Roma mothers, for their children’s education and generally their future. The main aims of this research are to examine the reasons why they cannot realize in practice their expectations and to research if they adopt a particular method in their children’s upbringing and education at home. This research was addressed to three generations of related Muslim, Roma, Turkish-speaking women, who are grandmothers, mothers and daughters. My research was carried out in a gypsy, Muslim, Turkish-speaking settlement which is named Drosero in Thrace. The research was structured according to the qualitative research approach. The data collection tool of the research consisted of semistructured interview questions. The Roma women were interviewed by me, in their houses. The outcome of the research was analyzed using the content analysis technique. The interview questions were based on their origin, their relocation and settlement in Drosero, their educational status, their work and working hours, their children’s education, the role of school in their value system, the racism in their settlement and beyond, the relationships with their parents and parents – in – law, the role of marriage and family in their lives etc. According to the findings, it seems that although Roma mothers recognize the importance of education in their lives, especially in their children’s lives, they cannot support in practice their expectations because of a number of social, political, economic, educational and linguistic factors. As the outcomes were scrutinized, this research concluded that Gypsy mothers cannot have expectations for their children’s education because they will never be able to realize them. Η παρούσα εργασία έχει ως σκοπό να διερευνήσει τις προσδοκίες Ρομά γονέων, συγκεκριμένα, των Ρομά μητέρων για την εκπαίδευση και το μέλλον των παιδιών τους. Οι κύριοι στόχοι αυτής της έρευνας είναι να εξετάσει τους λόγους για τους οποίους δεν μπορούν να υποστηρίξουν στην πράξη τις προσδοκίες τους και να ερευνήσει το αν ακολουθούν πρακτικές με σκοπό την ανατροφή και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών τους στο σπίτι. Η έρευνα αυτή απευθύνεται σε τρεις γενεές Μουσουλμάνων, Ρομά, Τουρκόφωνων γυναικών που είναι γιαγιάδες, μητέρες, κόρες και έχουν συγγενικούς δεσμούς μεταξύ τους. Διεξήχθη στον οικισμό Μουσουλμάνων, Τουρκόφωνων Ρομά το Δροσερό Ξάνθης. Το μεθοδολογικό εργαλείο συλλογής των δεδομένων ήταν οι ημιδομημένες ερωτήσεις συνέντευξης. Οι Ρομά γυναίκες συνεντευξιάστηκαν από εμένα στο φυσικό τους περιβάλλον, στο σπίτι τους. Τα ευρήματα της έρευνας αναλύθηκαν με την τεχνική της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου. Οι ερωτήσεις της συνέντευξης αφορούσαν την καταγωγή, τη μετακίνηση και την εγκατάσταση στο Δροσερό, το μορφωτικό στάτους, την εργασία και το ωράριο εργασίας, το ρόλο του σχολείου στο αξιακό τους σύστημα, το ρατσισμό μέσα στον οικισμό αλλά, και εκτός, τις σχέσεις με τους γονείς και τα πεθερικά τους, το ρόλο του γάμου και της οικογένειας στις ζωές τους κτλ. Μετά την επεξεργασία των ευρημάτων, αποδείχτηκε ότι αν και οι Ρομά μητέρες αναγνωρίζουν τη σημασία της εκπαίδευσης στις ζωές τους, ειδικά, στων παιδιών τους, δεν μπορούν να υποστηρίξουν στην πράξη τις προσδοκίες τους για μία σειρά από κοινωνικούς, πολιτικούς, οικονομικούς, εκπαιδευτικούς και γλωσσικούς παράγοντες. Καθώς, τα ευρήματα εξετάστηκαν ακόμη πιο πολύ, η έρευνα καταλήγει στο ότι οι Ρομά μητέρες δεν μπορούν να έχουν προσδοκίες για την εκπαίδευση των παιδιών τους, επειδή, δεν θα είναι ποτέ σε θέση να τις πραγματοποιήσουν. 1709 212 207 Metacognition and Mathematical Problem Solving during School Years The aim of this study is to investigate the metacognitive awareness (metacognition) during mathematical problem solving. We tried to detect the strategies, used by the objects, and to define the relation between metacognitive awareness about the strategies and performance in mathematical activities. We also investigated the effect of age on performance and metacognitive awareness. We tested 47 students, of the second, fourth and sixth grade of elementary school. The students were examined on three groups of mathematical activities (Numbers, Analogies, Operations), each group was consisted of three activities (9 activities in total). The method we followed, is the thinking aloud method. All participants were examined individually. The students urged to speak out loud during problem solving. They expressed their thoughts, which were recorded, transcripted, coded and analyzed. The results showed that the objects used 8 different strategies, during problem solving. In addition, the results demonstrated the existence of positive linear correlation between performance and awareness. There is also indication that age affects both performance and awareness. Students of sixth grade accomplished the highest performance in mathematical activities and the highest level of metacognitive awareness. On the other hand, students of the second grade had the lowest performance and the lowest score of metacognitive awareness. Η παρούσα έρευνα διερευνά τη μεταγνωστική ενημερότητα (μεταγνώση) κατά την επίλυση μαθηματικών έργων. Στοχεύει να ανιχνεύσει τις στρατηγικές λύσεις που χρησιμοποιούν τα υποκείμενα και να προσδιορίσει τη σχέση της μεταγνωστικής ενημερότητας για τις στρατηγικές λύσεις, με την επίδοση στα μαθηματικά έργα. Επίσης, διερευνά την επίδραση της ηλικίας στην επίδοση και τη μεταγνωστική ενημερότητα. Στην έρευνα συμμετείχαν 47 μαθητές Β, Δ και Στ τάξης. Οι μαθητές εξετάστηκαν σε τρεις ομάδες μαθηματικών έργων (Αριθμοί, Αναλογίες, Πράξεις), αποτελούμενες από 3 έργα η κάθε ομάδα (συνολικά 9 έργα). Η εξέταση πραγματοποιήθηκε μέσω της μεθόδου της φωνούμενης σκέψης. Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Οι μαθητές παροτρύνθηκαν να μιλήσουν δυνατά κατά τη λύση των έργων, εξέφρασαν τις σκέψεις τους, οι οποίες μαγνητοφωνήθηκαν. Οι καταγραφές των μαθητών απομαγνητοφωνήθηκαν, κωδικοποιήθηκαν και αναλύθηκαν. Τα απολέσματα της ανάλυσης φανερώνουν τη χρησιμοποίηση 8 διαφορετικών στρατηγικών από τους μαθητές, κατά την επίλυση αυτών των μαθηματικών έργων. Επιπλέον, υποδεικνύουν την ύπαρξη θετικής γραμμικής συσχέτισης ανάμεσα στην επίδοση και την ενημερότητα. Ενώ υπάρχουν ενδείξεις πως η ηλικία επιδρά τόσο στην επίδοση όσο και στην ενημερότητα. Με τους μαθητές της Στ τάξης να παρουσιάζουν την υψηλότερη επίδοση στα μαθηματικά έργα και τον υψηλότερο βαθμό μεταγνωστικής ενημερότητας και αντίστοιχα οι μαθητές της Β τάξης τη χαμηλότερη επίδοση και τον χαμηλότερο βαθμό μεταγνωστικής ενημερότητας. 1710 239 240 Child with special needs: Legislative framework of special education, history and treatment by society Παιδί με ειδικές ανάγκες: Νομοθετικό πλαίσιο ειδικής αγωγής, ιστορία και αντιμετώπιση από την κοινωνία This paper deals with two very important areas of Special Education. Initially, the laws and all relevant legislation defining the rights of people with special educational needs and the way the education system operates are presented. Continuing reference is made to the structure and existing institutions that exist in our country and are in favor of people with disabilities in terms of diagnosis and evaluation of their own. Equally detailed are the categories of people in the special groups and more specifically, there are analyzed the syndromes or diseases that these people may have, such as what is autism, what are the specific learning difficulties. Also what do we call ADHD and what other categories of special education exist. In fact, at the end of this chapter, the ways of dealing with each category of specific syndromes or conditions mentioned above are highlighted. Afterwards, there is a remarkable discussion about the role and duties of the special educator, the importance of the cooperation between school and family, as well as the social and cultural context of special education in Greece. Ending and moving towards the completion of our study, we present the whole course of the research undertaken in relation to the above issues and concerns the special education and treatment of children with special needs in Greece, which is presented as detailed as possible. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται δύο πολύ σημαντικούς τομείς της Ειδικής Αγωγής. Αρχικά, παρουσιάζονται οι νόμοι και όλα τα σχετικά νομοθετήματα που ορίζουν τα δικαιώματα των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αλλά και τον τρόπο λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος. Συνεχίζοντας γίνεται αναφορά στη δομή και τα υπάρχοντα ιδρύματα που υπάρχουν στη χώρα μας και είναι υπέρ των ατόμων με ειδικές ανάγκες, ως προς την διάγνωση και την αξιολόγηση των ίδιων. Εξίσου αναλυτικά επισημαίνονται παρακάτω οι κατηγορίες των ατόμων που ανήκουν στις ειδικές ομάδες και πιο συγκεκριμένα, αναλύονται τα σύνδρομα ή οι παθήσεις που μπορεί να έχουν αυτά τα άτομα όπως το τι είναι ο αυτισμός, ποιες είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Επίσης, τι ονομάζουμε ως ΔΕΠ-Υ και ποιες άλλες κατηγορίες ειδικής αγωγής υπάρχουν. Μάλιστα, στο τέλος του συγκεκριμένου κεφαλαίου τονίζονται και οι τρόποι αντιμετώπισης για την κάθε μια κατηγορία ειδικών συνδρόμων ή παθήσεων που προαναφέρονται. Έπειτα, γίνεται αξιόλογη συζήτηση για τον ρόλο και τις υποχρεώσεις του ειδικού παιδαγωγού, τη μεγάλη σημασία που έχει η συνεργασία σχολείου και οικογένειας, όπως επίσης και στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο της ειδικής αγωγής στον Ελλαδικό χώρο. Καταλήγοντας και οδεύοντας προς την ολοκλήρωση της μελέτης μας, παρουσιάζεται όλη η πορεία της έρευνας που έγινε σε σχέση με τα παραπάνω θέματα και αφορά την ειδική αγωγή και την αντιμετώπιση των παιδιών με ειδικές ανάγκες στην Ελλάδα, η οποία παρουσιάζεται όσο πιο αναλυτικά γίνεται. 1711 366 390 Διερεύνηση μηχανισμών αντοχής σε στελέχη εντεροβακτηριακών και ειδικότερα της Escherichia coli που απομονώθηκαν από ασθενείς τεταρτοβάθμιου Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Multiple surveillance studies have demonstrated that antibiotic resistance among nosocomial pathogens is increasing at an alarming rate, reflecting both de novo selection associated with antibiotic usage and the spread of resistant organisms between patients. Among gram-negative bacteria important resistant pathogens are Enterobacteriaceae resistant to β-lactam antibiotics (penicillins, cephalosporins, monobactams and carbapenems) mainly due to expression of plasmid- or chromosome- encoded β-lactamases able to inactivate β-lactams. Escherichia coli (E. coli), a gram negative bacterium normally lives in the intestines of people and animals. Most E. coli are harmless and actually are an important part of a healthy human intestinal tract. However, some E. coli are pathogenic, meaning they can cause life-threatening bloodstream infections and other common infections, such as urinary tract infections. For the control of E. coli infections, aminoglycosides, β-lactam antibiotics, cephalosporins and fluoroquinolones are often used. In a natural course, this pathogen slowly has developed strains independently resistant to several antibiotics of these groups, among which strains with the stratagem of the production of the extended spectrum β-lactamase (ESBL) enzyme that help degrade the β-lactam moiety of penicillin derivatives, cephalosporins, monobactams, and carbapenems spearhead. Consequently, E. coli strains resistant to antibiotics of other groups along with β-lactams, concomitantly emerge, conferring an armamentarium of multiple resistances, that help to burgeon as pathogen and cause consternations in clinical managements. The rates of resistance to β-lactams among Escherichia coli causing infections to patients hospitalised in AHEPA University Hospital have increased during the last years. My Diploma Thesis is an attempt to describe the mechanisms involved in resistance to β-lactams of Enterobacteriaceae and especially in a sample of E.coli isolates as well as the spread of resistant E. coli isolates in the hospital environment. A total number of 51 ESBL-producing E. coli were isolated during the year 2016 in the AHEPA University Hospital. Determination of their susceptibility to β-lactams was performed in "suspicious" strains, according to NCCLS recommendations (National Committee for Clinical Laboratory Standards, NCCLS) by the double disk synergy test. In order to investigate the mechanisms of resistance in the above isolates DNA extraction, Polymerase Chain Reaction (PCR) and DNA electrophoreses were performed. Primers for CTX-M enzymes were used to identify CTX-M genes in ESBL-producing E. coli . Πολλές μελέτες επιτήρησης έχουν δείξει ότι η αντοχή στα αντιβιοτικά μεταξύ των νοσοκομειακών παθογόνων αυξάνεται με ανησυχητικό ρυθμό, αντικατοπτρίζοντας τόσο την de novo επιλογή, η οποία σχετίζεται με την χρήση αντιβιοτικών, όσο και την εξάπλωση των ανθεκτικών στελεχών μεταξύ των ασθενών. Μεταξύ των gram-αρνητικών βακτηρίων, σημαντικά ανθεκτικά παθογόνα είναι τα Εντεροβακτηριακά, που παρουσιάζουν αντοχή στα β-λακταμικά αντιβιοτικά (πενικιλλίνες, κεφαλοσπορίνες, μονοβακτάμες και καρβαπενέμες) κυρίως λόγω της παρουσίας πλασμιδίων ή χρωμοσωμάτων που κωδικοποιούν β-λακταμάσες και μπορούν να αδρανοποιήσουν τις β-λακτάμες.Ειδικότερα, η Escherichia coli (E.coli) είναι ένα gram αρνητικό βακτηρίδιο της φυσιολογικής μικροχλωρίδας του εντέρου στον άνθρωπο. Ωστόσο, ορισμένα στελέχη E. coli είναι παθογόνα, και είναι δυνατό να προκαλέσουν βακτηριαιμίες που είναι απειλητικές για τη ζωή αλλά και άλλες κοινές λοιμώξεις, όπως λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος. Για τον έλεγχο των λοιμώξεων από E. coli, χρησιμοποιούνται συχνά αμινογλυκοσίδες, β-λακταμικά αντιβιοτικά και φθοριοκινολόνες. Μέσω μιας φυσικής πορείας, αυτό το παθογόνο έχει αναπτύξει αργά ανεξάρτητα στελέχη ανθεκτικά σε ορισμένα αντιβιοτικά από αυτές τις ομάδες, μεταξύ των οποίων στελέχη με την ικανότητα παραγωγής ευρέου φάσματος β-λακταμάσης (Extended Spectrum b-Lactamase, ESBL). Η β-λακταμάση είναι ένα ένζυμο που βοηθάει στη διάσπαση της χαρακτηριστικής ομάδας της β-λακτάμης των παραγώγων της πενικιλίνης, των κεφαλοσπορινών, των μονοβακταμών και καρβαπενεμών. Κατά συνέπεια, έχουν αναπτυχθεί E. coli στελέχη που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά και άλλων ομάδων μαζί με τις β-λακτάμες, προσδίδοντας αντοχή σε πολλές ομάδες αντιβιοτικών. Τα ποσοστά της αντοχής σε β-λακτάμες των στελεχών Escherichia coli που προκαλούν λοιμώξεις σε ασθενείς που νοσηλεύονται στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Η παρούσα διπλωματική εργασία αποτελεί μια προσπάθεια για διερεύνησης των μηχανισμών που εμπλέκονται στην αντοχή στα β-λακταμικά των κλινικών στελεχών των Εντεροβακτηριακών και ιδιαίτερα σε ένα δείγμα στελεχών E. coli που απομονώθηκε από ασθενείς του νοσοκομείου. Το υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 51 κλινικά στελέχη E. coli θετικών για ESBLs, που απομονώθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους 2016 στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ. Ο προσδιορισμός της ευαισθησίας τους σε β-λακτάμες διεξήχθη στα "ύποπτα" στελέχη, σύμφωνα με τις συστάσεις του NCCLS με τη δοκιμασία συνέργειας. Προκειμένου να διερευνηθούν οι μηχανισμοί αντοχής πραγματοποιήθηκε εκχύλιση του DNA, αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) και ηλεκτροφόρηση DNA. Στην αντίδραση της PCR χρησιμοποιήθηκαν εκκινητές για τα ένζυμα CTX-M με σκοπό τον προσδιορισμό τους στα Ε. coli που είχαν βρεθεί θετικά για ESBL. 1712 110 104 As a “green job” we mean the job that is been done in order to protect the environment and comprises the guarantee of sustainability of a society. But how really “green” is a “green” job? Are there any dangers for the people who are doing this job? Does it verify its «purpose» and its «fame»? In this work we will try to answer all the above and much more questions through an extensively bibliography research relative to health and safety in green jobs. We will examine the modern sector of Renewable Energy Sources in order to make safe conclusions about the health and safety of the workers in this sector. Ως «πράσινη εργασία» νοείται η εργασία η οποία πραγματοποιείται με γνώμονα την προστασία τους περιβάλλοντος και αποτελεί την εγγύηση βιωσιμότητας μιας κοινωνίας. Όμως πόσο πραγματικά «πράσινη» είναι μια «πράσινη» εργασία; Εγκυμονεί κινδύνους για αυτούς που την ασκούν; Τελικά καταφέρνει να επαληθεύσει τον «σκοπό» και την «φήμη» της ; Στην εργασία αυτή γίνεται μια προσπάθεια να απαντηθούν τα παραπάνω ερωτήματα και πολλά περισσότερα μέσα από εκτεταμένη έρευνα στην βιβλιογραφία σχετικά με την υγεία και ασφάλεια στις πράσινες εργασίες. Θα εξετάσουμε τον σύγχρονο κλάδο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε μία προσπάθεια να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στον κλάδο αυτό. 1713 322 377 Εργαστηριακή εξέταση βιολογικών δειγμάτων (οδόντων) για την ταυτοποίηση πτωμάτων αγνώστων στοιχείων που διασχίζουν τα ανατολικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης DNA isolation is a process that in recent years has notably evolved. Particularly in forensic cases, published experimental data include isolated DNA from human skeletal remains hundreds or even thousands years postmortem. In forensic identification cases, teeth and bones are frequently the only source of DNA available for identification of degraded or fragmented human remains. Currently, Short Tandem Repeats (STRs) of the nuclear DNA is the most often relying technique available to human identification and clarification of forensic cases. The uniqueness of genetic identity, as revealed by the analysis with microsatellite DNA markers, in combination with the Mendelian inheritance, allows their use in cases of disputed paternity, as well as in missing people investigations. The subject of this thesis was the use of STRs genetic markers to identify the genetic type of unidentified corpses, and their identification, in cases where it was possible. The death of these people was an accident and occurred when they attempted to cross the land borders between Greece and Turkey, while most of them were found after a long time in advanced putrefaction. In most cases, teeth were used as the source of biological material (DNA), while in fewer muscle tissue. The seventeen STR sites used in this study are D1S1656, D2S441, D2S1338, D3S1358, FGA, SE33, D8S1179, D10S1248, TH01, D12S391, vWA (vWF), D16S539, D18S51, D19S433, D21S11, D22S1045, and amelogenin (AMEL) to determine the sex.The experimental tests conducted have shown teeth as the most appropriate source of biological material in cases of bodies in decomposition. DNA analysis and determination of the genetic type STR was successful in all cases that DNA was isolated from teeth, whereas when muscle tissue was used, all the results were not uccesful. In conclusion, the result of this experimental procedure was that the teeth, due to their unique composition and location, are a safe and secure source of genetic material isolation, which can successfully be used in forensic identification and verification affinity assays. Η απομόνωση του DNA είναι μια διαδικασία που τα τελευταία χρόνια έχει εξελιχθεί πάρα πολύ. Ιδιαίτερα όσον αφορά στις ιατροδικαστικές περιπτώσεις έχουν δημοσιευθεί πειραματικά δεδομένα που περιλαμβάνουν απομόνωση DNA, από ανθρώπινα σκελετικά υπολείμματα εκατοντάδες ή και χιλιάδες χρόνια μετά το θάνατο. Σε ιατροδικαστικές περιπτώσεις ταυτοποίησης, όπου τα ανθρώπινα λείψανα εμφανίζουν εξαιρετικές ζημίες ή φθορές, τα δόντια και τα οστά είναι συχνά η μόνη διαθέσιμη πηγή DNA. Επί του παρόντος, οι σύντομες διαδοχικές επαναλήψεις (STRs) του πυρηνικού DNA είναι η πιο συχνά επικαλούμενη τεχνική που διατίθεται για την ανθρώπινη αναγνώριση και τη διελεύκανση ιατροδικαστικών υποθέσεων. Η μοναδικότητα της γενετικής ταυτότητας, όπως αυτή προκύπτει από την ανάλυση με δείκτες μικροδορυφορικού DΝΑ, σε συνδυασμό με τη μεντελική κληρονόμησή τους, επιτρέπούν τη χρήση τους σε περιπτώσεις αμφισβητούμενης πατρότητος, καθώς και σε έρευνες αγνοουμένων. Αντικείμενο της παρούσας διπλωματικής εργασίας υπήρξε η χρήση των γενετικών δεικτών STRs για τον προσδιορισμό του γενετικού τύπου πτωμάτων αγνώστων στοιχείων, καθώς και η ταυτοποίησή τους, σε όσες περιπτώσεις κρίθηκε αυτό δυνατόν. Ο θάνατος των ανθρώπων αυτών ήταν αποτέλεσμα ατυχήματος και προκλήθηκε κατά την προσπάθειά τους να διασχίσουν τα χερσαία σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία, ενώ οι περισσότεροι από τους οποίους ανευρέθησαν μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα σε κατάσταση προχωρημένης σήψης. Στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν οι οδόντες ως πηγή προέλευσης του βιολογικού υλικού (DNA), ενώ σε λιγότερες μυϊκός ιστός. Οι δεκαεπτά θέσεις STR που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα εργασία είναι οι D1S1656, D2S441, D2S1338, D3S1358, FGA, SE33, D8S1179, D10S1248, TH01, D12S391, vWA (vWF), D16S539, D18S51, D19S433, D21S11, D22S1045, καθώς και η αμελογενίνη (AMEL) για τον προσδιορισμό του φύλου. Οι πειραματικές αναλύσεις που διεξήχθησαν ανέδειξαν τους οδόντες ως την πλέον καταλληλότερη πηγή βιολογικού υλικού σε περιπτώσεις πτωμάτων σε αποσύνθεση. Η ανάλυση του DNA και ο προσδιορισμός τουγενετικού τύπου STR πραγματοποιήθηκε με επιτυχία σε όλες τις περιπτώσεις που η απομόνωση DNA έγινε από οδόντες, ενώ στις περιπτώσεις που χρησιμοποιήθηκε μυϊκός ιστός δεν ήταν όλα τα αποτελέσματα επιτυχή. Εν τούτοις, κεντρικό συμπέρασμα, απόρροια της πειραματικής διαδικασίας, αποτέλεσε το γεγονός ότι οι οδόντες, λόγω της μοναδικής σύνθεσης και της θέσης τους, αποτελούν μια ασφαλή και σίγουρη πηγή απομόνωσης γενετικού υλικού, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιτυχώς σε ιατροδικαστικές αναλύσεις ταυτοποίησης και εξακρίβωσης συγγένειας. 1714 302 330 This essay negotiates the challenges and difficulties women’s education faced during the 19th century, as well as the amendments taken place, depending on political circumstances and aiming to change the current at the time status. The reformist movements taken place during the independence struggles and Bavarianism played a crucial role. For the first time during the revolution of 1821, Ioannis Kapodistrias raises the matter of structured education. Until then, education aimed mostly at boys. However, during Bavarianism, that is to say the Otto governments, a lot of reforms were implemented such as the structuring of Elementary and Primary education. It is also very important to note the contribution of many philhellenes who, on a private initiative, offer help in matters of education. Similar is the action of the Educational Society which organizes secondary education for girls. At the time only ‘Upper Class’ girls attended girls’ schools. An important station in the history of girls’ school and education was the girls’ school of Volos, founded in 1908 by Alexandros Delmouzos. There were also a number of other girls’ schools in several locations of Greece, like Athens, Patra, Corfu, Piraeus, Ermoupolis and Thrace. Similar actions were taken in domestic schools, with the first one being created in 1897 in Athens, at the initiative of Kalliroi Parren. Other important domestic schools were that of Portaria, Lampriadios, Harokopios and that of Ioannina. Upper education for women comes at 1890 with the first female student in University. In the second part of this essay there is a qualitative survey, conducted through women’s interviews aiming for them to provide further information about the girls’ schools they attended. This way the relationship between students and teachers gets highlighted, the political context and boundaries set are becoming familiar leading to a multi-faceted picture of the aforementioned schools and their regulations. Η παρούσα εργασία ασχολείται με τα ζητήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε η γυναικεία εκπαίδευση τον 19ο αιώνα και τις τροποποιήσεις που έγιναν, σύμφωνα με τα εκάστοτε πολιτικά καθεστώτα, ώστε να αλλάξει η μέχρι τότε κατάσταση. Σημαντικό ρόλο σε αυτό διαδραμάτισαν οι μεταρρυθμιστικές κινήσεις που έγιναν κατά την περίοδο του Απελευθερωτικού Αγώνα, αλλά και της Βαυαροκρατίας. Πρώτη φορά, μετά την επανάσταση του 1821, ο Ιωάννης Καποδίστριας θέτει το ζήτημα για οργανωμένη εκπαίδευση. Μέχρι τότε η εκπαίδευση αφορούσε κυρίως τα αγόρια. Αλλά και κατά την περίοδο της Βαυαροκρατίας, δηλαδή κατά την κυβέρνηση του Όθωνα, εφαρμόστηκαν πολλές νέες μεταρρυθμίσεις, όπως αυτή που αφορούσε την οργάνωση της Στοιχειώδους Εκπαίδευσης, αλλά και την οργάνωση της Δημοτικής Εκπαίδευσης. Ακόμη, πολύ σημαντική είναι, αυτήν την περίοδο, η συμβολή πολλών φιλελλήνων, οι οποίοι με ιδιωτική πρωτοβουλία προσφέρουν αρωγή στα εκπαιδευτικά ζητήματα. Παρόμοια είναι και η δράση της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, η οποία οργανώνει τη μέση εκπαίδευση των κοριτσιών. Εκείνη την περίοδο, μόνο οι δεσποινίδες της «καλής τάξης» φοιτούσαν στα Παρθεναγωγεία. Σημαντικός σταθμός για την ιστορία των Παρθεναγωγείων και της εκπαίδευσης, γενικότερα, ήταν το Παρθεναγωγείο του Βόλου, όπου ιδρύθηκε το 1908 από τον Αλέξανδρο Δελμούζο. Υπήρξαν, βέβαια, και πολλά άλλα Παρθεναγωγεία σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, όπως στην Αθήνα, στην Πάτρα, στην Κέρκυρα, στον Πειραιά, στην Ερμούπολη και στην Θράκη. Παρόμοια δράση είχαν και οι Οικοκυρικές Σχολές, με πρώτη αυτή που δημιουργήθηκε το 1897, στην Αθήνα, με πρωτοβουλία της Καλλιρόης Παρρέν. Άλλες Οικοκυρικές σχολές εξίσου σημαντικές ήταν αυτή της Πορταριάς, η Λαμπριάδειος, η Χαροκόπειος και αυτή των Ιωαννίνων. Η Ανώτερη εκπαίδευση για τις γυναίκες, έρχεται στο προσκήνιο το 1890 με την πρώτη φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας υπάρχει ποιοτική έρευνα, η οποία διεξήχθη μέσα από συνεντεύξεις γυναικών, οι οποίες ως στόχο είχαν να καταθέσουν περισσότερες πληροφορίες για τα σχολεία θήλεων, στα οποία φοίτησαν. Έτσι, τονίζονται οι σχέσεις μεταξύ μαθητών, αλλά και καθηγητών, μας γίνεται γνωστό το πολιτικό πλαίσιο και τα όρια που έθετε και αποκτούμε μια πολύπλευρη εικόνα για τα σχολεία αυτά και τους κανονισμούς τους. 1715 160 163 Σχεδίαση βιντεομαθημάτων (video tutorial) για εκπαιδευτικά λογισμικά In this paper, reference is made on how to create documents, presentations, spread-sheets, forms and plans through the implementation of Google docs. Initially, the general use of this new application is described in few words, providing information on how and under what conditions one can use and work through Google docs. At the same time, an image is presented guiding one through the specif-ic steps on how to create a new account and browse the detailed instructions of the web application. Then, in separate chapters the main activities of Google docs are presented, alongside with comments on the supporting material for understanding the use of the application. It is worth noting that within the theoritical part, images (print screen) are imbedded for better induction and demostration of test infor-mation. Finally, taking into consideration the need to include new applications and technologies in education, we make references to case examples where the application of Google docs might be useful in education Στην παρούσα εργασία γίνεται αναφορά στην δημιουργία εγγράφων, παρουσιάσε-ων, υπολογιστικών φύλλων, φορμών καθώς και σχεδίων μέσω της εφαρμογής των Google docs. Αρχικά, περιγράφεται με λίγα λόγια η γενικότερη χρήση της νέας αυτής εφαρμο-γής όπου παρέχονται πληροφορίες για το πώς μπορούμε και υπό ποιες προϋποθέσεις να ξεκινήσουμε να χρησιμοποιούμε και να εργαζόμαστε με τα Google Docs. Παράλληλα, αποτυπώνονται εικονικά συγκεκριμένα βήματα για τον τρόπο δημιουργίας νέου λογαρια-σμού αλλά και αναλυτική περιήγηση στον οδηγώ της διαδικτυακής εφαρμογής. Έπειτα, παρουσιάζονται σε ξεχωριστά κεφάλαια οι κύριες δραστηριότητες των Google docs, στις οποίες παρατίθεται και σχολιάζεται υποστηρικτικό υλικό για την κατανόηση της χρήσης των εφαρμογών. Αξίζει να σημειωθεί πως μέσα στο θεωρητικό μέρος είναι ενταγμένες εικόνες (print screen) για την καλύτερη κατατόπιση και επίδειξη των εξεταζόμενων πλη-ροφοριών. Τέλος, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για ένταξη νέων εφαρμογών και τεχνολο-γιών στην εκπαίδευση και στην διεκπεραίωση μιας διδασκαλίας, παραθέτουμε ιδέες - πε-ριπτώσεις όπου είναι εφικτή η εφαρμογή των Google Docs στα πλαίσια της εκπαίδευσης. 1716 201 241 MicroRNAs are small, endogenous RNAs of about 23 nucleotides in length, which bind to protein-coding genes in order to suppress their expression. It is known that apart from their original function, they are also involved in a number of diseases. One of them is cancer. The microRNAs that are associated with it are called OncomiRs and, nowadays, they are being extensively researched. In the present study, we focused on miR-342-3p, a microRNA with many references in different types of cancer. Moreover, it is shown that in many tumors MAF, the gene that encodes MAF transcription factor, is associated with abnormal proliferation and communication between the cells in their microenvironment. Using enrichment analysis, we found that MAF is a predicted but not validated target of miR-342-3p, so we continued with the experimental validation. Firstly, we cloned the 3' UTR of MAF gene as there the binding of microRNA is expected. Then, we transfected A375 cells with both miR and the MAFs cloned 3' UTR. The recombinant plasmids that carry the above, had also Firefly and Renilla luciferase genes that helped during luciferase assay. The results showed that miR-342-3p downregulate the expression of MAF gene by 20%, confirming the predictions from bioinformatic algorithms. Τα microRNAs αποτελούν ενδογενή RNAs μήκους περίπου 23 νουκλεοτιδίων, τα οποία ζευγαρώνουν με τα mRNA γονιδίων που παράγουν πρωτεΐνες, προκαλώντας καταστολή της έκφρασής τους. Έχει ανακαλυφθεί πως εκτός από τη φυσιολογική λειτουργία που έχουν μέσα στα κύτταρα, συχνά διαδραματίζουν κάποιο ρόλο σε διάφορες ασθένειες. Μία από αυτές είναι ο καρκίνος. Τα microRNAs που εμπλέκονται σε αυτόν ονομάζονται oncomiRs και στις μέρες μας αποτελούν πεδίο εντατικών ερευνών. Στην παρούσα μελέτη, επικεντρωθήκαμε στο miR-342-3p, ένα microRNA που αναφέρεται σε διάφορους τύπους καρκίνου. Παράλληλα, το γονίδιο MAF, το οποίο κωδικοποιεί το μεταγραφικό παράγοντα MAF, εμφανίζεται σε ποικιλία καρκινικών όγκων σχετιζόμενο με τον ανώμαλο κυτταρικό πολλαπλασιασμό και την διακυτταρική επικοινωνία στο μικροπεριβάλλον του. Μέσω της ανάλυσης εμπλουτισμού, διαπιστώσαμε οτι το maf είναι ένας πιθανός και μη επιβεβαιωμένος στόχος του miR-342-3p, οπότε προχωρήσαμε στη πειραματική επαλήθευσή του. Για αυτό το σκοπό κλωνοποιήσαμε την 3' αμετάφραστη περιοχή του γονιδίου MAF, καθώς εκεί εμφανίζεται η πιθανή πρόσδεση του microRNA. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήσαμε την κυτταρική σειρά A375, η οποία αποτελείται από καρκινικά κύτταρα μελανώματος, και πραγματοποιήσαμε διαμόλυνση τόσο με το miR-342-3p, όσο και με την κλωνοποιημένη 3' αμετάφραστη περιοχή του γονιδίου MAF. Οι φορείς που έφεραν τα παραπάνω περιείχαν επίσης, τα γονίδια της πυγολαμπίδας και Renilla λουσιφεράσης, με τη βοήθεια των οποίων πραγματοποιήθηκε η δοκιμή λουσιφεράσης. Τα πειραματικά αποτελέσματα της μελέτης επιβεβαιώνουν αυτά των βιοπληροφορικών αλγορίθμων, καθώς παρουσία του miR-342-3p διαπιστώθηκε μείωση της έκφρασης του γονιδίου MAF σε ποσοστό 20%. Συνεπώς, το γονίδιο MAF αποτελεί επικυρωμένο στόχο του miR-342-3p. 1717 289 286 The aim of the present study was to make a critical presentation of accumulated knowledge and experience in relation to Bioethics, in particular in the context of its implementation in Pediatrics. Initially, a description of the notion of Ethics is given, which is the basis of the concept of Bioethics. Next, an extensive review is made of the ethical issues arising from the fact that children as patients have limited rights compared to adults, especially with regards to decision-making. In the second chapter we aim to highlight the distinction between the concept of Bioethics and the Law. It is emphasized that the Law is often adapted to how people perceive ethical issues regarding medical science in dif-ferent parts of the world. Also, we review the basic rights of patients (adults and children) in Greece. Subsequently, we present how the law that is pertinent to Bioethics applies to everyday clinical practice. The roles of the doctor and the guardian in the pediatric decision making are described. In addition, the need for separation between younger and older children or adolescents is emphasized. Finally, in the fourth chapter the differences in Bioethics between adults and pediatric patients are presented, according to the theories of human cognitive development and mental maturity. The role of Bioethics in specific areas of Pediatrics is investigated including: Genetic testing, preimpla-ntation genetic diagnosis, participation of children in clinical trials, treatment of pediatric cancer and of critically-ill children. In conclusion, the interest of the scientific community in Bioethics is growing worldwide, but much remains to be done regarding Bioethics in relation to Pediatrics. In Greece, there is limited research and legislative framework regarding Bioethics in Pediatrics, in spite of the fact that ethical issues arise in everyday clinical practice. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να πραγματοποιηθεί μια κριτική παρουσίαση της γνώσης και της εμπειρίας σχετικά με τη Βιοηθική, ειδι-κότερα στο πλαίσιο εφαρμογής της στην Παιδιατρική. Αρχικά, δίνεται μια περιγραφή της έννοιας της Ηθικής, η οποία αποτελεί τη βάση της Βιοηθικής. Ακολούθως, γίνεται εκτενής αναφορά στα ηθικά ζητήματα που ανακύπτουν από το γεγονός ότι τα παιδιά ως ασθενείς έχουν περιορισμένα δικαιώματα σε σχέση με τους ενήλικες, κυρίως αναφο-ρικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Στο δεύτερο κεφάλαιο πρα-γματοποιείται η διάκριση της έννοιας της Βιοηθικής από το νόμο. Κα-ταγράφεται το γεγονός ότι ο νόμος συχνά προσαρμόζεται στο πως αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι τα ηθικά ζητήματα στην ιατρική επιστή-μη, σε διαφορετικά μέρη του κόσμου. Επίσης, γίνεται αναφορά στα βασικά δικαιώματα των ασθενών (ενήλικων και παιδιατρικών) στην Ελλάδα. Στη συνέχεια παρουσιάζεται το πώς εφαρμόζεται ο νόμος που αφορά στη Βιοηθική στην καθημερινή κλινική πράξη. Περιγράφεται ο ρόλος του γιατρού και του κηδεμόνα στη διαδικασία λήψης αποφά-σεων του παιδιού και τονίζεται η ανάγκη για διαχωρισμό μεταξύ μικρότερων και μεγαλύτερων παιδιών ή εφήβων. Τέλος, στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι διαφορές της Βιοηθικής μεταξύ ενηλίκων και παιδιατρικών ασθενών, σύμφωνα με τις θεωρίες ανάπτυξης της ανθρώπινης νοημοσύνης και της νοητικής ωριμότητας. Ερευνάται ο ρόλος της Βιοηθικής στην Παιδιατρική σε επιμέρους τομείς όπως: Ο γενετικός έλεγχος, ο προεμφυτευτικός έλεγχος, η συμμετοχή παιδιών στην ιατρική έρευνα μέσω κλινικών δοκιμών, η περίθαλψη του παιδι-ατρικού καρκίνου και η φροντίδα παιδιών σε κρίσιμη κατάσταση. Συ-μπερασματικά, το ενδιαφέρον της παγκόσμιας επιστημονικής κοινό-τητας σε θέματα Βιοηθικής είναι αυξανόμενο, αλλά μένουν πολλά να γίνουν στο ειδικό μέρος της Βιοηθικής που αφορά στην Παιδιατρική. Στην Ελλάδα, ακόμη και σήμερα δεν υπάρχει ιδιαίτερα μεγάλο ερευνητικό έργο και νομοθετικό πλαίσιο αναφορικά με τη Βιοηθική στην Παιδιατρική, παρά τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν στην κλινική πρακτική καθημερινά. 1718 405 401 Green Roofs are a modern solution for restoring the green element to urban cities. In Greece this technique is not widespread, so there are several data such as the selection of the substrate and the plant material still being studied for the formulation of domestic specifications for the green roofs. Furthermore, the assessment of their contribution to energy saving for heating and cooling of buildings is proven but has not been studied in depth for Northern Greece. This study has two aims. The first is to find the appropriate substrate for the Sedum sp. and specifically of the subspecies coral carpet, for the city of Xanthi which is in the 3rd climatic zone as it is define on energy performance regulation of buildings. The second is to prove the energy savings in buildings. The measurements are divided into two parts. The first part of the measurements took place from November to April on samples in which the planting was at an early stage. The second part was held from May to July, on a roof with a developed leaf surface. On a terraced of a block of flats in Xanthi, three samples were created with a different substrate each. The substrate impact assessment was based on measurements of humidity and temperature. The substrate that had better insulating behavior was simultaneously the one with the best development of plant material. Measurements in the samples took place between November and April. Afterwards, from May to July, the measurements were made on a planted roof in Komotini, which is on the same climatic zone. Next, the building was simulated in a computer program (EDSL TAS) and compare the results with the measurements. From the comparison of the results the model was verified and then the same methodology was used to simulate a block of flats in the city of Xanthi. The simulate gives results about the thermal behavior of the roofs of buildings using green roofs and without, as well as the energy behavior of the top floor. The results of all measurements show the insulating role played by the planted roof in buildings of the 3rd Climatic zone of Greece, during winter and summer. From the three samples the one with better insulate behavior is the second, - in which perlite prevails- which shows good results both in cold and warm weather. From the simulation, it is perceived that energy is saved in buildings is about 11%. Οι πράσινες στέγες αποτελούν μια σύγχρονη λύση για την αποκατάσταση του πράσινου στοιχείου στις αστικές πόλεις. Στην Ελλάδα η τεχνική αυτή δεν είναι ευρέως διαδεδομένη, γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν αρκετά στοιχεία όπως η επιλογή του υποστρώματος και του φυτικού υλικού που μελετιούνται ακόμη για τη διαμόρφωση εγχώριων προδιαγραφών για τα φυτεμένα δώματα. Ακόμη, η αξιολόγηση της συμβολής τους στην εξοικονόμηση ενέργειας για θέρμανση και ψύξη των κτιρίων είναι αποδεδειγμένη αλλά δεν έχει μελετηθεί σε βάθος, ιδιαίτερα για την Βόρεια Ελλάδα. Η συγκεκριμένη μελέτη έχει δύο στόχους. Ο πρώτος είναι να βρεθεί το κατάλληλο υπόστρωμα ανάπτυξης φυτών του γένους Sedum album και συγκεκριμένα του υποείδους coral carpet, για την Ξάνθη, περιοχή της Γ’ κλιματικής ζώνης κατά ΚΕΝΑΚ. Ο δεύτερος είναι να αποδειχθεί η εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια. Οι μετρήσεις διακρίνονται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος των μετρήσεων πραγματοποιήθηκε από τον Νοέμβριο μέχρι τον Απρίλιο σε δοκίμια στα οποία η φύτευση ήταν σε πρώιμο στάδιο. Το δεύτερο μέρος πραγματοποιήθηκε από τον Μάιο μέχρι τον Ιούλιο, σε στέγη με αναπτυγμένη φυλλική επιφάνεια. Σε ταράτσα πολυκατοικίας στην Ξάνθη, δημιουργήθηκαν τρία δοκίμια με διαφορετικό υπόστρωμα το κάθε ένα. Η αξιολόγηση της επίδρασης των υποστρωμάτων, βασίστηκε σε μετρήσεις της υγρασίας και της θερμοκρασίας που αναπτύσσεται. Το υπόστρωμα που είχε καλύτερη μονωτική συμπεριφορά ήταν ταυτόχρονα και αυτό με την καλύτερη ανάπτυξη του φυτικού υλικού. Έπειτα, από τον Μάιο έως και τον Ιούλιο οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε φυτεμένη στέγη στην Κομοτηνή, η οποία ανήκει στην ίδια κλιματική ζώνη. Στην συνέχεια έγινε προσομοίωση του κτιρίου αυτού σε υπολογιστικό πρόγραμμα (EDSL TAS) και σύγκριση των αποτελεσμάτων με τις μετρήσεις. Από την σύγκριση των παραπάνω αποτελεσμάτων το μοντέλο επαληθεύτηκε και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε η ίδια μεθοδολογία για την προσομοίωση ενός οικοδομικού τετραγώνου στην πόλη της Ξάνθης. Από αυτή την προσομοίωση προέκυψαν αποτελέσματα τόσο για τη θερμική συμπεριφορά των στεγών των κτιρίων με τη χρήση πράσινης στέγης και χωρίς, όσο και για την ενεργειακή συμπεριφορά του τελευταίου ορόφου των παραπάνω κτιρίων. Τα αποτελέσματα όλων των μετρήσεων δείχνουν τον μονωτικό ρόλο που παίζει το φυτεμένο δώμα στα κτίρια της Γ’ κλιματικής ζώνης της Ελλάδος, τόσο κατά τη διάρκεια του Χειμώνα όσο και το Καλοκαίρι. Από τα τρία δείγματα, αυτό με την καλύτερη μονωτική συμπεριφορά είναι το δεύτερο, στο οποίο υπερτερεί ο περλίτης καθώς εμφανίζει καλά αποτελέσματα τόσο σε ψυχρές όσο και σε θερμές κλιματολογικές συνθήκες. Από την προσομοίωση, γίνεται αντιληπτό ότι εξοικονομείται ενέργεια στα κτίρια που πολλές φορές αγγίζει το 11% . 1719 253 275 Έκφραση και ρόλος του συστήματος CRF σε ουδετερόφιλα ασθενών με μεσογειακό πυρετό Corticotropin releasing factor (CRF) system plays a crucial role in the regulation of stress responses. Parallel to its action to the Central Nervous System CRF and its homologous Urocortins 1, 2 and 3 exert important biological effects in the periphery via the activation of the two receptors CRFR1 and CRFR2. These two receptors have different effects based on their ligands and the tissue they reside in. Many studies have demonstrated the involvement of the CRF system in inflammatory conditions and diseases. Familial Mediterranean Fever is one of those diseases. In the present study we investigated the relationship between these two systems. More specifically we studied the quantitative expression of the system’s receptors in the neutrophils of patients with Familial Mediterranean Fever using quantitative RT-PCR. Samples from healthy donors and patients with acute coronary syndrome were used to study the expression of the receptors in the general population and as a control for the specificity of the findings. The experimental results displayed the absence of receptor expression in the neutrophils of the healthy donors as well as the absence of a specific pattern in patients with acute coronary syndrome. In the neutrophils of patients with Familial Mediterranean Fever both receptors CRFR1 and CRFR2 were expressed. A significant increase in the number of CRFR2 receptors was observed during the recurrence period. In conclusion the CRF system’s receptors appear to be expressed only in Familial Mediterranean Fever with a significant increase in the recurrence period which is characterized by inflammation and acute physical and psychological stress. Το σύστημα του εκλυτικού παράγοντα κορτικοτροπίνης διαδραματίζει έναν κεντρικό ρόλο στην ανταπόκριση του οργανισμού στο στρες. Παράλληλα με την δράση τους στο κεντρικό νευρικό σύστημα ο CRF και τα ομόλογά του πεπτίδια Urocortin 1,2 και 3 εμφανίζουν σημαντική δράση και στην περιφέρεια μέσω της ενεργοποίησης των 2 υποδοχέων του συστήματος CRFR1 και CRFR2. Οι 2 αυτοί υποδοχείς ενεργοποιούν διαφορετικές μεταξύ τους αντιδράσεις, και ανάλογα με τον προσδέτη τους και τον ιστό στον οποίο εντοπίζονται. Μια πληθώρα μελετών συσχετίζει την δράση του συστήματος με φλεγμονώδεις ασθένειες και καταστάσεις. Ο οικογενής μεσογειακός πυρετός αποτελεί μια τέτοια φλεγμονώδη ασθένεια. Στην παρούσα εργασία διερευνάται η σχέση μεταξύ των δυο αυτών συστημάτων. Πιο συγκεκριμένα μελετάται η ποσοτική έκφραση των υποδοχέων του συστήματος στα ουδετερόφιλα ασθενών με μεσογειακό πυρετό που αποτελούν τον κύριο ρυθμιστή της ασθένειας με την τεχνική της ποσοτικής RT-PCR. Δείγματα υγειών δοτών και ασθενών με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο χρησιμοποιήθηκαν για την μελέτη της έκφρασης των υποδοχέων στον γενικό πληθυσμό και τον έλεγχο της ειδικότητας των ευρημάτων. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων κατέδειξαν την απουσία της έκφρασης των υποδοχέων σε ουδετερόφιλα υγειών καθώς και την απουσία ενός συγκεκριμένου μοτίβου στους ασθενείς με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο. Στα ουδετερόφιλα ασθενών με μεσογειακό πυρετό παρατηρήθηκε έκφραση και των δύο υποδοχέων (CRFR1, CRFR2) καθώς και σημαντική αύξηση του CRFR2 κατά την περίοδο υποτροπής της νόσου σε σχέση με την περίοδο μη εμφάνισης συμπτωμάτων. Συμπερασματικά, οι υποδοχείς φαίνεται να εκφράζονται μόνο στην περίπτωση ύπαρξης της υπό μελέτη ασθένειας και παρατηρείται μια σημαντική αύξηση κατά την περίοδο της υποτροπής η οποία χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη φλεγμονής αλλά και εντόνου σωματικού αλλά και ψυχολογικού στρες. 1720 273 268 Η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού από τους μαθητές: θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση This diploma thesis was conducted in the context of our undergraduate studies at the Department of Primary Education, Faculty of Primary Education, in the academic year 2016-2017. Our purpose is to analyze and trace the characteristics of the teacher assessed by his students. Initially, the notion of evaluation, particular in the field of education, as well as its purpose and concerns. At the same time, the formal and informal forms of educational evaluation are analyzed, namely the teacher's evaluation by the manager and the school counselor and, by himself (self-evaluation), the parents, the colleagues and the pupils, respectively. Then, emphasis is placed on the way the pupil evaluates his teacher, after an extensive review of the relevant bibliography. According to this, children focus on the characteristics of the personality of the teacher, such as his appearance, his humor, etc., in his teaching capacity, such as giving them a lot of homework or using a variety of teaching methods. One more aspect is also the evaluation of interpersonal relationships by the students, which the teacher develops with them, etc. In addition, a survey of 47 pupils from the last three grades of the Prefecture of Pella, with the help of the questionnaire, which was carried out as a research tool, for a more extensive documentation of the findings of the bibliography. The analysis of the data showed that the results are in line with those of other scientific studies. In conclusion, we ascertain that although children do not consider it necessary to contribute to the evaluation of their teacher, they seem to have formed an insight into how the ideal educator is for them Η παρούσα πτυχιακή εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια των προπτυχιακών μας σπουδών στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΔΠΘ, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017. Ο σκοπός μας είναι να αναλύσουμε και να εντοπίσουμε τα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού, που αξιολογούνται από τους μαθητές του. Αρχικά, γίνεται αποσαφήνιση της έννοιας της αξιολόγησης και ειδικότερα στο χώρο της εκπαίδευσης, καθώς και ο σκοπός και οι προβληματισμοί γύρω από αυτήν. Παράλληλα, αναλύονται οι τυπικές και οι άτυπες μορφές εκπαιδευτικής αξιολόγησης, δηλαδή η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού από το διευθυντή και το σχολικό σύμβουλο και επιπλέον, από τον ίδιο (αυτοαξιολόγηση), τους γονείς, τους συναδέλφους και τους μαθητές, αντίστοιχα. Στη συνέχεια, μετά από μία εκτενή αναδρομή στη σχετική βιβλιογραφία, δίνεται έμφαση στο τρόπο που αξιολογεί ο μαθητής τον δάσκαλό του. Σύμφωνα με αυτή, τα παιδιά επικεντρώνονται στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του εκπαιδευτικού, όπως η εξωτερική του εμφάνιση, το χιούμορ του κλπ, στη διδακτική του ικανότητα, όπως αν αναθέτει πολλές κατ’ οίκον εργασίες ή αν χρησιμοποιεί ποικίλες μεθόδους διδασκαλίας, καθώς και στις διαπροσωπικές σχέσεις, τις οποίες αναπτύσσει μαζί τους, κ.ά. Επιπλέον, διεξήχθη μία έρευνα σε 47 μαθητές των τριών τελευταίων τάξεων του Δημοτικού του Νομού Πέλλας, με τη βοήθεια του ερωτηματολογίου, ως ερευνητικό εργαλείο, για να δούμε τις απόψεις σχετικά με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού από τους ίδιους. Από την ανάλυση των δεδομένων φάνηκε ότι τα αποτελέσματα συμβαδίζουν με αυτά άλλων επιστημονικών ερευνών. Συμπερασματικά καταλήγουμε, ότι παρόλο που τα παιδιά δεν θεωρούν αναγκαία τη συμβολή τους στην αξιολόγηση του εκπαιδευτικού τους, φαίνεται να έχουν σχηματίσει μία εικόνα για το πώς είναι ο ιδανικός εκπαιδευτικός για αυτά 1721 173 169 The implementaion and utilisation of natural sciences in the instruction of music to primary school children Η αξιοποίηση των φυσικών επιστημών στη διδασκαλία της μουσικής σε παιδιά του δημοτικού σχολείου Scope of this Bachelor Thesis is to provide a theoretical study of the relation of music and science and the utilization mode in teaching music to children of primary school. Within this framework, this study first presents the history of Greek music education throughout the centuries, as well as major music education systems and educational learning theories concerning the teaching of music. The great value of music in education is highlighted, the current curricula of the subject of music are mentioned and the concept of cross-curricular thematic is defined, as nowadays, it plays an important role in education. Moreover, the concept of sound is examined from the perspective of Music and Science. Cross-curricular thematic activities are listed, which concerns the features of sound, for teaching music through the use of science.What is more, the program “ΕΥΑΙΣΘΟ” is described. This program concerns about raising awareness of exposure to noise consequences. Finally, activities are also proposed for its expansion Η παρούσα Πτυχιακή Εργασία αφορά στην θεωρητική μελέτη της σχέσης της Μουσικής με τις Φυσικές Επιστήμες και του τρόπου αξιοποίησης της στη διδασκαλία της Μουσικής σε παιδιά του Δημοτικού Σχολείου. Στα πλαίσια αυτής της εργασίας, παρουσιάζεται η πορεία της ελληνικής μουσικής εκπαίδευσης στο πέρασμα των αιώνων καθώς και τα σημαντικότερα μουσικοπαιδαγωγικά συστήματα και οι παιδαγωγικές θεωρίες μάθησης αναφορικά με την διδασκαλία της μουσικής. Τονίζεται η μεγάλη αξία της μουσικής στην εκπαίδευση, αναφέρονται τα ισχύοντα αναλυτικά προγράμματα του μαθήματος της Μουσικής και οριοθετείται η έννοια της διαθεματικότητας, καθώς διαδραματίζει, πλέον, σπουδαίο ρόλο στον χώρο της εκπαίδευσης. Επιπλέον, εξετάζεται η έννοια του ήχου από την σκοπιά της Μουσικής και των Φυσικών Επιστημών. Παραθέτονται διαθεματικές δραστηριότητες, που αφορούν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του ήχου, για την διδασκαλία της Μουσικής μέσω της αξιοποίησης των Φυσικών Επιστημών. Τέλος, περιγράφεται το πρόγραμμα ΕΥΑΙΣΘΟ, το οποίο αφορά την ευαισθητοποίηση για τις συνέπειες της έκθεσης στον θόρυβο και προτείνονται δραστηριότητες για την επέκτασή του 1722 186 205 Alternative tourism in Greece. Exploring general environmental knowledge and attitudes of tourists: case study Ο εναλλακτικός τουρισμός στην Ελλάδα. Διερεύνηση γενικών περιβαλλοντικών γνώσεων και στάσεων των τουριστών: μελέτη περίπτωσης The research problem that the present study deals with is the investigation of tourists’ environmental knowledge and attitudes visiting the region of Pozar therma springs in North Greece. The issue is of particular importance, since tourism is one of the most dynamic and fast-growing sectors of the economy globally. Greece, due to its unique geographical location, has a loading edge in every sector of alternative form of tourism. Emphasis is given on the thermal tourism and the thermal springs are analyzed in details as well as the properties deriving from them. A literature review was carried out on the meanings, types and forms of tourism. A structured questionnaire was administered to tourists who chose the region for recreation, with the aim of exploring knowledge and attitudes in general environmental issues. Based on the analysis of the survey results from 128 returned questionnaires, a rather sufficient level of knowledge was observed, with significant differences among the participants, while attitudes appeared to be quite proenvironmental, even in cases of tourists with limited environmental knowledge Το ερευνητικό πρόβλημα, το οποίο πραγματεύεται η παρούσα εργασία, αποτελεί η αποτύπωση των περιβαλλοντικών γνώσεων και στάσεων των τουριστών που επισκέπτονται τα Λουτρά Αριδαίας (Πόζαρ) του Ν. Πέλλας, καθώς επίσης και η προσπάθεια σκιαγράφησης του προφίλ του εναλλακτικού τουρίστα. Το θέμα είναι ιδιαίτερης σημασίας, καθώς ο παντός τύπου τουρισμός αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους και ταχύτερα αναπτυσσόμενους τομείς της οικονομίας μιας χώρας. Ειδικότερα για την Ελλάδα, λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής της θέσης, εμφανίζεται να έχει το προβάδισμα σε κάθε τομέα των εναλλακτικών μορφών τουρισμού. Δίνεται έμφαση στον ιαματικό τουρισμό και αναλύονται λεπτομερώς οι ιαματικές πηγές και οι ιδιότητες που απορρέουν από αυτές. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση αναφορικά με τις έννοιες, τα είδη και τις μορφές του τουρισμού. Στη συνέχεια, διανεμήθηκε δομημένο ερωτηματολόγιο σε τουρίστες που επέλεξαν την περιοχή για την αναψυχή τους με στόχο τη διερεύνηση των γνώσεων και στάσεών τους σε γενικά περιβαλλοντικά ζητήματα. Με βάση την ανάλυση των αποτελεσμάτων της έρευνας από 128 συμπληρωμένα ερωτηματολόγια, παρατηρήθηκε να υπάρχει μάλλον επαρκές επίπεδο γνώσεων, με σημαντικές ωστόσο διαφοροποιήσεις μεταξύ των ατόμων του δείγματος, ενώ οι στάσεις τους εμφανίζονται να είναι αρκετά φιλοπεριβαλλοντικές, ακόμη και σε περιπτώσεις τουριστών με περιορισμένες γνώσεις 1723 255 253 from postmodern multimodal picturebooks to transmedia narrations and picturebook apps από τα μεταμοντέρνα πολυτροπικά εικονοκείμενα στις διαμεσικές αφηγήσεις και ψηφιακές εφαρμογές My dissertation looks into various aspects of the transition from printed to digital literature for children, by exploring four different case studies: The Tale of Peter Rabbit, a classic British picturebook that was turned into a picturebook app; A Charlie Brown Christmas, an American comic strip that was turned into an interactive app; The fantastic flying books of Mr. Morris Lessmore, a short animated film that was turned both into an app and a picturebook; and the digitally born app Wuwu & Co. – A Magical Picturebook. My study explores the conditions that allowed the emergence of digital literature for children and youth, connecting it with the movement of postmodernism, multimodality and the pedagogy of multiliteracies, as well as with current developments in the field of technology, namely the wide circulation and availability of e-readers. Furthermore, it studies various forms of digital literature, that is its typology, while investigating the role of the peritext in the digital environment. Besides, it attempts to pinpoint the features of digital narrations that are to a greater or lesser extent recurrent in them. High or low interactivity is a key feature of most picturebook apps that are either digitally born or adapted from canonical literature for children. This very feature undermines the passivity of the reader, turning the traditional reader into a new type of reader as player – user – viewer – reader, while it simultaneously contributes to the gamification of the narration and narrativization of the game. Η εργασία αυτή διερευνά πτυχές της μετάβασης από την έντυπη στην ψηφιακή λογοτεχνία για παιδιά, αξιοποιώντας τέσσερις διαφορετικές μελέτες περίπτωσης: The Tale of Peter Rabbit, ένα κλασικό έργο της βρετανικής λογοτεχνίας για παιδιά που μεταφέρθηκε σε εφαρμογή, A Charlie Brown Christmas, ένα αμερικάνικο comic strip που διασκευάστηκε σε διαδραστική εφαρμογή, The fantastic flying books of Mr. Morris Lessmore, μία ταινία μικρού μήκους κινουμένων σχεδίων που μεταφέρθηκε σε εφαρμογή και εικονοβιβλίο και τέλος, την ψηφιακά γηγενή εφαρμογή Wuwu & Co. – A Magical Picturebook. Η παρούσα εργασία μελετά τις συνθήκες ανάδυσης της ψηφιακής λογοτεχνίας για παιδιά και νέους, συνδέοντάς την με το κίνημα του μεταμοντερνισμού, την πολυτροπικότητα και την παιδαγωγική των πολυγραμματισμών, καθώς και με τις τρέχουσες εξελίξεις στον τομέα της τεχνολογίας, δηλ. την ευρεία κυκλοφορία μηχανών ηλεκτρονικής ανάγνωσης. Προχωρά σε διερεύνηση των διαφόρων μορφών ψηφιακής λογοτεχνίας, δηλαδή σε μια εξέταση της τυπολογίας της, ενώ μελετά και τον ρόλο του περικειμένου στο ψηφιακό περιβάλλον. Παράλληλα, επιχειρεί να καταγράψει τα στοιχεία εκείνα που αποτελούν χαρακτηριστικά των ψηφιακών αφηγήσεων και απαντούν σε αυτές σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Οι εφαρμογές εικονοβιβλίων είτε είναι γεννημένες σε ψηφιακό περιβάλλον (digitally born apps) είτε αποτελούν διασκευή κάποιου κλασικού έργου της λογοτεχνίας για παιδιά φέρουν ως βασικό χαρακτηριστικό τους την αλληλεπιδραστική φύση. Αυτό ακριβώς το στοιχείο είναι που υπονομεύει τον παθητικό ρόλο του αναγνώστη, ανάγοντας τον παραδοσιακό αναγνώστη σε έναν νέο τύπο αναγνώστη, τον παίκτη–χρήστη–θεατή–αναγνώστη, ενώ συγχρόνως συμβάλλει στην παιχνιδοποίηση (gamification) της αφήγησης και την αφηγηματοποίηση (narrativization) του παιχνιδιού. 1724 14 12 Study of the adiabatic invariants of energetic particles in the magnetosphere using 3D simulations Μελέτη των αδιαβατικών σταθερών των ενεργητικών σωματιδίων στη μαγνητόσφαιρα μέσω τρισδιάστατων προσομοιώσεων 1725 145 182 Αξιολόγηση παραμέτρων κίνησης κατά την αποκατάσταση σε ασθενείς μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο με υπολογιστική εφαρμογή βασισμένη σε αισθητήρες κίνησης & καταγραφή με κάμερα The aim of this study was to examine the use of the second-generation Kinect technology as a tool for assessing the movement of the elbow joint in patients with stroke in the clinical setting. After searching through articles for the use of Kinect and its results in rehabilitatiton, a pilot study was carried out involving hospitalized stroke patients of the University Neurology Department at the University General Hospital of Evros to find out whether such an innovative assessment approach is practicable. Results showed that the Kinect method is actually functional, with simple installation and quick and easy application as many articles mention. However, some concerns have arisen due to some factors such as the condition of stroke itself as well as some technical difficulties in the Kinect system which gives room for further research to be done into the use of Kinect in rehabilitation programs. Στόχος της μελέτης αυτής ήταν να δοκιμάσει την χρήση της τεχνολογίας του συστήματος Kinect δεύτερης γενιάς, ως ένα εργαλείο αξιολόγησης της κίνησης της άρθρωσης του αγκώνα σε ασθενείς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο (ΑΕΕ) σε κλινικό χώρο. Μετά από διερεύνηση της αρθρογραφίας γύρω από τη χρήση του Kinect και των αποτελεσμάτων του στο χώρο της αποκατάστασης, διενεργήθηκε μία πιλοτική μελέτη όπου συμμετείχαν νοσηλευόμενοι ασθενείς με ΑΕΕ της Πανεπιστημιακής Νευρολογικής κλινικής του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Έβρου (Π.Γ.Ν.Ε.) για να διαπιστωθεί εάν είναι εφικτή και εφαρμόσιμη μία τέτοια είδους καινοτόμα προσέγγιση αξιολόγησης στην πράξη. Τα αποτελέσματά της έδειξαν πως πράγματι η μέθοδος του Kinect είναι λειτουργική, η εγκατάστασή του απλή και η εφαρμογή του γρήγορη και εύκολη όπως αναφέρουν πολλές αρθρογραφίες. Ωστόσο δημιουργήθηκαν προβληματισμοί λόγω κάποιων παραγόντων, όπως η φύση της πάθησης και κάποιων τεχνικών δυσκολιών του συστήματος, που όμως δίνουν τη δυνατότητα και το ερέθισμα για να προχωρήσουν κι άλλο οι έρευνες γύρω από τη χρήση του Kinect στην αποκατάσταση 1726 292 299 The hiring process in primary educational system of Greece from 1950 to present Το σύστημα διορισμού των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα από το 1950 έως σήμερα One of the leading issues in contemporary educational affairs has to do with the recruiting of educators in the Greek educational system. Nowadays, a great number of Educational Department graduates who hope to acquire permanent job positions within the Greek schooling system fail to go beyond the occasional hourly-based or replacement posts, as there is no official, standardised method of selecting educators. Nevertheless, the nation’s educational history has been marked by two fundamental systems of recruitment, which have hitherto secured employment for the greater body of Greek educators. These two systems are the Year Book (Epetirida) and the A.S.E.P. competition. The goal of this research is to explore the opinions of currently active Primary School tutors with regards to the country’s recruitment system for educators, as well as to trace the significance of the said system within the evolution of contemporary education. Along parallel lines, the present inquiry investigates the Greek system’s framework for selecting appropriate educators, as this has been established and tried since the 1950s. In order to meet the aforementioned goals, this research collected data from teachers employed in Primary Schools at the county of Drama in Northern Greece. The methodological tool used was a questionnaire of open, closed and semi-closed design format. The research attempted to detect the effectiveness and merit of the two systems and it was found out that the educators were satisfied by the system that was used when they were appointed and therefore they highlight that political and economical purposes are mainly responsible for the constant modifications that are being made. Finally, based on the participants’ own responses, the research endeavours to discern a recruiting system that would benefit future applicants. Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που απασχολεί τη σημερινή εκπαιδευτική πραγματικότητα, σχετίζεται με τον τρόπο διορισμού των εκπαιδευτικών στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στις μέρες μας καταγράφεται μεγάλος αριθμός αποφοίτων των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης που παραμένει στάσιμος στους πίνακες των αναπληρωτών ή ωρομίσθιων εκπαιδευτικών με μοναδική ελπίδα να καταλάβει μία θέση στα ελληνικά σχολεία, καθώς δεν υπάρχει κάποιος θεσμοθετημένος τρόπος επιλογής των εκπαιδευτικών. Παρ’ όλα αυτά στην ιστορία της εκπαίδευσης εντοπίζονται δύο κύρια συστήματα διορισμού από τα οποία αποκαταστάθηκε το μεγαλύτερο μέρος του εκπαιδευτικού σώματος της χώρας μας. Αυτά είναι το σύστημα της επετηρίδας και ο διαγωνισμός του Α.Σ.Ε.Π.. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση των απόψεων των εν ενεργεία εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, σχετικά με το σύστημα διορισμού των εκπαιδευτικών, μέσα από το σύστημα της επετηρίδας και το διαγωνισμό Α.Σ.Ε.Π., καθώς και ο εντοπισμός της σπουδαιότητας του συστήματος διορισμού στην πορεία της εκπαίδευσης. Παράλληλα, η παρούσα μελέτη διερευνά τον τρόπο επιλογής των καταλληλότερων εκπαιδευτικών μέσα από τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που επιχειρήθηκαν και επικράτησαν στη χώρα μας από το 1950 έως τη σημερινή εποχή. Για την επίτευξη του σκοπού της έρευνας έγινε συλλογή δεδομένων από τους εκπαιδευτικούς του κλάδου των δασκάλων των Δημοτικών Σχολείων του Νομού Δράμας. Το μεθοδολογικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε ήταν ένα ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις ανοιχτού, κλειστού και ημι-κλειστού τύπου. Μέσω της έρευνας έγινε μία προσπάθεια να ανιχνευθούν οι διάφορες πτυχές σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την αξιοκρατία των δύο συστημάτων, διαπιστώθηκε ότι οι εκπαιδευτικοί είναι ικανοποιημένοι από τα συστήματα που διοριστήκαν και εντοπίζουν κυρίως τους πολιτικούς και οικονομικούς λόγους ως τις κυριότερες αιτίες που πραγματοποιούνται οι συνεχείς μεταρρυθμίσεις. Τέλος, μέσα από τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών επιχειρήθηκε να εντοπιστεί το σύστημα διορισμού που θεωρούν κατάλληλο οι ίδιοι για να ισχύσει στο μέλλον. 1727 158 164 Διδασκαλία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: διερεύνηση απόψεων των φοιτητών του ΤΜΒΓ για τους παράγοντες αποτελεσματικής διδασκαλίας και μάθησης The subject of this paper is teaching in higher education and the investigation of the attitudes of students of the Department of Molecular Biology and Genetics (DMBG) on the factors of effective teaching and learning. First, an attempt is made in order to define teaching as a concept and then an overview of the bibliographic field on teaching, the importance of teachers’ training, the effectiveness of teaching, all focusing on teaching in higher education. There is also a review of relevant research on the effectiveness of the latter. Then, a qualitative research was conducted with a semi-structured interview, the sample of which consisted of 10 DMBG students. The analysis of the results was conducted by the method of interpretive phenomenological analysis. The results showed that the key elements of successful teaching in higher education are the use of dialogue, the regular provision of feedback, the use of supervisory tools as well as the practical application of theoretical knowledge. Θέμα της παρούσας εργασίας αποτελεί η διδασκαλία στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και η διερεύνηση των απόψεων των φοιτητών του Τμήμα τος Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής (ΤΜΒΓ) για τους παράγοντες αποτελεσματικής διδασκαλίας και μάθησης. Αρχικά, γίνεται απόπειρα ορισμού της διδασκαλίας ως έννοιας και στη συνέχεια γίνεται μία επισκόπηση του βιβλιογραφικού πεδίου σχετικά με τη διδασκαλία, τη σημασία της κατάρτισης των καθηγητών, την αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας, ενώ όλα αυτά εστιάζονται στη διδασκαλία που πραγματοποιείται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ακόμη, γίνεται επισκόπηση σχετικών ερευνών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα της τελευταίας. