word,synonyms δε λογαριάζω,"['δεν υπολογίζω', 'ελεεινολογώ', 'αψηφώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" δε λυγίζω,"['εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" δε σκοτίζομαι,"['αδιαφορώ', 'δεν ενδιαφέρομαι', 'αμελώ', 'αμεριμνώ']" δε συμμετέχω,"['δεν υπάρχω', 'δεν παραβρίσκομαι', 'απουσιάζω', 'είμαι απών', 'λείπω']" αβεβαιότητα,"['διστακτικότητα', 'αοριστία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αστάθεια', 'ασάφεια', 'δίλημμα']" αβεβαίωτος,"['αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" αγγελικός,"['αγγελόπλαστος', 'θεόμορφος', 'ουράνιος', 'όμορφος', 'ωραίος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" αγγελιοφόρος,"['διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" αγγελτήριο,"['ειδοποιητήριο', 'ειδοποίηση', 'γνωστοποίηση', 'άγγελμα']" αγγελόπλαστος,"['αγγελικός', 'θεόμορφος', 'ουράνιος', 'όμορφος', 'ωραίος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" βεβαιώνω,"['διατρανώνω', 'επιβεβαιώνω', 'αποδεικνύω', 'καταδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" αγγελία,"['δηλοποίηση', 'διακήρυξη', 'αναγγελία', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση', 'άγγελμα']" εγγενής,"['ενστικτώδης', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" αγγαρεία,"['αγγάρεμα', 'εξαναγκασμός', 'ανάγκαση', 'βία', 'υποχρέωση']" αβγατίζω,"['εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" αβεβήλωτος,"['αγνός', 'αμαγάριστος', 'αμόλυντος', 'αμίαντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'ιερός', 'άσπιλος']" αγγείο,"['δοχείο', 'βάζο']" βεβαίωση,"['διαβεβαίωση', 'απόδειξη', 'κατάδειξη', 'τεκμηρίωση', 'φανέρωμα', 'πιστοποιητικό']" αδαημοσύνη,"['ανασκησία', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απειρία', 'απραγία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια', 'ποσότητα']" αγεληδόν,"['αθρόα', 'κοπαδιαστά', 'σωρηδόν']" αγαλλιάζω,"['αγάλλομαι', 'ευφραίνομαι', 'χαίρομαι']" αγαθιάρης,"['ευκολόπιστος', 'απλοϊκός', 'απονήρευτος', 'κουτούτσικος', 'χαζούλης']" αδειλία,"['αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" αγαλλίαση,"['ευφροσύνη', 'κέφι', 'χαρμονή', 'χαρμοσύνη', 'χαρά']" αγαθοεργός,"['αγαθοποιός', 'ευεργέτης', 'δωρητής', 'φιλόπτωχος', 'σπλαχνικός']" αγαθοεργία,"['ελεημοσύνη', 'ευεργεσία', 'ευποιία', 'καλό', 'φιλανθρωπία']" αβαθμολόγητος,"['αγραδάριστος', 'ακατάτακτος', 'μη βαθμολογημένος']" αβαθούλωτος,"['αγούβωτος', 'ακοίλαντος', 'άσκαφτος']" αγαλούχητος,"['αβύζαχτος', 'αθήλαστος', 'αρώγιστος']" αγαθοποιός,"['αγαθοεργός', 'ευεργέτης', 'δωρητής', 'φιλόπτωχος', 'σπλαχνικός']" αβαθμίδωτος,['ακλιμάκωτος'] αβαλσάμωτος,['αταρίχευτος'] αδελφός,"['κοιλαδερφός', 'ομογάλακτος', 'ομογάστριος', 'ομομήτριος', 'σύγγονος']" αδελφότητα,"['αδερφοσύνη', 'αγάπη', 'αλληλεγγύη', 'φιλία', 'συγγένεια', 'σύμπνοια']" αγαθό,"['απολαβή', 'καρπός', 'κέρδος', 'συμφέρον', 'όφελος', 'ωφέλεια', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" αγαθός,"['αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" αδειάζω,"['εκκενώνω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω', 'χύνω']" αγαθόπιστος,"['αγαθός', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" αδελέαστος,"['αδέκαστος', 'αμερόληπτος', 'αντικειμενικός', 'αφατρίαστος', 'απροσωπόληπτος', 'δίκαιος']" βδελύσσομαι,"['αηδιάζω', 'αναγουλιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'μισώ', 'σιχαίνομαι']" αγαλήνευτος,"['ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" αγανακτώ,"['εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" αβαντάζ,['αβαντάζ'] αδαμάλιστος,"['αβατσινάριστος', 'αβατσίνωτος', 'ανεμβολίαστος', 'αμπόλιαστος']" αγανάκτηση,"['αναβρασμός', 'αναστάτωση', 'ερεθισμός', 'ταραχή', 'σάλος', 'έξαψη', 'χόχλασμα']" αδαμάντινος,"['ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" αγανός,"['αραιοϋφασμένος', 'αραιός', 'ξέσφιχτος', 'χαλαρός']" αγενής,"['αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" αγαμία,"['άγαμος βίος', 'έλλειψη συνουσιασμού']" αβαρεσιά,['ακουρασιά'] γαβριάς,"['αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" αβερνίκωτος,"['αγυάλιστος', 'αλουστράριστος', 'αστίλβωτος', 'άβαφος']" αδερφικός,"['αγαπημένος', 'αλτρουιστικός', 'αφίλαυτος', 'φιλικός']" αδερφοσύνη,"['αδελφότητα', 'αγάπη', 'αλληλεγγύη', 'φιλία', 'συγγένεια', 'σύμπνοια']" αδερφώνω,"['αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" αβαράρω,"['διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" εγγράφω,"['αναγράφω', 'γράφω', 'καταγράφω', 'καταχωρώ', 'περιγράφω']" αβαρής,"['ελαφρός', 'ακούραστος', 'ανάλαφρος', 'άβαρος', 'άμυαλος', 'πρόθυμος']" αβαρία,['ζημιά'] αγγρίφι,"['αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" εγγυητής,"['ανάδοχος', 'κουμπάρος', 'ονοματοθέτης', 'νουνός', 'σύντεκνος']" αδασκάλευτος,"['ακαθοδήγητος', 'ανοδήγητος', 'ανορμήνευτος', 'ανουθέτητος', 'ασυμβούλευτος']" αβασκάνιστος,"['αβάσκαντος', 'αμάτιαστος', 'αφτάρμιστος']" αβασταγιά,"['βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" αβασταγό,['υποζύγιο'] αβασταγή,"['φορτίο', 'φόρτωμα', 'ζαλίκι']" αβατσινάριστος,"['αδαμάλιστος', 'αβατσίνωτος', 'ανεμβολίαστος', 'αμπόλιαστος']" αγαστός,"['αξιοθαύμαστος', 'επίφθονος', 'καταπληκτικός', 'θαυμαστός']" αβατσίνωτος,"['αδαμάλιστος', 'αβατσινάριστος', 'ανεμβολίαστος', 'αμπόλιαστος']" αβασάνιστος,"['ανεξέταστος', 'αταλαιπώρητος', 'απαίδευτος', 'επιπόλαιος', 'πρόχειρος']" αβασίλευτος,"['αγέραστος', 'ανηγεμόνιστος', 'αμάραντος', 'άδυτος']" αγγάρεμα,"['αγγαρεία', 'εξαναγκασμός', 'ανάγκαση', 'βία', 'υποχρέωση']" αβγάτισμα,"['αύξηση', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" εγγύς,"['δίπλα', 'κολλητά', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλησίον', 'πλάι']" αγαπημένη,"['αγαπητικιά', 'ερωμένη', 'φίλη']" αγαπημένος,"['αγαπητικός', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" αγαπητικιά,"['αγαπημένη', 'ερωμένη', 'φίλη']" αγαπητικός,"['αγαπημένος', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" αγαπησιάρης,"['αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτιάρης', 'ερωτόληπτος', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος', 'παθιάρης']" αγαπητός,"['εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" αδαπάνητος,"['αδιάθετος', 'ακατανάλωτος', 'ανεξάντλητος', 'αξόδευτος', 'αξόδιαστος']" αδαπάνως,"['αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" αγαπώ,"['ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" αγαπίζω,"['αδερφώνω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" αδείλιαστος,"['γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'εύτολμος', 'απτόητος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος', 'άτρομος']" βγαίνω,"['αναβλύζω', 'αναβρύζω', 'βρυσίζω', 'ξεπετιέμαι', 'πηγάζω', 'χύνομαι']" αγγίζω,"['γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" εγγίζω,"['ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" αδημονώ,"['αγωνιώ', 'ανησυχώ', 'αμηχανώ', 'ανυπομονώ', 'καρδιοχτυπώ']" αδημονία,"['αβασταγιά', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" αδηφαγία,"['γαστριμαργία', 'κοιλιοδουλία', 'πολυφαγία']" αδηφάγος,"['ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'φαγάς', 'άπληστος']" αδιαγούμιστος,"['αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" αγλαΐζω,"['διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" αβλαβής,"['ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" αγκαθερός,"['αγκαθιάρης', 'αγκαθωτός', 'αγκυλωτός', 'ακανθώδης']" εγκαλεστής,"['ενάγων', 'κατήγορος', 'μηνυτής']" αδιαθεσία,"['ακεφιά', 'ελαφρά αρρώστια', 'αθυμία', 'ανημποριά', 'ανορεξία', 'δυσθυμία']" αδιαλείπτως,"['αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" αγκαλιά,"['αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" αγκαθιάρης,"['αγκαθερός', 'αγκαθωτός', 'αγκυλωτός', 'ακανθώδης']" αγκαλιάζω,"['εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" εγκαλλώπισμα,"['αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" αδιακρισία,"['γαϊδουριά', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" αδιακόσμητος,"['ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος', 'λιτός']" αγκαθωτός,"['αγκαθερός', 'αγκαθιάρης', 'αγκυλωτός', 'ακανθώδης']" εγκαλώ,"['διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" αδιακώλυτος,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ακώλυτος', 'ανεμπόδιστος', 'αμπόδιστος', 'απεριόριστος', 'απρόσκοπτος']" εγκαθίσταμαι,"['αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" αδιαντροπιά,"['αδιακρισία', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" αδιανόητος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" αδιαμόρφωτος,"['αδιάπλαστος', 'αμέστωτος', 'ασχημάτιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλερος', 'άπλαστος']" αδιαμέλιστος,"['αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" αδιαμέριστος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" εγκαρτερώ,"['δε λυγίζω', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" εγκαταλελειμμένος,"['εγκαταλειμένος', 'απομονωμένος', 'μοναχικός', 'μοναχός', 'μόνος', 'έρημος', 'έρμος', 'παρατημένος']" εγκαταλειμένος,"['εγκαταλελειμμένος', 'απομονωμένος', 'μοναχικός', 'μοναχός', 'μόνος', 'έρημος', 'έρμος', 'παρατημένος']" εγκαταλείπω,"['αρνιέμαι', 'απαρνιέμαι', 'αποκηρύσσω', 'απορρίπτω', 'λησμονώ']" εγκατεστημένος,"['αρχή', 'καθεστώς', 'κράτος', 'πολιτεία', 'πολίτευμα']" εγκαταστάσεις,"['αφετηρία', 'βάση', 'καταυλισμός', 'ορόσημο', 'σταθμός', 'σταμάτημα', 'στάση']" αδιευθέτητος,"['αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" αδιαφορώ,"['δε σκοτίζομαι', 'δεν ενδιαφέρομαι', 'αμελώ', 'αμεριμνώ']" αδιαφορία,"['αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" γελαστικός,"['διασκεδαστικός', 'αστείος', 'ευτράπελος', 'εύθυμος', 'κωμικός', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" αβλαστήμητος,['άβριστος'] εγκατάλειψη,"['εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" αδιατάρακτη λειτουργία,"['ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" αδιαφόρετα,"['αδαπάνως', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" γαλατένιος,"['γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" αγκαζάρω,"['δεσμεύω', 'καπαρώνω', 'προαγοράζω']" αδιαπαιδαγώγητος,"['αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αμόρφωτος', 'αστοιχείωτος', 'απαίδευτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'σκράπας', 'στουρνάρι', 'άξεστος']" αδιαπόρευτος,"['αδιαπέραστος', 'αδιάβατος', 'αδιάπλευστος', 'αδιέξοδος', 'δυσκολοπερπάτητος', 'απερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" αδιαπότιστος,"['αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" αδιαπέραστος,"['αδιαπότιστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" αβλεψία,"['αβλέπτημα', 'απροσεξία', 'λάθος', 'παρόραμα']" βαθαίνω,"['αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" αδιαίρετος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" αδικαιολόγητος,"['ανεπίτρεπτος', 'ασυγχώρητος', 'ασύγγνωστος', 'φταίχτης']" εγκληματίας,"['βλαβερός', 'βλαπτικός', 'δολοφόνος', 'κακούργος', 'κακοποιός', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" αδικητής,"['αμαρτωλός', 'ανήθικος', 'κολασμένος', 'κριματισμένος', 'παραβάτης']" δειλινό,"['δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" αδικοπραγία,"['αδικία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ανομία', 'ζημία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" δειλός,"['αξέβγαλτος', 'μαζεμένος', 'ντροπαλός', 'φοβητσιάρης', 'συνεσταλμένος', 'άτολμος']" αδικώ,"['τιμωρώ άδικα', 'στρεψοδικώ', 'ζημιώνω', 'παρανομώ']" αδικία,"['αδικοπραγία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ανομία', 'ζημία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" δειλία,"['αγαμία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" αεικίνητος,"['ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" αγιογδύτης,"['αισχροκερδής', 'ιερόσυλος', 'κλέφτης', 'φαταούλας', 'τοκογλύφος', 'άρπαγας']" βαθμηδόν,"['βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" βαθμιαία,"['βαθμηδόν', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" γελοιοποιώ,"['διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" γελοιοποίηση,"['αστεϊσμός', 'κασκαρίκα', 'καζούρα', 'νίλα', 'φάρσα', 'πείραγμα']" εγκολπώνομαι,"['αγκαλιάζω', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" αγκομαχώ,"['ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" αγκομάχημα,"['δύσπνοια', 'λαχάνιασμα', 'άσθμα', 'πνευστίαση', 'ψυχομάχημα', 'ψυχορράγημα']" γαλουχούμαι,"['γαλουχώ', 'βυζαίνω', 'απομυζώ', 'είμαι ανήλικος', 'θηλάζω', 'μυζώ']" γαλουχώ,"['γαλουχούμαι', 'βυζαίνω', 'απομυζώ', 'είμαι ανήλικος', 'θηλάζω', 'μυζώ']" δεινά,"['βάσανα', 'κακουχίες', 'ταλαιπωρίες', 'συμφορές']" δαιμόνιος,"['δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" βαθούλωμα,"['αδηφάγος', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" αγκούσα,"['αδημονία', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'άγχος', 'ψυχομαχητό', 'ψυχορράγημα', 'χαροπάλεμα']" βελτιωμένος,"['δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" αγκυλωτός,"['αγκαθερός', 'αγκαθιάρης', 'αγκαθωτός', 'ακανθώδης']" βελτιώνομαι,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναρρωννύω', 'ανθρωπεύω', 'επεξεργάζομαι', 'καλυτερεύω', 'ξαναπλάθω', 'τελειοποιώ', 'σιάχνω']" αγκυλώνω,"['ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" βελτιώνω,"['διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" εγκυμονούσα,"['εγκύμων', 'βαρεμένη', 'βαρούμενη', 'γκαστρωμένη', 'έγκυος']" εγκυμοσύνη,"['γκαστριά', 'γκάστρι', 'κυοφορία', 'κύηση']" αγκυροβολώ,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" αγκυροβόλημα,"['ελλιμενισμός', 'δέσιμο', 'φουντάρισμα', 'άραγμα']" αγκυροβόλιο,"['αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" αγκυρώνω,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" δακτύλιος,"['γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" αδιάβατος,"['αδιαπόρευτος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάπλευστος', 'αδιέξοδος', 'δυσκολοπερπάτητος', 'απερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" αδιάβαστος,"['ακήδευτος', 'άθαφτος', 'άταφος', 'άψαλτος']" αδιάβροχος,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" εγκάθειρκτος,"['δεσμώτης', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κατάδικος', 'κρατούμενος', 'φυλακισμένος', 'έγκλειστος']" αδιάλειπτος,"['αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" αδιάθετος,"['αδαπάνητος', 'ακατανάλωτος', 'ανεξάντλητος', 'αξόδευτος', 'αξόδιαστος']" αδιάλεχτος,"['αξεδιάλεχτος', 'αξεκαθάριστος', 'αξεχώριστος']" αγκάλη,"['αγκαλιά', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" αγκάθι,"['αγγρίφι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" αδιάλλακτος,"['ασυμβίβαστος', 'ασυμφιλίωτος', 'αφίλιωτος', 'φανατικός', 'άσπονδος']" αγκάλιασμα,"['εναγκαλισμός', 'ασπασμός', 'περιπλοκή', 'περίπτυξη']" αδιάκοπα,"['αδιαλείπτως', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντα', 'πάντοτε']" αδιάκοποι,"['αλλεπάλληλοι', 'αλληλοδιάδοχοι', 'απανωτοί', 'συνεχείς', 'συχνοί']" αδιάκοπος,"['ακατάλυτος', 'ακατάργητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'ανθεκτικός', 'αφάγωτος', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος', 'παντοτινός']" αδιάκριτος,"['αγενής', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" αγλάισμα,"['εγκαλλώπισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" βελόνα,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" βελόνι,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" εγκωμιασμός,"['εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" εγκωμιαστής,"['γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" αγκωνιά,"['αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" εγκωμιάζω,"['ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" αδιάντροπος,"['αισχρός', 'αναιδής', 'αναίσχυντος', 'ασύστολος', 'επαίσχυντος', 'ξεδιάντροπος']" αγκωνάρι,"['αγκωνιά', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" αγκωνή,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" εγκωμίαση,"['εγκωμιασμός', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" αδιόρατος,"['αθέατος', 'αμυδρός', 'αφανής', 'δυσδιάκριτος', 'θαμπός']" αδιόρθωτος,"['ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" αδιάρπαστος,"['αδιαγούμιστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" αδιάσειστος,"['εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" αδιάφευκτος,"['αναπόδραστος', 'αναπόφευκτος', 'αναπότρεπτος', 'αξέφευγος', 'μοιραίος', 'άφευκτος']" αδιάφθορος,"['αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" αδιάφορος,"['αμέτοχος', 'απέχων', 'ουδέτερος', 'ξένος', 'άσχετος']" γαλάτος,"['γαλατένιος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" αγιάτρευτος,"['αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος', 'απροστάτευτος']" αδιάπλαστος,"['αδιαμόρφωτος', 'αμέστωτος', 'ασχημάτιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλερος', 'άπλαστος']" αδιάπλευστος,"['αδιαπόρευτος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβατος', 'αδιέξοδος', 'δυσκολοπερπάτητος', 'απερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" αδιάπτωτος,"['αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" αδιέξοδο,"['δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αδιέξοδος,"['αδιαπόρευτος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβατος', 'αδιάπλευστος', 'δυσκολοπερπάτητος', 'απερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" εγκύμων,"['εγκυμονούσα', 'βαρεμένη', 'βαρούμενη', 'γκαστρωμένη', 'έγκυος']" βαθύτατος,"['αβυσσαλέος', 'ανεξιχνίαστος', 'απύθμενος', 'καταχθόνιος', 'σατανικός', 'χαώδης']" βαθύπλουτος,"['δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" αβλέπτημα,"['αβλεψία', 'απροσεξία', 'λάθος', 'παρόραμα']" βαθύχρωμος,"['θαμπός', 'μουντός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" γαλή,['γάτα'] γελώ δυνατά,"['ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" εγκώμιο,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" γαλήνιος,"['αδιάφορος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" αγκίδα,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" γαλίφης,"['εγκωμιαστής', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" βαλίτσες,"['γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" αγκίστρι,"['αρπάγη', 'γάντζος', 'τσιγκέλι', 'άγκιστρο']" αγλίτωτος,"['δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" δεν εκλέγομαι,"['δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" δεν ενδιαφέρομαι,"['δε σκοτίζομαι', 'αδιαφορώ', 'αμελώ', 'αμεριμνώ']" δεν ευδοκιμώ,"['δεν εκλέγομαι', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" δεν μπορώ,"['αδυνατώ', 'εξασθενώ', 'είμαι ανίκανος']" δεν υπολογίζω,"['δε λογαριάζω', 'ελεεινολογώ', 'αψηφώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" δεν υπάρχω,"['δε συμμετέχω', 'δεν παραβρίσκομαι', 'απουσιάζω', 'είμαι απών', 'λείπω']" δεν παραβρίσκομαι,"['δε συμμετέχω', 'δεν υπάρχω', 'απουσιάζω', 'είμαι απών', 'λείπω']" δεν παραδέχομαι,"['διεκδικώ', 'διαφιλονικώ', 'διαφωνώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφισβητώ', 'αντιτίθεμαι']" γενεαλογία,"['γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" αγναντεύω,"['βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" δενδρύλλιο,"['δεντράκι', 'βάτος', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" δαμασμένος,"['βελτιωμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" αγνεία,"['αγνότητα', 'παρθενιά', 'παρθενία']" γενικός,"['καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" γενικώς,"['διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" δεξιοτέχνης,"['ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" γεμιτζής,"['θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" γενιά,"['γενεαλογία', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" δεξιώνομαι,"['καλοδέχομαι', 'καλωσορίζω', 'υποδέχομαι']" αδοκίμαστος,"['αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" γενναίος,"['αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" αγνοούμενος,"['εξαφανισμένος', 'αφανέρωτος', 'άγνωστος', 'χαμένος']" γαμοσ,['ΓΑΜΟΣ'] αγονάτιστος,"['αδούλωτος', 'αλύγιστος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'λεύτερος', 'άκαμπτος', 'άσκυφτος']" γεννώ,"['δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" αγνοών,"['ακάτεχος', 'ανυποψίαστος', 'ανύποπτος', 'ανίδεος']" αγονία,"['ακαρπία', 'ατοκία', 'αφορία', 'ασπερμία', 'στειρότητα']" αγοραστής,"['καταναλωτής', 'πελάτης', 'ψωνιστής']" αγορεύω,"['βγάζω λόγο', 'δημηγορώ', 'μιλώ', 'ρητορεύω']" αγοραπωλησία,"['αλισβερίσι', 'δοσοληψία', 'νταραβέρι', 'μπίζνες', 'συναλλαγή']" αγορητής,"['ομιλητής', 'ρήτορας']" δεντράκι,"['δενδρύλλιο', 'βάτος', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" αβοτάνιστος,"['ακαθάριστος', 'ασκάλιστος']" γεντέκι,"['αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" γαντζονούρης,"['ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" αγνό,"['αμόλυντο', 'απέριττο']" αγνωμοσύνη,"['αναγνωριά', 'ανεγνωριά', 'αχαριστία']" αγνάντεμα,"['επισκόπιση', 'βίγλα', 'βίγλισμα', 'παρατηρητήριο', 'περισκόπιση']" αγνάντια,"['εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'φάτσα', 'έναντι']" αγνός,"['αβεβήλωτος', 'αμαγάριστος', 'αμόλυντος', 'αμίαντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'ιερός', 'άσπιλος']" αγνότητα,"['αγνεία', 'παρθενιά', 'παρθενία']" γεμάτος,"['δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" αγνωσία,"['ανηξεριά', 'αμυαλιά', 'αμάθεια', 'αφροσύνη', 'επιπολαιότητα', 'άγνοια']" δαμάζω,"['εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" αγούβωτος,"['αβαθούλωτος', 'ακοίλαντος', 'άσκαφτος']" αβούλητος,"['ακούσιος', 'αθέλητος', 'αναγκαστικός', 'ανάθελος', 'άθελος', 'άκων', 'ζοριλίδικος']" αβούλιαχτος,"['αβύθιστος', 'ακαταβύθιστος', 'ακαταπόντιστος', 'αφουντάριστος']" αδούλωτος,"['αγονάτιστος', 'αλύγιστος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'λεύτερος', 'άκαμπτος', 'άσκυφτος']" αβούλωτος,"['ανοιχτός', 'ασφράγιστος', 'ατάπωτος', 'απωμάτιστος', 'ξέσκεπος']" γενέτειρα,"['ημεδαπή', 'πατρίδα']" αβοήθητος,"['αγιάτρευτος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος', 'απροστάτευτος']" αγνώριμος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" αγνώριστος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" δεξίωση,"['επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συγχρωτισμός', 'συναγελασμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα', 'πάρτι']" γεμίζω,"['αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" βαρβαρότητα,"['αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" αγραδάριστος,"['αβαθμολόγητος', 'ακατάτακτος', 'μη βαθμολογημένος']" βαρεματιά,"['γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" αβρεξιά,"['αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία', 'στέγνια']" βαρεμένη,"['εγκυμονούσα', 'εγκύμων', 'βαρούμενη', 'γκαστρωμένη', 'έγκυος']" αδρανώ,"['βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'θανατώνω', 'ταλαιπωρώ', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ', 'πιλατεύω']" αδρανής,"['δειλός', 'ενδοτικός', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άπνους', 'άψυχος', 'πεθαμένος']" βαρετός,"['ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" εδρεύω,"['διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" εδραίος,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" αγριεύω,"['εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" αγρικώ,"['ακούω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'δέχομαι', 'καταλαβαίνω', 'υπακούω', 'πείθομαι']" αγριοκαίρι,"['βαρβαρότητα', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" εαρινός,['ανοιξιάτικος'] αγριάδα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" βαριόμοιρος,"['δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" αγριότητα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" βαριέμαι,"['αηδιάζω', 'αναγουλιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'μπουχτίζω', 'σιχαίνομαι']" αβροδίαιτος,"['εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" αερολογήματα,"['ανοησίες', 'αρλούμπες', 'κουροφέξαλα', 'κουταμάρες', 'σαχλαμάρες']" αεροστεγής,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" δερμόνι,"['αλευρικό', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σήστρο', 'σίτα']" βαρούμενη,"['εγκυμονούσα', 'εγκύμων', 'βαρεμένη', 'γκαστρωμένη', 'έγκυος']" αγροίκος,"['ακατέργαστος', 'ανώμαλος', 'βάναυσος', 'απελέκητος', 'τραχύς', 'ωμός']" αβροχιά,"['αβρεξιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία', 'στέγνια']" βαρυθυμία,"['κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" αβράβευτος,"['αστεφάνωτος', 'ατίμητος']" αβράδιαστος,"['αβασίλευτος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'ανύχτωτος', 'φωτεινός']" αδράνεια,"['ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" αγράμματος,"['αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" αβρός,"['γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" αδρός,"['ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" γερός,"['ανθεκτικός', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'ατσάλινος', 'κραταιός', 'σθεναρός', 'σκληρός', 'χαλύβδινος']" αδρότητα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" αβρότητα,"['γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" εδράζομαι,"['θρονιάζομαι', 'κάθομαι', 'σταυροποδιάζομαι']" αδράχνω,"['αρπάζω', 'καψαλίζω', 'τσακώνω', 'παλαμίζω', 'περιαρπάζω', 'περικαίω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" βαρύς,"['αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" αγρύπνια,"['ακοιμησιά', 'αϋπνία', 'ξενύχτημα', 'ολονυκτία']" αβρώμιστος,"['ακηλίδωτος', 'αλέρωτος', 'αλίγδιαστος', 'αρρύπαντος', 'καθαρός']" αγρίκητος,"['ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" αγρίμι,"['ακοινώνητος', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'θήραμα', 'άγριο ζώο', 'ζουλάπι']" βασανίζω,"['εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" βετεράνος,"['απόμαχος', 'απότακτος', 'απόστρατος', 'συνταξιούχος', 'παλαίμαχος']" βασιλιάς,"['δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" βασικός,"['ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" βασιλόσπιτο,"['ανάκτορο', 'μέγαρο', 'μέλαθρο', 'σεράι', 'παλάτι']" δαυλί,"['δάδα', 'λαμπάδα']" αδυναμία,"['ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" αδυνατώ,"['δεν μπορώ', 'εξασθενώ', 'είμαι ανίκανος']" αδυνατίζω,"['αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" δεσμεύω,"['εμποδίζω', 'απαγορεύω', 'αποτρέπω', 'παρακωλύω', 'παρεμποδίζω']" δεσμός,"['αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" δεσμώτης,"['εγκάθειρκτος', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κατάδικος', 'κρατούμενος', 'φυλακισμένος', 'έγκλειστος']" δευτερογενής,"['ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" βαφτισιμιός,"['βαφτιστικός', 'βαφτιστήρι', 'αναδεχτός']" βαφτιστικός,"['βαφτισιμιός', 'βαφτιστήρι', 'αναδεχτός']" βαφτιστήρι,"['βαφτισιμιός', 'βαφτιστικός', 'αναδεχτός']" γαστριμαργία,"['αδηφαγία', 'κοιλιοδουλία', 'πολυφαγία']" αβυσσαλέος,"['ατελεύτητος', 'ατέλειωτος', 'απέραντος', 'αχανής', 'άβαθος', 'άπειρος']" γευστικός,"['εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" βαστώ,"['διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" αδυσώπητος,"['αλύπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" αγυάλιστος,"['αβερνίκωτος', 'αλουστράριστος', 'αστίλβωτος', 'άβαφος']" βασάνισμα,"['εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" δεσποτεία,"['δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" δεσποτικός,"['αυθαίρετος', 'αυταρχικός', 'απολυταρχικός']" δεσποτισμός,"['δεσποτεία', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" δεσπότης,"['βασιλιάς', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" βασίζομαι,"['ακουμπώ', 'στηρίζομαι', 'υπολογίζω', 'ποντάρω']" γαϊδουριά,"['αδιακρισία', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" γαϊδούρι,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" αγωγός,"['διοχετευτής', 'οδηγός', 'μεταδότης', 'μεταφορέας']" εδωδή,"['βορά', 'βρώσις', 'νομή', 'σιτία', 'τροφή', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" αγωγή,"['διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" αβόλευτος,"['ανοικονόμητος', 'ανάποδος', 'αταχτοποίητος', 'δύστροπος', 'στριμμένος']" αδόκητος,"['ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" αγάλια,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" αγάλλομαι,"['αναγαλλιάζω', 'ευφραίνομαι', 'χαίρομαι']" αδάκρυτος,"['αδιάφορος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άστοργος', 'άπονος']" βγάλσιμο,"['εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" αδάμαστος,"['ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" αδόνητος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" αγωνιστής,"['αθλητής', 'ιδεολόγος']" αγωνιώ,"['αδημονώ', 'ανησυχώ', 'αμηχανώ', 'ανυπομονώ', 'καρδιοχτυπώ']" αβάντα,"['βοήθεια', 'κέρδος', 'υποστήριξη', 'όφελος']" αβάντσα,"['εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" αγάνωτος,"['αγροίκος', 'ακαλάιστος', 'ακασσιτέρωτος', 'αναιδής', 'αμόρφωτος', 'ξετσίπωτος', 'τιποτένιος']" αγωνία,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'άγχος', 'ψυχομαχητό', 'ψυχορράγημα', 'χαροπάλεμα']" αγωνίζομαι,"['διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" αβάρετος,"['αλάβωτος', 'ατραυμάτιστος', 'απλήγωτος', 'απρόσβλητος', 'αχτύπητος', 'άτρωτος']" αγόρευση,"['δημηγορία', 'εκφώνηση λόγου', 'διάλεξη', 'λόγος', 'ομιλία']" γεωργός,"['καλλιεργητής', 'ξωμάχος', 'ρετζιπέρης', 'ζευγολάτης', 'ζευγάς', 'ζευγίτης']" αγόρι,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" γδάρσιμο,"['βαρεματιά', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" αβάς,"['βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" αβάτευτος,"['αμαρκάλιστος', 'ανεπίβατος', 'ανόχευτος', 'ασυνουσίαστος', 'απήδητος']" αβάσκαντος,"['αβασκάνιστος', 'αμάτιαστος', 'αφτάρμιστος']" εδάφιο,"['δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" αβάσιμος,"['αβεβαίωτος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" αβάσιστος,"['αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αναποφάσιστος', 'αμφίβολος', 'ασταθής', 'αστήρικτος', 'επιπόλαιος', 'άβαθρος', 'άστατος']" αβάσταγος,"['βαρύς', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" αβάφτιστος,"['αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" βγάζω,"['ακουμπώ', 'βάζω', 'αποθέτω', 'καταθέτω', 'θέτω', 'τοποθετώ', 'πληροφορώ']" βγάζω λόγο,"['αγορεύω', 'δημηγορώ', 'μιλώ', 'ρητορεύω']" αγάπη,"['αδελφότητα', 'αδερφοσύνη', 'αλληλεγγύη', 'φιλία', 'συγγένεια', 'σύμπνοια']" αβέβαιος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" αδέκαστος,"['αδιάφθορος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" αγέλαστος,"['δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" αβύθιστος,"['αβούλιαχτος', 'ακαταβύθιστος', 'ακαταπόντιστος', 'αφουντάριστος']" αγένεια,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" αγένειος,"['γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'λιπόθριξ', 'σπανός', 'άδεντρος', 'άτριχος', 'ψιλός', 'χέρσος']" αδύναμος,"['αδύνατος', 'ανίκανος', 'ανίσχυρος', 'ασθενής', 'άκυρος']" αδύνατος,"['αδύναμος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" αδέξιος,"['ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" αγέμιστος,"['αδηφάγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'φαγάς', 'φιλοχρήματος', 'άπληστος', 'πλεονέκτης']" γεύομαι,"['αγγίζω', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" αγύμνι,"['γεντέκι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" αγέραστος,"['αβασίλευτος', 'ανηγεμόνιστος', 'αμάραντος', 'άδυτος']" αβέρτα,"['ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" αγύρτης,"['απατεώνας', 'επαίτης', 'κατεργάρης', 'κομπογιαννίτης', 'τσαρλατάνος', 'ζητιάνος']" αβέρτος,"['ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" αγέρωχος,"['ακατάδεχτος', 'καμαρωτός', 'κορδωτός', 'ξιπασμένος', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης']" αδέσμευτος,"['ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήρητος', 'λυμένος', 'άδετος']" αβύζαχτος,"['αγαλούχητος', 'αθήλαστος', 'αρώγιστος']" γαζής,"['γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" δαπανηρός,"['ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" δαπανώ,"['αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" βαπόρι,"['καράβι', 'ναυς', 'ναυπήγημα', 'πλεούμενο', 'πλοίο', 'πλωτό']" δαψιλής,"['γεμάτος', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" εγώ,"['αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" αγώνας,"['αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μεγάλη προσπάθεια', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" αγώνισμα,"['συναγωνισμός', 'άθλημα', 'άμιλλα', 'πάλη']" αεί,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" αδίδακτος,"['αβάφτιστος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" αδίδαχτος,"['αγράμματος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" αβίαστα,"['αργά', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άκοπα', 'άνετα']" αδίκημα,"['αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" δείλι,"['δειλινό', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" δείξη,"['δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'σήμα', 'ένδειξη']" δείξιμο,"['δείξη', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'σήμα', 'ένδειξη']" δαίμονας,"['δαιμόνιος', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" αγίνωτος,"['ακατόρθωτος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'αμέστωτος', 'ανώριμος', 'αψώμωτος', 'άγουρος', 'άβραστος', 'άψητος']" αείποτε,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" εγχείρημα,"['δοκιμή', 'απόπειρα', 'τεστ', 'τόλμημα', 'προσπάθεια']" δαχτυλίδι,"['αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" αγχόνη,"['βρόχος', 'απαγχονισμός', 'κρεμάλα', 'φούρκα', 'φούρκισμα']" αγχίαλος,"['ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" γη,"['ξηρά', 'στεριά', 'υποδιαίρεση στερεάς γης', 'ήπειρος', 'χέρσος']" αηδιάζω,"['αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" αηδόνι,"['γλυκόφωνος', 'εύγλωττος', 'ομιλητικός', 'φλύαρος']" δηλοποιώ,"['δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" δηλοποίηση,"['αγγελία', 'διακήρυξη', 'αναγγελία', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση', 'άγγελμα']" δημηγορώ,"['αγορεύω', 'βγάζω λόγο', 'μιλώ', 'ρητορεύω']" δημηγορία,"['αγόρευση', 'εκφώνηση λόγου', 'διάλεξη', 'λόγος', 'ομιλία']" δημιουργικός,"['εφευρετικός', 'γυναικείος', 'γυναικώδης', 'γόνιμος', 'θηλυκός']" δημιουργώ,"['γεννώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" δημιουργία,"['ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" δημοσιεύω,"['δηλοποιώ', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" δημοσίευμα,"['εδάφιο', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" βια,"['αβασταγιά', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" αθεΐα,"['ανευλάβεια', 'ασέβεια', 'ασέβημα', 'απιστία', 'αψηφισιά', 'ιεροσυλία']" διαβεβαίωση,"['βεβαίωση', 'απόδειξη', 'κατάδειξη', 'τεκμηρίωση', 'φανέρωμα', 'πιστοποιητικό']" διαγγελέας,"['αγγελιοφόρος', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" βλαβερός,"['εγκληματίας', 'βλαπτικός', 'δολοφόνος', 'κακούργος', 'κακοποιός', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" διαγγέλλω,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" διαβιβάζω,"['εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" ελεεινολογώ,"['δε λογαριάζω', 'δεν υπολογίζω', 'αψηφώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" ελεεινός,"['ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος', 'άσχημος']" διαγκωνισμός,"['ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" διαγκωνίζομαι,"['αβαράρω', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" διαβιώ,"['εδρεύω', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" διαβολιά,"['εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" γιγαντιαίος,"['γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" γιγαντόσωμος,"['Γολιάθ', 'γίγαντας', 'κολοσσός', 'τιτάνας', 'υπερφυσικός', 'υπεράνθρωπος']" διαγωγή,"['αγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" διαβάλλω,"['διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" διαβάθμιση,"['κλίμακα', 'σκαλοπάτια', 'σκάλα']" διαγωνισμός,"['αγώνας', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" διαγωνίζομαι,"['αγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" διαβάζω,"['συμβουλεύομαι', 'ζητώ τα φώτα', 'παίρνω γνώμη']" διαβάζω δυνατά,"['διατυπώνω κατηγορία', 'εκφράζω', 'απαγγέλλω']" διαδίδεται,"['διαθρυλείται', 'θρυλείται', 'λέγεται', 'λένε', 'φημολογείται']" διαδίδω,"['εγκαλώ', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" ειδεχθής,"['ελεεινός', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος', 'άσχημος']" αλεηλάτητος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" ελεημονητικός,"['ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" ελεημοσύνη,"['αγαθοεργία', 'ευεργεσία', 'ευποιία', 'καλό', 'φιλανθρωπία']" εκδημώ,"['εκπατρίζομαι', 'αποδημώ', 'ξενιτεύομαι', 'μεταναστεύω', 'μισεύω']" ειδησεογραφία,"['αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" ελεητικός,"['ελεημονητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" διεκδικώ,"['δεν παραδέχομαι', 'διαφιλονικώ', 'διαφωνώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφισβητώ', 'αντιτίθεμαι']" ακαθαρσία,"['αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" διεκδίκηση,"['αξίωση', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'θέληση']" ακαλαίσθητος,"['αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" διακηρύσσω,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" ακαθησύχαστος,"['αγαλήνευτος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" ειδικευμένος τεχνίτης,"['δεξιοτέχνης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" εκδικιέμαι,"['βασανίζω', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" ακαλλιέργητος,"['ανόργωτος', 'αζευγάριστος']" ειδικός,"['εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" ακαλλώπιστος,"['ακατασκεύαστος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'ασυγύριστος', 'ατέλειωτος', 'άφτιαχτος']" ακαθοδήγητος,"['αδασκάλευτος', 'ανοδήγητος', 'ανορμήνευτος', 'ανουθέτητος', 'ασυμβούλευτος']" διαλογίζομαι,"['αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" διακοινώνω,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" εθελοθυσία,"['αλληλεγγύη', 'αλτρουισμός', 'αυταπάρνηση', 'αυτοθυσία', 'φιλαλληλία', 'φιλανθρωπία']" διακορεύω,"['γελοιοποιώ', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" διακοσμώ,"['διορθώνω', 'επισκευάζω', 'κανονίζω', 'ρεγουλάρω', 'τακτοποιώ', 'σιάζω', 'φτιάνω']" ακαλμάριστος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" διακριτικός,"['ευγενικός', 'ευγενής', 'καλός']" διαθρυλείται,"['διαδίδεται', 'θρυλείται', 'λέγεται', 'λένε', 'φημολογείται']" διαλάλημα,"['διάδοση', 'θρύλος', 'λόγος', 'μύθος', 'σπερμολογία', 'φήμη', 'άκουσμα']" ακαλάιστος,"['αγροίκος', 'αγάνωτος', 'ακασσιτέρωτος', 'αναιδής', 'αμόρφωτος', 'ξετσίπωτος', 'τιποτένιος']" ακαθόριστος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ακαθάριστος,"['ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" γιαλός,"['αλμυρή', 'κυανό χρώμα', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πόντος', 'πέλαγα', 'πέλαγος']" βιγλάτορας,"['σκοπός', 'φρουρός', 'φύλακας', 'παρατηρητής']" αλαλάζω,"['ενθουσιάζομαι', 'κραυγάζω', 'φωνάζω δυνατά']" διαθέσιμος χρόνος,"['ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" διαλύω,"['διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" διαλύω συμφωνία,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" διακήρυξη,"['αγγελία', 'δηλοποίηση', 'αναγγελία', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση', 'άγγελμα']" βιγλίζω,"['αγναντεύω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" αθεμελίωτος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" διαμελίζω,"['ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" ακανθώδης,"['αγκαθερός', 'αγκαθιάρης', 'αγκαθωτός', 'αγκυλωτός']" διαμοιρασμός,"['διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" διανοούμαι,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" διανομή,"['διαμοιρασμός', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" διαμορφώνω,"['ανακατεύω', 'ζυμώνω', 'πλάθω']" διανοίγω,"['διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" εκδορά,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" γλεντοκόπος,"['διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σκορποχέρης', 'σπάταλος', 'άσωτος', 'έκλυτος', 'πολυέξοδος']" ακανόνιστος,"['αδιόρθωτος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" διαμάχη,"['διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" διαμάχομαι,"['αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'είμαι ισόπαλος', 'παραβγαίνω']" διαμένω,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" ειδοποιητήριο,"['αγγελτήριο', 'ειδοποίηση', 'γνωστοποίηση', 'άγγελμα']" αλαμπουρνέζικος,"['ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" ειδοποίηση,"['αγγελτήριο', 'ειδοποιητήριο', 'γνωστοποίηση', 'άγγελμα']" αιδοίο,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" εκδοχή,"['αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" αλαργεύω,"['εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" ακεραιότητα,"['γνησιότητα', 'ανόθευτο', 'αρτιότητα', 'άδολο', 'πληρότητα']" διερευνώ,"['αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" διερεύνηση,"['διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'διάλυση', 'ανάλυση', 'εξέταση', 'εξήγηση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" ακαριαία,"['αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" ακαριαίος,"['αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ξαφνικός', 'στιγμιαίος', 'σύντομος', 'άμεσος']" διαρκώ,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" διαρκώς,['1'] διαρκής,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" διαρκώς,['1'] διαρμίζω,"['απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" διαρρύθμιση,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατηγοριοποίηση', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'ταξινόμηση', 'τοποθέτηση', 'συγύρισμα', 'ένταξη']" ακαρτέρητος,"['αδόκητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" αθεράπευτος,"['ανεπανόρθωτος', 'ανήκεστος', 'ανίατος', 'καταστρεπτικός', 'φοβερός']" ακαρπία,"['αγονία', 'ατοκία', 'αφορία', 'ασπερμία', 'στειρότητα']" ακαταδεξία,"['αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" διαυγασμός,"['αποστάλαξη', 'απόσταξη', 'λαμπικάρισμα', 'καζάνιασμα', 'στάλαγμα', 'στάξιμο']" ακαταδάμαστος,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατάβλητος', 'ανίκητος', 'δυσπολέμητος', 'αήττητος', 'άτρωτος']" ακαταβύθιστος,"['αβούλιαχτος', 'αβύθιστος', 'ακαταπόντιστος', 'αφουντάριστος']" ακαταγώνιστος,"['ακαταδάμαστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατάβλητος', 'ανίκητος', 'δυσπολέμητος', 'αήττητος', 'άτρωτος']" ακαταλαβίστικος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" ακαταλάγιαστος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" ακατανοησία,"['βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" ακατανόητος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" ακατανάλωτος,"['αδαπάνητος', 'αδιάθετος', 'ανεξάντλητος', 'αξόδευτος', 'αξόδιαστος']" ακαταμάχητος,"['ακαταδάμαστος', 'ακαταγώνιστος', 'ακατάβλητος', 'ανίκητος', 'δυσπολέμητος', 'αήττητος', 'άτρωτος']" ακαταμέριστος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ακατανίκητος,"['αδάμαστος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" ακατασκεύαστος,"['ακαλλώπιστος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'ασυγύριστος', 'ατέλειωτος', 'άφτιαχτος']" ακαταστασία,"['αβεβαιότητα', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" ακατατόπιστος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" ακατασίγαστος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" διαφεύγω,"['διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" διαυγές πράγμα,"['γυαλί', 'καθρέφτης', 'κάτοπτρο', 'μέρος πρύμνης', 'μέρος πόρτας', 'τηλογυάλι']" ακαταπράυντος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" ακαταπόνητος,"['αεικίνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" ακαταπόντιστος,"['αβούλιαχτος', 'αβύθιστος', 'ακαταβύθιστος', 'αφουντάριστος']" διατείνω,"['διανοίγω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" διατηρούμαι,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" διατηρώ,"['βαστώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" διασκεδαστικός,"['γελαστικός', 'αστείος', 'ευτράπελος', 'εύθυμος', 'κωμικός', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" ελευθεριάζων,"['αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" διεφθαρμένος,"['διεστραμμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'σάπιος', 'έκδοτος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" ελευθερώνω,"['εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" διευθετώ,"['εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" διαφιλονικώ,"['δεν παραδέχομαι', 'διεκδικώ', 'διαφωνώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφισβητώ', 'αντιτίθεμαι']" διασκορπίζω,"['διαλύω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" διευκρινίζω,"['εξηγώ', 'αποσαφηνίζω', 'ξεκαθαρίζω']" ακεφιά,"['αδιαθεσία', 'ελαφρά αρρώστια', 'αθυμία', 'ανημποριά', 'ανορεξία', 'δυσθυμία']" διασκέδαση,"['αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" διευθύνομαι,"['αποβλέπω', 'κατευθύνομαι', 'πορεύομαι']" διευθέτηση,"['διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" διαφορετικός,"['αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" διαφορά,"['διάσταση', 'διάστημα', 'ετερότητα', 'απόσταση', 'μάκρος', 'άβυσσος']" διατρανώνω,"['βεβαιώνω', 'επιβεβαιώνω', 'αποδεικνύω', 'καταδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" γιατρεύω,"['γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" διατριβή,"['ενασχόληση', 'δουλειά', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχολία', 'ασχόλημα', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" αλευρικό,"['δερμόνι', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σήστρο', 'σίτα']" γιατροκομώ,"['γιατρεύω', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" διατροφή,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" αλευροποιώ,"['αλέθω', 'κονιοποιώ', 'μασώ', 'συνθλίβω', 'συντρίβω', 'χωνεύω']" ελαφρά αρρώστια,"['αδιαθεσία', 'ακεφιά', 'αθυμία', 'ανημποριά', 'ανορεξία', 'δυσθυμία']" αλαφρόκαρδος,"['ανέγνοιαστος', 'ανέμελος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'μακάριος', 'ξένοιαστος', 'μποέμ', 'άφροντις']" ελαφρός,"['αβαρής', 'ακούραστος', 'ανάλαφρος', 'άβαρος', 'άμυαλος', 'πρόθυμος']" διατρέφω,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" διασφαλίζω,"['εξασφαλίζω', 'ασφαλίζω', 'κατοχυρώνω', 'θωρακίζω', 'σιγουράρω']" διασταυρώνω,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'θανατώνω', 'ταλαιπωρώ', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ', 'πιλατεύω']" διαστημάνθρωπος,"['αστροναύτης', 'κοσμοναύτης']" ακασσιτέρωτος,"['αγροίκος', 'αγάνωτος', 'ακαλάιστος', 'αναιδής', 'αμόρφωτος', 'ξετσίπωτος', 'τιποτένιος']" διαφυλάσσω,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" διαστρεβλώνω,"['αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" αλαφυραγώγητος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" διεστραμμένος,"['διεφθαρμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'σάπιος', 'έκδοτος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" γκαστριά,"['εγκυμοσύνη', 'γκάστρι', 'κυοφορία', 'κύηση']" γκαστρωμένη,"['εγκυμονούσα', 'εγκύμων', 'βαρεμένη', 'βαρούμενη', 'έγκυος']" διαστρέβλωση,"['αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" ελαττωματικός,"['ακατάλληλος', 'απορριπτέος', 'απόβλητος', 'σκάρτος', 'άχρηστος']" ελαττωματικότητα,"['αναπηρία', 'δυσμορφία', 'σακατιλίκι']" ελαττωματίας,"['ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" διατυπώνω κατηγορία,"['διαβάζω δυνατά', 'εκφράζω', 'απαγγέλλω']" ακατάδεκτος,"['απλησίαστος', 'απρόσιτος', 'υπερόπτης', 'υπερήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψυχρός']" ακατάδεχτος,"['αγέρωχος', 'καμαρωτός', 'κορδωτός', 'ξιπασμένος', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης']" ακατάβλητος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" ακατάληπτος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" γιατάκι,"['δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" ακατάλληλος,"['ελαττωματικός', 'απορριπτέος', 'απόβλητος', 'σκάρτος', 'άχρηστος']" ακατάλυτος,"['αδιάκοπος', 'ακατάργητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'ανθεκτικός', 'αφάγωτος', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος', 'παντοτινός']" διαφωνώ,"['δεν παραδέχομαι', 'διεκδικώ', 'διαφιλονικώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφισβητώ', 'αντιτίθεμαι']" ακατάργητος,"['αδιάκοπος', 'ακατάλυτος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'ανθεκτικός', 'αφάγωτος', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος', 'παντοτινός']" ακατόρθωτος,"['ανεπίτευκτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'απροσπέλαστος', 'ουτοπικός', 'άφθαστος']" ακατάρτιστος,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" ακατάτακτος,"['αβαθμολόγητος', 'αγραδάριστος', 'μη βαθμολογημένος']" ακατάστατος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" διαφωτίζω,"['ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" ακατάπαυστα,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντα', 'πάντοτε']" ακατάπαυστος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" βιασύνη,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" ακατέργαστος,"['αγροίκος', 'ανώμαλος', 'βάναυσος', 'απελέκητος', 'τραχύς', 'ωμός']" διασύρω,"['διαβάλλω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" διατύπωση,"['εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" διασπείρω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" διαφήμιση,"['παρουσίαση', 'προβολή', 'προέκταση']" διασώζομαι,"['διαφεύγω', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" ακατήχητος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" αλατίζω,"['αρμυρίζω', 'νοστιμίζω', 'ξυλοκοπώ', 'παστώνω']" διδάγματα,"['ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" γιγάντιος,"['γιγαντιαίος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" διαύγεια,"['καθαριότητα', 'καθαρότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστρικάδα', 'παστράδα', 'πάστρα']" ελεύθερα,"['αβέρτα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" ελεύθερος,"['αδέσμευτος', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήρητος', 'λυμένος', 'άδετος']" ελαύνω,"['βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" αλαζονεία,"['ακαταδεξία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" αλαζόνας,"['καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" διαπαιδαγώγηση,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" διαπληκτισμός,"['διαμάχη', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" διαπραγματεύομαι,"['κουβεντιάζω', 'συνδιαλέγομαι', 'συνδιασκέπτομαι', 'συνομιλώ', 'συσκέπτομαι', 'συζητώ']" βλαπτικός,"['εγκληματίας', 'βλαβερός', 'δολοφόνος', 'κακούργος', 'κακοποιός', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" διαπάλη,"['εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντενέργεια', 'αντίδραση', 'αντίσταση', 'αντίπραξη']" ακαπάκωτος,"['ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" εκδήλωση,"['διατύπωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" ελεήμονας,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" ειδήμονας,"['γνώστης', 'επαΐων', 'ιδιοκτήτης', 'κάτοχος', 'κύριος', 'έμπειρος']" αλείαντος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" διαίρεση,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" διαίσθηση,"['αισθητήριο', 'εντύπωση', 'απήχηση', 'αίσθηση', 'συναίσθηση']" γλείφτης,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" γλείφω,"['εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" εκδίωξη,"['βγάλσιμο', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" διαχωρισμός,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διάλυση', 'ανάλυση', 'εξέταση', 'εξήγηση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" διαχέω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" ακηδία,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αληθινά,"['αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" αληθινός,"['ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" αληθοσύνη,"['αληθινά', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" αληθώς,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" ακηλίδωτος,"['αβρώμιστος', 'αλέρωτος', 'αλίγδιαστος', 'αρρύπαντος', 'καθαρός']" διηνεκώς,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" αλητεία,"['μποεμισμός', 'ρεμπέλεμα', 'σουρτούκεμα', 'περιπλάνηση']" αλησμόνητος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" αλητόπαιδο,"['γαβριάς', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" αλλαγμένος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" αλλαγή,"['αλλαξιά', 'ανταλλαγή', 'αντάλλαγμα', 'άλλαγμα']" εκθειασμός,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" δικαιολογία,"['αιτιολογία', 'αναγωγή', 'εξήγηση', 'πρόφαση']" εκλεκτός,"['διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" εκθειάζω,"['εγκωμιάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αλλαξιά,"['αλλαγή', 'ανταλλαγή', 'αντάλλαγμα', 'άλλαγμα']" εκκεντρικός,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" αλλαξόπιστος,"['αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" εκκενώνω,"['αδειάζω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω', 'χύνω']" αλιγόστευτος,"['αδιάπτωτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" αλλεπάλληλοι,"['αδιάκοποι', 'αλληλοδιάδοχοι', 'απανωτοί', 'συνεχείς', 'συχνοί']" αλληλεγγύη,"['εθελοθυσία', 'αλτρουισμός', 'αυταπάρνηση', 'αυτοθυσία', 'φιλαλληλία', 'φιλανθρωπία']" αλληλοδιάδοχα,['εναλλάξ'] αλληλοδιάδοχοι,"['αδιάκοποι', 'αλλεπάλληλοι', 'απανωτοί', 'συνεχείς', 'συχνοί']" αλληλογραφία,"['ειδησεογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" αλληλοφάγωμα,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" αλληλουχία,"['ακολουθία', 'δέσιμο', 'συγκράτηση', 'συνειρμός', 'συνοχή', 'συνάρμοση', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" εκθηλυμένος,"['αβροδίαιτος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" αθλητική συνάντηση,"['αγώνας', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μεγάλη προσπάθεια', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" αθλητής,"['αγωνιστής', 'ιδεολόγος']" ειλικρινά,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" ειλικρινής,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" ειλικρίνεια,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" ελλιμενισμός,"['αγκυροβόλημα', 'δέσιμο', 'φουντάρισμα', 'άραγμα']" ελλιμενίζομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" ακλιμάκωτος,['αβαθμίδωτος'] αθλιότητα,"['δυστυχία', 'αχρειότητα', 'κακία', 'ταλαιπωρία', 'φτώχεια']" εκλιπάρηση,"['επίκληση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" ελλιπής,"['αγέμιστος', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" αλλιώτικος,"['διαφορετικός', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" εκκλίνω,"['αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" αλλοδαπός,"['αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ετεροεθνής', 'ξενικός', 'ξενομερίτης', 'ξωμερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" αλλοδαπή,"['εξωτερικό', 'ξενιτιά', 'ξένα']" αλλοεθνής,"['αλλόγλωσσος', 'αλλόφυλος', 'βάρβαρος', 'απολίτιστος', 'ξενόγλωσσος']" ακινητοποιώ,"['δεσμεύω', 'σταθεροποιώ', 'σταματώ', 'στερεώνω', 'παροπλίζω']" ακινησία,"['αδράνεια', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" αλλοιώνομαι,"['ξινίζω', 'σαπίζω', 'χαλώ']" αλλοιώνω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" αλλοτινός,"['αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" αλλοτρίωση,"['εκποίηση', 'απαλλοτρίωση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'πούλημα', 'χάσιμο']" αθλούμαι,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" αλλοπρόσαλλος,"['αβέβαιος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" αλλοίωση,"['διαστρέβλωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" αιθρία,"['αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" αλισβερίσι,"['αγοραπωλησία', 'δοσοληψία', 'νταραβέρι', 'μπίζνες', 'συναλλαγή']" αιθυλαιθέρας,"['αιθρία', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" ελκυστικός,"['γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" γλιτωμός,"['εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" γκισέ,"['θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" γλιτώνω,"['απαλλάσσομαι', 'ξενοιάζω', 'ξεμπερδεύω', 'ξεμπλέκω', 'ξεσκοτίζομαι', 'ξεφορτώνομαι']" αλιτήριος,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" γλισχρότητα,"['ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" αλλόγλωσσος,"['αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'βάρβαρος', 'απολίτιστος', 'ξενόγλωσσος']" αλλόκοτος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" εικόνα,"['είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" ακλόνητος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" αλλόμορφος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" δικός,"['εγγενής', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" αλλότριος,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'ανεξάρτητος', 'ασυναφής', 'ασυνάρτητος', 'ασχέτιστος', 'απράγμονας', 'ξένος', 'άσχετος']" αλλότροπος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" αλλόφυλος,"['αλλοεθνής', 'αλλόγλωσσος', 'βάρβαρος', 'απολίτιστος', 'ξενόγλωσσος']" αλλότυπος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" αλλάζω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" αλλάζω κατεύθυνση,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" διθύραμβος,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" αιθέρας,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" αλλήθωρος,"['λοξομάτης', 'λοξόφθαλμος', 'στραβομάτης', 'ζαβομάτης', 'πλαγιομάτης', 'πλαγιόμματος']" ακλήτευτος,"['ακάλεστος', 'αυτόκλητος', 'απροσκάλεστος', 'απρόσκλητος', 'άκλητος']" εκκίνηση,"['αναχώρηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'φευγιό', 'παρτέντζα']" εκμαγείο,"['εφαρμοστός', 'καλούπι', 'μήτρα', 'φόρμα', 'τύπος', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" αλμανάκ,"['ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" ειμαρμένη,"['γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" αλματικός,"['αλματώδης', 'γρήγορος', 'απότομος']" εκνευρίζομαι,"['αγανακτώ', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" αλματώδης,"['αλματικός', 'γρήγορος', 'απότομος']" αλογάριαστος,"['αδιευθέτητος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" ακμαίος,"['ερρωμένος', 'εύρωστος', 'ρωμαλέος', 'στιβαρός', 'σφριγηλός', 'άλκιμος']" εκμηδενίζω,"['καταβάλλω', 'κατανικώ', 'κατατροπώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω']" ακολασία,"['ασωτία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατασπατάληση', 'κατάχρηση', 'σφετερισμός', 'υπέρμετρη χρήση']" διοικητής,"['εκλεκτός', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" εθνικότητα,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" ακοιμησιά,"['αγρύπνια', 'αϋπνία', 'ξενύχτημα', 'ολονυκτία']" ακολουθώ,"['εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" ακολουθία,"['γραμμή', 'αράδα', 'σειρά', 'στοίχος', 'στίχος', 'παράταξη']" ακοινωνησία,"['ανεπιμιξία', 'απομονωτήριο', 'απομόνωση', 'αποξένωση', 'ξεμονάχιασμα']" ακολούθως,"['εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" ακοινώνητος,"['αγρίμι', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'θήραμα', 'άγριο ζώο', 'ζουλάπι']" αλοιφή,['άλειμμα'] ακομμάτιαστος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ακομπανιάρω,"['εγκωμιάζω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" ακονίζω,"['εξασκώ', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" διορισμός,"['αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" διορθώνω,"['διακοσμώ', 'επισκευάζω', 'κανονίζω', 'ρεγουλάρω', 'τακτοποιώ', 'σιάζω', 'φτιάνω']" γιορντάνι,"['κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" βιος,"['ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" ακουκούλωτος,"['ακαπάκωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" ακουμπώ,"['βασίζομαι', 'στηρίζομαι', 'υπολογίζω', 'ποντάρω']" ακουρασιά,['αβαρεσιά'] γιουρούσι,"['γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" αλμυρή,"['γιαλός', 'κυανό χρώμα', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πόντος', 'πέλαγα', 'πέλαγος']" αλουσιά,"['ακαθαρσία', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" εκμυστηρεύομαι,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" ακουστική παρακολούθηση,"['ακρόαση', 'αφούγκρασμα', 'ιατρική εξέταση', 'κρυφάκουσμα', 'στηθοσκόπηση', 'άκουσμα']" αλουστράριστος,"['αβερνίκωτος', 'αγυάλιστος', 'αστίλβωτος', 'άβαφος']" ακμάζω,"['αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ακούνητος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" γιούρα,"['γιουρούσι', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" ακούραστος,"['αβαρής', 'ελαφρός', 'ανάλαφρος', 'άβαρος', 'άμυαλος', 'πρόθυμος']" ακούσιος,"['αβούλητος', 'αθέλητος', 'αναγκαστικός', 'ανάθελος', 'άθελος', 'άκων', 'ζοριλίδικος']" ακούω,"['εγγίζω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" ακμή,"['ακωκή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" ακοίλαντος,"['αβαθούλωτος', 'αγούβωτος', 'άσκαφτος']" ακοίμητος,"['ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'άγρυπνος', 'άσβηστος', 'άυπνος', 'προσεκτικός']" διοχετευτής,"['αγωγός', 'οδηγός', 'μεταδότης', 'μεταφορέας']" ακραιφνής,"['ειλικρινής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" γκρεμίζω,"['κατεδαφίζω', 'ξεθεμελιώνω', 'ρίχνω', 'χαλώ']" αιρετικός,"['αλλαξόπιστος', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" ακρατής,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" ακραίος,"['ακριανός', 'ακρινός', 'ανεξέλεγκτος', 'εξτρεμιστής', 'επικίνδυνος', 'απόμακρος', 'τελευταίος']" ειρηνεύω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" ειρηνική ζωή,"['ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" ακριβαίνω,"['ανατιμούμαι', 'υπερτιμώ']" ακριβοθώρητος,"['εκλεκτός', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" ακριανός,"['ακραίος', 'ακρινός', 'ανεξέλεγκτος', 'εξτρεμιστής', 'επικίνδυνος', 'απόμακρος', 'τελευταίος']" ακριβός,"['δαπανηρός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" ακριβής,"['αληθινός', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" ακρινός,"['ακραίος', 'ακριανός', 'ανεξέλεγκτος', 'εξτρεμιστής', 'επικίνδυνος', 'απόμακρος', 'τελευταίος']" ακρογιαλιά,"['ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" ακροθαλασσιά,"['ακρογιαλιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" ακροθαλάσσιος,"['αγχίαλος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" ακρολίθι,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" ειρμός,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" αθροίζω,"['θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" εκρυθμία,"['αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" βιρτουόζος,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" αθρόα,"['αγεληδόν', 'κοπαδιαστά', 'σωρηδόν']" ακράδαντος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" ακρόγιαλος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" ακρόαση,"['ακουστική παρακολούθηση', 'αφούγκρασμα', 'ιατρική εξέταση', 'κρυφάκουσμα', 'στηθοσκόπηση', 'άκουσμα']" ειρωνεύομαι,"['γελώ δυνατά', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" ειρωνεία,"['αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" ακρωτηριασμένος,"['ελαττωματίας', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" ακράτητος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" ακρίβεια,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" εκρίζωση,"['βγάλσιμο', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" εκτεθειμένος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" δισεκατομμυριούχος,"['βαθύπλουτος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" εισβολή,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" εκτενές λεξικό,"['αγαπητός', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" ακταίος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" εκτείνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" αισθαντικός,"['αισθηματικός', 'αισθηματίας', 'ευαίσθητος', 'ευσυγκίνητος']" γλυκανάλατος,"['ανούσιος', 'νερόβραστος', 'σαχλός', 'άγευστος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άσχημος', 'άχαρος']" αισθηματικός,"['αισθαντικός', 'αισθηματίας', 'ευαίσθητος', 'ευσυγκίνητος']" αισθηματίας,"['αισθαντικός', 'αισθηματικός', 'ευαίσθητος', 'ευσυγκίνητος']" αισθητήριο,"['διαίσθηση', 'εντύπωση', 'απήχηση', 'αίσθηση', 'συναίσθηση']" αισιοδοξώ,['ελπίζω'] αισιοδοξία,"['αισιοφροσύνη', 'οπτιμισμός']" γλυκοαίματος,"['ελκυστικός', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" αιτιολογία,"['δικαιολογία', 'αναγωγή', 'εξήγηση', 'πρόφαση']" ακτινοβολία,"['ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" ακτινοβόλος,"['γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" αισιοφροσύνη,"['αισιοδοξία', 'οπτιμισμός']" γλυκούλης,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" εκτιμώ,"['αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" αισιόδοξος,"['ευνοϊκός', 'ευοίωνος', 'αίσιος', 'οπτιμιστής']" αισθάνομαι,"['εγγίζω', 'ακούω', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" γλυκός,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" γλυκόφωνος,"['αηδόνι', 'εύγλωττος', 'ομιλητικός', 'φλύαρος']" γλυκόζη,"['γλυκός', 'γλύκα', 'κάντιο', 'σάκχαρον', 'ζάχαρη']" γλυκύτητα,"['αβρότητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" εκφοβισμός,"['απειλή', 'φοβέρα', 'φοβέρισμα', 'φόβισμα']" αιφνιδιασμός,"['ευχάριστο γεγονός', 'αποσβόλωμα', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'ξάφνιασμα', 'σοκάρισμα', 'σάστισμα', 'έκπληξη']" αιφνιδιαστική επιθεώρηση,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" αιφνιδιάζω,['ξαφνιάζω'] εκτοξεύω,"['διαβιβάζω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" εκτοπίζω,"['αλαργεύω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αθυμώ,"['δυσθυμώ', 'κακοκαρδίζω', 'θλίβομαι', 'λυπάμαι', 'μελαγχολώ', 'μικροψυχώ']" αθυμία,"['αδιαθεσία', 'ακεφιά', 'ελαφρά αρρώστια', 'ανημποριά', 'ανορεξία', 'δυσθυμία']" αιφνίδια εκδήλωση,"['διάρρηξη', 'ανατίναγμα', 'ανατίναξη', 'ξέσπασμα', 'σκάσιμο', 'έκρηξη']" αιφνίδιος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" εκτραχύνω,"['αγριεύω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" αλτρουισμός,"['εθελοθυσία', 'αλληλεγγύη', 'αυταπάρνηση', 'αυτοθυσία', 'φιλαλληλία', 'φιλανθρωπία']" αλτρουιστικός,"['αδερφικός', 'αγαπημένος', 'αφίλαυτος', 'φιλικός']" αθυροστομία,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" εκτροφή,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" αθυρόστομος,"['αλαζόνας', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'θρασύς', 'ιταμός', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" εκφράζω,"['διαβάζω δυνατά', 'διατυπώνω κατηγορία', 'απαγγέλλω']" δισταγμός,"['αδιέξοδο', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" διστακτικός,"['απρόθυμος', 'οκνός', 'ράθυμος', 'άθελος', 'άκεφος', 'άστεργος', 'χλιαρός']" διστακτικότητα,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" εκστατικός,"['εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" εκσυγχρονίζω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" εκφυλισμένος,"['διεφθαρμένος', 'διεστραμμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'σάπιος', 'έκδοτος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" διστάζω,"['διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφιρρέπω', 'αμφιταλαντεύομαι', 'δυσπιστώ']" αλυσίδα,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" εισόδημα,"['αβάντσα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" αλφάδι,"['γνώμονας', 'γωνιόμετρο', 'γωνία', 'υδροστάθμη', 'στάθμη', 'στάφνη']" εκτέλεση καθήκοντος,"['βασάνισμα', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" εκτέλεση με προσοχή,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" αλυπησιά,"['αναλγησία', 'αστοργία', 'ασπλαχνία', 'απονιά', 'σκληροκαρδία', 'σκληροψυχία']" ακτή,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" εκφώνηση,"['διάβασμα', 'ανάγνωση']" εκφώνηση λόγου,"['αγόρευση', 'δημηγορία', 'διάλεξη', 'λόγος', 'ομιλία']" εκτίναξη,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" αισχροκερδής,"['αγιογδύτης', 'ιερόσυλος', 'κλέφτης', 'φαταούλας', 'τοκογλύφος', 'άρπαγας']" αισχρός,"['αδιάντροπος', 'αναιδής', 'αναίσχυντος', 'ασύστολος', 'επαίσχυντος', 'ξεδιάντροπος']" αισχύνη,"['εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" διάβασμα,"['εκφώνηση', 'ανάγνωση']" βλάβη,"['αδικοπραγία', 'αδικία', 'αδίκημα', 'ανομία', 'ζημία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" διάδοση,"['διαλάλημα', 'θρύλος', 'λόγος', 'μύθος', 'σπερμολογία', 'φήμη', 'άκουσμα']" αλάβωτος,"['αβάρετος', 'ατραυμάτιστος', 'απλήγωτος', 'απρόσβλητος', 'αχτύπητος', 'άτρωτος']" διάλεξη,"['αγόρευση', 'δημηγορία', 'εκφώνηση λόγου', 'λόγος', 'ομιλία']" ακάθαρτος,"['ακαθάριστος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" βλάκας,"['βλήμα', 'βολίδα', 'βόλι']" γιόκας,"['γιός', 'υιός', 'το παιδί']" διάθεση,"['βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" ακόλαστος,['1'] αλάθευτος,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" ακόλαστος,['1'] ακάλεστος,"['ακλήτευτος', 'αυτόκλητος', 'απροσκάλεστος', 'απρόσκλητος', 'άκλητος']" ακάθιστος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" διάλογος,"['κουβέντα ', 'συνομιλία', 'συζήτηση']" διόλου,"['γενικώς', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" ακόλουθος,"['δευτερογενής', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" διάλυση,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'ανάλυση', 'εξέταση', 'εξήγηση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" ακάλυπτος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" ακωκή,"['ακμή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" γκόμενος,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'αγόρι', 