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε ποιοτική έρευνα με ημι-δομημένη συνέντευξη, το δείγμα της οποίας αποτέλεσαν 10 φοιτητές του ΤΜΒΓ. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έγινε με τη μέθοδο της ερμηνευτικής φαινομενολογικής ανάλυσης. Από τα αποτελέσματα προέκυψε ότι βασικά στοιχεία της επιτυχημένης διδασκαλίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι η χρήση διαλόγου, η τακτική παροχή ανατροφοδότησης, η χρήση εποπτικών μέσων καθώς και η πρακτική εφαρμογή των θεωρητικών γνώσεων. 1728 271 251 The dialogue between literature and greek history in writing project of Alki Zei: wildcat under glass, Petros’ war Ο διάλογος της λογοτεχνίας με την ελληνική ιστορία στο έργο της Άλκης Ζέη: το καπλάνι της βιτρίνας, ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου Alki Zei is one of the most important greek writers, has been translated in many languages and rewarded for her offer in Literature. Mainly she addresses to children and displays a different confrontation of the child in the modern after Civil war society. The autobiographical clue, the immediacy and the humor can be considered as characteristics of her writing project, which always make it interested and often topical. The clue that connects all of her writing projects is her effort to reveal continually the truth to the little readers, so to help them understand the reality· every child as future citizen has to be informed and prepared with the proper moral, ideological and mental equipment. The writer dares to speak in her texts about political ideology and also to motivate children to judge the reality and finally to cause them a reaction. The hypothesis of her writing projects is usually located in troubled political and social historical situations, such as the dictatorship of Ioannis Metaxas, the Occupation and the Civil War, without skipping to make references to the living conditions and the everyday life of the simple people, besides they are the source of her inspiration. Her heroes are moving in urban environments, where they lead a usual life, until a sudden fact caused a change not only on their routine but also to themselves. It is then when the children-heroes show initiative and they are forced to mature. Inside the texts of Alki Zei Literature and History are having a permanent conversation Η Άλκη Ζέη είναι μία από τις πιο σημαντικές ελληνίδες συγγραφείς, έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες κι έχει βραβευτεί για την προσφορά της στη Λογοτεχνία. Απευθύνεται κυρίως στο παιδικό αναγνωστικό κοινό και προβάλλει μια διαφορετική αντιμετώπιση του παιδιού στη σύγχρονη μετεμφυλιακή κοινωνία. Το αυτοβιογραφικό στοιχείο, η αμεσότητα και το χιούμορ μπορούν να θεωρηθούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα του έργου της, που το κάνουν πάντοτε ενδιαφέρον και συχνά επίκαιρο. Το νήμα που συνδέει όλα της τα έργα είναι η προσπάθειά της να αποκαλύπτει συνεχώς την αλήθεια στους μικρούς αναγνώστες, ώστε να τους βοηθήσει να αντιληφθούν την πραγματικότητα· κάθε παιδί ως μελλοντικός πολίτης οφείλει να είναι ενημερωμένος και προετοιμασμένος με τα κατάλληλα ηθικά, ιδεολογικά και ψυχικά εφόδια. Η συγγραφέας τολμά να κάνει λόγο στο έργο της για πολιτική ιδεολογία και να παρακινήσει το παιδί να κρίνει την πραγματικότητα και να αντιδράσει. Η υπόθεση των έργων της συνήθως τοποθετείται σε ταραγμένες πολιτικές και κοινωνικές ιστορικές εποχές, όπως η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, η Κατοχή και ο Εμφύλιος, χωρίς, ωστόσο, να παραλείπονται αναφορές στις συνθήκες διαβίωσης και την καθημερινότητα των απλών ανθρώπων· από αυτούς άλλωστε εμπνέεται. Οι ήρωές της κινούνται σε αστικά σπίτια και διάγουν μια συνηθισμένη ζωή, έως ότου ένα ξαφνικό γεγονός έρχεται να αλλάξει τη ρουτίνα τους, αλλά κι αυτούς τους ίδιους. Τότε είναι που οι ήρωες-παιδιά αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και «ωριμάζουν». Στα κείμενα της Άλκης Ζέη πεζογραφία και Ιστορία βρίσκονται σε διαρκή συνομιλία 1729 414 407 Ενδοκυττάρια μεταφορά της βιοτεχνολογικά παραγόμενης ΤΑΤ-β σφαιρίνης in culture και μελέτη λειτουργικότητας Hemoglobinopathies, the most common worldwide monogenic disorders, are pathological conditions attributed to mutations or loss of hemoglobin chain genes, which affect the synthesis and function of hemoglobin. β- thalassemia is an autosomal residual congenital disease, characterized by a deficiency or reduced production of the adult β- globin chain, and it concerns a great portion of the Greek population. To this date, the treatment of β- thalassemia patients traditionally involves lifelong blood transfusions, iron chelation therapy and splenectomy, bone marrow transplantation provided there is a compatible donor, while attempts are being made to effectively treat the disease by inducing fetal hemoglobin (HbF) levels, by using hematopoietic stem cells (HSCs) or by genome editing technologies.The protein replacement therapy (PRT) could be an alternative therapeutic approach, using biosynthetic recombinant proteins. Protein transduction domain (PTD) or cell penetrating peptides (CPPs) technology has allowed to proteins or other molecules to surpass the barrier of the cell membrane and to easily enter and act into the cytoplasm. The scope of the present study was the intracellular transduction, due to the presence of the TAT peptide (as a CPP), of the human recombinant 10xHis-XasπΈ-ΤΑΤ-β- globin-ΗΑ protein into human erythroleukemia cells, as well as the evaluation of its functionality in terms of binding to the endogenous a- like globins in order to possibly form tetramers α2[ΤΑΤ-β-]2 like. To achieve these goals: (a) we produced the above recombinant protein from bacterial inclusion bodies (IBs) so as to investigate the most suitable conditions for solubilization of these IBs in order to isolate highly purified protein extracts enriched in10xHis-XasITE-ΤΑΤ-β-globin-ΗΑ (b) we examined the ability of the protein to penetrate the biological membranes of two different cell lines, evaluating the successful transduction with Western bolt analysis, (c) we used the benzidine staining assay to assess the ability of the in10xHis-XasπΈ-ΤΑΤ-β-globin-ΗΑ recombinant protein to bind with α-like globins so as to form tetramer complexes in Κ-562 and KU-812 cells.The experimental data demonstrates that the recombinant 10xHis-XasπΈ-ΤΑΤ-β- globin-ΗΑ protein has the potential to be intracellularly transduced and in fact to increase the number of benzidine-positive cells, which supports its functionality through the hypothesis of formation to some extent of hemoglobin complexes. The provided results, in combination with findings from other members of the Lab. of Pharmacology of the Scholl of Pharmacy of A.U.Th., under the supervision of Associate Professor Lefkothea C. Papadopoulou, are encouraging and promising and indicate that protein replacement therapy via the PTD technology can be potentially considered as an alternative therapeutic approach for β- thalassemias. Οι αιμοσφαιρινοπάθειες, οι συχνότερες παγκοσμίως μονογονιδιακές ασθένειες, αποτελούν παθολογικές καταστάσεις που οφείλονται σε μεταλλάξεις ή απώλεια των γονιδίων των αλυσίδων της αιμοσφαιρίνης, και επηρεάζουν τη σύνθεση και τη λειτουργία της. Μία από τις μορφές που απασχολούν περισσότερο τον ελληνικό πληθυσμό είναι η β- θαλασσαιμία, ένα αυτοσωμικό υπολειπόμενο κληρονομικό νόσημα που χαρακτηρίζεται από έλλειψη ή μειωμένη σύνθεση της β- σφαιρίνης. Σήμερα, η θεραπευτική διαχείριση των ασθενών της β- θαλασσαιμίας περιλαμβάνει παραδοσιακά τη μετάγγιση αίματος, τη θεραπεία αποσιδήρωσης και τη σπληνεκτομή, υπάρχει δυνατότητα μεταμόσχευσης μυελού των οστών από συμβατό δότη, ενώ γίνονται παράλληλα προσπάθειες επαγωγής της εμβρυϊκής HbF αιμοσφαιρίνης, χρήσης των αιμοποιητικών βλαστικών κυττάρων (HSCs) και σε κλινικό στάδιο βρίσκονται δοκιμές γονιδιακής θεραπείας. Μία εναλλακτική θεραπευτική προσέγγιση είναι η χρήση βιοτεχνολογικά παραγόμενων ανασυνδυασμένων πρωτεϊνών στα πλαίσια της πρωτεϊνικής θεραπείας. Η τεχνολογία των πεπτιδίων κυτταρικής διείσδυσης (Cell Penetrating Peptides, CPPs) επιτρέπει σε πρωτεϊνικά μόρια ή και σε άλλα φορτία να διαπερνούν το φραγμό της κυτταρικής μεμβράνης και να εισέρχονται με ευκολία στο εσωτερικό των κυττάρων. Σε αυτά τα πλαίσια, σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής διπλωματικής εργασίας ήταν η ενδοκυττάρια μεταφορά, λόγω της παρουσίας του πεπτιδίου ΤΑΤ (ενός CPP), της ανασυνδυασμένης πρωτεΐνης lOxHis-XasiTE-ΤΑΤ-β-σφαιρίνη-ΗΑ σε πρόδρομα ερυθρολευχαιμικά κύτταρα και η εκτίμηση της λειτουργικότητάς της, όσον αφορά στη σύνδεσή της με ενδογενή μόρια α-τύπου σφαιρίνης και στον πιθανό σχηματισμό τετραμερών συμπλόκων α2[ΤΑΤ-β]2- τύπου. Για την επίτευξη αυτών των στόχων: (α) έγινε παραγωγή της παραπάνω ανασυνδυασμένης πρωτεΐνης από βακτηριακά έγκλειστα (iBs), και διερευνήθηκαν οι καταλληλότερες συνθήκες διαλυτοποίησης αυτών των εγκλείστων για την απομόνωση υψηλής καθαρότητας και ικανοποιητικής συγκέντρωσης πρωτεϊνικών εκχυλισμάτων, εμπλουτισμένων στην lOxHis-XaSITE-ΤΑΤ-β-σφαιρίνη-ΗΑ, (β) διερευνήθηκε η ικανότητα ενδοκυττάριας μεταγωγής της πρωτεΐνης σε δύο κυτταρικές σειρές και αξιολογήθηκε η επιτυχία της μεταγωγής με ανοσοαποτύπωση κατά Western, (γ) μελετήθηκε η λειτουργικότητα της πρωτεΐνης, με κριτήριο το σχηματισμό αιμοσφαιρινικών συμπλόκων στα ερυθρολευχαιμικά Κ-562 και KU-812 κύτταρα, με τη μέθοδο χρώσης με βενζιδίνη. Το σύνολο των πειραματικών δεδομένων αποδεικνύουν ότι η βιοτεχνολογικά παραγόμενη ανασυνδυασμένη πρωτεΐνη lOxHis-XaSITE-ΤΑΤ-β-σφαιρίνη-ΗΑ έχει τη δυνατότητα να μεταφέρεται ενδοκυτταρικά και μάλιστα να αυξάνει τον αριθμό των θετικών στη χρώση βενζιδίνης κυττάρων, γεγονός που υποστηρίζει τη λειτουργικότητά της μέσω του σχηματισμού σε κάποιο ποσοστό αιμοσφαιρινικών συμπλόκων. Τα αποτελέσματα αυτά, σε συνδυασμό με τα ευρήματα και άλλων μελών του εργαστηρίου Φαρμακολογίας του τμήματος Φαρμακευτικής Α.Π.Θ. υπό την επίβλεψη της αναπληρώτριας καθηγήτριας κ. Λευκοθέας Χ. Παπαδοπούλου είναι ενθαρρυντικά και πολλά υποσχόμενα ως προς την εφαρμογή της πρωτεϊνικής θεραπευτικής προσέγγισης στη β- θαλασσαιμία μέσω της τεχνολογίας πεπτιδίων μεταγωγής. 1730 286 257 Parallel presence of the kindergarten teacher and an associate-member of the minority in the kindergartens of Thrace in purely minority settlements - Σύγχρονη παρουσία του/της νηπιαγωγού και συνεργάτη/ριας-μέλους της μειονότητας στα νηπιαγωγεία της Θράκης που λειτουργούν σε αμιγώς μουσουλμανικούς οικισμούς – This research concerns the issue of the educational policy of the Greek State on the Muslim minority in Thrace and in particular the provided preschool education to minority members. The kindergarten has been an unknown place for the minority for many years. But even when all the children of the minority were obliged to pass through the door of the public kindergarten, this was not accompanied at the level of policy by corresponding interventions. The new kindergarten curricula may support the linguistic variety, but the reality in the public kindergarten classes, where minority children study, is different. These are the conditions which the Institute of Education Policy tried to differentiate with a specific intervention-act, that suggests the parallel presence of a kindergarten teacher and an associate-member of the minority graduate of a Department of Education, in the classroom. The main purpose of this research was to investigate and record the views of the Thrace’s kindergarten teachers regarding the above intervention of the Institute of Education Policy. An attempt was made to investigate whether the goals set by kindergarten teachers for the children of minority when they study in kindergarten, differ from those of the children of majority, to record the views of kindergarten teachers on the difficulties these children face while studying in public kindergartens as well as their suggestions on how they can be overcome. It was even attempted to ascertain whether kindergarten teachers consider a member of the minority is the right choice and if they ultimately desire the presence of a bilingual individual-member of minority in the class of the kindergarten. Η παρούσα εργασία έχει ως θέμα την εκπαιδευτική πολιτική της ελληνικής πολιτείας για τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης και ειδικότερα την παρεχόμενη προσχολική εκπαίδευση στα μέλη της μειονότητας. Το νηπιαγωγείο αποτέλεσε για πολλά χρόνια άγνωστο τόπο για τη μειονότητα. Αλλά ακόμη κι όταν όλα τα παιδιά της μειονότητας πέρασαν υποχρεωτικά την πόρτα του δημόσιου νηπιαγωγείου, αυτό δεν συνοδεύτηκε σε επίπεδο εκπαιδευτικής πολιτικής από αντίστοιχες παρεμβάσεις. Μπορεί τα νέα αναλυτικά προγράμματα του νηπιαγωγείου να υποστηρίζουν τη γλωσσική ποικιλότητα, η πραγματικότητα όμως στις τάξεις των δημόσιων νηπιαγωγείων, όπου φοιτούν τα παιδιά της μειονότητας, είναι διαφορετική. Τις συνθήκες αυτές προσπάθησε να διαφοροποιήσει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, με συγκεκριμένη παρέμβαση-δράση, που προβλέπει τη σύγχρονη παρουσία στην τάξη του νηπιαγωγείου, της νηπιαγωγού αλλά και συνεργάτη-μέλους της μειονότητας, απόφοιτου Παιδαγωγικού Τμήματος. Βασικό σκοπό της εργασίας αποτέλεσε η διερεύνηση και καταγραφή των απόψεων των νηπιαγωγών της Θράκης, σχετικά με την ανωτέρω παρέμβαση του ΙΕΠ. Έγινε προσπάθεια να διερευνηθεί αν οι προσδοκίες των νηπιαγωγών για τα παιδιά της μειονότητας, κατά τη φοίτηση των παιδιών στο νηπιαγωγείο, διαφοροποιούνται από αυτές που έχουν για τα παιδιά της πλειονότητας, να καταγραφούν οι απόψεις των νηπιαγωγών ως προς τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα παιδιά αυτά κατά τη φοίτησή τους στα δημόσια νηπιαγωγεία καθώς και οι προτάσεις τους σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να ξεπεραστούν οι δυσκολίες αυτές. Επιχειρήθηκε ακόμη να εξακριβωθεί αν οι νηπιαγωγοί επιθυμούν την παρουσία δίγλωσσου ατόμου – μέλους της μειονότητας στην τάξη του νηπιαγωγείου. 1731 157 150 Todate, the number of children conceived via in vitro fertilisation (IVF) and other assisted reproductive therapies (ART) are increased comprising a substantial proportion of the population. Thus, the perinatal and long-term risks after IVF constitute an essential issue for the parents and the scientific community. A great body of evidence has demonstrated that children conceived via IVF are normal. Most of the adverse outcomes are reported during the neonatal period including prematurity, low birth weight and perinatal morbidity, especially in twins and high order pregnancies. Congenital defects and epigenetic deregulation of genomic imprinting seem to be associated with parental underlying infertility, than IVF per se. However, several issues have not been clearly elucidated or remain largely unknown. Thus, larger prospective and multicenter studies with long-term follow-up in well-defined cohorts are needed to fully answer these questions. This review summarizes and discusses the most important studies and current aspects concerning health and disease in children born after IVF. Σήμερα τα παιδιά που γεννιούνται με εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) αποτελούν μια σημαντική πληθυσμιακή ομάδα. Η κατάσταση της υγείας τους, τόσο κατά τη νεογνική περίοδο, όσο και μακροπρόθεσμα, αποτελεί σημαντικό θέμα για τους γονείς και την επιστημονική κοινότητα. Σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα, η IVF θεωρείται ασφαλής μέθοδος και τα παιδιά που γεννιούνται είναι φυσιολογικά. Οι συχνότεροι κίνδυνοι αφορούν κυρίως τις πολύδυμες κυήσεις και εμφανίζονται κατά την νεογνική περίοδο, όπως προωρότητα, μικρό βάρος γέννησης και αυξημένη νοσηρότητα. Οι συγγενείς ανωμαλίες και οι επιγενετικές διαταραχές φαίνεται ότι σχετίζονται κυρίως με τα αίτια υπογονιμότητας του ζεύγους, παρά με τις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (ART). Ωστόσο, διάφορα ζητήματα δεν έχουν διευκρινισθεί πλήρως ή στερούνται επαρκών δεδομένων. Προς την κατεύθυνση αυτή χρειάζονται περισσότερες, μεγάλης κλίμακας, πολυκεντρικές και προοπτικές μελέτες παρακολούθησης. Η παρούσα εργασία ανασκοπεί και συζητάει συνοπτικά τα κυριότερα δεδομένα και τις σύγχρονες εξελίξεις που αφορούν την υγεία των παιδιών που προέρχονται από IVF. 1732 277 255 The remarkable importance of HMG-CoA reductase inhibitors, statins, in reducing the risk of atherosclerotic cardiovascular disease (CVD) is well established and confirmed with many studies and researches conducted in recent decades. After analyzing data from various short-term as well as long-term clinical trials and researches, it was found that statins, in addition to other side effects, indicate a modestly increased risk for the emergence of new diabetes. Several meta-analyses of many different trials with statins and long-term studies in a large population sample indicate that the risk of diabetes in patients receiving statins depends on various factors such as, patients belong to high-risk individuals in baseline (specifically features of metabolic syndrome), intensity of statin therapy, the type of statins administered in each case, some genetic characteristics of the patients as well as the lifestyle of the patients. Limited data indicate that statins moderately exacerbate hyperglycemia and HbA1c levels in patients with pre-existing diabetes or glucose intolerance. The precise mechanism/s diabetogenesis with statin therapy has not been fully elucidated, but may involve a reduction in insulin secretion (at the b-cell level), a decrease in GLUT4 glucose receptors (at the level of peripheral tissues) and changing the behavior of patients treated with statins. Furthermore, while statins are known to have anti-inflammatory activity, under dysmetabolic conditions, they might have pro-inflammatory effects due to the induction of certain inflammatory diseases. However, this hypothesis requires further investigation. Finally, it is clear that the risk-benefit ratio for cardiovascular disease is strongly in favor of statin therapy, especially in high-risk patients, despite the emergence of new diabetes. Adherence to a specific lifestyle plays a very important role to prevention of diabetes during statins administration. Η αξία των HMG-CoA αναγωγασών δηλαδή των στατινών, στη μείωση του κινδύνου αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου (CVD) είναι σαφώς διαπιστωμένη και επιβεβαιωμένη από μία πληθώρα μελετών και ερευνών που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες. Ύστερα από ανάλυση των δεδομένων που προέκυψαν από διάφορες κλινικές μελέτες και μετααναλύσεις, προέκυψε ότι η χρήση των στατινών εκτός από τις διάφορες άλλες παρενέργειες, εμφανίζουν ένα μέτρια αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Αρκετές μετααναλύσεις πολλών μελετών με στατίνες και μακροχρόνιες παρατηρήσεις σε μεγάλο δείγμα πληθυσμού, δείχνουν ότι ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη σε άτομα που λαμβάνουν στατίνη εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως αν οι ασθενείς ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση διαβήτη, (ειδικά χαρακτηριστικά του μεταβολικού συνδρόμου), το είδος των στατινών που χορηγείται σε κάθε περίπτωση, τη θεραπευτική δοσολογία, ορισμένα γενετικά χαρακτηριστικά των ασθενών καθώς και τον τρόπο ζωής των ασθενών. Τα περιορισμένα δεδομένα υποδεικνύουν ότι οι στατίνες επιδεινώνουν μέτρια την υπεργλυκαιμία και τα επίπεδα της A1c σε ασθενείς με προϋπάρχοντα διαβήτη ή δυσανεξία στη γλυκόζη. Ο ακριβής μηχανισμός/μηχανισμοί της διαβητογόνου δράσης των στατινών είναι άγνωστος, αλλά μπορεί να εμπλέκεται η μείωση της έκκρισης της ινσουλίνης (στο επίπεδο του β-κυττάρου), η μείωση των υποδοχέων της γλυκόζης GLUT4 (στο επίπεδο των περιφερικών ιστών) και η αλλαγή της συμπεριφοράς των ατόμων που κάνουν χρήση στατίνης. Τέλος, είναι σαφές ότι ο λόγος κινδύνου-οφέλους για καρδιαγγειακά νοσήματα συνηγορούν υπέρ της θεραπείας με στατίνες, κυρίως σε ασθενείς υψηλού κινδύνου, σε σχέση με τον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη. Η τήρηση ενός συγκεκριμένου τρόπου ζωής παίζει πολύ μεγάλο ρόλο για την πρόληψη του διαβήτη κατά τη διάρκεια της χρήσης των στατινών. 1733 165 173 the process of developing and evolving the content of a collective identity, with emphasis on education and culture η πορεία διαμόρφωσης και μετεξέλιξης του περιεχομένου μιας συλλογικής ταυτότητας, με έμφαση στην παιδεία και στον πολιτισμό The social group has a collective identity. Civilization is an important factor of the content of collective identity. Identity is what in turn categorizes and distinguishes each group from other groups. At the same time, the development of the individual's cultural identity is directly affected by the process of its socialization in the context of the specific cultural group to which it belongs and with which it interacts. The scope of this paper is to investigate and in detail present cultural elements of Gagavuz people. The research method is participatory observation and the methodological tools used are direct observation, photography, interviews and file study. The data collected was analyzed with the use of Atlas.ti qualitative data analysis software. The research showed that Gagavuz are a social group with a distinct cultural identity and that associations have a significant influence on the preservation and dissemination of Gagavuz culture. Η κάθε κοινωνική ομάδα έχει συλλογική ταυτότητα. Ο πολιτισμός είναι σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης του περιεχομένου της συλλογικής ταυτότητας. Η ταυτότητα είναι αυτή που με τη σειρά της κατηγοριοποιεί και διακρίνει κάθε ομάδα από τις άλλες ομάδες. Ταυτόχρονα, η ανάπτυξη της πολιτισμικής ταυτότητας του ατόμου επηρεάζεται άμεσα και από τη διαδικασία της κοινωνικοποίησής του στο πλαίσιο της συγκεκριμένης πολιτισμικής ομάδας στην οποία εντάσσεται και με την οποία αλληλεπιδρά. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η έρευνα και η αναλυτική παρουσίαση των πολιτισμικών στοιχείων των Γκαγκαβούζηδων. Η μέθοδος της έρευνας είναι η συμμετοχική παρατήρηση και ως μεθοδολογικά εργαλεία χρησιμοποιήθηκαν η άμεση παρατήρηση, η φωτογράφιση, οι συνεντεύξεις και η μελέτη αρχείων. Η ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έγινε με το λογισμικό ποιοτικής ανάλυσης Atlas.ti. Από την έρευνα προέκυψε, ότι οι Γκαγκαβούζηδες αποτελούν μία κοινωνική ομάδα με διακριτά πολιτισμικά στοιχεία και ότι η οικογένεια και οι σύλλογοι ασκούν ακόμη και σήμερα σημαντική επίδραση στην διατήρηση και διάδοση του πολιτισμού των Γκαγκαβούζηδων. 1734 298 267 The spectrum of issues associated with the end of life -such as advance-care planning, assisted suicide and euthanasia, are matters of great public interest and concern. The issue of euthanasia represents a field of conflict among counterbalancing and almost equivalent duties and legitimate interests. In euthanasia, the physician takes an action to end the patient's life. When the physician takes direct action to do so, it is called active eythanasia, distinguishing it from passive eythanasia, which is simply withholding or withdrawing the treatment needed to sustain life and allowing the patient to die. Physician-assisted suicide involves the physician supplying the means, usually medication, to a patient who then decided and takes the necessary action. The problem of euthanasia is not current. Euthanasia was desirable and permissible in ancient societies and applied widely in ancient Sparta. The 1935 in England founded the "society of Euthanasia" to legalize .Germany's attitude, though, before and during World War II was the one that marked the discussion around the issue of euthanasia. Proponens of legalized euthanasia argue that rights to self¬determination include the right to choose how and when to die. Opponents of legalized euthanasia worry about a “slippery slope” wherein ending a life might be a difficult decision at first, but then become easier the more it is done. In our country, the so-called “best interest“ of both the doctors( fear of punishment , practicing defensive medicine) and the patient( fears of abuse, in need of comfort and a dignified death) imposes a legislative recognition of the unpunished of some forms of euthanasia, which exercised de facto and judged as illegal by the Greek criminal science. The provision of high-quality care is the most important goal with respect to terminally ill patients. It also constitutes the obvious and necessary alternative to euthanasia. Το ζήτημα της ευθανασίας αποτελεί πεδίο αντίρροπων καθηκόντων, σχεδόν ισοτίμων. Η φροντίδα για τους ασθενείς που πεθαίνουν είναι μέρος εκπαίδευσης και της εμπειρίας του κάθε γιατρού. Στην ευθα-νασία, ο γιατρός λαμβάνει τα μέτρα για να τερματίσει τη ζωή του ασθενούς. Όταν ο γιατρός λαμβάνει άμεσα μέτρα για να το κάνει, ονομάζεται ενεργητική ευθανασία, ξεχωρίζοντας την από τη παθητική ευθανασία, η οποία απλώς παρακρατεί η αφαιρεί την αγωγή που χρειάζεται για να διατηρηθεί μια ζωή. Η ιατρικός υποβοηθούμενη αυτοκτονία περιλαμβάνει τον γιατρό να παρέχει τα μέσα, συνήθως φάρμακα, σε έναν ασθενή, ο οποίος τότε αποφασίζει και λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα. Το πρόβλημα της ευθανασίας δεν είναι σημερινό. Η ευθανασία ήταν επιθυμητή και επιτρεπτή στις αρχέγονες κοινωνίες και εφαρμοζόταν ευρύτατα στην αρχαία Σπάρτη. Το 1935 στην Αγγλία ιδρύθηκε η “Εταιρεία Ευθανασίας” με σκοπό τη νομιμοποίηση της. Οι υποστηρικτές της νομιμοποιημένης ευθανασίας δηλώνουν ότι τα δικαιώματα στην αυτοδιάθεση περιλαμβάνουν το δικαίωμα να επιλέγει κανείς το πως και το πότε θα πεθάνει. Οι αντίθετοι της νομιμοποίησης της ευθανασίας ανησυχούν για τους ολισθηρούς δρόμους, όπου το να τερματίσει κανείς μία ζωή μπορεί να είναι στην αρχή μια δύσκολη απόφαση, αλλά μετά γίνεται πιο εύκολη όσο την εφαρμόζεις. Στην χώρα μας, το λεγόμενο “ best interest”14 τόσο των γιατρών( φόβος τιμωρίας, άσκηση αμυντικής ιατρικής) όσο και των ασθενών( φόβοι καταχρήσεων, ανάγκη ανακούφισης και αξιοπρεπούς θανάτου) επιβάλλει νομοθετική αναγνώριση του ατιμώρητου κάποιων μορφών ευθανασίας, οι οποίες ασκούνται de facto και κρίνονται σαν μη παράνομες από την ελληνική ποινική επιστήμη. Η παρηγορητική φροντίδα είναι ο πιο σημαντικός στόχος σε σχέση με τους ασθενείς τερματικού σταδίου. Αποτελεί επίσης την προφανή και απαραίτητη εναλλακτική για την ευθανασία. 1735 569 618 Στάσεις και αξίες ενηλίκων για τις εναλλακτικές σύγχρονες μορφές οικογένειας In recent years it is more and more common for people to opt for a different type of family for their life than what it used to be in the past. New concepts for marriage, cohabitation, and companionship have emerged and constantly gain ground. As a result new forms of family organization with different structure and function become more and more widespread. There is the traditional concept of the family as a union of two married people of opposite sexes with the aim of acquiring children while holding the hierarchy of the roles of its members and there are also new perceptions that the concept of happiness and the personal integration does not necessarily go by traditional family model. Modern societies allowed personal desires regarding the individual choice of family organization to express themselves based on the principles of freedom and equality. At the same time, a series of social, economic, and demographic changes have highlighted the liquidity of the family patterns as we know them so far. As a result, there are new family types beyond the traditional one, for instance single parent, blended families, dual-career families, unmarried couples, childless couples by choice, same-sex couples and other family types. The question that rightly arises here is how societies face these new forms of family types. More specifically under what system of values and attitudes is their cognitive, behavioral and emotional system shaped and how they react toward these new types of family. The aim of this study is a) to record the attitudes of adult people towards two forms of family organization 1) the same-sex couple and 2) the single mother and b) how some factors for example sex , age and education affect these attitudes.Material and method The sample was consisted of 259 citizens of Alexandroupolis, 159 women (61.39%) and 100 males (38.61). The age of the sample ranged from 19 to 68 years and the average age was 40.46 years. Every individual who participated in this research completed the improvised, international-based questionnaire, built for the needs of the present study. Results Same –sex couples. The research found a mild tendency for men to express more negative or less positive attitudes than women. It also found strong correlation with the factors of religiosity and political placement and moderate correlation with the factors of education and age. Another interesting finding is that the opinion of people is more negative about the same –sex couple of men than the same –sex couple of women. Single mother. The findings about single mothers are totally different. This type of family gathers several positive attitudes in all the thematic subjects. More specifically there is a moderate correlation with the factors of political placement and religiosity of the participants and a mild tendency of women to express more positive attitudes compared to men. No correlations with other factors such as age and education were identified. Conclusion. The public opinion seems to accept the single mother as a type of family organization. The main concern of the public opinion regarding this family type, seems to be the financial capacity to respond to her role. The homosexual couples on the other hand, appear to have a long way until they are recognized as an equal type of family. The public opinion seems to object this family model, mainly due to the impact that it might have on the psychosocial and sexual development of their children. Είναι όλο και πιο συχνό το φαινόμενο, τα τελευταία χρόνια οι άνθρωποι να επιλέγουν διαφορετικού τύπου οικογενειακή οργάνωση της ζωής τους, από αυτή που ήταν διαδεδομένη στο παρελθόν. Νέες αντιλήψεις για το γάμο, την συμβίωση και την συντροφικότητα έχουν κάνει την εμφάνισή τους και κερδίζουν συνεχώς έδαφος, με αποτέλεσμα νέες μορφές οικογενειακής οργάνωσης με διαφορετική δομή και λειτουργία να γίνονται όλο και πιο διαδεδομένες. Υπάρχει η παραδοσιακή αντίληψη της οικογένειας, ως ένωση με τα δεσμά του γάμου δύο ανθρώπων αντίθετου φύλου με στόχο την απόκτηση παιδιών και αυστηρή ιεράρχηση των ρόλων των μελών της και από την άλλη υπάρχουν οι νέες αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες η έννοια της ευτυχίας και προσωπικής ολοκλήρωσης, δεν περνά απαραίτητα από το παραδοσιακό μοντέλο οικογένειας. Οι σύγχρονες κοινωνίες έδωσαν χώρο να εκφραστούν ακόμα και θεσμικά προσωπικές επιθυμίες για την ατομική επιλογή οικογενειακής οργάνωσης, με βάση τις αρχές της ελευθερίας και της ισότητας. Ταυτόχρονα μια σειρά από κοινωνικές πολιτικές, οικονομικές και δημογραφικές αλλαγές ανέδειξαν την ρευστότητα των οικογενειακών σχημάτων που μέχρι τώρα γνωρίζαμε. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η παρουσία οικογενειών πέραν τη παραδοσιακής οικογένειας, όπως είναι οι μονογονεϊκές οικογένειες, οι οικογένειες διπλής σταδιοδρομίας, οι μεικτές οικογένειες, τα ανύπαντρα ζευγάρια ,τα κατ΄επιλογή άτεκνα ζευγάρια, τα ζευγάρια με άτομα του ίδιου φύλου και πολλά άλλα μοντέλα οικογενειακής οργάνωσης. Το ζήτημα που εύλογα προκύπτει εδώ, είναι το πώς οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν αυτές τις νέες μορφές οικογενειακής οργάνωσης και κάτω από ποιο σύστημα αξιών και στάσεων διαμορφώνουν το γνωστικό, συμπεριφορικό και συναισθηματικό επίπεδο με το οποίο λειτουργούν απέναντί τους. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι α) η καταγραφή των στάσεων του πληθυσμού για δύο από αυτές τις νέες μορφές οικογενειακής οργάνωσης, το ζευγάρι από άτομα του ίδιου φύλου και την μόνη μητέρα που μεγαλώνει παιδί/α και β) η διερεύνηση τις επίδρασης παραγόντων όπως το φύλο, η ηλικία η εκπαίδευση στις στάσεις απέναντι στις δύο αυτές μορφές οικογενειακής οργάνωσης. Υλικό και μέθοδος. Στην έρευνα συμμετείχαν 259 ενήλικες κάτοικοι της περιοχής της Αλεξανδρούπολης, 159 γυναίκες ( 61,39%) και 100 άνδρες (38,61) Η ηλικία του δείγματος κυμάνθηκε από 19 έως 68 έτη με την μέση τιμή να ισούται 40,46 έτη. Ο κάθε ένας που συμμετείχε στην έρευνα συμπλήρωνε το αυτοσχέδιο βασισμένο σε διεθνή εργαλεία ερωτηματολόγιο που φτιάχτηκε για τις ανάγκες τις παρούσας μελέτης Αποτελέσματα Σχετικά με το ζευγάρι του ίδιου φύλου με παιδί η έρευνα εντόπισε ελαφρά τάση των ανδρών να εκφράζουν αρνητικότερες ή λιγότερο θετικές στάσεις από αυτές των γυναικών. Εντόπισε επίσης ισχυρή συσχέτιση με τους παράγοντες της θρησκευτικότητας και της πολιτικής τοποθέτησης και μέτριας έντασης συσχέτιση με του παράγοντες της εκπαίδευσης και της ηλικίας. Ένα ακόμα ενδιαφέρον εύρημα που εντόπισε η έρευνα, είναι ότι το ζευγάρι του ίδιου φύλου που αποτελείτε από δύο άνδρες, συγκεντρώνει αρνητικότερες στάσεις από το αντίστοιχο των δύο γυναικών. Σχετικά με την μόνη μητέρα η εικόνα είναι διαφορετική. Η συγκεκριμένη μορφή οικογένειας συγκεντρώνει αρκετά θετικές στάσεις σε όλες τις υπό μελέτη θεματικές με μέτριας έντασης συσχέτιση με τους παράγοντες της πολιτικής τοποθέτησης και την θρησκευτικότητα των συμμετεχόντων, ελαφρά τάση των γυναικών να εκφράζουν θετικότερες στάσεις συγκριτικά με τους άνδρες , χωρίς να εντοπιστούν συσχετίσεις με τους υπόλοιπους παράγοντες όπως η ηλικία και η εκπαίδευση. Συμπεράσματα Η μόνη μητέρα φαίνεται να συγκεντρώνει την αναγνώριση της κοινής γνώμης ως μορφή οικογενειακής οργάνωσης. Κοινή γνώμη φαίνεται κυρίως να εκφράζει προβληματισμούς σε σχέση με την οικονομική δυνατότητα να ανταποκριθεί στο ρόλο της ως μητέρα και όχι στις ικανότητες της ως φροντίστρια. Τα ομόφυλα ζευγάρια από την άλλη έχουν αρκετό δρόμο να διανύσουν, ώστε να αναγνωριστούν ως ισότιμη μορφή οικογένειας. Η κοινή γνώμη φαίνεται να εκφράζει αντιρρήσεις σχετικά με αυτό το μοντέλο οικογένειας, κυρίως στο επίπεδο των συνεπειών που θα έχει στην ομαλή ψυχοκοινωνική και σεξουαλική ανάπτυξη των παιδιών τους. 1736 230 225 The aim of this master thesis is to value the Greek system of judicial protection in relevance to the limits of a judicial review (annulment) on the differences that arise from the Environmental Permitting procedure. During this procedure, various complicated issues arise while searching whether this way is able to provide effective environmental protection or not. A protection of this kind is considered a constitutional requirement and the means with which it could be accomplished are considered an issue of international scientific debate. It is towards this direction that the decisions concerning environmental authorisation by the Council of State (the Supreme Administrative Court of Greece) are being studied. A study, on the one hand, for the period 1993-1999, during which an innovative enforcement of the judicial examination was applied and, on the other, for the period 2000-2014, when the Court set the boundaries of its dominance and brought into equilibrium environmental protection with other factors, such as economic development. This study suggests that the decisions of the period 1993-1999 present no aberration to the subsequent decisions concerning the cases where the judge rules that the doctrine of sustainable development has inclined from the enforcement of the project. Even though comments on these scientific issues are considered unverified, it is in some cases that there is room for these issues to be examined, allowing the Court to provide substantial environmental protection. Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αξιολογείται το ελληνικό σύστημα δικαστικής προστασίας από την άποψη των ορίων του ακυρωτικού ελέγχου στις διαφορές που ανακύπτουν από την διαδικασία της Περιβαλλοντικής Αδειοδότησης, κατά την οποία τίθενται πολύπλοκα επιστημονικά ζητήματα τεχνικής φύσεως, και διερευνάται αν αυτό έχει τελικά τη δυνατότητα παροχής αποτελεσματικής περιβαλλοντικής προστασίας. Μια τέτοια προστασία αποτελεί συνταγματική επιταγή και οι τρόποι, με τους οποίους μπορεί να επιτευχθεί αποτελούν αντικείμενο διεθνούς επιστημονικού διαλόγου. Προς την κατεύθυνση αυτή μελετώνται αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας σε υποθέσεις με το ως άνω αντικείμενο (περιβαλλοντική αδειοδότηση) αφενός, της περιόδου 1993-1999, κατά την οποία η θεωρία παρατηρεί μια πρωτοπόρο για τα διεθνή δεδομένα ενίσχυση του ακυρωτικού ελέγχου, αφετέρου της περιόδου 2000-2014, κατά την οποία το Δικαστήριο με ειδική σκέψη στις αποφάσεις του θέτει τα όρια του ελέγχου του και προβαίνει εντονότερα σε στάθμιση της περιβαλλοντικής προστασίας με άλλους παράγοντες και ιδίως με την οικονομική ανάπτυξη. Με την παρούσα διαπιστώνεται ότι οι αποφάσεις της περιόδου 1993-1999 δεν παρουσιάζουν σημαντική απόκλιση από τις μεταγενέστερες αποφάσεις, όσον αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες διαπιστώνεται ευθέως από το δικαστή παραβίαση της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης από την εκτέλεση έργου. Παρόλο που στις μεταγενέστερες αυτές αποφάσεις συχνά κρίσεις επί επιστημονικών ζητημάτων τεχνικής φύσεως χαρακτηρίζονται ως ανέλεγκτες, σε σημεία των αποφάσεων αυτών φαίνεται ότι υπάρχει περιθώριο αυτές να ελεγχθούν, ώστε τελικά το Δικαστήριο να μπορεί να παρέχει ουσιαστική περιβαλλοντική προστασία. 1737 298 295 The objective of this paper is to review studies on the sexual offenders and their recidivism. The purpose of the study is to examine possible risk factors and other variables correlated positively or negatively with its occurrence and to assess the effectiveness of treatment programs in reducing the likelihood of sexual recidivism. The quest of the relevant literature was done mainly through the PubMed database and after careful selection of the most relevant and recent studies. A constantly updated search for relevant literature has taken place. In addition, textbooks were used after searching in the library of the Law Department of Aristotle University of Thessaloniki as well as in the library of the University of Macedonia. The overwhelming majority of the existing literature deals with adult male sex offenders and focuses primarily on paraphilias and antisocial personality disorder/psychopathy, which show high prevalence in the studied population, however, their competence in predicting recidivism is questioned. Furthermore, there are increased levels of pedophilia and domestic violence in relation to the past. It is worth noting that sexual offenders are more likely to commit a non-sexual than a sexual offence and the majority of new sexual crimes are committed by non-sexual offenders. Nearly one out of six sexual offenders relapses, exhibiting new sexual criminality behavior, while the consummation of their participation in existing treatment programs reduces the prevalence of sexual recidivism by about 30%. The predominant etiological model for the recidivism of sexual offenders refers to a combination of static risk factors (age, criminal record for sexual and nonsexual offenses) and dynamic risk factors (psychosocial functioning). The most popular evaluation tools are Static-99, Static 2002, Psychopathy Checklist-Revised, SAVRY and ERASOR. The basic treatment proposals result in a combination of biological and psychotherapeutic approaches, emphasizing the utility of the cognitive-behavioral intervention models. Αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι η ανασκόπηση μελετών σχετικά με τους δράστες εγκλημάτων σεξουαλικής βίας και την υποτροπή αυτών. Σκοπός της εργασίας είναι η εξέταση πιθανών παραγόντων κινδύνου και άλλων μεταβλητών θετικά ή αρνητικά συσχετιζόμενων με την εκδήλωσή της και η εκτίμηση της αποτελεσματικότητας θεραπευτικών προγραμμάτων στη μείωση της πιθανότητας υποτροπής των σεξουαλικώς αδικοπραγούντων. Ο εντοπισμός της σχετικής βιβλιογραφίας έγινε κυρίως μέσω της βάσης δεδομένων PubMed και κατόπιν προσεκτικής επιλογής των περισσότερο συναφών καθώς και πρόσφατων μελετών. Έλαβε χώρα μία διαρκώς επικαιροποιημένη αναζήτηση σχετικής βιβλιογραφίας. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν συγγράμματα κατόπιν αναζήτησής τους στην βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου αλλά και στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Η συντριπτική πλειοψηφία της υπάρχουσας βιβλιογραφίας αφορά στους ενήλικες δράστες εγκλημάτων σεξουαλικής βίας ανδρικού φύλου και εστιάζει κυρίως στις παραφιλίες και την αντικοινωνική διαταραχή της προσωπικότητας/ψυχοπαθητικότητα, οι οποίες εμφανίζουν υψηλή επικράτηση στον υπό μελέτη πληθυσμό, ωστόσο, αμφισβητείται το κατά πόσο οι δυο αυτοί παράγοντες μπορούν να προβλέπουν την υποτροπή. Επίσης, παρατηρούνται αυξημένα ποσοστά παιδεραστίας και ενδοοικογενειακής βίας σε σχέση με το παρελθόν. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι σεξουαλικώς αδικοπραγούντες είναι πιθανότερο να διαπράξουν ένα έγκλημα μη σεξουαλικού τύπου παρά ένα έγκλημα σεξουαλικής βίας και η πλειοψηφία των νέων εγκλημάτων σεξουαλικής βίας διαπράττεται από δράστες μη σεξουαλικών εγκλημάτων. Σχεδόν ένας στους έξι δράστες εγκλημάτων σεξουαλικής βίας υποτροπιάζει, εμφανίζοντας εκ νέου σεξουαλική παραβατικότητα, ενώ η ολοκληρωμένη συμμετοχή τους στα υφιστάμενα θεραπευτικά προγράμματα μειώνει την επικράτηση της σεξουαλικής υποτροπής κατά περίπου 30%. Το επικρατέστερο αιτιολογικό μοντέλο για την υποτροπή των δραστών εγκλημάτων σεξουαλικής βίας αναφέρεται σε έναν συνδυασμό στατικών παραγόντων κινδύνου (ηλικία, ιστορικό βίαιης παραβατικότητας) και δυναμικών παραγόντων κινδύνου (ψυχοκοινωνική λειτουργικότητα). Τα δημοφιλέστερα εργαλεία μέτρησης είναι τα Static-99, Static 2002, Psychopathy Checklist-Revised, SAVRY και ERASOR. Οι βασικές θεραπευτικές προτάσεις καταλήγουν στον συνδυασμό βιολογικών και ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων, τονίζοντας την αποτελεσματικότητα των γνωστικο-συμπεριφορικών παρεμβάσεων. 1738 401 389 Διερεύνηση και αξιολόγηση της βιολογικής επεξεργασίας ασθενούς υγρού αστικού αποβλήτου σε σύστημα ενεργού ιλύος μεμβρανών The purpose of this thesis was to investigate and evaluate the biological treatment of low strength domestic wastewater derived from chemical flocculation-coagulation process of the wastewater treatment plant of the city of Xanthi. The pilot scale system is designed and operated at the laboratory of Wastewater Management and Treatment Technologies in the Department of Environmental Engineering, Democritus University of Thrace. The MBR system is based on the method of alternating aeration and periodic feed, while the membrane system operated by the method of periodic pumping. The operation of the system was divided into three cycles. The behavior of the physicochemical parameters was examined in these three cycles, without external carbon source, with raw urban wastewater as an external carbon source and finally with the use of glycerol, respectively. During the first cycle of experiments, the removal rates of BOD5, COD, TKN and NH4-N 96,1%, 93%, 85,8% και 94,7%, respectively. Regarding the concentration of nitrate nitrogen in the effluent of the plant varied high, resulting in the elimination rate of the total nitrogen is 16.9%. The addition of urban wastewater as an external carbon source during the second round of experiments in no way adversely affect the operation of the system. In particular, the removal rates of BOD5, COD, TKN and NH4-N were 97%, 91,8%, 87,4% και 94,8%, respectively. However, the process of denitrification was not successful and percent removal of total nitrogen was 25,6%. In contrast, the use of glycerol and the increase in the duration of aerobic phase from 30 to 40 min, led to maximum yields of the system. Specifically, the removal rates reached 99.4%, 97.8%, 89.1%, and 97% for BOD5, COD, TKN and NH4-N, respectively. The reduction of nitrate nitrogen into nitrogen gas was entirely successful. The average concentration of nitrate nitrogen in the effluent of the system was 3.6 mg/L and the total nitrogen fulfil the limits set by law. At the same time, the effluent quality of the system was examined and two microbiological indicators are tested. The first contamination indicator was Escherichia Coli for which removal was 100% throughout the duration of analysis. In contrast, the average concentration of Total Coliforms in the effluent of the system was 623 CFU/100 mL. Thus, a disinfection of the effluent with sodium hypochlorite was carried out with great success as the number of T.C. in the effluent varied from 0 to 4, with an average of 1 CFU/100mL. Σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας ήταν η διερεύνηση και αξιολόγηση της βιολογικής επεξεργασίας ασθενούς υγρού αστικού αποβλήτου, προερχόμενο από διεργασία χημικής κροκίδωσης-συσσωμάτωσης υγρών αστικών αποβλήτων της ΜΕΥΑ Ξάνθης. Η πιλοτική μονάδα σχεδιάστηκε και λειτούργησε στο εργαστήριο Τεχνολογίας και Διαχείρισης Υγρών Αποβλήτων του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Το MBR σύστημα βασίστηκε στη μέθοδο του εναλλασσόμενου αερισμού και περιοδικής τροφοδοσίας, ενώ το σύστημα μεμβράνης λειτούργησε με τη μέθοδο της περιοδικής άντλησης. Η λειτουργία της μονάδας χωρίστηκε σε 3 επιμέρους φάσεις. Εξετάστηκε η συμπεριφορά των φυσικοχημικών παραμέτρων χωρίς εξωτερική πηγή άνθρακα, με ανεπεξέργαστο αστικό απόβλητων ως εξωτερική πηγή και τέλος με χρήση γλυκερόλης. Κατά τον πρώτο κύκλο πειραμάτων, τα ποσοστά απομάκρυνση για BOD5, COD, TKN και NH4-N ήταν 96,1%, 93%, 85,8% και 94,7%, αντίστοιχα. Όσον αφορά τη συγκέντρωση του νιτρικού αζώτου στην εκροή της μονάδας κυμάνθηκε σε υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα το ποσοστό αφαίρεσης του ολικού αζώτου να είναι 16,9%. Η προσθήκη αστικού αποβλήτου με το ρολό της εξωτερικής πηγής άνθρακα στον δεύτερο κύκλο πειραμάτων σε καμία περίπτωση δεν επηρέασε αρνητικά τη λειτουργία του συστήματος. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά απομάκρυνσης που επετεύχθησαν για BOD5, COD, TKN και NH4-N ήταν 97%, 91,8%, 87,4% και 94,8%, αντίστοιχα. Ωστόσο δεν στάθηκε με επιτυχία η διεργασία της απονιτροποίησης, με ποσοστό αφαίρεση ολικού αζώτου 25,6%. Αντίθετα, με τη χρήση γλυκερόλης και την αύξηση της αερόβιας φάσης από 30 σε 40 min, σημειώθηκαν οι μέγιστες αποδόσεις της μονάδας. Συγκεκριμένα, τα ποσοστά απομάκρυνσης ανήλθαν στο 99,4%, 97,8%, 89,1%, και 97% για το BOD5, COD, TKN και NH4- N, αντίστοιχα. Η αναγωγή του νιτρικού αζώτου σε αέριο άζωτο στάθηκε απόλυτα επιτυχής, καθώς η μέση συγκέντρωση του νιτρικού αζώτου στην εκροή της μονάδας ήταν 3,6 mg/L, με αποτέλεσμα το ολικό άζωτο να πλήρη τα όρια που θέτονται από τη νομοθεσία. Ταυτόχρονα διερευνήθηκε και η υγιεινολογική ποιότητα της εκροής του συστήματος, όπου εξετάστηκαν δυο μικροβιολογικοί δείκτες. Ο πρώτος δείκτης μόλυνσης ήταν τα Escherichia Coli για τα οποία η απομάκρυνση ανήλθε στο 100%, καθ’ όλη τη διάρκεια των αναλύσεων. Αντίθετα, η μέση συγκέντρωση των Total Coliform στην εκροή της μονάδας ήταν 623 CFU/100 mL. Έτσι, πραγματοποιήθηκε απολύμανση της εκροής με υποχλωριώδες νάτριο, η οποία στάθηκε με απόλυτη επιτυχία καθώς ο αριθμός των T.C. στην εκροή κυμάνθηκε από 0 έως 4, με μέσω ορό 1 CFU/100 mL. 1739 201 203 Καταγραφή διατροφικών συνηθειών, άσκησης και συνοσηρότητας σε ασθενείς με ΣΑΥ (σύνδρομο απνοιών στον ύπνο) Background-Aim of the study: Aim of the study was to record dietary habits, physical exercise and sense of coherence in patients with obstructive sleep apnea syndrome and to collate it with symptom severity. Method: For this purpose, 3 questionnaires, the Mediterranean Diet (PREDIMED) questionnaire, the International Physical Activity questionnaire and the sense of coherence scale were distributed to patients who visited the outpatient clinic of the sleep laboratory of Alexandroupolis University Hospital. Of the 220 respondents to the questionnaires, 173 were referred a sleep study. Patients were divided according to OSA severity.Results: Regarding adherence to the Mediterranean diet, no statistically significant difference was observed in any of the 14 questions in the questionnaire (P> 0.05) between OSA severity group. In the "sense of coherence" -13 questionnaire there was a significant statistical difference in questions 1 “When you talk to people, do you have a feeling that they don’t understand you?” (P = 0.028) and 2 “Do you have the feeling that you don’t really care about what goes on around you?” (P = 0.048) with controls and sever OSA patients having the higher average score, respectively. In the reported physical activity, patients with AHI>15, reported a sedentary lifestyle (P = 0.011). Εισαγωγή-σκοπός της μελέτης: Σκοπός της μελέτης ήταν η καταγραφή των διατροφικών συνηθειών, της άσκησης και της συνοσηρότητας σε ασθενείς με σύνδρομο απνοιών στον ύπνο (ΣΑΥ). Μέθοδος: Για τον σκοπό αυτό διανεμήθηκαν 3 ερωτηματολόγια, το ερωτηματολόγιο μεσογειακής διατροφής, το ερωτηματολόγιο φυσικής άσκησης και το ερωτηματολόγιο ενσυναίσθησης (sense of coherence) σε ασθενείς που προσήλθαν στα εξωτερικά ιατρεία της πνευμονολογικής κλινικής και στο εργαστήριο ύπνου του ΠΓΝ Αλεξανδρούπολης. Από τα 220 άτομα που απάντησαν στα ερωτηματολόγια τα 173 προχώρησαν σε μελέτη ύπνου. Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε ομάδες με βάση τη βαρύτητα του ΣΑΥ. Αποτελέσματα: Ως προς τις αναφερόμενες διατροφικές συνήθειες, δεν παρατηρήθηκε σημαντική στατιστικά διαφορά σε καμία από τις 14 ερωτήσεις του ερωτηματολογίου (P>0,05). Στο ερωτηματολόγιο της αίσθησης συνεκτικότητας (sense of coherence SOC-13) σημαντική στατιστικά διαφορά υπήρξε στην ερώτηση 1 «Όταν μιλάτε με τους ανθρώπους, έχετε την αίσθηση ότι δεν σας καταλαβαίνουν» (P=0,028) και στην ερώτηση 2 «Έχετε την αίσθηση ότι δεν νοιάζεστε πραγματικά για ό, τι συμβαίνει γύρω σας» (P=0,048),με την ομάδα ελέγχου και την ομάδα με βαρύ ΣΑΥ να έχουν την υψηλότερη μέση βαθμολογία αντίστοιχα. Στην αναφερόμενη φυσική δραστηριότητα, όσοι έχουν AHI>15, κάνουν σε μεγαλύτερο στατιστικά βαθμό καθιστική ζωή (P=0,011). 1740 335 312 Ο κανονισμός REACH και η εφαρμογή του στα προϊόντα ανακύκλωσης από οικιακά απορρίμματα The purpose of this thesis is to present the application of the European Regulation called REACH or the European Regulation number 1907/2006/EK, concerning the materials deriving from recycled domestic waste. In specific, there will be an extended reference to the obligations issued by the Regulation, to the possible application exceptions of it and to the responsible regulator for the registration or not of a substance, it's valuation and finally for its licensing. Moreover, the waste concerning Regulation will be analyzed due to the fact that the recycled materials, mainly, come from waste. A special outlook will be given to the declassification of the waste and to the existence or not of a corresponding legislation, since the application of the REACH Regulation begins at the point in which a material ceases to constitute as a waste. This thesis will have an Introduction, three main Chapters and the Concluding Results. At the Introduction is succinctly presented the nowadays situation concerning the chemicals and the waste, due to the modern way of life and the rising development/growth of technology as also the main reason that lead to the issue of this Regulation and other Directives. At the first Chapter the politics followed by the EU concerning the domestic waste is presented. There is a reference to the framework Directive about the waste and their declassification in order for the REACH Regulation to be applied. At the second Chapter the main body of the REACH Regulation is presented and so it's field of application with its main provisions, the registration, the evaluation, the licensing and the restrictions of the chemical substances. At the third Chapter, there's a reference to the REACH Regulation for the recycled materials and the exceptions possibly existing for the recovering substances. Finally, at the Concluding Results, there is a more focused and specific presentation of the characteristics of the Regulation and the level of attainment of its basic goals as also the possible role it could play to the circular economy model looming throughout Europe. Μεταπτυχιακή εργασία Σκοπός της εργασίας αυτής είναι η παρουσίαση της εφαρμογής του ευρωπαϊκού κανονισμού REACH (αρχικά του Registration, Evaluation and Authorisation of Chemicals) ή κανονισμού 1907/2006/ΕΚ, στα προϊόντα που προέρχονται από ανακυκλωμένα οικιακά απορρίμματα. Πιο συγκεκριμένα, θα γίνει εκτενέστερη αναφορά στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό, στις πιθανές εξαιρέσεις εφαρμογής του και στους φορείς που είναι υπεύθυνοι για την καταχώριση ή όχι μιας ουσίας, για την αξιολόγηση, και τελικά για την αδειοδότηση. Επίσης θα αναλυθεί η σχετική με τα απόβλητα νομοθεσία, καθώς τα ανακυκλωμένα προϊόντα προέρχονται κυρίως από απόβλητα. Ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στον αποχαρακτηρισμό των αποβλήτων και στην ύπαρξη ή μη της αντίστοιχης νομοθεσίας, αφού η εφαρμογή του κανονισμού REACH αρχίζει να ισχύει όταν ένα υλικό πάψει να αποτελεί απόβλητο. Η εργασία χωρίζεται στην εισαγωγή, σε τρία κεφάλαια και τέλος στα συμπεράσματα. Στην εισαγωγή παρουσιάζεται επιγραμματικά η σημερινή κατάσταση όσον αφορά τα χημικά και τα απόβλητα, εξαιτίας του σύγχρονου τρόπου ζωής και της ανάπτυξης της τεχνολογίας, καθώς και ο βασικός λόγος που οδήγησε στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και άλλων οδηγιών. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η πολιτική που ακολουθείται στην ΕΕ όσον αφορά τα οικιακά απορρίμματα. Γίνεται αναφορά στην Οδηγία Πλαίσιο για τα απόβλητα και στον αποχαρακτηρισμό των αποβλήτων έτσι ώστε να εφαρμοστεί ο κανονισμός REACH. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται ο κανονισμός REACH και το πεδίο εφαρμογής του, καθώς και οι βασικές διατάξεις του, η καταχώριση, η αξιολόγηση και η αδειοδότηση και οι περιορισμοί των χημικών ουσιών. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στην εφαρμογή του κανονισμού REACH στα ανακυκλωμένα προϊόντα και στις εξαιρέσεις που ενδεχομένως υπάρχουν για τις ανακτημένες ουσίες. Τέλος, στα συμπεράσματα γίνεται μια συγκεντρωτική παρουσίαση των χαρακτηριστικών του κανονισμού και αποτιμάται ο βαθμός επίτευξης των βασικών στόχων του, καθώς και ο ρόλος που μπορεί να παίξει στο μοντέλο της κυκλικής οικονομίας που ξεπροβάλει στην Ευρώπη. 1741 294 295 how Theater Education works as a means of integration in the field of Education for children with special needs πώς η Παιδαγωγική του Θεάτρου λειτουργεί ως μέσο ένταξης στον τομέα της Εκπαίδευσης για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες Our diploma thesis focuses on the pedagogy sector and more specifically on the contribution of drama education to the special education. Our aim is to investigate whether drama education acts as a means of integrating pre-school children with special educational needs within the educational process. In the first part we refer to the definitions of Theater, Dramatization and Theatrical Play as a means of education in preschool and first school age. The nature and the functions of the Theater are presented below. Then there is a small historical retrospection of the evolution of the Theater in education over the years and we come up with more specific reference to the geographical area of Greece. The second part concerns the part of special education. Initially, a presentation of the term and purposes of Special Education and Education is made. Some forms of Special Educational Needs, such as Attention Deficit Hyperactivity Disorder, are shown below. Finally, with the use of the existing literature, we present parents’ and teachers’ opinions and attitudes about the integration of children with special educational needs within the educational process. The third and final part is our research. This research concerns the views of teachers on this issue. In particular, data will be collected and recorded using closed-ended questionnaires aimed at demonstrating knowledge and attitudes about Dramatic Play and Dramatization, Special Education as well as the contribution of the first to the integration of children with special educational needs in the classroom. This research will involve preschool teachers and teachers of general and special education. We seek to highlight and record the differences of opinion among the participants and to present the results Η πτυχιακή μας εργασία εστιάζει στον κλάδο της εκπαίδευσης και ειδικότερα, στην συμβολή της Θεατρικής Αγωγής στην ειδική εκπαίδευση. Σκοπός μας είναι να ερευνήσουμε αν η Θεατρική Αγωγή επιδρά ως μέσο ένταξης παιδιών προσχολικής ηλικίας με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Στο πρώτο μέρος αναφερόμαστε στους ορισμούς του Θεάτρου, της Δραματοποίησης και του Θεατρικού Παιχνιδιού ως μέσα εκπαίδευσης στην προσχολική και πρώτη σχολική ηλικία. Στη συνέχεια παρουσιάζονται η φύση και οι λειτουργίες του Θεάτρου. Έπειτα γίνεται μια μικρή ιστορική αναδρομή ως προς την εξέλιξη του Θέατρο στην εκπαίδευση κατά το πέρασμα των χρόνων και καταλήγουμε να αναφερθούμε πιο συγκεκριμένα στον γεωγραφικό χώρο της Ελλάδας. Το δεύτερο μέρος αφορά το κομμάτι της Ειδικής Αγωγής. Αρχικά γίνεται μια παρουσίαση του όρου και των σκοπών της Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Στη συνέχεια αναλύονται ενδεικτικά κάποιες μορφές Ειδικών Εκπαιδευτικών αναγκών, όπως η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας. Τέλος, με τη χρήση βιβλιογραφικών πηγών, γίνεται μια παρουσίαση απόψεων και στάσεων, γονέων και εκπαιδευτικών, γύρω από την ένταξη παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα πλαίσια της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Το τρίτο και τελευταίο μέρος, είναι το κομμάτι της έρευνας. Η έρευνα αυτή αφορά τις απόψεις εκπαιδευτικών πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Ειδικότερα, τα δεδομένα θα συλλεχθούν και θα καταγραφούν με τη χρήση κλειστού τύπου ερωτηματολογίων, που στόχος τους είναι να αναδείξουν γνώσεις και στάσεις σχετικά με το Δραματικό Παιχνίδι και την Δραματοποίηση, την Ειδική Αγωγή καθώς και την συμβολή του πρώτου στην ένταξη παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην σχολική τάξη. Στην έρευνα αυτή θα συμμετάσχουν νηπιαγωγοί και δάσκαλοι, γενικής και ειδικής εκπαίδευσης. Επιδιώκουμε να αναδείξουμε και να καταγράψουμε τις διαφορές των απόψεων μεταξύ των συμμετεχόντων και να παρουσιάσουμε τα αποτελέσματα 1742 186 210 Assessment via portfolio is a method that records and evaluates student’s progress in regards with two parameters: firstly, the achievement of the basic teaching goals and secondly the acquisition of the basic skills. The assessment via portfolio requires a student-centered teaching strategy, that entails the energetic participation of the student, who sets up the curriculum and the portfolio (in collaboration with the teacher). The types of portfolios are the working portfolio, the developmental portfolio, the portfolio of student’s best projects, the open-format portfolio and the e-portfolio. The steps for creating a portfolio include the definition of the cognitive subject and the skills that a student must acquire. Other crucial steps are categorizing the assessment criteria on which student’s performance will be based, and specifying the other assessors (classmates, parents, school director). Then, student and teacher will collaborate for the collection of the material and at the end of portfolio must be added all the post-cognitive thoughts of the student about what he/she learnt and his/her performance. Τhe assessment via portfolio is important because it motivates students to develop critical thinking along with the sense of responsibility. Η αξιολόγηση του μαθητή με φάκελο υλικού (portfolio) συνιστά μια μέθοδο που καταγράφει και αποτιμά την πρόοδό του αφενός ως προς την επίτευξη των βασικών διδακτικών στόχων και αφετέρου ως προς την απόκτηση των βασικών δεξιοτήτων. Η μέθοδος αξιολόγησης με portfolio αντανακλά μια μαθητοκεντρική εκπαιδευτική πρακτική, που σημαίνει ότι προϋποθέτει την ενεργή συμμετοχή του μαθητή αρχικά στη διαμόρφωση του προγράμματος σπουδών και εν συνεχεία στη διαμόρφωση του φακέλου. Τα είδη φακέλων αξιολόγησης είναι ο φάκελος τεκμηρίωσης, ο εξελικτικός φάκελος, ο φάκελος επίδειξης καλύτερου υλικού, ο φάκελος ανοιχτής μορφής και ο ηλεκτρονικός φάκελος. Τα στάδια δημιουργίας ενός φακέλου υλικού περιλαμβάνουν τον ακριβή προσδιορισμό του γνωστικού αντικειμένου, και των δεξιοτήτων του μαθητή που θα αξιολογηθούν. Κατόπιν, απαραίτητα βήματα είναι η ταξινόμηση των κριτηρίων αξιολόγησης βάσει των οποίων θα αποτιμηθεί η επίδοση του μαθητή και ο προσδιορισμός των υπόλοιπων αξιολογητών (μαθητές, γονείς, διευθυντής του σχολείου). Σειρά έχουν η συλλογή του υλικού τόσο από τον μαθητή όσο και από τον εκπαιδευτικό, καθώς και η αναφορά των μεταγνωστικών σκέψεων του μαθητή για όσα έμαθε αλλά και για τη συνολική του απόδοση. O φάκελος αξιολόγησης είναι σημαντικός, αφού καλλιεργεί στον μαθητή το αίσθημα της υπευθυνότητας και της κριτικής ικανότητας, από τη στιγμή που καλείται ο ίδιος να επιλέγει τις εργασίες που θα ενσωματώσει στον φάκελό του. 1743 1922 1937 The algebraic continuous and discrete in constructing research tools and processing data in education Το αλγεβρικό συνεχές και διακριτό στην κατασκευή ερευνητικών εργαλείων και στην επεξεργασία δεδομένων για τις επιστήμες αγωγής Hyperstructures is a relatively new field in the area of Mathematics, given that only in 1934 Frederic Marty introduced this topic at the 8th Congress of Scandenavian Mathematicians, with his paper: “Sur une generalisation de la notion de groupe”, where the first definition of the hypergroup was given. Subsequently, F. Marty published two more papers [78], [79] and at the same time, many mathematicians such as H. Wall [154], J. Kuntzmann [71], M. Dresher and O.Ore [47], L. Griffiths [53], J. Eaton [50] και M. Krasner [68], started working on this subject, publishing the first relevant papers. Different types of hypergroups were studied, like the 'regular' ones by Wall & Kuntzmann and the 'reversible' ones by Dresher & Ore. The hyperstructure theory is based on the classical theory of algebraic structures and therefore, just like in the classical theory there are numerous applications both in groups ομάδες [49], [118], [48], [56], [96], [84], [112], [113], [114], [115], [54], [55] as well as in algebra [36], [67], [68] geometry and binary relations [110], [107], [109]. W. Prenowitz [91] was the first to work on the application of geometry on hyperstructures, initially alone and later in cooperation with J. Jantosciak, with whom he defined the Join Spaces [92], [93]. In their book “Join Geometries”, despite the fact that the word hypergroup was not mentioned, the so called 'Join Spaces' appeared as a category of Hyperstructures, which was then studied by dozens of researchers. One of the main features of the books main characteristic is that the authors tried to describe geometrical problems in an algebraic way. M. Krasner's contribution to the timelessness of the hyperstructures was crucial, as he and his students preserved the hyperstructures by working on this field for several years, and the progress of the hyperstructures is largely attributed to them. In the book 'Il mondo Krasneriano', [94] P. Ribenboim referred to the mathematical work of M. Krasner and how he started dealing with the hyperstructures. Some of the most influential figures in the field of hyperstructures, such as Stratigopoulos, Mittas and Koguetsof, were M Krasner's students. Krasner introduced the structure hyperfield, a structure where the addition is an operation and the multiplication is a hyperoperation. This fact 'obliged' the structure to have some basic properties, which led to the canonical hyperstructure, studied mainly by Mitta and continued by Corsini. P. Corsini's work on the hypergroups was initiated by Mitta's paper, 'Canonical hypergroups'. Because of the fact that the canonical hypergroup is a very 'close' structure, it led to numerous theorems and conclusions. The study of hyperstructures expanded beyond the hypergroups. M. Krasner introduced the hyperfield [69] and 10 years later he defined the hyperring, where the addition is a hyperoperation and the multiplication is an operation. A new definition of the hyperring, given by R. Rota many years later [95], renamed it multiplicative hyperring, in which, contrary to Krasner's hyperring, the addition is an operation and the multiplication is a hyperoperation. Therefore, Krasner's hyperring was renamed additive hyperring. C. Massouros [80] has also dealt with the hyperfields. The concept of the generalized hyperring was founded in [122] by T. Vougiouklis. This generalized definition includes both at the previous cases as special cases. He also defined the generalized hyperfield [126]. S. Spartalis also dealt with the hyperrings in his Ph.D thesis [6] and later in his studies [104], [105]. In 1970 M.Koskas [66] introduced the β* equivalence relation. This relation was studied and developed extensively in Corsini's book, “Prolegomena of hypergroup theory”. This book [19] was the first scientific work on hyperstructures and equivalence relations, in which terms like closed were introduced. The β relation is the first attempt to connetct the hyperstructures with the classical structures. Besides Corsini, Freni and Vougiouklis also dealt with the equivalence relations. More precisely, 20 years after the definition of the relation β*, Vougiouklis defined the relations γ* and ε*, naming them fundamental relations [126], while D. Freni (in a paper of 1990) was the first to prove that the relation β* equals to the relation β for the hypergroups of Marty, solving an - up to then - unresolved problem. P. Corsini was the first to combine the hyperstructures with the fuzzy structures and introduce the Join Spaces in the fuzzy sets [17], [18]. Many papers have been published in the same area by V. Leoreanu alone [9], [74], [75], and in cooperation with Corsini [21]. The combination of fuzzy and hyperstructures opened new fields in fuzzy as well as in hyperstructures. Many Iranian mathematicians (Davvaz, Zahedi, Ameri, Borzooei, Hasankhani, Iranmanesh) have also dealt with the connection of hyperstructures and fuzzy structures. Equally crucial was T. Vougiouklis' contribution to the evolution of hyperstructures, as in 1981, he introduced P-hyperstructures [119], a generalization of P-hyperoperations also introduced by himself in his Ph.D thesis [3]. In 1990 he introduced the Hv-structures, a wider class of hyperstructures, which is the basic subject of the present thesis. A few years later, he introduced the -hyperoperation and by extension the -hyperstructures [137]. His book “Hyperstructures and their Representations”, published in 1994, has the Hv-structures and the Representation theory as the main topic. New structures that didn't exist in simple hyperstructures appeared in Hv-structures. The P-hyperstructures, for example became part of the Hv-structures, because they couldn't be studied within non-commutative structures. Due to the large number of Hv-structures that can be defined by a specific set of components, compared to the hyperstructures, began the study of the enumeration of the Hv-structures with respect to the isomorphism, i.e how many not isomorph Hv-structures exist. Many researchers, such as R. Migliorato, R. Bayon, N. Lygeros, C. Chaunier, B.M Choi και S.C Chung [81], [14], [16], [10], [11], [12], [13] worked on this topic, which remains open and needs computers in order to be solved. Therefore, because of the large number of Hv-structures, the question of finding their applications in problems within the areas of Physics, Chemistry, Economy, Biology and Social Sciences using hyperstructures, led to the publication of many papers on this topic. Besides T.Vougiouklis, the creator of Hv-structures, S. Spartalis [106], A. Dramalides [37], [38], [40], [42] and N. Antmpoufis also dealt also with the Hv-structures during their research each, connecting them with their respectve research interests [111], [108], [8], [44], [45], [43], [46]. A number of papers related to the Hv-structures have also been published by the Iranian mathematician B. Davvaz [24], [25], [26], [27], [28], [29], [30], who had a significant contribution to the research of hyperstructures, not only with his huge amount of papers, as well as with his books [32], [31]. Besides the general theory of hyperstructure, the present thesis refers to the Lie-hyperalgebras. One of Hv-structures' application on Physics and Chemistry arose from Santilli's query ”Which are the hypernumbers?”, since he needed them to describe his theory on iso (isotheory, isotopy). In the same research, Santilli needed to study the Lie-Santilli admissibility, which he introduced in classical structures, while the need of describing the Lie-Santilli admissibility using hyperstructures, hyperrings and hyperfields arose. Within this search, the classical Lie-algebras were restudied in the light of hyperstructures. The study of Lie-algebras was conducted in the context of the representation theory. Since the early years when the Lie-theory was formulated, it had a wide range of applications on Physics and on Mathematics, a fact that over the years became more and more noticeable [57], [90], [52]. The Lie-Santilli theory, introduced by R.M Santilli in 1978 [98], is a generalization of the Lie-theory. This new theory was initially named as Lie-theory of isotopy, but then it took its name from its creator R.M. Santilli. Besides Santilli [99], [100], [101], [102], this theory was also studied by D.S Sourlas & G.T. Tsagkas [117], [116], T. Vougiouklis [120], [134], [145], [143], B. Davvaz [34] and Kadeisvili [60], [59]. The application of hyperstructures on the Social Sciences and especially on questionnaires, using the Bar, is also important, as it connects the hyperstructures with the fuzzy structures. Based on the hyperstructure theory, the use of the Bar in questionnaires has 2 advantages: An easier way of answering and secondly the different ways of data elaboration, based on the hyperstructure theory. The first advantage eliminates the time of data collection, giving the researchers the opportunity to have more questions in the questionnaire, and the second advantage provides the researchers with the possibility of different types of processing, improving the results and drawing to conclusions that was impossible with the classical theory. The main purpose of this thesis is the study of the hyperstructures through their applications in these two fields, on Lie-Santilli admissible hyperalgebras and on their use on the elaboration of data from questionnaires that use the bar. In the first chapter, we present the basic concepts and definitions of the hyperstructure theory. More precisely, the first paragraph includes the main theorems of the classical theory of hyperstructures, the definition of the cyclicity and the description of some classes of hyperstructures. In the second paragraph, there is a vast report of the Hv-structures and the fundamental relations presenting many details, accompanied by basic theorems and proofs. Finally, in the third paragraph there is a short description of the Representation Theory with some primary definitions. In chapter 2, we describe two big classes of hyperstructures: the -hyperstructures and the P-hyperstructures. Starting with -hyperstructures, we present some definitions and properties and then we continue by connecting them with the fundamental relations and the Hv-structures, as well as with the questionnaires that use the bar. Then, come the definitions and the theorems of P-hyperstructures followed by the implementation of the P-hyperoperations in matrices, introducing a new kind of P-hyperoperation, the P. In the next chapter, 3, we deal with the Lie-admissible hyperalgebras. In paragraph 3.1, we present the Lie-algebras of the classical theory, and more specifically the types An and Dn, as, in next paragraphs these two types are extended to the hyperstructure theory. On the following paragraphs some basic definitions, such as Hv-vector space and Hv-Lie algebra are presented, while subsequently we introduce the notions of Santilli's admissibility and the definitions of e-hyperstructure, e-hyperfields and e-hypernumbers. The last 2 paragraphs deal with the previously mentioned generalization of the 2 types of Lie-algebra, where theorems on the Lie-Santilli admissibility are presented along with their proofs. In the scope of the application of Hyperstructures in Social Sciences, in chapter 4, we describe the bar and its usefulness in questionnaires. We also present the software implemented within this thesis for the collection and the elaboration of the collected data from questionnaires that use the bar, and afterwards we present a construction where -hyperoperations appear on the bar. In the last paragraph a new hyperoperation is introduced, applied on the bar data, when the bar is divided on equal or equal-area segments (according to Gauss distribution or following different parabola). Finally, occasioned by the tables produced, we introduced new definitions and theorems. In chapter 5, there is an implementation of the hyperstructures and the bar on a real experiment that took place in the Department of Elementary Education of Democritus University of Thrace, while evaluating the lesson of Algebra of the first semester. The data collected with the use of the Bar were then elaborated with different ways, in order to highlight the usefulness of this tool, through clearer results. The present thesis is completed with the Appendix, which includes the questionnaire used on the experiment and the Matlab codes written and used for this thesis Οι υπερδομές αποτελούν ένα σχετικά νέο πεδίο των Μαθηματικών, δεδομένου ότι μόλις το 1934 ο Frederic Marty εισάγει το θέμα αυτό στο 8ο συνέδριο Σκανδιναβών Μαθηματικών, με την εργασία του : “Sur une generalisation de la notion de groupe”, στην οποία δίνεται για πρώτη φορά ο ορισμός της υπερομάδας. Στη συνέχεια ο F. Marty δημοσιεύει 2 ακόμα εργασίες [78], [79] και ταυτόχρονα πλήθος μαθηματικών ξεκινάει να ασχολείται με το συγκεκριμένο αντικείμενο, πάνω στο οποίο αρχίζουν να δημοσιεύονται οι πρώτες σχετικές εργασίες από τους H. Wall [154], J. Kuntzmann [71], M. Dresher και O.Ore [47], L. Griffiths [53], J. Eaton [50] και M. Krasner [68]. Μελετώνται διάφοροι τύποι υπερομάδων, όπως οι regular} από τους Wall & Kuntzmann και οι αντιστρέψιμες από τους Dresher & Ore. Η θεωρία των υπερδομών αποτελεί επέκταση της κλασσικής θεωρίας των αλγεβρικών δομών, και κατά συνέπεια όπως και στην κλασσική θεωρία έτσι και στις υπερδομές, έχουμε πλήθος εφαρμογών τόσο στις ομάδες [49], [118], [48], [56], [96], [84], [112], [113], [114], [115], [54], [55] στην άλγεβρα [36], [67], [68] και στη γεωμετρία όσο και στις δυαδικές σχέσεις [110], [107], [109]. Με την εφαρμογή των υπερδομών και συγκεκριμένα των υπερομάδων στη γεωμετρία, πρώτος ασχολήθηκε ο W. Prenowitz [91], αρχικά μόνος του και στη συνέχεια σε συνεργασία με τον J. Jantosciak, και ορίζουν τους Join Spaces [92], [93]. Στο βιβλίο τους “Join geometries”, παρόλο που δεν αναφέρεται η λέξη υπερομάδα, οι ονομαζόμενοι Join Spaces, είναι μια κατηγορία υπερδομών, που μελετήθηκε στη συνέχεια από δεκάδες ερευνητές. Χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι ότι προσπαθεί να εκφράσει με ενιαίο αλγεβρικό τρόπο τα γεωμετρικά προβλήματα. Καθοριστική υπήρξε η συμβολή του M. Krasner στη διαχρονικότητα των υπερδομών, καθώς αυτός και η σχολή του 'διέσωσαν' τις υπερδομές με την ενασχόλησή τους με το συγκεκριμένο θέμα για πολλά χρόνια και σε αυτούς οφείλεται σε μεγάλο βαθμό η εξέλιξη τους. Στο βιβλίο “Il mondo Krasneriano”, [94] ο P. Ribenboim αναφέρεται στο μαθηματικό έργο του M. Krasner και στο πως ξεκίνησε η ενασχόλησή του με τις υπερομάδες. Μαθητές του Krasner υπήρξαν σημαντικά πρόσωπα στο χώρο των υπερδομών, όπως οι Stratigopoulos, Mittas, και Konguetsof. O Krasner εισάγει τη δομή του υπερσώματος, που έχει την πρόσθεση υπερπράξη και τον πολλαπλασιασμό πράξη. Το γεγονός αυτό “υποχρεώνει” την υπερδομή να έχει βασικές ιδιότητες, ιδιότητες που οδήγησαν στην κανονική (canonical) υπερομάδα, η οποία μελετήθηκε κυρίως από τον Mitta και συνεχίστηκε από τον Corsini. Η ενασχόληση του P. Corsini με τις υπερομάδες ξεκίνησε με αφορμή την εργασία του Mitta, “Canonical hypergroups”. Επειδή η κανονική υπερομάδα αποτελεί μια αρκετά “στενή δομή”, οδήγησε σε πλήθος θεωρημάτων και συμπερασμάτων. Η μελέτη των υπερδομών επεκτάθηκε και πέρα από τις υπερομάδες. Αρχικά λοιπόν, εισάγεται από τον M. Krasner η έννοια του υπερσώματος [69], ενώ 10 χρόνια αργότερα ορίζεται από τον ίδιο η έννοια του υπερδακτυλίου, στον οποίο η πρόσθεση αποτελεί υπερπράξη και ο πολλαπλασιασμός πράξη. Μια νέα έννοια υπερδακτυλίου εισάγει η R. Rota αρκετά χρόνια αργότερα [95] και τον ονομάζει πολλαπλασιαστικό υπερδακτύλιο, ο οποίος σε αντίθεση με τον υπερδακτύλιο του M. Krasner, έχει για πράξη την πρόσθεση και υπερπράξη τον πολλαπλασιασμό, οπότε ο υπερδακτύλιος του M. Krasner αποκτά την ονομασία προσθετικός δακτύλιος. Με τα υπερσώματα ασχολήθηκε επίσης και ο C. Massouros [80]. Η έννοια του γενικευμένου υπερδακτυλίου θεμελιώνεται στο [122] από τον T. Vougiouklis. Ο γενικευμένος αυτός ορισμός περιλαμβάνει τους 2 προηγούμενους ως ειδικές περιπτώσεις. Ο ίδιος, δίνει επίσης τον ορισμό του γενικευμένου υπερσώματος [126]. Με τους υπερδακτυλίους ασχολείται εκτενώς και ο Σ. Σπάρταλης στη διδακτορική του διατριβή [6] και αργότερα στο ερευνητικό του έργο [104], [105]. Το 1970 ο M. Koskas [66] εισάγει τη β* σχέση ισοδυναμίας. Η σχέση αυτή μελετήθηκε και αναπτύχθηκε εκτενώς στο βιβλίο του Corsini, “Prolegomena of hypergroup theory”. Το βιβλίο αυτό [19] είναι το πρώτο σύγγραμα σχετικά με τις υπερδομές και τις σχέσεις ισοδυναμίας και στο οποίο εμφανίζονται νέες έννοιες, όπως η έννοια closed}. Η β σχέση είναι η πρώτη προσπάθεια στην οποία οι Υπερδομές συνδέονται με τις κλασσικές δομές. Πέρα από τον Corsini με τη σχέση ισοδυναμίας ασχολήθηκαν εκτενώς οι D. Freni} και T. Vougiouklis. Πιο συγκεκριμένα, 20 χρόνια μετά τον ορισμό της β* σχέσης, ο Vougiouklis ορίζει τις σχέσεις γ* και ε*, τις οποίες και ονομάζει θεμελιώδεις [126], ενώ ο D. Freni (σε εργασία του 1990) είναι ο πρώτος που αποδεικνύει ότι η β* σχέση ισούται με τη β για τις υπερομάδες κατά Marty, λύνοντας ένα ανοιχτό μέχρι τότε πρόβλημα. O P. Corsini ήταν ο πρώτος που συνέδεσε τις Υπερδομές με τις Ασαφείς Δομές και εισήγαγε τους Join Spaces στα Ασαφή σύνολα [17], [18] . Στον ίδιο τομέα δημοσιεύτηκαν αρκετές εργασίες και από την V. Leoreanu [9], [74], [75], καθώς και σε συνεργασία με τον Corsini [2]. Ο συνδυασμός των Fuzzy} και των υπερδομών άνοιξε νέα πεδία τόσο στα Fuzzy όσο και στις υπερδομές. Με τη σύνδεση των υπερδομών με τις ασαφείς δομές ασχολούνται επίσης και πολλοί Ιρανοί (Davvaz, Zahedi, Ameri, Borzooei, Hasankhani, Iranmanesh). Εξίσου καθοριστική υπήρξε η συμβολή του Θ. Βουγιουκλή στην εξέλιξη των υπερδομών, καθώς το 1981 ορίζονται από τον ίδιο οι Ρ-υπερδομές [119], που αποτελούν γενίκευση των Ρ-υπερπράξεων που ορίστηκαν στη διδακτορική του διατριβή [3]. Το 1990 εισάγει τις Hv-δομές, μια κλάση υπερδομών ευρύτερη από τις κλασσικές υπερδομές, βασικό αντικείμενο της παρούσας διατριβής. Λίγα χρόνια αργότερα ορίζει τις -πράξεις και κατ' επέκταση τις -υπερδομές [137]. Πάνω στις Hv-δομές και τη θεωρία παραστάσεων εκδίδεται το 1994 το βιβλίο του “Hyperstructures and their Represantations”. Στις Hv-δομές κάνουν την εμφάνισή τους διάφορες δομές, που δεν υπήρχαν στις απλές υπερδομές. Οι P-υπερδομές, για παράδειγμα, εντάσσονται στις Hv, γιατί δεν μπορούσαν να μελετηθούν σε μη αντιμεταθετικές δομές. Επειδή το πλήθος των Hv που ορίζονται, σε σχέση με τις υπερδομές, είναι τεράστιο για ένα σύνολο συγκεκριμένων στοιχείων, αρχίζει και η μελέτη της απαρίθμησης των Hv “ως προς τον ισομορφισμό”, δηλαδή πόσες Hv δομές υπάρχουν που να μην είναι ισόμορφες. Με το θέμα αυτό ασχολήθηκαν οι R. Migliorato, R. Bayon, N. Lygeros, C. Chaunier, B.M Choi και S.C Chung [81], [14], [16], [10], [11], [12], [13], θέμα που απασχολεί μέχρι και σήμερα και αποτελεί μια εργασία, η οποία απαιτεί χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών. Εξαιτίας λοιπόν του μεγάλου πλήθους των Hv-δομών ανοίγει το θέμα εύρεσης εφαρμογών, με την έννοια να εκφραστούν προβλήματα Φυσικής, Χημείας, Οικονομίας, Βιολογίας και Κοινωνικών Επιστημών με τις υπερδομές και σε αυτήν την κατεύθυνση δημοσιεύονται αρκετές εργασίες. Με τις Hv-δομές, πέρα από τον εμπνευστή τους Θ. Βουγιουκλή, ασχολούνται επίσης κατά το ερευνητικό τους έργο οι Σ. Σπάρταλης [106], Α. Δραμαλίδης [37], [38], [40], [42] και Ν. Ανταμπούφης, συνδέοντας τις Hv-δομές με το πεδίο ερευνητικού ενδιαφέροντος του καθενός [111], [108], [8], [44], [45], [43], [46]. Πλήθος εργασιών σχετικά με τις Hv-δομές έχουν δημοσιευτεί και από τον Ιρανό μαθηματικό B. Davvaz [24], [25], [26], [27], [28], [29], [30], με πολύ σημαντική συνεισφορά τα τελευταία χρόνια στην έρευνα σχετικά με τις υπερδομές, τόσο με τον μεγάλο όγκο των εργασιών του, όσο και με τα σχετικά του συγγράμματα [32], [31]. Πέρα όμως από τη γενικότερη θεωρία των υπερδομών, η παρούσα Διδακτορική Διατριβή ασχολείται και με τις Lie-υπεράλγεβρες. Μία από τις εφαρμογές των Hv-δομών στη Φυσική και στη Χημεία προέκυψε από το ερώτημα του R.M Santilli “ποιοι είναι οι υπεραριθμοί (hypernumbers);”, οι οποίοι ήταν απαραίτητοι για να εκφράσει τη θεωρία του πάνω στα iso (isotheory, isotopy). Στην ίδια αναζήτηση ο Santilli χρειάστηκε να μελετήσει τη Lie-Santilli admissibility, την οποία εισάγει στις κλασσικές δομές, ενώ δημιουργείται η ανάγκη να εκφραστεί και στις υπερδομές, υπερδακτυλίους και υπερσώματα. Στα πλαίσια αυτής της αναζήτησης ξαναμελετώνται οι κλασσικές Lie-άλγεβρες υπό το πρίσμα των υπερδομών. Η μελέτη αυτή των Lie-αλγεβρών γίνεται στα πλαίσια της θεωρίας παραστάσεων. Από τα πρώτα χρόνια που διατυπώθηκε, η Lie θεωρία είχε μεγάλο εύρος εφαρμογών στη Φυσική και στα Μαθηματικά, γεγονός που με το πέρασμα των χρόνων γινόταν όλο και πιο αισθητό [57], [90], [52]. Γενίκευση της Lie θεωρίας αποτελεί η Lie-Santilli θεωρία, την οποία εισήγαγε ο R.M Santilli το 1978 [98]. Η θεωρία αυτή αρχικά ονομάστηκε Lie θεωρία των isotopy, ενώ στη συνέχεια πήρε το όνομά της από τον δημιουργό της, R.M Santilli. Με τη Lie-Santilli θεωρία, πέρα από τον Santilli [99], [100], [101], [102] ασχολήθηκαν και οι D.S Sourlas & G.T. Tsagkas [117], [116], o T. Vougiouklis [120], [134], [145], [143], B. Davvaz [34], καθώς και ο Kadeisvili [60], [59]. Σημαντική όμως είναι και η εφαρμογή των υπερδομών στον τομέα των Κοινωνικών Επιστημών, στα ερωτηματολόγια, με την εισαγωγή της Ράβδου, η οποία συνδέει τις Υπερδομές με τις Ασαφείς δομές. Στα ερωτηματολόγια με την εισαγωγή της Ράβδου από τους T. Vougioukli & P. Vougioukli εμφανίζονται 2 πλεονεκτήματα: Πρώτον, η ευκολότερη απάντηση και δεύτερον οι πολλοί τρόποι επεξεργασίας των δεδομένων, γνωρίζοντας τη θεωρία των υπερδομών. Το πρώτο πλεονέκτημα ελαττώνει το χρόνο απάντησης των ερωτηματολογίων, δίνοντας το δικαίωμα αύξησης των ερωτήσεων στα ερωτηματολόγια ενώ το δεύτερο πλεονέκτημα δίνει περισσότερους τρόπους επεξεργασίας, βελτίωσης των συμπερασμάτων και εξαγωγής συμπερασμάτων που ήταν αδύνατο να προκύψουν με την κλασσική θεωρία. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η μελέτη των υπερδομών μέσα από την εφαρμογή τους στους 2 αυτούς τομείς, των Lie-Santilli admissible υπεραλγεβρών, καθώς και της χρήσης τους στην επεξεργασία δεδομένων που συλλέχθηκαν από ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούν τη ράβδο. Στο πρώτο κεφάλαιο της διατριβής δίνονται βασικές έννοιες και ορισμοί των υπερδομών. Πιο συγκεκριμένα, στην πρώτη παράγραφο παρατίθενται βασικοί ορισμοί της κλασσικής θεωρίας των υπερδομών, ορίζεται η έννοια της κυκλικότητας και περιγράφονται ορισμένες κλάσεις υπερδομών. Στη δεύτερη παράγραφο γίνεται μια εκτενής αναφορά στις Hv -δομές και στις θεμελιώδεις σχέσεις, παραθέτοντας βασικά θεωρήματα και ορισμένες αποδείξεις και στην τρίτη παράγραφο γίνεται μια σύντομη περιγραφή της θεωρίας παραστάσεων και δίνονται οι στοιχειώδεις ορισμοί. Στο επόμενο κεφάλαιο, κεφάλαιο 2, γίνεται περιγραφή δύο μεγάλων κλάσεων υπερδομών: των -υπερδομών και των P-υπερδομών. Ξεκινώντας από τις -υπερδομές, δίνονται στην αρχή ορισμοί και ιδιότητες, ενώ ακολουθεί η σύνδεσή τους, τόσο με τις θεμελιώδεις σχέσεις και τις Hv-δομές, όσο και με τα ερωτηματολόγια και τη ράβδο. Ακολουθούν ορισμοί και θεωρήματα για τις P-υπερδομές, ενώ στο τέλος της παραγράφου οι P-υπερπράξεις εφαρμόζονται σε πίνακες, ορίζοντας ένα νέο είδος P-υπερπράξης, την P. Στο κεφάλαιο 3 μελετώνται οι Lie-admissible υπεράλγεβρες. Στην παράγραφο 3.1 γίνεται μια εισαγωγή στις Lie άλγεβρες της κλασσικής θεωρίας, και συγκεκριμένα των τύπων An και Dn, για να γίνει στη συνέχεια η επέκταση τους στη θεωρία των υπερδομών. Στις επόμενες παραγράφους δίνονται κάποιοι βασικοί ορισμοί, όπως του Hv-διανυσματικού χώρου και της Hv-Lie-άλγεβρας, ενώ ακολούθως εισάγονται οι έννοιες της Santilli's admissibility και δίνονται οι ορισμοί των e-υπερδομών, e-υπερσωμάτων και e-υπεραριθμών. Οι 2 τελευταίες παράγραφοι αφορούν στη γενίκευση των 2 τύπων Lie-αλγεβρών που αναφέρθηκαν νωρίτερα, όπου και διατυπώνονται θεωρήματα πάνω στη θεωρία της Lie-Santilli-admissibility, συνοδευόμενα από τις αποδείξεις τους. Στα πλαίσια της εφαρμογής των Υπερδομών στις Κοινωνικές Επιστήμες, στο κεφάλαιο 4, περιγράφεται η ράβδος και η χρησιμότητά της στα ερωτηματολόγια. Γίνεται επίσης περιγραφή του λογισμικού που δημιουργήθηκε στα πλαίσια της συγκεκριμένης διατριβής για τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων από ερωτηματολόγια που χρησιμοποιούν τη ράβδο, και στη συνέχεια παρουσιάζεται μια κατασκευή, όπου οι -υπερπράξεις εφαρμόζονται στη ράβδο. Στην τελευταία παράγραφο ορίζεται μια νέα υπερπράξη, η οποία εφαρμόζεται πάνω σε στοιχεία της ράβδου, όταν αυτή είναι χωρισμένη σε ίσα και σε ισοεμβαδικά διαστήματα (κατά Gauss ή βάση παραβολών). Με αφορμή τους πίνακες που προκύπτουν, εισάγονται νέοι ορισμοί και διατυπώνονται θεωρήματα. Το κεφάλαιο 5 αποτελεί την εφαρμογή των υπερδομών και της ράβδου σε ένα πραγματικό πείραμα, που διεξήχθη στα πλαίσια αξιολόγησης του μαθήματος της Άλγεβρας Α' εξαμήνου, του Παιδαγωγικού Τμήματος του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου. Πραγματοποιείται συλλογή δεδομένων με τη χρήση της ράβδου και ακολουθείται επεξεργασία με ποικίλους τρόπους, προκειμένου να αναδειχθεί η χρησιμότητα του συγκεκριμένου εργαλείου, μέσω των σαφέστερων αποτελεσμάτων που εξάγονται. Η παρούσα διατριβή συμπληρώνεται από το Παράρτημα, στο οποίο περιλαμβάνεται το ερωτηματολόγιο αξιολόγησης που κλήθηκαν να απαντήσουν οι φοιτητές, καθώς και 2 κώδικες σε Matlab, που δημιουργήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στα πλαίσια της διατριβής 1744 446 540 Ο ύπνος των νοσηλευομένων παιδιών και των συνοδών γονέων στην παιδιατρική κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Ξάνθης Sleep is a natural situation of reduced consciousness and responsiveness, with both external and internal stimulations. As a procedure it is vital, as without it regeneration, metabolism regulation as well as an important recondition for a functional and powerful immune system. In some ages, as in infancy, sleep is a key factor for the proper development of the baby. Even though it is proven that people need quality and continued sleep, regardless of age, this cannot always be achieved. A typical example occurs in hospitalization. From time to time, hospitals have been acknowledged as places which are not appropriate for a good sleep. The hospitalization of a child brings about several changes in its sleeping routine. In every day hospital routine, there are several changes in sleeping routine which can lead to a lack of it, giving importance to the connection between sleep and health. Excessive noise, excessive lighting, and the need for 24-hour care affect parents’ sleep who stay there.Aim: the aim of this research is to record the sleeping habits of patients who are hospitalized in the Pediatric Clinic of the Hospital of Xanthi and their parents or other guardians, during the night as well as any other effects of hospitalization on children’s sleep straight after discharge from the hospital. Methods : In order to evaluate the quality of the children's sleep the original questionnaire 33 Children’s Sleep Habits Questionnaire (CSHQ) was used , whereas a new questionnaire with further questions regarding the first night sleep in the hospital for both inpatient children and escort parents, was introduced by the researcher. Results: As far as the hospitalized children tried to sleep at the hospital (Avg.=22:05) it took them half an hour more than their normal time in winter (Avg.=21.34, p=0.001) while the waking up time had almost no difference. It was noticed that they needed more or less half an hour to get asleep, while there were quite a few awakenings. Also there was a quite high rate of the total average scale CSHQ for children (50.28). 84% of the parents didn’t have a bed to sleep in at night, and they had troubled sleep because they were worried about their child’s health. Their sleep (Avg. start 00.25, wake-up 06.25) wasn’t enough in duration and quality (frequent awakenings). Conclusion: The duration and quality of children’s sleep during hospitalization doesn’t seem to be satisfactory. There are no suitable facilities for parents staying at the hospital. Moreover, their sleep was significantly disturbed because of their stress about their children’s health. New research should be carried out, to broaden the results according to the age, the seriousness of the illness and the total stay at the hospital. Ο ύπνος αποτελεί μια φυσιολογική κατάσταση μειωμένης συνείδησης και ανταπόκρισης, τόσο σε εσωτερικά, όσο και σε εξωτερικά ερεθίσματα. Ως διαδικασία, είναι ζωτικής σημασίας, καθώς χωρίς αυτόν ο άνθρωπος δε μπορεί να επιβιώσει για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ο ρόλος του ύπνου είναι πολλαπλός. Βοηθά τον άνθρωπο, να ξεκουραστεί σωματικά και πνευματικά. Επίσης, αποτελεί βασικό παράγοντα για την ανάπλαση των ιστών, τη ρύθμιση του μεταβολισμού ενώ αποτελεί βασική προϋπόθεση για ένα λειτουργικό και ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα. Σε ορισμένες ηλικίες, όπως η βρεφική, ο ύπνος αποτελεί κομβικής σημασίας παράγοντα για την σωστή ανάπτυξη. Παρά την επιβεβαιωμένη ανάγκη του ανθρώπου, ανεξαρτήτως ηλικίας, για ποιοτικό και συνεχόμενο ύπνο, ορισμένες φορές αυτό δεν είναι εφικτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η νοσηλεία του ανθρώπου σε κάποιο νοσοκομείο. Τα νοσοκομεία από καιρό έχουν αναγνωριστεί ως οι περιβάλλοντες χώροι που δεν είναι ευνοϊκοί για ύπνο. Η εισαγωγή ενός παιδιού στο νοσοκομείο επιφέρει αρκετές αλλαγές στις συνθήκες ύπνου του παιδιού. Στην καθημερινή νοσοκομειακή ρουτίνα, υπάρχουν αρκετές αλλαγές στις συνθήκες ύπνου, που μπορεί να οδηγήσουν στη στέρηση του, τονίζοντας τη σχέση μεταξύ ύπνου και υγείας. Ο υπερβολικός θόρυβος, ο έντονος φωτισμός, και η ανάγκη για 24-ωρη φροντίδα, επηρεάζουν και τον ύπνο των γονέων που διαμένουν στο νοσοκομείο. Σκοπός: Σκοπός της μελέτης είναι να καταγράψει τις συνήθειες του ύπνου των ασθενών, που νοσηλεύονται στην Παιδιατρική Κλινική του Νοσοκομείου Ξάνθης και των γονέων - συνοδών τους, κατά τη διάρκεια της νύχτας, καθώς και να μελετήσει τις τυχόν επιπτώσεις της νοσηλείας στις συνήθειες ύπνου των παιδιών το πρώτο χρονικό διάστημα μετά το εξιτήριο από το Νοσοκομείο. Μέθοδος: Προκειμένου να αξιολογηθεί η ποιότητα του ύπνου των παιδιών χρησιμοποιήθηκε το πρωτότυπο ερωτηματολόγιο 33 αντικειμένων Children's Sleep Habits Questionnaire (CSHQ), ενώ για την διερεύνηση των συνθηκών του ύπνου στο νοσοκομείο σχεδιάστηκε από την ερευνήτρια ένα νέο ερωτηματολόγιο με επιπλέον ερωτήσεις, που αφορούσαν τόσο των ύπνο των νοσηλευόμενων παιδιών όσο και των συνοδών γονέων τους, κατά τη διάρκεια της πρώτης νύχτας στο νοσοκομείο. Αποτελέσματα: Η ώρα που προσπάθησαν τα παιδιά να κοιμηθούν στο νοσοκομείο (Μ.Ο.= 22:05) ήταν στατιστικά σημαντικά κατά μισή ώρα αργότερα από την ώρα που πέφτουν για ύπνο τον Χειμώνα (Μ.Ο.=21:34, p=0.001), ενώ η ώρα που ξύπνησαν (7:14) δεν διέφερε στατιστικά σημαντικά. Παρατηρήθηκε ότι χρειάστηκαν κατά μέσο όρο περισσότερο από μισή ώρα μέχρι να κοιμηθούν, ενώ παρατηρήθηκαν συχνά αρκετές αφυπνίσεις. Παρατηρήθηκε σχετικά υψηλή τιμή της μέσης συνολικής κλίμακα CSHQ για τα παιδιά (50.28). Για το 84% των γονέων δεν υπήρχε κρεβάτι για να κοιμηθούν το βράδυ, ενώ ο ύπνος τους διαταράχθηκε σε υψηλό ποσοστό από τις ανησυχίες τους για την κατάσταση της υγείας του παιδιού. Ο ύπνος τους ( Μ.Ο. έναρξης: 00:25, ξυπνήματος: 6:25) δεν ήταν αρκετός σε ποσότητα, ούτε σε ποιότητα (συχνές αφυπνίσεις). Συμπεράσματα: Για τα παιδιά, τόσο η ποσότητα όσο και η ποιότητα του ύπνου κατά την παραμονή τους στο νοσοκομείο φαίνεται να μην ήταν ικανοποιητική. Για τους γονείς καταγράφηκε η έλλειψη σωστών υποδομών για να υποστηρίξουν επαρκώς τη διαμονή τους στο νοσοκομείο. Επίσης, ο ύπνος τους διαταράχθηκε σημαντικά λόγω του άγχους τους για την υγεία των παιδιών τους. Θα πρέπει να πραγματοποιηθούν νέες μελέτες, ώστε να διερευνηθεί τυχόν διαφοροποίηση των ευρημάτων ανάλογα με την ηλικία τη σοβαρότητα της νόσου του παιδιού και τη συνολική διάρκεια διαμονής στο νοσοκομείο. 1745 260 300 Doctors aren't infallible. However, medical malpractice brings serious consequences to patients' life and health. The distinction between medical malpractice and complication is really important as the undesirable effect of a medicine or a treatment isn't doctor's responsibility. Furthermore, the responsibility because of a medical malpractice could shoulder not only the specialist doctor but also the trainee medical specialist or the nursing staff. The number of suits against doctors, hospitals and private clinics because of bodily injury or loss of life has increased resulting in the raise of insurance contracts which the doctors sign with insurance companies so that they can be financially secured in case of materializing insurance risks. Actions against doctors have created breeding ground for the development of defensive medicine because of the legal consequences that bring the liability from medical malpractice. Moreover, the increased doctors' obligations and the workload have resulted in doctors' burnout which is one of the main causes of medical malpractices. The settlement of disputes in medical law is encouraged to take place out of court by implementing the method of mediation with the Law 4640/2019, which contributes to avoiding long proceedings in courts and to achieving faster resolution of disputes. The connection between medicine, legal and moral issues is really important so as we can deal with some particular cases, such as the problem of wrongful life and the conflict of duties. Finally, the pandemic of covid-19 has created new significant data which affect the medical and legal reality influencing the conditions of doctors' criminal liability in the context of the disaster medicine. Ο ιατρός, όπως και κάθε άνθρωπος, δεν είναι αλάνθαστος. Η διενέργεια ιατρικού σφάλματος, όμως, επιφέρει σοβαρές συνέπειες στη ζωή ή στην υγεία του ασθενούς. Σημαντική είναι η διάκριση μεταξύ ιατρικού σφάλματος και επιπλοκής, η οποία ως ανεπιθύμητη επίδραση ενός φαρμάκου ή μιας θεραπείας δε βαρύνει τον ιατρό. Επιπλέον, τονίζεται ότι την ευθύνη λόγω διάπραξης ιατρικού σφάλματος είναι δυνατόν να την επωμίζεται εκτός του ειδικευμένου ιατρού και ο ειδικευόμενος ιατρός ή και το νοσηλευτικό προσωπικό. Σημαντική είναι η αύξηση των αγωγών κατά των ιατρών, των νοσοκομείων και των ιδιωτικών κλινικών σε περίπτωση πρόκλησης σωματικής βλάβης στον ασθενή ή πρόκλησης του θανάτου του, με αποτέλεσμα την αύξηση και των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που συνάπτουν οι γιατροί με ασφαλιστικές εταιρίες, ώστε να είναι εξασφαλισμένοι οικονομικά σε περίπτωση επέλευσης του ασφαλιστικού κινδύνου. Οι αγωγές κατά των ιατρών έχουν δημιουργήσει πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη της αμυντικής ιατρικής λόγω των νομικών επιπτώσεων που επιφέρει η ευθύνη από ιατρική αμέλεια. Επιπροσθέτως, οι αυξημένες υποχρεώσεις των ιατρών, ο φόρτος εργασίας και οι πολλές εφημερίες έχουν προκαλέσει το φαινόμενο της επαγγελματικής εξουθένωσής (burnout) τους που αποτελεί μια από τις βασικότερες αιτίες των ιατρικών σφαλμάτων. Η επίλυση των διαφορών ιατρικού δικαίου πριν από την προσφυγή στα δικαστήρια επιδιώκεται να γίνει εξωδικαστικά με το θεσμό της διαμεσολάβησης με την εφαρμογή του νόμου 4640/2019, ο οποίος συμβάλλει στην αποφυγή των χρονοβόρων και ψυχοφθόρων δικαστικών διαδικασιών και στην ταχύτερη επίλυση των διαφορών. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η σύνδεση της ιατρικής με τη νομικό και ηθικό κομμάτι ώστε να αντιμετωπιστούν ορισμένα ιδιαίτερα ζητήματα, όπως είναι το πρόβλημα της ζημιογόνου γέννησης, οι εγχειρήσεις των πιθανοτήτων, οι αυτογνώμονες ιατρικές πράξεις και η σύγκρουση καθηκόντων. Κλείνοντας, σημαντικά είναι τα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει από την πανδημία του covid-19 στην ιατρική και νομική πραγματικότητα επηρεάζοντας τους όρους της ποινικής ευθύνης των ιατρών στο πλαίσιο της ιατρικής των καταστροφών. 1746 65 74 επίδραση στην ποιότητα ωαρίων/εμβρύων και ποσοστά εμφύτευσης και κλινικών κυήσεων The present study aims to present the correlation between the levels of progesterone on the day of administration of chorionic gonadotropin (HCG), to the successful or non¬outcome of IVF when ovarian stimu-lation follows GnRH antagonist protocol. Through the presentation of data from the international literature, the interpretation of P's influence on the rates of pregnancy and the quality of the oocytes / embryos is attempted Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να παρουσιάσει τη συσχέτιση με-ταξύ των επιπέδων προγεστερόνης κατά την ημέρα χορήγησης της χοριακής γοναδοτροπίνης στο επιτυχές ή όχι αποτέλεσμα της εξωσω-ματικής γονιμοποίησης, όταν για την ωοθηκική διέγερση έχει χρησιμοποιηθεί το πρωτόκολλο GnRH με ανταγωνιστή.Μέσω παράθεσης δεδομένων από την διεθνή βιβλιογραφία, επιχειρείται η ερμηνεία της επιρροής της P στα ποσοστά επίτευξης κυήσεων και στην ποιότητα των παραγόμενων ωαρίων/εμβρύων. 1747 253 282 Ο παράγοντας ενδομήτριο και ο ρόλος του στις καθ’ έξιν αποβολές και επανειλημμένες αποτυχίες εμφύτευσης The successful implantation of a fertilized egg is a phenomenon which is influenced by many factors. Anatomic anomalies, the histology synthe-sis of the uterus, the microbioma, the immunologic conditions influence the physiology and endometrial receptivity and may lead to recurrent pregnancy loss. Reccurent pregnancy loss are defined as consecutive abortions of three or more proven pregnancies. The potential causes of recurrent implantation failures are due to anatomical, genetic, hormo-nal, immunological, haematological and related to infections. investigating the potential cause will lead us for the most appropriate treatment. The immunology and the endocrinology of the endometrium are influencing each other. The endometrial immunology is controlled by oestradiol and progesterone. The endometrium was thought to be sterile. New data support the existence of endometrial flora which is composed of a variety of microorganisms which were isolated by culturing endometrial samples. Data from these reports prove that women in which Lactobacillus spp. was cultured, met more successful IVF, whereas those with bacteria such as Gram-negative, Streprococcus spp, Staphylococcus spp., were isolated had lower success rates of implantation and pregnancy. In relation of endometrium, the appearance of pinopodes is an exact marker of the implantation window in women. Studies of this marker suggest that the implantation window is 48hours less and the time which it lasts depends on hormonal therapy and the response of the endometrial tissue. Cicinelli et al.[27-28] in a recent study prove that endometritis is common at RIF (66%). It appears double in relation of the 30% which was reported by Johnston-MacAnanny et al. Η επιτυχής εμφύτευση ενός γονιμοποιημένου ωαρίου είναι ένα φαινό-μενο που επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες. Οι ανατομικές ανω-μαλίες, η ιστολογική σύνθεση της μήτρας, το μικροβίωμά της, οι ανο-σολογικές συνθήκες του ενδομητρίου επηρεάζουν την φυσιολογία, την υποδεκτικότητα του ενδομητρίου και μπορεί να οδηγήσουν στο φαινό-μενο των καθ’ έξιν αποβολών. Καθ' έξιν ή επανειλημμένες αυτόματες αποβολές αποκαλούνται οι επαναλαμβανόμενες συνεχείς αποβολές, τριών ή περισσοτέρων κλινικά αναγνωρισμένων κυήσεων. Τα πιθανά αίτια των καθ' έξιν αποβολών, διακρίνονται σε ανατομικά, γενετικά, ορμονικά, ανοσολογικά, αιματολογικά και σχετιζόμενα με λοιμώξεις. Η διερεύνηση της πιθανής αιτίας είναι αναγκαία ώστε να εφαρμοστεί η κατάλληλη θεραπεία. Στο ενδομήτριο το ανοσολογικό σύστημα και το ενδοκρινικό αλληλεπιδρούν. Το ανοσολογικό σύστημα του ενδομη-τρίου ρυθμίζεται από την οιστραδιόλη και την προγεστερόνη. Το ενδομήτριο θεωρούνταν κλασσικά ως μία περιοχή στείρα μικροβίων. Νεότερα όμως δεδομένα υποστηρίζουν την ύπαρξη ενδομητρικού μικροβιώματος αποτελούμενο από διάφορους μικροοργανισμούς, οι οποίοι απομονώθηκαν με καλλιέργειες ενδομητρικών δειγμάτων. Τα δεδομένα από τις προσπάθειες αυτές αναφέρουν ότι οι γυναίκες στις οποίες απομονώθηκε Lactobacillus spp. είχαν μεγαλύτερη επιτυχία στην IVF, ενώ εκείνες στις οποίες απομο-νώθηκαν βακτήρια όπως Gram- negative, Streptococcus spp, Staphylococcus spp. είχαν μειωμένα ποσοστά εμφύτευσης και κύησης. Στο ενδομήτριο, η εμφάνιση των πινοποδίων είναι ακριβής δείκτης του παραθύρου εμφύτευσης στην γυναίκα. Διερεύνηση της κινητικής αυτού του δείκτη αποκαλύπτει ότι το παράθυρο διαρκεί λιγότερο από 48 ώρες και ο χρόνος εμφάνισης τους εξαρτάται από την ορμονική θεραπεία αλλά και από την εξατομικευμένη απάντηση του ενδομητρικού ιστού. Οι Cicinelli et al.[27-28] σε μία πρόσφατη μελέτη έδειξαν ότι η χρόνια ενδομητρίτιδα σχετίζεται συχνά με επαναλα-μβανόμενες αποτυχίες εμφύτευσης (66%). Είναι περίπου διπλάσια η συχνότητα εμφάνισης συγκριτικά με 30% που αναφέρθηκε από τους Johnston-MacAnanny et al. 1748 193 215 Συσχέτιση μονοσημειακού πολυμορφισμού του Tool like receptor/TLR-5 (C/T)392 STOP/ με την παχυσαρκία και τις συνοδές μεταβολικές διαταραχές Obesity is a condition that is associated with having an excess of body fat. Last years an association between obesity and natural immunity has been established. Toll-like receptors (TLR) are receptors of innate immunity, responsible for the recognition of flagellin in bacteria. A single nucleotide polymorphism (C/T)392STOP has been described in TLR5 gene. Our aim was to study the frequency of the polymorphism TLR5(C/T)392STOP in relation to obesity and related metabolic disorders. A total of 86 overweight and obese people participated in this study while 24 normoweight individuals served as the control group. Anthropometric and biochemical parameters were measured in all participants. The frequency of polymorphism between the overweight/obese and normal weight groups was not statistically different. In addition the overweight/obese participants were divided into two groups, those who filled and those who didn’t filled the criteria of the metabolic syndrome. We did not find any statistically significant difference of the polymorphism frequency between the 2 groups. Anthropometric and biochemical parameters in the overweight/obesity group were not associated with the presence of the polymorphism. In conclusion, the TLR5(C/T)392STOP polymorphism was not found to be associated with the presence of obesity or metabolic syndrome. Η παχυσαρκία είναι η αύξηση του βάρους του ανθρώπινου σώματος, όχι σε μυϊκή μάζα, αλλά σε λίπος. Tα τελευταία χρόνια βρέθηκε ότι η φυσική ανοσία εμπλέκεται στην εκδήλωση της παχυσαρκίας. Οι υποδοχείς TLR είναι οι υπεύθυνοι υποδοχείς της φυσικής ανοσίας για την αναγνώριση της μαστιγίνης στα βακτήρια. Στο γονίδιο του TLR5 περιγράφτηκε ένας μονοσημειακός πολυμορφισμός ο TLR5(C/T)392STOP. Σκοπός της εργασίας μας ήταν να μελετήσουμε τη συχνότητα του πολυμορφισμού TLR5(C/T)392STOP σε σχέση με την παχυσαρκία και τις συνοδές μεταβολικές διαταραχές. Στην παρούσα μελέτη έλαβαν μέρος 86 υπέρβαρα και παχύσαρκα άτομα καθώς και 24 νορμοβαρή άτομα των οποίων μετρήθηκαν οι ανθρωπομετρικοί και βιοχημικοί παράμετροι. Η συχνότητα του πολυμορφισμού μεταξύ των υπέρβαρων/παχύσαρκων ατόμων και των νορμοβαρών ατόμων δεν είχε σημαντική διαφορά. Επίσης, τα υπέρβαρα/παχύσαρκα άτομα χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, αυτούς που πληρούν και αυτούς που δεν πληρούν τα κριτήρια του μεταβολικού συνδρόμου. Η συχνότητα των γονοτύπων ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες δεν είχαν στατιστικά σημαντική διαφορά. Τέλος, οι ανθρωπομετρικοί και βιοχημικοί παράμετροι των υπέρβαρων/παχύσαρκων ατόμων δεν συσχετίστηκαν με την παρουσία του πολυμορφισμού. Συμπερασματικά, η παρουσία του μονοσημειακού πολυμορφισμού TLR5(C/T)392STOP δεν είχε κάποιο σημαντικό ρόλο στην ύπαρξη του αυξημένου βάρους, στην παρουσία του μεταβολικού συνδρόμου και στις μεταβολικές παραμέτρους στο μελετηθέν δείγμα. 1749 231 243 Exploitation of drama techniques in teaching Visual Arts in preschool education Αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών στη διδασκαλία των Εικαστικών στην προσχολική εκπαίδευση The present work explores the contribution of the use of drama techniques to the approximation of art work by children of preschool age. In this context, the following drama techniques were used: the still images, the talking freeze-talking tracking, the hot seating, the role on the wall, the improvisation, the story theatre and a day in life of a character. The aim was to investigate how drama techniques as innovative teaching techniques can promote cognitive and psychosocial goals when approaching paintings in kindergarten. Starting from the improvement and enrichment of the educational process in combination with the professional development and learning of the teacher-researcher, the present research was organized. A teaching intervention was implemented in private kindergarten students aged 4-6 years. The research method used was the action research according to the spiral development model of Stephen Kemmis. The data collected from the three intervention cycles and their evaluation demonstrated the effectiveness of drama techniques in meeting the artwork through the development of observation, attention, imagination, reflection and creativity of students. The partnership of Art and theatrical arts formed an attractive learning framework, created motivation and interest in toddlers for active participation and action. Finally, the Theatre Pedagogy offered a unique aesthetic experience and an open dialogue with the forms of the painting making contact with the elements of civilization. Η παρούσα εργασία διερευνά τη συμβολή θεατρικών τεχνικών στην προσέγγιση έργων ζωγραφικής από παιδιά προσχολικής ηλικίας. Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιήθηκαν οι παρακάτω θεατρικές τεχνικές: οι παγωμένες εικόνες, η ανίχνευση της σκέψης και της κοινωνικής κατάστασης, η καρέκλα των αποκαλύψεων, το περίγραμμα του χαρακτήρα, ο αυτοσχεδιασμός, η δραματοποιημένη αφήγηση και οι εικόνες από τη ζωή του χαρακτήρα. Ζητούμενο ήταν να ερευνηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι θεατρικές τεχνικές ως δημιουργικές διδακτικές τεχνικές μπορούν να προωθήσουν τους γνωστικούς και ψυχοκοινωνικούς στόχους που τίθενται κατά την προσέγγιση πινάκων ζωγραφικής στο νηπιαγωγείο. Με αφετηρία τη βελτίωση και τον εμπλουτισμό της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε συνδυασμό με την επαγγελματική ανάπτυξη και μάθηση της εκπαιδευτικού-ερευνήτριας, οργανώθηκε η παρούσα έρευνα. Εφαρμόστηκε διδακτική παρέμβαση σε μαθητές ιδιωτικού νηπιαγωγείου ηλικίας 4-6 ετών. Η ερευνητική μέθοδος που εφαρμόστηκε ήταν η έρευνα δράσης σύμφωνα με το μοντέλο σπειροειδούς ανάπτυξης του Stephen Kemmis. Τα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους τρεις κύκλους παρέμβασης και η αξιολόγηση αυτών κατέδειξαν την αποτελεσματικότητα των θεατρικών τεχνικών στη συνάντηση με το έργο τέχνης μέσα από την ανάπτυξη της παρατηρητικότητας, της προσοχής, της φαντασίας, του στοχασμού και της δημιουργικότητας των μαθητών. Η σύμπραξη της εικαστικής και της θεατρικής τέχνης διαμόρφωσε ένα ελκυστικό πλαίσιο μάθησης, δημιούργησε εσωτερικά κίνητρα κι ενδιαφέρον στα νήπια για ενεργή συμμετοχή και δράση. Τέλος η Παιδαγωγική του Θεάτρου πρόσφερε μια μοναδική αισθητική εμπειρία κι ανοιχτό διάλογο με τις μορφές του πίνακα ζωγραφικής νοηματοδοτώντας την επαφή με τον Πολιτισμό. 1750 183 199 Σχεδιασμός, εφαρμογή και κατηγοριοποίηση περιεχομένων Κινητικής Αγωγής στο νηπιαγωγείο ως προς την αξία τους σε σχέση με τη Φυσική Δραστηριότητα Various studies have found reduced rates of Physical Activity among pre-school children both within school and out-of-school settings. At the same time, the sedentary behavior of children 4-5 years old complements high rates of screen time in the afternoon while there is an increase in childhood obesity and other illnesses. The purpose of this study was to design a proposed guide of Movement Education and categorize them in terms of their "value" in steps and calories consumed by children during the action. The categorization of activities has also been based on three Fundamental Movement Skills, which are expected to be cultivated. Twenty-six (26) children participated in the study, in the framework of a "Psychomotor Education" program for nine (9) months. Omron HJ-113 pedometers were used to evaluate Pedometry Physical Activity (PPA). In addition, anthropometric measurements of the physical characteristics of the participants were performed. The results of the survey were conducted through the SPSS program. The findings of the survey revealed two groups of categorization of intervention activities, high Physical Activity and caloric intake (HPACI) and moderate Physical Activity and caloric intake (MPACI). Ποικίλες έρευνες διαπιστώνουν μειωμένα ποσοστά Φυσικής Δραστηριότητας στα παιδιά προσχολικής ηλικίας τόσο στα πλαίσια του σχολείου όσο και στα εξωσχολικά πλαίσια. Παράλληλα την καθιστική συμπεριφορά των παιδιών 4-5 ετών συμπληρώνουν υψηλά ποσοστά ενασχόλησής τους μπροστά σε μια οθόνη τις απογευματινές ώρες ενώ σημειώνεται αύξηση στα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας και άλλων ασθενειών υγείας. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να σχεδιαστεί ένας προτεινόμενος οδηγός δραστηριοτήτων Κινητικής Αγωγής (ΚΑ) και να κατηγοριοποιηθούν ως προς την «αξία» τους σε βήματα και θερμίδες που καταναλώθηκαν από τα παιδιά κατά τη διάρκεια της δράσης. Η κατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων στηρίχθηκε επίσης, σε τρεις Θεμελιώδεις Κινητικές δεξιότητες, οι οποίες προσδοκάται να καλλιεργηθούν. Στην έρευνα συμμετείχαν είκοσι έξι (26) παιδιά στα πλαίσια ενός προγράμματος «Ψυχοκινητικής Αγωγής» για εννέα (9) μήνες. Για την αξιολόγηση της Βηματομετρικής Φυσικής Δραστηριότητας (ΒΦΔ) των παιδιών χρησιμοποιήθηκαν βηματόμετρα Omron HJ-113. Πραγματοποιήθηκαν, επιπρόσθετα, ανθρωπομετρικές μετρήσεις των σωματικών χαρακτηριστικών των συμμετεχόντων. Τα αποτελέσματα της έρευνας διεξήχθησαν μέσω του προγράμματος SPSS. Από τα ευρήματα της έρευνας προέκυψαν δυο ομάδες κατηγοριοποιήσεων των δραστηριοτήτων της παρέμβασης, υψηλής ΦΔ και θερμιδικής κατανάλωσης (ΥΦΔΘΚ) και μέτριας ΦΔ και θερμιδικής κατανάλωσης (ΜΦΔΘΚ). 1751 83 87 School music education Curriculums of European and other countries Η σχολική μουσική εκπαίδευση στα Προγράμματα Σπουδών Ευρωπαϊκών και άλλων χωρών This aim of this thesis is studying the Curriculum of European and other countries for Music lesson. In particular, the Greek, Cypriot and English curricula are compared to school music education. The study based on both bibliographic research of the sample, namely the Music Curriculums in Preschool Education of the above countries, as well as qualitative research on the content analysis of the programs. Finally, the conclusions of the comparison are presented with suggestions Η παρούσα πτυχιακή εργασία στοχεύει στην μελέτη των Προγραμμάτων Σπουδών Ευρωπαϊκών και άλλων χωρών, αναφορικά με το μάθημα της Μουσικής. Κατά κόρον, γίνεται σύγκριση των αναλυτικών προγραμμάτων Ελλάδας, Κύπρου και Αγγλίας στη σχολική μουσική εκπαίδευση. Η μελέτη δομείται στην βιβλιογραφική έρευνα δείγματος των Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών της Μουσικής, στη Προσχολική Εκπαίδευση, στις προαναφερόμενες περιοχές και ακολουθεί μία ποιοτική έρευνα ως προς την ανάλυση του περιεχομένου των προγραμμάτων. Τέλος, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της έρευνας και ακολουθεί συζήτηση 1752 285 328 Μελέτη της ποιότητας ύπνου και ποιότητας ζωής σε ασθενείς με μεσογειακή αναιμία Sleep constitutes a biological need of great importance for humans occupying up to a third of their total lifetime. Sleep plays a crucial role in the maintenance of both physical and mental well-being given that its duration and quality are warranted. Furthermore studying sleep patterns in particular patient subpopulations with chronic underlying co-morbidities is vital due to its close association with quality of life. Studying quality of life in patients with chronic and severe diseases is of utmost significance because disease often results in feelings of incompetence. Moreover it is necessary to develop a robust socio-psychologic network for the effective support of debilitated patients. Beta thalassemia major is an inherited disorder caused by reduced or absent synthesis of the beta chains of hemoglobin. Improved therapeutic interventions have increased life expectancy of such patients and have rendered beta thalassemia a chronic disease. The present study investigates the quality of sleep and quality of life in patients with β-thalassemia major transfused into the Thalassemia Transfusion Unit of the Corinth General Hospital. Patients completed the Pittsburgh Sleep Quality Index (PSQI) questionnaires on sleep quality and the Duke Anxiety-Depression Scale (DUKE-AD) on quality of life. The results of the study showed that these patients have significant problems in their sleep as well as psychiatric disorders that affect their quality of life. The correlation between hemoglobin values before transfusion of patients with Pittsburgh and DUKE questionnaires showed that low hemoglobin values affect both the quality of sleep and the quality of life of patients with β-thalassemia major. Factors that affect and regulate sleep quality and quality of life in patients with β-thalassemia major need further investigation, so that comprehensive treatment is provided by health professionals in the best possible way. Ο ύπνος αποτελεί μία μεγάλης σημασίας βιολογική ανάγκη για τον άνθρωπο που καταλαμβάνει περίπου το ένα τρίτο του συνολικού χρόνου ζωής. Είναι καθοριστικός για τη διατήρηση τόσο της σωματικής όσο και της ψυχικής υγείας, αρκεί να διασφαλίζονται η διάρκεια και η ποιότητά του, η δε μελέτη του αποκτά ιδιαίτερη σημασία όταν αφορά ασθενείς με χρόνιο νόσημα καθώς υπάρχει άμεση συσχέτιση του με την ποιότητα ζωής του ατόμου. Η μελέτη της ποιότητας ζωής σε ασθενείς που πάσχουν από σοβαρή και χρόνια νόσο έχει ξεχωριστή σημασία λόγω του αισθήματος αναπηρίας και ανικανότητας που η νόσος επιφέρει στον ασθενή, αλλά και λόγω της ανάγκης ανάπτυξης ενός ολοκληρωμένου πλαισίου παροχής ψυχοκοινωνικών υπηρεσιών για την κάλυψη των χρονίως πασχόντων. Η β μεσογειακή αναιμία αποτελεί κληρονομικό νόσημα που οφείλεται στη μερική ή ολική καταστολή σύνθεσης των β αλυσίδων σφαιρίνης. Με την εισαγωγή βελτιωμένων θεραπευτικών μέσων αποτελεί πλέον μια χρόνια νόσο καθώς έχει αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής των ασθενών αυτών. Στην παρούσα μελέτη γίνεται διερεύνηση της ποιότητας ύπνου και της ποιότητας ζωής στους ασθενείς με β μεσογειακή αναιμία που μεταγγίζονται στη Μονάδα Μεταγγίσεων Μεσογειακής Αναιμίας του Γενικού Νοσοκομείου Κορίνθου. Οι ασθενείς συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια το Pittsburgh Sleep Quality Index ( PSQI ) για την ποιότητα του ύπνου και το Duke Anxiety-Depression Scale (DUKE-AD) για την ποιότητας ζωής . Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι υπάρχουν στους ασθενείς αυτούς σημαντικά προβλήματα στον ύπνο καθώς και ψυχιατρικές διαταραχές που επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους. Από τη συσχέτιση των τιμών αιμοσφαιρίνης πριν τη μετάγγιση των ασθενών με στοιχεία των ερωτηματολογίων Pittsburgh και DUKE προέκυψε ότι οι χαμηλές τιμές αιμοσφαιρίνης επηρεάζουν σε πολλά επίπεδα τόσο την ποιότητα του ύπνου όσο και την ποιότητα ζωής των ασθενών με μεσογειακή αναιμία. Οι παράγοντες που επηρεάζουν και ρυθμίζουν την ποιότητα ύπνου και την ποιότητα ζωής σε ασθενείς με β μεσογειακή αναιμία χρίζουν περαιτέρω διερεύνησης, έτσι ώστε να γίνεται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο ολιστική αντιμετώπιση τους από τους επαγγελματίες υγείας. 1753 186 210 Somatoform disorders are a group of characteristic disorders, from persistent physical symptoms and fear that can not be fully documented by a diagnosable disease. Thus, the somatoform disorders are persistent and unfounded worries or beliefs that one suffers from a serious illness despite adequate medical assurance to the contrary. To a large extent, the class of somatoform disorders reflects the structure of biomedical health care systems in which mental health professionals are called upon to diagnose and work with patients for whom there are no clear medical diagnoses and treatment. Somatoform disorders are often supposed to come from psychological processes. However, the mechanisms of symptoms, their production or their reinforcement generally can not be observed directly, but they are only deduced from the patient's history, behavior, and social conditions. Diagnostic criteria require the clinician to show that psychological factors are associated with the onset of the disorder while the patient misinterprets the physical symptoms. Somatoform disorders are a very common phenomenon, which overwhelms patients in their close family environment and in the wider social environment, while at the same time burdening too much the health systems. Οι σωματοποιητικές διαταραχές αποτελούν μια ομάδα χαρακτηριστικών διαταραχών, από επίμονα σωματικά συμπτώματα και φόβο τα οποία δεν μπορούν να τεκμηριωθούν από την ύπαρξη σωματικής νόσου, δεν ανευρίσκεται δηλαδή οργανική αιτία που να τα δικαιολογεί. Έτσι οι σωματοποιητικές διαταραχές, αποτελούν επίμονες και αβάσιμες ανησυχίες ή πεποιθήσεις ότι κάποιος πάσχει από σοβαρή ασθένεια παρά την επαρκή ιατρική διαβεβαίωση περί του αντιθέτου. Σε μεγάλο βαθμό, η κατηγορία των σωματοποιητικών διαταραχών αντανακλά τη δομή των βιοϊατρικών συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης, στην οποία οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας, καλούνται να διαγνώσουν και να εργαστούν με ασθενείς οι οποίοι είναι εξαιρετικά δύσκολο να συνειδητοποιήσουν και να αποδεχτούν ότι τα συμπτώματά τους δεν οφείλονται σε κάποια παθοφυσιολογία. Οι σωματοποιητικές διαταραχές συχνά υποτίθεται ότι προέρχονται από ψυχολογικές διεργασίες. Ωστόσο, οι μηχανισμοί των συμπτωμάτων, η παραγωγή ή η ενίσχυσή τους γενικά δεν μπορούν να παρατηρηθούν άμεσα, αλλά συνάγονται μόνο από την ιστορία του ασθενούς, τη συμπεριφορά του, και τις κοινωνικές συνθήκες. Τα διαγνωστικά κριτήρια απαιτούν από τον κλινικό γιατρό να αποδείξει ότι οι ψυχολογικοί παράγοντες συνδέονται με την εμφάνιση της διαταραχής, ενώ ο ασθενής παρερμηνεύει τα φυσικά συμπτώματα. Οι σωματοποιητικές διαταραχές είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο, το οποίο επιβαρύνει υπέρμετρα τους ασθενείς τόσο στο στενό οικογενειακό τους περιβάλλον όσο και στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, ενώ παράλληλα επιβαρύνουν σημαντικά τα συστήματα υγείας. 1754 227 238 Statistics anxiety of pre-service teachers: an investigation using the emotional Stroop test Η διερεύνηση του άγχους για τη Στατιστική μέσω της συναισθηματικής δοκιμασίας Stroop σε υποψήφιους εκπαιδευτικούς πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης Nowadays, there is a growing interest in the literature about assessing statistics anxiety through cognitive and affective tasks. The present dissertation was conducted as a part of the requirements for the Bachelor’s Degree in Education in the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace. The aim of this study is to investigate the relationship between statistics anxiety and information processing mechanisms related to statistics in a sample of 233 pre-service teachers. In this context, it is examined whether an attentional bias task, the emotional Stroop task, is appropriate for assessing statistics anxiety and can be used as an alternative to the “traditional” multiple-choice questionnaire. In addition, we investigate the relationship between the new task and other factors, such as, attitudes towards statistics, mathematics achievement, cognitive reflection, past experience in statistics, perceived usefulness of statistics and study orientation in high school. The results did not confirm our main hypothesis regarding an existing relationship between statistics anxiety and attentional bias. The study findings are discussed on the basis of their potential use for understanding the nomological network of the factors that affect the learning of statistics in tertiary education. In conclusion, no evidence was found that the emotional Stroop task can provide a good alternative to the traditional multiple-choice questionnaire for measuring statistics anxiety Στις μέρες μας, παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον στη διεθνή βιβλιογραφία σχετικά με την αξιολόγηση του άγχους για τη στατιστική μέσω γνωστικών και συναισθηματικών δοκιμασιών. Η παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος σπουδών του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Η εργασία αυτή επιχειρεί να διερευνήσει τη σχέση ανάμεσα στο άγχος για τη στατιστική και τους μηχανισμούς επεξεργασίας πληροφοριών στατιστικής φύσης σε ένα δείγμα 233 υποψήφιων εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζεται εάν μια δοκιμασία προκατάληψης προσοχής, η συναισθηματική δοκιμασία Stroop, είναι κατάλληλη για τη μέτρηση του άγχους για τη στατιστική και ο βαθμός στον οποίο μπορεί η δοκιμασία αυτή να υποκαταστήσει τον «παραδοσιακό» τρόπο μέτρησης του άγχους με ερωτηματολόγιο πολλαπλής επιλογής. Παράλληλα, εξετάζεται η σχέση της νέας δοκιμασίας με τις στάσεις απέναντι στη στατιστική, τις μαθηματικές επιδόσεις, τη γνωστική ανατροφοδότηση, την προηγούμενη εμπειρία στη στατιστική, την αντιλαμβανόμενη χρησιμότητα της στατιστικής και την κατεύθυνση σπουδών στο λύκειο. Τα αποτελέσματα δεν επιβεβαίωσαν τη βασική μας υπόθεση για την ύπαρξη σχέσης ανάμεσα στο άγχος για τη στατιστική και την προκατάληψη της προσοχής. Τα ευρήματα της έρευνας συζητούνται στη βάση της προοπτικής αξιοποίησής τους για την κατανόηση του νομολογιακού δικτύου των παραγόντων που επιδρούν στη μάθηση της Στατιστικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Συμπερασματικά, δεν προέκυψαν ενδείξεις ότι η συναισθηματική δοκιμασία Stroop δύναται να υποκαταστήσει το ερωτηματολόγιο πολλαπλής επιλογής για τη μέτρηση του άγχους 1755 182 209 Σιωπηλό εγκεφαλικό επεισόδιο και συσχέτιση με τα γνωστικά ελλείμματα-ανασκόπηση Silent brain infarction is an increasingly recognized, and yet still not quite understood, clinical entity characterized by the often incidental finding of cerebral infarction on imaging in the absence of clinically apparent neurological impairment. Silent brain infarcts diagnosis relies on magnetic brain imaging. In recent years, diffusion-weighted MRI (DWI) has been increasingly used for determining the incidence of silent brain infarcts. Silent brain infarcts are common findings in advanced age. Evidence has built up that vascular abnormalities play a role in the development of dementia. Patients with stroke are at increased risk for both vascular dementia and Alzheimer's disease. Silent brain infarcts are believed to be caused by the occlusion of small brain vessels and are therefore categorized as a small vessel disease. Many silent infarcts are small and deep. Lacunar infarcts are in all probability one of most common mechanisms of silent infarction. Silent lacunar infarct is associated with cognitive deficits and linked to an increased risk of stroke and dementia. The lacunar hypothesis supports the notion that lacunar ischaemic stroke is a result of an intrinsic cerebral small arteriolar abnormality. Το σιωπηλό έμφρακτο του εγκεφάλου είναι μία κλινική οντότητα, η οποία ολοένα και περισσότερο αναγνωρίζεται, αλλά δεν είναι ακόμη καλά κατανοητή. Χαρακτηρίζεται από τη συχνά τυχαία ανακάλυψη του εγκεφαλικού εμφράκτου στις απεικονίσεις, εν τη απουσία κλινικά εμφανών νευρολογικών εκπτώσεων. Η διάγνωση των σιωπηλών εγκεφαλικών εμφράκτων βασίζεται στη μαγνητική τομογραφία του εγκεφάλου. Τα τελευταία χρόνια ο μαγνητικός συντονισμός με χρήση τεχνικών μοριακής διάχυσης χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για τoν καθορισμό της συχνότητας εμφάνισης των σιωπηλών εμφράκτων του εγκεφάλου. Τα σιωπηλά έμφρακτα του εγκεφάλου αποτελούν συχνά ευρήματα της προχωρημένης ηλικίας. Όλο και περισσότερα στοιχεία καταδεικνύουν ότι οι αγγειακές ανωμαλίες παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη της άνοιας. Οι ασθενείς με εγκεφαλικό επεισόδιο βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο τόσο για άνοια αγγειακής αιτιολογίας, όσο και νόσου Alzheimer. Τα σιωπηλά εγκεφαλικά έμφρακτα πιστεύεται ότι προκαλούνται από τη σύγκλειση των μικρών αγγείων του εγκεφάλου και κατηγοριοποιούνται ως πάθηση των μικρών αγγείων. Πολλά σιωπηλά έμφρακτα είναι μικρά βαθιά. Τα κενοτοπιώδη έμφρακτα είναι κατά πάσα πιθανότητα ένας από τους συνήθεις μηχανισμούς του σιωπηλού εμφράκτου. Τα σιωπηλά κενοτοπιώδη έμφρακτα σχετίζονται με γνωστικά ελλείμματα και συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου και άνοιας. Η κενοτοπιώδης υπόθεση υποστηρίζει την θεωρία ότι το κενοτοπιώδες ισχαιμικό έμφρακτο είναι αποτέλεσμα εσωτερικής ανωμαλίας των εγκεφαλικών μικρών αρτηριολίων. 1756 230 245 Διερεύνηση της βιολογικής επεξεργασίας διασταλάγματος σε σύστημα SBR πλήρους κλίμακας In many countries including Greece, landfill is nowadays the most common way to manage municipal solid waste. In spite of many advantages, the disposal of municipal solid waste in landfills has a major disadvantage, leachate generation. Landfill leachate contains high amount of organic and inorganic compounds that might cause pollution to water resources. Detrimental effects, leachate can cause to the environment have led to the adoption of a legislative framework that requires them to be treated before they can be discharged. Biological treatment is widely used as a leachate treatment method. Depending on the occasion, biological treatment can be used either as the only treatment method or combined with others. The application of biological treatment is mainly aiming at reducing the biodegradable compounds of carbon and nitrogen. The main goal of this master thesis is to evaluate the operation of a biological treatment plant. The plant treats leachates from a municipal solid waste landfill site located in Komotini, Rodopi in Greece using a twin SBR system operating in parallel. The leachates that the plant is treating is almost stabilized (BOD/COD = 0,014 ± 0,04). The removal rates from the two SBR reactors are respectively, BOD 73% ± 10% and 71% ± 11%, COD 28% ± 9% and 25% ± 10% , NH4 – N 63% ± 43% and 62% ± 44% and TKN 52% ± 20% and 47% ± 25% Η υγειονομική ταφή αποτελεί σήμερα, για πολλές χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, τη πιο διαδεδομένη μέθοδο διαχείρισης των στερεών αστικών αποβλήτων. Παρά τα πολλά πλεονεκτήματα, η διάθεση των στερεών αστικών αποβλήτων σε χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (Χ.Υ.Τ.Α) έχει ένα σημαντικότατο μειονέκτημα, την παραγωγή διασταλαγμάτων. Τα διασταλάγματα περιέχουν μεγάλες ποσότητες οργανικών και ανόργανων χημικών ενώσεων που μπορούν να προκαλέσουν ρύπανση των υδάτινων πόρων. Οι δυσμενείς επιπτώσεις των διασταλαγμάτων στο περιβάλλον οδήγησαν στη θέσπιση νομοθετικού πλαισίου που επιβάλει την επεξεργασία τους πριν την διάθεση τους στους εκάστοτε αποδέκτεσ. Μεταξύ των μεθόδων διαχείρησης διασταλαγμάτων κυρίαρχη θέση έχει η βιολογική επεξεργασία. Η βιολογική επεξεργασία χρησιμοποιείται είτε ως κύρια μέθοδος διαχείρισης είτε συνδυαστικά με άλλες μεθόδου και στοχεύει κυρίως στη μείωση των βιολογικά αποικοδομήσιμων ενώσεων του άνθρακα και του αζώτου. Στα πλαίσια αυτής της διατριβής αξιολογήθηκε η λειτουργία της μονάδας βιολογικής επεξεργασίας διασταλαγμάτων του χώρου υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (Χ.Υ.Τ.