'εραστής', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" ακάματης,"['αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" ακάματος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" αθάνατος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" αλάνης,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" αλάνι,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" αλάνθαστος,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" διάολος,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" ακάμωτος,"['αγίνωτος', 'ακατόρθωτος', 'ανεκτέλεστος', 'αμέστωτος', 'ανώριμος', 'αψώμωτος', 'άγουρος', 'άβραστος', 'άψητος']" αιωνίως,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" αλάργα,"['απόμακρα', 'κατάμακρα', 'μακριά', 'άπω', 'πόρρω', 'πέρα']" ακόρεστος,"['αδηφάγος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'φαγάς', 'άπληστος']" διόρθωμα,"['εξασφάλιση', 'γάμος', 'επαναφορά', 'επανόρθωση', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" αιωρούμαι,"['επικρέμομαι', 'κρέμομαι']" διάρρηξη,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'ανατίναγμα', 'ανατίναξη', 'ξέσπασμα', 'σκάσιμο', 'έκρηξη']" γιός,"['γιόκας', 'υιός', 'το παιδί']" διάταξη,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" ακάτεχος,"['αγνοών', 'ανυποψίαστος', 'ανύποπτος', 'ανίδεος']" βιάση,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" ακόσμητος,"['αδιακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος', 'λιτός']" διάφορο,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" διάφορος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" γιάτρεμα,"['ανάληψη', 'ανάρρωση', 'γέρεμα', 'ξαναδυνάμωμα', 'ορθοπόδιση']" διάσταση,"['διαφορά', 'διάστημα', 'ετερότητα', 'απόσταση', 'μάκρος', 'άβυσσος']" διάστημα,"['διαφορά', 'διάσταση', 'ετερότητα', 'απόσταση', 'μάκρος', 'άβυσσος']" γλωσσοτρώγω,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" γκάστρι,"['εγκυμοσύνη', 'γκαστριά', 'κυοφορία', 'κύηση']" βλάφτω,"['βασανίζω', 'καταστενοχωρώ', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματώ', 'ζεματίζω', 'ζημιώνω']" ελάττωμα,"['αδυναμία', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" ελάττωση,"['αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" βιάζομαι,"['ελαύνω', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" βιάζω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" διάπλατα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" διάπλαση,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" διάπυρος,"['ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" αθωώνω,"['αφήνω ατιμώρητο', 'απαλλάσσω']" ελάχιστος,"['ανώνυμος', 'κάποιος', 'λίγος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'ένας']" διέγερση,"['συγκλονισμός', 'συγκίνηση', 'χαρά']" αλύγιστος,"['αγονάτιστος', 'αδούλωτος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'λεύτερος', 'άκαμπτος', 'άσκυφτος']" αλέγρος,"['ελευθεριάζων', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" αθέατος,"['αδιόρατος', 'αμυδρός', 'αφανής', 'δυσδιάκριτος', 'θαμπός']" γλύκα,"['γλυκός', 'γλυκόζη', 'κάντιο', 'σάκχαρον', 'ζάχαρη']" αθέλητος,"['αβούλητος', 'ακούσιος', 'αναγκαστικός', 'ανάθελος', 'άθελος', 'άκων', 'ζοριλίδικος']" αλέθω,"['αλευροποιώ', 'κονιοποιώ', 'μασώ', 'συνθλίβω', 'συντρίβω', 'χωνεύω']" διένεξη,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" αθέμιτος,"['αντικανονικός', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άδικος', 'άνομος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" ακένωτος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" ακέραιος,"['αβλαβής', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" ακέριος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ακύρωση,"['ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" αλέρωτος,"['αβρώμιστος', 'ακηλίδωτος', 'αλίγδιαστος', 'αρρύπαντος', 'καθαρός']" ακέφαλος,"['αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" αλύτρωτος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" αλύπητος,"['αδυσώπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" βλέπω,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" βλέψη,"['διάθεση', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" εκπαιδεύομαι,"['βιάζομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'σοβαρολογώ', 'φοιτώ', 'σπουδάζω', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" εκπαιδεύω,"['διευθετώ', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" εκπατρισμός,"['αποδημία', 'ξενιτεμός', 'ξενίτεμα', 'μετανάστευση', 'μισεμός']" εκπατρίζομαι,"['εκδημώ', 'αποδημώ', 'ξενιτεύομαι', 'μεταναστεύω', 'μισεύω']" εκπαίδευση,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'ανατροφή', 'μόρφωση', 'ήθος']" εκπηγάζω,"['ακολουθώ', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" εκπονώ,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" εκποίηση,"['αλλοτρίωση', 'απαλλοτρίωση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'πούλημα', 'χάσιμο']" εκπρόθεσμα,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" εκπέμπω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" ελπίδα,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" ελπίζω,['αισιοδοξώ'] ακήδευτος,"['αδιάβαστος', 'άθαφτος', 'άταφος', 'άψαλτος']" διήγηση,"['εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" αλώβητος,"['αδιάπτωτος', 'αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" αλήθεια,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" αθήλαστος,"['αγαλούχητος', 'αβύζαχτος', 'αρώγιστος']" ακώλυτος,"['αδιακώλυτος', 'αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'αμπόδιστος', 'απεριόριστος', 'απρόσκοπτος']" διώκω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" βλήμα,"['βλάκας', 'βολίδα', 'βόλι']" διώξιμο,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" αιώνιος,"['αδιάκοπος', 'ακατάλυτος', 'ακατάργητος', 'αθάνατος', 'ανθεκτικός', 'αφάγωτος', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος', 'παντοτινός']" αθώος,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" ακήρατος,"['αμιγής', 'ανόθευτος', 'ανέρωτος', 'απρόσμικτος', 'άκρατος', 'άμικτος']" αιώρηση,"['κούνημα', 'μετεώρισμα', 'ταλάντευση', 'τραμπάλισμα']" αθώρητος,"['εξαφανισμένος', 'ανύφαντος', 'αφανής', 'αόρατος', 'κρυφός', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άφαντος', 'άσημος']" αλήτης,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" αλήστευτος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" αθώωση,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" διώχνω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" ακίδα,"['ακμή', 'ακωκή', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" αλίγδιαστος,"['αβρώμιστος', 'ακηλίδωτος', 'αλέρωτος', 'αρρύπαντος', 'καθαρός']" ακίνδυνος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" εκχερσωμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" αιχμαλωτίζω,"['κατακρατώ', 'συλλαμβάνω', 'πιάνω']" διχογνωμώ,"['διστάζω', 'αμφιβάλλω', 'αμφιρρέπω', 'αμφιταλαντεύομαι', 'δυσπιστώ']" διχογνωμία,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αιχμάλωτος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" αιχμή,"['ακμή', 'ακωκή', 'ακίδα', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" εν γένει,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" εν συγκρίσει,"['αγνάντια', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'φάτσα', 'έναντι']" εν συνόλω,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" ενδεδειγμένος,"['αναγκαίος', 'απαιτούμενος', 'απαραίτητος', 'επιβαλλόμενος', 'χρειαζούμενος']" αναγγελία,"['αγγελία', 'δηλοποίηση', 'διακήρυξη', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση', 'άγγελμα']" αναγαλλιάζω,"['αγάλλομαι', 'ευφραίνομαι', 'χαίρομαι']" αναγελώ,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" αναγεννιέμαι,"['αναβιώνω', 'αναρρωνύω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναβλασταίνω', 'ξαναζωντανεύω', 'συνέρχομαι']" αναγεννώ,"['αναδημιουργώ', 'ξαναγεννώ', 'ξαναγίνομαι']" αναγερτά,"['ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανεδαφικός,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ανεδαφικότητα,"['εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" αναγγέλλω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" αναδεύω,"['αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'αναταράζω', 'ανασκαλεύω', 'κουνώ', 'ταράζω', 'συδαυλίζω']" ανεβαίνω,"['αναβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" αναβαίνω,"['ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" αμαγείρευτος,"['σκληρός', 'άβραστος', 'ωμός', 'άφτιαχτος', 'άψητος']" ανεγείρω,"['ανιδρύω', 'ανοικοδομώ', 'ξαναχτίζω', 'οικοδομώ', 'χτίζω']" αναδεχτός,"['βαφτισιμιός', 'βαφτιστικός', 'βαφτιστήρι']" αναδημιουργώ,"['αναγεννώ', 'ξαναγεννώ', 'ξαναγίνομαι']" αναδημιουργία,"['αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" εναγκαλισμός,"['αγκάλιασμα', 'ασπασμός', 'περιπλοκή', 'περίπτυξη']" εναγκαλίζομαι,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" αναγκεμένος,"['ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" αναγκασμό,"['ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" αναγκαστικός,"['αβούλητος', 'ακούσιος', 'αθέλητος', 'ανάθελος', 'άθελος', 'άκων', 'ζοριλίδικος']" αναβιβάζω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αναγκαίος,"['ενδεδειγμένος', 'απαιτούμενος', 'απαραίτητος', 'επιβαλλόμενος', 'χρειαζούμενος']" αναδιφώ,"['διερευνώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" αξεδιάλεχτος,"['αδιάλεχτος', 'αξεκαθάριστος', 'αξεχώριστος']" αναβλύζω,"['βγαίνω', 'αναβρύζω', 'βρυσίζω', 'ξεπετιέμαι', 'πηγάζω', 'χύνομαι']" αναβιώνω,"['αναγεννιέμαι', 'αναρρωνύω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναβλασταίνω', 'ξαναζωντανεύω', 'συνέρχομαι']" αναβολή,"['αναστολή', 'αργοπορία', 'επιβράδυνση', 'καθυστέρηση', 'τρενάρισμα', 'άργητα']" εξαγορά,"['γλιτωμός', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" αναγουλιάζω,"['βδελύσσομαι', 'αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'μισώ', 'σιχαίνομαι']" αναγνωρισμένος,"['κλασικός', 'άριστος']" ανεγνωριά,"['αγνωμοσύνη', 'αναγνωριά', 'αχαριστία']" αναγνωριά,"['αγνωμοσύνη', 'ανεγνωριά', 'αχαριστία']" αναγνωρίζω,"['αναλογίζομαι', 'αναμιμνήσκομαι', 'αναμνιάζω', 'αναπολώ', 'απομνημονεύω', 'θυμούμαι']" αναβοώ,"['αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" ανεγνώριστος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" αναβρασμός,"['αγανάκτηση', 'αναστάτωση', 'ερεθισμός', 'ταραχή', 'σάλος', 'έξαψη', 'χόχλασμα']" εξαγριώνομαι,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" αναδρομή,"['γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" αναβροχιά,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία', 'στέγνια']" αναγράφω,"['εγγράφω', 'γράφω', 'καταγράφω', 'καταχωρώ', 'περιγράφω']" αναβρύζω,"['βγαίνω', 'αναβλύζω', 'βρυσίζω', 'ξεπετιέμαι', 'πηγάζω', 'χύνομαι']" αναγυρίζω,"['ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" εξαγωγή,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" αναγωγή,"['ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" αναγωγία,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αγένεια', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" ανεβόλεμα,"['ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" ανεβόλιασμα,"['ανεβόλεμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" αναγόρευση,"['διορισμός', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" αμαγάριστος,"['αβεβήλωτος', 'αγνός', 'αμόλυντος', 'αμίαντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'ιερός', 'άσπιλος']" ανεβάζω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αναγάπητος,"['αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" αναγέλασμα,"['ειρωνεία', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" αναγέννηση,"['αναδημιουργία', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" αναδίνω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" αναλγησία,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" ανακαινιστής,"['ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" ανακαινίζω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" ενδιαιτώμαι,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" αξεκαθάριστος,"['αδιάλεχτος', 'αξεδιάλεχτος', 'αξεχώριστος']" ανακαλύπτω,"['εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" ανεκδιήγητος,"['ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" αναθεματισμένος,"['αφορεσμένος', 'αφορισμένος', 'επικατάρατος', 'καταραμένος']" αναθεματίζω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" ενδιαμέσως,"['αναμεταξύ', 'ανάμεσα', 'καταμεσής', 'μεταξύ']" αναλαμπή,"['γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" ανακεφαλαίωση,"['επιτομή', 'συγκεφαλαίωση', 'σύνοψη', 'σύνοψιση', 'περίληψη']" ανακατεύω,"['διαμορφώνω', 'ζυμώνω', 'πλάθω']" ανακατωσούρα,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" αναθεωρώ,"['επανεξελέγχω', 'επανεξετάζω', 'ξαναβλέπω', 'ξαναεξετάζω', 'ξανακοιτάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" ανελεύθερος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" ανεκδήλωτος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" ανελεήμονας,"['ανηλεής', 'ανοικτίρμονας', 'ανήλεος', 'βάναυσος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" αναιδής,"['αδιάντροπος', 'αισχρός', 'αναίσχυντος', 'ασύστολος', 'επαίσχυντος', 'ξεδιάντροπος']" ανακαίνιση,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" αναληθής,"['ανακριβής', 'λαθεμένος', 'κίβδηλος', 'ψευδής', 'ψεύτικος']" αμελλητί,"['ανυπερθέτως', 'εξάπαντος', 'αμέσως', 'οπωσδήποτε']" ανακινώ,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'αναταράζω', 'ανασκαλεύω', 'κουνώ', 'ταράζω', 'συδαυλίζω']" αναλλοίωτος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" ανεκλάλητος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" εναλλάξ,['αλληλοδιάδοχα'] ανελκύω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αναλογώ,"['βγαίνω', 'ανταποκρίνομαι', 'αντιστοιχώ', 'ανήκω', 'ισοδυναμώ', 'προσομοιάζω']" αμεθοδία,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" αναλογίζομαι,"['διαλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" ανακολουθία,"['ανακόλουθο σχήμα', 'αντίφαση', 'ασυναρτησία', 'ασυμφωνία', 'ασυνέπεια', 'ασχεσία']" ανακοινώνω,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" ανακουφίζομαι,"['ανασαίνω', 'αναζωογονούμαι', 'αναπνέω', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι', 'ζω']" ανακουφίζω,"['απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζω', 'ξεθυμαίνω', 'παρηγορώ']" ανακούρκουδα,"['αναγερτά', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανακούφιση,"['ειρηνική ζωή', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" ανακοίνωση,"['αγγελία', 'δηλοποίηση', 'διακήρυξη', 'αναγγελία', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση', 'άγγελμα']" εξαιρετικός,"['εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" ανακριβής,"['αναληθής', 'λαθεμένος', 'κίβδηλος', 'ψευδής', 'ψεύτικος']" ανακρίβεια,"['αναλήθεια', 'λάθος', 'σφάλμα', 'παραδρομή', 'ψέμα']" εξακρίβωση,"['αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" αναισθησία,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αναθυμάμαι,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" αναλφάβητος,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" ανεκτέλεστος,"['αγίνωτος', 'ακατόρθωτος', 'ακάμωτος', 'αμέστωτος', 'ανώριμος', 'αψώμωτος', 'άγουρος', 'άβραστος', 'άψητος']" αναισχυντία,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" αναλόγηση,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" ανακάθισμα,"['αναγωγή', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" ανακόλουθο σχήμα,"['ανακολουθία', 'αντίφαση', 'ασυναρτησία', 'ασυμφωνία', 'ασυνέπεια', 'ασχεσία']" ανακάλυψη,"['δημιουργία', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" ανακάτευτος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" ανακάτωμα,"['ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" ανακάτωση,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" ανακόπτω,"['αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" ανελέητος,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" αξελέκιαστος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" αναθύμημα,"['αναθύμηση', 'αναπόληση', 'ενθύμηση', 'ανάμνηση', 'θύμηση']" αναθύμηση,"['αναθύμημα', 'αναπόληση', 'ενθύμηση', 'ανάμνηση', 'θύμηση']" αμβλύνω,"['αδυνατίζω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" αναλύω,"['αναπτύσσω', 'εξηγώ', 'ανοίγω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγεθύνω', 'μεγαλώνω', 'ξεδιπλώνω', 'ξετυλίγω', 'ξαπλώνω']" ανελπισιά,"['απελπισμός', 'απελπισία', 'απαρηγορησιά', 'απογοήτευση', 'απόγνωση']" αμελώ,"['δε σκοτίζομαι', 'αδιαφορώ', 'δεν ενδιαφέρομαι', 'αμεριμνώ']" αναλήθεια,"['ανακρίβεια', 'λάθος', 'σφάλμα', 'παραδρομή', 'ψέμα']" αναλώνω,"['δαπανώ', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" ανακήρυξη,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" αμαθής,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" αμελής,"['ακέφαλος', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" αναλίσκω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" εξαναγκασμός,"['αγγαρεία', 'αγγάρεμα', 'ανάγκαση', 'βία', 'υποχρέωση']" ανεμελιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αναμελιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" ανεξακρίβωτος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" ανεμβολίαστος,"['αδαμάλιστος', 'αβατσινάριστος', 'αβατσίνωτος', 'αμπόλιαστος']" εξανδραποδίζω,"['δαμάζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" ανανδρία,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" αναμεταξύ,"['ενδιαμέσως', 'ανάμεσα', 'καταμεσής', 'μεταξύ']" ανεξευγένιστος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" αναμετρώ,"['εκτιμώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" αναμετρώμαι,"['διαμάχομαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'είμαι ισόπαλος', 'παραβγαίνω']" αναμεστώνω,"['γεμίζω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" ανανεωτής,"['ανακαινιστής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" ανανεώνω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" ενδοιασμός,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" ανεξιλέωτος,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανελέητος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" αναμιμνήσκομαι,"['αναγνωρίζω', 'αναλογίζομαι', 'αναμνιάζω', 'αναπολώ', 'απομνημονεύω', 'θυμούμαι']" εμβολή,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" ανεξιχνίαστος,"['βαθύτατος', 'αβυσσαλέος', 'απύθμενος', 'καταχθόνιος', 'σατανικός', 'χαώδης']" αναμνηστήριο,"['ενθύμημα', 'ενθύμιο', 'θυμητάρι', 'θύμημα', 'σουβενίρ']" αναμνιάζω,"['αναγνωρίζω', 'αναλογίζομαι', 'αναμιμνήσκομαι', 'αναπολώ', 'απομνημονεύω', 'θυμούμαι']" αναμονή,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" αναμορφωτής,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" αναμορφώνω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" αναμμένος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ανεμοζάλη,"['αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" ενδοτικός,"['δειλός', 'αδρανής', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άπνους', 'άψυχος', 'πεθαμένος']" ενδοτικότητα,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" εναντιολογία,"['διαφορά', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντινομία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" εναντιότητα,"['διαπάλη', 'εναντίωση', 'αντενέργεια', 'αντίδραση', 'αντίσταση', 'αντίπραξη']" εξαντλώ,"['γκρεμίζω', 'εξασθενίζω', 'εξοντώνω', 'εξοφλώ', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ', 'πληρώνω']" εναντιώνομαι,"['αντενεργώ', 'αντιδρώ', 'αντιστέκομαι', 'αντιπράττω']" εναντίωση,"['διαπάλη', 'εναντιότητα', 'αντενέργεια', 'αντίδραση', 'αντίσταση', 'αντίπραξη']" ανεξάλειπτος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ανεξάντλητος,"['αδαπάνητος', 'αδιάθετος', 'ακατανάλωτος', 'αξόδευτος', 'αξόδιαστος']" ανεμόμυλος,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" ανεξάρτητος,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'αλλότριος', 'ασυναφής', 'ασυνάρτητος', 'ασχέτιστος', 'απράγμονας', 'ξένος', 'άσχετος']" αναμόρφωση,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" ανεξέλεγκτος,"['ακραίος', 'ακριανός', 'ακρινός', 'εξτρεμιστής', 'επικίνδυνος', 'απόμακρος', 'τελευταίος']" αναμέλπω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" ανεξέταστος,"['αβασάνιστος', 'αταλαιπώρητος', 'απαίδευτος', 'επιπόλαιος', 'πρόχειρος']" αναμέτρηση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" ανανέωση,"['ανακαίνιση', 'αντικατάσταση', 'επανάληψη', 'ξεκαινούργωμα', 'ξανάνιωμα', 'φρεσκάρισμα', 'παράταση προθεσμίας']" ανεμπόδιστα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" ανεμπόδιστος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" ανεξήγητος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" ανανήφω,"['ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" ανεξίτηλος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ανδραγαθία,"['ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" ανδραγάθημα,"['ανδραγαθία', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" ενεργητικό,"['βιος', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" ενεργητικός,"['βασικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" ανερευνώ,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" εξερεύνηση,"['διερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" ανερεύνηση,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" ανδρικής ηλικίας,"['αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'οπλίτης', 'σταθερός', 'σύνευνος', 'σύζυγος', 'άντρας', 'ώριμος']" αμεριμνησία,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αμεριμνώ,"['δε σκοτίζομαι', 'αδιαφορώ', 'δεν ενδιαφέρομαι', 'αμελώ']" αμαρκάλιστος,"['αβάτευτος', 'ανεπίβατος', 'ανόχευτος', 'ασυνουσίαστος', 'απήδητος']" εμβροντησία,"['θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" αναρμόδιος,"['ακατάλληλος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" ανερμάτιστος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" ανερμήνευτος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" αναρριχώμαι,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" αναρρωννύω,"['βελτιώνομαι', 'βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'ανθρωπεύω', 'επεξεργάζομαι', 'καλυτερεύω', 'ξαναπλάθω', 'τελειοποιώ', 'σιάχνω']" αναρρωνύω,"['αναγεννιέμαι', 'αναβιώνω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναβλασταίνω', 'ξαναζωντανεύω', 'συνέρχομαι']" αναρρίχηση,"['ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" αμαρτωλός,"['αδικητής', 'ανήθικος', 'κολασμένος', 'κριματισμένος', 'παραβάτης']" αμαρτύρητος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" αμαρτία,"['αδίκημα', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" αμερόληπτος,"['αδελέαστος', 'αδέκαστος', 'αντικειμενικός', 'αφατρίαστος', 'απροσωπόληπτος', 'δίκαιος']" εμβρόντητος,"['εκστατικός', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" αναρίθμηση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" αναρίθμητος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" αναρχία,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" εξευγενισμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" αμετακίνητος,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" εξαφανισμένος,"['αγνοούμενος', 'αφανέρωτος', 'άγνωστος', 'χαμένος']" ανευδοκίμητος,"['ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" αμεταμόρφωτος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" αναταραχή,"['ανεμοζάλη', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" αμεταρρύθμιστος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" αναταράζω,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'ανασκαλεύω', 'κουνώ', 'ταράζω', 'συδαυλίζω']" αμεταποίητος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" ανασαίνω,"['ανακουφίζομαι', 'αναζωογονούμαι', 'αναπνέω', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι', 'ζω']" ανασαίνω δύσκολα,"['αγκομαχώ', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" αμεταχείριστος,"['ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" ανασηκώνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" ανευλαβής,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'θρασύς', 'ιταμός', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" ανασκαλεύω,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'αναταράζω', 'κουνώ', 'ταράζω', 'συδαυλίζω']" ανασκελιάζω,"['αναγυρίζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" ανασκελάς,"['γαντζονούρης', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" εξασθενώ,"['δεν μπορώ', 'αδυνατώ', 'είμαι ανίκανος']" εξασθενίζω,"['γκρεμίζω', 'εξαντλώ', 'εξοντώνω', 'εξοφλώ', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ', 'πληρώνω']" ανασκαφή,"['αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξεθεμελίωμα', 'ξέχωμα', 'σκάλισμα', 'σκάψιμο', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" ανασκησία,"['αδαημοσύνη', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απειρία', 'απραγία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια', 'ποσότητα']" αναφιλητό,"['γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" ανατιμούμαι,"['ακριβαίνω', 'υπερτιμώ']" ανατινάζω,"['γκρεμίζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" ανατιμώ,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" ανευλάβεια,"['αθεΐα', 'ασέβεια', 'ασέβημα', 'απιστία', 'αψηφισιά', 'ιεροσυλία']" αξεσκόνιστος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" εξασθένηση,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" εξασκώ,"['ακονίζω', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" ενδυμασία,"['κουστούμι', 'ρούχο', 'φόρεμα', 'ένδυμα', 'περίβλημα']" ανατολή,"['αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" αναφορά,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" ανατριχιάζω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" ανατροφή,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'μόρφωση', 'ήθος']" ανατροπή,"['ακύρωση', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" ανατρέπω,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" αμαυρώνω,"['εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" ανευρίσκω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" εξευρίσκω,"['ανακαλύπτω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" εξευτελισμός,"['αισχύνη', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ανασυγκρότηση,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" εξευτελίζομαι,"['γλείφω', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" εξασφαλίζω,"['διασφαλίζω', 'ασφαλίζω', 'κατοχυρώνω', 'θωρακίζω', 'σιγουράρω']" εξευτελίζω,"['αμαυρώνω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" αναστενάζω βαριά,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" αναστηλώνω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" αναστολή,"['αναβολή', 'αργοπορία', 'επιβράδυνση', 'καθυστέρηση', 'τρενάρισμα', 'άργητα']" αναστομώνω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" αναστροφή,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" εξασφάλιση,"['διόρθωμα', 'γάμος', 'επαναφορά', 'επανόρθωση', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" αναστάτωση,"['αγανάκτηση', 'αναβρασμός', 'ερεθισμός', 'ταραχή', 'σάλος', 'έξαψη', 'χόχλασμα']" αναστέλλω,"['ανακόπτω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" αμετάβλητος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" αμετάβολος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" αμετάκλητος,"['αμετακίνητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ανέκκλητος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'τελεσίδικος', 'σταθερός']" εξαφάνιση,"['ανεδαφικότητα', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" αναφωνώ,"['αναβοώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" αμετάτρεπτος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" εξετάζω,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" αμετάπειστος,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" ανασέρνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αναφέρω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" ανασήκωμα,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" ανατίναγμα,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'διάρρηξη', 'ανατίναξη', 'ξέσπασμα', 'σκάσιμο', 'έκρηξη']" ανατίναξη,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'διάρρηξη', 'ανατίναγμα', 'ξέσπασμα', 'σκάσιμο', 'έκρηξη']" ανατίμηση,"['αναρρίχηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" ανασχηματισμός,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανάπλαση', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" ενασχολούμαι,"['απασχολούμαι', 'καταγίνομαι']" ενασχολώ,"['απασχολώ', 'αποσπώ την προσοχή']" ενασχόληση,"['διατριβή', 'δουλειά', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχολία', 'ασχόλημα', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" εμβάζω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" εμβάπτιση,"['βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" ανεύρεση,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'αποκάλυψη', 'ξεσκέπασμα', 'ξετρύπωμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" εξεύρεση,"['ανακάλυψη', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'αποκάλυψη', 'ξεσκέπασμα', 'ξετρύπωμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" εξεύρημα,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" αναζητώ ασφάλεια,"['καταλήγω να χρησιμοποιήσω', 'καταφεύγω', 'κάνω έκκληση', 'προσφεύγω κάπου']" αναζωογονούμαι,"['ανακουφίζομαι', 'ανασαίνω', 'αναπνέω', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι', 'ζω']" αναζωπυρώνομαι,"['αναγεννιέμαι', 'αναβιώνω', 'αναρρωνύω', 'ξαναβλασταίνω', 'ξαναζωντανεύω', 'συνέρχομαι']" αναζήτηση,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" αναπελευθέρωτος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" ανεπανόρθωτος,"['αθεράπευτος', 'ανήκεστος', 'ανίατος', 'καταστρεπτικός', 'φοβερός']" αναπαμός,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" αναπαράσταση,"['αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" εξαπατώμαι,"['απατώμαι', 'λαθεύω', 'ξεγελιέμαι', 'ξαστοχώ', 'φαλτσάρω', 'σφάλλω']" ανεπηρέαστος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός', 'άφθορος']" αναπηρία,"['ελαττωματικότητα', 'δυσμορφία', 'σακατιλίκι']" αναπληρώνω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" ανεπικούρητος,"['αγιάτρευτος', 'αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος', 'απροστάτευτος']" ανεπιμιξία,"['ακοινωνησία', 'απομονωτήριο', 'απομόνωση', 'αποξένωση', 'ξεμονάχιασμα']" ανεπιτήδειος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" ανεπιτήδευτος,"['αδέξιος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" ανεπιτήρητος,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'λυμένος', 'άδετος']" αναποδιά,"['εναντιότητα', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" αναποδογυρίζω,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" αναποδογύρισμα,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" εξαπολύω,"['ελευθερώνω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" αναπολώ,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" εξαποστέλλω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" αναποφάσιστος,"['αβάσιστος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αμφίβολος', 'ασταθής', 'αστήρικτος', 'επιπόλαιος', 'άβαθρος', 'άστατος']" αναπνέω,"['ανακουφίζομαι', 'ανασαίνω', 'αναζωογονούμαι', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι', 'ζω']" ανεπρόκοπος,"['ανευδοκίμητος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" αναπτύσσομαι,"['ακμάζω', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" αναπτύσσομαι ραγδαία,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" αναπτύσσω,"['αναλύω', 'εξηγώ', 'ανοίγω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγεθύνω', 'μεγαλώνω', 'ξεδιπλώνω', 'ξετυλίγω', 'ξαπλώνω']" αναπόδραστος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόφευκτος', 'αναπότρεπτος', 'αξέφευγος', 'μοιραίος', 'άφευκτος']" εναπόθεση,"['κατάθεση', 'μαρτυρία', 'ομολογία', 'τοποθέτηση', 'παράδοση όπλων']" αναπόληση,"['αναθύμημα', 'αναθύμηση', 'ενθύμηση', 'ανάμνηση', 'θύμηση']" αναπάντεχος,"['ακαριαίος', 'αιφνίδιος', 'ξαφνικός', 'στιγμιαίος', 'σύντομος', 'άμεσος']" ανεπάρκεια,"['γλισχρότητα', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" αναπόφευκτος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόδραστος', 'αναπότρεπτος', 'αξέφευγος', 'μοιραίος', 'άφευκτος']" εξαπάτηση,"['θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" αναπότρεπτος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόδραστος', 'αναπόφευκτος', 'αξέφευγος', 'μοιραίος', 'άφευκτος']" αξεπάστρευτος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" αξεπέραστος,"['ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" ανεπίβατος,"['αβάτευτος', 'αμαρκάλιστος', 'ανόχευτος', 'ασυνουσίαστος', 'απήδητος']" ανεπίγνωστος,"['αδιάφορος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" ανεπίτευκτος,"['ακατόρθωτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'απροσπέλαστος', 'ουτοπικός', 'άφθαστος']" ανεπίτρεπτος,"['αδικαιολόγητος', 'ασυγχώρητος', 'ασύγγνωστος', 'φταίχτης']" αναψυχή,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" αναίδεια,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" αμείλικτος,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" εξαίρετος,"['εξαιρετικός', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" αναίσθητος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άστοργος', 'άσπλαχνος']" εξαίσιος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" αναίσχυντος,"['αδιάντροπος', 'αισχρός', 'αναιδής', 'ασύστολος', 'επαίσχυντος', 'ξεδιάντροπος']" αμείωτος,"['αδιάπτωτος', 'αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" ανείπωτος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" αναχαιτίζω,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" αναχαίτιση,"['ανάσχεση', 'επίσχεση', 'συγκράτηση', 'σταμάτημα']" αναχωρητής,"['ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ανεχόρταγος,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'φαγάς', 'άπληστος']" αναχωρώ,"['αφήνω γεια', 'αποσύρομαι', 'αποχαιρετώ', 'αποχωρίζομαι', 'φεύγω', 'χάνω οριστικώς']" αναχώρηση,"['εκκίνηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'φευγιό', 'παρτέντζα']" αξεχώριστος,"['αδιάλεχτος', 'αξεδιάλεχτος', 'αξεκαθάριστος']" ανηγεμόνιστος,"['αβασίλευτος', 'αγέραστος', 'αμάραντος', 'άδυτος']" εξηγώ,"['ερμηνεύω', 'επιστρέφω', 'αποδίδω', 'απονέμω', 'μεταφράζω', 'παραφράζω']" ανηλεής,"['ανελεήμονας', 'ανοικτίρμονας', 'ανήλεος', 'βάναυσος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" βοηθητικός,"['εφεδρικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" βοηθός,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" βοηθώ,"['επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" ανηξεριά,"['αγνωσία', 'αμυαλιά', 'αμάθεια', 'αφροσύνη', 'επιπολαιότητα', 'άγνοια']" εξημερωμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" ενημερώνω,"['διαφωτίζω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" εξημερώνω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" εξηνταβελόνης,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" ανημέρευτος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" ενημέρωση,"['διδάγματα', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" ανημποριά,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" γοητευτικός,"['θελκτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" γοητεία,"['γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" γνησιότητα,"['ακεραιότητα', 'ανόθευτο', 'αρτιότητα', 'άδολο', 'πληρότητα']" ανηφοριά,"['ανεβόλεμα', 'ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" ανηφορίζω,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" ανησυχώ,"['αδημονώ', 'αγωνιώ', 'αμηχανώ', 'ανυπομονώ', 'καρδιοχτυπώ']" ανησυχία,"['ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" ανηφόρα,"['ανεβόλεμα', 'ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" ανηφόρισμα,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" αμηχανώ,"['αδημονώ', 'αγωνιώ', 'ανησυχώ', 'ανυπομονώ', 'καρδιοχτυπώ']" αμηχανία,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αξιαγάπητος,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" ανθεκτικός,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" ανιαρός,"['βαρετός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" δολερός,"['δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" ανιδρύω,"['ανεγείρω', 'ανοικοδομώ', 'ξαναχτίζω', 'οικοδομώ', 'χτίζω']" βολεύω,"['καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταφέρνω', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πετυχαίνω', 'πείθω']" αμιγής,"['ακήρατος', 'ανόθευτος', 'ανέρωτος', 'απρόσμικτος', 'άκρατος', 'άμικτος']" ενιαίος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ανιθαγενής,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ετεροεθνής', 'ξενικός', 'ξενομερίτης', 'ξωμερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" ανικανοποίητος,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'φαγάς', 'άπληστος']" βολιδοσκόπηση,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" ανικανότητα,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" αμιλλώμαι,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" δοκιμασία,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" δοκιμάζω,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" δοκιμή,"['εγχείρημα', 'απόπειρα', 'τεστ', 'τόλμημα', 'προσπάθεια']" γολιάθ,"['γιγαντόσωμος', 'γίγαντας', 'κολοσσός', 'τιτάνας', 'υπερφυσικός', 'υπεράνθρωπος']" αξιοθαύμαστος,"['αγαστός', 'επίφθονος', 'καταπληκτικός', 'θαυμαστός']" ανθολογία,"['ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" αξιοθρήνητος,"['δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπηρός', 'λυπητερός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" αξιολύπητος,"['δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'άτυχος']" ανθοκήπιο,"['ανθώνας', 'λαχανόκηπος', 'κήπος', 'μπαξές', 'περιβόλι']" ενθουσιασμός,"['αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" ενθουσιάζομαι,"['αλαλάζω', 'κραυγάζω', 'φωνάζω δυνατά']" δολοφόνος,"['εγκληματίας', 'βλαβερός', 'βλαπτικός', 'κακούργος', 'κακοποιός', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" αξιοτίμητος,"['αδελέαστος', 'αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'ντρέτος', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'έντιμος', 'χρηστός']" αξιοπερίεργος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" ανθρωπεύω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" ανθρωποθάλασσα,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" ανθρωπομάνι,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" ανθρωπότητα,"['κοινωνία', 'κοσμάκης', 'κόσμος', 'άνθρωποι']" ανισομετρία,"['ανισομέρεια', 'αρρυθμία', 'δυσαναλογία', 'δυσαρμονία', 'ασυμμετρία']" ανισομέρεια,"['ανισομετρία', 'αρρυθμία', 'δυσαναλογία', 'δυσαρμονία', 'ασυμμετρία']" ανισορροπία,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" εξιστόρηση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" ανισόρροπος,"['ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" εξισώνω,"['αντισηκώνω', 'αντισταθμίζω', 'ισορροπώ', 'ισοφαρίζω', 'ισοσταθμίζω']" ανισχυρία,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" αξιόλογος,"['αρκετός', 'επαρκής', 'ικανοποιητικός', 'κάμποσος', 'μπόλικος', 'σημαντικός']" αξιωματικός,"['διοικητής', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" αξιόπιστος,"['μπιστεμένος', 'μπιστικός', 'φερέγγυος', 'έμπιστος', 'πιστός']" ενθύμημα,"['αναμνηστήριο', 'ενθύμιο', 'θυμητάρι', 'θύμημα', 'σουβενίρ']" ενθύμηση,"['αναθύμημα', 'αναθύμηση', 'αναπόληση', 'ανάμνηση', 'θύμηση']" ενθύμιο,"['αναμνηστήριο', 'ενθύμημα', 'θυμητάρι', 'θύμημα', 'σουβενίρ']" αξιέραστος,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'ερωτιάρης', 'ερωτόληπτος', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος', 'παθιάρης']" αξιώ,"['αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" ανθώ,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ανθώνας,"['ανθοκήπιο', 'λαχανόκηπος', 'κήπος', 'μπαξές', 'περιβόλι']" αξιώνω,"['αξιώ', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" βολίδα,"['βλάκας', 'βλήμα', 'βόλι']" ανιχνεύω,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" δοξασμένος,"['ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" γονατίζω,"['καμπουριάζω', 'ταπεινώνομαι', 'σκύβω', 'υποδουλώνομαι', 'υποτάσσομαι', 'προσκυνώ']" ανοδήγητος,"['αδασκάλευτος', 'ακαθοδήγητος', 'ανορμήνευτος', 'ανουθέτητος', 'ασυμβούλευτος']" ανοησίες,"['αερολογήματα', 'αρλούμπες', 'κουροφέξαλα', 'κουταμάρες', 'σαχλαμάρες']" αμοιβαία σχέση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" αμοιβή,"['ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" αμολητός,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεπιτήρητος', 'απολυτός', 'λυμένος', 'ξεκάπιστρος', 'άδετος']" ανοικοδομώ,"['ανεγείρω', 'ανιδρύω', 'ξαναχτίζω', 'οικοδομώ', 'χτίζω']" ανοικονόμητος,"['αβόλευτος', 'ανάποδος', 'αταχτοποίητος', 'δύστροπος', 'στριμμένος']" ανοικτίρμονας,"['ανελεήμονας', 'ανηλεής', 'ανήλεος', 'βάναυσος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" αμολιέμαι,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" ενοικώ,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" ανολοκλήρωτος,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" εξολοθρεύω,"['αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" ανοιξιάτικος,['εαρινός'] γονιμοποιώ γυναίκα,"['διασκορπίζω', 'σκορπίζω', 'φυτεύω', 'σπέρνω']" αμολόγητος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" αμολάρω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" αμολάω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" ανοιχτομάτης,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" ανοιχτά,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" ανοιχτόκαρδος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" ανοιχτός,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" ανομβρία,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία', 'στέγνια']" ανομοιογενής,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" ανομολόγητος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" ανομοιόμορφος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" αμμουδιά,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" εξοντώνω,"['γκρεμίζω', 'εξαντλώ', 'εξασθενίζω', 'εξοφλώ', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ', 'πληρώνω']" εξονυχίζω,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" δονούμαι,"['καρδιοχτυπώ', 'ταράζομαι', 'συγκινούμαι', 'συγκλονίζομαι']" εννοώ,"['βαστώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" εννοώ να,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" ανομία,"['αδικοπραγία', 'αδικία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ζημία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" ανορεξία,"['αδιαθεσία', 'ακεφιά', 'ελαφρά αρρώστια', 'αθυμία', 'ανημποριά', 'δυσθυμία']" ανοργάνωτος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" εξοργίζομαι,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" εξοργίζω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" ανορθώνω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" ανορμήνευτος,"['αδασκάλευτος', 'ακαθοδήγητος', 'ανοδήγητος', 'ανουθέτητος', 'ασυμβούλευτος']" εξορίζω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" ανοσιούργημα,"['αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" ανουθέτητος,"['αδασκάλευτος', 'ακαθοδήγητος', 'ανοδήγητος', 'ανορμήνευτος', 'ασυμβούλευτος']" εξοφλώ,"['γκρεμίζω', 'εξαντλώ', 'εξασθενίζω', 'εξοντώνω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ', 'πληρώνω']" εξουσιάζω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" εξοστρακισμός,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" εξοστρακίζω,"['διώχνω', 'αποβάλλω', 'απορρίπτω', 'αποπέμπω']" δοντόπονος,"['ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" γονάτισμα,"['αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" ανούσιος,"['γλυκανάλατος', 'νερόβραστος', 'σαχλός', 'άγευστος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άσχημος', 'άχαρος']" εξοπλίζω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" ενοποίηση,"['αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" δονώ,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" αμνήστευση,"['συγγνώμη', 'συγχώρεση', 'συγχώρηση', 'συμπάθιο', 'συχώριο', 'άφεση']" ανοίγω,"['αναλύω', 'αναπτύσσω', 'εξηγώ', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγεθύνω', 'μεγαλώνω', 'ξεδιπλώνω', 'ξετυλίγω', 'ξαπλώνω']" ανοίκειος,"['ακατάλληλος', 'ανάρμοστος', 'ανήθικος', 'αταίριαστος', 'σόλοικος', 'άπρεπος']" αμοίραστος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ενοχλητικός,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" ενοχλώ,"['αγκυλώνω', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" ενοχοποιώ,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" ενοχοποίηση,"['δοκιμασία', 'καταδίκη', 'ταλαιπωρία', 'ποινή']" ανοχή,"['δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" γοργοποδίζω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" γοργάδα,"['γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" γοργότητα,"['αναλαμπή', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" γοργώνω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" αοριστία,"['αβεβαιότητα', 'διστακτικότητα', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αστάθεια', 'ασάφεια', 'δίλημμα']" δορυφόροι,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" δορυφόρος,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" βορά,"['εδωδή', 'βρώσις', 'νομή', 'σιτία', 'τροφή', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" γορίλας,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" ανταγωνισμός,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" ανταγωνίζομαι,"['αντιμετωπίζω', 'συγκρούομαι', 'συναγωνίζομαι', 'συναντιέμαι', 'παλεύω']" βουβαίνω,"['αφοπλίζω', 'αποσβολώνω', 'αποστομώνω', 'κεραυνώνω', 'φιμώνω']" εξυγιαίνω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" ανταλλαγή,"['αλλαγή', 'αλλαξιά', 'αντάλλαγμα', 'άλλαγμα']" αμυαλιά,"['αγνωσία', 'ανηξεριά', 'αμάθεια', 'αφροσύνη', 'επιπολαιότητα', 'άγνοια']" ανταλλάσσω,"['αλλάζω', 'αναπληρώνω', 'αντικαθιστώ', 'υποκαθιστώ']" αντενεργώ,"['εναντιώνομαι', 'αντιδρώ', 'αντιστέκομαι', 'αντιπράττω']" ανταμικός,"['εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" ανταμοιβή,"['αμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" αντενέργεια,"['διαπάλη', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντίδραση', 'αντίσταση', 'αντίπραξη']" ανταμώνω,"['βρίσκω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνδέω', 'συνουσιάζομαι', 'παντρεύομαι']" εμφανίσιμος,"['αφηρημένος', 'επιβλητικός', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'φιγουράτος', 'υποθετικός']" ανταρτοσύνη,"['ανυπακοή', 'ανυποταγή', 'ανυποταξία', 'απειθαρχία', 'απείθεια']" ανταρσία,"['ανυπακοή', 'εξέγερση', 'απειθαρχία', 'επανάσταση', 'αποστασία', 'στάση']" αμυδρός,"['αδιόρατος', 'αθέατος', 'αφανής', 'δυσδιάκριτος', 'θαμπός']" εντεταμένος,"['εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" εντατικός,"['εντεταμένος', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" εντατός,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" βουβός,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" αντεπεξέρχομαι,"['βλέπω', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" ανταποκρίνομαι,"['βγαίνω', 'αναλογώ', 'αντιστοιχώ', 'ανήκω', 'ισοδυναμώ', 'προσομοιάζω']" ανταπόδοση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" ανταπόκριση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" ανταπάντηση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" εξυγίανση,"['απολύμανση', 'αποστείρωση', 'καθαρισμός', 'παστερίωση']" εντείνω,"['αβγατίζω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" βουητό,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" αντηχώ,"['αντιβογγώ', 'αντιβουίζω', 'αντιλαλώ', 'αντιφωνώ', 'απηχώ', 'αχολογώ']" αντιβγαίνω,"['διαμάχομαι', 'αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'είμαι ισόπαλος', 'παραβγαίνω']" αντιαισθητικός,"['ακαλαίσθητος', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" δουλειά,"['διατριβή', 'ενασχόληση', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχολία', 'ασχόλημα', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" αντιβογγώ,"['αντηχώ', 'αντιβουίζω', 'αντιλαλώ', 'αντιφωνώ', 'απηχώ', 'αχολογώ']" αμφιβολία,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αντιβουίζω,"['αντηχώ', 'αντιβογγώ', 'αντιλαλώ', 'αντιφωνώ', 'απηχώ', 'αχολογώ']" αντιγνωμία,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντινομία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" αντιγραφή,"['αναπαράσταση', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" αντιγράφω,"['απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" αντιδρώ,"['εναντιώνομαι', 'αντενεργώ', 'αντιστέκομαι', 'αντιπράττω']" δουλευτής,"['δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" αμφιβάλλω,"['διστάζω', 'διχογνωμώ', 'αμφιρρέπω', 'αμφιταλαντεύομαι', 'δυσπιστώ']" αντικαθιστώ,"['αλλάζω', 'αναπληρώνω', 'ανταλλάσσω', 'υποκαθιστώ']" αντικειμενικός,"['αδελέαστος', 'αδέκαστος', 'αμερόληπτος', 'αφατρίαστος', 'απροσωπόληπτος', 'δίκαιος']" αντιλαλώ,"['αντηχώ', 'αντιβογγώ', 'αντιβουίζω', 'αντιφωνώ', 'απηχώ', 'αχολογώ']" αντιλαμβάνομαι,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" αντικανονικός,"['αθέμιτος', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άδικος', 'άνομος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" αντικανονικότητα,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" αντικατάσταση,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'επανάληψη', 'ξεκαινούργωμα', 'ξανάνιωμα', 'φρεσκάρισμα', 'παράταση προθεσμίας']" αντικείμενο,"['διάθεση', 'βλέψη', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" αντιλογία,"['εναντιολογία', 'αντιμιλιά', 'αντιμίλημα', 'αμφισβήτηση', 'αντίλογος', 'αντίρρηση', 'αντίσκομμα', 'ένσταση']" αντικοιτώ,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" αντικρουόμενος,"['αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντικρύζω,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" αντικρίζω,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" αντιθωρώ,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'ατενίζω', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" βουλιάζω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" αμφιλύκη,"['λυκόφως', 'σκιόφως']" αντικέφαλα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" αντιμετωπίζω,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" αντιμιλιά,"['εναντιολογία', 'αντιλογία', 'αντιμίλημα', 'αμφισβήτηση', 'αντίλογος', 'αντίρρηση', 'αντίσκομμα', 'ένσταση']" αντιμισθία,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" αντινομία,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" αντιξοότητα,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" αντιμάχομαι,"['διαμάχομαι', 'αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιπαλεύω', 'είμαι ισόπαλος', 'παραβγαίνω']" αντιμέτρηση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" αντιμίλημα,"['εναντιολογία', 'αντιλογία', 'αντιμιλιά', 'αμφισβήτηση', 'αντίλογος', 'αντίρρηση', 'αντίσκομμα', 'ένσταση']" αμφιρρέπω,"['διστάζω', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφιταλαντεύομαι', 'δυσπιστώ']" αμφισβητώ,"['δεν παραδέχομαι', 'διεκδικώ', 'διαφιλονικώ', 'διαφωνώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αντιτίθεμαι']" αμφιταλαντευόμενος,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" αμφιταλαντεύομαι,"['διστάζω', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφιρρέπω', 'δυσπιστώ']" αμφιταλάντευση,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αντιφατικός,"['αντικρουόμενος', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντιφατικότητα,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντινομία', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" αμφισβήτηση,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αντισηκώνω,"['εξισώνω', 'αντισταθμίζω', 'ισορροπώ', 'ισοφαρίζω', 'ισοσταθμίζω']" αντιτιθέμενος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντιφρονών,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντισταθμίζω,"['εξισώνω', 'αντισηκώνω', 'ισορροπώ', 'ισοφαρίζω', 'ισοσταθμίζω']" αντιστοιχώ,"['βγαίνω', 'αναλογώ', 'ανταποκρίνομαι', 'ανήκω', 'ισοδυναμώ', 'προσομοιάζω']" αντιστρέφω,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" αντιστάθμιση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" αντιστάθμισμα,"['αντισήκωμα', 'αντιζύγι', 'αντίβαρο', 'αντίρροπο']" αντιστέκομαι,"['εναντιώνομαι', 'αντενεργώ', 'αντιδρώ', 'αντιπράττω']" αντιφωνώ,"['αντηχώ', 'αντιβογγώ', 'αντιβουίζω', 'αντιλαλώ', 'απηχώ', 'αχολογώ']" αντιτάσσομαι,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" αντισήκωμα,"['αντιστάθμισμα', 'αντιζύγι', 'αντίβαρο', 'αντίρροπο']" αντιτίθεμαι,"['δεν παραδέχομαι', 'διεκδικώ', 'διαφιλονικώ', 'διαφωνώ', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφισβητώ']" βουκέντρα,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" αντιζύγι,"['αντιστάθμισμα', 'αντισήκωμα', 'αντίβαρο', 'αντίρροπο']" αντιπαλεύω,"['διαμάχομαι', 'αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμάχομαι', 'είμαι ισόπαλος', 'παραβγαίνω']" αντιπαθητικός,"['αναγάπητος', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" αντιπαθώ,"['αηδιάζω', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" αντιπαραβολή,"['εξακρίβωση', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" αντιπαραθέτω,"['συγκρίνω', 'συνδυάζω', 'συσχετίζω', 'παραβάλλω', 'παραθέτω']" αντιπαρατάσσομαι,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" αντιπαράθεση,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" αντιπολεμώ,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" αντιπράττω,"['εναντιώνομαι', 'αντενεργώ', 'αντιδρώ', 'αντιστέκομαι']" αντιπάθεια,"['ασυμπάθεια', 'απαρέσκεια', 'αποστροφή', 'απέχθεια', 'εχθρότητα']" βουλή,"['γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" ενσκήπτω,"['αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" δοσοληψία,"['αγοραπωλησία', 'αλισβερίσι', 'νταραβέρι', 'μπίζνες', 'συναλλαγή']" αμυντικό περίβλημα,"['θώρακας', 'μεσαίο τμήμα εντόμων', 'στήθος', 'προστατευτικό μέσο']" αντρειοσύνη,"['αδειλία', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" εξτρεμιστής,"['ακραίος', 'ακριανός', 'ακρινός', 'ανεξέλεγκτος', 'επικίνδυνος', 'απόμακρος', 'τελευταίος']" αντρεία,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" αντρείος,"['γενναίος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" γουρλής,"['βαριόμοιρος', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" γουρλίδικος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" ενστερνίζομαι,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" εντυγχάνω,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" ενστικτώδης,"['εγγενής', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" βουτιά,"['εμβάπτιση', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" εμφυής,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" αντάλλαγμα,"['αλλαγή', 'αλλαξιά', 'ανταλλαγή', 'άλλαγμα']" αντάμειψη,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" εμφάνιση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" αντάμωμα,"['ενοποίηση', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" ενσωμάτωση,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" αντάρα,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" αντάρτης,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" εντέλεια,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" αντέτι,"['καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'έθιμο', 'παράδοση']" εντύπωση,"['διαίσθηση', 'αισθητήριο', 'απήχηση', 'αίσθηση', 'συναίσθηση']" αντέχω,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" ανυπακοή,"['ανταρσία', 'εξέγερση', 'απειθαρχία', 'επανάσταση', 'αποστασία', 'στάση']" ανυπερθέτως,"['αμελλητί', 'εξάπαντος', 'αμέσως', 'οπωσδήποτε']" ανυπαρξία,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'απουσία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" ανυπεράσπιστος,"['αγιάτρευτος', 'αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος', 'απροστάτευτος']" ανυποληψία,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ανυπολόγιστος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" ανυπομονησία,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" ανυπομονώ,"['αδημονώ', 'αγωνιώ', 'ανησυχώ', 'αμηχανώ', 'καρδιοχτυπώ']" ανυποταγή,"['ανταρτοσύνη', 'ανυπακοή', 'ανυποταξία', 'απειθαρχία', 'απείθεια']" ανυποταξία,"['ανταρτοσύνη', 'ανυπακοή', 'ανυποταγή', 'απειθαρχία', 'απείθεια']" ανυποστήριχτος,"['αγιάτρευτος', 'αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος', 'απροστάτευτος']" εξυπνότατος,"['ευφυής', 'ατσίδας', 'ικανότατος', 'κουνάβι', 'μουστέλα', 'πανούργος', 'πονηρός']" ανυποψίαστος,"['αγνοών', 'ακάτεχος', 'ανύποπτος', 'ανίδεος']" ανυπόκριτος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" ανυπόμονος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" ανυπόταχτος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" ανυπόφορος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" ανυπόστατος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ανυπέρβλητος,"['αξεπέραστος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" ανυψώνομαι,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" ανυψώνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" αντίβαλμα,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντινομία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" αντίβαρο,"['αντιστάθμισμα', 'αντισήκωμα', 'αντιζύγι', 'αντίρροπο']" αμφίβολος,"['αβάσιστος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αναποφάσιστος', 'ασταθής', 'αστήρικτος', 'επιπόλαιος', 'άβαθρος', 'άστατος']" αντίδραση,"['διαπάλη', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντενέργεια', 'αντίσταση', 'αντίπραξη']" αντίγραφο,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" αντίθεση,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντινομία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία', 'κοντράστο']" αντίθετος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντίληψη,"['εκδοχή', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" αντίλογος,"['εναντιολογία', 'αντιλογία', 'αντιμιλιά', 'αντιμίλημα', 'αμφισβήτηση', 'αντίρρηση', 'αντίσκομμα', 'ένσταση']" αντίκρυ,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'φάτσα', 'έναντι']" αντίξοα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" αντίνομος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντίξοος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντίρρηση,"['εναντιολογία', 'αντιλογία', 'αντιμιλιά', 'αντιμίλημα', 'αμφισβήτηση', 'αντίλογος', 'αντίσκομμα', 'ένσταση']" αντίρροπο,"['αντιστάθμισμα', 'αντισήκωμα', 'αντιζύγι', 'αντίβαρο']" αντίφαση,"['ανακολουθία', 'ανακόλουθο σχήμα', 'ασυναρτησία', 'ασυμφωνία', 'ασυνέπεια', 'ασχεσία']" αντίσκηνο,"['ορχήστρα', 'ράμπα', 'σκηνή', 'τσαντίρι', 'τέντα', 'προσκήνιο']" αντίσκομμα,"['εναντιολογία', 'αντιλογία', 'αντιμιλιά', 'αντιμίλημα', 'αμφισβήτηση', 'αντίλογος', 'αντίρρηση', 'ένσταση']" αντίσταση,"['διαπάλη', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντενέργεια', 'αντίδραση', 'αντίπραξη']" αντίστοιχος,"['ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" αντίστροφα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" αντίστροφος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντίπαλος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αντίπερα,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'φάτσα', 'έναντι']" αντίπραξη,"['διαπάλη', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντενέργεια', 'αντίδραση', 'αντίσταση']" αμυχή,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" εξάγγελος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" ανάδειξη,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" ανάβαση,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" αξόδευτος,"['αδαπάνητος', 'αδιάθετος', 'ακατανάλωτος', 'ανεξάντλητος', 'αξόδιαστος']" ανάγκαση,"['αναγκασμό', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" αξόδιαστος,"['αδαπάνητος', 'αδιάθετος', 'ακατανάλωτος', 'ανεξάντλητος', 'αξόδευτος']" ανάγκη,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" ανάγλυφος,"['ενεργητικός', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" ανάδιπλα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανάγνωση,"['εκφώνηση', 'διάβασμα']" ανάδοχος,"['εγγυητής', 'κουμπάρος', 'ονοματοθέτης', 'νουνός', 'σύντεκνος']" ανάδρομα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανάβω,"['αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" ανάγωγος,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" ενάγων,"['εγκαλεστής', 'κατήγορος', 'μηνυτής']" ανάλγητος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άστοργος', 'άπονος']" αμάθεια,"['αγνωσία', 'ανηξεριά', 'αμυαλιά', 'αφροσύνη', 'επιπολαιότητα', 'άγνοια']" ανάθελος,"['αβούλητος', 'ακούσιος', 'αθέλητος', 'αναγκαστικός', 'άθελος', 'άκων', 'ζοριλίδικος']" ανάθεμα,"['αφορισμός', 'αποκήρυξη', 'κακοτύχισμα', 'κατάρα']" ανάλαφρος,"['αβαρής', 'ελαφρός', 'ακούραστος', 'άβαρος', 'άμυαλος', 'πρόθυμος']" ανόθευτο,"['ακεραιότητα', 'γνησιότητα', 'αρτιότητα', 'άδολο', 'πληρότητα']" ανόθευτος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" αμάθητος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" ανάληψη,"['γιάτρεμα', 'ανάρρωση', 'γέρεμα', 'ξαναδυνάμωμα', 'ορθοπόδιση']" ανάλλαγος,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανέκκλητος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'τελεσίδικος', 'σταθερός']" ενάθληση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" εξάλλου,"['ακολούθως', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" ανάλογος,"['αντίστοιχος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" ανάκουστος,"['αγρίκητος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" ανάκριση,"['διερεύνηση', 'εξέταση']" ανάκτορο,"['βασιλόσπιτο', 'μέγαρο', 'μέλαθρο', 'σεράι', 'παλάτι']" αμόλυντο,"['αγνό', 'απέριττο']" αμόλυντος,"['αβεβήλωτος', 'αγνός', 'αμαγάριστος', 'αμίαντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'ιερός', 'άσπιλος']" ανάλυση,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'διάλυση', 'εξέταση', 'εξήγηση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" εξωθώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" εξάμβλωμα,"['απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" ανωμαλία,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" ανωμεριά,"['ανεβόλεμα', 'ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" ανάμεσα,"['ενδιαμέσως', 'αναμεταξύ', 'καταμεσής', 'μεταξύ']" γνωματοδότηση,"['βουλή', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" ανόμημα,"['αδίκημα', 'αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" αμάξι,"['αυτοκίνητο', 'κούρσα', 'τροχοφόρο', 'όχημα']" γνωμικό,"['γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρητό', 'ρήση', 'παροιμία']" ανάμιξη,"['ανακάτωμα', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" ανάξιος,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" ανάμνηση,"['αναθύμημα', 'αναθύμηση', 'αναπόληση', 'ενθύμηση', 'θύμηση']" ανόμοιος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" εξάντληση,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" ενάντιος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" γνωμάτευμα,"['γνωμικό', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρητό', 'ρήση', 'παροιμία']" γνωμάτευση,"['δείξη', 'δείξιμο', 'σημείο', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'σήμα', 'ένδειξη']" ανάμπαιγμα,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" εξωραΐζω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" αμόργη,"['αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" αμάραντος,"['αβασίλευτος', 'αγέραστος', 'ανηγεμόνιστος', 'άδυτος']" ενάρετος,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" ανόργωτος,"['ακαλλιέργητος', 'αζευγάριστος']" ανόρθωση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" ανάρμοστος,"['ακατάλληλος', 'ανοίκειος', 'ανήθικος', 'αταίριαστος', 'σόλοικος', 'άπρεπος']" ανάρρηση,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" ανάρρωση,"['γιάτρεμα', 'ανάληψη', 'γέρεμα', 'ξαναδυνάμωμα', 'ορθοπόδιση']" αμάρτημα,"['αδίκημα', 'αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" αμόρφωτος,"['αδιαπαιδαγώγητος', 'αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αστοιχείωτος', 'απαίδευτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'σκράπας', 'στουρνάρι', 'άξεστος']" γνωρίζω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" ανάσα,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" εξωτερικό,"['αλλοδαπή', 'ξενιτιά', 'ξένα']" ανωτερότητα,"['αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" εξωτερίκευση,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" ανάσασμα,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" ενότητα βιβλίου,"['βιος', 'ενεργητικό', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" ανάσκελα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" αμάτιαστος,"['αβασκάνιστος', 'αβάσκαντος', 'αφτάρμιστος']" εξάσκηση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" ενάσκηση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" ανάφλογος,"['διάπυρος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" ανόσιος,"['αισχρός', 'ανίερος', 'βέβηλος']" ανάτριχα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανάσταση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" ανάστημα,"['ηθικό έρεισμα', 'κορμοστασιά', 'μπόι', 'ύψος']" γνωστικός,"['εχέφρονας', 'μετριοπαθής', 'μυαλωμένος', 'φρόνιμος', 'συνετός', 'σώφρονος']" γνωστοποιώ,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'κοινολογώ', 'κοινοποιώ']" γνωστοποίηση,"['αγγελτήριο', 'ειδοποιητήριο', 'ειδοποίηση', 'άγγελμα']" ανάστροφα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάποδα', 'στραβά']" ανωφέλευτος,"['ανώφελος', 'αχρείαστος', 'αχρησίμευτος', 'άσκοπος', 'άχρηστος']" ανωφέρεια,"['ανεβόλεμα', 'ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανέβασμα', 'ανήφορος', 'δυσκολία']" ανάσχεση,"['αναχαίτιση', 'επίσχεση', 'συγκράτηση', 'σταμάτημα']" ανάζερβος,"['αδέξιος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" εξάπαντος,"['αμελλητί', 'ανυπερθέτως', 'αμέσως', 'οπωσδήποτε']" ανάπαυλα,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" ανάπαυση,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'καθισιό', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" ανάπηρος,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" ανάπλαση,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ξαναπλάσιμο', 'μεταρρύθμιση']" ανάποδα,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'στραβά']" ανάποδος,"['αβόλευτος', 'ανοικονόμητος', 'αταχτοποίητος', 'δύστροπος', 'στριμμένος']" εξάπτομαι,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" ανάπτυξη,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" ανόχευτος,"['αβάτευτος', 'αμαρκάλιστος', 'ανεπίβατος', 'ασυνουσίαστος', 'απήδητος']" ενόχληση,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" αξέβγαλτος,"['δειλός', 'μαζεμένος', 'ντροπαλός', 'φοβητσιάρης', 'συνεσταλμένος', 'άτολμος']" ανέγγιχτος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" ανέγερση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" εξέγερση,"['ανταρσία', 'ανυπακοή', 'απειθαρχία', 'επανάσταση', 'αποστασία', 'στάση']" ανέβασμα,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος', 'πρόοδος']" ανέγνοιαστος,"['αλαφρόκαρδος', 'ανέμελος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'μακάριος', 'ξένοιαστος', 'μποέμ', 'άφροντις']" ανέγνωρος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" αμύητος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" δούλα,"['βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" αμέλεια,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" ανέκαθεν,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" βούλευμα,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" δούλεψη,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" ανέκκλητος,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'τελεσίδικος', 'σταθερός']" δούλος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δέσμιος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" βούθουνας,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" ανέκφραστος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" ανέλπιστο αγαθό,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" ανέλπιστος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" ανέμελος,"['αλαφρόκαρδος', 'ανέγνοιαστος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'μακάριος', 'ξένοιαστος', 'μποέμ', 'άφροντις']" ανένδοτος,"['αδιάλλακτος', 'ασυμβίβαστος', 'απόλυτος', 'άκαμπτος']" ανέξοδα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" εξύμνηση,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" αμύνομαι,"['αντιστέκομαι', 'αποκρούω', 'συνασπίζω', 'υπεραμύνομαι', 'υπερασπίζομαι', 'προκινδυνεύω', 'προστατεύω']" ενέργεια αντιπερισπασμού,"['διατριβή', 'ενασχόληση', 'δουλειά', 'ασχολία', 'ασχόλημα', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" αμέρευτος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" αμέριμνος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" αμέρωτος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" ανέρωτος,"['ακήρατος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'απρόσμικτος', 'άκρατος', 'άμικτος']" ανέρχομαι,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" ανύφαντος,"['αθώρητος', 'εξαφανισμένος', 'αφανής', 'αόρατος', 'κρυφός', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άφαντος', 'άσημος']" αξέφευγος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόδραστος', 'αναπόφευκτος', 'αναπότρεπτος', 'μοιραίος', 'άφευκτος']" εξέταση,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'διάλυση', 'ανάλυση', 'εξήγηση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" βούτημα,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" ανέφικτος,"['ακατόρθωτος', 'ανεπίτευκτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'απροσπέλαστος', 'ουτοπικός', 'άφθαστος']" ανέτοιμος,"['απροετοίμαστος', 'απροπαρασκεύαστος', 'απροπαράσκευος']" αμέτοχος,"['αδιάφορος', 'απέχων', 'ουδέτερος', 'ξένος', 'άσχετος']" αμέτρητος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" γούστο,"['καλαισθησία', 'φιλοκαλία']" αμέστωτος,"['αδιαμόρφωτος', 'αδιάπλαστος', 'ασχημάτιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλερος', 'άπλαστος']" αμέσως,"['ακαριαία', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" ανέσωστος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" ανύπαντρος,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'αζευγάρωτος', 'μπεκιάρης', 'άγαμος', 'παράταιρος']" ανύπαρκτος,"['ανυπόστατος', 'φανταστικός', 'πλαστός', 'χιμαιρικός']" ανέπαφος,"['αδιάπτωτος', 'αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" ανύποπτος,"['αγνοών', 'ακάτεχος', 'ανυποψίαστος', 'ανίδεος']" ανύψωση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" ανέχεια,"['απορία', 'φτώχεια', 'ένδεια', 'πενία']" αξέχαστος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ανέχομαι,"['εγκαρτερώ', 'σηκώνω', 'συγχωρώ', 'στρέγω', 'υπομένω', 'υποφέρω', 'παραβλέπω']" ανύχτωτος,"['αβασίλευτος', 'αβράδιαστος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'φωτεινός']" εμπαιγμός,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" αμπελολόγια,"['αποτρυγίδια', 'αποστάφυλα', 'απότσαμπα', 'ρωγολογίδια', 'τσαμπουρίδια', 'τσάμπουρα']" αμπελοφυτεία,"['αμπελώνας', 'αμπέλι', 'κλήμα', 'άμπελος']" αμπελώνας,"['αμπελοφυτεία', 'αμπέλι', 'κλήμα', 'άμπελος']" αμπαρώνω,"['ασφαλίζω', 'κλειδώνω', 'κλείνω', 'μανταλώνω', 'συρταρώνω']" εμπαίζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" εμποδίζω,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" εμπορευόμενος,"['γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'έμπορος', 'πραματευτής']" εμπορικό,"['κατάστημα', 'μαγαζάκι', 'μαγαζί']" αμπόδιστος,"['αδιακώλυτος', 'αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ακώλυτος', 'ανεμπόδιστος', 'απεριόριστος', 'απρόσκοπτος']" αμπόλιαστος,"['αδαμάλιστος', 'αβατσινάριστος', 'αβατσίνωτος', 'ανεμβολίαστος']" αμπάρι,"['ανήλιο', 'αποθήκη', 'κελάρι', 'κρασοβόλι']" αμπέλι,"['αμπελοφυτεία', 'αμπελώνας', 'κλήμα', 'άμπελος']" αμπώθω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" αμπώχνω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" εξήγηση,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'διάλυση', 'ανάλυση', 'εξέταση', 'απλοποίηση', 'έρευνα']" βοήθεια,"['αβάντα', 'κέρδος', 'υποστήριξη', 'όφελος']" ανήλεος,"['ανελεήμονας', 'ανηλεής', 'ανοικτίρμονας', 'βάναυσος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" ανήκεστος,"['αθεράπευτος', 'ανεπανόρθωτος', 'ανίατος', 'καταστρεπτικός', 'φοβερός']" ανήθικος,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ασεβής', 'άδικος', 'άνομος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" ανήλιο,"['αμπάρι', 'αποθήκη', 'κελάρι', 'κρασοβόλι']" ανήκουστος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" ανήκω,"['βγαίνω', 'αναλογώ', 'ανταποκρίνομαι', 'αντιστοιχώ', 'ισοδυναμώ', 'προσομοιάζω']" ανώμαλος,"['αγροίκος', 'ακατέργαστος', 'βάναυσος', 'απελέκητος', 'τραχύς', 'ωμός']" ανήμερος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" γνώμη,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" γνώμονας,"['αλφάδι', 'γωνιόμετρο', 'γωνία', 'υδροστάθμη', 'στάθμη', 'στάφνη']" ανώνυμος,"['ελάχιστος', 'κάποιος', 'λίγος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'ένας']" ανήμπορος,"['αναγκεμένος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" ανώριμος,"['αγίνωτος', 'ακατόρθωτος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'αμέστωτος', 'αψώμωτος', 'άγουρος', 'άβραστος', 'άψητος']" ανώφελα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" ανώφελος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" γνώσεις,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" ανώτατος σε βαθμό,"['απόμακρος', 'τελευταίος', 'έσχατος']" γνώση,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" γνήσιος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" ανήφορος,"['ανεβόλεμα', 'ανεβόλιασμα', 'ανατίμηση', 'ανηφοριά', 'ανηφόρα', 'δοκιμασία', 'ανωμεριά', 'ανωφέρεια', 'ανέβασμα', 'δυσκολία']" γνώστης,"['ειδήμονας', 'επαΐων', 'ιδιοκτήτης', 'κάτοχος', 'κύριος', 'έμπειρος']" ανήσυχος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" ανίδεος,"['αγνοών', 'ακάτεχος', 'ανυποψίαστος', 'ανύποπτος']" αμίαντος,"['αβεβήλωτος', 'αγνός', 'αμαγάριστος', 'αμόλυντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'ιερός', 'άσπιλος']" ανίερος,"['αισχρός', 'ανόσιος', 'βέβηλος']" ανίατος,"['αθεράπευτος', 'ανεπανόρθωτος', 'ανήκεστος', 'καταστρεπτικός', 'φοβερός']" ανίκανος,"['δειλός', 'αδέξιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανεπιτήδευτος', 'ατζαμής', 'συνεσταλμένος', 'ζερβοχέρης']" ανίκητος,"['ακαταδάμαστος', 'ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατάβλητος', 'δυσπολέμητος', 'αήττητος', 'άτρωτος']" αμίμητος,"['ανυπέρβλητος', 'ασυναγώνιστος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'μοναδικός', 'άσος', 'άφταστος']" ενίοτε,"['κάποτε', 'τότε', 'άλλοτε']" ανίσχυρος,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ανίκανος', 'ασθενής', 'άκυρος']" αξίωμα,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" αξίωμα καθηγητού,"['επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" αξίωση,"['διεκδίκηση', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'θέληση']" ανίχνευση,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" δοχείο,"['αγγείο', 'βάζο']" δραγασιά,"['γιατάκι', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" εργαλείο,"['μαραφέτι', 'σκεύος', 'σύνεργο', 'όργανο']" δραγάτα,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" βραδύτερον,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" βραδέως,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" ερεθισμός,"['αγανάκτηση', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'οργή', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" αραιοϋφασμένος,"['αγανός', 'αραιός', 'ξέσφιχτος', 'χαλαρός']" αραιός,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" ερεθίζομαι,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" ερεθίζω,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" ερανισμός,"['ανθολογία', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" αραξοβολώ,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" γραμματέας,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" αραξοβόλι,"['αγκυροβόλιο', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" γραμμή,"['ακολουθία', 'αράδα', 'σειρά', 'στοίχος', 'στίχος', 'παράταξη']" αργοπορώ,"['επιβραδύνω', 'καθυστερώ', 'τρενάρω', 'υστερώ', 'υπολείπομαι']" αργοπορία,"['αναβολή', 'αναστολή', 'επιβράδυνση', 'καθυστέρηση', 'τρενάρισμα', 'άργητα']" βρασμένος,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" ερευνώ,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" δραστικός,"['ενεργητικός', 'επιτυχής', 'αποτελεσματικός', 'καίριος', 'λυσιτελής', 'τελεσφόρος']" γραφτό,"['ειμαρμένη', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" βραστός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" δραστήριος,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" εραστής,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" βρετό,"['ακατανοησία', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" βρεσίδι,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" αργά,"['αβίαστα', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άκοπα', 'άνετα']" αργότερα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" αργόσχολος,"['ακάματης', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" εργένης,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'αζευγάρωτος', 'μπεκιάρης', 'άγαμος', 'παράταιρος']" αργία,"['αναστολή', 'απεργία', 'αποχή από εργασία', 'σταμάτημα', 'στάθμευση', 'στάση', 'παύση']" αραίωση,['αραίωση'] βραχμάνος,"['αβάς', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" βραχυλογικός,"['βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" βραχύς,"['βραχυλογικός', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" βραχώδης,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" γρηγορεύω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" γρηγοροσύνη,"['γοργάδα', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" γρηγοράδα,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" ερημώνω,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω', 'χύνω']" ερημίτης,"['αναχωρητής', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" αρκετός,"['αξιόλογος', 'επαρκής', 'ικανοποιητικός', 'κάμποσος', 'μπόλικος', 'σημαντικός']" αριβάρω,"['ενσκήπτω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" αριθμός,"['νούμερο', 'ποσότητα']" αριολόγος,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σήστρο', 'σίτα']" αρλούμπες,"['αερολογήματα', 'ανοησίες', 'κουροφέξαλα', 'κουταμάρες', 'σαχλαμάρες']" δριμύς,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" δριμύτητα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" αριστεροχέρης,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" αριστερός,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" αριστερόχειρας,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" αριστερόχερος,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" αριστεία,"['ανωτερότητα', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" αριστοκράτης,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" αριστοτέχνης,"['δεξιοτέχνης', 'αρτίστας', 'καλλιτέχνης', 'μαιτρ', 'μερακλής']" αριστούργημα,"['διασκέδαση', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" γριφώδης,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" αριόσιτα,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριολόγος', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σήστρο', 'σίτα']" ερμηνεύω,"['εξηγώ', 'επιστρέφω', 'αποδίδω', 'απονέμω', 'μεταφράζω', 'παραφράζω']" ερμητικός,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" αρνητικός,"['απαγορευτικός', 'αποφατικός']" αρνησίκοσμος,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" αρνιέμαι,"['εγκαταλείπω', 'απαρνιέμαι', 'αποκηρύσσω', 'απορρίπτω', 'λησμονώ']" αρμονικός,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" αρμονικότητα,"['δεσμός', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" αρμονία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" βροντοφωνάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" αρνούμαι,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" δρομίζω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" δροσιά,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" αρμυρός,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" αρμυρίζω,"['αλατίζω', 'νοστιμίζω', 'ξυλοκοπώ', 'παστώνω']" αρμός,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" αρραβωνίσια,"['δαχτυλίδι', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" αρραβώνας,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" αρραβώνες,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" αρραβώνιασμα,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" αρρυθμία,"['ανισομετρία', 'ανισομέρεια', 'δυσαναλογία', 'δυσαρμονία', 'ασυμμετρία']" ερρωμένος,"['ακμαίος', 'εύρωστος', 'ρωμαλέος', 'στιβαρός', 'σφριγηλός', 'άλκιμος']" αρρωστιάρης,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" αρρωστιάρικος,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" αρρύπαντος,"['αβρώμιστος', 'ακηλίδωτος', 'αλέρωτος', 'αλίγδιαστος', 'καθαρός']" αρρώστημα,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" αρρώστια,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" αρσενικός,"['αγόρι', 'σερνικός', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άντρας', 'άρρην', 'παλικάρι']" αρτιγέννητος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" αρτιότητα,"['ακεραιότητα', 'γνησιότητα', 'ανόθευτο', 'άδολο', 'πληρότητα']" αρτιώνω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" βρυσίζω,"['βγαίνω', 'αναβλύζω', 'αναβρύζω', 'ξεπετιέμαι', 'πηγάζω', 'χύνομαι']" αρτίστας,"['δεξιοτέχνης', 'αριστοτέχνης', 'καλλιτέχνης', 'μαιτρ', 'μερακλής']" αράδα,"['ακολουθία', 'γραμμή', 'σειρά', 'στοίχος', 'στίχος', 'παράταξη']" βράδιασμα,"['αμφιλύκη', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" αρωγή,"['βοήθεια', 'συγκυρία', 'συνδρομή', 'συμπτώματα', 'σύνδρομο', 'σύμπτωση', 'έρανος']" αράθυμος,"['ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" βρωμιά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" βρωμιάρης,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" γράμμα,"['απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" ερωμένη,"['αγαπημένη', 'αγαπητικιά', 'φίλη']" ερωμένος,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ευνοούμενος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" ερωτεύομαι,"['αγαπώ', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" ερωτηματικό,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" ερωτικό αίσθημα,"['δοντόπονος', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" ερωτική αγάπη,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" ερωτιάρης,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτόληπτος', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος', 'παθιάρης']" εράσμιος,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" δράστης,"['γενναίος', 'αντρείος', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" γράφω,"['εγγράφω', 'αναγράφω', 'καταγράφω', 'καταχωρώ', 'περιγράφω']" ερωτόληπτος,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτιάρης', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος', 'παθιάρης']" ερωτύλος,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτιάρης', 'ερωτόληπτος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος', 'παθιάρης']" αράζω,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" βράχος,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" βρόχος,"['αγχόνη', 'απαγχονισμός', 'κρεμάλα', 'φούρκα', 'φούρκισμα']" βρέμα,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" αρέσκεια,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" βρέσιμο,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" αρέσκομαι,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" αρπαγή,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" αρπάγη,"['αγκίστρι', 'γάντζος', 'τσιγκέλι', 'άγκιστρο']" αρπάζομαι,"['εξοργίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'θυμώνω εύκολα', 'τσακώνομαι', 'συμπλέκομαι']" αρπάζω,"['καταλαμβάνω', 'κατακτώ', 'κατέχω', 'πιάνω', 'πιάνω χώρο']" ερπύζω,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" αρώγιστος,"['αγαλούχητος', 'αβύζαχτος', 'αθήλαστος']" γρήγορος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" βρώμα,"['λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" βρώμικος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" ερώτημα,"['δουλειά', 'δυσκολία', 'αίτημα', 'θέμα', 'υπόθεση', 'ζήτημα', 'πρόβλημα']" βρώσις,"['εδωδή', 'βορά', 'νομή', 'σιτία', 'τροφή', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" βρίσκω,"['ανταμώνω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνδέω', 'συνουσιάζομαι', 'παντρεύομαι']" αρίφνητος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" γρίφος,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" ερίζω,"['φιλονικώ', 'τρώγομαι']" αρχαϊκός,"['αλλοτινός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" αρχαίος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" αρχηγός,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" αρχικό ποσό,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" αρχοντολόι,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" ερχομός,"['κόμιση', 'άφιξη', 'έλευση']" αρχή,"['αξίωμα', 'δόγμα', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'αίτηση', 'κανόνας', 'νόμος', 'παρακάλια', 'παράκληση']" αρχίνισμα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" ευδαιμονώ,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ευγενικός,"['διακριτικός', 'ευγενής', 'καλός']" ευγενής,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" εφεδρικός,"['βοηθητικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" ευαγές ίδρυμα,"['απαραβίαστος χώρος', 'καταφύγιο', 'φιλανθρωπικό ίδρυμα', 'άσυλο']" ασεβής,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ανήθικος', 'άδικος', 'άνομος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" εσαεί,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" αταλαιπώρητος,"['αβασάνιστος', 'ανεξέταστος', 'απαίδευτος', 'επιπόλαιος', 'πρόχειρος']" ατελεύτητος,"['αβυσσαλέος', 'ατέλειωτος', 'απέραντος', 'αχανής', 'άβαθος', 'άπειρος']" γυαλιστερός,"['ακτινοβόλος', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" εταιρεία,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" εταιρικός,"['ανταμικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" αφαιρώ τη γόμωση,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'ερημώνω', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω', 'χύνω']" ατακτοποίητος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" ευδιάθετος,"['ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" αταλάντευτος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" αφελής,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" ατελής,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" γυαλί,"['διαυγές πράγμα', 'καθρέφτης', 'κάτοπτρο', 'μέρος πρύμνης', 'μέρος πόρτας', 'τηλογυάλι']" ευδοκιμώ,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ευδοκίμηση,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" αφεντικό,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" ατεμάχιστο,"['σωματίδιο ύλης', 'άτμητο', 'άτομο']" ατεμάχιστος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" αφανέρωτος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" αφανής,['1'] εφεξής,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" αφανής,['2'] αταξία,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" αφανίζω,"['εξολοθρεύω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" ατενίζω,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ξανοίγω', 'περισκοπώ']" ευεργεσία,"['αγαθοεργία', 'ελεημοσύνη', 'ευποιία', 'καλό', 'φιλανθρωπία']" αταραξία,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" ευεργέτης,"['αγαθοεργός', 'αγαθοποιός', 'δωρητής', 'φιλόπτωχος', 'σπλαχνικός']" ετεροειδής,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" ετεροεθνής,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ξενικός', 'ξενομερίτης', 'ξωμερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" εφαρμοστός,"['εκμαγείο', 'καλούπι', 'μήτρα', 'φόρμα', 'τύπος', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" ετερόμορφος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" ετερότητα,"['διαφορά', 'διάσταση', 'διάστημα', 'απόσταση', 'μάκρος', 'άβυσσος']" ευερέθιστος,"['αράθυμος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" αταρίχευτος,['αβαλσάμωτος'] αφετηρία,"['εγκαταστάσεις', 'βάση', 'καταυλισμός', 'ορόσημο', 'σταθμός', 'σταμάτημα', 'στάση']" εφευρετικός,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" αφατρίαστος,"['αδελέαστος', 'αδέκαστος', 'αμερόληπτος', 'αντικειμενικός', 'απροσωπόληπτος', 'δίκαιος']" εφευρίσκω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" ασαφήνιστος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ασαφής,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" ευγένεια,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" εφεύρεση,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" εφεύρημα,"['διαβολιά', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" αταπείνωτος,"['αδιάπτωτος', 'αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'ολόκληρος', 'συνεχής', 'άθικτος', 'πλήρης']" αυγή,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" ευδία,"['καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'θέρος', 'ζέστες']" αφαίρεση,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" αταίριαστος,"['ακατάλληλος', 'ανοίκειος', 'ανάρμοστος', 'ανήθικος', 'σόλοικος', 'άπρεπος']" ευαίσθητος,"['αισθαντικός', 'αισθηματικός', 'αισθηματίας', 'ευσυγκίνητος']" ατείχιστος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" αταχτοποίητος,"['αβόλευτος', 'ανοικονόμητος', 'ανάποδος', 'δύστροπος', 'στριμμένος']" ευημερώ,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ευημερία,"['ευτυχία', 'ευζωία', 'καλοζωία', 'καλοπέραση', 'τρυφή']" ατημέλεια,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" ατημέλητος,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος', 'λιτός']" εφημέριος,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" αφηρημένος,"['εμφανίσιμος', 'επιβλητικός', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'φιγουράτος', 'υποθετικός']" ευλαβητικός,"['ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" ευλαβικός,"['ευλαβητικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" ευλαβούμενος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" ευλαβής,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" ευκαιρώ,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω', 'χύνω']" ευκαιρία,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" ασθενικός,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" ασθενής,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ανίκανος', 'ανίσχυρος', 'άκυρος']" αφιερώνω στο θεό,"['επισημοποιώ', 'καθιερώνω', 'καθοσιώνω', 'λανσάρω', 'θεσπίζω', 'ορίζω']" ευκατάστατος,"['εύπορος', 'λεφτάς', 'παραδούχος', 'πλούσιος']" αυθαίρετος,"['δεσποτικός', 'αυταρχικός', 'απολυταρχικός']" ασκητής,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ευκλεής,"['δοξασμένος', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" ασκληραγώγητος,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" αφικνούμαι,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" αφιλτράριστος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" γυλιός,"['βαλίτσες', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" αφιλότιμος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" ετικέτα,"['αξίωμα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" ασθμαίνω,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" ευκολόπιστος,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" αφθονία,"['καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" ατιμάζω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" ασκούπιστος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" ατιμία,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ευθυγραμμίζω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" ευθυγράμμιση,"['ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" ευλάβεια,"['ευσέβεια', 'θεοσέβεια']" αυθάδεια,"['αφοβία', 'αποθράσυνση', 'θράσος', 'τόλμη', 'υπερβολικό θάρρος']" αυθάδης,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'θρασύς', 'ιταμός', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" ασκάλιστος,"['αβοτάνιστος', 'ακαθάριστος']" αυθωρεί,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" ασκύλευτος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασύλητος', 'απαραβίαστος']" ασθένεια,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" ασκέρι,"['λεφούσι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στρατός', 'στράτευμα', 'πλήθος']" ευθύς,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" ευθύτητα,"['ευθυγράμμιση', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" ασκέπαστος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" γυναικείος,"['δημιουργικός', 'εφευρετικός', 'γυναικώδης', 'γόνιμος', 'θηλυκός']" γυναικάς,"['γαζής', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" γυναικώδης,"['δημιουργικός', 'εφευρετικός', 'γυναικείος', 'γόνιμος', 'θηλυκός']" εφοδιάζω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" ευμενής,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" ευμετάβλητος,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" ευμετάβολος,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" δυνατός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" αφοβία,"['αυθάδεια', 'αποθράσυνση', 'θράσος', 'τόλμη', 'υπερβολικό θάρρος']" ετοιμασμένος,"['ευδιάθετος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" ετοιμάζω,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" ατολμία,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" ατοκία,"['αγονία', 'ακαρπία', 'αφορία', 'ασπερμία', 'στειρότητα']" ατομικός,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" αυξομείωση μουσικού φθόγγου,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" ευνοούμενος,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ερωμένος', 'λεγάμενος', 'φίλος']" ευνοϊκός,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" γυμνός,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" γυμνάζω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'αναστομώνω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" ατονία,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" αφορεσμένος,"['αναθεματισμένος', 'αφορισμένος', 'επικατάρατος', 'καταραμένος']" αφορισμός,"['ανάθεμα', 'αποκήρυξη', 'κακοτύχισμα', 'κατάρα']" αφορισμένος,"['αναθεματισμένος', 'αφορεσμένος', 'επικατάρατος', 'καταραμένος']" ασορτιμέντο,"['ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" αφορία,"['αγονία', 'ακαρπία', 'ατοκία', 'ασπερμία', 'στειρότητα']" αφορίζω,"['αναθεματίζω', 'αποκηρύσσω', 'κακοτυχίζω', 'καταριέμαι']" αφουγκράζομαι,['ακούω'] αφοσιώνομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'επιδίδομαι', 'ξαπλώνομαι', 'ξαπλώνω', 'στρώνομαι', 'πλαγιάζω']" αφουντάριστος,"['αβούλιαχτος', 'αβύθιστος', 'ακαταβύθιστος', 'ακαταπόντιστος']" αφοσίωση,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" αυξάνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ατμόσφαιρα,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" αφούγκρασμα,"['ακουστική παρακολούθηση', 'ακρόαση', 'ιατρική εξέταση', 'κρυφάκουσμα', 'στηθοσκόπηση', 'άκουσμα']" αφοπλίζω,"['βουβαίνω', 'αποσβολώνω', 'αποστομώνω', 'κεραυνώνω', 'φιμώνω']" ευοίωνος,"['αισιόδοξος', 'ευνοϊκός', 'αίσιος', 'οπτιμιστής']" εσοχή,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" ευρεθέν,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" ατραυμάτιστος,"['αβάρετος', 'αλάβωτος', 'απλήγωτος', 'απρόσβλητος', 'αχτύπητος', 'άτρωτος']" γυρεύω,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" γυρισμός,"['αναδρομή', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" γυρολόγος,"['εμπορευόμενος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'έμπορος', 'πραματευτής']" αφροντισιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αστοχασιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αφροσύνη,"['ανοσιούργημα', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" ευρυθμία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" ευρυχωρία,"['απλάδα', 'απλωσιά', 'κάμπος', 'ξαπλωταριά', 'τόπος', 'άπλα']" ατρόμητος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'εύτολμος', 'απτόητος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος', 'άτρομος']" ατράνταχτος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" γυρίζω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" γυρίζω ανάποδα,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'μπατάρω', 'τουμπάρω']" ευσεβής,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" ασυγκινησία,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" ασφαλισμένος,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" ατσαλιά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" αστειολόγημα,"['αστεϊσμός', 'αστείο', 'ευφυολόγημα', 'καλαμπούρι', 'φαιδρολογία', 'χαριτολογία', 'χωρατό']" ατσαλοσύνη,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" εσφαλμένος,"['λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" ασυγκράτητος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'αφόρητος', 'ασήκωτος']" δυσδιάκριτος,"['αδιόρατος', 'αθέατος', 'αμυδρός', 'αφανής', 'θαμπός']" ατσαλένιος,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" ασφαλής,"['βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" ασταθής,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" ασυγκίνητος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" ασφαλίζω,"['αμπαρώνω', 'κλειδώνω', 'κλείνω', 'μανταλώνω', 'συρταρώνω']" δυσαναλογία,"['ανισομετρία', 'ανισομέρεια', 'αρρυθμία', 'δυσαρμονία', 'ασυμμετρία']" δυσανασχετώ έντονα,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" δυσανασχέτηση,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'οργή', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" δυσεξήγητος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" δυσγνώριστος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" δυσαρμονικός,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" δυσαρμονία,"['ανισομετρία', 'ανισομέρεια', 'αρρυθμία', 'δυσαναλογία', 'ασυμμετρία']" αυταρχικός,"['δεσποτικός', 'αυθαίρετος', 'απολυταρχικός']" αυταρχία,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" ασυγυρισιά,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'αστάθεια', 'σύγχυση', 'χαώδης κατάσταση']" αστεφάνωτος,"['αβράβευτος', 'ατίμητος']" αστεϊσμός,"['γελοιοποίηση', 'κασκαρίκα', 'καζούρα', 'νίλα', 'φάρσα', 'πείραγμα']" ασυγύριστος,"['ακαλλώπιστος', 'ακατασκεύαστος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'ατέλειωτος', 'άφτιαχτος']" αυταπάρνηση,"['εθελοθυσία', 'αλληλεγγύη', 'αλτρουισμός', 'αυτοθυσία', 'φιλαλληλία', 'φιλανθρωπία']" αυτεπίγνωση,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" αστείο,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'ευφυολόγημα', 'καλαμπούρι', 'φαιδρολογία', 'χαριτολογία', 'χωρατό']" αστείος,"['γελαστικός', 'διασκεδαστικός', 'ευτράπελος', 'εύθυμος', 'κωμικός', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" αστείρευτος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ασυγχώρητος,"['αδικαιολόγητος', 'ανεπίτρεπτος', 'ασύγγνωστος', 'φταίχτης']" ασυλλόγιστος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" δυσκολοπερπάτητος,"['αδιαπόρευτος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβατος', 'αδιάπλευστος', 'αδιέξοδος', 'απερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" δυσκολόβρετος,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" δυσκολία,"['δουλειά', 'ερώτημα', 'αίτημα', 'θέμα', 'υπόθεση', 'ζήτημα', 'πρόβλημα']" δυσθυμώ,"['αθυμώ', 'κακοκαρδίζω', 'θλίβομαι', 'λυπάμαι', 'μελαγχολώ', 'μικροψυχώ']" δυσθυμία,"['αδιαθεσία', 'ακεφιά', 'ελαφρά αρρώστια', 'αθυμία', 'ανημποριά', 'ανορεξία']" ασυναγώνιστος,"['ανυπέρβλητος', 'αμίμητος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'μοναδικός', 'άσος', 'άφταστος']" ασυμβούλευτος,"['αδασκάλευτος', 'ακαθοδήγητος', 'ανοδήγητος', 'ανορμήνευτος', 'ανουθέτητος']" ασυναρτησία,"['ανακολουθία', 'ανακόλουθο σχήμα', 'αντίφαση', 'ασυμφωνία', 'ασυνέπεια', 'ασχεσία']" ασυναφής,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'αλλότριος', 'ανεξάρτητος', 'ασυνάρτητος', 'ασχέτιστος', 'απράγμονας', 'ξένος', 'άσχετος']" ασυμβίβαστος,"['αδιάλλακτος', 'ασυμφιλίωτος', 'αφίλιωτος', 'φανατικός', 'άσπονδος']" ασυνείδητος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" ασυναίσθητος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" ετυμηγορία,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" αυτοκριτική,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" αυτοκράτορας,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" αυτοκτονώ,"['αγωνίζομαι', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" αυτοθυσία,"['εθελοθυσία', 'αλληλεγγύη', 'αλτρουισμός', 'αυταπάρνηση', 'φιλαλληλία', 'φιλανθρωπία']" αυτοκίνητο,"['αμάξι', 'μεταφορικό μέσο', 'όχημα ']" αστοιχείωτος,"['αδιαπαιδαγώγητος', 'αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αμόρφωτος', 'απαίδευτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'σκράπας', 'στουρνάρι', 'άξεστος']" ασυμμετρία,"['ανισομετρία', 'ανισομέρεια', 'αρρυθμία', 'δυσαναλογία', 'δυσαρμονία']" δυσμορφία,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ασυνουσίαστος,"['αβάτευτος', 'αμαρκάλιστος', 'ανεπίβατος', 'ανόχευτος', 'απήδητος']" ασυμμάζευτος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" αστοργία,"['αλυπησιά', 'αναλγησία', 'ασπλαχνία', 'απονιά', 'σκληροκαρδία', 'σκληροψυχία']" ασφουγγάριστος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" ασυμφιλίωτος,"['αδιάλλακτος', 'ασυμβίβαστος', 'αφίλιωτος', 'φανατικός', 'άσπονδος']" αυτουργός,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" αυτοστιγμεί,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" ασυμφωνία,"['ανακολουθία', 'ανακόλουθο σχήμα', 'αντίφαση', 'ασυναρτησία', 'ασυνέπεια', 'ασχεσία']" ασυνάρτητος,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'αλλότριος', 'ανεξάρτητος', 'ασυναφής', 'ασχέτιστος', 'απράγμονας', 'ξένος', 'άσχετος']" αυτοέλεγχος,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" ασυνέπεια,"['ανακολουθία', 'ανακόλουθο σχήμα', 'αντίφαση', 'ασυναρτησία', 'ασυμφωνία', 'ασχεσία']" ασυνέχιστος,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" ασυμπαθής,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" αυτοπεποίθηση,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" ασυμπλήρωτος,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ατέλειωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" ασυμπάθεια,"['αντιπάθεια', 'απαρέσκεια', 'αποστροφή', 'απέχθεια', 'εχθρότητα']" ασυμπάθητος,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" ασυνήθης,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" ασυνήθιστος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" αυτοχειριάζομαι,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" αστοχασιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'απονιά', 'ξενοιασιά']" αστοχώ,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" αστραφτερός,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" αστραποφεγγιά,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" αστραποπύρι,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" αστραπόβροντο,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" αστραπόφεγγο,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" αστραπή,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" ευφραίνομαι,"['αγάλλομαι', 'αναγαλλιάζω', 'χαίρομαι']" αστροναύτης,"['διαστημάνθρωπος', 'κοσμοναύτης']" ευφροσύνη,"['αγαλλίαση', 'κέφι', 'χαρμονή', 'χαρμοσύνη', 'χαρά']" αστροπελέκι,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" ασφράγιστος,"['αβούλωτος', 'ανοιχτός', 'ατάπωτος', 'απωμάτιστος', 'ξέσκεπος']" ευτράπελος,"['γελαστικός', 'διασκεδαστικός', 'αστείος', 'εύθυμος', 'κωμικός', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" ευσταθής,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" ευσυγκίνητος,"['αισθαντικός', 'αισθηματικός', 'αισθηματίας', 'ευαίσθητος']" ασφυγμία,"['ασφυξία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" δυσφημώ,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" ασφυκτικός,"['αποπνικτικός', 'πνιγηρός', 'πνικτικός']" ευσυνειδησία,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" ευσυνείδητος,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" ευφυολόγημα,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'αστείο', 'καλαμπούρι', 'φαιδρολογία', 'χαριτολογία', 'χωρατό']" αστυνομικός,"['αστυνόμος', 'αστυφύλακας', 'πολισμάνος', 'πόλισμαν']" αστυνομία,"['τμήμα', 'χωροφυλακή']" δυσφορώ,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" δυσφορία,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'οργή', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" αστυνόμος,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" ασφυξία,"['ασφυγμία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" δυστροπία,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" αστυφύλακας,"['αστυνομικός', 'αστυνόμος', 'πολισμάνος', 'πόλισμαν']" δυστυχισμένος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" δυστυχής,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" δυστυχία,"['αθλιότητα', 'αχρειότητα', 'κακία', 'ταλαιπωρία', 'φτώχεια']" ευφυής,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" ευτυχία,"['ευημερία', 'ευζωία', 'καλοζωία', 'καλοπέραση', 'τρυφή']" αστάθεια,"['αβεβαιότητα', 'διστακτικότητα', 'αοριστία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'ασάφεια', 'δίλημμα']" ασφάλεια,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" αυτόκλητος,"['ακλήτευτος', 'ακάλεστος', 'απροσκάλεστος', 'απρόσκλητος', 'άκλητος']" ατσάλινος,"['γερός', 'ανθεκτικός', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'σθεναρός', 'σκληρός', 'χαλύβδινος']" αστόλιστος,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος', 'λιτός']" δυσάρεστος,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπηρός', 'λυπητερός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" αφτάρμιστος,"['αβασκάνιστος', 'αβάσκαντος', 'αμάτιαστος']" αστόχαστος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" ευσέβεια,"['ευλάβεια', 'θεοσέβεια']" ευσύνοπτος,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" αφυπηρέτηση,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" ευσπλαχνικός,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" δυσπιστώ,"['διστάζω', 'διχογνωμώ', 'αμφιβάλλω', 'αμφιρρέπω', 'αμφιταλαντεύομαι']" δυσπιστία,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" αφυπνισμένος,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" δυσπολέμητος,"['ακαταδάμαστος', 'ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατάβλητος', 'ανίκητος', 'αήττητος', 'άτρωτος']" ευυπόληπτος,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" αστήρικτος,"['αβάσιστος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αναποφάσιστος', 'αμφίβολος', 'ασταθής', 'επιπόλαιος', 'άβαθρος', 'άστατος']" αστήριχτος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'ασύστατος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ατσίδα,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" ατσίδας,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ικανότατος', 'κουνάβι', 'μουστέλα', 'πανούργος', 'πονηρός']" αστίλβωτος,"['αβερνίκωτος', 'αγυάλιστος', 'αλουστράριστος', 'άβαφος']" ατυχώ,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" ατυχής,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" ατυχία,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" αφάγωτος,"['αδιάκοπος', 'ακατάλυτος', 'ακατάργητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'ανθεκτικός', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος', 'παντοτινός']" ασάλευτος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" ευόργιστος,"['αγρίμι', 'ακοινώνητος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'θήραμα', 'άγριο ζώο', 'ζουλάπι']" αφόρετος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" ατάραχος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" ατάραχτος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" αφόρητος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'ασήκωτος']" εφόρμηση,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" ασάφεια,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" ατόφιος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ασωτία,"['ακολασία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατασπατάληση', 'κατάχρηση', 'σφετερισμός', 'υπέρμετρη χρήση']" ατόπημα,"['ασχημοσύνη', 'απρέπεια', 'άτοπη πράξη', 'παρεκτροπή']" ατάπωτος,"['αβούλωτος', 'ανοιχτός', 'ασφράγιστος', 'απωμάτιστος', 'ξέσκεπος']" ασέβεια,"['αθεΐα', 'ανευλάβεια', 'ασέβημα', 'απιστία', 'αψηφισιά', 'ιεροσυλία']" ασύγγνωστος,"['αδικαιολόγητος', 'ανεπίτρεπτος', 'ασυγχώρητος', 'φταίχτης']" ασέβημα,"['αθεΐα', 'ανευλάβεια', 'ασέβεια', 'απιστία', 'αψηφισιά', 'ιεροσυλία']" ασύγκριτος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" ασύγχυστος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" ατέλεια,"['ελαττωματικότητα', 'ελάττωμα', 'ανεπάρκεια', 'κουσούρι', 'μειονέκτημα', 'τρωτό', 'έλλειψη']" ατέλειωτος,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'λειψός', 'σταματημένος']" ασύλητος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'απαραβίαστος']" ασύλληπτος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" ασύνετος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" ευέξαπτος,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" ασύνηθες,"['καινοτομία', 'καινούργιο', 'μεταρρύθμιση', 'νεωτερισμός', 'μοντερνισμός', 'πρωτοτυπία']" ασύμμετρος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" αφέντης,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" ασύμφορος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" ασύντρεχτος,"['αγιάτρευτος', 'αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'απροστάτευτος']" ασύμφωνος,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'εχθρικός', 'εχθρός']" αφύσικος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" ασύστατος,"['αβεβαίωτος', 'αβάσιμος', 'αβέβαιος', 'ακαθόριστος', 'αθεμελίωτος', 'ανεδαφικός', 'αμαρτύρητος', 'ανυπόστατος', 'αμφίβολος', 'ασαφήνιστος', 'ασαφής', 'ασταθής', 'αστήριχτος', 'άγνωστος', 'άστατος']" ασύστολος,"['αδιάντροπος', 'αισχρός', 'αναιδής', 'αναίσχυντος', 'επαίσχυντος', 'ξεδιάντροπος']" ασύζευκτος,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'αζευγάρωτος', 'μπεκιάρης', 'άγαμος', 'παράταιρος']" αφέψημα,"['καφεόδεντρο', 'καφέα', 'καφές', 'μαυροζούμι']" ατύχημα,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" ατζαμοσύνη,"['αδαημοσύνη', 'ανασκησία', 'αφθονία', 'απειρία', 'απραγία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια', 'ποσότητα']" ατζαμής,"['δειλός', 'αδέξιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανίκανος', 'συνεσταλμένος', 'ζερβοχέρης']" βυζαίνω,"['γαλουχούμαι', 'γαλουχώ', 'απομυζώ', 'είμαι ανήλικος', 'θηλάζω', 'μυζώ']" ευζωία,"['ευημερία', 'ευτυχία', 'καλοζωία', 'καλοπέραση', 'τρυφή']" ατζέντα,"['αλμανάκ', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" ασπερμία,"['αγονία', 'ακαρπία', 'ατοκία', 'αφορία', 'στειρότητα']" ασπασμός,"['αγκάλιασμα', 'εναγκαλισμός', 'περιπλοκή', 'περίπτυξη']" ευπατρίδης,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" εσπευσμένη ενέργεια,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'βία', 'φούρια', 'σπουδή']" ασπαίρω,"['διαμελίζω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" ασπλαχνία,"['αλυπησιά', 'αναλγησία', 'αστοργία', 'απονιά', 'σκληροκαρδία', 'σκληροψυχία']" ευποιία,"['αγαθοεργία', 'ελεημοσύνη', 'ευεργεσία', 'καλό', 'φιλανθρωπία']" ευπρεπίζω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" ευπροσήγορος,"['απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" ασπάζομαι,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" αφήγηση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" ασήκωτος,"['βαρύς', 'αβάσταγος', 'ακρατής', 'ακράτητος', 'ανυπόμονος', 'ανυπόφορος', 'ασυγκράτητος', 'αφόρητος']" ασήμαντος,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" αφήνω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" αφήνω γεια,"['αναχωρώ', 'αποσύρομαι', 'αποχαιρετώ', 'αποχωρίζομαι', 'φεύγω', 'χάνω οριστικώς']" αφήνω ατιμώρητο,"['αθωώνω', 'απαλλάσσω']" αφώτιστος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος', 'άπειρος']" ασίγαστος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ατίθασος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" αφίλαυτος,"['αδερφικός', 'αγαπημένος', 'αλτρουιστικός', 'φιλικός']" αφίλιωτος,"['αδιάλλακτος', 'ασυμβίβαστος', 'ασυμφιλίωτος', 'φανατικός', 'άσπονδος']" ατίμητος,"['αβράβευτος', 'αστεφάνωτος']" ατίμωση,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ευχαρίστηση,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" εσχατιά,"['κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" ασχεσία,"['ανακολουθία', 'ανακόλουθο σχήμα', 'αντίφαση', 'ασυναρτησία', 'ασυμφωνία', 'ασυνέπεια']" ασχημοσύνη,"['ατόπημα', 'απρέπεια', 'άτοπη πράξη', 'παρεκτροπή']" ασχημάτιστος,"['αδιαμόρφωτος', 'αδιάπλαστος', 'αμέστωτος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλερος', 'άπλαστος']" ασχολούμαι,"['γίνομαι έμπειρος', 'κατατρίβω', 'τρίβομαι']" ασχολία,"['διατριβή', 'ενασχόληση', 'δουλειά', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχόλημα', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" ασχόλημα,"['διατριβή', 'ενασχόληση', 'δουλειά', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχολία', 'απασχόληση', 'φροντίδα']" ευχάριστα,"['αβίαστα', 'αργά', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άκοπα', 'άνετα']" ευχάριστο γεγονός,"['αιφνιδιασμός', 'αποσβόλωμα', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'ξάφνιασμα', 'σοκάρισμα', 'σάστισμα', 'έκπληξη']" ασχέτιστος,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'αλλότριος', 'ανεξάρτητος', 'ασυναφής', 'ασυνάρτητος', 'απράγμονας', 'ξένος', 'άσχετος']" ασχήμια,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" δάδα,"['δαυλί', 'λαμπάδα']" δωδεκαμερίτης,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" βάγια,"['δούλα', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" δόγμα,"['αξίωμα', 'αρχή', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'αίτηση', 'κανόνας', 'νόμος', 'παρακάλια', 'παράκληση']" γόης,"['γαζής', 'γυναικάς', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" γόητρο,"['γοητεία', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" βόλι,"['βλάκας', 'βλήμα', 'βολίδα']" δόλιος,"['δολερός', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" δόλος,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" βάθος,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" βάθρο,"['βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" βόθρος,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" δάκτυλος,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" δόξα,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" βάναυσος,"['ανελεήμονας', 'ανηλεής', 'ανοικτίρμονας', 'ανήλεος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" γόνιμος,"['δημιουργικός', 'εφευρετικός', 'γυναικείος', 'γυναικώδης', 'θηλυκός']" γωνιά,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" γωνιόλιθος,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" γωνιόμετρο,"['αλφάδι', 'γνώμονας', 'γωνία', 'υδροστάθμη', 'στάθμη', 'στάφνη']" γάμος,"['διόρθωμα', 'εξασφάλιση', 'επαναφορά', 'επανόρθωση', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" γόος,"['αναφιλητό', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" γάντζος,"['αγκίστρι', 'αρπάγη', 'τσιγκέλι', 'άγκιστρο']" δωμάτιο,"['αίθουσα', 'θάλαμος', 'κάμαρα', 'κάμαρη']" γωνία,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα', 'προστάτης']" βάρβαρος,"['αλλοεθνής', 'αλλόγλωσσος', 'αλλόφυλος', 'απολίτιστος', 'ξενόγλωσσος']" αόρατος,"['αθώρητος', 'εξαφανισμένος', 'ανύφαντος', 'αφανής', 'κρυφός', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άφαντος', 'άσημος']" δωρεάν,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" δωρητής,"['αγαθοεργός', 'αγαθοποιός', 'ευεργέτης', 'φιλόπτωχος', 'σπλαχνικός']" γάτα,['γαλή'] βάτεμα,"['επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" βάσανα,"['δεινά', 'κακουχίες', 'ταλαιπωρίες', 'συμφορές']" βάση,"['εγκαταστάσεις', 'αφετηρία', 'καταυλισμός', 'ορόσημο', 'σταθμός', 'σταμάτημα', 'στάση']" δάσκαλος,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" βάσιμος,"['ασφαλής', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" βάτος,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" βάζο,"['αγγείο', 'δοχείο']" βάζω,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'αποθέτω', 'καταθέτω', 'θέτω', 'τοποθετώ', 'πληροφορώ']" δάπεδο,"['γη', 'ξηρά', 'φόντο', 'έδαφος', 'χώμα']" αϋπνία,"['αγρύπνια', 'ακοιμησιά', 'ξενύχτημα', 'ολονυκτία']" βέβαιος,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" εύγευστος,"['γευστικός', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" βέβηλος,"['αισχρός', 'ανόσιος', 'ανίερος']" εύγλωττος,"['αηδόνι', 'γλυκόφωνος', 'ομιλητικός', 'φλύαρος']" γέλιο,"['γέλως', 'καγχασμός', 'κάκανο', 'χαχανητό', 'χαχάνισμα', 'χάχανο']" βύθιση,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" βύθισμα,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" δέκτης ενεργείας,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" εύθυμος,"['γελαστικός', 'διασκεδαστικός', 'αστείος', 'ευτράπελος', 'κωμικός', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" γέλως,"['γέλιο', 'καγχασμός', 'κάκανο', 'χαχανητό', 'χαχάνισμα', 'χάχανο']" γέμα,"['καταμεσήμερο', 'μεσημβρία', 'μεσημέρι']" αύξηση,"['αβγάτισμα', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" δέξιμο,"['ανοχή', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" γένος,"['λαός', 'μιλέτι', 'ράτσα', 'φυλή', 'έθνος']" δέος,"['κιτρίνισμα', 'σκιάξιμο', 'τρομάρα', 'τρόμος', 'φόβος', 'χλόμιασμα']" βέρα,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" γέρεμα,"['γιάτρεμα', 'ανάληψη', 'ανάρρωση', 'ξαναδυνάμωμα', 'ορθοπόδιση']" αέρας,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" εύρημα,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι', 'λαχείο']" βέρος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" γύρος,"['δακτύλιος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" εύρωστος,"['ακμαίος', 'ερρωμένος', 'ρωμαλέος', 'στιβαρός', 'σφριγηλός', 'άλκιμος']" δύσκολη θέση,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη', 'υποψία']" δέσιμο,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'συγκράτηση', 'συνειρμός', 'συνοχή', 'συνάρμοση', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" δύσθυμος,"['αγέλαστος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" δέσμευση,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" εύτολμος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'απτόητος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος', 'άτρομος']" δέσμιος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'σκλάβος', 'άσωστος']" δύσμοιρος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" εύτονος,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" δύστηνος,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" δύστροπος,"['αβόλευτος', 'ανοικονόμητος', 'ανάποδος', 'αταχτοποίητος', 'στριμμένος']" δύστυχος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" εύσπλαχνος,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" δύσπνοια,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" εύπιστος,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" εύπορος,"['ευκατάστατος', 'λεφτάς', 'παραδούχος', 'πλούσιος']" δέχομαι,"['αγρικώ', 'ακούω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'καταλαβαίνω', 'υπακούω', 'πείθομαι']" εύχυμος,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" αζευγάριστος,"['ακαλλιέργητος', 'ανόργωτος']" αζευγάρωτος,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'μπεκιάρης', 'άγαμος', 'παράταιρος']" αζημίωτος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" αζήμιος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" απαγγέλλω,"['διαβάζω δυνατά', 'διατυπώνω κατηγορία', 'εκφράζω']" απαγορευτικός,"['αρνητικός', 'αποφατικός']" απαγορεύω,"['δεσμεύω', 'εμποδίζω', 'αποτρέπω', 'παρακωλύω', 'παρεμποδίζω']" επαΐω,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" επαΐων,"['ειδήμονας', 'γνώστης', 'ιδιοκτήτης', 'κάτοχος', 'κύριος', 'έμπειρος']" απαγχονισμός,"['αγχόνη', 'βρόχος', 'κρεμάλα', 'φούρκα', 'φούρκισμα']" απαιδαγώγητος,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" απελευθερώνω,"['ελευθερώνω', 'λευτερώνω']" απελευθέρωση,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" απαλλαγή,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" απειθαρχία,"['ανταρτοσύνη', 'ανυπακοή', 'ανυποταγή', 'ανυποταξία', 'απείθεια']" απεικαστό,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" απαλλοτρίωση,"['αλλοτρίωση', 'εκποίηση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'πούλημα', 'χάσιμο']" απαλλάσσομαι,"['γλιτώνω', 'ξενοιάζω', 'ξεμπερδεύω', 'ξεμπλέκω', 'ξεσκοτίζομαι', 'ξεφορτώνομαι']" απαλλάσσω,"['αθωώνω', 'αφήνω ατιμώρητο']" απειλή,"['εκφοβισμός', 'φοβέρα', 'φοβέρισμα', 'φόβισμα']" επακολουθώ,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" επακολουθών,"['ακόλουθος', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστερος', 'ύστατος', 'έσχατος']" απειροπληθής,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" απειρόκαλος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" απειράριθμος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" απειρία,"['αδαημοσύνη', 'ανασκησία', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απραγία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια', 'ποσότητα']" επεκτείνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" απαισιοδοξώ,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" απαισιοδοξία,"['απελπιστικότητα', 'σκεπτικισμός', 'ζοφερότητα']" απαισιόδοξος,"['απελπισιάρης', 'πεσιμιστής', 'πικραντέρης']" απαιτούμενος,"['ενδεδειγμένος', 'αναγκαίος', 'απαραίτητος', 'επιβαλλόμενος', 'χρειαζούμενος']" απαιτώ,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" επακόλουθο,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" απαλότητα,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" απελέκητος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" απελπισιάρης,"['απαισιόδοξος', 'πεσιμιστής', 'πικραντέρης']" απελπισμός,"['ανελπισιά', 'απελπισία', 'απαρηγορησιά', 'απογοήτευση', 'απόγνωση']" απελπιστικότητα,"['απαισιοδοξία', 'σκεπτικισμός', 'ζοφερότητα']" απελπισία,"['ανελπισιά', 'απελπισμός', 'απαρηγορησιά', 'απογοήτευση', 'απόγνωση']" απελπίζομαι,"['απελπίζω', 'απογοητεύω', 'αποθαρρύνω']" απελπίζω,"['απελπίζομαι', 'απογοητεύω', 'αποθαρρύνω']" επαλήθευση,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" απαθής,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" επανεκτίμηση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" επανεξελέγχω,"['αναθεωρώ', 'επανεξετάζω', 'ξαναβλέπω', 'ξαναεξετάζω', 'ξανακοιτάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" επανεξετάζω,"['αναθεωρώ', 'επανεξελέγχω', 'ξαναβλέπω', 'ξαναεξετάζω', 'ξανακοιτάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" επεξεργάζομαι,"['βελτιώνομαι', 'βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναρρωννύω', 'ανθρωπεύω', 'καλυτερεύω', 'ξαναπλάθω', 'τελειοποιώ', 'σιάχνω']" επαναφορά,"['διόρθωμα', 'εξασφάλιση', 'γάμος', 'επανόρθωση', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" επαναστατικός,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" επαναστάτης,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" επανορθώνω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" απαντοχή,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" απαντέχω,['προσμένω'] απαντώ,"['ανταμώνω', 'βρίσκω', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνδέω', 'συνουσιάζομαι', 'παντρεύομαι']" επανάκαμψη,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" επανάληψη,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'αντικατάσταση', 'ξεκαινούργωμα', 'ξανάνιωμα', 'φρεσκάρισμα', 'παράταση προθεσμίας']" επανόρθωση,"['διόρθωμα', 'εξασφάλιση', 'γάμος', 'επαναφορά', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" απανωτοί,"['αδιάκοποι', 'αλλεπάλληλοι', 'αλληλοδιάδοχοι', 'συνεχείς', 'συχνοί']" επανάσταση,"['ανταρσία', 'ανυπακοή', 'εξέγερση', 'απειθαρχία', 'αποστασία', 'στάση']" απαραβίαστο,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" απαραβίαστος,"['αδιαγούμιστος', 'αδιάρπαστος', 'αλεηλάτητος', 'αλαφυραγώγητος', 'αλήστευτος', 'ασκύλευτος', 'ασύλητος']" απαραβίαστος χώρος,"['ευαγές ίδρυμα', 'καταφύγιο', 'φιλανθρωπικό ίδρυμα', 'άσυλο']" απαρασάλευτος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος', 'πάγιος']" απεργία,"['αναστολή', 'αργία', 'αποχή από εργασία', 'σταμάτημα', 'στάθμευση', 'στάση', 'παύση']" απαραίτητος,"['ενδεδειγμένος', 'αναγκαίος', 'απαιτούμενος', 'επιβαλλόμενος', 'χρειαζούμενος']" απαρηγορησιά,"['ανελπισιά', 'απελπισμός', 'απελπισία', 'απογοήτευση', 'απόγνωση']" απερηφάνευτος,"['ευπροσήγορος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" απερισκεψία,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" απεριόριστα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" απεριόριστος,"['ανεμπόδιστος', 'ανοιχτός', 'άφραγος', 'άφραχτος']" επαρκώ,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επιβιώνω', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" επαρκής,"['αξιόλογος', 'αρκετός', 'ικανοποιητικός', 'κάμποσος', 'μπόλικος', 'σημαντικός']" απαρνητής,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'αποστάτης', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" απαρνιέμαι,"['αποστερούμαι', 'στερούμαι', 'παραιτούμαι', 'χάνω']" απαρτίζω,"['αποτελώ', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" απαράμιλλος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" απαράχωτος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" απαρέσκεια,"['αντιπάθεια', 'ασυμπάθεια', 'αποστροφή', 'απέχθεια', 'εχθρότητα']" απερπάτητος,"['αδιαπόρευτος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβατος', 'αδιάπλευστος', 'αδιέξοδος', 'δυσκολοπερπάτητος', 'απέραστος', 'κλειστός']" απερίγραπτος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" απερίσκεπτος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" απερίφραστος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" επαρίστερος,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" απαρχή,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" απαυδώ,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" απατεώνας,"['αγύρτης', 'επαίτης', 'κατεργάρης', 'κομπογιαννίτης', 'τσαρλατάνος', 'ζητιάνος']" απατηλός,"['δολερός', 'δόλιος', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" επετηρίδα,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" απευθύνω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" επαυξάνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" απεσταλμένος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" απαστριά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" απαστράπτων,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" επαφή,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επικοινωνία', 'επιμιξία', 'απάντηση']" απατώμαι,"['εξαπατώμαι', 'λαθεύω', 'ξεγελιέμαι', 'ξαστοχώ', 'φαλτσάρω', 'σφάλλω']" απασχολούμαι,"['ενασχολούμαι', 'καταγίνομαι']" απασχολώ,"['ενασχολώ', 'αποσπώ την προσοχή']" απασχόληση,"['διατριβή', 'ενασχόληση', 'δουλειά', 'ενέργεια αντιπερισπασμού', 'ασχολία', 'ασχόλημα', 'φροντίδα']" επαύξηση,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" απαίδευτος,"['αδιαπαιδαγώγητος', 'αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αμόρφωτος', 'αστοιχείωτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'σκράπας', 'στουρνάρι', 'άξεστος']" επείγομαι,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'σοβαρολογώ', 'φοιτώ', 'σπουδάζω', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" απείθεια,"['ανταρτοσύνη', 'ανυπακοή', 'ανυποταγή', 'ανυποταξία', 'απειθαρχία']" απείραχτος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" επαίρομαι,"['επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" επαίτης,"['αγύρτης', 'απατεώνας', 'κατεργάρης', 'κομπογιαννίτης', 'τσαρλατάνος', 'ζητιάνος']" απαίτηση,"['διεκδίκηση', 'αξίωση', 'αίτημα', 'θέληση']" απαίσιος,"['ελεεινός', 'ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος', 'άσχημος']" επαίσχυντος,"['αδιάντροπος', 'αισχρός', 'αναιδής', 'αναίσχυντος', 'ασύστολος', 'ξεδιάντροπος']" απεχθάνομαι,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" απεχθής,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" επαχθής,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" απηνής,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" απηχώ,"['αντηχώ', 'αντιβογγώ', 'αντιβουίζω', 'αντιλαλώ', 'αντιφωνώ', 'αχολογώ']" επιβεβαιώνω,"['βεβαιώνω', 'διατρανώνω', 'αποδεικνύω', 'καταδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" επιβαλλόμενος,"['ενδεδειγμένος', 'αναγκαίος', 'απαιτούμενος', 'απαραίτητος', 'χρειαζούμενος']" επιδεινώνομαι,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" επιδείνωση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" επιδημία,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" επιβιβάζομαι,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" επιβλητικός,"['εμφανίσιμος', 'αφηρημένος', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'φιγουράτος', 'υποθετικός']" επιεικής,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" επιδιορθώνω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" επιβλέπων,"['επιτηρητής', 'επιστάτης', 'εποπτεύων διευθυντής', 'επόπτης', 'έφορος']" επιβιώνω,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'φτάνω', 'έχω αντοχή']" επιδοκιμασία,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" επιβουλεύομαι,"['διώκω', 'καταδιώκω', 'καταδυναστεύω', 'κατατρέχω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'κυνηγώ', 'συκοφαντώ', 'προγράφω']" επιβουλή,"['ξεσυνέρια', 'φθόνος', 'ζηλοφθονία', 'ζηλοτυπία', 'ζήλια']" επιβραδύνω,"['αργοπορώ', 'καθυστερώ', 'τρενάρω', 'υστερώ', 'υπολείπομαι']" επιγραμματικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" επιγραφή,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" επιδρομή,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" επιβράβευση,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" επιβράδυνση,"['αναβολή', 'αναστολή', 'αργοπορία', 'καθυστέρηση', 'τρενάρισμα', 'άργητα']" επιδέξιος,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" επιδίδομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αφοσιώνομαι', 'ξαπλώνομαι', 'ξαπλώνω', 'στρώνομαι', 'πλαγιάζω']" επιδίωξη,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" απληροφόρητος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'άπειρος']" απλησίαστος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" επικερδής,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" επικεφαλής,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" επικεφαλίδα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" επικατάρατος,"['αναθεματισμένος', 'αφορεσμένος', 'αφορισμένος', 'καταραμένος']" επικοινωνία,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επιμιξία', 'απάντηση']" επικουρικός,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" επικουρώ,"['βοηθώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" επικρέμομαι,"['αιωρούμαι', 'κρέμομαι']" επικρίνω,"['αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" επιθυμητός,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'λατρευτός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" επιθυμώ,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" επικάλυψη,"['επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" επικίνδυνος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" επιμελημένος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" επιμηκύνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" επιμιξία,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'απάντηση']" επινοητικός,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" επινοώ,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" επινόημα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" επινόηση,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'αποκάλυψη', 'ξεσκέπασμα', 'ξετρύπωμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" απλοϊκός,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλός', 'απονήρευτος', 'απόνηρος', 'άκακος']" απλούμιστος,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος', 'λιτός']" επιμένω να,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" επιούσιος,"['λαγάνα', 'καρβέλι', 'κουραμάνα', 'φραντζόλα', 'άρτος', 'ψωμί']" απλοποίηση,"['διερεύνηση', 'διαίρεση', 'διαχωρισμός', 'διάλυση', 'ανάλυση', 'εξέταση', 'εξήγηση', 'έρευνα']" επιμήκυνση,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επαύξηση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" επιφανής,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" επιτείνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" επιταχύνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" επισημοποιώ,"['αφιερώνω στο Θεό', 'καθιερώνω', 'καθοσιώνω', 'λανσάρω', 'θεσπίζω', 'ορίζω']" επιτηρητής,"['επιβλέπων', 'επιστάτης', 'εποπτεύων διευθυντής', 'επόπτης', 'έφορος']" επισκευάζω,"['διακοσμώ', 'διορθώνω', 'κανονίζω', 'ρεγουλάρω', 'τακτοποιώ', 'σιάζω', 'φτιάνω']" επισκιάζομαι,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" επισκοτίζω,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" επισκόπιση,"['αγνάντεμα', 'βίγλα', 'βίγλισμα', 'παρατηρητήριο', 'περισκόπιση']" επισκήπτω,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" επιτομή,"['ανακεφαλαίωση', 'συγκεφαλαίωση', 'σύνοψη', 'σύνοψιση', 'περίληψη']" επιτρεπτός,"['επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'νόμιμος', 'σύννομος', 'έννομος']" επιτρεπόμενος,"['επιτρεπτός', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'νόμιμος', 'σύννομος', 'έννομος']" επιστεγάζω,"['επαίρομαι', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" απλυσιά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" επισφραγίζω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" επιστρατεύω,"['κανονίζω', 'ιεραρχώ', 'κατατάσσω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ']" επιστροφή,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" επιστρέφω,"['εξηγώ', 'ερμηνεύω', 'αποδίδω', 'απονέμω', 'μεταφράζω', 'παραφράζω']" επιστάτης,"['επιβλέπων', 'επιτηρητής', 'εποπτεύων διευθυντής', 'επόπτης', 'έφορος']" επιστέλλω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" επιστήμη,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" απιστία,"['αθεΐα', 'ανευλάβεια', 'ασέβεια', 'ασέβημα', 'αψηφισιά', 'ιεροσυλία']" επιτυχής,"['ενεργητικός', 'δραστικός', 'αποτελεσματικός', 'καίριος', 'λυσιτελής', 'τελεσφόρος']" επιτυχία,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" επιτήδειος,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" απλάδα,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" απλός,['απέριττος'] απλωσιά,"['ευρυχωρία', 'απλάδα', 'κάμπος', 'ξαπλωταριά', 'τόπος', 'άπλα']" απλόχερα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" επιζητώ,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" επιζήμιος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'απρόσφορος', 'άκαιρος']" επιπολαιότητα,"['αγνωσία', 'ανηξεριά', 'αμυαλιά', 'αμάθεια', 'αφροσύνη', 'άγνοια']" επιπόλαιος,"['αβάσιστος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αναποφάσιστος', 'αμφίβολος', 'ασταθής', 'αστήρικτος', 'άβαθρος', 'άστατος']" απλήγωτος,"['αβάρετος', 'αλάβωτος', 'ατραυμάτιστος', 'απρόσβλητος', 'αχτύπητος', 'άτρωτος']" απλώνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" επιχειρώ,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" απογαλακτισμός,"['αμοιβή', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" αποδεικνύω,"['βεβαιώνω', 'διατρανώνω', 'επιβεβαιώνω', 'καταδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" απογαλουχισμός,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" απογεμίζω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" αποβαίνω,"['απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" απογείωση,"['εκκίνηση', 'αναχώρηση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'φευγιό', 'παρτέντζα']" αποδημητής,"['απόδημος', 'ξενιτεμένος', 'μετανάστης', 'μισεμένος', 'έκδημος']" αποδημώ,"['εκδημώ', 'εκπατρίζομαι', 'ξενιτεύομαι', 'μεταναστεύω', 'μισεύω']" αποδημία,"['εκπατρισμός', 'ξενιτεμός', 'ξενίτεμα', 'μετανάστευση', 'μισεμός']" αποβλέπω,"['διευθύνομαι', 'κατευθύνομαι', 'πορεύομαι']" αποδιώξιμο,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" απογοητεύω,"['απελπίζομαι', 'απελπίζω', 'αποθαρρύνω']" αποδοκιμάζω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" αποβολή,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" αποδοτικός,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" απογοήτευση,"['ανελπισιά', 'απελπισμός', 'απελπισία', 'απαρηγορησιά', 'απόγνωση']" αποδοχή,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" αποβάλλω,"['διώχνω', 'εξοστρακίζω', 'απορρίπτω', 'αποπέμπω']" αποδέσμευση,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" αποβίβαση,"['απόβαση', 'κατέβασμα', 'κάθοδος', 'ξεμπαρκάρισμα']" αποδίδω,"['εξηγώ', 'ερμηνεύω', 'επιστρέφω', 'απονέμω', 'μεταφράζω', 'παραφράζω']" απογίνομαι,"['αποβαίνω', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" αποδίωξη,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" απολαβή,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" αποκαλύπτω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" αποκαθίδι,"['αμόργη', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" αποθεματικός,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'επικουρικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" αποθαρρύνω,"['απελπίζομαι', 'απελπίζω', 'απογοητεύω']" αποθαυμάζω,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" αποκατάσταση,"['διόρθωμα', 'εξασφάλιση', 'γάμος', 'επαναφορά', 'επανόρθωση', 'τακτοποίηση', 'παντρειά']" αποθηλασμός,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" αποκηρύσσω,"['αναθεματίζω', 'αφορίζω', 'κακοτυχίζω', 'καταριέμαι']" αποθησαύριση,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" αποκλεισμός,['κλείσιμο'] απολογία,['υπεράσπιση'] αποκοιμιστικός,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" αποκομίζω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποκούμπι,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" αποκοπή,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" αποκρουστικός,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" αποκρούω,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" αποθράσυνση,"['αυθάδεια', 'αφοβία', 'θράσος', 'τόλμη', 'υπερβολικό θάρρος']" αποκρύπτω,"['αποσκεπάζω', 'αποσιωπώ', 'κρύβω', 'συγκαλύπτω', 'παραλείπω']" απολυταρχικός,"['δεσποτικός', 'αυθαίρετος', 'αυταρχικός']" απολυταρχία,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" απολυτρώνω,"['ανακουφίζω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζω', 'ξεθυμαίνω', 'παρηγορώ']" απολυτός,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεπιτήρητος', 'αμολητός', 'λυμένος', 'ξεκάπιστρος', 'άδετος']" αποκτώ,"['ιδιοποιούμαι', 'κερδίζω', 'κατακτώ', 'οικειοποιούμαι']" αποκτώ κακές συνήθειες,"['κακομαθαίνω', 'κακοσυνηθίζω']" αποκάλυψη,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'ξεσκέπασμα', 'ξετρύπωμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" αποκάνω,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φρενιάζω']" απολύμανση,"['εξυγίανση', 'αποστείρωση', 'καθαρισμός', 'παστερίωση']" απολύτρωση,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" αποθέτω,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'βάζω', 'καταθέτω', 'θέτω', 'τοποθετώ', 'πληροφορώ']" απολύω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" απολήγω,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" αποθήκη,"['αμπάρι', 'ανήλιο', 'κελάρι', 'κρασοβόλι']" αποκήρυξη,"['ανάθεμα', 'αφορισμός', 'κακοτύχισμα', 'κατάρα']" απολίτιστος,"['αλλοεθνής', 'αλλόγλωσσος', 'αλλόφυλος', 'βάρβαρος', 'ξενόγλωσσος']" επονειδίζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" απομεινάρι,"['αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" απομακρύνομαι,"['αποσκιρτώ', 