Α) του Δήμου Κομοτηνής του Ν. Ροδόπης ως προς την ικανότητά της να απομακρύνει το ρυπαντικό φορτίο. Τα διαστάλαγματα που διαχειρίζεται η εν λόγω μονάδα βιολογικής επεξεργασίας είναι σχεδόν σταθεροποιημένα (BOD/COD = 0,014 ± 0,04). Τα ποσοστά αφαίρεσης που καταγραφήκαν για τις χαρακτηριστικές παραμέτρους στους δύο SBR είναι αντίστοιχα 73% ± 10% και 71% ± 11% για το BOD, 28% ± 9% και 25% ± 10% για το COD, 63% ± 43% και 62% ± 44% για το NH4 – N και 52% ± 20% και 47% ± 25% για το TKN. 1757 304 340 Ηθικά διλήμματα στα πλαίσια της Ευθανασίας και ο ρόλος του νοσηλευτικού προσωπικού The purpose of this study is to examine the ethical issues that exist for euthanasia and the role of nurses in it. In countries where euthanasia is not allowed, there is no question of the role of nurses. However, more and more countries are now addressing this issue in the context of decent death. Research has shown that nurses generally want to offer dignity and comfort to the patient but their views on euthanasia are confused. The rejection of euthanasia on the part of the nurse should not be based on personal bias or bias. The nurse should provide the patient with information about end-of-life care and take care of palliative care counseling. Another finding that has emerged from the research is the lack of education regarding euthanasia by nurses. Nurses should be trained to ensure that patients are fully informed about all options for ending their lives and are aware of the consequences of all possible decisions. Nurses should also be properly trained to be able to provide support to the patient and the family to access the resources they require. Several states now have laws that allow the prosecution of any person who provides help to speed up the death of the patient or performs a deliberate act to cause the death of a person. In addition, some states have incorporated the Code of Ethics for Professional Nurses into their nursing practice and practice regulations. A breach of ethics could be considered as unprofessional behavior and subject to disciplinary action, including suspension or loss of leave. However, developing legislation that includes the protection of nurses who legitimately choose to participate in the euthanasia process but also those who refuse it is necessary. The same goes for the training that is necessary for nurses to provide the best possible help to their patients. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να εξετάσει τα ηθικά ζητήματα που υπάρχουν για την ευθανασία και τον ρόλο των νοσηλευτών σε αυτή. Σε χώρες όπου η ευθανασία δεν επιτρέπεται δεν τίθεται θέμα για τον ρόλο των νοσηλευτών. Όλο και περισσότερες χώρες όμως εξετάζουν πλέον το ζήτημα αυτό στα πλαίσια ενός αξιοπρεπούς θανάτου. Η έρευνα έδειξε ότι οι νοσηλευτές σε γενικές γραμμές επιθυμούν να προσφέρουν αξιοπρέπεια και παρηγοριά στον ασθενή αλλά οι απόψεις τους για την ευθανασία είναι συγκεχυμένες. Η απόρριψη της ευθανασίας εκ μέρους του νοσηλευτή δεν πρέπει να βασίζεται σε προσωπική προκατάληψη ή μεροληψία. Ο νοσηλευτής θα πρέπει να παρέχει στον ασθενή πληροφορίες σχετικά με την περίθαλψη στο τέλος της ζωής του και να φροντίζει για μια συμβουλευτική φροντίδα παρηγορητικής αγωγής. Ένα ακόμα εύρημα που προέκυψε από την έρευνα είναι η έλλειψη εκπαίδευσης αναφορικά με την ευθανασία εκ μέρους των νοσηλευτών. Οι νοσηλευτές θα πρέπει να εκπαιδεύονται ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ασθενείς είναι πλήρως ενημερωμένοι για όλες τις επιλογές τερματισμού της ζωής τους και να συνειδητοποιούν τις συνέπειες όλων των πιθανών αποφάσεων. Οι νοσηλευτές θα πρέπει επίσης να έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση προκειμένου να μπορούν να παρέχουν υποστήριξη στον ασθενή και την οικογένεια του για να έχουν πρόσβαση στους πόρους που ζητούν. Αρκετά κράτη έχουν σήμερα νόμους που επιτρέπουν τη δίωξη οποιουδήποτε προσώπου που παρέχει βοήθεια για την επιτάχυνση του θανάτου του ασθενή ή εκτελεί σκόπιμη πράξη για να προκαλέσει το θάνατο ενός ατόμου. Επιπρόσθετα, ορισμένα κράτη έχουν ενσωματώσει τον Κώδικα Δεοντολογίας των Επαγγελματιών Νοσηλευτών στις πράξεις και κανονισμούς πρακτικής των νοσηλευτών τους. Μια παραβίαση δεοντολογίας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντιεπαγγελματική συμπεριφορά και να υπόκειται σε πειθαρχικές ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της αναστολής ή της απώλειας άδειας. Ωστόσο, η ανάπτυξη μίας νομοθεσίας που περιλαμβάνει την προστασία των νοσηλευτών που επιλέγουν νόμιμα να συμμετάσχουν στη διαδικασία ευθανασίας αλλά και σε αυτούς που αρνούνται είναι απαραίτητη. Το ίδιο ισχύει και για την εκπαίδευση που είναι απαραίτητη για τους νοσηλευτές προκειμένου να παρέχουν την καλύτερη δυνατή βοήθεια στους ασθενείς τους. 1758 233 258 Ανοσοϊστοχημική προσέγγιση και αξιολόγηση των επιπτώσεων της οξείας χοριοαμνιονίτιδας στην εξωμυελική αιμοποίηση του σπλήνα κατά τα διάφορα στάδια της εμβρυικής ανάπτυξης Purpose of this study is to detect possible effect of chorioamnionitis in fetal hematopoiesis of fetal spleen, specifically. Chorioamnionitis is an infection caused by infectious agents, which initially offend the mother, resulting in the fetus. During the fifth week of pregnancy, the spleen is hematopoietic organ exclusively, and between the 15th and 23rd week is transformed gradually into lymph organ. The research was conducted with 88 samples, 22 for each trimester, infected with chorioamnionitis and 22 samples of voluntary abortions, without signs of chorioamnionitis, as control. The main technique that had been used is immunohistochemistry, which applied on the samples after the histological preparation. For immunohistochemistry were used three antibodies, CD3, CD20 and CD34 for Τ, Β and stem cells targeting, respectively. The results for the samples of the first trimester showed no difference in the rate of hematopoietic and lymphopoietic cells between the patient and the normal samples. During the second trimester there was an increase in progenitor hematopoietic stem cells patient samples, while no significant changes were observed in B and T cells. For the third trimester, were noted 27% increase of progenitor hematopoietic stem cells, 32% and 27% reduction of T and B cells, respectively, for infected cases. We conclude, therefore, that the disturbances in hematopoiesis and the development of the immune role of this tissue, associated with the existence of chorioamnionitis but the exact mechanism of impact is unknown. Στόχος της συγκεκριμένης έρευνας είναι η ανίχνευση πιθανής επίδρασης της χοριοαμνιονίτιδας στην εμβρυική αιμοποίηση και συγκεκριμένα στον εμβρυικό σπλήνα. Χοριοαμνιονίτιδα είναι μια λοίμωξη που οφείλεται σε μολυσματικούς παράγοντες, οι οποίοι προσβάλλουν αρχικά την μητέρα, καταλήγοντας στο έμβρυο. Κατά την 5η εβδομάδα της κύησης, ο σπλήνας αποτελεί αποκλειστικά αιμοποιητικό όργανο, ενώ μεταξύ της 15ης και 23ης βδομάδας μετασχηματίζεται σταδιακά σε λεμφοποιητικό όργανο. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με 88 δείγματα, 22 για κάθε τρίμηνο κύησης, προσβεβλημένα με χοριοαμνιονίτιδα και 22 δείγματα εκούσιων αμβλώσεων, χωρίς σημάδια χοριοαμνιονίτιδας, ως μάρτυρες. Η κύρια τεχνική που χρησιμοποιήθηκε για την διεκπεραίωση της εργασίας είναι η ανοσοϊστοχημεία, η οποία εφαρμόστηκε στα δείγματα αφού επεξεργάστηκαν σύμφωνα με τη διαδικασία προετοιμασίας δειγμάτων για ιστολογική εξέταση. Στην ανοσοϊστοχημεία χρησιμοποιήθηκαν τρία αντισώματα, CD3, CD20 και CD34 για τη στόχευση των Τ, Β και προγονικών αιμοποιητικών κυττάρων, αντίστοιχα. Τα αποτελέσματα για τα δείγματα του πρώτου τριμήνου δεν έδειξαν κάποια διαφορά στο ποσοστό αιμοποιητικών και λεμφοποιητικών κυττάρων ανάμεσα στα ασθενή και τα φυσιολογικά δείγματα. Κατά το 2ο τρίμηνο παρατηρήθηκε μια αύξηση στα προγονικά αιμοποιητικά κύτταρα ασθενών δειγμάτων, ενώ δεν παρατηρήθηκαν ουσιώδεις αλλαγές στα Β και Τ κύτταρα. Στο 3ο τρίμηνο πήραμε το αποτέλεσμα 27% αύξησης στα προγονικά αιμοποιητικά ασθενή δείγματα, 32% και 27% μείωση στα ασθενή Τ και Β κύτταρα, αντίστοιχα. Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως οι διαταραχές στην αιμοποίηση και στην ανάπτυξη του ανοσοποιητικού ρόλου του συγκεκριμένου ιστού, έχουν σχέση με την ύπαρξη χοριοαμνιονίτιδας, χωρίς όμως να είναι γνωστός ο ακριβής μηχανισμός επίδρασης. 1759 199 233 Εκτίμηση της συνδυαστικής χορήγησης silibinin και sorafenib στην καρκινική κυτταρική σειρά ήπατος HepG2 Background/Aim: Sorafenib is a tyrosine kinase multi-inhibitor which is the first choice in treatment of high grade hepatocellular carcinoma (HCC). Silibinin is a flavonolignan known for its anticancer effect against different types of cancer, as well as liver and biliary diseases. The aim of the current study is to investigate the combined effect of these agents against HCC in vitro. Materials and Methods: Cell viability was assessed on HepG2 HCC cell line, by using the MTT assay, after administering sorafenib or silibinin alone and in combination in a range of concentrations. Cell migration was assessed by applying the wound healing assay.Results: Sorafenib and silibinin combined treatment, reduced cell viability in HepG2 cells mainly in a time- and less in a dose-dependent manner. The combined administration of 5μΜ sorafenib and 75μΜ silibinin was as effective as the administration of 7.5 or 10μΜ of sorafenib alone. Additionally, cell migration was more effectively inhibited by the combined treatment. Conclusion: The combination of sorafenib and silibinin seems to be a promising therapeutic approach. The mechanisms of action need to be elucidated. Further in vitro and in vivo studies are needed in order to clarify whether this combination could be used in clinical practice. Σκοπός: Το sorafenib είναι πολυαναστολέας κινασών τυροσίνης που βρίσκεται στην πρώτη γραμμή επιλογής για την αντιμετώπιση του προχωρημένου καρκίνου του ήπατος. Η silibinin ανήκει στις φλαβονολιγνάνες και είναι γνωστή για την δράση της εναντίον διαφόρων τύπων καρκίνου, καθώς και εναντίον παθήσεων του ήπατος και των χοληφόρων. Στην παρούσα μελέτη διερευνήθηκε in vitro η συνδυαστική δράση των δύο παραγόντων έναντι του ηπατοκυτταρικού καρκίνου. Υλικά και μέθοδοι: Στην καρκινική κυτταρική σειρά HepG2 εκτιμήθηκε η βιωσιμότητα των κυττάρων παρουσία του sorafenib ή/και της silibinin, σε διάφορες συγκεντρώσεις, μέσω της δοκιμασίας ΜΤΤ (βρωμιούχου διμεθυλθιαζολ- διφαινυτετραζολίου), καθώς και η μεταναστευτική ικανότητα των κυττάρων με τη δοκιμασία προσομοίωσης επούλωσης τραύματος (would healing assay). Αποτελέσματα: Η συνδυαστική χορήγηση sorafenib και silibinin επηρέασε την κυτταρική βιωσιμότητα με χρονοεξαρτώμενο αλλά όχι, σε γενικές γραμμές, δοσοεξαρτώμενο τρόπο. Η συνδυαστική χορήγηση 5μΜ sorafenib με 75μΜ silibinin είχε αποτελέσματα συγκρίσιμα με αυτά της μεμονωμένης χορήγησης 7,5 ή 10μΜ sorafenib. Παράλληλα, παρατηρήθηκε και αναστολή της μετανάστευσης των κυττάρων υπό την παρουσία των δύο ουσιών. Σχεδόν όλες οι συνδυαστικές χορηγήσεις φάνηκε μάλιστα ότι υπερείχαν των αντίστοιχων μεμονωμένων χορηγήσεων. Συμπεράσματα: Η συγχορήγηση sorafenib και silibinin φαίνεται να έχει ενθαρρυντικά αποτελέσματα. Οι μηχανισμοί δράσης της συνδυαστικής χορήγησης τους όμως θα πρέπει να αποσαφηνιστούν. Περαιτέρω in vitro και in vivo μελέτες κρίνονται απαραίτητες ώστε να εκτιμηθεί εάν ο συγκεκριμένος συνδυασμός θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην κλινική πράξη. 1760 424 463 Αξιολόγηση της ζυμωτικής ικανότητας λυοφιλιωμένης καλλιέργειας kefir μετά από αποθήκευση 3 μηνών στην παραγωγή μηλίτη οίνου Today, there is growing interest in the use of mixed cultures in cider-making due to the possibility perform alcoholic and malolactic fermentation simultaneously, hence improving the quality of the final product. It also obvious that use of cell immobilization systems, due to the multiplex technical and economical advantages and cell lyophilization owe to compatability with the industrial and commercial needs, consist major research fields. The aim of the present study was to investigate the effect of immobilization and the use of cryoprotectant agents during lyophilization in the fermentative ability of the kefir culture after storage for a period of three months at room (20-25oC), refrigerator (4oC) and freezing (-18oC temperatures. Kefir culture provided by the Laboratory of Applied Microbiology & Biotechnology, Department of Molecular Biology & Genetics, Democritus University of Thrace was used for the fermentation of concentrated apple juice. Initially, kefir culture was immobilized on delignified cellulosic materials (DCM) and apple pieces and then the effect of the cryoprotective agents (solutions 10, 25% w/v glucose, fructose, trehalose, lactose, sucrose, 10, 25, 50 % w/v glycerol and apple juice) during lyophilization of the immobilized biocatalysts was studied. For comparison reasons, lyophilization with no cryoprotectants was also carried out. After lyophilization, the biocatalysts were stored for a period of 3 months at room (20- 25oC), refrigerator (4oC), and freezing (-18oC) temperatures. After storage, the biocatalysts were rehydrated and examined for their fermentative activity in apple juice the ethanol concentration, daily ethanol productivity, ethanol yield, residual sugars, conversion, concentrations of the main organic acids (malic, lactic and acetic acids) and the conversion of malic acid were determined. The amount of lactic and acetic acids, pH, ethanol yield and conversion were not affected by the different storage conditions, the immobilization or the useof cryoprotectants. The conversion of malic acid and the daily ethanol productivity, though, seemed to be influenced by both the storage conditions and the immobilization. Likewise, the immobilization and the use of cryoprotectants had no significant effect on the fermentation time, and in the fermentation products, respectively, compared to the control samples (lyophilization with no cryoprotectants) except when glycerol solution was used which had an adverse effect on the products.In conclusion, the results of this experiment, have shown that immobilisation has given increased stability and positively enhanced the functionality of biocatalysts while storage at refrigerator (4oC) and freezer (-18oC) temperatures seemed to have slightly more positive results than the storage at room temperatures (20-25oC). Moreover, the comparison of the control samples with biocatalysts incubated with cryoprotectants showed that the use of cryoprotectants is not necessary. Τα τελευταία χρόνια, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τις μικτές καλλιέργειες στην παραγωγή μηλίτη οίνου λόγω της δυνατότητας για ταυτόχρονη διεξαγωγή αλκοολικής και μηλογαλακτικής ζύμωσης, βελτιώνοντας έτσι την ποιότητα του τελικού προϊόντος. Είναι ακόμα προφανές ότι τα συστήματα ακινητοποιημένων κυττάρων, λόγω των πολλαπλών τεχνικών και οικονομικών πλεονεκτημάτων και η λυοφιλίωση των καλλιεργειών εξαιτίας της συμβατότητάς τους με τις βιομηχανικές και εμπορικές ανάγκες αποτελούν σημαντικά αντικείμενα έρευνας. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν η μελέτη της επίδρασης της ακινητοποίησης και των κρυοπροστατευτικών μέσων κατά την λυοφιλίωση στην ζυμωτική ικανότητα της καλλιέργειας κεφίρ μετά από αποθήκευση για χρονικό διάστημα 3 μηνών σε θερμοκρασίες δωματίου, ψύξης και κατάψυξης. Για τα πειράματα χρησιμοποιήθηκε καλλιέργεια κεφίρ του Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Μικροβιολογίας & Βιοτεχνολογίας του Τμήματος Μοριακής Βιολογίας & Γενετικής του Δημοκρίτειου Παν/μίου Θράκης και συμπυκνωμένος χυμός μήλου ως μέσο ζύμωσης. Αρχικά, πραγματοποιήθηκε ακινητοποίηση της καλλιέργειας σε απολιγνινοποιημένα κυτταρινούχα υλικά (DCM) και σε κομμάτια μήλου και στη συνέχεια μελετήθηκε η επίδραση των κρυοπροστατευτικών μέσων (διαλύματα 10, 25% w/v γλυκόζης, φρουκτόζης, τρεχαλόζης, λακτόζης, σουκρόζης, 10, 25, 50% w/v γλυκερόλης και χυμός μήλου) κατά τη λυοφιλίωση των ακινητοποιημένων βιοκαταλυτών. Ως δείγματα ελέγχου (control) χρησιμοποιήθηκαν βιοκαταλύτες που δεν επωάστηκαν με κρυοπροστατευτικό παράγοντα. Μετά την λυοφιλίωση, οι καλλιέργειες αποθηκεύθηκαν για χρονικό διάστημα 3 μηνών σε θερμοκρασίες δωματίου (20-25oC) ψυγείου (4oC) και κατάψυξης (-18oC). Μετά το πέρας της αποθήκευσης, ακολούθησε επανενυδάτωση και εξετάστηκε η ζυμωτική τους δραστικότητα σε χυμό μήλου. Κατά τη διάρκεια των ζυμώσεων προσδιορίστηκαν διάφοροι κινητικές παράμετροι, όπως η συγκέντρωση, η παραγωγικότητα και η απόδοση αιθανόλης, τα εναπομείναντα σάκχαρα, η μετατροπή και οι συγκεντρώσεις των κύριων οργανικών οξέων (μηλικού, γαλακτικού και οξικού), καθώς και η μετατροπή του μηλικού οξέος. Παράμετροι όπως η ποσότητα γαλακτικού και οξικού οξέος, το pH, η απόδοση αιθανόλης και η μετατροπή δεν επηρεάστηκαν από τις διαφορετικές συνθήκες αποθήκευσης, την ακινητοποίηση ή τη χρήση κρυοπροστατευτικού. Η μετατροπή μηλικού οξέος και η ημερήσια παραγωγικότητα αιθανόλης, ωστόσο, φάνηκε να επηρεάζονται θετικά τόσο από την αποθήκευση σε συνθήκες ψυγείου και κατάψυξης όσο και από την ακινητοποίηση. Αντίστοιχα, η ακινητοποίηση δεν φάνηκε να επηρεάζει το χρόνο ζύμωσης, ενώ η χρήση κρυοπροστατευτικών παραγόντων δεν δημιούργησε σημαντικές διαφορές στα προϊόντα των ζυμώσεων όσο αφορά το σύνολο των παραμέτρων και των οξέων που μελετήθηκαν σε σχέση με τα δείγματα ελέγχου (χωρίς επώαση με κρυοπροστατευτικό) εκτός από την περίπτωση του διαλύματος γλυκερόλης όπου τα προϊόντα επηρεάστηκαν αρνητικά. Τελικά, από τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου πειράματος, φάνηκε ότι η ακινητοποίηση προσέδωσε μεγαλύτερη σταθερότητα και ενίσχυσε θετικά τη λειτουργικότητα των βιοκαταλυτών ενώ η αποθήκευση σε θερμοκρασίες ψυγείου (4oC) και κατάψυξης (-18oC) φάνηκε να έχει ελαφρώς θετικότερα αποτελέσματα σε σχέση με την αποθήκευση σε δωμάτιο (20-25oC). Επιπλέον, η σύγκριση των δειγμάτων ελέγχου με τους βιοκαταλύτες που επωάστηκαν με κρυοπροστατευτικούς παράγοντες έδειξε ότι η χρήση κρυοπροστατευτικού δεν είναι απαραίτητη. 1761 11 11 Αυτόματος έλεγχος παραγωγής και οικονομική λειτουργία αυτόνομου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας Automatic generation control and economic operation of autonomous electrical power station 1762 83 96 Μαζοπίνακες για την ερυθρελάτη (Picea abies) και τη δασική πεύκη (Pinus sylvestris) στην Ελατιά Δράμας. For the spruce and Scots pine of the Elatia forest, regression models, which estimate the volume using breast height diameter and total height as predictor variables, were fitted. The study area was randomly sampled, with a final sample of 121 trees for spruce, and 61 trees for Scots pine. The selected models are: with R2 = 0,97 and standard error of the estimate = 0,30, for spruce, and with R2 = 0,57 and standard error of the estimate = 0,09, for Scots pine Για την ερυθρελάτη και τη δασική πεύκη του δάσους της Ελατιάς στη Δράμα, προσαρμόστηκαν μοντέλα παλινδρόμησης, τα οποία εκτιμούν τον όγκο με προβλέπουσες μεταβλητές τη στηθιαία διάμετρο και το συνολικό ύψος. Έγινε τυχαία δειγματοληψία στην περιοχή έρευνας, με τελικό δείγμα 121 δέντρων ερυθρελάτης και 61 δέντρων δασικής πεύκης. Τα μοντέλα που επιλέχτηκαν είναι: με R2 = 0,97 και τυπικό σφάλμα εκτίμησης = 0,30, για την ερυθρελάτη και με R2 = 0,57 και τυπικό σφάλμα εκτίμησης = 0,09, για τη δασική πεύκη 1763 180 223 Η επίδραση του συνδυασμού σακουμπιτρίλης/ βαλσαρτάνης στην λειτουργική κατάσταση ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια Recently, the PARADIGM-HF trial demonstrated the superiority of Sacubitril/Valsartan over enalapril on the composite of death from cardiovascular causes or hospitalization for heart failure (HF). With the present study assessed the effect of Sacubitril/Valsartan on circulating catecholamine levels in patients with HF in an observational cohort study.Methods.We included 54 consecutive HF patients attending our HF Outpatients Clinic who were eligible to Sacubitril/Valsartan according to the PARADIGM-HF inclusion and exclusion criteria. Norepinephrine and epinephrine were measured with immunoradiometric assays at baseline, at 3- and at 6-month time follow-up.Results. Compared to baseline levels there was no change at three months in epinephrine (P=0.177) or norepinephrine (P=0.815) concentrations. At 6 months norepinephrine remained unchanged (P=0.359). However, at 6 months we observed a significant increase in epinephrine levels compared to baseline [ 66 pg/mL (37 - 93) vs 38 pg/mL (18-74), P<0.001]. Conclusions. This study is the first to report on the effect of the new drug Sacubitril/Valsartan on circulating catecholamine levels in HF patients. Our data show a significant increase in epinephrine levels during a 6 month follow up in stable HF patients. Υπόβαθρο. Πρόσφατα, η μελέτη PARADIGM-HF κατέδειξε την ανωτερότητα του συνδυασμού Σακουμπιτρίλης/Βαλσαρτάνης έναντι της εναλαπρίλης στο σύνθετο τελικό σημείο θανάτου από καρδιαγγειακά αίτια ή νοσηλεία για καρδιακή ανεπάρκεια (HF). Με την παρούσα μελέτη αξιολογήθηκε η επίδραση του παραπάνω συνδυασμού στα επίπεδα της κυκλοφοριακής κατεχολαμίνης σε ασθενείς με ΚΑ σε μια προοπτική μελέτη παρατήρησης. Μέθοδοι. Συμπεριλάβαμε 54 ασθενείς με KA που παρακολουθούνταν στα ιατρεία Καρδιακής Ανεπάρκειας οι οποίοι ήταν επιλέξιμοι για την λήψη Σακουμπιτρίλης/Βαλσαρτάνης σύμφωνα με τα κριτήρια ένταξης και αποκλεισμού της μελέτης PARADIGM-HF. Η νορεπινεφρίνη και η επινεφρίνη μετρήθηκαν με ανοσοραδιομετρικές δοκιμασίες κατά την έναρξη, σε 3- και 6 μήνες παρακολούθηση. Αποτελέσματα. Σε σύγκριση με τα αρχικά επίπεδα, δεν παρατηρήθηκε αλλαγή στους τρεις μήνες σε συγκεντρώσεις επινεφρίνης (Ρ = 0.177) ή νορεπινεφρίνης (Ρ = 0.815). Σε 6 μήνες η νορεπινεφρίνη παρέμεινε αμετάβλητη (P = 0,359). Ωστόσο, στους 6 μήνες παρατηρήσαμε σημαντική αύξηση των επιπέδων επινεφρίνης σε σύγκριση με την αρχική τιμή [66 pg / mL (37-93) έναντι 38 pg / mL (18-74), P <0.001]. Συμπεράσματα. Αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που αναφέρει την επίδραση του νέου φαρμάκου Sacubitril / Valsartan στα επίπεδα της κυκλοφοριακής κατεχολαμίνης σε ασθενείς με KA. Τα δεδομένα μας δείχνουν σημαντική αύξηση των επιπέδων της επινεφρίνης κατά τη διάρκεια παρακολούθησης 6 μηνών σε ασθενείς με σταθερή ΚΑ. 1764 116 118 Primary Education teachers’ attitudes To the use of drama techniques as a means of learning assessment Στάσεις εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης για τη χρήση θεατρικών τεχνικών ως μέσου μαθησιακής αξιολόγησης The issue of learning evaluation is always a key issue in teaching methodology, as more and more new methods and techniques are proposed aiming at a more effective students’ assessment. The present study explores the views and attitudes of primary school teachers on the use of theatrical techniques as a means of students’ assessment. Drama techniques are indeed offered for teaching use in all school subjects and are often suggested by curricula. The sample teachers of the present study attach considerable importance to the use of theatrical techniques, yet few of them ultimately apply them, especially aiming at learning evaluation. Το ζήτημα της αξιολόγησης της μάθησης αποτελεί συνεχώς ένα καίριο θέμα της διδακτικής μεθοδολογίας, καθώς ολοένα προτείνονται νέες μέθοδοι και τεχνικές με σκοπό την πιο αποτελεσματική διαδικασία αξιολόγησης των μαθητών. Στην παρούσα μελέτη, διερευνώνται οι απόψεις και οι στάσεις των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με τη δυνατότητα αξιοποίησης των θεατρικών τεχνικών ως μέσο αξιολόγησης των μαθητών. Οι θεατρικές τεχνικές πράγματι προσφέρονται για διδακτική αξιοποίηση σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα και συχνά προτείνονται από τα προγράμματα σπουδών. Οι εκπαιδευτικοί του δείγματος της παρούσας μελέτης αποδίδουν αρκετή σημασία στη χρήση των θεατρικών τεχνικών, ωστόσο λίγοι από αυτούς τελικά τις εφαρμόζουν, ιδιαίτερα με στόχο την μαθησιακή αξιολόγηση. 1765 230 260 Επαγγελματικοί κίνδυνοι, επιπτώσεις στην υγεία και η εφαρμογή τους στους διοικητικούς υπαλλήλους περιφερειακού πανεπιστημίου Introduction. Administrative employees’ health is not considered to be in danger. Yet, there are several examples of administrative employee morbidity including sick building syndrome, musculoskeletal issues, and work-related stress. Purpose: The purpose of this study was to document the workplace hazards in the field of administrative services in a regional university. Materials and Methods: A sample of 108 administrative employees of the Democritus University of Thrace in all four cities was used. SPSS was used for the statistical analysis of the data. Results. This study’s results were similar to several past studies on the same subject. Most administrative employees feel safe in their workplace, they have a clear role, and their skills are put in good use. Furthermore, their health and safety is not endangered in regards to the workplace environment but also in terms of building ergonomy and building maintenance. Some novel findings are that, due to the economic crisis, employees are more concerned than in the past for a potentially pause of duties or a potentially reduced salary.Conclusions: Administrative Employees at the Democritus University of Thrace are pleased with their working environment. They are supported by both the administration and their families, but they have an increased feeling of insecurity due to the economic crisis. The University should create support mechanisms, which would include a trained physician, and educational opportunities on health and security issues for the employees. Εισαγωγή: Η Υγεία των εργαζομένων στον κλάδο των διοικητικών υπηρεσιών αν και δεν θεωρείται από το ευρύ κοινό ότι έχει επικινδυνότητα, υπάρχουν παραδείγματα επαγγελματικής νοσηρότητας, όπως το σύνδρομο άρρωστου κτιρίου, μυοσκελετικές καταπονήσεις και επαγγελματικό στρες να έχουν παρουσιαστεί σε διοικητικούς υπαλλήλους.Σκοπός : Ο σκοπός της συγκεκριμένης έρευνας ήταν να καταγράψει και να εκτιμήσει τους βλαπτικούς παράγοντες του εργασιακού περιβάλλοντος στον κλάδο των διοικητικών υπηρεσιών σε ένα περιφερειακό Πανεπιστήμιο. Υλικό. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 108 διοικητικοί υπάλληλοι στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και στις τέσσερις (4) πόλεις. Για τη στατιστική ανάλυση των δεδομένων χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πακέτο SPSS. Αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα που αναδείχθηκαν από την παρούσα εργασία δεν διέφεραν από τα γενικώς γνωστά αποτελέσματα που έχουν αναδειχθεί από παλιότερες μελέτες. Οι περισσότεροι διοικητικοί υπάλληλοι νιώθουν ασφαλείς στην εργασία τους, έχουν σαφή ρόλο και αξιοποιούνται οι ικανότητές στη εργασία.Τα νέα δεδομένα λόγω οικονομικής κρίσης που υπάρχουν είναι ότι προκαλεί ανησυχία το γεγονός μιας πιθανής διαθεσιμότητας ή και μία μείωση του μισθού τους. Επίσης η υγεία και η ασφάλεια των υπαλλήλων στο Πανεπιστήμιο δε διατρέχει κίνδυνο τόσο από πλευράς εργασιακού περιβάλλοντος όσο και από πλευράς εργονομίας και λειτουργίας των κτιριακών εγκαταστάσεων.Συμπεράσματα. Οι Διοικητικοί Υπάλληλοι είναι ευχαριστημένοι από το εργασιακό τους περιβάλλον, έχουν στήριξη τόσο από την διοίκησή όσο και από την οικογένεια τους, με αυξημένο το αίσθημα της ανασφάλειας λόγω οικονομικής κρίσης. Το Πανεπιστήμιο πρέπει να δημιουργήσει σταθερές δομές υποστήριξης των υπαλλήλων με κατάλληλο προσωπικό στην εργασία τους (Γιατρό εργασίας) και προϋποθέσεις εκπαίδευσης των υπαλλήλων σε θέματα υγείας και ασφάλειας. 1766 102 99 The infertility problems faced by modern couples lead to the solution of in vitro fertilization. From the end of the last century until today, thou-sands of women around the world have enjoyed motherhood with the help of assisted reproduction methods. However, the need for better health care has contributed to the increase in countries that promote medical tourism. Countries such as Greece, Spain, Italy, Iran and Turkey have invested in healthcare services and facilities and are now an ideal destination for various forms of specialized medical treatment. Among the medical services provided is assisted reproduction by the method of in vitro fertilization. Τα προβλήματα υπογονιμότητας που αντιμετωπίζουν τα σύγχρονα ζευγάρια οδηγούν στην λύση της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα έως σήμερα χιλιάδες γυναίκες πα-γκοσμίως απόλαυσαν την μητρότητα με τη βοήθεια μεθόδων υποβο-ηθούμενης αναπαραγωγής. Η ανάγκη όμως για καλύτερη υγειονομική περίθαλψη, συνέβαλε στην αύξηση των χωρών που προωθούν τον ιατρικό τουρισμό. Κράτη όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Ιταλία, το Ιράν και η Τουρκία, επένδυσαν σε υπηρεσίες και εγκαταστάσεις υγειο-νομικής περίθαλψης και αποτελούν πλέον ιδανικό προορισμό για διάφορες μορφές εξειδικευμένης ιατρικής θεραπείας. Ανάμεσα στις ιατρικές υπηρεσίες που παρέχονται είναι και η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με την μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης. 1767 199 184 The effect of executive control on cognitive performance during childhood Ο ρόλος του εκτελεστικού ελέγχου στην επίδοση γνωστικών έργων κατά τη σχολική ηλικία This study has attempted to examine the effect of Executive Function on problem solving in school age. The survey involved 60 students aged 9-12. The participants were examined in an array of 6 cognitive projects (tasks) which, in two, were aimed at verbal, quantitative and spatial competence. In order to determine the level of the Executive Function of the participants, the Stroop Test was used and six projects were provided as indicators for the measurement of the Executive Function (small shape - large shape, color - word, small number - large number). ABSTRACT All participants were individually examined. The results were processed on the basis of the current bibliography on the structure of the cognitive system, as well as the current views on the executive function of cognitive activity. It appeared that children aged 11-12 years have a higher level of executive function. At the same time, the effect of age on cognitive performance became apparent. Finally, the results showed that the adequacy of the executive function affects the effective solution of the cognitive projects (tasks), but also the accuracy of the estimations for the process of their resolution H παρούσα μελέτη διερευνά την επίδραση που ασκεί ο εκτελεστικός έλεγχος στην επίλυση προβλημάτων κατά τη σχολική ηλικία. Στην έρευνα συμμετείχαν 60 μαθητές ηλικίας 9-12 χρόνων. Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν σε μία συστοιχία 6 γνωστικών έργων τα οποία, ανά δύο, απευθύνονταν στη λεκτική, ποσοτική και χωροταξική ικανότητα. Για τον προσδιορισμό του επιπέδου του εκτελεστικού ελέγχου των συμμετεχόντων χρησιμοποιήθηκε το Stroop Test και χορηγήθηκαν έξι έργα ως δείκτες για τη μέτρηση του Εκτελεστικού Ελέγχου (μικρό σχήμα – μεγάλο σχήμα, χρώμα – λέξη, μικρός αριθμός – μεγάλος αριθμός). ΠΕΡΙΛΗΨΗ Όλοι οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν ατομικά. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων έγινε με βάση την τρέχουσα βιβλιογραφία για τη δομή του γνωστικού συστήματος, αλλά και τις σύγχρονες απόψεις για τον εκτελεστικό έλεγχο αναφορικά με τη γνωστική δραστηριότητα. Φάνηκε ότι τα παιδιά ηλικίας 11-12 ετών παρουσιάζουν υψηλότερο επίπεδο εκτελεστικού ελέγχου. Παράλληλα, έγινε φανερή η επίδραση της ηλικίας στη γνωστική επίδοση. Τέλος, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η επάρκεια του εκτελεστικού ελέγχου επηρεάζει την αποτελεσματική επίλυση των γνωστικών έργων, αλλά και την ακρίβεια των εκτιμήσεων για τη διαδικασία επίλυσης τους 1768 324 348 Είναι δικαιολογημένη η αντισύλληψη/στείρωση σε άτομα με σοβαρά κληρονομούμενα νοσήματα ή μη χρόνια νοσήματα ή παραβίαση της ατομικής τους ελευθερίας; The cases of people with various psychiatric, inherited or non-inherited illnesses have raised many questions about whether these people are capable of becoming parents. This was the focus of our study and it raised interesting moral, legal, theological and social dilemmas concerning the bioethically controversial society we live in today. The legal provisions in force in Greece, in the European Union, but also worldwide are considered particularly liberal, highlighting the equality and freedom of every person to become a parent, protecting the institution of marriage and family. At the same time, both the Orthodox and the Roman Catholic Church are moving in the same direction, focusing on the individual and his needs. The crucial role in the dilemma however, on whether these people can become parents, is for the parent himself, provided of course that he is able to act in such a capacity. In difficult cases, for example in a person with severe autism, usually parenthood becomes difficult or even impossible, since the person lacks social relationships, let alone marital contacts. Also, in people with Down syndrome, parenthood is more difficult because men with it are infertile and have reduced spermatogenesis, while women often lack ovulation and usually enter menopause prematurely. This study tries to raise a number of questions and concerns on this topic, such as: Since all people are equal and free to live their lives, regardless of various discriminations, how is it possible to actually have children while having a mental illness and still be capable of raising a child alone? Given that some people with these syndromes cannot self-care, how will they cope on their own with the daily needs of a child? Who will assist their parenting? To what extent should their relatives (parents, siblings, etc.) decide on a possible contraception / sterilization? What are the chances of giving birth to a child with the same syndrome? There are no clear answers, as this is a controversial issue. Οι περιπτώσεις ατόμων με διάφορα ψυχιατρικά, κληρονομούμενα ή μη νοσήματα έχει εγείρει πλήθος ερωτημάτων σχετικά με το αν αυτά τα άτομα είναι ικανά να γίνουν γονείς και αποτέλεσε το αντικείμενο της παρούσας μελέτης, εγείροντας ταυτόχρονα ενδιαφέροντα ηθικά, νομικά, θεολογικά και κοινωνικά διλήμματα σε μια βιοηθικά αμφιλεγόμενη κοινωνία. Οι νομικές διατάξεις που ισχύουν στην Ελλάδα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και παγκοσμίως θεωρούνται ιδιαιτέρως φιλελεύθερες, αναδεικνύοντας την ισότητα και την ελευθερία του κάθε ανθρώπου να γίνει γονιός, προστατεύοντας τον θεσμό του γάμου και της οικογένειας. Την ίδια ώρα, τόσο η Ορθόδοξη, όσο και η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία στρέφονται προς την ίδια κατεύθυνση, θέτοντας στο επίκεντρο το ίδιο το άτομο και τις ανάγκες του. Καταληκτικό ρόλο στο δίλημμα για το αν μπορεί να γίνει κάποιο από αυτά τα άτομα γονιός, έχει το ίδιο, με την προϋπόθεση βέβαια πως μπορεί να ασκήσει τέτοια ιδιότητα. Στις δύσκολες περιπτώσεις, πχ σε ένα άτομο με βαρύ αυτισμό, συνήθως η γονεϊκότητα από μόνη της καθίσταται δύσκολη έως και ακατόρθωτη, αφού το ίδιο άτομο στερείται κοινωνικών σχέσεων πόσο μάλλον συζυγικών επαφών. Επίσης, στα άτομα με σύνδρομο Down η γονεϊκότητα είναι δυσκολότερη, διότι οι άντρες με το οικείο σύνδρομο είναι υπογόνιμοι, έχοντας ελαττωμένη σπερματογένεση και οι γυναίκες συχνά έχουν έλλειψη ωορρηξίας και συνήθως εισέρχονται πρόωρα στην εμμηνόπαυση. Η συγκεκριμένη εργασία προσπαθεί να αναδείξει πλήθος ερωτημάτων και προβληματισμών σχετικά με το παρόν θέμα, όπως: Εφόσον όλοι οι άνθρωποι είναι ισότιμοι και ελεύθεροι στη ζωή τους, ανεξαρτήτως ποικίλων διακρίσεων, πώς είναι δυνατόν στην πραγματικότητα να τεκνοποιούν, έχοντας κάποιο ψυχικό νόσημα και να αναθρέφουν μόνοι τους ένα παιδί; Έχοντας ως δεδομένο ότι κάποια άτομα με τα συγκεκριμένα σύνδρομα δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν, πώς θα ανταπεξέλθουν μόνοι τους στις καθημερινές απαιτήσεις ενός παιδιού; Ποιοι θα είναι οι αρωγοί στην γονεϊκότητά τους; Σε ποιο βαθμό θα πρέπει οι οικείοι τους (γονείς, αδέρφια κλπ) να αποφασίζουν για μία πιθανή αντισύλληψη/στείρωσή τους; Ποιες είναι οι πιθανότητες να γεννήσουν οι ίδιοι κάποιο παιδί με το ίδιο σύνδρομο; Ξεκάθαρες απαντήσεις δεν υπάρχουν, αφού πρόκειται για ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα. 1769 160 172 Colorectal cancer is the third most common type of cancer worldwide and is the main cause of death from cancer in the industrially developed Western World. Several population studies have focused on how the different living conditions can affect the possibility of colorectal cancer, although several epidemiological studies based on those conditions and other factors, such as sex and / or ancestry, have mostly failed to identify a proven risk or beneficial factor related to colorectal cancer. In the present thesis we performed a detailed study and analysis of data concerning colorectal cancer, targeted on the most important molecular mechanisms related to carcinogenesis and on the genes and genetic changes that affect carcinogenicity. Furthermore, the relation between the immune system and the development of colorectal cancer is presented, focused on the action of specific molecular immune mediators, such as cytokines, chemokines, while we casted light on the effect of the mostly and better-known interleukins in the process of colorectal cancer. Ο ορθοκολικός καρκίνος είναι ο τρίτος συνηθέστερος καρκίνος παγκοσμίως και αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου από καρκίνο στο βιομηχανικά ανεπτυγμένο Δυτικό κόσμο. Αρκετές πληθυσμιακές μελέτες έχουν εστιάσει στο πώς η αλλαγή τρόπου ζωής δύναται να επηρεάσει την πιθανότητα εμφάνισης ορθοκολικού καρκίνου, αν και αρκετές επιδημιολογικές μελέτες που βασίζονται στο διαφορετικό τρόπο ζωής, το φύλο ή και την καταγωγή έχουν ως επί των πλείστων αποτύχει στον προσδιορισμό ενός αποδεδειγμένου κινδύνου σχετικού με τον ορθοκολικό καρκίνο, αλλά και τους ευεργετικούς γι’ αυτόν παράγοντες. Στην παρούσα μελέτη πραγματοποιείται μια διεξοδική μελέτη και ανάλυση στοιχείων και δεδομένων που αφορούν τον ορθοκολικό καρκίνο, με σημαντικότερους τους μοριακούς μηχανισμούς σχετικούς με την καρκινογένεση, καθώς και γονιδίων και γενετικών μεταβολών που δρουν στην πορεία της καρκινογένεσης στον ορθοκολικό καρκίνο. Παράλληλα, παρουσιάζεται η συσχέτιση της επίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος επί της ανάπτυξης του ορθοκολικού καρκίνου, δίνοντας έμφαση στη δράση εξειδικευμένα μοριακών μεσολαβητών του ανοσοποιητικού συστήματος, όπως οι κυτοκίνες, οι χημειοκίνες, ενώ παράλληλα το ενδιαφέρον εστιάζεται στη μελέτη της επενέργειας των κυριότερων και καλύτερα μελετημένων ιντερλευκινών στην πορεία του ορθοκολικού καρκίνου. 1770 314 331 Greek educational policy and institutional framework of higher education from 1932 until 1982 - by n.5343/1932 in n. 1268/1982 Ελληνική εκπαιδευτική πολιτική και θεσμικό πλαίσιο της ανώτατης εκπαίδευσης από το 1932 έως το 1982 - από το ν.5343/1932 στο ν.1268/1982 The institution of education is undoubtedly a major and timeless issue of great concern to the Greek Governments and the whole of Greek society. The history of educational policy and especially educational policy in higher education during the 20th century is full of reform attempts, which largely determined the history and evolution of Greek universities. This reform projects, which either entered in the area of applied educational policy either remained at the level of simple proposals and recommendations without the benefit of such a legislative vesting and practicality. The main objective of this thesis is to investigate the legislative framework of Greek higher education from the 1930s until the early 1980s, becoming an extensive analysis of the content of the two leading reform cuts that took place in higher education, namely the N.5343/1932 and the N.1268/1982 and undertake a review assessing the educational choices of Greek Government on higher education both in policy statements and in applied educational policy level. The study results show that the Greek governments since the establishment of the newly established Greek state express great interest in the establishment and organization of higher education. During the evolution of Greek universities of the 20th century recorded several efforts to ensure the administrative independence of higher institutions and to enhance the quality of the provided scholarship. However, the history of university legislation reveals that timeless political tactics of the Greek governments is the establishment of state control and supervision in university affairs which undermines the freedom and autonomy of university thought and action. Finally, the reform efforts of the Greek governments would say that characterized by timidity and fitfulness which put on the sidelines the democratization of the structure and function of universities in order not to damage the existing traditional power structures. Ο θεσμός της εκπαίδευσης αποτελεί αναμφισβήτητα ένα καίριο και διαχρονικό ζήτημα, που απασχολεί έντονα τις ελληνικές κυβερνήσεις αλλά και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας. Η ιστορία της εκπαιδευτικής πολιτικής και δη της πολιτικής στην ανώτατη εκπαίδευση κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα γέμει μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων, που καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την ιστορική πορεία και εξέλιξη των ελληνικών πανεπιστημίων. Πρόκειται για μεταρρυθμιστικά εγχειρήματα, τα οποία είτε μετέβησαν στο στάδιο της εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής είτε παρέμειναν σε επίπεδο απλών προτάσεων και εισηγήσεων χωρίς να τύχουν ανάλογης νομοθετικής κατοχύρωσης και πρακτικής εφαρμογής. Κύριος στόχος της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να διερευνηθεί το νομοθετικό πλαίσιο της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τη δεκαετία του 1930 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980, να γίνει μία εκτενής ανάλυση του περιεχομένου των δύο σημαντικότερων μεταρρυθμιστικών τομών που συντελέστηκαν στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, ήτοι του Ν.5343/1932 και του Ν.1268/1982 και να επιχειρηθεί μία κριτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών επιλογών των ελληνικών κυβερνήσεων σχετικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση τόσο σε επίπεδο προγραμματικών δηλώσεων όσο και σε επίπεδο εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής. Τα αποτελέσματα της μελέτης αποδεικνύουν πως οι ελληνικές κυβερνήσεις ήδη από την ίδρυση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους εκδηλώνουν έντονο ενδιαφέρον για τη συγκρότηση και την οργάνωση της ανώτατης παιδείας. Κατά τη διάρκεια της εξέλιξης των ελληνικών πανεπιστημίων του 20ου αιώνα καταγράφονται αρκετές προσπάθειες για τη διασφάλιση της διοικητικής αυτοτέλειας των ανώτατων ιδρυμάτων και για την ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης ακαδημαϊκής γνώσης. Βέβαια, η ιστορία της πανεπιστημιακής νομοθεσίας μας αποκαλύπτει πως διαχρονική πολιτική τακτική των ελληνικών κυβερνήσεων αποτελεί η θεσμοθέτηση του κρατικού ελέγχου και εποπτείας στις πανεπιστημιακές υποθέσεις, υπονομεύοντας, έτσι, την ελευθερία και την αυτονομία της πανεπιστημιακής σκέψης και δράσης. Τέλος, οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των εκάστοτε κυβερνήσεων θα λέγαμε πως χαρακτηρίζονται από ατολμία και σπασμωδικότητα καθώς τίθεται σε δεύτερη μοίρα ο εκδημοκρατισμός της δομής και της λειτουργίας των πανεπιστημίων, έτσι ώστε να μη θιγούν οι υφιστάμενες παραδοσιακές δομές εξουσίας. 1771 235 256 the case of “Fortet” Naturbarnehage (“Fortet” forest kindergarten) η περίπτωση του “Fortet” Naturbarnehage (νηπιαγωγείο του δάσους “Fortet”) The dissertation examines the institution of forest kindergartens of Norway and especially the ways in which Fortet forest kindergarten operates. It aims to show the educational principles of Fortet as a forest kindergarten of Norway through literacy research and a case study example. Specifically, the dissertation intends to show the general educational orientation of the kindergarten, the educational methods which are used by the staff, the ways in which children acquire knowledge and gain skills, the kind of both and the role of the preschool teachers and the assistants during the educational process. The analysis of the case study was based mostly on observation, non-participant while visiting the kindergarten, as well as participant while working there as a trainee student. Other methods used was the diary method during observation and two informal interviews by the headmaster of Fortet forest kindergarten. Taking photos and videos were supportive tools, while formal papers from the kindergarten were studied. Fortet forest kindergarten focuses more in outdoor activities in natural environments and environmental education. Hands-on and cooperative learning methods are the main ones used and implemented through free and organized activities. The kind of knowledge which children gain is practical and it aims to a more efficient way of dealing with a variety of situations. It is mostly acquired through interaction of children with their peers, the staff and the natural environment. Η παρούσα πτυχιακή εργασία αναφέρεται στη θεσμική λειτουργία των νηπιαγωγείων του δάσους της Νορβηγίας και ειδικότερα στο νηπιαγωγείο του δάσους Fortet. Σκοπός της είναι να αναδείξει τόσο μέσω βιβλιογραφικής ανασκόπησης όσο και μέσω μελέτης περίπτωσης τις βασικές παιδαγωγικές αρχές και τους τρόπους λειτουργίας του Fortet ως νηπιαγωγείου του δάσους της Νορβηγίας. Ειδικότερα, η εργασία επιδιώκει να εντοπίσει τον γενικό προσανατολισμό του νηπιαγωγείου, τις εκπαιδευτικές μεθόδους που αξιοποιούνται από το προσωπικό, τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά αποκτούνε γνώσεις και δεξιότητες, το είδος των γνώσεων και δεξιοτήτων, καθώς και τον ρόλο του/ης εκπαιδευτικού και των βοηθών κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Η συλλογή δεδομένων για την μελέτη περίπτωσης πραγματοποιήθηκε με κύρια μέθοδο την παρατήρηση, η οποία ήταν μη συμμετοχική κατά τις επισκέψεις στο νηπιαγωγείο και συμμετοχική κατά την πεντάμηνη διάρκεια της πρακτικής άσκησης. Άλλες μέθοδοι συλλογής ήταν η καταγραφή προσωπικού ημερολογίου και σημειώσεων πεδίου κατόπιν της παρατήρησης και δύο ημιδομημένες συνεντεύξεις με τον διευθυντή του νηπιαγωγείου του δάσους Fortet. Εργαλεία συλλογής αποτέλεσαν η λήψη φωτογραφιών και βιντεοσκοπήσεων κατά την εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ μελετήθηκαν τα επίσημα έγγραφα του νηπιαγωγείου. Τα συμπεράσματα ανέδειξαν ότι το νηπιαγωγείο του δάσους Fortet επικεντρώνεται στην υπαίθρια δραστηριοποίηση των παιδιών στο φυσικό περιβάλλον και την περιβαλλοντική αγωγή. Κύριες παιδαγωγικές μέθοδοι είναι η βιωματική και η συνεργατική, οι οποίες εφαρμόζονται μέσω ελεύθερων και οργανωμένων δραστηριοτήτων. Οι γνώσεις που αποκτούνται είναι κυρίως πρακτικές, αποσκοπώντας στην αποτελεσματικότερη διαχείριση καταστάσεων, ενώ αποκτώνται ως επί το πλείστον μέσω αλληλεπίδρασης των παιδιών με τους συνομηλίκους, τους ενήλικες και το φυσικό περιβάλλον. 1772 216 313 Συσχέτιση των εμβιομηχανικών ιδιοτήτων του κερατοειδούς με το διαθλαστικό σφάλμα σε υγιείς οφθαλμούς Aim: Aim of this study is to assess the correlation of the refractive error with the corneal biomechanical properties measured with the Ocular Response Analyzer (ORA). Methods: The files of 128 individuals who underwent pre-assessment for refractive surgery in a private eye unit between September and October 2015 were reviewed retrospectively. Exclusion criteria were insufficient data, previous refractive or other ocular surgery, glaucoma and further corneal or anterior segment pathology. Only the right eyes of totally 99 individuals were included. The eyes were subdivided to 3 groups according to the spherical equivalent: hyperopic eyes (group A), low to moderate myopia (spherical equivalent > -6 D, group B) and high myopia (spherical equivalent < -6 D, group C). Outcome measures were corneal hysteresis (CH) and corneal resistance factor (CRF). Secondary measures included corneal-compensated intraocular pressure (IOPcc), steep keratometry (K2) and thickness of the thinnest location of the cornea. Results: CH and CRF were significantly lower in both myopic groups compared to the hyperopic group (p<0.001). The significance remained when matching for confounding factors: age, IOPcc, thinnest location and K2. There was no significant difference between groups B and C. Conclusion: Hyperopic eyes demonstrated different biomechanical properties according to the current study. Further research is needed with larger prospective studies to confirm the significance of the above findings. Σκοπός: Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να εξετάσει τη συσχέτiση των εμβιομηχανικών παραμέτρων του κερατοειδούς με το είδος και το μέγεθος του διαθλαστικού σφάλματος σε υγiείς οφθαλμούς. Υλικό και μέθοδος: Τα αρχεία 128 ατόμων που υπεβλήθησαν σε προεγχειρητικό έλεγχο για διαθλαστική χειρουργική σε ένα οφθαλμολογικό κέντρο από το Σεπτεμβρίου έως και τον Οκτώβριο 2015 μελετήθηκαν αναδρομικά. Κριτήρια αποκλεισμού αποτέλεσαν: το προηγούμενο ιστορικό διαθλαστικής χειρουργικής ή άλλων οφθαλμολογικών επεμβάσεων, το γλαύκωμα και το ιστορικό τραυματισμού ή παθολογίας κερατοειδούς καθώς και τα ελλειπή δεδομένα. Μόνο ο δεξιός οφθαλμός συνολικά 99 ατόμων εντάχθηκε στη μελέτη. Οι οφθαλμοί χωρίστηκαν σε 3 ομάδες ανάλογα με το είδος του διαθλαστικού σφάλματος: οφθαλμοί με υπερμετρωπία (σφαιρικό ισοδύναμο >0 D : ομάδα Α), χαμηλή και μέτρια μυωπία (0 > σφαιρικό ισοδύναμο > -6 D: ομάδα Β) και υψηλή μυωπία (σφαιρικό ισοδύναμο < -6 D : ομάδα Γ). Ως μέτρα ενδιαφέροντος εξετάστηκαν η κερατοειδική υστέρηση (corneal hysteresis - CH) και ο παράγοντας κερατοειδικής αντίστασης (corneal resistance factor - CRF), όπως είχαν μετρηθεί με Ocular response analyser (ORA, Reichert technologies) Επίσης μελετήθηκαν οι τιμές της ενδοφθάλμιας πίεσης σταθμισμένης ως προς τις κερατοειδικές ιδιότητες (IOPcc), η κερατομετρική τιμή του κυρτού άξονα (K2) και το πάχος του κερατοειδούς στο λεπτότερο σημείο (thinnest location). Αποτελέσματα: Οι τιμές των CH και CRF βρέθηκαν σημαντικά χαμηλότερες στις δύο μυωπικές ομάδες σε σύγκριση με την υπερμετρωπική ομάδα (p < 0.01). Δε βρέθηκε διαφορά μεταξύ χαμηλής και υψηλής μυωπίας. Η σημαντικότητα επιβεβαιώθηκε και μετά τη στάθμιση ως προς τους συγχητικούς παράγοντες: IOPcc, Κ2, thinnest location και ηλικία.Συμπέρασμα: Σύμφωνα με την παρούσα μελέτη οι κερατοειδείς μυωπικών οφθαλμών εμφανίζουν διαφορετική εμβιομηχανική συμπεριφορά σε σύγκριση με τους υπερμετρωπικούς όπως εκφράστηκαν μέσω των τιμών των CH και CRF. Προοπτικές μελέτες σε μεγαλύτερες σειρές ατόμων είναι απαραίτητες για να επιβεβαιώσουν τη συσχέτιση των τιμών των CH και CRF με το διαθλαστικό σφάλμα. 1773 176 211 Κίνητρα μάθησης στις φυσικές επιστήμες και παράγοντες που τα επηρεάζουν This study investigates whether common motives in learning sciences, factors affecting learning in sciences, as well as the relationships between these factors and motivations, are highlighted by relevant responses of elementary school students of the fifth and sixth grade. The motivations studied were, self-efficacy of the learner, his active learning, the achievement of his goals and the personal value given by the student to sciences, while the factors affecting learning in sciences are gender, the educational level of parents (which we studied separately), the attitude of the parents against science, the peers' view of the physical sciences and the stress that the students feel about the physical sciences. The results show that the most common motivations were self-efficacy, active learning and achievement of goals. As far as factors are concerned, the mother's educational level and parents' attitudes towards physical sciences appeared to have a greater effect. Finally, the relationship between the mother's educational level and self-efficacy, active learning and achievement of goals, as well as the attitude of parents towards achieving goals, are of particular interest. Με την μελέτη αυτή ερευνώνται κατά πόσο συνήθη κίνητρα μάθησης στις φυσικές επιστήμες, χαρακτηριστικοί παράγοντες που επιδρούν στη μάθηση στις φυσικές επιστήμες, καθώς και οι σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στους συγκεκριμένους παράγοντες και τα κίνητρα, αναδεικνύονται μέσα από σχετικές απαντήσεις μαθητών δημοτικού σχολείου της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης. Τα κίνητρα που μελετήθηκαν ήταν η αυτοαποτελεσματικότητα του μαθητή, η ενεργός μάθησή του, η επίτευξη των στόχων που θέτει και η προσωπική αξία που δίνει ο μαθητής για τις φυσικές επιστήμες, ενώ οι παράγοντες που επιδρούν στη μάθηση στις φυσικές επιστήμες είναι το φύλο, το μορφωτικό επίπεδο των γονέων (το οποίο μελετάτε ξεχωριστά), η στάση των γονέων και η άποψη των συμμαθητών απέναντι στις φυσικές επιστήμες και το άγχος που νιώθουν οι μαθητές για τις φυσικές επιστήμες. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι τα κίνητρα με τη μεγαλύτερη ισχύ ήταν η αυτοαποτελεσματικότητα, η ενεργός μάθηση και η επίτευξη στόχων. Όσον αφορά τους παράγοντες μεγαλύτερη επίδραση φάνηκε να έχει το μορφωτικό επίπεδο της μητέρας και η στάση των γονέων απέναντι στις φυσικές επιστήμες. Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζουν οι σχέσεις ανάμεσα στο μορφωτικό επίπεδο της μητέρας με την αυτοαποτελεσματικότητα, την ενεργό μάθηση και την επίτευξη στόχων, όπως επίσης και της στάσης των γονέων με την επίτευξη στόχων 1774 22 18 Ανάπτυξη και βελτιστοποίηση μεθόδου ενεργού ιλύος με διαλείπουσα τροφοδοσία και αερισμό και κινητική μελέτη απομονωθέντων νιτροποιητών και απονιτροποιητών Optimization and development of the activated sludge methode with intermittent feeding and aeration and kinetic characterization of isolated nitrifying and denitrifying cultures 1775 306 297 Training through the European program “Key Action 1/KA1 Erasmus+” as an aid to teachers’ professional development Η επιμόρφωση μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος «Βασική Δράση 1/KA1 του Erasmus+» ως μοχλός επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών This study looks into how the participation of school staff in Erasmus+ KA1 - Learning mobilities contributes to their personal and professional development. The personal and professional development opportunities offered within the Erasmus+ KA1 range from teaching/training assignments, structured courses or training events abroad to job shadowing in institutions and schools abroad, in another European country. The sample of my survey includes nine teachers from primary and secondary schools, who participated in Erasmus+ KA1 mobility projects between 2014 and 2018.Nine semi-structured interviews were conducted. The questions posed to the participants were based on their profile, their motivation to participate in Erasmus+ KA1, the contribution of their participation in Erasmus+ KA1 mobility activities to their personal and professional development, and the role of the school leadership and the school teaching community. The research concludes that teachers’ participation in Erasmus+ learning mobilities contributes positively to their personal and professional development, as they develop skills, gain new experiences and explore new opportunities and methods, which relate to the needs of the school. ICT skills and good knowledge of the language in which the seminars are held are required in order for the teachers to be able to participate. The school leadership and the colleagues usually support and approve of such participation. Through their participation in such learning mobilities, the teachers, but also the institutions and the pupils benefit a lot, since innovative ideas and projects are introduced, and concepts such as democracy, equality, transnational cooperation, European consciousness, intercultural dialogue, volunteering and acceptance of diversity are constantly cultivated. The impact of such participation on the entire school community, both staff and students, can also be seen in the improved competencies and confidence and in the newly acquired and further strengthened technology and communication skills. Η παρούσα μελέτη έχει σκοπό να διερευνήσει με ποιον τρόπο συμβάλλει η συμμετοχή σε επιμορφωτικές δραστηριότητες κινητικότητας της βασικής δράσης 1/ΚΑ1 του ευρωπαϊκού εκπαιδευτικού προγράμματος Erasmus + στην επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού προσωπικού. Πιο συγκεκριμένα, τα προγράμματα κινητικότητας Erasmus+ KA1 υποστηρίζουν την επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού προσωπικού μέσω κινητικότητας, η οποία μπορεί να λάβει τις μορφές παρακολούθησης δομημένων μαθημάτων, εργασίας ή διδασκαλίας σε ιδρύματα και σχολεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν εννέα εκπαιδευτικοί από σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι συμμετείχαν σε προγράμματα Erasmus+ KA1 το διάστημα 2014-2018. Διεξήχθησαν εννέα ημιδομημένες συνεντεύξεις, τα ερωτήματα των οποίων βασίστηκαν σε άξονες που αφορούσαν τη φυσιογνωμία του δείγματος, την κινητοποίηση των εκπαιδευτικών για συμμετοχή στη δράση Erasmus+ KA1, τη συμβολή της συμμετοχής στις δραστηριότητες κινητικότητας Erasmus+ KA1 στην προσωπική κι επαγγελματική τους ανάπτυξη και τον ρόλο των Διευθυντών και του Συλλόγου Διδασκόντων της σχολικής μονάδας. Τα βασικά ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας είναι ότι η συμμετοχή σε κινητικότητες συνεισφέρει θετικά στην προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού καθώς αναπτύσσει δεξιότητες, αποκτούνται εμπειρίες και νέες ικανότητες, οι οποίες σχετίζονται με τις ανάγκες της σχολικής μονάδας. Σημαντικό προσόν για τη συμμετοχή αποτελεί η πολύ καλή γνώση της γλώσσας των σεμιναρίων και η εξοικείωση με τις Νέες Τεχνολογίες. Η Διεύθυνση και ο Σύλλογος διδασκόντων, συνήθως, υποστηρίζουν και επικροτούν αυτές τις δράσεις. Από τη συμμετοχή στις δράσεις επωφελούνται οι εκπαιδευτικοί, το σχολείο και οι μαθητές, αφού εισάγονται καινοτόμες ιδέες και προγράμματα, καλλιεργούνται έννοιες όπως η δημοκρατία, η ισότητα, η διακρατική συνεργασία, η ευρωπαϊκή συνείδηση, ο εθελοντισμός και η αποδοχή της διαφορετικότητας. Ο αντίκτυπος μπορεί επίσης να εντοπιστεί στη βελτίωση των ικανοτήτων και της εμπιστοσύνης, στη μάθηση νέων τεχνολογιών και στην ενίσχυση των δεξιοτήτων επικοινωνίας. 1776 336 314 The institution of family in language school textbooks of the first and the second grade in Primary Education Ο θεσμός της οικογένειας στα σχολικά εγχειρίδια της Γλώσσας της Α΄ και Β΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου The present master dissertation is entitled "The institution of family in language school textbooks of the first and the second grade in Primary Education" and its main aim is the collection, the recording and the detailed presentation of elements that concern or/and reflect the institution of family, as they are included in language school textbooks of the first and the second grade in Primary Education. The study has quantitative and qualitative approach, while the method that was used for the research is the content analysis. Language school textbooks of the first and the second grade are “rich” in texts and pictures and compose a significant “tool” for the development of written and oral speech, the achievement of reading ability, the analysis and the comprehension of knowledge, information and concepts as well as interdisciplinary action. These texts and pictures display elements of the Greek society and reality, elements of culture and multiculturalism, elements that concern values and institutions. Through this particular research it is definitely apparent that family is a dominant institution in the books studied, as there are multiple relevant references. However, these references are limited to the main family and kinship relations, to basic elements of the structure and the function of family as well as to stereotypes around Greek family. The type of family that prevails in the material that has been researched is that of the nuclear family, while the mother is the person who appears most often along with her children. At the same time, there is a sharp decline in the role of the father and that of fraternal relations. In conclusion, the texts and illustrations of language books of the first and the second grade in Primary Education present the institution of family to a satisfactory degree, however its presentation is unilateral and in no way does it keep pace with the family as it has been formed in modern Greek reality. Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία τιτλοφορείται «Ο θεσμός της οικογένειας στα σχολικά εγχειρίδια της Γλώσσας της Α΄ και Β΄ τάξης του Δημοτικού Σχολείου» και ως κύριο σκοπό έχει τη συγκέντρωση, την καταγραφή και την αναλυτική παρουσίαση στοιχείων που αφορούν ή/και αντικατοπτρίζουν τον θεσμό της οικογένειας, όπως αυτά εμπεριέχονται στα σχολικά εγχειρίδια γλώσσας της Α΄ και Β’ τάξης του Δημοτικού Σχολείου. Η μελέτη έχει ποσοτική και ποιοτική προσέγγιση, ενώ η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για την έρευνα είναι η ανάλυση περιεχομένου. Τα βιβλία μαθητή της Γλώσσας των δύο πρώτων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου είναι πλούσια σε κείμενα και εικόνες, τα οποία και αποτελούν σημαντικό «εργαλείο» για την ανάπτυξη του γραπτού και προφορικού λόγου, την κατάκτηση της αναγνωστικής ικανότητας, την ανάλυση και την κατανόηση της γνώσης, της πληροφορίας και των εννοιών, καθώς και τη διαθεματική δράση. Μέσα από τα κείμενα αυτά και τις εικόνες προβάλλονται στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας και πραγματικότητας, στοιχεία πολιτισμού και πολυπολιτισμικότητας, στοιχεία που αφορούν αξίες και θεσμούς. Μέσα από την συγκεκριμένη έρευνα σίγουρα διαφαίνεται ότι η οικογένεια αποτελεί κυρίαρχο θεσμό στα βιβλία που μελετήθηκαν, καθώς υπάρχουν πολλαπλές σχετικές αναφορές. Ωστόσο, οι αναφορές αυτές περιορίζονται στις κύριες ενδοοικογενειακές και συγγενικές σχέσεις, σε βασικά στοιχεία της δομής και της λειτουργίας της οικογένειας, αλλά και στερεότυπα γύρω από την ελληνική οικογένεια. Ο τύπος οικογένειας που επικρατεί στο υπό έρευνα υλικό είναι αυτός της πυρηνικής οικογένειας, ενώ η μητέρα είναι το πρόσωπο που εμφανίζεται περισσότερο μαζί με τα παιδιά. Παράλληλα, παρατηρείται έντονα η υποβάθμιση του ρόλου του πατέρα και των αδερφικών σχέσεων. Εν κατακλείδι, τα κείμενα και η εικονογράφηση των βιβλίων Γλώσσας της Α΄ και Β΄ τάξης του δημοτικού σχολείου παρουσιάζουν σε ικανοποιητικό βαθμό τον θεσμό της οικογένειας, ωστόσο η παρουσίασή του είναι μονοδιάστατη και δε συμβαδίζει σε καμία περίπτωση με την οικογένεια, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. 1777 307 289 The present work was carried out in the context of a dissertation in the Department of Primary Education of the Democritus University of Thrace. The purpose of this research is the investigation of women’s education in the decades 1950-1970 compared to men. It’s about three turbulent decades, during which there were occurred remarkable events in socio-political-economic areas as well as in educational (area). In particular, as far as the decade of 1950 is concerned, our country is at it’s worst turning point, as the wounds of the civil war are still open and the educational reality is in complete disillusionment. In the next decade, the first serious and complete reform effort was made, which was violently interrupted by the Colonels. The fate of Greece, therefore, since 1967, passes into the hands of the Colonels, where it will remain until 1974. The issue of educational reform comes back strongly in 1974 with the fall of the dictatorship. While two years ago, in 1976, two bills were tabled in Parliament, which among all others, proposed the introduction of the demotic language in education as an official language and the co-education of both sexes in all educational levels. Finally, with regard to the qualitative part of this work, the research tool used to collect the data was the interview. In the research participated 8 women, from 55 to 68 years of age from the Prefectures of Lesvos and Serres. Based on their so-called, we conclude that there was a shift in society, as far as the education of the female gender is concerned, and a gradual modernization of hither to perceptions of its role and position. This is also evidenced by the fact that the right to free choice is granted for the continuation of her studies, no longer being considered a reprehensible issue her entry into the labor market. Η παρούσα εργασία διεξήχθη στα πλαίσια εκπόνησης πτυχιακής εργασίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Σκοπός αυτής είναι η διερεύνηση της εκπαίδευσης, που λάμβαναν οι γυναίκες τις δεκαετίες 1950-1970 συγκριτικά με τους άνδρες. Πρόκειται για τρεις πολυτάραχες δεκαετίες, κατά τις οποίες σημειώθηκαν αξιοσημείωτα γεγονότα τόσο στον κοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό χώρο όσο και στον εκπαιδευτικό. Ειδικότερα, όσον αφορά τη δεκαετία του 1950, η χώρα μας βρίσκεται στη χειρότερη καμπή της, καθώς οι πληγές του εμφυλίου πολέμου παραμένουν ακόμη ανοιχτές και η εκπαιδευτική πραγματικότητα βρίσκεται στην πλήρη εξαθλίωσή της. Την επόμενη δεκαετία, έγινε η πρώτη σοβαρή και ολοκληρωμένη προσπάθεια μεταρρύθμισης, η οποία και διακόπηκε βίαια από τους Συνταγματάρχες. Η τύχη της Ελλάδος, λοιπόν, από το 1967 περνάει στα χέρια των Συνταγματαρχών, όπου και θα παραμείνει έως και το 1974. Το θέμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης επανέρχεται με μεγαλύτερη έμφαση το 1974, με την πτώση της δικτατορίας. Ενώ δύο χρόνια αργότερα, το 1976, κατατέθηκαν στη Βουλή δύο νομοσχέδια, τα οποία, μεταξύ όλων των άλλων, πρότειναν την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση, ως επίσημης γλώσσα και τη συνεκπαίδευση των δύο φύλων σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Τέλος, όσον αφορά το ερευνητικό μέρος της παρούσας εργασίας, το ερευνητικό εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για τη συλλογή των δεδομένων ήταν η συνέντευξη. Στην έρευνα συμμετείχαν 8 γυναίκες, ηλικίας 55 έως 68 ετών από τους Νομούς Λέσβου και Σερρών. Βάσει των λεγομένων τους καταλήγουμε στο ότι υπήρξε μία στροφή της κοινωνίας, όσον αφορά την εκπαίδευση του γυναικείου φύλου κι ένας σταδιακός εκσυγχρονισμός των μέχρι τότε αντιλήψεων για τον ρόλο και τη θέση της. Κάτι το οποίο αποδεικνύεται και από το γεγονός της παραχώρησης του δικαιώματος της ελεύθερης επιλογής για τη συνέχιση των σπουδών της, χωρίς πλέον να θεωρείται κατακριτέο ζήτημα και της εισόδου της στην αγορά εργασίας 1778 289 260 Flipped learning of Science Concepts in the sixth grade of Primary Education Ανεστραμμένη διδασκαλία εννοιών των Φυσικών Επιστημών στην Έκτη τάξη του Δημοτικού Σχολείου The present Master Dissertation investigates the application of the flipped learning strategy (flipped classroom) concerning concepts of natural sciences in the sixth grade of primary school. The instructional strategy of a flipped classroom constitutes an innovative teaching method in which content is delivered at home via an online platform, thus saving time during class periods to actively involve students towards discovering knowledge themselves. It is based on Piaget’s theory of constructivism, since the students themselves are urged to discover and construct knowledge on their own account. It is also aligned to Vygotsky’s socio – cultural approach, according to which humans learn their best when they interact in their actual social and cultural context, since students act as active members in their teams and take part in experimental situations. Spiral didactic intervention was designed and applied in two research teams at the subject of Science in the sixth grade of Primary school. One team was responsible for intervention and the other for control. For the flipped teaching to become viable, the electronic portfolio Seesaw was used, so that immediate communication and contact with students and their parents was possible. Additionally, the TedEd platform was applied, where the videos and accompanying activities were posted, as well as statistic facts concerning students’ participation were recorded. The quantitative data analysis showed that the first research question is confirmed, which means that the flipped teaching method conduces to more positive, cognitive results because the intervention team achieved better performance. The qualitative data analysis based on the questionnaire answered by the students involved, proved that the implementation of the flipped classroom induces in students who are part of it a sense of self-fulfillment Η παρούσα Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία διερευνά την εφαρμογή της ανεστραμμένης διδασκαλίας (ανεστραμμένης τάξης) σε έννοιες των Φυσικών Επιστημών της έκτης τάξης Δημοτικού Σχολείου. Η ανεστραμμένη διδασκαλία αποτελεί μια πρωτοποριακή διδακτική μέθοδο που η παράδοση γίνεται στο σπίτι μέσω μιας διαδικτυακής πλατφόρμας και ο χρόνος που εξοικονομείται, αξιοποιείται στο σχολείο για την ενεργό συμμετοχή των μαθητών στην ανακάλυψη της γνώσης. Πρόκειται για την εφαρμογή της θεωρίας του κονστρουκτιβισμού του Piaget, καθώς οι μαθητές μόνοι τους καλούνται να ανακαλύψουν και να οικοδομήσουν τη γνώση σε συνδυασμό με την κοινωνικοπολιτισμική θεώρηση του Vygotsky όπου ο άνθρωπος μαθαίνει καλύτερα αλληλοεπιδρώντας στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο που αναπτύσσεται, καθώς οι μαθητές ενεργά μέλη της ομάδας συμμετέχουν σε πειραματικές καταστάσεις. Σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε διδακτική παρέμβαση σπειροειδούς μορφής σε δυο ερευνητικές ομάδες, μια παρέμβασης και μια ελέγχου στο μάθημα της Φυσικής στην έκτη τάξη του Δημοτικού. Για τις ανάγκες της ανεστραμμένης διδασκαλίας χρησιμοποιήθηκαν το ηλεκτρονικό χαρτοφυλάκιο Seesaw προκειμένου να υπάρχει άμεση ενημέρωση και επικοινωνία με γονείς και μαθητές και η πλατφόρμα TedEd όπου γινόταν η ανάρτηση του βίντεο και των ερωτήσεων που το συνόδευαν, ενώ ταυτόχρονα καταγράφονται και στατιστικά στοιχεία για τη συμμετοχή των μαθητών. Η ποσοτική ανάλυση δεδομένων έδειξε πως επιβεβαιώνεται το πρώτο ερευνητικό ερώτημα, αν η εφαρμογή της ανεστραμμένης διδασκαλίας συμβάλλει σε καλύτερα γνωστικά αποτελέσματα, αφού η ομάδα παρέμβασης παρουσίασε καλύτερη επίδοση και η ποιοτική ανάλυση δεδομένων κατά τη θεματική ανάλυση, στο ερωτηματολόγιο που απάντησαν οι μαθητές, απέδειξε πως η εφαρμογή της ανεστραμμένης διδασκαλίας επιφέρει αίσθημα ικανοποίησης στους μαθητές που εμπλέκονται σε αυτήν. 1779 400 330 Μελέτη της ιστολογίας και της έκφρασης μορίων προσκόλλησης στους πνεύμονες μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ The aim of the current study was to compare the Laparoscopic Hepatectomy with the Open partial Hepatectomy regarding the histopathological findings and the expression of the intercellular adhesion molecule -1 (ICAM -1 ) and the adhesion molecule of the vascular cells -1 (VCAM -1 ) in the lungs. For this purpose 52 male rats of the Albino Wistar breed , 6 months of age and 450-500 gr of body weight, were used that were split into four groups : Laparoscopic partial Hepatectomy ( LAP-HEP , n = 17 ), Open partial Hepatectomy ( HEP, n = 17 ), Placebo Surgery ( PNE, n = 12 ) and Control Group ( Control, n = 6 ). Sections from the lungs of the rats were sent for pathological assessment and immunohistochemical study of the adhesion molecules ICAM -1 and VCAM -1 in the first 48 hours and in the first week following the operation. In the first 48 hours the Histopathological Indicator was increased substantially in the HEP Group (2,70,8) in relation with the Control Group (0,00,0). The same results were noticed in the LAP-HEP Group (2,10,7) and in the PNE Group (2,50,5). In contrast, after the first week only in the HEP Group (1,51,2) it remained significantly increased. Between the Groups LAP-HEP vs HEP and LAP-HEP vs PNE no statistically important difference was noticed. The increase of the Histopathological Indicator in the first 48 hours and in the first week was attributed to mild histopathological changes. The expression of ICAM -1 remained unaffected in all Groups. The expression of VCAM -1 was moderately increased in the first 48 hours in the Groups LAP-HEP (1,880,64), HEP (2,380,52) και PNE (1,670,52) and significantly increased in relation with the Control Group (0,330,52), while in the first week it became mildly increased in the Groups LAP-HEP (1,250,46) και HEP (1,560,53) and remained moderately increased in the PNE Group (1,670,52). No statistically important difference was noticed between the Groups LAP-HEP vs HEP and LAP-HEP vs PNE. To sum up, we conclude that the Laparoscopic Hepatectomy and the Open partial Hepatectomy share the same histopathological findings and the same expression of VCAM -1 in the lungs. The pneumoperitoneum and the insertion of the surgical trocars seems to be mainly responsible for the increase of the Histopathological Indicator and the expression of VCAM -1 in the lungs. The expression of ICAM -1 was not affected by any means. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η σύγκριση της λαπαροσκοπικής με την ανοικτή μερική ηπατεκτομή σχετικά με τις προκαλούμενες ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις και την έκφραση του διακυτταρικού μορίου προσκόλλησης -1 (ICAM-1) και του μορίου προσκόλλησης των αγγειακών κυττάρων-1 (VCAM-1) στους πνεύμονες. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν 52 αρσενικοί επίμυες Albino Wistar ηλικίας 6 μηνών και σωματικού βάρους 450 – 500 γραμμαρίων που χωρίστηκαν σε 4 ομάδες: λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή (LAP-HEP, n=17), ανοικτή μερική ηπατεκτομή (HEP, n=17), εικονική επέμβαση (PNE, n=12) και ομάδα ελέγχου (Control, n=6). Ιστοτεμάχια από τους πνεύμονες των επίμυων στάλθηκαν για ιστοπαθολογική εκτίμηση και για ανοσοϊστοχημική μελέτη των μορίων προσκόλλησης ICAM-1 και VCAM-1 στις 48 ώρες και στην 1 εβδομάδα μετά την επέμβαση. Στις 48 ώρες ο ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε σημαντικά στην ομάδα HEP (2,70,8) σε σχέση με την Control (0,00,0). Τα ίδια αποτελέσματα παρατηρήθηκαν στις ομάδες LAP-HEP (2,10,7) και PNE (2,50,5). Αντίθετα στην 1 εβδομάδα μόνο στην ομάδα HEP (1,51,2) παρέμεινε σημαντικά αυξημένος. Μεταξύ των ομάδων LAP-HEP vs HEP και LAP-HEP vs PNE δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά. Η αύξηση του ιστοπαθολογικού δείκτη τόσο στις 48 ώρες όσο και στην 1 εβδομάδα αποδόθηκε σε ήπιας βαρύτητας ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις. Η έκφραση του ICAM-1 δεν επηρεάστηκε σε καμία ομάδα. Η έκφραση του VCAM-1 ήταν μέτρια στις 48 ώρες στις ομάδες LAP-HEP (1,880,64), HEP (2,380,52) και PNE (1,670,52) και σημαντικά αυξημένη σε σχέση με την Control (0,330,52), ενώ στην 1 εβδομάδα έγινε ήπια στις ομάδες LAP-HEP (1,250,46) και HEP (1,560,53) και παρέμεινε μέτρια στην ομάδα PNE (1,670,52). Δεν παρατηρήθηκε σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων LAP-HEP vs HEP και LAP-HEP vs PNE. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η λαπαροσκοπική και η ανοικτή μερική ηπατεκτομή προκαλούν τις ίδιες ιστοπαθολογικές αλλοιώσεις και έκφραση του VCAM-1 στους πνεύμονες. Το πνευμοπεριτόναιο και η εισαγωγή των trocar εργασίας φαίνεται ότι είναι κυρίως υπεύθυνη για την αύξηση του ιστοπαθολογικού δείκτη και την έκφραση του VCAM-1 στους πνεύμονες. Η έκφραση του ICAM-1 δεν επηρεάζεται από καμία παρέμβαση. 1780 211 218 Επίδραση της λαπαροσκοπικής μερικής ηπατεκτομής υπό χειρισμό Pringle στη φλεγμονώδη απόκριση του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος ΑΙΜ: The aim of this experimental study was to evaluate the inflammatory response of the liver after laparoscopic partial hepatectomy under Pringle maneuver . MATERIALS AND METHODS: According to the experimental protocol, 42 Wistar rats were divided into three groups and underwent a partial liver resection under Pringle maneuver for 20 min. The first group underwent laparoscopic hepatectomy with Pringle maneuver (Lap-Hep-P group), the second one open hepatectomy with Pringle maneuver (Hep-P group) and the third one, underwent no intervention (Control group). After 24 and 48 hours and a week later, the animals were euthanized and tissue specimens from the liver were collected for histopathological examination and immunohistochemical assessment of IL-6, TNFα and NF-κΒ as specific inflammatory markers. RESULTS: The tissue expression of IL-6, TNFα and NF-κΒ was increased (mild to moderate) in both laparoscopic and open partial hepatectomy under Pringle maneuver groups without statistically significant difference between them. The histopathological index was increased with mild histopathological lesions in open partial hepatectomy Pringle maneuver at the timepoints of 24h (p=0,026) and 48 h(p=0,002). CONCLUSION: Both the laparoscopic and open partial hepatectomies under Pringle maneuver led to inflammatory response of the remaining liver without any differences among the techniques. The histopathology index increased only in the group of the open partial hepatectomy. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: Σκοπός του παρόντος ερευνητικού πρωτοκόλλου ήταν η μελέτη της επίδρασης της λαπαροσκοπικής μερικής ηπατεκτομής υπό χειρισμό Pringle στη φλεγμονώδη απόκριση του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Χρησιμοποιήθηκαν 42 επίμυες στους οποίους διενεργήθηκε 70% ηπατεκτομή υπό χειρισμό Pringle διάρκειας 20 min με λαπαροσκοπική τεχνική (ομάδα Lap-Hep-P) ή μετά από μέση λαπαροτομή (ομάδα Hep-P) ή δεν υπήρξε καμία παρέμβαση (ομάδα Control). Μετά από 24 ώρες, 48 ώρες και μία εβδομάδα πραγματοποιούνταν ευθανασία (6 ζώα ανά χρονική στιγμή) και ιστοληψία του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος για ιστοπαθολογική εξέταση και ανοσοϊστοχημική εκτίμηση του βαθμού της ιστικής έκφρασης της ιντερλευκίνης-6 (IL6), του παράγοντα νέκρωσης των όγκων-α (TNFα) και του πυρηνικού παράγοντα-κΒ (NFκΒ). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Η έκφραση των IL6, TNFα και NFκΒ αυξήθηκε στις ομάδες Lap-Hep-P και Hep-P (ήπια έως μέτρια έκφραση) ανάλογα με τη χρονική στιγμή, χωρίς να παρατηρείται διαφορά μεταξύ τους. Παρατηρήθηκε αύξηση του ιστοπαθολογικού δείκτη μόνο στην ομάδα Hep-P στις χρονικές στιγμές των 24 (p=0,026) και 48 ωρών(p=0,002) η οποία αποδόθηκε σε ήπιας μορφής αλλοιώσεις. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Τόσο η λαπαροσκοπική όσο και η ανοικτή μερική ηπατεκτομή υπό χειρισμό Pringle οδήγησε σε φλεγμονώδη απόκριση του εναπομείναντος ηπατικού παρεγχύματος χωρίς να παρατηρούνται διαφορές μεταξύ των προσπελάσεων. O ιστοπαθολογικός δείκτης αυξήθηκε μόνο στην ομάδα της ανοικτής μερικής ηπατεκτομής. 1781 137 156 Η επίδραση αυξητικών παραγόντων επί της κινητικότητας ώριμων σπερματοζωαρίων Growth factors are substances that stimulate proliferation, differentiation and a multitude of functions in cells. Their presence in every part of the body suggests their involvement in almost every function. They are found in the seminal fluid providing the suitable environment for the survival, maturation and capacitation of the sperm. Mobility and vitality are two of the most important parameters of sperm that are related to successful fertilization. This study presents summary results from in vivo and in vitro tests of four growth factors, inslulin-like growth factor, nerve growth factor, transforming growth factor and erythropoietin. The results include effects in humans and other species. All four factors seem to have beneficial effect on sperm cells. However, research based on the results so far, could be made in order to clarify the mechanisms through which these agents act. Οι αυξητικοί παράγοντες είναι ουσίες που διεγείρουν τον πολλαπλασιασμό, τη διαφοροποίηση και πλήθος λειτουργιών στα κύτταρα. Είναι παρόντες σε κάθε σημείο του οργανισμού και εμπλέκονται σε όλες σχεδόν τις λειτουργίες του. Απαντούν και στο σπερματικό υγρό όπου το καθιστούν περιβάλλον κατάλληλο για την επιβίωση, ωρίμανση και ενεργοποίηση των σπερματοζωαρίων. Η κινητικότητα και η ζωτικότητα αποτελούν δύο από τις σημαντικότερες παραμέτρους του σπέρματος οι οποίες σχετίζονται με επιτυχή γονιμοποίηση. Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται συνοπτικά αποτελέσματα από in vivo και in vitro δοκιμές τεσσάρων αυξητικών παραγόντων, του ινσουλινομιμητικού αυξητικού παράγοντα, του νευρικού αυξητικού παράγοντα, του αυξητικού παράγοντα μετατροπής και της ερυθροποιητίνης στην κινητικότητα ώριμων σπερματοζωαρίων. Οι εργασίες περιλαμβάνουν αποτελέσματα σε άνθρωπο και άλλα είδη. Στο σύνολό τους οι παράγοντες αυτοί φαίνεται να είναι ευεργετικοί για τα κύτταρα του σπέρματος. Η έρευνα όμως αξίζει να συνεχιστεί καθώς υπάρχουν μόνο υποθέσεις για τον τρόπο και τους μηχανισμούς δράσης των παραγόντων αυτών. 1782 293 332 Εκτίμηση της υπερβολικής ημερήσιας υπνηλίας σε χρήστες υπηρεσιών υγείας Background - Aim: Excessive daytime sleepiness (EDS) is a common condition worldwide affecting negatively individuals’ quality of life, daytime activities and hav¬ing impact on occupational and transport safety. Aim of this study was to assess the prevalence of EDS and its association with subjects’ socio-demographic and anthro-pometric characteristics and health conditions. Methods: A random sample of 771 users of the health center of Iasmos, Thrace, aged from 24 to 89 years (mean age, 58.16 ± 13.12 years; 43% women) was selected. So¬cio-demographic data, sleep habits and comorbidities were recorded. EDS was as¬sessed with the use of Epworth Sleepiness Scale (ESS), a self-rating scale on the like¬lihood of dozing in eight situations of everyday life. Additionally, the Stop-Bang Questionnaire and the Berlin Questionnaire for the assessment of Obstructive Sleep Apnea risk were answered by the participants. ESS > 10 was used to define EDS. Results: Prevalence of EDS was 8.2% (n=63); excessive sleepiness "Watching TV" (71.4%) and "Sitting and reading" (47.6%) were the most frequent symptoms. Multivariate logistic regression analysis revealed that sleepiness was independently associ¬ated with male gender (aOR=1.90, p=0.044), high Body Mass Index (aOR=1.83, p=0.050), snoring (aOR=4.32, p<0.001), midday napping (aOR=3.54, p<0.001), high Stop-Bang score (aOR=6.95, p=0.002), high Berlin Questionnaire score (aOR=2.04, p=0.042) and low (aOR=3.41, p=0.001) or high (aOR=2.30, p=0.034) education level compared to medium education level. Regarding chronic conditions, diabetes mellitus (aOR=2.78, p=0.008), arterial hypertension (aOR=2.98, p=0.011), allergic rhinitis (aOR=6.25, p=0.031), migraine (aOR=9.24, p<0.001), dementia (aOR=5.24, p=0.044), benign prostate hyperplasia (aOR=3.86, p=0.006) and hypothyreoidism (aOR=4.75, p=0.008) were significantly more frequent in subjects with sleepiness. Conclusions: A significant proportion of residents in the area of Thrace, NE Greece, reported excessive daytime sleepiness. Various associations with anthropometric and socio-demographic characteristics were revealed, as well as with the presence of nu¬merous chronic conditions Εισαγωγή-Σκοπός: Η υπερβολική ημερήσια υπνηλία είναι μια συχνή κατάσταση με παγκόσμια κατανομή επηρεάζοντας αρνητικά την ποιότητα ζωής και την καθημερινή λειτουργικότητα των ανθρώπων καθώς και την επαγγελματική και την οδική ασφάλεια. Ο σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η εκτίμηση του επιπολασμού της υπερβολικής ημερήσιας υπνηλίας και η συσχέτισή της με κοινωνικά-δημογραφικά, ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά και την υπάρχουσα συννοσηρότητα. Μέθοδος: Το δείγμα της μελέτης αποτέλεσαν 771 ασθενείς - χρήστες των υπηρεσιών υγείας του Κέντρου Υγείας Ιάσμου (μέση ηλικία 58,16 ± 13,12 έτη; 43% γυναίκες). Οι πληροφορίες συλλέχτηκαν με προσωπικές συνεντεύξεις από την 1η Φεβρουαρίου 2015 έως την 31η Ιουλίου 2015. Καταγράφηκαν τα κοινωνικό - δημογραφικά δεδομένα, οι συνήθειες ύπνου και η συννοσηρότητα των συμμετεχόντων. Η υπερβολική ημερήσια υπνηλία εκτιμήθηκε με την Epworth Sleepiness Scale (ESS), που καταγράφει την πιθανότητα να αποκοιμηθεί κάποιος σε οκτώ συγκεκριμένες καθημερινές περιστάσεις. Η υπερβολική ημερήσια υπνηλία προσδιορίζεται με τιμή ESS>10. Επιπρόσθετα χρησιμοποιήθηκαν τα ερωτηματολόγια Stop-Bang και Berlin για την εκτίμηση της πιθανής αποφρακτικής άπνοιας και το ερωτηματολόγιο Athens Insomnia Scale για την εκτίμηση της αϋπνίας. Αποτελέσματα: Ο επιπολασμός της υπερβολικής ημερήσιας υπνηλίας ήταν 8,2% (n=63). Οι συχνότερες περιστάσεις κατά τις οποίες κάποιος είχε μεγάλη πιθανότητα να αποκοιμηθεί ήταν "βλέποντας τηλεόραση" (71,4%) και "διαβάζοντας καθισμένος" (47,6%). Η πολλαπλή λογιστική παλινδρόμηση κατέδειξε ως ανεξάρτητους παράγοντες κινδύνου για την υπερβολική ημερήσια υπνηλία το ανδρικό φύλο (aOR=1,90, p=0,004), τον υψηλό δείκτη μάζας σώματος (aOR=1,83, p=0,050), το ροχαλητό (aOR=4,32, p<0,001), το μεσημεριανό ύπνο (aOR=3,54, p<0,001), το υψηλό Berlin score (aOR=2,04, p=0,042), το υψηλό Stop-Bang score (aOR=6,95, p=0,002) και το χαμηλό (aOR=3,41, p=0,001) ή το υψηλό (aOR=2,30, p=0,034) επίπεδο εκπαίδευσης. Η ημικρανία (aOR=9,24, p<0,001), η αλλεργική ρινίτιδα (aOR=6,25, p=0,031), η άνοια (aOR=5,24, p=0,044), ο υποθυρεοειδισμός (aOR=4,75, p=0,008), η καλοήθης υπερτροφία του προστάτη (aOR=3,86, p=0,006), η αρτηριακή υπέρταση (aOR=2,98, p=0,011) και ο σακχαρώδης διαβήτης (aOR=2,78, p=0,008) ήταν στατιστικά σημαντικά συχνότερα στους ασθενείς με υπνηλία. Συμπεράσματα: Ένα σημαντικό ποσοστό χρηστών υπηρεσιών υγείας πάσχει από υπερβολική ημερήσια υπνηλία. Ανθρωπομετρικά, κοινωνικο-δημογραφικά χαρακτηριστικά και χρόνιες παθήσεις συσχετίζονται με την παρουσία της. 1783 208 214 The present research focuses on the search for the explicit and inexplicit role of mathematics and mathematical practice in the context of structural engineering. More specifically, two issues have been raised to support this study. Initially, we looked for the kind of mathematics that takes place in the main activities of structural engineers, and therefore, their role in the practice of this workplace. Subsequently, the type of mathematical activity with which construction engineers are involved in the design and the way they relate to the construction activity of the design. Data for this research were collected through ethnographic observations that took place at the engineer’s workplace. In these notes we observed the main activities of engineers, in which we identified the type and role of the mathematical practice that takes place in their work. In addition, the main activity in which the construction of the design was included has been highlighted. Through this, we looked for the mathematical activity of structural engineering. The results of this study showed rich mathematical content regarding the work activity of engineers. Furthermore, the role of mathematical practice that exists in this workplace has been discovered. Finally, this research provides educational suggestions that can be utilized in the Mathematical Education of Engineer’s Curriculum Η παρούσα έρευνα εστιάζει στην αναζήτηση του ρητού και άρρητου ρόλου των μαθηματικών και της μαθηματικής πρακτικής στο πλαίσιο εργασίας των μηχανικών δομικών κατασκευών. Πιο συγκεκριμένα, για την διεκπεραίωση της παρούσας μελέτης τέθηκαν δύο προβληματισμοί. Αρχικά, αναζητήθηκε το είδος των μαθηματικών που λαμβάνουν χώρα σε κεντρικές δραστηριότητες των μηχανικών δομικής κατασκευής και κατ’ επέκταση τον ρόλο τους στην πρακτική του χώρου αυτού εργασίας. Στην συνέχεια, ανιχνεύθηκε το είδος της μαθηματικής δραστηριότητας με το οποίο εμπλέκονται οι μηχανικοί δομικών κατασκευών στο σχέδιο και ο τρόπος με τον οποίο συνδέεται με τη δραστηριότητα κατασκευής του σχεδίου. Τα δεδομένα της παρούσας έρευνας αποκτήθηκαν μέσω εθνογραφικών παρατηρήσεων που διενεργήθηκαν στο χώρο εργασίας των μηχανικών. Σε αυτές παρατηρήθηκαν οι κύριες δραστηριότητες των μηχανικών, όπου μέσα σε αυτές ανιχνεύτηκε το είδος και ο ρόλος της μαθηματικής πρακτικής που λαμβάνει χώρα στην εργασία τους. Επιπλέον, αναγνωρίστηκε η κύρια δραστηριότητα, στην οποία εμπεριέχεται η κατασκευή του σχεδίου. Μέσα από αυτήν αναζητήθηκε η μαθηματική δραστηριότητα των μηχανικών δομικής κατασκευής. Στα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μελέτης παρατηρήθηκε πλούσιο μαθηματικό περιεχόμενο αναφορικά με την εργασιακή δραστηριότητα των μηχανικών. Ακόμη, βρέθηκε ο ρόλος της μαθηματικής πρακτικής που ενυπάρχει στο πλαίσιο αυτού του χώρου εργασίας. Τέλος, η έρευνα αυτή παρέχει εκπαιδευτικές προτάσεις, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν στα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών στο πλαίσιο της μαθηματικής εκπαίδευσης των μηχανικών. 1784 222 217 Prospective teachers’ views on foreign students’ education and heritage languages Απόψεις μελλοντικών εκπαιδευτικών για την εκπαίδευση και τις γλώσσες καταγωγής των αλλόγλωσσων μαθητών Our interest in exploring the views of prospective teachers on foreign students’ education and heritage languages is the reason for writing this essay. Initially, the theoretical framework of the subject is developed, including information gathered from bibliographic research. In particular, the essay was divided and developed in four parts: (a) the differentiation of foreign students in contrast with the rest of the students during the courses and the problems that arise therein, (b) the role teachers ought to assume to help ease the adjustment of the students, (c) the role the welcome classes hold, and (d) the maintenance of foreign students’ heritage languages and also their spreading among the majority population. In the second part of the paper, the survey is presented, which was carried out through questionnaires that were distributed to prospective kindergarten teachers, The views of the new generation of teachers concerning the heritage languages of foreign students are highlighted, while comparisons are made with previous surveys. The results of the study indicate that the views of young teachers do not seem to be particularly different from those emerging in previous surveys. What is observed is that views in previous research are deeper in the subject, since opinions and experiences of people who have already worked in education are noted. Το ενδιαφέρον για τη διερεύνηση απόψεων των μελλουσών νηπιαγωγών σχετικά με την εκπαίδευση και τις γλώσσες καταγωγής των αλλόγλωσσων μαθητών, αποτέλεσε αφορμή για την συγγραφή της παρούσας εργασίας. Αρχικά, αναπτύσσεται το θεωρητικό πλαίσιο του θέματος με πληροφορίες που συλλέχτηκαν έπειτα από βιβλιογραφική έρευνα. Η εργασία συγκεκριμένα χωρίστηκε και αναπτύχθηκε σε τέσσερις θεματικές: (α) στη διαφοροποίηση των αλλόγλωσσων μαθητών σε σχέση με τους υπόλοιπους κατά τη διεξαγωγή του μαθήματος και τα προβλήματα που ανακύπτουν, (β) στον ρόλο που οφείλουν να υιοθετήσουν οι εκπαιδευτικοί ώστε να υπάρξει ομαλή προσαρμογή των μαθητών, (γ) στον ρόλο που κατέχουν οι τάξεις υποδοχής, και (δ) στη διατήρηση των γλωσσών καταγωγής από τους αλλόγλωσσους, αλλά και τη διάδοση των γλωσσών αυτών στον πλειονοτικό πληθυσμό. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, παρουσιάζεται η έρευνα που εκπονήθηκε μέσω ερωτηματολογίων με συμμετέχουσες μέλλουσες νηπιαγωγούς. Επισημαίνονται οι απόψεις της νέας γενιάς εκπαιδευτικών σχετικά με τη γλώσσα καταγωγής των αλλόγλωσσων μαθητών, ενώ γίνονται παράλληλα συγκρίσεις με έρευνες που έχουν προηγηθεί. Ως αποτέλεσμα διαπιστώθηκε ότι οι απόψεις των νέων εκπαιδευτικών δεν φαίνεται να έχουν μεγάλες διαφορές με έρευνες που έχουν προηγηθεί. Αυτό που παρατηρείται είναι ότι στις προηγούμενες έρευνες οι απόψεις εμβαθύνουν στο εκάστοτε θέμα μιας και σημειώνονται απόψεις και εμπειρίες ανθρώπων που έχουν ήδη εργαστεί στη εκπαίδευση. 1785 319 345 The present study aims at presenting the history and function of the 4th Primary School of Komotini analytically, as it results after investigating the school archives from 1988 to today. More specifically, this study aims at examining the course of the specific school from 1988 to the beginning of the 21st century, its composition of students, their adapting to the school environment, the educational updates of the school teachers, the innovative programs that were carried out, the evaluation of the educational work, the role of the school in the area of Culture and its connection to the local society. The archive research lasted from November 2018 to April 2019, during which all the school books of the archive were studied. The results of the research showed that for many years, the 4th Primary School of Komotini shared the same building as the 3rd Primary School of Komotini. The problems caused by this co-existence led to the construction of a new building for the 4th Primary School. Throughout the years, the 4th Primary School went through a lot of changes concerning its function, the number of its permanent working posts, its name and its composition of students. The 4th Primary School has taken various measures for the adaptation of the students to the school environment and the reduction of school violence and bullying, which are characteristics of the 21st century. The school serves the demands of modern education, adopting innovative programs into the daily teaching practice. Its stuff is updated constantly and evaluates the effectiveness of the educational work offered to students. The 4th Primary School of Komotini contributes to Culture in many ways, promoting institutions, traditions, culture and customs of Greece as well as of other countries. Finally, the teachers present their activities to the parents of the students and the inhabitants of Komotini while simultaneously inform them about current issues, thus connecting the school with the local society. Η παρούσα μελέτη έχει σκοπό την αναλυτική παρουσίαση της ιστορίας και λειτουργίας του 4ου Δημοτικού Σχολείου Κομοτηνής, όπως αυτή προκύπτει από την έρευνα των σχολικών αρχείων από το 1988 έως σήμερα. Ειδικότερα, η μελέτη αυτή στοχεύει να εξετάσει την πορεία του συγκεκριμένου σχολείου από το 1988 ως τις αρχές του 21ου αιώνα, τη σύνθεση του μαθητικού του πληθυσμού, την προσαρμογή των μαθητών του στο σχολικό περιβάλλον, την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών του και τα καινοτόμα προγράμματα που υλοποιήθηκαν, την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, τον ρόλο του σχολείου στον τομέα του Πολιτισμού και τη σχέση του με την τοπική κοινωνία. Η έρευνα στο Αρχείο του 4ου Δημοτικού Σχολείου Κομοτηνής διήρκησε από τον Νοέμβριο του 2018 ως τον Απρίλιο του 2019. Για τον σκοπό της έρευνας εξετάστηκαν τα βιβλία του σχολικού αρχείου. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι το 4ο Δημοτικό Σχολείο Κομοτηνής για πολλά χρόνια στεγαζόταν στο διδακτήριο του 3ου Δημοτικού Σχολείου της πόλης. Μια σειρά προβλημάτων, που προέκυψαν λόγω της παράλληλης λειτουργίας των δύο σχολείων, οδήγησε στην οικοδόμηση ενός νέου κτιρίου για τη στέγαση του 4ου. Με το πέρασμα των χρόνων στο σχολείο σημειώθηκαν αλλαγές στη λειτουργία του, την οργανικότητα, την ονομασία, αλλά και τη σύνθεση του μαθητικού του πληθυσμού. Το εκπαιδευτικό προσωπικό του 4ου Δημοτικού Σχολείου λαμβάνει μέτρα για την προσαρμογή των μαθητών του στο σχολικό περιβάλλον και για την πρόληψη/αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, φαινόμενα που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο σχολείο. Το σχολείο υπηρετεί τους σκοπούς της σύγχρονης εκπαίδευσης υιοθετώντας καινοτόμα προγράμματα στην καθημερινή διδακτική πρακτική του. Το διδακτικό προσωπικό του επιμορφώνεται διαρκώς και αξιολογεί το εκπαιδευτικό του έργο, ώστε να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των μικρών μαθητών. Το 4ο Δημοτικό Σχολείο Κομοτηνής συνεισφέρει με πολλούς τρόπους στον Πολιτισμό, προάγοντας τους θεσμούς, τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα του τόπου, αλλά και φέρνοντας τους μαθητές σε επαφή με την Τέχνη και τον Πολιτισμό και άλλων λαών. Τέλος, το σχολείο παρουσιάζει τις δράσεις του στους γονείς και γενικότερα τους κατοίκους της πόλης, ενώ σε όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους τους ενημερώνει για διάφορα θέματα, συνδέοντας έτσι την εκπαιδευτική κοινότητα με την τοπική κοινωνία. 1786 322 308 Ποιο χρώμα κάδου προτιμούν τα παιδιά για την ανακύκλωση συσκευασιών; Over the last decades it was found that the uncontrollable production of packages from various non-biodegradable materials causes very sharp ecological problem. Therefore, in order to re strict package use and consequently the pollution, and to strengthen recycling, more effective laws should be applied and sanctions should be imposed. The main target of this research was to investigate Primary School Students’ preference, age 6-12 years old, for the colour of recycling bins in the school area. At the first stage it was noted that students were familiar with the concept of recycling in general via the use of printed and electronic material. Then detailed information was provided to students about the materials used for the manufacture of packages, and which are recyclable. At this stage the contribution of the Program “blue bin” by the Municipality of Xanthi was clearly evident, at informing and adoption of good practices, related with the recycling of packages. At the second stage there were measurements of the weight of packages that children brought from home or those that they were supplied from the School Canteen. Four colorful (yellow, orange, purple, green) bins were used. The blue bin was excluded, due to students’ great familiarity with the blue-coloured bins of the Municipality of Xanthi. At the third stage of the research there was an analysis of data of measurement with the tests: 1. One-way ANOVA test, 2. Kruskal-Wallis test. The analysis of data of measurement showed a clear preference of students for the purple bin. 1. The results of the One-Way ANOVA test as well as those of the Kruskal-Wallis test showed that there was a statistically significant difference among the weight of packages and of different colour bins. 2. The average weight of the waste in the purple bin transcends in comparison with the rest in every provision studied. 3. The position of bins does not affect the frequency and the quantity of children’s dumping of refuse. Τις τελευταίες δεκαετίες διαπιστώθηκε πως η ανεξέλεγκτη παραγωγή συσκευασιών από διάφορα μη βιοδιασπώμενα υλικά προκαλεί οξύτατο οικολογικό πρόβλημα. Έπρεπε, λοιπόν, να εφαρμοστούν αποτελεσματικότεροι νόμοι και να επιβληθούν κυρώσεις, για να περιοριστεί η χρήση και συνακόλουθα η ρύπανση και να ενισχυθεί η ανακύκλωση. Ο κύριος στόχος της εργασίας ήταν να διερευνηθεί η προτίμηση των μαθητών-τριών Δημοτικού Σχολείου, ηλικίας 6-12 ετών, στο χρώμα του κάδου ανακύκλωσης συσκευασιών στον χώρο του Σχολείου. Στο πρώτο στάδιο διαπιστώθηκε ο υψηλός βαθμός εξοικείωσης των παιδιών γενικά με την έννοια της ανακύκλωσης μέσω της χρήσης έντυπου και ηλεκτρονικού υλικού. Στη συνέχεια τα παιδιά ενημερώθηκαν με περισσότερες λεπτομέρειες για τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή συσκευασιών, καθώς και για τα κύρια υλικά συσκευασιών που ανακυκλώνονται. Σε αυτό το στάδιο φάνηκε ξεκάθαρα η συμβολή του Προγράμματος «μπλε κάδος» του Δήμου Ξάνθης στην ενημέρωση και στην καλλιέργεια καλών πρακτικών, αναφορικά με την ανακύκλωση συσκευασιών. Στο δεύτερο στάδιο έγιναν μετρήσεις του βάρους συσκευασιών που έφερναν τα παιδιά από το σπίτι τους και προμηθεύονταν από το Κυλικείο του Σχολείου. Χρησιμοποιήθηκαν τέσσερις χρωματιστοί (κίτρινος, πορτοκαλί, μοβ, πράσινος) κάδοι. Ο μπλε κάδος αποκλείστηκε, λόγω της μεγάλης εξοικείωσης των μαθητών-τριών στο χρώμα του μπλε κάδου ανακύκλωσης του Δήμου Ξάνθης. Στο τρίτο στάδιο της εργασίας έγινε η ανάλυση των δεδομένων των μετρήσεων με εργαλεία: 1. One-way ANOVA test, 2. Kruskal-Wallis test Η ανάλυση των δεδομένων των μετρήσεων έδειξε σαφή προτίμηση των παιδιών στον κάδο μοβ χρώματος. 1. Τα αποτελέσματα τόσο του One-Way ANOVA test όσο και του Kruskal-Wallis test έδειξαν ότι υπάρχει στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ του βάρους των απορριμμάτων διαφορε τικού χρώματος κάδων. 2. Το μέσο βάρος των απορριμμάτων του κάδου χρώματος μοβ υπερέχει σε σύγκριση με τους υπολοίπους σε κάθε διάταξη που μελετήθηκε. 3. Η θέση των χρωματισμένων κάδων δεν επηρεάζει τη συχνότητα και την ποσότητα ρίψης απορριμμάτων από τους μαθητές. 1787 189 192 In this postgraduate theses has been studied the congenital uterine anomalies, which are a heterogeneous group of disorders that may adversely affect a woman's reproductive ability. The impact of these abnormalities on a patient's reproductive capacity is an interesting and controversial issue, as the proper treatment of women with many forms of abnormalities remains controversial. The aim of this postgraduate thesis focuses on the scientific investigation of the etiology, clinical assessment and diagnostic methods of these disorders, as well as the study of interventional and non-interventional therapeutic approaches. A bibliographic research of domestic and international bibliography was performed on the Pubmed, Scopus, and Google Scholar databases.The articles and textbooks selected are studies published over the last fifteen years in Greek and English.The selection of articles was based on the use of keywords and the most recent publication of new data relevant to the subject of this research. In conclusion, therapeutic management of patients with congenital uterine anomalies can be achieved by the use of invasive and surgical methods, under the supervision of specialist physicians and health professionals, to improve both the reproductive capacity and the desired outcome of pregnancy. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διατριβή μελετήθηκαν οι συγγενείς ανωμαλίες μήτρας, οι οποίες αποτελούν μια ετερογενή ομάδα διαταραχών που μπορούν να επηρεάσουν δυσμενώς την αναπαραγωγική ικανότητα μιας γυναίκας. Η επίπτωση αυτών των ανωμαλιών στην αναπαραγωγική ικανότητα ενός ασθενούς είναι ένα ενδιαφέρον και αμφιλεγόμενο ζήτημα, καθώς η σωστή θεραπευτική αντιμετώπιση των γυναικών με πολλές μορφές ανωμαλιών παραμένει αμφιλεγόμενη.Στόχος της παρούσας μεταπτυχιακής διατριβής είναι η επιστημονική διερεύνηση της αιτιολογίας, η κλινική εκτίμηση και οι μέθοδοι διάγνωσης αυτών των διαταραχών, καθώς και η μελέτη των παρεμβατικών και μη παρεμβατικών μεθόδων θεραπευτικής προσέγγισης. Διενεργήθηκε βιβλιογραφική αναζήτηση της εγχώριας και της διεθνούς βιβλιογραφίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Pubmed, Scopus και Google Scholar. Τα άρθρα και τα συγγράμματα που επιλέχθηκαν είναι έρευνες δημοσιευμένες κατά την τελευταία δεκαπενταετία στην ελληνική και αγγλική γλώσσα. Η επιλογή των άρθρων βασίστηκε στην χρήση των λέξεων-κλειδιά και στην όσο το δυνατόν πιο πρόσφατη δημοσίευση νέων δεδομένων που αφορούν το αντικείμενο αυτής της έρευνας. Συμπερασματικά, η θεραπευτική διαχείριση των ασθενών με συγγενείς ανωμαλίες μήτρας μπορεί να επιτευχθεί με την χρήση επεμβατικών και χειρουργικών μεθόδων, υπό την επίβλεψη ειδικών ιατρών και επαγγελματιών υγείας, για την βελτίωση τόσο της αναπαραγωγική ικανότητας όσο και της επιθυμητής έκβασης της εγκυμοσύνης. 1788 306 262 Issues - values in the modern Greek Language school books of the 9th grade from 1983 until 2014 Θέματα - αξίες στα σχολικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γλώσσας της Γ΄ Γυμνασίου από το 1983 έως το 2014 The present study investigates the issues-values that are transferred, through the Modern Greek language’s school books, to the students of the 9th grade, the final year of the compulsory education in Greece. Actually, the study is focused on the Modern Greek language’s school books that are used from the 1983 until now. Specifically, the school books of 1983, 1991, and 2006 are studied on the basis of their relation to the political condition in Greece as well as the educational reformations that took place after the 1974 when a new political era had been started in Greece. Moreover, these books are approached under the aims of the Curricula, the social reality and the ideology of this historical period. The effects of the European policy in education and the Principle of subsidiarity, as they have been determined by the Maastricht Treaty (1987) as well as the Lisbon Treaty (2007), on these school books are also investigated. The study was based on the qualitative and the quantitative methodological principles and tools that are used on the field of the school’ books studies. The results and the findings of the study, having as a critical measure the content of the recent Greek language school book, led to three conclusions. Firstly, all the school books that involved in the study diffuse mostly the issue – value of “the culture”. Secondly, the content of all of these books reflects the effects that the European policy in education had on them. Thirdly, the application of the Principle of Subsidiarity is reflected only on the demonstration of the Greek Orthodox doctrine. Finally, the renewal of the school books’ content seems as necessary not only for serving the timeliness principle but also for motivating students’ learning. Η παρούσα μελέτη διερευνά τα θέματα - αξίες που διδάσκονται μέσω των σχολικών εγχειριδίων της Νεοελληνικής Γλώσσας στους μαθητές που φοιτούν στη Γ΄ τάξη του ελληνικού σχολείου, τελευταίου έτους της υποχρεωτικής εννεάχρονης εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, ερευνά τα σχολικά εγχειρίδια της Νεοελληνικής Γλώσσας της Γ΄ Γυμνασίου, που υπήρξαν αντικείμενο διδασκαλίας από το 1983 έως σήμερα. Πρόκειται για τρία εγχειρίδια – του 1983, 1991, 2006, αντίστοιχα – τα οποία διερευνώνται ως προς τη σχέση τους με την πολιτική κατάσταση της Ελλάδας και τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που επιχειρήθηκαν μετά την μεταπολίτευση του 1974. ως προς τη σχέση τους με τα Αναλυτικά Προγράμματα, την κοινωνική πραγματικότητα και την ιδεολογία αυτής της περιόδου. ως προς την επιρροή τους από την Ευρωπαϊκή διάσταση στην Εκπαίδευση και από την «αρχή της επικουρικότητας», όπως αυτές προσδιορίσθηκαν από τη Συνθήκη του Μάαστριχ (1987) έως και τη Συνθήκη στης Λισαβόνας (2007). Η μελέτη αξιοποίησε τα εργαλεία της ποιοτικής και της ποσοτικής μεθόδου έρευνας των σχολικών εγχειριδίων. Μάλιστα, έχοντας ως «μέτρο σύγκρισης» το εγχειρίδιο του 2006, η παρούσα μελέτη κατέληξε στα ακόλουθα συμπεράσματα: πρώτον, στα τρία αυτά εγχειρίδια προβάλλονται κάποια κοινά θέματα – αξίες με προεξέχον αυτό του «πολιτισμού». δεύτερον, και στα τρία διαφαίνεται διαδοχικά ολοένα και περισσότερο η επίδραση της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής. τρίτον, η «αρχή της επικουρικότητας» περιορίζεται κυρίως στην προβολή του ορθόδοξου χριστιανικού δόγματος. Τέλος, φάνηκε η αναγκαιότητα να ανανεώνεται το περιεχόμενο των «κειμένων» των σχολικών εγχειριδίων της Νεοελληνικής Γλώσσας, προκειμένου να υπηρετείται η «αρχή της επικαιρότητας» για να προσελκύεται το μαθησιακό ενδιαφέρον. 1789 147 194 Διερεύνηση της εφαρμογής αεριζόμενων όψεων σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά στοιχεία One of the issues that most scientists dealing with in recent years, in the context of environmental protection, is the high energy consumption of the building sector, both nationally and at European level. The building sector is responsible for about 40% of the output and given that the energy consumed and the environment are interrelated, the need to reduce it is becoming ever greater. The most widespread way to save energy is Renewable Energy Sources through which a reduction in energy consumption can be achieved in an environmentally friendly manner. Ventilated photovoltaic facades are a combination of technologies that can bring energy savings to the building sector. This postgraduate diploma thesis aims to evaluate the contribution of aerated faces with PV under the influence of various factors. To prepare this work, the Energy Plus program was used using a graphical interface through the Google Sketch Up program. Ένα από τα φαινόμενα που απασχολούν κυρίως τους επιστήμονες τα τελευταία χρόνια, στα πλαίσια της προστασίας του περιβάλλοντος, είναι τα μεγάλα ποσοστά κατανάλωσης ενέργειας που καταλαμβάνει ο κτιριακός τομέας, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ο κτιριακός τομέας ευθύνεται για το 40% περίπου της παραγόμενης και με δεδομένο ότι η καταναλισκόμενη ενέργεια και το περιβάλλον είναι στοιχεία αλληλένδετα, η ανάγκη για την μείωση της γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη. Ο πλέον διαδεδομένος τρόπος για εξοικονόμηση ενέργειας είναι οι Ανανεώσιμές Πηγές Ενέργειας μέσω των οποίων μπορεί να επιτευχθεί μείωση στην κατανάλωση ενέργειας με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον. Οι αεριζόμενες όψεις και οι αεριζόμενες όψεις σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά στοιχεία είναι ένας συνδυασμός τεχνολογιών ο οποίος μπορεί να επιφέρει εξοικονόμηση ενέργειας στον κτιριακό τομέα. Η παρούσα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία έχει ως στόχο την αξιολόγηση της συμβολής των αεριζόμενων όψεων και των αεριζόμενων όψεων με φωτοβολταϊκά στοιχεία, υπό την επίδραση διάφορων παραγόντων, στην εξοικονόμηση ενέργειας σε συστήματα θέρμανσης και ψύξης σε κτίρια κατοικιών. Για την εκπόνηση αυτής της εργασίας έγινε χρήση του προγράμματος Energy Plus χρησιμοποιώντας γραφικό περιβάλλον μέσα από το πρόγραμμα Google Sketch Up. 1790 350 359 Διερεύνηση αναγκών ατόμων με σχιζοφρένεια που φιλοξενούνται σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης Schizophrenia is a chronic mental health disorder with intense psychopathology, which has a negative impact on psychological well-being and cognitive functions, as well as on behavior. Therapeutic interventions for schizophrenia aim to improve the patients’ quality of life, by reducing the symptoms and assisting their functional rehabilitation. The assessment of needs has a direct link to the patient’s quality of life as well as the evaluation of health services, regarding the quality of services and the effectiveness of the therapeutic interventions they offer. In schizophrenia, assessment of needs is based on the improvement of symptoms, skills, and social deficits. When it comes to services, needs are defined as lack of access to appropriate forms of care or as a sufficient level of services which specifically deal with these particular deficits and needs. The present study aimed to explore the needs of people suffering from schizophrenia, and who are accommodated in Housing Type Units of Psychosocial Rehabilitation, as well as the effect of those needs on the patients’ quality of life. The secondary aim of the study was to examine whether any significant correlation between the needs of patients suffering from schizophrenia exists and the effectiveness of psychosocial interventions based on Cognitive Behavior Therapy. The sample consisted of 41 people with schizophrenia, aged 18 years old and above, accommodated in Hostels and Protected Apartments in Thessaloniki and Alexandroupoli. All participants completed the Camberwell Assessment of Need-Research Questionnaire (C.A.N.-R.) and the World Health Organization Quality of Life-BREF (WHOQOL-BREF). Patient reference persons (staff members) also completed the C.A.N.-R. questionnaire. The results showed that patients have 10,29 needs on average, of which 2,2 are not covered by available services. Both patients and staff members agreed on the overall number of needs and the needs that are not met by services. However, staff members claimed that patients have a larger number of needs covered. The study also found that as non-covered needs increase, quality of life in terms of physical health, social relationships, and environment decrease. Finally, patients who received CBT were found to have fewer needs on the C.A.N.- R. sub-scale named “Service Needs”. Η σχιζοφρένεια είναι μια χρόνια ψυχική διαταραχή με έντονη ψυχοπαθολογία που επηρεάζει αρνητικά τις ψυχικές, τις γνωστικές λειτουργίες και τη συμπεριφορά. Οι θεραπευτικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της στοχεύουν στη μείωση των συμπτωμάτων και τη λειτουργική αποκατάσταση των ασθενών με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους. Η εκτίμηση των αναγκών συνδέεται άμεσα με την ποιότητα ζωής των ψυχικά πασχόντων καθώς και με την αξιολόγηση των υπηρεσιών υγείας αναφορικά με την ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρουν και την αποτελεσματικότητα των θεραπευτικών παρεμβάσεων που εφαρμόζουν. Στη σχιζοφρένεια, οι ανάγκες αξιολογούνται με γνώμονα τη βελτίωση που επιτυγχάνεται στα συμπτώματα, τις δεξιότητες και τα κοινωνικά ελλείμματα. Σε επίπεδο υπηρεσιών, οι ανάγκες ορίζονται ως η έλλειψη πρόσβασης σε κατάλληλες μορφές φροντίδας ή σε ένα επαρκές επίπεδο παροχής υπηρεσιών που ασχολείται ειδικότερα με αυτές τις ελλείψεις ή τις ανάγκες.Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η διερεύνηση των αναγκών ατόμων με σχιζοφρένεια που φιλοξενούνται σε Μονάδες Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης Στεγαστικού Τύπου καθώς και η επίδραση των αναγκών στην ποιότητα ζωής τους. Επίσης, η διαπίστωση της πιθανής συσχέτισης των αναγκών ατόμων με σχιζοφρένεια με την αποτελεσματικότητα ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων που βασίζονται στη Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία. Το δείγμα της παρούσας έρευνας αποτέλεσαν 41 άτομα με σχιζοφρένεια, ηλικίας 18 ετών και άνω, που φιλοξενούνταν σε Ξενώνες και Προστατευμένα Διαμερίσματα στη Θεσσαλονίκη και την Αλεξανδρούπολη. Σε όλους, χορηγήθηκε το Ερωτηματολόγιο Εκτίμησης Αναγκών Camberwell Assessment of Need-Research (CAN-R) και η Κλίμακα Ποιότητας Ζωής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHOQOL-BREF). Το CAN-R απαντήθηκε και από τα αντίστοιχα πρόσωπα αναφοράς των ασθενών. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι οι ασθενείς έχουν κατά μέσο όρο 10,29 ανάγκες από τις οποίες οι 2,2 είναι μη καλυπτόμενες. Ασθενείς και προσωπικό συμφωνούν σχετικά με το συνολικό αριθμό αναγκών και τον αριθμό των μη καλυπτόμενων αναγκών που αναγνωρίζουν, αλλά το προσωπικό εκτιμά ότι οι ασθενείς έχουν περισσότερες καλυπτόμενες ανάγκες. Επίσης διαπιστώθηκε ότι όσο αυξάνονται οι μη καλυπτόμενες ανάγκες των ασθενών τόσο μειώνεται η ποιότητα ζωής τους στους τομείς της σωματικής υγείας, των κοινωνικών σχέσεων και του περιβάλλοντος και αντίστροφα. Τέλος, βρέθηκε ότι οι ασθενείς που ακολουθούν Γνωστικές Συμπεριφορικές Ψυχοκοινωνικές Παρεμβάσεις παρουσιάζουν λιγότερες ανάγκες στο υποπεδίο αναγκών του CAN-R «Ανάγκες Υπηρεσιών». 1791 423 451 Cannabis is considered to be the most widespread psychotropic substance in the world and therefore the harmful effects of its use have an impact on the population. Consumption of cannabis and its derivatives has been on the rise in recent years. Health and social cost of cannabis use, as shown by studies, is high. Fact which concerns the medical community as it is increasingly investigating the use of the plant and its extracts. The purpose of this monograph is to present and discuss at first the cases concerning the use of cannabis, the manifestation of psychotic symptomatology and Schizophrenia, and consequently the risk factors that determine the susceptibility to the disease. The methodological approach to the subject includes search for articles and data research in both international and Greek literature. In particular, it also relied, on electronic databases of Medline - Pubmed, and Google which had the form of full-text studies, making an effort to collect as many and as complete articles as possible on the subject. Recent studies have linked cannabis use to an increased likelihood of developing a psychotic disorder. Also of interest are studies that show a worsening of pre-existing psychotic disorder, with an enhanced psychotic symptomatology and a significantly increased recurrence rate of relapses due to cannabis use. One strong hypothesis on which several studies have been based is that the use of cannabis plays a decisive role in the onset of psychotic disorder and schizophrenia. Therefore, is included in the determinants of the disease, along with genetic predisposition, traumatic manifestations of life. It is also important to be said that, increased incidence of symptoms of the disease, like the persistence of psychotic symptomatology in medication, increased number and duration of hospitalization, goes along with cannabis abusers. The 'self-medication' hypothesis is also remarkable in research. It has been pointed out that the most widespread psychotropic substance consumed by patients with schizophrenia is cannabis. Cannabis consumption is used, as reported by patients, due to its transient anti-angiogenic action. This is manifested as euphoric mood, transient reduction of the negative symptomatology of schizophrenia, and reduction of depressive symptoms. Another strong hypothesis is about the correlation of the age of onset of cannabis use and the manifestation of schizophrenia. The risk of developing a psychotic disorder in adulthood has been shown that increases lignificantly when cannabis is abused during adolescence .In conclusion of this work, the use of cannabis is a determinant factor in the onset of psychotic disorder and a contributing factor to the onset and on the prevalence of Schizophrenia. Η κάνναβη θεωρείται ως η πιο διαδεδομένη ψυχοτρόπος ουσία σε παγκόσμιο επίπεδο και κατά συνέπεια οι επιβλαβείς επιπτώσεις της χρήσης της έχουν αντίκτυπο σε επίπεδο πληθυσμού. Η κατανάλωση της κάνναβης και των παραγώγων αυτής, παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια αυξητική τάση. Το υγειονομικό και κοινωνικό κόστος της χρήσης κάνναβης, όπως φαίνεται από μελέτες, είναι μεγάλο, γεγονός που απασχολεί την ιατρική κοινότητα στρέφοντάς την, όλο και περισσότερο στην διερεύνηση του φαινομένου της χρήσης αυτής αλλά και των ιδιοτήτων του φυτού. Σκοπός της παρούσας ανασκοπικής μελέτης είναι αφενός η παρουσίαση και συζήτηση των υποθέσεων που αφορούν τη χρήση κάνναβης και την εκδήλωση ψυχωτικής συμπτωματολογίας και Σχιζοφρένειας και αφετέρου η ανάλυση των παραγόντων κινδύνου που καθορίζουν την ευαλωτότητα εκδήλωσης της νόσου. Η μεθοδολογική προσέγγιση του θέματος περιλαμβάνει την αναζήτηση αρθρογραφίας και ερευνητικών δεδομένων τόσο στη διεθνή βιβλιογραφία όσο και στην ελληνική βιβλιογραφία. Ειδικότερα, ακόμα βασίστηκε σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Medline - Pubmed και Google και σε μελέτες που είχαν τη μορφή πλήρους κειμένου, κάνοντας μια προσπάθεια όσο το δυνατόν μεγαλύτερης και πληρέστερης συλλογής άρθρων επί του θέματος. Οι έρευνες των τελευταίων χρόνων έχουν συνδέσει τη χρήση ινδικής κάνναβης με την αυξημένη πιθανότητα εκδήλωσης ψυχωτικής διαταραχής. Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζουν οι μελέτες που καταδεικνύουν την επιδείνωση της ήδη υπάρχουσας ψυχωτικής διαταραχής, με ενίσχυση της ψυχωτικής συμπτωματολογίας και σημαντικά αυξημένο ποσοστό υποτροπών της εξαιτίας της χρήσης κάνναβης. Μια ισχυρή υπόθεση στην οποία έχουν βασιστεί αρκετές έρευνες είναι ότι η χρήση ινδικής κάνναβης παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση ψυχωτικής διαταραχής-χιζοφρένειας. Η χρήση κάνναβης, δηλαδή, συμπεριλαμβάνεται στους καθοριστικούς εκλυκτικούς παράγοντες της νόσου, όπως επί παραδείγματι η γενετική προδιάθεση και τα ψυχοτραυματικά γεγονότα ζωής. Είναι σημαντικό σ’ αυτό το σημείο να αναφερθεί η αυξημένη συχνότητα υποτροπών της νόσου, η ανθεκτικότητα της ψυχωτικής συμπτωματολογίας στη φαρμακευτική αγωγή, και τέλος ο αυξημένος αριθμός και χρόνος νοσηλειών, που εμφανίζουν οι χρήστες που συγχρόνως έχουν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια. Η υπόθεση της «αυτοϊασης»-self medication hypothesis- είναι εξίσου αξιοσημείωτη. Στις έρευνες που ασχολήθηκαν με αυτή την υπόθεση καταφάνηκε ότι η πιο διαδεδομένη ψυχοτρόπος ουσία που καταναλώνουν οι ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από σχιζοφρένεια είναι η ινδική κάνναβη. Η κατανάλωση κάνναβης χρησιμοποιείται, όπως αναφέρεται από ασθενείς, εξαιτίας της παροδικής αντι -αγχογόνου δράσης που αρχικά εμφανίζει, της έκλυσης ευφορικής διάθεσης, της παροδικής μείωσης των αρνητικών συμπτωμάτων της σχιζοφρένειας και της μείωσης της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας. Μια ακόμα υπόθεση της παρούσας έρευνας είναι η συσχέτιση της ηλικίας έναρξης της χρήσης κάνναβης με την εκδήλωση της σχιζοφρένειας. Φάνηκε ότι η χρήση κάνναβης κατά τη διάρκεια της εφηβείας αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης ψυχωτικής διαταραχής κατά την ενήλικη ζωή του ατόμου. Εν κατακλείδι, όπως φαίνεται από τα αποτελέσματα της εργασίας, η χρήση της κάνναβης αποτελεί καθοριστικό παράγοντα εκδήλωσης ψυχωτικής διαταραχής και παράγοντα που συντείνει στην εκδήλωση αλλά και στην επίταση της νόσου της Σχιζοφρένειας. 1792 11 10 Κλωνοποίηση του ανθρώπινου γονιδίου NAT1 για ανασυνδυασμένη έκφραση στα βακτήρια Cloning of the human NAT1 gene for recombinant expression in bacteria 1793 359 428 Ο ρόλος του ηλεκτρονικού τσιγάρου ως θεραπεία στη διακοπή του καπνίσματος Introduction: Cigarette smoking is the leading preventable cause of mortality. A large percentage of smokers claim that they want to stop smoking and an equally important proportion of those attempt quitting. To date, it has been proven that the most effective method of smoking cessation is the combination of behavioral counseling and drug therapy. However, due to the chronic relapsing nature of tobacco dependence, there is a need for novel and effective methods for smoking cessation. In this context, electronic cigarette was recently introduced commercially to the international market, as a new and effective smoking cession device. Purpose: The purpose of the review is to examine the safety and efficacy of electronic cigarette as a treatment method for smoking cessation. Results: Data on the efficacy of electronic cigarette as a smoking-cessation aid are limited and trials have yielded conflicting results. Furthermore, regarding to the safety of electronic cigarette, analyses of commercially available e-cigarette liquids and aerosols have revealed the presence of constituents other than the listed ingredients; at the same time, data on the safety of long-term inhalation of the listed ingredients are either limited or unavailable. Simultaneously, in-vitro studies demonstrated that liquids and aerosols of e-cigarettes increase susceptibility to viral and bacterial infections and inflammatory response, leading to reduced cell proliferation, reduced cell viability, increased cell death and oxidative stress and they are, also, cytotoxic. In-vivo studies in animals showed that the electronic cigarettes reduce host defense against viruses and bacteria, increase the airway inflammation and airway hyperresponsiveness, and are implicated into the development of fibrosis and emphysema. Finally, studies in humans have shown that electronic cigarette causes significant short-term damage to both cardiovascular and respiratory system of exposed subjects. Conclusions: Based on relevant studies, electronic cigarettes induce short-term harmful effects, while long-term impact is unknown, due to their recent commercial release. In addition, studies on its efficacy on smoking cessation are conflicting. More research is needed to examine its effectiveness (and make its use as safe as possible). Until then, electronic cigarette, as a method of smoking cessation, is an option associated with reduced risk; that's why it cannot be recommended as a solution to smoking cessation. Εισαγωγή: Το κάπνισμα έχει χαρακτηριστεί ως η κύρια αποτρέψιμη αιτία θανάτου με μεγάλο ποσοστό των καπνιστών να ισχυρίζονται πως θέλουν να διακόψουν το κάπνισμα και σημαντικό, εξίσου, ποσοστό αυτών να το επιχειρούν. Έως σήμερα, έχει αποδειχθεί πως η πιο αποτελεσματική μέθοδος στη διακοπή του καπνίσματος είναι ο συνδυασμός συμβουλευτικής θεραπείας συμπεριφοράς και φαρμακευτικής θεραπείας. Ωστόσο, λόγω της χρόνιας υποτροπιάζουσας φύσης της εξάρτησης από το τσιγάρο, δημιουργείται η ανάγκη για νέες και αποτελεσματικές μεθόδους στη διακοπή του καπνίσματος. Στα πλαίσια αυτά, το ηλεκτρονικό τσιγάρο εισήχθη προ λίγων ετών στη διεθνή αγορά, ως μία νέα συσκευή διανομής νικοτίνης, που έρχεται να συμβάλλει με τον ρόλο του στη διακοπή του καπνίσματος. Σκοπός: Σκοπός της ανασκόπησης είναι να ελεγχθεί η ασφάλεια της χρήσης του ηλεκτρονικού τσιγάρου αλλά και η αποτελεσματικότητά του ως θεραπεία στη διακοπή του καπνίσματος. Αποτελέσματα: Τα δεδομένα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ηλεκτρονικών τσιγάρων ως βοήθημα στη διακοπή του καπνίσματος είναι περιορισμένα και τα αποτελέσματα, από τις έως τώρα μελέτες, συγκρουόμενα. Επιπλέον, όσον αφορά στην ασφάλεια της χρήσης του ηλεκτρονικού τσιγάρου, στα συστατικά των υγρών και των αερολυμάτων των ηλεκτρονικών τσιγάρων έχουν ανευρεθεί ουσίες, τοξικές και καρκινογόνες, οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην επίσημη λίστα των συστατικών· ενώ ταυτόχρονα, περιορισμένα ή μη διαθέσιμα είναι τα δεδομένα σχετικά με την ασφάλεια της μακροχρόνιας εισπνοής ουσιών που επίσημα περιλαμβάνονται στα υγρά των ηλεκτρονικών τσιγάρων. Συνάμα, μελέτες σε κυτταρικές σειρές έχουν αποδείξει πως τα υγρά και τα αερολύματα ηλεκτρονικών τσιγάρων αυξάνουν την ευπάθεια σε ιώσεις και μικροβιακές λοιμώξεις, καθώς και τη φλεγμονή, οδηγούν σε μειωμένο κυτταρικό πολλαπλασιασμό, μειωμένη βιωσιμότητα και αυξημένο κυτταρικό θάνατο, ενισχύουν το οξειδωτικό στρες, ενώ έχουν ενοχοποιηθεί, και για κυτταροτοξικότητα. Μελέτες σε ζώα απέδειξαν πως το ηλεκτρονικό τσιγάρο μειώνει την άμυνα έναντι ιών και βακτηρίων, επάγει την αλλεργική φλεγμονή και βρογχική υπεραντιδραστικότητα, ενώ ενοχοποιείται και για την ανάπτυξη ίνωσης και εμφυσήματος. Τέλος, μελέτες σε ανθρώπους έδειξαν πως το ηλεκτρονικό τσιγάρο προκαλεί σημαντικές βραχυπρόθεσμες βλάβες τόσο στο καρδιαγγειακό όσο και στο αναπνευστικό σύστημα των ατόμων που εκτέθηκαν σε αυτό. Συμπεράσματα: Βάσει των έως τώρα μελετών, φαίνεται πως το ηλεκτρονικό τσιγάρο προκαλεί βραχυχρόνια βλάβη· ενώ, λόγω των περιορισμένων ετών στα οποία βρίσκεται σε κυκλοφορία, δε δύναται, ακόμη, να εκτιμηθούν οι μακροχρόνιες επιπτώσεις του. Επιπλέον, οι μελέτες για την αποτελεσματικότητά του στη διακοπή του καπνίσματος είναι συγκρουόμενες. Απαιτείται περισσότερη έρευνα για να εξεταστεί η αποτελεσματικότητά του, και να καταστεί η χρήση του όσο το δυνατόν ασφαλέστερη. Έως τότε, το ηλεκτρονικό τσιγάρο ως μέθοδος διακοπής του καπνίσματος αποτελεί τακτική μειωμένου κινδύνου και δε μπορεί να υιοθετηθεί ως λύση στη θεραπεία διακοπής του καπνίσματος. 1794 217 242 Propensities of Asn-Gly containing heptapeptides to form β-turn structures Μελέτη της τάσης επταπεπτιδίων που περιέχουν το τμήμα Asn-Gly για τον σχηματισμό β-στροφών Over the last two decades, molecular modelling has emerged as an invaluable tool for studying the protein folding in silico. Molecular mechanics calculations along with computer graphics are now widely used to visualise molecular shape and structure, and quantify steric demand. On the other hand, the most recent quantum mechanics calculations continue to play an ever increasing role in Structural Biology, promising high quality description of molecular structures. In this thesis, we examine the accuracy of Molecular Dynamics simulations and their ability to approach systems derived from quantum mechanics calculations. More specifically, three Molecular Dynamics simulations of 5 gs each in explicit water solvent were carried out for three heptapeptides containing the Asn-Gly segment, in order to study their folding and dynamics. Previous data, based on quantum mechanics calculations from Kang Y. K. and Yoo I. K., has proven that these peptides adopt ^-turn and ^-hairpin structures. The results from the simulations' analyses point out significant divergence from the ab initio models, denoting severe dynamicity in our systems. The heptapeptides show a general tendency to form ^-turn conformations regarding their four-residue central part, but the results do not utterly agree with the ab initio models, raising the question whether Molecular Dynamics simulations are suitable for such dynamic systems. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, η μοριακή μοντελοποίηση έχει αναδειχθεί ως ένα ανεκτίμητο εργαλείο για την in silico μελέτη της αναδίπλωσης των πρωτεϊνών. Η Μοριακή Μηχανική σε συνδυασμό με την Υπολογιστική Γραφική χρησιμοποιούνται πλέον ευρύτατα για την απεικόνιση της μοριακής δομής και την ποσοτικοποίηση των στερικών αλληλεπιδράσεων που επηρεάζουν άμεσα το σχήμα και τη δομή των βιομορίων. Από την άλλη πλευρά, πιο πρόσφατες υπολογιστικές μέθοδοι που έχουν τις ρίζες τους στη θεωρία της Κβαντομηχανικής, προσελκύουν το επιστημονικό ενδιαφέρον ολοένα και περισσότερο, καθώς υπόσχονται υψηλή ποιότητα περιγραφής των μοριακών δομών. Στην παρούσα εργασία εξετάζουμε την ακρίβεια των προσομοιώσεων Μοριακής Δυναμικής και την ικανότητά τους να προσεγγίζουν αποτελέσματα προερχόμενα από υπολογισμούς Κβαντομηχανικής. Πιο συγκεκριμένα, πραγματοποιήθηκαν τρεις προσομοιώσεις Μοριακής Δυναμικής διάρκειας 5 μs η κάθε μία σε υδατικό διάλυμα, για τρία επταπεπτίδια που περιέχουν ένα τμήμα Asn-Gly, προκειμένου να γίνει μελέτη της αναδίπλωσης και της δυναμικής τους. Προηγούμενα δεδομένα που βασίζονται σε υπολογισμούς Κβαντομηχανικής αποδεικνύουν πως αυτά τα πεπτίδια υιοθετούν δομές β-στροφής και β-φουρκέτας. Τα αποτελέσματα από τις αναλύσεις των προσομοιώσεων φαίνονται να αποκλίνουν σημαντικά από τις ab initio δομές, υποδηλώνοντας πως τα συστήματά μας είναι αρκετά δυναμικά. Τα επταπεπτίδια παρουσιάζουν μια γενική τάση προς τον σχηματισμό β-στροφών, όσον αφορά το κεντρικό τμήμα των τεσσάρων αμινοξικών καταλοίπων τους, χωρίς ωστόσο να υπάρχει απόλυτη συμφωνία με τα πειραματικά μοντέλα, θέτοντας τελικά το ερώτημα αν οι προσομοιώσεις Μοριακής Δυναμικής είναι κατάλληλες για τόσο δυναμικά συστήματα. 