'αποτραβιέμαι', 'αποσύρομαι', 'αποχωρώ', 'φεύγω', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" απομακρύνω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποξενώνω,"['απομονώνω', 'ξακρίζω', 'ξεμοναχιάζω', 'ξεχωρίζω', 'μονώνω', 'χωρίζω']" απομεσήμερο,"['δειλινό', 'δείλι', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" απομιμούμαι,"['αντιγράφω', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" απονιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'ξενοιασιά']" απομνημονεύω,"['αναγνωρίζω', 'αναλογίζομαι', 'αναμιμνήσκομαι', 'αναμνιάζω', 'αναπολώ', 'θυμούμαι']" επονομασία,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" απομονωμένος,"['εγκαταλελειμμένος', 'εγκαταλειμένος', 'μοναχικός', 'μοναχός', 'μόνος', 'έρημος', 'έρμος', 'παρατημένος']" απομονωτήριο,"['ακοινωνησία', 'ανεπιμιξία', 'απομόνωση', 'αποξένωση', 'ξεμονάχιασμα']" απομονώνομαι,"['καλογερεύω', 'μονάζω', 'μένω εργένης']" απομονώνω,"['αποξενώνω', 'ξακρίζω', 'ξεμοναχιάζω', 'ξεχωρίζω', 'μονώνω', 'χωρίζω']" αποξυλιάζω,"['καταψύχω', 'κρυσταλλιάζω', 'υπερψύχω', 'παγώνω', 'ψυχραίνω']" απομυζώ,"['γαλουχούμαι', 'γαλουχώ', 'βυζαίνω', 'είμαι ανήλικος', 'θηλάζω', 'μυζώ']" απομάκρυνση,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" απομόνωση,"['ακοινωνησία', 'ανεπιμιξία', 'απομονωτήριο', 'αποξένωση', 'ξεμονάχιασμα']" απομάσσω,"['διαρμίζω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" απονέμω,"['εξηγώ', 'ερμηνεύω', 'επιστρέφω', 'αποδίδω', 'μεταφράζω', 'παραφράζω']" αποξένωση,"['αλλοτρίωση', 'εκποίηση', 'απαλλοτρίωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'πούλημα', 'χάσιμο']" απονήρευτος,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απόνηρος', 'άκακος']" απομίμημα,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" απομίμηση,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" απορριξιμιό,"['εξάμβλωμα', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" απορριπτέος,"['ελαττωματικός', 'ακατάλληλος', 'απόβλητος', 'σκάρτος', 'άχρηστος']" απορρέω,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" απορρίπτομαι,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" απορρίπτω,"['εγκαταλείπω', 'αρνιέμαι', 'απαρνιέμαι', 'αποκηρύσσω', 'λησμονώ']" απορία,"['ανέχεια', 'φτώχεια', 'ένδεια', 'πενία']" αποτελειώνω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" αποτελεσματικός,"['ενεργητικός', 'δραστικός', 'επιτυχής', 'καίριος', 'λυσιτελής', 'τελεσφόρος']" αποτελμάτωση,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" αποτελώ,"['απαρτίζω', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" αποσβολωμένος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" αποσβολώνω,"['βουβαίνω', 'αφοπλίζω', 'αποστομώνω', 'κεραυνώνω', 'φιμώνω']" αποσαφηνίζω,"['διευκρινίζω', 'εξηγώ', 'ξεκαθαρίζω']" αποφατικός,"['αρνητικός', 'απαγορευτικός']" αποφασισμένος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" αποφασιστικότητα,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" αποτεφρώνω,"['ανάβω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" αποσβόλωμα,"['αιφνιδιασμός', 'ευχάριστο γεγονός', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'ξάφνιασμα', 'σοκάρισμα', 'σάστισμα', 'έκπληξη']" αποφεύγω,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" αποφθεγματικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" αποσκευή,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" αποσκεπάζω,"['αποκρύπτω', 'αποσιωπώ', 'κρύβω', 'συγκαλύπτω', 'παραλείπω']" αποσκιρτώ,"['απομακρύνομαι', 'αποτραβιέμαι', 'αποσύρομαι', 'αποχωρώ', 'φεύγω', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" αποσιωπώ,"['αποκρύπτω', 'αποσκεπάζω', 'κρύβω', 'συγκαλύπτω', 'παραλείπω']" αποσκέπασμα,"['απόκρυψη', 'καταχώνιασμα', 'κρύψιμο', 'συγκάλυψη', 'παράχωμα']" αποσιώπηση φθόγγου,"['ελάττωση', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" αποσοβώ,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποτραβιέμαι,"['απομακρύνομαι', 'αποσκιρτώ', 'αποσύρομαι', 'αποχωρώ', 'φεύγω', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" αποτρυγίδια,"['αμπελολόγια', 'αποστάφυλα', 'απότσαμπα', 'ρωγολογίδια', 'τσαμπουρίδια', 'τσάμπουρα']" αποτρέπω,"['δεσμεύω', 'εμποδίζω', 'απαγορεύω', 'παρακωλύω', 'παρεμποδίζω']" αποσυγκεντρώνω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" αποστερούμαι,"['απαρνιέμαι', 'στερούμαι', 'παραιτούμαι', 'χάνω']" αποστασία,"['ανταρσία', 'ανυπακοή', 'εξέγερση', 'απειθαρχία', 'επανάσταση', 'στάση']" αποστείρωση,"['εξυγίανση', 'απολύμανση', 'καθαρισμός', 'παστερίωση']" αποτυγχάνω,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'ναυαγώ', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" αποφυλακίζω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" απουσιάζω,"['δε συμμετέχω', 'δεν υπάρχω', 'δεν παραβρίσκομαι', 'είμαι απών', 'λείπω']" αποτσιπωσιά,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" αποσυνθέτω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" αποστολή,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" αποστομώνω,"['βουβαίνω', 'αφοπλίζω', 'αποσβολώνω', 'κεραυνώνω', 'φιμώνω']" αποστροφή,"['αντιπάθεια', 'ασυμπάθεια', 'απαρέσκεια', 'απέχθεια', 'εχθρότητα']" αποστράτευση,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" αποστρέφομαι,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" αποστάλαγμα,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" αποστάλαξη,"['διαυγασμός', 'απόσταξη', 'λαμπικάρισμα', 'καζάνιασμα', 'στάλαγμα', 'στάξιμο']" αποστάτης,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'στασιαστής', 'παλάντζας']" αποστάφυλα,"['αμπελολόγια', 'αποτρυγίδια', 'απότσαμπα', 'ρωγολογίδια', 'τσαμπουρίδια', 'τσάμπουρα']" αποστέλλω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" αποστέργω,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποποιούμαι', 'περιφρονώ']" απουσία,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" αποτυχία,"['γονάτισμα', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" αποσόβηση,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" αποτέλεσμα,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" αποσύνθεση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" αποσύρομαι,"['απομακρύνομαι', 'αποσκιρτώ', 'αποτραβιέμαι', 'αποχωρώ', 'φεύγω', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" αποσύρω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποτύπωμα,"['απομεινάρι', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" αποσπασμένος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" αποσπώ την προσοχή,"['ενασχολώ', 'απασχολώ']" αποσώνω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" αποζημίωση,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" αποπερατώνω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" αποπλανώ,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" αποπληξία,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'δύσπνοια', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" αποπλέω,"['αναχωρώ', 'απομακρύνομαι', 'αποχωρώ', 'απέρχομαι', 'ξεκινώ', 'μισεύω', 'σαλπάρω', 'φεύγω']" αποπνικτικός,"['ασφυκτικός', 'πνιγηρός', 'πνικτικός']" αποποιούμαι,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'περιφρονώ']" αποπομπή,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" εποπτεύων διευθυντής,"['επιβλέπων', 'επιτηρητής', 'επιστάτης', 'επόπτης', 'έφορος']" αποπάτηση,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" αποπέμπω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποψιλωμένος,"['αγένειος', 'γυμνός', 'λιπόθριξ', 'σπανός', 'άδεντρος', 'άτριχος', 'ψιλός', 'χέρσος']" αποίκιλτος,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός']" αποχαιρετώ,"['αναχωρώ', 'αφήνω γεια', 'αποσύρομαι', 'αποχωρίζομαι', 'φεύγω', 'χάνω οριστικώς']" αποχετεύω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" αποχωρητήριο,"['απόπατος', 'αίθουσα καλλωπισμού', 'καμπινές', 'μέρος', 'τουαλέτα', 'φόρεμα', 'έπιπλο με καθρέπτη']" αποχωρισμός,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" αποχωρώ,"['απομακρύνομαι', 'αποσκιρτώ', 'αποτραβιέμαι', 'αποσύρομαι', 'φεύγω', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" αποχωρίζομαι,"['αναχωρώ', 'αφήνω γεια', 'αποσύρομαι', 'αποχαιρετώ', 'φεύγω', 'χάνω οριστικώς']" εποχή,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" αποχή από εργασία,"['αναστολή', 'αργία', 'απεργία', 'σταμάτημα', 'στάθμευση', 'στάση', 'παύση']" αποχώρηση,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" απραγματοποίητος,"['ακατόρθωτος', 'ανεπίτευκτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απροσπέλαστος', 'ουτοπικός', 'άφθαστος']" απραγία,"['αδαημοσύνη', 'ανασκησία', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απειρία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια', 'ποσότητα']" απραξία,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" απροετοίμαστος,"['ανέτοιμος', 'απροπαρασκεύαστος', 'απροπαράσκευος']" απροκάλυπτα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" απροκάλυπτος,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροσποίητος', 'άφραγος', 'άφραχτο']" απροσεξία,"['αβλεψία', 'αβλέπτημα', 'λάθος', 'παρόραμα']" απροσδόκητος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" απροσκάλεστος,"['ακλήτευτος', 'ακάλεστος', 'αυτόκλητος', 'απρόσκλητος', 'άκλητος']" απροσκύνητος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'αήττητος', 'άγριος', 'άκαμπτος']" απροστάτευτος,"['αγιάτρευτος', 'αβοήθητος', 'αθεράπευτος', 'ανεπικούρητος', 'ανυπεράσπιστος', 'ανυποστήριχτος', 'ανίατος', 'ασύντρεχτος']" απροσωπόληπτος,"['αδελέαστος', 'αδέκαστος', 'αμερόληπτος', 'αντικειμενικός', 'αφατρίαστος', 'δίκαιος']" απροφύλαχτος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" απροσποίητα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" απροσποίητος,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" απροσπέλαστος,"['ακατόρθωτος', 'ανεπίτευκτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'ουτοπικός', 'άφθαστος']" απροσπέραστος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" απροπαρασκεύαστος,"['ανέτοιμος', 'απροετοίμαστος', 'απροπαράσκευος']" απροπαράσκευος,"['ανέτοιμος', 'απροετοίμαστος', 'απροπαρασκεύαστος']" απρόβλεπτος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" απράγμονας,"['ακατατόπιστος', 'διαφορετικός', 'αλλότριος', 'ανεξάρτητος', 'ασυναφής', 'ασυνάρτητος', 'ασχέτιστος', 'ξένος', 'άσχετος']" απρόκοφτος,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" απρόκοπος,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" απρόθυμος,"['διστακτικός', 'οκνός', 'ράθυμος', 'άθελος', 'άκεφος', 'άστεργος', 'χλιαρός']" απρόοπτος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" απρόσβλητος,"['αβάρετος', 'αλάβωτος', 'ατραυμάτιστος', 'απλήγωτος', 'αχτύπητος', 'άτρωτος']" απρόσεχτος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'ξένοιαστος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" απρόσκλητος,"['ακλήτευτος', 'ακάλεστος', 'αυτόκλητος', 'απροσκάλεστος', 'άκλητος']" απρόσκοπτος,"['αδιακώλυτος', 'αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ακώλυτος', 'ανεμπόδιστος', 'αμπόδιστος', 'απεριόριστος']" απρόσιτος,"['ακατάδεκτος', 'απλησίαστος', 'υπερόπτης', 'υπερήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψυχρός']" απρόσμενος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'ξαφνικός', 'άξαφνος']" απρόσμικτος,"['ακήρατος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'ανέρωτος', 'άκρατος', 'άμικτος']" απρόφταστος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απέραστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" απρόσφορος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'άκαιρος']" απρέπεια,"['ατόπημα', 'ασχημοσύνη', 'άτοπη πράξη', 'παρεκτροπή']" απτόητος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'εύτολμος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος', 'άτρομος']" απτός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" απόβαλμα,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" απόδειξη,"['γράμμα', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" απόγεμα,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" απόβαση,"['αποβίβαση', 'κατέβασμα', 'κάθοδος', 'ξεμπαρκάρισμα']" απόγευμα,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" απόδημος,"['αποδημητής', 'ξενιτεμένος', 'μετανάστης', 'μισεμένος', 'έκδημος']" απόβλητος,"['ελαττωματικός', 'ακατάλληλος', 'απορριπτέος', 'σκάρτος', 'άχρηστος']" απόγιομα,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" απόγνωση,"['ανελπισιά', 'απελπισμός', 'απελπισία', 'απαρηγορησιά', 'απογοήτευση']" απάθεια,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" απόλειψη,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" απόλαυση,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" απάλιωτος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" απόκομμα,"['απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" απόκρυψη,"['αποσκέπασμα', 'καταχώνιασμα', 'κρύψιμο', 'συγκάλυψη', 'παράχωμα']" επάκτιος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" απόλυση,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" απόλυτος,"['αδιάλλακτος', 'ανένδοτος', 'ασυμβίβαστος', 'άκαμπτος']" απωθώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" απόμακρα,"['αλάργα', 'κατάμακρα', 'μακριά', 'άπω', 'πόρρω', 'πέρα']" απόμακρος,"['ανώτατος σε βαθμό', 'τελευταίος', 'έσχατος']" επόμενος,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" απόμαχος,"['βετεράνος', 'απότακτος', 'απόστρατος', 'συνταξιούχος', 'παλαίμαχος']" απόνηρος,"['αγαθός', 'αγαθόπιστος', 'αθώος', 'αφελής', 'ευκολόπιστος', 'εύπιστος', 'απλοϊκός', 'απλός', 'απονήρευτος', 'άκακος']" απάνθισμα,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" απάνθρωπος,"['ανελεήμονας', 'ανηλεής', 'ανοικτίρμονας', 'ανήλεος', 'βάναυσος', 'σκληρός', 'άσπλαχνος', 'άπονος']" απάντηση,"['ειδησεογραφία', 'αλληλογραφία', 'αμοιβαία σχέση', 'ανταπόδοση', 'ανταπόκριση', 'ανταπάντηση', 'αντιμίλημα', 'αντιστάθμιση', 'επαφή', 'επικοινωνία', 'επιμιξία']" επωνυμία,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" απωμάτιστος,"['αβούλωτος', 'ανοιχτός', 'ασφράγιστος', 'ατάπωτος', 'ξέσκεπος']" απόρθωση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" απόρριγμα,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" απόρροια,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" απότακτος,"['βετεράνος', 'απόμαχος', 'απόστρατος', 'συνταξιούχος', 'παλαίμαχος']" επωφελής,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" απόφαση,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" απάτη,"['κλεψιά', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" απόφθεγμα,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρητό', 'ρήση', 'παροιμία']" απότμηση,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'κοπή', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" απότομος,"['αλματικός', 'αλματώδης', 'γρήγορος']" απόσταξη,"['διαυγασμός', 'αποστάλαξη', 'λαμπικάρισμα', 'καζάνιασμα', 'στάλαγμα', 'στάξιμο']" απότσαμπα,"['αμπελολόγια', 'αποτρυγίδια', 'αποστάφυλα', 'ρωγολογίδια', 'τσαμπουρίδια', 'τσάμπουρα']" απόσταση,"['διαφορά', 'διάσταση', 'διάστημα', 'ετερότητα', 'μάκρος', 'άβυσσος']" απόστολος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" απόστρατος,"['βετεράνος', 'απόμαχος', 'απότακτος', 'συνταξιούχος', 'παλαίμαχος']" απόσπαση,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" απόσπασμα,"['κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" απόσχιση,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" απόπειρα,"['αγώνας', 'αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'μεγάλη προσπάθεια', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" απόπεμψη,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" απόπατος,"['αποχωρητήριο', 'αίθουσα καλλωπισμού', 'καμπινές', 'μέρος', 'τουαλέτα', 'φόρεμα', 'έπιπλο με καθρέπτη']" απόπλους,"['εκκίνηση', 'αναχώρηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'φευγιό', 'παρτέντζα']" επόπτης,"['επιβλέπων', 'επιτηρητής', 'επιστάτης', 'εποπτεύων διευθυντής', 'έφορος']" απέθαντος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'αίδιος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" επέλαση,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" επέλευση,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" απύθμενος,"['βαθύτατος', 'αβυσσαλέος', 'ανεξιχνίαστος', 'καταχθόνιος', 'σατανικός', 'χαώδης']" επέκταση χρήσης λέξης,"['ακολασία', 'ασωτία', 'κατασπατάληση', 'κατάχρηση', 'σφετερισμός', 'υπέρμετρη χρήση']" επέμβαση,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" απέναντι,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'κατάντικρυ', 'φάτσα', 'έναντι']" απέραντος,"['αβυσσαλέος', 'ατελεύτητος', 'ατέλειωτος', 'αχανής', 'άβαθος', 'άπειρος']" απέραστος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'ταχύτατος', 'άφθαστος']" απέριττο,"['αγνό', 'αμόλυντο']" απέριττος,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'λιτός']" απέρχομαι,"['αναχωρώ', 'απομακρύνομαι', 'αποπλέω', 'αποχωρώ', 'ξεκινώ', 'μισεύω', 'σαλπάρω', 'φεύγω']" επέρχομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" απέχθεια,"['αντιπάθεια', 'ασυμπάθεια', 'απαρέσκεια', 'αποστροφή', 'εχθρότητα']" απέχων,"['αδιάφορος', 'αμέτοχος', 'ουδέτερος', 'ξένος', 'άσχετος']" απήδητος,"['αβάτευτος', 'αμαρκάλιστος', 'ανεπίβατος', 'ανόχευτος', 'ασυνουσίαστος']" απώλεια,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" απώλεια υπόληψης,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" απώθηση,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'άμβλωση', 'έκτρωση', 'έξωση']" απήχηση,"['διαίσθηση', 'αισθητήριο', 'εντύπωση', 'αίσθηση', 'συναίσθηση']" επίδειξη,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" επίβαση,"['βάτεμα', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" επίγνωση,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'αίσθηση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" επίθεση,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" επίκληση,"['εκλιπάρηση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" απίκο,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" επίκουρος,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" επίμεμπτος,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" επίνοια,"['ιδέα', 'μούσα', 'οίστρος', 'έμπνευση', 'ποιητικός οίστρος', 'πνοή']" επίμονος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'άσειστος', 'πάγιος']" επίτευγμα,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" επίφθονος,"['αγαστός', 'αξιοθαύμαστος', 'καταπληκτικός', 'θαυμαστός']" απίστευτος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" επίστρωση,"['επικάλυψη', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" επίσχεση,"['ιδιοκτησία', 'κατοχή', 'κατάσχεση', 'κράτηση', 'κυριότητα', 'κτήση', 'συγκράτηση']" επίπεδο σχήματος,"['αξίωμα καθηγητού', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" αψηφισιά,"['αθεΐα', 'ανευλάβεια', 'ασέβεια', 'ασέβημα', 'απιστία', 'ιεροσυλία']" αψηφώ,"['δε λογαριάζω', 'δεν υπολογίζω', 'ελεεινολογώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" αψιδώνω,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" αψυχιά,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" αψάδα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" αψύς,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" αψώμωτος,"['αγίνωτος', 'ακατόρθωτος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'αμέστωτος', 'ανώριμος', 'άγουρος', 'άβραστος', 'άψητος']" αψίθυμος,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" αήττητος,"['ακαταδάμαστος', 'ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατάβλητος', 'ανίκητος', 'δυσπολέμητος', 'άτρωτος']" βία,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'φούρια', 'σπουδή']" γίγαντας,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" είδηση,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" βίγλα,"['αγνάντεμα', 'επισκόπιση', 'βίγλισμα', 'παρατηρητήριο', 'περισκόπιση']" βίγλισμα,"['αγνάντεμα', 'επισκόπιση', 'βίγλα', 'παρατηρητήριο', 'περισκόπιση']" αίδιος,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'θεός', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" είδωλο,"['εικόνα', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" δίκαιος,"['αδελέαστος', 'αδέκαστος', 'αμερόληπτος', 'αντικειμενικός', 'αφατρίαστος', 'απροσωπόληπτος']" δίλημμα,"['αβεβαιότητα', 'διστακτικότητα', 'αοριστία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αστάθεια', 'ασάφεια']" αίθουσα,"['δωμάτιο', 'θάλαμος', 'κάμαρα', 'κάμαρη']" αίθουσα καλλωπισμού,"['αποχωρητήριο', 'απόπατος', 'καμπινές', 'μέρος', 'τουαλέτα', 'φόρεμα', 'έπιπλο με καθρέπτη']" είμαι,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" είμαι ανήλικος,"['γαλουχούμαι', 'γαλουχώ', 'βυζαίνω', 'απομυζώ', 'θηλάζω', 'μυζώ']" είμαι ανίκανος,"['δεν μπορώ', 'αδυνατώ', 'εξασθενώ']" είμαι απών,"['δε συμμετέχω', 'δεν υπάρχω', 'δεν παραβρίσκομαι', 'απουσιάζω', 'λείπω']" είμαι ισόπαλος,"['διαμάχομαι', 'αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'παραβγαίνω']" είμαι οπαδός,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" είμαι στην ακμή μου,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'θάλλω', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" γίνεται,"['λαχαίνει', 'τρέχει', 'συμβαίνει', 'συντελείται', 'τυχαίνει']" αίνιγμα,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" γίνομαι,"['συμβαίνω', 'συντελούμαι']" γίνομαι έμπειρος,"['ασχολούμαι', 'κατατρίβω', 'τρίβομαι']" αίνος,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" δίνω τη χαριστική βολή,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" δίνω έμφαση,"['τονίζω', 'υπογραμμίζω']" βίραγγας,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" αίτημα,"['διεκδίκηση', 'αξίωση', 'απαίτηση', 'θέληση']" αίτηση,"['αξίωμα', 'αρχή', 'δόγμα', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'κανόνας', 'νόμος', 'παρακάλια', 'παράκληση']" αίσθηση,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'συνείδηση', 'συναίσθηση']" αίσιος,"['αισιόδοξος', 'ευνοϊκός', 'ευοίωνος', 'οπτιμιστής']" είσοδος,"['θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" αίσχος,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" δίπλα,"['εγγύς', 'κολλητά', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλησίον', 'πλάι']" αχαΐρευτος,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" αχαμναίνω,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" αχανής,"['αβυσσαλέος', 'ατελεύτητος', 'ατέλειωτος', 'απέραντος', 'άβαθος', 'άπειρος']" αχαριστία,"['αγνωμοσύνη', 'αναγνωριά', 'ανεγνωριά']" αχερής,"['καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" εχθρικός,"['ελεεινός', 'ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος', 'άσχημος']" εχθρός,"['αντικρουόμενος', 'αντιφατικός', 'αντιτιθέμενος', 'αντιφρονών', 'αντίθετος', 'αντίνομος', 'αντίξοος', 'αντίστροφος', 'αντίπαλος', 'ενάντιος', 'ανάποδος', 'ασύμφωνος', 'εχθρικός']" εχθρότητα,"['αντιπάθεια', 'ασυμπάθεια', 'απαρέσκεια', 'αποστροφή', 'απέχθεια']" αχολογώ,"['αντηχώ', 'αντιβογγώ', 'αντιβουίζω', 'αντιλαλώ', 'αντιφωνώ', 'απηχώ']" αχνάρι,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" αχρειότητα,"['αθλιότητα', 'δυστυχία', 'κακία', 'ταλαιπωρία', 'φτώχεια']" αχρείαστος,"['ανωφέλευτος', 'ανώφελος', 'αχρησίμευτος', 'άσκοπος', 'άχρηστος']" αχρησιμοποίητος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" αχρησίμευτος,"['ανωφέλευτος', 'ανώφελος', 'αχρείαστος', 'άσκοπος', 'άχρηστος']" αχτύπητος,"['αβάρετος', 'αλάβωτος', 'ατραυμάτιστος', 'απλήγωτος', 'απρόσβλητος', 'άτρωτος']" αχόλιαστος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" αχόρταγος,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'λαίμαργος', 'φαγάς', 'άπληστος']" εχέφρονας,"['γνωστικός', 'μετριοπαθής', 'μυαλωμένος', 'φρόνιμος', 'συνετός', 'σώφρονος']" αχώνευτος,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" αχώνι,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" ηγεμονία,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" ηγεμόνας,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" ηδονή,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" ηδυπαθής,"['λάγνος', 'φιλήδονος']" ηγέτης,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" ηγήτορας,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" ηλεκτρική μπαταρία,"['μέρος σελίδας', 'στήλη', 'πλάκα']" ηθικό,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" ηθικό ανάστημα,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" ηθικό έρεισμα,"['ανάστημα', 'κορμοστασιά', 'μπόι', 'ύψος']" ηθικός,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" ηθικότητα,"['αγωγή', 'ήθος', 'χαρακτήρας']" ηλιοτρόπιο,"['ακτινοβολία', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" ηλιόφως,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" ηλίανθος,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" ηλίθιος,"['ανώφελος', 'μάταιος']" ημεδαπή,"['γενέτειρα', 'πατρίδα']" ημερεύω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" ημεροδείκτης,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" ημερολόγιο,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" ημερωμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" ημερώνω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" ημερήσιος,"['καθημερινός', 'καθημερνός', 'τακτικός', 'συνηθισμένος', 'συχνός']" ημίφως,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" ηρεμώ,"['ανανήφω', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" ηρεμία,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" ηρωισμός,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" cσκοτάδι,"['σκοτεινιά', 'σκοτεινάδα', 'σκοτεινότητα', 'σκοτάδι', 'σκότος', 'έρεβος']" ησυχαστής,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ησυχάζω,"['ανακουφίζομαι', 'ανασαίνω', 'αναζωογονούμαι', 'αναπνέω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι', 'ζω']" ησυχία,"['ηρεμία', 'σιγαλιά', 'σιγή']" ηχηρός,"['λεφτά', 'σκαστός', 'έντονος', 'παράς', 'χρήμα']" καβαλαρία,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" καβαλητά,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" καβαλίκεμα,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" καβγάς,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" λαδιά,"['βρώμα', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" ιδανικό,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" ιδανικός,"['ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" ιδεολογικός,"['εμφανίσιμος', 'αφηρημένος', 'επιβλητικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'φιγουράτος', 'υποθετικός']" ιδεολογία,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" ιδεολόγος,"['αγωνιστής', 'αθλητής']" καβουρντίζω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" θεατρικό έργο,"['εξαπάτηση', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" θεατής,"['μάρτυρας', 'μπανιστηριτζής']" καβάλα,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" λαγάνα,"['επιούσιος', 'καρβέλι', 'κουραμάνα', 'φραντζόλα', 'άρτος', 'ψωμί']" λεγάμενος,"['αγαπημένος', 'αγαπητικός', 'αγόρι', 'γκόμενος', 'εραστής', 'ερωμένος', 'ευνοούμενος', 'φίλος']" λαβωματιά,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" καδένα,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" λεβέντης,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" λαβύρινθος,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'κατάπληξη', 'υποψία']" ιδεώδες,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" ιδεώδης,"['ιδανικός', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" λαβώνομαι,"['τραυματίζομαι', 'πληγώνομαι']" λαβώνω,"['τραυματίζω', 'πληγώνω']" καγχασμός,"['γέλιο', 'γέλως', 'κάκανο', 'χαχανητό', 'χαχάνισμα', 'χάχανο']" καγχάζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" καημός,"['λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" καημένος,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" κελαηδισμός,"['κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" κελαηδώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" καλαισθησία,"['γούστο', 'φιλοκαλία']" καλαντάρι,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'κατάστιχο', 'καζαμίας']" καλαμόσπιτο,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" λαθεμένος,"['αναληθής', 'ανακριβής', 'κίβδηλος', 'ψευδής', 'ψεύτικος']" καλαμπούρι,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'αστείο', 'ευφυολόγημα', 'φαιδρολογία', 'χαριτολογία', 'χωρατό']" καθαρισμός,"['εξυγίανση', 'απολύμανση', 'αποστείρωση', 'παστερίωση']" καθαριότητα,"['διαύγεια', 'καθαρότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστρικάδα', 'παστράδα', 'πάστρα']" καθαρογράφω,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" καθαρά,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" καθαρός,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" καθαρότητα,"['διαύγεια', 'καθαριότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστρικάδα', 'παστράδα', 'πάστρα']" καθαρίζω,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" θαλασσομάχος,"['γεμιτζής', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" θαλασσοταραχή,"['καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" θαλασσόλυκος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" καθεστώς,"['εγκατεστημένος', 'αρχή', 'κράτος', 'πολιτεία', 'πολίτευμα']" λαθεύω,"['εξαπατώμαι', 'απατώμαι', 'ξεγελιέμαι', 'ξαστοχώ', 'φαλτσάρω', 'σφάλλω']" κελεπούρι,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'λαχείο']" καθαίρεση,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" ιδιαίτερος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" καθημερινός,"['ημερήσιος', 'καθημερνός', 'τακτικός', 'συνηθισμένος', 'συχνός']" καθημερνός,"['ημερήσιος', 'καθημερινός', 'τακτικός', 'συνηθισμένος', 'συχνός']" καθησυχάζω,['κατευνάζω'] καθιερωμένη συνήθεια,"['αντέτι', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'έθιμο', 'παράδοση']" καθιερώνω,"['αφιερώνω στο Θεό', 'επισημοποιώ', 'καθοσιώνω', 'λανσάρω', 'θεσπίζω', 'ορίζω']" λεκιασμένος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" καλλιεργημένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" καλλιεργητής,"['γεωργός', 'ξωμάχος', 'ρετζιπέρης', 'ζευγολάτης', 'ζευγάς', 'ζευγίτης']" καλλιεργώ,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" καλλιγράφος,['κομψογράφος'] καλλιτέχνης,"['δεξιοτέχνης', 'αριστοτέχνης', 'αρτίστας', 'μαιτρ', 'μερακλής']" καλικάντζαρος,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" καλλιέργεια,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" καθικέτευση,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" καλλονή,"['γοητεία', 'γόητρο', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" θελκτικός,"['γοητευτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" καθισιό,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'θάνατος', 'ξεκούραση']" λεκιά,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" καλιά,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" καλλωπίζω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" καλλύνω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" κελιώτης,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" καλογερεύω,"['απομονώνομαι', 'μονάζω', 'μένω εργένης']" καθοδηγώ,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" κακοδιαθεσία,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'νόσημα', 'νόσος', 'πάθηση']" κακογλωσσεύω,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" κακοαναθρεμμένος,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'χοντράνθρωπος', 'χυδαίος']" καλοδέχομαι,"['δεξιώνομαι', 'καλωσορίζω', 'υποδέχομαι']" καθοδήγηση,"['οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" καλοκαιριά,"['ευδία', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'θέρος', 'ζέστες']" κακοκαιρία,['1'] καλοκαιρία,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'θέρος', 'ζέστες']" κακοκαιρία,['1'] κακοκαρδίζω,"['αθυμώ', 'δυσθυμώ', 'θλίβομαι', 'λυπάμαι', 'μελαγχολώ', 'μικροψυχώ']" κακοκεφαλιά,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" καλοκαίρι,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'θέρος', 'ζέστες']" καθολικός,"['γενικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" κακολογώ,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" ιδιοκτησία,"['επίσχεση', 'κατοχή', 'κατάσχεση', 'κράτηση', 'κυριότητα', 'κτήση', 'συγκράτηση']" ιδιοκτήτης,"['ειδήμονας', 'γνώστης', 'επαΐων', 'κάτοχος', 'κύριος', 'έμπειρος']" κακοκάρδισμα,"['βαρυθυμία', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" κακομαθαίνω,"['αποκτώ κακές συνήθειες', 'κακοσυνηθίζω']" καλομαθημένος,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" κακομοίρης,"['αξιολύπητος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'καημένος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'άτυχος']" καινοτομία,"['ασύνηθες', 'καινούργιο', 'μεταρρύθμιση', 'νεωτερισμός', 'μοντερνισμός', 'πρωτοτυπία']" καινουργώνω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" καινοτόμος,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" καινούργιο,"['ασύνηθες', 'καινοτομία', 'μεταρρύθμιση', 'νεωτερισμός', 'μοντερνισμός', 'πρωτοτυπία']" καινούργιος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" καλομίλητος,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" καθορμίζομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" καλορίζικος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" καλοφαγάς,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" καθοσιώνω,"['αφιερώνω στο Θεό', 'επισημοποιώ', 'καθιερώνω', 'λανσάρω', 'θεσπίζω', 'ορίζω']" κακουργία,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" κακοσυνηθίζω,"['αποκτώ κακές συνήθειες', 'κακομαθαίνω']" καλοσυνάδα,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσύνη', 'θέρος', 'ζέστες']" καλοσυνάτος,"['Αγαθός', 'καλός']" καλοστρατιά,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" κακοτυχία,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'στρυφνότητα', 'παραξενιά']" καλοτυχίσματα,"['συγχαρητήρια', 'συχαριάσματα', 'συχαρίκια', 'παινέματα', 'παίνιες']" κακοτυχίζω,"['αναθεματίζω', 'αφορίζω', 'αποκηρύσσω', 'καταριέμαι']" καλοτάξιδος,['κατευόδιο'] καλοσύνη,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'θέρος', 'ζέστες']" κακοτύχισμα,"['ανάθεμα', 'αφορισμός', 'αποκήρυξη', 'κατάρα']" κακοτέχνημα,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" κακουχίες,"['δεινά', 'βάσανα', 'ταλαιπωρίες', 'συμφορές']" καινός,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" καινότροπος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" κακούργημα,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" κακούργος,"['εγκληματίας', 'βλαβερός', 'βλαπτικός', 'δολοφόνος', 'κακοποιός', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" καλούπι,"['εκμαγείο', 'εφαρμοστός', 'μήτρα', 'φόρμα', 'τύπος', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" καλοζωία,"['ευημερία', 'ευτυχία', 'ευζωία', 'καλοπέραση', 'τρυφή']" ιδιοποιούμαι,"['αποκτώ', 'κερδίζω', 'κατακτώ', 'οικειοποιούμαι']" κακοποιός,"['εγκληματίας', 'βλαβερός', 'βλαπτικός', 'δολοφόνος', 'κακούργος', 'κακοήθης', 'κλέφτης']" καλοπόδαρος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" καλοπέραση,"['ευημερία', 'ευτυχία', 'ευζωία', 'καλοζωία', 'τρυφή']" κακοήθεια,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" κακοήθης,"['εγκληματίας', 'βλαβερός', 'βλαπτικός', 'δολοφόνος', 'κακούργος', 'κακοποιός', 'κλέφτης']" λαθραίος,"['κρυφός', 'κρυπτός', 'μυστικός']" καιρός,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" καθρέφτης,"['διαυγές πράγμα', 'γυαλί', 'κάτοπτρο', 'μέρος πρύμνης', 'μέρος πόρτας', 'τηλογυάλι']" λεκτικός τρόπος,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" καλυτερεύω,"['βελτιώνομαι', 'βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναρρωννύω', 'ανθρωπεύω', 'επεξεργάζομαι', 'ξαναπλάθω', 'τελειοποιώ', 'σιάχνω']" καθυστερώ,"['αργοπορώ', 'επιβραδύνω', 'τρενάρω', 'υστερώ', 'υπολείπομαι']" καθυστέρηση,"['αναβολή', 'αναστολή', 'αργοπορία', 'επιβράδυνση', 'τρενάρισμα', 'άργητα']" καθυποτάσσω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" καλό,"['αγαθοεργία', 'ελεημοσύνη', 'ευεργεσία', 'ευποιία', 'φιλανθρωπία']" καλόγερος,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" καλόβολος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" κακόγουστος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" καλόγνωμος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" κελάηδημα,"['κελαηδισμός', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" καλόκαρδος,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" καθόλου,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" κακόθωρος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" λακωνικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" κακόμοιρος,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" ιδιόμορφος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" κελάρι,"['αμπάρι', 'ανήλιο', 'αποθήκη', 'κρασοβόλι']" ιδιόρρυθμος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιότροπος', 'άλλος', 'άμοιαστος']" καλός,"['διακριτικός', 'ευγενικός', 'ευγενής']" κακός,"['ελεεινός', 'ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος', 'άσχημος']" κακότεχνος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" ιδιωτικός,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" καλωσορίζω,"['δεξιώνομαι', 'καλοδέχομαι', 'υποδέχομαι']" ιδιότροπος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" κακότυχος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" ιδιάζων,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" κακόπλασμα,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" καλύβα,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" λεκές,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" καλπάζω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" λειψάδα,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'απόλειψη', 'κενότητα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" λειψός,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'σταματημένος']" λαλώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" κακή λειτουργία,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" κακία,"['αθλιότητα', 'δυστυχία', 'αχρειότητα', 'ταλαιπωρία', 'φτώχεια']" καθίζημα,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" κακίζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" θεμελιώδης,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" καναρινής,"['αχερής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" καμαρωτός,"['αγέρωχος', 'ακατάδεχτος', 'κορδωτός', 'ξιπασμένος', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης']" καμαρώνω,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" θανατώνω,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'ταλαιπωρώ', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ', 'πιλατεύω']" λανθασμένος,"['εσφαλμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" θεμιτός,"['επιτρεπτός', 'επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'νόμιμος', 'σύννομος', 'έννομος']" κανονικά,"['αβίαστα', 'αργά', 'ευχάριστα', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άκοπα', 'άνετα']" κανονικότητα,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" λεμονής,"['αχερής', 'καναρινής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" κανονίζω,"['επιστρατεύω', 'ιεραρχώ', 'κατατάσσω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ']" θεοσεβής,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" λαοφιλής,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" θεοφοβούμενος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" κεντρί,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" κεντρίζω,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" λανσάρω,"['αφιερώνω στο Θεό', 'επισημοποιώ', 'καθιερώνω', 'καθοσιώνω', 'θεσπίζω', 'ορίζω']" θεοσέβεια,"['ευλάβεια', 'ευσέβεια']" θεοσέβαστος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" κεντώ,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" κεντίδι,"['γιορντάνι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" κανόνας,"['αξίωμα', 'αρχή', 'δόγμα', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'αίτηση', 'νόμος', 'παρακάλια', 'παράκληση']" καμωμένος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" καμάρι,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" καμάρωμα,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" κενότητα,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'στενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" θεμέλιο,"['βάθρο', 'βάση', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" λαμπικάρισμα,"['διαυγασμός', 'αποστάλαξη', 'απόσταξη', 'καζάνιασμα', 'στάλαγμα', 'στάξιμο']" καμπινές,"['αποχωρητήριο', 'απόπατος', 'αίθουσα καλλωπισμού', 'μέρος', 'τουαλέτα', 'φόρεμα', 'έπιπλο με καθρέπτη']" καμπουριασμένος,"['καμπούρης', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'κυφός', 'σγουμπός']" καμπουριάζω,"['γονατίζω', 'ταπεινώνομαι', 'σκύβω', 'υποδουλώνομαι', 'υποτάσσομαι', 'προσκυνώ']" καμπουρωτός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" καμπούρης,"['καμπουριασμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'κυφός', 'σγουμπός']" λαμπρός,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" λαμπάδα,"['δαυλί', 'δάδα']" θαμπός,"['βαθύχρωμος', 'μουντός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" θαμπόφωτο,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" καμπύλος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" θαμπώνω,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" λαμπίκος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" καμπίσιος,"['πεδιαίος', 'πεδινός']" καραβοκύρης,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" καραβόγατος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" καρδιοφλόγισμα,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" καρδιοχτυπώ,"['αδημονώ', 'αγωνιώ', 'ανησυχώ', 'αμηχανώ', 'ανυπομονώ']" καρδιοχτύπι,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'άγχος', 'ψυχομαχητό', 'ψυχορράγημα', 'χαροπάλεμα']" καραντί,"['θαλασσοταραχή', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" ιεραρχώ,"['επιστρατεύω', 'κανονίζω', 'κατατάσσω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ']" ιερατείο,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" κεραυνός,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" κεραυνώνω,"['βουβαίνω', 'αφοπλίζω', 'αποσβολώνω', 'αποστομώνω', 'φιμώνω']" καρβέλι,"['επιούσιος', 'λαγάνα', 'κουραμάνα', 'φραντζόλα', 'άρτος', 'ψωμί']" θεραπεύω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" κερδίζω,"['αποκτώ', 'ιδιοποιούμαι', 'κατακτώ', 'οικειοποιούμαι']" θεριακωμένος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" θεριεύω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" ιερογλυφικός,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" θερμαίνομαι,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" θερμαίνω,"['κοκκινίζω', 'φλογίζω', 'ζεσταίνω', 'πυρακτώνω', 'πυρώνω']" ιερομόναχος,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ιερουργός,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" ιεροσυλία,"['αθεΐα', 'ανευλάβεια', 'ασέβεια', 'ασέβημα', 'απιστία', 'αψηφισιά']" θερμός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" θερμότητα,"['καύσωνας', 'λάβρα', 'κάψα', 'ζέστα', 'ζέστη']" κερνώ,"['οινοχοώ', 'φιλεύω', 'τρατάρω', 'προσφέρω']" καρμίρης,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" θαρραλέος,"['γενναίος', 'θαρρετός', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άφοβος']" θαρρετός,"['γενναίος', 'θαρραλέος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άφοβος']" καρτερία,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" καράβι,"['βαπόρι', 'ναυς', 'ναυπήγημα', 'πλεούμενο', 'πλοίο', 'πλωτό']" ιερωμένος,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" λερωμένος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" ιερός,"['αβεβήλωτος', 'αγνός', 'αμαγάριστος', 'αμόλυντος', 'αμίαντος', 'απείραχτος', 'καθαρός', 'άσπιλος']" λερός,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" ιερόσυλος,"['αγιογδύτης', 'αισχροκερδής', 'κλέφτης', 'φαταούλας', 'τοκογλύφος', 'άρπαγας']" ιερέας,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" καρέκλα,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" ιδρύω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" καρπός,"['αγαθό', 'απολαβή', 'κέρδος', 'συμφέρον', 'όφελος', 'ωφέλεια', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" καταδεικνύω,"['βεβαιώνω', 'διατρανώνω', 'επιβεβαιώνω', 'αποδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" καταδεκτικός,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" καταγεμίζω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" κατεδαφίζω,"['γκρεμίζω', 'ξεθεμελιώνω', 'ρίχνω', 'χαλώ']" καταγγέλλω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" κατεβαίνω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" καταδικασμένος,"['εγκάθειρκτος', 'δεσμώτης', 'δέσμιος', 'κατάδικος', 'κρατούμενος', 'φυλακισμένος', 'έγκλειστος']" καταδικάζω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" καταδιωγμός,"['καταδίωξη', 'κατατρεγμός', 'κυνηγητό', 'κυνήγημα', 'κυνήγι', 'προγραφή']" καταδιώκω,"['διώκω', 'επιβουλεύομαι', 'καταδυναστεύω', 'κατατρέχω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'κυνηγώ', 'συκοφαντώ', 'προγράφω']" καταδολιευτικός,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" καταβροχθίζω,"['κατεβάζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" καταγράφω,"['εγγράφω', 'αναγράφω', 'γράφω', 'καταχωρώ', 'περιγράφω']" καταδυναστεύω,"['διώκω', 'επιβουλεύομαι', 'καταδιώκω', 'κατατρέχω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'κυνηγώ', 'συκοφαντώ', 'προγράφω']" καταγωγή,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" καταβάλλω,"['γκρεμίζω', 'εξαντλώ', 'εξασθενίζω', 'εξοντώνω', 'εξοφλώ', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ', 'πληρώνω']" καταβόθρα,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" κατεδάφιση,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'ξεθεμελίωμα', 'ξέχωμα', 'σκάλισμα', 'σκάψιμο', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" κατεβάζω,"['καταβροχθίζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" καταβύθιση,"['κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κασαβέτι,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" καταβίβαση,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" καταδίδω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" καταδίκη,"['δοκιμασία', 'ενοχοποίηση', 'ταλαιπωρία', 'ποινή']" καταγίνομαι,"['ενασχολούμαι', 'απασχολούμαι']" καταδίωξη,"['καταδιωγμός', 'κατατρεγμός', 'κυνηγητό', 'κυνήγημα', 'κυνήγι', 'προγραφή']" καταλαβαίνω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" καταλαλώ,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" καταλαμβάνω,"['αρπάζω', 'κατακτώ', 'κατέχω', 'πιάνω', 'πιάνω χώρο']" καταιγίδα,"['αφθονία', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" κατακλείδα,"['εσχατιά', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" κατακλυσμός,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" καταθλίβω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" κατακομματιάζω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'σκορπώ', 'σκορπίζω']" κατακουράζομαι,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" κατακραυγή,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'θυμός', 'οργή', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" κατακρατώ,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" κατακρίνω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" κατακτητής,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" κατακτώ,"['αρπάζω', 'καταλαμβάνω', 'κατέχω', 'πιάνω', 'πιάνω χώρο']" κατακάθι,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" κατακάθισμα,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" κεφαλόπονος,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" καταθέτω,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'βάζω', 'αποθέτω', 'θέτω', 'τοποθετώ', 'πληροφορώ']" καταλύω,"['ανατρέπω', 'αφανίζω', 'καταργώ', 'καταστρέφω', 'φθείρω']" κατελώ,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" καταλήγω,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" καταλήγω να χρησιμοποιήσω,"['αναζητώ ασφάλεια', 'καταφεύγω', 'κάνω έκκληση', 'προσφεύγω κάπου']" κεφαλίδα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" καταναλωτής,"['αγοραστής', 'πελάτης', 'ψωνιστής']" καταναλώνω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" καταμερισμός,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" καταμεσήμερο,"['γέμα', 'μεσημβρία', 'μεσημέρι']" καταμεσής,"['ενδιαμέσως', 'αναμεταξύ', 'ανάμεσα', 'μεταξύ']" καταξεσχίζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" κατανικώ,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'καταφέρνω', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πετυχαίνω', 'πείθω']" καταξοδεύω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" καταξοδιάζω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'ξοδεύω', 'ξοδιάζω']" κατανομή,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" κατανοώ,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" καταντώ,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" καταμέτρηση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" κατανίκηση,"['επιτυχία', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος']" καταραμένος,"['αναθεματισμένος', 'αφορεσμένος', 'αφορισμένος', 'επικατάρατος']" κατεργάρης,"['αγύρτης', 'απατεώνας', 'επαίτης', 'κομπογιαννίτης', 'τσαρλατάνος', 'ζητιάνος']" κατεργάρικος,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" καταργώ,"['ανατρέπω', 'αφανίζω', 'καταλύω', 'καταστρέφω', 'φθείρω']" καταριέμαι,"['αναθεματίζω', 'αφορίζω', 'αποκηρύσσω', 'κακοτυχίζω']" καταρρίπτω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" καταρτίζω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" καταφεύγω,"['αναζητώ ασφάλεια', 'καταλήγω να χρησιμοποιήσω', 'κάνω έκκληση', 'προσφεύγω κάπου']" λευΐτης,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" κατασκευάζω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" καταυλισμός,"['εγκαταστάσεις', 'αφετηρία', 'βάση', 'ορόσημο', 'σταθμός', 'σταμάτημα', 'στάση']" κατευθύνομαι,"['διευθύνομαι', 'αποβλέπω', 'πορεύομαι']" κατευοδώνω,"['συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" κατευνάζω,['καθησυχάζω'] κατατοπισμός,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" κατατοπίζω,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" κατατρεγμός,"['καταδιωγμός', 'καταδίωξη', 'κυνηγητό', 'κυνήγημα', 'κυνήγι', 'προγραφή']" καταφρονώ,"['δε λογαριάζω', 'δεν υπολογίζω', 'ελεεινολογώ', 'αψηφώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" κατατροπώνω,"['εκμηδενίζω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'νικώ', 'υπερισχύω']" κατατρέχω,"['διώκω', 'επιβουλεύομαι', 'καταδιώκω', 'καταδυναστεύω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'κυνηγώ', 'συκοφαντώ', 'προγράφω']" κατατρώγω,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατελώ', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" κατατρίβω,"['ασχολούμαι', 'γίνομαι έμπειρος', 'τρίβομαι']" κατασταλάζω,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" καταστενοχωρώ,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματώ', 'ζεματίζω', 'ζημιώνω']" καταστηματάρχης,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'έμπορος', 'πραματευτής']" καταστρεπτικός,"['αθεράπευτος', 'ανεπανόρθωτος', 'ανήκεστος', 'ανίατος', 'φοβερός']" καταστροφή,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" καταστρέφω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" καταστρώνω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" καταστάλαγμα,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'ιλύς', 'μούργα', 'ίζημα']" καταστέλλω,"['καταπνίγω', 'πνίγω τελειωτικά']" κατευόδιο,['καλοτάξιδος'] κατατάσσω,"['επιστρατεύω', 'κανονίζω', 'ιεραρχώ', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ']" κατατόπιση,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" καταφύγιο,"['ευαγές ίδρυμα', 'απαραβίαστος χώρος', 'φιλανθρωπικό ίδρυμα', 'άσυλο']" καταφέρνω,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πετυχαίνω', 'πείθω']" κατασπαράζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" κατασπατάληση,"['ακολασία', 'ασωτία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατάχρηση', 'σφετερισμός', 'υπέρμετρη χρήση']" κατασπιλώνω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" καφεόδεντρο,"['αφέψημα', 'καφέα', 'καφές', 'μαυροζούμι']" κατεύθυνση,['πορεία'] καταπληκτικός,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" καταπλημμύρηση,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" καταπιέζω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" καταπλήσσω,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταστενοχωρώ', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματώ', 'ζεματίζω', 'ζημιώνω']" καταποδιαστά,"['ακολούθως', 'καταπόδι', 'κατόπι', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'ύστερα', 'έπειτα']" καταποτήρας,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" καταπνίγω,"['καταστέλλω', 'πνίγω τελειωτικά']" καταπραΰνω,"['ανακουφίζω', 'απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζω', 'ξεθυμαίνω', 'παρηγορώ']" καταπόδι,"['ακολούθως', 'καταποδιαστά', 'κατόπι', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'ύστερα', 'έπειτα']" καταπίνω,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" καταψύχω,"['αποξυλιάζω', 'κρυσταλλιάζω', 'υπερψύχω', 'παγώνω', 'ψυχραίνω']" καταχεριά,"['μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" καταχθόνιος,"['βαθύτατος', 'αβυσσαλέος', 'ανεξιχνίαστος', 'απύθμενος', 'σατανικός', 'χαώδης']" καταχνιά,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" καταχωνιάζω,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'ντερλικώνω', 'ρουπώνω']" καταχωρώ,"['εγγράφω', 'αναγράφω', 'γράφω', 'καταγράφω', 'περιγράφω']" καταχώνιασμα,"['αποσκέπασμα', 'απόκρυψη', 'κρύψιμο', 'συγκάλυψη', 'παράχωμα']" κατηγορηματικός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" κατηγοριοποίηση,"['διαρρύθμιση', 'διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'ταξινόμηση', 'τοποθέτηση', 'συγύρισμα', 'ένταξη']" κατηγορώ,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κηρύττω', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" κατηφοριά,"['καταβύθιση', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κατηφορίζω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" κατηφόρισμα,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κατηφής,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" κασκαρίκα,"['γελοιοποίηση', 'αστεϊσμός', 'καζούρα', 'νίλα', 'φάρσα', 'πείραγμα']" θετικός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" λευκάτος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" λευκόχρωμος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" θαυμασμός,"['εμβροντησία', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" θαυμαστός,"['αγαστός', 'αξιοθαύμαστος', 'επίφθονος', 'καταπληκτικός']" κατοικώ,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" κατοικία,"['οικεία', 'οίκος', 'σπίτι', 'πολυκατοικία']" κατοικίδιος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" κατολίσθηση,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κατορθώνω,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταφέρνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πετυχαίνω', 'πείθω']" θεσμός,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'έθιμο', 'παράδοση']" θαυμάσιος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" λεφούσι,"['ασκέρι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στρατός', 'στράτευμα', 'πλήθος']" κατοπινός,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" κατοχυρώνω,"['διασφαλίζω', 'εξασφαλίζω', 'ασφαλίζω', 'θωρακίζω', 'σιγουράρω']" κατοχή,"['επίσχεση', 'ιδιοκτησία', 'κατάσχεση', 'κράτηση', 'κυριότητα', 'κτήση', 'συγκράτηση']" κατρακυλώ,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" λατρευτός,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" λατρεύω,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" ιατρική εξέταση,"['ακουστική παρακολούθηση', 'ακρόαση', 'αφούγκρασμα', 'κρυφάκουσμα', 'στηθοσκόπηση', 'άκουσμα']" λαυρίτης,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" καυτερός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" λευτερώνω,"['ελευθερώνω', 'απελευθερώνω']" καυτηριάζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" κατσιπόδης,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" κατσουφιασμένος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" κατσούφης,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" λεφτά,"['ηχηρός', 'σκαστός', 'έντονος', 'παράς', 'χρήμα']" λεφτάς,"['ευκατάστατος', 'εύπορος', 'παραδούχος', 'πλούσιος']" καυτός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" καστέλι,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" λευτέρωμα,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λύτρωση', 'σωτηρία']" κατάδειξη,"['βεβαίωση', 'διαβεβαίωση', 'απόδειξη', 'τεκμηρίωση', 'φανέρωμα', 'πιστοποιητικό']" κατάβαση,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κατάδικος,"['εγκάθειρκτος', 'δεσμώτης', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κρατούμενος', 'φυλακισμένος', 'έγκλειστος']" κατάδυση,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" κεφάλαιο,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" κατάθεση,"['εναπόθεση', 'μαρτυρία', 'ομολογία', 'τοποθέτηση', 'παράδοση όπλων']" κατάκλειστος,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" κατάλληλος χρόνος,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" κατάλογος,"['κατάσταση', 'λίστα', 'ονοματολόγιο', 'ονομαστικό']" κατάκοιτος,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" κατάμακρα,"['αλάργα', 'απόμακρα', 'μακριά', 'άπω', 'πόρρω', 'πέρα']" κατάντικρυ,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'φάτσα', 'έναντι']" κατάνυξη,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" κατάρα,"['ανάθεμα', 'αφορισμός', 'αποκήρυξη', 'κακοτύχισμα']" κατάργηση,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" κατόρθωμα,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" κατάρριψη,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" κατάρτι,"['τουρκέτο', 'στηλίδα', 'άλμπουρο', 'άρμπουρο']" κατάρτιση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" κατάταξη,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" κατάφαση,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" κατάσταση,"['κατάλογος', 'λίστα', 'ονοματολόγιο', 'ονομαστικό']" κατάστημα,"['εμπορικό', 'μαγαζάκι', 'μαγαζί']" κατάστιχο,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'καζαμίας']" κατωφέρεια,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" κατάσχεση,"['επίσχεση', 'ιδιοκτησία', 'κατοχή', 'κράτηση', 'κυριότητα', 'κτήση', 'συγκράτηση']" κατόπι,"['ακολούθως', 'καταποδιαστά', 'καταπόδι', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'ύστερα', 'έπειτα']" κατάπληκτος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" κατάπληξη,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'υποψία']" κατόπιν,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" κατάχρηση,"['ακολασία', 'ασωτία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατασπατάληση', 'σφετερισμός', 'υπέρμετρη χρήση']" καφέα,"['αφέψημα', 'καφεόδεντρο', 'καφές', 'μαυροζούμι']" κατέβασμα,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" κατέρχομαι,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" καφές,"['αφέψημα', 'καφεόδεντρο', 'καφέα', 'μαυροζούμι']" κατέχω,"['αρπάζω', 'καταλαμβάνω', 'κατακτώ', 'πιάνω', 'πιάνω χώρο']" λασπιά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" λασπουριά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" θεσπίζω,"['αφιερώνω στο Θεό', 'επισημοποιώ', 'καθιερώνω', 'καθοσιώνω', 'λανσάρω', 'ορίζω']" κατήγορος,"['εγκαλεστής', 'ενάγων', 'μηνυτής']" κατήφορος,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" καυχησιά,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" καυχησιάρης,"['αλαζόνας', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" καυχιέμαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" θεόμορφος,"['αγγελικός', 'αγγελόπλαστος', 'ουράνιος', 'όμορφος', 'ωραίος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" θεωρητικός,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" θεωρούμαι,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'είμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" θεωρία,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" λαός,"['γένος', 'μιλέτι', 'ράτσα', 'φυλή', 'έθνος']" θεός,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" ιδέα,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" λεύτερος,"['αγονάτιστος', 'αδούλωτος', 'αλύγιστος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'άκαμπτος', 'άσκυφτος']" καύση,['κάψιμο'] καύσωνας,"['θερμότητα', 'λάβρα', 'κάψα', 'ζέστα', 'ζέστη']" καύχημα,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" καζανόβας,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" καζαμίας,"['αλμανάκ', 'ατζέντα', 'επετηρίδα', 'ημεροδείκτης', 'ημερολόγιο', 'καλαντάρι', 'κατάστιχο']" καζούρα,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" καζάνιασμα,"['διαυγασμός', 'αποστάλαξη', 'απόσταξη', 'λαμπικάρισμα', 'στάλαγμα', 'στάξιμο']" καζάντι,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" καπαρώνω,"['αγκαζάρω', 'δεσμεύω', 'προαγοράζω']" καπετάν,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" καπετάνιος,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" καπιταλιστές,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" καπιτάλι,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" καπνούρα,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" καπνός,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" λεπτότητα τρόπων,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" καπάρωμα,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" καπάτσος,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" καψαλίζω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'τσακώνω', 'παλαμίζω', 'περιαρπάζω', 'περικαίω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" καψερός,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" καψώνω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" λαίλαπα,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" λαίμαργος,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'φαγάς', 'άπληστος']" λείος,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" καίριος,"['ενεργητικός', 'δραστικός', 'επιτυχής', 'αποτελεσματικός', 'λυσιτελής', 'τελεσφόρος']" καίω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" λείπω,"['δε συμμετέχω', 'δεν υπάρχω', 'δεν παραβρίσκομαι', 'απουσιάζω', 'είμαι απών']" καχεκτικός,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" λαχανιάζω,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" λαχανόκηπος,"['ανθοκήπιο', 'ανθώνας', 'κήπος', 'μπαξές', 'περιβόλι']" λαχείο,"['δημιουργία', 'ανακάλυψη', 'εξεύρημα', 'ανέλπιστο αγαθό', 'βρεσίδι', 'βρέμα', 'βρέσιμο', 'εφεύρεση', 'ευρεθέν', 'εύρημα', 'επινόημα', 'επινόηση', 'κελεπούρι']" λαχαίνει,"['γίνεται', 'τρέχει', 'συμβαίνει', 'συντελείται', 'τυχαίνει']" λαχνός,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" κεχριμπαρένιος,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" λαχταρά,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'πρεμούρα', 'προσδοκία', 'προσμονή']" λαχτάρα,"['καημός', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" λαχάνιασμα,"['αγκομάχημα', 'δύσπνοια', 'άσθμα', 'πνευστίαση', 'ψυχομάχημα', 'ψυχορράγημα']" κηλιδώνω,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'μαυρίζω', 'ταπεινώνω']" θηλυκό,"['κορίτσι', 'κόρη', 'έξυπνη γυναίκα']" θηλυκός,"['δημιουργικός', 'εφευρετικός', 'γυναικείος', 'γυναικώδης', 'γόνιμος']" θηλυπρεπής,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'μαλθακός', 'τρυφηλός']" θηλάζω,"['γαλουχούμαι', 'γαλουχώ', 'βυζαίνω', 'απομυζώ', 'είμαι ανήλικος', 'μυζώ']" κηλίδα,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" λημεριάζω,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" λημέρι,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" θηριώδης,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκαμπτος']" κηρύττω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'μαντατεύω', 'μηνύω']" θηρίο,"['αγρίμι', 'ακοινώνητος', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θήραμα', 'άγριο ζώο', 'ζουλάπι']" θησαυρός,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" θησαυρίζω,"['αθροίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" λησμονώ,"['εγκαταλείπω', 'αρνιέμαι', 'απαρνιέμαι', 'αποκηρύσσω', 'απορρίπτω']" κηφήνας,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" κηπευτός,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" λιβανιστής,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" λιβανίζω,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" κλειδώνω,"['αμπαρώνω', 'ασφαλίζω', 'κλείνω', 'μανταλώνω', 'συρταρώνω']" κλειστός,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'υδατοστεγής', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" λιακάδα,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" ικανοποιητικός,"['αξιόλογος', 'αρκετός', 'επαρκής', 'κάμποσος', 'μπόλικος', 'σημαντικός']" λιγοστός,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" ικανός,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" κλαμός,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" ικανότατος,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ατσίδας', 'κουνάβι', 'μουστέλα', 'πανούργος', 'πονηρός']" λιγοψυχιά,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" κλασικός,"['αναγνωρισμένος', 'άριστος']" κλασματικός αριθμός,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" κλεφτός,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" ικεσία,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'καθικέτευση', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" λιγόποσος,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" κλεψιά,"['απάτη', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" κλείδωση,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" κλείνω,"['αμπαρώνω', 'ασφαλίζω', 'κλειδώνω', 'μανταλώνω', 'συρταρώνω']" κλείσιμο,['αποκλεισμός'] κλαίω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" κληρικός,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'ρασοφόρος', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" κληρονομικός,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'εμφυής', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" κληρονομιά,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" κληρουχία,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" θλιβερός,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'λυπηρός', 'λυπητερός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" λιμενίζομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" λιμενίζω,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'φουντάρω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" κινηματογραφικό έργο,"['λουρίδα', 'ταινία']" κινητός,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" κλονιζόμενος,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" λιμνούλα,['λίμνη'] λιονταρόψυχος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'εύτολμος', 'απτόητος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος', 'άτρομος']" λιοντάρι,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" κιοτής,"['δειλός', 'άτολμος']" λιμάνι,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" κιτρίνισμα,"['δέος', 'σκιάξιμο', 'τρομάρα', 'τρόμος', 'φόβος', 'χλόμιασμα']" λιτός,"['αδιακόσμητος', 'ακόσμητος', 'ατημέλητος', 'αστόλιστος', 'απλούμιστος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απέριττος']" λιόβγαλμα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" κλάδος,"['απόσπασμα', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" κλωθογυρίζω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" κιότεμα,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'θρασυδειλία', 'μικροψυχία']" κλάσμα,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" κλάψιμο,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" κλύδωνας,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" ιλύς,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'μούργα', 'ίζημα']" κλέφτης,"['αγιογδύτης', 'αισχροκερδής', 'ιερόσυλος', 'φαταούλας', 'τοκογλύφος', 'άρπαγας']" κλέψιμο,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" λιπόθριξ,"['αγένειος', 'γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'σπανός', 'άδεντρος', 'άτριχος', 'ψιλός', 'χέρσος']" κλήμα,"['αμπελοφυτεία', 'αμπελώνας', 'αμπέλι', 'άμπελος']" κλήρος,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" κλήρωση,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" θλίβομαι,"['αθυμώ', 'δυσθυμώ', 'κακοκαρδίζω', 'λυπάμαι', 'μελαγχολώ', 'μικροψυχώ']" κλίμα,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" κλίμακα,"['διαβάθμιση', 'σκαλοπάτια', 'σκάλα']" κλίση,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" θλίψη,"['καημός', 'λαχτάρα', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" λογαριάζω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" λογιάζω,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" λογομαχία,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" λογάρι,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" λογίζομαι,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" κολακεύω,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" κολασμένος,"['αδικητής', 'αμαρτωλός', 'ανήθικος', 'κριματισμένος', 'παραβάτης']" κολεός,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" κοιλαδερφός,"['αδελφός', 'ομογάλακτος', 'ομογάστριος', 'ομομήτριος', 'σύγγονος']" κολιγιακός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" κολλητά,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλησίον', 'πλάι']" κολικιάζω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" κοιλιοδουλία,"['αδηφαγία', 'γαστριμαργία', 'πολυφαγία']" κοκκινίζω,"['θερμαίνω', 'φλογίζω', 'ζεσταίνω', 'πυρακτώνω', 'πυρώνω']" κοιλότητα,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" κοινοβιάτης,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" κοινολογώ,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινοποιώ']" κοινοποιώ,"['δηλοποιώ', 'δημοσιεύω', 'διαγγέλλω', 'διακηρύσσω', 'διακοινώνω', 'εκμυστηρεύομαι', 'αναγγέλλω', 'ανακοινώνω', 'γνωστοποιώ', 'κοινολογώ']" κοινοποίηση,"['αγγελία', 