1795 287 262 This Undergraduate Thesis is about history of discipline in the Greek educational system. Initially, conceptual clarification of definitions regarding school discipline, school classrooms, mischievousness in school surroundings and school punishments is emphasized. After that, the researcher manifests the way discipline was restored during ancient times. Specifically, this thesis refers to Spartan education, inurement and military training in ancient Sparta. Then, the process of education in Athens, perceptions of the era and young people’s moral education are analyzed. Then, the researcher compares and contrasts different beliefs in connection with education in Athens and Sparta. The next module weighs the process of discipline in the medieval period. Methods and styles of education are, then, highlighted analytically. The role of the church is considered essential regarding young education. It is noteworthy that Herbart’s educational system and the School of Work had had a major impact on the development of educational things. Furthermore, the value of moral education is clarified and various punishments are categorized depending on the offending behavior. Then, the following section focuses on discipline in the classroom in modern Greece. Kapodistria's role in enforcing discipline is afterwards analyzed. Additionally, the model of education during the era of Trikoupis, the reforms in the education system and the way of imposing discipline in the 20th century are included. Moreover, views of educators after the era of Herbart are cited. Simultaneously, the research highlights the value of unruly behavior prevention and the removal of physical punishments. Last but not least, there seem types of mischievousness to be included along with their ways of their dealing and rewards. In the empirical part of the research, the research objectives, questions and methods of sampling are written down. Finally, the research findings are revealed. Στην παρούσα εργασία γίνεται λόγος για την ιστορία της πειθαρχίας στην ελληνική εκπαίδευση. Αρχικά γίνεται εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων της σχολικής πειθαρχίας, της σχολικής τάξης, της αταξίας και των ποινών. Έπειτα, η ερευνήτρια αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο επιβαλλόταν η πειθαρχία κατά την αρχαιότητα. Πιο συγκεκριμένα, στην αγωγή των Σπαρτιατών, στην σκληραγώγηση και στρατιωτική εκπαίδευση των νέων στην αρχαία Σπάρτη. Στη συνέχεια, αναλύει τη διαδικασία της αγωγής στην Αθήνα, τις αντιλήψεις της εποχής και την ηθική διαπαιδαγώγηση των νέων. Κατόπιν, αντιπαραβάλλει τις απόψεις για την εκπαίδευση στην Αθήνα και την Σπάρτη. Η επόμενη ενότητα πραγματεύεται την διαδικασία της πειθαρχίας στον Μεσαίωνα. Αναλυτικότερα επισημαίνονται οι μέθοδοι και τα στυλ διαπαιδαγώγησης. Σημαντικός κρίνεται ο ρόλος της Εκκλησίας στην αγωγή των νέων. Αξίζει, επίσης να σημειωθεί ότι το ερβαρτιανό σύστημα και το Σχολείο Εργασίας είχαν σημαντική επίδραση στην εξέλιξη των παιδαγωγικών πραγμάτων. Επιπλέον, διασαφηνίζεται η αξία της ηθικής διαπαιδαγώγησης και κατηγοριοποιούνται οι τιμωρίες ανάλογα με την παραβατική συμπεριφορά. Στην ενότητα που ακολουθεί σχετικά με την πειθαρχία στην σχολική τάξη της νεότερης Ελλάδας αποτυπώνεται ο ρόλος του Καποδίστρια στην επιβολή πειθαρχίας. Επίσης, περιλαμβάνονται ο χαρακτήρας της εκπαίδευσης κατά την τρικουπική περίοδο και οι μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα και στον τρόπο επιβολής πειθαρχίας στον 20ο αιώνα. Ακόμα, παρατίθενται οι απόψεις των νεοερβαρτιανών παιδαγωγών. Παράλληλα η έρευνα προβάλλει την αξία της πρόληψης των απείθαρχων συμπεριφορών και της κατάργησης των σωματικών τιμωριών. Τέλος συμπεριλαμβάνονται μορφές αταξιών και τρόποι αντιμετώπισής τους, όπως και τα είδη αμοιβών. Στο εμπειρικό μέρος της έρευνας καταγράφονται οι στόχοι της έρευνας, τα ερευνητικά ερωτήματα και οι μέθοδοι δειγματοληψίας. Κλείνοντας παρατίθενται τα συμπεράσματα της έρευνας. 1796 485 531 Excessive light pulses in the order of 10"15 sec are produced by the femtosecond Laser without significant thermal alterations in the adjacent tissues and possibility of evaporation of the tissue at the focal point. Its applications in the field of refractive surgery consist in the correction of astigmatism with high precision with wedge¬shaped and astigmatic keratomy, the creation of a corneal flap in LASIK, the creation of intracellular tunnels for the insertion of intracorneal rings for the correction of myopia, keratoconus and ectasia, creation of intra-layer inserts for correction of presbyopia, correction of myopia by the ReLex method, corneal biopsy, corneal transplantation, correction Presbyopia by increasing corneal elasticity, cataract surgery, creation of pockets for riboflavin infusion for CXL therapy, correction of IntraCOR. The application of the femtosecond Laser has improved the safety and precision of flap creation. The risk of flap complications compared to the traditional manual keratomy method has been minimized with the predictability of flap thickness and the ability to create uniform flaps. The femtosecond Laser compared to manual methods makes tunneling easier, more reproducible, faster and ensures accuracy in width, depth and diameter. The ReLex (SMILE and FLEX) method allows the correction of myopia using a single femtosecond Laser as this method include the removal of the microplate of the corneal layer without keratoplasty with the excimer Laser, while the astigmatic keratomes and wedge resections are made for correcting the astigmatism residue. In the case of corneal biopsy, the procedure is performed more safely and accurately. The results of traditional transplantation are improved by using femtosecond Laser assisted surgery. The femtosecond Laser is used to divide the donor corneal tissue into the anterior and posterior layers to achieve its use in endothelial segmental keratoplasty (DSAEK) or partial surface thickness (DALK) as well as the ability to perform reliable corneal incisions in both the donor and the recipient. Results from the DALK method consist of preserving the healthy part of the recipient's cornea (endothelium) so as to minimize the risk of transplant rejection, infection in the eye and bleeding. The effectiveness of endothelial partial keratoplasty DSAEK lies in the replacement of the endothelium affected by a graft consisting of the endothelium, the Descemet membrane. Three important stages play an important role in the cataract surgery with the help of the femtosecond Laser: the Laser assisted corneal section, the capsulotomy and the fragmentation of the lens. Despite the beneficial effects of Femtosecond (FS) compared to other conventional Lasers, such as short-duration pulses and micro-accuracy, repeatability, predictability and high penetration, several problems have not been resolved. There is an urgent need to carry out more studies to achieve optimal use despite the advantages of the femtosecond. Continuous improvement of the femtosecond Laser systems can mark its approach by many surgeons as its capabilities are constantly increasing. The development of this study is a review of the various applications of the femtosecond Laser in refractive surgery. Υπερβραχείς παλμοί φωτός της τάξης των 10"15sec παράγονται από το femtosecond Λέιζερ χωρίς να παρατηρούνται σημαντικές θερμικές μεταβολές στους παρακείμενους ιστούς και με δυνατότητα εξάτμισης του ιστού στο σημείο εστίασης. Οι εφαρμογές του στον τομέα της διαθλαστικής χειρουργικής συνίστανται στη διόρθωση του αστιγματισμού με μεγάλη ακρίβεια με σφηνοειδείς εκτομές και αστιγματικές κερατομές, στη δημιουργία κερατοειδικού κρημνού στη LASIK, στη δημιουργία ενδοκερατοειδικών σηράγγων για την ένθεση ενδοκερατοειδικών δακτυλίων για τη διόρθωση της μυωπίας, του κερατοκώνου και της εκτασίας, στη δημιουργία ενδοστρωματικών ενθεμάτων για τη διόρθωση πρεσβυωπίας, στη διόρθωση της μυωπίας με τη μέθοδο ReLex, στη βιοψία κερατοειδούς, στη μεταμόσχευση κερατοειδούς, στη διόρθωση της πρεσβυωπίας, στην εγχείρηση καταρράκτη, στη δημιουργία ενδοστρωματικών θηκών για την έγχυση ριβοφλαβίνης για τη θεραπεία με CXL, στη διόρθωση της πρεσβυωπίας με τη μέθοδο IntraCOR. Η εφαρμογή του femtosecond Λέιζερ κατάφερε να βελτιώσει την ασφάλεια και την ακρίβεια της δημιουργίας κρημνού. Ο κίνδυνος επιπλοκών κρημνού συγκριτικά με την παραδοσιακή χειροκίνητη μέθοδο κερατομής ελαχιστοποιήθηκε με την προβλεψιμότητα του πάχους του κρημνού και τη δυνατότητα δημιουργίας ομοιόμορφων κρημνών. Το femtosecond Λέιζερ σε σύγκριση με τις χειροκίνητες μεθόδους στην περίπτωση ένθεσης ενδοκερατοειδικών δακτυλίων και ενθεμάτων κάνει τη δημιουργία θήκης και σήραγγας πιο εύκολη, πιο αναπαραγόμενη, πιο γρήγορη καθώς και εξασφαλίζει ακρίβεια στο πλάτος, το βάθος και τη διάμετρο. Η μέθοδος ReLex (SMILE και FLEX) επιτρέπει τη διόρθωση της μυωπίας με τη χρήση ενός μόνο femtosecond Λέιζερ, καθώς αυτή η μέθοδος αφορά στην αφαίρεση μικροφακού του στρώματος του κερατοειδούς, ενώ οι αστιγματικές κερατομές και οι σφηνοειδείς εκτομές γίνονται για τη διόρθωση του υπόλοιπου αστιγματισμού. Στην περίπτωση της βιοψίας του κερατοειδούς η διαδικασία πραγματοποιείται με περισσότερη ασφάλεια και ακρίβεια. Τα αποτελέσματα της παραδοσιακής μεταμόσχευσης στη μερικού πάχους μεταμόσχευση όσο και στην εκτέλεση ολικού πάχους διαμπερούς κερατοπλάστικής βελτιώνονται με τη χρήση του femtosecond λέιζερ. Το femtosecond Λέιζερ εφαρμόζεται για τη διαίρεση του κερατοειδικού ιστού του δότη σε πρόσθιο και οπίσθιο στρώμα ώστε να επιτευχθεί η χρήση του σε ενδοθηλιακή τμηματική κερατοπλαστική (DSAEK) ή σε μερικού πάχους επιφανειακή (DALK) καθώς επίσης προσφέρει τη δυνατότητα για την εκτέλεση αξιόπιστων τομών του κερατοειδούς του δότη, αλλά και του λήπτη. Τα αποτελέσματα από τη μέθοδο DALK συνίστανται στη διαφύλαξη του υγιούς τμήματος του κερατοειδή του δέκτη (ενδοθήλιο), έτσι ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος αποβολής του μοσχεύματος η μόλυνση στο εσωτερικό του οφθαλμού και αιμορραγία. Η αποτελεσματικότητα της ενδοθηλιακής τμηματικής κερατοπλαστικής DSAEK έγκειται στην αντικατάσταση του ενδοθηλίου από ένα μόσχευμα που αποτελείται από το ενδοθήλιο, τη μεμβράνη του Descemet και από ένα λεπτό στρώμα του οπίσθιου στρώματος στη χειρουργική επέμβαση του καταρράκτη με τη βοήθεια του femtosecond Λέιζερ. Τρία σημαντικά στάδια παίζουν σημαντικό ρόλο: η Λέιζερ τομή του κερατοειδούς, η καψουλοτομή και ο κατακερματισμός του φακού. Παρά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Femtosecond Λέιζερ (FS) σε σύγκριση με άλλα συμβατικά Λέιζερ, όπως είναι οι βραχείας διάρκειας παλμοί και μικροακρίβεια, η επαναληψιμότητα, η προβλεψιμότητα και η υψηλή διείσδυση, αρκετά προβλήματα δεν έχουν επιλυθεί. Καθίσταται επιτακτική η ανάγκη εκπόνησης περισσότερων μελετών για να επιτευχθεί η βέλτιστη αξιοποίηση του, παρά τα πλεονεκτήματα του femtosecond Λέιζερ. Η διαρκής βελτίωση των συστημάτων femtosecond Λέιζερ μπορεί να σηματοδοτήσει την προσέγγιση του από πολλούς χειρουργούς καθώς οι δυνατότητες του συνεχώς αυξάνονται. Η εκπόνηση της παρούσης μελέτης αποτελεί μία ανασκόπηση των ποικίλων εφαρμογών του femtosecond Λέιζερ στη διαθλαστική χειρουργική. 1797 187 179 Detecting the presence of elements of the STEM sciences during the construction of an educational robot Ανίχνευση της παρουσίας στοιχείων γνωστικών αντικειμένων STEM κατά την κατασκευή εκπαιδευτικού ρομπότ Educational robotics is a modern innovation, which has been developed significantly in recent years. Through educational robotics the students have the opportunity to develop a number of skills, the spatial thinking included. A lot of research-work take for granted and overcome the construction phase of the robot and focus their research work on its use. The presented work focuses on the construction phase and seeks to detect in this process elements of the STEM sciences (Science, Technology, Engineering, Mathematics). Towards this direction, the effort for the construction of two educational robots from a pair of two primary school students was video recorded. The micro/macroanalysis approach of the videos was based on coding of the student-constructor movements and his dialogue with his pair. The results from this analysis reveal that through spatial thinking the presence of elements of the STEM sciences during the construction of the educational robot can be achieved. The proposed approach materializes this proposition and contributes to deeper approaches of the educational robotics in the framework of STEM education. Η εκπαιδευτική ρομποτική αποτελεί μια σύγχρονη καινοτομία, η οποία έχει αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό το διάστημα των τελευταίων ετών. Μέσω της εκπαιδευτικής ρομποτικής οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν πλήθος δεξιοτήτων μεταξύ των οποίων η χωρική σκέψη. Πολλές έρευνες, προσπερνούν τη φάση της κατασκευής του ρομπότ και εστιάζουν στη χρήση του. Η παρούσα εργασία εστιάζει στη φάση κατασκευής ενός εκπαιδευτικού ρομπότ από μαθητές δημοτικού σχολείου και επιχειρεί να ανιχνεύσει σε αυτή τη διαδικασία στοιχεία από τις επιστήμες STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) μέσω της χωρικής σκέψης. Προς αυτή την κατεύθυνση, βιντεοσκοπήθηκε η προσπάθεια κατασκευής δυο εκπαιδευτικών ρομπότ από ένα ζεύγος μαθητών δημοτικού. Η μικρο-/μακροανάλυση των βίντεο έγινε με βάση τη συγκρότηση κωδικών ανάλυσης των κινήσεων του μαθητή-κατασκευαστή και του διαλόγου του με τον n-βοηθό. Τα αποτελέσματα της ανάλυσης αυτής αναδεικνύουν, μέσω της χωρικής σκέψης, την παρουσία στοιχείων των επιστημών STEM κατά την κατασκευή του ρομπότ. Η προτεινόμενη προσέγγιση καθιστά δυνατή αυτή την ανάδειξη και συμβάλλει σε βαθύτερες προσεγγίσεις της εκπαιδευτικής ρομποτικής στο πλαίσιο της εκπαίδευσης STEM. 1798 220 232 The spread and prevalence of computer technology (ICT) in medical services and healthcare combined with the interconnection of computers to international networks has led to the emergence of new forms of crime related to hospital information systems (HIS) and the Internet. The global news is flooded with cyber-attacks on medical data, indicating how crucial cyber-security is and revealing new challenges in terms of technical security, legislation and ethics. Today the Internet supports medical practice and research but also offers a wide variety of possibilities for information and general patient support. On the other hand, unreliable information often provided by the Internet can lead to problematic situations. This thesis attempts to tackle to these challenges by examining the safety and protection of medical data in the Cyberspace at a technical, moral and legal level. At the same time, in the light of the principles of Bioethics, the prevalence of ICT in health care will be explored. Medical data is at the center of two delicate balances between the progress of health care systems and their protection from cyber attacks, and between the need for a wider range of medical information and the safeguarding of patient autonomy. Bioethics principles, along with technical security information systems and legislation, are a multi-level protection net of medical data, thus ensuring the patient's autonomy and privacy. Η διάδοση και η επικράτηση της τεχνολογίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΤΠΕ) στις ιατρικές υπηρεσίες και στην υγειονομική περίθαλψη, σε συνδυασμό με τη διασύνδεση των ηλεκτρονικών υπολογιστών σε διεθνή δίκτυα, οδήγησαν στην εμφάνιση νέων μορφών εγκληματικότητας οι οποίες σχετίζονται με τα πληροφοριακά συστήματα νοσοκομείων (ΠΣΝ) και το Διαδίκτυο. Η παγκόσμια ειδησεογραφία βρίθει περιστατικών κυβερνοεπιθέσεων σε ιατρικά δεδομένα, καταδεικνύοντας έτσι πόσο καίριας σημασίας είναι η κυβερνοασφάλεια, ενώ παράλληλα αποκαλύπτει νέες προκλήσεις σε επίπεδο τεχνικής ασφάλειας όσο και σε επίπεδο νομοθεσίας και ηθικής. Σήμερα, το Διαδίκτυο υποστηρίζει την ιατρική πράξη και έρευνα αλλά και προσφέρει μεγάλη ποικιλία δυνατοτήτων για ενημέρωση και γενικότερη υποστήριξη του ασθενούς. Ωστόσο, η αναξιόπιστη πληροφόρηση που συχνά παρέχει, μπορεί να οδηγήσει σε προβληματικές καταστάσεις. Η παρούσα διπλωματική εργασία επιχειρεί να δώσει απαντήσεις στις παραπάνω προκλήσεις, εξετάζοντας την ασφάλεια και την προστασία των ιατρικών δεδομένων στον Κυβερνοχώρο, σε επίπεδο τεχνικό, ηθικό και νομικό. Ταυτόχρονα, θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί υπό το πρίσμα των αρχών της Βιοηθικής, η επικράτηση των ΤΠΕ στην υγειονομική περίθαλψη. Τα δεδομένα υγείας βρίσκονται στο κέντρο λεπτών ισορροπιών, μεταξύ της προόδου των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης και της προστασίας αυτών από κυβερνοεπιθέσεις, καθώς και της ανάγκης για μεγαλύτερο εύρος των ιατρικών πληροφοριών και της περιφρούρησης της αυτονομίας του ασθενούς. Οι αρχές της Βιοηθικής, παράλληλα με τα τεχνικά μέτρα ασφαλείας πληροφοριακών συστημάτων και τη νομοθεσία, πλέκουν ένα πολυεπίπεδο δίχτυ προστασίας των ιατρικών δεδομένων, εξασφαλίζοντας έτσι την αυτονομία και την ιδιωτικότητα του ασθενούς. 1799 197 203 Relational aggression in friendship networks, in dyadic relationships, emotional regulation and empathy in adolescents Επιθετικότητα σχέσεων σε δίκτυα φίλων, σε δυαδικές σχέσεις, ρύθμιση συναισθημάτων και ενσυναίσθηση σε εφήβους Despite the fact that there has been a lot of research investigating the relationship between emotional regulation and relational aggression, as well as between empathy and relational aggression, however these studies are few and their findings seem to be rather ambiguous. Some studies confirmed the links between those variables, but others failed to do so thus leading to further investigation. As a matter of fact, the studies examining the association of these three variables in the case of relational aggression in friendship networks and dyadic friendships, are fewer, leading to the need of further investigation. The current study showed that cognitive empathy was negatively associated with reactive and proactive aggression in friendship networks and dyadic relationships. Emotional empathy did not show any association with relational aggression, but appeared to be positively related to the cognitive reappraisal, dimension of emotional regulation. The regulation of emotions did not seem to be correlated to cognitive empathy nor relational aggression in both functions (proactive and reactive). The current study also revealed that relational aggression in friendship networks is highly positively associated with relational aggression in dyadic friendships Παρόλο που έχουν διεξαχθεί έρευνες στοχεύοντας στην ανάδειξη συσχέτισης ανάμεσα στη ρύθμιση των συναισθημάτων και την επιθετικότητα σχέσεων, όπως επίσης και στην ενσυναίσθηση και την επιθετικότητα σχέσεων, εντούτοις αυτές οι έρευνες είναι λίγες στον αριθμό και τα ευρήματά τους είναι διφορούμενα. Σε άλλες έρευνες εμφανίζονται συσχετίσεις ανάμεσα στα ζευγάρια των μεταβλητών και σε άλλες όχι, με αποτέλεσμα να προτείνεται περαιτέρω διερεύνησή τους. Λιγότερες είναι, μάλιστα, οι έρευνες οι οποίες μελετούν τη σύνδεση και των τριών μεταβλητών και ειδικά της αλληλεπίδρασης με την επιθετικότητα σχέσεων και στα δύο πλαίσια φιλιών. Από την παρούσα έρευνα προέκυψε, ότι η γνωστική ενσυναίσθηση σχετίζεται αρνητικά με την αντιδραστική και προληπτική επιθετικότητα σε δίκτυα φίλων και σε δυαδικές φιλίες. Η συναισθηματική ενσυναίσθηση, από την άλλη, δεν παρουσίασε κάποια συσχέτιση με τις δύο λειτουργίες της επιθετικότητας σχέσεων, εμφανίστηκε, όμως, να σχετίζεται θετικά με τη διάσταση της γνωστικής επανεκτίμησης της ρύθμισης των συναισθημάτων. Η ρύθμιση των συναισθημάτων δε φάνηκε να σχετίζεται με τη γνωστική ενσυναίσθηση ούτε και με την επιθετικότητα σχέσεων σε δίκτυα φίλων και σε δυαδικές φιλίες. Προέκυψε, επίσης, ότι η επιθετικότητα σχέσεων σε δίκτυα φίλων παρουσιάζει υψηλή συσχέτιση με την επιθετικότητα σχέσεων σε δυαδικές φιλίες 1800 488 479 Introduction: Idiopathic Pulmonary Fibrosis (IPF) is a chronic progressively evolving fibrotic process of the lungs which is irreversible.Itbelongs to the category of Interstitial Lung Diseases and it is characterized from poor prognosis. After the introduction and implementation in clinical practice of the two antifibrotic drugs-pirfenidone and nintedanib-which lead to the reduction of the rate in pulmonary function in the early stages of the disease, there is no definitive cure.In the advanced stages of the disease the continuation of therapy only benefits can offer.There is a growing need for early diagnosis and therapy of IPI due to not only for the decrease the rate of decline of thepulmonary function but also for the improvement of quality of life. For this reason new therapeutic approaches are needed and clinical trials are conducted in nowadays in order to be studied new medicines focusing in restraining the course of the disease. Purpose: The purpose of this present work is to summarize the bibliographic data for the pre-existed medication given in patients of IPI in nowadays and to be reported new treatment options studied in clinical trials and look promising. Results: Significant progress and development have been observed in recent years in the perception and understanding of the pathogenetic mechanisms of IPF and this has led toasignificant change in its management. From the administration of the immunosuppressive therapy with which it was initially treated ,we now have in our therapeutic armamentarium two antifibrotic drugs equally equivalent to slow the rate of decline in lung function. Initially, IPF was considered as a chronic inflammatory disease and according to the first guidelines of 2000,corticosteroids and immunosuppressive drugs were recommended as the standard treatment. The knowledge on this subject has expanded since then until today that the data on the disease have changed and today it is believed that IPF is a chronic fibrotic process that takes place in the lungs and is the result of response and healing to a recurrent trauma in the alveolar epithelium. Thus, clinical trials are currently being designed and contacted for the development of drugs that target severalpathogenetic pathways. Conclusions: Studies of therapies for IPF seem to suggest promising factors targeting a wide variety of pathogenetic mediators and appear to respond satisfactorily in clinical trials. The increasing knowledge and decipherment of the complexity of the pathogenicity of IPF in terms of fibroblast migration, proliferation and differentiation into myofibroblasts have led to the identification of new therapeutic targets. At the same time, researchers aim to understand alternative underlying mechanisms related to the remodeling, regeneration and healing of pulmonary parenchyma. Reports on the participation of the ageing process that seems to be involved in IPF and studies are being done in this area as well. New clinical trials are coming to the fore in the effort to treat IPF Involving the use of mesenchymal cells initially seem to achieve the original end goal but the road is still a long way off. Εισαγωγή: Η Ιδιοπαθής Πνευμονική Ίνωση (ΙΠΙ) είναι μία χρόνια προοδευτικά εξελισσόμενη ινωτική διεργασία των πνευμόνων , η οποία είναι μη αναστρέψιμη. Ανήκει στην κατηγορία των διάμεσων πνευμονοπαθειών και χαρακτηρίζεται από φτωχή πρόγνωση . Μετά την εισαγωγή και την εφαρμογή στην κλινική πράξη των δύο αντιινωτικών φαρμάκων – της πιρφενιδόνης και της νιντεδανίμπης - τα οποία οδηγούν σε μείωση του ρυθμού έκπτωσης της πνευμονικής λειτουργίας στα πρώιμα στάδια της νόσου , οριστική θεραπεία δεν υπάρχει. Στο δε προχωρημένο στάδιο της νόσου η συνέχιση της χορήγησης της φαρμακευτικής αγωγής μόνο οφέλη μπορεί να προσφέρει. Κρίνεται λοιπόν επιτακτική η ανάγκη για πρώιμη διάγνωση και θεραπεία της ΙΠΙ, όχι μόνο για τη μείωση της έκπτωσης της πνευμονικής λειτουργίας αλλά και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής. Για το λόγο αυτό χρειάζονται νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις και κλινικές μελέτες που διενεργήθηκαν και διενεργούνται με σκοπό να μελετηθούν καινούργια φάρμακα που στόχο έχουν να αναχαιτίσουν την πορεία της νόσου. Σκοπός: Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η παρουσίαση της διαθέσιμης φαρμακευτικής αγωγής που δίδεται σε ασθενείς με ΙΠΙ ,μέσω της ανασκόπησης της υπάρχουσας βιβλιογραφίας, και η αναφορά σε νέες υποσχόμενες θεραπευτικές επιλογές που μελετώνται σε κλινικές μελέτες και φαίνονται πολλά υποσχόμενες. Αποτελέσματα: Τα τελευταία έτη έχει σημειωθεί μια σημαντική πρόοδος στην κατανόηση των μηχανισμών της παθογένεσης της ΙΠΙ και διαμέσου αυτών να αναθεωρηθούν παλιές θεραπευτικές προσεγγίσεις και να αναπτυχθούν νέες στρατηγικές για μία τόσο θανατηφόρο νόσο. Αρχικά , η ΙΠΙ εθεωρείτο μία χρόνια φλεγμονώδης νόσος και σύμφωνα με τις πρώτες κατευθυντήριες οδηγίες του 2000 , τα κορτικοστεροειδή και τα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα προτείνονταν ως η standard θεραπεία . Η γνώση επεκτάθηκε πάνω στο θέμα αυτό και από τότε έως σήμερα τα δεδομένα για τη νόσο έχουν αλλάξει και σήμερα πιστεύεται ότι η ΙΠΙ είναι μια χρόνια ινωτική διεργασία που συντελείται στους πνεύμονες και είναι αποτέλεσμα της απάντησης και της επούλωσης απέναντι σε ένα επαναλαμβανόμενο τραύμα στο κυψελιδικό επιθήλιο . Έτσι, σήμερα σχεδιάζονται και διενεργούνται κλινικές μελέτες για την ανάπτυξη φαρμάκων που στόχο έχουν μια σειρά παθογενετικών μονοπατιών.Συμπεράσματα: Από τις μελέτες για τις θεραπείες για την ΙΠΙ φαίνεται να υπάρχουν ελπιδοφόροι παράγοντες που στοχεύουν σε ευρεία ποικιλία παθογενετικών μεσολαβητών και φαίνονται να ανταποκρίνονται ικανοποιητικά σε κλινικές δοκιμές . Η ολοένα αυξανόμενη γνώση και αποκρυπτογράφηση της πολυπλοκότητας της παθογένειας της ΙΠΙ όσον αφορά τη μετανάστευση των ινοβλαστών , τον πολλαπλασιασμό και τη διαφοροποίησή των σε μυοϊνοβλάστες έχουν οδηγήσει σε ταυτοποίηση νέων θεραπευτικών στόχων . Παράλληλα , οι ερευνητές στοχεύουν και στην κατανόηση εναλλακτικών υποκείμενων μηχανισμών που έχουν να κάνουν με την αναδιαμόρφωση, αναγέννηση και επούλωση του πνευμονικού παρεγχύματος . Υπάρχουν αναφορές για συμμετοχή της γήρανσης , που φαίνεται να εμπλέκεται στην παθογένεια της ΙΠΙ , και μελέτες γίνονται και προς αυτό τον τομέα. Νέες κλινικές μελέτες έρχονται να προστεθούν στην προσπάθεια αντιμετώπισης της ΙΠΙ που έχουν να κάνουν με τη χρήση των μεσεγχυματικών κυττάρων και φαίνεται αρχικά να πετυχαίνουν τον αρχικό καταληκτικό στόχο τους αλλά ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς. 1801 348 362 Ανοσοϊστοχημική μελέτη και πιθανή προγνωστική αξία της πρωτεΐνης ΜΤΑ-1 στο καρκίνωμα του μαστού: Breast cancer is the most common type of cancer in women and the major type responsible for their mortality. In recent years, great progress has been made and significant knowledge has been gained in the molecular mechanisms that lead to the development and progress of breast cancer. As a result new therapeutic approaches have been suggested. For that reason, new cancer prognostic biomarkers are being developed, such as the gene of MTA-1 protein. This particular protein belongs to the metastasis associated proteins family (MTA) and is encoded by the corresponding gene located on chromosome 14q32.33. Normally, it is expressed in tissues of brain, liver, kidneys, ovaries, cardiac muscles, adrenal glands and early mammary glands. Higher expression levels of MTA-1 are observed in cases of tumors and its levels are directly related to cancer aggression and the possibility of metastasis. Expression of MTA-1 has been observed in various types of cancer, such as liver, gastric and ovarian cancer. This research work aims at the immunohistochemical study of the expression of MTA-1 protein in breast cancer samples and its correlation with clinical-histopathological parameters. For the experiments were used26 breast tissues specimens derived from patients with various cancer subtypes. Of these 26 patients 24 were women and 2 were men. Indirect method of immunohistochemistry was carried out in these samples, using the anti-MTA-1 antibody and the expression levels of MTA-1 were then tested and correlated with clinico-histopathological parameters. Positive expression of MTA-1 was observed in 20 of26 patient samples (mild / moderate). From the parameters analyzed (age, degree of differentiation (G), carcinoma type, estrogen receptor (ER), progesterone receptor (PR), Ki-67, HER2 and the presence of lymph node metastases, only the presence of lymph node metastases was correlated with protein with statistical significance(p <0.001).Based on the results of this study, it was concluded that the MTA-1 protein is a potential effective prognostic marker for the particular disease and can be used as a therapeutic target. However, the number of samples was small, as did the number of clinicohistopathological parameters, and it is necessary to verify our results with future larger scale research. Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συνήθης τύπος καρκίνου στις γυναίκες και το κύριο είδος που ευθύνεται για τη θνησιμότητα τους. Τα τελευταία χρόνια έχει συμβεί μεγάλη πρόοδος και έχει αποκτηθεί σημαντική γνώση στη μοριακή εξέλιξη που αποτελεί τη βάση στην ανάπτυξη και πρόοδο του καρκίνου του μαστού, με αποτέλεσμα να έχουν αυξηθεί και οι θεραπευτικές προσεγγίσεις. Παραδείγματα αποτελούν και οι νέοι πιθανοί προγνωστικοί βιοδείκτες του καρκίνου, όπως το γονίδιο της πρωτεΐνης ΜΤΑ-1. Η συγκεκριμένη πρωτεΐνη ανήκει στην οικογένεια των ΜΤΑ (metastasis associated proteins) και κωδικοποιείται από το αντίστοιχο γονίδιο που εδράζεται στο χρωμόσωμα 14q32.33. Υπό φυσιολογικές συνθήκες εκφράζεται σε ιστούς που βρίσκονται στον εγκέφαλο, συκώτι, νεφρούς, ωοθήκες, καρδιακούς μύες, επινεφρίδια και στους πρώιμους μαστικούς αδένες. Σε υψηλότερα ωστόσο επίπεδα από τα φυσιολογικά εκφράζεται σε περιπτώσεις όγκων και τα επίπεδα της σχετίζονται άμεσα με την επιθετικότητα του καρκίνου και την πιθανότητα μετάστασης. Έκφραση του ΜΤΑ-1 έχει παρατηρηθεί σε διάφοραείδη καρκίνου, όπως ηπατικού, γαστρικού και ωοθηκών. Η εν λόγω ερευνητική εργασία έχει ως στόχο την ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης ΜΤΑ-1 σε δείγματα καρκίνου του μαστού και την συσχέτισή της με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Για τη πραγματοποίηση των πειραμάτων, χρησιμοποιήθηκαν 26 ιστοί μαστού που προέρχονταν από ασθενείς με διάφορους υποτύπους του καρκίνου. Από τους 26 ασθενείς οι 24 ήταν γυναίκες και 2 ήταν άντρες. Στα δείγματα αυτά χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος της έμμεσης ανοσοϊστοχημείαςμε χρήση του αντισώματος anti-ΜΤΑ-1, του οποίου η έκφραση έπειτα ελέγχθηκε και συσχετίστηκε με κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Παρουσιάστηκε θετική έκφραση της ΜΤΑ-1 στα 20 από τα 26 δείγματα των ασθενών (ήπια /μέτρια). Από τις παραμέτρους που αναλύθηκαν (ηλικία, βαθμός διαφοροποίησης (G), τύπος καρκινώματος, oιστρογονικός υποδοχέας (ER), υποδοχέας προγεστερόνης (PR), Ki-67, HER2 και η παρουσία λεμφαδενικών μεταστάσεων, μόνο η παρουσία λεμφαδενικών μεταστάσεων συσχετίστηκε με την εν λόγω πρωτεΐνη με στατιστική σημαντικότητα (p<0,001). Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής, εξήχθη το συμπέρασμα ότι η πρωτεΐνη ΜΤΑ-1αποτελεί ένα πιθανό αποτελεσματικό προγνωστικό δείκτη για τη συγκεκριμένη νόσο και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως θεραπευτικός στόχος. Ωστόσο, ο αριθμός των δειγμάτων ήταν μικρός, όπως και ο αριθμός των κλινικοϊστοπαθολογικών παραμέτρων, με αποτέλεσμα να απαιτείται επαλήθευση των αποτελεσμάτων μας με μελλοντικές έρευνες μεγαλύτερης κλίμακας. 1802 136 159 Ατμοσφαιρική διασπορά σωματιδιακού μολύβδου με την χρήση του μοντέλου CALPUFF από την μονάδα ανακύκλωσης μπαταριών στην ΒΙΠΕ Κομοτηνής In this present work, a case of dispersion of particulate lead from a lead-acid battery recycling factory in the industrial area of Komotini was studied. Annual and maximum 1-hour concentrations of lead for the typical stack measured operating conditions and for the legal limit operating conditions (year 2018) were calculated using the CALPUFF modeling system. Moreover, parametric and non-parametric statistical methods were used to compare the results between the steady-state Gaussian model AERMOD (Karali et al., 2020) and the Lagrangian Gaussian puff model CALPUFF. It was found that for both scenarios the concentration levels for particulate lead were relatively low compared to the legislation. The results, also, showed that AERMOD had the tendency to predict higher hourly concentrations compared to CALPUFF mainly due to the fact that AERMOD assumes total reflection of pollutants from the ground. Στην παρούσα εργασία μελετήθηκε η διασπορά σωματιδιακού μολύβδου από την μονάδα ανακύκλωσης μπαταριών στην ΒΙΠΕ Κομοτηνής. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκε το σύστημα μοντελοποίησης CALPUFF για το έτος 2018, ώστε να υπολογιστούν οι μέσες ετήσιες και οι υψηλότερες ωριαίες συγκεντρώσεις μολύβδου σε πραγματικές συνθήκες λειτουργίας της καμινάδας και σε συνθήκες εκπομπής στα όρια που ορίζει η νομοθεσία. Επιπλέον, έγινε σύγκριση των αποτελεσμάτων μεταξύ του γκαουσιανού μοντέλου σταθερής κατάστασης AERMOD (Karali et al., 2020) και του λαγκρατζιανού γκαουσιανού μοντέλου πακέτων μάζας CALPUFF χρησιμοποιώντας παραμετρικές και μη-παραμετρικές μεθόδους στατιστικής ανάλυσης. Βρέθηκε ότι και για τα δύο σενάρια οι συγκεντρώσεις μολύβδου ήταν αμελητέες συγκριτικά με την ισχύουσα νομοθεσία. Η μελέτη επίσης έδειξε ότι ο αλγόριθμος AERMOD είχε την τάση να εκτιμά υψηλότερες ωριαίες συγκεντρώσεις από τον αλγόριθμο CALPUFF, το οποίο οφείλεται στην παραδοχή ότι το AERMOD υποθέτει ολική ανάκλαση των ρύπων από το έδαφος. 1803 361 339 The educational situation in the Rodopi district,during 1945-1955, through the general report of the inspectors of primary education Η εκπαιδευτική κατάσταση στον Νομό Ροδόπης, τη δεκαετία 1945-1955, μέσα από τις Γενικές Εκθέσεις των Επιθεωρητών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης The war, the foreign occupation and the civil war hurt the country with their tragic consequences. The civil unrest, the persecution of the left wingers, political instability, the electoral systems' and governments' alternation, financial difficulties, the Great Powers' intervention, influenced significantly the state's reestablishment in post war years. The whirlwind of events also entices education, leaving damaged schools, expelled teachers, uneducated students and many illiterates. Especially in the Bulgarian-occupied areas, such as Rodopi, the situation was even worse, because Bulgaria's assimilationist policy required the closure of schools, the displacement of teachers and the expulsion of the Greek language. The task of reopening the schools was given to the Inspectors, who undertook to put the closed and damaged schools into operation in their region, to supervise and control schools and teachers and in general to find solutions to a number of problems, which were the outcome of the prevailing conditions. The evaluation of the educational situation and actions were recorded in the annual General Reports with which they informed their superiors. The purpose of this paper is to investigate and capture the educational situation of Rodopi during the critical decade 1945-1955, through the primary archival sources of the General Reports of the Primary Education Inspectors in the region of Komotini. The study and analysis of the archive, which was done with the historical interpretive method, brought to light interesting facts about the school reality of Rhodope. The damaged schools and non-existent school equipment, the lack of teaching staff, the empty school funds, the financial inadequacy, the irregular school attendance and the crowded classrooms, outline the educational situation in Rodopi, immediately after the liberation. A situation that will begin to show signs of improvement only after the end of the civil war, at the beginning of the new decade. The inspectors, the state control policies, serve consistently its educational policy and by all means they preserve the prevailing ideology. The inspector's general reports are the official way which the existing inspectors use to inform their superiors, i.e., the political leadership of the Ministry of Education. Ο πόλεμος, η Κατοχή και ο Εμφύλιος τραυμάτισαν τη χώρα με τις τραγικές συνέπειές τους. Τα εμφύλια πάθη, οι διώξεις των αριστερών, η πολιτική αστάθεια, η εναλλαγή εκλογικών συστημάτων και κυβερνήσεων, η οικονομική δυσχέρεια, η παρέμβαση των ξένων δυνάμεων επηρέασαν καθοριστικά την ανασυγκρότηση του κράτους μεταπολεμικά. Η δίνη των γεγονότων παρέσυρε και την εκπαίδευση, αφήνοντας πίσω της κατεστραμμένα σχολεία, διωγμένους εκπαιδευτικούς, μαθητές χωρίς φοίτηση και πλήθος αναλφάβητων. Ειδικά στις Βουλγαροκρατούμενες περιοχές, όπως τη Ροδόπη, η κατάσταση υπήρξε ακόμη χειρότερη, γιατί η αφομοιωτική πολιτική της Βουλγαρίας προϋπέθετε το κλείσιμο των σχολείων, την εκτόπιση των δασκάλων και τη δίωξη της ελληνικής γλώσσας. Το βάρος της επαναλειτουργίας της εκπαίδευσης ανατέθηκε στους Επιθεωρητές, οι οποίοι ανέλαβαν να θέσουν σε λειτουργία τα κλειστά και κατεστραμμένα σχολεία της περιφέρειας τους, να ασκήσουν εποπτεία και έλεγχο σε σχολεία και εκπαιδευτικούς και γενικότερα, να βρουν λύσεις για μια σειρά από προβλήματα, απόρροια των επικρατουσών συνθηκών. Την αποτίμηση της εκπαιδευτικής κατάστασης και των ενεργειών τους τις κατέγραφαν στις ετήσιες Γενικές Εκθέσεις με τις οποίες ενημέρωναν τους ανωτέρους τους. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση και αποτύπωση της εκπαιδευτικής κατάστασης της Ροδόπης κατά την κρίσιμη δεκαετία 1945-1955, μέσα από τις πρωτογενείς αρχειακές πηγές των Γενικών Εκθέσεων των Επιθεωρητών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης της περιφέρειας Κομοτηνής. Η μελέτη και ανάλυση του αρχείου, που έγινε με την ιστορική ερμηνευτική μέθοδο, έφερε στο φως ενδιαφέροντα στοιχεία για τη σχολική πραγματικότητα της Ροδόπης. Κατεστραμμένα σχολεία και ανύπαρκτος σχολικός εξοπλισμός, έλλειψη διδακτικού προσωπικού, μηδενικά σχολικά ταμεία, οικονομική αδυναμία, άτακτη φοίτηση και πολυπληθείς τάξεις, σκιαγραφούν την εκπαιδευτική κατάσταση στη Ροδόπη αμέσως μετά την απελευθέρωση. Κατάσταση που θα αρχίσει να δείχνει σημάδια βελτίωσης μόνο μετά το τέλος του εμφυλίου, στο ξεκίνημα της νέας δεκαετίας. Οι Επιθεωρητές, όργανα ελέγχου του κράτους, υπηρετούν με συνέπεια την εκπαιδευτική του πολιτική και με κάθε τρόπο διαφυλάττουν την κρατούσα ιδεολογία. Οι Γενικές Εκθέσεις των Επιθεωρητών αποτελούν τον επίσημο τρόπο πληροφόρησης των υφιστάμενων Επιθεωρητών προς τους ανωτέρους τους, δηλαδή, την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. 1804 203 201 Γνώσεις και Αντιλήψεις πολιτών σχετικά με την πρόληψη του γλαυκώματος Glaucoma is a condition of the eye, which is created in most cases because of the high intraocular pressure, causing damage to the optical nerve. This particular disorder can be met mainly on elder people and if it not treated in time, partial or total blindness may occur. (Katritsis & Kelekis, 2007). This paper was carried out with the main purpose of exploring and analyzing the knowledge and opinion of people over 18 years old, about the method which can prevent glaucoma. In the first part of this paper, a brief analysis is made on the anatomy of the eye, different glaucoma types, risk factors, diagnostic methods and the modern procedures applied in such cases. Subsequently, the second part of the paper describes the methodology and the statistical analysis of the factors extracted from a custom survey, on which the analysis of the empirical results were based. Those results concluded that elder people were more informed about glaucoma regardless their educational level, while at the same time most of the respondents ignore the main causes of blindness, and the prevention methods of glaucoma. Finally, those who have a higher level of education, and more wealth are more informed about the new diagnostic technologies. Το γλαύκωμα αφορά μια πάθηση του οφθαλμού, η οποία δημιουργείται κυρίως λόγω της υψηλής ενδοφθάλμιας πίεσης, προκαλώντας βλάβη στο οπτικό νεύρο. Η πάθηση αυτή εκδηλώνεται κυρίως σε άτομα μεγαλύτερης ηλικίας και αν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως μπορεί να οδηγήσει το άτομο στην μερική ή ολική του τύφλωση (Κατρίτσης & Κελέκης, 2007). Η παρούσα εργασία υλοποιήθηκε έχοντας ως βασικό σκοπό την διερεύνηση και την ανάλυση των γνώσεων και των αντιλήψεων των πολιτών άνω των 18 ετών, σχετικά με την πρόληψη του γλαυκώματος. Συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος της εργασίας, γίνεται μια σύντομη ανάλυση σχετικά με την ανατομία του οφθαλμού, τους τύπους γλαυκώματος, τους παράγοντες κινδύνου, τις διαγνωστικές μεθόδους, αλλά και τις θεραπευτικές διαδικασίες που εφαρμόζονται στο γλαύκωμα. Στη συνέχεια, ακολουθεί το δεύτερο μέρος της εργασίας, στο οποίο πραγματοποιείται η μεθοδολογική και η περιγραφική στατιστική ανάλυση των μεταβλητών, που προέκυψαν από τη δειγματοληπτική έρευνα μέσω της χορήγησης ερωτηματολογίων. Έπειτα περιγράφεται η ανάλυση των εμπειρικών αποτελεσμάτων βάση των οποίων προέκυψαν τα βασικά συμπεράσματα της παρούσας εργασίας. Δηλαδή, ότι τα μεγαλύτερα άτομα γνωρίζουν για το γλαύκωμα, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, ενώ οι περισσότεροι ερωτώμενοι διαφόρων ηλικιών αγνοούν τις κύριες αιτίες τύφλωσης, αλλά και τους παράγοντες πρόληψης του γλαυκώματος. 1805 142 166 The educational system of Bulgaria and Greece: a comparative approach Το εκπαιδευτικό σύστημα της Βουλγαρίας και της Ελλάδας: μια συγκριτική προσέγγιση The present study aims at comparative approach teachers Greece - Bulgaria systems, in structure, organization and functioning of education. Education systems applicable in European countries differ in function, organization and administration. These, precisely, the differences presented in the work on the training of Bulgaria and Greece. These are countries belonging to the European area, others have a different story to the education authorities, which makes them unique. Reference is made to international and mainly in European contexts, the role of school and education and the European education policy is discussed. For each country given the elements of the social, economic situation and approached comparatively analyzing similarities - differences. This work aims to help readers develop an overview on the European education policies and to learn basics of education in Bulgaria and Greece Η παρούσα εργασία έχει στόχο τη συγκριτική προσέγγιση των εκπαιδευτικών συστημάτων Ελλάδας – Βουλγαρίας, ως προς τη δομή, την οργάνωση και τη λειτουργία της εκπαίδευσης. Τα εκπαιδευτικά συστήματα, που εφαρμόζονται στις χώρες της Ευρώπης, παρουσιάζουν διαφορές ως προς τη λειτουργία, την οργάνωση και τη διοίκησή τους. Αυτές, ακριβώς, οι διαφορές παρουσιάζονται στην εργασία, που αφορά την εκπαίδευση της Βουλγαρίας και της Ελλάδος. Πρόκειται για χώρες που ανήκουν στον ευρωπαϊκό χώρο, αλλά έχουν διαφορετική ιστορία στις αρχές εκπαίδευσης, γεγονός που τις κάνει μοναδικές. Γίνεται αναφορά στις διεθνείς και κυρίως στις ευρωπαϊκές συγκυρίες, στο ρόλο του σχολείου και της εκπαίδευσης και εξετάζεται η ευρωπαϊκή εκπαιδευτική πολιτική. Για κάθε χώρα δίνονται τα στοιχεία της κοινωνικοπολιτικής, οικονομικής κατάστασής της, ενώ προσεγγίζονται συγκριτικά, με την ανάλυση ομοιοτήτων – διαφορών. Η εργασία αυτή φιλοδοξεί να βοηθήσει τους αναγνώστες να αναπτύξουν μια γενική άποψη πάνω στις ευρωπαϊκές εκπαιδευτικές πολιτικές, καθώς και να γνωρίσουν βασικά στοιχεία της εκπαίδευσης της Βουλγαρίας και της Ελλάδας 1806 243 231 Hearing, smell, and vision are considered the main senses. These senses are served by special sensory organs. The ability to have a good eyesight allows us to perceive the objects, people, and colors of our environment, as well as our place in space. However, vision results from a complex mechanism and the proper study of lesions is of great importance in order to achieve prevention and perform a satisfactory treatment. For this purpose, we performed a literature review and focused on the methods of visualization of visual pathway lesions with optical fields. Nowadays, the most common instruments with which the field of view is obtained are the following: the Goldmann perimeter, the Bjerrum screen, and the automatic perimeters. The field of view is captured on special paper and, therefore, it is possible to make a comparative study on repeated measurements. It is the main test for the diagnosis and monitoring of glaucoma while at the same time it is performed in cases of patients with neuro-ophthalmological diseases to examine the functionality of the visual pathway. At the same time, it is performed in patients with chorioretinal diseases. The visual fields help in the diagnosis, localization, and course of the disease in combination with other ophthalmological examinations, such as fundus fluorescein angiography. Because of the multifaceted applications, this study aimed to present a broad presentation of the method. To this end, a literature review was performed using the PubMed and Google Scholar search engines. Η όραση αποτελεί μια από τις κυριότερες αισθήσεις, όπως η ακοή και η όσφρηση. Αυτές οι αισθήσεις εξυπηρετούνται από ειδικά αισθητήρια όργανα. Η δυνατότητα ικανοποιητικής όρασης επιτρέπει να αντιλαμβανόμαστε τα αντικείμενα, τους ανθρώπους και τα χρώματα του περιβάλλοντός μας, καθώς και τη θέση μας μέσα στο χώρο. Ωστόσο, η όραση είναι αποτέλεσμα ενός πολύπλοκου μηχανισμού και η σωστή μελέτη των βλαβών είναι ιδιάζουσας σημασίας τόσο για τη πρόληψη όσο και για τη θεραπεία. Για το σκοπό αυτό η συγκεκριμένη εργασία πραγματοποίησε μια βιβλιογραφική ανασκόπηση για τις μεθόδους απεικόνισης των βλαβών της οπτικής οδού με οπτικά πεδία. Στις ημέρες μας, τα πιο συνήθη όργανα με τα οποία λαμβάνεται το οπτικό πεδίο είναι: το περίμετρο του Goldmann, η οθόνη του Bjerrum και, τελευταία, τα αυτόματα περίμετρα. Το οπτικό πεδίο αποτυπώνεται σε ειδικό χαρτί και έτσι είναι δυνατό να κάνουμε συγκριτική μελέτη σε επανειλημμένες μετρήσεις. Αποτελεί τη κύρια εξέταση για την διάγνωση και την παρακολούθηση του γλαυκώματος ενώ παράλληλα πραγματοποιείται σε περιπτώσεις ασθενών με νευροοφθαλμολογικές παθήσεις με σκοπό να μελετήσουμε την λειτουργικότητα της οπτικής οδού. Παράλληλα, γίνεται σε ασθενείς με χοριοαμφιβληστροειδικές παθήσεις Τα οπτικά πεδία βοηθούν στη διάγνωση, την εντόπιση και την πορεία της νόσου σε συνδυασμό με άλλες οφθαλμολογικές εξετάσεις όπως η φλουοραγγειογραφία. Λόγω των πολυαναφερθέντων πολύπλευρων εφαρμογών, η συγκεκριμένη μελέτη στοχεύει σε μια ευρεία παρουσίαση της μεθόδου. Για τη πραγματοποίησή της πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση χρησιμοποιώντας τις μηχανές αναζήτησης PubMed και Google Scholar. 1807 178 194 Field trips and their impact on students’ learning: a theoretical and empirical approach Οι εκπαιδευτικές επισκέψεις και η συμβολή τους στη μάθηση: θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση The present dissertation aims to investigate the impact of Field trips on student learning. In the theoretical part of this thesis, the meaning of experience, learning and it’s forms are approached and theories about Constructivism are mentioned. In addition, the bibliography of the field trips is presented. The four stages of field trips’ implementation and their possible obstacles are described with details and moreover the contribution of field trips and the relevant legislature in Greece are highlighted. In the empirical part of this thesis, the views of regarding the field trips and their impact on learning are investigated through semi-structured interviews. The findings of the survey may be useful to primary school teachers and other researchers. In the present research it is proven that the contribution of field trips is undoubtful and their implementation is necessary for qualitative upgrade of education. In addition, it is proven that teachers’ training about field trips is insufficient and need for deeper research investigation into this field is highlighted Η παρούσα εργασία σκοπεύει να εξετάσει τη συμβολή των εκπαιδευτικών επισκέψεων στη μάθηση. Στο πρώτο μέρος, το θεωρητικό, προσεγγίζεται η έννοια της Μάθησης, οι μορφές της και παρατίθενται οι θεωρίες μάθησης αναφορικά με τον Κονστρουκτιβισμό. Επίσης, παρουσιάζεται η έννοια της εμπειρίας και οι βιβλιογραφικές αναφορές σχετικά με τις εκπαιδευτικές επισκέψεις. Πιο συγκεκριμένα, περιγράφονται τα τέσσερα στάδια υλοποίησης των εκπαιδευτικών επισκέψεων, τα εμπόδια που συνήθως προκύπτουν, η συμβολή των επισκέψεων σε πεδία αλλά και τι προβλέπεται από το ισχύον ελληνικό Νομοθετικό πλαίσιο για αυτές. Στο δεύτερο μέρος της εργασίας, το εμπειρικό, διερευνήθηκαν μέσω ημι-δομημένων συνεντεύξεων οι απόψεις εν ενεργεία εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την πραγματοποίηση εκπαιδευτικών επισκέψεων και τη συμβολή τους στη μάθηση. Οι διαπιστώσεις της έρευνας μπορούν να φανούν χρήσιμες για εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και άλλους ερευνητές. Η παρούσα εμπειρική μελέτη έδειξε ότι η συμβολή των εκπαιδευτικών επισκέψεων είναι αναμφισβήτητη και η εφαρμογή τους αναγκαία για την ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Επιπλέον, γίνεται έκδηλη η ανεπαρκή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σχετικά με τις εκπαιδευτικές επισκέψεις και τονίζεται η ανάγκη εμβάθυνσης σε αυτή τη θεματική με περεταίρω έρευνες στον ελληνικό χώρο 1808 282 312 Εκτίμηση της συνδυαστικής χορήγησης licochalcone a και sorafenib στην καρκινική κυτταρική σειρά ήπατος HepG2 Background: Hepatocellular cancer represents the second cause of death from malignancy in general population. Therapy in many cases is not efficient and prognosis is generally poor. In the present study we evaluated the effect of Licochalcone A –a major phytochemical compound of licorice- and sorafenib in hepatocellular cancer in vitro.Materials and Methods: For our purpose, hepatocellular cancer cell line HepG2 was employed. Cell viability was evaluated by MTT colorimetric method in 48 and 72 hours. Cell migration was evaluated by wound healing assay. Sorafenib individual treatments ranged from 5 to 10 μM and licochalcone A treatment from 1 to 50 μΜ. In the combined treatment cells were treated with 5 and 7.5 μM of sorafenib and 5 to 20 μM of Licochalcone A. Results: Sorafenib reduced cell viability in a dose and time-dependent manner when administered alone. Licochalcone A reduced cell viability in a dose-dependent manner at concentrations greater than 10μΜ, while a time-dependent effect was observed at concentrations greater than 20μM. The combined treatment of 5μΜ of sorafenib with licochalcone A exhibited a dose-and time-dependent reduction in cell viability. The combined treatment of 7.5μM of sorafenib with licochalcone A mainly elicited a time-dependent effect. The addition of licochalcone A to sorafenib affected cell viability more than the respective individual sorafenib treatments. Both agents reduced cell migration in a dose-dependent manner. Generally, the combined treatment affected cell migration more than the respective independent treatments. Furthermore, 5μΜ of sorafenib combined with licochalcone A demonstrated the same anti-migratory effect as 7.5μΜ of sorafenib individual treatment. Conclusion: Sorafenib and licochalcone A co-administration might prove to be an effective combination therapy. Its safety and efficacy, requires further investigation so as to evaluate its clinical therapeutic potential. Σκοπός: Ο ηπατοκυτταρικός καρκίνος αποτελεί τη δεύτερη αιτία θανάτου από κακοήθεια στο γενικό πληθυσμό. Η θεραπεία πολλές φορές δεν είναι αποτελεσματική και για αυτό το λόγο η πρόγνωση παραμένει φτωχή. Στην παρούσα μελέτη εκτιμήθηκε η επίδραση της λικοχαλκόνης A -ένα φυτοχημικό με αντικαρκινικές ιδιότητες- σε συνδυασμό με τη σοραφενίμπη στον ηπατοκυτταρικό καρκίνο in vitro. Υλικά και μέθοδοι: Η μελέτη πραγματοποιήθηκε στην καρκινική κυτταρική σειρά ήπατος HepG2. Η κυτταρική βιωσιμότητα εκτιμήθηκε μέσω της μεθόδου ΜΤΤ. Η επίδραση των ουσιών στη μεταναστευτική ικανότητα των κυττάρων εκτιμήθηκε μέσω της δοκιμασίας προσο-μοίωσης επούλωσης τραύματος. Η δράση τους εκτιμήθηκε μεμονωμένα σε συγκεντρώσεις των 5, 7,5 και 10μΜ για τη σοραφενίμπη και 1, 5, 10, 20 και 50μΜ για τη λικοχαλκόνη Α και συνδυαστικά σε συγκεντρώσεις των 5 και 7,5μΜ για τη σοραφενίμπη και 5,10, και 20 μΜ για τη λικοχαλκόνη Α. Αποτελέσματα: Η σοραφενίμπη μείωσε την κυτταρική βιωσιμότητα παρουσιάζοντας δοσοεξαρτώμενη αλλά και χρονοεξαρτώμενη δράση. Η λικοχαλκόνη Α μείωσε με τρόπο δοσοεξαρτώμενο την κυτταρική βιωσιμότητα σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες των 10μΜ, ενώ χρονοεξαρτώμενη δράση παρατηρήθηκε σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες των 20μΜ. Η συγχορήγηση 5μΜ σοραφενίμπης με τη λικοχαλκόνη Α μείωσε την κυτταρική βιωσιμότητα με δοσο- και χρονοεξαρτώμενο τρόπο, ενώ η συνδυαστική χορήγηση 7,5μΜ σοραφενίμπης με λικοχαλκόνη Α επέδειξε κυρίως χρονοεξαρτώμενη δράση. Η συγχορήγηση των δυο ουσιών μείωσε σημαντικότερα την κυτταρική βιωσιμότητα σε σχέση με τη μεμονωμένη χορήγηση αντίστοιχων συγκεντρώσεων σοραφενίμπης. Οι δύο ουσίες παρεμπόδισαν την κυτταρική μετανάστευση και επέδειξαν δοσοεξαρτώμενη δράση. Γενικότερα φάνηκε πως ο συνδυασμός 5μΜ σοραφενίμπης με λικοχαλκόνη Α είχε την ίδια επίδραση στην κυτταρική μετανάστευση με τη μεμονωμένη χορήγηση 7,5μΜ σοραφενίμπης. Συμπέρασμα: Η συγχορήγηση λικοχαλκόνης Α με τη σοραφενίμπη πιθανόν να αποτελεί έναν αποτελεσματικό συνδυασμό, του οποίου η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αξίζει να μελετηθεί εκτενέστερα, τόσο in vitro και όσο in vivo, ώστε να εκτιμηθεί η πιθανή εφαρμογή του στην κλινική πράξη. 1809 224 259 Μελέτη του πιθανού ρόλου της Lipocalin2 στην παθογένεση της πνευμονική ίνωσης Idiopathic pulmonary fibrosis (IPF) is a chronic, irreversible and lethal parenchymal disease with a median survival time of 3-5 years after diagnosis. IPF is a lethal disease and the etiology of its occurrence remains unknown. The need to investigate the mechanisms involved in this disease necessitated the development of an experimental model which would be capable of adopting the characteristics of idiopathic pulmonary fibrosis in experimental mice. The widely used experimental model is that of bleomycin. Bleomycin administration to the lungs of mice is able to induce acute idiopathic pulmonary fibrosis within a few days. Lipocalin-2 (Lipocalin-2, LCN2) is a gene derived from the lipocalin family, and is expressed in neutrophil granules. This gene appears to have some role in the onset of inflammation. This thesis examines the possible relationship of this gene to the development of idiopathic pulmonary fibrosis through the use of the bleomycin experimental model. For this purpose, in this thesis, lungs were isolated from mice that had first been administered bleomycin for the purpose of artificially inducing idiopathic pulmonary fibrosis. RNA isolation techniques from mouse lungs, reverse transcription, real-time PCR and immunohistochemistry were then used to study the expression of the LCN2 gene in idiopathic pulmonary fibrosis. The results obtained from the series of the above experiments show a significant increase in expression of LCN2 in lungs of diseased mice. Η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση (IPF- idiopathic pulmonary fibrosis) είναι μια χρόνια, μη αναστρέψιμη και θανατηφόρος παρεγχυματική ασθένεια, με διάμεσο χρόνο επιβίωσης που κυμαίνεται στα 3-5 έτη μετά τη διάγνωση. Η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση αποτελεί μια θανατηφόρο ασθένεια και η αιτιολογία εμφάνισης της παραμένει άγνωστη. Η ανάγκη έρευνας των μηχανισμών που εμπλέκονται σε αυτή την νόσο κατέστησε αναγκαία την ανάπτυξη ενός πειραματικού μοντέλου το οποίο θα είναι ικανό να υιοθετεί επαρκώς τα χαρακτηριστικά της ιδιοπαθούς πνευμονικής ίνωσης σε πειραματόζωα (ποντίκια). Το ευρέως χρησιμοποιούμενο πειραματικό μοντέλο είναι αυτό της μπλεομυκίνης της οποίας η χορήγηση στους πνεύμονες ποντικών είναι ικανή να προκαλέσει ανάπτυξη οξείας ιδιοπαθούς πνευμονικής ίνωσης εντός ολίγων ημερών. Η λιποκαλίνη-2 (Lipocalin-2, LCN2) είναι ένα γονίδιο που προέρχεται από την οικογένεια των λιποκαλινών, και εκφράζεται στα ουδετερόφιλα κοκκία. Το γονίδιο αυτό φαίνεται να ενέχει κάποιο ρόλο στην εμφάνιση της φλεγμονής. Στην παρούσα πτυχιακή εργασία εξετάζεται η πιθανή σχέση του γονιδίου αυτού στην ανάπτυξη της ιδιοπαθούς πνευμονικής ίνωσης μέσω της χρήσης του πειραματικού μοντέλου της μπλεομυκίνης. Για το σκοπό αυτό στα πλαίσια αυτής της πτυχιακής εργασίας απομονώθηκαν πνεύμονες από ποντίκια στα οποία πρώτα είχε χορηγηθεί μπλεομυκίνη, με σκοπό την τεχνητή πρόκληση της ιδιοπαθούς πνευμονικής ίνωσης. Στην συνέχεια έγινε χρήση των τεχνικών της απομόνωσης RNA από τους πνεύμονες ποντικών, αντίστροφης μεταγραφής, PCR πραγματικού χρόνου και ανοσοϊστοχημείας με σκοπό τη μελέτη της έκφρασης του γονιδίου της LCN2 στην ιδιοπαθή πνευμονική ίνωση. Τα αποτελέσματα που πήραμε από τη σειρά των παραπάνω πειραμάτων δείχνουν σημαντική αύξηση της έκφρασης της LCN2 σε πνεύμονες ποντικών που νοσούν. 1810 253 307 Relational aggression, hostile attribution bias and big five: examining the links among adolescents Επιθετικότητα σχέσεων, προκατειλημμένη εχθρική απόδοση και μεγάλοι πέντε παράγοντες της προσωπικότητας: διερεύνηση των σχέσεων σε εφήβους The purpose of the current study is to examine the relationships among Hostile Attribution Bias (HAB), personality (Five Factor Model) and the two distinct functional subtypes of relational aggression (proactive and reactive) in a sample of 347 adolescents (193 girls) attending the 6th grade of primary school as well as the three grades of the Junior High School, who completed a self-report questionnaire. The results indicated gender differences with regards to the functions of relational aggression and the big five personality factors. Specifically, boys reported higher levels of both proactive and reactive RA, while girls scored higher in Agreeableness, Conscientiousness and Openness to Experience. Moreover, the research demonstrated that relational aggression (proactive and reactive) was positively associated with HAB and Neuroticism, and negatively with Agreeableness, Conscientiousness, Extraversion and Openness to Experience. Regarding the prediction of proactive relational aggression, regression analyses showed that boys involved in reactive relational aggression, who scored low in Conscientiousness, are more likely to engage in proactive relational aggression. In terms of reactive relational aggression, the present findings indicate that adolescents who endorsed proactive relationally aggressive behaviors, and scored high in HAB for relational provocations as well as in Conscientiousness, and low in Agreeableness are more likely to report reactive relationally aggressive behaviors. Overall, the present results suggest that some intrapersonal factors such as personality and social cognition could be associated with adolescents' engagement in relationally aggressive behaviors. Implications for future research and educational practice are discussed Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να µελετήσει τις σχέσεις µεταξύ της Προκατειληµµένης Εχθρικής Απόδοσης (ΠΕΑ) σε σχεσιακές προκλήσεις, της προσωπικότητας (Μοντέλο των Μεγάλων Πέντε Παραγόντων) και των δύο λειτουργικών υποκατηγοριών της επιθετικότητας σχέσεων (προληπτική και αντιδραστική) σε δείγµα 347 έφηβων µαθητών (193 κορίτσια) της έκτης τάξης του δηµοτικού, καθώς και των τριών τάξεων του γυµνασίου, µέσω ερωτηµατολογίων αυτό-αναφοράς. Τα αποτελέσµατα ανέδειξαν την ύπαρξη διαφυλικών διαφοροποιήσεων στις επιµέρους διαστάσεις της επιθετικότητας σχέσεων καθώς και στους πέντε παράγοντες της προσωπικότητας. Συγκεκριµένα, τα αγόρια ανέφεραν µεγαλύτερο βαθµό εµπλοκής στην προληπτική και αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων, ενώ τα κορίτσια σηµείωσαν υψηλότερες βαθµολογίες σε ορισµένες διαστάσεις της προσωπικότητας, συγκεκριµένα σε αυτές της Συνεργατικότητας, της Ευσυνειδησίας και της Πνευµατικής ∆ιαθεσιµότητας. Επίσης, από την έρευνα διαφάνηκαν θετικές συσχετίσεις της επιθετικότητας σχέσεων (προληπτικής και αντιδραστικής) µε την ΠΕΑ σε σχεσιακές προκλήσεις και τον Νευρωτισµό, ενώ αρνητικές αναδείχτηκαν οι σχέσεις µε τα χαρακτηριστικά της Συνεργατικότητας, της Ευσυνειδησίας, της Εξωστρέφειας και της Πνευµατικής ∆ιαθεσιµότητας. Ως προς την προβλεπτική αξία των υπό µελέτη µεταβλητών προς την εµφάνιση της προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων, η πολλαπλή παλινδροµική ανάλυση κατέδειξε πως τα αγόρια που δήλωσαν αντιδραστική επιθετικότητα σχέσεων και σηµείωσαν χαµηλή βαθµολογία στην Ευσυνειδησία είναι πιθανό να εµπλακούν στην προληπτική επιθετικότητα σχέσεων. Ως προς την πρόβλεψη της αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων, τα αποτελέσµατα υπέδειξαν πως οι έφηβοι που επιστρατεύουν πρακτικές προληπτικής επιθετικότητας σχέσεων, µε υψηλή βαθµολογία στην ΠΕΑ σε σχεσιακές προκλήσεις και στην Ευσυνειδησία, καθώς επίσης µε χαµηλή βαθµολογία στη Συνεργατικότητα είναι πιθανό να εκδηλώσουν συµπεριφορές αντιδραστικής επιθετικότητας σχέσεων. Συνολικά, τα ευρήµατα της παρούσας έρευνας ανέδειξαν πως ορισµένα ενδοατοµικά χαρακτηριστικά, όπως η προσωπικότητα και η κοινωνική νόηση, µπορούν να συνδέονται µε την εµφάνιση της επιθετικότητας σχέσεων στην εφηβική ηλικία. Τα αποτελέσµατα συζητούνται στη βάση της προοπτικής αξιοποίησής τους σε µελλοντικές έρευνες, καθώς και στην εφαρµογή εκπαιδευτικών παρεµβατικών προγραµµάτων 1811 188 208 Εκτίμηση των προβλημάτων συμπεριφοράς και συναισθήματος στα αδέλφια παιδιών με νευροαναπτυξιακές διαταραχές The aim of this literature review is to highlight the emotional and behavioral impacts on children with siblings suffering from some neurodevelopmental disorder. The researcher is focused on autism spectrum disorders, mental retardation and attention deficit hyperactivity disorder. The developmental disorders, the clinical picture, the criteria that must be met in order to make a diagnosis, the rationale for the diagnosis, the differential diagnosis and the cases of co-morbidity are defined in the general section. Following that, the role of the family for the child / teenager who exhibits the disorder, the stages that the members, and especially the parents, go through from being diagnosed to adapting to the demanding daily life and the relationships which develop, get restricted or are interrupted by the disease were researched. The latter part of the research extensively examines the fraternal bond from childhood to adulthood in families with children of typical development, but also in cases where a child has been diagnosed with one of the disorders mentioned in the first chapter. Potential factors that may affect fraternal balance and affect on behavioral and emotional levels of healthy siblings are listed. Η συγκεκριμένη βιβλιογραφική ανασκόπηση στόχο έχει, να αναδείξει, κατά βάση, τις συναισθηματικές και συμπεριφορικές επιπτώσεις που αποτυπώνονται στα παιδιά με αδέλφια, που πάσχουν από κάποια νευροαναπτυξιακή διαταραχή. Για να συγκεκριμενοποιηθεί η έρευνα, οι διαταραχές που επιλέχθηκαν να μελετηθούν είναι το φάσμα του αυτισμού και η νοητική υστέρηση. Στο γενικό μέρος γίνεται αναφορά στον ορισμό, την κλινική εικόνα, τα κριτήρια που πρέπει να πληρούνται για να τεθεί μία διάγνωση, τη διαφοροδιάγνωση και τις περιπτώσεις συννοσηρότητας κάθε διαταραχής. Στη συνέχεια, διερευνήθηκε ο ρόλος της οικογένειας για το παιδί - έφηβο που εμφανίζει τη διαταραχή και για τα υπόλοιπα μέλη της, τα στάδια που ακολουθούν τα μέλη -και κυρίως οι γονείς- από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι την προσαρμογή στην απαιτητική καθημερινότητα και τις σχέσεις που εξελίσσονται, περιορίζονται ή διακόπτονται λόγω της νόσου. Στο τελευταίο μέρος της εργασίας, μελετάται εκτενώς ο αδελφικός δεσμός από την παιδική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή σε οικογένειες με παιδιά τυπικής ανάπτυξης, αλλά και στις περιπτώσεις που ένα παιδί έχει διαγνωσθεί με κάποια από τις διαταραχές, που αναφέρθηκαν στο πρώτο κεφάλαιο. Αναφέρονται πιθανοί παράγοντες, που δύνανται να επηρεάσουν τις ισορροπίες στην αδελφική σχέση και οι επιπτώσεις σε συμπεριφορικό και συναισθηματικό επίπεδο των υγιών αδελφών. 1812 177 197 Stroke is a serious neurologic disease and poststroke seizures are the leading cause of seizures in elderly patients. This is a systematic review of poststroke seizures after thrombolysis or thrombectomy. The first studies that are published imply that the rates of poststroke seizures after reperfusion therapies are similar (4-15%) to the rates in stroke patients without thrombolysis or thrombectomy. Acute seizures appear in approximately 2,5-5% while late seizures presented in 1,5-11,3% of the whole cases. Focal seizures are the most frequent (simple partial in 38%, complex partial in 26%), in 5% they are partial with secondary generalization and in 26% they are primary generalized without an observable focal onset. In addition, hemorrhagic transformation, cortical localization of the infarct and the large neurological deficit appear to be the main risk factors for poststroke seizures after thrombolysis and thrombectomy. Poststroke seizures after reperfusion therapies are possibly associated with bad prognosis of the stroke (survival and disability) according to recent studies. Further studies are required to identify the prevalence, prognosis and risk factors of poststroke seizures after thrombolysis or/and thrombectomy. Τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (ΑΕΕ) είναι μία σοβαρή νευρολογική πάθηση και αποτελούν την κύρια αιτία εκδήλωσης επιληπτικής κρίσης σε μεγάλη ηλικία. Η παρούσα μελέτη αφορά μία βιβλιογραφική ανασκόπηση στο θέμα των επιληπτικών κρίσεων που εμφανίζονται μετά από τις σύγχρονες τεχνικές επαναιμάτωσης των ισχαιμικών αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.