'δηλοποίηση', 'διακήρυξη', 'αναγγελία', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'άγγελμα']" κοινοπρακτώ,"['συναγωνίζομαι', 'συνεργάζομαι', 'συνεργώ', 'συμμάχομαι', 'συμπολεμώ', 'συμπολιτεύομαι', 'συμπράττω']" κοκορεύομαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" κολοσσιαίος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" κολοσσός,"['γιγαντόσωμος', 'Γολιάθ', 'γίγαντας', 'τιτάνας', 'υπερφυσικός', 'υπεράνθρωπος']" κοινωνός,"['κολίγας', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" κοινωνία,"['ανθρωπότητα', 'κοσμάκης', 'κόσμος', 'άνθρωποι']" κοινός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" ιμιτασιόν,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" κοιτάζω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" κοιτάζω ολόγυρα,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" θολωτός,"['κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" κολίγας,"['κοινωνός', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" κομεντί,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" κονιορτός,"['κόνις', 'ξηρίο', 'σκονάκι', 'σκόνη', 'πούλβερη']" κονιοποιώ,"['αλευροποιώ', 'αλέθω', 'μασώ', 'συνθλίβω', 'συντρίβω', 'χωνεύω']" κομματιάζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" κομμουνιστής,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" λοξομάτης,"['αλλήθωρος', 'λοξόφθαλμος', 'στραβομάτης', 'ζαβομάτης', 'πλαγιομάτης', 'πλαγιόμματος']" κομμάτι,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" κοντοβασίλεμα,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'μερέντι', 'πρόδειπνο']" κοντράστο,"['διαφορά', 'εναντιολογία', 'εναντιότητα', 'εναντίωση', 'αντιγνωμία', 'αντινομία', 'αντιφατικότητα', 'αντιπαράθεση', 'αντίβαλμα', 'αντίθεση', 'αντίφαση', 'αντίπραξη', 'ασυμφωνία']" κοντά,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κολλητά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλησίον', 'πλάι']" κονάκι,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" λοξός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" λοξόφθαλμος,"['αλλήθωρος', 'λοξομάτης', 'στραβομάτης', 'ζαβομάτης', 'πλαγιομάτης', 'πλαγιόμματος']" κομπανία,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" κομπασμός,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" κομπαστής,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" κομπλιμενταδόρος,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" κομπλιμεντόζος,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" κομπογιαννίτης,"['αγύρτης', 'απατεώνας', 'επαίτης', 'κατεργάρης', 'τσαρλατάνος', 'ζητιάνος']" κομπίνα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" κομψογράφος,['καλλιγράφος'] κορακίστικος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" κορδωμένος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" κορδωτός,"['αγέρωχος', 'ακατάδεχτος', 'καμαρωτός', 'ξιπασμένος', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης']" κορδώνομαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" κορμοστασιά,"['ανάστημα', 'ηθικό έρεισμα', 'μπόι', 'ύψος']" κοροϊδεύω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" κοροϊδία,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" κοροϊδίστικα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" κοράσι,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" κορίτσι,"['θηλυκό', 'κόρη', 'έξυπνη γυναίκα']" κουβαλιέμαι,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" κουβεντιάζω,"['διαπραγματεύομαι', 'συνδιαλέγομαι', 'συνδιασκέπτομαι', 'συνομιλώ', 'συσκέπτομαι', 'συζητώ']" κουβέντα,"['διάλογος', 'κουβέντα ', 'συνομιλία', 'συζήτηση']" κουλουριασμένος,"['θολωτός', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" κουλουριάζω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" κουλούρα,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" κοσμοαγάπητος,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" κοσμοναύτης,"['διαστημάνθρωπος', 'αστροναύτης']" κοσμοσυρροή,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" κοσμοπλημμύρα,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" κουνάβι,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ατσίδας', 'ικανότατος', 'μουστέλα', 'πανούργος', 'πονηρός']" κοσμάκης,"['ανθρωπότητα', 'κοινωνία', 'κόσμος', 'άνθρωποι']" κουμπούρας,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κούτσουρο', 'ξόανο']" κουμπάρος,"['εγγυητής', 'ανάδοχος', 'ονοματοθέτης', 'νουνός', 'σύντεκνος']" κοσμώ,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" κουνώ,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'αναταράζω', 'ανασκαλεύω', 'ταράζω', 'συδαυλίζω']" κουνώ δυνατά,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" κουνώ βίαια,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" κουραμάνα,"['επιούσιος', 'λαγάνα', 'καρβέλι', 'φραντζόλα', 'άρτος', 'ψωμί']" κουραστικός,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" κουρνιάζω,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'μένω', 'φωλιάζω', 'ζω']" κουροφέξαλα,"['αερολογήματα', 'ανοησίες', 'αρλούμπες', 'κουταμάρες', 'σαχλαμάρες']" κουράγιο,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" κουράρω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" λουρίδα,"['κινηματογραφικό έργο', 'ταινία']" κουταμάρες,"['αερολογήματα', 'ανοησίες', 'αρλούμπες', 'κουροφέξαλα', 'σαχλαμάρες']" κοστιστικός,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" κουσούρι,"['ελαττωματικότητα', 'ελάττωμα', 'ανεπάρκεια', 'ατέλεια', 'μειονέκτημα', 'τρωτό', 'έλλειψη']" κουτούτσικος,"['αγαθιάρης', 'ευκολόπιστος', 'απλοϊκός', 'απονήρευτος', 'χαζούλης']" κουτρουβαλώ,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" κουτσομπολεύω,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" κουστούμι,"['ενδυμασία', 'ρούχο', 'φόρεμα', 'ένδυμα', 'περίβλημα']" λουστραρισμένος,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός', 'στίλβων']" λουστραριστός,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'στιλπνός', 'στίλβων']" κουστωδία,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" κουφάρι,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κόκαλα', 'οστά', 'σκελετωμένος', 'σκελετός', 'σκέλεθρο', 'περίβλημα']" κουπόνι,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" κούκλος,"['γοητευτικός', 'όμορφος', 'ωραίος']" κούνημα,"['αιώρηση', 'μετεώρισμα', 'ταλάντευση', 'τραμπάλισμα']" κούρσα,"['αμάξι', 'αυτοκίνητο', 'τροχοφόρο', 'όχημα']" κούφιος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" λούσο,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" κούτσουρο,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'ξόανο']" κοπαδιαστά,"['αγεληδόν', 'αθρόα', 'σωρηδόν']" κοπελιά,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" κοπιάρω,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" κοπιάζω,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" κοπριά,['λίπασμα'] κοπρόσκυλο,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" κοπή,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κόψιμο', 'παράλειψη γραμμάτων']" κοίλωμα,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" κοίτασμα,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" κοχλίας,"['μέρος αυτιού', 'σαλιγκάρι', 'σπειροειδής γραμμή', 'σπείρα', 'έλικας', 'προπέλα']" κρεβατωμένος,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" κραδαίνω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" κρεμάλα,"['αγχόνη', 'βρόχος', 'απαγχονισμός', 'φούρκα', 'φούρκισμα']" κραταιός,"['γερός', 'ανθεκτικός', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'ατσάλινος', 'σθεναρός', 'σκληρός', 'χαλύβδινος']" κραυγάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" κρατητά,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" κρατιέμαι,['συγκρατούμαι'] κρασοβόλι,"['αμπάρι', 'ανήλιο', 'αποθήκη', 'κελάρι']" κρασοκανάτας,"['μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" κρατούμενος,"['εγκάθειρκτος', 'δεσμώτης', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κατάδικος', 'φυλακισμένος', 'έγκλειστος']" θρασυδειλία,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'μικροψυχία']" θρασύς,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'ιταμός', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" θρασύτητα,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" κρατώ,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" θραύσμα,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" κρησφύγετο,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" κρησάρα,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κόσκινο', 'σήστρο', 'σίτα']" κρηπίδα,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" κρηπίδωμα,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" θριαμβευτής,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" κριματισμένος,"['αδικητής', 'αμαρτωλός', 'ανήθικος', 'κολασμένος', 'παραβάτης']" κριτικάρω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" κροκάτος,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" κροκής,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" θρονιάζομαι,"['εδράζομαι', 'κάθομαι', 'σταυροποδιάζομαι']" κροίσος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" θρυλείται,"['διαδίδεται', 'διαθρυλείται', 'λέγεται', 'λένε', 'φημολογείται']" θρυλικός,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" κρυσταλλιάζω,"['αποξυλιάζω', 'καταψύχω', 'υπερψύχω', 'παγώνω', 'ψυχραίνω']" κρυφάκουσμα,"['ακουστική παρακολούθηση', 'ακρόαση', 'αφούγκρασμα', 'ιατρική εξέταση', 'στηθοσκόπηση', 'άκουσμα']" κρυφός,"['αθώρητος', 'εξαφανισμένος', 'ανύφαντος', 'αφανής', 'αόρατος', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άφαντος', 'άσημος']" κρυπτός,"['λαθραίος', 'κρυφός', 'μυστικός']" κρυψώνας,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" θρόνος,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" κράτηση,"['επίσχεση', 'ιδιοκτησία', 'κατοχή', 'κατάσχεση', 'κυριότητα', 'κτήση', 'συγκράτηση']" κράτος,"['εγκατεστημένος', 'αρχή', 'καθεστώς', 'πολιτεία', 'πολίτευμα']" θράσος,"['αυθάδεια', 'αφοβία', 'αποθράσυνση', 'τόλμη', 'υπερβολικό θάρρος']" κράζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" κρύβω,"['αποκρύπτω', 'αποσκεπάζω', 'αποσιωπώ', 'συγκαλύπτω', 'παραλείπω']" θρύλος,"['διαλάλημα', 'διάδοση', 'λόγος', 'μύθος', 'σπερμολογία', 'φήμη', 'άκουσμα']" κρέμομαι,"['αιωρούμαι', 'επικρέμομαι']" κρύος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" κρύψιμο,"['αποσκέπασμα', 'απόκρυψη', 'καταχώνιασμα', 'συγκάλυψη', 'παράχωμα']" θρήνος,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" θρήσκος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" θρίαμβος,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" κρίκος,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" κρίμα,"['αδίκημα', 'αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" κρίνω ορθά,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" κρίση,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" κυβερνώ,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" κυβερνήτης,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας', 'άρχος']" θυγατέρα,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" λυγισμένος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" κυανό χρώμα,"['γιαλός', 'αλμυρή', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πόντος', 'πέλαγα', 'πέλαγος']" ιταμός,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'θρασύς', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" ιταμότητα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'τραχύτητα', 'στυφάδα', 'φόβος']" κυκλικός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" κυκλοτερής,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" ισκιάδα,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" κυκλώνω,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" κυκλώπειος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" ισιάδα,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" λυκόφως,"['αμφιλύκη', 'σκιόφως']" ισοδυναμώ,"['βγαίνω', 'αναλογώ', 'ανταποκρίνομαι', 'αντιστοιχώ', 'ανήκω', 'προσομοιάζω']" ισοδύναμος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" κυνηγητό,"['καταδιωγμός', 'καταδίωξη', 'κατατρεγμός', 'κυνήγημα', 'κυνήγι', 'προγραφή']" κυνηγώ,"['διώκω', 'επιβουλεύομαι', 'καταδιώκω', 'καταδυναστεύω', 'κατατρέχω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'συκοφαντώ', 'προγράφω']" θυμητάρι,"['αναμνηστήριο', 'ενθύμημα', 'ενθύμιο', 'θύμημα', 'σουβενίρ']" κυνισμός,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" θυμούμαι,"['αναγνωρίζω', 'αναλογίζομαι', 'αναμιμνήσκομαι', 'αναμνιάζω', 'αναπολώ', 'απομνημονεύω']" ισορροπώ,"['εξισώνω', 'αντισηκώνω', 'αντισταθμίζω', 'ισοφαρίζω', 'ισοσταθμίζω']" ισοφαρίζω,"['εξισώνω', 'αντισηκώνω', 'αντισταθμίζω', 'ισορροπώ', 'ισοσταθμίζω']" κυοφορία,['κυοφορία'] ισοσταθμίζω,"['εξισώνω', 'αντισηκώνω', 'αντισταθμίζω', 'ισορροπώ', 'ισοφαρίζω']" θυμάμαι,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" θυμωμένος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" θυμός,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'οργή', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" θυμωσιάρης,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'οξύθυμος', 'φουριόζος']" λυμένος,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήρητος', 'άδετος']" κυνήγημα,"['καταδιωγμός', 'καταδίωξη', 'κατατρεγμός', 'κυνηγητό', 'κυνήγι', 'προγραφή']" κυνήγι,"['καταδιωγμός', 'καταδίωξη', 'κατατρεγμός', 'κυνηγητό', 'κυνήγημα', 'προγραφή']" θυμώνω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" θυμώνω εύκολα,"['εξοργίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'αρπάζομαι', 'τσακώνομαι', 'συμπλέκομαι']" κυριεύω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" κυριότητα,"['επίσχεση', 'ιδιοκτησία', 'κατοχή', 'κατάσχεση', 'κράτηση', 'κτήση', 'συγκράτηση']" κυρτωμένος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" κυρτός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" κυρτώνω,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" θυρίδα,"['γκισέ', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" κυρίαρχος,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κόφτης', 'νικητής', 'πορθητής']" λυσιτελής,"['ενεργητικός', 'δραστικός', 'επιτυχής', 'αποτελεσματικός', 'καίριος', 'τελεσφόρος']" θυσιάζομαι,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" ιστορικό,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" ιστορία,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" λυτό,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" ιστόρημα,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" ιστόρηση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ραπόρτο', 'φανέρωση', 'έκθεση']" κυφός,"['καμπουριασμένος', 'καμπούρης', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'σγουμπός']" ισόβια,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" λυπηρός,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπητερός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" λυπητερός,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπηρός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" λυπησιά,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" λυπάμαι,"['οικτίρω', 'συμπονώ', 'σπλαχνιέμαι', 'σπλαχνίζομαι', 'ψυχοπονώ']" κτήση,"['επίσχεση', 'ιδιοκτησία', 'κατοχή', 'κατάσχεση', 'κράτηση', 'κυριότητα', 'συγκράτηση']" ισχναίνω,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" ισχνότητα,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'συμπάθεια', 'υποχωρητικότητα']" ισχυρός,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" ισχύων,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" λόγιο,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγος', 'ρητό', 'ρήση', 'παροιμία']" κόβομαι,"['σκίζομαι', 'σχάζομαι', 'χωρίζομαι']" λάγνος,"['ηδυπαθής', 'φιλήδονος']" λόγος,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'ρητό', 'ρήση', 'παροιμία']" λάβρα,"['θερμότητα', 'καύσωνας', 'κάψα', 'ζέστα', 'ζέστη']" κάδρο,"['εικόνα', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" λάβρος,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" κόκαλα,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'οστά', 'σκελετωμένος', 'σκελετός', 'σκέλεθρο', 'περίβλημα']" κόλακας,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" κάκανο,"['γέλιο', 'γέλως', 'καγχασμός', 'χαχανητό', 'χαχάνισμα', 'χάχανο']" θάλαμος,"['δωμάτιο', 'αίθουσα', 'κάμαρα', 'κάμαρη']" κόλαφος,"['καταχεριά', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" θάλασσα,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" κάλλη,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" κόκκινος,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" λάκκος,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" κόκκος,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" κάθισμα,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" θάλλω,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'μεσουρανώ', 'προκόβω', 'προοδεύω']" κάθοδος,"['αποβίβαση', 'απόβαση', 'κατέβασμα', 'ξεμπαρκάρισμα']" κάθομαι,"['εδράζομαι', 'θρονιάζομαι', 'σταυροποδιάζομαι']" λάθος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" κάλφας,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" κόλπο,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κλέψιμο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" κόλπος,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" κόλπωση,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" θάμβος,"['αιφνιδιασμός', 'ευχάριστο γεγονός', 'αποσβόλωμα', 'κατάπληξη', 'ξάφνιασμα', 'σοκάρισμα', 'σάστισμα', 'έκπληξη']" κάμαρα,"['δωμάτιο', 'αίθουσα', 'θάλαμος', 'κάμαρη']" κάμαρη,"['δωμάτιο', 'αίθουσα', 'θάλαμος', 'κάμαρα']" θάνατος,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'ξεκούραση']" κωμικός,"['γελαστικός', 'διασκεδαστικός', 'αστείος', 'ευτράπελος', 'εύθυμος', 'φαιδρός', 'χιουμοριστικός']" κόνις,"['κονιορτός', 'ξηρίο', 'σκονάκι', 'σκόνη', 'πούλβερη']" κόμιση,"['ερχομός', 'άφιξη', 'έλευση']" κόμμα,"['κομμάτι', 'μέρος όλου', 'τεμάχιο', 'σημείο στίξης', 'πολιτική μερίδα']" θάμνος,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'βάτος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" κάντιο,"['γλυκός', 'γλυκόζη', 'γλύκα', 'σάκχαρον', 'ζάχαρη']" κάνω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" κάνω γρήγορα,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" κάνω καλά,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" κάνω έκκληση,"['αναζητώ ασφάλεια', 'καταλήγω να χρησιμοποιήσω', 'καταφεύγω', 'προσφεύγω κάπου']" κωμωδία,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" κόμπιασμα,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" κάμπος,"['ευρυχωρία', 'απλάδα', 'απλωσιά', 'ξαπλωταριά', 'τόπος', 'άπλα']" κάμποσος,"['αξιόλογος', 'αρκετός', 'επαρκής', 'ικανοποιητικός', 'μπόλικος', 'σημαντικός']" θάμπωμα,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" κόρδα,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" θωρακισμένο,"['οπλισμός', 'τανκ', 'άρμα', 'έμβλημα', 'πολεμικό όχημα']" θωρακίζω,"['διασφαλίζω', 'εξασφαλίζω', 'ασφαλίζω', 'κατοχυρώνω', 'σιγουράρω']" κόρδωμα,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" κόρη,"['θηλυκό', 'κορίτσι', 'έξυπνη γυναίκα']" θάρρος,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" θόρυβος,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" κόρφος,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" κάρπωση,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'τρυφή', 'τέρψη', 'χάρμα']" κάτασπρος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" κότημα,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" κόσκινο,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'σήστρο', 'σίτα']" κόσμημα,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" κόσμος,"['ανθρωπότητα', 'κοινωνία', 'κοσμάκης', 'άνθρωποι']" κάτοπτρο,"['διαυγές πράγμα', 'γυαλί', 'καθρέφτης', 'μέρος πρύμνης', 'μέρος πόρτας', 'τηλογυάλι']" κάτοχος,"['ειδήμονας', 'γνώστης', 'επαΐων', 'ιδιοκτήτης', 'κύριος', 'έμπειρος']" κόφτης,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'νικητής', 'πορθητής']" κάστρο,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" κάτωχρος,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" κάπαρο,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'μνηστεία', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" θωπευτής,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" κόπια,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" κάπνα,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" κάποιος,"['ελάχιστος', 'ανώνυμος', 'λίγος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'ένας']" κάποτε,"['ενίοτε', 'τότε', 'άλλοτε']" κάψα,"['θερμότητα', 'καύσωνας', 'λάβρα', 'ζέστα', 'ζέστη']" κάψιμο,['καύση'] κόψιμο,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'παράλειψη γραμμάτων']" θέα,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" λέγεται,"['διαδίδεται', 'διαθρυλείται', 'θρυλείται', 'λένε', 'φημολογείται']" θύελλα,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" κύηση,"['εγκυμοσύνη', 'γκαστριά', 'γκάστρι', 'κυοφορία']" θέλγητρο,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" θέλημα,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" κέλητας,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" θέληση,"['διεκδίκηση', 'αξίωση', 'απαίτηση', 'αίτημα']" κύκλος,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" θέλω,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" θέμα,['1'] θύμα,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" θέμα,"['διαδίδεται', 'διαθρυλείται', 'θρυλείται', 'λέγεται', 'φημολογείται']" λένε,"['διαδίδεται', 'διαθρυλείται', 'θρυλείται', 'λέγεται', 'φημολογείται']" θέμελο,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" θύμημα,"['αναμνηστήριο', 'ενθύμημα', 'ενθύμιο', 'θυμητάρι', 'σουβενίρ']" θύμηση,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" κέντρο,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" λύνω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" λέρα,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" θύρα,"['είσοδος', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" κέρδισμα,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" κέρδος,"['αγαθό', 'απολαβή', 'καρπός', 'συμφέρον', 'όφελος', 'ωφέλεια', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" κύρης,"['δεσπότης', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ιδιοκτήτης', 'κύριος', 'οικοδεσπότης', 'μπαμπάς', 'άρχοντας', 'πατέρας', 'ψυχαναθρεφτής']" κύριο μέρος,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" κύριος,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" θέρμη,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" θέρος,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'ζέστες']" κύρτωμα,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" θέση,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" κέφι,"['αγαλλίαση', 'ευφροσύνη', 'χαρμονή', 'χαρμοσύνη', 'χαρά']" θέσμιο,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'έθιμο', 'παράδοση']" λύτρωση,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'σωτηρία']" θέτω,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'βάζω', 'αποθέτω', 'καταθέτω', 'τοποθετώ', 'πληροφορώ']" λύπη,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" λύπηση,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" ιππαστί,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" ιππασία,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" ιππηλασία,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" λήξη,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" λήμμα,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" θώρακας,"['αμυντικό περίβλημα', 'μεσαίο τμήμα εντόμων', 'στήθος', 'προστατευτικό μέσο']" θήραμα,"['αγρίμι', 'ακοινώνητος', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'άγριο ζώο', 'ζουλάπι']" κήπος,"['ανθοκήπιο', 'ανθώνας', 'λαχανόκηπος', 'μπαξές', 'περιβόλι']" κίβδηλος,"['αναληθής', 'ανακριβής', 'λαθεμένος', 'ψευδής', 'ψεύτικος']" λίγο-λίγο,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" λίγος,"['ελάχιστος', 'ανώνυμος', 'κάποιος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'ένας']" θίγω,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" λίμνη,['λιμνούλα'] κίτρινος,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" λίστα,"['κατάλογος', 'κατάσταση', 'ονοματολόγιο', 'ονομαστικό']" λίπασμα,['κοπριά'] ιχνηλατώ,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" ο εν εφεδρεία,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ρεζέρβα', 'έφεδρος']" μεγαλαυχία,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" ξεγελιέμαι,"['εξαπατώμαι', 'απατώμαι', 'λαθεύω', 'ξαστοχώ', 'φαλτσάρω', 'σφάλλω']" μεγαλοφυής,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" μεγαλούργημα,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'νίκη', 'άθλος', 'παλικαριά']" μεγαλόσωμος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" μεγαλόπρεπος,"['εμφανίσιμος', 'αφηρημένος', 'επιβλητικός', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'φανταστικός', 'φιγουράτος', 'υποθετικός']" μεγεθύνω,"['αναλύω', 'αναπτύσσω', 'εξηγώ', 'ανοίγω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγαλώνω', 'ξεδιπλώνω', 'ξετυλίγω', 'ξαπλώνω']" μεγαλώνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" ξεγεμίζω,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'χηρεύω', 'χύνω']" μαγαρισιά,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" μαγευτικός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" μαγαζάκι,"['εμπορικό', 'κατάστημα', 'μαγαζί']" μαγαζί,"['εμπορικό', 'κατάστημα', 'μαγαζάκι']" μαγεία,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" ξεδιαντροπιά,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξετσιπωσιά', 'ξετσίπωμα']" ξεδιάντροπος,"['αδιάντροπος', 'αισχρός', 'αναιδής', 'αναίσχυντος', 'ασύστολος', 'επαίσχυντος']" ξεδιπλώνω,"['αναλύω', 'αναπτύσσω', 'εξηγώ', 'ανοίγω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγεθύνω', 'μεγαλώνω', 'ξετυλίγω', 'ξαπλώνω']" μαγνήτης,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" νεανίας,"['νεαρός', 'νέος', 'άγουρος', 'έφηβος']" νεαρός,"['νεανίας', 'νέος', 'άγουρος', 'έφηβος']" μεγάλη προσπάθεια,"['αγώνας', 'αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" μεγάλο πλήθος,"['αδαημοσύνη', 'ανασκησία', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απειρία', 'απραγία', 'άγνοια', 'ποσότητα']" μεγάλωμα,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" μαγάρα,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" οδηγητής,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" οδηγός,"['αγωγός', 'διοχετευτής', 'μεταδότης', 'μεταφορέας']" οδηγώ,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" οδηγία,"['καθοδήγηση', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" μαλαγάνας,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" μελαγχολώ,"['αθυμώ', 'δυσθυμώ', 'κακοκαρδίζω', 'θλίβομαι', 'λυπάμαι', 'μικροψυχώ']" μελαγχολία,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" ξεκαθαρίζω,"['διευκρινίζω', 'εξηγώ', 'αποσαφηνίζω']" ξεκαινούργωμα,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'αντικατάσταση', 'επανάληψη', 'ξανάνιωμα', 'φρεσκάρισμα', 'παράταση προθεσμίας']" μαλακός,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" ξεθεμελιώνω,"['γκρεμίζω', 'κατεδαφίζω', 'ρίχνω', 'χαλώ']" ξεθεμελίωμα,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξέχωμα', 'σκάλισμα', 'σκάψιμο', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" μελανιά,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" μελανάδα,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" μακαρίζω,"['επιβουλεύομαι', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" ξαλαφρώνω,"['ανακουφίζω', 'απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξεκουράζω', 'ξεθυμαίνω', 'παρηγορώ']" μελετώ,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ', 'ψάχνω']" μαθαίνω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" μαλθακός,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'τρυφηλός']" μαλθακότητα,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή', 'χάρη']" μαλλιοτράβηγμα,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" ξεκινώ,"['αναχωρώ', 'απομακρύνομαι', 'αποπλέω', 'αποχωρώ', 'απέρχομαι', 'μισεύω', 'σαλπάρω', 'φεύγω']" ξελιποθυμώ,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" μειλίχιος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" μεθοκόπος,"['κρασοκανάτας', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μειονέκτημα,"['ελαττωματικότητα', 'ελάττωμα', 'ανεπάρκεια', 'ατέλεια', 'κουσούρι', 'τρωτό', 'έλλειψη']" ξεκουράζομαι,"['ανακουφίζομαι', 'ανασαίνω', 'αναζωογονούμαι', 'αναπνέω', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ζω']" ξεκουράζω,"['ανακουφίζω', 'απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεθυμαίνω', 'παρηγορώ']" ξακουσμένος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" ξακουστός,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" ξεκούραση,"['ειρηνική ζωή', 'ανακούφιση', 'αναπαμός', 'αναψυχή', 'ανάσα', 'ανάσασμα', 'ανάπαυλα', 'ανάπαυση', 'καθισιό', 'θάνατος']" μακριά,"['αλάργα', 'απόμακρα', 'κατάμακρα', 'άπω', 'πόρρω', 'πέρα']" μακροβούτι,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'φουντάρισμα', 'πόντιση']" νεκρός,"['δειλός', 'αδρανής', 'ενδοτικός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άπνους', 'άψυχος', 'πεθαμένος']" νεκρώνω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" ξακρίζω,"['αποξενώνω', 'απομονώνω', 'ξεμοναχιάζω', 'ξεχωρίζω', 'μονώνω', 'χωρίζω']" ξεθυμαίνω,"['ανακουφίζω', 'απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζω', 'παρηγορώ']" μαιτρ,"['δεξιοτέχνης', 'αριστοτέχνης', 'αρτίστας', 'καλλιτέχνης', 'μερακλής']" μελωδικότητα,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" μελωδώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" μελωδία,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" ξεκόλλημα,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" μακάριος,"['αλαφρόκαρδος', 'ανέγνοιαστος', 'ανέμελος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'ξένοιαστος', 'μποέμ', 'άφροντις']" ξεκάπιστρος,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεπιτήρητος', 'αμολητός', 'απολυτός', 'λυμένος', 'άδετος']" μελέτη,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα', 'ψάξιμο']" ξεκίνημα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" ξαναγεννώ,"['αναγεννώ', 'αναδημιουργώ', 'ξαναγίνομαι']" ξαναβλασταίνω,"['αναγεννιέμαι', 'αναβιώνω', 'αναρρωνύω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναζωντανεύω', 'συνέρχομαι']" ξαναβλέπω,"['αναθεωρώ', 'επανεξελέγχω', 'επανεξετάζω', 'ξαναεξετάζω', 'ξανακοιτάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" ξαναεξετάζω,"['αναθεωρώ', 'επανεξελέγχω', 'επανεξετάζω', 'ξαναβλέπω', 'ξανακοιτάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" ξαναδυνάμωμα,"['γιάτρεμα', 'ανάληψη', 'ανάρρωση', 'γέρεμα', 'ορθοπόδιση']" ξαναγίνομαι,"['αναγεννώ', 'αναδημιουργώ', 'ξαναγεννώ']" ξανακαινουργώνω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω', 'φρεσκάρω']" ξανακοιτάζω,"['αναθεωρώ', 'επανεξελέγχω', 'επανεξετάζω', 'ξαναβλέπω', 'ξαναεξετάζω', 'μετεξετάζω', 'τροποποιώ']" ξεμακραίνω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'μετακινώ', 'μετατοπίζω', 'παύω']" ξαναμέτρημα,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" ξανασυλλογιέμαι,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" ξαναζωντανεύω,"['αναγεννιέμαι', 'αναβιώνω', 'αναρρωνύω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναβλασταίνω', 'συνέρχομαι']" ξαναπλάθω,"['βελτιώνομαι', 'βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναρρωννύω', 'ανθρωπεύω', 'επεξεργάζομαι', 'καλυτερεύω', 'τελειοποιώ', 'σιάχνω']" ξαναπλάσιμο,"['αναδημιουργία', 'αναγέννηση', 'ανακαίνιση', 'αναμόρφωση', 'ανασυγκρότηση', 'ανασχηματισμός', 'ανάπλαση', 'μεταρρύθμιση']" ξαναχτίζω,"['ανεγείρω', 'ανιδρύω', 'ανοικοδομώ', 'οικοδομώ', 'χτίζω']" ξενικός,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ετεροεθνής', 'ξενομερίτης', 'ξωμερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" ξενιτεμός,"['εκπατρισμός', 'αποδημία', 'ξενίτεμα', 'μετανάστευση', 'μισεμός']" ξενιτεμένος,"['αποδημητής', 'απόδημος', 'μετανάστης', 'μισεμένος', 'έκδημος']" ξενιτεύομαι,"['εκδημώ', 'εκπατρίζομαι', 'αποδημώ', 'μεταναστεύω', 'μισεύω']" ξενιτιά,"['αλλοδαπή', 'εξωτερικό', 'ξένα']" ξενοιασιά,"['αδιαφορία', 'ακηδία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αναμελιά', 'ανεμελιά', 'αμεριμνησία', 'αμέλεια', 'αφροντισιά', 'αστοχασιά', 'απονιά']" ξενοιάζω,"['γλιτώνω', 'απαλλάσσομαι', 'ξεμπερδεύω', 'ξεμπλέκω', 'ξεσκοτίζομαι', 'ξεφορτώνομαι']" ξαμολώ,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" ξενομερίτης,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ετεροεθνής', 'ξενικός', 'ξωμερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" ξεμοναχιάζω,"['αποξενώνω', 'απομονώνω', 'ξακρίζω', 'ξεχωρίζω', 'μονώνω', 'χωρίζω']" μεμονωμένος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" ξεμονάχιασμα,"['ακοινωνησία', 'ανεπιμιξία', 'απομονωτήριο', 'απομόνωση', 'αποξένωση']" μαμούδι,"['μαμούνι', 'έντομο', 'ζουζούνι', 'ζούδι', 'ζωύφιο']" μανούβρα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" μανούλα,"['μαμά', 'μητέρα', 'μάνα']" μαμούνι,"['μαμούδι', 'έντομο', 'ζουζούνι', 'ζούδι', 'ζωύφιο']" ξανοίγω,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'περισκοπώ']" μανταλώνω,"['αμπαρώνω', 'ασφαλίζω', 'κλειδώνω', 'κλείνω', 'συρταρώνω']" νεοφανής,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" μαντατεύω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μηνύω']" μαντατοφόρος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'σύνδεσμος', 'άγγελος']" μαντάτο,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" μαμά,"['μανούλα', 'μητέρα', 'μάνα']" ξενόγλωσσος,"['αλλοεθνής', 'αλλόγλωσσος', 'αλλόφυλος', 'βάρβαρος', 'απολίτιστος']" ξανάνιωμα,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'αντικατάσταση', 'επανάληψη', 'ξεκαινούργωμα', 'φρεσκάρισμα', 'παράταση προθεσμίας']" ξενότροπος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος', 'περίεργος']" ξενύχτημα,"['αγρύπνια', 'ακοιμησιά', 'αϋπνία', 'ολονυκτία']" ξεμπερδεύω,"['γλιτώνω', 'απαλλάσσομαι', 'ξενοιάζω', 'ξεμπλέκω', 'ξεσκοτίζομαι', 'ξεφορτώνομαι']" ξεμπαρκάρισμα,"['αποβίβαση', 'απόβαση', 'κατέβασμα', 'κάθοδος']" ξεμπλέκω,"['γλιτώνω', 'απαλλάσσομαι', 'ξενοιάζω', 'ξεμπερδεύω', 'ξεσκοτίζομαι', 'ξεφορτώνομαι']" ξενίτεμα,"['εκπατρισμός', 'αποδημία', 'ξενιτεμός', 'μετανάστευση', 'μισεμός']" ξεραΐλα,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία', 'στέγνια']" μερακλής,"['δεξιοτέχνης', 'αριστοτέχνης', 'αρτίστας', 'καλλιτέχνης', 'μαιτρ']" μαραφέτι,"['εργαλείο', 'σκεύος', 'σύνεργο', 'όργανο']" μερεύω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" ναρκισσεύομαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι', 'χαίρομαι']" μαρινάριος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" μαρμαρένιος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" ξεροκαιριά,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξηρασία', 'στέγνια']" μαρνέρος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" νεροποντή,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" μερμήγκι,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" μερμήγκια,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" ξαρρωστώ,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" μερτικό,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" μαρτυρία,"['εναπόθεση', 'κατάθεση', 'ομολογία', 'τοποθέτηση', 'παράδοση όπλων']" νερόβραστος,"['γλυκανάλατος', 'ανούσιος', 'σαχλός', 'άγευστος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άσχημος', 'άχαρος']" μεράκι,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" μαράζι,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" μερέντι,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'πρόδειπνο']" μερώνω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'τιθασεύω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" μερίδα,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" μερίδιο,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" ξερίζωμα,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" μεταγενέστερα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" μεταβιβάζω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω', 'πέμπω']" μεταβολή,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" μεταγράφω,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" μεταβάλλω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" μεταδότης,"['αγωγός', 'διοχετευτής', 'οδηγός', 'μεταφορέας']" ναυαγώ,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'φαλίρω', 'χρεοκοπώ']" μετακινώ,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετατοπίζω', 'παύω']" μετακόμιση,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" ματαιόφρονος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" μεταναστεύω,"['εκδημώ', 'εκπατρίζομαι', 'αποδημώ', 'ξενιτεύομαι', 'μισεύω']" μετεξετάζω,"['αναθεωρώ', 'επανεξελέγχω', 'επανεξετάζω', 'ξαναβλέπω', 'ξαναεξετάζω', 'ξανακοιτάζω', 'τροποποιώ']" μεταμορφωμένος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" μεταμορφώνω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" μετανοώ,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" μεταμόρφωση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" μετανάστευση,"['εκπατρισμός', 'αποδημία', 'ξενιτεμός', 'ξενίτεμα', 'μισεμός']" μετανάστης,"['αποδημητής', 'απόδημος', 'ξενιτεμένος', 'μισεμένος', 'έκδημος']" μεταξύ,"['ενδιαμέσως', 'αναμεταξύ', 'ανάμεσα', 'καταμεσής']" μεταρρυθμιστής,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" μεταρρυθμίζω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'φρεσκάρω']" μεταρρύθμιση,"['ασύνηθες', 'καινοτομία', 'καινούργιο', 'νεωτερισμός', 'μοντερνισμός', 'πρωτοτυπία']" μεταρσίωση,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" μεταφορικό μέσο,"['αμάξι', 'αυτοκίνητο', 'όχημα ']" μεταφορά,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" μεταφορέας,"['αγωγός', 'διοχετευτής', 'οδηγός', 'μεταδότης']" μετατοπίζω,"['αλαργεύω', 'εκτοπίζω', 'διώχνω', 'εξορίζω', 'αποκομίζω', 'αποκρούω', 'απολύω', 'απομακρύνω', 'αποσοβώ', 'αποσύρω', 'αποπέμπω', 'αποχετεύω', 'ξεμακραίνω', 'μετακινώ', 'παύω']" μετατροπή,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" μεταφράζω,"['εξηγώ', 'ερμηνεύω', 'επιστρέφω', 'αποδίδω', 'απονέμω', 'παραφράζω']" ξεφεύγω,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" μεταπράτης,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'έμπορος', 'πραματευτής']" μετεώρισμα,"['αιώρηση', 'κούνημα', 'ταλάντευση', 'τραμπάλισμα']" μεσαίο τμήμα εντόμων,"['αμυντικό περίβλημα', 'θώρακας', 'στήθος', 'προστατευτικό μέσο']" ματαίωση,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" ξεσηκώνω,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεπατικώνω', 'μιμούμαι']" μεσημβρία,"['γέμα', 'καταμεσήμερο', 'μεσημέρι']" μεσημέρι,"['γέμα', 'καταμεσήμερο', 'μεσημβρία']" ξεσκαλίζω,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ζητώ', 'ψάχνω']" μασκαραλίκι,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ξεσκεπάζω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" ξεσκοτίζομαι,"['γλιτώνω', 'απαλλάσσομαι', 'ξενοιάζω', 'ξεμπερδεύω', 'ξεμπλέκω', 'ξεφορτώνομαι']" ξεσκούφωτος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" ξεσκέπασμα,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'αποκάλυψη', 'ξετρύπωμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" ξεσκέπαστος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" ξαφνικός,"['ακαριαίος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'στιγμιαίος', 'σύντομος', 'άμεσος']" μεσολάβηση,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" ξαφνιάζω,['αιφνιδιάζω'] ξεφορτώνομαι,"['γλιτώνω', 'απαλλάσσομαι', 'ξενοιάζω', 'ξεμπερδεύω', 'ξεμπλέκω', 'ξεσκοτίζομαι']" μεσουρανώ,"['ακμάζω', 'αναπτύσσομαι', 'ανθώ', 'ευδαιμονώ', 'ευδοκιμώ', 'ευημερώ', 'είμαι στην ακμή μου', 'θάλλω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" μετοχάρης,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" μετριοπαθής,"['γνωστικός', 'εχέφρονας', 'μυαλωμένος', 'φρόνιμος', 'συνετός', 'σώφρονος']" οδυρμός,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" μαυροζούμι,"['αφέψημα', 'καφεόδεντρο', 'καφέα', 'καφές']" ξετρυπώνω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'φανερώνω', 'πρωτοβλέπω']" ξετρύπωμα,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'αποκάλυψη', 'ξεσκέπασμα', 'ξεπαράχωμα', 'φανέρωμα']" μετρώ,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'σκέφτομαι', 'υπολογίζω']" νευρώδης,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" μαυρίλα,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" μαυρίζω,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'ταπεινώνω']" ναυς,"['βαπόρι', 'καράβι', 'ναυπήγημα', 'πλεούμενο', 'πλοίο', 'πλωτό']" ξαστεριά,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" ναυτιλλόμενος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" ναυτικός,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτίλος', 'ναύτης', 'μούτσος']" ξετσιπωσιά,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσίπωμα']" ξετυλίγω,"['αναλύω', 'αναπτύσσω', 'εξηγώ', 'ανοίγω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'απλώνω', 'θεριεύω', 'μεγεθύνω', 'μεγαλώνω', 'ξεδιπλώνω', 'ξαπλώνω']" ξεσυνερίζομαι,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" μαστορεύω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" μαστοράτζα,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" ξεσυνέρια,"['επιβουλή', 'φθόνος', 'ζηλοφθονία', 'ζηλοτυπία', 'ζήλια']" ξαστοχώ,"['εξαπατώμαι', 'απατώμαι', 'λαθεύω', 'ξεγελιέμαι', 'φαλτσάρω', 'σφάλλω']" μεστός,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" ξεφτέρι,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" ναυτίλος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναύτης', 'μούτσος']" ξετσίπωμα,"['αδιακρισία', 'αδιαντροπιά', 'αθυροστομία', 'αναισχυντία', 'αναίδεια', 'αποτσιπωσιά', 'κυνισμός', 'ξεδιαντροπιά', 'ξετσιπωσιά']" ξετσίπωτος,"['αγροίκος', 'αγάνωτος', 'ακαλάιστος', 'ακασσιτέρωτος', 'αναιδής', 'αμόρφωτος', 'τιποτένιος']" μετά,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" ξεφωνίζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" μετέπειτα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" ναυπήγημα,"['βαπόρι', 'καράβι', 'ναυς', 'πλεούμενο', 'πλοίο', 'πλωτό']" μασώ,"['αλευροποιώ', 'αλέθω', 'κονιοποιώ', 'συνθλίβω', 'συντρίβω', 'χωνεύω']" ξεσήκωμα,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" νεωτερισμός,"['ασύνηθες', 'καινοτομία', 'καινούργιο', 'μεταρρύθμιση', 'μοντερνισμός', 'πρωτοτυπία']" νεωτεριστής,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" νεότατος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" μαϊτάπι,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" ναύαρχος,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" οδύρομαι,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" ναύτης,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'μούτσος']" μαέστρος,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" μαζεμένος,"['δειλός', 'αξέβγαλτος', 'ντροπαλός', 'φοβητσιάρης', 'συνεσταλμένος', 'άτολμος']" μαζεύομαι,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" μαζεύω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" μαζικός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" ξεζουμίζω,"['συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" ξεπαρθενεύω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ντροπιάζω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" ξεπαρμός,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" ξεπαράχωμα,"['ανακάλυψη', 'εξεύρεση', 'ανεύρεση', 'εφεύρεση', 'επινόηση', 'αποκάλυψη', 'ξεσκέπασμα', 'ξετρύπωμα', 'φανέρωμα']" ξεπατικώνω,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'μιμούμαι']" ξεπετιέμαι,"['βγαίνω', 'αναβλύζω', 'αναβρύζω', 'βρυσίζω', 'πηγάζω', 'χύνομαι']" ξεπεσμός,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" ξεπατίκωμα,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ομοίωμα', 'παραποίηση']" ξεπεζεύω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" ξαπλωταριά,"['ευρυχωρία', 'απλάδα', 'απλωσιά', 'κάμπος', 'τόπος', 'άπλα']" ξαπλώνομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αφοσιώνομαι', 'επιδίδομαι', 'ξαπλώνω', 'στρώνομαι', 'πλαγιάζω']" ξαπλώνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" ξεπούλημα,"['αλλοτρίωση', 'εκποίηση', 'απαλλοτρίωση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'στέρηση', 'πούλημα', 'χάσιμο']" μείωση,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" ξεχωρισμένος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" ξεχωριστός,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" ξεχωρίζω,"['αποξενώνω', 'απομονώνω', 'ξακρίζω', 'ξεμοναχιάζω', 'μονώνω', 'χωρίζω']" μη βαθμολογημένος,"['αβαθμολόγητος', 'αγραδάριστος', 'ακατάτακτος']" μη διαιρέσιμος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'ολάκερος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" μη μόνιμος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" μη προβλεπόμενος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" μηνιαία επιχορήγηση,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" μηνυτής,"['εγκαλεστής', 'ενάγων', 'κατήγορος']" μηνύω,"['εγκαλώ', 'διαδίδω', 'διαλύω συμφωνία', 'αναγγέλλω', 'αναφέρω', 'καταγγέλλω', 'καταδίδω', 'κατηγορώ', 'κηρύττω', 'μαντατεύω']" ξηρασία,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'στέγνια']" ξηρά,"['γη', 'δάπεδο', 'φόντο', 'έδαφος', 'χώμα']" ξηρίο,"['κονιορτός', 'κόνις', 'σκονάκι', 'σκόνη', 'πούλβερη']" νηφαλιότητα,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" μητέρα,"['μανούλα', 'μαμά', 'μάνα']" μηχανικός,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" οιηματίας,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" οικειοποιούμαι,"['αποκτώ', 'ιδιοποιούμαι', 'κερδίζω', 'κατακτώ']" οικειότητα,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" ολιγάριθμος,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'σποραδικός', 'σπάνιος', 'άβρετος']" ολιγωρία,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" οικεία,"['κατοικία', 'οίκος', 'σπίτι', 'πολυκατοικία']" οικείο περιβάλλον,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" οικείος,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" νικημός,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" νικητής,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'πορθητής']" οικοδεσπότης,"['δεσπότης', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ιδιοκτήτης', 'κύρης', 'κύριος', 'μπαμπάς', 'άρχοντας', 'πατέρας', 'ψυχαναθρεφτής']" οικοδομώ,"['ανεγείρω', 'ανιδρύω', 'ανοικοδομώ', 'ξαναχτίζω', 'χτίζω']" οικονομική δυσχέρεια,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" νικοτιανή,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" οικοσκευή,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" οικουμενικός,"['γενικός', 'καθολικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" μικροπωλητής,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'έμπορας', 'έμπορος', 'πραματευτής']" μικροψυχώ,"['αθυμώ', 'δυσθυμώ', 'κακοκαρδίζω', 'θλίβομαι', 'λυπάμαι', 'μελαγχολώ']" μικροψυχία,"['αγαμία', 'δειλία', 'ανανδρία', 'ανικανότητα', 'ατολμία', 'αψυχιά', 'λιγοψυχιά', 'κιότεμα', 'θρασυδειλία']" μικρός,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" μικρότητα,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" οικτρός,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπηρός', 'λυπητερός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος', 'πένθιμος']" οικτίρμονας,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" οικτίρω,"['λυπάμαι', 'συμπονώ', 'σπλαχνιέμαι', 'σπλαχνίζομαι', 'ψυχοπονώ']" μιλέτι,"['γένος', 'λαός', 'ράτσα', 'φυλή', 'έθνος']" νικώ,"['αγορεύω', 'βγάζω λόγο', 'δημηγορώ', 'ρητορεύω']" μιλώ,"['αγορεύω', 'βγάζω λόγο', 'δημηγορώ', 'ρητορεύω']" νικώ,['1'] ολοΰστερος,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'τελευταίος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστερος', 'ύστατος', 'έσχατος']" οκνηρός,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" οκνηρία,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" μιμητής,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" ολοκληρώνω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'σκοτώνω']" ολοκληρία,"['ασορτιμέντο', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" ολολυγή,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" ολονυκτία,"['αγρύπνια', 'ακοιμησιά', 'αϋπνία', 'ξενύχτημα']" μιμούμαι,"['αντιγράφω', 'απομιμούμαι', 'καθαρογράφω', 'κοπιάρω', 'μεταγράφω', 'ξεσηκώνω', 'ξεπατικώνω']" οινοχοώ,"['κερνώ', 'φιλεύω', 'τρατάρω', 'προσφέρω']" ολοφυρμός,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'οιμωγή', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" ολοστρούμπουλος,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" οιμωγή,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'σκούξιμο', 'στηθοδαρμός']" οκνός,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης', 'χαραμής']" οινόπνευμα,"['ξυλάκι', 'μπριόζος', 'σπίρτο', 'έξυπνος', 'πυρείο']" ξινίζω,"['αλλοιώνομαι', 'σαπίζω', 'χαλώ']" μισεμός,"['εκπατρισμός', 'αποδημία', 'ξενιτεμός', 'ξενίτεμα', 'μετανάστευση']" μισεμένος,"['αποδημητής', 'απόδημος', 'ξενιτεμένος', 'μετανάστης', 'έκδημος']" μισερός,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" μισεύω,"['εκδημώ', 'εκπατρίζομαι', 'αποδημώ', 'ξενιτεύομαι', 'μεταναστεύω']" μισητός,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'σιχαμερός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" μισιακός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" μισθός,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'έπαινος', 'πληρωμή', 'προαγωγή']" μισοτιμής,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" μισός,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" μισώ,"['βδελύσσομαι', 'αηδιάζω', 'αναγουλιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'σιχαίνομαι']" ολόγυρος,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" ολάκερος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολόκληρος', 'άκοπος']" ολόκληρος,"['αδιαμέλιστος', 'αδιαμέριστος', 'αδιαίρετος', 'ακαταμέριστος', 'ακομμάτιαστος', 'ακέριος', 'ενιαίος', 'αμοίραστος', 'ατεμάχιστος', 'ατόφιος', 'μη διαιρέσιμος', 'ολάκερος', 'άκοπος']" ολόκοντα,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κολλητά', 'κοντά', 'σιμά', 'πλησίον', 'πλάι']" ολότελα,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" ολότητα,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" ξιπασιά,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" ξιπασμένος,"['αγέρωχος', 'ακατάδεχτος', 'καμαρωτός', 'κορδωτός', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης']" νιώθω,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" ξοδεύω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδιάζω']" ονειδίζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" ομαλιά,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" ξοδιάζω,"['δαπανώ', 'αναλώνω', 'αναλίσκω', 'καταναλώνω', 'καταξοδεύω', 'καταξοδιάζω', 'ξοδεύω']" μνηστεία,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνήστευση', 'προκαταβολή']" νοητός,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" νοθεύω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" ομιλητικός,"['αηδόνι', 'γλυκόφωνος', 'εύγλωττος', 'φλύαρος']" ομιλητής,"['αγορητής', 'ρήτορας']" νοικοκυρεύω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" ομιλία,"['αγόρευση', 'δημηγορία', 'εκφώνηση λόγου', 'διάλεξη', 'λόγος']" μοιρασιά,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοίρασμα', 'χωρισμός']" μοιραίος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόδραστος', 'αναπόφευκτος', 'αναπότρεπτος', 'αξέφευγος', 'άφευκτος']" μοιράδι,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" μολόγημα,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" νοιάσιμο,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" μοναδικός,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" μοναρχία,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" μοναστής,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ομογάλακτος,"['αδελφός', 'κοιλαδερφός', 'ομογάστριος', 'ομομήτριος', 'σύγγονος']" ομογάστριος,"['αδελφός', 'κοιλαδερφός', 'ομογάλακτος', 'ομομήτριος', 'σύγγονος']" μοναχικός,"['μονάχος', 'μόνος']" μοναχός,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης', 'όσιος']" ομολογία,"['εναπόθεση', 'κατάθεση', 'μαρτυρία', 'τοποθέτηση', 'παράδοση όπλων']" ονοματολόγιο,"['κατάλογος', 'κατάσταση', 'λίστα', 'ονομαστικό']" ονοματοθέτης,"['εγγυητής', 'ανάδοχος', 'κουμπάρος', 'νουνός', 'σύντεκνος']" ονομαστικό,"['κατάλογος', 'κατάσταση', 'λίστα', 'ονοματολόγιο']" ονομαστός,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" ονομασία,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" μονοκοπανιά,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" μονοκρατορία,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'σατραπισμός', 'τυραννίδα']" μονοιάζω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" μονομιάς,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'παρευθύς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" ομομήτριος,"['αδελφός', 'κοιλαδερφός', 'ομογάλακτος', 'ομογάστριος', 'σύγγονος']" ομορφαίνω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" ομορφιά,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" μοντερνισμός,"['ασύνηθες', 'καινοτομία', 'καινούργιο', 'μεταρρύθμιση', 'νεωτερισμός', 'πρωτοτυπία']" μοντερνιστής,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'ρηξικέλευθος', 'πρωτοπόρος']" ομοτονία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" ομοφωνία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" μοντέρνος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" μονωδώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" μονωμένος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" μονότονος,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" μονάζω,"['απομονώνομαι', 'καλογερεύω', 'μένω εργένης']" μονάχος,"['μοναχικός', 'μόνος']" νομή,"['εδωδή', 'βορά', 'βρώσις', 'σιτία', 'τροφή', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" μονώνω,"['αποξενώνω', 'απομονώνω', 'ξακρίζω', 'ξεμοναχιάζω', 'ξεχωρίζω', 'χωρίζω']" ομοίωμα,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" μορμολύκειο,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" μορφή,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" μορφώνομαι,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'σοβαρολογώ', 'φοιτώ', 'σπουδάζω', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" μορφώνω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" μου αρέσει,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" μουγκός,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" νοσηλεύω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" νουθετώ,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" νουθεσία,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" νουθέτηση,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" μουντός,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" μουντζαλιά,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" μουντζουρωμένος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'ρυπαρός', 'άπλυτος']" μουντζούρα,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" νουνός,"['εγγυητής', 'ανάδοχος', 'κουμπάρος', 'ονοματοθέτης', 'σύντεκνος']" μουσικότητα,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" νοστιμούλης,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'συμπαθητικός', 'συμπαθής']" νοστιμίζω,"['αλατίζω', 'αρμυρίζω', 'ξυλοκοπώ', 'παστώνω']" μουτρωμένος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" μουστέλα,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ατσίδας', 'ικανότατος', 'κουνάβι', 'πανούργος', 'πονηρός']" νοσών,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" μουχρός,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουντός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" ομόλογος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" ομάλυνση,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" οξύθυμος,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'φουριόζος']" νούμερο,"['αριθμός', 'ποσότητα']" οξύνους,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" μούργα,"['αμόργη', 'αποκαθίδι', 'αποστάλαγμα', 'καθίζημα', 'κατακάθι', 'καταστάλαγμα', 'ιλύς', 'ίζημα']" οξύς,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" μούσα,"['επίνοια', 'ιδέα', 'οίστρος', 'έμπνευση', 'ποιητικός οίστρος', 'πνοή']" μούτος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" μούτσος,"['γεμιτζής', 'θαλασσομάχος', 'θαλασσόλυκος', 'καραβόγατος', 'μαρινάριος', 'μαρνέρος', 'ναυτιλλόμενος', 'ναυτικός', 'ναυτίλος', 'ναύτης']" μούχρωμα,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" νοήμονας,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" μνήστευση,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'προκαταβολή']" μοίρα,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'ριζικό', 'τύχη', 'προορισμός']" μοίρασμα,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'χωρισμός']" ομίχλη,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" οργανισμός,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" οργανώνω,"['συγκροτώ', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνιδρύω', 'συνιστώ', 'συνθέτω', 'συμπηγνύω']" οργάνωση,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" οργή,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'φρένιασμα', 'έξαψη']" οργίζομαι,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'φρενιάζω']" ορθοπόδιση,"['γιάτρεμα', 'ανάληψη', 'ανάρρωση', 'γέρεμα', 'ξαναδυνάμωμα']" ορισμένος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'σταθερός', 'άφθορος']" οριστικός,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ανέκκλητος', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'τελεσίδικος', 'σταθερός']" ορθάνοιχτα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ξάστερα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" ορθός,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" ορθότητα,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" ορμηνεύω,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" οροθέσιο,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" ορμέμφυτο,"['ένστικτο', 'παρόρμηση']" ορμή,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" ορμήνεμα,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" ορμήνια,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" ορφνός,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουντός', 'μουχρός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" ορτάκης,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" ορόσημο,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" ορίζω,"['αφιερώνω στο Θεό', 'επισημοποιώ', 'καθιερώνω', 'καθοσιώνω', 'λανσάρω', 'θεσπίζω']" ορχήστρα,"['αντίσκηνο', 'ράμπα', 'σκηνή', 'τσαντίρι', 'τέντα', 'προσκήνιο']" ουδαμώς,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" μυαλωμένος,"['γνωστικός', 'εχέφρονας', 'μετριοπαθής', 'φρόνιμος', 'συνετός', 'σώφρονος']" ντεμοντέ,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" ντεμπούτο,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" νταραβέρι,"['αγοραπωλησία', 'αλισβερίσι', 'δοσοληψία', 'μπίζνες', 'συναλλαγή']" ντεραπάρισμα,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" ντερλικώνω,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ρουπώνω']" ουδόλως,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'συνολικά', 'τίποτε', 'ποσώς']" ουδέτερος,"['αδιάφορος', 'αμέτοχος', 'απέχων', 'ξένος', 'άσχετος']" μυθικός,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" ξυλοκοπώ,"['αλατίζω', 'αρμυρίζω', 'νοστιμίζω', 'παστώνω']" οσκρός,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα', 'σφήνα']" ξυλάκι,"['οινόπνευμα', 'μπριόζος', 'σπίρτο', 'έξυπνος', 'πυρείο']" ξυλόσπιτο,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" ντορός,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" ντουμάνι,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" ουρανός,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουράνιος θόλος', 'στερέωμα']" ουρλιάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" μυριόπλουτος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" ντροπαλός,"['δειλός', 'αξέβγαλτος', 'μαζεμένος', 'φοβητσιάρης', 'συνεσταλμένος', 'άτολμος']" ντροπιάζω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ρυπαίνω', 'στιγματίζω']" ντροπή,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος', 'πομπή']" ουράνιος,"['αγγελικός', 'αγγελόπλαστος', 'θεόμορφος', 'όμορφος', 'ωραίος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" ουράνιος θόλος,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'στερέωμα']" ντρόπιασμα,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'όνειδος', 'πομπή']" ντρέτος,"['αδελέαστος', 'αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'έντιμος', 'χρηστός']" μυτερή άκρη,"['ακμή', 'ακωκή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μύτη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" μυτερώνω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" ουτιδανός,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'τιποτένιος', 'χωρίς αξία']" ουσιαστικός,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" ουτοπικός,"['ακατόρθωτος', 'ανεπίτευκτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'απροσπέλαστος', 'άφθαστος']" ουτοπία,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" μυστηριώδης,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" μυστικοπάθεια,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" μυστικός,"['λαθραίος', 'κρυφός', 'κρυπτός']" μυστήριο,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" οστά,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'κόκαλα', 'σκελετωμένος', 'σκελετός', 'σκέλεθρο', 'περίβλημα']" ντόρος,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" ντέρτι,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος', 'πένθος']" μυζώ,"['γαλουχούμαι', 'γαλουχώ', 'βυζαίνω', 'απομυζώ', 'είμαι ανήλικος', 'θηλάζω']" ξυπνητός,"['ακοίμητος', 'ξύπνιος', 'άγρυπνος', 'άσβηστος', 'άυπνος', 'προσεκτικός']" οφίκιο,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" μυχός,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'στήθος', 'άνοιγμα', 'όρμος']" μάγκας,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" ξόανο,"['αγράμματος', 'αδίδαχτος', 'ακατάρτιστος', 'αναλφάβητος', 'αμαθής', 'αμόρφωτος', 'απελέκητος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο']" μάκενα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" νόθευση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" μάθηση,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" μάκρος,"['διαφορά', 'διάσταση', 'διάστημα', 'ετερότητα', 'απόσταση', 'άβυσσος']" νωθρός,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" νωθρότητα,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" μάλωμα,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" μάνα,"['μανούλα', 'μαμά', 'μητέρα']" ξωμερίτης,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ετεροεθνής', 'ξενικός', 'ξενομερίτης', 'ξένος', 'φερτός']" μόνιμος,"['επιτρεπτός', 'επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'σύννομος', 'έννομος']" νόμιμος,"['επιτρεπτός', 'επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'σύννομος', 'έννομος']" μόνιμος,['2'] μόνος,['1'] νόμος,"['αξίωμα', 'αρχή', 'δόγμα', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'αίτηση', 'κανόνας', 'παρακάλια', 'παράκληση']" μόνος,['1'] μάντεμα,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" ξωμάχος,"['γεωργός', 'καλλιεργητής', 'ρετζιπέρης', 'ζευγολάτης', 'ζευγάς', 'ζευγίτης']" ξόμπλι,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" μόριο,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" μόρτης,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'σοκακόπαιδο', 'χαμίνι']" μάρτυρας,"['θεατής', 'μπανιστηριτζής']" μόρφωση,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'ήθος']" μάταιος,"['ανώφελος', 'ηλίθιος']" νόσημα,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσος', 'πάθηση']" ξάφνιασμα,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" νόσος,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'πάθηση']" ξάστερα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'σταράτα', 'σπάταλα']" νόστιμος,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" μάστορας,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" μάστορης,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'τεχνουργός', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" μάζεμα,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" μάζωμα,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" νωπός,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" μάχη,"['αγώνας', 'αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μεγάλη προσπάθεια', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" μάχομαι,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" νωχέλεια,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" μέγαρο,"['βασιλόσπιτο', 'ανάκτορο', 'μέλαθρο', 'σεράι', 'παλάτι']" μέγας,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" μέγας πλούτος,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'ταμείο', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" μέγιστος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" μέλαθρο,"['βασιλόσπιτο', 'ανάκτορο', 'μέγαρο', 'σεράι', 'παλάτι']" μέλημα,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" μύθος,"['διαλάλημα', 'διάδοση', 'θρύλος', 'λόγος', 'σπερμολογία', 'φήμη', 'άκουσμα']" μέθυσος,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μέλπω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" νέο,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" ξένα,"['αλλοδαπή', 'εξωτερικό', 'ξενιτιά']" ξένοιαστος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'άκριτος', 'άμυαλος']" ξένος,"['αδιάφορος', 'αμέτοχος', 'απέχων', 'ουδέτερος', 'άσχετος']" νέος,"['νεανίας', 'νεαρός', 'άγουρος', 'έφηβος']" μέμφομαι,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" μένω,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'φωλιάζω', 'ζω']" μένω εργένης,"['απομονώνομαι', 'καλογερεύω', 'μονάζω']" μέριμνα,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" μέρος,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" μέρος αυτιού,"['κοχλίας', 'σαλιγκάρι', 'σπειροειδής γραμμή', 'σπείρα', 'έλικας', 'προπέλα']" μέρος σελίδας,"['ηλεκτρική μπαταρία', 'στήλη', 'πλάκα']" μέρος σώματος,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" μέρος όλου,"['κομμάτι', 'κόμμα', 'τεμάχιο', 'σημείο στίξης', 'πολιτική μερίδα']" μέρος πρύμνης,"['διαυγές πράγμα', 'γυαλί', 'καθρέφτης', 'κάτοπτρο', 'μέρος πόρτας', 'τηλογυάλι']" μέρος πόρτας,"['διαυγές πράγμα', 'γυαλί', 'καθρέφτης', 'κάτοπτρο', 'μέρος πρύμνης', 'τηλογυάλι']" ξέρω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" μύτη,"['ακμή', 'ακωκή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'υπόνοια', 'πείραγμα']" ξέσκεπος,"['αβούλωτος', 'ανοιχτός', 'ασφράγιστος', 'ατάπωτος', 'απωμάτιστος']" μέτοχος,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'ορτάκης', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" ξέσφιχτος,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'άτονος', 'χαλαρωμένος', 'χαλαρός']" ξέσπασμα,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'διάρρηξη', 'ανατίναγμα', 'ανατίναξη', 'σκάσιμο', 'έκρηξη']" ξέπεσμα,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" ξύπνιος,"['ακοίμητος', 'ξυπνητός', 'άγρυπνος', 'άσβηστος', 'άυπνος', 'προσεκτικός']" ξέχωμα,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξεθεμελίωμα', 'σκάλισμα', 'σκάψιμο', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" ξέχωρος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" μπαγκάζια,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'τσαπράγκαλα', 'σέα', 'πράγματα']" οπαδός,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" μπεκιάρης,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'αζευγάρωτος', 'άγαμος', 'παράταιρος']" μπεκροκανάτας,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μπεκρούλιακας,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μπεκρόμουτρο,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρής', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μπεκρής,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπέκρος', 'ταβερνογυριστής']" μπελάς,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" μπανιστηριτζής,"['θεατής', 'μάρτυρας']" μπαξές,"['ανθοκήπιο', 'ανθώνας', 'λαχανόκηπος', 'κήπος', 'περιβόλι']" μπαμπεσιά,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'σερετιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" μπαμπάκας,"['μπαμπάς', 'πατερούλης', 'πατέρας']" μπαμπάς,"['δεσπότης', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ιδιοκτήτης', 'κύρης', 'κύριος', 'οικοδεσπότης', 'άρχοντας', 'πατέρας', 'ψυχαναθρεφτής']" μπαμπέσικος,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" μπερεκετλίδικος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" μπατάλικος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" μπατάρω,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'τουμπάρω']" οπλαρχηγός,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'πλοίαρχος', 'πολέμαρχος']" οπλισμός,"['θωρακισμένο', 'τανκ', 'άρμα', 'έμβλημα', 'πολεμικό όχημα']" μπιστεμένος,"['αξιόπιστος', 'μπιστικός', 'φερέγγυος', 'έμπιστος', 'πιστός']" μπιστικός,"['αξιόπιστος', 'μπιστεμένος', 'φερέγγυος', 'έμπιστος', 'πιστός']" μπλόφα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" μπιζού,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" οπλίτης,"['ανδρικής ηλικίας', 'αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'σταθερός', 'σύνευνος', 'σύζυγος', 'άντρας', 'ώριμος']" μπιχλιμπίδι,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" μποεμισμός,"['αλητεία', 'ρεμπέλεμα', 'σουρτούκεμα', 'περιπλάνηση']" μπολιασμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" οποτεδήποτε,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" μπουκαπόρτα,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" μπουλούκι,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στρατός', 'στράτευμα', 'πλήθος']" μπουρζουαζία,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" μπουχτίζω,"['βαριέμαι', 'αηδιάζω', 'αναγουλιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'σιχαίνομαι']" μποέμ,"['αλαφρόκαρδος', 'ανέγνοιαστος', 'ανέμελος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'μακάριος', 'ξένοιαστος', 'άφροντις']" μπούρτζι,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" μπριόζος,"['οινόπνευμα', 'ξυλάκι', 'σπίρτο', 'έξυπνος', 'πυρείο']" μπροστάρης,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" μπράβος,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" οπτασία,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" οπτική,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" οπτιμισμός,"['αισιοδοξία', 'αισιοφροσύνη']" οπτιμιστής,"['αισιόδοξος', 'ευνοϊκός', 'ευοίωνος', 'αίσιος']" μπόι,"['ανάστημα', 'ηθικό έρεισμα', 'κορμοστασιά', 'ύψος']" μπόλικος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" μπόρα,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" οπωσδήποτε,"['αμελλητί', 'ανυπερθέτως', 'εξάπαντος', 'αμέσως']" μπάτσος,"['καταχεριά', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" μπάζα,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" μπέκρος,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'ταβερνογυριστής']" μπίλμετζες,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" μπίζνες,"['αγοραπωλησία', 'αλισβερίσι', 'δοσοληψία', 'νταραβέρι', 'συναλλαγή']" μήνας,['τριακονθήμερο'] μήτρα,"['εκμαγείο', 'εφαρμοστός', 'καλούπι', 'φόρμα', 'τύπος', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" μίασμα,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" οίηση,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" νίλα,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'φάρσα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" νίκη,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'άθλος', 'παλικαριά']" οίκος,"['κατοικία', 'οικεία', 'σπίτι', 'πολυκατοικία']" μίκρεμα,"['ελάττωση', 'μάζεμα', 'συστολή', 'σύμπτυξη', 'περιορισμός']" οίστρος,"['επίνοια', 'ιδέα', 'μούσα', 'έμπνευση', 'ποιητικός οίστρος', 'πνοή']" οχετός,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'άπληστος', 'χούνη', 'χωνί']" οχεία,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'συνουσία', 'όχευση', 'πήδημα']" οχλοβοή,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" ρεαλιστικός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" ραδιουργικός,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" ρεγουλάρω,"['διακοσμώ', 'διορθώνω', 'επισκευάζω', 'κανονίζω', 'τακτοποιώ', 'σιάζω', 'φτιάνω']" ρεμπεσκές,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" ρεμπέλεμα,"['αλητεία', 'μποεμισμός', 'σουρτούκεμα', 'περιπλάνηση']" ρασοφόρος,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'παπάς', 'πρεσβύτερος']" ρευστός,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ταλαντευόμενος', 'άστατος']" ρεσάλτο,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'τράκος', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" ρετζιπέρης,"['γεωργός', 'καλλιεργητής', 'ξωμάχος', 'ζευγολάτης', 'ζευγάς', 'ζευγίτης']" ρεζέρβα,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'έφεδρος']" ραπόρτο,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'φανέρωση', 'έκθεση']" ραψωδώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" ραψωδία,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" ρηξικέλευθος,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'πρωτοπόρος']" ρητορεύω,"['αγορεύω', 'βγάζω λόγο', 'δημηγορώ', 'μιλώ']" ρητό,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρήση', 'παροιμία']" ρικνότητα,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'τραχύτητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" ριζικό,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'τύχη', 'προορισμός']" ριζικάρης,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'σαββατογεννημένος', 'άμοιρος']" ριζοσπαστικός,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" ριψοκίνδυνος,"['γενναίος', 'θαρραλέος', 'θαρρετός', 'τολμηρός', 'άφοβος']" ροβολώ,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" ροβόλημα,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" ρουτινιάρικος,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'φορτικός', 'πληκτικός']" ρουπώνω,"['καταβροχθίζω', 'κατεβάζω', 'κατελώ', 'κατατρώγω', 'καταπίνω', 'καταχωνιάζω', 'ντερλικώνω']" ρούφουλας,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" ρούχο,"['ενδυμασία', 'κουστούμι', 'φόρεμα', 'ένδυμα', 'περίβλημα']" ρυπαρός,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'άπλυτος']" ρυπαρότητα,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρύπος', 'σκουπιδαριό']" ρυπαίνω,"['γελοιοποιώ', 'διακορεύω', 'βιάζω', 'εξευτελίζω', 'ατιμάζω', 'αποπλανώ', 'κατασπιλώνω', 'κηλιδώνω', 'ξεπαρθενεύω', 'ντροπιάζω', 'στιγματίζω']" ρόδα,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" ρωγολογίδια,"['αμπελολόγια', 'αποτρυγίδια', 'αποστάφυλα', 'απότσαμπα', 'τσαμπουρίδια', 'τσάμπουρα']" ρωγμή,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" ράθυμος,"['διστακτικός', 'απρόθυμος', 'οκνός', 'άθελος', 'άκεφος', 'άστεργος', 'χλιαρός']" ρωμαλέος,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" ράμπα,"['αντίσκηνο', 'ορχήστρα', 'σκηνή', 'τσαντίρι', 'τέντα', 'προσκήνιο']" ράτσα,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" ράπισμα,"['καταχεριά', 'μπάτσος', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" ρέκτης,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" ρέστος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" ρύπος,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" ρήγμα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" ρήση,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρητό', 'παροιμία']" ρήτορας,"['αγορητής', 'ομιλητής']" ρήτρα,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" ρίξιμο,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση', 'παράτημα']" ρίζα,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" ρίχνω,"['γκρεμίζω', 'κατεδαφίζω', 'ξεθεμελιώνω', 'χαλώ']" ρίχνω κάτω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" φεγγαριασμένος,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" φεγγαροπρόσωπος,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" σαββατογεννημένος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'άμοιρος']" φεγγοβόλημα,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα', 'πολύ γρήγορα']" ταβερνογυριστής,"['κρασοκανάτας', 'μεθοκόπος', 'μέθυσος', 'μπεκροκανάτας', 'μπεκρούλιακας', 'μπεκρόμουτρο', 'μπεκρής', 'μπέκρος']" σεβαστικός,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'φιλόθεος', 'φιλόθρησκος']" φεγγίτης,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" σαγηνευτικός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'μαγευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" σβελτοσύνη,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" σβελτάδα,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" σεβντάς,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" υδατοστεγής,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'στεγανός', 'σφραγισμένος']" ταγός,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" φαγάς,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'άπληστος']" σαγήνη,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σεξαπίλ', 'έλξη', 'χάρη']" τελειοποιώ,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι', 'συμπληρώνω']" τελειωμένος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" τελειωτικός,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ανέκκλητος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελεσίδικος', 'σταθερός']" ταλαιπωρώ,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'θανατώνω', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ', 'πιλατεύω']" ταλαιπωρία,"['αθλιότητα', 'δυστυχία', 'αχρειότητα', 'κακία', 'φτώχεια']" ταλαιπωρίες,"['δεινά', 'βάσανα', 'κακουχίες', 'συμφορές']" τελειώνω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'σκοτώνω']" ταλαντευόμενος,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'άστατος']" ταλαντούχος,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'άξιος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" φαιδρολογία,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'αστείο', 'ευφυολόγημα', 'καλαμπούρι', 'χαριτολογία', 'χωρατό']" φαιδρός,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" σακατεμένος,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" σακατιλίκι,"['ελαττωματικότητα', 'αναπηρία', 'δυσμορφία']" τελευταίος,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστερος', 'ύστατος', 'έσχατος']" τελεσφόρος,"['ενεργητικός', 'δραστικός', 'επιτυχής', 'αποτελεσματικός', 'καίριος', 'λυσιτελής']" τελευτή,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" τελεσίδικος,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ανέκκλητος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'σταθερός']" σαλεύω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" ταλαίπωρος,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'φουκαράς', 'άτυχος', 'έρμος']" σαλιγκάρι,"['κοχλίας', 'μέρος αυτιού', 'σπειροειδής γραμμή', 'σπείρα', 'έλικας', 'προπέλα']" τελικός,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'στερνός', 'ύστερος', 'ύστατος', 'έσχατος']" τελική γνώμη,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τόλμη', 'ψήφισμα']" σεκλέτι,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος', 'πίκρα']" τεκμηριώνω,"['βεβαιώνω', 'διατρανώνω', 'επιβεβαιώνω', 'αποδεικνύω', 'καταδεικνύω', 'φανερώνω', 'προβάλλω']" τεκμηρίωση,"['βεβαίωση', 'διαβεβαίωση', 'απόδειξη', 'κατάδειξη', 'φανέρωμα', 'πιστοποιητικό']" τεκμήριο,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" ταινία,"['κινηματογραφικό έργο', 'λουρίδα']" ταιριάζω,"['συναρμονίζω', 'συναρμόζω', 'συνδυάζω']" σειρά,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" τακτικός,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'συνεπής', 'σωστός', 'πιστός']" τακτοποιώ,"['επιστρατεύω', 'κανονίζω', 'ιεραρχώ', 'κατατάσσω', 'ταξινομώ']" τακτοποίηση,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" φαλτσάρω,"['εξαπατώμαι', 'απατώμαι', 'λαθεύω', 'ξεγελιέμαι', 'ξαστοχώ', 'σφάλλω']" ταλάντευση,"['αιώρηση', 'κούνημα', 'μετεώρισμα', 'τραμπάλισμα']" φαιός,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουντός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'σκοτεινόχρωμος', 'σκούρος']" σακάτης,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" ταλέντο,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" σαλπάρισμα,"['εκκίνηση', 'αναχώρηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'φευγιό', 'παρτέντζα']" σαλπάρω,"['αναχωρώ', 'απομακρύνομαι', 'αποπλέω', 'αποχωρώ', 'απέρχομαι', 'ξεκινώ', 'μισεύω', 'φεύγω']" υγιής,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'σώος', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" φαλίρω,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'χρεοκοπώ']" τεμενατζής,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'πλανευτής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" φανερώνω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'πρωτοβλέπω']" φανατικός,"['αδιάλλακτος', 'ασυμβίβαστος', 'ασυμφιλίωτος', 'αφίλιωτος', 'άσπονδος']" φανατισμός,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" σεξαπίλ,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'έλξη', 'χάρη']" ταμείο,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'τιμαλφή', 'χρήματα']" τανκ,"['θωρακισμένο', 'οπλισμός', 'άρμα', 'έμβλημα', 'πολεμικό όχημα']" ταξινομώ,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'παρασκευάζω', 'προπαρασκευάζω']" ταξινόμηση,"['διαρρύθμιση', 'διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατηγοριοποίηση', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'τοποθέτηση', 'συγύρισμα', 'ένταξη']" σεμνός,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" φαντασμένος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" φανταστικός,"['ανυπόστατος', 'ανύπαρκτος', 'πλαστός', 'χιμαιρικός']" φαντασία,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" σγουμπός,"['καμπουριασμένος', 'καμπούρης', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'κυφός']" τεντωμένος,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" τεντώνομαι,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" τεντώνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" τεμάχιο,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" φανέρωμα,"['βεβαίωση', 'διαβεβαίωση', 'απόδειξη', 'κατάδειξη', 'τεκμηρίωση', 'πιστοποιητικό']" φανέρωση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'έκθεση']" τανύζω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" τεμπελιά,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'στασιμότητα', 'χουζούρεμα']" τεμπελχανάς,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" φαμπρικάρω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" ταμπάκο,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" ταμπέλα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" τεμπέλης,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" ταραγμένος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'φουρτουνιασμένος', 'τρικυμιώδης']" ταρακουνώ,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" σερετιά,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'στρεψοδικία', 'ζαβολιά']" τερατούργημα,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τέρας', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" τερατώδης,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" ταραχή,"['αγανάκτηση', 'αναβρασμός', 'αναστάτωση', 'ερεθισμός', 'σάλος', 'έξαψη', 'χόχλασμα']" σαρκασμός,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" σαρκάζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" φαρμακείο,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" ταρναρίζω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" τερματίζω,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι', 'παύω']" σερνικός,"['αγόρι', 'αρσενικός', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άντρας', 'άρρην', 'παλικάρι']" υδροστάθμη,"['αλφάδι', 'γνώμονας', 'γωνιόμετρο', 'γωνία', 'στάθμη', 'στάφνη']" φερτός,"['αλλοδαπός', 'αλλοεθνής', 'αλλόφυλος', 'ανιθαγενής', 'ετεροεθνής', 'ξενικός', 'ξενομερίτης', 'ξωμερίτης', 'ξένος']" σεράι,"['βασιλόσπιτο', 'ανάκτορο', 'μέγαρο', 'μέλαθρο', 'παλάτι']" σαράκι,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'πόθος', 'πένθος']" τεράστιος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" ταράζομαι,"['δονούμαι', 'καρδιοχτυπώ', 'συγκινούμαι', 'συγκλονίζομαι']" ταράζω,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'αναταράζω', 'ανασκαλεύω', 'κουνώ', 'συδαυλίζω']" φερέγγυος,"['αξιόπιστος', 'μπιστεμένος', 'μπιστικός', 'έμπιστος', 'πιστός']" τερπνός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" σαρώνω,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" φαρί,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" φευγιό,"['εκκίνηση', 'αναχώρηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'παρτέντζα']" σατανικός,"['βαθύτατος', 'αβυσσαλέος', 'ανεξιχνίαστος', 'απύθμενος', 'καταχθόνιος', 'χαώδης']" φαταούλας,"['αγιογδύτης', 'αισχροκερδής', 'ιερόσυλος', 'κλέφτης', 'τοκογλύφος', 'άρπαγας']" φασαρία,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'συννεφιά', 'σάλος', 'τύρβη']" σατραπισμός,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'τυραννίδα']" τετραπέρατος,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" τεστ,"['εγχείρημα', 'δοκιμή', 'απόπειρα', 'τόλμημα', 'προσπάθεια']" σαστισμάρα,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" σεφτές,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" φεύγω,"['απομακρύνομαι', 'αποσκιρτώ', 'αποτραβιέμαι', 'αποσύρομαι', 'αποχωρώ', 'τραβιέμαι', 'παραιτούμαι']" φαύλος,"['αισχρός', 'ανήθικος', 'άκοσμος', 'άσεμνος', 'άπρεπος', 'πρόστυχος', 'χυδαίος']" σβέλτος,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης', 'πρόσχαρος']" τεζάρω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τείνω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" ταπεινός,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινόφρονας', 'συγκαταβατικός']" ταπεινόφρονας,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'συγκαταβατικός']" ταπεινώνομαι,"['γονατίζω', 'καμπουριάζω', 'σκύβω', 'υποδουλώνομαι', 'υποτάσσομαι', 'προσκυνώ']" ταπεινώνω,"['αμαυρώνω', 'εξευτελίζω', 'επισκιάζομαι', 'επισκοτίζω', 'θαμπώνω', 'κηλιδώνω', 'μαυρίζω']" σαπρός,"['διεφθαρμένος', 'διεστραμμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σάπιος', 'έκδοτος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" σαπίζω,"['αλλοιώνομαι', 'ξινίζω', 'χαλώ']" τείνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'φουσκώνω', 'τσιτώνω']" σείω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" τείχος,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" σαχλαμάρες,"['αερολογήματα', 'ανοησίες', 'αρλούμπες', 'κουροφέξαλα', 'κουταμάρες']" σαχλός,"['γλυκανάλατος', 'ανούσιος', 'νερόβραστος', 'άγευστος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άσχημος', 'άχαρος']" τεχνουργός,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'φιλότεχνος', 'έμπειρος']" ταχυδρομώ,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'στέλνω', 'πέμπω']" ταχύτατα,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'πολύ γρήγορα']" ταχύτατος,"['αξεπέραστος', 'ανυπέρβλητος', 'ανίκητος', 'γρήγορος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'απλησίαστος', 'απροσπέραστος', 'απρόφταστος', 'απέραστος', 'άφθαστος']" ταχύτητα,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'στίμη', 'τάχος', 'ωκύτης']" τηλογυάλι,"['διαυγές πράγμα', 'γυαλί', 'καθρέφτης', 'κάτοπτρο', 'μέρος πρύμνης', 'μέρος πόρτας']" σηκώνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'τραβώ επάνω', 'υψώνω']" σημαδεμένος,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδιακός', 'σημειωμένος']" σημαδιακός,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημειωμένος']" σημειωμένος,"['ελαττωματίας', 'ακρωτηριασμένος', 'ανάπηρος', 'λειψός', 'μισερός', 'μισός', 'σακατεμένος', 'σακάτης', 'σημαδεμένος', 'σημαδιακός']" σημαντικός,"['αξιόλογος', 'αρκετός', 'επαρκής', 'ικανοποιητικός', 'κάμποσος', 'μπόλικος']" σημείο,"['δείξη', 'δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'σήμα', 'ένδειξη']" σημείο στίξης,"['κομμάτι', 'κόμμα', 'μέρος όλου', 'τεμάχιο', 'πολιτική μερίδα']" φημολογείται,"['διαδίδεται', 'διαθρυλείται', 'θρυλείται', 'λέγεται', 'λένε']" σημάδι,"['δείξη', 'δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'υποδήλωση', 'σήμα', 'ένδειξη']" τηρώ,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" σιγαλιά,"['ηρεμία', 'ησυχία', 'σιγή']" σιγαλός,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" φλεγματικός,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'στωικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" σιγανά,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" σιγανός,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος', 'πρωτότυπος']" σκεβρός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" σκελετωμένος,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'κόκαλα', 'οστά', 'σκελετός', 'σκέλεθρο', 'περίβλημα']" σκελετός,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'κόκαλα', 'οστά', 'σκελετωμένος', 'σκέλεθρο', 'περίβλημα']" σκαλοπάτια,"['διαβάθμιση', 'κλίμακα', 'σκάλα']" σκαιός,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" σθεναρός,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" σθεναρότητα,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθένος', 'τόλμη', 'παρρησία']" σκαμνί,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" σιγουράρω,"['διασφαλίζω', 'εξασφαλίζω', 'ασφαλίζω', 'κατοχυρώνω', 'θωρακίζω']" φιγουράτος,"['εμφανίσιμος', 'αφηρημένος', 'επιβλητικός', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'υποθετικός']" σκεμπές,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σταυροχέρης', 'φυγόπονος']" σκαμπίλι,"['καταχεριά', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" σκαρφαλώνω,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" σκαρφάλωμα,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'άνοδος', 'πρόοδος']" σιβυλλικός,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σκοτεινός', 'πολύπλοκος']" σκαστός,"['ηχηρός', 'λεφτά', 'έντονος', 'παράς', 'χρήμα']" σκεύος,"['εργαλείο', 'μαραφέτι', 'σύνεργο', 'όργανο']" σκαπουλάρω,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" σκεπτικισμός,"['απαισιοδοξία', 'απελπιστικότητα', 'ζοφερότητα']" σκεπάζω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'έχω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" σιγή,"['ηρεμία', 'ησυχία', 'σιγαλιά']" φθείρω,"['ανατρέπω', 'αφανίζω', 'καταλύω', 'καταργώ', 'καταστρέφω']" σκηνή,"['αντίσκηνο', 'ορχήστρα', 'ράμπα', 'τσαντίρι', 'τέντα', 'προσκήνιο']" φιλαλληλία,"['εθελοθυσία', 'αλληλεγγύη', 'αλτρουισμός', 'αυταπάρνηση', 'αυτοθυσία', 'φιλανθρωπία']" φιλαλήθεια,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" φιλανθρωπικό ίδρυμα,"['ευαγές ίδρυμα', 'απαραβίαστος χώρος', 'καταφύγιο', 'άσυλο']" φιλανθρωπία,"['αγαθοεργία', 'ελεημοσύνη', 'ευεργεσία', 'ευποιία', 'καλό']" τιθασευμένος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" τιθασεύω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'υποτάσσω', 'χειραγωγώ']" φιλεύω,"['κερνώ', 'οινοχοώ', 'τρατάρω', 'προσφέρω']" σκληροκαρδία,"['αλυπησιά', 'αναλγησία', 'αστοργία', 'ασπλαχνία', 'απονιά', 'σκληροψυχία']" σκληροψυχία,"['αλυπησιά', 'αναλγησία', 'αστοργία', 'ασπλαχνία', 'απονιά', 'σκληροκαρδία']" σκληρόκαρδος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άστοργος', 'άσπλαχνος']" σκληρός,"['αδυσώπητος', 'αλύπητος', 'ανελέητος', 'ανεξιλέωτος', 'αμετάπειστος', 'αμείλικτος', 'απάνθρωπος', 'θηριώδης', 'σκληρόκαρδος', 'άκαμπτος']" φιλικός,"['αδερφικός', 'αγαπημένος', 'αλτρουιστικός', 'αφίλαυτος']" φιλική συγκέντρωση,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'συγχρωτισμός', 'συναγελασμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα', 'πάρτι']" υλικό,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" φιλιώνω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" φιλοκαλία,"['γούστο', 'καλαισθησία']" φιλονικώ,"['ερίζω', 'τρώγομαι']" φιλονικία,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" φιλοτεχνώ,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" φιλοτιμία,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" σιλουέτα,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" φιλοχρήματος,"['αδηφάγος', 'αγέμιστος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'φαγάς', 'άπληστος', 'πλεονέκτης']" σκιά,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" σκλάβος,"['αγλίτωτος', 'δεσμώτης', 'αλύτρωτος', 'αιχμάλωτος', 'ανελεύθερος', 'αναπελευθέρωτος', 'δούλος', 'δέσμιος', 'άσωστος']" φιλόθεος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθρησκος']" φιλόθρησκος,"['ευλαβητικός', 'ευλαβικός', 'ευλαβούμενος', 'ευλαβής', 'ευσεβής', 'θεοσεβής', 'θεοφοβούμενος', 'θεοσέβαστος', 'θρήσκος', 'σεβαστικός', 'φιλόθεος']" σκιάξιμο,"['δέος', 'κιτρίνισμα', 'τρομάρα', 'τρόμος', 'φόβος', 'χλόμιασμα']" φιλάργυρος,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" φιλότεχνος,"['δεξιοτέχνης', 'ειδικευμένος τεχνίτης', 'βιρτουόζος', 'ατσίδα', 'δάσκαλος', 'επιδέξιος', 'επιτήδειος', 'μαστοράτζα', 'ξεφτέρι', 'μαέστρος', 'μάστορας', 'μάστορης', 'τεχνουργός', 'έμπειρος']" σκιόφως,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" φιλόπονος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" φιλόπτωχος,"['αγαθοεργός', 'αγαθοποιός', 'ευεργέτης', 'δωρητής', 'σπλαχνικός']" φιλήδονος,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτιάρης', 'ερωτόληπτος', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'παθιάρης']" φιλία,"['αδελφότητα', 'αδερφοσύνη', 'αγάπη', 'αλληλεγγύη', 'συγγένεια', 'σύμπνοια']" φλογερός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" τιμαλφή,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'χρήματα']" φλογώνω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" φλογίζω,"['θερμαίνω', 'κοκκινίζω', 'ζεσταίνω', 'πυρακτώνω', 'πυρώνω']" τιμημένος,"['αδελέαστος', 'αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'ντρέτος', 'τίμιος', 'έντιμος', 'χρηστός']" τιμητική προσηγορία,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" σκονάκι,"['κονιορτός', 'κόνις', 'ξηρίο', 'σκόνη', 'πούλβερη']" φθονώ,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" φιοριτούρα,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" φθορά,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" σκορπιστής,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορποχέρης', 'σπάταλος', 'άσωτος', 'έκλυτος', 'πολυέξοδος']" σκορποχέρης,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σπάταλος', 'άσωτος', 'έκλυτος', 'πολυέξοδος']" σκορπώ,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπίζω']" σκορπίζω,"['διαλύω', 'διασκορπίζω', 'διασπείρω', 'διαχέω', 'εκπέμπω', 'αναδίνω', 'αποσυγκεντρώνω', 'κατακομματιάζω', 'σκορπώ']" σκοτεινιά,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινάδα', 'σκοτεινότητα', 'σκοτάδι', 'σκότος', 'έρεβος']" σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" σκοτεινάδα,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινιά', 'σκοτεινότητα', 'σκοτάδι', 'σκότος', 'έρεβος']" σκοτεινός,['σκοτεινός'] σκοτεινότητα,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινιά', 'σκοτεινάδα', 'σκοτάδι', 'σκότος', 'έρεβος']" σκοτεινόχρωμος,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουντός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκούρος']" σκοτείνιασμα,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" σκουντούφλης,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" σκουντώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" σκοτούρα,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" σκοτάδι,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινιά', 'σκοτεινάδα', 'σκοτεινότητα', 'σκότος', 'έρεβος']" σκοτωμός,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" σκουπιδαριό,"['ακαθαρσία', 'αλουσιά', 'βρωμιά', 'ατσαλιά', 'απαστριά', 'απλυσιά', 'λασπιά', 'λασπουριά', 'λέρα', 'μαγαρισιά', 'μαγάρα', 'μουντζούρα', 'μίασμα', 'ρυπαρότητα', 'ρύπος']" σκουπίζω,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" σκοτώνομαι,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" σκοτώνω,"['εξολοθρεύω', 'αφανίζω', 'επισφραγίζω', 'αποτελειώνω', 'αποπερατώνω', 'δίνω τη χαριστική βολή', 'καταστρέφω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω']" σιμά,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κολλητά', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'πλησίον', 'πλάι']" τιμωρώ,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταστενοχωρώ', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'ζεματώ', 'ζεματίζω', 'ζημιώνω']" τιμωρώ άδικα,"['αδικώ', 'στρεψοδικώ', 'ζημιώνω', 'παρανομώ']" σκούξιμο,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'στηθοδαρμός']" σκούρος,"['βαθύχρωμος', 'θαμπός', 'μουντός', 'μουχρός', 'ορφνός', 'φαιός', 'σκοτεινόχρωμος']" σκούζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" σκοπεύω,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" σκοπεύω να,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" σκοπιά,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" σκοπός,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" τιμή,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'σέμνωμα', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" σιμώνω,"['ζυγώνω', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω']" φιμώνω,"['βουβαίνω', 'αφοπλίζω', 'αποσβολώνω', 'αποστομώνω', 'κεραυνώνω']" σκράπας,"['αδιαπαιδαγώγητος', 'αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αμόρφωτος', 'αστοιχείωτος', 'απαίδευτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'στουρνάρι', 'άξεστος']" σκυθρωπός,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος', 'περίλυπος']" σκυλί,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" τιτάνας,"['γιγαντόσωμος', 'Γολιάθ', 'γίγαντας', 'κολοσσός', 'υπερφυσικός', 'υπεράνθρωπος']" σιτία,"['εδωδή', 'βορά', 'βρώσις', 'νομή', 'τροφή', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" φλόγα,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" σιάδι,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" σκάλα,"['διαβάθμιση', 'κλίμακα', 'σκαλοπάτια']" σκάλισμα,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξεθεμελίωμα', 'ξέχωμα', 'σκάψιμο', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" σκόνη,"['κονιορτός', 'κόνις', 'ξηρίο', 'σκονάκι', 'πούλβερη']" φθόνος,"['επιβουλή', 'ξεσυνέρια', 'ζηλοφθονία', 'ζηλοτυπία', 'ζήλια']" σκόντο,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'στέρηση', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" σκάρτος,"['ελαττωματικός', 'ακατάλληλος', 'απορριπτέος', 'απόβλητος', 'άχρηστος']" σκάρωμα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" υιός,"['γιόκας', 'γιός', 'το παιδί']" σκάσιμο,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'διάρρηξη', 'ανατίναγμα', 'ανατίναξη', 'ξέσπασμα', 'έκρηξη']" σκότος,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινιά', 'σκοτεινάδα', 'σκοτεινότητα', 'σκοτάδι', 'έρεβος']" σκότωμα,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" σκάω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" σιάζω,"['διακοσμώ', 'διορθώνω', 'επισκευάζω', 'κανονίζω', 'ρεγουλάρω', 'τακτοποιώ', 'φτιάνω']" σκόπιμος,['συμφεροντολόγος'] σκάψιμο,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξεθεμελίωμα', 'ξέχωμα', 'σκάλισμα', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" σιάχνομαι,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" σιάχνω,"['βελτιώνομαι', 'βελτιώνω', 'διορθώνω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναρρωννύω', 'ανθρωπεύω', 'επεξεργάζομαι', 'καλυτερεύω', 'ξαναπλάθω', 'τελειοποιώ']" φλέγμα,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" φλύαρος,"['αηδόνι', 'γλυκόφωνος', 'εύγλωττος', 'ομιλητικός']" σκύβω,"['γονατίζω', 'καμπουριάζω', 'ταπεινώνομαι', 'υποδουλώνομαι', 'υποτάσσομαι', 'προσκυνώ']" σκέλεθρο,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'κόκαλα', 'οστά', 'σκελετωμένος', 'σκελετός', 'περίβλημα']" σθένος,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'τόλμη', 'παρρησία']" σκέτος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'φυσικός', 'άδολος', 'άμικτος']" σκέφτομαι,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'υπολογίζω']" σκέπτομαι,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" σκέψη,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" τιποτένιος,"['αγροίκος', 'αγάνωτος', 'ακαλάιστος', 'ακασσιτέρωτος', 'αναιδής', 'αμόρφωτος', 'ξετσίπωτος']" σκώπτω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" σκίζομαι,"['κόβομαι', 'σχάζομαι', 'χωρίζομαι']" σκίζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" σιχαμερός,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'άχαρος', 'πικροαίματος']" σιχαίνομαι,"['βαριέμαι', 'αηδιάζω', 'αναγουλιάζω', 'αντιπαθώ', 'απεχθάνομαι', 'αποστρέφομαι', 'μπουχτίζω']" το βράδυ,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" το δέον,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" το παιδί,"['γιόκας', 'γιός', 'υιός']" το πρέπον,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" σοβαρολογώ,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'φοιτώ', 'σπουδάζω', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" σοβαρά,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" σοβαρός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" φοβερός,"['αθεράπευτος', 'ανεπανόρθωτος', 'ανήκεστος', 'ανίατος', 'καταστρεπτικός']" φοβητσιάρης,"['δειλός', 'αξέβγαλτος', 'μαζεμένος', 'ντροπαλός', 'συνεσταλμένος', 'άτολμος']" φοβέρα,"['εκφοβισμός', 'απειλή', 'φοβέρισμα', 'φόβισμα']" φοβέρισμα,"['εκφοβισμός', 'απειλή', 'φοβέρα', 'φόβισμα']" φοβίζω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'τρομάζω', 'χειροτερεύω']" σοκακόπαιδο,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'χαμίνι']" τοκογλύφος,"['αγιογδύτης', 'αισχροκερδής', 'ιερόσυλος', 'κλέφτης', 'φαταούλας', 'άρπαγας']" τολμηρός,['άφοβος'] φοιτώ,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'σοβαρολογώ', 'σπουδάζω', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" σοκάρισμα,"['αιφνιδιασμός', 'ευχάριστο γεγονός', 'αποσβόλωμα', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'ξάφνιασμα', 'σάστισμα', 'έκπληξη']" φονεύομαι,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" φονικό,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" υμνολογία,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" υμνώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" τονίζω,"['δίνω έμφαση', 'υπογραμμίζω']" φορτικός,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'πληκτικός']" φορτέτσα,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" φορτίο,"['αβασταγή', 'φόρτωμα', 'ζαλίκι']" τορπιλισμός,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τουμπάρισμα', 'πτώση']" σουβενίρ,"['αναμνηστήριο', 'ενθύμημα', 'ενθύμιο', 'θυμητάρι', 'θύμημα']" σουβλερώνω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'τροχίζω', 'τσελικώνω']" τουαλέτα,"['αποχωρητήριο', 'απόπατος', 'αίθουσα καλλωπισμού', 'καμπινές', 'μέρος', 'φόρεμα', 'έπιπλο με καθρέπτη']" σουβλί,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σούβλα', 'σφήνα']" φουκαράς,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'άτυχος', 'έρμος']" φουντάρισμα,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'πόντιση']" φουντάρω,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'στεριώνω', 'προσορμίζομαι']" φουμάδα,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" σουμάρω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" τουμπεκί,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" τουμπάρισμα,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'πτώση']" τουμπάρω,"['αναγυρίζω', 'ανασκελιάζω', 'ανατρέπω', 'αναποδογυρίζω', 'αντιστρέφω', 'γυρίζω ανάποδα', 'μπατάρω']" φουριόζος,"['αράθυμος', 'ευερέθιστος', 'ευέξαπτος', 'αψύς', 'αψίθυμος', 'θυμωσιάρης', 'οξύθυμος']" τουρκέτο,"['κατάρτι', 'στηλίδα', 'άλμπουρο', 'άρμπουρο']" σουρούπωμα,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σούρουπο', 'σύθαμπο']" φουρτουνιασμένος,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'τρικυμιώδης']" σουρτούκεμα,"['αλητεία', 'μποεμισμός', 'ρεμπέλεμα', 'περιπλάνηση']" φουρτούνα,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" σουρώνω,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" φουσκοθαλασσιά,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" φουσκωμένος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" φουσκώνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'τσιτώνω']" σουσουρεύω,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ', 'ψέγω']" τουτούνι,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" φουσάτο,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'μπουλούκι', 'στρατιά', 'στρατός', 'στράτευμα', 'πλήθος']" σοφία,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'πληροφορία', 'χαμπάρι', 'χαμπέρι']" σούβλα,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σφήνα']" σούμα,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" φούμαρα,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φυτό', 'όνειρο', 'άπιαστος']" φούρια,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'σπουδή']" φούρκα,"['αγχόνη', 'βρόχος', 'απαγχονισμός', 'κρεμάλα', 'φούρκισμα']" φούρκισμα,"['αγχόνη', 'βρόχος', 'απαγχονισμός', 'κρεμάλα', 'φούρκα']" σούρνομαι,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" σούρουπο,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σύθαμπο']" φούσκωμα,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" τοποθετώ,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'βάζω', 'αποθέτω', 'καταθέτω', 'θέτω', 'πληροφορώ']" τοποθέτηση,"['εναπόθεση', 'κατάθεση', 'μαρτυρία', 'ομολογία', 'παράδοση όπλων']" τμήμα,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" τμήμα στρατού,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος', 'χωρίο']" τμήμα χωροφυλακής,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'περίπολος', 'χωρίο']" σμίγω,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'συναντώ', 'συναπαντώ']" σμίξιμο,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" τραβιέμαι,"['απομακρύνομαι', 'αποσκιρτώ', 'αποτραβιέμαι', 'αποσύρομαι', 'αποχωρώ', 'φεύγω', 'παραιτούμαι']" τραγουδώ,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'άδω', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" τραγούδι,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" τραβώ επάνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'υψώνω']" τρελαίνομαι για,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" τρακάρω,"['συγκρούομαι', 'συναντώ τυχαία', 'χτυπώ']" τρελός,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" φρενιάζω,"['αγανακτώ', 'εκνευρίζομαι', 'εξάπτομαι', 'ερεθίζομαι', 'δυσανασχετώ έντονα', 'δυσφορώ', 'απαυδώ', 'αποκάνω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι']" φρενοβλαβής,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" τραντάζω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" φραντζόλα,"['επιούσιος', 'λαγάνα', 'καρβέλι', 'κουραμάνα', 'άρτος', 'ψωμί']" τρενάρισμα,"['αναβολή', 'αναστολή', 'αργοπορία', 'επιβράδυνση', 'καθυστέρηση', 'άργητα']" τρενάρω,"['αργοπορώ', 'επιβραδύνω', 'καθυστερώ', 'υστερώ', 'υπολείπομαι']" τραμπάλισμα,"['αιώρηση', 'κούνημα', 'μετεώρισμα', 'ταλάντευση']" φρεσκάρισμα,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'αντικατάσταση', 'επανάληψη', 'ξεκαινούργωμα', 'ξανάνιωμα', 'παράταση προθεσμίας']" φρεσκάρω,"['βελτιώνω', 'διορθώνω', 'εκσυγχρονίζω', 'ανακαινίζω', 'ανανεώνω', 'αναμορφώνω', 'αναστηλώνω', 'ανορθώνω', 'επιδιορθώνω', 'επισκευάζω', 'καινουργώνω', 'ξανακαινουργώνω', 'μεταρρυθμίζω']" τραυματίζομαι,"['λαβώνομαι', 'πληγώνομαι']" τραυματίζω,"['λαβώνω', 'πληγώνω']" τρατάρω,"['κερνώ', 'οινοχοώ', 'φιλεύω', 'προσφέρω']" τραύμα,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" τραχύς,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'άξεστος', 'άνισος', 'έκρυθμος']" τραχύτητα,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'σύγχυση', 'ζαρωματιά']" τριακονθήμερο,['μήνας'] τριβή,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" φρικαλέος,"['ελεεινός', 'ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'άσχημος']" τρικυμιώδης,"['αγαλήνευτος', 'ακαθησύχαστος', 'ακαλμάριστος', 'ακαταλάγιαστος', 'ακατασίγαστος', 'ακαταπράυντος', 'ανημέρευτος', 'αμέρευτος', 'αμέρωτος', 'ταραγμένος', 'φουρτουνιασμένος']" τρικυμία,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τυφώνας', 'σάλος', 'σίφουνας']" τριζύγι,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" τριποδίζω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" φροκαλώ,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλίζω', 'παστρεύω']" φροκαλίζω,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'παστρεύω']" φροντισμένος,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'προσωπικός', 'χωριστός']" φροντίδα,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" φροντίζω,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" τρομάρα,"['δέος', 'κιτρίνισμα', 'σκιάξιμο', 'τρόμος', 'φόβος', 'χλόμιασμα']" τρομάζω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'χειροτερεύω']" φρουρός,"['βιγλάτορας', 'σκοπός', 'φύλακας', 'παρατηρητής']" τροφή,"['εδωδή', 'βορά', 'βρώσις', 'νομή', 'σιτία', 'τρόφιμα', 'άλφιτα']" φρούριο,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'σταθερός', 'περιτείχισμα', 'πύργος']" τροποποιώ,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'παραμορφώνω', 'παραποιώ', 'χαλώ']" τροποποίηση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" τροχοφόρο,"['αμάξι', 'αυτοκίνητο', 'κούρσα', 'όχημα']" τροχάζω,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τρέχω', 'σπεύδω', 'πηλαλώ']" τροχίζω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τσελικώνω']" τρυκ,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" τρυφερόκαρδος,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'πονεσιάρης', 'πονόκαρδος']" τρυφερότητα,"['αφοσίωση', 'στοργικότητα', 'στοργή', 'προστασία']" τρυφηλός,"['αβροδίαιτος', 'εκθηλυμένος', 'ασκληραγώγητος', 'καλομαθημένος', 'καλοφαγάς', 'θηλυπρεπής', 'μαλθακός']" τρυφή,"['ευημερία', 'ευτυχία', 'ευζωία', 'καλοζωία', 'καλοπέραση']" τράκος,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'έφοδος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" φρόνημα,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" φρόνιμος,"['γνωστικός', 'εχέφρονας', 'μετριοπαθής', 'μυαλωμένος', 'συνετός', 'σώφρονος']" τρόμος,"['δέος', 'κιτρίνισμα', 'σκιάξιμο', 'τρομάρα', 'φόβος', 'χλόμιασμα']" φράση,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" τρόφιμα,"['εδωδή', 'βορά', 'βρώσις', 'νομή', 'σιτία', 'τροφή', 'άλφιτα']" τρωτό,"['ελαττωματικότητα', 'ελάττωμα', 'ανεπάρκεια', 'ατέλεια', 'κουσούρι', 'μειονέκτημα', 'έλλειψη']" φρύγανο,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'βάτος', 'θάμνος', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" φρένιασμα,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'οργή', 'έξαψη']" τρέξιμο,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'άνοδος', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" φρέσκος,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" τρύπα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" τρέχει,"['γίνεται', 'λαχαίνει', 'συμβαίνει', 'συντελείται', 'τυχαίνει']" τρέχω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'σπεύδω', 'χαλαρώνω']" τρώγομαι,"['ερίζω', 'φιλονικώ']" τρίβομαι,"['ασχολούμαι', 'γίνομαι έμπειρος', 'κατατρίβω']" συγγενικός,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" συγγενολόι,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" στεγανός,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'σφραγισμένος']" συγγενής,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" σταδιακά,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" συγγνώμη,"['αμνήστευση', 'συγχώρεση', 'συγχώρηση', 'συμπάθιο', 'συχώριο', 'άφεση']" στεγνώνω,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'ζαρώνω', 'χάνω βάρος']" συγγραφή,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" συδαυλίζω,"['αναδεύω', 'αναγυρίζω', 'ανακατεύω', 'ανακινώ', 'αναταράζω', 'ανασκαλεύω', 'κουνώ', 'ταράζω']" σφαδάζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" συγγένεια,"['αδελφότητα', 'αδερφοσύνη', 'αγάπη', 'αλληλεγγύη', 'φιλία', 'σύμπνοια']" συγκεκριμένος,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" συγκαλύπτω,"['αποκρύπτω', 'αποσκεπάζω', 'αποσιωπώ', 'κρύβω', 'παραλείπω']" συγκεντρώνομαι,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" συγκεντρώνω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" σταθεροποιώ,"['δεσμεύω', 'ακινητοποιώ', 'σταματώ', 'στερεώνω', 'παροπλίζω']" σταθερό,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'πραγματικός', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" σταθερός,"['αμετακίνητος', 'αμετάκλητος', 'αμετάτρεπτος', 'ανάλλαγος', 'ανέκκλητος', 'οριστικός', 'μόνιμος', 'τελειωτικός', 'τελεσίδικος']" συγκαταβατικός,"['ευπροσήγορος', 'απερηφάνευτος', 'απλός', 'καλομίλητος', 'καταδεκτικός', 'σεμνός', 'ταπεινός', 'ταπεινόφρονας']" συγκεφαλαιωτικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" συγκεφαλαίωση,"['ανακεφαλαίωση', 'επιτομή', 'σύνοψη', 'σύνοψιση', 'περίληψη']" συγκατάθεση,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" συγκατάνευση,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" τσελικώνω,"['ακονίζω', 'εξασκώ', 'αναστομώνω', 'γυμνάζω', 'καλλιεργώ', 'μυτερώνω', 'σουβλερώνω', 'τροχίζω']" συγκινητικός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκλονιστικός', 'συναρπαστικός']" συγκλονισμός,"['διέγερση', 'συγκίνηση', 'χαρά']" συγκλονιστικός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συναρπαστικός']" συγκινούμαι,"['δονούμαι', 'καρδιοχτυπώ', 'ταράζομαι', 'συγκλονίζομαι']" συγκλονίζομαι,"['δονούμαι', 'καρδιοχτυπώ', 'ταράζομαι', 'συγκινούμαι']" συγκλονίζω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συνταράσσω', 'συνταράζω']" συγκινώ,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" σφαλιάρα,"['καταχεριά', 'κόλαφος', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'φάπα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" συγκομιδή,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" τσεκουρώνω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" σταθμός,"['εγκαταστάσεις', 'αφετηρία', 'βάση', 'καταυλισμός', 'ορόσημο', 'σταμάτημα', 'στάση']" σταθμίζω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" συγκρατούμαι,['κρατιέμαι'] συγκρατώ,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" σφαιρικός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" σφαιροειδής,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" συγκροτώ,"['οργανώνω', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνιδρύω', 'συνιστώ', 'συνθέτω', 'συμπηγνύω']" συγκρούομαι,"['τρακάρω', 'συναντώ τυχαία', 'χτυπώ']" στειρότητα,"['αγονία', 'ακαρπία', 'ατοκία', 'αφορία', 'ασπερμία']" συγκράτηση,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δέσιμο', 'συνειρμός', 'συνοχή', 'συνάρμοση', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" σφαιρωτός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" συγκρίνω,"['αντιπαραθέτω', 'συνδυάζω', 'συσχετίζω', 'παραβάλλω', 'παραθέτω']" συγκυρία,"['βοήθεια', 'αρωγή', 'συνδρομή', 'συμπτώματα', 'σύνδρομο', 'σύμπτωση', 'έρανος']" συγκάλυψη,"['αποσκέπασμα', 'απόκρυψη', 'καταχώνιασμα', 'κρύψιμο', 'παράχωμα']" τσακωμός,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα', 'έριδα']" τσεκάρισμα,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" συγκέντρωση,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" τσακώνομαι,"['εξοργίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'αρπάζομαι', 'θυμώνω εύκολα', 'συμπλέκομαι']" τσακώνω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'καψαλίζω', 'παλαμίζω', 'περιαρπάζω', 'περικαίω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" τσαλί,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'βάτος', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'χαμόδεντρο', 'χαμόκλαρο']" συγκίνηση,"['διέγερση', 'συγκλονισμός', 'χαρά']" σταματημένος,"['αγέμιστος', 'ελλιπής', 'ανολοκλήρωτος', 'ατελής', 'ασυνέχιστος', 'ασυμπλήρωτος', 'ατέλειωτος', 'λειψός']" σταματώ,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" στενοχώρια,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'έγνοια', 'έννοια', 'περισπασμός']" τσαντίρι,"['αντίσκηνο', 'ορχήστρα', 'ράμπα', 'σκηνή', 'τέντα', 'προσκήνιο']" σταμάτημα,"['αναχαίτιση', 'ανάσχεση', 'επίσχεση', 'συγκράτηση']" στενότητα,"['γλισχρότητα', 'ανεπάρκεια', 'ανυπαρξία', 'απουσία', 'απόλειψη', 'λειψάδα', 'κενότητα', 'στέρηση', 'έλλειψη', 'ένδεια']" τσαμπουρίδια,"['αμπελολόγια', 'αποτρυγίδια', 'αποστάφυλα', 'απότσαμπα', 'ρωγολογίδια', 'τσάμπουρα']" τσαρδάκι,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" στερεός,"['γερός', 'αγέραστος', 'αλησμόνητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'αμάραντος', 'αξέχαστος', 'ατέλειωτος', 'απάλιωτος', 'απέθαντος', 'αίδιος', 'θεός', 'άφθαρτος', 'παντοτινός']" στερεώνω,"['δεσμεύω', 'ακινητοποιώ', 'σταθεροποιώ', 'σταματώ', 'παροπλίζω']" τσαρλατάνος,"['αγύρτης', 'απατεώνας', 'επαίτης', 'κατεργάρης', 'κομπογιαννίτης', 'ζητιάνος']" στεριά,"['γη', 'ξηρά', 'υποδιαίρεση στερεάς γης', 'ήπειρος', 'χέρσος']" στεριώνω,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'προσορμίζομαι']" στερνά,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" στερνός,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'τελικός', 'ύστερος', 'ύστατος', 'έσχατος']" στερούμαι,"['απαρνιέμαι', 'αποστερούμαι', 'παραιτούμαι', 'χάνω']" σταράτα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σπάταλα']" στερέωμα,"['αιθρία', 'αιθυλαιθέρας', 'αιθέρας', 'αέρας', 'ξαστεριά', 'ουρανός', 'ουράνιος θόλος']" υφαρπαγή,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'προσωρινή μετάθεση', 'πάρσιμο']" σφετερισμός,"['ακολασία', 'ασωτία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατασπατάληση', 'κατάχρηση', 'υπέρμετρη χρήση']" στασιαστής,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'παλάντζας']" στασιμότητα,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'χουζούρεμα']" στατούτο,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'συνήθειο', 'έθιμο', 'παράδοση']" σταυροποδιάζομαι,"['εδράζομαι', 'θρονιάζομαι', 'κάθομαι']" σταυροχέρης,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'φυγόπονος']" σταυρώνω,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'θανατώνω', 'ταλαιπωρώ', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ', 'πιλατεύω']" συγυρίζω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" στεφάνι,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" φυγόπονος,"['ακάματης', 'αργόσχολος', 'απρόκοφτος', 'κηφήνας', 'κοπρόσκυλο', 'οκνηρός', 'ρεμπεσκές', 'ράθυμος', 'τεμπελχανάς', 'τεμπέλης', 'σκεμπές', 'σταυροχέρης']" συγύρισμα,"['διαρρύθμιση', 'διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατηγοριοποίηση', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'ταξινόμηση', 'τοποθέτηση', 'ένταξη']" τσαπατσούλης,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" τσαπράγκαλα,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'σέα', 'πράγματα']" τσαπράζια,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" στείρος,"['στέρφος', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άκληρος', 'άσπερμος', 'άσπορος']" φταίχτης,"['αδικαιολόγητος', 'ανεπίτρεπτος', 'ασυγχώρητος', 'ασύγγνωστος']" συγχαρητήρια,"['καλοτυχίσματα', 'συχαριάσματα', 'συχαρίκια', 'παινέματα', 'παίνιες']" συγχορδία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" συγχρωτισμός,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συναγελασμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα', 'πάρτι']" σταχτοπόδης,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό', 'παρωρίτης']" συγχωρώ,"['εγκαρτερώ', 'ανέχομαι', 'σηκώνω', 'στρέγω', 'υπομένω', 'υποφέρω', 'παραβλέπω']" συγχώνευση,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" συγχώρεση,"['αμνήστευση', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'συμπάθιο', 'συχώριο', 'άφεση']" συγχώρηση,"['αμνήστευση', 'συγγνώμη', 'συγχώρεση', 'συμπάθιο', 'συχώριο', 'άφεση']" στηλιτεύω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στιγματίζω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" στηθοδαρμός,"['αναφιλητό', 'γόος', 'κλαμός', 'κλάψιμο', 'θρήνος', 'οδυρμός', 'ολολυγή', 'ολοφυρμός', 'οιμωγή', 'σκούξιμο']" στηθοσκόπηση,"['ακουστική παρακολούθηση', 'ακρόαση', 'αφούγκρασμα', 'ιατρική εξέταση', 'κρυφάκουσμα', 'άκουσμα']" στηλίδα,"['κατάρτι', 'τουρκέτο', 'άλμπουρο', 'άρμπουρο']" φτηνά,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" στηρίζομαι,"['βασίζομαι', 'ακουμπώ', 'υπολογίζω', 'ποντάρω']" φτιαγμένος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'έτοιμος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" στιβαρός,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" φυλακισμένος,"['εγκάθειρκτος', 'δεσμώτης', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κατάδικος', 'κρατούμενος', 'έγκλειστος']" τσιγκούνης,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" τσιγκέλι,"['αγκίστρι', 'αρπάγη', 'γάντζος', 'άγκιστρο']" στιγματίζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'ψεγαδιάζω', 'ψέγω']" στιγμιαίος,"['ακαριαίος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ξαφνικός', 'σύντομος', 'άμεσος']" στιγμή,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" φτιασιδώνω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" συλλαμβάνω,"['αιχμαλωτίζω', 'κατακρατώ', 'πιάνω']" τσιλικρωτό,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'παγανό', 'παρωρίτης']" συλλογικός,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" συλλογιέμαι,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" συλλογή,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" συλλογίζομαι,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" συλλέγω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" στιλπνός,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στίλβων']" συκοφαντώ,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'ψέγω']" τσιμπώ,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ', 'πληγώνω ψυχικά']" τσιράκι,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" τσιρίζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" τσιτώνω,"['διανοίγω', 'διατείνω', 'εκτείνω', 'ανοίγω', 'εντείνω', 'απλώνω', 'κορδώνομαι', 'μεγαλώνω', 'ξαπλώνω', 'τεντώνομαι', 'τεντώνω', 'τανύζω', 'τεζάρω', 'τείνω', 'φουσκώνω']" φτιάξη,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" φτιάνω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" φτιάχνομαι,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'στολίζω', 'συμμαζεύω']" φυλή,"['γένος', 'λαός', 'μιλέτι', 'ράτσα', 'έθνος']" σφιχτοχέρης,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" συναγελασμός,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συγχρωτισμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα', 'πάρτι']" συμβαδίζω,"['κατευοδώνω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" συναγωγή,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" συναγωνισμός,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" συναγωνίζομαι,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" συμβαίνει,"['γίνεται', 'λαχαίνει', 'τρέχει', 'συντελείται', 'τυχαίνει']" συμβαίνω,"['γίνομαι', 'συντελούμαι']" συνδιαλλάσσω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συμβιβάζω', 'συμφιλιώνω']" συνδιαλέγομαι,"['διαπραγματεύομαι', 'κουβεντιάζω', 'συνδιασκέπτομαι', 'συνομιλώ', 'συσκέπτομαι', 'συζητώ']" συνδιασκέπτομαι,"['διαπραγματεύομαι', 'κουβεντιάζω', 'συνδιαλέγομαι', 'συνομιλώ', 'συσκέπτομαι', 'συζητώ']" συμβιβάζω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμφιλιώνω']" συναλλαγή,"['αγοραπωλησία', 'αλισβερίσι', 'δοσοληψία', 'νταραβέρι', 'μπίζνες']" συνειρμός,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δέσιμο', 'συγκράτηση', 'συνοχή', 'συνάρμοση', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" συναθροίζομαι,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" συναισθάνομαι,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'παίρνω αίσθηση', 'ψαύω']" συνεισφέρω,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" συνακόλουθο ονομάτων,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο', 'όρος']" συναναστροφή,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συγχρωτισμός', 'συναγελασμός', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα', 'πάρτι']" συμβολή,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" συμβουλεύομαι,"['διαβάζω', 'ζητώ τα φώτα', 'παίρνω γνώμη']" συμβουλεύω,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" συναντιέμαι,"['ανταγωνίζομαι', 'αντιμετωπίζω', 'συγκρούομαι', 'συναγωνίζομαι', 'παλεύω']" συμβουλή,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'σύσταση', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" συναντώ,"['ανταμώνω', 'βρίσκω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συνδέω', 'συνουσιάζομαι', 'παντρεύομαι']" συναντώ τυχαία,"['τρακάρω', 'συγκρούομαι', 'χτυπώ']" συνενώνομαι,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" συνενώνω,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" συνεργός,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνέταιρος', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" συνεργάζομαι,"['κοινοπρακτώ', 'συναγωνίζομαι', 'συνεργώ', 'συμμάχομαι', 'συμπολεμώ', 'συμπολιτεύομαι', 'συμπράττω']" συνεργώ,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" συναρμογή,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" συναρμολόγηση,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" συναρμονίζω,"['ταιριάζω', 'συναρμόζω', 'συνδυάζω']" συνδρομή,"['βοήθεια', 'αρωγή', 'συγκυρία', 'συμπτώματα', 'σύνδρομο', 'σύμπτωση', 'έρανος']" συναρμόζω,"['ταιριάζω', 'συναρμονίζω', 'συνδυάζω']" σφοδρός,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σύντονος', 'έντονος', 'ζωηρός']" συναρπαστικός,"['γοητευτικός', 'θελκτικός', 'μαγευτικός', 'σαγηνευτικός', 'τερπνός', 'συγκινητικός', 'συγκλονιστικός']" συνερίζομαι,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" συνεταιρικός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συντροφικός', 'σωματειακός']" συνεταιρισμός,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" συνδυασμός,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" συνεσταλμένος,"['δειλός', 'αδέξιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ζερβοχέρης']" συνετός,"['γνωστικός', 'εχέφρονας', 'μετριοπαθής', 'μυαλωμένος', 'φρόνιμος', 'σώφρονος']" συνδυάζω,"['αντιπαραθέτω', 'συγκρίνω', 'συσχετίζω', 'παραβάλλω', 'παραθέτω']" συνεφέρνομαι,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προστρέχω', 'προσέχω']" συνασπίζω,"['αντιστέκομαι', 'αμύνομαι', 'αποκρούω', 'υπεραμύνομαι', 'υπερασπίζομαι', 'προκινδυνεύω', 'προστατεύω']" συναφής,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" συμβάλλομαι,['συμφωνώ'] συμβάλλω,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ', 'συντείνω']" συνδέομαι,['έχω σχέση'] συνδέτης,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" συνδέω,"['ανταμώνω', 'βρίσκω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνουσιάζομαι', 'παντρεύομαι']" συναπαντώ,"['βλέπω', 'αντεπεξέρχομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντικρύζω', 'αντιμετωπίζω', 'αντιμάχομαι', 'αντιτάσσομαι', 'αντιπαλεύω', 'αντιπαρατάσσομαι', 'αντιπολεμώ', 'εντυγχάνω', 'αμύνομαι', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ']" συναπαρτίζω,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναποτελώ', 'συνίσταμαι']" συνεπικουρώ,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συντελώ', 'συντείνω']" συναποτελώ,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συνίσταμαι']" συνεπάγομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" συνεπής,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'σωστός', 'πιστός']" συνείδηση,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συναίσθηση']" συναίνεση,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'στέρξιμο', 'έγκριση', 'παραδοχή']" συναίσθηση,"['εγώ', 'αντίληψη', 'αυτεπίγνωση', 'αυτοκριτική', 'αυτοέλεγχος', 'ευσυνειδησία', 'επίγνωση', 'αίσθηση', 'συνείδηση']" συνεχείς,"['αδιάκοποι', 'αλλεπάλληλοι', 'αλληλοδιάδοχοι', 'απανωτοί', 'συχνοί']" συνεχώς,['1'] συνεχής,"['αδιάπτωτος', 'αλιγόστευτος', 'ακέριος', 'αλώβητος', 'αμείωτος', 'εντατικός', 'ανέπαφος', 'αταπείνωτος', 'ολόκληρος', 'άθικτος', 'πλήρης']" συνεχώς,['1'] συνεχής ενασχόληση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'άσκηση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" συνηθισμένος,"['ημερήσιος', 'καθημερινός', 'καθημερνός', 'τακτικός', 'συχνός']" συνιδρύω,"['οργανώνω', 'συγκροτώ', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνιστώ', 'συνθέτω', 'συμπηγνύω']" συνθλίβω,"['αλευροποιώ', 'αλέθω', 'κονιοποιώ', 'μασώ', 'συντρίβω', 'χωνεύω']" συνιστώ,"['οργανώνω', 'συγκροτώ', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνιδρύω', 'συνθέτω', 'συμπηγνύω']" συνθέτω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'παράγω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" συνθήκες,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" στολίδι,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" στολίζω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'συμμαζεύω']" στοιχείο,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'συντελεστής', 'συστατικό', 'παράγοντας']" στοιχώ,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" συνοδεύω,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" συνοδεία,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" συνοδοιπορώ,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" συννεφιά,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'σάλος', 'τύρβη']" συμμετοχή,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμφυρμός', 'παρέμβαση']" συμμετρικός,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" συμμετρία,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συνταίριασμα', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" συνοδός,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'σύμφωνος', 'προσεχής']" συμμαζεύω,"['αγλαΐζω', 'διακοσμώ', 'ανθρωπεύω', 'εξωραΐζω', 'ευπρεπίζω', 'καλλωπίζω', 'καλλύνω', 'κοσμώ', 'νοικοκυρεύω', 'ομορφαίνω', 'σιάχνομαι', 'συγυρίζω', 'φτιασιδώνω', 'φτιάχνομαι', 'στολίζω']" συνολικά,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'τίποτε', 'ποσώς']" συνολικός,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" συνομιλώ,"['διαπραγματεύομαι', 'κουβεντιάζω', 'συνδιαλέγομαι', 'συνδιασκέπτομαι', 'συσκέπτομαι', 'συζητώ']" συνομιλία,"['διάλογος', 'κουβέντα ', 'συζήτηση']" συμμορφώνομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" συνοφρυωμένος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'άκεφος', 'περίλυπος']" συνουσιάζομαι,"['ανταμώνω', 'βρίσκω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνδέω', 'παντρεύομαι']" συνουσία,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'όχευση', 'πήδημα']" συμμάχομαι,"['κοινοπρακτώ', 'συναγωνίζομαι', 'συνεργάζομαι', 'συνεργώ', 'συμπολεμώ', 'συμπολιτεύομαι', 'συμπράττω']" συνοπτικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'σύντομος', 'περιληπτικός']" συνοχή,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δέσιμο', 'συγκράτηση', 'συνειρμός', 'συνάρμοση', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" στοργικότητα,"['αφοσίωση', 'τρυφερότητα', 'στοργή', 'προστασία']" στοργή,"['αφοσίωση', 'τρυφερότητα', 'στοργικότητα', 'προστασία']" συντελεστής,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συστατικό', 'παράγοντας']" συντελείται,"['γίνεται', 'λαχαίνει', 'τρέχει', 'συμβαίνει', 'τυχαίνει']" συντελούμαι,"['γίνομαι', 'συμβαίνω']" συντελώ,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντείνω']" συνταξιούχος,"['βετεράνος', 'απόμαχος', 'απότακτος', 'απόστρατος', 'παλαίμαχος']" συμφεροντολόγος,['σκόπιμος'] συνταράσσω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράζω']" συνταράζω,"['γκρεμίζω', 'ανατινάζω', 'δονώ', 'καταρρίπτω', 'κουνώ δυνατά', 'κουνώ βίαια', 'κραδαίνω', 'ρίχνω κάτω', 'σαλεύω', 'ταρακουνώ', 'σείω', 'τραντάζω', 'συγκλονίζω', 'συνταράσσω']" συντείνω,"['βοηθώ', 'επικουρώ', 'συνεισφέρω', 'συνενώνομαι', 'συνενώνω', 'συνεργώ', 'συμβάλλω', 'συνεπικουρώ', 'συντελώ']" συνταίριασμα,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συντονισμός', 'σύνδεση']" συντηρώ,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" συμφιλιώνω,"['αδερφώνω', 'αγαπίζω', 'ειρηνεύω', 'μονοιάζω', 'φιλιώνω', 'συνδιαλλάσσω', 'συμβιβάζω']" συντονισμός,"['δεσμός', 'αρμονικότητα', 'αρμονία', 'αρμός', 'ευρυθμία', 'μελωδικότητα', 'ομοτονία', 'ομοφωνία', 'μουσικότητα', 'συγχορδία', 'συναρμογή', 'συνδυασμός', 'συμμετρία', 'συνταίριασμα', 'σύνδεση']" συμφορά,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" συμφορές,"['δεινά', 'βάσανα', 'κακουχίες', 'ταλαιπωρίες']" συντριβή,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'πένθος', 'πίκρα']" συντροφεύω,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" συντροφικός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'σωματειακός']" συντροφιά,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" τσουρουφλίζω,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" στουρνάρι,"['αδιαπαιδαγώγητος', 'αγροίκος', 'αγράμματος', 'ακαλλιέργητος', 'ακατάρτιστος', 'αμόρφωτος', 'αστοιχείωτος', 'απαίδευτος', 'κουμπούρας', 'κούτσουρο', 'σκράπας', 'άξεστος']" συντρίβω,"['αλευροποιώ', 'αλέθω', 'κονιοποιώ', 'μασώ', 'συνθλίβω', 'χωνεύω']" συμφυρμός,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'παρέμβαση']" συμφυής,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" συντάκτες εντύπου,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" συμφωνώ,['συμβάλλομαι'] συμφόρηση,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" συμφέρον,"['αγαθό', 'απολαβή', 'καρπός', 'κέρδος', 'όφελος', 'ωφέλεια', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" συμφέρων,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" τσουχτερός,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'φωτιά', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" συνάθροιση,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συγχρωτισμός', 'συναγελασμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'παρέα', 'πάρτι']" συνάθροισμα,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" συνάρμοση,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δέσιμο', 'συγκράτηση', 'συνειρμός', 'συνοχή', 'συνάφεια', 'συνένωση', 'σύνδεση']" συνάφεια,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'δέσιμο', 'συγκράτηση', 'συνειρμός', 'συνοχή', 'συνάρμοση', 'συνένωση', 'σύνδεση']" συνωστισμός,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" συνάζω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συσσωρεύω', 'προσθέτω']" συνένωση,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" συνέρχομαι,"['αναγεννιέμαι', 'αναβιώνω', 'αναρρωνύω', 'αναζωπυρώνομαι', 'ξαναβλασταίνω', 'ξαναζωντανεύω']" συνέταιρος,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'σύντροφος', 'σέμπρος']" τσούπα,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" συνέπεια,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" τσούπρα,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'υπηρέτρια', 'ψυχοκόρη']" συνέχεια,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" συνέχω,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'παρεμποδίζω', 'χαλιναγωγώ']" συμπαγής,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" συμπαθητικός,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθής']" συμπαθώ,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'τέρπομαι', 'ποθώ', 'προτιμώ']" συμπαθής,"['ελκυστικός', 'γλυκοαίματος', 'γλυκούλης', 'γλυκός', 'αξιαγάπητος', 'λαοφιλής', 'κοσμοαγάπητος', 'νοστιμούλης', 'συμπαθητικός']" συμπαρακολουθώ,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'παρακολουθώ', 'προπέμπω']" συμπηγνύω,"['οργανώνω', 'συγκροτώ', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ', 'συνιδρύω', 'συνιστώ', 'συνθέτω']" συμπληρώνομαι,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνω']" συμπληρώνω,"['γεμίζω', 'αναμεστώνω', 'αναπληρώνω', 'αρτιώνω', 'απογεμίζω', 'αποτελειώνω', 'αποσώνω', 'αποπερατώνω', 'καταγεμίζω', 'κλείνω', 'ολοκληρώνω', 'τελειοποιώ', 'τελειώνω', 'συμπληρώνομαι']" συμπλοκή,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'άρπαγμα', 'έριδα']" συμπλέκομαι,"['εξοργίζομαι', 'ερεθίζομαι', 'αρπάζομαι', 'θυμώνω εύκολα', 'τσακώνομαι']" συμπιέζω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" συμπολεμώ,"['κοινοπρακτώ', 'συναγωνίζομαι', 'συνεργάζομαι', 'συνεργώ', 'συμμάχομαι', 'συμπολιτεύομαι', 'συμπράττω']" συμπολιτεύομαι,"['κοινοπρακτώ', 'συναγωνίζομαι', 'συνεργάζομαι', 'συνεργώ', 'συμμάχομαι', 'συμπολεμώ', 'συμπράττω']" συμπονώ,"['λυπάμαι', 'οικτίρω', 'σπλαχνιέμαι', 'σπλαχνίζομαι', 'ψυχοπονώ']" συμπράττω,"['κοινοπρακτώ', 'συναγωνίζομαι', 'συνεργάζομαι', 'συνεργώ', 'συμμάχομαι', 'συμπολεμώ', 'συμπολιτεύομαι']" συμπτώματα,"['βοήθεια', 'αρωγή', 'συγκυρία', 'συνδρομή', 'σύνδρομο', 'σύμπτωση', 'έρανος']" συμπάθεια,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'υποχωρητικότητα']" συμπάθιο,"['αμνήστευση', 'συγγνώμη', 'συγχώρεση', 'συγχώρηση', 'συχώριο', 'άφεση']" συνήθειο,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'έθιμο', 'παράδοση']" συνώθηση,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" συνίσταμαι,"['απαρτίζω', 'αποτελώ', 'είμαι', 'θεωρούμαι', 'λογίζομαι', 'συναπαρτίζω', 'συναποτελώ']" στοίχος,"['ακολουθία', 'γραμμή', 'αράδα', 'σειρά', 'στίχος', 'παράταξη']" στοχάζομαι,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" στραγγίζω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" σφραγισμένος,"['αδιαπότιστος', 'αδιαπέραστος', 'αδιάβροχος', 'αεροστεγής', 'ερμητικός', 'ασφαλισμένος', 'κατάκλειστος', 'κλειστός', 'υδατοστεγής', 'στεγανός']" στρεβλωμένος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" στρεβλός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" στραβομάτης,"['αλλήθωρος', 'λοξομάτης', 'λοξόφθαλμος', 'ζαβομάτης', 'πλαγιομάτης', 'πλαγιόμματος']" στραβά,"['αναγερτά', 'ανακούρκουδα', 'αντικέφαλα', 'αντίξοα', 'αντίστροφα', 'ανάδιπλα', 'ανάδρομα', 'ανάσκελα', 'ανάτριχα', 'ανάστροφα', 'ανάποδα']" στραβωμένος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβός', 'τυφλός', 'ζαβωμένος']" στραβός,"['δύστροπος', 'ιδιότροπος', 'λοξός', 'στρεβλός', 'ζαβός']" τυραννώ,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'θανατώνω', 'ταλαιπωρώ', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'πιλατεύω']" τυραννίδα,"['δεσποτεία', 'δεσποτισμός', 'αυταρχία', 'απολυταρχία', 'μοναρχία', 'μονοκρατορία', 'σατραπισμός']" στρατιά,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατός', 'στράτευμα', 'πλήθος']" στρατός,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στράτευμα', 'πλήθος']" στρατήγημα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'τέχνασμα', 'τέχνη']" στρεψοδικώ,"['αδικώ', 'τιμωρώ άδικα', 'ζημιώνω', 'παρανομώ']" στρεψοδικία,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'ζαβολιά']" σφριγηλός,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" στριμμένος,"['αβόλευτος', 'ανοικονόμητος', 'ανάποδος', 'αταχτοποίητος', 'δύστροπος']" στριμωξίδι,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στρίμωγμα', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" στριμώχνω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" στρογγυλός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" στρουμπουλός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'περιφερικός', 'παχύς']" συρρέω,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'προστρέχω', 'προσέχω']" συρταρώνω,"['αμπαρώνω', 'ασφαλίζω', 'κλειδώνω', 'κλείνω', 'μανταλώνω']" συρφετός,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'στίφος', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" στρυφνότητα,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'παραξενιά']" συρτό,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" στρωμνή,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" στράτευμα,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στρατός', 'πλήθος']" στρέγω,"['εγκαρτερώ', 'ανέχομαι', 'σηκώνω', 'συγχωρώ', 'υπομένω', 'υποφέρω', 'παραβλέπω']" στρέφω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" στρώμα,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" στρώνομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αφοσιώνομαι', 'επιδίδομαι', 'ξαπλώνομαι', 'ξαπλώνω', 