Από την μελέτη της βιβλιογραφίας φαίνεται πως σε ασθενείς με ΑΕΕ τα ποσοστά εμφάνισης επιληπτικής κρίσης σε όσους υποβλήθηκαν στις τεχνικές επαναιμάτωσης είναι παρόμοια (4-15%) με αυτά των ασθενών που ακολούθησαν συντηρητική θεραπεία χωρίς να υποβληθούν σε θρομβόλυση ή θρομβεκτομή. Οι οξείες κρίσεις αναφέρονται σε ποσοστό 2,5-5% ενώ οι όψιμες περιγράφηκαν στο 1,5-11,3%. Οι οξείες κρίσεις είναι κυρίως εστιακές (απλές εστιακές στο 38% και σύνθετες εστιακές στο 26%), εστιακές με δευτεροπαθή γενίκευση στο 5%, ενώ πρωτοπαθώς γενικευμένες παρατηρούνται σε ποσοστό 26%. Επιπλέον, στους βασικούς παράγοντες κινδύνου εκδήλωσης επιληπτικής κρίσης περιλαμβάνονται η αιμορραγική μετατροπή, η φλοιϊκή εντόπιση του εμφράκτου και το μεγάλο νευρολογικό έλλειμμα. Τέλος, σε πρόσφατες μελέτες φαίνεται μια πιθανή αρνητική συσχέτιση της εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων στην έκβαση του εγκεφαλικού επεισοδίου (επιβίωση και αναπηρία). Θα ήταν χρήσιμο να πραγματοποιηθούν περαιτέρω έρευνες ώστε να προσδιοριστούν με ακρίβεια ο επιπολασμός, η πρόγνωση και οι παράγοντες κινδύνου εμφάνισης επιληπτικής κρίσης μετά από θρομβόλυση ή θρομβεκτομή. 1813 417 420 Η αποτελεσματικότητα του διακρανιακού ηλεκτρικού ερεθισμού σε συνδυασμό με κατοπτρική θεραπεία και σε άτομα με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο Purpose: The main purpose is to evaluate the efficacy of the combined use of MT and tDCS therapy in stroke patients. These are two non-invasive approaches, which aim at rehabilitation through personalized care plans. It would be useful to analyze their effect on the upper extremity and self-care regarding the everyday tasks. The results of this study review may be used by the interdisciplinary rehabilitation team as a guideline for more effective programs, especially for occupational therapy practice. Materials and methods: Research studies, which were published from January 2010 to December 2020, were searched in Pubmed and ScienceDirect. The main criteria for selecting research studies in the review were: the use of the English language, the sample of patients including adults (>18 years old) and the focusing on the effect of MT and tDCS on the upper extremity and the activities of daily living. The attempt to find evidence was divided into three separate stages. Initially, there has been a search for research studies that are related to the MT and the stroke. Then, research studies related to the tDCS therapy and the stroke were sought, too. Finally, evidence was sought to evaluate the combined effect of the two therapeutic approaches (MT + tDCS) in stroke patients. In order to increase the reliability and validity of the results, systematic reviews and meta-analyses were preferred. In cases where no material was found to be evaluated, randomized controlled trials were selected. Results: A total of 241 research studies were identified, of which 18 were selected for final evaluation and analysis. Specifically, 6 results for the MT (Σ1=6), 9 results for the tDCS therapy (Σ2=9) and 3 results for the combined use of MT and tDCS therapy (Σ3=3). The results of the research studies have shown moderate quality of evidence regarding the improvement of the upper extremity mobility and a possible positive effect on the activities of daily living. However, the combined use of MT and tDCS resulted in a statistically major effect on the functional rehabilitation for the upper extremities and in better autonomy in the everyday tasks for patients with chronic stroke, as well. Conclusions: The theoretical background of MT and tDCS therapy is mostly based on the principles of neuroplasticity and is widely used in the stroke rehabilitation by the interdisciplinary team. However, there should be further research related to the benefits of the combined use of these therapies attaching importance to the treatment protocol, the patient sample selection, the mechanism of action and their long-term effect. Σκοπός: Βασικός στόχος είναι η εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της συνδυαστικής χρήσης της κατοπτρικής θεραπείας (ΜΤ) και του Διακρανιακού Ηλεκτρικού Ερεθισμού (tDCS) σε άτομα με Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (Α.Ε.Ε). Είναι δύο προσεγγίσεις μη-επεμβατικές που στοχεύουν στην αποκατάσταση μέσα από εξατομικευμένα προγράμματα και θα ήταν χρήσιμη η ανάλυση της επίδρασής τους στο άνω άκρο και στην αυτοεξυπηρέτηση αναφορικά με τις Δραστηριότητες Καθημερινής Ζωής (Δ.Κ.Ζ). Τα αποτελέσματα της ανασκοπικής εργασίας, μπορεί να χρησιμοποιηθούν από τη διεπιστημονική ομάδα αποκατάστασης ως κατευθυντήρια γραμμή για τη σύσταση αποτελεσματικότερων προγραμμάτων και δη για την εργοθεραπευτική πρακτική. Μέθοδος και υλικό: Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση δημοσιευμένων άρθρων από τον Ιανουάριο του 2010 έως τον Δεκέμβριο του 2020, στις πηγές αναζήτησης PubMed και ScienceDirect. Βασικά κριτήρια επιλογής στην παρούσα ανασκόπηση ήταν: η χρήση της Αγγλικής γλώσσας, το δείγμα να περιλαμβάνει ενήλικα άτομα (>18 ετών) και οι έρευνες να επικεντρώνονται στην επίδραση της ΜΤ και της tDCS στο άνω άκρο και τις Δ.Κ.Ζ. Η προσπάθεια διαχωρίστηκε σε τρία ξεχωριστά στάδια. Αρχικά, αναζητήθηκαν έρευνες που έχουν συσχέτιση με την θεραπεία MT και το Α.Ε.Ε, έπειτα με την θεραπεία tDCS και το Α.Ε.Ε και τέλος έγινε αναζήτηση άρθρων που να αξιολογούν την συνδυαστική δράση των δύο θεραπευτικών προσεγγίσεων (MT + tDCS) σε ασθενείς με Α.Ε.Ε. Με σκοπό την μεγαλύτερη αξιοπιστία και εγκυρότητα αποτελεσμάτων προτιμήθηκαν κατά προτεραιότητα οι συστηματικές ανασκοπήσεις και μετα-αναλύσεις, ενώ σε περιπτώσεις που δεν βρέθηκε υλικό προς αξιολόγηση επιλέχθηκαν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες μελέτες. Αποτελέσματα: Βρέθηκαν συνολικά 241 έρευνες, από τις οποίες 18 επιλέχθηκαν για τελική αξιολόγηση και ανάλυση. Συγκεκριμένα, 6 αποτελέσματα για την θεραπεία ΜΤ (Σ1= 6), 9 αποτελέσματα για την θεραπεία tDCS (Σ2= 9) και 3 αποτελέσματα για την συνδυαστική χρήση ΜΤ + tDCS (Σ3= 3). Τα αποτελέσματα των ερευνών στις μεμονωμένες θεραπείες ΜΤ ή tDCS ανέδειξαν μέτριας ποιότητας αποδεικτικά στοιχεία, σχετικά με την βελτίωση της κινητικής λειτουργίας των άνω άκρων και πιθανή θετική επίδραση στις Δ.Κ.Ζ, ενώ από την συνδυαστική χρήση των θεραπειών ΜΤ + tDCS προέκυψε στατιστικά σημαντική επίδραση στην λειτουργική αποκατάσταση των άνω άκρων και βελτίωση της αυτονομίας στις Δ.Κ.Ζ, στους ασθενείς με χρόνιο Α.Ε.Ε. Συμπεράσματα: Το θεωρητικό υπόβαθρο των θεραπειών ΜΤ και tDCS στηρίζεται ως επί τω πλείστων στις αρχές της νευροπλαστικότητας και χρησιμοποιείται σε μεγάλο βαθμό στην αποκατάσταση ασθενών με Α.Ε.Ε από την διεπιστημονική ομάδα. Θα χρειαστεί ωστόσο, περαιτέρω έρευνα σχετικά με τα οφέλη της συνδυαστικής δράσης των θεραπειών, με μεγαλύτερη βαρύτητα στο πρωτόκολλο εφαρμογής των θεραπειών, στην επιλογή του δείγματος ασθενών, στον μηχανισμό δράσης και στη μακροπρόθεσμη επίδρασή τους. 1814 312 320 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C1 στο καρκίνωμα του μαστού NTRODUCTION: Breast cancer has nowadays become the most frequent cause of women's death in our days. The incidence of breast cancer is constantly increasing. Along with that increase, therapeutic approaches are developing and improving in order to reach targeted treatment. New tumor markers constantly appear, arousing the interest of scientists, who are motivated to find ways to restrict and suppress their function. The expression of a marker like that is studied in this current project. Specifically, the study of the MAGE-C1 tumor factor was performed immunohistochemically and it is focused on breast cancer cells. At the same time, there is correlation between the expression of that factor and various clinico-histopathological parameters. MATERIALS AND METHODS: 29 specimens from patients with breast cancer with different histological subtypes were used in order to study the expression of MAGE-C1 protein. The method of indirect immunohistochemistry was used in combination with the enzymic peroxidase - anti-peroxidase system and the chromogenic substrate of DAB. The staining results were studied by microscopy. In parallel, the mild, moderate or severe expression of MAGE-C1 was evaluated in breast cancer cells followed by a comparative study of the antibody's extent and intensive in breast cancer tissues associated with clinico-histopathological parameters. RESULTS: It is found that the MAGE-C1 is expressed in 12 of 29 breast cancer samples that they are used in this study (41.3%). Expression was mild in all 12 positive samples. Furthermore, statistical analysis has showed that the expression of the MAGE-C1 is not associated with any clinico-histopathological parameter. A statistically significant correlation was only mentionedthe lymph nodesinvasion which means bad prognosis. CONCLUSION: According to our results and considering the literature data, the expression of MAGE-C1 factor in breast cancer patients with lymph nodes invasion seems to have poor prognostic value. Consequently, its detection might be a potential individualized therapeutic target for breast carcinoma. However, the above aspect deserves further study. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ο καρκίνος του μαστού αποτελεί την πιο συχνή αιτία θανάτου στις γυναίκες. Η συχνότητα εμφάνισής του αυξάνεται συνεχώς. Μαζί με την αύξηση της εμφάνισης της νόσου, αναπτύσσονται και βελτιώνονται οι θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη στοχευμένη αντιμετώπισή του. Νέοι καρκινικοί δείκτες έρχονται στην επιφάνεια και προκαλούν το ενδιαφέρον των επιστημόνων, οι οποίοι κινητοποιούνται ώστε να βρουν τρόπους για να τον περιορίσουν και να τον καταστείλουν. Η έκφραση ενός τέτοιου δείκτη αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας πτυχιακής εργασίας και συγκεκριμένα του καρκινικού παράγοντα MAGE-C1 που μελετάται ανοσοϊστοχημικά σε περιστατικά του μαστού. Παράλληλα, γίνεται συσχετισμός της έκφρασής του με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ: Για τη μελέτη της έκφρασης του παράγοντα MAGE-C1 χρησιμοποιήθηκαν 29 δείγματα προερχόμενα από ασθενείς με καρκίνο του μαστού διαφόρων ιστολογικών υποτύπων. Χρησιμοποιήθηκε η τεχνική της έμμεση ανοσοϊστοχημείας σε συνδυασμό με το ενζυμικό σύστημα υπεροξειδάσης - αντι-υπεροξειδάσης και οπτικοποίηση με το χρωμογόνο DAB (3,3'διαμινοβενζιδίνη). Τα αποτελέσματα εκτιμήθηκαν με απλό οπτικό μιρκοσκόπιο. Παράλληλα, εντοπίστηκε και αξιολογήθηκε η έκφραση του MAGE-C1 (ήπια, μέτρια, έντονη) στα καρκινικά κύτταρα του μαστού. Ακολούθησε συγκριτική μελέτη της έκτασης-έντασης του αντισώματος στα δείγματα με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ:Ο παράγοντας MAGE-C1 φάνηκε ναεκφράζεται στα 12 από τα 29 δείγματα του καρκινώματος του μαστού που επεξεργάστηκαν στην παρούσα εργασία (41.3%). Η έκφραση ήταν ήπια και στα 12 θετικά δείγματα. Επίσης, η στατιστική έδειξε ότι η έκφραση του MAGE-C1 δε συσχετίζεται με καμιά κλινικοϊστοπαθολογική παράμετρο. Στατιστικά σημαντική συσχέτιση υπήρξε μόνο με τη λεμφαδενική διήθηση και κατ’επέκταση τη μεταστατική ικανότητα του όγκου, γεγονός που τον καθιστά κακό προγνωστικό δείκτη. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Σύμφωνα με τα αποτελέσματά μας και τη συνεκτίμηση των δεδομένων της διεθνούς βιβλιογραφίας, η έκφραση του παράγοντα MAGE-C1 στον καρκίνο του μαστού και ιδιαίτερα στις ασθενείς με λεμφαδενική διήθηση φαίνεται να έχει κακή προγνωστική αξία. Συνεπώς, ο εντοπισμός του μπορεί να αποτελέσει έναν πιθανό θεραπευτικό στόχο για τη συγκεκριμένη ομάδα ασθενών. Ωστόσο, η παραπάνω άποψη χρήζει περαιτέρω μελέτης. 1815 354 374 Αξιολόγηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης ασθενών που έχουν νοσηλευθεί σε ψυχιατρικό τομέα γενικού νοσοκομείου με την χρήση της κλίμακας SIX The social integration and social exclusion are placed at the Centre of research in the last decade. Adult patients suffering from various mental disorders is said to be one of the most socially isolated groups of people. Recently, the right tools have been created in order to objectively measured some parameters for social inclusion. The purpose of this research is the evaluation of social inclusion’s degree of patients who have been hospitalized in a psychiatric clinic of the General Hospital, the encoding information recorded relating to the social integration of patients and their association with various variables associated with the clinical course of patients. As a basic tool used the Social Inclusion Scale (SIX), while at the same time, used data on the clinical picture of patients from the files kept in the psychiatric clinic where they were hospitalized. The sample of the survey were 269 patients who were hospitalized in the psychiatric clinic of the University Hospital of Alexandroupolis, Greece, during the last decade. From the analysis of dimensions of social integration scale showed that the patients had moderate to low score on the scale indicating limited social integration. Also found a statistically significant difference between psychosis and the evolution of social integration in scale with the score of psychotic patients to decrease after every re-entry. The majority of patients were unemployed of whom the largest proportion was of psychotic patients, while almost all were independent as regards housing. In addition, the majority of patients with psychosis did not mate unlike other diagnostic groups, while not any contact with friends last week. Lastly, the days of hospitalization and the intervals of rehospitalizations remain relatively stable while the people who have repeated hospitalizations compared with those who had one, did not differ statistically in SIX scale. In conclusion, psychotics patients display lower social integration from the other disorders, while this deficit was observed after each hospitalization and in course of time. These changes in the dimensions of social integration seem to be due to the disease, and therefore we cannot deduce that the most predominant social patients are those who have the worst course. Η κοινωνική ενσωμάτωση και ο κοινωνικός αποκλεισμός, τοποθετούνται στο επίκεντρο των ερευνών την τελευταία δεκαετία. Οι ενήλικοι ασθενείς που πάσχουν από διάφορες ψυχικές διαταραχές λέγεται ότι είναι μία από τις πιο κοινωνικά απομονωμένες ομάδες ανθρώπων. Το τελευταίο διάστημα άρχισαν να δημιουργούνται τα κατάλληλα εργαλεία προκειμένου να μετρηθούν με αντικειμενικό τρόπο κάποιες παράμετροι κοινωνικής ενσωμάτωσης. Σκοπός της έρευνας αυτής είναι η μελέτη και αξιολόγηση του βαθμού κοινωνικής ενσωμάτωσης ασθενών που έχουν νοσηλευτεί σε ψυχιατρική κλινική γενικού νοσοκομείου, η κωδικοποίηση καταγεγραμμένων πληροφοριών που αφορούν την κοινωνική ενσωμάτωση των ασθενών και η συσχέτιση τους με διάφορες μεταβλητές που σχετίζονται με την κλινική πορεία των ασθενών. Ως βασικό εργαλείο χρησιμοποιήθηκε η κλίμακα Social Inclusion Scale (SIX), ενώ ταυτόχρονα, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα σχετικά με την κλινική εικόνα των ασθενών από του φακέλους τους που διατηρούνται στην Ψυχιατρική Κλινική όπου νοσηλεύτηκαν. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν 269 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου. Αλεξανδρούπολης κατά την τελευταία δεκαετία. Από την ανάλυση των διαστάσεων της κλίμακας κοινωνικής ενσωμάτωσης προέκυψε, ότι οι ασθενείς είχαν μέτρια προς χαμηλή βαθμολογία στην κλίμακα κάτι που αποτελεί ένδειξη περιορισμένης κοινωνικής ενσωμάτωσης. Επίσης βρέθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ της ψύχωσης και της εξέλιξης της κοινωνικής ενσωμάτωσης στην κλίμακα με την βαθμολογία των ψυχωτικών ασθενών να μειώνεται μετά από κάθε επανεισαγωγή. Η πλειοψηφία των ασθενών ήταν άνεργοι από τους οποίους το μεγαλύτερο ποσοστό ήταν των ψυχωτικών ασθενών, ενώ σχεδόν όλοι ήταν ανεξάρτητοι ως προς την στέγαση. Επιπλέον η πλειοψηφία των ασθενών με ψύχωση δεν είχε σύντροφο σε αντίθεση με τις υπόλοιπες διαγνωστικές ομάδες, ενώ δεν καμία επαφή με φίλους την τελευταία εβδομάδα. Τέλος οι ημέρες νοσηλείας παραμένουν σχετικά σταθερές ενώ τα μεσοδιαστήματα επανεισαγωγών μειώνονται μετά από κάθε νοσηλεία, και τα άτομα που έχουν επανειλημμένες νοσηλείες σε σχέση με αυτούς που είχαν μία, δεν διέφεραν στατιστικά στην κλίμακα SIX. Συμπερασματικά, οι ψυχωτικοί ασθενείς εμφανίζουν χαμηλότερη κοινωνική ενσωμάτωση από τις υπόλοιπες διαταραχές με την έκπτωση αυτή να παρατηρείται μετά από κάθε νοσηλεία και στην πορεία του χρόνου. Οι αλλαγές αυτές στις διαστάσεις της κοινωνικής ενσωμάτωσης δείχνουν να είναι απόρροια της νόσου κι όχι το αποτέλεσμα, ότι οι πιο επιβαρυμένοι κοινωνικά ασθενείς είναι αυτοί που έχουν την χειρότερη πορεία. 1816 251 245 Αποκατάσταση Περιβάλλοντος σε Λατομεία Αδρανών Υλικών με εμβάθυνση στη μορφολογική διαμόρφωση A creative approach including new innovating propositions on landscape formation for reclamation and rehabilitation of aggregate quarries, can improve the negative impressions about the aesthetic view for the majority of open pit aggregate mines everywhere in Greece. This thesis aims to contribute to this objective. After reviewingthe existing legislation for the various permits required for aggregate quarries, we emphasize on the importance of the rehabilitation rules predominantly according to the landscape conditions at each quarry, indicating best practices for plant regeneration in high slopes, reforming the landscape to grades with lower inclination wherever possible, and for selecting the exact location for a quarry in order to hide from the public view and input it in regional and spatial planning The theoretical considerations are accompanied by actual cases of quarries in which efforts have been made to implement these best practices in Greece. In addition a case study is included that deals with the implementation of these best practices at an existing inactive aggregate quarry in Attica, which is still quite visible by the public despite the rehabilitation efforts that have taken place until today. Finally, the conclusions of this work are presented along with proposals for the improvement of the legislation for the rehabilitation of quarries. Supplementing the current legislation into this direction by legally binding ordinances and regulations, can have a positive impact to quarry operations. This thesis aims to contribute to the effort for a formal, substantial and legal assurance of the reclamation and rehabilitation process of aggregate quarries. Η δημιουργική αντιμετώπιση με νέες καινοτόμες προτάσεις που αφορούν το ζήτημα της μορφολογικής διαμόρφωσης και αποκατάστασης λατομείων αδρανών υλικών, εξοφλημένων ή ενεργών, μπορεί να βελτιώσει την αρνητική για την αισθητική του τοπίου εικόνα που έχει δημιουργήσει η πλειοψηφία των έως σήμερα υπαίθριων λατομεύσεων αδρανών σε όλη την ελληνική επικράτεια. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο η παρούσα εργασία εξετάζει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο αδειοδότησης των λατομείων αδρανών υλικών, επισημαίνει τα σημαντικά δεδομένα σχετικά με την αποκατάσταση αυτών κυρίως όσον αφορά το τοπίο, με τεχνικές για τη βλαστητική αποκατάσταση μεγάλης κλίσεως πρανών, τη διαμόρφωση ηπιότερων κλίσεων όπου είναι εφικτό και την χωροθέτηση με γνώμονα την κατά το δυνατόν απόκρυψη των εξορύξεων από χώρους ανθρώπινης δραστηριότητας και ένταξή τους στο χωροταξικό σχεδιασμό. Η θεωρητική ανάλυση πλαισιώνεται από υπαρκτά παραδείγματα λατομείων, όπου έγιναν προσπάθειες να εφαρμοστούν οι βέλτιστες τεχνικές διαμόρφωσης/ αποκατάστασης και στη συνέχεια παρουσιάζεται πρόταση εφαρμογής (case study) των σημαντικότερων από αυτές σε υφιστάμενο ανενεργό λατομείο αδρανών της Αττικής, που παρά τις έως σήμερα προσπάθειες αποκατάστασης είναι ορατό από σημαντικό τμήμα αυτής. Βάση αυτών εξάγονται συμπεράσματα και προτείνονται θεσμικές ρυθμίσεις για τη βελτίωση και συμπλήρωση της κείμενης νομοθεσίας αποκατάστασης των λατομείων. Η συμπλήρωση του υφισταμένου θεσμικού πλαισίου με κατάλληλες δεσμευτικές για το σκοπό αυτό νέες διατάξεις μπορεί να έχει θετική επίδραση. Φιλοδοξία της παρούσης είναι να συμβάλλει σε αυτή την προσπάθεια για την ουσιαστική αλλά και θεσμική κατοχύρωση της μορφολογικής διαμόρφωσης προς αναβάθμιση της αποκατάστασης των λατομείων αδρανών υλικών. 1817 161 211 Cybervictimization, social cognition, and depressive symptoms among adolescents Κυβερνοθυματοποίηση, κοινωνικό γιγνώσκειν και καταθλιπτική συμπτωματολογία σε εφήβους μαθητές The purpose of this study is to investigate the association between Cyber-victimization (CV), Hostile Attribution Bias (HAB) and Depressive Symptoms in adolescence. The sample consists of 255 (150 girls) students attending the three grades of Junior High School completed a self-report questionnaire. In particular, gender and age differentiations will be discussed as well as the predictive value of the variables shown towards CV. Gender was found to differentiate HAB and Depressive Symptoms, with girls scoring higher than boys. However, CV was not affected by gender. The results also showed important age differences for all the variables.Furthermore, it was indicated that the associations between the variables were positive. Regarding the regression analysis of this study the results point out that the oldest students who report higher levels of Depressive Symptoms are more likely to engage in CV. In addition, it is proposed that the results could be used for future research and educational practice. Σκοπός της παρούσας έρευνας είναι η μελέτη των σχέσεων μεταξύ της Κυβερνο—θυματοποίησης, των Προκατειλημμένων Εχθρικών Αποδόσεων και των Καταθλιπτικών Συμπτωμάτων σε εφήβους. Συγκεκριμένα, συμμετείχαν 255 μαθητές των τριών τάξεων του Γυμνασίου, οι οποίοι κλήθηκαν να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια αυτό-αναφοράς. Οι ειδικοί στόχοι της έρευνας είναι η διερεύνηση αφενός της επίδρασης των δημογραφικών στοιχείων στις υπό μελέτη μεταβλητές, των συσχετίσεων μεταξύ τους και αφετέρου της προβλεπτικής αξίας αυτών στην Κυβερνο-θυματοποίηση. Τα αποτελέσματα ανέδειξαν ότι το φύλο βρέθηκε να διαφοροποιεί στατιστικά σημαντικά τις Προκατειλημμένες Εχθρικές Αποδόσεις και την Καταθλιπτική Συμπτωματολογία, με τα κορίτσια να σημειώνουν υψηλότερη βαθμολογία. Ωστόσο, για την Κυβερνο-θυματοποίηση δεν διαπιστώθηκε σημαντική διαφοροποίηση στις απαντήσεις των συμμετεχόντων ως προς το φύλο. Επίσης, για την τάξη φοίτησης διαπιστώθηκε στατιστικά σημαντική διαφοροποίηση προς όλες τις μεταβλητές. Όσον αφορά τις συσχετίσεις μεταξύ των υπό μελέτη μεταβλητών, τα ευρήματα έδειξαν ότι έχουν θετικό χαρακτήρα. Τέλος, βρέθηκε ότι τα Καταθλιπτικά Συμπτώματα και η τάξη φοίτησης προβλέπουν την Κυβερνο-θυματοποίηση. Από τα πορίσματα της έρευνας στο σύνολό τους διαπιστώθηκε ότι όσο πιο μεγάλοι σε ηλικία είναι οι έφηβοι και όσο περισσότερη Καταθλιπτική Συμπτωματολογία δηλώνουν, τόσο πιο πιθανό είναι να συμμετέχουν σε περιστατικά Κυβερνο-θυματοποίησης. Στη συζήτηση των αποτελεσμάτων αναφέρονται προτάσεις για μελλοντική αξιοποίηση, καθώς και πρακτικές εφαρμογές για τη σχολική τάξη. 1818 220 281 Ανοσοϊστοχημική μελέτη της έκφρασης της πρωτεΐνης MAGE-C2 στο ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα Cancer is one of the main causes of death in modern age and specifically liver cancer is the 3rd most common cause of death related to cancer. In recent years though, there is a significant progress in therapeutic and diagnostic approaches along with the diseases' constant increase. New tumor biomarkers, like MAGE protein family, have a very important role in diagnosing the disease. MAGE-C2 protein belongs to the antigens of melanoma family and is not present in normal tissues. Certain studies suggest that the gene is active in carcinogenesis. Taking the above into consideration and because of the importance of hepatocellular carcinoma this study aimed to analyze the expression of MAGE-C2 in hepatocellular carcinoma. During the experiments anti-MAGE-C2 antibody was used, conducting immunohistochemistry in 26 liver cancer tissues. Meanwhile statistical analysis took place along with correlation to clinicohistopathological parameters. The results showed that Hepatitis, Cirrhosis and low differentiation are independent parameters to the expression of MAGE-C2. Although patients with positive expression of MAGE-C2 had worse prognosis than patients with lack of MAGE-C2 expression. According to the results and taking into consideration the available literature we came to the conclusion that MAGE-C2 can be a potential strong therapeutic factor. However, due to limitation by the number of the samples used in this study, future studies are needed to confirm these results. Ο καρκίνος αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες θανάτου στη σύγχρονη εποχή και ο καρκίνος του ήπατος, το 3ο πιο κοινό αίτιο θανάτου σχετιζόμενο με τον καρκίνο. Όμως τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί σημαντική πρόοδος στην διάγνωση και θεραπεία, λόγω και της αύξησης των περιστατικών εμφάνισης της νόσου. Αντικαρκινικοί προγνωστικοί δείκτες, όπως οι οικογένεια των πρωτεϊνών MAGE, έχουν συνδράμει σε αυτόν τον τομέα. Η πρωτεΐνη MAGE-C2 ανήκει στην οικογένεια των αντιγόνων του μελανώματος και δεν εκφράζεται σε φυσιολογικούς ιστούς, πάρα μόνο σε αρχέγονα γεννητικά κύτταρα. Παρόλα αυτά, διάφορα πειράματα έχουν καταστήσει σαφές πως το γονίδιο της ενεργοποιείται στην καρκινογένεση. Βάσει των παραπάνω, και με γνώμονα την σημαντικότητα του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος, σκοπός της συγκεκριμένης μελέτης, ήταν η πιθανή συσχέτιση της έκφρασης της MAGE-C2 με το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Στην παρούσα εργασία, εκτιμήθηκε ανοσοϊστοχημικά η έκφραση της πρωτεΐνης MAGE-C2, σε 26 ιστοτεμάχια με ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Παράλληλα, έγινε στατιστική ανάλυση και συσχέτιση της έκφρασης του αντισώματος με διάφορες κλινικοϊστοπαθολογικές παραμέτρους. Κατά την πολλαπλή γραμμική παλινδρόμηση, φάνηκε ότι η παρουσία ηπατίτιδας, κίρρωσης και η χαμηλή διαφοροποίηση παρέμειναν ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες για την υψηλή έκφραση της MAGE-C2. Στο σύνολο των ασθενών, ο μέσος χρόνος επιβίωσης ήταν 8±1 μήνες και κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης τους (μέσος όρος 6 μήνες) 22 ασθενείς (84,6%) απεβίωσαν εξαιτίας της πάθησης. Σύμφωνα με τη στατιστική ανάλυση, οι ασθενείς με θετική έκφραση του MAGE-C2 είχαν χειρότερη πρόγνωση συγκριτικά με τους ασθενείς με απουσία έκφρασης του MAGE-C2, χωρίς όμως να παρατηρείται στατιστική σημαντικότητα (p=0,231). Καταλήγοντας, η πρωτεΐνη MAGE-C2 θα μπορούσε να αποτελέσει έναν εν δυνάμει ισχυρό θεραπευτικό στόχο για τη νόσο. Παρόλα αυτά, τα παραπάνω χρήζουν περαιτέρω ερευνών για την ισχυροποίηση των αποτελεσμάτων μας. 1819 163 205 Langer's axillary arch is the most common anatomic variation in the axillary area. This is an update of the reported anatomic variations of the axillary arch. The presence of this tissue may complicate axillary lymph node biopsy, lymphadenectomy, or breast reconstruction. This study is a literature review concerning the AA, from 1887 to 2019, using PubMed, Scopus, Embase, and Cochrane medical databases. The frequency, laterality, morphology, origin, lateral attachment points, vascularization, and neurosis of the axillary arch were the data retrieved. The prevalence ranged greatly from 0.8 to 37.5%. The axillary arch is more often unilateral, muscular in consistency, extending from the latissimus dorsi to the pectoralis major, is vascularized by the lateral thoracic vessels or the subscapular artery and innervated by the thoracodorsal nerve. Langer's axillary arch, as a frequent axillary anatomic variation, may implicate surgical procedures in the area; therefore, every surgeon performing breast and/ or axillary surgery should be aware of this entity and its variations to ensure patient safety. Το μασχαλιαίο τόξο του Langer είναι η πιο συχνή ανατομική παραλλαγή στην περιοχή της μασχάλης. Η εργασία αυτή έχει ως σκοπό την βιβλιογραφική ανασκόπηση των ανατομικών παραλλαγών της δομής αυτής, καθώς επίσης και τις δυσκολίες που μπορούν να παρουσιαστούν στην εγχειρητική του μαστού και της ευρύτερης περιοχής της μασχάλης σε πιθανή παρουσία της. Πραγματοποιήθηκε βιβλιογραφική ανασκόπηση για το μασχαλιαίο τόξο, από το 1887 μέχρι και το 2019, στις βάσεις δεδομένων PubMed, Scopus, Embase και Cochrane. Μελετήθηκαν η συχνότητα εμφάνισης, η μορφολογία, η έκφυση, η κατάφυση, η αγγείωση, η νεύρωση και η εθνική επικράτηση του. Από την ανασκόπηση προκύπτει ότι η συχνότητα του μασχαλιαίου τόξου κυμαίνεται από 0.8 έως 37.5%. Στην πιο συχνή του μορφή ανευρίσκεται ως μια ετερόπλευρη, μυώδης δομή, η οποία εκφύεται από τον πλατύ ραχιαίο και καταφύεται στον μείζονα θωρακικό μυ. Η αγγείωση του επιτυγχάνεται από το θωρακικό κλάδο της ακρωμιοθωρακικής αρτηρίας ή την υποπλάτια αρτηρία και η νεύρωση του από το θωρακορραχιαίο νεύρο. Η παρουσία του μασχαλιαίου τόξου του Langer μπορεί να επιπλέξει τις επεμβάσεις που αφορούν το μαστό και την περιοχή της μασχάλης. Η γνώση της πιθανής ύπαρξης του ανατομικού αυτού στοιχείου καθώς επίσης και των ανατομικών παραλλαγών του από τον χειρουργό, είναι απαραίτητη για την ασφαλή χειρουργική αντιμετώπιση των ασθενών. 1820 258 231 Portfolio as a tool of teacher’s professional development: theory and research Η συμβολή του portfolio στην επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού-θεωρία και έρευνα This project deals with how a portfolio can contribute in the professional development of a teacher. This issue was looked into in both at theoretical and research level. In the theoretical part, many important terms for this project are clarified. More specifically, the meaning of professional development is defined, many of its features are presented along with the stages of a professional career and the basic models of professional evolution are recorded. Furthermore, there is the outline of a portfolio as a meaning, its contribution is examined, and the different kinds of it are presented as well as the purposes that it serves. Then, the different stages of the creation of a teacher‟s portfolio are outlined, along with its content and a suggested structure, the prerequisites that it must fulfill in order to be successful, as well as some advantages and disadvantages of this tool. This first part ends with a review of Greek and international bibliography and the conclusions and observations that derive from the theoretical approach of the issue. In the second part, there is the presentation of the research concerning the contribution of the portfolio in professional development, which was carried out using as samples a teacher of Primary Education and an Educational Consultant of Secondary Education and as methodological tools the half-structured interview and the data of the subjects in the portfolio. This part concludes with the analysis and interpretation of the research results as well as any conclusions that derive from it. Η παρούσα εργασία πραγματεύεται το ζήτημα της συμβολής του pοrtfolio στην επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού. Η προσέγγιση του θέματος έγινε τόσο σε θεωρητικό όσο και σε ερευνητικό επίπεδο. Στο θεωρητικό μέρος, πραγματοποιείται η αποσαφήνιση και η ανάλυση εννοιών καίριας σημασίας για την εργασία. Πιο συγκεκριμένα, οριοθετείται η έννοια της επαγγελματικής ανάπτυξης, παρουσιάζονται ορισμένα χαρακτηριστικά της, οι φάσεις επαγγελματικής σταδιοδρομίας και καταγράφονται τα βασικά μοντέλα επαγγελματικής ανάπτυξης. Εν συνεχεία, σκιαγραφείται το portfolio ως έννοια και εξετάζεται η συμβολή του, παρουσιάζονται τα είδη του και οι σκοποί που αυτό εξυπηρετεί. Αναφέρονται επίσης τα βασικά στάδια κατασκευής ενός portfolio του εκπαιδευτικού, το περιεχόμενό του και μια προτεινόμενη δομή του, δίνονται οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ένα επιτυχημένο portfolio, καθώς και ορισμένα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του εργαλείου αυτού. Το πρώτο μέρος κλείνει, με μια ανασκόπηση της ελληνόγλωσσης και ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας και την παράθεση ορισμένων διαπιστώσεων και παρατηρήσεων που απορρέουν από τη θεωρητική προσέγγιση του θέματος. Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζεται η έρευνα που διεξήχθη, αναφορικά με τη συμβολή και τη χρησιμότητα του portfolio στην επαγγελματική ανάπτυξη, με δείγμα της έρευνας έναν εκπαιδευτικό Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και έναν Σχολικό Σύμβουλο Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και μεθοδολογικά εργαλεία την ημιδομημένη συνέντευξη και τα δεδομένα καταχώρησης των υποκειμένων στο portfolio που κατασκεύασαν. Κλείνοντας, ακολουθεί η ανάλυση και ερμηνεία των αποτελεσμάτων της έρευνας, καθώς και η διατύπωση των συμπερασμάτων που προέκυψαν. 1821 140 151 Μελέτη της απόκρισης των καταναλωτών στην κατανάλωση οίνου αναφορικά με τη διατροφική αξία στο Νομό Έβρου In this postgraduate work, we study the consumer’s response to the possible nutritional benefits of fruit juices. The data were taken from the responses of 250 consumers, in form of a questionnaire in the prefecture of Evros. The answers are analyzed and recorded using the SPSS 20.0 program. The results studied, from which several conclusions were drawn. The most significant outcomes were that regardless educational level, sex, residence and age, the tasteful factor is the one who possess the fundamental part and makes the customers drinκ wine, while the health factor possess the lowest percentage. Furthermore, although we observe an important number of respondents knowing that wines contain preservatives, only the 1/3 knows what sulphites substances are and they constitute the basic preservatives of the wine. Finally, the mass market of Evros district, prefer the white wine over the red Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία, μελετάται η απόκριση των καταναλωτών στην κατανάλωση οίνου αναφορικά με τη διατροφική αξία. Τα δεδομένα πάρθηκαν από τις απαντήσεις 119 αριθμητικά καταναλωτών,σε μορφή ερωτηματολογίου στο Νομό Έβρου. Γίνεται ανάλυση και καταγραφή των απαντήσεων με τη βοήθεια του προγράμματος SPSS 20.0. Στην συνέχεια μελετήθηκαν τα αποτελέσματα, από τα οποία εξάχθηκαν αρκετά χρήσιμα συμπεράσματα. Τα πιο σημαντικά ήταν ότι ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, φύλου, τόπου κατοικίας και ηλικίας, ο γευστικός παράγοντας είναι εκείνος που κατέχει πρωταρχικό ρόλο και ωθεί τους καταναλωτές στην πόση οίνου ενώ ο παράγοντας υγεία κατέχει ελάχιστο ποσοστό.Επιπλέον,ενώ παρατηρούμε σημαντικό αριθμό των ερωτηθέντων να γνωρίζει ότι οι οίνοι περιέχουν συντηρητικά, μόλις το 1/3 περίπου γνωρίζει τι είναι οι θειώδεις ουσίες, οι οποίες αποτελούν βασικό συντηρητικό στο κρασί. Τέλος, το καταναλωτικό κοινό του Νομού Έβρου, προτιμά το λευκό οίνο έναντι του ερυθρού 1822 122 130 The statins have been used for 30 years to prevent coronary artery disease and stroke. Their primary mechanism of action is the lowering of serum cholesterol through inhibiting hepatic cholesterol biosynthesis thereby upregulating the hepatic low-density lipoprotein (LDL) receptors and increasing the clearance of LDL-cholesterol. Statins may exert cardiovascular protective effects that are independent of LDL-cholesterol lowering called pleiotropic effects.The pleiotropic effects associated with statins that may impact disease pathophysiology include their modulation of immune responses, their enhancement of anti-inflammatory processes, and their alterations of signaling pathways that involve cholesterol intermediates.In addition,statins exhibite properties of plaque stabilization; anti-inflammatory, antioxidant, anti-proliferative and immunomodulatory effects and prevention of platelet aggregation. We are cited possible mechanisms of pleiotropy and also studies of statins pleiotopic actions. Οι στατίνες χρησιμοποιούνται τις τελευταίες δεκαετίες στην πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου. Ο πρωταρχικός μηχανισμός δράσεις τους αφορά στη μείωση της τιμής της χοληστερόλης του ορού μέσω αναστολής της ηπατικής βιοσύνθεσης αλλά και αυξάνοντας τους LDL υποδοχείς στις κυτταρικές επιφάνειες. Οι στατίνες όμως επιφέρουν καρδιαγγειακή προστασία ανεξάρτητη από τη μείωση της LDL. Οι ανεξάρτητες από τη μείωση της LDL δράσεις των στατινών έχουν καθιερωθεί διεθνώς να αποκαλούνται πλειοτροπικές δράσεις. Αυτές επηρεάζουν την παθοφυσιολογία νοσημάτων που σχετίζονται με την ανοσιακή απόκριση και την αντιφλεγμονώδη διεργασία μέσω διάμεσων προϊόντων της βιοσύνθεσης της χοληστερόλης. Φαίνεται να διαθέτουν ιδιότητες σταθεροποίησης της αθηρωματικής πλάκας, αναστολής της συγκόλλησης των αιμοπεταλίων αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές και ανοσοτροποποιητικές ιδιότητες. Παραθέτουμε πιθανούς μηχανισμούς πλειοτροπίας και μελέτες πλειοτροπικών δράσεων στο χώρο της Καρδιολογίας, της Ογκολογίας, της Γαστρεντερολογίας, της Πνευμονολογίας κτλ. 1823 156 172 Ο ρόλος των οσφρητικών διαταραχών στους ασθενείς με νευρογενή ανορεξία This study provides a literature review of the role of olfactory dysfunction in anorexia nervosa. The objective is to emphasize the importance of research in olfaction and discuss the possible correlation of olfactory disorders to the etiopathology of anorexia nervosa. Electronic databases (Medline, PubMed, Science Direct) were searched using the components in relation to olfaction and combining them with the components related to anorexia nervosa. Out of 910 initial results, 899 articles were first excluded by title (n=848) and then by abstract and fulltext (n=51) resulting in a final selection of 11 articles (317 patients and 383 control participants) for this review. Most studies were only conducted on females. The general findings support that olfaction is altered in AN patients. Due to the limited number of studies and heterogeneity this review stresses on the necessity for more research on olfaction with wider and more homogeneous studies in order to come to safe conclusions and possible treatments. Η μελέτη αυτή αφορά στην ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας σχετικά με τον ρόλο των οσφρητικών διαταραχών στην Νευρογενή Ανορεξία. Σκοπός της μελέτης είναι να τονισθεί η σημασία της έρευνας στην οσφρητική λειτουργία και να διερευνηθεί η συσχέτιση των οσφρητικών διαταραχών με την αιτιοπαθογένεια της νευρογενούς ανορεξίας. Αναζητήθηκαν άρθρα σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων (Medline, PubMed, Science Direct) χρησιμοποιώντας τους όρους όσφρηση και νευρογενή ανορεξία. Από το σύνολο των αρχικών 910 αποτελεσμάτων αποκλείστηκαν με βάση τον τίτλο (n=848) και έπειτα με βάση τις περιλήψεις και τα πλήρη περιεχόμενα τους (n=51) 899 άρθρα καταλήγοντας στην τελική επιλογή των 11 άρθρων (317 συμμετέχοντες ασθενείς και 383 υγιείς μάρτυρες) προς ανασκόπηση. Οι περισσότερες έρευνες συμπεριλαμβάνουν αποκλειστικά γυναίκες. Τα ευρήματα υποστηρίζουν ότι η λειτουργία της όσφρησης τροποποιείται στους ασθενείς με νευρογενή ανορεξία. Δεδομένου όμως του περιορισμένου αριθμού ερευνών και της ετερογένειας μεταξύ των ασθενών κρίνεται αναγκαία η εκτενέστερη διερεύνηση του ζητήματος με μεγαλύτερα και πιο ομοιογενή δείγματα ασθενών ώστε να μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα και ενδεχομένως θεραπείες. 1824 279 305 Σχιζοφρένεια και μητρότητα στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή Medical Assisted Reproduction has helped not only to combat infertility but also to improve and prosper people through the development of biomedical technologies. The right to human reproduction and the use of methods and techniques of Medical Assisted Reproduction for the purpose of medical assistance have been constitutionally enshrined and are privileges not only for "healthy" individuals but also for those suffering from mental disorders such as schizophrenia. A woman suffering from schizophrenia has the right to resort to the methods of Medical Assisted Reproduction in order to become a mother. Great emphasis is placed on respecting the rights of the individual, on the limits of medical assistance, on the issue of information, on the issue of consensus and on the evaluation of the woman suffering from schizo-phrenia from the mental health professional prenatally on the evaluation the degree of awareness she has about her illness and perinatal concerns about the assessment of her parental capacity. During pregnancy of women suffering from schizophrenia, compli-cations may occur. Mother's mental illness in too many cases can have a negative impact on the smooth psychosocial development of children. The role of the mother taking on the woman suffering from schizo-phrenia is associated with several social adversities. In day-to-day clinical practice, moral dilemmas arise both in terms of Medical Assisted Reproduction and the woman suffering from schizophrenia and wishing to become a mother. In solving moral dilemmas, the contribution of the psychiatrist, who with his scientific knowledge, knowledge of the laws and ethical values he asserts, can contribute to solving the moral dilemmas that arise in relation to the assessment of the degree of awareness of the disease and of the parental capacity. Η Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή έχει συμβάλλει όχι μόνο στην αντιμετώπιση της υπογονιμότητας, αλλά και στην βελτίωση και την ευημερία των ανθρώπων, μέσω της εξέλιξης των βιοϊατρικών τε-χνολογιών. Το δικαίωμα στην ανθρώπινη αναπαραγωγή, καθώς και η προσφυγή στις μεθόδους και τεχνικές της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, με σκοπό την ιατρική υποβοήθηση έχουν κατοχυρωθεί συνταγματικά και αποτελούν προνόμια, όχι μόνο των «υγιών» ατόμων, αλλά και των ατόμων που πάσχουν από ψυχικές διαταραχές, όπως εί-ναι η σχιζοφρένεια. Η γυναίκα που πάσχει από σχιζοφρένεια έχει τo δικαίωμα να προσφύγει στις μεθόδους της Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, προκειμένου να γίνει μητέρα. Μεγάλη έμφαση δίνεται στον σεβασμό των δικαιωμάτων του ατόμου, στα όρια που έχουν σχέσ-η με την ιατρική υποβοήθηση, στο ζήτημα της ενημέρωσης, στο θέμα της συναίνεσης και στο ζήτημα της αξιολόγησης της γυναίκας που πάσχει από σχιζοφρένεια από τον ειδικό ψυχικής υγείας προγεννητικά σχετικά με την αξιολόγηση του βαθμού επίγνωσης που έχει αυτή για την ασθένειά της και περιγεννητικά όσον αφορά την αξιολόγηση της γονεϊκής ικανότητας αυτής. Κατά την κύηση των γυναικών που πάσ-χουν από σχιζοφρένεια είναι δυνατόν να προκύψουν επιπλοκές. Η ψυχική ασθένεια της μητέρας σε πάρα πολλές περιπτώσεις μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ομαλή ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Ο ρόλος της μητέρας που αναλαμβάνει η γυναίκα που πάσχει από σχιζοφρένεια συνδέεται με αρκετές κοινωνικές αντιξοότητες. Στην καθημερινή κλινική πράξη προκύπτουν ηθικά διλήμματα που έχουν σχέση τόσο με την Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, όσο και με την γυναίκα που πάσχει από σχιζοφρένεια και επιθυμεί να γίνει μητέρα. Στην επίλυση των ηθικών διλημμάτων, σημαντική θα πρέπει να θεωρείται η συμβολή του ψυχιάτρου, ο οποίος με τις επιστημονικά επαρκείς γνώσεις του, τη γνώση των νόμων και τις ηθικές αξίες που αυτός πρεσβεύει, μπορεί να συμβάλει στην επίλυση των ηθικών δι-λημμάτων που προκύπτουν σχετικά με την αξιολόγηση του βαθμού επίγνωσης της ασθένειας και της γονεϊκής ικανότητας. 1825 350 363 Η επίδραση του σουκροφερρικού οξυ-υδοξειδίου σε παραμέτρους επάρκειας σιδήρου σε ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο τελικού σταδίου Hyperphosphatemia and anaemia are of the commonest complications of chronic kidney disease and are directly implicated to increased morbidity of these patients. A great number of medications, with different ways of action, are available and seem to be sufficient in clinical practice. Sucroferric oxyhydroxide is an iron-based phosphate binder which was approved in 2014 and is in wide use in Greece. However, based on the existing data, it remains yet unclear whether it can affect the iron markers in dialysis patients. The purpose of this observational study was to evaluate the long-term effects of sucroferric oxyhydroxide to the above mentioned markers.Materials - Methods: A total of 110 patients from three dialysis units were included in the study; 49 were under chronic treatment with sucroferric oxyhydroxide in combination or not with other binders, while 61 either were receiving other phosphate binders or no treatment for hyperphosphatemia. Phosphorus, calcium, parathormone, ferritin and transferrin saturation were recorded, as well as hematologic parameters, both at the moment of recording and six months before. Moreover, the dose of erythropoietin and intravenous iron were also recorded at both times. In the first phase of the study, these parameters were compared between the two cohorts, while in the second phase the same parameters were compared in the cohort of sucroferric oxyhydroxide at the time interval of six months.Results: Patients under treatment with sucroferric oxyhydroxide had similar levels of serum phosphate and parathormone with the control group patients. Marginally higher but important calcium levels and calcium-phosphate product were also found in the sucroferric oxyhydroxide group. In the first phase of the study no statistically important differences were observed between the two groups, neither in iron markers of hematologic parameters. Similarly, in the second phase of the study, no important changes were observed after a six months treatment with sucroferric oxyhydroxide.Conclusions: Sucroferric oxyhydroxide is an effective phosphate binder. No important differences were observed between the two groups of patients regarding hematologic parameters or iron markers. Moreover, the chronic prescription did not affect importantly the aforementioned parameters. Thus, treatment with sucroferric oxyhydroxide does not seem to result in iron accumulation. Η υπερφωσφαταιμία και η αναιμία αποτελούν τις συχνότερες επιπλοκές της χρόνιας νεφρικής νόσου και μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντική νοσηρότητα. Για την αντιμετώπισή τους υπάρχει διαθέσιμος ένας μεγάλος αριθμός φαρμακευτικών παραγόντων. Το σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο είναι ένας φωσφοροδεσμευτικός παράγοντας με βάση το σίδηρο που εγκρίθηκε το 2014 και είναι σε ευρεία χρήση στην Ελλάδα. Είναι, όμως, ακόμα ασαφής, από την μέχρι τώρα υπάρχουσα βιβλιογραφία, ο βαθμός επίδρασής του στους δείκτες επάρκειας σιδήρου στους ασθενείς με ΧΝΝ τελικού σταδίου υπό εξωνεφρική κάθαρση. Σκοπός αυτής της μελέτης παρατήρησης ήταν να αξιολογηθεί η επίδραση της μακρόχρονης χορήγησης του φαρμάκου στους παραπάνω δείκτες σε πραγματικές συνθήκες.Υλικά - Μέθοδοι: Εξετάστηκαν σύνολο 110 ασθενείς από τρεις μονάδες αιμοκάθαρσης, εκ των οποίων 49 ήταν σε χρόνια αγωγή με σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο σε συνδυασμό ή όχι με άλλους φωσφοροδεσμευτικούς παράγοντες, ενώ οι υπόλοιποι 61 λάμβαναν άλλους παράγοντες ή και δεν λάμβαναν αγωγή για υπερφωσφαταιμία. Καταγράφηκαν οι τιμές φωσφόρου, ασβεστίου παραθορμόνης, φερριτίνης και κορεσμού τρανφερρίνης καθώς και αιματολογικές παράμετροι στην παρούσα φάση και έξι μήνες πριν. Επίσης καταγράφηκαν οι δόσεις ερυθροποιητίνης και ενδοφλέβιου σιδήρου και στις δύο χρονικές στιγμές. Στην Α φάση της μελέτης συγκρίθηκαν οι παραπάνω παράμετροι μεταξύ των δύο ομάδων ασθενών, ενώ στη Β φάση συγκρίθηκαν οι ίδιες τιμές στην ομάδα του σουκροφερρικού οξυ-υδροξειδίου την ημέρα της καταγραφής και έξι μήνες πριν.Αποτελέσματα: Οι ασθενείς υπό σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο είχαν παρόμοιες τιμές φωσφόρου και παραθορμόνης με τους ασθενείς της ομάδας ελέγχου. Οριακά υψηλότερες αλλά σημαντικές διαφορές παρατηρήθηκαν στις τιμές ασβεστίου και γινομένου ασβεστίου - φωσφόρου. Στην φάση Α της μελέτης δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές, ούτε στις αιματολογικές παραμέτρους, ούτε στους δείκτες επάρκειας σιδήρου μεταξύ των δύο ομάδων. Ομοίως, στη φάση Β της μελέτης δεν παρατηρήθηκε μεταβολή των ίδιων παραμέτρων μετά από εξάμηνη αγωγή με σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο.Συμπεράσματα: Το σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο είναι ένας αποτελεσματικός φωσφοροδεσμευτικός παράγοντας. Δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές σε αιματολογικές παραμέτρους ή σε δείκτες επάρκειας σιδήρου σε ασθενείς με ΧΝΝ υπό εξωνεφρική κάθαρση υπό αγωγή ή όχι με σουκροφερρικό οξυ-υδροξείδιο . Επιπλέον, η χρόνια χορήγηση του επίσης δεν επηρέασε σημαντικά τις παραπάνω τιμές. Επομένως, η χρόνια χορήγηση σουκροφερρικού οξυ-υδροξειδίου δεν σχετίζεται με συσσώρευση σιδήρου στον οργανισμό. 1826 407 428 Γνωμοδοτήσεις δασικών υπηρεσιών για μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων Article 24 § 1 of the Greek Constitution describes the limits and scope of the constitutional protection of the country's forest resources. Law 998/1979 "Protection of Forests and Forestry in the Country" (Government Gazette 289 / A / 1979) is the implementing law of the above constitutional provisions. Subsequently, Presidential Decree 32/2016 (GG 46 / Α / 31-3-2016) describes the scientific criteria and other considered elements for the inclusion of areas in the definition of the forest. Both the constitutional law and its implementing regulations for the protection of forests and the forestry environment are applied by the forestry authority. Within the framework of the constitutional protection of natural environment, it is forbidden to change the destination of forests and other forestlands, except for agricultural exploitation or other uses imposed by the public interest for the National Economy. The public interest and the country's development prospects include the design and implementation of projects and activities by both public and private sectors the construction or operation of which may have an impact on the environment, either as significant or as local and not only important. The development of these activities, based on the provisions of the current legislative framework, is allowed to take place within the forest environment, resulting in significant and often severe effects on the environment. Driven by environmental protection respect, activities carried out within the areas protected by forest law provisions are classified into categories for which it is necessary to carry out Assessment Studies, which include the process of identifying the most significant consequences, from the construction and operation of the projects, in the environment and are an important tool for the protection and management of the natural and man-made environment, aiming a long-term sustainable development enhancement. Society (citizens, non-governmental organizations, etc.) requires, through effective state control mechanisms, that state and independent bodies ensure that environmental conditions are met by companies in order to satisfy the primary need imposed by the public interest and, on the other hand, as a counterbalance, appropriate measures are taken in order to restore as much as possible the areas where intervention takes place and to minimize the impact on the forest environment. The environmental permit required for the approval of projects to be carried out in areas protected by forest law provisions shall be preceded by the opinion of the forestry authority concerned, which shall take into account the limitations and conditions laid down by the forestry legislation. Στο άρθρο 24 § 1 του Συντάγματος περιγράφονται τα όρια και το εύρος της συνταγματικής προστασίας του δασικού πλούτου της Χώρας. Ο Ν. 998/1979 «Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας» (ΦΕΚ 289/τ. Α΄/1979) αποτελεί τον εκτελεστικό νόμο των ως άνω συνταγματικών διατάξεων. Ακολούθως, στο ΠΔ 32/2016 (ΦΕΚ 46/τ. Α΄/31-3-2016) περιγράφονται τα επιστημονικά κριτήρια και τα λοιπά συνεκτιμώμενα στοιχεία για την υπαγωγή εκτάσεων στον ορισμό του δάσους. Τις επιταγές τόσο του συνταγματικού Νόμου όσο και των εκτελεστικών του συντάγματος νομοθετημάτων, για την προστασία των δασών και του δασικού περιβάλλοντος καλείται να εφαρμόσει η δασική υπηρεσία. Στα πλαίσια της συνταγματικής προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, την οποία επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Στα πλαίσια του δημοσίου συμφέροντος και των αναπτυξιακών προοπτικών της Χώρας περιλαμβάνονται ο σχεδιασμός και υλοποίηση, τόσο από το δημόσιο όσο και από τον ιδιωτικό τομέα, έργων και δραστηριοτήτων, η κατασκευή ή η λειτουργία των οποίων μπορεί να προκαλέσει επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι οποίες μπορεί να χαρακτηριστούν είτε ως σημαντικές, είτε ως τοπικές και μη σημαντικές μόνο. Η ανάπτυξη των δραστηριοτήτων αυτών, βάσει των διατάξεων του κείμενου νομοθετικού πλαισίου, είναι επιτρεπτό να υλοποιούνται εντός του δασικού περιβάλλοντος, με αποτέλεσμα την πρόκληση σημαντικών και πολλές φορές έντονων επιπτώσεων στο περιβάλλον. Με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος, οι δραστηριότητες που υλοποιούνται εντός των εκτάσεων που προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, κατατάσσονται σε κατηγορίες, για τις οποίες απαιτείται η διεξαγωγή Μελετών, οι οποίες περιλαμβάνουν την διαδικασία προσδιορισμού των πιο σημαντικών συνεπειών, από την κατασκευή και λειτουργία των έργων, στο περιβάλλον, και αποτελούν σημαντικό εργαλείο για την προστασία και διαχείριση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, με στόχο την ενίσχυση μακροπρόθεσμα της βιώσιμης ανάπτυξης. Η κοινωνία (πολίτες, μη κυβερνητικοί οργανισμοί κλπ.) απαιτεί, μέσω αποτελεσματικών κρατικών μηχανισμών ελέγχου, τη διασφάλιση από το κράτος, αλλά και τους ανεξάρτητους φορείς, της τήρησης από τις εταιρίες των περιβαλλοντικών όρων, ώστε να ικανοποιείται αφενός η πρωταρχική ανάγκη που επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον και αφετέρου ως αντιστάθμισμα να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα με στόχο την κατά το δυνατόν αποκατάσταση των εκτάσεων στις οποίες πραγματοποιείται η επέμβαση και την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στο δασογενές περιβάλλον. Της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, που απαιτείται για την έγκριση των έργων που θα πραγματοποιηθούν μέσα σε εκτάσεις που προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, προηγείται η γνωμοδότηση της οικείας δασικής αρχής, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη οι περιορισμοί και οι προϋποθέσεις που τίθενται από τη δασική νομοθεσία. 1827 187 198 Cervical spine injuries can be extremely detrimental to the lives as they create chronic pathological conditions that adversely affect quality of life. The purpose of this study was to describe the mechanisms that cause injuries to the cervical spine, their frequency and the effects on patients' health and quality of life. The ultimate goal was to better understand injuries so as to increase their effectiveness in dealing with them. The nature of the study was descriptive. The data came from 60 publications found in PubMed, Cochrane Database of Systematic Reviews, Scholar and Med dap databases. The processing of the data revealed that the majority of injuries are the result of violent conflicts (falls, traffic accidents, violence), which cause neurological damage that afflicts patients in the long run, creating a series of problems on a personal, economic, social and psychological level. Recognizing and addressing injuries is a challenge for health professionals. Knowledge of the biomechanics of the cervical spine, the mechanism of injuries, and the symptomatology of injuries are considered to be a valuable source of information that can contribute to the most effective treatment of such conditions. Οι κακώσεις της Αυχενικής Μοίρας της Σπονδυλικής Στήλης μπορεί να αποδειχθούν εξαιρετικά επιζήμιες για τη ζωή των τραυματισθέντων καθώς δημιουργούν χρόνιες παθολογικές καταστάσεις που επιδρούν αρνητικά στην ποιότητα της ζωής τους. Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν η περιγραφή των μηχανισμών που προκαλούν τις κακώσεις της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης (ΑΜΣΣ), η συχνότητα τους και οι επιπτώσεις που υπάρχουν στην υγεία και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Απώτερος στόχος ήταν η καλύτερη κατανόηση των τραυματισμών, ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση τους. Ο χαρακτήρας της μελέτης ήταν ανασκοπικός. Τα δεδομένα αντλήθηκαν από 60 δημοσιεύσεις που εντοπίστηκαν στις βάσεις δεδομένων PubMed, Cochrane Database of Systematic Reviews, Scholar και Med dap. Από την επεξεργασία των δεδομένων διαπιστώθηκε πως η πλειονότητα των κακώσεων είναι αποτέλεσμα βίαιων συγκρούσεων (πτώσεις, τροχαία, βιαιοπραγίες), που επιφέρουν βλάβες νευρολογικής φύσεως οι οποίες ταλαιπωρούν τους ασθενείς σε βάθος χρόνου δημιουργώντας σειρά προβλημάτων σε προσωπικό, οικονομικό, κοινωνικό και ψυχολογικό επίπεδο. Η αναγνώριση και η αντιμετώπιση των κακώσεων αποτελεί πρόκληση για τους επαγγελματίες υγείας. Η γνώση της εμβιομηχανικής της αυχενικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, του μηχανισμού των κακώσεων και η συμπτωματολογία των τραυματισμών εκτιμάται ότι αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφόρησης που μπορεί να συμβάλει στην αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων. 1828 227 219 Αποτελεί η προχωρημένη ηλικία του πατέρα κίνδυνο για την υγεία των απογόνων; The idea of having a child in the modern family is being postponed more and more. Many social and economic reasons have now significantly changed the average age of couples having an offspring in modern societies. With the techniques of assisted reproduction, an attempt is made to balance this situation and to make it possible when there are no other ways for a normal pregnancy. It has been known for decades that a woman is restricted from having children when she is exceeding a specific age. In recent years, however, the effect of age on men is being studied extensively, as well as the effect of the father's advanced age on his offspring. Researches has linked some effects of aging on men to the health of their offspring and the outcome of the pregnancy. So far we know well, and it has been documented, the effect of a woman's advanced age on having children. Some factors that considered to affect sperm parameters and the genetic background of the sperm are being examined, such as the fragmentation of the genetic material. It is described the male aging and what the results to both the pregnancy and the offspring’s health could be. Interesting is the correlation of father's advanced age with some disorders, such as schizophrenia, autism and childhood cancers, some of which were directly related to maternal age. Ολοένα και περισσότερο αναβάλλεται η ιδέα για την απόκτηση ενός παιδιού στην σύγχρονη οικογένεια. Πολλοί κοινωνικοί και οικονομικοί λόγοι έχουν πλέον μεταβάλλει αρκετά την μέση ηλικία απόκτησης απογόνων στις σύγχρονες κοινωνίες. Με τις τεχνικές της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής γίνεται μία προσπάθεια να αντισταθμιστεί αυτό και να καταστεί εφικτό εκεί που δεν είναι με τις φυσιολογικές μεθόδους. Εδώ και δεκαετίες είναι γνωστός ο περιορισμός της γυναίκας για τεκνοποίηση όταν ξεπεράσει μία ηλικία. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο μελετάται αρκετά η επίδραση της ηλικίας στον άνδρα, καθώς και η επίπτωση της προχωρημένης ηλικίας του πατέρα στους απογόνους του. Έρευνες έχουν συσχετίσει κάποιες επιδράσεις της γήρανσης στον άνδρα με την υγεία των απογόνων του αλλά και με την έκβαση της εγκυμοσύνης. Μέχρι στιγμής γνωρίζουμε καλά, και έχει τεκμηριωθεί, η επίδραση της προχωρημένης ηλικίας της γυναίκας στην απόκτηση παιδιών. Κάποιοι παράγοντες που εξετάζονται είναι αυτοί που επηρεάζουν τις σπερματικές παραμέτρους και το γενετικό υπόβαθρο του σπέρματος, όπως ο κατακερματισμός του γενετικού υλικού. Περιγράφεται η γήρανση στον άνδρα και τι αυτή επιφέρει τόσο στην εγκυμοσύνη , όσο και στον ίδιο τον απόγονο. Ενδιαφέρουσα είναι η συσχέτιση της αυξημένης ηλικίας του πατέρα με κάποιες διαταραχές, όπως η σχιζοφρένεια, ο αυτισμός και οι παιδικοί καρκίνοι, κάποια εκ των οποίων θεωρούνταν άμεσα συνδεδεμένα με την μητρική ηλικία. 1829 235 236 The present review aimed at presenting, firstly the frequency of using and the way of applying different types of coercive measures in the context of involuntary treatment in mental health, both national and international. Secondly, to evaluate the therapeutic effectiveness of their use according to empirical evidence, as well as to present ethical issues raised by their use. According to the existing evidence, there is significant variability in the legislation and the operational definition of various coercive measures in different countries. As a result, comparative presentation of the prerequisites and the frequency of their use is a very difficult task. Despite the severe critique for their therapeutic use, coercive treatment within inpatient psychiatric facilities is widely used in daily practice. There is systematic evidence that the experience of being coerced is very painful and traumatic, both psychically and psychologically, for the patients. Further, even though their application causes discomfort to the staff, it is considered imperative, because of shortage of therapeutic alternatives. It is noteworthy that the application of such alternative therapeutic interventions has resulted in significant reduce in the use of coercive measures nationally and internationally, and their principles could be used for designing future interventions. Finally, despite that there has undoubtedly been a huge progress towards the protection of patients’ human rights, it seems that a more substantial, profound change in the perception of mental illness and the threats that “curries” is needed. Σκοπός της παρούσας μελέτης επισκόπησης είναι, πρώτον, η παρουσίαση της συχνότητας και του τρόπου εφαρμογής ποικίλων περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζονται στην Ελλάδα και διεθνώς στο πλαίσιο της ακούσιας ψυχιατρικής νοσηλείας και, δεύτερον, η κριτική αποτίμηση της αποτελεσματικότητάς τους με βάση τα ερευνητικά δεδομένα και τα ηθικά ζητήματα που εγείρει η χρήση τους. Η επισκόπηση των σχετικών μελετών έδειξε ότι υπάρχει μεγάλη ανομοιογένεια τόσο στη νομοθεσία όσο και στον τρόπο με τον οποίο ορίζονται λειτουργικά τα περιοριστικά μέτρα σε διάφορες χώρες, γεγονός που δυσκολεύει τη συγκριτική παρουσίαση των προϋποθέσεων και της συχνότητας χρήσης τους. Παρά την αυστηρή κριτική που ασκείται διεθνώς για τη θεραπευτική τους αποτελεσματικότητα, τα περιοριστικά μέτρα εξακολουθούν να αποτελούν μέρος της καθημερινής πρακτικής στο πλαίσιο της ακούσιας ψυχιατρικής νοσηλείας. Συστηματικό είναι το εύρημα ότι η εμπειρία των περιοριστικών μέτρων είναι ιδιαίτερα τραυματική σε σωματικό και ψυχικό επίπεδο για τους πάσχοντες, ενώ η εφαρμογή τους, παρόλο που δημιουργεί δυσφορία στο προσωπικό, θεωρείται επιβεβλημένη από την απουσία εναλλακτικών θεραπευτικών πρακτικών. Η εφαρμογή εναλλακτικών θεραπευτικών πρακτικών τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση της χρήσης περιοριστικών μέτρων και αυτά τα προγράμματα μπορούν να συμβάλλουν στον σχεδιασμό μελλοντικών προγραμμάτων παρέμβασης. Τέλος, παρόλο που αναμφίβολα έχει συντελεστεί πρόοδος ως προς την ύπαρξη κανόνων δεοντολογίας με γνώμονα τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των ασθενών, φαίνεται ότι χρειάζεται μια ουσιαστικότερη αλλαγή, η οποία αφορά τις ισχύουσες αντιλήψεις για την ψυχική ασθένεια και την επικινδυνότητα του ψυχικά πάσχοντος. 1830 155 173 Προτιμήσεις και απόψεις καταναλωτών σχετικά με την κατανάλωση καφέ In the present study, the positions and views of individuals regarding their preferences and opinions regarding coffee consumption were recorded and analyzed, as well as what factors that influence their choices. The survey came from a suitably structured questionnaire through personal interviews with 100 people in the Prefecture of Evros. The results showed that the majority of respondents consume coffee for more than 10 years and more than one per day. Their choice of the type of coffee they consume is influenced by their age, employment and place of residence. It also appears that their educational level and health status influence their choice to avoid coffee consumption, mainly due to the caffeine concentration that causes health problems, but also their view that young people should not consume too much coffee. Finally it is believed that although the price of coffee is relatively high, they intend to pay more if there is better quality and environment Στην παρούσα εργασία, πραγματοποιήθηκε η καταγραφή και ανάλυση των θέσεων και απόψεων ατόμων σχετικά με τις προτιμήσεις και απόψεις του όσον αφορά την κατανάλωση καφέ, καθώς και ποιοι παράγοντες επηρεάζουν τις επιλογές τους. Η έρευνα προήρθε από κατάλληλα δομημένο ερωτηματολόγιο μέσω προσωπικών συνεντεύξεων σε 100 άτομα του Νομού Έβρου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων καταναλώνουν για περισσότερα από 10 χρόνια καφέ και περισσότερους από έναν την ημέρα. Η επιλογή τους για το είδος του καφέ που καταναλώνουν επηρεάζεται από την ηλικιακή ομάδα, την απασχόληση και τον τόπο κατοικίας τους. Φαίνεται επίσης ότι το μορφωτικό επίπεδο και η κατάσταση της υγείας τους επηρεάζουν την επιλογή τους για αποφυγή κατανάλωσης καφέ, κυρίως λόγο τις συγκέντρωσης καφεΐνης η οποία δημιουργεί προβλήματα στον οργανισμό, αλλά και την άποψη τους πως τα νεαρά άτομα δεν θα έπρεπε να καταναλώνουν καφέ από πολύ νωρίς. Τέλος πιστεύεται ότι αν και η τιμή του καφέ είναι σχετικά υψηλή, προτίθενται να πληρώσουν παραπάνω εάν υπάρξει καλύτερη ποιότητα και περιβάλλον 1831 249 300 βασικές διαστάσεις και η έκφρασή του σε ένα ευρύ φάσμα ψυχικών διαταραχών Research in the field of social psychology has revealed that aggressive behavior is a phenomenon interlinked to the emotion of anger. The purpose of this study is to understand the emotion of anger by a) exploring it’s causative mechanisms, b) the way that this emotion is expressed through various psychopathological entities, and c) presenting anger assessment methods and modern psychotherapeutic approaches. Method: 350 scientific articles and 5 books were selected and studied through a systematic electronic search of Pubmed, Sciencedirect and Psychinfo. Results: Anger is a subjective emotional state characterized by the presence of excitation psychophysiological and cognitive dysfunction. The distinction of this emotion in: a) «state anger», and b) «trait anger» is a vital element for the understanding of the concept of it. Cancellation, threat or insults are common causes of anger. Biology of anger is mainly focused on the amygdala. Idiosyncratic factors, social learning processes and experiences of neglect / abuse are related to the tendency to rage and anger. The manifestation of anger varies according to gender and cultural context and is divided into two types: useful-beneficial and uncontrollable- destructive. Furthermore, anger can be part of the symptomatology of a wide spectrum of mental disturbances. Valid psychometric tools are limited and psychotherapeutic approaches aimed at cognitive and behavioral changes.Conclusions: Modern research is focused on a) deepening the definition of anger, b) enhancing the credibility of psychometric assessment tools, and c) developmenting of psychotherapeutic approaches, as there is no known medical treatment for anger explosions to date. Η έρευνα στους τομείς της κοινωνικής ψυχολογίας έχει αναδείξει ότι η επιθετική συμπεριφορά είναι ένα φαινόμενο, άρρηκτα συνδεδεμένο με το συναίσθημα του θυμού. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατανόηση του συναισθήματος του θυμού, μέσω της διερεύνησης των μηχανισμών πρόκλησής του, του τρόπου έκφρασης αυτού μέσα από διάφορες ψυχοπαθολογικές οντότητες, καθώς και η περιγραφή των μεθόδων αξιολόγησης και διαχείρισης του θυμού με την υποστήριξη έγκυρων ψυχομετρικών εργαλείων και σύγχρονων ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων. Μέθοδος: Η αναζήτηση της βιβλιογραφίας πραγματοποιήθηκε μέσω των ηλεκτρονικών βάσεων: Pubmed, Sciencedirect, Psychinfo. Συνολικά, επιλέχθηκαν και μελετήθηκαν 350 επιστημονικά άρθρα και 5 βιβλία. Αποτελέσματα: Ο θυμός αποτελεί μια υποκειμενική συναισθηματική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την παρουσία ψυχοφυσιολογικής διέγερσης και γνωστικής δυσλειτουργίας. Η διάκριση του συναισθήματος αυτού σε: α) θυμό ως κατάσταση «state anger», και β) θυμό ως χαρακτηριστικό της προσωπικότητας «trait anger» είναι στοιχείο ζωτικής σημασίας για την κατανόηση της έννοιας/κατασκευής του. Συχνές αιτίες πρόκλησης του θυμού είναι η ύπαρξη μιας ματαίωσης, απειλής ή προσβολής προς το άτομο. Η βιολογία του θυμού εστιάζεται κυρίως στην αμυγδαλή. Η ροπή στην εμφάνιση παρορμητικών αντιδράσεων οργής και θυμού, έχει συνδεθεί με ιδιοσυγκρασιακούς παράγοντες, διαδικασίες κοινωνικής μάθησης και εμπειρίες παραμέλησης/κακοποίησης. Οι τύποι του συναισθήματος του θυμού διακρίνονται σε δυο κατηγορίες: ωφέλιμος-εποικοδομητικός και ανεξέλεγκτος-καταστροφικός θυμός, ενώ οι εκφάνσεις του ανάλογα με το φύλο και το πολιτισμικό πλαίσιο ποικίλουν. Επιπρόσθετα, ο θυμός μπορεί να αποτελεί μέρος της συμπτωματολογίας ενός ευρέως φάσματος ψυχικών διαταραχών. Για την κλινική αξιολόγηση του θυμού τα έγκυρα ψυχομετρικά εργαλεία είναι περιορισμένα και οι ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις στοχεύουν σε γνωστικές ή συμπεριφορικές αλλαγές.Συμπεράσματα: Η σύγχρονη έρευνα προσανατολίζεται στην εμβάθυνση του ορισμού του θυμού, στην ενίσχυση της αξιοπιστίας των ψυχομετρικών εργαλείων αξιολόγησής του και στον εμπλουτισμό των ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων, καθώς μέχρι σήμερα δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση των εκρήξεων θυμού. 1832 346 335 This paper was conducted as a bachelor thesis in the Department of Primary Education. Its purpose is to investigate the education provided to Greek women during 1940-1960. The first decades of the 20th century were marked by the events of the Balkan wars, the First World war and the Asia Minor Catastrophe. When Eleftherios Venizelos was the Prime Minister, the educational reform of 1929 was held, being a great section in the history of education. The basic traits of this reform was the establishment of compulsory education for Greek women and the inclusive education for both sexes in the six-year now primary school. Ιn addition, extra care was taken for secondary education through the function of secondary schools for girls and the establishment of senior girls schools called Parthenagogia. In 1933, the pedagogical academies were established, aiming to train teachers, both men and women, and they will dominate the next sixty years. With the dictatorship of Metaxas in 1936, education was regressed back to the years before the reform of 1929. The dictator wanted to limit the role of women, noting that women were responsible only for becoming good housewives and wives. Subsequently, no particular reform was made in the educational sector during the German occupation and the Civil war due to the political unrest. In the early postwar period, the new Constitution of the country was voted and later, K. Karamanlis was appeared on the political scene assuming power. On conclusion, the educational reform of 1959 was worthy of reference, according to which emphasis was given to technical-professional sector. Finally, for the empirical approach was used as a research tool the interview. 15 women aged over 75 years from the prefectures of Evros, Rodopi, Thessaloniki, Imathia and Ithaki were involved in the research. From the responses of respondents, were concluded that the girls attended school, without being afected by war or any discrimination against them by the social and family environment. In addition, a barrier for the migration of girls in middle and higher education were financial difficulties, making it privilege for more affluent girls Η παρούσα εργασία διεξήχθη στα πλαίσια εκπόνησης πτυχιακής εργασίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Σκοπός αυτής είναι η μελέτη γύρω από την εκπαίδευση που παρεχόταν στις Ελληνίδες την περίοδο 1940 έως 1960. Οι πρώτες δεκαετίες του 20ου Με την επιβολή της δικτατορίας του Ι. Μεταξά το 1936, η κατάσταση της εκπαίδευσης οπισθοδρόμησε στα χρόνια πριν τη μεταρρύθμιση του 1929. Ο δικτάτορας επιθυμούσε να περιορίσει τον ρόλο της γυναίκας, επισημαίνοντας ότι προορισμός της ήταν να γίνει καλή νοικοκυρά και σύζυγος. Αργότερα, στην Κατοχή και στον Εμφύλιο Πόλεμο, δεν παρατηρήθηκε καμία ιδιαίτερη μεταρρύθμιση στον εκπαιδευτικό κλάδο, ο οποίος υπολειτουργούσε λόγω των πολεμικών αναταραχών. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου ψηφίστηκε το νέο Σύνταγμα της χώρας και σε λίγο καιρό εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο ο Κ. Καραμανλής, αναλαμβάνοντας την εξουσία. Καταλήγοντας, άξια αναφοράς κρίνεται η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1959, σύμφωνα με την οποία δόθηκε βαρύτητα στον τεχνικοεπαγγελματικό τομέα. αιώνα χαρακτηρίστηκαν από τα γεγονότα των Βαλκανικών Πολέμων, του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και της Μικρασιατικής Καταστροφής. Επί πρωθυπουργίας Ελ. Βενιζέλου, πραγματοποιήθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929, που αποτέλεσε τομή στην ιστορία της εκπαίδευσης. Βασικά γνωρίσματά της ήταν η καθιέρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης των Ελληνίδων και παράλληλα, η συνεκπαίδευση των δύο φύλων στο εξάχρονο, πλέον, δημοτικό σχολείο. Επιπλέον, υπήρξε μέριμνα για τη Μέση εκπαίδευση, με τη λειτουργία Γυμνασίων Θηλέων και την ίδρυση των Ανώτατων Παρθεναγωγείων. Το έτος 1933 ιδρύθηκαν οι Παιδαγωγικές Ακαδημίες προκειμένου να καταρτιστούν δάσκαλοι και διδασκάλισσες, που θα κυριαρχούσαν τα επόμενα εξήντα χρόνια. Τέλος, για την εμπειρική προσέγγιση του θέματος χρησιμοποιήθηκε ως ερευνητικό εργαλείο η συνέντευξη. Στην έρευνα συμμετείχαν 15 γυναίκες ηλικίας άνω των 75 ετών από τους νομούς Έβρου, Ροδόπης, Θεσσαλονίκης, Ημαθίας και Ιθάκης. Βάσει των αποκρίσεων των ερωτηθέντων συμπεραίνεται, μεταξύ άλλων, ότι τα κορίτσια φοίτησαν στα σχολεία, χωρίς αυτό να επηρεαστεί από τον πόλεμο ή τυχόν διακρίσεις εις βάρος τους από το κοινωνικό και οικογενειακό τους περιβάλλον. Ωστόσο, οι οικονομικές δυσκολίες αποτελούσαν εμπόδιο για τη φοίτηση των κοριτσιών στη μέση και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθιστώντας τες, έτσι, προνόμιο για τις περισσότερο εύπορες κοπέλες 1833 291 302 Ο ρόλος της φωσφατάσης διπλής εξειδίκευσης M3/6 στη μεταγωγή σήματος από την κινάση JNK he cellular signaling pathways of the mitogen activated protein kinases (MAPK) are very important, as they participate in many cellular processes, such as regulating metabolism, survival, proliferation, apoptosis and other cellular functions. This family of proteins includes the c-Jun N-terminal protein kinases (JNK), the extracellular signal regulated kinases (ERK) and the p38 kinases subfamilies. MAP kinases are activated by phosphorylation of specific tyrosine and threonine residues, while dephosphorylation leads to their inactivation. These pathways are activated by extracellular stimuli, such as growth factors, hormones, cytokines, oxidative stress agents etc. The regulation of the MAPK proteins as well as the magnitude and the duration of their activation are very important parameters for the specific outcome of the signal transduction process. Dualspecificity phosphatases (DUSPs) play a very important role in these events by modulating the extent of MAPK phosphorylation and activation and thus regulating cellular responses to stress. These phosphatases inactivate their target kinases by dephosphorylating both phosphoserine/threonine and phosphotyrosine residues. DUSP8 (M3/6) is one of the dualspecificity protein phosphatases with distinct specificity towards JNK. The regulation of JNK is very important as it participates in many cellular processes, and for this reason the protein is associated with many diseases, such as cancer. In the present bachelor thesis, transgenic mice were used - created using the CRISPR-Cas9 method for genome editing - that do not express the DUSP8 protein. The transgenic mice were compared to wild-type animals, using immunological and molecular biology techniques with different tissues and stimuli as well as targeted proteomic analysis. The aim of this project was the confirmation of the knockout genotype in the CRISPR-DUSP8 transgenic animals and the investigation of the specific functions of the dusp8 gene, in order to better understand the processes that this gene regulates. Τα σηματοδοτικά μονοπάτια των MAP κινασών είναι πολύ σημαντικά, εφόσον συμμετέχουν σε πολλές κυτταρικές διεργασίες, όπως στη ρύθμιση του μεταβολισμού, την επιβίωση, τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, την απόπτωση, καθώς και σε άλλες κυτταρικές λειτουργίες. Η οικογένεια αυτή των πρωτεϊνών περιλαμβάνει τις υποοικογένεις κινασών JNK, ERK και p38. Οι ΜΑΡ κινάσες ενεργοποιούνται μέσω φωσφορυλίωσης σε συγκεκριμένα κατάλοιπα τυροσίνης και θρεονίνης, ενώ απενεργοποιούνται με αποφωσφορυλίωση. Τα σηματοδοτικά αυτά μονοπάτια πυροδοτούνται από εξωκυτταρικά ερεθίσματα, όπως οι αυξητικοί παράγοντες, διάφορες ορμόνες, κυτοκίνες, καθώς και παράγοντες οξειδωτικού στρες. Η ρύθμιση των πρωτεϊνών αυτών αλλά και το μέγεθος και η διάρκεια ενεργοποίησής τους είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες της έκβασης της διεργασίας μεταγωγής σήματος. Οι φωσφατάσες διπλής εξειδίκευσης (DUSP) παίζουν σημαντικό ρόλο στα γεγονότα αυτά μέσω ρύθμισης της φωσφορυλιώσης των ΜΑΡ κινασών και κατά συνέπεια ρύθμιση των κυτταρικών αποκρίσεων σε συνθήκες στρες. Οι φωσφατάσες αυτές απενεργοποιούν τις κινάσες στόχους τους μέσω ταυτόχρονης αποφωσφορυλίωσης σε κατάλοιπα φωσφοσερίνης/θρεονίνης και φωσφοτυροσίνης. Η DUSP8 (ή M3/6) είναι μία πρωτεΐνη διπλής εξειδίκευσης με ειδικότητα για την κινάση JNK. Η ρύθμιση της κινάσης JNK είναι πολύ σημαντική, εφόσον η πρωτεΐνη συμμετέχει σε πολλές κυτταρικές διεργασίες και γι' αυτό το λόγο εμπλέκεται σε πολλές ασθένειες, όπως είναι και ο καρκίνος. Στη συγκεκριμένη ερευνητική εργασία χρησιμοποιήθηκαν διαγονιδιακά ζώα, τα οποία δημιουργήθηκαν με τη μέθοδο CRISPR-Cas9 που δεν εκφράζουν την πρωτεΐνη DUSP8 και τα οποία συγκρίθηκαν με αγρίου τύπου ζώα, χρησιμοποιώντας ανοσολογικές και μοριακές τεχνικές με διαφορετικούς ιστούς και ερεθίσματα, καθώς και τεχνικές στοχευμένης πρωτεωμικής ανάλυσης. Ο σκοπός της εργασίας αυτής ήταν η επιβεβαίωση του knockout γονότυπου στα CRISPR-DUSP8 ζώα και κατ' επέκταση ο έλεγχος και η μελέτη των ειδικών λειτουργιών στις οποίες εμπλέκεται το γονίδιο dusp8, καθώς και η παρατήρηση αλλά και η καλύτερη κατανόηση των ρυθμιστικών λειτουργιών που επιτελούνται από το γονίδιο αυτό. 1834 191 186 Μελέτη μικροβιακού αποικισμού εργαζομένων και περιβάλλοντα εργασιακού χώρου σε εργαστήριο πυρηνικής ιατρικής The investigation of the germs population in the laboratory of nuclear medicine at the General University Hospital of Alexandroupoli, presents the current situation of the workplace and examination rooms within this. Mainly, were tested objects, that come in daily contact with the employees of the laboratory, as well as the examinees. Through samples that have been taken from the hands of the personnel and their personal belongings, was found, which microorganisms are transported through the staff and which of them are affected by the examinees. Also, according to the results, good use of hygiene and security within the area of the laboratory was found, initially, in relation to staff matters and then to cleanliness of examination rooms. The largest percentence of the results indicated, that the majority of microorganisms are the natural flora of individuals and not of infectious germs. Singularly samples, however, revealed pathogenic microorganisms in wide use objects-places, troubling in relation to relevant researches, whether they are accepted or not. Finally, the results were evaluated and categorized in subgroups, helping in better understanding and performance of the conclusions, giving the best proposals on the progress of the current situation. Η διερεύνηση του μικροβιακού φορτίου του εργαστηρίου της Πυρηνικής Ιατρικής του Γ.Π.Ν.Ε. παρουσιάζει την υπάρχουσα κατάσταση του χώρου εργασίας και των εξεταστηρίων εντός αυτού. Κυρίως εξετάστηκαν τα αντικείμενα που έρχονται σε καθημερινή επαφή οι εργαζόμενοι του εργαστηρίου καθώς και εξεταζόμενοι. Μέσω των δειγμάτων που πάρθηκαν από τα χέρια του προσωπικού και των προσωπικών αντικειμένων τους, διαπιστώθηκε ποιοί μικροοργανισμοί μεταφέρονται μέσω του προσωπικού αλλά και ποιοί επηρεάζονται από τους εξεταζόμενους. Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα διαπιστώθηκε η καλή χρήση της υγιεινής και ασφάλειας εντός του χώρου του εργαστηρίου σε σχέση αρχικά με τα θέματα που αφορούν το προσωπικό και έπειτα την καθαριότητα των εξεταστηρίων. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αποτελεσμάτων υπέδειξε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των μικροοργανισμών αποτελούν τη φυσιολογική χλωρίδα των ατόμων και όχι παθογόνων μικροβίων. Μεμονομένα δείγματα όμως φανέρωσαν παθογόνους μικροοργανισμούς σε ευρείας χρήσης αντικείμενα – χώρους, προβληματίζοντας σε σχέση με αντίστοιχες έρευνες αν είναι αποδεκτές ή όχι. Τέλος, τα αποτελέσματα αξιολογήθηκαν και κατηγοριοποιήθηκαν σε υποομάδες βοηθώντας στην καλύτερη κατανόηση και απόδοση των συμπερασμάτων, δίνοντας τις βέλτιστες προτάσεις για την πρόοδο της υπάρχουσας κατάστασης. 1835 176 206 Μελέτης της απόκρισης των καταναλωτών στα πιθανά οφέλη της κατανάλωσης των λειτουργικών τροφίμων στο Νότιο Έβρο The present thesis deals with probiotic and functional foods. In principle they are defined, then their historical evolution, their characteristics and their properties are presented. Then reference is made to their health benefits to the consumer. According to research, the positive references and perspectives of probiotic and functional foods, both in the health and on the global food market, enable the present work to deal with the knowledge and consumption of these products by the inhabitants of South Evros. For this purpose, a questionnaire was provided, the same as that used for research in Northern Evros, to investigate residents' knowledge of these products, the benefits to the health of the consumer and their sources of information. Probiotic and functional foods are taken and if their consumption advocates the best health of the participants in the research. The processing of the research data was done with the help of Excel with the method of Chi-square in the application SPSS. Finally, the results of this work are compared with the findings of the research conducted in Northern Evros Στην παρούσα μεταπτυχιακή εργασία γίνεται λόγος για τα προβιοτικά και λειτουργικά τρόφιμα .Κατ’ αρχήν ορίζονται, στη συνέχεια παρουσιάζεται η ιστορική εξέλιξή τους, τα χαρακτηριστικά τους και οι ιδιότητές τους. Κατόπιν γίνεται αναφορά στα οφέλη τους στην υγεία του καταναλωτή. Σύμφωνα με έρευνες ,οι θετικές αναφορές και προοπτικές των προβιοτικών και λειτουργικών τροφίμων, τόσο στην υγεία όσο και στη παγκόσμια αγορά τροφίμων, δίνουν την δυνατότητα στην παρούσα εργασία να ασχοληθεί με την γνώση και κατανάλωση των προϊόντων αυτών από τους κατοίκους , στον Νότιο Έβρο. Για αυτό το σκοπό δόθηκε ερωτηματολόγιο, το ίδιο με αυτό που χρησιμοποιήθηκε για έρευνα στον Βόρειο Έβρο, ώστε να διερευνηθεί η γνώση των κατοίκων για τα συγκεκριμένα προϊόντα , για τα οφέλη που προσφέρουν στην υγεία του καταναλωτή και ποιες οι πηγές πληροφόρησής τους .Επίσης διερευνήθηκε αν γίνεται λήψη των προβιοτικών και λειτουργικών τροφίμων και αν η κατανάλωση τους συνηγορεί στην καλύτερη υγεία των συμμετεχόντων στην έρευνα. Η επεξεργασία των δεδομένων της έρευνας έγινε με την βοήθεια του Excel με την μέθοδο του Chi-square στην εφαρμογή SPSS. Τέλος γίνεται σύγκριση των αποτελεσμάτων της παρούσας εργασίας με τα αντίστοιχα ευρήματα της έρευνας που διενεργήθηκε στον Βόρειο Έβρο 1836 313 328 Ιστολογία του ηπατικού ιστού μετά από μερική ηπατεκτομή στον επίμυ. Aim: This study aims to compare the histopathological damage of liver tissue and the immunohistochemical expression of the intercellular adhesion molecule 1 (ICAM-1) and the vascular cell adhesion molecule 1 (VCAM-1) between open and laparoscopic partial hepatectomy. Materials and Methods: 87 Wistar rats were divided into 4 groups: 1) group LAP-HEP: laparoscopic 70% partial hepatectomy, 2) group HEP: 70% partial hepatectomy after median laparotomy, 3) group PNE: installation of pneumoperitoneum 5 mmHg for 25 min and positioning of working trocars without further operations and 4) Control group: no intervention. Determining Histopathology Score result from the sum of the scores of gravity of the individual lesion. Results: The ICAM-1 molecule was not expressed in the Control group and PNE but in the partial hepatectomy groups expression was observed from the first time point, increased over time, but with not significant difference between the two groups (HEP and LAP-HEP) (p=0,854 on day 2, p=0,649 day 7). VCAM-1 was expressed only on PNE groups, LAP-HEP and HEP from the first time point. On the seventh day, expression was significantly stronger in HEP group compared with the other 2 (HEP vs PNE p=0,005 and HEP vs LAP-HEP p<0,0005). The open partial hepatectomy causes heavier tissue damage in remaining liver tissue immediately postoperatively (first 24 hours). The following 24 hours the difference is mitigated between laparoscopic and open access (p=0,478), but remained significantly higher in relation to the Control and PNE groups. The first week the scores of histopathology index of all groups begin to converge a marginal difference (p=0,062) to day 14, when no statistical difference for any histopathological lesion parameter in either group was obeserved. Conclusions: Laparoscopic partial hepatectomy causes less tissue damage in the first two 24- hour MTX compared to the open. Comparing the expression of adhesion molecules, ICAM-1 was expressed equally on both accesses, whereas VCAM-1 was expressed less in laparoscopic partial hepatectomy. Σκοπός: Σκοπός της παρούσης μελέτης είναι η σύγκριση της ιστοπαθολογικής βλάβης του ηπατικού ιστού καθώς και της ανοσοιστοχημικής έκφρασης του διακυτταρικού μορίου προσκόλλησης-1 (ICAM-1) και του μορίου προσκόλλησης των αγγειακών κυττάρων (VCAM-1) μεταξύ λαπαροσκοπικής και ανοικτής μερικής ηπατεκτομής. Υλικά και μέθοδοι: Χρησιμοποιηθήκαν 87 επίμυες χωρισμένοι σε 4 ομάδες: 1) ομάδα LAP- HEP: λαπαροσκοπική 70% μερική ηπατεκτομή, 2) ομάδα ΗΕΡ: 70% μερική ηπατεκτομή μετά από μέση λαπαροτομία, 3) ομάδα PNE: εγκατάσταση πνευμοπεριτοναίου 5 mmHg για 25 min και τοποθέτηση των trocar εργασίας χωρίς περαιτέρω χειρισμούς, και 4) ομάδα Control: καμία παρέμβαση. Ο προσδιορισμός του Ιστοπαθολογικού Δείκτη προέκυπτε από το άθροισμα των βαθμολογιών της βαρύτητας των επιμέρους αλλοιώσεων.Αποτελέσματα: Το μόριο ICAM-1 δεν εκφράστηκε στις ομάδες Control και PNE ενώ στις ομάδες μερικής ηπατεκτομής υπήρξε έκφραση από την πρώτη χρονική εκτίμηση, που αυξήθηκε με την πάροδο του χρόνου, χωρίς όμως να διαφέρει σημαντικά μεταξύ των δύο ομάδων (HEP και LAP-HEP) (p=0,854 την 2η μέρα, p=0,649 την 7η μέρα). Το VCAM-1 εκφράστηκε μόνο στις ομάδες PNE, LAP-HEP και HEP από το πρώτο χρονικό στιγμιότυπο. Μόνο την 7η ημέρα η έκφραση ήταν σημαντικά εντονότερη στην ομάδα HEP σε σύγκριση με τις άλλες 2 (HEP vs PNE p=0,005 και HEP vs LAP-HEP p<0,0005). Η ανοικτή μερική ηπατεκτομή προκάλεσε την βαρύτερη ιστική βλάβη στο εναπομείναντα ηπατικό ιστό άμεσα μετεγχειρητικά (πρώτο 24ωρο). Το 2ο 24ωρο η διαφορά αυτή αμβλύνθηκε μεταξύ λαπαροσκοπικής και ανοικτής προσπέλασης (p=0,478), παραμένοντας όμως σημαντικά εντονότερη σε σχέση με τις ομάδες Control και PNE. Την πρώτη εβδομάδα οι τιμές του ΙΔ όλων των ομάδων άρχισαν να συγκλίνουν παρουσιάζοντας οριακές διαφορές (p=0,062) ώστε την 14η ημέρα να μην υφίσταται καμία στατιστική διαφορά για οποιαδήποτε παράμετρο ιστοπαθολογικής αλλοίωσης σε καμία ομάδα.Συμπεράσματα: Η λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή προκαλεί μικρότερες ηπατικές ιστικές βλάβες τα δύο πρώτα 24ωρα ΜΤΧ σε σχέση με την ανοικτή. Από τα μόρια προσκόλλησης, το ICAM-1 εκφράζεται το ίδιο και στις δύο προσπελάσεις, ενώ το VCAM-1 εκφράζεται λιγότερο στην λαπαροσκοπική μερική ηπατεκτομή έναντι της ανοικτής. 1837 261 288 Introduction: Worldwide stroke is the 2nd leading cause of death with high rates of new strokes each year. And while the numbers remain high, there has actually been great progress in reducing mortality from stroke. This is partly due to the care provided by specialized stroke units and ICUs. Purpose: To provide an overview of the international literature on general principles in the treatment of acute stroke in the intensive care unit. Material - Method: Articles, studies and reviews of Greek and foreign literature were searched in the PUBMED, MED SCAPE electronic databases using specific index words: ischemic stroke, intracerebral haemorrhage, subarachnoid haemorrhage and intensive care unit and their combination. Outcome: The general principles of acute stroke management in modem ICUs focus on continuous and intensive monitoring of the course of the disease, achieved through close monitoring of the neurological picture and the use of advanced monitoring, blood pressure control, blood sugar control, control of intracranial hypertension, control of infections and administration of anti-epileptic drugs in case of "E" seizures, as well as new therapeutic measures to avoid post-operative complications. Actions that play a special role in improving the survival and quality of patient’s life. Conclusion: Advances in the diagnosis, monitoring and treatment of stroke contribute to the effective treatment of stroke. The introduction to the intensive care unit as well as the development of reperfusion techniques have proved beneficial in reducing deaths. Careful selection of stroke patients who can benefit from their care in an intensive care unit can increase the survival rates and quality of life of these people. Εισαγωγή: Το εγκεφαλικό επεισόδιο σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η 2η αιτία θανάτου με υψηλά ποσοστά νέων εγκεφαλικών επεισοδίων κάθε χρόνο. Και ενώ οι αριθμοί παραμένουν υψηλοί, στην πραγματικότητα σημειώθηκε μεγάλη πρόοδος στη μείωση της θνησιμότητας από το εγκεφαλικό επεισόδιο. Αυτό οφείλεται σε σημαντικό βαθμό και στην βελτίωση της αντιμετώπισης ιδιαίτερα σε εξειδικευμένες μονάδες εγκεφαλικού επεισοδίου και ΜΕΘ. Σκοπός:Η ανασκοπική παρουσίαση της βιβλιογραφίας σχετικά με τις γενικές αρχές στην αντιμετώπιση του οξέος αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου στους ασθενείς που νοσηλεύονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ). Υλικό - Μέθοδος: Πραγματοποιήθηκε αναζήτηση άρθρων, μελετών και ανασκοπικών κειμένων της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων PUBMED, MEDSCAPE, με τη χρήση συγκεκριμένων λέξεων ευρετηρίου: ischemic stroke, intracerebral haemorrhage, subarachnoid haemorrhage, intensive care unit καθώς και συνδυασμός τους. Αποτέλεσμα: Οι γενικές αρχές αντιμετώπισης του οξέος αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου στις σύγχρονες ΜΕΘ εστιάζουν στην συνεχόμενη και εντατική παρακολούθηση της πορείας της νόσου. Αυτό επιτυγχάνεται με τη στενή παρακολούθηση της νευρολογικής εικόνας και τη χρήση εξελιγμένων monitoring, τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, την ρύθμιση του σακχάρου, τον έλεγχο της θερμοκρασίας, τον έλεγχο της ενδοκράνιας υπέρτασης, τον έλεγχο των λοιμώξεων, την χορήγηση αντιεπιληπτικών σε περιπτώσεις κρίσης Έ”, όπως και τα καινούργια θεραπευτικά μέτρα αποφυγής μετεγχειρητικών επιπλοκών. Ενέργειες που παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στη βελτίωση της επιβίωσης και της ποιότητας ζωής του ασθενούς. Συμπέρασμα: Η πρόοδος στη διάγνωση, την παρακολούθηση και τη θεραπεία του εγκεφαλικού επεισοδίου συμβάλλουν στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του ΑΕΕ. Η εισαγωγή στη μονάδα εντατικής θεραπείας καθώς επίσης και η εξέλιξη των τεχνικών επαναιμάτωσης έχει αποδειχθεί ωφέλιμη στη μείωση των θανάτων. Η προσεκτική επιλογή των ασθενών με ΑΕΕ που μπορούν να επωφελή θούν από την νοσηλεία τους σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας μπορεί να αυξήσει τα ποσοστά επιβίωσης αλλά και την ποιότητα ζωής αυτών των ανθρώπων. 1838 344 375 Perceptions of parents with preschool children about school and social Adaptation of children with diabetes Αντιλήψεις γονέων με παιδί προσχολικής ηλικίας για την σχολική και κοινωνική προσαρμογή παιδιών με διαβήτη In Greece about six to seven percent (6- 7%) of population suffers from diabetes and four to five percent (4-5%) has the problem but ignores it (Zoupas, 2008). The purpose of this study was to study the perceptions of parents with preschool children about school and social adaptation of children with diabetes. Specifically, the aim was to study a possible existence of correlation between the modulated perception at the respondent about both to the family and to the patient by diabetes, and any exogenous factors which characterize parents’ attitude towards a child who suffers from diabetes such factors are education level, awareness of the disease the adults’ or/and the child’s acquaintance with child suffering from diabetes. The research conducted was scientific and included 208 parents of preschool children who do not suffer from diabetes. The data collection was achieved by a questionnaire which included questions related to demographics general information about the disease of diabetes, the factors that influence the sick child’s family and the child itself. The statistical analysis included descriptive and inductive analysis of the survey data. The findings showed that some of the external factors which were examined play a more essential role than others. Specifically, the education level was not confirmed as a factor which is associated with the knowledge of disease. Both awareness of the disease of diabetes and the adult’s acquaintance with a child who is ill were associated with the influence of parents’ employment choices/ capabilities. Finally, the child’s acquaintance with another child suffering from diabetes was associated with its perception about the influence rate its illness has on his sociability. The findings indicated the complexity of parents’ attitude towards diabetes. Finally, without demoting the importance of potential methodologiacal limitation of the research, proposals for the creation of researches which will significantly contribute to the advancement of knowledge about the topic and the creation of effective programs were submitted with the ultimate purpose of good management of the issues related to diabetes. Στην Ελλάδα περίπου το έξι με εφτά της εκατό (6 -7%) του πληθυσμού πάσχει από ΣΔ και το τέσσερα με πέντε της εκατό (4 -5%) έχει το πρόβλημα αλλά το αγνοεί (Ζούπας, 2008). Σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνήσω τις αντιλήψεις γονέων με παιδί προσχολικής ηλικίας για την κοινωνική και σχολική προσαρμογή παιδιών με ΣΔ. Συγκεκριμένα, στόχος ήταν να μελετηθεί η πιθανότητα ύπαρξης συσχετισμού μεταξύ της διαμορφωμένης αντίληψης του ερωτώμενου για τις συνέπειες που επιφέρει ο ΣΔ στην οικογένεια και στον ίδιο τον ασθενή με εξωγενείς παράγοντες που χαρακτηρίζουν την στάση των γονέων απέναντι σε ένα παιδί που πάσχει από ΣΔ. Τέτοιοι παράγοντες είναι το μορφωτικό επίπεδο, η γνώση της ασθένειας, η γνωριμία του ενήλικα ή/και του παιδιού του με κάποιο παιδί που πάσχει από ΣΔ. Η έρευνα που διεξήχθη ήταν διατμηματική και συμπεριέλαβε 208 γονείς παιδιών προσχολικής ηλικίας που δεν πάσχουν από ΣΔ. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με την χορήγηση ερωτηματολογίου που περιελάμβανε ερωτήσεις σχετικά με τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, τις γενικές πληροφορίες για την ασθένεια του ΣΔ, τους παράγοντες που επηρεάζουν την οικογένεια του παιδιού που νοσεί αλλά και του ίδιου του παιδιού. Η στατιστική ανάλυση συμπεριέλαβε την περιγραφική και επαγωγική ανάλυση των δεδομένων της έρευνας. Τα ευρήματα έδειξαν ότι κάποιοι από τους ελεγχθέντες εξωτερικούς παράγοντες διαδραματίζουν πιο ουσιαστικό ρόλο από τους άλλους. Συγκεκριμένα, το μορφωτικό επίπεδο δεν επιβεβαιώθηκε ως παράγοντας που σχετίζεται με την γνώση της ασθένειας. Η γνώση της ασθένειας του ΣΔ αλλά και η γνωριμία του ενήλικα με κάποιο παιδί που νοσεί συσχετίστηκαν με την στην σημαντικότητα της ενδονοσοκομειακής εκπαίδευσης και με τα ποσοστά επιρροής των εργασιακών επιλογών/δυνατοτήτων των γονέων. Τέλος η γνωριμία του νηπίου με κάποιο παιδί που πάσχει από ΣΔ συσχετιστικέ με την αντίληψη του υποκειμένου για το ποσοστό επιρροής της κοινωνικότητας του λόγο της ασθένειας. Τα ευρήματα της έρευνας υπέδειξαν την πολυπλοκότητα της στάσης και της συμπεριφοράς των γονέων απέναντι στην ασθένεια του ΣΔ. Τέλος, χωρίς να υποβιβασθεί η σημασία των πιθανών μεθοδολογικών περιορισμών της έρευνας, κατατέθηκαν προτάσεις για το σχεδιασμό ερευνών που θα συμβάλουν ουσιαστικά στην προαγωγή της γνώσης για το θέμα αλλά και για το σχεδιασμό αποτελεσματικών προγραμμάτων με τελικό σκοπό τη καλή διαχείριση θεμάτων που αφορούν τον ΣΔ. 1839 235 217 The principal and Vice principal in minority schools in Primary Education Ο Διευθυντής και ο Υποδιευθυντής στο Μειονοτικό Δημοτικό Σχολείο - The issue addressed in this study is the institution of the Principal and vice Principal in Minority Primary Schools. In this particular research, a theoretical and experiential approach was implemented on the subject. The main objective of this essay is to present and put forward the work and the role of the Principal and Vice Principal in Minority Primary Schools. In the theoretical part, the Muslim Minority of Western Trace, the institutional – legal framework of Minority Education and its characteristics are mentioned, while at the same time the work of the Principal and Vice Principal is presented. The experiential part refers to the method and the means used to collect our data. Through a questionnaire, the views, opinions and suggestions of the Principals and Vice Principals of Minority Primary Schools were depicted. The main conclusions that transpired are, firstly that the cooperation between the Principal and the Vice Principal is satisfactory and effective for the smooth functioning of Minority Primary Schools. And secondly, that the Principal and Vice Principal work in harmony both with each other as well as with the other bodies of administration (Director of Education, School Counselors). The research proved that there are no problems in their cooperation that arise from their sex or religion. Finally, an educational program, as our sample suggests would further promote their already successful cooperation. Το θέμα που πραγματεύεται η παρούσα μελέτη είναι για το θεσμό του Διευθυντή και του Υποδιευθυντή στο Μειονοτικό Δημοτικό Σχολείο. Στη συγκεκριμένη έρευνα πραγματοποιήθηκε τόσο θεωρητική όσο και εμπειρική προσέγγιση του θέματος. Βασικός σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιαστεί και να αναδειχθεί το έργο και ο ρόλος του Διευθυντή και του Υποδιευθυντή σε Μειονοτικά Δημοτικά Σχολεία. Στο θεωρητικό κομμάτι γίνεται αναφορά στην Μουσουλμανική Μειονότητα της Δυτικής Θράκης, στο θεσμικό – νομικό πλαίσιο της Μειονοτικής Εκπαίδευσης και στα χαρακτηριστικά της, ενώ επιπλέον παρουσιάζεται το έργο του Διευθυντή και του Υποδιευθυντή. Το εμπειρικό κομμάτι αναφέρεται στην μέθοδο και το εργαλείο που χρησιμοποιήθηκε για να συλλεχθούν τα δεδομένα μας. Μέσω του ερωτηματολογίου αποτυπώθηκαν οι απόψεις, οι γνώμες και οι προτάσεις των Διευθυντών και των Υποδιευθυντών των Μειονοτικών Δημοτικών Σχολείων. Τα κυριότερα συμπεράσματα που προέκυψαν είναι ότι η συνεργασία του Διευθυντή και του Υποδιευθυντή είναι ικανοποιητική και αποτελεσματική για την εύρυθμη λειτουργία του Μειονοτικού Δημοτικού Σχολείου. Ο Διευθυντής και ο Υποδιευθυντής συνεργάζονται αρμονικά τόσο μεταξύ τους, όσο και με τους υπόλοιπους φορείς (Διευθυντής Εκπαίδευσης, Σχολικοί Σύμβουλοι). Η έρευνα απέδειξε ότι δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου προβλήματα στη συνεργασία μεταξύ τους λόγω φύλου ή θρησκείας. Τέλος, ένα πρόγραμμα επιμόρφωσης όπως υποστηρίζει το δείγμα μας θα βοηθούσε ακόμη περισσότερο στην ήδη επιτυχημένη συνεργασία τους. 1840 154 168 With my graduation project « The love an care for animals in children’s literature», I intend to show the way that the relationship between humans and animal is portayed in children’s literature. My goal is to spot the ways that the love and care for animals is coming to sight and the different perceptions about it. At first I am going to refer to the idelogy that crosses literature. The first chapter is dedicated in the role that animals play as main characters in children’s literature. The second chapter is about the relationship between humans and nature/animals throughout history. After that I will analyse the content of a sample of literature books for children that show the relationship between humans and animals. My project will be completed with the conlusions that will sum up to the ways that each writer of the books that I previously analysed, shows the relationship between humans and animals. Μέσα από την πτυχιακή εργασία µε θέµα « Η ζωοφιλία µέσα από λογοτεχνικά κείµενα για µικρά παιδιά.», θα προσπαθήσω να δείξω τον τρόπο µε τον οποίο παρουσιάζεται στα λογοτεχνικά κείµενα για µικρά παιδιά η σχέση των ανθρώπων και κυρίως των παιδιών µε τα ζώα. Στόχος µου είναι να εντοπίσω τους τρόπους µε τους οποίους προβάλλεται η έννοια της ζωοφιλίας και τις διαφορετικές αντιλήψεις γύρω από αυτήν. Κατ’ αρχήν θα αναφερθώ εισαγωγικά στην ιδεολογία που διαπερνά τα λογοτεχνικά κείµενα. Το πρώτο κεφάλαιο θα είναι αφιερωµένο στο ρόλο που διαδραµατίζουν τα ζώα ως ήρωες των λογοτεχνικών κειµένων για παιδιά. Ένα δεύτερο κεφάλαιο θα αποτελέσει η σχέση του ανθρώπου µε τη φύση και τα ζώα µέσα στις εποχές. Στη συνέχεια, θα αναλύσω το περιεχόµενο ενός δείγµατος λογοτεχνικών κειµένων για παιδιά τα οποία διαχειρίζονται το θέµα της σχέσης ανθρώπου – ζώων. Η εργασία µου θα ολοκληρωθεί µε τα συµπεράσµατα όπου θα παρουσιάσω συνοπτικά τον τρόπο που τελικά προβάλλει ο κάθε συγγραφέας των βιβλίων που θα αναλυθούν την ζωοφιλία και τη σχέση ανθρώπου-ζώων 1841 157 154 Genome-wide investigation of selection patents in the Greek population Γονιδιωματικής κλίμακας έρευνα για πρότυπα επιλογής στον Ελληνικό πληθυσμό The Greek population has been evolving in a historical region that has facilitated as a bridging point for the different migration events of the human race that resulted in the peopling of Europe. Despite their long evolutionary history, thorough investigation on the demographic history of the Greeks has been limited until now. In the present study we are examining the genetic variation of the Greek population in comparison with other European ones. Moreover, the ancestry components of these populations are comparatively analyzed. The results suggest a distinct differentiation in the European populations’ dispersion spectrum is established for the Greeks, while a certain degree of genetic similarity is observed between the Greeks and the Italians. Lastly, the Greek population is investigated for genome wide signatures of selection based on Haplotype Heterozygosity methods. Specific areas of putative selection signals were identified that distinguish the Greeks from other studied European samples. Ο Ελληνικός πληθυσμός έχει εξελιχθεί γύρω από μία ιστορική περιοχή, η οποία έχει λειτουργήσει ως ένας συνδετικός κρίκος για τις διάφορες μεταναστεύσεις του ανθρώπινου είδους, που συντέλεσαν στον εποικισμό της Ευρώπης. Αν και οι Έλληνες έχουν μια μακρά εξελικτική πορεία, ελάχιστες λεπτομερείς μελέτες πάνω στην δημογραφική τους ιστορία έχουν εκπονηθεί. Στην παρούσα εργασία η γενετική ποικιλομορφία του Ελληνικού πληθυσμού μελετάται σε σύγκριση με άλλους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς. Επιπροσθέτως, τα προγονικά πρότυπα των μελετώμενων πληθυσμών υποβλήθηκαν σε μία συγκριτική ανάλυση. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν μια χαρακτηριστική διαφοροποίηση των Ελλήνων, στο φάσμα της διασποράς τον Ευρωπαϊκών πληθυσμών, ενώ παράλληλα παρατηρείται μια ξεκάθαρη γενετική ομοιότητα μεταξύ των Ελλήνων και των Ιταλών. Τελειώνοντας, το ελληνικό γονιδίωμα ελέγχθηκε για τον εντοπισμό προτύπων επιλογής με βάση μεθόδους σχετιζόμενες με τα πρότυπα Απλοτυπικής Ετεροζυγωτίας. Συγκεκριμένες γονιδιωματικές περιοχές εμφάνισαν θεωρητικά σήματα επιλογής, τα οποία διαφοροποιούν τους Έλληνες από τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκής προέλευσης δείγματα που μελετήθηκαν. 1842 307 297 Pedagogics of Maria Montessori and Rudolf Steiner – A comparative approach Η παιδαγωγική της Maria Montessori και του Rudolf Steiner - Μια συγκριτική προσέγγιση The topic of the final year project report is “The pedagogics of Maria Montessori and Rudolf Steiner – a comparative approach” and relates to Maria Montessori’s and Rudolf Steiner’s work and their educational systems. Montessorian schools and kindergartens encourage children to keep busy alone or in groups since in this way they become independent from an early age. Through observation, Montessori was grounded on the cognitive and developmental side of the children. The teachers are mere observers in the educational environment; they let the children discover the knowledge and the skills all alone through games and activities. Teachers interfere only when help is needed. The children move freely in the grounds, choosing the games, and they can play with them for as long as they want without being interrupted by anyone. The child gains confidence when it is not interrupted but left to finish the activity it has started. Children in each class have age difference since the younger ones imitate and learn from the older ones. The assessment of the students is done in a descriptive way. In Waldorf kindergartens and schools the teacher takes part in the educational process of the students. The children in the kindergarten do various activities according to the season of the year, discovering in that way nature. A special characteristic is that, if the weather permits it, the child moves and works alone out in the nature. The curriculum in early classes focuses more on artistic and manual work while in advanced classes it focuses more on the so called seasonal courses (Epochenunterricht). All the students advance and there aren’t any grades. The child’s assessment is organized by the educator. It is essential to note that all children in class have the same age in contrast to montessorian education Η πτυχιακή εργασία έχει ως θέμα «Η παιδαγωγική της Maria Montessori και του Rudolf Steiner - Mια συγκριτική προσέγγιση» και αναφέρεται στο έργο και στα εκπαιδευτικά συστήματα της Maria Montessori και του Rudolf Steiner. Τα Μοντεσσοριανά σχολεία και νηπιαγωγεία βοηθούν τα παιδιά να απασχολούνται μόνα τους ή σε ομάδες, καθώς μ’ αυτόν τον τρόπο γίνονται ανεξάρτητα από μικρή ηλικία. Μέσω της παρατήρησης η Montessori βασίστηκε στη γνωστική και αναπτυξιακή κατεύθυνση των παιδιών. Οι δάσκαλοι είναι απλοί παρατηρητές στο μαθησιακό περιβάλλον, αφήνουν τα παιδιά να ανακαλύπτουν τις γνώσεις και τις δεξιότητες μόνα τους, μέσω του παιχνιδιού και των υλικών. Παρεμβαίνει μόνο όταν χρειαστεί κάποια βοήθεια. Τα παιδιά κινούνται ελεύθερα μέσα στους χώρους, καθώς επιλέγουν μόνα τους τα παιχνίδια και μπορούν να εργαστούν πάνω σ’ αυτά όσο χρονικό διάστημα θέλουν, χωρίς να τους διακόψει κανείς. Το παιδί αποκτά αυτοπεποίθηση, όταν δεν το διακόπτουν και το αφήνουν να ολοκληρώσει τη δραστηριότητα που άρχισε. Τα παιδιά σε κάθε τάξη έχουν διαφορά ηλικίας, καθώς τα μικρότερα μιμούνται και μαθαίνουν από τα μεγαλύτερα. Η αξιολόγηση των μαθητών γίνεται κατά περιγραφικό τρόπο. Στα Waldorf νηπιαγωγεία και σχολεία, ο δάσκαλος συμμετέχει στη μαθησιακή διαδικασία των παιδιών. Τα παιδιά στο νηπιαγωγείο κάνουν ανάλογα με την εποχή διάφορες δραστηριότητες και ανακαλύπτουν έτσι τη φύση. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι, αν το επιτρέψουν οι καιρικές συνθήκες, το παιδί κινείται και εργάζεται μόνο έξω στη φύση. Το πρόγραμμα σπουδών στις μικρές τάξεις εστιάζει περισσότερο σε καλλιτεχνικά και χειρωνακτικά μαθήματα, ενώ στις μεγαλύτερες τάξεις εστιάζει περισσότερο στα λεγόμενα εποχιακά μαθήματα (Epochenunterricht). Όλοι οι μαθητές προάγονται και δεν υπάρχουν βαθμοί αξιολόγησης. Την αξιολόγηση του παιδιού την συντάσσει ο εκπαιδευτικός. Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι, όλα τα παιδιά στην τάξη έχουν την ίδια ηλικία σε αντίθεση με τη μοντεσσοριανή εκπαίδευση 1843 175 195 Η χρήση της μαγνητικής τομογραφίας (MRI) στη πρώιμη διάγνωση της εγκυμοσύνης στον εργαστηριακό επίμυ The reliable diagnosis of pregnancy at early stages in the laboratory rat is invaluable in toxicology and reproductive studies. The purpose of the present study was to evaluate the efficacy of the magnetic resonance imaging (MRI) examination, without administering any contrast agent, for the detection of pregnancy at early stages and the counting of embryos. Female Wistar rats were subjected to MRI examination of the abdomen from Day 8 to Day 12 of gestation. On the same day, they were subjected to laparotomy to verify the MRI findings.A 1,5 T MRI scanner was used employing the T2-weighted 3D-STIR sequence. By Day 8, uterine bulges, characteristic of pregnancy could be detected. By Day 10, embyonic vesicles could be detected at the medial side of uterine bulges. By Day 11 pregnancy could be diagnosed with 100% accuracy and 0% false negative diagnosis. By Day 12, embryo could be counted with 100% accuracy. In conclusion, MRI can be used in the laboratory rat for the reliable diagnosis of pregnancy and embryo counting, by Day 11 and 12, respectively. Η έγκυρη διάγνωση της εγκυμοσύνης του εργαστηριακού επίμυος σε πρώιμα στάδια έχει μεγάλη αξία σε τοξικολογικές, και αναπαραγωγικές μελέτες. Σκοπός της παρούσας πειραματικής μελέτης ήταν να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα της εξέτασης με μαγνητική τομογραφία, χωρίς τη χορήγηση σκιαγραφικού μέσου, για την ανίχνευση της εγκυμοσύνης σε πρώιμο στάδιο και τον αριθμητικό προσδιορισμό των εμβρύων. Θηλυκοί επίμυες Wistar υποβλήθηκαν σε εξέταση MRI κοιλίας από την 8η έως τη 12η ημέρα κύησης. Την ίδια ημέρα, υποβλήθηκαν σε λαπαροτομή ώστε να επαληθευτούν τα ευρήματα. Χρησιμοποιήθηκε μαγνητικός τομογράφος 1.5 Τ και η ακολουθία T2-weighted 3D-STIR. Από την 8η ημέρα μπορούσαν να διακριθούν διογκώσεις της μήτρας, χαρακτηριστικές της εγκυμοσύνης. Από τη 10η ημέρα μπορούσαν να ανιχνευθούν οι εμβρυϊκοί σάκοι στην έσω πλευρά των διογκώσεων της μήτρας. Από την 11η ημέρα ήταν δυνατή η διάγνωση της εγκυμοσύνης με 100% ακρίβεια και 0% ψευδώς αρνητική διάγνωση. Από τη 12η ημέρα ήταν δυνατόν να καταμετρηθούν τα έμβρυα με 100% ακρίβεια. Συμπερασματικά, η μέθοδος της μαγνητικής τομογραφίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί στον εργαστηριακό επίμυ για την έγκυρη διάγνωση της εγκυμοσύνης και την καταμέτρηση των εμβρύων, από την 11η και 12η ημέρα, αντίστοιχα. 1844 172 173 Η γνωστική αποκατάσταση στη σχιζοφρένεια και στις διαταραχές της διάθεσης Background: Research has shown that cognitive deficits are common in severe psychiatric disorders. Even though many questions remain unanswered, as far as the exact nature of the observed neuropsychological deficits is concerned, their impact on daily life is evident and is now well established. Cognitive deficits may lead to impairment in cognitive and psychosocial function and significantly reduce patients’ quality of life, even prior to the manifestation of the disorder, imposing a significant financial and psychosocial burden on families, healthcare providers and policy makers. Purpose: This study focuses on a review of cognitive remediation in psychiatric disorders with an emphasis on schizophrenia, depression and bipolar disorder. Methods: A search of the literature was conducted in order to summarize different sources (meta-analyses, systematic reviews, randomized controlled trials) from which conclusions may be drawn into a holistic interpretation. Results: Rehabilitative techniques that focus on improving cognitive functions are generally referred to as cognitive remediation. Despite the growing evidence that cognitive remediation can be an effective psychological intervention, further demonstration of treatment efficacy is needed. Εισαγωγή: Εμπειρικά δεδομένα καταδεικνύουν πως τα γνωστικά ελλείμματα εμφανίζονται συχνά σε άτομα που πάσχουν από ψυχική διαταραχή. Αν και η φύση των νευροψυχολογικών ελλειμμάτων χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, είναι εμφανής ο αντίκτυπος τους στην καθημερινή λειτουργικότητα. Τα γνωστικά ελλείμματα μπορούν να οδηγήσουν σε αναπηρία στους τομείς της γνωστικής και ψυχοκοινωνικής λειτουργικότητας, μειώνοντας σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα ζωής των ασθενών ακόμα και πριν την εκδήλωση της νόσου, ενώ έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις οικογένειες των ασθενών και στο σύστημα παροχής υπηρεσιών γενικότερα. Σκοπός: Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στην ανασκόπηση της βιβλιογραφίας αναφορικά με τη γνωστική αποκατάσταση στις ψυχιατρικές διαταραχές, με έμφαση στη σχιζοφρένεια, στην κατάθλιψη και στη διπολική διαταραχή. Μέθοδος: Κατά την επισκόπηση της βιβλιογραφίας αξιοποιήθηκε ένα σύνολο διαφορετικών πηγών, προκειμένου να προκύψουν συμπεράσματα αναφορικά με την αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης μεθόδου. Συμπεράσματα: Οι αποκαταστασιακές τεχνικές που εστιάζουν στη βελτίωση των γνωστικών λειτουργιών αναφέρονται γενικά ως γνωστική αποκατάσταση. Αυξανόμενα εμπειρικά δεδομένα δείχνουν την ωφέλιμη επίδρασή της, ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω έρευνα προκειμένου να τεκμηριωθεί η αποτελεσματικότητά της. 1845 295 311 An educational intervention for the approach of otherness through the use of drama techniques, in the high school course Literature Εκπαιδευτική παρέμβαση για την προσέγγιση της ετερότητας με την αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών, στο μάθημα της Λογοτεχνίας Γυμνασίου In today’s multicultural society, the acceptance and the respect for the other is one of education’s basic goals. The concept of the Other is necessary, because without it we do not exist nor can our own identity be defined. Since it is often treated with hostility and racism, the educational community has to find new ways to approach it so that there is social harmony and peaceful coexistence. Literature is a place offered for human exploration and also highlights the diversity of cultures. There is a lesson in High school where Theater and its techniques have plenty of scope in making learning more meaningful and experiential. In present work, which is an ongoing experiment, (quasi-experimental design) and at the same time an action research, the approach of otherness was attempted through a poem, that was taught in the Experimental Team with the use of theatrical techniques, while in the Control Group by conventional methods. The objective of the survey was to detect the attitudes of the students of the two groups, towards the culturally Others –who in particular were refugees and migrants. In addition it would investigate whether these attitudes can be improved through the theatrical-pedagogical intervention. For this purpose, closed, and open-ended questionnaires were used, which were furthermore analyzed in quantitative and qualitative ways. Both the implementation and the evaluation of the intervention as well as the questionnaire analysis, showed the greatness of the Theater’s power in education, which as a supporting lesson of Literature, leads to the cultivation of positive intercultural attitudes. A prerequisite is the proper encouragement plus the required amount of time, as there are no magic formulas in this field. Στην εποχή μας, όπου οι κοινωνίες είναι πολυπολιτισμικές, η αποδοχή και ο σεβασμός του άλλου είναι ένα από τα ζητούμενα και βασικός στόχος της εκπαίδευσης. Ο «άλλος» μάς είναι απαραίτητος, γιατί χωρίς αυτόν δεν υπάρχουμε ούτε και μπορεί να διαμορφωθεί η δική μας ταυτότητα. Επειδή, όμως, συχνά αντιμετωπίζεται με εχθρότητα και ρατσισμό, η εκπαιδευτική κοινότητα οφείλει να βρει νέους τρόπους για την προσέγγισή του, ώστε να υπάρχει κοινωνική αρμονία και ειρηνική συνύπαρξη. Η Λογοτεχνία είναι ένας χώρος που προσφέρεται για τη διερεύνηση του ανθρώπου και αναδεικνύει την ποικιλομορφία των πολιτισμών. Είναι μάλιστα ένα μάθημα στο Γυμνάσιο, όπου το θέατρο και οι τεχνικές του βρίσκουν πρόσφορο έδαφος, για να κάνουν τη μάθηση βιωματική και πιο ουσιαστική. Στην παρούσα ερευνητική εργασία, που αποτελεί ένα οιωνεί πείραμα και παράλληλα μια έρευνα δράση, επιχειρήθηκε στο πνεύμα αυτό η προσέγγιση της ετερότητας μέσα από ένα ποίημα, το οποίο διδάχθηκε στην Πειραματική Ομάδα με την αξιοποίηση θεατρικών τεχνικών, ενώ στην Ομάδα Ελέγχου με συμβατικές μεθόδους. Στόχοι της έρευνας, λοιπόν, ήταν αρχικά η ανίχνευση των στάσεων των μαθητών και των δυο ομάδων απέναντι στους πολιτισμικά «άλλους», και πιο συγκεκριμένα τους πρόσφυγες- μετανάστες, και στη συνέχεια η διερεύνηση του ερωτήματος κατά πόσο οι στάσεις αυτές μπορούν να βελτιωθούν μέσω της θεατροπαιδαγωγικής παρέμβασης. Για το σκοπό αυτό δόθηκαν ερωτηματολόγια κλειστού και ανοιχτού τύπου, πριν και μετά τη διδασκαλία, τα οποία αναλύθηκαν με ποσοτικούς και ποιοτικούς τρόπους. Τόσο η υλοποίηση και αξιολόγηση της παρέμβασης όσο και η ανάλυση των αποτελεσμάτων των ερωτηματολογίων κατέδειξαν τη μεγάλη δύναμη του θεάτρου, το οποίο λειτουργώντας επικουρικά στο μάθημα της Λογοτεχνίας, οδηγεί στην καλλιέργεια διαπολιτισμικών θετικών στάσεων και ενσυναίσθησης, πράγμα που δεν πρέπει η εκπαίδευση να αφήσει χωρίς αξιοποίηση. Απαραίτητη προϋπόθεση, όμως, είναι η σωστή εμψύχωση και ο απαιτούμενος χρόνος, καθώς δεν μπορεί τίποτα να συμβεί με τρόπο μαγικό. 1846 241 290 Υπερμικροσκοπική μελέτη κυτταρικών συστημάτων επαγωγής της γήρανσης και διαφυγής από αυτήν Cellular senescence is an important mechanism to inhibit the growth of cancer cells. Recently, however, it has become clear that this process does not simply stops cell growth. In addition to suppressing oncogenesis, cellular senescence can also promote tissue repair and treatment of inflammation associated with aging and cancer. Thus, cellular senescence can be involved in four complex biological processes, tumor suppression, tumor promotion, aging and tissue repair. The challenge, however, is to understand the mechanisms underlying aging well enough to reap its benefits, while reducing its disadvantages. The present study was performed to clarify the ultrastructural characteristics of MDAH041 cells ( skin fibroblasts with Li-Fraumeni syndrome) after the induction of p21 CIP1/WAF1 (p21) gene expression at six different time periods (0, 1, 3, 6, 9 and 17 days). The inducible cell system was Li-Fraumeni-TetON p21 in which transcription is reversibly activated in the presence of the doxycycline antibiotic. Ultrastructular study of Li-Fraumeni cells under electron microscopy revealed the following: OFF cells exhibit fine cytoplasmic attractions, most of their mitochondria are normal and few have defective morphology. On the other hand, at Li-Fraumeni ON 9days, where intense cellular senescence is observed, the multinucleated nuclei, the dilated endoplasmic reticulum, several autophagosomes are predominant, and the majority of mitochondria have lost their cristea .The "escaped" cells are characterized by multinucleated nuclei with numerous nuclei. Fewer autophagosomes are observed than cells in senescence. Their mitochondria are swollen with disturbed or even absent their cristae. Η κυτταρική γήρανση είναι ένας σημαντικός μηχανισμός αναστολής του πολλαπλασιασμού των καρκινικών κυττάρων. Πρόσφατα, ωστόσο, έγινε φανερό ότι η διαδικασία αυτή δεν σχετίζεται μόνο με την απλή διακοπή της κυτταρικής ανάπτυξης. Εκτός από την καταστολή της ογκογένεσης η κυτταρική γήρανση μπορεί επίσης να προωθήσει την αποκατάσταση του ιστού και την ίαση της φλεγμονής που σχετίζεται με τη γήρανση και την πρόοδο του καρκίνου. Έτσι, η κυτταρική γήρανση μπορεί να συμμετέχει σε τέσσερις σύνθετες βιολογικές διαδικασίες, καταστολή όγκων, προώθηση όγκων, γήρανση και επισκευή ιστών. Η πρόκληση όμως είναι να κατανοήσουμε αρκετά καλά τους μηχανισμούς που διέπουν τη γήρανση ώστε να αξιοποιήσουμε τα οφέλη της, καταστέλλοντας τα μειονεκτήματά της. Η παρούσα εργασία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια μελέτης της επαγώγιμης έκφρασης του γονιδίου p21CIP1/WAF1 (p21) σε κύτταρα MDAH041 (ινοβλάστες από δέρμα ασθενούς με το σύνδρομο Li-Fraumeni). Το επαγώγιμο κυτταρικό σύστημα που χρησιμοποιήθηκε ήταν το Li-Fraumeni-TetON p21 στο οποίο η μεταγραφή ενεργοποιείται αντιστρεπτά παρουσία του αντιβιοτικού δοξυκυκλίνη (doxycycline). Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η υπερμικροσκοπική μελέτη των Li-Fraumeni σε έξη διαφορετικά χρονικά διαστήματα επαγώγιμης έκφρασης του p21 (0, 1, 3, 6, 9 και 17 ημερών). Η υπερμικροσκοπική μελέτη των κυττάρων Li-Fraumeni σε ηλεκτρονικό μικροσκόπιο αποκάλυψε τα εξής: Τα κύτταρα OFF εμφανίζουν λεπτές κυτταροπλασματικές προσεκβολές, τα περισσότερα μιτοχόνδρια τους είναι φυσιολογικά ενώ ελάχιστα έχουν ελαττωματική μορφολογία. Από την άλλη πλευρά στα Li-Fraumeni ON 9days, όπου παρατηρείται έντονη κυτταρική γήρανση, κυριαρχούν οι πολυλοβωτοί πυρήνες, το διεσταλμένο ενδοπλασματικό δίκτυο, αρκετά αυτοφαγοσώματα ενώ περισσότερα είναι τα μιτοχόνδρια που έχουν χάσει τις ακρολοφίες τους. Τα κύτταρα “escaped” χαρακτηρίζονται από πολυλοβωτούς πυρήνες με πολυάριθμους πυρηνίσκους. Παρατηρούνται λιγότερα αυτοφαγοσώματα σε σχέση με τα κύτταρα σε κατάσταση γήρανσης. Τα μιτοχόνδριά τους είναι διογκωμένα με αποδιαταγμένες ή και εντελώς απούσες τις ακρολοφίες τους. 1847 257 291 Το σελήνιο και οι επιδράσεις του στο γενετικό πορτρέτο σύγχρονων και αρχαίων πληθυσμών As modern humans spread out of Africa 60,000 -100,000 years ago and followed different migration patterns around the world, they came to inhabit environments that present wide differences in the solid levels of micronutrients, including selenium (Se). Selenium is a micronutrient essential to the human diet and closely related with health. The quantity of Selenium in human body must be on specific levels, as severe deficiency results in diseases of the bone, heart and low immune response. On the contrary, high levels of Selenium may cause toxicity. In humans there are 25 selenoproteins which contain the amino acid selenocysteine (Sec) and their function is regulated by Se intake. In our study we investigated in ancient and modern humans the patterns of similarities and deviations of variation across all selenoprotein genes and genes involved in their regulation. To this end we have taken advantage of the recent technological achievements over ancient genomes and the previous literature in order to access ancient and modern human datasets. As reference we used 25 selenoprotein genes and 19 genes involved in the regulation of Se and Sec that were publicly available. We tested our hypothesis in 69 ancient Europeans and 2002 modern people (Haak et al. 2015), 52 modern populations from the Human Genome Diversity Project, the Tyrolean Iceman, the Altai Neanderthal and the Ust Ishim modern human whole genome sequences. We conducted our analysis over 313 SNPs which are located in the genetic loci described above. We test the prehistory in our initial hypothesis that illuminates and enhances modern migration theories. Με τη μετανάστευση των σύγχρονων ανθρώπων από την Αφρική πριν από 60.000-100.000 χρόνια, και με την εξάπλωσή τους σε πολλές περιοχές, το τελικό αποτέλεσμα ήταν η εγκατάσταση τους σε περιβάλλοντα τα οποία παρουσίαζαν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Μία χαρακτηριστική διαφορά ήταν στα επίπεδα ιχνοστοιχείων που ανιχνεύονται στο έδαφος, όπως το σελήνιο. Το σελήνιο είναι ένα στοιχείο που προσλαμβάνεται με την τροφή και έχει βρεθεί πώς σχετίζεται στενά με την ανθρώπινη υγεία. Τα επίπεδα στα οποία πρέπει να κυμαίνεται η ποσότητα του σεληνίου στον οργανισμό είναι συγκεκριμένα, καθώς η έλλειψή του μπορεί να οδηγήσει σε ασθένειες των οστών, της καρδιάς και σε ανεπαρκή ανοσολογική απόκριση, ενώ αυξημένη πρόσληψη μπορεί να έχει τοξική δράση. Στον άνθρωπο υπάρχουν 25 σεληνοπρωτεΐνες που απαρτίζουν μία ομάδα πρωτεϊνών που χαρακτηρίζονται από το αμινοξύ σεληνοκυστεϊνη και η λειτουργία τους ρυθμίζεται από το σελήνιο. Στη μελέτη μας συγκρίνουμε τις γονιδιωματικές παραλλαγές όλων των γονιδίων σεληνοπρωτεϊνών και γονιδίων που εμπλέκονται στη ρύθμισή τους σε αρχαίους και σύγχρονους ανθρώπους σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Εκμεταλλευτήκαμε τη σύγχρονη τεχνολογική πρόοδο στα αρχαία γονιδιώματα και την προηγούμενη βιβλιογραφία ώστε να αποκτήσουμε τα σετ δεδομένων μας. Ως πλαίσιο αναφοράς χρησιμοποιήσαμε 25 γονίδια σεληνοπρωτεϊνών και 19 γονίδια που εμπλέκονται στη ρύθμιση του σεληνίου και των σεληνοπρωτεϊνών.. Δοκιμάσαμε την υπόθεσή μας σε 69 αρχαίους Ευρωπαίους και 2002 σύγχρονους ανθρώπους (Haak et al.), 52 σύγχρονους πληθυσμούς από το Πρόγραμμα της Ποικιλομορφίας του Ανθρώπινου Γονιδιώματος (HGDP) ενός νεολιθικού ανθρώπου από την Τιρόλ, του Νεάντερταλ από τα υψίπεδα Altai, ενός Denisovan και ενός σύγχρονου ανθρώπου από το Ust Ishim. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε για 313 SNPs που εντοπίζονται στις αλληλουχίες των γονιδίων που αναφέρονται παραπάνω. Η εξέταση της προϊστορίας της υπόθεσής μας ενισχύει τις σύγχρονες θεωρίες της ανθρώπινης μετανάστευσης. 1848 175 148 The nursing staff in everyday life deals with many problems, especially because of the work conditions. This has as a result the existence of pathological health problems. From the group of nurses, cannot be excluded the nursing staff of the operating rooms.Aim: The present review is being held to detect the health problems of the nursing staff in the operating rooms at the hospitals of the prefecture of Evros. Material and method: the method that was followed, included bibliography research and research through questionnaire.Results: Many reviews showed that the nursing staff appear to have many health problems. These problems are both physical and psychological.Conclusions: The nursing staff in the operating rooms deal with health problems as much as the nursing staff in other departments. The specific review showed that in the operating rooms at the hospitals of the prefecture of Evros, the nursing staff appear to have many musculoskeletal problems. They also appear to have a lot of phenomenon of physical and emotional exhaustion, based mostly in the work conditions and the lack of personnel. Το νοσηλευτικό προσωπικό αντιμετωπίζει καθημερινά μία πληθώρα προβλημάτων, κυρίως λόγω συνθηκών εργασίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση παθολογικών προβλημάτων υγείας. Δεν μπορούν να εξαιρεθούν από την ομάδα των νοσηλευτών, οι νοσηλευτές που εργάζονται στα χειρουργεία των νοσοκομείων. Σκοπός: Η παρούσα εργασία γίνεται για να διαπιστωθούν τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν οι νοσηλευτές χειρουργείου στα νοσοκομεία του νομού Έβρου. Υλικό και μέθοδος: Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε περιλάμβανε βιβλιογραφική ανασκόπηση και έρευνα μέσω ερωτηματολογίων. Αποτελέσματα: Πλήθος ερευνητικών μελετών έδειξαν ότι το νοσηλευτικό προσωπικό εμφανίζει μία πληθώρα προβλημάτων υγείας. Τα προβλήματα αυτά είναι τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Συμπεράσματα: Οι νοσηλευτές χειρουργείου παρουσιάζουν προβλήματα υγείας εξίσου όσο και οι νοσηλευτές των υπόλοιπων τμημάτων. Η συγκεκριμένη έρευνα απέδειξε ότι στα χειρουργεία των νοσοκομείων του νομού Έβρου, οι νοσηλευτές εμφανίζουν μυοσκελετικά προβλήματα σε μεγάλο βαθμό. Επίσης εμφανίζουν φαινόμενα σωματικής και συναισθηματικής εξάντλησης, που οφείλονται κυρίως στις συνθήκες εργασίας και στην έλλειψη προσωπικού. 1849 91 105 Ο ρόλος των ΝΚ κυττάρων στις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες αναπαραγωγής In order to maintain a healthy pregnancy many local and systemic immune regulators play an important role. The decidual Natural Killers (dNK) appear to play a major part during this process by protecting the mother and at the same time letting the fetus develop normally. Thus, their role in repeated implantation failure (RIF) and recurrent pregnancy loss (RPL) is important. This review aims to explore the possible mechanisms that take part in these obstetric complications in order to enhance our understanding of decidual NK cells and their role in unexplained infertility. Προκειμένου να επιτευχθεί μια υγιής εγκυμοσύνη, πολλοί τοπικοί και συστηματικοί ανοσοποιητικοί ρυθμιστές παίζουν σημαντικό ρόλο. Οι Φυσικοί Φονείς- Natural Killers του Φθαρτού (dNK) φαίνεται να παίζουν σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας προστατεύοντας τη μητέρα και ταυτόχρονα επιτρεέποντας στο έμβρυο να αναπτυχθεί φυσιολογικά. Έτσι, ο ρόλος τους στην επαναλαμβανόμενη αποτυχία εμφύτευσης (RIF) και τις καθ'έξιν αποβολές (RPL) φαίνεται σημαντικός. Η παρούσα ανασκόπηση της βιβλιογραφίας στοχεύει στη διερεύνηση των πιθανών μηχανισμών που συμμετέχουν σε αυτές τις μαιευτικές επιπλοκές, προκειμένου να βελτιωθεί η κατανόησή μας για τα NK κύτταρα και τον ρόλο τους στην ανεξήγητη υπογονιμότητα. 1850 58 71 παρούσα κατάσταση, αποτελεσματικότητα, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα κάθε μεθόδου Assisted reproductive technology with intracytoplasmic sperm injection (ICSI) has become an international panacea for couples with infertility problems. The increased usage rates of the method and data that flow from it , give us a better understanding of the effectiveness , impact and cost. There remain many unanswered questions and debates surrounding the use of ICSI versus IVF. Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με τη χρήση της μεθόδου ICSI έχει γίνει θεραπεία επιλογής διεθνώς για τα ζευγάρια με πρόβλημα υπογονιμότητας. Τα αυξημένα ποσοστά χρήσης της μεθόδου και των δεδομένων που πηγάζουν από αυτή , μας παρέχουν μια καλύτερη κατανόηση της αποτελεσματικότητας της , των επιπτώσεων και του κόστους. Παραμένουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα και διαμάχες γύρω από τη χρήση της ICSI έναντι της IVF.