'πλαγιάζω']" στρώση,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" στρίβω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" στρίμωγμα,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'ζούλα', 'πλακωσιά']" υστερότερα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" υστερώ,"['αργοπορώ', 'επιβραδύνω', 'καθυστερώ', 'τρενάρω', 'υπολείπομαι']" φυτευμένος,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυσικός', 'σύμφυτος', 'έμφυτος']" φυτεύω,"['διασκορπίζω', 'γονιμοποιώ γυναίκα', 'σκορπίζω', 'σπέρνω']" στυλ,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'έκφανση', 'έκφραση', 'ύφος']" φυσικά,"['αβίαστα', 'αργά', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'άβιαστα', 'άκοπα', 'άνετα']" φυσικός,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'άδολος', 'άμικτος']" φυσιογνωμία,"['εικόνα', 'κάδρο', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" στυλοβάτης,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" στυλοπάτι,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στήριγμα', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" τυφλός,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'ζαβωμένος']" συσκέπτομαι,"['διαπραγματεύομαι', 'κουβεντιάζω', 'συνδιαλέγομαι', 'συνδιασκέπτομαι', 'συνομιλώ', 'συζητώ']" στυλίτης,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'όσιος']" συστατικό,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'παράγοντας']" συστολή,"['ελάττωση', 'μάζεμα', 'μίκρεμα', 'σύμπτυξη', 'περιορισμός']" συστρέφομαι,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" συστρέφω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'υπαναχωρώ', 'περιστρέφω']" στυφάδα,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'φόβος']" συσσωρεύω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'προσθέτω']" συσσώρευση,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" φυτό,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'όνειρο', 'άπιαστος']" τυφώνας,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'σάλος', 'σίφουνας']" συσχετίζω,"['αντιπαραθέτω', 'συγκρίνω', 'συνδυάζω', 'παραβάλλω', 'παραθέτω']" στάλαγμα,"['διαυγασμός', 'αποστάλαξη', 'απόσταξη', 'λαμπικάρισμα', 'καζάνιασμα', 'στάξιμο']" στόλισμα,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" σφάλλω,"['εξαπατώμαι', 'απατώμαι', 'λαθεύω', 'ξεγελιέμαι', 'ξαστοχώ', 'φαλτσάρω']" στωικός,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'ψύχραιμος', 'ήρεμος']" στωικότητα,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" σφάλμα,"['ανακρίβεια', 'αναλήθεια', 'λάθος', 'παραδρομή', 'ψέμα']" στάθμευση,"['αναστολή', 'αργία', 'απεργία', 'αποχή από εργασία', 'σταμάτημα', 'στάση', 'παύση']" στάθμη,"['αλφάδι', 'γνώμονας', 'γωνιόμετρο', 'γωνία', 'υδροστάθμη', 'στάφνη']" στάθμιση,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'υπολογισμός', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" στάλσιμο,"['αποστολή', 'σκοπός']" στάμενο,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'άλογο', 'άτι', 'ίππος']" στόμιο,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" στάξιμο,"['διαυγασμός', 'αποστάλαξη', 'απόσταξη', 'λαμπικάρισμα', 'καζάνιασμα', 'στάλαγμα']" φτάνω,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'έρχομαι', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" τσάμπουρα,"['αμπελολόγια', 'αποτρυγίδια', 'αποστάφυλα', 'απότσαμπα', 'ρωγολογίδια', 'τσαμπουρίδια']" στόρισμα,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" σφόρτσο,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" τσάφαρο,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" στάση,"['αναστολή', 'αργία', 'απεργία', 'αποχή από εργασία', 'σταμάτημα', 'στάθμευση', 'παύση']" φτάσιμο,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'προβιβασμός', 'προκοπή']" στάφνη,"['αλφάδι', 'γνώμονας', 'γωνιόμετρο', 'γωνία', 'υδροστάθμη', 'στάθμη']" φτωχικό,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" στόχος,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα', 'πρόθεση']" στάχτη,"['τέφρα', 'σποδός']" φτωχόσπιτο,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'παράγκα', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" στέγνια,"['αβρεξιά', 'αβροχιά', 'αναβροχιά', 'ανομβρία', 'ξεραΐλα', 'ξεροκαιριά', 'ξηρασία']" στύβω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" στέλνω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'πέμπω']" στέρηση,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'υποβίβαση', 'έκπτωση']" τσέρκι,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" στέρξιμο,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'έγκριση', 'παραδοχή']" στέρφος,"['στείρος', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άκληρος', 'άσπερμος', 'άσπορος']" συζητώ,"['διαπραγματεύομαι', 'κουβεντιάζω', 'συνδιαλέγομαι', 'συνδιασκέπτομαι', 'συνομιλώ', 'συσκέπτομαι']" συζήτηση,"['διάλογος', 'κουβέντα ', 'συνομιλία']" σφήκα,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'φίλεργος', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" στήλη,"['ηλεκτρική μπαταρία', 'μέρος σελίδας', 'πλάκα']" στήθος,"['αμυντικό περίβλημα', 'θώρακας', 'μεσαίο τμήμα εντόμων', 'προστατευτικό μέσο']" σφήνα,"['αγγρίφι', 'αγκάθι', 'βελόνα', 'βελόνι', 'αγκίδα', 'ακωκή', 'αιχμή', 'βουκέντρα', 'κεντρί', 'κέντρο', 'οσκρός', 'μύτη', 'σουβλί', 'σούβλα']" στήριγμα,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'υποδομή', 'υπόβαθρο']" στήσιμο,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" φτώχεια,"['ανέχεια', 'απορία', 'ένδεια', 'πενία']" σφίγγω στο στήθος μου,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" στίγμα,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" στίλβων,"['ακτινοβόλος', 'γυαλιστερός', 'αστραφτερός', 'απαστράπτων', 'λαμπρός', 'λείος', 'λουστραρισμένος', 'λουστραριστός', 'στιλπνός']" στίμη,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'τάχος', 'ωκύτης']" σφίξη,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'ζόρι', 'χρεία', 'χέσιμο']" στίφος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'άτακτος', 'άτσαλος', 'άστατος']" στίχος,"['ακολουθία', 'γραμμή', 'αράδα', 'σειρά', 'στοίχος', 'παράταξη']" συχαριάσματα,"['καλοτυχίσματα', 'συγχαρητήρια', 'συχαρίκια', 'παινέματα', 'παίνιες']" συχαρίκια,"['καλοτυχίσματα', 'συγχαρητήρια', 'συχαριάσματα', 'παινέματα', 'παίνιες']" τυχαίνει,"['γίνεται', 'λαχαίνει', 'τρέχει', 'συμβαίνει', 'συντελείται']" συχνοί,"['αδιάκοποι', 'αλλεπάλληλοι', 'αλληλοδιάδοχοι', 'απανωτοί', 'συνεχείς']" συχνός,"['ημερήσιος', 'καθημερινός', 'καθημερνός', 'τακτικός', 'συνηθισμένος']" συχώριο,"['αμνήστευση', 'συγγνώμη', 'συγχώρεση', 'συγχώρηση', 'συμπάθιο', 'άφεση']" φόβισμα,"['εκφοβισμός', 'απειλή', 'φοβέρα', 'φοβέρισμα']" φόβος,"['βαρβαρότητα', 'αγριοκαίρι', 'αγριάδα', 'αγριότητα', 'αδρότητα', 'δριμύτητα', 'αψάδα', 'κακοκαιρία', 'ιταμότητα', 'τραχύτητα', 'στυφάδα']" σόι,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" φωλιά,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'όαση', 'όρμος', 'άσυλο']" φωλιάζω,"['εδρεύω', 'διαβιώ', 'διαμένω', 'ενδιαιτώμαι', 'ενοικώ', 'κατοικώ', 'λημεριάζω', 'κουρνιάζω', 'μένω', 'ζω']" τόλμη,"['αυθάδεια', 'αφοβία', 'αποθράσυνση', 'θράσος', 'υπερβολικό θάρρος']" τόλμημα,"['εγχείρημα', 'δοκιμή', 'απόπειρα', 'τεστ', 'προσπάθεια']" σόλοικος,"['ακατάλληλος', 'ανοίκειος', 'ανάρμοστος', 'ανήθικος', 'αταίριαστος', 'άπρεπος']" σάλος,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'τύρβη']" σάκχαρον,"['γλυκός', 'γλυκόζη', 'γλύκα', 'κάντιο', 'ζάχαρη']" σωματειακός,"['ανταμικός', 'εταιρικός', 'κολιγιακός', 'κοινός', 'μαζικός', 'μισιακός', 'συνεταιρικός', 'συντροφικός']" φωνασκώ,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" σωματίδιο ύλης,"['ατεμάχιστο', 'άτμητο', 'άτομο']" φόνος,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'άγος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" φόντο,"['γη', 'δάπεδο', 'ξηρά', 'έδαφος', 'χώμα']" φωνάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'ζητωκραυγάζω', 'χουγιάζω']" φωνάζω δυνατά,"['αλαλάζω', 'ενθουσιάζομαι', 'κραυγάζω']" φόρεμα,"['ενδυμασία', 'κουστούμι', 'ρούχο', 'ένδυμα', 'περίβλημα']" σωρηδόν,"['αγεληδόν', 'αθρόα', 'κοπαδιαστά']" φόρμα,"['εκμαγείο', 'εφαρμοστός', 'καλούπι', 'μήτρα', 'τύπος', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" φάρσα,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'υποκρισία', 'παιγνίδι']" φόρτωμα,"['αβασταγή', 'φορτίο', 'ζαλίκι']" τότε,"['ενίοτε', 'κάποτε', 'άλλοτε']" φωτεινός,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" σωτηρία,"['γλιτωμός', 'εξαγορά', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποδέσμευση', 'απολύτρωση', 'λευτέρωμα', 'λύτρωση']" φωτιά,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'πολυδάπανος', 'πολυέξοδος']" φάτσα,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'έναντι']" σάστισμα,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" σωστά,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" σωστάδα,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" σωστός,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'πιστός']" φωτόσφαιρα,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" φωτίζω,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" φάπα,"['καταχεριά', 'κόλαφος', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'παλαμιά', 'χαστούκι']" σάπιος,"['διεφθαρμένος', 'διεστραμμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'έκδοτος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" σάπισμα,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση', 'χάλασμα']" τόπος,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" τόπος δράσης,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" τάχος,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'ωκύτης']" σέα,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'πράγματα']" σύγγονος,"['αδελφός', 'κοιλαδερφός', 'ομογάλακτος', 'ομογάστριος', 'ομομήτριος']" σύγκριση,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'έλεγχος', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" σύγχυση,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'ζαρωματιά']" φύλακας,"['βιγλάτορας', 'σκοπός', 'φρουρός', 'παρατηρητής']" τέλειο,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" τέλειος,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" σύθαμπο,"['αμφιλύκη', 'βράδιασμα', 'θαμπόφωτο', 'λυκόφως', 'μούχρωμα', 'σκιόφως', 'σκοτείνιασμα', 'σουρούπωμα', 'σούρουπο']" σύνδεμα,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύστημα ενώσεων', 'παντατίφ']" σύναγμα,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναξη', 'έρανος', 'πανδέκτης']" σύνδεση,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη', 'ένωση']" σύνδεσμος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'άγγελος']" σύναξη,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'έρανος', 'πανδέκτης']" σύνεργο,"['εργαλείο', 'μαραφέτι', 'σκεύος', 'όργανο']" σύνδρομο,"['βοήθεια', 'αρωγή', 'συγκυρία', 'συνδρομή', 'συμπτώματα', 'σύμπτωση', 'έρανος']" σύνευνος,"['ανδρικής ηλικίας', 'αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'οπλίτης', 'σταθερός', 'σύζυγος', 'άντρας', 'ώριμος']" σύναψη,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'ένωση']" φέξη,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" σύνθεση,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνταξη', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" σύμμετρος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" σύνολο,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" σύννομος,"['επιτρεπτός', 'επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'νόμιμος', 'έννομος']" σύνορο,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" σέμνωμα,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'περηφάνια', 'παίνεμα']" σύνοψη,"['ανακεφαλαίωση', 'επιτομή', 'συγκεφαλαίωση', 'σύνοψιση', 'περίληψη']" σύνοψιση,"['ανακεφαλαίωση', 'επιτομή', 'συγκεφαλαίωση', 'σύνοψη', 'περίληψη']" τέντα,"['αντίσκηνο', 'ορχήστρα', 'ράμπα', 'σκηνή', 'τσαντίρι', 'προσκήνιο']" σύντεκνος,"['εγγυητής', 'ανάδοχος', 'κουμπάρος', 'ονοματοθέτης', 'νουνός']" σύνταξη,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'παράταξη', 'πλοκή λέξεων']" σύντομος,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'περιληπτικός']" σύντονος,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'έντονος', 'ζωηρός']" σύντριμμα,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'φέτα', 'ποσοστό']" σύντροφος,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σέμπρος']" σύμφυτος,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'έμφυτος']" σύμφωνος,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'προσεχής']" σύνωρος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'άβαλτος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" σύμπνοια,"['αδελφότητα', 'αδερφοσύνη', 'αγάπη', 'αλληλεγγύη', 'φιλία', 'συγγένεια']" σέμπρος,"['κοινωνός', 'κολίγας', 'ορτάκης', 'μέτοχος', 'συνεργός', 'συνέταιρος', 'σύντροφος']" σύμπτυξη,"['ελάττωση', 'μάζεμα', 'μίκρεμα', 'συστολή', 'περιορισμός']" σύμπτωση,"['βοήθεια', 'αρωγή', 'συγκυρία', 'συνδρομή', 'συμπτώματα', 'σύνδρομο', 'έρανος']" τύρβη,"['ανεμοζάλη', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'βουητό', 'αντάρα', 'κακοκαιρία', 'καταχνιά', 'θόρυβος', 'ομίχλη', 'ντόρος', 'οχλοβοή', 'ταραχή', 'φασαρία', 'συννεφιά', 'σάλος']" τέρας,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'άμβλωμα', 'έκτρωμα']" τέρμα,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" σέρνομαι,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'έρπω', 'περισαίνω']" τέρμονας,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" τέρπομαι,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'ποθώ', 'προτιμώ']" τέρψη,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'χάρμα']" φέτα,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'ποσοστό']" τέφρα,"['στάχτη', 'σποδός']" φύτρα,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'πατρίδα', 'πηγή', 'προέλευση']" σύσταση,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'υπόδειξη', 'παραίνεση']" σύστημα ενώσεων,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'παντατίφ']" σύστοιχος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'ίσος']" σύζυγος,"['ανδρικής ηλικίας', 'αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'οπλίτης', 'σταθερός', 'σύνευνος', 'άντρας', 'ώριμος']" τύπος,"['εκμαγείο', 'εφαρμοστός', 'καλούπι', 'μήτρα', 'φόρμα', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" τύχη,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'προορισμός']" τέχνασμα,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνη']" τέχνη,"['διαβολιά', 'εφεύρημα', 'δόλος', 'επινόημα', 'κομπίνα', 'κόλπο', 'μανούβρα', 'μαϊτάπι', 'μάκενα', 'μπλόφα', 'σκάρωμα', 'τρυκ', 'φτιάξη', 'στρατήγημα', 'τέχνασμα']" τζάμπα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" υπακούω,"['αγρικώ', 'ακούω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'δέχομαι', 'καταλαβαίνω', 'πείθομαι']" σπειροειδής γραμμή,"['κοχλίας', 'μέρος αυτιού', 'σαλιγκάρι', 'σπείρα', 'έλικας', 'προπέλα']" υπαναχωρώ,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'περιστρέφω']" σπανός,"['αγένειος', 'γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'λιπόθριξ', 'άδεντρος', 'άτριχος', 'ψιλός', 'χέρσος']" υπερβολικό θάρρος,"['αυθάδεια', 'αφοβία', 'αποθράσυνση', 'θράσος', 'τόλμη']" υπεραμύνομαι,"['αντιστέκομαι', 'αμύνομαι', 'αποκρούω', 'συνασπίζω', 'υπερασπίζομαι', 'προκινδυνεύω', 'προστατεύω']" υπερασπίζομαι,"['αντιστέκομαι', 'αμύνομαι', 'αποκρούω', 'συνασπίζω', 'υπεραμύνομαι', 'προκινδυνεύω', 'προστατεύω']" υπερισχύω,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταφέρνω', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'πετυχαίνω', 'πείθω']" υπερμεγέθης,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος', 'πελώριος']" σπερμολογία,"['διαλάλημα', 'διάδοση', 'θρύλος', 'λόγος', 'μύθος', 'φήμη', 'άκουσμα']" υπεροπτικός,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'θρασύς', 'ιταμός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'προπετής']" υπεροψία,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'έπαρση', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" υπεροχή,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" σπαρταρώ,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" υπερτιμώ,"['ακριβαίνω', 'ανατιμούμαι']" υπερτιμώμαι,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'προοδεύω', 'ψηλώνω']" υπερφυσικός,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'ύψιστος', 'πελώριος']" υπερφίαλος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" υπεράνθρωπος,"['γιγαντόσωμος', 'Γολιάθ', 'γίγαντας', 'κολοσσός', 'τιτάνας', 'υπερφυσικός']" υπεράσπιση,['απολογία'] σπαράζω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'πετσοκόβω', 'χτυπιέμαι']" υπερόπτης,"['αγέρωχος', 'ακατάδεχτος', 'καμαρωτός', 'κορδωτός', 'ξιπασμένος', 'ψηλομύτης']" υπερπηδώ,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'παρακάμπτω', 'προσπερνώ']" υπερψύχω,"['αποξυλιάζω', 'καταψύχω', 'κρυσταλλιάζω', 'παγώνω', 'ψυχραίνω']" υπερήφανος,"['ακατάδεκτος', 'απλησίαστος', 'απρόσιτος', 'υπερόπτης', 'ψηλομύτης', 'ψυχρός']" σπεύδω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'χαλαρώνω']" σπείρα,"['κοχλίας', 'μέρος αυτιού', 'σαλιγκάρι', 'σπειροειδής γραμμή', 'έλικας', 'προπέλα']" υπηρετώ,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" υπηρέτρια,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'ψυχοκόρη']" σπλαχνικός,"['αγαθοεργός', 'αγαθοποιός', 'ευεργέτης', 'δωρητής', 'φιλόπτωχος']" σπλαχνιέμαι,"['λυπάμαι', 'οικτίρω', 'συμπονώ', 'σπλαχνίζομαι', 'ψυχοπονώ']" σπλαχνίζομαι,"['λυπάμαι', 'οικτίρω', 'συμπονώ', 'σπλαχνιέμαι', 'ψυχοπονώ']" σπιρτόζος,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'έξυπνος', 'πνευματώδης']" σπιάντζα,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'παραλία', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" υποδειγματικός,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'άρτιος', 'άψογος', 'πνευματικός']" υποδιαίρεση στερεάς γης,"['γη', 'ξηρά', 'στεριά', 'ήπειρος', 'χέρσος']" υποδομή,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υπόβαθρο']" υποδουλώνομαι,"['γονατίζω', 'καμπουριάζω', 'ταπεινώνομαι', 'σκύβω', 'υποτάσσομαι', 'προσκυνώ']" υπογραμμίζω,"['δίνω έμφαση', 'τονίζω']" σποδός,"['στάχτη', 'τέφρα']" υποδέχομαι,"['δεξιώνομαι', 'καλοδέχομαι', 'καλωσορίζω']" υποδήλωση,"['δείξη', 'δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'σημάδι', 'σήμα', 'ένδειξη']" υποβίβαση,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'έκπτωση']" υποκαθιστώ,"['αλλάζω', 'αναπληρώνω', 'ανταλλάσσω', 'αντικαθιστώ']" υποθετικός,"['εμφανίσιμος', 'αφηρημένος', 'επιβλητικός', 'ιδεολογικός', 'θεωρητικός', 'μεγαλόπρεπος', 'φανταστικός', 'φιγουράτος']" υπολείπομαι,"['αργοπορώ', 'επιβραδύνω', 'καθυστερώ', 'τρενάρω', 'υστερώ']" υπολογισμός,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'άμιλλα', 'ζύγισμα']" υπολογίσιμος,"['ελάχιστος', 'ανώνυμος', 'κάποιος', 'λίγος', 'ξένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'ένας']" υπολογίζω,"['διαλογίζομαι', 'αναλογίζομαι', 'αναθυμάμαι', 'αναπολώ', 'λογαριάζω', 'θυμάμαι', 'ξανασυλλογιέμαι', 'μετρώ', 'σκέφτομαι']" υποκρισία,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'παιγνίδι']" υποθάλπω,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'περιποιέμαι', 'προφυλάγω']" υπομένω,"['εγκαρτερώ', 'ανέχομαι', 'σηκώνω', 'συγχωρώ', 'στρέγω', 'υποφέρω', 'παραβλέπω']" σποραδικός,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σπάνιος', 'άβρετος']" σπουδαίος,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" σπουδάζω,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'σοβαρολογώ', 'φοιτώ', 'παρέχω τα μέσα για σπουδές']" σπουδή,"['αβασταγιά', 'βια', 'βιασύνη', 'βιάση', 'ανυπομονησία', 'εσπευσμένη ενέργεια', 'βία', 'φούρια']" υποτιμώ,"['δε λογαριάζω', 'δεν υπολογίζω', 'ελεεινολογώ', 'αψηφώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ', 'προπηλακίζω']" υποσκίασμα,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" υποστηρίζω υπόθεση,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" υποστήριξη,"['αβάντα', 'βοήθεια', 'κέρδος', 'όφελος']" υποτάσσομαι,"['γονατίζω', 'καμπουριάζω', 'ταπεινώνομαι', 'σκύβω', 'υποδουλώνομαι', 'προσκυνώ']" υποτάσσω,"['δαμάζω', 'εξανδραποδίζω', 'εξημερώνω', 'ημερεύω', 'ημερώνω', 'καθυποτάσσω', 'μερεύω', 'μερώνω', 'τιθασεύω', 'χειραγωγώ']" υποφέρω,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'πεθαίνω', 'πασκίζω']" υποζύγιο,['αβασταγό'] υποψία,"['αδιέξοδο', 'δισταγμός', 'διστακτικότητα', 'διχογνωμία', 'ενδοιασμός', 'αμηχανία', 'αμφιβολία', 'αμφιταλάντευση', 'αμφισβήτηση', 'δυσπιστία', 'ασάφεια', 'δύσκολη θέση', 'απορία', 'λαβύρινθος', 'κατάπληξη']" υποχρέωση,"['αγγαρεία', 'αγγάρεμα', 'εξαναγκασμός', 'ανάγκαση', 'βία']" υποχωρητικός,"['δειλός', 'αδρανής', 'ενδοτικός', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'άτολμος', 'άπνους', 'άψυχος', 'πεθαμένος']" υποχωρητικότητα,"['αδυναμία', 'ελάττωμα', 'ενδοτικότητα', 'εξασθένηση', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'εξάντληση', 'ατονία', 'κουσούρι', 'ισχνότητα', 'συμπάθεια']" υποχώρηση,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υπόκυψη', 'ήττα', 'χαμός']" σπρώχνω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" υπόδειγμα,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'πρότυπο', 'ίνδαλμα']" υπόδειξη,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'παραίνεση']" υπόβαθρο,"['βάθρο', 'βάση', 'θεμέλιο', 'κρηπίδα', 'κρηπίδωμα', 'θέμελο', 'κύριο μέρος', 'ρίζα', 'στυλοβάτης', 'στυλοπάτι', 'στήριγμα', 'υποδομή']" υπόβαθρο καθίσματος,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'έδρα', 'πολυθρόνα']" υπόλειμμα,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" υπόθεση,"['δουλειά', 'ερώτημα', 'δυσκολία', 'αίτημα', 'θέμα', 'ζήτημα', 'πρόβλημα']" υπόκυψη,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'ήττα', 'χαμός']" σπάνιος,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'άβρετος']" υπόνοια,"['ακμή', 'ακωκή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'πείραγμα']" υπάρχοντα,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" σπάταλα,"['αβέρτα', 'ελεύθερα', 'ειλικρινά', 'διάπλατα', 'ανεμπόδιστα', 'ανοιχτά', 'απεριόριστα', 'απλόχερα', 'απροκάλυπτα', 'απροσποίητα', 'καθαρά', 'ορθάνοιχτα', 'ξάστερα', 'σταράτα']" σπάταλος,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σκορποχέρης', 'άσωτος', 'έκλυτος', 'πολυέξοδος']" υπέρμετρη χρήση,"['ακολασία', 'ασωτία', 'επέκταση χρήσης λέξης', 'κατασπατάληση', 'κατάχρηση', 'σφετερισμός']" σπέρνω,"['διασκορπίζω', 'γονιμοποιώ γυναίκα', 'σκορπίζω', 'φυτεύω']" υπέρπλουτος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" σπίθα,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" σπίλος,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'όνειδος', 'πιτσιλιά']" σπίρτο,"['οινόπνευμα', 'ξυλάκι', 'μπριόζος', 'έξυπνος', 'πυρείο']" σπίτι,"['κατοικία', 'οικεία', 'οίκος', 'πολυκατοικία']" υψώνω,"['εγκωμιάζω', 'εκθειάζω', 'ακριβαίνω', 'αναβιβάζω', 'ανεβάζω', 'ανελκύω', 'ανασηκώνω', 'ανατιμώ', 'ανασέρνω', 'ανυψώνω', 'σηκώνω', 'τραβώ επάνω']" σήκωμα,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" σήμα,"['δείξη', 'δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'ένδειξη']" φήμη,"['διαλάλημα', 'διάδοση', 'θρύλος', 'λόγος', 'μύθος', 'σπερμολογία', 'άκουσμα']" σώος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'άβλαβος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" σώφρονος,"['γνωστικός', 'εχέφρονας', 'μετριοπαθής', 'μυαλωμένος', 'φρόνιμος', 'συνετός']" σήστρο,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σίτα']" φίλεργος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'άοκνος', 'χαλκέντερος']" φίλη,"['αγαπημένη', 'αγαπητικιά', 'ερωμένη']" φίλος,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" φίλτατος,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" τίμιος,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'χρηστός']" φίρμα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" σίτα,"['δερμόνι', 'αλευρικό', 'αριολόγος', 'αριόσιτα', 'κρησάρα', 'κόσκινο', 'σήστρο']" τίτλος,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" σίφουνας,"['θαλασσοταραχή', 'καραντί', 'λαίλαπα', 'κλύδωνας', 'θύελλα', 'ρούφουλας', 'φουρτούνα', 'φουσκοθαλασσιά', 'τρικυμία', 'τυφώνας', 'σάλος']" τίποτε,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'ποσώς']" σχεδιάζω,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" σχεδίασμα,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" σχετικός,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'παρεμφερής', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" σχισμή,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" σχόλιο,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'άρθρο', 'όρος']" σχάζομαι,"['κόβομαι', 'σκίζομαι', 'χωρίζομαι']" σχέδιο,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" άγγελμα,"['αγγελία', 'δηλοποίηση', 'διακήρυξη', 'αναγγελία', 'ανακοίνωση', 'γνωστοποίηση', 'κοινοποίηση']" άγγελος,"['αγγελιοφόρος', 'διαγγελέας', 'εξάγγελος', 'απεσταλμένος', 'απόστολος', 'μαντατοφόρος', 'σύνδεσμος']" άβαθος,"['αβυσσαλέος', 'ατελεύτητος', 'ατέλειωτος', 'απέραντος', 'αχανής', 'άπειρος']" άβαθρος,"['αβάσιστος', 'αβέβαιος', 'αθεμελίωτος', 'αναποφάσιστος', 'αμφίβολος', 'ασταθής', 'αστήρικτος', 'επιπόλαιος', 'άστατος']" άβαλτος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άθικτος', 'πρόσφατος']" άγαμος,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'αζευγάρωτος', 'μπεκιάρης', 'παράταιρος']" άγαμος βίος,"['αγαμία', 'έλλειψη συνουσιασμού']" άδεντρος,"['αγένειος', 'γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'λιπόθριξ', 'σπανός', 'άτριχος', 'ψιλός', 'χέρσος']" άβαρος,"['αβαρής', 'ελαφρός', 'ακούραστος', 'ανάλαφρος', 'άμυαλος', 'πρόθυμος']" άγαρμπος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" άδετος,"['αδέσμευτος', 'ελεύθερος', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήρητος', 'λυμένος']" άβαφος,"['αβερνίκωτος', 'αγυάλιστος', 'αλουστράριστος', 'αστίλβωτος']" άγευστος,"['γλυκανάλατος', 'ανούσιος', 'νερόβραστος', 'σαχλός', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άσχημος', 'άχαρος']" άβλαβος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαφτος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" άβιαστα,"['αβίαστα', 'αργά', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άκοπα', 'άνετα']" άβλαφτος,"['αβλαβής', 'ακέραιος', 'αθώος', 'ακίνδυνος', 'ανέγγιχτος', 'αζημίωτος', 'αζήμιος', 'απείραχτος', 'υγιής', 'σώος', 'άβλαβος', 'άδολος', 'άκακος', 'άθικτος']" άδικος,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άνομος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" άγκιστρο,"['αγκίστρι', 'αρπάγη', 'γάντζος', 'τσιγκέλι']" άδολο,"['ακεραιότητα', 'γνησιότητα', 'ανόθευτο', 'αρτιότητα', 'πληρότητα']" άδολος,"['ειλικρινής', 'ακραιφνής', 'ανακάτευτος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'γνήσιος', 'βέρος', 'απλός', 'αποίκιλτος', 'απροσποίητος', 'καθαρός', 'λιτός', 'σκέτος', 'φυσικός', 'άμικτος']" άγνοια,"['αγνωσία', 'ανηξεριά', 'αμυαλιά', 'αμάθεια', 'αφροσύνη', 'επιπολαιότητα']" άγονος,"['αγόρι', 'αρσενικός', 'σερνικός', 'άκαρπος', 'άντρας', 'άρρην', 'παλικάρι']" άγος,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'έγκλημα', 'παραφροσύνη']" άγουρος,"['νεανίας', 'νεαρός', 'νέος', 'έφηβος']" άγουστος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" άγνωρος,"['ελάχιστος', 'ανώνυμος', 'κάποιος', 'λίγος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωστος', 'ένας']" άγνωστος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άμαθος', 'παραλλαγμένος']" άβρετος,"['εκλεκτός', 'ακριβοθώρητος', 'αραιός', 'δυσκολόβρετος', 'λιγοστός', 'λιγόποσος', 'ολιγάριθμος', 'σποραδικός', 'σπάνιος']" άβραστος,"['αμαγείρευτος', 'σκληρός', 'ωμός', 'άφτιαχτος', 'άψητος']" άγριο ζώο,"['αγρίμι', 'ακοινώνητος', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'θήραμα', 'ζουλάπι']" άγριος,"['αδάμαστος', 'ακατανίκητος', 'αλύγιστος', 'ανημέρευτος', 'ανυπόταχτος', 'ανήμερος', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'δυσπολέμητος', 'ατίθασος', 'απροσκύνητος', 'αήττητος', 'άκαμπτος']" άβριστος,['αβλαστήμητος'] άγρυπνος,"['ακοίμητος', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'άσβηστος', 'άυπνος', 'προσεκτικός']" όαση,"['αγκυροβόλιο', 'αραξοβόλι', 'ασφάλεια', 'γωνιά', 'απαραβίαστο', 'αποκούμπι', 'καταφύγιο', 'λημέρι', 'λιμάνι', 'κρησφύγετο', 'κρυψώνας', 'σκάλα', 'φωλιά', 'όρμος', 'άσυλο']" άδυτος,"['αβασίλευτος', 'αγέραστος', 'ανηγεμόνιστος', 'αμάραντος']" άβυσσος,"['διαφορά', 'διάσταση', 'διάστημα', 'ετερότητα', 'απόσταση', 'μάκρος']" άδω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'ψάλλω', 'ψέλνω']" ωδή,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'άσμα', 'ύμνος', 'ψαλμός']" άγχος,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'ψυχομαχητό', 'ψυχορράγημα', 'χαροπάλεμα']" ωκεανός,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" άλειμμα,['αλοιφή'] άθελος,['1'] άλαλος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" άκακος,['2'] άθελος,['2'] άκακος,['1'] άκαιρος,"['ακατάλληλος', 'αναρμόδιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανώφελος', 'ασύμφορος', 'επικίνδυνος', 'επιζήμιος', 'απρόσφορος']" άκαμπτος,"['αγονάτιστος', 'αδούλωτος', 'αλύγιστος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'λεύτερος', 'άσκυφτος']" άκαρδος,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'ωμός', 'άτεγκτος']" άκαρπος,"['αγόρι', 'αρσενικός', 'σερνικός', 'άγονος', 'άντρας', 'άρρην', 'παλικάρι']" άκεφος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'περίλυπος']" άθαφτος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'χρεωμένος', 'χωρίς αντίκρισμα']" άλλαγμα,"['αλλαγή', 'αλλαξιά', 'ανταλλαγή', 'αντάλλαγμα']" άθλημα,"['αγώνισμα', 'συναγωνισμός', 'άμιλλα', 'πάλη']" άκληρος,"['στείρος', 'στέρφος', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άσπερμος', 'άσπορος']" άθληση,"['αγώνας', 'αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μεγάλη προσπάθεια', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άμιλλα', 'πόλεμος']" άκλητος,"['ακλήτευτος', 'ακάλεστος', 'αυτόκλητος', 'απροσκάλεστος', 'απρόσκλητος']" άλκιμος,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'έγκυρος', 'παντοδύναμος']" άλικος,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" άθλιος,"['αισχρός', 'άτιμος']" άθικτος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'πρόσφατος']" άθλος,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'παλικαριά']" άλλος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άμοιαστος']" άλλοτε,"['ενίοτε', 'κάποτε', 'τότε']" άλλωστε,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'ύστερα', 'ύστερον', 'έπειτα']" όλο,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" άλογο,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άτι', 'ίππος']" όλοι,['άπαντες'] άκομψος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" άκοσμος,"['αισχρός', 'ανήθικος', 'φαύλος', 'άσεμνος', 'άπρεπος', 'πρόστυχος', 'χυδαίος']" άκουσμα,"['ακουστική παρακολούθηση', 'ακρόαση', 'αφούγκρασμα', 'ιατρική εξέταση', 'κρυφάκουσμα', 'στηθοσκόπηση']" άκοπα,"['αβίαστα', 'αργά', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άνετα']" άκοπος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άστοργος', 'άπονος']" άλμπουρο,"['κατάρτι', 'τουρκέτο', 'στηλίδα', 'άρμπουρο']" άκρα επιμέλεια,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'πιστότητα', 'ψηλή τιμή']" άκρατος,"['ακήρατος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'ανέρωτος', 'απρόσμικτος', 'άμικτος']" άκρη,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρο', 'όριο', 'πέρας']" άκριτος,"['ακέφαλος', 'αμελής', 'αμέριμνος', 'ασυλλόγιστος', 'αστόχαστος', 'ασύνετος', 'απερίσκεπτος', 'επιπόλαιος', 'απρόσεχτος', 'ξένοιαστος', 'άμυαλος']" άκρο,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'όριο', 'πέρας']" άθροισμα,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άπαν', 'άπαντο', 'παν']" άλφιτα,"['εδωδή', 'βορά', 'βρώσις', 'νομή', 'σιτία', 'τροφή', 'τρόφιμα']" άκυρος,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ανίκανος', 'ανίσχυρος', 'ασθενής']" άκων,"['αβούλητος', 'ακούσιος', 'αθέλητος', 'αναγκαστικός', 'ανάθελος', 'άθελος', 'ζοριλίδικος']" ωκύτης,"['γοργάδα', 'γρηγοροσύνη', 'γρηγοράδα', 'σβελτοσύνη', 'σβελτάδα', 'ταχύτητα', 'στίμη', 'τάχος']" ωθώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" όνειδος,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'πιτσιλιά']" άμαθος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'παραλλαγμένος']" όνειρο,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'άπιαστος']" άμβλωμα,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'έκτρωμα']" άμβλωση,['έκτρωση'] άμεμπτος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" άνετα,"['αβίαστα', 'αργά', 'ευχάριστα', 'κανονικά', 'φυσικά', 'άβιαστα', 'άκοπα']" άναυδος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" άνεση,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" άξαφνος,"['αδόκητος', 'ακαρτέρητος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ανέλπιστος', 'απροσδόκητος', 'απρόβλεπτος', 'απρόοπτος', 'απρόσμενος', 'ξαφνικός']" άμεσος,"['ακαριαίος', 'αιφνίδιος', 'αναπάντεχος', 'ξαφνικός', 'στιγμιαίος', 'σύντομος']" άμετρος,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άπειρος', 'πολυπληθής', 'πολύς']" άξεστος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άνισος', 'έκρυθμος']" άμιλλα,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'ζύγισμα']" άνθιση,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" άνθισμα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" άμικτος,"['ακήρατος', 'αμιγής', 'ανόθευτος', 'ανέρωτος', 'απρόσμικτος', 'άκρατος']" άοκνος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'χαλκέντερος']" άξιος,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'προκομμένος', 'χρυσοχέρης']" άνθρωποι,"['ανθρωπότητα', 'κοινωνία', 'κοσμάκης', 'κόσμος']" άνθρωπος αξίας,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" άνισος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'έκρυθμος']" άνοδος,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'παλινδρομή', 'πισωγύρισμα']" άνοιγμα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" άμοιαστος,"['διαφορετικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόμορφος', 'αλλότροπος', 'αλλότυπος', 'διάφορος', 'ανομοιογενής', 'ανομοιόμορφος', 'ανόμοιος', 'ετεροειδής', 'ετερόμορφος', 'ιδιόμορφος', 'ιδιόρρυθμος', 'ιδιότροπος', 'άλλος']" άνοιξη,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" άμοιρος,"['βαριόμοιρος', 'γουρλής', 'γουρλίδικος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'ατυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστυχος', 'καλορίζικος', 'καλοπόδαρος', 'κακότυχος', 'ριζικάρης', 'σαββατογεννημένος']" άνομος,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άδικος', 'παράνομος', 'παράτυπος']" όμορφος,"['αγγελικός', 'αγγελόπλαστος', 'θεόμορφος', 'ουράνιος', 'ωραίος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" άνοστος,"['γλυκανάλατος', 'ανούσιος', 'νερόβραστος', 'σαχλός', 'άγευστος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άσχημος', 'άχαρος']" άμυαλος,"['αβαρής', 'ελαφρός', 'ακούραστος', 'ανάλαφρος', 'άβαρος', 'πρόθυμος']" άντρας,"['ανδρικής ηλικίας', 'αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'οπλίτης', 'σταθερός', 'σύνευνος', 'σύζυγος', 'ώριμος']" όντως,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" ωμός,"['αγροίκος', 'ακατέργαστος', 'ανώμαλος', 'βάναυσος', 'απελέκητος', 'τραχύς']" άμπελος,"['αμπελοφυτεία', 'αμπελώνας', 'αμπέλι', 'κλήμα']" άραγμα,"['αγκυροβόλημα', 'ελλιμενισμός', 'δέσιμο', 'φουντάρισμα']" όργανο,"['εργαλείο', 'μαραφέτι', 'σκεύος', 'σύνεργο']" άργητα,"['αναβολή', 'αναστολή', 'αργοπορία', 'επιβράδυνση', 'καθυστέρηση', 'τρενάρισμα']" ωραιότατος,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'πανέμορφος', 'ήλιος']" όραμα,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" όρεξη,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" ωραίος,"['αγγελικός', 'αγγελόπλαστος', 'θεόμορφος', 'ουράνιος', 'όμορφος', 'πεντάμορφος', 'πανέμορφος']" όριο,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'πέρας']" ωριμότητα,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" άρθρο,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'όρος']" άριστος,"['αναγνωρισμένος', 'κλασικός']" όρθωση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" άρμα,"['θωρακισμένο', 'οπλισμός', 'τανκ', 'έμβλημα', 'πολεμικό όχημα']" όρμος,"['αγκαλιά', 'αγκάλη', 'αιδοίο', 'εσοχή', 'βάθος', 'κολεός', 'κοιλότητα', 'κοίλωμα', 'κόλπος', 'κόλπωση', 'κόρφος', 'κύρτωμα', 'μυχός', 'στήθος', 'άνοιγμα']" όρος,"['εδάφιο', 'δημοσίευμα', 'διάταξη', 'αρμός', 'κλείδωση', 'ρήτρα', 'συνακόλουθο ονομάτων', 'σύνδεσμος', 'σχόλιο', 'άρθρο']" άρμπουρο,"['κατάρτι', 'τουρκέτο', 'στηλίδα', 'άλμπουρο']" άρρην,"['αγόρι', 'αρσενικός', 'σερνικός', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άντρας', 'παλικάρι']" άρρητος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" άρρωστος,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'ζαμπούνης', 'παθιασμένος']" άρση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" άρτιος,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άψογος', 'πνευματικός']" άρτος,"['επιούσιος', 'λαγάνα', 'καρβέλι', 'κουραμάνα', 'φραντζόλα', 'ψωμί']" άρπαγας,"['αγιογδύτης', 'αισχροκερδής', 'ιερόσυλος', 'κλέφτης', 'φαταούλας', 'τοκογλύφος']" άρπαγμα,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'έριδα']" άρχισμα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'έμπα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" άρχοντας,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" άρχος,"['εκλεκτός', 'διοικητής', 'αριστοκράτης', 'αρχηγός', 'ευγενής', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ευπατρίδης', 'κυβερνήτης', 'κυρίαρχος', 'άρχοντας']" άτεγκτος,"['αδαμάντινος', 'ανηλεής', 'ανάλγητος', 'ατσαλένιος', 'βάρβαρος', 'επαχθής', 'απηνής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'τραχύς', 'συμπαγής', 'άκαμπτος', 'άκαρδος', 'ωμός']" άσβηστος,"['ακοίμητος', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'άγρυπνος', 'άυπνος', 'προσεκτικός']" άτεκνος,"['άτοκος', 'άπαιδος']" όφελος,"['αγαθό', 'απολαβή', 'καρπός', 'κέρδος', 'συμφέρον', 'ωφέλεια', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" άτακτος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτσαλος', 'άστατος']" άσειστος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'πάγιος']" άσεμνος,"['αισχρός', 'ανήθικος', 'φαύλος', 'άκοσμος', 'άπρεπος', 'πρόστυχος', 'χυδαίος']" άφαντος,"['αθώρητος', 'εξαφανισμένος', 'ανύφαντος', 'αφανής', 'αόρατος', 'κρυφός', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άσημος']" άφεση,"['αμνήστευση', 'συγγνώμη', 'συγχώρεση', 'συγχώρηση', 'συμπάθιο', 'συχώριο']" άφευκτος,"['αδιάφευκτος', 'αναπόδραστος', 'αναπόφευκτος', 'αναπότρεπτος', 'αξέφευγος', 'μοιραίος']" άταφος,"['αδιάβαστος', 'ακήδευτος', 'άθαφτος', 'άψαλτος']" άφατος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" άτεχνος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άχαρος', 'χοντροκαμωμένος']" άσημος,"['αθώρητος', 'εξαφανισμένος', 'ανύφαντος', 'αφανής', 'αόρατος', 'κρυφός', 'ταπεινός', 'σκοτεινός', 'άφαντος']" άτι,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'ίππος']" άφθαρτος,"['αδιάλειπτος', 'αδιάκοπος', 'διαρκής', 'ακατάπαυστος', 'αιώνιος', 'αναμμένος', 'ανεξάλειπτος', 'ανεξίτηλος', 'αστείρευτος', 'ασίγαστος', 'φλογερός', 'άσβηστος', 'παντοτινός']" άσκαφτος,"['αβαθούλωτος', 'αγούβωτος', 'ακοίλαντος']" άφθαστος,"['ακατόρθωτος', 'ανεπίτευκτος', 'ανέφικτος', 'απλησίαστος', 'απραγματοποίητος', 'απροσπέλαστος', 'ουτοπικός']" άυλη υπόσταση,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" άσκηση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'έλεγχος', 'προπόνηση']" άσκιαχτος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'εύτολμος', 'απτόητος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άφοβος', 'άτρομος']" άσθμα,"['αγκομάχημα', 'δύσπνοια', 'λαχάνιασμα', 'πνευστίαση', 'ψυχομάχημα', 'ψυχορράγημα']" άφιξη,"['ερχομός', 'κόμιση', 'έλευση']" άφθονος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" άτιμος,"['αισχρός', 'άθλιος']" άφθορος,"['ακατάλυτος', 'ακλόνητος', 'αναλλοίωτος', 'αμεταμόρφωτος', 'αμεταρρύθμιστος', 'αμεταποίητος', 'αμετάβλητος', 'αμετάβολος', 'αμετάτρεπτος', 'ανεπηρέαστος', 'ανάλλαγος', 'ορισμένος', 'σταθερός']" όσιος,"['αναχωρητής', 'ερημίτης', 'αρνησίκοσμος', 'ασκητής', 'ησυχαστής', 'κελιώτης', 'καλόγερος', 'ιερομόναχος', 'λαυρίτης', 'κοινοβιάτης', 'μετοχάρης', 'μοναστής', 'μοναχός', 'ρασοφόρος', 'στυλίτης']" άσκοπα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" άσκοπος,"['ανωφέλευτος', 'ανώφελος', 'αχρείαστος', 'αχρησίμευτος', 'άχρηστος']" άσκυφτος,"['αγονάτιστος', 'αδούλωτος', 'αλύγιστος', 'ανίκητος', 'απροσκύνητος', 'λεύτερος', 'άκαμπτος']" άσμα,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'ύμνος', 'ψαλμός']" άφοβος,['τολμηρός'] άτμητο,"['ατεμάχιστο', 'σωματίδιο ύλης', 'άτομο']" άτολμος,"['δειλός', 'κιοτής']" άτοκος,"['άτεκνος', 'άπαιδος']" άτομο,"['ατεμάχιστο', 'σωματίδιο ύλης', 'άτμητο']" άτονος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άφραστος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" άσος,"['ανυπέρβλητος', 'αμίμητος', 'ασυναγώνιστος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'μοναδικός', 'άφταστος']" άτοπη πράξη,"['ατόπημα', 'ασχημοσύνη', 'απρέπεια', 'παρεκτροπή']" άφραγος,"['ανεμπόδιστος', 'ανοιχτός', 'απεριόριστος', 'άφραχτος']" άφραστος,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'παγερός', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" άφραχτο,"['αβέρτος', 'ελεύθερος', 'ειλικρινής', 'ανεμπόδιστος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανοιχτόκαρδος', 'ανοιχτός', 'ανυπόκριτος', 'ατείχιστος', 'ευθύς', 'απεριόριστος', 'απερίφραστος', 'απροκάλυπτος', 'απροσποίητος', 'άφραγος']" άφραχτος,"['ανεμπόδιστος', 'ανοιχτός', 'απεριόριστος', 'άφραγος']" άτριχος,"['αγένειος', 'γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'λιπόθριξ', 'σπανός', 'άδεντρος', 'ψιλός', 'χέρσος']" άτρομος,"['αδείλιαστος', 'γενναίος', 'αντρείος', 'ατρόμητος', 'εύτολμος', 'απτόητος', 'λιονταρόψυχος', 'ριψοκίνδυνος', 'τολμηρός', 'άσκιαχτος', 'άφοβος']" άφροντις,"['αλαφρόκαρδος', 'ανέγνοιαστος', 'ανέμελος', 'αμέριμνος', 'απαθής', 'μακάριος', 'ξένοιαστος', 'μποέμ']" άτρωτος,"['αβάρετος', 'αλάβωτος', 'ατραυμάτιστος', 'απλήγωτος', 'απρόσβλητος', 'αχτύπητος']" άτσαλος,"['αδιόρθωτος', 'ακανόνιστος', 'ακατάστατος', 'ανοργάνωτος', 'ανώμαλος', 'ανήσυχος', 'ασυμμάζευτος', 'τσαπατσούλης', 'συρφετός', 'στίφος', 'άτακτος', 'άστατος']" άστεργος,"['διστακτικός', 'απρόθυμος', 'οκνός', 'ράθυμος', 'άθελος', 'άκεφος', 'χλιαρός']" άστατος,"['αβέβαιος', 'αλλοπρόσαλλος', 'αμφιταλαντευόμενος', 'ασαφής', 'ευμετάβλητος', 'ευμετάβολος', 'ασταθής', 'κινητός', 'ρευστός', 'ταλαντευόμενος']" άφταστος,"['ανυπέρβλητος', 'αμίμητος', 'ασυναγώνιστος', 'ασύγκριτος', 'απαράμιλλος', 'μοναδικός', 'άσος']" άφτιαχτος,"['ακαλλώπιστος', 'ακατασκεύαστος', 'ακάμωτος', 'ανεκτέλεστος', 'ασυγύριστος', 'ατέλειωτος']" άσυλο,"['ευαγές ίδρυμα', 'απαραβίαστος χώρος', 'καταφύγιο', 'φιλανθρωπικό ίδρυμα']" άστοργος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άσπλαχνος']" άτυχος,"['αξιολύπητος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'καψερός', 'ταλαίπωρος']" άφωνος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" άσωτος,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σκορποχέρης', 'σπάταλος', 'έκλυτος', 'πολυέξοδος']" άσωστος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άπλετος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" ωφέλεια,"['αγαθό', 'απολαβή', 'καρπός', 'κέρδος', 'συμφέρον', 'όφελος', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα']" ωφέλημα,"['αγαθό', 'απολαβή', 'καρπός', 'κέρδος', 'συμφέρον', 'όφελος', 'ωφέλεια', 'πλεονέκτημα']" άσπερμος,"['στείρος', 'στέρφος', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άκληρος', 'άσπορος']" άσπλαχνος,"['ανελεήμονας', 'ανηλεής', 'ανοικτίρμονας', 'ανήλεος', 'βάναυσος', 'απάνθρωπος', 'σκληρός', 'άπονος']" άσπιλος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπρος', 'άψογος', 'χιονάτος']" άσπονδος,"['αδιάλλακτος', 'ασυμβίβαστος', 'ασυμφιλίωτος', 'αφίλιωτος', 'φανατικός']" άυπνος,"['ακοίμητος', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'άγρυπνος', 'άσβηστος', 'προσεκτικός']" άσπορος,"['στείρος', 'στέρφος', 'άγονος', 'άκαρπος', 'άκληρος', 'άσπερμος']" άσπρος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άψογος', 'χιονάτος']" άσχετος,"['αδιάφορος', 'αμέτοχος', 'απέχων', 'ουδέτερος', 'ξένος']" άσχημος,"['ελεεινός', 'ειδεχθής', 'αντίξοος', 'ενάντιος', 'απαίσιος', 'επιζήμιος', 'εχθρικός', 'κακός', 'οικτρός', 'φαύλος', 'φρικαλέος']" άπαιδος,"['άτεκνος', 'άτοκος']" άπειρος,"['αβάφτιστος', 'αδίδακτος', 'ακατατόπιστος', 'ακατήχητος', 'ανερμάτιστος', 'αμάθητος', 'αμύητος', 'αφώτιστος', 'βέβηλος', 'απληροφόρητος']" άπαν,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαντο', 'παν']" άπαντες,['όλοι'] άπαντο,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'παν']" άπαρση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'έγερση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" άπλα,"['ευρυχωρία', 'απλάδα', 'απλωσιά', 'κάμπος', 'ξαπλωταριά', 'τόπος']" άπλερος,"['αδιαμόρφωτος', 'αδιάπλαστος', 'αμέστωτος', 'ασχημάτιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλαστος']" άπλετος,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'περισσός', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" άπιαστος,"['ανεδαφικότητα', 'εξαφάνιση', 'καπνούρα', 'καπνός', 'κάπνα', 'νικοτιανή', 'ντουμάνι', 'ουτοπία', 'ταμπάκο', 'φουμάδα', 'τουμπεκί', 'τουτούνι', 'φούμαρα', 'φυτό', 'όνειρο']" άπλαστος,"['αδιαμόρφωτος', 'αδιάπλαστος', 'αμέστωτος', 'ασχημάτιστος', 'απλός', 'απέριττος', 'λιτός', 'άπλερος']" άπληστος,"['αδηφάγος', 'ακόρεστος', 'ανεχόρταγος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'λαίμαργος', 'φαγάς']" άπλυτος,"['ακαθάριστος', 'ακάθαρτος', 'αξελέκιαστος', 'αξεσκόνιστος', 'αξεπάστρευτος', 'βρωμιάρης', 'βρώμικος', 'αφιλτράριστος', 'ασκούπιστος', 'ασφουγγάριστος', 'λεκιασμένος', 'λερωμένος', 'λερός', 'μουντζουρωμένος', 'ρυπαρός']" άπονος,"['αδιάφορος', 'αδάκρυτος', 'ακούραστος', 'αναίσθητος', 'ανάλγητος', 'ασυγκίνητος', 'απαθής', 'απάνθρωπος', 'σκληρόκαρδος', 'σκληρός', 'άκοπος', 'άστοργος']" άπνους,"['δειλός', 'αδρανής', 'ενδοτικός', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άψυχος', 'πεθαμένος']" όποτε,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" άποψη,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" άπρεπος,"['αισχρός', 'ανήθικος', 'φαύλος', 'άκοσμος', 'άσεμνος', 'πρόστυχος', 'χυδαίος']" άπω,"['αλάργα', 'απόμακρα', 'κατάμακρα', 'μακριά', 'πόρρω', 'πέρα']" άψαλτος,"['αδιάβαστος', 'ακήδευτος', 'άθαφτος', 'άταφος']" άψητος,"['αμαγείρευτος', 'σκληρός', 'άβραστος', 'ωμός', 'άφτιαχτος']" άψογος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'χιονάτος']" άψυχος,"['δειλός', 'αδρανής', 'ενδοτικός', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άπνους', 'πεθαμένος']" άχαρος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'χοντροκαμωμένος']" όχευση,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'πήδημα']" όχημα,"['αμάξι', 'αυτοκίνητο', 'μεταφορικό μέσο', 'όχημα ']" όχι τακτικός,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" άχολος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" άχρηστος,"['ανωφέλευτος', 'ανώφελος', 'αχρείαστος', 'αχρησίμευτος', 'άσκοπος']" ωχρός,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" έγερση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'ύψωση', 'χτίσιμο']" έδαφος,"['γη', 'δάπεδο', 'ξηρά', 'φόντο', 'χώμα']" έγκλειστος,"['εγκάθειρκτος', 'δεσμώτης', 'δέσμιος', 'καταδικασμένος', 'κατάδικος', 'κρατούμενος', 'φυλακισμένος']" έγκλημα,"['αδίκημα', 'αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'παρανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" έγκριση,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'παραδοχή']" έγκυος,"['εγκυμονούσα', 'εγκύμων', 'βαρεμένη', 'βαρούμενη', 'γκαστρωμένη']" έγκυρος,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'παντοδύναμος']" έγνοια,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έννοια', 'περισπασμός']" έδρα,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'πολυθρόνα']" έλεγχος,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'παραβολή', 'παραλληλισμός']" έκδημος,"['αποδημητής', 'απόδημος', 'ξενιτεμένος', 'μετανάστης', 'μισεμένος']" έκδοτος,"['διεφθαρμένος', 'διεστραμμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'σάπιος', 'έκλυτος', 'έκφυλος']" έλευση,"['ερχομός', 'κόμιση', 'άφιξη']" έλλειψη,"['ελαττωματικότητα', 'ελάττωμα', 'ανεπάρκεια', 'ατέλεια', 'κουσούρι', 'μειονέκτημα', 'τρωτό']" έλλειψη συνουσιασμού,"['αγαμία', 'άγαμος βίος']" έλλειψη πάθους,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'ψυχραιμία', 'ψυχρότητα']" έκθαμβος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκπληκτος', 'χάσκων']" έκθεση,"['διήγηση', 'αναφορά', 'εξιστόρηση', 'εμφάνιση', 'ανάπτυξη', 'αφήγηση', 'επίδειξη', 'ιστόρηση', 'ραπόρτο', 'φανέρωση']" έλικας,"['κοχλίας', 'μέρος αυτιού', 'σαλιγκάρι', 'σπειροειδής γραμμή', 'σπείρα', 'προπέλα']" έκκληση,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" έθιμο,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'παράδοση']" έλκος,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'πληγή', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" έκλυτος,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σκορποχέρης', 'σπάταλος', 'άσωτος', 'πολυέξοδος']" έλξη,"['γοητεία', 'γόητρο', 'καλλονή', 'κάλλη', 'θέλγητρο', 'μαγεία', 'μαγνήτης', 'ομορφιά', 'σαγήνη', 'σεξαπίλ', 'χάρη']" έθνος,"['γένος', 'λαός', 'μιλέτι', 'ράτσα', 'φυλή']" έκρηξη,"['αιφνίδια εκδήλωση', 'διάρρηξη', 'ανατίναγμα', 'ανατίναξη', 'ξέσπασμα', 'σκάσιμο']" έκρυθμος,"['αδρός', 'ακατέργαστος', 'αλείαντος', 'αλλόκοτος', 'ανεξευγένιστος', 'αντικανονικός', 'ανώμαλος', 'βραχώδης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'απελέκητος', 'ιδιότροπος', 'τραχύς', 'άξεστος', 'άνισος']" έκτακτος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" έκφανση,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφραση', 'ύφος']" έκφραση,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'ύφος']" έκτρωμα,"['εξάμβλωμα', 'απορριξιμιό', 'απόβαλμα', 'απόρριγμα', 'κακόπλασμα', 'μορμολύκειο', 'τερατούργημα', 'τέρας', 'άμβλωμα']" έκτρωση,['άμβλωση'] έκσταση,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" έκφυλος,"['διεφθαρμένος', 'διεστραμμένος', 'εκφυλισμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σαπρός', 'σάπιος', 'έκδοτος', 'έκλυτος']" έκπληκτος,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'χάσκων']" έκπληξη,"['αιφνιδιασμός', 'ευχάριστο γεγονός', 'αποσβόλωμα', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'ξάφνιασμα', 'σοκάρισμα', 'σάστισμα']" έκπτωση,"['ελάττωση', 'αποσιώπηση φθόγγου', 'απώλεια υπόληψης', 'κατέβασμα', 'ξεπεσμός', 'μείωση', 'ξέπεσμα', 'σκόντο', 'στέρηση', 'υποβίβαση']" ένδεια,"['ανέχεια', 'απορία', 'φτώχεια', 'πενία']" ένδειξη,"['δείξη', 'δείξιμο', 'γνωμάτευση', 'σημείο', 'σημάδι', 'υποδήλωση', 'σήμα']" έμβλημα,"['θωρακισμένο', 'οπλισμός', 'τανκ', 'άρμα', 'πολεμικό όχημα']" έμβιος,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" ένδοξος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" έναντι,"['αγνάντια', 'εν συγκρίσει', 'αντίκρυ', 'αντίπερα', 'απέναντι', 'κατάντικρυ', 'φάτσα']" έναρξη,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" έξαρση του νου,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" ένας,"['ελάχιστος', 'ανώνυμος', 'κάποιος', 'λίγος', 'ξένος', 'υπολογίσιμος', 'άγνωρος', 'άγνωστος']" ένδυμα,"['ενδυμασία', 'κουστούμι', 'ρούχο', 'φόρεμα', 'περίβλημα']" έξαψη,"['αγανάκτηση', 'ερεθισμός', 'δυσανασχέτηση', 'δυσφορία', 'κατακραυγή', 'θυμός', 'οργή', 'φρένιασμα']" ένθερμος,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" ύμνηση,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνος', 'έπαινος', 'παίνεμα']" έννοια,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'περισπασμός']" έννομος,"['επιτρεπτός', 'επιτρεπόμενος', 'δίκαιος', 'θεμιτός', 'νόμιμος', 'σύννομος']" ύμνος,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ψαλμός']" έξοχος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'περιστατικός', 'περίφημος', 'προσωρινός']" ένταξη,"['διαρρύθμιση', 'διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατηγοριοποίηση', 'κατάταξη', 'τακτοποίηση', 'ταξινόμηση', 'τοποθέτηση', 'συγύρισμα']" έντιμος,"['αδελέαστος', 'αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'ντρέτος', 'τιμημένος', 'τίμιος', 'χρηστός']" έντομο,"['μαμούδι', 'μαμούνι', 'ζουζούνι', 'ζούδι', 'ζωύφιο']" έντονος,"['εντεταμένος', 'εντατικός', 'εντατός', 'δριμύς', 'εύτονος', 'λάβρος', 'νευρώδης', 'οξύς', 'τεντωμένος', 'σφοδρός', 'σύντονος', 'ζωηρός']" ένσταση,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'έφεση', 'παρακάλι', 'παράκληση']" ένστικτο,"['ορμέμφυτο', 'παρόρμηση']" έμφυτος,"['εγγενής', 'ενστικτώδης', 'εμφυής', 'κληρονομικός', 'συμφυής', 'φυτευμένος', 'φυσικός', 'σύμφυτος']" έξυπνη γυναίκα,"['θηλυκό', 'κορίτσι', 'κόρη']" έξυπνος,"['οινόπνευμα', 'ξυλάκι', 'μπριόζος', 'σπίρτο', 'πυρείο']" έξωση,"['βγάλσιμο', 'εκδίωξη', 'διώξιμο', 'εξαγωγή', 'εξοστρακισμός', 'αφαίρεση', 'αποδιώξιμο', 'αποβολή', 'αποδίωξη', 'απομάκρυνση', 'αποπομπή', 'απόβαλμα', 'απώθηση', 'άμβλωση', 'έκτρωση']" ένωση,"['ενοποίηση', 'αντάμωμα', 'ενσωμάτωση', 'εταιρεία', 'οργανισμός', 'οργάνωση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμβολή', 'συναρμογή', 'συνεταιρισμός', 'συνένωση', 'σύνδεση', 'σύνδεσμος', 'σύναψη']" έμπα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'πρωτιά', 'πρωτάρχισμα']" έμπειρος,"['ειδήμονας', 'γνώστης', 'επαΐων', 'ιδιοκτήτης', 'κάτοχος', 'κύριος']" έμπιστος,"['αξιόπιστος', 'μπιστεμένος', 'μπιστικός', 'φερέγγυος', 'πιστός']" έμπνευση,"['επίνοια', 'ιδέα', 'μούσα', 'οίστρος', 'ποιητικός οίστρος', 'πνοή']" έμπορας,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορος', 'πραματευτής']" έμπορος,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'πραματευτής']" έμψυχος,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" έρεβος,"['cσκοτάδι', 'σκοτεινιά', 'σκοτεινάδα', 'σκοτεινότητα', 'σκοτάδι', 'σκότος']" έρανος,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'πανδέκτης']" έρευνα,"['ανασκαφή', 'αναζήτηση', 'κατεδάφιση', 'ξεθεμελίωμα', 'ξέχωμα', 'σκάλισμα', 'σκάψιμο', 'ψάξιμο']" έρημος,"['εγκαταλελειμμένος', 'εγκαταλειμένος', 'απομονωμένος', 'μοναχικός', 'μοναχός', 'μόνος', 'έρμος', 'παρατημένος']" έριδα,"['διαμάχη', 'διαπληκτισμός', 'αλληλοφάγωμα', 'διένεξη', 'καβγάς', 'λογομαχία', 'μαλλιοτράβηγμα', 'μάλωμα', 'φιλονικία', 'τσακωμός', 'συμπλοκή', 'άρπαγμα']" έρμος,"['βαριόμοιρος', 'δυστυχισμένος', 'δυστυχής', 'δόλιος', 'δύσμοιρος', 'δύστηνος', 'δύστυχος', 'καημένος', 'κακομοίρης', 'κακόμοιρος', 'κακότυχος', 'καψερός', 'ταλαίπωρος', 'φουκαράς', 'άτυχος']" έρως,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" έρωτας,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" έρπω,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'περισαίνω']" έρχομαι,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'προσέρχομαι', 'προέρχομαι']" έρχομαι κατόπι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έπομαι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" έφεδρος,"['βοηθητικός', 'εφεδρικός', 'επικουρικός', 'αποθεματικός', 'επίκουρος', 'ο εν εφεδρεία', 'ρεζέρβα']" έφεση,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" έφηβος,"['νεανίας', 'νεαρός', 'νέος', 'άγουρος']" έσοδο,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" έφοδος,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'προσβολή', 'πάτημα', 'χτύπημα']" έτοιμος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'παρασκευασμένος', 'πρόθυμος']" έφορος,"['επιβλέπων', 'επιτηρητής', 'επιστάτης', 'εποπτεύων διευθυντής', 'επόπτης']" ύφος,"['διατύπωση', 'εκδήλωση', 'εξωτερίκευση', 'λεκτικός τρόπος', 'φανέρωμα', 'φράση', 'στυλ', 'έκφανση', 'έκφραση']" ύστερα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερον', 'έπειτα']" ύστερον,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'έπειτα']" ύστερος,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστατος', 'έσχατος']" ύστατος,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστερος', 'έσχατος']" έσχατος,"['ακόλουθος', 'επακολουθών', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'ολοΰστερος', 'τελευταίος', 'τελικός', 'στερνός', 'ύστερος', 'ύστατος']" έπαινος,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'παίνεμα']" έπειτα,"['ακολούθως', 'εξάλλου', 'βραδύτερον', 'αργότερα', 'εφεξής', 'κατόπιν', 'μεταγενέστερα', 'μετά', 'μετέπειτα', 'στερνά', 'υστερότερα', 'άλλωστε', 'ύστερα', 'ύστερον']" έπαρση,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'πόζα', 'ψευτοπερηφάνια']" έπιπλο με καθρέπτη,"['αποχωρητήριο', 'απόπατος', 'αίθουσα καλλωπισμού', 'καμπινές', 'μέρος', 'τουαλέτα', 'φόρεμα']" έπομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'παρέπομαι', 'προέρχομαι']" έποψη,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" ύψιστος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'πελώριος']" ύψος,"['ανάστημα', 'ηθικό έρεισμα', 'κορμοστασιά', 'μπόι']" ύψωση,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'χτίσιμο']" έχω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'περικαλύπτω', 'περιέχω']" έχω αντοχή,"['δε λυγίζω', 'εγκαρτερώ', 'βαστώ', 'διαρκώ', 'διατηρούμαι', 'αντιστέκομαι', 'αντέχω', 'επαρκώ', 'επιβιώνω', 'φτάνω']" έχω σχέση,['συνδέομαι'] ζαβολιά,"['απάτη', 'κλεψιά', 'κλέψιμο', 'κόλπο', 'μπαμπεσιά', 'σερετιά', 'στρεψοδικία']" ζαβομάτης,"['αλλήθωρος', 'λοξομάτης', 'λοξόφθαλμος', 'στραβομάτης', 'πλαγιομάτης', 'πλαγιόμματος']" ζαβωμένος,"['εσφαλμένος', 'λανθασμένος', 'καμπουρωτός', 'καμπύλος', 'λοξός', 'λυγισμένος', 'κυρτωμένος', 'κυρτός', 'λάθος', 'σκεβρός', 'στρεβλωμένος', 'στρεβλός', 'στραβωμένος', 'στραβός', 'τυφλός']" ζαβός,"['δύστροπος', 'ιδιότροπος', 'λοξός', 'στρεβλός', 'στραβός']" ζαλίκι,"['αβασταγή', 'φορτίο', 'φόρτωμα']" ζεματιστός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" ζεματώ,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταστενοχωρώ', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματίζω', 'ζημιώνω']" ζεματίζω,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταστενοχωρώ', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματώ', 'ζημιώνω']" ζαμάνι,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" ζαμπούνης,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'παθιασμένος']" ζερβοκουτάλας,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός', 'προοδευτικός']" ζερβοχέρης,"['δειλός', 'αδέξιος', 'ανεπιτήδειος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'συνεσταλμένος']" ζερβός,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'προοδευτικός']" ζαρωματιά,"['εκρυθμία', 'αναστάτωση', 'ανισορροπία', 'αντικανονικότητα', 'ανωμαλία', 'αταξία', 'κακή λειτουργία', 'ρικνότητα', 'τραχύτητα', 'σύγχυση']" ζαρώνω,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'χάνω βάρος']" ζευγολάτης,"['γεωργός', 'καλλιεργητής', 'ξωμάχος', 'ρετζιπέρης', 'ζευγάς', 'ζευγίτης']" ζευγάς,"['γεωργός', 'καλλιεργητής', 'ξωμάχος', 'ρετζιπέρης', 'ζευγολάτης', 'ζευγίτης']" ζευγίτης,"['γεωργός', 'καλλιεργητής', 'ξωμάχος', 'ρετζιπέρης', 'ζευγολάτης', 'ζευγάς']" ζαφουρής,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" ζεσταίνομαι,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνω', 'ψήνομαι']" ζεσταίνω,"['θερμαίνω', 'κοκκινίζω', 'φλογίζω', 'πυρακτώνω', 'πυρώνω']" ζεστός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" ζηλεύω,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" ζηλοφθονώ,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοτυπώ', 'ζουλεύω']" ζηλοφθονία,"['επιβουλή', 'ξεσυνέρια', 'φθόνος', 'ζηλοτυπία', 'ζήλια']" ζηλοτυπώ,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζουλεύω']" ζηλοτυπία,"['επιβουλή', 'ξεσυνέρια', 'φθόνος', 'ζηλοφθονία', 'ζήλια']" ζημιά,['αβαρία'] ζημιώνω,"['βασανίζω', 'βλάφτω', 'καταστενοχωρώ', 'καταπλήσσω', 'καίω', 'τιμωρώ', 'ζεματώ', 'ζεματίζω']" ζημία,"['αδικοπραγία', 'αδικία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ανομία', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" ζητιάνος,"['αγύρτης', 'απατεώνας', 'επαίτης', 'κατεργάρης', 'κομπογιαννίτης', 'τσαρλατάνος']" ζητωκραυγάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'χουγιάζω']" ζητώ,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ψάχνω']" ζητώ επίμονα,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" ζητώ τα φώτα,"['διαβάζω', 'συμβουλεύομαι', 'παίρνω γνώμη']" ζοριλίδικος,"['αβούλητος', 'ακούσιος', 'αθέλητος', 'αναγκαστικός', 'ανάθελος', 'άθελος', 'άκων']" ζοφερότητα,"['απαισιοδοξία', 'απελπιστικότητα', 'σκεπτικισμός']" ζουλεύω,"['επιβουλεύομαι', 'μακαρίζω', 'ξεσυνερίζομαι', 'φθονώ', 'συνερίζομαι', 'ζηλεύω', 'ζηλοφθονώ', 'ζηλοτυπώ']" ζουλάπι,"['αγρίμι', 'ακοινώνητος', 'ευόργιστος', 'ατίθασος', 'δύστροπος', 'θηρίο', 'θήραμα', 'άγριο ζώο']" ζουλώ,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" ζουμερός,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" ζουμάτος,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" ζουρλός,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" ζουζούνι,"['μαμούδι', 'μαμούνι', 'έντομο', 'ζούδι', 'ζωύφιο']" ζουπώ,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" ζουπίζω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" ζούδι,"['μαμούδι', 'μαμούνι', 'έντομο', 'ζουζούνι', 'ζωύφιο']" ζούλα,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'πλακωσιά']" ζυγιάζω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" ζυγοσταθμώ,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγίζω', 'παρατάσσω']" ζυγός,"['ολόκληρος', 'τέλειος', 'σώος', 'άβλαβος', 'άθικτος', 'άρτιος', 'πλήρης']" ζυγώνω,"['σιμώνω', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω']" ζυγίζω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'παρατάσσω']" ζυμώνω,"['διαμορφώνω', 'ανακατεύω', 'πλάθω']" ζω,"['ανακουφίζομαι', 'ανασαίνω', 'αναζωογονούμαι', 'αναπνέω', 'ησυχάζω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζομαι']" ζωγραφιά,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" ζωγράφημα,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'περιγραφή προσώπου', 'πίνακας']" ζωηρός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" ζάλο,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" ζωογονητικός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" ζωογόνος,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωτικός', 'πρωταρχικός']" ζωντανός,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" ζόρι,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'χρεία', 'χέσιμο']" ζωτικός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'πρωταρχικός']" ζωύφιο,"['μαμούδι', 'μαμούνι', 'έντομο', 'ζουζούνι', 'ζούδι']" ζάπλουτος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'πλουσιότατος', 'πάμπλουτος']" ζάχαρη,"['γλυκός', 'γλυκόζη', 'γλύκα', 'κάντιο', 'σάκχαρον']" ζύγισμα,"['αγώνας', 'διαγωνισμός', 'αναμέτρηση', 'αναρίθμηση', 'ανταγωνισμός', 'αντιμέτρηση', 'επανεκτίμηση', 'καταμέτρηση', 'ξαναμέτρημα', 'συναγωνισμός', 'στάθμιση', 'υπολογισμός', 'άμιλλα']" ζέση,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζήλος', 'προθυμία', 'πάθος']" ζέστα,"['θερμότητα', 'καύσωνας', 'λάβρα', 'κάψα', 'ζέστη']" ζέστες,"['ευδία', 'καλοκαιριά', 'καλοκαιρία', 'καλοκαίρι', 'καλοσυνάδα', 'καλοσύνη', 'θέρος']" ζέστη,"['θερμότητα', 'καύσωνας', 'λάβρα', 'κάψα', 'ζέστα']" ζήλια,"['επιβουλή', 'ξεσυνέρια', 'φθόνος', 'ζηλοφθονία', 'ζηλοτυπία']" ζήλος,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'προθυμία', 'πάθος']" ζώνη γης,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" ζώνη θάλασσας,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'πέτρωμα', 'ίζημα']" ζήτημα,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" παγανό,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παρωρίτης']" παγερός,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'πρωτοφανής', 'ψυχρός']" πεδιαίος,"['καμπίσιος', 'πεδινός']" πεδινός,"['καμπίσιος', 'πεδιαίος']" παγκόσμιος,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παλλαϊκός', 'παπικός', 'πάνδημος']" παγόνι,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" παγώνω,"['αποξυλιάζω', 'καταψύχω', 'κρυσταλλιάζω', 'υπερψύχω', 'ψυχραίνω']" παλαβιάρης,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβός', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" παλαβός,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παράλογος', 'ψυχοπαθής']" παιδεύω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" παλαμιά,"['καταχεριά', 'κόλαφος', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'χαστούκι']" πεθαμένος,"['δειλός', 'αδρανής', 'ενδοτικός', 'νεκρός', 'φοβητσιάρης', 'υποχωρητικός', 'άτολμος', 'άπνους', 'άψυχος']" παιγνίδι,"['εξαπάτηση', 'θεατρικό έργο', 'καζούρα', 'κομεντί', 'κωμωδία', 'νίλα', 'φάρσα', 'υποκρισία']" παλαμίζω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'καψαλίζω', 'τσακώνω', 'περιαρπάζω', 'περικαίω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" παλεύω,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'πασχίζω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" παλαίμαχος,"['βετεράνος', 'απόμαχος', 'απότακτος', 'απόστρατος', 'συνταξιούχος']" πεθαίνω,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πασκίζω']" πελιδνός,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'χλεμπονιάρης', 'χλομός']" παθιασμένος,"['αναγκεμένος', 'ανήμπορος', 'αρρωστιάρης', 'αρρωστιάρικος', 'κατάκοιτος', 'κρεβατωμένος', 'νοσών', 'άρρωστος', 'ζαμπούνης']" παλλαϊκός,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παπικός', 'πάνδημος']" παλικαριά,"['ανδραγαθία', 'ανδραγάθημα', 'επιτυχία', 'επίτευγμα', 'ηρωισμός', 'κατόρθωμα', 'θρίαμβος', 'μεγαλούργημα', 'νίκη', 'άθλος']" παλικάρι,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" παλινδρομή,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'πισωγύρισμα']" παθιάρης,"['αγαπησιάρης', 'αξιαγάπητος', 'αξιέραστος', 'ερωτιάρης', 'ερωτόληπτος', 'ερωτύλος', 'γυναικάς', 'φιλήδονος']" παλιός,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" παινεσιάρης,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'περήφανος', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" παινέματα,"['καλοτυχίσματα', 'συγχαρητήρια', 'συχαριάσματα', 'συχαρίκια', 'παίνιες']" πειράζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" παλάντζας,"['αλλαξόπιστος', 'αιρετικός', 'ανεμόμυλος', 'αντάρτης', 'επαναστάτης', 'απαρνητής', 'αποστάτης', 'στασιαστής']" πελάτης,"['αγοραστής', 'καταναλωτής', 'ψωνιστής']" παλάτι,"['βασιλόσπιτο', 'ανάκτορο', 'μέγαρο', 'μέλαθρο', 'σεράι']" παθών,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'πράγμα', 'πρόθεση']" πελώριος,"['γιγαντιαίος', 'γιγάντιος', 'γίγαντας', 'θεριακωμένος', 'κολοσσιαίος', 'κυκλώπειος', 'μεγαλόσωμος', 'μέγιστος', 'τεράστιος', 'υπερμεγέθης', 'υπερφυσικός', 'ύψιστος']" παν,"['ασορτιμέντο', 'ολοκληρία', 'ολότητα', 'σούμα', 'σύνολο', 'όλο', 'άθροισμα', 'άπαν', 'άπαντο']" πανδέκτης,"['ανθολογία', 'ερανισμός', 'αποθησαύριση', 'απάνθισμα', 'μάζεμα', 'μάζωμα', 'συγκομιδή', 'συγκέντρωση', 'συλλογή', 'συναγωγή', 'συνάθροισμα', 'συσσώρευση', 'σύναγμα', 'σύναξη', 'έρανος']" πανούργος,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ατσίδας', 'ικανότατος', 'κουνάβι', 'μουστέλα', 'πονηρός']" παντατίφ,"['δεσμός', 'αλληλουχία', 'αλυσίδα', 'γραμμή', 'καδένα', 'κόσμημα', 'σειρά', 'συνδέτης', 'συνέχεια', 'σύνδεμα', 'σύστημα ενώσεων']" παντοδύναμος,"['ακαταγώνιστος', 'ακαταμάχητος', 'ακατανίκητος', 'ανθεκτικός', 'ανίκητος', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'κραταιός', 'ισχυρός', 'ισχύων', 'ρωμαλέος', 'σθεναρός', 'στιβαρός', 'άλκιμος', 'έγκυρος']" παντοτινά,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'πάντοτε']" παντοτινός,"['αδιάκοπος', 'ακατάλυτος', 'ακατάργητος', 'αθάνατος', 'αιώνιος', 'ανθεκτικός', 'αφάγωτος', 'μόνιμος', 'στερεός', 'άφθαρτος', 'άφθονος']" παντρειά,"['διόρθωμα', 'εξασφάλιση', 'γάμος', 'επαναφορά', 'επανόρθωση', 'αποκατάσταση', 'τακτοποίηση']" παντρεύομαι,"['ανταμώνω', 'βρίσκω', 'απαντώ', 'σμίγω', 'συναντώ', 'συνδέω', 'συνουσιάζομαι']" πεντάμορφος,"['αγγελικός', 'αγγελόπλαστος', 'θεόμορφος', 'ουράνιος', 'όμορφος', 'ωραίος', 'πανέμορφος']" πανένδοξος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" πανέμορφος,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'ήλιος']" παμπάλαιος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" πανώγραμμα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'περγαμηνή', 'πινακίδα']" πενία,"['ανέχεια', 'απορία', 'φτώχεια', 'ένδεια']" παραβγαίνω,"['διαμάχομαι', 'αναμετρώμαι', 'αμιλλώμαι', 'ανταγωνίζομαι', 'αντιβγαίνω', 'αντιμάχομαι', 'αντιπαλεύω', 'είμαι ισόπαλος']" παραβλέπω,"['εγκαρτερώ', 'ανέχομαι', 'σηκώνω', 'συγχωρώ', 'στρέγω', 'υπομένω', 'υποφέρω']" περγαμηνή,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'πινακίδα']" παραβολή,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραλληλισμός']" παραδούχος,"['ευκατάστατος', 'εύπορος', 'λεφτάς', 'πλούσιος']" παραδοχή,"['ανοχή', 'δέξιμο', 'επιδοκιμασία', 'αποδοχή', 'κατάφαση', 'θέλημα', 'συγκατάθεση', 'συγκατάνευση', 'συναίνεση', 'στέρξιμο', 'έγκριση']" παραβροντάκι,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" παραδρομή,"['ανακρίβεια', 'αναλήθεια', 'λάθος', 'σφάλμα', 'ψέμα']" παραβάλλω,"['αντιπαραθέτω', 'συγκρίνω', 'συνδυάζω', 'συσχετίζω', 'παραθέτω']" παραβάτης,"['αδικητής', 'αμαρτωλός', 'ανήθικος', 'κολασμένος', 'κριματισμένος']" παραθαλάσσιος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραλιακός', 'παράλιος', 'παράκτιος']" παραλείπω,"['αποκρύπτω', 'αποσκεπάζω', 'αποσιωπώ', 'κρύβω', 'συγκαλύπτω']" παραλλαγμένος,"['αδοκίμαστος', 'αγνώριμος', 'αγνώριστος', 'αλλαγμένος', 'ανεγνώριστος', 'ανεξακρίβωτος', 'αμάθητος', 'ανέγνωρος', 'δυσγνώριστος', 'μεταμορφωμένος', 'άγνωρος', 'άγνωστος', 'άμαθος']" παραλιακός,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παράλιος', 'παράκτιος']" παραλληλισμός,"['εξακρίβωση', 'αντιπαραβολή', 'αντιπαράθεση', 'επαλήθευση', 'τσεκάρισμα', 'σύγκριση', 'έλεγχος', 'παραβολή']" παρακινώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" παρελθόν,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παραμύθι', 'περασμένα', 'πληροφορία']" παρακολουθώ,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'προπέμπω']" παρακολούθημα,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρεπόμενο', 'παρέα', 'πομπή']" παραιτούμαι,"['απαρνιέμαι', 'αποστερούμαι', 'στερούμαι', 'χάνω']" παρεκτροπή,"['ατόπημα', 'ασχημοσύνη', 'απρέπεια', 'άτοπη πράξη']" παραθυράκι,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραπόρτι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" παρακάλι,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παράκληση']" παρακάλια,"['αξίωμα', 'αρχή', 'δόγμα', 'απαίτηση', 'αίτημα', 'αίτηση', 'κανόνας', 'νόμος', 'παράκληση']" παρακωλύω,"['δεσμεύω', 'εμποδίζω', 'απαγορεύω', 'αποτρέπω', 'παρεμποδίζω']" παρακάμπτω,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'προσπερνώ']" παραθέτω,"['αντιπαραθέτω', 'συγκρίνω', 'συνδυάζω', 'συσχετίζω', 'παραβάλλω']" παραλία,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'περιγιάλι', 'πλαζ']" παραξενιά,"['εναντιότητα', 'αναποδιά', 'αντιξοότητα', 'δυστροπία', 'ατυχία', 'ατύχημα', 'απερισκεψία', 'κακοκεφαλιά', 'κακοτυχία', 'στρυφνότητα']" παρανομώ,"['αδικώ', 'τιμωρώ άδικα', 'στρεψοδικώ', 'ζημιώνω']" παρανομία,"['αδίκημα', 'αμαρτία', 'ανομία', 'ανοσιούργημα', 'ανόμημα', 'αμάρτημα', 'ασέβημα', 'κρίμα', 'λάθος', 'σφάλμα', 'έγκλημα', 'παράπτωμα', 'πταίσμα']" παραμορφώνω,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραποιώ', 'χαλώ']" παρενοχλώ,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'πληγώνω ψυχικά']" παρεμφερής,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παράλληλος', 'παρόμοιος']" παραμάντεμα,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραπουλητό', 'παράκουλο']" παραμύθι,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'περασμένα', 'πληροφορία']" παραξένεμα,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'ψυχική ανάταση', 'ίλιγγος']" παρεμποδίζω,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'χαλιναγωγώ']" παρατημένος,"['εγκαταλελειμμένος', 'εγκαταλειμένος', 'απομονωμένος', 'μοναχικός', 'μοναχός', 'μόνος', 'έρημος', 'έρμος']" παρατηρητήριο,"['αγνάντεμα', 'επισκόπιση', 'βίγλα', 'βίγλισμα', 'περισκόπιση']" παρατηρητής,"['βιγλάτορας', 'σκοπός', 'φρουρός', 'φύλακας']" παρασκευασμένος,"['ευδιάθετος', 'ετοιμασμένος', 'αποφασισμένος', 'απίκο', 'καμωμένος', 'τελειωμένος', 'φτιαγμένος', 'έτοιμος', 'πρόθυμος']" παρασκευάζω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'προπαρασκευάζω']" παρασιτικά,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'πάμφθηνα', 'χαράμι', 'χάρισμα']" παρευθύς,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παραχρήμα', 'πάραυτα']" περασμένα,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'πληροφορία']" περασμένος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" παραφροσύνη,"['ανοσιούργημα', 'αφροσύνη', 'απερισκεψία', 'κακουργία', 'κακούργημα', 'σκοτωμός', 'σκότωμα', 'φονικό', 'φόνος', 'άγος', 'έγκλημα']" παραφράζω,"['εξηγώ', 'ερμηνεύω', 'επιστρέφω', 'αποδίδω', 'απονέμω', 'μεταφράζω']" παραστατικός,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'πνεούμενος', 'ψυχωμένος']" παρατάσσω,"['εκτιμώ', 'αναμετρώ', 'ευθυγραμμίζω', 'λογαριάζω', 'ισορροπώ', 'σταθμίζω', 'στοιχώ', 'ζυγιάζω', 'ζυγοσταθμώ', 'ζυγίζω']" παραπλανητικός,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'πλανερός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" παραποιώ,"['διαστρεβλώνω', 'αλλοιώνω', 'αλλάζω', 'αποσυνθέτω', 'μεταβάλλω', 'μεταμορφώνω', 'νοθεύω', 'τροποποιώ', 'παραμορφώνω', 'χαλώ']" παραπουλητό,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παράκουλο']" παραποίηση,"['αναπαράσταση', 'αντιγραφή', 'αντίγραφο', 'απομίμημα', 'απομίμηση', 'ιμιτασιόν', 'κόπια', 'ξεσήκωμα', 'ξεπατίκωμα', 'ομοίωμα']" παρεπόμενο,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρέα', 'πομπή']" παραπόρτι,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'πορτάκι', 'πορτέλο']" παραίνεση,"['καθοδήγηση', 'οδηγία', 'νουθεσία', 'νουθέτηση', 'ορμήνεμα', 'ορμήνια', 'συμβουλή', 'σύσταση', 'υπόδειξη']" παραχρήμα,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'πάραυτα']" παρηγορώ,"['ανακουφίζω', 'απολυτρώνω', 'καθησυχάζω', 'καταπραΰνω', 'ξαλαφρώνω', 'ξεκουράζω', 'ξεθυμαίνω']" περηφανεύομαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'χαίρομαι']" περηφάνια,"['εγκαλλώπισμα', 'αγλάισμα', 'δόξα', 'καμάρι', 'καυχησιά', 'καύχημα', 'κόρδα', 'κόρδωμα', 'ξεπαρμός', 'ξιπασιά', 'τιμή', 'σέμνωμα', 'παίνεμα']" περιγελώ,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" περιεκτικός,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'πολύζουμος', 'πολύχυμος']" περιγιάλι,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'πλαζ']" παρθενιά,"['αγνεία', 'αγνότητα', 'παρθενία']" παρθενία,"['αγνεία', 'αγνότητα', 'παρθενιά']" περιγραφή προσώπου,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'πίνακας']" περιγράφω,"['εγγράφω', 'αναγράφω', 'γράφω', 'καταγράφω', 'καταχωρώ']" περιαρπάζω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'καψαλίζω', 'τσακώνω', 'παλαμίζω', 'περικαίω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" περιβόλι,"['ανθοκήπιο', 'ανθώνας', 'λαχανόκηπος', 'κήπος', 'μπαξές']" περιγέλασμα,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περίπαιγμα', 'χλεύη']" περικαλύπτω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περιέχω']" περιλαμπάζω,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" περικαίω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'καψαλίζω', 'τσακώνω', 'παλαμίζω', 'περιαρπάζω', 'πιάνω', 'χουφτώνω']" περιληπτικός,"['βραχυλογικός', 'βραχύς', 'ευσύνοπτος', 'επιγραμματικός', 'αποφθεγματικός', 'λακωνικός', 'συγκεφαλαιωτικός', 'συνοπτικός', 'σύντομος']" περικλαδώνω,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" περιθάλπω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιποιούμαι', 'προσέχω']" περιορισμός,"['ελάττωση', 'μάζεμα', 'μίκρεμα', 'συστολή', 'σύμπτυξη']" περιουσία,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'πλουτοκρατία', 'πλούτος']" περιφανής,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" περιφερικός,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'παχύς']" περισαίνω,"['γλείφω', 'εξευτελίζομαι', 'ερπύζω', 'λιβανίζω', 'κολακεύω', 'ταπεινώνομαι', 'σούρνομαι', 'σέρνομαι', 'έρπω']" περιτείχισμα,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'πύργος']" περισκοπώ,"['αγναντεύω', 'βιγλίζω', 'βλέπω', 'αντικοιτώ', 'αντικρίζω', 'αντιθωρώ', 'ατενίζω', 'ξανοίγω']" περισκόπιση,"['αγνάντεμα', 'επισκόπιση', 'βίγλα', 'βίγλισμα', 'παρατηρητήριο']" περιφρονώ,"['αηδιάζω', 'αντιπαθώ', 'αρνούμαι', 'απεχθάνομαι', 'αποκρούω', 'απορρίπτω', 'αποστρέφομαι', 'αποστέργω', 'αποποιούμαι']" περιστατικός,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περίφημος', 'προσωρινός']" περιστρέφω,"['εκκλίνω', 'αλλάζω', 'αλλάζω κατεύθυνση', 'γυρίζω', 'κλωθογυρίζω', 'κολικιάζω', 'κουλουριάζω', 'στρέφω', 'στρίβω', 'συστρέφομαι', 'συστρέφω', 'υπαναχωρώ']" περισσός,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'παχυλός', 'πλούσιος', 'πολύς']" περιστάσεις,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περίοδος', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" περιφέρεια,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περίγραμμα', 'περίμετρος']" περισπασμός,"['ανησυχία', 'ασχολία', 'κεφαλόπονος', 'νοιάσιμο', 'μέλημα', 'μέριμνα', 'μπελάς', 'σκοτούρα', 'σκέψη', 'φροντίδα', 'στενοχώρια', 'έγνοια', 'έννοια']" περιέρχομαι,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'παύω']" περιέχω,"['βαστώ', 'εννοώ', 'εξουσιάζω', 'γνωρίζω', 'καταλαβαίνω', 'κατακρατώ', 'καταπιέζω', 'κατέχω', 'κρατώ', 'κυβερνώ', 'κυριεύω', 'ξέρω', 'σκεπάζω', 'έχω', 'περικαλύπτω']" περιζώνω,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιπτύσσομαι', 'προστατεύω']" περιπαίζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'χαχανίζω', 'χλευάζω']" περιπλοκή,"['αγκάλιασμα', 'εναγκαλισμός', 'ασπασμός', 'περίπτυξη']" περιπλάνηση,"['αλητεία', 'μποεμισμός', 'ρεμπέλεμα', 'σουρτούκεμα']" περιποιούμαι,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'προσέχω']" περιποιέμαι,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'προφυλάγω']" περιπτύσσομαι,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'προστατεύω']" παροιμία,"['γνωμικό', 'γνωμάτευμα', 'απόφθεγμα', 'λόγιο', 'λόγος', 'ρητό', 'ρήση']" παρορμώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω', 'προωθώ']" παροτρύνω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'προτρέπω', 'προωθώ']" παρουσίαση,"['διαφήμιση', 'προβολή', 'προέκταση']" παροπλίζω,"['δεσμεύω', 'ακινητοποιώ', 'σταθεροποιώ', 'σταματώ', 'στερεώνω']" παρρησία,"['αδειλία', 'αντρειοσύνη', 'αντρεία', 'αφοβία', 'αυτοπεποίθηση', 'αποφασιστικότητα', 'ηθικό', 'κουράγιο', 'θάρρος', 'οικειότητα', 'σθεναρότητα', 'σθένος', 'τόλμη']" παρτέντζα,"['εκκίνηση', 'αναχώρηση', 'απογείωση', 'απομάκρυνση', 'αποχώρηση', 'απόπλους', 'ξεκίνημα', 'σαλπάρισμα', 'φευγιό']" παράγκα,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράπηγμα', 'χαμοκέλα']" παράδοξος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράξενος', 'περίεργος']" παράγοντας,"['γράμμα', 'απόδειξη', 'οικείο περιβάλλον', 'μόριο', 'τεκμήριο', 'τμήμα', 'στοιχείο', 'συντελεστής', 'συστατικό']" παράδοση,"['αντέτι', 'καθιερωμένη συνήθεια', 'θεσμός', 'θέσμιο', 'στατούτο', 'συνήθειο', 'έθιμο']" παράδοση όπλων,"['εναπόθεση', 'κατάθεση', 'μαρτυρία', 'ομολογία', 'τοποθέτηση']" παράγω,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'πλαστουργώ', 'πλάθω', 'χτίζω']" παράλειψη γραμμάτων,"['αμοιβή', 'απογαλακτισμός', 'απογαλουχισμός', 'αποθηλασμός', 'αποκοπή', 'αποχώρηση', 'απότμηση', 'κοπή', 'κόψιμο']" παράλληλος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'ίσος']" παράκληση,"['εκλιπάρηση', 'επίκληση', 'καθικέτευση', 'ικεσία', 'έκκληση', 'ένσταση', 'έφεση', 'παρακάλι']" παράλιος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράκτιος']" παράλογος,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'ψυχοπαθής']" παράκουλο,"['ακατανοησία', 'βρετό', 'ερωτηματικό', 'γρίφος', 'απεικαστό', 'αίνιγμα', 'λυτό', 'κότημα', 'μυστήριο', 'μάντεμα', 'μπίλμετζες', 'τσάφαρο', 'παραβροντάκι', 'παραμάντεμα', 'παραπουλητό']" παράκτιος,"['αγχίαλος', 'ακροθαλάσσιος', 'ακρόγιαλος', 'ακταίος', 'επάκτιος', 'παραθαλάσσιος', 'παραλιακός', 'παράλιος']" παράξενος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'περίεργος']" παρόμοιος,"['εγγενής', 'δικός', 'ανάλογος', 'οικείος', 'συγγενικός', 'συγγενολόι', 'συγγενής', 'συναφής', 'σόι', 'σύμφυτος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος']" παράνομος,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άδικος', 'άνομος', 'παράτυπος']" παρόραμα,"['αβλεψία', 'αβλέπτημα', 'απροσεξία', 'λάθος']" παρόρμηση,"['ορμέμφυτο', 'ένστικτο']" παρωρίτης,"['γαντζονούρης', 'ανασκελάς', 'δωδεκαμερίτης', 'καλικάντζαρος', 'κατσιπόδης', 'σταχτοπόδης', 'τσιλικρωτό', 'παγανό']" παράς,"['ηχηρός', 'λεφτά', 'σκαστός', 'έντονος', 'χρήμα']" παράταιρος,"['ελεύθερος', 'ανόμοιος', 'ανύπαντρος', 'εργένης', 'αταίριαστος', 'ασύζευκτος', 'αζευγάρωτος', 'μπεκιάρης', 'άγαμος']" παράταξη,"['ακολουθία', 'γραμμή', 'αράδα', 'σειρά', 'στοίχος', 'στίχος']" παράταση προθεσμίας,"['ανακαίνιση', 'ανανέωση', 'αντικατάσταση', 'επανάληψη', 'ξεκαινούργωμα', 'ξανάνιωμα', 'φρεσκάρισμα']" παράτημα,"['εγκατάλειψη', 'εκκίνηση', 'εκτίναξη', 'αθώωση', 'αφετηρία', 'αφυπηρέτηση', 'απελευθέρωση', 'απαλλαγή', 'αποστράτευση', 'απόλυση', 'ξεκίνημα', 'ρίξιμο', 'συγγνώμη', 'συγχώρηση', 'άφεση']" παράτυπος,"['αθέμιτος', 'αντικανονικός', 'ανήθικος', 'ασεβής', 'άδικος', 'άνομος', 'παράνομος']" παράπηγμα,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'χαμοκέλα']" παράπτωμα,"['αδικοπραγία', 'αδικία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ανομία', 'ζημία', 'πταίσμα']" παράχωμα,"['αποσκέπασμα', 'απόκρυψη', 'καταχώνιασμα', 'κρύψιμο', 'συγκάλυψη']" παρέα,"['αλληλουχία', 'ακολουθία', 'ειρμός', 'δορυφόροι', 'επακόλουθο', 'αποτέλεσμα', 'απόρροια', 'κομπανία', 'κουστωδία', 'συνοδεία', 'συντροφιά', 'συνέπεια', 'παρακολούθημα', 'παρεπόμενο', 'πομπή']" παρέμβαση,"['ανακάτωμα', 'ανάμιξη', 'δάκτυλος', 'επέμβαση', 'μεσολάβηση', 'σμίξιμο', 'συγχώνευση', 'συμμετοχή', 'συμφυρμός']" παρέπομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'προέρχομαι']" παρέχω τα μέσα για σπουδές,"['βιάζομαι', 'εκπαιδεύομαι', 'επείγομαι', 'μελετώ', 'μορφώνομαι', 'σοβαρολογώ', 'φοιτώ', 'σπουδάζω']" περήφανος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'ψηλομύτης', 'ψωροπερήφανος']" περίβλημα,"['αδύνατος', 'απομεινάρι', 'κουφάρι', 'κόκαλα', 'οστά', 'σκελετωμένος', 'σκελετός', 'σκέλεθρο']" περίδοξος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" περίγραμμα,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίμετρος']" περίεργος,"['αλαμπουρνέζικος', 'ακατανόητος', 'διαφορετικός', 'εκκεντρικός', 'αλλιώτικος', 'αλλόκοτος', 'αξιοπερίεργος', 'ανάποδος', 'ασυνήθης', 'ασυνήθιστος', 'αφύσικος', 'ξενότροπος', 'μυστηριώδης', 'παράδοξος', 'παράξενος']" περίληψη,"['ανακεφαλαίωση', 'επιτομή', 'συγκεφαλαίωση', 'σύνοψη', 'σύνοψιση']" περίλυπος,"['αγέλαστος', 'δύσθυμος', 'κατηφής', 'κατσουφιασμένος', 'κατσούφης', 'θυμωμένος', 'μουτρωμένος', 'σκαιός', 'σκουντούφλης', 'σκυθρωπός', 'συνοφρυωμένος', 'άκεφος']" περίοδος,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'ώρα', 'χρονική περίοδος']" περίμετρος,"['δακτύλιος', 'γύρος', 'κουλούρα', 'κρίκος', 'κύκλος', 'ρόδα', 'στεφάνι', 'τσέρκι', 'περιφέρεια', 'περίγραμμα']" περίφημος,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'προσωρινός']" περίπαιγμα,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'χλεύη']" περίπολος,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'χωρίο']" περίπτυξη,"['αγκάλιασμα', 'εναγκαλισμός', 'ασπασμός', 'περιπλοκή']" πατερούλης,"['μπαμπάκας', 'μπαμπάς', 'πατέρας']" πεταχτούλης,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πρόσχαρος']" πατημασιά,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" πατικώνω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατώ', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" πεσιμιστής,"['απαισιόδοξος', 'απελπισιάρης', 'πικραντέρης']" πασκίζω,"['αγωνίζομαι', 'αυτοκτονώ', 'αυτοχειριάζομαι', 'κατακουράζομαι', 'κοπιάζω', 'θυσιάζομαι', 'σκοτώνομαι', 'σκίζομαι', 'φονεύομαι', 'υποφέρω', 'πεθαίνω']" πατρογονικός,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" πατρίδα,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πηγή', 'προέλευση']" παστερίωση,"['εξυγίανση', 'απολύμανση', 'αποστείρωση', 'καθαρισμός']" πετσοκόβω,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'χτυπιέμαι']" παστρεύω,"['διαρμίζω', 'απομάσσω', 'καθαρίζω', 'σαρώνω', 'σκουπίζω', 'φροκαλώ', 'φροκαλίζω']" παστρικοσύνη,"['διαύγεια', 'καθαριότητα', 'καθαρότητα', 'παστρικάδα', 'παστράδα', 'πάστρα']" παστρικάδα,"['διαύγεια', 'καθαριότητα', 'καθαρότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστράδα', 'πάστρα']" παστράδα,"['διαύγεια', 'καθαριότητα', 'καθαρότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστρικάδα', 'πάστρα']" παστώνω,"['αλατίζω', 'αρμυρίζω', 'νοστιμίζω', 'ξυλοκοπώ']" πετυχαίνω,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταφέρνω', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πείθω']" πατέρας,"['δεσπότης', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ιδιοκτήτης', 'κύρης', 'κύριος', 'οικοδεσπότης', 'μπαμπάς', 'άρχοντας', 'ψυχαναθρεφτής']" πατώ,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πιέζω', 'πρεσάρω']" πασχίζω,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πολεμώ', 'προσπαθώ']" παύση,"['αναστολή', 'αργία', 'απεργία', 'αποχή από εργασία', 'σταμάτημα', 'στάθμευση', 'στάση']" παύω,"['αποβαίνω', 'απογίνομαι', 'απολήγω', 'καταλήγω', 'καταντώ', 'κατασταλάζω', 'τελειώνω', 'τερματίζω', 'φτάνω', 'περιέρχομαι']" πεζεύω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" παπικός,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'πάνδημος']" πεποίθηση,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πλευρά', 'πρίσμα', 'πτυχή']" παπάς,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'πρεσβύτερος']" πείθομαι,"['αγρικώ', 'ακούω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'δέχομαι', 'καταλαβαίνω', 'υπακούω']" πείθω,"['βολεύω', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταφέρνω', 'κατορθώνω', 'νικώ', 'υπερισχύω', 'πετυχαίνω']" παίνεμα,"['εγκωμιασμός', 'εγκωμίαση', 'εγκώμιο', 'εκθειασμός', 'διθύραμβος', 'εξύμνηση', 'δόξα', 'αίνος', 'υμνολογία', 'ύμνηση', 'ύμνος', 'έπαινος']" παίνιες,"['καλοτυχίσματα', 'συγχαρητήρια', 'συχαριάσματα', 'συχαρίκια', 'παινέματα']" πείραγμα,"['ακμή', 'ακωκή', 'ακίδα', 'αιχμή', 'μυτερή άκρη', 'μύτη', 'υπόνοια']" παίρνω γνώμη,"['διαβάζω', 'συμβουλεύομαι', 'ζητώ τα φώτα']" παίρνω αίσθηση,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'ψαύω']" παχυλός,"['γεμάτος', 'δαψιλής', 'ακένωτος', 'ανεξάντλητος', 'ανέσωστος', 'αστείρευτος', 'ατέλειωτος', 'μπερεκετλίδικος', 'μπόλικος', 'άφθονος', 'άσωστος', 'άπλετος', 'περισσός', 'πλούσιος', 'πολύς']" παχύδερμος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'πωρωμένος', 'χοντρόπετσος']" παχύς,"['θολωτός', 'κουλουριασμένος', 'κυκλικός', 'κυκλοτερής', 'ολοστρούμπουλος', 'ολόγυρος', 'φεγγαροπρόσωπος', 'σφαιρικός', 'σφαιροειδής', 'σφαιρωτός', 'στρογγυλός', 'στρουμπουλός', 'περιφερικός']" πηγάζω,"['βγαίνω', 'αναβλύζω', 'αναβρύζω', 'βρυσίζω', 'ξεπετιέμαι', 'χύνομαι']" πηγή,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'προέλευση']" πηλαλώ,"['ελαύνω', 'βιάζομαι', 'αναπτύσσομαι ραγδαία', 'αμολιέμαι', 'γοργοποδίζω', 'γοργώνω', 'γρηγορεύω', 'δρομίζω', 'καλπάζω', 'κάνω γρήγορα', 'ροβολώ', 'τριποδίζω', 'τροχάζω', 'τρέχω', 'σπεύδω']" πλαγιομάτης,"['αλλήθωρος', 'λοξομάτης', 'λοξόφθαλμος', 'στραβομάτης', 'ζαβομάτης', 'πλαγιόμματος']" πλαγιά,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" πλαγιόμματος,"['αλλήθωρος', 'λοξομάτης', 'λοξόφθαλμος', 'στραβομάτης', 'ζαβομάτης', 'πλαγιομάτης']" πλαγιάζω,"['εγκαθίσταμαι', 'αφοσιώνομαι', 'επιδίδομαι', 'ξαπλώνομαι', 'ξαπλώνω', 'στρώνομαι']" πλακωσιά,"['διαγκωνισμός', 'ανθρωποθάλασσα', 'ανθρωπομάνι', 'κοσμοσυρροή', 'κοσμοπλημμύρα', 'μερμήγκια', 'συμφόρηση', 'συνωστισμός', 'συνώθηση', 'στριμωξίδι', 'στρίμωγμα', 'ζούλα']" πλανερός,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλάνος', 'ψεύτικος']" πλανευτής,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλάνος', 'χρυσαλοιφή']" πλεονεκτικότητα,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" πλεονέκτημα,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" πλεονέκτης,"['αδηφάγος', 'αγέμιστος', 'ανικανοποίητος', 'αχόρταγος', 'φαγάς', 'φιλοχρήματος', 'άπληστος']" πλεούμενο,"['βαπόρι', 'καράβι', 'ναυς', 'ναυπήγημα', 'πλοίο', 'πλωτό']" πλευρά,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πρίσμα', 'πτυχή']" πλαστουργώ,"['γεννώ', 'δημιουργώ', 'εκπονώ', 'επινοώ', 'ιδρύω', 'κατασκευάζω', 'κάνω', 'μαστορεύω', 'φαμπρικάρω', 'φιλοτεχνώ', 'φτιάνω', 'συνθέτω', 'παράγω', 'πλάθω', 'χτίζω']" πλαστός,"['ανυπόστατος', 'ανύπαρκτος', 'φανταστικός', 'χιμαιρικός']" πλατωσιά,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" πλεόνασμα,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλήθεμα', 'πολλαπλασιασμός']" πλαζ,"['ακρογιαλιά', 'ακροθαλασσιά', 'ακτή', 'αμμουδιά', 'σπιάντζα', 'παραλία', 'περιγιάλι']" πληγή,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πλήγμα', 'χτύπημα']" πληγώνομαι,"['λαβώνομαι', 'τραυματίζομαι']" πληγώνω,"['λαβώνω', 'τραυματίζω']" πληγώνω ψυχικά,"['αγκυλώνω', 'ενοχλώ', 'ερεθίζω', 'κεντρίζω', 'κεντώ', 'τσιμπώ', 'πειράζω', 'παρενοχλώ']" πληθαίνω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" πληκτικός,"['βαρετός', 'ανιαρός', 'ενοχλητικός', 'δυσάρεστος', 'αποκοιμιστικός', 'κουραστικός', 'μονότονος', 'ρουτινιάρικος', 'φορτικός']" πλημμύρα,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρισμα', 'χείμαρρος']" πλημμύρισμα,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'χείμαρρος']" πληροφορώ,"['βγάζω', 'ακουμπώ', 'βάζω', 'αποθέτω', 'καταθέτω', 'θέτω', 'τοποθετώ']" πληροφορία,"['διήγηση', 'εξιστόρηση', 'γνώση', 'αφήγηση', 'επιστήμη', 'ιστορικό', 'ιστορία', 'ιστόρημα', 'μολόγημα', 'μπελάς', 'φασαρία', 'ζήτημα', 'παρελθόν', 'παραμύθι', 'περασμένα']" πληρωμή,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'προαγωγή']" πληρότητα,"['ακεραιότητα', 'γνησιότητα', 'ανόθευτο', 'αρτιότητα', 'άδολο']" πληρώνω,"['γκρεμίζω', 'εξαντλώ', 'εξασθενίζω', 'εξοντώνω', 'εξοφλώ', 'καταβάλλω', 'κατανικώ', 'καταρρίπτω', 'νικώ']" πλησιάζω,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" πλησίον,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κολλητά', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλάι']" πιλατεύω,"['αδρανώ', 'βασανίζω', 'διασταυρώνω', 'θανατώνω', 'ταλαιπωρώ', 'σταυρώνω', 'συναντώ τυχαία', 'τυραννώ']" πικραντέρης,"['απαισιόδοξος', 'απελπισιάρης', 'πεσιμιστής']" πικροαίματος,"['αναγάπητος', 'αντιπαθητικός', 'ασυμπαθής', 'ασυμπάθητος', 'απεχθής', 'αποκρουστικός', 'αχώνευτος', 'κρύος', 'μισητός', 'σιχαμερός', 'άχαρος']" πινακίδα,"['αξίωμα', 'ετικέτα', 'επιγραφή', 'επικεφαλίδα', 'επονομασία', 'επωνυμία', 'κεφαλίδα', 'ονομασία', 'οφίκιο', 'ταμπέλα', 'τιμητική προσηγορία', 'φίρμα', 'τίτλος', 'πανώγραμμα', 'περγαμηνή']" πλοκή λέξεων,"['διευθέτηση', 'διάταξη', 'κατάταξη', 'μηνιαία επιχορήγηση', 'τακτοποίηση', 'συγγραφή', 'συγκράτηση', 'συναρμολόγηση', 'συντάκτες εντύπου', 'σύνθεση', 'σύνταξη', 'παράταξη']" πλουμί,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" πλουμίδι,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλούμισμα', 'ποίκιλμα']" πλουσιότατος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πάμπλουτος']" πλουτοκρατία,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλούτος']" πλούμισμα,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'ποίκιλμα']" πλούσιος,"['ευκατάστατος', 'εύπορος', 'λεφτάς', 'παραδούχος']" πλούτισμα,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πρόσοδος', 'πόρος']" πλούτος,"['βιος', 'ενεργητικό', 'ενότητα βιβλίου', 'αρχικό ποσό', 'αρχοντολόι', 'κεφάλαιο', 'καπιταλιστές', 'καπιτάλι', 'ξεκίνημα', 'μπουρζουαζία', 'ταλέντο', 'υπάρχοντα', 'άνθρωπος αξίας', 'περιουσία', 'πλουτοκρατία']" πλοίαρχος,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πολέμαρχος']" πλοίο,"['βαπόρι', 'καράβι', 'ναυς', 'ναυπήγημα', 'πλεούμενο', 'πλωτό']" πιτσιλιά,"['βρώμα', 'λαδιά', 'λεκιά', 'λεκές', 'κηλίδα', 'λέρα', 'μελανιά', 'μελανάδα', 'μουντζαλιά', 'μουντζούρα', 'ρύπος', 'σκοτεινό μέρος ουράνιων σωμάτων', 'στίγμα', 'σπίλος', 'όνειδος']" πιστοποιητικό,"['βεβαίωση', 'διαβεβαίωση', 'απόδειξη', 'κατάδειξη', 'τεκμηρίωση', 'φανέρωμα']" πιστός,"['αληθινός', 'ακριβής', 'αλάθευτος', 'αλάνθαστος', 'ορθός', 'τακτικός', 'συνεπής', 'σωστός']" πιστότητα,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'ψηλή τιμή']" πισωγύρισμα,"['αναδρομή', 'γυρισμός', 'επανάκαμψη', 'επανάληψη', 'επιστροφή', 'θύμηση', 'τρέξιμο', 'άνοδος', 'παλινδρομή']" πλάι,"['εγγύς', 'δίπλα', 'κολλητά', 'κοντά', 'ολόκοντα', 'σιμά', 'πλησίον']" πλάκα,"['ηλεκτρική μπαταρία', 'μέρος σελίδας', 'στήλη']" πλάθω,"['διαμορφώνω', 'ανακατεύω', 'ζυμώνω']" πλάνος,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'χρυσαλοιφή']" πιάνω,"['αιχμαλωτίζω', 'κατακρατώ', 'συλλαμβάνω']" πιάνω χώρο,"['αρπάζω', 'καταλαμβάνω', 'κατακτώ', 'κατέχω', 'πιάνω']" πλωτό,"['βαπόρι', 'καράβι', 'ναυς', 'ναυπήγημα', 'πλεούμενο', 'πλοίο']" πλάτωμα,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'ίσιος δρόμος', 'ίσιωμα']" πιέζω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πρεσάρω']" πλήγμα,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'χτύπημα']" πλήθεμα,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πολλαπλασιασμός']" πλήθος,"['ασκέρι', 'λεφούσι', 'μπουλούκι', 'φουσάτο', 'στρατιά', 'στρατός', 'στράτευμα']" πλήρης,"['ολόκληρος', 'τέλειος', 'σώος', 'άβλαβος', 'άθικτος', 'άρτιος', 'ζυγός']" πλήττω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'προδικάζω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" ποδηγετώ,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'προσανατολίζω', 'χειραγωγώ']" πνεούμενος,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'ψυχωμένος']" πνευματικός,"['ιδανικός', 'ιδεώδης', 'θεωρητικός', 'νοητός', 'φανταστικός', 'τέλειος', 'υποδειγματικός', 'άρτιος', 'άψογος']" πνευματώδης,"['δαιμόνιος', 'δαίμονας', 'διάολος', 'ανοιχτομάτης', 'ευφυής', 'αφυπνισμένος', 'ατσίδα', 'μεγαλοφυής', 'οξύνους', 'νοήμονας', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'τετραπέρατος', 'σπιρτόζος', 'έξυπνος']" πνευστιώ,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" πνευστίαση,"['αγκομάχημα', 'δύσπνοια', 'λαχάνιασμα', 'άσθμα', 'ψυχομάχημα', 'ψυχορράγημα']" πνεύμα,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'ψυχή', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" πνιγηρός,"['ασφυκτικός', 'αποπνικτικός', 'πνικτικός']" πολεμικό όχημα,"['θωρακισμένο', 'οπλισμός', 'τανκ', 'άρμα', 'έμβλημα']" πνιγμονή,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνίξιμο', 'πόμωμα']" πολεμώ,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'προσπαθώ']" ποιητικός οίστρος,"['επίνοια', 'ιδέα', 'μούσα', 'οίστρος', 'έμπνευση', 'πνοή']" ποθητός,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'πολυπόθητος', 'προσφιλής']" πολλαπλασιασμός,"['αβγάτισμα', 'αύξηση', 'επαύξηση', 'επιμήκυνση', 'μεγάλωμα', 'πλεόνασμα', 'πλήθεμα']" πολλαπλασιάζω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'προκόβω', 'προοδεύω']" πολιτεία,"['εγκατεστημένος', 'αρχή', 'καθεστώς', 'κράτος', 'πολίτευμα']" πνικτικός,"['ασφυκτικός', 'αποπνικτικός', 'πνιγηρός']" πολιτική μερίδα,"['κομμάτι', 'κόμμα', 'μέρος όλου', 'τεμάχιο', 'σημείο στίξης']" πολισμάνος,"['αστυνομικός', 'αστυνόμος', 'αστυφύλακας', 'πόλισμαν']" ποινή,"['δοκιμασία', 'ενοχοποίηση', 'καταδίκη', 'ταλαιπωρία']" πολυδόξαστος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" πολυδάπανος,"['δαπανηρός', 'ακριβός', 'εξηνταβελόνης', 'αρμυρός', 'απροσπέλαστος', 'απρόσιτος', 'καρμίρης', 'κοστιστικός', 'φαρμακείο', 'φιλάργυρος', 'τσιγκούνης', 'σφιχτοχέρης', 'τσουχτερός', 'φωτιά', 'πολυέξοδος']" πολυκατοικία,"['κατοικία', 'οικεία', 'οίκος', 'σπίτι']" πολυθρόνα,"['αξίωμα καθηγητού', 'επίπεδο σχήματος', 'καρέκλα', 'θρόνος', 'κάθισμα', 'θέση', 'μέρος σώματος', 'σκαμνί', 'τόπος δράσης', 'υπόβαθρο καθίσματος', 'έδρα']" πολυθρύλητος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολύδοξος', 'πολύκροτος']" πολυφαγία,"['αδηφαγία', 'γαστριμαργία', 'κοιλιοδουλία']" πολυτέλεια,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'χλιδή', 'χάρη']" πολυέξοδος,"['γλεντοκόπος', 'διεφθαρμένος', 'ακόλαστος', 'ανήθικος', 'σκορπιστής', 'σκορποχέρης', 'σπάταλος', 'άσωτος', 'έκλυτος']" πολυπληθής,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολύς']" πολυπόθητος,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'προσφιλής']" πολύ γρήγορα,"['αναλαμπή', 'γοργότητα', 'αστραποφεγγιά', 'αστραποπύρι', 'αστραπόβροντο', 'αστραπόφεγγο', 'αστραπή', 'αστροπελέκι', 'κεραυνός', 'κατάπληξη', 'φεγγοβόλημα', 'σβελτάδα', 'ταχύτατα']" πολύδοξος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύκροτος']" πολύκροτος,"['δοξασμένος', 'ευκλεής', 'επιφανής', 'θρυλικός', 'ξακουσμένος', 'ξακουστός', 'ονομαστός', 'μέγας', 'ένδοξος', 'πανένδοξος', 'περιφανής', 'περίδοξος', 'πολυδόξαστος', 'πολυθρύλητος', 'πολύδοξος']" πολέμαρχος,"['διοικητής', 'αξιωματικός', 'αρχηγός', 'αστυνόμος', 'επικεφαλής', 'καραβοκύρης', 'καπετάν', 'καπετάνιος', 'κυβερνήτης', 'ναύαρχος', 'οπλαρχηγός', 'πλοίαρχος']" πολύς,"['αδιευθέτητος', 'αλογάριαστος', 'αξεκαθάριστος', 'αναρίθμητος', 'ανυπολόγιστος', 'αμέτρητος', 'αρίφνητος', 'ατακτοποίητος', 'ασυλλόγιστος', 'απειροπληθής', 'απειράριθμος', 'απερίσκεπτος', 'άμετρος', 'άπειρος', 'πολυπληθής']" πολύζουμος,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύχυμος']" πολύπλοκος,"['αδιανόητος', 'αλαμπουρνέζικος', 'ακαταλαβίστικος', 'ακατανόητος', 'ακατάληπτος', 'ανεξήγητος', 'ανερμήνευτος', 'γριφώδης', 'δυσεξήγητος', 'ασύλληπτος', 'ιερογλυφικός', 'κορακίστικος', 'μυστηριώδης', 'σιβυλλικός', 'σκοτεινός']" πολύχυμος,"['γευστικός', 'εύγευστος', 'εύχυμος', 'επικερδής', 'αποδοτικός', 'επωφελής', 'καίριος', 'μεστός', 'ουσιαστικός', 'νόστιμος', 'συμφέρων', 'ζουμερός', 'ζουμάτος', 'περιεκτικός', 'πολύζουμος']" ποθώ,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω', 'χαλεύω']" πολίτευμα,"['εγκατεστημένος', 'αρχή', 'καθεστώς', 'κράτος', 'πολιτεία']" πονεσιάρης,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονόκαρδος']" πονηρός,"['εξυπνότατος', 'ευφυής', 'ατσίδας', 'ικανότατος', 'κουνάβι', 'μουστέλα', 'πανούργος']" ποντάρω,"['βασίζομαι', 'ακουμπώ', 'στηρίζομαι', 'υπολογίζω']" πονόδοντος,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'προσκόλληση', 'προσήλωση', 'ίμερος']" πονόκαρδος,"['ελεημονητικός', 'ελεητικός', 'ελεήμονας', 'ευσπλαχνικός', 'εύσπλαχνος', 'καλόκαρδος', 'οικτίρμονας', 'τρυφερόκαρδος', 'πονεσιάρης']" πομπή,"['αισχύνη', 'εξευτελισμός', 'ανυποληψία', 'ατιμία', 'δυσμορφία', 'ατίμωση', 'ασχήμια', 'αίσχος', 'κακοτέχνημα', 'κακοήθεια', 'μασκαραλίκι', 'μικρότητα', 'ντροπή', 'ντρόπιασμα', 'όνειδος']" πνοή,"['επίνοια', 'ιδέα', 'μούσα', 'οίστρος', 'έμπνευση', 'ποιητικός οίστρος']" πορεύομαι,"['διευθύνομαι', 'αποβλέπω', 'κατευθύνομαι']" πορεία,['κατεύθυνση'] πορθητής,"['γαζής', 'γυναικάς', 'γόης', 'κατακτητής', 'Καζανόβας', 'θριαμβευτής', 'κυρίαρχος', 'κόφτης', 'νικητής']" πορτάκι,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτέλο']" πορτέλο,"['γκισέ', 'θυρίδα', 'μπουκαπόρτα', 'φεγγίτης', 'παραθυράκι', 'παραπόρτι', 'πορτάκι']" ποσοστό,"['απόκομμα', 'απόσπασμα', 'κλασματικός αριθμός', 'κλάσμα', 'κομμάτι', 'κουπόνι', 'θραύσμα', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'σύντριμμα', 'φέτα']" ποσότητα,"['αδαημοσύνη', 'ανασκησία', 'αφθονία', 'ατζαμοσύνη', 'απειρία', 'απραγία', 'μεγάλο πλήθος', 'άγνοια']" ποσώς,"['γενικώς', 'διόλου', 'εν γένει', 'εν συνόλω', 'καθόλου', 'ολότελα', 'ουδαμώς', 'ουδόλως', 'συνολικά', 'τίποτε']" πούλβερη,"['κονιορτός', 'κόνις', 'ξηρίο', 'σκονάκι', 'σκόνη']" πούλημα,"['αλλοτρίωση', 'εκποίηση', 'απαλλοτρίωση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'χάσιμο']" πνίγω τελειωτικά,"['καταστέλλω', 'καταπνίγω']" ποίκιλμα,"['γιορντάνι', 'κεντίδι', 'λούσο', 'κόσμημα', 'ξόμπλι', 'μπιζού', 'μπιχλιμπίδι', 'φιοριτούρα', 'τσαπράζια', 'στολίδι', 'στόλισμα', 'στόρισμα', 'πλουμί', 'πλουμίδι', 'πλούμισμα']" πνίξιμο,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πόμωμα']" πραγματικά,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικότητα', 'πράγματι']" πραγματικός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πρακτικός', 'χειροπιαστός']" πραγματικότητα,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πράγματι']" πρακτικός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'χειροπιαστός']" πραματευτής,"['εμπορευόμενος', 'γυρολόγος', 'καταστηματάρχης', 'μεταπράτης', 'μικροπωλητής', 'έμπορας', 'έμπορος']" πρεμούρα,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'προσδοκία', 'προσμονή']" πρανές,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" πρεσβύτερος,"['αβάς', 'βραχμάνος', 'εφημέριος', 'ιερουργός', 'ιερωμένος', 'ιερέας', 'λευΐτης', 'κληρικός', 'ρασοφόρος', 'παπάς']" πρεσάρω,"['ξεζουμίζω', 'συνθλίβω', 'συμπιέζω', 'στραγγίζω', 'στύβω', 'ζουλώ', 'ζουπώ', 'ζουπίζω', 'πατικώνω', 'πατώ', 'πιέζω']" προαγοράζω,"['αγκαζάρω', 'δεσμεύω', 'καπαρώνω']" προγενέστερος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" προαγωγή,"['αμοιβή', 'ανταμοιβή', 'αντιμισθία', 'αντάμειψη', 'δούλεψη', 'επιβράβευση', 'αποζημίωση', 'μισθός', 'έπαινος', 'πληρωμή']" προβιβασμός,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προκοπή']" προδικάζω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προγράφω', 'προστιμάρω']" προβολή,"['διαφήμιση', 'παρουσίαση', 'προέκταση']" προεξάρχων,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προϊστάμενος', 'πρίγκιπας']" προγραφή,"['καταδιωγμός', 'καταδίωξη', 'κατατρεγμός', 'κυνηγητό', 'κυνήγημα', 'κυνήγι']" προγράφω,"['διώκω', 'επιβουλεύομαι', 'καταδιώκω', 'καταδυναστεύω', 'κατατρέχω', 'καταπιέζω', 'κατηγορώ', 'κυνηγώ', 'συκοφαντώ']" προβάλλω,"['βεβαιώνω', 'διατρανώνω', 'επιβεβαιώνω', 'αποδεικνύω', 'καταδεικνύω', 'τεκμηριώνω', 'φανερώνω']" προκαταβολή,"['δαχτυλίδι', 'αρραβωνίσια', 'αρραβώνες', 'αρραβώνας', 'αρραβώνιασμα', 'βέρα', 'δέσμευση', 'καπάρωμα', 'κάπαρο', 'μνηστεία', 'μνήστευση']" προκατακλυσμιαίος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" προκινδυνεύω,"['αντιστέκομαι', 'αμύνομαι', 'αποκρούω', 'συνασπίζω', 'υπεραμύνομαι', 'υπερασπίζομαι', 'προστατεύω']" προκομμένος,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'χρυσοχέρης']" προκοπή,"['διορισμός', 'αναγόρευση', 'ανακήρυξη', 'ανάδειξη', 'ανάρρηση', 'ευδοκίμηση', 'φτάσιμο', 'προβιβασμός']" προθυμία,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'πάθος']" προκόβω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προοδεύω']" προοδευτικός,"['αδέξιος', 'ανάζερβος', 'αριστεροχέρης', 'αριστερός', 'αριστερόχειρας', 'αριστερόχερος', 'επαναστατικός', 'επαρίστερος', 'κομμουνιστής', 'κόκκινος', 'ριζοσπαστικός', 'ζερβοκουτάλας', 'ζερβοχέρης', 'ζερβός']" προοδεύω,"['αβγατίζω', 'εντείνω', 'αυξάνω', 'επεκτείνω', 'επαυξάνω', 'επιμηκύνω', 'επιτείνω', 'επιταχύνω', 'μεγαλώνω', 'πληθαίνω', 'πολλαπλασιάζω', 'προκόβω']" προμελετώ,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προτίθεμαι', 'προσχεδιάζω']" προορισμός,"['ειμαρμένη', 'γραφτό', 'αποστολή', 'ιερατείο', 'λαχνός', 'κληρονομιά', 'κλήρος', 'κλήρωση', 'μερτικό', 'μερίδα', 'μερίδιο', 'μοιράδι', 'μοίρα', 'ριζικό', 'τύχη']" προσεγγίζω,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" προσγειώνομαι,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" προσεδάφιση,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσγείωση', 'προσθαλάσσωση']" προσγείωση,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσθαλάσσωση']" προσεκτικός,"['ακοίμητος', 'ξυπνητός', 'ξύπνιος', 'άγρυπνος', 'άσβηστος', 'άυπνος']" προσανατολίζω,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'χειραγωγώ']" προσβολή,"['γιουρούσι', 'γιούρα', 'εισβολή', 'αιφνιδιαστική επιθεώρηση', 'εμβολή', 'εφόρμηση', 'επιδρομή', 'επέλαση', 'επέλευση', 'επίθεση', 'ρεσάλτο', 'τράκος', 'έφοδος', 'πάτημα', 'χτύπημα']" προσδοκία,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσμονή']" προσβάλλω,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'ψαύω', 'ψηλαφώ']" προσεχής,"['δευτερογενής', 'ακόλουθος', 'βοηθός', 'δορυφόρος', 'γορίλας', 'επόμενος', 'κατοπινός', 'κάλφας', 'μιμητής', 'οπαδός', 'μπράβος', 'τσιράκι', 'συνεπής', 'συνοδός', 'σύμφωνος']" προσθαλασσώνομαι,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" προσθαλάσσωση,"['καταβύθιση', 'κατηφοριά', 'κατηφόρισμα', 'κατολίσθηση', 'κατάβαση', 'κατωφέρεια', 'κατέβασμα', 'κατήφορος', 'κάθοδος', 'ροβόλημα', 'πλαγιά', 'πρανές', 'προσεδάφιση', 'προσγείωση']" προτιμώ,"['αγαπώ', 'ερωτεύομαι', 'αρέσκομαι', 'επιθυμώ', 'λατρεύω', 'θέλω', 'μου αρέσει', 'τρελαίνομαι για', 'συμπαθώ', 'τέρπομαι', 'ποθώ']" προσκυνώ,"['γονατίζω', 'καμπουριάζω', 'ταπεινώνομαι', 'σκύβω', 'υποδουλώνομαι', 'υποτάσσομαι']" προσκόλληση,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσήλωση', 'ίμερος']" προσθέτω,"['αθροίζω', 'θησαυρίζω', 'μαζεύω', 'σουμάρω', 'συγκεντρώνω', 'συλλέγω', 'συνάζω', 'συσσωρεύω']" προσκήνιο,"['αντίσκηνο', 'ορχήστρα', 'ράμπα', 'σκηνή', 'τσαντίρι', 'τέντα']" προσομοιάζω,"['βγαίνω', 'αναλογώ', 'ανταποκρίνομαι', 'αντιστοιχώ', 'ανήκω', 'ισοδυναμώ']" προσμονή,"['αβασταγιά', 'αδημονία', 'βιασύνη', 'ελπίδα', 'αναμονή', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'απαντοχή', 'καρτερία', 'λαχταρά', 'πρεμούρα', 'προσδοκία']" προσορμίζομαι,"['εγκαθίσταμαι', 'αγκυροβολώ', 'αγκυρώνω', 'ελλιμενίζομαι', 'αραξοβολώ', 'αράζω', 'καθορμίζομαι', 'λιμενίζομαι', 'λιμενίζω', 'φουντάρω', 'στεριώνω']" προσμένω,['απαντέχω'] προτρέπω,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προωθώ']" προσσεληνώνομαι,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'πέφτω', 'χαμηλώνω']" προστατευτικό μέσο,"['αμυντικό περίβλημα', 'θώρακας', 'μεσαίο τμήμα εντόμων', 'στήθος']" προστατεύω,"['αγκαλιάζω', 'εγκολπώνομαι', 'εναγκαλίζομαι', 'ενστερνίζομαι', 'ασπάζομαι', 'κοιτάζω ολόγυρα', 'κυκλώνω', 'σφίγγω στο στήθος μου', 'περιλαμπάζω', 'περικλαδώνω', 'περισκοπώ', 'περιζώνω', 'περιπτύσσομαι']" προστασία,"['αφοσίωση', 'τρυφερότητα', 'στοργικότητα', 'στοργή']" προσφεύγω κάπου,"['αναζητώ ασφάλεια', 'καταλήγω να χρησιμοποιήσω', 'καταφεύγω', 'κάνω έκκληση']" προσφιλής,"['αγαπημένος', 'αγαπητός', 'εράσμιος', 'επιθυμητός', 'λατρευτός', 'φίλος', 'φίλτατος', 'ποθητός', 'πολυπόθητος']" προστιμάρω,"['βασανίζω', 'εκδικιέμαι', 'διώκω', 'ενοχοποιώ', 'απαισιοδοξώ', 'αποδοκιμάζω', 'καταδικάζω', 'τιμωρώ', 'τσεκουρώνω', 'συγυρίζω', 'παιδεύω', 'πλήττω', 'προδικάζω', 'προγράφω']" προφυλάγω,"['βαστώ', 'διατηρώ', 'διατρέφω', 'διαφυλάσσω', 'τηρώ', 'φροντίζω', 'συντηρώ', 'υποθάλπω', 'περιποιέμαι']" προστρέχω,"['ανανήφω', 'ηρεμώ', 'ξελιποθυμώ', 'μετανοώ', 'μαζεύομαι', 'συγκεντρώνομαι', 'συναθροίζομαι', 'συνεφέρνομαι', 'συνέρχομαι', 'συρρέω', 'προσέχω']" προστάτης,"['αγκωνιά', 'αγκωνάρι', 'αγκωνή', 'εδραίος', 'ακλόνητος', 'ακρολίθι', 'αμετακίνητος', 'βράχος', 'ατράνταχτος', 'γωνιόλιθος', 'γωνία', 'μόνιμος', 'σταθερός', 'στήριγμα']" προσφέρω,"['κερνώ', 'οινοχοώ', 'φιλεύω', 'τρατάρω']" προσωρινός,"['εξαιρετικός', 'εξαίρετος', 'εξαίσιος', 'ασυνήθιστος', 'αποσπασμένος', 'απρόβλεπτος', 'θαυμάσιος', 'μη μόνιμος', 'μη προβλεπόμενος', 'ωραιότατος', 'όχι τακτικός', 'έκτακτος', 'έξοχος', 'περιστατικός', 'περίφημος']" προσωρινή μετάθεση,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'πάρσιμο']" προσωπικός,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'χωριστός']" προσέρχομαι,"['ενσκήπτω', 'αριβάρω', 'αφικνούμαι', 'επισκήπτω', 'επέρχομαι', 'κουβαλιέμαι', 'φτάνω', 'έρχομαι', 'προέρχομαι']" προσέχω,"['γιατρεύω', 'γιατροκομώ', 'ανορθώνω', 'εξυγιαίνω', 'καλλιεργώ', 'θεραπεύω', 'κοιτάζω', 'κουράρω', 'κάνω καλά', 'ξαρρωστώ', 'νοσηλεύω', 'φροντίζω', 'υπηρετώ', 'περιθάλπω', 'περιποιούμαι']" προσπαθώ,"['αγωνίζομαι', 'διαγωνίζομαι', 'αθλούμαι', 'αμιλλώμαι', 'κοπιάζω', 'μάχομαι', 'συναγωνίζομαι', 'υποστηρίζω υπόθεση', 'παλεύω', 'πασχίζω', 'πολεμώ']" προσπερνώ,"['διαφεύγω', 'διασώζομαι', 'αρνιέμαι', 'αποφεύγω', 'ξεφεύγω', 'σκαπουλάρω', 'σιχαίνομαι', 'υπερπηδώ', 'παρακάμπτω']" προσπάθεια,"['εγχείρημα', 'δοκιμή', 'απόπειρα', 'τεστ', 'τόλμημα']" προσήλωση,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'ίμερος']" προτίθεμαι,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προσχεδιάζω']" προσχεδιάζω,"['διαλογίζομαι', 'διανοούμαι', 'αναλογίζομαι', 'ετοιμάζω', 'λογιάζω', 'σκοπεύω', 'σκέπτομαι', 'συλλογιέμαι', 'συλλογίζομαι', 'στοχάζομαι', 'σχεδιάζω', 'προμελετώ', 'προτίθεμαι']" προωθώ,"['αβαράρω', 'διαγκωνίζομαι', 'εξωθώ', 'αμπώθω', 'αμπώχνω', 'απομακρύνω', 'απωθώ', 'σκουντώ', 'στριμώχνω', 'σπρώχνω', 'ωθώ', 'παρακινώ', 'παρορμώ', 'παροτρύνω', 'προτρέπω']" προϊστορικός,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'πρόγονος', 'πρωτινός']" προϊστάμενος,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'πρίγκιπας']" προϋποθέτω,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'χαλεύω']" προέλευση,"['γενεαλογία', 'γενιά', 'εθνικότητα', 'γένος', 'καταγωγή', 'καταβίβαση', 'ράτσα', 'ρίζα', 'σειρά', 'σόι', 'τόπος', 'φύτρα', 'πατρίδα', 'πηγή']" προέκταση,"['διαφήμιση', 'παρουσίαση', 'προβολή']" προέρχομαι,"['ακολουθώ', 'εκπηγάζω', 'επακολουθώ', 'απορρέω', 'επέρχομαι', 'είμαι οπαδός', 'συνεπάγομαι', 'συμμορφώνομαι', 'έρχομαι κατόπι', 'έπομαι', 'παρέπομαι']" προπαρασκευάζω,"['διευθετώ', 'εκπαιδεύω', 'εξοπλίζω', 'εφοδιάζω', 'ετοιμάζω', 'επανορθώνω', 'απαρτίζω', 'επιδιορθώνω', 'καταρτίζω', 'καταστρώνω', 'μορφώνω', 'οργανώνω', 'τακτοποιώ', 'ταξινομώ', 'παρασκευάζω']" προπετής,"['αλαζόνας', 'αθυρόστομος', 'ανευλαβής', 'ασεβής', 'αυθάδης', 'θρασύς', 'ιταμός', 'υπεροπτικός', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης']" προπηλακίζω,"['δε λογαριάζω', 'δεν υπολογίζω', 'ελεεινολογώ', 'αψηφώ', 'καταφρονώ', 'οικτίρω', 'υποτιμώ', 'περηφανεύομαι', 'περιφρονώ']" προπόνηση,"['βασάνισμα', 'εκτέλεση καθήκοντος', 'δοκιμασία', 'ενάθληση', 'ενάσκηση', 'εξάσκηση', 'εξέταση', 'καλλιέργεια', 'κατάρτιση', 'μόρφωση', 'τριβή', 'συνεχής ενασχόληση', 'άσκηση', 'έλεγχος']" προπέλα,"['κοχλίας', 'μέρος αυτιού', 'σαλιγκάρι', 'σπειροειδής γραμμή', 'σπείρα', 'έλικας']" προπέμπω,"['κατευοδώνω', 'συμβαδίζω', 'συνοδεύω', 'συνοδοιπορώ', 'συντροφεύω', 'συμπαρακολουθώ', 'παρακολουθώ']" πρόδειπνο,"['δειλινό', 'δείλι', 'απομεσήμερο', 'απόγεμα', 'απόγευμα', 'απόγιομα', 'κοντοβασίλεμα', 'μερέντι']" πρόβλημα,"['δουλειά', 'ερώτημα', 'δυσκολία', 'αίτημα', 'θέμα', 'υπόθεση', 'ζήτημα']" πράγμα,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πρόθεση']" πράγματα,"['βαλίτσες', 'γυλιός', 'αποσκευή', 'μετακόμιση', 'μεταφορά', 'οικοσκευή', 'μπαγκάζια', 'τσαπράγκαλα', 'σέα']" πράγματι,"['αληθινά', 'αληθοσύνη', 'αληθώς', 'ειλικρίνεια', 'ακρίβεια', 'αλήθεια', 'αξίωμα', 'ορθότητα', 'φιλαλήθεια', 'σοβαρά', 'σωστά', 'σωστάδα', 'όντως', 'πραγματικά', 'πραγματικότητα']" πρόγονος,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρωτινός']" πρόθεση,"['διάθεση', 'βλέψη', 'αντικείμενο', 'δέκτης ενεργείας', 'επιδίωξη', 'θέμα', 'θύμα', 'υλικό', 'σκοπός', 'στόχος', 'τέρμα', 'παθών', 'πράγμα']" πρόθυμος,"['αβαρής', 'ελαφρός', 'ακούραστος', 'ανάλαφρος', 'άβαρος', 'άμυαλος']" πρόοδος,"['αναρρίχηση', 'ανατίμηση', 'ανηφόρισμα', 'ανάβαση', 'ανάρρηση', 'ανέβασμα', 'ανύψωση', 'αύξηση', 'σκαρφάλωμα', 'άνοδος']" πράος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'ήμερος', 'ήσυχος']" πρωταγωνιστής,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" πρωταρχικός,"['βασικός', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'δυνατός', 'απαραίτητος', 'θεμελιώδης', 'κύριος', 'σημαντικός', 'σοβαρός', 'σπουδαίος', 'ζωηρός', 'ζωογονητικός', 'ζωογόνος', 'ζωτικός']" πρόφαση,"['δικαιολογία', 'αιτιολογία', 'αναγωγή', 'εξήγηση']" πρωτεία,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτοκαθεδρία', 'πρωτάτο']" πρωταίτιος,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωτοπαλίκαρο', 'ήρωας']" πρωτινός,"['αλλοτινός', 'αρχαϊκός', 'αρχαίος', 'ντεμοντέ', 'μυθικός', 'παλιός', 'παμπάλαιος', 'περασμένος', 'πατρογονικός', 'προγενέστερος', 'προκατακλυσμιαίος', 'προϊστορικός', 'πρόγονος']" πρωτιά,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτάρχισμα']" πρωτοβλέπω,"['ανακαλύπτω', 'εξευρίσκω', 'ανευρίσκω', 'βρίσκω', 'εφευρίσκω', 'επινοώ', 'αποκαλύπτω', 'μαθαίνω', 'ξεσκεπάζω', 'ξετρυπώνω', 'φανερώνω']" πρόσοδος,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πόρος']" πρωτοκαθεδρία,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτάτο']" πρωτοφανής,"['ανεκδιήγητος', 'ανεκδήλωτος', 'ανεκλάλητος', 'ανείπωτος', 'αμολόγητος', 'ανομολόγητος', 'ανέκφραστος', 'αφανέρωτος', 'απερίγραπτος', 'άρρητος', 'άφατος', 'άτονος', 'άφραστος', 'παγερός', 'ψυχρός']" πρωτοτυπία,"['ασύνηθες', 'καινοτομία', 'καινούργιο', 'μεταρρύθμιση', 'νεωτερισμός', 'μοντερνισμός']" πρωτοπαλίκαρο,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'ήρωας']" πρωτοπόρος,"['ανακαινιστής', 'ανανεωτής', 'αναμορφωτής', 'εφευρετικός', 'επαναστάτης', 'επινοητικός', 'καινοτόμος', 'μεταρρυθμιστής', 'νεωτεριστής', 'μοντερνιστής', 'ρηξικέλευθος']" πρόσφατος,"['αμεταχείριστος', 'ανέγγιχτος', 'αρτιγέννητος', 'αφόρετος', 'απείραχτος', 'αχρησιμοποίητος', 'καινούργιος', 'καινός', 'νεοφανής', 'νεότατος', 'μοντέρνος', 'νέος', 'σύνωρος', 'άβαλτος', 'άθικτος']" πρόστυχος,"['αισχρός', 'ανήθικος', 'φαύλος', 'άκοσμος', 'άσεμνος', 'άπρεπος', 'χυδαίος']" πρότυπο,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'ίνδαλμα']" πρωτάκουστος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτότυπος']" πρωτάρχισμα,"['ανατολή', 'αρχή', 'αρχίνισμα', 'αφετηρία', 'αυγή', 'απαρχή', 'λιόβγαλμα', 'ξεκίνημα', 'ντεμπούτο', 'ρίζα', 'σεφτές', 'φέξη', 'άρχισμα', 'έμπα', 'πρωτιά']" πρωτάτο,"['ανωτερότητα', 'αριστεία', 'ηγεμονία', 'ηθικό ανάστημα', 'υπεροχή', 'πλεονεκτικότητα', 'πρωτεία', 'πρωτοκαθεδρία']" πρωτότυπος,"['αγρίκητος', 'ανάκουστος', 'ανήκουστος', 'ασυνήθιστος', 'απίστευτος', 'καινότροπος', 'καταπληκτικός', 'κλεφτός', 'κούφιος', 'μοναδικός', 'τερατώδης', 'σιγαλός', 'σιγανός', 'πρωτοφανής', 'πρωτάκουστος']" πρόσχαρος,"['ελευθεριάζων', 'αλέγρος', 'δραστήριος', 'εύθυμος', 'απροσποίητος', 'φαιδρός', 'σβέλτος', 'ζωηρός', 'πεταχτούλης']" πρόχειρος,"['αβασάνιστος', 'ανεξέταστος', 'αταλαιπώρητος', 'απαίδευτος', 'επιπόλαιος']" πρίγκιπας,"['βασιλιάς', 'δεσπότης', 'αρχηγός', 'αυτοκράτορας', 'αφέντης', 'ηγεμόνας', 'ηγέτης', 'ηγήτορας', 'κυρίαρχος', 'οδηγητής', 'μπροστάρης', 'ταγός', 'άρχοντας', 'προεξάρχων', 'προϊστάμενος']" πρίσμα,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πτυχή']" πταίσμα,"['αδικοπραγία', 'αδικία', 'αδίκημα', 'βλάβη', 'ανομία', 'ζημία', 'παράπτωμα']" πυρακτωμένος,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρρός', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" πυρακτώνω,"['θερμαίνω', 'κοκκινίζω', 'φλογίζω', 'ζεσταίνω', 'πυρώνω']" πυρείο,"['οινόπνευμα', 'ξυλάκι', 'μπριόζος', 'σπίρτο', 'έξυπνος']" πυρρός,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρωμένος', 'πύρινος']" πυρωμένος,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πύρινος']" πυρώνω,"['θερμαίνω', 'κοκκινίζω', 'φλογίζω', 'ζεσταίνω', 'πυρακτώνω']" πτυχή,"['εκδοχή', 'αντίληψη', 'γνώμη', 'ιδεολογία', 'θεωρία', 'θέα', 'θέση', 'οπτική', 'σκοπιά', 'φρόνημα', 'άποψη', 'έποψη', 'πεποίθηση', 'πλευρά', 'πρίσμα']" πτώση,"['ακύρωση', 'ανατροπή', 'αναστροφή', 'αναποδογύρισμα', 'αποσόβηση', 'αποπομπή', 'απόπεμψη', 'καθαίρεση', 'καταστροφή', 'κατάργηση', 'κατάρριψη', 'ματαίωση', 'ντεραπάρισμα', 'τορπιλισμός', 'τουμπάρισμα']" πάγιος,"['αδιάσειστος', 'εδραίος', 'αδόνητος', 'ακλόνητος', 'ακούνητος', 'ακράδαντος', 'αμετακίνητος', 'αμετάβλητος', 'αταλάντευτος', 'ατράνταχτος', 'ευσταθής', 'ασάλευτος', 'απαρασάλευτος', 'επίμονος', 'άσειστος']" πόλεμος,"['αγώνας', 'αθλητική συνάντηση', 'εναντίωση', 'ανταγωνισμός', 'αντενέργεια', 'αντίπραξη', 'απόπειρα', 'μεγάλη προσπάθεια', 'μάχη', 'συναγωνισμός', 'άθληση', 'άμιλλα']" πάλη,"['αγώνισμα', 'συναγωνισμός', 'άθλημα', 'άμιλλα']" πάθηση,"['αδυναμία', 'ανημποριά', 'ανισχυρία', 'ενόχληση', 'αρρώστημα', 'αρρώστια', 'ασθένεια', 'ατονία', 'επιδημία', 'κακοδιαθεσία', 'νόσημα', 'νόσος']" πόλισμαν,"['αστυνομικός', 'αστυνόμος', 'αστυφύλακας', 'πολισμάνος']" πάθος,"['ενθουσιασμός', 'αφοσίωση', 'θέρμη', 'ορμή', 'φανατισμός', 'φιλοτιμία', 'φλόγα', 'όρεξη', 'έρωτας', 'ζέση', 'ζήλος', 'προθυμία']" πόθος,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πένθος']" πάνδημος,"['γενικός', 'καθολικός', 'οικουμενικός', 'συλλογικός', 'συνολικός', 'άλικος', 'παγκόσμιος', 'παλλαϊκός', 'παπικός']" πάντα,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά', 'πάντοτε']" πάμφθηνα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'χαράμι', 'χάρισμα']" πόντιση,"['εμβάπτιση', 'βουτιά', 'βούτημα', 'βύθιση', 'βύθισμα', 'καταβύθιση', 'κατάδυση', 'μακροβούτι', 'φουντάρισμα']" πόντος,"['γιαλός', 'αλμυρή', 'κυανό χρώμα', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πέλαγα', 'πέλαγος']" πάντοτε,"['αδιαλείπτως', 'αδιάκοπα', 'αεί', 'αείποτε', 'διαρκώς', 'ακατάπαυστα', 'διηνεκώς', 'αιωνίως', 'ανέκαθεν', 'εσαεί', 'ισόβια', 'οποτεδήποτε', 'συνεχώς', 'όποτε', 'παντοτινά']" πόμωμα,"['ασφυγμία', 'ασφυξία', 'δύσπνοια', 'αποπληξία', 'κόμπιασμα', 'πνιγμονή', 'πνίξιμο']" πάμπλουτος,"['βαθύπλουτος', 'δισεκατομμυριούχος', 'Κροίσος', 'μυριόπλουτος', 'υπέρπλουτος', 'ζάπλουτος', 'πλουσιότατος']" πάραυτα,"['ακαριαία', 'αμέσως', 'αυθωρεί', 'ευθύς', 'αυτοστιγμεί', 'μονοκοπανιά', 'μονομιάς', 'παρευθύς', 'παραχρήμα']" πόρος,"['αβάντσα', 'εισόδημα', 'διάφορο', 'απολαβή', 'καρπός', 'καζάντι', 'κέρδισμα', 'κέρδος', 'λήμμα', 'μπάζα', 'ωφέλημα', 'έσοδο', 'πλεονέκτημα', 'πλούτισμα', 'πρόσοδος']" πόρρω,"['αλάργα', 'απόμακρα', 'κατάμακρα', 'μακριά', 'άπω', 'πέρα']" πόρτα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'χαραμάδα', 'χάσμα']" πάρτι,"['δεξίωση', 'επικοινωνία', 'φιλική συγκέντρωση', 'συγχρωτισμός', 'συναγελασμός', 'συναναστροφή', 'συντροφιά', 'συνάθροιση', 'παρέα']" πάρσιμο,"['βγάλσιμο', 'εκρίζωση', 'αρπαγή', 'αφαίρεση', 'αποκοπή', 'απομάκρυνση', 'αποχωρισμός', 'απόσπαση', 'απόσχιση', 'ξεκόλλημα', 'ξερίζωμα', 'υφαρπαγή', 'προσωρινή μετάθεση']" πωρωμένος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'χοντρόπετσος']" πάρωρα,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'ήρεμα', 'ήσυχα']" πάτημα,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'ψιχίο', 'ίχνος', 'χνάρι']" πάστρα,"['διαύγεια', 'καθαριότητα', 'καθαρότητα', 'παστρικοσύνη', 'παστρικάδα', 'παστράδα']" πόζα,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'ψευτοπερηφάνια']" πέλαγα,"['γιαλός', 'αλμυρή', 'κυανό χρώμα', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πόντος', 'πέλαγος']" πέλαγος,"['γιαλός', 'αλμυρή', 'κυανό χρώμα', 'θάλασσα', 'ωκεανός', 'πόντος', 'πέλαγα']" πένθιμος,"['αξιοθρήνητος', 'δυστυχισμένος', 'δυσάρεστος', 'δύστυχος', 'θλιβερός', 'λυπηρός', 'λυπητερός', 'οικτρός', 'ταλαίπωρος', 'άθλιος']" πένθος,"['καημός', 'λαχτάρα', 'θλίψη', 'λύπη', 'μεράκι', 'μαράζι', 'ντέρτι', 'σεβντάς', 'σαράκι', 'πόθος']" πέμπω,"['διαβιβάζω', 'εκτοξεύω', 'εκπέμπω', 'αναθεματίζω', 'εμβάζω', 'εξαποστέλλω', 'αμολάρω', 'απευθύνω', 'επιστέλλω', 'αποστέλλω', 'αποπέμπω', 'ξαμολώ', 'μεταβιβάζω', 'ταχυδρομώ', 'στέλνω']" πέρα,"['αλάργα', 'απόμακρα', 'κατάμακρα', 'μακριά', 'άπω', 'πόρρω']" πύργος,"['γερός', 'ατράνταχτος', 'καστέλι', 'κάστρο', 'μπούρτζι', 'τείχος', 'φορτέτσα', 'φρούριο', 'σταθερός', 'περιτείχισμα']" πέρας,"['εσχατιά', 'κατακλείδα', 'θέμα', 'λήξη', 'οροθέσιο', 'ορόσημο', 'τελευτή', 'σύνορο', 'τέρμα', 'τέρμονας', 'άκρη', 'άκρο', 'όριο']" πύρινος,"['διάπυρος', 'ανάφλογος', 'βρασμένος', 'βραστός', 'θερμός', 'καυτερός', 'καυτός', 'λάβρος', 'φλογερός', 'ένθερμος', 'ζεματιστός', 'ζεστός', 'πυρακτωμένος', 'πυρρός', 'πυρωμένος']" πέτρωμα,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'ίζημα']" πέφτω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'χαμηλώνω']" πήδημα,"['βάτεμα', 'επίβαση', 'καβαλαρία', 'καβαλητά', 'καβαλίκεμα', 'καβάλα', 'ιππαστί', 'ιππασία', 'ιππηλασία', 'οχεία', 'συνουσία', 'όχευση']" πίκρα,"['βαρυθυμία', 'κακοκάρδισμα', 'κασαβέτι', 'θλίψη', 'λυπησιά', 'λύπη', 'λύπηση', 'μελαγχολία', 'μαράζι', 'μαυρίλα', 'σεκλέτι', 'σαράκι', 'στενοχώρια', 'συντριβή', 'πένθος']" πίνακας,"['εικόνα', 'κάδρο', 'φυσιογνωμία', 'σχεδίασμα', 'σχέδιο', 'ζωγραφιά', 'ζωγράφημα', 'περιγραφή προσώπου']" ψεγαδιάζω,"['επικρίνω', 'αποδοκιμάζω', 'επονειδίζω', 'κακίζω', 'κατακρίνω', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κριτικάρω', 'ονειδίζω', 'μέμφομαι', 'στηλιτεύω', 'στιγματίζω', 'ψέγω']" ψαλμός,"['κελαηδισμός', 'κελάηδημα', 'μελωδία', 'ραψωδία', 'τραγούδι', 'ωδή', 'άσμα', 'ύμνος']" ψευδής,"['αναληθής', 'ανακριβής', 'λαθεμένος', 'κίβδηλος', 'ψεύτικος']" ψευτοπερηφάνια,"['ακαταδεξία', 'αλαζονεία', 'καμάρωμα', 'κομπασμός', 'κόρδωμα', 'μεγαλαυχία', 'ξιπασιά', 'οίηση', 'φούσκωμα', 'υπεροψία', 'έπαρση', 'πόζα']" ψεύτικος,"['δολερός', 'δόλιος', 'απατηλός', 'καταδολιευτικός', 'κατεργάρικος', 'μπαμπέσικος', 'ραδιουργικός', 'σατανικός', 'σκοτεινός', 'παραπλανητικός', 'πλανερός', 'πλάνος']" ψαύω,"['εγγίζω', 'ακούω', 'αισθάνομαι', 'βλέπω', 'εννοώ', 'αντιλαμβάνομαι', 'γνωρίζω', 'επαΐω', 'καταλαβαίνω', 'κατανοώ', 'κρίνω ορθά', 'μαθαίνω', 'νιώθω', 'συναισθάνομαι', 'παίρνω αίσθηση']" ψαχούλεμα,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψάξιμο']" ψηλαφώ,"['αγγίζω', 'γεύομαι', 'ακουμπώ', 'δοκιμάζω', 'θίγω', 'συγκινώ', 'πλησιάζω', 'προσεγγίζω', 'προσβάλλω', 'ψαύω']" ψηλομύτης,"['αγέρωχος', 'ακατάδεχτος', 'καμαρωτός', 'κορδωτός', 'ξιπασμένος', 'υπερόπτης']" ψηλή τιμή,"['αδιατάρακτη λειτουργία', 'ακρίβεια', 'εκτέλεση με προσοχή', 'εντέλεια', 'κανονικότητα', 'ορθότητα', 'φροντίδα', 'τέλειο', 'άκρα επιμέλεια', 'πιστότητα']" ψηλώνω,"['αναβαίνω', 'ανεβαίνω', 'αναρριχώμαι', 'ανηφορίζω', 'ανυψώνομαι', 'ανέρχομαι', 'επιβιβάζομαι', 'σηκώνω', 'σκαρφαλώνω', 'υπερτιμώμαι', 'προοδεύω']" ψιλός,"['αγένειος', 'γυμνός', 'αποψιλωμένος', 'λιπόθριξ', 'σπανός', 'άδεντρος', 'άτριχος', 'χέρσος']" ψιχίο,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ίχνος', 'χνάρι']" ψυχαναθρεφτής,"['δεσπότης', 'αφεντικό', 'αφέντης', 'ιδιοκτήτης', 'κύρης', 'κύριος', 'οικοδεσπότης', 'μπαμπάς', 'άρχοντας', 'πατέρας']" ψυχική ανάταση,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ίλιγγος']" ψυχοκόρη,"['δούλα', 'βάγια', 'επακόλουθο', 'κοράσι', 'κοπελιά', 'θυγατέρα', 'κόρη', 'τσούπα', 'τσούπρα', 'υπηρέτρια']" ψυχομαχητό,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'άγχος', 'ψυχορράγημα', 'χαροπάλεμα']" ψυχομαχώ,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" ψυχομάχημα,"['αγκομάχημα', 'δύσπνοια', 'λαχάνιασμα', 'άσθμα', 'πνευστίαση', 'ψυχορράγημα']" ψυχορραγώ,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχοπαραδίνω', 'χαροπαλεύω']" ψυχορράγημα,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'άγχος', 'ψυχομαχητό', 'χαροπάλεμα']" ψυχοπαθής,"['ανισόρροπος', 'ασταθής', 'κλονιζόμενος', 'φεγγαριασμένος', 'τρελός', 'φρενοβλαβής', 'ζουρλός', 'παλαβιάρης', 'παλαβός', 'παράλογος']" ψυχοπαραδίνω,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'χαροπαλεύω']" ψυχοπονώ,"['λυπάμαι', 'οικτίρω', 'συμπονώ', 'σπλαχνιέμαι', 'σπλαχνίζομαι']" ψυχραιμία,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχρότητα']" ψυχραίνω,"['αποξυλιάζω', 'καταψύχω', 'κρυσταλλιάζω', 'υπερψύχω', 'παγώνω']" ψυχρός,"['ακατάδεκτος', 'απλησίαστος', 'απρόσιτος', 'υπερόπτης', 'υπερήφανος', 'ψηλομύτης']" ψυχρότητα,"['αδιαφορία', 'αναλγησία', 'αναισθησία', 'αταραξία', 'ασυγκινησία', 'απάθεια', 'ηρεμία', 'νηφαλιότητα', 'φλέγμα', 'στωικότητα', 'έλλειψη πάθους', 'ψυχραιμία']" ψυχωμένος,"['ενεργητικός', 'ανάγλυφος', 'δραστήριος', 'νωπός', 'ρέκτης', 'φρέσκος', 'σφριγηλός', 'σπίθα', 'έμβιος', 'έμψυχος', 'ζωηρός', 'ζωντανός', 'παραστατικός', 'πνεούμενος']" ψυχή,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ίνδαλμα', 'ίσκιος']" ψάλλω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψέλνω']" ψάξιμο,"['διερεύνηση', 'εξερεύνηση', 'ανερεύνηση', 'αναζήτηση', 'βολιδοσκόπηση', 'εξέταση', 'ανίχνευση', 'μελέτη', 'έρευνα', 'ψαχούλεμα']" ψωνιστής,"['αγοραστής', 'καταναλωτής', 'πελάτης']" ψωμί,"['επιούσιος', 'λαγάνα', 'καρβέλι', 'κουραμάνα', 'φραντζόλα', 'άρτος']" ψωροπερήφανος,"['αλαζόνας', 'καυχησιάρης', 'κομπαστής', 'κορδωμένος', 'ματαιόφρονος', 'οιηματίας', 'ξιπασμένος', 'φαντασμένος', 'φουσκωμένος', 'υπερφίαλος', 'υπερόπτης', 'παγόνι', 'παινεσιάρης', 'περήφανος', 'ψηλομύτης']" ψάχνω,"['διερευνώ', 'αναδιφώ', 'ανερευνώ', 'ανασκαλεύω', 'εξετάζω', 'ανιχνεύω', 'εξονυχίζω', 'ερευνώ', 'γυρεύω', 'ιχνηλατώ', 'μελετώ', 'ξεσκαλίζω', 'ζητώ']" ψέγω,"['διαβάλλω', 'διασύρω', 'γλωσσοτρώγω', 'δυσφημώ', 'κακογλωσσεύω', 'κακολογώ', 'κακίζω', 'καταλαλώ', 'κατηγορώ', 'καυτηριάζω', 'κουτσομπολεύω', 'μέμφομαι', 'σουσουρεύω', 'στηλιτεύω', 'συκοφαντώ']" ψέλνω,"['εγκωμιάζω', 'ακομπανιάρω', 'αναμέλπω', 'κελαηδώ', 'λαλώ', 'μελωδώ', 'μονωδώ', 'μέλπω', 'ραψωδώ', 'ταρναρίζω', 'υμνώ', 'τραγουδώ', 'άδω', 'ψάλλω']" ψέμα,"['ανακρίβεια', 'αναλήθεια', 'λάθος', 'σφάλμα', 'παραδρομή']" ψύχραιμος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ήρεμος']" ψήνομαι,"['ανάβω', 'αποτεφρώνω', 'καβουρντίζω', 'θερμαίνομαι', 'θερμαίνω', 'καψαλίζω', 'καψώνω', 'καίω', 'νεκρώνω', 'φλογώνω', 'σκάω', 'τσουρουφλίζω', 'ζεματίζω', 'ζεσταίνομαι', 'ζεσταίνω']" ψήφισμα,"['βουλή', 'γνωματοδότηση', 'γνωμάτευση', 'βούλευμα', 'ετυμηγορία', 'απόφαση', 'κρίση', 'θέληση', 'τελική γνώμη', 'τόλμη']" ήλιος,"['ακτινοβολία', 'ηλιοτρόπιο', 'ηλιόφως', 'ηλίανθος', 'λιακάδα', 'φωτόσφαιρα', 'ωραιότατος', 'πανέμορφος']" ήθος,"['αγωγή', 'διαγωγή', 'διατροφή', 'διαπαιδαγώγηση', 'εκτροφή', 'διάπλαση', 'εκπαίδευση', 'ανατροφή', 'μόρφωση']" ήμερος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήρεμος', 'ήπιος']" ώρα,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'χρονική περίοδος']" ήρεμα,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήσυχα']" ήρεμος,"['αδιάφορος', 'γαλήνιος', 'ανέγνοιαστος', 'ασυγκίνητος', 'ατάραχος', 'ατάραχτος', 'ασύγχυστος', 'απαθής', 'κρύος', 'φλεγματικός', 'στωικός', 'ψύχραιμος']" ώριμος,"['ανδρικής ηλικίας', 'αντρείος', 'εραστής', 'βράχος', 'οπλίτης', 'σταθερός', 'σύνευνος', 'σύζυγος', 'άντρας']" ήρωας,"['γενναίος', 'αντρείος', 'δράστης', 'αυτουργός', 'λεβέντης', 'λιοντάρι', 'υπεράνθρωπος', 'παλικάρι', 'πρωταγωνιστής', 'πρωταίτιος', 'πρωτοπαλίκαρο']" ήττα,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'χαμός']" ήσυχα,"['βαθμηδόν', 'βαθμιαία', 'αγάλια', 'αβίαστα', 'εκπρόθεσμα', 'βραδέως', 'αργά', 'κρατητά', 'λίγολίγο', 'σιγανά', 'το βράδυ', 'σταδιακά', 'άνετα', 'πάρωρα', 'ήρεμα']" ήσυχος,"['βελτιωμένος', 'δαμασμένος', 'εκχερσωμένος', 'εξευγενισμένος', 'εξημερωμένος', 'ημερωμένος', 'καλλιεργημένος', 'κατοικίδιος', 'κηπευτός', 'μαλακός', 'μπολιασμένος', 'τιθασευμένος', 'πράος', 'ήμερος']" ήπειρος,"['γη', 'ξηρά', 'στεριά', 'υποδιαίρεση στερεάς γης', 'χέρσος']" ήπιος,"['αβρός', 'γλυκός', 'ευμενής', 'ευνοϊκός', 'επιεικής', 'αχόλιαστος', 'καλόβολος', 'καλόγνωμος', 'μαλακός', 'μειλίχιος', 'συγκαταβατικός', 'άχολος', 'πράος', 'ήμερος', 'ήρεμος']" ίλιγγος,"['εμβροντησία', 'θαυμασμός', 'κατάνυξη', 'κατάπληξη', 'θάμβος', 'θάμπωμα', 'μεταρσίωση', 'μυστικοπάθεια', 'ξάφνιασμα', 'σαστισμάρα', 'σάστισμα', 'έκσταση', 'έξαρση του νου', 'παραξένεμα', 'ψυχική ανάταση']" ίνδαλμα,"['εικόνα', 'είδωλο', 'ιδανικό', 'ιδεώδες', 'ομοίωμα', 'μορφή', 'υπόδειγμα', 'πρότυπο']" ίμερος,"['δοντόπονος', 'ερωτικό αίσθημα', 'ερωτική αγάπη', 'αφοσίωση', 'καρδιοφλόγισμα', 'καρδιοχτύπι', 'κλίση', 'σεβντάς', 'έρως', 'έρωτας', 'έφεση', 'πονόδοντος', 'προσκόλληση', 'προσήλωση']" ίσκιος,"['εικόνα', 'δροσιά', 'είδωλο', 'ημίφως', 'ισκιάδα', 'οπτασία', 'φαντασία', 'σιλουέτα', 'σκιά', 'υποσκίασμα', 'όραμα', 'άυλη υπόσταση', 'πνεύμα', 'ψυχή', 'ίνδαλμα']" ίσιος δρόμος,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιωμα']" ίσιωμα,"['ευθυγράμμιση', 'ευθύτητα', 'απλάδα', 'καλοστρατιά', 'ισιάδα', 'ομαλιά', 'ομάλυνση', 'σιάδι', 'πλατωσιά', 'πλάτωμα', 'ίσιος δρόμος']" ίσος,"['αντίστοιχος', 'ανάλογος', 'αρμονικός', 'ισοδύναμος', 'ομόλογος', 'συμμετρικός', 'σύμμετρος', 'σύστοιχος', 'σχετικός', 'παρεμφερής', 'παράλληλος']" ίζημα,"['επικάλυψη', 'επίστρωση', 'κατακάθισμα', 'κοίτασμα', 'στρωμνή', 'στρώμα', 'στρώση', 'ζώνη γης', 'ζώνη θάλασσας', 'πέτρωμα']" ίππος,"['γεντέκι', 'αγύμνι', 'κέλητας', 'φαρί', 'τριζύγι', 'συρτό', 'στάμενο', 'άλογο', 'άτι']" ίχνος,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'χνάρι']" χαλαρωμένος,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρός']" χαλαρός,"['αδύναμος', 'αδύνατος', 'ασθενικός', 'καχεκτικός', 'οκνηρός', 'νωθρός', 'ξέσφιχτος', 'άτονος', 'χαλαρωμένος']" χαλαρώνω,"['ελευθερώνω', 'εξαπολύω', 'αμολάω', 'αφήνω', 'απολύω', 'αποφυλακίζω', 'λύνω', 'ξαμολώ', 'τρέχω', 'σπεύδω']" χαλεύω,"['αξιώ', 'αξιώνω', 'εννοώ να', 'γυρεύω', 'απαιτώ', 'επιμένω να', 'επιζητώ', 'επιχειρώ', 'θέλω', 'σκοπεύω να', 'ζητώ', 'ζητώ επίμονα', 'ποθώ', 'προσπαθώ', 'προϋποθέτω']" χαλιναγωγώ,"['ανακόπτω', 'αναστέλλω', 'αναχαιτίζω', 'εμποδίζω', 'επιβραδύνω', 'κρατώ', 'συγκρατώ', 'σταματώ', 'συνέχω', 'παρεμποδίζω']" χαλκέντερος,"['αεικίνητος', 'ακαταπόνητος', 'ακατάβλητος', 'ακούραστος', 'ακάθιστος', 'ακάματος', 'ενεργητικός', 'δραστήριος', 'μερμήγκι', 'ρέκτης', 'φιλόπονος', 'σκυλί', 'σφήκα', 'φίλεργος', 'άοκνος']" χειραγωγώ,"['διαφωτίζω', 'ενημερώνω', 'καθοδηγώ', 'κατατοπίζω', 'οδηγώ', 'νουθετώ', 'ορμηνεύω', 'συμβουλεύω', 'φωτίζω', 'ποδηγετώ', 'προσανατολίζω']" χειροτερεύω,"['αγριεύω', 'εκτραχύνω', 'εξαγριώνομαι', 'ανατριχιάζω', 'εξοργίζομαι', 'εξοργίζω', 'ερεθίζομαι', 'επιδεινώνομαι', 'θεριεύω', 'θυμώνω', 'οργίζομαι', 'φοβίζω', 'τρομάζω']" χειροτέρευση,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χάλασμα']" χειροπιαστός,"['ασφαλής', 'βάσιμος', 'βέβαιος', 'απτός', 'κατηγορηματικός', 'θετικός', 'ρεαλιστικός', 'συγκεκριμένος', 'σταθερό', 'πραγματικός', 'πρακτικός']" χαλύβδινος,"['γερός', 'ανθεκτικός', 'δυνατός', 'ατσαλένιος', 'ατσάλινος', 'κραταιός', 'σθεναρός', 'σκληρός']" χαλώ,"['αλλοιώνομαι', 'ξινίζω', 'σαπίζω']" χαμηλώνω,"['βαθαίνω', 'αγωνίζομαι', 'βουλιάζω', 'κατεβαίνω', 'κατηφορίζω', 'κατρακυλώ', 'κατέρχομαι', 'κουτρουβαλώ', 'ξεπεζεύω', 'ροβολώ', 'πεζεύω', 'προσγειώνομαι', 'προσθαλασσώνομαι', 'προσσεληνώνομαι', 'πέφτω']" χαμοκέλα,"['γιατάκι', 'δραγασιά', 'δραγάτα', 'καλαμόσπιτο', 'καλιά', 'καλύβα', 'κονάκι', 'ξυλόσπιτο', 'τσαρδάκι', 'φτωχικό', 'φτωχόσπιτο', 'παράγκα', 'παράπηγμα']" χαμόδεντρο,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'βάτος', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόκλαρο']" χαμόκλαρο,"['δενδρύλλιο', 'δεντράκι', 'βάτος', 'θάμνος', 'φρύγανο', 'τσαλί', 'χαμόδεντρο']" χαμός,"['γονάτισμα', 'αποτυχία', 'απώλεια', 'καταστροφή', 'νικημός', 'συμφορά', 'υποχώρηση', 'υπόκυψη', 'ήττα']" χαμένος,"['αγνοούμενος', 'εξαφανισμένος', 'αφανέρωτος', 'άγνωστος']" χαμπάρι,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπέρι']" χαμπέρι,"['διδάγματα', 'ενημέρωση', 'γνώσεις', 'είδηση', 'κατατοπισμός', 'κατατόπιση', 'μαντάτο', 'μάθηση', 'νέο', 'σοφία', 'πληροφορία', 'χαμπάρι']" χαμίνι,"['γαβριάς', 'αλητόπαιδο', 'αλιτήριος', 'αλάνης', 'αλάνι', 'αλήτης', 'κακοήθης', 'μάγκας', 'μόρτης', 'σοκακόπαιδο']" χαρακτήρας,"['αγωγή', 'ηθικότητα', 'ήθος']" χαραμοφάης,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμής']" χαραμάδα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χάσμα']" χαραμής,"['ανευδοκίμητος', 'ανεπρόκοπος', 'απρόκοπος', 'αχαΐρευτος', 'κηφήνας', 'οκνός', 'τεμπέλης', 'χαραμοφάης']" χαριτολογία,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'αστείο', 'ευφυολόγημα', 'καλαμπούρι', 'φαιδρολογία', 'χωρατό']" χαρμονή,"['αγαλλίαση', 'ευφροσύνη', 'κέφι', 'χαρμοσύνη', 'χαρά']" χαρμοσύνη,"['αγαλλίαση', 'ευφροσύνη', 'κέφι', 'χαρμονή', 'χαρά']" χαροπαλεύω,"['αγκομαχώ', 'ανασαίνω δύσκολα', 'αναστενάζω βαριά', 'ασθμαίνω', 'λαχανιάζω', 'πνευστιώ', 'ψυχομαχώ', 'ψυχορραγώ', 'ψυχοπαραδίνω']" χαροπάλεμα,"['αδημονία', 'αγκούσα', 'αγωνία', 'ανησυχία', 'ανυπομονησία', 'καρδιοχτύπι', 'άγχος', 'ψυχομαχητό', 'ψυχορράγημα']" χαρά,"['αγαλλίαση', 'ευφροσύνη', 'κέφι', 'χαρμονή', 'χαρμοσύνη']" χαράμι,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χάρισμα']" χαστούκι,"['καταχεριά', 'κόλαφος', 'μπάτσος', 'ράπισμα', 'σκαμπίλι', 'σφαλιάρα', 'φάπα', 'παλαμιά']" χαζούλης,"['αγαθιάρης', 'ευκολόπιστος', 'απλοϊκός', 'απονήρευτος', 'κουτούτσικος']" χαώδης,"['βαθύτατος', 'αβυσσαλέος', 'ανεξιχνίαστος', 'απύθμενος', 'καταχθόνιος', 'σατανικός']" χαώδης κατάσταση,"['αβεβαιότητα', 'ακαταστασία', 'ανακατωσούρα', 'αμεθοδία', 'ανακάτωση', 'αναρχία', 'αναταραχή', 'αναστάτωση', 'αταξία', 'ατημέλεια', 'ατσαλιά', 'ατσαλοσύνη', 'ασυγυρισιά', 'αστάθεια', 'σύγχυση']" χείμαρρος,"['αφθονία', 'καταιγίδα', 'κατακλυσμός', 'καταπλημμύρηση', 'θάλασσα', 'νεροποντή', 'μπόρα', 'ωκεανός', 'πλημμύρα', 'πλημμύρισμα']" χαίρομαι,"['επαίρομαι', 'επιστεγάζω', 'αποθαυμάζω', 'αψιδώνω', 'καμαρώνω', 'καυχιέμαι', 'κοκορεύομαι', 'κορδώνομαι', 'κυρτώνω', 'ναρκισσεύομαι', 'φουσκώνω', 'περηφανεύομαι']" χαχανητό,"['γέλιο', 'γέλως', 'καγχασμός', 'κάκανο', 'χαχάνισμα', 'χάχανο']" χαχανίζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χλευάζω']" χαχάνισμα,"['γέλιο', 'γέλως', 'καγχασμός', 'κάκανο', 'χαχανητό', 'χάχανο']" χηρεύω,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χύνω']" χλεμπονιάρης,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλομός']" χλευάζω,"['γελώ δυνατά', 'ειρωνεύομαι', 'αναγελώ', 'εμπαίζω', 'καγχάζω', 'κοροϊδεύω', 'σαρκάζω', 'σκώπτω', 'πειράζω', 'περιγελώ', 'περιπαίζω', 'χαχανίζω']" χλεύη,"['ειρωνεία', 'αναγέλασμα', 'ανάμπαιγμα', 'εμπαιγμός', 'κοροϊδία', 'σαρκασμός', 'περιγέλασμα', 'περίπαιγμα']" χλιαρός,"['διστακτικός', 'απρόθυμος', 'οκνός', 'ράθυμος', 'άθελος', 'άκεφος', 'άστεργος']" χλιδή,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χάρη']" χιμαιρικός,"['ανυπόστατος', 'ανύπαρκτος', 'φανταστικός', 'πλαστός']" χλομός,"['αχερής', 'καναρινής', 'λεμονής', 'κεχριμπαρένιος', 'κροκάτος', 'κροκής', 'κάτωχρος', 'κίτρινος', 'ωχρός', 'ζαφουρής', 'πελιδνός', 'χλεμπονιάρης']" χιονάτος,"['γαλατένιος', 'γαλάτος', 'καθαρός', 'λαμπρός', 'λαμπίκος', 'λευκάτος', 'λευκόχρωμος', 'κάτασπρος', 'μαρμαρένιος', 'φωτεινός', 'άμεμπτος', 'άσπιλος', 'άσπρος', 'άψογος']" χιουμοριστικός,"['γελαστικός', 'διασκεδαστικός', 'αστείος', 'ευτράπελος', 'εύθυμος', 'κωμικός', 'φαιδρός']" χλόμιασμα,"['δέος', 'κιτρίνισμα', 'σκιάξιμο', 'τρομάρα', 'τρόμος', 'φόβος']" χοντροκαμωμένος,"['ακαλαίσθητος', 'αντιαισθητικός', 'δυσαρμονικός', 'ασύμμετρος', 'απειρόκαλος', 'κακόγουστος', 'κακόθωρος', 'κακότεχνος', 'μπατάλικος', 'άγαρμπος', 'άγουστος', 'άκομψος', 'άνοστος', 'άτεχνος', 'άχαρος']" χοντροκοπιά,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χυδαιότητα', 'χωριατιά']" χοντράνθρωπος,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χυδαίος']" χοντρόπετσος,"['αδιάφορος', 'ανεπίγνωστος', 'αναίσθητος', 'αφιλότιμος', 'ασυνείδητος', 'ασυναίσθητος', 'κακοήθης', 'μηχανικός', 'άδικος', 'παχύδερμος', 'πωρωμένος']" χουγιάζω,"['αναβοώ', 'αναφωνώ', 'βροντοφωνάζω', 'κραυγάζω', 'κράζω', 'ξεφωνίζω', 'ουρλιάζω', 'σκούζω', 'τσιρίζω', 'φωνασκώ', 'φωνάζω', 'ζητωκραυγάζω']" χουφτώνω,"['αδράχνω', 'αρπάζω', 'καψαλίζω', 'τσακώνω', 'παλαμίζω', 'περιαρπάζω', 'περικαίω', 'πιάνω']" χουζούρεμα,"['αδράνεια', 'ακινησία', 'αποτελμάτωση', 'απραξία', 'ολιγωρία', 'οκνηρία', 'νωθρότητα', 'νωχέλεια', 'τεμπελιά', 'στασιμότητα']" χνάρι,"['απομεινάρι', 'αποτύπωμα', 'αχνάρι', 'ιδέα', 'κόκκος', 'ντορός', 'μόριο', 'σημάδι', 'στίγμα', 'υπόλειμμα', 'ζάλο', 'πατημασιά', 'πάτημα', 'ψιχίο', 'ίχνος']" χούνη,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χωνί']" χρειαζούμενος,"['ενδεδειγμένος', 'αναγκαίος', 'απαιτούμενος', 'απαραίτητος', 'επιβαλλόμενος']" χρεοκοπώ,"['δεν εκλέγομαι', 'δεν ευδοκιμώ', 'αστοχώ', 'ατυχώ', 'απορρίπτομαι', 'αποτυγχάνω', 'ναυαγώ', 'φαλίρω']" χρεωμένος,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χωρίς αντίκρισμα']" χρεία,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χέσιμο']" χρηστός,"['αδιάφθορος', 'αδέκαστος', 'ακέραιος', 'αξιοτίμητος', 'ενάρετος', 'ευθύς', 'ευσυνείδητος', 'ευυπόληπτος', 'ηθικός', 'τιμημένος', 'τίμιος']" χρονική περίοδος,"['διαθέσιμος χρόνος', 'ευκαιρία', 'ατμόσφαιρα', 'εποχή', 'καιρός', 'κατάλληλος χρόνος', 'κλίμα', 'στιγμή', 'συνθήκες', 'άνεση', 'ωριμότητα', 'ζαμάνι', 'περιστάσεις', 'περίοδος', 'ώρα']" χρυσαλοιφή,"['εγκωμιαστής', 'γαλίφης', 'γλείφτης', 'λιβανιστής', 'κομπλιμενταδόρος', 'κομπλιμεντόζος', 'κόλακας', 'θωπευτής', 'μαλαγάνας', 'τεμενατζής', 'πλανευτής', 'πλάνος']" χρυσοχέρης,"['δουλευτής', 'δραστήριος', 'επιτήδειος', 'καπάτσος', 'ικανός', 'ταλαντούχος', 'άξιος', 'προκομμένος']" χρήμα,"['ηχηρός', 'λεφτά', 'σκαστός', 'έντονος', 'παράς']" χρήματα,"['αγαπητός', 'εκτενές λεξικό', 'Θησαυρός', 'λογάρι', 'μέγας πλούτος', 'ταμείο', 'τιμαλφή']" χυδαιότητα,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χωριατιά']" χυδαίος,"['αγενής', 'αδιάκριτος', 'αγροίκος', 'γαϊδούρι', 'ακαλλιέργητος', 'ανάγωγος', 'αμόρφωτος', 'βάναυσος', 'απαιδαγώγητος', 'απαίδευτος', 'κακοαναθρεμμένος', 'χοντράνθρωπος']" χτυπιέμαι,"['διαμελίζω', 'ασπαίρω', 'καταθλίβω', 'καταξεσχίζω', 'κατασπαράζω', 'κλαίω', 'κομματιάζω', 'οδύρομαι', 'σκίζω', 'σφαδάζω', 'σπαρταρώ', 'σπαράζω', 'πετσοκόβω']" χτυπώ,"['τρακάρω', 'συγκρούομαι', 'συναντώ τυχαία']" χτύπημα,"['βαρεματιά', 'γδάρσιμο', 'εκδορά', 'αμυχή', 'λαβωματιά', 'τραύμα', 'έλκος', 'πληγή', 'πλήγμα']" χτίσιμο,"['αναγωγή', 'ανακάθισμα', 'ανασήκωμα', 'ανόρθωση', 'ανάσταση', 'ανέγερση', 'ανύψωση', 'απόρθωση', 'στήσιμο', 'σήκωμα', 'όρθωση', 'άρση', 'άπαρση', 'έγερση', 'ύψωση']" χτίζω,"['ανεγείρω', 'ανιδρύω', 'ανοικοδομώ', 'ξαναχτίζω', 'οικοδομώ']" χάλασμα,"['διαστρέβλωση', 'αλλοίωση', 'αυξομείωση μουσικού φθόγγου', 'επιδείνωση', 'αποσύνθεση', 'μεταβολή', 'μεταμόρφωση', 'μετατροπή', 'νόθευση', 'φθορά', 'τροποποίηση', 'σάπισμα', 'παραποίηση', 'χειροτέρευση']" χωνεύω,"['αλευροποιώ', 'αλέθω', 'κονιοποιώ', 'μασώ', 'συνθλίβω', 'συντρίβω']" χάνω,"['απαρνιέμαι', 'αποστερούμαι', 'στερούμαι', 'παραιτούμαι']" χάνω βάρος,"['αδυνατίζω', 'αμβλύνω', 'αχαμναίνω', 'ισχναίνω', 'σουρώνω', 'στεγνώνω', 'ζαρώνω']" χάνω οριστικώς,"['αναχωρώ', 'αφήνω γεια', 'αποσύρομαι', 'αποχαιρετώ', 'αποχωρίζομαι', 'φεύγω']" χωνί,"['αδηφάγος', 'βαθούλωμα', 'βούθουνας', 'βόθρος', 'βίραγγας', 'αχόρταγος', 'αχώνι', 'καταβόθρα', 'καταποτήρας', 'λάκκος', 'οχετός', 'άπληστος', 'χούνη']" χωρατό,"['αστειολόγημα', 'αστεϊσμός', 'αστείο', 'ευφυολόγημα', 'καλαμπούρι', 'φαιδρολογία', 'χαριτολογία']" χάρη,"['αβρότητα', 'γλυκύτητα', 'ευγένεια', 'απαλότητα', 'λεπτότητα τρόπων', 'μαλθακότητα', 'τρυφερότητα', 'πολυτέλεια', 'χλιδή']" χωριατιά,"['αδιακρισία', 'γαϊδουριά', 'αγένεια', 'αναγωγία', 'απρέπεια', 'θρασύτητα', 'χοντροκοπιά', 'χυδαιότητα']" χάρισμα,"['αδαπάνως', 'αδιαφόρετα', 'ανέξοδα', 'ανώφελα', 'δωρεάν', 'κοροϊδίστικα', 'μισοτιμής', 'φτηνά', 'τζάμπα', 'άσκοπα', 'παρασιτικά', 'πάμφθηνα', 'χαράμι']" χωρισμός,"['διαμοιρασμός', 'διανομή', 'διαίρεση', 'αναλόγηση', 'καταμερισμός', 'κατανομή', 'κληρουχία', 'μοιρασιά', 'μοίρασμα']" χωριστός,"['ειδικός', 'εξαίρετος', 'γραμματέας', 'ατομικός', 'επιμελημένος', 'ιδιαίτερος', 'ιδιωτικός', 'ιδιάζων', 'μεμονωμένος', 'ξεχωρισμένος', 'ξεχωριστός', 'μονωμένος', 'ξέχωρος', 'φροντισμένος', 'προσωπικός']" χάρμα,"['διασκέδαση', 'αριστούργημα', 'αρέσκεια', 'ευχαρίστηση', 'απόλαυση', 'ηδονή', 'κάρπωση', 'τρυφή', 'τέρψη']" χωροφυλακή,"['αστυνομία', 'τμήμα']" χωρίο,"['απόσπασμα', 'κλάδος', 'κομμάτι', 'μέρος', 'τεμάχιο', 'τμήμα', 'τμήμα στρατού', 'τμήμα χωροφυλακής', 'περίπολος']" χωρίς αντίκρισμα,"['ακαπάκωτος', 'ακουκούλωτος', 'εκτεθειμένος', 'ακάλυπτος', 'ανοιχτός', 'ασκέπαστος', 'γυμνός', 'απαράχωτος', 'απροφύλαχτος', 'ξεσκούφωτος', 'ξεσκέπαστος', 'ξέσκεπος', 'ρέστος', 'άθαφτος', 'χρεωμένος']" χωρίς αξία,"['αδέξιος', 'ανεπιτήδευτος', 'ανάξιος', 'ανίκανος', 'ατζαμής', 'ασήμαντος', 'επίμεμπτος', 'μικρός', 'ουτιδανός', 'τιποτένιος']" χωρίζομαι,"['κόβομαι', 'σκίζομαι', 'σχάζομαι']" χωρίζω,"['αποξενώνω', 'απομονώνω', 'ξακρίζω', 'ξεμοναχιάζω', 'ξεχωρίζω', 'μονώνω']" χάσιμο,"['αλλοτρίωση', 'εκποίηση', 'απαλλοτρίωση', 'αποξένωση', 'απώλεια', 'ξεπούλημα', 'στέρηση', 'πούλημα']" χάσκων,"['εκστατικός', 'εμβρόντητος', 'βουβός', 'αποσβολωμένος', 'κατάπληκτος', 'μουγκός', 'μούτος', 'άλαλος', 'άναυδος', 'άφωνος', 'έκθαμβος', 'έκπληκτος']" χάσμα,"['είσοδος', 'θύρα', 'ρωγμή', 'ρήγμα', 'σαλπάρισμα', 'τρύπα', 'στόμιο', 'σχισμή', 'άνθιση', 'άνθισμα', 'άνοιγμα', 'άνοιξη', 'έναρξη', 'πόρτα', 'χαραμάδα']" χάχανο,"['γέλιο', 'γέλως', 'καγχασμός', 'κάκανο', 'χαχανητό', 'χαχάνισμα']" χόχλασμα,"['αγανάκτηση', 'αναβρασμός', 'αναστάτωση', 'ερεθισμός', 'ταραχή', 'σάλος', 'έξαψη']" χύνομαι,"['βγαίνω', 'αναβλύζω', 'αναβρύζω', 'βρυσίζω', 'ξεπετιέμαι', 'πηγάζω']" χύνω,"['αδειάζω', 'εκκενώνω', 'ερημώνω', 'αφαιρώ τη γόμωση', 'ευκαιρώ', 'ξεγεμίζω', 'χηρεύω']" χέρσος,"['γη', 'ξηρά', 'στεριά', 'υποδιαίρεση στερεάς γης', 'ήπειρος']" χέσιμο,"['αναγκασμό', 'ανάγκαση', 'ανάγκη', 'αρρώστια', 'αποπάτηση', 'οικονομική δυσχέρεια', 'το δέον', 'το πρέπον', 'σφόρτσο', 'φτώχεια', 'σφίξη', 'ζόρι', 'χρεία']" χώμα,"['γη', 'δάπεδο', 'ξηρά', 'φόντο', 'έδαφος']"